Professional Documents
Culture Documents
Μία κεντρική μονάδα ή ΚΜ που περιέχει όλο εκείνο το υλικό που σχετίζεται
με την επεξεργασία ή την αποθήκευση των δεδομένων.
Και τέλος ένα ποντίκι, για εύκολη είσοδο εντολών ελέγχου και χειρισμού σε
λογισμικό με γραφικό περιβάλλον (π.χ. windows, linux).
Αριθμός Πυρήνων
Συχνότητα λειτουργίας
Εύρος καταχωρητών
Τάση λειτουργίας
Το εύρος των καταχωρητών ορίζει το μέγιστο μήκος σε bit, που μπορεί να διαχειριστεί
ο επεξεργαστής σε μία μόνο εντολή. Όσο αυξάνουμε το εύρος των καταχωρητών ενός
επεξεργαστή, τόσο αυξάνεται και η ταχύτητα με την οποία επεξεργάζεται δεδομένα
(ένας επεξεργαστής με εύρος διαδρόμου των 16 bit χρειάζεται τον διπλάσιο χρόνο από
έναν επεξεργαστή με 32 bit για την εκτέλεση της ίδιας λειτουργίας).
Η αρχιτεκτονική της μητρικής πλακέτας έχει άμεση σχέση με το είδος του επεξεργαστή.
Επομένως, η επιλογή της μητρικής πλακέτας γίνεται έχοντας υπόψη τον επεξεργαστή
που θα χρησιμοποιηθεί. Επομένως, το πρώτο πράγμα που θα πρέπει να
αποφασίσουμε είναι ο επεξεργαστής που θα χρησιμοποιήσουμε και έπειτα θα
καταλήξουμε στη μητρική, ανάλογα το socket της.
Οι μητρικές που κατασκευάζονται για τους νέους επεξεργαστές της Intel και της AMD,
δε διαθέτουν γέφυρα northbridge, αφού όλες οι λειτουργίες της είναι πλέον
ενσωματωμένες στον επεξεργαστή. Αυτό σημαίνει λιγότερο περίπλοκες μητρικές και
πρακτικά μικρότερη καθυστέρηση πρόσβασης του επεξεργαστή σε στοιχεία υψηλής
ταχύτητας όπως είναι η κύρια μνήμη RAM.
Για να είναι δυνατή η στήριξη της μητρικής πλακέτας στο κουτί της κεντρικής μονάδας,
αλλά και η πρόσβαση των υποδοχών της από την εξωτερική μεριά του κουτιού, έχουν
δημιουργηθεί τυποποιήσεις που αφορούν στην κατασκευή τόσο της μητρικής όσο και
του κουτιού της κεντρικής μονάδας. Οι τυποποιήσεις αυτές αφορούν τις διαστάσεις, τα
σημεία στήριξης στο κουτί, τη διάταξη και το πλήθος των στοιχείων που υπάρχουν σε
αυτές. Οι επικρατέστερες τυποποιήσεις όσον αφορά τους προσωπικούς υπολογιστές
είναι οι Standard-ATX και οι Micro-ATX.
Την υποδοχή PCIe (PCI Express): Αντικατέστησε τις υποδοχές PCI, PCI-X και
AGP.
Σε μία σύγχρονη μητρική πλακέτα μπορούμε να διακρίνουμε τις περισσότερες από τις
επόμενες βασικές υποδοχές (θύρες) διασύνδεσης εξωτερικών περιφερειακών
συσκευών: PS/2, USB 2.0 και USB 3.0, LAN (RJ-45), eSATA, VGA, DVI και HDMI.
Επιπρόσθετα κάποιες υποδοχές σύνδεσης ηχείων – ακουστικών, μικροφώνου και άλλων
συσκευών εισόδου ή εξόδου αναλογικού σήματος ήχου.
26. Ποιες είναι οι διαφορές μεταξύ των θυρών VGA, DVI και HDMI;
Η σύνδεση VGA είναι αναλογικού τύπου και διαθέτει συνολικά 15 ακροδέκτες, ενώ η
σύνδεση DVI διαθέτει συνολικά 19 ακροδέκτες. Η βασική διαφορά της DVI σε σχέση με
την υποδοχή VGA, είναι ότι, τα οπτικά δεδομένων για κάθε ένα από τα τρία βασικά
χρώματα, που μεταφέρονται στα τρία ζεύγη αγωγών (κόκκινο, πράσινο, μπλε), είναι σε
ψηφιακή μορφή, κωδικοποιημένα στο δυαδικό σύστημα και μεταφέρονται σειριακά.
