You are on page 1of 19

Παναγιώτης Σκαλτσῆς

Ἀναπλ. Καθηγητῆς Α.Π.Θ.

Η ΛΑΤΡΕΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΕΝΑΤΟ ΑΙΩΝΑ ΣΤΗΝ


ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ
ΚΑΙ Η ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΚΥΡΙΛΛΟ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΙΟ
ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΣΤΟ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΕΡΓΟ *

Ὁ ἔνατος αἰώνας, ἐποχὴ κατὰ τὴν ὁποίαν οἱ ἐκ Θεσσαλονί-


κης ἅγιοι Μεθόδιος καὶ Κύριλλος, τὰ πολύφωτα, κατὰ τὸν
ὑμνογράφο, ἄστρα1 ἐφώτισαν «ἐπιγνώσει τοῦ Χριστοῦ» τοὺς
Σλαύους, εἶναι περίοδος μεταβατική, μὲ ἰδιαίτερες καὶ πολὺ
σημαντικὲς γιὰ τὴν ἱστορία τῆς Λατρείας λειτουργικὲς διεργασίες.
Μιλοῦμε γιὰ σταθμὸ στὴ βυζαντινὴ λατρευτική μας παράδοση2.
Χαρακτηριστικὰ δείγματα τῆς νέας πραγματικότητας εἶναι
τὰ ἑξῆς. Ὁ Βυζαντινὸς λειτουργικὸς τύπος εἶναι «σχεδὸν πλήρως
διαμεμορφωμένος» ἀπὸ τὰ τέλη τοῦ 8ου αἰώνα3. Πολλὰ πράγμα-
τα βεβαίως βρίσκονται στὸ ἀρχικὸ στάδιο τῆς διαμόρφωσής των

* Εἰσήγηση στὸ πλαίσιο τοῦ Διεθνοῦς Συμποσίου ποὺ ὀργάνωσε τὸ


Τμῆμα Θεολογίας στὶς 20 Μαΐου 2013, μὲ θέμα: «Ψηλαφώντας τὰ ἴχνη τῆς
Κυριλλομεθοδιανῆς Ἱεραποστολικῆς διαδρομῆς».
1. Ι. ΦΟΥΝΤΟΥΛΗ, «Οἱ ἅγιοι Κύριλλος καὶ Μεθόδιος στὸ Ἑορτολόγιο
καὶ στὴν Ὑμνογραφία τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας», ἐν Πρακτικὰ Συνεδρί-
ου, Ἑορταστικαὶ Ἐκδηλώσεις πρὸς τιμὴν καὶ μνήμην τῶν ἁγίων
αὐταδέλφων Κυρίλλου καὶ Μεθοδίου τῶν Θεσσαλονικέων, Φωτιστῶν τῶν
Σλάβων (10-15 Μαΐου 1985), Ἱερὰ Μητρόπολις Θεσσαλονίκης, Θεσσαλο-
νίκη 1986, σ. 208.
2. π. Θ. ΚΟΥΜΑΡΙΑΝΟΥ, «Βασικοὶ σταθμοὶ στὴν διαμόρφωση τῆς
λειτουργικῆς τάξεως (Τυπικοῦ) τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας», ἐν «Λατρεύ-
σωμεν εὐαρέστως τῷ Θεῷ. Τὸ αἴτημα τῆς λειτουργικῆς ἀνανεώσεως στὴν
Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Πρακτικὰ Β΄ Πανελληνίου Λειτουργικοῦ Συμποσί-
ου Στελεχῶν Ἱερῶν Μητροπόλεων, 22-25 Ὀκτωβρίου 2000 Βόλος, Ἀθήνα
2003, σσ. 85-122. Βλ. καὶ R. F. TAFT, The Byzantine Rite: A Short History.
American Essays in Liturgy Series. The Liturgical Press, Collegeville, Mines-
sota 1992.
3. Ι. Μ. ΦΟΥΝΤΟΥΛΗ, Λειτουργική (Πανεπιστημιακαὶ Παραδόσεις),
Θεσσαλονίκη 1981, σ. 57.
182 Η ΛΑΤΡΕΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΕΝΑΤΟ ΑΙΩΝΑ

καὶ δὲν λείπουν τόσο ἡ ποικιλία στὶς λειτουργικὲς διατάξεις, ὅσο


καὶ οἱ ἀνταγωνισμοὶ μεταξὺ λειτουργικῶν παραδόσεων4. Ὁ
ἱερὸς Φώτιος, ἡ γιγάντια αὐτὴ μορφὴ «τῆς ἱστορίας τῶν
ἑλληνικῶν γραμμάτων» κατὰ τὸν Κρουμπάχερ5, ἀποδέχεται τὴν
ποικιλομορφία στὴ Λατρεία καὶ μιλᾶ γιὰ τὴν ἑτερότητα καὶ
παραλλαγὴ στὸ χῶρο αὐτό6. Ἡ ἐν λόγῳ πραγματικότητα δὲν
συνιστᾶ λειτουργικὴν ἀντινομία, ἀλλὰ καταφάσκει στὶς τοπικὲς
ἐκκλησιαστικὲς παραδόσεις καὶ ἀναδεικνύει τόσο τὸ σταθερό,
ὅσο καὶ τὸ μεταβλητὸ στοιχεῖο στὴ Λατρεία7.
Χάρη στὴ μεταξὺ τῶν Ἐκκλησιῶν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ
«τὴν ἑνοειδῆ καὶ θεοποιὸν χάριν τοῦ Πνεύματος»8, οἱ ὅποιες
διαφορὲς στὴ Λατρεία ἀποτελοῦν πλοῦτο καὶ ὄχι πρόβλημα. Σ’
αὐτὴ τὴ βάση ὁ ἱερὸς Φώτιος στηρίχθηκε προκειμένου ν’
ἀντιμετωπίσει καὶ τὸ λειτουργικὸ ζηλωτισμὸ τῶν Τριγλωσιττῶν
ἢ Πιλατιανῶν, οἱ ὁποῖοι ἔκαναν λόγο μόνο γιὰ τρεῖς γλῶσσες

4. Ι. Μ. ΦΟΥΝΤΟΥΛΗ, ὅ.π., σ. 58.


5. K. KROYMBAXER, Ἱστορία τῆς Βυζαντινῆς Λογοτεχνίας (μτφρ. Γ.
Σωτηριάδου), τόμ. Β΄, Ἀθῆναι 1974 (φωτοτυπικὴ ἀνατύπωση τῆς
ἐκδόσεως τοῦ 1900), σ. 217. Β. ΦΕΙΔΑ, «Ὁ πατριάρχης Φώτιος καὶ τὸ κή-
ρυγμα τῆς βυζαντινῆς ἱεραποστολῆς», ἐν Πρακτικὰ Συμποσίου: Μνήμη
ἁγίων Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καὶ Μ. Φωτίου Ἀρχιεπισκόπων Κωνστα-
ντινουπόλεως (Θεσσαλονίκη 14-17 Ὀκτωβρίου 1993), Θεσσαλονίκη 1994,
σσ. 475-482. Α. Φ. ΚΡΑΛΙΔΗ, «Ὁ ‘Χαζαροπρόσωπος’ Πατριάρχης. Ἡ
συμβολὴ τοῦ Μ. Φωτίου στὴν ἀποστολὴ τῶν ἁγίων Κυρίλλου καὶ Μεθοδί-
ου στὴ χώρα τῶν Χαζάρων», ἐν Πρακτικὰ ΙΕ΄ Θεολογικοῦ Συνεδρίου
«Μέγας Φώτιος», Θεσσαλονίκη 1995, σσ. 269-298.
6. Ἐπιστολὴ Β΄, PG 102, 608BC: «Ὅρα δέ, εἰ βούλει, πρὸς τοῖς
εἰρημένοις καὶ τὰς τῶν λειτουργικῶν ἑτερότητας τὰς ἐν ταῖς εὐχαῖς, τὰς ἐν
ταῖς ἐπικλήσεσι, τὰς ἐν τάξει καὶ ἀκολουθίᾳ, τὰς ἐν τῷ τοῦ χρόνου μήκει,
καὶ τῇ βραχύτητι, τὰς ἐν πλήθει καὶ ὀλιγότητι, καίτοι δι’ αὐτῶν, ὢ τοῦ θα-
ύματος! ὁ κοινὸς ἄρτος εἰς σῶμα Χριστοῦ μεταβάλλεται, καὶ ὁ κοινὸς
οἶνος αἷμα χρηματίζει τοῦ λύτρου ἡμῖν ἐξ οἰκείας πλευρᾶς τοῦτο σὺν
ὕδατι βλύσαντος. Καὶ ἡ τῶν εἰρημένων ἑτερότης τε καὶ παραλλαγὴ τὴν
ἑνοειδῆ καὶ θεοποιὸν χάριν τοῦ Πνεύματος ἀπληθύντως τε καὶ
ἀπαραλλάκτως ὑποδέξασθαι τὰ ἐφ’ οἷς ταῦτα τελεῖται οὐ διεκώλυσεν».
Βλ. καὶ Α. ΤΙΜΙΑΔΟΥ (Μητροπολίτου Συληβρίας), «Ὁ ἱερὸς Φώτιος
ὑπέρμαχος τῆς λειτουργικῆς ἐλευθερίας», Κληρονομία 23 (1991) 61-128.
7. Γ. Ν. ΦΙΛΙΑ, Παράδοση καὶ ἐξέλιξη στὴ Λατρεία τῆς Ἐκκλησίας,
ἐκδ. Γρηγόρη, Ἀθήνα 2006, σσ. 158-159.
8. Ἐπιστολὴ Β΄, PG 102, 608C.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ. ΣΚΑΛΤΣΗΣ 183

στὴ θεία Λατρεία, τὴν ἑβραϊκή, ἑλληνικὴ καὶ λατινική9. Ὅπως


στὴ δάδοση τοῦ Εὐαγγελίου κατὰ τὸν ἱερὸ Πατέρα δὲν
ὑπάρχουν γλωσσικοὶ ἀποκλεισμοὶ καθόσον «οὐ μόνον τύποις
γραμμάτων καὶ σχήμασιν ἀνομοίοις γράφονται, ἀλλὰ καὶ
ἀπηχήσει καὶ σημασίᾳ φωνῆς ἑτεροειδεῖ τε καὶ ἀλλοτριωτάτῃ
προφέρονται»10, ἔτσι καὶ ἡ Λατρεία μπορεῖ νὰ διατυπωθεῖ σὲ
ὁποιαδήποτε γλώσσα. Ἄλλωστε «ἡ Λατρεία τῆς Ἐκκλησίας εἶναι
ἡ προσευχητικὴ προέκταση τῆς πίστεώς της καὶ τοῦ σωτηριώ-
δους περιεχομένου τοῦ Εὐαγγελίου»11.
Τὸν ἔνατον αἰώνα σφραγίζει ἐπίσης τὸ γεγονὸς τῆς ἔναρξης
τῆς σύνθεσης μεταξὺ τῆς ἀρχαϊκωτάτης ἀσματικῆς παραδόσεως
καὶ τοῦ μοναχικοῦ Τυπικοῦ. Τὰ δύο αὐτὰ λειτουργικὰ Τυπικὰ
γιὰ αἰῶνες πορεύθηκαν παράλληλα. Τὸ πρῶτο τὸ ἐνοριακὸ ἢ
κοσμικό, μὲ ἀφετηρία τὴν Ἀντιόχεια καὶ τὴν Κωνσταντινούπολη,
διαμορφώθηκε γιὰ τὶς ἀνάγκες τῶν ἀστικῶν περιοχῶν καὶ δια-
κρινόταν γιὰ τὶς λιγότερες Ἀκολουθίες (Ἑσπερινό, Ὄρθρο, Τρι-
θέκτη, Παννυχίδα) καὶ τὴν ἀντιφωνικὴ ψαλμωδία μὲ ἐφύμνια
τοῦ σὲ 72 ἀντίφωνα διῃρημένου Ψαλτηρίου12. Τὸ δεύτερο προ-
έρχεται ἀπὸ τὴ μοναχικὴ παράδοση τῆς Παλαιστίνης, καὶ δὴ τὴν
Ἱερὰ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Σάββα13, μὲ κύρια χαρακτηριστικὰ τὴν

