You are on page 1of 149

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Προγράμματα Συμπληρωματικής Εκπαίδευσης

Με τη χρήση καινοτόμων μεθόδων εξ’ αποστάσεως εκπαίδευσης

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ:
ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΤΩΝ ΕΞΑΡΤΗΣΕΩΝ

554 - ΒΑΣΙΚΕΣ ΈΝΝΟΙΕΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΕΞΑΡΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ


ΕΞΑΡΤΗΣΙΟΓΟΝΩΝ ΟΥΣΙΩΝ

1
© Copyright 2010, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Π. Ε. Πετράκης.
Η έντυπη, ηλεκτρονική και γενικά κατά οποιονδήποτε τρόπο αναπαραγωγή,
δημοσίευση ή χρησιμοποίηση όλου ή μέρους του υλικού έργου αυτού, απαγορεύεται
χωρίς την έγγραφη έγκριση του κατόχου των πνευματικών δικαιωμάτων του έργου.

2
Το παρόν έντυπο αποτελεί το εκπαιδευτικό υλικό του μαθήματος “Βασικές Έννοιες και
Ορισμοί της Εξάρτησης και των Εξαρτησιογόνων Ουσιών” που υπάγεται στο
Πρόγραμμα Συμπληρωματικής εξ Αποστάσεως Εκπαίδευσης με τίτλο “Συμβουλευτική
των Εξαρτήσεων”. Αποτελεί απαραίτητο συμπλήρωμα του ηλεκτρονικού υλικού που
βρίσκεται στην πλατφόρμα και αναπόσπαστο κομμάτι της εκπαιδευτικής διαδικασίας.
Η πρώτη διδακτική ενότητα στοχεύει στην αποσαφήνιση εννοιών και όρων που
σχετίζονται με την εξάρτηση, ώστε ο εκπαιδευόμενος να αποκτήσει κάποιες εισαγωγικές
γνώσεις που θα λειτουργήσουν ως γνώμονας και βάση για την περαιτέρω
ενασχόληση του με το αντικείμενο. Η κατανόηση της διαφορετικής ορολογίας και η
επιλογή των ορθών όρων ανάλογα με την ουσία χρήσης, κατάχρησης ή εξάρτησης
αποτελούν το γνωστικό αντικείμενο της παρούσας ενότητας.
Στη δεύτερη ενότητα θα αναλυθούν οι τρόποι με τους οποίους λειτουργούν οι
ψυχοδραστικές ουσίες στον ανθρώπινο οργανισμό. Προκειμένου να γίνει κατανοητή
αυτή η βιολογική επίδραση, θα αναφερθούν αρχικά κάποια βασικά σημεία της
ανθρώπινης φυσιολογίας και στη συνέχεια θα παρατεθούν με αναπαραστάσεις οι
τρόποι λειτουργίας των ψυχοδραστικών ουσιών. Στόχος είναι να κατανοηθεί η
διαδικασία εθισμού σαν αποτέλεσμα της χρήσης ή της κατάχρησης των παραπάνω
ουσιών.
Στην τρίτη διδακτική ενότητα αρχίζει η κατηγοριοποίηση των ψυχοτρόπων ουσιών, με
την παρουσίαση των οπιοειδών, των κατασταλτικών του κεντρικού νευρικού
συστήματος και των εισπνεόμενων ουσιών. Η ενότητα επιχειρεί να περιγράψει την
ψυχοδραστικότητα αυτών των ουσιών, τις επιπτώσεις της χρήσης και της κατάχρησης
τους, προκειμένου οι εκπαιδευόμενοι να αποκτήσουν εξειδικευμένες γνώσεις για το πώς
λειτουργούν και να έχουν ένα διαγνωστικό εργαλείο αξιολόγησης των περιστατικών
που θα αντιμετωπίσουν.
Η τέταρτη διδακτική ενότητα επιδιώκει να εξοικειώσει τους εκπαιδευόμενους με την
ψυχοδραστικότητα των διεγερτικών του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος, δηλαδή της
κοκαΐνης και των αμφεταμινών, καθώς και των ψευδαισθησιογόνων ουσιών. Η γνώση
για τον τρόπο λειτουργίας τους και για τις κλινικές επιδράσεις τους θα δώσει τη
δυνατότητα στους εκπαιδευόμενους να μπορούν να διακρίνουν ευκολότερα τη
συμπτωματολογία της χρήσης και να νιώσουν ασφαλείς ως προς το γνωστικό επίπεδο
όταν θα έρθουν σε επαφή με χρήστες τέτοιων ουσιών.
Η πέμπτη διδακτική ενότητα κλείνει την παρουσίαση των ψυχοτρόπων ουσιών
αναφερόμενη στα προϊόντα της ινδικής κάνναβης, το αλκοόλ και τη νικοτίνη. Στην
ενότητα αυτή δεν παρουσιάζουμε απλά την ψυχοδραστικότητα των ουσιών αυτών,

3
αλλά προσπαθούμε να ευαισθητοποιήσουμε τους εκπαιδευόμενους σε σχέση με τη
βλαπτικότητα τους και να απομυθοποιήσουμε την κοινωνική χρήση τους.
Τη συγγραφή του συγκεκριμένου εκπαιδευτικού υλικού πραγματοποίησαν η κα Ματίνα
Λαγουδάκη και ο κ. Μάνος Κουκίδης, εξωτερικοί συνεργάτες του Προγράμματος
Συμπληρωματικής εξ Αποστάσεως Εκπαίδευσης του Εθνικού και Καποδιστριακού
Πανεπιστημίου Αθηνών.

4
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ 1. ΈΝΝΟΙΕΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΕΞΑΡΤΗΣΗΣ...........................................7


ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ .................................................................................................9
ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 1. ΕΞΑΡΤΗΣΙΟΓΟΝΕΣ ΟΥΣΙΕΣ: ΈΝΝΟΙΕΣ - ΟΡΙΣΜΟΙ - ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ..........10
ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 2. ΤΟ ΣΥΝΕΧΕΣ ΤΗΣ ΧΡΗΣΗΣ ΟΥΣΙΩΝ: ΧΡΗΣΗ - ΚΑΤΑΧΡΗΣΗ - ΕΞΑΡΤΗΣΗ -
ΑΠΟΤΟΞΙΝΩΣΗ - ΑΠΕΞΑΡΤΗΣΗ.........................................................................................20
ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 3. ΣΥΝΔΕΟΜΕΝΕΣ ΜΕ ΟΥΣΙΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ............................................29
ΣΥΝΟΨΗ ..............................................................................................................................31

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ 2. ΤΡΟΠΟΙ ΔΡΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΞΑΡΤΗΣΙΟΓΟΝΩΝ ΟΥΣΙΩΝ – Η


ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΟΥ ΕΘΙΣΜΟΥ ....................................................................................................33
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ...............................................................................................35
ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 1. ΑΠΛΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑΣ .....................................................36
ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 2. Ο ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΔΡΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΞΑΡΤΗΣΙΟΓΟΝΩΝ ΟΥΣΙΩΝ ΣΤΟΝ
ΕΓΚΕΦΑΛΟ ........................................................................................................................45
ΣΥΝΟΨΗ ..............................................................................................................................58

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ 3. ΚΑΤΗΓΟΡΙΟΠΟΙΗΣΗ ΨΥΧΟΤΡΟΠΩΝ ΟΥΣΙΩΝ (1): ΟΠΙΟΕΙΔΕΙΣ


ΟΥΣΙΕΣ – ΚΑΤΑΣΤΑΛΤΙΚΑ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΝΕΥΡΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ - ΕΙΣΠΝΕΟΜΕΝΑ .......59
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ...............................................................................................61
ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 1. ΟΠΙΟΕΙΔΕΙΣ ΟΥΣΙΕΣ...............................................................................62
ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 2. ΚΑΤΑΣΤΑΛΤΙΚΑ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΝΕΥΡΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ..................74
ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 3. ΕΙΣΠΝΕΟΜΕΝΑ......................................................................................80
ΣΥΝΟΨΗ ..............................................................................................................................84

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ 4. ΚΑΤΗΓΟΡΙΟΠΟΙΗΣΗ ΨΥΧΟΤΡΟΠΩΝ ΟΥΣΙΩΝ (2): ΔΙΕΓΕΡΤΙΚΑ


ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΝΕΥΡΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ (ΚΟΚΑΪΝΗ - ΑΜΦΕΤΑΜΙΝΕΣ) -
ΠΑΡΑΙΣΘΗΣΙΟΓΟΝΑ ...............................................................................................................85
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ...............................................................................................87
ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 1. ΔΙΕΓΕΡΤΙΚΑ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΝΕΥΡΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ: ΚΟΚΑΪΝΗ ......88
ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 2. ΔΙΕΓΕΡΤΙΚΑ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΝΕΥΡΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ:
ΑΜΦΕΤΑΜΙΝΕΣ..................................................................................................................98
ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 3. ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΙΟΓΟΝΑ.........................................................................105
ΣΥΝΟΨΗ ............................................................................................................................114

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ 5. ΚΑΤΗΓΟΡΙΟΠΟΙΗΣΗ ΨΥΧΟΤΡΟΠΩΝ ΟΥΣΙΩΝ (3): ΠΡΟΪΟΝΤΑ


ΙΝΔΙΚΗΣ ΚΑΝΝΑΒΗΣ - ΑΛΚΟΟΛ - ΝΙΚΟΤΙΝΗ......................................................................117
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ .............................................................................................119
ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 1. ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΙΝΔΙΚΗΣ ΚΑΝΝΑΒΗΣ ........................................................120
ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 2. ΑΛΚΟΟΛ.............................................................................................127
ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 3. ΝΙΚΟΤΙΝΗ.............................................................................................136
ΣΥΝΟΨΗ ............................................................................................................................139

554 - ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ .......................................................................................................141

5
6
ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Προγράμματα Συμπληρωματικής Εκπαίδευσης

Με τη χρήση καινοτόμων μεθόδων εξ’ αποστάσεως εκπαίδευσης

554 - ΒΑΣΙΚΕΣ ΈΝΝΟΙΕΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΕΞΑΡΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ


ΕΞΑΡΤΗΣΙΟΓΟΝΩΝ ΟΥΣΙΩΝ

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ 1. ΈΝΝΟΙΕΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΕΞΑΡΤΗΣΗΣ

7
8
Εισαγωγικές Παρατηρήσεις

Με τον όρο ψυχοδραστικές ουσίες αναφέρεται πλήθος ουσιών, οι οποίες μπορούν να


προκαλέσουν εκδήλωση διαφόρων φαινομένων. Είναι σημαντικό όσοι ασχολούνται με
τον τομέα αυτό να χρησιμοποιούν τους ίδιους ορισμούς και την ίδια ορολογία σε
θέματα ουσιοεξαρτήσεων. Για το λόγο αυτό, στην πρώτη αυτή ενότητα του παρόντος
εκπαιδευτικού προγράμματος ακολουθεί μια παρουσίαση των σημαντικότερων όρων
και ορισμών που παρατίθενται στις τελευταίες εκδόσεις τόσο του Διαγνωστικού και
Στατιστικού Εγχειριδίου των Ψυχικών Διαταραχών (DSM-IV) της Αμερικάνικης
Ψυχιατρικής Εταιρείας (ΑΜΑ), όσο και στο Διεθνές Σύστημα Ταξινόμησης Νόσων (ICD-
10) του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.
Αναλυτικότερα, στην πρώτη υποενότητα καταγράφονται οι κατηγορίες των
ψυχοτρόπων ουσιών και γίνονται οι απαραίτητες διευκρινήσεις σχετικά με τις ορθές
ορολογίες που πρέπει να χρησιμοποιούνται. Επίσης, γίνεται μια σύντομη αναφορά στη
διαδρομή της ιστορίας της χρήσης ουσιών από τον άνθρωπο.
Στη δεύτερη υποενότητα γίνεται αναλυτική περιγραφή του συνεχούς που μπορεί να
εξελιχθεί η σχέση κάποιου με τις ουσίες. Δηλαδή, περιγράφονται οι έννοιες της χρήσης,
της κατάχρησης και της εξάρτησης από ουσίες, ώστε να είναι ξεκάθαρη η
διαφοροποίηση τους. Δίνονται, επίσης, τα διαγνωστικά κριτήρια που πρέπει να πληροί
κάθε μία από τις παραπάνω διαγνώσεις σύμφωνα με τα προαναφερθέντα
επιστημονικά εγχειρίδια, με ιδιαίτερη επισήμανση στις εκάστοτε διαφορές τους.
Επιπλέον, γίνεται ειδική αναφορά στις εξειδικευμένες έννοιες της εξάρτησης σχετικά με τη
σωματική και ψυχολογική εξάρτηση, την ανοχή και το στερητικό σύνδρομο. Τέλος,
γίνεται ειδική αναφορά στη διάκριση των εννοιών της αποτοξίνωσης και της
απεξάρτησης από τις ουσίες.
Στην τρίτη υποενότητα παρουσιάζονται εκτενώς οι συνδεόμενες με τις ουσίες
διαταραχές, όπως αυτές περιγράφονται στο DSM-IV.

9
ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 1. ΕΞΑΡΤΗΣΙΟΓΟΝΕΣ ΟΥΣΙΕΣ: ΈΝΝΟΙΕΣ - ΟΡΙΣΜΟΙ -
ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ

Στα πλαίσια της πρώτης υποενότητας θα αναφερθούμε στα παρακάτω:


ˆ για ποιους λόγους είναι σημαντική η χρήση της σωστής ορολογίας στο χώρο της
εξάρτησης από ουσίες,
ˆ ποια είναι η διάκριση μεταξύ των όρων φάρμακο, ναρκωτικό και ψυχοτρόπος ουσία
και ποιους όρους πρέπει να χρησιμοποιούμε ανάλογα την περίπτωση,
ˆ σε ποιες κατηγορίες διακρίνονται οι ψυχοτρόπες ουσίες, και
ˆ ποια ήταν η σχέση ανθρώπου και χρήσης ουσιών στην ιστορία.

1.1 Σημασία ορολογίας

Η πληθώρα των διαφορετικών ψυχοτρόπων ουσιών και οι διαφοροποιήσεις των


επιπέδων χρήσης για τη κάθε ουσία έχουν διαμορφώσει ένα αρκετά περίπλοκο πεδίο
μελέτης. Η περιπλοκή αυτή αντανακλάται και στη σχετική επιστημονική ορολογία, η
οποία φαίνεται να αλλάζει σε τακτική βάση, όπως θα δούμε και παρακάτω. Πέρα,
όμως, από τις αλλαγές των ορισμών στα επιστημονικά εγχειρίδια, οι όροι που
αναφέρονται στην εξάρτηση διαφέρουν και ανάμεσα στους διάφορους συγγραφείς
που ασχολούνται με το θέμα, ανάλογα με την ιδεολογική τοποθέτηση και την
επιστημονική προσέγγιση του κάθε μελετητή. Η συνεχής αναφορά όρων από ειδικούς
και μη είναι συχνά αυθαίρετη, συγχέοντας τις περισσότερες φορές τις έννοιες της
χρήσης, της κατάχρησης ή της εξάρτησης, έννοιες με σημαντικά διαφορετικό
περιεχόμενο.
Είναι σημαντικό, επίσης, ότι το θέμα της διευκρίνησης των όρων διαπλέκεται εκτός από
την ιατρική επιστήμη και από άλλες εξαιρετικά σημαντικές παραμέτρους, κυρίως
κοινωνικές, που οριοθετούν το πεδίο των ουσιών με συναισθηματικές φορτίσεις και
αντιλήψεις, συχνά λανθασμένες και αρκετά επικίνδυνες από κοινωνική άποψη, με
αποτέλεσμα τη σύγχυση του μέσου αναγνώστη.
Η κακή αυτή μεταχείριση των διαφόρων ορισμών στην καθημερινότητα καθιστά
εξαιρετικά σημαντική και απαραίτητη τη χρήση ακριβών όρων από τους ειδικούς που
ασχολούνται με τον τομέα της εξάρτησης, αφού μόνο έτσι μπορεί να απομακρύνεται ο
κίνδυνος παραπλάνησης. Για το λόγο αυτό, απαιτείται εξοικείωση τόσο με το σύστημα
κατηγοριοποίησης των εξαρτησιογόνων ουσιών, αλλά και με μια σειρά σωστών

10
εννοιών και όρων που χρησιμοποιούνται στον επιστημονικό χώρο, όπως αυτές
περιγράφονται στη παρούσα ενότητα.

1.2 Φάρμακα - Ναρκωτικά - Ψυχοτρόπες Ουσίες - Ουσίες

Η σύγχυση στην ορολογία που περιγράφηκε προηγουμένως είναι φανερή ακόμα και
στην προσπάθεια περιγραφής των ίδιων των ουσιών:
¾ Φάρμακα ή ουσίες;
¾ Ναρκωτικά η ψυχοτρόπες ουσίες;
¾ Ψυχοτρόπες ή εξαρτησιογόνες ουσίες;
Λέξεις που ενώ για πολλούς χρησιμοποιούνται εναλλακτικά με ταυτόσημο εννοιολογικό
περιεχόμενο, στην πραγματικότητα αναφέρονται σε διαφορετικά στοιχεία.

1.2.1 Φάρμακα

Ο όρος φάρμακο υποδηλώνει κάθε ουσία που μπαίνει στον οργανισμό και προκαλεί
αλλαγές στη δομή και τη λειτουργία του σώματος ή της ψυχικής σφαίρας. Τα φάρμακα
εξάγονται με τη χημική επεξεργασία μιας φυσικής πρώτης ύλης (ημισυνθετικά) ή
κατασκευάζονται με καθαρά χημικό και εργαστηριακό τρόπο (συνθετικά). Όλα τα
φάρμακα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για θεραπευτικούς και μη θεραπευτικούς
λόγους, αποδεικνύοντας την πρώτη αρχή της φαρμακολογίας, σύμφωνα με την οποία
«κάθε δηλητήριο είναι φάρμακο και κάθε φάρμακο είναι δηλητήριο». Ορισμένα
φάρμακα δρουν μόνο στο βιολογικό υπόστρωμα, ενώ άλλα επενεργούν στη βιολογική
και στη ψυχική σφαίρα συγχρόνως.
Σχετικά με τη δεύτερη κατηγορία, αυτά δηλαδή που προκαλούν αλλαγές στις σωματικές
λειτουργίες και τον ψυχισμό του λήπτη, η λέξη «ουσία» είναι γενικά προτιμότερη από τη
λέξη «φάρμακο», επειδή το «φάρμακο» αναφέρεται σε κατασκευασμένο χημικό προϊόν,
ενώ αντίθετα πολλές από τις ουσίες που συνδέονται με την κατάχρηση είναι φυσικές
(π.χ. το όπιο) ή δεν έχουν σχεδιαστεί για ανθρώπινη κατανάλωση (π.χ. η κόλλα).

1.2.2 Ναρκωτικά

Με τον όρο ναρκωτικά έχει επικρατήσει να εννοούμε όλες εκείνες τις χημικές ουσίες που
προκαλούν μεταβολές στο επίπεδο της νοητικής σφαίρας, του συναισθήματος ή της
συμπεριφοράς ενός ατόμου και έχουν εξαρτησιογόνες ιδιότητες. Ετυμολογικά, όμως, ο
όρος «ναρκωτικά» προέρχεται από την λέξη «νάρκη», τη ληθαργική κατάσταση που
δημιουργεί η χρήση οπιούχων. Ωστόσο, είναι προφανές ότι τα οπιούχα αποτελούν ένα
μέρος μόνο των ουσιών, με αποτέλεσμα ο όρος να φαίνεται τελικά ακατάλληλος να

11
αποδώσει και άλλες ουσίες, όπως είναι οι διεγερτικές που η φαρμακολογική τους
δράση δεν είναι αναλγητική.
Αυτή η ορολογική ασυνέπεια, ως αποτέλεσμα της ευρύτερης σύλληψης της έννοιας
ναρκωτικά, οδήγησε τους ειδικούς στην άποψη ότι ο όρος είναι περισσότερο προϊόν
θεσμικής επιβολής και λιγότερο επιστημονικής διαμόρφωσης. Η ακαταλληλότητα του
όρου επισημάνθηκε και από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, που πρότεινε την
αντικατάσταση του αρχικά με τον όρο «φάρμακα που προκαλούν εξάρτηση» και στη
συνέχεια την αντικατάσταση και αυτού του όρου με τον αντίστοιχο «ψυχοτρόπες
ουσίες».

1.2.3 Ψυχοτρόπες - Εξαρτησιογόνες ουσίες

Ο όρος «ψυχοτρόπες ουσίες» είναι προτιμότερος από τον όρο «ναρκωτικά», επειδή είναι
φαρμακολογικά ορθότερος και κοινωνικά ηπιότερος. Ένα επιπρόσθετο πλεονέκτημα
είναι η ευρύτητα του όρου, ο οποίος μπορεί να συμπεριλάβει το τσιγάρο, το αλκοόλ και
τα ηρεμιστικά που χορηγούνται με συνταγή, η χρήση των οποίων είναι γενικά αποδεκτή
από την κοινωνία.
Η λέξη «εξαρτησιογόνες» είναι ένας, επίσης, αρκετά χρήσιμος όρος για τη συλλογική
περιγραφή όλων αυτών των ουσιών, επειδή κοινός παρανομαστής στη δράση όλων
αυτών των φαρμάκων ή των χημικών ουσιών είναι η εγκατάσταση φαρμακευτικής
εξάρτησης, δηλαδή η τάση για επαναλαμβανόμενη χρήση τους.

1.2.4 Ουσίες

Η τρίτη έκδοση του Διαγνωστικού και Στατιστικού Εγχειριδίου των Ψυχικών


Διαταραχών 1 (DSM-III) αναφερόταν σε «ψυχοδραστικές ουσίες». Η τελευταία
αναθεώρηση (2000) της τέταρτης έκδοσης του (DSM-IV-TR) καταργεί τον όρο
«ψυχοδραστικές ουσίες» και αναφέρει την ονομασία απλά «ουσίες» και τις συνδεόμενες
διαταραχές «συνδεόμενες με ουσίες διαταραχές». Ένας λόγος που εγκαταλείφθηκε ο
όρος «ψυχοδραστικός» είναι ότι οδηγούσε στον κίνδυνο να περιοριστεί η προσοχή σε

1 Το Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο των Ψυχικών Διαταραχών (DSM) εκδίδεται από την Αμερικανική
Ψυχιατρική Εταιρεία (ΑΜΑ) από το 1952. Από τότε έχουν υπάρξει πέντε αναθεωρήσεις, με τελευταία αυτή
του 1994 (DSM-IV), η οποία υπέστη μικρές διορθώσεις το 2000 στην αναθεωρημένη έκδοση DSM-IV-TR.
Αναμένεται νέα αναθεώρηση στα επόμενα 2 χρόνια. Περιλαμβάνει ένα σύστημα κωδικοποίησης για τη
διάγνωση των ψυχικών διαταραχών, το οποίο χρησιμοποιείται από όλους τους ειδικούς στο χώρο της
ψυχική υγείας.
Για περισσότερες πληροφορίες:
http://psych.org/MainMenu/Research/DSMIV.aspx
http://en.wikipedia.org/wiki/DSM-IV

12
εκείνες τις ουσίες που προκαλούν αλλοίωση του εγκεφάλου ως πρωτογενή δράση (π.χ.
κοκαΐνη).

1.3 Κατηγοριοποίηση των Ουσιών

Υπάρχουν πολλοί πιθανοί τρόποι κατηγοριοποίησης των διαφόρων ψυχοτρόπων


ουσιών, από τους οποίους άλλοι είναι χρήσιμοι για ερευνητικούς σκοπούς, άλλοι είναι
φαρμακολογικά πιο ορθοί και άλλοι αφορούν κοινωνικές παραμέτρους.
Μια γενική διάκριση σχετίζεται με τον τρόπο δράσης τους. Τα κατασταλτικά είναι ουσίες
που μειώνουν τα επίπεδα της δραστηριότητας του νευρικού συστήματος. Τα διεγερτικά
είναι ουσίες που αυξάνουν τα επίπεδα της φυσιολογικής δραστηριότητας του νευρικού
συστήματος. Τα παραισθησιογόνα είναι ουσίες που προκαλούν ψευδαισθήσεις και
παραισθήσεις2.
Οι ουσίες μπορούν, επίσης, να διακριθούν σε νόμιμες (νικοτίνη και αλκοόλ) και
παράνομες (χασίς, ηρωίνη κ.α.), με ενδιάμεση περίπτωση τα ψυχοτρόπα φάρμακα
(υπνωτικά, ηρεμιστικά κ.α.), τα οποία, ενώ διατίθενται για ιατρικούς λόγους, πολλές
φορές χρησιμοποιούνται σε μεγάλες ποσότητες και συχνά σε συνδυασμό με άλλες
ουσίες.
Μια λανθασμένη και εξαιρετικά επικίνδυνη διάκριση είναι αυτή που χωρίζει τις ουσίες σε
«μαλακά» και «σκληρά» ναρκωτικά. Είναι προφανές ότι η διάκριση αυτή εξυπηρετεί
καθαρά κοινωνικές σκοπιμότητες και ενέχει σοβαρούς κινδύνους.

1.3.1 Κατηγορίες των Ουσιών με κριτήριο τον τρόπο δράσης

Η χρησιμότερη, ίσως, ταξινόμηση από κλινικής πλευρά είναι με βάση τον κύριο τρόπο
δράσης κάθε ουσίας στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα, όπως φαίνεται στον Πίνακα 1. Με
την κατηγοριοποίηση αυτή αναλύονται διεξοδικότερα και οι ουσίες στις διδακτικές
ενότητες του παρόντος μαθήματος που ακολουθούν.

2Η ψευδαίσθηση αναφέρεται σε λανθασμένη αισθητηριακή αντίληψη, απουσία πραγματικού εξωτερικού


ερεθίσματος, ενώ η παραίσθηση αφορά εσφαλμένη αντίληψη ή παρερμηνεία πραγματικών εξωτερικών
αισθητηριακών ερεθισμάτων.

13
Πίνακας 1. Κατηγοριοποίηση των Ψυχοτρόπων Ουσιών

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΟΥΣΙΑΣ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΤΙΚΟΤΕΡΕΣ ΟΥΣΙΕΣ

• Αλκοόλ

• Βαρβιτουρικά

1. Κατασταλτικές ουσίες του ΚΝΣ • Βενζοδιαζεπίνες

• Φλουνιτραζεπάμη (Rohypnol)

• GHB

• Μορφίνη

• Ηρωίνη

2. Οπιοειδείς ουσίες • Μεθαδόνη

• Κωδεΐνη

• Όπιο

• Κοκαΐνη

3. Διεγερτικές ουσίες του ΚΝΣ • Αμφεταμίνες

• Μεθαμφεταμίνες

• Μαριχουάνα
4. Προϊόντα ινδικής κάνναβης
• Χασίς

• LSD

• Φαινκυκλιδίνη

5. Ψευδαισθησιογόνες ουσίες • Κεταμίνη

• Ψιλοκυβίνη

• Μεσκαλίνη

• Κόλλες

• Βενζίνη
6. Εισπνεόμενες ουσίες
• Διαλύτες

• Αεροζόλ

• Ατροπινούχα
7. Μη κατηγοριοποιούμενες ουσίες
• Αναβολικά

1.3.2 Κατηγοριοποίηση των Ουσιών κατά DSM-IV-TR (2000)

Στην τελευταία έκδοση του DSM-IV-TR (2000) αναφέρονται 11 κατηγορίες ουσιών:


¾ Αλκοόλ
¾ Αμφεταμίνες

14
¾ Καφεΐνη
¾ Κανναβινοειδή (μαριχουάνα, χασίς)
¾ Κοκαΐνη
¾ Ψευδαισθησιογόνα (LSD, μανιτάρια, μεσκαλίνη, MDA, DMT)
¾ Εισπνεόμενα (κόλλα, βενζίνη, βερνίκια, αεροζόλ)
¾ Νικοτίνη
¾ Οπιούχα και οπιοειδή (όπιο, μορφίνη, ηρωίνη, πεθιδίνη, μεθαδόνη,
βουπρενορφίνη, κωδεΐνη)
¾ Φαινκυκλιδίνη (PCP)
¾ Κατασταλτικά του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος (ηρεμιστικά, υπνωτικά,
αγχολυτικά).
Είναι φανερό ότι οι βασικές διαφοροποιήσεις από τον πίνακα 1 είναι η εξειδικευμένη
αναφορά στο αλκοόλ και τη κοκαΐνη και η προσθήκη των ουσιών νικοτίνης και
καφεΐνης.

1.4 Λίγα λόγια για την ιστορία

Η σχέση ανθρώπου και ουσιών μοιάζει να χάνεται στα βάθη της ιστορίας. Η εφαρμογή
παραισθησιογόνων βοτάνων, για θεραπευτικούς αλλά και λατρευτικούς σκοπούς, είναι
πανάρχαια.
Για παράδειγμα, οι ψυχολογικές επιδράσεις του οπίου φαίνεται να ήταν γνωστές στους
αρχαίους Σουμέριους του Τίγρη και του Ευφράτη από το 3000 π.Χ., οι οποίοι ονόμαζαν
τη παπαρούνα «Φυτό της Χαράς», αν και αναμφισβήτητες αναφορές βρίσκονται για
πρώτη φορά σε αιγυπτιακούς παπύρους από το 1600 π.Χ. και αργότερα. Ο Διαγόρας
της Μήλου είναι ο πρώτος που αναφέρει την ψυχική εξάρτηση του οπίου, ήδη από τον
5ο αιώνα π.Χ., γεγονός που υποδηλώνει την ευρεία χρήση του φαρμάκου εκείνη την
εποχή στην περιοχή της Μεσογείου, ενώ ακόμα και στην Οδύσσεια ο Όμηρος
περιγράφει το όπιο ως «νηπενθές και άχολο φάρμακο», εξυμνώντας το για την
αποτελεσματικότητα του στην ανακούφιση του ανθρώπινου πόνου. Η μεγάλη
εξάπλωση του οπίου στην Ευρώπη από τον 6ο έως και τον 10ο αιώνα μ.Χ. έγινε από
τους Άραβες.
Για το αλκοόλ, από την άλλη, θεωρείται ότι ανακαλύφθηκε στην Αίγυπτο γύρω στο
3500 π.χ., όπου βρίσκουμε τις πρώτες αναφορές σε παπύρους για τη χρήση του, ενώ
για τα φύλλα κοκαΐνης υπάρχει πληθώρα αναφορών για τη χρήση τους από τους
ιθαγενείς της Λατινικής Αμερικής.

15
Η εξέλιξη της κοινωνίας και το πέρασμα σε πιο σύνθετες μορφές κοινωνικής διαβίωσης
συνοδεύτηκε και από μεταβολές στον τρόπο χρήσης των βοτάνων που περιείχαν
ψυχοτρόπες ουσίες. Η χρήση των ναρκωτικών για ιατρικούς σκοπούς γενικεύτηκε στα
χρόνια του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης στην Ευρώπη και πιθανολογείται ότι τα
καθιέρωσαν οι Άραβες και κυρίως οι γιατροί Αβικέννας και Ραζής. Στα τέλη του 18ου
αιώνα είχαμε την πρώτη επιστημονική καταγραφή των βοτάνων που περιέχουν
ναρκωτικές ουσίες από τον σουηδό Κάρολο Λινναίο (1762).

1.4.1. Ο ρόλος της σύγχρονης ιατρικής στην εξάπλωση της χρήσης ουσιών

Είναι γενικά αποδεκτό ότι στη διάδοση της χρήσης ψυχοτρόπων ουσιών έχει παίξει
αποφασιστικό ρόλο η ιατρική επιστήμη. Στις αρχές του 19ου αιώνα έγινε η ανακάλυψη
της μορφίνης από τον γερμανό F.W. Sertuner (1803), το πρώτο αλκαλοειδές του οπίου
που απομονώθηκε, μια ανακάλυψη που χαιρετίστηκε από τον ιατρικό κόσμο με
ενθουσιασμό. Η μορφίνη, η οποία πήρε το όνομα της από τον Μορφέα, τον αρχαίο
Έλληνα θεό του ύπνου και χαρακτηρίστηκε ως «φάρμακο του Θεού», χρησιμοποιήθηκε
ευρύτατα ως αναλγητικό. Η περαιτέρω ανάπτυξη της φαρμακοποιίας σε συσχετισμό με
την κατασκευή και ευρεία διάδοση της υποδόριας ένεσης συνέτειναν στη διάδοση της
χρήσης των ναρκωτικών ουσιών τον 19ο αι. Η μορφίνη και τα ομοειδή με αυτήν
παράγωγα του οπίου πωλούνταν ελεύθερα, χωρίς συνταγή, στα φαρμακεία. Αρκεί να
σημειωθεί πως η ηρωίνη συντέθηκε από τον καθηγητή Heinrich Dresser, στα
εργαστήρια της γνωστής σε όλους φαρμακευτική εταιρείας Bayer, και προωθήθηκε
επισήμως στην αγορά διαφημιζόμενη ως μη εξαρτησιογόνο παράγωγο της μορφίνης,
εξαιρετικά αποτελεσματικό ως αναλγητικό και αντιβηχικό φάρμακο.

16
Εικόνα 1. Ενδεικτικές διαφημίσεις της ηρωίνης

Η περαιτέρω βιομηχανοποίηση της παραγωγής του οπίου και των υποπροϊόντων του
συνέβαλε καθοριστικά στην ιστορία της διάδοσης των ψυχοτρόπων ουσιών. Ενώ μέχρι
τότε η χρήση του οπίου αναφερόταν σπάνια ως αιτία τοξικομανίας, η κατάσταση
άλλαξε με τη βιομηχανοποίηση του «φαρμάκου» και την οργανωμένη εξαγωγή
προϊόντων σε χώρες με ανύπαρκτη ή ελάχιστη παραγωγή, σε συνδυασμό με τις
επικρατούσες δυσβάστακτες συνθήκες διαβίωσης των εργατικών κυρίως στρωμάτων,
που έκαναν την παραγωγή του οπίου μια τεράστια οικονομική επιχείρηση.
Παράλληλα, από την απομόνωση της κοκαΐνης από τα φύλλα του φυτού Erythroxylon
Coca το 1859, υπήρξε μια φοβερή έξαρση της διάδοσης της συγκεκριμένης ουσίας. Το
1884, Sigmund Freud δημοσίευσε το έργο του Uber Coca, όπου εγκωμιάζει την κοκαΐνη
ως «μεγαλειώδη ουσία», ενώ το 1885 η κοκαΐνη αποτέλεσε το βασικό συστατικό του
γνωστού αναψυκτικού Coca Cola, που ξεκίνησε ως καταπραϋντικό για το στομάχι και
τονωτικό ποτό. Μετά την απαγόρευσή της από τις Αρχές το 1903, αντικαταστάθηκε
από την καφεΐνη, άλλο ένα εξαιρετικά εθιστικό ναρκωτικό. Ωστόσο, το όνομα του
ποτού δεν άλλαξε σε Cafe Cola, διότι ο δικαστής αποφάνθηκε ότι η Coca-Cola είχε
ήδη περάσει στη συνείδηση του κόσμου ως σήμα κατατεθέν.

17
Εικόνα 2. Ενδεικτικές διαφημίσεις της κοκαΐνης

18
Κατά τον 20ο αιώνα παρατηρείται μια εκρηκτική αύξηση των ψυχοτρόπων ουσιών, οι
οποίες συνεχώς ανανεώνονταν και δοκιμάζονταν στη κλινική πράξη, στην αρχή ως
πειραματικά και στη συνέχεια ως θεραπευτικά φάρμακα διάφορων παθήσεων. Το
βαρβιτουρικό οξύ συνετέθη από τον Adolf von Bayer το 1864, ενώ το 1903
κυκλοφόρησε το πρώτο βαρβιτουρικό, το Veronal, το οποίο υπήρξε ο πρώτος
εκπρόσωπος μια κατηγορίας ουσιών που έμελλε να προκαλέσει μεγάλα προβλήματα
εξάρτησης και να συνδεθεί με πλήθος θανάτων.
Τα προβλήματα του εθισμού αναγνωρίσθηκαν σταδιακά. Νομικά μέτρα κατά της
κατάχρησης ναρκωτικών στις Ηνωμένες Πολιτείες καθιερώθηκαν για πρώτη φορά το
1875, όταν κρησφύγετα του οπίου ήταν εκτός νόμου στο Σαν Φρανσίσκο. Το πρώτο
εθνικό δίκαιο για τα ναρκωτικά ήταν το “Pure Food and Drug Act” του 1906,σύμφωνα
με το οποίο απαιτείται η ορθή επισήμανση των φαρμάκων ευρεσιτεχνίας που περιέχουν
όπιο και ορισμένα άλλα φάρμακα. Το 1914 με νόμο απαγορεύτηκε η πώληση
σημαντικών δόσεων οπιούχων ή κοκαΐνης, εκτός από την άδεια προς τους γιατρούς
και τα φαρμακεία. Αργότερα, η ηρωίνη ήταν απολύτως απαγορευμένη.
Μεταγενέστερες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου κατέστησαν παράνομη και για
τους γιατρούς την χορήγηση ηρωίνης. Το γενικότερο πνεύμα εγκράτειας οδήγησε στην
απαγόρευση του αλκοόλ από τη δέκατη όγδοη τροπολογία του Συντάγματος το 1919,
αλλά η απαγόρευση καταργήθηκε το 1933.
Έκτοτε μέχρι και σήμερα, οι ουσίες, νόμιμες και παράνομες, με διαφορετικές εξάρσεις
κάθε εποχή, αποτέλεσαν και αποτελούν μεγάλο κοινωνικό πρόβλημα.
Μια αναλυτική περιγραφή και ένα πλήρες χρονοδιάγραμμα για την ιστορία των ουσιών
μπορείτε να βρείτε στη διεύθυνση: http://www.drug-rehabs.org/drughistory.php

19
ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 2. ΤΟ ΣΥΝΕΧΕΣ ΤΗΣ ΧΡΗΣΗΣ ΟΥΣΙΩΝ: ΧΡΗΣΗ -
ΚΑΤΑΧΡΗΣΗ - ΕΞΑΡΤΗΣΗ - ΑΠΟΤΟΞΙΝΩΣΗ - ΑΠΕΞΑΡΤΗΣΗ

Στα πλαίσια της δεύτερης υποενότητας θα αναφερθούμε:


ˆ στη διαφορά μεταξύ χρήσης, κατάχρησης και εξάρτησης από μια ουσία,
ˆ στα κριτήρια που πρέπει να πληρούνται για να διαγνωστεί κατάχρηση από ουσίες,
ˆ στα κριτήρια που πρέπει να πληρούνται για να διαγνωστεί εξάρτηση από ουσίες,
ˆ στις συνιστώσες της σωματικής εξάρτησης από μια ουσία και
ˆ στο λόγο για τον οποίο είναι εξαιρετικά σημαντική η διάκριση μεταξύ αποτοξίνωσης
και απεξάρτησης από τις ουσίες.

2.1 Χρήση Ουσιών

Σήμερα, είναι πλέον αποδεκτό ότι οι έννοιες χρήση, κατάχρηση και εξάρτηση είναι
διαφορετικές μεταξύ τους και ότι παρά το γεγονός ότι συχνά συνυπάρχουν, ωστόσο
δεν συμπίπτουν κατ’ ανάγκη.
Η χρήση ψυχοτρόπων ουσιών μπορεί να είναι απλή δοκιμαστική ή περιστασιακή,
φαινόμενο που δεν σχετίζεται υποχρεωτικά με μια εξελικτική πορεία προς συμπεριφορά
κατάχρησης. Υπάρχει, επίσης, η καλούμενη κοινωνική χρήση, που αφορά ουσίες
ψυχοτρόπες αλλά κοινωνικά αποδεκτές, όπως η νικοτίνη, η καφεΐνη και το αλκοόλ, οι
οποίες χρησιμοποιούνται συνήθως κατά τη διάρκεια κοινωνικών συναναστροφών, στα
πλαίσια χαλάρωσης ή διασκέδασης. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η κοινωνική χρήση
ψυχοτρόπων ουσιών μπορεί να φτάσει σε περιστασιακή κατάχρηση, φαινόμενο που
παρατηρείται συχνά με το αλκοόλ. Πρόκειται δηλαδή για χρήση υπερβολικών
ποσοτήτων οινοπνευματωδών ποτών, που δεν γίνεται συστηματικά, αλλά μόνο κάτω
από ορισμένες συνθήκες, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι μια τέτοια χρήση δεν μπορεί να
έχει δυσάρεστες συνέπειες για το άτομο.

2.2 Κατάχρηση Ουσιών

Η απλή δοκιμή, η κοινωνική χρήση ή η περιστασιακή κατάχρηση μπορεί να οδηγήσει σε


μόνιμη ψυχαναγκαστική κατάχρηση μιας ή περισσοτέρων ουσιών. Η συμπεριφορά
αυτή κατάχρησης, όπως ορίζεται από το DSM-IV, ή επιβλαβούς χρήσης, όπως ορίζεται

20
από το Διεθνές Σύστημα Ταξινόμησης Νόσων ICD-10 3 , διαγιγνώσκεται όταν
πληρούνται συγκεκριμένα κριτήρια που διαφοροποιούνται ανάλογα με το διαγνωστικό
εγχειρίδιο, όπως φαίνεται και στον Πίνακα 2.
Πίνακας 2. Κατάχρηση Ουσιών

DSM-IV ICD-10

«ΚΑΤΑΧΡΗΣΗ «ΕΠΙΒΛΑΒΗΣ ΓΙΑ


ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ
ΟΥΣΙΩΝ» ΤΗΝ ΥΓΕΙΑ ΧΡΗΣΗ»
1. Αδυναμία εκπλήρωσης υποχρεώσεων √ Δεν αναφέρεται
2. Επικίνδυνη χρήση για την υγεία (σωματική -
√ √
ψυχική)
3. Συνέχιση χρήσης παρά τα προβλήματα
√ Δεν αναφέρεται
(κοινωνικά - διαπροσωπικά - νομικά)
4. Διάρκεια χρήσης 12 μήνες Δεν αναφέρεται

2.2.1 Διαγνωστικά κριτήρια Κατάχρησης Ουσιών κατά το DSM-IV

Αναλυτικότερα, σύμφωνα με τα κριτήρια του DSM-IV, η «κατάχρηση ουσιών» (drug


abuse) είναι ένα δυσπροσαρμοστικό πρότυπο χρήσης ουσιών, που οδηγεί σε κλινικά
σημαντική διαταραχή, η οποία εκδηλώνεται με ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα
προβλήματα σε διάστημα δώδεκα μηνών:
¾ Επαναλαμβανόμενη χρήση της ουσίας που έχει ως αποτέλεσμα την αδυναμία του
χρήστη να ανταποκριθεί στις βασικές εργασιακές, ακαδημαϊκές ή οικογενειακές
υποχρεώσεις του.
¾ Επαναλαμβανόμενη χρήση της ουσίας σε καταστάσεις που θα μπορούσαν να
θέσουν σε κίνδυνο τη σωματική του ακεραιότητα (π.χ. οδήγηση αυτοκινήτου ή
χειρισμός μηχανημάτων υπό την επήρεια της ουσίας).
¾ Επαναλαμβανόμενα προβλήματα με το νόμο που οφείλονται στη χρήση της
ουσίας (π.χ. σύλληψη για οδήγηση σε κατάσταση μέθης ή επιθετική ή ανάρμοστη
συμπεριφορά λόγω χρήσης ουσιών).

3 Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει κωδικοποιήσει σε περισσότερους από 16.000 κωδικούς όλα τα
συμπτώματα και τις διαγνώσεις που αφορούν τις διαταραχές της ψυχικής υγείας. Η προσπάθεια αυτής της
ταξινόμησης ξεκίνησε πριν από περισσότερα 100 χρόνια και έχει καταλήξει στη σημερινή τελευταία έκδοση
(ICD-10).
Υπάρχει ελληνική μετάφραση από το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης στην παρακάτω
ιστοσελίδα: http://www.yyka.gov.gr/health/domes-kai-draseis-gia-tin-ygeia/kodikopoiiseis/ellinik-
metafrasi-toy-icd-10
Για περισσότερες πληροφορίες: http://en.wikipedia.org/wiki/ICD-10

21
¾ Συνεχιζόμενη χρήση της ουσίας παρά τα διαρκή ή επαναλαμβανόμενα κοινωνικά
ή διαπροσωπικά προβλήματα που προκαλούνται ή επιδεινώνονται από τις
επιδράσεις της (π.χ. συζυγικοί καυγάδες και χειροδικίες, σωματικοί διαπληκτισμοί).
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι δεν μπορεί να τεθεί η συγκεκριμένη διάγνωση εάν το
άτομο πληροί τα κριτήρια της ουσιοεξάρτησης για τη συγκεκριμένη κατηγορία ουσιών.

2.2.2 Διαγνωστικά κριτήρια Κατάχρησης Ουσιών κατά το ICD-10

Σύμφωνα με το ICD-10, η «επιβλαβής χρήση» (harmful use), όρος που αντικατέστησε


τον διαγνωστικό όρο «χρήση χωρίς εξάρτηση», αναφέρεται σε ένα σταθερό σχήμα
χρήσης ουσιών που προκαλεί βλάβες στην υγεία. Η βλάβη μπορεί να είναι σωματική
(π.χ. ηπατίτιδα από ενδοφλέβια χρήση ουσιών) ή ψυχική (π.χ. επεισόδια καταθλιπτικής
διαταραχής ως επακόλουθο της μεγάλης κατανάλωσης οινοπνευματωδών). Η
επιβλαβής χρήση έχει συνήθως, αλλά όχι πάντα, δυσμενείς κοινωνικές συνέπειες, οι
οποίες από μόνες τους δεν επαρκούν για να αιτιολογήσουν διάγνωση επιβλαβούς
χρήσης.
Και σε αυτό το διαγνωστικό εγχειρίδιο επισημαίνεται ότι η διάγνωση επιβλαβούς χρήσης
δεν πρέπει να τίθεται όταν συνυπάρχει σύνδρομο εξάρτησης, ψυχωσική διαταραχή ή
άλλη διαταραχή που οφείλεται στη χρήση αλκοόλ ή άλλων ουσιών.

