You are on page 1of 41

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΕΚ∆ΟΤΗ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 7


ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 9
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 11
2. ΤΑ ΟΜΗΡΙΚΑ ΕΠΗ ΚΑΙ Η ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 13
3. ΚΑΛΛΙΕΡΓΟΥΜΕΝΑ ΦΥΤΑ - ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΜΕ ΤΗ ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΠΕΡΙΟ∆Ο . . . . . 17
Σιτηρά . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 16
Ψυχανθῆ καὶ ἄλλα ἐδώδιμα ἢ βιομηχανικά . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 19
Ἄμπελος καὶ ἄλλα ὀπωροφόρα δένδρα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 20
Ἀγρωστώδη, καλλωπιστικά, διάφορα ποώδη. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 20
∆ασικὰ δένδρα καὶ θάμνοι . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 20
4. ΤΡΟΠΟΙ ΚΑΙ ΜΕΘΟ∆ΟΙ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑΣ-ΚΑΛΛΙΕΡΓΗΤΙΚΗ ΕΞΕΙ∆ΙΚΕΥΣΗ . . . . 22
Καλλιέργεια δημητριακῶν . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 22
Καλλιέργεια τῆς ἀμπέλου . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 25
Καλλιέργεια τῆς ἐλιᾶς . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 27
Καλλιέργεια ἄλλων φυτῶν . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 27
Ἄρδευση τῶν καλλιεργειῶν . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 29
5. ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΩΝ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΩΝ. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 30
6. ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ, ΕΧΘΡΟΙ, ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΠΑΘΗΣΕΙΣ
ΚΑΛΛΙΕΡΓΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 33
7. ΖΩΟΤΕΧΝΙΑ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 35
8. ΑΓΡΟΤΙΚΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 42
9. ∆ΙΑΤΡΟΦΙΚΕΣ ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ: ΠΡΟ∆ΡΟΜΟΙ ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΗΣ ∆ΙΑΤΡΟΦΗΣ . . . . 44
10. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 47

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


Εὐχαριστίες
Θεωρῶ ὑποχρέωσή μου νὰ εὐχαριστήσω ὅσους βοήθησαν μὲ ὁποιοδήποτε τρόπο στὴ
σύνταξη αὐτοῦ τοῦ μικροῦ πονήματος, καὶ ἰδιαιτέρως τὴν φιλόλογο κυρία Μαρία Θανασου-
λοπούλου γιὰ τὴν ἐπιμέλεια τοῦ κειμένου καὶ τὶς πολύτιμες διορθώσεις της._Κ.Κ.Θ.

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ

Στὶς σημερινὲς κοινωνικὲς δομές, ὅπου κάθε πνευματικὴ ἀνάπτυξη τείνει νὰ ἰσοπεδω-
θῇ κάτω ἀπὸ μία τεχνογνωσία ποὺ ἀναπτύσσεται μὲ ἰλιγγιώδεις ρυθμούς, ἡ πολιτιστικὴ
ἀνάπτυξη, αὐτὴ ποὺ κρατάει δεμένους τοὺς ἱστοὺς μιᾶς κοινωνίας, τείνει νὰ ἀποκτήσῃ
χαρακτηριστικὰ σὲ πλανητικὸ ἐπίπεδο. Εἶναι ἐπιβεβλημένο λοιπὸν σὲ κάθε λαὸ νὰ προ-
σπαθήσῃ νὰ βρῇ κάποιο τρόπο, γιὰ νὰ προσεγγίσῃ τὶς ρίζες του, οἱ ὁποῖες ἀποτελοῦν
ἐχέγγυο προόδου καὶ συνοχῆς τῶν μελῶν τῆς κοινωνίας του. Γιατὶ βαθιὰ μέσα στὴν
κληρονομικὴ ἁλυσίδα τοῦ καθενὸς ὑπάρχει γραμμένο τὸ παρελθὸν τῆς γενιᾶς του,
ποὺ δύσκολα μπορεῖ νὰ τὸ ἀπαρνηθῇ. Ἰδιαίτερα ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες, ποὺ θεωρούμεθα
διεθνῶς ὡς φορεῖς μιᾶς βαρειᾶς πολιτιστικῆς κληρονομιᾶς, ἀσχέτως ἂν πολλὲς φο-
ρὲς γιὰ ἄλλους λόγους αὐτὸ ἀποκρύπτεται, ἡ ὑποχρέωση νὰ γνωρίζουμε τὸ παρελθόν
μας εἶναι πιὸ ἐπιτακτικὴ ἴσως ἀπὸ ὅ,τι σὲ ἄλλους λαούς. Εἶναι λοιπὸν ὑποχρέωσή μας
νὰ μελετᾶμε τὴν ἱστορικὴ πραγματικότητα, πού, ὅσο περνοῦν τὰ χρόνια, φθάνει καὶ σὲ
ἀρχαιότερα χρονικὰ σημεῖα καὶ δὲν ἀφήνει πλέον ἀμφιβολίες γιὰ τὸν καθοριστικὸ
γονιμοποιὸ ρόλο τοῦ Ἀρχαίου Ἑλληνικοῦ Πολιτισμοῦ στὴν ἀνάπτυξη τῆς σύγχρονης
κοινωνίας, στὸ ∆υτικὸ τοὐλάχιστον κόσμο. Ἐμεῖς οἱ ἴδιοι, ἴσως λόγῳ τῆς σημερινῆς
ἐλλειμματικῆς μας παιδείας, δὲν τὸ συνειδητοποιοῦμε τόσο ὅσο ἀρκετοὶ μορφωμένοι
ἄλλων χωρῶν. Ἑπομένως φαίνεται ὅτι ἔφτασε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, ὥστε καὶ ἐμεῖς
νὰ ἀρχίσουμε νὰ ψάχνουμε τὸ παρελθόν μας καὶ νὰ ἀντλοῦμε ἀπὸ αὐτὸ τὴ σοφία τῶν
ἀνθρώπων ἐκείνων, ποὺ πρωτοπόροι στὸ πνεῦμα καὶ τὶς ἐπιστῆμες μᾶς ἄφησαν πνευμα-
τικὲς ὑποθῆκες διαχρονικῶς ὑψηλῆς ποιότητας.
Οἱ πηγὲς τῶν ἀρχαίων συγγραφέων ἀπὸ τὸν Ὅμηρο καὶ ἔπειτα ἀποτέλεσαν καὶ ἀποτε-
λοῦν τοὺς ὁδηγοὺς κάθε ἐρευνητικῆς προσπάθειας τοὐλάχιστον στοὺς τομεῖς τῶν φιλο-
σοφικῶν, λογοτεχνικῶν καὶ κοινωνικῶν σπουδῶν. Ἀντιθέτως στὸ πνεῦμα τοῦ σύγχρονου
καταιγισμοῦ τῆς πληροφορίας καὶ τῶν τεχνικῶν μέσων ἡ ἀναζήτηση γνώσης ἀπὸ τὶς
ἀρχαῖες πηγὲς γιὰ τὰ τεχνικὰ ζητήματα εἶναι ἀπὸ ἐλάχιστη ὡς ἀνύπαρκτη. Στὴ γεωργικὴ
ἐπιστήμη γίνονται ἀναφορὲς μόνο στὴν ἀρχαία γνώση, χωρὶς νὰ δίδεται ἰδιαίτερη ἔμφα-
ση σὲ γνώσεις, ποὺ ἀκόμη καὶ σήμερα θὰ μποροῦσαν νὰ ἀξιοποιηθοῦν, ἰδιαιτέρως τώρα
μὲ τὴν ἔμφαση ποὺ δίνεται στὴν παραγωγὴ καὶ διακίνηση τῶν γεωργικῶν προϊόντων ποὺ
ἀναφέρονται ὡς οἰκολογικά. Οἱ ἀρχαῖοι συγγραφεῖς, ποὺ ἔχουν χρησιμοποιηθῆ γιὰ
ὁποιαδήποτε ἀναφορά, εἶναι συνήθως ὁ Ἡσίοδος, ὁ Θεόφραστος, ὁ Ἀριστοτέλης καὶ ὁ
Ξενοφῶν. Ἀντιθέτως οἱ Ὁμηρικὲς πηγὲς δὲν ἔχουν χρησιμοποιηθῆ. Ἡ ἀναδίφηση αὐτῶν
τῶν ἀποσπασμάτων ἀπὸ τὰ Ὁμηρικὰ ἔπη, ἰδιαίτερα στοὺς τεχνικοὺς πάσης φύσεως, με-
ρικὲς φορὲς εἶναι συγκλονιστική, γιατί ἀνακαλύπτονται γνώσεις ἐντυπωσιακὲς γιὰ τὴν
ἐποχή τους καὶ πρακτικές, ποὺ ἀκόμη καὶ σήμερα εἶναι σὲ πλήρη ἐφαρμογή.
Αὐτὴ ἡ ἐμπειρία ἔδωσε τὸ ἔναυσμα, γιὰ νὰ γίνῃ μία προσπάθεια νὰ συλλεγοῦν ὅλα
ὅσα ἀναφέρονται στὴ γεωργία ἀπὸ τὸν Ὅμηρο καὶ νὰ ταξινομηθοῦν σύμφωνα μὲ τὶς
σύγχρονες ἀντιλήψεις στὸν γεωργικὸ τομέα. Ἡ προσπάθεια δὲν ἦταν τόσο ἁπλῆ οὔτε
εὔκολη, γιατί οἱ ἀναφορὲς εἶναι πολλές, οἱ περισσότερες μὲ τὴ μορφὴ παρομοιώσεων,
καὶ ἐνίοτε ἀρκετὰ συγκαλυμμένες ἀπὸ ἄλλα γεγονότα, ὥστε νὰ γίνεται πολὺ δύσκολη ἡ
ἀνίχνευσή τους. Παρ’ ὅλα αὐτὰ ἔγινε κατορθωτὸ νὰ συλλεγῇ ἕνα σημαντικὸ μέρος πλη-
ροφοριῶν, ποὺ παρουσιάζονται στὸ παρὸν κείμενο καὶ σχολιάζονται σὲ σύγκριση κυρίως
μὲ τὸ σήμερα ἀλλὰ ἐνίοτε καὶ μὲ χρόνους παλαιότερους τοῦ χρόνου τῶν Ὁμηρικῶν.
Κώστας Θανασουλόπουλος

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Εἶναι πλέον διεθνῶς παραδεκτό, πλὴν ἴσως ἐλαχίστων ἐξαιρέσεων, ὅτι ἡ ἀνάπτυξη
τοῦ πολιτισμοῦ σὲ μία κοινωνία εἶναι τὸ ἀποτέλεσμα ἀλλαγῶν σὲ ὑποσυστήματα τῆς
δομῆς τῆς κοινωνίας, τῶν ὁποίων ἡ ἐπίδραση σὲ ἄλλα ὑποσυστήματα ἔχει ὡς ἀποτέλε-
σμα τὴ δημιουργία νέων ὑποσυστημάτων, ποὺ ὁδηγοῦν σὲ νέες πιὸ δυναμικὲς μορφὲς
ἀνάπτυξης. Μιὰ τέτοια σημαντικὴ καὶ πρωτοποριακὴ ἀλλαγὴ ἦταν ἡ μετάβαση τοῦ ἀν-
θρώπου ἀπὸ τὴν κυνηγετικὴ καὶ τροφοσυλλεκτικὴ περίοδο στὴ μόνιμη ἐγκατάσταση σὲ
μικροὺς οἰκισμοὺς καὶ τὴν ἀνάπτυξη μιᾶς πρωτόγονης γεωργίας βασισμένης στὰ σιτηρά,
μὲ συμπλήρωμα γιὰ τὴ διατροφὴ προϊόντα καλλιέργειας ψυχανθῶν καὶ τὴν ἐξημέρω-
ση καὶ διατροφὴ ἀγροτικῶν ζῴων. Σύμφωνα μὲ τὸν Ἄγγλο ἀρχαιολόγο Renfrew (1972)
αὐτὸ συνέβη σὲ κάποια περίοδο περὶ τὸ 6000 π.Χ., καὶ ἀπὸ τότε ἄρχισε ἡ μεγαλειώδης
πορεία στὸν ἑλλαδικὸ χῶρο, ποὺ ὡδήγησε στὴν ἀνάπτυξη τοῦ Μινωικοῦ-Μυκηναϊκοῦ
πολιτισμοῦ, ποὺ μὲ τὴ σειρά του συνετέλεσε στὴν ἀνάπτυξη τοῦ πολιτισμοῦ τῆς Κλασι-
κῆς Ἑλλάδας. Ἀνεξαρτήτως τῶν διαφωνιῶν ποὺ ὑπάρχουν μεταξὺ τῶν ἀρχαιολόγων
καὶ τῶν γλωσσολόγων τῆς διεθνοῦς καὶ τῆς ἑλληνικῆς ἐπιστημονικῆς κοινότητας γιὰ
τὴν προέλευση τῶν Ἑλλήνων, γιὰ τὴ γλῶσσα τὴν ἑλληνικὴ καὶ διάφορα ἄλλα, ποὺ
πολλὲς φορὲς προκύπτουν ἀπὸ τὴν ἐθνολογικὴ προέλευση τοῦ κάθε ἐρευνητοῦ καὶ τὰ
πιστεύω του, μερικὲς φορὲς κατευθυνόμενα καὶ χρηματοδοτούμενα ἀπὸ συμφέροντα
πολιτικῆς καὶ πολιτιστικῆς κυριαρχίας, εἶναι γεγονὸς ἀναμφισβήτητο ὅτι ὁ πολιτισμὸς
αὐτὸς θεωρεῖται ὡς ἕνας μεγάλος πρώιμος πολιτισμὸς τοῦ κόσμου, ὅπως ἀναφέρεται
καὶ ἀπὸ τὸν Renfrew:
«Ὁ τόπος γέννησης τοῦ Μινωικοῦ πολιτισμοῦ ἦταν ἡ Αἰγαιακὴ νῆσος τῆς Κρήτης.
Στὴν Κρήτη ἀκόμη κατὰ τὴ διάρκεια τῆς τρίτης χιλιετίας π.Χ., καὶ ἑπομένως πρὶν
ἀπὸ τὴν ἀνάπτυξη τοῦ πολιτισμοῦ τῶν παλατιῶν, τὰ εὑρήματα εἶναι ἀμέσως ἀναγνω-
ρίσιμα ὡς Μινωικά. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἀναμφίβολα ἀνῆκαν σὲ ἕνα μοναδικὸ ἀρχαιο-
λογικὸ πολιτισμό, μολονότι ὑπάρχουν τοπικὲς παραλλαγὲς σὲ διάφορους τύπους.»
Ἡ ἀνάπτυξη τῆς οἰκονομίας, ποὺ ἐκπορευόταν ἀπὸ μία κεντρικὴ διοίκηση, πρῶτα
στὴν Κρήτη καὶ στὴ συνέχεια στὴν ἠπειρωτικὴ Ἑλλάδα, μὲ τὴν ταυτόχρονη ἀνάπτυξη
τῆς γραφῆς, ὅπως αὐτὴ ἔχει μέχρι σήμερα βρεθῆ στὶς πήλινες πινακίδες τῶν κρητικῶν
ἀνακτόρων καὶ τῆς Πύλου, τῆς Τίρυνθας καὶ τῶν Θηβῶν στὴν ἠπειρωτικὴ χώρα, ποὺ
κατὰ τὸν Chadwick (1992) εἶναι ἡ Ἑλληνικὴ Γλῶσσα, ποὺ γεννήθηκε στὴν Ἑλλάδα,
δείχνουν τὴν μεγαλειώδη πορεία ἑνὸς πολιτισμοῦ στὸ πέρασμα τῶν αἰώνων καὶ τὴν
ἐκρηκτικὴ ἀνάπτυξή του, πού, κατὰ τὴν ταπεινὴ γνώμη ἑνὸς γεωπόνου, ὀφείλει τὴ γέ-
νεσή του στὴν ἀνάπτυξη τῆς γεωργίας καὶ στὴν ὕπαρξη τῆς ἀγροτικῆς κοινωνίας. Ἡ
ἀφθονία τῆς τροφῆς καὶ ἡ δυνατότητα ἀποθήκευσής της ἔδωσαν στὸν ἄνθρωπο τὸν
ἐλεύθερο χρόνο ποὺ ἦταν ἀναγκαῖος γιὰ νὰ σκεφθῇ, νὰ ἀναπτύξῃ τὸ πνεῦμα του καὶ
κατὰ συνέπεια τὸν πολιτισμό του.
Σὲ αὐτὸ τὸ Μινωικό-Μυκηναϊκὸ πολιτιστικὸ πλαίσιο τοποθετοῦνται καὶ τὰ γεγονότα
ποὺ περιγράφει ὁ Ὅμηρος. Ἔχουν περάσει περισσότεροι ἀπὸ τριάντα δύο αἰῶνες, καὶ
σύμφωνα μὲ κάποιους συγγραφεῖς πολλοὶ περισσότεροι, ἀπὸ τὴν ἐποχὴ ποὺ συνέβησαν
τὰ γεγονότα ποὺ περιγράφονται στὰ Ὁμηρικὰ ἔπη, καὶ παρ’ ὅλο τὸ τόσο μακρὺ χρονικὸ
διάστημα δὲν ἔχουν χάσει τὴ γοητεία τους καὶ τὸ ἐνδιαφέρον τους. Σήμερα, περισσότερο
ἴσως ἀπό ποτε, ἀσχολοῦνται μὲ τὰ τότε συμβάντα πολλοὶ ἐρευνητὲς καὶ προσπαθοῦν νὰ
ἐκμαιεύσουν ἀπὸ τὶς περιγραφὲς τὴν ὅσο τὸ δυνατὸν καλύτερη εἰκόνα γιὰ τὴν ἐποχὴ
ἐκείνη. Ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς φιλολόγους, ἀρχαιολόγους, γλωσσολόγους καὶ ἄλλους συναφεῖς
ἐπιστήμονες ἔχουν ἀσχοληθῆ καὶ ἐπιστήμονες διαφόρων κλάδων, ὁ καθένας ἀπὸ τοὺς
ὁποίους ἐπιχειρεῖ νὰ παρουσιάσῃ τοὺς ρυθμοὺς καὶ τὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων τῆς ἐποχῆς

11

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


ἐκείνης, ὅπως ἐπίσης καὶ τὰ ἐπιτεύγματά τους στὴν τέχνη καὶ τὴν τεχνολογία, μερικὲς
φορὲς ὡς πραγματικὰ ἐκπληκτικά.
Τὰ δύο ἔπη, ἂν καὶ κατὰ βάση τὸ ἕνα ἀσχολῆται μὲ τὶς πολεμικὲς ἐπιχειρήσεις, καὶ μά-
λιστα τοῦ τελευταίου περίπου μῆνα αὐτῶν, καὶ τὸ ἄλλο μὲ τὶς ταξιδιωτικὲς περιπέτειες
τοῦ Ὀδυσσέα, ἐν τούτοις δίνουν δεδομένα ἀπὸ ἕνα πλῆθος πληροφοριῶν, ποὺ ἀναφέ-
ρονται σὲ πολλὲς πτυχὲς τῆς ἀνθρώπινης δραστηριότητας. Ἀνάμεσα σὲ αὐτὲς εἶναι καὶ
ἐκεῖνες τῆς γεωργικῆς φύσεως, ποὺ εἴτε ὡς πληροφορίες εἴτε ὡς παρομοιώσεις ἀποδίδουν
μερικὲς φορὲς τὴν εἰκόνα γιὰ τὴ γεωργία τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Σὲ ἀρκετὲς περιπτώσεις
ἕνας εἰδικὸς τῆς γεωπονικῆς ἐπιστήμης τοῦ σήμερα μένει ἔκπληκτος ἀπὸ τὶς γνώσεις
καὶ τὶς ἐφαρμογὲς τῶν τότε ἀγροτῶν. Ἐπειδὴ λοιπόν, ἀπὸ ὅσο εἶναι γνωστό, μὲ τὸ θέμα
τῆς γεωργίας δὲν φαίνεται νὰ ἔχουν ἀσχοληθῆ πολλοί, γίνεται μία προσπάθεια ἐδῶ νὰ
ἀναλυθῇ, ὅσο γίνεται καλύτερα, τὸ θέμα αὐτό. ∆ὲν θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ ἰσχυριστῇ
ὅτι τὰ Ὁμηρικὰ ἔπη μποροῦν νὰ δώσουν πλήρη εἰκόνα τῶν γεωργικῶν δραστηριοτήτων
τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, ἀφοῦ τὸ γεωργικὸ δὲν ἀποτελεῖ τὸ κυρίως θέμα, ἀλλὰ ἀναφέρεται
παρεμπιπτόντως. Ὅμως ἔστω καὶ ἔτσι εἶναι δυνατὸν νὰ ἀποκτηθῇ μία πολὺ καλὴ εἰκόνα
γιὰ τὴν ἀνάπτυξη τῆς γεωργίας τὴν ἐποχὴ ἐκείνη, ἀφοῦ εἶναι γνωστὸν ὅτι μὲ τὴ δραστη-
ριότητα αὐτὴ ἀσχολοῦνταν καὶ οἱ ἄρχοντες τῆς ἐποχῆς, ὅταν δὲν ἦταν ἀπασχολημένοι
μὲ πολεμικὲς ἐπιχειρήσεις.
Αὐτὴ ἡ γεωργικὴ ἀνάπτυξη αὐτῆς τῆς τόσο μακρινῆς ἀπὸ τὸ σήμερα ἐποχῆς θὰ γίνῃ
μία προσπάθεια νὰ παρουσιαστῇ, ὅσο γίνεται ἐναργέστερα καὶ λεπτομερειακά, στὶς
ἑπόμενες σελίδες αὐτοῦ τοῦ πονήματος.

12

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


2. ΤΑ ΟΜΗΡΙΚΑ ΕΠΗ ΚΑΙ Η ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ

Ἡ Ὁμηρικὴ ἐποχὴ σύμφωνα μὲ τὴν κρατοῦσα ἄποψη περιλαμβάνει μία πολὺ μικρὴ
περίοδο τοῦ τέλους τῆς Μυκηναϊκῆς περιόδου, καὶ ἀκόμη δὲν εἶναι γνωστὸ μὲ βεβαιό-
τητα πῶς ἔφτασαν αὐτὰ τὰ ἔπη διὰ μέσου τῶν «σκοτεινῶν αἰώνων» στὴν ἐποχὴ ποὺ
σύμφωνα μὲ τοὺς ὁμηριστὲς γράφτηκαν γιὰ πρώτη φορὰ ἀπὸ τὸν Ὅμηρο, ἂν ὑπῆρξε
ποτὲ αὐτὸ τὸ πρόσωπο. Ἀντίθετα ὑπάρχουν ἄλλοι μελετητὲς (∆ούκας 1993, 1996), ποὺ
ὑποστηρίζουν ὅτι τὰ Ὁμηρικὰ ἔπη γράφτηκαν κατὰ τὴ διάρκεια τῶν γεγονότων καὶ
δὲν βασίζονται στὴν προφορικὴ παράδοση πεντακοσίων περίπου χρόνων, μέχρι νὰ γρα-
φτοῦν γιὰ πρώτη φορά. Εἶναι γεγονὸς ὅτι αὐτὴ ἡ δεύτερη ἐκδοχὴ παραθέτει σημαντικὰ
ἐπιχειρήματα, καὶ ἰδιαιτέρως τὸ γεγονὸς ὅτι μερικὲς περιγραφὲς εἶναι τόσο ζωντανές,
ὥστε μόνον ἕνας αὐτόπτης μάρτυς θὰ μποροῦσε νὰ τὶς κάνῃ. Ἡ ἔλλειψη ἐπίσης ἄλλων
μαρτυριῶν πλὴν τῆς ἐπικῆς αὐτῆς ποίησης σὲ πολλὲς περιπτώσεις καθιστᾷ ἐπισφαλῆ
τὴν ἀναγνώριση τῶν γεγονότων τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Ἂς μὴ λησμονῆται ὅτι πρὶν ἀπὸ τὶς
ἀνακαλύψεις τοῦ Σλήμαν ἡ Ὁμηρικὴ ποίηση θεωρεῖτο καθαρὰ μυθολογικὴ καὶ δίχως
κάποια πραγματικὴ ἀπεικόνιση. Ἀσφαλῶς σήμερα οἱ ἀντιλήψεις μας ἔχουν ἀλλάξει
πλήρως, καὶ ὅσα περιγράφονται στὰ ἔπη ἀντιμετωπίζονται πάντοτε μὲ σκεπτικισμὸ καὶ
ἰδιαίτερη προσοχή, γιατί μπορεῖ νὰ κρύβουν ἀλήθειες καὶ γεγονότα, ποὺ δὲν μποροῦμε
νὰ ὑποπτευθοῦμε.
Η Emily Vermeule (1972) γράφει στὸ βιβλίο της ὅτι:
«Ἡ προφορικὴ παράδοση, ποὺ ἔφτασε σὲ μᾶς μέσῳ τοῦ Ὁμήρου, μερικὰ πα-
ραλλαγμένη διατηρεῖ τὴ Μυκηναϊκὴ διάλεκτο, τὸ λεξιλόγιο, ὀνόματα προσώπων,
γεωγραφικὰ ὀνόματα, γενεαλογίες, λίγες στρατιωτικὲς ὄψεις, λίγη λατρεία. Αὐτὸ
εἶναι ἐντελῶς φυσιολογικό. ∆ὲν ὑπῆρξε διακοπὴ ἀνάμεσα στὸ Μυκηναϊκὸ καὶ τὸν
Ὁμηρικὸ κόσμο, μόνο μεταβολή.»
Παράλληλα τὸν Ἰούλιο τοῦ 1952 σὲ μιὰ συνέντευξη στὸ BBC ὁ Μichael Ventris, αὐτὸς
ποὺ πράγματι τάραξε τὰ λιμνάζοντα νερὰ τῶν γλωσσολόγων μὲ τὴν ἀποκρυπτογράφη-
ση τῆς Γραμμικῆς Β, δήλωνε:
«Στὴ διάρκεια τῶν τελευταίων ἑβδομάδων κατέληξα στὸ συμπέρασμα ὅτι οἱ πι-
νακίδες τῆς Κνωσοῦ καὶ τῆς Πύλου εἶναι ἀναμφίβολα γραμμένες στὰ Ἑλληνικά,
Ἑλληνικὰ δύσκολα καὶ ἀρχαΐζοντα, κατὰ πεντακόσια χρόνια παλαιότερα ἀπὸ τὸν
Ὅμηρο καὶ γραμμένα μὲ τρόπο ἀρκετὰ συντομογραφημένο, ἐν πάσῃ ὅμως περιπτώ-
σει Ἑλληνικά.»
∆ηλαδὴ πεντακόσια χρόνια πρὶν ἀπὸ τὸν Ὅμηρο καὶ ὁπωσδήποτε ἑκατὸ μὲ διακόσα
χρόνια πρὶν ἀπὸ τὰ γεγονότα ποὺ περιγράφονται στὰ ἔπη οἱ ἄνθρωποι ἐπικοινωνοῦσαν
μὲ γραφή. Ἄλλωστε αὐτὸ ἀναφέρεται καὶ στὴν Ἰλιάδα, (Ζ 167):
«...πέμπε δέ μιν Λυκίηνδε, πόρεν δ’ ὅ γε σήματα λυγρά, γράψας ἐν πίνακι πτυκτῷ
θυμοφθόρα πολλά...» [...τὸν ἔστειλε ὅμως στὴ Λυκία καὶ τοῦ ἔδωσε ἄσκημα σημάδια,
ποὺ τὰ ἔγραψε σὲ πινακίδα ποὺ δίπλωνε...]
Ἑπομένως εἶναι εὔλογο τὸ ἐρώτημα, γιατί νὰ ἐπιμένουμε στὴν προφορικὴ παράδοση
τῶν ἐπῶν καὶ ὄχι στὴν ὑπόθεση ὅτι γράφτηκαν ἀπὸ τότε σὲ ὑλικὸ ποὺ δὲν ἦταν δυνατὸν
νὰ διατηρηθῇ, καὶ γι’ αὐτὸ χάθηκαν. Ὁπότε ἡ θέση τῶν Treuil et al. (1996), ὅτι τὰ δύο
ἔπη παρουσιάζουν μία «ψευδοϊστορία» τῆς Μυκηναϊκῆς ἐποχῆς, ἀλλὰ ὡστόσο ἔχουν
οὐσιαστικὲς μαρτυρίες σχετικὰ μὲ τὴν ἱστορία τῶν ἀντιλήψεων στὴν Ἑλλάδα κατὰ τὴν
πρώτη χιλιετία, εἶναι ἐνδεχόμενο νὰ εἶναι ἀληθινὴ μόνο κατὰ τὸ δεύτερο σκέλος της.
Μὲ τὶς σκέψεις αὐτές λοιπόν προβάλλει τὸ ἐρώτημα, ἂν τὰ ὅσα ἀναφέρονται στὸν Ὅμη-
ρο γιὰ τὰ θέματα τῆς γεωργικῆς ἀνάπτυξης τῆς ἐποχῆς τῶν ἐπῶν ἀπηχοῦν τὴν ἐποχὴ
13

