Professional Documents
Culture Documents
Yilmaz Guney - Salpa o Vromiaris PDF
Yilmaz Guney - Salpa o Vromiaris PDF
σάλπα
., ο βρωμιάρης
ct
Ζ
><
w
b
L..
�
Γιλμάζ Γκιουνέι
σάλπα
ο βρωμιάρης
θΕΩΡIΑ @ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
ΣΥrΧΡΟΝΗ AOrOTEXNIA
ΓΙΛΜΆΖ rΚIOYNEI
σάλπα
οβρωμιάρης
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
ΔΕΣΠΟΙ ΝΑ ΜΑΝΟΥ
ΘΕΩΡΙΑ
ΑθΗΝΑ 1985
7
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
πρωταγωνιστής διατηρώντας τον τύπο του λαϊκού καλλι
τέχνη κι αγαπήθηκε απ' το λαό σαν Ο άσχημος βασιλιάς"
''
11
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
όλες τις στεναχώριες που του προκαλούσε η δυσκολία προ
σαρμογής σε μια νέα περίοδο, δίχως να μπορεί ν ' αντιλαμ
βάνεται τίποτα σωστά , δίχως να θυμάται, έχοντας κό ψει τα
δεσμά·του με την πραγματικότητα δεν μπορούσε να βγεί
απ ' το κρεβάτι - του.
Κάθε πρωί σήμαινε γι' αυτόν ότι έπ ρεπε να ξαναρχίσει το
κάθε τι από κει που νόμιζε πως είχε μείνει συγκεντρώνοντας
και συμμαζεύοντας τον εαυτό-του πάλι και πάλι απ ' την αρ
χ ή . Σ' όλη τη διάρκεια τ ης νύχτας, το σώμα-του, και η συ
νείδησή - του , οι αντιστάσεις-του σ' αυτήν και το υποσυνεί
δητό ·του , συζη τούν , ερευνούν κι αναζητούν μαζί, προετοι
μάζοντας λύσεις για τα προβλήματα που οπωσδήποτε
π ρέπει να λυθούν . Π ολλά πρωινά , έβλεπε να λύνονται αυτά
τα προβλήματα που μέρες τον τριβέλιζαν κι έσπαγε το κε
φάλι-του , κάποιο όνομα ή περιστατικό που δεν μπορούσε να
θ υμηθεί, τουρχόταν ξαφνικά στην ά κ ρη της γλώσσας-του.
Με τις προειδοποιήσεις του μυαλού-του , με τα προαισθή
ματά-του , με την συνείδησή-του και μ' ό,τι αντιστεκόταν σ '
αυτήν, έ κανε καμιά φορά ν α συλλάβει μ ' έναν σίγουρο τρό
πο την αντικειμενική π ραγματικότη τα και τους νόμους της
μεταλλαγής-της, αλλά δεν έφτανε η δ ύναμή-του, δεν κατά
φερνε να την συλλάβει . . . Ωστόσο, κ ι αυτή η μηδαμινή-του ε
π ιτυχία τού έδινε μιαν ακό ρεστη γεύση κι η γεμάτη ενθου
σιασμό κ ι αισθαντικότη τα χαρά-του , που του προξενούσε το
αίσθημα της σιγουριάς για τον εαυτό-του , τού καιγε την ψ υ
χ ή . ' Υστερα πάλι, σιγά -σιγά, ξετρύπωνε κρυφά σαν φίδι
εκείνη η αποθάρρυνση που δίνει η ανεπάρκεια στον εαυτό-, .
του και τον κυρίευε.
Αυτές λοιπόν τις φορές ο Μεχμέτ Σάλπα έκανε "πραξι
κόπημα" . Χωρίς να περιμένει να ωριμάσουν οι συνθή κες, έ
δινε διαταγές "άνωθεν" , έβαζε απαγορεύσεις, έκανε σχέδια
και πλάνα. "Αυτό θα γίνει έτσι κι εκείνο αλλιώς" έλεγε . . .
"θα γίνει . . . θ α γίνουν .... θ α ..... Αυ τά κράταγαν τ ο πολύ τρεις
με πέντε μέρες. " Π ροσωπική χούντα" τ ' ονομάτιζε ο Σάλπα.
Ύστερα το κορμί, η αντίσταση στη συνείδηση και το υπο
συνείδητό-του συμφωνούσαν κι έ ριχναν τη "χούντα" τοι)
Σάλπα. Στη νέα κατάσταση δεν εύρισκε συγκεκριμένο όl'Q
μα . . . την έλεγε "δημοκρατία". Και μ' όλη ε κείνη την ατ Ο' :α,
13
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
και μισή, στις εννέα, δεν ξέρω πόσο, γεμίζει τον κόσμο στα
σινεμά και στα θέατρα; Π οιός είναι αυτός που τους κάνει να
ξεφωνίζουν στα στάδια;
Π οιός είναι αυτός που κάνει τους ανθρώπους να τρέχουν
από δω κι από κει μέσα σε μια παραδοσιακή αγωνία κι ανε
πάρκεια, ποιός είν ' αυτός που φυγαδεύει λευκές γυναίκες
στην Αφρικ ή , που οπλίζει με σφαίρες τις κάννες, που αλύ
πητα πατάει τις σκανδάλες, που αφανίζει τους φοιτητές,
π ου ξεγελάει τα παιδιά ;
Π οιός ε ίν ' αυτός που σκορπάει αβάσταχτους πόνους ;
Π οιός ειν' αυ τός που δεν αγαπάει το γεράνι, το γιασεμί,
τ' αγιόκλημα;
Π οιός είν ' αυτός που τσακίζει τα μπουμπούκια, που μα
ραίνει το βραδινό γλέντι;
Π οιός είν' αυ τός που κάνει συνείδηση τις σκέψεις ; Π οιός
είναι; Τι είναι;
Αυτά είναι που αφήνουν χωρίς τσαρέ το Σάλπα, που δεν
τον αφήνουν να φάει ήσυχα μια μπουκιά ψ ωμί, να πιει μια
γουλιά νερό, που του διώχνουν τον ύπνο, Π ου του φθεί
ρουν την ε κτίμηση στον εαυτό-του .. , Π οιός ; Τι; Γιατί ; Πώς;
Για ποιόν; Για ποιούς ; . . , ε ρωτήματα .. ,
" Στο άτομο του υδρογόνου που υπάρχει στη βάση όλων,
δεν υπάρχει νετρόνιο",
Ο Σάλπα μέσα στους κινητήριους νόμους της ζωής είν'
ένας κου ρασμένος από την αναζήτηση των νόμων και των
αιτιών που κινούν τη δική-του μηχανή,
" Π οιός είσ' εσύ , β ρωμιάρη γιε-μου ; Π οιός είσ' εσύ, δύσ
μοιρε Σάλπα-μου ;"
Έ κλεισε τα μάτια, Για μια στιγμή έμεινε ακίνητος, χωρίς
ανάσα,
" Π οιός ξέρει πόσες χιλιάδες, rrόσα εκατομμύρια γεγονότα
συνέβησαν στον κόσμο σ' αυτό το τόσο δα διάστημα .. , Π ό
σοι να πέθαναν, πόσα παιδιά να γεννήθη καν .. , Π όσα λουλού
δια να μπουμπούκιασαν;"
Άνοιξε τα μάτια-του , Για να συμπεριφερθείς σωστά πρέ
πει να σκεφτείς σωστά , Και για να σκεφτείς σωστά πρέπει
να εξαλείψεις όλα τα φίλτρα, τα παραπετάσματα, τις κατα
χνιές, κάθε αγοραστή, χρεώστη, μεσολαβητή, τα ξένα μυα-
15
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
.
ξε το παρά θ υ ρο . Ενα τσουχτερό, φλεβαριάτικο κρύο τον
χτύπησε στο πρόσωπο. Τώρα ένιωσε το σού ρσιμο από πιο
βαθιά , πιο δυνατό ! Ψ άχτηκε ... Δε β ρ ή κε την πηγή-του . ..
Ανησύχησε .
"Τι γίνεται;"
Ανησύχησε .
Αυτό το σούρσιμο τον προειδοποιούσε πως σήμαινε βή
μα-βήμα ένας μυστικός κίνδυνος, που θέριευε κι έβραζε.
Το βρήκε.
"Τα χιόνια" είπε ... "Λιώνουν τα χιόνια! . . Ο ήλιος λιώνει
δ ισεκατομμύρια χιονοκρύσταλλα , τα διαλύει . . .
Η ίδια διάλυση συνεχιζόταν και στην συνείδηση του Σάλ
.
πα . Αρχιζε να χαλάει η μαγιά που συγκρατούσε μαζί τις
διαφορετικές αξίες που αποκτήθηκαν από διάφορες πηγέ ς
και χ ρόνια, συνήθειες, τάσεις, συναισθήματα. Το βασικό
ιδεολογικό οικοδόμημα που για ολόκληρη ζωή τον καθο
δηγούσε , τον κινούσε, τον έ κανε να λυπάται ή να προκαλεί
λύπηση , διαλυόταν με πάταγο.
Ανακάλυπτε το ίδιο σούρσιμο στην ουσία του κάθε τι που
αντίκριζ ε .
Ε κεί στο ντουβάρι, στο ξύλινο τραπέζι, στο μάνταλο της
πόρτας, στις τρεις συκιές . . .
Ν α και ο Σάλπα, ένας από τους χώρους, από τις πιο μι
κρές πηγές του βουητού . · Οσο κοιτάει γύρω-του σκεφτό
ταν όσα δεν έβλεπε το μάτι-του , όσα δεν ά κουγε τ' αυτί-του,
τις μυ ρωδιές που δεν αισθανόταν.
"Υπάρχουν πράγματα . . . υπάρχουν πράγματα που δεν τα
φτάνω, που δεν μπορώ να τα φτάσω . . . Π ράγματα που δεν
τα βλέπει το μάτι -μου, δεν τ ' ακούει τ ' αυτί-μου, που δεν
αντιλαμβάνεται η συνείδησή-μου . Π ράγματα που με ξεπερ
νούν . . . "
Ν α τα σπουργίτια που παιχνιδίζουν στα χιόνια με τη φο
β ιτσιάρικη ζωντάνια-τους.
" Τα σπουργίτια, τα κτήρια, τα κ ό κκινα κεραμίδια, οι κε
ραίες των τηλεοράσεων '" Η κοινωνία, το κάθε τι διαλύεται
" μεταβάλλεται ... σιγά-σιγά . . . πέρα για πέρα . .. με μιαν ανε
'
μπόδιστη ταχ ύτητα".
Κρύωσε κι έ κλεισε το παράθυρο.
19
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
και που αυτή θα διαλέγει και θ ' αποφασίζει. Δεν είσαι πια
ελεύθερος ούτε σ' αυτά που πιστεύεις ότι κάνεις με την ε
λεύθερη θέλησή-σου . Θα ζη τ ήσεις σαπούνι απ' τον μπακά
λη, "τί σαπούνι; ποιό σαπούνι,ΤΙ είδους σαπούνι;" θα σε ρω
τήσουν . Ε κείνη τη στιγμή, παρόλο που δεν υπάρχει θέμα
καμιάς φανερής πίεσης, ένα σαπούνι που σούχουν καρφώ
σει στο κεφάλι, θ ' απλώσει το χέ ρι-σου . . . που να με πάρε ι . . .
της μάνας-σου η πίστη . . .
" Μας κυβερνούν . . . Μας κυβερνούν μυστικές δυνάμεις . ..
Στην ουσία όλων των συναισθημάτων, των σκέψεών-μας
υπάρχει η βούληση των μυστικών-μας κυβε ρνητών . . . " (υ·
π ά ρχει Σάλπα ;)
Π ώς να γλιστρήσεις απ ' το δίχτυ του ελέγχου·τους . . .
Αυτή η συνειδητοποίηση της ανάγκης νάσαι ανεξάρτητος,
η προσπάθεια να ανεξαρτητοποιηθείς, αυτός ο πόθος, στη
γλάστρα καλλιε ργή θ η κε Σάλπα; Αυτή η αντίσταση μαγιά
είναι ;
Τα χάνει ο Σάλπα . . .
Π οιός αφανίζει τ α κ ιτρινοπούλια και τους κ ύ κνους ;
Π οιός κcίει τα β ιβλία, απαγορεύει τα τραγούδια, το περ
πάτημα χέρι με χέρι ;
Π οιός είναι αυτός που σκιάζεται απ' τις δαμασκηνιές
και τις κερασιές, απ ' το λουλούδιασμα των δέντρων;
Ψάχνει μέρος να καταφύγει ο Σ άλπα . . .
Ο πιο μεγάλος φίλος . . . ο πιο μεγάλος προστάτης είναι η
αλήθεια. Οι νόμοι της αλήθειας . . .
Ο Σ άλπα θέλει ν α γίνει αληθινός, τόσο όσο λουλουδένια
είναι η ζωή ενός κερασολούλουδου . . .
Π ώς θα δημιουργήσει ο Σάλπα τους οργανικούς δεσμούς
ανάμεσα σ' αυτό που αλλάζει, εξελίσσεται, πώς θα εξασφα
λίσει τη συνεχή αλλαγή ;
Τα χάνει . . .
Μ ια και δυο πέρναγε τη γλώσσα-του πάν' απ' τ α δόντια
του . Έπρεπε να τα βουρτσίσει για να εξαφανίσει αυτή τη
γεύση .
Κοίταξε στον καθρέ φτ η . Το πρόσωπό-του ήταν χλωμό.
Τα μάτια-του κοκκινισμένα και τα γένια-του είχαν μακρύ
νει . Τα κοίταξε ένα-ένα: το σαπούνι, το ξυραφάκι, την οδο-
20
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
ντόβουρτσα, το σαπούνι ξυ ρίσματος. Σ · όλα-τους αντανα·
κλούσε η κοροϊδία . Λυπήθηκε τον έαυτό-του . Ε ίχε πάρει
την ίδια οδοντόκ ρεμα που εξασφάλιζε υ γεία και λάμ ψ η
στα δόντια των όμορφων κ οριτσιών κ α ι αγοριών στις ρεκ
λάμες και τις αγγελίες. Μέχρι χθες βράδυ άπλωνε στην
οδοντόβου ρτσά-του την οδοντόκρεμα πέρα ως πέρα, όπως
στις διαφημιστικές ταινίες που έβλεπε . Την άπλωνε ακ
ριβώς όπως ήθελαν αυτοί. Σήμερα δεν θα έ κανε το ίδιο.
Θα χ ρησιμ οποιούσε μονάχα το ένα τέταρτο απ · ό,ΤΙ τις
άλλες φορές .
Ογδόντα λίρες είχε ο Σάλπα . . Επ ρεπε ν α χρησιμοποιήσει
αυτά τα λεφτά χωρίς να παρασυρθεί από κανένα, έπρεπε να
τα ξοδέψει όπου ήταν απόλυ τη ανάγκη κι έπρεπε . . .
