Professional Documents
Culture Documents
ΑΡΘΡΑ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΑ
ΛΕΥΚΩΣΙΑ 2009
ΟΦΕΙΛΗ
ΣΤΟ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟ ΣΚΑΡΠΑΡΗ
ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ
Σκαρφαλώνουμε προς τον τριακοστό τέταρτο Γολγοθά σταυρωμένοι σε μια πέτρινη
αδικία. Την παρανοϊκή επέμβαση της χούντας στην Κύπρο το 1974 με πραξικόπημα
ακολούθησε η βάρβαρη στρατιωτική εισβολή από τα κοράκια που καραδοκούσαν να
σπαράξουν το νησί. Του χάραξαν το πρόσωπο, βίασαν το σώμα και συνεχίζουν να
βιάζουν το νου, κατακρεούργησαν, άλλαξαν το δημογραφικό χαρακτήρα, τα οικεία
ονόματα, εκμεταλλεύονται τα κατεχόμενα οικονομικά και πολιτικά με παράνομα
κρατίδια και με παράνομες σημαίες φωταγωγημένες μέσα στη μαύρη νύχτα της
Ιστορίας μας.
Η Τουρκία δεν γνωρίζει όρια από τον καιρό που επενέβη, δήθεν για να σώσει τους
τουρκοκυπρίους και να επαναφέρει το στάτους κβο, δηλαδή το σύνταγμα της
Ζυρίχης. Τίποτε απ’ όλα αυτά, παρά μόνο διχοτόμηση δια της βίας, αρπαγή και
διαρπαγή περιουσιών, καταστροφή της πολιτισμικής μας κληρονομιάς και ασέβεια
στο ιστορικό μας παρελθόν, μεταφορά εποίκων και επιβολή των ως συνοίκων στο
γενέθλιο τόπο, ένα τόπο ελληνικότατο εδώ και τρεις χιλιάδες χρόνια, και
χριστιανικότατο εδώ και δυο χιλιάδες χρόνια. Στην πλειονότητα των κατοίκων του,
ογδόντα τοις εκατό. Τουρκοκύπριοι το 18 τοις εκατό, τουρκικά χνάρια από το 1571.
Και προ τριετίας η ένταξή μας στην Ευρώπη. Δίναμε για χρόνια εξετάσεις και
πετύχαμε, μα πριν, είχαμε το δικαίωμα να τοποθετηθούμε έναντι του σχεδίου Ανάν
και τοποθετήσαμε στη ζυγαριά όλη την τρισχιλιόχρονη ψυχή μας και τη μελλούμενη,
όχι όπως άλλοι πρόσταζαν αλλά όπως εμείς κρίναμε σωστό για τους εαυτούς μας και
για τους απογόνους μας.
Δημοψήφισμα σημαίνει ψηφίζει ο δήμος, ο λαός, και αποφασίζει αυτός και όχι
άλλοι. Στο δημοψήφισμα δεν καλούνται πρόβατα να επιβεβαιώσουν ό, τι μερικοί
βοσκοί επιθυμούν.
Και ύστερα από όλα αυτά η μεγάλη πίκρα μας. Είμαστε Ευρωπαίοι, αλλά
συγκρίνοντας τους εαυτούς μας με τους άλλους συνευρωπαίους κρίνουμε πως
στερούμαστε βασικότατων δικαιωμάτων και εμπαιζόμαστε από τους εταίρους μας.
Πώς αλλιώς μπορεί να ερμηνευτεί η κλήση να άρουμε την δήθεν απομόνωση των
τουρκοκυπρίων, που κατοικούν στα σπίτια μας, που εκμεταλλεύονται τις περιουσίες
μας, που υπακούν στο καθεστώς της Άγκυρας και στα εδώ τσιράκια της;
Μήπως χρειάζεται τη βοήθειά μας η Ευρώπη, για να καταλάβει πως κτυπά την πόρτα
της ένας δυνάστης, που νομίζει πως στον εικοστό και εικοστό πρώτο αιώνα
κατακτώνται διά της βίας εδάφη των μικρών κρατών; Ας τη βοηθήσουμε να
καταλάβει τι σημαίνει κατάληψη ευρωπαϊκών εδαφών. Μα πρώτα ας θυμηθούμε
εμείς τι ζήσαμε και τι ζούμε. Γιατί φαίνεται ξεχάσαμε το δεν ξεχνώ.
Αν σκοπός μας είναι να επιτύχουμε τα δίκαιά μας μέσα στα ευρωπαϊκά μας όρια, τότε
θα πρέπει προγραμματισμένα να ακολουθήσουμε όλοι μια κοινή γραμμή για επίτευξη
των στόχων μας. Αν δεν υπάρχει ακόμα κοινή γραμμή, αν δεν υπάρχει πρόγραμμα, αν
αντί να προλαμβάνουμε, ακολουθούμε τα γεγονότα και τις εξελίξεις ασθμαίνοντες,
τότε το παιγνίδι είναι χαμένο και θα είμαστε οι καταραμένοι της Ιστορίας. Η ηγεσία
μας διαβεβαιώνει πως το εθνικό συμβούλιο έχει γραμμή αποφασισμένη. Τα
αποτελέσματα όμως τελευταία όλο και εμφανίζουν τα αδύνατά μας σημεία παρά τα
δυνατά δίκαιά μας .
Συστρατευμένοι στον αγώνα είναι όλοι όσοι μπορούν να συμβάλουν στην επανένωση
της πατρίδας μας και στη δικαίωση του λαού μας. Ανεξάρτητα από κομματικές
τοποθετήσεις, η Κύπρος περιμένει τη σωτηρία της από τον καθένα μας.
ΑΠΟΧΑΥΝΩΜΕΝΟΙ ΚΙ ΕΥΝΟΥΧΙΣΜΕΝΟΙ ΠΟΡΕΥΟΜΑΣΤΕ
Φαίνεται από όσα διαβάζουμε καθημερινά στις εφημερίδες πως έχουμε ξεχάσει τους
Τούρκους στρατιώτες με τα τανκς και τα πολυβόλα τους που καταπατούν
προκλητικά τα χώματά μας και καταρρακώνουν τα δίκαιά μας, τριάντα τρία χρόνια
τώρα. Φαίνεται από τα πηγαινέλα στα κατεχόμενα μέρα και νύχτα πως συνηθίσαμε
πως στα σπίτια μας δεν κατοικούμε εμείς αλλά άλλοι, ξένοι και κουβαλητοί, έποικοι
και τουρκοκύπριοι που θέλουν και τα δικά μας δικά τους και τα δικά τους δικά τους.
Καθημερινά διαβάζουμε μέχρις απελπιστικής συνήθειας πως άλλοι σφετερίζονται
τον πλούτο μας, μερόνυχτα δουλεύει το σύστημα κι η μηχανή της αδικίας, λαδωμένη
από ξένους και δυστυχώς και δικούς, με συνένοχους πολλούς.
Όσο για την πολιτιστική μας κληρονομιά δεν ξέρουμε πώς θα τη σεβαστούν.
Μαγαρισμένοι στα νεκροταφεία μας οι τάφοι των προγόνων, ναοί και κτίσματα ιερά
έγιναν στάβλοι, ξενοδοχεία ή τζαμιά. Όσο για τον Πενταδάχτυλο θέλουν να μας
θυμίζουν πως τον έχουν μασκαρέψει για να μας επιβάλουν ένα ανύπαρκτο
ψευδοκρατίδιο με μια ανύπαρκτη ψευδοσημαία που επιδιώκει να επιβάλει το άδικο
της μειοψηφίας στην τεράστια πλειοψηφία αυτού του τόπου. Κι εμείς περιμένουμε
μόνο από την κυβέρνηση και τα κόμματα, αφού παραμερίσαμε το λαό, που, αν δεν
είναι κομματισμένος είναι ανύπαρκτος. Αποχαυνωμένοι και ευνουχισμένοι
πορευόμαστε, γιατί έτσι συμφέρει και σε ξένους και σε δικούς.
Η στρουθοκάμηλος
Οι δηλώσεις υπουργών μας, όταν κρίνουν αποφάσεις είτε ευρωπαϊκές είτε των
Ηνωμένων Εθνών, είναι του τύπου « ναι μεν αλλά», το ίδιο και του κυβερνητικού
εκπροσώπου, και διερωτώμεθα πού έχουμε κατρακυλήσει, διολισθαίνουμε κατά που
λεν, πού πάμε και πώς θα εξέλθουμε όχι από το αδιέξοδο αλλά από τον καιάδα μέσα
στον οποίο νιώθουμε ασφυκτικά να έχουμε ριχτεί σαν οι τελευταίοι απόκληροι του
παγκοσμίου, ανέστιοι και πένητες της δικαιοσύνης, όπως την ονειρευόμαστε, την
ποθούμε, την απαιτούμε.
Εισηγήσεις πολλές, για πανελλήνια εκστρατεία διάνοιξης διόδων στο μαύρο και
πυκνό σκοτάδι, για παραμερισμό των κομματισμών και για γενική συστράτευση
όλων, όσο ν΄ αχνοχαράξει η ελπίδα. Η δουλειά όμως που χρειάζεται δεν είναι για
τους λίγους αλλά για όλους. Η ηγεσία έχει πάντα το γενικό πρόσταγμα, αλλά κι ο
καθένας μας είναι καιρός να δηλώσει το παρόν του.
Κλειδί στα πιο πάνω φαίνεται να αποτελεί η διαφώτιση δικών μας και ξένων και
σκουριασμένο φαίνεται πως είναι το κλειδί αυτό. Σήμερα τα μέσα επικοινωνίας είναι
τόσα πολλά και βρίσκονται στα χέρια καθενός που έχει έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή
στα χέρια του. Για να τον χρησιμοποιήσει όμως επωφελώς, θα πρέπει να ξέρει σωστά
το πρόβλημα, να ξέρει τι ορθά να πει και πώς πειστικά να το πει. Και σ’ αυτό
φαίνεται πως μεσονυχτούμε.
9.6.2007
ΤΑ ΕΦ’ ΗΜΙΝ ΚΑΙ ΤΑ ΟΥΚ ΕΦ’ ΗΜΙΝ
(Όσα εξαρτώνται από μας και όσα δεν εξαρτώνται.)
Οι Στωικοί χωρίζουν τα πράγματα και τις καταστάσεις σε εξαρτώμενα από μας, στα
οποία μπορούμε να επέμβουμε και να διευθετήσουμε προς το συμφέρον μας, και σε
μη εξαρτώμενα, για τα οποία δεν μπορούμε να κάμουμε τίποτε. Πρέπει με προσοχή
να διακρίνουμε ποια είναι τα εφ’ ημίν και ποια δεν είναι. Στα εφ’ ημίν δίνουμε ή
αρνούμαστε τη συγκατάθεσή μας.
Συμφέρον μας σήμερα στην Κύπρο είναι το συμφέρον της πατρίδας. Και συμφέρον
της πατρίδας είναι η ελευθερία της, γιατί μόνο έτσι μπορεί ένας λαός να επιβιώσει
και να ευτυχήσει, να προοδεύσει υλικά και πνευματικά, όταν είναι ελεύθερος, όταν
δηλαδή μπορεί να σκέφτεται και να αποφασίζει και να πράττει για το καλό του, χωρίς
έξωθεν επεμβάσεις.
Όλοι ομολογούμε πως από την ώρα που πάτησε το πόδι της η Τουρκία στην Κύπρο,
κύριο μέλημά της είναι να διευθετήσει τα της Κύπρου κατά το συμφέρον της. Δεν
μπορούμε όμως να πούμε πως η πολιτική της Τουρκίας δεν εξαρτάται και από μας,
γιατί ένα μέρος της μας αφορά και ένα άλλο σχετίζεται με την επιθυμία της να
ενταχθεί στην Ευρώπη. Το κλειδί της λύσης το κρατά στα χέρια και το χρησιμοποιεί
όπως και όποτε θέλει, ανάλογα και με τις δικές μας αντιδράσεις. Έδειξε να επιθυμεί
λύση όταν το χρειάστηκε για να φανεί στους άλλους λαούς πως είναι άξια να μπει
στην Ευρώπη και πως ενδιαφέρεται για δίκαιη λύση του Κυπριακού, η δίκαιη όμως
λύση ήταν γι’ αυτήν τα δικά μας δικά της και τα των τουρκοκυπρίων πάλι δικά της.
Και άνοιξε τις διόδους για τα κατεχόμενα όταν την βόλευε και για το συμφέρον της,
για να εκμεταλλευτεί και τις δικές μας αδυναμίες, να μας κουράσει και να μας πείσει
πως άλλη λύση δεν υπάρχει από αυτήν που η ίδια επιθυμεί, κυρία στο βορρά και
κυρία στο νότο.
Υπάρχουν λοιπόν τα φανερά σημεία της πολιτικής της Τουρκίας που είναι άμεσα
συνδεδεμένα με την τύχη μας αλλά και τα αφανή της τουρκικής πολιτικής στη
γενικότερη περιοχή και στο παγκόσμιο. Υπάρχουν οφθαλμοφανή στοιχεία που
εξαρτώνται πλήρως από μας και που πρέπει να τα διευθετήσουμε προς το συμφέρον
της πατρίδας. Κι αυτά είναι τα ψηφίσματα του ΟΗΕ για την Κύπρο, τα οποία θέλησε
η Τουρκία τελευταία να μεταβάλει ή και να διαγράψει. Είναι αποφάσεις διεθνών
δικαστηρίων για την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κύπρο. Είναι η
συμμετοχή μας στην Ευρώπη, κάτι που εμείς ακόμα δε συνειδητοποιήσαμε.
Ανήκουμε στις εικοσιεφτά χώρες που αποτελούν την Ευρωπαϊκή Ένωση, έχουμε
λόγο στο ευρωκοινοβούλιο και σ’ όλα τα ευρωπαϊκά σώματα, ανήκουμε ήδη στην
ευρωζώνη, με ένα νόμισμα παγκόσμια πια αποδεκτό και μια οικονομία
αποδεδειγμένα υψηλού επιπέδου, κι όλα αυτά πρέπει να χρησιμοποιηθούν για το
καλό του λαού μας, ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων, προπάντων με δικαιοσύνη.
Γιατί αν η λύση του Κυπριακού είναι να καταβροχθίσει ο ένας τον άλλο ή οι λίγοι να
επιβληθούν διά της βίας στους πολλούς, τότε το πρόβλημα δεν λύεται, και αυτό
αποδείχτηκε και με το σχέδιο Ανάν. Ήταν εφ’ ημίν και δεν δώσαμε τη συγκατάθεσή
μας. Η αδικία δεν μπορεί να επιβάλλεται και μάλιστα με τη δική μας ανοχή και
υπογραφή.
Ας εκμεταλλευτούμε λοιπόν στο έπακρο όσα εξαρτώνται από μας, ακόμα και την
επιθυμία της Τουρκίας να ενταχθεί στην Ευρώπη. Ας συνεργαστούμε με την Ελλάδα
και με όσους έχουν κοινά συμφέρονται μαζί μας, ας χρησιμοποιήσουμε την τεράστια
δύναμη των ξενιτεμένων Ελλήνων και Ελληνοκυπρίων για να διαφωτίσουν και να
εργαστούν για αποτροπή της αδικίας, για να έχουμε δίκαιη λύση του εθνικού μας
προβλήματος, από το οποίο εξαρτάται η ίδια η ύπαρξη, η ευημερία και η πρόοδός
μας.
ΔΙΑΒΑΖΟΥΜΕ ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΑΙ ΟΧΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ
Εκκινώ από τη φράση αυτή του Ρολάν Μπαρτ, «διαβάζουμε κείμενα και όχι
συγγραφείς». Το σχέδιο Ανάν φέρει όνομα, όχι όμως του συγγραφέα του, αφού αυτός
πιθανόν και να μην το διάβασε. Ήταν γενικός γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών και
άλλοι ήταν οι συγγραφείς του κειμένου, που δεν αναφέρονται, αν και όλοι ξέρουν το
ρόλο που έπαιξε προπάντων ο Άγγλος εκπρόσωπος του Υπουργείου Εξωτερικών στη
διαμόρφωση του κειμένου και στις γενικές κατευθυντήριές του γραμμές.
Άρα διαβάζοντας το κείμενο δεν διαβάζουμε Ανάν αλλά ένα κείμενο που περιέχει τον
τρόπο με τον οποίο θα ελύετο κατά την άποψη των συγγραφέων του το κυπριακό.
Και οι συγγραφείς του βέβαια δεν ρώτησαν τον ελληνικό κυπριακό λαό τι ζητά και
πώς σκέφτεται για την πατρίδα του, για τα κατεχόμενα εδάφη του, για την
στρατοκρατούμενη γη του. Οι συγγραφείς του στηρίχτηκαν στις συνομιλίες που για
κάμποσο καιρό είχαν με τους τότε εκπροσώπους της Κυπριακής Δημοκρατίας- δεν
ήρθε ουρανοκατέβατο το σχέδιο- και με τους εκπροσώπους της τουρκοκυπριακής
πλευράς που καθοδηγούσε η Άγκυρα με τα παρόντα και μέλλοντα σχέδια και
συμφέροντά της.
Όταν ο Τούρκος πρωθυπουργός βεβαιώθηκε πως ήρθε η ώρα για την κατάλληλη
κίνηση, για να επιτύχει την έναρξη των ενταξιακών συνομιλιών Τουρκίας-
Ευρωπαϊκής Ένωσης, τότε και προώθησε τις συνομιλίες, παραμέρισε τον Ντεκτάς
και παρουσιάστηκε υπέρμαχος της λύσης του κυπριακού. Ποια; η Τουρκία, για να
μην το βρίσκει στα πόδια της συνεχώς αλλά και για να έχει ήδη μια τουρκική ρίζα
στην Ευρώπη, το “τουρκοκυπριακό κρατίδιο”.
Διαβάζοντας το σχέδιο Ανάν ο καθένας καταλάβαινε πως τα δικά τους δικά τους και
τα δικά μας πάλι δικά τους. Ήταν τα επεμβατικά δικαιώματα της Τουρκίας, ήταν όχι
μόνο η ισότητα αλλά οι υπερεξουσίες που θα είχαν οι τουρκοκύπριοι, το 18% της
Κυπριακής Δημοκρατίας, ήταν η κατάρα να πληρώνουμε εμείς για τους πάντας και
για τα πάντα και για πάντα.
Διαβάσαμε λοιπόν το κείμενο και είπαμε όχι. Αν άλλοι διάβασαν το κείμενο και είπαν
ναι, ήταν δικαίωμά τους, φτάνει να διάβασαν το κείμενο και όχι το όνομα του
συγγραφέα.
Στο τέλος το λεγόμενο σχέδιο Ανάν, «έτσι το ονομάσατε», είπε και ο ίδιος ο Ανάν,
απορρίφθηκε, αλλά φαίνεται πως ακόμα οι Τούρκοι και οι φίλοι τους το
λιγουρεύονται, όπως αντιλαμβανόμαστε από όσα διαβάζουμε στον τύπο.
Αν λοιπόν και τώρα προσπαθούν να μας επιβάλουν ένα σχέδιο λύσης του κυπριακού,
ξέρουμε πως δεν μας ενδιαφέρει το όνομα που θα φέρει ή το όνομα του συγγραφέα,
αλλά το περιεχόμενό του. Κι αν είναι καταδικαστικό για τον ελληνικό κυπριακό λαό,
όπως το προηγούμενο, για το παρόν και ιδιαίτερα για το μέλλον του, ξέρουμε τι να
το κάμουμε.
Όταν ρωτούμε τα παιδιά μας ποιο είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα στην Κύπρο,
απαντούν: η περιθωριοποίηση. Αυτό διδάχτηκαν, για να γράψουν μια έκθεση. Ότι
εμείς κινδυνεύουμε να μπούμε στο περιθώριο στην ίδιά μας την πατρίδα, αν όχι να
εκπαραθυρωθούμε, δεν το βλέπουν.
Κι αυτό όχι μόνο σήμερα. Πριν είκοσι χρόνια. Σε Γυμνάσιο με τον τούρκο φρουρό
ολοφάνερο από το παράθυρο της τάξης. Το ίδιο ερώτημα. Ποιο το μεγαλύτερο
πρόβλημα στην Κύπρο; Οι κατατρεγμένοι μαύροι της Αφρικής. Τα παιδιά
παρακολουθούσαν τότε την περίφημη εκείνη τηλεοπτική σειρά. Το πρόβλημα το
υπέβαλλε η τηλεόραση, όχι η πραγματικότητα απέναντί τους, ο τούρκος στρατιώτης,
η εισβολή και η κατοχή.
Τα παιδιά μας ζουν σε μια εικονική πραγματικότητα. Δεν ζουν την πραγματικότητα,
τα πραγματικά προβλήματα. Κι είναι καιρός να πούμε κι εμείς ποιες είναι οι
πραγματικότητες στην Κύπρο. Ο τουρκικός στρατός κατέχει διά της βίας το 37% του
κυπριακού εδάφους. Το ένα τρίτο των ελληνοκυπρίων εκτοπίστηκε από τις εστίες
του. Μετακινήθηκαν βίαια πληθυσμοί. Το δράμα των αγνοουμένων συνεχίζεται ή
αποκαλύπτει τραγικές στιγμές ζωής. Οι εγκλωβισμένοι στο περιθώριο. Η γη μας κι οι
περιουσίες μας αντικείμενο της πιο παράνομης διεθνώς εκμετάλλευσης. Το
ψευδοκράτος μόνο από την Τουρκία αναγνωρίζεται αλλά τρίζει δόντια και
βρουχιέται σαν μέγας λέοντας. Οι τουρκοκύπριο αυτοαπομονώθηκαν από το 1963 κι
απαιτούν να τους ξεαπομονώσουμε εμείς.
Αυτές τις πραγματικότητες ποιος θα τις διδάξει; Ποιος θα διδάξει για τις
μαγαρισμένες μας εκκλησιές, για τα μοναστήρια και τις κλεμμένες εικόνες μας;
Ποιος θα διδάξει στα παιδιά μας αυτές τις πραγματικότητες;
Η ΟΡΓΗ ΤΩΝ ΑΔΙΚΗΜΕΝΩΝ
Αν ο κύριος Ερντογάν είναι οργισμένος, έχουμε κι εμείς μέσα μας μια τεράστια οργή,
γιατί ως κράτος δεχτήκαμε τρεις χώρες να εγγυηθούν την ανεξαρτησία και την
ακεραιότητά μας, κι οι τρεις μας πρόδωσαν, η μια με πραξικόπημα, η άλλη με
εισβολή, κι η τρίτη κι η καλύτερη με αιώνια σχέδια διαίρεσης και βασιλείας του
ξένου.
Πρωθυπουργοί δυο χωρών που εγγυώνται την ακεραιότητα και ανεξαρτησία μας
συμφωνούν στους τρόπους με τους οποίους θα εξασφαλίσουν τους Τουρκοκύπριους,
αν έμειναν και πόσοι ύστερα από το έγκλημα των κουβαλημένων, ενώ οι
Ελληνοκύπριοι, τα εξιλαστήρια θύματα, παρακολουθούν τις διευθετήσεις που
επιτυγχάνονται εις βάρος τους.
Κι όμως στο σπίτι μου συνεχίζει να κάθεται ο Τουρκοκύπριος της Πάφου, συνεχίζει
να απολαμβάνει τον καφέ του στο περβόλι μου, συνεχίζει να ηρεμεί κοιτάζοντας τις
πορτοκαλιές, να ακούει το ρυάκι που περνά έξω από την πόρτα του σπιτιού μου.
Έχουμε κι εμείς μεγάλη οργή, κύριοι πρωθυπουργοί, Τούρκοι και Άγγλοι, γιατί
μελετάτε πώς να μας πνίξετε, πώς να μας ξεριζώσετε από τα χώματά μας, πώς να μας
κάμετε να νιώθουμε ξένοι στον τόπο μας, πώς να συνηθίσουμε στο φαρμάκι, γενιές
φαρμάκι. Εσείς να αποφασίζετε κι εμείς να υπακούμε.
Όμως οι καιροί πέρασαν. Η οργή θα εκραγεί. Σας τα ΄πε κι άλλη φορά, με τη δική του
γλώσσα ο Σεφέρης.
Στον αιώνα της τουρκοκρατίας, που τον ζούμε καθημερινά, πρέπει εμείς να δείχνουμε
το ανώτερό μας πρόσωπο, την ανεκτικότητα και την ευρωπαϊκή μας ταυτότητα. Να
ρωτούμε μάλιστα αν θέλουν να βάλουν κι άλλες σημαίες στον Πενταδάχτυλο, να τους
στείλουμε ενισχύσεις, τόπια πανί, σίδερο για ιστούς, κόκκινη μπογιά. Αν δεν
προβούμε σ’ αυτές τις ενέργειες θα έχουμε πρόβλημα με την Ευρώπη. Θα μας
θεωρήσουν σωβινιστές κι αυτό δεν είναι μέσα στις προδιαγραφές τους, ή πάλι, αν
χρειαστεί, πρέπει εξάπαντος να περάσουμε από σεμινάρια και από ψυχολόγους ή
ψυχίατρους. Έχουμε πρόβλημα. Πρέπει να το συνειδητοποιήσουμε για να το
ξεπεράσουμε. Στον τέλος δεν θα αποφύγουμε την ψυχανάλυση. Μας πειράζει το
κόκκινο και δεν είμαστε ταύροι.
Κάποτε ρωτούσε ο Σεφέρης τι χρειάζονται οι ποιητές στον αιώνα τούτο; Ευτυχώς του
δίνει την απάντηση ο Μόντης. Αυτός τα λέει καλύτερα από μας.
Να που και η ποίηση χρειάζεται στον αιώνα τούτο. Να μας σώζει το ανθρώπινο
πρόσωπο, για να μην αρχίσουμε να ουρλιάζουμε.