2.3 Εξάρτηση από Ουσίες

Από τη διαπίστωση που αναφέρθηκε και προηγουμένως σχετικά με τη σύγχυση στις


ορολογίες δεν ξέφυγε και ο φαρμακολογικός ορισμός της εξάρτησης, όπου η
απόδοσή της άλλοτε ως φαινόμενο, άλλοτε ως κατάσταση ή σύνδρομο, εξαρτάται
κυρίως από την επιστημονική θέση του ορίζοντος. Έτσι, χρειάστηκε να καθοριστεί και
να επανακαθοριστεί πολλές φορές.
Το 1964 η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας κατέληξε ότι ο όρος «εθισμός» (addiction),
όρος που οι ίδιοι είχαν θέσει το 1957, δεν ήταν πλέον επιστημονικός και συνέστησε την
αντικατάσταση του με τον όρο «εξάρτηση» (dependence). Η έννοια της εξάρτησης
από ουσία έχει λάβει πολλές ερμηνείες, τόσο στην επίσημη πρακτική όσο και στην
καθημερινή πρακτική, τις δεκαετίες που μεσολάβησαν. Η διάγνωση ορίζεται με βάση
συγκεκριμένα κριτήρια που ορίζονται από το DSM-IV, στο οποίο πλέον δεν αναφέρεται
πουθενά ο όρος «addiction», και το ICD-10, κριτήρια που εμφανίζουν ορισμένες
διαφοροποιήσεις, όπως φαίνεται και στον Πίνακα 3. Οι ορισμοί αυτοί παραμένουν
μέχρι και σήμερα στην ιατρική βιβλιογραφία.

22
Πίνακας 3. Εξάρτηση από Ουσίες

DSM-IV ICD-10

ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ «ΕΞΑΡΤΗΣΗ ΑΠΟ ΟΥΣΙΕΣ» «ΕΞΑΡΤΗΣΗ ΑΠΟ ΟΥΣΙΕΣ»


1. Ανοχή √ √
2. Στερητικό σύνδρομο √ √
3. Μειωμένος έλεγχος √ √
4. Παραμέληση δραστηριοτήτων √ √
5. Χρόνος που αφιερώνεται στη
√ √
χρήση
6. Αδυναμία εκπλήρωσης
Δεν αναφέρεται Δεν αναφέρεται
υποχρεώσεων
7. Επικίνδυνη χρήση Δεν αναφέρεται Δεν αναφέρεται
8. Συνέχιση χρήσης παρά τα
√ √
προβλήματα που δημιουργεί
9. Καταναγκαστική χρήση Δεν αναφέρεται √
12 μήνες
10. Διάρκεια χρήσης Κριτήρια: Συχνά, επιμένουσα, 12 μήνες
συνεχής

1. Με σωματική εξάρτηση
Υποκατηγοριοποίηση Δεν αναφέρεται
2. Χωρίς σωματική εξάρτηση

2.3.1 Διαγνωστικά κριτήρια Εξάρτησης από Ουσίες κατά το DSM-IV

Αναλυτικότερα, το DSM-IV ορίζει την «εξάρτηση» (drug dependence) ως ένα


δυσπροσαρμοστικό πρότυπο χρήσης μιας ουσίας, που οδηγεί σε κλινικά σημαντική
διαταραχή ή βλάβη, όπως εκδηλώνεται με τρία ή περισσότερα από τα παρακάτω σε
οποιοδήποτε χρόνο μέσα σε διάστημα 12 μηνών:
¾ ανοχή, όπως ορίζεται με ένα από τα ακόλουθα:
9 ανάγκη για λήψη συνεχώς αυξανόμενων ποσοτήτων της ουσίας για την επίτευξη
του ίδιου επιθυμητού αποτελέσματος,
9 σημαντική ελάττωση του αποτελέσματος μετά από σταθερή χρήση της ίδιας
ποσότητας της ουσία,
¾ στέρηση, εκδηλούμενη με ένα από τα ακόλουθα:
9 το χαρακτηριστικό για την ουσία σύνδρομο στέρησης,
9 λήψη της ίδιας (ή παραπλήσιας) ουσίας για την αποφυγή ή την ανακούφιση
από τα συμπτώματα στέρησης,

23
¾ η ουσία λαμβάνεται σε μεγαλύτερες ποσότητες ή για μεγαλύτερο διάστημα, σε
σχέση με την πρόθεση του ατόμου,
¾ διαρκής επιθυμία ή ανεπιτυχείς προσπάθειες για τη διακοπή ή τον έλεγχο της
χρήσης,
¾ σπατάλη σημαντικού χρόνου για την απόκτηση της ουσίας, τη χρήσης της ή την
ανάνηψη από τα αποτελέσματά της,
¾ διακοπή ή μείωση σημαντικών κοινωνικών, εργασιακών ή ψυχαγωγικών
δραστηριοτήτων λόγω της χρήσης, και
¾ η χρήση συνεχίζεται παρά τη γνώση της ύπαρξης ενός μόνιμου ή περιοδικού
σωματικού ή ψυχολογικού προβλήματος που προκλήθηκε ή επιδεινώθηκε από
την ουσία (π.χ. συνέχιση της λήψης αλκοόλ παρά τη διαπίστωση επιδείνωσης του
έλκους μετά τη λήψη).
Η διάγνωση συνοδεύεται από το προσδιορισμό της ύπαρξης ή μη της σωματικής
εξάρτησης (ύπαρξη ανοχής ή στέρησης).

2.3.2 Διαγνωστικά κριτήρια Εξάρτησης από Ουσίες κατά το ICD-10

Σύμφωνα με το ICD-10, το σύνδρομο εξάρτησης αφορά μια δέσμη οργανικών,


συμπεριφορικών και γνωστικών φαινομένων που μπορούν να εκδηλωθούν μετά από
επαναλαμβανόμενη χρήση μιας ουσίας. Η διάγνωση τίθεται σε περίπτωση που τρία ή
περισσότερα κριτήρια εκδηλωθούν στη διάρκεια ενός έτους. Κύριο περιγραφικό
χαρακτηριστικό του συνδρόμου εξάρτησης είναι η συχνά σφοδρή έως ακατανίκητη
επιθυμία για χρήση της ψυχοδραστικής ουσίας, η οποία συνοδεύεται από φαινόμενα
που περιλαμβάνουν μειωμένο έλεγχο της χρήσης, επιμονή στη χρήση παρά τις
βλαπτικές συνέπειες, παραχώρηση μεγάλης προτεραιότητας στη χρήση της ουσίας
παρά σε άλλες δραστηριότητες και υποχρεώσεις, αυξημένη ανοχή και σωματική
αντίδραση στέρησης στη διακοπή της ουσίας.

2.4 Χαρακτηριστικά της Εξάρτησης από Ουσίες

Όπως φάνηκε και προηγουμένως, η εξάρτηση είναι ένα σύνθετο φαινόμενο και πρέπει
να γίνει διάκριση ανάμεσα στις δύο συνιστώσες της, τη σωματική και την ψυχολογική.
Είναι σημαντικό, επίσης, να επισημανθούν οι έννοιες της ανοχής και του στερητικού
συνδρόμου, έννοιες απόλυτα σχετιζόμενες με τη σωματική εξάρτηση.

24
2.4.1 Σωματική εξάρτηση (dependence)

Σωματική εξάρτηση είναι μια κατάσταση προσαρμογής του οργανισμού σε


συγκεκριμένη ψυχοδραστική ουσία, που χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση
συμπτωμάτων στέρησης κατά την αποχή, τα οποία μπορούν να ανακουφιστούν εν
μέρει ή πλήρως με την επαναχορήγηση της ουσίας.
Είναι μια κατάσταση του οργανισμού που εκφράζεται με την παρουσία σωματικών και
ψυχοπαθολογικών συμπτωμάτων στις περιπτώσεις που το ποσό της καταχρώμενης
ουσίας μειώνεται απότομα σε σημαντικό βαθμό.

2.4.2 Ανοχή (tolerance) - Διασταυρούμενη ανοχή

Ανοχή είναι η μειωμένη απόκριση σε συγκεκριμένη δόση ουσίας ως αποτέλεσμα της


συνεχούς και σταθερής χρήσης. Δηλαδή, πρόκειται για μια κατάσταση σταδιακά
φθίνουσας απόκρισης στην ουσία, η οποία έχει ως συνέπεια να απαιτείται μεγαλύτερη
δόση για να επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα για το οποίο αρχικά χρειαζόταν
μικρότερη ποσότητα.
Η ανοχή αποτελεί, παράλληλα με τα συμπτώματα στέρησης, κριτήριο διάγνωσης της
σωματικής εξάρτησης, αν και μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη ανοχής χωρίς σωματική
εξάρτηση (π.χ. παραισθησιογόνα).
Η ανάπτυξη ανοχής σε μια ουσία συνεπάγεται συνήθως την έκταση του φαινομένου
και σε άλλες ουσίες της ίδιας φαρμακολογικής κατηγορίας (διασταυρούμενη ανοχή).

2.4.3 Στερητικό Σύνδρομο (withdrawal)

Σύνολο συμπτωμάτων με ποικιλία μορφών και βαθμών βαρύτητας, που εκδηλώνεται


κατά την πλήρη ή μερική στέρηση μιας ουσίας μετά από επανειλημμένη και συνήθως
παρατεταμένη χρήση της σε μεγάλες ή μικρές δόσεις. Ο χρόνος εμφάνισης των
συμπτωμάτων στέρησης εξαρτάται από την ημιπερίοδο ζωής της ουσίας και το ρυθμό
μεταβολισμού της στον καθένα. Η ένταση και η διάρκειά τους είναι συνήθως ανάλογη
του είδους της ουσίας και της λαμβανόμενης δόσης κατά το διάστημα που προηγείται
της αποχής.
Τα συμπτώματα είναι συνήθως αντίθετα από εκείνα της χρήσης, όπως θα
παρουσιαστεί αναλυτικότερα στις επόμενες ενότητες. Για παράδειγμα, οι αμφεταμίνες
που καταστέλλουν την όρεξη και μειώνουν την αίσθηση της κούρασης, στη στέρηση
προκαλούν υπερφαγία και μειωμένη ενεργητικότητα. Τα συμπτώματα στέρησης
αποτελούν, παράλληλα με την παρουσία ανοχής, κριτήριο για τη διάγνωση σωματικής
εξάρτησης.

25
2.4.4 Ψυχολογική εξάρτηση

Ψυχολογική εξάρτηση είναι μια υποκειμενική αίσθηση της ανάγκης για λήψη
συγκεκριμένης ψυχοδραστικής ουσίας, είτε λόγω της ευφορικής δράσης της είτε προς
αποφυγή της δυσφορικής κατάστασης που προκαλεί η στέρησή της.
Με τον όρο αυτό, δηλαδή, ονομάζεται η κατάσταση που συνοδεύει όλες σχεδόν τις
περιπτώσεις εξάρτησης και κατά την οποία η προοπτική λήψης της ουσίας προκαλεί
ένα συναίσθημα ευχαρίστησης. Έτσι, γίνεται ισχυρότερο το κίνητρο για την επανάληψη
της χρήσης, με σκοπό την ένταση της ευχαρίστησης ή την αποφυγή της δυσφορίας
από τη πιθανή στέρηση της ουσίας. Ο όρος αυτός είναι πολύ υποκειμενικός και
δύσκολα ποσοτικοποιείται.
Ένα άτομο μπορεί να έχει σωματική εξάρτηση, ψυχολογική εξάρτηση ή και τις δύο.

2.5 Αποτοξίνωση και Απεξάρτηση από Ουσίες

Η σωστή διάκριση των όρων που σχετίζονται με την αντιμετώπιση της εξάρτησης
κάποιου από τις ουσίες είναι εξαιρετικής σπουδαιότητας. Πολλές φορές, η έννοια της
αποτοξίνωσης ταυτίζεται με την έννοια της απεξάρτησης, ενώ στην πραγματικότητα
αφορούν δύο τελείως διαφορετικές καταστάσεις.

2.5.1 Αποτοξίνωση

Για τις ουσίες που εγκαθιστούν φυσική εξάρτηση, όπως το αλκοόλ και η ηρωίνη, ένας
από τους ισχυρότερους λόγους συνεχούς χρήσης είναι η δυσφορία που δημιουργείται
από τυχόν διακοπή τους. Η επιτυχής απομάκρυνση του φαρμάκου από τον οργανισμό
του χρήστη ονομάζεται αποτοξίνωση και είναι εξαιρετικά δυσάρεστη και επικίνδυνη
διαδικασία.
Η αποτοξίνωση αποτελεί τον πρόλογο για τη θεραπεία του εξαρτημένου ατόμου, επειδή
είναι ένα δυσανάλογα μικρό μέρος της όλης διαδικασίας απεξάρτησης. Η επιτυχής
αντιμετώπιση των στερητικών συμπτωμάτων δεν είναι συνώνυμη με την πραγματική
αποδέσμευση του ατόμου από την εξάρτηση, η οποία είναι μια μακροχρόνια
διαδικασία.
Επομένως, η αποτοξίνωση είναι όρος ταυτόσημος μόνο με την αρχική στερητική φάση,
δηλαδή με την αντιμετώπιση του συνδρόμου στέρησης.

2.5.2 Απεξάρτηση

Με τον όρο απεξάρτηση νοούνται όλες εκείνες οι ενέργειες που είναι απαραίτητες την
περίοδο της προσπάθειας του χρήστη για διακοπή των ουσιών και των συμπεριφορών

26
που τον συνδέουν με τη χρήση. Αναφέρεται, δηλαδή, σε μια δυαδική υπόσταση με
σωματική και ψυχολογική διάσταση. Η σωματική απεξάρτηση, η αποτοξίνωση όπως
αναφέρθηκε προηγουμένως, περιλαμβάνει τη διακοπή λήψης της ουσία ή των ουσιών,
ώστε να γίνει το επόμενο βήμα, της ψυχολογικής απεξάρτησης. Σε αυτήν τη φάση
επιχειρείται η αποσύνδεση του χρήστη από τον κόσμο των εξαρτήσεων, η ενίσχυση των
εσωτερικών του αμυνών ενάντια στις ουσίες και η επανακοινωνικοποίηση του,
προκειμένου να ενταχθεί ομαλά στο κοινωνικό του περιβάλλον.
Και οι δύο διαστάσεις είναι ισότιμες και απαραίτητες για να είναι ολοκληρωμένη μια
προσπάθεια.
Μελέτη Περίπτωσης 1. Η ιστορία του Π.Γ.

Η ιστορία που ακολουθεί αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της εξέλιξης της
σχέσης που μπορεί να έχει κάποιος με τις εξαρτησιογόνες ουσίες. Μπορείτε να
παρατηρήσετε τη σταδιακή πορεία από τη χρήση στην κατάχρηση και τελικά την
εξάρτηση, και να αναζητήσετε τις διαφοροποιήσεις στη διάγνωση που θα μπορούσε
να γίνει στην εκάστοτε φάση.
Οι μελέτες περίπτωσης που θα περιγράφονται σε όλες τις διδακτικές ενότητες αφορούν
πραγματικές περιπτώσεις ανθρώπων με τους οποίους συνεργάστηκαν θεραπευτικά οι
συγγραφείς του παρόντος εκπαιδευτικού προγράμματος, τηρώντας πάντα το
θεραπευτικό απόρρητο των προσωπικών δεδομένων.

Ο Π.Γ. είναι σήμερα 29 χρονών. Σε ηλικία 15 ετών δοκίμασε το πρώτο τσιγάρο χασίς με
την παρέα του από περιέργεια αλλά και από μια βαθύτερη ανάγκη να ανήκει κάπου. Η
περιστασιακή χρήση που αρχικά συνοδευόταν από ευχαρίστηση και «χαβαλέ» άρχισε
σταδιακά να γίνεται ο βασικός λόγος που βρισκόταν η παρέα και ουσιαστικά να
αποτελεί το κυρίαρχο στοιχείο της διασκέδασης τους. Με το πέρασμα του χρόνου, η
χρήση γινόταν πιο συστηματική, ενώ ήταν αρκετές οι φορές που κάπνιζαν χασίς και
στο σχολείο. Η συνήθεια εξελισσόταν σε ανάγκη, ενώ ο Π. θεωρούσε ότι μπορούσε να
το ελέγξει. Με αφορμή κάποιες μικροκλοπές είχε τη πρώτη του εμπλοκή με το νόμο,
γεγονός που υπήρξε η αφορμή να μάθουν οι γονείς του τη χρήση χασίς. Μετά από
απαίτηση της οικογένειας του, ο Π. προσπάθησε να σταματήσει τη χρήση, αλλά
γρήγορα κατάλαβε ότι η ζωή του οριζόταν με βάση την ουσία, είχε αποκτήσει, δηλαδή,
έντονη ψυχολογική εξάρτηση. Η πίεση από την οικογένεια και το σχολείο, καθώς και η
δυσκολία του να διαχειριστεί τα συναισθήματα του χωρίς το χασίς, οδήγησε στη δοκιμή
και άλλων ουσιών. Αρχικά πειραματίστηκε με κάποια ηρεμιστικά, ενώ ήταν συχνή και η
χρήση XTC στα party.

27
Φτάνοντας στην ενηλικίωση και καθώς διατηρούσε τη συστηματική χρήση χασίς και
την περιστασιακή χρήση άλλων ουσιών, δοκίμασε κοκαΐνη σε μια νέα παρέα, μέλη της
οποίας έκαναν χρήση κοκαΐνης και ηρωίνης. Ο Π. ήταν αρχικά κάθετα αντίθετος με τη
χρήση ηρωίνης, αφού την θεωρούσε το μοναδικό «βαρύ» ναρκωτικό. Μετά από ένα
τριήμερο party στο οποίο είχε καταναλώσει πολύ μεγάλες ποσότητες κοκαΐνης και
αμφεταμινών, δεν μπορούσε να ηρεμήσει και ήταν σε αυξημένη υπερδιέγερση. Τότε
ήταν που δοκίμασε πρώτη φορά ηρωίνη, η οποία του πρόσφερε ηρεμία. Το γεγονός
ότι δεν αντιμετώπισε την επόμενη μέρα κάποιο πρόβλημα εξάρτησης από την ηρωίνη
του δημιούργησε τη ψευδή αίσθηση του ελέγχου («Μπορώ να πίνω όποτε θέλω εγώ»).
Η περιστασιακή αρχικά χρήση των λίγων φορών τη βδομάδα, η οποία του προσέφερε
ηρεμία και αυτοπεποίθηση, δεν άργησε να μετατραπεί σε σωματική εξάρτηση και τελικά
ο Π. να χρειάζεται να κάνει χρήση 3 και 4 φορές τη μέρα, απλά για να μπορεί να
αντιμετωπίζει τα στερητικά συμπτώματα.
Για τα επόμενα 8 χρόνια ο Π. αγωνιζόταν να σταματήσει τη χρήση ηρωίνης, χωρίς
όμως να κάνει κάποια σοβαρή και οργανωμένη προσπάθεια. Κατάφερνε να μένει
«καθαρός» κάποιες μέρες και μετά ξαναέμπαινε στο φαύλο κύκλο της χρήσης.
Με αφορμή ένα σοβαρό επεισόδιο overdose, το οποίο θα μπορούσε να του έχει
στοιχίσει τη ζωή, ο Π. αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια από τους γονείς του και να
αναζητήσουν μαζί έναν ολοκληρωμένο τρόπο απεξάρτησης. Ο Π. σήμερα είναι 1
χρόνο εκτός χρήσης και συνεχίζει να προσπαθεί.

28
ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 3. ΣΥΝΔΕΟΜΕΝΕΣ ΜΕ ΟΥΣΙΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ

Στα πλαίσια της τρίτης υποενότητας θα δούμε:


ˆ ποιες είναι οι Συνδεόμενες με Ουσίες Διαταραχές κατά το DSM-IV και
ˆ ποια είναι τα στοιχεία στα οποία πρέπει να δίνεται προσοχή ώστε να μπορεί να γίνει
ορθή διάγνωση για την κάθε συγκεκριμένη ουσία.

3.1 Συνδεόμενες με Ουσίες Διαταραχές

Το DSM-IV διαχωρίζει τις διαταραχές που σχετίζονται με ουσίες σε δύο μεγάλες


κατηγορίες: α) τις διαταραχές που συνδέονται με τη χρήση της ουσίας (εξάρτηση και
κατάχρηση), όπως αναλύθηκαν παραπάνω, και β) τις διαταραχές που προκαλούνται
από μία ουσία (έντεκα στοιχεία: τοξικότητα, στέρηση, παραλήρημα λόγω τοξικότητας,
παραλήρημα λόγω στέρησης, παράνοια, διαταραχές μνήμης, ψυχωτικές διαταραχές,
διαταραχές του θυμικού, αγχώδεις διαταραχές, σεξουαλικές δυσλειτουργίες, διαταραχές
του ύπνου). Έντεκα ομάδες ουσιών αναλύονται εξατομικευμένα, όπως περιγράφηκαν
στην ενότητα Κατηγοριοποίηση Ουσιών.
Στον Πίνακα 4 απεικονίζονται συνοπτικά και συγκεντρωτικά οι σχετιζόμενες με κάθε
ουσία διαταραχές.
Πίνακας 4. Συνδεόμενες με Ουσίες Διαταραχές
Ψυχωτικές διαταραχές

Αγχώδεις διαταραχές
Διαταραχές μνήμης
Παραλήρημα λόγω

Παραλήρημα λόγω

Διαταραχή ύπνου
Διαταραχές της

δυσλειτουργία
τοξικότητας
Κατάχρηση

Σεξουαλική
Τοξικότητα

Παράνοια
στέρησης
Εξάρτηση

διάθεσης
Στέρηση

Αλκοόλ Χ Χ Χ Χ I S P P I/S I/S I/S I I/S


Αμφεταμίνες Χ X X X I I I/S I I I/S
Κάνναβη Χ X X I I I
Κοκαΐνη Χ X X X I I/S I/S I I/S
Ψευδαισθησιογόνα Χ X X I I I I
Νικοτίνη Χ X
Οπιοειδή Χ X X X I I I I I/S
Βενζοδιαζεπίνες Χ X X X I S P P I/S I/S S I I/S
Εισπνεόμενες ουσίες Χ X X P I I I
X: Η ένδειξη βρίσκεται στο DSM-IV

29
I: Η ένδειξη βρίσκεται στο DSM-IV – το σύνδρομο ίσως συνδέεται με την τοξικότητα (μπορεί να
σημειωθεί με έναρξη στη διάρκεια τοξίκωσης)
S: Η ένδειξη βρίσκεται στο DSM-IV – το σύνδρομο μπορεί να εμφανιστεί κατά την στέρηση
P: Η ένδειξη βρίσκεται στο DSM-IV – η διαταραχή εμμένει

3.2 Συνδεόμενη με πολλές Ουσίες Διαταραχή

Οι χρήστες ουσιών συχνά χρησιμοποιούν περισσότερες από μια ουσίες. Το DSM-IV


προβλέπει τη διάγνωση της εξάρτησης από πολλές ουσίες αν, για μία περίοδο
τουλάχιστον 12 μηνών, ο χρήστης έχει επανειλημμένα χρησιμοποιήσει ουσίες από τρεις
τουλάχιστον κατηγορίες ουσιών (στις οποίες δεν περιλαμβάνεται η νικοτίνη και η
καφεΐνη), ακόμη και όταν δεν πληρούνται τα διαγνωστικά κριτήρια της συνδεόμενης με
ουσίες διαταραχής για την κάθε μεμονωμένη ουσία, στην περίπτωση που πληρούνται
τα κριτήρια της εξάρτησης από ουσίες, θεωρώντας τις ουσίες ως ενιαία ομάδα.

30
Σύνοψη
Με την ολοκλήρωση της ενότητας αυτής γνωρίζετε πλέον ότι:
• Η πολυπλοκότητα στις κατηγορίες των ψυχοτρόπων ουσιών και των επιπέδων της
χρήσης τους καθιστά απαραίτητη και εξαιρετικά σημαντική την γνώση των ακριβών
όρων και ορισμών από τους ειδικούς που ασχολούνται με τον τομέα της εξάρτησης
ουσιών.
• Παρά το γεγονός ότι για τις ψυχοτρόπες ουσίες μπορεί να χρησιμοποιούνται
διάφοροι όροι (φάρμακα, ναρκωτικά, εξαρτησιογόνες ουσίες), τελικά καθιερώθηκε
από το αρμόδιο επιστημονικό εγχειρίδιο DSM-IV ως ο ορθότερος ορισμός η λέξη
«ουσίες» και για τις συνδεόμενες διαταραχές «συνδεόμενες με ουσίες διαταραχές».
• Αν και υπάρχουν διάφοροι τρόποι κατηγοριοποίησης των ουσιών, η χρησιμότερη
από κλινικής πλευράς είναι με βάση τον κύριο τρόπο δράσης κάθε ουσίας στο
Κεντρικό Νευρικό Σύστημα.
• Οι απαρχές της σχέσης ανθρώπου και ουσιών ξεκινά από τα προϊστορικά χρόνια.
Η εξέλιξη της κοινωνίας, και ειδικά της ιατρικής επιστήμης, προκάλεσε την εξάπλωση
της χρήσης ουσιών, η οποία τελικά στις μέρες μας αποτελεί μείζον κοινωνικό
πρόβλημα.
• Οι έννοιες χρήση, κατάχρηση και εξάρτηση από ουσίες περιγράφουν διαφορετικές
καταστάσεις και -παρά το γεγονός ότι συχνά συνυπάρχουν- δεν συμπίπτουν πάντα.
Η δοκιμαστική ή περιστασιακή χρήση μπορεί να οδηγήσει σε ψυχαναγκαστική
κατάχρηση, η οποία με τη σειρά της μπορεί να εξελιχθεί σε εξάρτηση (σωματική -
ψυχολογική) από μια ουσία.
• Υπάρχουν συγκεκριμένα διαγνωστικά κριτήρια που πρέπει να πληρούνται ώστε να
γίνει διάγνωση για κατάχρηση ή εξάρτηση από μια ουσία. Τα κριτήρια αυτά
παρουσιάζουν ορισμένες διαφοροποιήσεις μεταξύ των επιστημονικών εγχειριδίων
DSM-IV και ICD-10.
• Η εξάρτηση από μια ουσία είναι ένα σύνθετο φαινόμενο, που μπορεί να διακριθεί
στη ψυχολογική ή σωματική του διάσταση. Η σωματική εξάρτηση συνδέεται άμεσα
με τις έννοιες της ανοχής και της στέρησης.
• Η αποτοξίνωση σχετίζεται με την επιτυχή απομάκρυνση μιας ουσίας από τον
οργανισμό και αποτελεί τον πρόλογο μονάχα μιας μακράς διαδικασίας
αντιμετώπισης του προβλήματος της εξάρτησης από τις ουσίες, μιας διαδικασίας
που στο σύνολο της οδηγεί στην απεξάρτηση.

31
• Το DSM-IV περιγράφει συγκεκριμένες «συνδεόμενες με ουσίες διαταραχές», οι οποίες
διακρίνονται σε αυτές που συνδέονται με τη χρήση της ουσίας και σε αυτές που
προκαλούνται από μια ουσία, ενώ αναφέρει ξεχωριστά τη «συνδεόμενη με πολλές
ουσίες διαταραχή».

32
ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Προγράμματα Συμπληρωματικής Εκπαίδευσης

Με τη χρήση καινοτόμων μεθόδων εξ’ αποστάσεως εκπαίδευσης

554 - ΒΑΣΙΚΕΣ ΈΝΝΟΙΕΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΕΞΑΡΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ


ΕΞΑΡΤΗΣΙΟΓΟΝΩΝ ΟΥΣΙΩΝ

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ 2. ΤΡΟΠΟΙ ΔΡΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΞΑΡΤΗΣΙΟΓΟΝΩΝ


ΟΥΣΙΩΝ – Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΟΥ ΕΘΙΣΜΟΥ

33
34
Εισαγωγικές Παρατηρήσεις

Η εξάρτηση είναι ένα βιοψυχοκοινωνικό φαινόμενο και γι’ αυτό θεωρείται απαραίτητο οι
εκπαιδευόμενοι να αποκτήσουν κάποιες βασικές γνώσεις για το πώς λειτουργούν οι
ουσίες στον εγκέφαλο και με ποιον τρόπο προκαλούν αλλοιώσεις και αλλαγές στη
φυσιολογία.
Η πρώτη υποενότητα παρουσιάζει κάποιες βασικές πληροφορίες για το Κεντρικό
Νευρικό Σύστημα (ΚΝΣ), το οποίο είναι εκείνο που άμεσα επηρεάζεται από την χρήση
ουσιών. Ο τρόπος λειτουργίας και επικοινωνίας μεταξύ των νευρώνων και η επίδραση
των νευροδιαβιβαστών είναι σημαντικοί παράμετροι για την περαιτέρω κατανόηση της
επίδρασης των ουσιών στην εγκεφαλική λειτουργία. Θα συζητηθεί, επίσης, και η έννοια
της ανταμοιβής, όπως αυτή αναπτύσσεται στο εγκεφαλικό σύστημα της οδού
ανταμοιβής, που αποτελεί χαρακτηριστική ιδιότητα των εθιστικών και εξαρτησιογόνων
ουσιών.
Στη δεύτερη υποενότητα αναλύονται διεξοδικότερα οι τρόποι που λειτουργούν οι
διάφορες ψυχοτρόπες ουσίες στον εγκέφαλο. Γίνεται μια γενικότερη αναφορά στα
βασικά σημεία, σύμφωνα με τα οποία αρκετές μελέτες, τόσο σε πειραματόζωα όσο και
στον άνθρωπο, έχουν δείξει ότι οι εθιστικές ουσίες ενεργοποιούν τα εγκεφαλικά
συστήματα ανταμοιβής, δηλαδή τα συστήματα αυτά που διαμεσολαβούν για να βιώσει
κάποιος ηδονή-ευχαρίστηση. Το κυριότερο από αυτά τα συστήματα είναι το
μεσομεταιχμιακό ντοπαμινεργικό σύστημα που προβάλλει από το κοιλιακό καλυπτρικό
πεδίο στον επικλινή πυρήνα και άλλες μεταιχμιακές περιοχές του εγκεφάλου. Επίσης, θα
παρουσιαστεί το πώς η λήψη εθιστικών ουσιών αυξάνει την απελευθέρωση ενδογενών
ουσιών του εγκεφάλου, οι οποίες είναι διαφορετικές για κάθε ουσία. Τέλος, θα αναλυθεί
η διαδικασία με την οποία η συνεχιζόμενη χρήση έχει ως αποτέλεσμα ο εγκέφαλος να
προσαρμόζεται και τα εγκεφαλικά συστήματα ανταμοιβής να απευαισθητοποιούνται,
και κατά συνέπεια να εκδηλώνονται στερητικά συμπτώματα που ποικίλουν, ανάλογα με
την ουσία στην οποία έχει δημιουργηθεί εθισμός.

35
ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 1. ΑΠΛΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑΣ

Στα πλαίσια της πρώτης υποενότητας θα αναφερθούμε στα παρακάτω:


ˆ ποιο είναι το Κεντρικό Νευρικό Σύστημα του ανθρώπινου οργανισμού και πώς
λειτουργεί,
ˆ πώς επικοινωνούν οι νευρώνες του νευρικού συστήματος και ποιος είναι ο ρόλος
των νευροδιαβιβαστών,
ˆ πώς λειτουργεί η οδός ανταμοιβής του εγκεφάλου και πώς σχετίζεται με
συμπεριφορές εξάρτησης, και
ˆ τι σημαίνει ομοιόσταση στον ανθρώπινο οργανισμό.

1.1 Κεντρικό Νευρικό Σύστημα (ΚΝΣ)

Το κεντρικό νευρικό σύστημα αποτελείται από τον εγκέφαλο και το νωτιαίο μυελό. Ο
εγκέφαλος περιγράφεται ως μία λειτουργική μονάδα και αποτελείται από
δισεκατομμύρια νευρικά κύτταρα, τα οποία ονομάζονται νευρώνες.

Εικόνα 1. Ο εγκέφαλος και ο νωτιαίος μυελός

Οι νευρώνες αποτελούν τη βάση της λειτουργίας του ΚΝΣ. Στην εικόνα 2 φαίνονται δύο
πραγματικοί νευρώνες. Έχουν εμποτιστεί με μια φθορίζουσα ουσία και έχουν
φωτογραφηθεί στο μικροσκόπιο. Διακρίνουμε τα βασικά ανατομικά στοιχεία των
νευρώνων: το σώμα, τους δενδρίτες και τους άξονες. Στο τέλος του άξονα βρίσκεται η
απόληξη (terminal) που συνδέει (συνάπτει) τους δύο νευρώνες μεταξύ τους.

36
Εικόνα 2. Οι νευρώνες

Ορισμένες περιοχές του εγκεφάλου επιτελούν συγκεκριμένες λειτουργίες. Για παράδειγμα


υπάρχουν περιοχές που έχουν εξειδικευμένες αισθητικές (μπλε), κινητικές (πορτοκαλί) ή
οπτικές (κίτρινο) λειτουργίες. Η παρεγκεφαλίδα (ροζ), επίσης, επιτελεί τη λειτουργία του
συντονισμού των κινήσεων, ενώ ο ιππόκαμπος (πράσινο) σχετίζεται με τη μνήμη. Τα νευρικά
κύτταρα αυτών των περιοχών συνδέονται με άλλα μέσω νευρικών οδών, στέλνοντας και
ολοκληρώνοντας πληροφορίες. Οι νευρικές αυτές οδοί μπορεί να είναι βραχείες ή μακρές. Η
οδός της «ανταμοιβής», για παράδειγμα (πορτοκαλί), είναι πολύ βραχεία και ενεργοποιείται
όταν ο οργανισμός δέχεται θετική ενίσχυση για κάποια συμπεριφορά του ή όταν λαμβάνει μία
εξαρτησιογόνο ουσία. Ο θάλαμος (ιώδες), από την άλλη πλευρά, δέχεται πληροφορίες για τον
πόνο από όλο το σώμα μέσω του νωτιαίου μυελού και τις μεταδίδει στο φλοιό.
Εικόνα 3. Εγκεφαλικές περιοχές και νευρικές οδοί

37
Η αισθητική οδός του πόνου είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πώς λειτουργεί μια
μακρά οδός από νευρώνες. Ας υποθέσουμε ότι μια πόρτα πιάνει το δάχτυλό μας. Πρώτον, οι
απολήξεις των νευρώνων του νωτιαίου μυελού στο δάχτυλο αισθάνονται το χτύπημα και
στέλνουν το μήνυμα στο θάλαμο (μοβ κύκλος) μέσω μακρών απολήξεων (άξονες). Εκεί
συνάπτονται με άλλους νευρώνες που στέλνουν το μήνυμα στον εγκεφαλικό φλοιό. Ο
θάλαμος δηλαδή οργανώνει την πληροφορία και τη μεταδίδει στο αισθητικό τμήμα του φλοιού
(μπλε), ο οποίος την ερμηνεύει ως πόνο και την κατευθύνει στο παρακείμενο αισθητικό τμήμα
του φλοιού (πορτοκαλί). Από εκεί η πληροφορία μεταδίδεται ξανά στο θάλαμο, που την
οργανώνει εκ νέου και στέλνει σήματα πίσω στο νωτιαίο μυελό, τα οποία καθοδηγούν το
δάχτυλο και άλλα μέρη του σώματος να αντιδράσουν στον πόνο (π.χ. να αποσύρουμε το
δάχτυλο και να φωνάξουμε «ωχ!»).
Εικόνα 4. Αισθητική οδός του πόνου και η αντίδραση στον πόνο

1.2 Συναπτική νευρομεταβίβαση: Η επικοινωνία των νευρώνων

Όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως, το ΚΝΣ λειτουργεί μέσα από την δράση των
νευρώνων, οι οποίοι επικοινωνούν μεταξύ τους με ηλεκτρικά και χημικά σήματα. Η
μεταφορά των μηνυμάτων γίνεται μέσω ειδικά διαμορφωμένων θέσεων επαφής, που
ονομάζονται συνάψεις. Στις συνάψεις κάποιο τελικό κομβίο του νευράξονα ενός
νευρώνα (το προσυναπτικό κύτταρο) έρχεται σε επαφή με ένα τμήμα της επιφάνειας
της μεμβράνης ενός δενδρίτη ή του σώματος ενός άλλου νευρώνα (το μετασυναπτικό
κύτταρο).

38
Εικόνα 5. Η ροή της διέγερσης μεταξύ των νευρώνων

Τα δυο στοιχεία της σύναψης διαχωρίζονται από ένα πολύ στενό διάστημα (χάσμα), το
οποίο ονομάζεται συναπτική σχισμή. Τα μηνύματα διαβιβάζονται δια μέσου της
σχισμής από τα τελικά κομβία προς το μετασυναπτικό κύτταρο με τη μορφή χημικών
ενώσεων που καλούνται νευροδιαβιβαστές και οι οποίοι αποθηκεύονται εντός
μεμβρανικών κυστιδίων, που είναι γνωστά ως συναπτικά κυστίδια. Χαρακτηριστικά
παραδείγματα νευροδιαβιβαστών είναι η ακετυλοχολίνη (acetylcholine), η σεροτονίνη
(serotonine), η ντοπαμίνη (dopamine), η νορεπινεφρίνη (norepinephrine), οι
ενδορφίνες (endorphins) και το γλουταμινικό οξύ (glutamate).

Εικόνα 6. Η σύναψη και η συναπτική νευρομεταβίβαση

Η επαφή των δύο κυττάρων προκαλεί την απελευθέρωση χιλιάδων μορίων ενός
νευροδιαβιβαστή, που αφού διασχίσουν την συναπτική σχισμή σε κλάσματα χιλιοστού
του δευτερολέπτου, δεσμεύονται σε ειδικές πρωτεΐνες που βρίσκονται στη
μετασυναπτική μεμβράνη και τροποποιούν τη διαμόρφωση τους στο χώρο. Όταν
αυτές οι πρωτεΐνες, που ονομάζονται υποδοχείς, ενεργοποιηθούν από κάποιο
νευροδιαβιβαστή, αλλάζουν ορισμένες χημικές και ηλεκτρικές ιδιότητες του
μετασυναπτικού νευρώνα.

39
1.2.1 Το παράδειγμα της ντοπαμίνης

Περιγράφηκε προηγουμένως ο βασικός μηχανισμός της μεταφοράς μηνύματος από


κύτταρο σε κύτταρο. Για να γίνει περισσότερο κατανοητό, ας δούμε και ένα παράδειγμα
για το πώς γίνεται η νευρομεταβίβαση της ντοπαμίνης, μιας ουσίας που σχετίζεται
άμεσα με τη δράση των ψυχοτρόπων ουσιών, και η διαμόρφωση της από τα ενδογενή
οπιοειδή.
Η ντοπαμίνη συντίθεται στις νευρικές απολήξεις και αποθηκεύεται στα συναπτικά
κυστίδια. Όταν το δυναμικό ενέργειας φτάνει στην απόληξη, προκαλεί το άδειασμα των
συναπτικών κυστιδίων που περιέχουν ντοπαμίνη. Τα μόρια της ντοπαμίνης συνδέονται
με τους ντοπαμινεργικούς υποδοχείς της μετασυναπτικής μεμβράνης. Μετά τη σύνδεσή
της με τους υποδοχείς, η ντοπαμίνη αποδεσμεύεται και επαναπροσλαμβάνεται από την
προσυναπτική μεμβράνη μέσω αντλιών επαναπρόσληψης (επίσης πρωτεΐνες), όπως
δείχνουν τα αντίστοιχα βέλη στη εικόνα που ακολουθεί.
Η διαδικασία επαναπρόσληψης είναι σημαντική, διότι έτσι η ντοπαμίνη δεν παραμένει
στη συναπτική σχισμή πολύ χρόνο, διεγείροντας συνεχώς τους υποδοχείς. Υπάρχουν,
επίσης, και παρακείμενοι νευρώνες, οι οποίοι εκκρίνουν μια άλλη ουσία, που
ονομάζεται «νευροδιαμορφωτής». Οι νευροδιαμορφωτές ενισχύουν ή αναστέλλουν τη
νευρομεταβίβαση που ελέγχεται από νευροδιαβιβαστές, όπως η ντοπαμίνη. Στη
συγκεκριμένη περίπτωση, ο νευροδιαμορφωτής είναι η «ενδορφίνη». Η ενδορφίνη
συνδέεται με υποδοχείς οπιούχων που βρίσκονται στη μετασυναπτική μεμβράνη ή σε
απολήξεις άλλων νευρώνων. Η ενδορφίνη δεν αναρροφάται αλλά καταστρέφεται από
ειδικά ένζυμα.

Εικόνα 7. Η νευρομεταβίβαση της ντοπαμίνης

40
1.3 Η οδός της ανταμοιβής

Οι άνθρωποι, όπως όλοι οι οργανισμοί, εμπλέκονται σε συμπεριφορές που


ανταμείβονται. Τα ευχάριστα συναισθήματα παρέχουν θετική ενίσχυση, ώστε οι
συγκεκριμένες συμπεριφορές να επαναλαμβάνονται. Υπάρχουν φυσικοί ενισχυτές,
όπως η τροφή, το νερό, το σεξ και η γαλούχηση, καθώς και τεχνητοί, όπως
φαρμακευτικές ουσίες.
Οι φυσικοί ενισχυτές επιτρέπουν στον οργανισμό να αισθάνεται ευχαρίστηση όταν
τρώει, πίνει νερό, κάνει σεξ ή όταν τεκνοποιεί και γαλουχεί. Τα ευχάριστα αυτά
συναισθήματα ενισχύουν τη συμπεριφορά, ώστε αυτή να επαναλαμβάνεται. Όλες
αυτές οι συμπεριφορές είναι σημαντικές για την επιβίωση του ατόμου και του είδους. Για
όλες αυτές τις συμπεριφορές που ανταμείβονται υπάρχει μια συγκεκριμένη περιοχή του
εγκεφάλου που ενεργοποιείται κατά την εκτέλεση και την ενίσχυσή τους.
Στη εικόνα 8 φαίνεται μια οβελιαία τομή του εγκεφάλου. Σημειώνεται ένα σημαντικό
τμήμα της οδού της ανταμοιβής: η κοιλιακή καλυπτρική περιοχή (ventral tegmental
area -VTA), ο επικλινής πυρήνας (nucleus accumbens) και ο προμετωπιαίος φλοιός
(prefrontal cortex). Η VTA συνδέεται τόσο με τον επικλινή πυρήνα όσο και με τον
προμετωπιαίο φλοιό μέσω αυτής της οδού και στέλνει πληροφορίες σε αυτές τις
περιοχές μέσω των νευρώνων της. Οι νευρώνες της VTA περιέχουν το
νευρομεταβιβαστή ντοπαμίνη, που απελευθερώνεται στον επικλινή πυρήνα και τον
προμετωπιαίο φλοιό. Η οδός αυτή ενεργοποιείται από τα ενισχυτικά ερεθίσματα. Αν και
η οδός που δείχνεται εδώ δεν είναι η μοναδική που ενεργοποιείται από τα ενισχυτικά
ερεθίσματα, οι συγκεκριμένες δομές είναι οι πιο σημαντικές στη διαδικασία της
ενίσχυσης.

Εικόνα 8. Η οδός της ανταμοιβής

41
Όταν τρώμε κάτι που μας αρέσει ή κάνουμε σεξ, αυξάνονται τα επίπεδα της ντοπαμίνης
στον εγκέφαλό μας. Όταν ο οργανισμός πεινάει, υπάρχει έλλειψη ντοπαμίνης στο
μεσολιμβικό σύστημα, μια έλλειψη η οποία δίνει το αρχικό κίνητρο για την εύρεση της
τροφής, ώστε να επιτευχθεί η ομοιόσταση. Έτσι, ο οργανισμός μπαίνει σε διαδικασία
αναζήτησης τροφής και κάθε φορά που πλησιάζει στην επιθυμητή δράση παράγεται
ντοπαμίνη, ώσπου όταν τελικά τραφεί η ντοπαμίνη βρίσκεται ξανά στα αναμενόμενα
επίπεδα, προκαλώντας ευφορία και ευχαρίστηση. Αν για οποιοδήποτε λόγο δεν
βρίσκεται τροφή και δεν γίνεται κάποια πρόοδος προς την εύρεση της, η παρατεταμένη
έλλειψη ντοπαμίνης προκαλεί άγχος, δυσφορία, πανικό και κατάθλιψη.

1.3.1 Πειράματα σχετικά με την οδό ανταμοιβής

Η ανακάλυψη της οδού της ανταμοιβής έγινε σε ποντίκια. Τα ποντίκια εκπαιδεύτηκαν σε


ένα Skinner box ώστε να πατούν ένα μοχλό, ο οποίος απελευθέρωνε μια μικρή
ποσότητα ηλεκτρικού ρεύματος μέσα σε κάποιες περιοχές του εγκεφάλου τους μέσω
ενός μικρού ηλεκτροδίου.

42
Εικόνα 9. Skinner Box

Όταν το ηλεκτρόδιο ήταν τοποθετημένο στον επικλινή πυρήνα (Α και C), το ποντίκι
εξακολουθούσε για μεγάλο διάστημα να πατά το μοχλό, επειδή προφανώς το ερέθισμα
ήταν ευχάριστο. Αυτό το αίσθημα ανταμοιβής καλείται, επίσης, θετικός ενισχυτής. Εάν
το ηλεκτρόδιο ήταν τοποθετημένο σε περιοχές εκτός του προσκεφάλαιου πυρήνα ή της
οδού που τον συνδέει με την VTA, το ποντίκι δεν πατούσε το μοχλό.

Εικόνα 10. Ενεργοποίηση της οδού ανταμοιβής με ηλεκτρικά ερεθίσματα

Σε επόμενα πειράματα διευκρινίστηκε ο ρόλος του νευροδιαβιβαστή ντοπαμίνη και


φάνηκε ότι ο ηλεκτρικός ερεθισμός της οδού ανταμοιβής προκαλούσε αύξηση της
απελευθέρωσης της ντοπαμίνης στον επικλινή πυρήνα μετά τον ερεθισμό. Επίσης, αν η
απελευθέρωση της ντοπαμίνης εμποδιζόταν (είτε με φάρμακα, είτε με καταστροφή της
οδού), το ποντίκι σταματούσε να πατά το μοχλό του αυτοερεθισμού. Έτσι, με τη
βοήθεια των ποντικιών, οι επιστήμονες διευκρίνισαν τις εγκεφαλικές περιοχές και τους
νευροδιαβιβαστές που συμμετέχουν στο «κύκλωμα ανταμοιβής».

