Professional Documents
Culture Documents
Αιώνες Μακριά Από Την Αλάσκα Καθαρό
Αιώνες Μακριά Από Την Αλάσκα Καθαρό
«Αιώνες μακριά
απ’ την Αλάσκα»
Μία Πράξη – Μία Σκηνή
Παύση.
Μελωδία.
Μικρή παύση.
Απότομη παύση.
Μεγάλη παύση.
Μικρή παύση.
Γελάει. Σιωπή.
Μικρή παύση.
Μικρή παύση.
Παύση.
Παύση.
Μουσική φράση.
Σε χάλασα; Αηδία είναι, ξέρω… Εγώ τους ρίχνω τη φωνή μου στα
τραπέζια τους κι αυτοί τη διώχνουνε όπως την τσίμπλα απ’ τα
μάτια τους. Ύστερα αρχίζουν να ξερνάνε με τη σειρά. Ένας, ένας.
Αλφαβητικά… Αυτό είναι που λένε «μυσταγωγία»!
Παύση.
Μελωδία.
Μελωδία.
Μουσική φράση.
Μπορεί να μην τον είδες. Εσύ δεν βλέπεις παρά μόνο τη μουσική
σου. Εξάλλου είναι ένας αθόρυβος άντρας. Γιατρός. Οι γιατροί δεν
κάνουν θόρυβο. Είναι απλώς εκεί, όταν τους χρειαστούμε. Αυτή
είναι η δύναμή τους. Πούστικη δύναμη, αλλά αυτή είναι.
Παύση.
Τον γνώρισα στο μαγαζί πριν από μια βδομάδα. Είπε πως ερχόταν
στην «Αλάσκα» απο καιρό, αλλά εγώ μόλις πριν από μια βδομάδα τον
γνώρισα. Θα μπορούσα να τον έχω γνωρίσει νωρίτερα όμως… πώς να
στο πω… Εγώ όταν τραγουδάω, δεν βλέπω τον κόσμο κάτω, τίποτα δεν
βλέπω. Μόνο ένα κρύσταλλο, ένα ρόδινο κρύσταλλο που κρέμεται απ’
την απλίκα πίσω απ’ το μπαρ. Κι ούτε αυτό το βλέπω καλά καλά.
Απλώς ξέρω ότι βρίσκεται εκεί και προσπαθώ να πιάσω το σινιάλο…
Στην αρχή ζαλιζόμουν, γιατί αυτό το γαμημένο το κρύσταλλο,
επειδή κρέμεται, όπως σου είπα, πηγαίνει πότε αριστερά, πότε
δεξιά. Μου πήρε καιρό μέχρι να συνηθίσω τον δρόμο του. Αριστερά
δεξιά… δεξιά αριστερά… νύχτες ολόκληρες… Αποτέλεσμα; Σε χρόνο
μηδέν βγήκε η φήμη ότι στην «Αλάσκα» η τραγουδίστρια είναι λίγο
πειραγμένη. Ότι το μάτι της παίζει σε λάθος γήπεδο.
Ψιλοαλλήθωρη, καταλαβαίνεις.
Μικρή παύση.
Παύση.
Φυσικά δεν είχανε. Στην «Αλάσκα» δεν έχουνε νερό. Έχουνε πάγο.
Πολύ πάγο. Πάγο και ουίσκι. Λόξιγκας να σε πιάσει, ουίσκι θα
πιείς. Ασπιρίνη θέλεις, στο ουίσκι θα τη διαλύσεις. Είναι νόμος
του καταστήματος. Κι εγώ νόμος του καταστήματος είμαι, έτσι
θέλει ο Ιωσήφ. Αλλά καμιά φορά με παραβιάζω. Για να με τιμωρήσω.
Πήγα και του ‘φερα ένα μπουκάλι νερό. Το άφησα μπροστά του -
γιατί; Δεν ξέρω. Δηλαδή ξέρω. Υποψιάζομαι ότι ξέρω, αλλά δεν
θέλω να το πω. Ντρέπομαι… ντρέπομαι να πω πως, όταν ακούω έναν
άντρα να ζητάει ένα ποτήρι νερό, θέλω να τρέξω σαν τρελή να βρω
ποτάμια να του φέρω.
