Professional Documents
Culture Documents
Συντακτική Επιτροπή:
Επιμέλεια Έκδοσης:
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ Καθηγητής Ιονίου Πανεπιστημίου
1'\C.\\ί,) 4
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΠΕΤΗΡΙΔΑ - YEARBOOK
2009-2011
KEPKYPA-CORFU 2011
Θερμές ευχαριστίες για την πρόθυμη συνεργασία εκφράζονται προς
όλους όσοι συνέβαλαν με κείμενά τους στον τόμο αυτόν, προς τους Διδά
σκοντες και τα μέλη του Διοικητικού Προσωπικού του Τμήματος, προς
τα στελέχη της Διεύθυνσης Οικονομικής Διαχείρισης του Ιονίου Πανεπι
στημίου, καθώς και προς το επιτελείο των Εκδόσεων Παπαζήση. Ιδιαίτε
ρες ευχαριστίες εκφράζονται και προς την Συμβασιούχο του Τμήματος
κυρία ΒυαγγελCα Καζαντινού για τη γραμματειακή υποστήριξη και τη
γενικότερη φροντίδα της για την εκτέλεση αυτού του έργου, καθώς και
στον Συμβασιούχο Διδάσκοντα του Τμήματος Δρα Πασχάλη Νικολάου
για την πολύτιμη βοήθειά του.
Γ.Κ.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
1. ΑΡΘΡΑ
1. Ευρυδίκη Αντζουλάτου-Ρετσίλα
Με τον Ιωάννη Καποδίστρια σε ευρωπαϊκές πολιτιστικές
διαδρομές............................................................................................................. 14
2. Antonio Bueno Garcίa
Η διδασκαλία της μετάφρασης στο σταυροδρόμι μιας
παγκοσμιοποιημένης κοινωνίας (Σύντομη εισαγωγή και
μετάφραση από τα γαλλικά: Δημήτρης Φίλιας,
Αναπληρωτής Καθηγητής)............................................................................ 23
3. Ανδρέας Γεωργοτάς
Σχολιασμένη Μετάφραση των κεφαλαίων 3 (Το μάθημα) και
4 (Η εξάσκηση) του βιβλίου "Παίζοντας την βι6λα, συζητήσεις
με τον Wίlliam Primrose" του Dανίd Dalton ........................................ 47
4. Ανδρέας Γεωργοτάς
Σχολιασμένη μετάφραση του κεφαλαίου 5 (Κρατώντας τη βιόλα)
του βιβλίου "Παίζοντας την βιόλα, συζητήσεις με τον William
Primrose" του David Dalton ........................................................................ 79
5. Ανδρέας Γεωργοτάς
Σχολιασμένη μετάφραση των κεφαλαίων 11 (Για την παράσταση)
και 14 (Πρακτι.κή της παράστασης και ερμηνεία) του βιβλίου
"Παίζοντας την βιόλα, συζητήσεις με τον William Primrose"
τουDavid Dalton .............................................................................................. 91
6. Andrew Chesterman
Αντιπαραβολική κειμενογλωσσολογία και μεταφραστικά
καθολικά (Μετάφραση, προλογικό σημείωμα και σχολιασμός:
Ιωάννης Β. Σαριδάκης, Επίκουρος Καθηγητής) ............................... 129
7. Γιώργος Κεντρωτής
Ο εικονιστικός μοντερνισμός στη μεσοπολεμική ποίηση ............... 163
8. Σωτήριος Γ. Κεραμίδας
Η μετάφραση διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας. Ένας σύντομος
οδηγός για τονΈλληνα μεταφραστή ....................................................... 171
To EJrO/lEVO Era~: H Kvn(.JO~ um ro vavayw ·rz~ {3(.Jt:WVLUrJ~
uv(.Jta(.Jxta~ .......................................................................................................... 257
12. William Mallinson
Christian Zionism and Foreign Policy: Exploiting Religion ............. 291
13. f£wgyw~ MtxaA.axonovA.o~
"Ev(.Jwnrz, Ev(.Jwnrz auovat lla~! Etvm OL TOV(.JUOL nov E(.JXOVWL
um avr6~ dvm o ,Zxo~ rwv nootwv rov~!" - To noo6acpm(.Jo w~
"uafJ(.J{cprrz~" TWV JrOALrtUWV, OL UOVO/lLUWV Uat UOLVWVLUWV
ott:(.Jyaatwv .......................................................................................................... 301
14. lloA.vs€VT] MvgCA.A.a
0 Kwara~ BaQva).rz~ /lt:Wcp(.Jal;t:t A).cp(.JE vrt: Mvaat ....................... 323
15. Ntx6A.ao~ K. nanaDT]!lT]tQLO'U
Ko'UAtoUQa xm JtOALtW!lO~ Otl]V EH6.6a tO'U 0ll!l£QU, ana
0£ JtOLUV E'UQWJtT], augto; ·············································································· 337
16. Christian Papas
La rue de Rivoli .................................................................................................. 34 7
17. Anastasia Parianou - Panayotis I. Kelandrias
La Predominance de fa langue anglaise en terminologie:
Le cas de fa langue specialisee .................................................................... 357
18. Maria Petrocheilou- Francesca Simonetta
The Effect of Directionality on the Interpreting Process:
Omissions and Loss of Information ........................................................... 363
19. MtxaA.T]~ lloA.CtT]~
K(.Jmu,Z n(.Joatyywrz rrz~ /lEWcp(.Jaanu,Z~ Ot:tv6rrzw~ ........................ 397
20. navayLWtT]~ LUX£AAUQLO'U
H Orzllt:trwrtx,Z tvvow rov xwotxa ........................................................... 419
21. IwavvT]~ E. L:agtMxll~
IIaQaUrz).a xm avyu(.J{mlla aw11aw xt:t/ltvwv arrz /lt:racp(.Jaarz:
8t:w(.Jrznu6~ n(.Jof3).rz11arta!16~, t:(.Jwvrzuxot xm &oaxuxot
ar6xot .................................................................................................................... 443
22. Hans-B. Schlumm- Andreas Kertscher
Jenseits der Tempel und Mythen Deutsche Einwanerung nach
Griechenland im 19. Jahrundert ................................................................. 479
23. Gideon Toury
H Ott:;aywy,Z E(.Jwva~ t:n{ rrz f3aat:t rrz~ "t:m8v11ta~ yw xaw-
v6rzarz" (Mcracp(.Jaarz an6 w Ayy).txa xm t:waywytx6~ axo).w-
a/16~: Evayyt:Ma Kal;avnvov, 2:v11f3aawvxo~ II.f1. 407/80) .......... 496
BRITISH CYPRUS 9
2 Βλ. J.A. SιMPSON/E.S.C. WEINER (επιμ.) (1989), The Oxford English Dictionary, 2nd edi-
tion, ν. πι σελ. 429.
Η ΣΗΜΕΙΩΤΙΚΉ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ 421
7 Βλ. M.W. BALDONI et al. (2009), Blementary nιιmber theory, cryptography and codes,
σελ. 321.
8 Στα μοvαλφαβητικά κρυπτογράμματα αντικατάστασης η κρυπτογράφηση διεκτελεί
ται βάσει ενός σταθερού κρυπτογραφικού. αλφαβήτου, αποτελούμενου από γράμ
ματα και/ή σύμβολα. Αντιθέτως, στα πολυαλφαβητικά κρυπτογράμματα αντικατά
στασης η κρυπτογράφηση βασίζεται στην εναλλαγή διαφορετικών κρυπτογραφικών
αλφαβήτων.
9 Βλ. Π.Ε. ΝΑΣΤΟΥ κ.έτ. (2003), Σύγχρονη κρυπτογραφία, σελ. 47-50.
Η ΣΗΜΕΙΩΠΚΗ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ 423
20 R. JAKOBSON/M. HALLE (1956), Fundamentals of language, σελ. 15: «If the listener
receives a message in a language he knows, he correlates it with the code at hand.
This code includes all the distinctive features to be manipulated, all their admissible
combinations into bundles of concurrent :features termed PHONEMES, and all the
rules of concatenating phonemes into SEQUENCES - briefly, all the distinctive vehicles
serving primarily to differentiate morphemes and whole words». Βλ. επίσης R. JAKOBSON
(1973), Μαίn trends ίn the science of language, σελ. 50: «We may state that among all
information-carrying systems, the genetic code and the verbal code are the only ones
based upon the use of discrete components which, by themselves, are devoid of inherent
meaning but serve to constitute the minimal senseful units, i.e. entities endowed with
their own, intrinsic meaning ίη the given code».
21 R. JAKOBSON (1971), Lίnguίstίcs and comιnunίcatίon theory, στο R. JAKOBSON, Selected
Wrίtings ΙΙ, σελ. 572-573: «Preconceived possibilities, according to Mackay, "is the key
phrase ίη communication theory", and a similar claim comes from linguistics. ln neither
discipline has there been any doubt about the fundamental role of selective operations
ίη verbal activities. The engineer assumes a "filing system" of prefabricated possibilities
more or less common to the sender and receiver of a verbal message, and Saussurian
linguistics speaks correspondingly about. langue, which makes possible an exchange
of parole between interlocutors. Such an "ensemble of possibilities already foreseen
and provided for" implies a code, conceived by communication theory as "an agreed
transfurmation -usually one-to-one and reversible"- by which one set of informational
units is converted into another set, fur instance, a grammatical unit into a phonemic
sequence and vice versa. The code matches the signans with its signatum and the
signatunι with its signans». Οι επισημάνσεις είναι του συγγραφέα.
