You are on page 1of 7

Κυριάζου Αικατερίνης

Ευαγγέλιο και πολιτισμός στη ζωή και το έργο του


Αναστασίου, Αρχιεπισκόπου Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης
Αλβανίας

Η σωτηρία του «σύμπαντος κόσμου» αποτελεί διαχρονική δέηση της


Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ο νυν Αρχιεπίσκοπος Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης
Αλβανίας κ. Αναστάσιος, εμπνεόμενος από το Ευαγγέλιο, έκανε ζωή και πράξη τη
σαφή προτροπή του Κυρίου για τον ευαγγελισμό-σωτηρία της οικουμένης. Υπήρξε
εμπνευστής και πρωτεργάτης της ιεραποστολικής αναζωπύρωσης στον ελλαδικό
χώρο (τέλη της δεκαετίας του ’50), ενώ επίσης μεγαλούργησε, με την πολύπλευρη
επιστημονική κατάρτιση και εμπειρία του, τόσο στα πλαίσια της οικουμενικής
κίνησης, όσο και στο χώρο της θρησκειολογικής αναζήτησης. Το όραμα για μια
«κοινωνία αγάπης» και η διακονία για την επίτευξή του δεν αποτελεί για τον ίδιο ένα
ζήτημα απλά «ηθικό» ή θέμα «καθὴκοντος» και «χρησιμότητος», αλλά κάτι πολύ
βαθύτερο και περισσότερο «μυστικό», μια υπαρξιακή προσταγή1, η οποία εκφράζεται
ως «καθημερινή συνεχής προσφορά προς όλους τους ανθρώπους, τους εγγύς και τους
μακράν, ανεξάρτητα από τη θρησκευτική πίστη, το ηθικό ποιόν, την πνευματική ή
πολιτιστική κατάστασή τους»2.
Στη θεολογική σκέψη του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου, το Ευαγγέλιο έχει ως
πυρήνα του το πρόσωπο του Χριστού και αποτελείτο μοναδικό κριτήριο και γνώμονα
για τον Χριστιανισμό. Το έργο της κατανόησης του Ευαγγελίου και του
συγχρονισμού του με τον εξελισσόμενο κόσμο πραγματοποίησε κυρίως η Θεολογία,
αποκαλύπτοντας το μυστήριο του Τριαδικού Θεού μέσα από τη δοξολογική ενατένιση
της ζωής, με πορεία προς τα Έσχατα και την προοπτική της άπειρης αγάπης Του. Ο
Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος προβάλει ως τελικό σκοπό την οικοίωση και την
ακτινοβολία της αιώνιας δόξας του Θεού, η οποία συντελείται ἐν Χριστῷ και ἐν τῇ
Ἐκκλησίᾳ και έπειτα διαχέεται μέσω των πιστών σε όλη την κτίση. Πιστεύει
1
Αναστάσιος (Γιαννουλάτος), Αρχιεπίσκοπος Τιράνων και πάσης Αλβανίας, «Σκοπός και κίνητρο της
Ιεραποστολής εξ επόψεως θεολογικής», Πορευθέντες 33-34 (1967), σσ. 2-9 & Πορευθέντες 35-36
(1967), σσ. 34-36. Αναδημοσίευση από το περιοδικό Θεολογία 37, (1966), σσ. 434-452.
2
Αναστάσιος (Γιαννουλάτος), Παγκοσμιότητα και Ορθοδοξία. Μελετήματα ορθόδοξου προβληματισμού
(Αθήνα : Ακρίτας, 20056), σ. 45.
ακράδαντα ότι το μυστήριο του «εὐαγγελίου τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ» αναμορφώνει
συνεχώς αυτούς που το κατανοούν και συντονίζουν τη ζωή τους στο ρυθμό του
Πνεύματος και στην έκφραση της ακτινοβολίας της δόξας της Παναγίας Τριάδος 3.
