Professional Documents
Culture Documents
Vivlos
Vivlos
για αθεόφοβους
Ι
1I
m
ιν
ν
ΑΣΤΑΡΤΗ
Πώς είναι δυνατόν η ανθρωπότητα να γεννήθηκε
από δύο άντρες, τον Κάιν και τον Άβελ;
Εντάξει, τα Σόδομα την άξιζαν την τιμωρία τοιπ;
αλλά γωτι ο Θεός κατέστρεψε και τα Γόμορρα;
Σε τι ποσά κυμάνθηκαν τα στοιχήματα νια τον
αγώνα Γολιάθ εναντίον Δαβίδ; Ο Ιησούς ήξερε να
πολλαπλασΙάζει' να προσθέτει όμως; Απάντησαν
ποτέ Ol Κορινθιοι στκ; εηιστολά; του Απόστολου
Παύλου;
Η ΒΙΒΛΟΣ
ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΚΟΝΔΡΑΣ
χαδιάρικα) και είπε: «Τι'ν' αυτά; Άλλοι λιάζονται κι μπαν με ηλεκτρικά τρενάκια. Έφτιαξε βαγόνια, ρά
άλλοι ξεκωλιάζονται; Θα κάνω μεγάλο σαματά!» γες, ατμομηχανές, καθώς και τους σιδηροδρομικούς
Ύστερα δημιούργησε τον κροκόδειλο, κι αμέσως υπαλλήλους, που έγιναν αφεντικά αυτού του σύμπα
μετά το μπλουζάκι. Έτσι έβαλε τον κροκόδειλο στο ντος και λάτρευαν σαν προφήτη το γενικό διευθυντή
μπλουζάκι, κι είχε μεγάλη επιτυχία. του οργανισμού σιδηροδρόμων.
Ύστερα ο Θεός έβαλε τον κροκόδειλο από τη μια Και ο Θεός δημιούργησε την, εβδομάδα των μειω
μεριά και την ύαινα από την άλλη. Κι ο ένας έκλαι μένων εργασίμων ημερών, γιατί αυτή τη φορά χρειά
γε, έκλαιγε, έκλαιγε, δώσ' του κι έκλαιγε με κροκο στηκε μόνο ένα τετραήμερο για να τα φτιάξει όλα,
δείλια δάκρυα' και η άλλη γέλαγε, γέλαγε, γέλαγε, και είπε:
δώσ' του και γέλαγε μοχθηρά σαν ύαινα. Τότε ο Θεός «Όσο πάει και βελτιώνομαι ...»
έβαλε στη μέση τον μπούφο, που καθόταν σοβαρός
σοβαρός. Όταν γύρισαν οι γονείς, ένα εκατομμύριο χρόνια
Ύστερα ο Θεός έπλασε το χταπόδι, μακρινό πρό μετά, ο πατέρας Παντοκράτορας είπε:
γονο της Μαφίας, που ζήτησε αμέσως να αναλάβει «Εδώ έχει χαλάσει ο κόσμος! Θεέ και Κύριε!»
εργολαβικά τη δημιουργία της καμήλας, γιατί τα ζώα Και αποκρίθηκε ο Θεός: «Παρών!»
με καμπούρα, όπως ας πούμε ο Αντρεότι, από τότε «Τα 'κανες μπάχαλο, κοσμοχαλαστή!» είπε ο μπα
κιόλας τα πήγαιναν θαύμα με τη μαφία και τα πλο μπάς του. Και η μαμά είπε: «Πάμε για ύπνο. Αύριο
κάμια της. θα φροντίσω εγώ να τα τακτοποιήσω όλα».
Ύστερα ο Θεός έπλασε τον ταύρο, αλλά την ώρα
που του φορούσε κέρατα, ρεύτηκε και είπε: «Μό Κι εμείς είμαστε ακόμα εδώ και περιμένουμε να
σχος», και το μοσχάρι τον αγριοκοίταξε. χτυπήσει το ξυπνητήρι ...
Ύστερα ο Θεός έπλασε το ελάφι, αλλά την ώρα
που του φορούσε κέρατα, ξαναρεύτηκε και ξανάπε:
«Μόσχος», και του μοσχαριού άρχισαν να του γυρί
ζουν τ' άντερα και είπε: «Τι; Των αλλωνών τα κέρα
τα θα τα χρεωθώ εγώ; Δίχως κέρδος κέρατα, δηλα
δή;»
: 6!.
. 'Φ
_ .'
..... ' ~
.. - .~
Η μοναξιά βάραινε πολύ τον Κάιν, και η μαμά «ο Κάιν», αποκρινόταν ο Άβελ.
Εύα προσπαθούσε εις μάτην να τον παρηγορήσει ό «Λάθος. Κάτσε πάλι κάτω από την μπάρα εσύ».
σο καλύτερα μπορούσε. «Κάιν, πρέπει να βρεις μια Μ' αυτόν τον τρόπο ο Κάιν ανάγκαζε τον Άβελ να
κοπέλα. Κάιν, γιατί δεν παίρνεις τηλέφωνο κανέναν; κάθεται κάτω από την μπάρα ακόμα και έξι μήνες στο
Κάιν, φέρε κάνα φίλο για φαγητό ...» σερί, αποδεικνύοντας έτσι ο Κάιν τη μοχθηρία του
Αλλά ο Κάιν δεν κατόρθωσε ποτέ να ξεπεράσει και ο Άβελ τη βλακεία του.
το αίσθημα της μοναξιάς του, και σύντομα έγινε και Μεγαλώνοντας, ο Άβελ έγινε βοσκός και ο Κάιν
ψυχοπαθής. αγρότης. .
Ο Άβελ είχε ένα σωρό αρνάκια, που τα φώναζε
Η Εύα ήταν πολύ προβληματισμένη, και είπε στον με τ' όνομά τους: Γιαννάκη, Σουζάννα, Ουμβέρτο, Ε
Αδάμ: «Ίσως πρέπει να του δώσουμε μια αδελφού δουάρδο ... Αλλά δεν ήξερε τι να τα κάνει.
λα». Δοκίμασε να ανοίξει εστιατόριο: «Του Άβελ το
Κι έτσι έγινε και γεννήθηκε ο Άβελ, που μεγάλω κουτούκι», με σπεσιαλιτέ αρνάκι γάλακτος στο φούρ
σε και έγινε ωραίος, ξανθός, ψηλός, με λεοπάρ μίνι, νο, αλλά αναγκάστηκε να το κλείσει λόγω ελλείψεως
μιζανπλί και μες: σαν τραγουδίστρια σκυλάδικου ένα πελατών, αφού ο Κάιν ήταν χορτοφάγος.
πράγμα. Τότε επιδόθηκε στο εμπόριο, αλλά κανείς δεν ή
Και ο Κάιν άρχισε να μισεί τον Άβελ, γιατί κάθε θελε τα πρόβατά του: ο Κάιν ίσα που αγόραζε κι α
βράδυ, όταν γύριζε σπίτι, ο Άβελ ρωτούσε: «Ποιος εί πό ένα πότε πότε, κι ύστερα, όταν του 'φευγε ο έρω
ναι;» τας για δαύτο, το 'κανε μπουφάν με γούνα αρνί. Από
Και αποκρινόταν ο Κάιν: «Ποιος θες να 'ναι; Μό απελπισία, ο Άβελ το 'ριξε στις θυσίες στον Κύριο.
νο εμείς οι δυο είμαστε επί προσώπου γη;». Κάθε μέρα έκαιγε εφτά οχτώ αρνιά σε θυσία.
Και όποτε ο Κάιν έβγαινε, ο Άβελ τον συμβού Ο Κάιν πάλι, δεν έκανε ποτέ θυσίες στον Κύριο.
λευε: «Μη μιλάς με αγνωστουο-. Και έλεγε ο Άβελ: «Καϊνώω, θα σε βοηθήσω ε
Και ο χαρακτήρας του Κάιν χειροτέρευε. γώ». Και αποκρινόταν ο Κάιν: «Αβελάκο, έτσι και αγ
γίξεις τίποτα, σε σκότωσα!»
Το βράδυ, μην ξέροντας τι να κάνουν, τα δύο α
δέρφια έπαιζαν τη σφαλιάρα του φαντάρου. Ο Άβελ Μια μέρα ο Κάιν γύρισε σπίτι και βρήκε τον Ά
καθόταν από κάτω, και ο Κάιν χτύπαγε μ' ένα χοντρό βελ σαν την καλή χαρά: «Σερπράιζ!» είπε ο Άβελ.
κλαδί βελανιδιάς το χέρι του αδελφού του. Ύστερα «Θυσίασα για λογαριασμό σου όλα εκείνα τα άσκη
ρωτούσε: «Ποιος ήταν;» μα, ξερά και βρόμικα φύλλα που φύλαγες στην απο-
38 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ
στουγέννων. Και θα γυρνάτε τρεις βδομάδες για να ναν καλό ύπνο, αλλά ακόμα με δυνατό πονοκέφαλο,
βρείτε μια φανελένια πιτζάμα να την κάνετε δώρο ο Κύριος έπλασε τον Γιάννη και τη Μαρία.
στους συγγενείς σας, και θα είστε καταδικασμένοι η Και αυτοί υπήρξαν οι πραγματικοί προπάτορες
πιτζάμα αυτή να πηγαίνει δώρο από χέρι σε χέρι, ώ της ανθρωπότητας.
σπου να ξαναπέσει στα δικά σας χέρια ...»
«Φτάνει, σε παρακαλώ!» αναφώνησε ο Κάιν, αλ
λά ο Θεός δεν είχε τελειώσει ακόμα.
«Και τη μία φορά στις διακόσιες που μια γυναί
κα θα σας δίνεται, υπό την προϋπόθεση να χρησιμο
ποιείτε προφυλακτικό από το φόβο της αρρώστιας,
θα έχουν απεργία τα φαρμακεία, και δεν θα βρίσκε
τε στο σπίτι ούτε αλουμινόχαρτο, ώστε να αντιμετω
πίσετε το ζήτημα με χειρωνακτικό τρόπο ...»
«Κι ύστερα;» ρώτησε ο Κάιν, αλλά αυτή τη φορά
ο Θεός είχε τελειώσει στ' αλήθεια, και είπε:
«Σου το 'χα πει, Κάιν: κάντε έρωτα, όχι πόλεμο!»
«Με ποιον;» ούρλιαξε ο Κάιν. «Εδώ πέρα ήμα
σταν μόνο εγώ κι ο άλλος ο ξεκούτης!»
«Έι, Κάιν, χαμήλωσε τον τόνο της φωνής σου, ε
ντάξει; Ο Θεός ακούει στην εντέλεια, εν ουρανώ, ε
πί της γης και πανταχού. Δεν είναι κουφός. Είπα και
ελάλησα».
Και ο Θεός πήγε να σταυρώσει τα χέρια του αλ
λά, όπως το 'κανε αυτό, του ξέφυγε ένας κεραυνός κι
έκανε τον Κάιν στάχτη και πούλβερη.
«Να πάρ' η οργή», είπε ο Κύριος, «ας ελπίσουμε
να μην το 'δε κανείς».
/Υστερα συνειδητοποίησε ότι στην πραγματικότη
τα δεν υπήρχε κανείς που μπορούσε να δει.
Και την άλλη μέρα, ξεκούραστος ύστερα από έ-
~...... ~
Επεισόδιο δεύτερο.