22 Βλ. R. JAKOBSON (1971), Lίnguistics and communicatίon theory, στο R. JAKOBSON, Selected
Writings ΙΙ, σελ. 575-577.
Η ΣΗΜΕΙΩΤΙΚΉ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ 427
23 Βλ. U. Eco (1984), Semiotics and the philosophy of language, σελ. 171.
24 Βλ. R. JAKOBSON (1973), Main trends in the science of language, σελ. 37.
25 Ε. HoLENSTEIN (1974), Jakobson, σελ. 96: «λ 1' origine du langage phonique ne se trou-
vent pas des associations d' elements depourvus de sens qui presentent par la suite un
sens ou sont charges de sens. Α Ι' origine se trouvent bien au contraire des associations de
sons qui ree{oivent leur forme specifiquement linguistique precisement en vue d' une fonc-
tion de signification... ». Παρατίθεται στο U. Eco (1984), Semίotίcs and the philosophy
of language, σελ. 170-171.
26 R. JAKOBSON (1971), Unguistics and communication theory, στο R. JAKOBSON, Selected
Writings ΙΙ, σελ. 574: «Language is never monolithic; its overall code includes a set of
subcodes... ».
27 Βλ. ό.π.: «The convertible code of language, with all its fluctuations from subcode to
subcode and with all the current progressing changes which this code is undergoing, is to
be jointly and comprehensively described by the means of linguistics and communication
theory». Οι επισημάνσεις είναι του συγγραφέα.
28 Βλ. R. JAKOBSON (1973), Μαίn trends ίn the scίence of language, σελ. 37: «Any verbal
code is convertible and necessarily comprises a set of distinct subcodes or, ίη other
words, functional varieties of language».
428 Π ΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Σ ΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ
29 L ΡRιετο
(1986), Μηvύματα κ α ι σήματα, σελ. 80.
30 L ΡRΙΕΤΟ
(1986), Μηvύματα κα ι σήματα, σελ. 75.
31 LΡRΙΕΤΟ (1986), Μηνύματα κα ι σήματα, σελ. 77.
32 Ι.. PRiεro (1986), Μηνύματα και σήματα, σελ. 43.
33 l. ΡRΙΕΙΌ (1986), Μηvύματα και σήματα, σελ. 77-78. Για την έννοια της σημασιακής
ένδειξης βλ. σελ. 70.
34 Βλ. L ΡRΙΕΤΟ (1986), Μηνύματα και σήματα, σελ. 76.
Η ΣΗΜΕΙΩΤΙΚΉ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ 429
μια τάξη απτών δεδομένων και από την άλλη με ένα απτό δεδομένο που
ανήκει σε αυτή την τάξψ> 35•
Σύμφωνα με τον Prieto, λοιπόν, ο κώδικας λειτουργεί πρωτίστως ως
σύστημα αλληλοσυσχετιζόμενων συν6λων. Ωστόσο, σε αυτή την προσέγ
γιση οι προβλεπόμενες συσχετίσεις δεν ανάγονται σε αμφιμονοσήμαντες
αντιστοιχίσεις. Επιπρόσθετα, θα μπορούσε κανείς να πει ότι η σύλληψη
του Prieto χαρακτηρίζεται απ6 μιαν ευρύτητα, υπό την έννοια ότι λαμ
βάνει υπόψη τόσο τους λεγ6μενους γλωσσικούς όσο και τους μη γλωσσι
κούς κώδικες. Προσφέρονται, μάλιστα, τέσσερα διαφορετικά κριτήρια
ταξινόμησης των κωδίκων 36 • Το πρώτο κριτήριο αφορά την ύπαρξη ή μη
σημάτων, των οποίων το σημαινόμενο να συμπίπτει με το νοητικό πεδίο.