9. Z. DITRICH, Christianity in Great Moravia, Groningen, σ. 136, ὑποσ.


3. Α.-ΑΙ. Ν. ΤΑΧΙΑΟΥ, Κύριλλος καὶ Μεθόδιος. Οἱ θεμελιωτὲς τῆς ἀρχαίας
σλαβικῆς γραμματείας, Θεσσαλονίκη 1977, σ. 123.
10. Τὰ Ἀμφιλόχια, Ἐρώτησις ΣΕ΄, PG 101, 949AB.
11. Γ. Ν. ΦΙΛΙΑ, ὅ.π.,σ. 160.
12. Ι. Μ. ΦΟΥΝΤΟΥΛΗ, Λειτουργικὴ Α΄. Εἰσαγωγὴ στὴ θεία Λατρεία,
Θεσσαλονίκη 32004, σσ. 132-135. Δ. Κ. ΜΠΑΛΑΓΕΩΡΓΟΥ, Ἡ ψαλτικὴ παρά-
δοση τῶν Ἀκολουθιῶν τοῦ Βυζαντινοῦ Κοσμικοῦ Τυπικοῦ, Ἀθήνα 2001,
σσ. 57-82. Π. Ι. ΣΚΑΛΤΣΗ, «Μοναχικὸ καὶ Ἐνοριακὸ Τυπικό: Μπορεῖ νὰ
γίνει σύνθεση σήμερα;», ἐν Μοναστήρια τῆς Κέρκυρας [Ἱερὰ Μητρόπολις
Κερκύρας, Παξῶν καὶ Διαποντίων Νήσων], Κέρκυρα 2012, σσ. 53-54.
13. ΣΥΜΕΩΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ, Διάλογος, PG 155, 556CD: «Ἐν ταύταις
δὲ ταῖς μοναῖς καὶ σχεδὸν πάσαις ταῖς ἐκκλησίαις ἡ τοῦ ἀπὸ τῶν
Ἱεροσολύμων Τυπικοῦ τῆς μονῆς τοῦ ἁγίου Σάββα τελεῖται τάξις. Ὅτι δὴ
καὶ παρὰ μόνον τινὸς δυνατὸν χωρὶς ᾀσμάτων πολλάκις ἐν κοινοβίοις
ἐκτελεῖται. Καὶ ἡ τοιαύτη δὲ διάταξις ἀναγκαιοτάτη καὶ πατρική. Καὶ γὰρ
ὁ θεῖος Πατὴρ ἡμῶν Σάββας ταύτην διετυπώσατο, παραλαβὼν αὐτὴν ἀπὸ
τοῦ ἐν ἁγίοις Εὐθυμίου καὶ Θεοκτίστου. Οὗτοι δέ γε ἀπὸ τῶν πρὸ αὐτῶν,
καὶ τοῦ ὁμολογητοῦ Χαρίτωνος παρειλήφασι. Τὴν δὲ τοῦ ἱεροῦ Σάββα
184 Η ΛΑΤΡΕΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΕΝΑΤΟ ΑΙΩΝΑ

ἑπταδικὴ Ἀκολουθία τοῦ Νυχθημέρου, τὴ στιχολογία τοῦ σὲ κα-


θίσματα δομημένου Ψαλτηρίου, τὸν ἐμπλουτισμὸ τῶν
Ἀκολουθιῶν μὲ κανόνες καὶ στιχηρὰ τροπάρια, καὶ μὲ ἀνάγνωση
βιβλικῶν καὶ πατερικῶν κειμένων στὸν ἑσπερινὸ καὶ τὸν
ὄρθρο14.
Στὴν Κωνσταντινούπολη, ἡ ὁποία λόγῳ τοῦ Τυπικοῦ τῆς
Ἁγίας Σοφίας ἐθεωρεῖτο τὸ «ἰσχυρότερο κέντρο τοῦ ἀσματικοῦ -
κοσμικοῦ τυπικοῦ, δέχεται ἐπιδράσεις ἀπὸ αὐτό, τὶς
ἐνσωματώνει καὶ τελικὰ ἐξελίσσεται σὲ ἕνα τυπικὸ ποὺ
ἱκανοποιεῖ τὶς ἀνάγκες τῶν μοναχῶν ποὺ βρίσκονται μέσα στὸ
ἀστικὸ περιβάλλον, ἀφ’ ἑνός, καὶ γίνεται εὐρύτερα ἀποδεκτὸ
στὰ μοναστικὰ περιβάλλοντα καὶ στὰ ἀστικὰ κέντρα τῆς
αὐτοκρατορίας»15. Συγκεκριμένα στὴ Μονὴ Στουδίου ἔγινε ἡ
πρώτη σύνθεση τῶν δύο τυπικῶν, μὲ ἐνίσχυση ὅμως καὶ ἀνάδειξη
τῶν ἀσματικῶν στοιχείων. Ὁ ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης
ἀκολουθώντας τὴ γραμμὴ τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ποὺ εἰσήγαγε
τὴν ψαλμωδία στὴ μοναχικὴ Ἀκολουθία16, ζητοῦσε ἀπὸ τοὺς

διατύπωσιν, ὡς ἐμάθομεν, καταφθαρέντος τοῦ τόπου ὑπὸ βαρβάρων


ἀφανισθεῖσαν, ὁ ἐν ἁγίοις Πατὴρ ἡμῶν Σωφρόνιος ὁ τῆς ἁγίας πόλεως
πατριάρχης, φιλοπονήσας ἐξέθετο· καὶ μετ’ αὐτὸν πάλιν ὁ θεῖος ἡμῶν καὶ
θεολογικὸς Πατὴρ ὁ Δαμασκηνὸς Ἰωάννης ἀνενεώσατο, καὶ γράψας πα-
ρέδωκε».
14. Ι. Μ. ΦΟΥΝΤΟΥΛΗ, «Μοναχικὸ καὶ Κοσμικὸ Τυπικό», ἐν
Τελετουργικὰ Θέματα [Σειρὰ «Λογικὴ Λατρεία» - 12], Ἀθήνα 2002, σσ. 15-
19.
15. Κ. ΚΑΡΑΪΣΑΡΙΔΗ (Πρωτοπρ.), «Ἀσματικὸ καὶ μοναχικὸ τυπικὸ καὶ
ἡ στουδιτικὴ μεταρρύθμιση», ἐν Ἐκκλησία ΠΘ΄, τεῦχος 11-Δεκέμβριος
2012, Ἀθῆναι, σ. 748.
16. Ἐπιστολὴ ΣΖ΄, 2-3, PG 32, 761-764: «Ἀπερίσπαστοι ὄντες (οἱ τῆς
εὐσεβείας ἀσκητὲς) καὶ εὐπάρεδροι τῷ Κυρίῳ, νυκτὸς καὶ ἡμέρας προσμέ-
νουσι ταῖς δεήσεσιν. Ὧν τὸ στόμα οὐ λαλεῖ τὰ ἔργα τῶν ἀνθρώπων· ἀλλὰ
ψάλλουσιν ὕμνους τῷ Θεῷ ἡμῶν διηνεκῶς, ἐργαζόμενοι ταῖς ἑαυτῶν χερ-
σίν, ἵνα ἔχωσι μεταδιδόναι τοῖς χρείαν ἔχουσι. Πρὸς δὲ τὸ ἐπὶ ταῖς ψαλμω-
δίαις ἔγκλημα, ᾧ μάλιστα πρὸς ἁπλουστέρους φοβοῦσιν οἱ διαβάλλοντες
ἡμᾶς, ἐκεῖνο εἰπεῖν ἔχω· ὅτι τὰ νῦν κεκρατηκότα ἔθη πάσαις ταῖς τοῦ Θεοῦ
Ἐκκλησίαις συνῳδά ἐστι καὶ σύμφωνα. Ἐκ νυκτὸς γὰρ ὀρθρίζει παρ’ ἡμῖν
ὁ λαὸς ἐπὶ τὸν οἶκον τῆς προσευχῆς, καὶ ἐν πόνῳ καὶ θλίψει καὶ συνοχῇ
δακρύων ἐξομολογούμενοι τῷ Θεῷ, τελευταῖον ἐξαναστάντες τῶν
προσευχῶν, εἰς τὴν ψαλμωδίαν καθίστανται. Καὶ νῦν μέν, διχῇ διανεμηθέ-
ντες, ἀντιψάλλουσιν ἀλλήλοις, ὁμοῦ μὲν τὴν μελέτην τῶν λογίων ἐντεῦθεν
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ. ΣΚΑΛΤΣΗΣ 185

μοναχοὺς νὰ ἀκολουθοῦν τὴν ἐνοριακὴ τάξη στὴν ψαλμωδία


καὶ «τεταγμένως καὶ κεκανονισμένως ψάλλειν, ἀλλὰ μὴ ἁπλῶς
καὶ ὡς ἔτυχε συγκεχυμένως»17.
Ἐμπνεόμενος ἐπίσης «ἀπὸ τὰς παραδόσεις τῶν Ἀκοιμήτων
ἀνανέωσε τὸ ἴδιον τυπικὸν (τὸ Σαββαϊτικὸ δηλαδὴ) καὶ ἐγένετο
εἰσηγητὴς ἀκολουθίας ἁπλουστέρας, ἡ ὁποία φαίνεται ἀπὸ τοῦ
Στουδίου μετενεχθεῖσα καὶ εἰς τὰ Ἰταλοελληνικὰ μοναστήρια»18.
Οἱ εἰκονομαχικὲς ἔριδες (727-843) καὶ ἡ θεολογικὴ ἐπιρροὴ
τῶν μοναχῶν συνετέλεσαν ὥστε σιγὰ-σιγὰ τὸ μοναχικὸ τυπικὸ
νὰ ἐπικρατήσει σὲ βάρος τοῦ ἀσματικοῦ, ἀπὸ τὸ ὁποῖο ὅμως
ἐπηρεάστηκε τὰ μέγιστα19. Ἡ ἀσματικὴ Ἀκολουθία, τὸ καλὸν
καὶ ἀρχαῖον αὐτὸ ἔθος, διατηρήθηκε στὴν Κων/λη ἕως τὸ 1204
καὶ στὴ Θεσ/νίκη, πατρίδα τῶν ἁγίων Κυρίλλου καὶ Μεθοδίου,
στὸ Ναὸ τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας, ἕως τὸ 1430, ἔτος κατάληψης τῆς
πόλης ἀπὸ τοὺς Τούρκους20.
Μία ἄλλη σπουδαία πτυχὴ τῆς Λατρείας κατὰ τὸν ἔνατον
αἰώνα εἶναι καὶ ἡ διαμόρφωση τῶν λειτουργικῶν βιβλίων σὲ
συνδυασμὸ μὲ τὴν διὰ τῶν κανόνων καὶ ἄλλων νέων ἐκτενῶν
τροπαρίων στήριξη καὶ διάδοση τῆς δογματικῆς διδασκαλίας τῆς
Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Οἱ εἰκονοκλάστες εἶχαν ἐν πολλοῖς κα-
τακαύσει καὶ ἀφανίσει ὅ,τι ὑπῆρχε μέχρι τότε ὅσον ἀφορᾶ τὰ
βιβλία τῆς ὑμνωδίας (παλαιότεροι ὕμνοι ἢ τὰ κοντάκια) καὶ «ἡ
ποιητικὴ ἔμπνευσις –ὅπως χαρακτηριστικὰ σημειώνει ὁ Πανα-

