Professional Documents
Culture Documents
Θωμάς Ακινάτης
Θωμάς Ακινάτης
Βιογραφία
Ακινάτειος Φιλοσοφία
Οντολογία
Η φιλοσοφία του Ακινάτη είναι θεμελιωμένη στα χριστιανικά
δόγματα. Βάση της είναι η θεία αποκάλυψη και τα μυστήρια.
Συγκεκριμένα, ως προς την οντολογία, ο Ακινάτης ακολουθεί μια
αριστοτελική εκδοχή της φιλοσοφίας του Αλβέρτου, με αποκλίσεις
είτε προς την πλατωνική φιλοσοφία, είτε προς τη χριστιανική
διδασκαλία. Μια από τις κυριότερες έννοιες που πραγματεύεται
είναι η έννοια της ουσίας. Ως ουσία ορίζεται αυτό που δεν ανήκει σε
κάτι άλλο ως βάση της ύπαρξής του, αλλά υπάρχει ως υποκείμενο
και φορέας ενεργειών. Αυτό που δεν είναι αυτοτελές, αλλά στηρίζει
την ύπαρξή του σε κάτι άλλο (ens in alio ens entis) είναι το
συμβεβηκός. Η ουσία δεν υπόκειται στις κατηγορίες, αλλά αντίθετα
κατηγοριοποιεί τα υπόλοιπα. Είναι αυτό εκ του οποίου τα υπόλοιπα
κατηγοριοποιούνται, ενώ εκείνο δεν υπόκειται σε κατηγορίες από
κάποιο άλλο. Είναι το επί μέρους, δηλαδή το καθ’ έκαστον.
Θωμάς Ακινάτης
Επομένως, η πρώτη ουσία είναι το καθ’ έκαστον. Αυτό που
συστάθηκε από ύλη και είδος. Η ύλη είναι το καθαυτό αδιόριστο,
δηλαδή η δύναμη προς διορισμό και πραγματοποίηση· η δύναμη προς το είναι και το ορισμένο είναι. Το είδος είναι αυτό εκ του
οποίου η ύλη έρχεται στο διορισμό και στην πραγματικότητα. Εκείνο δηλαδή εκ του οποίου η ύλη γίνεται από δυνάμει ον
ενεργεία ον (ens actum). Επομένως, το είδος είναι η αρχή του όντος ως ορισμένο και πραγματικό. Ούτε καθαυτό το είδος, ούτε
καθαυτή η ύλη συνιστούν την ουσία, αλλά και τα δυο μαζί. Η ύλη συνιστά τη δύναμη, ενώ το είδος την ενέργεια.
Τα είδη διακρίνονται μεταξύ τους. Υπάρχει η διάκριση μεταξύ του ουσιώδους είδους και του κατά συμβεβηκότος είδους.
Ουσιώδες είδος (forma substantialis seu essentialis) είναι εκείνο εκ του οποίου η ουσία λαμβάνει το είναι της και καθίσταται
πραγματική. Κατά συμβεβηκός είδος (forma accidentalis) είναι εκείνο που προστίθεται στην πραγματική ουσία και προσδίδει σε
αυτήν εξωτερικό διορισμό. Το ουσιώδη είδη διακρίνονται κι αυτά σε ένυλα και σε άυλα ή αυτοτελή. Ένυλα (forma inhaerentes)
είναι τα είδη που υπάρχουν μόνο εντός της ύλης, επομένως αυτά δεν δύνανται να είναι πραγματικά και ενεργεία χωρίς την ύλη.
Άυλα ή αυτοτελή (formae separate, subsistentes) είναι τα είδη που υπάρχουν πραγματικά καθαυτά και δι’ αυτών χωρίς ύλη
(άγγελοι), ή έστω μπορούν να υπάρχουν χωρίς να συνδέονται με την ύλη (οι ανθρώπινες ψυχές).
Επίσης, σπουδαία είναι η διάκριση του Ακινάτη μεταξύ ουσίας (quiditas, natura) και ύπαρξης (essentia, esse) ή του όντος και του
φαινομένου. Η ουσία για να γίνει πραγματική πρέπει να λάβει ύπαρξη μέσω κάποιας αιτίας (του Θεού). Η διάκριση είναι τέτοιου
είδους, όπως η διάκριση μεταξύ δύναμης και ενέργειας, αφ’ ενός κατά τη σχέση ύλης και είδους και αφετέρου κατά τη σχέση
ουσίας και ύπαρξης. Τα νοερά όντα έχουν μόνο τη σύνθεση ουσίας και ύπαρξης, ενώ τα σωματικά την σύνθεση ύλης και είδους.