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


ἐκείνη, ἢ μήπως εἶναι ἀπόλυτα ἐπηρεασμένα ἀπὸ τὴν ἐποχὴ ποὺ ὑποτίθεται ὅτι ἔζησε ὁ
Ὅμηρος. Ἡ Ὁμηρικὴ ἐποχὴ ὅμως δὲν εἶναι ἀποκομμένη ἀπὸ τὸν Μυκηναϊκὸ περίγυρό
της, ὅπως ἤδη ἀναφέρθηκε. Σύμφωνα μὲ τὰ μέχρι σήμερα δεδομένα, ὅπως προκύπτουν
ἀπὸ τὶς διάφορες πηγές, ἀρχαιολογικές, λογοτεχνικές, ἱστορικὲς κ.τ.λ., ἡ περίοδος ποὺ
συνέβησαν τὰ γεγονότα ποὺ περιγράφονται στὸν Ὅμηρο, τοποθετεῖται κάπου μεταξὺ
τοῦ 1150 καὶ 1300 π.Χ., δηλαδὴ κατὰ τὴν Ὕστερη Χαλκοκρατία, κατ’ ἄλλους πολὺ πα-
λαιότερα (Κουτρουβέλης 1999), ἑπομένως θὰ πρέπει νὰ ἐξετασθοῦν στὸ πλαίσιο τοῦ
περίγυρου τῆς ἐποχῆς τους, γιὰ νὰ σχηματισθῇ μία, ὅσο τὸ δυνατὸν πιὸ ἀντικειμενικὴ
καὶ πραγματικὴ εἰκόνα τῶν δεδομένων, ποὺ θὰ ἤθελε κάποιος νὰ ἐξετάσῃ.
Μὲ αὐτὴ τὴ συλλογιστική λοιπόν θὰ πρέπει νὰ ἐξετασθῇ ἡ ὅλη γεωργικὴ εἰκόνα ποὺ
μᾶς παραδίδεται ἀπὸ τὰ Ὁμηρικὰ ἔπη, διάσπαρτη στὶς διάφορες ραψῳδίες, κάτω ἀπὸ
τὸ πρῖσμα τῶν δεδομένων, ποὺ μποροῦμε νὰ ἀνιχνεύσωμε ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Χαλκοῦ
καὶ ὄχι μόνον, γιατί θὰ πρέπει νὰ ἔχῃ κανεὶς ὑπόψη του ὅτι τὸ πιὸ συντηρητικὸ τμῆμα
τοῦ πληθυσμοῦ κάθε τόπου εἶναι ἐκεῖνο ποὺ ἐκπροσωπεῖ τὸ γεωργικὸ πληθυσμὸ ἀκό-
μη καὶ σήμερα, στὴν ἐποχὴ τῶν ταχύτατων καὶ δυναμικῶν ἀλλαγῶν τῶν κοινωνιῶν.
Αὐτὸς λοιπὸν εἶναι ἕνας λόγος, ποὺ σὲ πολλὲς περιπτώσεις ἡ γεωργικὴ πρακτικὴ ποὺ
ἀνιχνεύεται, ἀκόμη καὶ στὴν Μέση Νεολιθικὴ περίοδο, περίπου 6.000-8.000 χρόνια ἀπὸ
σήμερα, δὲν διαφέρει ἀπὸ τὴ γεωργικὴ πρακτικὴ ποὺ ἀκόμη σήμερα ἐφαρμόζεται σὲ
μερικὰ ἀπομονωμένα ὀρεινὰ χωριὰ τῆς χώρας μας.
Ἡ Ἑλληνικὴ χερσόνησος γιὰ πολλὲς χιλιάδες χρόνια κατοικεῖτο ἀπὸ ἀνθρώπους,
τῶν ὁποίων ἡ οἰκονομία ἦταν παρασιτική, βασισμένη στὸ κυνήγι, στὸ ψάρεμα καὶ στὴ
συλλογὴ ἀγρίων καρπῶν. Τὰ κατάλοιπα αὐτῆς τῆς διαβίωσης εἶναι διάσπαρτα σὲ διάφο-
ρες περιοχὲς ὅπως στὴ Χαλκιδική, τὴν Ἤπειρο, τὴν Ἀργολίδα καὶ ἰδίως στὴ Θεσσαλία
ἀπὸ τὴν Κατώτερη Παλαιολιθικὴ περίοδο μὲ σημαντικώτερη παρουσία κατὰ τὴ Μέση
Παλαιολιθική, δηλαδὴ περίπου μεταξὺ 100.000 μὲ 50.000 χρόνια πρὶν (J. Renfrew, 1973).
Σύμφωνα μὲ τὴν ἴδια συγγραφέα ἡ γεωργικὴ πρακτικὴ φαίνεται ὅτι ἄρχισε στὴν Ἑλλά-
δα ὀκτὼ μὲ ἐννιὰ χιλιάδες χρόνια πρὶν ἀπὸ σήμερα. Φαίνεται ὅτι κατ’ ἀρχὴν ὑπῆρξαν
μερικοὶ πρωτοπόροι, ποὺ ἄρχισαν νὰ καλλιεργοῦν τὴ γῆ καὶ νὰ παράγουν τὰ ἀπαραί-
τητα γιὰ τὴ διαβίωσή τους. Οἱ πρωτοπόροι αὐτοὶ ἔγιναν οἱ δάσκαλοι γιὰ τὴν ἀρχὴ τῆς
γεωργικῆς καλλιέργειας στὴν Ἑλλάδα, χωρὶς στὴν πραγματικότητα νὰ γίνῃ κάποια
«πράσινη ἐπανάσταση». Βαθμιαῖα καὶ μὲ τοὺς ἀργοὺς ρυθμοὺς τῆς ἐποχῆς ἡ γεωργικὴ
πρακτικὴ ἀναπτύχθηκε τόσο, ὥστε τρεῖς περίπου χιλιετίες ἀργότερα νὰ ἀποτελῇ τὴ
βασικὴ παραγωγικὴ διεργασία τῶν ἀνθρώπων τῆς ἐποχῆς.
Εἶναι πλέον ἀποδεδειγμένο ἀπὸ τὰ ἀρχαιολογικὰ εὑρήματα ποὺ καλύπτουν τὴ Νεο-
λιθικὴ περίοδο, ἕκτη μὲ τρίτη χιλιετία πρίν, ὅτι ἡ βάση τῆς καλλιέργειας ἦταν τὸ σιτάρι
–καὶ μάλιστα ὄχι μόνο μία ποικιλία του–, τὸ κριθάρι, τὸ σόργο καὶ τὰ ὄσπρια ὅπως οἱ
φακές, τὰ ρεβίθια καὶ πιθανὸν καὶ ἄλλα, γιὰ τὰ ὁποῖα δὲν εἴμαστε ἀπολύτως βέβαιοι
σήμερα. Ἡ συνεχὴς ἐνασχόληση μὲ τὴν καλλιέργεια καὶ ἡ μᾶλλον ἔμφυτη νοημοσύνη
καὶ παρατηρητικότητα τῶν ἀνθρώπων τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, ἀποτέλεσμα τῶν ταξιδιῶν
τους καὶ τῆς αὐξημένης ἀνάγκης ἐξεύρεσης τροφῆς λόγῳ τοῦ σχετικὰ δυσμενοῦς περι-
βάλλοντος ποὺ ζοῦσαν, εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τὴν ἐξειδίκευσή τους σὲ καλλιέργειες προ-
σαρμοσμένες στὸ περιβάλλον καὶ ἀποδοτικές, ἀπὸ τὶς ὁποῖες πιθανώτατα ἔκαναν καὶ
ἐξαγωγές, ὅπως π.χ. λάδι καὶ κρασὶ (Renfrew C. 1973, Renfrew J. 1973, Halstead 1990,
Sarpaki 1990). Σύμφωνα μὲ τὸν C. Renfrew αὐτὴ ἡ εἰσαγωγὴ τῆς πολυκαλλιέργειας,
βασισμένης στὴν ἐλιὰ καὶ στὴν ἄμπελο ὅπως καὶ στὰ προϊόντα τῶν σιτηρῶν, ἦταν θεμε-
λιώδης γιὰ τὴν ἀνάπτυξη τοῦ Αἰγαιακοῦ πολιτισμοῦ. Ἔχει ἀπόλυτο δίκιο ὁ Θεοχάρης
(1967), ποὺ τονίζει ὅτι:
«Ἡ Ἑλλάδα εἶναι ὁ τόπος ποὺ δρᾷ ἐξακολουθητικὰ ἡ ἀρχαιότερη πολιτιστικὴ
παράδοση.... ἕνας μακροχρόνιος δεσμὸς λειτουργεῖ ἀκόμη ἀπὸ τὰ χρόνια τῆς προϊ-

14

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


στορίας ἀνάμεσα στὸ λαό, φορέα καὶ δημιουργὸ τῆς παράδοσης καὶ στὸν τόπο –τὸ
προαιώνιο καὶ ἀναλλοίωτο πλαίσιο τῆς παράδοσης αὐτῆς–, καὶ οἱ ρίζες του εἶναι
πολὺ βαθύτερες ἀπὸ ὅσο ὑποπτευόμαστε.»
Αὐτὴ ἡ πολιτιστικὴ παράδοση, ποὺ ἄρχισε κάποια περίοδο στὸ ἀπώτατο παρελθὸν
τῆς Παλαιολιθικῆς ἐποχῆς καὶ συνεχίστηκε ἀδιάλειπτα μέχρι τὸ τέλος σχεδὸν τῆς Νε-
ολιθικῆς περιόδου, εἶναι ἐκείνη ποὺ δημιούργησε τοὺς πολιτισμοὺς τοῦ Σέσκλου , τοῦ
Ραχμανίου, τοῦ ∆ιμηνιοῦ, τῆς Πελοποννήσου, τῶν Κυκλάδων, τῆς Κρήτης καὶ ἄλλων
περιοχῶν τοῦ ἑλληνικοῦ χώρου (Θεοχάρης 1967, Χουρμουζιάδης 1993, Dickinson 1999).
Εἶναι ἡ ἴδια παράδοση, ποὺ δημιούργησε στὴ Χαλκολιθικὴ ἐποχὴ τοὺς θαυμαστοὺς
πολιτισμοὺς τῆς Κνωσοῦ, τῶν Μυκηνῶν, τῆς Θήβας, τῆς Πύλου καὶ ὅπου ἀλλοῦ ἀνα-
φέρονται ἢ πρόκειται νὰ ἀνακαλυφθοῦν στὸ μέλλον. Εἶναι πολὺ δύσκολο νὰ πιστέψῃ
κανείς, ἰδίως ὅποιος ἀσχολῆται μὲ τὴ γεωργικὴ ἀνάπτυξη, ὅτι στὸ τέλος τῆς δεύτερης
χιλιετίας μὲ ἀρχὲς τῆς πρώτης ἔφτασαν οἱ Ἰνδοευρωπαῖοι Ἕλληνες καὶ κυριάρχησαν
σὲ ἀνθρώπους μὲ πολιτιστικὴ παράδοση τόσων χιλιετιῶν καὶ σὲ διάστημα δύο ὥς τρι-
ῶν αἰώνων οἱ πληθυσμοὶ αὐτοί, χωρὶς καμμιὰ ἀπόδειξη προηγούμενου πολιτισμοῦ
ἀπὸ ἀρχαιολογικὰ ἢ τέλος πάντων ὁποιαδήποτε ἄλλα εὑρήματα, δημιούργησαν ἕναν
ἀξεπέραστο πολιτισμὸ στὸ σύνολό του μέσα σὲ τόσο μικρὸ χρονικὸ διάστημα. Ἡ ἰδέα
τῆς Ἰνδοευρωπαϊκῆς σὰν μιᾶς ὁριστικῆς κατηγορίας ἴσως πρέπει νὰ ἀναθεωρηθῇ, λέει
ὁ George Thompson στὸ βιβλίο του (Thompson, 1949). Χρειάστηκαν τόσες χιλιετίες γιὰ
τὴ βαθμιαία πολιτιστικὴ ἀνάπτυξη τοῦ τότε κόσμου, καὶ ξαφνικὰ σὲ λίγους αἰῶνες ἔγι-
νε τὸ πολιτισμικὸ θαῦμα ἀπὸ ἐπήλυδες, νομάδες προφανῶς, γιατί, ἂν εἶχαν πολιτιστικὴ
παράδοση στὸν τόπο τῆς καταγωγῆς τους, δὲν θὰ εἶχαν λόγο μετακίνησης, ἐκτὸς ἂν
λόγοι ἀνωτέρας βίας τοὺς ὑποχρέωναν σὲ τέτοιες μετακινήσεις; Κάτι τέτοιο ὅμως δὲν
ἀναφέρεται οὔτε στοὺς μύθους τοῦ λαοῦ μας οὔτε σὲ ἀρχαιολογικὰ ἢ ἄλλα εὑρήματα.
Φαίνεται ὅτι καὶ πάλι δικαιώνεται ὁ Θεοχάρης (1967), ποὺ ἀναφέρει ὅτι:
«Ἀπὸ ὅ,τι δείχνουν τὰ πράγματα, ὁ βασικὸς αὐτὸς πληθυσμὸς δὲν φαίνεται νὰ
ἄλλαξε στὴν Ἑλλάδα οὐσιαστικὰ ἀπὸ τὴν Τελικὴ Παλαιολιθικὴ καὶ πέρα, ἀπὸ τότε
δηλαδὴ ποὺ εἶναι ὁπωσδήποτε δυνατὴ σήμερα ἡ ἀρχαιολογικὴ τεκμηρίωση κάποιας
συνέχειας στὴν πολιτισμικὴ πορεία.»
Ἡ πορεία αὐτοῦ τοῦ λαοῦ ὑπῆρξε μακρὰ καὶ ὁμοιογενὴς, ἀφομοιώνοντας τοὺς ἑκά-
στοτε ἐπιδρομεῖς ποὺ μοιραῖα ἐμφανίζονταν κατὰ καιρούς, δημιουργῶντας πολιτισμὸ
καὶ γλῶσσα. Ἡ ἀποκρυπτογράφηση τῆς Γραμμικῆς Β δὲν ἀφήνει καμμιὰ ἀμφιβολία
γιὰ τὴν ἀδιάκοπη ζωὴ τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας γιὰ τριάντα τρεῖς τοὐλάχιστον αἰῶνες,
μέχρι νὰ ἀποκρυπτογραφηθοῦν καὶ ἡ Γραμμικὴ Α καὶ ἡ Ἱερογλυφικὴ τῆς Κρήτης καὶ
νὰ ἀνεβάσουν τὴν ἀρχή της σὲ πολλοὺς αἰῶνες πίσω.
Ἀπὸ τὶς πινακίδες τῶν ἀνακτόρων τῆς Κνωσοῦ, τῶν Χανίων, τῆς Πύλου καὶ τῶν Θη-
βῶν μποροῦμε σήμερα νὰ ἀνακαλύψουμε τὴν ἐνάσκηση τῆς γεωργίας στὴ Χαλκολιθικὴ
περίοδο καὶ νὰ καταλάβουμε πῶς ἐνασκεῖτο ἡ γεωργία, μὲ ποιό σύστημα λογιστικὸ γι-
νόταν ἡ παρακολούθηση ἀπὸ τὴν ἀνακτορικὴ διοίκηση καὶ ποιά φυτὰ καλλιεργοῦνταν,
ὅπως φαίνονται καὶ στὸν Πίνακα 1, ποὺ σχολιάζεται στὸ ἑπόμενο κεφάλαιο (Vermeule
1972, Ruiperez καὶ Melena 1996, Treuil et al. 1996). Σὲ αὐτὸ λοιπὸν τὸ πλαίσιο τοποθε-
τεῖται καὶ ἡ Ὁμηρικὴ περίοδος, καί, ἂν πρὶν ἀπὸ μισὸ αἰῶνα θὰ μποροῦσε νὰ ὑποτεθῇ
πὼς ὅ,τι γεωργικὸ ἀναφέρεται στὰ ἔπη μποροῦσε νὰ ἦταν ἀποκύημα τῆς φαντασίας τῶν
ποιητῶν, σήμερα δὲν μποροῦμε πλέον νὰ ἀμφιβάλλουμε γιὰ τὴν ἀκρίβεια τῶν λεγομέ-
νων. Ἡ ἀνάγνωση τῶν πινακίδων τῆς Γραμμικῆς Β καὶ ἡ σύγκριση τῶν ἀναφερομένων
σ’ αὐτὲς μὲ ὅσα ἀναφέρονται ἀπὸ τὸν Ὅμηρο δίνουν μία ταυτότητα τῆς περιόδου κατα-
στροφῆς τῶν ἀνακτόρων καὶ ἐκείνης τῆς περιόδου τοῦ Τρωικοῦ πολέμου, ὅσον ἀφορᾷ
τοὐλάχιστον στὴ γεωργικὴ πρακτικὴ καὶ στὴν ἐνάσκησή της.

15

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


3. ΚΑΛΛΙΕΡΓΟΥΜΕΝΑ ΦΥΤΑ - ΣΥΓΚΡΙΣΗ
ΜΕ ΤΗ ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ

Πρὶν ὅμως προσπαθήσῃ κανεὶς νὰ κάνῃ μία ἔστω στοιχειώδη ἀναπαράσταση τῆς
γεωργικῆς ἀνάπτυξης μέσα ἀπὸ τὰ Ὁμηρικὰ κείμενα, εἶναι ἀναγκαῖο νὰ δοθῇ μία εἰκό-
να τῆς χλωρίδας ποὺ ὑπῆρχε τὴν ἐποχὴ ἐκείνη καὶ ἰδίως αὐτῆς ποὺ χρησίμευε γιὰ τὴν
περαιτέρω ἐξέλιξη τῆς γεωργίας. Ἡ χλωρίδα αὐτὴ φαίνεται στὸν Πίνακα 1, τοῦ ὁποίου
οἱ τρεῖς πρῶτες στῆλες εἶναι ἀκριβὲς ἀντίγραφο ἀπὸ τὸ βιβλίο τῆς Vermeule (1972, σελ.
343, Πίν. 1) μὲ μικρὲς προσθῆκες ἀπὸ ἄλλους ἐρευνητές, ποὺ σημειώνονται στὸν Πίνα-
κα καὶ ἡ τέταρτη στήλη εἶναι αὐτὴ ποὺ προέκυψε ἀπὸ τὴν ἐνδελεχῆ κατὰ τὸ δυνατὸν
ἐξέταση τῶν Ὁμηρικῶν ἐπῶν ἀπὸ τὸ γράφοντα. Στὴν πρώτη στήλη ἀναφέρονται τὰ
φυτά, ἡ ὕπαρξη τῶν ὁποίων προέκυψε ἀπὸ τὶς ἀρχαιολογικὲς παρατηρήσεις εἴτε ἀπὸ
ἀπ’ εὐθείας ἀνίχνευση σπόρων στὶς ἀνασκαφὲς ἢ ἀπὸ τὶς ζωγραφικὲς εἰκόνες σὲ ἀγγεῖα,
σὲ τοίχους κ.τ.λ. (στῆλες 1 καὶ 2 στὸ βιβλίο τῆς Vermeule), στὴ δεύτερη στήλη ἀναφέ-
ρονται τὰ φυτὰ ποὺ βρέθηκαν στὶς πινακίδες τῆς Γραμμικῆς Β καὶ στὴν τρίτη τὰ φυτὰ
τῶν Ὁμηρικῶν ἐπῶν, ὅπως τὰ καταγράφει ἡ Vermeule. Τέλος ἡ πατρότητα τῆς σύνταξης
τῆς τέταρτης στήλης ἀναφέρθηκε πιὸ πάνω. Ὅπως προκύπτει ἀπὸ τὸν Πίνακα στὴν
πρώτη στήλη ἀναφέρονται 39 γένη φυτῶν, σὲ μερικὰ ἀπὸ τὰ ὁποῖα ὑπάρχουν περισσό-
τερα εἴδη ἢ ποικιλίες, στὴ δεύτερη 28 γένη, στὴν τρίτη 43 καὶ στὴν τέταρτη 52. Εἶναι
χαρακτηριστικὸ ὅτι, ὅπως προκύπτει ἀπὸ τὴ σύγκριση τῶν στηλῶν 2 καὶ 3, ἄλλα ἦταν
τὰ ἐνδιαφέροντα φυτὰ στὴν ἐποχὴ τῶν Ἀνακτόρων καὶ ἄλλα στὴν Ὁμηρικὴ ἐποχή, καὶ
αὐτὸ φαίνεται νὰ εἶναι συνέπεια τοῦ ὅτι στὴν Ἀνακτορικὴ περίοδο ἔγραφαν ὅ,τι ἦταν
δυνατὸν νὰ ἀποθηκευθῇ (Sharpaki, 1990), καὶ κατὰ συνέπεια αὐτὸ βρέθηκε στὶς πινακί-
δες. Τέλος στὸ Ὁμηρικὸ λεξικὸ τοῦ Κοφινιώτη (1986) ἀναφέρονται 56 γένη, μεταξὺ τῶν
ὁποίων μερικὰ εἴτε σημειώνονται μὲ διπλὸ ὄνομα εἴτε δὲν ἀποτελοῦν κανονικὰ φυτὰ
τοῦ φυτικοῦ βασιλείου ὅπως τὸ φῦκος.
Ἀπὸ τὸν ἔλεγχο τῶν διαφόρων ἀναφερόμενων φυτῶν προκύπτουν ὡρισμένα συμπε-
ράσματα στὶς διάφορες ὁμάδες τῶν φυτῶν ἀπὸ τὰ Ὁμηρικὰ κείμενα:
 Σιτηρά : Ἀναφέρονται τέσσερα γένη σιτηρῶν: σῖτος, κριθή, ζεία καὶ ὄλυρα, ἐνῷ
στὴν περίοδο τοῦ Χαλκοῦ ἔχουν ἀναφερθῆ ἡ σίκαλη καὶ τὸ κεχρί.
Ὁ σῖτος δὲν ἀναφέρεται κατὰ εἴδη ἢ ποικιλίες, ὅμως τὸ γεγονὸς ὅτι ἀπὸ τὴν ἀρχαιολο-
γικὴ ἔρευνα ἔχουν διαπιστωθῆ τέσσερα διαφορετικὰ εἴδη σίτου δὲν ἀφήνει ἀμφιβολία
ὅτι καὶ στὴν Ὁμηρικὴ περίοδο θὰ ὑπῆρχαν τοὐλάχιστον τὰ ἴδια τέσσερα εἴδη, ἂν ὄχι
καὶ περισσότερα. Ὁ σῖτος ἀναφέρεται 5 φορὲς στὴν Ὀδύσσεια καὶ 2 φορὲς στὴν Ἰλιά-
δα, σύμφωνα μὲ τὶς παραπομπὲς ποὺ ὑπάρχουν δίπλα σὲ κάθε ἀναφερόμενο φυτὸ στὴ
στήλη 4. Στὴν Ὀδύσσεια, στὸ η 104 π.χ. ἀναφέρεται ὅτι:
«...κατὰ δῶμα γυναῖκες, αἳ μὲν ἀλετρεύουσι μύλῃσ’ ἔπι μήλοπα καρπόν...»
καὶ στὸ Κ 569 τῆς Ἰλιάδας ἀναφέρονται οἱ ἵπποι τοῦ ∆ιομήδη
«...μελιηδέα πυρὸν ἔδοντες...» [...τρώγοντας γλυκὸ στάρι].
Στὴν ἀπάντηση τοῦ Τηλέμαχου πρὸς τὸν Μενέλαο (δ 602-604) ἀναφέρεται ὅτι:
«...σὺ γὰρ πεδίοιο ἀνάσσεις εὐρέος, ᾧ ἔνι μὲν λωτὸς πολύς, ἐν δὲ κύπειρον πυροί
τε καὶ ζεῖαι΄τε ἠδ’ εὐρυφυὲς κρὶ λευκόν...» [...σὺ βασιλεύεις σὲ πλατειὲς πεδιάδες,
ὅπου φυτρώνει ἄφθονο τριφύλλι καὶ κύπερη καὶ τὸ στάρι καὶ οἱ ζεῖες καὶ τὸ ψηλὸ
λευκὸ κριθάρι...»].
Ἡ κριθὴ μὲ τὰ ὀνόματα κρὶ καὶ οὐλὰς ἀναφέρεται πέντε φορές, τέσσερις στὴν Ὀδύσ-
σεια καὶ μία στὴν Ἰλιάδα. Καὶ χρησίμευε γιὰ τροφὴ κυρίως τῶν ἀλόγων, ὅπως στὸ Ε
196:
16

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


Πίνακας 1. Ἀναφερόμενα φυτὰ ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Χαλκοῦ καὶ τὴν Ὁμηρική*
ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ ΟΜΗΡΙΚΑ ΕΠΗ
ΤΕΧΝΗ ΓΡΑΜΜΙΚΗ Β VERMEULE ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
Σιτηρὰ
Σῖτος, (Triticum dicoc- Σῖτος Σῖτος Σῖτος, πυρός, η 104, ι 9, 110, Λ 67,
cum T. monococcum,. μ 8, Κ 569, δ 603,
T. aestivum, T. durum)1
Κριθάρι (Hordeum Κριθάρι Κριθάρι Κριθή, Κρί, δ 604, Ε 196, δ 41, μ 358,
vulgare, H.distichum, οὐλὰς γ 443
H. tetrastichum) 1

Ζειά, δ 41, δ 602


Ὄλυρα, Ε 195, Θ 564
Σίκαλη
Κεχρί
Ψυχανθῆ καὶ ἄλλα ἐδώδιμα ἢ βιομηχανικὰ
Μπιζέλια
Βῖκος, λάθυρος
Φασόλια: Φαρδιὰ Φασόλια μαῦρα
(Ervum ervilia)
Φακὲς
(Lens esculentum)1
Τριφύλλι Τριφύλλι Λωτὸς (Τριφύλλι), Β 775, δ 602,
Ρεβίθια1, 2 Ρεβίθια Ρεβίθια, Ν 589
Γλυκάνισο
Κορίανδρος Κορίανδρος
(Κόλιαντρος)
Παστινάκι
Λινὸ ὕφασμα Λινάρι, Λινὸ ὕφασμα Λινὸ ὕφασμα Λινὰ ὑφάσματα, Β 529, 831, Ι 661,
ν 73
Κάρδαμο
Σπόρος σέλινου Σέλινο Σέλινο, ε 72, Β 776,
Κύμινο
Μάραθο (Μαραθών)
Κύπερη Κύπερη Κύπειρον (Κύπερη), δ 603, Φ 531
Πιπερόριζα
∆υόσμος-Μίνθη
Φλησκοῦνι
Κάρθαμο Κνῖκος5
Κόκκιν, Λευκὸ
(ἀτρακτηλίς, ζαφορά)6
Σάλβια (σφάκος)6
Σουσάμι (Σουσάμι)
Μώλυζα
Μώλυ, κ 287, 304
Λαχανικά
Πρασιὲς (λαχανικά), η 127
Κρεμμύδι
Κρόμμυον, Λ 630, τ 232
Vicia faba1, 3 Κύαμος, (κουκιὰ μαῦρα), Ν 589
Ἄμπελος καὶ ἄλλα ὀπωροφόρα δένδρα
Σταφύλια Κλήματα, Ἄμπελος, Ἄμπελος, ι 106, ι 131, η 122, ω 235
(Vitis vinifera,)1
Σταφύλια Σταφύλια, ε 69, Σ 561, σταφίδα,
η 122
Ὄμφαξ (ἀγουρίδα), η 122
Οἶνος Οἶνος Οἶνος, ι 111, 358
Ἐλιὰ δένδρο, Ἐλαιόλαδο Ἐλιὰ (δένδρο, καρπός, Ἐλιά, ν 372, λ 588, κ 364, ζ 79, ε 234,
ἐλιὰ καρπὸς λάδι) Ν 611, ι 319, ἀγριελιά, ε 476
(Olea europea)1, 4
Ἀχλάδι (ἄγριο) Ἀχλάδι Ὄχνη (ἀχλαδιά), η 114, ω 340,
λ 589,βλωχρή, ω 234, ἄχερδος
(ἀγριοαχλαδιά) ξ 10

17

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


Πίνακας 1 (συνέχεια)
ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ ΟΜΗΡΙΚΑ ΕΠΗ
ΤΕΧΝΗ ΓΡΑΜΜΙΚΗ Β VERMEULE ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
Ἀμύγδαλο
Σῦκο Σῦκα Συκιά, σῦκο Συκιά, η114,-120, ἐρινεὸς Φ 37, μ103
Φυστίκια,3
∆αμάσκηνα
Ρόδι Ρόδι Ροιὴ (ροδιά), η 115, λ 589, ω 340
Μῆλο Μηλιὰ (μῆλο), η 114, ω 340, Ι 514
Ἀγρωστώδη, Καλλωπιστικά, ∆ιάφορα ποώδη
Ἄγρωστις (ἀγριάδα), ζ 89
Ἄκανθα, ε 329
Αἱμασιὰ (ἀγκάθι), Ω 222, σ 357
Καλάμι Καλάμι ∆όναξ (καλάμι), Ω 448, Σ 576
Θρύον (βοῦρλο), Φ 351, ε 462
Ἀσφόδελος Ἀσφόδελος, λ 538, 572, ω 13
Τριαντάφυλλο Τριαντάφυλλο Τριανταφυλλένιος Ρόδον, Ψ 186, β 1
Ὑάκινθος, Ὑάκινθος, ζ 230, Ξ 347
Ἴον (μανουσάκι;), ε 72
Παπαρούνα Παπαρούνα Μήκων (παπαρούνα), Θ 306, Ξ 499,
δ 219
Σαφράνι (κρόκος) Σαφράνι (κρόκος) Κρόκος Κρόκος, 347
Χλόη Χλόη Λιβάδια, ι 134
Ἶρις Ἶρις
Κισσὸς Ξύλο κισσοῦ Κισσύβιον (κύπελο ξύλινο), ι 346,
ξ 78
Κρίνος Κρινόσχημος
∆ασικὰ δένδρα καὶ θάμνοι
Λεύκα (μαύρη, λευκή) Αἴγειρος (λεύκα), ι 140, ε 63, ρ 208,
ζ 290, ∆ 485, 482, ἡ 103
Βελανίδι ∆ρυοκόπος ∆ρῦς ∆ρῦς, Ψ 117, ι 84, 34, φ 42, ξ 11,
Ν 389, Μ 131
Φηγός, Ε 837, Ζ 237, Η 58, Ε 692,
Π 765
∆άφνη ∆άφνη, ι 182-4
Ἔλατο4 Τάξος (;) Ἔλατο Ἐλάτη, Ξ286, ε 237, β 424, Ω448, Ε 560
Θύον, (Callitris articulata) ε 59
Ἰτιὰ Ἰτιὰ Ἰτιὰ κ 510, (οἰσύα) ε 256
Κέδρος Κέδρος, Ω 191
Κλήθρα Κλήθρη (σκλῆθρο), ε 63
Κρανιὰ Κράνεια (κρανιά), κ 241,
Κυπαρίσσι Κυπαρίσσι Κυπάρισσος, ε 63-64, ρ 339
Φλαμουριὰ (;) Φλαμουριὰ Μελίη (φράξινος), Π 143, 719, ρ 339
Ταμάριξ Μυρίκη (ἁλμυρίκι), Ζ 38, Φ18
Πεῦκο4 Πεῦκο Πιτὺς (πεῦκο), ι 186, Ν 389, Π 482
Πλάτανος Πλατανιστός, Β 305
Φτελιὰ4 Φτελιὰ Φτελιὰ Πτελεὴ (φτελιά), Ζ 419
Φοίνικας (χουρμάς) Φοίνικας Φοίνικας Φοῖνιξ, ζ 162, ∆ 141, ζ 219
Βύβλος, φ 390
Πυξὸς (;) Ξύλο πυξοῦ Πύξινον, Ω 269
Ρὶψ (λυγαριά), ε 257
Σχοῖνος, ε 462, ∆ 393
Συκομορέα (;), Ὀξυά,4
Καστανιὰ4
* Οἱ τρεῖς πρῶτες στῆλες τοῦ ἀνωτέρω πίνακα εἶναι ἀντίγραφο τοῦ Πίνακα 1, ὅπως ἀναφέρεται στὸ
βιβλίο τῆς E. Vermeule, μὲ μικρὲς προσθῆκες στὴν πρώτη στήλη ἀπὸ ἄλλους συγγραφεῖς σύμφωνα
μὲ τὶς παραπομπές: 1. Halstead, 2. Sarpaki, 3. Renfrew, C., 4. Renfrew, J. 5. Ruiperez καὶ Melena,
Hooker. (Βλ. βιβλιογραφία.)