τις έπινε τις κόκα κόλες. Με τον τρόπο αυτόν ο Καϊ θανε στο άνθος της ηλικίας του, μόλις τριακοσίων ε
νάν έζησε μόνον εννιακόσια χρόνια, αλλά το διασκέ ξήντα πέντε ετών. α αδελφός του πέθανε ένα χρόνο
δασε πολύ περισσότερο από τον πατέρα του. α Καϊ μετά, τριακοσίων εξήντα έξι ετών. Πράγματι, λεγό
νάν γνώρισε τη γυναίκα του τέσσερις φορές και απέ ταν Δίσεκτος.
κτησε τέσσερα παιδιά: με κάθε ριξιά έβρισκε κέντρο, α Ενώχ εγέννησε τον ΜΑΘΟΥΣΑΛΑ, που υπήρξε
και με τέσσερα κέντρα κέρδισε ένα αρκουδάκι. πατέρας όλων όσοι διαπρέπουν σε σπορ όπως: άρση
α Καϊνάν εγέννησε τον ΜΑΑΛΑΛΕΗΛ, που υπήρ- οικογενειακών βαρών, αγώνας δρόμου μετ' εμπο
. ξε πατέρας για όλους τους κεκέδες και για κάθε πα δίων, τηλε-μαραθώνιος, άλμα στο κενό κλπ. Ο Μα
πά παχύ που 'φαγε παχιά φακή. α Μααλαλεήλ γνώ θουσάλαξ δεν τα πήγε ποτέ καλά με τον Ενώχ, λόγω
ρισε τη γυναίκα του τρεις φορές και απέκτησε εννέα του χάσματος των γενεών, και του 'λεγε πολλές φο
παιδιά, και όταν του έφεραν το αρκουδάκι, το δέχτη ρές: «Κατόν σακαβίλ», που στην αρχαία προβαβυλω
κε με καχυποψία. α Μααλαλεήλ πέθανε αφού εφτα νιακή γλώσσα σημαίνει: «Μπαμπά, είσαι γέρος, δεν
σε στην ηλικία των 3427941 - 06 για όποιον τηλεφω μας καταλαβαίνεις εμάς τους νέους».
νεί εκτός Ρώμης. α Μαθουσάλας έζησε χίλια εκατόν εννενήντα
α Μααλαλεήλ εγέννησε τον ΙΑΡΕΔ, που υπήρξε χρόνια, που, μείον 19% ΦΠΑ, μας κάνουν χίλια χρό
πατέρας όλων των γιατρών που εκτελούσαν τα καθή νια καθαρά.
κοντά τους υπό τους ήχους του ανατολίτικου γιαρέ: α Μαθουσάλας εγέννησε τον ΛΑΜΕΧ, που υπήρ
«Πολλούς γιαράδες γιάτρεψα κι άλλους θε να γιατρέ- ;Ζ ξε πατέρας για τον Δαλάι-Λάμεχ και για όσες κυρίες
ψω», και απεβίωσαν ευτυχείς στη Γιάρα λέγοντας: με λαμέ το έριξαν στον ανατολίτικο μυστικισμό. α
«Δόξα να 'χει ο Γιαραμπής». α Ιάρεδ γνώρισε τη σύ Λάμεχ την έκανε λαμόγια σε πολλά ραντεβού με το
ζυγό του άπειρες φορές, αλλά απέκτησε μόνο δύο Χάρο, ώσπου τελικά τα τίναξε στα 777 του χρόνια.
παιδιά. Η σύζυγός του υπήρξε γυναίκα χορτασμένη, . α Λάμεχ δεν γνώρισε ποτέ τη γυναίκα του, κι ω
αλλά αυτός πέθανε εννιακοσίων εξήντα δύο ετών δί στόσο γέννησε πενήντα τέσσερα αρσενικά παιδιά και
χως ούτε ένα αρκουδάκι. τέσσερα ντεμί ντεμί. Τότε κατάλαβε πως είχε πα
α Ιάρεδ εγέννησε τον ΕΝΩΧ, πατέρα σχεδόν ό ντρευτεί μια σουρουκ-λαμέχ.
λων των παιδιών που γεννήθηκαν εκείνον τον καιρό Απ' όλα τούτα τα παιδιά μόνο ένα πέρασε στην ι
σ' εκείνα τα μέρη, καθώς και στα περίχωρα. Πολύ σύ στορία: ο ΝΩΕ. Ήταν ο εκλεκτός.
ντομα εξάντλησε όλα τα στοκ σε αρκουδάκια, καθώς
και την υπομονή των άλλων ανδρών. Τόση δραστη
ριότητα υπονόμευσε την υγεία του Ενώχ, ο οποίος πέ-
----
«ο ποιος;»
«ο Θεός, ο ΙΕΧΩΒΑΣ!»
Και είπε ο Νώε: «Άααχ, ακούστε, είμαι απασχο
---_.-
λημένος, έχω την κατσαρόλα στη φωτιά. Ρίξτε τα φυλ
λάδια κάτω από την πόρτα ...»
Και είπε ο Θεός: «Δεν χρειάζομαι φυλλάδια εγώ.
Είμαι ο Παντοκράτωρ!»
«Αχ, Κύριε, να με συμπαθάς, είπες Ιεχωβάς και
νόμιζα πως ήταν οι Μάρτυρες ... Τι μπορώ να κάνω
για σενα;»
«Μια κιβωτό».
«Και τι είναι κιβωτός;»
«Μα, τέλος πάντων ... Το ξέρουνε και οι πέτρες τι
είναι η κιβωτός του Νώε, και δεν το ξέρεις εσύ, που
είσαι κι ο αυθεντικός Νώε; Είναι πολύ διάσημη, σαν ...ΚΑΙ TIJTE ΟΙ ΤΡΕΙΣ
το χριστουγεννιάτικο δέντρο ένα πράγμα. Η κιβω
ΓΙΟΙ ΣHKQ'HKAN ΑΠΟ
τός ... Η κιβωτός! Είναι για να πλέουμε στη θάλασ
σα!» ΤΟ KPE1JATI ΚΑΙ ΤΟΝ
Και είπε ο Νώε: 1ΓΛΑΚQΣAN ΣΤΟ ~ΊAIJ
«Κύριε, εγώ δεν έχω δει ποτέ μου ούτε ποδήλατο ΜΕ ΚΑΤΙ Μ,4ΤΣΙ)ΊΚIΑ .
θαλάσσης ... Εγώ ζω στο όρος Σινά!» ΝΤΑΝ Ο EKΛEΚTIJΣ .
Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 57
το κρεβάτι και, ενώ τα δύο κρατούσαν τον Νώε, ο τρί τσούνες, που συνουσιάζονταν εκεί που δεν το περί
τος τού τις έριχνε με ένα ματσούκι στα δόντια. μενες. Ενώ λοιπόν ο Θεός εκτόξευε κεραυνούς και
αστραπές, έξαφνα είπε:
Ήταν ο εκλεκτός και κατασκεύασε την κιβωτό μό «Φτου να πάρ' η οργή, άφησα το νερό ανοιχτό στη
νος του. γη! ... Λες να πλυθήκανε;» Και γύρισε στη γη κι έκλει
σε το νερό, κι έπειτα είπε:
Και κατέφτασαν τα ζώα, και μαζί τους σαράντα «Φτου να πάρ' η οργή, άφησα τη φωτιά αναμμέ
οχτώ κότες, ώστε να φτιάξουν κοτόσουπα κατά τη νη από την άλλη μεριά ... Λες να ψηθήκανε;»
διάρκεια του διάπλου. Και έφυγε.
Κατέφτασαν και οι γαυρογαζέλες, που του Νώε
πολύ του άρεσαν με δεντρολίβανο και ζαμπονάκι. Τό Και στις 17 Οκτωβρίου επιτέλους σταμάτησε να
σο πολύ του άρεσαν, ώστε τις έφαγε κατά τη διάρ βρέχει. Και τότε ο Νώε πήρε έναν τυφλοπόντικα και
κεια του πλου και κανείς δεν τις γνώρισε ποτέ. τον έστειλε έξω από το φινιστρίνι. Κι άκουσε γκλου
γκλου γκλου, κι ο τυφλοπόντικας δεν ξαναγύρισε.
Και άρχισε να βρέχει. Και είπε ο Νώε: «Παράξενο. Τώρα θα στείλω την
Στην αρχή έβρεξε λίγο, και έγινε ο προκατακλυ αρκούδα». Ύστερα όμως, κατόπιν συντόμου συμπλο
σμός. κής, είπε: «Όχι, όχι, καλύτερα να στείλω το περιστέ
Ύστερα άρχισε να βρέχει ο Θεός κανονικά και ρι».
με το νόμο, κι αυτός ήταν πραγματικά ο κατακλυσμός. Και το περιστέρι γύρισε με ένα κλαδί ελιάς.
Και είπε ο Νώε: «Θα αναπέμψω ψαλμούς».
Ο Κύριος είχε πει: «Θα βρέχει επί σαράντα ημέ Ώσπου είδε το λαγό και είπε; «Μμμ, ίσως είναι
ρες», αλλά ύστερα αφαιρέθηκε, ξέχασε τον Νώε, και καλύτερα να μένουν οι ψαλμοί και να φτιάξω ένα
μετά εκατόν πενήντα μέρες έβρεχε ακόμη. σαλμί... Με τις ελίτσες που κουβάλησε το περιστέρι».
Ο Νώε ήταν ο εκλεκτός, και είπε: Και είπε τότε στο περιστέρι: «Πήγαινε πάλι, και
«Αχατόν σάτερ, γιάφα, αγκατάι ντουκ γκάνετ ρα δες αν βρεις λίγο ψωμάκι».
φινάι αματόν», που στην αρχαία προβαβυλωνιακή
γλώσσα σημαίνει: Και η Κιβωτός προσάραξε στο όρος Αραράτ, και
«Νισάφι πια!» γύρω ήταν όλο λάσπη.
Τον καιρό εκείνο ο Θεός έβαζε φωτιά σ' έναν άλ Και είπε ο Νώε: «Κύριε, μα εδώ είναι όλο λά
λο πλανήτη, γεμάτο ανθρώπους με τέσσερις τσου- σπη!»
60 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ
- c.
-
- --...;,--
από το γεγονός ότι δεν υπήρχαν ακόμα ούτε η τηλεό τί τον έπιασαν, τον έγδαραν και τον έβαλαν σε αλά
ραση ούτε τα αφροδίσια νοσήματα. Κι έτσι, σε σύντο τι, για να ευχαριστήσουν τον Κύριο.
μο χρονικό διάστημα, η γη είχε εκ νέου εποικισθεί
και ο κατακλυσμός είχε μείνει μόνο μια μακρινή α Και ο Θεός τα είδε όλα τούτα κι ήρθε στη γη με
νάμνηση. ταμφιεσμένος.
Ωστόσο παρέμεναν κάτι μικροτραύματα σε υπο Πήγε σ' έναν άνθρωπο που τον έλεγαν Αρούκ και
συνείδητο επίπεδο. ρώτησε:
Πραγματικά, αν κάποιος έλεγε: «Πάμε για μπά «Τι φτιάχνετε;»
νιο», τον έγδερναν και τον έβαζαν σε αλάτι, για να </Εναν πύργο, για να ευχαριστήσουμε τον Κύ
ευχαριστήσουν τον Κύριο. ριο», αποκρίθηκε ο Αρούκ.
