You are on page 1of 100

12 .

(ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ)

ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΤΩΝ


ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΩΝ-

ΛΟΙΠΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΤΕΧΝΗΣ


(ΕΠΙΛΟΓΕΣ)

Διδάσκων: Πασχάλης Ανδρούδης


Επίκουρος καθηγητής Βυζαντινής
Αρχαιολογίας και Τέχνης
Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας Α.Π.Θ.
ΔΙΑΚΟΣΜΗΤΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ ΣΕ ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΩΝ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΕΙΩΝ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΩΝ
Η γλυπτική στην εποχή των Παλαιολόγων (1261-1453)

Η γλυπτική της Ύστερης Βυζαντινής περιόδου (1261-1453) χαρακτηρίζεται από


νεωτερισμούς και γνωρίζει ιδιαίτερη άνθηση, ιδιαίτερα μέχρι τα μέσα του 14ου
αιώνα. Σημαντικά κέντρα της εκτός από την Κωνσταντινούπολη είναι ο χώρος της
Μακεδονίας, αλλά και οι πρωτεύουσες των νέων ελληνικών κρατών που
δημιουργήθηκαν στο χώρο της Βαλκανικής και της Μικράς Ασίας.
Τα γλυπτά της Ύστερης Βυζαντινής περιόδου μπορούν να καταταγούν στις
παρακάτω κατηγορίες:

α) στα αρχιτεκτονικά γλυπτά (κιονόκρανα, κοσμήτες, διαχωριστικούς κιονίσκους


παραθύρων, θυρώματα, επίκρανα παραστάδων, γλυπτά τέμπλων [επιστύλια,
κιονίσκοι, πεσσίσκοι, θωράκια, κιονόκρανα])
β) στα εκκλησιαστικά έπιπλα (κιβώρια, άμβωνες, προσκυνητάρια, λεκάνες
αγιασμού, επισκοπικούς θρόνους, μαρμάρινα τραπέζια).
γ) στα εικονιστικά γλυπτά (με θρησκευτικά, με κοσμικά [και μυθολογικά] θέματα
και με ζωόμορφες παραστάσεις) και
δ) στις σαρκοφάγους (συναρμοσμένες σαρκοφάγους, ψευδοσαρκοφάγους σε
αρκοσόλια, ψευδοσαρκοφάγους με εφαπτόμενες τις άκρες του αρκοσολίου) και
στα σύνθετα ταφικά μνημεία.
Τα εικονιστικά γλυπτά (με θρησκευτικά, με κοσμικά [και μυθολογικά] θέματα και με
ζωόμορφες παραστάσεις) της Παλαιολόγειας περιόδου είναι περισσότερα από τα
αντίστοιχα σωζόμενα προγενέστερων περιόδων, καθώς αυξήθηκε το ενδιαφέρον για την
απεικόνιση του ανθρώπου. Το ενδιαφέρον αυτό είναι πιο έντονο στην πρωτεύουσα
Κωνσταντινούπολη, όπου υπήρχε μια έντονα κλασικίζουσα τάση, με αυξημένες τις
επιδιωκόμενες πλαστικές αξίες.
Στις δημιουργίες αυτής της κλασικίζουσας τέχνης της γλυπτικής μπορούν άλλωστε να
καταταχθούν τα τμήματα πλακών από κιβώρια με προτομές αποστόλων και αγγέλους
από το Αρχαιολογικό Μουσείο Κωνσταντινουπόλεως, αλλά και γλυπτά από ταφικά
αρκοσόλια. Αντίθετα, στις υπόλοιπες ελεύθερες ελληνικές περιοχές από τις οποίες μας
σώζονται εικονιστικά γλυπτά (Θεσσαλονίκη, Βέροια, Σέρρες, Άρτα, Μυστράς) δεν
παρατηρείται η ίδια κλασικίζουσα τάση, αλλά μια τάση για επίπεδη και πιο γραμμική
απόδοση, η οποία και παρήγαγε και πιο χαμηλά σε ύψος ανάγλυφα. Επίσης
παρατηρούνται και ισλαμικές, αλλά και δυτικές επιδράσεις, οι οποίες έδωσαν και τα
ανάλογα αποτελέσματα σε ορισμένα έργα.
Τέλος, οι σαρκοφάγοι είναι διαφόρων κατηγοριών: συναρμοσμένες σαρκοφάγοι,
ψευδοσαρκοφάγοι σε αρκοσόλια, ψευδοσαρκοφάγοι με εφαπτόμενες τις άκρες του
αρκοσολίου, αλλά και σύνθετα ταφικά μνημεία. Ιδιαίτερα είναι και τα ταφικά μνημεία
με αρκοσόλια επάνω από τις ψευδοσαρκοφάγους .
Τα σύνθετα ταφικά μνημεία δεν είναι πολλά. Σύνθετο ταφικό μνημείο θα πρέπει να ήταν
και αυτό στο οποίο ανήκε το κιονόκρανο με εμβλήματα των Παλαιολόγων από την
κρύπτη του ναού του Αγίου Δημητρίου Θεσσαλονίκης, το οποίο δημοσιεύσαμε πριν από
κάποια χρόνια .
Θεσσαλονίκη, κρύπτη Αγίου Δημητρίου. Κιονόκρανο με εμβλήματα των
Παλαιολόγων (σχέδιο: Πασχάλης Ανδρούδης)
Θύρωμα δυτικής εισόδου του καθολικού
της Μονής Χελανδαρίου Αγίου Όρους
Παλαιά Μητρόπολη Βέροιας. Πρόταση
γραφικής αποκατάστασης αρχικής μορφής
(Θ. Παζαράς, σχεδίαση: Π. Ανδρούδης)
«Άμβωνας» του ναού της Αγίας Σοφίας στην Αχρίδα (κράτος τωνΣκοπίων)
ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΜΙΚΡΟΤΕΧΝΙΑ (ΜΙΚΡΟΓΛΥΠΤΙΚΗ,
ΜΕΤΑΛΛΟΤΕΧΝΙΑ) ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΕΣ
ΤΕΧΝΕΣ
Βυζαντινή μικροτεχνία της Παλαιολόγειας περιόδου

Η καλλιτεχνική παραγωγή της βυζαντινής μικροτεχνίας της περιόδου των


Παλαιολόγων περιλαμβάνει έργα της μικρογλυπτικής σε στεατίτη, εγκόλπια
σκαλισμένα σε στεατίτη και άλλους πολύτιμους και ημιπολύτιμους λίθους, έργα
μεταλλοτεχνίας, έργα ξυλογλυπτικής, αλλά και πολλές άλλες δημιουργίες. Θα
εξετάσουμε, όσο αυτό είναι δυνατό, τα αντιπροσωπευτικότερα σωζόμενα έργα
της περιόδου.
 