Σχετικά με τα νοερά όντα, η ουσία συμπίπτει προς το είδος, γιατί εκείνα είναι απλώς είδη, ενώ στα σωματικά η ουσία συμπίπτει
προς την σύνθεση ύλης και είδους. Κι επειδή πολλά σωματικά όντα έχουν ίδιο είδος και ίδια ύλη, έπεται πως έχουν κοινή ουσία.
Σύμφωνα με τον Ακινάτη η ατομικότητα ξεκινά στην διάκριση της κοινής ύλης (materia communis) από την ατομική (materia
individualis ή materia signata). Η κοινή ουσία σε πολλά άτομα υπάρχει πραγματικά μόνο εντός των ατόμων. Η νόηση όμως
δύναται να παραβλέπει τις ατομικές διαφορές και να νοεί μόνο την κοινή ουσία. Αποτέλεσμα αυτής την νοητικής ενέργειας είναι
ο σχηματισμός της γενικής έννοιας του καθόλου, η οποία προϋποθέτει πολλά άτομα με κοινή ουσία. Το καθόλου υπάρχει και
στον ανθρώπινο και στον θείο νου, με διαφορετικό όμως τρόπο. Στον ανθρώπινο νου έπεται των καθ’ εκάστων και συμβαίνει με
την αφαίρεση αυτών, ενώ στον θείο νου προηγείται των καθ’ έκάστων ως ιδέα και πρότυπο αυτών.
Τα δημιουργήματα
Η ύλη καθαυτή δεν μπορεί να υπάρχει καμία στιγμή, γιατί αν γίνει καθαυτή αντιληπτή είναι ψιλή δύναμη. Η ύλη δεν υπάρχει
πριν από την δημιουργία των όντων. Το άμεσο προϊόν της δημιουργίας είναι η ύλη με το είδος. Υπάρχουν διάφορα γένη
σωματικών όντων και σε κάθε γένος πολλά και διαφορετικά άτομα. Η πρώτη όμως αιτία του πλήθους είναι ο Θεός. Ο Θεός, ως
τέλειος, ποιεί το αποτέλεσμα όμοιο με αυτόν, εφ’ όσον η δημιουργημένη φύση είναι δεκτική της ομοιότητας. Ο κόσμος, ως
τέλειος, έπρεπε να έχει καλή τάξη. Αυτή η τελειότητα απαιτεί να μην περιορίζεται η δημιουργία στα σωματικά, αλλά να
εκτείνεται και στα νοερά όντα. Μόνο έτσι ο κόσμος θα επιστρέψει στο Θεό, όταν υπάρχουν όντα όμοια κατά τη φύση με το Θεό,
δηλαδή νοερά. Για την επιστροφή όμως στο Θεό, δεν είναι απαραίτητη μόνο η ομοιότητα της φύσης, αλλά χρειάζεται να υπάρχει
και ενέργεια. Η ενέργεια αυτή είναι η γνώση και η βούληση, η οποία υπάρχει και στο Θεό.
Ο Ακινάτης διακρίνει δυο τάξεις στον δημιουργημένο κόσμο. Την τάξη των νοερών και εκείνη των σωματικών όντων. Τα
σωματικά όντα κατατάσσονται σε διάφορες βαθμίδες και την κατώτατη κατέχουν τα απλά σώματα, τα στοιχεία. Αυτά είναι η
βάση της σύνθεσης των σωμάτων. Η βαθμιαία διαδοχική σειρά των σωματικών είναι: τα στοιχεία, τα σύνθετα σώματα, τα φυτά,
τα ζώα, οι άνθρωποι. Ως προς τα νοερά όντα, αυτά φαίνεται ότι δεν διακρίνονται κατά γένη και είδη, αλλά αποτελούν ένα γένος
χωρίς είδη, καθ’ όσον κάθε νοερό ον αποτελεί καθαυτό ένα είδος. Τα νοερά βρίσκονται εγγύτερα στο Θεό και κινούν τα
υποδεέστερα. Τα σωματικά επομένως κινούνται από τα ανώτερα όντα και η κίνηση των επίγειων ξεκινά από την κίνηση των
ουράνιων. Κατ’ αυτό τον τρόπο το σύμπαν αποτελεί εναρμόνιο σύστημα. Οι ουράνιες σφαίρες κινούνται από νόες, οι οποίοι
συνάπτονται με εκείνες εξωτερικά.
Για την τελείωση του ανθρώπου απαιτείται ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα. Αλλά αυτό που δημιουργεί την τελείωση είναι
αδύνατο να φθείρεται. Έτσι, ο χωρισμός του σώματος από την ψυχή δεν φθείρει την ψυχή. Ο φυσικός πόθος προς την αιώνια
ύπαρξη είναι αδύνατο να είναι μάταιος και κενός κατά τον Ακινάτη. Επομένως, εκ της αυτοσυνειδησίας και του πόθου συνάγεται
ότι η ψυχή είναι άφθαρτη και αθάνατη.
