You are on page 1of 338

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΓΕΩΠΟΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ
ΤΟΜΕΑΣ ΟΠΩΡΟΚΗΠΕΥΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΜΠΕΛΟΥ

Ν. Α. ΝΙΚΟΛΑΟΥ

ΤΕΧΝΙΚΕΣ
ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑΣ ΤΗΣ ΑΜΠΕΛΟΥ

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2012
Ι. ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΜΟΣ

Ο πολλαπλασιασμός των διαφόρων ειδών είναι μια από τις βασικότε-


ρες καλλιεργητικές τεχνικές και είναι γνωστό ότι η έναρξη της εφαρμογής του
χάνεται στα βάθη της ιστορίας του ανθρώπινου γένους. Η καλλιέργεια της
γης είναι χαρακτηριστικό του κοινωνικού ανθρώπου με μόνιμη κατοικία και
διαμονή και ο πολλαπλασιασμός αποτελεί μια απαραίτητη εμπειρία και
προϋπόθεση για την καλλιέργεια των διαφόρων φυτών τα οποία εκμεταλλεύ-
εται ο άνθρωπος.
Από το τέλος της μεσολιθικής περιόδου (8.000 π.χ.), ο άνθρωπος αρχί-
ζει σιγά - σιγά να διαμορφώνει τους πρώτους πρωτόγονους οικισμούς,
πράγμα που σημαίνει ότι κατά την περίοδο αυτή παύει να είναι αποκλειστι-
κά συλλέκτης τροφής και αρχίζει κάποια γεωργική δραστηριότητα. Η εμφά-
νιση της γεωργίας πραγματοποιήθηκε κατά την ‘προκεραμική’ περίοδο η
οποία προσδιορίζεται κατά το τέλος της μεσολιθικής εποχής και την έναρξη
της νεολιθικής. Η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται από έντονες κλιματικές με-
ταβολές με κύριο χαρακτηριστικό τις κατακλυσμιαίες βροχές και τις υψηλό-
τερες θερμοκρασίες, οι οποίες μάλιστα μνημονεύονται στην Ελλάδα για
πρώτη φορά, στο μύθο βασιλιά της Θεσσαλικής Φθίας, Δευκαλίωνα. Η με-
ταβολή του κλίματος και συνεπώς της χλωρίδας και της πανίδας επέφερε
ριζικότατες πολιτισμικές μεταβολές με κύριο χαρακτηριστικό τον κοινωνικό
άνθρωπο, ο οποίος οργανώνεται σε κοινωνίες με μόνιμη εγκατάσταση και
αρχίζει να ασχολείται με την καλλιέργεια της γης.
Σε ότι αφορά την άμπελο, η οποία συμπεριλαμβάνεται μεταξύ των πρώ-
των ειδών που επέλεξε και καλλιέργησε ο άνθρωπος, υπάρχει μια σημαντι-
κή εμπειρία και γνώση, σχετικά με τον πολλαπλασιασμό, η οποία έχει συσ-
σωρευτεί με το πέρασμα των αιώνων. Ο αρχαίος Έλληνας συγγραφέας Θεό-
φραστος (372 - 287 π.Χ.) στο έργο του “Περί φυτών αιτίων”, μας δίνει αρκε-
τές πληροφορίες για τον πολλαπλασιασμό της αμπέλου αλλά και για τις
καλλιεργητικές φροντίδες, οι οποίες ήταν γνωστές από την εποχή αυτή. Ό-
μως είναι ανάγκη αυτή η εμπειρία να συμπληρώνεται με τα σύγχρονα επι-
στημονικά δεδομένα τα οποία βασίζονται σε βιολογικές και αγρονομικές

2
παραμέτρους. Η επιτυχία λοιπόν του πολλαπλασιασμού προϋποθέτει την
πλήρη γνώση των ανατομικών, φυσιολογικών και βιοχημικών χαρακτηριστι-
κών και ιδιοτήτων του φυτού.

1. Μέθοδοι πολλαπλασιασμού της αμπέλου

Η άμπελος πολλαπλασιάζεται αγενώς, αλλά και εγγενώς με σπόρους ή


γίγαρτα όπως συνήθως αποκαλούνται οι σπόροι των καρπών της αμπέλου.
Η προέλευση των καλλιεργούμενων ποικιλιών της αμπέλου είναι κυρί-
ως η ίδια η φύση, από την οποία ο άνθρωπος επέλεξε και καλλιέργησε τους
πιο ενδιαφέροντες βιοτύπους. Εκτός βέβαια από αυτούς τους βιοτύπους,
καλλιεργείται και ένας μεγάλος αριθμός υβριδίων τα οποία είναι προϊόντα
της γενετικής βελτίωσης.
Η άμπελος, λόγω του υψηλού βαθμού ετεροζυγωτίας, όταν πολλα-
πλασιάζεται εγγενώς, δίδει απογόνους με εντελώς διαφορετικά φαινοτυπικά
και γενετικά χαρακτηριστικά από αυτά των γονέων. Είναι λοιπόν αυτονόητο
ότι ο τρόπος αυτός δεν χρησιμοποιείται για τον πολλαπλασιασμό των υ-
παρχόντων καλλιεργούμενων ποικιλιών. Χρησιμοποιείται όμως ευρέως στη
γενετική βελτίωση της αμπέλου. Δια μέσου του εγγενούς πολλαπλασιασμού,
έχουν δημιουργηθεί ανά το κόσμο σπουδαίες νέες ποικιλίες και χρήσιμα για
την αμπελοκαλλιέργεια υποκείμενα.
Για τον πολλαπλασιασμό των υπαρχόντων καλλιεργούμενων ποικιλιών
και υποκειμένων, χρησιμοποιείται ο αγενής πολλαπλασιασμός. Μεταξύ των
διαφόρων μεθόδων αγενούς πολλαπλασιασμού, εφαρμόζεται σχεδόν απο-
κλειστικά ο αγενής πολλαπλασιασμός με μοσχεύματα χειμερινού ξύλου. Σε
μικρότερη κλίμακα χρησιμοποιούνται και φυλλοφόρα μοσχεύματα. Επίσης
εφαρμόζονται και διάφορες άλλες εξειδικευμένες τεχνικές αλλά για ερευνητι-
κούς σκοπούς, ή τη γενετική βελτίωση όπως π. χ. ο in vitro πολλαπλασια-
σμός.

3
2. Εγγενής πολλαπλασιασμός της αμπέλου

Είναι γεγονός ότι οι πολυάριθμες ποικιλίες της αμπέλου που καλλιερ-


γούνται ανά τον κόσμο, αλλά και οι αυτοφυείς βιότυποι οι οποίοι φύονται
τυχαία και επιβιώνουν στη φύση, είναι προϊόντα του εγγενούς πολλαπλασι-
ασμού. Η γενετική διαδικασία κατά την οποίαν άρρενες και θηλυκοί γαμέτες
σχηματίζουν στα αναπαραγωγικά όργανα της αμπέλου τον ζυγώτη, ο οποίος
χαρακτηρίζεται από μια ιδιαίτερη γενετική ταυτότητα, έχει δημιουργήσει όλο
αυτό τον πλούτο των γενοτύπων της αμπέλου, πολλούς από τους οποίους
έχει επιλέξει ο άνθρωπος κατά τη μακρόχρονη ιστορία του στη γη και τις
καλλιεργεί με επιτυχία. Αυτή η διαδικασία συνεχίζει να δημιουργεί νέους
βιοτύπους και με τυχαίο τρόπο εμπλουτίζει τη φύση με αυτοφυή φυτά.
Σύμφωνα με έγκυρες εκτιμήσεις, οι ποικιλίες οι οποίες καλλιεργούνται
ανά τον κόσμο ανέρχονται στις 7 - 10.000. Η συντριπτική πλειοψηφία αυ-
τών ανήκει στο είδος της Οινοφόρου ή Ευρωπαϊκής αμπέλου (Vitis vinifera
L.) και ένας πολύ μικρός αναλογικά αριθμός, ανήκει σε άλλα είδη όπως π.
χ. στο Vitis labrusca. Επίσης καλλιεργείται και ένας αριθμός κατ’ ευθείαν
παραγωγών υβριδίων (ετεροϋβριδίων της Ευρωπαϊκής αμπέλου), προερχο-
μένων από διασταυρώσεις μεταξύ διαφόρων ειδών και της Ευρωπαϊκής α-
μπέλου.
Επιπλέον, μεγάλος αριθμός υποκειμένων χρησιμοποιείται στην αμπελο-
καλλιέργεια, για την προστασία των καλλιεργούμενων ποικιλιών από τη
φυλλοξήρα, η οποία καταστρέφει το ριζικό σύστημα των ποικιλιών της Ευ-
ρωπαϊκής αμπέλου.
Η ποικιλομορφία ως προς τα μορφολογικά χαρακτηριστικά των διαφόρων
ποικιλιών οφείλεται βεβαίως στις γενετικές διαφορές. Επί πλέον οι επιδρά-
σεις του περιβάλλοντος και των συνθηκών καλλιέργειας πολλές φορές επη-
ρεάζουν σημαντικά τα μορφολογικά τους χαρακτηριστικά.
Ο όρος παραλλακτικότητ α , αναφέρεται στις γενετικές διαφορές που αφο-
ρούν ένα συγκεκριμένο χαρακτηριστικό, βιοτύπων που ανήκουν στο ίδιο εί-

4
δος ή σε κοντινό γενετικά είδος και οι οποίοι καλλιεργούνται στο ίδιο περι-
βάλλον. Στα ετήσια φυτά τα οποία πολλαπλασιάζονται εγγενώς, οι γενετι-
κές διαφορές οφείλονται σχεδόν αποκλειστικά στον ανασυνδυασμό των γο-
νιδίων ο οποίος συμβαίνει στο στάδιο της μετάφασης, κατά τη διαδικασία
της μείωσης των γενετικών κυττάρων. Στα πολυετή φυτά όμως, στα οποία
κατά κανόνα εφαρμόζεται ο αγενής πολλαπλασιασμός, οι διαφορές αυτές
οφείλονται επί πλέον και σε ένα πλήθος σωματικών μεταλλάξεων, οι οποίες
συμβαίνουν τυχαία κατά τη διάρκεια κάποιου βλαστικού κύκλου και μεταφέ-
ρονται στους επόμενους βλαστικούς απογόνους. Θα πρέπει να σημειωθεί
ότι οι μεταλλάξεις που συμβαίνουν στα γενετικά κύτταρα, ενδεχομένως να
περνούν απαρατήρητες, κατά τον αγενή πολλαπλασιασμό της αμπέλου. Οι
μεταλλάξεις αυτές που συμβαίνουν, έχουν ως αποτέλεσμα την εκδήλωση δι-
αφόρων φαινοτύπων του ιδίου γενώματος. Αυτές οι διαφορές που παρατη-
ρούνται και καθιστούν τις ποικιλίες φαινοτυπικά ποικιλόμορφες, έχουν με-
γάλη σημασία για την αμπελοκαλλιέργεια, δεδομένου ότι μερικά άτομα ε-
ντός των πληθυσμών των ποικιλιών, παρουσιάζουν χαρακτηριστικά με εξαι-
ρετική σημασία για την καλλιέργεια της αμπέλου και την παραγωγή προϊό-
ντων ποιότητας. Η διαδικασία εντοπισμού και αξιολόγησης των ατόμων αυ-
τών εντός των πληθυσμών εντάσσεται στα πλαίσια ενός εξειδικευμένου επι-
στημονικού αντικειμένου της αμπελουργίας το οποίο καλείται κλωνική επι-
λογή.

Είναι γνωστό ότι από τον 19 ο ακόμη αιώνα, ο άνθρωπος άρχιζε να πα-
ρεμβαίνει στη γενετική διαδικασία και να προκαλεί ο ίδιος με ελεγχόμενο
τρόπο τη δημιουργία νέων βιοτύπων. Η συσσωρευμένη γνώση η οποία έχει
αποκτηθεί μέχρι σήμερα σχετικά με τον τρόπο κληρονόμησης των διαφόρων
χαρακτηριστικών εντάσσεται σε ένα ευρύτερο επιστημονικό αντικείμενο, τη
γενετική βελτίωση της αμπέλου η οποία έχει σκοπό τη δημιουργία νέων βιο-
τύπων με ενδιαφέροντα χαρακτηριστικά όπως π.χ. την ανθεκτικότητα σε κά-
ποια παθογόνα, την απυρηνία των επιτραπεζίων ποικιλιών, τα αναλυτικά
και οργανοληπτικά χαρακτηριστικά των ποικιλιών οινοποιίας κλπ.

5
2.1 Σύντομα ιστορικά δεδομένα

Η άμπελος ήταν ένα από τα πρώτα φυτά στα οποία εφαρμόστηκε η γενε-
τική βελτίωση. Από το 1868, μετά την είσοδο της φυλλοξήρας στην Ευρώπη,
άρχισε μια συστηματική προσπάθεια δημιουργίας υποκειμένων για την α-
ντιμετώπιση της φυλλοξήρας. Πολλά χρόνια πιο πριν (1824 - 1845), οι L.
και H. BOUSCHET, με ελεγχόμενες διασταυρώσεις, μεταξύ της ποικιλίας
Teinturier και άλλων ποικιλιών της Ευρωπαϊκής αμπέλου, δημιούργησαν τα
γνωστά υβρίδια των BOUSCHET, το σπουδαιότερο εκ των οποίων είναι η
ποικιλία Alicante Bouschet, με σάρκα έντονου ερυθρομελανού χρωματισμού.
Όπως προαναφέρθηκε, με την εμφάνιση της φυλλοξήρας, η γενετική βελ-
τίωση γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη. Έτσι στις αρχές του 20 ου αιώνα, η αμπε-
λοκαλλιέργεια, σε παγκόσμιο επίπεδο, διέθετε ένα μεγάλο αριθμό υποκειμέ-
νων, ικανών να αντιμετωπίσουν τα περισσότερα προβλήματα προσαρμογής
σε διάφορους εδαφικούς τύπους.
Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι μετά την είσοδο του περονοσπόρου
στην Ευρώπη (1878), κατ’ αρχήν επιχειρήθηκε να διασωθεί η αμπελοκαλ-
λιέργεια με μια γιγαντιαία προσπάθεια δημιουργίας των κατ’ ευθείαν παρα-
γωγών υβριδίων . Κατά την περίοδο αυτή άρχισαν να γίνονται γνωστοί και
να εφαρμόζονται συστηματικά οι κανόνες του MENDEL, σχετικά με τις βα-
σικές αρχές της κληρονόμησης των διαφόρων γενετικών χαρακτηριστικών.
Όμως τα κατ’ ευθείαν παραγωγά υβρίδια, άρχισαν σιγά - σιγά να αποσύρο-
νται λόγω της υποβαθμισμένης ποιότητας των προϊόντων που παράγουν.
Εξακολουθούν ακόμη να καλλιεργούνται σε μερικές περιοχές της γης, όπως
στη Βόρεια Αμερική και τον Καναδά, λόγω της αντοχής μερικών από αυτά
στο χειμερινό ψύχος, ή σε μερικές τροπικές χώρες, λόγω της αντοχής που
διαθέτουν στις κυριότερες μυκητολογικές ασθένειες που προσβάλλουν την
άμπελο.

