You are on page 1of 6

ΙΕΚ ΤΡΙΠΟΛΗΣ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΟ ΕΤΟΣ: 2014-2015

ΝΟΗΤΙΚΕΣ ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΕΣ

Οι νοητικές ανεπάρκειες χαρακτηρίζονται από ελλιπή ανάπτυξη γνωστικών ικανοτήτων κι


από μειωμένη ικανότητα προσαρμογής σε φυσιολογικές ηλικιακές αναπτυξιακές
απαιτήσεις. Το άτομο με νοητική καθυστέρηση παρουσιάζει στις συνήθεις κλίμακες
νοημοσύνης (Binet, Weschler) πηλίκο μικρότερο του 70 που δηλώνει και περισσότερο από
δύο τυπικές αποκλείσεις, 30 μόρια κάτω του μέσου όρου 100.
Τα νοητικώς καθυστερημένα άτομα δεν παρουσιάζουν ομοιογένεια μεταξύ τους.
Παρουσιάζουν διαφορές ως προς: τον βαθμό της ανεπάρκειας και τα αίτιά της, την
δυνατότητα αγωγής που επιδέχονται, το είδος των διαταραχών που συνοδεύουν τα κύρια
συμπτώματα, την πρόγνωση για το στάδιο αναπτυξιακής κατάληξης και τις προοπτικές
κοινωνικής ένταξης.

Για εκπαιδευτικούς κυρίως λόγους τα νοητικώς καθυστερημένα άτομα διαχωρίζονται σε


τρείς κύριες κατηγορίες βαθμίδες.

A. ΟΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΙΜΟΙ : Είναι η ελαφρότερη μορφή νοητικής καθυστέρησης με ρυθμό


νοητικής ανάπτυξης μεταξύ του μισού και των ¾ του μέσου κανονικού, δηλαδή με νοητικό
πηλίκο μεταξύ του 50 και του 70. Στην σχολική ηλικία δείχνουν ικανότητα για αφομοίωση
γνώσεων και δεξιοτήτων σε βαθμό ώστε να μην θεωρούνται αναλφάβητοι. Η δυσκολία τους
παρουσιάζεται σε αφομοίωση ύλης πέραν της Δ δημοτικού. Στον κοινωνικό τομέα μπορούν
ν α ενταχθούν στο κοινωνικό σύνολο, ως ανειδίκευτοι ή ημιειδικευμένοι εργάτες και να
ζήσουν ως ανεξάρτητοι κι αυτάρκεις πολίτες, μερικώς ή ολικώς. Για αυτό ακριβώς τους
αποδίδεται ο όρος «εκπαιδεύσιμοι», ο οποίος αναφέρεται στην επαρκή αγωγιμότητά τους
για σχολικές, επαγγελματικές και κοινωνικές δεξιότητες.

B. ΟΙ ΑΣΚΗΣΙΜΟΙ. Είναι η μεσαία μορφή νοητικής καθυστέρησης με ρυθμό νοητικής


ανάπτυξης μεταξύ του ¼ και του μισού του μέσου κανονικού, δηλαδή με νοητικό πηλίκο
μεταξύ του 25 και 50. Στην σχολική ηλικία δεν έχουν την ικανότητα απόκτησης
ολοκληρωμένων επιπέδων γνώσεων παρά μόνο μεμονωμένων λέξεων, αριθμών κλπ.
Μπορούν όμως να ασκηθούν και να αποκτήσουν βασικές δεξιότητες αυτοεξυπηρέτησης
όπως ντύσιμο, προσωπική υγιεινή, λήψη τροφής κλπ. Οι ασκήσιμοι για την επιβίωσή τους
χρειάζονται συνεχή εποπτεία, φροντίδα και οικονομική υποστήριξη.