18

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


«...ἵπποι ἐστᾶσι κρὶ λευκὸν ἐρεπτόμενοι καὶ ὀλύρας, ...» [ἄλογα, ποὺ στέκονταν
καὶ ἔτρωγαν λευκὸ κριθάρι καὶ ὀλύρες...],
ἀλλὰ καὶ τῶν ἀνθρώπων, ὅπως φαίνεται στὸ μ 358, ὅπου οἱ σύντροφοι τοῦ Ὀδυσσέα
περικύκλωσαν τὶς ἀγελάδες καὶ προσεύχονταν στοὺς θεούς, ἀφοῦ ἔκοψαν τρυφερὰ
φύλλα ἀπὸ ψηλόκορμη δρῦ, γιατί δὲν ὑπῆρχε ἄσπρο ἀλεύρι ἀπὸ κριθάρι στὸ πλοῖο
μὲ τὸ καλὸ κατάστρωμα. Ἀπὸ αὐτὴ τὴν τελευταία παράγραφο γίνεται προφανὲς ὅτι
εἶχαν στὸ πλοῖο κριθάρι γιὰ τὴ διατροφή τους, δεδομένου ὅτι δὲν ὑπῆρχαν ἄλογα στὴ
διάρκεια τοῦ ταξιδιοῦ.
Ἐκτὸς ἀπὸ τὰ δύο αὐτὰ σιτηρὰ ἀναφέρονται ἐπίσης ἄλλα δύο, ἡ ζεία καὶ ἡ ὄλυρα,
γιὰ τὰ ὁποῖα δὲν ὑπάρχουν σαφεῖς ἐνδείξεις γιὰ τὸ τί ἀκριβῶς ἀντιπροσώπευαν. Στὶς
διάφορες μεταφράσεις ἀναφέρονται συνήθως ὡς κριθάρι ἢ εἶδος κριθῆς, σίκαλη ἀκόμη
καὶ ὡς βῖκος. Στὸ Ὁμηρικὸ λεξικὸ τοῦ Κοφινιώτη (1986) ἡ ὄλυρα ἀναφέρεται ὡς εἶδος
δημητριακοῦ καρποῦ γιὰ τὴ διατροφὴ τῶν ἀλόγων, ἐνῷ ἡ ζεία ὡς σίκαλη, κάτι ποὺ δὲν
εἶναι δυνατόν, δεδομένου ὅτι τὸ φυτὸ αὐτὸ ἀναφέρεται γιὰ πρώτη φορὰ στὴν Ἑλλάδα
στὸν πρῶτο μ.Χ. αἰῶνα (Γεννάδιος, 1914). Ἐκεῖνο ποὺ πρέπει νὰ θεωρῆται ἀπολύτως
βέβαιο εἶναι ὅτι καὶ τὰ δύο αὐτὰ φυτά, ἂν εἶναι πράγματι διαφορετικά, δὲν εἶναι ποικι-
λίες τοῦ κριθαριοῦ. Τοῦτο προκύπτει ἀπὸ τὰ ἴδια τὰ κείμενα τοῦ Ὁμήρου, ὅπως ἀναφέ-
ρονται στὴ συνέχεια (Ὀδύσσεια δ 41):
«...ἐφ’ ἱππείῃσι κάπῃσι πὰρ δ’ ἔβαλον ζείας, ἀνὰ δὲ κρὶ λευκὸν ἔμιξαν,...» [στὰ πα-
χνιὰ τῶν ἀλόγων καὶ ἔβαλαν μπροστά τους ζειά ἀνακατεμένη μὲ λευκὸ κριθάρι],
στοὺς στίχους δ 602-604 καὶ Ε 196, ποὺ ἀναφέρθηκαν πιὸ πάνω, καὶ Θ 564:
«...ἵπποι δὲ κρὶ λευκὸν ἐρεπτόμενοι καὶ ὀλύρας...» [...ἄλογα ἔτρωγαν λευκὸ κριθάρι
καὶ ὄλυρα...].
Εἶναι προφανὲς ὅτι τὰ δύο αὐτὰ φυτὰ δὲν εἶναι ὅμοια, ἐφόσον ἀναφέρονται ἤ ὡς
μείγματα ἢ ὡς δύο τελείως ξεχωριστὰ φυτά. Ὁ Γεννάδιος (1914), μὲ τὸν ὁποῖο συμφω-
νεῖ καὶ ὁ Καββάδας (1938), μετὰ ἀπὸ ἐνδελεχῆ ἀνάλυση τῶν βιβλιογραφικῶν πηγῶν
θεωρεῖ ὅτι ἡ ὄλυρα καὶ ἡ ζεία εἶναι ταυτόσημα, καὶ μᾶλλον πρόκειται γιὰ εἶδος σόργου
(σκουπόχορτο, νταρί, ἀσπροκαλάμποκο ἢ καὶ καλαμπόκι), καὶ φαίνεται ὅτι εἶναι ἡ πιὸ
πιθανὴ ἐκδοχή, ἂν ληφθῇ ὑπ’ ὄψη ὅτι τὸ εἶδος αὐτὸ φύεται παντοῦ στὴν Ἑλλάδα ἀπὸ
τῶν ἀρχαιοτάτων χρόνων.
 Ψυχανθῆ καὶ ἄλλα ἐδώδιμα ἢ βιομηχανικά: Στὴν ὁμάδα αὐτὴ παρατηροῦν-
ται σοβαρὲς διαφορὲς μὲ τὰ φυτὰ ποὺ ἀναφέρονται στὶς δύο πρῶτες στῆλες καὶ τὶς δύο
ἑπόμενες. Ὅσα φυτὰ ἀναφέρονται στὰ Ὁμηρικὰ ἔπη, μὲ ἐξαίρεση τριῶν φυτῶν (κρεμμύ-
δι, λαχανικὰ καὶ μῶλυ), ἔχουν ἀναφερθῆ στὶς στῆλες 1 καὶ 2, στὶς ὁποῖες ἀναφέρονται
πολὺ περισσότερα φυτά, ἰδίως στὶς πινακίδες τῶν ἀνακτόρων μὲ τοὺς καταλόγους τῶν
διακινουμένων προϊόντων. Μιὰ παρατήρηση εἶναι, ὅτι αὐτὰ ποὺ ἀναφέρονται ὡς φασό-
λια δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ εἶναι τὰ γνωστὰ σήμερα φασόλια, ἐπειδὴ ὁ τόπος καταγωγῆς
τοῦ γένους αὐτοῦ εἶναι ἡ Ἀμερικανικὴ Ἤπειρος, ἑπομένως δὲν ὑπῆρχε τὴν ἐποχὴ ἐκείνη
στὴν Εὐρώπη. Σύμφωνα μὲ τὸ Γεννάδιο (1914) θὰ πρέπει νὰ ἦταν κάποιο ἄλλο ὄσπριο,
πιθανῶς ἕνα εἶδος πίσου ἢ λούπινου, τὰ ὁποῖα χρησιμοποιοῦνταν ἀπὸ τοὺς Λάκωνες.
Τὰ ὑπόλοιπα φυτά, ποὺ ἀναφέρονται στὶς στῆλες 1 καὶ 2 καὶ δὲν μνημονεύονται στὰ
Ὁμηρικά, προφανῶς ὑπῆρχαν, ἀλλὰ ἡ χρήση τους ἦταν τέτοια ποὺ δὲν κίνησαν τὸ ἐνδι-
αφέρον τοῦ ἤ τῶν συγγραφέων τῶν Ὁμηρικῶν. Τέλος τὸ φυτὸ μῶλυ, ποὺ ἀναφέρεται
ἀπὸ τὸν Ὅμηρο ὡς φαρμακευτικὸ φυτὸ (κ 287):
«...τόδε φάρμακον ἐσθλὸν ἔχων ἐς δώματα Κίρκης ἔρχευ, ὅ κέν τοι καρτὸς ἀλάλ-
κησιν κακὸν ἧμαρ...» [ἀφοῦ ἔχεις αὐτὸ τὸ σωτήριο φάρμακο, πήγαινε στὸ παλάτι τῆς
Κίρκης, τὸ ὁποῖο θὰ ἀπομακρύνῃ ἀπὸ τὸ κεφάλι σου τὴ μέρα τῆς καταστροφῆς...]
καὶ περιγράφεται στοὺς στίχους κ 304-306:
19

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


«...ρίζῃ μὲν μέλαν ἔσκε, γάλακτι δὲ εἴκελον ἄνθος, μῶλυ δέ μιν καλέουσι θεοί, χα-
λεπὸν δὲ τ’ ὀρύσσειν ἀνδράσι γε θνητοῖσι...» [...στὴ ρίζα ἦταν μαῦρο, τὸ ἄνθος τοῦ
ὅμως ἦταν ἴδιο μὲ γάλα, λευκό, μῶλυ τὸ ὀνομάζουν οἱ θεοί...]
Μέχρι σήμερα δὲν φαίνεται ὅτι κατώρθωσε κάποιος νὰ ταυτοποιήσῃ τὸ «μῶλυ» μὲ
ἕνα ἀπὸ τὰ γνωστὰ φυτὰ (Γεννάδιος, 1914), ἀναφέρεται δὲ ὡς πιθανὸ ὅτι ἦταν ὁ μαν-
δραγόρας.
 Ἄμπελος καὶ ἄλλα ὀπωροφόρα δένδρα: Στὴν κατηγορία αὐτὴ δὲν ὑπάρ-
χουν σοβαρὲς διαφορὲς ἀνάμεσα στὶς στῆλες τοῦ Πίνακα 1, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ ἀμύγδαλα,
δαμάσκηνα καὶ φυστίκια, ποὺ ἔχουν ταυτοποιηθῆ ἀπὸ τὰ σπέρματά τους στὶς ἀρχαι-
ολογικὲς ἀνασκαφές. Χαρακτηριστικὸ εἶναι ὅτι στὸν Ὅμηρο (η 122 τῆς Ὀδύσσειας)
ἀναφέρεται γιὰ τὰ σταφύλια:
«...τῆς ἕτερον μὲν θειλόπεδον λευρῷ ἐνὶ χώρῳ τέρσεται ἠελίῳ,...» [...καὶ ἄλλα ξεραί-
νονται στὸ λιακωτὸ κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιο σὲ στρωμένο ἔδαφος...],
ποὺ δείχνει πολὺ καθαρὰ ὅτι τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ἦταν σὲ χρήση ἡ σταφιδοποίηση τῶν
σταφυλιῶν.
 Ἀγρωστώδη, καλλωπιστικά, διάφορα ποώδη: Στὴν ὁμάδα αὐτὴ ἀναφέρον-
ται περισσότερα φυτὰ στὸν Ὅμηρο ἀπὸ ὅ,τι στὶς δύο πρῶτες στῆλες, καὶ εἰδικώτερα
στὴ Γραμμικὴ Β, γιατὶ προφανῶς τὰ φυτὰ αὐτὰ δὲν εἶχαν πρακτικὸ καὶ οἰκονομικὸ
ἐνδιαφέρον, γιὰ νὰ τὰ καταγράψουν στὶς πινακίδες. Ἀπὸ τὰ κατάλοιπα τῆς τέχνης
ἀναφέρονται τὰ φυτὰ ἶρις καὶ κρίνος, τὰ ὁποῖα δὲν ἀναφέρονται στὸν Ὅμηρο, ὅπου
ἀναφέρεται μόνο τὸ ἐπίθετο κρινόσχημος, ποὺ εἶναι ἐνδεικτικὸ ὅτι ὁ κρίνος πρέπει νὰ
ἦταν γνωστός. Ἀντιθέτως ἡ ἴριδα δὲν ἀναφέρεται ὡς ἄνθος παρὰ μόνον ὡς ἡ θεὰ Ἶρις
στὴν Ἰλιάδα (Θ 409, Ε 353, Γ 121, Ο 172 καὶ Ψ 198) καὶ ὡς οὐράνιο τόξο (Λ 27 καὶ Ρ 547).
Ἐν τούτοις καὶ τὰ δύο φυτά, ἀφοῦ ὑπῆρχαν σὲ παλαιότερες ἐποχὲς καὶ ἦσαν γνωστὰ
τοὐλάχιστον ἀπὸ τὴ ζωγραφική, εἶναι περισσότερο ἢ βέβαιο ὅτι θὰ ὑπῆρχαν καὶ στὴν
Ὁμηρικὴ ἐποχὴ καὶ ἁπλῶς δὲν ἔχουν ἀναφερθῆ. Ὅσον ἀφορᾷ στὸ ἴον, διατηροῦνται ἐπι-
φυλάξεις, ἂν πράγματι ἦταν τὸ γνωστὸ σήμερα μὲ τὰ ὀνόματα μενεξές, πανσές, γιούλι,
βιόλα, μανουσάκι ἢ κάποιο ἄλλο ὑδροχαρὲς φυτὸ σύμφωνα μὲ τὴν Ὁμηρικὴ περιγραφὴ
στὸ ε 70-72, ὅπου ἀναφέρεται ὅτι ὑπῆρχαν τέσσερις βρύσες, ποὺ ἀνάβρυζαν καθαρὸ
νερὸ καὶ γύρω ὑπῆρχαν ἴα καὶ σέλινο.
 ∆ασικὰ δένδρα καὶ θάμνοι: Ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὸν Πίνακα 1, ἡ δασικὴ χλω-
ρίδα τῶν Ὁμηρικῶν ἐπῶν εἶναι πολὺ πλουσιώτερη ἀπὸ ἐκείνη ποὺ ἀναφέρεται ἀπὸ τὶς
ἀνασκαφὲς καὶ τὶς πινακίδες τῆς Γραμμικῆς Β, καὶ μόνον τρία δασικὰ δένδρα, ἡ ὀξυά, ἡ
συκομορέα καὶ ἡ καστανιά, δὲν ἀναφέρονται ἀπὸ τὸν Ὅμηρο. Καὶ τοῦτο εἶναι φυσικό,
ἀφοῦ τὰ δασικὰ προϊόντα δὲν ἀποθηκεύονταν.
Συμπερασματικά: ἡ ἀναδίφηση τῶν γεωργικῶν καὶ τῶν δασικῶν φυτῶν ποὺ ἀναφέ-
ρονται ἀπὸ τὸν Ὅμηρο ἔδειξε ὅτι δὲν ὑπάρχει κάποια διαφορά, ποὺ νὰ αἰτιολογῇ ὅτι
αὐτὰ δὲν εἶναι τῆς ἐποχῆς στὴν ὁποία ἀναφέρονται τὰ Ὁμηρικά, ἀλλὰ πολὺ μεταγενέ-
στερης ἐποχῆς ἀπὸ ἐκείνη ποὺ γράφτηκαν τὰ ἔπη.

20

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


4. ΤΡΟΠΟΙ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑΣ-
ΚΑΛΛΙΕΡΓΗΤΙΚΗ ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΗ

Ἡ γεωργικὴ πρακτικὴ στὴν Ὁμηρικὴ ἐποχὴ δὲν φαίνεται ὅτι διαφέρει πολὺ ἀπὸ τὴν
πρακτικὴ ποὺ ἀσκεῖτο στὶς προηγούμενες ἐποχὲς τῆς προϊστορίας. Ἡ χαρακτηριστικὴ
Μεσογειακὴ καλλιέργεια διατηρεῖτο ἀκόμη, καὶ ἡ μόνη διαφοροποίηση, ποὺ φαίνεται
ἀπὸ τὰ κείμενα, εἶναι ἡ σημαντικὴ παρουσία δένδρων, ὀπωροφόρων ἢ δασικῶν. Ἀπὸ
τὰ ἀρχαιολογικὰ καὶ ἀρχαιοβοτανικὰ εὑρήματα σύμφωνα μὲ τὸν Halstead (1990), ποὺ
ἀναφέρονται στὴν πρώιμη Χαλκολιθικὴ ἐποχή, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ συναχθοῦν σαφῆ
συμπεράσματα ἂν ἡ καλλιέργεια τῶν ὀπωροφόρων στὴ περίοδο αὐτὴ ἦταν διαδεδομέ-
νη καὶ διάσπαρτη σὲ ὁλόκληρο τὸν ἑλλαδικὸ χῶρο ἢ περιωριζόταν σὲ μικρὲς οἰκιακὲς
καλλιέργειες.
Ἀπὸ τὴν Ὀδύσσεια (η 113-132), στὴν περιγραφὴ τοῦ κτήματος τοῦ Ἀλκίνοου στὸ νη-
σὶ τῶν Φαιάκων, σύμφωνα μὲ τὰ λόγια τοῦ Ὀδυσσέα, ὅταν ἀκόμη δὲν εἶχε φανερωθῆ
μετὰ τὴν ἄφιξή του στὴν Ἰθάκη πρὸς τὸν πατέρα του Λαέρτη (ω 222-250) καὶ ἀπὸ τὴν
περιγραφὴ τῆς ἀσπίδας τοῦ Ἀχιλλέα στὴν Ἰλιάδα (Σ 542-573) συνάγεται ἀβίαστα τὸ
συμπέρασμα ὅτι πέρα ἀπὸ τὴν καλλιέργεια τῶν δημητριακῶν, ποὺ προφανῶς γινόταν
στὶς μεγάλες ἐκτάσεις ἔξω ἀπὸ τὸν χῶρο τῶν οἰκισμῶν, δίπλα στὰ σπίτια ὑπῆρχαν με-
γαλύτερα ἢ μικρότερα περιβόλια μὲ διάφορα δένδρα καὶ ἀμπέλια σὲ ἀρκετὰ σημαντι-
κὴ ἔκταση. Ἀσφαλῶς τὸ μέγεθος τῆς καλλιεργούμενης ἔκτασης θὰ πρέπει νὰ ἦταν καὶ
συνάρτηση τῆς κοινωνικῆς θέσης τοῦ ἰδιοκτήτη, ἀνεξάρτητα ἂν αὐτὸς ἦταν ὁ ἡγέτης
τῆς περιοχῆς ἢ ὁ πιὸ φτωχὸς πολίτης. Ἡ ἄσκηση τῆς γεωργίας ἦταν ἀπὸ τὰ βασικὰ καθή-
κοντα ὅλων, ἀσχέτως ἂν εἶχαν καὶ ἄλλο παρεπόμενο ἐπάγγελμα, βιοτέχνη, διοικητικοῦ
ὑπαλλήλου, ναυτικοῦ, στρατιώτη κ.τ.λ. Τὰ τρία κείμενα σὲ νεοελληνικὴ μετάφραση,
ποὺ ἀκολουθοῦν, εἶναι χαρακτηριστικά. Τὸ πρῶτο εἶναι αὐτὸ ποὺ περιγράφει τὸ κτῆμα
τοῦ Ἀλκίνοου:
«Ἔξω ἀπὸ τὴν αὐλὴ καὶ κοντὰ στὶς πόρτες ὑπάρχει μεγάλος δενδρόφυτος κῆπος
τεσσάρων “γυῶν”1 καὶ γύρω τὸν φράζει ἀπὸ παντοῦ ἕνας φράκτης. Ἐκεῖ ἦταν φυτε-
μένα ψηλὰ δένδρα γεμάτα γλυκύτατους καρπούς, ἀχλαδιές, ροδιές, μηλιές, γλυκὲς
συκιὲς καὶ ἐλιὲς μὲ τὸν ἀνθό τους, τῶν ὁποίων ὁ καρπὸς ποτὲ δὲ λείπει καὶ ὑπάρχει
ὅλο τὸ χρόνο, χειμῶνα καὶ καλοκαῖρι. Καὶ πάντα ἡ πνοὴ τοῦ Ζέφυρου ἄλλα γεννᾷ
καὶ ἄλλα ὡριμάζει. Τὸ φρέσκο ἀχλάδι διαδέχεται τὸ μαραμένο, τὸ μῆλο ἐπίσης τὸ
μῆλο, τὸ σταφύλι ἄλλο σταφύλι, τὸ σῦκο ἄλλο σῦκο. Ἐπὶ πλέον ἦταν φυτεμένο καὶ
πολύκαρπο ἀμπέλι. Ἄλλα σταφύλια ξεραίνονται στὸ λιακωτὸ κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιο σὲ
στρωμένο ἔδαφος κι ἄλλα πάλι τὰ τρυγοῦν καὶ τὰ πατοῦν. Πιὸ πέρα τὰ σταφύλια
εἶναι ἀκόμα ἄγουρα, ἐκεῖ μόλις βγάζουν ἀνθὸ καὶ ἄλλων ὁ καρπὸς βρίσκεται στὸ
γυάλισμα. Ἐκεῖ, στὸν κῆπο, καλλιεργοῦνταν νεόφυτες καλὰ διευθετημένες πρασιὲς
(λαχανικά) πράσινες ὅλο τὸ χρόνο.»
Τὸ δεύτερο εἶναι ἀπὸ τὰ λόγια τοῦ Ὀδυσσέα πρὸς τὸν πατέρα του:
«Γέροντα, δὲν εἶσαι ἀμάθητος νὰ περιποιῆσαι τὸν κῆπο σου, ἀλλὰ ἡ φροντίδα σου
τὸν κρατάει καλά, καὶ τίποτα οὔτε φυτὸ οὔτε συκιὰ οὔτε κλῆμα ἀλλὰ οὔτε ἐλιὰ οὔτε
ἀχλαδιὰ οὔτε πρασιὰ (λαχανικά) δὲν εἶναι ἀπεριποίητη στὸν κῆπο.»
Τέλος τὸ τρίτο εἶναι ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν περιγραφὴ τῆς ἀσπίδας:
«Ἔβαζε ἀπάνω ἀκόμη ἕνα καινούργιο μαλακὸ παχὺ χωράφι τρεῖς φορὲς ὠργωμέ-
νο μὲ πολλοὺς ζευγᾶδες μέσα, ποὺ γυρνῶντας τὰ ζευγάρια τους προχωροῦσαν πέρα

1. Μέτρο ἐπιφανείας· πιθανὸν ἕνας γύης = ἕνα στρέμμα, ἀλλὰ δὲν ἔχει ταυτοποιηθῆ.