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΝ ΜΑΘΕΤΕ
Ένα τέρας πολυπλόκαμο, κουρδισμένο και στημένο από την Άγκυρα, λειτουργεί
παράνομα στην κατεχόμενη γη μας, και κατασπαράσσει Ιστορία, ξηρά και θάλασσα,
πατρογονική κληρονομιά, δικαιοσύνη. Τα πλοκάμια του λέγονται: παραχώρηση
ιθαγένειας, εποικισμός, αλλαγή της δημογραφικής σύνθεσης, ξεπούλημα της δικής
μας περιουσίας σε εγγλέζους και άλλους, αλλαγή τοπωνυμίων, πολιτισμική
καταστροφή, σημαίες και άλλα κραυγαλέα, με τα οποία κι οι ίδιοι οι τουρκοκύπριοι
πολλές φορές διαφωνούν, όπως διαβάζουμε στις εφημερίδες.
Οι τουρκοκύπριοι αποτελούν πλέον μια θλιβερή μειοφηφία στην ίδια την πατρίδα
μας, γιατί με τις διαταγές και ευλογίες της Άγκυρας δόθηκε το σύνθημα για αύξηση
του αριθμού των Τούρκων στο νησί, για να μην αποτελούν σ΄αυτό μειοψηφία. Είναι
το 18% του πληθυσμού, όπως ξέρουμε από τα στοιχεία του 1974.
Καταγγελίες έγιναν πολλές από την κυπριακή κυβέρνηση στα διεθνή φόρα και
συζητήσεις διεξήχθησαν κι αποφάσεις υπάρχουν για την αλλαγή της σύνθεσης του
πληθυσμού στα κατεχόμενα, που επίσημα θεωρείται διεθνές έγκλημα. Κι όμως εμείς
στο σχέδιο Ανάν ανεχτήκαμε ποσοστά εποίκων, γιατί δήθεν γεννήθηκαν εδώ κι είναι
πια δικοί μας άνθρωποι, κι άλλα τέτοια υψηλής πολιτικής.
Το συμπέρασμα όμως ύστερα από όλα αυτά είναι πως οποιοδήποτε σχέδιο λύσης του
κυπριακού δεν θα είναι τίποτε άλλο παρά προσπάθεια να αποδεχτούμε τις παρανομίες
του ψευδοκράτους. Παράνομο είναι, παρανομίες γεννά.
Θα’ θελα να μπορούσα να’ χω ένα πλατύ χαμόγελο, σαν τους υποψήφιους
προέδρους, μα δεν έχω κανένα επικοινωνιολόγο να με διδάξει πώς να χαμογελώ.
Όσο σκέφτομαι τα δεινά της πατρίδας μου, δεν μπορώ να χαμογελώ. Αντίθετα ένα
μούτρο κατεβαίνει ως το έδαφος, ως τον πάτο της απελπισίας, ως την κόλαση.
Ίσως γιατί διαβάζω εφημερίδες και παρακολουθώ την επικαιρότητα. ‘Ισως γιατί ξέρω
τα επόμενα βήματα των Τούρκων και των Τουρκοκυπρίων και δεν ξέρω τα δικά μας.
Βλέπω τα σχέδιά τους καθημέραν να πραγματοποιούνται, βλέπω τις προσπάθειες για
αναβάθμιση, τις αποφάσεις του ΟΗΕ, τις μπηχτές των Εγγλέζων, τα σχέδια των
Αμερικάνων, τις δολοπλοκίες του Μπαμπατζάν στη Θράκη - κάλεσ’ τον στο γάμο
σου να σου πει και του χρόνου- ο οποίος
Κι ύστερα είναι τα πάθη του Πατριαρχείου, η μεγάλη βδομάδα της Κύπρου που δεν
λέει να τελειώσει, οι δουλέμποροι που εκτελούν τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις
τους απέναντι στην Τουρκία και στα σχέδιά της, τα σαπιοκάραβο από τη Συρία, η
σοκολάτα που δεν μπόρεσε να φάει το μικρό τουρκοκυπριόπουλο , γιατί αγοράστηκε
από ελληνοκυπριακό μαγαζί, η αυτοαπομόνωση που στο εξωτερικό αποκαλείται
απομόνωση των Τουρκοκυπρίων, η στάση πολλών εταίρων μας στην Ευρώπη κι
άλλα πολλά, ων ουκ έστιν αριθμός.
Γι’ αυτό δεν καταλαβαίνω πώς οι υποψήφιοι πρόεδροι χαμογελούν. Είναι για να μας
δείξουν πως έχουμε μέλλον λαμπρό; Πως με τον ένα ή τον άλλο πρόεδρο θα βγούμε
νικητές; Πως το κυπριακό θα λυθεί υπέρ μας; Τουλάχιστον δίκαια; Πως θα
επιστρέψουν οι πρόσφυγες στα σπίτια τους; Πως θα σταματήσει η Τουρκία να
επεμβαίνει στα δικά μας; Πως οι Τουρκοκύπριοι θα συνεργαστούν μαζί μας για
δίκαιη και βιώσιμη λύση; Πως θα πάψουν οι ηγέτες τους να είναι φερέφωνα της
Άγκυρας;
Αν μόνο εγώ τα βλέπω μαύρα κι άραχλα, τότε πρόβλημά μου. Αν όμως αυτή είναι μια
γενικότερη εικόνα που έχει ο λαός μας για την κατάσταση, τότε γιατί χαμογελούν οι
υποψήφιοι πρόεδροι;
Τι έκανες στον πόλεμο μπαμπά;
Τι έκανες στον πόλεμο μπαμπά; Αυτή θα μπορούσε να είναι η ερώτηση κάθε παιδιού
στον πατέρα του για τα τελευταία έστω πενήντα χρόνια της επί γης παρουσίας του
στην Κύπρο. Γιατί έτσι κι αλλιώς η Κύπρος βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση εδώ
και πενήντα τόσα χρόνια, έστω κι αν άλλα εμφανίζει η βιτρίνα. Ο πόλεμος
συνεχίζεται από το 1955 ως σήμερα και δε λέει να τελειώσει, για ένα λαό που δεν
υπήρξε πολεμοχαρής, αντίθετα ήταν ειρηνικός, εργατικός, τίμιος, καλός νησιώτης.
Κι όμως αυτός ο λαός πάλεψε με τα δόντια για να επιτύχει την ένωση της Κύπρου με
την Ελλάδα. 1955-59. Όλος ένας ήλιος το πρόσωπό του, όλος περηφάνια βαδίζει στα
κρησφύγετα, στο ικρίωμα της αγχόνης, στις διαδηλώσεις της δακρυγόνου.
Αλλ΄ ιδού άγγελος Σατάν, από την Αγγλιτέρα, να εμβάλλει μίσος και να σπέρνει
ακάνθας και τριβώλους, και ιδού σχέδια επί σχεδίων. Το 1960 λέει ο λαός μας ν’
αναπαυτεί λιγάκι, να νοικοκυρευτεί, ν’ ανοίξει το καινούριο σπιτικό του μαζί με τους
γείτονες, τους αλλόφυλους, τους αλλόθρησκους, τους αλλόγλωσσους αλλά γείτονες
και μάλιστα καλούς, τόσα χρόνια μαζί και στους γάμους και στα σουνέτια και στις
κηδείες. Τα έζησε πραγματικά και δεν είναι ψέμα ούτε καμιά προπαγάνδα, τα έζησε
με το Σιεφκέτι το γιατρό, με τη μικρή Αϊσέ. Το 1960 δεχόμαστε το συμβιβασμό,
πρώτο και δυστυχώς όχι τελευταίο. Ήταν λανθασμένη η εκκίνηση, λεν οι ειδήμονες,
ήταν λανθασμένη η πορεία, λεν οι ειδικοί, λανθασμένα τα κεφάλια σας, λέει ο λαός,
που πάλεψε και θυσιάστηκε.
Κι εκεί που λέγαμε να νοικοκυρευτούμε, να μπούμε κι εμείς στο χορό των κρατών,
λίγο η νηπιακή μας ηλικία, λίγο οι μεγάλες τρικλοποδιές, λίγο απ’ όλα και πάλι ο
λαός στο μετερίζι, 1963, ενωμένος μπροστά στον οργανωμένο Τούρκο, στον
προσχεδιασμένο για διχοτόμηση, στον αυτοαπομονωνόμενο και πάντα
διαμαρτυρόμενο γιατί πιέζεται και του καταπατούνται τα δικαιώματα και
σφαγιάζεται, όλα σχεδιασμένα και τώρα πια πλήρως αποκεκαλυμμένα.
Στο μεταξύ το 1967 μέγα κακό βρίσκει την Ελλάδα, οι δικτάτορες θέλουν διά της
βίας να σώσουν τη χώρα, να σώσουν κι εμάς, με τα εδώ παρακλάδια τους και τα
παλιοτόμαρά μας. Ώσπου έρχεται η μεγάλη διαταγή, 1974 , να πέσει ο Μακάριος, δεν
ήταν νομάρχης επαρχίας, μα έπρεπε να υπακούσει στα μεγάλα αγύριστα κεφάλια
της κουφότητας. Άφρον πραξικόπημα.
Κι η κόκκινη σημαία να καραδοκεί, να μπαίνει στα καράβια, άλλα τα όνειρα του
πατέρα σου τόσα χρόνια, να δει ελληνικό καράβι στον ορίζοντα κι ας ήταν προ
Χριστού τριήρης, μα ήμασταν μακριά, έπρεπε να σωθεί το λεκανοπέδιο.
Κατά την Πρωτομαϊάν του αυτού έτους γινόμαστε πλήρες μέλος της Ευρώπης. Αυτό,
παιδί μου, να μην το ξεχνάς. Ό, τι κι αν έκαμα στον πόλεμο, εσύ να κοιτάς τα
συμφέροντα του τόπου, να διεκδικείς τα δικαιώματά σου και τα δικαιώματά μας και
να μην κάνεις πίσω. Όπως όλοι οι άνθρωποι, όπως όλοι οι Ευρωπαίοι έχουμε
δικαίωμα και στον ήλιο και στο φως. Κι αυτό κανείς δεν μπορεί να μας το πάρει, αν
δεν το επιτρέψουμε εμείς. Καλή χρονιά. Αίσιο μέλλον.
Διαπολιτισμικός διάλογος
Οι Ελληνοκύπριοι, θύματα της χειρότερης μορφής ρατσισμού (μας έχουν διώξει από
τα σπίτια μας, εκμεταλλεύονται παράνομα τη γη μας, έχουν καταστρέψει οι Τούρκοι
την πολιτισμική μας παράδοση- εκκλησιές, νεκροταφεία, αρχαιολογικούς χώρους,
τοπωνύμια) καλούμαστε από την Ευρωπαϊκή ΄Ενωση να εφαρμόσουμε στη ζωή μας
το διαπολιτισμικό διάλογο. Διάλογος, συν- ζήτηση, θέση και αντίθεση με
αναμενόμενο αποτέλεσμα τη σύνθεση, ζήτηση της αλήθειας με τον εαυτό μας
(διάνοια, κατά Κρατύλο) ή με άλλον ή άλλους, προσπάθεια εύρεσης της καλύτερης
δυνατής λύσης σε πρόβλημα, είναι μερικές σημασίες της πολυχρησιμοποιούμενης
τελευταία αυτής λέξης.
Ο διάλογος μπορεί να αρχίσει με μια καλημέρα από τα άτομα, τις ομάδες, τους λαούς
και να συνεχιστεί με διάνοιξη οδών γνώσεων και εμπειριών, αλλά και με εύρεση
λύσεων σε κοινά προβλήματα. Η πείρα του ενός ίσως να είναι σωτήρια για τον άλλο,
αλλά δεν θα ήταν γνωστή, άρα ούτε σωτήρια, αν δεν είχε την ευκαιρία να την
εξωτερικεύσει, να την εκ- φράσει.
Και επειδή ο καθένας δεν είναι μόνος στην κοινωνία, αλλά είναι μέλος μιας
κοινότητας, με ήθη και έθιμα, με πολιτισμική παράδοση, με έργα πολιτισμού τα
οποία αποτυπώνουν αυτή την κοινωνία στις διάφορες ιστορικές της στιγμές,
απαιτείται και σεβασμός όχι μόνο των ανθρώπων αλλά και του πολιτισμού των.
Είναι αδιανόητο να υποστηρίζουμε πως αγαπούμε τον ξένο, τον αλλόθρησκο, τον
αλλόγλωσσο, αλλά δεν ανεχόμαστε τον πολιτισμό του, τη γλώσσα, τα έθιμά του, που
αποτελούν μόρια του πανανθρώπινου πολιτισμού για τον οποίο περηφανευόμαστε.
Ως το τέλος της μέρας θα φανεί από τα αποτελέσματα της κάλπης ποιοι δυο θα
συνεχίσουν στο δεύτερο γύρο την πορεία τους για το Προεδρικό, κι ως το τέλος της
άλλης Κυριακής ο νικητής θα βαδίσει μόνος τον ανήφορο που τον περιμένει.
Τα κόμματα έκαμαν τη δουλειά τους όπως και άλλες φορές. Ο λαός όμως έχει το δικό
του κριτήριο κι αυτό είναι και πάλι που θα αναδείξει το νικητή. Το κριτήριο του λαού
όσο περνούν τα χρόνια, όσο πλησιάζουμε σε κρίσιμες στιγμές που κρίνουν την ίδια
την ύπαρξη μας, το λαϊκό ένστικτο, η λαϊκή σοφία, η συμπυκνωμένη πείρα των
περασμένων, όλα αυτά που δεν ξεγράφονται από το σκληρό δίσκο της ελληνικής
κυπριακής μνήμης θα αναδείξουν το νικητή της επόμενης Κυριακής.
Η πείρα του 2004 απέδειξε πως ο λαός μας εν πολλοίς αποτελείται από αυτόνομες
μονάδες, που δεν καθοδηγούνται από κομματικές προσταγές ή συμβουλές ή
παρακλήσεις αλλά κρίνουν και πράττουν με βάση το συμφέρον της πατρίδας. Την
επόμενη Κυριακή ο ίδιος αυτός λαός θα επιδείξει και πάλι τον ύπατο πατριωτισμό, θα
θέσει υπεράνω όλων την πατρίδα και θα εκλέξει τη σωτηρία της.
Ίσως να πονέσει ο πολίτης αν αντιταχτεί στις κομματικές γραμμές, ίσως και πάλι να
χρειαστεί την ψυχική δύναμη να αντισταθεί σε πιέσεις, όμως η ίδια η ελεύθερη
ύπαρξη της πατρίδα και προπάντων η αξιοπρέπειά της θα του δώσει τη δύναμη να
ανεβάσει το κεφάλι πάνω από την οχλαγωγία των συνθημάτων και να δώσει τη λύση
που ο ίδιος επιλέγει λαμβάνοντας υπόψη το παρελθόν το παρόν και το μέλλον αυτού
του λαού, σ’ αυτή τη μικρή κοιτίδα του πολιτισμού.
Γι’ αυτό και η δύναμη του καθενός έρχεται και πάλι η ώρα να επιδειχτεί. Στις
εκλογές, με την πένα στο χέρι και μπροστά στο ψηφοδέλτιο, πίσω από τις κουρτίνες ο
πολίτης βρίσκεται ενώπιος ενωπίω, αυτός και η συνείδησή του. Το βάρος είναι
τεράστιο, θα πρέπει όμως να το αντέξει και να αποδείξει πως το αξίζει. Αναλαμβάνει
με την ψήφο του την ευθύνη για το μέλλον του τόπου του.
Οι εκλογές, όταν είναι κρίσιμες και τόσο σημαντικές για την ίδια την ύπαρξη του
τόπου και του λαού μας, απαιτούν από τον καθένα να αναλάβει τις ευθύνες του, γιατί
μόνος αυτός είναι υπεύθυνος για την απόφασή του. Αιτία ελομένου, θεός αναίτιος.
Μη εμπλέκετε το θεό στις τέτοιες αποφάσεις σας, εσείς εκλέγετε, δική σας η ευθύνη,
λέει ο Πλάτων.
Άρα αυτές είναι οι στιγμές που ο καθένας πρέπει να συνέλθει εις εαυτόν, να κάτσει
κάτω με τον εαυτό του, να προβληματιστεί και να αποφασίσει, αλλά προπάντων να
αναλάβει την ευθύνη για την απόφασή του, γιατί δεν χωρούν μαζικές δικαιολογίες
στην τελική κρίση του καθενός μας.
Για πολλούς οι εκλογές δεν είναι παρά απόδειξη της τραγικότητας του ανθρώπου,
που εκφράζει τη θέλησή του ελεύθερα, αναλαμβάνοντας προπάντων την ευθύνη.
Εσωτερικά, μετά την εκλογή, ο καθένας πρέπει να αισθάνεται περήφανος, γιατί
υπήρξε ο αυτόνομος εαυτός του. Απέδειξε πως είναι άνθρωπος με όλη την
τραγικότητά του. Ελεύθερος και υπεύθυνος.
οίη περ φύλλων γενεή
Στο Ζ της Ιλιάδος έχουμε μια ωραία σκηνή, τη συνάντηση στη μάχη Διομήδη και Γλαύκου. Ο
Διομήδης ρωτά το Γλαύκο να του πει ποιος είναι. Κι αυτός απαντά: Όπως η γενιά των
φύλλων, έτσι και των ανθρώπων. Από τη μια τα φύλλα των δέντρων τα σκορπίζει ο άνεμος,
κι από την άλλη στο δάσος την άνοιξη τα δέντρα φυτρώνουν καινούρια φύλλα. Έτσι κι οι
γενιές των ανθρώπων. Φεύγει η μια, έρχεται η άλλη.
Με την ψήφο του στις εκλογές της περασμένης Κυριακής ο κυπριακός λαός αποφάσισε να
αλλάξει όχι μόνο τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας αλλά και να διαδεχτεί μια νέα γενιά τη γενιά
του 1955, που ως τώρα κυβερνούσε τον τόπο. Έπαινοι για την ακάματη εργατικότητα, το
σθένος, το κουράγιο, την πείρα, την αγωνιστικότητα των απερχόμενων ακουστήκαν από
όλους ανεξαίρετα. Είναι η γενιά που άλλαξε τη ροή της Ιστορίας στην Κύπρο, και τώρα είναι
η ώρα να δώσει στην επόμενη γενιά τα ηνία της διακυβέρνησης του τόπου.
Δυο νεότεροι μονομαχούν. Και πάλι ως το τέλος της μέρας θα φανερώσουν τα αποτελέσματα
της κάλπης τον εκλεκτό του λαού, το νεότερο ηγέτη του τόπου. Χρέος των ερχομένων είναι
να τιμήσουν τη γενιά που πέρασε με το να εκμεταλλευτούν την πείρα της, αλλά προπάντων
να αναθέσουν στους νέους τους σημαντικούς κόμβους της κυβέρνησης, γιατί ο τόπος έχει
ανάγκη και τη μαχητικότητα των νέων και την πείρα των παλαιών, τη νέα πνοή και τη νέα
οπτική γωνία από την οποία βλέπουν οι νέοι τα πράγματα, αλλά και το θησαύρισμα της
πείρας των παλαιών. Η ορθή επιλογή προσώπων θα είναι η πρώτη απόδειξη της δεξιότητας
του νέου προέδρου. Νέοι άνθρωποι σημαίνει προπάντων νέες ιδέες, ευρωπαϊκός
προσανατολισμός, απομάκρυνση από τα απολιθώματα του παρελθόντος, φτερά για ανέβασμα
και όχι μια από τα ίδια. Η ανήθικη δικαιολογία για ατασθαλίες «έτσι έκαναν και οι
προηγούμενοι» να μην ακουστεί ούτε να περάσει ως ιδέα από το νου των νέων. Η νέα γενιά
αναμένουμε να δώσει στην απερχόμενη τη χαρά πως η ζωή συνεχίζεται και οι αρχές και τα
θεμέλια της ελευθερίας και της αξιοπρέπειας του λαού μας δεν είναι διαπραγματεύσιμα. Τα
δέντρα ρίχνουν τα φύλλα και ξαναβγάζουν άλλα, αλλά τα δέντρα είναι ριζωμένα στο χώμα
όπως σ’ αυτό τον τόπο είναι ριζωμένος ο ελληνισμός, ο πόθος για ελευθερία, η ανθρωπιά.
Η μια γενιά έρχεται και ή άλλη φεύγει, αλλά η Κύπρος είναι εδώ. Οι μνήμες είναι ακόμα
ζωντανές. Δεν είναι η Ιστορία αποξηραμένα φύλλα αλλά ζώσα πραγματικότητα. Η εισβολή
και η κατοχή, η προσφυγιά και ο εγκλωβισμός, οι αγνοούμενοι και οι νεκροί του πολέμου
στήνουν ολόρθο μέγα τείχος απαιτήσεων αποκατάστασης του δικαίου που πρέπει να
περιέχεται στην οποιαδήποτε απόφαση για λύση του κυπριακού. Η καταπάτηση των
ανθρωπίνων δικαιωμάτων από την Τουρκία και η ανοχή της, η τουρκική αδιαλλαξία και τα
άνομα σχέδιά της, η εθελούσια ή συμφεροντολόγα τύφλωση των ξένων και μάλιστα των
Ευρωπαίων- στην οικογένεια των οποίων ανήκουμε- μπροστά στα οφθαλμοφανή, όλα αυτά
απαιτούν την ολομέτωπη επίθεσή μας για να λάμψει η αλήθεια και το δίκαιο.
Λόγοι προεκλογικοί ελέχθησαν πολλοί. Τώρα είναι ώρα των έργων. Εδώ στο αλώνι της
πραγματικότητας θα αποδείξει ο καθένας τη δύναμή του. Προσδοκούμε.
Προκηρύξεις και διαγγέλματα
Ανάμεσα σε δυο μεγάλες επετείους η σημερινή Κυριακή: της 25ης Μαρτίου, μέρας που
γιορτάζουμε την έναρξη της ελληνικής επανάστασης εναντίον των Τούρκων και της 1ης
Απριλίου, μέρας που τιμούμε την έναρξη του αγώνα της ΕΟΚΑ εναντίον των Άγγλων
αποικιοκρατών. Τούρκοι και Άγγλοι τότε, οι ίδιοι και τώρα. Εκείνοι να στραγγαλίζουν τις
ελευθερίες κι εμείς να πολεμούμε να ξαναφέρουμε τον άνθρωπο στην όρθια, σωστή του
θέση, με την περηφάνια και την αξιοπρέπειά του, που να μπορεί να ατενίζει το συνάνθρωπό
του και να μην ντρέπεται γιατί η δουλεία τον μετέτρεψε σε σκουλήκι. Ο επαναστάτης, ο
όρθιος άνθρωπος, επανίσταται, ξαναστέκεται στα πόδια του, αυτοδύναμος, και διακηρύσσει
πως δεν έχει ανάγκη τα δεκανίκια κανενός.
Αυτή την ανάγκη για επανάσταση, για επανατοποθέτηση στην σωστή θέση έχουμε και
σήμερα. Ήδη ακούγονται από χρόνια και έχουν ακουστεί και πρόσφατα τέτοιες φωνές, είτε
για επανατοποθέτηση του κυπριακού στη σωστή του βάση- θέμα εισβολής και κατοχής - είτε
για αποτίναξη του ζυγού των δήθεν εγγυητριών δυνάμεων της ανεξαρτησίας μας, γιατί η
Ιστορία μας έχει πια διδάξει πού οδηγούν οι εγγυήσεις.
Οι αντίπαλοι πάντα ήταν πιο μεγάλοι, πιο ισχυροί. Αλλά γι’ αυτό περηφανεύεται ο λαός μας.
Στο ίδιο μετερίζι και τώρα. Η Τουρκία απαιτεί να έχει λόγο για όλα στην Κύπρο και να
επεμβαίνει. Η Αγγλία εμφανίζεται ως ο διαιτητής για το καλό της δικαιοσύνης και της
ειρήνης, ενώ βασιλεύει διαιρώντας και διαιωνίζοντας την αδικία. Οι Τουρκοκύπριοι
περιμένουμε να απεγκλωβιστούν από το βραχνά της Τουρκίας, ενώ επαναλαμβάνουν
παραμύθια που μετέτρεψαν σε Ιστορία βάσει της οποίας απαιτούν παραμονή των τουρκικών
στρατευμάτων, παραμονή των εποίκων, δικαίωμα επεμβάσεως της Τουρκίας, αναγνώριση
του ψευδοκράτους, νόμιμη ιδιοκτησία των ήδη παράνομα κατεχόμενων περιουσιών μας.
Κι εμείς δε μιλούμε, για να προχωρήσουν οι συνομιλίες, που ουσιαστικά δεν άρχισαν. Είναι
μερικές φορές που παρέχεται η εντύπωση πως πρέπει να είμαστε ευτυχισμένοι αν
επιτύχουμε (!)– άκουσον άκουσον- να μας επιτραπεί να ζούμε στην πατρίδα μας με όλα τα
πιο πάνω πιεστικά βάρη, γιατί αν δεν υποχωρήσουμε, λέει, θα διχοτομηθούμε! Αν είναι
δυνατό! Μια χώρα, ολόκληρη μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΟΗΕ, στον 21 αιώνα!
Στις επετείους όμως σήμερα ο λόγος. Στις προκηρύξεις και στα διαγγέλματα. Την 1η
Απριλίου του 1955 κυκλοφορεί η πρώτη προκήρυξη του Διγενή: " Με τη βοήθεια του Θεού,
με πίστιν εις τον τίμιον αγώνα μας, με την συμπαράστασιν ολοκλήρου του ελληνισμού και με
την βοήθειαν των Κυπρίων αναλαμβάνομεν τον αγώνα διά την αποτίναξιν του αγγλικού
ζυγού.» Στην ίδια περίπου θέση και σήμερα. Με τους ίδιους συμμάχους πρέπει να
αναλάβουμε τον αγώνα για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού. Όχι στις εγγυήσεις της
Τουρκίας, όχι στην παραμονή τουρκικών στρατευμάτων, όχι στην παράνομη παραμονή
εποίκων, όχι στην προσφυγιά μας και στον εγκλωβισμό μας.
