You are on page 1of 3

ΟΙ ΕΧΘΡΟΙ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΘΑ ΚΑΤΑΚΑΟΥΝ

«Ζῆλος λήψεται λαὸν ἀπαίδευτον, καὶ νῦν πῦρ τοὺς


ὑπεναντίους ἔδεται» (Ἠσ. 26,11β΄)

ΕΡΜΗΝΕΥΣΑΜΕ, ἀγαπητοί μου, τοὺς δύο πρώτους στίχους τοῦ ἀλληλούια. Ἂς δοῦμε τώρα
τὸν τρίτο στίχο, ὁ ὁποῖος λέει· «Ζῆλος λήψεται λαὸν ἀπαίδευτον, καὶ νῦν πῦρ τοὺς
ὑπεναντίους ἔδεται» (Ἠσ. 26,11β΄). Δύσκολος στίχος· θὰ τὸν ἑρμηνεύσουμε πρακτικῶς.

***

Ὁμιλεῖ γιὰ ζῆλο. Ὁ ζῆλος, ὡραία λέξις τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσης, ἔχει δύο ἔννοιες·
ὑπάρχει ζῆλος μὲ καλὴ καὶ ζῆλος μὲ κακὴ ἔννοια.
Μὲ καλὴ ἔννοια, ζῆλος εἶνε ἡ εὐγενὴς ἅμιλλα, ποὺ παρακινεῖ τὸν ἄνθρωπο καὶ ἰδίως τὸ νέο
νὰ μιμηθῇ καλὰ πρότυπα, ὅ,τι ὑπέροχο βλέπει. Ὅποιος ἔχει καλὸ ζῆλο, προσπαθεῖ νὰ φθάσῃ
καὶ νὰ ξεπεράσῃ τὰ πρότυπά του. Ἡ εὐγενὴς ἅμιλλα εἶνε ἐλατήριο μεγάλων πράξεων. Οἱ νέοι
τῆς ἀρχαίας Σπάρτης σὲ ἡμέρες ἑορτῶν ἔλεγαν πρὸς τοὺς μεγαλυτέρους των στὴν πλατεῖα
τῆς πόλεως· «Ἁμὲς δὲ γ᾽ ἐσόμεθα πολλῷ κάρρονες», ἐμεῖς θὰ γίνουμε πολὺ καλύτεροι ἀπὸ
σᾶς.
Μὲ κακὴ ἔννοια ζῆλος εἶνε ἡ ζηλοτυπία. Εἶνε τὸ αἴσθημα ἐκεῖνο ποὺ συχνὰ σὰν ἀγκάθι
φυτρώνει στὶς σχέσεις τοῦ ἀνδρογύνου. Ὁ Θεὸς νὰ φυλάῃ τὸν ἄνδρα ἀπὸ ζηλοτυπία γυναικὸς
ἢ τὴ γυναῖκα ἀπὸ ζηλοτυπία ἀνδρός. Ἡ ζήλεια, ὁ φθόνος, τρώει τὴν καρδιὰ ὅπως ἡ σκουριὰ
τὸ σίδερο, ὅπως τὸ σκουλήκι τὸ ξύλο. Ζήλεια εἶχε ὁ Κάϊν· φθονοῦσε τὸν ἀδελφό του τὸν
Ἄβελ καὶ γι᾽ αὐτό τὸν ἐφόνευσε.
Ἐδῶ, στὸ στίχο αὐτὸ τοῦ Ἠσαΐα, ἡ λέξι ζῆλος εἶνε μὲ κακὴ ἔννοια. «Ζῆλος λήψεται λαὸν
ἀπαίδευτον». Κακὸς ζῆλος, βρασμὸς ψυχῆς, θὰ πιάσῃ τὸ λαὸ ποὺ δὲν παιδαγωγήθηκε μὲ τὸ
νόμο τοῦ Κυρίου. Ὁμιλεῖ γιὰ ζῆλο ὄχι ἑνὸς ἀνθρώπου ἀλλὰ ἑνὸς ὁλοκλήρου λαοῦ. Ποιός εἶνε
ὁ λαὸς αὐτός; Ὁ Ἰουδαϊκός. Αὐτὸς κατελήφθη ἀπὸ κακὸ ζῆλο ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ.
Ὅταν ἐμφανίσθηκε ὁ Χριστὸς ὡς ῥαββί, ὡς διδάσκαλος, στὴν ἀρχὴ τὸν πίστεψαν. Τὸν ἀ-
κολούθησαν ὅλοι μὲ ἐνθουσιασμό. Ὡμολογοῦσαν τὰ θαύματά του. Βάδιζαν χιλιόμετρα, γιὰ