Μικρογλυπτική

Η Βυζαντινή μικρογλυπτική της Ύστερης περιόδου έχει να επιδείξει λιγοστά


έργα σε ελεφαντοστό και πάρα πολλά έργα σε στεατίτη. Επίσης σώζονται πολλά
εγκόλπια της περιόδου (και σκαλισμένα σε πολύτιμους λίθους), με τα πιο
χαρακτηριστικά να φυλάσσονται στις μονές του Αγίου Όρους .
Στις συλλογές του Dumbarton Oaks της Ουάσινγκτον φυλάσσεται και μια
βυζαντινή πυξίδα από ελεφαντοστό, στην οποία έχουν σκαλιστεί δύο
αυτοκρατορικά ζεύγη, καθένα από τα οποία πλαισιώνει από έναν πρίγκιπα. Οι
επιγραφές επάνω στην πυξίδα μας βοηθούν να ταυτίσουμε τα εικονιζόμενα
πρόσωπα. Το ένα ζεύγος λοιπόν είναι ο Ιωάννης ΣΤ΄ Καντακουζηνός με τη
σύζυγό του Ειρήνη και τον εγγονό τους Ανδρόνικο. Το άλλο ζεύγος είναι ο
Ιωάννης Ε΄ Παλαιολόγος, με τη σύζυγό του Ελένη, κόρη του Ιωάννη ΣΤ΄
Καντακουζηνού, με τον γιό τους, τον ίδιο Ανδρόνικο που απεικονίζεται με το
άλλο ζεύγος. Σε αντίθεση με το πρώτο ζεύγος, τα ονόματα του δευτέρου ζεύγους
δεν χαράχτηκαν ποτέ.
Στην πυξίδα αυτή εικονίζεται ένας άνδρας γονατιστός να προσφέρει την πόλη της
Κωνσταντινούπολης στον Ιωάννη ΣΤ΄ Καντακουζηνό, ο οποίος την είχε
καταλάβει στα 1347. Το διάκοσμο της πυξίδας συμπληρώνουν μουσικοί και
χορεύτριες που, όπως σωστά επισημάνθηκε, θυμίζουν τις δημόσιες εορταστικές
εκδηλώσεις που έγιναν με την ευκαιρία της νίκης του Καντακουζηνού στον
εμφύλιο πόλεμο ενάντια στον Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγο. Προτάθηκε επίσης και η
άποψη ότι η πυξίδα μπορεί αποτελεί και μια ένδειξη της συμφιλίωσης των δύο
αντιμαχόμενων μερών, η οποία ακολούθησε .
.

Παλαιολόγεια πυξίδα από ελεφαντοστό, με βασιλικές μορφές


(1403-1404;), Dumbarton Oaks (Byzantine
Collection 36.24), Washington, DC
Πολύτιμοι λίθοι σε εγκόλπια

Από την Ύστερη Βυζαντινή περίοδο σώζονται πολλά εγκόλπια


φιλοτεχνημένα με πολύτιμους και άλλους λίθους.
Μεταλλοτεχνία

Η βυζαντινή μεταλλοτεχνία της ύστερης περιόδου έχει να επιδείξει πολλά έργα, τα οποία
σήμερα εκτίθενται σε Μουσεία και Συλλογές της Ευρώπης και της Αμερικής. Πολλά επίσης
έργα της μεταλλοτεχνίας της εποχής αυτής βρέθηκαν και σε ανασκαφές.
Τα σωζόμενα έργα μεταλλοτεχνίας της Παλαιολόγειας περιόδου είναι στην πλειονότητά
τους εκκλησιαστικά. Πρόκειται για σκεύη λειτουργικά, δίσκους, πολυελαίους, μανουάλια,
κατζία (θυμιατά), στηρίγματα για το φωτισμό, κ.α. Σε αυτά τα έργα έχει γίνει χρήση
πολλών (σφυρηλάτηση, διάτρητη τεχνική, εγχάραξη, κ.α.), ενώ έχουν επίσης
χρησιμοποιηθεί σμάλτο, μαργαριτάρια και άλλα υλικά. Επιπλέον, σε πολλά έργα έχουμε
ισλαμικές επιδράσεις (ιδιαίτερα στα καλύμματα εικόνων και σε λεπτομέρειές τους, όπως
κομβία). Ιδιαίτερα στο β΄ μισό του 14ου αιώνα και όσο προχωρούμε προς τον 15ο αιώνα,
πληθαίνουν οι δυτικές επιδράσεις στα έργα της βυζαντινής μεταλλοτεχνίας , σε σημείο που
κάποιοι ερευνητές υπέθεσαν ότι σε ορισμένα έργα συνεργάστηκαν Έλληνες και Δυτικοί
τεχνίτες, ή κάποια από αυτά φιλοτεχνήθηκαν από καλλιτέχνες εκπαιδευμένους σε
εργαστήρια της Βενετίας. Ιδιαίτερα είναι και τα σμάλτα της Παλαιολόγειας περιόδου, τα
οποία δείχνουν να απομακρύνονται από αυτά της μεσοβυζαντινής περιόδου . Βυζαντινά
αλλά και «ρωσικά» σμάλτα μαρτυρούνται στο θησαυροφυλάκιο της Αγίας Σοφίας κατά τον
όψιμο 14ο αιώνα .
Μεταλλικές επενδύσεις εικόνων

Την Παλαιολόγεια περίοδο ιδιαίτερη άνθηση γνώρισε και η τέχνη των μεταλλικών (κυρίως
αργυρών, αλλά και αργυρεπίχρυσων) επενδύσεων των φορητών εικόνων .
Οι μεταλλικές επενδύσεις της ύστερης βυζαντινής περιόδου αποτελούν σπουδαία έργα
τέχνης, με τον πλούσιο διάκοσμό τους και την ποικιλία των εικονιζόμενων μορφών, αλλά
και των επιμέρους στοιχείων τους.
 