43
1.4 Η έννοια της ομοιόστασης

Μια βασική αρχή λειτουργίας οποιουδήποτε βιολογικού οργανισμού ως σύνολο, αλλά


και ως μεμονωμένα υποσυστήματα, είναι η ομοιόσταση. Οι βιολογικοί οργανισμοί, από
τους πιο απλούς ως τους πιο σύνθετους, έχουν γενετικά προσδιορισμένα τα
φυσιολογικά επίπεδα της επιμέρους και της συνολικής λειτουργίας τους. Αυτά από
οργανισμό σε οργανισμό μπορεί να διαφέρουν, αλλά είναι σχετικά άκαμπτα, με
αποτέλεσμα όταν αυτά παραβιάζονται, ο οργανισμός να κάνει ό,τι μπορεί για να
επανέλθει στην προκαθορισμένη κατάσταση.
Το πιο κλασσικό παράδειγμα είναι η θερμοκρασία του σώματος. Αν και διαφέρει από
άτομο σε άτομο, με μικρές βέβαια διακυμάνσεις, αν διαταραχθεί από εξωγενείς
παράγοντες, ο οργανισμός λαμβάνει μέτρα για την επαναφορά του στα φυσιολογικά
επίπεδα (εφίδρωση, αγγειοσυστολή, ανατρίχιασμα).
Αυτό ισχύει πρακτικά σε όλους τους μηχανισμούς, από το κάθε ξεχωριστό κύτταρο ως
και το πολύπλοκο κεντρικό νευρικό σύστημα.
Παράδειγμα 1. Παρουσίαση ερευνητικής μελέτης σε επίμυες για την επίδραση της
ινδικής κάνναβης

Στην πτυχιακή εργασία του Φωκά (2008), φοιτητή ψυχολογίας του Πανεπιστημίου της
Κρήτης, με θέμα «Επιδράσεις της Δ9 - THC στην ενίσχυση και στο άγχος: συγκριτική
μελέτη σε φυσιολογικούς επίμυες και επίμυες που έχουν εκτεθεί σε χρόνιο μη
προβλέψιμο στρες», μπορούμε να δούμε με λεπτομέρεια μια πειραματική μελέτη σε
ποντίκια για τις επιδράσεις των κανναβινοειδών στο σύστημα ανταμοιβής-ενίσχυσης.
http://elocus.lib.uoc.gr/dlib/a/1/9/metadata-dlib-
d07b80c54cf2a61c36c47d08198d805c_1237286382.tkl

44
ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 2. Ο ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΔΡΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΞΑΡΤΗΣΙΟΓΟΝΩΝ
ΟΥΣΙΩΝ ΣΤΟΝ ΕΓΚΕΦΑΛΟ

Στη δεύτερη υποενότητα θα αναφερθούμε:


ˆ στο ρόλο της ντοπαμίνης και της σεροτονίνης στη δράση των ψυχοτρόπων ουσιών
στον εγκέφαλο,
ˆ στον τρόπο επίδρασης των οπιούχων στο ΚΝΣ,
ˆ στο μηχανισμό διέγερσης της εγκεφαλικής λειτουργίας που προκαλούν η κοκαΐνη,
οι αμφεταμίνες και η νικοτίνη,
ˆ στις αλλαγές που υφίσταται ο νευροδιαβιβαστής GABA μετά τη κατανάλωση
αλκοόλ ή άλλων καταστατικών (βενζοδιαζεπίνες, βαρβιτουρικά), και
ˆ στους τρόπους που αλλάζουν την εγκεφαλική λειτουργία η κάνναβη και τα
ψευδαισθησιογόνα.

2.1 Ψυχοτρόπες ουσίες και εγκέφαλος

Είναι αξιοσημείωτο πως τόσο απλές χημικές ουσίες, όπως είναι αρκετές από τις
ψυχοτρόπες ουσίες, μπορούν να προκαλέσουν τόσο έντονες και επαναλήψιμες
ενέργειες σε πολύπλοκους οργανισμούς, όπως ο άνθρωπος. Μικρές ποσότητες από
μερικές από αυτές τις ουσίες μπορούν να αλλάξουν τη διάθεση, την αντίληψη, τη σκέψη
ή ακόμα και γενικούς κανόνες συμπεριφοράς μας που θεωρούμε ότι είναι μέρος του
χαρακτήρα μας. Η έρευνα του εγκεφάλου έχει ανακαλύψει σε ένα μεγάλο μέρος πώς
λειτουργούν οι ουσίες στον ανθρώπινο εγκέφαλο και ποιες είναι οι συνέπειες της
χρήσης και κατάχρησης τους.

Εικόνα 11. Η επίδραση των ψυχοτρόπων ουσιών στον εγκέφαλο

45
Οι χημικές ουσίες που χρησιμοποιούν οι άνθρωποι διαφέρουν δομικά και έχουν
διαφορετικές επιδράσεις στο χρήστη. Τα δύο βασικά συστήματα, όμως, που σχετίζονται
με τη χρήση ψυχοτρόπων ουσιών είναι αυτά που κυριαρχούν οι νευροδιαβιβαστές
ντοπαμίνη και σεροτονίνη.

Στην εικόνα φαίνεται ότι η ντοπαμίνη (μπλε) σχετίζεται με την ευχαρίστηση που νιώθουμε, τα
κίνητρα που κατευθύνουν τη συμπεριφορά μας και τις κινητικές λειτουργίες. Η σεροτίνη
(κόκκινο) παίζει ρόλο στη μάθηση, τη μνήμη, τον ύπνο και τη διάθεση.
Εικόνα 12. Ντοπαμίνη και Σεροτονίνη

Όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως, μια βασική ομοιότητα των περισσοτέρων


ουσιών είναι ότι επηρεάζουν το σύστημα ανταμοιβής του εγκεφάλου, είτε επηρεάζοντας
άμεσα τη ντοπαμίνη, είτε μεταβάλλοντας τη δραστηριότητα άλλων νευροδιαβιβαστών
που ασκούν μια τροποποιητική επίδραση στη μεσομεταιχμιακή ντοπαμινεργική οδό.
Μια ουσία μπορεί να μιμείται ή να ενισχύει τη δράση ενός συγκεκριμένου
νευροδιαβιβαστή, μπορεί όμως και να την αναστέλλει. Στην εικόνα 13 φαίνεται η οδός
ανταμοιβής μαζί με ορισμένες ουσίες που έχουν εθιστική δράση. Όπως η ηρωίνη
(μορφίνη) και η κοκαΐνη ενεργοποιούν την οδό ανταμοιβής στην VTA και τον επικλινή
πυρήνα, έτσι και άλλες ουσίες, όπως η νικοτίνη και το αλκοόλ, προκαλούν
ενεργοποίηση της ίδιας οδού, αν και ορισμένες φορές έμμεσα, όπως π.χ. στην
περίπτωση του αλκοόλ, που την ενεργοποιούν μέσω δράσης στην ωχρά σφαίρα, η
οποία συνδέεται ανατομικά με την οδό ανταμοιβής.

46
Εικόνα 13. Εξαρτησιογόνες ουσίες και σύστημα ανταμοιβής

Βέβαια, η άποψη ότι ο εθισμός σε ουσίες είναι μια κατάσταση που προκαλείται από την
αύξηση των επιπέδων ντοπαμίνης σε συγκεκριμένες εγκεφαλικές περιοχές, σε καμία
περίπτωση δεν μπορεί να ερμηνεύσει από μόνη της μια τόσο πολύπλοκη και
πολυδιάστατη συμπεριφορά. Τα τελευταία χρόνια η έρευνα έχει δείξει ότι ο εθισμός είναι
και μια διαταραχή στη λήψη αποφάσεων με παράλληλη αδυναμία ελέγχου των
παρορμήσεων. Σ' αυτές τις λειτουργίες συμμετέχουν τμήματα του προμετωπιαίου
φλοιού.
Πρόσφατα ερευνητικά ευρήματα υποδεικνύουν ότι η χρόνια χορήγηση ορισμένων
εξαρτησιογόνων ουσιών καταστέλλει τη νευρωνική δραστηριότητα των μετωπιαίων
περιοχών και μεταβάλλει τη λειτουργία του προμετωπιαίου φλοιού. Για παράδειγμα,
μελέτες νευροαπεικόνισης έχουν δείξει μειωμένο όγκο του μετωπιαίου λοβού και μόνιμες
αλλαγές στη μεταβολική δραστηριότητα μετωπιαίων περιοχών σε χρήστες ουσιών. Τα
παραπάνω νευροβιολογικά ευρήματα ενισχύουν μελέτες, σύμφωνα με τις οποίες
ορισμένοι χρήστες ουσιών παρουσιάζουν διάφορα νευροψυχολογικά ελλείμματα,
χαρακτηριστικά δυσλειτουργίας του μετωπιαίου φλοιού. Η διαταραγμένη λειτουργία των
μετωπιαίων λοβών στους χρήστες εξαρτησιογόνων ουσιών μπορεί να συμβάλει στη
λανθασμένη λήψη αποφάσεων, στην παρορμητικότητα και στην αδυναμία ελέγχου της
συμπεριφοράς που χαρακτηρίζουν αυτά τα άτομα.

2.2 Τρόπος δράσης των οπιούχων ουσιών

Τα οπιούχα είναι ουσίες που προέρχονται ή είναι παρόμοιες με αυτές που προέρχονται
από το φυτό «μήκων, η υπνοφόρος». Από τα πιο γνωστά οπιούχα είναι η ηρωίνη, η
μορφίνη και η μεθαδόνη. Οι ουσίες αυτές προκαλούν ευφορία, ευχάριστα

47
συναισθήματα, γενική απόσυρση από την πραγματικότητα και μειωμένη ευαισθησία
στο πόνο. Κατά συνέπεια μπορεί να γίνουν θετικός ενισχυτής, αλληλεπιδρώντας με την
οδό ανταμοιβής του εγκεφάλου.
Για αιώνες οι άνθρωποι κάπνιζαν και έκαναν ενέσεις μορφίνης και άλλων οπιούχων,
προτού ανακαλυφθεί ο τρόπος με τον οποίο επηρεάζουν τη λειτουργία του εγκεφάλου.
Αργότερα, πριν περίπου 50 χρόνια, οι Candace Pert και Solomon Snyder ανακάλυψαν
ότι η μορφίνη και τα άλλα οπιούχα δεσμεύονται σε ειδικούς υποδοχείς στον εγκέφαλο.
Θεωρήθηκε δεδομένο ότι η εξελικτική πορεία του ανθρώπινου οργανισμού δεν μπορεί
να «κατασκεύασε» τέτοιου είδους υποδοχείς απλώς για να λειτουργούν ψυχότροπα τα
παράγωγα ενός φυτού. Έπρεπε να παράγονται από τον εγκέφαλο ορισμένες χημικές
ουσίες που να δεσμεύονται σε αυτούς τους υποδοχείς.
Πράγματι, οι ερευνητές σύντομα ανακάλυψαν ότι ο εγκέφαλος διαθέτει μια κατηγορία
νευροδιαβιβαστών που δεν ήταν γνωστοί στο παρελθόν και σήμερα ονομάζονται
«ενδορφίνες», ένας όρος που προκύπτει από τη συνεκφορά των λέξεων ενδογενείς
μορφίνες. Οι ενδορφίνες συμμετέχουν στη νευρική μεταβίβαση και βοηθούν στη
καταστολή του πόνου. Απελευθερώνονται φυσιολογικά στον οργανισμό όταν τα
άτομο τραυματίζεται σωματικά και είναι κατά ένα μέρος υπεύθυνες για την απουσία
πόνου σε καταστάσεις οξέων τραυματισμών. Τα οπιούχα είναι ένας τεχνητός τρόπος
επέμβασης στο εγκεφαλικό ενδορφινικό σύστημα.
Όταν ένα άτομο κάνει χρήση ηρωίνης (ή μορφίνης), το φάρμακο φτάνει γρήγορα στον
εγκέφαλο μέσω της αιματικής ροής. Η ηρωίνη μπορεί να φτάσει ακόμη πιο γρήγορα
στον εγκέφαλο εάν καπνιστεί. Οι χρήστες ακόμη παίρνουν την ηρωίνη από το
βλεννογόνο της μύτης για να αποφύγουν τα προβλήματα της ένεσης. Σε αυτή την
περίπτωση δεν φτάνει τόσο γρήγορα στον εγκέφαλο, αλλά η δράση της διαρκεί
περισσότερο. Όταν φτάσει στον εγκέφαλο, η ηρωίνη μετατρέπεται σε μορφίνη με τα
κατάλληλα ένζυμα. Όπως δείχνει η εικόνα 14, η μορφίνη συνδέεται σε τμήμα του
φλοιού, την VTA, τον επικλινή πυρήνα, το θάλαμο, καθώς και σε περιοχές του
εγκεφαλικού στελέχους και του νωτιαίου μυελού. Φαίνεται, δηλαδή, ότι η μορφίνη
συνδέεται με υποδοχείς που βρίσκονται είτε στην οδό ανταμοιβής (VTA, προσκεφάλαιος
πυρήνας), είτε στην οδό του πόνου (θάλαμος, στέλεχος, νωτιαίος μυελός). Η σύνδεση
με τις οδούς του πόνου προκαλεί αναλγησία.

48
Εικόνα 14. Σημεία σύνδεσης των οπιούχων στον εγκέφαλο και το νωτιαίο μυελό

Η μορφίνη συνδέεται σε υποδοχείς που βρίσκονται πάνω σε νευρώνες της VTA και του
επικλινούς πυρήνα, που ανήκουν στην οδό ανταμοιβής.

Στην εικόνα βλέπουμε μια σύναψη στον επικλινή πυρήνα. Στη δράση των οπιούχων
συμμετέχουν τρία είδη νευρώνων: ένα που εκλύει ντοπαμίνη (επάνω αριστερά), μία
παρακείμενη απόληξη (επάνω δεξιά) που περιέχει ένα διαφορετικό νευροδιαβιβαστή (GABA)
και το μετασυναπτικό κύτταρο που φέρει τους υποδοχείς της ντοπαμίνης. Τα οπιούχα
συνδέονται με υποδοχείς οπιούχων (κίτρινο) στην παρακείμενη απόληξη και η σύνδεση αυτή
στέλνει σήμα στη ντοπαμινεργική απόληξη να απελευθερώσει περισσότερη ντοπαμίνη. Η
ενεργοποίηση των υποδοχέων οπιούχων ελαττώνει την απελευθέρωση του GABA, το οποίο
φυσιολογικά αναστέλλει την απελευθέρωση της ντοπαμίνης. Έτσι, η απελευθέρωση της
ντοπαμίνης αυξάνεται.
Εικόνα 15. Σύνδεση της μορφίνης στην οδό ανταμοιβής

49
Όπως ένα ποντίκι πατά ένα μοχλό για να ερεθίσει ηλεκτρικά την οδό ανταμοιβής, κατά
τον ίδιο τρόπο μπορεί να πατά ένα μοχλό για να αυτοχορηγείται με ηρωίνη στην ίδια
περιοχή. Στην εικόνα 16 το ποντίκι αυτοχορηγείται με ηρωίνη μέσω μιας μικρής
κάνουλας που βρίσκεται ακριβώς μέσα στον επικλινή πυρήνα. Πατά συνέχεια το μοχλό
για να πάρει περισσότερη ηρωίνη, επειδή το φάρμακο το κάνει να αισθάνεται ωραία.
Η ηρωίνη αποτελεί θετικό ενισχυτή και παίζει το ρόλο ανταμοιβής. Εάν η κάνουλα
τοποθετηθεί έξω από τον επικλινή πυρήνα, το ποντίκι σταματά να πατά το μοχλό.
Πειράματα έχουν δείξει ότι στα ποντίκια που αυτοχορηγούν ηρωίνη αυξάνεται η
απελευθέρωση ντοπαμίνης στην οδό ανταμοιβής. Έτσι, επειδή περισσότερη ντοπαμίνη
βρίσκεται στη συναπτική σχισμή, δεσμεύεται σε περισσότερους υποδοχείς και
ενεργοποιεί την οδό ανταμοιβής.

Εικόνα 16. Αυτοχορήγηση ηρωίνης σε ποντίκια

2.2.1 Ο κυτταρικός μηχανισμός της ανοχής στα οπιούχα

Όταν χρησιμοποιείται ένα φάρμακο, όπως η ηρωίνη, για μεγάλο χρονικό διάστημα,
μπορεί να αναπτυχθεί ανοχή. Ανοχή αναπτύσσεται όταν ο οργανισμός δεν απαντά
στην ουσία με τον τρόπο που απαντούσε πριν. Με άλλα λόγια, χρειάζεται μεγαλύτερη
δόση για να φέρει το ίδιο αποτέλεσμα. Έτσι, για παράδειγμα, στην περίπτωση της
ηρωίνης και της μορφίνης, αναπτύσσεται γρήγορα ανοχή στην αναλγητική δράση των
φαρμάκων. Η ανοχή μπορεί να προκαλείται μέσω πολλών μηχανισμών, αλλά στην
περίπτωση της ηρωίνης και της μορφίνης αναπτύσσεται σε κυτταρικό επίπεδο. Για
παράδειγμα, όταν η μορφίνη συνδέεται με τους υποδοχείς της, προκαλεί την αναστολή
ενός ενζύμου (της αδενυλοκυκλάσης) που έχει πολλές δράσεις σε κυτταρικό επίπεδο.
Μετά από επανειλημμένη ενεργοποίηση του υποδοχέα των οπιούχων από τη μορφίνη,
το ένζυμο προσαρμόζεται έτσι ώστε να μην επιτρέπει στη μορφίνη να διεγείρει το
κύτταρο. Έτσι, η δράση της μορφίνης περιορίζεται.

50
Η ανάπτυξη ανοχής στην αναλγητική δράση της μορφίνης οφείλεται σε περιοχές
διαφορετικές από την οδό ανταμοιβής. Οι περιοχές αυτές είναι κυρίως ο θάλαμος και ο
νωτιαίος μυελός, οι οποίες είναι και οι δύο υπεύθυνες για την αποστολή των
μηνυμάτων του πόνου στο φλοιό του εγκεφάλου και την αναλγητική δράση της
μορφίνης.

Εικόνα 17. Εγκεφαλικές περιοχές που συνδέονται με την ανάπτυξη αντοχής στα
οπιούχα

2.2.2 Ο μηχανισμός της εξάρτησης στα οπιούχα

Με την επαναλαμβανόμενη χρήση της ηρωίνης αναπτύσσεται εξάρτηση. Η εξάρτηση


συμβαίνει όταν οι νευρώνες προσαρμόζονται στην επαναλαμβανόμενη έκθεση στην
ουσία και λειτουργούν φυσιολογικά μόνο με την παρουσία της. Όταν η ουσία
αποσύρεται συμβαίνουν πολλές φυσιολογικές αντιδράσεις, οι οποίες αναφέρονται ως
σύνδρομο στέρησης. Στην περίπτωση της ηρωίνης, η στέρηση μπορεί να είναι ιδιαίτερα
σοβαρή και ο χρήστης πρέπει να κάνει χρήση της ουσίας για να αποφύγει το
σύνδρομο στέρησης.
Η ανάπτυξη της σωματικής εξάρτησης στην ηρωίνη (μορφίνη) περιλαμβάνει, επίσης,
εξειδικευμένες περιοχές του εγκεφάλου, ανεξάρτητες από την οδό της ανταμοιβής.
Αυτές οι περιοχές βρίσκονται στο θάλαμο και το εγκεφαλικό στέλεχος (πράσινες
κουκίδες στην εικόνα 18). Οι περιοχές που εμπλέκονται στην ψυχολογική εξάρτηση4
από την ηρωίνη φαίνονται επίσης με κόκκινο για σύγκριση. Πολλά από τα συμπτώματα
του συνδρόμου της στέρησης παράγονται όταν οι υποδοχείς οπιούχων στο θάλαμο
και το στέλεχος στερούνται τη διέγερσή τους από τη μορφίνη.

4 Με αυτό εννοούμε την ανάγκη για επανάληψη της ευχάριστης ενέργειας.

51
Εικόνα 18. Εγκεφαλικές περιοχές που συνδέονται με την ανάπτυξη εξάρτησης στα
οπιούχα

2.3 Τρόπος δράσης των διεγερτικών του ΚΝΣ ουσιών

Στις διεγερτικές ουσίες περιλαμβάνονται η κοκαΐνη, οι αμφεταμίνες, η καφεΐνη και η


νικοτίνη. Είναι ουσίες που τείνουν να αυξάνουν τη δραστηριότητα και την εγρήγορση
και δρουν άμεσα και αποκλειστικά στο μεσολιμβικό σύστημα.

2.3.1 Κοκαΐνη – Αμφεταμίνες

Η κοκαΐνη και οι αμφεταμίνες είναι ευρύτατα διαδεδομένες ως ουσίες που προκαλούν


ψυχολογική εξάρτηση, εξαιτίας της ιδιότητας τους να ενισχύουν τις ευχάριστες
αισθήσεις και να προσφέρουν ένα αίσθημα ευφορίας. Η διεγερτική τους δράση
οφείλεται στην αύξηση της δραστηριότητας των ντοπαμινεργικών συνάψεων. Επιπλέον,
αυξάνουν και τη δραστηριότητα των νοραδρενεργικών και άλλων συνάψεων.
Γενικότερα, οι ουσίες που ενισχύουν τη ντοπαμινεργική διαβίβαση τείνουν να
προκαλούν εξάρτηση.
Όσον αφορά την κοκαΐνη, όταν κάποιος καπνίζει κοκαΐνη ή την λαμβάνει από τη μύτη,
φτάνει σε όλον τον εγκέφαλο, δεσμεύεται, όμως, σε συγκεκριμένες περιοχές του. Αυτές
σημειώνονται με κίτρινες κουκίδες στην εικόνα 19 και περιλαμβάνουν την VTA και τον
επικλινή πυρήνα (τη μεγάλη περιοχή).
Η κοκαΐνη, δηλαδή, δεσμεύεται κατά κύριο λόγο στην οδό ανταμοιβής. Η δέσμευση της
κοκαΐνης σε άλλες περιοχές, όπως ο κερκοφόρος πυρήνας, εξηγεί άλλες ενέργειές της,
όπως οι αυξημένες στερεοτυπικές συμπεριφορές (επίμονος βηματισμός, φάγωμα των
νυχιών, ξύσιμο, κλπ.)

52
Εικόνα 19. Σημεία δέσμευσης της κοκαΐνης

Η κοκαΐνη δεσμεύεται σε περιοχές του εγκεφάλου που είναι πλούσιες σε ντοπαμίνη,


όπως η VTA και ο επικλινής πυρήνας. Στην εικόνα 20 φαίνεται η νευρομεταβίβαση της
ντοπαμίνης σε μία σύναψη στον επικλινή πυρήνα. Βλέπουμε τη ντοπαμίνη που
απελευθερώνεται στο συναπτικό χάσμα, συνδέεται στους υποδοχείς της στη
μετασυναπτική μεμβράνη και επαναπροσλαμβάνεται πίσω στην προσυναπτική
απόληξη. Όταν όμως υπάρχει κοκαΐνη, αυτή δεσμεύεται στην αντλία επαναπρόσληψης
και εμποδίζει τη ντοπαμίνη να επαναρροφηθεί στην απόληξη. Έτσι, παραμένει
περισσότερη ντοπαμίνη στο συναπτικό χάσμα και διεγείρει περισσότερους υποδοχείς
και για περισσότερο χρόνο. Έχει, δηλαδή, το ίδιο αποτέλεσμα με τη μορφίνη, η οποία
αυξάνει τα επίπεδα έκκρισης της ντοπαμίνης, με αποτέλεσμα παρουσία περισσότερης
ντοπαμίνης στο συναπτικό χάσμα.

Εικόνα 20. Μηχανισμός δράσης της κοκαΐνης

Με την πάροδο του χρόνου, η διέγερση της ντοπαμίνης μειώνεται ακόμα περισσότερο,
επειδή η ντοπαμίνη που βρίσκεται στη συναπτική σχισμή, αδυνατώντας να εισέλθει
ξανά στο προσυναπτικό νευρώνα, διαχέεται. Υπό κανονικές συνθήκες, απουσία

53
δηλαδή κοκαΐνης, ο προσυναπτικός νευρώνας επαναπροσλαμβάνει μεγάλο μέρος της
ντοπαμίνης που έχει απελευθερωθεί και την ανακυκλώνει για μελλοντική χρήση. Όταν
κάποια ουσία εμποδίζει αυτή την ανακύκλωση, ο προσυναπτικός νευρώνας χρειάζεται
περισσότερο χρόνο για να αναδημιουργήσει τα αποθέματα του. Κατά συνέπεια, οι
χρήστες κοκαΐνης συχνά αναφέρουν ότι μέσα σε μία ή δύο ώρες μετά τη λήψη της
ουσίας, «πέφτουν» σε μια καταθλιπτική κατάσταση, πολύ διαφορετική από την
ευχάριστη κατάσταση εγρήγορσης που προκαλεί αρχικά η ουσία.
Στις απεικονίσεις του εγκεφάλου από τομογραφικό ανιχνευτή εκπομπής ποζιτρονίων
(PET), ο εγκέφαλος εμφανίζει μειωμένο μεταβολισμό και μειωμένη γενική δραστηριότητα
υπό την επήρεια κοκαΐνης. Στην εικόνα 21 το κόκκινο υποδηλώνει τη μέγιστη
δραστηριότητα.

Εικόνα 21. Απεικόνιση εγκεφαλικής λειτουργίας πριν και μετά τη χρήση κοκαΐνης

Όπως είπαμε, η κοκαΐνη δεσμεύεται στην οδό ανταμοιβής του εγκεφάλου. Ως


αποτέλεσμα της δράσης της κοκαΐνης στον επικλινή πυρήνα, το σύστημα ανταμοιβής
ενεργοποιείται από την αυξημένη του δραστηριότητα. Αυτή η οδός μπορεί να
ενεργοποιηθεί και απουσία της κοκαΐνης, όπως π.χ. στη φάση της «δίψας» για την
ουσία (craving). Με την επαναλαμβανόμενη χρήση κοκαΐνης, ο οργανισμός βασίζεται
στην ουσία για να διατηρήσει τα ενισχυτικά συναισθήματα. Το άτομο δεν είναι πια σε
θέση να αισθανθεί τη θετική ενίσχυση ή τα ευχάριστα συναισθήματα των φυσικών ή
των δευτερογενών ενισχυτών. Παίρνει ευχαρίστηση μόνο από την κοκαΐνη. Έτσι, ο
χρήστης εξαρτάται από αυτήν και απουσία κοκαΐνης εμφανίζεται ανηδονία και
κατάθλιψη ως μέρος του συνδρόμου στέρησης. Για την αποφυγή τους, ο χρήστης
αναζητά πάλι την κοκαΐνη. Σε αντίθεση, δηλαδή, με την ηρωίνη, ο ψυχολογικός εθισμός
στην κοκαΐνη και η εξάρτηση από αυτήν (π.χ. ανηδονία) περιλαμβάνουν και οι δύο
δομές της οδού ανταμοιβής.

54
Οι ερευνητές έχουν μετρήσει αυξημένα επίπεδα ντοπαμίνης στις συνάψεις της οδού
ανταμοιβής σε ποντίκια που αυτό-χορηγούνται κοκαΐνη. Όπως και στην περίπτωση της
ηρωίνης, τα ποντίκια πατούν συνεχώς το μοχλό για να εγχύσουν απ’ ευθείας την
κοκαΐνη σε περιοχές της οδού ανταμοιβής, όπως η VTA και ο επικλινής πυρήνας. Και
πάλι, αν η κάνουλα έγχυσης βρίσκεται δίπλα αλλά όχι ακριβώς μέσα σε αυτές τις
περιοχές, το ποντίκι δεν πατά το μοχλό. Η ικανότητα των ποντικιών για αυτό-χορήγηση
κοκαΐνης αποτελεί σημαντικό παράγοντα πρόβλεψης της εθιστικής δυνατότητας αυτής
της ουσίας.
Αντίστοιχη είναι και η δράση της αμφεταμίνης στον εγκέφαλο, με τη διαφορά ότι η
ουσία αυτή είναι ανταγωνιστής των προσυναπτικών κυστιδίων, εξωθώντας τη
ντοπαμίνη έξω από τα κυστίδια.

2.3.2 Νικοτίνη

Η νικοτίνη, μια χημική ουσία που υπάρχει στα προϊόντα του καπνού, έχει πολύπλοκη
δράση. Διεγείρει άμεσα ένα είδος χολινεργικών υποδοχέων (υποδοχείς ακετυλοχολίνης),
που ονομάζονται νικοτινικοί υποδοχείς. Αυτοί οι υποδοχείς απαντώνται τόσο στο ΚΝΣ,
όσο και στις νευρομυϊκές συνάψεις των σκελετικών μυών. Επίσης, η νικοτίνη διεγείρει
έμμεσα τους ντοπαμινεργικούς υποδοχείς.

2.4 Τρόπος δράσης των κατασταλτικών του ΚΝΣ ουσιών

Οι ουσίες που λειτουργούν κατασταλτικά στο ΚΝΣ, όπως είναι το αλκοόλ, οι


βενζοδιαζεπίνες και τα βαρβιτουρικά, δρουν στους υποδοχείς GABA. Το γ-
αμυνοβουτιρικό οξύ (GABA) είναι ο πιο πολυπληθής νευροδιαβιβαστής στον
ανθρώπινο εγκέφαλο. Η βασική του δράση είναι κατασταλτική, περιορίζει, δηλαδή, την
λειτουργία των νευρώνων. Για παράδειγμα, υπάρχει έντονη έκκριση του πριν τον ύπνο,
οπότε και προετοιμάζεται ο εγκέφαλος για ξεκούραση. Οι ουσίες αυτές επηρεάζουν το
μεσολιμβικό σύστημα έμμεσα. Δηλαδή, η έντονη παρουσία κάποιου αγωνιστή των
GABA υποδοχέων, όπως είναι το αλκοόλ, προκαλεί καταστολή των αναστολών και του
αισθήματος της ντροπής, και έτσι η ντοπαμίνη δρα ανεξέλεγκτα. Επίσης, η έντονη
απουσία GABA νευροδιαβιβαστών προκαλεί αϋπνία και πολύ έντονο στρες, με
αποτέλεσμα να υπάρχει ανάγκη της απαλλαγής από αυτό.
Ειδικότερα, όσον αφορά το οινόπνευμα, η επίδραση του στη συμπεριφορά οφείλεται
σε μια σειρά μηχανισμών:
¾ αναστέλλει τη ροή των ιόντων νατρίου διαμέσου της μεμβράνης,
¾ μεγαλώνει την επιφάνεια όλων των μεμβράνων

55
¾ και γενικά επηρεάζει τη λειτουργία του νευρικού συστήματος.
Εκτός από τις μη ειδικές δράσεις επί των νευρώνων του εγκεφάλου, το οινόπνευμα
μεταβάλλει ένα είδος των υποδοχέων GABA, αυξάνοντας τη διεγερσιμότητα τους. Ως εκ
τούτου, το GABA ασκεί ισχυρότερη δράση και έτσι οδηγεί σε χαλάρωση.

2.5 Τρόπος δράσης των προϊόντων ινδικής κάνναβης

Το βασικό συστατικό των προϊόντων της ινδικής κάνναβης είναι η Δ-9-


τετραϋδροκανναβινόλη (Δ9-THC). Για τις κανναβινόλες έχει ταυτιστεί, κλωνοποιηθεί και
χαρακτηριστεί ένας ειδικός υποδοχέας, ο οποίος είναι μέλος της οικογένειας των
υποδοχέων που δεσμεύονται με τη G πρωτεΐνη. Ο υποδοχέας των κανναβινοειδών
συνδέεται με τον αναστολέα G πρωτεΐνη, η οποία δεσμεύεται με την αδενυλοκυκλάση με
ανασταλτικό τρόπο. Μελέτες σε ζώα έχουν δείξει ότι τα κανναβινοειδή δρουν σε
νευρώνες των μονοαμίνων και του GABA. Ο υποδοχέας αυτός βρίσκεται σε
υψηλότερες συγκεντρώσεις στα βασικά γάγγλια, τον ιππόκαμπο και την
παρεγκεφαλίδα, με χαμηλότερες συγκεντρώσεις στον εγκεφαλικό φλοιό. Η δράση της
κάνναβης στον ιππόκαμπο εξηγεί την επίδραση της στη μνήμη.

Εικόνα 22. Σημεία δέσμευσης της κάνναβης

Τα τελευταία χρόνια γίνονται πολλές ερευνητικές προσπάθειες για να ανακαλυφθεί ο


τρόπος που λειτουργεί η κάνναβη στον εγκέφαλο, μιας και ο ρόλος της οδού
ανταμοιβής είναι ένα βασικό θέμα διαφωνιών. Οι περισσότερες μελέτες αναφέρουν ότι
τα ζώα δεν λαμβάνουν από μόνα τους κανναβινοειδή, όπως κάνουν με άλλες ουσίες
κατάχρησης, δημιουργώντας ακόμα μεγαλύτερα ερωτήματα. Ωστόσο, είναι γεγονός
ότι αναπτύσσεται ανοχή στην κάνναβη, ενώ είναι πλέον ξεκάθαρο ότι συνδέεται και με
έντονη ψυχολογική εξάρτηση.

56
2.6 Τρόπος δράσης των ψευδαισθησιογόνων ουσιών

Αν και είναι μεγάλη η ποικιλία των ψευδαισθησιογόνων ουσιών που διαφέρουν στις
φαρμακολογικές τους δράσεις, ωστόσο το LSD μπορεί να αναφερθεί ως γενικό
πρότυπο. Η βασική φαρμακοδυναμική του δράση παραμένει αμφιλεγόμενη, όμως έχει
γίνει γενικά αποδεκτό ότι οι βασικές του δράσεις έχουν σχέση με το σύστημα της
σεροτονίνης. Φαίνεται ότι το LSD λειτουργεί ως μερικός αγωνιστής στους
μετασυναπτικούς υποδοχείς της σεροτονίνης, αυξάνοντας τη δράση της.
Το αξιοσημείωτο είναι ότι ακόμα και μετά την πλήρη απομάκρυνση των προσυναπτικών
νευρώνων που απελευθερώνουν σεροτονίνη, το LSD μπορεί να δράσει κανονικά. Ίσως
να ασκεί και ακόμα μεγαλύτερη επίδραση: μετά την απομάκρυνση των
σεροτονινεργικών νευρώνων, ο μετασυναπτικός νευρώνας μπορεί να αναπτύξει
μεγαλύτερο αριθμό σεροτονινεργικών υποδοχέων, ως ένα είδος αντιστάθμισης. Αυτή η
αύξηση του αριθμού των υποδοχέων καθιστά την ουσία περισσότερο αποτελεσματική.

57
Σύνοψη
Με την ολοκλήρωση της ενότητας αυτής ο εκπαιδευόμενος γνωρίζει ότι:
• Το κεντρικό νευρικό σύστημα αποτελείται από τον εγκέφαλο και το νωτιαίο μυελό. Ο
εγκέφαλος αποτελείται από δισεκατομμύρια νευρικά κύτταρα, τους νευρώνες.
• Η σύναψη είναι το σημείο επικοινωνίας μεταξύ των νευρώνων. Η λειτουργία των
περισσοτέρων συνάψεων βασίζεται στην απελευθέρωση ενός νευροδιαβιβαστή
από το προσυναπτικό κύτταρο, ο οποίος επηρεάζει τη λειτουργία του
μετασυναπτικού κυττάρου. Οι διάφοροι νευροδιαβιβαστές συμβάλλουν στη
συμπεριφορά με διαφορετικό τρόπο.
• Διάφορες ουσίες δρουν είτε ως αγωνιστές είτε ως ανταγωνιστές ενός
νευροδιαβιβαστή, μεταβάλλοντας κάποιο στάδιο της συνολικής πορείας της
νευροδιαβίβασης, από τη σύνθεση του νευροδιαβιβαστή ως την επαναπρόσληψη ή
την αποδόμηση του μετά τη διαβίβαση.
• Οι ουσίες που ενισχύουν την ντοπαμινεργική διαβίβαση έχουν την τάση να
προκαλούν εθισμό ή εξάρτηση.
• Τα οπιούχα και τα κανναβινοειδή δεσμεύονται σε υποδοχείς του εγκεφάλου ειδικούς
για συγκεκριμένους νευροδιαβιβαστές.
• Οι αμφεταμίνες και η κοκαΐνη ενισχύουν την ντοπαμινεργική νευροδιαβίβαση,
εμποδίζοντας την επαναπρόσληψη της ντοπαμίνης μετά την απελευθέρωση της και
παρατείνοντας έτσι την παρουσία της στο μετασυναπτικό χάσμα.
• Οι παραισθησιογόνες ουσίες δεσμεύονται σε ένα συγκεκριμένο είδος
σεροτονινεργικου υποδοχέα, διεγείροντας τον σε στιγμές που δεν είναι φυσικό να
διεγείρεται, με αποτέλεσμα την αλλοίωση της αντίληψης.
• Το αλκοόλ ασκεί ποικίλες δράσεις στο νευρικό σύστημα, μεταξύ των οποίων
συμπεριλαμβάνεται η ευόδωση της νευροδιαβίβασης του GABA.

58
ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Προγράμματα Συμπληρωματικής Εκπαίδευσης

Με τη χρήση καινοτόμων μεθόδων εξ’ αποστάσεως εκπαίδευσης

554 - ΒΑΣΙΚΕΣ ΈΝΝΟΙΕΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΕΞΑΡΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ


ΕΞΑΡΤΗΣΙΟΓΟΝΩΝ ΟΥΣΙΩΝ

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ 3. ΚΑΤΗΓΟΡΙΟΠΟΙΗΣΗ ΨΥΧΟΤΡΟΠΩΝ ΟΥΣΙΩΝ


(1): ΟΠΙΟΕΙΔΕΙΣ ΟΥΣΙΕΣ – ΚΑΤΑΣΤΑΛΤΙΚΑ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΝΕΥΡΙΚΟΥ
ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ - ΕΙΣΠΝΕΟΜΕΝΑ

59
60
Εισαγωγικές Παρατηρήσεις

Η παρούσα διδακτική ενότητα είναι αφιερωμένη στις ίδιες τις εξαρτησιογόνες ουσίες -
ειδικότερα στις οπιοειδείς, στα κατασταλτικά του ΚΝΣ και στις εισπνεόμενες.
Περιγράφονται τα βασικά χαρακτηριστικά των υπό εξέταση ουσιών και οι διάφορες
πτυχές της δράσης της κάθε ουσίας.
Αναλυτικότερα, στην πρώτη υποενότητα αναφέρεται η ιστορία του οπίου, μια ιστορία
που χάνεται στα βάθη της ανθρώπινης ιστορίας και καταλήγει στο σημερινό εξαιρετικά
σοβαρό πρόβλημα της εξάπλωσης των ουσιών αυτής της κατηγορίας. Οι οπιοειδείς
ουσίες, στις οποίες περιλαμβάνεται μεταξύ άλλων η ηρωίνη, η μορφίνη και η μεθαδόνη,
έχουν συνδεθεί με τα σοβαρότερα προβλήματα εξάρτησης. Το ευφορικό και
αναλγητικό αποτέλεσμα της αρχικής χρήσης αυτών των ουσιών δίνει γρήγορα τη θέση
του στην απόλυτη σωματική εξάρτηση και σε ένα φαύλο κύκλο αγωνιώδους
αναζήτησης της ουσίας, ώστε να αποφευχθεί το στερητικό σύνδρομο.
Στη δεύτερη υποενότητα εξετάζονται τα κατασταλτικά φάρμακα του ΚΝΣ. Το
οινόπνευμα, επίσης, συγκαταλέγεται σε αυτή τη κατηγορία, αλλά είθισται να
περιγράφεται ως ξεχωριστή ενότητα. Πριν την εισαγωγή των βενζοδιαζεπινών, τα
βαρβιτουρικά συνταγογραφούνταν συχνά. Όταν έγινε ξεκάθαρη η επικινδυνότητα τους,
αντικαταστάθηκαν από τις βενζοδιαζεπίνες, οι οποίες αποτελούν μια πολύ συχνή ουσία
κατάχρησης. Είναι πλέον ξεκάθαρο ότι η συστηματική χρήση τέτοιων φαρμάκων
προκαλεί ψυχολογική και σωματική εξάρτηση.
Η τρίτη υποενότητα περιγράφει τα βασικά χαρακτηριστικά των εισπνεόμενων ουσιών.
Στην κατηγορία αυτή ανήκουν αέριες ενώσεις ή πτητικά υγρά (κόλλες, βενζίνη,
αεροζόλ), η χρήση των οποίων συναντάται συχνά σε έφηβους νεαρής ηλικίας.

61
ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 1. ΟΠΙΟΕΙΔΕΙΣ ΟΥΣΙΕΣ

Στα πλαίσια της πρώτης υποενότητας θα αναφερθούμε στα παρακάτω:


ˆ πώς παράγεται το όπιο και ποια είναι η ιστορία του,
ˆ ποιες είναι οι οπιοειδείς ουσίες,
ˆ ποια είναι τα βασικά χαρακτηριστικά της ηρωίνης,
ˆ ποιες είναι οι επιδράσεις (άμεσες και μακροχρόνιες) της χρήσης ηρωίνης, και
ˆ ποια είναι τα βασικά χαρακτηριστικά της εξάρτησης που προκαλείται από τη
κατάχρηση οπιούχων.

1.1 Όπιο: Ένα φάρμακο που έγινε «ναρκωτικό»

Το όπιο, από το οποίο παράγονται οι ουσίες που μελετώνται στη παρούσα ενότητα,
είναι ο χυμός που παίρνουμε από το χάραγμα της χλωρής κάψουλας της παπαρούνας
Papaver somniferum. Η υπνοφόρος μήκων είναι ετήσιο φυτό, ενδημικό της δυτικής
Ασίας και της νοτιοανατολικής Ευρώπης. Έχει στέλεχος πράσινο-γλαυκό και άκαμπτο,
που φτάνει σε ύψος ως και 120 cm, και φύλλα με αδρές οδοντώσεις και κυματισμούς,
ενώ τα άνθη του είναι πολύ μεγάλα, υπόλευκα, με έντονη κόκκινη κηλίδα στη βάση των
πετάλων. Η χάραξη της άγουρης κάψας του καρπού ακολουθείται από έξοδο πηκτού
γαλακτώδους χυμού, που προοδευτικά γίνεται σκοτεινόχρωμος.

62
Εικόνα 1. Το φυτό Papaver somniferum

Η οπιούχος παπαρούνα καλλιεργήθηκε στην Ασία για πάρα πολλά χρόνια, και
πρόσφατα καλλιεργήθηκε και στη Λατινική Αμερική. Το 60% της παγκόσμιας
παραγωγής οπίου παράγεται στις απόμερες περιοχές της νοτιανατολικής Ασίας,
ιδιαίτερα στο περιβόητο «Χρυσό τρίγωνο», μια περιοχή που καλύπτει περιοχές της
Μυανμάρ, του Λάος και της Ταϊλάνδης. Ο μεγαλύτερος παραγωγός-κράτος είναι το
Αφγανιστάν, ενώ σημαντικές ποσότητες παράγουν το Πακιστάν, το Μεξικό και η
Κολομβία.

1.2 Η ιστορία του οπίου

Το όπιο είναι από τα αρχαιότερα φάρμακα που χρησιμοποίησε ο άνθρωπος, με


δεδομένο ότι έχουν βρεθεί σχετικές ζωγραφιές από την προϊστορική περίοδο στην
Βόρειο Ιταλία, ενώ σπόροι του φυτού έχουν βρεθεί σε παλαιολιθικούς οικισμούς της
κεντρικής Ευρώπης, που χρονολογούνται από το 4000 π.Χ.. Από τον 16ο αιώνα
υπάρχουν γραπτές μαρτυρίες για την ιατρική του χρήση από τον Θεόφραστο, τον
Διοσκουρίδη και τον Πλίνιο. Ο Ιπποκράτης αναγνώριζε στο όπιο ιδιαίτερα ισχυρές
θεραπευτικές ιδιότητες, αλλά συνιστούσε γενικώς την αποφυγή του. Η πρώτη σαφής
αναφορά για την εξαρτησιογόνο δράση του οπίου γίνεται το 100 π.Χ. από τον
Ηρακλειδή τον Ταράντιο, ο οποίος είναι παραδόξως και ο πρώτος γιατρός που συνιστά
ανεπιφύλακτα το όπιο ως αναλγητικό φάρμακο.
Κατά τη διάρκεια των Βυζαντινών χρόνων και της Αναγέννησης, η θηριακή, ένα
σκεύασμα με βασικό συστατικό το όπιο, αποτέλεσε δημοφιλέστατο φάρμακο.