Και όποτε έβρεχε, κάποιος πήγαινε στο ναυαγο Και είπε ο Κύριος: «Χάθηκε μια τούρτα με κερά
σώστη και νοίκιαζε ένα ποδήλατο θαλάσσης λέγο κια; Ή μια χαριτωμένη γραβάτα Ρετζιμένταλ;»
ντας: «Πού ξέρεις τι γίνεται ...» Και είπε ο Αρούκ: «Αρχιμάστορα, εδώ είναι ένας
Αλλά ο Θεός είχε κάνει συμφωνία με τον Νώε και αντιδραστικός. Πώς να του φερθώ; Να του τραβήξω
είχε πει: «Δεν θα σας ξαναπνίξω, τ' ορκίζομαι: να σας ένα γδάρσιμο στο τσάκα τσάκα;»
θάψω. Όμως μπορώ πάντα να σας κάψω, να σας μα Και είπε ο Κύριος: «Ξέρεις ποιος είμ' εγώ; Ο
στιγώσω, να σας ξελεπίσω, να σας αλέσω, να σας τσι Θεός!»
γαρίσω, να σας μαρινάρω σε χυμό λεμόνι και να σας Και είπε ο Αρούκ: «Ωραία. Κι εγώ είμαι ο Μέγας
πασπαλίσω με μαϊντανό ...» Ναπολέων! »
Και οι άνθρωποι εν χορώ έλεγαν: «Αγαθός και Και τότε ο Κύριος, για να αποδείξει στον Αρούκ
φιλάνθρωπος ο Θεός ημών!» ποιος ήταν, μεταμόρφωσε έναν κασμά σε φίδι.
«Νόστιμο αυτό το παιχνίδι», είπε ο Αρούκ βγάζο
Και οι άνθρωποι έφτασαν σε μια τοποθεσία που ντας έξω μια τράπουλα. «Σειρά μου τώρα. Τράβα έ
την έλεγαν Σεναάρ, εγκαταστάθηκαν εκεί και είπαν να χαρτί...»
ο ένας στον άλλον: «Εμπρός, ας φτιάξουμε τούβλα. Και σήκωσε ο Κύριος τα μάτια του στον ουρανό
Εμπρός, ας τα ψήσουμε στη φωτιά. Εμπρός, ας χτί και είπε: «Συμπαθέστατοι Λέω να τους εξοντώσω
σουμε έναν πύργο ...» οριστικά και αμετάκλητα Α, όχι, δεν μπορώ, αυτό
Και είπε ένας: «Και γιατί δεν φτιάχνουμε έναν ω το 'χα υποσχεθεί στον Νώε. Ξέρεις τι θα κάνω; Θα
ραίο όμιλο αντισφαιρίσεως;» μπερδέψω τις γλώσσες τους!»
Αλλά δεν πρόλαβε να προσθέσει «Εμπρός», για-
66 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 67
Και έτσι έκανε. φηκε. Στη θέση του έμεινε μόνο ένα ψιλικατζίδικο κι
Και έκτοτε, ενώ ο ένας έλεγε: «Δώσε τούβλο». ένας τηλεφωνικός θάλαμος. Επάνω είχε μια ταμπελί
Ο άλλος καταλάβαινε: «Όρσε, βούρλο». τσα: «Πτυχιούχος παραδίδει μαθήματα ξένων γλωσ
Και αποκρινόταν: «Μου κάνεις πλάκα;» σών». Όμως κανείς δεν κατάλαβε ποτέ τι έγραφε.
Και ο πρώτος καταλάβαινε: «Σκασμός, μαλάκα».
Και ένας τρίτος έλεγε: «Άιντε ...»
Όμως οι άλλοι καταλάβαιναν: «Οι μανάδες σας
πουλούν τα συφοριασμένα τους κορμιά σε φαντάρους
με δερματικά νοσήματα για πενταροδεκάρες, και
τους δίνουν και τα ρέστα». Κι έτσι τον έγδερναν ζω
ντανό και τον έβαζαν σε αλάτι, για να ευχαριστήσουν
τον Κύριο.
Και μιλούσε γαλλικά ο οικοδόμος, ολλανδέζικα ο
μαραγκός, γερμανικά ο ποιμενικός, τούρκικα ο κα
φές, ρώσικα η σαλάτα ...
ματικά, από την οποία απέκτησε τον Άρθρωση, τον Προπονητής: Μι. Σισώθ.
πρωτότοκο, και τη Σκλήρωση, τη δευτερότοκη, που
γνώρισε σαρκικά τον εξάδελφο της κουνιάδας της α Διαιτητεύει ο κύριος Θαρσείς, με βοηθούς τους
πό τον οποίο απέκτησε μια κόρη που την ονόμασε Αρ Ριφάθ και Μεσέχ.
τηριοσκλήρωση, Αρτηρία για τους φίλους, ενώ η εξα Θεατές: 640.000, καιρός θαυμάσιος.
δέλφη της η Μολύβη γέννησε ένα κουτί ξυλομπογιές
και το 'σκασε με τον Μαρκαδόρο, αφήνοντας πελα Αυτοί υπήρξαν οι απόγονοι του Χαμ, σύμφωνα με
γωμένη τη θεία της τη Λίλα Πάουζε -σοκολάτα με τη γλώσσα τους, τις ομάδες τους και την εθνική τους.
ονοματεπώνυμο - που απέκτησε τέσσερα παιδιά, τη
Ροσέ, τη Μονσερί, τη Νουτέλα και την Κίντερ, την πιο
χλομή, γιατί είχε περισσότερο γάλα και λιγότερο κα Απόγονοι του Σημ
κάο.
Η ιστορία είναι λίγο μπερδεμένη, αλλά αυτοί ή Το αν ο Σημ θα αποκτούσε απογόνου ς υπήρξε αμ
ταν οι απόγονοι του Ιάφεθ σύμφωνα με τις γλώσσες φίβολο για κάμποσον καιρό, γιατί δεν κατόρθωνε να
τους και τα έθνη τους. τεκνοποιήσει. Τότε ο Χαμ και ο Ιάφεθ τού είπαν:
«Πλέι ιτ εγκέν, Σημ!»
Και αυτός το ξανάπαιξε και γέννησε τον Αρφα
Απόγονοι του Χαμ ξάδ, που ήταν σχεδόν τυφλός κι όλο πεινούσε, εξ ου
και η παροιμία: «Δεν βλέπω μπροστά μου από την
Εκ μητρός: πείνα».
Φουθ, Χαναάν, Σεβά, Αβιλά, Σαβθά, Ρααμά, Σαβ Ο Αρφαξάδ εγέννησε τον Σαλά, ο οποίος ήταν "(ό
θεκά, Δαιδάν, Νεβρώδ, Χανάμ, Λαάβ. σο φτωχός ώστε, για να αγοράσει λίγο άζυμο ψωμί,
Στον. πάγκο: Σαβά και Πατρός. ήταν αναγκασμένος να πουλάει τα μωρουδιακά του
Προπονητής: Μι. Νουφθούκ. γιου του, εξ ου και η παροιμία: «Μας πήραν και μας
πούλησαν για μια μπουκιά ψωμί».
Εκ πατρός: Ο Σαλά γέννησε τον Έβερ, ο οποίος, εκεί που ή
Χασλούχ, Καφθόρ, Σιδών, Χετταίος, Ιεβουσαίος, ταν στην έρημο, έφαγε μια κοτρόνα κατακέφαλα ?-GaL
Αμοραίος, Θοβέλ, Γεργεσαίος, Αρουκαίος, Ευαίος είπε: «Είδομεν το φως το αληθινόν», που δεν έχει ?-Ga-
(Γιμοναίος, αντικατάσταση στο 22'), Ασεναίος. μία σχέση, αλλά, με τέτοια κατραπακιά, το μυαλό του
Στον πάγκο: Ναφώρ και Σαμαρείτης. χριστιανού είχε γίνει κουρκούτι.
74 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 75
Ο Έβερ εγέννησε τον Φαλέγ, που καλλιεργούσε Ο Μολώχ εγέννησε τον Σεβέ, που ήταν χωλός και
τη γη και ταυτόχρονα επιδιδόταν στη χρήση ναρκω δίδασκε επί χρήμασιν την τέχνη του χωλαίνειν, εξ ου
τικών, εξ ου και η παροιμία: «Έκανε δουλειές με και η παροιμία: «Η γριά κότα έχει το ζουμί» (αμέ, τι
φούντες». νομίζατε;).
Ο Φαλέγ εγέννησε τον Ραγαύ, ο οποίος, όπως κι Ο Σεβέ γέννησε τον Θάρα, που είχε κάπως παι
ο πατέρας του, επιδιδόταν στη χρήση ναρκωτικών και διάστικο χαρακτήρα, τόσο που ο Κύριος του ε ίπε την
ξεκούτιανε από το πολύ χόρτο, εξ ου και η παροιμία: περίφημη παροιμία: «Μην κάνεις το παιδί», αλλά ο
«Έφαγε το κουτό-χορτο». Θάρα δεν υπάκουσε, έκανε το παιδί και το ονόμασε
Ο Ραγαύ εγέννησε τον Σερούχ, που ήταν κυνηγός Αβραάμ.
και βρήκε δύο σιαμαία τρυγόνια ενωμένα από τα γεν
νητικά τους όργανα, εξ ου και η παροιμία: «Δυο τρυ- Αυτοί είναι οι γιοι του Σημ σύμφωνα με τις φυλές
γόνια μ' ένα σμπάρο». . τους και τις παροιμίες τους.
Ο Σερούχ εγέννησε τον Ναχώρ, που ευνούχιζε α
ντιλόπες και κατάφερνε να το κάνει μόνον όταν οι α
ντιλόπες πηδούσαν στον αέρα, εξ ου και η παροιμία:
«Πιάνω πουλιά στον αέρα».
Ο Ναχώρ εγέννησε τον Ζαρέβ, ο οποίος είχε νο
σηρές σχέσεις, εκτός από τη γυναίκα του, και με ορι
σμένες αγελάδες του κοπαδιού του, εξ ου και η πα
ροιμία: «Γυναίκα από τον τόπο σου, γελάδα απ' το
μαντρί σου».
Ο Ζαρέβ εγέννησε τον Γεβάλ, που ήταν βοσκός
κι έδερνε το μαντρόσκυλό του κάθε μέρα, εξ ου και
η παροιμία: «Το δερνάμενο σκυλί κακά πάει στο μα
ντρί».
Ο Γεβάλ εγέννησε τον Μολώχ, ο οποίος υποστή
ριζε ότι «το μοναστήρι να 'ναι καλά, κι από καλογέ
ρους ...», αλλά εκείνη την εποχή κανείς δεν ήξερε τι
εστί καλόγερος, και ο Μολώχ δεν είχε ποτέ μεγάλη
αξιοπιστία σε ό,τι αφορά τις παροιμίες.
ΑΒΡΑΆΜ
ι+ι=
Και είπε ο Κύριος: «Το ξέρω, έτσι είμαι εγώ, μ'
αρέσει να βλέπω τον κόσμο να χαμογελάει ...»
-----
.---
--.
Και οι άγγελοι πήγαν τραγουδώντας τους ύμνους
της χαράς τους: «Πάμε γιααα δουλειάάά, πάμε γιααα
δουλειάάά, hey!...»
Αλλά ο Αβραάμ τα είχε ακούσει όλα αυτά και πα
ρακάλεσε τότε τον Κύριο: «Κύριε, στα Σόδομα είναι
ο ανεψιός μου ο Λωτ, αν μπορούσατε να μου τον προ
σέξετε λιγάκι ... Πάρτε καλύτερα την κόρη του και κά
ντε την ό,τι θέλετε ...»