Μεταλλικές επενδύσεις εικόνων από το Μουσείο Εικόνων της Αχρίδας

Στο Μουσείο εικόνων της Αχρίδας (σημ. Ohrid, κράτος των Σκοπίων), σώζονται πολλές
βυζαντινές εικόνες με μεταλλικές επενδύσεις της Παλαιολόγειας περιόδου. Στις γραμμές
που ακολουθούν θα παρουσιάσουμε κάποιες από τις πιο χαρακτηριστικές από αυτές.
Η μεταλλική επάργυρη επένδυση της αμφιπρόσωπης εικόνας της Παναγίας Ψυχοσώστριας
(στην πίσω όψη της εικονίζεται ο Ευαγγελισμός) χρονολογείται στις αρχές του 14ου αιώνα
και αποδίδεται σε ένα εργαστήριο αργυροχρυσοχοΐας της Κωνσταντινούπολης. Η εικόνα
βρισκόταν παλιότερα στο ναό της Παναγίας Περιβλέπτου της Αχρίδας . Δεν αποκλείεται η
εικόνα αυτή, μαζί με την εικόνα του Χριστού Ψυχοσώστη να προέρχονταν από τη Μονή
της Θεοτόκου Ψυχοσώστριας στην Κωνσταντινούπολη, η οποία δόθηκε από τον Βυζαντινό
αυτοκράτορα Ανδρόνικο Β΄ Παλαιολόγο στον Έλληνα αρχιεπίσκοπο Αχρίδος Γρηγόριο Α΄,
ο οποίος έκτισε τον εξωνάρθηκα του ναού της Αγίας Σοφίας στην Αχρίδα .
Άλλες μεταλλικές επενδύσεις εικόνων

Σπουδαία είναι και η επένδυση της εικόνας της Παναγίας Οδηγήτριας στην
Πινακοθήκη Τρετιακώφ της Μόσχας. Στο πλαίσιο της εικόνας αυτής που
χρονολογείται στα τέλη του 13ου-αρχές του 14ου αιώνα παριστάνονται κάτω
αριστερά ο Κωνσταντίνος Ακροπολίτης και δεξιά η Μαρία Κομνηνή Τορνικίνα
Ακροπολίτισσα.
Το επόμενο πλαίσιο εικόνας στο οποίο θα αναφερθούμε είναι αυτό της Παναγίας
Οδηγήτριας με Ευαγγελικές σκηνές από τη Μονή Βατοπεδίου Αγίου Όρους.
Στην ίδια μονή βρίσκεται και η μικρή ψηφιδωτή εικόνα της αγίας Άννας με
αργυρό πλαίσιο, όπως και η εικόνα του Χριστού Παντοκράτορα του 18ου αιώνα,
που φέρει όμως αργυρεπίχρυση επένδυση της Παλαιολόγειας περιόδου
Μεταλλικές επενδύσεις εικόνων
Μεταλλικές επενδύσεις εικόνων
Μονή Βατοπεδίου Αγίου Όρους.
Αργυρή επένδυση εικόνας (14ος
αιώνας) επάνω σε μεταγενέστερη
(18ος αι.) εικόνα του Χριστού
Παντοκράτορα
Μεταλλική επένδυση της εικόνας της Παναγίας της «Ελπίδος των Απελπισμένων»

Η μεταλλική επένδυση της εικόνας της Παναγίας της «Ελπίδος των


Απελπισμένων» χρονολογείται στο τρίτο τέταρτο του 14ου αιώνα. Η εικόνα
βρίσκεται σήμερα στο Diözesanmuseum στην πόλη Freising της Γερμανίας.
Στην πόλη μεταφέρθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου 1440, αφού πρώτα βρισκόταν στο
Μιλάνο ως δώρο του Βυζαντινού αυτοκράτορα Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγου .
Freising, μεταλλική
επένδυση της εικόνας
της Παναγίας της
«Ελπίδος των
Απελπισμένων»
Μεταλλοτεχνία

Η βυζαντινή μεταλλοτεχνία της ύστερης περιόδου έχει να επιδείξει πολλά έργα, τα οποία
σήμερα εκτίθενται σε Μουσεία και Συλλογές της Ευρώπης και της Αμερικής. Πολλά
επίσης έργα της μεταλλοτεχνίας της εποχής αυτής βρέθηκαν και σε ανασκαφές.
Τα σωζόμενα έργα μεταλλοτεχνίας της Παλαιολόγειας περιόδου είναι στην πλειονότητά
τους εκκλησιαστικά. Πρόκειται για σκεύη λειτουργικά, δίσκους, πολυελαίους, μανουάλια,
κατζία (θυμιατά), στηρίγματα για το φωτισμό, κ.α. Σε αυτά τα έργα έχει γίνει χρήση
πολλών (σφυρηλάτηση, διάτρητη τεχνική, εγχάραξη, κ.α.), ενώ έχουν επίσης
χρησιμοποιηθεί σμάλτο, μαργαριτάρια και άλλα υλικά. Επιπλέον, σε πολλά έργα έχουμε
ισλαμικές επιδράσεις (ιδιαίτερα στα καλύμματα εικόνων και σε λεπτομέρειές τους, όπως
κομβία). Ιδιαίτερα στο β΄ μισό του 14ου αιώνα και όσο προχωρούμε προς τον 15ο αιώνα,
πληθαίνουν οι δυτικές επιδράσεις στα έργα της βυζαντινής μεταλλοτεχνίας , σε σημείο
που κάποιοι ερευνητές υπέθεσαν ότι σε ορισμένα έργα συνεργάστηκαν Έλληνες και
Δυτικοί τεχνίτες, ή κάποια από αυτά φιλοτεχνήθηκαν από καλλιτέχνες εκπαιδευμένους σε
εργαστήρια της Βενετίας. Ιδιαίτερα είναι και τα σμάλτα της Παλαιολόγειας περιόδου, τα
οποία δείχνουν να απομακρύνονται από αυτά της μεσοβυζαντινής περιόδου . Βυζαντινά
αλλά και «ρωσικά» σμάλτα μαρτυρούνται στο θησαυροφυλάκιο της Αγίας Σοφίας κατά
τον όψιμο 14ο αιώνα.
Έργα της Παλαιολόγειας αργυροχρυσοχοιίας
 «Ίασπης» της Μονής Βατοπεδίου
Στο σκευοφυλάκιο της Μονής Βατοπεδίου Αγίου Όρους φυλάσσεται και το Άγιο Ποτήριο
που είναι γνωστό ως «Ίασπις». Πρόκειται για ένα από τα πιο σημαντικά έργα της
υστεροβυζαντινής αργυροχρυσοχοΐας. Το έργο αποτελείται από τον κάλυκα, μια
οκτάπλευρη βάση, δρακοντόμορφες λαβές, όπως και το πόδι που συνδέει τον κάλυκα με
τη βάση.
Σύμφωνα με την Κάτια Λοβέρδου-Τσιγαρίδα το Ποτήριο ανήκε στον Δεσπότη του
Μυστρά Μανουήλ Καντακουζηνό Παλαιολόγο (1349-1380) και δόθηκε ως δώρο στη
Μονή Βατοπεδίου. Η ταύτιση του κατόχου του Αγίου Ποτηρίου γίνεται με βάση τα
μονογράμματα στα τέσσερα από τα μετάλλια που διακοσμούν την οκταγωνική βάση του.
Τα υπόλοιπα τέσσερα μετάλλια της βάσης περικλείουν προτομές ιεραρχών. Η χρήση του
σκεύους ως Αγίου Ποτηρίου τεκμηριώνεται από την ευχαριστήρια ευχή που έχει χαραχθεί
στην ένδεση του χείλους του .
Ο κάλυκας του σκεύους έχει κατασκευαστεί από ίασπη και μάλιστα το κομμάτι που έχει
χρησιμοποιηθεί είναι αρκετά μεγάλο, γεγονός που του προσδίδει ιδιαίτερη αξία . Τα
υπόλοιπα μέρη του σκεύους, όπως και η πλαισίωση του χείλους είναι αργυρεπίχρυσα και
διακοσμημένα με την επιπεδόγλυφη τεχνική. Τα εικονιστικά θέματα στα μεταλλικά
τμήματα του Αγίου Ποτηρίου έχουν φιλοτεχνηθεί με έξεργο (έκτυπο) ανάγλυφο.
 