" Το άτομο του υδρογόνου δεν περιέχει νετρόνιο. Είτε το
ξέρει είτε όχι υπάρχει μια θέση που παίρνει ο άνθρωπος
μέσα στο κοινωνικό κ ίνη μ α . Η δικιά·μου θέση , η πραγματικά
δικιά-μου θέση , ποιά είναι ; Κοντά σε ποιούς; "
Από τη μια τα όσα δίδαξε και διδάχτηκε απ· τη μέρα που
άνοιξε τα μάτια-του στον κόσμο, οι προσωπικές, κοινωνικέ ς
συνήθειες, τα κουσούρια και οι αρχές που απόκτησε,τα
μέτρα που του επιβλήθ η κ αν σαν τρόποι σvμπεριφοράς,
κίνησης, ομιλίας, σκ έ ψης . . . απ · την πίεση και τη συστολή
στη διάλυση ... στην τρομάρα.:. κι απ · την τρομάρα οι φόβοι
που παίρνουν χ ίλιες δυο μ ορφές μέχρι ακόμα και το θρά
σος . . . Ο σεβασμός, η αγάπ η , η -καλοσύνη, η κακία, το θάρ
ρος, η τιμιότητα, τα ήθη και τα έθιμα, οι νόμ οι, κρυ φές και
φανερέ ς ένα σωρό δυνάμεις . .. θεσμοί. .. ένα σωρό χρώματα,
γεγονότα, ήχοι που υφαίνουν την προσωπικότητα του ατό
μ ου . . . Απ· την άλλ η , η αντίδρασή-του, που συσσωρεύτηκε
από τα παιδικά -του χρόνια μέχρι σήμερα, το αναγκαστικό
επακόλουθο της κοινωνι κότη τας. . . η άλλη συνείδηση, η
αντίθετη , που δημιουργήθ η κ ε μέσα στη συνείδησή-του . . .
Το προζύμι για μια ζήση ανθρωπινή που αναπτύσσεται κόν
τρα στην κυρίαρχη συνείδηση και που δεν είναι δυνατό να
εμποδιστεί, που ζορίζει τα δικά-της όρια και που δεν συμβι
βάζεται μ. αυτά. . . Η άλλη , η αντίθετη συνείδηση , και το
μερίδιό-της στο υπόστρωμα της κανονικής, η υγιής σωματι
κή αντίδραση . . . Ο Σάλπα παίρνει τη θέση·του κόντρα ο· αυ -
*τεσπίχ ι : κομπολόι
26
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
λ ηδων, τους οδηγούς των λεωφορείων και των καμιονιών,
τους θ υ ρωρούς, του ς εργάτες, τους χωρ ι κ ο ύς, τ ις κομμώ
τριούλες, τους υπάλληλους, τα γκαρσόνια. Τους επαναστά
τες που είναι στρ ι μωγμ ένοι στις φυλακές, σκέφθη κε και τη
μάνα, τον πατέρα-του, το Μπόζκ ι ρ.
Τί είναι αυτό που σκιρτάει κ ι αγγίζει τη συνείδησή-σου ;
Τί είναι αυτό που βαραίνει το παρελθόν-σου ; Τί;
Δ ι η γήσου-τα Σάλπα . . . Διηγήσου τον πατέρα-σου, το χω
ριό -σ ου . . .
" ο πατέρας-μου ή ταν τσαγκάρης. Τ ο κάτω μέρος του διό
ροφου σπ ι τ ι ού·μας ήταν αχούρ ι κι επάνω μέναμε εμείς. Ο
πατέρας-μου είχε μετατρέψ ε ι τη μ ια κάμαρη του σπ ι τιού
μας σε μ αγαζί. Μπαίνοντας στο μαγαζί υπήρχε ένα σκοτεινό
χώρισμα . Ε κ εί έβαζαν τα δέρματα, τα καλούπ ι α που δεν
τους χρε ιάζονταν ε κείνη τη στ ι γ)ή . Σε μ ι α γωνιά υπήρχε
έ να χωμάτ ινο κ ιούπι, ένα μέτρο ψ ηλό με φαρδύ στόμ ιο
για το μ ούλιασμα των δερμάτων. Ή ταν πάντα . γ ι ομάτο μ '
ένα κατά μα υ ρο νερό με μ υ ρωδ ι ά στ ι φή .
Το μαγαζί-μας φωτ ιζόταν άπλετα ολημε ρίς κ ι είχε ένα πα
ράθ υ ρο προς το νοτ ιά κ ι ένα προς τη δύση . Ο πατέρας-μου
δούλευε μ αζί με τους δυο θείους-μου κα ι τους δυο μεγαλύ
τερους αδερφούς-μο υ . Κάθε πρωί, το αργότερο στ ις οχτώ,
όλοι βρίσκονταν στη θέση-τους. Μ έχ ρ ι εκείνη την ώρα ο
μ ι κρός-μου αδερφός Γ ι ουσούφ, έπρεπε να είχε καθαρίσε ι
το μαγαζί.
Η ραπτομηχανή που χρησιμ οπο ιούσαν πότε-πότε βρ ισκό
ταν στο σημείο που ο δυ τι κός τοίχος συναντούσε το νότ ι ο
·
τοίχο, παράλληλα στοντοίχο το υ νότου. Ο πατέρας-μου φό
ραγε με προσοχή την ποδ ιά-του κα ι καθόταν να δουλέψε ι
στην καρ έ κλα π ου ήταν α κριβώς δ ίπλα από τη μηχανή.
-
Οι θε ι ο ι κα ι τ αδέρφ ι α-μου κάθονταν γύρω στο τραπέζ ι ,
στ ις χωρίς πλάτες καρέκλες με τα λερωμένα μ ιντέρια * ,
μ ε τα πρόσωπά - τους στραμένα προς τ ο τραπέζ ι . Το τραπέζ ι
ε ίχ ε ένα σωρό χωρίσματα με λεπτές τσίτες. Σ ' αυτά τα χω
ρίσματα έβαζαν τις μ ι κρής διαμέτρου πρόκες , τα σ ιδεράκ ι α
για τις μ ύ τες των παπουτσ ι ών, ξύλ ινα καρφ ιά σε διάφορα
·τσιρίσl: χόλλα
29
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
"Αν είν· έτοιμα τα πατούμενα του Κιόρογλου να τα πάρω,
έχω να τελέψω μια δυο δουλίτσες με την πρωινή δροσιά".
"Ετοίμασε γιε-μου τα παπούτσια του Αλί Νιγιαζί".
"Πάρ· αυτά Αμπντουλραχίμ Ουστά, τα υπόλοιπα τα συμ·
πληρώνω στο άλλο παζάρι".
"Μη το κάνεις, βρε αδερφέ ΑλΙ Ας κάνουμε με σένα ένα
καλό σεφτέ πρωί-πρωί, δώσε και τα υπόλοιπα".
"Δε με ξέρεις Αμπντουλραχίμ Ουστά, θα στα 'κοβα ποτές
αν είχα; Ο σεφτές δεν είναι τα λίγα, ή τα πολλά. Και το δι
κό-μου ποδαρικό είναι γουρλίδικο".
Πουλούσαμε μέχρι τις τρεις-τέσσερις η ώρα. Ο πατέρας
με την παλιά γραφή σημείωνε ης νέες παραγγελίες στο
ξεφτισμένο στις γωνιές τεφτέρι-του, τα μέτρα και τη μέρα
της παράδοσης.
Τα παιδικά-μου χρόνια... στις ατέλειωτες εκείνες νύχτες
των παιδικών-μου χρόνων η μάνα-μου διάβαζε το κοράνι και
ψαλμούς από τον Γιουνούς Εμρε*. Μόλις έπεφτε το σκοτά
δι λες και κάθε γωνιά του χωριού γέμιζε τζίνια και νεράι
δες. Δεν έκανα ρούπι μοναχός-μου , φοβόμουν. Φοβόμουν
πολύ. Γιατί δεν ήταν ποτέ σίγουρο για ποιο πράγμα θύμω
νε ο πατέρας. Δεν μπορούσα να ξέρω η έπρεπε να κάνω
για να μην τον θυμώσω. Αυτή η κατάσταση ήταν η ίδια για
όλους μέσα στο σπίτι.
Τόσο πολύ είχε μέσα-μου ριζώσει ο φόβος για τον πατέ
ρα-μου που όλους τους φοβόμουν. Αν έκανα κάτι στραβό,
αμέσως η μάνα-μου με φοβέριζε λέγοντας "θα το πω στον
πατέρα-σου". Ακόμα κι όταν είχα δίκιο δίσταζα να καβγα
δίσω με τα γειτονόπαιδα. Επειδή μάλωνα έτρωγα ξύλο κι
απ' το σπίτι.
Οι πιο χαρούμενες ση γμές-μας ήταν όταν ο πατέρας είχε
τα κέφια-του. Έλεγε αστεία και μας έκανε να γελάμε μέχρι
να τρέχουν δάκρυα απ' τα μάτια-μας. Δεν ήθελα να τελειώ
νουν ποτές κάτι τέτοιες στιγμές. Κι όμως ένιωθα ανησυχία.
Ήταν ικανός στο πι και φι να δηλητηριάαει ο πατέρας αυτή
τη χαρά-μας.
Στην επιστροφή-του απ' το παζάρι καταλαβαίναμε αμέ-
30
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
σως απ το πρόσωπό-του αν οι δουλειές είχαν πάει καλά.
Αν δεν . είχαν πάει καλά γινόταν κιγιαμέτ* , μας αναστά
τωνε όλους. ' Οταν, όμως, μέρευαν τα νεύρα-του, σκαρ
φιζόταν διάφορα παιχνίδια, και πάσχιζε να μας κάνει να γε
λάσουμε για να τον συγχωρέσουμε. Μετά το φαγητό, μας
κέρναγε τσάι και μας σκλάβωνε .
Στο χωριό-μας με τα πεντακόσια σπίτια, ο πατέρας-μου
ή ταν άνθρωπος αγαπητός, σεβαστός κι έμπιστος. Οι πιότε
ροι απ' τους χωριανούς-μας π ή γαιναν για τσάπισμα μπα
μπακιού στο Σόκε και το . Αιντιν. Οι του ρσάμπαλίδες που
τους νοματίζουμε " παπουτσήδες", παλιά ασχολιόνταν με
τα δέρματα .
Η γιαγιά Σαντικά , έμενε σ ' ένα σπίτι με μ ια μονάχα κάμα
ρη πιο πέρα από το δικό-μας και πορευόταν με τα φαγιά και
τα κουρέλια που της έφερναν οι γειτόνοι. Η κόρη-της είχε
πάει νύφη σ' ένα άλλο χωριό. Θύμωνε με τα παιχνίδια των
παιδιών μπροστά στην πόρτα-της , κι όταν άκουγε τα ξεφω
νη τά-τους τάδιωχνε με την μ αγκούρα-της σκούζοντας :
" Κακοχ ρόνο νάχετε, δε βρήκατε άλλο μέρος για παιχνί-
δια :'
Κι εμείς την ξαγριώναμε φωνάζοντας.
"Σιντ-ντι-κά , στη μύτη-σου σκατά" .
Ή μ ουν έντεκα δώδεκα χρονώ, όταν ο πατέρας-μου με
τέφερε το μ αγαζί προσωρινά στο χωριό Σερίκ του Μ α
βάβγκατ . Τότες εγώ έγινα ο "άντρας" του σπιτιού. Ε γώ
πήγαινα στον Καζ ά και το παζ άρι. Η μάνα-μου φόρτωνε τις
πατάτες στο γαϊ δούρι. Στο παζάρι, χωριανοί που δεν γνώ
ριζ α, κατέβα ζαν το γιούκι * -μου και με βοήθαγαν στο πού
λημα της πατάτας . ..
Στο γυρισμό πάσχιζ α να ζέψω το γαϊδούρι και πήγαινα
στη μάνα-μου ψωμί απ ' το τσαρσί* * και χαλβά. Ε γώ π ή γαι·
να να πάρω "σαν άντρας" κ αι το μερίδιό-μας από το αμερι
κάνικο στάρι που μοίρα ζαν σ το Μπό ζ κιρ.
Το "αντριλίΚ Ι" · μου κράτησε ένα χρόνο. Αυτό το διάστη-
-"ιγιαμέτ : χαλΙWμός
-γιoίncι: βάρος
- -τσαρσί: αγορ ά
31
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
μ α είχα αλλάξει αρκετά , είχα αποκτήσει πιότερη εμπιστο
σύνη στον εαυτό-μου . Σαν ξαναγύρισε ο πατέρας από το
Σερίκ ξαναπήρα πάλι την έχτη θέση-μου στη σειρά της οι
κογένειας κι έγινα πάλι ο Σάλπα ο " βρωμ ιάρης" . Και μαζί
μ ' όλα τ" άλλα άρχισε πάλι ο φόβος του πατέρα να μ ου
κεντρίζει τ ην καρδιά. " Βλάκα, δεν κοιτάς μπροστά-σου,
ζωντό βολο!"
" Ηλίθιε !"
σ Σάλπα είχε σκοντάψει σε μια γυναίκα μ" ένα μωρό στην
αγκαλιά . σ άντρας που φαινόταν νάναι σύζυγός-της φώ
ναξε οργισμένος :
" Η λίθιε !"
Στραβωμάρα έχεις μωρέ . . . Μετά πέντε-δέκα βήματα γύ
ρισε να τους κοιτάξει. Τους είχε καταπιεί το πλήθος. . .
Έβραζε μέσα-τοlJ ο Σάλπα. Τ ο παρελθόν-του σ · όλες
του τις διαστάσεις και μ . όλη-του τη θλίψη ξύπναγε και δεν
μπορούσε να ησυχάσει . Όλα τα γεγονότα που τούτυχαν απ'
τα παιδικά - του χρόνια μέχρι τώρα, η απήχηση των γεγο
νότων μέσα-του , τα αισθήματα που του καλλιεργήθη καν ,
σκιρτούν μέσα-του μ " όλα-τους τα στοιχεία, κι ένα ζεστό
ρεύ μα προκαλώντας ένα τρέμουλο κύλαγε από τις άκριες'
των μ αλλιών-του μέχρι τ · ακροδάχτυλά-του. Βούρκωσαν τα
μ άτια-του . Το κορμί -του φλεγόταν. Δεν ή ταν μονάχος ο
Σάλπα . . . Είχε μια ρίζα, ένα ταμ πάν ι * που στ η ριζό τ αν . .. Π ερ
πάταγε στις μύτες των ποδιών-του για να κρύψει απ' τ ον
κόσμο την υγρασία των ματιών-του . . .