Η ψυχή κατέχοντας την κατώτατη βαθμίδα του πνευματικού βίου έχει ασθενή γνωστική δύναμη. Επομένως χρειάζεται πολλές
γενικές έννοιες ή ανώτερες πνευματικές υποστάσεις για να έχει ακριβή γνώση των πραγμάτων. Αυτές τις έννοιες τις λαμβάνει
από τις κατ’ αίσθηση παρατηρήσεις, άρα από την σύνδεσή της με το σώμα.
Με βάση τη σχέση της ψυχής με το σώμα συνάγονται διάφοροι προσδιορισμοί. Κάθε ενέργεια της ψυχής προέρχεται από μια
ψυχή. Η φυτική, η αισθητική και η νοητική ψυχή δεν είναι διαφορετικές ψυχές, αλλά η ενιαία φύση της μιας ψυχής. Επομένως, η
ψυχή υπάρχει ως ουσιώδες είδος του όλου και κάθε μέρους του σώματος. Κι επειδή είναι απλή και δεν έχει μέρη, έπεται ότι
υπάρχει ολόκληρη σε όλα τα μέρη. Στην αρχή το έμβρυο έχει φυτική ψυχή, η οποία έπειτα φθείρεται και αντ’ αυτής έρχεται η
αισθητική ψυχή, η οποία έχει εντός της δυνάμει την φυτική ψυχή. Τέλος, μεγαλώνοντας το έμβρυο αποβάλλει την αισθητική
ψυχή και λαμβάνει αντ’ αυτής νοητική ψυχή, η οποία διαθέτει δυνάμει τις κατώτερες ψυχές. Οι ανώτερες δυνάμεις επενεργούν
στις κατώτερες και οι κατώτερες στις ανώτερες, γιατί όλες ενώνονται στο διανοητικό ον.
Η γένεση της ψυχής και η ένωσή της με το σώμα συμβαίνουν συγχρόνως. Η γένεσή της όμως δεν πρέπει να αναχθεί στην
γέννηση του ανθρώπου, γιατί αυτή η γέννηση είναι ένυλη και σωματική ενέργεια. Άρα οι ψυχές είναι θείο δημιούργημα.
Οι δυνάμεις χωρίζονται σε τρεις βαθμίδες, τη φυτική, την αισθητική και τη νοητική. Διαφέρουν δε μεταξύ τους καθ’ όσον οι
νοητικές ενέργειες της νόησης και της βούλησης συντελούνται χωρίς την χρήση σωματικών οργάνων και υπάρχουν και μετά
θάνατον. Στη φυτική ψυχή διακρίνονται τρεις δυνάμεις: η θρεπτική, η αυξητική και η γεννητική, οι οποίες έχουν έδρα την
καρδιά. Στην αισθητική ψυχή υπάρχουν δυο δυνάμεις, οι αντιληπτικές και οι κινητικές. Οι αντιληπτικές διαιρούνται στις
εξωτερικές και στις εσωτερικές αισθήσεις. Οι εσωτερικές είναι τέσσερις: η κοινή αίσθηση (η ρίζα των εξωτερικών αισθήσεων), η
φαντασία (η διατήρηση των κατ’ αίσθηση εικόνων, όταν τα πράγματα είναι απόντα), η κρίση (διάκριση του ωφέλιμου από το
βλαβερό) και η μνήμη (η διατήρηση των γενικών σκοπών). Οι κινητικές ενεργούν είτε φυσικά (π.χ. συστολή και διαστολή
καρδιάς) είτε από προηγούμενη αντίληψη. Οι τελευταίες ανήκουν μόνο στην αισθητική ψυχή, ενώ οι φυσικές στη φυτική.
Δυνατές κινήσεις της αισθητικής ψυχής είναι τα διάφορα είδη των παθών.
