You are on page 1of 87

ΗΒΙΒΛΟΣ

για αθεόφοβους

Ι
1I
m
ιν
ν

ΑΣΤΑΡΤΗ
Πώς είναι δυνατόν η ανθρωπότητα να γεννήθηκε
από δύο άντρες, τον Κάιν και τον Άβελ;
Εντάξει, τα Σόδομα την άξιζαν την τιμωρία τοιπ;
αλλά γωτι ο Θεός κατέστρεψε και τα Γόμορρα;
Σε τι ποσά κυμάνθηκαν τα στοιχήματα νια τον
αγώνα Γολιάθ εναντίον Δαβίδ; Ο Ιησούς ήξερε να
πολλαπλασΙάζει' να προσθέτει όμως; Απάντησαν
ποτέ Ol Κορινθιοι στκ; εηιστολά; του Απόστολου
Παύλου;

Σ' αυτει; και σε χιλιες δυο άλλες ααοριει; που μας


βασάνισαν από τα πρώτα κιόλας μαθήματα στο
κατηχητικό, απαντά με μια ξεκαρδΙστΙκήτιαρωδϊα
τηι; Βίβλου ο Τζόμπε Κοβάτα, ένας κωμικός που,
κυριολεκτικά, "δεν έχει το Θεό του".
ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ

Η ΒΙΒΛΟΣ
ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΚΟΝΔΡΑΣ

Εικόνα εξωφύλλου: Γιάννης Ρουμπούλιας

Συγγραφέας και τίτλος πρωτοτύπου:


Giobbe Covatta, Ρατοlα di Giobbe
Σχέδια: Stefano Disegni
ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Κάθε αναφορά σε γεγονότα, πρόσωπα ή θαύματα


που συνέβησαν πραγματικά πρέπει να θεωρηθεί εντε­
λώς τυχαία.
ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΉΚΗ
Εν αρχή ην ο Λόγος ...
α αντίλογος ήρθε πολύν καιρό μετά.
Η ΓΕΝΕΣΗ

'Ήταν η νύχτα των καιρών, και ο Θεός ήταν ακόμη


μια σταλιά παιδάκι.
Εκείνο το βράδυ οι γονείς του, ο Κύριος Παντο­
κράτωρ και η Κυρία Παντοκράτορος, ήταν καλεσμέ­
νοι σε πάρτι μεταμφιεσμένων στο σπίτι του Μανιτού.
Για να ζωηρέψουν λίγο τη βραδιά, είχαν ντυθεί καου­
μπόηδες, γιατί εκείνα τα πάρτι ήταν πολύ πληκτικά:
ανά δύο βαλς είχε κι ένα χορό της βροχής!

Ο Θεούλης έπρεπε να μείνει μόνος στο σπίτι.


«Φοβάμαι», είπε.
«Στην ηλικία σου!» αποκρίθηκε ο μπαμπάς. «Κο­
ντεύεις ενός δισεκατομμυρίου χρονών ... Είσαι κοτζάμ
άντρας πια!»
«Τι είναι άντρας;» ρώτησε ο Θεός.
«Σάματις ξέρουμε;» αποκρίθηκαν οι γονείς του,
και βγήκαν.
Τώρα ο Θεούλης ήταν στο κρεβατάκι του με τα
μάτια γουρλωμένα. Μέσα στο σκοτάδι, γιατί το φως
δεν υπήρχε, και με το τρίγωνο φωτοστέφανο στο κο-
14 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ

μοδίνο, όχι γιατί είχε να πει τα κάλαντα την άλλη μέ­


ρα, αλλά γιατί, αν κοιμόταν με το τρίγωνο στο κεφά­
λι, θα γέμιζε το μαξιλάρι τρύπες.
Τρεις χιλιάδες χρόνια πάλευε να κοιμηθεί, και τε­
.
..
ι
λικά σηκώθηκε "να πάει στην κουζίνα. Αλλά κουζίνα
δεν υπήρχε. Ψυγείο δεν υπήρχε, τηλεόραση δεν υπήρ­
χε, Lego δεν υπήρχαν ... Δεν υπήρχε τίποτα, μα τίπο­
τα απολύτως. Όντως, ήταν το απόλυτο τίποτα.
Ο Θεούλης, λοιπόν, πήρε κουβαδάκι και φτυαρά­
\
κι και βγήκε στον κήπο να δημιουργήσει. Όλοι στην
οικογένεια ήταν πολύ δημιουργικοί: ο μπαμπάς Πα­
ντοκράτωρ εργαζόταν στο χώρο της μόδας και δη­
----~ ....
μιουργούσε σπουδαίες κρεασιόν.
Και τότε ο Θεούλης δημιούργησε το φως. Το έ­
φτιαξε δώδεκα ώρες αναμμένο και δώδεκα σβηστό,
γιατί του είχε πει ο μπαμπάς του: «Το λογαριασμό τον
.~
πληρώνω εγώ!»
Και μετά το φως δημιούργησε το νερό, το γκάζι
και το τηλέφωνο.
)""-
- .....
/Υστερα δημιούργησε κάτι μπάλες και τις κρέμα­
σε ακίνητες στον ουρανό. /Υστερα τους έδωσε κλό­
τσο να γυρίσουν και αμέσως το σύμπαν άρχισε να
παίζει το γύρω γύρω όλοι.
.",
' ..
/Υστερα πέρασε στα ζώα.
Με πλαστελίνη έπλασε τη γάτα, που του προέκυ­
...ι4ΑΑι4 "vrEI/J ΔΕΝ ΠΤΗΡΧΕ .
ψε πολύ έξυπνο ζώο. Και τότε είπε:
«Γάτα η κυρία».
...ΤHAEOPι4~ ΔΕΝ ΠΤΗΡΧΕ .
/Υστερα ο Θεός έπλασε το σκύλο και το σόι του: ...ΔΕΝ ΠΤΗΡΧΕ Τ/ΠIJTι41... ONTRΣ
ύαινες, κογιότ, λύκους. Κι αμέσως το πιο βρομερό α- ΗΤι4Ν ΤΙ) ι4ΠΌΑ"Ι) Τ/ΠIJTι4 ...
Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 17

πό δαύτα, το τσακάλι, πήγε στο σκύλο και του είπε:


«Είσαι βρομόσκυλο!»
«Τώρα μάλιστα», αποκρίθηκε ο σκύλος, «είπε ο
γάιδαρος τον πετεινό κεφάλα!»
Και ο Θεός τα κοίταξε ικανοποιημένος και είπε:
«Παλιά ήμουν ένα ξερό κορμί. Σκυλιά, γατιά δεν
είχα. Τώρα τα 'χω και τα δυο».
Αλλά ήταν μόνο στην αρχή.

Τότε ο Θεός έπλασε ένα ζώο που καθόταν όλη την


ώρα αμίλητο, και είπε:
«Τούτο δω είναι άφωνο σαν ψάρι», και το ονόμα­
σε ψάρι. "Υστερα γλίστρησε, έπεσε και το πλάκωσε,
και έφτιαξε το ψάρι πλακί.
Ύστερα ο Θεός δημιούργησε το Panda, αλλά μό­
νο για τις μετακινήσεις εντός της πόλεως για τα μα­
κρινά ταξίδια δημιούργησε το Thema diesel.
"Υστερα δημιούργησε το σπατούρνο, αλλά είδε
πως ήταν περιττός, και τον διέλυσε εις τα εξ ων συ­
νετέθη. 'Ομω; στενοχωρήθηκε που είχε δημιουργήσει
ένα περιττό ζώο, και με πολύ κακή διάθεση πήγε σε
μια γωνίτσα και μούλωξε. Και όλοι του είπαν: </Eλα~
μη μουλαρώνεις, μην κάνεις το μουλάρι ...»
Κι αυτός μουλάρωσε ντιπ για ντιπ και έφτιαξε ει­
δικά το μουλάρι.
Ύστερα έπλασε τον τζίτζικα και το μέρμηγκα. Ο
μέρμηγκας δούλευε σαν γαϊδούρι και ο τζίτζικας τρα­
γουδούσε σαν τριζόνι. Και ο μέρμηγκας ζοχαδιάστη­
κε σαν αρνί (τον καιρό εκείνο τα αρνιά ήταν πολύ ζο-
18 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 19

χαδιάρικα) και είπε: «Τι'ν' αυτά; Άλλοι λιάζονται κι μπαν με ηλεκτρικά τρενάκια. Έφτιαξε βαγόνια, ρά­
άλλοι ξεκωλιάζονται; Θα κάνω μεγάλο σαματά!» γες, ατμομηχανές, καθώς και τους σιδηροδρομικούς
Ύστερα δημιούργησε τον κροκόδειλο, κι αμέσως υπαλλήλους, που έγιναν αφεντικά αυτού του σύμπα­
μετά το μπλουζάκι. Έτσι έβαλε τον κροκόδειλο στο ντος και λάτρευαν σαν προφήτη το γενικό διευθυντή
μπλουζάκι, κι είχε μεγάλη επιτυχία. του οργανισμού σιδηροδρόμων.
Ύστερα ο Θεός έβαλε τον κροκόδειλο από τη μια Και ο Θεός δημιούργησε την, εβδομάδα των μειω­
μεριά και την ύαινα από την άλλη. Κι ο ένας έκλαι­ μένων εργασίμων ημερών, γιατί αυτή τη φορά χρειά­
γε, έκλαιγε, έκλαιγε, δώσ' του κι έκλαιγε με κροκο­ στηκε μόνο ένα τετραήμερο για να τα φτιάξει όλα,
δείλια δάκρυα' και η άλλη γέλαγε, γέλαγε, γέλαγε, και είπε:
δώσ' του και γέλαγε μοχθηρά σαν ύαινα. Τότε ο Θεός «Όσο πάει και βελτιώνομαι ...»
έβαλε στη μέση τον μπούφο, που καθόταν σοβαρός
σοβαρός. Όταν γύρισαν οι γονείς, ένα εκατομμύριο χρόνια
Ύστερα ο Θεός έπλασε το χταπόδι, μακρινό πρό­ μετά, ο πατέρας Παντοκράτορας είπε:
γονο της Μαφίας, που ζήτησε αμέσως να αναλάβει «Εδώ έχει χαλάσει ο κόσμος! Θεέ και Κύριε!»
εργολαβικά τη δημιουργία της καμήλας, γιατί τα ζώα Και αποκρίθηκε ο Θεός: «Παρών!»
με καμπούρα, όπως ας πούμε ο Αντρεότι, από τότε «Τα 'κανες μπάχαλο, κοσμοχαλαστή!» είπε ο μπα­
κιόλας τα πήγαιναν θαύμα με τη μαφία και τα πλο­ μπάς του. Και η μαμά είπε: «Πάμε για ύπνο. Αύριο
κάμια της. θα φροντίσω εγώ να τα τακτοποιήσω όλα».
Ύστερα ο Θεός έπλασε τον ταύρο, αλλά την ώρα
που του φορούσε κέρατα, ρεύτηκε και είπε: «Μό­ Κι εμείς είμαστε ακόμα εδώ και περιμένουμε να
σχος», και το μοσχάρι τον αγριοκοίταξε. χτυπήσει το ξυπνητήρι ...
Ύστερα ο Θεός έπλασε το ελάφι, αλλά την ώρα
που του φορούσε κέρατα, ξαναρεύτηκε και ξανάπε:
«Μόσχος», και του μοσχαριού άρχισαν να του γυρί­
ζουν τ' άντερα και είπε: «Τι; Των αλλωνών τα κέρα­
τα θα τα χρεωθώ εγώ; Δίχως κέρδος κέρατα, δηλα­
δή;»

/Εξι μέρες πέρασε ο Θεός πλάθοντας ζώα, ώσπου


κουράστηκε και πήγε αλλού, να δημιουργήσει ένα σύ-
Δ!' Ι
~.

...'fΣTEPA 4HMIOyprHU ΤΟΝ ΣΠ,4ΤΟΊΡΝΟ,


AιfιfA ΕΙ4Ε ΠRΣ ΝΤΑΝ ΠΕΡΙΤΤΟΣ,
ΚΑΙ ΤΟΝ 4ΙEιfΊU Ε/Σ ΤΑ E~ RN ΣνΝΕΤΕθΗ...
ΑΔΆΜ ΚΑΙ ΕΎΑ

Περίληψη του προηγουμένου επεισοδίου:

Μέσα σε έξι ημέρες ο Κύριος δημιούργησε τα πά­


ντα: τον ήλιο, το φεγγάρι, τον χαζό τον Μαραντόνα,
τα στρουμφάκια, την πιτυρίδα και όλα τα ζώα της
πλάσης, εκτός από τον Αντοεότι, που -ως δεινόσαυ­
ρος της πολιτικής - ήταν ήδη γραμματέας του Θεού
από αμνημονεύτων χρόνων.

Και τότε είπε ο Κύριος:


«Στην αρχή παίρνετε λάσπη. Εν συνεχεία την πλά­
θετε. Κατόπιν ...»

Κατόπιν έφτυσε τη ζύμη και γεννήθηκε ο Αδάμ.


Και ο Αδάμ, σκουπίζοντας το πρόσωπό του, είπε:
«Καλή αρχή!»
Αλλά τα βάσανά του δεν τέλειωσαν εκεί, γιατί ο
Κύριος δεν ήταν ικανοποιημένος, οπότε του έκανε ο­
λική αναισθησία και έπλασε τη γυναίκα.
Και είπε ο Αδάμ:
24 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ

«Κύριε, λείπει ένα κομματάκι ...»


Αλλά αποκρίθηκε ο Κύριος:
«Όχι, αυτή είναι η γυναίκα».
Και ε ίπε πάλι ο Αδάμ:
«Κύριε, λείπουν τουλάχιστον τριακόσια γραμμά­
ρια ... Φαίνεται διά γυμνού οφθαλμού!»
Αλλά ο Κύριος δεν ήθελε να ακούσει κουβέντα,
και τους έβαλε και τους δύο σ' ένα μέρος τόσο όμορ­
φο, ώστε το όνομά του θύμιζε σινεμά ταινιών πορνό:
Εδέμ.

Και είπε τότε ο Κύριος:


«Εδώ μπορείτε να τρώτε απ' όλα: κρέας, ψάρι,
ψωμί με μερέντα, διάφορα θαλασσινά, πίτσα μαργα­
ρίτα, αλλά μήλα όχι, μήλα όχι, ΜΗΛΑ ΟΧΙ!»
Και αποκρίθηκε ο Αδάμ: «Μην τσαντίζεσαι Έ-
χει πορτοκάλια, που μ' αρέσουνε και πιο πολύ Θα
τρώμε πορτοκάλια!»

Και ιδού, ο Αδάμ βάλθηκε να δίνει ονόματα στα


ζώα. Και έλεγε: «Εσύ θα λέγεσαι λειόθριξ κύων, εσύ
θα λέγεσαι γουρούνι ...»
Και έλεγε ο χοίρος: «Μπα;! Αυτός λειόθριξ κύων
κι εγώ γουρούνι; Αυτό δεν το θέλει ούτε ο Θεός!»
«Τι να πω κι εγώ τότε;» παραπονιόταν η μαυρο­
μαμούνα. ...0 θΕΟΣ 1ΓΗΡΕ ΑΑΣ1ΓΗ, ΕΦΤΊΣΕ ΤΗ ΖΥΜΗ
Τη στιγμή εκείνη η Εύα βρισκόταν κοντά σ' ένα ΚΑΙ rENNHBHKE ο Α4ΑΜ. ΚΑΙ Ο Α4ΑΜ,
δέντρο' ξάφνου γύρισε και είδε ένα φίδι. Και είπε: ΣκΟΠΓΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ 1ΓPIJΣRΠ'O ΤΟΥ, Ε/1ΓΕ:
«Άπαπα, αηδία!» «ΚΑΑΗ ΑΡΧΗ...»
Η ΒΙΒΛοΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 27

«Ωραία είσαι και του λόγου σου!» αποκρίθηκε το


φίδι, που παρεξηγιόταν εύκολα.
Και τότε έπιασε να μιλάει στην Εύα με μαυλιστι­
κή φωνή: «Τα μήλα κάνουν καλό, περιέχουν βιταμί­
νες, ένα μήλο την ημέρα το γιατρό τον κάνει πέρα, ε­
λάτε να παίξουμε τα μήλα ... Αν φάτε από τον καρπό
αυτό, θα γίνετε έξυπνοι».
Και είπε η Εύα: «Αφού είμαqτε έξυπνοι!»
Και το φίδι κοίταξε τον Αδάμ και είπε: «Αυτός ε­
κεί μια ώρα τώρα κάθεται και μιλάει μ' ένα γουρού­
νι ... Εξυπνάδα το λες αυτό;»
«Σωστά», αποκρίθηκε η Εύα, κι έφτυσε στα μού­
τρα τον Αδάμ.
«Τι ανάποδη μέρα», είπε ο Αδάμ. «Εδώ δεν δη­
μιουργήθηκα καλά καλά, και μ' έφτυσαν κιόλας στα
μούτρα δυο φορές».
Και η Εύα τού πρόσφερε ένα μήλο, αλλά ο Αδάμ
αποκρίθηκε: «Μήλο όχι, θα μας κάψει ο Θεός!»
Αλλά η Εύα απείλησε να τον πάει σε κινέζικο, και
ο Αδάμ δέχτηκε το μήλο. Και έφαγαν τον απαγορευ­
μένο καρπό.
Και τότε κατέφθασε ο Κύριος και είπε: «Θα σας
διώξω, μα το Θεό!»
Και η Εύα πρότεινε σιγανά στον Αδάμ: «Να του
πούμε πως είμαστε άθεοι!»
Αλλά ο Αδάμ κούνησε το κεφάλι του: «Δεν μπο­
ρώ, τον ξέρω προσωπικά», και σκέπασε το πρόσωπό
του προκειμένου να μην τον φτύσουν στα μούτρα.
Και είπε ο Κύριος:
«Γυναίκα, εσύ θα γεννάς με πόνο μεγάλο. Άντρα,
28 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΊΆ

εσύ θα δουλεύεις με ιδρώτα πολύ, αν υποθέσουμε ό­


τι θα βρεις δουλειά. Και η γη θα παράγει αγκάθια
και τριβόλια».
Και είπε ο Αδάμ: «Μνήστητί μου, Κύριε, όλ' αυ­
τά για ένα μήλο; Αύριο να σου φέρω ένα κιλό ...»
«Δεν είναι για το μήλο», είπε ο Κύριος, «είναι ζή­
τημα αρχής: σήμερα το μήλο, αύριο η συλλογή με τα
γραμματόσημα. Τι θα λέει ο κόσμος για μένα;»
«Αφού δεν υπάρχει κανείς!» είπε ο Αδάμ, αλλά ο
Κύριος έκανε τάχα ότι δεν άκουσε, έβγαλε κόκκινη
κάρτα και τους απέβαλε από τον αγωνιστικό χώρο.

Και ο Αδάμ και η Εύα εγκατέλειψαν τον επίγειο


παράδεισο και νοίκιασαν μια σπηλιά, δύο δωμάτια,
κουζίνα και λουτροκαμπινέ, με μισθωτήριο συμβό­
λαιο αορίστου χρόνου.
Και ρώτησε ο Αδάμ την Εύα: «Σου 'χει μιλήσει
καθόλου η μαμά σου;» αλλά αμέσως πρόσθεσε: «Α,
βέβαια, η μαμά σου είμαι εγώ!»
Και χρειάστηκε να προχωρήσουν δοκιμαστικά:
πρώτα ένα δάχτυλο στο μάτι, ύστερα ένα πόδι στο
στόμα, έπειτα ένα γόνατο στο αυτί ... Ώσπου γνωρί­
στηκαν με τη βιβλική έννοια.
Και ε ίπε Ο Αδάμ: «Χάρηκα που σε γνώρισα, κού­
κλα. Εσένα πώς σου φάνηκε;»
«Σαφώς καλύτερα απ' όταν έχωσες τον αγκώνα
σου κάτω από τη μασχάλη μου ... Αλλά, εδώ που τα
λέμε, παρόλο που μόλις βγήκες από μια ολόκληρη
...Ν ΕΥ,4 ΓYPΙU Κ,4/ Ε/4Ε ΕΝ,4 Φ/4/ ...
αιωνίότητα, το πράγμα σού πήρε μόνο μια στιγμού­ «Α1ΤΊ41Γ,4, ,4Ν4/,4! Ε/1ΓΕ ... «Qp,4/,4 E!U/ Κ,4/
λα: .ψεκάστε, σκουπίστε, τελειώσατε!» ΤΟΥ ΑΟΓΟΥ ΣΟΥ! A1ΓOKP/IJNKE ΤΟ Φ/4/...
Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 31

Και τη νύχτα εκείνη η Εύα έμεινε έγκυος. Και εί­


πε ο Αδάμ: «Με την πρώτη, βρε παιδί μου; Τι γκίνια
κι αυτή!»
Και είπε η Εύα: «Ας πρόσεχε ς τουλάχιστον. Μό­
νο τον εαυτό σου κοιτάς!»
Και έτσι έγινε και ρίχτηκε το σπέρμα του πρώτου
ανθρώπου, καθώς και το σπέρμα της πρώτης ασυνεν­
νοησίας.

Και φούσκωσε η κοιλιά της Εύας.


Και είπε ο Αδάμ: «Δοκίμασε να βάλεις δάχτυλο
στο στόμα».
Αλλά είπε η Εύα: «Δεν είναι το στομάχι μου. Παι­
δί είναι ... Να σκεφτούμε τι όνομα θα του δώσουμε!»
Και είπε ο Αδάμ: «Αν βγει από κει όπου μπήκα
εγώ, θα το πούμε Χουντίνι!»
Και γεννήθηκε ο Κάιν, και ο Αδάμ τον κοίταξε
και είπε: «Τι μικρός που είναι! Εγώ μόλις γεννήθηκα
ήμουν κοτζάμ άντρας ...»

Και ο Αδάμ ήθελε να γνωρίσει εκ νέου την Εύα.