Γιατί τά χ α ν α ξαναζων τανεύουν μ ε τόση γρη γοράδα σ το
μυαλό-του το γυμνάσ ιο του Μπόζκιρ, η θειά-του, τα ξαδέρ
φια-του ; Γιατί τάχα να γίνονται αναβρύσμ ατα θλίψης η αλά
να που παίζανε μπάλα, το σούρουποπούκλεβαν ερίκια * * και
μ ύγδαλα απ ' τους μπαχτσέδες; Με πίκρα πέ ρναγαν απ· το
μ υαλό-του το σπίτι-του στη Κόν ια με τη μοναδική κάμαρη
στη λεωφόρο συζούν Χαρμανλάρ πούμοιαζε πιότερο με α
χούρι παρά με σπίτι , τα τρία χωριατόπαιδα, οι φίλοι-του ,
που συγκατοικούσε, οι τορβάδες με τις πατάτες και μπλι-
*ταμπάνι: βάση
* * ε ρίκ ια: δαμάσκηνα
32
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
γούρι, το λύκει ο της Κόνιας, οι δάσκαλοί-του ς, οι φίλοι
τους . Το φθαρμένο στα γόνατα παν τελόν ι, το φτιαγμ ένο
απ' το π ιο καμπάδικο ύφασμ α ζακέτο, τ α παπούτια μ ε τα
φαγωμένα τακούνια, πόσα πράγματα δεν έφεραν, δεν π ή
ραν . . . Στα ριζά πο ιών α ισθημά των να βρίσ κονται εκείνα τα
παλιοπάπου τσα . . . Σε ποιών ι στών τ ην πρώτη ύλη ά ραγε ;
Χαμ ογελάει με πίκρα, ποτέ κανένα κορίτσι δεν κοίταξε
τον Σάλπα . Ούτε κι αυ τός είχε ποτέ την τόλμ η να τα πλη
· σιάσει .
Ο πρώτος έρωτας . . . Ο πρώτος ε κείνος έρωτας, που κανέ
νας άλλος εξόν από τον Σάλπα δεν τ ον ξέρει, ή ταν κά τι
.
π ου δεν το ' χε νιώσει . [Ξνα λουλούδι της στέππας π' άν
θισε και μαράθηκε από μόνο-του είναι ο πρώτος-του έρω
τας. Υπή ρχε ένα κορίτσι , τό τε, που άρχισε το γυ μνάσιο, σ τα
δ εκατρία-του . Ή ταν ξερό σα κλαδά κι . . . Ε ίχε όμ ως τόσο
ό μορφο πρόσωπο που ο Σάλπα έKλαιγ� τις νύχ τες για χά
ρη-του . Πάντ α προσπαθούσε να βρίσκεται κάπο υ πο υ να
μπορεί νά βλέπει το π ρόσωπό-της . Θύ μ ωνε , ζήλε υ ε όταν
αυτή μίλαγε με τα καλοντ υ μένα παιδιά των υ παλλήλων . . .
τ ης κάκιωνε για μέρες . . .
Μια μέρα ο πα τέρας-του έφε ρε μ ήλα στον Σάλπα. Κι αυ
τός, που τίποτα δε μπορούσε να σκεφτεί χώρ ι α απ ' αυ τήν,
διάλεξε το καλύτερο μήλο, το καλόπλ υνε, το τύλιξε σ' άσ
προ χαρτί .c Μ ια βδομάδα καραδοκούσε τη στιγμ ή που θα της
πρόσφερε τ ο μ ήλο . Αν μ ια έστω φορά απαντ_ιόνταν τα μ ά
τ ι α-τους , θα της έλεγε : "Τρώς μ ήλο ; Ο πατέρας- μ ου τόφε
ρε . . . κι εγώ το φύλαξα για σένα . . . πάρ ' το μήλο . . . μ ια βδο
μάδα το κουβαλάω μαζί- μ ου για να στο δώσω . . . είναι ωραίο
μ ήλο . . . " Κρίμα, όμ ως, γιατί το κορίτσι δεν κοίταξε καθόλου
τ ον Σάλπα . . . Κ ι εκείνος, απελπισ μ ένος, έκλαψε κι έφαγε το
μ ήλο. Αυ τή η φω τιά κράτησε ένα χ ρόνο.
Η δεύτερη " ερωτική" πε ρ ιπ�τει α το υ Σάλn α αρχίνισε χ ρό
νι α μετά όταν ή ταν μ αθ ητής στο λύκειο της Κόνιας . . . Τούτ η
τη φορά τσιμπήθηκε μ ' ένα κορίτσι που σπούδαζε στη σχο
λή καθηγητριών . Το κορίτσι πάλι δεν είχε χαμπάρι . Π η γαι
νοερχόταν ξωπίσω - της χω ρίς α υ τή να αντιληφθεί τίποτ α.
Έπλαθε γι' α υ τήν όνε ι ρα μ έρα κα ι νύχτα . Έ κοψε και να
τρώει κα ι να πίνε ι . Τώρα πια καπνίζει τ σιγάρο. Γιατί ο ερω-
33
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
"
(ευ μ έ νος άν τρα ς καπνίζει. Κάποια μ έ ρα που έν ιωσε ότι δεν
μπόραγε v r , ι έ ξει μ οναχός τον πόν ο-το υ , ά ν οιξε τη ν καρ
ιδά-του o u j l , ψίλ ους-του . . .
" Κα ι το κορίτσι το ξ έ ρει ;" ρώτησαν .
Ο ειδικευμ ένος στους μ υστικούς έ ρωτες Σάλπα, έ πρεπε
να φαν ερώσει τη ν έ γν οια του στο κορίτσι. Δε ν έ φτανε μ ο
ν άχα η παρακολσύθ ηση, έπρεπε και ν α της μ ιλήσει. Π ώς ν α
το έ κανε αυτό μ ε τα κουρελιασμ έν α-του ρο ύ χα; Τα βόλε
ψε όπως-όπως μ ε το παντελόν ι του ενός, το που κάμισο του
άλλου , το ζακ έ το του παρ' άλλου . . . Μ' αυ τή τη ν εμφάνιση
πάσχισε τρεις τέ σσερις μ έ ρες να την κά ν ει ν α τον προσ έ ξει.
Π ώς μπορ είς ν α τραβήξεις την προσοχ ή ;
Π ε ρνάς βιαστικά δίπλα-της, μ αζί μ ε τους φίλους-σου . . .
Όπως έ ρχεσαι απ' αν τίκ ρυ την κοιτάς ολόισα στα μάτια . . .
Της στή ν εις παγίδα στο πιο κατάλληλο μ έ ρος του διάβα
της ... Τη ν ακολουθείς σφυ ρίζοντας, κι άλλα τ έ τοια . . .
Μ ια μ έ ρα που τη ν είχα ν πάρει από πίσω/ κάποιος από τους
φίλους-του τούβαλε τρικλοποδιά . Ο Σάλπα χτύπησε το κε
φάλι-του στο ντουβάρι και τόσπασε. Έ τσι το κορίτσι γν ώ
ρισε το Σάλπα .
Π ολ ύ καιρό σκεφτόταν τί έ πρεπε ν α της πει. Μια μ έ ρα
συγκ έ ντρωσε όλο-του το θάρρος και αποφασισ μ ένος ν α
σπάσει για μ ια ν ακόμ α φορά το κεφάλι-του, πρόβαλε στο
δρόμο-της . Με φων ή που κι ο ίδιος δύσκολα αν αγν ώρισε
της είπε ότι " εν διαφέ ρεται κι αν δεχόταν να κά ν ου ν παρ έ α " .
Το κορίτσι έ σφιγγε τη ν τσάντα-της αν ά μ εσα στα χ έ ρια
της πάν ω στο στήθος και βάδιζε γρήγορα-γρήγορα. Επα
ν αλά μ βαν ε μονάχα "παρακαλώ, παρακαλώ " .
Ο Σάλπα είχε καταϊδρώσει . Τί ν άκαν ε ; Εξήγησε την κα
τάσταση στους φίλους-του που έ ρχον ταν ξοπίσω-τους σε
απόσταση πεν ήν τα-εκατό β ή μ ατα.
" Αυτή δεν είν αι μ ια τελειωτική απά ν τηση" είπαν . " Ε ξ άλ
λου κανέν α κορί τοι δεν λ έ ει ν αι μ ε τη ν πρώτη " .
Δοκί μ ασε ν α μ ιλήσει ακό μ α μ ια φορά .
" Π α ρακαλώ, παρακαλώ" και τίποτε άλλο ήτα ν η απόκρι
ση του κοριτσιού .
Μ ο νάχα τα τελευταία λόγια-τη ς ήτα ν διαφορετικά.
" Θα παραπονε Θώ στον γυμνασιάρχη " είπε .
35
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
κι ένα το ρβά πα τά τες . Ε κείνα ΙΟ μ α θη η κά χρόνι α , πο υ αλη
σμόνητη πα ρ α μένει η μ ιζέρια - ιο υ ς , άρχισε ν α δι αβάζει κι
άλλα βιβλία εκτός από ΙΟ σχολικά . Ο κόσ μ <;>ς-του μ ε γάλω
νε, δρα σκέλιζε ΙΟ όρια ι ου Χοτζάκιοϊ , ιο υ Μπόζκιρ, του
Τσού μ ρα , της Κ όνιας .
Την πρώτη γ υν α ίκα τη γνώρισε ο Σάλπ α σ' έν α πορνείο
της Κόνιας , ότα ν ή ιον στην τελευ ιοία τάξη ι ου γυ μνάσιου .
Γι α πολύ κ α ιρό δεν μ πό ρεσε να τη β γάλει από ΙΟ μυ α λό- ι ου.
Την ίδια πάλι χρονιά οι θειοι κα ι τ' α δέρφι α -του κλείστη
κ αν φυλα κή επειδή έκλε ψαν έν α κορίτσι γ ια το μ ε γάλο
θειο . Η πρώτη- ιου γ υνα ίκ α είχε πεθάνει κι είχε μείνει χήρος
μ ε τρία π α ιδιά . Σ α δεν ι ο ύ δωσαν ΙΟ κορί ωι που ζήτησε, πή
γαν ν α Ι Ο κλέ ψ ουν μ αζί μ ε τ' ανή ψ ια , α λλά πριν β γούν από
'[Q χωριό πια στή κ α ν.
Ο π α τέρας ι ου Σάλπ α ε ίχε εξα γ ριωθεί με το γεγονός . Τα
οικονο μ ικά γίν αν άνω-κάτω . Την πλή ρωσε ο Σάλπ α . . . δεν ·
μπόρεσε να τελειώσει ΙΟ λύ κειο . . .
Κ ι η μάνα- ι ο υ ;
Π ουλί μ ε σπ α σμένες φτερού γες είν α ι μ ες την κα ρδιά- ι ου
η μ άν α-ι ου .
.
Αμ α γίνεις άνθρωπος, ε γώ θ α μ είνω μα ζί-σο υ . . . έλε γε η
μ άν α -ι ο υ .
Κ ι ό ιον πάλι θύ μωνε . . .
'
" Κα ι να δ ια βάσεις , ΙΟ χ α ί ρι-σου δεν θ α ΙΟ δω. Π α ίρνετε
μ ια μπογ ιανησμένη γυν α ίκα κ αι μ ας ξεχνάτε " έλε γε.
Σ α γίνεσ α ι άνθρωπος παίρνεις γ ια συμπλήρω μα κα ι μ ια
μ γ ιαησμένη γ υνα ίκ α . . . Σπο υ δάζεις, γίνεσα ι άνθρωπος,
πο
π α ίρνεις μ ι α μπο γιανησμένη γυ να ίκα κ α ι ξεχνάς . ..
Α γαπάς τη μ άν α -σο υ Σάλπ α ;
"Μάνα -μ ου , τζι γέρι * -μ ου μάν α " .
Σ αν άφησε Ι Ο λύκειο , δεν ξ αν αγ ύρισε σι ο χωριό ο Σάλ
π α . Για πρώτη φορά α ν ηστάθηκε στον πα τέρ α -του . Μι α δύ
να μ η που ι ο ύ δινε ώθηση θέριευε στην κ α ρδιά-το υ . Τώ ρα η
Κόνι α , έν α παπούτσι σα ράν ιο νού μ ε ρο κι ο Σάλπ α μέσα -της
έν α πόδι σα ράνι ο πέντε νούμερο, που όλο μ ε γάλωνε . . .
δεν τον χώραγ ε πια .
36
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
· Εν α βράδυ στο Ν τόλα β κάτσανε μ προστά σ· έν α πλ ί θινο
ντουβάρι Μ ε ίνανε πολλ ή ώρα α σάλε υ τ οι μ έσα στο σκοτάδι
.
του διστα γ μ ού . Ο Σάλπ α δι α ισθ α νότ αν ό τι αυ τή η μ οναχ ική
νύχ τα που π ή γα ινε ν α χα ράξε ι, ήτ αν η τελ ε υτ α ία -του νύ χ τ α
στην Κ όνι α .
Τα κοκ ό ρι α λ αλού σα ν .
" Φε ύγο υ μ ε" είπ ε ο Κ ιβ ι ρτ ζί κ .
39
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
Ταξίμ , τη λεωφόρο Αίντεντέ .
Ο άνθρωπος τους έδε ι ξε τα αυτοκίνητα γ ι α το Ταξίμ .
" Κουφοί είσαστε ;" τους είπε σναποδιασμένα .
"Ταξίμ , ένα , δυο, ένα, δυο"
Ν τράπηκαν κα ι δεν μπόρεσσν να πουν ότ ι σκέφτονταν
να περπατήσουν . . Αρχισαν να παραφυλάνε για κάποιον που
θα μ πορούσε να τους βοηθήσει χωρίς να τους προσβάλει .
Σιγά -σιγά είχαν αρχίσει να καταλαβαίνουν πόσο δύσκολο
ή ταν να βρεις κάποιον να σου πε ι "από δω πάνε για το Τα
ξίμ" . Σ ' αυτ ή τη γεμάτη μοναχικότητα βραδ ιά της Ι σταμ
πούλ δεν είχαν το κουράγιο να σιμώσουν κανένα .
Έν ιωθαν την αποξένωσή-τους μ ' όλη-της τη σ κληράδα.
Είχαν πεινάσε ι κιόλας . Από κάπου ερχόταν η μυ ρωδ ιά
τηγαν ισμένου ψαρ ιού .
Ί σως μπορούσαν να μάθουν το Ταξίμ απ' αυτούς που
πούλαγαν τηγαν ισμένο ψάρι με ψωμί κα ι να γεμίσουν κα ι
την κοιλιά-τους .
" Ψ ά ρι με ψωμί, εβδομ ήντα πέντε . . . Ψ ά ρι με ψωμί, εβδο
μήντα πέντε"
"Ξέρεις το Ταξίμ, μπάρμπα :'
Ο ψαράς το ύ ς κ οίταξε κατά πρόσωπο, ο Κι βιρτζίκ τρόμα ·
ξε σα νάταν ένοχος για κάτι . Θέλοντας κα ι μ η , ρώτησε
σκιαγμένα .
" Πόσο κάνε ι το ψάρ ι ;"
" Εβδομήντα πέντε" είπε, " Ψ άρι ψωμί, εβδομήντα πέντε . . :'
"Δώσ ' μας δυο . . . Από πού πάνε για το Ταξίμ μπάρμπα :'
Από πού πάνε για το Ταξίμ . . . Από πού πάνε για το Φατίχ ...
Από πού πάνε για το Μπετσίκτας . . . θε ιε, μπάρμπα, πατριώ
τη . . . Ο ψαράς κ ατάλαβε πως ο ι "πατριώτες" ήταν δυο σα
στισμένοι στην Ι σταμπούλ .
"Από πού είστε :'
"Από την Κ όν ια" είπε ο Κι β ι ρτζίκ .