Το πλεονέκτημά της DVI είναι ότι δεν υπάρχουν απώλειες ποιότητας σε μετατροπές
από αναλογικό σε ψηφιακό σήμα και αντίστροφα, καθώς η ροή πληροφορίας από το
κύκλωμα γραφικών του υπολογιστή μέχρι το κύκλωμα οδήγησης των υγρών
κρυστάλλων είναι καθαρά ψηφιακή. Η ύπαρξή τους επάνω στην μητρική πλακέτα μας
δείχνει ότι η μητρική πλακέτα ενσωματώνει κάρτα γραφικών. Η υποδοχή HDMI είναι
ψηφιακή σειριακή σύνδεση συσκευών πολυμέσων υψηλής ευκρίνειας, 19 ακροδεκτών.
Έχει τη δυνατότητα ταυτόχρονης μετάδοσης οπτικών δεδομένων και ψηφιακού ήχου.
Είναι επέκταση του DVI με το οποίο και είναι συμβατό. To ΗDMI χρησιμοποιεί βύσματα
μικρότερου μεγέθους από τα αντίστοιχα του DVI. Το καλώδιο τύπου HDMI μπορεί να
φθάσει τα 25 μέτρα, σε αντίθεση με το καλώδιο του DVI το οποίο δεν μπορεί να
ξεπεράσει τα 5 μέτρα. Η ύπαρξη της υποδοχής HDMI επάνω στην μητρική πλακέτα μας
δείχνει ότι μητρική πλακέτα ενσωματώνει κάρτα γραφικών και κάρτα ήχου.
27. Ποια είναι η σημερινή έκδοση του διαύλου USB; Ποια είναι η
ταχύτητα μεταφοράς δεδομένων;
Η σημερινή έκδοση είναι τύπου USB 3.0, η οποία κυκλοφόρησε το Νοέμβριος 2008 και
υποστηρίζει ταχύτητες μεταφοράς δεδομένων της τάξης των 4.8 Gbps.
28. Γιατί στις σύγχρονες μητρικές συνυπάρχουν θύρες USB 2.0 και
θύρες USB 3.0;
Το σύστημα USB αποτελείται από έναν ελεγκτή USB και πολλούς αποδέκτες USB. Οι
αποδέκτες USB μπορεί να είναι είτε συσκευές με σύνδεση USB (ποντίκι, εκτυπωτής
κ.α.), είτε κατανεμητές USB που μας επιτρέπουν να συνδέσουμε σε έναν ελεγκτή μέχρι
και 127 συσκευές συμπεριλαμβανομένων και των συσκευών ελέγχου.
Στατική RAM (SRAM): Είναι η γρηγορότερη μνήμη RAM. Στη μνήμη αυτή
υπάρχουν πάρα πολλά στοιχεία μνήμης. Καθένα από αυτά αποθηκεύει την τιμή
ενός bit από τα δεδομένα που αποθηκεύονται σε αυτή. Έχουν μικρή χωρητικότητα
και μεγάλο κόστος. Συνήθως στους υπολογιστές χρησιμοποιείται ως μνήμη cache.
Οι δίσκοι SSD, δεν έχουν ούτε ένα κινούμενο εξάρτημα. H τεχνολογία ενός δίσκου SSD
έχει περισσότερα κοινά με ένα USB flash drive από ότι με ένα απλό σκληρό δίσκο HDD.
Η συντριπτική πλειοψηφία των δίσκων SSD χρησιμοποιούν μνημονικά στοιχεία
βασισμένα σε πύλες NAND, ένας τύπος ευμετάβλητης μνήμης, ο οποίος δεν απαιτεί
ουσιαστικά ηλεκτρική ενέργεια για να διατηρήσει δεδομένα. Επίσης η μνήμη NAND
είναι σημαντικά πιο γρήγορη από ένα μηχανικό δίσκο ο οποίος χάνει αρκετό χρόνο στην
αναζήτηση δεδομένων.
Ο Εσωτερικός σκληρός δίσκος είναι ένας σκληρός δίσκος προσαρμοσμένος μέσα στον
υπολογιστή ο οποίος δεν μπορεί να μετακινηθεί εύκολα από υπολογιστή σε
υπολογιστή. Συνδέεται απευθείας με τη μητρική κάρτα, συνήθως με καλώδιο SATA και
επιτρέπει τη γρήγορη ανάγνωση και αποθήκευση δεδομένων. Ο Εξωτερικός σκληρός
δίσκος είναι ένας σκληρός δίσκος ο οποίος συνδέεται εξωτερικά με τον ηλεκτρονικό
υπολογιστή και μπορεί εύκολα να μετακινηθεί από έναν υπολογιστή σε άλλο. Συνήθως
συνδέεται μέσω θύρας USB. Γενικά η ταχύτητα μεταφοράς δεδομένων στους
εξωτερικούς αυτούς δίσκους είναι χαμηλότερη από τους εσωτερικούς.