Μελωδία.
Ξέρεις κάτι;
Δεν θα ήθελα να είναι εδώ. Αν είχε φτάσει, θα ήταν αβάσταχτο.
Μπορεί… μπορεί να έφευγα εγώ. Τόσο πολύ θα τρόμαζα απο τον
ερχομό του, που θα το ‘βαζα στα πόδια.
Μικρή παύση.
Παύση.
Βγάζει ένα μικρό φλασκί απ’ την τσάντα της. Γεμίζει το καπάκι
και το αφήνει μπροστά στα πόδια του μουσικού. Πίνει απ’ το
φλασκί.
Τραγουδάει.
Παύση.
Παύση.
Μεγάλη παύση.
Φαντάσου!… Είσαι ο τελευταίος άνθρωπος στον πλανήτη, φαντάσου…
Μελωδία.
Κρεσέντο μελωδίας.
Παύση.
Μια ανάμνηση από τα νιάτα του πατέρα μου… απ’ τα νιάτα του
κόσμου…
Παύση.
Παύση.
Παύση.
Της έγραφα γράμματα για χρόνια. Είχα βρει σ’ ένα συρτάρι την
κάρτα ενός ξενοδοχείου στην Ξάνθη… «Το Κοσμικόν!»… Της έγραφα
κυρίως για τις αλλαγές του καιρού: «… γι’ αυτό σας λέω μητέρα,
όταν έρθετε, δεν χρειάζεται να πάρετε μαζί σας ούτε το παλτό,
ούτε τα γάντια σας. Ποτέ δεν ήταν πιο ζεστές οι νύχτες εδώ
κάτω…» Με τον καιρό έκοψα τους πληθυντικούς… «Επιτέλους, μαμά,
δεν νομίζεις ότι αρκετά τράβηξε το αστείο του ξαφνικού αξιδιού
σου; Έχουμε πάψει να γελάμε πια. Στο κάτω κάτω έχεις αφήσει εδώ
ένα σωρό εκρεμμότητες. Εϊναι και η κυρία Παυλίνα που τηλεφωνεί
κάθε τόσο - δεν την αντέχω!» (Μικρή παύση) Μέχρι που μου σώθηκαν
οι φάκελοι.
Μεγάλη παύση.
Την ψάξανε, είπαν, αλλά εκείνη είχε χαθεί. Άφαντη απ’ όλες τις
αστυνομίες… Το πιστεύεις; Πιστεύεις ότι χάθηκε;… Το πιστεύεις;
Μουσική φράση.
Όχι, δεν μίλησαν για θάνατο. Κανείς δεν μίλησε για θάνατο.
Χάθηκε, είπαν… Όμως εγώ λέω όχι. Δεν γίνεται να χάθηκε. Κανείς
δεν χάνεται απ’ τη μια μέρα στην άλλη. Δεν είναι σκουλαρίκι ο
άνθρωπος, δεν είναι τασάκι. Όποιος χάνεται, χάνεται γιατί θέλει
να χαθεί. Γιατί θέλει να σβηστεί απο τα μάτια των άλλων. Θέλει
να κρατήσει την εικόνα του για πάρτη του, κανείς να μην τη
βλέπει, γιατί, όποιος τη δει, τη χαράζει. Όταν μπορέσει να
χαθεί, χάνεται. Γιατί γουστάρει ο ίδιος να χαράζει την εικόνα
του όσο θέλει, γι’ αυτό χάνεται. Κι εκείνοι που τον ψάχνουν, τον
ψάχνουν γιατί τους χαλάει τη συνήθεια. Βλέπουν το ρούχο του στην
κρεμάστρα και λυσσάνε. Δεν επιτρέπεται να μένει άδειο ένα ρούχο.
Ούτε να γυρίζει γυμνή μια γυναίκα επιτρέπεται.
Παύση.