Το όραμα για ευτυχισμένη πατρίδα είναι παλαιό. Όπως ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος έγραφε σε
διάγγελμά του στις 27 Νοεμβρίου 1959 «Επιθυμούμε να ανατείλουν εις την Κύπρο
ευτυχέστεραι ημέραι. Ο Κύπριος αστός, ο Κύπριος αγρότης και εργάτης συνέλαβον μέσα εις
τον αγώνα καθαρότερον το νόημα της ζωής των και είδον εναργέστερον τα δικαιώματα και
τας υποχρεώσεις των. Μία νέα δύναμις, η οποία κατεπιέζετο επί αιώνας, ανήλθε διαρκούντος
του αγώνος εις την επιφάνειαν. Δύναμις ηθική, δύναμις δημιουργική, απορρέουσα από τα
ευρύτερα στρώματα του λαού και στηριζόμενη επί των ιδιαιτέρων αρετών και ικανοτήτων
του. Σήμερον, περισσότερον από κάθε άλλην φοράν, πρέπει να παραμείνωμεν ηνωμένοι, και,
ανεξαρτήτως πολιτικής ή κοινωνικής τοποθετήσεως, να εργασθώμεν δια την πλήρη
αξιοποίησιν των αγώνων και των θυσιών των τέκνων μας, δια την πραγμάτωσιν όλων
εκείνων των ευγενών ιδεωδών, τα οποία ετάξαμεν ως σκοπόν της ζωής μας και με το όραμα
των οποίων απέθανον οι μάρτυρες της κυπριακής ελευθερίας.»
Οι προκηρύξεις και τα διαγγέλματα επανατοποθετούν στην ιστορική τους διάσταση δίκαια
αιτήματά μας του παρόντος. Ας τ’ ακούσουμε, ας κρίνουμε και ας πράξουμε τα πρέποντα.
Μικρά μικρά μεγάλα
Πρώτο: Δεν ξέρω τι κάνει το δημαρχείο Λευκωσίας αλλά η Λήδρας κάπου στο τέρμα
της γέμισε μπανανόφλουδες. Ποιος τις έριψε χάμω κι άρχισαν να πέφτουν κάτω ο
ένας πίσω από τον άλλο; Τι περίμενε αυτός που έσπειρε στη Λήδρας
μπανανόφλουδες; Να γκρεμοτσακιστούμε, να σπάσουμε το κεφάλι, να δούμε την
αλήθεια, να συνειδητοποιήσουμε την κατάσταση, να αλλάξουμε μυαλά, να
σοβαρευτούμε, να παίξουμε το ρόλο στη σκηνή ενώ πίσω στα παρασκήνια να μας
παρακολουθούν, αλλά να μη φαίνονται, οι Τούρκοι στρατιώτες;
Δεύτερο: Τέρμα Λήδρας ήταν δεξιά στη γωνία πρατήριο τσιγάρων, Κόκος
Μιχαηλίδης, πιο κάτω αριστερά ποδήλατα Ουζουνιάν, αν έστριβες αριστερά πήγαινες
Χατζηκυριάκου, αν έστριβες δεξιά έμπαινες Ερμού, Ζάκο, Πεναρδής, Φαρμακείο
Αλέξη, Λαμπριανίδης, Καραπέτ ωρολογάς, Βαρνάβα καφενές, πρώτη πάροδος
αριστερά οδός Ξενοφώντος, μια ορθή γωνία, σκαρπάρικα, Στυλλής Ψημολοφίτης,
Ανδρέας Ιωαννίδης δερματέμπορος, Γιωρκής Μιτσερκώτης, Σοφιανός κρεβάτια
μεταλλικά, Ψάλτης Αγλαντζιώτης, στο τέρμα Λεωφορεία Θρασυβούλου Μόρφου.
Κυκλοφορούσαμε άνετα, παρέκει μπαινοβγαίναμε στον τουρκομαχαλλά, κι ο
λοκματζής κάπου πιο πάνω στη γωνία, κάπου πιο κάτω μπακάλικο Σολιάτη.
Ταυτότητα μάς ζητούσαν μόνο οι Άγγλοι στρατιώτες, γιατί η Αγγλία μας αγόρασε
από τους Τούρκους, κάπως έτσι, σαν τα πρόβατα ή σαν τους κριάρους. Η Ερμού, η
κυριότερη εμπορική οδός -η Λήδρας ήταν της αριστοκρατίας- μετατράπηκε με τη
σοφία των Άγγλων σε ερείπια, εκατοντάδες μαγαζιά πνίγηκαν, εκατοντάδες
οικογένειες είδαν τα πάνω κάτω. Νεκρά. Εμείς δεν ξέρω πώς κατορθώνουμε και τα
ξεχνάμε. Μόνο οι Τούρκοι πλήρωσαν σ’ αυτό τον τόπο το κακό και το θυμούνται και
το κάνουν παραμύθι και ιστορία;
Τρίτο: Είναι μερικά έγγραφα που προειδοποιούσαν πως δεν μπορείς να τα επιδείξεις
σε οποιονδήποτε, γιατί είναι έγγραφα του κράτους. Κάτι τέτοιο δεν είναι οι
ταυτότητες και τα διαβατήρια; Δεν είναι επίσημα έγγραφα του κράτους; Πώς το ίδιο
το κράτος που απαιτεί- και με το δίκιο του- να το σεβόμαστε, επιτρέπει στους πολίτες
του να επιδεικνύουν έγγραφα του κράτους σε παράνομα κρατίδια, σε παράνομη
αστυνομία, σε μη αναγνωρισμένη αρχή; Γιατί επιτρέπει στους πολίτες του να
παρανομούν με αυτό τον τρόπο; Πότε η βουλή θα ψηφίσει νόμο με τον οποίο θα
τιμωρείται οποιοσδήποτε επιδεικνύει ταυτότητα ή διαβατήριο σε αναρμόδια και
παράνομη αρχή; Αν μη τι άλλο για λόγους αξιοπρέπειας.
Τέταρτο: Πάντα στις σχολικές γιορτές η πρόβα τζενεράλε ήταν η πιο δύσκολη, αλλά
σιγά σιγά αναθαρρούσαμε πως θα επιτύχουμε, όλα καλά πήγαιναν, συνηθίζαμε ο
καθένας το ρόλο του, θα’ χει επιτυχία το έργο. Κάπως έτσι - δυστυχώς- βλέπω και το
άνοιγμα της Λήδρας. Σαν πρόβα τζενεράλε. Να συνηθίσετε εσείς εδώ, εκείνοι εκεί,
με τις διόδους σας και με τις σημαίες σας, με τις αστυνομίες σας και τα τελωνεία σας,
ως πάρα κάτω. Το κυπριακό πρόβλημα έγκειται στο πόσο θα το χωνέψετε πως έτσι
θα λυθεί, όπως κακιά η ώρα τώρα: σαν άνοιγμα της Λήδρας.
Πέμπτο και τελευταίο: Ευτυχώς οι Στωικοί δίδαξαν πως υπάρχουν πράγματα που
εξαρτώνται από σένα και υπάρχουν πράγματα που δεν εξαρτώνται. Από σένα
εξαρτάται αν θα ανεχθείς την αδικία, αν θα δείξεις διαβατήριο ή ταυτότητα σε
παράνομους, αν θα ανεχτείς τον τουρκικό στρατό να υπάρχει αλλά να μην τον
βλέπεις και άλλα. Δεν εξαρτώνται από σένα τα σχέδια των άλλων, εξαρτάται όμως
από σένα αν θα τα δεχτείς. Αθάνατοι Στωικοί!
Ο διάδρομος
Αυτός δεν ήταν διάδρομος. Ήταν σκοτεινός θάλαμος αερίων. Έβαζαν τον κατάδικο
στο διάδρομο και του’ λεγαν: Σκέψου τι θα πουν οι άλλοι. Έτσι πρέπει να
συμπεριφερθείς. Για να παρακαλέσουμε τον αρχηγό να σε λυπηθεί. Να σου δώσει
κανένα κόκαλο να γλύψεις κι εσύ. Σαν το σκυλί στην αυλή.
Αυτός δεν ήταν διάδρομος. Ήταν μετακινούμενοι δεξιά κι αριστερά τοίχοι, που
πλησίαζαν τον κατάδικο ασφυκτικά, να τον κάμουν θρύψαλα. Κι αυτός έπρεπε να
σκέφτεται τι θα πουν οι γειτόνοι, τι θα πουν οι άλλοι, τι θα πει ο μεγάλος.
Μπροστά άλλος τοίχος, να χτυπά το κεφάλι και να λέει: Έχετε δίκαιο, δεν υπάρχει
άλλος δρόμος. Με έχετε αποστομώσει. Μένω εμβρόντητος. Μένω ενεός. Είστε
μεγάλοι στα επιχειρήματα. Ήμαρτον. Δεν το ξανακάνω.
- Αν υπάρχει άλλος δρόμος, πες μας τον.
- Όχι. Μόνο αυτός. Μόνο οι συνομιλίες. Και πρέπει ν’ αρχίσουν αμέσως. Μεγάλη
πρόοδος στις επιτροπές. Τότε δεν υπήρχε μεζούρα να μετρήσουμε την πρόοδο, τώρα
βρέθηκε. Έχετε δίκαιο. Είστε μεγάλοι, αφού φτάσατε στο απροχώρητο. Είστε
μεγάλοι, αφού δεν έχετε διέξοδο. Αφού στριμώξατε τον κατάδικο στο διάδρομο.
Αφού χτυπά το κεφάλι στον τοίχο. Σας παραδέχεται. Το ογδόντα είναι ίσο με το
είκοσι. Το νόμιμο είναι ίσο με το παράνομο. Η Κυπριακή Δημοκρατία είναι ίση με
την παράνομη τουρκοκυπριακή διοίκηση. Εμείς φταίμε για το 63. Εμείς φταίμε για το
74. Εμείς φταίμε για το 2004. Εμείς στερήσαμε τους τουρκοκύπριους από τα
δικαιώματά τους. Εμείς δε σεβαστήκαμε τον πολιτισμό τους. Εμείς τους διώξαμε απ’
τα σπίτια τους. Έχετε δίκαιο. Δεν είμαστε μέλος του ΟΗΕ. Δεν ανήκουμε στην
Ευρώπη. Η μισή Κύπρος δεν κατέχεται παράνομα από τα τουρκικά στρατεύματα...
Οι τοίχοι του διαδρόμου πλησιάζουν. Μπροστά αδιέξοδο, πίσω αδιέξοδο και
προπάντων Αριστερά και Δεξιά αδιέξοδο. Η φωνή βροντερή: Δεν είναι αδιέξοδο.
Είναι στρατηγική, είναι πολιτική. Αν δεν την καταλαβαίνεις, δεν φταίμε εμείς. Φάε
στα μούτρα ένα κομμάτι τούρτα. Ολόκληρη θα σε βλάψει. Δεν είναι σχέδιο Ανάν.
Κομμάτι κομμάτι. Σαλαμάκι σαλαμάκι.
- Συντάσσει τοις εποίκοις; Συντάσσομαι.
- Συντάσσει τη εκ περιτροπής προεδρία; Συντάσσομαι. Μα εγώ…δεν…
- Σιωπή. Συντάσσει τη διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία; Συντάσσομαι. Μα…
- Σιωπή. Δεν θέλεις λύση. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Σκέψου τα ψηφίσματα του
ΟΗΕ. Μόνο γι’ αυτό μιλούν. Για την ισότητα. Δεν λεν για αποχώρηση ξένων
στρατευμάτων. Δεν λεν για σεβασμό της κυριαρχίας, ανεξαρτησίας, εδαφικής
ακεραιότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η φαντασία σου τα βλέπει.
- Συντάσσει τοις μέτροις οικοδόμησης εμπιστοσύνης; Συντάσσομαι. Αυτά μάλιστα.
Είναι σοβαρά. Από πού να περνούν τα ασθενοφόρα, πώς να περνούν οι κατάδικοι
στην άλλη χώρα, πώς να ταξιδεύουν στα ξένα, πώς να διέρχονται ανενόχλητα τα
απόβλητα του παχέος εντέρου και της ουροδόχου κύστεως από τη μια χώρα στην
άλλη χωρίς διαβατήριο.
Οι τοίχοι πλησιάζουν. Ο κατάδικος ασφυκτιά, φωνάζει: Εγώ θέλω να πάω στο σπίτι
μου. Πάρτε με στο σπίτι μου. Δώστε μου το σπίτι μου, κι ό,τι πείτε. Θέλω να πάω στο
σπίτι μου. Στη Μόρφου. Να ζήσω ευτυχισμένος. Μπορείτε, ω μεγάλοι;
ΝΕΡΟ ΚΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
Δέος και θαυμασμός συνοδεύουν τον αμαυρωμένο από τις βιοτικές μέριμνες
άνθρωπο, καθώς αναλογίζεται το θαύμα και τη δύναμη του φωτός. Φως εκ φωτός,
Θεός αληθινός εκ Θεού αληθινού ο Υιός Λόγος, Φως ο Πατήρ, φως ο Λόγος, φως
και το Άγιον Πνεύμα, Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστι, μας γράφει ο άγιος του
Έσσεξ, δηλαδή φως, φωτίζον και αγιάζον πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον
κόσμον. Είμαστε άρα κι εμείς αγιασμένοι με το θείο αυτό φως, απομένει όμως ο
μακρύς δρόμος να το διακρίνουμε κι ύστερα να το φανερώσουμε και στους άλλους
ανθρώπους. Ούτω λαμψάτω το φως υμών έμπροσθεν των ανθρώπων, όπως ίδωσιν
υμών τα καλά έργα και δοξάσωσι τον Πατέρα ημών τον εν τοις ουρανοίς. Φως είναι
και ο πνευματικός φωτισμός, η Αλήθεια, και τα έργα του φωτός, τα έργα της αγάπης,
της άλλης έννοιας που χαρακτηρίζει το Θείο.
Όμως ει το φως το εν σοι σκότος εστίν, το σκότος πόσον; Αν όμως το μάτι μας είναι
πονηρό, όλο το σώμα μας θα είναι πονηρό. Ώστε, αν αυτό που λέμε οι πονηροί φως,
είναι σκότος, ας σκεφτούμε πόσο είναι το σκοτάδι αυτό καθεαυτό που έχουμε ο
καθένας μέσα μας.
Το μόνο προς το παρόν που αντιλαμβανόμαστε είναι πόσο ανάξιοι είμαστε να
ονομαζόμαστε υιοί φωτός, αν δεν έχουμε καθαρθεί στις αισθήσεις και στην ψυχή.
Ζούμε μέσα στον κόσμο των αισθητών και αυτός ο κόσμος μας τραβά περισσότερο
με το βάρος μας και με την έλξη του, ενώ ο άλλος, ο πνευματικός, τον οποίο
ορεγόμεθα και για τον οποίο πλαστήκαμε είναι βαθιά μέσα μας χωμένος, όπως κάτω
από τη γη μέσα στους τάφους ο νεκρός εαυτός μας, που περιμένει την ανάσταση.
Αυτό που μας μένει ίσως είναι η ελπίδα ότι κάποτε θα αξιωθούμε να δούμε το φως,
και αυτό στριφογυρίζει στο νου και στην παιδεμένη καρδιά ως απομεινάρι των
παιδικών αναμνήσεων, ο πόθος επιστροφής στην Εδέμ, στο γενέθλιο τόπο, στην
πρώτη αθωότητα που χάσαμε με τα χρόνια και με τη γνώση, όταν εξοριστήκαμε από
τον παράδεισο για την παρακοή.
Προς το παρόν ως λαός είμαστε ο καθήμενος εν σκότει και σκιά θανάτου και φως δε
βλέπουμε, γιατί το έχουμε σβήσει με τον υπέρμετρο ρεαλισμό μας. Το φως είναι
πνευματικό, ζει στον κόσμο του ιδανικού. Και όμως ακόμα και αυτά τα ιδανικά για
μας είναι τα τόσο νόμιμα και τόσο δίκαια και τόσο σε άλλους φυσικά, που
διερωτώμαστε πώς, ποιος και τι έφταιξε, με αποτέλεσμα και τα πιο φυσικά για τους
άλλους, να καταντήσουν για μας ιδανικά απρόσιτα: να ξέρω την τύχη του
αγνοοούμενου αδελφού μου, να χαίρομαι το σπίτι και το χωριό μου, να είμαι
ελεύθερος στον τόπο μου με κατοχυρωμένα τα ανθρώπινα δικαιώματα. Τίποτε
παραπάνω.
Δεν είναι μόνο οι περιουσίες μας που κλάπηκαν και η τριαντατετράχρονη έξωση από
τον παράδεισο, είναι και η ίδια η ζωή μας που διαψεύδεται καθημερινά και ρίχνεται
στη λάσπη και ποδοπατείται από ομοεθνείς, ομόγλωσσους και όμαιμους. Είναι αυτά
που πιστεύαμε, και τα οποία μας στήριξαν στη ζωή, που τα βλέπουμε να
αλλοιώνονται και να παραποιούνται με τη φενάκη μιας δήθεν επιστημονικής
αλήθειας. Είναι η απογοήτευση για ένα ουράνιο ηρωικό παρελθόν, και ένα θλιβερό
παρόν με αβέβαιο μέλλον του τόπου και του λαού μας.
Ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα. Αλλά εμείς βλέπουμε το σκότος να
καταβροχθίζει το φως μας, ένα πέπλο συγνεφιάς και πολύ γκρίζο στον ορίζοντα. Το
σκότος απλώνεται, διεκδικεί, κατοχυρώνει, ενώ εμείς παραμένουμε εις την ιδίαν
θέσιν. Προς το παρόν είμαστε ο λαός ο καθήμενος εν σκότει.
Επειδή όμως είναι τόσο μεγάλη η ευσπλαχνία και η αγάπη Του, που αγκαλιάζει
ζώντας, νεκρούς, ζωντανούς νεκρούς, γι’ αυτό ευχόμεθα να δούμε και το μέγα φως.
Η συνέπεια στην ασυνέπεια
Ο μακαριστός δάσκαλός μας Φρίξος Πετρίδης μάς εφιστούσε την προσοχή στη
συνέπεια στην ανορθογραφία. Αν γράφαμε λανθασμένα μια λέξη, κατά τον ίδιο
τρόπο λανθασμένα έπρεπε να τη γράψουμε και πιο κάτω. «Ας είστε ανορθογράφοι,
όχι όμως ασυνεπείς. Και στην ανορθογραφία ακόμα να έχετε συνέπεια.» Τον
θυμήθηκα τώρα με τη συνέπεια της τουρκικής πλευράς στην ασυνέπεια. Υπογράφει
αλλά δεν τηρεί τις συμφωνίες. Έχει συνέπεια. Εκδίδονται ψηφίσματα από διεθνείς
οργανισμούς εις βάρος της, κωφεύει. Έχει συνέπεια.
Μερικά παραδείγματα. Το 1974, στην εισβολή, ενώ αποδέχεται την εκεχειρία,
καταλαμβάνει Τράχωνα, Νεάπολη, Ομορφίτα, μέρος του Καϊμακλιού, Φτέριχα,
Κάρμι, Σύσκληπο, Άγιο Ερμόλαο, Καράκουμι, Καζάφανι, Άγιο Επίκτητο, Δίκωμο,
Σιχαρί, Βουνό, Καραβά, Λάπηθο. (Γιάννη Λάμπρου, Ιστορία του Κυπριακού, Τα
χρόνια μετά την ανεξαρτησία, 1960-2004).
Το Συμβούλιο Ασφαλείας υιοθέτησε στις 20 Iουλίου 1974 ψήφισμα με το οποίο ζητεί
να αποκατασταθεί η συνταγματική δομή της Kυπριακής Δημοκρατίας και καλεί όλα
τα Kράτη να σέβονται την κυριαρχία, ανεξαρτησία και εδαφική ακεραιότητα της
Kύπρου. Απαιτεί άμεσο τερματισμό της ξένης στρατιωτικής επέμβασης στην
Kυπριακή Δημοκρατία και ζητεί την αποχώρηση χωρίς καθυστέρηση του ξένου
στρατιωτικού προσωπικού που βρίσκεται στο νησί πέραν των προνοιών διεθνών
συμφωνιών.
Και όμως. Τα τουρκικά στρατεύματα παραμένουν ως σήμερα στην Κύπρο και δεν
ξέρουμε αν θα δεχτεί η τουρκική πλευρά να «σχηματιστεί επιτροπή» να συζητήσει το
ακανθώδες θέμα. Όπως με τους εποίκους, προϊόν εγκλήματος πολέμου, συμπολίτες
του κυρίου Ταλάτ, για τους οποίους, λέει, δε συνομιλεί. Κόκκινη γραμμή. Κι εμείς;
Όταν οι Τούρκοι ανακήρυξαν το ψευδοκράτος τους, με το 541 ψήφισμα που
υιοθετήθηκε από το Συμβούλιο Aσφαλείας, στις 18 Nοεμβρίου 1983, εκφράζεται η
ανησυχία για την πράξη τους αυτή, και επειδή θεωρεί το Συμβούλιο Ασφαλείας ότι
τούτο είναι ασυμβίβαστο με την ύπαρξη της Kυπριακής Δημοκρατίας και ότι η
προσπάθεια δημιουργίας μιας «Tουρκικής Δημοκρατίας της Bόρειας Kύπρου» είναι
άκυρη, την αποδοκιμάζει και ζητά την ανάκληση της ανακήρυξης. Τέλος, καλεί όλα
τα Κράτη να σέβονται την κυριαρχία, ανεξαρτησία, εδαφική ακεραιότητα και το
αδέσμευτο της Kυπριακής Δημοκρατίας και τα καλεί να μην αναγνωρίζουν
οποιοδήποτε κυπριακό κράτος άλλο από την Kυπριακή Δημοκρατία.
Τώρα; Η τουρκική πλευρά απαιτεί να διαλυθεί η Κυπριακή Δημοκρατία, να
αναγνωρίσουμε το ψευδοκράτος εμείς οι ίδιοι, να παραβιάσουμε το ψήφισμα και να
δημιουργήσουμε το νέο μας κράτος με «παρθενογένεση». Συνέπεια στην ασυνέπεια
υπάρχει. Όσα ψηφίσματα θέλετε εκδώστε. Η τουρκική πλευρά θα τα αχρηστεύσει και
θα απαιτήσει από μας τα αντίθετα από τα διακηρυγμένα διεθνώς ορθά και δίκαια.
( Εδώ, εμείς οι ίδιοι δίνουμε υπόσταση στο ψευδοκράτος επιδεικνύοντας ταυτότητα
της νόμιμης Κυπριακής Δημοκρατίας στους παράνομους αστυνομικούς του
ψευδοκράτους. Πού οδηγούμε εμείς οι ίδιοι την Κυπριακή Δημοκρατία;)
Είναι και οι συμφωνίες. Η Συμφωνία της Τρίτης Βιέννης πόσο εφαρμόστηκε;
Αύγουστος του 1975, τρίτη φάση συνομιλιών, συζητούν για ομόσπονδη κυβέρνηση
Κληρίδης Ντεκτάς, με τόσα και τόσα συμφωνηθέντα για τους Ελληνοκυπρίους που
παρέμεναν εγκλωβισμένοι στο βορρά, υποσχέσεις για διευκολύνσεις παντός είδους.
Και όμως. Η τουρκική πλευρά εξαπέστειλε τους εγκλωβισμένους σχεδόν όλους στο
νότο, εκτός των ηρωικών εκείνων μορφών, που παραμένουν όρθιοι στη γη τους και
τιμούν τον κυπριακό ελληνισμό με την απόφαση και την ανθρωπιά τους.
Συμφωνίες Υψηλού επιπέδου. Με τον αρχιεπίσκοπο Μακάριο, με τον Σπύρο
Κυπριανού, με προτεραιότητα για επανεγκατάσταση στα Βαρώσια, συμφωνία για
τους Αγνοουμένους Κληρίδη Ντεκτάς του 1997, συμφωνία 8ης Ιουλίου 2006
Παπαδοπούλου Ταλάτ.
Τόσες συμφωνίες, τόσα ψηφίσματα, γραμμένα «στα σαγόνια της γης, στα σαγόνια
της θάλασσας», για να θυμηθούμε το Σεφέρη.
Τελειώνουμε με τον Πιν και τα σκέλεθρα του ναυαγίου στο Φιλελεύθερο της
Τετάρτης (7.5.2008): «Ρε διάλογε του 1977… ρώτα το διάλογο του 2004… πότε θα
έρθει ο διάλογος του 2008; Δεν θα έλθει… θα τον πνίξουν στο λιμάνι.»
Αυτό προνοεί η συνέπεια στην ασυνέπεια.
Συνταγματικά Δικαιώματα
Το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας μπορεί να είναι ένα κριτήριο της επιτυχίας
ή αποτυχίας μας στη λύση του κυπριακού, και ιδιαίτερα το μέρος εκείνο του
Συντάγματος που κατοχυρώνει τις ελευθερίες και τα δικαιώματα των πολιτών. Όσο
πιο κοντά του είμαστε, τόσο καλύτερα. Όσο πλησιάζουμε στους περιορισμούς του
στην άσκηση των ελευθεριών μας, τόσο το χειρότερο.
Πρώτα πρώτα όμως καταφεύγω στο Σύνταγμα, μολονότι δεν είμαι ούτε νομικός ούτε
συνταγματολόγος, για να υπενθυμίσω ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ορκίζεται
όταν αναλαμβάνει την εξουσία ότι θα τηρεί τους νόμους και το Σύνταγμα, άρα τούτο
είναι καθοριστικό και για τη λύση και για τις αποφάσεις του Προέδρου, που δεν
μπορούν να αντίκεινται σ’ αυτό. Ο Πρόεδρος, λοιπόν, όταν εγκαθίσταται ενώπιον
της Βουλής διαβεβαιώνει «επισήμως πίστιν και σεβασμόν εις το Σύνταγμα και εις
τους συνάδοντας αυτώ νόμους και εις την διατήρησιν της ανεξαρτησίας και της
εδαφικής ακεραιότητος της Δημοκρατίας της Κύπρου». Και αμέσως τα ερωτήματα: Η
λύση που θα δοθεί θα διατηρεί την ανεξαρτησία και ακεραιότητα της Δημοκρατίας
της Κύπρου; Αν όχι, είναι ορθό ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να υπογράψει
οτιδήποτε αντίθετο από όσα καθορίζει το σύνταγμα;
Και παρακάτω τα ανθρώπινα δικαιώματα.