.
Μονή Βατοπεδίου Αγίου Όρους, Σκευοφυλάκιο. Άγιο Ποτήριο,
δίσκος και αστερίσκος του Δεσπότη των Ιωαννίνων Θωμά
Πρελιούμποβιτς
Δισκάριο του Θωμά Κομνηνού Πρελιούμπου

Στην ίδια ομάδα ανήκει και το πολυτελές δισκάριο του Θωμά Κομνηνού
Πρελιούμπου. Το δισκάριο έχει οκτάλοβη εσωτερική διαμόρφωση, διάκοσμο
με σμάλτο (αποκαθήλωση) και φέρει στο πίσω μέρος του πυθμένα του την
εξής αφιερωματική επιγραφή:
+ ΔΟΥΛΟΣ Χ(ΡΙΣΤ)ΟΥ ΘΩΜΑΣ ΔΕΣΠΟΤΗΣ ΚΟΜΝΗΝΟΣ
ΠΡΕΛΟΥΜΠΟΣ
Τα εσωτερικά ημικυκλικά διάχωρα της κύριας όψης του δισκαρίου
κοσμούνται με εξαπτέρυγα χερουβείμ που έχουν φιλοτεχνηθεί με εγχάραξη.
Αντίθετα, τα αντίστοιχα διάχωρα της εξωτερικής ζώνης φέρουν διάκοσμο με
προτομές αγγέλων από διάφανο σμάλτο, που ανά δύο σεβίζουν .
Ύψος 3, 5 εκ., διάμετρος 26, 5 εκ.
Άγιο Ποτήριο με κάλυμμα

Στο σκευοφυλάκιο της Μονής Βατοπεδίου φυλάσσεται και ένα Άγιο Ποτήριο με
κάλυμμα, το οποίο αποτελεί, μαζί με δισκάριο και αστερίσκο δωρεά του Σέρβου
Δεσπότη των Ιωαννίνων Θωμά Κομνηνού Πρελιούμπου ή Preljiubović (1367-
1384).
Το Ποτήριο διακοσμείται με ημιπολύτιμους λίθους και μαργαριτάρια. Φέρει
διακόσμηση από διάφανα σμάλτα (translucide), επάνω σε κάμπο ο οποίος είναι
εγχάρακτος και μιμείται επιπεδόγλυφα. Τα περιγράμματα των σμάλτων
ορίζονται με μαργαριτάρια τα οποία είναι καρφωμένα.
Το κάλυμμα του Ποτηρίου φέρει αγαλμάτιο του ένθρονου Χριστού που έχει
δυτικότροπη εμφάνιση.
Ο κάλυκας του Ποτηρίου είναι κωδωνόμορφος και με ελαφρά επιμήκυνση.
Η Κάτια Λοβέρδου-Τσιγαρίδα αναγνώρισε στο έργο τη σύνθεση δυτικών και
βυζαντινών διακοσμητικών στοιχείων και τεχνικών. Σύμφωνα με την ίδια
ερευνήτρια, τα τρία σκεύη της δωρεάς μπορούν να αποδοθούν σε Έλληνες
τεχνίτες που εργάζονταν στη Βενετία ή είχαν επηρεαστεί από τα εργαστήριά της
κατά το τρίτο τέταρτο του 14ου αιώνα.
Ύψος 39, 5 εκ., διάμετρος βάσης: 19, 9 εκ., διάμετρος χείλους: 14, 2 εκ.
Σταυρός από τη Μονή Αγίας
Αικατερίνης στο Σινά
Λειψανοθήκη στη Guenca της Ισπανίας

Στο Επισκοπικό Μουσείο της Guenca στην Ισπανία βρίσκεται ένα δίπτυχο-
λειψανοθήκη, η οποία μάλλον προέρχεται από τα Ιωάννινα και επάνω σε
αυτήν παριστάνονται οι δωρητές, ο Δεσπότης των Ιωαννίνων Θωμάς
Πρελιούμπος και η σύζυγός του Μαρία. Σύμφωνα με τον Ανδρέα Ξυγγόπουλο,
στη Μονή Μεταμορφώσεως των Μετεώρων φυλάσσεται ένα όμοιο δίπτυχο,
γνωστό ως «πίνακας της Μαρίας Αγγελίνας». Το δίπτυχο της Guenca είναι ένα
αριστούργημα της βυζαντινής αργυροχρυσοχοιίας του β΄ μισού του 14ου
αιώνα (ο Δεσπότης Θωμάς δολοφονήθηκε το 1384).
Το βυζαντινό δίπτυχο-λειψανοθήκη στη Guenca της Ισπανίας
(Επισκοπικό Μουσείο)
Επενδύσεις θύρας στο καθολικό της Μονής Βατοπεδίου Αγίου Όρους

