You are on page 1of 6

Παναγιώτης Ήφαιστος

Καθηγητής, ∆ιεθνείς Σχέσεις-Στρατηγικές Σπουδές


Πανεπιστήµιο Πειραιώς, Τµήµα ∆ιεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών
http://www.ifestos.edu.gr/ -- http://www.ifestosedu.gr/ -- info@ifestosedu.gr --
info@ifestos.edu.gr

Περιεχόµενα (για µετάβαση, κλικ προς και από τον τίτλο)


Σηµειώσεις προφορικής παρέµβασης
∆οκίµιο υπό δηµοσίευση

Κείµενο προφορικής παρέµβασης


Εταιρεία διεθνούς δικαίου και διεθνών σχέσεων 2010 - 16 ∆εκεµβρίου 2010 Αµφιθέατρο Γ.
Κρανιδιώτη, ΥΠΕΞ
«Το µεταβατικό σύστηµα της Βεστφαλίας και του ΟΗΕ υπό την αίρεση
των προϋποθέσεων που αναπτύσσονται στο κοσµοσυστηµικό επίπεδο»
Κείµενο από τα ο οποίο θα αντλήσει η προφορική παρέµβαση

Ήφαιστος Π., Καθηγητής, ∆ιεθνών Σχέσεων-Στρατηγικών Σπουδών,


Τµήµα ∆ΕΣ, Πανεπιστήµιο Πειραιά www.ifestosedu.gr

Άνθρωπος, κράτος, διεθνές σύστηµα είναι τα τρία επίπεδα ανάλυσης της πολιτικής
επιστήµης των διεθνών σχέσεων. Ο εµβληµατικό έργο του Kenneth Waltz, του
σηµαντικότερου σύγχρονου διεθνολόγου, µε τίτλο Ο άνθρωπος, το κράτος και ο πόλεµος
(Εκδόσεις Ποιότητα) που µόλις κυκλοφόρησε, δίνει µια πλήρη περιγραφή και ερµηνεία του
συνόλου του προβληµατισµού για µια ολιστική κατανόηση των παλινωδιών, των
αµφιταλαντεύσεων και των κακουχιών που ταλανίζουν τους ανθρώπους από καταβολής
κόσµου: Πολιτική οργάνωση κατά κράτος ή κατά κόσµο; Ποιο «καθεστώς» στο εσωτερικό
των κρατών φέρνει την ειρήνη στον κόσµο ή πως ενώνεται ο πλανήτης ανθρωπολογικά και
πολιτικά, συζητούν εδώ και δύο αιώνες οι οπαδοί των διεθνιστικών ιδεολογιών. Πιο
ουσιαστικά, τι συγκροτεί και τι συγκρατεί τα κράτη και τον κόσµο, ρώτησε ο αείµνηστος
Παναγιώτης Κονδύλης, µε νόηµα, υποδηλώνοντας ότι αν κανείς δεν έχει να πει κάτι
ουσιαστικό και αξιόπιστο για αυτό, καλύτερα να µην µιλά: Κανείς καλά κάνει να αφήνει
τους ανθρώπους να κάνουν αυτό που θέλουν αντί να µεταµφιέζει επιστηµονικά τις αξιώσεις
ισχύος η να ολισθαίνει στην µια ή άλλη πολιτική θεολογία.
Εν τέλει, κανένας «πολιτικός επιστήµονας» δεν βρέθηκε πίσω από τους επαναστάτες
των εθνικοαπελευθερωτικών αγώνων που τον τελευταίο αιώνα αύξησαν τον αριθµό των
κρατών σε δύο εκατοντάδες. Και η επιβίωση αυτών των κρατών, θα έλεγα, συντελείται
ερήµην αν όχι ενάντια στους λεγόµενους πολιτικούς επιστήµονες του κράτους και της
διεθνούς πολιτικής. Αν και µια τέτοια στάση είναι η εξαίρεση παρά ο κανόνας, τον πολιτικό
στοχασµό πρέπει να τον χαρακτηρίζει περισυλλογή και ταπεινότητα όχι προπέτεια.
∆υστυχώς, η πολιτική θεολογία κυριαρχεί.
Το έθνος ως έννοια υποδηλώνει πνευµατικά, πολιτισµικά και ανθρωπολογικά την
συγκροτηµένη κοινωνική οντότητα. Το κράτος στην σύγχρονη εποχή υποδηλώνει την
πολιτική-πολιτειακή οργάνωση του έθνους όταν τα µέλη του τελευταίου κατακτήσουν την
εθνική τους ανεξαρτησία. Το τι συγκροτεί και τι συγκρατεί το έθνος, τα κράτη και τον κόσµο
δεν νοµίζω να έχει τύχη πειστικής απάντησης. Την πιο εύλογη απάντηση, νοµίζω, την έδωσε
ο Raymond Aron όταν έγραψε πως γνωρίζει την ύπαρξη έθνους όταν διαπιστωθεί ότι τα
µέλη του είναι έτοιµα να πεθάνουν για να το υπερασπιστούν. Ο ίδιος ο Κονδύλης απέφυγε
να δώσει απάντηση όταν έγραφε για το Πολιτικό γεγονός.
Μετά από πολλές δεκαετίες ενασχόλησης µε τις διεθνείς σπουδές δεν είµαι σίγουρος
κατά πόσο οι λεγόµενοι πολιτικοί επιστήµονες συγκρινόµενοι µε τους «απλούς» ανθρώπους,
έχουν πιο καθαρή και πιο αληθινή σκέψη. Σίγουρα οι περισσότεροι πολιτικοί στοχαστές των