C. ΟΙ ΙΔΙΩΤΕΣ. Είναι η πιο βαριά μορφή νοητικής καθυστέρησης, με ουσιαστικά ανύπαρκτο


ρυθμό νοητικής ανάπτυξης και νοητικό πηλίκο κάτω του ¼ του μέσου κανονικού, δηλαδή
[1]
ΙΕΚ ΤΡΙΠΟΛΗΣ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΟ ΕΤΟΣ: 2014-2015

ως 25 το ανώτερο. Οι ιδιώτες παρουσιάζουν παντελή έλλειψη ικανότητας τόσο για λήψη


βασικών σχολικών γνώσεων όσο και για απόκτηση βασικών δεξιοτήτων αυτοεξυπηρέτησης.
Για την επιβίωσή τους χρειάζονται συνεχή φροντίδα κι εποπτεία και μάλιστα ιατρική για
αυτό και συνήθως περιθάλπονται δια βίου σε ιδρύματα – άσυλα.

Ορισμένες μορφές νοητικής καθυστέρησης έχουν και ιδιαίτερα φυσιογνωμικά – κλινικά


χαρακτηριστικά τα οποία είναι εμφανή ακόμα και σε μικρή ηλικία. Τα συνηθέστερα κλινικά
σύνδρομα νοητικής καθυστέρησης είναι η μογγολοειδής ιδιωτία ( σύνδρομο Down), η
υδροκεφαλία και η μικροκεφαλία.

Στατιστικές έρευνες αναγάγουν το ποσοστό των νοητικώς καθυστερημένων ατόμων στο 1%


ως 3% του γενικού πληθυσμού. Σύμφωνα με αυτά τα στατιστικά στοιχεία , σήμερα στην
Ελλάδα πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστον 100.000 νοητικώς καθυστερημένα άτομα από τα
οποία κατά προσέγγιση: 83.000 εκπαιδεύσιμοι, 14.000 ασκήσιμοι και 3.000 ιδιώτες. Επίσης
κάθε χρόνο θα γεννιούνται παιδιά, 1 ανά 100 γεννήσεις, που σε κάποια στιγμή της ζωής
τους θα χαρακτηριστούν ως νοητικώς καθυστερημένα και θα χρειαστούν ειδική φροντίδα κι
αγωγή.

Το σύνδρομο της υπερκινητικότητας

Η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής - Υπερκινητικότητας (ΔΕΠ-Υ) είναι ένα σύνδρομο που


αναφέρεται σε άτομα, που αντιμετωπίζουν σημαντικές δυσκολίες με την προσήλωση
της προσοχής τους σε μία δραστηριότητα ενώ ενδέχεται, παράλληλα, να εμφανίζουν
σωματική υπερδραστηριότητα. Ειδικότερα τα άτομα με ΔΕΠ-Υ χαρακτηρίζονται
από απροσεξία, αδεξιότητα, δυσκολίες στην αφοσίωση στις σχολικές υποχρεώσεις ή τη
συμμόρφωση σε υποδείξεις. Συχνά, σχετίζεται με αρνητικές επιδόσεις στο σχολείο,
καθυστέρηση (ελλείμματα) στη μάθηση και στην επικοινωνία.

Παλαιότερα το σύνδρομο αναφέρονταν ως "Υπερκινητική Διαταραχή" ενώ σήμερα


αναφέρεται επίσης με τον παραπλήσιο όρο "Διάσπαση Ελλειμματικής Προσοχής -
Υπερκινητικότητα". Το όνομα με το οποίο παρουσιάζεται στη διεθνή βιβλιογραφία
είναι ADHD και προέρχεται από τα αρχικά των λέξεων Attention-Deficit Hyperactivity
Disorder (μεταφράζεται "Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής - Υπερκινητικότητας).

[2]
ΙΕΚ ΤΡΙΠΟΛΗΣ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΟ ΕΤΟΣ: 2014-2015