Η θύρα της κύριας εισόδου του εξωνάρθηκα του καθολικού της Μονής Βατοπεδίου έχει επενδυθεί
με 88 πλακίδια από κράμα χαλκού, στερεωμένα με μεγάλα κομβιόσχημα καρφιά επάνω σε κάθε
ξύλινο θυρόφυλλο. Πρόκειται για ένα εξαιρετικό ως προς την τέχνη του σύνολο, μοναδικό για την
ύστερη βυζαντινή περίοδο.
Τα πλακίδια φαίνεται ότι έχουν μεταφερθεί από μια άλλη θύρα, καθώς ορισμένα από αυτά είναι
κομμένα. Η διαπίστωση αυτή ενισχύει ως ένα σημείο την παράδοση της μονής σύμφωνα με την
οποία η θύρα, όπως και δύο εικόνες της μονής προέρχονται από την Αγία Σοφία Θεσσαλονίκης .
Τα 86 από τα 88 διάχωρα της επένδυσης έχουν διακοσμηθεί με εγχαράξεις, ενώ τα άλλα δύο φέρουν
ανάγλυφη παράσταση του αρχαγγέλου Γαβριήλ (στα αριστερά) και της Παναγίας (στα δεξιά). Τα
δύο τελευταία πλακίδια συνθέτουν την παράσταση του Ευαγγελισμού, στον οποίο εξάλλου είναι
αφιερωμένο το καθολικό της Μονής Βατοπεδίου. Είναι τελείως διαφορετικά ως προς το ύφος του
διακόσμου από τα άλλα πλακίδια, φέρουν ανάγλυφες επιγραφές και οι μορφές εικονίζονται κάτω
από τόξα διπλής καμπυλότητας που στηρίζονται σε δίδυμους κιονίσκους που στο μέσον τους φέρουν
«Ηράκλειον άμμα».
Ένα από τα μοτίβα του διακόσμου των πλακιδίων είναι και αυτό του δικέφαλου αετού (άνω) και του
δράκοντα. Έχει υποστηριχθεί ότι οι επενδύσεις αυτές θα πρέπει να χρονολογηθούν στον 15ο αιώνα
και ότι αποτελούν προϊόντα των βυζαντινών εργαστηρίων μεταλλοτεχνίας της Κωνσταντινούπολης ή
της Θεσσαλονίκης .
Πάντως, η παρουσία των μοτίβων του δράκοντα και του δικέφαλου αετού στο διάκοσμο ενός
πλακιδίου και μάλιστα με την ίδια φορά και όχι αντωπών, αποκλείει τη χρήση τους ως
διακοσμητικών στοιχείων και μάλλον θα πρέπει να εκληφθούν ως οικόσημα .
.
Επενδύσεις θυρών καθολικού Μονής
. Βατοπεδίου Αγίου Όρους
.
Ξυλόγλυπτες θύρες
Θύρες καθολικού της Μονής Ολυμπιώτισσας Ελασσόνας

Οι υστεροβυζαντινές ξυλόγλυπτες θύρες του καθολικού της Μονής της


Ολυμπιώτισσας στην Ελασσόνα είναι από τις σημαντικότερες του είδους τους
που σώζονται στο σημερινό ελλαδικό χώρο.
Τα δύο θυρόφυλλα, τα οποία έχουν απομακρυνθεί από τη θέση τους
φυλάσσονται σήμερα στο σκευοφυλάκιο της μονής . Το καθένα διαιρείται σε
τρία ορθογώνια διάχωρα, που ανά δύο περιέχουν την ίδια γεωμετρική
διακόσμηση. Τα πλαίσια των διαχώρων περιλαμβάνουν και ένθετο διάκοσμο
από κομμάτια ελεφαντοστού. Στα δύο άνω διάχωρα της σύνθεσης υπάρχει ένα
πλέγμα από κύκλους. Στα μεσαία διάχωρα έχουν διαμορφωθεί κύκλοι που έχουν
τοποθετηθεί σε σταυροειδή διάταξη. Τέλος, στα κάτω διάχωρα σχηματίζεται ένα
πυκνό πλέγμα από κύκλους και τρίγωνα.
Στο άνω τμήμα της θύρας υπάρχει η εξής επιγραφή: ΑΝΕΚΑΙΝΙΣΘΗΣΑΝ ΑΙ
ΠΙΛΕ- ΕΤΟΥΣ ςΩΔ ΕΝ (ή Υ) ΝΓ. Η χρονολογία ςΩΔ΄(= 6804 = 1296)
αναφέρεται πιθανότατα σε μετατροπή και όχι στην κατασκευή της θύρας, η
οποία τροποποιήθηκε ώστε να τοποθετηθεί στο καθολικό .
Θύρες καθολικού Μονής Ολυμπιώτισσας Ελασσόνας
Θύρες καθολικού της Μονής Μολυβδοσκεπάστου

Ξυλόγλυπτη θύρα της Παλαιολόγειας περιόδου συναντούμε και στο καθολικό της
Μονής Μολυβδοσκεπάστου του Νομού Ιωαννίνων.
Τα θυρόφυλλα περιλαμβάνουν πλαίσια, στα οποία διαμορφώνονται έξι διάχωρα
(τρία σε κάθε φύλλο). Κάθε διάχωρο κοσμείται με μορφές κάτω από τόξα. Στην
επάνω ζώνη εικονίζεται ο Ευαγγελισμός, στη μεσαία ολόσωμοι οι απόστολοι
Πέτρος και Παύλος και στην κατώτερη ζώνη αντωπά φτερωτά λιοντάρια που
μάχονται με φίδια. Η θύρα του καθολικού της Μονής Μολυβδοσκεπάστου έχει
αποδοθεί στην πρώτη εικοσαετία του 14ου αιώνα.
Ιδιαίτερα περίτεχνο είναι και το ξυλόγλυπτο πλαίσιο της θύρας εισόδου του
καθολικού.
Θύρα του καθολικού της Μονής
Μολυβδοσκεπάστου του Ν. Ιωαννίνων
Θύρα του ναού του Αγίου Νικολάου Bolnički (Αχρίδα)