63
Η μεγάλη διάδοση του οπίου στην Ευρώπη ξεκινάει ουσιαστικά τον 7ο αιώνα μ.Χ. με
τους μωαμεθανούς Άραβες. Η απαγόρευση του αλκοόλ από το Κοράνι οδήγησε τους
Άραβες σε αναζήτηση άλλων ψυχοτρόπων ουσιών, που ήταν φυσικό να
περιλαμβάνουν το χασίς και το όπιο, φυτά που ευδοκιμούσαν στη περιοχή τους. Με την
προέλαση των Αράβων προς την ανατολή, το όπιο άρχισε να διαδίδεται στην Ινδία και
τη Κίνα, όπου αρχικά χρησιμοποιήθηκε για καθαρά ιατρικούς σκοπούς. Την ίδια εποχή
αποκτά φήμη πανάκειας στη δυτική ιατρική, χωρίς όμως να αναφέρονται περιστατικά
εξάρτησης. Στα μέσα του 16ου αιώνα οι χρήσεις του οπίου που ίσχυαν τότε
κατανοήθηκαν και το 1680 ο Sydenham έγραφε: «Ανάμεσα στα φάρμακα που ο
Παντοδύναμος Θεός θέλησε να δώσει στον άνθρωπο για την ανακούφιση όσων
υποφέρουν, κανένα δεν είναι τόσο αποτελεσματικό όσο το όπιο».
Τον 18ο αιώνα, το κάπνισμα οπίου έγινε εξαιρετικά δημοφιλές στην Ανατολή, ώσπου η
εξάρτηση περιλαμβάνει ενδημικό χαρακτήρα στη Περσία, την Ινδία και τη Κίνα, όπου η
χρήση του γίνεται για καθαρά λόγους αναψυχής. Μέσα σε λίγες δεκάδες χρόνια, η
χρήση του οπίου είχε προσλάβει τέτοιο προβληματικό χαρακτήρα, ώστε το 1729 οι
κινέζικες αρχές αναγκάστηκαν να εκδώσουν διάταγμα που απαγόρευε το εθιστικό
προϊόν.
Η επικήρυξη του οπίου δεν έφερε κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα, αφού η βρετανική
εταιρεία British East India άρχισε να προμηθεύει τα κινέζικα λιμάνια με φθηνό όπιο από
τις Ινδίες. Έτσι, μέσα σε 100 χρόνια το παράνομο εμπόριο είχε δεκαπλασιάσει τα κέρδη
του. Η κατάσταση οδήγησε σε ρήξη της Αγγλίας με τηn Κίνα και τελικά σε πόλεμο το
1839, ο οποίος έμεινε γνωστός ως «ο πόλεμος του οπίου». Ο πόλεμος έληξε με νίκη των
Άγγλων, με αποτέλεσμα στις επόμενες δεκαετίες να υπολογίζεται ότι το 1/3 του
πληθυσμού στη Κίνα κάπνιζε όπιο.
Για την Ευρώπη τα καθοριστικά γεγονότα στη διάδοση των οπιούχων ήταν η
απομόνωση των αλκαλοειδών που περιέχει το όπιο και στη συνέχεια η εφεύρεση και
διάδοση της υποδερμικής βελόνας και σύριγγας στα μέσα του 19ου αιώνα. Το 1803 ο
Frederick Wilhelm Sertuner κατάφερε να απομονώσει ένα βασικό συστατικό του οπίου,
που ονόμασε μορφίνη. Ακολούθησε η ανακάλυψη άλλων αλκαλοειδών (η κωδεΐνη από
τον Robiquet το 1832, η παπαβερίνη από τον Merck το 1848). Κατά τα μέσα του 19ου
αιώνα η χρήση καθαρών αλκαλοειδών άρχισε να διαδίδεται στον ιατρικό κόσμο σε
αντικατάσταση των ακατέργαστων παρασκευών του οπίου.
Στη συνέχεια, το 1898, ο καθηγητής Heinrich Dresser, της γερμανικής εταιρείας Bayer,
ανακοίνωσε την ανακάλυψη ενός νέου φαρμάκου που θα αντικαθιστούσε τη μορφίνη,
την ηρωίνη, το οποίο προωθήθηκε επισήμως στην αγορά διαφημιζόμενο ως μη

64
εξαρτησιογόνο παράγωγο της μορφίνης, εξαιρετικά αποτελεσματικό ως αναλγητικό και
αντιβηχικό φάρμακο.
Από τότε πολλά συνθετικά φάρμακα δημιουργήθηκαν, ειδικά μεταξύ 1920-1970, ως
αποτέλεσμα μιας μεγάλης προσπάθειας για τον προσδιορισμό ουσιών που θα
παρείχαν αποτελεσματική ανακούφιση από τον πόνο, αποφεύγοντας όμως τα
προβλήματα ανοχής και εξάρτησης.

1.3 Κατηγορίες οπιοειδών ουσιών

Ο όρος «οπιοειδή» χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει διάφορα παράγωγα του


οπίου. Περιλαμβάνει, δηλαδή, τα φυσικά αλκαλοειδή, που απομονώνονται κατευθείαν
από το όπιο (μορφίνη, κωδεΐνη, παπαβερίνη και νοσκαπίνη), τις ημισυνθετικές ουσίες
που προκύπτουν από μικρές χημικές μεταβολές στο βασικό χημικό τύπο της μορφίνης
(ηρωίνη, βουπρενορφίνη), και τέλος τα εξ ολοκλήρου συνθετικά παράγωγα
(μεθαδόνη, προποξυφαίνη και τα πιπεριδινικά παράγωγα). Σχετικές με αυτή την
κατηγορία, χωρίς όμως να συγκαταλέγονται σε αυτές, είναι και οι ουσίες που μπορούν
να αναστρέψουν τη δράση των οπιοειδών ουσιών και ονομάζονται ανταγωνιστές
(ναλτρεξόνη, ναλοξόνη). Οι ουσίες αυτές έχουν τη δυνατότητα να μπλοκάρουν την
επίδραση των οπιοειδών στον εγκέφαλο και έτσι να τα καθιστούν ανενεργά.
Από τις ουσίες αυτές, η ηρωίνη αποτελεί την πιο συχνά χρησιμοποιούμενη ουσία στον
κόσμο των εξαρτημένων χρηστών, ενώ από την άλλη η μεθαδόνη και η
βουπρενορφίνη χρησιμοποιούνται ως μέσα υποκατάστασης για την ηρωίνη. Η
μορφίνη και πολλές από τις υπόλοιπες ουσίες συναντώνται ως φαρμακευτικά
σκευάσματα, τα οποία χρησιμοποιούνται από τους χρήστες πιο σπάνια ως κυρίαρχη
ουσία κατάχρησης, ενώ συχνά χρησιμοποιούνται ως υποκατάστατα της ηρωίνης.
Παρακάτω δίνονται λίγες πληροφορίες για τις ουσίες που είναι απαραίτητο να γνωρίζει
ένας σύμβουλος που έρχεται σε επαφή με εξαρτημένους από οπιοειδή, ενώ αναλύεται
στη συνέχεια διεξοδικά η περίπτωση της ηρωίνης.

1.3.1 Μορφίνη

Η μορφίνη, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, απομονώθηκε από το όπιο το 1803 από
το γερμανό εικοσάχρονο βοηθό φαρμακοποιού Frederick W. Sertuner και υπήρξε από
τις πρώτες ουσίες που χρησιμοποιήθηκαν για υποδόρια και ενδοφλέβια χορήγηση.
Χρησιμοποιήθηκε σε μεγάλο βαθμό κατά τη διάρκεια του αμερικάνικου εμφυλίου
πολέμου λόγω της ισχυρής αναλγητικής της δράσης (10 φορές πιο ισχυρή από το

65
όπιο). Πήρε το όνομα της από τον Θεό των ονείρων της ελληνικής μυθολογίας,
Μορφέα.
Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα σε περιπτώσεις ασθενών με
έντονους πόνους, όπως είναι οι καρκινοπαθείς. Σε μικρές δόσεις, πρώτες επηρεάζονται
οι ανώτερες πνευματικές λειτουργίες που είναι υπεύθυνες για τον αυτοέλεγχο του
ατόμου, με αποτέλεσμα ευφορικό συναίσθημα και ελαφριά άρση των αναστολών. Στη
συνέχεια εμφανίζεται επιβράδυνση της σκέψης και άμβλυνση του συναισθήματος. Οι
περιοχές του εγκεφάλου που συνδέονται με το αίσθημα του πόνου είναι έντονα
κατασταλμένες. Η επανειλημμένη λήψη μορφίνης οδηγεί στην εμφάνιση ανοχής και
έντονης σωματικής εξάρτησης.

1.3.2 Μεθαδόνη

Το συνθετικό αυτό παράγωγο παράχθηκε στη Γερμανία κατά τη διάρκεια του Β΄


Παγκοσμίου πολέμου, όταν η χώρα βρισκόταν σε απομόνωση και υπήρχε μεγάλη
έλλειψη οπιοειδών. Η ουσία χρησιμοποιήθηκε αρχικά στην κλινική εφαρμογή ως
αντιβηχικό, σπασμολυτικό και παυσίπονο. Από τις αρχές του 1960 η μεθαδόνη
χρησιμοποιήθηκε ως υποκατάστατο για τη «θεραπεία» της εξάρτησης από την ηρωίνη.
Έχει μορφή καφεκίτρινου σιροπιού, ενώ επίσης διατίθεται και σε δισκία. Προκαλεί
σωματική και ψυχολογική εξάρτηση και το στερητικό σύνδρομο που προκαλεί είναι
ποιοτικά παρόμοιο με αυτό της ηρωίνης, αλλά λόγω της μεγάλης ημιπεριόδου ζωής
της ουσίας διαρκεί πολλές περισσότερες μέρες.

1.3.3 Βουπρενορφίνη

Η βουπρενορφίνη είναι ημισυνθετικό φάρμακο, που εμφανίζει αγωνιστικές, αλλά και


ανταγωνιστικές ιδιότητες. Κυκλοφόρησε αρχικά στις ΗΠΑ ως παυσίπονο, αφού
παρουσιάζει 25 ως 50 φορές μεγαλύτερη αναλγητική δράση από τη μορφίνη. Τα
τελευταία χρόνια χρησιμοποιείται σε προγράμματα υποκατάστασης, ενώ το τελευταίο
διάστημα διακινείται έντονα στη «μαύρη αγορά» των χρηστών ως η «μαγική λύση» για
να ξεπεράσουν το στερητικό σύνδρομο. Τα σκευάσματα που χρησιμοποιούνται πιο
συχνά στην Ελλάδα είναι το Subutex και το Suboxone, το οποίο εκτός από
βουπρενορφίνη περιέχει και ναλοξόνη.

1.4 Ηρωίνη

Η ηρωίνη αποτελεί την πιο ευρύτερα χρησιμοποιούμενη οπιούχα ουσία και έχει
προκαλέσει τεράστια προβλήματα εξάρτησης παγκοσμίως. Από την εποχή που

66
παράχθηκε ως φάρμακο (καταπραϋντικό του βήχα και αποτελεσματικό αναλγητικό) και
χρησιμοποιήθηκε στην κλινική πράξη για τη «θεραπεία» της εξάρτησης από τη μορφίνη
αποδείχτηκε δυστυχώς ότι τελικά είναι τρεις φορές πιο ισχυρή από εκείνη, εμπλέκοντας
εκατομμύρια χρήστες σε ένα θανάσιμο φαύλο κύκλο εξάρτησης.
Σήμερα, το άκουσμα και μόνο της λέξης «ηρωίνη» προκαλεί στους περισσότερους
φόβο και έντονη αποδοκιμασία, φέρνοντας στο νου ανθρώπους εξαθλιωμένους που
κάνουν τα πάντα για να βρουν τη δόση τους. Πέρα από τη δραματικότητα με την οποία
έχει συσχετιστεί η ηρωίνη και οι χρήστες της, υπάρχει και η αντικειμενική αλήθεια η οποία
αν και ίσως δυσάρεστη δεν είναι τόσο σκοτεινή όσο νομίζουμε. Πολλές φορές, ένας
σύμβουλος που θα ασχοληθεί με θέματα εξάρτησης μπορεί να συναντήσει
ανθρώπους που κάνουν χρήση ηρωίνης και δεν θυμίζουν σε τίποτα την στερεοτυπική
εικόνα που συνήθως μας έρχεται στο νου. Για αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό να
γνωρίζει κάποιες βασικές επιστημονικές πληροφορίες, αλλά και ορολογίες που
χρησιμοποιούνται στους κύκλους των χρηστών.
Η μορφή της ηρωίνης είναι συνήθως υπόλευκη ή προς σκούρο καφέ κρυσταλλική
σκόνη.

Εικόνα 2. Ηρωίνη

Οι πιο συνηθισμένες της ονομασίες στην αργκό είναι «πρέζα», «άσπρη», «παραμύθα»,
«ζαπ» ή «brown sugar».

1.4.1 Τρόποι χρήσης

Η ηρωίνη μπορεί να ληφθεί ενδοφλεβίως, με εισπνοή από τη μύτη ή με εισπνοή του


καπνού όταν η ηρωίνη θερμαίνεται πάνω σε κάποιο είδος μετάλλου, συνήθως φύλλο
από αλουμινόχαρτο. Η τελευταία αυτή μέθοδος της «καπνιστής» ηρωίνης ονομάζεται
στην αργκό «το κυνήγι του δράκου» (“chasing the dragon”). Με την ενδοφλέβια χρήση,
η επίδραση βιώνεται πάρα πολύ γρήγορα και εντονότατα, αλλά είναι πιο βραχύβια
συγκριτικά με τους άλλους τρόπους χρήσης. Αν και υπάρχει ο μύθος ότι η ενδοφλέβια

67
χρήση είναι η χειρότερη μορφή χρήσης, ωστόσο και η εισπνεόμενη ηρωίνη είναι εξίσου
επικίνδυνη και εξαρτησιογόνος.

Εικόνα 3. Τρόποι χρήση ηρωίνης

Η συνηθισμένη ημερήσια δόση ηρωίνης σε εξαρτημένα άτομα είναι συνήθως 500mg-


1gr, αν και υπάρχουν περιπτώσεις που έφθαναν ως και 5gr καθημερινής χρήσης. Είναι
σημαντικό, βέβαια, να επισημανθεί ότι η ηρωίνη που πουλιέται στο δρόμο είναι τις
περισσότερες φορές έντονα νοθευμένη, αραιωμένη με άλλες ουσίες, όπως λιωμένα
χάπια, γλυκόζη, γάλα σε σκόνη, πούδρα και άλλα.

1.4.2 Κλινικές επιδράσεις

Η βασική φαρμακολογική ιδιότητα της ηρωίνης είναι το ευφορικό αποτέλεσμα, το οποίο


συνδυάζεται με ισχυρή αναλγησία. Πιστεύεται ότι η αναλγητική δράση είναι αποτέλεσμα
έντονης ευφορίας, δηλαδή το άτομο μπορεί να νιώθει κάποιο επώδυνο ερέθισμα αλλά
αδιαφορεί για αυτό. Το άγχος και τυχόν άλλα δυσάρεστα συναισθήματα
εξαφανίζονται. Το άτομο αισθάνεται ότι «όλα είναι ωραία» και «όπως ακριβώς θα
έπρεπε να είναι».
Η φαρμακολογική της δράση ασκείται κυρίως σε επίπεδο κεντρικού νευρικού
συστήματος. Η ηρωίνη μετατρέπεται ταχύτατα μέσα στον οργανισμό σε μορφίνη και
αποβάλλεται μέσω των νεφρών. Σε άτομα που χρησιμοποιούν για πρώτη φορά
συνήθως προκαλείται δυσφορία, ναυτία και έμετοι.
Η βασική ευφορική ιδιότητα που κάνει αρχικά τη χρήση ιδιαίτερα ελκυστική είναι εκείνη
που στη γλώσσα των χρηστών ονομάζεται «άκουσμα» (το λεγόμενο «rush», «flash» ή
«high»), το οποίο ουσιαστικά είναι μία υποκειμενική αίσθηση έντονης ευχαρίστησης,

68
μετά κυρίως από ενδοφλέβια χρήση από μη χρόνιους χρήστες. Η κατάσταση αυτή
διαρκεί από λίγα δευτερόλεπτα ως το πολύ ένα λεπτό, ενώ με τον καιρό και την
απόκτηση ανοχής παύει να υφίστανται. Έχει παρατηρηθεί ότι σε πρώην χρήστες που
είναι σε αποχή μεγάλο χρονικό διάστημα, αρκεί η ανάμνηση αυτής της εμπειρίας και
μόνο ώστε να αναζητήσουν ξανά την ουσία.
Την έντονη ευφορική δράση ακολουθεί μια ηπιότερη κατάσταση, με την κοινή ονομασία
«φτιάξιμο» ή «μαστούρα», που μπορεί να κρατήσει από 1 έως λίγες ώρες, ανάλογα με
τη δόση, τον τρόπο λήψης, την ποιότητα της ουσίας, το σωματικό βάρος, το φύλο και
τα χαρακτηριστικά του εγκεφάλου του χρήστη, καθώς και αν έχει ανοχή στην ουσία. Η
κατάσταση αυτή χαρακτηρίζεται από ψυχική και σωματική ηρεμία, γαλήνη,
ικανοποίηση, αποκοπή από δύσκολα συναισθήματα, και αισιοδοξία για το παρόν και
το μέλλον, μια κατάσταση που ονομάζεται ανάμεσα στους χρήστες «παραμύθιασμα».
Πέρα από το γεγονός ότι ο χρήστης «κλείνεται» σε αυτήν τη συναισθηματική «φούσκα»,
αποκτά μια διαφορετική αίσθηση του χώρου και του χρόνου, χωρίς να τον ενδιαφέρει
πού, πώς και με ποιόν βρίσκεται. Γι’ αυτό, στον εξωτερικό παρατηρητή ο χρήστης
φαίνεται απαθής και αδιάφορος.
Ένας πρώην χρήστης, ο Tom Field, αποτυπώνοντας τις προσωπικές του εμπειρίες από
την ηρωίνη στο βιβλίο του «Escaping the Dragon» (1985), δίνει μια γλαφυρή περιγραφή,
θυμίζοντας έντονα αντίστοιχες εικόνες πολλών χρηστών:
«Ακριβώς όπως η ηρωίνη κουκουλώνει το μυαλό από το πόνο, κάνει κάτι παρόμοιο και
για τις έγνοιες και τις ανησυχίες της ζωής… Με το να επιβραδύνει το μυαλό, αποτρέπει
την συσσώρευση των ανησυχιών που θα δραστηριοποιούσαν τη λογική σκέψη. Όταν
οικονομικές, εργασιακές και συναισθηματικές πιέσεις μας κατακλύζουν ταυτόχρονα
είναι πολύ δύσκολο να τις ξεχωρίσουμε και να τις αντιμετωπίσουμε μεμονωμένα. Η
ηρωίνη απομακρύνει την πίεση από τα προβλήματα. Επίσης, έχει την τάση να τα
ελαχιστοποιεί και έτσι να απομακρύνει τη πίεση για εξεύρεση λύσης…
Η ικανότητα της ηρωίνης να σπρώχνει τα προβλήματα πέρα και στην άκρη, μέχρι να
φαίνονται μικρά και επιλύσιμα, είναι ένα μέρος της γενικής της δράσης να εμπνέει
αυτοεμπιστοσύνη…
Για το χρήστη αυτό είναι θαυμάσιο συναίσθημα: Είναι ο Καίσαρας με τον κόσμο στα
πόδια του. Για τους άλλους αυτό μπορεί να είναι ανυπόφορο… Παρόμοια, η ηρωίνη,
αν και είναι χαλαρωτική, μπορεί να κάνει τους χρήστες απότομους και οξύθυμους.
Αυτό συμβαίνει συχνά επειδή ο χρήστης αγανακτεί από κάθε ενοχλητική παρέμβαση
στην εσωτερική γαλήνη που του έδωσε η ηρωίνη… Κανένας δεν έχει το δικαίωμα να
πλησιάσει τον Καίσαρα χωρίς την άδεια του…»

69
Είναι φανερό ότι αυτή ακριβώς η ψευδαίσθηση σιγουριάς και δύναμης που χαρίζει
απλόχερα το πρώτο διάστημα η ηρωίνη αποτελεί τη βασική αιτία της έντονης
ψυχολογικής εξάρτησης που δημιουργεί.

1.4.3 Μακροχρόνιες επιδράσεις

Η ηρωίνη, είτε καπνίζεται είτε εισπνέεται είτε λαμβάνεται με ένεση, προκαλεί σοβαρά
σωματικά και ψυχολογικά προβλήματα. Σε σωματικό επίπεδο, η χρόνια χρήση ηρωίνης
οδηγεί σε υπολειτουργία του ήπατος και των νεφρών, αναπνευστικά προβλήματα,
δυσκοιλιότητα, περικαρδίτιδα, επιβράδυνση της μνήμης και της σκέψης και άλλα πολλά.
Η ενδοφλέβια χρήση ιδιαίτερα καταστρέφει τις φλέβες και συχνά είναι η αιτία για τη
μετάδοση μολυσματικών ασθενειών, κυρίως ηπατίτιδας. Τα οπιούχα ενδέχεται να
προκαλέσουν ανικανότητα στους άνδρες λόγω καταστολής της παραγωγής
τεστοστερόνης ή έντονη καθυστέρηση εκσπερμάτωσης. Στις γυναίκες παρατηρούνται
ανωμαλίες του έμμηνου κύκλου.
Μια σοβαρότατη, επίσης, συνέπεια της χρόνιας χρήσης είναι η μη αναγνώριση των
συμπτωμάτων άλλων παθήσεων, καθώς η ηρωίνη έχει την ιδιότητα να συγκαλύπτει τον
πόνο, με αποτέλεσμα, αφού ο χρήστης σταματήσει τη χρήση, να παρουσιάζονται
σοβαρά ιατρικά προβλήματα που προϋπήρχαν αλλά δεν γινόντουσαν αισθητά.
Σε ψυχολογικό επίπεδο, ο χρήστης βιώνει μειωμένη αυτοεκτίμηση, κατάθλιψη, αϋπνίες,
συναισθήματα μοναξιάς, αποξένωσης ή «συναισθηματικό άδειασμα».

1.4.4 Εξάρτηση από την ηρωίνη

Η τακτική χρήση προκαλεί γρήγορα σωματική εξάρτηση, καθώς και ανοχή και
συμπτώματα στέρησης. Παράλληλα, εγκαθίσταται και έντονη ψυχολογική εξάρτηση,
όπου ο χρήστης θέλει εναγωνίως να κάνει χρήση της ουσίας και δεν μπορεί να
λειτουργήσει πια χωρίς αυτήν. Οργανώνει όλη του την ζωή γύρω από την ουσία, η
οποία γίνεται πλέον αυτοσκοπός
Η διάγνωση γίνεται με βάση τα γενικά κριτήρια για εξάρτηση από ουσίες5, όπως αυτά
αναλύθηκαν στη πρώτη διδακτική ενότητα.

5Σύμφωνα με το DSM-IV η «εξάρτηση» (drug dependence) ορίζεται ως ένα δυσπροσαρμοστικό πρότυπο


χρήσης μιας ουσίας, που οδηγεί σε κλινικά σημαντική διαταραχή ή βλάβη, όπως εκδηλώνεται με τρία ή
περισσότερα από τα παρακάτω σε οποιοδήποτε χρόνο μέσα σε διάστημα 12 μηνών:
¾ ανοχή, όπως ορίζεται με ένα από τα ακόλουθα:
9 ανάγκη για λήψη συνεχώς αυξανόμενων ποσοτήτων της ουσίας για την επίτευξη του ίδιου
επιθυμητού αποτελέσματος,
9 σημαντική ελάττωση του αποτελέσματος μετά από σταθερή χρήση της ίδιας ποσότητας της
ουσία,

70
Συχνά παρατηρείται διασταυρούμενη εξάρτηση από βενζοδιαζεπίνες.

1.4.5 Ανοχή στην ηρωίνη

Η επαναλαμβανόμενη χρήση ηρωίνης προκαλεί προοδευτική μείωση των ενεργειών


της, κάνοντας το άτομο λιγότερο ευαίσθητο στην επίδραση της και το οδηγεί στη λήψη
συνεχώς αυξανόμενων δόσεων, με σκοπό να επιτύχει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Οι
χρήστες που έχουν αναπτύξει μεγάλη ανοχή μπορούν να παίρνουν πολύ μεγάλες
δόσεις, που για άλλους μπορεί να ήταν θανατηφόρες. Από ένα σημείο και ύστερα, ο
εξαρτημένος δεν μπορεί να αισθανθεί πλέον τα ευχάριστα αποτελέσματα, αντίθετα
κάνει χρήση οπιούχων για να προλάβει την εκδήλωση συμπτωμάτων στέρησης.
Η ανοχή χάνεται πολύ γρήγορα, σε διάστημα περίπου 2 βδομάδων από τη διακοπή της
χρήσης, με συνέπεια χρήστες εθισμένοι σε μεγάλες δόσεις ηρωίνης, που μετά από μια
μικρή περίοδο αποχής αρχίζουν ξανά τη χρήση χρησιμοποιώντας κατευθείαν δόσεις
ανάλογες με τις προηγούμενες να οδηγούνται συνήθως σε τοξικές καταστάσεις με
συχνά θανατηφόρα κατάληξη.

1.4.6 Στερητικό σύνδρομο από την ηρωίνη

Το σύνδρομο στέρησης από ηρωίνη είναι ένα από τα πιο μελετημένα στην ιατρική
βιβλιογραφία. Αρχίζει 8 με 10 ώρες μετά την τελευταία δόση, συνήθως μετά από 1 ή 2
βδομάδες συνεχούς χρήσης. Τα πρώτα συμπτώματα χαρακτηρίζονται από άγχος,
ιδεοληπτική αναζήτηση του φαρμάκου και έντονη καταβολή δυνάμεων. Φθάνει στη
μέγιστη ένταση κατά τη διάρκεια της 2ης και 3ης μέρας, με κύρια συμπτώματα
εντονότατη αγχώδη αντίδραση, νευρικότητα, ημικρανία, ναυτία, ανορεξία, έντονους
κοιλιακούς και μυοσκελετικούς πόνους και υποχωρεί στις επόμενες 5-8 ημέρες.

¾ στέρηση, εκδηλούμενη με ένα από τα ακόλουθα:


9 το χαρακτηριστικό για την ουσία σύνδρομο στέρησης,
9 λήψη της ίδιας (ή παραπλήσιας) ουσίας για την αποφυγή ή την ανακούφιση από τα συμπτώματα
στέρησης,
¾ η ουσία λαμβάνεται σε μεγαλύτερες ποσότητες ή για μεγαλύτερο διάστημα, σε σχέση με την
πρόθεση του ατόμου,
¾ διαρκής επιθυμία ή ανεπιτυχείς προσπάθειες για τη διακοπή ή τον έλεγχο της χρήσης,
¾ σπατάλη σημαντικού χρόνου για την απόκτηση της ουσίας, τη χρήσης της ή την ανάνηψη από τα
αποτελέσματά της,
¾ διακοπή ή μείωση σημαντικών κοινωνικών, εργασιακών ή ψυχαγωγικών δραστηριοτήτων λόγω της
χρήσης, και
¾ η χρήση συνεχίζεται παρά τη γνώση της ύπαρξης ενός μόνιμου ή περιοδικού σωματικού ή
ψυχολογικού προβλήματος που προκλήθηκε ή επιδεινώθηκε από την ουσία (π.χ. συνέχιση της
λήψης αλκοόλ παρά τη διαπίστωση επιδείνωσης του έλκους μετά τη λήψη).
Η διάγνωση συνοδεύεται από το προσδιορισμό της ύπαρξης ή μη της σωματικής εξάρτησης (ύπαρξη
ανοχής ή στέρησης).

71
Έχει φανεί ότι και οι ψυχολογικοί παράγοντες παίζουν σημαντικό ρόλο αναφορικά με
την εμφάνιση και την έκφραση του στερητικού συνδρόμου.
Οποιαδήποτε στιγμή στη διάρκεια του συνδρόμου μία μόνο δόση της ουσίας
εξαφανίζει όλα τα συμπτώματα
Στις σωματικά εξαρτημένες από οπιούχα εγκύους συχνά παρατηρούνται αποβολές ή
πρόωρος τοκετός εξαιτίας της στέρησης. Τα νεογνά σωματικά εξαρτημένων γυναικών
εμφανίζουν επίσης συμπτώματα στέρησης, όπως δυσκολίες στη σίτιση,
ευερεθιστότητα, εφίδρωση και διάρροια. Χωρίς την κατάλληλη αγωγή, τα συμπτώματα
στέρησης στα νεογνά μπορεί να οδηγήσουν σε επιληπτικούς σπασμούς ή ακόμα και
στο θάνατο.

1.4.7 Υπερβολική δόση (Overdose)

Στις αναφορές για τη κατάχρηση της ηρωίνης γίνεται πολύ συχνά λόγος για θανάτους
από υπερβολική δόση, το λεγόμενο overdose. Αυτό μπορεί να προκληθεί είτε
ηθελημένα, είτε να οφείλεται στη καθαρότητα της ουσίας, είτε στη μειωμένη ανοχή του
οργανισμού, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, ή να συμβεί διότι ο χρήστης είναι
μεθυσμένος.
Σε τέτοιες περιπτώσεις ο χρήστης παρουσιάζει «κυάνωση», δηλαδή το πρόσωπο και τα
χείλη του παίρνουν μπλε χρώμα από την έλλειψη οξυγόνου. Επίσης, έχει μειωμένα ή
καθόλου αντανακλαστικά, η θερμοκρασία και η πίεση του σώματος πέφτει και
συνήθως ακολουθεί κώμα ή θάνατος, εξαιτίας της παράλυσης του κέντρου αναπνοής
ή από πνευμονικό οίδημα αγνώστου αιτιολογίας.
Πολλοί θάνατοι οφείλονται σε συνδυασμό της ουσίας με άλλες με την ίδια ή αντίθετη
ενέργεια (κατασταλτικά ή κοκαΐνη), αλλά η συχνότερη αιτία είναι η οξεία αλλεργική
αντίδραση είτε στο ίδιο το οπιούχο, είτε στις ουσίες που χρησιμοποιούνται στη νόθευση.

72
Μελέτη Περίπτωσης 1. Η περίπτωση της Ευρυδίκης

Στο βιβλίο «Η περίπτωση της Ευρυδίκης» της Κατερίνας Μάτσα περιγράφεται η ιστορία
μια κοπέλας που έκανε χρήση ηρωίνης για 13 χρόνια. Μέσα από την αλληλογραφία
που αντάλλασσε με τη θεραπεύτρια της ξετυλίγεται η ιστορία της και η πορεία της προς
την απεξάρτηση.
http://www.books.gr/ViewShopProduct.aspx?Id=3965199

Η ιστορία της Ευρυδίκης έγινε θεατρική παράσταση το 2009-10 σε σκηνοθεσία της


Όλιας Λαζαρίδου.
http://www.youtube.com/watch?v=hybhLQp31_Y&feature=related

Με αφορμή τη θεατρική παράσταση και την ιστορία της Ευρυδίκης, ο Φρέντυ Βιανέλλης
έφτιαξε μια ταινία - ντοκιμαντέρ σχετικά με το θέμα των ναρκωτικών.
http://entertainment.in.gr/html/ent/550/ent.83550.asp

73
ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 2. ΚΑΤΑΣΤΑΛΤΙΚΑ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΝΕΥΡΙΚΟΥ
ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

Στη δεύτερη υποενότητα θα αναφερθούμε στα εξής:


ˆ ποια είναι τα βαρβιτουρικά και ποια η δράση τους,
ˆ για ποιο λόγο αντικαταστάθηκαν από τις βενζοδιαζεπίνες,
ˆ ποιες ουσίες είναι οι βενζοδιαζεπίνες και ποιες είναι οι κλινικές τους ενδείξεις,
ˆ πώς επιδρούν οι βενζοδιαζεπίνες στη ψυχική και σωματική σφαίρα και αν
προκαλούν εξάρτηση, και
ˆ ποια είναι τα πιο συνηθισμένα σκευάσματα που γίνονται αντικείμενα κατάχρησης.

2.1 Βαρβιτουρικά

Πριν την εισαγωγή των βενζοδιαζεπινών, τα βαρβιτουρικά συνταγογραφούνταν συχνά.


Σήμερα τα βαρβιτουρικά χρησιμοποιούνται πλέον σπάνια και έχουν αντικατασταθεί από
τις βενζοδιαζεπίνες. Αποτελούν, όμως, σημείο αναφοράς στην εξάπλωση της
κατάχρησης και εξάρτησης από συνταγογραφούμενες και νόμιμες ουσίες.

2.1.1 Ιστορικά στοιχεία

Το βαρβιτουρικό οξύ συνετέθη το 1864 από τον Adolf von Bayer και αποτέλεσε την
βασική ουσία για τη σύνθεση εκατοντάδων υπνωτικών χημικών ενώσεων. Από αυτές
περίπου 50 χρησιμοποιήθηκαν κατά καιρούς, με πρώτη το σκεύασμα Veronal, το 1903.
Η δυσμένεια στην οποία είχαν υποπέσει τα παράγωγα του οπίου, ως γενικά
κατασταλτικά φάρμακα, ερμηνεύει την ενθουσιώδη υποδοχή με την οποία έγιναν δεκτά
τα βαρβιτουρικά στον ιατρικό κόσμο, στις αρχές του 20ου αιώνα, με αποτέλεσμα να
είναι εξαιρετικά δημοφιλή στη συνταγογράφηση ως τη δεκαετία του ’60.
Από τότε, καθώς γινόταν πλέον ξεκάθαρη η επικινδυνότητα τους, όσον αφορά την
εξάρτηση που προκαλούσαν και τις αυξημένες πιθανότητες θανάτου από υπερβολική
δόση 6 , και με την παράλληλη κυκλοφορία των βενζοδιαζεπινών, τα βαρβιτουρικά
υπέπεσαν σε δυσμένεια.

6Τα βαρβιτουρικά γνώρισαν μεγάλη δημοτικότητα ως μέσα αυτοκτονίας, κυρίως μετά το θάνατο της
Marilyn Monroe από υπερβολική δόση το 1962.

74
2.1.2 Κλινικές επιδράσεις

Η δράση των βαρβιτουρικών σχετίζεται με μια ήπια εξασθένηση της προσοχής και της
συγκέντρωσης, καθώς και με μείωση του άγχους και της καταθλιπτικής διάθεσης. Η
χορήγηση μικρών η μέτριων δόσεων αναπτύσσει παρόμοια συμπτωματολογία με τη
δράση του αλκοόλ. Σε μεγάλες δόσεις οδηγούν σε καταστολή της αναπνοής, πτώση
της πίεσης και τελικά σε κώμα, το οποίο είναι δυνατό να έχει θανατηφόρα έκβαση. Σε
συνδυασμό με χρήση οινοπνευματωδών, η θανατηφόρος δόση μειώνεται σημαντικά.

2.1.3 Χαρακτηριστικά της εξάρτησης από βαρβιτουρικά

Η μεγάλη διάδοση των βαρβιτουρικών είχε οδηγήσει σε συχνή εγκατάσταση εξάρτησης,


αρχικά ψυχολογικής, η οποία στη συνέχεια εξελισσόταν και σε σωματική.
Υπάρχει έντονη διασταυρούμενη ανοχή7 μεταξύ κατασταλτικών φαρμάκων και αλκοόλ,
με αποτέλεσμα να παρατηρείται συχνά υποκατάσταση ή συμπλήρωση του ενός με το
άλλο.
Τα κύρια στερητικά συμπτώματα θυμίζουν εκείνα που παρατηρούνται στη στέρηση των
αλκοολικών. Τα μείζονα συμπτώματα περιγράφονται με τη γενική ονομασία «τρομώδες
παραλήρημα» και περιλαμβάνουν τρεμούλα, επιθετικότητα, διανοητική σύγχυση,
διαταραχές στο προσανατολισμό και ψευδαισθήσεις.

2.2 Βενζοδιαζεπίνες

Οι βενζοδιαζεπίνες είναι κατασταλτικά του κεντρικού νευρικού συστήματος και


χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: τα μείζονα ηρεμιστικά, που χρησιμοποιούνται στην
αντιμετώπιση σοβαρών ψυχιατρικών διαταραχών και τα ελάσσονα ηρεμιστικά, που
χρησιμοποιούνται για την καταπολέμηση του άγχους (αγχολυτικά) ή για προβλήματα
ύπνου (υπνωτικά).
Η χρήση και η κατάχρηση, με σκοπό την αλλαγή της διάθεσης, αφορά τα ελάσσονα
ηρεμιστικά. Η χρήση βενζοδιαζεπινών με αυτόν το στόχο γίνεται είτε μόνο με χάπια, είτε
σε συνδυασμό με άλλες ουσίες. Οι χρήστες κοκαΐνης συχνά τις χρησιμοποιούν για την
αντιμετώπιση των στερητικών συμπτωμάτων, ενώ οι χρήστες οπιούχων για την
ενίσχυση των ευφορικών δράσεων των οπιούχων. Επίσης, όσοι κάνουν κατάχρηση
οινοπνευματωδών ή είναι εξαρτημένοι από το αλκοόλ κινδυνεύουν περισσότερο να
κάνουν χρήση βενζοδιαζεπινών ως δευτερεύουσας ουσίας.

7Η ανάπτυξη ανοχής σε μια ουσία συνεπάγεται συνήθως την έκταση του φαινομένου και σε άλλες ουσίες
της ίδιας φαρμακολογικής κατηγορίας. Αυτό ονομάζεται διασταυρούμενη ανοχή.

75
Ο αριθμός των εξαρτημένων από τις βενζοδιαζεπίνες συνήθως υποτιμάται και είναι
αρκετά υψηλός. Έχει αναφερθεί ότι το 1/3 των σχετικών με ουσίες επισκέψεων σε
τμήματα επειγόντων περιστατικών αφορά ουσίες αυτής της κατηγορίας.

2.2.1 Ιστορικά στοιχεία

Οι κατασταλτικές ουσίες αυτής της κατηγορίας εισάγονται ως φάρμακα για την


ανακούφιση από το άγχος και τη διευκόλυνση του ύπνου στις αρχές της δεκαετίας του
1960, μια εποχή που συμπίπτει με την απογοήτευση του ιατρικού κόσμου από τα
βαρβιτουρικά. Η πρώτη ουσία που διατέθηκε για ιατρική εφαρμογή ήταν η
χλωροδιαζεποξείδη (Librium), την οποία ακολούθησε σε σύντομο χρονικό διάστημα η
διαζεπάμη (Valium). Σύντομα έγιναν τα περισσότερο συνταγογραφούμενα φάρμακα.
Δυστυχώς, οι επόμενες δεκαετίες απέδειξαν ότι και αυτές οι ουσίες, αν και είχαν το
πλεονέκτημα της μεγαλύτερης κλινικής ασφάλειας, κυρίως όσον αφορά τις απόπειρες
αυτοκτονίας, παρουσίαζαν όλα τα σοβαρά μειονεκτήματα των βαρβιτουρικών, όπως η
εγκατάσταση εξάρτησης και αντοχής.

2.2.2 Κλινικές επιδράσεις

Η χορήγηση βενζοδιαζεπινών ακολουθείται από αγχόλυση, καταστολή, ύπνο ως και


κατατονία, ανάλογα με τη δόση της ουσίας. Μικρές ποσότητες δημιουργούν
χαλάρωση, ενώ μεγαλύτερες επηρεάζουν τη δυνατότητα άρθρωσης, το περπάτημα και
την αντίληψη. Πολύ μεγάλες ποσότητες μπορεί να προκαλέσουν αναπνευστική
ανεπάρκεια ή και κώμα, ενώ ο συνδυασμός τους με άλλες ουσίες ή αλκοόλ μπορεί να
οδηγήσει και στο θάνατο.
Η επίδραση των βενζοδιαζεπινών στο συναίσθημα, στην επιθετικότητα, καθώς και στη
σεξουαλική και κοινωνική συμπεριφορά, είναι μάλλον πολύπλοκη και πιθανότατα
διαμορφώνεται από την προσδοκιμότητα του χρήστη, παρά αποτελεί σταθερή τύπου
αντίδραση. Γενικά, οι ουσίες αυτές μειώνουν την επιθετικότητα του ατόμου, αν και
υπάρχουν ενδείξεις ότι είναι δυνατόν να εμφανιστεί παράδοξη αύξηση της. Για
παράδειγμα, το σκεύασμα Vulbegal, το οποίο είναι ιδιαίτερα προσφιλές στα άτομα που
κάνουν χρήση ουσιών, προκαλεί έντονη κλεπτομανία, καθώς και υπερδιέγερση.

2.2.3 Χαρακτηριστικά της εξάρτησης από βενζοδιαζεπίνες

Οι βενζοδιαζεπίνες είναι φάρμακα που προδιαθέτουν σε κατάχρηση, επειδή προξενούν


αγχόλυση που βιώνεται από τους περισσότερους ως μια ευχάριστη εμπειρία. Η
συστηματική χρήση τους προκαλεί σωματική και ψυχολογική εξάρτηση, η οποία

76
συνοδεύεται από στερητικό σύνδρομο. Η βαρύτητα των στερητικών συμπτωμάτων που
συνδέονται με τις βενζοδιαζεπίνες ποικίλλει σημαντικά, ανάλογα με τη μέση δόση και τη
διάρκεια της χρήσης. Ωστόσο, ένα ήπιο στερητικό σύνδρομο μπορεί να συνοδεύει
ακόμη και τη βραχυχρόνια χρήση χαμηλών δόσεων.
Τα πιο κοινά συμπτώματα είναι: άγχος, ψυχοκινητική διέγερση, αϋπνία, εφιάλτες,
τρόμος και (το σημαντικότερο) επιληπτικοί σπασμοί. Η κλινική αντιμετώπιση της
απόσυρσης πρέπει να είναι αργή και προϋποθέτει περίοδο σταδιακής ελάττωσης
μεταξύ 6 εβδομάδων και τριών μηνών.

2.2.4 Χαρακτηριστικοί εκπρόσωποι των βενζοδιαζεπινών

Τα πιο γνωστά από αυτά τα σκευάσματα που κυκλοφορούν στη χώρα μας και
συνταγογραφούνται αρκετά συχνά είναι το Lexotanil (αγχολυτικό), το Xanax, το Tavor
(αγχολυτικό) και το Centrac (αγχολυτικό).
Από τα πιο συχνά χρησιμοποιούμενα χάπια μεταξύ των χρηστών ηρωίνης αποτελούν
τα Vulbegal, τα Hipnosedon και τα Stedon.
Κάποια άλλα κατασταλτικά φάρμακα που πρέπει να γνωρίζει ένας σύμβουλος που
έρχεται σε επαφή με ανθρώπους που αντιμετωπίζουν προβλήματα χρήσης ουσιών,
λόγω της συχνής κατάχρησης τους, είναι το Akineton, το οποίο προκαλεί ένα είδος
συγχυτικής καταστολής και ψυχοδιέγερσης, και το Artane, τα οποία αποτέλεσαν
παλαιότερα αντικείμενο κατάχρησης, ειδικά σε νεαρές ηλικίες.
Ιδιαίτερα εμπεριστατωμένος και αναλυτικός οδηγός ψυχιατρικών φαρμάκων δίνεται
στην ιστοσελίδα: http://psi-gr.tripod.com/drugs_guide.html
Μελέτη Περίπτωσης 2. Η ιστορία της Δ.Χ.

Η ιστορία της Δ.Χ. αφορά μια σοβαρή περίπτωση εξάρτησης που απέχει από το
κλασσικό στερεότυπο του εξαρτημένου. Επισημαίνεται άλλη μια φορά ότι η χρήση
ουσιών μπορεί να αφορά οποιονδήποτε και όχι μόνο συγκεκριμένες ομάδες με
συγκεκριμένα χαρακτηριστικά.

Η Δ.Χ., 56 ετών, ήταν για πολλά χρόνια νοσηλεύτρια σε ένα μεγάλο νοσοκομείο της
χώρας. Ήταν παντρεμένη με τον Ν. 20 χρόνια και δεν είχαν παιδιά από προσωπική τους
απόφαση. Όταν 5 χρόνια πριν αρρώστησε ο πατέρας της, ανέλαβε πολύ μεγάλη
ευθύνη σχετικά με την νοσηλεία του, αλλά και έντονη προσωπική δέσμευση ότι θα τον
κάνει καλά. Για να το πετύχει αυτό, περνούσε πολλές ώρες στο νοσοκομείο, ενώ
ταυτόχρονα προσπαθούσε να είναι «τέλεια» στη δουλειά της, αλλά και στο σπίτι. Είχε
πολύ ένταση και άγχος και έτσι ξεκίνησε κάποια αγχολυτικά μετά από σύσταση ενός

77
φίλου της ιατρού. Στην αρχή ένιωθε ότι την βοηθούσαν πολύ, αφού μπορούσε να
αντεπεξέλθει σε όλες τις υποχρεώσεις της και εκείνη να νιώθει χαλαρή. Επίσης, όπως
επισήμανε και η ίδια, δεν χρειαζόταν να κοιμάται πολύ. Η αυξημένη πίεση και η
επιβάρυνση της υγείας του πατέρα της την προκαλούσαν μεγαλύτερο άγχος και έτσι
άρχισε να αυξάνει τον αριθμό των χαπιών που έπαιρνε.
Όταν τελικά ο πατέρας της πέθανε, εκείνη το βίωσε ως προσωπική της αποτυχία. Τα
έντονα αισθήματα πόνου και ενοχών «απαιτούσαν» όλο και μεγαλύτερες δόσεις
ανακούφισης. Άρχισε να παίρνει κρυφά χάπια από το νοσοκομείο, ενώ με διάφορες
δικαιολογίες εξασφάλιζε συνταγές από ιατρούς. Η εξάρτηση της από τα χάπια
επιδείνωνε τα ήδη υπάρχοντα συμπτώματα κατάθλιψης, ώσπου τελικά η Δ.
αναγκάστηκε να παραιτηθεί από τη δουλειά της, μια απόφαση που την οδήγησε σε
ακόμα μεγαλύτερη «βουτιά» στην εξάρτηση. Είχε φτάσει να χρειάζεται μέχρι και 30 χάπια
την ημέρα, χωρίς να μπορεί να σηκωθεί καν από τον καναπέ.
Όταν τελικά αποδέχτηκε το πρόβλημα της, ζήτησε βοήθεια. Χρειάστηκε να νοσηλευθεί
μια βδομάδα για να αντιμετωπίσει την σωματική εξάρτηση, ενώ στη συνέχεια μπήκε σε
θεραπευτική διαδικασία με ατομικές συνεδρίες, αλλά και συνεδρίες ζεύγους, οι οποίες
κράτησαν περισσότερο από ένα χρόνο. Κατά τη διαδικασία αυτή διερευνήθηκε ο ρόλος
του «καλού παιδιού» που είχε υιοθετήσει και οι θυσίες που χρειάστηκε να κάνει όλα τα
χρόνια για να είναι σωστή στο «ρόλο» της. Επίσης, δόθηκε μεγάλη σημασία στη
συζυγική της σχέση, καθώς και στην απόφαση τους να μην κάνουν παιδιά και αν
τελικά ήταν κοινή αυτή η απόφαση. Τώρα έχει μετακομίσει με το σύζυγο της στην
επαρχιακή πόλη καταγωγής της και βοηθά στο μεγάλωμα των τριών ανιψιών της.