21

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


δῶθε... Ἔβαζε ἀκόμα ἀπάνω της ἕνα κτῆμα βασιλικό. Ἐκεῖ μέσα ἐργάτες θέριζαν
βαστῶντας στὰ χέρια τους κοφτερὰ δρεπάνια... Ἔβαζε ἀπάνω καὶ ἀμπέλι μεγάλο
γεμᾶτο σταφύλια, ὄμορφο, μαλαματένιο.»
Εἰδικώτερα ἡ ἄσκηση τῆς γεωργίας καὶ οἱ διάφορες ἐργασίες περιγράφονται μὲ ἀρ-
κετὲς λεπτομέρειες σὲ διάφορους στίχους τῶν δύο ἐπῶν. Γιὰ καλύτερη κατανόηση ἔγινε
διαχωρισμὸς τῶν γεωργικῶν ἐργασιῶν ἔτσι, ὥστε οἱ ὁμοειδεῖς ἐργασίες νὰ εἶναι μαζί,
ἀνεξαρτήτως τῶν στίχων ποὺ περιγράφονται. Οἱ καλλιέργειες χωρίστηκαν κατὰ τὶς
μεγάλες ὁμάδες, ποὺ ἀναφέρονται καὶ στὸν Πίνακα 1.
Καλλιέργεια δημητριακῶν: Ἡ καλλιέργεια τῶν φυτῶν αὐτῶν ἦταν ἡ βασική, καὶ
ἐξακολουθεῖ ἀκόμη καὶ σήμερα νὰ εἶναι, ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ ὁ ἄνθρωπος ἄρχισε νὰ εἶναι
γεωργός, ἀφοῦ ὁ σῖτος μὲ μορφὴ ἀλεύρου εἶναι ἡ βασικώτερη τροφὴ γιὰ τὴν ἐπιβίωση
τοῦ ἀνθρώπου. Συνεπῶς ἡ περιγραφὴ τῶν διαφόρων σταδίων τῆς καλλιέργειας εἴτε
ἀπευθείας εἴτε ἐμμέσως, μὲ παρομοιώσεις, δὲν εἶναι καθόλου παράξενο νὰ ὑπάρχῃ στὶς
περιγραφές. Οἱ διάφορες ἐργασίες, μὲ τὴ σειρὰ ποὺ γίνονται ἀπὸ τὴν προετοιμασία τοῦ
ἀγροῦ μέχρι τὸ τέλος τῆς συγκομιδῆς, δίνονται στὴ συνέχεια κατὰ βάση σὲ νεοελληνικὴ
μετάφραση.
Ὄργωμα: Ἡ ἐργασία αὐτή, βασικὴ γιὰ τὴν ἐπιτυχία τῆς καλλιέργειας ὁποιουδήποτε
δημητριακοῦ φυτοῦ, ἀναφέρεται τέσσερις φορὲς στὰ ἔπη.
Στὴν Ἰλιάδα, στὴν περιγραφὴ τῆς ἀσπίδας τοῦ Ἀχιλλέα, δίνονται πληροφορίες γιὰ
τὸν τρόπο τοῦ ὀργώματος τρεῖς φορὲς καὶ γιὰ τὸ πλῆθος τῶν ζευγάδων ἀλλὰ καὶ γιὰ τὶς
φροντίδες τῶν ἰδιοκτητῶν, γιὰ νὰ διατηροῦν σὲ ἀκμὴ τοὺς ζευγολάτες (Σ 542):
«Ἔβαζε ἀπάνω ἀκόμη ἕνα καινούργιο μαλακὸ παχὺ χωράφι τρεῖς φορὲς ὠργωμέ-
νο μὲ πολλοὺς ζευγᾶδες μέσα, ποὺ γυρνῶντας τὰ ζευγάρια τους προχωροῦσαν πέρα
δῶθε. Κάθε φορὰ δὲ ποὺ γυρνῶντας ἔφταναν στὸ σύνορο τοῦ χωραφιοῦ, ἐρχόταν
κάποιος καὶ τοὺς ἔδινε στὰ χέρια μία κούπα κρασὶ γλυκὸ σὰν μέλι, κι ἐκεῖνοι γυρ-
νοῦσαν πάλι στὸ ὄργωμα, ἀνοίγοντας αὐλάκια, σπεύδοντας νὰ φτάσουν πάλι στὴν
ἄκρη τοῦ χωραφιοῦ.»
Ἡ τριπλῆ ἄροση ἐπισημαίνεται ἐπίσης στὴν μυθολογικὴ περιγραφὴ ὅπου ἡ θεὰ ∆ήμη-
τρα ξαπλώνει μὲ τὸν Ἰασίωνα (ε 127):
«νειῷ ἐνὶ τριπόλῳ» [σὲ χωράφι νέο, τρεῖς φορὲς ὠργωμένο].
Στὴν Ὀδύσσεια, ὅταν ὁ Ὀδυσσέας προκαλῇ τὸ μνηστῆρα Εὐρύμαχο νὰ συναγωνι-
στοῦν, γιὰ νὰ ἰδοῦνε ποιός εἶναι πιὸ ἄξιος (σ 371):
«ἂν πάλι καὶ βόδια εἴχαμε, νὰ τὰ ὁδηγοῦμε γιὰ ὄργωμα, ποὺ νὰ εἶναι τὰ καλύτερα,
ὁρμητικὰ καὶ μεγαλόσωμα, καὶ τὰ δύο βόδια χορτασμένα ἀπὸ τὸ χορτάρι, συνομήλι-
κα, μὲ τὴν ἴδια δύναμη, ἀκαταμάχητα, καὶ νὰ μποροῦν νὰ ὀργώσουν τέσσερις γύες
καὶ ὁ σβῶλος τῆς γῆς νὰ ὑποχωρῇ κάτω ἀπὸ τὸ ἀλέτρι...»,
φαίνεται καθαρὰ ὅτι τὸ ὄργωμα γινόταν μὲ ζευγάρια βοδιῶν, ἐνῷ στὸ (Κ 351):
«Ὅταν ὅμως ξεμάκρυνε τόσο, ὅσο τὸ αὐλάκι ποὺ χαράζουν μὲ μία φορὰ τὰ μουλά-
ρια –γιατὶ αὐτὰ εἶναι πιὸ γρήγορα ἀπὸ τὰ βόδια, γιὰ νὰ τραβοῦν σὲ παχὺ χωράφι
τὸ στέρεο ἀλέτρι–...»,
φαίνεται ὅτι χρησιμοποιοῦσαν καὶ μουλάρια.
Θερισμός: Ἄλλη ἐξ ἴσου σημαντικὴ ἐργασία μὲ τὴν προηγούμενη εἶναι ὁ θερισμὸς γιὰ
τὰ σιτηρὰ ἢ ἡ κοπὴ τοῦ χόρτου γιὰ τὰ χορτοδοτικὰ φυτά, ὅπως τὸ τριφύλλι, ποὺ χρη-
σιμοποιοῦνται ὡς νομὴ τῶν ζῴων. Γιὰ τὴν ἐργασία αὐτὴ ὑπάρχει καὶ πάλι ἡ ἐξαιρετικὴ
εἰκόνα ποὺ περιγράφεται γιὰ τὴν ἀσπίδα τοῦ Ἀχιλλέα στὸ Σ 550:
«Ἔβαζε ἀκόμα ἀπάνω της ἕνα κτῆμα βασιλικό. Ἐκεῖ μέσα ἐργάτες θέριζαν βα-
στῶντας στὰ χέρια τους κοφτερὰ δρεπάνια, ἀπὸ τὰ χερόβολα ἄλλα ἔπεφταν στὴ
22

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


Ὄργωμα: Ἀγγεῖο ἀπὸ τὸ Βάρι.

23

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


γῆ ἀπανωτὰ στὰ αὐλάκια καὶ ἄλλα τὰ δεμάτιαζαν οἱ δεματοδέτες μὲ ἄχυρα. Τρεῖς
ἦταν οἱ δεματοδέτες, καὶ ἀπὸ πίσω ἀγόρια ποὺ τὰ μάζευαν καὶ τὰ κουβαλοῦσαν
στὴν ἀγκαλιὰ βιαστικὰ καὶ τὰ ἒδιναν.»
Καὶ πάλι ἐδῶ τονίζεται ὅτι τὸ κτῆμα ἦταν βασιλικό, γιὰ νὰ μποροῦν νὰ δικαιολογη-
θοῦν οἱ πολλοὶ ἐργάτες ποὺ δούλευαν σὲ αὐτό. Σὲ ἄλλο σημεῖο (Λ 68) παρομοιάζει τοὺς
μαχητές, Ἕλληνες καὶ Τρῶες, ποὺ μάχονται ἐλαύνοντες οἱ μὲν ἀπέναντι τῶν δὲ μὲ τοὺς
πιὸ κάτω καταπληκτικοὺς στίχους:
«Κι ἐκεῖνοι, ὅπως οἱ θεριστές, ἀντίκρυ ὁ ἕνας στὸν ἄλλον προχωροῦν στὴ γραμμή
τους μέσα στὸ χωράφι τοῦ σταριοῦ ἢ τοῦ κριθαριοῦ κάποιου πλούσιου ἀνθρώπου
καὶ τὰ χερόβολα πέφτουν πυκνά...»
Εἶναι τόσο ζωντανὴ καὶ χαρακτηριστικὴ ἡ περιγραφή, ὥστε ἀκόμη σήμερα σὲ ὡρισμέ-
νες περιοχὲς τοῦ τόπου μας ἡ ὁμαδικὴ αὐτὴ ἐργασία τῶν πολλῶν ἀνθρώπων, ποὺ προχω-
ροῦν κατὰ μέτωπο στὸ θερισμὸ ἢ στὸ κλάδεμα τῆς ἀμπέλου, ἀποκαλεῖται ὡς οὐσιαστικὸ
μὲ παραφθαρμένη τὴν ἀρχαία λέξη ὡς «ξέλαση» (ἐξ-ελαύνω - ἐξ-έλασις - ξ-έλαση).
Τέλος στὴν Ὀδύσσεια, ἐκεῖ ποὺ ὁ Ὀδυσσέας προκαλεῖ τὸν Εὐρύμαχο καὶ τὸν καλεῖ
σὲ ἕνα εἶδος μονομαχίας στὴν κοπὴ τοῦ χόρτου (σ 367), διαβάσουμε:
«Εὐρύμαχε, μακάρι νὰ γινόταν συναγωνισμὸς μεταξύ μας στὴ δουλειὰ τὴν ἀνοι-
ξιάτικη, ὅταν οἱ μέρες εἶναι (πέλονται) μεγάλες, σὲ λιβάδι μὲ χορτάρι, καὶ μακάρι
ἐγὼ νὰ ἔχω εὐλύγιστο δρεπάνι κι ἐσὺ τὸ ἴδιο, γιὰ νὰ δοκιμάσουμε νηστικοὶ μέχρι
τὸ μαῦρο σκοτάδι, καὶ νὰ ὑπάρχῃ κοντά μας χόρτο.»
Ὑπάρχει διαφωνία μεταξὺ τῶν μεταφραστῶν γιὰ τὴν ἑρμηνεία τοῦ ρήματος «πέλον-
ται», ἂν δηλ. μεταφράζεται ὡς «εἶναι» ἢ «γίνονται». Θὰ ἦταν σίγουρα σωστὸ τὸ «εἶναι»,
ἂν ἐπρόκειτο γιὰ θερισμὸ σιταριοῦ ἢ κριθαριοῦ, ποὺ γίνεται τὸν Ἰούνιο, καὶ ἑπομένως
οἱ μέρες «εἶναι μεγάλες». Ὅμως οἱ στίχοι ὁμιλοῦν γιὰ κόψιμο χόρτου, ποὺ συνήθως
πραγματοποιεῖται τὶς ἀνοιξιάτικες μέρες, ποὺ «γίνονται» μεγάλες. Πέρα ἀπὸ τὸ φιλο-
λογικὸ ἐνδιαφέρον τῆς ἑρμηνείας τοῦ «πέλονται» ἴσως θὰ πρέπει νὰ ἐξετασθῇ καὶ ἡ
πραγματικότητα ὅπως εἶναι στὴ γεωργικὴ πρακτική.
Ἁλωνισμός: Μόνο σὲ μία περίπτωση ἀναφέρεται ὁ ἁλωνισμός, ὅπου ὁ Ὅμηρος παρο-
μοιάζει τὴν ὁρμὴ τοῦ Ἀχιλλέα στὴ μάχη καὶ τὸν τρόπο ποὺ σκότωνε τοὺς ἐχθροὺς ὅπως
γίνεται στὴ διάρκεια τοῦ ἁλωνισμοῦ τῶν σιτηρῶν (Υ 495):
«Ὅπως, ὅταν ζέψῃ κανεὶς ἀρσενικὰ βόδια μὲ πλατὺ μέτωπο, γιὰ νὰ τρίψουν ἄσπρο
κριθάρι σὲ καλοστρωμένο ἁλώνι, κι εὔκολα ἀποχωρίζονται οἱ σπόροι κάτω ἀπὸ τὰ
πόδια τῶν βοδιῶν ποὺ μουκανίζουν δυνατά...»
Λίχνισμα: Ἄλλη σημαντικὴ ἐργασία στὴν καλλιέργεια τῶν σιτηρῶν, τὸ λίχνισμα, ποὺ
γίνεται γιὰ τὸν καθαρισμὸ τῶν κόκκων τοῦ σίτου ἢ τῆς κριθῆς ἀλλὰ καὶ τῶν ὀσπρίων
ἀπὸ τὰ περιβλήματα, τὴν ἀναφέρει δύο φορὲς ὁ Ὅμηρος σὲ δύο σημεῖα τῆς Ἰλιάδας
(Ε 499):
«Καθὼς παίρνει ὁ ἄνεμος τὰ ἄχυρα στὰ ἱερὰ ἁλώνια, τὴν ὥρα ποὺ λιχνίζουν,
ὅταν ἡ ξανθὴ ∆ήμητρα ξεχωρίζῃ, καθὼς φυσοῦν οἱ δυνατοὶ ἄνεμοι, τὸν καρπὸ καὶ
τὸ ἂχερο»
μὲ μία παρομοίωση στὴ μάχη τῶν Ἀργείων μὲ τοὺς Τρῶες. Καὶ στὸ Ν 589:
«Ὅπως, ὅταν ἀπὸ πλατὺ φτυάρι μέσα σὲ μεγάλο ἁλώνι πηδοῦν τὰ μαῦρα κουκ-
κιὰ ἢ τὰ ρεβίθια ἀπὸ τὸν ἄνεμο ποὺ σφυρίζει καὶ ἀπὸ τὴ φόρα τοῦ λιχνιστῆ, ἔτσι
κι ἀπὸ τὸ θώρακα τοῦ ἔνδοξου Μενέλαου τινάχτηκε δυνατὰ καὶ πέταξε μακριὰ τὸ
πικρὸ βέλος»,
ποὺ ἀναφέρεται στὴ μονομαχία τοῦ Μενέλαου μὲ τὸν Ἕλενο.
Ἄλεσμα: Τέλος ἡ τελευταία ἐργασία, τὸ ἄλεσμα, ἀναφέρεται μία φορὰ στὸ Υ 106:
24

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


«Λόγο εὐχάριστο ἐκείνη τὴ στιγμὴ πρόφερε γυναῖκα, ποὺ ἄλεθε σιτάρι κοντά,
ὅπου εἶχαν τοποθετηθῆ οἱ χερόμυλοι τοῦ ἀρχηγοῦ τῶν ἀνθρώπων, στοὺς ὁποίους
συνολικὰ δώδεκα γυναῖκες ἀσχολοῦνταν, ποὺ ἔφτειαχναν ἀλεύρι ἀπὸ σιτάρι καὶ
κριθάρι, γιὰ νὰ φᾶνε οἱ ἂντρες.»
καὶ δείχνει καθαρὰ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο γινόταν τὸ ἄλεσμα τῶν δημητριακῶν
καρπῶν, ὅπως ἀκριβῶς εἶναι γνωστὸ ἀπὸ τὰ ἀρχαιολογικὰ εὑρήματα πὼς γινόταν σὲ
ἀρχαιότερες ἀπὸ τὰ Ὁμηρικὰ ἐποχές. Σὲ πολλές ὅμως περιπτώσεις ἀναφέρονται τὰ
«ἄλφιτα», ποὺ εἶναι ἄλευρα κριθῆς, καὶ βεβαίως, γιὰ νὰ ὑπάρξουν, θὰ ἔπρεπε πρῶτα
νὰ ἀλεσθοῦν.
Βραδυνὴ διακοπή: Τέλος μία ἐνδιαφέρουσα λεπτομέρεια εἶναι αὐτὸ ποὺ ἀναφέρεται
στὸ Π 778 τῆς Ἰλιάδας, ὅπου παραλληλίζεται τὸ τέλος τῆς ἡμέρας στὴ μάχη μεταξὺ τῶν
δύο ἀντιπάλων μὲ τὸ τέλος τῆς ἐργασίας κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ θερισμοῦ ἢ τοῦ ἁλωνι-
σμοῦ, ὅπου χρησιμοποιοῦνταν βόδια:
«Μόλις ὅμως ὁ ἥλιος πῆρε νὰ γέρνῃ καὶ σίμωσε ἡ ὥρα ποὺ λύνουν τὰ βόδια...»
Καλλιέργεια τῆς ἀμπέλου: Ἡ ἑπόμενη ἐξαιρετικῶς ἐνδιαφέρουσα καλλιέργεια
ἦταν τῆς ἀμπέλου μὲ παρεπόμενο τὸ κρασί, ποὺ ἐτιμᾶτο ὅλως ἰδιαιτέρως ἀπὸ τὴν ἐποχὴ
ποὺ ὁ ἄνθρωπος τὸ πρωτοδοκίμασε. Ἡ πλέον χαρακτηριστικὴ περιγραφὴ εἶναι ἐκείνη
ποὺ ἀναφέρεται στὴν ἀσπίδα τοῦ Ἀχιλλέα (Σ 561):
«...Ἔβαζε ἀπάνω καὶ ἀμπέλι μεγάλο γεμᾶτο σταφύλια, ὄμορφο, μαλαματένιο. Τὰ
τσαμπιὰ ἐπάνω ἦταν μαῦρα, καὶ τὰ κλήματα στηρίζονταν ἀπὸ τὴ μία ἄκρη στὴν
ἄλλη μὲ ἀσημένια παλούκια. Γύρω γύρω ἔβαλε αὐλάκι ἀπὸ σμάλτο, καὶ τριγύρω
ὕψωσε φράχτη ἀπὸ καλάι. Ἕνα μόνο δρομάκι ἔφερνε σὲ αὐτό, ποὺ τὸ ἔπαιρναν οἱ
κουβαλητές, ὅταν γινόταν ὁ τρύγος τοῦ ἀμπελιοῦ. Κορίτσια καὶ νέοι εὔθυμοι κου-
βαλοῦσαν μέσα σὲ πλεκτὰ κοφίνια τὸ γλυκὸ σὰν μέλι καρπό. Στὴ μέση ἕνα ἀγόρι
ἔπαιζε παθητικὰ τὴν ψιλόφωνη κιθάρα, καὶ τραγουδοῦσε ὄμορφα μὲ λεπτὴ φωνὴ
τοῦ Λίνου τὸ τραγούδι. Οἱ ἄλλοι, χτυπῶντας τὰ πόδια τους ὅλοι μαζί, ἀκολουθοῦ-
σαν μὲ τραγούδι καὶ φωνὲς χοροπηδῶντας.»
Κατ’ ἀρχὴν ἡ περιγραφὴ τοῦ κτήματος θυμίζει ἰδιοκτησίες, ποὺ καὶ σήμερα εἶναι
παρόμοιες ἰδιαιτέρως σὲ διάφορα νησιά. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι τὰ κλήματα ἦταν
ὑποστυλωμένα καὶ ὄχι σὲ ἐλεύθερο σχῆμα, κάτι ποὺ μπορεῖ νὰ θεωρηθῇ ἐξαιρετικὰ
πρωτοποριακὸ γιὰ τὴν καλλιέργεια τῆς ἐποχῆς. Ἡ περιγραφὴ ἐπίσης τοῦ τρύγου δὲν
διαφέρει σὲ τίποτε ἀπὸ τὴ σημερινὴ ἀκόμη ἐποχή, παρὰ μόνο ἴσως στὰ λόγια τοῦ τρα-
γουδιοῦ. Στὴν περιγραφὴ τοῦ κτήματος τοῦ Ἀλκίνοου (η 122-126):
«ἔνθα δὲ πολύκαρπος ἀλωὴ ἐρρίζωται, τῆς ἕτερον μὲν θειλόπεδον λευρῷ ἐνὶ χώρῳ
τέρσεται ἠελίῳ, ἑτέρας δ’ ἄρα τε τρυγόωσιν, ἄλλας δὲ τραπέουσι, πάροιθε δὲ τ’ ὄμ-
φακές εἰσιν ἄνθος ἀφιεῖσαι, ἕτεραι δ’ ὑποπερκάζουσιν.»2 [Ἐπὶ πλέον ἦταν φυτεμένο
καὶ πολύκαρπο ἀμπέλι. Ἄλλα σταφύλια ξεραίνονται στὸ λιακωτὸ κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιο
σὲ στρωμένο ἔδαφος, κι ἄλλα πάλι τὰ τρυγοῦν καὶ τὰ πατοῦν. Πιὸ πέρα τὰ σταφύλια
εἶναι ἀκόμα ἄγουρα, ἐκεῖ μόλις βγάζουν ἀνθὸ καὶ ἄλλων ὁ καρπὸς βρίσκεται στὸ γυ-
άλισμα (ἀρχίζουν νὰ κοκκινίζουν).]
Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ὕπαρξη τῆς ἀμπέλου ἀναφέρεται ἡ ξήρανση στὸν ἥλιο τῶν σταφυλιῶν,
ὅπως γίνεται σήμερα στὴ χώρα μας γιὰ τὴν κορινθιακὴ καὶ τὴ σουλτανῖνα σταφίδα. Ἀκό-
μη μᾶς πληροφορεῖ ὅτι πατοῦν τὰ σταφύλια προφανῶς γιὰ τὴν παραγωγὴ τοῦ κρασιοῦ
καί, τὸ σημαντικώτερο, ὅτι ὑπῆρχαν ταυτόχρονα σταφύλια ἕτοιμα γιὰ τρύγο καὶ ἄλλα
ποὺ ἦταν στὸ γυάλισμα, δηλαδὴ στὴν περίοδο ποὺ ἀρχίζει ἡ ἀλλαγὴ τοῦ χρώματος στὶς

2. Ὑποπερκάζουσιν: Ἀποδίδεται μὲ τὸν τεχνικὸ ὄρο «γυάλισμα», ποὺ διεθνῶς σηματοδοτεῖ τὴν
ἔναρξη τῆς ὡρίμασης, ὅταν δηλαδὴ ἡ ρᾶγα ἀρχίζῃ νὰ ἀλλάζῃ χρῶμα.

25

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


«Τὰ κλήματα στηρίζονταν ἀπὸ τὴ μία ἄκρη στὴν ἄλλη μὲ ἀσημένια παλούκια... Κορί-
τσια κουβαλοῦσαν μέσα σὲ πλεκτὰ κοφίνια τὸν γλυκὸ σὰν μέλι καρπό...» (Ἰλιάδα Σ 561).
Τίποτε δὲν ἄλλαξε σήμερα ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Ὁμήρου: Στὴν εἰκόνα σκηνὴ ἀπὸ τὸν τρύγο
τῆς 21ης Σεπτεμβρίου 2003 στὸν βιολογικὸ ἀμπελῶνα τοῦ «Μεθυμναίου οἴνου», στὴ Λέ-
σβο: Ἀριστερὰ καὶ δεξιὰ τὰ ὑποστηριζόμενα μὲ πασσάλους κλήματα καὶ στὴ μέση αγόρια
καὶ κορίτσια μὲ τὸν γλυκὸ σὰν μέλι καρπὸ στὰ χέρια καὶ στὰ καφάσια.
26

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


ρᾶγες, καὶ τέλος ἄλλα στὴν ἄνθηση. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι τὴν ἐποχὴ ἐκείνη διέθεταν περισ-
σότερες ἀπὸ μία ποικιλίες ἀμπέλου, μὲ διαφορετικὴ ἐποχὴ ἀνθοφορίας καὶ ὡρίμασης καὶ
μὲ διαφορετικὴ χρήση, ἄλλες γιὰ παραγωγὴ κρασιοῦ καὶ ἄλλες γιὰ νωπὴ κατανάλωση.
Τέλος τὸ ε 70, περιγράφοντας τὴ σπηλιὰ τῆς Καλυψῶς, μᾶς πληροφορεῖ:
«...καὶ ἁπλώνονταν ἐκεῖ γύρω ἀπὸ τὴ μεγάλη σπηλιὰ θαλερὰ νεαρὰ κλήματα γιο-
μᾶτα σταφύλια...».
Στὴν ἐπίσκεψη τοῦ Τηλέμαχου στὰ ἀνάκτορα τοῦ Νέστορα (γ 390) καὶ ὅταν ἔφτασαν
ἐκεῖ μετὰ τὴν ὑποδοχή, τότε:
«...ὁ γέρος τοὺς κέρασε γλυκὸ κρασὶ ἀπὸ νέο κρητῆρα (ἀγγεῖο γιὰ τὸ κρασί), ποὺ
βρισκόταν στὸν ἑνδέκατο χρόνο, τὸ ὁποῖο ἡ οἰκονόμος ἂνοιξε, ἀφοῦ ἔλυσε ἀπὸ τὰ
δεσμὰ τὸ πῶμα τοῦ πιθαριοῦ ποὺ τὸ περιεῖχε· ἀπὸ τοῦτο τὸ κρασὶ ὁ γέρος κέρασε
καὶ στάζοντας ἀπὸ αὐτὸ ἔκανε ἐκτενεῖς δεήσεις στὴν Ἀθηνᾶ, τὴν κόρη τοῦ ἀσπιδο-
φόρου ∆ία...»
Ἀπὸ τὸ ἀπόσπασμα αὐτὸ φαίνεται ἡ σπουδαιότητα ποὺ ἀποδίδανε στὸ κρασὶ, κάτι
ποὺ καὶ σήμερα δὲν ἔχει ἀλλάξει, καὶ ἐπίσης μὲ τὸ ἴδιο κρασὶ ἔκαναν σπονδὲς στὸ θεό.
Τέλος σημαντικὸ στοιχεῖο εἶναι ἡ πληροφορία, ὅτι γιὰ τὸν ἐκλεκτὸ ξένο ἄνοιξαν παλιὸ
κρασί, ὅπως ἀκριβῶς συμβαίνει στὶς μέρες μας. Στοὺς στίχους δ 219-221 πληροφορού-
μαστε ὅτι:
«Τότε ἡ θεογέννητη Ἑλένη σοφίστηκε τοῦτο· ἔβαλε ἀμέσως στὸ κρασὶ ποὺ ἔπιναν
φάρμακο,3 ποὺ καταπραΰνει τὴ θλίψη καὶ τὸν πόνο καὶ σβήνει τὰ φαρμάκια»,
δηλαδὴ ἡ χρήση τοῦ κρασιοῦ ἦταν συνδεδεμένη ἐνίοτε καὶ μὲ τὴ θεραπεία τῆς μελαγ-
χολίας, ποὺ μπορεῖ νὰ ὑπάρξῃ ἀπὸ διάφορες αἰτίες ὅπως καὶ σήμερα ἀσφαλῶς, χωρὶς
τὴ χρήση προσθέτων.
Καλλιέργεια τῆς ἐλιᾶς: Γιὰ τὸ δένδρο αὐτὸ δὲν ὑπάρχουν πολλὲς ἀναφορὲς στὸν
Ὅμηρο, παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ἦταν ἕνα ἀπὸ τὰ βασικὰ στοιχεῖα τῆς γεωργίας τῆς ἐποχῆς
του. Ὑπάρχουν τρεῖς μικρὲς ἀναφορές: Στὸ η 115 τῆς Ὀδύσσειας, ὅπου ἀναφέρεται ὅτι
στὸν κῆπο τοῦ Ἀλκίνοου ὑπῆρχαν
«...ἐλιὲς μὲ τὸν ἀνθό τους...»,
στὸ Ρ 53 τῆς Ἰλιάδας, ὅπου ὑπάρχει μία παρομοίωση γιὰ κάποιο πολεμιστή:
«...σὰν τὸ δροσερὸ φυντάνι τῆς ἐλιᾶς, ποὺ τὸ ἀνασταίνει κάποιος, ὄμορφο ὁλό-
χλωρο...»
καὶ πάλι στὴν Ὀδύσσεια (ε 476), ὅπου περιγράφεται ὅτι ὁ Ὀδυσσέας
«...τρύπωσε κάτω ἀπὸ δύο χαμηλὰ δένδρα ποὺ φύτρωναν ἀπὸ τὴν ἴδια ρίζα, τὸ
ἕνα ἦταν ἀγριελιὰ καὶ τὸ ἄλλο ἐλιά...»,
ποὺ δὲν ἀφήνει καμμιὰ ἀμφιβολία ὅτι ἐπρόκειτο γιὰ ἀγριελιά, τῆς ὁποίας ἕνα κλαδὶ
εἶχε ἐμβολιασθῆ μὲ ἥμερο δένδρο ἐλιᾶς.
Καλλιέργειες ἄλλων φυτῶν: Στοὺς στίχους τῆς Ὀδύσσειας η 126-128 ἀναφέρε-
ται ὅτι:
«...στὸ βάθος τοῦ κήπου φύτρωναν κάθε λογῆς καλὰ καλλιεργημένες πρασιές, κα-
ταπράσινες ὅλο τὸ χρόνο...»,
ποὺ σημαίνει ὅτι εἶχαν καλλιέργειες γιὰ ὅλες τὶς ἐποχὲς τοῦ ἔτους, ὅπως κρεμμυδιῶν,
ρεβιθιῶν, κουκκιῶν, σέλινου, ποὺ ἀναφέρονται σὲ διάφορες περιπτώσεις (Πίν. 1), ἀλλὰ
καὶ πιθανὸν καὶ ἄλλων φυλλωδῶν λαχανοκομικῶν φυτῶν, ποὺ δὲν ἀναφέρονται καὶ
χρησιμοποιοῦνταν γιὰ διατροφὴ τῶν ἀνθρώπων. Ἐνδεχομένως στὶς πρασιὲς νὰ καλλι-

3. Θεωρεῖται ὅτι τὸ φάρμακο ἦταν ὄπιο.

27

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


Λιομάζωμα: Ἀπὸ Ἀττικό ἀγγείο.

