You are on page 1of 31

TTOZ-600Z

)l00S:~V3:.A- VVIdHl3:ll3: H)IINOWHl3:Ill3:


t ()\l..J\Q
1'1CTIO: "Dicitur enim dictio eo quod dicit, id est repraesentat, suum significatum"
(lncertorum Auctorum Quaestiones super Sophisticos Elenchos, qq.71, 813, ed.
S. Ebbesen, Copenhagen 1977, pp.165, 285, "Corpus Philosophorum Danicorum
Medii Aevi", VII).

Συντακτική Επιτροπή:

ΓIΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ Καθηγητής Ιονίου Πανεπιστημίοtι

ΕΥΡΥΔΙΚΗ ΑΝΤΖΟΥΛΑΤΟΥ-ΡΕΤΣΙΛΑ Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Πελοποννήσου

ΙΩΑΝΝΗΣ Θ. ΜΑΖΗΣ Καθηγητής Εθνικού και Καποδιστριακού


Πανεπιστημίου Αθηνών

ΠΑΝΑΓIΩΤΗΣ ΝΟΥΤΣΟΣ Καθηγητής Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

ΕΛΕΝΗ ΣΕΛΛΑ-ΜΑΖΗ Καθηγήτρια Εθνικού και Καποδιστριακού


Πανεπιστημίου Αθηνών

ΧΑΝΣ-ΜΠΕΡΝΧΑΡΝΤ ΣΛΟΥΜ Καθηγητής Ιονίου Πανεπιστημίου

ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΑΚΗΣ Καθηγητής Εθνικού και Καποδιστριακού


Πανεπιστημίου Αθηνών

Επιμέλεια Έκδοσης:
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ Καθηγητής Ιονίου Πανεπιστημίου

Γραμματεία: Ευαγγελία Καζαντινού


Συμβασιούχος βάσει Π.Δ. 407 /80 Τμήματος Ξένων Γλωσσών, Μετάφρασης και
Διερμηνείας

Copyright © 2011 Ιόνιο Πανεπιστήμιο


Τμήμα Ξένων Γλωσσών, Μετάφρασης και Διερμηνείας
Μέγαρο Καποδίστρια, 49100 Κέρκυρα
Τηλ:26610-87200 - Fax: 26610-22293
Δικτυακός Τ6πος: http://www.dflti.ionio.gr

ISSN: 1791 -3667


ΙΟΝΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΉΜΙΟ - ΙΟΝΙΑΝ UNIVERSITY
ΤΜΉΜΑ ΞΕΝΩΝ ΓΛΩΣΣΩΝ, ΜΕΤΑΦΡΑΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΕΡΜΗΝΕΙΑΣ
DEPARTMENT OF FOREIGN LANGUAGES TRANSLATION AND INTERPRETING

1'\C.\\ί,) 4
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΠΕΤΗΡΙΔΑ - YEARBOOK
2009-2011

KEPKYPA-CORFU 2011
Θερμές ευχαριστίες για την πρόθυμη συνεργασία εκφράζονται προς
όλους όσοι συνέβαλαν με κείμενά τους στον τόμο αυτόν, προς τους Διδά­
σκοντες και τα μέλη του Διοικητικού Προσωπικού του Τμήματος, προς
τα στελέχη της Διεύθυνσης Οικονομικής Διαχείρισης του Ιονίου Πανεπι­
στημίου, καθώς και προς το επιτελείο των Εκδόσεων Παπαζήση. Ιδιαίτε­
ρες ευχαριστίες εκφράζονται και προς την Συμβασιούχο του Τμήματος
κυρία ΒυαγγελCα Καζαντινού για τη γραμματειακή υποστήριξη και τη
γενικότερη φροντίδα της για την εκτέλεση αυτού του έργου, καθώς και
στον Συμβασιούχο Διδάσκοντα του Τμήματος Δρα Πασχάλη Νικολάου
για την πολύτιμη βοήθειά του.
Γ.Κ.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

1. ΑΡΘΡΑ

1. Ευρυδίκη Αντζουλάτου-Ρετσίλα
Με τον Ιωάννη Καποδίστρια σε ευρωπαϊκές πολιτιστικές
διαδρομές............................................................................................................. 14
2. Antonio Bueno Garcίa
Η διδασκαλία της μετάφρασης στο σταυροδρόμι μιας
παγκοσμιοποιημένης κοινωνίας (Σύντομη εισαγωγή και
μετάφραση από τα γαλλικά: Δημήτρης Φίλιας,
Αναπληρωτής Καθηγητής)............................................................................ 23
3. Ανδρέας Γεωργοτάς
Σχολιασμένη Μετάφραση των κεφαλαίων 3 (Το μάθημα) και
4 (Η εξάσκηση) του βιβλίου "Παίζοντας την βι6λα, συζητήσεις
με τον Wίlliam Primrose" του Dανίd Dalton ........................................ 47
4. Ανδρέας Γεωργοτάς
Σχολιασμένη μετάφραση του κεφαλαίου 5 (Κρατώντας τη βιόλα)
του βιβλίου "Παίζοντας την βιόλα, συζητήσεις με τον William
Primrose" του David Dalton ........................................................................ 79
5. Ανδρέας Γεωργοτάς
Σχολιασμένη μετάφραση των κεφαλαίων 11 (Για την παράσταση)
και 14 (Πρακτι.κή της παράστασης και ερμηνεία) του βιβλίου
"Παίζοντας την βιόλα, συζητήσεις με τον William Primrose"
τουDavid Dalton .............................................................................................. 91
6. Andrew Chesterman
Αντιπαραβολική κειμενογλωσσολογία και μεταφραστικά
καθολικά (Μετάφραση, προλογικό σημείωμα και σχολιασμός:
Ιωάννης Β. Σαριδάκης, Επίκουρος Καθηγητής) ............................... 129
7. Γιώργος Κεντρωτής
Ο εικονιστικός μοντερνισμός στη μεσοπολεμική ποίηση ............... 163
8. Σωτήριος Γ. Κεραμίδας
Η μετάφραση διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας. Ένας σύντομος
οδηγός για τονΈλληνα μεταφραστή ....................................................... 171
To EJrO/lEVO Era~: H Kvn(.JO~ um ro vavayw ·rz~ {3(.Jt:WVLUrJ~
uv(.Jta(.Jxta~ .......................................................................................................... 257
12. William Mallinson
Christian Zionism and Foreign Policy: Exploiting Religion ............. 291
13. f£wgyw~ MtxaA.axonovA.o~
"Ev(.Jwnrz, Ev(.Jwnrz auovat lla~! Etvm OL TOV(.JUOL nov E(.JXOVWL
um avr6~ dvm o ,Zxo~ rwv nootwv rov~!" - To noo6acpm(.Jo w~
"uafJ(.J{cprrz~" TWV JrOALrtUWV, OL UOVO/lLUWV Uat UOLVWVLUWV
ott:(.Jyaatwv .......................................................................................................... 301
14. lloA.vs€VT] MvgCA.A.a
0 Kwara~ BaQva).rz~ /lt:Wcp(.Jal;t:t A).cp(.JE vrt: Mvaat ....................... 323
15. Ntx6A.ao~ K. nanaDT]!lT]tQLO'U
Ko'UAtoUQa xm JtOALtW!lO~ Otl]V EH6.6a tO'U 0ll!l£QU, ana
0£ JtOLUV E'UQWJtT], augto; ·············································································· 337
16. Christian Papas
La rue de Rivoli .................................................................................................. 34 7
17. Anastasia Parianou - Panayotis I. Kelandrias
La Predominance de fa langue anglaise en terminologie:
Le cas de fa langue specialisee .................................................................... 357
18. Maria Petrocheilou- Francesca Simonetta
The Effect of Directionality on the Interpreting Process:
Omissions and Loss of Information ........................................................... 363
19. MtxaA.T]~ lloA.CtT]~
K(.Jmu,Z n(.Joatyywrz rrz~ /lEWcp(.Jaanu,Z~ Ot:tv6rrzw~ ........................ 397
20. navayLWtT]~ LUX£AAUQLO'U
H Orzllt:trwrtx,Z tvvow rov xwotxa ........................................................... 419
21. IwavvT]~ E. L:agtMxll~
IIaQaUrz).a xm avyu(.J{mlla aw11aw xt:t/ltvwv arrz /lt:racp(.Jaarz:
8t:w(.Jrznu6~ n(.Jof3).rz11arta!16~, t:(.Jwvrzuxot xm &oaxuxot
ar6xot .................................................................................................................... 443
22. Hans-B. Schlumm- Andreas Kertscher
Jenseits der Tempel und Mythen Deutsche Einwanerung nach
Griechenland im 19. Jahrundert ................................................................. 479
23. Gideon Toury
H Ott:;aywy,Z E(.Jwva~ t:n{ rrz f3aat:t rrz~ "t:m8v11ta~ yw xaw-
v6rzarz" (Mcracp(.Jaarz an6 w Ayy).txa xm t:waywytx6~ axo).w-
a/16~: Evayyt:Ma Kal;avnvov, 2:v11f3aawvxo~ II.f1. 407/80) .......... 496
BRITISH CYPRUS 9

24. Gianni Vattimo


Ένας φιλόσοφος που μιλούσε στον απλό κόσμο: Hans-Georg
Gadamer (Μετάφραση από τα ιταλικά: Γιάννης Λαζαράτος:
Επίκουρος Καθηγητής) ................................................................................. 519
25. Gianni Vattimo
Hans-Georg Gadamer: Αλήθεια εναντίον μεθόδου (Μετάφραση
από τα ιταλικά: Γιάννης Λαζαράτος: Επίκουρος Καθηγητής) .... 521

11. ΠΕΠΡΑΓΜΈΝΑ ΤΜΗΜΑΤΟΣ 2008-2009

1. Εισαγωγή ............................................................................................................. 527


2. Δραστηριότητες διδασκόντων .................................................................... 529
3. Δραστηριότητα του Τμήματος .................................................................... 539
4. Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών «Επιστήμη
της Μετάφρασης» ............................................................................................. 545
5. Βιβλιοθήκη του Τμήματος ............................................................................. 549
6. Διοίκηση του Τμήματος ................................................................................. 553
7. Ανθρώπινο δυναμικό του Τμήματος ......................................................... 555
420 ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ

οποία εν τέλει εδραιώθηκε στο έδαφος εκτεταμένων διεπιστημονικών


αλληλεπιδράσεων.
Η πλήρης χαρτογράφηση του χώρου που ορίζει η σύγχρονη σημειωτι­
κή αποτελεί εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα λόγω του εύρους τού ερευνη­
τικού της αντικειμένου και των πολλαπλών σημείων τομής με άλλες επι­
στήμες. Η διαρκής διεύρυνση των ερευνητικών της οριζόντων και ο συ­
νακόλουθος κατακερματισμός της σε επιμέρους κλάδους συνθέτουν την
εικόνα ενός ευμετάβλητου δικτύου με κέντρα σχετικής σταθερότητας και
ζώνες που υπόκεινται σε βαθμιαίες μεταλλαγές. Εύλογο είναι, λοιπόν, κά­
θε απόπειρα προσπέλασης ενός τέτοιου χώρου να ξεκινά από τα όποια
υφιστάμενα σταθερά κέντρα. Ακόμη και σε αυτή την περίπτωση, πάντως,
δεν υπάρχουν εκ των προτέρων εξασφαλισμένα σημεία εύκολης πρόσβα­
σης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο βαθύτερος πυρήνας της ση­
μειωτικής εννοιολογίας, εκεί όπου συγκλίνουν οι απολήξεις του στοχα­
σμού πάνω σε σύγχρονα και παραδοσιακά προβλήματα της φιλοσοφίας
και της επιστήμης. Πρόκειται, κατ' ουσίαν, για τον βασικό άξονα αναφο­
ράς της σημειωτική επιστήμης, ο οποίος λ6γω αυτής ακριβώς της ιδιοσυ­
στασίας του επιφυλάσσει εκπλήξεις στον ανυποψίαστο μελετητή.
Εις επίρρωσιν αυτών των σύντομων εισαγωγικών παρατηρήσεων θα
παρουσιαστεί εν συνεχεία η σκιαγράφηση της πορείας που διέγραψε η
διαμόρφωση της σημειωτικής έννοιας του κώδικα. Εκτός από τον προ­
φανή στόχο αυτής της απόπειρας (που δεν είναι άλλος από τη στοιχειω­
δώς επαρκή αποτύπωση του περιγράμματος και των βασικών χαρακτη­
ριστικών τής υπό συζήτηση έννοιας), η ανάλυση που ακολουθεί θα προ­
σφέρει ταυτοχρόνως ένα χαρακτηριστικό στιγμιότυπο της εξέλιξης της
σημειωτικής επιστήμης.