Η πρόσληψη του Ευαγγελίου δε συντελείται απλώς με το νου ή με ένα
σύστημα ιδεών, αλλά με το άνοιγμα των δεκτών του ανθρώπινου προσώπου. Μετά
την υποστατική είσοδο του ίδιου του Θεού στο ιστορικό γίγνεσθαι, όταν «ὁ Λόγος
σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν» (Ιω 1,14), καθορίζεται πλέον ένας νέος
«λόγος» ύπαρξης της ανθρωπότητας και ένα νέο ζωτικό κέντρο πολιτιστικής
δημιουργίας. Το Εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ» αλλάζει τα χρωμοσώματα της ανθρώπινης
φύσης και καθορίζει, στην πραγματικότητα, έναν νέο μυστικό κώδικα εξέλιξης: από
τον άνθρωπο στον Θεάνθρωπο, από τον λόγο, την ανάπτυξη της λογικής, προς την
ένωση του ανθρώπου με τον Λόγο, την κοινωνία του με τον Λόγο της Αγάπης 4. Ο
Χριστός αποκαλύπτει και πραγματοποιεί μέσα στην ιστορία την αληθινή διάσταση
του προσώπου και την καθιστά «βάσιν καὶ ὑπόστασιν» για κάθε άνθρωπο, ο οποίος
με την ένταξή του στην Εκκλησία μπορεί, ως ευχαριστιακή και εκκλησιαστική
υπόσταση πλέον, να ταυτίζεται με την υπόσταση του Υιού του Θεού (Θεία
Ευχαριστία) και να υπάρχει ως καθολικό πρόσωπο5.
Η πεμπτουσία του Ευαγγελίου έγκειται, κατά τον θεολογικό στοχασμό του
Αναστασίου, στο γεγονός ότι σημαίνει ταυτόχρονα λόγο και ζωή παρακλήσεως. Η
ενσυνείδητη συμμετοχή στη ζωή της Εκκλησίας αποτελεί μετοχή στο γεγονός της
απελευθέρωσης του ανθρώπου και οδηγεί στη συνέχιση της Θείας Λειτουργίας στον
καθημερινό βίο. Κάθε πιστός μεταμορφώνεται σε ζωντανό μέλος του Σώματος του
Χριστού, περιλαμβάνεται στην αγάπη Του και είναι έτοιμος να δει τον κόσμο και να
ενεργήσει όπως Εκείνος. Έτσι, η Λειτουργία μεταμορφώνεται σε ζωή και η ζωή
γίνεται λατρεία, ύμνος και δοξολογία του Θεού 6. Μία πρόταση που χρησιμοποιεί και
πραγματικά συνοψίζει την ιδέα της συνέχισης της Λειτουργίας από τους πιστούς, με
ιερουργό τον καθένα ξεχωριστά, είναι κωδικά η έκφραση : « Η λειτουργία μετά τη
Λειτουργία»7. Ο χαρακτηρισμός της διακονίας και της κοινωνικής πράξης της
3
Στο ίδιο, σ. 114-115.
4
Στο ίδιο, σ. 113-114.
5
Ι. Ζηζιούλας (Μητροπολίτης Περγάμου), «Ἀπὸ τὸ προσωπεῖον εἰς τὸ πρόσωπον. Ἡ συμβολὴ τῆς
πατερικῆς θεολογίας εἰς τὴν ἔννοιαν τοῦ προσώπου», Χαριστήρια εἰς τιμὴν τοῦ Μητροπολίτου
Χαλκηδόνος Μελίτωνος (Θεσσαλονίκη: Πατριαρχικό Ίδρυμα Πατερικών Μελετών, 1977), σ. 312-319.
6
Αναστάσιος (Γιαννουλάτος), Ιεραποστολή στα Ίχνη του Χριστού, (Αθήνα : Αποστολική Διακονία,
20092), σ. 216 & 126-127..
7
Αναστάσιος (Γιαννουλάτος), Ιεραποστολή στα Ίχνη του Χριστού, (Αθήνα : Αποστολική Διακονία,
20092), σ. 129-131. Πρβλ Ion Bria, «The liturgy after the Liturgy», International Review of Mission 67,
No. 265 (January 1978), pp. 86-90, αναδημοσίευση στον συλλογικό τόμο: Martyria-Mission. The
Εκκλησίας και των χριστιανών ως «λειτουργίας μετά τη Λειτουργία» δηλώνει την
οντολογική τους βάση. Αυτή θεμελιώνεται στα νέα δεδομένα που προκύπτουν από τη
ζωή της Εκκλησίας ως ευχαριστιακής κοινωνίας8.