28

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


εργοῦνταν τὸ τριφύλλι καὶ ἡ κύπερη, ποὺ δίδονταν νομὴ γιὰ τὰ ζῷα.
Ἄρδευση τῶν καλλιεργειῶν: Τὸ πότισμα τῶν φυτῶν ἦταν μέσα στὶς πρακτικὲς
τῆς ἄσκησης τῆς γεωργικῆς τέχνης καὶ ἀναφέρεται ἄμεσα στὸ η 128 τῆς Ὀδύσσειας:
«...Ὑπάρχουν καὶ δύο βρύσες, ἡ μιὰ ποτίζει ὅλο τὸν κῆπο καὶ ἡ ἄλλη ἀπὸ τὸ ἄλλο
μέρος ρίχνει τὸ νερό της κάτω ἀπὸ τὸ κατώφλι τῆς πόρτας πρὸς τὸ παλάτι, ὅπου τὸ
παίρνουν οἱ κάτοικοι»,
ὅπως ἐπίσης στὸ ν 243:
«...ὑπάρχουν σ’ αὐτὴ κάθε εἴδους δένδρα καὶ σ’ αὐτὴν ὑπάρχουν συνέχεια ποτι-
στικὰ αὐλάκια».
Σὲ ἄλλο σημεῖο τῆς Ἰλιάδας, ὅπου περιγράφεται πῶς ὁ Ἀχιλλέας προσπαθοῦσε νὰ
ἀποφύγῃ τὸ ὁρμητικὸ ρεῦμα τοῦ Σκάμανδρου (Φ 257), δίνεται μία θαυμάσια περιγραφὴ
τοῦ τρόπου τῆς ἄρδευσης στὸ χωράφι τῶν δένδρων:
«...Ὅπως, ὅταν ἕνας ἄνθρωπος, ποὺ ἀνοίγει ἕνα αὐλάκι ἀπὸ βρύση ποὺ τρέχει
σκοτεινὸ νερό, φέρνῃ τὸ ρεῦμα τοῦ νεροῦ στὰ δένδρα καὶ στὰ περιβόλια κρατῶν-
τας στὰ χέρια του τὸ τσαπὶ καὶ βγάζοντας ἔξω ἀπὸ τὸ αὐλάκι τὰ χώματα ποὺ τὸ
ἐμποδίζουν καὶ καθὼς ἐκεῖνο τρέχει (τὸ νερό) κατρακυλοῦν ὅλα τὰ πετραδάκια ἀπὸ
κάτω, τρέχοντας γρήγορα σὲ μέρος κατηφορικὸ κελαρύζει καὶ προφταίνει ἐκεῖνον
ποὺ τὸ ὁδηγεῖ...».
Ἡ περιγραφὴ αὐτὴ εἶναι τόσο ζωντανή, ὥστε ἀκόμη καὶ κάποιος ποὺ δὲν ἔτυχε νὰ
παρακολουθήσῃ ἢ νὰ ἀσχοληθῇ μὲ ἄρδευση στὸν ἀγρό, νὰ μπορῇ νὰ φανταστῇ πῶς
γίνεται.
Συμπερασματικὰ ἀπὸ τὶς πιὸ πάνω περιγραφὲς φαίνεται ὅτι ἡ ἄσκηση τῆς γεωργίας κα-
τὰ τὴν περίοδο τῶν Ὁμηρικῶν ἐπῶν εἶναι ἡ χαρακτηριστικὴ ποὺ προϋπῆρχε στὴ μακρὰ
διάρκεια τῶν δύο ἢ καὶ τριῶν προηγούμενων χιλιετιῶν. Εἶναι ἡ τυπικὰ μεσογειακὴ ἐξει-
δικευμένη πολυκαλλιέργεια, ὅπως τὴν χαρακτηρίζει ὁ Renfrew (1970, 1980), γιατὶ κατὰ
τὴν ἄποψή του εἶναι μία φυσικὴ προσαρμογὴ τῶν καλλιεργειῶν στὸ ἰδιαίτερο περιβάλ-
λον τοῦ τόπου. Ἀντιθέτως ὁ Halstead (1992) θεωρεῖ ὅτι ὑπάρχουν ἐλάχιστες ἀποδείξεις
ἀπὸ τὴ σκοπιὰ τῆς ἐξειδίκευσης γενικῶς τῆς περιοχῆς καὶ καθόλου γιὰ ἐξειδίκευση ποὺ
ὁδηγεῖ στὴν ἐντατικοποίηση τῶν καλλιεργειῶν. Ἐν πάσῃ περιπτώσει καὶ ἀνεξαρτήτως
ἀπὸ τὶς διαφωνίες ἀκαδημαϊκῆς ἐν πολλοῖς φύσεως μεταξὺ κορυφαίων ἀρχαιολόγων
εἶναι βέβαιο ὅτι αὐτὸς ὁ τύπος τῆς γεωργικῆς ἀνάπτυξης, ποὺ ἐνασκήθηκε στὴν ἑλληνι-
κὴ γῆ γιὰ τοὐλάχιστον πέντε χιλιετίες, ἀπὸ τὴν Ὕστερη Νεολιθικὴ τοὐλάχιστον μέχρι
σήμερα, εἶναι ἐκείνη ποὺ ἑδραίωσε τὸν Ἑλληνικὸ Πολιτισμὸ καὶ ἔδωσε τὴ δυνατότητα
στὴν ἐκρηκτικὴ ἀνάπτυξή του· καὶ γιὰ τὸ γεγονὸς αὐτὸ δὲν ὑπάρχουν ἀμφισβητήσεις
ἀπὸ τοὺς σχετικοὺς ἐρευνητὲς τῶν εἰδικοτήτων τῆς Ἀρχαιολογίας.

29

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


5. ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΩΝ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΩΝ

Τὸ φυσικὸ περιβάλλον στὸν ἑλληνικὸ χῶρο θεωρεῖται ὅτι δὲν ἔχει ὑποστῆ σημαντικὲς
μεταβολὲς ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ τέλους τῶν παγετώνων. Τοῦτο εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τὴ βαθ-
μιαία ἀνάπτυξη καὶ προσαρμογὴ ὡρισμένων φυτικῶν εἰδῶν στὸ χῶρο αὐτό, μεταξὺ τῶν
ὁποίων ἡ ἐλιά, ἡ ἄμπελος τοὐλάχιστον γιὰ τὸ χῶρο τῆς σημερινῆς Β. Ἑλλάδας, ὁ σῖτος
καὶ ἡ συκιά. Ἦταν ἑπόμενο λοιπόν, οἱ πρῶτοι γεωργοὶ νὰ ἀσχοληθοῦν μὲ ὅ,τι ὑπῆρχε
γύρω τους καὶ νὰ τὸ ἀναπτύξουν κατὰ τὸ δυνατὸν περισσότερο. Γιὰ τὸ πῶς ξεκίνησε
ἡ γεωργία στὸν ἑλληνικὸ χῶρο ὑπάρχουν πολλὲς ἀπόψεις, ἐκ διαμέτρου ἀντίθετες πολ-
λὲς φορές, καὶ εἶναι ἐνίοτε ἀποτέλεσμα τῆς ἐξειδίκευσης τοῦ κάθε ἀρχαιολόγου καὶ τοῦ
χώρου ποὺ ἔχει ἐργασθῆ. Σήμερα ἀρκετοὶ ἐπιστήμονες, εἰδικοὶ τοῦ ἑλλαδικοῦ χώρου,
θεωροῦν ὅτι τὸ ἀρχικὸ ξεκίνημα δὲν εἶναι ἀποτέλεσμα ποὺ ἦλθε ἀπὸ τὴν Ἀνατολὴ (Μεσο-
ποταμία κυρίως) οὔτε ὅτι μετακινούμενοι πληθυσμοὶ τὸ μετέφεραν μὲ τὶς μεταναστεύσεις
τους. Θεωρεῖται ὡς μιὰ ἐξέλιξη αὐτογενὴς στὸν ἴδιο τὸ χῶρο ποὺ ἀναπτύχθηκε βαθμιαῖα
καὶ ὄχι μὲ τρόπο ἀπότομο καὶ ξαφνικό. Ὁ Renfrew (1972) θεωρεῖ ὅτι:
«Τὸ γεωργικὸ σύστημα ἑπομένως τροποποιήθηκε κατὰ πολλοὺς σημαντικοὺς
τρόπους κατὰ τὴ διάρκεια τῶν ἑπόμενων τριῶν χιλιετιῶν. Μιὰ λεπτομερὴς ἐξέταση
ὑποδηλώνει ὅτι οἱ ἀλλαγὲς ποὺ συνέβησαν δὲν ἦταν οὔτε αἰφνίδιες, οὔτε ἔγιναν ἐπὶ
σκοπῷ (deliberate foresight), ἀλλὰ ἦταν τὸ ἀποτέλεσμα τῆς συνεχοῦς προσαρμογῆς
στὸ περιβάλλον.»
Εἶναι λοιπὸν ἑπόμενο ὅτι αὐτὴ ἡ προσαρμογὴ ὡδήγησε στὴν ἀνάπτυξη τοῦ Μεσογεια-
κοῦ περιβάλλοντος, μέσα στὸ ὁποῖο ἀναπτύχθηκε καὶ ἡ γεωργία, ἀπὸ τὸν καιρὸ ποὺ
ξεκίνησε μέχρι σήμερα. Ἄρα καὶ ἡ γεωργία ποὺ ἀναφέρεται στὰ Ὁμηρικὰ ἔπη δὲν δια-
φέρει ἀπὸ αὐτὸν τὸν κανόνα, καὶ εἶναι πασιφανὲς ὅτι δὲν διαφέρει καὶ ἀπὸ τὴν γεωργία
τῆς ἐποχῆς της. Μέσα σὲ αὐτὸ τὸ περιβάλλον τῆς γεωργικῆς ἀνάπτυξης δημιουργήθηκαν
καὶ οἱ κατάλληλες συνθῆκες γιὰ τὴν ἀνάπτυξη τῶν φυτῶν, κάτι ποὺ βεβαίως δὲν ξέφυγε
ἀπὸ τὴν προσοχὴ τῶν γεωργῶν τῆς ἐποχῆς ἐκείνης.
Οἱ συνθῆκες λοιπὸν τῆς ἀνάπτυξης τῶν καλλιεργειῶν, ποὺ ἀναφέρονται στὰ ἔπη, δεί-
χνουν τὴ γνώση ποὺ εἶχαν ἀποκτήσει οἱ γεωργοὶ γιὰ τὴν ἀνάπτυξη τῶν καλλιεργειῶν
τους, καὶ φυσικὰ ἡ πεῖρα τους τοὺς δίδαξε τοὺς τρόπους, γιὰ νὰ ἐπιτύχουν τὰ καλύτερα
ἀποτελέσματα στὴν παραγωγή. Εἶναι χαρακτηριστικὴ ἡ ἀγάπη γιὰ τὴ γῆ, ποὺ ἔνιωθαν
οἱ ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς ἐκείνης καὶ ἡ γνώση τους ὅτι ἡ ζωή τους εἶναι ἄμεσα συνδεδε-
μένη μὲ τὴ γῆ. Στὴν Ὀδύσσεια καὶ σὲ τρεῖς περιπτώσεις ἀναφέρεται ἡ γῆ σιτοδότρα,
σιτοφόρος καὶ τροφοδότρα. Στὸ π 395 περιγράφεται ὁ ἀρχηγὸς τῶν μνηστήρων,
«...ὁ ὁποῖος καταγόταν ἀπὸ τὸ σιτοφόρο καὶ πράσινο ∆ουλίχιο...»,
στὸ μ 191 οἱ Σειρῆνες, ὅταν τὸ καράβι τοῦ Ὀδυσσέα πέρναγε ἀπὸ κοντά τους, προ-
σπαθοῦσαν νὰ τὸν δελεάσουν μὲ λόγια ποὺ ἐξυμνοῦσαν τὴ γῆ:
«...γνωρίζουμε ἀκόμα ὅσα θὰ συμβοῦν πάνω στὴ γῆ τὴν τροφοδότρα...»
καὶ τέλος στὸν στίχο 353, ὅταν ὁ Ὀδυσσέας ἔφτασε στὴν Ἰθάκη, παρουσιάζεται νὰ
δείχνῃ τὴν ἀγάπη του γιὰ τὴ γῆ τῶν πατέρων του:
«...Εὐχαριστήθηκε ὁ πολυβασανισμένος θεϊκὸς Ὀδυσσέας νιώθοντας χαρὰ γιὰ τὴν
πατρίδα του καὶ φίλησε τὴ σιτοδότρα γῆ...»,
ὅπως ἀκόμα καὶ σήμερα γίνεται, ὅταν οἱ ξενιτεμένοι γυρίζουν πίσω στὸν τόπο τους.
Οἱ παραγωγοὶ τῆς ἐποχῆς αὐτῆς γνώριζαν ἄριστα τὴν ἐπίδραση τοῦ ἐδαφικοῦ παρά-
γοντα στὴν ἀνάπτυξη τῶν καλλιεργειῶν καὶ φυσικὰ προσπαθοῦσαν νὰ ἐπιτύχουν τὸ
ἄριστο, καλλιεργῶντας πάντοτε τὰ καλύτερα καὶ πιὸ γόνιμα χωράφια, τὰ ὁποῖα ἤξεραν
νὰ τὰ διακρίνουν ἀπὸ τὰ πιὸ ἄγονα καὶ μὴ ἀποδοτικά. Ὅταν οἱ Φαίακες ἑτοίμαζαν τὸ
30

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


καράβι, γιὰ νὰ στείλουν τὸν Ὀδυσσέα στὸν τόπο του, τοῦ ἔλεγαν γιὰ τὶς δυνατότητες
τῶν καραβιῶν τους, ποὺ μποροῦσαν μόνα τους νὰ βροῦν τὶς πόλεις καὶ τὰ «εὔφορα
(πίονα) χωράφια» (θ 564). Στὴν Ἰλιάδα σὲ δύο περιπτώσεις ὁ Ἀχιλλέας, ἐξωργισμένος
μὲ τὸν Ἀγαμέμνονα καὶ ἀρνούμενος νὰ πολεμήσῃ (Α 155), τοῦ λέει:
«...κι οὔτε καμιὰ φορὰ μοῦ ἔβλαψαν τὴ σοδειά μου στὴν Φθία, ποὺ ἔχει παχὺ χῶ-
μα [ἐριβώλακι] καὶ θρέφει τοὺς ἀνθρώπους, ἐπειδὴ ἀνάμεσά μας εἶναι πάρα πολλὰ
σκιερὰ βουνὰ καὶ βουερὴ θάλασσα».
Ἐδῶ φαίνεται ὅτι γνώριζαν ὅτι μία περιοχή, ποὺ εἶναι κοιλάδα μὲ ἄνοιγμα στὴ θάλασ-
σα, πόσο περισσότερο προσφέρεται γιὰ τὶς καλλιέργειες. Ἐπίσης στὸ Ι 580 ἡ Βουλὴ τῶν
Αἰτωλῶν ὑποσχόταν στὸ θυμωμένο Μελέαγρο «καλὰ χωράφια», γιὰ νὰ ἐπανέλθῃ:
«...ὅπου εἶναι ὁ πιὸ παχὺς κάμπος τῆς ὄμορφης Καλυδώνας, ἐκεῖ τοῦ ἔλεγαν νὰ δι-
αλέξῃ ἕνα κτῆμα ἐκτάσεως πενήντα γυῶν,4 τὸ μισὸ μὲ ἀμπέλι, τὸ ἄλλο νὰ τὸ χωρίσῃ
ἀπὸ τὸ γυμνὸ τόπο καὶ νὰ τὸ κάνῃ χωράφι»,
ὅπου περιγράφεται ἀκόμη ὁ τρόπος, μὲ τὸν ὁποῖο χώριζαν τὰ κτήματά τους, γιὰ νὰ
καλύψουν τὶς ἀνάγκες διατροφῆς τους.
Σὲ ἄλλα δύο σημεῖα τῆς Ὀδύσσειας ἀναφέρεται ἡ καλὴ παραγωγὴ σὲ περιοχὴ ποὺ
πέφτει βροχὴ καὶ ὑπάρχει δροσιὰ (ν 243):
«...γιατὶ σ’ αὐτὴν εὐδοκιμεῖ ἄφθονο στάρι καὶ κρασί. Καὶ πάντοτε πέφτει βροχὴ
καὶ θαλερὴ δροσιά...»
καὶ στὸ ι 110 ἀναφέρεται γιὰ τὴ γῆ τῶν Κυκλώπων:
«...χωρὶς νὰ σπέρνωνται καὶ χωρὶς νὰ ὀργώνωνται, φυτρώνουν σιτηρὰ καὶ κριθά-
ρια καὶ ἀμπέλια, ποὺ παράγουν κρασὶ ἀπὸ μεγάλα σταφύλια, καὶ ἡ βροχὴ τοῦ ∆ία
[σφιν ∆ιὸς ὄμβρος] τὰ αὐξάνει γιὰ χάρη τους...».
Στὸ τ 112 ἐπίσης τῆς Ὀδύσσειας ἀναφέρεται ἡ παραγωγικότητα τῆς σκοτεινῆς γῆς,
ποὺ προφανῶς εἶναι χώματα σκοτεινοῦ χρώματος, ὅπως οἱ μαυρογαῖες, ποὺ εἶναι πιὸ
γόνιμα ἀπὸ τὰ ἀνοικτόχρωμα ἐξαντλημένα ἐδάφη:
«...καὶ παράγει ἡ σκοτεινὴ γῆ σιτάρι καὶ κριθάρι, καὶ εἶναι γεμᾶτα τὰ δένδρα ἀπὸ
καρπούς, καὶ τὰ πρόβατα γεννοῦν σταθερά, καὶ ἡ θάλασσα τοῦ δίνει ψάρια...»
Γιὰ τὶς ἐποχὲς τοῦ ἔτους ἀναφέρει ὁ Ὅμηρος, ὅτι τὸ χειμῶνα δὲν μποροῦν οἱ ἄνθρω-
ποι νὰ ἐργασθοῦν στοὺς ἀγροὺς (Ἰλιάδα Ρ 548),
«ὅπως, ὅταν τεντώνῃ ὁ ∆ίας ἀπὸ τὸν οὐρανὸ τὸ πορφυρὸ οὐράνιο τόξο στοὺς
θνητούς, νὰ τοὺς εἶναι σημάδι ποὺ προμηνάει ἢ πόλεμο ἢ καὶ κρύο χειμῶνα, ποὺ
σταματᾷ τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὶς δουλειὲς τῆς γῆς...»
καὶ στὸ λ 190 τῆς Ὀδύσσειας:
«Ἀλλά, ὅταν ἔλθῃ τὸ καλοκαίρι καὶ ἡ ἐποχὴ ποὺ εἶναι ἄφθονοι οἱ καρποὶ παντοῦ,
γι’ αὐτὸν στὶς πλαγιὲς τοῦ ἀμπελότοπου ποὺ βγάζει κρασί, εἶναι στρωμένα κρεβάτια
ἀπὸ τὰ φύλλα ποὺ πέφτουν»,
εἶχαν δηλαδή, ὅπως ἦταν φυσικό, πλήρη ἐπίγνωση τοῦ ποιές ἐποχὲς ἦταν πιὸ κατάλ-
ληλες γιὰ τὶς καλλιέργειες καὶ τί δουλειὲς ἔπρεπε νὰ κάνουν σὲ κάθε ἐποχή, ὅπως τὶς
ἀναφέρει μὲ πολλὲς λεπτομέρειες καὶ ὁ Ἡσίοδος, τοῦ ὁποίου οἱ περιγραφὲς εἶναι γο-
ητευτικὲς καὶ συντονίζονται μὲ τὸ μακρινὸ πρὶν ἀλλὰ καὶ μὲ τὸ ἐξίσου μακρινὸ μετά,
δηλαδὴ τὸ σήμερα.
Πέρα ὅμως ἀπὸ τὶς γνώσεις τους γιὰ τὴν ἐπίδραση στὶς καλλιέργειες τῶν συνθηκῶν
τοῦ περιβάλλοντος γνώριζαν καὶ τὴν ἀξία τῆς λίπανσης γιὰ τὴν ἀνάπτυξη τῶν φυτῶν.

4. Βλ. σελ. 20 τοῦ παρόντος.

31

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


Ἡ Ὀδύσσεια (ρ 294) ἀναφέρεται στὸν Ἄργο, τὸ σκύλο τοῦ Ὀδυσσέα, καὶ συγκεκριμένα
σὲ ποιό μέρος τὸν βρῆκε «ο ‘Οδυσσέας νὰ κάθεται, γερασμένος πιά, ὥς εξῆς:
«...Τότε, μετὰ τὴν ἀναχώρηση τοῦ κυρίου του, βρισκόταν παραπεταμένος στὴν
κοπριὰ τῶν μουλαριῶν καὶ βοδιῶν, ποὺ ἦταν ἄφθονη μπροστὰ στὴν πόρτα, γιὰ
νὰ κοπρίζουν μὲ αὐτὴν οἱ ὑπηρέτες τοῦ Ὀδυσσέα τὸ μεγάλο κτῆμα [ὂφρ’ ἂν ἄγοιεν
δμῷες Ὀδυσσῆος τέμενος μέγα κοπρήσοντες]».
Οἱ στίχοι αὐτοὶ δὲν ἀφήνουν καμμιὰ ἀμφιβολία γιὰ τὴ χρησιμοποίηση τῆς κοπριᾶς
τῶν ζῴων γιὰ τὴ λίπανση τῶν καλλιεργειῶν, κάτι ποὺ φυσικὰ ἐξακολουθεῖ ὄχι μόνο νὰ
γίνεται καὶ σήμερα ἀλλὰ νὰ εἶναι καὶ τὸ ἀπαιτούμενο. Στὴν Ὀδύσσεια ἐπίσης (ι 130)
ἀναφέρεται:
«...Γιατὶ καθόλου αὐτὸ (τὸ νησὶ τῶν Κυκλώπων) δὲν εἶναι ἀκατάλληλο καὶ μπορεῖ
νὰ παράγῃ τὰ πάντα στὴν ἐποχή τους. ∆ιότι σ’ αὐτὸ ὑπάρχουν ὑγρὰ καὶ τρυφερὰ λι-
βάδια μέχρι τὴν ἄκρη τῆς ὡραίας θάλασσας καὶ τὰ ἀμπέλια εἶναι αἰωνόβια. Σ’ αὐτὸ
δὲ ἡ καλλιέργεια εἶναι καλή, πάντοτε δὲ πολὺ σπόρο θὰ θέριζαν τὸν καιρό τους, ἐπει-
δὴ κάτω ἀπὸ τὸ ἔδαφος ὑπάρχει πολὺ λίπασμα... [οἵ κε σφιν καὶ νῆσον ἐυκτιμένην
ἐκάμοντο· οὐ μὲν γάρ τι κακή γε, φέρει δέ κεν ὥρια πάντα· ἐν μὲν γὰρ λειμῶνες ἁλὸς
πολιοῖο παρ’ ὄχθας ὑδρηλοὶ μαλακοί, μάλα κ’ ἄφθιτοι ἄμπελοι εἶεν, ἐν δ’ ἄροσις
λείη μάλα κὲν βαθὺ λήιον αἰεὶ εἰς ὥρας ἀμῶεν ἐπεὶ μάλα πίαρ ὑπ’ οὐδάς.]»
Στὴν Ἰλιάδα ἐπίσης (Ψ 774) ἀναφέρεται:
«...ὁ Αἴας γλίστρησε, γιατί τὸν ἔκανε νὰ σκοντάψῃ ἡ Ἀθηνᾶ, ἐκεῖ ποὺ ἦταν χυμένη
κοπριὰ ἀπὸ τὰ σφαγμένα βόδια...».
Εἶναι λοιπὸν φανερὸ ὅτι καὶ στὸν τομέα αὐτό, δηλαδὴ στὶς συνθῆκες ποὺ εὐνοοῦν τὴν
ἀνάπτυξη τῶν φυτῶν, εἴτε καιρικὲς εἴτε ἐδαφικὲς ἢ γονιμότητα τῶν ἐδαφῶν, οἱ ἄνθρωποι
τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, ἀνάλογα καὶ μὲ τὰ μέσα ποὺ εἶχαν, ποὺ συγκριτικὰ μὲ τὰ σημερινὰ
εἶναι ἐλάχιστα, εἶχαν γνώσεις πολὺ σημαντικές, ποὺ τοὺς ἐπέτρεπαν νὰ ἀσκοῦν τὸ γεωρ-
γικὸ ἐπάγγελμα ὄχι στὴν τύχη ἀλλὰ μὲ προγραμματισμὸ καὶ συνέπεια.

32

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


6. ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ, ΕΧΘΡΟΙ, ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ
ΚΑΙ ΠΑΘΗΣΕΙΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΟΥΜΕΝΩΝ ΦΥΤΩΝ

Στὸν τομέα αὐτὸ δὲν θὰ μποροῦσε νὰ περιμένῃ κανεὶς σημαντικὰ ἐπιτεύγματα, δεδο-
μένης τῆς μεγάλης δυσκολίας γιὰ τὴ μελέτη τους. Ἐξ ἄλλου στὸν τομέα τῆς φυσιολογίας
τῶν φυτῶν τὰ σημαντικώτερα καὶ πλέον ἐντυπωσιακὰ ἀποτελέσματα εἶναι προϊόντα
της ἔρευνας τῶν τελευταίων πενήντα χρόνων, ὅταν τὰ τεχνικὰ μέσα, ἰδίως τῆς μοριακῆς
βιολογίας, βοήθησαν στὴν ἀνίχνευση τῶν μυστικῶν τῶν κυττάρων. Ἀπὸ τὰ Ὁμηρικὰ κεί-
μενα τὸ μόνο σημεῖο ποὺ μπορεῖ νὰ θεωρηθῇ ὅτι ἀνάγεται στὴ φυσιολογία τῶν φυτῶν
εἶναι ἐκεῖνο ποὺ ἀναφέρεται στὴν Ἰλιάδα (Α 234-237), στὸν ὅρκο τοῦ Ἀχιλλέα πρὸς τὸν
Ἀγαμέμνονα, ὅταν μεταξύ τους εἶχαν τὴ μεγάλη ἀντιδικία:
«Μὰ τόδε σκῆπτρον, τό μέν οὔ ποτε φύλλα καὶ ὄζους φύσει, ἐπεί δη πρῶτα το-
μὴν ἐν ὄρεσσι λέλοιπεν οὐδ’ ἀναθηλήσει· περὶ γάρ ρά ἐ χαλκὸς ἔλεψε φύλλα τε καὶ
φλοιόν... [Μὰ τὸ ραβδὶ αὐτό, ποὺ δὲν θὰ βγάλῃ ποτὲ πιὰ φύλλα καὶ κλαδιά, μιὰ καὶ
τὸ ἔκοψαν στὰ βουνά, καὶ οὔτε θὰ ξαναβλαστήσῃ, γιατί τοῦ ἔξυσε τὸ μαχαίρι γύρω
γύρω τὰ φύλλα καὶ τὴ φλούδα.]»
Ἦταν δηλαδὴ ἀπολύτως γνωστό, ὅτι, ἂν καταστραφῇ ὁ φλοιὸς στὰ κλαδιὰ τῶν ξυ-
λωδῶν ἰδιαιτέρως φυτῶν, αὐτὰ καταστρέφονταν καὶ δὲν μποροῦσαν νὰ ξαναβλαστή-
σουν.
Στὸν τομέα τῆς φυτοπαθολογίας, μὲ τὴν εὐρεῖα της ἔννοια, οἱ γνώσεις, θὰ μποροῦσε
νὰ πῇ κανείς, ἦταν καλύτερες. Οἱ ἀσθένειες τῶν φυτῶν ὑπῆρχαν ἀπὸ τὴ μακρινὴ ἀρχαιό-
τητα. Μερικὲς ἀπὸ αὐτὲς μάλιστα πρέπει νὰ ὑπῆρχαν, ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ κάποιο φυτικὸ
εἶδος ἐξελίχθηκε στὴν τελική του μορφὴ καὶ νὰ συνεπιβίωσαν μὲ αὐτὸ μέχρι τὶς μέρες
μας. Ὅμως ἦταν ἀδύνατον στοὺς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς ἐκείνης νὰ ἀναγνωρίσουν τὰ
αἴτια τῶν ἀσθενειῶν, ἀφοῦ δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ παρατηρήσουν τὰ ἀόρατα μὲ γυμνὸ
μάτι προκαλοῦντα αἴτια, μύκητες, βακτήρια ἢ καὶ ἰούς. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι ἀκόμη
καὶ ὁ Renfrew (1973) ἀναφέρει τὰ ἑξῆς:
«Ἡ φαινομενικὴ μείωση (decline) τοῦ σχετικοῦ ἐνδιαφέροντος τῆς καλλιέργειας
τῶν σιτηρῶν στοὺς Σιταγροὺς (∆ράμας) μπορεῖ πιθανῶς νὰ ὀφείλεται σὲ μερικὴ
ἐξάντληση τοῦ ἐδάφους.»
Ἀσφαλῶς ἡ διαπίστωση αὐτὴ μπορεῖ νὰ εἶναι ἀληθινή, ἀλλὰ ἐξ ἴσου πραγματικὴ
μπορεῖ νὰ εἶναι καὶ κάποια αἰτία παρουσίας κάποιας ἀσθένειας καὶ ἰδιαιτέρως τῶν
σκωριάσεων τῶν σιτηρῶν, ποὺ εἶναι ἀπὸ ἐκεῖνες ποὺ ἀναπτύχθηκαν μαζὶ μὲ τὸν ξενιστή
τους. Ἄλλωστε ἡ ἐποχὴ ἀκμῆς τῶν Σιταγρῶν ἦταν περὶ τὸ 3500 π.Χ., καὶ ἂν δεχθοῦμε
ὅτι τότε ὑπῆρχε μία σημαντικὴ πολιτιστικὴ ἀνάπτυξη, τότε μέσα ἀπὸ τὴν Ὀρφικὴ ποί-
ηση καὶ ἰδιαιτέρως τὰ «Λιθικά» ἀνιχνεύεται μία περιγραφὴ τῆς σκωρίασης τοῦ σίτου
ποὺ δὲν ἔχει νὰ ζηλέψῃ τίποτε ἀπὸ τὶς σημερινὲς περιγραφὲς τῶν φυτοπαθολογικῶν
βιβλίων (Πασσᾶς, 1984):
«...καὶ αἰθερίην ἐρυσίβην, ἥ τε κατ' οὐρανόθεν πταμένη ποτὶ καρπὸν ἐρυθρὴ ἀμφὶ
πέρι στάχεσι περισμύχουσα κάθηται [καὶ τὴν εὑρισκόμενη στὸν αἰθέρα ἐρυσίβη ποὺ
πετάει ἀπὸ τὸν οὐρανό, μὲ τὸ κόκκινό της χρῶμα κάτω πρὸς τὰ στάχυα κάθεται γύρω
τους καὶ τὰ καταστρέφει.]»
Ἄν λοιπὸν ἡ Ὀρφικὴ ποίηση ποὺ σήμερα γνωρίζουμε χάρη στὸν ἀστρονόμο Κ. Χα-
σάπη (1967) εἶναι τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, τότε οἱ καλλιεργητὲς ποὺ ζοῦσαν μισὴ μὲ μία
χιλιετία πρὶν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τῶν Ὁμηρικῶν γνώριζαν πολὺ καλὰ τὴ σκωρίαση.
Ἡ σκωρίαση ὑπῆρχε σίγουρα σύμφωνα μὲ τὴν σημερινὴ φυτοπαθολογικὴ γνώση, ἔστω
καὶ ἂν ἡ Ὀρφικὴ ποίηση δὲν ἀναγνωρίζεται ὡς αὐθεντικὴ τῆς ἐποχῆς ἀπὸ πολλοὺς ἀρ-
33