Και ο Κύριος είδε και φώναξε: «Αδάμ!»
Και ο Αδάμ, που ακριβώς εκείνη τη στιγμή γνώ­
ριζε την Εύα, είπε: «Σας ομιλεί αυτόματος τηλεφωνη­
τής. Αυτή τη στιγμή απουσιάζω ...»
Και είπε ο Κύριος: «Αδάμ, άσε τις βλακείες και
πάψε να μοιχεύεις».
«Αμάν πια! Μην τρως μήλα, μη μοιχεύεις ... Εσύ
θέλεις ψυχαναλυτή!»
32 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ

Και λόγω αυτής της αφηρημάδας του Αδάμ η Εύα


έμεινε έγκυος δεύτερη φορά, και ο Αδάμ είπε:
«Αλήθεια, Κύριε, μήπως μπορείς να δημιουργή­
σεις το φαρμακείο; Ξέρεις τι λέει ο λόγος: όποιος φυ­
λάει τα ρούχα του έχει τα μισά ...»
Αλλά ο Θεός δεν δημιούργησε το φαρμακείο, και
η Εύα δεν ήθελε άλλο να γνωρίσει τον Αδάμ. Και ό­
'(~ιt
ταν η Εύα ήθελε να τον γνωρίσει, ο Αδάμ είχε πονο­
κέφαλο.

Και δεν ξανασυμφώνησαν ποτέ σ' αυτό το θέμα,


κι αυτή ήταν η αληθινή κατάρα για την ανθρωπότη­
τα.

: 6!.
. 'Φ
_ .'
..... ' ~
.. - .~

...Κ,41 XPEIιfΣT'HKE Ν,4 ΠΡtJΧDΡΗΣιJΥΝ


.4ΟΚIΜ,4ΣΤΊΚ,4 ... ΠPRΊΆ ΕΝ,4 .4,4ΧΤΥι1Ο
ΙτΟ ΜΑΤΙ, ΥΙτΕΡΑ ΕΝ,4 ΠΟ.41 ΙτΟ
IτtJM,4, ΕΠΕΠ,4 ΕΝ,4 ΓΟΝΑΤΟ ΙτΟ ,4ΠI ...
ΚΆΪΝ ΚΑΙ ΑΒΕΛ

Με το δίκιο του θα αναρωτηθεί κανείς πώς ο Κάιν και


ο Άβελ μπόρεσαν να γεννήσουν την ανθρωπότητα.
Ένας βοσκός κι ένας αγρότης, ακόμα κι αν τους
κρατήσεις αιχμαλώτους μαζί επί σαράντα χρόνια, δεν
θα μπορέσουν ποτέ να τα καταφέρουν, δεν πά' να 'ναι
ο βοσκός και εγχειρισμένη τραβεστί.
Ένας αγρότης και μια βοσκοπούλα, ναι.
Ένας βοσκός και μια αγρότισσα, ναι.
Αλλά ένας βοσκός κι ένας αγρότης; Όχι.

Ό,τι ακολουθεί είναι το χρονικό του πώς πήγαν


όντως τα πράγματα.
Άλλωστε.ιη απόλυτη έλλειψη μαρτύρων καθιστά
απίθανη τη διάψευση.

Ο Κάιν και ο Αβελ δεν ήταν ανέκαθεν δύο. Διό­


τι, προτού γεννηθεί ο Άβελ, ο Κάιν ήτανε μοναχοπαί­
δι ήτανε μοναχογιός, αλλά μοναχοπαίδι στην κυριο­
λεξία, γιατί στο πρόσωπο της γης υπήρχαν μόνο αυ­
τός και οι γονείς του.
36 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 37

Η μοναξιά βάραινε πολύ τον Κάιν, και η μαμά «ο Κάιν», αποκρινόταν ο Άβελ.
Εύα προσπαθούσε εις μάτην να τον παρηγορήσει ό­ «Λάθος. Κάτσε πάλι κάτω από την μπάρα εσύ».
σο καλύτερα μπορούσε. «Κάιν, πρέπει να βρεις μια Μ' αυτόν τον τρόπο ο Κάιν ανάγκαζε τον Άβελ να
κοπέλα. Κάιν, γιατί δεν παίρνεις τηλέφωνο κανέναν; κάθεται κάτω από την μπάρα ακόμα και έξι μήνες στο
Κάιν, φέρε κάνα φίλο για φαγητό ...» σερί, αποδεικνύοντας έτσι ο Κάιν τη μοχθηρία του
Αλλά ο Κάιν δεν κατόρθωσε ποτέ να ξεπεράσει και ο Άβελ τη βλακεία του.
το αίσθημα της μοναξιάς του, και σύντομα έγινε και Μεγαλώνοντας, ο Άβελ έγινε βοσκός και ο Κάιν
ψυχοπαθής. αγρότης. .
Ο Άβελ είχε ένα σωρό αρνάκια, που τα φώναζε
Η Εύα ήταν πολύ προβληματισμένη, και είπε στον με τ' όνομά τους: Γιαννάκη, Σουζάννα, Ουμβέρτο, Ε­
Αδάμ: «Ίσως πρέπει να του δώσουμε μια αδελφού­ δουάρδο ... Αλλά δεν ήξερε τι να τα κάνει.
λα». Δοκίμασε να ανοίξει εστιατόριο: «Του Άβελ το
Κι έτσι έγινε και γεννήθηκε ο Άβελ, που μεγάλω­ κουτούκι», με σπεσιαλιτέ αρνάκι γάλακτος στο φούρ­
σε και έγινε ωραίος, ξανθός, ψηλός, με λεοπάρ μίνι, νο, αλλά αναγκάστηκε να το κλείσει λόγω ελλείψεως
μιζανπλί και μες: σαν τραγουδίστρια σκυλάδικου ένα πελατών, αφού ο Κάιν ήταν χορτοφάγος.
πράγμα. Τότε επιδόθηκε στο εμπόριο, αλλά κανείς δεν ή­
Και ο Κάιν άρχισε να μισεί τον Άβελ, γιατί κάθε θελε τα πρόβατά του: ο Κάιν ίσα που αγόραζε κι α­
βράδυ, όταν γύριζε σπίτι, ο Άβελ ρωτούσε: «Ποιος εί­ πό ένα πότε πότε, κι ύστερα, όταν του 'φευγε ο έρω­
ναι;» τας για δαύτο, το 'κανε μπουφάν με γούνα αρνί. Από
Και αποκρινόταν ο Κάιν: «Ποιος θες να 'ναι; Μό­ απελπισία, ο Άβελ το 'ριξε στις θυσίες στον Κύριο.
νο εμείς οι δυο είμαστε επί προσώπου γη;». Κάθε μέρα έκαιγε εφτά οχτώ αρνιά σε θυσία.
Και όποτε ο Κάιν έβγαινε, ο Άβελ τον συμβού­ Ο Κάιν πάλι, δεν έκανε ποτέ θυσίες στον Κύριο.
λευε: «Μη μιλάς με αγνωστουο-. Και έλεγε ο Άβελ: «Καϊνώω, θα σε βοηθήσω ε­
Και ο χαρακτήρας του Κάιν χειροτέρευε. γώ». Και αποκρινόταν ο Κάιν: «Αβελάκο, έτσι και αγ­
γίξεις τίποτα, σε σκότωσα!»
Το βράδυ, μην ξέροντας τι να κάνουν, τα δύο α­
δέρφια έπαιζαν τη σφαλιάρα του φαντάρου. Ο Άβελ Μια μέρα ο Κάιν γύρισε σπίτι και βρήκε τον Ά­
καθόταν από κάτω, και ο Κάιν χτύπαγε μ' ένα χοντρό βελ σαν την καλή χαρά: «Σερπράιζ!» είπε ο Άβελ.
κλαδί βελανιδιάς το χέρι του αδελφού του. Ύστερα «Θυσίασα για λογαριασμό σου όλα εκείνα τα άσκη­
ρωτούσε: «Ποιος ήταν;» μα, ξερά και βρόμικα φύλλα που φύλαγες στην απο-
38 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ

θήκη. Ο Κύριος είναι ευχαριστημένος κι εσύ ξεφορ­


τώθηκες όλα εκείνα τα σιχαμένα παλιόχορτα!»
«Σιχαμενα;» φώναξε ο Κάιν. «Αυτά ήταν χόρτο
τεφαρίκι!»
Και έτσι έγινε και ο Άβελ ανακάλυψε πως ο Κάιν
έκανε χρήση ναρκωτικών' αλλά δεν πρόλαβε να στα­
ναχωρηθεί, γιατί ο Κάιν τα πήρε στο κρανίο, του 'δω­
σε μια με το σφυρί και τον ξάπλωσε στο έδαφος σαν
χαλάκι του μπάνιου.

Και τη στιγμή εκείνη ακούστηκε φωνή:


«Ασφατάλ σιχ ισμναήλ ετόν οσιατάχ βιρό!»
Που στην αρχαία θεϊκή γλώσσα σημαίνει:
«Έι, εσύ!»
Και σήκωσε ο Κάιν τα μάτια στον ουρανό, όχι για­
τί είχε μπαφιάσει, παρά γιατί από κει προερχόταν η
φωνή. Και η φωνή συνέχισε:
«Έι, εσύ εκεί κάτω, εσύ καλέ, πώς σε λένε ... Ουφ,
με τόσο κόσμο που έπλασα, πού να θυμάμαι ονόμα­
τα!»
«Είμαι ο Κάιν. Εσύ ποιος είσαι;»
Και η βροντερή φωνή αποκρίθηκε:
«ο Ράμπο, όχι, ποιος Ράμπο μωρέ, είμαι ... ο Σού­
περμαν ... Μα όχι, τι λέω τώρα; Είμαι ... ποιος είμαι;
Δεν θυμάμαι πια, Θεέ μου ... Α, ναι, Θεός, σωστά, αυ­
τό είμαι, ο Θεός ... Ή μήπως όχι;»
Και ο Κάιν κατάλαβε πως ο καπνός της θυσίας εί­
χε φτάσει ως τον ουρανό.
000ο KAίίi ΤΑ ΠΗΡΕ ΣΤΟ ΚΡΑΝ/Ο, ΤΟΥ 'JlQU
«Κάιν, πού είναι ο Άβελ;» ρώτησε ο Θεός. Μ/Α ΜΕ ΤΟ ΣΦνΡ/ ΚΑ/ ΤΟΝ ~ιfΠAQU ΣΤΟ
«Ξέρω γω;» αποκρίθηκε ο Κάιν. Ε.4ΑΦΟΣ ΣΑΝ ΧΑΑΑΚ/ ΤΟΥ ΜΠΑΝ/ΟΥ...
Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 41

«"Ξέρω γω;"! Εδώ φτιάχνουμε τη Βίβλο, κι εσύ


λες "ξέρω γω;"!; Μπρος, για λέγε ν' ακούσουμε, ποιο
είναι το σωστό;»
Και είπε ο Κάιν: «Ουφ ... Αμάν πια! Εντάξει: μή­
πως είμαι εγώ ο φύλακας του αδελφού μου;»
«Μπράβο σου», είπε ο Κύριος, «το βλέπεις που,
όταν στρωθείς στο διάβασμα, δεν είσαι και τόσο κρε­
τίνος πια;»

Και ο Κύριος τιμώρησε τον Κάιν για το φόνο του


αδελφού του, και είπε: «Γυναίκα, εσύ θα γεννάς με
πόνο μεγάλο, άντρα, εσύ θα δουλεύεις με ιδρώτα πο­
λύ ... Όχι όχι! Αυτό το έδωσα για homework την προη­
γούμενη φορά. Λοιπόν, για τιμωρία θα γράψεις τη
διαθήκη σου».
«Την Παλαιά ή την Καινή;» πήγε να κάνει τον έ­
ξυπνο ο Κάιν.
Και ο Κύριος επέβαλε ακόμα πιο σκληρή τιμω­
ρία για τη δήθεν εξυπνάδα του και είπε: «Θα ξεκι­
νάτε για διακοπές τον Αύγουστο επιλέγοντας την "έ­
ξυπνη αναχώρηση", και θα σηκώνεστε η ώρα δύο τη
νύχτα για να μη βρείτε κίνηση, και θα αντιλαμβάνε­
στε ότι όλοι ξεκίνησαν η ώρα δύο τη νύχτα, και θα
βρίσκεστε με άλλα τέσσερα εκατομμύρια έξυπνους
στα διόδια, και οι μοναδικοί κρετίνοι θα είναι οι κλέ­
φτες, που θα σηκώνουν όλα τα διαμερίσματα στην
πόλη ...»
«Τρομερό», είπε ο Κάιν, αλλά ο Θεός δεν είχε τε­
λειώσει ακόμα.
«Και θα πρέπει να κάνετε κάθε χρόνο δώρα Χρι-
42 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 43

στουγέννων. Και θα γυρνάτε τρεις βδομάδες για να ναν καλό ύπνο, αλλά ακόμα με δυνατό πονοκέφαλο,
βρείτε μια φανελένια πιτζάμα να την κάνετε δώρο ο Κύριος έπλασε τον Γιάννη και τη Μαρία.
στους συγγενείς σας, και θα είστε καταδικασμένοι η Και αυτοί υπήρξαν οι πραγματικοί προπάτορες
πιτζάμα αυτή να πηγαίνει δώρο από χέρι σε χέρι, ώ­ της ανθρωπότητας.
σπου να ξαναπέσει στα δικά σας χέρια ...»
«Φτάνει, σε παρακαλώ!» αναφώνησε ο Κάιν, αλ­
λά ο Θεός δεν είχε τελειώσει ακόμα.
«Και τη μία φορά στις διακόσιες που μια γυναί­
κα θα σας δίνεται, υπό την προϋπόθεση να χρησιμο­
ποιείτε προφυλακτικό από το φόβο της αρρώστιας,
θα έχουν απεργία τα φαρμακεία, και δεν θα βρίσκε­
τε στο σπίτι ούτε αλουμινόχαρτο, ώστε να αντιμετω­
πίσετε το ζήτημα με χειρωνακτικό τρόπο ...»
«Κι ύστερα;» ρώτησε ο Κάιν, αλλά αυτή τη φορά
ο Θεός είχε τελειώσει στ' αλήθεια, και είπε:
«Σου το 'χα πει, Κάιν: κάντε έρωτα, όχι πόλεμο!»
«Με ποιον;» ούρλιαξε ο Κάιν. «Εδώ πέρα ήμα­
σταν μόνο εγώ κι ο άλλος ο ξεκούτης!»
«Έι, Κάιν, χαμήλωσε τον τόνο της φωνής σου, ε­
ντάξει; Ο Θεός ακούει στην εντέλεια, εν ουρανώ, ε­
πί της γης και πανταχού. Δεν είναι κουφός. Είπα και
ελάλησα».
Και ο Θεός πήγε να σταυρώσει τα χέρια του αλ­
λά, όπως το 'κανε αυτό, του ξέφυγε ένας κεραυνός κι
έκανε τον Κάιν στάχτη και πούλβερη.
«Να πάρ' η οργή», είπε ο Κύριος, «ας ελπίσουμε
να μην το 'δε κανείς».
/Υστερα συνειδητοποίησε ότι στην πραγματικότη­
τα δεν υπήρχε κανείς που μπορούσε να δει.
Και την άλλη μέρα, ξεκούραστος ύστερα από έ-
~...... ~

...Κι41 ΤΗΝ ι4ΑΑΗ ΜΕΡι4 Ο KYPIIJΣ E1f'Aι4U


ΤΟΝ ΓIι4ΝΝΗ Κι41 ΤΗ Μι4ΡIι4 - Κι41 ι4ΠΟI
rιrHP~ι4N οΙ 1ΓΡι4ΓΜ,4ΤIΚΟI 1ΓPIJΠ,4TOPEΣ
ΤΗΣ ι4ΝθΡR11'1JTΗΤι4Σ ..•
ΑΠΟΓΟΝΟΙ ΤΟΥ ΑΔΆΜ

Περίληψη του προηγουμένου:

Ω Αδάμ και η Εύα γέννησαν τον Κάιν και τον Ά­


βελ, που είχαν κάποιο πρόβλημα.

Επεισόδιο δεύτερο.

Ω Γιάννης και η Μαρία γέννησαν το ΕΝΩΣ, που υ­


πήρξε πατέρας όλων των βοσκών (που βάζουν το λύ­
κο να φυλάει τα πρόβατα), όλων των ορνιθοτρόφων
(που κουρεύουν τ' αβγό και παίρνουν το μαλλί του),
καθώς και ενός που άνοιξε κομμωτήριο.
Ω Ενώς δεν έπινε, δεν κάπνιζε και δεν πήγαινε
σε γυναίκες, συν τοις άλλοις επειδή υπήρχαν τρεις ή
τέσσερις συνολικά. Με αυτόν τον τρόπο έζησε εννια­
κόσια πέντε χρόνια, αλλά δεν το διασκέδασε και πο­
λύ.
Ω Ενώς εγέννησε τον ΚΑΪΝΑΝ, που υπήρξε πατέ­
ρας όλων των αλκοολικών και των τοξικομανών, ο ί­
διος, δε, είχε εξάρτηση από την κόκα: με τα καφάσια
48 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 49

τις έπινε τις κόκα κόλες. Με τον τρόπο αυτόν ο Καϊ­ θανε στο άνθος της ηλικίας του, μόλις τριακοσίων ε­
νάν έζησε μόνον εννιακόσια χρόνια, αλλά το διασκέ­ ξήντα πέντε ετών. α αδελφός του πέθανε ένα χρόνο
δασε πολύ περισσότερο από τον πατέρα του. α Καϊ­ μετά, τριακοσίων εξήντα έξι ετών. Πράγματι, λεγό­
νάν γνώρισε τη γυναίκα του τέσσερις φορές και απέ­ ταν Δίσεκτος.
κτησε τέσσερα παιδιά: με κάθε ριξιά έβρισκε κέντρο, α Ενώχ εγέννησε τον ΜΑΘΟΥΣΑΛΑ, που υπήρξε
και με τέσσερα κέντρα κέρδισε ένα αρκουδάκι. πατέρας όλων όσοι διαπρέπουν σε σπορ όπως: άρση
α Καϊνάν εγέννησε τον ΜΑΑΛΑΛΕΗΛ, που υπήρ- οικογενειακών βαρών, αγώνας δρόμου μετ' εμπο­
. ξε πατέρας για όλους τους κεκέδες και για κάθε πα­ δίων, τηλε-μαραθώνιος, άλμα στο κενό κλπ. Ο Μα­
πά παχύ που 'φαγε παχιά φακή. α Μααλαλεήλ γνώ­ θουσάλαξ δεν τα πήγε ποτέ καλά με τον Ενώχ, λόγω
ρισε τη γυναίκα του τρεις φορές και απέκτησε εννέα του χάσματος των γενεών, και του 'λεγε πολλές φο­
παιδιά, και όταν του έφεραν το αρκουδάκι, το δέχτη­ ρές: «Κατόν σακαβίλ», που στην αρχαία προβαβυλω­
κε με καχυποψία. α Μααλαλεήλ πέθανε αφού εφτα­ νιακή γλώσσα σημαίνει: «Μπαμπά, είσαι γέρος, δεν
σε στην ηλικία των 3427941 - 06 για όποιον τηλεφω­ μας καταλαβαίνεις εμάς τους νέους».
νεί εκτός Ρώμης. α Μαθουσάλας έζησε χίλια εκατόν εννενήντα
α Μααλαλεήλ εγέννησε τον ΙΑΡΕΔ, που υπήρξε χρόνια, που, μείον 19% ΦΠΑ, μας κάνουν χίλια χρό­
πατέρας όλων των γιατρών που εκτελούσαν τα καθή­ νια καθαρά.
κοντά τους υπό τους ήχους του ανατολίτικου γιαρέ: α Μαθουσάλας εγέννησε τον ΛΑΜΕΧ, που υπήρ­
«Πολλούς γιαράδες γιάτρεψα κι άλλους θε να γιατρέ- ;Ζ ξε πατέρας για τον Δαλάι-Λάμεχ και για όσες κυρίες
ψω», και απεβίωσαν ευτυχείς στη Γιάρα λέγοντας: με λαμέ το έριξαν στον ανατολίτικο μυστικισμό. α
«Δόξα να 'χει ο Γιαραμπής». α Ιάρεδ γνώρισε τη σύ­ Λάμεχ την έκανε λαμόγια σε πολλά ραντεβού με το
ζυγό του άπειρες φορές, αλλά απέκτησε μόνο δύο Χάρο, ώσπου τελικά τα τίναξε στα 777 του χρόνια.
παιδιά. Η σύζυγός του υπήρξε γυναίκα χορτασμένη, . α Λάμεχ δεν γνώρισε ποτέ τη γυναίκα του, κι ω­
αλλά αυτός πέθανε εννιακοσίων εξήντα δύο ετών δί­ στόσο γέννησε πενήντα τέσσερα αρσενικά παιδιά και
χως ούτε ένα αρκουδάκι. τέσσερα ντεμί ντεμί. Τότε κατάλαβε πως είχε πα­
α Ιάρεδ εγέννησε τον ΕΝΩΧ, πατέρα σχεδόν ό­ ντρευτεί μια σουρουκ-λαμέχ.
λων των παιδιών που γεννήθηκαν εκείνον τον καιρό Απ' όλα τούτα τα παιδιά μόνο ένα πέρασε στην ι­
σ' εκείνα τα μέρη, καθώς και στα περίχωρα. Πολύ σύ­ στορία: ο ΝΩΕ. Ήταν ο εκλεκτός.
ντομα εξάντλησε όλα τα στοκ σε αρκουδάκια, καθώς
και την υπομονή των άλλων ανδρών. Τόση δραστη­
ριότητα υπονόμευσε την υγεία του Ενώχ, ο οποίος πέ-
----

...0 NDE ΝΤΑΝ Ο EKΛEΚTIJΣ ΤΟΊ ΚΊΡΙΟΊ:


20ΊΣΕ ΣΤΗΝ ΕΡΗΜΟ ΚΑΙ ΤΟΝ KιlTETPDrAN
Η 41'Α ΚΑΙ ΟΙ 'ΕΙΡΕΣ...
ΝΩΕ

Ο Νώε, αυτός που τόσα πρόσφερε στο ανθρώπινο εί­


δος, καθώς και στο ζωικό.
Ήταν ο εκλεκτός του Κυρίου: ζούσε στην έρημο
και τον κατέτρωγαν η δίψα και οι ψείρες.
Τον καιρό εκείνο οι άνθρωποι επί της γης συνου­
σιάζονταν από το πρωί ως το βράδυ, και ο Κύριος εί­
πε: «Πόπο αηδία! Μια κι είμαι εδώ, λέω να τους ε­
ξολοθρεύσω και να ξεμπερδεύω με δαύτους».
Ο Νώε όμως ήταν δίκαιος και δεν συνουσιαζόταν
ποτέ, συν τοις άλλοις επειδή έζεχνε τυρίλα και βρό­
μαγε το χνότο του, που το χρησιμοποιούσε επίσης για
να σκοτώνει τις ψείρες, καθώς και τα όποια άλλα ζώα
από πάνω του. Σκέτο σίχαμα. Κι ήταν τόσο φτωχός,
που δεν μπορούσε να αγοράσει τον έρωτα ούτε από
καμήλα. Κι ήταν τόσο αστοιχείωτος, που αποκλείεται
να αναγνώριζε θηλυκή από αρσενική καμήλα. Κι ή­
ταν τόσο γκαντέμης, που μια θηλυκή καμήλα απο­
κλείεται να του δινόταν ποτέ.
Ήταν ο εκλεκτός.
Και γι' αυτό ευχαριστούσε κάθε μέρα τον Κύριο
54 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ

λέγοντας: «Νταφτάχ», που στην αρχαία προβαβυλω­


νιακή γλώσσα σημαίνει: «Μα είναι δυνατόν; Τόσος
κόσμος υπάρχει επί προσώπου γης, και να είμαι απ'
όλους εγώ ο πιο κρετίνος, και να μη σταυρώνω γυ­
ναίκα δεν πά' να βάλει το χέρι του Κι ο Θεός ο ίδιος;»
Μια νύχτα ο Νωε κοιμόταν στο στρώμα του και
άκουσε μια φωνή: «Νωε!»
«Ποιος εϊναι;»
«ο Θεο;».
- .. --...-

«ο ποιος;»
«ο Θεός, ο ΙΕΧΩΒΑΣ!»
Και είπε ο Νώε: «Άααχ, ακούστε, είμαι απασχο­
---_.-
λημένος, έχω την κατσαρόλα στη φωτιά. Ρίξτε τα φυλ­
λάδια κάτω από την πόρτα ...»
Και είπε ο Θεός: «Δεν χρειάζομαι φυλλάδια εγώ.
Είμαι ο Παντοκράτωρ!»
«Αχ, Κύριε, να με συμπαθάς, είπες Ιεχωβάς και
νόμιζα πως ήταν οι Μάρτυρες ... Τι μπορώ να κάνω
για σενα;»
«Μια κιβωτό».
«Και τι είναι κιβωτός;»
«Μα, τέλος πάντων ... Το ξέρουνε και οι πέτρες τι
είναι η κιβωτός του Νώε, και δεν το ξέρεις εσύ, που
είσαι κι ο αυθεντικός Νώε; Είναι πολύ διάσημη, σαν ...ΚΑΙ TIJTE ΟΙ ΤΡΕΙΣ
το χριστουγεννιάτικο δέντρο ένα πράγμα. Η κιβω­
ΓΙΟΙ ΣHKQ'HKAN ΑΠΟ
τός ... Η κιβωτός! Είναι για να πλέουμε στη θάλασ­
σα!» ΤΟ KPE1JATI ΚΑΙ ΤΟΝ
Και είπε ο Νώε: 1ΓΛΑΚQΣAN ΣΤΟ ~ΊAIJ
«Κύριε, εγώ δεν έχω δει ποτέ μου ούτε ποδήλατο ΜΕ ΚΑΤΙ Μ,4ΤΣΙ)ΊΚIΑ .
θαλάσσης ... Εγώ ζω στο όρος Σινά!» ΝΤΑΝ Ο EKΛEΚTIJΣ .
Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 57

«Άσε τις ηλίθιες δικαιολογίες, Νώε. Θα φτιάξεις


αυτό το πλοίο και θα φορτώσεις πάνω δύο ζώα από
κάθε ράτσα».
Και είπε ο Νώε: «Και θα ζήσουν μαζί μου;»
«Ναι».
«Και με τη βρόμα τι γίνεται;»
«Θα τη συνηθίσουν», αποκρίθηκε ο Κύριος.
«Μα είναι στ' αλήθεια απαραίτητο;»
«Ναι», αποκρίθηκε ο Κύριος, «γιατί αποφάσισα
να τους πνίξω απαξάπαντες».
«Α, ωραία ιδέα! Συγχαρητήρια, Κύριε, θαυμάσια
η σκέψη σου!»
«Βιάσου, Νώε, στρώσου στη δουλειά. Μην ξεχνάς
πως είσαι ο εκλεκτός!»
«Αυτό θα πει κωλοφαρδία», είπε ο Νώε, που στην
αρχαία προβαβυλωνιακή γλώσσα σημαίνει: «Δόξα να
'χει ο Κύριος».
Και ο Νώε πήγε να ξυπνήσει τον Σημ, τον Χαμ
και τον Ιάφεθ, τους γιους του. *
«Ξυπνάτε, παιδιά, πρέπει να φτιάξουμε ένα γιοτ!»
«Τι ώρα εϊναι;» ρώτησαν τα παιδιά.
«Τρεις τη νύχτα», αποκρίθηκε ο Νώε.
Και τότε τα τρία υπάκουα παιδιά σηκώθηκαν από

* Πολλοί μελετητές φρονούν ότι ο Νώε είχε υιοθετήσει τους


γιους του, αφού δεν είχε συνουσιαστεί ποτέ. Άλλοι θεωρούν ότι οι
γιοι γεννήθηκαν από παρθενογένεση, μια και ο Νώε παρουσίαζε ο­
μοιότητες με την αμοιβάδα, αλλά η πρώτη υπόθεση φαίνεται ακόμα
και σήμερα η πιο αληθοφανής.
58 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 59

το κρεβάτι και, ενώ τα δύο κρατούσαν τον Νώε, ο τρί­ τσούνες, που συνουσιάζονταν εκεί που δεν το περί­
τος τού τις έριχνε με ένα ματσούκι στα δόντια. μενες. Ενώ λοιπόν ο Θεός εκτόξευε κεραυνούς και
αστραπές, έξαφνα είπε:
Ήταν ο εκλεκτός και κατασκεύασε την κιβωτό μό­ «Φτου να πάρ' η οργή, άφησα το νερό ανοιχτό στη
νος του. γη! ... Λες να πλυθήκανε;» Και γύρισε στη γη κι έκλει­
σε το νερό, κι έπειτα είπε:
Και κατέφτασαν τα ζώα, και μαζί τους σαράντα «Φτου να πάρ' η οργή, άφησα τη φωτιά αναμμέ­
οχτώ κότες, ώστε να φτιάξουν κοτόσουπα κατά τη νη από την άλλη μεριά ... Λες να ψηθήκανε;»
διάρκεια του διάπλου. Και έφυγε.
Κατέφτασαν και οι γαυρογαζέλες, που του Νώε
πολύ του άρεσαν με δεντρολίβανο και ζαμπονάκι. Τό­ Και στις 17 Οκτωβρίου επιτέλους σταμάτησε να
σο πολύ του άρεσαν, ώστε τις έφαγε κατά τη διάρ­ βρέχει. Και τότε ο Νώε πήρε έναν τυφλοπόντικα και
κεια του πλου και κανείς δεν τις γνώρισε ποτέ. τον έστειλε έξω από το φινιστρίνι. Κι άκουσε γκλου
γκλου γκλου, κι ο τυφλοπόντικας δεν ξαναγύρισε.
Και άρχισε να βρέχει. Και είπε ο Νώε: «Παράξενο. Τώρα θα στείλω την
Στην αρχή έβρεξε λίγο, και έγινε ο προκατακλυ­ αρκούδα». Ύστερα όμως, κατόπιν συντόμου συμπλο­
σμός. κής, είπε: «Όχι, όχι, καλύτερα να στείλω το περιστέ­
Ύστερα άρχισε να βρέχει ο Θεός κανονικά και ρι».

με το νόμο, κι αυτός ήταν πραγματικά ο κατακλυσμός. Και το περιστέρι γύρισε με ένα κλαδί ελιάς.
Και είπε ο Νώε: «Θα αναπέμψω ψαλμούς».
Ο Κύριος είχε πει: «Θα βρέχει επί σαράντα ημέ­ Ώσπου είδε το λαγό και είπε; «Μμμ, ίσως είναι
ρες», αλλά ύστερα αφαιρέθηκε, ξέχασε τον Νώε, και καλύτερα να μένουν οι ψαλμοί και να φτιάξω ένα
μετά εκατόν πενήντα μέρες έβρεχε ακόμη. σαλμί... Με τις ελίτσες που κουβάλησε το περιστέρι».
Ο Νώε ήταν ο εκλεκτός, και είπε: Και είπε τότε στο περιστέρι: «Πήγαινε πάλι, και
«Αχατόν σάτερ, γιάφα, αγκατάι ντουκ γκάνετ ρα­ δες αν βρεις λίγο ψωμάκι».
φινάι αματόν», που στην αρχαία προβαβυλωνιακή
γλώσσα σημαίνει: Και η Κιβωτός προσάραξε στο όρος Αραράτ, και
«Νισάφι πια!» γύρω ήταν όλο λάσπη.
Τον καιρό εκείνο ο Θεός έβαζε φωτιά σ' έναν άλ­ Και είπε ο Νώε: «Κύριε, μα εδώ είναι όλο λά­
λο πλανήτη, γεμάτο ανθρώπους με τέσσερις τσου- σπη!»
60 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ

Και αποκρίθηκε ο Κύριος: «Πού θαρρείς πω; έ­


φτασες; Σε κάνα θέρετρο;»

Και ο Νώε ήταν μόνος με την οικογένειά του στη


γη, και καλλιέργησε την άμπελο και ήπιε το κρασί και
έζησε άλλα τριακόσια πενήντα χρόνια, όλη την ώρα
μεθυσμένος.

Έπινε για να ξεχάσει πως ήταν ο εκλεκτός.


---
-----
-=-
----
Ι , 'ι'ι
11 'Ι (
.--
---
..-------..
-:::::::-
--
- '/' 11
Ιι ;11 d
/11 1 ι;
"-

- c.

-
- --...;,--

...ΚΑΙ ΕΠΤΈ IJ NRE


« ... TRPA θΑ ΣTEIAR ΤΗΝ ΑΡΚlJν4Α...»
'ιΣΤΕΡΑ, KATIJ1TIN ΣγΝΤIJΜlJγΣγΜ11ΆIJΚΗΣ, Ε/7fΈ
«ΟΧΙ, ΚΑΑΠΕΡΑ ΝΑ Σ'rEIAR ΤΙJ 11ΈPIΣ'rEPI ...»
Ο ΠΥΡΓΟΣ ΤΗΣ ΒΑΒΕΛ

Περίληψη των προηγουμένων:

Μετά τον κατακλυσμό ο Σημ, ο Χαμ και ο Ιάφεθ


είχαν υπέρ το δέον αναπαραχθεί, χάρη στην ευτυχή
τους συνάντηση με την Κιβωτό της Μιμής. Ήταν ένα
πλοίο ροζ από πάνω ως κάτω, υπό μορφήν κιβωτίου
ερμητικά κλειστού απ' όλες τις πάντες, και άρα πολύ
ανθεκτικού στο νερό: ένα πλοίο αν(τ)οχής. Σ' αυτήν
τη δεύτερη κιβωτό ήταν η Μιμή, κατά κόσμον Καρ­
μέλα Τιρμπουσόν, μια εύσωμη και φτιασιδωμένη γυ­
ναίκα εξ Απουλίας με έντονο παριζιάνικο αξάν, και
τα τρία της κορίτσια: η Ντέμπορα, η Σαμάνθα και η
Κατιούσα. Ο Κύριος τους είχε υποσχεθεί ότι θα σω­
θούν για όλο το καλό που είχαν κάνει στους ανθρώ­
πους (όχι ακριβώς σε όλους, αλλά πάντως σε πολλούς
άντρες). Και αφού πέρασε η βροχή, τα καλά κορίτσια
ξανάρχισαν να κάνουν καλό, έναντι ενός μικροποσού
που κυμαινόταν γύρω στα είκοσι αργύρια.

Άκμασαν τότε οι γνωριμίες, τροφοδοτούμενες και


64 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 65

από το γεγονός ότι δεν υπήρχαν ακόμα ούτε η τηλεό­ τί τον έπιασαν, τον έγδαραν και τον έβαλαν σε αλά­
ραση ούτε τα αφροδίσια νοσήματα. Κι έτσι, σε σύντο­ τι, για να ευχαριστήσουν τον Κύριο.
μο χρονικό διάστημα, η γη είχε εκ νέου εποικισθεί
και ο κατακλυσμός είχε μείνει μόνο μια μακρινή α­ Και ο Θεός τα είδε όλα τούτα κι ήρθε στη γη με­
νάμνηση. ταμφιεσμένος.
Ωστόσο παρέμεναν κάτι μικροτραύματα σε υπο­ Πήγε σ' έναν άνθρωπο που τον έλεγαν Αρούκ και
συνείδητο επίπεδο. ρώτησε:
Πραγματικά, αν κάποιος έλεγε: «Πάμε για μπά­ «Τι φτιάχνετε;»
νιο», τον έγδερναν και τον έβαζαν σε αλάτι, για να </Εναν πύργο, για να ευχαριστήσουμε τον Κύ­
ευχαριστήσουν τον Κύριο. ριο», αποκρίθηκε ο Αρούκ.
Και όποτε έβρεχε, κάποιος πήγαινε στο ναυαγο­ Και είπε ο Κύριος: «Χάθηκε μια τούρτα με κερά­
σώστη και νοίκιαζε ένα ποδήλατο θαλάσσης λέγο­ κια; Ή μια χαριτωμένη γραβάτα Ρετζιμένταλ;»
ντας: «Πού ξέρεις τι γίνεται ...» Και είπε ο Αρούκ: «Αρχιμάστορα, εδώ είναι ένας
Αλλά ο Θεός είχε κάνει συμφωνία με τον Νώε και αντιδραστικός. Πώς να του φερθώ; Να του τραβήξω
είχε πει: «Δεν θα σας ξαναπνίξω, τ' ορκίζομαι: να σας ένα γδάρσιμο στο τσάκα τσάκα;»
θάψω. Όμως μπορώ πάντα να σας κάψω, να σας μα­ Και είπε ο Κύριος: «Ξέρεις ποιος είμ' εγώ; Ο
στιγώσω, να σας ξελεπίσω, να σας αλέσω, να σας τσι­ Θεός!»
γαρίσω, να σας μαρινάρω σε χυμό λεμόνι και να σας Και είπε ο Αρούκ: «Ωραία. Κι εγώ είμαι ο Μέγας
πασπαλίσω με μαϊντανό ...» Ναπολέων! »
Και οι άνθρωποι εν χορώ έλεγαν: «Αγαθός και Και τότε ο Κύριος, για να αποδείξει στον Αρούκ
φιλάνθρωπος ο Θεός ημών!» ποιος ήταν, μεταμόρφωσε έναν κασμά σε φίδι.
«Νόστιμο αυτό το παιχνίδι», είπε ο Αρούκ βγάζο­
Και οι άνθρωποι έφτασαν σε μια τοποθεσία που ντας έξω μια τράπουλα. «Σειρά μου τώρα. Τράβα έ­
την έλεγαν Σεναάρ, εγκαταστάθηκαν εκεί και είπαν να χαρτί...»
ο ένας στον άλλον: «Εμπρός, ας φτιάξουμε τούβλα. Και σήκωσε ο Κύριος τα μάτια του στον ουρανό
Εμπρός, ας τα ψήσουμε στη φωτιά. Εμπρός, ας χτί­ και είπε: «Συμπαθέστατοι Λέω να τους εξοντώσω
σουμε έναν πύργο ...» οριστικά και αμετάκλητα Α, όχι, δεν μπορώ, αυτό
Και είπε ένας: «Και γιατί δεν φτιάχνουμε έναν ω­ το 'χα υποσχεθεί στον Νώε. Ξέρεις τι θα κάνω; Θα
ραίο όμιλο αντισφαιρίσεως;» μπερδέψω τις γλώσσες τους!»
Αλλά δεν πρόλαβε να προσθέσει «Εμπρός», για-
66 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 67

Και έτσι έκανε. φηκε. Στη θέση του έμεινε μόνο ένα ψιλικατζίδικο κι
Και έκτοτε, ενώ ο ένας έλεγε: «Δώσε τούβλο». ένας τηλεφωνικός θάλαμος. Επάνω είχε μια ταμπελί­
Ο άλλος καταλάβαινε: «Όρσε, βούρλο». τσα: «Πτυχιούχος παραδίδει μαθήματα ξένων γλωσ­
Και αποκρινόταν: «Μου κάνεις πλάκα;» σών». Όμως κανείς δεν κατάλαβε ποτέ τι έγραφε.
Και ο πρώτος καταλάβαινε: «Σκασμός, μαλάκα».
Και ένας τρίτος έλεγε: «Άιντε ...»
Όμως οι άλλοι καταλάβαιναν: «Οι μανάδες σας
πουλούν τα συφοριασμένα τους κορμιά σε φαντάρους
με δερματικά νοσήματα για πενταροδεκάρες, και
τους δίνουν και τα ρέστα». Κι έτσι τον έγδερναν ζω­
ντανό και τον έβαζαν σε αλάτι, για να ευχαριστήσουν
τον Κύριο.
Και μιλούσε γαλλικά ο οικοδόμος, ολλανδέζικα ο
μαραγκός, γερμανικά ο ποιμενικός, τούρκικα ο κα­
φές, ρώσικα η σαλάτα ...

Και ήρθε ένας άνθρωπος που παρουσίαζε τηλεο­


πτική εκπομπή τα μεσημέρια, φοβερός παρλαπίπας,
και μίλαγε, μίλαγε, μίλαγε, και γλώσσα δεν έβαζε μέ­
σα. Και ήταν σκέτο κρίμα που δεν τον έγδαραν ζω­
ντανό και δεν τον έβαλαν σε αλάτι, για να ευχαριστή­
σουν τον Κύριο, αλλά κυρίως εμάς.

Και οι άνθρωποι δεν καταλαβαίνονταν πια, και


μόνο ένα πράγμα κατάλαβαν: πως ήταν αδύνατον να
καταλάβουν ποτέ τους ο ένας τον άλλον.
Και ο τόπος εκείνος ονομάστηκε Βαβέλ, που στην
αρχαία εβραϊκή γλώσσα δεν σημαίνει απολύτως τίπο­
τα.

Και σκορπίστηκε ο λαός, και ο πύργος καταστρά-


...ΚΑΙ MIAIJ'/U rAAAIKA IJ IJIKIJ4IJMIJΣ,
IJAAAN4EZIKA IJ MAPArKIJΣ,
rEPMANIKA IJ 1ΓIJIΜΕΝIΚIJΣ,
ΤlJνΡΚIΚΑ IJ ΚΑΦΕΣ, PDΣIKA Η ΣΑΑΑΤΑ..•
ΑΠΟΓΟΝΟΙ ΤΟΥ ΝΩΕ

Ο Νώε γέννησε τρεις γιους, τον Σημ, τον Χαμ και


τον lάφεθ, οι οποίοι με τη σειρά τους εγέννησαν αν­
θρώπους παντός χρώματος: άσπρους, μαύρους, κιτρι­
νους, κόκκινους, που σκόρπισαν ανά τον κόσμο.

Ό,τι ακολουθεί είναι οι απόγονοί τους σύμφωνα


με τις γλώσσες τους και τα έθνη τους.