2. Η προσημειωτική έννοια του κώδικα


Κατά τη διάρκεια της μακραίωνης πορείας του ο κώδικας εξελίχθηκε
σε κατεξοχήν πρωτεϊκή έννοια. Το ίχνος αυτής της ιστορικής διαδρομής
είναι ακόμη και σήμερα ορατό στην εκπληκτική πολυσημία του όρου. Πί-
. σω από τη σύγχρονη έννοια του κώδικα εκτείνεται ένα δαιδαλώδες δί­
κτυο «οικογενειακών ομοιοτήτων», το οποίο άρχισε να υφαίνεται αρκε­
τούς αιώνες πριν. Στη λατινική γλώσσα η λέξη «caudex» -μεταγενέστερα:
«codex» 2- σήμαινε αρχικά το κομμάτι ξύλου, από το οποίο κατασκευάζο-

2 Βλ. J.A. SιMPSON/E.S.C. WEINER (επιμ.) (1989), The Oxford English Dictionary, 2nd edi-
tion, ν. πι σελ. 429.
Η ΣΗΜΕΙΩΤΙΚΉ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ 421

νταν ειδικοί πίνακες γραφής. Δύο ή περισσότεροι τέτοιοι ξύλινοι πίνακες


συνενώνονταν συνήθως με σχοινιά ή ψάντες δημιουργώντας τα λεγόμενα
δίπτυχα - ή πολύπτυχα αντιστοίχως. Ο όρος «Codex» δήλωνε πλέον αυτές
3
τις πρωτογενείς μορφές βιβλίου , ενώ από το τέλος της αρχαιότητας και
έπειτα θα αναφέρεται σταθερά στον πρόγονο της σύγχρονης μορφής του
βιβλίου, δηλαδή στις συρραμμένες δέσμες επάλληλων φύλλων ή στρω­
μάτων φύλλων παπύρου ή περγαμηνής 4• Αυτή η πρώτη, παλαιογραφική
έννοια του κώδικα παραπέμπει ακολούθως στη θεσμική του έννοια. Η
συστηματική συλλογή και καταγραφή -υπό μορφή βιβλίου (codex)- των
διαταγμάτων των ύστερων Ρωμαίων αυτοκρατόρων είχε ως αποτέλεσμα
ο κώδικας να αποκτήσει μια νέα σημασία, η οποCα εμπλουτίστηκε σημα­
ντικά με το πέρασμα των αιώνων. Έτσι, σήμερα η θεσμική έννοια του κώ­
δικα περιλαμβάνει όχι μόνο κάθε «συλλογή νόμων, διατάξεων ή κανονι-
. σμών που αναφέρονται στον ίδιο κλάδο δικαίου που αποτελεί οργανικό
σύνολο», αλλά και κάθε «σύστημα αρχών ή κανόνων που αναφέρονται
στον ίδιο κλάδο ή στο ίδιο θέμα» 5, Με άλλα λόγια, υπό τη θεσμική του
έννοια ο κώδικας αναφέρεται σε κάθε σύστημα κανόνων που διέπει συ­
γκεκρψένες μορφές κοινωνικής συμπεριφοράς.
Στον αντίποδα του θεσμικού κώδικα βρίσκεται ο κρυπτοyραφικ6ς
κώδικας. Στην κρυπτογραφία οι κώδικες υποδιαιρούνται σε δύο βα­
σικές κατηγορίες: στα κρυπτοyράμματα (ciphers) και στους καθεαυτό
κώδικες (codes). Αμφότερα τα εν λόγω είδη κρυπτογραφικών κωδίκων
αναφέρονται σε σύνολα κανόνων για τη μετατροπή απλών κειμένων
(συντεταγμένων σε κάποια φυσική γλώσσα) σε κωδικευμένα μηνύματα,
τα οποία προκεψένου να αναγνωσθούν θα πρέπει οι πιθανοί παραλή­
πτες να διαθέτουν τους αντίστοιχους κανόνες μεταγραφής. Η βασική δι­
αφορά μεταξύ κρυπτογραμμάτων και κωδίκων έγκειται στο γεγονός ότι
τα κρυπτογράμματα εφαρμόζονται στα μεμονωμένα στοιχεCα τού προς
κρυπτογράφηση κειμένου (δηλαδή σε μεμονωμένους χαρακτήρες, σε αλ­
φαβητικά στοιχεία κ.λπ.), δίχως να λαμβάνεται υπόψη το σημασιολογι­
κό φορτίο τους, ενώ οι κώδικες εφαρμόζονται σε ευρύτερες μονάδες (λέ­
ξεις, σύνολα λέξεων ή ακόμη και ολόκληρες φράσεις) 6• Η μετατροπή ενός
κειμένου σε κωδικευμένο μήνυμα μπορεί να επιτευχθεί είτε με τη μέθο­
δο της μετάθεσης (transposition) είτε με τη μέθοδο της αvτικατάστασης

3 Βλ. Η. ΒΙΑΝCΚ (1994), Το βιβλ(ο στην αρχαιότητα, σελ. 67-69.


4 Βλ. Η. ΒΙΑΝCΚ (1994), Το βιβλίο στην αρχαιότητα, σελ. 114-128.
5 Ε. ΚΡΙΑΡΑΣ (1995), Λεξικό της Σύγχρονης Ελληνικής Δημοτικής Γλώσσας, σελ. 780.
6 Βλ. A.J. MENEZES et aL (1996), Handbook of applied cryptography, σελ. 240.
422 ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ

(substitution). Η μεταθετική μέθοδος αξιοποιεί μόνο κρυπτογράμματα.


Αντιθέτως, στη μέθοδο της αντικατάστασης υπάρχει η δυνατότητα αξιο­
ποίησης κρυπτογραμμάτων και κωδίκων.
Η μεταθετική μέθοδος προβλέπει τη δημιουργία κρυπτογραφικών αλ­
φαβήτων μέσω μετατόπισης κάθε στοιχείου ενός κανονικού αλφαβήτου
κατά ορισμένο αριθμό θέσεων. Ο μεταθετικός κανόνας του περίφημου
κρυπτογράμματος του Καίσαρα, επί παραδείγματι, προβλέπει τη μετα­
τόπιση κάθε γράμματος ενός κανονικού αλφαβήτου κατά τρεις θέσεις7.
Η συγκεκριμένη μέθοδος παρέχει τη δυνατότητα δημιουργίας περιορι­
σμένου αριθμού κρυπτογραμμάτων. Στην περίπτωση του ελληνικού αλ­
φαβήτου, βάσει της συγκεκριμένης μεθόδου μπορούν να δημιουργηθούν
μόνο 23 κρυπτογράμματα. Αυτό καθιστά τα μεταθετικά κρυπτογράμμα­
τα ανίσχυρα απέναντι σε πιθανούς κρυπταναλυτές. Αν, όμως, αποφα­
σίσει κανείς να δημιουργήσει κρυπτογράμματα με τυχαία αναδιάταξη
των στοιχείων ενός κανονικού αλφαβήτου -και όχι βάσει καθορισμένης
μεταθετικής διαδικασίας-, τότε ο αριθμός των πιθανών αναδιατάξεων
αυξάνεται θεαματικά. Ωστόσο, ο εντυπωσιακός αριθμός των πιθανών
κρυπτογραμμάτων που προσφέρουν τα λεγόμενα μοvαλφαβητικά κρυ­
πτογράμματα αντικατάστασης 8 δεν τα καθιστά απρόσβλητα στις κρυ­
πταναλυτικές επιθέσεις9. Ένας τρόπος αντιμετώπισης των αδυναμιών
των μοναλφαβητικών κρυπτογραμμάτων αντικατάστασης είναι η εφαρ­
μογή της μεθόδου της αντικατάστασης σε επίπεδο, το οποίο υπερβαίνει
το μεμονωμένο στοιχείο του κανονικού αλφαβήτου. Αυτή η διευρυμένη
μέθοδος προβλέπει την αντικατάσταση ολόκληρων λέξεων, φράσεων ή
ακόμη και προτάσεων με μεμονωμένους χαρακτήρες ή σειρές χαρακτή­
ρων. Οι κανόνες που διέπουν τέτοιου είδους αντικαταστάσεις αποτε­
λούν τους καθεαυτό κώδικες της κρυπτογραφίας. Εντούτοις στην καθο­
μιλουμένη γλώσσα ο όρος κώδικας αναφέρεται ανεξαιρέτως σε κρυπτο­
γράμματα και καθεαυτό κώδικες. Υπ' αυτή τη γενική έννοια χρησιμοποι­
είται και εδώ ο όρος κρυπτογραφικός κώδικας, σε αντιδιαστολή προς
τον θεσμικό κώδικα.

7 Βλ. M.W. BALDONI et al. (2009), Blementary nιιmber theory, cryptography and codes,
σελ. 321.
8 Στα μοvαλφαβητικά κρυπτογράμματα αντικατάστασης η κρυπτογράφηση διεκτελεί­
ται βάσει ενός σταθερού κρυπτογραφικού. αλφαβήτου, αποτελούμενου από γράμ­
ματα και/ή σύμβολα. Αντιθέτως, στα πολυαλφαβητικά κρυπτογράμματα αντικατά­
στασης η κρυπτογράφηση βασίζεται στην εναλλαγή διαφορετικών κρυπτογραφικών
αλφαβήτων.
9 Βλ. Π.Ε. ΝΑΣΤΟΥ κ.έτ. (2003), Σύγχρονη κρυπτογραφία, σελ. 47-50.
Η ΣΗΜΕΙΩΠΚΗ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ 423

Από την προηγηθείσα σύντομη επισκόπηση των βασικών διαστάσεων


της προσημειωτικής έννοιας του κώδικα προκύπτει το συμπέρασμα πως
ήδη από τις απαρχές της ιστορικής του διαδρομής ο όρος απέκτησε μιαν
ιδιαίτερη δυναμική 10• Από τη στενή παλαιογραφική του έννοια επεκτά­
θηκε στη σφαίρα του Δικαίου και από εκεί στην επικράτεια των θεσμι­
κών κωδίκων, ενώ παράλληλα εισήλθε και εδραιώθηκε στον κόσμο της
κρυπτογραφίας. Από τα μέσα του 20ού αιώνα και έπειτα, η δυναμική του
όρου θα αυξηθεί σημαντικά χάρη στην υιοθέτησή του από τη γλωσσολο­
γία, τη σημειωτική και τους συναφείς επιστημονικούς κλάδους.

3. Η διαμόρφωση της σημειωτικής έννοιας του κώδικα


Η ιστορική εξέλιξη της σημειωτικής έννοιας του κώδικα δεν χαρα­
κτηρίζεται τόσο από εννοιολογικές συyκρούσεις και εκτοπισμούς όσο
από συνεχή επέκταση και διαφοροποίηση. Οι τρεις προσημειωτικές δια­
στάσεις της -η παλαιογραφική, η θεσμική και η κρυπτογραφική- εξα­
κολουθούν ακόμη και σήμερα, διευρυμένες πλέον, να ορίζουν σημαντι­
κό μέρος τού περιεχομένου της. Ωστόσο, από τα μέσα του 20ού αιώνα
και έπειτα θα αρχίσουν να διαμορφώνονται διάφορες σημειωτικές προ­
σεγγίσεις, οι οποίες σύντομα θα την αναδείξουν σε μία από τις δημοφι­
λέστερες ιδέες στον ακαδημαϊκό χώρο. Κομβικό ρόλο σε αυτή την εξέ­
λιξη θα επιτελέσει η υιοθέτηση της έννοιας του κώδικα από τη θεωρία
της πληροφορίας και τη θεωρία της επικοινωνίας. Στη θεωρία της πλη­
ροφορίας ο όρος εφαρμόζεται πρωτίστως υπό την έννοια του συσχε­
τιστικού κανόνα 11 • Εδώ η επίδραση της έννοιας του κρυπτογραφικού
κώδικα είναι εμφανέστατη. Αφ' ης στιγμής το κύριο μέλημα της θεωρίας
της πληροφορίας είναι η μεγιστοποίηση της αποτελεσματικότητας και
της αξιοπιστίας της μετάδοσης σημάτων, εύλογα ο κώδικας εισέρχεται
στον υπό συζήτηση κλάδο των εφαρμοσμένων μαθηματικών ως κανό­
νας, ο οποίος συσχετίζει τις ελάχιστες μονάδες ενός πρωτοταγούς συ­
στήματος σημείων με τις μονάδες ενός δευτεροταγούς συστήματος ση-