Όμως η μάνα μου δεν γυρίζει γυμνή. Έχει αγοράσει χιλιάδες ρούχα,
είμαι σίγουρη. Είμαι σίγουρη ότι οι ντουλάπες της είναι γεμάτες
ρούχα. Όπου και να ‘ναι. Σ’ όποια ζωή και να ξυπνάει κάθε πρωί,
έχει αμέτρητα ρούχα για να διαλέγει.
Απότομη παύση.
Μελωδία. Σιωπή.
Τι ώρα είναι;
Μουσική φράση.
Παύση.
Μεγάλη παύση.
Παύση.
Παύση.
Μουσική φράση.
Μικρή παύση.
Μεγάλη παύση.
Παύση.
Μικρή παύση.
Μετά ανεβαίνουμε στη μηχανή του. Έχει σκαλώσει ένα φιλί στον
λαιμό μου, εδώ, να εδώ… στο μέρος που ανοίγει το πουκάμισο. Ένα
απελπισμένο φιλί όλο αίμα. Το βράδυ αυτό το φιλί δεν μ’ αφήνει
να κλείσω μάτι.
Μεγάλη παύση.
Μουσική φράση.
Μελωδία.
Παύση.
Παύση.
Παύση.
Μικρή παύση.
Τραγουδάει.
Μεγάλη παύση.
Μουσική φράση.
Μουσική φράση.
Ωραία.
Παύση.
Παύση.
Μικρή παύση.
Μεγάλη παύση.
Ο άντρας που περιμένω δεν φόραγε βέρα. Την είχε βγάλει. Δεν
χρειαζόταν πολύ για να το καταλάβεις. Το φανέρωνε το σημάδι στο
δάχτυλό του. Κι ο γιακάς στο πουκάμισο: κάτασπρος, χιονάτος…
Αμέσως το καταλάβαινες: εκεί, στο σημάδι της βέρας… στο σημάδι
της βέρας και μετά στον γιακά… στον κάτασπρο χιονάτο γιακά του…
Σα σε οθόνη… όλα: η γυναίκα του στο κομμωτήριο τις Πέμπτες… τα
χέρια του πάνω της το πρώτο Σάββατο κάθε μήνα, αργά τη νύχτα…
δεν βγάζει ποτέ το νυχτικό της… τα χείλη του βρίσκουν το
βαμβακερό της στήθος… βλαστημάει… μέσα κοιμούνται τα παιδιά…
δυο παιδιά: ενα αγόρι κι ένα κορίτσι… το κορίτσι φοράει
σιδεράκια στα δόντια του, το αγόρι μονάχο του… Έχει μουδιάσει το
στόμα του να βλαστημάει… Πρέπει να βρει έναν τρόπο να βάλει κάτω
αυτά τα σκατοσάββατα.
Παύση.
Παύση.
Τραγουδάει.
Μεγάλη παύση.
Κανένα παράθυρο. Ένας φεγγίτης μονάχα στο καμαρίνι… το τζάμι του
βρώμικο, γλιστράνε κάτι αστέρια λερωμένα, λιώνουνε σαν κερί πάνω
στο στήθος μου… Μια σταλιά κερί πάνω στην καρδιά μου.
Παύση.
Μεγάλη παύση.
Μικρή παύση.
Μικρή παύση.
Μικρή μελωδία.
Κάπως έτσι. Ας πούμε ότι είναι κάπως έτσι. Ας πούμε ότι κατάφερα
να γελάσω.
Σιωπή.
Μουσική φράση.
Σου φαίνομαι από τις γυναίκες εκείνες που μπορούν να ζήσουν μ’
ένα ψέμα περισσότερο απ’ όσο χρειάζεται για να μη μαραθεί το
κραγιόν τους;
Μουσική φράση.
Μελωδία.
Θ’ ανέβω επάνω.
Χωρίς τις βαλίτσες. Τις βαλίτσες θα τις αφήσω εδώ.
Θ’ ανέβω να ξαπλώσω λίγο.
Ίσως κοιμηθώ. Ίσως καταφέρω ν’ αποκοιμηθώ.
Να κοιμηθώ και να ξυπνήσω ζεστή. Μακριά, πολύ μακριά, αιώνες
μακριά απ’ την «Αλάσκα».
Η μελωδία συνεχίζεται.