νὰ τὸν βροῦν. Κρέμονταν ἀπὸ τὰ χείλη του (Λουκ. 19,48), αἰσθάνοντο ὑπερτάτη ἡδονὴ νὰ
τὸν ἀκοῦνε, καὶ ἔλεγαν· «Οὐδέποτε οὕτως ἐλάλησεν ἄνθρωπος, ὡς οὗτος ὁ ἄνθρωπος»
(Ἰωάν. 7,46), ποτέ δὲ μίλησε κανεὶς ὅπως αὐτός. Τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων σὰν λαοθάλασσα
τὸν ὑποδέχθηκαν μὲ πρωτοφανεῖς ἐκδηλώσεις καὶ ζητωκραυγὲς «ὡσαννά» (Ματθ. 21,9 κ.ἀ.).
Ποτέ βασιλιᾶς δὲν ἔγινε ἀντικείμενο θερμοτέρας ὑποδοχῆς. Τὰ «ὡσαννὰ» ὅμως κράτησαν
μόλις 4 ἡμέρες. Μετὰ ἔσβησαν. Οἱ καρδιὲς πάγωσαν, διεστράφησαν. Ἀντὶ «ὡσαννά», ὁ ἴδιος
αὐτὸς λαός, τὸ πρωὶ τῆς Παρασκευῆς κάτω ἀπ᾽ τὸ πραιτώριο τοῦ Πιλάτου φώναζαν·
«Σταύρωσον σταύρωσον αὐτόν» (Λουκ. 23,21· Ἰωάν. 19,6).
Πῶς μετεβλήθη ὁ λαὸς αὐτός; μεσολάβησαν δαίμονες; Κάτι χειρότερο. Ὑπάρχουν
περιπτώσεις, ὅπως λέει ὁ Τζοβάννι Παπίνι στὸ ἔργο του Ἱστορία τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ὁ
ἄνθρωπος κάνει κακὸ μεγαλύτερο ἀπὸ τὸ διάβολο. Ὁ ἐμπαθής, ὁ φθονερός, ὁ φιλήδονος, ὁ
φιλόδοξος, ὁ ἀλαζὼν ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ βλάψῃ περισσότερο κι ἀπὸ μία λεγεῶνα δαιμόνων.
Ποιοί λοιπὸν μεσολάβησαν; Ὄχι βέβαια οἱ ἀγράμματοι ψαρᾶδες τῆς Γαλιλαίας.
Μεσολάβησαν οἱ γραμματισμένοι, ἡ ἐλὶτ τῆς κοινωνίας, οἱ γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι. Αὐτοὶ
φθόνησαν τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Τοὺς κατέλαβε κακὸς ζῆλος καὶ ἄρχισαν νὰ τὸν διαβάλλουν.
Καὶ τί δὲν εἶπαν ἐναντίον του! Αὐτὸν ἀκοῦτε, αὐτὸν ἀκολουθεῖτε; Εἶνε «φάγος»,
«οἰνοπότης», «φίλος τελωνῶν καὶ ἁμαρτωλῶν», αὐτὸς εἶνε «Βεελζεβούλ» (Ματθ. 11,19·
10,25. Λουκ. 7,34). Τὸν ἀρχηγὸ τῶν ἀγγέλων ἀπεκάλεσαν ἀρχηγὸ τῶν δαιμόνων· τὸ φῶς
ἀπεκάλεσαν σκότος!
Καὶ ὁ λαός; Ἀντὶ νὰ κλείσῃ τὰ αὐτιά του σ᾽ αὐτοὺς τοὺς δημαγωγούς, τοὺς ἄκουσε καὶ μέσα
του ἡ φυσιογνωμία τοῦ Χριστοῦ ὑποβαθμίστηκε, ἐκμηδενίστηκε. Παρασυρόμενος ἔτσι ἀπὸ
τοὺς ἡγέτες του, διέπραξε τὸ μεγαλύτερο ἔγκλημα τῶν αἰώνων· σταύρωσε τὸ Χριστό.