Χαρακτηριστικά

 Απροσεξία
 Διάσπαση της προσοχής
 Υπερκινητικότητα

Τα παραπάνω μεταφράζονται ως ανικανότητα ρύθμισης της συμπεριφοράς. Τα παιδιά


μπορεί να έχουν δυσκολία αφοσίωσης στην σχολική εργασία ή να συμμορφώνονται με
υποδείξεις (στο σχολείο ή το σπίτι). Τα συμπτώματα ή οι αιτιάσεις συνήθως ξεκινούν στην
προσχολική ηλικία. Τα παιδιά αυτά έχουν επίσης συχνά γλωσσικές δυσκολίες ή ειδικές
μαθησιακές ανάγκες. Καθώς η σωματική υπερκινητικότητα βελτιώνεται με την ηλικία, λίγα
είναι ακόμη γνωστά για την φύση αυτών των προβλημάτων στην εφηβεία και την μετέπειτα
ζωή. Είναι πιθανό, οι υπολειπόμενες δυσκολίες να συνδέονται κυρίως με την ικανότητα
συγκέντρωσης του νεαρού ατόμου ή την κοινωνική ωριμότητα, παρόλο που η τελευταία
δεν αποτελεί διαγνωστικό χαρακτηριστικό. Μεταξύ του 30% και του 50% των παιδιών με
ADHD έχουν επίσης προβλήματα συμπεριφοράς (εναντιωματική συμπεριφορά) και αυτός ο
συνδυασμός είναι πιο δύσκολο να αντιμετωπιστεί.

Χαρακτηριστικές συμπεριφορές που συνδέονται με το σύνδρομο.

 Ανησυχία και υπερκινητικότητα


 Αδυναμία παραμονής για πολύ στο ίδιο μέρος ή την ίδια δραστηριότητα
 Νευρικότητα (πήγαινε-έλα), ασυγκράτητη και αδιάκοπη ομιλία, διακοπή τρίτων
όταν μιλούν
 Διάσπαση προσοχή τους και αδυναμία ολοκλήρωσης έργου (task)
 Εύρος προσοχής περιορισμένο δυσκολία συγκεντρωσης σε εργασίες που απαιτούν
περίσκεψη
 Παρορμητικότητα (ανάληψη δράση χωρίς προηγούμενη λογική σκέψη)
 Δυσκολία διατήρησης της υπομονής κατά την αναμονή (αναμονή στη σειρά στην
τάξη, σε παιχνίδια, στη συζήτηση ή σε άλλη κοινωνική κατάσταση)

[3]
ΙΕΚ ΤΡΙΠΟΛΗΣ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΟ ΕΤΟΣ: 2014-2015

Συμπτώματα

Τα παιδιά με ADHD παρουσιάζουν τα παρακάτω χαρακτηριστικά σημεία:

 Ανησυχία και υπερκινητικότητα. Δεν μένουν για πολύ στο ίδιο μέρος ή κάνουν την
ίδια δραστηριότητα. Στριφογυρίζουν νευρικά, μιλούν ασταμάτητα και διακόπτουν
τους άλλους όταν μιλούν.
 Διασπάται εύκολα η προσοχή τους και δεν ολοκληρώνουν καμιά εργασία.
 Το εύρος προσοχής τους είναι περιορισμένο και δεν μπορούν να συγκεντρωθούν σε
εργασίες που απαιτούν περίσκεψη.
 Εμφανίζουν παρορμητικότητα, ξαφνικά κάνουν πράγματα χωρίς να τα σκεφτούν.
 Αδυνατούν να περιμένουν τη σειρά τους στην τάξη, σε παιχνίδια, στη συζήτηση ή
σε άλλη κοινωνική κατάσταση.

Τα παιδιά με ADHD συνήθως έχουν φυσιολογική διανοητική ικανότητα. Μερικά παιδιά


όμως με μαθησιακές δυσκολίες μπορεί επίσης να έχουν ADHD. Μπορεί ακόμη να έχουν και
άλλες δυσκολίες, οι οποίες δεν είναι τυπικές (διαγνωστικές) της κατάστασης, αλλά μάλλον
δευτερογενείς λόγω της επίδρασης των προαναφερθέντων προβλημάτων:

 Τα παιδιά με ADHD μπορεί να έχουν καθυστερημένη ανάπτυξη λόγου.


 Έχουν δυσκολίες στην ανάγνωση.
 Μένουν πίσω στις σχολικές εργασίες. Αυτό μπορεί επίσης να συνδεθεί με την
αδυναμία τους να συγκεντρωθούν και να μάθουν νέες πληροφορίες, ιδιαίτερα σε
μεγαλύτερες τάξεις.
 Είναι κοινωνικά ανώριμα και δυσκολεύονται να αναπτύσσουν και να διατηρούν
φιλίες.
 Έχουν χαμηλή εμπιστοσύνη στον εαυτό τους, αισθάνονται ότι είναι ανόητοι,
συνήθως γιατί δεν μαθαίνουν τόσο γρήγορα όσο τα άλλα παιδιά.
 Έχουν συνυπάρχοντα εναντιωματικά προβλήματα, όπως επιθετικότητα, δεν
ανταποκρίνονται στην πειθαρχία και έχουν ξεσπάσματα θυμού. Έχουν ανήσυχο
ύπνο, αργούν να κοιμηθούν και ξυπνούν πολύ νωρίς το πρωί. Αυτό είναι
εξαντλητικό για την υπόλοιπη οικογένεια.