- Κανένας νόμος δεν θα « υποβάλλει εις δυσμενή διάκρισιν οιανδήποτε εκ των δύο
κοινοτήτων ή οιονδήποτε πρόσωπον ως τοιούτον ή υπό την ιδιότητα αυτού ως μέλους
κοινότητος.» Έλληνες και Τούρκοι της Κύπρου θα έχουν στη νέα διευθέτηση τα ίδια
δικαιώματα; Δεν θα υπάρχει διάκριση; Όντως κανένας δεν θα «υποβάλλεται εις
βασανιστήρια ή εις απάνθρωπον ή ταπεινωτικήν τιμωρίαν ή μεταχείρισιν.»; Θα
έχουμε όλοι «δικαίωμα αξιοπρεπούς διαβιώσεως και κοινωνικής ασφαλείας»;
Κανένας δε θα τελεί «εις κατάστασιν δουλείας ή υποτελείας»; Θα έχουμε «το
δικαίωμα ελευθερίας και προσωπικής ασφαλείας»; Θα απαγορεύεται η «ποινή της
γενικής δημεύσεως της ιδιοκτησίας»; Και προπάντων θα ισχύει το ΑΡΘΡΟΝ 13: «
Έκαστος έχει το δικαίωμα ελευθέρας μετακινήσεως εντός του εδάφους της
Δημοκρατίας και διαμονής εις οιονδήποτε τμήμα αυτής υποκείμενος εις τους υπό του
νόμου επιβαλλομένους, αναγκαίους δε κρινομένους μόνον διά την άμυναν ή την
δημοσίαν υγείαν περιορισμούς ή ούς προβλέπονται ως ποινή επιβαλλομένη υπό του
αρμοδίου δικαστηρίου.»; Και θα ισχύει το 2: «Κανένας δε θα εξορίζεται υφ’
οιασδήποτε περιστάσεις»; Θα είναι σεβαστή η ιδιωτική και οικογενειακή μας ζωή; Η
κατοικία μας θα είναι απαραβίαστη; Ή καλύτερα θα έχουμε την κατοικία μας, όπως
την είχαμε, ή άλλοι θα κατοικούν μέσα σ’ αυτήν κι εμείς θα μένουμε απ’ έξω; Η
επικοινωνία ή η αλληλογραφία θα είναι σεβαστά και στα δυο συνιστώντα; Και για
να’ ρθουμε στα πνευματικά μας δικαιώματα, θα έχουμε «το δικαίωμα ελευθερίας
σκέψεως, συνειδήσεως και θρησκείας.»; Και πράγματι «ουδεμία νομοθετική,
εκτελεστική ή διοικητική πράξις της Δημοκρατίας δύναται να κάμη δυσμενή
διάκρισιν εις βάρος οιουδήποτε θρησκευτικού ιδρύματος ή θρησκείας»; Με άλλα
λόγια, θα μας δοθούν οι εκκλησιές και τα μοναστήρια μας και θα είναι σεβαστά σε
οποιοδήποτε συνιστών; Θα έχουμε « το δικαίωμα ελευθερίας του λόγου και της καθ’
οιονδήποτε τρόπον εκφράσεως»; Θα ισχύει το δικαίωμα της ελευθερίας της γνώμης,
«της λήψεως και μεταδόσεως πληροφοριών και ιδεών άνευ επεμβάσεως οιασδήποτε
δημοσίας αρχής και ανεξαρτήτως συνόρων.»; Θα’ χουν δικαίωμα εκπαίδευσης τα
παιδιά μας ή θα ελέγχονται βιβλία και δάσκαλοι και θα απορρίπτονται, αν δεν
αρέσουν σ’ ένα συνιστών; Μπορεί δηλαδή κάθε συνιστών να φέρνει τη δικαιολογία
ότι για λόγους ασφαλείας το τάδε κεφάλαιο πρέπει να σβηστεί και το άλλο να
αλλάξει; Θα έχουμε το δικαίωμα να συνερχόμαστε ειρηνικά, να συνεταιριζόμαστε, να
ιδρύουμε συντεχνίες;
Σε γενικές γραμμές, πόσο θα ισχύουν τα δικαιώματα και όχι οι περιορισμοί στην
άσκηση των δικαιωμάτων; Οι περιορισμοί στο σύνταγμα είναι δηλωμένοι, όπως «
προς το συμφέρον της ασφαλείας της Δημοκρατίας ή της συνταγματικής τάξεως ή της
δημοσίας ασφαλείας ή της δημοσίας τάξεως ή της δημοσίας υγιείας ή των δημοσίων
ηθών ή της προστασίας των δικαιωμάτων και ελευθεριών των ηγγυημένων υπό του
παρόντος Συντάγματος εις παν πρόσωπον…» Μήπως θα περιοριστούν τα
περισσότερα δικαιώματα για λόγους ασφαλείας ενός συνιστώντος ή για άλλους
λόγους; Και τέλος το ΑΡΘΡΟΝ 23 « Έκαστος, μόνος ή από κοινού μετ’ άλλων, έχει
το δικαίωμα να αποκτά, να είναι κύριος, να κατέχη, απολαύη ή διαθέτη οιανδήποτε
κινητήν ή ακίνητον ιδιοκτησίαν και δικαιούται να απαιτή τον σεβασμόν του τοιούτου
δικαιώματος αυτού.» Πόσο θα ισχύει το άρθρο αυτό;
Απ’ όλα τα πιο πάνω νομίζω πως φάνηκε ότι κριτήριο της επιτυχίας μας στη λύση
που θα δοθεί στο κυπριακό θα είναι και το πόσο κοντά στο Σύνταγμα της Κυπριακής
Δημοκρατίας και στα συνταγματικά μας δικαιώματα θα είμαστε ή, αντίθετα, πόσο
κοντά στους περιορισμούς, που μηδενίζουν τα δικαιώματα. Ίδωμεν και κρίνωμεν.
Για να συμβιώσεις, πρέπει πρώτα να επιβιώσεις
Έχεις μια γεύση τρικυμίας στα χείλη. Μα πού γύριζες, Αμμόχωστος, κι εσύ κι ο
δήμαρχός σου και τα προσφυγόπουλά σου; Πού γύριζες;
Όταν ένα μέλος του ελληνισμού πάσχει, όλος ο ελληνισμός συμπάσχει.
Όταν ένα μέλος του ελληνισμού πληγώνεται και πονά, όλος ο ελληνισμός συμπάσχει,
κι ας μην το ξεχνάμε. Όσο υπάρχουν Ελληνοκύπριοι που συγχορεύουν και
συντραγουδούν με τους Τουρκοκυπρίους – και καλά κάνουν, αφού πιστεύουν πως
έτσι κάποτε θα τα βρούμε- άλλο τόσο πρέπει να υπάρχουν κι αυτοί που συνεχώς θα
υπενθυμίζουν τις μεθόδους που μετέρχεται η Τουρκία, για να επιτύχει τους
επεκτατικούς της σκοπούς. Και το τίμημα το πληρώνει ο ελληνισμός, όταν βρίσκεται
τείχος μπροστά στα σχέδιά της.
Ως το 1955 στην Κωνσταντινούπολη, Ίμβρο και Τένεδο η κατάσταση ήταν υπό
έλεγχο. Από το 1955 και εξής κάθε κίνησή μας στην Κύπρο για ελευθερία είχε τις
άμεσες συνέπειές της στον ελληνισμό της Κωνσταντινούπολης, της Ίμβρου και της
Τενέδου. Το 1964 το ίδιο, το 1974 το ίδιο.
Πρώτα να κτυπηθεί η ελληνική γλώσσα και η ορθοδοξία. Τα σχολεία κλείνουν το ένα
μετά το άλλο, οι εκκλησιές γκρεμίζονται. ( Ό, τι γίνεται τώρα και στην Κύπρο. Και
όμως οι επιτροπές κι οι ηγέτες συμφώνησαν πως πρέπει όλοι να σέβονται την
πολιτισμική κληρονομιά, της κάθε κοινότητας και την κοινή. «Κοινή» λέγοντας
ελπίζω να μην εννοούν τις άγιές μας εικόνες που βρίσκονται στα ονομαζόμενα από
αυτούς «μουσεία», εκκλησίες μας.)
Συρρίκνωση του πληθυσμού των Ελλήνων στην Πόλη, Ίμβρο και Τένεδο. Πιέσεις
στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Τα πάντα προσχεδιασμένα το 1955,
ενορχηστρωμένα, πραγματοποιημένα. Έλληνες έχασαν τη ζωή τους, άλλοι
τραυματίστηκαν, έπεσαν θύματα βιασμών, καταστήματα ισοπεδώθηκαν, ορθόδοξες
εκκλησίες με κειμήλια ανεκτίμητης αξίας διαγουμίστηκαν, τάφοι συλήθηκαν. (Οι
Ελληνοκύπριοι που επισκέφτηκαν τα κατεχόμενα έχουν ανεξίτηλες πληγές στη μνήμη
από τις ίδιες εικόνες!) Δημοσιογράφοι, δάσκαλοι, ιερείς διώχτηκαν. Η χρήση της
ελληνικής απαγορεύτηκε. Τα ελληνικά σχολεία άδειασαν. (Τα ίδια ζήσαμε στην
Καρπασία!)
Το 1963 η τουρκική κυβέρνηση εκβιάζει την Αθήνα με απομάκρυνση του
Πατριαρχείου και με μαζικές απελάσεις. Το 1996 απομένουν λίγοι Έλληνες στην
Κωνσταντινούπολης, άνω των εξήντα πέντε ετών.
( Παραλληλίστε με το σχέδιο Ανάν- ποιοι να επιστρέψουν, ποιας ηλικίας, πότε!)
Δεσμεύσεις περιουσιών, απαγόρευση μεταβίβασης περιουσίας. (Σε μας- λέει -θα
επιστρέψουν οι ζώντες κάτοχοι τίτλων ιδιοκτησίας, όχι όμως τα παιδιά κι οι
κληρονόμοι τους!) Οι συνθήκες διαβίωσης αφόρητες, απαγόρευση στους ιερείς να
μπαίνουν σε σχολεία, απαγόρευση διακίνησης ελληνικών βιβλίων. (Όρα Γυμνάσιο
Ριζοκαρπάσου!)
Στην Ίμβρο και Τένεδο η κατάργηση της ελληνικής παιδείας χτυπά στη ρίζα του τον
ελληνισμό των δυο νησιών. (Γι’ αυτό πρέπει να προσέξουμε την ελληνική μας
παιδεία και να αφήσουμε ανέγγιχτη την Ιστορία μας). Τα νησιά αυτά υποτίθεται πως
με βάση τις συμφωνίες θα είχαν τοπική αυτοδιοίκηση. (Πόσες συμφωνίες στην
Κύπρο σεβάστηκαν ως τώρα οι συνεταίροι;) Οι Τούρκοι ίδρυσαν στην Ίμβρο
διδασκαλείο-ορφανοτροφείο που εκπαίδευε Τούρκους δασκάλους- πυρήνα διάδοσης
της τουρκικής παιδείας. Στην Τένεδο, εκτός από τις επιθέσεις εναντίον των
σχολείων, αρχίζει εποικισμός χιλιάδων Τούρκων. (Γνωστό το έγκλημα στην Κύπρο,
κι όμως δεν συζητείται στις επιτροπές, αφού πρόκειται για τους… συμπολίτες
τους!!!) Εγκαθίσταται στρατόπεδο χωροφυλακής, τρομοκρατούν οι Τούρκοι
βαρυποινίτες στην ανοιχτή αγροτική φυλακή που ιδρύουν εκεί. (Έχουμε ακόμα πολλά
να δούμε! Προς το παρόν παίρνουμε μια γεύση από το παράλληλο: αποστέλλουν στις
ελεύθερες περιοχές λαθρομετανάστες.) Απαλλοτριώνονται καλλιεργήσιμα εδάφη με
τιμή πιο κάτω από ενός αυγού. ( Το ίδιο σχεδιάζει κι ο Ταλάτ με τις αποζημιώσεις σε
τιμές ΄74!) Από τις χιλιάδες Έλληνες, ελάχιστοι απομένουν. Από πλειονότητα
κατάντησαν μειονότητα στη δική τους πατρίδα. (Πρώτα το έχουν πάθει εδώ οι
Τουρκοκύπριοι. Οι Ελληνοκύπριοι ακολουθούν.) Ελιθάσθησαν, εν φόνω μαχαίρας
απέθανον, τα βάσανα δεν έχουν τελειωμό. (Γι’ αυτό, προτιμότερο να προσγειωθούμε,
χωρίς να πάψουμε να προσπαθούμε.)
Η Θεολογική Σχολή της Χάλκης κλείνει, γιατί – λέει- θέτει σε κίνδυνο «τον
κεμαλικό χαρακτήρα του τουρκικού κράτους». Οι Έλληνες μαθητές, όσοι απέμειναν,
αρχίζουν κάθε πρωί τα μαθήματά τους με το« ׃Είμαι Τούρκος» και τα τελειώνουν με
τη φράση«׃Είμαι ευτυχής που γεννήθηκα Τούρκος». (Ο δικός μας Πενταδάχτυλος!)
Όταν επισκέπτεται την Ίμβρο ο ελληνιστής Robert Blake, γράφει: « Στα Αγρίδια,
στην Ίμβρο, υπάρχουν αρκετά μισογκρεμισμένα σπίτια, που θυμίζουν στοιχειωμένο
χωριό. Π.χ. το φάντασμα του υφαντουργείου, που έκλεισε την ημέρα της τουρκικής
εισβολής στην Κύπρο. Μέσα από τα σπασμένα τζάμια αυτής της σταματημένης
βιοτεχνίας απέναντι από την επίσης ερειπωμένη σαπωνοποιία υπάρχει ακόμη το
σκονισμένο υφαντό πάνω στον αργαλειό, ακριβώς όπως το είχαν εγκαταλείψει οι
ντόπιοι υφαντουργοί στις 20 Ιουλίου του 1974...»
Όταν ένα μέλος του ελληνισμού πάσχει, όλος ο ελληνισμός πονά και συμπάσχει.
Μπορεί η Ιστορία να μην επαναλαμβάνεται, οι μέθοδοι όμως των Τούρκων
πολυγραφούνται. Άρα μπορούμε να διδαχτούμε και να προβλέψουμε. Γι’ αυτό
αναγκαία τα προσεκτικά βήματα κι η βαθιά μελέτη. Οι πανηγυρισμοί να λείπουν.
Η αυλή μας
(τη ιδία διαλέκτω)
Μες στην αυλήν εμεινίσκαν δκυο οικογένειες, η δική μας- του Παπαδάμου όπως τον
έξερεν ο κόσμος ούλλος- τζιαι της Κατριγιές. Εμείς είμαστεν οχτώ, ο Παπαδάμος, η
παπαδκιά, ο παππούς, η στετέ, τζιαι τα τέσσερα παιδκιά, δκυο κόρες τζιαι δκυο
γυιούδες. Στα πισινά εμείνισκεν η Κατριγιέ τζι ο Τζιεμαλής, ο γυιος της.
Το σπίτιν ήταν ΄νου Εγγλέζου, που το εγόρασεν ΄που έναν ππασιάν, τζι’
επκιερώνναμέν του ενοίκιον. Ο ππασιάς εσκότωσεν έναν Bένετον τζι έπιαν το, τζι o
Bένετος ΄που έναν Φράγκον, τζι ο Φράγκος ΄που ένα Ρωμιόν που τα ΄βαλεν με τους
Σαρατζιηνούς τζιαι πριν είχαν το σπίτιν κάτι Ρωμαίοι, τζιαι πριν πριν πριν τα παιδκιά
της Εβροϊτούς που τα Κούκλια.
Επκιερώνναμεν το νοίτζιν, μα ο Εγγλέζος εν τζι ήταν του χαϊρκού, έβαλλεν την
Τουρκούν πάνω, να μαλλώννουμεν, ώσπου μιαν ημέραν ο Παπαδάμος άρκεψέν του
τες φωνές, εσύραμεν του τζιαι μια δκυο με το σιεπέττον, άρπαξεν τον μιτσίν μας τζι
εκρέμμασέν τον πα’ στη συκαμιάν της αυλής, όπως εκρεμμάσαν τζιαι τον παππού
του παππού μας οι Τούρτζιοι κάμποσα γρόνια πριν.
Ο Παπαδάμος επήε στους δικεόρους, στα δικαστήρια, ενοίκιον κανεί. Ελαλούσαν μας
ούλλοι «έσιετε δίτζιον», αλλά τίποτες εν εγίνετουν. Στο τέλος εμάθαμεν το
παραμύθιν, «έσιετε δίτζιον», αλλά τίποτε εν γίνεται, τζιαι λαλούμεν το ως τωρά.
Ο Παπαδάμος είπεν να κάτσει με τον Εγγλέζον τζιαι την Κατριγιέ να δώκουν
νεπαμόν, εσυφφωνήσαν τζι είπαμεν να πάει πάσα κακόν. Αμμά η Τουρκού επήρε μας
πρέφαν, εν άφηννεν να γοράσουμεν τίποτε στο σπίτιν αν δεν την αρωτούσαμεν,
αρκέψαν τζι οι απαιτήσεις, ο Τζιεμαλής να’ν τριάντα ποδά, σαράντα ποτζιεί, τζι εμείς
ό, τι μείνει. Ο Παπαδάμος ενευρίασεν, «εν ν’ αλλάξω σελίδα», λαλεί τους, τζιείνοι
εβάλαν τες φωνές, ήρταν οι συγγενείς τους να μας κρούσουν, επειράξαν τζι οι δικοί
μας νάκκον τα Τουρτζιά, τζιαι τούτοι εκόψαν την αυλήν τζι έν μας αφήνναν πκιον να
κοντέψουμεν τα ττέλια.
Μιαν ημέραν, έσιει καμιά τριανταπενταρκά γρόνια, ο μιτσής, πελλοκοπελλούιν,
άρπαξεν το τζυνηετικόν, έβαλέν τα με τον Παπαδάμον, «να σε παίξω», λαλεί του, «έθ
θελεις να σμίξουμε με τους άλλους συγγενείς, τζι αρέσκει σου δαμέσα να παίζεις τον
μάγκαν».
-Ρε γυιε μου, ρε καλέ μου, κάτσε στ’αβκά σου τζι η Τουρκού περιμένει την ώρα να
φωνάξει τους συγγενείς της να μας φάει το σπίτι.
Ώσπου να δεις τζιαι να πεις, κατεβαίνουν οι συγγενείς της Τουρκούς, εκάτσαν μας
του βούρου, εδώκαν μας παν΄ στη κκελλέν, εγαιματώσαμ μας, ατιμάσαμ μας,
αρπάξαν τζιαι το μισό σπίτι τζι εμείναμεν με δκυο σιείλη καμένα. Ο Παπαδάμος που
το κακόν του επέθανεν. Λαλούμεν, να αναλάβει ο μεαλλύττερος αρφός, μα που
τζιαμαί τζιαι τζιει, πάμεν του τριώλου.
Η Τουρκού με τους συγγενείς της εκάτσαν για καλά στο μισό σπίτιν, εφέραν τζιαι
κάμποσους κουβαλητούς, εν συγγενείς τζιαι τούτοι, λαλούν, εν κληρονόμοι,
βουρούμεν έσιει τόσα γρόνια, τζιαι το δίτζιο μας έν το βρίσκουμεν. Εφτάσαμεν να
φοούμαστιν τους λλίους οι πολλοί, τζιαι να με θωρούμεν άσπρη μέραν.
Τώρα είπαμεν να κάτσουμεν μαζίν πάλε, να πκιούμεν έναν καφέν τζιαι να τα πούμεν,
να δούμεν ίντα ΄ν΄ που θέλουν τζιείνοι, ίντα ΄ν΄ που θέλουμεν εμείς, αμμά θαρκούμαι
το χαντάτζιν εν μιάλον. Εδώκαμε θάρρος του χωρκάτη τζι εμπήκεν με τες ποδίνες
μες στο στρώμα, τζιαι να δούμεν πότε εν να βκει. Εσηκώσαμ μου μες στο σπίτι τζι
ένα δκυο αέρκια κάτι ττερτίππια, να δούμεν τζιαι το δίτζιον της Τουρκούς, να δούμεν
τζιαι το δίτζιον του Τζιεμαλή, το δικόμ μας πκοιος εν να το δει;
Πριν τρία τέσσερα γρόνια εκατάφερεν η οικογένεια τζι εμπήκαμεν τζιαι σε μιαν
εταιρείαν ευρωπαϊκήν, πέρκιμον δούμεν Θεού πρόσωπον, αλλά πρέπει να κόβκει τζι
ο νους σου τζιαι να εκμεταλλεύκεσαι τες περίστασες. Εμάς εκμεταλλεύκουνταί μας
τζι εμείς παίζουμεν πελλόν, για τούτον πάμεν πίσω πίσω. Εδ δυνατόν ούλλον το
δίτζιον να το’ σιει η Τουρκού τζι ο Τζιεμαλής, τζιαι στο τέλος να γίνει το δικόν τους;
Οξά είμαστιν αχαϊρευτοι! Να δούμεν
τες παλλικαρκές μας, να πνάσει τζι η ψυχούλλα μας.
Ποιoς θα διδάξει τις πραγματικότητες;
Πολλές φορές έχουμε ακούσει τους Τούρκους να μας καλούν να αποδεχτούμε τις
πραγματικότητες και με βάση αυτές να λύσουμε το κυπριακό. Λέγοντας
πραγματικότητες δεν εννοούν βέβαια τις νόμιμες ενέργειες, αλλά όλες τις παρανομίες
που έχουν ως τώρα διαπράξει εις βάρος μας, οι οποίες βρίσκονται εκτός παντός
δικαίου.
Ποιες είναι οι άνομες λοιπόν πραγματικότητές τους;
Εισέβαλαν παρανόμως σε ανεξάρτητο κράτος μέλος του ΟΗΕ, προφασιζόμενοι τη
σωτηρία των τουρκοκυπρίων και την αποκατάσταση της ανεξαρτησίας, κυριαρχίας
και ακεραιότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας της οποίας ήταν εγγυητές με τη
συνθήκη εγγυήσεως. Το αποτέλεσμα ήταν να καταστήσουν τους τουρκοκυπρίους
μειονότητα στα κατεχόμενα εδάφη μας, και να μεταβάλουν την όλη φυσιογνωμία του
τόπου, της ιστορίας και των ανθρώπων τόσο, ώστε και οι ίδιοι οι τουρκοκύπριοι
πολλές φορές να διαμαρτύρονται για την κατάντια τους. Αψευδείς μάρτυρες οι
εφημερίδες τους, οι έρευνες της συνδικαλιστικής οργάνωσης των δασκάλων τους,
άρθρα και φωτογραφίες των κατεχομένων και κατεστραμμένων εκκλησιών και
κοιμητηρίων μας, των πόλεων και των χωριών μας.
Αντί της εγγυήσεως της κυριαρχίας, ανεξαρτησίας και εδαφικής ακεραιότητας της
Κυπριακής Δημοκρατίας ο τούρκος πρωθυπουργός έρχεται με τα υπουργικά του
συμβούλια, τους στρατάρχες και κολαούζους του αναιδέστατα, καταπατούν τα εδάφη
μας, θεωρούν δικαίωμά τους να διατηρούν στρατεύματα, χιλιάδες υπηκόους τους
εποίκους των κατεχομένων εδαφών μας, και παρανομούν μέσω του ψευδοκρατιδίου
τους, το οποίο μόνο εκείνοι αναγνωρίζουν. Αντί να συμπεριφερθούν ως εγγυητές –
κακιά ώρα- της ανεξαρτησίας και εδαφικής ακεραιότητας της Κύπρου, ζητούν τη
διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, της μόνης νόμιμης αρχής στην Κύπρο.
Άλλο ώστε οι πραγματικότητες, που συνίστανται σε μια σειρά ατέρμονη παρανομιών
και άλλο το δίκαιο για το οποίο πολεμούν οι λαοί, και το οποίο πρέπει όλοι να
υπερασπιζόμαστε. Η καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των δικαιωμάτων
του λαού μας είναι πραγματικότητα που δεν μπορεί να γίνεται ανεκτή και προπάντων
δεν μπορεί να υπογραφεί κανένα έγγραφο υποδούλωσής μας, μείωσης των
δικαιωμάτων μας, των ελευθεριών, δικών μας και των παιδιών μας.
Υπάρχουν όμως και οι νόμιμες πραγματικότητες και αυτές είναι πως η Κυπριακή
Δημοκρατία υπάρχει, είναι μέλος του ΟΗΕ, είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Δεν είναι δυνατό να εξισώνεται λοιπόν η παράνομη τουρκοκυπριακή διοίκηση, το
ψευδοκράτος, με τη νόμιμη Κυπριακή Δημοκρατία, η οποία το 2011 θα προεδρεύει
της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αφού το κυπριακό είναι θέμα εισβολής και κατοχής και αφού το κλειδί για τη λύση
του βρίσκεται στην Άγκυρα, πρέπει να έρθει και η ώρα της Άγκυρας να λογοδοτήσει
γιατί κατέχει ευρωπαϊκά εδάφη, γιατί αλλοίωσε το δημογραφικό χαρακτήρα των
κατεχομένων, γιατί διατηρεί στρατεύματα σε χώρα μέλος της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης,
γιατί ασεβεί προς τον πολιτισμό των Ελλήνων της Κύπρου, την ώρα που θέλει να
εμφανίζεται έτοιμη για ευρωπαϊκό διαβατήριο. Προς το παρόν όλα την αποδεικνύουν
βάρβαρη ασιατική χώρα που υβριστικά προκαλεί τον πολιτισμένο κόσμο.