Η ξυλόγλυπτη θύρα του ναού του Αγίου Νικολάου Bolnički στην Αχρίδα (σημ. Ohrid του κράτους των
Σκοπίων), διατηρούνταν ακόμη στη θέση της ως το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Aργότερα
αποσπάστηκαν και σήμερα βρίσκονται στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο της Σόφιας στη Βουλγαρία. Το
κάθε θυρόφυλλο περιλαμβάνει οκτώ ορθογώνια διάχωρα, τοποθετημένα σε τέσσερις επάλληλες σειρές
συν δύο κάθετες ταινίες. Τα βημόθυρα, τον καιρό της φωτογράφησής τους από τον Nικόλαο Kondakov,
διατηρούσαν πολύ καλά το περιμετρικό τους πλαίσιο και το διάκοσμό του. Τα θέματα των διαχώρων
παριστάνουν φανταστικά ζώα (κένταυρο, γρύπα), υπαρκτά ζώα (λέοντες, αετούς, αρπακτικά πουλιά,
παγώνια, λύκους, φίδια, αρκούδες, κ.α.) και ιππείς, μερικοί από τους οποίους φέρουν στο κεφάλι
φωτοστέφανα (στρατιωτικοί άγιοι;). Οι θύρες αποδόθηκαν από την Μ. Ćorović-Ljubinković στον 14ο
αιώνα. Ο André Grabar διαφώνησε με αυτή τη χρονολόγηση και αντιπρότεινε για την κατασκευή τους
το χρονικό διάστημα ανάμεσα στον 12ο και 13ο αιώνα, άποψη που δεν έχει όμως γίνει αποδεκτή από
την επιστημονική έρευνα.

Θύρες του καθολικού της Μονής της Ρίλα (Βουλγαρία)

Από το υστεροβυζαντινό καθολικό της Μονής της Ρίλα στη Βουλγαρία, το οποίο δεν
σώζεται πια, προέρχονται οι ξυλόγλυπτες θύρες του, οι οποίες αποτελούν σημαντικά έργα
της βυζαντινής ξυλογλυπτικής. Το καθολικό αυτό ήταν κτίσμα του Σέρβου Δεσπότη της
περιοχής Stefan Dragovol, γνωστότερου ως «Hreljo».
Συνολικό ύψος 2, 11 μ, πλάτος 1, 26 μ.
Ξυλόγλυπτη θύρα από το ναό του Αγίου Θύρες καθολικού Μ. Ρίλα στη Βουλγαρία
Νικολάου Bolnički στην Αχρίδα
Αμφιπρόσωπη εικόνα με τον άγιο Γεώργιο και δύο άγιες γυναίκες

Στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο της Αθήνας φυλάσσεται και μια
αμφιπρόσωπη εικόνα του τέλους του 13ου αιώνα, με τον άγιο Γεώργιο και στην
άλλη όψη την αγία Μαρίνα και την αγία Ειρήνη ή Αικατερίνη. Η κύρια όψη της
εικόνας η οποία προέρχεται από την Καστοριά, διαρθρώνεται με ένα κεντρικό
διάχωρο, επάνω από το οποίο υπάρχει ένα άλλο μικρότερο και ισοπλατές. Στα
αριστερά και τα δεξιά διαμορφώνεται από ένα κατακόρυφο πλαίσιο. Στο κεντρικό
διάχωρο της κύριας όψης παριστάνεται ο άγιος Γεώργιος με στρατιωτική
ενδυμασία, ολόσωμος, σε στάση τριών τετάρτων και δέησης προς τον Χριστό, ο
οποίος εικονίζεται επάνω δεξιά να τον ευλογεί. Στο κάτω τμήμα του κεντρικού
διαχώρου παριστάνεται η αφιερώτρια της εικόνας, η οποία προσκυνά τον άγιο.
Στο επάνω διάχωρο εικονίζονται δύο άγγελοι που φέρουν σκήπτρο και ανάμεσά
τους ένα ύφασμα. Στα πλευρικά διάχωρα που είναι ανάγλυφα έχουν απεικονιστεί
δώδεκα σκηνές από τον βίο και τα μαρτύρια του αγίου Γεωργίου.
Τα ανάγλυφα στοιχεία στο κεντρικό τμήμα της κύριας όψης της εικόνας είναι η
μορφή του αγίου Γεωργίου, η ασπίδα και το φωτοστέφανό του, όπως και το
τμήμα κύκλου στο οποίο παριστάνεται η μορφή του Χριστού. Στα αριστερά και
στα δεξιά του αγίου υπάρχουν ίχνη επιγραφών. Στη μορφή του αγίου, όπως και
στην ασπίδα του, η οποία είναι τριγωνική και με ιδιαίτερο διάκοσμο,
αναγνωρίστηκαν δυτικές επιδράσεις.
Ξυλόγλυπτη εικόνα της Παναγίας Οδηγήτριας από την Αίνο

Στο Εκκλησιαστικό Μουσείο της Αλεξανδρούπολης φυλάσσεται μια ξυλόγλυπτη εικόνα


της Παναγίας Οδηγήτριας του 13ου αιώνα (εικ. 826), την οποία έφεραν μαζί τους το 1923
Έλληνες πρόσφυγες από την θρακική Αίνο. Η εικόνα βρισκόταν στην εκκλησία της
Κεχαριτωμένης ή Εισόδια της Παναγίας στην Αίνο, όπου είχε εντοπιστεί για πρώτη φορά
από τον Γεώργιο Λαμπάκη.
Η εικόνα είναι σκαλισμένη σε μονοκόμματο κομμάτι ξύλου, το οποίο σχηματίζει και
αυτόξυλο πλαίσιο. Στο βάθος της εικόνας υπάρχει η επιγραφή με λευκά γράμματα:
ΜΗ(ΤΗ)Ρ Θ(Ε)ΟΥ Η ΤΡΥΦ(ΩΤΙ)CΑ. Η Παναγία εικονίζεται μετωπική, από τη μέση και
επάνω, σε χαμηλό ανάγλυφο (ύψος 2 εκ.), κρατώντας τον Χριστό με το αριστερό της χέρι.
Τα χαρακτηριστικά του προσώπου της αποδίδονται με ομαλό τρόπο και φωτοσκίαση, ενώ
το κεκρύφαλό της με πιο δυναμικό τρόπο. Το πρόσωπό της είναι ωοειδές και τα μάτια της
ανεπαίσθητα μελαγχολικά με ελλειψοειδείς ζωγραφισμένες κόρες. Ο Χριστός έχει
σκαλιστεί σε ελαφρά πιο ψηλό ανάγλυφο από την Παναγία (ύψος 3 εκ.).
Η εικόνα μπορεί να χρονολογηθεί στο β΄ μισό του 13ου αιώνα, με βάση στοιχεία, όπως
την αντίθεση ανάμεσα στην ιδεαλιστική μορφή της Παναγίας και τα ρεαλιστικά
χαρακτηριστικά του Χριστού, την προσπάθεια για ανατομική απόδοση των μορφών και
τις αποκλίσεις των δύο μορφών από το ιερατικό σήμα. Επίσης έχει επισημανθεί από τον
Χαράλαμπο Πέννα η ομοιότητα των μορφών με τα πρόσωπα των αγένειων αποστόλων
από γλυπτό τόξο που προέρχεται από το καθολικό της Μονής Λιβός στην
Κωνσταντινούπολη.
Ξυλόγλυπτη εικόνα του β΄μισού του 13ου
Ξυλόγλυπτη εικόνα του β΄μισού του 13ου αιώνα από την Αίνο της Θράκης
αιώνα από την Καστοριά. (Μουσείο της Αλεξανδρούπολης)
Ξύλινο ανάγλυφο του αγίου Γεωργίου Ομορφοκκλησιάς Καστοριάς