Και είπαν οι άγγελοι: «Θα το αναφέρουμε στην
κοπέλα και θα ικανοποιηθεί στ' αλήθεια ... Μπράβο
σου, θείε!»
πάνω από εκατό. Και έφτασαν οι άγγελοι και έδιω Και βρήκε ο Λωτ καταφύγιο στα βουνά, πάνω α
ξαν το πλήθος. πό την πόλη της Σηγώρ.
Και είπε ο Λωτ: «Δεν μπορούσατε να 'ρθετε ένα Εδώ έζησε συνουσιαζόμενος με την κόρη του, που
εικοσάλεπτο νωρίτερα; ... Γνώρισα ένα σωρό κόσμο κι γέννησε δύο παιδιά. .
έχω πολλά καινούρια φιλαράκια τώοα..,» Ο Λωτ, το ξέρουμε, πάντα ήταν καλός πατέρας.
Και είπαν οι άγγελοι εν χορώ: «Λωτ, φύγε τρtfχο
ντας!»
Και αποκρίθηκε ο Λωτ: «Να τρέξω, τώρα; Μια
,
κου β εντα ειναι
'
....,»
Και επανέλαβαν οι άγγελοι εν χορώ: «Τρέξε,
Λωτ, και πρόσεξε μη γυρίσεις πϊσω!»
σύμπασα τη Μέση Ανατολή. Δεν είναι τυχαίο που α Ο Ησαύ και ο Ιακώβ μεγάλωσαν.
πό τα χρόνια της Ρεβέκκας οι γυναίκες της περιοχής Ο ~σ,αύ πήγαινε κ~νήγι και ήταν καλός κυνηγός
αυτής κυκλοφορούν με φερετζέ. ο Hσα~ εβοσκε τα προβατα και ήταν καλός βοσκός
Και ήρθε η μέρα κατά την οποία η Ρεβέκκα ρώ ο Ησαυ καλλιεργούσε το σιτάρι και ήταν καλός αγρό
τησε το νυμφίο της: «Μήπως με βρίσκεις άσκημη;» της ο Ησαύ υπερασπιζόταν τον καταυλισμό και ήταν
«Όχι», είπε ο Ισαάκ, και λιποθύμησε. καλός πολεμιστής.
Και είπε η Ρεβέκκα: «Τότε λοιπόν, θες να πλαγιά Ο Ιακώβ δεν έκανε απολύτως τίποτα και ήταν κα
σεις και να μπεις μέσα μου τουλάχιστον μία φορά α λοπερασάκιας.
πό τότε που παντρευτήκαμε;» Και είπε σ' αυτόν η Ρεβέκκα: «Ιακώβ, βόηθα τον
«Καλά», είπε ο Ισαάκ, «θα την κάνω αυτή τη θυ αδελφό σου, δεν βλέπεις τι θυσίες κάνει;»
σία». Και με το που ξεστόμισε τη λέξη θυσία, τον έ Και αυτομάτως ο Ισαάκ υπέστη κρίση καλπάζου
πιασε επιληπτική κρίση. σας ποδάγρας και πέθανε, αφήνοντας όλα του τα υ
Και η Ρεβέκκα τού συνέστησε να εφαρμόσει τη πάρχοντα στον Ησαύ.
διακεκομμένη συνουσία, που στην αρχαία εβραϊκή Και πήγε στον Ησαύ ο Ιακώβ και με μελιστάλα
γλώσσα σημαίνει: «Έχουμε που έχουμε του κόσμου χτ~ φωνή τού είπε: «Τώρα που είσαι πλούσιος, μπο
τους μπελάδες εμείς οι δυο, μόνο το παιδί μάς έλει ρ~ις ν~ σταματήσ~ις τη ~oυλειά και να διασκεδάσεις
πε!» Αλλά ο Ισαάκ τα 'χασε και σκόρπισε το σπέρμα λιγο ... Εχω εδωνα μια τόμπολα του κουτιού. Παίζου
του στην αχανή κοιλία της γυναικός του. με μια παρτίδα;»
Και έτσι έγινε μητέρα η Ρεβέκκα, αποδεικνύοντας Και δέχτηκε ευχαρίστως ο Ησαύ, και τα μάτια του
με τον τρόπο αυτόν ότι παρέμενε θηλαστικό και όχι Ιακώβ έλαμψαν από την πλεονεξία.
πρωτόζωο, όπως έδειχναν όλα. Πήγε, λοιπόν, στην κουζίνα ο Ιακώβ και είπε:
Και η Ρεβέκκα γέννησε δίδυμα: τον Ησαύ και τον «Μαμά, μου δίνεις φασόλια να παίξω τόμπολα'»
Ιακώβ, τα οποία, με το που είδαν τη μητέρα τους,λι ~αι αποκρίθηκε η Ρεβέκκα: «Άκου, Γιακωβά~η.
ποθύμησαν. Αυτη :η στιγμή τα φασόλια τα φτιάχνω σαλάτα με
Τότε η Ρεβέκκα είπε στο νυμφίο της: «Δύο παιδιά κρεμμυδι και καμήλα σε λάδι. * Πάρε φακές και παίξ
με την πρώτη ... Για να τα αναθρέψουμε, θα πρέπει να τε με δαύτες».
κάνουμε πολλές θυσίες!» Και ο Ισαάκ προσβλήθηκε Ο ,Ιακώβ μοίρασε τις φακές και άρχισε να βγάζει
από ταυτόχρονη κρίση ωτίτιδας, ιγμορίτιδας, βρογχί τα νουμερα. Μέσα σε δεκαέξι ώρες παιχνιδιού ο Η-
τιδας, παγκρεατίτιδας, αρθρίτιδας και σαμαρείτιδας.
* Από τόνο στο Σινά είχε ελάχιστο.
96 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 97
σαύ δεν είχε σταυρώσει ούτε δύο νούμερα απανωτά Και εδώ ανακάλυψαν ότι ο Ιακώβ ήταν μεν ένας
και, για να πληρώσει τα χρέη, αναγκάστηκε να πα άχρηστος, αλλά ένα πράγμα ήξερε να το κάνε ι, και
ραχωρήσει στον αδελφό του τα πρωτοτόκια. μάλιστα πολύ καλά.
Και έτσι έγινε και πήρε ο Ιακώβ όλη την κληρο Και η είδηση απλώθηκε βιαστικά, και κατέφτασε
νομιά του Ισαάκ, και ο Ησαύ έμεινε μόνος του με τις η αδελφή της Ραχήλ, η Λεία, για να συμμετάσχει στο
φακές στο χέρι. πάρτι. Και στην ακολουθία της Λείας ήταν η σκλάβα
Και όταν Ο Ησαύ πέθανε, φημολογείται πως έγι
της η Βαλά, η οποία, μια και βρέθηκε εκεί, το εκμε
νε άγγελος και έλεγε μεγαλόψυχα για τον πάλαι πο
ταλλεύτηκε για να το γλεντήσει κι αυτή με τον Ιακώβ.
τέ απένταρο αδελφό του: «Δόξα να 'χει η Αγιά Φα
Η σκλάβα της Ραχήλ, η Ζελφά, είπε τότε: «Γιατί η Βα
κή που 'κανε ο Ιακώβ βρακί».
λά κι όχι εγω;» και βούτηξε στη συμπλοκή.
Ο Ιακώβ εμοίραζε απλόχερα σε όλες το μπίραχ του,
Ο Ιακώβ το 'ριξε έξω, μπήκε στον κύκλο των vip's
που στην αρχαία εβοαϊεή γλώσσα σημαίνει «σπέρμα»,
και λίγο καιρό μετά παντρεύτηκε την κόρη του πλού
εξ ου και το παρατσούκλι «μπίραχ από την κάνουλα».
σιου θείου του του Λάβαν, δηλαδή την εξαδέλφη του
Και μες στη σύγχυση η μία έλεγε: «Κάνουμε ένα
τη Ραχήλ, λέγοντας: «Σακτόν», που στην αρχαία ε
παιδϊ;» και ο Ιακώβ αποκρινόταν: «Βεβαίως, έκανα
βρα'ίκή γλώσσα σημαίνει: «Ξαδελφούλα, ξαδελφού
άλλο ένα πριν από είκοσι λεπτά ...»
λα, είσαι τέλεια για νυφούλα!»
Και η Ραχήλ, όταν παντρεύτηκαν, είπε: «Τι μεγά Και η άλλη ρωτούσε: «Θέλεις να μπεις μέσα μου;»
Και αποκρινόταν ο Ιακώβ: «Έχω ελευθέρας, μπο
λα χέρια που έχεις!»
«Είναι για να σ' αγκαλιάζω καλύτερα, μικρή μου», ρώ να μπαίνω παντού ...»
νείς δεν μπόρεσε να ερμηνεύσει, συν τοις άλλοις ε Και είπε ο Ιωσήφ: «Άκυρον! Είμαι ο Πρόεδρος!»
πειδή ονειρευόταν στα ιερογλυφικά. «Δίκιο έχεις», είπε ο Φαραώ, έβαλε να ξαναβά
Τότε ο Φαραώ έστειλε να φωνάξουν τον Ιωσήφ ψουν το κελί του, ύστερα κρέμασε απ' έξω μια επι
και του είπε: «Είδα ένα όνειρο. Ονειρεύτηκα εφτά γραφή που έλεγε «Λευκός Οίκος», διπλοκλείδωσε
παχιές αγελάδες, και τις τρώγαμε. Ύστερα ονειρεύ και πέταξε το κλειδί.
τηκα εφτά αδύνατες αγελάδες, και τις τρώγαμε κι αυ Και είπαν οι αδελφοί στον Ιωσήφ: «Μπράβο σου,
τές. Όμως με τις παχιές αγελάδες χορταίναμε, ενώ με Ιωσήφ. Ευχαριστούμε για την πρόσκληση, πολύ χαρι
τις αδύνατες όχι». τωμένη η σκέψη σου!» και τον τουλούμιασαν, ώσπου
Και είπε ο Ιωσήφ: «Το όνειρο σημαίνει ότι με τις τον έκαναν σαν παχιά αγελάδα, χρησιμοποιώντας έ
παχιές αγελάδες τρώμε πιο πολύ απ' ό,τι με τις αδύ να χοντρό ματσούκι που το περνούσαν από γενιά σε
νατες». γενιά, αναμένοντας να φτάσει αυτός που θα τους α
«Μπράβο!» είπε ο Φαραώ, έκπληκτος από την α πελευθέρωνε από τη σκλαβιά: ο Μωυσής.
πάντηση του Ιωσήφ, και τον διόρισε Πρόεδρο της Δη
μοκρατίας.
Ο Φαραώ έθεσε έτσι τα θεμέλια και τις προϋπο
θέσεις της σύγχρονης πολιτικής. Και ένας που διάβα
ζε τα ταρό διορίστηκε Πρόεδρος της Κυβερνήσεως,
και δυο ακροβάτες διορίστηκαν υπουργοί Οικονομι
κών και Εθνικής Οικονομίας αντιστοίχως.
Και έκτοτε τα κριτήρια για τις πολιτικές επιλογές
δεν τροποποιήθηκαν ποτέ.
Ο Ιωσήφ, αφού έγινε Πρόεδρος της Δημοκρατίας,
τηλεφώνησε στον πατέρα του και τους αδελφούς του
και τους κάλεσε να έρθουν να τον βρουν.