Το αντι- μεγάφωνο
Και προπάντων μη μου υψώνεις φωνή, όταν μπουκώνεις το μικρόφωνο. Γι’ αυτό
υπάρχουν τα μικρόφωνα, για να μη φωνάζεις. Πέρασε ο καιρός του τελάλη. Δεν
χρειάζεται καν να’ χεις τη φωνή του Ταλθύβιου, του «αυδήν εναλίγκιου θεοίς». Πες
μας ήσυχα και πολιτισμένα τι προτείνεις και άσε μας ν’ αποφασίσουμε. Εμείς- και
μόνο εμείς- είμαστε υπεύθυνοι για τη μοίρα μας. Στο βαθμό που μας αφήνετε
ελεύθερους να κρίνουμε. Είτε σε εκκλησιά βρεθείς είτε σε σύλλογο, αρχίζεις τις
φωνάρες. Νομίζεις πως θα μας φοβίσεις; Θα μας κάνεις ντα; Ενδιαφέρεσαι για την
τύχη αυτού του τόπου; Άλλο τόσο κι εμείς. Ενδιαφέρεσαι για λύση του κυπριακού;
Άλλο τόσο κι εμείς. Τις απειλές τι τις θες;
Απειλείς πως αν δεν βρεθεί λύση -και μάλιστα τάχιστα- όπως λέει κι ο Ταλάτ «ως το
τέλος του χρόνου», (άλλο κι αυτό!) θα ακολουθήσει διχοτόμηση. Μα εδώ σε θέλω,
κάβουρα! Να με διαβεβαιώσεις πως με την αγωνιστικότητά σου, με τους
μηχανισμούς σου, με τα κομματικά σου στελέχη, με τις συνάξεις, με τους φίλους σου
στο εσωτερικό κι εξωτερικό, με όλα τα συμπράγκαλά σου θα αποτρέψεις τη
διχοτόμηση. Θα διαφυλάξεις την Κυπριακή Δημοκρατία ως κόρην οφθαλμού. Γιατί
αυτό είναι το χρέος σου, κι εσένα και όλων όσοι τάξατε τους εαυτούς σας να
υπηρετείτε τα κοινά. Εμείς απαιτούμε να μας διαβεβαιώσετε πως η Κυπριακή
Δημοκρατία ήταν, είναι και θα είναι. Γιατί δεν είναι κανένα μαγαζί, φαλιρίσαμε και
βαράμε διάλυση!
Θέλετε τη σωτηρία της Κύπρου; Αποδείξτε το. Αποδείξτε πως σέβεστε το σύνταγμα
της Κυπριακής Δημοκρατίας. Άλλωστε σ’ αυτό ορκιστήκατε όταν γίνατε βουλευτές ή
υπουργοί ή Πρόεδροι ή ανεξάρτητοι αξιωματούχοι. Εμείς απλοί πολίτες είμαστε και
το σκεφτόμαστε! Γίνεται να διαβεβαιώνεις πίστη στο σύνταγμα και στην Κυπριακή
Δημοκρατία και να την μετατρέπεις σε συνιστών κρατίδιο; Δεν γίνεται. Είναι
αντισυνταγματικό! Δώστε λοιπόν την παύση σας, αν θα λύσετε το Κυπριακό κατά
παράβαση του συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Σεβασμός της κυριαρχίας, της εδαφικής ακεραιότητας της Κύπρου, σεβασμός στο
σύνταγμα και στους συνάδοντας αυτώ νόμους. Δηλαδή, σεβασμός των ανθρωπίνων
δικαιωμάτων. Σεβασμός του δικαιώματός μας για ελεύθερη εγκατάσταση- ευρωπαϊκό
έδαφος είμαστε- σεβασμός του δικαιώματός μας για ελεύθερη διακίνηση χωρίς
διαβατήρια και τέτοια αποτρόπαια, δικαίωμα επιστροφής στα σπίτια μας, δικαίωμα
νομής της περιουσίας μας. Ελευθερίες πολιτικές, (μη μας μετατρέψετε σε
δουλοπάροικους), ελευθερίες οικονομικές, ελευθερίες πνευματικές. Αυτό
περιμένουμε. Σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα, χωρίς ναι μεν αλλά. Χωρίς να
προσφέρετε από τα δικά μας, χωρίς να δίνετε εκείνα που δεν δικαιούστε, χωρίς τις
αλλεπάλληλες υποχωρήσεις, για να συναντήσετε την άλλη πλευρά. Γιατί αμέσως
προκύπτει το ερώτημα: Αυτό λοιπόν ήταν το κυπριακό πρόβλημα; Πόσο λεπτό πρέπει
να είναι το σαλαμάκι, ώσπου να πλησιάσουμε την άλλη πλευρά; Ας έρθει η άλλη
πλευρά να μας συναντήσει. Αυτοί είναι οι παράνομοι! Μόνο για μας πρέπει να είναι
οδυνηρή η λύση; Δηλαδή πόσο οδυνηρή; Όσο η Μικρασιατική καταστροφή να
πούμε;
Τέλος, από πότε η αντιπολίτευση έγινε συμπολιτευτικότερη των συμπολιτευομένων
και κυβερνώντων κομμάτων; Αλλά τι λέω; Δεν υπάρχουν κυβερνώντα κόμματα!
Υπάρχει το κόμμα από το οποίο προήλθε ο Πρόεδρος, αλλά δεν είναι κυβερνών
κόμμα. Κυβερνά αλλά δεν είναι κυβερνών, όπως ήταν με την Ευρώπη αλλά εκτός
Ευρώπης, θα ήθελε το ευρώ αλλά εκτός ευρωζώνης…Πλην Λακεδαιμονίων, έλεγε κι
ο Καβάφης.
Ο λόγος όμως σε σένα. Είσαι αντιπολίτευση; Αφού δεν αντιπολιτεύεσαι, το
αξιωματική σε μάρανε;
Για να τελειώνουμε λοιπόν. Μη φωνάζεις. Μη μας απειλείς με διχοτόμηση. Σεβάσου
την Κυπριακή Δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Μην παραχωρείς από τα
μη δικά σου. Παίξε το ρόλο σου σωστά ως αντιπολίτευση, για να λειτουργήσει κι η
κατακαημένη δημοκρατία με τους κανόνες του παιχνιδιού της. Γιατί αν δεν παίξεις
εσύ αντιπολίτευση, θα μετατραπεί το κόμμα από το οποίο προέρχεται ο Πρόεδρος σε
αντιπολίτευση. Γιατί το είδαμε κι αυτό το κοινωνικό γουέστερν και στις κλειστές
αίθουσες και στους υπαίθριους κινηματογράφους μας. Η δημοκρατία, για να
λειτουργεί σωστά, χρειάζεται υγιή αντιπολίτευση! Δουλειά σου, λοιπόν.
Τρεις λειτουργίες
Στο κάτω κάτω εμείς έτσι μεγαλώσαμε. Με το δικέφαλο αετό, με το τραγούδι της
Αγια- Σoφιάς και στα Αναγνώσματα του Δημοτικού και στα Νεοελληνικά Κείμενα
του Γυμνασίου. Ήταν ένα ποίημα που, όταν το απαγγέλλαμε, μας συγκινούσε.
«Σημαίνει ο Θιός, σημαίνει η γης, σημαίνουν τα επουράνια, σημαίνει κι η Αγια-
Σοφιά, το μέγα μοναστήρι». Ήταν θρηνητικό το «σώπασε κυρα-Δέσποινα και μην
πολυδακρύζεις», ήταν γεμάτο ευλάβεια και ιερή συγκίνηση το χερουβικό, όταν θα’
βγαινε ο Βασιλέας των όλων κι όταν έψελνε «ζερβά ο βασιλιάς, δεξιά ο πατριάρχης».
Τα βλέπαμε με τα μάτια της ψυχής, ολοζώντανα, μεταφερόμαστε στο μεγαλόπρεπο
ναό, κάποτε τον συγχύζαμε με το δικό μας, με τη δική μας ενορία και πόλη, πού να
ξέραμε πως κάποτε θα παθαίναμε τα ίδια και μάλιστα στον εικοστό και εικοστό
πρώτο αιώνα μετά Χριστόν! Ο μαρμαρωμένος βασιλιάς, ο τοίχος πίσω από την Αγία
Τράπεζα που “άνοιξε” και κατάπιε τον ιερέα. Εκείνη η θεία λειτουργία, που δεν
τέλειωσε, γιατί μπήκαν οι Τούρκοι στην Πόλη, πού να ξέραμε πως θα
επαναλαμβανόταν! Ούτε τα φανταζόμασταν ποτέ, ούτε στους πιο εφιαλτικούς μας
ύπνους δε βλέπαμε τέτοια ονείρατα ψυχοπλακωτικά, τον Τούρκο να μας απειλεί μέσα
στην εκκλησιά μας, να κινδυνεύουν τα ιερά σκεύη να τα αρπάξει χέρι βέβηλο (να
κοπεί τέτοιο χέρι που θα τολμήσει). Κι όμως ήταν γραφτό μας να το δούμε κι αυτό,
αλλά προπάντων όχι γραφτό μας, αλλά καλά σχεδιασμένο από την παιδευτική
πολιτική να μη συγκινηθούν τα παιδιά μας, να μη διαδηλώσουν, να μη φωνάξουν.
Τόσο καλοσχεδιασμένα και μελετημένα τα διαπλάσαμε, να τα χαιρόμαστε, για να μην
αλληλοφτυνόμαστε για την κατάντια μας!
Ευτυχώς όμως που ήταν κι εκείνη η άλλη λειτουργία, χρόνια πριν. Όταν ο παπα-
Λευτέρης Νουφράκης, από τις Αλώνες Ρεθύμνου, το Γενάρη του 1919 λειτούργησε
κάτω από τους θόλους της Αγια- Σοφίας. Ήταν στρατιωτικός ιερέας στη β΄ Ελληνική
Μεραρχία, η οποία, στο δρόμο για την Ουκρανία, στάθμευσε για λίγο στην
Κωνσταντινούπολη, που βρισκόταν τότε υπό συμμαχική επικυριαρχία, ύστερα από το
τέλος του α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο παπα- Λευτέρης μπήκε με συγκίνηση στο
μεγάλο της Χριστιανοσύνης ναό, άρχισε τη λειτουργία. Η Αγια- Σοφιά ύστερα από
466 ολόκληρα χρόνια ξαναλειτουργιέται. Στο μεταξύ γεμίζει με Τούρκους, όλοι
τρέμουν, οι Τούρκοι πληθαίνουν, οι Έλληνες αξιωματικοί που ήταν μαζί του
σαστισμένοι παρακολουθούν, Έλληνες της Πόλης που βρέθηκαν εκεί δακρύζουν.
«Σε υμνούμεν, Σε ευλογούμεν, Σοι ευχαριστούμεν Κύριε…» οι Τούρκοι αγριεύουν,
ένας αξιωματικός αναλαμβάνει να δώσει τέλος, μια κι η λειτουργία τέλειωσε. Αφήνει
τους Έλληνες να φύγουν. Οι Τούρκοι δεν ανήκουν στους νικητές του α΄ παγκοσμίου
πολέμου, γι’ αυτό καλύτερα να δώσει τόπο στην οργή. Ακολούθησε βέβαια
διπλωματικό επεισόδιο και οι σύμμαχοι διαμαρτυρήθηκαν έντονα στον πρωθυπουργό
Ελευθέριο Βενιζέλο. Αυτά τότε.
Αλλά βέβαια κανένας σύμμαχος, μεγάλος, Ευρωπαίος, δε διαμαρτυρήθηκε για την
ασεβέστατη πράξη των καταπατητών των δικαιωμάτων μας να εκδιώξουν από τη
σκλαβωμένη Ιερά Μονή του Αποστόλου Βαρνάβα το Μητροπολίτη Ταμασού Ησαΐα
και τον καθηγούμενο της Μονής Αρχιμανδρίτη Γαβριήλ, την ώρα που τελούσαν τη
θεία λειτουργία στο ναό πάνω από τον τάφο του Αποστόλου Βαρνάβα, του ιδρυτή
της Εκκλησίας μας. Απλώς φανταστείτε τι θα γινόταν αν επεμβαίναμε σε δική τους
επίσκεψη και μόνο στο Χαλά Σουλτάν Τεκκέ στη Λάρνακα. Δυστυχώς όμως. Το
μελάνι ακόμα δε στέγνωσε στις συμφωνίες των επιτροπών –αν υπογράφονται- να
σέβεται ο καθένας την πολιτιστική κληρονομιά του άλλου. Και όμως, η θεία
λειτουργία διακόπτεται, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας σηκώνει το κόκκινο τηλέφωνο
(μεταφορικώς ομιλούντες) αλλά ο Ταλάτ δυστυχώς αδυνατεί να επέμβει. Ο άνθρωπος
που θα λύσει το κυπριακό σε λίγους μήνες, ο άνθρωπος στον οποίο στηρίζουν τόσοι
και τόσοι ελπίδες και όνειρα κωλύεται, αδυνατεί να επέμβει για να αποσοβήσει μια
βάρβαρη, ανίερη, βέβηλη πράξη. Η θεία λειτουργία έμεινε ατέλειωτη. Η
βαρβαρότητα δεν έχει τελειωμό. Στο μεταξύ οι μάγοι περιμένουν τη σειρά τους να
προσφέρουν στους νεόγαμους τα δώρα τους «όθι Ζεφύρου μένος».
Μη ομιλείτε εις τον οδηγόν
Μήνιν άειδε, θεά. Το μέγα έπος μας, η Ιλιάδα, που αρχίζει με τη φράση «Μήνιν
άειδε, θεά», θυμίζει με τις πρώτες λέξεις του την οργή του Προέδρου μας εναντίον
του Προκαθημένου της Εκκλησίας, διά της ομιλίας που αναγνώστηκε στο Συνέδριο
των Αποδήμων και στο οποίο, κατά τη δική μου άποψη, αποδεικνύεται για μια ακόμα
φορά πως επιζητείται να επικρατήσει στον τόπο ένα κλίμα ισοπέδωσης στην
έκφραση, με το φόβο μήπως η άλλη άποψη προκαλέσει την εντύπωση στους ξένους
πως δε θέλουμε λύση του κυπριακού, την ώρα που τόσες και τόσες δηλώσεις από τα
πλέον επίσημα τουρκικά χείλη όχι μόνο τις ακούμε αλλά και είναι βέβαιο πως
προσπαθούν να εμπεδώσουν τις απαιτήσεις και τα σχέδια της Τουρκίας για τον τόπο
μας.
Η Ιλιάδα αναφέρεται στη διένεξη ανάμεσα σε δυο ηγέτες, τον Αγαμέμνονα και τον
Αχιλλέα, και σε δυο κοινωνικές τάξεις της εποχής, τους βασιλιάδες και τους ιερείς
(τον Χρύση, ιερέα του Απόλλωνα και το μάντη Κάλχα). Και ενώ ο Αχιλλέας
προστατεύει με τον τρόπο του και τον Χρύση και το μάντη Κάλχα, ο Αγαμέμνων
φέρεται εχθρικά και προς τους δυο. Στο Α της Ιλιάδας παρουσιάζεται μια μεγάλη
λογομαχία, μια σύγκρουση μέσα στην οποία και περιέχεται ποικιλία ύβρεων ανάμεσα
στους αντιμαχόμενους αλλά και ωραιότατες εικόνες, όπως «όσσε δε οι πυρί
λαμπετόωντι εϊκτην», τα μάτια του έμοιαζαν (στο θυμό του επάνω) με λαμπερή
φωτιά. Ο Αγαμέμνων λέει στον Κάλχαντα, «μάντη κακών, ποτέ σου δε μου’ πες
γλυκό λόγο και πάντα το κακό προφητεύεις». Ο Αχιλλέας αποκαλεί τον Αγαμέμνονα
«συμφεροντολόγο, ντυμένο την αναίδεια, κερδοσκόπο», κι έξω φρενών αρπάζει το
ξίφος να τον σκοτώσει. Τότε όμως επεμβαίνει η Αθηνά σταλμένη από την Ήρα. Η
θεά τον αρπάζει από τα μαλλιά και τον πείθει να βάλει το ξίφος στη θήκη. Έτσι η
διαμάχη προς στιγμή σταματά χωρίς αιματοκυλίσματα. Η Αθηνά προτρέπει τον
Αχιλλέα να βρίσει όσο θέλει τον Αγαμέμνονα, όχι όμως να χρησιμοποιήσει το ξίφος
του, γι’ αυτό και οι ύβρεις συνεχίζονται. Ο Αχιλλέας αποκαλεί «μέθυσο» τον
Αγαμέμνονα, «οινοβαρές, κυνός όμματα έχοντα, με μάτια σκύλου και με καρδιά
ελαφίνας, δημοβόρο, λαοφάγο, που κυβερνά ουτιδανούς, τιποτένιους». Έτσι λήγει για
λίγο η διαμάχη.
Το αιώνιο δίδαγμα είναι πως οι εμφύλιοι πόλεμοι προκαλούν μεγάλο κακό, ενώ η
πραγματική, γνήσια, ελεύθερη συνεργασία όλων σε κοινό και αρραγές μέτωπο οδηγεί
στην επιτυχία του αγώνα, έστω και με φραστικά κονταροχτυπήματα, τα οποία όμως
αποτρέπουν καταστροφικές ενέργειες με θλιβερά αποτελέσματα. «Αλλ’ ήτοι έπεσιν
μεν ονείδισον ως έσεταί περ· με λόγια αν θέλεις βρίσε τον, κι όπου σε βγάλει η
γλώσσα.» Η ελευθερία του λόγου, διδάσκει ο Όμηρος, αποσοβεί διά ξίφους
διαμάχες, γι΄ αυτό καλό είναι να αφήνεται ο άνθρωπος να εκφράσει τις απόψεις του
κι ας μη συμφωνεί ο άλλος μαζί του.
Τελικά, η νοοτροπία του εμείς είμαστε η πλειοψηφία, αποφασίζουμε, γι’ αυτό και
όλοι πρέπει να μας ακολουθήσουν χωρίς να μιλούν, είναι ίδιον ίσως ενός κόμματος,
όχι όμως ίδιον της δημοκρατίας. Τα πράγματα ρέουν, λόγοι και αντίλογοι, δράσεις
και αντιδράσεις θα υπάρχουν, γι’ αυτό και η αντίθετη άποψη ή η άλλη οπτική γωνία ή
η έκφραση των φόβων των πολιτών είναι αναγκαία, αφού τα συζητούμενα σήμερα
είναι μεγάλα και ζωτικά για την ύπαρξη όλων, φυσική και πνευματική. Ο άλλος
λόγος αποκαλύπτει πτυχές τις οποίες μια ομάδα πιθανό να μη βλέπει ή παραγνωρίζει,
λόγω νοοτροπίας ή παιδείας. Ο αντίθετος λόγος, καλοπροαίρετα εκφραζόμενος,
συμβάλλει στην ορθή κατεύθυνση. Τίποτε δεν πάει χαμένο στον κόσμο.
Ποιητές και Πολιτικοί: Οράματα και προσδοκίες
Ποιητές και πολιτικοί πολλές φορές εκφράζουν τα οράματα και τις προσδοκίες τους
με ποιήματα, δηλώσεις ή προγράμματα. Κάποτε τα νοήματα συμπλέκονται. Για
παράδειγμα, το όραμα της Τουρκίας και των εδώ υπαλλήλων της για την Κυπριακή
Δημοκρατία μπορούμε να το παρομοιάσουμε με την εικόνα της φίλης του Αχιλλέα
Παράσχου: « Την θέλω ασθενή εγώ την φίλην μου…ωχράν την θέλω και λευκήν ως
νεκρικήν σινδόνην, με είκοσι φθινόπωρα, με άνοιξιν καμίαν, μ' ολίγο σώμα - άνεμον
σχεδόν - ολίγην κόνιν… » Ανύπαρκτη κι ετοιμοθάνατη θέλουν οι Τούρκοι την
Κυπριακή Δημοκρατία. Αν θα καταλήξει έτσι, από μας εξαρτάται κι από τη συνέπεια
στις διακηρύξεις και στα προγράμματά μας.
Πολιτικοί επίσης περιγράφουν όνειρα ή οράματα. Για παράδειγμα, ο λεγόμενος
υπουργός των εξωτερικών του παράνομου καθεστώτος είπε πως δεν πρέπει να μιλούν
για το κυπριακό οι ιερωμένοι. «Τον αρχιεπίσκοπο σιωπηλό τον θέλω, υπάκουο, με
μόνο τα θρησκευτικά καθήκοντά του να ασχολείται.» Αλλοίμονο όμως αν θα παίρνει
άδεια όποιος θα μιλήσει σ’ αυτό τον τόπο από παράνομους υπουργούς. Δυστυχώς
όμως και ανάμεσα στους ελληνοκυπρίους επικρατούν τέτοιες ιδέες, με τη δικαιολογία
πως πρέπει να σεβαστούμε τις ευαισθησίες των Τούρκων. Εμείς όμως δε φαίνεται να
έχουμε καμιά ευαισθησία, γι’ αυτό και χωνέψαμε πως η Τουρκία κατευθύνεται από
στρατηγούς που ελέγχουν και τη ζωή των πολιτών τους και την πορεία του
κυπριακού.
Ένα όραμα ή ευχή φέρεται πως έκαμε και ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας
περιγράφοντας πώς θέλει τον κύριο Ταλάτ. «Απαγκιστρωμένο από την Άγκυρα τον
θέλω τον συνομιλητή μου», είπε, και την επομένη ο κ. Ταλάτ βρέθηκε στην Άγκυρα,
για να πάρει εντολές. Ο άνθρωπος που θα βρει με συνομιλίες λύση στο κυπριακό από
τους Κυπρίους για τους Κυπρίους, ανάμεσα στους οποίους εκ προοιμίου 50000
έποικοι- αν είναι δυνατόν! Γιατί δεν έπρεπε καν να είναι δυνατό, αφού στο
Πρόγραμμα διακυβέρνησης του τόπου από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας
αναφέρεται: « Το Κυπριακό είναι πρόβλημα κατάφωρης παραβίασης βασικών αρχών
του διεθνούς δικαίου και του Χάρτη του Ο.Η.Ε. Είναι θέμα παραβίασης της
κυριαρχίας, της ανεξαρτησίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Κυπριακής
Δημοκρατίας. Είναι πρόβλημα εισβολής και κατοχής, καταπάτησης των ανθρωπίνων
δικαιωμάτων και βασικών ελευθεριών τόσο των Ελληνοκυπρίων όσο και των
Τουρκοκυπρίων. Είναι θέμα εθνικού ξεκαθαρίσματος και περίπτωση παράνομου
εποικισμού…Η λύση πρέπει να συνάδει με το διεθνές και το κοινοτικό δίκαιο, με τις
διεθνείς συμβάσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα…να προνοεί την αποχώρηση των
τουρκικών κατοχικών στρατευμάτων και των εποίκων και την αποστρατικοποίηση …
αποκλεισμό μονομερούς στρατιωτικής επέμβασης…αποκατάσταση των ανθρωπίνων
δικαιωμάτων όλων των Κυπρίων, περιλαμβανομένου του δικαιώματος των
προσφύγων για επιστροφή στα σπίτια και τις περιουσίες τους…» Με βάση αυτό το
πρόγραμμα πιστεύουμε πως προσέρχεται στις συνομιλίες ο Πρόεδρός μας και με αυτό
κρίνεται.
Επανερχόμαστε όμως στους ποιητές. Ο Εμπειρίκος γράφει: «Οκτάνα, φίλοι μου, θα
πει αληθινή ελευθερία και όχι εκείνη η φοβερά ειρωνεία, να λέγεται ελευθερία ό,τι
χωρεί ή ό,τι εναπομένει στα ελάχιστα περιθώρια που αφήνουν στους ανθρώπους οι
απάνθρωποι νόμοι των περιδεών και των τυφλών ή ηλιθίων. Οκτάνα θα πει…
Παγκόσμιος Πολιτεία με ανέπαφες τις πνευματικές και εθνικές ιδιομορφίες εκάστης
εθνικής ολότητος…με πλήρη σεβασμόν εκάστου…»
Ποιητές και πολιτικοί προσβλέπουν στο μέλλον με ελπίδα. Οι ποιητές ζουν ήδη στο
παρόν τα οράματά τους. Οι απλοί πολίτες προσδοκούν: «Αύριο όλα θα πάνε
καλύτερα.» Φτάνει να μένουμε πιστοί στα οράματα και στα προγράμματα.
Πιλοτικό πρόγραμμα: επιτυχίες κι αποτυχίες
Στις 17 Ιουνίου 2008 άνοιξαν για την Τουρκία νέα κεφάλαια, μεταξύ των οποίων και
το «εύκολο» κατά το συντάκτη της είδησης, για την Πνευματική ιδιοκτησία. Και
διερωτώμαι. Πώς θα αποδείξει η Τουρκία και οι εδώ εκπρόσωποί της πως οι ναοί, τα
μοναστήρια, τα κοιμητήρια, οι εικόνες μας, «ο πολιτισμός που χάνεται», όπως
τιτλοφόρησε την έκθεση για τον πολιτισμό μας στα κατεχόμενα το Σπίτι της Κύπρου ,
πώς λοιπόν θα αποδείξει πως είναι πνευματική ιδιοκτησία της; Ποιος Τούρκος
ζωγράφος ζωγράφισε τις άγιες εικόνες των αγίων, που τιμούμε, ποιος αρχιτέκτονας
σχεδίασε τους ναούς, τα μοναστήρια, τα σκεύη ποιος Τούρκος τα κατασκεύασε;
Για να μην επεκταθούμε στον Ανθέμιο και Ισίδωρο της αγια Σοφιάς ή στους αρχαίους
Έλληνες κατασκευαστές ναών και θεάτρων από τα οποία σήμερα η Τουρκία
θησαυρίζει, εκμεταλλευόμενη των πολιτισμό άλλων.
«Στο τουρκοκρατούμενο τμήμα της Κύπρου, από της τουρκικής εισβολής του 1974,
λεηλατούνται συστηματικά τα ιστορικά μνημεία ενός πολιτισμού 9.000 χρόνων»,
γράφουν οι ξένοι, που εκπλήττονται μπροστά στη βαρβαρότητα και τη βίαιη και
συστηματική βεβήλωση των εκκλησιών μας, τα σημάδια ταυτότητας του τόπου μας.