Το δεύτερο κριτήριο αναφέρεται στην πιθαν6τητα η απουσία ενός (θετι
κού) σήματος να συνιστά και αυτή σήμα. Το τρίτο κριτήριο συνίσταται
στην παρουσία ή μη πρώτης και/ή δεύτερης άρθρωσης, ενώ το τέταρτο
κριτήριο αναφέρεται στις δυνατές λογικές σχέσεις μεταξύ των σημαι
νομένων. Το τέταρτο κριτήριο έχει ίσως ιδιάζουσα σημασία διότι είναι
το μ6νο κριτήριο, βάσει του οποίου οι γλωσσικοί κώδικες διαχωρίζο
νται πλήρως απ6 τους υπόλοιπους κώδικες. Πιο συγκεκριμένα, κατά τον
Prieto οι γλωσσικοί κώδικες είναι οι μόνοι, των οποίων τα σημαινόμενα
αναπτύσσουν μεταξύ τους όχι μόνο σχέσεις αμοιβαίου αποκλεισμού αλ
λά και σχέσεις εγκλεισμού και τομής. Στους μη γλωσσικούς κώδικες η δυ
νατ6τητα αυτή δεν υφίσταται 37•
Τον συνδυασμό της έννοιας του συστήματος με την έννοια του συσχε
τιστικού κανόνα μπορεί κανείς να διακρίνει και στις προσεγγίσεις του
Georges Mounin και του Pierre Guiraud. Ο Mounin παρατηρεί πως ο κώ
δικας εμφανίστηκε αρχικά στην επικράτεια της γλωσσολογίας ως συνώ
νυμος του συστήματος (και δη του γλωσσικού συστήματος)38• Ωστόσο,
επισημαίνει ότι οι κώδικες αποτελούν δευτεροταγή συστήματα σημείων,
αφού η κύρια λειτουργία τους συνίσταται στο μετασχηματισμό ήδη αρ
θρωμένων μηνυμάτων σε μηνύματα ενός διαφορετικού συστήματος 39 •
35 L. l'RIETO (1986), Μηvύματα και σήματα, σελ. 82 Η επισήμανση είναι του συγγραφέα.
36 Βλ. L. PRIETO (1986), Μηvύματα και σήματα, σελ. 223-238.
37 Βλ. L. PRIETO (1986), Μηvύματα και σήματα, σελ. 236.
38 Βλ. G. ΜοUΝΙΝ (1970), lntroduction ala semiologie, σελ. 78-79: «Au depart, le mot "code"
s' installe comme synonyme du systeme et de langue: οη parle de code et de message la ou
οη parlait auparavant ou paralle!ement de langue et de parole, de systeme et de chaine,
de paradigmatique et de syntagmatique». Οι επισημάνσεις είναι του συγγραφέα.
39 Βλ. G. MoUNJN (1970), Introduction ά la semiologie, σελ. 83. Παρόμοια σύλληψη ασπά
ζεται και ο Eric Buyssens. Βλ. σχετικά Ε. BUYSSENS (1967), La communication et l'artί
culation linguίstique, σελ. 46-47.
430 ΠΑΝΑΠΩΤΗΣ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ
Υπ' αυτή την έννοια διαφέρουν ουσιωδώς από τις φυσικές γλώσσες. Ως
προς αυτό το σημείο ο Mounin φα(νεται να συμφωνεί με τον Guiraud. Ο
Guiraud εκλαμβάνει και αυτός τους κώδικες ως συστήματα σημείων 40 ,
μεταθέτει όμως το επίκεντρο του ενδιαφέροντος από τη συσχετιστική
τους λειτουργία στον συμβατικό χαρακτήρα τους. Καταλήγει δε εν τέ
λει στον ορισμό των κωδίκων ως συστημάτων συμβάσεων. Στην προ
σέγγισή του η έννοια της σύμβασης αξιοποιείται ως κριτήριο διάκρι
σης μεταξύ κώδικα και ερμηνευτικής. ο κώδικας ορίζεται ως σύστη
μα ρητών κοινωνικών συμβάσεων, σε αντιδιαστολή προς την ερμηνευ
τική που συνιστά σύστημα υπόρρητων και καθαρά τυχαίων σημείων,
τα οποία ερείδονται σε έναν ιστό ασθενών και ακαθόριστων συμβά
σεων41. Ο συμβατικός χαρακτήρας του κώδικα αποτελεί το γνώρισμα
εκείνο που έχει κοινό με τη γλώσσα. Σύμφωνα, όμως, με τον Guiraud η
διαφορά μεταξύ των δύο είναι θεμελιώδης και έγκειται στον ουσιωδώς
διαφορετικό χαρακτήρα κωδικευτικών και γλωσσικών συμβάσεων, και
συγκεκριμένα στο γεγονός ότι, εν αντιθέσει προς τις γλωσσικές συμβά
σεις, οι συμβάσεις των κωδίκων είναι ρητές, εκ των προτέρων παγιωμέ
νες και απολύτως δεσμευτικές 42. Εξάλλου και για τον Guiraud οι κώδι
κες συνιστούν δευτεροταγή συστήματα σημείων, τα οποία δύνανται να
αξιοποιηθούν στο πλαίσιο μιας μετασχηματιστικής λειτουργίας μόνο
χάρη στην ύπαρξη και λειτουργία πρωτοταγών συστημάτων σημείων,
όπως οι φυσικές γλώσσες. Αυτό είναι το δεύτερο σημείο σύγκλισης με
ταξύ των προσεγγίσεων του Mounin και του Guiraud. Παραταύτα, ο
Mounin θα αμφισβητήσει τα κριτήρια διαχωρισμού μεταξύ γλώσσας
και κώδικα που επικαλείται ο Guiraud 43 για να καταλήξει στο συμπέ
ρασμα πως η διαφορά μεταξύ των δύο έγκειται αποκλειστικά στον χα
ρακτήρα της βασικής τους λειτουργίας, και πιο συγκεκριμένα στο γε-
44 Βλ. G. MoUNIN (1970), Introduction ά la semiologie, σελ. 83: «Arrive.ς ici, nous aperce-
vons mieux en quoi les langues naturelles humaines sont profondement differentes que
des codes stricts ou proprement dites: en ce que, dans les codes, οη part toujours d' un
message deja forme pour aboutir 1ι un autre message exprime par des symboles differen-
tes, tandis que, dans les langues, c' est au point d' arrivee seulement qu' οη constate la
pre.ςence d' un message, sur le point de depart duquel οη ne sait 1ι peu pres rien».