Και αυτοί κατέφτασαν με όλες τους τις οικογέ
νειες: συν γυναιξί και τέκνοις και εγγονοίς και πεν
θεροίς και θείοις. Στην ουσία, σύσσωμος ο εβραϊκός
λαός. Και μπήκαν στην Αίγυπτο δέκα χιλιάδες, και
μόλις έφτασαν, ο Φαραώ τούς έκανε σκλάβους μαζί
με τον Ιωσήφ.
Μ ΩΥΣΗΣ
Και ο Μωυσής έστειλε τις πληγές. «Τι ώρα εϊναι;» ρώτησε ο Μωυσής.
Η πρώτη πληγή ήταν τα κουνούπια. «Τεσσεοι; το πρωί», είπε ο Κύριος.
Αλλά οι Αιγύπτιοι δεν τσιμπήθηκαν, γιατί είχαν ε Και είπε με ένα χασμουρητό ο Μωυσής: «Μα Κύ
ντομοαπωθητικό. ριε, δεν γίνεται να συναντηθούμε απόγευμα, την ώρα
που κανείς δεν έχει δουλειά;»
Και τότε ο Μωυσής έστειλε τη δεύτερη πληγή. «Όχι», αποκρίθηκε ο Κύριος, «σήκω, πρέπει να
Είδε στον κάμπο κάτι αγελάδες που κινδύνευαν φύγεις».
να τρελαθούν, και πίνοντας γουλιά γουλιά Αγιοοεϊτι «Εντάξει, λοιπόν», είπε ο Μωυσής, που ήταν κα
κο κρασάκι του Σινά είπε: «Η δουλειά μου είναι δύ λός άνθρωπος και δεν ήθελε να το κά,νει θέμα. «Πό
σκολη, αλλά μ' αρέσει, αφού εγώ την έχω επιλέξει ...» σοι εϊμαστε;»
Κι ίσα που πρόλαβε να εξοντώσει τέσσερα εκατομ «Επτά εκατομμύρια», αποκρίθηκε ο Κύριος.
μύρια αγελάδες: αυτή ήταν η δεύτερη πληγή. «Να πάρ' η οργή.:. Ολόκληρο τσάρτερ!» είπε ο
Αλλά ο Φαραώ δεν ταράχτηκε. Μωυσής.
«Ναι», είπε ο Κύριος, «ξύπνημα στις πέντε και σα
Τότε ο Μωυσής έστειλε την πληγή του γυαλόχαρ ράντα πέντε, αναχώρηση στις έξι και δεκαπέντε, κο
του αντί για χαρτί υγείας. λατσιό στην εξοχή, απόγευμα ελεύθερο για ψώνια ...»
Αλλά ο Φαραώ, βράχος. Και ο Μωυσής ξεκίνησε υπάκουα μαζί με τους
δυο γιους του, τον Μόνο και τον Μάνο.
Τότε ο Μωυσής έστειλε την τελευταία πληγή: τη Και πήραν το δρόμο, ακολουθούμενοι από όλον
λασπωμένη μακαρονάδα. τον εβραϊκό λαό.
Και οι Αιγύπτιοι τα πήραν στο κρανίο και χτύπη Σαν έφτασαν στις ακτές της Ερυθράς Θαλάσσης,
σαν τον Μωυσή με ένα χοντρό ματσούκι. ο Μωυσής προσευχήθηκε στον Κύριο και είπε: «Κύ
Ήταν ο εκλεκτός. ριε, τι πρέπει να κάνω;»
«Βούτα», είπε ο Κύριος.
Μια νύχτα ο Μωυσής κοιμόταν στο στρώμα του «Κύριε, δεν ξέρω κολύμπι».
και άκουσε μία φωνή: «Μωυση!» «Βούτα», ξανάπε ο Κύριος.
«Ποιος είναι;» αποκρίθηκε ο Μωυσής. Και ο Μυωσής υπάκουα βούτηξε.
«Μωυσή, εγώ είμαι πάλι. Μόνον εγώ τηλεφωνώ Και τότε τα νερά άνοιξαν ως εκ θαύματος και τσα
τέτοια ώρα! Ποιος θέλεις να 'ναι; Σήκω, πρέπει να κίστηκε στα βράχια ο Μωυσής.
φύγεις.» Ήταν ο εκλεκτός.
112 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 113
Και έδωσε ο Θεός, και όλος ο εβρα'ίκός λαός άρ Και είπε ο Μωυσής: «Κύριε, μια κι έπρεπε να γί
χισε να διασχίζει την Ερυθρά Θάλασσα. νει θαύμα, χάθηκε να στείλεις μελιντζάνες με τυρί;»
Κόντευαν να φτάσουν στο κέντρο, όταν φωνή α Και αποκρίθηκε ο Κύριος: «Αυτό είχα στο ψυγείο,
κούστηκε από τα μεγάφωνα: αυτό σας έστειλα. Μέσα έχει φρέσκο πράγμα, νεω
«Ντλιν ντλον. Ειδοποιούνται οι κύριοι Εβραίοι ό- στί πλασθέν. Σκάσε και τρώγε!»
τι η θάλασσα κλείνει σε πέντε λεπτά. Ντλιν ντλον». Και επί σαράντα χρόνια έτρωγαν μάννα και ξανά
Κι όσο να πεις αμήν, έφτασαν στην άλλη μεριά. μανά μάννα. Ο εβοαϊκώ; λαός τα 'χε πάρει στο κρα
Και βρήκαν μια έκταση αμμώδη. νίο και ο Μωυσής δεν πλησίαζε, γιατί τους έβλεπε ό
Και επτά χρόνια περπατούσαν, Και είπε ο Μωυ λους να κυκλοφορούν με κάτι χοντρά ματσούκια και
σής: «Παραλία κι αυτή, ε; ... Ούτε μία ομπρέλα δεν έ σκεφτόταν: «Εδώ βρομάει μπαρούτι ...»
χει, ούτε μία καμπίνα ...» Ήταν ο εκλεκτός.
Ήταν μόνο ένας γύφτος μ' έναν πάγκο γεμάτο
καρπούζια κι έλεγε κάθε τόσο: «Όλα τα σφάζω, όλα Μια νύχτα ο Μωυσής κοιμόταν στο στρώμα του
τα μαχαιρώνω!» και άκουσε φωνή.
Αλλά κανείς δεν κατάλαβε ποτέ τι έλεγε. «Μωυσή».
Και έφτασαν σε μια τοποθεσία που την έλεγαν «Ποιος είναι;» αποκρίθηκε ο Μωυσής.
Μαρά, όπου το νερό ήταν πικρό σαν Α-μαρ-έττο. «Για μάντεψε ...»
Και είπε ο Μωυσής: «Κρίμα που δεν φτάσαμε «Κύριε, μα πάλι στο σπίτι μου;»
στην Ανγκόλα, ώστε να πιω μια Κόκα Κόλα». «Ναι», αποκρίθηκε ο Κύριος.
Και ο διψασμένος λαός έδειρε τον Μωυσή με έ «Εφτά εκατομμύρια είμαστε, γιατί πάντα εγώ;»
να χοντρό ματσούκι. «Γιατϊ είσαι ο εκλεκτός».
Ήταν ο εκλεκτός. «Αυτό θα πει κωλοφαρδία!» είπε ο Μωυσής, μην
Και τότε ο Μωυσής προσευχήθηκε στον Κύριο και ξέροντας ότι αυτό το συμπέρασμα το είχε ήδη συνα
είπε: γάγει αιώνες πριν ο προπάτοράς του ο Νώε.
«Κύριε, ο λαός πεινά και διψά, τι πρέπει να κά «Τι πρέπει να κάνω αυτή τη φορά, Κύριέ μου;»
νω;» «Έλα πάνω στο βουνό και κουβάλα μια ελαφρά
Και ο Κύριος έστειλε το μάννα, που ήταν κάτι αποσκευή: δυο πέτρινες πλάκες».
πραγματάκια γλιτσερά και καθαρτικά, καθώς και ψι Και ο Μυωσής πήρε υπάκουα το δρόμο για το
λοσιχαμένα, που τα 'βρισκες κολλημένα πάνω στα δέ βουνό ψηλά εκεί, ζαλωμένος τις δυο πέτρινες πλάκες.
ντρα. Σαν έφτασε ενώπιον του Κυρίου, Εκείνος τού έδωσε
114 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ
Και είπε ο Θεός: «Κι αυτός υποτίθεται πως είναι Την άλλη μέρα ο Γολιάθ κατέβηκε στον αγωνιστι
ο εκλεκτός λαός; ... Λέω να ξανακάνω εκλογές ...» κό χώρο.
«Ω Θεέ μου», είπε ο Δαβίδ όταν τον είδε.
Τον καιρό εκείνο στο δάσος, σ' ένα σπιτάκι φτιαγ «Να με», είπε ο Θεός όταν άκουσε να τον φωνά
μένο από παντεσπάνι, ζούσε ο Δαβίδ ο βοσκός. Και ζουν. Ύστερα είδε τον Γολιάθ και είπε:
ήταν τόσο μικρόσωμος, που μπροστά του οι νάνοι έ «Ω εμένα τον ίδιο, τι μεγάλο; που είναι! Αν δεν
μοιαζαν Σβαρτζενέγκερ. βάλει το χέρι του ο Παντοδύναμος, χαθήκαμε. Όμως
Ο Δαβίδ εζούσε μαζί με τα αδέρφια του: τους υ- ο Παντοδύναμος είμαι εγώ! Ας μη με πιάνει πανι
πόλοιπους έξι νάνους. κός ...»
Ο Βασιλιάς Σαούλ επήγε στον Δαβίδ. Και φώναξε ο Γολιάθ: «Ασμποτίρ ιέχ νοκ», που
Δέχτηκε όμως.
-,---~:,~
«Όχι, είμαι η Στεφανία, τρέχει τίποτα; Ποια είν' «Κι εσύ τι είσαι, εκφωνήτρια; Κι από πότε τις εκ
τούτη η Μαρία; Καμία με μέσον; Έι, γύρνα πίσω, κα φωνήτριες ειδήσεων τις ντύνουν φραγκόκοτες με πού
λέ, πού πας; Κοίτα, ξέρω και μιμήσεις ...» πουλα;»
«Έλα, βρε Μαριώ, μην αρχίζεις κι εσύ τα ίδια!
Ήταν πάντα το έτος 1 προ Χριστού, μια σκοτει Ήρθα να σου πω ότι θα μείνεις έγκυος».
νή νύχτα που έριχνε καρεκλοπόδαρα, μόνο λίγο πιο «Άσε τις αηδίες! Εμφανίζεσαι ντυμένος παπαγά
αργά. Σε ένα άλλο ταπεινό σπίτι της Παλαιστίνης α λος και κάνεις και πνεύμα αποπανω!»
κούστηκε η ίδια φωνή: «Δεν έχω ντυθεί παπαγάλος, Μαρία. Είμαι άγγε
«Χαίρε, Μαρία, είμαι ο Γαβοιηλ!» λος! Ήρθα να σου φέρω το φως ...»
«Χαίρω πολύ, κύριε Γλάρε ...» «Και δεν το 'λεγες πως είσαι από τη ΔΕΗ, άνθρω
«Δεν είμαι γλάρος. Μα εσύ είσαι στ' αλήθεια η πέ μου! Πάνε δυο μήνες που 'χουν σαλτάρει όλα. Δί
Μαρία;» πλα είναι ο μετρητής ...»