Στην νοητική ψυχή διακρίνονται δυο δυνάμεις, ο νους και η βούληση. Ο νους διακρίνεται σε θεωρητικό και πρακτικό,
στοχάζεται δηλαδή είτε τη θεωρία των αληθειών είτε τη ρύθμιση των πράξεων για την επίτευξη της αλήθειας. Η βούληση είναι η
δεύτερη δύναμη της νοητικής ψυχής, καθ’ όσον η επιθυμητική δύναμη είναι αναγκαίο επακολούθημα της γνωστικής. Ως
βούληση ορίζεται η επιθυμία που είναι σύμφωνη με το λόγο (appetitus rationalis). Όπως η κατ’ αίσθηση επιθυμία (appetitus
assensitivus) αντιστοιχεί στις αισθήσεις, έτσι και η βούληση αντιστοιχεί στο νου. Η αίσθηση έχει υποκείμενο τα καθ’ έκαστα,
ενώ ο νους τα καθόλου. Κατ’ αντιστοιχία η επιθυμία αφορά τα κατ’ αίσθηση αγαθά, ενώ η βούληση το αγαθό εν γένει (bonum in
genere). Επίσης, διαφέρουν η βούληση από την επιθυμία και στον τρόπο της ενέργειας. Σε αυτή τη δύναμη του εκλέγειν έγκειται
και η ελευθερία. Αυτή η ελευθερία δεν αίρεται από τη θεία προόραση, γιατί ο Θεός παρ’ ότι προορά δεν πράττει και τις
ανθρώπινες πράξεις.
Επιπροσθέτως, η απόκτηση αρετών αποτελεί συνέπεια μιας σταθερής προθυμίας στην επιλογή του ηθικά ορθού, γιατί
ευθυγραμμίζεται με το «αγαθόν του λόγου», τη βασική έννοια του αγαθού του πρακτικού λόγου (φυσικού νόμου), του οποίου οι
αρχές καθορίζουν τις αρετές. Τις αρχές αυτές γνωρίζει επαγωγικά και εκ φύσεως ο άνθρωπος προτού αναπτύξει τις αρετές. Ο
ανθρώπινος ηθικός λόγος χτίζεται επάνω στις θεμελιώδεις αρχές του φυσικού νόμου, που συνοψίζονται στο εξής: «πρέπει να
επιδιώκουμε και να κάνουμε το καλό και να αποφεύγουμε το κακό». Ως εκ τούτου το τι οφείλει να πράττει και τι να αποφεύγει ο
άνθρωπος υπαγορεύεται από το φυσικό νόμο.
Συνεπώς, καθίσταται σαφές ότι η κατοχή των αρετών συμβάλλει τόσο στον ηθικό βίο, όσο και στην επίτευξη της ευδαιμονίας.
Στην Ακινάτεια αρετολογία διακρίνονται τρία είδη αρετών: οι διανοητικές, οι ηθικές και οι θεολογικές.
Οι διανοητικές αρετές
Στο επίκεντρο της ακινάτειας ηθικής βρίσκονται η νόηση και η βούληση, οι οποίες αποτελούν τις δύο κύριες δυνάμεις της
νοητικής ψυχής. Ο νους, καθώς και ο συναφής μ’ αυτόν λόγος, διακρίνονται σε θεωρητικό, ο οποίος στοχάζεται τη θεωρία της
αλήθειας, και σε πρακτικό, ο οποίος ρυθμίζει τις πράξεις σύμφωνα με την αλήθεια. Η βούληση, ως μία ιδιότητα της έλλογης
ψυχής, αποτελεί αναγκαίο συνακόλουθο του νου. Αυτό που ο Ακινάτης ονομάζει βούληση – ως μία διανοητική όρεξη -- είναι το
επιθυμητικό μέρος της ψυχής. Η βούληση επιλέγει βάσει των επιμέρους αγαθών που της παρουσιάζονται από τη νόηση. Η
επιλογή αποτελεί ουσιαστικά ενέργεια της βούλησης, σύμφωνα με τον Ακινάτη, τυπικά ωστόσο πρόκειται για ενέργεια του
λόγου, γιατί αυτός την κατευθύνει προς τον σκοπό της.
Εφόσον ως κύριες δυνάμεις της ψυχής θεωρούνται ο νους και η βούληση, προκύπτουν και ποιοτικά ανάλογες αρετές:
διανοητικές και ηθικές. Οι διανοητικές αρετές ανήκουν τόσο στο θεωρητικό όσο και στον πρακτικό νου, δεδομένου ότι άλλες
φορές χρησιμοποιούμε το νου θεωρητικά και άλλοτε πρακτικά. Ο Ακινάτης διακρίνει τρεις αρετές του θεωρητικού νου: τη
νόηση, η οποία ενδιαφέρεται για όλες τις πρώτες αρχές, την επιστήμη, η οποία τις εφαρμόζει στο καθετί, και τη σοφία που
ανυψώνει όλες τις αλήθειες στο Θεό. Αναγόμενος ο θεωρητικός νους στο ύψος της σοφίας, περιάγεται σε κατάσταση τελειότητας
το σύνολο της διανοητικής δραστηριότητας.