6
2.2. Αρχές και μέθοδοι της γενετικής βελτίωσης της αμπέλου

Είναι γνωστό ότι η άμπελος είναι ένα φυτό έντονα ετεροζύγωτο. Έτσι οι
γενετικοί απόγονοί του, διαφέρουν από τους γονείς τους καθώς επίσης και
μεταξύ τους. Επίσης είναι γνωστό ότι πολλά χαρακτηριστικά ελέγχονται από
περισσότερα γονίδια, με πολύ λίγες εξαιρέσεις γνωστές μέχρι σήμερα, όπως
π.χ. το χρώμα της ράγας ή το γένος του άνθους. Η συμβολή καθενός από τα
γονίδια στην εκδήλωση του χαρακτηριστικού είναι πολύ μικρή αναλογικά.
Οι σχέσεις και οι αλληλεπιδράσεις αυτών των γονιδίων μεταξύ τους είναι
αρκετά πολύπλοκες. Έτσι κατά τις διασταυρώσεις, λόγω ανασυνδυασμού
των γονιδίων, παρατηρείται μια συνεχής παραλλακτικότητα των σπουδαιό-
τερων χαρακτηριστικών.
Στη βελτίωση της αμπέλου έχουν εφαρμοστεί όλες οι μέθοδοι και οι τε-
χνικές της κλασικής γενετικής βελτίωσης, καθώς επίσης και οι σύγχρονες.
Έτσι για παράδειγμα έχει γίνει προσπάθεια δημιουργίας καθαρών σειρών
με συνεχείς αυτογονιμοποιήσεις καθώς επίσης προσπάθεια μείωσης της
ύπαρξης διαφορετικών γονιδιακών συνδυασμών με τη δημιουργία μιας γε-
νεάς F2 που προέρχεται από αναδιασταύρωση (Back cross).
Κατά τις διασταυρώσεις μεταξύ ποικιλιών της αμπέλου, η συμπεριφορά
των απογόνων διαφέρει. Μερικές φορές παρατηρείται αύξηση της ζωηρότη-
τας των απογόνων, χαρακτηριστικό που παρατηρείται συνήθως κατά την
ετέρωση και άλλες φορές μείωση της ζωηρότητας των απογόνων, χαρακτη-
ριστικό που συνήθως παρατηρείται κατά την αυτογονιμοποίηση. Τα φαινό-
μενα της ετέρωσης και της αυτογονιμοποίησης εκτός από τη ζωηρότητα των
απογόνων, συσχετίζονται με την αύξηση του μήκους του γυρεοσωλήνα. Στην
περίπτωση της ετέρωσης το μήκος του γυρεοσωλήνα αυξάνει κατά πολύ
(Italia x Ribier), ενώ στη περίπτωση της αυτογονιμοποίησης παρουσιάζει
μειωμένη αύξηση. Οι απόγονοι που είναι υβρίδια των ποικιλιών Italia και
Μοσχάτο Αμβούργου, παρουσίαζαν επίσης μειωμένη αύξηση του γυρεοσω-

7
λήνα. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η ποικιλία Italia είναι υβρίδιο του Μοσχ.
Αμβούργου και της ποικιλίας Bicané.
Λόγω λοιπόν αυτών των ιδιοτήτων της αμπέλου, είναι πολύ δύσκολο να
συγκεντρωθούν σε μια ποικιλία πολλά ενδιαφέροντα χαρακτηριστικά μαζί,
με δεδομένη τη πολυγονιδιακή βάση των πιο σπουδαίων χαρακτηριστικών.

2.3. Διαδικασία και πρακτική των διασταυρώσεων

Η πραγματοποίηση των διασταυρώσεων είναι μια επίπονη και λεπτή δι-


αδικασία, η οποία θα πρέπει να γίνεται με μεγάλη προσοχή. Η επιλογή των
γονέων σχετίζεται με το επιζητούμενο αποτέλεσμα και βασίζεται στην προη-
γούμενη εμπειρία και γνώση γύρω από τον τρόπο κληρονόμησης των διαφό-
ρων χαρακτηριστικών της αμπέλου.
Εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων οι περισσότερες ποικιλίες της αμπέλου εί-
ναι ερμαφρόδιτες. Έτσι για να αποφεύγεται η αυτογονιμοποίηση θα πρέ-
πει να αφαιρούνται οι στήμονες από κάθε άνθος της ποικιλίας που θα χρη-
σιμοποιηθεί ως μητρικό φυτό. Αυτό θα πρέπει να γίνει 8 ημέρες περίπου
πριν την άνθηση (Σχήμα 1). Μετά την απομάκρυνση των στημόνων και για
να εξασφαλιστεί η προστασία των ανθέων από τυχαία γονιμοποίηση, οι τα-
ξιανθίες ενσακίζονται σε χάρτινα σακίδια του εμπορίου, έτσι ώστε να εξα-
σφαλίζεται η πλήρης απομόνωση από τη γύρη τυχαίας προέλευσης, η οποία
την εποχή της ανθοφορίας μετακινείται υπό την μορφή νέφους στο ύψος της
βλάστησης του αμπελώνα.
Έπειτα η γύρη η οποία έχει συλλεχθεί στη αρχή της ανθοφορίας, εμφυσά-
ται με κατάλληλο φυσητήρα στην ενσακισμένη ταξιανθία, όταν το στίγμα εί-
ναι δεκτικό στη γονιμοποίηση. Αυτό διαπιστώνεται από την εμφάνιση στιγ-
ματικού υγρού στην επιφάνεια του στίγματος των ανθέων.
Για να εξασφαλιστούν υψηλότερα ποσοστά γονιμοποίησης, η διαδικασία
αυτή επαναλαμβάνεται για όσο χρονικό διάστημα παραμένει το στιγματικό
υγρό στην επιφάνεια του στίγματος. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα άνθη της

8
αμπέλου είναι δεκτικά προς γονιμοποίηση για περίπου 7 ημέρες σε αντίθε-
ση με άλλα όπως για παράδειγμα του καλαμποκιού τα οποία είναι δεκτικά
μόνο για 24 ώρες.

Σχήμα 1. Πρακτική των τεχνητών διασταυρώσεων στην άμπελο (α: αφαίρεση των στημό-
νων, β: άνθη χωρίς στήμονες δεκτικά στη γονιμοποίηση, γ: ενσάκιση των ταξιανθιών).

Μια από τις πιο σοβαρές δυσκολίες που θα πρέπει να ξεπεραστεί, είναι
οι διαφορές που παρατηρούνται στις ημερομηνίες που εκδηλώνεται η ανθο-
φορία και γι’ αυτό το λόγο θα πρέπει με κατάλληλες τεχνικές αυτή να επιτα-
χύνεται ή να επιβραδύνεται ανάλογα.

9
Για τον σκοπό αυτό έχουν εφαρμοστεί με επιτυχία οι εξής τεχνικές :

• Προσωρινή κάλυψη των φυτών με φύλλο πολυαιθυλενίου, η οποία


επιταχύνει την ανθοφορία.

• Μηχανική επιβράδυνση της εκβλάστησης με κατάλληλα πιαστράκια


που πιέζουν κάθε οφθαλμό μεμονωμένα.

• Καλλιέργεια φυτών σε γλάστρες και τοποθέτησή τους ενωρίς την ά-


νοιξη σε ψυκτικούς θαλάμους από τους οποίους εξέρχονται αργό-
τερα από την εποχή εκβλάστησης, στο ελεύθερο περιβάλλον.

Επίσης οι γυρεόκοκκοι με κατάλληλες τεχνικές (ξήρανση και διατήρηση


στους - 16 0 C, μπορούν να χρησιμοποιηθούν την επόμενη βλαστική περίοδο.
Παρά τις φροντίδες και τα μέτρα που λαμβάνονται, τα ποσοστά γονιμοποίη-
σης, είναι αρκετά χαμηλά.
Οι σταφυλές συλλέγονται κατά την ωρίμανση, εξάγονται τα γίγαρτα, πλέ-
νονται στεγνώνουν στην ατμόσφαιρα και διατηρούνται σε κατάλληλες συν-
θήκες έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η δημιουργία των νέων σποροφύτων από
αυτά.

Στις ελεγχόμενες διασταυρώσεις οι οποίες πραγματοποιούνται με σκοπό


τον ανασυνδυασμό των γονιδίων και την πρόκληση παραλλακτικότητας, μια
σημαντική δυσκολία για την αξιολόγηση των απογόνων, είναι η εκβλάστηση
των γιγάρτων και στη συνέχεια η έξοδος των σποροφύτων από το στάδιο
της νεανικότητας. Η έξοδος των φυτών από τη νεανικότητα είναι απαραίτητη
προϋπόθεση για τον σχηματισμό ταξιανθιών και καρπών.

10
2.4. Βλάστηση των γιγάρτων

Τα τοιχώματα των γιγάρτων (κέλυφος ή επισπέρμιο), αποτελούνται από


σκληρούς ιστούς και συνιστούν ένα εμπόδιο στην εκβλάστηση, όχι όμως
και το σπουδαιότερο. Η κυριότερη αιτία της δύσκολης εκβλάστησης των
γιγάρτων, είναι ο λήθαργος του εμβρύου, ο οποίος για να αρθεί, θα πρέπει
τα γίγαρτα να εκτεθούν σε χαμηλές θερμοκρασίες για ένα χρονικό διάστημα
μερικών μηνών. Για το σκοπό αυτό τα γίγαρτα στρωματώνονται σε ένα υπό-
στρωμα το οποίο διατηρεί ικανοποιητική υγρασία και επιτρέπει επαρκή αε-
ρισμό (π.χ.άμμος). Τα στρωματωμένα γίγαρτα, τίθενται σε ψυχρό περιβάλ-
λον θερμοκρασίας 1°C για μερικούς μήνες με αποτέλεσμα να εξέρχονται ι-
κανοποιητικά από τον λήθαργο. Αυτές οι συνθήκες επιτρέπουν τη σπορά
των γιγάρτων και τον επόμενο χρόνο χωρίς μεγάλες απώλειες της βλαστικής
τους ικανότητας. Επίσης τα γίγαρτα μετά το διαχωρισμό τους από τη σάρκα,
μπορούν να στρωματωθούν κατ’ ευθείαν στην άμμο και σε συνθήκες εξωτε-
ρικού περιβάλλοντος.
Για την εκβλάστηση των γιγάρτων απαιτείται υψηλή θερμοκρασίας
(30°C) αλλά μόνο για την ενεργοποίηση της εκβλάστησης. Στη συνέχεια η
θερμοκρασία θα πρέπει να κατέβει χαμηλότερα. Έχει αποδειχθεί ότι η εναλ-
λαγή θερμοκρασιών, 30°C για 3 ώρες και 20°C για 9 ώρες και για χρονικό
διάστημα μιας εβδομάδος έχει ικανοποιητικά αποτελέσματα στην εκβλάστη-
ση.

Η ικανότητα των γιγάρτων για εκβλάστηση, εξαρτάται στενά από το βαθ-


μό ωρίμανσής τους. Η επαρκής ωρίμανση των εμβρύων σχετίζεται με το μέ-
γεθός τους και πιο συγκεκριμένα με το μήκος τους, το οποίο θα πρέπει να
έχουν αποκτήσει εντός των ραγών μέχρι το στάδιο του περκασμού (έναρξη
της ωρίμανσης των ραγών). Αυτό θα πρέπει να είναι πάνω από 1 mm, δε-
δομένου ότι κατά το στάδιο αυτό η αύξηση των εμβρύων μειώνεται και έπει-
τα αναστέλλεται. Έτσι οι πολύ πρώιμες ποικιλίες, λόγω της γρήγορης ωρί-
μανσης των καρπών τους, δεν αποκτούν έμβρυα ικανοποιητικού μήκους και

11
ως εκ τούτου δεν μπορούν εύκολα να χρησιμοποιηθούν ως θηλυκοί γεννήτο-
ρες κατά τις διασταυρώσεις. Έχει γίνει προσπάθεια σε τέτοιες περιπτώ-
σεις, να καθυστερεί η ωρίμανση με τη βοήθεια διαφόρων αυξητικών ρυθμι-
στών και έτσι τα έμβρυα να αποκτούν ικανοποιητικό μήκος. Η χρησιμοποί-
ηση του Βενζολθειαζολ-2-οξυοξικού οξέος (20mg/L), 4 εβδομάδες μετά την
άνθηση, παρουσίασε ικανοποιητικά αποτελέσματα.