Είναι το τμήμα του υπολογιστή, που η κύρια λειτουργία του είναι να τροφοδοτεί όλα τα
ηλεκτρονικά ή ηλεκτρικά κυκλώματα του υπολογιστή με ρεύμα. Είναι μία διάταξη
ηλεκτρονικών στοιχείων, που μετατρέπει το εναλλασσόμενο ρεύμα του δικτύου
(220volts) σε συνεχές χαμηλό ρεύμα με τάσεις: +3.3V, 5V και 12V. Χαρακτηριστικό του
τροφοδοτικού είναι η ισχύς του που μετριέται σε wat. Όσο μεγαλύτερη είναι η ισχύς
του, τόσο περισσότερες συσκευές μπορούμε να τροφοδοτήσουμε με ρεύμα, με κόστος
όμως την αύξηση της κατανάλωσης ρεύματος.
1. Το μέγεθος της οθόνης: Είναι το μήκος της διαγωνίου της οθόνης σε ίντσες.
2. Η ανάλυση της οθόνης: Είναι ο αριθμός των εικονοστοιχείων (pixel) που μπορεί να
εμφανιστούν σε μία οθόνη και την οποία περιγράφουν δύο αριθμοί (1920x1080).
3. Η συχνότητα ανανέωσης πλαισίων: Είναι ο αριθμός των εικόνων (πλαισίων) τις
οποίες απεικονίζει η οθόνη μέσα σε ένα δευτερόλεπτο.
4. Η γωνία θέασης: Είναι η γωνία (ως προς την κάθετο στην επιφάνεια της οθόνης)
από την οποία μπορεί ο χρήστης να βλέπει το λόγο αντίθεσης της εικόνας να
μειώνεται κατά συγκεκριμένο ποσοστό. Η βέλτιστη γωνία θέασης είναι πάντοτε 0
μοίρες.
5. Η ομοιομορφία απεικόνισης: Περιγράφει την ομοιογένεια στο φωτισμό της οθόνης
και ελέγχεται απεικονίζοντας μία και μοναδική απόχρωση στην οθόνη.
6. Η φωτεινότητα: Είναι το φωτομετρικό μέγεθος που αναφέρεται στην φωτεινή
ενέργεια που εκπέμπεται ανά μονάδα επιφανείας.
7. Ο λόγος αντίθεσης: Περιγράφει το λόγο φωτεινότητας μεταξύ του λευκού και του
μαύρου που μπορεί να απεικονίσει η οθόνη. Θεωρητικά έπρεπε να είναι άπειρη,
πρακτικά επηρεάζεται τόσο από τη φωτεινότητα του λευκού όσο και από το πόσο
σκοτεινό είναι το μαύρο που επιτυγχάνει να απεικονίσει η οθόνη.
8. Ο χρόνος απόκρισης: Είναι ανεξάρτητος του ρυθμού ανανέωσης και περιγράφει το
χρόνο που χρειάζεται η οθόνη για να αλλάξει τη φωτεινότητά της από μια
συγκεκριμένη στάθμη σε μία άλλη.
46. Ποια είναι η διαφορά μεταξύ των οθονών υγρών κρυστάλλων TFT
και LED;
Στις οθόνες τύπου TFT η εικόνα σχηματίζεται από μια συστοιχία ημιαγωγών
(τρανζίστορ), ενώ στις οθόνες τύπου LED από φωτοεκπέμπουσες διόδους (LED), οι
οποίες αποτελούν την πλέον αποδεκτή πρόταση απεικόνισης με τη βοήθεια υγρών
κρυστάλλων.
Πριν τη διαδικασία σύνθεσης του PC, θα πρέπει να έχουμε συγκεντρώσει όλα εκείνα τα
υλικά (συσκευές) από τα οποία θα αποτελείται ο υπολογιστής. Άρα θα χρειαστούμε:
Ένα κουτί υπολογιστή, Ένα τροφοδοτικό, Έναν επεξεργαστή μαζί με τη ψύκτρα του,
Μία μητρική πλακέτα, Αρθρώματα μνήμης RAM, Κάρτα γραφικών για την σύνδεση του
υπολογιστή με την οθόνη, Κάρτα δικτύου για την σύνδεση του υπολογιστή σε τοπικό
δίκτυο, Σκληρό δίσκο (HDD ή SSD) για να αποθηκεύσουμε το Λειτουργικό Σύστημα, τις
εφαρμογές και τα δεδομένα μας, Οδηγό οπτικού δίσκου (CD-ROM, DVD-ROM, CD-RW,
DVD-RW, Blu-Ray) για την αναπαραγωγή ή εγγραφή οπτικών δίσκων, Καλώδια
διασύνδεσης της μητρικής πλακέτας με τον σκληρό δίσκο και τον οδηγό οπτικού δίσκου
τύπου ΑΤΑ/IDE ή SATA, Βίδες ή στηρίγματα, Δεματικά καλωδίων για την καλύτερη
τακτοποίηση των καλωδίων μέσα στο κουτί.