Νέων Χρόνων δεν έχουν πολιτική σκέψη συµβατή µε την ανθρώπινη οντολογία, καθότι η
πολιτική θεολογία είναι επίφαση επιστήµης εργαλειακά επιστρατευµένη στις αξιώσεις ισχύος,
και όχι επιστήµη. Για να υποδηλώσω την έκταση αυτού του προβλήµατος, σηµειώνω ότι όλα τα
διεθνιστικά δόγµατα των δύο τελευταίων αιώνων πολιτική θεολογία ασκούσαν, και µάλιστα
στρατευµένα. Οι ηγεµονισµοί, οι οικουµενισµοί, οι διεθνισµοί, οι κοσµοπολιτισµοί και
συγκαιρινά αναρίθµητες συνοµαδώσεις διεθνικών συσπειρώσεων, ροκανίζουν την αντικειµενική
πολιτική σκέψη και την εκτρέπουν προς κατευθύνσεις που αντιβαίνουν στην ανθρώπινη
οντολογία. Έτσι, κάθε αξίωση λογικής και ορθολογιστικής σκέψης ακυρώνεται προγραµµατικά.
Αντίθετα, ο «άνθρωπος της καθηµερινότητας», όπως έχω υποστηρίξει ξανά, ήταν, είναι
και θα είναι ο καλύτερος πολιτικός επιστήµονας. Φτάνει να είναι ικανός για λογική σκέψη και να
αγαπά την πατρίδα του. Ο Ρήγας Βελεστινλής, όντας βαθιά εµποτισµένος µε τα πνευµατικά
ερείσµατα µιας µακραίωνα διαµορφωµένης πολιτικής παράδοσης, ενσάρκωνε µια τέτοια στάση
ζωής. Όπως έγραψε: «ο ελληνικός λαός είναι φίλος και σύµµαχος µε όλα τα ελεύθερα έθνη» και
πως «δεν ανακατώνεται στη διοίκηση άλλων εθνών, αλλά ούτε και δέχεται να ανακατωθούν
άλλα στη δική του».
Η εθνική ανεξαρτησία, ακριβώς, είναι κοσµοθεωρητικό αίτηµα κάθε πνευµατικά ώριµης
κοινωνικής οντότητας, που κτίστηκε πνευµατικά στον στίβο των ανθρωπίνων σχέσεων της
διαχρονίας. Είναι αξίωση συλλογικής ελευθερίας, απερίσπαστης δηλαδή απόλαυσης της
ανθρωπολογικής της ετερότητας. Θα ήταν παράδοξο αν µία κοινωνία που αξιώνει να είναι
ελεύθερη αρνιόταν αναίτια την ελευθερία των άλλων. Η ελευθερία είναι οικουµενική και
καθολική έννοια και όποιος εµφορείται από αυτήν δεν µπορεί να την αρνείται στους άλλους.
Οι ιστορικοπολιτικές πτυχές του πολιτικοστοχαστικού µπερδέµατος στην ιστορία
αναλύονται αναλύονται από τον υποφαινόµενο αλλού (Κοσµοθεωρία των Εθνών,
συγκρότηση και συγκράτηση των κρατών, της Ευρώπης και του κόσµου -
http://www.ifestosedu.gr/104ΕθνικήΚοσµοθεωρία.htm). Όσον αφορά τον µοντερνισµό των Νέων
Χρόνων που αντικατέστησε επαξίως τη θεοκρατική πολιτική θεολογία και τον τρόπο που
στην συνέχεια απαξάπαντες διολίσθησαν στον µεταµοντερνισµό, είναι ζητήµατα τα οποία τα
έχει εξαντλήσει µια και δια παντός ο ανεπανάληπτος και µοναδικός Παναγιώτης Κονδύλης.
Για τις συνέπειες της παρακµής και της κατεδάφισης της Βυζαντινής Οικουµένης, εξάλλου,
πέραν µερικών σηµαντικών ξένων έργων, γράφουν πλέον και πολλοί σύγχρονοι έλληνες,
µεταξύ των οποίων διακρίνω τους Γιώργο Κοντογιώργη, Θόδωρο Ζιάκα και Χρήστος
Γιανναράς. Ενδεχοµένως και κάποιοι άλλοι που δεν γνωρίζω. Εκτιµώ, βέβαια ότι, µετά από
πολλοίς αιώνες κατασυκοφάντησης του σηµαντικότερου πολιτικού, διεθνολογικού και
πνευµατικού φαινοµένου της ιστορίας, δηλαδή της Βυζαντινής Οικουµένης, η σοβαρή
µελέτη αυτού του κορυφαίου πολιτικού και πνευµατικού γεγονότος, µόλις αρχίζει.
Συντεταγµένα, λοιπόν, θα επιχειρήσουµε να σκιαγραφήσουµε συντοµογραφικά τους
σταθµούς της µετά-Βυζαντινής εποχής που έχει ως συµβολική αφετηρία την Συνθήκη της
Βεστφαλίας του 1648 µ.Χ. Για να ορίσουµε τις τάσεις όπως προβάλλονται στο ορατό µέλλον
απαιτείται να προσδιορίσουµε τις πολιτικές προϋποθέσεις της αφετηρίας του καθεστώτος της
Βεστφαλίας, να τις αντιπαραθέσουµε µε την προγενέστερη εποχή, να σκιαγραφήσουµε τα
κοινωνικοοντολογικά γεγονότα µέχρι τις µέρες µας και να προβάλουµε τις µετά-Νεοτερικές
τάσεις όπως είναι ήδη διαµορφωµένες.