45 Βλ. U. Εω (1968), La struttura assente, σελ. 19.
432 ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ
46 Βλ.
L. νοΝ BERTALANFFY (1950), An outline of general s_γstem theory, στο The British
Journal for the Phi/osoph_γ of Science, 1(2), σελ. 143: «Α system can be defined as a
complex of interacting elements p 1, p 2, ••• Pn· Interaction means that the elements stand
in a certain relation R, so that their behaviour ίη R is different from their behaviour in
another relation R'». Βλ. Επίσης A.D. HALL/R.E. FAGEN (1956), Definition of systeιn,
στο General Systems Yearbook 1, σελ. 18: «Α system is a set of objects together with
relationships between the objects and between their attributes».
47 Βλ. W. ΝόΤΗ (1990), Handbook of semiotics, σελ. 205.
Η ΣΗΜΕΙΩΠΚΗ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ 433
56 Για τον ορισμό της έννοιας της πολιτισμικής μονάδας βλ. D.M. SrnNEIDER (1968),
Amerίcan kίnshίp: Α cultural account, σελ. 2: «Α unit in a particular culture is simply
anything that is culturally defined and distinguished as an entity. It may be a person,
place, thing, feeling, state of affairs, sense of foreboding, fantasy, hallucination, hope, or
idea».
57 Βλ. U. Eco (1976), Α theory of semίotίcs, σελ. 105.
58 Βλ. ό.π.
59 U. Eco (1976), Α theory of semίotίcs, σελ. 121: «every semantίc unίt used ίn order to
analyze α seιneme ίs ίn ίts turn α sememe to be analyzed». Οι επισημάνσεις είναι του
συγγραφέα.
60 Βλ. U. Eco (1976), Α theory of semίotίcs, σελ. 121-125.
61 Ρητή σύνδεση του ζητήματος της διακειμενικότητας με την υπό συζήτηση περί κωδί
κων θεωρία γίνεται στο U. Eco (1979), The role of the reader.
436 ΠΑΝΑΠΩΤΗΣ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ
ένας καν6νας που αποκλείει, που οριοθετεί· είναι πρωτίστως ένας κανό
νας που διανοίγει δρόμους μέχρι πρότινος αχαρτογράφητους 65•
Η επίδραση του έργου του Barthes στην ανάπτυξη και διαμόρφωση
του κώδικα στη σημειωτική ήταν ασφαλώς καθοριστικής σημασίας για
την ευρύτερη εξάπλωση του 6ρου στις αρχές τις δεκαετίας του 196066• Η
σύλληψη του Γάλλου σημειολόγου φέρνει, μάλιστα, στο προσκήνιο ζη
τήματα αφορώντα τη νοηματοποιό διάσταση των κωδίκων. Σύμφωνα με
τον Paul Thibault, η έμφαση στην ειρημένη διάσταση χαρακτηρίζει τον
έναν απ6 τους δύο βασικούς τρόπους σύλληψης της σημειωτικής έννοιας
του κώδικα 67• Στον αντίποδα βρίσκεται η κλασική σύλληψη που απορρέ
ει από το καθιερωμένο πρ6τυπο επικοινωνίας των Shannon και Weaver,
όπου η επικοινωνιακή πράξη απεικονίζεται ως γραμμική διαδικασία με
τάδοσης ενός μηνύματος από έναν πομπό προς κάποιον δέκτη μέσω συ
γκεκριμένου διαύλου 68 . Σε ένα τέτοιο μοντέλο ο κώδικας επιτελεί ρ6λο
μετασχηματιστικού κανόνα, βάσει του οποίου επιτυγχάνεται η κωδίκευ
ση (από τον πομπό) και η αποκωδίκευση (από τον δέκτη) του μεταδιδό
μενου μηνύματος. Αξίζει να σημειωθεί 6τι, σύμφωνα με την πλέον απλοϊ
κή σημειωτική εφαρμογή τού συγκεκριμένου μοντέλου, εκείνο που κωδι
κεύεται και αποκωδικεύεται κατά την επικοινωνιακή πράξη είναι οι σκέ
ψεις (ή οι ιδέες) των συνομιλητών, οι οποίες εκλαμβάνονται προφανώς ως
απολύτως ανεξάρτητες από το εκάστοτε χρησιμοποιούμενο σημειωτικό
σύστημα. Κατ' αυτόν τον τρόπο, όμως, αγνοείται πλήρως ο διαμορφω
τικός ρόλος των σημειωτικών συστημάτων στην επικοινωνία 69 • Πολλές
ασφαλώς από τις σημειωτικές προσεγγίσεις που δίνουν έμφαση στη συ
σχετιστική λειτουργία των κωδίκων δεν υιοθετούν μια τ6σο απλοϊκή ερ
