Kupio sam novi auto zato što se moj stari pokvario dok sam vozio Αγόρασα νέο αμάξι/αυτοκίνητο γιατί το παλιό μου χάλασε ενώ οδγηούσα
2. 1Eκφράζω – izraziti – εξέφρασα - izrazio sam
Izrazio sam svoje mišljenje , ali niko nije želeo da me čuje Εξέφρασα τη γνώμη μου αλλά κανένας δεν ήθελε να με ακούσει
3. 1Kαπνίζω – pušiti – κάπνισα – popušio sam
Popušio si sve cigare i nisi mi ni jednu ostavio, kakav si to čovek ! Κάπνισες όλα τα τσιγάρα και δεν μου άφησες ούτε ένα . Τι άνθρωπος είσαι εσύ ;
4. 1Kαταλαβαίνω – razumeti – κατάλαβα – razumeo si
Nadam se da je razumeo bilo šta od onoga što sam mu govorio da treba da promeni na sebi Ελπίζω ότι κατάλαβε ότιδήποτε από αυτά που του μιλούσα/έλεγα ότι πρέπει να αλλάξει πάνω του
5. 1Mαγειρεύω – kuvati – μαγείρεψα - skuvao sam
Nismo skuvali ništa za večeru jer ničega nije bilo u frižideru, trebalo je da odemo i da kupimo Δεν μαγειρέψαμε τίποτα για βραδινό γιατί δεν υπήρχε τίποτα στο ψυγείο , έπρεπε να πάμε και να aγοράσουμε
6. 1Oνομάζω - zvati - ονόμασα – nazvao sam / dao sam ime
Kupio sam novog psa I dao sam mu ime Ban jer me je podsetio na psa kojeg je imao mohj drug, a koji se isto tako zvao Αγόρασα καινούργιο σκύλο και του έδωσα το όνομα Μπαν γιατί μου θύμισε τον σκύλο που είχε ο φίλος μου και που τον έλεγαν έτσι
7. 1Yπογράφω – potpisati – υπέγραψα - potpisao sam
Mi , fudbaleri Olimpiakosa potpisali smo ugovor na još dve godine, čekali smo ovaj dan da ponovo postanemo igrači ovog tima Εμείς, οι ποδοσφαιριστές του Ολυμπιακού υπογράψαμε το συμβόλαιο για άλλα δύο χρόνια, περιμέναμε αυτή τη μέρα να ξαναγίνουμε παίκτες αυτής της ομάδας
8. 1Αγαπάω – voleti – αγάπησα – zavoleo sam
Zavoleo sam tvoje oči koje su me gledale i tvoje ruke koje su me grlile, ali nisam uspeo da zavolim tvoju majku, izvini Αγάπησα τα μάτια σου που με κοiτούσαν και τα χέρια σου που με αγκάλιαζαν , αλλά δεν κατάφερα να αγαπήσω την μητέρα σου, συγνώμη
9. 1Αγγίζω – pipati – άγγιξα - dodirnuo sam
Kad sam ga dodirnuo bio je hladan kao led, nakon dva minuta sam ga zagrejao ćebetom te je tek onda počeo da govori o onom što je prolazio svih ovih dana napolju Όταν τον άγγιξα ήταν κρύος σαν τον πάγο , μετά από δύο λεπτά τον ζέστανα (ζεσταίνω ) με την κουβέρτα και μόλις τότε άρχισε να μιλάει για αυτά που περνούσε όλες αυτές τις μέρες
10.1Αισθάνωομαι - osećati se – αισθάνθηκα – osetio sam
Osetio sam da nisam dobrodošao i zato sam otišao, plakao sam putem jer mi je mnogo značila Αισθάνθηκα ότι δεν είμαι καλοδεχούμενος / ευπρόσδεκτος και για αυτο έφυγα, έκλαιγα στον δρόμο γιατί σήμαινε πολλά για μένα
11.1Ακούω - čuti, slušati – άκουσα – čuo sam
Nisi čuo da sam ti rekla da izađeš ? Molim te da odmah odeš ! Δεν άκουσες ότι σου είπα να βγεις ; Σε παρακαλώ να φύγεις αμέσως !
12.1Αλλάζω – menjati (se) – άλλαξα – promenio sam (se)
Znala sma da se nećeš nikada promeniti, ostao si isti a možda i gori nego što si bio Ήξερα ότι δεν θα αλλάξεις ποτέ, έμεινες ίδιος , μπορεί και χειρότερος απ΄οτι ήσουν