"Θα περπατήσετε;"
Στεναχωρήθη κε ο Σάλπα που ο α ντ ι κρινός-του κατάλα
βε πως θα περπατούσαν . Ο Κ ιβ ι ρτζίκ έσκυψε μ ' ενοχή το
κεφάλ ι κα ι το κούνησε.
"Θα περπατήσουμε μπάρμπα" .
Δεν είχε ξαναφάει ψάρι ο Σάλπα. Του καλάρεσε .
σα . . .
" Βάτιζντίζ Σάλπα, βάτιζντίζ;"
Κείνη τη νύχτα την πέ ρασαν τριγυ ρνώντας με την ελπί
δα πως σε κάθε γωνιά πούστριβαν θάβρισκαν τον πλανόδιο
κεφτετζή Σεχβελέτ Τσαβούς, ρωτώντας τους πλανόδιους
κεφτετζήδες που απαντούσαν, γλαρώνοντας. καθίζοντας
και τρέμοντας απ' το κρύο στις γωνιές πούβρισκαν βολι
κές . . .
42
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
4
κούγονται τρεχαλητά .
" Π ιάσανε κλέφτες, έ ρχεται αστυνομ ί α, κλέψανε και τη
μπισικλέτα του Σαφφετίν" .
Στο στόμα-του η γλοιώδικια γεύση του αίματος. Τα δυο
μπροστινά δόντια όσο α κούμπαγε η γλώσσα-του κουνιό
νταν, η μπισικλέτα του Σαφφετίν. Έμεινε χωρίς ανάσα.
" Ξ ήλωναν τις ζάντες , τους πιάσαμε ! .
Π ρώτα έφυγε το βά ρος από πάνω-το υ . Τ ράβηξαν το
τσουβάλι από το κεφάλι-του . Δυο αστυνομι κοί κι ένας μπεχ
τσής * * στέκονταν αντίκ ρυ-του .
" ' Ε κλεβαν τις ζάντες" έλεγαν.
"Το παπούτσι-μου , τόνα - μου παπούτσι" είπε ο Σάλπα.
Κι ενώ σκεφτόταν ότι γλίτωσε, ενώ έλπιζε να β ρει τ ' άλ
λο-του παπούτσι τον φό ρτωσαν με φωνές, κλωτσιές, χα
στούκια και φασαρία στο τζιπ . . .
Ο Κιβιρτζίκ είχε στριμωχτεί στη γωνιά . . . τ ο πρόσωπο και
τα μάτια-του ήτανε μες στο αίμα ... το κάτω χείλη-του είχε
π ρηστεί, είχε μαζέψει αίμ α .
" 8αλλαχί, ψωμί τρώγαμε, αμπί. . . γιατί ή ταν ντροπή, βαλ
λ αχί. . ... προσπαθούσε να πει το ντέρτι-του στο διπλανό-του
αστυνομ ικό .
" ' Ωστε συκοφαντεία, ε ;' έλεγε ο αστυνομικός "συκοφα
ντεία, ε ;"
" 8αλλαχί, ψωμί τρώγαμ ε , αμπί. . ...
46
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
" Ψ ω μ ί ε ; Ψωμί ! " ·
Δε μπόρεσαν να πουν το ντέρ τι-το υς _
Και λέγοντας ταξίδι απ' την Κόνια με το λεωφορείο για
να βρούν τον Φερα μ ούς, λέγοντας εκατόν πενήντα γραμ μά
ρια τυ ρί σε τέσσερις μέρες, νάτους τώρα στο κεντρικό κα
ρακόλι * του Μπέηογλο υ . Γράφτηκα ν γράμ μ ατα, γίνηκαν τη
λεφωνή ματα . . . Ύστερα τους πήγαν στη διεύθ υνση ασφά
λειας του Σ ιρκετζί.
" ' Εχετε μωρέ ποινικό μ ητρώο;"
Όνομα του πατέρα,της μ η τέρας "είμ αστε απ ' την Κόνια. "
Ι μπνέδες, πούστηδες, γαϊδουρόπαιδα ...
Π άνε να πουν "βαλλάχι , εμείς ψ ωμί τρώγαμε . . . "
"Ξαπλώ στε-τους κάτω"
Ξάπλωσαν το Σάλπα.
" Π ο ύναι μωρέ τ' άλλο-σου παπούτσι;"
" Χ ά θηκε, αμπί, εκεί έ μ ε ινε".
" Βγάλτο κι αυτό ... να σε πάμε στο μ ουσείο να δεις της μά
νας-σου το μ . . . ."
Η κάλτσα-του ήταν σκισμένη κα ι φα ινόταν η φτέρνα-το υ .
Τ α πόδια-του μύ ριζαν. Ν τράπ η κ ε ο Σάλπα, καταντράπη κ ε .
" Τί μ υρωδιά είν ' αυτ ή , μωρέ ιμπνέ;"
Έβαλαν τα πόδια-τους στο ραβδί της φάλαγγας που τις
δυο-του άκρες τις κράταγαν αστυνομ ικοί και τα σήκωσαν .
.
Ενας ξερακιανός αστυνόμος διάλεξε ανάμεσα στις χοντρές
και λεπτές βέ ργες μια που να πη γαίνει στο χέρι-το υ .
Ο Σάλπα καιγόταν π ο υ δεν μπορούσε να β ρ ε ι τσαρέ * * ν α
π ε ι τ ο ντέρτι-του .
Τραβήχτηκε μ ια καρέκλα. Τοποθέτησαν τη καρέκλα πά
νω από το στήθος-του έτσι ώστε το σώμα του Σάλπα να βρί
σκεται ανάμεσα στα καρεκλοπόδαρα και να σφίγγει τα χέ
ρια-του . Ένας αστυνόμ ος έ κατσε ανάποδα στην καρέκλα κι
ακούμπισε τα γόνατά-του στο αραλίκι . Τώρα ο Σάλπα κι ο
αστυνό μ ος ήταν πρόσωπο με πρόσωπο.
Ο ξερακιανός αστυνομικός, ανεβοκατέβαζε με μεγάλη
μ αεστρία την ψιλή βέργα στις πατούσες-του πάνω κάτω, σα
· γι ουφκά: φύ λλο
• ·κι μπά ρης: καθ<i>ς πρέπ ει
49
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
λησε να φτύσει, δεν έφτυσε . Το στόμα-του είχε γεμίσει σά·
λιο για τα καλά . Κατάπιε με το ζόρι τη ροχάλα που μύρι
χε κόλλα και γέμιζε μια γλοιώδη υ γ ρασία το στόμα·το υ .
" Μ ας ρεζίλεψε ο πεζεβέγκης, δεν άντεξε, φώναξε ! . . . "
Τα δάκρυα ξεχειλίζουν απ' τα μάτια-του, δεν αντέχει,
φωνάζει σπαράζοντας από τους πόνους . . .
"Ούι, μάναμ ' ούι"
" Βάι, τον ιμπνέ βάι , σα σκύλος ουρλιάζει".
Ναι, ούρλιαζε ο Σάλπα.
" Π ιάστηκες να κλέβεις ζάντες μωρέ;"
"Ούι"
" . . . . μω τη μάνα τούι και του Μούι . . . δεν έχεις γλιτωμό
π ριν κελαϊδήσεις τα όσα έκανες" .
Ο ξερακιανός αστυνόμος κάθε δέκα-δεκαπέντε ξυλιές έ
τριβε τη βέργα στις πατούσες του Σάλπα σα νάνοιγε γιου φ
κά . Χ ρησιμοποιούσε τις βέργες με τη σειρά . . . αν είχε χτυπή
σει με την ψιλή έπαιρνε τ η χοντρή . . . αν είχε χτυπήσει με τη
χ οντρή συνέχιζε με την ψιλή τη δουλειά-του .
" 'Ωστε δεν θα μιλήσεις, έ ;"
" Φωνάζει, τσιρίζει αλλά δεν μιλάει τούτος ο Κόνιαλης,
είναι παλλικάρι, μάγκας " .
" ' Ωστε δε μιλάει, έ :'
"Δε μ ιλάει . . .κου ρά γιο Kόνιaλη " .
"Τώρα θ α σου δείξω εγώ τ η Χάνια και τ η Kόνιa . . ."
Καθισμένος στην καρέκλα γελάει με κέφι . . .
" Φώναξες, ρε Kόνιaλ η , μας ρεζίλεψες, αν και τώρα μι·
λήσεις και μας ρεζιλέψεις . . . . . μησα της μάνας-σου την πίσ
τη . Αμάν, α, μη μιλήσεις " .
Το κορμί-του από πάνω μέχρι κάτω σφαδάζει απ ' τον πό
νο.
" Κουρμπάνι-σου να γίν�, αμπί. . . τα χέρια, τα πόδια-σου
να φιλήσω . . . τα σκατά -σας, τα σκατά-σας να φάω, αμπί . . .
ο ύι μάναμ ' ούι . . ."
" Κ ράτα μωρέ ιμπνέ . . . κ ράτα . . . αν μιλήσεις θα σου . . . μ ήσω
τ η μάνα ... "
Δεν αντέχει ο Σάλπα . . . Χαλαρώνει όλο-του το κορμί. .. Ό
σο κ ατεβαίνει η βέργα τόσο ανοίγει πάλι ο πισινός-του. Π ι ρτ
. . . πιτρ . . .
51
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
τα κ . . . τακ . . .
"Λελέκ ι είσαι μ ωρέ ; Τ ι 'ναι αυτά τ α λ α κ . . . λ α κ . . . Π ροχώ
ρει ! "
.
Ε κανε μεγάλη προσπάθεια για ν α περπατήσει . . . Κρύα
και καφτά κύματα διαπερνούσαν το κορμί·του .
"Λέγε-μας λοιπόν τώρα. Π όσες καρδιές κάψατε μέχρι
τώρα . . ."
" Βάλλαχ ι , αμπί, δεν είμαστ ε κλέφτες . Ψ ωμί τρώγαμε" .
Ο ένας έκανε κατά πάνω-του θυ μωμένος . . . Ένας άλ-
λος τον εμπόδισε . Τούπιασε τα χέρια.
"Μην ε κνευρίζεσαι, μ ωρέ Γιακούπ".
" Π ώς να μ ην εκνευ ριστώ , δε βλέπεις που δε μιλάει" .
"Θα μιλήσει, βρε Γιακ.ούπ , θα μ ιλήσε ι . Μη νευριάζεις, θα
μ ιλήσει" .
Γυ ρνάει προς το Σάλπα αυτός που του γλίτωσε τη ζωή .
"Θα μ ιλήσεις, έτσι δεν είναι;"
Αχ , προφήτη Γιακούπ , αχ ! Τι να μ ιλήσει και να πει αυτός
ο κακομοίρης ο Σάλπα που δεν μπορεί να πάρει ούτε τα πό
δια-του .
"n να πω, αμπί. .. Βάλλαχι, μπιλλαχ ί . . ...
" Τζαμί είν ' εδώ , μ ωρέ ιμπνέ , ή εκκλησιά ,και μια και δυο
βάλλαχι, μπιλαζ ί.. . . Ξαπλώστε-τον . . . "
Τ ον ξάπλωσαν .
" Βαλλαχί, αμπί, εμείς απ' την Κόνια . . ...
Ξυλιές που τον έ καναν ν ' αποζη τήσει τις προη γούμενες
ά ρχισαν να πέφτουν ορμ η τικά .
" l μ πν έ , ώστε ήρτες απ' την Kόνιa για να φάτε μ ισό ψωμί
κι εκατόν πενήντα γραμ μάρια τυρί. Ώστε για τυρί στην lσ
ταμπο ύλ . . .
"
52
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
το χαρτί απ' τη γραφομηχανή κ ι αδιάφορος πάλι βγήκε κ ι
έφυγε . . .
Απ' τη μανία των χτυπημάτων ο Σάλπα κατάλαβε πόσο ή
ταν θ υ μωμένοι.
" Κο υ ρμπάνι-σου να γίνω , φτάνει αμπί. Τα σκατά-σας να
φάω, φτάνει . . . Ωχ, τα σκατά-σας να φάω, αμπί. .. Ταμάμ, α μ πί
. .. Ε μ είς τις κλέψαμε αμπί, εμείς κλέ ψαμε τις ζάντες" .
"Δεν τις κλέψατε μ ωρέ γαϊδουρόπαιδα, δεν τις κλέψα-
τε . . . Θα τις κλέβατε . . ."
" Τα μ ά μ , αμπί, θα τις κλέβαμε αμπί, θα τ ις κλέβαμε . . ."
" Π ώς πιαστήκατε . . .
"
55
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
" Μ ίλησα και με τον φίλο-σου . . . τον Κιβιρτζίκ".
" Π ολύ μας έδειραν , αμπί. . . "
" Δεν είν' αλή θ ε,ια αυτή η κλεψιά , ε ;"
" Βαλλαχί, όχι, αμπί. . . πίστεψε, όχι ! . . . "
Η πόρτα άνοιξε . Με τα παπούτσια και τον τορβά-του στο
χέρι , διπλωμένος στα δυο παρουσιάστηκε ο Κιβιρτζίκ_ Είχε
ρέψει . . . Βογγούσε κάθε φορά που πάταγε κάτω .. _
" Π ε ρπάτα , περπάτα" είπε ο άντρας και σ' αυτόν.
" Μη στέκεις, περπάτα" .
Π ε ρπατούσαν . Ο άντρας κοίταγε στη μέση το πεταμένο
μ ονό Τ\Οπούτσι που ανάδινε μ ια περίεργη μοναχικότητα.
" Π ό ύναι το ταίρι-του ;"
" Ε κεί χάθη κε , αμπί . Ε κεί που μ ας έδειραν".
Στεναχωρημένος ο άντρας έσβησε το' τσιγά ρο-του .
"Δέρνουν" είπε , "δέρνουν" .
Με το χέρι-του πίεσε τα φρύδια-του, χάιδεψε τα γένια
του .
,,
"Γ όνομά-μου είναι Σεφκέτ" είπε. ' Αμ α ρωτήσετε τον
αστυνόμ ο Σεφκέτ από την Κόνια, θα με β ρ ή τε . Τώρα θα σας
αφήσουν . Εδώ είναι συνήθειο, .ά μ α δουν ύποπτους νιοφερ
μένους, τους δέρνουν για τα καλά . . . για να βάλουν μ υ αλό.
Καμιά φορά παίρνουν δουλειά . Η Ισταμπούλ είναι πελώ
ρια . . . κανείς δεν ξέρει ποιος είναι ποιος. Θα πάρουν τις
φωτογραφίες-σας, τα δαχτυλικά-σας αποτυπώματα. Υπερα
σπ ιστείτε τον εαυ τό-σας . Εδώ είναι Ι σταμπούλ, κανείς δεν
ν οιάζεται για τα δάκρυα κανενός. Και δε θέλει να νοιάζεται.
Ε δώ, μονάχα τη δική-σου ζωή μπορείς να γλιτώσεις . . . Ναι,
μ ονάχα το δικό-σου τομάρι ... "
Ή ρθαν τα τσάγια . Τα χέρια του Σάλπα έτρεμαν. Π ίνο
ντας την πρώτη γουλιά τούρθε στο νου η ροχάλα που κα
τάπιε .