[4]
ΙΕΚ ΤΡΙΠΟΛΗΣ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΟ ΕΤΟΣ: 2014-2015

Επιπολασμός

Ο επιπολασμός της διαταραχής (ΔΕΠ-Υ) δεν είναι τόσο συχνός όσο πιστεύεται. Παρόλο που
πολλά παιδιά, ιδίως αγόρια, μπορούν να χαρακτηριστούν υπερκινητικά ή να
δυσκολεύονται να καθίσουν φρόνιμα ή να συγκεντρωθούν για μεγάλο χρονικό διάστημα, η
πραγματική κλινική εικόνα του συνδρόμου απαιτεί έναν συγκεκριμένο αριθμό
συνυπαρχόντων δυσκολιών. Αυτές, πιθανώς, προσβάλλουν 1 στα 100 παιδιά κάτω των 11
ετών. Είναι πιο συνηθισμένο, στα αγόρια απ' ό,τι στα κορίτσια - περίπου κατά τρεις φορές.

Αντιμετώπιση

Το παιδί θα πρέπει να αξιολογηθεί σωστά πριν καταλήξουμε σε διάγνωση και ξεκινήσει


θεραπεία. Η αξιολόγηση περιλαμβάνει τα παρακάτω: Οι γονείς θα πρέπει να μιλήσουν
στους δασκάλους για την πρόοδο του παιδιού, για τις όποιες μαθησιακές ή κοινωνικές
δυσκολίες και για την ομοιογένεια των προβλημάτων μεταξύ του σπιτιού και του σχολείου.
Σε πολλές περιπτώσεις, ένα σταθερό εκπαιδευτικό πρόγραμμα, με συμφωνία γονέων και
δασκάλων, προσαρμοσμένο στις ικανότητες του παιδιού, είναι ένα ικανοποιητικό πρώτο
βήμα. Αν το παιδί απαιτεί μια πιο λεπτομερή αξιολόγηση των γνωστικών του ικανοτήτων
(π.χ. αν μπορεί να συγκεντρωθεί στο βαθμό που αναμένεται από την χρονολογική του
ηλικία), ένα ψυχομετρικό τεστ θα παράσχει χρήσιμες πληροφορίες. Αυτό εκτελείται από
σχολικούς και κλινικούς ψυχολόγους. Η τεκμηρίωση της διάγνωσης της ADHD γίνεται
συνήθως από ένα παιδοψυχίατρο, λαμβανομένων υπ' όψιν των πορισμάτων των δασκάλων
και των σχολικών ψυχολόγων. Σε μερικές περιπτώσεις παίρνουν μέρος και παιδίατροι σ'
αυτή τη διαδικασία. Η κλινική αξιολόγηση πρέπει να περιλαμβάνει ιστορικό από τους
γονείς και παρατηρήσεις από την κλινική και το σχολείο, καθώς μια σύντομη επαφή μπορεί
να είναι παραπλανητική. Μια επίσκεψη στο σχολείο είναι επίσης ένα καλό σημείο
εκκίνησης για να συζητηθεί και να ξεκινήσει ένα κοινό πλάνο χειρισμού. Ο χειρισμός της
ADHD συμπεριλαμβάνει εκπαιδευτικές και φαρμακολογικές θεραπείες και θεραπείες
συμπεριφοράς. Αυτές δεν αποκλείονται αμοιβαία και δεν απαιτούνται για όλα τα παιδιά.
Πολλά εξαρτώνται από τις αντιλήψεις και τις τεκμηριωμένες αποφάσεις των γονέων, όπως
επίσης και από την επίδραση των ελλειμμάτων στη ζωή του παιδιού.

[5]
ΙΕΚ ΤΡΙΠΟΛΗΣ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΟ ΕΤΟΣ: 2014-2015

[6]

You might also like