Αναγνωρίζονται επίσης δύο αρετές του πρακτικού νου: η τέχνη, η οποία αφορά στη δεξιότητα να πραγματώνονται σκόπιμες
ενέργειες, και η φρόνηση -- η οποία αποτελεί και ηθική αρετή -- δεξιότητα η οποία ρυθμίζει τις ενέργειες σύμφωνα με τον ορθό
λόγο. Ειδικότερα, ρυθμίζει ενέργειες τόσο σε επίπεδο προσωπικό (ηθική φρόνηση), όσο και σε συλλογικό, δηλαδή του ατόμου
ως μέλους μιας κοινότητας (οικονομική φρόνηση) ή μιας πολιτείας (πολιτική φρόνηση). Η σωστή χρήση της φρόνησης εξαρτάται
από τις ήδη αποκτηθείσες ηθικές αρετές. Η ηθική αρετή, που καθιστά ορθή την όρεξη, αποτελεί προϋπόθεση της φρόνησης.
Προκειμένου να σταθμίσει ο άνθρωπος τα μέσα που θα τον οδηγήσουν τόσο στο ατομικό όσο και στο συλλογικό καλό,
απαιτείται να αποκτήσει τη σταθερή προδιάθεση να αγαπά το καλό του ανθρώπου. Η προδιάθεση αυτή δεν αποκτάται ζώντας
μονήρης, αλλά μέσω έξεων, ζώντας σε ευνομούμενες πολιτικές κοινότητες.
Οι ηθικές αρετές
Οι αρετές, οι οποίες απορρέουν από τη βούληση - ως διανοητική όρεξη - και εγγυώνται τη σωστή χρήση των πράξεων, είναι οι
ηθικές. Θεωρούνται κυρίως και απολύτως αρετές (virtutes simpliciter), εν αντιθέσει προς τις διανοητικές, οι οποίες είναι σχετικές
αρετές (virtutes secundum quid), εξαιτίας του ότι απλά και μόνο παρέχουν την ικανότητα της σωστής πράξης.
Oι ηθικές αρετές αναφέρονται σε μια σταθερή και εγκατεστημένη ετοιμότητα, ώστε να μετασχηματίζονται σε λογικές κρίσεις
που αφορούν στα συναισθήματα. Από τη στιγμή που το αγαθό αποτελεί το αντικείμενο της διανοητικής όρεξης, δηλαδή της
βούλησης, οι αρετές που τελειοποιούν την έλλογη δραστηριότητα του ατόμου είναι τα συναισθήματα που διέπονται από το λόγο,
o οποίος αξιολογεί κάθε φορά το ηθικά καλό ή κακό. Οι ηθικές αρετές, ως έξεις, κατέχουν πρωτεύοντα ρόλο, εφόσον
συμβάλλουν στη διαμόρφωση της προδιάθεσης του χαρακτήρα του ατόμου. Αποτελούν σταθερές προδιαθέσεις προς το αγαθό
και επιπρόσθετα προδιαθέτουν το άτομο για τη σωστή χρήση και των διανοητικών αρετών. Συνεπώς, οι ηθικές αρετές
εξασφαλίζουν μια «ορεκτική» διάθεση προς συγκεκριμένους σκοπούς, συστατικούς του τελικού σκοπού.
Υπ’ αυτό το αρετολογικό πρίσμα ο Ακινάτης αποδέχεται την πλατωνική -αριστοτελική θέση για τις τέσσερις ηθικές αρετές, από
τις οποίες εξαρτώνται ο ηθικός βίος και οι άλλες αρετές: τη σωφροσύνη, την ανδρεία, τη δικαιοσύνη και τη φρόνηση.
Αναλυτικότερα, η σωφροσύνη παρέχει την ετοιμότητα και τη διάθεση να συγκρατούνται τα πάθη σε τέτοιο σημείο, ώστε να μην
αποτρέπεται ο άνθρωπος από τις ορθολογικές επιλογές του. Κείται στο μέσο μεταξύ λαγνείας και ψυχρότητας ή απάθειας. Η
ανδρεία ομοίως συγκρατεί και ενισχύει το άτομο στο να ελέγχει τους φόβους και τις αναστολές του, ώστε να μην υποχωρεί σε
καταστάσεις κινδύνου ή αντίθεσης στις ηθικές του υποχρεώσεις. Τίθεται μεταξύ απερισκεψίας ή αναίδειας και δειλίας ή
ηττοπάθειας. Η δικαιοσύνη ασχολείται με την εθελοντική επιλογή όσον αφορά στις ενέργειες που δείχνουν ότι τα συναισθήματα
συναίνεσαν με τη λογική. Οι ηθικές αρετές πρέπει να συνδεθούν με τον ορθό λόγο. Έργο της δικαιοσύνης είναι να «ἀποδίδη
ἑκάστω τὸ ὀφειλόμενον». Με άλλα λόγια, το έργο της έγκειται στην αξιολόγηση των ορθών εξωτερικών ενεργειών, αποδίδοντας
ό,τι οφείλεται στον καθένα. Λειτουργεί με βάση την αρχή: κάνε στους άλλους ό,τι θα ήθελες να κάνουν και εκείνοι σε σένα. Με
δεδομένο ότι το ατομικό καλό δύναται να πραγματωθεί αποκλειστικά και μόνο στο πλαίσιο μιας συλλογικής ευδαιμονίας, η
τέλεια κοινότητα (civitas) αποτελεί το πλαίσιο μέσα στο οποίο αναπτύσσεται το ενδιαφέρον των ατόμων για το ατομικό αλλά και
το συλλογικό καλό .