2.5. Έξοδος των σποροφύτων από τη νεανικότητα

Τα σπορόφυτα της αμπέλου για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα που πολ-
λές φορές φτάνει τα 5 έτη μετά την εκβλάστηση βρίσκονται στο στάδιο της
νεανικότητας. Αυτό εκτός από την απουσία και την έλλειψη διαμορφωμένων
ταξιανθιών εντός των οφθαλμών χαρακτηρίζεται και από την απουσία ελίκων
καθώς και από την σπειροειδή διάταξη των φύλλων (2/5). Μετά από αυτή
την περίοδο συνήθως δημιουργούνται οι πρώτες ταξιανθίες και έτσι είναι
δυνατή η αξιολόγηση της βελτιωτικής προσπάθειας.
Αυτό αποτελεί βέβαια μια σοβαρή δυσκολία, για το ξεπέρασμα της ο-
ποίας έχει γίνει μακρόχρονη προσπάθεια. Στις θερμές περιοχές μετά τη
βλάστηση, τα σπορόφυτα μεταφυτεύονται σε χώρους με κατάλληλο υπό-
στρωμα και σε 3 - 5 έτη εξέρχονται από τη νεανικότητα. Σήμερα εφαρμόζο-
νται κατάλληλες μέθοδοι με επιτυχία, για τη μείωση της διάρκειας του στα-
δίου της νεανικότητας και τη γρήγορη καρποφορία. Σύμφωνα με διάφορα
ερευνητικά δεδομένα, η γρήγορη έξοδος από τη νεανικότητα απαιτεί από-
κτηση ικανοποιητικού μεγέθους του σποροφύτου, το οποίο επιτυγχάνεται σε
περιβάλλον με κατάλληλες συνθήκες θερμοκρασίας, φωτισμού και ανόργα-
νης θρέψης. Έτσι τα σπορόφυτα μετά τη βλάστησή τους και την απόκτηση 8
- 10 φύλλων φυτεύονται σε λεκάνες καλλιέργειας εντός θερμοκηπίων, οι
οποίες φέρουν στον πυθμένα χονδρή άμμο, η οποία καλύπτεται από λεπτό-
τερη και η οποία ανανεώνεται κάθε χρόνο.

12
Η ανόργανη θρέψη των σποροφύτων εξασφαλίζεται με κατάλληλο
θρεπτικό διάλυμα το οποίο τροφοδοτείται με ένα σύστημα αυτοματι-
σμού. Η τεχνική αυτή εξασφαλίζει τη ζωηρή ανάπτυξη των σποροφύ-
των, έτσι ώστε σε μια βλαστική περίοδο τα φυτά να φθάνουν σε ύψος 5 -
6 μέτρων και να αποκτούν πάχος 10 - 15 mm. Το πιο ενδιαφέρον είναι
ότι στο ύψος του 10 ου φύλλου σχηματίζεται συνήθως έλικας, πράγμα
που σημαίνει ότι τα ανώτερα μέρη του σποροφύτου έχουν εξέλθει από
την νεανικότητα. Έτσι εάν αναστείλουμε την κυριαρχία του ακραίου
οφθαλμού τότε θα εμφανιστούν ταξιανθίες κατά την εκβλάστηση των
οφθαλμών που βρίσκονται πάνω από το 10 ο γόνατο του σποροφύτου.

Σχήμα 2. α: σπορόφυτα αμέλου σε γλάστρες, β: λεκάνες καλλιέργειας εντός θερμοκηπί-


ων, γ: ανάπτυξη ζωηρών σποροφύτων.

Με αυτόν τον τρόπο είναι δυνατή η γρήγορη αξιολόγηση των αποτελεσμάτων μιας
βελτιωτικής προσπάθειας

13
ΣΠΟΡΟΦΥΤΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΞΟΔΟ ΑΠΟ ΤΗ ΝΕΑΝΙΚΟΠΤΗΤΑ


ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ 5 ΕΤΩΝ ΣΕ ΑΥΤΟΡΡΙΖΑ ΕΚΓΑΤΑΣΤΗΜΕΝΑ ΣΕ ΑΜΜΩΔΕΣ
ΥΠΟΣΤΡΩΜΑ

ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΣΜΟΣ ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΜΟΣ

Εγκατάσταση 12 φυτών ανά ποικι-


Παρακαταθήκη 5 αυτόριζων φυτών
λία εμβολιασμένων
↓ ανά ποικιλία
Παρατηρήσεις 5 ετών ↓
↓ Φυτοϋγειονομικές εξετάσεις.
Οι πιο κατάλληλες ποικιλίες αξιο-
λογούνται σε τεστ πολλαπλών το-

ποθεσιών για 3 - 4 έτη σε έκταση
καλλιέργειας ανά θέση 200 - 250 Ταχύς πολλαπλασιασμός
m2


Εγγραφή του κλώνου
Εγγραφή στον κατάλογο ποικιλιών

Δημιουργία μητρικής φυτείας

Φυτώρια - Αμπελώνες

Σχήμα 3. Παράλληλες διαδικασίες πολλαπλασιασμού και πειραματισμού


νέων ποικιλιών .

14
2.6. Αξιολόγηση των απογόνων

Τα σπορόφυτα μετά την έξοδό τους από τη νεανικότητα, εγκαθίστανται


αυτόρριζα, σε αμμώδες υπόστρωμα. Το κάθε σπορόφυτο αποτελεί μια νέα
πιθανή ποικιλία. Εκεί γίνεται μια πρώτη αξιολόγηση για χρονικό διάστημα
5 ετών που αφορά τα διάφορα φαινολογικά χαρακτηριστικά και την ποιότη-
τα των σταφυλών. Τα σπορόφυτα που θα κριθούν ενδιαφέροντα ακολουθούν
δύο παράλληλες διαδικασίες πολλαπλασιασμού και πειραματισμού όπως
φαίνεται στο Σχήμα 3.

Κατά τον πειραματισμό, όταν πρόκειται για ποικιλία οινοποιίας ο αριθ-


μός των φυτών αντί για 12, θα πρέπει να φθάνει τα 160 - 180 έτσι ώστε να
επαρκούν για την διεξαγωγή μικροοινοποιήσεων.

3. Αγενής πολλαπλασιασμός της αμπέλου

3.1. Γενικές παρατηρήσεις

Κατά τον αγενή πολλαπλασιασμό κυρίως χρησιμοποιούνται μοσχεύματα


χειμερινού ξύλου. Τα μοσχεύματα αποκόπτονται από τα μητρικά φυτά κατά
τους χειμερινούς μήνες, μετά την πτώση των φύλλων.
Στις περιοχές όπου δεν έχει εισέλθει ακόμη η φυλλοξήρα και η άμπελος
καλλιεργείται χωρίς τη χρήση υποκειμένων, μοσχεύματα καλλιεργούμενων
ποικιλιών μήκους 50 - 60 cm χρησιμοποιούνται άμεσα για τη δημιουργία
νέων αμπελώνων. Στις περιοχές όπου έχει εισέλθει η φυλλοξήρα, οι καλλι-
εργούμενες ποικιλίες εμβολιάζονται επάνω σε υποκείμενα ανθεκτικά στη
αφίδα αυτή. Η δημιουργία νέων αμπελώνων γίνεται είτε με απλά - έρριζα
φυτά τα οποία προέρχονται από μοσχεύματα υποκειμένων που προηγουμέ-
νως έχουν ριζοβολήσει και βλαστήσει στα φυτώρια και τα οποία αφού εγκα-
τασταθούν στον αμπελώνα, εμβολιάζονται με την ποικιλία παραγωγής, είτε

15
με έρριζα - εμβολιασμένα, τα οποία αποτελούνται από δύο τμήματα, το υ-
ποκείμενο και το εμβόλιο και παράγονται με τη διαδικασία του επιτραπεζίου
εμβολιασμού.

Η παραγωγή, η διατήρηση και η χρησιμοποίηση φυτικού υλικού για τον


πολλαπλασιασμό της αμπέλου, διέπονται από ορισμένες επιστημονικές αρ-
χές και περιορισμούς, οι οποίες πολλές φορές έχουν αναχθεί σε νομοθετι-
κές διατάξεις. Οι λόγοι που επέβαλαν κυρίως αυτούς τους περιορισμούς,
έχουν σχέση με τον περιορισμό της εξάπλωσης κάποιων καταστρεπτικών
ιολογικών ασθενειών, καθώς επίσης και λόγοι γενετικής ομοιομορφίας και
καταλληλότητας του πολλαπλασιαστικού υλικού.

3.2. Κλωνική επιλογή

Όπως προαναφέρθηκε, ο κύριος όγκος του πολλαπλασιαστικού υλικού


που χρησιμοποιείται στην αμπελοκαλλιέργεια είναι μοσχεύματα χειμερινού
ξύλου, από τα οποία παράγονται απλά - έρριζα και έρριζα - εμβολιασμένα
φυτά. Οι επιστημονικές αρχές οι οποίες διέπουν την παραγωγή και εμπορία
του πολλαπλασιαστικού υλικού, δεσμεύουν νομοθετκά τούς φυτωριούχους
και οι κυριότεροι λόγοι θέσπισής τους είναι οι εξής:

• Η επιδίωξη παραγωγής και διακίνησης προδιορισμένων


βιοτύπων οι οποίοι πρέπει να ανταποκρίνονται στις απαι-
τήσεις της παραγωγής. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να
παράγεται και να διακινείται, όχι μόνο η συγκεκριμένη ποι-
κιλία αλλά και να προσδιορίζεται ακριβώς ο κλώνος της
ποικιλίας από τον οποίο προέρχεται το φυτικό υλικό. Είναι
γεγονός ότι οι ποικιλίες απαρτίζονται από ένα πλήθος
κλώνων, οι οποίοι έχουν κάποιες ιδιαιτερότητες, ως προς
τα διάφορα χαρακτηριστικά τους.

16
• Το πολλαπλασιαστικό υλικό παράγεται μαζικά και διακινεί-
ται σε μεγάλες αποστάσεις οι οποίες ξεπερνούν τα εθνικά
σύνορα και ως εκ τούτου αυτό αποτελεί και την κύρια αιτία
εξάπλωσης των διαφόρων παθογόνων σε μεγάλες αποστά-
σεις. Εξυπακούεται λοιπόν, ότι το φυτικό υλικό θα πρέπει να
είναι υγιές και απαλλαγμένο από παθογόνα τα οποία δεν
είναι δυνατόν να καταπολεμηθούν με μέσα προσιτά στον
παραγωγό . Τέτοια παθογόνα είναι οι επιζήμιες ιώσεις για
την αμπελοκαλλιέργεια.

Για τις ιώσεις δεν υπάρχει πρακτικός τρόπος καταπολέμησής τους, δεν
γίνονται εύκολα αντιληπτές και όταν διαπιστωθούν, τα φυτά πολλές φορές
είναι εγκαταστημένα στους αμπελώνες και η μόνη λύση που προσφέρεται
είναι η εκρίζωσή τους. Έτσι λοιπόν το πολλαπλασιαστικό υλικό θα πρέπει
να είναι γενετικά προσδιορισμένο και απαλλαγμένο από επικίνδυνους για
την άμπελο ιούς.
Η διαδικασία παραγωγής τέτοιου υλικού, κατά την οποία γίνεται ταυτό-
χρονα έλεγχος της γενετικής του ταυτότητας και διαπίστωση της φυτοϋγειο-
νομικής του κατάστασης, καθώς και εξυγίανση όπου αυτή απαιτείται, λέγε-
ται κλωνική επιλογή.

Ως κλώνος ορίζεται ένα φυτό το οποίο αποκαλείται κεφαλή


του κλώνου, καθώς και το σύνολον των απογόνων του οι ο-
ποίοι έχουν αποκτηθεί αγενώς, κυρίως με τους συμβατικούς
τρόπους πολλαπλασιασμού, με τέτοιο τρόπο, έτσι ώστε να μην
έχουν προκληθεί σημαντικές γενετικές τροποποιήσεις.

Είναι γνωστό ότι γενότυποι της αμπέλου οι οποίοι πολλαπλασιάζονται


in vitro όπου τα έκφυτα είναι πολύ μικρού μεγέθους (π.χ. τμήματα ακραίων
μεριστωμάτων ), είναι πολύ πιθανόν να υποστούν γενετικές τροποποιήσεις,

17
οι οποίες μάλιστα γίνονται εύκολα αντιληπτές γιατί εκδηλώνονται με αλλα-
γές των αμπελογραφικών χαρακτηριστικών.

Η κλωνική επιλογή διεξάγεται σε εξειδικευμένα επιστημονικά κέντρα με


κατάλληλη υποδομή και περιλαμβάνει περισσότερα στάδια. Ο εντοπισμός
και διαχωρισμός κλώνων από τους πληθυσμούς έχει τεράστια σημασία για
τα αμπελοοινικά προϊόντα δεδομένου ότι επιλέγοντας τον κατάλληλο κλώνο,
επιτυγχάνουμε την καλύτερη δυνατή συμπεριφορά των φυτών στον αμπελώ-
να και κυρίως την παραγωγή προϊόντων υψηλής ποιοτικής στάθμης. Για
παράδειγμα ένας κλώνος που παράγει καρπούς με μικρότερες ράγες, είναι
πολύ πιθανόν να παράγει προϊόντα με περισσότερες φαινολικές ουσίες και
περισσότερα ζάχαρα, ή ακόμη και να μην υφίσταται εκτεταμένες ζημίες από
τον βοτρύτη. Άλλοτε πάλι στις πρώιμες ποικιλίες παραγωγής επιτραπεζίων
σταφυλιών, ενδεχομένως να εντοπιστούν άτομα μέσα στους πληθυσμούς με
μεγαλύτερη πρωιμότητας ωρίμανσης.
Η κλωνική επιλογή είναι διαδικασία επίπονη, απαιτεί εξειδικευμένο προ-
σωπικό με βαθιά γνώση των επιστημονικών θεμάτων που άπτονται της α-
μπελουργίας, αλλά και επίσης βαθιά γνώση των αντίστοιχων θεμάτων που
άπτονται της ποιότητας των αμπελοοινικών προϊόντων. Επίσης απαιτεί μα-
κροχρόνια εργασία, η οποία διεξάγεται κατά στάδια τα οποία περιγράφο-
νται αναλυτικά πιο κάτω.

3.2.α. Στάδια της κλωνικής επιλογής.