Τους κάθισαν σε μ ια καρέκλα και τους έβγαλαν φωτο
γραφίες, φάτσα κ.aι προφίλ. Π ή ραν ένα-ένα τα δαχτυλικά
τους αποτυπώματα . . .
Βγή καν από την ασφάλεια με τα παπούτσια στο χέρι. Τα
πόδια-τους είχαν πρηστεί, δεν μπορούσαν να τα φορέσουν.
"Μη στέ κεστε , περπατάτε" είχε πει ο αστυνόμος Σεφκέτ
από την Κόνια .
58
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
κ ρυφής-του στενοχώριας _ Οι λυγμοί κομποδένονται στο
λαιμό-τους _ Δεν μπορεί πια να μποδίσει α υ τό το σέλι *. Γιο
μίζει, γιομίζει και πλη μ μ υ ράει . . . κλαίει μ . αναφυλλητά. Οι
περαστικοί στέκουν και κοιτάνε, δεν μπορούν να καταλά
βουν .
Γιατί να κλαίνε οι νέοι άνθρωποι;
Γιατί να τυλίγουν πετσέτες στα πόδια-τους οι νέοι άνθρω
ποι;
Ο Σάλπα ελαφροκου τσαίνει, να τον νομίζουν τραυματι
σμέν ο . Να μην καταλάβουν ότι έχασε το ταίρι του παπου
τσιού-τ ου . . .
Τρέχουν ο ι μ ύξες του Κιβιρτζί κ .
" Μην κλαις, αδέρφι" λέει ο Σάλπα "μην κλαις, αγόρι-
μ ου " .
Κι απ ' την άλλη κλαίει κ ι ο ίδιος.
" Μην κλαις, καρντάσι" .
Τώρα πιο καλά καταλάβαιναν τί θα πει φιλία . . . Τι θα πει
φιλία στις δύσκολες μέρες . . . Στο τεζγκιάχι * * της καρδιάς
τους υ φαίνονται τα αισθήματα της αδερφοσύνης-τους . . .
Σαν να υφαίνουν τ ο πιο πυ κνό χαλί. . . μ ε μαβί, μ ε κίτρινο,
με κ ό κ κ ινο, με μαύρο . .. Και το μαύρο το κατάμαυρο να το υ
φαίνουνε μ αζί.
Τί είναι εδώ Σάλπα;
Ε δώ είναι η στάαση της φιλίας, η στάση της συντροφι
κότητας .. .
Ε δώ ε ίναι η στάση των δύσκολων Kαιρι1Jν . . .
" Μην κλαις, καρντάσι, μ ην καις . Να κοίτα, βρήκαμε δου
λειά πια, μην κλαις" .
'"σέλι: χείμαρρος
.. '"τεζΥκιίιχι: πίΙΥκος
59
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
5
64
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
που άλλαζε . . . Δεν μπορούσε να το ξέρει . . .
. Ομως ο Σάλπα αισθανόταν ότι είχε πεθάνει πια το επάγ
γελμα του τσαγκάρη. Κι ότι ο πολιτισμός του λάστιχου εί
χε κολλήσει σαν μπάλωμα στον πισινό του πατέρα-του . . .
Τώρα όλα τ α καταλάβαινε καλύτερα ο Σάλπα. Καταλά
βαινε καλύτερα την κάθε ιστορική φάση που μ αγειρεύει
το κάθε γεγονός. Καταλάβαινε καλύτερα τα νεύρα του πα
τέρα-του , τους στομαχόπονους . . .
Ο άνθρωπος, σε όποια κοινωνία κι αν ανήκει , μ ε την αν
τικειμενική και υποκειμενική-του φτιάξη, αποτελεί κτήμα
ε κείνης της κοινωνίας, είναι δικό-της π ρο·ί όν. Γι' αυτό όσα
έκανε κι όσα θα κάνει, οι σκέψεις που περνούν απ ' το μυα
λό-το υ , δεν μπορούν να θεωρηθούν ξέχωρες απ ' τα γενικά
χαρακτη ριστικά της κοινωνίας, απ ' τις διακυμάνσεις-της,
τις τάσεις·της, απ' την ιδιαίτε ρη θέση-τη ς μέσα σ ' α υτή τη
ροή, απ ' τις αντιλήψεις, τις επιρροές και της ικανότητες ε
πιρροής-της . Ο Σάλπα, αν και όχι τελείως ξεκάθαρα, αισθα
νότ αν πάντως αργά-αργά και σχεδόν κοντά στο ξεκάθαρα,
από π ού έπαιρναν ζωή και ποιές φουρτούνες π ροετοίμαζαν
τις φάσεις ανάπτυξης της προσωπικότη τάς-του , κ αι οι δυ
νάμεις ώθησης που προσανατόλιζαν τη ζωή-του . . . Π λησία
ζε την υ γιή άποψ η . . . Τουλάχιστον είχε συνειδη τοποιήσει
ότι α κ ολουθούσε τα σωστά ίχνη . . .
Π οιά συναισθή μ ατα είχε αποκτήσει, μ έσα από ποιές σχέ
σεις, ποιά απ ' αυτά είχε καλλιεργήσει. Ο Σάλπα έ βλεπε κά
θε αίσθη μ α σαν ένα θεσμό . Κάθε α ί σθη μ α αναπτυσσόταν
μέσα στις σχέσεις που ζούσε, τρεφόταν . . . Και τώρα, ποιά
συναισθήματά-του θα υπερασπιζόταν ο Σάλπα; Π οιά θα κα
τέστρεφε, ποιά θα τιμωρούσε, σε ποιά θ' αντιστε κόταν;
Τώρα καταλάβαινε καλύτερα ο Σάλπα . . .
"Το φίδι που δεν πειράζει εμένα, ας ζήσει χίλια χ ρόνια . . . "
" Μέχρι να διαβείς τη γέφυρα, θα λες μπάρμπα την αρ-
κούδα" .
" Φιλώντας χέρι, δεν βρωμ ίζει το στόμα".
Ν αι λοιπόν, τώρα καταλάβαινε καλύτε ρα.
Τώ ρα καλύτερα ξεχώριζε τους θεσμ ούς μέσα-του, τη δο
μή-τους, τη λειτουργία-τους. Έ βλεπε με λύπηση και τρε
μουλιάζοντας μέσα-του τον εαυτό·του ο Σάλπα.
65
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
Γιατί ο Σάλπα ποτε-του δεν υπήρξε ελεύθερος . . . δεν μπό
ρεσε. Δε γνώρισε την ελευθερία . . Π οτέ δεν υπή ρξε ο πρώ
τος άνθρωπος στη δική-του ζωή, ο κυ ρίαρχός-της , ο κυβερ
νή της-της. Ένας μεσολαβητής μ ονάχα ή ταν . . . Ένα κακόμ οι
ρο τεντωμένο τέλι * ανάμεσα στα τηλεγραφόξυλα. π οτε δεν
είχε ελεύθερη , ανεξάρτη τη , θαρραλέα σκέ ψ η . Π ότε δεν έζη
σε πραγματικά τις δικές-του χαρές, τις δΙ Kές�τoυ λύπησες . . .
Δεν γλίτωσε απ ' την διαστρέβλωση ο Σάλπα.
Γιατί η ελευθερία δεν κατάφερε να θεσμοποιηθεί μες τη
συνείδηση του Σάλπα. Αντίθετα, είχαν κυ ριαρχήσει η ανα
σφάλεια, ο φόβος, η ανησυχία. Χω ρίς σιγουριά για το
αύ ριο, χωρίς να καταφέρνει να προβλέπει ποιός , τί, πότε
θα μπορούσε να του κάνει, ανάμενε κάθε στιγμ ή, χωρίς
κανένα λόγο κ ι αόριστα κάτι κακό από τους άλλους.
Πώς μπορεί να είναι ελεύθερος ο άνθρωπος που μέσα· του
ζει ο φόβος, που καλλιεργεί μέσα-του τον φόβο;
" Π ού αναπτύσσεται αυτός ο φόβος , ύστερα από τί αρχίζει
να μετατρέπεται σε θάρρος κα ι καλλιεργείται αυτό ;"
Χ ωρίς μ ια υγιή συνείδηση μπορείς να απελευθερωθείς;
" Πώς αποκτάς αυτή τη συνείδηση ; Φυ τρώνει μ ήπως σε
γλάστρα ; Π ο ιός την αγοράζει, ποιός την πουλάε ι ;"
Υπάρχει ελευθε ρία χωρίς να γνωρίζεις την έννοια της
ελεuθερίας ; Μπορείς να γίνεις ελεύθερος αν δεν έχεις ζήσει
χ ωρίς αυτήν;
" Αχ , ι δεαλιστή Σάλπα, αχ !"
Κι αν τόθελε ο Σάλπα, κι αν τόθελε πολύ θα μπορούσε
ν' αποκτήσε ι μια δ ικιά-του , ανεξάρτητη π ροσωπικότη τα ; Θα
μπορούσε να γίνει ελεύθερος ;
"Αν έφτανε μ ονάχα η θέλ ηση, μ ι κ ρέ Σάλπα, όλοι θα γίνο
νταν αυτό που ήθελαν" .
Γ ια να φτάσεις να θέλεις, πρέπει οι συνθήκες που σε ανά
γκασαν να θέλεις, κα ι η συσσώρευση των επακόλουθων των
συνθη κών να είναι ορμ ητικές. Όπως το παπούτσι της προη
γού μενης χρονιάς δε γίνεται πια στο παιδί που μεγαλώνει
κα ι χρειάζεται καινούριο, όπως κ ι ε κείνο μετά από ένα διά
στη μ α θα τούρχεται στενό στο πόδι και θα το σφίγγει και
*τελ ι: σύρμα
66
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
θα ξαναχρειαστεί καινούριο, και πάλι καινούριο και πάλι,
και πάλι . . .
Γιατί λοιπόν, ό χ ι χτες αλλά σήμερα, σήμερα το πρωί
άρχιζε με το μ αυλό-του να λογαριάζει, ν ' αναρωτιέται,
ν' αναζητάει; Γιατί όχι αύριο, γιατί όχι το βράδυ αλλά το
πρωί, γιατί ειδικά αυτό το πρωί ;
Γιατί το πουλί β γαίνει απ ' τ ' αυγό σε είκοσι μια μέρες . . .
Το νερό βράζει στους εκατό βαθμούς . . . Οι κερασιές ανθούν
με την άνοιξη . . . ωριμάζουν . . . Γιατί όχι το εννιακόσια δέκα
τρία , το εννιακόσια δέκα πέντε αλλά στις 28 ( ούλη του εν
νιακόσια δέκα τέσσερα ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος; . . .
Γιατί όχι τ ο εννιακόσια σαράντα έ ξ η αλλά τ ο εννιακόσια
πενήντα το Δημοκρατικό Κόμ μ α ; . . . Γιατί στις είκοσι εφτά
και όχι στις δεκαπέντε του Μ ά η ;
Γιατί, γιατί λοιπόν αυτό τ ο πρωί;
Μ ήπως ο Σάλπα ζει τη στιγμή της αναπόφευκτης αλ
λαγής, του άλματος;
Τα γεγονότα φθείρουν τη σημασία-τους . . . Δεν ενδιαφέ
ρουν πια όπως παλιά τον Σάλπα . Δεν θέλει να πνιγεί μέσα
στη λογική , μέσα στην πλοκή των γεγονότων . Γιατί το γε
γονός είναι η κατάληξη της φάσης που το δ η μ ιου ργεί, εί
ναι μ ια στιγμή , το σημείο της ατέλειωτης αλλαγής . . . Ο Σάλ
πα αναζητεί τις δυναμικές γραμμές, τις υποχρεωτικές αιτίες
που το δ η μ ιουργούν, που προωθούν τα γεγονότα από τα μέ
σα , κι όχι από πίσω, όπως νομίζεται . . . Αναζητεί τη μαγιά,
τους νόμους που κάνουν τους νόμους νόμους, ψάχνει ο
Σάλπα . . . Τις αισθήσεις που γονιμοποιούν τα γεγονότα, τις
σπίθες, τις φάσεις μεταλλαγής του γεγονότος που γονι
μοποιήθηκε, την κατάσταση που το κάνει να είναι αναπό
φευ κ το, την κατάταξη, τη δημιου ργία της μεταλλαγής, τ η
δημιου ργία που θα δημιου ργήσει τη φυσική λογική, σκε
φτόταν ο Σάλπα . . .
Τ ί κ α ι ποιά ανάγκη έφερε το Σάλπα στο σημείο ν α σκέ
φτετα ι ;
' Ε τος εννιακόσια δέ κα τέσσερα . . . Μ ήνας l ο ύλ ης, ' είκο
σι οχτώ l ούλη . . .
Ο πρωθυπου ργός τ η ς Σερβίας, Πάσιτ ς , έ τρωγε στο εστια
τόριο του ξενοδοχείου " Ε υ ρώπα" της Ν ίκαιας. Ώ ρα δέκα-
*μπεκιάρης: εργένης
72
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
τα σοκάκια που σκαρφάλωναν την ανηφόρα, υπήρχε ένα
τριόροφο ξύλινο χάνι που σούδινε την εντύπωση ότι θα κα
τέρρεε από στιγμή σε στιγμή . Κάθε όροφός-του είχε τρία
τέσσερα δωμάτια που το καθένα-τους νοικιαζόταν σε οχτώ
με δέκα άτομα . Ο Σάλπα κι ο Κιβιρτζίκ βρή καν δυο θέσεις
σε μια από αυ τές τις κάμαρε ς . Γράφτηκαν στη λίστα της κά
μ αρης "εφτά" σαν ένατος και δέκατος ένοικ ος .
" ' Εχετε πράγματα;"
Δεν είχαν. Π ή ραν δυο παπλώμ ατα χ ρησιμοποιημένα, κλα
ρωτά με μ αβιά μεγάλα λουλούδια που ανάδυαν μ υ ρωδιά
μπόχας . Τόνα θα τόστρωναν από κάτω στο πάτωμα και
με τ' άλλο θα σκεπάζονταν από πάνω.
Το βράδυ γνωρίστηκαν με τους συγκάτοικους της κάμα
ρής-τους . Ή ταν ζεστοί, ο μ ιλητικοί άνθ ρωποι . Φ έ ρθ η καν
εγκάρδια, εύθυμα και με αγάπη στους δυο νεαρούς. Στρί
μ ωξαν τα κρεβάτια, τα παπλώματα και τους έ κ αναν χώρο .
.
Εστρωσαν παλιές εφημερίδες πάνω στα σανίδια του πατώ
μ ατος που έτριζε. Αυτοί οι άνθρωποι τους έδιωχναν την ξε
νητιά . . . ' Ακουσαν όλο προσοχή τον Κιβιρτζίκ.
" Σαχβελέτ . . . . Σαχβελέτ . . . Σαχβελέτ . . . ."
Δεν τον γνώριζαν τον Σ αχ βελέτ.