Η παραβολή των ταλάντων (Μτ 25,14-29) κάνει λόγο για το σχέδιο της
σωτηρίας του Θεού και την ερχόμενη Βασιλεία Του, δείχνοντας ότι κανένα από τα
έργα που εμπιστεύτηκε ο Κύριος δε χάνεται ποτέ στον κόσμο. Η ιστορία δεν μπορεί
να βγει ποτέ από τις προκείμενες του «προορισμού» της. Το Ευαγγέλιο παρουσιάζεται
σαφές και κατηγορηματικό : η ανθρώπινη ύπαρξη είναι ολόκληρη υποταγμένη σ’
αυτόν τον ένα και μοναδικό σκοπό, τη Βασιλεία του Θεού. Έτσι λοιπόν και ο
πολιτισμός βγαλμένος από την έννοια της λατρείας (cultura – cultus), όταν είναι
αληθινός, ξαναβρίσκει τις λειτουργικές αρχές του. Ο πολιτισμός στην ουσία του, είναι
η αναζήτηση μέσα στην ιστορία εκείνου που δεν βρίσκεται στην ιστορία, εκείνου που
την πλημμυρίζει και την οδηγεί έξω από τα όριά της. Σ’ αυτήν την πορεία ο
πολιτισμός γίνεται δείκτης και έκφραση της Βασιλείας μέσα από τον παρόντα κόσμο,
σημείο και βέλος στραμμένο προς ό,τι θα έρθει 9.
Σύμφωνα με τη θεολογική ανάγνωση του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου, ο
πολιτισμός, ως ενέργεια και επίτευγμα του «κατ’ εἰκόνα Θεοῦ» πλασμένου ανθρώπου,
δε βρίσκεται έξω από την ακτίνα των θείων ενεργειών, αλλά σχετίζεται με την πνοή
του Αγίου Πνεύματος που περικρατεί τα πάντα, «τά ὁρατά σύν τοῖς ἀοράτοις» 10. Η
δημιουργική ενέργεια του ανθρώπου πάνω στη φύση είναι δώρο, εντολή και
δυνατότητα, η οποία δόθηκε από τον ίδιο τον Δημιουργό στους πρωτοπλάστους,
συνέπεια της «θείας εἰκόνος» και της φοράς προς «τό καθ’ ὁμοίωσιν». Ο άνθρωπος
λοιπόν κοσμείται με χαρίσματα, που έχουν τη δυνατότητα να δημιουργούν πολιτισμό
ή υποπροϊόντα πολιτισμού, αξίες ή απαξίες. Αυτά τα ιδιαίτερα στοιχεία-χαρίσματα
του Θεού στον άνθρωπο είναι το λογικό, η έλλογη δηλαδή έκφραση των
συλλογισμών, των εμπειριών και των βιωμάτων του ανθρώπου, και η ελεύθερη
βούληση, τα οποία έχει τη δυνατότητα να αξιοποιήσει για να δημιουργήσει
πολιτισμό, να γίνει ο συνεχιστής του έργου του Θεού και τελικά να πετύχει την

Witness of the Orthodox Churches Today/Ed. by Ion Bria, (Geneva : WCC, 1980), 255pp. , καθώς και
στο Petros Vassiliadis (επιμέλεια έκδοσης), Orthodox Perspectives on Mission, Regnum Edinburgh
Centenary Series 17 (Oxford : Oxford Centre for Mission Studies, Regnum, 2013), pp. 46-59.
8
Στ. Τσομπανίδης, Μετα-λειτουργία. Η ορθόδοξη συμμετοχή στην κοινή χριστιανική μαρτυρία για
δικαιοσύνη, ειρήνη και ακεραιότητα της δημιουργίας, (Θεσσαλονίκη : Π. Πουρναράς, 2009), σ. 285.
9
Π. Ευδοκίμοφ, Η Ορθοδοξία, μτφρ Αγ. Μουρτζόπουλος (Θεσσαλονίκη: B. Ρηγόπουλος, 1972), σ.
407-408 & 422-423.
10
Αναστάσιος (Γιαννουλάτος), Παγκοσμιότητα και Ορθοδοξία , ό.π, σ. 115.