Τα κύρια αφετηριακά γνωρίσµατα του καθεστώτος της Βεστφαλίας είναι: i) Το δόγµα της
εδαφικά προσδιορισµένης πολιτικής κυριαρχίας, ii) η διακρατική ισοτιµία, iii) η αντί-
ηγεµονική και αντί-αναθεωρητική εγρήγορση, iv) η µη επέµβαση και v) η ειρηνική επίλυση
των διαφορών. Είναι αρχές που γεννήθηκαν µέσα από τις διπλωµατικές πρακτικές και τις
λειτουργίες του συστήµατος ισορροπίας δυνάµεων από το 1648 µ.Χ. µέχρι και τον Πρώτο
Παγκόσµιο Πόλεµο.
Έκτοτε, σταθµοί ή οριογραµµές µετάλλαξης της ιδιοσυστασίας, αλλά όχι και των
λειτουργιών του σύγχρονου διεθνούς συστήµατος, είναι οι εξής:
α) Η έλευση της αξίωσης λαϊκής κυριαρχίας, µετέτρεψε το κράτος σε εθνοκράτος.
∆ηλαδή, µε τον ένα ή άλλο τρόπο, τα κράτη απέκτησαν µια βαθύτερη και πιο συνεκτική
πολιτική ανθρωπολογία. Συνεπαγόµενα, το κρατοκεντρικό διεθνές σύστηµα µεταλλάσσεται
σε εθνοκρατοκεντρικό, µε την έννοια απόκτησης µιας βαθύτερης οντολογικής πλέον
υπόστασης.
β) Παράλληλα, την ύστερη εποχή, µεγάλα έθνη µακραίωνης ανθρωπολογικής
διαµόρφωσης, αναδείχθηκαν σε γιγαντιαία εθνοκράτη, η παρουσία των οποίων σταδιακά
αλλά σταθερά, εµπεδώνει ένα νέο, απείρως πιο πολύπλοκο πολυπολικό εθνοκρατοκεντρικό
διεθνές σύστηµα.
Το σηµαντικότερο ζήτηµα της διεθνούς πολιτικής, τις επερχόµενες δεκαετίες, είναι το
κατά πόσο αυτά τα µεγάλα εθνοκράτη –συµπεριλαµβανοµένης της Ρωσίας, της Ινδίας, της
Κίνας και άλλων µεγάλων εθνών του πλανήτη στις περιφέρειες– θα αναπτύξουν αντί-
ηγεµονικά και αντί-αναθεωρητικά αντανακλαστικά. Αν αυτό δεν συµβεί, εξ αντικειµένου και
αναπόδραστα, θα πρέπει να αναµένουµε ένα ακόµη φαύλο κύκλο ανελέητων ηγεµονικών
συγκρούσεων.
Κατά µια άποψη, όµως, για εγγενείς λόγους, σε ένα πολυπολικό κόσµο πολλών
εθνοκρατών προικισµένων µε συγκροτηµένες και πολιτικά ώριµες ανθρωπολογίες, η κοινή
κοσµοθεωρία της εθνικής ανεξαρτησίας και οι Υψηλές Αρχές του διεθνούς δικαίου,
αποτελούν, εξ αντικειµένου, τους δύο κεντρικούς άξονες της διεθνούς πολιτικής.
Πιο εµπεδωµένη εθνοκρατική ιδιοσυστασία των µελών του διεθνούς συστήµατος,
ενισχύει την αξίωση των µελών των κοινωνικών οντοτήτων για εσωτερική αυτοδιάθεση,
σύµφωνα µε την ετερότητα των ανθρωπολογικών προϋποθέσεών τους. Εµπεδωµένη
εθνοκρατική ιδιοσυστασία, επιπλέον, σηµαίνει και οξυµµένα αντι-ηγεµονικά
αντανακλαστικά διασφάλισης αυτών των προϋποθέσεων. Ακόµη, υπό συνθήκες
πολυπολικότητας, η εθνική ανεξαρτησία είναι σηµαντική ακόµη και για µεγάλες δυνάµεις.
Επειδή, πάντως, ως εκ της φύσεώς τους, όλες οι ανθρώπινες καταστάσεις είναι
εύπλαστες και επιρρεπείς σε µύριες αποσταθεροποιητικές επιδράσεις της ανεξιχνίαστης
ατοµικής και οµαδικής ανθρώπινης φύσης, η σηµαντικότερη προϋπόθεση διασφάλισης µιας
φοράς κίνησης προς ένα πιο σταθερό εθνοκρατοκεντρικό κόσµο, είναι η ενδυνάµωση των
αντί-ηγεµονικών και αντί-αναθεωρητικών ιδιοτήτων των ανθρώπων, και των θεσµών, στο
επίπεδο του κράτους και στο επίπεδο του διεθνούς συστήµατος.