Ι. Προκαταρτική επιλογή στον αμπελώνα . Το στάδιο αυτό είναι διερευνητι-


κού χαρακτήρα και εξελίσσεται σε μια ζώνη καλλιέργειας της υπό μελέτη
ποικιλίας, όπου η γενετική ποικιλομορφία είναι αρκετά μεγάλη. Αρχικά διε-
ξάγονται αμπελογραφικές παρατηρήσεις για να διαπιστωθεί η έκταση της
παραλλακτικότητας. Στη συνέχεια και για χρονικό διάστημα τεσσάρων ετών
γίνονται λεπτομερείς μακροσκοπικές παρατηρήσεις που αφορούν :

18
• την πιστοποίηση της ποικιλίας
• μορφολογικές διαφορές
• συμπτώματα ιώσεων
• παραγωγή (βάρος παραγωγής ανά φυτό, ζάχαρα, ζωηρότητα)

Τα πιο σημαντικά φαινολογικά στάδια στα οποία διεξάγονται αυτές οι πα-


ρατηρήσεις είναι μετά το δέσιμο, πριν τη συγκομιδή της παραγωγής και
πριν την πτώση των φύλλων. Εντοπίζονται έτσι οι ενδιαφέροντες κλώνοι οι
οποίοι στη συνέχεια θα μελετηθούν πιο εμπεριστατωμένα στα αρμόδια ε-
ρευνητικά κέντρα.

ΙΙ. Ιολογικές εξετάσεις των κλώνων. Το στάδιο αυτό διεξάγεται στα αρμόδια
ερευνητικά ιδρύματα και περιλαμβάνει κατ’ αρχήν τον φυτοϋγειονομικό έ-
λεγχο για τη διαπίστωση ενδεχομένης ύπαρξης, καταστρεπτικών ιώσεων στο
φυτικό υλικό. Εκτός της επιδίωξης για παραγωγή υγιούς πολλαπλασιαστι-
κού υλικού, θα πρέπει πριν ξεκινήσει η διαδικασία διαπίστωσης κάποιας
γενετικής ιδιαιτερότητας, να διερευνηθεί το γεγονός ότι αυτή δεν προέρχεται
από αυτή καθ’ εαυτή την ύπαρξη κάποιου ιού. Η άμπελος είναι μεταξύ των
πολυετών φυτών στην οποία έχει εντοπιστεί ο μεγαλύτερος αριθμός ιώσε-
ων:
Πάνω από 60 διαφορετικοί ιοί, ιοειδή και φυτοπλάσματα έχουν εντοπιστεί
στην άμπελο, όμως λίγοι είναι αυτοί οι οποίοι προκαλούν ζημίες.
Κάποιες ασθένειες εμφανίζονται στην άμπελο οι οποίες έχουν χαρακτηρι-
στικά ιώσεων (ευαισθησία στην θερμοθεραπεία και μετάδοση με το πολλα-
πλασιαστικό υλικό), για τις οποίες δεν έχει προσδιοριστεί επακριβώς ο υ-
πεύθυνος παράγοντας που τις προκαλεί.
Αυτές είναι:

• μερικές μορφές βοθρίωσης του ξύλου


• το αστεροειδές μωσαϊκό

19
• μερικοί τύποι ασυμφωνίας στον εμβολιασμό
• μερικές μορφές εξασθένησης των φυτών
• η εξασθένιση της Syrah
• η θαμνώδης εξασθένηση
• διάφορες μορφές νανισμού
• νέκρωση των νευρώσεων.

Διεξάγονται λεπτομερείς εξετάσεις για τις πιο καταστρεπτικές και επιζή-


μιες ιώσεις. Χρησιμοποιείται η μέθοδος των αντιορών για τις ιώσεις του
μολυσματικού εκφυλισμού, του κίτρινου μωσαϊκού και του καρουλιάσματος
των φύλλων, καθώς επίσης και κατάλληλοι δείκτες για κάποιους άλλους
ιούς. Σήμερα έχουν αρχίσει και εφαρμόζονται με επιτυχία και γονιδιακές τε-
χνικές όπως η τυχαία ενίσχυση του πολυμορφικού DNA (RAPD), και η ενί-
σχυση του δορυφορικού DNA με τη βοήθεια της αλυσιδωτής αντίδρασης της
πολυμεράσης (PCR), οι οποίες εξασφαλίζουν μεγαλύτερη ακρίβεια από τις
προηγούμενες. Η διάρκεια των εξετάσεων αυτών είναι περίπου τρία χρόνια.
Οι ιοί για τους οποίους γίνεται έλεγχος και οι τρόποι ελέγχου είναι οι εξής:

Δείκτες
Μολυσμ. εκφυλισμός (fanleaf v.) elisa

Κίτρινο μωσαικό (yellow mosaic) ‘’

Καρούλιασμα των φύλλων (leafroll) ‘’ Ι, ΙΙ

Στίξη των φύλλων (grapevine fleck) Rupetris du Lot.

Ρωγμώδης φέλλωση (grapevine corky bark) LN33

Βοθρίωση (grapevine stem pitting) 5BB

Μωσαϊκό των νευρώσεων (grapevine vein mosaic) Riparia gloir

Νέκρωση των νευρώσεων (grapevine vein necrosis) 110R

20
Δεδομένου ότι οι επεμβάσεις για την απαλλαγή από κάποιον ιό είναι πολυ-
δάπανες και επίπονες, αυτές γίνονται μόνον σε κλώνους με εξαιρετικά χα-
ρακτηριστικά. Εάν διαπιστωθεί ότι κάποιος κλώνος είναι ιωμένος και διαθέ-
τει ενδιαφέροντα για την αμπελοκαλλιέργεια χαρακτηριστικά, τότε θα πρέπει
να εξυγιανθεί. Πολλές φορές ακόμη, εξυγιαίνεται υλικό, το οποίο είναι περι-
ορισμένης έκτασης ή προέρχεται από μια σπάνια ποικιλία.
Επικρατεί πολλές φορές η άποψη ότι όλοι οι κλώνοι οι οποίοι ελέγχονται
με τη διαδικασία της κλωνικής επιλογής θα πρέπει να δέχονται την θεραπευ-
τική επίδραση υψηλών θερμοκρασιών (θερμοθεραπεία) ή άλλων μεθόδων
απαλλαγής. Πράγματι έχει παρατηρηθεί μια σημαντική αύξηση της ζωηρό-
τητας των κλώνων αυτών καθώς και αύξηση της ολικής οξύτητας με παράλ-
ληλη μείωση του pH του γλεύκους. Η υπερβολική όμως ζωηρότητα, τουλά-
χιστον για τις ποικιλίες οινοποιίας αποτελεί μειονέκτημα και είναι γνωστό
ότι επηρεάζει έμμεσα την ποιότητα της παραγωγής. Επί πλέον έχει παρα-
τηρηθεί ότι πολλοί κλώνοι που υπόκεινται σε θερμοθεραπεία υφίστανται
αμπελογραφικές τροποποιήσεις και γι αυτό δεν ενδείκνυται η γενίκευση της
θερμοθεραπείας όλων των κλώνων.
Οι επεμβάσεις για την εξυγίανση του φυτικού υλικού συνίστανται σε
συνδυασμό θερμοθεραπείας και in vitro καλλιέργειας για τους ιούς οι οποί-
οι δεν είναι θερμοανθεκτικοί. Άλλοτε πάλι εφαρμόζεται καλλιέργεια ακραί-
ων μεριστομάτων ή ακόμη και τεχνικές μικροεμβολιασμών in vitro, για τους
θερμοανθεκτικούς ιούς.

ΙΙΙ. Γενετική επιλογή. Κατά το στάδιο αυτό κλώνοι οι οποίοι είναι απαλλαγ-
μένοι από επιζήμιες ιώσεις, αξιολογούνται κατά τέτοιο τρόπο, όπου για μια
δεδομένη ποσότητα παραγωγής, η ποιότητα είναι υψηλού επιπέδου. Για την
αξιολόγηση της ποιότητας χρησιμοποιούναι οι συνηθισμένοι παράμετροι
που την προσδιορίζουν (ζαχαρα, οξέα κλπ). Για να εκτιμηθούν τα οργανο-
ληπτικά χαρακτηριστικά των κλώνων ποικιλιών οινοποιίας, απαιτείται και η
διεξαγωγή μικροοινοποιήσεων.

21
Οι κλώνοι οι οποίοι είναι απαλλαγμένοι από επιζήμιες ιώσεις εγκαθίστα-
νται επάνω στο ίδιο κλώνο υποκειμένου, χωρίς σχεδιασμό επαναλήψεων.
Αυτή η πρώτη συλλογή των κλώνων αποτελεί την “συλλογή διατήρησης” και
επιτρέπει μια πρώτη εκτίμηση των κλώνων και μια πρώτη κατάταξη.
Κατά τη διάρκεια μιας χρονικής περιόδου 5 ετών γίνονται παρατηρήσεις
οι οποίες αφορούν μετρήσεις απλές καθώς και μακροσκοπικές εξετάσεις
όπως:

• Φαινολογικά στάδια
• Βάρος παραγωγής
• Ζάχαρα, οξέα
• Πολυφαινόλες
• Ζωηρότητα των φυτών κλπ.

Στο τέλος αυτής της περιόδου γίνεται η πρώτη αξιολόγηση των κλώνων
όπου οι μετρήσεις καταγράφονται και παρουσιάζονται στους άξονες συμ-
μετρίας. Το διάγραμμα των αξόνων συμμετρίας χωρίζεται στα τέσσερα, από
τις παράλληλες ευθείες οι οποίες παρουσιάζουν τις μέσες τιμές των ζαχά-
ρων και τις μέσες τιμές του βάρους της παραγωγής. Επιλέγονται οι κλώνοι
ο οποίοι παρουσιάζουν τιμές πάνω από τους μέσους όρους των παραμέ-
τρων που προαναφέραμε.
Μετά την πρώτη αυτή αξιολόγηση οι κλώνοι που επιλέχτηκαν πολλαπλασιά-
ζονται και στο στάδιο που ακολουθεί διεξάγεται ένας πιο συστηματικός πει-
ραματισμός, γιατί πολλές φορές οι διαφορές που παρατηρούνται σ’ αυτό το
στάδιο είναι πολύ μικρές και θα πρέπει να επιβεβαιωθούν πειραματικά, δε-
δομένου ότι συχνά, η επίδραση του εδάφους και του κλίματος, επηρεάζει
περισσότερο τα ποιοτικά χαρακτηριστικά απ’ ότι η επίδραση του κλώνου.

IV. Πειραματική αξιολόγηση των κλώνων . Οι κλώνοι οι οποίοι επιλέχτηκαν


κατά το προηγούμενο στάδιο, εγκαθίστανται σε ομοιογενές έδαφος με ο-
μοιόμορφο κλίμα. Στα πειραματικά τεμάχια χρησιμοποιείται ένας μικρός α-

22
ριθμός φυτών με πολλές επαναλήψεις. Ο κάθε κλώνος θα πρέπει να αντι-
προσωπεύεται από 100 φυτά διατεταγμένα τουλάχιστον σε 8 επαναλήψεις.
Το πειραματικό σχέδιο πρέπει να επιτρέπει οινοποίηση τουλάχιστον 50 kg
ανά κλώνο. Το σύστημα διαμόρφωσης και οι αποστάσεις φύτευσης που
εφαρμόζονται είναι τα ίδια με αυτά που εφαρμόζονται στη περιοχή που καλ-
λιεργείται η ποικιλία. Ο έλεγχος που γίνεται σ’ αυτό το πειραματικό στάδιο
αρχίζει από το 4 ο ή το 5 ο έτος και αφορά τα εξής:

• Φορτίο ανά στρέμμα (αριθμός οφθαλμών ανά φυτό και ανά μονάδα
επιφανείας.)

• Φαινολογικά στάδια

• Βάρος παραγωγής

• Μέσο βάρος σταφυλής και ράγας

• Γονιμότητα

• Ζάχαρα , οξέα

• Αναλυτικά χαρακτηριστικά του κρασιού

• Οργανοληπτικά χαρακτηριστικά

• Ζωηρότητα των φυτών

Η παρουσίαση των αποτελεσμάτων γίνεται κάθε χρόνο σε πίνακες παρατη-


ρήσεων και σε άξονες συμμετρίας για χρονικό διάστημα 5 ετών .
Στο τέλος της πενταετίας οι κλώνοι ταξινομούνται σε τρεις κλάσεις:

Ι. κλώνοι μέτριας παραγωγικότητας με δυνατότητα παραγωγής


κρασιών υψηλής ποιότητας.

ΙΙ. κλώνοι με ικανοποιητική παραγωγή οι οποίοι παράγουν το τυπικό


προϊόν της ποικιλίας.

23
ΙΙΙ. κλώνοι με ικανοποιητική παραγωγή που η ποιότητα και η τυπι-
κότητα του προϊόντος πλησιάζει εν μέρει αυτήν της ποικιλίας.

Οι κλώνοι της τρίτης κλάσης δεν συνιστώνται για καλλιέργεια. Οι κλώνοι


της πρώτης και δεύτερης κλάσης χαρακτηρίζονται επίσημα από τις ιδιότητές
τους, οι οποίες αναφέρονται σε επίσημα έντυπα που τους συνοδεύουν.
Σε ότι αφορά τις ποικιλίες επιτραπεζίων σταφυλιών λαμβάνονται υπόψη
διάφορα ενδιαφέροντα χαρακτηριστικά όπως:

• Ελκυστικότητα και εμφάνιση της σταφυλής

• Γευστικότητα σταφυλιών

• Αντοχή σταφυλιών στους χειρισμούς κατά τον τρυγητό, τη συσκευα-


σία και τη μεταφορά σε συνδυασμό με την ικανότητά συντήρησης και
διατήρησής τους για μεγάλο χρονικό διάστημα.

• Γονιμότητα λανθανόντων οφθαλμών, παραγωγικότητα, σταθερότητα


παραγωγής, ομοιόμορφη τεχνολογική ωρίμανση.