10 Θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι εδώ ο όρος «Προσημειωτικός» αναφέρεται σε έννοιες


και χρήσεις που θεμελιώθηκαν ή εδραιώθηκαν μεν πριν τη συγκρότηση της σημειωτι­
κής επιστήμης, πλην όμως εξακολουθούν σήμερα να βρίσκονται εν ισχύι και -όπως θα
φανεί στη συνέχεια- αναπτύσσουν σχέσεις αλληλεπίδρασης με τη σημειωτική έννοια
του κώδικα.
11 Βλ. ενδεικτικά, C.E. SHANNON/W. WEAVER (1949/1998), The mathematical theory of
comιnunication και D.J.C. MACKAY (2003), Information theory, inference, and learning
algorithms.
424 ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ

μείων. Συχνά δε ο όρος αναφέρεται όχι μόνο στον εφαρμοζόμενο κα­


νόνα αλλά και στο εκάστοτε δευτεροταγές σύστημα, χάρη στο οποίο
επιτυγχάνεται η μετάδοση σημάτων κατά τρόπο αξιόπιστο και οικο­
νομικό. Αυτή η δεύτερη διάσταση (δηλαδή η θεώρηση του κώδικα ως
συστήματος σημείων) θα αξιοποιηθεί κυρίως από τη θεωρία της επικοι­
νωνίας. Στη θεωρία της πληροφορίας η έμφαση παραμένει στη συσχετι­
στική λειτουργία των κωδίκων, όπως μαρτυρά και ο κλασικός ορισμός
του Colin Cherry, σύμφωνα με τον οποίο «Ο κώδικας συνιστά συμπεφω­
νημένο μετασχηματισμό, συνήθως αμφιμονοσήμαντο, μέσω του οποίου
καθίσταται δυνατή η μετατροπή μηνυμάτων από ένα σύνολο σημείων
προς κάποιο άλλο» 12•
Η θεωρία της επικοινωνίας θα επικεντρωθεί περισσότερο στην έν­
νοια του συστήματος σημείων και λιγότερο στην έννοια του συσχετιστι­
κού κανόνα. Πλέον, όμως, ο κώδικας δεν θα αναφέρεται μόνο σε δευτε­
ροταγή συστήματα, αλλά και σε πρωτοταγή. Ο ορισμός του ψυχολόγου
George Miller εξακολουθεί να αποτελεί σημείο αναφοράς αυτής της σύλ­
ληψης: «Κάθε σύστημα συμβόλων το οποίο, κατόπιν πρότερης συμφω­
νίας μεταξύ πομπού και δέκτη, χρησιμοποιείται για την αναπαράσταση
και μετάδοση πληροφοριών, θα καλείται κώδικας» 13• Η μεταφορά του
όρου από τις θεωρίες της πληροφορίας και της επικοινωνίας στη γλωσ­
σολογία -και στη σημειωτική- οφείλεται κατά κύριο λόγο στον Roman
Jakobson 14• Ωστόσο, ο πρώτος γλωσσολόγος που έκανε λόγο περί κώδι­
κα ήταν ο Ferdinand de Saussure. Στα Μαθήματα Γεvικής Γλωσσολογί­
ας ο όρος εμφανίζεται μόνο μία φορά ως συνώνυμος της langue, δηλα­
15
δή του γλωσσικού συστήματος , και συνεπώς συνδέεται με την κλασική
σωσσυριανή διάκριση langue/parole. Η εν λόγω διάκριση θα τεθεί σε νέα
διάσταση όταν ο Andre Martinet και ο Roman Jakobson θα προτείνουν

12 C. CHERRY(1957), On human communication, σελ. 8: «... a codeis an agreed transformation,


usually one to one and reversible, by which messages may be converted from one set of
signs to another».
13 G.A. MιLLER (1951), Language and communication, σελ. 7: «Any system of symbols that,
by prior agreement between the source and destination, is used to represent and convey
information will be called a code».
14 Βλ. ενδεικτικά R. JAKOBSON (1971), Linguistics and communication theory, στο R.
JAKOBSON, Selected Writings ΙΙ, σελ. 570-579, και R. JAKOBSON /Μ. HAuE (1956),
Fundamentals of language.
15 Βλ. F. DE SAUSSURE (1916/1972), Cours de linguistique generale [Edition critique prepa-
rie par Tullio de Mauro], σελ. 30-31: «La parole est [... ] un acte individuel de volonte et
d'intelligence, dans lequel il convient de distinguer: 1° les combinaisons par lesquelles le
sujet parlant utilise le code de la langue en vue d'exprimer sa pensee personnelle; 2° le
mecanisme psycho-physique qui lui permet d'exterioriser ces combinaisons».
Η ΣΗΜΕΙΩΤΙΚΉ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ 425

την αντικατάστασή της με τη διάκριση code/message. Για τον Martinet η


«παραδοσιακή διάκριση μεταξύ γλώσσας και ομιλίας μπορεί επίσης να
εκφραστεί με τους όρους κώδικας και μήνυμα, όπου ο κώδικας είναι η
οργάνωση που επιτρέπει την κατασκευή του μηνύματος και αυτό προς
το οποίο προβάλλεται κάθε στοιχείο του μηνύματος για να προκύψει η
σημασία του» 16• Αντιστοίχως, για τον
Jakobson η καθιερωμένη διάκριση
langue/parole θα μπορούσε πλέον -υπό το φως των πορισμάτων της θεω­
ρίας της επικοινωνίας- να αναδιατυπωθεί κατά τρόπο ακριβέστερο και
να αποκτήσει νέα λειτουργική αξία τόσο για τη γλωσσολογία όσο και
για τη θεωρία της επικοινωνίας 17•
Αυτές οι πρώτες απόπειρες αξιοποίησης του όρου στη γλωσσολογία
συνοδεύτηκαν σύντομα από ταχύτατες «μεταγγίσεις» του σε άλλους επι­
στημονικούς κλάδους. Ο Claude Uvi-Strauss υπήρξε ένας από τους κύ­
ριους υπεύθυνους για τη μετέπειτα εξάπλωσή του στην επικράτεια των
επιστημών του ανθρώπου. Υπό την επίδραση του Jakobson 18 ο Γάλλος
ανθρωπολόγος υιοθέτησε την έννοια του κώδικα και την επεξεργάστη­
κε σταδιακά, αποδίδοντάς της εν τέλει πολυδιάστατο περιεχόμενο. Στη
σκέψη και στο έργο του Uvi-Strauss ο κώδικας εμφανίζεται άλλοτε ως
θεσμός ή κανόνας κοινωνικής συμπεριφοράς και άλλοτε ως σύστημα
σημείων ή ακόμη και ως λανθάνων μετασχηματιστικός κανόνας μετα­
ξύ διαφορετικών συστημάτων 19• Αυτή η χαρακτηριστική πολυσημία του
όρου θα διατηρηθεί και στο κατεξοχήν πεδίο επέκτασης και επικράτη­
σης του, δηλαδή στην επιστήμη της σημειωτικής.
Στον Jakobson η έννοια του κώδικα εμφανίζεται: α) ως συντακτι­
κό σύστημα διακριτικών μονάδων στερούμενων νοήματος, και β) ως
συσχετιστικός κανόνας μεταξύ των όρων διαφορετικών συστημάτων.
Η έννοια του κώδικα ως συντακτικού συστήματος συνδέεται με τη με­
λέτη του φωνολογικού συστήματος της γλώσσας. Αναφερόμενος στη
διαδικασία πρόσληψης του εκφερόμενου λόγου, ο Jakobson παρατη­
ρεί: «Αν ο ακροατής λάβει ένα μήνυμα σε γλώσσα την οποία γνωρίζει,

16 Α. MARTINET (1997), Στοιχεία γεvικής γλωσσολογίας, 3η έκδοση, σελ. 23-24.


17 R. JAKOBSON (1971), Iinguistics and communication theory, στο R. JAKOBSON, Selected
Writings ΙΙ, σελ. 573: «Today, with respect to the treatment of coding problems ίη
communication theory, the Saussurian dichotomy langue/parole can be restated much
more precisely and acquires a new operational value. Conversely, ίη modern linguistics
communication theory may find illuminating information about the stratified structure
of the intricate linguistic code ίη its various aspects».
18 Βλ. U. Eco (1984), Semiotics and the philosophy of language, σελ. 167.
19 Βλ. ενδεικτικά C LEνr-SrRAuss (1964), Le cru et le cuit και C LEνr-STRAUSS (1971), L'
hommenu.
426 ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ

το συσχετίζει με τον διαθέσιμο κώδικα. Ο κώδικας αυτ6ς περιλαμβάνει


6λα τα αξιοποιήσιμα διακριτικά χαρακτηριστικά, 6λους τους αποδε­
κτούς συνδυασμούς τους στις δέσμες ταυτ6χρονων χαρακτηριστικών
που καλούνται ΦΩΝΉΜΑΤΑ, και όλους τους κανόνες αλύσωσης των
φωνημάτων σε ΑΚΟΛΟΥΘΙΕΣ - εν ολίγοις, 6λα τα διακριτικά μέσα που
χρησιμεύουν πρωτίστως στη διαφοροποίηση μορφημάτων και ολόκλη­
ρων λέξεων» 20• Παράλληλα με την έννοια του συντακτικού συστήμα­
τος, ο κώδικας υφίσταται στη σκέψη του Jakobson και ως συσχετιστι­
κ6ς κανόνας μεταξύ των όρων διαφορετικών συστημάτων. Ξεκινώντας
δε απ6 τον προαναφερθέντα ορισμό του Colin Cherry, ο Ρώσος γλωσ­
σολόγος επεκτείνει την έννοια του κώδικα στην επικράτεια της ρηματι­
κής γλώσσας, επικαλούμενος την καίριας σημασίας -τ6σο για τη θεωρία
της επικοινωνίας όσο και για τη γλωσσολογία- έννοια της πιθανότητας
(possibility )21•
Ο Jakobson θα διατηρήσει αυτή την αμφισημία του όρου, η οποία
θα του επιτρέψει να εισαγάγει στη γλωσσολογία -και συνακόλουθα
στη σημειωτική- τις έννοιες της κωδίκευσης (encoding), της αποκωδί­
κευσης (decoding) και της αvακωδίκευσης (recoding)2 2• Σύμφωνα με τον

20 R. JAKOBSON/M. HALLE (1956), Fundamentals of language, σελ. 15: «If the listener
receives a message in a language he knows, he correlates it with the code at hand.
This code includes all the distinctive features to be manipulated, all their admissible
combinations into bundles of concurrent :features termed PHONEMES, and all the
rules of concatenating phonemes into SEQUENCES - briefly, all the distinctive vehicles
serving primarily to differentiate morphemes and whole words». Βλ. επίσης R. JAKOBSON
(1973), Μαίn trends ίn the science of language, σελ. 50: «We may state that among all
information-carrying systems, the genetic code and the verbal code are the only ones
based upon the use of discrete components which, by themselves, are devoid of inherent
meaning but serve to constitute the minimal senseful units, i.e. entities endowed with
their own, intrinsic meaning ίη the given code».
21 R. JAKOBSON (1971), Lίnguίstίcs and comιnunίcatίon theory, στο R. JAKOBSON, Selected
Wrίtings ΙΙ, σελ. 572-573: «Preconceived possibilities, according to Mackay, "is the key
phrase ίη communication theory", and a similar claim comes from linguistics. ln neither
discipline has there been any doubt about the fundamental role of selective operations
ίη verbal activities. The engineer assumes a "filing system" of prefabricated possibilities
more or less common to the sender and receiver of a verbal message, and Saussurian
linguistics speaks correspondingly about. langue, which makes possible an exchange
of parole between interlocutors. Such an "ensemble of possibilities already foreseen
and provided for" implies a code, conceived by communication theory as "an agreed
transfurmation -usually one-to-one and reversible"- by which one set of informational
units is converted into another set, fur instance, a grammatical unit into a phonemic
sequence and vice versa. The code matches the signans with its signatum and the
signatunι with its signans». Οι επισημάνσεις είναι του συγγραφέα.
22 Βλ. R. JAKOBSON (1971), Lίnguistics and communicatίon theory, στο R. JAKOBSON, Selected
Writings ΙΙ, σελ. 575-577.
Η ΣΗΜΕΙΩΤΙΚΉ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ 427