«Βεβαίως, κύριε Πελεκάνε ...» Χρειάστηκε να βάλει ο Θεός το χέρι του για να
«Είσαι όντως η Μαρία από τη Ναζαρέτ;» πειστεί η Παναγία, η οποία εκείνο το βράδυ έμεινε
«Όχι, είμαι η Μαρία από την Κάτω Κωλοπετεινί έγκυος, όπως είχε αναγγείλει ο αρχάγγελος Γαβριήλ.
τσα, έχει διαφορά; Έι, κύριε Φοινικόπτερε, πού πά
τε να φύγετε, δεν σας αρέσει η Κωλοπετεινίτσα;» Και χρειάστηκαν ακόμα περισσότερα για να πει
στεί ο Ιωσήφ, που ύστερα από πολλές οικογενειακές
Ήταν πάντα το έτος 1 προ Χριστού, μια σκοτει συζητήσεις δέχτηκε ευχαρίστως να γίνει μπαμπάς του
νή νύχτα που έριχνε καρεκλοπόδαρα, μόνο πολύ πιο Ιησού. Και από τη μέρα εκείνη άρχισε να χαμογελάει,
αργά. Στο μυριοστό ταπεινό σπίτι της Παλαιστίνης α και ο κόσμος τον κοιτούσε κι έλεγε: «Τον άγγιξε η
κούστηκε η γνώριμη φωνή: χάρις του Κυρίου».
«Αυτή είναι η τελευταία προσπάθεια. /Υστερα θα
γυρίσω πάνω και θα στείλω τον αρχάγγελο Πεπινιέ Αφού πέρασαν εννέα μήνες, η Παναγία γέννησε
λο να ψάξει γι' αυτήν την ευλογημένη τη Μαρία!» μέσα σ' ένα στάβλο, ανάμεσα σ' ένα βόδι κι ένα γαϊ
Και τη στιγμή εκείνη έφτασε μια νέα γυναίκα: δουράκι. Και αυτή η παράδοση διατηρήθηκε ανά τους
«Χαίρετε, είμαι η Μαρία, η παρθένος της Ναζα αιώνες, κι ακόμα και σήμερα γυναίκες που περιθάλ
ρέτ. Μπορώ να σας εξυπηρετήσω;» πονται από το υπάρχον σύστημα υγείας γεννούν ενίο
«Χαίρε, Μαρία. Πόσο χαίρομαι που σε βρίσκω ε τε μέσα σε νοσοκομεία-στάβλους, περιστοιχισμένες
πιτέλους ... Ήρθα να σου φέρω την είδηση». από γαϊδάρου; και παντός άλλου είδους ζώα.
132 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ
Στο μεταξύ, σ' ένα κάστρο όχι μακριά από τη Βη ...«ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΣMνPNAro ΡιΊΤΉΣΕ Ι) IΗ1.IJΊΣ ...
θλεέμ, ένας κακός και μοχθηρός βασιλιάς ονόματι Η ...ΚΑΙ ΕΙΠΕ Ι) Βι4ΑΤΑΣΑΡ:
ρώδης ρώτησε τον καθρέφτη του: «ΑΠΙ) 4ΕΝ ΤΙ) ΚΑΤΑΑΑΒΕ 'ΠΌΤΕ ΚΑΝΕIΣ ...»
Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 135
Και πήγε στον πίνακα ο Ιησούς και έπιασε την κι Πάνω στην ώρα ήρθε ο Ιωσήφ και είπε από μέσα
μωλία. του: «Αχ, ο μπαμπάς του Βούδα, ποιος τη χάρη του!
«Γράψε: τρεις ιχθύες συν τρεις ιχθύες πόσο μας Αυτός μάλιστα, αυτός είναι τυχερός, μ' ένα καλό παι
κάνουν;» δί που όπου το βάλεις κάθεται ... Σαν το ανθρωπάκι
«Εννιά ιχθύες», αποκρίθηκε ο Ιησούς. της Μισελέν είναι βέβαια, αλλά φαντάζεσαι τι ήσυχα
«Αυτός είναι ο πολλαπλασιασμός των ιχθύων, που ζούνε;»
στουρνάρι!» Και τότε ακούστηκε φωνή: \
«Στουρνάρι, εγω;» είπε ο Ιησούς, και εκ θαύμα «Ιωσήφ;»
τος μεταμόρφωσε το δάσκαλο σε επιστάτη. «Ποιος είναι;»
Τη στιγμή εκείνη ήρθε ο διευθυντής και είπε: «Εγώ».
«Ποιος ήταν;» «Ποιος εγώ;»
«ο Ιησούς», είπε ο Πέτρος. «Εγώ, ο Θεός. Ο Παντεπόπτης!»
Και είπε ο Ιησούς: «Πέτρο, πριν ο κώδων ηχήσαι «Αυτός που τρώει απ' όλα;» ρώτησε ο Ιωσήφ.
τρις, θα σου σπάσω τα μούτρα». «Αυτός είναι ο παμφάγος, Ιωσηφάκη!!»
Τότε πήγε ο διευθυντής στον Ιησού και είπε: «Ε Και ο επιστάτης και ο αναπληρωτής καθηγητής
σύ! Αύριο να 'ρθεις με τον κηδεμόνα σου!» φυσικής αγωγής, σαν άκουσαν ότι Ο Ιωσήφ ήταν ό πα
«Εύκολο το 'χετε;» αποκρίθηκε ο Ιησούς, «έχω τέρας του Ιησού, εκμεταλλεύτηκαν το γεγονός πως εί
τρεις τέσσερις ... άντε να βγάλεις άκρη στο σπίτι μου!» χε αφαιρεθεί ψάχνοντας στο λεξικό, τον περιβούτη
«Και μην κάνεις τον ξύπνιο όπως την άλλη φορά», ξαν και τον έκαναν τουλούμι στο ξύλο.
είπε ο διευθυντής, «που ήρθες με το περιστέρι και Αλλά ο Ιωσήφ χαμογελούσε. Και ο κόσμος έλεγε:
μου είπες ότι είναι ο θείος σου!» «Τον άγγιξε η χάρις του Κυρίου».
/Υστερα ο διευθυντής στράφηκε στην τάξη και εί
πε: «Είναι κι άλλο ένα παιδάκι στο γραφείο μου, ο Και χαμόγελο στο χαμόγελο, ήρθε ο Δεκέμβριος.
Βαραββάς. Ποιον θέλετε να αποβάλω; Τον Ιησού ή Στις 24 ήταν τα γενέθλια του Ιησού.
τον Βαραββά;» Ο Ιωσήφ έφτιαχνε τη φάτνη.
Και τότε Ο Ιησούς έχασε την υπομονή του και εί «Τι 'ναι αυτο;» ρώτησε ο Ιησούς.
πε στο διευθυντή: «Μέχρι αύριο θα βρίσκεσαι στον «Ένα σουβενίρ από τότε που πήγαμε με τη μαμά
Παράδεισο». Και εκ θαύματος μεταμόρφωσε το διευ σου στο κάμπινγκ όπου γεννήθηκες», αποκρίθηκε ο
θυντή του σχολείου σε αναπληρωτή καθηγητή φυσι Ιωσήφ.
κής αγωγής, σε Λύκειο θηλέων. Η Παναγία είχε οργανώσει ένα παρτάκι: τι σερ-
Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 143
142 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ
«Δεν έπρεπε», είπε ο Ιησούς με σφιγμένα δόντια. Ο Ιησούς στο μεταξύ έκανε αστεία: σκάρωνε α
«Ευχαρίστησίς μου», αποκρίθηκε χαμογελώντας νέκδοτα με ήρωα τον Πόντιο Πιλάτο, τα οποία έκτο
ο Ιούδας. τε ονομάστηκαν «ποντιακά». Ύστερα πήγε στον Νι
Και είπε ο Ιησούς: «Οσφατέχ σικ ραβούρ γκαπέ», κόλαο και άρχισε να κάνει θαύματα: «Τώρα έχεις λέ
που στην αρχαία σανσκριτική γλώσσα έχει ελάχιστα πρα, τώρα δεν έχεις λέπρα, τώρα έχεις χολέρα, τώρα
ευγενική έννοια. είσαι τυφλός, τώρα βλέπεις, τώρα είσαι τυφλός, βλέ
Και είπε ο Ιούδας: «Τα πόσα κλείνεις;» πεις, τυφλός, βλέπεις, χωρίς πόδια, τώρα τέσσερα χέ
«Τα δέκα», αποκρίθηκε ο Ιησούς. ρια και καθόλου αυτιά, τώρα τρία πόδια ...»
«Να τα τριαντατριαρίσεις», είπε ο Ιούδας. Και τότε ήρθε η Παναγία και είπε:
Και είπε ο Ιησούς: «Οϊμπεκ!», που στην αρχαία
«Ιησού, έχει τούρτα!»
αραμαϊκή γλώσσα σημαίνει: «Τούτος δω είναι γρου
«Έρχομαι», είπε ο Ιησούς.
σούζης».
Και είπε ο Νικόλαος: «Μωρέ Ιησούλη, δεν μπο
Και σιγά σιγά ήρθαν και τα υπόλοιπα παιδάκια,
ρώ να γυρίσω σπίτι με τρία πόδια, θα κακοφανεί της
αλλά το πάρτι ξενέρωνε.
μαμάς ...»
Ο δε Ιησούς, χωρίς να το πάρει είδηση, ακούμπη
Αφού έφαγαν την τούρτα, έπαιξαν το μπουκάλι,
σε στον μπουφέ και του ξέφυγε ένα θαύμα: μετέτρε
και όποιος κι αν έβγαινε, ο Ιούδας πάντα προσπα
ψε την πορτοκαλάδα σε κρασί.
θούσε να φιλήσει τον Ιησού.
Είκοσι λεπτά αργότερα είχαν όλοι φτάσει στο
Και θύμωσε πολύ ο Ιησούς και είπε:
τσακίρ κέφι: ο Ιωάννης ο Βαπτιστής μπουγέλωνε ό-
144 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 145
«Κοφ' το, Ιούδα! Σαν χαμαιλέοντας είσαι, με κο Και έδωσε ο Θεός και το πάρτι τελείωσε και τα
τζάμ γλωσσάρα στο στόμα». παιδάκια γύρισαν σπίτι τους.
Κι έτσι, πυρ και μανία, μεταμόρφωσε τον Ιούδα Η Μαρία, ο Ιησούς και ο Ιωσήφ (τουλουμιασμέ
σε φραγκόκοτα, που αμέσως βγήκε πετώντας από το νος αλλά χαμογελαστός) πήγαν για ύπνο.
παράθυρο. Σαν ήρθαν τα μεσάνυχτα, ο Ιησούς άκουσε θόρυ
Λίγο μετά χτύπησαν την πόρτα, και είπε ο Ιωσήφ: βο. Πήγε στο σαλόνι και είδε έναν άνθρωπο που κα
«Ποιος είναι;» τέβαινε από το τζάκι.
«Είμαι ο μπαμπάς του προδότη». «Ποιος είσαι εσύ;» ρώτησε ο Ιησούς.
Και ο Ιωσήφ άνοιξε και βρήκε εμπρός του έναν «ο μπαμπα-Στρουμφ», είπε χάριν γούστου ο άν
έξαλλο άνθρωπο με μια φραγκόκοτα επ' ώμου. θρωπος.