Απόγονοι του Ιάφεθ

Ο lάφεθ εγέννησε τον Γομέρ, που παντρεύτηκε


τον Μεσέχ, αλλά αναφέρθηκε στον Ιάφεθ ότι και ο
Μαγώγ είχε γεννήσει παιδιά του Γομέρ του αδελφού
του, δηλαδή τον Μαδαί και τον lαυάν, αδελφό του
Μαδαί και πατέρα του Θοβέλ, θείο του Μεδώχ, που
γέννησε με τον Ασχενάζ επτά παιδιά συν άλλα. δύο
με τη Σαδόν, που ήταν εξαδέλφη του Ριφάθ και που
τον απατούσε με τον Θαρσείς, από τον οποίο απέκτη­
σε ένα γιο που ζευγάρωσε με τη γιαγιά του τη Ρευ-
72 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 73

ματικά, από την οποία απέκτησε τον Άρθρωση, τον Προπονητής: Μι. Σισώθ.
πρωτότοκο, και τη Σκλήρωση, τη δευτερότοκη, που
γνώρισε σαρκικά τον εξάδελφο της κουνιάδας της α­ Διαιτητεύει ο κύριος Θαρσείς, με βοηθούς τους
πό τον οποίο απέκτησε μια κόρη που την ονόμασε Αρ­ Ριφάθ και Μεσέχ.
τηριοσκλήρωση, Αρτηρία για τους φίλους, ενώ η εξα­ Θεατές: 640.000, καιρός θαυμάσιος.
δέλφη της η Μολύβη γέννησε ένα κουτί ξυλομπογιές
και το 'σκασε με τον Μαρκαδόρο, αφήνοντας πελα­ Αυτοί υπήρξαν οι απόγονοι του Χαμ, σύμφωνα με
γωμένη τη θεία της τη Λίλα Πάουζε -σοκολάτα με τη γλώσσα τους, τις ομάδες τους και την εθνική τους.
ονοματεπώνυμο - που απέκτησε τέσσερα παιδιά, τη
Ροσέ, τη Μονσερί, τη Νουτέλα και την Κίντερ, την πιο
χλομή, γιατί είχε περισσότερο γάλα και λιγότερο κα­ Απόγονοι του Σημ
κάο.
Η ιστορία είναι λίγο μπερδεμένη, αλλά αυτοί ή­ Το αν ο Σημ θα αποκτούσε απογόνου ς υπήρξε αμ­
ταν οι απόγονοι του Ιάφεθ σύμφωνα με τις γλώσσες φίβολο για κάμποσον καιρό, γιατί δεν κατόρθωνε να
τους και τα έθνη τους. τεκνοποιήσει. Τότε ο Χαμ και ο Ιάφεθ τού είπαν:
«Πλέι ιτ εγκέν, Σημ!»
Και αυτός το ξανάπαιξε και γέννησε τον Αρφα­
Απόγονοι του Χαμ ξάδ, που ήταν σχεδόν τυφλός κι όλο πεινούσε, εξ ου
και η παροιμία: «Δεν βλέπω μπροστά μου από την
Εκ μητρός: πείνα».
Φουθ, Χαναάν, Σεβά, Αβιλά, Σαβθά, Ρααμά, Σαβ­ Ο Αρφαξάδ εγέννησε τον Σαλά, ο οποίος ήταν "(ό­
θεκά, Δαιδάν, Νεβρώδ, Χανάμ, Λαάβ. σο φτωχός ώστε, για να αγοράσει λίγο άζυμο ψωμί,
Στον. πάγκο: Σαβά και Πατρός. ήταν αναγκασμένος να πουλάει τα μωρουδιακά του
Προπονητής: Μι. Νουφθούκ. γιου του, εξ ου και η παροιμία: «Μας πήραν και μας
πούλησαν για μια μπουκιά ψωμί».
Εκ πατρός: Ο Σαλά γέννησε τον Έβερ, ο οποίος, εκεί που ή­
Χασλούχ, Καφθόρ, Σιδών, Χετταίος, Ιεβουσαίος, ταν στην έρημο, έφαγε μια κοτρόνα κατακέφαλα ?-GaL
Αμοραίος, Θοβέλ, Γεργεσαίος, Αρουκαίος, Ευαίος είπε: «Είδομεν το φως το αληθινόν», που δεν έχει ?-Ga-
(Γιμοναίος, αντικατάσταση στο 22'), Ασεναίος. μία σχέση, αλλά, με τέτοια κατραπακιά, το μυαλό του
Στον πάγκο: Ναφώρ και Σαμαρείτης. χριστιανού είχε γίνει κουρκούτι.
74 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 75

Ο Έβερ εγέννησε τον Φαλέγ, που καλλιεργούσε Ο Μολώχ εγέννησε τον Σεβέ, που ήταν χωλός και
τη γη και ταυτόχρονα επιδιδόταν στη χρήση ναρκω­ δίδασκε επί χρήμασιν την τέχνη του χωλαίνειν, εξ ου
τικών, εξ ου και η παροιμία: «Έκανε δουλειές με και η παροιμία: «Η γριά κότα έχει το ζουμί» (αμέ, τι
φούντες». νομίζατε;).
Ο Φαλέγ εγέννησε τον Ραγαύ, ο οποίος, όπως κι Ο Σεβέ γέννησε τον Θάρα, που είχε κάπως παι­
ο πατέρας του, επιδιδόταν στη χρήση ναρκωτικών και διάστικο χαρακτήρα, τόσο που ο Κύριος του ε ίπε την
ξεκούτιανε από το πολύ χόρτο, εξ ου και η παροιμία: περίφημη παροιμία: «Μην κάνεις το παιδί», αλλά ο
«Έφαγε το κουτό-χορτο». Θάρα δεν υπάκουσε, έκανε το παιδί και το ονόμασε
Ο Ραγαύ εγέννησε τον Σερούχ, που ήταν κυνηγός Αβραάμ.
και βρήκε δύο σιαμαία τρυγόνια ενωμένα από τα γεν­
νητικά τους όργανα, εξ ου και η παροιμία: «Δυο τρυ- Αυτοί είναι οι γιοι του Σημ σύμφωνα με τις φυλές
γόνια μ' ένα σμπάρο». . τους και τις παροιμίες τους.
Ο Σερούχ εγέννησε τον Ναχώρ, που ευνούχιζε α­
ντιλόπες και κατάφερνε να το κάνει μόνον όταν οι α­
ντιλόπες πηδούσαν στον αέρα, εξ ου και η παροιμία:
«Πιάνω πουλιά στον αέρα».
Ο Ναχώρ εγέννησε τον Ζαρέβ, ο οποίος είχε νο­
σηρές σχέσεις, εκτός από τη γυναίκα του, και με ορι­
σμένες αγελάδες του κοπαδιού του, εξ ου και η πα­
ροιμία: «Γυναίκα από τον τόπο σου, γελάδα απ' το
μαντρί σου».
Ο Ζαρέβ εγέννησε τον Γεβάλ, που ήταν βοσκός
κι έδερνε το μαντρόσκυλό του κάθε μέρα, εξ ου και
η παροιμία: «Το δερνάμενο σκυλί κακά πάει στο μα­
ντρί».
Ο Γεβάλ εγέννησε τον Μολώχ, ο οποίος υποστή­
ριζε ότι «το μοναστήρι να 'ναι καλά, κι από καλογέ­
ρους ...», αλλά εκείνη την εποχή κανείς δεν ήξερε τι
εστί καλόγερος, και ο Μολώχ δεν είχε ποτέ μεγάλη
αξιοπιστία σε ό,τι αφορά τις παροιμίες.
ΑΒΡΑΆΜ

Τον καιρό εκείνο ο Αβραάμ μετανάστευε κατά το


Νεγκέμπ.
«Πού πας;» τον ρωτούσε ο κόσμος.
«Μου έχουν τάξει ένα οικόπεδο, και πήρα το δρό­
μο να το βρω», αποκρινόταν ο Αβραάμ.
Ο Αβραάμ ήταν εννενήντα εννιά χρονών, και στην
πορεία αρρώστησε. Είπε τότε στη γυναίκα του: «Σά­
ρα, τηλεφώνησε του γιατρού».
Αλλά είπε ο Θεός: «Γιατί να ανησυχήσετε το για­
τρό; Είμαι εγώ εδώ».
Και είπε ο Αβραάμ: «Μια ζωή στη μέση αυτός!»
Και είπε ο Κύριος: «Αβραάμ, αν θες να γίνεις κα­
λά, κόψε τη σάρκα της ακροβυστίας σου».
Και είπε ο Αβραάμ: «Μα, Κύριε, δεν φτάνει μια
ασπιρινούλα;»
«Όχι», αποκρίθηκε ο Κύριος, «κόφ' την εσύ και
όλος σου ο λαός».
«Τι σχέση έχουμε εμείς;» είπε ο λαός. «Μια χα­
ρά είμαστε!»
78 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ

Και είπε ο Αβραάμ: «Άμα την κόψω εγώ, θα την


κόψετε κι εσείς ... Ε, Κύριε;»
Και ο Κύριος είπε ναι, και ο λαός είπε: «Το στα­
νιό μου!», που στην αρχαία εβραϊκή γλώσσα σημαί­
νει: «Δοξασμένος ο Κύριος!»
Και είπε ακόμα ο Κύριος: «Αυτό θα το κάνετε κά­
θε χρόνο».
Και είπε ο Αβραάμ: «Κύριε, την τέταρτη χρονιά
δεν θα μείνει ούτε για δείγμα!» και αμέσως διηγήθη­
κε στον Κύριο την παραβολή του ξυσμένου μολυβιού.
Και είπε ο Κύριος: «Σωστά! Τότε θα το κάνουμε
μια και καλή!»
Και όταν περιτμήθηκαν, χόρεψαν και τραγούδη­
σαν.

Και ο χιττιτικός λαός, που περνούσε από κει, εί­


πε: «Τι τραγουδάνε αυτοί;»
Και ένας βοσκός που βρισκόταν εκεί γύρω απο­
κρίθηκε: «Τραγουδάνε γιατί την κόβουν».
Και είπε ο χιττιτικός λαός: «Α, καλά, μα τότε εί­
ναι ντιπ για ντιπ ηλίθιοι».

Και ο τόπος εκείνος ονομάστηκε Γάλγαλα, που


στην αρχαία εβρα"ίκή γλώσσα σημαίνει:
«ο Κύριος μας αγαπάει και μας ξε-καυλώνει».

Ο δε Αβράαμ είχε φτάσει επιτέλους στη Νιγκέλ «IJX/», ιf1r,lJKPIBHKE IJ KΊPΙIJΣ


με τη γυναίκα του τη Σάρα.
«ΚΙJΦ" ΤΗΝ ΕΣ'Ι Κ,4Ι IJAIJΣ ΣΟΊ IJ A,41JΣ1»
Μια νύχτα ο Αβραάμ γύρισε σπίτι και βρήκε έναν
άγγελο στην ντουλάπα.
...«ΤΙ ΣΧΕΣΗ ΕΧΙJΊΜΕ ΕΜΕΙΣ,.... ΕI1ΓΕ IJ A,4IJΣ,
«Πώς κι είσαι με τα σώβρακα;» είπε. «ΜΙ,4 Χ,4Ρ,4 EΙM,4Σ'rE ...*
Η ΒΙΒΑΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 81

«Αυτή είναι η στολή του αγγέλου», αποκρίθηκε ε-


κείνος.
«Και τα φτερά;» ρώτησε ο Αβραάμ.
«Τα 'χω παρκάρει έξω ...»
«Και πώς σε λένε;»
«Τσίρο Σπονιαμίλιο».
Και είπε ο Αβραάμ: «Μμμμ, ασαμάσταλ ετον»,
που στην αρχαία εβοαϊπή γλώσσα σημαίνει: «Μμμμ,
κάποιο λάκκο έχει η φάβα». *
Και η Σάρα έμεινε έγκυος, και είπε ο Αβραάμ:
«Λαέ, περιμένω παιδί».
Και είπε ο λαός: «Θαύμα! Ο Αβραάμ είναι έ­
γκυος!» και γονάτισε.
«Όχι εγώ», είπε ο Αβραάμ, «η γυναίκα μου η Σά-
ρα».

Και είπε ο λαός: «Μμμμ, ασαμάσταλ ετον».


«Ήταν ο Κύριος», τους είπε ο Αβραάμ.
«Ναι», αποκρίθηκαν εκείνοι, «ο κύριος του τρίτου
οοόφου».

Και όταν ο Αβραάμ τα εκατόστισε, γεννήθηκε ο


Ισαάκ, και ο Αβραάμ τον μεγάλωσε στα πούπουλα.
Αυτός φερόταν στο γιο του με όλη του την αγάπη
και το σεβασμό, έστω κι αν ο Ισαάκ τον έλεγε «παπ­
πού», πότε πότε δε και «Μαθουσάλα».

Μια νύχτα ο Αβραάμ κοιμόταν στο στρώμα του


και άκουσε μια φωνή: «Αβραάμ!»

* Το «Μμμμ» είναι το ίδιο και στις δύο γλώσσες.


82 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ
Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ
83

«Ποιος είναι;» «Καλά», είπε ο φιλεύσπλαχνος Κύριος, «τότε σκό-


«Είμαι ο Τρισμέγιστος». τωσε το γιο σου». .
«Ναι, κι εγώ ο μικρούτσικος», αποκρίθηκε με έ­ «Ευχαριστώ», είπε συγκινημένος ο Αβραάμ, «εί­
να χασμουρητό ο Αβραάμ. σαι πολύ καλός ... Το 'ξερα ότι θα βρούμε μια μέση
Και είπε ο Θεός: «Άσε τις βλακείες, είμαι ο Θεός λύση ... Ευχαριστώ, ευχαριστώ, και πάλι ευχαριστώ,
σου, ο Θεός των Αβραάμ, Ισαάκ, Ιακώβ, Ραφέθ, Σηθ, Κύριε».
Νωχ, ίνα, όπως, ως, γεσεέ, αδεδύ και οτοέ, Αστερίξ,
Οβελίξ και Ιντεφίξ, Σάρτι, Μπέργκνιχ, Φακέτι, Μπε­ Και τη νύχτα εκείνη σκότωσε ο Αβραάμ το γιο του
ντίν, Γκουαρνιέρι και Πίκι, Τιπ, Ταπ, Πόρθος, Άθως τον Ισαάκ(ο) και τον αδελφό του τον Βαντζέτι.
και Άραμις, ελθέ, ιδέ, ειπέ, ευρέ, λαβέ, τάκα τάκα τά­ Κι ακόμα και σήμερα, σε κάθε πόλη της Ιταλίας,
κα τάκα τάκα τα, Σταν και Όλι, Μπόνι και Κλάιντ, υπάρχει μια πλατεία εις ανάμνησιν εκείνης της θυ-
Σόνι και Σερ, Ρόκο και τ' αδέλφια του, ειμί, ει, εστί, σίας.
ανά κατά διά μετά παρά αντί αμφί από υπό υπέρ ε­
πί, Κρόσμπι Στιλς Νας και Γιανγκ, ντάμα πίκα Τοπ
Καπί».
Και είπε ο Αβραάμ: «Καλά, καλά, σηκώνομαι,
φτάνει να πάψεις ένα λεπτό!»
Και είπε ο Κύριος: «Αβραάμ, θέλω να σε θέσω σε
δοκιμασία. Βιάσου, η νύχτα φεύγει».
Και είπε ο Αβραάμ: «Το Τζόνι Γουόκερ έρχεται.
Θες ένα ουίσκι;»
«Δεν πίνω ποτέ όταν είμαι υπηρεσία», είπε ο Κύ­
ριος, και πρόσθεσε: «Αβραάμ, είναι μια ώρα δύσκο­
λη, πρέπει να κάνεις μια θυσία».
«Πες μου, Κύριε, γι' αυτό είμαι εγώ εδώ».
Και είπε ο Κύριος: «Πρέπει να κόψεις το κάπνι­
σμα».

«Κύριε, πολλά μου ζητάς! Καπνίζω τέσσερα πα­


κέτα την ημέρα ... Δεν μου ζητάς κάτι πιο απλό;»
ΣΟΔΟΜΑ ΚΑΙ ΓΟΜΟΡΡΑ

Τον καιρό εκείνο ο Κύριος είχε αποφασίσει να κα­


ταστρέψει τα Σόδομα, την πόλη με τους σοδομίτες.
Στον τόπο αυτόν, όπως λέει και η ίδια η λέξη, α­
σκούσαν τη σοδομία και όλοι γνώριζαν ο ένας τον άλ­
λον μπερδεύοντας τα μπούτια τους, γιατί οι άντρες εί­
χαν γίνει σαν γυναίκες, αλλά από την άλλη μεριά, και
κανείς δεν πλησίαζε σε περβάζι, γιατί δεν μπορούσες
να δώσεις μπέσα ούτε στην οικογένειά σου.
Τα πλήθη ήταν όλη την ώρα πεινασμένα για σεξ,
άντρες, γυναίκες, παιδιά, και όχι μόνο το πρωί, όταν
το ζήτημα είναι μια υδραυλικής φύσεως αυταπάτη,
αλλά όλη την ημέρα.
Και το πλήθος, αν σε συναντούσε, σου έκανε μια
ωραία εικοσιτετράωρη εξυπηρέτηση, και το πλήθος
πονάει, γιατί το πλήθος είναι πολλοί.

Και κάλεσε ο Κύριος τους αγγέλους της Κάθαρ­


σης και είπε: «Υπάγετε και καταστρέψατε».
Και είπαν οι άγγελοι: «Ω, Κύριε, πολύ αγαπάς το
λαό σου ...»
86 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ
Ι (

ι+ι=
Και είπε ο Κύριος: «Το ξέρω, έτσι είμαι εγώ, μ'
αρέσει να βλέπω τον κόσμο να χαμογελάει ...»
-----
.---
--.
Και οι άγγελοι πήγαν τραγουδώντας τους ύμνους
της χαράς τους: «Πάμε γιααα δουλειάάά, πάμε γιααα
δουλειάάά, hey!...»
Αλλά ο Αβραάμ τα είχε ακούσει όλα αυτά και πα­
ρακάλεσε τότε τον Κύριο: «Κύριε, στα Σόδομα είναι
ο ανεψιός μου ο Λωτ, αν μπορούσατε να μου τον προ­
σέξετε λιγάκι ... Πάρτε καλύτερα την κόρη του και κά­
ντε την ό,τι θέλετε ...»
Και είπαν οι άγγελοι: «Θα το αναφέρουμε στην
κοπέλα και θα ικανοποιηθεί στ' αλήθεια ... Μπράβο
σου, θείε!»

Και οι άγγελοι έφτασαν στα Σόδομα.


Σαν βρέθηκαν εκεί, συνάντησαν τον Λωτ στα τεί­
χη της πόλης. "Ηταν κολλημένος με την πλάτη στον
τοίχο, όπως ήταν παράδοση στα Σόδομα.
Και όλοι πήγαιναν στον Λωτ και του έλεγαν πό­
σες επαφές είχαν.
Και ένας έλεγε: «Εγώ σήμερα γνώρισα τέσσερις».
Και ένας άλλος έλεγε: «Εγώ σήμερα γνώρισα ε­ ...ΤΟΝ Kιf/PIJ ΕΚΕ/ΝΙJ IJ KΊP/IJΣ Ε/ΧΕ
φτά».
A1f1Jf/JιfΣJU/ Nιf KιfTΚi.TPEΨE/ Tιf ΣOAIJMιf,
Και ένας τρίτος έλεγε: «Εγώ σήμερα γνώρισα πέ­
ΤΗΝ ΠΙJΛΗ ΜΕ ΤΙJ'ΙΣ Σ/JΔIJMITEΣ, ΟΠΌ,
ντε ...»
Και απαξάπαντες έδιναν αριθμούς στο Λωτ(το).
KιfNE/Σ ΔΕΝ ΠΛHΣJA2E ΣΤΙJ ΠEPBιf2/,
r/ιfT/ ΑΕΝ MΠlJplJ'IUΣ ΝΑ JJRU/i MΠEΣιf
Και ο Λωτ είδε τους αγγέλους και είπε: «Σας πα- ΟΠΕ ΣΤΗΝ IJ/KlJrENE/ιf ΣΟ,...
Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 89

ρακαλώ, μη μου κάνετε κακό. Πάρτε καλύτερα την


κόρη μου και κάντε την ό,τι θέλετε!»
Και σκέφτηκαν εν χορώ οι άγγελοι: «Μωρέ μπρά­
βο οικογένεια!»
Έπειτα, πάντα εν χορώ, είπαν: «Θα περάσουμε
τη νύχτα εδώ έξω».
Αλλά ο Λωτ προειδοποίησε: «Αν το κάνετε, οι συ-
μπολίτες μου θα σας κατα ...γνωρίσουν!».
Και οι άγγελοι χαμογελώντας εν χορώ είπαν:
«Μα οι άγγελοι δεν έχουν φύλο ...»
Και είπε ο Λωτ: «Ναι, όμως εκείνοι έχουν Black &
Decker!»
Και έτσι οι άγγελοι πήγαν να κοιμηθούν στο σπί­
τι του Λωτ.
Και κατεφτασε το πλήθος εξαγριωμένο και είπε:
«Λωτ, άσε τους επισκέπτες σου να βγουν, ώστε να
τους γνωρίσουμε!»
Αλλά ο Λωτ είπε: «Όχι... Πάρτε καλύτερα την κό­
ρη μου και κάντε την ό,τι θέλετε».
Και τότε πια η κόρη άρχισε να τσαντίζεται για τα
καλά, και παρακάλεσε τον Κύριο λέγοντας: «Ασα­
φτάλ γιακ νοι», που στην αρχαία εβρα"ίκή γλώσσα ση­
μαίνει:
«Ω, Κύριε, πάρ' τον πατέρα μου τον Λωτ, δώσ' του
φτερά και πούπουλα, κάνε τον φτερ(Λ)ωτό, να 'ρθει
πετώντας ως εσένα, να ησυχάσω!»

Αλλά το πλήθος πήρε τον Λωτ και τον τιμώρησε


όπως ήταν συνήθεια στα Σόδομα, και τον γνώρισαν
90 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ
91

πάνω από εκατό. Και έφτασαν οι άγγελοι και έδιω­ Και βρήκε ο Λωτ καταφύγιο στα βουνά, πάνω α­
ξαν το πλήθος. πό την πόλη της Σηγώρ.
Και είπε ο Λωτ: «Δεν μπορούσατε να 'ρθετε ένα Εδώ έζησε συνουσιαζόμενος με την κόρη του, που
εικοσάλεπτο νωρίτερα; ... Γνώρισα ένα σωρό κόσμο κι γέννησε δύο παιδιά. .
έχω πολλά καινούρια φιλαράκια τώοα..,» Ο Λωτ, το ξέρουμε, πάντα ήταν καλός πατέρας.
Και είπαν οι άγγελοι εν χορώ: «Λωτ, φύγε τρtfχο­
ντας!»
Και αποκρίθηκε ο Λωτ: «Να τρέξω, τώρα; Μια
,
κου β εντα ειναι
'
....,»
Και επανέλαβαν οι άγγελοι εν χορώ: «Τρέξε,
Λωτ, και πρόσεξε μη γυρίσεις πϊσω!»

Και ο Λωτ έφυγε από τα Σόδομα, μαζί με τη γυ­


ναίκα του και την κόρη του. Καθώς απομακρύνο­
νταν, η γυναίκα του γύρισε πίσω, κατά την αρχαία
συνήθεια που είχε αποκτήσει στα Σόδομα, και έμει­
νε στήλη άλατος, και ο Λωτ επίσης έμεινε έρμος κι
αν-άλατος ..