αγαπητική κοινωνία και τη θέωση11. Στα πρώτα κεφάλαια της Αγίας Γραφής
παρουσιάζεται ποικιλία μορφών με τις οποίες το ανθρώπινο γένος καθοδηγείται από
τον Θεό στην πολιτιστική του πορεία. Κατά την εύστοχη παρατήρηση του
Αρχιεπισκόπου Αναστασίου, ο άνθρωπος μετά την πτώση δεν παρέμεινε σε απόλυτο
σκοτάδι, ούτε απώλεσε τη θεία ιθαγένεια, ώστε να είναι εντελώς ανίκανος να ατενίσει
το μυστήριο του Θεού. Με το λογικό του, τη θεωρία της φυσικής τάξης, τις
υψηλότερες διαισθήσεις του και τις εμπειρίες της συνείδησής του γνώριζε πάντοτε
κάτι από την ύπαρξη και την τελειότητα του Θεού. Η πρώτη αυτή ανθρώπινη
διαίσθηση και γνώση του Θεού είναι και ο προθάλαμος της χριστιανικής πίστης 12. Ο
ανθρώπινος νους είναι «θεοειδής» και «θεῖος»13.
Ζώντας όλοι μαζί την κοινή ανθρώπινη περιπέτεια και οραματιζόμενοι μια
παγκόσμια κοινότητα ειρήνης, δικαιοσύνης και αδελφοσύνης, ο καθένας και η κάθε
παράδοση ή πολιτισμός ή φυλή οφείλουν να προσφέρουν ό,τι καλύτερο έχουν
κληρονομήσει από το παρελθόν και, στο φως της κριτικής και της εμπειρίας των
άλλων, να καλλιεργήσουν τα υγιέστερα σπέρματα αλήθειας που κατέχουν 14.
Χρειάζεται πίστη και ενθουσιασμό για τη σωστή πορεία όλης της ανθρωπότητας,
πίστη στον άνθρωπο και στο μέλλον του. Κρυστάλλινη πηγή αυτού του είδους
πίστης, που μεταφέρει παλμό ζωής, είναι η αλήθεια του Ευαγγελίου 15. Η διαδικασία
βέβαια αυτή δεν είναι ούτε αυτονόητη, ούτε δεδομένη, καθώς η πρόσληψη του
Ευαγγελίου συνιστά μία δυναμική πορεία διαρκούς αναθεώρησης και
επανατοποθέτησης τόσο απέναντι στην ιστορική και πολιτισμική προέλευση του
ίδιου του Ευαγγελίου, όσο και απέναντι στις ιστορικές και πολιτισμικές σταθερές
ενός ανθρώπου ή ενός λαού16. Το ότι το Ευαγγέλιο ενδύεται τη σάρκα του κόσμου
σημαίνει ότι όχι μόνο δεν απορρίπτει κανέναν πολιτισμό εκ προοιμίου, αλλά και ότι
11
Χ. Οικονόμου, Καινή Διαθήκη και Πολιτισμός (Θεσσαλονίκη : Π. Πουρναράς, 2003), σ. 135-136.
12
Αναστάσιος (Γιαννουλάτος), Παγκοσμιότητα και Ορθοδοξία , ό.π, σ. 118-119 & 179.
13
Γρηγορίου Θεολόγου (Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως), Λόγος θεολογικός Δεύτερος, Περί
θεολογίας, 17, PG 36, 48C : «Θεόν, ὅ τί ποτε μέν ἐστι τὴν φύσιν καὶ τὴν οὐσίαν, οὔτε τις εὗρεν
ἀνθρώπων πώποτε, οὔτε μὴ εὕρῃ. ἀλλ' εἰ μὲν εὑρήσει ποτέ, ζητείσθω τοῦτο καὶ φιλοσοφείσθω παρὰ
τῶν βουλομένων. εὑρήσει δέ, ὡς ἐμὸς λόγος, ἐπειδὰν τὸ θεοειδὲς τοῦτο καὶ θεῖον, λέγω δὲ τὸν
ἡμέτερον νοῦν τε καὶ λόγον, τῷ οἰκείῳ προσμίξῃ, καὶ ἡ εἰκὼν ἀνέλθῃ πρὸς τὸ ἀρχέτυπον, οὗ νῦν ἔχει
τὴν ἔφεσιν».
14
Αναστάσιος (Γιαννουλάτος), Ίχνη από την αναζήτηση του Υπερβατικού. Συλλογή θρησκειολογικών
μελετημάτων (Αθήνα: Ακρίτας, 2004), σ. 428.