κρατύνοντες, ὁμοῦ δὲ καὶ τὴν προσοχὴν καὶ τὸ ἀμετεώριστον τῶν


καρδιῶν ἑαυτοῖς διοικούμενοι».
17. ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΣΤΟΥΔΙΤΟΥ, Μικρὰ Κατήχησις 99, ἐκδ. «Ὀρθόδοξος Κυ-
ψέλη», Στουδίτου Ἔργα 2, Θεσσαλονίκη 1984, σ. 252. Γ. Ν. ΦΙΛΙΑ, ὅ.π., σσ.
171-172. Κ. ΚΑΡΑΪΣΑΡΙΔΗ (Πρωτοπρ.), «Ἀσματικὸ καὶ μοναχικὸ τυπικὸ καὶ
ἡ στουδιτικὴ μεταρρύθμιση», ὅ.π., σ. 749. R. F. TAFT, The Byzantine Rite...,
σσ. 56-66.
18. Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Ἐκλογὴ Ἑλληνικῆς Ὀρθοδόξου Ὑμνογραφίας,
Ἀδελφότης Θεολόγων «Ο ΣΩΤΗΡ», Ἀθῆναι 2007, σ. 35.
19. ΕΥ. ΑΝΤΩΝΙΑΔΟΥ, «Περὶ τοῦ ἀσματικοῦ ἢ βυζαντινοῦ κοσμικοῦ
τύπου τῶν Ἀκολουθιῶν τῆς ἡμερονυκτίου προσευχῆς», ἐν Θεολογία 20
(1949), τ. Δ΄, σσ. 704-724· 21 (1950), τ. Β΄, σσ. 180-200· 22 (1951), τ. Γ΄, σσ.
386-401· 22 (1951), τ. Δ΄, σσ. 557-567.
20. Π. Ι. ΣΚΑΛΤΣΗ, «Τὸ Τυπικὸ τῆς Ἁγίας Σοφίας Θεσσαλονίκης», ἐν
Λειτουργικὲς Μελέτες Ι, ἐκδ. Π. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 1999, σσ. 227-
241.
186 Η ΛΑΤΡΕΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΕΝΑΤΟ ΑΙΩΝΑ

γιώτης Τρεμπέλας– ἐτράπη ὁριστικῶς πρὸς τὴν σύνθεσιν κανό-


νων κατὰ τὰ ὑπὸ τοῦ Ἀνδρέου Κρήτης, Δαμασκηνοῦ καὶ Κοσμᾶ
καταλειφθέντα πρότυπα»21.
Ἡ ἀναθεώρηση τοῦ Τυπικοῦ τοῦ ἁγίου Σάββα, τόσο ἀπὸ
τοὺς Στουδῖτες, γεγονὸς στὸ ὁποῖο ἀναφερθήκαμε, ὅσο καὶ πα-
λαιότερα ἀπὸ τὸν Ἰωάννη Δαμασκηνό, συνέβαλε καὶ στὴν
«ὁριστικὴν διαμόρφωσιν τῆς τάξεως τοῦ Ὄρθρου»22. Ἡ διαμόρ-
φωση αὐτὴ συνέπεσε μὲ τὴν ἐκ μέρους τῶν εἰκονομάχων
καταστροφὴ τῶν βιβλίων μὲ τὰ κοντάκια καὶ τοὺς παλαιότερους
ὕμνους, καὶ «ὁ ὁριστικὸς ἀριθμὸς τῶν ἐκ τῆς Βίβλου ἐννέα ᾠδῶν
ἐνετάχθη μονίμως εἰς αὐτὸν (τὸν ὄρθρο), καὶ τὰ στιχηρὰ τῶν
ᾠδῶν τούτων ἦγον αὐτομάτως εἰς σύστημα τροπαρίων, ἐξ ὧν,
ὅταν τὸ βιβλικὸν στοιχεῖον ὑποκατεστάθη πλήρως ὑπὸ τοῦ
ποιητικοῦ, προῆλθε φυσικῶς τὸ νέον εἶδος τοῦ κανόνος»23.
Ἔτσι στὰ νέα αὐτὰ δεδομένα τὸ παλαιὸ λειτουργικὸ βιβλίο
Τροπολόγιον, μὲ ὅ,τι μπορεῖ νὰ σημαίνει ὁ ὅρος αὐτός24, ἀπὸ τὸν
ἔνατον αἰώνα δίδει τὴ θέση του σὲ ἄλλα βιβλία ὅπως τὸ Τριώδιο,
τὰ Μηναῖα κ.ἄ.25 τὰ ὁποῖα καὶ ἐμπλουτίζονται συνεχῶς μὲ νέους
ὕμνους.
Ἡ εἰκόνα ποὺ ἔχουμε γιὰ τὰ λειτουργικὰ βιβλία τῆς
Ἐκκλησίας κατὰ τὸν ἔνατον αἰώνα εἶναι ἡ ἑξῆς. Ἀπὸ τὰ τέλη τοῦ
ὀγδόου αἰ. εἶναι γνωστὸ τὸ πρῶτο χειρόγραφο Εὐχολόγιο, ποὺ
σήμερα ἀκούει στὸν τίτλο Βαρβερινὸς κώδικας 33626 καὶ διασώ-
ζει τὴ λειτουργικὴ παράδοση τῆς Κων/λεως καὶ τῆς Κάτω
Ἰταλίας, παράδοση στὴν ὁποία τὸ μοναχικὸ στοιχεῖο μὲ τὸ

21. Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, ὅ.π., σ. 25.


22. Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, ὅ.π., σ. 36.
23. Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, ὅ.π., σ. 36.
24. Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, ὅ.π., σσ. 31-33. Βλ. καὶ Α. Ε. ΑΛΥΓΙΖΑΚΗ, Ἡ
Ὀκταηχία στὴν Ἑλληνικὴ Λειτουργικὴ Ὑμνογραφία, ἐκδ. Π. Πουρναρᾶ,
Θεσσαλονίκη 1985, σσ. 166-171.
25. J. B. PITRA, Analecta sacra spicilegio solesmensi parata I, Parisiis
1876 (φωτ. ἀνατ. 1966), σ. VIII.
26. S. PARENTI E E. VELKOVSKA, L’ Eucologio Barberini gr. 336, CLV -
Edizioni Liturgiche - Roma, 22000, Περὶ τοῦ Εὐχολογίου αὐτοῦ βλ. Γ. Ν.
ΦΙΛΙΑ, Τὸ Βαρερινὸν Εὐχολόγιον 336 (Codex Vaticanus Barberinianus
Graecus 336), Ἀνάτυπον ἐκ τοῦ περιοδικοῦ «ΘΕΟΛΟΓΙΑ» (τόμ. ΞΑ΄
(1990), τεῦχ. Γ΄, σσ. 396-416), Ἀθῆναι 1990.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ. ΣΚΑΛΤΣΗΣ 187

ἀσματικὸ συμπλέκονται27. Ἀπὸ τὸν ὄγδοο ἐπίσης αἰώνα, ἴσως


καὶ παλαιότερα, εἶναι διαμορφωμένο καὶ τὸ σύστημα τῶν
περικοπῶν τοῦ Ἀποστόλου καὶ τοῦ Εὐαγγελίου28. Οἱ περικοπὲς
αὐτὲς ἀπὸ τὸν ἔνατο αἰώνα διαβάζονται μὲ ἐμμελὴ ἀπαγγελία29.
Τὸν ἔνατο αἰώνα «ἦτο σὲ χρήση καὶ τὸ Παροιμιάριο, ποὺ
ἀναφέρεται στὶς σλαβικὲς μεταφράσεις ποὺ ἔκαμε ὁ Κύριλλος
καὶ ὁ ἀδελφός του Μεθόδιος»30.
Ἀπὸ τὸν ὄγδοον αἰώνα τίθενται ἐπίσης καὶ οἱ βάσεις τῆς
Ὀκτωήχου τῶν Κυριακῶν31. Τὸν ἔνατον αἰώνα μαρτυρεῖται καὶ
τὸ παλαιότερο Ὡρολόγιο στὸ Σιναϊτικὸ κώδικα 86332,
παλαιστιανῆς προέλευσης μὲ τὴν «ἀρχαιότερη γραπτὴ μαρτυρία
τῆς τάξεως τῶν ἡμερινῶν κοινῶν ἀκολουθιῶν πρώτης ὥρας, τρί-
της ὥρας, ἕκτης ὥρας, ἐνάτης ὥρας, τοῦ ἑσπερινοῦ καὶ τῆς πρώ-
της ἀκολουθίας τῆς νύκτας ‘εἰς τὴν πρώτην ὀψέ’»33. Τὸ βιβλίο
αὐτὸ κατὰ τὸν Robert Taft ἐπηρέασε καὶ τὴ λειτουργικὴ πράξη
τῶν Στουδιτῶν στὴν Κωνσταντινούπολη34.

27. Οἱ Ὧρες π.χ. στὸ ἐν λόγῳ Εὐχολόγιο ἔχουν εὐχὲς ἀντιφώνων κάτι
ποὺ παραπέμπει στὴν ἀσματικὴ παράδοση. Βλ. S. PARENTI E E. VELK-
OVSKA, ὅ.π., σσ. 105-117. Πρβλ. Ι. Χ. ΤΑΡΝΑΝΙΔΗ, «Τὸ ἀρχαιότερο Σλαβικὸ
Εὐχολόγιο», ἐν Γηθόσυνον Σέβασμα. Ἀντίδωρον τιμῆς καὶ μνήμης εἰς τὸν
μακαριστὸν καθηγητὴν τῆς Λειτουργικῆς Ἰωάννην Μ. Φουντούλην (†
2007), τόμ. Β΄, ἐκδ. Οἶκος Ἀδελφῶν Κυριακίδη ἀ.ἑ., Θεσσαλονίκη 2013, σσ.
1847-1898.
28. CHR. HANNICK, «Die byzantinischen liturgischen Handschriften»,
ἐν Kaiserin Theophano, Köln 1991, σ. 33.
29. Γ. Θ. ΒΕΡΓΩΤΗ, «Ὁ Μέγας Φώτιος καὶ ἡ συμβολή του στὶς προϋπο-
θέσεις τῆς λειτουργικῆς μεταρρυθμίσεως τοῦ θ΄ μ.Χ. αἰώνα», ἐν Πρακτικὰ
ΙΕ΄ Θεολογικοῦ Συνεδρίου «Μέγας Φώτιος», Θεσσαλονίκη 1995, σσ. 109-
110.
30. Γ. Θ. ΒΕΡΓΩΤΗ, «Ὁ Μέγας Φώτιος καὶ ἡ συμβολή του στὶς προϋπο-
θέσεις τῆς λειτουργικῆς μεταρρυθμίσεως τοῦ θ΄ μ.Χ. αἰώνα», ὅ.π., σ. 109.
31. Α. Ε. ΑΛΥΓΙΖΑΚΗ, ὅ.π.
32. J. MATEOS, «Un Horologion inedit de Saint-Sabas. Le codex si-
naitique grec 863 (IX siecle), ἐν Melanges Eugene Tisserant, τόμ. ΙΙΙ. 1, 47-
76 [Studi e Testi, 233], Città del Vaticano 1964.
33. Π. Ι. ΣΚΑΛΤΣΗ, Ἡ παράδοση τῆς κοινῆς καὶ τῆς κατ’ ἰδίαν
προσευχῆς, μὲ εἰδικὴ ἀναφορὰ στὸ Ὡρολόγιο τοῦ Θηκαρᾶ, ἐκδ. Π.
Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 2008, σ. 191.
34. R. F. TAFT, ὅ.π., σσ. 56-57.
188 Η ΛΑΤΡΕΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΕΝΑΤΟ ΑΙΩΝΑ