Και ο Κύριος κατέστρεψε τα Σόδομα και τα Γό­


μορρα καλύπτοντάς τα με θειάφι και φωτιά.
Και είπαν εν χορώ οι άγγελοι: «Κύριε, για τα Σό­
δομα, πόλη με τους Σοδομίτες, έστω... Αλλά γιατί κα­
τέστρεψες και τα Γόμορρα;»
Και αποκρίθηκε ο Κύριος: «Τι να σας πω ... Γό­
μορρα, πόλη με τους ΓομορροΙδες ... Ψιλοσιχαμάρα μ'
έπιασε!»
Και οι άγγελοι κούνησαν εν χορώ το κεφάλι τους.
Και ξεφυσώντας ο Κύριος είπε: «Ουφ, εντάξει,
μωρέ, ένα λάθοτ έκανα ... Κανείς δεν είναι τέλειος!»
ΙΑΚΩΒ

Περίληψη των προηγουμένων:

Ο Αβραάμ και η γυναίκα του η Σάρα είχαν ένα


γιο, τον Ισαάκ, που πολύ τον αγαπούσαν. Απόδειξη:
για τις πιο επικίνδυνες σκηνές αντικαθιστούσαν το μι­
κρό Ισαάκ με κασκαντέρ. Αυτό το τέχνασμα έσωσε
ως εκ θαύματος τη ζωή του μικρού κατά τη θυσία που
απαίτησε ο Κύριος από τον Αβραάμ. Το επεισόδιο
αυτό, ωστόσο, τραυμάτισε ψυχικά τον Ισαάκ και τον
σημάδεψε εφ' όρου ζωής. Πραγματικά, όποτε άκου­
γε τη λέξη θυσία, τον έπιανε ισχυρή κρίση κολίτιδας
και μια ολόκληρη σειρά άλλων ψυχοσωματικών εκδη­
λώσεων, μεταξύ των οποίων: ακμή, ψωρίαση, σπα­
σμοί, άσθμα, ταχυκαρδία, τραυλισμός, αεροφαγία,
αλωπεκίαση και κάλοι στα δάχτυλα.
Λόγω των τεχνικών αυτών μικροκωλυμάτων, ο Ι­
σαάκ είχε κάποια προβλήματα να βρει γυναίκα. Η
μοναδική που του δόθηκε ήταν η Ρεβέκκα, κόρη του
Βαθουήλ, περίφημη επειδή ήταν η πιο κακομούτσου­
νη γυναίκα σε ολόκληρη την Αραμαϊπή και ίσως σε
94 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ
95

σύμπασα τη Μέση Ανατολή. Δεν είναι τυχαίο που α­ Ο Ησαύ και ο Ιακώβ μεγάλωσαν.
πό τα χρόνια της Ρεβέκκας οι γυναίκες της περιοχής Ο ~σ,αύ πήγαινε κ~νήγι και ήταν καλός κυνηγός
αυτής κυκλοφορούν με φερετζέ. ο Hσα~ εβοσκε τα προβατα και ήταν καλός βοσκός
Και ήρθε η μέρα κατά την οποία η Ρεβέκκα ρώ­ ο Ησαυ καλλιεργούσε το σιτάρι και ήταν καλός αγρό­
τησε το νυμφίο της: «Μήπως με βρίσκεις άσκημη;» της ο Ησαύ υπερασπιζόταν τον καταυλισμό και ήταν
«Όχι», είπε ο Ισαάκ, και λιποθύμησε. καλός πολεμιστής.
Και είπε η Ρεβέκκα: «Τότε λοιπόν, θες να πλαγιά­ Ο Ιακώβ δεν έκανε απολύτως τίποτα και ήταν κα­
σεις και να μπεις μέσα μου τουλάχιστον μία φορά α­ λοπερασάκιας.
πό τότε που παντρευτήκαμε;» Και είπε σ' αυτόν η Ρεβέκκα: «Ιακώβ, βόηθα τον
«Καλά», είπε ο Ισαάκ, «θα την κάνω αυτή τη θυ­ αδελφό σου, δεν βλέπεις τι θυσίες κάνει;»
σία». Και με το που ξεστόμισε τη λέξη θυσία, τον έ­ Και αυτομάτως ο Ισαάκ υπέστη κρίση καλπάζου­
πιασε επιληπτική κρίση. σας ποδάγρας και πέθανε, αφήνοντας όλα του τα υ­
Και η Ρεβέκκα τού συνέστησε να εφαρμόσει τη πάρχοντα στον Ησαύ.
διακεκομμένη συνουσία, που στην αρχαία εβραϊκή Και πήγε στον Ησαύ ο Ιακώβ και με μελιστάλα­
γλώσσα σημαίνει: «Έχουμε που έχουμε του κόσμου χτ~ φωνή τού είπε: «Τώρα που είσαι πλούσιος, μπο­
τους μπελάδες εμείς οι δυο, μόνο το παιδί μάς έλει­ ρ~ις ν~ σταματήσ~ις τη ~oυλειά και να διασκεδάσεις
πε!» Αλλά ο Ισαάκ τα 'χασε και σκόρπισε το σπέρμα λιγο ... Εχω εδωνα μια τόμπολα του κουτιού. Παίζου­
του στην αχανή κοιλία της γυναικός του. με μια παρτίδα;»

Και έτσι έγινε μητέρα η Ρεβέκκα, αποδεικνύοντας Και δέχτηκε ευχαρίστως ο Ησαύ, και τα μάτια του
με τον τρόπο αυτόν ότι παρέμενε θηλαστικό και όχι Ιακώβ έλαμψαν από την πλεονεξία.
πρωτόζωο, όπως έδειχναν όλα. Πήγε, λοιπόν, στην κουζίνα ο Ιακώβ και είπε:
Και η Ρεβέκκα γέννησε δίδυμα: τον Ησαύ και τον «Μαμά, μου δίνεις φασόλια να παίξω τόμπολα'»
Ιακώβ, τα οποία, με το που είδαν τη μητέρα τους,λι­ ~αι αποκρίθηκε η Ρεβέκκα: «Άκου, Γιακωβά~η.
ποθύμησαν. Αυτη :η στιγμή τα φασόλια τα φτιάχνω σαλάτα με
Τότε η Ρεβέκκα είπε στο νυμφίο της: «Δύο παιδιά κρεμμυδι και καμήλα σε λάδι. * Πάρε φακές και παίξ­
με την πρώτη ... Για να τα αναθρέψουμε, θα πρέπει να τε με δαύτες».
κάνουμε πολλές θυσίες!» Και ο Ισαάκ προσβλήθηκε Ο ,Ιακώβ μοίρασε τις φακές και άρχισε να βγάζει
από ταυτόχρονη κρίση ωτίτιδας, ιγμορίτιδας, βρογχί­ τα νουμερα. Μέσα σε δεκαέξι ώρες παιχνιδιού ο Η-
τιδας, παγκρεατίτιδας, αρθρίτιδας και σαμαρείτιδας.
* Από τόνο στο Σινά είχε ελάχιστο.
96 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 97

σαύ δεν είχε σταυρώσει ούτε δύο νούμερα απανωτά Και εδώ ανακάλυψαν ότι ο Ιακώβ ήταν μεν ένας
και, για να πληρώσει τα χρέη, αναγκάστηκε να πα­ άχρηστος, αλλά ένα πράγμα ήξερε να το κάνε ι, και
ραχωρήσει στον αδελφό του τα πρωτοτόκια. μάλιστα πολύ καλά.
Και έτσι έγινε και πήρε ο Ιακώβ όλη την κληρο­ Και η είδηση απλώθηκε βιαστικά, και κατέφτασε
νομιά του Ισαάκ, και ο Ησαύ έμεινε μόνος του με τις η αδελφή της Ραχήλ, η Λεία, για να συμμετάσχει στο
φακές στο χέρι. πάρτι. Και στην ακολουθία της Λείας ήταν η σκλάβα
Και όταν Ο Ησαύ πέθανε, φημολογείται πως έγι­
της η Βαλά, η οποία, μια και βρέθηκε εκεί, το εκμε­
νε άγγελος και έλεγε μεγαλόψυχα για τον πάλαι πο­
ταλλεύτηκε για να το γλεντήσει κι αυτή με τον Ιακώβ.
τέ απένταρο αδελφό του: «Δόξα να 'χει η Αγιά Φα­
Η σκλάβα της Ραχήλ, η Ζελφά, είπε τότε: «Γιατί η Βα­
κή που 'κανε ο Ιακώβ βρακί».
λά κι όχι εγω;» και βούτηξε στη συμπλοκή.
Ο Ιακώβ εμοίραζε απλόχερα σε όλες το μπίραχ του,
Ο Ιακώβ το 'ριξε έξω, μπήκε στον κύκλο των vip's
που στην αρχαία εβοαϊεή γλώσσα σημαίνει «σπέρμα»,
και λίγο καιρό μετά παντρεύτηκε την κόρη του πλού­
εξ ου και το παρατσούκλι «μπίραχ από την κάνουλα».
σιου θείου του του Λάβαν, δηλαδή την εξαδέλφη του
Και μες στη σύγχυση η μία έλεγε: «Κάνουμε ένα
τη Ραχήλ, λέγοντας: «Σακτόν», που στην αρχαία ε­
παιδϊ;» και ο Ιακώβ αποκρινόταν: «Βεβαίως, έκανα
βρα'ίκή γλώσσα σημαίνει: «Ξαδελφούλα, ξαδελφού­
άλλο ένα πριν από είκοσι λεπτά ...»
λα, είσαι τέλεια για νυφούλα!»
Και η Ραχήλ, όταν παντρεύτηκαν, είπε: «Τι μεγά­ Και η άλλη ρωτούσε: «Θέλεις να μπεις μέσα μου;»
Και αποκρινόταν ο Ιακώβ: «Έχω ελευθέρας, μπο­
λα χέρια που έχεις!»
«Είναι για να σ' αγκαλιάζω καλύτερα, μικρή μου», ρώ να μπαίνω παντού ...»

αποκρίθηκε ο Ιακώβ. Και μέσα σε τρεις μήνες ο Ιακώβ απέκτησε έντε­

«Και τι μεγάλο στόμα που έχεις!» κα παιδιά.


«Είναι για να σε φιλάω καλύτερα, μικρή μου», α­ Ώσπου μια μέρα, εκεί που ξυριζόταν, του έπεσε
ποκρίθηκε ο Ιακώβ. το ξυράφι και, για κακή τού τύχη, περιτμήθηκε δεύ­
«Και τι μεγάλα μάτια που έχεις!» τερη φορά, αλλά με την τομή πολύ ψηλά.
«Είναι για να σε κοιτώ καλύτερα, μικρή μου», α­ Έτσι τελείωσε την καριέρα του ως jewish lover,
ποκρίθηκε ο Ιακώβ. και καθώς αποσυρόταν από τη σκηνή, είπε: «Σάκερ
Ώσπου ο Ιακώβ έβγαλε το χιτώνα του, και η Ρα­ ίλον αμπϊλ», που στην αρχαία εβραϊπή γλώσσα ση­
χήλ, κατενθουσιασμένη, είδε πως όλα του τα μέλη εί­ μαίνει: «Γαμώ την ατυχία μου! Πάνω που άρχιζα να
χαν αρμονικές αναλογίες. το διασκεδάζω!»
...Κ,4Ι Ε4/2 ,4Ν,4Κ,4ΑγΨ,4Ν ΙJTΙ IJ Ι,4Κ/2Β
ΗΤ,4Ν ΜΕΝ ΕΝ,4Σ ,4ΧΡΗΣ"ΓIJΣ,
,4ΑΑ,4 ΕΝ,4 1ΓΡ,4rΜ,4 H~EPE Ν,4 ΤΙJ Κ,4ΝΕΙ,
Κ,4Ι Μ,4ΑΙΣ"Γ,4 1ΓIJΑν Κ,4Α,4.
ΙΩΣΗΦ

Ο Ιωσήφ ήταν ο τελευταίος από τα δώδεκα παιδιά


που γέννησε ο Ιακώβ κατά τη σύντομη πλην λαμπρή
σταδιοδρομία του ως jewish lover.
Ήταν ο μικρός του σπιτιού, και οι έντεκα αδελ­
φοί του όλο τον παραχάιδευαν και πολύ τον αγαπού­
σαν, τόσο που τον πούλησαν σκλάβο σε ένα καραβά­
νι Αιγύπτιων νομάδων.

Έτσι ο Ιωσήφ ταξίδεψε, γύρισε τον κόσμο και έ­


φτασε στην Αίγυπτο, όπου αμέσως τον έριξαν στη φυ­
λακή. Και εκεί έμεινε καιρό πολύ, χωρίς τροφή, νε­
ρό, τηλεόραση, χωρίς ούτε ένα βιβλίο. Αυτό ήταν το
μεγαλύτερο πρόβλημα για τον Ιωσήφ, ο οποίος ήταν
συνηθισμένος να διαβάζει πάντα κάτι προτού τον πά­
ρει ο ύπνος. Ένα διάστημα τα βόλεψε διαβάζοντας
το χέρι του, αλλά σύντομα το 'μαθε απ' έξω, και τό­
τε απέκτησε τη συνήθεια να διαβάζει τα όνειρα που
είχε δει την προηγούμενη νύχτα.
Συνέβη δε και ο Φαραώ είδε ένα όνειρο που κα-
102 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 103

νείς δεν μπόρεσε να ερμηνεύσει, συν τοις άλλοις ε­ Και είπε ο Ιωσήφ: «Άκυρον! Είμαι ο Πρόεδρος!»
πειδή ονειρευόταν στα ιερογλυφικά. «Δίκιο έχεις», είπε ο Φαραώ, έβαλε να ξαναβά­
Τότε ο Φαραώ έστειλε να φωνάξουν τον Ιωσήφ ψουν το κελί του, ύστερα κρέμασε απ' έξω μια επι­
και του είπε: «Είδα ένα όνειρο. Ονειρεύτηκα εφτά γραφή που έλεγε «Λευκός Οίκος», διπλοκλείδωσε
παχιές αγελάδες, και τις τρώγαμε. Ύστερα ονειρεύ­ και πέταξε το κλειδί.
τηκα εφτά αδύνατες αγελάδες, και τις τρώγαμε κι αυ­ Και είπαν οι αδελφοί στον Ιωσήφ: «Μπράβο σου,
τές. Όμως με τις παχιές αγελάδες χορταίναμε, ενώ με Ιωσήφ. Ευχαριστούμε για την πρόσκληση, πολύ χαρι­
τις αδύνατες όχι». τωμένη η σκέψη σου!» και τον τουλούμιασαν, ώσπου
Και είπε ο Ιωσήφ: «Το όνειρο σημαίνει ότι με τις τον έκαναν σαν παχιά αγελάδα, χρησιμοποιώντας έ­
παχιές αγελάδες τρώμε πιο πολύ απ' ό,τι με τις αδύ­ να χοντρό ματσούκι που το περνούσαν από γενιά σε
νατες». γενιά, αναμένοντας να φτάσει αυτός που θα τους α­
«Μπράβο!» είπε ο Φαραώ, έκπληκτος από την α­ πελευθέρωνε από τη σκλαβιά: ο Μωυσής.
πάντηση του Ιωσήφ, και τον διόρισε Πρόεδρο της Δη­
μοκρατίας.
Ο Φαραώ έθεσε έτσι τα θεμέλια και τις προϋπο­
θέσεις της σύγχρονης πολιτικής. Και ένας που διάβα­
ζε τα ταρό διορίστηκε Πρόεδρος της Κυβερνήσεως,
και δυο ακροβάτες διορίστηκαν υπουργοί Οικονομι­
κών και Εθνικής Οικονομίας αντιστοίχως.
Και έκτοτε τα κριτήρια για τις πολιτικές επιλογές
δεν τροποποιήθηκαν ποτέ.
Ο Ιωσήφ, αφού έγινε Πρόεδρος της Δημοκρατίας,
τηλεφώνησε στον πατέρα του και τους αδελφούς του
και τους κάλεσε να έρθουν να τον βρουν.
Και αυτοί κατέφτασαν με όλες τους τις οικογέ­
νειες: συν γυναιξί και τέκνοις και εγγονοίς και πεν­
θεροίς και θείοις. Στην ουσία, σύσσωμος ο εβραϊκός
λαός. Και μπήκαν στην Αίγυπτο δέκα χιλιάδες, και
μόλις έφτασαν, ο Φαραώ τούς έκανε σκλάβους μαζί
με τον Ιωσήφ.
Μ ΩΥΣΗΣ

Ο άνθρωπος αυτός που τόσα πρόσφερε στη χειρουρ­


γική τέχνη της εξαγωγής οδόντων και οφθαλμών.

Αυτός ο μέγας προφήτης ήταν ο εκλεκτός του Κυρίου.


Με το που γεννήθηκε, αποπειράθηκαν να τον πνί­
ξουν.
Ήταν ο εκλεκτός.
Και είπε ο Μωυσής: «Μα δεν ήταν ο Νώε ο εκλε­
κτός;»
Και αποκρίθηκε ο Κύριος: «Και οι δύο».
Και είπε ο Μωυσής: «Μμμμ, αχματάλεχ εχασοντ»,
που στην αρχαία εβραϊκή γλώσσα σημαίνει: «Μμμμ,
σκούρα τα πράγματα». *

Τον Μωυσή τον έσωσε η Φαραώνα, δηλαδή η γυ­


ναίκα του Φαραώ.
Ο Μωυσής παντρεύτηκε τη Σεπφώρα, αλλά ξενο­
κοιτούσε κιόλας. Και έλεγε η Σεπφώρα:

* Βλέπε σημ, σελ. 81.


106 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ

«Μωυσή, ουκ επιθυμήσεις τη γυναίκα του πλησίον


σου.»

Και αποκρινόταν ο Μωυσής:


«Μα πού είναι γραμμένη αυτή η βλακεία;»
Και όντως, δεν είχε γραφτεί τίποτα ακόμα.
Μια νύχτα ο Μωυσής κοιμόταν στο στρώμα του
και άκουσε φωνή:
«Μωυσή!»
«Ποιος είναι;» αποκρίθηκε ο Μωυσής.
«ο Θεός.»
«ο ποιος;»
«ο ΘΕΟΣ!»
«Θεέ μου», είπε ο Μωυσής.
«Μωυσή μου», είπε ο Θεός.
«Θεέ μου», είπε ο Μωυσής.
«Μωυσή μου», είπε ο Θεός.
«Θεέ μου», είπε ο Μωυσής.
«Μωυσή μου», είπε ο Θεός.
Και συνέχισαν έτσι έξι ημέρες, και την έβδομη α­
ναπαύθηκαν.
Και στο τέλος είπε ο Μωυσής:
«Παρακαλώ, περάστε, εξοχότατε ...» γιατί δεν ή-
ξερε πώς να τον αποκαλέσει.
Και είπε ο Κύριος:
«Μωυσή, είμαι αυτός που σχεδίασε το σύμπαν!»
«Παρακαλώ, περάστε, κύριε πολιτικέ μηχανικέ ...»
Και είπε ο Κύριος:
«Μωυσή, πήγαινε στον Φαραώ». ...0 ΜD'fΣHΣ lTHrE ΣΤΟΝ tfJA1>AD
«Δεν μπορώ», αποκρίθηκε ο Μωυσής, «γιατί ο ΚΑΙ ΕΠIΧΕI1>ΗΣΕ ΝΑ ΤΟΝ KATAΠAH~EI
Φαραώ θα με σκοτώσει».
ΜΕ fJAYMATA...
Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 109

«Μην ανησυχείς γι' αυτό», τον καθησύχασε ο Κύ­


ριος, «γιατί μπορείς κάλλιστα να του βγάλεις και μά­
τια και δόντια! Εμπρός, λοιπόν, πήγαινε στον Φαραώ.
Εμπρός, μη φοβάσαι. Εμπρός, Μωυσή ...»
Και στο δέκατο «Εμπρός» ο Μωυσής ενέδωσε α­
πό απελπισία και έκανε το θέλημα του Κυρίου.
Πήγε στον Φαραώ και επιχείρησε να τον κατα­
πλήξει με θαύματα.
Αρχικά ξεκίνησε με απλά θαύματα, όπως η εξα­
φάνιση των ραδιοφώνων αυτοκινήτου.
Αλλά ο Φαραώ δεν εξεπλάγη.
Τότε ο Μωυσής πήρε τρία τραπουλόχαρτα και έ­
κανε το θαύμα του παπά, αλλά έχασε σαράντα εφτά
χιλιάδες λιρέτες.
Και είπε τότε ο Μωυσής:
«Φαραώ, μιας κι έχασα σαράντα εφτά χιλιάρίκα,
γιατί δεν ελευθερώνεις τον εβοαϊκό λαό;»
Αλλά αντί για απάντηση ο Φαραώ έβαλε να μα­
στιγώσουν τους γέρους και να βιάσουν τις γυναίκες.
Και είπε ο λαός:
«Συγχαρητήρια, Μωυσή. Είσαι σπουδαίος συνδι­
καλιστής, ειλικρινά! Μπράβο, άξιος ο μισθός σου ...»
Και τον χτύπησαν με ένα χοντρό ματσούκι.
Ήταν ο εκλεκτός.