• Ανθεκτικότητα στις ασθένειες

Σε ότι αφορά τα υποκείμενα λαμβάνονται υπόψη τα εξής χαρακτηριστικά :


• Αντοχή στη φυλλοξήρα
• Αντοχή στο ανθρακικό ασβέστιο
• Αντοχή στην ξηρασία
• Αντοχή στα άλατα του εδάφους
• Αντοχή στους νηματώδεις
• Απόδοση σε μοσχεύματα
• Συμπεριφορά κατά τον αγενή πολλαπλασιασμό

24
• Επίδραση στη συμπεριφορά των ελληνικών ποικιλιών αμπέλου (Vitis Vinifera
L.).

V. Διατήρηση - πολλαπλασιασμός και πιστοποίηση των κλώνων . Οι κλώ-


νοι οι οποίοι διαχωρίστηκαν με την παραπάνω διαδικασία συγκεντρώνονται
σε αρμόδια ιδρύματα και διατηρούνται σε 5 πρέμνα, εφ’ όσον πρόκειται πε-
ρί κλώνων υποκειμένων, ή σε 10 πρέμνα εφόσον πρόκειται περί κλώνων
ποικιλιών παραγωγής. Οι κλώνοι εμβολιάζονται επάνω στον ίδιο κλώνο υ-
ποκειμένου και θα πρέπει να εγκαθίστανται σε αμμώδες έδαφος με μικρό
ποσοστό αργίλου. Αυτό είναι απαραίτητο για να αποφεύγονται ζημίες από
τους νηματώδεις, δεδομένου ότι αυτοί είναι και φορείς του μολυσματικού
εκφυλισμού.
Η παρακαταθήκη αυτή των κλώνων, αποτελεί και τη βάση του υλικού από
την οποία προέρχεται το φυτικό υλικό που προορίζεται για τον πρώτο πολ-
λαπλασιασμό ή προκαταρτικό πολλαπλασιασμό (premultiplication ), από το
οποίο παράγεται το φυτικό υλικό β ά σ η ς. Το υλικό βάσης χρησιμοποιεί-
ται αποκλειστικά για τη δημιουργία μητρικών φυτειών. Από το φυτικό υλικό
των μητρικών φυτειών οι οποίες δημιουργούνται με το υλικό βάσης, προέρ-
χεται φυτικό υλικό το οποίο αποκαλείται π ι σ τ ο π ο ι η μ έ ν ο φυτικό υ-
λικό. Από το τελευταίο με τις διάφορες τεχνικές μαζικού πολλαπλασια-
σμού (multiplication), παράγονται φυτά απλά-έρριζα ή έρριζα-εμβολιασμένα
τα οποία προορίζονται για την εγκατάσταση αμπελώνων παραγωγής. Το φυ-
τικό υλικό βάσης διακινείται στο εμπόριο με ετικέτα λευκού χρώματος και το
πιστοποιημένο διακινείται φέροντας ετικέτα χρώματος μπλε.

3.3.Μαζική επιλογή

Η μέθοδος αυτή επιλογής του πολλαπλασιαστικού υλικού είναι προγενέ-


στερη αυτής της κλωνικής επιλογής και βασίζεται στην οπτική κυρίως εκτί-

25
μηση της φυτοϋγειονομικής κατάστασης των φυτών. Έτσι επιλέγεται πολλα-
πλασιαστικό υλικό στις περιπτώσεις αυτές από φυτά τα οποία έχουν επαρ-
κή ζωηρότητα χωρίς ορατά συμπτώματα ασθενειών και δίδουν παραγωγή
ικανοποιητικής ποιότητας. Το υλικό αυτό χρησιμοποιείται ως προερχόμενο
από πληθυσμό χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ότι συνίσταται από ένα πλήθος
κλώνων. Η διαδικασία αυτή βέβαια κατά το παρελθόν γινόταν εμπειρικά
από τους αμπελοκαλλιεργητές οι οποίοι και φρόντιζαν να συλλέγουν εμβό-
λια ή μοσχεύματα ριζοβολήσεως για τους αυτόρριζους αμπελώνες από φυτά
με ικανοποιητική ζωηρότητα και παραγωγή ή με άλλα ιδιαίτερα χαρακτηρι-
στικά.
Σήμερα η μέθοδος αυτή έχει αντικατασταθεί από την κλωνική επιλογή,
χρησιμοποιείται όμως σε χώρες όπου δεν έχει ακόμη καθιερωθεί η τελευταία
ή ακόμη από τους παραγωγούς όταν αποφασίζουν να επιλέξουν οι ίδιοι το
πολλαπλασιαστικό υλικό, με όλους του κινδύνους που αυτό συνεπάγεται.
Το φυτικό υλικό που προέρχεται από μαζική επιλογή φέρει ταινία κίτρινου
χρωματισμού.

3.4. Μητρικές φυτείες υποκειμένων

Τα μοσχεύματα των υποκειμένων αποκόπτονται από φυτείες υποκειμέ-


νων στις οποίες τα φυτά είναι διαμορφωμένα κατά το κεφαλωτό σύστημα και
οι αποστάσεις φύτευσης κυμαίνονται από 2Χ2 μέχρι 3Χ3 μ. Τα φυτά είναι
συνήθως εγκαταστημένα σε διάταξη τετραγώνων για τη καλύτερη εκμετάλ-
λευση του εδάφους από το ριζικό σύστημα.
Σε περίπτωση που το αγροτεμάχιο ήταν παλαιός αμπελώνας, η φύτευση
γίνεται μετά από αγρανάπαυση ή αμειψισπορά 10 - 12 ετών. Επίσης πολ-
λές φορές εφαρμόζεται απολύμανση κατά των νηματωδών του εδάφους, οι
οποίοι ως γνωστόν, πέραν από την άμεση ζημία που προκαλούν στο ριζικό
σύστημα της αμπέλου, είναι και φορείς του μολυσματικού εκφυλισμό.

26
Το έδαφος στο οποίο εγκαθίστανται οι μητρικές φυτείες είναι καλής
ποιότητας, γόνιμο μέσης μηχανικής σύστασης. Τα βαριά και αργιλώδη εδά-
φη θα πρέπει να αποφεύγονται. Η περιεκτικότητά του σε ανθρακικό ασβέ-
στιο θα πρέπει να είναι χαμηλή, καθώς επίσης και η περιεκτικότητα σε άλα-
τα. Το νερό άρδευσης θα πρέπει να είναι κατάλληλο χωρίς υπερβολικές πο-
σότητες αλάτων (max.0.5‰) και η απόσταση από άλλους αμπελώνες να εί-
ναι πάνω από 70 μέτρα.
Οι μητρικές φυτείες δημιουργούνται με την εγκατάσταση απλών - ερρί-
ζων φυτών τα οποία προέρχονται από συγκεκριμένη διαδικασία επιλογής
που λέγεται κλωνική επιλογή. Χρησιμοποιείται δηλαδή φυτικό υλικό βάσης
το οποίο διακινείται στο εμπόριο φέροντας ετικέτα λευκού χρώματος.
Τα απλά έρριζα φυτά κατά τη φύτευσή τους στις οριστικές θέσεις, κλα-
δεύονται στους δύο οφθαλμούς και καλύπτονται με έδαφος. Τα επόμενα
χρόνια και κάθε χρόνο κατά τη διάρκεια του χειμώνα, η βλάστησή τους α-
φαιρείται μετά την πτώση των φύλλων. Οι κληματίδες δέχονται τομές σύρ-
ριζα στη βάση τους. Έτσι με την πάροδο των ετών δημιουργείται πλησίον
του εδάφους μια χαρακτηριστική διόγκωση του κορμού η οποία λέγεται κε-
φαλή , στην οποία και οφείλεται το όνομα του χαρακτηριστικού αυτού σχή-
ματος διαμόρφωσης το οποίο αποκαλείται κεφαλωτό .

3.4α Αποκοπή των κληματίδων και τεμαχισμός σε μοσχεύματα .

Το χειμώνα, μετά την πτώση των φύλλων, οι κληματίδες αφαιρούνται από


τη βάση τους και ο όγκος των διαπλεκόμενων μεταξύ τους κληματίδων κάθε
φυτού, μαζί με αυτές άλλων φυτών δένονται πρόχειρα σε δέματα και μετα-
φέρονται σε παρακείμενα υπόστεγα. Εκεί διεξάγεται ο τεμαχισμός των κλη-
ματίδων σε μοσχεύματα ριζοβολήσεως (προοριζόμενα για τη παραγωγή α-
πλών-ερρίζων φυτών) και εμβολιάσιμα (προοριζόμενα για τη παραγωγή ερ-
ρίζων - εμβολιασμένων φυτών). Κατά τον τεμαχισμό οι κληματίδες καθαρί-
ζονται από τους πολύ λεπτούς ταχυφυείς και τους έλικες. Τμήματα τα οποία

27
φέρουν πληγές από χαλάζι ή από άλλες αιτίες καθώς και στρεβλώσεις ή
κάμψεις και τα ανώριμα άκρα αποβάλλονται. Στη συνέχεια τεμαχίζονται σε
μοσχεύματα τα οποία φέρουν στη βάση τους κάθετη τομή προς την επιφά-
νειά τους και σε απόσταση 2 cm από το γόνατο της βάσης τους και πλάγια
τομή στη κορυφή τους.

3.4.β Προδιαγραφές των μοσχευμάτων.

Τα μοσχεύματα που διακινούνται στο εμπόριο θα πρέπει να εξασφαλί-


ζουν τη καθαρότητα και την αυθεντικότητα της ποικιλίας. Έτσι δεν επιτρέπε-
ται να περιέχουν μοσχεύματα άλλων ποικιλιών. Η ποιότητά τους εξαρτάται
από τις συνθήκες καλλιέργειας της μητρικής φυτείας και από τις συνθήκες
διατήρησής τους μέχρι να χρησιμοποιηθούν. Θα πρέπει λοιπόν να είναι σε
καλή κατάσταση και να περιέχουν κανονικές ποσότητες υγρασίας. Μεγά-
λες απώλειες υγρασίας τα καθιστούν φυσιολογικώς ανίκανα να βλαστήσουν
και να ριζοβολήσουν. Επίσης θα πρέπει να προέρχονται από κληματίδες
επαρκώς ώριμες με καλή αναλογία ξύλου προς εντεριώνη(1.5/1). Η ε-
παρκής ωρίμανση, εκτός των μακροσκοπικών παρατηρήσεων, διαπιστώνε-
ται επίσης με το τεστ του αμύλου το οποίο βασίζεται στη χαρακτηριστική
χρώση των αμυλοκόκκων των ιστών του ξύλου από το ιώδιο :

• Διάλυμα ιωδίου σε 70% αλκοόλη (1g στα 100ml), εφαρμόζεται σε


πρόσφατες τομές του ξύλου. Οι επαρκώς ώριμες κληματίδες χρω-
ματίζονται έντονα κυανές, ενώ οι ανώριμες χρωματίζονται υποκί-
τρινες.

Διάμετρος των μοσχευμάτων . Η διάμετρος των μοσχευμάτων ριζοβολήσεως


θα πρέπει να είναι τουλάχιστον 3.5 mm και αυτών που χρησιμοποιούνται
ως εμβολιάσιμα 6.5 - 12 mm. Στα δέματα των εμβολιασίμων η αναλογία σε
μοσχεύματα κάτω 7mm δεν θα πρέπει να είναι μικρότερη από το 25%. Ως

28
διάμετρος των μοσχευμάτων λαμβάνεται η μεγάλη διάμετρος της πιο μικρής
ελλειπτικής τομής.

Μήκος των μοσχευμάτων. Τα μοσχεύματα ριζοβολήσεως πρέπει να έχουν


μήκος 55cm. Τα εμβολιάσιμα μοσχεύματα διακινούνται στο εμπόριο σε
κληματίδες μήκους 1.05m και βέβαια τεμαχίζονται πριν από τον εμβολιασμό.
Στις διάφορες χώρες από τον τεμαχισμό της κληματίδας προκύπτουν μα-
σχεύματα μεγαλύτερου ή μικρότερου μήκους.
Για την χώρα μας το μήκος των μοσχευμάτων θα πρέπει να είναι 45 cm.
Μετά τον τεμαχισμό τα μοσχεύματα τοποθετούνται στους χώρους διατήρη-
σης.
Ο τρόπος διατήρησης των μοσχευμάτων θα αναπτυχθεί σε επόμενη ενό-
τητα.

3.4γ Καλλιεργητικές φροντίδες στη μητρική φυτεία

Οι καλλιεργητικές φροντίδες στη μητρική φυτεία αρχίζουν από το χειμώ-


να μετά την αποκοπή της ετήσιας βλάστησης. Μετά την αποκοπή της ετή-
σιας βλάστησης και αφού ολοκληρωθεί η διαδικασία αυτή, πραγματοποιεί-
ται το κλάδεμα της μητρικής φυτείας. Επειδή η αποκοπή και απομάκρυνση
της ετήσιας βλάστησης γίνεται βιαστικά και πολλές φορές η κεφαλή των φυ-
τών είναι καλυμμένη με έδαφος, το κλάδεμα της μητρικής φυτείας γίνεται με-
τά την αποκοπή του ξύλου. Η κεφαλή του πρέμνου αποκαλύπτεται πλήρως,
συνήθως με πατόφυαρο ή τσάπα και τα υπολείμματα των κληματίδων που
έχουν απομείνει αφαιρούνται σύρριζα. Επίσης αφαιρούνται τα καταστραμ-
μένα τμήματα του φυτού καθώς και οι κληματίδες πολύ μικρού μήκους και
πάχους που δεν συλλέχτηκαν κατά την αποκοπή του ξύλου.
Θα πρέπει να επισημανθεί ότι η κεφαλή του πρέμνου βρίσκεται πολύ κο-
ντά στο έδαφος και φέρει επάνω της πολυάριθμες τομές κλαδέματος, πράγ-
μα το οποίο έχει ως συνέπεια τις συχνές μολύνσεις από μύκητες οι οποίοι
προκαλούν σοβαρές ασθένειες του ξύλου (ευτυπίωση, ίσκα ), καθώς και ε-

29
πιζήμια βακτήρια. Αυτό έχει σοβαρές επιπτώσεις στη μακροβιότητα των φυ-
τών, και ως εκ τούτου επιβάλλεται η προστασία των πληγών του κλαδέματος
με διάφορες προστατευτικές χημικές ενώσεις. Συνιστάται, αμέσως μετά το
κλάδεμα να γίνονται επεμβάσεις με χαλκό (πυκνός βορδιγάλλειος πολ-
τός), Benzimidazole κλπ.