2.2.5 “Date-Rape Drugs” : Rohypnol - GHB

Στη κατηγορία των βενζοδιαζεπινών συγκαταλέγονται και δύο σκευάσματα που έχουν
συνδεθεί σε πράξεις σεξουαλικής κακοποίησης, επειδή προκαλούν στο θύμα απώλεια
συνείδησης και αδυναμία να προβάλει αντίσταση. Προκαλούν καταστολή και αμνησία,
δρουν ταχύτατα (σε 10 λεπτά), έχουν μεγάλη διάρκεια δράσης (μέχρι και 12 ώρες) και
ανιχνεύονται δύσκολα. Η βιβλιογραφία αναφέρει ότι το 60% περίπου των περιστατικών
σεξουαλικής κακοποίησης έχουν διενεργηθεί με τη χρήση ουσιών, κυρίως αλκοόλ, ενώ
στο 5 ως και 10% περίπου των θυμάτων χορηγήθηκαν “date-rape” ουσίες.
Το Rohypnol, το οποίο προέρχεται από την ουσία φλουνιτραζεπάμη, χρησιμοποιείται σε
πολλές χώρες της Ευρώπης για την αντιμετώπιση της αϋπνίας, ως ηρεμιστικό και ως
αναισθητικό πριν από το χειρουργείο. Κυκλοφορεί σε μορφή χαπιού. Είναι άοσμο,
άχρωμο και διαλύεται εύκολα σε ανθρακούχα ποτά. Η δράση 1 mg Rohypnol ξεκινά

78
μέσα στα πρώτα 30 λεπτά μετά τη λήψη του και μπορεί να διαρκέσει από 8 ως και 12
ώρες. Προκαλεί επιλεκτική αμνησία, και για το λόγο αυτό έχει συνδεθεί η συχνή χρήση
του με σεξουαλικές επιθέσεις, όπου τα θύματα δεν μπορούν να θυμηθούν τα γεγονότα
που συνέβησαν όσο ήταν κάτω από την επήρειά του. Εκτός από την αμνησία που
προκαλεί, κατά τη διάρκεια της χρήσης του παρατηρείται έντονη ζαλάδα, υπνηλία και
χαμηλή πίεση. Επίσης συχνά υπάρχουν οπτικές παραισθήσεις, σύγχυση και
γαστρεντερολογικές διαταραχές.

Εικόνα 4. Το χάπι Rohypnol

Το GHB έχει χρησιμοποιηθεί από τη δεκαετία του 1960 ως αναισθητικό και υπνωτικό, ενώ
σήμερα χρησιμοποιείται θεραπευτικά στη ναρκοληψία και τον αλκοολισμό. Κυκλοφορεί
συνήθως σε μορφή σκόνης ή διαλυμένο σε κάποιο υγρό. Στην υγρή μορφή του, ο
χρήστης δεν μπορεί να γνωρίζει την περιεκτικότητα του GHB στο υγρό και για αυτόν το
λόγο πρέπει να είναι πολύ προσεκτικός. Είναι άχρωμο, άοσμο και άγευστο. Η δράση
του ξεκινά 10 με 20 λεπτά μετά τη χρήση του και διαρκεί ως και 4 ώρες, ανάλογα με τη
δόση. Το GHB επιδρά στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα και δημιουργεί ευφορικά και
καταπραϋντικά συναισθήματα. Επίσης, συχνά αναφέρεται η χρήση του και ως
αναβολικό, που βοηθά στις καύσεις του λίπους και την ενίσχυση των μυών. Έχει
συνδυασθεί και αυτό με σεξουαλικές επιθέσεις. Σε χαμηλές δόσεις, το GHB φέρνει
χαλάρωση και διώχνει το άγχος. Με τη συνεχή και αυξανόμενη χρήση του μειώνονται οι
ρυθμοί της καρδιάς και της αναπνοής σε επικίνδυνα επίπεδα που μπορεί να
προκαλέσουν και το θάνατο. Προκαλεί έντονη ζαλάδα, υπνηλία, τάση προς εμετό,
σύγχυση και μειωμένη αίσθηση των αντανακλαστικών. Το GHB αποβάλλεται γρήγορα
από τον οργανισμό και συχνά είναι δύσκολο να διαγνωσθεί η χρήση του.

79
ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 3. ΕΙΣΠΝΕΟΜΕΝΑ

Στα πλαίσια της τρίτης υποενότητας θα αναφερθούμε στα παρακάτω:


ˆ ποιες είναι οι εισπνεόμενες ουσίες,
ˆ πώς γίνεται η χρήση τους,
ˆ τι επιδράσεις επιφέρει η κατάχρηση τους και
ˆ ποια είναι η μορφή εξάρτησης που μπορεί να προκαλέσουν.

3.1 Γενικά

Στην κατηγορία αυτή ανήκουν αέριες ενώσεις ή πτητικά υγρά που λαμβάνονται με
εισπνοές, δηλαδή εισέρχονται στη κυκλοφορία μέσω πνευμόνων. Τα εισπνεόμενα
βρίσκονται σε πολλά προϊόντα που δεν παράγονται για κατανάλωση ή χρήση από τον
άνθρωπο, όπως ουσίες με αναγνωρισμένη αναισθητική ενέργεια (αιθέρας,
χλωροφόρμιο κ.α.) και διάφοροι υδρογονάνθρακες που χρησιμοποιούνται στη
βιομηχανία (βουτάνιο, κόλλες, βενζίνη κ.α.). Ένα μέσο σπίτι περιέχει πάνω από 30
ουσίες, που μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως εισπνεόμενα.
Η χρήση εισπνεόμενων αποτελεί σοβαρό πρόβλημα παγκοσμίως και οι επικίνδυνες
συνέπειές της υποτιμούνται. Χρήση εισπνεόμενων κάνουν κυρίως έφηβοι πολύ νεαρής
ηλικίας. Τα εισπνεόμενα συγκαταλέγονται στις ελάχιστες ουσίες των οποίων γίνεται
κατάχρηση περισσότερο από νεαρά παρά από μεγαλύτερης ηλικίας άτομα. Είναι
φθηνά και η κατανάλωσή τους είναι ιδιαίτερα ελκυστική στα κατώτερα οικονομικά
στρώματα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα εγκαταλελειμμένα παιδιά στη
Ρουμανία, όπου μεγάλος αριθμός θανάτων έχει συνδεθεί με τη χρήση εισπνεόμενων
ουσιών, και συγκεκριμένα προϊόντων κόλλας που εισπνέονταν μέσα από
χαρτοσακούλες. Στο υποψήφιο για Όσκαρ (2001) ντοκιμαντέρ «Children Underground8»
του Edet Belzberg αποτυπώνονται με σκληρό και ρεαλιστικό τρόπο οι συνθήκες
διαβίωσης των «παιδιών του δρόμου» (Street Kids) στη Ρουμανία, παιδιών που
έβρισκαν τρόπο διαφυγής μέσα από τις ουσίες.
Η συνολική έκταση του φαινομένου δεν είναι εύκολο να εκτιμηθεί. Στην Ελλάδα δεν
φαίνεται να υπάρχει συστηματική χρήση, αλλά συχνά αναφέρεται από χρήστες
ηρωίνης ότι τέτοιου είδους ουσίες ήταν ουσιαστικά η πρώτη τους επαφή με τον κόσμο
των ψυχοτρόπων ουσιών.

8 Περισσότερες πληροφορίες για το ντοκιμαντέρ μπορείτε να βρείτε στην ιστοσελίδα


http://en.wikipedia.org/wiki/Children_Underground , ενώ αποσπάσματα μπορείτε να δείτε στην ιστοσελίδα
http://www.youtube.com/watch?v=P7FQCKJzldI&translated=1

80
3.2 Ιστορικά στοιχεία

Η συνήθεια της χρήσης εισπνεόμενων έχει τις ρίζες της στο 18ο και 19ο αιώνα, όταν
εμφανίστηκε το φαινόμενο της εισπνοής αιθέρα και χλωροφόρμιου για λόγους
«αναψυχής». Στα μέσα του 19ου αιώνα, ο Moreau de Tours μίλησε για τον «αιθερισμό»,
δηλαδή τον εθισμό στον αιθέρα, που πλέον είχε διαδοθεί έντονα και στους
καλλιτεχνικούς χώρους.
Για την Ελλάδα, υπάρχουν μαρτυρίες ότι στην περίοδο του μεσοπολέμου η αιθερομανία
ήταν αρκετά διαδεδομένη.

3.3 Τρόπος χρήσης

Τα εισπνεόμενα εισπνέονται απευθείας από τη συσκευασία τους ή από ένα πανί


εμποτισμένο με την ουσία, το οποίο ο χρήστης κρατά μπροστά στη μύτη του ή από
σακούλα μέσα στην οποία ο χρήστης κλείνει το πρόσωπό του ή με απευθείας ψεκασμό
στο στόμα. Λίγα λεπτά μετά την εισπνοή, επέρχεται οξεία τοξίκωση. Χρειάζονται 10-15
εισπνοές. Τα εισπνεόμενα είναι εξόχως πτητικά και απορροφούνται ταχύτατα από τους
πνεύμονες. Επισημαίνεται ότι τα εισπνεόμενα είναι μια ομάδα στην οποία
περιλαμβάνονται πολυάριθμες ψυχοδραστικές ουσίες, οι επιπτώσεις των οποίων
ενδέχεται να διαφέρουν ελαφρώς.

Εικόνα 5. Τρόποι χρήσης εισπνεόμενων ουσιών

3.4 Κλινικές επιδράσεις

Οι σημαντικότερες υποκειμενικές επιδράσεις είναι ευφορία, ψυχοκινητική διέγερση,


ευερεθιστότητα, άρση των αναστολών και μεταβολές στις ψυχικές λειτουργίες,
συμπεριλαμβανομένων και παροδικών ψυχωσικών συμπτωμάτων. Συχνά αναφέρονται
παραληρητικές ιδέες, ψευδαισθήσεις και παράνοια. Τα περισσότερα εισπνεόμενα

81
προκαλούν ένα γρήγορο «φτιάξιμο» που μοιάζει με την αλκοολική μέθη, με αρχική
διέγερση που ακολουθείται από υπνηλία, άρση των αναστολών, τάση προς λιποθυμία
και ταραχή.
Με την εισπνοή ικανής ποσότητας, όλοι σχεδόν οι διαλύτες και τα αέρια προκαλούν
αναισθησία, απώλεια των αισθήσεων ή ακόμη και της συνείδησης. Οι επιπτώσεις στη
διάρκεια της χρήσης ή λίγο μετά από αυτήν ενδέχεται να περιλαμβάνουν επιθετικότητα,
εριστικότητα, απάθεια, έκπτωση της κρίσης και μειωμένη λειτουργικότητα σε
επαγγελματικά ή κοινωνικά πλαίσια. Το ευχάριστο αίσθημα δεν διαρκεί παρά μόνο λίγα
λεπτά, αλλά με επαναλαμβανόμενες εισπνοές μπορεί να παραταθεί για ώρες. Έτσι
αυξάνεται ο κίνδυνος απώλειας της συνείδησης ή και θανάτου. Έχει διαπιστωθεί από
έρευνες ότι αυτές οι ουσίες ενεργοποιούν το σύστημα της ντοπαμίνης που εμπλέκεται
στο σύστημα ανταμοιβής, το οποίο συντελεί σημαντικά στην κατάχρηση ουσιών.

3.5 Μακροχρόνιες επιδράσεις

Η χρήση διαλυτών επηρεάζει όλα τα συστήματα του οργανισμού ανεξαιρέτως.


Αναφέρονται επιπλοκές στο νεφρικό και ηπατικό σύστημα, αλλά και
πνευμονοτοξικότητα, καρδιοτοξικότητα και αιματολογικές διαταραχές. Οι χρόνιοι
χρήστες εισπνεόμενων πάσχουν από διάφορες επιπλοκές του κεντρικού νευρικού
συστήματος: συμπτώματα οξείας εγκεφαλοπάθειας, χρόνια νευρολογικά ελλείμματα,
βλάβη των κρανιακών νεύρων και διαταραχές των κινητικών λειτουργιών που
προκαλούνται από διαταραχές του ΚΝΣ.
Ελάχιστα στοιχεία υπάρχουν σχετικά με θανάτους που οφείλονται σε χρήση
εισπνεόμενων. Άμεση αιτία θανάτου είναι η τοξική δράση των εισπνεόμενων στην
καρδιά ή στο αναπνευστικό. Ωστόσο, σοβαρή απειλή αποτελεί και η λανθασμένη λήψη
από τον ίδιο το χρήστη, που μπορεί να οδηγήσει εμμέσως στο θάνατο. Η εισπνοή
αέριων καυσίμων (βουτανίου) μοιάζει να είναι η συχνότερη αιτία θανάτου μεταξύ των
χρηστών εισπνεόμενων. Ο θάνατος επέρχεται ως αποτέλεσμα καρδιακής ανεπάρκειας
(«αιφνίδιος θάνατος από εισπνεόμενα»), ασφυξίας, πνιγμονής και τραυματισμού.

3.6 Χαρακτηριστικά εξάρτησης από εισπνεόμενες ουσίες

Η οικογένεια των εισπνεόμενων καλύπτει ένα πολύ ευρύ φάσμα ουσιών και είναι
δύσκολο να γίνουν γενικεύσεις. Ωστόσο, κάποιου βαθμού ανοχή αναπτύσσεται στους
πτητικούς διαλύτες, και σε περίπτωση παρατεταμένης χρήσης ενδέχεται να εμφανιστεί
διασταυρούμενη ανοχή σε κατασταλτικά όπως το αλκοόλ.

82
Η εξάρτηση που προκαλείται από παρατεταμένη χρήση τέτοιων ουσιών είναι κυρίως
ψυχολογική. Υποστηρίζεται, όμως, ότι για την επαρκή αποτοξίνωση από ορισμένα
τουλάχιστον εισπνεόμενα χρειάζονται τουλάχιστον δύο εβδομάδες. Αυτός είναι ο
χρόνος που χρειάζεται ο εγκέφαλος για να απαλλαγεί από τη δράση των διαλυτών και
των μεταβολιτών τους. Τα συμπτώματα στέρησης μπορεί να περιλαμβάνουν
ψευδαισθήσεις και κράμπες.

83
Σύνοψη
Με την ολοκλήρωση της ενότητας αυτής γνωρίζετε πλέον ότι:
• Το όπιο, ο χυμός που παίρνεται από την παπαρούνα Papaver somniferum, είναι το
βασικό συστατικό για τις οπιοειδείς ουσίες. Βασικότεροι εκπρόσωποι της κατηγορίας
αυτής είναι η ηρωίνη, η μορφίνη και η μεθαδόνη.
• Η διάδοση του οπίου στην Ευρώπη έγινε από τους Άραβες τον 7ο αιώνα μ.Χ.. Από τις
αρχές του 1800, με την απομόνωση της μορφίνης, ξεκίνησε μια προσπάθεια του
ιατρικού κόσμου να δημιουργήσει ουσίες που θα μπορέσουν να παρέχουν τα
επιθυμητά θεραπευτικά αποτελέσματα, χωρίς τις σοβαρές παρενέργειες που
προκαλούν.
• Η ηρωίνη αποτελεί την πιο ευρύτατα χρησιμοποιούμενη οπιούχα ουσία. Μπορεί να
ληφθεί ενδοφλεβίως, με εισπνοή από τη μύτη ή να καπνιστεί. Οι ευφορικές επιδράσεις
της προκαλούν έντονη ψυχολογική εξάρτηση, ενώ η συστηματική χρήση της για
σύντομο χρονικό διάστημα προκαλεί και σωματική εξάρτηση.
• Η σωματική εξάρτηση που προκαλεί η ηρωίνη συνοδεύεται από ανοχή προς την ουσία
και συμπτώματα στέρησης σε περίπτωση διακοπής της. Το στερητικό σύνδρομο από
την ηρωίνη είναι ένα από τα πιο μελετημένα σύνδρομα, και παρά το γεγονός ότι δεν
μπορεί να προκαλέσει θάνατο ή σοβαρές συνέπειες είναι εξαιρετικά επώδυνο.
• Στα κατασταλτικά του ΚΝΣ περιλαμβάνονται τα βαρβιτουρικά, οι βενζοδιαζεπίνες και το
αλκοόλ. Οι δύο πρώτες κατηγορίες αποτελούν συνταγογραφούμενες ουσίες.
• Τα βαρβιτουρικά, παρά την ευρεία αποδοχή που γνώρισαν όταν πρωτοκυκλοφόρησαν,
σταδιακά καταργήθηκαν και αντικαταστάθηκαν από τις βενζοδιαζεπίνες λόγω των
σοβαρών κινδύνων που έκρυβε η χρήση τους.
• Οι βενζοδιαζεπίνες είναι φάρμακα που προδιαθέτουν για κατάχρηση λόγω της
αγχολυτικής τους δράσης. Η συστηματική τους χρήση προκαλεί σωματική και
ψυχολογική εξάρτηση, ενώ συχνά η χρήση τους συνδυάζεται με άλλες ουσίες (αλκοόλ,
ηρωίνη, κοκαΐνη).
• Στις βενζοδιαζεπίνες ανήκουν και δύο ουσίες που έχουν συνδεθεί συχνά με περιστατικά
βιασμών, το Rohypnol και το GHB. Λόγω της σύνθεσης τους (άοσμα, άγευστα,
άχρωμα) και της γρήγορης δράσης τους, χρησιμοποιούνται με σκοπό την καταστολή
και την απώλεια της συνείδησης του θύματος.
• Οι εισπνεόμενες ουσίες μπορούν εύκολα να βρεθούν από τους υποψήφιους χρήστες,
χρησιμοποιούνται κυρίως από έφηβους μικρής ηλικίας, και μπορεί να προκαλέσουν
μακροχρόνιες επιδράσεις τόσο στο ΚΝΣ όσο και στο ηπατικό και νεφρικό σύστημα.

84
ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Προγράμματα Συμπληρωματικής Εκπαίδευσης

Με τη χρήση καινοτόμων μεθόδων εξ’ αποστάσεως εκπαίδευσης

554 - ΒΑΣΙΚΕΣ ΈΝΝΟΙΕΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΕΞΑΡΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ


ΕΞΑΡΤΗΣΙΟΓΟΝΩΝ ΟΥΣΙΩΝ

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ 4. ΚΑΤΗΓΟΡΙΟΠΟΙΗΣΗ ΨΥΧΟΤΡΟΠΩΝ ΟΥΣΙΩΝ


(2): ΔΙΕΓΕΡΤΙΚΑ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΝΕΥΡΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ (ΚΟΚΑΪΝΗ -
ΑΜΦΕΤΑΜΙΝΕΣ) - ΠΑΡΑΙΣΘΗΣΙΟΓΟΝΑ

85
86
Εισαγωγικές Παρατηρήσεις

Στις τρεις υποενότητες της παρούσας διδακτικής ενότητας περιγράφονται τα κλινικά


χαρακτηριστικά των ουσιών που λειτουργούν διεγερτικά στο ΚΝΣ (κοκαΐνη και
αμφεταμίνες) και των ψευδαισθησιογόνων ουσιών.
Η κοκαΐνη, που αποτελεί την βασική θεματική της πρώτης υποενότητας, αποτελεί μια
από τις πλέον εθιστικές και επικίνδυνες ουσίες. Οι χρήστες της δεν ανήκουν σε κάποια
συγκεκριμένη κατηγορία, αφού έχει φανεί ότι συναντάται σε όλα τα κοινωνικά επίπεδα
και όλες τις κοινωνικές ομάδες. Η έντονη ευχαρίστηση, η εγρήγορση και η
αυτοπεποίθηση που νιώθει αυτός που θα κάνει κοκαΐνη, για το ανώτερο μισή ώρα,
ακολουθείται από μια κατάσταση δυσφορίας, ευερεθιστότητας και ανησυχίας. Η
μακροχρόνια χρήση έχει συνδεθεί με μια μεγάλη ποικιλία ψυχοπαθολογικών
καταστάσεων, κυρίως διαταραχών ύπνου, κρίσεις άγχους και πανικού, ακόμα και
ψυχωσικά συμπτώματα. Επίσης, είναι γενικά αποδεκτό ότι η χρήση κοκαΐνης προκαλεί
έντονη ψυχολογική εξάρτηση, που οδηγεί σε μια αυξημένη αναζήτηση της ουσίας.
Στη κατηγορία των διεγερτικών του ΚΝΣ ανήκουν και οι αμφεταμίνες, ουσίες που η δομή
τους μοιάζει με τα φυσικά διεγερτικά του ανθρώπινου οργανισμού. Γνωστή ως
«speed», η αμφεταμίνη προκαλεί ένα ευχάριστο συναίσθημα ευεξίας, διώχνει τη
κούραση και προκαλεί αυξημένη διαύγεια και όξυνση της πνευματικής λειτουργίας. Για
το λόγο αυτό έχει παρατηρηθεί περιστασιακή χρήση από φοιτητές σε περίοδο
εξετάσεων ή σε αθλητές. Συστηματική χρήση επιφέρει διαταραχές στον ύπνο, άγχος,
ένταση και καρδιακά προβλήματα. Η χρήση αμφεταμινών, επίσης, έχει συνδεθεί με μια
ψυχωτική κατάσταση με έντονο παρανοϊκό ιδεασμό, η οποία έχει ονομαστεί
«αμφεταμινική ψύχωση». Στην κατηγορία αυτή ανήκει και το διάσημο ecstasy, το οποίο
αποτελεί ένα συνδυασμό αμφεταμίνης και ψευδαισθησιογόνου.
Η τρίτη υποενότητα αναφέρεται στα ψευδαισθησιογόνα, στα οποία ανήκουν μια
μεγάλη ποικιλία χημικών ουσιών που παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές στις
φαρμακολογικές τους ιδιότητες. Οι γνωστότεροι αντιπρόσωποι είναι το LSD και κάποια
φυσικά παραισθησιογόνα, όπως η μεσκαλίνη και η ψιλοκυβίνη. Τα ψευδαισθησιογόνα
δρουν σε συναισθηματικό και νοητικό επίπεδο, προκαλώντας ψευδαισθήσεις,
κατάργηση της λογικής, μεταβολές αντίληψης και καταρρίπτουν τους
συναισθηματικούς φραγμούς. Ο εθισμός που μπορεί να προκαλέσουν είναι
ψυχολογικός, ενώ μια από τις σοβαρότερες συνέπειες της χρήσης τους είναι η
πιθανότητα επαναβίωσης («flashback») της εμπειρίας σε άσχετο χρόνο, ακόμα και ένα
χρόνο μετά τη χρήση της ουσίας.

87
ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 1. ΔΙΕΓΕΡΤΙΚΑ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΝΕΥΡΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ:
ΚΟΚΑΪΝΗ

Στα πλαίσια της πρώτης υποενότητας θα αναφερθούμε στα παρακάτω:


ˆ από πού προέρχεται η κοκαΐνη και ποια είναι τα παράγωγα της,
ˆ ποιες είναι οι κλινικές επιδράσεις της χρήσης κοκαΐνης ανάλογα με τον τρόπο
χρήσης, και
ˆ ποια μορφή εξάρτησης προκαλείται από τη χρήση της.

1.1 Κοκαΐνη

Η κοκαΐνη, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, αποτελεί μια από τις πλέον
εθιστικές και επικίνδυνες ουσίες, η κατάχρηση της οποίας είναι από τις περισσότερο
διαδεδομένες. Πρόκειται για μία λευκή, άοσμη κρυσταλλική σκόνη που ανήκει στις
διεγερτικές εξαρτησιογόνες ουσίες. Το όνομά της προέρχεται από τον θάμνο
Erythroxylon coca, που φύεται στη Νότιο Αμερική, από τα φύλλα του οποίου και
παράγεται. Έπειτα από κατεργασία, τα φύλλα γίνονται πάστα που καπνίζεται. Με χημικό
καθαρισμό παράγεται η υδροχλωρική κοκαΐνη. Με περαιτέρω κατεργασία, η
υδροχλωρική κοκαΐνη μετατρέπεται σε αλκαλοειδές της κοκαΐνης, τη λεγόμενη ελεύθερη
βάση (free base). Με προσθήκη διττανθρακικού νατρίου (σόδα) στο αλκαλοειδές,
παράγεται το κρακ.

88
Εικόνα 1. Το φυτό Erythroxylon Coca

Εικόνα 2. Κοκαΐνη

Η κοκαΐνη σε κάθε γλώσσα έχει διαφορετική κοινή ονομασία. Στα αγγλικά η


υδροχλωρική κοκαΐνη είναι γνωστή ως «blow», «c», «coke», «flake», «snow» ή «stardust»,
ενώ στα ελληνικά είναι γνωστή στην αργκό ως «κόκα», «κοκό», «κοκορέτσι» ή «κόκα
κόλα». Το αλκαλοειδές της κοκαΐνης λέγεται κρακ και «rock» (στα ελληνικά και «βραχάκι»,
«βάση», «χαλίκι»).

1.1.1 Κρακ

Το «κρακ» (crack), είναι μια μορφή free-base κοκαΐνης, που η σχετικά εύκολη
διαδικασία παραγωγής του κάνει την ουσία αρκετά πιο φθηνή από την κοκαΐνη. Ο
χρήστης καπνίζει το κρακ μαζί με μαριχουάνα ή θερμαίνει και εισπνέει τον καπνό του σε
ειδικές γυάλινες πίπες. Μοιάζει με μικρά κομμάτια ακαθόριστου σχήματος από σαπούνι,
αλλά έχει υφή πορσελάνης. Το όνομά του οφείλεται στο χαρακτηριστικό ήχο που
προκαλεί κατά τη διάρκεια της πυρώσεως όταν καπνίζεται.
Επιδρά άμεσα στον εγκέφαλο, δημιουργώντας έντονες ηχητικές και οπτικές
παραισθήσεις και είναι ισχυρό εξαρτησιογόνο, δεδομένου ότι ακόμα και μία μόνο
χρήση ενδέχεται να προξενήσει εξάρτηση. Ο χρήστης αυξάνει συνεχώς τη δόση, ενώ

89
υπερβολική δόση οδηγεί σε παραλήρημα, κώμα και παράλυση με κατάληξη το θάνατο.
Υπάρχουν αναφορές ότι συνδέεται με ακραίες μορφές βίαιης συμπεριφοράς, καθώς
και με σοβαρές βλάβες στο νευρικό σύστημα, τη καρδιά και τους πνεύμονες, ενώ
θεωρείται υπεύθυνο για σοβαρές ψυχολογικού τύπου διαταραχές.

Εικόνα 3. Κρακ

1.2 Ιστορικά στοιχεία

Η κοκαΐνη, όπως αναφέρθηκε, προέρχεται από τα φύλλα του φυτού Κόκα, γηγενούς
της Λατινικής Αμερικής. Η χρήση των φύλλων κόκας χρονολογείται από το 2500 π.Χ.
τουλάχιστον. Οι γηγενείς μασούσαν τα φύλλα του φυτού, εκμεταλλευόμενοι τις
διεγερτικές της ιδιότητες ώστε να μετριάζουν την ανάγκη για τροφή και να
ανταποκρίνονται στα δύσβατα υψίπεδα και ζούγκλες της ηπείρου. Αποτελεί βασικό
συστατικό της θρησκευτικής τους κουλτούρας μέχρι και σήμερα. Ένα χαρακτηριστικό
Περουβιανό έθιμο που συνεχίζεται μέχρι και σήμερα είναι η κατανάλωση φύλλων κόκας
και αμέσως μετά το ομαδικό δημόσιο γρονθοκόπημα ανά ζεύγη, με γυμνά χέρια.
Χαμένος είναι αυτός που θα λιποθυμήσει πρώτος, ενώ ο νικητής θα έχει την εύνοια των
θεών. Επίσης, το μάσημα των φύλλων, αναπόσπαστο κομμάτι της Νοτιοαμερικανικής
καθημερινότητας, συνεχίζεται ακόμα και σήμερα στην Κολομβία, στο Περού, στον
Ισημερινό και στη Βολιβία ακόμη και από τουρίστες, καθώς βοηθά στην αντιμετώπιση
της «Νόσου του Μεγάλου Υψομέτρου». Ωστόσο, η συγκεκριμένη ενέργεια δε σχετίζεται
με τη χρήση της κοκαΐνης ως ναρκωτική ουσία, αφού τα φύλλα περιέχουν μόνο 0,5-1%
κοκαΐνη, που απορροφάται αργά από τον οργανισμό χωρίς να επιφέρει καμία
παρενέργεια.
Οι Ισπανοί κατακτητές το 1530 παρατήρησαν ότι οι Ίνκας, πιθανότατα οι πρώτοι που
χρησιμοποίησαν φύλλα κόκας, τα μασούσαν ανάμεικτα με κομματάκια ασβεστόλιθου
ή στάχτες για ευχαρίστηση ή για να αντέξουν τις δύσκολες εργασίες, την πείνα και την

90
δίψα. Όταν έκριναν ότι έπρεπε να σταματήσει η χρήση αυτής της ουσίας, εξέδωσαν
ειδική επικήρυξη. Σύντομα, όμως, άλλαξαν γνώμη, όταν διαπίστωσαν ότι οι ιθαγενείς
ήταν αδύνατο να δουλέψουν στα ορυχεία χωρίς να μασούν φύλλα κόκας.
Ο πρώτος που απομόνωσε την κοκαΐνη στην κρυσταλλική μορφή της από τα φύλλα
του Erythroxylon coca ήταν ο Γερμανός χημικός Wohler το 1858, ο οποίος και
διαπίστωσε ότι προκαλεί αναισθησία στη βλεννογόνο της γλώσσας.
Το 1884, ο Sigmund Freud δημοσίευσε το έργο του «Uber Coca», όπου εγκωμιάζει την
κοκαΐνη ως «μεγαλειώδη ουσία» και περιγράφει την επίδρασή της. Στο απόσπασμα που
παρατίθεται είναι φανερή η «αγάπη» που είχε ο διάσημος ψυχίατρος για την ουσία
αυτή:
«...προκαλεί μια έξαψη και διαρκή ευφορία, που δεν διαφέρει σε τίποτα από την
συνηθισμένη ευφορία ενός υγιούς ατόμου. Απολαμβάνεις μια αύξηση του
αυτοελέγχου και αποκτάς αυξημένη ζωτικότητα και δυναμικό για εργασία. Με άλλα
λόγια, είσαι απλώς κανονικός και σύντομα δυσπιστείς ως προς την επήρεια του
ναρκωτικού. Η μακρά κι εντατική σωματική εργασία περαιώνεται χωρίς κούραση. Αυτό
το αποτέλεσμα επιτυγχάνεται χωρίς καμία από τις δυσάρεστες παρενέργειες που φέρει
η εξάντληση από το αλκοόλ. Δεν υπάρχει καμία επιθυμία για περαιτέρω χρήση της
κοκαΐνης μετά την πρώτη φορά ή ακόμα και μετά από πολλές χρήσεις του
ναρκωτικού.»
Οι μελέτες που πραγματοποίησε ο Freud σχετικά με την κλινική χρήση της κοκαΐνης
χαρακτηρίζουν την αποκαλούμενη «περίοδο της κοκαΐνης» (1884-1887).
Η μελέτη του Freud έστρεψε την προσοχή των ιατρών στην κοκαΐνη και ο
οφθαλμολόγος Karl Kohler άρχισε το 1884 να τη χρησιμοποιεί στην οφθαλμολογία ως
αναισθητικό του κερατοειδούς και του επιπεφυκότος κατά τη διάρκεια χειρουργικών
επεμβάσεων. Παρατηρήθηκε ότι εκτός από αναισθησία στους βλεννογόνους προξενεί
και τοπική σύσπαση των αγγείων, περιορίζοντας την αιμορραγία στις χειρουργικές
επεμβάσεις, με αποτέλεσμα να χρησιμοποιηθεί σε επεμβάσεις της μύτης, του φάρυγγα
και του λάρυγγα.
Οι ραγδαίες εξελίξεις στη φαρμακολογία οδήγησαν σε υπέρμετρη και αλόγιστη
κατανάλωση της κοκαΐνης σε καθημερινής χρήσης προϊόντα. Στα τέλη του 19ου αιώνα
αρχίζει να κυκλοφορεί στην Ευρώπη κρασί με απόσταγμα κόκας από κάποιον
κορσικανό, που λεγόταν Μαριάνι, το οποίο έγινε πάρα πολύ γνωστό σε μικρό χρονικό
διάστημα. Η ιδέα είχε μιμητές στην Αμερική, όπου το 1892 ένας φαρμακοποιός, ο Asa
Candler, ίδρυσε την Coca Cola Company, λανσάροντας ένα ποτό που προερχόταν

91
από εκχύλισμα κόκας και φυσικό αεριούχο νερό, το οποίο ξεκίνησε ως καταπραϋντικό
για το στομάχι και τονωτικό ποτό.
Από το 1914, η κατανάλωση κοκαΐνης απαγορεύτηκε στα περισσότερα κράτη του
κόσμου, με αποτέλεσμα και πολλά εμπορικά προϊόντα να καταργηθούν ή να
αναγκαστούν να αλλάξουν τη σύνθεση τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί και
το αναψυκτικό Coca Cola, όπου μετά την απαγόρευσή της κοκαΐνης, το βασικό
συστατικό της αντικαταστάθηκε από την καφεΐνη, μια άλλη εξίσου εθιστική ουσία.
Ωστόσο, το όνομα του ποτού δεν άλλαξε σε Cafe-Cola, διότι ο δικαστής αποφάνθηκε
ότι η Coca-Cola είχε ήδη περάσει στη συνείδηση του κόσμου ως σήμα κατατεθέν.

Εικόνα 4. Διαφημίσεις για κρασί και αναψυκτικό που περιέχουν κοκαΐνη

92
Ως ναρκωτική ουσία η κοκαΐνη άρχισε να χρησιμοποιείται από τις αρχές του 20ού
αιώνα. Από τότε και μέχρι και σήμερα το παράνομο εμπόριο της κοκαΐνης αποτελεί μια
από τις μεγαλύτερες πηγές χρηματοδότησης κρατών στη Νότια Αμερική. Παράλληλα,
χρησιμοποιούνται ευρέως στις χώρες αυτές προϊόντα που περιέχουν συστατικά
κοκαΐνης.

Εικόνα 5. Προϊόντα Κοκαΐνης

1.3 Τρόπος χρήσης

Η κοκαΐνη συνήθως εισπνέεται από τη μύτη, αλλά μπορεί να διαλυθεί και να γίνει
ενέσιμη. Το παράγωγο «free-base», ουσία αρκετά διαδεδομένη στις ΗΠΑ και που τα
τελευταία χρόνια έχει εμφανιστεί και στη χώρα μας, που είναι μια λευκή ή κιτρινόμαυρη
σκόνη με γλυκιά μυρωδιά, είναι αδιάλυτη στο νερό και για αυτό τον λόγο μπορεί μόνο
να καπνιστεί. Επίσης, η κοκαΐνη μπορεί να αναμειχθεί με ηρωίνη και να χορηγηθεί
ενδοφλέβια. Ο συνδυασμός αυτός, γνωστός ως «speedball» είναι αρκετά επικίνδυνος
και μπορεί να επιφέρει ακόμη και θάνατο.
Η κοκαΐνη διαφέρει ως προς τον τρόπο χρήσης της από τις άλλες ουσίες. Συνήθως
λαμβάνεται σε μεγάλες ποσότητες για μικρά χρονικά διαστήματα και όχι καθημερινά. Το
διάστημα λήψης μπορεί να κυμαίνεται από μερικές ώρες μέχρι αρκετές ημέρες και να
ακολουθείται από μερικές ημέρες αποχής.

93
1.4 Κλινικές επιδράσεις

Η διάρκεια και ο χρόνος δράσης της κοκαΐνης εξαρτάται από τη συναισθηματική


φόρτιση του ατόμου, από την ποσότητα της ουσίας και τον τρόπο χορήγησης.
Παρατηρείται μεγάλη ποικιλία στις σωματικές και ψυχικές εκδηλώσεις, ανάλογα με το
χρήστη.
Αν ο τρόπος χορήγησης είναι ενδοφλέβιος ή προσφέρει άμεση απορρόφηση, όπως
π.χ. το κάπνισμα του κρακ, το άτομο καταλαμβάνεται αμέσως από μια αίσθηση
έντονης ευχαρίστησης, στην αργκό «rush», η οποία διαρκεί από λίγα δευτερόλεπτα έως
μερικά λεπτά και ακολουθείται από μια κατάσταση ελαφριάς ευφορίας για περίπου 15
έως 30 λεπτά.
Στην περίπτωση της λήψης από τη μύτη, απορροφάται από το βλεννογόνο και η
επίδραση της αρχίζει μετά από 3 περίπου λεπτά. Οι βραχυπρόθεσμες επιδράσεις της
κοκαΐνης, όπως έντονη ευχαρίστηση, εγρήγορση, αυτοπεποίθηση και σεξουαλική
διέγερση είναι πολύ σύντομες και σε αυτή τη περίπτωση. Ο χρήστης γίνεται πολύ
ομιλητικός, κάνει πολλές χειρονομίες και βιώνει με μεγαλύτερη απόλαυση κάθε είδους
ευχάριστο γεγονός. Το αίσθημα της όρεξης και της κούρασης μειώνεται. Στη συνέχεια, η
αρχική ευφορία παραχωρεί τη θέση της σε μια κατάσταση δυσφορίας,
ευερεθιστότητας και ανησυχίας. Με τον τρόπο αυτό, η γρήγορη εναλλαγή ευφορίας-
δυσφορίας, καθιστά αναγκαία την επανάληψη της χρήσης. Σωματικά υπό την
επίδραση μέσης δοσολογίας κοκαΐνης (περίπου 10-25 χιλιοστά του γραμμαρίου
ενδοφλεβίως ή 100 από τη μύτη) προκαλείται ταχυκαρδία, αύξηση των παλμών και της
συστολικής αρτηριακής πίεσης.
Μετά τη διακοπή της χρήσης ή μετά από οξεία τοξίκωση, εμφανίζεται η μετατοξικωτική
κατάθλιψη, η οποία χαρακτηρίζεται από δυσφορία, ανηδονία, άγχος, ευερεθιστότητα
και κόπωση. Μετά από ήπια χρήση τα συμπτώματα απομακρύνονται μετά από 18
ώρες, ενώ μετά από βαριά χρήση μπορούν να διαρκέσουν ως και μια βδομάδα.

1.4.1 Μακροχρόνιες συνέπειες

Η μακροχρόνια κατάχρηση κοκαΐνης έχει συνδεθεί με την ύπαρξη μεγάλης ποικιλίας


ψυχοπαθολογικών καταστάσεων, κυρίως διαταραχών ύπνου, ψυχοκινητικής διέγερσης,
άγχους, κρίσεων πανικού, αλλά και ψυχωσικόμορφων συνδρομών. Μεγάλες δόσεις
κοκαΐνης και μακροχρόνια χρήση ενδέχεται να οδηγήσουν σε χρόνια δηλητηρίαση και
ψυχωτικά επεισόδια. Πολλές φορές έχουν αναφερθεί συμπτώματα «κοκαϊνικής
ψύχωσης», με διωκτικό παραλήρημα (το άτομο καταλαμβάνεται από πανικό ότι

94
καταδιώκεται και δεν μπορεί να ξεφύγει), οπτικές αλλά και απτικές ψευδαισθήσεις
(αίσθημα ότι το σώμα καλύπτεται από έντομα κ.ά.).
Παράλληλα, παρατηρείται μείωση ή και απώλεια της ικανότητας αυτοσυγκέντρωσης
και της σεξουαλικής επιθυμίας, ενώ έχουν σημειωθεί αρκετές περιπτώσεις σεξουαλικής
ανικανότητας.
Σωματικά, όταν η χρήση γίνεται από τη μύτη, προκαλούνται έντονα ρινικά προβλήματα
(διάτρηση των ρινικών μεμβρανών και του διαφράγματος, χρόνια ρινική καταρροή,
ρινική αιμορραγία, απώλεια της αίσθησης της όσφρησης). Καθώς η ουσία προκαλεί
ανορεξία, χρόνιοι χρήστες ίσως αντιμετωπίσουν προβλήματα υγείας που σχετίζονται με
την απώλεια βάρους και τον υποσιτισμό. Η κοκαΐνη, επίσης, συνδέεται και με καρδιακά
προβλήματα, όπως χαοτικοί καρδιακοί ρυθμοί και αύξηση της πίεσης, ενώ έχουν
αναφερθεί και περιπτώσεις καρδιακών επεισοδίων και θανάτων. Μελέτες δείχνουν ότι
ποσοστό που υπερβαίνει το 3% των αιφνίδιων θανάτων στην Ευρώπη σχετίζονται με τη
χρήση κοκαΐνης, ενώ πολλοί από αυτούς οφείλονται σε «θανατηφόρο κοκτέιλ» του
ναρκωτικού με οινόπνευμα και τσιγάρο, γεγονός που αποδεικνύει ότι η έννοια της
ασφαλούς ψυχαγωγικής χρήσης κοκαΐνης είναι παραπλανητική.

1.5 Χαρακτηριστικά εξάρτησης από κοκαΐνη

Είναι γενικώς αποδεκτό ότι η κοκαΐνη δημιουργεί σημαντική ψυχολογική εξάρτηση, ενώ
δεν υπάρχει ομοφωνία όσον αφορά τη σωματική εξάρτηση. Είναι γεγονός, επίσης, ότι
παρατηρούνται σαφή συμπτώματα μετά από διακοπή της μακροχρόνιας λήψης
κοκαΐνης. Όμως, ο χαρακτηρισμός, από την άλλη, αυτών των συμπτωμάτων ως
«συνδρόμου στέρησης» είναι δυνατόν να οδηγήσει σε παρανοήσεις και συγχύσεις,
δεδομένου ότι χρησιμοποιείται κυρίως για τα δριμέα στερητικά συμπτώματα των
κατασταλτικών και των οπιούχων.
Η απότομη διακοπή της κοκαΐνης χαρακτηρίζεται από εντονότατη ψυχολογική επιθυμία
για το φάρμακο, μυϊκή αταξία, μυϊκούς πόνους, υπερβολική όρεξη και ορισμένες
τυπικές μεταβολές στο ΗΕΓ(ηλεκτροεγκεφαλογράφημα). Το άτομο παρουσιάζει τάσεις
για κοινωνική απόσυρση. Σημαντικά μεταβάλλεται επίσης και η φυσιολογία του ύπνου,
η οποία δεν επανέρχεται στο φυσιολογικό, από άποψη διάρκειας και ποιότητας, παρά
μόνο μετά από αρκετές ημέρες διακοπής.
Οι κοκαϊνομανείς περιγράφουν την ένταση αυτών των συμπτωμάτων με ιδιαίτερα
μελανά χρώματα. Η εντονότατη δυσφορία η οποία δημιουργείται από την έλλειψη του
φαρμάκου λειτουργεί ως αρνητικός ενισχυτής, με την έννοια της έντονης τάσης για

95
επανάληψη της χρήσης. Η λήψη της ουσίας δεν γίνεται μόνο σε αναζήτηση του
φαρμακολογικού ευφορικού αποτελέσματος (θετική ενίσχυση), αλλά και με την
επίγνωση που έχει το άτομο ότι τυχόν διακοπή θα οδηγήσει σε ιδιαίτερα δυσάρεστα
συμπτώματα (αρνητική ενίσχυση).
Η θετική ενισχυτική δράση της κοκαΐνης είναι ιδιαίτερα έντονη, όπως έχει αποδειχθεί σε
μελέτες με πειραματόζωα. Πειραματικές διατάξεις, που επέτρεπαν στο πειραματόζωο
την επαναληπτική αυτοχορήγηση κοκαΐνης, οδηγούσαν συνήθως σε ανεξέλεγκτη
συνεχή λήψη, με τελικό αποτέλεσμα τη σωματική εξάντληση και το θάνατο του
πειραματόζωου. Παρόμοια συμπεριφορά, τηρουμένων των αναλογιών, εμφανίζεται και
στους χρήστες κοκαΐνης, οι οποίοι, εφόσον έχουν ελεύθερη πρόσβαση στο φάρμακο,
κάνουν επαναληπτικές χρήσεις με μεσοδιαστήματα 20 λεπτών ή λιγότερο. Σύμφωνα με
τη γνώμη πολλών ερευνητών, η κοκαΐνη ανήκει στους ισχυρότερους ενισχυτές
εξαρτημένης συμπεριφοράς. Αυτό ίσως εξηγεί και την τεράστια εξάπλωση που έχει η
χρήση της ουσίας αυτής τα τελευταία χρόνια.
Ο χρήστης κοκαΐνης βρίσκεται σε μία συνεχή και έντονη αναζήτησή της, επειδή του
λείπει το αίσθημα της μεγάλης ευφορίας και υπερδιέγερσης που νιώθει όταν βρίσκεται
υπό την επήρειά της. Το κύριο χαρακτηριστικό του συνδρόμου στέρησης από την
χρήση κοκαΐνης είναι πως το άτομο πέφτει σε κατάθλιψη, όταν δεν βρίσκεται υπό την
επίδρασή της.

1.5.1 Διάγνωση Εξάρτησης από κοκαΐνη

Για τη διάγνωση της «κατάχρησης ή εξάρτησης από κοκαΐνη» το DSM-IV χρησιμοποιεί


τις γενικές κατευθυντήριες γραμμές για την εξάρτηση από ουσίες9.

9Σύμφωνα με το DSM-IV η «εξάρτηση» (drug dependence) ορίζεται ως ένα δυσπροσαρμοστικό πρότυπο


χρήσης μιας ουσίας, που οδηγεί σε κλινικά σημαντική διαταραχή ή βλάβη, όπως εκδηλώνεται με τρία ή
περισσότερα από τα παρακάτω σε οποιοδήποτε χρόνο μέσα σε διάστημα 12 μηνών:
¾ ανοχή, όπως ορίζεται με ένα από τα ακόλουθα:
9 ανάγκη για λήψη συνεχώς αυξανόμενων ποσοτήτων της ουσίας για την επίτευξη του ίδιου
επιθυμητού αποτελέσματος,
9 σημαντική ελάττωση του αποτελέσματος μετά από σταθερή χρήση της ίδιας ποσότητας της
ουσία,
¾ στέρηση, εκδηλούμενη με ένα από τα ακόλουθα:
9 το χαρακτηριστικό για την ουσία σύνδρομο στέρησης,
9 λήψη της ίδιας (ή παραπλήσιας) ουσίας για την αποφυγή ή την ανακούφιση από τα συμπτώματα
στέρησης,
¾ η ουσία λαμβάνεται σε μεγαλύτερες ποσότητες ή για μεγαλύτερο διάστημα, σε σχέση με την
πρόθεση του ατόμου,
¾ διαρκής επιθυμία ή ανεπιτυχείς προσπάθειες για τη διακοπή ή τον έλεγχο της χρήσης,
¾ σπατάλη σημαντικού χρόνου για την απόκτηση της ουσίας, τη χρήσης της ή την ανάνηψη από τα
αποτελέσματά της,

96
Κλινικά και πρακτικά είναι δυνατόν να τεθεί η υποψία κατάχρησης ή εξάρτησης από
κοκαΐνη σε άτομα που εμφανίζουν ανεξήγητες αλλαγές προσωπικότητας. Συνήθεις
αλλαγές που συνδέονται με την κοκαΐνη είναι η ευερεθιστότητα, η έκπτωση της
ικανότητας συγκέντρωσης, η ψυχαναγκαστική συμπεριφορά, η αϋπνία και η απώλεια
βάρους. Συχνά συνοδεύεται από ενδείξεις για αυξημένα χρέη ή αδικαιολόγητη χρήση
μεγάλων χρηματικών ποσών, λόγω της αυξημένης τιμής της.
Μελέτη Περίπτωσης 1. Η ιστορία του Κ.Β.