" ' Ολοι καρντάσια είμαστε" είπε ο Ζεϊνέλ απ' τη Μαλάτια,
"τι 'φελάει να λυπάστε ;"
"Τι ο Σαχβελέτ Τσαβούς, τι εμείς . . . Δικός-σας αυτός, δι
κοί-σας κι εμείς . . . . " είπε κι ο Ζουφλού απ' το Αντίγιαμαν.
Αστειεύτηκαν , γέλασαν . Έ δειξαν και το σεβασμό-τους
στα δυο παιδιά που είχαν διαβάσει στο γυμνάσιο και το
λ ύκειο . . . . και λυπήθ η καν πολύ για το πόδι του Σάλπα . . .
" ο πλανόδιος χ ρειάζεται γερά πόδι α; παιδί-μου" είπε
κάποιος.
Τελικά επειδή ή ταν ατζcμ ήδες στη δουλειά αποφασίστη
κε να κάνουν κάτι προσωρινά που δε θα ζημίωναν κι αν τους
έμενε το εμπόρε υ μ α . Αν χρειαζόταν θα την άλλαζαν αργό
τερα .
"Μέχρι ν' ανοίξουν τα μάτια-σας" .
Κρεμάστρες, δέρματα, ξεσκονόπανα, σφουγγάρια ο Κι
βιρτζίκ . . . .
Κι ο Σάλπα λεμπλεμπί, τσεκιρντέ κ, φιστίκ . . .
76
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
μα έβγαλε μ ια αδύνατη φωνή που μόλις κι ακουγόταν.
" Λεμπλεμπ ί . . ."
Αμάν , τι φωνή ήταν αυτή . . .
Γύρισε ν α δει αν είχε αρέσει στον Κιβιρτζί κ . Αυτός γέλα
γε .
" Αυτές οι κάργες, βλέπεις αυτές τις κάργες; Π ιο καλά
από σένα θα τα καταφέρναν να πουλήσουν τα λεμπλεμπί. . .
Δε γίνεται . . ."
Ο Σάλπα έ κανε ακόμα μια πρ ο σπάθεια.
"Λεμπλεμπί, τσεκιρτνέν, φιστίκ !"
τικ ... τικ . . . τικ . . .
" Τι φωνή είναι τούτη δώ, σάββανα πουλάς, ή λεμπλεμπί;
Δε ζωντανεύεις λιγά K Ι �'
Ο Σάλπα ντρεπόταν για την ανικανότητά-του .
"Σιγά -σιγά θα συνηθίσουμε" είπε .
"Αν πάει έτσι, νηστικοί θα μείν ουμε ! Ε γώ τώρα θα πλη
σιάσω ε κείνο το κόκ κινο καμιόνι . Π ρέπει ν ' α κούσω τη φω
νή-σου μέχρι εκεί!"
Π έ ρασε δυο τρία αυ τοκίνητα . . .
Ο Σάλπα φώναξε.
"Λεμπλεμπί !"
Τον πόνεσε το Σάλπα. Σ φίχτη κε η ψ υχή- του . Μέχρι το
τελευταίο καμ ιόνι άκουγε τις άβουλες, αδύναμες δοκιμές
του . Ε ίχε γίνει παιδί ο Σάλπα . Έ τσι και τον άγγιζες, θάβαζε
τα κλάμματα .
" ' Ελα μαζί-μου" του είπε ο Κιβιρτζίκ και πέρασε γρήγορα
μπροστά -του .
Ε ίχαν απομ ακρυνθεί απ ' τ' αυ τοκίνητα που περίμεναν στη
σειρά . Ο Κιβιρτζίκ γονάτισε στην όχθη του καλντιριμιού
με τ ο πρόσωπο γερμένο προς τ η θάλασσα.
" Κοίτα αρκαντάς" είπε . " Ή θα την καταφέρουμε την κα
μήλα ή θα φύγουμε από δω πέρα . Δε μ ου λες τώρα εσύ, τί
πουλάς;"
"Λεμπλεμπί, στεκιρτνέκ . . ."
.
" Αμα δεν ξέρουν τι πουλάς, σε ποιόν θα μπορέσεις να
πουλήσεις; Τώρα κατέβα κάτω στην παραλία και φώναξε
μ ' όλη-σου τη δύναμ η . Ε κατό φορές λεμπλεμπί, εκατό φο
ρές τσεκιρντέκ κι εκατό φορές φιστ ί κ . Ούτε στεναχώριες
78
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
"Λεμπλεμπί, λεμπλεμπί, λεμπλεμπί. .."
Ε ίχε ιδρώσει ο Σάλπα.
' Ενα ψ αροκάικο πέρασε γελώντας μαζί·τους.
"Με το συμπάθειο, παιδί·μου, αλλά τι λέει αυτό το παι
δί. .. γιατί φωνάζει;" ήταν ένας ηλικιωμένος σκουπιδιάρης.
" Π ροπόνηση κάνουμε μπάρμπα" .
" Π ροπόνηση ; Αλλάχ , Αλλάχ ! n είδους π ροπόνηση
είν' αυτή , παιδί-μου ;"
Δεν είχε καταλάβει τίποτα ο σκουπιδιάρης. Κοίταζε τις
κ ρεμάστρες , τα σφουγγάρια, το κασελάκι με τα φιστίκια .
.
Η ταν φανερό πως δεν τόβ ρ ι σκε σωστό να επιμείνει. Γιατί
ένα παιδί να τσιρίζει σπαραχτικά κατά τη θάλασσα;
" Αλλάχ, Αλλάχ" ζάρωσε τα χείλια-του.
Ο Σάλπα τώρα που ο σκουπιδ ιάρης ξεμάκρα ινε φώναζε
"τσεκιρντέκ , τσεκιρντέκ " .
Κοντοστάθηκε.
"Αλλάχ, Αλλάχ ! Και τώρα φωνάζει τσε κιρντέκ. Αλλάχ,
Αλλάχ ! "
Κούναγε πέρα δώθε το κεφάλι-του και γέλαγε μοναχός
του .
Ο Κ ι β ιρτζίκ ξεχώρισε ακόμα ένα λεμπλεμπί για το " τσε
κιρντέκ" Ξανοιγόταν ο Σάλπα όσο φώναζε.
_
·ζαμπιτάς: αξιωματικός
88
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
να παραδώσο υ με το υ ς εα υ τούς-μας στο υ ς φό β ο υ ς ; Θα ζού
με μέσα στο φόβ ο για πάντα ; Θα τρομάζου με δηλαδή κ ι
απ' το υ πο υ λιού τ ο πέταγμα , κ ι απ ' τ ο φ ύσημσ το υ αγέρα ,
το λεμπλεμπί , το τσεκιρντέκ , το φιστίκ , τα ποτήρια το υ τσα
γιού , όλα ;"
Θα τρομάζο υ με απ ' όλα ; Κοίταγε μπροστά-το υ .
"ο φό β ος μαζώνεται, μαζώνεται, και μ ια μέρα γίνεται
θάρρος , παιδί-μου . Μ ονάχα πο υ μες στο κιούπι το υ φό β ο υ
πρέπει να ρίξεις και λίγη μ αγιά απ' το θάρρος, ένα κομματά
κι , κατάλαβ ες; Τώρα φο β άσαι , φο β άσαι τα πάντα . . . μα ύσ
τερα τι θα γίνει; Θα τελέψει κάποτε ο φό β ος και να θέλεις
δε θα μπορείς να φο β άσαι πια . Κ σι θ' αρχίσε ι λοιπόν αυ τός
ο φό β ος αγάλι-αγάλι να γίνεται θά ρρος , και στο σημείο
α υ τό θα β ρούμε αντίκρι-μας το δικαιολογημένο θάρρος , το
αδικαιολόγη τ ο θάρρος _ Υπάρχο υ ν και καλοί και κακοί φό
β ο ι . Υπάρχει και καλό και κακό θάρρος. Υπάρχο υ ν και κα
λοί και κα κοί φό β οι_ Ν α , λοιπόν , σαν εμείς ξεχωρίσου με α υ
τ ό το καλό απ ' το κακό , τότε θα ξέρο υ με πότε φο β όμαστε ,
πότε γινόμασ τ ε θαρραλέοι . Α υ τ ό θα το ξέρο υ με καλά .. .
" Π οιός θα μ ας το διδάξει α υ τό; Η ζωή παιδί-μο υ . . . Πώς
θα φτάσο υ με εκεί ; Π έφτοντας , ορθοποδώντας , με το υ ς φό
β ο υ ς-μας , φεύγοντας , με β άσανα , με τ υ ραννίες . . .
" Ε σ ύ, τώρα , φο β ίσο υ . . . φύγε . . . φ ύγε όσο θέλεις . . . απ ' το
φό β ο όμως δεν ξεφεύγεις παιδί-μ ο υ , γιατί ο φό β ος είναι μέ
σα-σο υ . Ν α , ακριβ ώς εδώ σου είνα ι . ' Οπο υ κα ι να πας τ ον
κ ουβ α λάς μ αζί-σο υ . Μ αζί· σο υ τρώει , μαζί-σο υ γελάει, μ α
ζ ί- σ ου κλαίει , μ αζί-σ ο υ καπνίζει. Το κάθε τι το κάνει μαζί
σο υ . Όπως το λέμε κα ι τούρκ ι κα , δεν είνα ι μπορετό να ξε
φύ γεις απ' το φό β ο . Μερικοί λένε φοβ άσαι επειδή φο β ά-
σαι . . . Ψ έ μ ματα . . . Ο φό β ος λένε ακολο υ θεί . .. Ψ έ μ μ α κι α υ -
τό . . . Ο ύ τε από πίσ ω έρχεται , ούτε σ ' ακολο υ θε ί , είναι μέσα
στον άνθρωπο , δεν πηγαίνει πο υ θενά . Στον έχει δώσει η
ζ ω ή , η ζωή θα στον αφαιρέ σει. Γι ' α υ τό είναι ανώφελο να
φεύγο υ με απ ' το φό β ο . . . Καταπάνω-το υ πρέπει να πάμε
και μια μέρα θα τον εξοντώσο υ με. Π ρόσεξέ-με καλά , δε λέω
να τον χωνέψο υ με , να τον παραμερίσ ο υ με , άκο υσέ-με , λέω
ν α τον εξοντώσο υ μ ε . Καταλα β αίνεις τί πάει να πει α υ τό ;
Θα πει ότι με φο ύμαρα θέλεις να χωνέψε ις το φόβ ο , κάνε ις
91
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
ζωή . Δε θα σκεφτόμ αστε τίποτα άλλο . Θσ τσακιζόμαστε να
π ο υλήσου μ ε κάτι τις, γ ι α να του ς κάνου με ν' αρέσουν κάτι
τ ις . . . Ε γώ δεν θέλω να ξανακάνω αυ τή τη δουλειά . " .
Σώπασε .
Βούιζαν τ ' αυ τιά του Σάλπα.
" Είναι κακό νάσαι πλανόδιoς �'
" Γιατί νάναι κακό; Για να βγάλεις το ψ ω μ ί-σου κάνεις κά
θε δουλειά . . Η θελα να πω ότι πουλώντας φιστίκ, πουλώ
ντας κρεμάστρες δεν μπορού μ ε ν' αλλάξου μ ε τίποτα. Ού
τε τ ον εαυ τό-μας ούτ ε τίποτα άλλο . . . "
Δε καταλάβαινε ο Σάλπα . Τί ση μ αίνει ν ' αλλάζεις, ν ' αλ
λάζεις τον εαυτό-σου ;
" Τί θα κάνου μ ε ;"
" Ε γώ θα πάω φαντάρος . . . Ύστερα θα βρω δουλειά σε
εργοστάσιο . Θα γίνω εργάτης . . . "
Θα γίνω εργάτης . . . θα πάω φαντάρος . . . εργοστάσιο . . .
θ α δουλέ ψ ω , θ α πουλάω κρεμάστρες, θ α γίνω εργάτης . . .
Θ α γίνω ο χ αμ άλης Ισ μ αγίλ . . . Σπουργίτη θ α γίνω . . . Δεν
ή ταν στον εαυ τό-του ο Σάλπα . . . .
" Κι εγώ . . . εγώ τι θ' απογίνω ;"
" Θα γίνεις εκείνο που θέλεις να γίνε ι ς ! "
Π ό μ ολο τ η ς πόρτας θ α γίνει ο Σάλπα . . . Καπάκι του τέν-
τζερη θα γίνει . . . Καροτσάκι παγωτού . . . θα τον πά ρουν
κάποιοι, θα τον σπρώξουν, θα τον ταουλίσουν, θα τον ση
κώσουν . . . Η μπισικλέτα του Σαφεττίν θα γίνει ο Σάλπα. . .
Έσπασε . . . Λύθηκαν μ έσα-του οι πά γοι, πλη μ μ ύ ρισε ο
Σάλπ α . Σ ταμά τησε . . . . στα μ άτησε κι ο Κιβιρτζί κ .
" Π οιός είναι αυτός ο Ισ μ αγίλ, αμ π ί ; Τ ί σου έχει κάνει ;"
Ο Κιβιρτζίκ σώπαινε . Δε χώραγε ο νους του Σάλπα αυ τή
την αλλαγή.
.
" Ε μ είς δεν είμ αστε φίλοι, καρντάσια; Εχου μ ε κρυφά,
μ υστικά με ταξύ- μ ας:'
" Ε ίναι χα μ άλης στην βαπορόσκαλα . . . Είναι ένας γενναίος
χα μ άλης . . . ο Ισ μ αγίλ που κουβαλάει στην πλάτη-του τα βά
ρη όλου του κόσ μ ο υ . Μη μ ιλήσεις σε κανένα γι' αυ τόν" .
. . . μ η μιλήσεις σε κανένα . . . χα μ άλης . . . ένας γενναίος χα
μάλ η ς . . . μ αζε ύ εται και γίνεται συνείδηση . Μη μ ιλήσεις σε
κανένα, θα γίνω χαρά και θα μ πω σ ' ένα εργοστάσιο, θα γί-
92
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
νω συνείδηση . . . Ζηλεύει αυ τόν τον Ισμ αγίλ . . . . κι εγώ θα γί·
νω λάστιχο καμιονιού, τελεία, κόμμ α , ζάν τα θα γίνω . Π ου
λί γίνεται ο Κιβιρτζίκ κα ι φτερουγάε ι στο σκοτεινό ουρανό,
γίνεται λάστιχο βρακιο ύ .
Σ τις μ έρες που αΚΌλούθησαν τούτες δ ω όλα εξελίχθη
κ αν μ ε ασυνήθιστη γρηγοράδα . Μια μ έ ρα έκατσαν και λο
γαριάστηκαν, μ οι ράστη καν τα λεφτά . . . "αυτό δικό- μ ου"
"εκείν ό δικό-σου" . Στο μερίδιο του Σάλπα έπεσαν σαρά
ντα οχτώ λίρες. Ο Κιβιρτζίκ άφησε στο Σάλπα το πάπλω
μά -του , τους ψ ύλους-του και πήγε στρατιώτης . ..