Umberto Eco η επιλογή του Ρώσου γλωσσολόγου να μην καταφύγει σε


αυστηρούς μεθοδολογικούς διαχωρισμούς υπαγορεύεται από την πά­
για έμφασή του στη γλώσσα εν χρήσει 23• Ο Jakobson αναγνωρίζει ότι
μεταξύ των συνιστωσών της διάκρισης langue/parole (ή code/message)
υφίσταται σχέση διαλεκτικής ενότητας και κατά συνέπεια η ανάλυση
δεν θα πρέπει να περιορίζεται αποκλειστικά στον έναν από τους δύο
πόλους (στον κώδικα)2 4• Επισημαίνει δε ότι κάθε φωνολογικό σύστη­
μα συγκροτείται και λειτουργεί εντός του σώματος μιας ζωντανής φυ­
σικής γλώσσας, όπου οι διάφοροι συνδυασμοί στοιχείων δεν αποκτούν
εκ των υστέρων κάποια σημασία, αλλά εμφανίζονται εξαρχής ως φο­
ρείς νοήματος 25• Στη σκέψη του, λοιπόν, η έννοια του κώδικα ως συντα­
κτικού συστήματος είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την έννοια του μετα­
σχηματιστικού κανόνα. Ωστόσο, ο Ρώσος γλωσσολόγος δεν θα περιορι­
στεί σε αυτή τη διπλή έννοια του κώδικα, αλλά θα διακρίνει περαιτέρω
μεταξύ κώδικα και υποκωδίκων: «Η γλώσσα δεν είναι ποτέ μονολιθική·
ο συνολικός της κώδικας περιλαμβάνει ένα σύνολο υποκωδίκων ... » 26•
Κάθε φυσική γλώσσα, στον βαθμό που μπορεί να εκληφθεί ως ενιαίος
κώδικας, βρίσκεται πάντοτε σε κατάσταση συνεχούς μεταλλαγής27• Οι
δε υφιστάμενοι υποκώδικες συνιστούν κατ' ουσίαν λειτουργικές ποι­
κιλίες της γλώσσας 28• Είναι προφανές πως ο Jakobson κινείται προς μια
διευρυνόμενη έννοια και δεν θα ήταν υπερβολή να ισχυριστούμε πως
στην πολυδιάστατη σύλληψη που προσφέρει κυοφορούνται ήδη σχε­
δόν όλες οι μετέπειτα βασικές σημειωτικές προσεγγίσεις. Συγκεκριμέ­
να, στη γιακομπσόνεια έννοια του κώδικα βρίσκουμε εν σπέρματι α) τη

23 Βλ. U. Eco (1984), Semiotics and the philosophy of language, σελ. 171.
24 Βλ. R. JAKOBSON (1973), Main trends in the science of language, σελ. 37.
25 Ε. HoLENSTEIN (1974), Jakobson, σελ. 96: «λ 1' origine du langage phonique ne se trou-
vent pas des associations d' elements depourvus de sens qui presentent par la suite un
sens ou sont charges de sens. Α Ι' origine se trouvent bien au contraire des associations de
sons qui ree{oivent leur forme specifiquement linguistique precisement en vue d' une fonc-
tion de signification... ». Παρατίθεται στο U. Eco (1984), Semίotίcs and the philosophy
of language, σελ. 170-171.
26 R. JAKOBSON (1971), Unguistics and communication theory, στο R. JAKOBSON, Selected
Writings ΙΙ, σελ. 574: «Language is never monolithic; its overall code includes a set of
subcodes... ».
27 Βλ. ό.π.: «The convertible code of language, with all its fluctuations from subcode to
subcode and with all the current progressing changes which this code is undergoing, is to
be jointly and comprehensively described by the means of linguistics and communication
theory». Οι επισημάνσεις είναι του συγγραφέα.
28 Βλ. R. JAKOBSON (1973), Μαίn trends ίn the scίence of language, σελ. 37: «Any verbal
code is convertible and necessarily comprises a set of distinct subcodes or, ίη other
words, functional varieties of language».
428 Π ΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Σ ΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ

διάκριση κωδίκων και συστημάτων, την οποία αξιοποίησε ο Eco στην


περί κωδίκων θεωρία του, β) τη σύλληψη του κώδικα ως νοηματοποιού
δυναμικού, και γ) τη θεώρηση της γλώσσας ως συστήματος κωδίκων και
όχι ως μεμονωμένο κώδικα.
Από τα μέσα περίπου της δεκαετίας του 1960 και έπειτα ο κώδικας
έχει αρχίσει ήδη να εδραιώνεται στην επικράτεια της σημειωτικής. Οι
σημειωτικές προσεγγίσεις που προτείνονται καλύπτουν στο σύνολό τους
πλήρως τις διάφορες διαστάσεις τής υπό συζήτηση έννοιας. Θα μπορού­
σαν δε να διακριθούν μεταξύ τους επί τη βάσει της έμφασης που δίνουν
σε ορισμένες από αυτές τις διαστάσεις. Στη σύλληψη του Luis Prieto, επί
παραδείγματι, συνδυάζεται η έννοια του συσχετιστικού κανόνα με την
έννοια του συνόλου. Για τον Αργεντίνο σημειολόγο κάθε κώδικας «απο­
τελείται[... ] από δυο βασικά σύνολα, το σηματικό πεδίο και το νοητικό
πεδίο, που διαιρούνται σε συμπληρωματικές τάξεις οι οποίες αντιστοι­
χούν μεταξύ τους» 29• Το νοητικό πεδίο συνιστά το «σύνολο των μηνυμά­
των τα οποία επιδέχεται ένα καθορισμένο σήμα, ή ένα άλλο σήμα που
ανήκει στον ίδιο κώδικα» 30 , ενώ το σηματικό πεδίο αποτελεί το «σύνο­
λο όλων των σημάτων που ανήκουν σε ένα ορισμένο κώδικα» 31 • Υπενθυ­
μίζεται πως για τον Prieto το σήμα «είναι ένα εργαλείο που χρησιμεύει
στη μετάδοση μηνυμάτων» 32 και θα πρέπει να διακρίνεται σαφώς από
το σημαίνον, όπως άλλωστε θα πρέπει ομοίως να διακρίνεται το μήνυμα
από το σημαιν6μενο. Διότι το σημαίνον αποτελεί τη μία από τις δύο συ­
μπληρωματικές τάξεις, στις οποίες υποδιαιρείται το σηματικό πεδίο και
περιλαμβάνει το σήμα μιας συγκεκριμένης σημειακής πράξης καθώς και
«όλα τα άλλα σήματα που είναι ικανά να παρέχουν την ίδια σημασια­
κή ένδειξη» 33• Το σημαινόμενο είναι, αντιστοίχως, η μία από τις δύο συ­
μπληρωματικές τάξεις, στις οποίες υποδιαιρείται το νοητικό πεδίο και
περιλαμβάνει όλα τα μηνύματα, τα οποία επιδέχεται ένα δεδομένο σή­
μα ή ένα άλλο σήμα που ανήκει στον ίδιο κώδικα 3 4• Επομένως, εν προ­
κειμένω «θα πρέπει να απο_φεύγουμε κάθε σύγχυση ανάμεσα στο ση­
μαίνον και στο σήμα, ανάμεσα στο σημαινόμενο και στο μήνυμα», διότι
«σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, έχουμε να κάνουμε από τη μια μεριά με

29 L ΡRιετο
(1986), Μηvύματα κ α ι σήματα, σελ. 80.
30 L ΡRΙΕΤΟ
(1986), Μηvύματα κα ι σήματα, σελ. 75.
31 LΡRΙΕΤΟ (1986), Μηνύματα κα ι σήματα, σελ. 77.
32 Ι.. PRiεro (1986), Μηνύματα και σήματα, σελ. 43.
33 l. ΡRΙΕΙΌ (1986), Μηvύματα και σήματα, σελ. 77-78. Για την έννοια της σημασιακής
ένδειξης βλ. σελ. 70.
34 Βλ. L ΡRΙΕΤΟ (1986), Μηνύματα και σήματα, σελ. 76.
Η ΣΗΜΕΙΩΤΙΚΉ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ 429

μια τάξη απτών δεδομένων και από την άλλη με ένα απτό δεδομένο που
ανήκει σε αυτή την τάξψ> 35•
Σύμφωνα με τον Prieto, λοιπόν, ο κώδικας λειτουργεί πρωτίστως ως
σύστημα αλληλοσυσχετιζόμενων συν6λων. Ωστόσο, σε αυτή την προσέγ­
γιση οι προβλεπόμενες συσχετίσεις δεν ανάγονται σε αμφιμονοσήμαντες
αντιστοιχίσεις. Επιπρόσθετα, θα μπορούσε κανείς να πει ότι η σύλληψη
του Prieto χαρακτηρίζεται απ6 μιαν ευρύτητα, υπό την έννοια ότι λαμ­
βάνει υπόψη τόσο τους λεγ6μενους γλωσσικούς όσο και τους μη γλωσσι­
κούς κώδικες. Προσφέρονται, μάλιστα, τέσσερα διαφορετικά κριτήρια
ταξινόμησης των κωδίκων 36 • Το πρώτο κριτήριο αφορά την ύπαρξη ή μη
σημάτων, των οποίων το σημαινόμενο να συμπίπτει με το νοητικό πεδίο.
Το δεύτερο κριτήριο αναφέρεται στην πιθαν6τητα η απουσία ενός (θετι­
κού) σήματος να συνιστά και αυτή σήμα. Το τρίτο κριτήριο συνίσταται
στην παρουσία ή μη πρώτης και/ή δεύτερης άρθρωσης, ενώ το τέταρτο
κριτήριο αναφέρεται στις δυνατές λογικές σχέσεις μεταξύ των σημαι­
νομένων. Το τέταρτο κριτήριο έχει ίσως ιδιάζουσα σημασία διότι είναι
το μ6νο κριτήριο, βάσει του οποίου οι γλωσσικοί κώδικες διαχωρίζο­
νται πλήρως απ6 τους υπόλοιπους κώδικες. Πιο συγκεκριμένα, κατά τον
Prieto οι γλωσσικοί κώδικες είναι οι μόνοι, των οποίων τα σημαινόμενα
αναπτύσσουν μεταξύ τους όχι μόνο σχέσεις αμοιβαίου αποκλεισμού αλ­
λά και σχέσεις εγκλεισμού και τομής. Στους μη γλωσσικούς κώδικες η δυ­
νατ6τητα αυτή δεν υφίσταται 37•
Τον συνδυασμό της έννοιας του συστήματος με την έννοια του συσχε­
τιστικού κανόνα μπορεί κανείς να διακρίνει και στις προσεγγίσεις του
Georges Mounin και του Pierre Guiraud. Ο Mounin παρατηρεί πως ο κώ­
δικας εμφανίστηκε αρχικά στην επικράτεια της γλωσσολογίας ως συνώ­
νυμος του συστήματος (και δη του γλωσσικού συστήματος)38• Ωστόσο,
επισημαίνει ότι οι κώδικες αποτελούν δευτεροταγή συστήματα σημείων,
αφού η κύρια λειτουργία τους συνίσταται στο μετασχηματισμό ήδη αρ­
θρωμένων μηνυμάτων σε μηνύματα ενός διαφορετικού συστήματος 39 •

35 L. l'RIETO (1986), Μηvύματα και σήματα, σελ. 82 Η επισήμανση είναι του συγγραφέα.
36 Βλ. L. PRIETO (1986), Μηvύματα και σήματα, σελ. 223-238.
37 Βλ. L. PRIETO (1986), Μηvύματα και σήματα, σελ. 236.
38 Βλ. G. ΜοUΝΙΝ (1970), lntroduction ala semiologie, σελ. 78-79: «Au depart, le mot "code"
s' installe comme synonyme du systeme et de langue: οη parle de code et de message la ou
οη parlait auparavant ou paralle!ement de langue et de parole, de systeme et de chaine,
de paradigmatique et de syntagmatique». Οι επισημάνσεις είναι του συγγραφέα.
39 Βλ. G. MoUNJN (1970), Introduction ά la semiologie, σελ. 83. Παρόμοια σύλληψη ασπά­
ζεται και ο Eric Buyssens. Βλ. σχετικά Ε. BUYSSENS (1967), La communication et l'artί­
culation linguίstique, σελ. 46-47.
430 ΠΑΝΑΠΩΤΗΣ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ

Υπ' αυτή την έννοια διαφέρουν ουσιωδώς από τις φυσικές γλώσσες. Ως
προς αυτό το σημείο ο Mounin φα(νεται να συμφωνεί με τον Guiraud. Ο
Guiraud εκλαμβάνει και αυτός τους κώδικες ως συστήματα σημείων 40 ,
μεταθέτει όμως το επίκεντρο του ενδιαφέροντος από τη συσχετιστική
τους λειτουργία στον συμβατικό χαρακτήρα τους. Καταλήγει δε εν τέ­
λει στον ορισμό των κωδίκων ως συστημάτων συμβάσεων. Στην προ­
σέγγισή του η έννοια της σύμβασης αξιοποιείται ως κριτήριο διάκρι­
σης μεταξύ κώδικα και ερμηνευτικής. ο κώδικας ορίζεται ως σύστη­
μα ρητών κοινωνικών συμβάσεων, σε αντιδιαστολή προς την ερμηνευ­
τική που συνιστά σύστημα υπόρρητων και καθαρά τυχαίων σημείων,
τα οποία ερείδονται σε έναν ιστό ασθενών και ακαθόριστων συμβά­
σεων41. Ο συμβατικός χαρακτήρας του κώδικα αποτελεί το γνώρισμα
εκείνο που έχει κοινό με τη γλώσσα. Σύμφωνα, όμως, με τον Guiraud η
διαφορά μεταξύ των δύο είναι θεμελιώδης και έγκειται στον ουσιωδώς
διαφορετικό χαρακτήρα κωδικευτικών και γλωσσικών συμβάσεων, και
συγκεκριμένα στο γεγονός ότι, εν αντιθέσει προς τις γλωσσικές συμβά­
σεις, οι συμβάσεις των κωδίκων είναι ρητές, εκ των προτέρων παγιωμέ­
νες και απολύτως δεσμευτικές 42. Εξάλλου και για τον Guiraud οι κώδι­
κες συνιστούν δευτεροταγή συστήματα σημείων, τα οποία δύνανται να
αξιοποιηθούν στο πλαίσιο μιας μετασχηματιστικής λειτουργίας μόνο
χάρη στην ύπαρξη και λειτουργία πρωτοταγών συστημάτων σημείων,
όπως οι φυσικές γλώσσες. Αυτό είναι το δεύτερο σημείο σύγκλισης με­
ταξύ των προσεγγίσεων του Mounin και του Guiraud. Παραταύτα, ο
Mounin θα αμφισβητήσει τα κριτήρια διαχωρισμού μεταξύ γλώσσας
και κώδικα που επικαλείται ο Guiraud 43 για να καταλήξει στο συμπέ­
ρασμα πως η διαφορά μεταξύ των δύο έγκειται αποκλειστικά στον χα­
ρακτήρα της βασικής τους λειτουργίας, και πιο συγκεκριμένα στο γε-

40 Βλ. Ρ. GιπRAUD (1975), Semiology, σελ. 1.


41 Βλ. Ρ. GιπRAUD (1975), Semiology, σελ. 41.
42 Βλ. Ρ. GιπRAUD (1963), Etudes de linguistique appliquee, voL 2, σελ. 37-38: « ... langue et
code sont bien 1' une et 1' autre un systeme de conventions qui permettent de transformer
un message; ainsi la langue est le systeme des equivalences lexicales et des regles syntaxi-
ques au moyen desquelles les idees, la pensee, sont transformees en paroles articulees.
Mais ί1 existe entre la langue et les codes une difference fondamentalle: les conventions
d' un code sont explicites, preetablies et imperatives; celles de la langue sont implicites,
elles s' instituent spontanement au cours meme de la communication. L'homme a cree un
code en vue de la communication, alors que c' est dans la communication elle-meme que
se cree la langue.. C est pourquoi le code est clos et fige, ί1 ne se transforme qu' en vertu
d' un accord explicite des usagers, alors que la lang~e est ouverte, et remise en question
dans chaque nouvelle parole».
43 Βλ. G. MoUNIN (1970), Introduction a la semiologie, σελ. 82-83.
Η ΣΗΜΕΙΩΤΙΚΗ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ 431

γονός ότι οι κώδικες συνιστούν δευτεροταγή συστήματα εν σχέσει προς


τη γλώσσα 44•
Είναι γενικότερα αποδεκτό ότι κάθε κώδικας -εκλαμβανόμενος υπό
οποιαδήποτε από τις ανωτέρω προτεινόμενες έννοιες- προϋποθέτει την
ύπαρξη συμβάσεων. Ωστόσο, οι διάφορες σημειωτικές προσεγγίσεις δί­
νουν διαφορετική έμφαση στον ρόλο των ειρημένων συμβάσεων στη συ­
γκρότηση και λειτουργία των κωδίκων. Συχνά η επίκληση της έννοιας
της σύμβασης παραμένει μάλλον υπόρρητη. Εντούτοις, η εν λόγω έν­
νοια εμφανίζεται ως βασική συνιστώσα ήδη σε έναν από τους πρώτους
επιστημονικούς ορισμούς του κώδικα. Όταν ο George Miller διατύπωνε
τον κλασικό ορισμό του έκανε λόγο περί «πρότερης συμφωνίας» μετα­
ξύ των συμμετεχόντων στην επικοινωνία, εστιάζοντας κατ' αυτόν τον
τρόπο στον συμβατικό χαρακτήρα των κωδίκων. Ο πραγματικός ρόλος,
όμως, των συμβάσεων στη συγκρότηση και λειτουργία τους θα αναδει­
χθεί κυρίως από τον Umberto Eco. Ξεκινώντας από τον προρρηθέντα
ορισμό του Miller 45
, ο Eco θα αχθεί εν τέλει σε μια συγκροτημένη περί
κωδίκων θεωρία, η οποία θα αποτελέσει τον έναν από τους δύο άξονες
της γενικής σημειωτικής θεωρίας του (ο δεύτερος άξονας θα είναι η θεω­
ρία παραγωγής των σημείων).
Οφείλουμε εξαρχής να παρατηρήσουμε ότι η ιδιαιτερότητα της περί
κωδίκων θεωρίας του Eco δεν θα πρέπει να αναζητηθεί τόσο στον σα­
φή συμβασιοκρατικό της προσανατολισμό όσο σε ένα δομικό της στοι­
χείο, στο οποίο συχνά δεν δίνεται η προσήκουσα σημασία. Από τα μέχρι
στιγμής εκτεθέντα προκύπτει μια σημαντική διαπίστωση. Πολύ συχνά
ο κώδικας εκλαμβάνεται ως συνώνυμος του συστήματος. Αυτή η δια­
δεδομένη τάση ταύτισης μεταξύ των δύο προέρχεται ασφαλώς από τις
πρώτες γλωσσολογικές προσεγγίσεις του κώδικα και ειδικότερα από τη
σύνδεσή του με τη σωσσυριανή διάκριση langue/parole. Κατά την πο­
ρεία της εξέλιξης της σημειωτικής έννοιας του κώδικα η υπό συζήτηση
τάση ενισχύθηκε σημαντικά, με αποτέλεσμα να συνιστά πλέον κοινό χα­
ρακτηριστικό πολλών σημειωτικών προσεγγίσεων. Σύμφωνα με την κα­
θιερωμένη της σύλληψη, η έννοια του συστήματος εκλαμβάνεται ως σύ-

44 Βλ. G. MoUNIN (1970), Introduction ά la semiologie, σελ. 83: «Arrive.ς ici, nous aperce-
vons mieux en quoi les langues naturelles humaines sont profondement differentes que
des codes stricts ou proprement dites: en ce que, dans les codes, οη part toujours d' un
message deja forme pour aboutir 1ι un autre message exprime par des symboles differen-
tes, tandis que, dans les langues, c' est au point d' arrivee seulement qu' οη constate la
pre.ςence d' un message, sur le point de depart duquel οη ne sait 1ι peu pres rien».
45 Βλ. U. Εω (1968), La struttura assente, σελ. 19.
432 ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ

μπλεγμα αλληλεπιδρώντων στοιχείων, οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ των


οποίων είναι μη τυχαίου χαρακτήρα 46• Οι εδραιούμενες σχέσεις μεταξύ
των στοιχείων ενός συστήματος θεωρείται ότι συνιστούν τη δομή του.
Σε αυτή τη σύλληψη ενυπάρχει, ασφαλώς, η ιδέα ότι το όλον υπερβαίνει
ουσιωδώς τα χαρακτηριστικά και τις μεμονωμένες λειτουργίες των επι­
μέρους στοιχείων. Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να περιγραφεί πλήρως με
διαδοχικές αναγωγές στη συμπεριφορά των στοιχείων του, δηλαδή δί­
χως να ληφθούν ουσιωδώς υπόψη οι ποιοτικές διαφορές που δημιουρ­
γούνται εξαιτίας των μη τυχαίων αλληλεπιδράσεων μεταξύ τους. Αυτή η
ιδέα της ολότητας αναγνωρίζεται δε ως το θεμελιώδες εκείνο γνώρισμα,
βάσει του οποίου τα συστήματα διακρίνονται από οποιοδήποτε άλλο
είδος συνόλων στοιχείων. Ο ενιαίος και δομημένος χαρακτήρας των συ­
στημάτων αποτελεί προφανώς το βασικό έρεισμα της ταύτισής τους με
τους κώδικες. Κάθε φορά, αντιθέτως, που ο κώδικας διακρίνεται από το
σύστημα, ως βάση αυτής της διάκρισης τίθεται η έννοια της συσχετιστι­
κής του λειτουργίας 47 • Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα μιας τέτοιας
διάκρισης είναι η προσέγγιση του Eco.
Παρά την επικρατούσα τάση ταύτισης μεταξύ συστήματος και κώ­
δικα, ο Eco επιλέγει συνειδητά να κινηθεί προς την αντίθετη κατεύ­
θυνση. Η δε κίνησή του αυτή δεν περιορίζεται απλώς στο να διακρίνει
τις δύο έννοιες μεταξύ τους, αλλά θέτει αυτή τη διάκριση ως βάση της
σύλληψης της έννοιας του κώδικα και της διαμόρφωσης μιας γενικής
περί κωδίκων θεωρίας. Πιο συγκεκριμένα, η σύλληψη που προτείνει ο
Eco βασίζεται στη θεμελιώδη διάκριση μεταξύ κωδίκων και κωδίκων­
Σ (s-codes). Οι κώδικες-Σ (κώδικες ως συστήματα) συνιστούν δομές που
μπορούν να υφίστανται ανεξάρτητα από οποιοδήποτε είδος επικοινω­
νιακής πρόθεσης και λειτουργίας. Συντίθενται από πεπερασμένα σύνο­
λα αντιθετικώς δομημένων στοιχείων που διέπονται από συνδυαστι­
κούς κανόνες, οι οποίοι μπορούν να παράγουν πεπερασμένες ή άπειρες
σειρές τέτοιων στοιχείων. Ως ανεξάρτητες δομές, οι κώδικες-Σ μπορούν
κάλλιστα να μελετηθούν από τη θεωρία της πληροφορίας ή τα διάφο-

46 Βλ.
L. νοΝ BERTALANFFY (1950), An outline of general s_γstem theory, στο The British
Journal for the Phi/osoph_γ of Science, 1(2), σελ. 143: «Α system can be defined as a
complex of interacting elements p 1, p 2, ••• Pn· Interaction means that the elements stand
in a certain relation R, so that their behaviour ίη R is different from their behaviour in
another relation R'». Βλ. Επίσης A.D. HALL/R.E. FAGEN (1956), Definition of systeιn,
στο General Systems Yearbook 1, σελ. 18: «Α system is a set of objects together with
relationships between the objects and between their attributes».
47 Βλ. W. ΝόΤΗ (1990), Handbook of semiotics, σελ. 205.
Η ΣΗΜΕΙΩΠΚΗ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ 433