Και γύρισε ο Ιωσήφ και είπε: «Για έλα εδώ, Ιη «Αααχ, κι άλλος μπαμπάς! Τι να σε κάνω εσένα,
σούλη, μάλλον εσένα θέλουνε ...» έχω κιόλας τρεις τέσσερις ... δεν αντέχω άλλο».
Και όταν ο Ιησούς πλησίασε, ο Ιωσήφ είπε: «Μα, Και λέγοντας αυτό τον έκανε στάχτη εκ θαύμα
ευλογημένε Θεέ ...» τος.
«Ευχαριστώ, παρομοίως», είπε ο Ιησούς. «Παναγία μου!» είπε φτάνοντας τρεχάτος ο Ιω
«Ιησούλη, πρόσεξε, γιατί με τρώνε τα χέρια μου, σήφ.
εντάξει;» «Ιωσήφ μου!» είπε φτάνοντας τρεχάτη και η Πα
Και τότε ακούστηκε μια φωνή: ναγία.
«Ιωσήφ, κοντά τα χέρια σου!» «Μαρία, κάνε μου τη χάρη, μην αρχίζεις κι εσύ,
«Ποιος είναι;» είναι που είναι μπερδεμένα τα πράγματα εδώ. Ιησού
«Αυτός που όλα τα βλέπει». λη, για το Θεό, αυτός είναι ο θείος Βασίλης, που σου
Και στράφηκε στον Ιησού ο Ιωσήφ και είπε: «Να φέρνει τα δώρα! Μπρος, άιντε, διόρθωσέ τον ...»
ευχαριστείς τον Αποπάνω, γιατί αλλιώς απόψε θα τις Και τότε ακούστηκε φωνή:
έτρωγες, μα το Θεό». «Ιωσηφ».
Αυτό όμως δεν σταμάτησε τον μπαμπά της φρα «Ποιος εϊναι;»
γκόκοτας που, έτσι γι' αλλαγή, τουλούμιασε τον Ιω «Εδώ Εξαίσιος».
σήφ σαν πουπουλένιο πάπλωμα. Και κοίταξε τη Μαρία ο Ιωσήφ και είπε: «Βρε
Αλλά ο Ιωσήφ χαμογελούσε. Και ο κόσμος έλεγε: Μαριώ, τον πληρώσαμε τον λογαριασμό στο Ρίμινι
«Τον άγγιξε η χάρις του Κυρίου». πέρυσι; Τηλεφώνησαν από το Εξέλσιορ!»
Και ο πανάγαθος Κύριος διόρθωσε τον Άη-Βασί-
146 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 147
λη, και ο Ιωσήφ τη νύχτα των Χριστουγέννων τουλου ψάρια, γιατί σήμερα έχουμε τραπέζι σε εκατόν ογδό
μιάστηκε δεύτερη φορά. Αλλά χαμογελούσε. Και ο ντα άτομα για τη γιορτή του μπαμπά. Και πού 'σαι;
κόσμος έλεγε: Να θυμάσαι ότι με το ψάρι πηγαίνει το άσπρο κρα
«Τον άγγιξε δύο φορές η χάρις του Κυρίου». σί, όχι το κόκκινο που αγόρασες την τελευταία φορά.
Το κόκκινο είναι για τον πολλαπλασιασμό των μπι
Και οι μήνες περνούσαν και ο Ιησούς μεγάλωνε. φτεκιών ...»
Ήταν δε η ημέρα Παρασκευή, 19 του μηνός Μαρ- Και ο Ιησούς βγήκε από το σπίτι και πήρε το δρόμο.
τίου: η γιορτή του μπαμπά, εορτή του Αγίου Ιωσήφ. Έγινε δε και ο Ιησούς με τα χρήματα για τα ψώ
Η Μαρία δεν ένιωθε και πολύ καλά. νια αγόρασε ζωγραφιές των μονομάχων και βάλθηκε
«Θα σε θεραπεύσω εγώ», είπε ο Ιησούς. να παίζει με τα άλλα παιδάκια. «Τον Ούρσο τον έχω,
Και είπε η Μαρία: «Ιησού, αν έχεις να πας κά τον Σπάρτακο τον έχω, ο Μασίστας μού λείπει ... Τον
που, πήγαινε ... Τράβα προπονήσου κάπου αλλού! Α Αντρεότι τον έχω ... Τον Κοσίγκα τον έχω ...»*
κόμα θυμάμαι τότε που θεράπευσες από την ισχιαλ Ώσπου ο Ιησούς είδε την κλεψύδρα και είπε: «Α
γία το γιο του θυρωρού!» μάν! Πρέπει να πάω για ψώνια, γιατί ο μπαμπάς γυρ
«Ε, τι;» είπε ο Ιησούς. «Έγινε καλά, δεν έγινε;» νάει, έχει φοβερή πείνα και τρώει της μαμάς τα μά
«Βέέέβαια ...» είπε η Παναγία, «μόνο που τώρα έ τια!» που στην αρχαία αραμαϊκή γλώσσα σημαίνει
χει ερπύστριες, κι όταν πήγε φαντάρος, τον έβαλαν «της Παναγιάς τα μάτια».
να κάνει το τεθωρακισμένο! Καλύτερα να πάρω μια Και ο Ιησούς πήγε τρέχοντας στην αγορά, στον
ασπιρίνη ... Ή μάλλον, πήγαινε να ψωνίσεις!» πάγκο του Τανίνο του μπακάλη, και είπε: «Μισό κι
«Όχι», είπε ο Ιησούς. «Δεν θέλω, δεν θέλω, δεν λό μάννα, γιατί η μάνα μου έχει να φτιάξει πίτσα με
θέλω!» μαννα-τάρια».
«Ιησούλη, άμα δεν υπακούσεις, πρόσεξε γιατί θα Και ρώτησε ο μπακάλης: </Εχεις λεφτά;»
πας στον άλλο κόσμο!» «Όχι», αποκρίθηκε ο Ιησούς, «αλλά ξέρεις τι λέει
«Σκασίλα μου», αποκρίθηκε ο Ιησούς. «Έτσι κι
ο λαός: Κάνε το καλό, κι απ' το Θεό θα το 'βρεις!»
αλλιώς, δεν θα με κρατήσουν πάνω από τρεις μέρες!»
Αλλά ο μπακάλης κούνησε το κεφάλι του: «Μισό
«Πρόσεξε γιατί θα φωνάξω τον Ηρώδη ...» απεί
κιλό μάννα κοστίζει τριάντα αργύρια. Τα 'χεις ή δεν
λησε η Παναγία, και τότε ο Ιησούς πείστηκε. τα 'χεις;»
«Καλά. Τι να ψωνϊσω;»
«Πεντακόσια γραμμάρια φρέσκο μάννα, νεοπλα
* Ο Αντρεότι και ο Κοσίγκα, μονομάχοι της πολιτικής, υπήρχαν
σμενο», είπε η Παναγία, «επίσης δύο ψωμιά και δύο ήδη από τότε.
148 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 149
Και ακούγοντας τριάντα αργύρια ο Ιησούς, άγνω Και είπε ο Τανίνο: «Το παιδί αποδώ λέει πως εί
στο γιατί, κυριεύτηκε από ασυγκράτητη οργή και έ σαι πατέρας του!»
κανε λίμπα τον πάγκο του μπακάλη. «Ναι ... καλά ... δηλαδή ... όχι και τόσο, εδώ που τα
Και είπε ο Τανίνο: «Πήγαινέ με στον πατέρα λέμε ... τέλος πάντων ... είμαστε σύγχρονη οικογένεια,
σου!» Τανινάκο, προσπάθησε να καταλάβεις!»
«Ναι, αμέ, εύκολο το 'χεις; Ποτέ δεν ξέρω ποιος Αλλά ο Τανίνο πρώτα τους ανάγκασε να τον απο-
είναι ο σωστός ... Λοιπόν, τι διαλέγεις: τον πρώτο, το ζημιώσουν, κι ύστερα έκανε τον Ιωσήφ τουλουμοτύρι.
δεύτερο ή τον τρίτο φάκελο;» Αλλά ο Ιωσήφ, έτσι γι' αλλαγή, χαμογελούσε.
Και έδωσε ο Θεός και πήγαν, χτύπησαν το κου Και ο κόσμος έλεγε:
δούνι και ο Ιωσήφ πήγε να ανοίξει. «Τον άγγιξε η χάρις του Κυρίου».
Κοίταξε τον μπακάλη και ρώτησε: «Μπορώ να κά
νω κάτι για σας;» Η επομένη ήταν Σάββατο, ημέρα εξ ολοκλήρου α
«Ναι», αποκρίθηκε ο Τανίνο, «να χαμογελάσετε». φιερωμένη στο δελτίο του ΠΡΟΠΟ. Μπροστά στο κα
Και καθώς ο Ιωσήφ χαμογελούσε, ο μπακάλης του φενείο των φιλάθλων, οι μεγάλοι σχολίαζαν: «ο Λά
'δωσε μια με το σφυρί στα δόντια και του τα 'κανε ζαρος δεν μπορεί να παίξει μεσαίος επιθετικός, στέ
λαμπόγυαλα. κει στα πόδια του εκ θαύματος ...»
«Μπαμπά, συγχώρεσέ τον», είπε ο Ιησούς, «ου Ο Ιησούς ήταν εκεί τριγύρω με τους φίλους του:
γαρ οίδε τι ποιεί». τον Άγιο Πέτρο, τον Άγιο Σίρο και τον Ολίμπικο, που
«Δεν το νομίζω», αποκρίθηκε ο Ιωσήφ, «ίσα ίσα, δεν έγινε ποτέ του άγιος. Ήρθε τρέχοντας ο Άγιος
μάλλον ενημερωμένο τον βλέπω!» Πέτρος, που ποτέ του δεν έγινε στάδιο, * και είπε α
Και τότε ακούστηκε φωνή: νήσυχος: «Σήμερα η επικεφαλής στη βαθμολογία, η
«Ιωσήφ!» Τελ Αβίβ Γιάφα, παίζει εντός έδρας με τη Βηθλεέμ!»
«Ποιος είναι;» Η Βηθλεέμ ήταν η αγαπημένη τους ομάδα. Και εί
«ο Θεός!» πε ο Ιησούς: «Αμήν λέγω υμίν: η Βηθλεέμ θα νικήσει.
«Ποιος θείος;» Στο δελτίο είναι δύο στάνταρντ!»
«Όχι ο θείος, ο Θεός! Ιωσήφ, στρέψε και την άλ Και ο Ιούδας, που δεν είχε ακούσει, ρώτησε: «Κύ
λη παρειά!» ριε, τι να βάλω στο δελτίο;»
Και είπε ο Ιωσήφ: «Ασματάχλ σαμπέκ κους ετόν!»
που στην αρχαία αραμαϊκή γλώσσα σημαίνει: «Γιατί
* San Siro και Olimpico είναι δύο περίφημα στάδια στο Μιλά
δεν κοιτάνε τη δουλειά τους επιτέλους!» νο και τη Ρώμη αντιστοίχως. (Σ.τ.Μ.)