μηνεία του συγκεκριμένου επικοινωνιακού προτύπου, ούτε αγνοούν τον
προρρηθέντα διαμορφωτικ6 ρόλο των σημειωτικών συστημάτων. Άλλω
στε, ούτε η σύλληψη που εκλαμβάνει τον κώδικα ως vοηματοποιό δυνα
μικό (meaning-making potential) αρνείται τη συσχετιστική του λειτουρ
γία. Το κρίσιμο ζήτημα που τίθεται εν προκειμένω αφορά το status των
οντοτήτων που εμφανίζονται ως όροι της συσχετιστικής λειτουργίας των
κωδίκων. Αν οι ρηθέντες όροι εκλαμβάνονται ως εξωγλωσσικές -ή γενι-
65 Βλ. U. Eco (1984), Semiotics and the philosophy of language, σελ. 187.
66 Βλ. U. Eco (1984), Seniiotics and the philosophy of language, σελ. 186.
67 Βλ. Ρ. 'ΓHmAULT (1998), Code, στο Ρ. BoUISSAC (ed.), Encyclopedia of Semiotics, σελ.
125.
68 Βλ.
CE. SHANNON /W. WEAVER (1949/1998), The ιnathematίcal theory of communication,
σελ. 34.
69 Βλ. Ρ. THIBAULT (1998), Code, στο Ρ BomssAc (ed.), Encyclopedia of Semiotics, σελ.
125-126.
438 ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ
70 Βλ. Ρ. THIBAULT (1998), Code, στο Ρ. BoUissAc (ed.), Encyclopedίa of Semiotίcs, σελ. 126.
71 Βλ. Ρ. THIBAULτ(1998), Code, στο Ρ. BoUissAc (ed.), Encyclopedia of Semίotίcs, σελ.
126-127.
72 Βλ. Ρ. THIBAULτ(1998), Code, στο Ρ. BoUissAc (ed.), Encyclopedia of Semίotίcs, σελ. 128:
«Α code is a dynamic open system; there is a constant exchange of matter, energy, and
information between a code and its environment(s). The code is a generative process.
It is not [... ] an abstract underlying competence that explains the user's "performance.''
Code is a meaning-making potential that expands and renews itself through the ongoing
exchange with its environment, which is its use».
Η ΣΗΜΕΙΩΤΙΚΉ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ
μέλη μιας κουλτούρας 73• Στο ίδιο μήκος κύματος οι Johansen και Larse:μ
εκλαμβάνουν τους κώδικες ως κανόνες που διέπουν την επιλογή και των
συνδυασμό διακριτών στοιχείων 74 • Για τη Leeds-Hurwitz ο κώδικας είνι:ι~
συνώνυμος με όρους όπως σύστημα, δίκτυο κ. τ.ό. Προσθέτει όμως ότι η
έννοια του κώδικα εμπερικλείει και την ιδέα του κανόνα, ο οποίος ορ..
γανώνει μεμονωμένα σημεία. Καταλήγει, λοιπόν, στον ορισμό του κώ,
δικα ως ενός συνόλου που περιλαμβάνει όχι μόνο σημεία αλλά και κα
νόνες που διέπουν τη γενόμενη χρήση των σημείων 75. Την ίδια σύλληψη
θα συναντήσει κανείς και στον ορισμό των Coupland και Jaworski, σύμ-;
φωνα με τον οποίο οι κώδικες συνιστούν συστήματα ή σύνολα κανόν~-y
και αντιστοιχιών που συνδέουν τα σημεία με τις σημασίες τους 76 • Αυτήy
ακριβώς την ιδέα του συστήματος κανόνων, βάσει των οποίων επιτυγχq~
νεται συγκεκριμένη κάθε φορά οργάνωση σε ένα σύνολο σημείων, επικα~
λείται και ο Marcel Danesi σε σχετικά πρόσφατο ορισμό του, όπου ρητώς
αναγνωρίζει ότι η εμβέλεια των ειρημένων κανόνων εκτείνεται κατ' ου
σίαν σε ολόκληρο το εύρος των ποικίλων τύπων ανθρώπινης συμπεριφο:
ράς και δράσης. Είναι δε χαρακτηριστική η έμφαση που δίνει η εν λόγω
σύλληψη στη λειτουργία του κώδικα ως συστήματος οργάνωσης7 7. Την
ίδια κατά βάση προσέγγιση είχε προτείνει ο Danesi και στη βιοσημειωτι7
κή θεωρία που παρουσίασε με τον Thomas Sebeok στο έργο τους με τί1~
λο The Forms of Meaning, με τη διαφορά ότι εκεί ο κώδικας οριζόταν ω~
συνεκτικό σύνολο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την αναπαράσταση
διαφόρων τύπων φαινομένων με συγκεκριμένους τρόπους7 8•
73 Βλ. Τ. O'SULLIVAN et al. ( 1994 ), Key concepts in communication and cultural studies,
σελ. 43.