Είπε τότε ο Μωυσής:


«Φαραώ, με αναγκάζεις να στείλω τις εφτά πλη­
γές!»
Και είπε ο Φαραώ:
«Στείλε και τις εκατόν εφτά! Σκοτίστηκα!»
110 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 111

Και ο Μωυσής έστειλε τις πληγές. «Τι ώρα εϊναι;» ρώτησε ο Μωυσής.
Η πρώτη πληγή ήταν τα κουνούπια. «Τεσσεοι; το πρωί», είπε ο Κύριος.
Αλλά οι Αιγύπτιοι δεν τσιμπήθηκαν, γιατί είχαν ε­ Και είπε με ένα χασμουρητό ο Μωυσής: «Μα Κύ­
ντομοαπωθητικό. ριε, δεν γίνεται να συναντηθούμε απόγευμα, την ώρα
που κανείς δεν έχει δουλειά;»
Και τότε ο Μωυσής έστειλε τη δεύτερη πληγή. «Όχι», αποκρίθηκε ο Κύριος, «σήκω, πρέπει να
Είδε στον κάμπο κάτι αγελάδες που κινδύνευαν φύγεις».
να τρελαθούν, και πίνοντας γουλιά γουλιά Αγιοοεϊτι­ «Εντάξει, λοιπόν», είπε ο Μωυσής, που ήταν κα­
κο κρασάκι του Σινά είπε: «Η δουλειά μου είναι δύ­ λός άνθρωπος και δεν ήθελε να το κά,νει θέμα. «Πό­
σκολη, αλλά μ' αρέσει, αφού εγώ την έχω επιλέξει ...» σοι εϊμαστε;»
Κι ίσα που πρόλαβε να εξοντώσει τέσσερα εκατομ­ «Επτά εκατομμύρια», αποκρίθηκε ο Κύριος.
μύρια αγελάδες: αυτή ήταν η δεύτερη πληγή. «Να πάρ' η οργή.:. Ολόκληρο τσάρτερ!» είπε ο
Αλλά ο Φαραώ δεν ταράχτηκε. Μωυσής.
«Ναι», είπε ο Κύριος, «ξύπνημα στις πέντε και σα­
Τότε ο Μωυσής έστειλε την πληγή του γυαλόχαρ­ ράντα πέντε, αναχώρηση στις έξι και δεκαπέντε, κο­
του αντί για χαρτί υγείας. λατσιό στην εξοχή, απόγευμα ελεύθερο για ψώνια ...»
Αλλά ο Φαραώ, βράχος. Και ο Μωυσής ξεκίνησε υπάκουα μαζί με τους
δυο γιους του, τον Μόνο και τον Μάνο.
Τότε ο Μωυσής έστειλε την τελευταία πληγή: τη Και πήραν το δρόμο, ακολουθούμενοι από όλον
λασπωμένη μακαρονάδα. τον εβραϊκό λαό.
Και οι Αιγύπτιοι τα πήραν στο κρανίο και χτύπη­ Σαν έφτασαν στις ακτές της Ερυθράς Θαλάσσης,
σαν τον Μωυσή με ένα χοντρό ματσούκι. ο Μωυσής προσευχήθηκε στον Κύριο και είπε: «Κύ­
Ήταν ο εκλεκτός. ριε, τι πρέπει να κάνω;»
«Βούτα», είπε ο Κύριος.
Μια νύχτα ο Μωυσής κοιμόταν στο στρώμα του «Κύριε, δεν ξέρω κολύμπι».
και άκουσε μία φωνή: «Μωυση!» «Βούτα», ξανάπε ο Κύριος.
«Ποιος είναι;» αποκρίθηκε ο Μωυσής. Και ο Μυωσής υπάκουα βούτηξε.
«Μωυσή, εγώ είμαι πάλι. Μόνον εγώ τηλεφωνώ Και τότε τα νερά άνοιξαν ως εκ θαύματος και τσα­
τέτοια ώρα! Ποιος θέλεις να 'ναι; Σήκω, πρέπει να κίστηκε στα βράχια ο Μωυσής.
φύγεις.» Ήταν ο εκλεκτός.
112 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 113

Και έδωσε ο Θεός, και όλος ο εβρα'ίκός λαός άρ­ Και είπε ο Μωυσής: «Κύριε, μια κι έπρεπε να γί­
χισε να διασχίζει την Ερυθρά Θάλασσα. νει θαύμα, χάθηκε να στείλεις μελιντζάνες με τυρί;»
Κόντευαν να φτάσουν στο κέντρο, όταν φωνή α­ Και αποκρίθηκε ο Κύριος: «Αυτό είχα στο ψυγείο,
κούστηκε από τα μεγάφωνα: αυτό σας έστειλα. Μέσα έχει φρέσκο πράγμα, νεω­
«Ντλιν ντλον. Ειδοποιούνται οι κύριοι Εβραίοι ό- στί πλασθέν. Σκάσε και τρώγε!»
τι η θάλασσα κλείνει σε πέντε λεπτά. Ντλιν ντλον». Και επί σαράντα χρόνια έτρωγαν μάννα και ξανά
Κι όσο να πεις αμήν, έφτασαν στην άλλη μεριά. μανά μάννα. Ο εβοαϊκώ; λαός τα 'χε πάρει στο κρα­
Και βρήκαν μια έκταση αμμώδη. νίο και ο Μωυσής δεν πλησίαζε, γιατί τους έβλεπε ό­
Και επτά χρόνια περπατούσαν, Και είπε ο Μωυ­ λους να κυκλοφορούν με κάτι χοντρά ματσούκια και
σής: «Παραλία κι αυτή, ε; ... Ούτε μία ομπρέλα δεν έ­ σκεφτόταν: «Εδώ βρομάει μπαρούτι ...»
χει, ούτε μία καμπίνα ...» Ήταν ο εκλεκτός.
Ήταν μόνο ένας γύφτος μ' έναν πάγκο γεμάτο
καρπούζια κι έλεγε κάθε τόσο: «Όλα τα σφάζω, όλα Μια νύχτα ο Μωυσής κοιμόταν στο στρώμα του
τα μαχαιρώνω!» και άκουσε φωνή.
Αλλά κανείς δεν κατάλαβε ποτέ τι έλεγε. «Μωυσή».
Και έφτασαν σε μια τοποθεσία που την έλεγαν «Ποιος είναι;» αποκρίθηκε ο Μωυσής.
Μαρά, όπου το νερό ήταν πικρό σαν Α-μαρ-έττο. «Για μάντεψε ...»
Και είπε ο Μωυσής: «Κρίμα που δεν φτάσαμε «Κύριε, μα πάλι στο σπίτι μου;»
στην Ανγκόλα, ώστε να πιω μια Κόκα Κόλα». «Ναι», αποκρίθηκε ο Κύριος.
Και ο διψασμένος λαός έδειρε τον Μωυσή με έ­ «Εφτά εκατομμύρια είμαστε, γιατί πάντα εγώ;»
να χοντρό ματσούκι. «Γιατϊ είσαι ο εκλεκτός».
Ήταν ο εκλεκτός. «Αυτό θα πει κωλοφαρδία!» είπε ο Μωυσής, μην
Και τότε ο Μωυσής προσευχήθηκε στον Κύριο και ξέροντας ότι αυτό το συμπέρασμα το είχε ήδη συνα­
είπε: γάγει αιώνες πριν ο προπάτοράς του ο Νώε.
«Κύριε, ο λαός πεινά και διψά, τι πρέπει να κά­ «Τι πρέπει να κάνω αυτή τη φορά, Κύριέ μου;»
νω;» «Έλα πάνω στο βουνό και κουβάλα μια ελαφρά
Και ο Κύριος έστειλε το μάννα, που ήταν κάτι αποσκευή: δυο πέτρινες πλάκες».
πραγματάκια γλιτσερά και καθαρτικά, καθώς και ψι­ Και ο Μυωσής πήρε υπάκουα το δρόμο για το
λοσιχαμένα, που τα 'βρισκες κολλημένα πάνω στα δέ­ βουνό ψηλά εκεί, ζαλωμένος τις δυο πέτρινες πλάκες.
ντρα. Σαν έφτασε ενώπιον του Κυρίου, Εκείνος τού έδωσε
114 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ

μια σφυριά στο γόνατο και του είπε: «Μωυσή, γιατί


δεν μιλάς;»
Και ο Μωυσής ασθμαίνων αποκρίθηκε: «Γιατί ήρ­
θα με τα πόδια και έχω λαχανιάσει ...»
Ήταν ο εκλεκτός.
Και ο Κύριος υπαγόρευσε στον Μωυσή τις Εντο­
λές.
Και ο Μωυσής τα στενογράφησε όλα με ένα
σκαρπέλο πάνω στις πέτρες, κι ύστερα γύρισε στην
κοιλάδα και είπε στον εβραϊπό λαό: «Λαέ!»
Και είπε ο λαός: «Ζήτω ο Μωυσής!»
Και είπε ο Μωυσής: «Από τούδε και στο εξής α­
παγορεύεται η μοιχεία ...»
Και ο λαός έδειρε τον Μωυσή με ένα χοντρό μα­
τσούκι, και πάντα έτσι γινόταν στη ζωή του, επειδή
ήταν ο εκλεκτός.

...«ΕΑΑ ΠΑΝιΊ ΣΤΟ BlJYNO ΚΑ' ΚΟΥΒΑΑΑ


Mlιf ΕΑΑΦΡΙΑ ιf1fIJΣΚEYH:
ΙΙΥΟ ΠΕΤΡΙΝΕΣ ΠΑΑΚΕΣ ...» ...
ΑΠΟΓΟΝΟΙ ΤΟΥ ΜΩΥΣΗ

Ως μεσίτης του λόγου του Κυρίου, ο Μωυσής εφάρ­


μοσε πιστά τους κανόνες που στενογράφησε. Και κα­
θώς ήταν γραμμένο «ου μοιχεύσεις», αλλά επιτρεπό­
ταν να τεκνοποιείς, ο Μωυσής εγέννησε εντυπωσια­
κό αριθμό τέκνων.
Και τα τέκνα αυτά με τη σειρά τους εγέννησαν
μιαν απίθανη ποσότητα αρρένων τέκνων και κάθε τό­
σο και θηλέων, και ούτω καθεξής, και μεταξύ αυτών
των απογόνων μία ωραία πρωία γεννήθηκε και ο Δα­
βίδ.
Αυτός θα ζούσε ήσυχη ζωή, αν στα περίχωρα δεν
είχε γεννηθεί ο Γολιάθ, Φιλισταίος λόγω καταγωγής,
οπαδός της "Ιντεο λόγω παραδόσεως, φυτοφάγος λό­
γω έλκους.
ΔΑΒΙΔ ΚΑΙ ΓΟΛΙΑΘ

Τον καιρό εκείνο μεταξύ των Φιλισταίων ζούσε ένας


άνθρωπος ονόματι Γολιάθ, μαζί με την αδελφή του τη
Μοροζίτας* και το διαβητικό αδελφό του Tριvτέvτ
Χωρίς Ζάχαρη.

Ο Γολιάθ ήταν τόσο μεγαλόσωμος, ώστε μπροστά


του ο Σβαρτζενέγκερ έμοιαζε με έναν από τους εφτά
νάνους.
Είπε δε ο Γολιάθ: «Ποιος θέλει να αναμετρηθεί
μαζί μου;»
Και το αίμα των Ισραηλιτών πάγωσε και έγινε σαν
κατεψυγμένα φιλετάκια ψαριού ένα πράγμα.
Και ένας είπε: «Όχι, πνίγομαι στη δουλειά, θα
'θελα, αλλά ειλικρινά δεν μπορώ».
Και ένας άλλος είπε: «Εγώ, δυστυχώς, δεν έχω
χωνέψει».
Και ένας άλλος πάλι είπε: «Εγώ, αν γυρίσω σπίτι μου
χωρίς τα μπούτια, η γυναίκα μου θα γίνει έξω φρενών».

* Golia (Γολιάθ) και Morositas είναι μάρκες καραμέλας. (Σ.τ.Μ.)


120 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 121

Και είπε ο Θεός: «Κι αυτός υποτίθεται πως είναι Την άλλη μέρα ο Γολιάθ κατέβηκε στον αγωνιστι­
ο εκλεκτός λαός; ... Λέω να ξανακάνω εκλογές ...» κό χώρο.
«Ω Θεέ μου», είπε ο Δαβίδ όταν τον είδε.
Τον καιρό εκείνο στο δάσος, σ' ένα σπιτάκι φτιαγ­ «Να με», είπε ο Θεός όταν άκουσε να τον φωνά­
μένο από παντεσπάνι, ζούσε ο Δαβίδ ο βοσκός. Και ζουν. Ύστερα είδε τον Γολιάθ και είπε:
ήταν τόσο μικρόσωμος, που μπροστά του οι νάνοι έ­ «Ω εμένα τον ίδιο, τι μεγάλο; που είναι! Αν δεν
μοιαζαν Σβαρτζενέγκερ. βάλει το χέρι του ο Παντοδύναμος, χαθήκαμε. Όμως
Ο Δαβίδ εζούσε μαζί με τα αδέρφια του: τους υ- ο Παντοδύναμος είμαι εγώ! Ας μη με πιάνει πανι­
πόλοιπους έξι νάνους. κός ...»

Ο Βασιλιάς Σαούλ επήγε στον Δαβίδ. Και φώναξε ο Γολιάθ: «Ασμποτίρ ιέχ νοκ», που

«Τοκ τοκ». στην αρχαία εβραϊπή γλώσσα σημαίνει: «Θα σε σκί­


σω στα δύο».
«Δεν μπορώ να ανοίξω», είπε ο Δαβίδ. «Είναι ε­
πικίνδυνο»,
Και οι άγγελοι και οι αρχάγγελοι εν χορώ τρα­
γουδούσαν στον Δαβίδ: «Βάρα το βάρβαρο βαριά, κι
Και είπε ο Βασιλιάς Σαούλ: «Όχι, όχι, μην ανη­
ας είν' βαρών βαρέων».
συχείς. Απλώς, πρέπει να αναμετρηθείς με τον Γο­
Η διαφορά βάρους ανάμεσα στους δύο παλαιστές
λιάθ».
ήταν τεράστια: τέσσερις τόνοι ο Γολιάθ, δεκαοχτώ κι­
«Α», είπε ο Δαβίδ, «κι εγώ που φαντάστηκα ...»
λά ο Δαβίδ, και βρεγμένος.
Και είπε ο Βασιλιάς Σαούλ: «Αν αναμετρηθείς με
Ο Γολιάθ επιτίθεται αμέσως: αριστερό, δεξί, και
τον Γολιάθ, θα παντρευτείς την κόρη μου και θα σου
πάλι αριστερό, κροσέ, άπερκατ, καλή κίνηση στα πό­
χαρίσω εισιτήριο διαρκείας για τους αγώνες της Μί­
δια, δοκιμή για ντιρέκτ - ώσπου ο Δαβίδ παίρνει έ­
λαν».
να πετραδάκι και του σπάει την κούτρα. Η συνάντη­
Και ρώτησε ο Δαβίδ: «Μα πόσο μεγάλος είναι αυ­
σε έληξε με νοκ άουτ.
τός ο Γολιάθ;» Οι μπουκμέικερ πλήρωσαν δισεκατομμύρια σε έ­
Και είπε ο Βασιλιάς Σαούλ: «Όχι, όχι, κανονικός να και μόνο άτομο: έναν κύριο με νυχτικιά και άσπρη
είναι», και γελούσε, γελούσε, δώσ' του και ξεκαρδι­ γενειάδα.
ζόταν στα γέλια. Αλλά κανείς δεν έμαθε ποτέ ποιος ήταν αυτός ο
Και σκέφτηκε ο Δαβίδ: «Αυτός πάει να μου τη φέ­ Κύριος.
ρει».

Δέχτηκε όμως.
-,---~:,~

...IJ ΤIJΑIι4θ ΝΤι4Ν TIJΣI) ΜΕΤι4AIJΣRMIJΣ,


ΟΣΤΕ MΠPIJΣTι4 ΤΙJΥ IJ ΣΒι4ΡΤΖΕΝΕΤΚΕΡ
ΕΜIJIι4ΖΕ ΜΕ ΕΝι4Ν ι47Τ1J ΤΙJΊΣ EtlJrtf Νι4ΝIJΊΣ..•
...IJ 4ι4814 ΝΤι4Ν TIJΣI) ΜΙΚΡΙJΣΟΜΙJΣ,
DΣTE ΜΠΡIJΣΤι4 ΤΙJΥ ΙJΙ Ν,4ΝIJI
ΕΜIJIι4Ζι4Ν ΜΕ ΣΒι4ΡΤΖΕΝΕΤΚΕΡ .•.
ΚΑΙΝΉ ΔΙΑΘΉΚΗ
ΤΟ ΚΑΤΑ ΓΑΕΤΑΝΟ ΠΡΟΣΤΑΤΗ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
(έτσι τον έλεγαν γιατί δεν ήταν καλά στην υγεία του)

Αυτή είναι η απόκρυφη εξιστόρηση της ζωής του Α­


γίου Ιωσήφ έως τα γεράματά του και της ζωής του Ιη­
σού έως την ηλικία των 12 ετών.
Ο Γαετάνος ο προστάτης δεν έγραψε τίποτε άλλο
γιατί, εκτός από προστάτη, έπαθε επίσης ισχιαλγία
και την κράμπα των γραφιάδων, οπότε αναγκάστηκε
να σταματήσει και βάλθηκε να κάνει το λαϊκό τρα­
γουδιστή σε ένα μουσικό συγκρότημα που το έλεγαν
Στηθάγχη.
"Ήταν το έτος 1 προ Χριστού, μια σκοτεινή νύχτα που
έριχνε καρεκλοπόδαρα. Σε ένα ταπεινό σπίτι της Πα­
λαιστίνης ακούστηκε μια φωνή:
«Χαίρε, Μαρία, είμαι ο Γαβριήλ. Εσύ είσαι η
Παρθένος;»
«Όχι, αλλά εσένα τι σε κόφτει; "Ερχεσαι εδώ ντυ­
μένος γαλοπούλα με φτερά, και κάνεις και ηλίθιες ε­
ρωτήσεις!;»
«Πρέπει να μάθω ...»
«Κι εσύ ποιος είσαι, καλέ; Ο γυναικολόγος του Ι­
ΚΑ; Όχι; Ε τότε, να κοιτάς τη δουλειά σου!»
Αλλά ο Γαβριήλ επέμενε:
«Πρέπει να μου πεις. Με στέλνει ο Παντεπόπτης.
Ος τα πάντα τήλε ορά!»
«Και δεν το 'λεγες αμέσως πως είσαι από την τη­
λεόραση; Λοιπόν: δεν είμαι παρθένα, δεν ντρέπομαι
να ποζάρω γυμνή και ξέρω και χορό ... Προσλαμβά­
νομαι;»

Ο Γαβριήλ τα 'χε χαμένα:


«Μα ... μα είσαι στ' αλήθεια η Μαρία;»
130 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 131

«Όχι, είμαι η Στεφανία, τρέχει τίποτα; Ποια είν' «Κι εσύ τι είσαι, εκφωνήτρια; Κι από πότε τις εκ­
τούτη η Μαρία; Καμία με μέσον; Έι, γύρνα πίσω, κα­ φωνήτριες ειδήσεων τις ντύνουν φραγκόκοτες με πού­
λέ, πού πας; Κοίτα, ξέρω και μιμήσεις ...» πουλα;»
«Έλα, βρε Μαριώ, μην αρχίζεις κι εσύ τα ίδια!
Ήταν πάντα το έτος 1 προ Χριστού, μια σκοτει­ Ήρθα να σου πω ότι θα μείνεις έγκυος».
νή νύχτα που έριχνε καρεκλοπόδαρα, μόνο λίγο πιο «Άσε τις αηδίες! Εμφανίζεσαι ντυμένος παπαγά­
αργά. Σε ένα άλλο ταπεινό σπίτι της Παλαιστίνης α­ λος και κάνεις και πνεύμα αποπανω!»
κούστηκε η ίδια φωνή: «Δεν έχω ντυθεί παπαγάλος, Μαρία. Είμαι άγγε­
«Χαίρε, Μαρία, είμαι ο Γαβοιηλ!» λος! Ήρθα να σου φέρω το φως ...»
«Χαίρω πολύ, κύριε Γλάρε ...» «Και δεν το 'λεγες πως είσαι από τη ΔΕΗ, άνθρω­
«Δεν είμαι γλάρος. Μα εσύ είσαι στ' αλήθεια η πέ μου! Πάνε δυο μήνες που 'χουν σαλτάρει όλα. Δί­
Μαρία;» πλα είναι ο μετρητής ...»
«Βεβαίως, κύριε Πελεκάνε ...» Χρειάστηκε να βάλει ο Θεός το χέρι του για να
«Είσαι όντως η Μαρία από τη Ναζαρέτ;» πειστεί η Παναγία, η οποία εκείνο το βράδυ έμεινε
«Όχι, είμαι η Μαρία από την Κάτω Κωλοπετεινί­ έγκυος, όπως είχε αναγγείλει ο αρχάγγελος Γαβριήλ.
τσα, έχει διαφορά; Έι, κύριε Φοινικόπτερε, πού πά­
τε να φύγετε, δεν σας αρέσει η Κωλοπετεινίτσα;» Και χρειάστηκαν ακόμα περισσότερα για να πει­
στεί ο Ιωσήφ, που ύστερα από πολλές οικογενειακές
Ήταν πάντα το έτος 1 προ Χριστού, μια σκοτει­ συζητήσεις δέχτηκε ευχαρίστως να γίνει μπαμπάς του
νή νύχτα που έριχνε καρεκλοπόδαρα, μόνο πολύ πιο Ιησού. Και από τη μέρα εκείνη άρχισε να χαμογελάει,
αργά. Στο μυριοστό ταπεινό σπίτι της Παλαιστίνης α­ και ο κόσμος τον κοιτούσε κι έλεγε: «Τον άγγιξε η
κούστηκε η γνώριμη φωνή: χάρις του Κυρίου».
«Αυτή είναι η τελευταία προσπάθεια. /Υστερα θα
γυρίσω πάνω και θα στείλω τον αρχάγγελο Πεπινιέ­ Αφού πέρασαν εννέα μήνες, η Παναγία γέννησε
λο να ψάξει γι' αυτήν την ευλογημένη τη Μαρία!» μέσα σ' ένα στάβλο, ανάμεσα σ' ένα βόδι κι ένα γαϊ­
Και τη στιγμή εκείνη έφτασε μια νέα γυναίκα: δουράκι. Και αυτή η παράδοση διατηρήθηκε ανά τους
«Χαίρετε, είμαι η Μαρία, η παρθένος της Ναζα­ αιώνες, κι ακόμα και σήμερα γυναίκες που περιθάλ­
ρέτ. Μπορώ να σας εξυπηρετήσω;» πονται από το υπάρχον σύστημα υγείας γεννούν ενίο­
«Χαίρε, Μαρία. Πόσο χαίρομαι που σε βρίσκω ε­ τε μέσα σε νοσοκομεία-στάβλους, περιστοιχισμένες
πιτέλους ... Ήρθα να σου φέρω την είδηση». από γαϊδάρου; και παντός άλλου είδους ζώα.
132 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ

Και έτσι έγινε και γεννήθηκε ο Ιησούς, ο επιλε­


γόμενος Σωτήρ - Σωτηράκης για τους φίλους.
Και φίλοι, συγγενείς και περίεργοι μετέβησαν στο
στάβλο να φέρουν δώρα' βοσκοί με αρνιά στους ώ­
μους, οργανοπαίχτες με τσαμπούνες, μωρά και νεά­
νιδες διέσχισαν ρυάκια από αλουμινόχαρτο και λό­
φους από στρατσόχαρτο για να δουν το Θείον Βρέ­
φος. Ο Ιωσήφ τούς υποδεχόταν όλους με το χαμόγε­
λο και ο κόσμος έλεγε: «Τον άγγιξε η χάρις του Κυ­
ρίου».
Και ιδού, χτύπησαν την πόρτα του στάβλου.
«Ποιος είναι;» ρώτησε ο Ιωσήφ.
«Τα τρία Μάτζι με τα ντώρα».
«Και τι δώρα φέρατε, Μάτζι; Κύβους Μάτζι για
το φαγητό;»
«Άνοιξε και τα ντεις!»
Και άνοιξε ο Ιωσήφ και είδε τους τρεις Μάγους
με τα δώρα: τον Γασπάρ, τον Βαλτάσαρ και τον Μελ­
χιόρ, με τις τρεις καμήλες τους, τις Χιούι, Λιούι και
Ντιούι, σκεπασμένες με υφάσματα, σπαθιά, καρό,
μπαστούνια, κούπες, ντάμες και βαλέδες.
Έφερναν δώρα λίβανο, χρυσό και σμύρνα.
«Τι είναι η σμύρνα;» ρώτησε ο Ιωσήφ.
Και είπε ο Βαλτάσαρ:
«Αυτό ντεν το κατάλαβε ποτέ κανείς».