15
Αναστάσιος (Γιαννουλάτος), «Πολυθρησκειακή Ευρώπη και Ορθοδοξία» (Λευκωσία Κύπρου, 7
Οκτωβρίου 2012), ομιλία με αφορμή την εκδήλωση των εγκαινίων της Εβδομάδας Πολιτισμού και
Βιβλίου, η οποία διοργανώθηκε από την Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου, στο
http://www.churchofcyprus.org.cy/documents/POLYThRISKEIAKI_EYROPI_KAI_ORThODOKsIA_
ARHIEPISKOPOY_ALBANIAS_ANASTASIOY.pdf
16
Ν. Παπαγεωργίου, «Εὐαγγέλιο και παραδοσιακοὶ τοπικοὶ πολιτισμοί: Ἡ ἐμπειρία τῆς Ὀρθόδοξης
ἱεραποστολῆς», ό.π, σ.248.
μπολιάζεται στον υπάρχοντα με σκοπό τη μεταμόρφωση, τη χριστοποίηση, την
εκκλησιαστικοποίησή του17. Κατά συνέπεια, το Ευαγγέλιο διατηρεί αδιάκοπα το
κριτικό, διορθωτικό, ανανεωτικό του ρόλο, τη μεταμορφωτική ενέργεια και δύναμή
του, διεισδύοντας σε όλες τις πτυχές της ζωής. Ολόκληρη η ανθρώπινη
πραγματικότητα πρέπει να ανακραθεί στο πυρ της Πεντηκοστής18.
Η φλόγα της Πεντηκοστής καταργεί τα γλωσσικά, εθνικά και πολιτισμικά
σύνορα. Το Ευαγγέλιο, με τον θείο και αιώνιο χαρακτήρα του, αποδέχεται και
συγχρόνως υπερβαίνει τον πολιτισμό. Ως εκ τούτου, από την αρχαία Εκκλησία
ακόμα, έχουμε σοβαρές δημιουργικές συμβιώσεις με διάφορους πολιτισμούς
(ελληνορωμαϊκό, συριακό, αιγυπτιακό) 19. Η Ορθόδοξη Εκκλησία σε όλες τις φάσεις
της ιστορικής της διαδρομής απορρίπτει άκρως ριζοσπαστικά τον πολιτισμό της
φθοράς, της πτώσης και των τραγικών αντιφάσεων, συνάμα π α ρ ά γ ε ι έναν
τεράστιο πολιτισμό, που είναι αγωνιστικά μια συνεχής μεταμόρφωση και θεραπεία 20.
Ο διάλογος του χριστιανικού Ευαγγελίου με τις εκάστοτε ιστορικές και πολιτισμικές
συνθήκες πραγματώνεται σε μία αμφίδρομη πορεία κατά την οποία από τη μία μεριά
το μήνυμα του Ευαγγελίου δέχεται και ενσωματώνει τα πολιτισμικά δεδομένα (είναι
αυτό που ονομάζουμε διεθνώς inculturation του Ευαγγελίου) και από την άλλη
επηρεάζει και προάγει τον πολιτισμό21. Η πίστη και ο πολιτισμός διαλέγονται,
αλληλο-διεισδύουν, αλλά δεν συγχέονται. Η Εκκλησία δεν περιφρονεί τον πολιτισμό,
ενοικεί σε αυτόν και τον εξαγιάζει, όπως και ο πολιτισμός, στο βαθμό που φέρνει
ελπίδα στον άνθρωπο, μπορεί να δημιουργήσει ανοίγματα για τη συνάντηση με τον
Χριστό22. Η πρόταση της σάρκωσης, που εκφράζει τη δημιουργική- διαλεκτική
συνάντηση του Ευαγγελίου με κάθε πολιτισμό και παραπέμπει στη Σάρκωση του
Χριστού, λαμβάνει υπόψη τόσο τη δυναμική ανάγνωση του Ευαγγελίου, όσο και τη
δυναμική προσέγγιση του πολιτισμού. Ενώ η προσαρμογή είναι μονόδρομος, η

17
Αλέξανδρος (Γιαννίρης), Μητροπολίτης Νιγηρίας, Ιεραποστολή και Πολιτισμός, Εισήγηση που
παρουσιάστηκε στο Διεθνές Συνέδριο «Εκκλησία και Πολιτισμός» στον Βόλο στις 7-10 Μαίου 2009,
διατίθεται στον ιστότοπο http://www.ierapostoli.gr/ιεραποστολή-πολιτισμός-εισήγηση-το/ (9-6-2009),
τελευταία ανάκτηση 11-9-2015.
18
Αναστάσιος (Γιαννουλάτος), Παγκοσμιότητα και Ορθοδοξία , ό.π, σ. 128.
19
Στο ίδιο, σ. 120.