Λιπάνσεις και καταπολέμηση των ζιζανίων . Επειδή ο όγκος της βλάστησης


που απομακρύνεται κάθε χρόνο από τη μητρική φυτεία είναι σημαντικός, η
απομάκρυνση των κυριότερων μακροστοιχείων και ιχνοστοιχείων από το
έδαφος είναι επίσης σημαντική. Επομένως αυτά, θα πρέπει να συμπληρώ-
νονται με τις απαραίτητες λιπάνσεις. Όμως θα πρέπει πάντα να λαμβάνεται
υπόψη ότι οι υπερβολικές αζωτούχες λιπάνσεις έχουν δυσμενείς επιπτώσεις
στην ποιότητα των μοσχευμάτων ως συνέπεια της ατελούς ωρίμανσης του
ξύλου. Έτσι λοιπόν η μητρική φυτεία θα πρέπει να δέχεται μια ισορροπημέ-
νη λίπανση. Ενσωματώνουμε συνήθως στο έδαφος κάθε χρόνο, 15 μονάδες
αζώτου ανάλογα με τις εδαφικές και κλιματικές συνθήκες (οργανική ουσία,
βροχομετρικό ύψος και περιοδικότητα των βροχοπτώσεων, θερμοκρασίες).
Επίσης προσθέτουμε σε μικρότερες ποσότητες κάλιο (10 μονάδες) και φώ-
σφορο (5 μονάδες).
Κατά τη διάρκεια του χειμώνα διεξάγεται μια πρώτη καλλιέργεια στις
αρχές του Φεβρουαρίου για την ενσωμάτωση των λιπασμάτων και την κατα-
στροφή των ζιζανίων. Αργότερα μια δεύτερη καλλιέργεια και προς το τέλος
Απριλίου - αρχές Μαΐου μια τρίτη για την καταστροφή των ζιζανίων που έ-
χουν αναπτυχθεί την εποχή αυτή. Μετά την εποχή αυτή οι νεαροί βλαστοί
αρχίζουν να έρπουν στο έδαφος και δεν είναι δυνατή άλλη κατεργασία του
εδάφους με γεωργικά μηχανήματα γιατί καταστρέφεται η βλάστηση. Αργό-
τερα η καταπολέμηση μερικών ενοχλητικών ζιζανίων γίνεται επιλεκτικά με
γεωργικά εργαλεία.
Η μηχανική καταπολέμηση των ζιζανίων μπορεί κατά περίπτωση να συ-
μπληρώνεται και με χημική καταπολέμηση, με τη βοήθεια διαφόρων ζιζανιο-
κτόνων. Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού κάποια αγρωστώδη τα οποία

30
αναπτύσσονται θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν με εφαρμογή Fusilade το
οποίον ως γνωστόν, δεν είναι τοξικό για την άμπελο.
Κατά τους θερινούς μήνες και ανάλογα με το υποκείμενο, το έδαφος και
το βροχομετρικό ύψος πολλές φορές είναι απαραίτητες και μία με δύο αρ-
δεύσεις.

Έλεγχος και διευθέτηση της βλάστησης . Κατά την έναρξη της εκβλάστησης και

μόλις οι νεαροί βλαστοί έχουν αποκτήσει μήκος 5 – 10 cm, στα μητρικά


πρέμνα στα οποία παρατηρούνται πολυάριθμοι βλαστοί, ένας αριθμός από
αυτούς αφαιρείται, έτσι ώστε να μένουν σε κάθε φυτό περίπου 15- 18 βλα-
στοί ανάλογα με, την ποικιλία του υποκειμένου και την κατάσταση των φυ-
τών. Με αυτό τον τρόπο διευκολύνονται οι εναπομένοντες να αποκτήσουν
ικανοποιητική ζωηρότητα. Επίσης πολλές φορές η νέα βλάστηση κατά τον
Μάιο, διευθετείται κατά μήκος της γραμμής με σκοπό την διέλευση των γε-
ωργικών μηχανημάτων και μετά την εποχή αυτή ή ακόμη και την ευκολότερη
συλλογή των κληματίδων τον ερχόμενο χειμώνα. Συνήθως όμως στις μεγάλες
φυτωριακές εκμεταλλεύσεις η βλάστηση αφήνεται να αναπτύσσεται ελεύθε-
ρα.

Προστασία της βλάστησης των μητρικών φυτειών υποκειμένων. Τα υποκεί-


μενα λόγω προέλευσής τους, είναι γενότυποι ανθεκτικοί στις κυριότερες
μυκητολογικες ασθένειες της αμπέλου (ωίδιο περονόσπορο) και κατά κανό-
να δεν δέχονται επεμβάσεις κατά τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου. Με-
ρικά όμως από αυτά προσβάλλονται από τις φυλλόβιες γενιές της φυλλοξή-
ρας και όταν η προσβολή είναι εκτεταμένη υπάρχει κίνδυνος καταστροφής
της φυλλικής επιφάνειας. Ως εκ τούτου στις περιπτώσεις αυτές θα πρέπει
να ελέγχεται η φυλλοξήρα με χημικά μέσα (π. χ. mevinpfos, 30g/100L δρα-
στική ουσία).

31
3.4δ Μητρικές φυτείες εμβολίων.

Είναι φυτείες ποικιλιών παραγωγής όπου για την εγκατάστασή τους


χρησιμοποιείται επίσης φυτικό υλικό βάσης, όμως τα φυτά διαμορφώνονται
σε γραμμωειδή σχήματα.
Κατά την ανθοφορία δέχονται ένα αυστηρό κορυφολόγημα για την ανά-
πτυξη πολλών ταχυφυών βλαστών. Το χειμώνα κατά το κλάδεμα αποκόπτο-
νται εμβολιοφόρες κληματίδες οι οποίες θα πρέπει να έχουν μήκος 50 -
55cm και να φέρουν η κάθε μια 5 τουλάχιστον οφθαλμούς σε καλή κατά-
σταση, κατάλληλους να χρησιμοποιηθούν.

3.5 Διατήρηση των μοσχευμάτων

Τα μοσχεύματα μετά τον τεμαχισμό, τη διαλογή τους και τη δεματοποίη-


σή τους θα πρέπει να διατηρηθούν κατά τέτοιο τρόπο, έτσι ώστε μέχρι να
χρησιμοποιηθούν, να μην έχουν υποστεί μεγάλες απώλειες νερού. Η απώ-
λεια υγρασίας στα μοσχεύματα έχει ως συνέπεια τη μείωση της ικανότητάς
τους για ριζοβολία.
Η περιεκτικότητα των μοσχευμάτων σε νερό τη στιγμή της αποκοπής τους
από τα μητρικά φυτά, είναι περίπου 52 - 55% κατά βάρος. Τα μοσχεύματα
μετά την αποκοπή τους από τα μητρικά φυτά, εάν αφεθούν εκτεθειμένα στον
ατμοσφαιρικό αέρα, χάνουν υγρασία. Εάν οι απώλειες της υγρασίας ξεπε-
ράσουν το 7 % τότε αρχίζει σταδιακά να μειώνεται η ικανότητά τους για ρι-
ζοβολία. Εάν οι απώλειες ξεπεράσουν το 20% τότε τα μοσχεύματα χάνουν
οριστικά την ικανότητα για ριζοβολία και εκβλάστηση. Κατά συνέπεια όσο
λιγότερες είναι οι απώλειες σε νερό κατά τη διάρκεια της διατήρησής τους,
τόσο καλύτερα ανταποκρίνονται τα μοσχεύματα στη ριζοβολία.
Επί πλέον τα μοσχεύματα ως ζωντανοί ιστοί, κατά τη διάρκεια της δια-
τήρησής τους καταναλώνουν ενέργεια για την αναπνοή των κυττάρων. Η ε-
νέργεια αυτή προέρχεται κυρίως από τους υδατάνθρακες οι οποίοι εναποτί-

32
θενται στους ιστούς υπό τη μορφή αμύλου και ζαχάρων. Έτσι όσο χαμηλό-
τερες είναι οι θερμοκρασίες διατήρησης, τόσο χαμηλότερη είναι η ένταση
της αναπνοής και ως εκ τούτου οι απώλειες των υδατανθράκων είναι μι-
κρότερες.
Πολύ συχνά στους χώρους διατήρησης των μοσχευμάτων, αλλά και ε-
πάνω στους εξωτερικούς τους ιστούς, ενδημούν κάποιοι μύκητες οι οποίοι
προσβάλλουν τα μοσχεύματα με αποτέλεσμα να προκαλούν μείωση της ικα-
νότητάς τους για ριζοβολία. Τα μοσχεύματα προσβάλλονται συνήθως από
τους μύκητες Botrytis cinerea και Phomopsis viticola . Ο μύκητας Botrytis
cinerea αναπτύσσεται στην εξωτερική τους επιφάνεια και προκαλεί αφυδά-
τωση και καταστροφή των ιστών του φλοιού. Είναι γνωστό ότι ακόμη και σε
χαμηλές θερμοκρασίες, ο μύκητας αυτός εξακολουθεί να είναι ενεργός και γι’
αυτό θα πρέπει τα μοσχεύματα πριν εισέλθουν στους χώρους διατήρησης,
να απολυμαίνονται. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιείται κυρίως το Chinosol
(διπλό άλας του καλίου και της υδροξυκινολείνης). Έχει αποδειχθεί ότι εμ-
βάπτιση για 3 ώρες σε διάλυμα 0.5% Chinosol, θερμοκρασίας 10 0 C, εί-
ναι αποτελεσματική.

3.5α Τρόποι διατήρησης.

1) Εντός άμμου στην ύπαιθρο . Είναι ένας απλός και εύκολος τρόπος διατή-
ρησης, όπου τα δέματα των μοσχευμάτων τοποθετούνται οριζόντια, συνή-
θως στη βόρεια πλευρά ενός τοίχου. Στο δάπεδο τοποθετείται μια στρώση
άμμου 10 cm και επάνω οριζοντίως τοποθετείται μια σειρά δεμάτων. Στη
συνέχεια τοποθετούνται εναλλάξ στρώματα άμμου και δεμάτων. Στο τέλος ο
σωρός που δημιουργείται καλύπτεται εξ’ ολοκλήρου με άμμο πάχους 15 - 20
cm.

2) Στο έδαφος εντός ορύγματος . Ανοίγεται όρυγμα στο έδαφος, βάθους


60 - 70 cm. Τα δέματα τοποθετούνται εκεί καθέτως και μερικές φορές αντε-

33
στραμμένα εάν πρόκειται για υποκείμενα που ριζοβολούν δύσκολα. Ο λάκ-
κος καταβρέχεται και τα δέματα στο επάνω μέρος καλύπτονται με στρώμα
αχύρου.

3) Εντός ψυκτικών θαλάμων . Τα μοσχεύματα κλείνονται σε σάκους πολυαι-

θυλενίου και τοποθετούνται εντός ψυκτικών θαλάμων θερμοκρασίας 1 0 C . Η


σχετική υγρασία διατηρείται σε υψηλά επίπεδα. Με αυτό το τρόπο το φυτι-
κό υλικό διατηρείται αρκετά ικανοποιητικά και αυτός ο τρόπος θεωρείται ο
καλύτερος σε σχέση με τους προηγούμενους. Ο εγκλεισμός του φυτικού υλι-
κού σε πλαστικούς σάκους λόγω του υψηλού κόστους που παρουσιάζει
χρησιμοποιείται συνήθως στη διατήρηση ερρίζων-εμβολιασμένων φυτών,
ενώ τα μοσχεύματα εισάγονται συνήθως εντός των ψυκτικών θαλάμων χωρίς
να κλείνονται σε σάκους πολυαιθυλενίου.
Πολλές φορές το φυτικό υλικό εισάγεται εντός των ψυκτικών θαλάμων
ατεμάχιστο, με σκοπό τις κατά το δυνατόν μικρότερες απώλειες νερού. Αυτό
γίνεται στις περιπτώσεις όπου η διάρκεια διατήρησης είναι μεγαλύτερη (4 -
5 μήνες). Είναι απαραίτητο όμως η σχετική υγρασία του θαλάμου να βρίσκε-
ται κοντά στο σημείο του κορεσμού.
Στις βορειότερες χώρες όπου επικρατούν κατά το χειμώνα χαμηλότερες
θερμοκρασίες, οι κληματίδες αφού καθαριστούν τοποθετούνται ατεμάχιστες
σε κλειστά υπόγεια. Εκεί στοιβάζονται κατά δέματα και διατηρούνται έτσι
μέχρι τη χρησιμοποίησή τους.

3.6. Χρησιμοποίηση του φυτικού υλικού στην εγκατάσταση αμπε-


λώνων

Η δημιουργία νέων αμπελώνων σε φυλλοξηριώσσες περιοχές γίνεται


κυρίως με δύο τρόπους:

α) Με φύτευση απλών - ερρίζων φυτών στις οριστικές θέσεις


του αμπελώνα, τα οποία εμβολιάζονται επί τόπου την επομένη ή

34
τη μεθεπομένη χρονιά από τη φύτευσή τους, με εμβόλια της ποι-
κιλία παραγωγής. Τα απλά - έρριζα φυτά είναι φυτά ενός έτους,
τα οποία προέρχονται από μοσχεύματα υποκειμένων μετά από ρι-
ζοβολία, εκβλάστηση και ανάπτυξη στα φυτώρια για μια βλαστι-
κή περίοδο.