ρα είδη γενετικής γραμματικής. Ωστόσο κατά κανόνα μελετώνται στο


πλαίσιο μιας δεδομένης μορφής επικοινωνίας, εκλαμβανόμενοι ως επί­
πεδα μιας ευρύτερης συσχετιστικής λειτουργίας, δηλαδή ενός κώδικα 48•
Σύμφωνα με τον Eco, λοιπόν, οι κώδικες αποτελούν σύνθετες μορφές
κανόνων, βάσει των οποίων στοιχεία ενός δεδομένου κώδικα-Σ αντι­
στοιχίζονται με στοιχεία άλλων κωδίκων-Σ 49 • Δύο βασικοί τύποι κω­
δίκων-Σ, που διακρίνονται στην προσέγγισή του, είναι τα συντακτικά
και τα σημασιακά συστήματα 50•
Εκ πρώτης όψεως, η ουσιώδης διαφορά μεταξύ κωδίκων και κω­
δίκων-Σ φαίνεται να είναι το στοιχείο της συσχετιστικής λειτουργίας.
Πράγματι, μόνον οι κώδικες εδραιώνουν συσχετίσεις μεταξύ δομημένων
συνόλων. Εντούτοις, η θεμελιώδης διαφορά μεταξύ των δύο θα πρέπει
να αναζητηθεί στη σχέση τους με την .πράξη της επικοινωνίας. Όπως
αναφέρθηκε πρωτύτερα, οι κώδικες-Σ μπορούν να υφίστανται ανεξάρ­
τητα από οποιαδήποτε επικοινωνιακή λειτουργία. Οι κώδικες, αντιθέ­
τως, δεν εμφανίζουν αυτή τη δυνατότητα· κάθε κώδικας συγκροτείται
και αναπτύσσει τη λειτουργία του στο πλαίσιο της πράξης της επικοινω­
νίας. Η διάκριση μεταξύ κώδικα και συστήματος στον Eco συνοδεύεται
από την εστίαση του ενδιαφέροντος στη δομική διάσταση των κωδίκων­
Σ, προφανώς προκειμένου να τονιστούν οι εσωτερικές σχέσεις μεταξύ
των στοιχείων τους 51 • Θα μπορούσε, βέβαια, κανείς να υποστηρίξει ότι η
υπό συζήτηση διάκριση καταλήγει εν τέλει -από άλλο δρόμο- στη γνω­
στή ταύτιση μεταξύ κώδικα και συστήματος, αφού οι κώδικες εμφανίζο­
νται να συγκροτούνται με τη σειρά τους ως ευρύτερα σύνολα αλληλεπι­
δρώντων στοιχείων (δηλαδή ως ανώτερης τάξης συστήματα που απαρ­
τίζονται από επιμέρους συστήματα). Θα ήταν, ωστόσο, ακριβέστερο να
πούμε ότι αυτές οι ανώτερης τάξης ολότητες, στις οποίες οργανώνονται
οι κώδικες-Σ, δεν ταυτίζονται με τους κώδικες· αντιθέτως, θα μπορούσα­
με να θεωρήσουμε ότι η λειτουργία των κωδίκων -ως συσχετιστικών κα­
νόνων- αντιπροσωπεύει το σύνολο των αλληλεπιδράσεων μεταξύ των
επιμέρους συστημάτων. Σύμφωνα με αυτή την ερμηνεία, όμως, οι ολότη-

48 Βλ. U. Eco (1976), Α theory of semiotics, σελ. 38.


49 Βλ. U. Εω (1976), Α theory of semiotics, σελ. 37.
50 Βλ. U. Eco (1976), Α theory of semiotίcs, σελ. 36-37.
51 Βλ. U. Eco (1976), Α theory of semiotίcs, σελ. 38: «Taken independently of the other
systems with which it can be correlated, an s-code is a structure; that is, a system (ί) ίη
which eνery νalue is established by positions and differences and (ii) which appears only
when different phenomena are mutually cornpared with reference to the sarne system of
relations». Η επισήμανση είναι του συγγραφέα.
434 ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ

iες, στις οποίες οργανώνονται οι εκάστοτε κώδικες-Σ, δεν μπορεί να εί­


νtiι άλλες από τα διάφορα σημειωτικά συστήματα που δημιουργούν και
χρησιμοποιούν οι άνθρωποι ως κοινωνικά όντα.
Στην προσέγγιση του Eco η λειτουργία των κωδίκων-Σ διακρίνεται
πάντοτε σε επίπεδα. Παραδοσιακά, τα βασικά επίπεδα που αναγνωρί­
ζονται σε κάθε σημειωτικό φαινόμενο είναι εκείνα της έκφρασης και του
ft'εριεχομένου 52. Στο πλαίσιο της υπό συζήτηση σύλληψης της έννοιας του
κώδικα, η συγκεκριμένη διάκριση τίθεται υπό την αυστηρή προϋπόθεση
τη·ς -ήδη διατυπωμένης από τον Louis Hjelmslev- παραδοχής τής εν τοις
πράγμασι αδιάσπαστης ενότητας μεταξύ έκφρασης και περιεχομένου 53 .
Η διάκριση μεταξύ έκφρασης και περιεχομένου έχει ουσιώδες νόημα και
πραγματική μεθοδολογική αξία μόνον υπό το πρίσμα μιας τέτοιας θε­
ώρησης. Η διάκριση μεταξύ κωδίκων και κωδίκων-Σ έχει, αντιστοίχως,
υ'πόσταση μόνον υπό την προϋπόθεση της αναγνώρισης των ακατάλυ­
των δεσμών αλληλεξάρτησης που υφίστανται μεταξύ των δύο 54.
Οι ανωτέρω παρατηρήσεις αποσκοπούν σε μια καίρια επισήμανση:
η περί κωδίκων σύλληψη του Eco δεν εξαντλείται στο διαχωρισμό των
κωδίκων από τους κώδικες-Σ και στην ανάδειξη της συσχετιστικής τους
λέιτουργίας. Σε μια τέτοια περίπτωση εύλογα θα μπορούσε να θεωρήσει
κανείς πως τίθεται πάλι στο προσκήνιο η κλασική σύλληψη του κώδι­
κα ως κανόνα αμφιμονοσήμαντων σχέσεων. Στη σκέψη του Ιταλού ση­
μειολόγου, ωστόσο, η έννοια του κώδικα δεν περιορίζεται σε ένα τέτοιο
είδος κανόνων. Και τούτο όχι μόνο διότι -ακόμη και στην περίπτωση
των λεγόμενων «γνήσιων» συσχετιστικών κανόνων- οι συσχετίσεις που
εδραιώνει ένας κώδικας συνυφαίνονται πάντοτε με διαδικασίες συμπε­
ρctσμού55, αλλά πρωτίστως επειδή εδώ η έννοια της συσχετιστικής λει­
τουργίας παρουσιάζει ενδιαφέρουσες αποκλίσεις από την καθιερωμένη
έvνοια της διαδικασίας επίτευξης αμφιμονοσήμαντων αντιστοιχίσεων.
Αυτό καθίσταται ευκρινέστερα ορατό στο πρότυπο σημηματικής ανάλυ­
σης που προτείνει ο Eco. Πρόκειται για ένα πρότυπο ανάλυσης των ση­
μημάτων (δηλαδή των μονάδων περιεχομένου των σημειακών φορέων)
βάσει μιας δέσμης «συστατικών στοιχείων». Στο συγκεκριμένο μοντέλο,

52 Βλ. ενδεικτικά L. HJELMSLEV (1943), Prolegomena to α theory of language.


53 Βλ. L HJELMSLEν(1943), Prolegomena to α theory of language, σελ. 48-49: «Αη expression
is expression only by virtue of being an expression of a content, and a content is content
only by virtue of being a content of an expression».
54 Βλ. U. Eco (1976), Α theory of semiotics, σελ. 46: «... a code exists because the s-codes
' exist, and the s-codes exist because a code exists, has existed or has to exist».
55 Βλ. U. Eco (1984), Semiotics and the philosophy of language, σελ. 173-174.
Η ΣΗΜΕΙΩΤΙΚΉ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ 435

τα στοιχεία που απαρτίζουν το σήμημα εκλαμβάνονται ως πολιτισμικές


μονάδες (cultural units)56 και κατηγοριοποιούνται σε τέσσερις τύπους: α)
σε καταδηλωτικούς δείκτες (denotative markers), β) σε συνδηλωτικούς
δείκτες (connotative markers), γ) σε συγκειμενικές επιλογές (contextual
selections) και δ) σε περιστασιακές επιλογές (circumstantial selections).
Οι δύο πρώτοι τύποι δεικτών αφορούν τις καταδηλώσεις και συνδηλώ­
σεις που συνθέτουν το προς ανάλυση σήμημα. Οι δύο τελευταίοι τύποι
συνδέουν το σήμημα με ομάδες άλλων σημημάτων (συγκειμενικές επιλο­
γές) και άλλων σημειακών φορέων (περιστασιακές επιλογές)5 7.
Η ανάλυση που επιτυγχάνεται με την εφαρμογή του προτύπου σε
ένα δεδομένο σήμημα μπορεί να παρασταθεί γραφικά ως δενδροδιά­
γραμμα58, δηλαδή ως απεικόνιση ενός δικτύου αλληλοσυνδεόμενων στοι­
χείων. Κάθε ένα δε εκ των στοιχείων αυτών αποτελεί αφετηρία προς μια
διαφορετική σημηματική αναπαράσταση. Με άλλα λόγια, «κάθε σημα­
σιακή μονάδα, που χρησιμοποιείται προκειμένου να αναλυθεί κάποιο
σήμημα, αποτελεί με τη σειρά της ένα σήμημα προς ανάλυση» 59 • Κατ' αυ­
τόν τον τρόπο ο Eco οδηγείται στη σύλληψη του λεγόμενου προτύπου
Q, με το οποίο προσπαθεί να «απεικονίσει» κατά προσέγγιση τη μορφή
του σύμπαντος των σημασιών ως ατέρμονο σημασιακό γίγνεσθαι 60• Όσον
αφορά δε το προτεινόμενο πρότυπο σημηματικής ανάλυσης, θα μπορού­
σε κανείς να παρατηρήσει ότι λανθάνον δομικό του στοιχείο αποτελεί
και η έννοια της διακειμενικότητας. Διότι οι συνεχείς παραπομπές, που
προβλέπονται βάσει του ειρημένου προτύπου, δεν μπορεί να είναι πο­
τέ παραπομπές σε «μεμονωμένες σημασιακές οντότητες»· είναι κατ' ανά­
γκη παραπομπές σε άλλα κείμενα 61 • (Βέβαια, για να είμαστε ακριβείς
οφείλουμε να επισημάνουμε ότι το εν λόγω μοντέλο προβλέπει δυνατό­
τητες, οι οποίες ωστόσο ως τέτοιες δεν μπορεί παρά να βρίσκονται σε

56 Για τον ορισμό της έννοιας της πολιτισμικής μονάδας βλ. D.M. SrnNEIDER (1968),
Amerίcan kίnshίp: Α cultural account, σελ. 2: «Α unit in a particular culture is simply
anything that is culturally defined and distinguished as an entity. It may be a person,
place, thing, feeling, state of affairs, sense of foreboding, fantasy, hallucination, hope, or
idea».
57 Βλ. U. Eco (1976), Α theory of semίotίcs, σελ. 105.
58 Βλ. ό.π.
59 U. Eco (1976), Α theory of semίotίcs, σελ. 121: «every semantίc unίt used ίn order to
analyze α seιneme ίs ίn ίts turn α sememe to be analyzed». Οι επισημάνσεις είναι του
συγγραφέα.
60 Βλ. U. Eco (1976), Α theory of semίotίcs, σελ. 121-125.
61 Ρητή σύνδεση του ζητήματος της διακειμενικότητας με την υπό συζήτηση περί κωδί­
κων θεωρία γίνεται στο U. Eco (1979), The role of the reader.
436 ΠΑΝΑΠΩΤΗΣ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ

διαλεκτική σχέση με τον χώρο της πραγματωμέvης σημειωσικής δραστη­


ριότητας, συνεπώς και με τους διάφορους υπαρκτούς τύπους κειμένων
- ρηματικούς και μη ρηματικούς.) Η διακειμενικότητα, λοιπόν, ενυπάρ­
χει ως λανθάνουσα διάσταση στην περί κωδίκων θεωρία του Eco. Στον
Barthes, η διάσταση αυτή δεν θα αναδυθεί απλώς στην επιφάνεια αλ­
λά θα τεθεί και ως κεντρικός άξονας μιας σύλληψης που θα προσδώσει
στον κώδικα χαρακτήρα πρωτε'ίκής έννοιας.
Το ενδεικτικ6iερο ίσως δείγμα της ιδια(τερης σύλληψης του Γάλλου
σημειολόγου είναι το S/Z, όπου και διατυπώνει τους περίφημους πέντε
κώδικες -τον σημικό, τον ερμηνευτικ6, τον συμβολικό, τον προαιρετικό
και τον πολιτισμικό-, τους οποίους θα αξιοποιήσει στην ανάλυση της
νουβέλας Saπasine του Honore de Balzac 62• Αυτοί οι πέντε κώδικες δεν
υποτάσσονται σε έναν τυπικό ορισμ6, αλλά αποτελούν τις βασικές πτυ­
χές μιας αμιγώς πρωτε'ίκής έννοιας. Σύμφωνα με τον Barthes ο κώδικας
«είναι μια προοπτική παραπομπών, ένας αντικατοπτρισμός δομών· από
αυτ6ν ξέρουμε μόνο αναχωρήσεις και επιστροφές· οι ενότητες που προ­
έρχονται απ6 αυτ6ν [... ]είναι οι ίδιες πάντα αναχωρήσεις από το κείμε­
νο, είναι το σημάδι, ο σηματοδ6της μιας δυνητικής παρέκβασης προς το
υπόλοιπο ενός καταλόγου[... ] είναι θραύσματα αυτού του κάτι που έχει
ήδη διαβαστεί, ιδωθεί, γίνει, βιωθε(: Ο κώδικας είναι το αυλάκι αυτού
του ήδη» 63 • Οι κώδικες που εκτείνονται πίσω από κάθε κείμενο συνθέ­
τουν έναν ιστό φωνών, αφού «κάθε κώδικας ε(ναι μια από τις δυνάμεις
που μπορούν να ξεκινήσουν απ6 το κείμενο (των οποίων το κείμενο εί­
ναι το δίκτυο), μια από τις Φωνές με τις οποίες υφαίνεται το κείμενο.
Πραγματικά, θα λέγαμε πως δίπλα σε κάθε εκφώνημα ακούγονται φω­
νές off: είναι οι κώδικες: καθώς πλέκονται, εκείνοι που η προέλευσή τους
"χάνεται" μέσα στην προοπτική μάζα του ήδη γραμμέvου κάνουν να χά­
νεται η προέλευση της εκφώνησης: ο συναγωνισμός των φωνών (των κω­
δίκων) γίνεται η γραφή, το στερεογραφικό διάστημα όπου διασταυρώ­
νονται οι πέντε κώδικες, οι πέντε φωνές: Φωνή της Εμπειρίας (οι προαι­
ρετισμοί), Φωνή του Προσώπου (τα σήματα), φωνή της Επιστήμης (πολι­
τισμικοί κώδικες), Φωνή της Αλήθειας (οι ερμηνευτικοί κώδικες), Φωνή
του Συμβόλου» 64 • Εδώ, λοιπόν, ο κώδικας αποκαλύπτεται στην ευρύτε­
ρη δυνατή διάστασή του, όπου συναντά την ατέρμονη σημειωσική δρα­
στηριότητα. Κατά συνέπεια, για τον Barthes ο κώδικας δεν είναι απλώς

62 Βλ. Ρ. ΜΠΑΡΤ, S/Z (2007), σελ. 29-34.


63 Ρ. ΜΠΑΡΤ, sιz (2007), σελ. 34. Οι επισημάνσεις εCναι του συγγραφέα.
64 Ρ. ΜΠΑΡΤ, S/Z (2007), σελ. 35. Οι επισημάνσεις είναι του συγγραφέα.
Η ΣΗΜΕΙΩΤΙΚΉ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ 437

ένας καν6νας που αποκλείει, που οριοθετεί· είναι πρωτίστως ένας κανό­
νας που διανοίγει δρόμους μέχρι πρότινος αχαρτογράφητους 65•
Η επίδραση του έργου του Barthes στην ανάπτυξη και διαμόρφωση
του κώδικα στη σημειωτική ήταν ασφαλώς καθοριστικής σημασίας για
την ευρύτερη εξάπλωση του 6ρου στις αρχές τις δεκαετίας του 196066• Η
σύλληψη του Γάλλου σημειολόγου φέρνει, μάλιστα, στο προσκήνιο ζη­
τήματα αφορώντα τη νοηματοποιό διάσταση των κωδίκων. Σύμφωνα με
τον Paul Thibault, η έμφαση στην ειρημένη διάσταση χαρακτηρίζει τον
έναν απ6 τους δύο βασικούς τρόπους σύλληψης της σημειωτικής έννοιας
του κώδικα 67• Στον αντίποδα βρίσκεται η κλασική σύλληψη που απορρέ­
ει από το καθιερωμένο πρ6τυπο επικοινωνίας των Shannon και Weaver,
όπου η επικοινωνιακή πράξη απεικονίζεται ως γραμμική διαδικασία με­
τάδοσης ενός μηνύματος από έναν πομπό προς κάποιον δέκτη μέσω συ­
γκεκριμένου διαύλου 68 . Σε ένα τέτοιο μοντέλο ο κώδικας επιτελεί ρ6λο
μετασχηματιστικού κανόνα, βάσει του οποίου επιτυγχάνεται η κωδίκευ­
ση (από τον πομπό) και η αποκωδίκευση (από τον δέκτη) του μεταδιδό­
μενου μηνύματος. Αξίζει να σημειωθεί 6τι, σύμφωνα με την πλέον απλοϊ­
κή σημειωτική εφαρμογή τού συγκεκριμένου μοντέλου, εκείνο που κωδι­
κεύεται και αποκωδικεύεται κατά την επικοινωνιακή πράξη είναι οι σκέ­
ψεις (ή οι ιδέες) των συνομιλητών, οι οποίες εκλαμβάνονται προφανώς ως
απολύτως ανεξάρτητες από το εκάστοτε χρησιμοποιούμενο σημειωτικό
σύστημα. Κατ' αυτόν τον τρόπο, όμως, αγνοείται πλήρως ο διαμορφω­
τικός ρόλος των σημειωτικών συστημάτων στην επικοινωνία 69 • Πολλές
ασφαλώς από τις σημειωτικές προσεγγίσεις που δίνουν έμφαση στη συ­
σχετιστική λειτουργία των κωδίκων δεν υιοθετούν μια τ6σο απλοϊκή ερ­
μηνεία του συγκεκριμένου επικοινωνιακού προτύπου, ούτε αγνοούν τον
προρρηθέντα διαμορφωτικ6 ρόλο των σημειωτικών συστημάτων. Άλλω­
στε, ούτε η σύλληψη που εκλαμβάνει τον κώδικα ως vοηματοποιό δυνα­
μικό (meaning-making potential) αρνείται τη συσχετιστική του λειτουρ­
γία. Το κρίσιμο ζήτημα που τίθεται εν προκειμένω αφορά το status των
οντοτήτων που εμφανίζονται ως όροι της συσχετιστικής λειτουργίας των
κωδίκων. Αν οι ρηθέντες όροι εκλαμβάνονται ως εξωγλωσσικές -ή γενι-

65 Βλ. U. Eco (1984), Semiotics and the philosophy of language, σελ. 187.
66 Βλ. U. Eco (1984), Seniiotics and the philosophy of language, σελ. 186.
67 Βλ. Ρ. 'ΓHmAULT (1998), Code, στο Ρ. BoUISSAC (ed.), Encyclopedia of Semiotics, σελ.
125.
68 Βλ.
CE. SHANNON /W. WEAVER (1949/1998), The ιnathematίcal theory of communication,
σελ. 34.
69 Βλ. Ρ. THIBAULT (1998), Code, στο Ρ BomssAc (ed.), Encyclopedia of Semiotics, σελ.
125-126.
438 ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ

κότερα ως εξωσημειωτικές- οντότητες, τότε προφανώς μια τέτοια οντο­


λογική δέσμευση δημιουργεί ανυπέρβλητα προβλήματα, το σημαντικότε­
ρο από τα οποία αφορά τον προσδιορισμό της ιδιαίτερης υφής της διαδι­
κασίας απονομής νοήματος στην ανθρώπινη επικοινωνία.
Σύμφωνα με τη σύλληψη του κώδικα ως νοηματοποιού δυναμικού, η
λύση στο πρόβλημα του προσδιορισμού της υφής της διαδικασίας απο­
νομής νοήματος θα πρέπει μάλλον να αναζητηθεί στη νοηματοποιό διά­
σταση των κωδίκων. Υπό τη συγκεκριμένη οπτική, ο κώδικας λογίζεται
πλέον ως συστημικό δυναμικό που επιτρέπει την τέλεση κοινωνικώς εν­
νοηματωμένων πράξεων, οι οποίες ερείδονται σε κοινώς αποδεκτές μορ­
φές δράσης. Το ενδιαφέρον εδώ εστιάζεται ειδικότερα στις κοινωνικές
μορφές συμπεριφοράς των χρηστών των σημειωτικών συστημάτων και
ο Thibault ισχυρίζεται ότι σε αυτή τη σύλληψη παύει να υφίσταται η δι­
χοτομία μεταξύ κώδικα (ή συστήματος) και συμπεριφοράς 70 . Οι κώδικες
εξακολουθούν να συνιστούν συστήματα σημείων, εντούτοις τα σημεία
δεν εκλαμβάνονται πλέον ως εκ των προτέρων παγιωμένες οντότητες
αλλά ως πράξεις νοήματος που αποκτούν υπόσταση χάρη στο σημειω­
τικό δυναμικό των κωδίκων 71 • Με άλλα λόγια, οι κώδικες τίθενται ως
αναγκαίοι όροι της διαδικασίας απονομής νοήματος ορίζονται δε ως δυ­
ναμικά συστήματα, τα οποία ανανεώνονται και διευρύνονται διαρκώς
μέσω της ατέρμονης ανταλλαγής ύλης, ενέργειας και πληροφορίας με το
περιβάλλον της γενόμενης χρήσης τους 72 .
Οι μέχρι στιγμής εκ τεθείσες προσεγγίσεις μπορούμε να πούμε ότι προ­
σφέρουν τα βασικά συστατικά που αξιοποιούνται από σύγχρονους ορι­
σμούς της έννοιας του κώδικα, τόσο στον χώρο της σημειωτικής όσο και
σε συναφείς επιστημονικούς κλάδους. Στους περισσότερους από αυτούς
τους ορισμούς οι έννοιες του κανόνα, του συστήματος και του συνόλου
σημείων εξακολουθούν να επιτελούν κεντρικό ρόλο. Ο John Fiske, επί
παραδείγματι, ορίζει των κώδικα ως σύστημα σημείων που διέπεται από
ρητούς ή υπόρρητους κανόνες, τους οποίους από κοινού αποδέχονται τα

70 Βλ. Ρ. THIBAULT (1998), Code, στο Ρ. BoUissAc (ed.), Encyclopedίa of Semiotίcs, σελ. 126.
71 Βλ. Ρ. THIBAULτ(1998), Code, στο Ρ. BoUissAc (ed.), Encyclopedia of Semίotίcs, σελ.
126-127.
72 Βλ. Ρ. THIBAULτ(1998), Code, στο Ρ. BoUissAc (ed.), Encyclopedia of Semίotίcs, σελ. 128:
«Α code is a dynamic open system; there is a constant exchange of matter, energy, and
information between a code and its environment(s). The code is a generative process.
It is not [... ] an abstract underlying competence that explains the user's "performance.''
Code is a meaning-making potential that expands and renews itself through the ongoing
exchange with its environment, which is its use».
Η ΣΗΜΕΙΩΤΙΚΉ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ

μέλη μιας κουλτούρας 73• Στο ίδιο μήκος κύματος οι Johansen και Larse:μ
εκλαμβάνουν τους κώδικες ως κανόνες που διέπουν την επιλογή και των
συνδυασμό διακριτών στοιχείων 74 • Για τη Leeds-Hurwitz ο κώδικας είνι:ι~
συνώνυμος με όρους όπως σύστημα, δίκτυο κ. τ.ό. Προσθέτει όμως ότι η
έννοια του κώδικα εμπερικλείει και την ιδέα του κανόνα, ο οποίος ορ..
γανώνει μεμονωμένα σημεία. Καταλήγει, λοιπόν, στον ορισμό του κώ,
δικα ως ενός συνόλου που περιλαμβάνει όχι μόνο σημεία αλλά και κα­
νόνες που διέπουν τη γενόμενη χρήση των σημείων 75. Την ίδια σύλληψη
θα συναντήσει κανείς και στον ορισμό των Coupland και Jaworski, σύμ-;
φωνα με τον οποίο οι κώδικες συνιστούν συστήματα ή σύνολα κανόν~-y
και αντιστοιχιών που συνδέουν τα σημεία με τις σημασίες τους 76 • Αυτήy
ακριβώς την ιδέα του συστήματος κανόνων, βάσει των οποίων επιτυγχq~
νεται συγκεκριμένη κάθε φορά οργάνωση σε ένα σύνολο σημείων, επικα~
λείται και ο Marcel Danesi σε σχετικά πρόσφατο ορισμό του, όπου ρητώς
αναγνωρίζει ότι η εμβέλεια των ειρημένων κανόνων εκτείνεται κατ' ου­
σίαν σε ολόκληρο το εύρος των ποικίλων τύπων ανθρώπινης συμπεριφο:
ράς και δράσης. Είναι δε χαρακτηριστική η έμφαση που δίνει η εν λόγω
σύλληψη στη λειτουργία του κώδικα ως συστήματος οργάνωσης7 7. Την
ίδια κατά βάση προσέγγιση είχε προτείνει ο Danesi και στη βιοσημειωτι7
κή θεωρία που παρουσίασε με τον Thomas Sebeok στο έργο τους με τί1~
λο The Forms of Meaning, με τη διαφορά ότι εκεί ο κώδικας οριζόταν ω~
συνεκτικό σύνολο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την αναπαράσταση
διαφόρων τύπων φαινομένων με συγκεκριμένους τρόπους7 8•