Στο εσωτερικό του ναού του Αγίου Γεωργίου Ομορφοκκλησιάς του


Νομού Καστοριάς και δίπλα στο τέμπλο φυλάσσεται το ξύλινο
ομοίωμα («ξόανο») του ομώνυμου αγίου, το οποίο έχει υπερβολικά
μεγάλες διαστάσεις (ύψος 2, 86 μ.).
Το ξύλινο ομοίωμα (ξόανο) αποδόθηκε από τον Ε. Τσιγαρίδα στο
τελευταίο τέταρτο του 13ου αιώνα.
Το πλάτος του είναι 68 εκ. και το πάχος του 22 εκ.
Ξυλόγλυπτο ομοίωμα του αγίου Γεωργίου
στο ναό της Ομορφοκκλησιάς του
Ν. Καστοριάς
Μέλη από ξυλόγλυπτο εκκλησιαστικό έπιπλο (αναλόγιο ή τρίπτυχο;)

Από ξυλόγλυπτο εκκλησιαστικό έπιπλο άγνωστης μορφής και χρήσης του Αγίου
Όρους προέρχονται δύο ακρωτηριασμένα μέλη, το ένα από τα οποία βρίσκεται
στο Μουσείο του Hermitage της Αγίας Πετρούπολης και το άλλο στην Walters
Αrt Gallery των ΗΠΑ.
Το ξυλόγλυπτο μέλος από το Μουσείο του Hermitage παλαιότερα ανήκε στη
Συλλογή Kondakov. Το κομμάτι είναι σπασμένο στην αριστερή πλευρά του και
φέρει τις παραστάσεις της Έγερσης του Λαζάρου και της Κοίμησης της
Θεοτόκου. Στο κομμάτι αυτό, όπως και στο αντίστοιχο της Walters Αrt Gallery
τις σκηνές συνοδεύουν ανάγλυφες επιγραφές. Τις βάσεις του κίονα κοσμούν
μορφές αγίων και προφητών σε προτομή, ενώ επάνω το τρίλοβο άνοιγμα της
άνω σκηνής σκαλίστηκαν δύο άγγελοι που πετούν. Τα κομμάτια επιστέφει
τοξωτή διαμόρφωση σκαλισμένη με φύλλα άκανθας και ψηλότερα με ζώνη με
μοτίβο ελισσόμενου βλαστού.
Τμήμα ξύλινου αναγλύφου επίπλου,
σήμερα στο Μουσείο του Hermitage
Το κομμάτι από το Walters Αrt Gallery είναι παρόμοιο με το
μέλος από το Hermitage και φέρει τις παραστάσεις της
Βάπτισης και της Ανάληψης .
Η Alice Bank υποστήριξε ότι τα ανάγλυφα αυτά θα πρέπει
να ανήκαν σε τρίπτυχο , ενώ η Mirjana Ljubinković
ισχυρίστηκε ότι θα έπρεπε να ανήκαν σε επιστύλιο τέμπλου
Τμήμα ξύλινου αναγλύφου του ιδίου
εκκλησιαστικού επίπλου, σήμερα στο
Walters Art Museum
.
Ξυλόγλυπτο μέλος επίπλου από το Hermitage

Ένα ακόμη υστεροβυζαντινό ξυλόγλυπτο έργο (με ίχνη χρώματος) που


παρουσιάζει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με τα δύο προηγούμενα
ξυλόγλυπτα μέλη από το ίδιο έπιπλο, βρίσκεται και αυτό στο Μουσείο του
Hermitage από το 1914. Η Alice Bank το χαρακτήρισε βάση για σταυρό .
Κάθε πλευρά φέρει σκαλισμένη, κάτω από ένα τρίλοβο τόξο, μια παράσταση.
Διακρίνουμε τον Ευαγγελισμό, τη Βάπτιση, τη Γέννηση και την Εις Άδου
Κάθοδο. Επάνω από τα τόξα έχουν σκαλιστεί δύο άγγελοι που πετούν, ενώ
κάτω από την κάθε παράσταση επιγραφές στα ελληνικά που μεταφέρουν
κείμενα των Ψαλμών που ταιριάζουν με αυτή την παράσταση. Στις γωνίες
διακρίνονται υπολείμματα από τους ημικυλινδρικούς κιονίσκους που υπήρχαν
εκεί άλλοτε και ήταν σκαλισμένοι με ελισσόμενο βλαστό αμπέλου, πουλιά
και ζώα .
Ζεύγος ξυλόγλυπτων αναλογίων από το καθολικό της Μ. Βατοπεδίου Αγίου Όρους

Από τα πιο σημαντικά έργα της Ύστερης Βυζαντινής ξυλογλυπτικής που έχουν σωθεί ως
σήμερα αποτελούν τα δύο ξυλόγλυπτα αναλόγια που άλλοτε βρίσκονταν στο καθολικό
της Μονής Βατοπεδίου και που σήμερα φυλάσσονται στο Σκευοφυλάκιό της. Με κοινές
διαστάσεις 1, 17 x 0, 48 μ., τα δύο έργα έχουν οκταγωνικό κορμό στηριγμένο σε οκτώ
κοντά πόδια. Στο κάθε αναλόγιο ο διάκοσμος οργανώνεται σε εικοσιτέσσερα διάχωρα,
σχηματισμένα σε τρεις επάλληλες ζώνες σε κάθε πλευρά. Κάθε διάχωρο πληρούται με
ανάγλυφο πλακίδιο, το οποίο φέρει θρησκευτικά θέματα ή απλή διακόσμηση.
Τα έργα ξεχωρίζουν για την υψηλή ποιότητα του διακόσμου τους και την ιδιαίτερη
ποικιλία στη θεματολογία τους. Τα αναλόγια, που παλιότερα φυλάσσονταν στο
παρεκκλήσι της Αγίας Ζώνης, δεν είναι άγνωστα στην επιστημονική έρευνα, ενώ
πρόσφατα δημοσιεύτηκε και μια σχετική μελέτη, η οποία όμως έχει αρκετές λανθασμένες
διαπιστώσεις .
Βημόθυρα από το Βυζαντινό
Μουσείο Ιωαννίνων