Για να καταλάβουµε το πώς πορεύεται το διεθνές σύστηµα, είναι αναγκαίο να κατανοηθεί


γιατί το καθεστώς της Βεστφαλίας όπως εξελίχθηκε τους πέντε τελευταίους αιώνες, είναι
εγγενώς τραγικό, αντιφατικό και τραγελαφικό, καθώς επίσης και τι αλλάζει. Λίγα µόνο λόγια
επί ενός µεγάλου θέµατος που αναπτύσσεται σε έκταση αλλού:
Η τραγικότητα έγκειται στο γεγονός ότι η αφετηριακή προσπάθεια να αναβαθµιστεί η
ύλη, µε αρχικό σκοπό να αντιµετωπιστεί η Ρωµαιοκαθολική Θεοκρατία, προκάλεσε την
σταδιακή αντικατάσταση της θρησκευτικής πολιτικής θεολογίας από µια υλιστική πολιτική
θεολογία. Αντιστρέφοντας την ανοδική πορεία συγκρότησης πολιτικού πολιτισµού και
πολιτικών παραδοχών δια-Πολιτειακού και κοσµοσυστηµικού χαρακτήρα, που άρχισε από
την Αρχαιότητα και συνεχίστηκε µέχρι το τέλος της Βυζαντινής Οικουµένης, γενικευµένα
και σε όλα τα επίπεδα, µετά τον 15ο αιώνα, η πολιτική νοηµατοδοτήθηκε στρεβλά, µε
προπολιτικούς όρους ισχύος, επικυριαρχίας, και ωµής επιβολής. Αυτά και άλλα
συµπαροµαρτούντα φαινόµενα καταµαρτυρήθηκαν στην µακρά, ταραχώδη και
καταστροφική µοντερνιστική περίοδο της αποικιοκρατίας, και της ηγεµονικής διαπάλης του
19ου και 20ού αιώνα. Οι συνέπειες µας συνοδεύουν και θα µας συνοδεύουν στον 21ο αιώνα.
Η αντιφατικότητα και το τραγελαφικό του συστήµατος της Βεστφαλίας, έγκειται στο
γεγονός ότι, αρχίζοντας από τα ίδια τα δυτικά κράτη, σταδιακά µεταλλάχθηκε το
ανθρωπολογικό περιεχόµενο των ιδεολογικά επινοηµένων κρατικών και υπερκρατικών
εποικοδοµηµάτων διακυβέρνησης. Οι δοµές διακυβέρνησης, εν τούτοις, δεν
προσαρµόστηκαν στις νέες οντολογικές προϋποθέσεις που υπάρχουν στο υπόβαθρό τους.
Βέβαια, αναµφίβολα, όλες οι εποχές είναι ένα κράµα παρελθουσών τάσεων που συνεχίζουν
να υπάρχουν, ή που έπαυσαν να υπάρχουν, αλλά πολλοί προσκολλώνται σε αυτές λόγω
κεκτηµένης ταχύτητας. Οι γνωστικές δοµές, επιπλέον, δεν συµβαδίζουν πάντοτε µε τα
συντελούµενα στο επίπεδο των κοινωνικοοντολογικών γεγονότων, ενώ οι υπό διαµόρφωση
τάσεις δεν είναι πάντοτε ευδιάκριτες σε όλους. Το παρελθόν χάραξε δύο τάσεις που σήµερα
κυριαρχούν, και που προβάλλονται στο µέλλον, προκαλώντας εντάσσεις αλλά και
προοπτικές.