73 Βλ. Τ. O'SULLIVAN et al. ( 1994 ), Key concepts in communication and cultural studies,
σελ. 43.
74 Βλ. J.D. JoHANSEN / S.E. LARSEN (2002), Signs in use: An introduction to semiotics, σελ. 7.
75 Βλ. W. LEEDs-HυRWJTZ (1993), Seιniotics and communication: Signs, codes, culture~,
σελ. 51.
76 Βλ. Ν. CoUPl.AND / Α. JAwoRΚsJ, Code, στο Ρ. CoBLEY (ed.) (2001), The Routledie
Compa nion to Seιniotics and Linguistics, σελ. 170-171.
77 Βλ. Μ. DANESI (2002), Understanding ιnedia semiotics, σελ. 42: «Codes are Όrganizational
systems or grids' for the recurring elements that go ίηtο the constίtution of anything that
humans make, including signs, rituals, spectacles, behaviours, and representations of all
kinds». Πρβλ. D. CHANDLER (2007), Senιiotics: The basics, 2nd edn, σελ. 148: «a code is a
set of practices familiar to users of the medium operating within a broad cultural frame-
work [... ] Codes are not sίmply 'conventions' of communication but rather procedural
s_νstems of related conventions which operate ίη certain domains». Η επισήμανση είναι
του συγγραφέα.
78 Βλ. Τ. SΕΒΕΟκ/Μ. DANESI (2000), Tlie forms of meaning, σελ. 3: «Codes consist of inter-
acting elements, formίng a colιesive whole, whίch can be deployed to represent types of
phenomena ίη specific ways». Η επισήμανση είναι των συγγραφέων.
440 ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ

4. Καταληκτικές παρατηρήσεις
Η προηγηθείσα επισκόπηση των κυριοτέρων σημειωτικών προσεγγί­
σεων του κώδικα επιτρέπει την εξαγωγή μερικών γενικών συμπερασμά­
των. Κατ' αρχάς, μπορεί κανείς να παρατηρήσει ότι στη διαδοχή των
εκάστοτε προτεινόμενων ορισμών επανεμφανίζεται μια δέσμη κεντρι­
κών σημασιών, οι οποίες φαίνεται εν τέλει να χαρακτηρίζουν ουσιωδώς
την πορεία της υπό συζήτηση έννοιας στην ιστορία της ανθρώπινης σκέ­
ψης. Πρόκειται για τις έννοιες του κανόνα, της σύμβασης και του συστή­
ματος. Θα πρέπει, ασφαλώς, να επισημάνουμε ότι οι εν λόγω τρεις έννοι­
ες δεν συμμετέχουν πάντοτε με το ίδιο, αυστηρώς καθορισμένο, περιε­
χόμενο σε αυτή τη σύνδεση. Άλλωστε, όπως φάνηκε από την ανάλυση,
η έμφαση στις διάφορες διαστάσεις του συγκεκριμένου εννοιολογικού
πυρήνα κάθε φορά αλλάζει και οι προτεινόμενες προσεγγίσεις διαμορ­
φώνονται εν όψει διαφορετικών ερευνητικών προσανατολισμών. Παρα­
ταύτα, στην πορεία της εξέλιξης της σημειωτικής έννοιας του κώδικα δι­
ακρίνεται πλέον ευκρινώς μια δεσπόζουσα τάση.
Σε κάθε σημειωτική σύλληψη του κώδικα ενυπάρχει ένα κοινό θεμε­
λιώδες χαρακτηριστικό: η προσήλωση στη συστηματικότητα της σημει­
ωσικής δραστηριότητας του ανθρώπου, η οποία συνοδεύεται από την
παράλληλη έμφαση στις κανονιστικές πτυχές του σημειωσικού φαινο­
μένου. Εξ ου και η σταθερή σύνδεση της έννοιας του κώδικα με τις έν­
νοιες του κανόνα, της σύμβασης και του συστήματος. Τούτη η γενικότε­
ρη -και σε συντριπτικό ποσοστό υιοθετούμενη- θεωρητική στάση έχει
προφανώς κερδίσει την αδιαμφισβήτητη δημοφιλία της χάρη στις ιδιαί­
τερες -και ως έναν βαθμό βάσιμες- προσδοκίες που έχει δημιουργήσει
αναφορικά με την εύρεση λύσεων στα βαθύτερα αινίγματα του φαινομέ­
νου της ανθρώπινης επικοινωνίας. Είναι πλέον κοινή η πεποίθηση ότι η
προσφορότερη δίοδος προς την εξιχνίαση αυτών των αινιγμάτων περνά
μέσα από τη διερεύνηση της συστηματικότητας και της κανονιστικότη­
τας του σημειωσικού φαινομένου. Σε αυτήν ακριβώς την προοπτική εμ­
φανίστηκε και άρχισε σταδιακά να αναπτύσσεται η σημειωτική έννοια
του κώδικα ως ευρετικό εργαλείο προοριζόμενο να κατατμήσει το συνε­
χές της ανθρώπινης επικοινωνίας σε ερευνητικώς ελέγξιμες και κατανοή­
σιμες περιοχές.
Εκτός, όμως, από τις προαναφερθείσες προσδοκίες και την εκάστο­
τε διάψευση ή επαλήθευσή τους, η υπό συζήτηση θεωρητική στάση συ­
νεπιφέρει την εμπλοκή του ερευνώντος υποκειμένου σε ορισμένα ακαν­
θώδη ζητήματα. Ο λόγος γι' αυτή την εμπλοκή θα πρέπει να αναζητηθεί
Η ΣΗΜΕΙΩΤΙΚΉ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ 441

στην προγραμματική επίκληση των εννοιών του κανόνα και του συστή­
ματος. Όσον αφορά την έννοια του συστήματος, αφ' ης στιγμής ληφθεί
η απόφαση της προσφυγής σε αυτήν, τίθεται εξαρχής η απαίτηση του
σαφούς καθορισμού του περιεχομένου της. Παράλληλα, ωστόσο, εγεί­
ρονται ορισμένα κρίσιμα ερωτήματα αφορώντα τη σχέση του δρώντος
υποκειμένου με το εκάστοτε παρατηρούμενο σύστημα. Εντάσσεται το
υποκείμενο πλήρως στο σύστημα ή μήπως θα πρέπει μάλλον να θεωρηθεί
ότι ανήκει στο ευρύτερο περιβάλλον και ότι, κατά συνέπεια, συμμετέχει
στο σύστημα μόνο ως προς ορισμένες πτυχές της ύπαρξης του 79 ; Και αν
όντως θεωρήσει κανείς ότι το υποκείμενο συμμετέχει μόνο εν μέρει στο
σύστημα, ποια είναι η σχέση των εκτός τού συστήματος πτυχών τού υπο­
κειμένου με το ίδιο το σύστημα; Όσον αφορά την έννοια του κανόνα,
εγείρονται εξίσου πιεστικά ερωτήματα, αφορώντα πρωτίστως την κοι­
νωνική θεμελίωση των κανόνων και τη διασάφηση του χαρακτήρα της
πράξης της τήρησης κανόνων. Πίσω από τα ερωτήματα αυτά εκτείνεται
μια σειρά καίριων ζητημάτων που επί μακρόν απασχόλησαν και εξακο­
λουθούν να απασχολούν τις επιστήμες του ανθρώπου και τη φιλοσοφία,
και τα οποία θα πρέπει συνεπώς να λαμβάνονται σοβαρά υπόψη από τη
σημειωτική θεωρία.
Η χρήση της σημειωτικής έννοιας του κώδικα ως ευρετικού εργαλείου
συμβαδίζει κατά κανόνα με την αξιοποίησή της ως πυρήνα ενός εξηγη­
τικού μοντέλου του φαινομένου της ανθρώπινης επικοινωνίας εν γένει.
Θα λέγαμε, μάλιστα, ότι αυτός ο δεύτερος ρόλος της έχει τονισθεί ιδιαι­
τέρως. Ο κώδικας έχει κατ' εξακολούθησιν συνδεθεί με αξιώσεις καθορι­
σμού της ουσίας του σημειωσικού φαινομένου και έχει συχνά τεθεί στην
υπηρεσία σχετικών θεωρητικών εγχειρημάτων. Η προηγηθείσα ανάλυση
πάντως δείχνει ότι ο τρόπος, με τον οποίο έχει αξιοποιηθεί ως προς αυτή
τη λειτουργία του, είναι πολλές φορές τέτοιος που μάλλον συγκαλύπτει
παρά αναδεικνύει τα κρίσιμα ζητήματα που αναπόδραστα αναφύονται
λόγω της προσήλωσης στη συστηματικότητα και στην κανονιστικότητα

79 Τη μερική ένταξη του υποκειμένου στο σύστημα υποστηρίζει, επί παραδείγματι, ο


Kenneth Boulding. Βλ. Κ.Ε. BoULDING (1956), Geneωl systems theory: The skeleton of
science, στο Management Science, 2(3), σελ. 205: «... it is convenient foI some puiposes
to distinguish the individual human as a system fiom the social systems which surround
him, and ίη this sense social Oiganizations may be said to constitute anotheI level of
oiganization. The unit of such systems is not peihaps the peison -the individual human
as such- but the "role", that pait of the peison which is conceined with the oiganization
ΟΙ situation ίη question, and it is tempting to define social oiganizations, ΟΙ almost any
social system, as a set of roles tied togetheI with channels of communication».
442 ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ

της ανθρώπινης επικοινωνίας. Τούτη τη διαπίστωση επικυρώνει και η


συνήθης χρησιμοποίηση του κανόνα, της σύμβασης και του συστήματος
ως πρωτογενών εννοιών, δηλαδή εννοιών που εκλαμβάνονται ως δεδο­
μένες και που συνεπώς δεν απαιτούν περαιτέρω εννοιολογική επεξεργα­
σία. Όμως σε αυτό ακριβώς το εννοιολογικό τρίπτυχο είναι που κρύβο­
νται μερικές από τις σοβαρότερες δυσκολίες για τη σημειωτική θεωρία.
Δεν είναι εύκολο να προβλέψει κανείς την πορεία που θα ακολουθή­
σει η σημειωτική έννοια του κώδικα στο μέλλον. Θα ήταν, ίσως, εύλογο
να υποθέσουμε ότι, αφ' ης στιγμής οι επιδράσεις της θεωρίας της πληρο­
φορίας και της θεωρίας της επικοινωνίας στις επιστήμες του ανθρώπου
δεν είναι πλέον στο μέγιστο σημείο τους, ο κώδικας θα αρχίσει σταδι­
ακά να χάνει μέρος της ακαδημαϊκής δημοφιλίας του. Δεν θα πρέπει,
ωστόσο, να ξεχνάμε ότι στη σύγχρονη σημειωτική ο κώδικας απέκτη­
σε καινούργια δυναμική, η οποία μπορεί πλέον να συντηρηθεί δίχως τα
στηρίγματα της θεωρίας της πληροφορίας και της θεωρίας της επικοινω­
νίας. Ο κώδικας έχει εδραιωθεί πλέον ως θεμελιώδης σημειωτική έννοια
και είναι δύσκολο να εκπέσει του τωρινού της status δίχως κάποιον ριζι­
κό αναπροσανατολισμό της σημειωτικής επιστήμης. Εκείνο που παρου­
σιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι αν αυτή η καινούργια δυναμική της
σημειωτικής έννοιας του κώδικα θα οδηγήσει σε σταδιακή εξασθένιση
του ρόλου της ως γενικού εξηγητικού μοντέλου της ανθρώπινης επικοι­
νωνίας. Προς το παρόν, πάντως, δεν υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις που να
υποδηλώνουν ότι επίκειται ένας τέτοιος ριζικός αναπροσανατολισμός
στη σύγχρονη σημειωτική επιστήμη.

You might also like