η μετατροπή ναών σε τεμένη – κατά το πνέυμα και τη διδασκαλία του Μωάμεθ να
επικρατήσουν διά πυρός και σιδήρπου των αλλοθρήσκων και να επιβάλουν τη δική
τους πίστη, η μετατροπή σε αποθήκες, στάβλους, ξενώνες, μουσεία,
κινηματογράφους, δημόσια αποχωρητήρια, κοιτώνες ή αποθήκες όπλων του
τουρκικού κατοχικού στρατού. Ποια πνευματική ιδιοκτησία έχει να επιδειχθεί από
την τουρκία στην Κύπρο και ποιος σεβασμός της πνευματική ιδιοκτησίας θα
κατοχυρωθεί; Η παράνομηςδιακίνησηςαρχαιοτήτων από τα κατεχόμενα , η
αγοραπωλησια αρχάιων αντικειμένων από μουσεία , αρχαιολογικούς χώρους και
ιδιωτικές συλλογές που έχουν κλαπεί από λαθρέμπορους και έχουν πουληθεί στο
εξωτερικό, διαλαμβάνονται ως πρόνοιες μέσα στο υπό συζήτηση κεφάλαιο;
Θέλετε να πείτε πως, μιλώντας για «περιουσιακό», εννοείτε πως όλη η ζωή στα χωριά
και στις πόλεις και κωμοπόλεις μας, οι εκκλησιές και τα σχολεία μας, τα καφενεία, οι
σύλλογοι κι η ελιά που φύτεψε ο πατέρας και το σπίτι με το φούρνο, όλα αυτά είναι
«οι περιουσίες» για τις οποίες σκοντάφτετε, δεν τα βρίσκετε, τα βάζετε σ’ ένα καλάθι
και θα τα ξανασυζητήσετε; Εμείς το δίκαιο της ειρήνης κι αυτοί το δίκαιο του
πολέμου και της αρπαγής;
Δηλαδή τι; Θα μοιράσουμε τη ζωή χιλιάδων χρόνων, την ιστορία και παράδοση,
αρχαία θέατρα και γυμνάσια, αγάλματα κι εικόνες, εκκλησιές και μοναστήρια, τον
στολισμένο επιτάφιο και τη λαμπρή ανάσταση του Χριστού μας, θα τα κάμουμε
κοινή πολιτιστική κληρονομιά; Από πού ως πού;
Όλα αυτά δεν είναι παρά η περιουσία μας, η Ιστορία κι ο πολιτισμός μας. Δεν είναι
όπως λέμε έχω ένα γαϊδούρι, ένα αυτοκίνητο και το πουλώ, ξύλα κεραμίδια και
παιγνίδια, στιλπνές μπάλες να στολίζουμε το δέντρο, κούτσουρα για τζάκι! Είναι το
πρόσωπό μας, καταλαβαίνεις;
Ο άνθρωπος είναι το σπίτι του! Στην κάθε του γωνιά κάθισε, γέλασε έκλαψε, είδε το
φως, ψηλάφισε το σκοτάδι, μπήκε στην κουζίνα με τις μυρουδιές, τη σούπα να βράζει
το χειμώνα, λεμονάδα κάτω από την κληματαριά το καλοκαίρι, εκεί έπαιξε, τσάπισε
τον κήπο, πότισε λουλούδια, τάισε όρνιθες και κουνέλια, ξημεροβραδιάστηκε στο
διάβασμα, βγήκε το κατώφλι και μπήκε στον κόσμο. Λίγο πιο πάνω η εκκλησιά, λίγο
πιο κάτω το Δημοτικό.
Δηλαδή τι; Θα μοιραστούμε τα σχολεία μας, θα τ’ ανταλλάξουμε ή θα τα βλέπουμε
καταστρεμμένα, όπως τα Δημοτικά τ΄άι Κασσιανού, το εκκλησάκι τ’ άι Γιώργη;
Πόσοι προσευχήθηκαν εκεί, πόσων χτύπησε η καρδιά μπροστά στον τεράστιο άγιο,
που έσωσαν μέσα από τις φλόγες του πολέμου ο αδελφός κι ο φίλος;
Το σπίτι είναι ο άνθρωπος, το χωριό είναι ο πολιτισμός μας, η κοινωνία και
κοινωνικότητά μας, κι αν πέρασαν τριάντα τόσα χρόνια δεν τα μηδενίζουμε.
Η περιουσία μας είναι κι η ουσία της ανθρωπιάς μας κι η απόδειξη της αξιοσύνης
μας. Ο ιδρώτας, το ηλιοκαμένο πρόσωπο, ροζιασμένες παλάμες. Καλλιεργώ είτε τη
γη είτε τον εαυτό μου το ίδιο μοιάζει, την τίμια ζωή και ζήση φανερώνει. Γι’ αυτό κι
ήταν μεγάλη προσβολή ν’ ακουστεί στο χωριό πως κάποιος σκέφτονταν να πουλήσει
γη. Σαν να λέμε τη μάνα του. Και τώρα πώς θα γίνει; Έκτισαν πάνω; Πού, πότε, γιατί,
με ποιου το δικαίωμα, του κλέφτη; Έχει ο κλέφτης δικαιώματα;
Οι περιουσίες δεν είναι άψυχα, είναι όλη η ουσία κι η διαφορά μας από τ’ άλλα
ζωντανά. Κι αν ζήσαμε χωρίς τα σπίτια τόσα χρόνια είναι γιατί είχαμε κι έχουμε μέσα
μας κρεμασμένο ένα μεγάλο μαγνήτη επιστροφής. Το ξέρουμε πως το σπίτι είναι
εκεί, το περβόλι, το ξέρουμε πως άλλοι το απολαμβάνουν και δε θλιβόμαστε μόνο.
Οργιζόμαστε και ορυόμαστε. Το άδικο κυρτώνει, σαν τον τοίχο που σωμπίνει. Και
το χειρότερο, τα σπίτια που γκρέμισαν- δεν ήταν δικά τους- τους στάβλους, τον
ελιόμυλο, το καμπαναριό. Και- την κατάρα μου να’ χουν- την εκκλησιά που
μαγάρισαν, τις τίμιες εικόνες, τα τίμια και πολύτιμα της πίστης και του πολιτισμού
μας. Τα τίμια ελληνικά ονόματα. Κι αυτά περιουσίες και μαρτυρίες της ελληνικής
παρουσίας.
Αυτά ήταν κι είναι η ζωή μας, των πατεράδων, των παππούδων, των παππούδων των
παππούδων μας. Κι η ζωή δεν πουλιέται, δεν ξεπουλιέται, δεν ανταλλάσσεται. Κι
είναι εκεί για να τα βλέπουμε στον ύπνο και να ξυπνούμε, για να μας τρων τα φίδια
και να τα πατούμε κατακέφαλα, γιατί αυτό απαιτεί το δίκιο και η αξιοπρέπεια κι ο
πολιτισμός κι η Ιστορία κι η παράδοσή μας. Γιατί εμείς έχουμε να επιδείξουμε
πολιτισμό. Δεν έχουμε να λέμε «αυτό ήταν κάποτε εκκλησιά τώρα είναι τζαμί». Γι’
αυτό υπομένουμε τόσα χρόνια κι επιμένουμε. Για την ευλογημένη εκείνη μέρα. Όταν
οι εκκλησιές μας θα είναι εκκλησιές μας, τα σχολεία μας σχολεία μας, τα σπίτια μας
σπίτια μας. Κι οι περιουσίες μας περιουσίες μας.
Τα τείχη
Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ μεγάλα κ’ υψηλά τριγύρω μου έκτισαν
τείχη.
«Κι απομονωμένοι» τώρα οι Τουρκοκύπριοι, κάθονται κι απελπίζονται, το νου τους
τρώει αυτή η τύχη. Γιατί πράγματα πολλά έσω κι έξω να κάμουν είχαν: να συνομιλούν
για να περνά ο καιρός, και ταυτόχρονα να ετοιμάζουν το δικό τους «κράτος».
Δημιούργησαν το 1960 ένα κράτος («συνεταιρικό»;) με τους Ελληνοκύπριους.
Απομονώθηκαν σε τρία χρόνια, για να δημιουργήσουν τις δικές τους διοικητικές
δομές. Εκμεταλλεύτηκαν τα νεκρά στην μπανιέρα παιδιά προβάλλοντάς τα στα
παγκόσμια μέσα - έστω κι αν ο πατέρας ήταν ο μανιακός φονιάς. Δώσαν τη
διαστρεβλωμένη στον κόσμο εικόνα πως από το ΄63 βρίσκονταν σε διωγμό. Κι
επανέρχεται τώρα η Αμερική, διά στόματος κυρίας Κλίντον: «να σταματήσει η
απομόνωση των Τουρκοκυπρίων».
Κι οι Τουρκοκύπριοι; Στα Κατεχόμενα από τα στρατεύματα εισβολής εδάφη μας
κατέλαβαν ή κατέστρεψαν τα σπίτια μας, εκμεταλλεύτηκαν τις περιουσίες μας,
έκτισαν πάνω σε ομαδικούς τάφους αγνοουμένων, μετέτρεψαν τις εκκλησιές σε
μουσεία, σε στάβλους, σε αγγειοπλαστεία, «μόνοι κι έρημοι, απομονωμένοι»! Τι
πολιτισμό να επιδείξουν στους τουρίστες και στους Άγγλους φίλους τους; Εδώ ήταν
εκκλησιά, τώρα τζαμί.
«Απομονωμένοι» στην Καρπασία, έφεραν λίγους «συγγενείς» από την Τουρκία να
τους φιλοξενήσουν, περίμεναν να επιδιορθώσουν τα σπίτια οι εγκλωβισμένοι να τους
τα αρπάξουν, να τα δώσουν στους «φιλοξενούμενούς» τους, τι να κάνουν τόσα χρόνια
«απομονωμένοι»; Να τιμούν τρίτες Βιέννες, συμφωνίες και μέτρα οικοδόμησης
εμπιστοσύνης; «Απομονωμένοι» στα ξενοδοχεία των Ελληνοκυπρίων,
«απομονωμένοι» στις περιουσίες μας, έκτισαν, έκλεψαν, ξεπούλησαν.
Κι ύστερα από τόσα χρόνια μέσα στα «τείχη» τους, με την απόφαση του καταστροφέα
της Κύπρου αρχηγού τους ν’ ανοίξει τα οδοφράγματα, έκαμαν επίδειξη δυνάμεως:
απαίτησαν άδεια εισόδου με διαβατήρια και ταυτότητες. Ένα ψευδοκράτος!
Μόνο «Τουρκοκύπριοι» κατοικούσαν εκεί, αφού οι «φιλοξενούμενοι» από την
Τουρκία κι οι εποχικοί εργάτες χρίστηκαν «Τουρκοκύπριοι». («Κι όσοι μιλούν για την
αποδοχή εποίκων ξεχνούν πως άλλοι πρώτοι αποδέχτηκαν χιλιάδες» είπε και ο
Πρόεδρος) Γιατί στο μεταξύ μοίρασε το ψευδοκράτος ιθαγένειες σε Βούλγαρους και
Ιταλούς και Τούρκους, κι ας χαρακτηρίζει έγκλημα πολέμου η παγκόσμια κοινότητα
τον εποικισμό.
Κι οι Ελληνοκύπριοι συνεχίζουν να τους «απομονώνουν»! Ξενυχτούν στα καζίνα τους,
στα καμπαρέ, στα ξενοδοχεία, κάθονται στο λιμάνι της Κερύνειας, πίνουν καφέ,
ταξιδεύουν με τ’ αεροπλάνα τους για την Τουρκία. Αυτή η «απομόνωση» δεν
τελειώνει!
Κι όμως μέσα στα τείχη είμαστε εμείς. Και μάλιστα σε τριπλή σειρά, στα σκόπιμα
τείχη της αυτοαπομόνωσης των Τουρκοκυπρίων για την οικοδόμηση του
ψευδοκράτους των, στα στρατιωτικά επεμβατικά και διπλωματικά τείχη της Τουρκίας
και των φίλων της, και στα τείχη των δικών μας αδυναμιών και διλημμάτων, «ή
συνομιλίες ή διχοτόμηση», «ή σύντομα λύση ή εδραίωση των τετελεσμένων».
Εδώ- το ξέρουμε και το ομολογούμε- δεν κινδυνεύει μόνο η Κύπρος. Όλος ο
ελληνισμός βρίσκεται στο στόχαστρο. Κι αυτό, κατά παράδοξο τρόπο, το ξεχνούμε.
Παρακαλούμε την Ελλάδα να μας αφήσει μόνους, μεγαλώσαμε, μπορούμε μόνοι να
γκρεμίσουμε τα τείχη, μ’ έναν καφέ. Κι όμως τα τείχη είναι εκεί και δεν έχουμε
μαστόρους να τα ρίξουν. Πανελλήνια συντεχνία μαστόρων χρειαζόμαστε. Να ρίξουμε
τα τείχη.
Ένα σχεδόν κανονικό κράτος
«Ένα σχεδόν κανονικό κράτος», μια φράση που ακούστηκε από ραδιοφώνου για το
τελικό αποτέλεσμα των κυπριακών συνομιλιών κι άνοιξε βαθιά πληγή, όσο κι αν οι
κρατούντες με τα χαραγμένα χαμόγελα θέλουν να μας πείσουν πως όλα τώρα είναι
καλύτερα κι οι επιτυχίες μας διαδέχονται η μια την άλλη. Αλλά δεν ακούει κανείς
αποδείξεις της αισιοδοξίας, παρά τα επαναλαμβανόμενα, «θα είναι μια λύση
κυπριακή από τους Κυπρίους για τους Κυπρίους». Μας τα’ πε κι ο Αμερικανός
πρέσβης, ενθαρρυμένος, λέει, από το γεγονός ότι οι δύο ηγέτες έχουν πάρει αυτή τη
ευθύνη στους ώμους τους, και πως όλοι ενδιαφέρονται να δουν μια πετυχημένη λύση
στο πρόβλημα που μας έκαμε όλους εμάς να υποφέρουμε πολύ. Αλλά φαίνεται θα
υποφέρουμε για καιρό ακόμα.
Οι δηλώσεις Ταλάτ και μπροστά στον Πρόεδρό μας και πίσω από τις πλάτες του είναι
οι ίδιες: δυο κράτη, δυο οικονομίες, και πάλι με το αζημίωτο, αυτοί που έχουν
περισσότερα να δώσουν στους φτωχούς Τούρκους ή να τους περιμένουν: να
καθηλώσουν την πρόοδο και να σταματήσουν να τρέχουν οι Ελληνοκύπριοι, ώσπου
να’ ρθει το «παρθενογεννημμένο τουρκοκυπριακό κρατίδιο» να τους φτάσει
οικονομικά.
Ένα 18 % ήταν και επίσημα είναι, τώρα όμως έχουν πολιτική ισότητα, κι έχουν
αυξηθεί σε μισό εκατομμύριο οι κάτοικοι των κατεχομένων εδαφών μας, των
καταπατημένων από τα τουρκικά στρατεύματα, για τα οποία ακόμα δεν κάμαμε λόγο
στις συνομιλίες, γιατί πρέπει να σεβόμαστε τις τουρκικές ευαισθησίες. Και
συνεχίζουμε να συνομιλούμε και δεν θέτουμε ούτε θέμα ισότητας ούτε αποχώρησης
στρατευμάτων. Εμείς ευαισθησίες δεν έχουμε! Για ποια ισότητα γίνεται λόγος, όταν
ο ένας συνομιλεί έχοντας προστάτη και φόβητρο τα στρατεύματα και τις αρβύλες
τους, ενώ ο άλλος πάει ξυπόλυτος στ’ αγκάθια; Ακόμα κι ο Μήλιοι τω καιρώ εκείνω,
όταν πήγαν οι Αθηναίοι να τους υποτάξουν, έθεσαν πρώτα θέμα στρατευμάτων:
«Μπορούμε να μιλούμε, ενώ τα στρατεύματά σας μας πατούν στο λαιμό;»
Κι ακόμα για ποια ισότητα γίνεται λόγος, όταν ο άλλος δε σέβεται κανένα νόμο, αφού
είναι γενικώς παράνομος; Οι ίδιοι οι Τουρκοκύπριοι είναι μια ελάχιστη πια
μειοψηφία, ενώ οι έποικοι και κλέφτες των περιουσιών μας και καταπιεστές των
συνοίκων αυξάνονται γεωμετρικώς και αναγκαστικώς, κατά διαταγή της Τουρκίας να
δοθούν παράνομες υπηκοότητες από το ψευδοκράτος.
Γίνεται συζήτηση για τη θέση μας στην Ευρώπη, οι Ευρωπαίοι μας λεν: δεχόμαστε
κάποιες προσωρινές παρεκκλίσεις, ως εκεί που δε μας προκαλείτε πρόβλημα, άλλο αν
δέχεστε να είστε «σχεδόν πολίτες». Αλλά ο Ταλάτ δε δέχεται ούτε πως η Κύπρος
είναι μέλος της Ευρώπης. Θα μπει, λέει όταν γεννηθεί η νέα Κύπρος
παρθενογενετικώς. Όσο για τις περιουσίες, πρώτα τις δικαιούται ο κλέφτης, λέει ο
συνομιλητής μας, κι ύστερα ο νοικοκύρης!!!
Γι’ αυτό κι ένας παρατηρητής μπορεί να συμπεράνει: θεριεύουν οι εχθροί των
Ελλήνων Χριστιανών της Κύπρου, κι απ’ έξω κι από μέσα. Με τους Άγγλους, τους
Τούρκους, τους Αμερικάνους, με τους έποικους, με τους υποταγμένους στην Τουρκία
σύνοικους-όσοι απέμειναν- με τα στρατεύματα εισβολής και κατοχής. Και με τους
δικούς μας ακόμα, που βγάζουν μια πήχη γλώσσα, όταν μιλά κανείς για Έλληνα
Χριστιανό και τον χρίζουν με τα γνωστά «ψευδεπίγραφοι πατριωτισμοί, εθνικισμοί,
σοβινισμοί και άλλα μίζερα».
Ένα σχεδόν κανονικό κράτος, με ένα σχεδόν ελληνοκυπριακό συνιστών κρατίδιο, με
σχεδόν Έλληνες Χριστιανούς, με το άλλο συνιστών βέρο τούρκικο,με βέρους
Τούρκους, και το όλο κράτος με σχεδόν υπόσταση διεθνή: ένα σχεδόν κανονικό
κράτος. Αυτό είναι το όραμά μας;
ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΕ ΔΥΟ ΕΠΕΤΕΙΟΥΣ
Πολλά τα κοινά των δυο επετείων, της 25ης Μαρτίου και της 1ης Απριλίου. Ο
υπεράνθρωπος αγώνας για ελευθερία, η ομοψυχία των αγωνιστών, η ψυχική και
ηθική ανάταση, η υπέρβαση των προσωπικών παθών, η αυτοθυσία, ο ομόθυμος
στόχος της απελευθέρωσης της πατρίδας από τους τυράννους, η υλική και ηθική
συμπαράσταση των ομοεθνών όπου γης.
Τα κείμενα των αγωνιστών στα οποία κατατέθηκαν οι σκέψεις και τα συναισθήματά
τους αποτελούν την ακριβή μαρτυρία των κραδασμών του εσώτατου κόσμου τους.
Αν η γνώση φωτίζει, το παρελθόν πρέπει να γίνει ο φωτεινός οδηγός. Κι αυτό που
βασικά διδάσκουν οι αγώνες του παρελθόντος είναι ότι ο άνθρωπος ζει ως άνθρωπος
μόνο όταν είναι ελεύθερος. Ελεύθερος να είναι ο εαυτός του, να σκέφτεται και να
πράττει αναλαμβάνοντας την ευθύνη για τις πράξεις του, σεβόμενος τον εαυτό του
και τους συνανθρώπους του ως εαυτόν. Χωρίς ξένες επεμβάσεις, χωρίς ανώτερη ή
άλλη βία. Να ακολουθήσει το δρόμο του, για να πραγματοποιήσει τον προορισμό
του, την απελευθέρωση των δυνάμεών του σωματικών και πνευματικών,
προσφέροντας στον πολιτισμό του, την απόδειξη της ελευθερίας του ανθρώπου στη
γη. Από τον καιρό που ο Θουκυδίδης μας άφησε το «εύδαιμον το ελεύθερον»,
ευτυχία είναι η ελευθερία και ελευθερία η ευψυχία και η αγωνιστικότητα, ως τον
Μακρυγιάννη και τον Αυξεντίου, ο ελληνισμός τέτοιες μέρες -περισσότερο από
άλλες- περηφανεύεται για τους αγώνες των προγόνων του για απελευθέρωση από
εξωτερικούς και εσωτερικούς εχθρούς.
Αν αγωνιζόμαστε λοιπόν κι εμείς εδώ στην Κύπρο, αγωνιζόμαστε για την
απελευθέρωσή της από την Τουρκία, από τα τουρκικά στρατεύματα, από τους
έποικους, από το στραγγαλισμό των ανθρώπων, από την καταπάτηση των εδαφών
μας, από την απολίτιστη καταστροφή των εκκλησιών και γενικά του πολιτισμού μας,
του άλλου εαυτού μας. Γιατί ο άνθρωπος είναι ελεύθερος όταν είναι ο εαυτός του και
όχι άλλος, αποξενωμένος από την Ιστορία και παράδοσή του.
Αν γι’ αυτή την ελευθερία μιλούμε, τότε δεν μπορούμε να δεχόμαστε τις προτροπές
να αλλάξουμε φιλοσοφία και μυαλά, γιατί έτσι δήθεν θα ευκολύνουμε τη λύση του
κυπριακού. Εμπόδιο δεν είναι το ότι εμείς είμαστε και δηλώνουμε Έλληνες και
θέλουμε να παραμείνουμε Έλληνες.
Τι σημαίνει να αλλάξουμε φιλοσοφία και μυαλά; Εκεί αποβλέπει η προσπάθεια να
αλλάξει η Ιστορία, να αλλάξει ο προσανατολισμός της εκπαίδευσης;
Να μην προβάλλουμε τις διαφορές μας με το σύνοικο στοιχείο αλλά τα όσα μας
ενώνουν! Αν αρχίσουμε τις εκπτώσεις στις ιδέες και στα ήθη μας, για να λύσουμε το
κυπριακό, τι θα γίνει όταν θα είναι ήδη λυμένο; Έλληνες και Τούρκοι (έποικοι και
μη) μονιασμένοι θα τρωγοπίνουν και θα χορευοτραγουδούν, θα δημιουργήσουν ένα
νέο πολιτισμό και θα γράψουν την κοινή Ιστορία; Μια τέτοια λύση οραματιζόμαστε;
Χωρίς να είναι ο καθένας ο εαυτός του; Ή ο εαυτός μας θα αλλάζει κατά τα
κελεύσματα της εκάστοτε ηγεσίας;
Είναι δυνατό να νομίζουμε πως για τη λύση του κυπριακού φταίει η φιλοσοφία κι η
νοοτροπία μας και δε βλέπουμε τα σχέδια της Τουρκίας, δεν βλέπουμε πως εμείς οι
ίδιοι νομιμοποιούμε με τις δηλώσεις μας το διεθνώς χαρακτηρισμένο παράνομο
καθεστώς της τουρκοκυπριακής κοινότητας, που δεν είναι παρά παρακλάδι της
Τουρκίας; Γιατί τόση αγάπη στον Τουρκοκύπριο συνομιλητή, ο οποίος άλλα
συμφωνεί και άλλα διακηρύσσει, ενώ μιλά για ομοσπονδία προάγει τη
συνομοσπονδία; Γιατί δεν ξεκαθαρίζουμε και δεν δηλώνουμε και δεν υπενθυμίζουμε
στο παγκόσμιο και προπάντων στο συνομιλητή μας κάθε μέρα πως είναι παράνομο το
τουρκοκυπριακό κρατίδιο;
Αν πράγματι ισχύει το ότι στην Κύπρο ο καθένας θα είναι περήφανος γι’ αυτό που
είναι, οι Έλληνες της Κύπρου δεν είναι δυνατό να καλούνται να αυτοσυρρικνωθούν
εθνικά και θρησκευτικά. Οι τεράστιες σημαίες στον Πενταδάχτυλο, η εκτυφλωτική
δήλωση της τουρκικής περηφάνιας δεν πρέπει να αφήνουν κανένα να εφησυχάζει.
Δυστυχώς, ανάμεσα σε δυο εθνικές επετείους αντί να πανηγυρίζουμε, φτάσαμε στο
σημείο να υπερασπιζόμαστε τα αυτονόητα: πως είμαστε και θα παραμείνουμε
Έλληνες Χριστιανοί.
Ο δικός μας είναι καλύτερος
Τω καιρώ εκείνω, κατά τη δεύτερη τουρκοκρατία εν Κύπρω, τέλη του 20ου και αρχές
του 21ου αιώνα, οι Έλληνες της Κύπρου, μη έχοντες κανένα πρόβλημα, οικονομικό,
πολιτικό, πνευματικό, (όλοι είχαν εκμάθει την τουρκικήν, για να μελετήσουν τους
μεγάλους ποιητές Ομέρ και Εσιεκσπήρον) και συμφωνούντες επί παντός επιστητού οι
παρουσιαζόμενοι ως αξιωματική αντιπολίτευση δεξιοχωρίτες και οι κυβερνώντες
αριστεροχωρίτες, δέχτηκαν την επίθεση του δαίμονος της διχονοίας κι άρχισαν να
επιδίδονται σε αντεγκλήσεις.
Οι μεν αριστεροχωρίτες υποστήριζαν πως ο δικός τους Τούρκος ήταν καλύτερος από
των δεξιοχωριτών, οι δε δεξιοχωρίτες πως καλύτερος ήταν ο δικός τους. Κι άρχισε
έτσι ο τρίτος παγκόσμιος ή ο δεύτερος τρωικός.