Η πρώτη τάση αφορά αµφότερα τα επίπεδα, το εθνοκρατικό και το διεθνές.
Καταµαρτυρούµενα, στα θεµέλια όλων των ιδεολογικά επινοηµένων υλιστικών
εποικοδοµηµάτων, οι εθνικοί πολιτισµοί, όχι µόνο επιβίωσαν, αλλά παραδείγµατα όπως της
πρώην ΕΣΣ∆ και της ΕΕ, δείχνουν ότι δυνάµωσαν. Κατά συνέπεια, λογικό είναι πολλοί να
αναζητούν πολιτικό πολιτισµό και συνεπαγόµενα Πολιτικά γεγονότα, όχι προγραµµατικά
ιδεολογικά επινοηµένα, αλλά πολιτειακά δουλεµένα και σµιλευµένα, µε τρόπο που είναι
συµβατός, µε την µακραίωνα διαµορφωµένη υποκείµενη ανθρωπολογία τους. Λογικά, το
ζητούµενο στον 21ο αιώνα, είναι, όχι κάποια προγραµµατικά προσδιορισµένα φιλελεύθερα,
κουµµουνιστικά ή φασιστικά καθεστώτα, αλλά πολιτικές δοµές και συστήµατα διανεµητικής
δικαιοσύνης, συµβατά µε την ανθρωπολογία και τον πολιτικό πολιτισµό κάθε κοινωνικής
οντότητας. Σε κάθε περίπτωση, οι ενδοκρατικές και διακρατικές αφετηριακές προϋποθέσεις
της Βεστφαλίας –οι οποίες αφορούσαν µια πλειάδα υλιστικών ηγεµονικών κρατών, η
δεσπόζουσα θέση των οποίων µέχρι το τέλος του Ψυχρού Πολέµου δεν αµφισβητήθηκε, γιατί
θρεφόταν και συντηρούνταν, αφενός από την αποικιοκρατία, και αφετέρου από την διπολική
ηγεµονική διαπάλη που ακολούθησε–, τώρα ροκανίζονται ή ανατρέπονται.
Η δεύτερη τάση που βαίνει αντίρροπα στις εθνοκρατικές ανθρωπολογικές
προϋποθέσεις, καταµαρτυρείται καθηµερινά, από την ανθεκτικότητα των ιδεολογικά
επινοηµένων εποικοδοµηµάτων διακυβέρνησης, σε πολλά, δυτικά κυρίως, κράτη. Πολλοί οι
φορείς µέσα σε αυτά, καλά εδραιωµένοι, πολλά τα συµφέροντα, πολλές οι ανορθολογικές
αδιαφανείς διαπλοκές, πλέον, ακόµη και µε εξωπολιτικούς διεθνικούς δρώντες.
Καταµαρτυρείται επίσης και µια συγκεχυµένη µεν, αλλά βαθύτατων πολιτικών
προεκτάσεων δε, διαιώνιση των παρωχηµένων δοµών σκέψης της υλιστικής πολιτικής
θεολογίας που συνωστίζονται κυρίως µέσα σε ένα απέραντο και συγκεχυµένο µεταµοντέρνο
πολιτικοστοχαστικό χώρο από τον οποίο ακούονται φωνές ανθρωπολογικής αποδόµησης,
θεσµικής κατεδάφισης και επιστροφή σε Μεσαιωνικές καταστάσεις. Είναι οι νέες
εσχατολογικές δυνάµεις φθοράς, ροκανισµού, ανορθολογισµού και οπισθοδρόµησης. Και
εδώ πολλά και µεγάλα τα συµφέροντα του πολιτικοστοχαστικού παρασιτισµού.