Ο Κ.Β. είναι 34 ετών, επιχειρηματίας, σε διάσταση με τη σύζυγο του, με την οποία έχει
αποκτήσει ένα παιδί. Προέρχεται από μια αρκετά ευκατάστατη οικογένεια, η οποία
φρόντισε από πολύ μικρό να του παρέχει μεγάλη οικονομική άνεση. Πριν από περίπου
10 χρόνια δοκίμασε πρώτη φορά κοκαΐνη σε μια έξοδο του για διασκέδαση. Από τότε,
κάθε φορά που έβγαινε σε νυχτερινά μαγαζιά, μία με δύο φορές τη βδομάδα,
αναζητούσε την ουσία. Η τακτική αυτή χρήση σε στιγμές διασκέδασης κράτησε για 6
χρόνια. Μετά σταδιακά η κοκαΐνη άρχισε να εμφανίζεται πιο συχνά στην
καθημερινότητα του, ώσπου οτιδήποτε και αν έκανε, αν δεν συνοδευόταν από την
ουσία, δεν είχε κανένα νόημα. Ειδικά τα τελευταία 3 χρόνια, μετά δηλαδή το γάμο και την
απόκτηση του παιδιού, όπου είχαν αυξηθεί οι ευθύνες του, ήταν απόλυτα εξαρτημένος,
κάνοντας χρήση από το πρωί, ξοδεύοντας τεράστια χρηματικά ποσά για να καλύψει τις
ανάγκες του.
Η ψυχική του διάθεση ήταν εξαιρετικά ευμετάβλητη και όπως χαρακτηριστικά αναφέρει
και ο ίδιος, η ζωή του έμοιαζε ανούσια και κενή. Άρχισε να αντιμετωπίζει σοβαρά
προβλήματα στη δουλειά του, ενώ η σύζυγος του τον έδιωξε από το σπίτι, και κινδύνευε
να χάσει την επαφή του με το παιδί. Κάποια προβλήματα που άρχισε να αντιμετωπίζει με
την υγεία του έγιναν η αφορμή να αποδεχτεί το πρόβλημα του και να αναζητήσει
βοήθεια. Τώρα είναι σε ψυχοθεραπευτική διαδικασία, προσπαθώντας να βρει ξανά
νόημα σε μια ζωή χωρίς κοκαΐνη.

¾ διακοπή ή μείωση σημαντικών κοινωνικών, εργασιακών ή ψυχαγωγικών δραστηριοτήτων λόγω της


χρήσης, και
¾ η χρήση συνεχίζεται παρά τη γνώση της ύπαρξης ενός μόνιμου ή περιοδικού σωματικού ή
ψυχολογικού προβλήματος που προκλήθηκε ή επιδεινώθηκε από την ουσία (π.χ. συνέχιση της
λήψης αλκοόλ παρά τη διαπίστωση επιδείνωσης του έλκους μετά τη λήψη).
Η διάγνωση συνοδεύεται από το προσδιορισμό της ύπαρξης ή μη της σωματικής εξάρτησης (ύπαρξη
ανοχής ή στέρησης).

97
ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 2. ΔΙΕΓΕΡΤΙΚΑ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΝΕΥΡΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ:
ΑΜΦΕΤΑΜΙΝΕΣ

Στη δεύτερη υποενότητα θα αναφερθούμε στα παρακάτω:


ˆ ποιες ουσίες είναι οι αμφεταμίνες,
ˆ πώς χρησιμοποιήθηκαν στο παρελθόν και ποια είναι η χρήση τους σήμερα,
ˆ με ποιο τρόπο επιδρούν στη σωματική και ψυχική φυσιολογία,
ˆ πώς προκαλείται η αμφεταμινική ψύχωση και
ˆ πόσο επικίνδυνη είναι η χρήση της συνθετικής αμφεταμίνης ecstasy.

2.1 Γενικά στοιχεία

Οι αμφεταμίνες είναι μία ισχυρά διεγερτική ουσία, που η χημική του δομή μοιάζει με τα
φυσικά διεγερτικά του ανθρώπινου οργανισμού, την Αδρεναλίνη και τη
Νοραδρεναλίνη. Κυκλοφορεί συνήθως με μορφή χαπιού ή κάψουλας, αλλά στο
παράνομο εμπόριο μπορεί να έχει και τη μορφή άσπρης, κιτρίνης ή ροζ σκόνης, που
συνήθως περιέχει μόνο κατά 6 με 10% καθαρή αμφεταμίνη, ενώ το υπόλοιπο 90%
μπορεί να είναι οτιδήποτε: από baking powder μέχρι καθαρτικό. Επίσης, εμφανίζεται σε
μορφή μικρών, συμπαγών κομματιών, όπου είναι αναμειγμένη με άλλες παρόμοιες σε
μορφή ουσίες. Σήμερα είναι γνωστή στους χρήστες ως «speed», ενώ συχνά
αναφέρεται και ως «meth» ή «crystal meth».

Εικόνα 6. Αμφεταμίνες

Η αμφεταμίνη λαμβάνεται από το στόμα, εισπνεόμενη από τη μύτη, αλλά μπορεί και να
καπνιστεί αναμειγμένη με καπνό. Τέλος, όταν διαλύεται σε νερό μπορεί να πάρει ενέσιμη
μορφή. Στην περίπτωση αυτή, αν δεν έχει διαλυθεί πολύ καλά μπορεί να προκαλέσει

98
θρομβώσεις στο καρδιαγγειακό σύστημα και επομένως τον θάνατο. Σαν ενέσιμο
διάλυμα επενεργεί ακαριαία, ενώ η κατάποση ή η εισπνοή αμφεταμίνης σε σκόνη
φέρνει αποτελέσματα μετά από 10-40 λεπτά. Σε γενικές γραμμές, η επήρεια μιας δόσης
αμφεταμίνης διαρκεί περίπου 3-6 ώρες και μπορεί να ανιχνευτεί στα ούρα περίπου 4
ημέρες μετά τη χρήση.
Τα ποσοστά χρήσης των ουσιών αυτών στον γενικό πληθυσμό είναι συνήθως χαμηλά,
αλλά η επικράτηση χρήσης στις ομάδες ατόμων νεαρότερης ηλικίας είναι σημαντικά
υψηλότερη και η χρήση των ναρκωτικών αυτών ενδέχεται να είναι ιδιαίτερα υψηλή σε
ορισμένα κοινωνικά περιβάλλοντα ή σε ορισμένες πολιτισμικές ομάδες που δεν
εμφανίζουν το στερεότυπο προφίλ του χρήστη. Έχει παρατηρηθεί συχνά περιστασιακή
χρήση αμφεταμινών από φοιτητές σε περιόδους εξετάσεων, αθλητές, οδηγούς
φορτηγών και γενικότερα επαγγελματίες σε εργασίες που απαιτούν σωματική αντοχή.
Οι ομάδες αυτές παίρνουν κανονικές δόσεις αμφεταμινών με σκοπό την καλύτερη
επίδοση, την ενέργεια και την παράταση της αντοχής πέραν των φυσικών ορίων του
οργανισμού. Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι αμφεταμίνες (κλασσικές και συνθετικές)
συγκαταλέγονται στα συνθετικά ναρκωτικά με τη μεγαλύτερη επικράτηση.

2.2 Ιστορικά στοιχεία

Η αμφεταμίνη είναι χημική ουσία που δημιουργήθηκε αρχικά το 1887 από τον Ρουμάνο
χημικό Lazar Edeleanu στο πανεπιστήμιο του Βερολίνου, με το όνομα
φαινυλισοπροπυλαμίνη. Τη δεκαετία του 1930 χρησιμοποιήθηκε για την αντιμετώπιση
της ναρκοληψίας (μια σπάνια διαταραχή του ύπνου) και του άσθματος. Λίγα χρόνια
αργότερα συναντάται και στη θεραπεία του συνδρόμου υπερκινητικότητας και
διάσπασης της προσοχής. Χρησιμοποιήθηκε ευρέως στους στρατιώτες κατά τη
διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ώστε να αντιμετωπιστεί η κούραση τους και να
επεκταθούν τα όρια τους πέρα από το φυσιολογικό. Η ιατρική χρήση των αμφεταμινών
για την αντιμετώπισης της ήπιας κατάθλιψης ήταν πολύ διαδεδομένη στις δεκαετίες του
1950 και του 1960. Επίσης, γνώρισαν μεγάλη διάδοση στα νεανικά κινήματα αυτής της
δεκαετίας, καθώς και κατά τη διάρκεια του πολέμου του Βιετνάμ από τον αμερικανικό
στρατό.
Μεγάλη χρήση έγινε επίσης από παχύσαρκα άτομα, λόγω της ιδιότητας των
αμφεταμινών να «κόβουν» την όρεξη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα κατάχρησης τέτοιων
χαπιών σκιαγραφείται στη ταινία «Requiem for a Dream» του Daren Aronofski, όπου η
Ellen Burstyn υποδύεται μια ηλικιωμένη χήρα, η οποία παθαίνει εξάρτηση από χάπια

99
αμφεταμίνης για δίαιτα. Αναπτύσσει αμφεταμινική ψύχωση, νοσηλεύεται σε ψυχιατρική
κλινική, όπου επιχειρούνται πολλών ειδών θεραπείες και τελικά καταλήγει σε άσυλο
χρόνιων πασχόντων.
Από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 δεν παρασκευάζονται πια φαρμακευτικά -παρά
μόνο κάποια παράγωγα τους- λόγω των παρενεργειών και των εθιστικών τους
ιδιοτήτων και βρίσκονται μόνο στην παράνομη αγορά.

2.3 Κατηγορίες αμφεταμινών

Σήμερα οι σημαντικότερες αμφεταμίνες που διατίθενται είναι η μεθαμφεταμίνη


(Methedrine) και η μεθυλοφαινιδάτη (Ritaline), με βασικότερες ενδείξεις τη ναρκοληψία
και τη διαταραχή ελλειμματικής προσοχής. Ειδικότερα για το Ritaline, το όποιο
συνταγογραφείται ιδιαίτερα συχνά στη διάγνωση της Δ.Ε.Π.Υ. σε μικρές ηλικίες, έχει
ασκηθεί έντονη κριτική. Αυτά τα φάρμακα κυκλοφορούν επίσης και στο παράνομο
εμπόριο.

2.3.1 Ice

Στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας διαδόθηκε η χρήση των λεγόμενων


«κρυσταλλικών μεθαμφεταμίνων». Έγιναν γνωστά με την κοινή τους ονομασία «ice-
πάγος» και ουσιαστικά είναι μια καθαρή μορφή μεθαμφεταμίνης, η οποία μπορεί να
εισπνέεται, να καπνίζεται ή να λαμβάνεται ενδοφλέβια από τους χρήστες της ουσίας. Οι
ψυχολογικές δράσεις του διαρκούν ώρες και περιγράφονται ιδιαίτερα ισχυρές.
Θεωρείται ότι η ουσία αυτή μπορεί να γίνει μια επικίνδυνα διαδεδομένη ουσία
κατάχρησης τα επόμενα χρόνια.

Εικόνα 7. Μεθαμφεταμίνες

100
2.4 Κλινικές επιδράσεις

Οι αμφεταμίνες είναι διεγερτικά του ΚΝΣ., αυξάνουν, δηλαδή, την εγκεφαλική


δραστηριότητα. Οι επιδράσεις είναι παροδικές, κυρίως ψυχολογικές. Σε μέτριες δόσεις
προκαλούν ένα ευχάριστο συναίσθημα ευεξίας, το οποίο μετατρέπεται σε εντονότατο
συναίσθημα ευφορίας όταν χρησιμοποιηθούν μεγάλες ποσότητες της ουσίας. Οι
αμφεταμίνες αυξάνουν την εγρήγορση, διώχνουν την κούραση και προάγουν την
αποτελεσματικότητα του χρήστη σε εργασίες που απαιτούν προσοχή και
συγκέντρωση, αφού προκαλούν αυξημένη διαύγεια και όξυνση της πνευματικής
λειτουργίας. Υπό την επήρεια τους, οι χρήστες συχνά βιώνουν μια προσωρινή ενίσχυση
της αυτοπεποίθησής τους και αισθάνονται ιδιαίτερη ενεργητικότητα, καθώς
καταπολεμούν το αίσθημα του ύπνου, της κούρασης και της πείνας. Ωστόσο, δεν
εξαφανίζουν την ανάγκη για τροφή και ανάπαυση, απλώς μεταθέτουν την ικανοποίησή
τους. Σωματικά προκαλείται έντονη ταχυκαρδία, εφίδρωση, διαστολή στις κόρες των
ματιών και συχνά θολή όραση.
Συστηματική χρήση μικρών δόσεων για μεγάλο διάστημα επιφέρει χρόνιες διαταραχές
ύπνου, άγχος, ένταση, ανορεξία και διαταραχές της καρδιακής λειτουργίας, αντίστοιχες
με αυτές των βραχυχρόνιων επιδράσεων. Σημαντικές έρευνες των τελευταίων χρόνων
αποδεικνύουν ότι η κατάχρηση αμφεταμινών συνδέεται άμεσα με αυξημένο κίνδυνο
εμφράγματος, ακόμα και σε νεαρές ηλικίες.
Η τακτική λήψη μεγάλων δόσεων μπορεί να προκαλέσει παρανοϊκές σκέψεις, έντονη
ψυχοκινητική διέγερση και επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές. Σε ακραίες περιπτώσεις
παρατηρούνται ψυχωσικά συμπτώματα που οφείλονται σε παρατεταμένη χρήση.

2.4.1 Αμφεταμινική ψύχωση

Η κατάσταση που χαρακτηρίζεται από έντονο παρανοϊκού τύπου ιδεασμό και διωκτικό
παραλήρημα και αναπτύσσεται σε ένα άτομο μετά από κατάχρηση διεγερτικών ουσιών
ονομάζεται αμφεταμινική ψύχωση, η οποία θυμίζει έντονα σχιζοφρένεια παρανοϊκού
τύπου. Η κλινική εικόνα συνήθως αναπτύσσεται προοδευτικά στις περιπτώσεις
συστηματικής χρήσης για διάστημα ακόμα και λίγων εβδομάδων. Υπάρχουν
περιπτώσεις που η ψυχωσική εικόνα εμφανίζεται με οξεία μορφή και μετά από μία μόνο
χρήση μεγάλης ποσότητας αμφεταμίνης.
Τον παρανοϊκού τύπου ιδεασμό και το παραλήρημα συνοδεύουν συνήθως οπτικές και
απτικές ψευδαισθήσεις και παραισθήσεις, συναισθηματική ευμεταβλητότητα και συχνά
στερεοτυπικού τύπου συμπεριφορά. Το διωκτικό παραλήρημα συνήθως προκαλεί

101
πανικό στο χρήση και έχει συχνά ως επακόλουθο βίαιη και ανεξέλεγκτη επιθετική
συμπεριφορά.
Σύμφωνα με συγκριτικές μελέτες μεταξύ αμφεταμινικής ψύχωσης και σχιζοφρένειας, οι
δυο κλινικές εικόνες είναι σε σημαντικό βαθμό παρόμοιες, αλλά φαίνεται πως η
παρουσία οπτικών ψευδαισθήσεων και απουσία έντονων ενδείξεων διαταραγμένης
σκέψης χαρακτηρίζουν περισσότερο την αμφεταμινική ψύχωση.
Με την αποχή από τις ουσίες, η ψυχωσική συνδρομή υποχωρεί συνήθως εντός 5-15
ημερών, με πρώτη την εξάλειψη των ψευδαισθήσεων, ενώ το παραλήρημα επιμένει
περισσότερο. Στη συνέχεια, ο χρήστης εμφανίζει αύξηση της διάρκειας του ύπνου, ο
οποίος συνοδεύεται από πολλά και άσχημα όνειρα και καταθλιπτικό συναίσθημα που
διαρκεί περισσότερο από δύο βδομάδες.

2.5 Χαρακτηριστικά εξάρτησης από αμφεταμίνες

Η κατάχρηση αμφεταμινών έχει όλα τα στοιχεία της ισχυρής ψυχολογικής εξάρτησης. Οι


χρήστες συχνά αποκτούν εξάρτηση από το φάρμακο προκειμένου να αποφύγουν τα
δυσάρεστα συμπτώματα που συνοδεύουν τη λήξη της επενέργειάς του. Δηλαδή,
κατάθλιψη, άγχος, ευερεθιστότητα, ληθαργικότητα, κόπωση, αϋπνία, και ψυχοκινητική
διέγερση. Το αποτέλεσμα είναι ο χρήστης να καταφεύγει σε όλο μεγαλύτερες και
συχνότερες δόσεις αμφεταμινών, αφού η ανοχή αναπτύσσεται γρήγορα.
Λόγω των εμφανών και συχνών παρενεργειών της τακτικής χρήσης αμφεταμινών, οι
περισσότεροι χρήστες αναγκάζονται να παίρνουν και άλλες ουσίες για να τις
μετριάσουν. Η χρήση τους ωθεί στη λήψη καταπραϋντικών ουσιών (αλκοόλ,
ηρεμιστικά, υπνωτικά, ηρωίνη) για να εξισορροπεί ο οργανισμός, προκαλώντας έτσι
ένα φαύλο κύκλο χρήσης από τον οποίο δεν μπορούν να αποδεσμευθούν λόγω των
στερητικών συμπτωμάτων και από τις δύο ουσίες.
Τα συμπτώματα στέρησης μετά από παρατεταμένη χρήση αμφεταμινών είναι αρκετά
σοβαρά. Τα πιο κοινά συμπτώματα που παρατηρούνται είναι έντονη εφίδρωση,
ταχυπαλμία, αστάθεια, διαταραχές ύπνου και αϋπνία, ναυτία και έμετοι, ψευδαισθήσεις,
νευρικότητα και άγχος, επιληπτικοί σπασμοί και παρατεταμένη σφοδρή επιθυμία για
λήψη της ουσίας, την οποία δύσκολα διαχειρίζεται και ο ασθενής και ο θεραπευτής.

2.6 «Σχεδιαστικές» Αμφεταμίνες: MDMA/ ECSTACY

Μερικές από τις αποκαλούμενες «σχεδιαστικές» αμφεταμίνες είναι συνθετικές και η


δράση τους αντανακλά ένα συνδυασμό αμφεταμινοειδών και ψευδαισθησιογόνων

102
δραστηριοτήτων, για αυτό και συχνά ταξινομούνται στα ψευδαισθησιογόνα. Το DSM-IV,
όμως, τις ταξινομεί στις αμφεταμίνες λόγω της δομικής τους σχέσης.
Το πιο γνωστό και ευρύτερα διαθέσιμο αυτής της κατηγορίας είναι το MDMA, το οποίο
αναφέρεται και ως «ecstasy» (XTC). Κυκλοφορεί συνήθως σε μορφή χρωματιστών
χαπιών ή σε κάψουλες. Έχουν συνήθως διάφορα σχέδια, όπως καρδιές, αστέρια κλπ.,
από τα οποία παίρνουν και τις ανάλογες ονομασίες, όπως «περιστέρια», «χιονιές»,
«φράουλες», «μήλα», «disco burgers», «καρδιές αγάπης».
Οι χρήστες το χρησιμοποιούν από το στόμα σε ποσότητες ενός ή περισσοτέρων
χαπιών τη φορά. Έχουν αναφερθεί και περιπτώσεις χρήσης από τη μύτη, καθώς και πιο
σπάνια ενέσιμης χρήσης.

Εικόνα 8. Ecstasy

Παρασκευάστηκε πρώτη φορά στη Γερμανία το 1914 από τη φαρμακευτική εταιρεία


Merck ως δυνατό ανορεξικό, λόγω της σχέσης του με τις αμφεταμίνες. Δεν εγκρίθηκε,
όμως, ως επίσημο φάρμακο και έτσι εγκαταλείφθηκε, μέχρι τη δεκαετία του 1970. Αρχικά
έγιναν κάποιες προσπάθειες να χρησιμοποιηθεί για να διευκολυνθεί η επικοινωνία στη
θεραπευτική σχέση σε άτομα με ψυχολογικά προβλήματα. Τελικά, συνδέθηκε με τη
dance κουλτούρα και κατέληξε τις δύο τελευταίες δεκαετίες να θεωρείται συνώνυμο της

103
μουσικής rave, να γίνεται ευρεία κατανάλωση του στα σχετικά party και τελικά να
αντιμετωπίζεται ως «ναρκωτικό των party» ή «του Σαββατοκύριακου».
Η επίδραση του αρχίζει 30 λεπτά μετά την κατάποση, φθάνει στο έπακρο σε 1,30 ώρα
περίπου και διαρκεί ως και 3 ώρες. Προκαλεί ένα γενικό αίσθημα ευφορίας,
συνοδευόμενο από ξεσπάσματα απεριόριστης ενέργειας, διανθισμένα με περιόδους
ηρεμίας και χαλάρωσης. Οι συνήθως αναφερόμενες δράσεις συνίστανται, επίσης, σε
μια αίσθηση κατανόησης, αποδοχής και εγγύτητας με τους άλλους ανθρώπους και
άνεσης με τον εαυτό. Παράλληλα, προκαλούνται αλλοιώσεις της αισθητηριακής
αντίληψης της διάστασης και της απόστασης. Επίσης, αναφέρεται και αυξημένη
αίσθηση της φωτεινότητας των αντικειμένων, ενώ γενικότερα όλα τα ερεθίσματα
προσλαμβάνονται με υπερβολικό τρόπο. Η αίσθηση της μουσικής γίνεται πιο έντονη
και συχνά προκαλούνται οπτικές παραισθήσεις ή ψευδαισθήσεις. Η μουσική,
συγκεκριμένα, ασκεί μια ακαταμάχητη επιρροή στο χρήστη, ειδικά αν περιλαμβάνει έναν
ισχυρά επαναλαμβανόμενο ρυθμό.
Τα σημάδια της χρήσης περιλαμβάνουν: διεσταλμένες κόρες, ναυτία, εφίδρωση,
απώλεια όρεξης, τέντωμα των μυών της σιαγόνας, των άνω και κάτω άκρων. Πολλές
από τις παρενέργειες που αντιμετωπίζουν οι χρήστες του Ecstasy είναι παρόμοιες με
εκείνες που απαντώνται στη χρήση αμφεταμινών και κοκαΐνης, π.χ. επιτάχυνση του
καρδιακού ρυθμού, αύξηση της αρτηριακής πίεσης, ναυτία, θολωμένη όραση,
εξάντληση, κρυάδες και εφίδρωση. Μπορεί επίσης να εμφανιστούν ψυχολογικά
προβλήματα, όπως: σύγχυση, κατάθλιψη, αϋπνία, βαριάς μορφής άγχος, παράνοια
και ψυχωσικά επεισόδια. Οι υψηλότερες δόσεις μπορεί να προκαλέσουν
ψευδαισθήσεις, άγχος, κρίση πανικού και αϋπνία. Μετά το τέλος της επίδρασης
ακολουθεί ένα αίσθημα κόπωσης και αδιαθεσίας, που διαρκεί τουλάχιστον 24 ώρες.
Ένας αριθμός θανάτων έχει αποδοθεί στη χρήση Ecstasy. Πολλοί συμβαίνουν όχι λόγω
των άμεσων αποτελεσμάτων της ουσίας, αλλά λόγω της υπερθερμίας και της
αφυδάτωσης από τον ξέφρενο χορό επί πολλή ώρα. Οι χρήστες συμβουλεύονται να
πίνουν μισό λίτρο νερό ανά ώρα ενώ χορεύουν, ώστε να αποτρέψουν την
αφυδάτωση. Το νερό πρέπει να πίνεται αργά, δεδομένου ότι η πολύ γρήγορη πόση
νερού σε μεγάλες ποσότητες μπορεί επίσης να προκαλέσει βλάβες. Είναι επίσης
σημαντικό να διατηρούνται υπό ρύθμιση τα επίπεδα άλατος στο σώμα με την
κατανάλωση φαγητού ή φρουτοχυμών, αναψυκτικών ή αθλητικών ισοτονικών ποτών,
ενώ επίσης σημαντικό είναι να αποφεύγεται η παράλληλη κατανάλωση αλκοόλ.

104
ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 3. ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΙΟΓΟΝΑ

Στα πλαίσια της τρίτης υποενότητας θα αναφερθούμε στα παρακάτω:


ˆ ποιες ουσίες συγκαταλέγονται στα ψευδαισθησιογόνα,
ˆ ποιες είναι οι βασικές τους επιδράσεις,
ˆ πώς επιδρά το LSD, η πιο συχνά χρησιμοποιούμενη ψευδαισθησιογόνα ουσία,
ˆ ποιους εξαιρετικά σοβαρούς κινδύνους κρύβει η χρήση τέτοιων ουσιών, και
ˆ με ποιες ψυχιατρικές διαταραχές έχει συνδεθεί η χρήση ψευδαισθησιογόνων.

3.1 Ψευδαισθησιογόνα

Τα παραισθησιογόνα ή ψευδαισθησιογόνα είναι μια σειρά από ουσίες που έχουν την
ιδιότητα να διαταράσσουν τον ψυχικό κόσμο του ατόμου και να επηρεάζουν τις
αισθήσεις του χρήστη με επιπτώσεις στην οπτική αντίληψη, την ακοή, την αφή και την
όσφρηση. Ονομάζονται, επίσης, ψυχεδελικά ή ψυχωσιομιμητικά, επειδή παράλληλα με
την πρόκληση ψευδαισθήσεων προκαλούν απώλεια της επαφής με την
πραγματικότητα, ενώ επεκτείνουν και ενισχύουν τη συνείδηση. Ιδιαίτερα έχει τονισθεί η
ψυχοδιευρυντική επίδραση τους, δηλαδή η επίταση της δημιουργικότητας και η
διευκόλυνση της καλλιτεχνικής έμπνευσης του χρήστη. Άλλωστε, ο όρος psychedelic,
που χρησιμοποιήθηκε στη δεκαετία του 1960 για να εκφράσει τις αισθητικές
αναζητήσεις του «ψυχεδελικού κινήματος», είναι ελληνογενές κατασκεύασμα από τις
λέξεις «ψυχή» και «δηλώ», που σημαίνει τον ψυχοδηλωτικό (αποκαλυπτικό της ψυχής)
χαρακτήρα αυτών των ουσιών. Δεν έχουν καμία ιατρική χρήση και χαρακτηρίζονται
από υψηλή τάση κατάχρησης.
Η κατηγορία αυτή περιλαμβάνει μια μεγάλη ποικιλία ουσιών, με διαφορετικές
φαρμακολογικές ιδιότητες, από εκείνες που προέρχονται από φυσικές πηγές, όπως η
μεσκαλίνη από τον κάκτο peyote και η ψιλοκυβίνη από τα «μαγικά μανιτάρια», μέχρι
συνθετικά χημικά παρασκευάσματα, όπως το LSD. Από τον άνθρωπο έχουν
χρησιμοποιηθεί περισσότερα από 100 φυσικά ή συνθετικά ψευδαισθησιογόνα, αν και
το LSD θεωρείται η πιο συχνά χρησιμοποιούμενη ουσία αυτής της κατηγορίας.

3.1.1 Διαιθυλαμίδιο του λυσεργικού οξέος ( LSD)

Το LSD είναι η ισχυρότερη και πιο γνωστή παραισθησιογόνος ουσία. Κυκλοφορεί σε


μορφή χαπιών, κάψουλας, σε εμποτισμένο στυπόχαρτο ή και σε αυτοκόλλητα με
σχέδια που διαφοροποιούν το είδος τους. Επίσης, συναντάται και στην υγρή μορφή

105
του, όπου η χρήση γίνεται με τη λήψη σταγόνων. Είναι γνωστό στους κύκλους των
χρηστών ως «τριπάκι» (από το «trip», όπως ονομάζεται η δράση της ουσίας), αλλά και
με πολλές ονομασίες ανάλογες της εμφάνισης της σχετικής ταμπλέτας ή του σχεδίου
που έχει τυπωθεί πάνω της (π.χ. κινέζος δράκος, φράουλα, Mitsubishi, E.T. κ.α.).

Εικόνα 9. LSD

Είναι ένα ημι-συνθετικό φάρμακο που προέρχεται από το λυσεργικό οξύ, το οποίο
βρίσκεται στην ερυσιβώδη όλυρα, έναν μύκητα που αναπτύσσεται στη σίκαλη και άλλα
δημητριακά. Ανακαλύφθηκε από τον Albert Hoffman, έναν νεαρό χημικό, στη δεκαετία
του 1920 στην Ελβετία, κατά την αναζήτηση νέων παραγώγων των αλκαλοειδών της
ερυσιβώδους όλυρας, τα οποία προορίζονταν για διάφορες θεραπευτικές εφαρμογές.
Τα ψυχοτρόπα αποτελέσματα του έγιναν αντιληπτά το 1943, όταν κατά λάθος ο ίδιος ο
Hoffman πήρε μια ελάχιστη δόση ο ίδιος. Στην καθαρή μορφή του είναι μια άσπρη,
άοσμη κρυσταλλική σκόνη, διαλυτή στο νερό. Καθώς είναι ιδιαίτερα δραστική είναι
απαραίτητη η αραίωση της. Παρασκευάζεται σε παράνομα εργαστήρια, συνήθως
στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική.
Η επίδραση του LSD στην ψυχική σφαίρα είναι απροκαθόριστη, επειδή εξαρτάται από
ατομικούς παράγοντες συμπεριφοράς, την προσωπικότητα του χρήστη, από τυχόν
προηγούμενες εμπειρίες, τις προσδοκίες που έχει και από το περιβάλλον μέσα στο
οποίο γίνεται η χρήση. Έχει παρατηρηθεί ότι τα συμπτώματα που προκαλεί το LSD δεν
εξαρτώνται τόσο από τη δόση, όσο από όλους τους παραπάνω παράγοντες. Η δόση
καθορίζει απλώς τη διάρκεια δράσης της ψευδαισθησιογόνου ουσίας.
Η δράση του LSD αρχίζει περίπου 30-40 λεπτά μετά τη λήψη, αλλά ο χρόνος αυτός
διαφέρει σημαντικά από άτομο σε άτομο. Κορυφώνεται σε 2-4 ώρες και παρατηρείται
ύφεση της δράσης μετά από μερικές ώρες και γενικά η επήρεια παρέρχεται σε 8-12
ώρες

106
Σε μικρές δόσεις, το LSD προκαλεί αλλοιώσεις της αντίληψης, της διάθεσης και της
σκέψης, ενώ η δράση του αυξάνεται όσο αυξάνεται η δόση. Σε υψηλότερες δόσεις
επέρχονται οι λεγόμενες ψευδείς ψευδαισθήσεις και σοβαρές αλλοιώσεις της
αντίληψης. Αναφέρονται συναισθησίες με υποκειμενικές εμπειρίες, όπως το να βλέπεις
μουσική και να ακούς εικόνες. Επηρεάζεται, επίσης, η αντίληψη του χρόνου.
Ως ψυχολογικές επιδράσεις της χρήσης LSD περιγράφονται η βαθύτερη κατανόηση του
εαυτού και η μεγαλύτερη αυτογνωσία. Ο χρήστης βιώνει μια αποξένωση από τον
συγκεκριμένο περίγυρο και την αίσθηση ότι πετά ή ταξιδεύει (από αυτό προκύπτει η
έκφραση «trip/ταξίδι»). Το LSD δεν οδηγεί σε απώλεια της συνείδησης, παραβλάπτει
όμως ουσιαστικά τη φυσιολογική συνειρμική λειτουργία, με αποτέλεσμα την κατάργηση
της λογικής. Οι σκέψεις κινούνται με ιλιγγιώδη ταχύτητα και με άλματα στον ειρμό, που
έχουν το χαρακτήρα της ιδεοφυγής. Επέρχεται απώλεια της αίσθησης του χρόνου,
όπως και απώλεια του περιεχομένου πολλών λέξεων, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για
αντίθετες έννοιες.
Πολλοί τακτικοί χρήστες δοκιμάζουν δυσάρεστες αντιδράσεις στο LSD κάποια στιγμή.
Αυτό μπορεί να συμβεί ακόμη και την πρώτη φορά που κάποιος χρησιμοποιεί την
ουσία και μπορεί να λάβει τη μορφή πολύ έντονων αισθημάτων φόβου, άγχους ή
κατάθλιψης. Οι χρήστες μπορεί να αισθανθούν ότι έχουν χάσει την ταυτότητά τους και
τη θέση τους στον κόσμο και μπορεί να αμφισβητούν την πραγματικότητα.
Παρατηρούνται έντονα ψυχωσικά συμπτώματα που μπορούν να παρομοιασθούν με
αυτά της σχιζοφρένειας, μιας και η εναλλαγή των συναισθημάτων και των αντιλήψεων
είναι ραγδαία, και χωρίς καμία λογική ή συνοχή. Οι χρήστες τότε κάνουν λόγο για
«άσχημο ταξίδι (bad trip)», στο οποίο βιώνουν έντονα τρομακτικά και δυσάρεστα
συναισθήματα. Σε μερικές περιπτώσεις αυτή η ψυχωσική κατάσταση διαρκεί για αρκετές
ημέρες ή ακόμα και περισσότερο. Υποστηρίζεται, επίσης, ότι το LSD μπορεί να
λειτουργήσει ως εκλυτικός παράγοντας σχιζοφρενικών συμπτωμάτων.
Η επανειλημμένη χορήγηση μεγάλων δόσεων LSD, για χρονικό διάστημα 4-5 ημερών,
οδηγεί σε εγκατάσταση ανοχής. Η εξοικείωση με τη χρήση του φαρμάκου, και με τις
ψυχικές μεταβολές που επιφέρει, ίσως δικαιολογεί ως προς ένα βαθμό την ανοχή στις
φαρμακολογικές του δράσεις. Μετά τη διακοπή του LSD, σε διάστημα μίας εβδομάδας
εξαφανίζεται. Το LSD αποτελεί αξιοσημείωτη εξαίρεση ψυχοτρόπου φαρμάκου που
εγκαθιστά ανοχή, αλλά δε δημιουργεί σωματική εξάρτηση, δηλαδή η διακοπή του δε
συνοδεύεται από στερητικά φαινόμενα.

107
Η μακροχρόνια κατάχρηση δημιουργεί σαφείς ψυχιατρικές διαταραχές, που
εκδηλώνονται με απάθεια, κατάθλιψη, ευερεθιστότητα, απώλεια της μνήμης και
επιδείνωση των νοητικών λειτουργιών.

3.1.2 Μαγικά Μανιτάρια (Ψιλοκυβίνη)

Η χρήση μανιταριών με παραισθησιογόνες ιδιότητες χρονολογείται από το 500 μ.Χ. σε


τελετές φυλών της Κεντρικής Αμερικής. Πολλά μανιτάρια αυτού του είδους φυτρώνουν
στη Βόρεια Αμερική και την Ευρώπη. Περιέχουν ψιλοκυβίνη, μια ουσία με
παραισθησιογόνα δράση παρόμοια με αυτή του LSD, αλλά ελαφρότερης μορφής.
Μπορούν να χρησιμοποιηθούν φρέσκα ή αποξηραμένα, να φαγωθούν ή να
βραστούν μέσα σε τσάι.

Εικόνα 10. Μαγικά Μανιτάρια

Τα αποτελέσματα της χρήσης δεν είναι τόσο έντονα όσο του LSD. Οδηγεί σε
ψευδαισθήσεις, οι οποίες εκδηλώνονται με αλλοιώσεις στα χρώματα που παρατηρεί ο
χρήστης, μυοχάλαση, έντονη ευφορία, ιλαρότητα, μυδρίαση, ιδεοφυγή, μεταβολές
στην αντίληψη του τόπου και του χρόνου, καθώς και με ένα αίσθημα
αποπροσωποποίησης. Τα συμπτώματα αρχίζουν μισή ώρα περίπου μετά τη χρήση και
διαρκούν από 4 έως 6 ώρες. Με τη χρήση τους αναπτύσσεται γρήγορα ανοχή. Δεν έχει
διαπιστωθεί σωματική εξάρτηση, αλλά πολλά άτομα εξαρτώνται ψυχικά. Έχουν
αναφερθεί άσχημα 'ταξίδια' με κρίσεις πανικού, επιθετικότητα, αίσθημα
αποπροσωποποίησης, άγχος και μερικές φορές ψυχωσικού τύπου αντιδράσεις. Έχουν
αναφερθεί επίσης φαινόμενα «flashback». O μεγαλύτερος κίνδυνος είναι να επιλέξει
κανείς μανιτάρια που μοιάζουν μεν με τα παραισθησιογόνα, αλλά είναι δηλητηριώδη.

108
3.1.3 Peyote (Μεσκαλίνη)

Πρόκειται για έναν ακανθώδη, στρογγυλό κάκτο, συνήθως μπλε-πράσινο, που φύεται
στο Μεξικό και στις νότιες περιοχές των Η.Π.Α. Ο κάκτος αυτός έχει εξογκωμένες ρίζες,
οι οποίες μπορούν να μασηθούν χλωρές ή αποξηραμένες και στις οποίες περιέχονται
παραισθησιογόνες ουσίες, η κυριότερη των οποίων είναι η μεσκαλίνη. Η μεσκαλίνη, η
οποία απομονώθηκε το 1896 και μπορεί να παρασκευαστεί και συνθετικά, έχει
ομοιότητες με ουσίες που παράγει το σώμα μας, όπως η αδρεναλίνη και η
νοραδρεναλίνη.

Εικόνα 11. Peyote

Οι φαρμακολογικές ιδιότητες του peyote και της μεσκαλίνης είναι σχεδόν


πανομοιότυπες. Λαμβάνονται από το στόμα και οδηγούν σε παροδικά δυσάρεστα
συμπτώματα, όπως ναυτία, εμετούς, τρεμούλα των άκρων και έντονη εφίδρωση. Μετά
από περίπου μία ώρα, τα συμπτώματα μεταπίπτουν προοδευτικά σε γνήσιες
ψευδαισθήσεις, που χαρακτηρίζονται από έντονα φωτεινά χρώματα και γεωμετρικά
σχήματα (εικόνες καλειδοσκοπίου). Μετά την ψευδαισθησιογόνο φάση, το άτομο
πέφτει σε βαθύ ύπνο. Η συνολική διάρκεια της εμπειρίας είναι περίπου 12 ώρες. Ως
δυσάρεστα και ανεπιθύμητα συμπτώματα αναφέρονται το αίσθημα άγχους, η
τρεμούλα, η έντονη εφίδρωση και η επίταση των αντανακλαστικών.
Η ανάπτυξη αντοχής προς τη μεσκαλίνη είναι δυνατή, όταν το άτομο παίρνει μεγάλες
ποσότητες για διάστημα 10-15 ημερών. Στη χρόνια τοξικότητα του peyote
συγκαταλέγεται η εκδήλωση συμπτωμάτων οριακής ψύχωσης, δηλαδή υποκλινικής
μορφής σχιζοφρένειας.

109
3.1.4 Φαινκυκλιδίνη (P.C.P.) – Κεταμίνη

Η φαινκυκλιδίνη και η κεταμίνη είναι κυκλοεξαμίνες που εισήχθησαν στη θεραπευτική το


1950 για την πρόκληση «διαχωριστικής αναισθησίας». Η φαινκυκλιδίνη εγκαταλείφθηκε
γρήγορα επειδή παρουσίασε ισχυρή τοξικότητα, ενώ η κεταμίνη χρησιμοποιείται ακόμη
ως αναισθητικό, κυρίως στη κτηνιατρική, ειδικότερα στα άλογα.
Η σχετικά εύκολη χημική σύνθεση της φαινκυκλιδίνης οδήγησε στην ευρεία διάδοση της,
ιδιαίτερα στις αρχές της δεκαετίας του 1970. Είναι γνωστή ως P.C.P., αλλά και ως
«αγγελόσκονη». Κυκλοφορεί σε χάπια, κάψουλες και χρωματιστή σκόνη, η πιο συχνή
χρήση της, όμως, γίνεται ως πρόσθετη ουσία σε τσιγάρο κάνναβης. Έχουν αναφερθεί
και περιπτώσεις ενδοφλέβιας χρήσης της ουσίας. Πολλά άτομα το παίρνουν άθελά
τους, μιας και χρησιμοποιείται στη μαριχουάνα, στο LSD και το ecstasy.

Εικόνα 12. PCP

Η χρήση του προκαλεί ευφορία, αύξηση της θερμοκρασίας του σώματος, αίσθηση
ευχάριστης απομόνωσης, ακουστικές και οπτικές ψευδαισθήσεις, αλλοιωμένη εικόνα
σώματος, αλλοιωμένη αίσθηση του χρόνου και του χώρου, αποπροσανατολισμό της
σκέψης, υπέρταση, νυσταγμό, δυσαρρυθμία, εφίδρωση, εκτεταμένη μείωση της
απάντησης στον πόνο, πυρετό και ανακοπή. Η επίδραση διαρκεί 4 έως 6 ώρες, αλλά τα
συμπτώματα μπορεί να συνεχιστούν για αρκετές ημέρες. Την αμέσως επόμενη περίοδο
από τη χρήση μπορεί να παρουσιαστεί αυτοκαταστροφική ή βίαιη συμπεριφορά. Οι
τοξικές επιδράσεις μοιάζουν με αυτές του LSD, αλλά το PCP προκαλεί χαρακτηριστικές
βίαιες και ψυχωσικές αντιδράσεις. Οι χρόνιοι χρήστες συχνά υποφέρουν από
αποπροσανατολισμό, κενά μνήμης και προβλήματα στο λόγο.
Η κεταμίνη, η οποία είναι γνωστή ως «Special K» ή «Super K», πωλείται συνήθως ως
ένας τύπος ecstasy, ενώ στη πραγματικότητα είναι αρκετά δραστικότερη και πιο
επικίνδυνη ουσία. Προκαλεί δύο βασικές αντιδράσεις: η πρώτη είναι η εξασθένηση της
ετοιμότητας αντίδρασης, όχι μόνο στο πόνο, αλλά και στα γενικότερα περιβαλλοντικά
ερεθίσματα, και η δεύτερη αφορά στην εμπειρία «διαχωρισμού» μεταξύ πνεύματος και

110
σώματος. Με τη χρήση κεταμίνης προκαλείται ένα είδος ψυχεδελικής εμπειρίας με
μεταβολές της αντίληψης, τόσο ως προς τον εαυτό, όσο και ως προς τους άλλους,
ενώ συχνά σημειώνονται και οπτικές παραισθήσεις.
Λόγω του ότι η κεταμίνη είναι άοσμη και άγευστη, έχει συχνά χρησιμοποιηθεί ως
προσθετικό σε ποτά, χωρίς να αλλάζει τη γεύση τους, προκαλώντας αμνησία. Για αυτή
την ιδιότητα της η κεταμίνη έχει συνδεθεί με διάπραξη σεξουαλικών κακοποιήσεων και
έχει ονομαστεί ως «date rape drug», όπως το Rohypnol και το GHB.

3.2 Συνδεόμενες με Ψευδαισθησιογόνα Διαταραχές

Η τελευταία έκδοση του DSM-IV προβλέπει ειδικά διαγνωστικά κριτήρια για την τοξίκωση
από ψευδαισθησιογόνα, η οποία προκαλεί αντίδραση πανικού, και την επιμένουσα
αντιληπτική διαταραχή από ψευδαισθησιογόνα.
Όσον αφορά την εξάρτηση από τις ουσίες αυτές, αναφέρεται ότι δεν υπάρχει
σωματικός εθισμός, ενώ αν και αναπτύσσεται ψυχολογική εξάρτηση, αυτή είναι
σπάνια, αφενός επειδή κάθε εμπειρία είναι διαφορετική και αφετέρου επειδή δεν υπάρχει
πάντα ευφορία.

3.2.1 Αντίδραση πανικού

Μετά από χρήση ψευδαισθησιογόνων υπάρχει αυξημένη πιθανότητα ο χρήστης να


εμφανίσει οξεία αγχώδη αντίδραση, με έντονα τα στοιχεία του πανικού και της
απόγνωσης. Αυτό μπορεί να είναι αποτέλεσμα ενός «κακού ταξιδιού» ή η αρχή τοξικής
αντίδρασης από υψηλή δόση της ουσίας. Σε τέτοιες περιπτώσεις εμφανίζονται έντονες
δυσπροσαρμοστικές αλλαγές στη συμπεριφορά και την αντίληψη. Το άτομο δεν είναι
σε θέση να αντιληφθεί και να εκτιμήσει με ψυχραιμία τις κατακλυσμιαίες μεταβολές που
συμβαίνουν σε συναισθηματικό και νοητικό επίπεδο. Συχνό σύμπτωμα είναι το
συναίσθημα της απώλειας της ταυτότητας, ιδιαίτερα σημαντικό σε νεαρά άτομα.
Οι οξείες τοξικές εκδηλώσεις καταλείπουν έντονη συναισθηματική αναταραχή, που
αποκαθίσταται μετά από παρέλευση αρκετών ημερών. Έχει παρατηρηθεί ότι τα
«άσχημα ταξίδια» είναι συνηθέστερα σε άτομα κάπως προχωρημένης ηλικίας
(μεγαλύτερα των 35 ετών).