150 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑτΛ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 151
«Χι»*, αποκρίθηκε Ο Ιησούς και είπε χαμηλόφωνα Μια ομάδα οπαδών της Τελ Αβίβ πλησιάζει στις
στον Σίμωνα: «Εγώ αυτόν ποτέ μου δεν τον χώνεψα!» κερκίδες των αντιπάλων ουολιάζοντα; συνθήματα
μάχης, και τότε ο Ιησούς, όσο να πεις αμήν, τους με
Έφτασε δε η Κυριακή, ημέρα εξ ολοκλήρου αφιε ταστρέφει σε φανατικούς της Βηθλεέμ, κι αυτοί αψ
ρωμένη στους ποδοσφαιρικούς αγώνες, ημέρα που χίζουν να τραγουδούν: «Θρύλε, Θεέ μου, Βηθλεεμ
παίρνουν φωτιά τα γήπεδα, εξ ου την έλεγαν και «Κυ
μου!»
ριακή των Γη-παίδων εν Καμϊνω». Τον καιρό εκείνο Τώρα, όλο το πέταλο της Τελ Αβίβ κραυγάζει συν
ίσχυε η περίεργη και μαζική συνήθεια να πηγαίνουν θήματα κατά της Βηθλεέμ: τότε ο Ιησούς τούς κοιτά
απαξάπαντες στο γήπεδο, και το ίδιο έκαναν ο Ιη
ζει και κάνουν όλοι μόκο.
σούς και οι φίλοι του, που πήγαν να δουν τη Βηθλεέμ «Τους έκανες οπαδούς της Βηθλεεμ;» ρώτησε ο
στο Στάδιο του Δαβίδ (Camp David). Πέτρος.
Έγινε δε και, ταις πρεσβείαις του πονηρού, στο «Όχι. Τους έκανα να βγάλουν το σκασμό», απο-
ογδοηκοστό πέμπτο λεπτό δόθηκε πέναλτι υπέρ της
κρίθηκε ο Ιησούς.
Τελ Αβίβ, ενώ το αποτέλεσμα παρέμενε μηδέν μηδέν. Λάθος του σέντερ φορ, ο διαιτητής σφυρίζει
Ο εξτρέμ μετατρέπει το πέναλτι σε γκολ και ο Ιησούς φάουλ και αμέσως οι δύο μπακ τιμωρούν τον σέντερ
μετατρέπει τον εξτρέμ σε δύο μεσαίους επιθετικούς. φορ για το λάθος του σταυρώνοντάς τον, και πάνω
Και γίνεται το έλα να δεις.
στο σταυρό κρεμούν την επιγραφή: ΟΠΑΠ.
Ο τερματοφύλακας επαναφέρει, αλλά μαζί με την Την ίδια στιγμή οι οπαδοί εισβάλλουν στον αγω
μπάλα εκσφενδονίζει και το πόδι του και οδηγείται νιστικό χώρο, όπου αμέσως τους αναχαιτίζουν άντρες
εκτός αγωνιστικού χώρου.
της αστυνομίας με κράνη και κλομπ, επιφορτισμένοι
Ο Ιησούς από τις κερκίδες χρεώνει με φάουλ τον με την αποκατάσταση της τάξεως, οι λεγόμενοι
στόπερ, που αποσύρεται με δύο φάουλ από τον αγω
σαΜΑτατζήδες.
νιστικό χώρο κοιτώντας μέσα στο σορτς του και λέ
Και εκ θαύματος οι κριτ~ς κατακυρώνουν τη νίκη
γοντας: «Με δύο φάουλ, έγινα δί-φαλλος! Με άλλα
στη Βηθλεέμ.
είκοσι οχτώ, λες να γίνω τριαντά-φαλλος;»
Συνέβη δε, πάνω στη συμπλοκή, να κόψει με μα
χαίρι ο Πέτρος το αυτί του σα-ματατζή Βιτιέλο Κάρ
* Αγγλοσαξονικής προελεύσεως -πιθανόν από τα κόμικς τύπου
μινε, και είπε ο Ιησούς: «Πέτρο, μάχαιρα έδωσες και
«Τσάρλι Μπράουν»- η συνήθεια το κεφαλαίο Χ να σημαίνει, στην
αργκό των νέων, «φιλϊ» και να χρησιμοποιείται κυρίως, μόνο του ή
μάχαιρα θα λάβεις». Και ενώ ο Πέτρος έξυνε το κε
επαναλαμβανόμενο, στο κλείσιμο των επιστολών. Εδώ, προφανώς, φάλι του απορημένος, ο Ιησούς έκανε θαύμα και του
συνδέεται με το φιλί του Ιούδα. (Σ.τ.Μ.) σα-ματατζή τού έπεσε και το άλλο αυτί.
152 ΤΖΟΜΠΕ ΚΟΒΑΤΑ Η ΒΙΒΛΟΣ ΓΙΑ ΑΘΕΟΦΟΒΟΥΣ 153
«Οχ, έκανα λάθος», είπε Ο Ιησούς. Αλλά ο Ιωσήφ, όπως πάντα, χαμογελούσε.
Και τότε ο Βιτιέλο Κάρμινε, ακολουθούμενος α Και τότε ο κόσμος τον ρώτησε:
πό τους οπαδούς της Τελ Αβίβ, οδήγησε τον Ιησού «Μα τι έχεις και χαμογελάς;»
στο σπίτι του Ιωσήφ. «Χαμογελάω;» αποκρίθηκε ο Ιωσήφ. «Καλέ, εγώ
«Μπορώ να κάνω κάτι για σας;» ρώτησε ο Ιωσήφ έχω πάρεση!!»
όταν τους είδε.
«Από το άλλο μου τ' αυτί, γιατί 'ναι η μάνα μου Ο Ιωσήφ πέθανε 126 ετών και μπήκε επιτέλους
κουφή», είπε ο Βιτιέλο Κάρμινε. «Οχ, ποια μάνα μου; στον Παράδεισο, ευτυχής και χαμογελαστός.
Εγώ κουφάθηκα. Μίλα πιο δυνατά», ούρλιαξε. «Δεν
έχω αυτιά!»
Τότε ο Ιωσήφ αναστέναξε και στράφηκε στον Ιη
σού.
«Μπρος, ξαναφόρα αμέσως τα αυτιά στον κύριο.
Χίλιες φορές σου το 'χω πει, μην παίζεις με τα θαύ
ματα!»
Ώσπου ο Ιωσήφ παρατήρησε ότι το πλήθος πλη
σίαζε απειλητικά, και τότε επικαλέστηκε τον Κύριο.
«Να με», είπε ο Κύριος. «Τι τρέχει, Ιωσήφ; Α, α
λήθεια, τι έκανε σήμερα η Νάπολη;»
«Έχασε», αποκρίθηκε ο Ιωσήφ.
«Φτου, να πάρει ... Κοίτα να δεις: έπιασα δωδεκά
ρι. Και να σκεφτείς πως είχα προβλέψει και την ήτ
τα της Τελ Αβίβ εντός έδρας, που ήταν αδιανόητη!
Και η Νάπολη πάει και χάνει ... Ας είναι, την άλλη
βδομάδα θα το φροντίσω εγώ! Λοιπόν, γιατί με φώ
ναξες, Ιωσήφ;»
Αλλά ήταν πια πολύ αργά. Το πλήθος, με επικε
φαλής τον Βιτιέλο Κάρμινε, ξέροντας ότι ο Ιωσήφ ή
ταν ο μπαμπάς του Ιησού, τον είχε πιάσει και τον εί
χε κάνει τόπι στο ξύλο.
ΟΙ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ
ή
(αλλέως πώς)
ΤΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ
Ρ Δ Α
ΓΣΕΡΑΟΠ
ΕΖΤΔΘΛΡΙ
Φ Χ Σ Α Β Μ Ο Μ Δ Ν Ζ Σ Η
Από τη δεύτερη προς Κορινθίους επιστολή
Αγαπητοί Κορίνθιοι,
μπορούσατε τουλάχιστον να απαντήσετε στην
πρώτη!
Είστε και πολύ κάφροι.
Μετά τιμής,
Παύλος.
Υ.Γ.
Τα σέβη του Πέτρου
Από την πρώτη προς Ιούδα επιστολή
Χέι Τζουντ,
ντοντ τέικ ιτ μπαντ, τέικ ε σαντ σονγκ εντ μέικ ιτ
μπέτερ, ριμέμπερ του λέτ ιτ ίντου γιορ χαρτ, δεν γιου
κεν σταρτ του μέικ ιτ μπέτερ.
Ριγκάρντς,
Πολ.
Υ.Γ.
Κίσιζ φρομ Ρίνγκο, Τζον εντ Τζορτζ.
Από την πρώτη επιστολή του Ιεζεκιήλ
Θερμούς χαιρετισμούς,
Ιεζεκιήλ.
Υ.Γ.
Φιλιά από τον Δανιήλ και τον Ιωήλ.
ΕΠΙΜΕΤΡΟ
ΨΑΛΜΟΣ ΑΓΧΟΥΣ ΤΟΥ ΜΑΘΗΤΉ
Κύριε, ίσως να είσαι αφηρημένος, αλλά κοίτα, η δώρισέ μου ένα σωσίβιο σ' αυτήν την πισίνα των
καθηγήτρια των μαθηματικών έχει παραχωρήσει επα λυμάτων,
νειλημμένως απόκρυφα μέρη του σώματός της: έχει επιδαψίλευσέ μου μιαν ανάσα αέρα από μιαν υ
επιτρέψει στον καθηγητή της επιπεδομετρίας να με πέροχη φιάλη οξυγόνου όσο με πνίγουν τα οργα
τρήσει πόντο πόντο τον οργανισμό της σε επίπεδη νικά απόβλητα.
στάση· και έχει γυμνάσει το σώμα της στη λίμπιντο Τουλάχιστον, Κύριε, παρακαλώ σε:
με τον καθηγητή της γυμναστικής είχε ιστορίες με μια κι είμαι που είμαι χωμένος μες τα κόπρανα ως
τον καθηγητή της ιστορίας και γεωγραφίες με τον κα το λαιμό, φρόντισε τουλάχιστον να μη σηκώσεις κύ
θηγητή της γεωγραφίας (για να μη σου πω τα κατορ μα!!
θωματά της με τον καθηγητή της γλώσσας) ...
Και, κατά τη γνώμη μου, Κύριε, ακόμα και ο κα
θηγητής της φιλοσοφίας παραχωρεί ορισμένα τμήμα
τα του σώματός του (θαρρώ πως τα νοικιάζει με το α
ζημίωτο) γυρίζοντας (κυριολεκτικά) τα νώτα του στην
ηθική σου.
Γι' αυτό, παρακαλώ σε, Κύριε: δέξου τους στο
κρεβάτι της αρρώστιας, φτάνει να είναι το λιγότερο
ποδάγρα, εντεροκολίτιδα ή λοιμώδης ηπατίτιδα.
Πρόλογος. . . . . . .. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 7
ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ .. . . . .. . . .. . . . .. . .. . . .. 9
Η Γένεση 13
Αδάμ και Εύα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .. 23
Κάιν και Άβελ. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .. 37
Απόγονοι του Αδάμ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .. 49
Νώε 55
Ο Πύργος της Βαβέλ . . . . . . . . . . . . . . . . . . .. 65
Απόγονοι του Νώε 73
Αβραάμ. . . . . . . .. .. . . . .. . . . .. . 79
Σόδομα και Γόμορρα 87
Ιακώβ. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .. 95
Ιωσήφ 103
Μωυσής 107
Απόγονοι του Μωυσή 119
Δαβίδ και Γολιάθ 121
ΕΠΙΜΕΤΡΟ 167
Ψαλμός άγχους του μαθητή . . . . . . . . . . . . . .. 169
Ο ΣγΓΓΡΑΦΕΑΣ