Στο Βυζαντινό Μουσείο των


Ιωαννίνων φυλάσσεται το αριστερό
φύλλο ενός ξυλόγλυπτου
βημοθύρου με παράσταση του
αρχαγγέλου Γαβριήλ του
Ευαγγελισμού και άλλων μορφών
Από την Παλαιολόγεια περίοδο μας έχουν σωθεί εκκλησιαστικά, αλλά και κοσμικά
υφάσματα. Οι πηγές μας πληροφορούν ότι η υφαντουργία ήταν ακόμη πολύ
ακμάζουσα στο Βυζάντιο και κατά την ύστερη περίοδο.
Ο Φλωρεντινός έμπορος Francesco Balducci Pegolotti, στο έργο του Pratica della
Mercatura (γύρω στο 1350), μας πληροφορεί ότι η Κωνσταντινούπολη ήταν ένα
από τα σπουδαιότερα κέντρα όπου ο καθένας μπορούσε να αγοράσει πολύτιμα
μεταξωτά, αλλά και άλλα χρυσοΰφαντα υφάσματα . Για τις τιμές των πολυτελών
υφασμάτων που διακινούνταν στην Κωνσταντινούπολη πολύτιμες πληροφορίες
αντλούμε από το Libro dei Conti (= Βιβλίο των Λογαριασμών) του Giacomo
Badoer.
Οι ίδιοι οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης εξυμνούσαν την ωραιότητα και την
πολυτέλεια των υφασμάτων της. Συγκεκριμένα, ο γνωστός ποιητής Μανουήλ Φιλής
(1270-1350), έγραψε με υπερηφάνεια για τα λευκά υφάσματα που έφεραν
κεντήματα με πολλά χρώματα.
Επίσης η ταυτότητα των ανθρώπων καθορίζονταν και από τα ενδύματά τους , τόσο
στην Κωνσταντινούπολη, όσο και στις άλλες ελεύθερες ελληνικές περιοχές, όπως
το Μυστρά .
Ο Θεόδωρος Μετοχίτης, ανακαινιστής του καθολικού της Μονής της Χώρας στην
Κωνσταντινούπολη, είχε στην αρχοντική του κατοικία και μια συλλογή από
βαρύτιμα υφάσματα: υφάσματα χρυσοκέντητα, όπως και παλιά σπουδαία
υφάσματα, τα οποία θα αποτελούσαν αντικείμενα θαυμασμού και για τις επόμενες
γενιές.
Η κεντητική κατά την περίοδο των Παλαιολόγων

Εκκλησιαστικά κεντήματα

Στα χρόνια των Παλαιολόγων ιδιαίτερη ακμή γνωρίζει και η τέχνη της
εκκλησιαστικής κεντητικής. Τα χρυσοκέντητα έργα της είναι κυρίως επιτάφιοι,
ενδυτές, ποδέες , εκκλησιαστικά άμφια (σάκκοι, επιτραχήλια, επιγονάτια), κ.α.
Οι σάκκοι αποτελούν τα κατεξοχήν ιερατικά άμφια της Ορθοδόξου Εκκλησίας και έλκουν
την καταγωγή τους από τη Βυζαντινή αυτοκρατορική ενδυμασία. Από τους πατριαρχικούς
σάκκους του 14ου-15ου αιώνα που έχουν σωθεί ως τις μέρες μας ξεχωρίζουν τρεις.
Ο πρώτος από αυτούς, η λεγόμενη «δαλματική του Καρόλου του Μεγάλου» στο
Βατικανό, είναι ουσιαστικά ένας βυζαντινός σάκκος των μέσων του 14ου αιώνα. Ο
σάκκος αυτός είναι κεντημένος με χρυσά και αργυρά σύρματα και μεταξωτές κλωστές
διαφόρων χρωμάτων, επάνω σε βαθυκύανο ατλάζι .
Σημαντικός είναι επίσης ο λεγόμενος «μεγάλος σάκκος του Πατριάρχη Φωτίου»,
Μητροπολίτη της Μόσχας (1408-1432), τον οποίο έφερε μαζί του ο Έλληνας ιεράρχης
από την Κωνσταντινούπολη . Ο σάκκος αυτός σήμερα βρίσκεται στην αίθουσα
πανοπλιών του Κρεμλίνου και είναι κεντημένος με χρυσά και ασημένια μεταλλικά
νήματα και χρωματιστά ιμπρισίμια. Επάνω στον σάκκο έχουμε μια πλήρη ανάπτυξη του
εικονογραφικού προγράμματος ενός ναού, μαζί με τον Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγο και τη
σύζυγό του Άννα, κόρη του Μεγάλου Δούκα της Μόσχας, του Βασίλι Δημητρίεβιτς, όπως
και με τον Ρώσο Μέγα Δούκα και τη σύζυγό του Σοφία. Η εικονογραφία των θεμάτων
που έχουν κεντηθεί επάνω στον σάκκο συμπληρώνεται από το πορτρέτο του
Μητροπολίτη Κιέβου και πάσης Ρωσίας Φωτίου, ο οποίος κατάγονταν από τη
Μονεμβασία.
Όλα δείχνουν ότι ο σάκκος είχε προσφερθεί ως δώρο από τον αυτοκράτορα Ιωάννη Ε΄
Παλαιολόγο στον Φώτιο, στο μικρό διάστημα που έζησε μαζί με την άτυχη σύζυγό του
Άννα (1414-1417).
Ο τρίτος σάκκος, ο λεγόμενος «μικρός σάκκος του Φωτίου», χρονολογείται στα μέσα του
14ου αιώνα και φέρει την ίδια εικονογραφία με τον προηγούμενο σάκκο .
Δικέφαλος αετός κεντημένος
σε μεταξωτό ύφασμα (Metropolitan
Museum of N. York)

You might also like