20
Ν. Ματσούκα, «Πολιτισμός και εκκλησιαστική ταυτότητα», Σύναξη 88, (Οκτώβριος- Νοέμβριος
2003), σσ. 7-10.
21
Ι. Καραβιδόπουλου, «Ερμηνεία της Αγίας Γραφής και σημερινά πολιτισμικά δεδομένα. Μία
ορθόδοξη προσέγγιση», Θεολογία 85, Τεύχος 2ο (Απρίλιος – Ιούνιος 2014), σσ. 79-92.
22
Σ. Σταύρου – Κλεμάν, «Παγκοσμιότητα και ενσάρκωση στο σταυροδρόμι των σχέσεων Εκκλησίας
και Πολιτισμού», Σύναξη 88, (Οκτώβριος- Νοέμβριος 2003), σσ. 21- 24.
σάρκωση είναι αμφίδρομη διαδικασία, επιτρέπει ανταλλαγή μεταξύ των δύο πλευρών
και προϋποθέτει μεταμόρφωση και των δύο23.
Η ανοικτότητα στην ιστορία και το χρέος της Εκκλησίας να συναντιέται
δημιουργικά με τις απρόσμενες πραγματικότητες τις οποίες φέρνει το μέλλον, δεν
αποτελούν πρόσθετη ή δευτερεύουσα πρακτική-δραστηριότητα, αλλά τον ίδιο τον
τρόπο και τον λόγο ύπαρξης της Εκκλησίας. Σύμφωνα με την οπτική της
αναδιατύπωσης (είτε με τρόπους άλλων πολιτισμών, είτε με εννοιολογικά εργαλεία
οικεία στον σημερινό άνθρωπο), υπάρχει μία αλήθεια, η πίστη της Εκκλησίας, η
οποία δύναται να διατυπωθεί παντοιοτρόπως. Είναι βέβαιο ότι το Ευαγγέλιο αποτελεί
οικουμενικό μήνυμα στον τόπο και στο χρόνο, και για τον λόγο αυτό, αναζητεί
πάντοτε το ισοδύναμο για να ζωντανέψει τις αλήθειες της πίστης ως υπαρξιακές
πραγματικότητες στο εκάστοτε παρόν του ανθρώπου 24. Ο απόστολος Παύλος
επιδεικνύει τον «προσωπικό πλουραλισμό» ως λύση για τον ευαγγελισμό, όταν λέει
ότι «τοῖς πᾶσι γέγονα τὰ πάντα, ἵνα πάντως τινὰς σώσω. Τοῦτο δὲ ποιῶ διὰ τὸ
εὐαγγέλιον, ἵνα συγκοινωνὸς αὐτοῦ γένωμαι.» (Α Κορ 9,22-23). Το θαύμα της
Πεντηκοστής συνίσταται στο ότι το ένα Ευαγγέλιο εκφράστηκε εξίσου σε μία
ποικιλία γλωσσών. Το έργο της Εκκλησίας δεν είναι να οικοδομήσει μία ενιαία
παγκόσμια κουλτούρα: αντ’ αυτής, η Βασιλεία του Θεού που δημιουργήθηκε από το
ένα Άγιο Πνεύμα περιέχει πολλές γλώσσες, πολλές κουλτούρες 25. Οι πνευματικές
«σταθερές» του Ευαγγελίου διατηρούν απόλυτη λειτουργικότητα σε όλες τις εποχές
και κοινωνίες, από τις πιο απλές έως τις πιο ανεπτυγμένες. Η διαρκής ανανέωση και
αυθυπέρβαση συνιστά τη δυναμική του και βεβαιώνει την τελική ένωση των πάντων
εις «ἕν» εν Χριστώ26.
Ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος συνοψίζει με τον καλύτερο τρόπο
αυτή τη διαλεκτική συνάντηση Ευαγγελίου και πολιτισμού, τονίζοντας ιδιαίτερα τα
εξής : «Για να βιωθεί το Ευαγγέλιο στην παγκοσμιότητά του, σε κάθε τόπο και χρόνο,
κάθε λαός, στην κάθε περιοχή της γης, οφείλει να εμβαθύνει εκ νέου σ’ αυτό, να το
ζήσει μέσα στο πλαίσιο των δικών του προϋποθέσεων και να το εκφράσει με τη δική

23
Ν. Παπαγεωργίου, «Εὐαγγέλιο και παραδοσιακοὶ τοπικοὶ πολιτισμοί: Ἡ ἐμπειρία τῆς Ὀρθόδοξης
ἱεραποστολῆς», Θεολογία 85, τεύχ. 4ο (Οκτώβριος - Δεκέμβριος 2014), σσ. 243-262.