β) Με φύτευση ερρίζων - εμβολιασμένων φυτών στις οριστικές


θέσεις του αμπελώνα. Τα φυτά αυτά παράγονται με τη διαδικα-
σία του επιτραπεζίου εμβολιασμού και αποτελούνται από δύο με-
ρη: το υποκείμενο και το εμβόλιο τα οποία είναι συνδεδεμένα με-
ταξύ τους στο επίπεδο της ζώνης ένωσης εμβολίου - υποκειμένου.

Στις μη φυλλοξηριώσσες περιοχές όπου δεν είναι απαραίτητη η χρήση


υποκειμένου, οι αμπελώνες δημιουργούνται με αυτόρριζα φυτά ποικιλιών
παραγωγής. Η μεταχείριση του φυτικού υλικού στις περιπτώσεις αυτές γί-
νεται με διάφορους τρόπους ανάλογα με τη χώρα και την περιοχή καλλιέρ-
γειας. Στη χώρα μας ο πιο συνηθισμένος τρόπος είναι ο εξής:

Κληματίδες ποικιλιών παραγωγής τεμαχίζονται σε μοσχεύματα


55 - 65 cm , δένονται σε δέματα των 100 ή 200 μοσχευμάτων και
στρωματώνονται επιφανειακά σε προσηλιακό μέρος. Πολλές φο-
ρές το υλικό σρωμάτωσης είναι χωνεμένη κοπριά ή κοπρόχωμα
και τούτο γιατί έτσι εξασφαλίζεται καλύτερα περιβάλλον με υψη-
λότερες θερμοκρασίες κατά το τέλος του χειμώνα - αρχές της ά-
νοιξης. Κατά την άνοιξη οι οφθαλμοί διογκώνονται και στη βάση
των μοσχευμάτων παρατηρείται έντονη παραγωγή παρεγχυματι-
κού ιστού ή και εμφάνιση ριζιδίων. Επιλέγονται τα μοσχεύματα
των οποίων οι κορυφαίοι οφθαλμοί βρίσκονται σε καλή κατά-
σταση, τα οποία και φυτεύονται κατ’ ευθείαν στον αμπελώνα κατά
τις αρχές Μαϊου. Η φύτευση γίνεται με λοστό αφού προηγουμένως
το έδαφος έχει υποστεί κατάλληλη κατεργασία και προετοιμασία.

35
Κατά τη φύτευση συνήθως ο ένας ή οι δύο κορυφαίοι οφθαλμοί
παραμένουν εκτός εδάφους. Κατά τη βλαστική περίοδο που ακο-
λουθεί τα νεαρά φυτά δέχονται τις συνηθισμένες καλλιεργητικές
εργασίες, με κυριότερη φροντίδα το πότισμα έτσι ώστε να έ-
χουν επάρκεια υγρασίας κατά την περίοδο του καλοκαιριού.

3.7. Παραγωγή απλών - ερρίζων φυτών

Τα απλά - έρριζα φυτά παράγονται σε φυτωριακές εγκαταστάσεις, το έ-


δαφος των οποίων είναι γόνιμο, βαθύ, καλής ποιότητας και μέσης μηχανικής
σύστασης. Τα βαριά και αργιλώδη εδάφη πρέπει να αποφεύγονται, γιατί

Σχήμα 4. Επάνω : Γενική άποψη φυτωρίου απλών-ερρίζων φυτών. Κάτω: λεπτομερής


παράσταση της φύτευσης.

36
εκτός των άλλων δυσκολεύουν τις διάφορες εργασίες οι οποίες γίνονται κατά
τους χειμερινούς μήνες. Απαραίτητο είναι επίσης το νερό άρδευσης, δεδομέ-
νου ότι απαιτούνται συχνές αρδεύσεις κατά τη διάρκεια της βλαστικής περιό-
δου.
Το έδαφος θα πρέπει να ενισχύεται συνήθως με 20 - 50 κιλά το στρέμμα
θειικής αμμωνίας και με 20 - 50 κιλά θειικού καλίου.
Τα μοσχεύματα εξάγονται από τους χώρους διατήρησης και αφού τοπο-
θετηθούν για 12 - 48 ώρες στο νερό είναι έτοιμα να φυτευτούν. Η εμβάπτι-
ση των μοσχευμάτων στο νερό είναι απαραίτητη και γίνεται με σκοπό την
απορρόφηση του νερού που έχουν χάσει κατά τη διάρκεια της διατήρησής
τους. Πολλές φορές πριν τη φύτευση τα μοσχεύματα απολυμαίνονται με
κατάλληλα απολυμαντικά μέσα. Ύστερα φυτεύονται σε γραμμές εντός
αυλακιού, βάθους περίπου όσο το μήκος των μοσχευμάτων, σε αποστά-
σεις τέτοιες έτσι ώστε να φυτεύονται 30 μοσχεύματα περίπου ανά τρέχον
μέτρο. Μετά τη φύτευση σύρεται έδαφος μέσα στο αυλάκι και μεταξύ της
γραμμής των μοσχευμάτων συμπιέζεται, έτσι ώστε να έρθει σε καλή επα-
φή το έδαφος με τα μοσχεύματα. Ακολουθεί πότισμα και κάλυψη των μο-
σχευμάτων με έδαφος. Με τη συσσώρευση εδάφους κατά μήκος και εκα-
τέρωθεν της γραμμής φύτευσης, σχηματίζεται ένα ανάχωμα ή ‘σάγμα’ ή
‘καβάλι’, όπως λέγεται στη καθομιλουμένη ορολογία.
Στις περισσότερες περιπτώσεις ο κορυφαίος οφθαλμός παραμένει
ακάλυπτος. Άλλοτε πάλι όταν η φύτευση πραγματοποιείται πολύ αργά την
άνοιξη τότε καλύπτεται και ο κορυφαίος οφθαλμός. Σήμερα υπάρχουν ε-
ξειδικευμένα μηχανήματα συρόμενα από ελκυστήρες, τα οποία διευκολύ-
νουν τη διαδικασία φύτευσης
Έχει αποδειχτεί ότι όταν ο κορυφαίος οφθαλμός παραμένει ακάλυπτος
τότε αυξάνει το ποσοστό επιτυχίας καθώς και η ποιότητα των απλών - ερ-
ρίζων που παράγονται. Θα πρέπει επίσης να λαμβάνεται μέριμνα, έτσι ώ-
στε η φύτευση των μοσχευμάτων να μη γίνεται σε μεγάλο βάθος, αλλά πιο
επιφανειακά και τούτο διότι η βάση του μοσχεύματος όταν βρίσκεται σε με-
γαλύτερο βάθος θερμαίνεται λιγότερο.

37
Η θερμοκρασία στη βάση του μοσχεύματος είναι ένας σημαντικός παρά-
γων ενίσχυσης της ριζοβολίας. Σχετικές έρευνες έχουν αποδείξει ότι η θερ-
μοκρασία του μέσου ριζοβολίας θα πρέπει να είναι πάνω από 15 0 C. Επί
πλέον όταν τα μοσχεύματα φυτεύονται σε μεγάλο βάθος, τα απλά - έρριζα
φυτά που παράγονται από αυτά, εξάγονται με μεγαλύτερη δυσκολία και
παράλληλα αρκετές ρίζες αποκόπτονται από τα νεαρά φυτά. Εκτός της θερ-
μοκρασίας του μέσου ριζοβολίας η επιτυχία των μοσχευμάτων στον πολλα-
πλασιασμό, εξαρτάται και από άλλους, εξίσου σημαντικούς παράγοντες ό-
πως αυτοί παρατίθενται στη συνέχεια.

3.7 α. Αυξητικοί ρυθμιστές

Σύμφωνα με πολυάριθμα ερευνητικά δεδομένα και τη μακροχρόνια εμπει-


ρία γύρω από την ριζογένεση έχει διασαφηνιστεί ότι αυτή βρίσκεται κάτω
από τον έλεγχο ορμονικών ερεθισμάτων. Καθοριστικό ρόλο παίζει το ινδο-
λυλοξικό οξύ το οποίο παράγεται κυρίως στα ακραία μεριστώματα μετακινεί-
ται πολικά και επηρεάζει τη ριζογενετική διαδικασία. Η περιεκτικότητα των
χειμερινών μοσχευμάτων σε ενδογενείς αυξίνες συνδέεται άμεσα με την ικα-
νότητά τους για ριζοβολία. Έτσι για παράδειγμα τα μοσχεύματα του υποκει-
μένου 5ΒΒ περιέχουν περισσότερες αυξίνες από αυτά του υποκειμένου
140Ruggeri, το οποίο παρουσιάζει δυσκολότερη ριζοβολία από το 5 ΒΒ.

3.7 β. Περιεκτικότητα σε νερό

Η περιεκτικότητα των μοσχευμάτων σε νερό θα πρέπει να είναι σε κανο-


νικά επίπεδα γιατί οι απώλειες κατά τη διάρκεια της διατήρησης των μο-
σχευμάτων επηρεάζουν καθοριστικά την ικανότητά τους για ριζοβολία. Η
περιεκτικότητα των μοσχευμάτων σε νερό θα πρέπει να κυμαίνεται στα επί-

38
πεδα του 55 - 57 %. Απώλειες που ξεπερνούν το 7 % επηρεάζουν αρνητικά
την ριζοβολία και όταν η περιεκτικότητα σε νερό πέσει στο 30 - 32 % τότε
αυτά χάνουν την ικανότητά τους για ριζοβολία.

3.7 γ. Φυτοϋγειονομική κατάσταση των μοσχευμάτων

Η προστασία των μοσχευμάτων κατά τη διατήρηση εξασφαλίζει υψηλό-


τερα ποσοστά επιτυχίας. Συνήθως κατά την διατήρηση των μοσχευμάτων
αυτά προσβάλλονται από τον μύκητα Botrytis cinerea , ο οποίος προκαλεί
εκτεταμένες ζημίες στους εξωτερικούς ιστούς των μοσχευμάτων, καταστρέ-
φοντας τον φλοιό.

3.7 δ. Αποθησαυριστικές ουσίες

Τα μοσχεύματα θα πρέπει να περιέχουν τα απαραίτητα ενεργειακά απο-


θέματα για να οικοδομήσουν τους νέους ιστούς (ρίζες, βλαστούς) μέχρις ό-
του τα φύλλα του νεαρού φυτού αρχίσουν να φωτοσυνθέτουν και να παρά-
γουν ικανοποιητικές ποσότητες προϊόντων της φωτοσύνθεσης, έτσι ώστε
αυτά να επαρκούν για τον σχηματισμό νέων ιστών. Το άμυλο και τα ζάχα-
ρα, αποτελούν τα κατ’ εξοχήν ενεργειακά αποθέματα στους ιστούς των μο-
σχευμάτων και έχουν εναποτεθεί κατά τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου.
Τα επίπεδα των ενεργειακών αυτών αποθεμάτων εξαρτώνται από τις καλλι-
εργητικές συνθήκες της βλαστικής περιόδου. Γενικώς η αυξημένη περιεκτικό-
τητα σε άμυλο, υποδηλώνει ευνοϊκές συνθήκες για την ωρίμανση του ξύλου
και καλύτερη συμπεριφορά των μοσχευμάτων, υπό την έννοια ότι τα θρεπτι-
κά άλατα και οι οργανικές ενώσεις δρουν ως παράγοντες περιοριστικοί της
ζωής και της αύξησης των κυττάρων και ως εκ τούτου μόνο έμμεσο ενδιαφέ-
ρον παρουσιάζουν εξασφαλίζοντας ικανοποιητική ενέργεια για την κυτταρο-
διαίρεση και τον σχηματισμό των πρώτων ριζών. Έχει αποδειχτεί ότι η πε-

39
ριεκτικότητα των μοσχευμάτων σε άμυλο επηρεάζει το βάρος των βλαστών
και των ριζών των απλών - ερρίζων φυτών.

Καλλιεργητικές συνθήκες στη μητρική φυτεία οι οποίες ευνοούν την υπερ-


βολική ζωηρότητα των μητρικών φυτών (άζωτο, επάρκεια νερού), έχουν ως
αποτέλεσμα την δημιουργία βλαστών με μεγάλα μεσογονάτια διαστήματα τα
οποία ενέχουν την υποψία για ανεπαρκή ωρίμανση.

3.7 ε. Οι οφθαλμοί των μοσχευμάτων

Η ποιότητα των οφθαλμών της κορυφής του μοσχεύματος και η έξοδός


τους από τον λήθαργο αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχία

Σ χήμα 5 . Απλό - έρριζο φυτό κατά την εξαγωγή του από το φυτώριο

40
των απλών ερρίζων - φυτών. Οι συνθήκες διατήρησης των μοσχευμάτων
(χαμηλές θερμοκρασίες), εξασφαλίζουν την έξοδο των οφθαλμών από το

λήθαργο. Έτσι οι οφθαλμοί οι οποίοι βρίσκονται σε καλή κατάσταση και


δεν έχουν υποστεί μηχανικές ζημίες ή ζημίες από παθογόνα βλαστάνουν ι-
κανοποιητικά. Η έκπτυξη του ακραίου οφθαλμού του μοσχεύματος είναι

απαραίτητη διότι ο οφθαλμός σε ανάπτυξη παράγει αυξίνη, η οποία κινού-


μενη πολικά προς τη βάση του μοσχεύματος επηρεάζει θετικά την ριζογένε-
ση.