Εξ αντικειµένου, το ζήτηµα που τίθεται, είναι, να προσαρµοστούν στις οντολογικές


προϋποθέσεις του πλανήτη οι θεσµοί, η πολιτική σκέψη και οι πολιτικές αποφάσεις.
Προσαρµογή στην εθνοκρατική ανθρωπολογία και στην εθνοκρατοκεντρική δοµή, στην
αναδυόµενη δηλαδή πολυπολικότητα που καθιστά τον πλανήτη ναρκοπέδιο για κάθε επίδοξο
ηγεµόνα.
Το αυτονόητο, λογικό και κοινό για όλες τις κοινωνίες πολιτικό τρίπτυχο είναι: α)
Ανεπηρέαστη εκπλήρωση της εσωτερικής αυτοδιάθεσης, σύµφωνα µε την ανθρωπολογία και
τον πολιτικό πολιτισµό κάθε κοινωνικής οντότητας. β) Ακατάπαυστη αντί-αναθεωρητική και
αντί-ηγεµονική εγρήγορση, µε σκοπό ολοένα µεγαλύτερες βαθµίδες εκπλήρωσης των
θεµελιωδών προϋποθέσεων του εθνοκρατοκεντρικού διεθνούς συστήµατος, δηλαδή των
Υψηλών Αρχών του διεθνούς δικαίου και της συνεπαγόµενης κοινής κοσµοθεωρίας της
εθνικής ανεξαρτησίας. γ) Στο επίπεδο της διεθνούς οργάνωσης, ορθολογιστική σχέση µεταξύ
εντολέων κρατών, και εντολοδόχων διεθνών θεσµών. Κυρίως κατανόηση του γεγονότος ότι,
ως εκ της φύσεως του εθνοκρατοκεντρικού διεθνούς συστήµατος, η εκπλήρωση του
Καταστατικού Χάρτη θα είναι συνάρτηση λιγότερο νοµικών διατυπώσεων ή δεσµεύσεων και
περισσότερο πολιτικών προϋποθέσεων, υπό το πρίσµα των αντι-ηγεµονικών παραδοχών και
στάσεων που προαναφέραµε.

Στον επερχόµενο 21ο αιώνα, µπορεί να αλλάζει η ανθρωπολογική ιδιοσυστασία των


µονάδων και της εθνοκρατοκεντρικής δοµής ως συνόλου, αλλά οι λειτουργίες είναι ακριβώς
οι ίδιες. Τα αίτια πολέµου, ενδεχοµένως πολύ περισσότερα.
Στο αναδυόµενο πολυπολικό εθνοκρατοκεντρικό διεθνές σύστηµα η κατανοµή ισχύος
θα συνεχίζει να είναι καίρια διαµορφωτική, και η περιγραφή κορυφαίων διεθνολόγων όπως
του Kenneth Waltz, για τον ρόλο της κατανοµής ισχύος, θα καθίσταται ολοένα και πιο
επίκαιρη. (Τα δύο βιβλία του, το Ο άνθρωπος, το κράτος και ο πόλεµος και το Θεωρία
διεθνούς πολιτικής µόλις κυκλοφόρησαν στην ελληνική γλώσσα).
Εθνική ανεξαρτησία, εσωτερική-εξωτερική κυριαρχία και εσωτερική αυτοδιάθεση,
πάντα σήµαινε και πάντα θα σηµαίνει διεθνή αναρχία. ∆ηλαδή, i) απουσία παγκόσµιας
κυβέρνησης, ii) απουσία κάποιου είδους κυβέρνησης των κυβερνήσεων και iii) και
δυσκολίες στην εκπλήρωση των σκοπών της διεθνούς νοµιµότητας.
Ύπαρξη αιτιών πολέµου σηµαίνει αστάθεια, και διεθνείς θεσµούς που είναι
εξαρτηµένες µεταβλητές των αιτιών πολέµου. Ως γνωστό η ανάλυση του Kenneth Waltz,
διόλου τυχαία, µε το να τονίζει την σηµασία της ισορροπίας δυνάµεων, συγκροτεί µια
πανίσχυρη αντί-ηγεµονική θεώρηση. Αυτό την καθιστά τον επερχόµενο 21ο αιώνα,
σηµαντική και ολοένα και πιο επίκαιρη, γιατί, όπως ήδη υποστηρίξαµε, ένα
εθνοκρατοκεντρικό διεθνές σύστηµα είναι, λογικά, εγγενώς αντι-ηγεµονικό.
Όπως ήδη τονίσαµε, το πέρασµα από την ηγεµονική κρατοκεντρική ιστορική φάση
στην εθνοκρατοκεντρική, σε µεγάλο βαθµό, συναρτάται από το κατά πόσο τα µεγάλα
εθνοκράτη που αναδύονται ως σηµαντικοί δρώντες, θα λειτουργήσουν αντί-αναθεωρητικά
και αντί-ηγεµονικά.
Ιδιαίτερα τα λιγότερο ισχυρά εθνοκράτη, έχουν συµφέρον να θρέφουν τέτοιες
στάσεις. Ακριβώς, µετά τον Ψυχρό Πόλεµο χρειαζόµασταν αντί-ηγεµονικούς άξονες και
διαφύλαξη της εθνικής ανεξαρτησίας. Όχι ποταµούς ευσεβών πόθων, νέες εσχατολογίες,
ενθάρρυνση του εφήµερου και άπληστου πλιάτσικου της µιας ή άλλης εφήµερης
δεσπόζουσας δύναµης, κινδυνολογία για να εµποδιστεί µια αποτρεπτική στρατηγική των
φιλειρηνικών κρατών, και εναπόθεση της τύχης µικρών εθνών σε, ανεξάρτητους δήθεν,
διαµεσολαβητές του διεθνικού παρασκηνίου, οι οποίοι αναµενόµενα, ροκάνισαν τον ρόλο
των διεθνών θεσµών και των Υψηλών Αρχών του διεθνούς δικαίου.