Σημαντικὲς ἐπίσης εἶναι καὶ οἱ διευθετήσεις ποὺ γίνονται


κατὰ τὴν ἐν λόγῳ περίοδο στὸ Ἑορτολόγιο μὲ τὴν εἴσοδο νέων
ἑορτῶν ὅπως π.χ. αὐτὴ τῆς Μεταμορφώσεως κατ’ ἐπίδρασιν τῆς
Ἱεροσολυμιτικῆς παραδόσεως35. Τὸ ἁγιολόγιο ἀποκαθαίρεται
«ἀπὸ τοὺς παρεισφρήσαντες αἱρετικοὺς ἁγίους» μὲ ἀποτέλεσμα
τὰ κενὰ ποὺ δημιουργήθηκαν νὰ τὰ καταλάβουν «ἀγωνιστὲς
χριστιανοί, ποὺ μαρτύρησαν γιὰ τὴν ὀρθόδοξη πίστη, γιὰ τὴν
ἀναστήλωση τῶν εἰκόνων καὶ γιὰ τὴ χριστιανική τους βίωση»36.
Ἡ συγκρότηση τοῦ Βασιλειανοῦ Μηνολογίου σχετίζεται
ἀκριβῶς μ’ αὐτὴ τὴν ἐξέλιξη37. Τὸ σχετικὸ μὲ τὶς νέες ἁγιολογικὲς
μνῆμες, ἀλλὰ καὶ τὶς ἄλλες σταθερὲς ἑορτὲς Χριστουγέννων, Κοι-
μήσεως τῆς Θεοτόκου κ.ἄ., ὑμνογραφικὸ ὑλικὸ δὲν ἐντάσσεται
στὰ Μηναῖα τὰ ὁποῖα, ὡς συνέχεια τοῦ Τροπολογίου, ἄρχισαν
νὰ διαμορφώνονται τμηματικὰ ἀπὸ τὸν 9ο-10ο αἰ. (παλαιότερο
εἶναι τὸ Sinait. Gr. 607 ποὺ περιλαμβάνει Ἀκολουθίες τῶν μηνῶν
Μαρτίου-Ἀπριλίου) καὶ σὲ πλήρη μορφὴ ἀπὸ τὸν 11ο-12ο αἰ., μὲ
ἀρκετὲς βεβαίως, ὅπως ἄλλωστε εἶναι φυσικό, διαφορὲς μεταξύ
των38.

35. Π. Ι. ΣΚΑΛΤΣΗ, «Ἡ εὐλογία τῶν σταφυλιῶν κατὰ τὴν ἑορτὴ τῆς


Μεταμορφώσεως», ἐν Λειτουργικὲς Μελέτες ΙΙ, ἐκδ. Π. Πουρναρᾶ, Θεσσα-
λονίκη 2011, σσ. 295-312. Βλ. καὶ Δ. ΤΖΕΡΠΟΥ (Πρωτ/ρος), Ἡ ἑορτὴ τῆς
Μεταμορφώσεως τοῦ Κυρίου», ἐν Τὸ Χριστιανικὸν Ἑορτολόγιον.
Πρακτικὰ Η΄ Πανελληνίου Λειτουργικοῦ Συμποσίου Στελεχῶν Ἱερῶν
Μητροπόλεων, Βόλος, 18-20 Σεπτεμβρίου 2006, Ἀθῆναι 2007, σσ. 239-263.
36. Γ. Θ. ΒΕΡΓΩΤΗ, «Ὁ Μέγας Φώτιος καὶ ἡ συμβολή του στὶς προϋπο-
θέσεις τῆς λειτουργικῆς μεταρρυθμίσεως τοῦ θ΄ μ.Χ. αἰώνα», ὅ.π., σ. 107.
ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ, Τελετουργική, Θεσσαλονίκη 31993, σ. 35. Μ. ΓΕΔΕΩΝ,
Ἁγιοποιήσεις, Θεσσαλονίκη 1984, σσ. 26-64.
37. Σ. Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗ, Ἐν ἁγίοις. Εἰδικὰ Θέματα Βυζαντινῆς καὶ
Μεταβυζαντινῆς Ἁγιολογίας, τόμος Α΄, ἐκδ. Π. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη
2011, σσ. 301-302. Θ. Ε. ΔΕΤΟΡΑΚΗ, Εἰσαγωγὴ στὴ σπουδὴ τῶν
ἁγιολογικῶν κειμένων (Πανεπιστημιακὲς Παραδόσεις), Ρέθυμνο 1992, σ.
44.
38. Σχετικὰ βλ. R. KRIVKO, «A typology of byzantine office menaia of
the 9th-14th c.», ἐν www.academia.edu/1145451. Βλ. καὶ A. J. NIKIFOROVA,
problema proishozhdenija sluzhebnoj Minei: struktura, sostav, mesjaceslov
grecheskih minej IX-XII vv. iz monastirja Svjatoj EKaterini na Sinae,
Moskva 2005 (Πρόβλημα προέλευσης τῶν Ἀκολουθιῶν τοῦ Μηναίου: Ἡ
δομή, ἡ σύνθεση, τὸ μηνολόγιο τῶν Ἑλληνικῶν Μηναίων ΙΧ-ΧΙΙ αἰ. ἀπὸ
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ. ΣΚΑΛΤΣΗΣ 189

Κατ’ ἐπίδρασιν τῆς μοναχικῆς παράδοσης τὸν ἔνατον


αἰώνα εἰσάγονται καὶ νέες νηστεῖες, ὅπως τῶν ἁγίων Ἀποστόλων
καὶ τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος - Κοιμήσεως τῆς Θεοτό-
κου39. Ἰδιαίτερο μάλιστα ἐνδιαφέρον παρουσιάζουν οἱ θέσεις
τοῦ ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου γιὰ τὸ νέο σύστημα νηστεί-
ας κατὰ τὴν περίοδο τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς, ὁπότε καὶ γίνεται
λόγος γιὰ πρώτη φορὰ περὶ μονοφαγίας καὶ ὁρίζεται ἐπακριβῶς
τὸ διαιτολόγιο αὐτῆς τῆς περιόδου· «Τὴν δὲ ἁγίαν καὶ μεγάλην
τεσσαρακοστὴν ἅπαξ ἐσθίομεν τῆς ἡμέρας ἐν τῇ θ΄ ξηροφαγίαν,
ἢ καὶ ὄσπρια ἄνευ ἐλαίου· οὔτε οἶνον, πὰρεξ Σαββάτου καὶ
Κυριακῆς· ἐσθίομέν τε καὶ ὀστρακόδερμα πάντα ἀνόστεά τε καὶ
ταρύχια ἀνενδοιάστως· ἰχθύας δὲ οὐδαμῶς ἐσθίομεν τὴν ἁγίαν
αὐτὴν νηστείαν, πλὴν τῇ ἡμέρᾳ τοῦ Σαββάτου, καὶ τῇ Κυριακῇ
τῶν βαΐων, εἰς δόξαν τοῦ κατελθόντος ἐκ τῆς νηστείας, καὶ συνε-
σθιάσαντος ἐπὶ τῇ τοῦ Λαζάρου ἐγέρσει· ἢ καὶ ἀριδήλως ὡς μία
οὔσα καὶ αὐτὴ τῶν τοῦ Χριστοῦ θείων ἑορτῶν. Τὴν δὲ ἁγίαν με-
γάλην ἑβδομάδα νήστεις πάντως διατηροῦμεν, εἰ δυνατόν, οὔτε
ἔλαιον, οὔτε οἶνον, πάρεξ τῇ ἀγρυπνίᾳ τῶν ἁγίων παθῶν, πίειν
τι πρὸς χρείαν διὰ τὸν κόπον· ὁμοίως νήστεις ἕως ὀψὲ τῷ μεγάλῳ
Σαββάτῳ διατηροῦμεν, αὐτῷ καὶ μόνῳ, οὐποτοῦν ἄλλῳ τῷ ὅλῳ
ἐνιαυτῷ»40.
Ἡ εἰκονομαχικὴ κρίση ἐπέφερε ἀλλαγὲς καὶ σ’ αὐτὴν τὴν τάξη
τῆς θείας Λειτουργίας, ἀλλὰ καὶ τὸν ἐσωτερικὸ διάκοσμο τοῦ Ναοῦ
μὲ στόχο νὰ τονισθεῖ ἡ ἑνότητα οὐρανοῦ καὶ γῆς στὰ τελούμενα, νὰ
προβληθεῖ ἡ μυστικὴ-μυσταγωγικὴ διάσταση τῆς Λατρείας, ἀλλὰ

τὴν Μονὴ τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης τοῦ Σινᾶ, Μόσχα 2005. (Γιὰ τὴ μετά-
φραση τοῦ κειμένου τῆς ἐν λόγῳ διδακτορικῆς διατριβῆς εὐχαριστῶ θερμὰ
τὸν ρῶσσο φοιτητὴ τοῦ Τμήματος Θεολογίας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς
Α.Π.Θ. κ. Andrey Guskov).
39. Ι. Μ. ΦΟΥΝΤΟΥΛΗ, Λειτουργικὴ (Πανεπιστημιακαὶ Παραδόσεις), σ.
34. Βλ. καὶ Θ. ΓΙΑΓΚΟΥ, «Ἡ νηστεία κατὰ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες καὶ τὰ Τυπι-
κά», ἐν Νηστεία καὶ Πνευματικὴ Ζωὴ (χρονικόν, εἰσηγήσεις, πορίσματα
Ἱερατικοῦ Συνεδρίου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δράμας, ἔτους 1989), Δράμα
1989, σσ. 24-52. ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ, Κανονικολειτουργικὰ Ι, ἐκδ. Γ. Δεδούση, Θεσσα-
λονίκη 1996, σσ. 221-264.
40. ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΣΤΟΥΔΙΤΟΥ, Διδασκαλία Χρονική, § η, PG 99, 1700BC.
190 Η ΛΑΤΡΕΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΕΝΑΤΟ ΑΙΩΝΑ

καὶ ἡ «κοσμογονικὴ ἱστορία τῆς θείας Οἰκονομίας»41. Κάποιες ὅμως


ἀπὸ τὶς νέες ἐξελίξεις ὁδήγησαν ἀσφαλῶς καὶ σὲ μία ἀπομάκρυνση
ἀπὸ τὰ ἀρχαϊκὰ εὐχαριστιακὰ πρότυπα σὲ βάρος πάντοτε τῆς
ἑνότητας κλήρου καὶ λαοῦ42. Ὁ διαχωρισμὸς π.χ. τοῦ Ναοῦ σὲ κυ-
ρίως Ναὸ καὶ σὲ ἅγιο βῆμα καὶ ἡ ἀνύψωση τοῦ εἰκονοστασίου συ-
νέβαλαν στὴ διαμόρφωση τῆς μικρῆς εἰσόδου ὅπως εἶναι σήμερα43.
Καταργεῖται ἔτσι τὸ ἐντὸς τοῦ Βήματος σύνθρονο καὶ ὁ ἄμβωνας
γιὰ καθαρὰ πρακτικοὺς λόγους μετακινεῖται στὴ θέση ποὺ βρίσκε-
ται σήμερα. Μὲ τὴν ἐξέλιξη αὐτὴ συνδέεται καὶ ἡ ἀπὸ τὸν ἔνατο
αἰώνα διαφοροποίηση τοῦ τρόπου προπαρασκευῆς τῶν δώρων, μὲ
τὴν ἀνάπτυξη σιγὰ-σιγὰ ξεχωριστῆς Ἀκολουθίας τῆς Προσκο-
μιδῆς44. Ὁ περιορισμὸς τοῦ ἀσπασμοῦ τῆς ἀγάπης μόνο μεταξὺ τῶν
ἱερέων κατὰ τὸ «Ἀγαπήσωμεν ἀλλήλους...» τῆς θείας Λειτουργίας,
ἀνήκει σ’ αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν περίοδο45.