***

Ὁ λαός, ἀδελφοί μου, ὅταν δὲν ἔχῃ ἀξίους ἡγέτας (πολιτικούς, θρησκευτικούς, στρατιωτικούς
κ.λπ.), ἐκφυλίζεται, παρασύρεται. Παύει πλέον νὰ εἶνε λαός· γίνεται ὄχλος. Καὶ ὁ ὄχλος
μπορεῖ νὰ διαπράξῃ καὶ τὰ μεγαλύτερα ἐγκλήματα. Ἀλλοίμονο ἂν ὁ λαὸς πέσῃ σὲ δημα-
γωγούς. Ἂν ἀνοίξουμε τὴν ἱστορία τοῦ γένους μας, θὰ δοῦμε ὅτι, ὅσο κακὸ μᾶς ἔκαναν οἱ
δημαγωγοί, δὲν μᾶς ἔκαναν οἱ ἐχθροί.
⃝ Μεγάλος δημαγωγὸς στὴν ἀρχαία Ἀθήνα ἦταν ὁ Ἀλκιβιάδης. Ἀνάστημα ἐντυπωσιακό,
ὡραῖος σὰν τὸν Ἄδωνι, μὲ λάμψι δυνάμεως καὶ ἀλκῆς, εὐφυὴς καὶ ῥήτορας. Τί νὰ τὰ κάνῃς
ὅμως αὐτά; Ἦτο ἀλαζὼν καὶ ὑπερήφανος. Καὶ ὅ,τι ἔχτισε ὁ Περικλῆς, τὸ κατέστρεψε αὐτὸς
σὲ λίγες ὧρες. Τὸ νὰ δημιουργήσῃς εἶνε δύσκολο, αἰῶνες χρειάζονται· τὸ νὰ καταστρέψῃς
εἶνε εὔκολο. Παρέσυρε τοὺς Ἀθηναίους σὲ μία ἄφρονα ἐκστρατεία στὴ Σικελία, ἐκεῖ ποὺ δὲν
εἶχαν καμμιά δουλειά. Ματαίως φώναζε ὁ Νικίας, οἱ φρόνιμοι στρατηγοὶ καὶ οἱ σύμμαχοι, ὅτι
θὰ γίνῃ καταστροφή. Τίποτε αὐτός. Καὶ ἐκεῖ στὴ Σικελία ἐτάφη τὸ ἄνθος τοῦ Ἀθηναϊκοῦ
λαοῦ. Αὐτὰ κάνουν τὰ συνθήματα τῶν δημαγωγῶν. Ὁ λαὸς αὐτὸς δὲν εἶνε πλέον φρόνιμος·
εἶνε «λαὸς ἀπαίδευτος».
⃝ Θέλετε ἕνα νεώτερο παράδειγμα; Ἤμουν μικρὸς καὶ ἔζησα τὰ δραματικὰ γεγονότα. Εἶδα
τοὺς γονεῖς μου, τοὺς συγγενεῖς καὶ φίλους νὰ ἐκστρατεύουν, ν᾽ ἀδειάζῃ τὸ χωριό μας
(μεγάλο χωριό), καὶ μόνο στὴ μάχη τοῦ Κιλκὶς χάσαμε 20 παιδιά. Ἔφθασε τότε ἡ πατρίδα
μας στὰ πρόθυρα τῆς Κωνσταντινουπόλεως· ὁ Πλαστήρας ἀπ᾽ τὸ Καλὲ-Γκρότο ἔβλεπε μὲ τὰ
κιάλια τὴν Ἄγκυρα. Πῶς ἐν συνεχείᾳ ἡττηθήκαμε; Δημαγωγοὶ κατέστρεψαν τὸ ὄνειρο.
⃝ Κ᾽ ἕνα παράδειγμα τῶν ἡμερῶν μας. Ὁ λαός μας εἶνε εὐγενής· γνώρισμά του εἶνε ἡ ἀγάπη
πρὸς τὴν Ἐκκλησία. Κάποιοι ὅμως ἔῥῤιξαν τὸ σύνθημα «Γκρεμίστε τὴν Ἐκκλησία!». Καὶ γιὰ
νὰ τὸ πετύχουν, ἄρχισαν νὰ διαβάλλουν τὸ κῦρος τοῦ κλήρου, ἐκμεταλλευόμενοι ὡρισμένα
ἐλαττώματα καὶ ἁμαρτήματά του. Δὲν τὰ ἀρνοῦμαι, πρῶτος ἐγὼ τὰ ἔχω ἐλέγξει. Ἀλλὰ σὲ
ποιό κλάδο δὲν ὑπάρχουν καὶ προδόται; Δώδεκα ἦταν οἱ ἀπόστολοι καὶ ἕνας ἦταν προδότης·
θὰ κρίνουμε τὸ Χριστὸ ἀπὸ αὐτό; Καὶ θὰ κρίνουμε τὸν κλῆρο μας, διότι μέσα σὲ χιλιάδες
παπᾶδες ὑπάρχουν καὶ μερικοὶ ποὺ λησμόνησαν τὴν ἀποστολή τους; Οἱ συκοφάνται λοιπὸν
μὲ ὅλα τὰ μέσα (περιοδικά, ἐφημερίδες, ῥαδιόφωνο, τηλεόρασι, θεατρικὲς παραστάσεις,
κινηματογραφικὰ ἔργα, δωρεὰν εἰσιτήρια κ.λπ.) προσπάθησαν νὰ διακωμῳδήσουν τὸ ῥάσο,
νὰ κλονίσουν τὴν ἐμπιστοσύνη. Καὶ ὁ λαὸς ὁπωσδήποτε ἐπηρεάζεται. Ἀπὸ τέτοιες
κατηγορίες εἶμαι κ᾽ ἐγὼ κατάφορτος· ἀλλὰ θεωρῶ τὶς ὕβρεις ὡς παράσημα. Μποροῦν ὅμως
ὅλοι νὰ τὸ ἀνεχθοῦν αὐτό; Γι᾽ αὐτὸ πολὺ δύσκολα ἕνας νέος ἀποφασίζει σήμερα νὰ γίνῃ
κληρικός. Ἐὰν ἤμεθα λαϊκοί, θὰ μᾶς ὑπολείπτοντο· τώρα ποὺ φοροῦμε τὸ ῥάσο, μᾶς μισοῦν.
Δὲν μισοῦν βέβαια ἐμᾶς· μισοῦν τὸν Ἰησοῦν τὸν Ναζωραῖο, τοῦ ὁποίου τὴν εἰκόνα παρὰ τὴν
ἀναξιότητά μας περιφέρουμε στὸν κόσμο. «Τὸν ὀνειδισμὸν αὐτοῦ φέρομεν», ὅπως λέει ὁ
ἀπόστολος Παῦλος (Ἑβρ. 13,13). Καὶ ὁ Χριστὸς μακάρισε – ποιούς; Τί εἶπε· «Μακάριοί ἐστε
ὅταν ὀνειδίσωσιν ὑμᾶς …καὶ εἴπωσι πᾶν ῥῆμα καθ᾽ ὑμῶν ψευδόμενοι ἕνεκα ἐμοῦ» καὶ τοῦ
εὐαγγελίου μου (Ματθ. 5,11).