Απαραίτητος όρος, κατά τον Ακινάτη, για την απόκτηση της σωφροσύνης, της δικαιοσύνης και της ανδρείας, θεωρείται η αρετή
που καλείται φρόνηση. Οι ηθικές αρετές προϋποθέτουν τη φρόνηση και η φρόνηση τις ηθικές αρετές. Αποκτώνται ταυτόχρονα
και αλληλεξαρτώνται. Η φρόνηση οδηγεί στην αναγνώριση των ηθικών κανόνων και των αρχών κάθε αρετής, κατευθύνει τις
ηθικές αρχές στην επιλογή των αιτίων και στον καθορισμό των σκοπών τους. Κατά συνέπεια, αυτό που κινεί τη φρόνηση είναι η
βαθειά κατανόηση των πρώτων πρακτικών αρχών και των αγαθών που αυτές επιφέρουν και όχι τα πάθη. Η φρόνηση, η οποία
κυριαρχεί στον αρετολογικό του κατάλογο, είναι ορθός λόγος για πράγματα που γίνονται όχι γενικά αλλά συγκεκριμένα, μιας και
οι πράξεις είναι συγκεκριμένες. Διακρίνονται πολλές φάσεις ή μέρη στη φρόνηση, όπως παρατηρεί ο Ακινάτης. Απέχει όμως
πολύ από μια λογική ιδιοτέλεια, γιατί, όντας έμφρων ο άνθρωπος, συνειδητοποιεί ότι η ιδιοτέλεια μπορεί να αποβεί
αυτοκαταστροφική, εκτός αν υπερβεί τον εαυτό του με επιθυμίες και πράξεις δικαιοσύνης, φιλίας και αγάπης.
Οι θεολογικές αρετές
Η πρακτική σοφία ορίζει και το ηθικό ιδανικό, το οποίο κατά τον Ακινάτη είναι ο Θεός, το απόλυτο αγαθό που καλείται να
προσεγγίσει ο άνθρωπος. Έτσι, ο Ακινάτης θα αναφερθεί και σε αρετές διαφορετικές απ’ αυτές που επιτυγχάνονται με
επαναλαμβανόμενες πράξεις του ιδίου είδους και οι οποίες κατέχουν κεντρική θέση στην αρετολογική πορεία του ανθρώπου.
Αυτές είναι «υπέρ φύσιν», από το Θεό εμφυσούμενες ηθικές αρετές (virtutes infusae), που προπαρασκευάζουν την ψυχή για την
υπέρτατη ευδαιμονία και δεν είναι άλλες από τις θεολογικές: την πίστη, την ελπίδα και την κορυφαία όλων, την αγάπη.
Αποτελούν δώρα του Θεού και αυτό αποκαλύπτεται από το γεγονός ότι δεν χάνονται με μία αντίθετη πράξη, κάτι που δε
συμβαίνει με τις επίκτητες αρετές. Οι αρετές εμφυσούνται από το Θεό στον άνθρωπο, δεν συνεπάγονται την ενανθρώπιση του
Χριστού, ο οποίος προσέλαβε την ανθρώπινη φύση και την ανύψωσε στην υπέρτατη τελειότητα. Ο άνθρωπος οφείλει να
επιτρέψει στο νόμο του Θεού, να καθοδηγήσει τη βούλησή του. Ο Θεός εργάζεται μέσα σε κάθε βούληση, σε κάθε φύση,
εργάζεται μέσα μας με τη βοήθειά μας.
Θεολογία
Ο καθορισμός της θείας έννοιας γίνεται επί τη βάση της θεωρίας του Σταγειρίτη, στο μέτρο που το επιτρέπουν τα χριστιανικά
δόγματα. Συγκεκριμένα, ο Ακινάτης πραγματεύεται τα ζητήματα της ύπαρξης του Θεού, των ιδιωμάτων του Θεού, των θείων
προσώπων και της θείας πρόνοιας. Ο Ακινάτης διατείνεται πως υπάρχουν τρεις τρόποι γνώσης του Θεού· η εποπτική, η πίστη και
η λογική γνώση. Η εποπτική αφορά άμεσα τη θεία ουσία, δεδομένης της ομοιότητας της γνωστικής δύναμης με το Θεό, η οποία
μπορεί να επιτευχθεί μόνο μετά θάνατον. Η λογική γνώση, δηλαδή η έμμεση φυσική γνώση, βασίζεται στην αρχή της αιτιότητας.