41. Γ. Θ. ΒΕΡΓΩΤΗ, «Ὁ Μέγας Φώτιος καὶ ἡ συμβολή του στὶς προϋπο-


θέσεις τῆς λειτουργικῆς μεταρρυθμίσεως τοῦ θ΄ μ.Χ. αἰώνα», ὅ.π., σ. 104.
42. Γενικότερα γιὰ τὸ θέμα αὐτὸ βλ. Π. Ι. ΣΚΑΛΤΣΗ, «Τὰ διακονικὰ
παραγγέλματα καὶ ἡ στάση τῶν πιστῶν στὴ θεία Λειτουργία», ἐν
Λειτουργικὲς Μελέτες ΙΙ, ἐκδ. Π. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 2011, σσ. 119-
172.
43. J. MATEOS, «Ἡ μικρὰ εἴσοδος τῆς θείας Λειτουργίας», ἐν Γρηγόρι-
ος ὁ Παλαμᾶς 56 (1973) 365-381. Βλ. καὶ M. ARRANZ, «La tradition litur-
gique de Constantinople au IXe siècle et l’Euchologe Slave du Sinai», ἐν
Studi sull’Oriente Cristiano, Miscellanea Metreveli 42, Roma 2000, σσ. 61-
65.
44. Χ.-Γ. ΣΟΥΛΤΣ, Ἡ Βυζαντινὴ Λειτουργία. Μαρτυρία πίστεως καὶ
συμβολικὴ ἔκφραση, μετάφραση π. Δημήτριος Β. Τζέρπος, ἐκδ. «Ἀκρίτας»,
Ἀθήνα 1998, σσ. 251-259. Βλ. καὶ Δ. Β. ΤΖΕΡΠΟΥ, «Ἡ Ἀκολουθία τῆς Προ-
θέσεως - Ἱστορικολειτουργικὴ θεώρηση», ἐν Λειτουργικὴ Ἀνανέωση. Δο-
κίμια λειτουργικῆς ἀγωγῆς κλήρου καὶ λαοῦ Α΄ [Σύγχρονοι Λειτουργικοὶ
Προβληματισμοὶ 2], ἐκδ. «Τῆνος», σσ. 67-87. Γ. Α. ΚΕΣΕΛΟΠΟΥΛΟΥ, Ἡ
Ἀκολουθία τῆς Προθέσεως (8ος-9ος αἰώνας) κατὰ τὸ κείμενο τῆς
Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας τοῦ ἁγίου Γερμανοῦ πατριάρχου Κωνσταντι-
νουπόλεως († 733) (Μελέτη λειτουργική, ἱστορικὴ-θεολογική),
Μεταπτυχιακὴ Ἐργασία, Θεσσαλονίκη 2008.
45. Βλ. Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Αἱ τρεῖς θεῖαι Λειτουργίαι κατὰ τοὺς ἐν
Ἀθήναις κώδικας, Ἀθῆναι 1982, σσ. 89-91. R. F. TAFT, The Great Entrance.
A history of the transfer of gifts and other preanaphoral rites of the Liturgy
of St. John Chrysostom [Orientalia Christiana Analecta 200], Roma 1978,
σσ. 374-398.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ. ΣΚΑΛΤΣΗΣ 191

Σὲ γενικὲς γραμμὲς αὐτὴ εἶναι ἡ εἰκόνα τῆς θείας Λατρεί-


ας στὴν Κωνσταντινούπολη κατὰ τὸν ἔνατον αἰώνα, μία εἰκόνα
ἡ ὁποία ἀποτυπώνει τὴν μέχρι τότε πραγματικότητα ἀλλὰ δια-
γράφει καὶ τὴν πραγματικότητα τῶν νέων ἐξελίξεων σὲ ὅλες
σχεδὸν τὶς ἐκφάνσεις τῆς λατρευτικῆς ζωῆς. Ὡς πρὸς τὸ
λειτουργικὸ Τυπικὸ εἶναι σαφὲς ὅτι στὰ ἀστικὰ κέντρα ἰσχύει τὸ
ἀσματικὸ-ἐνοριακὸ καὶ στὰ μοναστήρια τὸ ἁγιοσαββαϊτικό. Οἱ
πρωτοβουλίες γιὰ μία νέα σύνθεση ἔχουν ὡς κριτήριο ἀφ’ ἑνὸς
τὴν ἐπιστροφὴ κατὰ τὸν ἅγιο Θεόδωρο τὸ Στουδίτη «εἰς τὸ
ἀρχαῖον κάλλος καὶ πολίτευμα»46, στὴν παλαιότερη δηλαδὴ πα-
ράδοση47, καὶ ἀφ’ ἑτέρου τὴν ἐφαρμογὴ τῆς ἀδιάλειπτης Λατρεί-
ας48, στὸ πλαίσιο τῆς ὁποίας πάλι κατὰ τὸν ἅγιο Θεόδωρο «ψαλ-
μωδία τὴν ψαλμωδίαν διαδέχεται, μελέτη τὴν μελέτην, προσευχὴ
τὴν προσευχήν»49.
Σ’ αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ λειτουργικὸ καὶ πνευματικὸ κλίμα ἔζησαν
καὶ οἱ δύο ἱεραπόστολοι Κύριλλος καὶ Μεθόδιος. Ὅταν δὲ ἐκλήθη-
σαν τὸ ἔτος 862 νὰ κηρύξουν τὸ Εὐαγγέλιο στὴ Μοραβία στὰ σλα-
βικά, μὲ τὴν ἄδεια τοῦ αὐτοκράτορα Μιχαὴλ τοῦ Γ΄ καὶ τὴν
εὐλογία τοῦ Πατριάρχου Μεγάλου Φωτίου50, αὐτὸν τὸν πλοῦτο θὰ
μετέφεραν ἐκεῖ προκειμένου νὰ ἑδραιωθεῖ ἡ χριστιανικὴ ὀρθόδοξη
πίστη σ’ ἕνα περιβάλλον μὲ πολλὲς δυσκολίες καὶ προβλήματα. «Εἶ-
ναι ἀπολύτως βέβαιον –γράφει ὁ καθηγητὴς Εὐάγγελος Θεοδώρου–
ὅτι οἱ δύο ἅγιοι μετέφρασαν εἰς τὴν σλαβικὴν ἑλληνικὰ
λειτουργικὰ κείμενα»51. Καὶ τοῦτο ὡς ἀπάντηση στὴ γνώμη ὅτι ἡ
ἀπὸ τοὺς δύο ἁγίους «δημιουργηθεῖσα σλαβικὴ λατρεία εἶχε λατι-

46. ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΤΟΥ ΣΤΟΥΔΙΤΟΥ, Μικρὰ Κατήχησις 67, ἐκδ.


«Ὀρθόδοξος Κυψέλη», Στουδίτου Ἔργα 2, Θεσσαλονίκη 1998, σ. 176.
47. Γ. Ν. ΦΙΛΙΑ, ὅ.π., σ. 170.
48. Α΄ Θεσ. 5, 24. Π. Ι. ΣΚΑΛΤΣΗΣ, Ἡ παράδοση τῆς κοινῆς καὶ τῆς
κατ’ ἰδίαν προσευχῆς..., σσ. 41-102.
49. ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΤΟΥ ΣΤΟΥΔΙΤΟΥ, Μικρὰ Κατήχησις 67, ὅ.π., σ. 176.
50. Β. Κ. ΣΤΕΦΑΝΙΔΟΥ (Ἀριχμ.), Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία, Ἀθῆναι 21990,
σ. 401. Βλ. καὶ Ι. Χ. ΤΑΡΝΑΝΙΔΗ, Σελίδες ἀπὸ τὴν Ἐκκλησιαστικὴ Γραμματεία
τῶν Σλάβων, Ἐκδοτικὸς Οἶκος Ἀδελφῶν Κυριακίδη, ἀ.ἑ., Θεσσαλονίκη 2004,
σσ. 107-127.
51. ΕΥ. Δ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ, Τὸ ἔργον τῶν ἁγίων Κυρίλλου καὶ Μεθοδίου ἐξ
ἐπόψεως Λειτουργικῆς, Ἀνάτυπον ἐκ τοῦ Ἑορτίου Τόμου Κυρίλλου καὶ
Μεθοδίου ἐπὶ τῇ 1100 ἐτηρίδι, ἐν Θεσσαλονίκη 1996, σ. 127.
192 Η ΛΑΤΡΕΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΕΝΑΤΟ ΑΙΩΝΑ

νορωμαϊκὸν περιεχόμενον ἢ συνεδύαζε τὰ βυζαντινὰ μετὰ τῶν ρω-


μαϊκῶν στοιχείων»52. Ὅλα αὐτὰ βεβαίως χρήζουν τεκμηρίωσης τὴν
ὁποία ἡ σύγχρονη βιβλιογραφία καὶ τὰ νέα εὑρήματα μᾶς τὴν πα-
ρέχουν πλούσια.
Ἀπὸ τοὺς Βίους τῶν δύο ἁγίων53 ἔχουμε τὴν ἑξῆς εἰκόνα.
Στὸν Βίο τοῦ Κυρίλλου ἀναφέρεται ὅτι μετὰ τὴ θερμή του
ὑποδοχὴ ἀπὸ τὸν ἡγεμόνα τῆς Μοραβίας Ροστισλὰβ «συντόμως
μετεφράσθησαν ἅπαντα τὰ ἐκκλησιαστικὰ βιβλία καὶ ἐδίδαξεν
αὐτοὺς τὸν ὄρθρον, τὰς ὥρας, τὸ ἀπόδειπνον, τὸν ἑσπερινόν, τὸ
μεσονυκτικὸν καὶ τὴν μυστικὴν ἀκολουθίαν»54. Κατὰ τὸν
Ἀναστασίου ὁ Κύριλλος, «ἐδίδαξεν αὐτοὺς τὸν ὄρθρον, τὴν λει-
τουργίαν, τὰς ὥρας, τὸν ἑσπερινόν, τὸ ἀπόδειπνον καὶ τὸ
εὐχολόγιον»55. Κατ’ ἄλλη μετάφραση τὸ «συντόμως μετεφράσθη-
σαν ἅπαντα τὰ ἐκκλησιαστικὰ βιβλία» ἀποδίδεται ὡς ἑξῆς·
«Ἀμέσως μετά, ἀφοῦ ἔλαβε ὅλους τοὺς τύπους τῶν
ἐκκλησιαστικῶν ἀκολουθιῶν, τοὺς δίδαξε (ἐννοεῖ τοὺς
Μοραβοὺς) τὸν ὄρθρο, τὶς ὧρες, τὴ λειτουργία, τὸν ἑσπερινό, τὸ
ἀπόδειπνο καὶ τὴ μυστηριακὴ λατρεία»56 ἢ «Εἰσάγοντας γρήγο-
ρα ὅλη τὴν ἐκκλησιαστικὴ τάξη, τοὺς δίδαξε τὸν ὄρθρο, τὶς ὧρες,

52. ΕΥ. Δ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ, ὅ.π., σ. 126.