74 Βλ. J.D. JoHANSEN / S.E. LARSEN (2002), Signs in use: An introduction to semiotics, σελ. 7.
75 Βλ. W. LEEDs-HυRWJTZ (1993), Seιniotics and communication: Signs, codes, culture~,
σελ. 51.
76 Βλ. Ν. CoUPl.AND / Α. JAwoRΚsJ, Code, στο Ρ. CoBLEY (ed.) (2001), The Routledie
Compa nion to Seιniotics and Linguistics, σελ. 170-171.
77 Βλ. Μ. DANESI (2002), Understanding ιnedia semiotics, σελ. 42: «Codes are Όrganizational
systems or grids' for the recurring elements that go ίηtο the constίtution of anything that
humans make, including signs, rituals, spectacles, behaviours, and representations of all
kinds». Πρβλ. D. CHANDLER (2007), Senιiotics: The basics, 2nd edn, σελ. 148: «a code is a
set of practices familiar to users of the medium operating within a broad cultural frame-
work [... ] Codes are not sίmply 'conventions' of communication but rather procedural
s_νstems of related conventions which operate ίη certain domains». Η επισήμανση είναι
του συγγραφέα.
78 Βλ. Τ. SΕΒΕΟκ/Μ. DANESI (2000), Tlie forms of meaning, σελ. 3: «Codes consist of inter-
acting elements, formίng a colιesive whole, whίch can be deployed to represent types of
phenomena ίη specific ways». Η επισήμανση είναι των συγγραφέων.
440 ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ
4. Καταληκτικές παρατηρήσεις
Η προηγηθείσα επισκόπηση των κυριοτέρων σημειωτικών προσεγγί
σεων του κώδικα επιτρέπει την εξαγωγή μερικών γενικών συμπερασμά
των. Κατ' αρχάς, μπορεί κανείς να παρατηρήσει ότι στη διαδοχή των
εκάστοτε προτεινόμενων ορισμών επανεμφανίζεται μια δέσμη κεντρι
κών σημασιών, οι οποίες φαίνεται εν τέλει να χαρακτηρίζουν ουσιωδώς
την πορεία της υπό συζήτηση έννοιας στην ιστορία της ανθρώπινης σκέ
ψης. Πρόκειται για τις έννοιες του κανόνα, της σύμβασης και του συστή
ματος. Θα πρέπει, ασφαλώς, να επισημάνουμε ότι οι εν λόγω τρεις έννοι
ες δεν συμμετέχουν πάντοτε με το ίδιο, αυστηρώς καθορισμένο, περιε
χόμενο σε αυτή τη σύνδεση. Άλλωστε, όπως φάνηκε από την ανάλυση,
η έμφαση στις διάφορες διαστάσεις του συγκεκριμένου εννοιολογικού
πυρήνα κάθε φορά αλλάζει και οι προτεινόμενες προσεγγίσεις διαμορ
φώνονται εν όψει διαφορετικών ερευνητικών προσανατολισμών. Παρα
ταύτα, στην πορεία της εξέλιξης της σημειωτικής έννοιας του κώδικα δι
ακρίνεται πλέον ευκρινώς μια δεσπόζουσα τάση.