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


χαιολόγους καὶ ἄλλους εἰδικούς, καὶ ἁπλῶς ὁ Ὅμηρος δὲν τὴν περιγράφει, γιατί πιθα-
νὸν τὴ θεωροῦσε σὰν κάτι φυσικὸ στὴν ἀνάπτυξη τοῦ σίτου, ὅπως ἐνδεχομένως καὶ τὸ
ὠίδιο τοῦ σίτου, ποὺ καὶ αὐτὸ συνεπιβιώνει μὲ τὸν ξενιστή του ἀπὸ τὰ ἀρχαῖα χρόνια
(Thanassoulopoulos, 1997, 2001).
Ἀντιθέτως ἀναφέρονται ἐχθροὶ (Πίν. 2) καὶ ἄλλες ζημιές, ποὺ ὀφείλονται κυρίως σὲ
ἐπιδράσεις κακῶν μετεωρολογικῶν συνθηκῶν. Στὸ Φ 11 τῆς Ἰλιάδας ἀναφέρεται μὲ τί
τρόπο ἔτρεχαν οἱ Ἀχαιοί, γιὰ νὰ σωθοῦν ἀπὸ τὴν ὁρμὴ τῶν Τρώων μὲ ἡγέτη τους τὸν
Ἕκτορα, καὶ παρομοιάζονται μὲ τὶς ἀκρίδες, ὅταν φεύγουν ἐξ αἰτίας τῆς φωτιᾶς ποὺ
ἀνάβουν οἱ χωρικοί:
«ὡς δ’ ὅθ’ ὑπὸ ριπὰς πυρὸς ἀκρίδες ἠερέθοντο φευγέμεναι ποταμόνδε τόδε φλέ-
γει ἀκάματον πῦρ ὅρμενον ἐξαίφνης, ταίδε πτώσσουσι καθ’ ὓδωρ [Ὅπως, ὅταν ἀπὸ
τὴν ὁρμὴ τῆς φωτιᾶς μαζεύωνται οἱ ἀκρίδες, γιὰ νὰ φύγουν κατὰ τὸν ποταμό, κι ἡ
ἀκούραστη φωτιὰ σηκώνεται ξαφνικὰ καὶ ἀνάβει, κι ἐκεῖνες φοβισμένες ζαρώνουν
στὸ νερό].»
Ἀπὸ τοὺς στίχους αὐτοὺς εἶναι φανερὸ ὅτι οἱ γεωργοὶ τῆς ἐποχῆς ἐκείνης ὄχι μόνο γνώ-
ριζαν ὅτι οἱ ἀκρίδες προκαλοῦν ζημιὲς στὰ γεννήματα, ἀλλὰ ἐφάρμοζαν καὶ τρόπους
ἀντιμετώπισης τῶν προσβολῶν. Στὴν Ἰλιάδα ἐπίσης (A 38) ἀναφέρεται ὁ Ἀπόλλων ὡς
Σμινθεύς, ποὺ ἐπιτρέπει βεβαίως νὰ ὑποτεθῇ ὅτι ἦσαν γνωστὲς οἱ καταστροφὲς ἀπὸ τοὺς
ποντικοὺς καὶ ὁ θεὸς λεγόταν ἔτσι ὡς διώκτης καὶ καταστροφέας τους.5 Στὸ ἴδιο ἔπος
ἀναφέρονται ἀκόμη ζημιές, ποὺ προκαλοῦνταν ἀπὸ διάφορες κακὲς καιρικὲς συνθῆκες,
ὅπως στὸ Β 146, ὅπου πληροφορούμαστε:
«...καὶ ὅπως, ὅταν ἔρθῃ καὶ ταράξῃ ὁ Ζέφυρος βαθὺ σπαρμένο χωράφι, καθὼς φυ-
σάει μὲ λύσσα καὶ γέρνει τὰ στάχυα, ἔτσι κουνήθηκε ὁλόκληρη ἡ συνέλευσή τους.»
Καὶ τοῦτο δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὸ «μὴ παρασιτικὸ πλάγιασμα τῶν σιτηρῶν»,
ὅπως τὸ λέμε σήμερα στὴ φυτοπαθολογικὴ ἐπιστήμη. Στὸ Ξ 413 περιγράφεται μὲ γλα-
φυρότητα καὶ μεγάλη παραστατικότητα ἡ κεραυνοβόληση δένδρου σὲ παρομοίωση
σχετικὴ μὲ τὸν τρόπο ποὺ ἔπεσε ὁ Ἕκτορας:
«...ὅπως, ὅταν χτυπημένη ἀπὸ κεραυνὸ τοῦ ∆ία πέφτῃ μία βαλανιδιὰ βγαλμένη ἀπὸ
τὶς ρίζες της καὶ βγάζῃ φοβερὴ μυρωδιὰ θειαφιοῦ, κι ὅποιος τύχῃ νὰ εἶναι κοντὰ
καὶ νὰ τὴ δῇ δὲν τοῦ ἀπομένει κουράγιο, γιατί εἶναι φοβερὸς ὁ κεραυνὸς τοῦ ∆ία,
ἔτσι ἔπεσε κι ὁ δυνατὸς Ἕκτορας...»
καὶ στὸ Ρ 53-55 περιγράφεται πάλι πῶς ἕνα δροσερὸ φυντάνι ἐλιᾶς ξεριζώνεται καὶ
καταστρέφεται ἀπὸ δυνατὸ ἄνεμο καὶ καταρρακτώδη βροχή:
«...ἐλθὼν δ’ ἐξ ἀπίνης ἄνεμος σὺν λαίλαπι πολλῇ βόθρου τ’ ἐξέστρεψε καὶ ἐξετά-
νυσσ’ ἐπὶ γαίῃ...»
Στὸν τομέα αὐτὸ εἶναι φανερό, ἀπὸ ὅσα βρέθηκαν γραμμένα στὰ ἔπη, ὅτι δὲν ὑπῆρχαν
ἱκανοποιητικὲς γνώσεις σὲ σχέση μὲ τὸ σήμερα, καὶ τοῦτο ἦταν πολὺ φυσικό, ἀφοῦ δὲν
ὑπῆρχαν οἱ δυνατότητες γιὰ τὴν παρατήρηση τῶν αἰτίων ποὺ προκαλοῦσαν τὶς ζημιές.
Οἱ περισσότερες ἀσθένειες καὶ παθήσεις θεωροῦνταν ὅτι ἦταν ἀποτελέσματα θεϊκῆς ὀρ-
γῆς. Ἐν τούτοις οἱ Ἕλληνες, φύσει δύσπιστοι, φρόντιζαν νὰ ἔχουν πρακτικοὺς τρόπους
ἀντιμετώπισης τῶν ζημιῶν, ὅπως φαίνεται μὲ τὶς ἀκρίδες στοὺς πιὸ πάνω στίχους (Φ 11)
ἢ στοὺς στίχους τῶν «Λιθικῶν», ὅπου συνιστᾶται ἡ καταπολέμηση τῆς «ἐρυσίβης» μὲ
σκόνη ἀπὸ κοράλλια καὶ στὰ μεταγενέστερα χρόνια μὲ πολὺ περισσότερες συνταγὲς
(Ἡσίοδος), ποὺ ἔδειχναν τὴν ἀγωνία τους γιὰ τὴ διάσωση τῶν καλλιεργειῶν τους.

5. Σμίνθος = ὁ ἀρουραῖος.
34

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


7. ΖΩΟΤΕΧΝΙΑ

Γεωργικὴ ἀνάπτυξη ὅμως σὲ ἕνα τόπο δὲν μποροῦσε νὰ γίνῃ οὔτε καὶ νὰ ἐξετασθῇ
μόνο ἀπὸ τὴ σκοπιὰ τῆς φυτικῆς παραγωγῆς. Τὸ φυτικὸ κεφάλαιο ἦταν ἄρρηκτα συν-
δεδεμένο μὲ τὸ ζωικὸ καὶ μαζὶ τὰ δύο δημιούργησαν στὸ χρόνο τὸ ἀρχαῖο πολιτιστικὸ
θαῦμα. Στὰ δύο ἔπη ἀναφέρονται πολλὰ εἴδη ζῴων, πουλιῶν, ἐντόμων καὶ θαλασσίων
ὀργανισμῶν. Μετρήθηκαν 52 διαφορετικὰ εἴδη σὲ περισσότερες ἀπὸ 150 ἀναφορὲς στὶς
24 ραψῳδίες (Πίν. 2). Οἱ περισσότερες ἀπὸ αὐτὲς τὶς ἀναφορὲς εἶναι παρομοιώσεις τῶν
διαφόρων ἡρῴων τοῦ πολέμου πρὸς διάφορα, κυρίως ἄγρια, ζῷα, ἀλλὰ καὶ ἀναφορὲς
οἰκόσιτων ζῴων, ἰδίως στὴν Ὀδύσσεια, ποὺ ἀναφέρονται στὶς δραστηριότητες τῶν ἀν-
θρώπων γιὰ τὶς γεωργικὲς ἐργασίες καὶ τὴ διατροφή τους.
Μὲ τὴ σκέψη αὐτὴ ἔγινε προσπάθεια νὰ ἐξεταστῇ καὶ μέσα ἀπὸ τὰ Ὁμηρικὰ κείμενα,
πῶς ἦταν ἀναπτυγμένο τὸ ζωικὸ κεφάλαιο ἐκείνη τὴν ἐποχή. Τὸ ἀποτέλεσμα δὲν μπορεῖ
νὰ θεωρηθῇ ἀπολύτως ἱκανοποιητικό, γιατί δὲν ὑπάρχουν λεπτομερεῖς περιγραφὲς γιὰ
τὶς συνθῆκες ἐργασίας καὶ τὸν τρόπο διαχείρισης τοῦ ζωικοῦ κεφαλαίου. Ἐν τούτοις
ἀπὸ τὸ σύνολο τῶν ἀναφορῶν εἶναι δυνατὸν νὰ ἐξαχθοῦν μερικὰ συμπεράσματα γιὰ τὶς
γνώσεις τῶν ἀνθρώπων τῆς Χαλκοκρατίας στὰ ζῷα καὶ τὴν περιποίησή τους, ἀλλὰ καὶ
τὶς χρήσεις τῶν ζωικῶν προϊόντων, πλὴν τῆς χρησιμοποίησής τους γιὰ τὴ διατροφή.
Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὶς πιὸ πάνω χρήσεις τὰ ζῷα χρησιμοποιοῦνταν γιὰ τὶς θυσίες πρὸς
τοὺς θεούς. Γιὰ τὴ θυσία πρόσφεραν, ὅπως τοὐλάχιστον φαίνεται στὰ κείμενα, τὰ κα-
λύτερα κομμάτια τοῦ ζῴου καὶ τὰ ὑπόλοιπα καταναλώνονταν ἀπὸ τοὺς πιστούς. Θυσί-
αζαν διάφορα ζῷα, κυρίως βοοειδῆ καὶ πρόβατα, διαφορετικῆς ἡλικίας, ἀλλὰ ἀπὸ τὰ
κείμενα δὲν φαίνεται ἂν ὑπῆρχε ἱεράρχηση ἀνάλογα μὲ τὸ κῦρος αὐτοῦ ποὺ πρὸς τιμήν
του γινόταν ἡ θυσία ἢ ἂν ἡ ἡλικία τοῦ ζῴου ἔπαιζε κάποιο ρόλο. Στὰ παρακάτω ὀκτὼ
ἀποσπάσματα τῆς Ἰλιάδας φαίνεται ἡ μεγάλη σημασία ποὺ ἀποδιδόταν στὴ θυσία στὴ
θεότητα γιὰ εὐχαριστία, γιὰ κάτι μελλοντικὸ καὶ λίγο πρὶν ἀρχίσῃ κάποια σχετικὴ μ’
αὐτὸ δραστηριότητα, ἰδίως ἂν αὐτὴ ἐνεῖχε κινδύνους, ἢ ἐπρόκειτο γιὰ εὐχαριστία γιὰ
κάτι ποὺ ἤδη ἔγινε.
Στὴν ἐκστρατεία κατὰ τῆς Τροίας, σὲ κάποια δύσκολη στιγμὴ τοῦ πολέμου, μετὰ ἀπὸ
μία ὁμιλία τοῦ Ἀγαμέμνονα καθένας ἀπὸ τοὺς πολεμιστὲς θυσίαζε ὅπου ἤθελε ὅπως καὶ
ὁ ἀρχηγὸς τοῦ στρατοῦ, ὅπως φαίνεται στὸ Β 403:
«...Στὸν παντοδύναμο γιὸ τοῦ Κρόνου θυσίασε ὁ ἀρχηγὸς τοῦ στρατοῦ Ἀγαμέμνο-
νας βόδι παχὺ πεντάχρονο...»
ἢ ἡ Ἑκάβη στὸ Ζ 93:
«...νὰ τὸ βάλῃ στὰ γόνατα τῆς Ἀθηνᾶς ποὺ ἔχει ὡραῖα μαλλιά, καὶ νὰ τῆς τάξῃ
πὼς θὰ θυσιάσῃ στὸ ναὸ δώδεκα βόδια μονοχρονίτικα, ποὺ δὲν μπῆκαν ἀκόμη στὸ
ζυγό...»
καὶ ἡ Τρωαδίτισα ἱέρεια Θεανὼ στὸ ναὸ τῆς Ἀθηνᾶς, γιὰ νὰ σώσῃ τὴν πόλη ἀπὸ τοὺς
Ἀχαιοὺς (Ζ 308):
«Σεβαστὴ Ἀθηνᾶ προστάτισσα τοῦ κάστρου μας, θεὰ ξεχωριστή, σπάσε τὸ κον-
τάρι τοῦ ∆ιομήδη καὶ δῶσε ὁ ἴδιος νὰ πέσῃ μπρούμυτα μπροστὰ στὶς σκαιὲς πύλες,
γιὰ νὰ σφάξουμε τὴν ἴδια ἐκείνη στιγμὴ δώδεκα βόδια στὸ ναό σου τοῦ ἑνὸς χρόνου,
ποὺ δὲν μπῆκαν ἀκόμη στὸ ζυγό.»
ἢ ὁ ∆ιομήδης στὴν Ἀθηνᾶ ἐπίσης, στὸ Κ 292, ἔτσι ποὺ καὶ ἡ θεὰ νὰ βρεθῇ σὲ δύσκολη
θέση, ποιόν νὰ βοηθήσῃ:
«...ἔτσι τώρα καὶ μένα πρόθυμη βοήθησε καὶ φύλαγε, κι ἐγὼ θὰ σοῦ θυσιάσω μία
δαμάλα ἑνὸς χρόνου μὲ πλατὺ μέτωπο, ἀδάμαστη, ποὺ ἀκόμα ἄνθρωπος δὲν τὴν
35

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


ἔβαλε κάτω ἀπὸ τὸ ζυγό...».
Ἐπίσης ἀναφέρονται θυσίες διάφορες, εἴτε γιὰ νὰ ἐξευμενίσουν τὸ θεῖο εἴτε γιὰ νὰ
ζητήσουν κάτι νὰ τοὺς γίνῃ, μὲ διάφορα ζῷα ὅπως:
«...ἂν κάποτε ὁ Ὀδυσσέας πρὸς τιμήν σας θυσίασε ἀρνιὰ καὶ κατσίκια, ἀφοῦ τὰ
κάλυψε μὲ παχὺ λίπος...» (ρ 240)
ἢ στὸ τ 397:
«...γιατὶ πρὸς τιμήν του (τοῦ Ἑρμῆ) εὐπρόσδεκτα θυσίαζε μηριὰ ἀρνιῶν καὶ κα-
τσικιῶν...»
καὶ στὰ Β 550, στὸ ναὸ τῆς Ἀθηνᾶς:
«... ἐκεῖ οἱ νέοι τῶν Ἀθηναίων θυσιάζοντάς του κάθε χρόνο ταύρους καὶ ἀρνιὰ
γυρεύουν νὰ τὸν ἐξευμενίσουν...»,
καὶ Γ 245:
«Οἱ ἀπεσταλμένοι στὸ μεταξὺ κουβαλοῦσαν μέσα στὴν πόλη ὅ,τι χρειαζόταν γιὰ
τοὺς πιστοὺς ὅρκους τῶν θεῶν, δύο ἀρνιά, κρασὶ ποὺ εὐφραίνει τὴν καρδιὰ καὶ τὸν
καρπὸ τῆς γῆς μέσα σὲ κατσικίσιο ἀσκί...»
Ἐνδιαφέρουσα εἶναι καὶ ἡ περίπτωση θυσίας γιὰ τὴν ἐπιστροφὴ κάποιου, ὅπως γιὰ
τὴ διάσωση τοῦ Αἴαντα τοῦ Τελαμώνιου ἀπὸ τὴ μάχη μὲ τὸν Ἕκτορα (Η 314):
«...Ὅταν ἐκεῖνοι ἔφτασαν στὶς σκηνὲς τοῦ γιοῦ τοῦ Ἀτρέα, ὁ κυβερνήτης τοῦ στρα-
τοῦ, ὁ Ἀγαμέμνονας, ἔσφαξε γιὰ χάρη του ἕνα βόδι ἀρσενικὸ πεντάχρονο, (ὡς θυσία)
στὸν παντοδύναμο γιὸ τοῦ Κρόνου...»
Οἱ περιγραφὲς ἀπὸ τὸ σημεῖο αὐτὸ καὶ κάτω ἀναφέρονται στοὺς τρόπους ἀνάπτυ-
ξης ἀλλὰ καὶ στὴν ποικιλία τοῦ ζωικοῦ κεφαλαίου. Ἀπὸ τὶς περιγραφὲς τῆς ἀσπίδας
τοῦ Ἀχιλλέα καὶ πάλι, ἀλλὰ καὶ τὴν περιγραφὴ τῆς νήσου Θρινακίας, φαίνεται πολὺ
καθαρὰ ὅτι τὸ ζωικὸ κεφάλαιο κατὰ βάση ἀποτελεῖτο ἀπὸ ἀγελάδες καὶ πρόβατα. Ἡ
συνολικὴ περιγραφὴ μάλιστα, ποὺ ἀναφέρεται στὴν ἀσπίδα, εἶναι τόσο ζωντανή, ποὺ
ἔχει κανεὶς τὴν ἐντύπωση ὅτι βλέπει μπροστά του μιὰ κτηνοτροφικὴ ἐγκατάσταση τῶν
Σαρακατσαναίων, ὅπως θὰ τὴ δῇ ἀκόμη καὶ σήμερα στὰ ὀρεινὰ βοσκοτόπια τοῦ τόπου
μας, ὅπου οἱ Σαρακατσαναῖοι ζοῦν γιὰ χιλιάδες χρόνια χωρὶς διακοπή, ἴσως καὶ πολὺ
πρὶν ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῶν Ὁμηρικῶν (Μάτσας 1968, Καββαδίας 1991):
«...ἔβαζε ἀκόμα ἐπάνω της ἕνα κοπάδι ἀπὸ ὀρθοκέρατες ἀγελάδες... ἔβαζε ἀκόμα
ἐπάνω της ὁ ξακουστὸς θεὸς (ὁ Ἥφαιστος) μὲ τὰ δυνατὰ χέρια ἕνα βοσκοτόπι, μέσα
σὲ ὄμορφο λιβάδι, μεγάλο, μὲ ἄσπρα ἀρνιὰ καὶ μαντριὰ καὶ τσαντήρια σκεπασμέ-
να...» (Σ 542).
Ἡ δεύτερη περιγραφὴ ἀπὸ τὴν Ὀδύσσεια (λ 108):
«...ὅταν γιὰ πρώτη φορά πλησιάσῃ τὸ καλοφτειαγμένο πλοῖο σου στὸ νησὶ Θρινα-
κία, ἀφοῦ ξεφύγῃς ἀπὸ τὴ ροδόχρωμη θάλασσα, θὰ βρῆτε νὰ βόσκουν οἱ ἀγελάδες
καὶ τὰ δειλὰ πρόβατα τοῦ Ἥλιου (Ἀπόλλωνα) [...δ’ εὕρητε βόας καὶ ἴφια μῆλα
Ἠελίου...].»
Ἄλλες ραψῳδίες τῆς Ὀδύσσειας συμπληρώνουν τὴν εἰκόνα, δίνοντας ἐπὶ πλέον καὶ
ἀριθμὸ ζῴων ἀνὰ κοπάδι, καὶ ἔτσι μπορεῖ νὰ ὑπολογισθοῦν πόσοι βοσκοὶ χρειάζονταν
γιὰ τὴ βόσκησή τους. Στὸ μ 127 ἐπαναλαμβάνεται τὸ λ 108 (βλ. πιὸ πάνω), καὶ συμπλη-
ρώνεται μὲ τὴν προσθήκη ὅτι ὑπῆρχαν ἑπτὰ κοπάδια ἀγελάδες καὶ τόσα κοπάδια μὲ
ὡραῖα πρόβατα, ποὺ τὸ κάθε κοπάδι εἶχε πενήντα ζῷα, ἐνῷ στὸ ξ 100 δὲν ἀναφέρεται
ἀκριβὴς ἀριθμὸς ζῴων σὲ κάθε κοπάδι ἀλλὰ μόνο ἀριθμὸς κοπαδιῶν:
«...στὴν ξηρὰ ὑπάρχουν δώδεκα κοπάδια (ἐννοεῖ βοῶν), ἄλλα τόσα κοπάδια προ-
βάτων, ἄλλα τόσα χοίρων, ἄλλα τόσα μεγάλα κοπάδια γιδιῶν, ὅλα πολυάριθμα...»
36

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


Πίνακας 2. Ἀναφερόμενα ζῷα, πουλιὰ καὶ ἔντομα κατὰ τὴν ἐποχὴ
τοῦ Χαλκοῦ καὶ τὴν Ὁμηρική*
ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ ΟΜΗΡΙΚΑ ΕΠΗ
ΤΕΧΝΗ ΓΡΑΜΜΙΚΗ Β VERMEULE ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
Οἰκόσιτα ζῷα
Ταῦρος Ταῦρος Ταῦρος Ταῦρος Β 480, 550, γ 7
Βόδι Βόδι Βόδι Ρ 4, 526, Υ 495, χ 299, λ 108, Β
402, ξ 100, Κ 292, Ζ 93, 308, Η 314,
Ἀγελάδα Ἀγελάδα Ἀγελάδα Ἀγελάδα κατὰ παραδοχὴ λόγῳ τοῦ
γάλακτος
Μοσχάρι Μοσχάρι η 410, Ρ 4
Πρόβατο Πρόβατο Πρόβατο Μῆλα (Πρόβατο) μ 127, Β 605, 696,
ο 226, 403, Χ 262
Κριάρι Κριάρι Κριάρι Κριάρι Γ 196, Ν 491
Προβατίνα Προβατίνα Προβατίνα Προβατίνα κατὰ παραδοχὴ ἀφοῦ
ἔδιναν γάλα
Ἀρνάκι
Κατσίκα Κατσίκα Κατσίκα Κατσίκα (γίδα) δ 605, ρ 240, τ 397
Τράγος ι 239
Χοῖρος Χοῖρος Χοῖρος ψ 32, ξ 427
Ἄλογο Ἄλογο Ἄλογο Ἄλογο1 Λ 680, ζ 596, Ο 679, Ψ 454,
Κ 436
Γάϊδαρος Γάϊδαρος Γάϊδαρος Λ 558,
Μουλάρι Μουλάρι ζ 89, Ρ 742, Ψ 115
Σκύλος Σκύλος Σκύλος ξ 21, 29, ρ 292, κ.ἄ.
Ζῷα κυνηγίου-Ἄγρια ζῷα
Ἀγριόχοιρος Ἀγριόχοιρος Ἀγριόχοιρος Ἀγριόχοιρος Μ 42, Ρ 282
Ἄλκη
Λαγὸς Λαγὸς Λαγὸς Ρ 676, Χ 310
Ἀλεποῦ;
Σκατζόχοιρος
Αἴγαγρος
Λεοπάρδαλη Λεοπάρδαλη Λεοπάρδαλη Φ 573,
Λέων Λέων Λέων Λέων Ρ 132, 161, Κ 485, Β 297, Ε 299,
Ω 41, Υ 161, Γ 23, Σ 161, Ν 198,
Ἐλάφι Ἐλάφι Ἐλάφι Ἐλάφι ν 436, ∆ 242, Χ 1, Α 225, Η 360,
ρ 294
Ἀγριοκάτσικο Ἀγριοκάτσικο ∆ 105, ξ 50, Α 268, ι
155
Ἰκτὶς (νυφίτσα) Ἰκτὶς (νυφίτσα) Κ 334
Λύκος Λύκος ∆ 471, Π 156, Ν 102, Π 352,
Χ 262
Ἀρκούδα λ 609
Τσακάλι Τσακάλι Λ 473
Ὠφέλιμα καὶ Ἐπιβλαβῆ Ἔντομα
Μέλισσα Μέλισσα Μέλισσα Β 86, Μ 167
Ἲψ (Σαράκι), φ 393
Τέττιξ Τέττιξ (τζιτζίκι) Γ 151
Ἀκρίδα Ἀκρὶς Φ 12
Σφὴξ Μ 167, Π259
Οἶστρος (τάβανος) Χ 299,
Μῦγα ∆ 131, Β 469, Π 641, Ρ 570, Τ 23
Προνύμφες Προνύμφες μύγας Τ 24
Πεταλούδα

37

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


Πίνακας 2 (συνέχεια)

ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ ΟΜΗΡΙΚΑ ΕΠΗ


ΤΕΧΝΗ ΓΡΑΜΜΙΚΗ Β VERMEULE ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
Ἀκάρεα-Ἀραχνοειδῆ καὶ ἄλλα ἐπιβλαβῆ ζῷα
Τσιμποῦρι ρ 300
Ἀράχνη θ 279
Ποντικός; Ποντικός; Ποντικὸς Ποντικὸς Α 38, ἐμμέσως
Πουλιὰ
Κότα, Πετεινὸς
Αὐγὸ χήνας Χήνα Χήνα Χήνα τ 536, ο 160, Β 460
Περιστέρι (γκρίζο) Περιστέρι Περιστέρι (ἀγριοπερίστερο) φ 493,
Χ 139
Σπουργίτης Σπουργίτης Β 311
Ἀετὸς Ἀετός, Γύπας Ἀετός, Γύπας Φ 252, Χ 308, γ 44,
Ω 315, γ 371, χ 30, Λ 161, Σ 271,
Π 428, π 16, χ 302, ο 690, γ 271, Λ 453
Γερανὸς Γερανὸς Γ 2, Β460
Κοράκι Κόραξ;
Κάργια; Κουρούνα μ 418, ε 66
Ἀλκυών Ἀλκυὼν Ι 563
Γεράκι Γεράκι Γεράκι (ἴριξ) Π 582, Ο 237, Ι 350
Ἐρῳδιὸς Ἐρῳδιὸς Ἐρῳδιὸς Κ 274
Ἀηδόνι Ἀηδόνι τ 518
Κουκουβάγια Κουκουβάγια Κουκουβάγια ε 65
Χαλκοκουρούνα Χαλκίς, Κύμινδις Κύμινδις (Χαλκίς) Ξ 289
Ψαρόνι Χελιδόνι Χελιδόνι φ 411, χ 239
Πάπια (ἄγρια);
Κυκνίας Κύκνος (δουλιχόδειρος) Β 460,
Ο 492
Γλάρος (λάρος) Ε 51, ο 479
Αἴθυια (λευκοθέη) ε 352
Νυκτοκόρακας Ε 66
Νυκτερὶς Μ 433
Τσίχλα χ 468
Αὐγὸ
στρουθοκαμήλου
Πέρδικα

* Οἱ τρεῖς πρῶτες στῆλες τοῦ ἀνωτέρω πίνακα εἶναι προσαρμοσμένο ἀντίγραφο τοῦ Πίνακα 1 ἀπὸ
τὸ βιβλίο τῆς E. Vermeule, ἡ τέταρτη στήλη εἶναι ἐπεξεργασία τοῦ γράφοντος.
1. Ἀναφέρονται ἐπίσης ἐπώνυμοι ἵπποι: Ἠοῦς ψ 246, Ἀχιλλέως Π 149, Τ 407, Ἕκτορος Λ 185,
Θ 185, Ἀγαμέμνονος Ψ 295, Μενελάου Ψ 295, Ἀδρήστου Ψ 246, Ἀγχίσου καὶ Αἰνείου Ε 265,
∆ιομήδους Ψ 377, Φαρητιάδου Β 763.