Ο Τούρκος των αριστεροχωριτών ήταν ένδοξος γόνος ηρωικής οικογένειας μέλους
της Βολκάν και της ΤΜΤ. Προοδευτικός, άνοιγε δρόμους και βρισκόταν πάντα
μπροστά, γιατί είχε μια τερατώδη κρατική και στρατιωτική προωθητική μηχανή που
τον αναδείκνυε «άξιο διάδοχο άλλου μεγάλου τέκνου της κοινότητάς του». Αυτό
όμως το τελευταίο δεν ανέχονταν κατ’ ουδένα λόγο να ακούσουν οι αριστεροχωρίτες
για τον Τούρκο τους. Γίνονταν τούρκοι από το θυμό και υπερασπίζονταν δημοσία τις
θέσεις τους από ανωτάτου μέχρι κατωτάτων. Μάλιστα κάποτε εκάλεσαν και γλύπτη
να σμιλέψει το άγαλμα του δικού τους και να το τοποθετήσει στο προαύλιο
εκκλησίας σε κατεχόμενη κωμόπολη. Ο μύθος όμως λέγει πως ο άγιος, επιλεόντιος,
με τρεις βρυχηθμούς, θρυμμάτισε το άγαλμα και έκτοτε με αυτό κανείς δεν
αγάλλεται. Κρίμα, γιατί είναι όντως μεγάλος προοδευτικός, αφού ανάμεσα στους
ευρωπαίους πρώτος ανεκάλυψε το δίκαιο του ιδιοκτήτου, αλλά το εκάλυψε και πάλιν
υποστηρίζοντας πως ο χρήστης έχει τον πρώτο λόγο στο δικαίωμα αυτό και όχι ο
ιδιοκτήτης. Όπερ έδει δείξαι. Και μεγάλος και δίκαιος και αυτόνομος και ελεύθερος
και διαπραγματευτής! Κι οι αριστεροχωρίτες θαυμαστές του!
Ο Τούρκος των δεξιοχωριτών ήταν κάποιος γόνος ισλαμιστών, όχι φανατικών, μόνο
για τη σύζυγό του λέγεται πως επιβάλλει παντού την ισλαμική μαντίλα, ο ίδιος όμως,
όπως υποστηρίζεται από τους δεξιοχωρίτες υπερασπιστάς του, δεν μπορεί να
συγκριθεί καθόλου με τον μέγα Βεζύρη τον Μεγαλοπρεπή, ο οποίος κατέλαβε την
υπερτέρας δυνάμεως εχθρικήν του χώραν Κύπριν. Ο μέγας αυτός βεζύρης έλεγεν ότι
το κυπριακό ελύθη επί του εδάφους. Ο ισλαμιστής όμως εκείνος των δεξιοχωριτών,
όπως βοούν οι υποστηρικτές του, τοιαύτα δεν λέγει. Αντίθετα, υπενθυμίζουν πως,
όταν επέβη ως επιβήτωρ του θρόνου, είπε πολλά έπεα και πτερόεντα, δεν παρήλθεν
όμως εβδομάς, οπότε εθεάθησαν τα ώτα του κόκκινα κατακόκκινα, βαθεοκρατικώς
τραβηγμένα.
Αλλ’ όλα τα πιο πάνω είναι μύθοι, και τούτο πρώτος αντελήφθη ο θείος Πλάτων, ο
οποίος, παίρνοντάς με από το χέρι και βάζοντας μπροστά στα μάτια μου το μύθο του
Ηρός ή του Αρδιαίου από την Πολιτεία του, μου λέγει: Δεν γνωρίζεις, γέρον, ότι η
τύχη των τυράννων είναι άλλη; Και μάλιστα τώρα που ανθίζουν οι σπαλαθκιές, οι
λεγόμενοι ασπάλαθοι; Και αν δεν διάβασες Πλάτωνα, δεν σε δίδαξαν στο
αμεταρρύθμιστο σχολείο το «Επί ασπαλάθων» του Γιώργου Σεφέρη; Το τέλος των
τυράννων πάντα το ίδιο είναι: Να τους τρυπούν με τ’ αγκάθια τους οι ασπάλαθοι. Κι
αυτοί οι Τούρκοι που αναφέρεις στο μύθο σου, άδικοι τύραννοι είναι κι οι δυο.
Ανοίξτε τα μάτια, δείτε το δικό σας δίκαιο, υπερασπιστείτε το, και μη παιδαριωδώς
διχάζεστε. Κανενός ο Τούρκος δεν είναι καλύτερος. Ούτε ο Τούρκος των
δεξιοχωριτών ούτε αυτός των αριστεροχωριτών.
Η Παναγιά από ψηλά παρακολουθούσε
Δακρυόεν γελάν, λέει ο παππούς μας ο Όμηρος. Αυτό πάθαμε παρακολουθώντας σας
στο δελτίο ειδήσεων, να ενθουσιάζεστε και να εγείρεστε από τη θέση σας, να
χειροκροτείτε και να επαίρεστε, να τανύζετε τα χέρια και να μην κρύβετε τη χαρά
σας. Δακρυσμένοι γελούσαμε για τη συμπεριφορά. Νικήσατε τον εθνικισμό και την
ελληνολατρία. Αποδείξατε πως πρώτα για το Γυμνάσιο Ριζοκαρπάσου ήταν όλος
όλος εκείνος ο στόχος της χρονιάς. Και δεύτερο για τους άλλους. Αφού οι Τούρκοι
λεν πως δε θα συζήσουμε στην κατεχόμενη γη μας. Εκείνοι αλλιώς εννοούν τη
διζωνική: εμείς να μην δικαιούμαστε στα σπίτια μας, αλλά αυτοί κι από κει κι από
δω. Και γι’ αυτό λοιπόν ο στόχος: προετοιμάζει τους εδώ να δεχτούν τους από κει κι
από δω!
Με τους ζορνέδες και τα τουμπελέκια λοιπόν στη σκηνή του Ελληνικού Γυμνασίου,
με τόσους υψηλούς προσκεκλημένους, κατατρόπωσε ο στόχος της σχολικής χρονιάς
την ελληνική παιδεία και ανύψωσε στα βάθρα ποιαν; Γιά να δούμε!
Τα παιδιά τραγούδησαν ελληνοτουρκικά, απάγγειλαν τουρκοελληνικά, το υπουργείο
της ελληνικής παιδείας αυτού του τόπου κατήγαγε νίκην μεγάλην επί της ελληνικής
παιδείας που θεωρείται οπισθοδρομικότητα. Και προπάντων ανέδειξε τα
πρωτοπαλίκαρα της νίκης.
Κι εμείς κάνουμε ό, τι λέει ο Όμηρος: δακρύζουμε γελώντας σαν σας βλέπουμε. Γιατί
άλλα μάθαμε ως τώρα να διδάσκουμε. Άλλα διδάξαμε, με άλλα μεγαλώσαμε, με
δασκάλους Έλληνες, κι ελληνικά διδάξαμε τα παιδιά μας να συμπεριφέρονται,
δηλαδή ελεύθερα.
Και για να τα πούμε και λίγο αριστοτελικά: « ἔστι δὲ φρόνησις μὲν ἀρετὴ τοῦ
λογιστικοῦ, παρασκευαστικὴ τῶν πρὸς εὐδαιμονίαν συντεινόντων.» Η φρόνηση
είναι αρετή του λογικού και οδηγεί σ’ αυτά που συμβάλλουν στην ευδαιμονία, στην
ευτυχία. Κι αν ανατρέξετε στον Θουκυδίδη, τον θυμάστε βέβαια, μας λέει στον
Επιτάφιο πως ευδαιμονία είναι η ελευθερία. «Το εύδαιμον το ελεύθερον, το δε
ελεύθερον το εύψυχον». Ποια ελευθερία λοιπόν διδάξατε στα παιδιά στη μαρτυρική
Καρπασία, που αυτά ξέρουν καλύτερα από σας τι είναι λευτεριά, αφού ζουν στη
σκλαβιά; Ποια παραποιητικά μηνύματα στέλλατε και στα παιδιά εκεί και στους
δασκάλους και στους απανταχού Έλληνες;
Και λέει ακόμα ο Αριστοτέλης : «παρέπεται δὲ τῇ σωφροσύνῃ εὐταξία, κοσμιότης,
αἰδώς, εὐλάβεια.» Ήταν κοσμιότητα να βρίσκεστε εκεί; Ήταν ένδειξη της ντροπής
που έπρεπε να νιώθετε σαν έπαιζαν στη σκηνή ελληνικού σχολείου οι Τούρκοι
ζορνάδες και νταούλια; ‘Ηταν αιδώς και κοσμιότης και ευλάβεια η παρουσία σας
εκεί; Και παρακάτω ο Αριστοτέλης -αφού δεν αρνιέστε πως είστε δάσκαλοι: «
δικαιοσύνης δε…το σώζειν τὰ πάτρια ἔθη καὶ τὰ νόμιμα, καὶ τὸ σώζειν τοὺς
γεγραμμένους νόμους... ἔστι δὲ πρώτη τῶν δικαιοσυνῶν πρὸς τοὺς θεούς, εἶτα
πρὸς δαίμονας, εἶτα πρὸς πατρίδα»
Πώς σώσατε τα πάτρια έθη συναγελαζόμενοι με τους κατακτητές; Πώς σώσατε τους
γεγραμμένους νόμους, αφού για να παρακολουθήσετε αυτή την εκδήλωση, δείξατε
ταυτότητες και υποταχτήκατε στην παρανομία του δυνάστη; Πώς αποδώσατε
δικαιοσύνη στην πατρίδα, όταν εκεί βρίσκονται άνθρωποι βασανισμένοι τόσα χρόνια,
εγκλωβισμένοι στην ίδια την πατρίδα τους, που έζησαν και ζουν κάτω από την πιο
αποτρόπαιη σκλαβιά σε εικοστό πρώτο αιώνα, που υπέστησαν διώξεις και εκδιώξεις;
Τυφλοί και κωφοί, αμνήμονες, δε θυμάστε τι σημαίνει καν εγκλωβισμένος. Εκτός αν
θέλετε να αποδείξετε πως δεν υπάρχουν! Και δυστυχώς, για όσους δε θυμούνται την
εισβολή και κατοχή, ιστορία δεν υπάρχει. Κι η Ιστορία αργά γρήγορα τιμωρεί για τα
αποτρόπαια.
Εις εαυτόν
ΚΑΙ επειδή φαίνεται να κατάλαβες πως η ελευθερία έχει και είναι μεγαλύτερης αξίας
από όλα τα άλλα κα από αυτήν εξαρτώνται τα πάντα και η περιουσία και η Ιστορία
και προπάντων η αξιοπρέπειά σου, διερωτώμαι πώς αφήνεσαι και ανέχεσαι. Και η
πολλή υπομονή βλάφτει, γιατί σε θεωρούν … Ευτυχώς όμως έδειξες εκείνη την
περίοδο και εκείνη τη μέρα που έριξες στην κάλπη το βροντερό εκείνο, ελπίζω λέω
να ξαναφανείς άξιος όταν σε καλέσουν και ξαναδείς πως παίζεις στο ίδιο έργο
θεατής, αλλά εκείνη την ώρα πάλι θα είσαι Ο Παίκτης. Ανέχεσαι. Κι αυτό
προσπάθησαν να σε συνηθίσουν, να υπακούς, να μη μιλάς, εσύ δεν ξέρεις, υπάρχουν
τόσα άγνωστα, και οι μεγάλοι και οι μεγάλες δυνάμεις και τα συμφέροντα, εμείς έτσι
δουλεύουμε, τυφλός και κωφός και άλαλος. Αλλά εκείνη τη μέρα ήταν το μέλλον και
της πατρίδας και των παιδιών και των εγγονιών, είχες γίνει πια παππούς και εκείνο το
σπίτι ήταν τόσο καινούργιο, μόλις έγιναν οι γάμοι και τόσο όμορφο μέσα στα
περβόλια, και τόσο δροσερό το νεράκι να τρέχει απ’έξω…Όπως και η εκκλησιά του
Βουνού και το σπίτι του παππού κι όλα όσα έμαθες πως τα γκρέμισαν. Και οι φίλοι
που χάθηκαν και δεν τους ξανάδες. Και ύστερα ήρθαν να σου γκρεμίζουν την Ιστορία
και τους αγώνες και τις αγχόνες και τις διαδηλώσεις στη Σεβέρειο και έξω από τις
φυλακές, και τ’ αυτοκίνητα των Εγγλέζων που λαμπάδιαζαν μπουρλότα και τα
ξενύχτια στα φυλάκια, τότε που έμειναν οι εξετάσεις στη μέση και τρέχατε στα
στρατόπεδα, γιατί δεν είχαμε στρατό κι έπρεπε να φτιάξουμε. Όλα λοιπόν ήταν
εχθρικά προς την πατρίδα, όλα κακώς έγιναν, είσαι εγκληματίας, εσύ που πηδάς πάνω
από μυρμήγκι;
Κι οι χιονοστιβάδες κατεβαίνουν σαρωτικές. Τα έκτροπα στα γήπεδα, τ’ ακούς και
δεν παραξενεύεσαι, τα έκτροπα στα σχολεία σου, εδώ συνήθισες να βλέπεις
γκρεμισμένο και καμένο τόσα χρόνια το ένδοξο Δημοτικό Αγίου Κασσιανού, η
συνήθεια, τι να πεις, ποιος να πει, τα γκρεμισμένα καμπαναριά, τα λεηλατημένα
νεκροταφεία. Μα εσύ στη Λευκωσία ξέρεις πως οπισθοχωρούσες, ή σε έβαζαν να
οπισθοχωρήσεις για το καλό, για την ειρηνική συνύπαρξη, για να αρχίσουν
συνομιλίες, κι έτσι, χάνεις τον Αϊ Λουκά, από το 58, χάνεις τον Αϊ Ιάκωβο,
περήφανος ακόμα στα γεροντάματά του εκεί, χάνεις την περβόλα που ΄παιζες μπάλα,
χάνεις τη Μεγάλου Κωνσταντίνου με τους εκατοντάδες κατοίκους-φίλους, χάνεις τον
καφενέ τα Ελευθέρια, όλη την περιοχή πίσω από τα σχολεία, τον Άι Γιώργη. Η
γειτονιά σου ασφυκτιά, μένει μόνο η εκκλησία και δέκα σπίτια. Ο Άις Κασσιανός στη
θηλειά αλλά εκεί, να ανασταίνεται μέσα από τις στάχτες του. Εσύ όλο μια
υποχώρηση κι αυτοί καταστροφή την καταστροφή, εις βάρος σου. Ψέματα;
Κι ανέχεσαι, συνηθίζεις, άσε να δούμε πού θα πάει αυτό το δούλεμα, άσε να δούμε τι
άλλο φουρνίζουν ξεφουρνίζουν, άσε να δούμε πόσο νομίζουν πως βυθομετρούν με
φουρκέτες τα κεφάλια μας, ας μας κοροϊδεύουν ακόμα, «... όπως λεν τα ψηφίσματα
των Ηνωμένων Εθνών»…Αυτά για τα οποία κάποτε περηφανευόμασταν κρύφτηκαν
μέσα σε τεράστιες μαύρες κασέλες, να μην ακούγονται να μη στριγγλίζουν, να μην
έρχονται στο φως.
«Όλοι οι πρόσφυγες στα σπίτια τους». Κι αυτό κατάντησε παραμύθι χωρίς όνομα, να
δούμε, δεν θα είναι ένα δικαίωμα αλλά τρία, ή θα πουλήσουν ή θα ανταλλάξουν ή θα
επιστρέψουν… να δούμε, όλα κατοχυρωμένα σε ανοχύρωτη πολιτεία.
Κι όμως σου λέω ακόμα ανέχεσαι. Ανέχεσαι να μπαινοβγαίνουν στα σπίτια τους με
διαβατήριο, να εμπορεύονται με τους παράνομους, να ‘ρχεται ο παράνομος με
παράνομο αυτοκίνητο από παράνομο κρατίδιο και να τον εξισώνουν και να είναι οι
ηγέτες… Και ντρέπεσαι για την κατάντια και βρίσκεις ευτυχώς τους λίγους εκείνους,
να ν’ καλά οι άνθρωποι. Όπως το δεκαεννιάχρονο με το φτύσιμο. Αυτοί και πάλι θα
σε σώσουν. Ελπίζεις.
Τα πουλιά δεν είχαν εκλογές
Μη μου παραπονιέσαι πως σου έλειψα! Μπορεί κανείς να σκεφτεί και να γράψει
μέσα σε τόση προεκλογική βαβούρα και θολούρα; Η συμπολιτευόμενη αντιπολίτευση
να θυμάται τον αντιπολιτευτικό ρόλο της και να παίρνει την ανηφόρα με σημαίες και
με ταμπούρλα, η συμπολιτευόμενη συμπολίτευση να ανασύρει από τη φουστανέλα το
γιαταγάνι και να καλεί σε αγώνες, κι οι μικροί κατά δύναμη. Ποια η συμπολίτευση
και ποια η αντιπολίτευση, ως εδώ οδηγηθήκαμε, που τελικά δεν τις ξεχωρίζουμε. Κι
ύστερα παραπονιούνται για την αποχή!
Και πώς να την ερμηνεύσεις, κι αλλιώς τα περιμέναμε, ξέραμε βέβαια πως φταίει το
τριήμερο, ήταν και το Σάββατο που δεν ήταν Πέμπτη, ήταν κι η μικρή προετοιμασία,
ήταν και τα μηνύματα που θέλει να στείλει ο λαός, ήταν…ήταν.
Κι όμως την απάντηση για την αποχή μού την έδωσε το πρωινό, το δάσος της
Αθαλάσσας, μέσα στην ηρεμία και στην ομορφιά του. Τα πουλιά δεν είχαν εκλογές.
Ούτε τα δέντρα, ούτε τα παπάκια στη λίμνη. Αυτά συνέχιζαν τη ζωή τους, δεν
αγωνίζονταν καν για τον επιούσιο. Μερικά έκαναν σαν τους πολιτικούς τις
προηγούμενες μέρες: έλεγαν μόνο «κρα». Και παρέκει τα σπουργίτια κορόιδευαν τα
μεγάλα δέντρα, γιατί κι αυτά, μικρά που είναι, μπορούν και επιβιώνουν στον τόπο
τους και συνεχίζουν την ιστορία της φυλής τους και τις πατρογονικές παραδόσεις
τους, χωρίς να έχει επεμβατικά δικαιώματα κανείς. Ζουν τη λευτεριά τους, δώρο
θεϊκό.
Ούτε τα πουλιά ούτε τα δέντρα έχουν να εκλέξουν. Γιατί, τα κύματα της θάλασσας
έχουν καμιά φορά εκλογές, ή καταμέτρησε κανένας τις ψήφους τους; Προς τι και
διατί;
Ψηφοφορία ή κατά φαντασίαν εκλογές, έχουμε εμείς, οι άνθρωποι, που
οργανωθήκαμε σε κοινωνίες με πολιτικά συστήματα και ανεμίζουμε οικονομικές
θεωρίες και συνθήματα, χάνοντας τον προσανατολισμό, ξεχνώντας από πού ήρθαμε
και πού πάμε. Εμείς έχουμε αναγάγει την πολιτική σε επιστήμη- ωστόσο κανένας από
τους εν πράξει δεν είναι εν θεωρία, άλλος γιατρός, άλλος δικηγόρος- κι ακόμα
ενταχθήκαμε στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με τα δικά μας που πρέπει να είναι και δικά
της.
Η εξήγηση λοιπόν για την αποχή είναι πως οι άνθρωποι, όταν ακούν το φυσικό τους,
είναι σοφοί από κούνια. Ακούν το βαθύτερο εαυτό τους που τους υπαγορεύει: καιρός
να επιστρέψεις στις ρίζες σου, στη φύση, να ξαναβρείς το χαμένο εαυτό σου, κοντά
στα δέντρα και στα πουλιά, στα κύματα της θάλασσας, να βρεις την υγειά σου, την
ψυχική σου γαλήνη, για να συνεχίσεις- δυστυχώς- τα ίδια και τα ίδια, που σου
καθορίζουν οι πολιτικοί και τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας. Γι’ αυτό κι έτρεξαν οι
περισσότεροι να γδυθούν την ψευτιά και να βαφτιστούν για λίγο στη γνησιότητα,
αλλά –δυστυχώς- για να επιστρέψουν και πάλι στην κοινωνία της υψηλής πολιτικής ή
ραπτικής, ανάλογα με την κλίση.
Βγάλαν όμως και δουλειά οι ψηφίσαντες. Γι’ αυτό και τώρα που είδαν το φως τ’
αποτελέσματα και ξέρουμε ποιοι θα μας εκπροσωπούν στο ευρωκοινοβούλιο είναι
καιρός να σκεφτούμε και να βρούμε τις κοινές συνισταμένες στα δικά μας και στα
ευρωπαϊκά, και να παρακαλέσουμε τους ευρωβουλευτές μας: Τώρα που θα πάτε στην
καρδιά της Ευρώπης, μελετήστε την κατάστασή μας και πείτε μας ειλικρινά, αυτό
που λέμε «διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία» είναι κάτι ευρωπαϊκό ή από μόνο του
μας σέρνει μίλια μακριά από την Ευρώπη και το πνεύμα της, και χρόνια μακριά από
τους ευρωπαϊκούς οραματισμούς; Γιατί εγώ ο ταπεινός κάτι τέτοιο καταλαβαίνω.
Η Κωνώπων Χώρα
Κάποτε κατοικούσαμε στην Αριστοφάνεια Νεφελοκοκκυγία, πετούσαμε στα σύννεφα
και νομίζαμε εαυτούς το κέντρο της γης, κάτι ως τους Δελφούς. Παρήλθον τα έτη
εκείνα και τώρα τα σύννεφα μετετράπησαν -θεία δίκη- εις έλη, εξ ου και μετηλλάχθη
η χώρα ημών από χώρα νεφών εις χώρα ελών, άρα κωνώπων.
Οι κώνωπες είναι δύο ειδών ως προς την καταγωγή: οι αριστοκράται, οι οποίοι
απομυζούν μόνο γαλάζιο αίμα, ως λέμε γαλαζοαίματοι, και οι πληβείοι, ο λαουτζίκος
αλλέως αποκαλούμενος. Οι αριστοκράται ή γαλαζοαίματοι ανήκουσιν εις την τάξιν
των επωφελουμένων κωνώπων. Οι πληβείοι ανήκομεν εις την ταπεινήν τάξιν των
ανωφελών κωνώπων, άλλοι περισσότερον και άλλοι ολιγότερον, με τις ανάλογες
διαβαθμίσεις.
Το κοινό στοιχείο ανάμεσα στους ανωφελείς και στους επωφελουμένους είναι ότι
«διακλύζονται», κατά την γνωστήν ρήσιν πρώην υπουργού Παιδείας, τότε δεν ήτο
«και Πολιτισμού».
Οι επωφελούμενοι κώνωπες της αριστοκρατίας της νήσου των κωνώπων
«διακλύζονται» εις διάφορα υψηλά αξιώματα. Ομοιάζουσι τοις κηφήσι και έχουν το
εκ φύσεως και θέσεως προσόν της κομματικής ταυτότητος, κάποτε άλλα προσόντα,
άγνωστα παρά τοις κοινοίς θνητοίς κώνωψι, ως ημείς. ( Έασον τον Φάουστ να
κραυγάζει ότι «εσπούδασε και ρητορικήν και θεολογία και ιατρικήν», κάτι για το
οποίο πολλοί νέοι με μάστερ και δοκτοράτα μπορούν να καυχώνται, ουδείς όμως θα
τους προσφέρει ανωτάτας θέσεις, αφού δεν είναι γαλαζοαίματοι, άρα δεν έχουν
κομματικήν ταυτότητα, χωρίς τούτο να σημαίνει πως δεν ενδιαφέρονται για τα
κοινά.)
Οι ανωφελείς κώνωπες της ανωτάτης βαθμίδος «διακλύζονται», ιδιαίτερα στα
σχολεία, αλλά και σε άλλα σώματα, ως εις την αστυνομίαν, όπως εσχάτως
απεκαλύφθη, το λεγόμενον «δυσμενής μετάθεσις», όπερ σημαίνει «μη μου άπτεσθε
κι εγώ καλά την έχω».
Εις τα δημόσια εκπαιδευτήρια, τουλάχιστο, κανείς γονεύς δεν πρόκειται να εγγράψει
το παιδίον του και να μη γνωρίζει πως, ενώ η παιδεία είναι δωρεάν, πρέπει
απαραιτήτως, όσα μέτρα και αν λάβει, όσους γνωστούς και αγνώστους και αν
παρακαλέσει, να πληρώσει τον φόρον του εις τον ανωφελή κώνωπα, ένα κάθε
σχολικό έτος, έτσι μελετημένα όπως είναι «διακλυσμένοι» και από το Υπουργείο
Παιδείας και από τους εκάστοτε διευθυντές σχολείων, οι οποίοι – δικαιολογημένα-
δεν μπορούν να αφήνουν χωρίς ώρες κενής διδασκαλίας ή πλήρους ατασθαλίας τους
ανωφελείς κώνωπας της εκπαίδευσης.
Οι επωφελούμενοι κώνωπες, ως αριστοκρατικότεροι και γαλαζοαιματότεροι, είναι
σπάνιοι, διά τούτο οι κρατούντες, και λόγω συνηθείας, άρα οικονομίας της νοήσεως
και κατ’ επέκτασιν λόγω νοητικής γήρανσης, τους «διακλύζουν» εις τας διαφόρους
υψηλάς θέσεις, κάποτε βάσει της αρχής της εναλλαξιμότητας, κάποτε άνευ αρχής,
διότι αυτοί αποτελούν τις αρχές.
Επειδή όμως είμαστε κοινωνία μικρή, κωνώπων ως είπομεν, γνωρίζομεν ημείς οι
ανωφελείς κώνωπες της κατωτάτης υποστάθμης, οι άγνωστοι και ταπεινοί τη καρδία,
τους επωφελουμένους, διότι είναι τρανταχτά ονόματα, επαναλαμβανόμενα επί
δεκαετίες, τόσο, ώστε ερώτηση επί παρομοίου θέματος στις κυβερνητικές εξετάσεις
θεωρείται πάντοτε ερώτηση εύκολη. « Ποιος είναι ο πρόεδρος του τάδε οργανισμού;
Σίγουρα ο τάδε, αφού είναι ή ήταν πρόεδρος σε πεντέξι ως τώρα οργανισμούς.».
Δυστυχώς η χώρα μας, ως χώρα κωνώπων, είναι και χώρα περιοδικού θορύβου.
Γίνεται τώρα θόρυβος, επειδή γίνονται οι διορισμοί των διαφόρων συμβουλίων
ημικρατικών οργανισμών και άλλων. Θα ξαναγίνει την επόμενη τετραετία ή
πενταετία, εκτός αν- αν…
Κομμάτων παράδοξα
Μεγάλα και παράδοξα συμβαίνουν στα ελληνοκυπριακά κόμματα αυτές τις μέρες:
πρώτα πέρασαν τη Μεγάλη Βδομάδα με ετασμούς και μάστιγας και εξευτελισμούς,
με όξος πολύ και ραπίσματα, ύστερα γιόρτασαν τη Βάφτιση των ευρωβουλευτών και
τώρα ετοιμάζονται να κόψουν την πίτα του άη Βασίλη.