Στο μεταξύ, σ' ένα κάστρο όχι μακριά από τη Βη­ ...«ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΣMνPNAro ΡιΊΤΉΣΕ Ι) IΗ1.IJΊΣ ...
θλεέμ, ένας κακός και μοχθηρός βασιλιάς ονόματι Η­ ...ΚΑΙ ΕΙΠΕ Ι) Βι4ΑΤΑΣΑΡ:
ρώδης ρώτησε τον καθρέφτη του: «ΑΠΙ) 4ΕΝ ΤΙ) ΚΑΤΑΑΑΒΕ 'ΠΌΤΕ ΚΑΝΕIΣ ...»
Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 135

«Καθρέφτη, καθρεφτάκι μου, ποιος είναι ο μεγα-


λύτερος βασιλιάς στο βασίλειο;»
Και ο καθρέφτης απάντησε:
«ο Βασιλεύς των ου-ρα-νών
καιαι ποι- και ποι-η-τή; των όόόλων
εν τω σπηλαίω τί-κτε-ται
εεν φά- εν φάτνη των αλόόόγων».
«Όλα τα σφάζω, όλα τα μαχαιρώνω!» ούρλιαξε ο
Ηρώδης και, λυσσασμένος από το κακό του, πήρε
σβάρνα σπήλαια και φάτνες και, έτσι γι' αρχή, έσφα­
ξε όλα τα άλογα.
Ύστερα πήγε στον κυνηγό και διέταξε:
«Τράβα στη Βηθλεέμ και σκότωσε όλα τα νεογέν­
νητα, καθώς και όσα λέγονται Χιονάτη!»
Και Ο κυνηγός πήγε, αλλά πριν απ' αυτόν έφτασε
στη Βηθλεέμ ένας άγγελος φτερωτός, που έτρεξε α­
μέσως στον Ιωσήφ:
«Εσύ πρέπει να είσαι ο αρχάγγελος Γαβριήλ», εί­
πε ο Ιωσήφ, που δεν τον είχε δει ποτέ του και οια­
πόψεις του για την όλη ιστορία ήταν πολύ συγκεχυ­
μένες.
«Όχι, είμαι ο αρχάγγελος Πεπινιέλο. Ο Γαβριήλ
παραιτήθηκε λόγω νευρικού κλονισμού περίπου ένα
χρόνο πριν ...»
Και ο Ιωσήφ ανήσυχος είπε:
«Α, δεν πιστεύω να 'ρθες να αναγγείλεις πως η
Μαρία θα δώσει αδελφούλα στον Ιησού, ε;;»
«Όχι», είπε ο Πεπινιέλο, «τέρμα τα μωρά. Ήρθα
να σας πω ότι πρέπει να πάτε αμέσως στην Αίγυπτο».
«Μα εγώ είχα κλείσει για τη Μαντόνα ντι Καμπί-
136 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ

λιο! Ξέρετε, είναι ξαδέλφη της γυναίκας μου και μας


δίνει τζάμπα εισιτήρια για σκι!»
Αλλά ο Πεπινιέλο επέμεινε:
«Πρέπει να φύγετε, ψάχνει να σας βρει ο Ηρώ­
οης!»
«Ποιος είναι; Αυτός που επινόησε την παιδαγω­
γική μέθοδο;»
«Όχι», αποκρίθηκε ο Πεπινιέλο, «αυτή είναι η μέ­
θοδος Μοντεσόρι. Ο Ηρώδης είναι ο Βασιλεύς!»
Και είπε ο Ιωσήφ: «Κετόν!» που στην αρχαία α­
οαμαϊεή γλώσσα σημαίνει: «Καλύτερα να ξεκινάμε
αμέσως, γιατί έτσι και μας βουτήξει αυτός, μας έκα­
νε με τα κρεμμυδάκια!»
Κι έτσι ο Ιωσήφ και η Μαρία με το μικρό Ιησού
και το γαϊδαοάκο βρέθηκαν στα διόδια του αυτοκι­
νητοδρόμου της Ναζαρέτ και τράβηξαν άρον άρον
για την Αίγυπτο.
Ύστερα από μηνών ολόκληρων πορεία εφτασαν
στη γη του Ααράν και πήγαν στην πανσιόν «ο στά­
βλος».
«Πώς τα περνά κανείς εδώ;» ρώτησε ο Ιωσήφ.
«Θεϊκά», απάντησε ο διαχειριστής.
.-===.JL
«Τότε κάνει για την περίπτωσή μας», είπε ο Ιη­
σούς, και εγκαταστάθηκαν εκεί.
Και η είδηση εφτασε στ' αυτιά του Ηρώδη, αλλά ...Η'ΡθΕ Ι) 4AΣκAAIJΣ ΚΑΙ Ε/1fΈ:
αυτός, που ήταν μάλλον αγεωγράφητος, νόμισε πως
«ΚΑι1ΗΜΕ'ΡΑ. ΕΙΜΑΙ Ι) 4ΑΣκΑι1I)& .
το Ααράν ήταν ένα πράσινο ζώο που ζει στους βάλ­
τους, και δεν κατάλαβε ποτέ του πού κατέληξε ο Ιη­
«ΚΙ ErD τΙ) 1411):0. E!1fE Ι) IHΣlJYΣ .
σούς. «Αι 4ΕΝ θΑ ΤΑ ΠΑΜΕ ΚΑΑΑ:οι
ΕI1ΤΕ Ι) 4AΣκAΛIJΣ ...
Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 139

Κι αφού πέρασαν μερικά χρόνια στην Αίγυπτο,


μια νύχτα που έριχνε καρεκλοπόδαρα ο Ιωσήφ άκου­
σε φωνή:
«Ιωσήφ!»
«Ποιος είναι;»
«ο Γιαχβέ!»
«Γιαβόλ!! Δηλαδή, μάλιστα! Συγγνώμη, Κύριε, τα
ψιλομπερδεύω με τις γλώσσες ...»
«Ιωσήφ», είπε ο Θεός, «γυρίστε στην Παλαιστί­
νη».

«Μα, Κύριε», αποκρίθηκε ο Ιωσήφ, «έτσι και μας


τσακώσει ο Ηρώδης, θα τα πούμε εκεί ψηλά στα μέ­
ρη σου πριν της ώρας μας».
«Μην ανησυχείς», αποκρίθηκε ο Θεός, «τον ξα­
πόστειλα με την παλιά μέθοδο του καφέ: τον κέρασα
έναν καφέ φαρμάκι. Άντε, μπορείς να γυρίσεις πί­
σω ...»
Και ο Ιωσήφ ξαναπήρε υπάκουος το δρόμο και
γύρισε στην Παλαιστίνη με τη Μαρία και τον Ιησού,
πλην όμως με τα πόδια, γιατί στην Αίγυπτο το γαϊ­
δουράκι το 'χαν μαγειρέψει στιφάδο.
Έφτασαν στην Παλαιστίνη και ίσα που πρόλαβαν
να γράψουν τον Ιησού στην τρίτη δημοτικού.
Ήταν, δε, η πρώτη ημέρα στο σχολείο.
Ήρθε ο δάσκαλος και είπε:
«Καλημέρα. Είμαι ο δάσκαλος».
«Κι εγώ το ίδιο», είπε ο Ιησούς.
«Α, δεν θα τα πάμε καλά», είπε ο δάσκαλος. «Ε­
σύ που κάνεις τον έξυπνο, έλα στον πίνακα».
140 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 141

Και πήγε στον πίνακα ο Ιησούς και έπιασε την κι­ Πάνω στην ώρα ήρθε ο Ιωσήφ και είπε από μέσα
μωλία. του: «Αχ, ο μπαμπάς του Βούδα, ποιος τη χάρη του!
«Γράψε: τρεις ιχθύες συν τρεις ιχθύες πόσο μας Αυτός μάλιστα, αυτός είναι τυχερός, μ' ένα καλό παι­
κάνουν;» δί που όπου το βάλεις κάθεται ... Σαν το ανθρωπάκι
«Εννιά ιχθύες», αποκρίθηκε ο Ιησούς. της Μισελέν είναι βέβαια, αλλά φαντάζεσαι τι ήσυχα
«Αυτός είναι ο πολλαπλασιασμός των ιχθύων, που ζούνε;»
στουρνάρι!» Και τότε ακούστηκε φωνή: \
«Στουρνάρι, εγω;» είπε ο Ιησούς, και εκ θαύμα­ «Ιωσήφ;»
τος μεταμόρφωσε το δάσκαλο σε επιστάτη. «Ποιος είναι;»
Τη στιγμή εκείνη ήρθε ο διευθυντής και είπε: «Εγώ».
«Ποιος ήταν;» «Ποιος εγώ;»
«ο Ιησούς», είπε ο Πέτρος. «Εγώ, ο Θεός. Ο Παντεπόπτης!»
Και είπε ο Ιησούς: «Πέτρο, πριν ο κώδων ηχήσαι «Αυτός που τρώει απ' όλα;» ρώτησε ο Ιωσήφ.
τρις, θα σου σπάσω τα μούτρα». «Αυτός είναι ο παμφάγος, Ιωσηφάκη!!»
Τότε πήγε ο διευθυντής στον Ιησού και είπε: «Ε­ Και ο επιστάτης και ο αναπληρωτής καθηγητής
σύ! Αύριο να 'ρθεις με τον κηδεμόνα σου!» φυσικής αγωγής, σαν άκουσαν ότι Ο Ιωσήφ ήταν ό πα­
«Εύκολο το 'χετε;» αποκρίθηκε ο Ιησούς, «έχω τέρας του Ιησού, εκμεταλλεύτηκαν το γεγονός πως εί­
τρεις τέσσερις ... άντε να βγάλεις άκρη στο σπίτι μου!» χε αφαιρεθεί ψάχνοντας στο λεξικό, τον περιβούτη­
«Και μην κάνεις τον ξύπνιο όπως την άλλη φορά», ξαν και τον έκαναν τουλούμι στο ξύλο.
είπε ο διευθυντής, «που ήρθες με το περιστέρι και Αλλά ο Ιωσήφ χαμογελούσε. Και ο κόσμος έλεγε:
μου είπες ότι είναι ο θείος σου!» «Τον άγγιξε η χάρις του Κυρίου».
/Υστερα ο διευθυντής στράφηκε στην τάξη και εί­
πε: «Είναι κι άλλο ένα παιδάκι στο γραφείο μου, ο Και χαμόγελο στο χαμόγελο, ήρθε ο Δεκέμβριος.
Βαραββάς. Ποιον θέλετε να αποβάλω; Τον Ιησού ή Στις 24 ήταν τα γενέθλια του Ιησού.
τον Βαραββά;» Ο Ιωσήφ έφτιαχνε τη φάτνη.
Και τότε Ο Ιησούς έχασε την υπομονή του και εί­ «Τι 'ναι αυτο;» ρώτησε ο Ιησούς.
πε στο διευθυντή: «Μέχρι αύριο θα βρίσκεσαι στον «Ένα σουβενίρ από τότε που πήγαμε με τη μαμά
Παράδεισο». Και εκ θαύματος μεταμόρφωσε το διευ­ σου στο κάμπινγκ όπου γεννήθηκες», αποκρίθηκε ο
θυντή του σχολείου σε αναπληρωτή καθηγητή φυσι­ Ιωσήφ.
κής αγωγής, σε Λύκειο θηλέων. Η Παναγία είχε οργανώσει ένα παρτάκι: τι σερ-
Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 143
142 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ

λον τον κόσμο, με την κραυγή: «Αλέ, πάμε όλοι για


παντίνες είχε, τι στρακαστρούκες, τι στολίδια... με
μπάνιο στο ποτάμι!»
δυο λόγια: είχε της Παναγιάς τα μάτια!
Είχε ήδη περάσει κάμποση ώρα και τα παιδάκια Τον Λάζαρο δεν τον βαστούσαν τα πόδια του, και
του έλεγαν οι αδελφές του: «Λάζαρε, εγέρθητι και
δεν είχαν έρθει ακόμα.
«Πώς κι ετσι;» ρώτησε ο Ιησούς. πάρ' τα πόδια σου, γιατί σε κοιτάνε όλοι!»
«Τα Χριστούγεννα είναι οικογενειακή γιορτή», α­ Ο Σίμων όρθιος στο τραπέζι παρακινούσε:
ποκρίθηκε ο Ιωσήφ. «Αυτό σημαίνει ότι θα έρθουνε «Ανέβα στο τραπέζι μου, κούκλα μου γλυκιάάά ...»

το Πάσχα». Και η Μαγδαληνή ξεσάλωνε χειροκροτούσα και


Αλλά την ίδια στιγμή χτύπος ακούστηκε στην πόρ­ ποδοκροτούσα στο κέντρο της πίστας τραγουδώντας:
τα: ήταν ο μικρός Ιούδας, που έφερνε για δώρο ένα «Πάλα-μάκια, πάλα-μάκια, να χτυπούν τα τάκου-νά­
κουτί σοκολατάκια «Πες το μ' ένα φιλϊ». κια»,

«Δεν έπρεπε», είπε ο Ιησούς με σφιγμένα δόντια. Ο Ιησούς στο μεταξύ έκανε αστεία: σκάρωνε α­
«Ευχαρίστησίς μου», αποκρίθηκε χαμογελώντας νέκδοτα με ήρωα τον Πόντιο Πιλάτο, τα οποία έκτο­
ο Ιούδας. τε ονομάστηκαν «ποντιακά». Ύστερα πήγε στον Νι­
Και είπε ο Ιησούς: «Οσφατέχ σικ ραβούρ γκαπέ», κόλαο και άρχισε να κάνει θαύματα: «Τώρα έχεις λέ­
που στην αρχαία σανσκριτική γλώσσα έχει ελάχιστα πρα, τώρα δεν έχεις λέπρα, τώρα έχεις χολέρα, τώρα
ευγενική έννοια. είσαι τυφλός, τώρα βλέπεις, τώρα είσαι τυφλός, βλέ­
Και είπε ο Ιούδας: «Τα πόσα κλείνεις;» πεις, τυφλός, βλέπεις, χωρίς πόδια, τώρα τέσσερα χέ­
«Τα δέκα», αποκρίθηκε ο Ιησούς. ρια και καθόλου αυτιά, τώρα τρία πόδια ...»
«Να τα τριαντατριαρίσεις», είπε ο Ιούδας. Και τότε ήρθε η Παναγία και είπε:
Και είπε ο Ιησούς: «Οϊμπεκ!», που στην αρχαία
«Ιησού, έχει τούρτα!»
αραμαϊκή γλώσσα σημαίνει: «Τούτος δω είναι γρου­
«Έρχομαι», είπε ο Ιησούς.
σούζης».
Και είπε ο Νικόλαος: «Μωρέ Ιησούλη, δεν μπο­
Και σιγά σιγά ήρθαν και τα υπόλοιπα παιδάκια,
ρώ να γυρίσω σπίτι με τρία πόδια, θα κακοφανεί της
αλλά το πάρτι ξενέρωνε.
μαμάς ...»
Ο δε Ιησούς, χωρίς να το πάρει είδηση, ακούμπη­
Αφού έφαγαν την τούρτα, έπαιξαν το μπουκάλι,
σε στον μπουφέ και του ξέφυγε ένα θαύμα: μετέτρε­
και όποιος κι αν έβγαινε, ο Ιούδας πάντα προσπα­
ψε την πορτοκαλάδα σε κρασί.
θούσε να φιλήσει τον Ιησού.
Είκοσι λεπτά αργότερα είχαν όλοι φτάσει στο
Και θύμωσε πολύ ο Ιησούς και είπε:
τσακίρ κέφι: ο Ιωάννης ο Βαπτιστής μπουγέλωνε ό-
144 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 145

«Κοφ' το, Ιούδα! Σαν χαμαιλέοντας είσαι, με κο­ Και έδωσε ο Θεός και το πάρτι τελείωσε και τα
τζάμ γλωσσάρα στο στόμα». παιδάκια γύρισαν σπίτι τους.
Κι έτσι, πυρ και μανία, μεταμόρφωσε τον Ιούδα Η Μαρία, ο Ιησούς και ο Ιωσήφ (τουλουμιασμέ­
σε φραγκόκοτα, που αμέσως βγήκε πετώντας από το νος αλλά χαμογελαστός) πήγαν για ύπνο.
παράθυρο. Σαν ήρθαν τα μεσάνυχτα, ο Ιησούς άκουσε θόρυ­
Λίγο μετά χτύπησαν την πόρτα, και είπε ο Ιωσήφ: βο. Πήγε στο σαλόνι και είδε έναν άνθρωπο που κα­
«Ποιος είναι;» τέβαινε από το τζάκι.
«Είμαι ο μπαμπάς του προδότη». «Ποιος είσαι εσύ;» ρώτησε ο Ιησούς.
Και ο Ιωσήφ άνοιξε και βρήκε εμπρός του έναν «ο μπαμπα-Στρουμφ», είπε χάριν γούστου ο άν­
έξαλλο άνθρωπο με μια φραγκόκοτα επ' ώμου. θρωπος.
Και γύρισε ο Ιωσήφ και είπε: «Για έλα εδώ, Ιη­ «Αααχ, κι άλλος μπαμπάς! Τι να σε κάνω εσένα,
σούλη, μάλλον εσένα θέλουνε ...» έχω κιόλας τρεις τέσσερις ... δεν αντέχω άλλο».
Και όταν ο Ιησούς πλησίασε, ο Ιωσήφ είπε: «Μα, Και λέγοντας αυτό τον έκανε στάχτη εκ θαύμα­
ευλογημένε Θεέ ...» τος.

«Ευχαριστώ, παρομοίως», είπε ο Ιησούς. «Παναγία μου!» είπε φτάνοντας τρεχάτος ο Ιω­
«Ιησούλη, πρόσεξε, γιατί με τρώνε τα χέρια μου, σήφ.
εντάξει;» «Ιωσήφ μου!» είπε φτάνοντας τρεχάτη και η Πα­
Και τότε ακούστηκε μια φωνή: ναγία.
«Ιωσήφ, κοντά τα χέρια σου!» «Μαρία, κάνε μου τη χάρη, μην αρχίζεις κι εσύ,
«Ποιος είναι;» είναι που είναι μπερδεμένα τα πράγματα εδώ. Ιησού­
«Αυτός που όλα τα βλέπει». λη, για το Θεό, αυτός είναι ο θείος Βασίλης, που σου
Και στράφηκε στον Ιησού ο Ιωσήφ και είπε: «Να φέρνει τα δώρα! Μπρος, άιντε, διόρθωσέ τον ...»
ευχαριστείς τον Αποπάνω, γιατί αλλιώς απόψε θα τις Και τότε ακούστηκε φωνή:
έτρωγες, μα το Θεό». «Ιωσηφ».
Αυτό όμως δεν σταμάτησε τον μπαμπά της φρα­ «Ποιος εϊναι;»
γκόκοτας που, έτσι γι' αλλαγή, τουλούμιασε τον Ιω­ «Εδώ Εξαίσιος».
σήφ σαν πουπουλένιο πάπλωμα. Και κοίταξε τη Μαρία ο Ιωσήφ και είπε: «Βρε
Αλλά ο Ιωσήφ χαμογελούσε. Και ο κόσμος έλεγε: Μαριώ, τον πληρώσαμε τον λογαριασμό στο Ρίμινι
«Τον άγγιξε η χάρις του Κυρίου». πέρυσι; Τηλεφώνησαν από το Εξέλσιορ!»
Και ο πανάγαθος Κύριος διόρθωσε τον Άη-Βασί-
146 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 147

λη, και ο Ιωσήφ τη νύχτα των Χριστουγέννων τουλου­ ψάρια, γιατί σήμερα έχουμε τραπέζι σε εκατόν ογδό­
μιάστηκε δεύτερη φορά. Αλλά χαμογελούσε. Και ο ντα άτομα για τη γιορτή του μπαμπά. Και πού 'σαι;
κόσμος έλεγε: Να θυμάσαι ότι με το ψάρι πηγαίνει το άσπρο κρα­
«Τον άγγιξε δύο φορές η χάρις του Κυρίου». σί, όχι το κόκκινο που αγόρασες την τελευταία φορά.
Το κόκκινο είναι για τον πολλαπλασιασμό των μπι­
Και οι μήνες περνούσαν και ο Ιησούς μεγάλωνε. φτεκιών ...»
Ήταν δε η ημέρα Παρασκευή, 19 του μηνός Μαρ- Και ο Ιησούς βγήκε από το σπίτι και πήρε το δρόμο.
τίου: η γιορτή του μπαμπά, εορτή του Αγίου Ιωσήφ. Έγινε δε και ο Ιησούς με τα χρήματα για τα ψώ­
Η Μαρία δεν ένιωθε και πολύ καλά. νια αγόρασε ζωγραφιές των μονομάχων και βάλθηκε
«Θα σε θεραπεύσω εγώ», είπε ο Ιησούς. να παίζει με τα άλλα παιδάκια. «Τον Ούρσο τον έχω,
Και είπε η Μαρία: «Ιησού, αν έχεις να πας κά­ τον Σπάρτακο τον έχω, ο Μασίστας μού λείπει ... Τον
που, πήγαινε ... Τράβα προπονήσου κάπου αλλού! Α­ Αντρεότι τον έχω ... Τον Κοσίγκα τον έχω ...»*
κόμα θυμάμαι τότε που θεράπευσες από την ισχιαλ­ Ώσπου ο Ιησούς είδε την κλεψύδρα και είπε: «Α­
γία το γιο του θυρωρού!» μάν! Πρέπει να πάω για ψώνια, γιατί ο μπαμπάς γυρ­
«Ε, τι;» είπε ο Ιησούς. «Έγινε καλά, δεν έγινε;» νάει, έχει φοβερή πείνα και τρώει της μαμάς τα μά­
«Βέέέβαια ...» είπε η Παναγία, «μόνο που τώρα έ­ τια!» που στην αρχαία αραμαϊκή γλώσσα σημαίνει
χει ερπύστριες, κι όταν πήγε φαντάρος, τον έβαλαν «της Παναγιάς τα μάτια».
να κάνει το τεθωρακισμένο! Καλύτερα να πάρω μια Και ο Ιησούς πήγε τρέχοντας στην αγορά, στον
ασπιρίνη ... Ή μάλλον, πήγαινε να ψωνίσεις!» πάγκο του Τανίνο του μπακάλη, και είπε: «Μισό κι­
«Όχι», είπε ο Ιησούς. «Δεν θέλω, δεν θέλω, δεν λό μάννα, γιατί η μάνα μου έχει να φτιάξει πίτσα με
θέλω!» μαννα-τάρια».
«Ιησούλη, άμα δεν υπακούσεις, πρόσεξε γιατί θα Και ρώτησε ο μπακάλης: </Εχεις λεφτά;»
πας στον άλλο κόσμο!» «Όχι», αποκρίθηκε ο Ιησούς, «αλλά ξέρεις τι λέει
«Σκασίλα μου», αποκρίθηκε ο Ιησούς. «Έτσι κι
ο λαός: Κάνε το καλό, κι απ' το Θεό θα το 'βρεις!»
αλλιώς, δεν θα με κρατήσουν πάνω από τρεις μέρες!»
Αλλά ο μπακάλης κούνησε το κεφάλι του: «Μισό
«Πρόσεξε γιατί θα φωνάξω τον Ηρώδη ...» απεί­
κιλό μάννα κοστίζει τριάντα αργύρια. Τα 'χεις ή δεν
λησε η Παναγία, και τότε ο Ιησούς πείστηκε. τα 'χεις;»
«Καλά. Τι να ψωνϊσω;»
«Πεντακόσια γραμμάρια φρέσκο μάννα, νεοπλα­
* Ο Αντρεότι και ο Κοσίγκα, μονομάχοι της πολιτικής, υπήρχαν
σμενο», είπε η Παναγία, «επίσης δύο ψωμιά και δύο ήδη από τότε.
148 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 149