Πραγματοποιείται μέσω της γνώσης που λαμβάνει ο άνθρωπος από τα δημιουργήματα, ως αποτελέσματα της θείας ενέργειας.
Ανάμεσα στην εποπτική και στη λογική γνώση υπάρχει η πίστη. Αυτή είναι κατώτερη της εποπτικής, επειδή δεν είναι άμεση
γνώση της θείας ουσίας, αλλά ανώτερη της λογικής, γιατί φωτίζει την ανθρώπινη νόηση μέσω της θείας χάριτος.
Η γνώση για την ύπαρξη του Θεού δεν προέρχεται μόνο από την πίστη. Επειδή δεν μπορεί να γνωσθεί η ουσία του Θεού,
γνωρίζει ο άνθρωπος Αυτόν μέσω των δημιουργημάτων. Έτσι ο Ακινάτης προβάλλει πέντε αποδείξεις για την ύπαρξη του Θεού.
Η πρώτη στηρίζεται στην έννοια της κίνησης. Επειδή ο κόσμος κινείται, πρέπει να κινείται από κάτι άλλο, και επειδή η σειρά
των κινούντων αιτιών είναι άπειρη, πρέπει να υπάρχει ένα πρώτο κινούν ακίνητο. Η δεύτερη αφορά την ποιητική αιτία των
όντων και συμπίπτει με την εξήγηση της πρώτης. Η τρίτη βασίζεται στην διάκριση του δυνατού και του αναγκαίου. Τα
πράγματα, επειδή είναι φθαρτά και γεννητά και επειδή δεν γίνεται να είναι τα πάντα τυχαία, επιβάλλουν να υπάρχει ένα αναγκαίο
ον, το οποίο να μην εξαρτάται από κάποιο άλλο. Η τέταρτη προέρχεται από την παρατήρηση των βαθμίδων των όντων. Κάθε τι
έχει βαθμίδα τελειότητας, είτε ως αγαθό, ως αληθές, ως ευγενές κλπ. Το γεγονός αυτό προϋποθέτει κάποιο μέτρο σύγκρισης της
τελειότητας, το οποίο θα κατέχει σε όλα την τελειότητα. Τέλος, η πέμπτη απόδειξη αφορμάται από την διάταξη των όντων με
βάση τον σκοπό τους. Όλα τα όντα λοιπόν, ακόμη και τα άμοιρα γνώσης, τείνουν προς ένα σκοπό, όπως το βέλος από τον
τοξότη.
Θεία πρόνοια
Η δημιουργία είναι έργο της ελεύθερης θείας βούλησης. Ο Θεός διέπει και κυβερνά τα πάντα προς έναν ορισμένο σκοπό. Αυτός
ο σκοπός είναι η θεία πρόνοια. Επομένως, ο Θεός όχι μόνο δημιουργεί αλλά διατηρεί και κινεί τα όντα. Η θεία πρόνοια
στοχάζεται και τα καθόλου και τα καθ’ έκαστα. Εκτείνεται σε όλα τα επί μέρους με άμεσο τρόπο, ώστε ο κόσμος να κυβερνάται
κατά τέλειο τρόπο. Ο Ακινάτης όμως εξετάζει πως μπορεί να συμβιβαστεί η άριστη και τέλεια διάταξη του κόσμου με την
ύπαρξη του κακού. Η απάντησή του σε αυτό το ερώτημα είναι ότι η θεία πρόνοια δεν επιτάσσει την έλλειψη του κακού απ’ τον
κόσμο. Η τελειότητα του κόσμου, λέγει, απαιτεί διαφορετικούς βαθμούς αγαθότητας σε όλα τα δημιουργήματα, τα είδη και τα
γένη αυτών. Πολλά αγαθά δεν θα υπήρχαν αν έλειπε το κακό. Έτσι από τον διωγμό και τα παθήματα αναφαίνεται η υπομονή,
από την φθορά του ενός έρχεται η γέννηση του άλλου. Το κακό υπάρχει για να υπηρετεί το αγαθό.[6]
Έργο
Τα κυριότερα έργα του Θωμά Ακινάτη είναι:
Θεολογικά
Τα Κείμενα για τις Θέσεις του Λομβαρδού και η Θεολογική Σύνοψη αποτελούν
γενικές και συστηματικές θεολογικές πραγματείες, ενώ το δεύτερο έργο
απολογητική πραγματεία εναντίον κυρίως των Αράβων φιλοσόφων.