Στὴν Ἰλιάδα (Σ 524) περιγράφεται ἡ ἐνέδρα ποὺ εἶχαν στήσει οἱ Ἀχαιοί, γιὰ νὰ ἁρ-
πάξουν τὰ πρόβατα καὶ ὁ τρόπος ποὺ ἐμφανίσθηκε τὸ κοπάδι, ποὺ τὸ ἀκολουθοῦσαν
βοσκοὶ ποὺ ἔπαιζαν φλογέρα, ὅπως ἀκριβῶς καὶ σήμερα:
«...πότε θὰ ἰδοῦν τὰ πρόβατα καὶ τὰ βόδια μὲ τὰ γυριστὰ κέρατα. Ἐκεῖνα γρήγορα
πρόβαλαν καὶ τὰ ἀκολουθοῦσαν δύο βοσκοί, ποὺ ἔπαιζαν φλογέρα χαρούμενα...»
Ἐξετάζοντας τὶς ἀναφορὲς γιὰ τὸ ζωικὸ κεφάλαιο διαπιστώνουμε ὅτι τὸ μεγαλύτερο
μέρος καταλάμβανε ἡ ἐκτροφὴ προβάτων σὲ ἐκτατικὸ χαρακτῆρα. Ἡ προβατοτροφία

38

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


ἀποτελοῦσε τὸ σημαντικώτερο οἰκονομικὸ πεδίο ἀπὸ ἄποψη τῆς ζωικῆς παραγωγῆς
γιὰ τὴν παραγωγὴ κρέατος, γάλακτος καὶ τυριοῦ καθὼς καὶ μαλλιοῦ, δερμάτων καὶ τῆς
κόπρου, ποὺ χρησιμοποιοῦνταν γιὰ τὴ λίπανση τῶν καλλιεργειῶν. Ἄλλωστε τὰ ἴδια
προϊόντα παράγονται καὶ ἀπὸ τὰ ἄλλα δύο εἴδη τοῦ ζωικοῦ κεφαλαίου, τὰ βοοειδῆ καὶ
τὰ αἰγοειδῆ, καὶ ἁπλῶς διαφέρει ποσοτικὰ ἡ παραγωγή. Ἀπὸ τὰ ἔπη φαίνεται ὅτι ὡρισμέ-
νες περιοχὲς εἶχαν ἰδιαιτέρως ἀναπτυγμένη προβατοτροφία, ὅπως ὁ Φενεὸς Κορινθίας,
ὁ Ὀρχομενὸς Βοιωτίας καὶ ἡ Ἰτῶνα, ποὺ ἀναφέρονται ἰδιαιτέρως (Β 605 καὶ Β 696):
«...κι αὐτοὶ ποὺ ζοῦσαν στὸν Φενεὸ καὶ στὸν Ὀρχομενὸ μὲ τὰ πολλὰ πρόβατα...»,
«καὶ τὴν Ἰτῶνα τὴν προβατομάνα»,
καθὼς καὶ ἡ Πύλος, ὅπως φαίνεται στὸ ο 226:
«...ἀλλὰ ἦταν ἀπὸ τὴ γενιὰ τοῦ Μελάμποδα ἀπόγονος, ὁ ὁποῖος στὸ παρελθὸν
κατοικοῦσε στὴν Πύλο, τὴ μητέρα τῶν προβάτων.»
Ἀλλὰ καὶ ἄλλες περιοχὲς πρέπει νὰ εἶχαν μεγάλο ἀριθμὸ προβάτων, καὶ μάλιστα
ὡρισμένοι ἀπὸ τοὺς ἡγέτες πρέπει νὰ κατεῖχαν πολὺ μεγάλο ζωικὸ κεφάλαιο (πρβλ. ξ
100, πιὸ πάνω) ἢ ὅσα ἀναφέρονται ἰδιαιτέρως στὴν Ὀδύσσεια γιὰ τὴν ἰδιοκτησία τοῦ
Ὀδυσσέα. Σὲ ἄλλες παρομοιώσεις τέλος ὁ στρατὸς παρουσιάζεται σὰν κοπάδι πρόβατα
ποὺ ἀκολουθεῖ τὸ κριάρι, ἢ ὁ ἡγέτης σὰν κριάρι ποὺ περνάει μέσα ἀπὸ μεγάλο κοπάδι,
ὅπως ὁ γέρο Πρίαμος παρωμοίασε τὸν Ἀγαμέμνονα, ὅταν τὸν εἶδε ἀνάμεσα στὸ στρά-
τευμά του (Γ 197):
«...Μὲ κριάρι τὸν παρομοιάζω ἐγὼ πυκνόμαλλο, ποὺ περνάει μέσα ἀπὸ μεγάλο
κοπάδι ἄσπρα πρόβατα.»
καὶ στὸ Ν 491 τὸν Αἰνεία:
«...ἀπὸ πίσω του ἀκολουθοῦσε ὁ στρατός, ὅπως ἀκολουθοῦν τὰ πρόβατα πίσω ἀπὸ
τὸ μπροστάρικο κριάρι, γιὰ νὰ πᾶνε νὰ πιοῦν ὕστερα ἀπὸ βοσκή...»,
δύο παράγραφοι ποὺ δείχνουν πόσο καλοὶ γνῶστες τοῦ τρόπου συμπεριφορᾶς τῶν
κοπαδιῶν ἦταν οἱ ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς, ἀκόμη καὶ οἱ βασιλεῖς.
Οἱ ἑπόμενοι στίχοι ἀπὸ τέσσερα σημεῖα, δύο τῆς Ἰλιάδας καὶ δύο τῆς Ὀδύσσειας,
σχετικὰ μὲ τὰ βοοειδῆ εἶναι παρομοιώσεις τῆς ἀνθρώπινης δραστηριότητας ἀπὸ τὴ
συμπεριφορὰ τῶν ζῴων αὐτῶν, ποὺ καὶ πάλι δείχνουν πὼς ἡ ζωὴ τοῦ σταύλου ἦταν
βαθιὰ ριζωμένη μέσα στὸ ὑποσυνείδητο τῶν ἀνθρώπων, ὥστε στὸ κάθε τι ἔβλεπαν τὴν
ἀντίστοιχη συμπεριφορὰ τοῦ ζῴου, ποὺ τὴν γνώριζαν πολὺ καλὰ καὶ τὴν παρωμοίαζαν
μὲ τὴν ὅποια πράξη ἤθελαν. Τὸ Ρ 4:
«καὶ πῆγε καὶ στάθηκε πάνω του σὰ μάνα γύρω ἀπὸ τὸ μοσχαράκι της τὸ πρωτο-
γέννητο...»
δείχνει, πῶς ὁ Μενέλαος πῆγε καὶ στάθηκε πάνω ἀπὸ τὸν Πάτροκλο, ἐνῷ στὸ κ 410
παρομοιάζεται ἡ ὑποδοχὴ ποὺ ἔκαναν οἱ ἄνδρες τοῦ Ὀδυσσέα σὲ αὐτὸν, ὅταν γύρισε
ἀπὸ τὰ παλάτια τῆς Κίρκης,
«...ὅπως ἀκριβῶς μοσχάρια γύρω ἀπὸ τὸ κοπάδι τῶν ἀγελάδων ξεχύνονται ὅλα
μαζὶ νὰ τὶς ὑποδεχτοῦν, ὅταν αὐτὲς ἐπιστρέφουν στὸ σταῦλο...»,
ἐνῷ τὸ χ 299 δείχνει, πῶς ἔκαναν οἱ μνηστῆρες, ὅταν τοὺς ἐπιτέθηκε ὁ Ὀδυσσέας:
«... αὐτοὶ ἔτρεχαν ὅλοι στὸ μέγαρο σὰν ἀγελάδες σὲ κοπάδι, τὶς ὁποῖες ὁ οἶστρος
(τάβανος) ἐφώρμησε καὶ τάραξε τὴν ἐποχὴ τῆς ἄνοιξης, ὅταν ἔρχωνται οἱ μεγάλες
ἡμέρες...».
Τέλος ἡ παρομοίωση τοῦ φόνου τοῦ πολεμιστῆ Ἄρητου δίνει μὲ γλαφυρὴ τραγικότη-
τα τὴ στιγμὴ ποὺ πέφτει νεκρός, κι εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ πολλὰ σημεῖα ποὺ δημιουργεῖ τὴν
ἀπορία στὸν ἀναγνώστη, πῶς ἕνας τυφλός, ὅπως λέγεται ὅτι ἦταν ὁ Ὅμηρος, ἔδωσε
39

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


τόσο ζωντανὲς καὶ συνταρακτικὲς περιγραφές, ὅπως στὸ Ρ 120:
«...ὅπως, ὅταν ἕνας γερὸς ἄντρας, ποὺ βαστάει κοφτερὸ πελέκι, χτυπήσῃ πίσω ἀπὸ
τὰ κέρατα βόδι ποὺ ζῇ στὴν ἐξοχὴ καὶ τοῦ κόψῃ πέρα γιὰ πέρα τὸ νεῦρο, κι ἐκεῖνο
δίνει ἕνα πῆδο μπροστὰ καὶ σωριάζεται...».
Γιὰ τὰ γίδια ἀντιθέτως ὑπάρχουν πολὺ λίγες πληροφορίες, ἡ Ἰθάκη ὅμως περιγράφε-
ται ὡς τόπος μὲ μεγάλη αἰγοτροφία (δ 605):
«...ἡ πατρίδα μου (ἡ Ἰθάκη) μόνο αἶγες τρέφει...»,
ἐνῷ στὸ Β 474 ἔχουμε τὴν πληροφορία, ὅτι τὰ κοπάδια ἀνακατεύονταν στὰ βοσκο-
τόπια, ἀλλὰ οἱ τσοπάνηδες μποροῦσαν νὰ τὰ ξεχωρίζουν μὲ εὐκολία, ὅπως ἀκριβῶς
γίνεται καὶ σήμερα σὲ περιοχὲς ποὺ κυρίαρχο ζῷο βόσκησης εἶναι τὸ κατσίκι:
«Αὐτούς, ὅπως πλατιὰ κοπάδια ἀπὸ γίδια οἱ γιδοβοσκοὶ εὔκολα τὰ ξεχωρίζουν,
ὅταν ἀνακατευτοῦν στὴ βοσκή...».
Σὲ ἄλλους στίχους φαίνεται καθαρὰ ἡ χρησιμοποίηση τῶν παραπροϊόντων τῶν ζῴων
γιὰ κατασκευὲς εἰδῶν καθημερινῆς χρήσεως, ὅπως γιὰ νὰ σκεπάζωνται στὸ κρεβάτι
(ξ 519):
«... καὶ ἀφοῦ μίλησε, σηκώθηκε, ἔβαλε κοντὰ στὴ φωτιὰ κρεβάτι κι ἐπάνω δέρματα
προβάτων καὶ γιδιῶν, ὅπου ὁ Ὀδυσσέας κοιμήθηκε...»
ἢ γιὰ τὴν κατασκευὴ ἀσκῶν γιὰ τὴ μεταφορὰ ὑγρῶν (ζ 77 καὶ ι 196):
«...καὶ γέμισε ἕνα γιδίσιο ἀσκὶ μὲ κρασί...»
καὶ
«...μαζί μου δὲ εἶχα ἀσκὸ γιδίσιο γεμᾶτο ἀπὸ γλυκὸ μαῦρο κρασί...».
Ἐπίσης χρησιμοποιεῖτο τὸ μαλλὶ τῶν ζῴων γιὰ τὴν κατασκευὴ χιτώνων, φορεμάτων
ἢ γενικῶς εἰδῶν ἔνδυσης, ὅπως τοὐλάχιστον φαίνεται ἐμμέσως ἀπὸ τοὺς στίχους στὸ
Γ 384:
«...Πιάνοντας μὲ τὸ χέρι της (ἡ θεὰ Ἀφροδίτη) τὸ ἀρωματισμένο της φόρεμα (τῆς
Ἑλένης) τὴν τράβηξε καὶ τῆς μίλησε, παίρνοντας τὴν ὄψη μιᾶς πολύχρονης γριᾶς
γνέστρας»,
ἀπ’ ὅπου φυσικὰ τεκμαίρεται ὅτι ὑπῆρχαν εἰδικὲς τεχνῆτρες γιὰ τὴν ἐπεξεργασία
τοῦ μαλλιοῦ καὶ τὴν κατασκευὴ ὑφασμάτων. Ἐπίσης φοροῦσαν ἀπ’ εὐθείας δέρματα,
ὅπως ὁ Μενέλαος, ὁ ∆όλων (Κ 334) δέρμα λύκου, ὁ Πάρις (Γ 16) δέρμα λεοπάρδαλης
(παρδαλέην ὤμοισι ἔχων) καὶ δέρμα λέοντος ὁ Ἀγαμέμνων (Κ 23) καὶ ὁ ∆ιομήδης (Κ
117). Φυσικὰ τὰ δέρματα χρησιμοποιοῦντο καὶ γιὰ τὴν κατασκευὴ ὑποδημάτων, ζωνῶν,
ἱμάντων κ.λπ.
Σὲ ἄλλους στίχους τέλος περιγράφεται ὁ τρόπος σφαγῆς τῶν ζῴων, π.χ. στὸ Ψ 30, ποὺ
ἔσφαζαν τὰ ζῷα γιὰ τὸ νεκρικὸ δεῖπνο τοῦ Πατρόκλου ἢ στὸ Ι 240, ποὺ ἐξιστορεῖ τὸν
τρόπο ἀμέλγματος τῶν ἀρνιῶν καὶ κατσικιῶν ἀπὸ τὸν Κύκλωπα. Μιὰ ὡραία περιγραφὴ
ἀκόμη ἀναφέρεται στὴν παρομοίωση τοῦ τρόπου ποὺ μαζευόταν ὁ στρατὸς (Β 86):
«...Ὅπως εἶναι τὰ σμάρια ἀπὸ πυκνὰ μελίσσια, ποὺ ὅλο καὶ καινούργια βγαίνουν
ἀπὸ κουφαλιασμένο βράχο καὶ σὰν τσαμπιὰ πετοῦν πάνω στὰ ἀνοιξιάτικα λουλού-
δια καὶ πετοῦν κοπαδιαστὰ ἄλλα ἐδῶ κι ἄλλα ἐκεῖ...»,
ποὺ δείχνει καὶ τὴ γνώση ποὺ ὑπῆρχε γιὰ τὰ μελίσσια.
Ἐκτός ὅμως ἀπὸ τὸ ζωικὸ κεφάλαιο τῶν οἰκοσίτων ζῴων θὰ πρέπει νὰ ληφθῇ ὑπ’ ὄψη
καὶ ἐκεῖνο τῶν ἐλεύθερων ἀγρίων ζῴων, ποὺ τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ἦταν ἀξιόλογο καὶ χρη-
σιμοποιεῖτο γιὰ τροφὴ καθώς ἐπίσης καὶ γιὰ ἄλλες χρήσεις, ὅπως ἤδη ἀναφέρθηκε καὶ
κυρίως ἐνδυματολογικές. Στὰ εἴδη αὐτὰ συμπεριλαμβάνονται βεβαίως καὶ τὰ πουλιά.
Ἀπὸ ὅσα βρέθηκαν γραμμένα στὰ δύο ἔπη σχετικὰ μὲ τὰ οἰκόσιτα ζῷα φαίνεται ὅτι
40

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


ἡ ποιμενικὴ κτηνοτροφία τῆς ἐποχῆς ἐκείνης πολὺ λίγο διέφερε ἀπὸ τὴν ἀντίστοιχη
ποιμενικὴ κτηνοτροφία τῆς σημερινῆς ἐποχῆς στὴ χώρα μας, ἰδιαιτέρως στὶς ὀρεινὲς
τοποθεσίες τῆς Πίνδου καὶ τῶν Ἀγράφων, ὅπου ἀκόμη ἀσκεῖται ὡς κύριο ἐπάγγελμα
ἐπιβίωσης. Ἀλλὰ καὶ ἡ ἐνσταυλισμένη δὲν φαίνεται νὰ διαφέρῃ πάρα πολὺ ἐκτὸς ἀπὸ
τὴν παρουσία σήμερα τῶν τεχνολογικῶν βελτιώσεων καὶ τοῦ τρόπου διατροφῆς τῶν
ζῴων ποὺ ἐνδεχομένως δὲν εἶναι καλύτερος ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ εἶχαν οἱ ἄνθρωποι χιλιάδες
χρόνια πρίν. Σημασία πάντως ἔχει τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ οἰκονομία τῆς ἐποχῆς ἐκείνης ἀλλὰ
καὶ τῆς ἀμέσως προηγούμενης στηριζόταν στὴν γεωργία καὶ τὴν κτηνοτροφία, ὅπως
πολὺ καλὰ φαίνεται ἀπὸ τὰ Ὁμηρικὰ ἔπη ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὶς πινακίδες τῆς Γραμμικῆς Β.
Ἡ γεωργοκτηνοτροφικὴ ἀνάπτυξη ἀποτέλεσε τὸ μοχλὸ τῆς ἀνάπτυξης καὶ τῆς ἐξέλιξης
μὲ τὸ πέρασμα τοῦ χρόνου τοῦ πολιτισμοῦ, ποὺ σήμερα θαυμάζεται ἀπὸ τὴν παγκόσμια
κοινότητα. Ἡ ἀνάπτυξη αὐτὴ ἔδωσε τὴ δυνατότητα τῆς ὕπαρξης ἄφθονης καὶ θρεπτικῆς
τροφῆς, ποὺ συνετέλεσε στὸ νὰ ἔχῃ ὁ ἄνθρωπος περισσότερο χρόνο στὴ διάθεσή του,
γιὰ νὰ ἀσχοληθῇ μὲ τὴν τέχνη καὶ τὴ μάθηση, παρατηρῶντας τὸ περιβάλλον του, νὰ
ἀναπτύξῃ τὴ σκέψη του καὶ νὰ αὐξήσῃ τὶς γνώσεις του.

41

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


8. ΑΓΡΟΤΙΚΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

Στὴ σημερινὴ ἀγροτικὴ κοινωνία ἕνα ἀπὸ τὰ σοβαρὰ θέματα ποὺ προκύπτουν μὲ ση-
μαντικὲς ἀντιδικίες, ποὺ ἐνίοτε φθάνουν σὲ ἀκραῖες καταστάσεις, εἶναι ἡ ὁριοθέτηση
τῆς ἰδιοκτησίας τῶν χωραφιῶν. Εἶναι τόσο ἔντονο τὸ φαινόμενο στὶς μέρες μας, ὥστε οἱ
αἴθουσες τῶν δικαστηρίων τῶν ἀγροτικῶν περιοχῶν νὰ εἶναι γεμᾶτες ἀπὸ ἀντιδίκους
τέτοιων ὑποθέσεων. Φαίνεται ὅμως ὅτι τὸ φαινόμενο αὐτὸ δὲν εἶναι καινούργιο, ἀφοῦ
ἀπὸ τὴν πανάρχαιη ἐκείνη ἐποχὴ τὰ σαφῆ σύνορα τῶν χωραφιῶν ἦταν βασικὴ προϋπό-
θεση εἰρηνικῆς συνύπαρξης τῶν ἀνθρώπων. Τὸ γεγονὸς τῆς ὕπαρξης συνόρων φαίνεται
ἀπὸ τοὺς στίχους τῆς ραψῳδίας Φ 403-406, ὅπου ἱστορεῖται ἡ διαμάχη τῆς θεᾶς Ἀθηνᾶς
μὲ τὸ θεὸ Ἄρη:
«...Ἐκείνη, κάνοντας πίσω, πῆρε μὲ τὸ παχύ της χέρι μία πέτρα, ποὺ βρισκόταν
στὴν πεδιάδα, μαύρη, τραχειὰ καὶ μεγάλη, ποὺ οἱ προγενέστεροι ἄνθρωποι τὴν εἶχαν
βάλει νὰ εἶναι σύνορο τοῦ χωραφιοῦ...»
Ἡ εἰκόνα εἶναι ἀκριβῶς ὅπως καὶ σήμερα, ὁπότε στὰ ὅρια τῶν χωραφιῶν ὑπάρχουν
εἴτε μεγάλες πέτρες εἴτε καλαμιῶνες ἢ τέλος πάντων ὁτιδήποτε θὰ μποροῦσε νὰ σημα-
τοδοτήσῃ τὸ ὅριο κατοχῆς τῆς γῆς ἀπὸ τὸν κάθε ἰδιοκτήτη.
Σὲ ἄλλους στίχους, τῆς Ἰλιάδας καὶ πάλι (Μ 420), παρομοιάζεται ἡ ἀντιπαράθεση
τῶν Ἀργείων μὲ τοὺς Λυκίους στὸ τεῖχος, τοὺς μὲν ἔξω τοὺς δὲ μέσα ἀπὸ αὐτό, μὲ δύο
ἀγρότες ποὺ μαλώνουν γιὰ τὸ σύνορο:
«...Ἀλλά, ὅπως δύο ἄνθρωποι μαλώνουν γιὰ τὸ σύνορο, βαστῶντας καθένας καὶ
ἀπὸ ἕνα μέτρο στὰ χέρια, στὴ γραμμὴ ποὺ χωρίζει τὰ δύο χωράφια καὶ πάνω στὸ
λίγο τόπο μαλώνουν καθένας γιὰ τὸ δίκιο του...»
Κι ἐδῶ ἡ εἰκόνα γιὰ ὅσους ἔχουν ἔστω καὶ λίγη ἐμπειρία ἀπὸ τὴν ἀγροτικὴ ζωή εἶναι
τόσο ἀληθινὴ καὶ ζωντανή, ποὺ δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ περαιτέρω σχολιασμό.
Σήμερα ἕνα ἐξαιρετικὰ σοβαρὸ θέμα, ποὺ ἀντιμετωπίζουν οἱ γεωργικὲς ὑπηρεσίες
τοῦ τόπου μας, ἰδίως τῶν περιοχῶν ἐκείνων ὅπως εἶναι τῆς Β. Ἑλλάδος, ὅπου ὑπάρχει
ἀκόμη διαθέσιμη γῆ, εἶναι ἐκεῖνο τοῦ ἐποικισμοῦ. Εἶναι ἕνα θέμα ποὺ ἀπασχολεῖ σοβαρὸ
ἀριθμὸ ὑπαλλήλων ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ περασμένου αἰῶνα, ἀλλὰ καὶ ποὺ ἀπασχόλησε
τὴν Ἑλληνικὴ Πολιτεία ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῆς γένεσής της, ἐδῶ καὶ 180 χρόνια. Φαίνεται
ὅμως ὅτι τὸ θέμα δὲν εἶναι οὔτε καινούργιο οὔτε πρωτότυπο. Ἀπὸ τὴν Ὁμηρικὴ ἐποχή,
καὶ προφανῶς καὶ πολὺ νωρίτερα, ἀπασχόλησε τοὺς ἀνθρώπους ἡ διανομὴ τῆς γῆς γιὰ
τὴν ἀνάπτυξη τῶν καλλιεργειῶν τους. Ἀπὸ τὴ Γραμμικὴ Β φαίνεται ὅτι τὸ ἴδιο θέμα
ἀπασχολοῦσε καὶ τοὺς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, καὶ προχωροῦσαν σὲ διανομὴ
τῆς νέας γῆς ποὺ ἀποκτοῦσαν μὲ διάφορους τρόπους, συνήθως μὲ ἐπεκτατικὸ πόλεμο
(Vermeule, 1972, σελ. 265-274). Ἡ ἴδια κατάσταση προφανῶς, καὶ γιατί ὄχι, ἐπικρατοῦσε
καὶ κατὰ τοὺς Ὁμηρικοὺς χρόνους, ἀφοῦ ἀναφέρονται δύο χαρακτηριστικὲς περιπτώ-
σεις, ἡ μία μὲ ἀντικείμενο τὴν διανομὴ γῆς καὶ ἡ ἄλλη τὴν παροχὴ γῆς. Στὴν Ἰλιάδα (Ι
578-582) ἡ Βουλὴ τῶν Αἰτωλῶν ὑποσχόταν στὸ θυμωμένο Μελέαγρο καλὰ χωράφια,
γιὰ νὰ ἐπανέλθῃ καὶ νὰ ὑπερασπιστῇ τὴν πόλη τους:
«...ὅπου εἶναι ὁ πιὸ παχὺς κάμπος τῆς ὄμορφης Καλυδώνας, ἐκεῖ τοῦ ἔλεγαν νὰ δι-
αλέξῃ ἕνα κτῆμα ἐκτάσεως πενήντα γυῶν, τὸ μισὸ μὲ ἀμπέλι, τὸ ἄλλο νὰ τὸ χωρίσῃ
ἀπὸ τὸ γυμνὸ τόπο καὶ νὰ τὸ κάνῃ χωράφι.»
Στὴν Ὀδύσσεια (ζ 8-10) περιγράφεται, πῶς ὁ λαὸς τῶν Φαιάκων, ξεσηκωμένος ἀπὸ
τὸν ἀρχηγό τους Ναυσίθοο, μετακόμισε στὴ Σχερία (σημερινὴ Κέρκυρα) καὶ ποιές ἐνέρ-
γειες ἔκανε αὐτὸς ὅταν φτάσανε:
«...κι ἔβαλε τεῖχος γύρω ἀπ’ τὴν πόλη καὶ ἔχτισε σπίτια καὶ ἀνέγειρε ναοὺς τῶν
42

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


θεῶν καὶ μοίρασε τὰ χωράφια...»,
ἔκανε δηλαδὴ μία χαρακτηριστικὴ πράξη ἐποικισμοῦ τῆς νέας περιοχῆς, ὅπου ἔφτασε
ὁ λαός του.
Ἄλλο χαρακτηριστικὸ ζήτημα εἶναι ἡ διανομὴ περιουσίας, ὅπως τὴ διηγήθηκε ὁ
Ὀδυσσέας γιὰ τὸν ἑαυτό του στὸν διάλογο ποὺ εἶχε μὲ τὸν Εὔμαιο, πρὶν ἀποκαλυφθῇ
(Ὀδύσσεια ξ 207):
«...καὶ τὴν περιουσία τὴν μοίρασαν τὰ γενναιόκαρδα παιδιά του, ἀλλὰ σὲ μένα
ἔδωσαν πολὺ λίγα καὶ μοῦ ἔδωσαν μία κατοικία...»
Ἀκόμη καὶ ἂν ἡ διήγηση αὐτὴ ἦταν τελείως φανταστική, περιγράφεται μία πράξη
πού, ἂν δὲν γινόταν στὴν πραγματικότητα, δὲν θὰ μποροῦσε νὰ γίνῃ πιστευτὴ ἀπὸ τὸν
ἀκροατή. Ἐνῷ στὸ ξ 61-63 περιγράφονται τὰ παράπονα πάλι τοῦ Εὔμαιου, γιατί δὲν
γύρισε ὁ Ὀδυσσέας, ποὺ θὰ τοῦ ἔδινε κάποιο κλῆρο:
«...γιατί βέβαια οἱ θεοὶ ἐμπόδισαν τὴν ἐπιστροφὴ ἐκείνου, ὁ ὁποῖος ἐγκάρδια θὰ
μὲ ἀγαποῦσε καὶ κτῆμα θὰ μοῦ ἔδινε, ὅπως στὸν ὑπηρέτη του θὰ ἔδινε καλόκαρδος
κύριος, δηλαδὴ σπίτι, μερίδιο μὲ κλῆρο...»,
κάτι ποὺ γινόταν καὶ στὸν τόπο μας μέχρι πρὶν λίγα χρόνια σίγουρα, καὶ ἴσως νὰ γί-
νεται σὲ ὡρισμένες περιπτώσεις ἀκόμη σήμερα.
Τέλος στὴν Ἰλιάδα (Χ 477), στὸ συγκλονιστικὸ θρῆνο τῆς γυναίκας τοῦ Ἕκτορα,
ἡ Ἀνδρομάχη ὀδύρεται γιὰ τὸ χαμὸ τοῦ συζύγου της, ἐνῷ ταυτόχρονα σκέπτεται τὸ
μέλλον τοῦ γιοῦ τους καὶ τὴν μοῖρα ποὺ περιμένει τὸ ὀρφανό, ἐπειδὴ ἄλλοι θὰ τοῦ πά-
ρουν τὰ κτήματα, ὅπου φαίνεται ἡ μεγάλη σημασία τῆς ἀγροτικῆς περιουσίας γιὰ τὴν
ἐπιβίωση τοῦ ἀνθρώπου:
«...γιατί, κι ἂν ξεφύγῃ ἀπὸ τὸν πολυδάκρυτο πόλεμο τῶν Ἀχαιῶν, πάντα θὰ τὸν
περιμένουν πιὸ ὕστερα πίκρες καὶ βάσανα, γιατὶ ἄλλοι θὰ τοῦ πάρουν τὰ κτήματα...
[ἄλλοι γὰρ οἱ ἀπουρήσσουσιν ἀρούρας]»,
θρῆνος ποὺ σὲ τίποτα δὲν διαφέρει καὶ ἀπὸ τὴν σημερινὴ πραγματικότητα.
Κλείνοντας καὶ τὸ κεφάλαιο αὐτό, ἔστω καὶ μὲ αὐτὲς τὶς πολὺ λίγες ἀναφορὲς ποὺ
ἀνιχνεύθηκαν στὰ ἔπη γιὰ τὸν γεωργικὸ τοὐλάχιστον τομέα, φαίνεται ὅτι ἀπὸ τὴν πολὺ
μακρινὴ ἀρχαιότητα ἡ ἀνθρώπινη φύση ἦταν ἡ ἴδια, καὶ ἡ συμπεριφορὰ τῶν ἀτόμων
στὰ μεγάλα γεγονότα τῆς ζωῆς παρὰ τὴ θεωρούμενη πολιτισμική μας πρόοδο δὲν ἔχει
ἀλλάξει καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ εἶναι τὸ ἴδιο συναισθηματικὴ ἢ συμφεροντολογικὴ ὅπως
καὶ τότε.