3.2.2 Επιμένουσα Αντιληπτική Διαταραχή από Ψευδαισθησιογόνα (Επαναβιώσεις


“Flashbacks”)

Οι χρήστες ψευδαισθησιογόνων μπορεί να έχουν την εμπειρία μιας επαναβίωσης (το


λεγόμενο flashback) των αντιληπτικών συμπτωμάτων από την αρχική χρήση της

111
ουσίας μήνες ή ακόμη και ένα χρόνο μετά την τελευταία χρήση. Στο DSM-IV το
σύνδρομο αυτό ονομάζεται «Επιμένουσα Αντιληπτική Διαταραχή από
Ψευδαισθησιογόνα», ενώ στη προηγούμενη έκδοση ονομαζόταν «Αντιληπτική
Διαταραχή μετά από Ψευδαισθησιογόνα».
Στο flashback ο χρήστης βιώνει πολύ ζωντανά την εμπειρία της χρήσης του LSD, χωρίς
στην πραγματικότητα να έχει κάνει χρήση. Κάτι τέτοιο μπορεί να πυροδοτηθεί από
συγκινησιακό στρες, αισθητηριακή στέρηση (π.χ. μονότονη οδήγηση) ή από τη χρήση
άλλης ψυχοδραστικής ουσίας, όπως αλκοόλ ή χασίς.
Η επαναβίωση είναι μια αυτόματη, παροδική επανεμφάνιση της εμπειρίας που έχει
προκληθεί από ουσία. Οι περισσότερες είναι επεισόδια με οπτικές παραμορφώσεις,
γεωμετρικές ψευδαισθήσεις, ψευδαισθήσεις ήχων ή φωνών, αναλαμπές χρωμάτων,
επέκταση του χρόνου ή σωματικά συμπτώματα. Συνήθως διαρκούν λίγα δευτερόλεπτα
ως λίγα λεπτά, αλλά μερικές φορές και περισσότερο.

3.2.3 Προκαλούμενες από Ψευδαισθησιογόνα Ψυχωτικές διαταραχές

Η διάγνωση της προκαλούμενης από ψευδαισθησιογόνα ψυχωτικής διαταραχής


μπορεί να δικαιολογηθεί αν υπάρχουν ψυχωτικά συμπτώματα, χωρίς να διατηρείται ο
έλεγχος της πραγματικότητας. Τις περισσότερες φορές πρόκειται για ένα αρκετά
σοβαρό «bad trip», όπου προκαλεί οξεία ψυχωσική αντίδραση κατατονικής μορφής, με
απώλεια του συναισθηματικού ελέγχου και συχνές απρόβλεπτες αντιδράσεις πανικού,
που μπορεί να αποβούν επικίνδυνες για τη ζωή του ίδιου του ατόμου ή κάποιου από
την παρέα. Συνήθως τελειώνει όταν απομακρύνονται τα άμεσα αποτελέσματα της
δράσης της ουσίας, όμως ορισμένες φορές η ψυχωτική αντίδραση είναι
παρατεινόμενη. Στις περιπτώσεις αυτές αναφέρεται ότι η χρήση της ουσίας λειτούργησε
σαν παράγοντας έκλυσης του ψυχωσικού επεισοδίου.

112
Μελέτη Περίπτωσης 2. Η περιγραφή ενός “bad trip”

Ο Γ.Π. είναι 20 χρονών και έχει πειραματιστεί με μεγάλη ποικιλία ουσιών. Έχοντας μια
ιδιαίτερη «αδυναμία», όπως λέει εκείνος, στα παραισθησιογόνα, έχει δοκιμάσει πολλές
τέτοιου είδους ουσίες. Στις αφηγήσεις του κυριαρχεί η εμπειρία ενός «bad trip» μετά από
κατανάλωση LSD και κεταμίνης (Special K). Παρατίθεται η περιγραφή του από εκείνη
την ανάμνηση όπως καταγράφηκε σε μια θεραπευτική συνεδρία:
«Είχα πάει σε ένα party, όπου κυκλοφορούσαν από όλα…. και τριπάκια, και e (XTC), και
πρέζα… όλα. Εγώ αρχικά πήρα ένα τριπάκι και ήμουν καλά. Μετά βρήκα ένα φίλο και
μου λέει ότι έχει μαζί του Κ (κεταμίνη). Εγώ δεν είχα δοκιμάσει ξανά και σκέφτηκα ότι ήταν
μια πολύ καλή ευκαιρία. Πήρα και στην αρχή δεν κατάλαβα και πολλά… Μετά από
καμιά ώρα, όμως, άρχισα να μην αισθάνομαι καλά. Δεν μπορούσα ούτε να χορέψω,
ούτε να είμαι με τους άλλους. Είχα καθίσει σε μια γωνία και έβλεπα κάτι μυρμήγκια.
Ήμουν σίγουρος ότι είχαν οργανωθεί εναντίον μου και ετοιμαζόντουσαν να μου
επιτεθούν (εννοεί τα μυρμήγκια). Δεν ήξερα τι να κάνω… αλήθεια σου λέω… τα έβλεπα
να έχουν μπει στη σειρά και να έρχονται να με σκοτώσουν. Εγώ ένιωθα σαν να μου
είχαν ήδη ρίξει ειδικά αέρια, ώστε να μην μπορώ να κουνήσω. Η τελευταία μου
ανάμνηση ήταν ότι είχαν πάρει την μορφή ενός γίγαντα, όλα μαζί ενωμένα, και
ερχόντουσαν προς το μέρος μου…
Μετά ξαφνικά ξύπνησα και είχα βρεθεί έξω από τα μαγαζί… μου είπαν ότι πήδηξα από
το παράθυρο… ευτυχώς που ήταν ισόγειο…».

113
Σύνοψη
Με την ολοκλήρωση της ενότητας αυτής γνωρίζετε πλέον ότι:
• Η κοκαΐνη, μια από τις πιο διαδεδομένες και επικίνδυνες ουσίες, είναι μια λευκή,
άοσμη, κρυσταλλική σκόνη, η οποία συνήθως εισπνέεται από τη μύτη, αλλά μπορεί
να γίνει και ενέσιμη. Η δράση της είναι άμεση, αλλά διαρκεί πολύ λίγο (15-30 λεπτά),
με αποτέλεσμα να λαμβάνονται μεγάλες ποσότητες σε μικρό χρονικό διάστημα.
• Το «κρακ» προκύπτει από την επεξεργασία της υδροχλωρικής κοκαΐνης, συναντάται
σε μικρά κομμάτια ακαθόριστου σχήματος και ο χρήστης μπορεί να το καπνίσει
μαζί με χασίς ή να το θερμάνει και να εισπνεύσει το καπνό του σε ειδικές γυάλινες
πίπες. Επιδρά άμεσα στον εγκέφαλο και μπορεί να επιφέρει πολύ σοβαρές
συνέπειες σε σωματικό και ψυχολογικό επίπεδο.
• Η χρήση κοκαΐνης προκαλεί έντονη ψυχολογική εξάρτηση, ενώ η απότομη διακοπή
της χαρακτηρίζεται από έντονη δυσφορία, διαταραχές στον ύπνο και την όρεξη και
μια έντονη επιθυμία για επανάληψη της χρήσης.
• Οι αμφεταμίνες είναι ισχυρά διεγερτικά, που η χημική τους δομή μοιάζει με τα φυσικά
διεγερτικά του οργανισμού μας. Μπορεί να ληφθούν από το στόμα ή εισπνεόμενες
από τη μύτη ή να διαλυθούν σε υγρό. Προκαλούν ένα έντονο συναίσθημα ευεξίας
και αυξημένη σωματική και πνευματική δύναμη που στη συνέχεια ακολουθείται από
καταθλιπτική διάθεση, κόπωση, άγχος και ευερεθιστότητα.
• Η «σχεδιαστική» αμφεταμίνη ecstasy, ένας συνδυασμός αμφεταμίνης και
ψευδαισθησιογόνου, έχει γνωρίσει μεγάλη «επιτυχία» τα τελευταία χρόνια, ειδικά σε
νεαρές ηλικίες. Προκαλεί ένα γενικό αίσθημα ευφορίας, μια φοβερή ενέργεια, ενώ
παράλληλα προκαλεί αλλοιώσεις της αισθητηριακής αντίληψης. Πολλές από τις
παρενέργειες της χρήσης τους θυμίζουν τις αντίστοιχες των αμφεταμινών, δηλαδή
σύγχυση, κατάθλιψη, διαταραχές στον ύπνο, βαριάς μορφής άγχος, παράνοια και
ψυχωτικά συμπτώματα.
• Τα ψευδαισθησιογόνα είναι μια σειρά από ουσίες που έχουν την ιδιότητα να
διαταράσσουν τον ψυχικό κόσμο του ατόμου και να επηρεάζουν τις αισθήσεις του
χρήστη. Η κατηγορία αυτή περιλαμβάνει ουσίες που προέρχονται από φυσικές
πηγές, όπως η μεσκαλίνη από τον κάκτο peyote και η ψιλοκυβίνη από τα «μαγικά
μανιτάρια», μέχρι συνθετικά χημικά παρασκευάσματα, όπως το LSD.
• Οι ψυχοτρόπες επιδράσεις του LSD ανακαλύφθηκαν τυχαία, όταν ο δημιουργός του,
Α. Hoffman, το δοκίμασε κατά λάθος. Είναι μια εξαιρετικά δραστική ουσία που
προκαλεί αλλοιώσεις της αντίληψης, της διάθεσης και της σκέψης. Ονομάζεται «trip»

114
ή «τριπάκι», ενώ η περίπτωση που η επίδραση της ουσίας προκαλεί δυσάρεστες
αντιδράσεις ονομάζεται «bad trip».
• Η χρήση ψευδαισθησιογόνων έχει συνδεθεί με αρκετές διαταραχές, μεταξύ των
οποίων και η «Επιμένουσα Αντιληπτική Διαταραχή», η οποία αναφέρεται σε
περιπτώσεις επαναβίωσης («flashback») της εμπειρίας της χρήσης, χωρίς να έχει
προηγηθεί επανάληψη της χρήσης.

115
116
ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Προγράμματα Συμπληρωματικής Εκπαίδευσης

Με τη χρήση καινοτόμων μεθόδων εξ’ αποστάσεως εκπαίδευσης

554 - ΒΑΣΙΚΕΣ ΈΝΝΟΙΕΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΕΞΑΡΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ


ΕΞΑΡΤΗΣΙΟΓΟΝΩΝ ΟΥΣΙΩΝ

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ 5. ΚΑΤΗΓΟΡΙΟΠΟΙΗΣΗ ΨΥΧΟΤΡΟΠΩΝ ΟΥΣΙΩΝ


(3): ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΙΝΔΙΚΗΣ ΚΑΝΝΑΒΗΣ - ΑΛΚΟΟΛ - ΝΙΚΟΤΙΝΗ

117
118
Εισαγωγικές Παρατηρήσεις

Η τελευταία ενότητα του πρώτου μαθήματος παρουσιάζει τα προϊόντα ινδικής


κάνναβης, που λανθασμένα χαρακτηρίζονται συχνά ως «μαλακά ναρκωτικά», καθώς
και τις νόμιμες εθιστικές ουσίες κατάχρησης. Σε αυτές εντάσσονται η νικοτίνη, το
αλκοόλ και η καφεΐνη. Η χρήση τους είναι η πιο διαδεδομένη από όλες τις ουσίες λόγω
της εύκολης πρόσβασης τους και προκαλούν εξάρτηση σωματική και ψυχολογική. Η
κατάχρησή τους αποτελεί έντονο κοινωνικό φαινόμενο που έχει κινητοποιήσει το
ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον στη διευθέτηση αλλαγών και τη δημιουργία νέων
δομών για τη πρόληψη και την αντιμετώπιση των προβλημάτων που δημιουργούν.
Η κάνναβη θεωρείται σήμερα η πλέον χρησιμοποιούμενη παράνομη ουσία
παγκοσμίως και δυστυχώς προωθείται η αντίληψη ότι δεν είναι τόσο «βλαπτική» όσο οι
υπόλοιπες εθιστικές ουσίες. Έρευνες βέβαια αποδεικνύουν ότι η μακροχρόνια χρήση
κάνναβης επιφέρει σοβαρές επιπτώσεις στη βραχυπρόθεσμη μνήμη, τη συγκέντρωση
και τη προσοχή, ενώ έχει συνδεθεί έντονα με το «σύνδρομο έλλειψης κινήτρων», ένα
σύνδρομο που εμφανίζεται όλο και πιο συχνά τα τελευταία χρόνια. Η κάνναβη
εμφανίζεται σε διάφορες μορφές, ανάλογα με το σημείο του φυτού από το οποίο
προέρχεται. Το χασίς και η μαριχουάνα είναι αυτά που χρησιμοποιούνται συνήθως
μέσω καπνίσματος. Η τακτική εισπνοή αυτού του καπνού περιέχει τρεις φορές πιο
καρκινογόνο πίσσα από αυτή του τσιγάρου, με αποτέλεσμα ένα τσιγάρο κάνναβης να
αντιστοιχεί σε 4 περίπου τσιγάρα νικοτίνης.
Η δεύτερη υποενότητα περιγράφει τα βασικά χαρακτηριστικά του αλκοόλ, μιας ουσίας
που συγκαταλέγεται στα κατασταλτικά του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος και που
προκαλεί πολλές σωματικές, συναισθηματικές και συμπεριφορικές μεταβολές. Η
εμπειρία της κατανάλωσης αλκοόλ είναι γνωστή σε όλους μας, μιας και ο καθένας έχει
ζήσει εμπειρίες είτε μικρών είτε μεγαλύτερων ποσοτήτων. Η συστηματική κατανάλωση
αλκοόλ προκαλεί σωματική εξάρτηση, εμφανίζει συμπτώματα στέρησης σε περίπτωση
διακοπής και εγκαθιστά γρήγορα ανοχή προς την ουσία. Το αλκοόλ έχει φανεί ότι είναι
υπεύθυνο για πλήθος σωματικών και ψυχιατρικών συμπτωμάτων.
Η νικοτίνη είναι ίσως η πιο συνηθισμένη εξάρτηση. Η ανακάλυψη του Νέου Κόσμου
από τον Κολόμβο έφερε στον υπόλοιπο κόσμο την ιδιαίτερη αυτή ουσία, η οποία έμελλε
να αγαπηθεί και να μισηθεί από πολλούς. Η επίδραση του καπνίσματος βιώνεται
διαφορετικά από τον καθένα, σε όλους τους χρήστες όμως αυξάνει τις πιθανότητες
εμφάνισης διαφόρων σοβαρών ασθενειών και προκαλεί έντονη σωματική και
ψυχολογική εξάρτηση.

119
ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 1. ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΙΝΔΙΚΗΣ ΚΑΝΝΑΒΗΣ

Στα πλαίσια της πρώτης υποενότητας θα αναφερθούμε στα παρακάτω:


ˆ ποια είναι τα προϊόντα της ινδικής κάνναβης και ποιες είναι οι διαφορές τους,
ˆ πώς επιδρά η κάνναβη στην ανθρώπινη συμπεριφορά και από ποιους παράγοντες
εξαρτάται η επίδραση της,
ˆ τι μπορεί να επιφέρει στον οργανισμό η παρατεταμένη χρήση χασίς,
ˆ ποια είναι τα χαρακτηριστικά του «συνδρόμου έλλειψης κινήτρων» και πότε
εμφανίζεται, και
ˆ τι είδους εξάρτηση προκαλεί η χρήση κάνναβης.

1.1 Ινδική Κάνναβη

Η κάνναβη είναι το μονολεκτικό όνομα για το φυτό του χασίς, την Cannabis sativa.
Πρόκειται για ένα θαμνώδες φυτό με οδοντωτά φύλλα και ραβδωτά στελέχη, που
διακρίνεται για τη μεγάλη ικανότητα προσαρμογής σε διαφορετικές κλιματολογικές
συνθήκες. Η κάνναβη περιέχει τουλάχιστον 60 συστατικές ουσίες. Το πιο ψυχοδραστικό
της συστατικό είναι η τετραϋδροκανναβινόλη (THC).

Εικόνα 1. Το φυτό Cannabis sativa

120
Η κάνναβη θεωρείται σήμερα η πλέον χρησιμοποιούμενη παράνομη ουσία
παγκοσμίως. Σύμφωνα με τα επιδημιολογικά στοιχεία του Εθνικού Ινστιτούτου για την
Κατάχρηση Ουσιών (NIDA), το πιο έγκυρο οργανισμό για το θέμα των εξαρτήσεων,
περίπου το 1/3 του πληθυσμού των H.Π.Α. ανέφερε ότι έχει χρησιμοποιήσει μία ή
περισσότερες φορές χασίς στη διάρκεια της ζωής του, ενώ για τις ηλικίες 18-25 το
ποσοστό άγγιζε το 50%.
Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι υπάρχει και μια δεύτερη κατηγορία κάνναβης, η
ήμερη ή κλωστική κάνναβη, η οποία προέρχεται από την ποικιλία Cannabis indica.
Χρησιμοποιείται στην παραγωγή υφασμάτων, καθώς και άλλων προϊόντων, και έχει
ελάχιστη ψυχοτρόπο δράση, αφού περιέχει ελάχιστη ποσότητα
τετραϋδροκανναβινόλης. Περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να διαβάσετε στο
άρθρο της kathimerini.gr:
http://www.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathcommon_1_09/07/2005_1284268

1.1.1 Τα προϊόντα της ινδικής κάνναβης

Η κάνναβη εμφανίζεται σε διάφορες μορφές, ανάλογα με το σημείο του φυτού από το


οποίο προέρχεται.

Εικόνα 2. Προϊόντα ινδικής κάνναβης

Το χασίς παράγεται από το ακροτελευταίο τμήμα του ανθοφόρου στελέχους, το οποίο


φέρνει πυκνά φύλλα και είναι ιδιαίτερα πλούσιο σε ρητίνη («φούντα»). Όταν τα φύλλα
συμπιεστούν με θερμότητα, σχηματίζουν σκουρόχρωμες πλάκες, οι οποίες περιέχουν
την ακατέργαστη ρητίνη του φυτού, το χασίς. Στο σκούρο χρώμα του χασίς οφείλεται
και η κοινή ονομασία «μαύρο». Η περιεκτικότητα σε THC κυμαίνεται στο 8-15%.
Η μαριχουάνα αποτελείται από όλα τα μέρη του φυτού (άνθη, φύλλα, στελέχη), τα
οποία ξεραίνονται και κόβονται όπως ο καπνός του κοινού τσιγάρου. Έχει χρώμα
συνήθως πράσινο και γι’ αυτό ονομάζεται και «χόρτο». Η περιεκτικότητα σε THC
κυμαίνεται σε πολύ χαμηλά ποσοστά, 1-5%. Tα τελευταία χρόνια έχουν γίνει αλλαγές

121
στον τρόπο καλλιέργειας και, ενώ τα προηγούμενα χρόνια η περιεκτικότητα της πιο
συχνής μαριχουάνας ήταν περίπου 5%, σήμερα υπάρχουν ποικιλίες που φτάνουν
περίπου στο 10%, ενώ στην Ολλανδία έχουν αναπτυχθεί πολύ ισχυρές ποικιλίες, όπου
τα επίπεδα μπορεί να προσεγγίσουν το 20%.
Το χασισέλαιο προέρχεται από τα βράκτια φύλλα, τα οποία έχει γίνει ειδική επεξεργασία
με αιθυλική αλκοόλη ή άλλους οργανικούς διαλύτες, οι οποίοι κατόπιν απομακρύνονται
με εξάτμιση. Έχει μορφή ενός παχύρρευστου και κολλώδους υγρού, με περιεκτικότητα
σε THC περίπου 40-60%, αποτελώντας το πλουσιότερο σε δραστικά συστατικά
παρασκεύασμα του φυτού της κάνναβης.
Συνήθως η κάνναβη καπνίζεται, με ή χωρίς την προσθήκη κοινού καπνού, σε ένα
στριφτό τσιγάρο ή έναν ναργιλέ. Μπορεί επίσης να μαγειρευτεί σε κέικ ή να
παρασκευαστεί ως ρόφημα.

Εικόνα 3. Τσιγάρο με κάνναβη

1.2 Ιστορικά στοιχεία

Η κάνναβη έχει χρησιμοποιηθεί από τα αρχαία χρόνια, τόσο για θεραπευτικούς


σκοπούς, όσο και για τις ευφορικές ιδιότητες της σε θρησκευτικές τελετουργίες.
Υπάρχουν αναφορές σε κείμενα της αρχαίας Κίνας και Ινδίας ήδη από το 2.000 π.Χ..
Στην Ελλάδα, πρώτες αναφορές υπάρχουν από τον Ηρόδοτο, ο οποίος το 450 π.Χ., με
αφορμή την περιγραφή ορισμένων συνηθειών που είχαν οι Σκύθες, αρχαίοι κάτοικοι
της Θράκης, αναφέρει ότι χρησιμοποιούσαν την κάνναβη για την κατασκευή
υφασμάτων, αλλά και για την επίδραση της στη ψυχική σφαίρα. Αρκετούς αιώνες
αργότερα, ο Διοσκουρίδης είναι ο πρώτος που αναγνωρίζει κάποιες θεραπευτικές
ιδιότητες του φυτού, όπως η τόνωση της σεξουαλικής ικανότητας, άποψη που θα
υποστηριχθεί αργότερα και από τον Πλούταρχο (46-127μ.Χ.) και τον Γαληνό (131-201
μ.Χ.).
Η λέξη «χασίς» είναι αραβική και σημαίνει «ξερόχορτο». Τον 13ο μ.Χ. αιώνα η λέξη
«hasheehans» χρησιμοποιείτο για να περιγράψει του φανατικούς οπαδούς κάποιας

122
αίρεσης του Μωαμεθανισμού, που διέπρατταν διάφορα εγκλήματα υπό την επήρεια
της κάνναβης. Η ρίζα της λέξης «assassin», η οποία έχει επικρατήσει σε διάφορες
ευρωπαϊκές γλώσσες, σημαίνει δολοφόνος και πιθανόν προέρχεται από τις αφηγήσεις
εκείνης της εποχής.
Από τον 13ο αιώνα ως και τον 19ο, η κάνναβη καλλιεργείται σε όλη σχεδόν την Ευρώπη
και την Αμερική. Είναι γεγονός ότι μέχρι πριν τις τελευταίες δεκαετίες το κάπνισμα χασίς
περιοριζόταν σε συγκεκριμένες υποομάδες, με δικούς τους πολιτιστικούς και ηθικούς
κανόνες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η καλούμενη «λέσχη των χασισοποτών»
στο Παρίσι την εικοσαετία 1840-60, η οποία αποτελείτο από Γάλλους καλλιτέχνες, όπως
ο Balzac, ο Baudelaire, ο Dumas και ο Delacroix. Τα μέλη της λέσχης, επηρεασμένα
έντονα από την κλασσική μελέτη του Moreau de Tours, «Περί του Χασίς και της Ψυχικής
Αλλοτριώσεως» (Παρίσι, 1845), στην οποία το χασίς περιγράφεται ως ένα ισχυρό
ψευδαισθησιογόνο φάρμακο, πίστευαν ότι το χασίς επαυξάνει τη δημιουργικότητα και
τις ψυχοσυναισθηματικές ικανότητες του ατόμου. Ο Baudelaire, ειδικά, περιγράφει τις
προσωπικές του εμπειρίες από τη χρήση χασίς, οπίου και αλκοόλ στο βιβλίο του «Les
Paradis Artificiels» (Οι Τεχνητοί Παράδεισοι), που εκδόθηκε στο Παρίσι το 1860. Λόγω
της σχετικής ανεκτικότητας της εποχής εκείνης, η λέσχη αυτή είχε περισσότερο ελιτιστικό
χαρακτήρα, παρά περιθωριακό.
Στην Ελλάδα η χρήση κάνναβης γνώρισε ιδιαίτερη έξαρση στις αρχές του
προηγούμενου αιώνα, με κύριους σταθμούς τον Πειραιά και τη Σύρο. Αρχικά,
συνδέθηκε με συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες του περιθωρίου και τελικά το 1920
απαγορεύτηκε η καλλιέργεια, το εμπόριο και η χρήση κάνναβης.

1.3 Κλινικές επιδράσεις

Η προσωπική αντίδραση στη χρήση της κάνναβης διαφέρει κατά πολύ από άτομο σε
άτομο και εξαρτάται από το περιβάλλον που γίνεται η χρήση, από την ποσότητα της
THC, από την τεχνική του καπνίσματος, καθώς και από τις προσδοκίες και τη διάθεση
του χρήστη. Υπάρχουν άτομα που δεν έχουν σχεδόν καμία αντίδραση τις πρώτες
φορές που καπνίζουν κάνναβη, ενώ υπάρχουν και άλλοι που έχουν ψευδαισθήσεις ή
κρίσεις πανικού με τη πρώτη χρήση.
Όταν καπνίζεται, τα αποτελέσματα γίνονται πολύ γρήγορα αισθητά και κρατούν
περίπου μία ώρα, αν η ποσότητα είναι μικρή, ή αρκετές ώρες, αν η ποσότητα είναι
μεγάλη. Όταν τρώγεται, τα αποτελέσματα συνήθως εμφανίζονται μετά από μία ή
περισσότερες ώρες.

123
Τα πιο χαρακτηριστικά συμπτώματα είναι ιλαρότητα, τάση για πολυλογία, ευφορία,
οξύτερη αντίληψη του ήχου και του χρώματος και αίσθηση ότι ο χρόνος κυλάει πιο
αργά. Η κάνναβη προκαλεί επίσης μια ευφορική αδημονία, που ακολουθείται συχνά
από μανιακή συμπεριφορά. Οι χρήστες κάνναβης αναφέρουν συχνά ότι αισθάνονται
να έχουν ενισχυμένη απόδοση σε ό,τι έχει να κάνει με τις δημιουργικές δραστηριότητες,
όπως τέχνη, μουσική κ.λ.π. Πολλοί χρήστες βιώνουν, επίσης, μετά τη χρήση μια
παρόρμηση να τρώνε ασταμάτητα, ειδικά γλυκά.
Η κάνναβη μπορεί να εξασθενίσει ή να περιορίσει τη βραχυπρόθεσμη μνήμη, να
αλλοιώσει την αίσθηση του χρόνου και να μειώσει την ικανότητα εκτέλεσης εργασιών
που απαιτούν συγκέντρωση, γρήγορες αντιδράσεις ή/ και αποτελεσματικό συντονισμό
κινήσεων. Υπολογίζεται ότι με μια δόση ίση με ένα ή δύο τσιγάρα υπάρχει μείωση της
ικανότητας για οδήγηση για μια περίοδο τεσσάρων ως οκτώ ωρών.
Η άμεση σωματική επίδραση της κάνναβης μπορεί μεταξύ άλλων να περιλαμβάνει
αύξηση του σφυγμού της καρδιάς, ερεθισμένα και κόκκινα μάτια, ξηρότητα στο στόμα
και τον φάρυγγα. Η ταυτόχρονη χρήση αλκοόλ επιτείνει αρκετά τα αποτελέσματα αυτά.
Μια κοινή αρνητική αντίδραση είναι η οξεία κρίση άγχους, που περιγράφεται από
όσους την έχουν βιώσει ως ακραίος φόβος απώλειας του ελέγχου, ο οποίος προκαλεί
έντονο πανικό. Οι χρήστες είθισται, επίσης, να βιώνουν απάθεια, λήθαργο, σύγχυση ή
μετά από υψηλές δόσεις μπορεί να προκληθούν ψευδαισθήσεις και αισθητηριακές
διαστρεβλώσεις. Τα συμπτώματα εξαφανίζονται συνήθως μετά από μερικές ώρες.
Άνθρωποι με προϋπάρχον ψυχικό πρόβλημα, είναι πιθανό να εμφανίσουν επιδείνωση
των συμπτωμάτων τους.
Η χρήση κάνναβης διαπιστώνεται με την ανίχνευση κανναβινοειδών μεταβολιτών στα
ούρα για χρονικό διάστημα περίπου 10 ημερών, ενώ σε περιπτώσεις τακτικής χρήσης
ως και σε 4 βδομάδες.

124
1.4 Μακροχρόνιες επιδράσεις

Πρόσφατες μελέτες10 έχουν διαπιστώσει ότι η παρατεταμένη βαριά χρήση καννάβεως


προκαλεί βλάβη στον εγκέφαλο, η οποία έχει επιπτώσεις στη βραχυπρόθεσμη μνήμη, τη
συγκέντρωση και τη προσοχή. Επίσης, έχουν αναφερθεί διαταραχές του ύπνου και
μείωση των σεξουαλικών επιδόσεων. Μερικές γυναίκες έχουν διαπιστώσει ότι η βαριά
χρήση κάνναβης μπορεί να καταστήσει την περίοδό τους ακανόνιστη, ενώ η κάνναβη
που καπνίζεται μαζί με καπνό κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης επιφυλάσσει ιδιαίτερες
επιπτώσεις: ελλιποβαρή νεογνά, με μικρή σωματική διάπλαση και διαταραχές
ορισμένων λειτουργιών στην πρώιμη νεαρή ηλικία.
Η τακτική εισπνοή του καπνού της καννάβεως μπορεί να οδηγήσει στη βρογχίτιδα ή
άλλες αναπνευστικές διαταραχές, και μπορεί να προκαλέσει καρκίνο των πνευμόνων. Ο
καπνός της κάνναβης περιέχει τρεις φορές πιο καρκινογόνο πίσσα από αυτή του
τσιγάρου, με αποτέλεσμα ένα τσιγάρο κάνναβης αντιστοιχεί σε 4 περίπου τσιγάρα
νικοτίνης, επειδή ο καπνός κατακρατείται περισσότερο στον οργανισμό και είναι πιο
καυτός.
Με τη μακροχρόνια χρήση κάνναβης έχει συνδεθεί και από αρκετούς συγγραφείς το
λεγόμενο «Σύνδρομο έλλειψης κινήτρων» (A-motivational Syndrome). Αφορά μια
κατάσταση γενικής απάθειας, άμβλυνσης του συναισθήματος, δυσκολίας στη κριτική
ικανότητα και διαταραχή της προσοχής. Ο χρόνιος χρήστης κάνναβης συχνά
περιγράφεται με κάποια συγκεκριμένη συμπεριφορά, χαρακτηριστικά της οποίας είναι

10Έρευνες για συνέπειες χρήσης κάνναβης:


Ενδεικτικά μπορούν να αναφερθούν οι παρακάτω έρευνες και μελέτες για περαιτέρω πληροφόρηση :
¾ Bartholomew, J., Holroyd, S. & Heffernan, T.M. (2010). Does cannabis use affect prospective
memory in young adults?. Journal of Psychopharmacology, vol. 24, no. 2 : 241-246
¾ Yucel, M., Solowij, N., Respondek, C. et al. (2008). Regional brain abnormalities associated with
long-term heavy cannabis use. Archives of General Psychiatry, 65(6) : 694-701
¾ Gruber, A.J., Pope, H.G., Hudson, J.I. & Yurgelun-Todd, D. (2003). Attributes of long-term heavy
cannabis users: a case-control study. Psychological Medicine 33:1415-1422
¾ Maldonado, R. & Rodríguez de Fonseca, F. (2002). Cannabinoid addiction: Behavioral models and
neural correlates. J Neuroscience 22(9):3326-3331
¾ Brook, J.S., Rosen, Z. & Brook, D.W. (2001). The effect of early marijuana use on later anxiety and
depressive symptoms. NYS Psychologist January:35-39
¾ Lynskey, M. & Hall, W. (2000). The effects of adolescent cannabis use on educational attainment: A
review. Addiction 95(11):1621-1630
¾ Ameri, A. (1999). The effects of cannabinoids on the brain. Prog Neurobiol 58(4):315-348
¾ Brook, J.S., Balka, E.B. & Whiteman, M. (1999). The risks for late adolescence of early adolescent
marijuana use. Am J Public Health 89(10):1549-1554
¾ Heishman, S.J., Arasteh, K. & Stitzer, M.L. (1997). Comparative effects of alcohol and marijuana on
mood, memory, and performance. Pharmacol Biochem Behav 58(1):93-101
¾ Block, R.I. & Ghoneim, M.M. (1993). Effects of chronic marijuana use on human cognition.
Psychopharmacology 100(1-2): 219-228

125
οι παιδαριώδεις εκλογικεύσεις, η καθήλωση στο παρόν και η αδυναμία
προγραμματισμού του μέλλοντος με τρόπο ρεαλιστικό.
Η χρήση κάνναβης έχει, επίσης, συνδεθεί με σημαντικά αυξημένη πιθανότητα εκδήλωση
ψυχιατρικών συμπτωμάτων, κυρίως ψυχωσικού τύπου. Το DSM-IV επισημαίνει ότι
υψηλές δόσεις κάνναβης μπορεί να προκαλέσουν παροδικές παρανοειδείς διαταραχές
ή σε σπάνιες περιπτώσεις τυπικές ψυχωτικές διαταραχές ή να λειτουργήσουν ως
εκλυτικός παράγοντας στην εκδήλωση σχιζοφρενικής διαταραχής.

1.5 Χαρακτηριστικά της εξάρτησης από κάνναβη

Η μακροχρόνια λήψη κανναβινοειδών δεν έχει σχετιστεί με την εγκατάσταση σωματικής


εξάρτησης, αλλά ενδέχεται να αναπτυχθεί ψυχολογική εξάρτηση, που συνίσταται σε
σφοδρή επιθυμία για επίτευξη των ευχάριστων ψυχολογικών επιδράσεων της ουσίας,
πανικό σε περίπτωση έλλειψής της και εμμονή στο να διασφαλιστεί η προμήθειά της,
που κυριαρχεί στην καθημερινή ζωή του χρήστη.
Μπορεί να συναντούν δυσκολία στο να περιορίσουν τη χρήση ή μπορεί να
χρειάζονται, λόγω της ανοχής, διαρκώς μεγαλύτερη ποσότητα για να έχουν την ίδια
επίδραση.
Εκδηλώσεις σωματικής εξάρτησης μπορούν να παρατηρηθούν μετά από
παρατεταμένη χρήση που διακόπτεται απότομα, όπως φαίνεται από τα ήπια
συμπτώματα στέρησης που περιλαμβάνουν διαταραχές του ύπνου, ευερεθιστότητα,
εφίδρωση, ανορεξία, απώλεια βάρους, άγχος και στομαχικές διαταραχές. Χωρίς την
κατάλληλη αγωγή, τα συμπτώματα στέρησης διαρκούν από 4 έως 7 ημέρες.

126
ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 2. ΑΛΚΟΟΛ

Στη δεύτερη υποενότητα θα αναφερθούμε στα παρακάτω :


ˆ ποια είναι η σχέση του ανθρώπου με το αλκοόλ στη πορεία της ιστορίας του,
ˆ ποιες είναι οι επιδράσεις της κατανάλωσης αλκοόλ και πως αυτές μπορεί να
διαφοροποιηθούν,
ˆ ποιες είναι οι συνέπειες της συστηματικής χρήσης οινοπνεύματος,
ˆ ποιες είναι οι ιδιαιτερότητες που εμφανίζει η αλκοολική εξάρτηση και
ˆ ποιες είναι οι συνδεόμενες με το αλκοόλ ψυχιατρικές διαταραχές.

2.1 Αλκοόλ

Ο όρος «αλκοόλ» αναφέρεται σε μία μεγάλη ομάδα οργανικών ενώσεων, με πιο


συνηθισμένη αυτή που βρίσκεται στα αλκοολούχα ποτά, την αιθυλική αλκοόλη ή
αιθανόλη. Η αιθυλική αλκοόλη είναι το μόνο είδος αλκοόλης που είναι ασφαλές για την
ανθρώπινη κατανάλωση. Ταξινομείται φαρμακολογικά ως γενικό κατασταλτικό, το
οποίο έχει τη δυνατότητα να προκαλέσει μια γενική, μη επιλεκτική και αναστρέψιμη
καταστολή του κεντρικού νευρικού συστήματος.
Προέρχεται από την ανάμιξη φρούτων, λαχανικών και δημητριακών με μαγιά και
ζάχαρη. Τότε δημιουργείται μια διαδικασία που ονομάζεται ζύμωση. Το κρασί, η μπύρα
και ο μηλίτης είναι προϊόντα απλής ζύμωσης. Τα βαριά οινοπνευματώδη ποτά, όπως το
ουίσκι ή η βότκα, διυλίζονται περισσότερο για να γίνουν πιο βαριά. Ένα «βαρύ»
οινοπνευματώδες ποτό έχει μεγάλη περιεκτικότητα σε αλκοόλ.
Το αλκοόλ σήμερα πιστεύεται ότι ευθύνεται για τους περισσότερους θανάτους από
οποιαδήποτε άλλη εξαρτησιογόνο ουσία.

2.2 Ιστορικά στοιχεία

Το οινόπνευμα έγινε γνωστό στον άνθρωπο σχεδόν από την αρχή της ιστορίας του,
όταν τυχαία ανακάλυψε τη δράση διάφορων χυμών φρούτων που είχαν υποστεί
ζύμωση. Ιστορικές πηγές αναφέρουν την καλλιέργεια αμπελιών στη Μεσόγειο από το
3500 π.Χ., ενώ την ίδια εποχή υπάρχει καταγραφή σε Αιγυπτιακούς παπύρους, καθώς
και σε επιγραφές ναών για την φαρμακολογική επίδραση του κρασιού με συγκεκριμένη
αναφορά στη μέθη. Οι Αιγύπτιοι είχαν συνδέσει τη μέθη με τη διασκέδαση, όπως
προκύπτει από τις περιγραφές τους. Και στην κλασική Ελλάδα η χρήση του οίνου
αναφέρεται συχνότατα σε ιστορικές πηγές, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το

127
συμπόσιο του Πλάτωνα, ενώ αποτελούσε απαραίτητο στοιχείο και στις δημοφιλείς
θρησκευτικές τελετές των Διονυσίων.
Η δημιουργία κοινωνικών προβλημάτων από την κατάχρηση οινοπνεύματος αρχίζει το
12ο αιώνα με την επινόηση της τεχνικής της απόσταξης από τους Άραβες, η οποία
αναπτύχθηκε και βελτιώθηκε με την άνθιση της αλχημείας. Με την τεχνική της
απόσταξης διαπιστώθηκε η απόσταξη καθαρού οινοπνεύματος και από χυλό
δημητριακών και έτσι προέκυψε η δημιουργία και άλλων αλκοολούχων ποτών εκτός
από το κρασί που ήταν γνωστό μέχρι τότε.
Διαμέσου των αιώνων το αλκοόλ έχει χρησιμοποιηθεί ως ουσία με αναλγητικές
ιδιότητες, ως αναισθητικό στη χειρουργική, αλλά και ως καύσιμη ύλη -και πάνω από
όλα ως ουσία με ανασταλτικές ιδιότητες που διευκολύνουν τις διαπροσωπικές και
κοινωνικές διαδικασίες. Κατά το πρώτο μισό του 18ου αιώνα, η ευρεία χρήση
οινοπνεύματος οδηγεί στις πρώτες κλινικές παρατηρήσεις για τις επιπτώσεις του στην
υγεία αυτών που το καταναλώνουν, αλλά για πρώτη φορά και στις κοινωνικές
επιπτώσεις που μπορεί να επιφέρει η κατάχρηση του. Τα προβλήματα που έχουν αρχίσει
να διαφαίνονται αναγκάζουν την Αγγλία να αυξήσει την τιμή των οινοπνευματωδών
ποτών, σε μια προσπάθεια να αποφευχθεί η κατάχρηση. Οι περιορισμοί αυτοί
σταδιακά θα επεκταθούν σε πολλές χώρες του κόσμου. Από το 1920 μέχρι το 1933 θα
απαγορευθεί η πώληση και η κατανάλωση αλκοόλ στην Αμερική, τη λεγόμενη εποχή
της «ποτοαπαγόρευσης», αλλά παρά τους αυστηρούς περιορισμούς, θα υπάρξει
αύξηση του αριθμού των αλκοολικών και το μέτρο θα αποσυρθεί. Σήμερα, με μοναδική
εξαίρεση τις μουσουλμανικές κοινωνίες, το αλκοόλ είναι γενικά αποδεκτό σαν νόμιμο
κοινωνικό ψυχοτρόπο για χρήση από τους ενήλικες.
Η έννοια του αλκοολισμού αναφέρθηκε πρώτη φορά από τον Lettsom, το 1792, σε
ανακοίνωση του στην Ιατρική Εταιρεία του Λονδίνου, ο οποίος περιέγραψε
συγκεκριμένες νοσολογικές οντότητες που συνοδεύουν την κατάχρηση οινοπνεύματος.
Οι δεκαετίες που ακολούθησαν έφεραν τις κοινωνίες αντιμέτωπες με το πλήθος
προβλημάτων που επιφέρει η κατάχρηση και η εξάρτηση από το αλκοόλ, καθιστώντας
απαραίτητη την αντιμετώπιση των συνδεόμενων με το αλκοόλ διαταραχών.

2.3 Κλινικές επιδράσεις

Το αλκοόλ (αιθανόλη) είναι κατασταλτικό του ΚΝΣ που προκαλεί πολλές σωματικές,
συναισθηματικές και συμπεριφορικές μεταβολές. Η σοβαρότητα των επιπτώσεών του
εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως το φύλο, τη σωματική διάπλαση, το βάρος
του ατόμου, το μεταβολισμό του, καθώς και την ποσότητα του φαγητού που έχει

128
καταναλώσει πριν τη χρήση του αλκοόλ. Όσο αυξάνονται τα επίπεδα αλκοόλ στο αίμα,
τόσο αυξάνεται και η δράση του. Σε μικρές δόσεις, το αλκοόλ προκαλεί μείωση των
αναστολών και αίσθημα χαλάρωσης και ευεξίας. Σε μεγαλύτερες δόσεις (τοξίκωση)
επέρχονται διαταραχές των ψυχολογικών, συμπεριφορικών και γνωστικών λειτουργιών
και απώλεια ελέγχου των κινητικών λειτουργιών.
Το σώμα μπορεί να μεταβολίσει περίπου 10 γραμμάρια αλκοόλ την ώρα. Σε όσους
καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες οινοπνευματωδών, η ποσότητα αυτή μπορεί να
φθάσει και τα 20 γραμμάρια. Η συγκέντρωση αλκοόλ στο αίμα (που εκφράζεται σε
γραμμάρια τοις χιλίοις ή ανά λίτρο αίματος) αυξάνεται όταν ο ρυθμός του
μεταβολισμού δεν συμβαδίζει με το ρυθμό πρόσληψης της ουσίας. Έπειτα από 4 τυπικά
ποτά (περίπου 55 γραμμάρια), η συγκέντρωση αλκοόλ στο αίμα μπορεί να ανέλθει στα
0,008 gr (8 τοις χιλίοις). Στις γυναίκες, η συγκέντρωση αλκοόλ στο αίμα αυξάνεται
ταχύτερα και φθάνει στα επίπεδα των ανδρών με κατανάλωση 25% μικρότερης
ποσότητας. Η συγκέντρωση αλκοόλ στο αίμα εξαρτάται και από τη σωματική
διάπλαση. Ο μεταβολισμός του αλκοόλ αλληλεπιδρά με το μεταβολισμό πολλών
ουσιών και συχνά μάλιστα τον αναστέλλει.
Από άποψη ψυχικής διάθεσης, μικρές δόσεις οινοπνεύματος δημιουργούν τόνωση της
αυτοπεποίθησης. Το άτομο έχει την εντύπωση ότι είναι σε θέση να επιτελέσει διάφορα
δύσκολα έργα, η οποία όμως δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Το φαινόμενο
αυτό αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της οδήγησης υπό μέθη. Ενώ στην
πραγματικότητα επιβραδύνονται τα αντανακλαστικά, ο μεθυσμένος οδηγός νομίζει ότι
διαθέτει εξαιρετικές ικανότητες.
Χαρακτηριστική αντίδραση στο οινόπνευμα είναι η ελάττωση του αυτοελέγχου και η
άρση των αναστολών. Στα πλαίσια της γενικότερης αυτοπεποίθησης και επιθετικότητας
του ατόμου, αναπτύσσεται επίσης και υπερδραστηριότητα στη σεξουαλική
συμπεριφορά, με την έννοια ότι αυξάνεται έντονα η σεξουαλική διάθεση, χωρίς όμως
να συμβαίνει το αντίστοιχο στη σεξουαλική ικανότητα. Όπως χαρακτηριστικά
επισημαίνει και ο Σαίξπηρ, στο «Μάκβεθ», «it provokes the desire, but it takes away the
performance».
Σε μερικές περιπτώσεις η χρήση αλκοόλ αναδύει ορισμένα απωθημένα δυσάρεστα
συναισθήματα, επειδή δεν υπάρχει ο έλεγχος των ανώτερων κέντρων, με αποτέλεσμα
το άτομο να διακατέχεται από μελαγχολία.
Σωματικές ενδείξεις της κατανάλωσης αλκοόλ είναι το κόκκινο πρόσωπο, η
συγκεχυμένη ομιλία, η αστάθεια στις κινήσεις ή μια γενικότερη αδυναμία του
συντονισμού των κινήσεων.

129
Με την καταστολή του ΚΝΣ, όλη αυτή η υπερδραστηριότητα φθίνει, με τελική κατάληξη
την υπνηλία ή και την αναισθησία, σε μεγάλες ποσότητες.

2.3.1 Αλκοολική Τοξίκωση

Η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ οδηγεί στη μέθη, η οποία στη σοβαρότερη της
μορφή μπορεί να είναι τοξική. Το DSM-IV περιέχει ειδικά κριτήρια για τη διάγνωση της
αλκοολικής τοξίκωσης. Στα κριτήρια αυτά δίνεται έμφαση στα παρακάτω:
¾ κατανάλωση σημαντικών ποσοτήτων αλκοόλ,
¾ ειδικές δυσπροσαρμοστικές συμπεριφεριολογικές ή ψυχολογικές αλλαγές, όπως
απρόσφορη σεξουαλική ή επιθετική συμπεριφορά, αστάθεια της διάθεσης,
έκπτωση της κρίσης, έκπτωση της επαγγελματικής και κοινωνικής
λειτουργικότητας,
¾ σημεία νευρολογικής έκπτωσης, όπως δυσαρθρική ομιλία, ασταθής βάδιση,
νυσταγμός, έκπτωση της προσοχής και της μνήμης, και
¾ απουσία άλλων διαγνώσεων ή ψυχικών καταστάσεων.
Η αλκοολική τοξίκωση είναι αρκετά σοβαρή, αφού μπορεί να οδηγήσει σε κώμα, σε
αναπνευστική καταστολή, ακόμα και σε θάνατο.