Η Μεγάλη Βδομάδα ήταν πράγματι πολύ μεγάλη, όση και η προεκλογική περίοδος.
Τότε είδαμε κι ακούσαμε, από τις τεράστιες αφίσες μέχρι και τα τεράστια χαμόγελα
της επιτυχίας από όλους τους υποψήφιους, που έβαλαν τα καλά τους, άρχισαν να
αρθρογραφούν, είχαν λόγο επί παντός επιστητού. Τώρα χάθηκαν.
Η λεγόμενη –λανθασμένα- αξιωματική αντιπολίτευση θυμήθηκε το ρόλο της κι
άρχισε την κριτική για το εσωτερικό μέτωπο και για εσωτερική κατανάλωση, ενώ
κρυφίως όλοι γνωρίζουν πως συμπορεύεται στις συνομιλίες για το κυπριακό και
μάλιστα με υπερβάλλοντα ζήλο, που θεωρείται επικίνδυνος για την κατάληξη των
συνομιλιών και την επερχόμενη λύση.
Η συμπολίτευση, ιδίως το ιστορικό πια ΔΗΚΟ, θυμήθηκε να ξεσπαθώσει εναντίον
του ΑΚΕΛ και του προέδρου της Δημοκρατίας, είπαν πολλά. Για να γίνουμε πιο
ειλικρινείς, πιο υπεύθυνοι, πιο επιτυχημένοι, ακόμα πιο παραγωγικοί, πιο …
(Ο πρόεδρος του κόμματος βρήκε τη φραστική φόρμουλα: με το «πιο» σημαίνει πως
καλά ήμασταν ως τώρα και στο μέλλον θα γίνουμε ακόμα πιο.) Έσπασαν στο μεταξύ
και μεταξύ τους οι δηκοϊκοί τα μούτρα, είδαν κι απόειδαν και ανακατατάχτηκαν και
σουλουπώθηκαν για τους μελλοντικούς αγώνες, της πίτας του Άη Βασίλη.
Η ΕΔΕΚ, μεγαλοστομία, ύφος, σπάνιες λέξεις, ολίγη καθαρεύουσα, «εν τη
κυβερνήσει», να πούμε, αλλ΄ ευτυχώς διέβη στις εκλογές τον Ρουβίκωνα. Κι ενώ
έστελνε ένα ευρωβουλευτή, βρέθηκε και με δεύτερη, την κόρη τη δηκοϊκή και
σοσιαλίστρια.
Μη έχοντας να πούμε τίποτε σπουδαίο για τον αγώνα των μικρών κομμάτων, που θα
παραμείνουν μικρά - παρά την ορθότητα πολλών θέσεών τους - αν δεν αποφασίσουν
την Ένωση των Κεντρώων Κομμάτων, μετά φόβου και δέους αρθρώνουμε λόγο για
το ΑΚΕΛ. Γιατί είναι το κυβερνών κόμμα, γιατί άκουσε πολλά από πολλούς, γιατί
αγωνίστηκε για την πρωτιά της πρωτιάς και δεν την πέτυχε, γιατί μόλις πεις κάτι για
το κόμμα ή για τον πρόεδρο, αρχίζουν τα παράπονα, και «υποσκάπτουμε τον
πρόεδρο», εμείς, που «σε δεκαπέντε μήνες κάμαμε όσα κανένας σ’ αυτό τον τόπο»
και πολλά άλλα, ίσως πεισθούμε κι οι Θωμάδες.
Τέλειωσε λοιπόν κι η Μεγάλη Βδομάδα, απεστάλησαν οι μαθηταί να κηρύξουν στην
Ευρώπη τον κυπριακό λόγο, ενώ τα κόμματα ανασκουμπώθηκαν, τα συγκυβερνώντα
θυμήθηκαν πως μετέχουν στην κυβέρνηση και άρχισαν τα μερεμετίσματα και τα
καλαφατίσματα. Εδώ σε χτύπησα, εκεί σε τραυμάτισα, τσιρότο εδώ, ιώδιο πιο κάτω,
γάζες, μαντίλια, πετσετάκια, κρέμες ημέρας και νυχτός, να ξεχάσουμε, να τα
ξαναβρούμε, να συνεργαστούμε, πιο δυνατοί, πιο έμπειροι, πιο ικανοί, ακόμα πιο
απαιτητικοί σε θέσεις και αξιώματα.
Κι έρχεται η ώρα της βασιλόπιτας, νέα συμβούλια, νέες προεδρίες, νέες μετοχές σε
επιτροπές, ένας ένας, μη σπρώχνεστε, όλοι θα πάρετε, δώσε και σε μένα μπάρπα.
«Αχ! Σπούδασα φιλοσοφία, και νομική και γιατρική, κι αλί μου και θεολογία, με
κόπο και μ΄ επιμονή» λέει ο Φάουστ του Γκαίτε. Κάτι παρόμοιο μπορούν πολλοί
ελληνοκύπριοι νέοι με μάστερ και δοκτοράτα να πουν. Αλλά κανένας δεν περιμένει
να διοριστεί σε κανένα συμβούλιο ημικρατικών ή άλλων οργανισμών. Εκτός αν είναι
του κόμματος. Οπότε θα γιορτάσει το κόψιμο της βασιλόπιτας και θ’ απολαύσει το
χρυσό φλουρί.
Δυστυχώς, αποτύχαμε!!!
Οι απόδημοι έρχονται εδώ όχι για να παρακολουθούν τους ιθύνοντες να φιλονικούν,
αλλά συγκεντρώνονται με τον πόθο να πληροφορηθούν για την πολιτική κατάσταση,
για να μπορέσουν να σχεδιάσουν τις βοηθητικές προς τον πάσχοντα ελληνικό
κυπριακό λαό κινήσεις τους. Επειδή η κατάσταση είναι μία και εν εξελίξει, το κάθε
κόμμα όμως την ερμηνεύει από διαφορετική οπτική γωνία, ακούονται στο συνέδριο
διιστάμενες απόψεις.
Στο Συνέδριο των Αποδήμων και πέρσι και φέτος παρουσιάστηκε ο πρώτος πολίτης
του τόπου να εξοργίζεται και να μιλά σε έντονο ύφος. Η εν εκρήξει απορία του γιατί
δεν γίνεται αναφορά από κανένα στο πραξικόπημα, είναι μια απορία μέσα στην οποία
εκφράζεται η ερμηνευμένη από τον ίδιο ιστορική αλήθεια με την κομματική χροιά
της. Ενώ είναι γνωστό ότι η Τουρκία περίμενε ευκαιρία να επέμβη στην Κύπρο και
με το πραξικόπημα τής δόθηκε. Η διάκριση ανάμεσα στην αφορμή (πραξικόπημα)
και στα αίτια (τουρκική επεκτατική πολιτική) είναι σημαντική. Μάλιστα, οι
πολιτικοί που χειρίζονται τα πράγματα, θα έπρεπε όχι μόνο να γνωρίζουν τη διάκριση
αλλά και να την χρησιμοποιούν για να ενοχοποιούν την Τουρκία και τις επεκτατικές
βλέψεις της. Όμως στο συνέδριο πρυτάνευσε η κομματική οπτική γωνία, ενώ οι
πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας αναμένουν κάποιον να υπερασπιστεί τα δίκαια
του κυπριακού ελληνισμού και όχι να εξισώνει την αφορμή με το αίτιο και το
αποτέλεσμα.
Δεύτερο, στην έκρηξή του ο Πρόεδρος μας είπε πως το κυπριακό πρέπει να το
θεωρούμε ως κοινωνικοταξικό πρόβλημα και όχι εθνικό. Έτσι, όχι μόνο μεταθέτει το
πρόβλημα από θέμα τουρκικής εισβολής και κατοχής σε θέμα ενδοκυπριακό και
μόνο, αλλά και το μετακυλά σε κοινωνικοταξικό επίπεδο. Αυτή όμως η τοποθέτηση
βρίσκεται εκτός κάθε ιστορικής πραγματικότητας, αφού ποτέ δεν αντιμετώπισε στην
Κύπρο μια κοινωνική τάξη πολιτών μιαν άλλη τάξη.
Ο έστω και κατ’ ελάχιστο γνώστης των πραγμάτων αντιλαμβάνεται ότι η νέα,
διακηρυγμένη πια από τον Πρόεδρο, θεώρηση του κυπριακού προβλήματος, είναι
απόρροια των ιδεολογικών θεμελίων του, γι’ αυτό και σε πολλές δηλώσεις του
αποφεύγει να κάμει λόγο για έθνος ή λαό, καταφεύγοντας στις ιδεολογίες. Το
ιστορικό όμως προηγούμενο της Σοβιετικής Ένωσης που επεκάθησε στον τράχηλο
των εθνοτήτων και τις κατέπνιξε για εβδομήντα τόσα χρόνια δεν πέτυχε, αφού μόλις
το σαθρό αυτό καθεστώς κατέπεσε, οι λαοί αγωνίστηκαν και για την εθνικότητα και
προπάντων για τη θρησκεία τους. Άρα η τοποθέτηση του κυπριακού ως
κοινωνικοταξικού προβλήματος είναι εκ προοιμίου καταδικασμένη σε αποτυχία.
Στο ίδιο μοτίβο και η ελπίδα για λύση του κυπριακού: Επειδή βρέθηκαν στα πηδάλια
της Κυπριακής Δημοκρατίας και της παράνομης τουρκοκυπριακής ηγεσίας άνθρωποι
με τις ίδιες ιδεολογίες, πιστεύεται πως κάτω από το πρίσμα των ιδεολογιών τους θα
οδηγήσουν σε λύση το κυπριακό. Ομολογούν όμως οι ίδιοι οι κυβερνώντες πως ο
μεγάλος παίκτης στη σκακιέρα είναι η Τουρκία, η οποία υπηρετεί τα εθνικά της
σχέδια και όχι τις κοινωνικές τάξεις της.
Και ο κ. Ταλάτ είναι ηλίου φαεινότερον πως υπακούει στα κελεύσματα της Άγκυρας,
του τουρκικού δηλαδή έθνους, και όχι στις παροτρύνσεις των εδώ ιδεολογικών
συντρόφων του. Η πρόσδεση μάλιστα της ηγεσίας μας στον Ταλάτ οδήγησε και
οδηγεί σε εις βάρος μας παραχωρήσεις, για να κρατηθεί ο ομόδοξος στην εξουσία.
Τέλος, οι Έλληνες της Κύπρου, όταν ακούν από τον ίδιο τον Πρόεδρό τους πως τα
περί ελληνικότητας και λοιπά είναι σοβινισμοί και εθνικισμοί, καταλαβαίνουν πως
κανένας προς το παρόν δεν θα υπερασπιστεί τον ελληνισμό του τόπου, αλλά την
«κοινωνική τάξη»!!! στην οποία ο εκπρόσωπός μας ανήκει.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, δυστυχώς, ως Έλληνες της Κύπρου, αποτύχαμε.
Κρίμα κι άδικο
Το λοιπόν, να τυπώσετε βαθιά στη μνήμη τη φωτογραφία ή τη σκηνή που είδατε στις
τηλεοράσεις και να την πολλαπλασιάσετε και να την προβάλετε στο μέλλον: από τη
μια ο οποιοσδήποτε Νταβούτογλου κι από την άλλη ο οποιοσδήποτε Ταλάτ να
στέκονται και με ύφος εκατό Αττίλων από εξέδρας να μας υπαγορεύουν: «Θα φέρετε
εις πέρας όσα αναφέρονται πιο κάτω: πρώτο, δεύτερο, τρίτο, τέταρτο. Ως το τέλος
του χρόνου». Και να μας ειρωνεύονται, με εκείνο το μειδίαμα Τζοκόντα.
Είτε λυθεί το κυπριακό είτε δεν λυθεί, η εικόνα αυτή θα επαναλαμβάνεται επί το
τερατουργηματικότερο. Ο κάθε Τούρκος υπουργός των εξωτερικών θα προστάζει με
χαραγμένο χαμόγελο, ενώ το κάθε τσιράκι του εδώ θα μας υπαγορεύει τους όρους
του, για να μεγαλύνει το παράνομο κρατίδιό του.
Κι όλα αυτά, γιατί εμείς τους το επιτρέψαμε. Κι αν συνεχίσουμε να έχουμε αυτό το
άηθες, το ραγιαδίστικο, και το «σφάξε με, φταίω εγώ για όλα, ήμουν ληστής και
τρομοκράτης και φονιάς», αν συνεχίσουμε σ’ αυτό το τέμπο, ραγιάδες θα γενούμε,
ραγιάδες θα γεννούμε και ραγιάδες θα πεθαίνουν τα παιδιά των παιδιών μας, κρίμα κι
άδικο.
Γι’ αυτό, λέω, καιρός να πούμε ο καθένας το «ως εδώ και μη παρέκει». Έχουμε
ανθρωπιά, αξιοπρέπεια, ήθος, κι ας ξαναβρούμε το θάρρος, όσο μας απέμεινε. Δεν
είναι εθνικισμός, δεν είναι σοβινισμός. Μη φοβόμαστε τις λέξεις και τις ετικέτες.
Τις χρησιμοποιούν για να κάμψουν αντιστάσεις. Αγαπούμε τον πλησίον μας,
αγαπούμε την ειρήνη, αλλά πλαστήκαμε για να είμαστε ελεύθεροι κι εμείς και τα
παιδιά μας. Και να είμαστε ο εαυτός μας. Κι αυτό δεν είναι ούτε σοβινισμός ούτε
εθνικισμός. Όπως δεν είναι, αν δεν ξεχνούμε τα σκλαβωμένα χώματά μας, κι αν
δείχνουμε την Κύπρο μας καθημαγμένη.
Γιατί φαίνεται πως στήθηκε ολόκληρη μηχανή, όχι μόνο για να μας επιβάλει μια λύση
ανελεύθερη αλλά και για να μας αγκυλώσει την ψυχή. «Μη εκείνο, μη ετούτο». Από
τώρα. Κι από ξένους και από δικούς. Ας μεγεθύνουμε και ας πολλαπλασιάσουμε τις
εικόνες αυτές και τα στρεβλά ακούσματα. Ας τα δούμε κι ας τα ακούσουμε να
προβάλλονται στο μέλλον. Εμείς υπάκουα αρνιά, κι οι ξένοι τσέλιγκες να μας
προγκίζουν. Έτσι θέλουμε να ζήσουν τα παιδιά μας; Με φοβέρες και προσταγές, με
διαγράμματα και τέρμινα, υπηρέτες ξένων συμφερόντων;
Μα φταίνε, αλίμονο, κι όσοι σέρνουν το λαό στη δουλοπρέπεια. Να βλέπεις τη
χριστιανή να ανέχεται ν’ ανοίγει την τσάντα της μια ψευδοαστυνομικίνα για να την
ερευνήσει! Να βλέπεις να τους κατεβάζουν από τα λεωφορεία να τους ελέγξουν!
Ξένοι στην πατρίδα τους! Στο κράτος τους! Οι Βρετανοί ξανάρχονται; Σε λίγο θα
μας βάζουν κέρφιου και θα κλείνουμε πόρτες, στόματα, παντζούρια!
Ανάγκη πάσα, τελικά, να ξαναβρούμε τις πηγές του θάρρους μας, να
αντιμετωπίσουμε όσους μας παραπλανούν, όσους μας συγχύζουν, όσους παραποιούν
την Ιστορία μας και μολύνουν την ψυχή μας.
Γιατί ο αγώνας τώρα παίζεται στο αλώνι της ψυχής. Γι’ αυτό χρειάζεται να
ξαναβρούμε τη γνησιότητά μας, να τη φορέσουμε άυλη πανοπλία, και για τους ξένους
και για τους δικούς. Που θέλουν να μας μετατρέψουν σε ραγιάδες, κι εμάς και τα
παιδιά μας. Κρίμα κι άδικο.
Παρεξηγήσεων το ανάγνωσμα
Εμείς εκεί, στον άγιο Κασσιανό, και μέσα στην εκκλησία, με λειτουργία ή μυστήριο,
δεν διαμαρτυρηθήκαμε ποτέ για το μουεζίνη με τα μεγατόνων μεγαφωνικά του, όταν
αρχίζει τα Αλλάχ… Τον ακούμε χρόνια τώρα, μέρα νύχτα, κι ακόμα τέσσερις- πέντε
το πρωί στη Χώρα και περίχωρα κι υπομένουμε. Καθένας τη θρησκεία του και τη
δουλειά του. Σεβαστά. Κι όμως στη Σκάλα παραπονιούνται, λέει, οι μουσουλμάνοι,
γιατί πηγαίνουν στο τζαμί για προσευχή και τους ενοχλεί ο παπάς τ’ άη Λαζάρου,
μεγάλη η χάρη του. Κι αν είναι δυνατό να σβήσει τα μεγάφωνα. Παρεξήγηση;
Δεν ξέρουμε πόσοι χριστιανοί διαμαρτύρονται για το μουεζίνη στα κατεχόμενα χωριά
και στις μαραμένες ελληνικές πόλεις μας. Ίσως γιατί δεν έμειναν εκκλησιές ή
μετατράπηκαν σε τζαμιά και στάβλους. Δεν ξέρουμε πόσοι χριστιανοί
διαμαρτύρονται για την καταστροφή των εκκλησιών μας στα τουρκοκρατούμενα,
ξέρουμε όμως πως διαμαρτύρονται οι μουσουλμάνοι στα ελληνοκρατούμενα, που
έπαυσαν από καιρό να είναι τέτοια. (Εν παρενθέσεσιν, α)δεν ήταν λάθος κανενός
υπαλλήλου σχολικής εφορείας η ερώτηση στους μαθητές αν είναι κύπριοι,
τουρκοκύπριοι και λοιπά. Το μάθημα άρχισε από τεσσαρακονταετίας περίπου και
τώρα γίνονται οι γενικές δοκιμές. Παρεξήγηση; Κι ακόμα β) στο μνημείο των
πεσόντων το 1963-64 στον άγιο Κασσιανό κατέβασαν την ελληνική σημαία,-
παρεξήγηση;- αλλά οι φύλακες αποκατέστησαν την έννομη τάξη.)
Το σχέδιο έχει τη δική του ιστορία. Στην αρχή λοιπόν ήταν η Βολκάν κι η ΤΜΤ, ο
Κουτσούκ κι ο Ντεκτάς, με τις προβοκάτσιες και τα φονικά του. Τώρα ο Ταλάτ,
σύντροφος στην αρχή –παρεξήγηση;- και τώρα με τα χρονοδιαγράμματα και τις
επιδιαιτησίες του και την μη κυπριακής ιδιοκτησίας (χαρά στον που έδωσε την
προσωνυμία!) λύση του. Και δυστυχώς δεν του θυμίζει κανείς το ψήφισμα του ΟΗΕ
που αποκαλεί το έκτρωμά του αποσχιστική και παράνομη ενέργεια και οντότητα.
Από το 1956 άρχισαν οι εχθροπραξίες κατά Ελλήνων στον άη Λουκά, μοιράστηκε η
Χώρα, με την εισβολή του 1974 μαχαιρώθηκε η Κύπρος όλη, κι αφού μετακινήθηκαν
οι τουρκοκύπριοι διά της βίας στο βορρά, άρχισε το μπόλιασμά τους με τους
έποικους, πολίτες της μαύρης πολιτείας των κατεχομένων, όπως μεγαλοφυώς τους
αποκάλεσε ο μέγας βεζύρης της νεότερης τουρκοκρατίας απαντώντας στον πρόεδρο
της Κυπριακής Δημοκρατίας πριν λίγες μέρες στην καρδιά του ΟΗΕ.
Μετά τον εποικισμό ή ταυτόχρονα, γίνονται οι πρώτες αποστολές παράνομων
μεταναστών μουσουλμάνων στις ελεύθερες περιοχές μέσω κατεχομένων, κινήσεις για
επανεγκατάσταση τουρκοκυπρίων στις περιουσίες τους στις ελεγχόμενες από το
κράτος μας περιοχές, -παρεξήγηση;- το σχέδιο πλήρους τουρκοποίησης της Κύπρου
εφαρμόζεται σταδιακά, κι όσοι εθελοτυφλούν και καμώνονται πως δεν το
καταλαβαίνουν ας κάμουν ό, τι είπε στους Αθηναίους ο μισάνθρωπος εκείνος Τίμων,
σαν κατέβηκε μια μέρα να μιλήσει στην εκκλησία του δήμου: «Άνδρες Αθηναίοι, σ’
ένα χωράφι μου έξω από την Αθήνα φύτρωσε μια συκιά. Πολλοί ως τώρα πήγαν εκεί
και κρεμάστηκαν. Το λοιπόν, επειδή θα κόψω τη συκιά για να κτίσω, όσοι
προτίθεστε, κρεμαστείτε». Αλλά επειδή είμαστε λίγοι, φυγόστρατοι ή απόστρατοι, ας
διαβάσουμε τουλάχιστο τα βιβλιαράκια που κυκλοφόρησαν τελευταία, «Αιματηρή
Αλήθεια», «Η Πρόταση του Ορθού Ναι», Τάκη Γεωργίου «Σχέδιο Β΄». Είναι
περιεκτικά και φωτοδότα. Ίσως φωτίσουν τους ιθύνοντες να αντιληφθούν το μέγεθος
του βόθυνου (=βόθρου) στον οποίο μας οδηγούν και στο οποίο αμφότεροι, λαός και
ηγεσία, εμπεσούμεθα, τυφλοί τυφλούς οδηγούντες. Κι αυτά δεν είναι παρεξήγηση.
Χις έξελανσι
Η Όγια ήταν και περήφανη και λίγο μπερδεμένη. Θα’ ρχόταν ο ηγέτης των
ελληνοκυπρίων να περάσει όλη μέρα στο σπίτι της και να συνομιλεί με το σύζυγό
της, άλλο μεγάλο ηγέτη, που αν τον χάσουμε χάσαμε και την τελευταία ευκαιρία για
λύση του κυπριακού, και τι να κάμνει μόνη της, ίσως φέρει μαζί του και τη γυναίκα
του, τη φίλη της, να τα λεν τουλάχιστο κι αυτές, να λύνουν άλλα προβλήματα, να
διαβάζουν τον καφέ, τόσα κακά που’ χει αυτός ο δύσμοιρος τόπος, που τους
περιμένει με ανοιχτές αγκάλες να ενώσουν τα δυο συνιστώντα, να γίνει ο τόπος ο
ζηλεμένος παράδεισος ανατολής και δύσης, κάτι τέτοιο περίπου είπε κι ο
ελληνοκύπριος ηγέτης στο προεδρικό, μπροστά σε κόσμο, μόνο να’ χουν την Κύπρο
στην καρδιά, αριστερά. Αυτοί θα λύνουν το κυπριακό κι εμείς θα μαγειρεύουμε.
Αυτή κουπέπια κι εγώ ντολμαδάκια ή ιμάμ μπαϊλντί, έτσι κι αλλιώς κανένας δε
νηστεύει, να βάλουμε και κάμποσο αρνί στη σούβλα.
Αν το σπίτι είναι στην Κερύνεια, αδιάφορο, Κερύνεια δεν υπάρχει, εμείς τον
προσκαλούμε στην Κίρνε, στο σπίτι μας, χτισμένο σε κυβερνητική γη, και στο
εξοχικό μας αν θέλει, αυτό ήταν κάποτε ελληνοκυπρίου, όμως τα τουρκικά
στρατεύματα μας έσωσαν από το στόμα των εχθρών μας και μας έδωσαν το σπίτι, να’
ναι καλά ο στρατός μας, ο Αλλάχ σώζοι τα ειρηνευτικά στρατεύματα.
Η περηφάνια της Όγια ήταν και για τον άλλο, τον ηγέτη της αξιωματικής
αντιπολίτευσης, που λέει ο λόγος, που προσαγόρεψε τον αγαπημένο της εξοχότατο,
χις έξελανσι, έτσι τον είπε στο Λονδίνο, που σημαίνει πως τον αναγνωρίζει πρόεδρο,
άρα αναγνωρίζει και το μόρφωμά του ή το παραμόρφωμά του, το συνιστών που
λέγαμε, έστω κι αν εκείνοι οι αγράμματοι νομομαθείς στο ευρωπαϊκό δικαστήριο
αποφάνθηκαν πως τέτοιο κράτος – τουρκοκυπριακό- δεν υπάρχει. Γιατί δεν ρωτούν
τους ελληνοκύπριους;
Απόδειξη πως μας αναγνωρίζουν οι αδελφοί μας αυτοί είναι τα αυτοκίνητά μας, αφού
διακινούμαστε με τα δικά μας τουρκοκυπριακά νούμερα σ’ όλη την Κύπρο,
αναγνωρίζουν τη σημαία μας, αφού ο αγαπημένος μου μεταβαίνει στις συνομιλίες με
το αυτοκίνητό του, με τη σημαία μας, τη μοστράρουμε παντού, από μιναρέδες ως
Πενταδάχτυλο, από Πενταδάχτυλο ως Γκούγκλ ερθ, αναγνωρίζουν την τουρκική
Κίρνε, αναγνωρίζουν τους αστυνομικούς μας στους οποίους δείχνουν ταυτότητα όταν
περνούν τα σύνορά μας, αναγνωρίζουν το αεροδρόμιό μας, αφού τόσοι και τόσοι
ταξιδεύουν Τουρκία μεριά, θα αναγνωρίσουν κι όλους όσους αποκαλούν έποικους ως
Κύπριους πολίτες θέλουν δε θέλουν, το κράτος μας καλά κρατεί, γι’ αυτό τους
ευχαριστούμε ολόψυχα, τους ελληνοκύπριους και τη μάνα Τουρκία, τους μόνους που
μας αναγνωρίζουν. Γι’ αυτό ας ετοιμάσουμε κι ένα γλυκάκι βύσσινο. Μην τους
λείψει και μου πικραθούν. Εις υγείαν. Κι όποιος αντέξει.