∆ύο τελευταίες καίριες επισηµάνσεις:


Πρώτον, όσον αφορά το υπέρτατο ζήτηµα της ασφάλειας των κρατών, δεν µπορεί
παρά να γνωρίζουµε ότι ισχύει η αρχή της αυτοβοήθειας, και ότι, οι διεθνείς θεσµοί θα
συνεχίσουν να είναι εξαρτηµένοι στις ανακατανοµές ισχύος, οι οποίες, ανακατανοµές
ισχύος, δεν θα παύσουν να είναι το δραστικότερο διανεµητικό κριτήριο συµφερόντων,
πόρων και συνοριακών διευθετήσεων.
Η αυτορρύθµιση της διεθνούς πολιτικής, τεκµηριώνει ο Kenneth Waltz, όπως και
πολλοί άλλοι, είναι συνάρτηση της ισορροπίας δυνάµεων. Στο εθνοκρατοκεντρικό διεθνές
σύστηµα, προσθέτω εγώ, οι αντί-ηγεµονικές εθνοκρατοκεντρικές συσπειρώσεις, θα είναι το
κυριότερο µέσο αυτορρύθµισης, σε ένα αιώνα, µάλιστα, που εξ αντικειµένου θα είναι
απαιτητικός και πιο ταραχώδης. Όπως είπαµε, όσο περισσότερες µεγάλες δυνάµεις
προσχωρήσουν σε αυτή την λογική, τόσο περισσότερο θα έχουµε ρύθµιση σύµφωνα µε την
διεθνή νοµιµότητα, και τόσο περισσότερο θα αντικρούονται οι ηγεµονικές και
αναθεωρητικές στάσεις. Ποτέ δεν πρέπει να λησµονούµε, βέβαια, την αρχή της
αυτοβοήθειας που πάντα θα ισχύει.
Το πόσο αδιάκοπες και αποτελεσµατικές είναι οι αντί-ηγεµονικές συσπειρώσεις,
εξαρτάται, εν µέρει τουλάχιστον, από τις βαθµίδες εµπέδωσης της εθνικής ανεξαρτησίας, ως
κοινής κοσµοθεωρητικής παραδοχής εντός και µεταξύ των εθνών. Εξαρτάται, επίσης, από
την συνειδητοποίηση του γεγονότος ότι, κάθε πράξη διανεµητικών προεκτάσεων απαιτείται
να είναι συµβατή µε τις Υψηλές Αρχές του ∆ιεθνούς ∆ικαίου, και όχι το αντίστροφο, όπως
συχνά παρατηρήθηκε τις δύο τελευταίες δεκαετίες.
∆εύτερον, ενάντια στην εθνική ανεξαρτησία και στις Υψηλές Αρχές του διεθνούς
δικαίου, στέκονται ολόρθες, λειτουργώντας αντίρροπα, όλες οι αποχρώσεις των διεθνιστικών
παραδοχών του παρελθόντος.
Ενέχει µεγάλη πολιτική και στοχαστική σηµασία, όµως, να προβληµατιστούµε για
ένα διαχρονικό φαινόµενο, πάντοτε καταστροφικό και ανερµήνευτο: Γιατί τόσοι πολλοί και
διαχρονικά ακατάπαυστα, πίστεψαν στην ιδέα µιας κοινωνικής και πολιτικής ένωσης του
πλανήτη. Πως είναι δυνατό, διερωτόµαστε µε λογικούς όρους, να υπάρξουν πλανητικές
ανθρωπολογικές προϋποθέσεις πάνω στις οποίες θα εδράζεται ένα νοµιµοποιηµένο µη
ηγεµονικό πλανητικό Πολιτικό γεγονός, και µια πλανητική διανεµητική δικαιοσύνη; Τέτοιες
προϋποθέσεις ποτέ δεν υπήρξαν και εξ αντικειµένου ποτέ δεν θα υπάρξουν. Τα σύγχρονα
συστήµατα διανεµητικής δικαιοσύνης, επιπλέον, είναι εθνοκρατικά, και για ιστορικούς
λόγους πλέον, απολύτως, και εδαφικά, οριοθετηµένα.
Αλτρουιστική διανεµητική δικαιοσύνη πολιτικά ενταγµένη, εξάλλου, επίσης δεν
υπάρχει. Τόσο οι Υψηλές Αρχές του διεθνούς δικαίου όσο και η κοινή για όλα τα κράτη
συνεπαγόµενη κοσµοθεωρία της Εθνικής Ανεξαρτησίας, αυτό υποδηλώνουν. Οι κοινωνίες,
κατά µόνας, συλλογικά και όλες µαζί στους Καταστατικούς Χάρτες των διεθνών θεσµών,
καθηµερινά αυτό υπογραµµίζουν. Αποδυνάµωσή των συστηµάτων διανεµητικής
δικαιοσύνης και της αυτοδιάθεσης που επιτρέπει την ελεύθερη συγκρότησή τους, από ένα
πιθανό νέο κύµα εσχατολογικών διεθνιστικών ιδεολογιών, σηµαίνει ροκάνισµα του κλαδιού
πάνω στο οποίο όλοι καθόµαστε. Η ιδεολογική εσχατολογία υπήρξε πηγή πολλών κακών,
και δεν αντέχει, πλέον, στην βάσανο της λογικής σκέψης, αλλά ούτε και στις πολιτικές
προϋποθέσεις του 21ου αιώνα.