24
Θ. Παπαθανασίου, «Έσχατος εχθρός καταργείται….ο Χριστός; Ο “χριστιανικός Ελληνισμός” του π.
Γεωργίου Φλωρόφσκυ και η ιεραποστολή», Θεολογία 81, τεύχ. 4ο (Οκτώβριος- Δεκέμβριος 2010), σσ.
313-336.
25
Δημητρίου (Τρακατέλλη) Αρχιεπισκόπου Αμερικής, «Οι Ορθόδοξες Εκκλησίες σε έναν
πλουραλιστικό κόσμο», στο Εμμ. Κλάψης (επιμ), Ορθόδοξες Εκκλησίες σε έναν πλουραλιστικό κόσμο.
Ένας οικουμενικός διάλογος, μτφρ. Αρ. Αλαβάνου, (Αθήνα : Καστανιώτη, 2006), σσ. 39-52.
26
Αναστάσιος (Γιαννουλάτος), Παγκοσμιότητα και Ορθοδοξία , ό.π, σ. 127-132.
του φωνή και τη δική του ψυχή. Κάθε έθνος καλείται να χρησιμοποιήσει το δικό του
τόνο, τη δική του έκφραση στην προσοικείωση του Ευαγγελίου. Κάθε τοπική
Εκκλησία υποχρεούται να προσφέρει και να αναπτύξει τις θετικές αξίες του
συγκεκριμένου πολιτισμού σύμφωνα με την εθνική, γλωσσική και φυλετική της
ιδιοσυγκρασία. Και ακόμη, να εξετάσει κριτικά, με σκοπό τον εξαγνισμό, εκείνα τα
πολιτισμικά στοιχεία που αντιτίθενται στην αξιοπρέπεια και τον προορισμό της
ανθρωπότητας, όπως αποκαλύπτεται από το Ευαγγέλιο. Συγχρόνως, η κάθε
Εκκλησία, χωρίς να απολέσει την «τοπική» της ταυτότητα, οφείλει να αναπτύξει την
«καθολικότητά» της, ζώντας οργανικά την παράδοση, την ενότητα και την κοινωνία
με τη «μία, ἁγία, καθολική καί ἀποστολική Ἐκκλησία», την Εκκλησία του
παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος 27. Η σύγχρονη μορφή της
παγκοσμιοποίησης προσφέρει μία τεράστια δυνατότητα και δυναμική μαρτυρίας του
λόγου του Θεού σε όλο τον πλανήτη. Το μεγάλο ζητούμενο από την Εκκλησία θα
παραμένει η πνευματική αναγέννηση του ανθρώπου, η «ἐν Χριστῷ» σωτηρία και η
νοηματοδότηση της ζωής28. Οφείλει να μείνει παντοτινά φορέας της αλήθειας και της
ζωής εν Χριστώ29, «ἐν ἐγρηγόρσει» Σώμα Χριστού, θεματοφύλακας του πνεύματος
της «μιᾶς, ἁγίας, καθολικῆς καὶ ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας», στην οποία ο Κύριος
εμπιστεύτηκε τη συνέχεια του απολυτρωτικού του έργου30. Η Εκκλησία αποτελεί
σημείο της ποθητής παγκόσμιας ενότητας, γι’ αυτό και η καθολικότητά της δε
σημαίνει αποκλειστικότητα, αλλά περιεκτικότητα, ελευθερία αγάπης και ενέργειας 31.

27
Αναστάσιος (Γιαννουλάτος), Παγκοσμιότητα και Ορθοδοξία , ό.π, σ. 121-125.
28
Στο ίδιο, σ. 265.
29
Αθ. Δεληκωστόπουλου, Αναστάσιος Αρχιεπίσκοπος Τιράνων….., ό.π, σ. 226.
30
Αναστάσιος (Γιαννουλάτος), «Πορευθέντες, Διορθόδοξον Ιεραποστολικόν Κέντρον», Πορευθέντες 11
(Ιούλιος-Σεπτέμβριος 1961), σ. 38.
31
Ι. Καρμίρης, Τὸ Ὀρθόδοξον δόγμα της ἐν Χριστῷ σωτηρίας (Αθήνα : 1983), σ. 41.

You might also like