43

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


9. ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΕΣ ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ: ΠΡΟΔΡΟΜΟΙ
ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΗΣ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ

Ἡ γεωργοκτηνοτροφικὴ παραγωγὴ ἑνὸς τόπου προσδιορίζει ἀκόμα καὶ σήμερα τὴ βα-


σικὴ διατροφὴ τῶν ἀνθρώπων, παρὰ τὶς μεγάλες δυνατότητες εἰσαγωγῶν ποὺ ὑπάρχουν
στὴ σύγχρονη ἐποχή. Ὁ Μεσογειακὸς χῶρος καὶ ἀκόμη περισσότερο ὁ Αἰγαιακός, μὲ
τὶς ἰδιομορφίες του καὶ τὴ μεγάλη βιοποικιλότητά του σὲ φυτικὰ καὶ ζωικὰ εἴδη, εἶναι
ἑπόμενο νὰ διαμόρφωσε, ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς ἐποχῆς ποὺ ἄρχισε νὰ ἀσκῆται ἡ γεωργία,
διατροφικὲς συνήθειες προσαρμοσμένες στὶς δυνατότητες αὐτοῦ τοῦ χώρου. Ἤδη ἀπ’
τὴν Μυκηναϊκὴ ἐποχὴ εἶναι γνωστὰ τὰ εἴδη διατροφῆς, σύμφωνα μὲ τὰ φυτικὰ καὶ ζωι-
κὰ εἴδη ποὺ ἔχουν βρεθῆ ὅτι ὑπῆρχαν εἴτε ἀπὸ τὰ ἀρχαιολογικὰ δεδομένα εἴτε ἀπὸ τὶς
πινακίδες τῶν ἀνακτόρων τῶν Μυκηναϊκῶν καὶ τῶν Μινωικῶν βασιλείων (Πίν. 1 καὶ
2). Εἶναι, πλέον περισσότερο ἀπὸ βέβαιο, ὅτι οἱ ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς ἐκείνης εἶχαν ἕνα
πλούσιο καὶ θρεπτικὸ διατροφολόγιο, ποὺ κάλυπτε τὶς ἀνάγκες τροφῆς κατὰ τὸν καλύ-
τερο τρόπο. ∆ὲν θὰ ἦταν παράλογο νὰ θεωρήσῃ κανεὶς ὅτι οἱ ἀρχὲς τῆς τόσο διαφημιζό-
μενης σήμερα Μεσογειακῆς δίαιτας βρίσκονται στὴν ἐποχὴ ἐκείνη. Εἶναι λογικὸ λοιπόν,
οἱ διατροφικὲς συνήθειες ποὺ ἐπικρατοῦσαν στὴν ἐποχὴ τῶν Μυκηναίων νὰ μὴν εἶναι
διαφορετικὲς ἀπὸ ἐκεῖνες ποὺ ὑπῆρχαν στὴν ἐποχὴ ποὺ περιγράφεται ἀπὸ τὰ Ὁμηρικὰ
ἔπη. Τὸ κρέας ἀπὸ τὰ αἰγοπρόβατα, τοὺς χοίρους καί, ἀλλοῦ λιγώτερο ἀλλοῦ περισσό-
τερο ἀνάλογα μὲ τὶς περιοχές, ἀπὸ τὰ βοοειδῆ ἦταν τὸ βασικὸ προϊὸν γιὰ τὴ διατροφή.
Παράλληλα τὰ διάφορα παρασκευάσματα ἀπὸ ἄλευρα σίτου ἢ κριθῆς ἐκτὸς ἀπὸ ψωμὶ
ὅπως χυλός, πίττες ἢ καὶ πιθανὸν παρασκευάσματα ποὺ ἔμοιαζαν μὲ τοὺς σημερινοὺς
τραχανάδες ἢ χυλοπίττες καὶ ἄλλα παρασκευάσματα ἀπὸ τὰ δύο σιτηρὰ ὅπως π.χ. πλι-
γούρι, πρέπει νὰ ἦσαν βασικὰ εἴδη διατροφῆς, ὅπως ἐπίσης τὰ κτηνοτροφικὰ προϊόντα
τυρὶ καὶ γάλα. Ἀπὸ τὰ φυτικὰ εἴδη τὰ σῦκα, ἐξαιρετικῶς ἐκτιμώμενα, τὰ ἀχλάδια, τὰ
σταφύλια, τὰ κουκκιά, τὰ ρεβίθια, οἱ φακές, τὰ κρεμμύδια καὶ σίγουρα διάφορα εἴδη
χόρτων, ποὺ ὅμως δὲν ἀναφέρονται πουθενά, ἦσαν τὰ συμπληρώματα διατροφῆς. Ἡ
χρησιμοποίηση τοῦ λαδιοῦ στὴ μαγειρικὴ δὲν ἀναφέρεται, ὅπως δὲν ἀναφέρονται καὶ
τὰ διάφορα μυρωδικὰ χόρτα ἢ ἄλλα καρυκεύματα, τὰ ὁποῖα ὅμως, ὅπως καὶ τὸ ἁλάτι,
θὰ πρέπει νὰ ἦταν σὲ κοινὴ χρήση, ἀλλιῶς δὲν ὑπῆρχε λόγος νὰ ἀποθηκεύωνται καὶ νὰ
καταγράφωνται λεπτομερῶς στὶς πινακίδες. Ἀκόμη σὲ εὐρεῖα χρήση ἦταν καὶ τὸ μέλι,
ποὺ τὸ ἔτρωγαν μὲ διάφορους τρόπους, καὶ φαίνεται ὅτι ἦταν σοβαρῶς ἐκτιμώμενο
ἔδεσμα τὸ μεῖγμα μέλιτος μὲ τυρί. Ἀπαραίτητο συμπλήρωμα τῆς διατροφῆς τους ἦταν
τὸ κρασί, καὶ πρέπει νὰ εἶχαν διάφορα κρασιά, κυρίως κόκκινα καὶ μαῦρα, καὶ πολλὰ
ἀπὸ αὐτὰ πρέπει νὰ ἦσαν γλυκὰ κρασιά.
Ἀπὸ τὶς ραψῳδίες τῶν δύο ἐπῶν εἶναι δυνατὸν νὰ τεκμηριωθῇ μιὰ καλὴ εἰκόνα γιὰ τὴ
διατροφὴ τῶν ἀνθρώπων, ἂν καὶ μερικὰ ἀπὸ τὰ ἀποσπάσματα ἀναφέρωνται σὲ γεύμα-
τα κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ πολέμου, ὅπου προφανῶς ἡ διατροφὴ θὰ πρέπει νὰ ἦταν ὄχι
τόσο πλούσια σὲ ποικιλία ἐδεσμάτων. Στὸ στίχο δ 89 τῆς Ὀδύσσειας, ὅπου ὁ Μενέλαος
διηγεῖται τὶς περιπλανήσεις του σὲ διάφορες χῶρες μετὰ τὸν πόλεμο, μιλάει μὲ θαυμα-
σμὸ γιὰ τὴν Ἀφρική, ὅπου:
«...στὴ χώρα ἐκείνη οὔτε ὁ βασιλιᾶς οὔτε ὁ βοσκὸς στεροῦνται ποτὲ τὸ τυρί, τὸ
κρέας καὶ τὸ γλυκὸ γάλα...»,
δηλαδὴ τὰ βασικὰ εἴδη καλῆς διατροφῆς. Σὲ ἄλλους στίχους καὶ τῶν δύο ἐπῶν ἀνα-
φέρονται διάφορες περιπτώσεις, ὅπου οἱ πρωταγωνιστὲς τῶν γεγονότων ἔτρωγαν καὶ
περιγράφονται τὰ ἐδέσματα, ὅπως στοὺς παρακάτω:
ι 12: «...κοντά τους εἶναι γεμᾶτα τραπέζια ἀπὸ ψωμὶ καὶ κρέατα, κρασὶ δὲ ἀπὸ
τὸν κρατῆρα...»
44

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


ι 557: «...ἔτσι τότε ὅλη τὴν ἡμέρα μέχρι τὴ δύση τοῦ ἡλίου καθόμασταν τρώγοντας
ἄφθονα κρέατα καὶ πίνοντας γλυκὸ κρασί...»
Σ 560: «...Πιὸ μακριά, κάτω ἀπὸ μία βαλανιδιά, οἱ διαλαλητὲς ἑτοίμαζαν τὸ τρα-
πέζι. Εἶχαν σφάξει ἕνα μεγάλο βόδι καὶ τὸ φρόντιζαν, οἱ γυναῖκες πάλι
κοσκίνιζαν ἄσπρο ἀλεύρι πολύ, γιὰ νὰ φᾶνε οἱ ἐργάτες...»
δ 57: «...καὶ ἡ σεβαστὴ οἰκονόμος ἔφερε ψωμί, ἀφοῦ ἔβαλε στὸ τραπέζι καὶ πολλὰ
φαγητὰ καὶ προσέφερε μετὰ χαρᾶς ὅ,τι ὑπῆρχε καὶ ὁ μοιραστὴς τοῦ κρέατος
ἔφερε δίσκους μὲ ὅλα τὰ κρέατα...»
Η 319: «...τὰ ἔκοψαν ὕστερα μὲ τέχνη σὲ πιὸ μικρὰ (κομμάτια) καὶ τὰ πέρασαν στὶς
σοῦβλες (ὀβελοῖσιν), τὰ ἔψησαν μὲ προσοχὴ καὶ τὰ τράβηξαν ὅλα ἀπὸ τὴ
φωτιά...»
ξ 110: «...κι αὐτὸς μὲ μεγάλη ὄρεξη καὶ κρέατα ἔτρωγε καὶ κρασὶ ἔπινε βιαστικά,
χωρὶς νὰ μιλάῃ...»
ξ 427: «...καὶ κομμάτιαζε συνέχεια τὰ ἄλλα (μέρη τοῦ χοίρου), καὶ γύρω ἀπὸ τὶς
σοῦβλες τὰ περνοῦσαν, τὰ ἕψησαν μὲ προσοχὴ καὶ τὰ ἔβγαλαν ὅλα ἀπὸ τὴ
φωτιὰ καὶ τὰ ἔβαλαν σὲ τραπέζια...»
ρ 343: «...ὁ Τηλέμαχος καλῶντας κοντά του τὸ χοιροβοσκὸ (τὸν Εὔμαιο) καὶ ἀφοῦ
πῆρε ὁλόκληρο ψωμὶ ἀπὸ τὸ ὡραῖο κάνιστρο καὶ κρέας, ὅσο χωροῦσαν τὰ
χέρια του...»
τ 197: «...ἀφοῦ συγκέντρωσα τὸ λαό, ἔδωσα κρίθινο ἀλεύρι καὶ μαῦρο κρασὶ καὶ
βόδια νὰ σφάξουν, γιὰ νὰ χορτάσουν τὴν πεῖνα τους...».
Ἀπὸ τὰ ἀποσπάσματα αὐτὰ φαίνεται καθαρὰ ὅτι στὶς περισσότερες περιπτώσεις τὸ
φαγητό τους ἦταν κρέας, ποὺ τὶς περισσότερες φορὲς δὲν καθορίζεται ἐπακριβῶς τί
ζῷο ἦταν, ἐνῷ στὸ δ 57 ἀφήνεται νὰ ἐννοηθῇ ὅτι μέσα στοὺς δίσκους ὑπῆρχαν διάφορα
κρέατα ἀπὸ διαφορετικὰ ζῷα, ὅπως καὶ σήμερα γίνεται σὲ ἑστιατόρια ἢ ταβέρνες. Τὰ
κρέατα κατὰ βάση ἦταν ψητὰ εἴτε ὁλόκληρα εἴτε σὲ σουβλάκια (Η 319 καὶ ξ 427). Σὲ ὅλες
τὶς περιπτώσεις ὑπῆρχε ψωμὶ ἢ παρασκευάσματα μὲ ἀλεύρι καὶ ἀπαραιτήτως ἄφθονο
κρασί. Σὲ μία μόνο περίπτωση, στὸ δ 57, ἀναφέρεται ὅτι ἡ οἰκονόμος ἔφερε στὸ τραπέζι
ψωμὶ καὶ πολλὰ φαγητά, χωρὶς ὅμως νὰ διευκρινίζεται τί εἴδους φαγητὰ ἦταν.
Σὲ ἄλλα ἀποσπάσματα, ὅπως στὸ Λ 630:
«...κι ἐπάνω του ἔβαλε πανέρι χάλκινο καὶ κρεμμύδι, προσφάγι γιὰ τὸ πιοτό, καὶ
μέλι φρέσκο καὶ μαζὶ τοῦ ἅγιου κριθαριοῦ τὸν καρπό...»
φαίνεται ὅτι συνηθιζόταν τὸ κρεμμύδι ὡς συνοδευτικὸ τοῦ κρασιοῦ μαζὶ μὲ μέλι καὶ
κριθάρι, χωρὶς νὰ ἀναφέρεται μὲ τί τρόπο ἦταν παρασκευασμένο. Ἀναφέρεται ἀκόμη,
τί ὑπῆρχε στὰ κελλάρια τοῦ Ὀδυσσέα (β 341):
«...καὶ πολὺ εὐωδιαστὸ λάδι βρισκόταν ἐκεῖ καὶ πιθάρια μὲ παλιὸ γλυκὸ κρασί,
γεμάτα μὲ θεϊκὸ ἀνέρωτο πιοτό...»,
ὅπως ἐπίσης στοὺς β 355 καὶ υ 108 περιγράφεται ἡ προετοιμασία ἤ γιὰ ταξίδι ἢ γιὰ
τὸ γεῦμα:
«...βάλε ἀκόμα ἀλεύρι σὲ καλοραμμένα σακκιά, ἔχω ἀνάγκη εἴκοσι μέτρα ἀπὸ τέ-
τοιο καλὸ ψιλοαλεσμένο ἀλεύρι...»· καὶ
«...ποὺ ἔφτειαχναν ἀλεύρι ἀπὸ στάρι καὶ κριθάρι γιὰ νὰ φᾶνε οἱ ἄνδρες...».
Στὴν Ὀδύσσεια ἐπίσης ἀναφέρεται, τί φάγανε ὁ Ὀδυσσέας καὶ οἱ σύντροφοί του
στὴ σπηλιὰ τοῦ κύκλωπα Πολύφημου καὶ πῶς ἡ Ἀφροδίτη περιποιήθηκε τὶς κόρες τοῦ
45

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


Πανδάρω, ποὺ ἔμειναν ὀρφανὲς (ι 230 καὶ υ 68):
«...ἐπὶ πλέον οἱ ἴδιοι, ἀφοῦ πήραμε τυριά, φάγαμε...»
«...καὶ τὶς περιποιήθηκε ἡ Ἀφροδίτη μὲ τυρὶ καὶ γλυκὸ μέλι καὶ μὲ γλυκὸ κρα-
σί...»,
ὅπου τὸ κύριο ἔδεσμα ἦταν τὸ τυρί.
Τέλος στὸ Λ 639 τῆς Ἰλιάδας δίνεται ἡ συνταγὴ παρασκευῆς τοῦ κυκεῶνα:
«...μέσα σὲ αὐτὸ (τὸ ποτήρι) τοὺς ἀνακάτωσε ἡ γυναῖκα ἡ ὅμοια μὲ θεὲς νερὸ μὲ
κρασὶ πράμνειο, ἔξυσε μὲ χάλκινη ξύστρα κατσικίσιο τυρὶ καὶ πασπάλισε μὲ κρι-
θαρένιο ἀλεύρι».
Ἐκτὸς ἀπὸ τὰ ὅσα περιγράφτηκαν ἤδη, θὰ ἦταν σκόπιμο νὰ ἀναφερθῇ ὅτι καὶ τὸ
κυνήγι ἀποτελοῦσε πρόσθετο συμπλήρωμα τροφῆς, ὅπως φαίνεται στὸ στίχο Λ 413 γιὰ
τὸ κυνήγι κάπρου, στὸ ι 155 γιὰ τὸ κυνήγι αἰγῶν ὀρεσίβιων καὶ στὸ κ 180 γιὰ κυνήγι
ἐλαφιοῦ. Φυσικὰ τὰ θηράματα δὲν ἀναφέρονται ὡς εἴδη διατροφῆς, ἀλλὰ εἶναι ἑπόμενο
ὅτι τὸ κυνήγι δὲν γινόταν μόνο γιὰ ἄσκηση, ὅπως δὲν γίνεται καὶ σήμερα. Τέλος στὸ μ
330 ἀναφέρεται καὶ διατροφὴ μὲ ψάρια, κάτι ποὺ φυσικὰ εἶναι ἀναμενόμενο στὶς πα-
ραθαλάσσιες περιοχές, ἀφοῦ τὸ ἴδιο συνέβαινε ἴσως καὶ κατὰ τὴν Παλαιολιθικὴ ἐποχὴ
καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ συμβαίνῃ.
Ἀπὸ τὰ λίγα σχετικῶς, ποὺ ἀναφέρονται γιὰ τὴ διατροφὴ τῶν ἀνθρώπων τῆς ἐποχῆς
τοῦ Τρωικοῦ πολέμου, ἀπὸ ὅσα ἀναφέρουν οἱ ἀρχαιολόγοι ἀλλὰ καὶ οἱ πινακίδες τῶν
ἀνακτόρων καὶ ἀπὸ τὶς σημερινὲς διατροφικὲς συνήθειες στὴ χώρα μας μπορεῖ χωρὶς
δυσκολία νὰ συμπεράνῃ κανεὶς ὅτι ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἀδιάλειπτη παρουσία τῆς Ἑλληνικῆς
Γλώσσας γιὰ ἑβδομήντα περίπου βεβαιωμένους αἰῶνες στὸν τόπο αὐτό, στὸ ἴδιο διάστη-
μα εἶναι συνεχὴς ἡ ἴδια διατροφή, ἡ σημερινὴ Μεσογειακὴ δίαιτα. Ἂν σὲ αὐτὰ τὰ δύο
προστεθῇ καὶ ὁ χαρακτῆρας τῶν ἀνθρώπων καὶ οἱ συνήθειές τους, ὅπως διαγράφονται
ἀπὸ τὰ Ὁμηρικὰ ἔπη στὸ σύνολό τους ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὰ ἀποσπάσματα ποὺ ἀναφέρονται
στὴ γεωργικὴ πρακτική, τότε ἐμεῖς, οἱ σημερινοὶ κάτοικοι αὐτοῦ τοῦ τόπου, δὲν μπορεῖ
παρὰ νὰ ἔχουμε τὴν ἴδια γονιδιακὴ σύνθεση μὲ ἐκείνους τοὺς ἀνθρώπους.

46

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό


10. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. Γεννάδιος, Π.Γ., 1914, «Λεξικὸν Φυτολογικόν», ἔκδ. Μ. Γκιούρδα 1959, Ἀθῆναι, τόμ. 2.
2. Chadwick, J. 1992, «Γραμμικὴ Β καὶ Συγγενικὲς Γραφές», μτφρ. Ν. Κονόμη. ἔκδ. Παπαδήμα,
σελ. 78.
3. Dickinson, O.T.P.K., 1999, «Ἡ προέλευση τοῦ Μυκηναϊκοῦ πολιτισμοῦ», ἔκδ. Μ. Καρδαμίτσα,
σελ. 283.
4. ∆ούκας, Κ., 1993, «Τὸ μεγάλο μυστικὸ τοῦ Ὁμήρου», ἔκδ. ∆ωδώνη, τόμ. 2.
5. ∆ούκας, Κ., 1996, «Ἀρχαῖες μαρτυρίες γιὰ τὸν Ὅμηρο καὶ τὴ γλῶσσα», ἔκδ. Ἐλεύθερη Σκέψις,
σελ. 181.
6. Halstead, P., 1990, «Agricultural in the bronze age Aegean», Ed. Wells, B. «Agricultural in ancient
Greece», Procc. 7th Inter. Symp. Sweedish Inst. of Athens, p. 105-117.
7. Ἡσίοδος, «Ἔργα καὶ ἡμέραι», (μτφρ. Λεκατσᾶς, Π. 1941), ἔκδ. Ι. Ζαχαρόπουλος.
8. Θεοχάρης, ∆.Ρ., 1967, «Ἡ αὐγὴ τῆς Θεσσαλικῆς προϊστορίας», ἔκδ. Φιλάρχαιος Ἑταιρεία Βόλου,
Βόλος, σελ. 187.
9. Θεοχάρης, ∆.Ρ., 1977, «Νεολιθικὸς Πολιτισμός», ἔκδ. Μορφωτικὸ Ἵδρυμα Ἐθνικῆς Τράπεζας, Ἀθή-
να, σελ. 193.
10. Καββάδα, ∆.Σ., 1938, «Ἡ χλωρὶς τῆς Ἑλλάδος», ἔκδ. Θεοδωρίδου, Θεσσαλονίκη, Τόμ. Α.
11. Καββαδία, Γ.Β., 1991, «Σαρακατσάνοι, μιὰ ἑλληνικὴ ποιμενικὴ κοινωνία», ἔκδ. Μπρατζιώτη, Ἀθήνα
σελ. 431.
12. Κουτρουβέλης, Κ.Β., 1999, «Ἡ ἀναχρονολόγηση τῆς Προϊστορίας κυρίως μὲ βάση τῖς ἀστρονομικὲς
πληροφορίες ἀρχαίων συγγραφέων», ἔκδ. «∆αυλός», σελ. 319.
13. Κοφινιώτη, Ε.Κ., 1886, «Λεξικὸν Ὁμηρικόν», ἔκδ. ∆ημιουργία, Ἀθήνα, 1992, σελ. 415.
14. Λέτσα, Ἁλ., 1957, «Μυθολογία τῆς Γεωργίας», τόμ. 3, σελ. 574.
15. Μάτσας, Ν., 1968, «Στέγη ἀπὸ οὐρανό: Σαρακατσάνικο ὁδοιπορικό», ἔκδ. ∆ωδώνη, σελ. 110.
16. Μιρώ, Α., 1995, «Ἡ καθημερινὴ ζωὴ στὴν ἐποχὴ τοῦ Ὁμήρου», μτφρ. Παναγιώτου, Κ., ἔκδ. Παπα-
δήμα, σελ. 269.
17. Hooker, J.T., 1994, «Εἰσαγωγὴ στὴ Γραμμικὴ Β», μτφρ. Μαραβέλιας, Χ. Ε., ἔκδ. Μορφωτικὸ Ἵδρυμα
Ἐθνικῆς Τράπεζας, Ἀθήνα, σελ. 320.
18. Ὅμηρος, «Ἰλιάδα», μτφρ. Ο. Κομνηνοῦ-Κακριδῆ, ἐπιμέλ. Ε. Παπανοῦτσος, ἔκδ. Ι. Ζαχαρόπουλος.
19. Ὅμηρος, «Ὀδύσσεια», μτφρ. Π. Γιαννακόπουλος, ἐπιμέλ. Β. Μανδηλαρᾶς, ἔκδ. Ο. Χατζόπουλος,
Κάκτος.
20. Πασσᾶς, I. ∆., 1984, «Τὰ Ὀρφικά», ἔκδ. Ἐγκυκλοπαιδείας «Ἡλίου», σελ. 447.
21. Renfrew, C., 1972, «The emergence of civilization: The Cyclades and the Aegean in the third Millenium
B.C. Studies in prehistory», Ed. Coles J.M., p. 595.
22. Renfrew, C., 1973, «Trade and craft specialisation», Ed. Theocharis, D. «Neolithic Greece», Cultural
Foundation of National Bank of Greece, p.179-191.
23. Renfrew, J.Μ., 1973, «Agriculture», Ed. Theocharis, D., «Neolithic Greece», Cultural Foundation of
National Bank of Greece, p.147-164.
24. Ruiperez, M.S. καὶ Melena, J.L., 1996, «Οἱ Mυκηναῖοι Ἕλληνες», ἔκδ. Μ. Καρδαμίτσα, σελ. 285.
25. Treuil, R., Darcque, P., Poyrsat, J. Cl. et Touchais, G., 1996, «Οἱ πολιτισμοὶ τοῦ Αἰγαίου», ἔκδ. Μ.
Καρδαμίτσα, σελ. 657.
26. Sarpaki, A., 1990, «Paleothnobotanical approach. Aegean», ed. Wells, B. «Agriculture in ancient
Greece», Procc. 7th Inter. Symp. Sweedish Inst. of Athens, p. 61-76.
27. Thanassoulopoulos, C.C., 1997, «Plant protection from pro-Homeric period to the classical Greek
civilization», Procc. 1st World Congress «Ancient Greece and Modern World», Aug. 1997, Ancient
Olympia, Greece p. 319-328.
28. Θανασουλόπουλος, Κ.Κ., 2002, «Ἡ ἐξέλιξη τῶν εἰδῶν καὶ ἡ γεωργικὴ σκέψη καὶ πρακτική: ἀπὸ
τὴν ἀρχαία Ἑλλάδα στὸ σήμερα», 2ο Παγκόσμιο Συνέδριο «H ἀρχαία Ἑλλάδα καὶ ὁ σύγχρονος
κόσμος», Ἀρχαία Ὀλυμπία, Ἰούλιος 2002, Πρακτικά, 2003, σελ. 74-85.
29. Thomson, G., 1949, «Ἡ ἀρχαία Ἑλληνικὴ κοινωνία, τὸ Προϊστορικὸ Αἰγαῖο», β΄ ἔκδ. μτφρ. Βιστάκη
Γ., 1954, Ἐκδοτικὸ Ἰνστιτοῦτο Ἀθηνῶν, σελ. 555.
30. Vermeule, E., 1972, «Ἑλλάς, ἐποχὴ τοῦ Χαλκοῦ», μτφρ. Ξένος, Θ. ἔκδ. Μ. Καρδαμίτσα, σελ. 437.
31. Χασάπης, K.Σ., 1967, «Ὕμνοι τοῦ Ὀρφέως», ∆ιδακτορικὴ ∆ιατριβή, Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν, σελ.
41-128. Σέ: Πασσᾶς, I. ∆., 1984, «Τὰ Ὀρφικά», ἔκδ. Ἐγκυκλοπαιδείας «Ἡλίου».
32. Χουρμουζιάδης, Γ.Χ., 1993, «Τὸ νεολιθικὸ ∆ιμήνι», ἔκδ. Βάνιας, Θεσσαλονίκη, σελ. 192.

47

EΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΕΥΝΑ www.freeinquiry.gr Διαδικτυακό Περιοδικό

You might also like