***

Παράσημα, ἀγαπητοί μου, θεωροῦμε τὶς ὕβρεις καὶ χαιρόμεθα γι᾽ αὐτά. Θρηνοῦμε ὅμως γι᾽
αὐτοὺς ποὺ πολεμοῦν τὴν Ἐκκλησία. Διότι πῶς τελειώνει ὁ στίχος τῆς προφητείας τοῦ
Ἠσαΐα· «…καὶ νῦν πῦρ τοὺς ὑπεναντίους ἔδεται»· φωτιά, λέει, θὰ καταφάγῃ τώρα «τοὺς
ὑπεναντίους», τοὺς ἐχθροὺς τοῦ Χριστοῦ. Αὐτοὺς ποὺ πολεμοῦν τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ,
τὸν ἴδιο τὸν Ἐσταυρωμένο, φωτιὰ θὰ πέσῃ καὶ θὰ τοὺς κάψῃ. Τὸ λέει ὁ προφήτης.
Παρακαλοῦμε τὸ Θεὸ νὰ μετανοήσουν οἱ ἐκκλησιομάχοι, νὰ γίνουν πάλι παιδιὰ τῆς Ἐκ-
κλησίας, καὶ νὰ τιμοῦν τὸν κλῆρο ποὺ προσέφερε τόσες θυσίες. Κλαίω κι ἀναστενάζω γι᾽ αὐ-
τούς. Δὲν τοὺς μισῶ. Κάθε βράδυ προσεύχομαι καὶ παρακαλῶ τὸ Θεὸ νὰ τοὺς φωτίσῃ νὰ
μετανοήσουν, ὅσο ὑπάρχει καιρός, καὶ νὰ ἐπιστρέψουν στοὺς κόλπους τῆς ἁγίας μας
Ἐκκλησίας.
Τελειώνω μὲ ἕνα λόγο ποὺ εἶπε ὁ ἀείμνηστος πρωθυπουργὸς Γεώργιος Παπανδρέου, ποὺ ἦτο
υἱὸς ἱερέως. Εἶπε κάποτε στοὺς ὑπουργούς του· Μὴν πειράζετε τὸν κλῆρο· τὸ ῥάσο εἶνε
κάρβουνο ἀναμμένο καὶ θὰ σᾶς κάψῃ. Θὰ ἔπρεπε νὰ σηκωθῇ ἀπὸ τὸν τάφο νὰ τὸ ξαναπῇ σὲ
ὅσους τολμοῦν νὰ θεομαχοῦν.
Ταῦτα λέγω, ταῦτα κηρύττω, ταῦτα ὁμολογῶ. Ὁ δὲ Θεὸς τῶν πατέρων ἡμῶν νὰ φωτίσῃ
ὅλους νὰ μετανοήσουμε, ν᾽ ἀγαπήσουμε τὴν Ἐκκλησία μας, τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν τὸν ἐσταυ-
ρωμένον· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(Aπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου, στὸ


ιερό ναὸ του Παντελεήμονος Φλωρίνης 14-4-1987 βράδυ)

You might also like