Με το φευ γιό του Κιβιρτζίκ, ο Σάλπα ένιωσε ένα αν α
πλήρωτο κενό, η μ ιά-του με ριά ήταν άδεια. ' Η ταν μέσα στη
θλίψη που του προκαλούσε η μ οναξιά και μ οναχός δεν την
άντεχε . Ενώ η άνοιξη μοίραζε χαρές κι ενθουσιασμούς, ο
Σάλπα κατρακύλαγε μέσα στο βούρκο της κατάθλιψης.
Δεν είχαν κανένα νόημ α ούτε τα παιδιά με τα κόκ κ ινα και
μ αβιά μπαλόνια, ούτε τα άξαφνα ομορφημένα κορίτσια
και οι γυναίκες . : . Τώρα πια δεν είναι τίποτα όμ ορφο . . . ού
τε συγκλονιστικό ούτε χορταστικό .
Κείνες τις μέρες κατάλαβε· ο Σάλπα πως η αγάπη και το
μ ίσoc; είναι αχώριστα συναισθήματα που δίνουν ζωή τόνα
στ ' άλλ ο . Δεν έβλεπε τον χαμάλη Ισμ αγίλ. Γυ ρόφερνε κο
ντά στη β απορόσκαλα γεμάτος ελπίδα και ψάχνον τας με
πάθος τον Ι σμ αγίλ . Ας τον έβλεπε . . . ας μπορούσε να τον
δει . . . Οι μαζεμένοι πόνοι-του θα γίνονταν χαρά . . .
Ό ταν τ ο μίσος μαζεύεται, γίνεται χαρά Ι σμ αγίλ, μπάρ
μπα Ι σμ αγίλ .
Μια μ έ ρα ρώτησε τον Σεχμούζ. Δεν τον ήξερε ο Σεχμ ούζ
τον Ι σ μαγίλ . . . Σ κέφτηκ ε . . .
" Ισ μ α γίλ . . . Ισμαγίλ . . . Π ώς ήταν αυτός ο Ισμ αγίλ;"
" Ε ίναι κι αυτός χαμάλης στη βαπορόσκαλα" είπε ο Σάλ-
πα.
" Στη βαπορόσκαλα, ε ;"
" Ε ίναι ψ ηλός με μ ο υ στάκια, χοντρά μ ο υ στά κια . . . "
"Δόξα νάχει, όλοι έχου με μ ο υ στάκια" είπε και γέλασε.
Π ροσπάθησε να τον περιγράψει όσο πιο καλά μπορού-
σε . Ο Σεχμούζ, με δαγκωμένο το χείλη και ζαρωμένα τα
φρύδια-του , .συλλογίστηκε κάμποσο. Ρώτησε και κάτι φί-
99
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
την χαρακτηρίσου με κακή , στη ουσία να είναι καλοσύνη.
Αυτό που έχει σημασία είναι τ ο αποτέλεσμα κάθε καλοσύ
νης και κάθε κακία ς . . .
Π έντε χρόνια πέρασαν από κείνη τη μέρα. Π έντε μακριά
χρόνια γεμάτα πόνο . Γελάει ο Σάλπα . . . Μπ ο ρεί να γελάει
για όλες τις θλίψεις πο υ πέρασε . Γελάει με μια πικρή αχόρ
ταγη γεύση με μια δόση από βάσανα, γελάει με π ίκ ρα για
τα γε γονότα π ου κάπ οτε τον έκαναν να κλάψει, τότε π ου νό
μιζε πως ο κόσμος γκρεμιζόταν στ ο κεφά λι -του .
1 00
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
9
"εσράρι: χασίσι
104
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
χέρι . " Ε δώ δεν είναι του πατέρα-σου το σπίτι, το μήνα της
μελι τζάνας φεύγει το κυδώνι . . ." Οι μ ήνες που είχαν κεσά
τια, ή ταν οι "μήνες της μελιτζάνας" .
Ε κείνο το Σάββατο με μισή καρδιά πήγε στον προμηθευ
τή ν' αγοράσει μια τανάλια και μια καρέκλα. Τώρα πια ή
τ αν ένας εργάτης παπουτσιών μ' εργαλεία αλλά χωρίς διά
θεση . Δεν αγαπούσε τα ε ργαλεία και τα σύνεργά-του. Ενώ
ο πατέρας-του πόσο πολύ αγαπούσε αυτά τα εργαλεία, πόσο
έ τρεμε πάνω-τους ... το σφυρί . . . η τανάλια . . . οι μαγνήτες . . .
Ε κείνα τ' αγαπούσε κ ι ο Σάλπα .. . Ε δώ όμως δεν αγαπούσε
κανένα-τους . . . Ήτανε ξένοι μεταξύ-τους . . . ούτε και τα πα
πούτσια πούφτιαχνε αγαπούσε ...
Οι μέρες περνούσαν με χίλιες δυο δυσκολίες. Η κούρα
ση κι η αϋπνία τον εξαντλούσαν. Κι η σολουσιόν τον αποτέ
λειωνε τον Σάλπα . Το δεξί-του πόδι, ακριβώς πάνω από
το γόνατο είχε πιάσει ένα μεγάλο κάλο από τα πολλά σφυ
ροκοπήματα . Και τα δυό-του πόδια τον πόναγαν. Οι φού
χ τες και τ α δάχτυλά-του είχαν βγάλει κάλους κι ήταν γιομά
τα με πληγές απ' τις μαχαιριές. Επειδή πάσχιζε να δουλέψει
γρήγορα, του ξέφευγε το μαχαίρι άλλοτε στα πόδια, άλλ οτε
. στο στήθος και καμιά φορά στα μπράτσα . . . ' Ολη τη βδομά
δα οι φούχτε(του, τα δάχτυλα, οι καρποί, τα χέρια κα( τα
πόδια-του πόναγαν και τον σούβλιζαν τις νύχτες. Μονάχα το
Σαββατοκύριακο αλάφρωναν οι πόνοι-του, σαν έπαιρνε το
βδομαδιάτικο . Ο πονοκέφαλός-του όμως δεν πέρναγε.
Ή τανε από τη σολουσιόν που τη χ ρησιμοποιούσαν σχεδόν
σ' όλα τα μέρη twv παπουτσιών. Ο πατέρας-του τη χρησιμο
ποιούσε πολύ λίγο. Εδώ πέρα κόλλαγαν μ ' αυτή το δέρμα
και τη σόλ α . Δεν χρησιμοποιούσαν τσιρίσι . . Αμα η σόλα δεν
κολληθεί με τσιρίσι δεν κολλάει καλά και στο ράψ ιμ ο ανοί
γει και γλιστράει. Υήοχρεώτικά έβαζαν σολουσιόν. Η σο
λουσιόν φτιαχνόταν από βενζόλη και ή ταν δηλητηριώδης.
Π ροκαλούσε καρκίν ο στο αίμα, φυματίωση και μόνιμο πο
νοκέφαλο. Π ολλοί τσαγκάρηδες είχαν πεθάνει εξαιτίας της
σολ ουσιόν .
. Ενα παλ ιός τσαγκάρης πούμενε στην πανσιόν μάζευε κα
μ ιά φορά τα β ράδια τους τσαγκάρηδες γύρω-του και τάλε
γε . Μέσα σ' ένα χρόνο είχαν πεθάνει δεκάξι τσαγγάρηδες.
1 05
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
Π ολλοί είχαν πάθει φυματίωση και καρκίνο στο αίμα. Ούτε
κανένας οργανισμός, ούτε και κ ανείς άλλος, είχε πάρει μέ
τρα για να μην χρησιμοποιείται η σολουσιόν με βενζόλη .
Π οιός θ α έπαιρνε αυτά τ α προληπτικά μέτρα ; Π οιός; Ο τσα
γκά ρης "δεν είχε κανένα" , ποιός λοιπόν θα τον προστάl'Eυε,
ποιός θα ζήταγε το δίκιο-του ; Δεν είχε ούτε ένα πραγματι
κό συνδικάτο, ούτε κανένα άλλο ίδρυμα βοήθειας. Μονάχα
ένα κίτρινο συνδικάτο είχε . . . κι ένα συνδικάτο μ' ένα σύλλο
γο εργοδοτών . - Επρεπε οι τσαγκάρηδες να μάθουν να υπε
ρασπίζονται τα δικαιώματά-τους, να μην επιτρέπουν να τους
καταπατούν το μόχθο-τους. Κανένας δεν ζητάει το δίκιο
αυτουνού που δεν το ζητάει ο ίδιος. Ο προστάτης του τσα
γκάρη είναι ο ίδιος ο τσαγκάρης, ο προστάτης του μόχθου
είναι ο ίδιος που μοχθεί. Δεν έπρεπε να περιμένουν από άλ�
λους την υπεράσπιση του δικού-τους δίκιου, έπρεπε οι ίδιοι
τους να πασχίσουν για τα βάσανά-τους . . . έπρεπε να κάνουν
"αγώνα", "ν - αγωνιστούν" ενάντια στις αδικίες . . .
Π ρώτη φορά ο Σάλπα άκουγε έναν εργάτη ν α κάνει κου
βέντα για "συνδικάτο", "αγώνα". Ενθουσιαζόταν .
Οι πλευρές της επαρχιώτικης ζωής που δύσκολα συμβά
διζαν και που έ ρχ ονταν σε σύγκρουση με τις σχέσεις στην
πόλη , ή ταν πολύ σημαντικό πρόβλημα για τον Σάλπα τον
τελευταίο καιρό . Το χωριό, το Μπόζκιρ τον τραβούσαν . . .
"έλα, έλα" τούλεγαν . . . Του ρχόταν ν α παρατήσει εκεί που
ή ταν την τανάλια, το σφυρί, ν' αφήσει τη μυρουδιά των
δερματων, της σόλας, της σολουσιόν και να βγει απ - την
πόρτα χωρίς να πει κουβέντα σε κανένα, να φύγει . . . Να γυ
ρίσει στο χωριό-του με το πρώτο λεωφορείο. : . στα κίτρι
να λουλούδια, στις πεδιάδες, στις πηγές, στις μενεξεδένιες
λιναριές, στις κίτρινες λιναριές . . .
Στο χωριό-του και στα γύρω χωριά, καθένας που είχε
δυο τρία πρόβατα, γελάδια, ανηφόριζε τους καλοκαιρινούς
μ ήνες στα ψ ηλώματα των βουνών Τόρος, στα οροπέδια. Μέ
νανε εκεί μέχρι τα μέσα του Οχτώβρη . Όσοι είχαν μεγάλα
κοπάδια ανέ βαιναν πιο νωρίς και κατέβαιναν πιο eιργά.
Τους μήνες του l ούνη KQI του l ούλη μαζευόταν πολύς
κόσμος στα οροπέ διά. Έ ρχονταν για ξεκούραση όσοι δού
λευαν και στις πόλεις. Οι νέοι μ αζώχνονταν και τριγύρνα-
1 06
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
γαν πέρα στις πηγές, λίγες ώρες πιο μ ακριά . Τρώγανε κόκ
κινες πιπεριές, μαύρες πιπεριές, αυγά βραστά, καρπούζι,
κ ρεμίδια, έπιναν ρακί και τράβαγαν πιστόλια. Τα κορίτσια
κι οι γυναίκες γλένταγαν ξέχωρα. Φόραγαν τα γιορτινά
τους και τράβαγαν σου ρμέ * στα μάτια. ' Επαιζαν ντέφι κΌ ι
χόρευαν, πάλευαν συναμεταξύ - τους, τραγουδο ύσαν. Τους
χορούς των γυναικών και τα παιχνίδια -τους, μ ονάχα κρυφά
μπορούσαν να τα σεργιανίσουν οι άντρες, κι αυτό το θεω
ρούσαν μεγάλη ντροπή. Π όσο αγάπαγε ο Σάλπα τα οροπέ
δια, τα μαβιά-τους ουράνια, τ ' αγιάζι-τους, τα λαμπερά
π ρωινά, τον καθάριο αέρα-τους . . . ο πατέρας μάζευε το συγ
γενολόι κι έσφαζε κότσι στην άκρια της πηγής . . .
Κείνα τ α μέρη έρχονται τώρα στο μυαλό του Σάλπα.Τα
ριζά των κορφών του βουν ού Χ α'ίντά ρ, σε μ ια πλαγιά της
κοιλάδας το ποτάμι Τουφάν, ύστερα το ρυάκ ι κε κλίκ, τ'
οροπέδιο Τουρσάμπαλι . .. Τα ποτάμια, οι πηγές που λιγό
στευαν με το φθινόπωρο, που ξεραίνονταν και ξανάτρεχαν
μ ' ορμητική τρέλλα την άνοιξη . . . Η πηγή Σουλτάν, οι Π έντε
Π η γές, το Μ ικρό Νερό, η πηγή Εσενέκ . . . η Τοσούντασί. ..
τα πλατιά τςιαίρια, ο μαβίς ου ρανός, τα λινάρια, τα μενεξε
διά και τα κ ίτρινα λινάρια . . . οι κέδροι και το χορτάρι . . .
Και τώρα οι ήχοι από τις τανάλιες και τα σφυριά . . . Η
μ υ ρωδιά της σολουσιόν . . . οι πΌνοκέφαλοι . . . -και μέσα-του
να παραφυλά την ευ καιρία το αίσθημα της φυγής, για να τα
π αρατήσει όλα και να φύγει . . . Πεινάει ο Σάλπα, πειναει για
τις κοιλάδες, τους αγρούς, τα τσαίρια, το μαβί, τον βουνί
σιο αέρα, τη μ υ ρωδιά του χορταριού . . . νιώθει αβάσταχτη
αυτή την πείνα . . .
Π ού ν α γυ ρίσει ο Σάλπα, σε ποιές κοιλάδες, πώς; Υπερι
σχύει η στέρηση κι η εξέγεΡi:Jη γίνεται υποχώρηση χωρίς
τσαρέ , πιέζεται . .. Δε θα γυρίσει, το ξέρει πια.