Και ακούγοντας τριάντα αργύρια ο Ιησούς, άγνω­ Και είπε ο Τανίνο: «Το παιδί αποδώ λέει πως εί­
στο γιατί, κυριεύτηκε από ασυγκράτητη οργή και έ­ σαι πατέρας του!»
κανε λίμπα τον πάγκο του μπακάλη. «Ναι ... καλά ... δηλαδή ... όχι και τόσο, εδώ που τα
Και είπε ο Τανίνο: «Πήγαινέ με στον πατέρα λέμε ... τέλος πάντων ... είμαστε σύγχρονη οικογένεια,
σου!» Τανινάκο, προσπάθησε να καταλάβεις!»
«Ναι, αμέ, εύκολο το 'χεις; Ποτέ δεν ξέρω ποιος Αλλά ο Τανίνο πρώτα τους ανάγκασε να τον απο-
είναι ο σωστός ... Λοιπόν, τι διαλέγεις: τον πρώτο, το ζημιώσουν, κι ύστερα έκανε τον Ιωσήφ τουλουμοτύρι.
δεύτερο ή τον τρίτο φάκελο;» Αλλά ο Ιωσήφ, έτσι γι' αλλαγή, χαμογελούσε.
Και έδωσε ο Θεός και πήγαν, χτύπησαν το κου­ Και ο κόσμος έλεγε:
δούνι και ο Ιωσήφ πήγε να ανοίξει. «Τον άγγιξε η χάρις του Κυρίου».
Κοίταξε τον μπακάλη και ρώτησε: «Μπορώ να κά­
νω κάτι για σας;» Η επομένη ήταν Σάββατο, ημέρα εξ ολοκλήρου α­
«Ναι», αποκρίθηκε ο Τανίνο, «να χαμογελάσετε». φιερωμένη στο δελτίο του ΠΡΟΠΟ. Μπροστά στο κα­
Και καθώς ο Ιωσήφ χαμογελούσε, ο μπακάλης του φενείο των φιλάθλων, οι μεγάλοι σχολίαζαν: «ο Λά­
'δωσε μια με το σφυρί στα δόντια και του τα 'κανε ζαρος δεν μπορεί να παίξει μεσαίος επιθετικός, στέ­
λαμπόγυαλα. κει στα πόδια του εκ θαύματος ...»
«Μπαμπά, συγχώρεσέ τον», είπε ο Ιησούς, «ου Ο Ιησούς ήταν εκεί τριγύρω με τους φίλους του:
γαρ οίδε τι ποιεί». τον Άγιο Πέτρο, τον Άγιο Σίρο και τον Ολίμπικο, που
«Δεν το νομίζω», αποκρίθηκε ο Ιωσήφ, «ίσα ίσα, δεν έγινε ποτέ του άγιος. Ήρθε τρέχοντας ο Άγιος
μάλλον ενημερωμένο τον βλέπω!» Πέτρος, που ποτέ του δεν έγινε στάδιο, * και είπε α­
Και τότε ακούστηκε φωνή: νήσυχος: «Σήμερα η επικεφαλής στη βαθμολογία, η
«Ιωσήφ!» Τελ Αβίβ Γιάφα, παίζει εντός έδρας με τη Βηθλεέμ!»
«Ποιος είναι;» Η Βηθλεέμ ήταν η αγαπημένη τους ομάδα. Και εί­
«ο Θεός!» πε ο Ιησούς: «Αμήν λέγω υμίν: η Βηθλεέμ θα νικήσει.
«Ποιος θείος;» Στο δελτίο είναι δύο στάνταρντ!»
«Όχι ο θείος, ο Θεός! Ιωσήφ, στρέψε και την άλ­ Και ο Ιούδας, που δεν είχε ακούσει, ρώτησε: «Κύ­
λη παρειά!» ριε, τι να βάλω στο δελτίο;»
Και είπε ο Ιωσήφ: «Ασματάχλ σαμπέκ κους ετόν!»
που στην αρχαία αραμαϊκή γλώσσα σημαίνει: «Γιατί
* San Siro και Olimpico είναι δύο περίφημα στάδια στο Μιλά­
δεν κοιτάνε τη δουλειά τους επιτέλους!» νο και τη Ρώμη αντιστοίχως. (Σ.τ.Μ.)
150 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑτΛ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 151

«Χι»*, αποκρίθηκε Ο Ιησούς και είπε χαμηλόφωνα Μια ομάδα οπαδών της Τελ Αβίβ πλησιάζει στις
στον Σίμωνα: «Εγώ αυτόν ποτέ μου δεν τον χώνεψα!» κερκίδες των αντιπάλων ουολιάζοντα; συνθήματα
μάχης, και τότε ο Ιησούς, όσο να πεις αμήν, τους με­
Έφτασε δε η Κυριακή, ημέρα εξ ολοκλήρου αφιε­ ταστρέφει σε φανατικούς της Βηθλεέμ, κι αυτοί αψ
ρωμένη στους ποδοσφαιρικούς αγώνες, ημέρα που χίζουν να τραγουδούν: «Θρύλε, Θεέ μου, Βηθλεεμ
παίρνουν φωτιά τα γήπεδα, εξ ου την έλεγαν και «Κυ­
μου!»
ριακή των Γη-παίδων εν Καμϊνω». Τον καιρό εκείνο Τώρα, όλο το πέταλο της Τελ Αβίβ κραυγάζει συν­
ίσχυε η περίεργη και μαζική συνήθεια να πηγαίνουν θήματα κατά της Βηθλεέμ: τότε ο Ιησούς τούς κοιτά­
απαξάπαντες στο γήπεδο, και το ίδιο έκαναν ο Ιη­
ζει και κάνουν όλοι μόκο.
σούς και οι φίλοι του, που πήγαν να δουν τη Βηθλεέμ «Τους έκανες οπαδούς της Βηθλεεμ;» ρώτησε ο
στο Στάδιο του Δαβίδ (Camp David). Πέτρος.
Έγινε δε και, ταις πρεσβείαις του πονηρού, στο «Όχι. Τους έκανα να βγάλουν το σκασμό», απο-
ογδοηκοστό πέμπτο λεπτό δόθηκε πέναλτι υπέρ της
κρίθηκε ο Ιησούς.
Τελ Αβίβ, ενώ το αποτέλεσμα παρέμενε μηδέν μηδέν. Λάθος του σέντερ φορ, ο διαιτητής σφυρίζει
Ο εξτρέμ μετατρέπει το πέναλτι σε γκολ και ο Ιησούς φάουλ και αμέσως οι δύο μπακ τιμωρούν τον σέντερ
μετατρέπει τον εξτρέμ σε δύο μεσαίους επιθετικούς. φορ για το λάθος του σταυρώνοντάς τον, και πάνω
Και γίνεται το έλα να δεις.
στο σταυρό κρεμούν την επιγραφή: ΟΠΑΠ.
Ο τερματοφύλακας επαναφέρει, αλλά μαζί με την Την ίδια στιγμή οι οπαδοί εισβάλλουν στον αγω­
μπάλα εκσφενδονίζει και το πόδι του και οδηγείται νιστικό χώρο, όπου αμέσως τους αναχαιτίζουν άντρες
εκτός αγωνιστικού χώρου.
της αστυνομίας με κράνη και κλομπ, επιφορτισμένοι
Ο Ιησούς από τις κερκίδες χρεώνει με φάουλ τον με την αποκατάσταση της τάξεως, οι λεγόμενοι
στόπερ, που αποσύρεται με δύο φάουλ από τον αγω­
σαΜΑτατζήδες.
νιστικό χώρο κοιτώντας μέσα στο σορτς του και λέ­
Και εκ θαύματος οι κριτ~ς κατακυρώνουν τη νίκη
γοντας: «Με δύο φάουλ, έγινα δί-φαλλος! Με άλλα
στη Βηθλεέμ.
είκοσι οχτώ, λες να γίνω τριαντά-φαλλος;»
Συνέβη δε, πάνω στη συμπλοκή, να κόψει με μα­
χαίρι ο Πέτρος το αυτί του σα-ματατζή Βιτιέλο Κάρ­
* Αγγλοσαξονικής προελεύσεως -πιθανόν από τα κόμικς τύπου
μινε, και είπε ο Ιησούς: «Πέτρο, μάχαιρα έδωσες και
«Τσάρλι Μπράουν»- η συνήθεια το κεφαλαίο Χ να σημαίνει, στην
αργκό των νέων, «φιλϊ» και να χρησιμοποιείται κυρίως, μόνο του ή
μάχαιρα θα λάβεις». Και ενώ ο Πέτρος έξυνε το κε­
επαναλαμβανόμενο, στο κλείσιμο των επιστολών. Εδώ, προφανώς, φάλι του απορημένος, ο Ιησούς έκανε θαύμα και του
συνδέεται με το φιλί του Ιούδα. (Σ.τ.Μ.) σα-ματατζή τού έπεσε και το άλλο αυτί.
152 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 153

«Οχ, έκανα λάθος», είπε Ο Ιησούς. Αλλά ο Ιωσήφ, όπως πάντα, χαμογελούσε.
Και τότε ο Βιτιέλο Κάρμινε, ακολουθούμενος α­ Και τότε ο κόσμος τον ρώτησε:
πό τους οπαδούς της Τελ Αβίβ, οδήγησε τον Ιησού «Μα τι έχεις και χαμογελάς;»
στο σπίτι του Ιωσήφ. «Χαμογελάω;» αποκρίθηκε ο Ιωσήφ. «Καλέ, εγώ
«Μπορώ να κάνω κάτι για σας;» ρώτησε ο Ιωσήφ έχω πάρεση!!»
όταν τους είδε.
«Από το άλλο μου τ' αυτί, γιατί 'ναι η μάνα μου Ο Ιωσήφ πέθανε 126 ετών και μπήκε επιτέλους
κουφή», είπε ο Βιτιέλο Κάρμινε. «Οχ, ποια μάνα μου; στον Παράδεισο, ευτυχής και χαμογελαστός.
Εγώ κουφάθηκα. Μίλα πιο δυνατά», ούρλιαξε. «Δεν
έχω αυτιά!»
Τότε ο Ιωσήφ αναστέναξε και στράφηκε στον Ιη­
σού.
«Μπρος, ξαναφόρα αμέσως τα αυτιά στον κύριο.
Χίλιες φορές σου το 'χω πει, μην παίζεις με τα θαύ­
ματα!»
Ώσπου ο Ιωσήφ παρατήρησε ότι το πλήθος πλη­
σίαζε απειλητικά, και τότε επικαλέστηκε τον Κύριο.
«Να με», είπε ο Κύριος. «Τι τρέχει, Ιωσήφ; Α, α­
λήθεια, τι έκανε σήμερα η Νάπολη;»
«Έχασε», αποκρίθηκε ο Ιωσήφ.
«Φτου, να πάρει ... Κοίτα να δεις: έπιασα δωδεκά­
ρι. Και να σκεφτείς πως είχα προβλέψει και την ήτ­
τα της Τελ Αβίβ εντός έδρας, που ήταν αδιανόητη!
Και η Νάπολη πάει και χάνει ... Ας είναι, την άλλη
βδομάδα θα το φροντίσω εγώ! Λοιπόν, γιατί με φώ­
ναξες, Ιωσήφ;»
Αλλά ήταν πια πολύ αργά. Το πλήθος, με επικε­
φαλής τον Βιτιέλο Κάρμινε, ξέροντας ότι ο Ιωσήφ ή­
ταν ο μπαμπάς του Ιησού, τον είχε πιάσει και τον εί­
χε κάνει τόπι στο ξύλο.
ΟΙ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ
ή
(αλλέως πώς)
ΤΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ
Ρ Δ Α

ΓΣΕΡΑΟΠ

ΕΖΤΔΘΛΡΙ

Φ Χ Σ Α Β Μ Ο Μ Δ Ν Ζ Σ Η
Από τη δεύτερη προς Κορινθίους επιστολή

Αγαπητοί Κορίνθιοι,
μπορούσατε τουλάχιστον να απαντήσετε στην
πρώτη!
Είστε και πολύ κάφροι.
Μετά τιμής,
Παύλος.

Υ.Γ.
Τα σέβη του Πέτρου
Από την πρώτη προς Ιούδα επιστολή

Χέι Τζουντ,
ντοντ τέικ ιτ μπαντ, τέικ ε σαντ σονγκ εντ μέικ ιτ
μπέτερ, ριμέμπερ του λέτ ιτ ίντου γιορ χαρτ, δεν γιου
κεν σταρτ του μέικ ιτ μπέτερ.
Ριγκάρντς,
Πολ.

Υ.Γ.
Κίσιζ φρομ Ρίνγκο, Τζον εντ Τζορτζ.
Από την πρώτη επιστολή του Ιεζεκιήλ

Αχ, κουνελάκι, κουνελάκι,


ξύλο που θα το φας!
Μέσα στο ξένο περιβολάκι
τρύπες γιατί τρυπάς;

Τρεις φίλοι είμαστε, κι οι τρεις προφήτες.


Τρίίί-α παι-διά, τρί-α παι-διά Βιβλιώ-τικααα.
Τρία πουλάκια κάθονταν και έγραφαν τη Βίβλο.

Θερμούς χαιρετισμούς,
Ιεζεκιήλ.

Υ.Γ.
Φιλιά από τον Δανιήλ και τον Ιωήλ.
ΕΠΙΜΕΤΡΟ
ΨΑΛΜΟΣ ΑΓΧΟΥΣ ΤΟΥ ΜΑΘΗΤΉ

Κύριε, ικετεύω σε, φώτισέ με τι να κάνω ώστε να μη


με εξετάσουν.
Μπορώ να μπω στο γύψο και να πω ότι έπεσα α­
πό τις σκάλες και δεν μπόρεσα να διαβάσω.
Μπορώ να πω ότι πέθανε ο πατέρας μου σε ερ­
γατικό ατύχημα.
Μπορώ να κάνω ανώνυμο τηλεφώνημα και να πω
ότι έχουν βάλει βόμβα στο σχολείο.
Εν πάση περιπτώσει, φιλεύσπλαχνε Κύριε, κάνε
ώστε να μη με εξετάσουν σήμερα:
χτύπα με με το ματσούκι της καλοσύνης σου,
μαστίγωσέ με με το καμουτσίκι της δικαιοσύνης σου,
ξυλοκόπησέ με με το ρόπαλο της κατανόησή ς σου,
παραμόρφωσέ με με το σφυρί της χάριτός σου,
τουλούμιασέ με με το στειλιάρι της αγάπης σου.
Αλλά σώσε με, Κύριε, από την εξέταση,
γιατί η όποια τιμωρία σου, Κύριε,
αν σή μερα με εξετάσουν,
δεν είναι τίποτα μπροστά σ' ό,τι θα πάθω μόλις
γυρίσω σπίτι.
168 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 169

σταμάτα αυτό το ρεύμα με τις κουτσουλιές,


Κύριε, ικετεύω σε, θυμήσου πως οι καθηγητές εί­ παραχώρησέ μου μια ιστιοσανίδα σε τούτον τον
ναι κατά βάθος ανθρώπινα πλάσματα, και ως τέτοια ωκεανό της κοπριάς,
πρέπει να πεθάνουν. αλίευσέ με από αυτόν τον ποταμό των απορριμ­
Πανάγαθε Κύριε, ξέρω πως κάνεις τα στραβά μά­ μάτων,
τια, αλλά είναι πράγμα γνωστό πως οι καθηγητές εί­ ρίξε μου ένα σκοινί σ' αυτό το βάραθρο της κό­
ναι όντα ακάθαρτα. πρου,

Κύριε, ίσως να είσαι αφηρημένος, αλλά κοίτα, η δώρισέ μου ένα σωσίβιο σ' αυτήν την πισίνα των
καθηγήτρια των μαθηματικών έχει παραχωρήσει επα­ λυμάτων,
νειλημμένως απόκρυφα μέρη του σώματός της: έχει επιδαψίλευσέ μου μιαν ανάσα αέρα από μιαν υ­
επιτρέψει στον καθηγητή της επιπεδομετρίας να με­ πέροχη φιάλη οξυγόνου όσο με πνίγουν τα οργα­
τρήσει πόντο πόντο τον οργανισμό της σε επίπεδη νικά απόβλητα.
στάση· και έχει γυμνάσει το σώμα της στη λίμπιντο Τουλάχιστον, Κύριε, παρακαλώ σε:
με τον καθηγητή της γυμναστικής είχε ιστορίες με μια κι είμαι που είμαι χωμένος μες τα κόπρανα ως
τον καθηγητή της ιστορίας και γεωγραφίες με τον κα­ το λαιμό, φρόντισε τουλάχιστον να μη σηκώσεις κύ­
θηγητή της γεωγραφίας (για να μη σου πω τα κατορ­ μα!!
θωματά της με τον καθηγητή της γλώσσας) ...
Και, κατά τη γνώμη μου, Κύριε, ακόμα και ο κα­
θηγητής της φιλοσοφίας παραχωρεί ορισμένα τμήμα­
τα του σώματός του (θαρρώ πως τα νοικιάζει με το α­
ζημίωτο) γυρίζοντας (κυριολεκτικά) τα νώτα του στην
ηθική σου.
Γι' αυτό, παρακαλώ σε, Κύριε: δέξου τους στο
κρεβάτι της αρρώστιας, φτάνει να είναι το λιγότερο
ποδάγρα, εντεροκολίτιδα ή λοιμώδης ηπατίτιδα.

Από το πρωί όταν ξυπνώ, Κύριε, με πιάνει άγχος.


Φαντάζομαι πως σήμερα με εξετάζουν, κι εγώ,
Κύριε, βυθίζομαι σε θάλασσα περιττωμάτων.
Παρακαλώ σε, Κύριε:
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Πρόλογος. . . . . . .. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 7

ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ .. . . . .. . . .. . . . .. . .. . . .. 9
Η Γένεση 13
Αδάμ και Εύα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .. 23
Κάιν και Άβελ. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .. 37
Απόγονοι του Αδάμ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .. 49
Νώε 55
Ο Πύργος της Βαβέλ . . . . . . . . . . . . . . . . . . .. 65
Απόγονοι του Νώε 73
Αβραάμ. . . . . . . .. .. . . . .. . . . .. . 79
Σόδομα και Γόμορρα 87
Ιακώβ. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .. 95
Ιωσήφ 103
Μωυσής 107
Απόγονοι του Μωυσή 119
Δαβίδ και Γολιάθ 121

ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ 127


Το κατά Γαετάνο Προστάτη Ευαγγέλιο . . . . .. 129
Οι επιστολές . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .. 157

ΕΠΙΜΕΤΡΟ 167
Ψαλμός άγχους του μαθητή . . . . . . . . . . . . . .. 169
Ο ΣγΓΓΡΑΦΕΑΣ

Ο Τζανμαρία Κοβάτα, ο επιλεγόμενος Τζόμπε (Ιώβ,


αλλά μην τον ρωτήσετε γιατί), εινα, ένας ωραίος σα­
ραντάρης, γεροδεμένος, ωραίο σώμα, ενδιαφέρον
πρόσωπο - συμπαθής τυπάκος εν ολίγοις. Γεννήθη­
κε στον Τάραντα, αλλά τριών ετών μετακόμισε στη
Νάπολη, όπου μεγάλωσε και σπούδασε. Η πρώτη εμ-.
φάνισή του στο κοινό έγινε το 1983 στο Μιλάνο, αλ­
λά το κοινό δεν ήταν και πολύ σύμφωνο. Αυτός -επε­
μεινε, συνέχισε σε θέατρα και καμπαρέ ως το 1988,
όταν τον ανακάλυψε η τηλεόραση - ανακάλυψη α­
μοιβαία, εφόσον μέχρι τότε τον ήρωά μας δεν τον εν­
διέφερε τόσο η τηλεόραση όσο το ψυγείο.
Χάρη στη μικρή οθόνη, ήρθε σε επαφή με το με­
γάλο κοινό, κι έτσι πλήθυναν, σε τεράστιο βαθμό, οι
βρισιές εναντίον του. Πάντως, δόξα τω Θεώ, έχει εμ­
φανιστεί σε κάμποσες εκπομπές!
«Η Βίβλος για αθεόφοβους» είναι το πρώτο του
βιβλίο. Από τις εκδόσεις Αστάρτη κυκλοφορεί και το
τελευταίο του βιβλίο: «Σεξ; Κάν' το μόνος σου!»

You might also like