53. Γιὰ τοὺς Βίους τῶν δύο ἁγίων βλ. ΑΝΤ.-ΑΙΜ. ΤΑΧΙΑΟΥ, Κύριλλος καὶ
Μεθόδιος. Οἱ ἀρχαιότερες βιογραφίες τῶν Θεσσαλονικέων ἐκπολιτιστῶν
τῶν Σλάβων, Θεσσαλονίκη (University Studio Press) 2008. I. E. ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ,
«Βίος Κωνσταντίνου-Κυρίλλου (μετάφρασις). Βίος Κλήμεντος Ἀχρίδος», ἐν
Ἐπιστημονικὴ Ἐπετηρὶς Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ., τόμ. ΙΒ΄, Θεσσαλονίκη
1968. P. A. LAVROV, Materialy po Istorii Vozniknoveniya drevneĭshei slavyan-
skoĭ pis’menosti, ἐκδ. Mouton, Hague-Paris 1966. Κ. Γ. ΝΙΧΩΡΙΤΗ (Ἐπιμέλεια),
Κύριλλος καὶ Μεθόδιος. Παρακαταθῆκες Πολιτισμοῦ. Πρακτικὰ Διεθνοῦς
ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ: «Ἡ Πολιτισμικὴ Κληρονομιὰ τοῦ ἔργου τῶν ἁγίων Κυρίλλου
καὶ Μεθοδίου ὡς παράγοντας ἑνότητας μὲ τοὺς λαοὺς τῆς Ν. Α. Εὐρώπης»
(Ἀμύνταιο 21-22 Μαΐου 2010), «Ἐπίκεντρο», Θεσσαλονίκη 2012, σσ. 165-
202· 203-222.
54. Βίος Κωνσταντίνου-Κυρίλλου, κεφ. XV, ἐκδ. P. A. LAVROV, Mate-
rialy, σσ. 28 καὶ 61. Βλ. καὶ Ι. Χ. ΤΑΡΝΑΝΙΔΗ, Σελίδες ἀπὸ τὴν
Ἐκκλησιαστικὴ Γραμματεία τῶν Σλάβων, σ. 205.
55. Ι. Ε. ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ, «Βίος Κωνσταντίνου-Κυρίλλου (μετάφρασις).
Βίος Κλήμεντος Ἀχρίδος», ὅ.π., σ. 142.
56. Ι. Χ. ΤΑΡΝΑΝΙΔΗ, «Τὸ ἀρχαιότερο σλαβικὸ Εὐχολόγιο», ἐν Γηθό-
συνον Σέβασμα. …, σ. 1850.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ. ΣΚΑΛΤΣΗΣ 193

τὸν ἑσπερινὸ καὶ τὴ θεία Λειτουργία»57. Στὸ Βίο τοῦ Μεθοδί-


ου πληροφορούμεθα ὅτι ὄντας Ἐπίσκοπος Μοραβίας «ἐν βραχεῖ
χρόνῳ μετέφρασε πλήρως ἐκ τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης εἰς τὴν
σλαβικὴν πάντα τὰ βιβλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τῇ ἐξαιρέσει τῶν
Μακκαβαίων»58, γιὰ νὰ συμπληρώσει ὅτι «μετὰ τοῦ φιλοσόφου
(δηλαδὴ τοῦ Κυρίλλου) εἶχον προηγουμένως ἤδη μεταφράσει μό-
νον τὸν Ψαλτήρα, τὸ Εὐαγγέλιον, τὸν Ἀπόστολον καὶ κατ’
ἐκλογὴν ἐκκλησιαστικὰς ἀκολουθίας»59.
Πέρα ἀπὸ κάποιες ἀσάφειες ποὺ δημιουργοῦνται μὲ τὰ
ἀνωτέρω τὸ σίγουρο εἶναι αὐτὴ καθ’ ἑαυτὴ ἡ μετάφραση
βιβλικῶν κειμένων καὶ ἐκκλησιαστικῶν Ἀκολουθιῶν. Βέβαιον
εἶναι ἀκόμη ὅτι κάποια κείμενα μεταφράσθηκαν στὴ
γκλαγκολικὴ γλώσσα ὅταν οἱ δύο ἅγιοι μετέβησαν στὸ χῶρο
δράσης των καὶ κάποια εἶχαν μεταφρασθεῖ πρίν, πιθανὸν στὴ
Μονὴ Πολυχρονίου τοῦ Ὀλύμπου τῆς Βιθυνίας60. Οἱ ἀσάφειες δὲ
τῶν Βίων τῶν ἁγίων, ὅσον ἀφορᾶ τὸ μεταφραστικὸ λειτουργικό
των ἔργο, ὁδήγησε στὴ διατύπωση τριῶν ἀπόψεων σχετικὰ μὲ τὸ
ποιὰ παράδοση ἐκπροσωποῦν τὰ κείμενα αὐτὰ καὶ κυρίως οἱ
ἐκκλησιαστικὲς Ἀκολουθίες. Κατὰ τὴν πρώτη ἄποψη
διατυπωθεῖσα ἀπὸ τὸ σπουδαῖο Βούλγαρο λειτουργιολόγο

57. ΑΝΤ.-ΑΙΜ. Ν. ΤΑΧΙΑΟΥ, Κύριλλος καὶ Μεθόδιος. Οἱ θεμελιωτὲς τῆς


ἀρχαίας σλαβικῆς γραμματείας, Ἀνατύπωση, Ἐκδοτικὸς Οἶκος Ἀδελφῶν
Κυριακίδη ἀ.ἑ., Θεσσαλονίκη 1997, σσ. 121-122.
58. Ι. Χ. ΤΑΡΝΑΝΙΔΗ, Σελίδες ἀπὸ τὴν Ἐκκλησιαστικὴ Γραμματεία
τῶν Σλάβων, σ. 204.
59. Ι. Χ. ΤΑΡΝΑΝΙΔΗ, ὅ.π., σσ. 204-205. Περισσότερα γιὰ τὸ λειτουργικὸ
ὑλικὸ ποὺ οἱ ἅγιοι Κύριλλος καὶ Μεθόδιος μετέφρασαν στὴ Μοραβία βλ. Ι.
Χ. ΤΑΡΝΑΝΙΔΗ, Πτυχὲς τῆς σλαβικῆς Ὀρθοδοξίας, Θεσσαλονίκη 1991, σσ.
107-136.
60. Ι. Χ. ΤΑΡΝΑΝΙΔΗ, «Παλαιὰ καὶ νέα δεδομένα στὴν ἀναζήτηση τῆς
γνήσιας Κυριλλο-Μεθοδιανῆς λατρευτικῆς παράδοσης στὸ σλαβικὸ κό-
σμο», ἐν Πρακτικὰ Συνεδρίου. Ἑορταστικαὶ Ἐκδηλώσεις πρὸς τιμὴν καὶ
μνήμην τῶν ἁγίων αὐταδέλφων Κυρίλλου καὶ Μεθοδίου τῶν Θεσσαλονι-
κέων, φωτιστῶν τῶν Σλάβων (20-25 Μαΐου 1985), Θεσσαλονίκη 1986, σ.
263. Βλ. καὶ ΑΝΤ.-ΑΙΜ. Ν. ΤΑΧΙΑΟΥ, Κύριλλος καὶ Μεθόδιος. Οἱ
θεμελιωτὲς τῆς ἀρχαίας σλαβικῆς γραμματείας, σ. 122, σχ. 1. Γιὰ τὴ σχέση
τῶν δύο ἀδελφῶν μὲ τὴ Μονὴ Πολυχρονίου βλ. στὶς σελ. 54 ἑξ. καὶ 106-
108.
194 Η ΛΑΤΡΕΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΕΝΑΤΟ ΑΙΩΝΑ

μακαριστὸ Blagoy Tchiflianov61 οἱ ἅγιοι Κύριλλος καὶ Μεθόδιος


μετέφρασαν τὶς Ἀκολουθίες τοῦ ἀσματικοῦ τυπικοῦ. Ἡ δεύτερη
ἰσχυρίζεται ὅτι τὸ ὑπόβαθρο αὐτοῦ τοῦ ἔργου ἐκπροσωπεῖ τὴ
ρωμαϊκὴ λειτουργικὴ πράξη62. Ἡ τρίτη, μὲ βασικὰ πειστικὰ δε-
δομένα, ὑπεραμύνεται τῆς πραγματικότητας περὶ μεταφράσεως
τῶν λειτουργικῶν κειμένων ποὺ ἐκφράζουν τὴν μοναχικὴ-
Στουδιτικὴ παράδοση τῆς Κωνσταντινούπολης κατὰ τὸν 9ο αἰ.,
ὅπως τὴν παρουσιάσαμε στὸ πρῶτο μέρος αὐτοῦ τοῦ κειμένου,
χωρὶς αὐτὸ νὰ σημαίνει ὅτι οἱ δύο ἅγιοι δὲν ἔλαβαν ὑπόψιν καὶ
τὸ ἀσματικὸ τυπικὸ τὸ ὁποῖο ἀσφαλῶς καὶ γνώριζαν63.
Ὁ Blagoy Tchiflianov ὑπεραμύνεται τῶν θέσεών του μὲ διά-
φορα ἐπιχειρήματα μεταξὺ τῶν ὁποίων εἶναι καὶ τὸ ὅτι στοὺς
Βίους τῶν δύο ἁγίων δὲν γίνεται λόγος γιὰ τὰ βιβλία τοῦ
μοναχικοῦ Τυπικοῦ, Ὀκτώηχο, Μηναῖα κ.ἄ.64. Σὲ μία μεταβατικὴ
ὅμως περίοδο, ὅπως αὐτὴ τοῦ ἐνάτου αἰώνα, κάποια ἀπὸ αὐτὰ
τὰ βιβλία ὅπως π.χ. τὰ Μηναῖα, ὅπως ἤδη ἀναφέραμε, ἦταν
ἀκόμη στὰ σπάργανα καὶ δὲν εἶχαν ἀκόμη πλήρως συγκροτηθεῖ.
Ἕνα δεύτερο ἐπιχείρημα ὅτι σύμφωνα μὲ τὸ Βίο τοῦ Κυρίλλου
οἱ δύο ἱεραπόστολοι γνώριζαν τὶς τέσσερες Ἀκολουθίες τοῦ
ἀσματικοῦ τυπικοῦ τὶς ὁποῖες καὶ μετέφρασαν65, δὲν εὐσταθεῖ
διότι, ὅπως εἴδαμε, ἐκεῖ γίνεται λόγος καὶ γιὰ τὸ μεσονυκτικό,
ἀλλὰ καὶ γιὰ ὧρες, καὶ ὄχι μόνο γιὰ τὴν Τριθέκτη66. Σὺν τοῖς
ἄλλοις ἡ ἔρευνα ποὺ ἔχει κάνει τὰ τελευταῖα χρόνια ὁ καθηγητὴς
Ἰωάννης Ταρνανίδης στὰ Σιναϊτικὰ χειρόγραφα, ἔχει φέρει στὸ
φῶς νέα τμήματα τοῦ παλαιοῦ Σιναϊτικοῦ Σλαβικοῦ Εὐχολογίου