Σε κάθε σημειωτική σύλληψη του κώδικα ενυπάρχει ένα κοινό θεμε
λιώδες χαρακτηριστικό: η προσήλωση στη συστηματικότητα της σημει
ωσικής δραστηριότητας του ανθρώπου, η οποία συνοδεύεται από την
παράλληλη έμφαση στις κανονιστικές πτυχές του σημειωσικού φαινο
μένου. Εξ ου και η σταθερή σύνδεση της έννοιας του κώδικα με τις έν
νοιες του κανόνα, της σύμβασης και του συστήματος. Τούτη η γενικότε
ρη -και σε συντριπτικό ποσοστό υιοθετούμενη- θεωρητική στάση έχει
προφανώς κερδίσει την αδιαμφισβήτητη δημοφιλία της χάρη στις ιδιαί
τερες -και ως έναν βαθμό βάσιμες- προσδοκίες που έχει δημιουργήσει
αναφορικά με την εύρεση λύσεων στα βαθύτερα αινίγματα του φαινομέ
νου της ανθρώπινης επικοινωνίας. Είναι πλέον κοινή η πεποίθηση ότι η
προσφορότερη δίοδος προς την εξιχνίαση αυτών των αινιγμάτων περνά
μέσα από τη διερεύνηση της συστηματικότητας και της κανονιστικότη
τας του σημειωσικού φαινομένου. Σε αυτήν ακριβώς την προοπτική εμ
φανίστηκε και άρχισε σταδιακά να αναπτύσσεται η σημειωτική έννοια
του κώδικα ως ευρετικό εργαλείο προοριζόμενο να κατατμήσει το συνε
χές της ανθρώπινης επικοινωνίας σε ερευνητικώς ελέγξιμες και κατανοή
σιμες περιοχές.
Εκτός, όμως, από τις προαναφερθείσες προσδοκίες και την εκάστο
τε διάψευση ή επαλήθευσή τους, η υπό συζήτηση θεωρητική στάση συ
νεπιφέρει την εμπλοκή του ερευνώντος υποκειμένου σε ορισμένα ακαν
θώδη ζητήματα. Ο λόγος γι' αυτή την εμπλοκή θα πρέπει να αναζητηθεί
Η ΣΗΜΕΙΩΤΙΚΉ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ 441
στην προγραμματική επίκληση των εννοιών του κανόνα και του συστή
ματος. Όσον αφορά την έννοια του συστήματος, αφ' ης στιγμής ληφθεί
η απόφαση της προσφυγής σε αυτήν, τίθεται εξαρχής η απαίτηση του
σαφούς καθορισμού του περιεχομένου της. Παράλληλα, ωστόσο, εγεί
ρονται ορισμένα κρίσιμα ερωτήματα αφορώντα τη σχέση του δρώντος
υποκειμένου με το εκάστοτε παρατηρούμενο σύστημα. Εντάσσεται το
υποκείμενο πλήρως στο σύστημα ή μήπως θα πρέπει μάλλον να θεωρηθεί
ότι ανήκει στο ευρύτερο περιβάλλον και ότι, κατά συνέπεια, συμμετέχει
στο σύστημα μόνο ως προς ορισμένες πτυχές της ύπαρξης του 79 ; Και αν
όντως θεωρήσει κανείς ότι το υποκείμενο συμμετέχει μόνο εν μέρει στο
σύστημα, ποια είναι η σχέση των εκτός τού συστήματος πτυχών τού υπο
κειμένου με το ίδιο το σύστημα; Όσον αφορά την έννοια του κανόνα,
εγείρονται εξίσου πιεστικά ερωτήματα, αφορώντα πρωτίστως την κοι
νωνική θεμελίωση των κανόνων και τη διασάφηση του χαρακτήρα της
πράξης της τήρησης κανόνων. Πίσω από τα ερωτήματα αυτά εκτείνεται
μια σειρά καίριων ζητημάτων που επί μακρόν απασχόλησαν και εξακο
λουθούν να απασχολούν τις επιστήμες του ανθρώπου και τη φιλοσοφία,
και τα οποία θα πρέπει συνεπώς να λαμβάνονται σοβαρά υπόψη από τη
σημειωτική θεωρία.
Η χρήση της σημειωτικής έννοιας του κώδικα ως ευρετικού εργαλείου
συμβαδίζει κατά κανόνα με την αξιοποίησή της ως πυρήνα ενός εξηγη
τικού μοντέλου του φαινομένου της ανθρώπινης επικοινωνίας εν γένει.
Θα λέγαμε, μάλιστα, ότι αυτός ο δεύτερος ρόλος της έχει τονισθεί ιδιαι
τέρως. Ο κώδικας έχει κατ' εξακολούθησιν συνδεθεί με αξιώσεις καθορι
σμού της ουσίας του σημειωσικού φαινομένου και έχει συχνά τεθεί στην
υπηρεσία σχετικών θεωρητικών εγχειρημάτων. Η προηγηθείσα ανάλυση
πάντως δείχνει ότι ο τρόπος, με τον οποίο έχει αξιοποιηθεί ως προς αυτή
τη λειτουργία του, είναι πολλές φορές τέτοιος που μάλλον συγκαλύπτει
παρά αναδεικνύει τα κρίσιμα ζητήματα που αναπόδραστα αναφύονται
λόγω της προσήλωσης στη συστηματικότητα και στην κανονιστικότητα