Διαδικασία σύνθεσης (συναρμολόγηση):
Πριν τοποθετήσουμε τα υλικά μέσα στο κουτί, τοποθετούμε πάνω στον πάγκο
εργασίας τη μητρική πλακέτα, στην οποία έχουμε συνδέσει, τον επεξεργαστή με την
ψύκτρα του, τα αρθρώματα μνήμης RAM και την κάρτα γραφικών.
Στη συνέχεια τροφοδοτούμε τη μητρική με εξωτερικό τροφοδοτικό και ελέγχουμε τη
λειτουργία των συσκευών που συνδέσαμε. Αν οι συσκευές λειτουργούν κανονικά
τότε προχωρούμε στην τοποθέτησή τους μέσα στο κουτί. Εκτελούμε την παραπάνω
διαδικασία πρώτη, για να γλιτώσουμε χρόνο και κόπο, στην περίπτωση που κάποιο
από το παραπάνω υλικό έχει λειτουργικό σφάλμα από την κατασκευή του.
Τοποθετούμε πάνω στο πάγκο εργασίας το κουτί του υπολογιστή και ξεβιδώνουμε
την πλευρά που μας δίνει πρόσβαση στο εσωτερικό του.
Βιδώνουμε τα στηρίγματα της μητρικής πλακέτας πάνω στην βάση της στο κουτί.
Τοποθετούμε το panel των πίσω θυρών, τοποθετούμε την μητρική και την
σταθεροποιούμε βιδώνοντάς την χρησιμοποιώντας το σταυροκατσάβιδο. Στην
μητρική πλακέτα, έχουμε τοποθετήσει στο 1ο βήμα τον επεξεργαστή και τα
αρθρώματα μνήμης RAM.
Συνδέουμε το τροφοδοτικό με τη μητρική πλακέτα.
Τοποθετούμε και στερεώνουμε στις κατάλληλες υποδοχές επέκτασης της μητρικής
πλακέτας, τις αντίστοιχες κάρτες επέκτασης, κάρτα γραφικών, κάρτα δικτύου, κάρτα
ήχου κλπ.
Τοποθετούμε το σκληρό δίσκο και τον οδηγό οπτικού δίσκου στις κατάλληλες θέσεις
και τα σταθεροποιούμε με βίδες ή κατάλληλα στηρίγματα.
Συνδέουμε το σκληρό δίσκο και τον οδηγό οπτικού δίσκου με το τροφοδοτικό και με
τη μητρική πλακέτα (χρησιμοποιώντας τα κατάλληλα καλώδια ΑΤΑ/IDE ή SATA).
Συνδέουμε τα καλώδια που αντιστοιχούν στα ενδεικτικά LED και στους διακόπτες
της μπροστινής όψης του κουτιού. Επίσης στο βήμα αυτό συνδέουμε το καλώδιο
του μικρού ηχείου του υπολογιστή που βρίσκεται στο κουτί.
Τακτοποιούμε τα καλώδια μέσα στο κουτί χρησιμοποιώντας τα δεματικά καλωδίων.
Κάνουμε ένα τελευταίο έλεγχο στις συνδέσεις, που έχουμε κάνει στα προηγούμενα
βήματα και συνδέουμε ένα πληκτρολόγιο, ένα ποντίκι και μία οθόνη στον
υπολογιστή μας.
Συνδέουμε στο ρεύμα τον υπολογιστή μας και τον θέτουμε σε λειτουργία. Αν όλα
λειτουργούν σωστά τότε προχωρούμε στο επόμενο βήμα, αλλιώς απενεργοποιούμε
τον υπολογιστή και ελέγχουμε τις συνδεσμολογίες που έχουμε κάνει στα
προηγούμενα βήματα.
Κάνουμε εγκατάσταση του λειτουργικού συστήματος (Microsoft Windows, Linux).
Κάνουμε εγκατάσταση των υπόλοιπων εφαρμογών, που επιθυμούμε να κάνουμε
χρήση στον υπολογιστή μας.