Μια ακόµη καταληκτική παρατήρηση: Οι αντί-ηγεµονικές συσπειρώσεις και οι αντί-


ηγεµονικές στάσεις που προασπίζονται την διεθνή νοµιµότητα συναρτώνται τόσο µε
κριτήρια κατανοµής ισχύος όσο και µε την ευρωστία της εθνοκρατικής ανθρωπολογίας.
Η πορεία προς ένα ολοένα και πιο σταθερό εθνοκρατοκεντρικό κόσµο, βέβαια, όχι
µόνο δεν σηµαίνει κατάπλευση στο λιµάνι κάποιας εθνοκρατοκεντρικής Ιθάκης, όπου θα
πρυτανεύει η διεθνής νοµιµότητα. Ούτε εδώ χωρούν εσχατολογικές υποσχέσεις.
Αυτή την µεγάλη ανθρώπινη αλήθεια, µας το περιέγραψε η ανεπανάληπτη
Αλεξανδρινή ιδιοφυής προσωπικότητα: Ιθάκη µάλλον δεν υπάρχει, και η θαλασσοπορία
προς ένα σταθερό εθνοκρατοκεντρικό διεθνές σύστηµα, το οποίο λογικά οι περισσότεροι
άνθρωποι ποθούν, θα είναι ένα ατερµάτιστο ταξίδι. Ταξίδι γεµάτο θυµωµένους Ποσειδώνες,
Κύκλωπες, και πολλές, µα πάρα πολλές, µεταµφιεσµένες εσχατολογικές Σειρήνες.
Νηνεµία, ηρεµία και ησυχασµός υπάρχει µόνο επουράνια και κατά τους
θρησκευόµενους µόνο για όσους πάνε στον παράδεισο, όχι για αυτούς που θα πάνε στην
κόλαση.
Η προάσπιση της διεθνούς νοµιµότητας προϋποθέτει άγρυπνη και πανίσχυρη άµυνα –
κυρίως πνευµατική, πολιτική αλλά και ένοπλη– κατά των ηγεµονικών και αναθεωρητικών
αξιώσεων. Επίσης, σε εθνοκρατοκεντρικό επίπεδο προϋποθέτει άγρυπνη εγρήγορση, για
ευέλικτη συγκρότηση αντί-ηγεµονικών αντιστάσεων.
Κλείνω λοιπόν τονίζοντας ότι 1ον) τον 21ό αιώνα η κύρια σταθερή αξία είναι το
εθνοκράτος, 2ον) το ζητούµενο είναι η τήρηση της διεθνούς νοµιµότητας και των Υψηλών
Αρχών του διεθνούς δικαίου, και 3ον) το µέσο είναι οι αντί-ηγεµονικές στάσεις και
συσπειρώσεις.

You might also like