2.4 Μακροχρόνιες επιδράσεις

Η συστηματική κατανάλωση αλκοόλ αυξάνει έντονα τις πιθανότητες εμφάνισης


σοβαρών σωματικών και ψυχιατρικών παθήσεων. Πέρα από την σωματική εξάρτηση
που προκαλεί, η οποία περιγράφεται παρακάτω, το αλκοόλ έχει θεωρηθεί υπεύθυνο για
πλήθος διαταραχών. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) συγκαταλέγει το
οινόπνευμα στις καρκινογόνες ουσίες, αφού θεωρείται ότι συνδέεται συχνά με
εμφάνιση καρκίνου. Οι τρεις βασικότερες αιτίες θανάτου που σχετίζονται με τα
οινοπνευματώδη ποτά είναι τα κακοήθη νεοπλάσματα, τα εγκεφαλικά επεισόδια και η
κίρρωση του ήπατος. Ειδικά το τελευταίο, αποτελεί την πιο συχνή αιτία θανάτου από
χρόνια χρήση αλκοόλ, αφού στο ήπαρ μεταβολίζεται η μεγαλύτερη ποσότητα αλκοόλ.

130
Εικόνα 4. Συνέπειες της κατανάλωσης αλκοόλ

Γενικότερα, όσα άτομα αναφέρουν ιστορικό χρόνιας κατανάλωσης οινοπνεύματος


παρουσιάζουν μεγαλύτερη συχνότητα επιπλοκών, μεγαλύτερο χρόνο νοσηλείας και
μεγαλύτερη θνησιμότητα. Τα αποτελέσματα αυτά οφείλονται τόσο στις άμεσες όσο και
στις μακροπρόθεσμες συνέπειες της τοξικής δράσης του οινοπνεύματος.

2.5 Αλκοολική εξάρτηση

Στο DSM-IV όλες οι συνδεόμενες με ουσίες διαταραχές, όπως έχει αναφερθεί ξανά,
χρησιμοποιούν τα ίδια κριτήρια για την εξάρτηση και κατάχρηση. Όσον αφορά στην
αλκοολική εξάρτηση και στην αλκοολική κατάχρηση, η ανάγκη καθημερινής χρήσης
μεγάλων ποσοτήτων αλκοόλ, προκειμένου να εξασφαλίζεται επαρκής λειτουργικότητα,
η τακτική βαριά κατανάλωση αλκοόλ μόνο κατά τα σαββατοκύριακα, όπως επίσης και
οι μεγάλες περίοδοι εγκράτειας στις οποίες παρεμβάλλονται ξεφαντώματα μεγάλης
κατανάλωσης αλκοόλ που διαρκούν βδομάδες ή μήνες, αποτελούν ισχυρές ενδείξεις
μιας από αυτές τις διαταραχές χρήσης αλκοόλ.
Αυτά τα πρότυπο συνοδεύονται από συμπεριφορές όπως: 1) η αδυναμία περιορισμού
ή διακοπής του ποτού, 2) οι επανειλημμένες προσπάθειες να ελεγχθεί ή να μειωθεί η
υπερβολική κατανάλωση, 3) αμνησιακές περίοδοι για συμβάντα σε κατάσταση
τοξίκωσης, 4) η συνέχιση της χρήσης παρά την ύπαρξη μιας σοβαρής σωματικής
ασθένειας, η οποία επιδεινώνεται με τη χρήση αλκοόλ, και 5) η κατανάλωση μη
πόσιμου αλκοόλ, όπως εμπορικά σκευάσματα που περιέχουν οινόπνευμα.
Επιπρόσθετα, οι αλκοολικοί εμφανίζουν διαταραγμένη κοινωνική ή επαγγελματική
λειτουργικότητα, που οφείλεται στη χρήση του αλκοόλ, όπως βίαιη συμπεριφορά σε
κατάσταση τοξίκωσης, απουσία από την εργασία, προβλήματα με το νόμο και διενέξεις
με την οικογένεια.

131
Είναι φανερό, δηλαδή, ότι η εξάρτηση εκδηλώνεται με διάφορες μορφές. Για κάποιους
σημαίνει σταθερή, καθημερινή κατανάλωση χωρίς ποτέ οι ποσότητες να γίνονται
υπερβολικές, για άλλους σημαίνει κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων κατά διαστήματα
στα οποία μεσολαβούν περίοδοι πολύ μικρότερης κατανάλωσης.
Η σταθερή κατανάλωση αλκοόλ προκαλεί ανοχή στην ουσία, η οποία μπορεί να
αναπτυχθεί μέσα σε διάστημα ακόμα και λίγων ημερών κατανάλωσης μεγάλης
ποσότητας οινοπνευματωδών και μειώνεται με την αποχή. Η ανοχή είναι συνάρτηση
της δόσης και της διάρκειας της κατανάλωσης αλκοόλ, καθώς και γενετικών
παραγόντων. Όσοι καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες οινοπνευματωδών, εμφανίζουν
διασταυρούμενη ανοχή στη δράση των βενζοδιαζεπινών και των βαρβιτουρικών.

2.5.1 Φάσεις Αλκοολικής Εξάρτησης

Παρότι η ανοχή στο αλκοόλ αναπτύσσεται γρήγορα, η διαδικασία της ανάπτυξης


εξάρτησης, η οποία έχει και σωματική και ψυχολογική διάσταση, ενδέχεται να διαρκέσει
χρόνια. Εξαρτάται μάλιστα από τρεις ομάδες παραγόντων, την προσωπικότητα, το
κοινωνικό περιβάλλον και φυσικά το είδος, την συχνότητα και την ποσότητα του
οινοπνεύματος. Η πορεία αυτή διακρίνεται σε φάσεις με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά για
κάθε μια, φάσεις που επιτρέπουν να εντοπιστεί από νωρίς μια επικίνδυνη σχέση που
μπορεί να αναπτύξει κάποιος με το αλκοόλ. Η χρονική διάρκεια των φάσεων αυτών
ποικίλλει από 3-5 χρόνια έως και δεκαετίες.
Κάθε φάση εμφανίζει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τα βασικότερα των οποίων είναι:
Ì Προαλκοολική φάση: Είναι η «κοινωνικά αποδεκτή» χρήση του οινοπνεύματος
που «επιτρέπει» την ελαφρά μέθη στις κατάλληλες περιστάσεις και περιβάλλον.
Ì Αρχική φάση: Χαρακτηρίζεται από τη συνειδητοποίηση της κατάχρησης και
από την αποτυχημένη προσπάθεια επανόδου σε παλαιότερες συνήθειες.
Αναζητούνται όλο και συχνότερα ευκαιρίες για «ένα ποτηράκι».
Ì Η κρίσιμη φάση: Χαρακτηρίζεται από την απώλεια του ελέγχου στη χρήση
οινοπνευματωδών ποτών. Το άτομο δεν μπορεί να σταματήσει πριν φθάσει σε
κάποιο σημείο μέθης, ενώ έχουν αρχίσει να σημειώνονται επεισόδια με
χαρακτηριστικά κενά μνήμης της προηγούμενης ημέρας.
Ì Η χρόνια φάση: Η χρήση του οινοπνεύματος είναι καθημερινή και αποτελεί τον
βασικό άξονα γύρω από τον οποίο περιστρέφεται η συμπεριφορά του ατόμου.
Οι σωματικές, ψυχολογικές και κοινωνικές επιπτώσεις που έχουν αρχίσει ήδη στην
προηγούμενη φάση, τώρα μεγιστοποιούνται και γίνονται εμφανείς στο
περιβάλλον.

132
2.5.2 Τύποι αλκοολικής εξάρτησης

Διάφοροι ερευνητές έχουν προσπαθήσει να διακρίνουν την αλκοολική εξάρτηση σε


τύπους, οι οποίοι βασίζονται κυρίως σε φαινομενολογικά χαρακτηριστικά. Για
παράδειγμα, μια κλασσική ταξινόμηση σημειώνει ότι τα άτομα με αλκοολική εξάρτηση
τύπου Α έχουν έναρξη στην ενήλικη ζωή, λίγους παράγοντες κινδύνου στην παιδική
ηλικία, σχετικά ήπια εξάρτηση, λίγα προβλήματα που συνδέονται με το αλκοόλ και λίγα
στοιχεία ψυχοπαθολογίας. Τα άτομα με αλκοολική εξάρτηση τύπου Β έχουν πολλούς
παράγοντες κινδύνου στην παιδική ηλικία, βαριά εξάρτηση, πρώιμη έναρξη
προβλημάτων που συνδέονται με το αλκοόλ, πολλά ψυχοπαθολογικά στοιχεία, βαρύ
οικογενειακό ιστορικό αλκοολικής κατάχρησης, συχνή κατάχρηση πολλών ουσιών και
μεγάλο αριθμό παραγόντων στρες κατά τη ζωή τους.
Μια άλλη ταξινόμηση αφορά το κίνητρο που έχει ο χρήστης, τους λόγους, δηλαδή, για
τους οποίους πίνει κάποιος. Με βάση αυτό διακρίνονται οι παρακάτω τύποι:
1. Τύπος α: Είναι αυτός που πίνει συνειδητά με κίνητρο την καλυτέρευση της
ψυχικής του διάθεσης, την απαλλαγή από δυσάρεστα συναισθήματα ή την
μείωση ενδοψυχικών συγκρούσεων, ελέγχει, όμως, την ποσότητα του
οινοπνεύματος και η χρήση δεν είναι καθημερινή.
2. Τύπος β: Πίνει μόνο στο κατάλληλο περιβάλλον και μόνο ευκαιριακά. Έχει σαν
κίνητρο την ταύτιση ή προσαρμογή με το περιβάλλον αυτό και την παρέα.
3. Τύπος γ: Αποτελεί την παθολογική εξέλιξη του τύπου α. Είναι αυτός που πίνει για
να “πνίξει” τα δυσάρεστα συναισθήματα ή τις ενδοψυχικές του συγκρούσεις.
Χαρακτηρίζεται από τη συνεχή απώλεια του ελέγχου (μέθη). Εδώ ανήκει η
πλειονότητα των νέων αλκοολικών. Η εξάρτηση είναι ψυχολογική.
4. Τύπος δ: Αποτελεί την παθολογική εξέλιξη του τύπου β. Η ταύτιση και
προσαρμογή στο περιβάλλον παρεμποδίζει τις προστριβές με αυτό. Η συχνή
χρήση οινοπνεύματος, οδηγεί σταδιακά σε μια κατ' αρχήν σωματική εξάρτηση
από αυτό. Χαρακτηρίζεται από την καθημερινή χρήση οινοπνεύματος, ακόμα
και τις πρωινές ώρες (σε προχωρημένα στάδια) προς αποφυγή στερητικών
συμπτωμάτων. Μόδες, συνήθειες, ήθη και έθιμα και άλλοι περιβαλλοντολογικοί
παράγοντες παίζουν εδώ καθοριστικό ρόλο.
5. Τύπος ε: Χαρακτηρίζεται από περιοδική απώλεια του ελέγχου, ενώ στα
μεσοδιαστήματα απέχει της χρήσεως οινοπνευματωδών.
Από τους τύπους αυτούς, εξαρτημένοι παθολογικά θεωρούνται οι τύποι 3,4 και 5.

133
2.5.3 Αλκοολική Στέρηση

Εφόσον εδραιωθεί η σωματική εξάρτηση από το αλκοόλ, με τη διακοπή της χρήσης


εμφανίζονται συμπτώματα στέρησης, τα οποία περιγράφονται με τον όρο «αλκοολικό
στερητικό σύνδρομο». Σε ελαφρές περιπτώσεις, τα συμπτώματα είναι ταχυκαρδία,
εφίδρωση, πονοκέφαλος και ελαφρύς τρόμος, που συνοδεύονται από διαταραχές του
ύπνου και ανήσυχα όνειρα.
Σε πιο βαριές περιπτώσεις τα συμπτώματα μπορεί να είναι πολύ σοβαρά και να
φθάσουν να απειλήσουν ακόμη και τη ζωή του ασθενούς. Το κλασικό σημείο της
αλκοολικής στέρησης είναι ο τρόμος, αν και το φάσμα της συμπτωματολογίας
επεκτείνεται και μπορεί να συμπεριλάβει ακουστικές ή οπτικές ψευδαισθήσεις (ο
ασθενής βλέπει «ζωάκια» που μοιάζουν με μυρμήγκια ή ποντίκια -ζωοψίες) και
ψυχοκινητική διέγερση, καθώς και πυρετός και έντονη ταχυπαλμία. Το τρομώδες
παραλήρημα προϋποθέτει επιπλέον και διαταραχές της μακροχρόνιας μνήμης. Δύο ή
τρεις μέρες μετά τη διακοπή της χρήσης μπορεί να εμφανιστούν βίαιοι επιληπτικοί
σπασμοί. Χωρίς την κατάλληλη αγωγή, το σύνδρομο μπορεί να διαρκέσει από 4 έως 10
ημέρες.

2.6 Συνδεόμενες με το αλκοόλ διαταραχές

Μία από τις πιο χαρακτηριστικές επιπτώσεις της αυξημένης κατανάλωσης


οινοπνεύματος στον άνθρωπο είναι οι διαταραχές που προκαλούνται άμεσα στη
συμπεριφορά του και μακροπρόθεσμα στην ψυχική του υγεία. Στις συνδεόμενες με το
αλκοόλ διαταραχές στο DSM-IV αναφέρονται συμπτώματα που ακουμπούν σε όλο το
εύρος της ψυχικής σφαίρας ενός ατόμου. Αναφέρεται, δηλαδή, ότι είναι πιθανό να
προκληθεί νοητική έκπτωση (επιμένουσα άνοια), προβλήματα μνήμης (επιμένουσα
αμνησιακή διαταραχή), ψυχωσικά συμπτώματα (ψυχωτική διαταραχή), σεξουαλικές
δυσλειτουργίες, κατάθλιψη (διαταραχή της διάθεσης) και γενικευμένος άγχος (αγχώδης
διαταραχή).

2.6.1 Προκαλούμενη από αλκοόλ Επιμένουσα Αμνησιακή Διαταραχή

Οι κλασσικές ονομασίες της προκαλούμενης από αλκοόλ αμνησιακής διαταραχής


είναι σύνδρομο Wernicke (σύνολο οξέων συμπτωμάτων) και σύνδρομο Korsakoff (η
χρόνια κατάσταση). Ενώ το πρώτο είναι πλήρως αναστρέψιμο με τη θεραπεία, μόνο το
20% των ασθενών με σύνδρομο Korsakoff επανέρχεται πλήρως.

134
Το σύνδρομο Wernicke είναι οξεία νευρολογική διαταραχή που χαρακτηρίζεται από
αταξία, οφθαλμοπληγία, σύγχυση και μια σειρά από διαταραχές στην όραση. Μπορεί
να υποχωρήσει χωρίς θεραπεία σε λίγες μέρες η εβδομάδες ή να εξελιχθεί σε σύνδρομο
Korsakoff.
Από την άλλη, το σύνδρομο Korsakoff είναι το χρόνιο αμνησιακό σύνδρομο με βασικά
γνωρίσματα την έκπτωση της νοητικής λειτουργίας, ιδιαίτερα της πρόσφατης μνήμης,
και την προδρομική αμνησία. Ο ασθενής μπορεί να εμφανίζει και το σύμπτωμα της
μυθοπλασίας.

2.6.2 Αμνησιακές περίοδοι (blackout)

Η διαταραχή αυτή εμφανίζεται κυρίως ως σύμπτωμα στη φάση της αλκοολικής


τοξίκωσης. Μοιάζει με επεισόδιο παροδικής σφαιρικής αμνησίας, διατηρώντας άθικτη
την απώτερη μνήμη. Οι περίοδοι αυτοί μπορεί να είναι εξαιρετικά βασανιστικοί, αφού το
άτομο δεν γνωρίζει τι μπορεί να έπραξε, που βρίσκεται ή πως βρέθηκε σε ένα χώρο.

2.6.3 Εμβρυικό Αλκοολικό Σύνδρομο (FAS, Fetal Alcohol Syndrome)

Τα στοιχεία δείχνουν σαφώς ότι οι γυναίκες δεν πρέπει να καταναλώνουν αλκοόλ στη
διάρκεια της εγκυμοσύνης και της γαλουχίας. Το Εμβρυϊκό Αλκοολικό Σύνδρομο είναι το
αποτέλεσμα της έκθεσης εμβρύων στο αλκοόλ, όταν πίνουν οι μητέρες τους.
Περισσότερο από 2 ποτά την ημέρα κατά την εγκυμοσύνη αυξάνουν τον κίνδυνο να
μειωθεί το σωματικό βάρος του εμβρύου, καθώς και τον κίνδυνο δυσμορφιών και
βλαβών του κεντρικού νευρικού συστήματος του εμβρύου. Το σύνδρομο αυτό αποτελεί
την κύρια αιτία νοητικής καθυστέρησης, ενώ μπορεί να αναστείλει την ανάπτυξη και
μετά τη γέννηση.

135
ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 3. ΝΙΚΟΤΙΝΗ

Στα πλαίσια της τρίτης υποενότητας θα αναφερθούμε στα παρακάτω:


ˆ τι περιέχει ένα τσιγάρο νικοτίνης και πώς έφτασε αυτή η ουσία να αποτελεί τη
μεγαλύτερη σε συχνότητα εξάρτηση,
ˆ από ποιους παράγοντες επηρεάζεται η επίδραση της νικοτίνης,
ˆ για ποιες σωματικές ασθένειες μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνο το κάπνισμα, και
ˆ τι χαρακτηριστικά εμφανίζει η εξάρτηση από τη νικοτίνη.

3.1 Νικοτίνη: μια συνηθισμένη εξάρτηση…

Η νικοτίνη είναι η κυρίαρχη ουσία που περιέχεται στον καπνό, ο οποίος προέρχεται από
τα αποξηραμένα φύλλα του φυτού nicotiana tabacum. Πρόκειται για ένα ισχυρό
δηλητήριο, από το οποίο τα 60 χιλιοστά του γραμμαρίου είναι θανατηφόρα δόση για
τον άνθρωπο. Ο καπνός περιέχει πάνω από 1200 διαφορετικές χημικές ουσίες, εκ των
οποίων 60 καρκινογόνες, και κατά 5% μονοξείδιο του άνθρακα.
Συνήθως, ο καπνός βρίσκεται σε μορφή τσιγάρου ή πούρου, αλλά κυκλοφορεί και στη
φυσική του μορφή για πίπα ή στρίψιμο τσιγάρου στο χέρι. Υπάρχει, επίσης, καπνός για
μάσηση.

3.2 Ιστορικά στοιχεία

Ο καπνός ήταν άγνωστος στην Ευρώπη και την Ασία πριν την ανακάλυψη του Νέου
Κόσμου. Η περιγραφή του καπνίσματος γίνεται για πρώτη φορά από τον Κολόμβο στο
ημερολόγιο καταστρώματος, στις 6 Νοεμβρίου του 1492, όταν το πλοίο είχε ελλιμενισθεί
στην Κούβα. Οι αυτόχθονες κάτοικοι της Αμερικής είχαν τη συνήθεια να χρησιμοποιούν
τον καπνό για διάφορους λόγους. Το δια περιφοράς κάπνισμα της πίπας είναι γνωστή
χειρονομία καλής θέλησης και φιλίας. Εκτός από τις κοινωνικές συναναστροφές, το
φυτό φαίνεται ότι έπαιζε ιδιαίτερο ρόλο στις θρησκευτικές τελετές και στη
βοτανοθεραπευτική των Ινδιάνων, διότι του απέδιδαν διάφορες υπερφυσικές ιδιότητες,
όπως τον εξορκισμό των κακών πνευμάτων.
Η εισαγωγή αποξηραμένων φύλλων και σπόρων του φυτού στην Ευρώπη έγινε στις
αρχές του 16ου αιώνα από διάφορους εξερευνητές ή ιεραποστόλους. Ο καπνός δεν
άργησε να εξαπλωθεί σε ολόκληρο τον κόσμο με τη βοήθεια των ναυτικών, οι οποίοι
έχοντας αποκτήσει τη συνήθεια του καπνίσματος και του ερρινισμού ήταν αδύνατο να
ταξιδέψουν χωρίς να έχουν μαζί τους φύλλα.

136
Έτσι, ξεκίνησε η καλλιέργεια του καπνού σε πολλές χώρες, η οποία επέφερε στη
συνέχεια την επιβολή κρατικών φόρων, καθιστώντας τη αναπόσπαστο κομμάτι της
οικονομίας πολλών κρατών. Με την βιομηχανοποίηση του τσιγάρου, η συνήθεια του
καπνίσματος επεκτάθηκε σε όλα τα στρώματα του πληθυσμού και έγινε μια τακτική
συνήθεια.
Στην Ελλάδα, οι πρώτες καλλιέργειες καπνού αναπτύχθηκαν στα περίχωρα της
Θεσσαλονίκης. Από εκεί εξαπλώθηκε προς την υπόλοιπη Ελλάδα και ιδιαίτερα στα
γόνιμα εδάφη του θεσσαλικού κάμπου, κυρίως μετά το 1880. Με την προσάρτηση της
ανατολικής Μακεδονίας και της Θράκης (1914), τα καπνά έγιναν μία από τις
σπουδαιότερες πηγές πλούτου για τον αγροτικό πληθυσμό της χώρας.

3.3 Κλινικές επιδράσεις

Η ψυχοτρόπος επίδραση του καπνίσματος βιώνεται διαφορετικά από άτομο σε άτομο ή


και από το ίδιο άτομο κάτω από διαφορετικές συνθήκες. Γενικώς, έχει επικρατήσει η
αντίληψη ότι το τσιγάρο δρα διεγερτικά ή ηρεμιστικά ανάλογα με την προϋπάρχουσα
ψυχική διάθεση.
Έχει αποδειχθεί ότι η νικοτίνη ελευθερώνει ορμόνες που επενεργούν σε διάφορους
υποδοχείς στον εγκέφαλο. Έχει ηρεμιστική δράση, προκαλώντας ένα αίσθημα
χαλάρωσης, μειώνοντας το άγχος και δημιουργώντας ευφορία. Μπορεί να βοηθήσει
στην καλύτερη επεξεργασία πληροφοριών και στη μείωση της κούρασης. Ο ρυθμός
της καρδιάς και η πίεση αυξάνονται, ενώ η όρεξη μειώνεται. Αυτοί που δοκιμάζουν για
πρώτη φορά να καπνίσουν, μπορεί να παρουσιάσουν ναυτία και εμετούς.

3.4 Μακροχρόνιες επιδράσεις

Η χρήση καπνού συνοδεύεται με μεγάλη συχνότητα από πολλές σοβαρές παθήσεις,


για τις οποίες ευθύνεται έμμεσα ή άμεσα. Σωματικές ασθένειες, όπως καρδιοαγγειακές
παθήσεις, καρδιακές ανακοπές, χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ), κακή
κυκλοφορία του αίματος, έλκη, παθήσεις του λάρυγγα, βρογχίτιδες και καρκίνο του
στόματος, του λάρυγγα και του λαιμού, έχουν συνδεθεί με χρόνιο κάπνισμα, ενώ
έρευνες έχουν δείξει ότι για το 87% των περιπτώσεων του καρκίνου του πνεύμονα
ευθύνεται η νικοτίνη.
Το κάπνισμα, επίσης, μπορεί να επηρεάσει τη γονιμότητα στις γυναίκες. Τέλος, έχει
παρατηρηθεί ότι τα μωρά των γυναικών που καπνίζουν κατά τη διάρκεια της
εγκυμοσύνης είναι ελλιποβαρή και οι πιθανότητες για πρόωρο θάνατο αυξάνονται.

137
3.5 Χαρακτηριστικά εξάρτησης από νικοτίνη

Το κάπνισμα αποδεδειγμένα προκαλεί σωματική και ψυχολογική εξάρτηση. Η


εγκατάσταση εξάρτησης από τη νικοτίνη διαδράμει σε δύο φάσεις. Η αρχική είναι το
στάδιο της εξοικείωσης του οργανισμού με τη νικοτίνη, που συνοδεύεται κατά κανόνα
από τα δυσάρεστα συμπτώματα της ναυτίας και του εμετού. Το στάδιο αυτό είναι
σύντομο και μεταπίπτει προοδευτικά στη δεύτερη φάση, που χαρακτηρίζεται από αυτή
καθεαυτή την εξάρτηση. Δεν είναι επακριβώς γνωστή η διάρκεια του καπνίσματος και ο
αριθμός των τσιγάρων που απαιτούνται για την εγκατάσταση εξάρτησης, θεωρείται,
όμως, βέβαιο ότι η εξάρτηση καθορίζεται από τη νικοτίνη. Όσοι προτιμούν τα νεότερα
τσιγάρα με λιγότερη νικοτίνη έχουν την τάση να καπνίζουν πιο πολύ (συχνότερες
ρουφηξιές, μεγαλύτερη ποσότητα εισπνεόμενου καπνού, περισσότερα τσιγάρα).
Φαίνεται πως η αναζήτηση της νικοτίνης είναι συγκεκριμένη και ο καπνιστής δεν
σταματά παρά μόνο όταν έχει επιτύχει τα επιθυμητά επίπεδα του αλκαλοειδούς στο
αίμα.
Η ψυχολογική εξάρτηση από τη νικοτίνη είναι πολύ ισχυρή, όπως δείχνει η μεγάλη
δυσκολία για τη διακοπή του καπνίσματος. Πολλοί ερευνητές τοποθετούν το επίπεδο
της έντασης της εξάρτησης από νικοτίνη ακόμα και πιο πάνω από το αντίστοιχο που
προκαλείται από τα οπιούχα ή την κοκαΐνη.
Με τη διακοπή του καπνίσματος παρουσιάζονται στερητικά συμπτώματα, όπως
αποδεικνύει και η σχετική αναφορά του DSM-IV, το οποίο επισημαίνει ειδικά διαγνωστικά
κριτήρια νικοτινικής στέρησης. Σύμφωνα με αυτό, μετά από καθημερινή χρήση
νικοτίνης για τουλάχιστον μερικές βδομάδες, προκαλείται στερητικό σύνδρομο 2 ώρες
μετά το κάπνισμα του τελευταίου τσιγάρου, το οποίο κορυφώνεται τις πρώτες 24-48
ώρες και μπορεί να διαρκέσει για βδομάδες. Στα κοινά συμπτώματα περιλαμβάνονται:
¾ δυσφορική ή καταθλιπτική διάθεση,
¾ αϋπνία,
¾ ευερεθιστότητα,
¾ απογοήτευση ή θυμός,
¾ άγχος,
¾ δυσκολία συγκέντρωσης,
¾ ανησυχία,
¾ μειωμένη καρδιακή συχνότητα και
¾ αυξημένη όρεξη ή αύξηση βάρους.

138
Σύνοψη
Με την ολοκλήρωση της ενότητας αυτής γνωρίζετε πλέον ότι:
• Η ινδική κάνναβη προέρχεται από το φυτό Cannabis sativa και παράγει το χασίς, τη
μαριχουάνα και το χασισέλαιο, ανάλογα με το μέρος του φυτού που επιλέγεται.
• Η αντίδραση στη χρήση κάνναβης διαφοροποιείται ανάλογα με το άτομο και το
περιβάλλον που γίνεται η χρήση, καθώς και τη διάθεση και τις προσδοκίες του
χρήστη. Τα πιο χαρακτηριστικά συμπτώματα είναι η ευφορία, η χαλαρότητα και η
τάση για πολυλογία.
• Η συστηματική χρήση κάνναβης έχει συνδεθεί με σημαντικά προβλήματα στη μνήμη
και τη συγκέντρωση, ενώ θεωρείται βασικός παράγοντας για το «σύνδρομο
έλλειψης κινήτρων».
• Ο αλκοολισμός, ένα εξαιρετικά σοβαρό πρόβλημα των σημερινών κοινωνιών,
μπορεί να πάρει διάφορες μορφές, εξίσου σοβαρές.
• Η παρατεταμένη κατανάλωση οινοπνεύματος αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο για
διάφορες σωματικές παθήσεις, ενώ έχει φανεί ότι ευθύνεται άμεσα για την εμφάνιση
αρκετών ψυχιατρικών συμπτωμάτων.
• Η αλκοολική εξάρτηση έχει έντονα σωματικά και ψυχολογικά στοιχεία, ενώ το
στερητικό σύνδρομο που προκαλεί το αλκοόλ μπορεί να είναι πολύ σοβαρό και να
φθάσει να απειλήσει ακόμη και τη ζωή του ατόμου.
• Η κατανάλωση αλκοόλ κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης μπορεί να προκαλέσει το
«Εμβρυικό Αλκοολικό Σύνδρομο», με ιδιαίτερα σοβαρές συνέπειες για το έμβρυο.
• Η πιο συνηθισμένη εξάρτηση από ουσίες είναι αυτή που προκαλεί η νικοτίνη, μια
ουσία που στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα ισχυρό δηλητήριο.
• Η επίδραση του καπνίσματος βιώνεται διαφορετικά από άτομο σε άτομο ή κάτω
από διαφορετικές συνθήκες.
• Το τσιγάρο αποδεδειγμένα προκαλεί σωματική και ψυχολογική εξάρτηση, ενώ με τη
διακοπή του εμφανίζονται στερητικά συμπτώματα που μπορεί να διαρκέσει ως και
βδομάδες.

139
140
554 - ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

141
142
ΔE1
• American Psychiatric Association, (1994), Diagnostic and Statistical Manual of
Mental Disorders, ed 4 (DSM-IV), Washington.
• Kaplan, H. I. & Sadock, B. J., (1996), Ψυχιατρική, Ιατρικές εκδόσεις Λίτσας, Αθήνα.
• Λιάππας Ι.Α. & Πομίνι, Β. (επ.), (2004), Ουσιοεξάρτηση: Σύγχρονα θέματα, ITACA,
Αθήνα.
• Λιάππας, Ι., (2003), Ναρκωτικά: Εθιστικές ουσίες, κλινικά προβλήματα, αντιμετώπιση,
Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα.
• Lieberman, J. & Tasman, A., (2000), Handbook of Psychiatric drugs, W.B. Saunders
Company, Philadelphia.
• Μάρσελος, Μ., (1997), Εξαρτησιογόνες ουσίες: Φαρμακολογία - Τοξικολογία -
Ιστορία - Κοινωνιολογία - Νομοθεσία, Ιατρική Βιβλιοθήκη, Αθήνα.
• Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, (1997), Ταξινόμηση ICD-10 ψυχικών διαταραχών
και διαταραχών της συμπεριφοράς, ΒΗΤΑ Ιατρικές Εκδόσεις, Αθήνα.
• Porter, R. & Teich, M., (1995), Drugs and narcotics in history, University Press,
Cambridge.
• Roques, B., (2001), Η επικινδυνότητα των «ναρκωτικών» ουσιών, Εκδόσεις
Παπαζήση, Αθήνα.
Χρήσιμες Διευθύνσεις στο Διαδίκτυο
• http://www.drugabuse.gov/PDF/CADChart.pdf : Λίστα με την κατηγοριοποίηση
των ουσιών από το National Institute of Drug Abuse (NIDA)
• http://www.historyofdrugs.net/ : Πληροφορίες σχετικά με την ιστορία της χρήσης
ουσιών
• http://ncadi.samhsa.gov/ : Ιστοσελίδα του National Clearinghouse for Alcohol and
Drug Information με πολλές πληροφορίες για τις ουσίες και την εξάρτηση
• http://drugabuse.gov/nidahome.html : Ιδιαίτερα ενημερωμένη και πλούσια
ιστοσελίδα του National Institute of Drug Abuse (NIDA)
• http://video.google.com/videoplay?docid=2415304425055281170# : Εκπομπή του
BBC για ταξινόμηση 20 ουσιών με βάση την τοξική επικινδυνότητα τους
• http://en.wikipedia.org/wiki/List_of_drug_films : Λίστα με ταινίες σχετικά με ουσίες
• http://www.songfacts.com/category:songs_about_drugs.php : Λίστα με τραγούδια
σχετικά με ουσίες
• http://en.wikipedia.org/wiki/List_of_drug-related_deaths : Λίστα με θανάτους
γνωστών προσώπων που σχετίζονται με ουσίες

143
ΔE2
• Ashton, H. (1992). Brain function and psychotropic drugs. Oxford: Oxford University
Press
• Barondes, S. (1997). Στοιχεία Μοριακής Νευροβιολογίας & Βιολογικό Υπόστρωμα
Ψυχικών Διαταραχών. Αθήνα: Εκδόσεις Έλλην
• Kalat, J.W. (1999). Βιολογική Ψυχολογία. Αθήνα: Εκδόσεις Έλλην
• Lieberman, J. & Tasman, A. (2000). Handbook of Psychiatric drugs. Philadelphia:
W.B. Saunders Company
• Μάρσελος, Μ. (1997). Εξαρτησιογόνες ουσίες: Φαρμακολογία –τοξικολογία –
ιστορία –κοινωνιολογία -νομοθεσία. Αθήνα: Ιατρική Βιβλιοθήκη
• Martin, G.N. (2003). Νευροψυχολογία: Εγκέφαλος και Συμπεριφορά. Αθήνα:
Εκδόσεις Έλλην
• Olds, J., & Milner, P. (1954). Positive reinforcement produced by electrical
stimulation of the septal area and other regions of rat brain. Journal of
Comparative and Physiological Psychology, 47, 419–427.
• Pratt, J. (1991). The biological bases of drug tolerance and dependence. London:
Academic Press
• Tomkins, D.M. & Sellers, E.M. (2001). Addiction and the brain: the role of
neurotransmitters in the case and treatment of drug dependence. CMAJ, 164, 817
Χρήσιμες Διευθύνσεις στο Διαδίκτυο
• http://www.jellinek.nl/brain/index.html : Παρουσίαση δράσης ουσιών σε διάφορες
γλώσσες (Τα ναρκωτικά και ο εγκέφαλος)
• http://science-
education.nih.gov/supplements/nih2/addiction/activities/activities_toc.htm :
Παρουσιάσεις με video για το πώς λειτουργεί ο εγκέφαλος και πώς επιδρούν οι
ουσίες
• http://teens.drugabuse.gov/havefun/index.php : Παιχνίδια με θέμα τον εγκέφαλο
και τις ουσίες (National Institute of Drug Abuse)
• http://teens.drugabuse.gov/mom/teachguide/MOMTeacherGuide.pdf : Βιβλίο
(Teacher’s Guide) που αναλύει με απλό τρόπο τη δράση των ουσιών στον
εγκέφαλο

144
ΔE3
• Allen, W. (1992). How drugs can affect your life. Springfield, USA: Thomas
• Bloom, F.E. & Kupfer, D.J. (eds), (1994). Psychopharmacology. New York: Raven
Press
• Julien, R.M. (1999). A primer of drug action. New York: W.H. Freeman
• Kaplan, H. I. & Sadock, B. J. (1996). Ψυχιατρική. Αθήνα: Ιατρικές εκδόσεις Λίτσας
• Karch, S.B. (ed), (1998). Drug abuse handbook. Boca Raton: CRC Press
• Λιάππας Ι.Α. & Πομίνι, Β. (επ.), (2004). Ουσιοεξάρτηση: Σύγχρονα θέματα. Αθήνα:
ITACA
• Λιάππας, Ι. (2003). Ναρκωτικά: Εθιστικές ουσίες, κλινικά προβλήματα, αντιμετώπιση.
Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη.
• Lieberman, J. & Tasman, A. (2000). Handbook of Psychiatric drugs. Philadelphia:
W.B. Saunders Company
• Μάρσελος, Μ. (1997). Εξαρτησιογόνες ουσίες: Φαρμακολογία- τοξικολογία-
ιστορία- κοινωνιολογία- νομοθεσία. Αθήνα: Ιατρική Βιβλιοθήκη
• Perry, P.J. (1997). Psychotropic drug handbook. Washington: American Psychiatric
Press
• Shapiro, H. (2009). Drugs. Ένας πλήρης οδηγός για τις νόμιμες και παράνομες
ουσίες. Αθήνα: Ερευνητές
• Simpson, D.D. & Sells, S.B. (eds), (1990). Opioid addiction and treatment. Florida:
R.E. Krieger Publishing Company
Χρήσιμες Διευθύνσεις στο Διαδίκτυο
• http://drugabuse.gov/drugpages/ : Πληροφορίες για τις ουσίες από το NIDA
• http://www.acde.org/health/Research.htm : Πληροφορίες για τις ουσίες από το
American Council for drug education
• http://www.drugsinfo-bg.org/en/drugs-alphabet-8.html : Πληροφορίες για τις
ουσίες
• http://www.emcdda.europa.eu/publications/drug-profiles : Πληροφορίες για τις
εξαρτησιογόνες ουσίες από τον οργανισμό European Monitoring Center for Drugs
and Drug Addiction (EMCDDA)
• http://www.youtube.com/watch?v=rP2VIjJTARk : Εκπομπή του National
Geographic με θέμα την ηρωίνη (part 1)
• http://www.youtube.com/watch?v=R50t11IJ6YI : Εκπομπή του National
Geographic με θέμα την ηρωίνη (part 2)

145
• http://www.youtube.com/watch?v=aQlk01sxO_E : Ντοκιμαντέρ του History
Channel για την παραγωγή οπίου και ηρωίνης
• http://www.youtube.com/watch?v=kOPOK24g9Cc : Εκπομπή του National
Geographic με μαρτυρία ενός ηρωινομανή
• http://www.edutv.ypepth.gr/index.php?option=com_content&task=view&id=615
&Itemid=52 : Απόσπασμα από εκπομπή της ΕΡΤ σε συνεργασία με το ΚΕΘΕΑ (part
2: ηρωίνη)
• http://www.youtube.com/watch?v=lbfKzDYzDJw : Ντοκιμαντέρ για ηρωίνη
• http://www.megatv.com/article.asp?catid=14693&subid=2&pubvideoid=1457023
&mmid=34090 : Απόσπασμα από την εκπομπή «Πρωταγωνιστές» σχετικά με τις
επιπτώσεις στα βρέφη σε περιπτώσεις χρήσης στην εγκυμοσύνη
• http://eof1.eof.gr/Syntagologio/Chapter4.htm : Απόσπασμα από το Εθνικό
Συνταγολόγιο του ΕΟΦ με πληροφορίες για όλα τα φάρμακα του ΚΝΣ
• http://www.youtube.com/watch?v=zNbPyvdd7vo : Βίντεο σχετικά με την
κατανάλωση Rohypnol
• http://inhalants.drugabuse.gov/ : Εξειδικευμένες πληροφορίες για τις εισπνεόμενες
ουσίες
• http://en.wikipedia.org/wiki/Children_Underground : Πληροφορίες για το
ντοκιμαντέρ “Children Underground”(2001)
• http://www.youtube.com/watch?v=P7FQCKJzldI&translated=1 : Αποσπάσματα
από το ντοκιμαντέρ “Children Underground”(2001)

ΔE4
• Allen, W. (1992). How drugs can affect your life. Springfield, USA: Thomas
• Bloom, F.E. & Kupfer, D.J. (eds), (1994). Psychopharmacology. New York: Raven
Press
• Julien, R.M. (1999). A primer of drug action. New York: W.H. Freeman
• Kaplan, H. I. & Sadock, B. J. (1996). Ψυχιατρική. Αθήνα: Ιατρικές εκδόσεις Λίτσας
• Karch, S.B. (ed), (1998). Drug abuse handbook. Boca Raton: CRC Press
• Λιάππας Ι.Α. & Πομίνι, Β. (επ.), (2004). Ουσιοεξάρτηση: Σύγχρονα θέματα. Αθήνα:
ITACA
• Λιάππας, Ι. (2003). Ναρκωτικά: Εθιστικές ουσίες, κλινικά προβλήματα, αντιμετώπιση.
Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη.

146
• Lieberman, J. & Tasman, A. (2000). Handbook of Psychiatric drugs. Philadelphia:
W.B. Saunders Company
• Μάρσελος, Μ. (1997). Εξαρτησιογόνες ουσίες: Φαρμακολογία-τοξικολογία-ιστορία-
κοινωνιολογία-νομοθεσία. Αθήνα: Ιατρική Βιβλιοθήκη
• Perry, P.J. (1997). Psychotropic drug handbook. Washington: American Psychiatric
Press
• Shapiro, H. (2009). Drugs. Ένας πλήρης οδηγός για τις νόμιμες και παράνομες
ουσίες. Αθήνα: Ερευνητές
Χρήσιμες Διευθύνσεις στο Διαδίκτυο
• http://drugabuse.gov/drugpages/ : Πληροφορίες για τις ουσίες από το NIDA
• http://www.acde.org/health/Research.htm : Πληροφορίες για τις ουσίες από το
American Council for drug education
• http://www.drugsinfo-bg.org/en/drugs-alphabet-8.html : Πληροφορίες για τις
ουσίες
• http://www.emcdda.europa.eu/publications/drug-profiles : Πληροφορίες για τις
εξαρτησιογόνες ουσίες από τον οργανισμό European Monitoring Center for Drugs
and Drug Addiction (EMCDDA)
• http://www.youtube.com/watch?v=Lrd5xtyfjFw : Ντοκιμαντέρ του History Channel
για την παραγωγή κρακ και κοκαΐνης
• http://www.akounadeis.com/2010/07/ritalin.html : Άρθρο για τη χρήση Ritalin στη
θεραπεία της υπερκινητικότητας
• Εκπομπή του BBC με θέμα το LSD: “The Beyond Within” (part 1-9):
9 http://www.youtube.com/watch?v=DuPgNLEDzG0&translated=1
9 http://www.youtube.com/watch?v=504OuY-Yh_4&feature=related
9 http://www.youtube.com/watch?v=dtG78teIpGU&feature=related
9 http://www.youtube.com/watch?v=LWa9JsIwH_s&feature=related
9 http://www.youtube.com/watch?v=8zGeudK-tJw&feature=related
9 http://www.youtube.com/watch?v=o8aTT3nZQ3k&feature=related
9 http://www.youtube.com/watch?v=NESwvIgMMBo&feature=related
9 http://www.youtube.com/watch?v=AY0EEfCy5Jw&feature=related
9 http://www.youtube.com/watch?v=oYaYCeZvTMw&feature=related
• Εκπομπή του National Geographic για τις αμφεταμίνες και τα ψευδαισθησιογόνα:
“Taboo – Drugs” (part 1-5):
9 http://www.youtube.com/watch?v=TzlkDgd-Eb8

147
9 http://www.youtube.com/watch?v=duaZ3Re-svs
9 http://www.youtube.com/watch?v=fcZEET3i9O8
9 http://www.youtube.com/watch?v=XdHFV5WT3oQ
9 http://www.youtube.com/watch?v=HQAZ2JPFoTw

ΔE5
• Allen, W. (1992). How drugs can affect your life. Springfield, USA : Thomas
• Bloom, F.E. & Kupfer, D.J. (eds), (1994). Psychopharmacology. New York : Raven
Press
• Julien, R.M. (1999). A primer of drug action. New York : W.H. Freeman
• Kaplan, H. I. & Sadock, B. J. (1996). Ψυχιατρική. Αθήνα : Ιατρικές εκδόσεις Λίτσας
• Karch, S.B. (ed), (1998). Drug abuse handbook. Boca Raton : CRC Press
• Λιάππας Ι.Α. & Πομίνι, Β. (επ.) (2004), Ουσιοεξάρτηση : Σύγχρονα θέματα. Αθήνα :
ITACA
• Λιάππας, Ι. (2003). Ναρκωτικά : Εθιστικές ουσίες, κλινικά προβλήματα, αντιμετώπιση.
Αθήνα : Εκδόσεις Πατάκη.
• Λιάππας Ι.Α., Μέλλος, Ε.Δ. & Πομίνι, Β. (επ.), (2006). Κατάχρηση & Εξάρτηση από
οινόπνευμα. Προβλήματα και αντιμετώπιση. Αθήνα : ITACA
• Lieberman, J. & Tasman, A. (2000). Handbook of Psychiatric drugs. Philadelphia :
W.B. Saunders Company
• Μάρσελος, Μ. (1997). Εξαρτησιογόνες ουσίες : Φαρμακολογία- τοξικολογία-
ιστορία- κοινωνιολογία- νομοθεσία. Αθήνα : Ιατρική Βιβλιοθήκη
• Perry, P.J. (1997). Psychotropic drug handbook. Washington : American Psychiatric
Press
Χρήσιμες Διευθύνσεις στο Διαδίκτυο
• http://www.drugfree.org : Υλικό για τις εξαρτησιογόνες ουσίες
• http://drugabuse.gov/drugpages/ : Πληροφορίες για τις ουσίες από το NIDA
• http://www.acde.org/health/Research.htm : Πληροφορίες για τις ουσίες από το
American Council for drug education
• http://www.drugsinfo-bg.org/en/drugs-alphabet-8.html : Πληροφορίες για τις
ουσίες
• http://www.emcdda.europa.eu/publications/drug-profiles : Πληροφορίες για τις
εξαρτησιογόνες ουσίες από τον οργανισμό European Monitoring Center for Drugs
and Drug Addiction (EMCDDA)

148
• http://www.niaaa.nih.gov/ : Διαδικτυακός τόπος του National Institute on Alcohol
Abuse and Alcoholism με πλούσιες πληροφορίες για την εξάρτηση από το αλκοόλ
• http://www.edutv.gr/index.php?Itemid=169&id=397&option=com_content&task=v
iew : Εκπομπή της ΕΡΤ σε συνεργασία με το ΚΕΘΕΑ (part 1: κάνναβη)
• Εκπομπή σχετικά με έρευνα για τις συνέπειες της χρήσης κάνναβης (part 1-4):
9 http://www.youtube.com/watch?v=PkBLRLMtN5A
9 http://www.youtube.com/watch?v=3VbQtZ99FG0
9 http://www.youtube.com/watch?v=nWzCqQ9LRcM
9 http://www.youtube.com/watch?v=viAPkyORfZM
• http://www.youtube.com/watch?v=nci7D8z7bN0 : Εκπομπή σχετικά με το
«Εμβρυικό Αλκοολικό Σύνδρομο»
• http://www.youtube.com/watch?v=zdyTJ5axWXI : Διάλεξη σχετικά με το «Εμβρυικό
Αλκοολικό Σύνδρομο»

149

You might also like