Φιλοσοφικά
Εκτός από είκοσι περίπου κείμενα με φιλοσοφικό περιεχόμενο, ο Θωμάς
Super libros de generatione et
σχολίασε εκτενέστατα το μεγαλύτερο μέρος των έργων του Αριστοτέλη: corruptione
Πολιτικά, Περί ψυχής, τα δώδεκα βιβλία της Μεταφυσικής, Φυσική κ.α. (Περί
ς)
σμός)
CF%84%CE%BF%CF%84%CE%B5%CE%BB%CE%B9%CF%83%CE%BC%CF%8C%CF%82&action=edit)
ερμηνεία, Δεύτερα Αναλυτικά, Ηθικά, Μικρά φυσικά, Περί ουρανού, Περί γενέσεως και φθοράς, Μετεωρολογικά).
Άλλα έργα
Έγραψε ακόμη πολλά μικρότερα έργα δογματικά, απολογητικά και ερμηνευτικά, καθώς και κείμενα πρακτικής θεολογίας και για
το μοναχικό βίο.
Έργα του Ακινάτη στα ελληνικά
Ορισμένα από τα Σχόλια του Ακινάτη στο έργο του Αριστοτέλη, όπως (Φυσικά, Περί ψυχής κ.α.) μετέφρασε στα ελληνικά ο
Γεώργιος Σχολάριος, γνωστός ως Γεννάδιος Σχολάριος πριν από την ανάδειξή του σε πατριάρχη. Ο ίδιος, καθώς και νωρίτερα ο
Δημήτριος Κυδώνης, είναι οι γνωστότεροι μεταφραστές θεολογικών έργων του Θωμά κυρίως της Θεολογικής Σούμμας στο
Βυζάντιο.[7]
Παραπομπές
1. Code of Canon Law, Can. 252, §3 [1] (http://www.vatican.va/archive/ENG1104/__PW.HTM)
2. Schaff, p. p. 422 (http://www.ccel.org/ccel/schaff/encyc11/Page_422.html).
3. Hampden, The Life, p. 14.
4. Stump, Aquinas, p. 3.
5. Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, τόμ. 4, σ. 96, Εκδοτική Αθηνών, 1985
6. «Γ. Στείρης, Επίκουρος Καθηγητής Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών- Τομέας Φιλοσοφίας, Σημειώσεις
στη Μεσαιωνική Φιλοσοφία» (PDF).
7. Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, τόμ. 4, σ. 97, Εκδοτική Αθηνών Α.Ε., 1985
Πηγές
Στ. Παπαδόπουλος (St. Papadopoulos) «Ελληνικαί μεταφράσεις Θωμιστικών έργων», Αθήναι 1967
Γ. Στείρης (G. Steiris), Επίκουρος Καθηγητής Τομέα Φιλοσοφίας Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών,
«Σημειώσεις στη Μεσαιωνική Φιλοσοφία», Αθήνα 2014
Βιβλιογραφία
Θωμάς Ακινάτης, «Περί του όντος και της ουσίας» («De ente et essentia»), μτφρ. Γιάννης Τζαβάρας, εκδ.
Δωδώνη, Αθήνα-Ιωάννινα, 1998
Παπαδής, Δημήτρης: «Η ενότητα και η πολλότητα της ψυχής κατά Αριστοτέλη, Αλέξανδρο Αφροδισιέα και Θωμά
Ακινάτο». Φιλοσοφία 15-16 (1985-86), 298-315.
Κ. Γ. Αθανασόπουλος, Ancillae Theologiae: Το φιλοσοφείν και Θεολογείν κατά το Μεσαίωνα και το Βυζάντιο, εκδ.
Παρουσία, Αθήνα, 2004, σελ.350 (με πίνακες και λεπτομερή βιβλιογραφία στην Ελληνική, Λατινική, Αγγλική,
Γαλλική και Γερμανική) ISBN 960-7956-94-X
Wikibooks (https://el.wikibooks.org/wiki/%CE%A3%CF%8D%CE%B3%CE%BA%CF%81%CE%BF%CF%85%C
F%83%CE%B7_%CE%91%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%84%CE%B5%CE%BB%CE%
B9%CE%BA%CE%AE%CF%82_%CE%BA%CE%B1%CE%B9_%CE%9C%CE%B5%CF%83%CE%B1%CE%
B9%CF%89%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE%CF%82_%CE%BA%CE%BF%CF%83%CE%BC%CE%B
F%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1%CF%82)
Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Creative Commons Attribution-ShareAlike License· μπορεί να ισχύουν και
πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.