Το β ράδια έτρωγε ψωμοτύρι. Τα πρωινά μπουρέκια,
μπουγάτσες, τα μεσημέρια ό,τι τύχαινε από ·το μάγερα. Κά
που-κάπου έπερνε και κεφτέδες από πλανόδιους κιεφτετζή
δες. Δέκα κιεφτέδες εκατόν είκοσι. Π έντε... Από παλιά
συνήθεια ρώταγε " μήπως ξέρεις τον Σαχβελέτ Τσαβούς,
1 08
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
κι έφευγαν νωρίς το πρωί. Μ ύριζαν κρασί. Ο ι ψείρες, οι
ψ ύλλοι, I�α σαράκια και τα κάθε είδους έντομα ήταν μπό
λικα_ Στά ντουβάρια υπήρχαν λεκέδες με το αίμα-τους_ ΤΟ
πάτωμα ήταν . σκεπασμένο με αποτσίγαρα, φλούδια φρού
των και σκόνη. Σκουπιζόταν κάθε δυο και τρεις μέρες. Φυ
σικά κανείς δεν σκεφτόταν να το σκουπίσει κι ο Σάλπα βα
ριόταν. Με τη μαζεμένη κούραση της μέρας και τους πό
νους-του έπεφτε στο κρεβάτι Π εθυμούσε τα καθαρά κρε
βάτια και τα παπλώματα της μάνας-του που μοσχομ ύριζαν
σαπούνι. - Ερχονταν οι κοιλάδες στο νου-του, οι μυρωδιές
των πεύ κων και των κέδρων, τα roaiPLa * . . . και να μην πάει
στη δουλειά το πρωί. .. να φύγει, να πάει εκεί στο ποτάμι
Τουφάν, στις κοιλάδες. στα τσαΙρια . Ν α βυθίσει το βαρύ
. _
112
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
10
1 14
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
αυ τό το διάστ ημα . . . ' Ε τσι α κριβώς δεν είναι κι VL μερες που
δεν τ ις έχει περάσει, που δεν έχει γίνει αντ ιληπτή η άντ ικει
μενική πραγματικότ η τά-τ ους; Δεν διακόπτεται η συνέχεια
τ ης ζωής;
Γι' αυ τό το λόγο πρέπει ο Σάλπα να ζει την κάθε μέρα,
να την περνάει. Αν οι εξετάσεις του χτες δεν δόθηκαν, ση
μαίνει ότι δεν ήταν αρκετές οι συσσωρευμένες εμπειρίες
τ ων προηγουμένων η μερών, η συνείδησή-του ή ταν ανε
παρκής.. . Ποιό το όφελος να θυμώνεις, να προσβάλεις, να
φωνάζεις. . . Θα περνάει κείνη τη μέρα όσο θα τον βοηθάει
η συνείδησή- του. . . κι ο παλιός Σάλπα θα παραμερίζει για
το νέο Σάλπα της επόμενης . . . Ο Σάλπα του σήμερα θα ζή
σει, θα δει, ο αυριανός Σάλπα θα γεννήσει . . . θα γεννήσει το
Σάλπα τ ου αύριο, τ ο Σάλπα της επόμενης μέρας. . . Κι αυ τό
θα συνεχιστεί μέχρι που ο Σάλπα να πέσει στο χώμα. Με
τά από κ ει πια ο Σάλπα δεν θα μπορεί να επέμβει στον εαυ
τό-του, θ ακολουθήσει τους νόμους της φύσης. . .
Π οίός άραγε πήρε το Σάλπα απ' το χέρι, ποιός τούδειξε
το . σωστό δρόμο; Π οιός δημιούργησε το Σάλπα που τώρα
περπατάει, σκέφτεται, κρίνει;
"Σ τ η γλάστρα φύ τ ρωσες, γιε-μου Σάλπα;"
Πονάει το Σάλπα που υπέφερε τις στεναχώριες του χτες.
Σήμερα το ξέρει αυτό . . . ξέρει πως δεν υπάρχει τίποτα τέ-
λειο, ανελλειπές. Και ποτέ δεν θα υπάρξει . . . είναι αδύνατο
να φτάνεις το κάθε τι. Τίποτα απ' όσα γυρεύει δεν θα βρει
έτοιμο. Ούτε θα βρει τίποτα που να ταιριάζει ακριβώς στ ο
κ εφάλι-του. Όλα θα γίνουν μέσ' απ' τη ζωή, περνώντας
μ εσ' απ' τους υποχρεωτ ικούς σταθμούς. Αυτό που απο
μένει στο Σάλπα είναι να μην ξεφύγει μέσα απ' αυτή τη δη
μιουργία, να κατανοήσει μέσα απ' αυτήν τους νόμους τ ης
αλλαγής και να βρίσκεται κοντά-της μ' όλες-του τις δυνά
μεις, να επιταχύνει την αλλαγή. Χωρίς να ξεκόβει απ' την
πραγματικό τ η τα.
Χαμογελάε ι στο · χτες, στο Σάλπα του χτε ς. Τ ι σήμαινε να
είναι σοσιαλιστ ής; Πόσο εύκολα το εξηγούσε τότε.. . πι
στεύοντας, νιώθοντας συγκίνηση στην κάθε-του κουβέντα . . .
μ ' ενθουσιασμό ... Δίνοντας σημασία σε κάθε-του λέξη , πα
ρασυρμένος απ' τ� μεθύσι-του . . . Σοσιαλιστής είν αυτός που
116
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
τε τη δουλειά του καλά καλά. Οι χωριανοί δεν
του φέρονταν όπως . στ ' άλλα χωριατόπαιδα. Γιατί αυτός θα
σπούδαζε και θα γινόταν άνθρωπος. . . ' Ετσι κι ο Σάλπα δεν
συμπεριφέρθηκε σε κανένα όπως απαιτούσε η πραγματικό
τητα . . . Είτε καρφιά ίσιωνε, είτε έκανε οτιδήποτε άλλο, έβ
λεπε πως υπήρχε γι' αυτόν μια ανεχτικότητα . . . Τώρα κατα
λάβαινε καλύτερα ότι παρ ' όλα τα νεύρα και τις ιδιοτροπίες
του, ο πατέρας-του του φ ερόταν προνομ ιακά . . . Ο Σάλπα πο·
τέ δεν έγινε τμήμα της πραγματικότητας του Μπόζκιρ . . .
Την επίδραση του χωριού-του κουβάλαγε και στο Μπόζκιρ
και στην Κόνια. Όλοι οι φίλοι·του , εξόν του Κι β ιρ τζίκ,
ήταν χωριατόπαιδα . . . Έ μεινε μακριά απ ' τις σχέσεις που θα
τον ξέκοβαν απ' τις χωριάnκες συνήθειές-του. Η Κόνια τον
είχε επηρεάσει πολύ. . . ένιωθε ανησυχίες που δεν μπόραγε
να τις ονοματίσει. Τι ήταν αυτ ό; Στην ουσία ήταν μια φεου
δαρχική αντίδραση που νιώθει ο χωριανός για τον αστό και
τις σχέσεις της πόλης. . . Μ ια αρρωστημένη αντίδραση για
τις καπιταλιστικές σχέσεις . . . Ακριβώς τότε πρόλαβε στη
.
βοήθειά-του ο Κιβ ιρ τζίκ . . . Αρχισε να μεταβιβάζει στο Σάλ
πα ότι είχε αρπάξει τ' αυτί-του . . . Οι κουβέντες για ισότ ητα,
κοινωνική δικαιοσύνη, ανθρώπινη ζωή είχαν κλονίσει το
Σάλπα. . . Καμιά έννοια δεν μπορούσε να συλλά βει εντελώς,
όμως διαισθανόταν ότι αυτά που αναζητούσαν ήταν κρυμ
μένα μέσα σ' αυτές τις έννοιες ... Ε κείνο τον καιρό ο Σάλπα
νόμ ιζε πως η φεδουαρχική αντίδραση και η σοσιαλιστική
αντίδραση ήταν το ίδιο . . . Υπερασπίστηκε τον σοσιαλισμό
χωρίς να τον γνωρίζει . . . Διάβασε Ορχάν Κεμάλ, Γιασάρ Κε
μάλ, και δυο κείμενα τ ου Τσετίν Αλτάν. . . Γι' αυτόν το παν
ήταν ο Κιβιρτζίκ. . . Ήταν ο άνθρωπος που θα τον ακολου
θούσε και στο θάνατο... Όταν φτάσανε στην Ι σταμπούλ,
αυτή η εμπιστοσύνη καλλιέργησε μέσα-του τους σπόρους
της ανασφάλειας. . . Η εγκατάλειψη και το φευγιό του ΚΙ·
β ι ρ τζίκ τον τσάκισε τελείως. . . Πού ήταν η αδερφοσύνη,
πού ήταν n συ ντ ροφικότητα;
Οι ΙΙFίJες στο τσαγκαράδικο . . . Ο Σάλπα χωρίς τσαρέ ...
Κ ι ο Καντίρ παιδί. . . μόλις είχε ιδρώσει το μουστάκι-του ...
Με τα μακριά κατσαρά κρεμόταν απ' το στ όμα·
του . . . Ό,τι έλεγε εκείνος ήταν σωστό . . . Π ίστευε στον Σάλ-
118
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
θέλεις να γίνεις σοσιαλιστής. . . Μόλις τώρα συνειδητο
ποιεί πόσο δύσκολο, πόσο φορτισμένο μ' ευθύνες είναι το
να λες "είμαι σοσιαλιστής" . . . Τώρα καταλαβαίνει ότι ο σο
σιαλισμός δεν είναι μια συνταγή . . .
Καλά λοιπόν, και τ ί ήταν αυτός ο σοσιαλισμός; Π ώς
θα το μάθει, πώς θα γίνει σοσιαλιστή ς ο Σάλπα; Φτάνουν
μονάχα η σκέψη και το διάβασμα για να γίνεις ; Π ώς μίλα
γε κάποτε και χτες ακόμη με το θάρρος που δίνει η άγ
νοια . . . Ο δίκαιος αγώνας που θα διεξαχθεί ενάντια στην πο
λιτική εξουσία της μπουρζουαζίας . . . ΤΙ αγώνας; Τί είναι
"μπουρζουαζία", τί είναι ιμπεριαλισμός; Ο πίο αδύνατος κρί
κος του ιμπεριαλισμού . . . η μαλακιά-του κοιλιά είναι οι αγρο
τικές περιοχές. . . Τί ήταν λοιπόν αυτός ο ιμπεριαλισμός με
τη μαλακιά κοιλιά, τα μαλακά πισινά; Τί σόι πράμα ήταν ;
Μ ήπως ήταν μονάχα κανόνια, ντουφέκια, αεροπλάνα, δυο
φάμπρικες, πέντε δίυλιστήρια, τόσοι πράχτορες, τόσες βά
σεις; ' Ηταν άραγε μονάχα γκλόπς, λόγχες, μυδραλιοβόλα;
' Η ήταν οι φυλακές, τα δικαστήρια, οι δικαστές; Οι τό
σοι σταθμοί βενζίνας της Μόμπιλι της Σελλ, της Μπι- Π ί
πάνω στο δρόμο Ι σταμπούλ-' Αγκυρας; Τί ήταν τέλος πά
ντων;
Π ού γεννήθηκε ο Σάλπα,. πού μέσα γεννήθηκε; Ο Σάλπα
γεννήθηκε μέσα σε μια μεγάλη και μυστική οργάνωση, μέ
σα στην κληρονομιά απ' τις χ ιλιόχρονες συνήθειες, νόμους
και πολιτισμούς. Αυτή η μεγά λη και μυστική οργάνωση
τον έθρεψε, τον μεγάλωσε, τον δίδαξε. Απ' αυτήν έμαθε
πώς πρέπει να σκέφτεται, πώς να συ μπεριφέρεται, τα μέτρα
και τις αιτίες της αγάπης, του σεβασμού και το φόβο.
Κοίταζε τον κόσμο και τους ανθρώπους με τα γιαλιά που
του φόρεσε αυτή η οργάνωση, κατάλαβε το κάθε τι όπως
αυτή θέλησε . . .
"Π ήρε απ' αυτήν συνταγές, καλούπια, προκαταλήψεις .. ,
Ανάλογα μ ' α υτήν ζυμώθηκαν η σάρκα και τα οστά-του,
ανάλογ α μ ' αυτήν πήρε μορφή, αναπτύχθ η κε. Η μάνα, ο
πα τέρας, οι θειοί, τ ' αδέρφια-του, ήταν μ υστικά μέλη αυ
τή ς της οργόνωσης. Συ μπεριφέρονταν όλοι-τους σύμφωνα
με τ ου ς μυστικούς κανόνες αυτής της οργάνωσης κι έτσι
ανάτρεφαν και τον Σάλπα. "Το φίδι που δεν με πειράζει
119
Digitized by 10uk1s, Jan. 2010
ας ζήσει χίλια χρόνια" λέγανε, "το στόμα που φιλάει χέρι
δε βρωμίζει" λέγανε, "αυτός που τιμάει το μεγαλύτερο τι
μάει το, θεό" λέγανε. Κάθε μεγάλος γινόταν αντιπρόσωπος
του θεού πάνω στη γης και θέλανε να βλέπουνε σα σωστό
ό,τι κάνανε οι μεγάλοι . . . ·Υστερα από ένα διάστημα ο Σάλ
πα κατάληξε να γίνει φυσικό μέλος της μυστικής οργάνω
σης, άρχισ.ε να ' ζει κάι να σκέφτεται σύμφωνα με τους νό
μους-της. Οι ντροπές, οι αμαρτίες, κι οι αναστολές τον, έκ
λεισαν μ έσα στα κΌινωνΙΚά, θρησκευτικά, εθιμικά, καθεστω
τικά όριά-τους. Παρουσίασαν μπροστά-του κοινωνικά,
θρησκευτικά, καθεστωτικά ταμπού. .. Διάβασε τα κεφάλαια
Ελίφ και Τσουζού του Κορανίου, πήγε στα μαθήματα του
κατηχητικού, δκανε ναμάζι, ικέτεψε τις αόρατες δυνάμεις,
έλπισε σε βο ή θεια. .. Κατόπιν άρχ ισε το σχολείο, συνέχι
σε και στα δυο . . . Τούμαθαν .τη σημαία, τον Ατά, ιστορία,
γεωγραφία, τούμαθαν τους μεγάλους και τους μικρούς . . .
· Οσο διάβαζε κι έγραφε έχανε κομμάτι-κομμάτι την ελευθε
ρία-του, όσο διάβαζε τόσο μίΚf)αινε . . . · Οσο μεγάλωναν
τα χρόνια-του σκόνταφτε σ· όλο και περισσότερες αναστο
λές, ντροπές, αμαρτίες, χιλιάδες ορατές κι αόραtες δυνά
μεις τον σύντριβαν .. Κι έχασε ,τελείως την πραγματικότη- ,
τα. . . . Ε μεινε να αιωρείται στο κενό. Αυτές οι α ιωρήσεις,
, οι συντριβές, δημιούργησαν στον Σάλπα συσσωρεύσεις που
μεταβλήθηκαν, σε κοινωνικ ή επίδραση. Με τον καιρό κατά
ληξε στο εξής: Οι μπεχτσήδες, οι αστυνόμοι, οι νομάρχες,
οι καίμακάμηδες, οι δάσκαλοι, οι αξιωματικοί, οι στρατιώ
τες, οι δικαστές, οι εισαγγελείς, οι υπουργοί, οι τράπεζες,
οι πρωθυπουργοί, οι πρόεδροι της δ η μοκρατίας στην πλειo�
ψηφία ή�αν μέλη αυτής της οπισθοδρομικής οργάνωσης . . .
Τους καθοδηγούσε ο πομπός κι ο δέκτης, η κινηtήρια μη
χανή, που τους είχε τοποθετηθεί μες στο κεφάλι . . . · Ο,τι
"
ήταν προοδευτικό, ύστερα από λίγο υπόκυπτε στη γενική
τάση και την καταπίεση κι έχανε την προοδευτική-του ι
διότητα... Π ροαπαθόύσαν να φράξουν την αναπόφευκτη
ροή της αλλαγής, της προόδου, να ε μποδίσουν την εξέλι
ξη . Οι περισσότεροι δεν είχαν συνείδηση, μια βίδα ή ένα τό
ξο ήταν, που θα χανόταν και θα συντριβόταν μέσα στην
αναγκαστική ροή. . . Οι περισσότέροι πίστευαν στην ορθό-
122