61. B. TCHIFLIANOV, Ὁ λειτουργικὸς τύπος μεταφρασμένος ὑπὸ τῶν


ἁγίων ἀδελφῶν Κυρίλλου καὶ Μεθοδίου ἐν ἀρχῇ τῆς ἀποστολῆς των εἰς
τὴν Μοραβίαν [Ἀνάλεκτα Βλατάδων 31], Θεσσαλονίκη 1994, σσ. 60-65.
62. E. J. LENGELING, Die Konstitution des zweiten vatikanischen
Konzils über die heilige Liturgie, Münster 1965, σ. 89.
63. Ι. Χ. ΤΑΡΝΑΝΙΔΗ, «Τὸ ἀρχαιότερο σλαβικὸ Εὐχολόγιο», ἐν Γηθό-
συνον Σέβασμα..., σσ. 1847-1898. ΕΥ. Δ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ, ὅ.π., σσ. 127-128.
64. B. TCHIFLIANOV, ὅ.π., σσ. 62-63.
65. B. TCHIFLIANOV, ὅ.π., σσ. 64-65.
66. Ι. Χ. ΤΑΡΝΑΝΙΔΗ, «Τὸ ἀρχαιότερο σλαβικὸ Εὐχολόγιο», ἐν Γηθό-
συνον Σέβασμα..., σσ. 1868-1869.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ. ΣΚΑΛΤΣΗΣ 195

τοῦ 10ου-11ου αἰ.67 καὶ τοῦ ἀρχαιότερου σλαβικοῦ Ψαλτηρί-


ου68. Τὰ νεοευρεθέντα αὐτὰ σλαβικὰ χειρόγραφα συμβάλλουν τὰ
μέγιστα ὑπὲρ τῆς μοναχικῆς δομῆς τῶν ἀκολουθιῶν ποὺ μετέ-
φρασαν οἱ ἅγιοι Κύριλλος καὶ Μεθόδιος στοὺς Σλαύους τῆς Μο-
ραβίας, λαμβάνοντας προφανῶς ὑπόψιν καὶ τὴν γνωστὴ σ’
αὐτοὺς ἀσματικὴ παράδοση69.
Προβληματισμὸ ἐπίσης στὴ σύγχρονη περὶ τοῦ λειτουργικοῦ
ἔργου τῶν ἁγίων Κυρίλλου καὶ Μεθοδίου ἔρευνα δημιούργησε
τὸ γεγονὸς ὅτι στὴν ἱεραποστολική των δράση ἀξιοποίησαν καὶ
τὴ Λειτουργία τοῦ Ἁγίου Πέτρου. Πρόκειται γιὰ μία πρωτοφανὴ
καὶ περίεργη σύνθεση μὲ τὸ πρῶτο μέρος ἕως καὶ τὸν ἐπινίκιο
ὕμνο κατὰ τὸν Ἀνατολικὸ Ὀρθόδοξο τύπο καὶ στὴ συνέχεια μὲ
τὴν προσθήκη τοῦ ρωμαϊκοῦ Κανόνα ποὺ ξεκινᾶ μὲ τὴν εὐχὴ «Σὲ
τοίνυν ἐπιεικέστατε πάτερ...», γιὰ νὰ ὁλοκληρωθεῖ μὲ τὴν
ὀπισθάμβωνο εὐχὴ καὶ τὰ λοιπὰ τῆς Ὀρθόδοξης Λειτουργίας70.
Οἱ παλαιὲς ἀπόψεις σύμφωνα μὲ τὶς ὁποῖες ἡ ἐν λόγῳ Λει-
τουργία δὲν σχετίζεται μὲ τοὺς Κύριλλο καὶ Μεθόδιο71 ἢ ὅτι ἡ

67. Ι. Χ. ΤΑΡΝΑΝΙΔΗ, Σελίδες ἀπὸ τὴν Ἐκκλησιαστικὴ Γραμματεία


τῶν Σλάβων, σσ. 211-215. ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ, «Παλαιὰ καὶ νέα δεδομένα στὴν
ἀναζήτηση τῆς γνήσιας Κυριλλο-Μεθοδιανῆς λατρευτικῆς παράδοσης στὸ
σλαβικὸ κόσμο», ὅ.π., σσ. 259-263. ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ, «Τὸ ἀρχαιότερο σλαβικὸ
Εὐχολόγιο», ἐν Γηθόσυνον Σέβασμα..., σσ. 1847-1898.
68. Ι. Χ. ΤΑΡΝΑΝΙΔΗ, Σελίδες ἀπὸ τὴν Ἐκκλησιαστικὴ Γραμματεία
τῶν Σλάβων, σσ. 216-218. ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ, «Τὸ ἀρχαιότερο σλαβικὸ Εὐχολόγι-
ο», ἐν Γηθόσυνον Σέβασμα..., σ. 1869. ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ, «Τὸ ἀρχαιότερο σλαβικὸ
Ψαλτήρι», ἐν Καιρός. Ἀφιέρωμα στὸν καθηγητὴ Δαμιανὸ Ἀθ. Δόϊκο
[Ἐπιστημονικὴ Ἐπετηρίδα τοῦ Τμήματος Θεολογίας τοῦ Α.Π.Θ., ἀρ. 4],
Θεσσαλονίκη 1993, σσ. 415-426.
69. Ι. Χ. ΤΑΡΝΑΝΙΔΗ, «Τὸ ἀρχαιότερο σλαβικὸ Εὐχολόγιο», ἐν Γηθό-
συνον Σέβασμα..., σ. 1869 ἑξ.
70. Ι. Χ. ΤΑΡΝΑΝΙΔΗ, Σελίδες ἀπὸ τὴν Ἐκκλησιαστικὴ Γραμματεία τῶν
Σλάβων, σσ. 245-246. Γιὰ τὴ δομὴ τῆς ἐν λόγῳ Λειτουργίας βλ. ΕΥ. Δ. ΘΕΟΔΩ-
ΡΟΥ, «Ἡ ἀπόπειρα συνενώσεως τοῦ βυζαντινοῦ μετὰ τοῦ ρωμαϊκοῦ
λειτουργικοῦ τύπου ἐν τῇ ἑλληνικῇ ‘Λειτουργίᾳ τοῦ ἁγίου Πέτρου’», ἐν
Οἰκοδομὴ καὶ Μαρτυρία. Ἔκφρασις ἀγάπης καὶ τιμῆς εἰς τὸν Σεβασμιώτα-
τον Μητροπολίτην Σερβίων καὶ Κοζάνης Κύριον Διονύσιον, τόμος Β΄, ἐν
Κοζάνῃ 1992, σσ. 173-180.
71. ΕΥ. Δ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ, ὅ.π., σσ. 178-179. ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ, Τὸ ἔργον τῶν
ἁγίων Κυρίλλου καὶ Μεθοδίου ἐξ ἐπόψεως Λειτουργικῆς, σ. 130. Ι. Χ.
196 Η ΛΑΤΡΕΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΕΝΑΤΟ ΑΙΩΝΑ

σλαβική της ἐκδοχὴ εἶναι ἔργο μόλις τοῦ 14ου αἰ.72 ἔχουν διαψευ-
σθεῖ ἀπὸ τὶς περὶ τοῦ ἀντιθέτου μαρτυρίες. Πρῶτα-πρῶτα στὸ Βίο
τοῦ Μεθοδίου, τέλη τοῦ ἐνάτου αἰώνα, γίνεται λόγος γιὰ τὴν
«Missa τοῦ ἁγίου Πέτρου»73. Στὴν ἑλληνική της ἔκδοση μαρτυρεῖ-
ται γιὰ πρώτη φορὰ στὸ χειρόγραφο τῆς Κρυπτοφέρρης Γ. β. VII,
τὸν 10ον αἰ.74, κάτι ποὺ μπορεῖ νὰ σημαίνει ὅτι ἡ σύνθεση «ἔγινε
στὴ Νότια Ἰταλία καὶ ἀξιοποιήθηκε ἀπὸ τὴν ἱεραποστολικὴ
ὁμάδα τῶν ἀδελφῶν Κυρίλλου καὶ Μεθοδίου»75. Ἀπὸ τὸ χειρό-
γραφο αὐτὸ κατὰ τὸν Ἰταλὸ λειτουργιολόγο Stefano Parenti ἔγινε
καὶ ἡ μετάφραση τῆς ἐν λόγῳ Λειτουργίας στὰ σλαβικά. Ἄρα δὲν
εἶναι προγενέστερη τοῦ 10ου αἰ. καὶ ἑπομένως «δὲν ἀποτελεῖ ἔργο
οὔτε καὶ ἔχει σχέση μὲ τὴν ἱεραποστολικὴ δράση τῶν Θεσσαλονι-
κέων ἀδελφῶν»76.
Ὁ καθηγητὴς Ἰωάννης Ταρνανίδης στηριζόμενος στὴν περὶ τὰ
Σιναϊτικὰ χειρόγραφα ἔρευνά του καὶ δὴ στὴν κατὰ τὸ ἔτος 1975
ἀνακάλυψη μεταξὺ τῶν ἄλλων καὶ ἑνὸς λειτουργικοῦ κειμένου σὲ
παλαιοσλαβικὴ γκλαγκολικὴ γραφὴ ποὺ παραπέμπει στὸ σλαβικὸ
κείμενο τῆς Λειτουργίας τοῦ ἁγίου Πέτρου, χρονολογούμενο μά-

ΤΑΡΝΑΝΙΔΗ, «Τὸ ἀρχαιότερο σλαβικὸ Εὐχολόγιο», ἐν Γηθόσυνον Σέβα-


σμα..., σ. 1858, σχ. 24 (σχετικὴ βιβλιογραφία).
72. Ι. Χ. ΤΑΡΝΑΝΙΔΗ, «Τὸ ἀρχαιότερο σλαβικὸ Εὐχολόγιο», ἐν Γηθό-
συνον Σέβασμα..., σ. 1857.
73. Βίος Μεθοδίου, κεφ. ΧΙ, ἔκδ. P. A. LAVROV, Materialy, σ. 75. Βλ.
καὶ Ι. Ε. ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ, «Βίος Κωνσταντίνου-Κυρίλλου (μετάφρασις). Βίος
Κλήμεντος Ἀχρίδος», ὅ.π., σ., 157. Ι. Χ. ΤΑΡΝΑΝΙΔΗ, «Παλαιὰ καὶ νέα δε-
δομένα στὴν ἀναζήτηση τῆς γνήσιας Κυριλλο-Μεθοδιανῆς λατρευτικῆς
παράδοσης στὸ σλαβικὸ κόσμο», ὅ.π., σ., 258, σχ. 8.
74. Ι. Χ. ΤΑΡΝΑΝΙΔΗ, «Τὸ ἀρχαιότερο σλαβικὸ Εὐχολόγιο», ἐν Γηθό-
συνον Σέβασμα..., σ. 1858, σχ. 26.
75. Ι. Χ. ΤΑΡΝΑΝΙΔΗ, «Τὸ ἀρχαιότερο σλαβικὸ Εὐχολόγιο», ἐν Γηθό-
συνον Σέβασμα..., σ. 1860. Βλ. καὶ Ι. Μ. ΦΟΥΝΤΟΥΛΗ, Ἀπαντήσεις σὲ
Λειτουργικὲς Ἀπορίες, τόμ. Ε΄, ἔκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας, Ἀθήνα 2003,
σ. 147: Ἡ Λειτουργία τοῦ ἁγίου Πέτρου «ἀποτελεῖ μετάφραση τῆς
ρωμαϊκῆς, ποὺ ἔγινε καὶ ἐχρησιμοποιεῖτο προσαρμοσμένη ἀπὸ τὶς
ἑλληνοϊταλικὲς κοινότητες τῆς Νοτίου Ἰταλίας καὶ Σικελίας».
76. S. PARENTI, «Glagoliceskij spisok rimsko-vizantijskoj liturgii sv.
Petra», ἐν Paleobulgarica-Staro-balgaristika XVIII (1994), 4, σ. 14. Ι. Χ.
ΤΑΡΝΑΝΙΔΗ, Σελίδες ἀπὸ τὴν Ἐκκλησιαστικὴ Γραμματεία τῶν Σλάβων, σ.
254.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ. ΣΚΑΛΤΣΗΣ 197

λιστα τὸ κείμενο αὐτὸ μεταξὺ 10-11ου αἰ.77, ὑποστηρίζει ἡ


σλαβικὴ μετάφραση αὐτῆς τῆς Λειτουργίας προέρχεται «ἀπὸ τὴ
γραφίδα τοῦ κυριλλομεθοδιανοῦ κύκλου, ἐνδεχομένως καὶ πολὺ
πιθανῶς ἀπὸ ἐκείνη τοῦ μαθητῆ τους Κλήμη ποὺ εἶχε καταφύγει
στὴν Ἀχρίδα»78. Δὲν ἀποκλείεται ἐπίσης νὰ ἦταν γνωστὴ καὶ στὴ
Θεσσαλονίκη, ἡ ὁποία μέχρι τὰ μισὰ περίπου τοῦ 8ου αἰώνα ἦταν
παπικὸ βικαριάτο79. Ἀπὸ τὴν ἄποψη αὐτὴ μπορεῖ νὰ εἶναι πα-
λαιότερη τοῦ 10ου αἰ. καὶ νὰ μεταφράσθηκε ἀπὸ τοὺς δύο ἱεραπο-
στόλους ὡς ἕνας διπλωματικὸς ἐλιγμὸς προκειμένου «νὰ
ἀμβλύνουν τὶς ἐναντίον τους ἀντιδράσεις καὶ νὰ κερδίσουν τὴν
εὔνοια τοῦ Πάπα»80.
Πολλὲς πράγματι οἱ δυσκολίες ὅσον ἀφορᾶ τὴ Λειτουργία
τοῦ ἁγίου Πέτρου, ὅπως πολλὰ ὑπῆρξαν καὶ τὰ προβλήματα
κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ ἱεραποστολικοῦ ἔργου τῶν ἁγίων Κυρίλ-
λου καὶ Μεθοδίου στὴ Μοραβία, ἐξ αἰτίας τῶν νέων
λειτουργικῶν ἐθίμων καὶ τῆς τέλεσής των στὴ σλαβικὴ γλώσσα.
Τοὺς κατηγόρους των, Λατίνους καὶ Φράγκους ἐπισκόπους καὶ
ἁπλοὺς κληρικούς, τοὺς χαρακτήρισαν ὡς «Τριγλωσσῖτες»81, μὲ
φατριαστικὸ πνεῦμα ἀντίθετο μὲ τὰ εὐαγγελικὰ καὶ χριστιανικὰ
πιστεύματα.

77. I. C. TARNANIDIS, The slavonic Manuscripts. Discovered in 1975 at


St Catherine’s Monastery on Mount Siani, Thessaloniki 1988, σσ. 103-108.
ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ, Σελίδες ἀπὸ τὴν Ἐκκλησιαστικὴ Γραμματεία τῶν Σλάβων, σσ.
245-246.
78. Ι. Χ. ΤΑΡΝΑΝΙΔΗ, Σελίδες ἀπὸ τὴν Ἐκκλησιαστικὴ Γραμματεία
τῶν Σλάβων, σσ. 254-255. ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ, «Τὸ ἀρχαιότερο σλαβικὸ Εὐχολόγι-
ο», ἐν Γηθόσυνον Σέβασμα..., σ. 1860.
79. Ι. Χ. ΤΑΡΝΑΝΙΔΗ, Σελίδες ἀπὸ τὴν Ἐκκλησιαστικὴ Γραμματεία
τῶν Σλάβων, σσ. 251-255.
80. Ι. Χ. ΤΑΡΝΑΝΙΔΗ, ὅ.π., σ. 257. Βλ. καὶ ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ, «Τὸ ἀρχαιότερο
σλαβικὸ Εὐχολόγιο», ἐν Γηθόσυνον Σέβασμα..., σσ. 1861-1864.
81. Βίος Κωνσταντίνου, κεφ. XV, ἔκδ. Ι. Ε. ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ, «Βίος Κων-
σταντίνου-Κυρίλλου (μετάφρασις). Βίος Κλήμεντος Ἀχρίδος», ὅ.π., σ. 142.
Βλ. καὶ Ι. Χ. ΤΑΡΝΑΝΙΔΗ, Σελίδες ἀπὸ τὴν Ἐκκλησιαστικὴ Γραμματεία
τῶν Σλάβων, σ. 225. ΕΥ. Δ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ, Τὸ ἔργον τῶν ἁγίων Κυρίλου καὶ
Μεθοδίου ἐξ ἐπόψεως Λειτουργικῆς, σσ. 115-117. Δ. ΓΟΝΗ,
«Ἱεραποστολικοὶ ἀγῶνες τῶν ἁγίων Κυρίλλου καὶ Μεθοδίου. Ἀποτίμηση
τῆς προσφορᾶς τους», ἐν Δίπτυχα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος 2013, ἔκδ.
Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, σσ. 14-17.
198 Η ΛΑΤΡΕΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΕΝΑΤΟ ΑΙΩΝΑ

Μπορεῖ βεβαίως ἐξ αἰτίας αὐτῆς τῆς πολεμικῆς οἱ δύο ἱεραπό-


στολοι νὰ ἐκδιώχθηκαν βίαια ἀπὸ τὴν περιοχὴ καὶ τὰ περισσό-
τερα γκλαγκολιτικὰ χειρόγραφα νὰ βρέθηκαν σὲ βιβλιοθῆκες καὶ
Μοναστήρια, μακριὰ ἀπὸ τὸν τόπο διαμόρφωσης καὶ ἀνάπτυξης
τῆς κυριλλομεθοδιανῆς παράδοσης82, ἡ ἱστορία τῆς Ὀρθόδοξης
Λατρείας ὅμως σημαδεύθηκε ἀπὸ τὴ δική των μαρτυρία καὶ δρα-
στηριότητα στοὺς Σλαύους. Μὲ τὴν ἐμμονή των στὴ σλαβικὴ
γλώσσα ἀνέδειξαν τὸ μεγαλεῖο καὶ τὴν οἰκουμενικότητα τῆς Ὀρ-
θόδοξης Ἐκκλησίας ἡ ὁποία στηρίζει τὴ σχετικὴ ἐπιχειρηματολο-
γία της στὸ «Ἄσατε τῷ Κυρίῳ πᾶσα ἡ γῆ» (Ψαλμ. 95, 1) «ἵνα...
πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσηται, ὅτι Κύριος Ἰησοῦς Χριστός»,
(Φιλιπ. 2, 11). Σὲ μία γενικότερη ἀποτίμηση τοῦ λειτουργικοῦ
ἔργου τῶν δύο ἁγίων, οἱ ὁποῖοι εἶναι καὶ συγγραφεῖς λόγων «εἰς
πάσας τὰς ἑορτὰς ἁπλοῦς καὶ σαφεῖς»83, ἀλλὰ καὶ δημιουργοὶ
ὕμνων ὅπως π.χ. πρὸς τιμὴν τοῦ ἁγίου Δημητρίου84, μποροῦμε νὰ
τὸ χαρακτηρίσουμε δημιουργικὸ καὶ θετικότατο. Συνέβαλαν στὴν
ἀνάπτυξη τῆς σλαβικῆς ὑμνογραφίας85, διέσωσαν παλαιὰ
λειτουργικὰ στοιχεῖα ποὺ χάθηκαν ἀπὸ τὴν ἑλληνορθόδοξη παρά-
δοση καὶ γενικότερα γνωρίζοντας καλὰ τὴν πατερικὴ θεολογία86
βοήθησαν στὴ διάδοση τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τὴ λειτουργικὴ
ἑνοποίησή της87. Ἀπὸ τὴν ἄποψη αὐτὴ τοὺς ἀξίζει μεγαλύτερη τι-

82. Ι. Χ. ΤΑΡΝΑΝΙΔΗ, Σελίδες ἀπὸ τὴν Ἐκκλησιαστικὴ Γραμματεία


τῶν Σλάβων, σ. 226.
83. ΕΥ. Δ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ, Τὸ ἔργον τῶν ἁγίων Κυρίλου καὶ Μεθοδίου ἐξ
ἐπόψεως Λειτουργικῆς, σ. 134, σχ. 116.
84. ΕΥ. Δ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ, ὅ.π., σσ. 134-135 καὶ σχ. 120.
85. ΕΥ. Δ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ, ὅ.π., σ. 134.
86. Βλ. Α. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Ὁ χαρακτήρας τοῦ θεολογικοῦ διαλόγου
τῶν ἁγίων Κυρίλλου καὶ Μεθοδίου καὶ τὸ μήνυμά του στὸ σήμερα,
Ἀνάτυπο ἀπὸ τὸν τόμο Πρακτικὰ Συνεδρίου - Ἑορταστικαὶ Ἐκδηλώσεις
πρὸς τιμὴν καὶ μνήμην τῶν ἁγίων αὐταδέλφων Κυρίλλου καὶ Μεθοδίου τῶν
Θεσσαλονικέων, φωτιστῶν τῶν Σλάβων (10-15 Μαΐου 1985), Θεσσαλονίκη
1986. Κ. ΝΙΧΩΡΙΤΗ, «Οἱ ἅγιοι Κύριλλος καὶ Μεθόδιος καὶ ἡ διδασκαλία των
περὶ ἐκπορεύσεως τοῦ ἁγίου Πνεύματος», ἐν Πρακτικὰ Θεολογικοῦ Συνε-
δρίου μὲ θέμα Τὸ Ἅγιον Πνεῦμα (11-14 Νοεμβρίου 1991), Θεσσαλονίκη
1992, σσ. 495-509.
87. Ι. Μ. ΦΟΥΝΤΟΥΛΗ, Λειτουργικὴ (Πανεπιστημιακαὶ Παραδόσεις), σ.
57.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ. ΣΚΑΛΤΣΗΣ 199

μή, ὄχι μόνο σὲ τοπικὸ ἐπίπεδο, ἀλλὰ καὶ εὐρύτερα88. Νὰ


ἐπιβεβαιωθεῖ στὴν πράξη αὐτὸ ποὺ ὁ μακαριστὸς Καθηγητὴς
Ἰωάννης Φουντούλης σημειώνει στὸ πλαίσιο τοῦ Συνεδρίου ποὺ
ὀργανώθηκε στὴ Θεσσαλονίκη πρὸς τιμὴν τῶν δύο ἁγίων τὸ 1986,
ὑπὸ τοῦ τότε Μητροπολίτου κυροῦ Παντελεήμονος Β΄, ὅτι δηλαδὴ
«Οἱ Ἕλληνες ‘ἅγιοι τῶν σλάβων’ ἔγιναν πρεπόντως καὶ ἅγιοι τῆς
Ἑλλάδος καὶ τῆς Θεσσαλονίκης»89.

88. Ι. Μ. ΦΟΥΝΤΟΥΛΗ, «Οἱ ἅγιοι Κύριλλος καὶ Μεθόδιος στὸ


ἑορτολόγιο καὶ στὴν ὑμνογραφία τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας», ἐν
Πρακτικὰ Συνεδρίου. Ἑορταστικαὶ Ἐκδηλώσεις πρὸς τιμὴν καὶ μνήμην
τῶν ἁγίων αὐταδέλφων Κυρίλλου καὶ Μεθοδίου τῶν Θεσσαλονικέων,
φωτιστῶν τῶν Σλάβων (10-15 Μαΐου 1985), Θεσσαλονίκη 1986, σσ. 195-
214.
89. Ι. Μ. ΦΟΥΝΤΟΥΛΗ, «Οἱ ἅγιοι Κύριλλος καὶ Μεθόδιος στὸ
ἑορτολόγιο καὶ στὴν ὑμνογραφία τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας», ὅ.π., σ. 213.

You might also like