Μετά τη φύτευση και όσο προχωράει η βλαστική περίοδος, τα μοσχεύματα


βλαστάνουν και ριζοβολούν. Δέχονται τις συνηθισμένες καλλιεργητικές φρο-
ντίδες στο φυτώριο (άρδευση, καταπολέμηση των ζιζανίων κλπ).
Το χειμώνα μετά την πτώση των φύλλων, τα φυτά εξάγονται με ειδικά συρό-
μενα άροτρα Έπειτα μεταφέρονται εκτός φυτωρίου και υφίστανται την απα-
ραίτητη διαλογή. Ως κατάλληλα προς χρησιμοποίηση, κρίνονται αυτά που
έχουν τουλάχιστον 3 κύριες ρίζες, κανονικά κατανεμημένες στη βάση του
μοσχεύματος και βλαστό πάχους τουλάχιστον 5mm μετρούμενο στη μέση
του μεσογονατίου διαστήματος. Στη συνέχεια δένονται σε δέματα των 50
φυτών τα οποία φέρουν ετικέτα στην οποία αναγράφεται το υποκείμενο
καθώς και άλλες πληροφορίες που αφορούν τη προέλευση του φυτικού υλι-
κού. Το χρώμα της ετικέτας προσδιορίζει και τη γενετική και φυτοϋγειονομι-
κή κατάσταση του υλικού όπως αναφέρεται σε άλλο σημείο του κεφαλαίου
αυτού.
Τα ποσοστά επιτυχίας εξαρτώνται βέβαια από πολλούς παράγοντες (ε-
δαφικές συνθήκες υγρασίας και θερμοκρασίας, ποιότητα και φυτοϋγεία των
μοσχευμάτων κατάσταση των κορυφαίων οφθαλμών κλπ), όμως κάποια υ-
ποκείμενα παρουσιάζουν μεγάλα ποσοστά επιτυχίας, κάποια άλλα μέτρια ή
μικρά.

41
• Επιτυχία πάνω από 70% παρουσιάζουν τα: Riparia gloire, Rupestris
du Lot , 101 - 14MG.
• Eπιτυχία μέτρια ( 50 - 70 %) παρουσιάζουν τα: 333ΕΜ, SO4, 5BB,
420A, 161 -49C, 44- 53M.
• Επιτυχία μικρή παρουσιάζουν τα : 41ΒMG, 110R , 140Rug.

3.8. Παραγωγή ερρίζων - εμβολιασμένων φυτών

Η παραγωγή ερρίζων - εμβολιασμένων φυτών είναι μια περισσότερο πο-


λύπλοκη διαδικασία και απαιτεί εξειδικευμένες εγκαταστάσεις και έμπειρο
προσωπικό. Τα έρριζα - εμβολιασμένα φυτά παράγονται με το λεγόμενο
επιτραπέζιο εμβολιασμό, όπου ο εμβολιασμός γίνεται στο εργαστήριο και
τα δύο διαφορετικά φυτικά μέρη, εμβόλιο και υποκείμενο, αφού προηγου-
μένως συνδεθούν μηχανικά, συνδέονται και ιστολογικά κάτω από ελεγχόμε-
νες συνθήκες θερμοκρασίας και υγρασίας .

3.8 α. Περιγραφή της διαδικασίας.

Τα υποκείμενα και τα εμβόλια εξέρχονται από τους χώρους διατήρησης


και εφ’ όσον περιέχουν υπολείμματα άμμου, ξεπλένονται με πίεση νερού.
Στη συνέχεια τα υποκείμενα τεμαχίζονται σε μοσχεύματα 45 cm. (Τα εμβο-
λιάσιμα μοσχεύματα που διακινούνται στο εμπόριο έχουν μήκος 105 - 115
περίπου cm). Έπειτα εμβαπτίζονται σε δεξαμενή νερού για 12 - 48 ώρες με
σκοπό να επαναπορροφήσουν την υγρασία που έχουν χάσει κατά τη διάρ-
κεια της διατήρησης. Επίσης τις περισσότερες φορές κρίνεται σκόπιμο, μετά
την απορρόφηση του νερού να απολυμαίνονται με κατάλληλα απολυμαντικά
μέσα για τη βελτίωση της επιτυχίας αλλά και της ποιότητας των φυτών που

42
θα παραχθούν. Ως το πλέον αποτελεσματικό μέσο θεωρείται το Chinosol
(0.5% σε υδατικό διάλυμα θερμοκρασίας 10 0 C). Πριν τη χρησιμοποίηση
αφαιρούνται οι οφθαλμοί των μοσχευμάτων. Ο οφθαλμός της βάσης πολ-
λές φορές δεν αφαιρείται.
Οι εμβολιοφόρες κληματίδες τεμαχίζονται σε μοσχεύματα ενός οφθαλμού
κατά τέτοιο τρόπο ώστε επάνω από τον οφθαλμό να απομένει τμήμα μεσο-
γονατίου διαστήματος 2 cm και κάτω από τον οφθαλμό τμήμα μεσογονατίου
διαστήματος 4 - 5 cm.(Σχήμα 6).
Τα εμβόλια εμβαπτίζονται και αυτά στο νερό για 4 - 5 ώρες και ύστερα
απολυμαίνονται κατά τον ίδιο τρόπο όπως και τα υποκείμενα. Στη συνέχεια
πραγματοποιείται εμβολιασμός αγγλικής τομής όπως λέγεται. Θα πρέπει
να επιλέγονται εμβόλια και υποκείμενα του ιδίου πάχους έτσι ώστε να συ-
μπέσουν κατά τη σύνδεση οι κατάλληλες κυττογενετικές ζώνες (κάμβιο).

Στο εμβόλιο και το υποκείμενο γίνονται οι εξής τομές:

Κάτω από τον οφθαλμό του εμβολίου, προς τη πλευρά του οφθαλμού και
όσο το δυνατόν πιο κοντά σ’ αυτόν, γίνεται μια ολική τομή η οποία σχημα-

Σχήμα 6. Tεμαχισμός εμβολιοφόρου κληματίδας σε εμβόλια

43
τίζει στην αντίθετη πλευρά του οφθαλμού γωνία περίπου 45 0 Έτσι κάτω από
τον οφθαλμό σχηματίζεται μια ελλειψοειδής τομή. Επάνω στην ελλειψοειδή
τομή και από απόσταση 2/3 απέναντι από τον οφθαλμό, γίνεται μια δεύτερη
τομή κατά την κατεύθυνση της διχοτόμου της γωνίας της απέναντι αιχμής
(Σχήμα 7) και με αυτό τον τρόπο σχηματίζεται ένα γλωσσίδιο. Στο πάνω
μέρος του κορυφαίου μεσογονατίου του υποκειμένου γίνεται μια

παρόμοια τομή προς τη πλευρά του ανώτερου οφθαλμού, και ένα παρόμοιο
γλωσσίδιο. Η τομή αυτή που σχηματίζεται με αυτό το τρόπο λέγεται και
αγγλική τομή .

Σχήμα 7. Προετοιμασία εμβολίου και υποκειμένου και η σύνδεσή τους, κατά τον επιτρα-
πέζιο εμβολιασμό της αμπέλου.

44
Η σύνδεση εμβολίου και υποκειμένου γίνεται με εφαρμογή του γλωσσιδίου
του ενός στη τομή του άλλου και αντιστρόφως. Όταν τα δύο διαφορετικά μέ-
ρη είναι του ιδίου περίπου πάχους και οι τομές γίνονται με την ίδια κλήση
όπως προαναφέρθηκε, τότε οι καμβιακές ζώνες του υποκειμένου και του εμ-
βολίου συμπίπτουν και αυτό εξασφαλίζει μεγαλύτερες πιθανότητες επιτυχί-
ας. Στη συνέχεια τα εμβολιασμένα μοσχεύματα βυθίζονται σε
λειωμένη παραφίνη, έτσι ώστε το εμβόλιο και μια μικρή περιοχή του υποκει-
μένου κάτω από το εμβόλιο να καλύπτεται με παραφίνη.
Η παραφίνη κυκλοφορεί στο εμπόριο σε πλάκες στερεάς μορφής, θερ-
μαίνεται σε ειδικά δοχεία και υγροποιείται σε θερμοκρασία 50 - 80 0 C ανά-
λογα με τον τύπο της παραφίνης. Στο εμπόριο κυκλοφορεί και παραφίνη
βελτιωμένη με πρόσθετες ουσίες που προάγουν τα ποσοστά επιτυχίας όπως
Benomyl, αυξητικοί ρυθμιστές κλπ. όμως η αποτελεσματικότητά τους, θεω-
ρείται αμφιλεγόμενη.

3.8 β. Εμβολιαστικές μηχανές.

Επειδή η διαδικασία πραγματοποίησης της αγγλικής τομής απαιτεί εξει-


δικευμένο προσωπικό, εδώ και πάρα πολλά χρόνια έχει αρχίσει η προσπά-
θεια κατασκευής εργαλείων και μηχανών για την διευκόλυνση αυτής της δι-
αδικασίας.
Έτσι έχουν κατασκευαστεί κατά το παρελθόν ποδοκίνητες μηχανές προσαρ-
μοσμένες σε πάγκους, οι οποίες πραγματοποιούν αγγλική τομή καθώς επί-
σης και μηχανές οι οποίες είναι πιο αυτοματοποιημένες, λειτουργούν με η-
λεκτρικό ρεύμα και πραγματοποιούν αγγλική τομή, τροποποιημένη αγγλική
τομή όπου αφαιρείται και τμήμα ξύλου, ή τομή τύπου “ωμέγα “. Σήμερα ως
επί το πλείστον οι μηχανές πραγματοποιούν τομές τύπου ωμέγα (Σχήμα 8).
Οι μηχανές αυτές είναι αρκετά βελτιωμένες με αποτέλεσμα ο χειριστής τους
να πραγματοποιεί πολύ περισσότερους εμβολιασμούς και να μειώνεται

45
σημαντικά το κόστος παραγωγής. Έτσι ενώ ένας εμβολιαστής που εμβολιάζει
με το χέρι και χρησιμοποιεί εμβολιαστήρι δεν μπορεί να πραγματοποιήσει περισ-

Σχήμα 8. Διάφορες τομές εμβολίων - υποκειμένων με εμβολιαστικές μηχανές (α: παλαιού


τύπου τομές , β: τομές τύπου ωμέγα).

σότερους από 2.500 με3.000 εμβολιασμούς την ημέρα, με την εμβολιαστική μηχα-
νή μπορεί να φτάσει τους 4000. Κατά συνέπεια λοιπόν πέρα από την ποιότητα
του εμβολιασμού επιτυγχάνεται και σημαντική μείωση του κόστους.

3.8 γ. Στρωμάτωση των εμβολιασμένων μοσχευμάτων

Τα εμβολιασμένα μοσχεύματα μετά την παραφίνωση, τοποθετούνται σε ευνοϊ-


κές συνθήκες θερμοκρασίας και υγρασίας κάτω από τις οποίες επέρχεται η
ιστολογική σύνδεση εμβολίου και υποκειμένου. Οι συνθήκες αυτές εξασφαλί-
ζονται σε ειδικούς χώρους οι οποίοι λέγονται θ ε ρ μ ο θ ά λ α μ ο ι και τα
μοσχεύματα εισέρχονται εκεί στρωματωμένα εντός κιβωτίων σε κατάλληλο
υλικό στρωμάτωσης. Οι θερμοθάλαμοι είναι κλειστοί χώροι με μικρά παράθυ-
ρα και καλή μόνωση όπου υπάρχει μια θερμαντική πηγή με δυνατότητα ρύθμι-
σης και ελέγχου της θερμοκρασίας. Το μέγεθος του θερμοθαλάμου μπορεί να
διαφέρει ανάλογα με τη δυναμικότητα της φυτωριακής

46
Σχήμα 9 . Εμβολιαστική μηχανή που πραγματοποιεί τομές τύπου ωμέγα.

επιχείρησης. Όταν ο όγκος του θερμοθαλάμου είναι μεγαλύτερος, με κατάλλη-


λους ανακινητές του αέρα, επιτυγχάνεται ομοιόμορφη θερμοκρασία σε όλο το
χώρο. Τα μοσχεύματα στρωματώνονται προηγουμένως σε ειδικά κιβώτια
στρωμάτωσης, τα οποία είναι συνήθως ξύλινα παραλληλεπίπεδα, ύψους 50
cm, ανοιχτά στο επάνω μέρος. Οι υπόλοιπες διαστάσεις των κιβωτίων ανάλο-
γα με το μέγεθος τους διαφέρουν, αλλά συνήθως είναι 80 cm μήκους και 60
πλάτους. Οι πλευρές των κιβωτίων αποτελούνται από σανίδες οι οποίες απέ-
χουν μεταξύ τους 2 cm. Τα κιβώτια έχουν και ένα ξύλινο πλαίσιο το οποίο λει-
τουργεί ως κινητή πλευρά στο εσωτερικό της μεγαλύτερης πλάγιας πλευράς.

47
Τα μοσχεύματα στρωματώνονται ως εξής:

Το κιβώτιο στερεώνεται σε κεκλιμένη θέση και αφαιρείται το εσωτερικό του


πλαίσιο. Τα διάκενα μεταξύ των σανίδων των πλευρών κλείνονται με άχυ-
ρο ή βρύα και στην κάτω πλάγια πλευρά απλώνεται πριονίδι βρεγμένο.
Επάνω στο πριονίδι τοποθετούνται με τη σειρά εμβολιασμένα μοσχεύματα,
με τη βάση τους προς τον πυθμένα του κιβωτίου και το εμβόλιο προς το ε-
πάνω μέρος. Η κάθε στρώση μοσχευμάτων εναλλάσσεται με πριονίδι μέ-
χρι το κιβώτιο να γεμίσει. Τοποθετείται ύστερα το κινητό πλαίσιο και στε-
ρεώνεται κατάλληλα. Ύστερα το κιβώτιο τοποθετείται στη σωστή του θέ-
ση. Έτσι τα μοσχεύματα είναι κατακόρυφα εντός του κιβωτίου. Έπειτα δι-
ασπείρεται πριονίδι έτσι ώστε να καλύψει τα κενά στο κιβώτιο και το επίπε-
δο του υλικού φθάνει μέχρι το επίπεδο ένωσης εμβολίου - υποκειμένου. Τα
κιβώτια καταβρέχονται και τοποθετούνται σε ψυκτικούς θαλάμους μέχρι την
είσοδό τους στους θερμοθαλάμους. Η είσοδος στους θερμοθαλάμους γίνε-
ται μετά τη πλήρωση ενός ικανού αριθμού κιβωτίων τα οποία εισάγονται
μαζί, σε συγκεκριμένη ημερομηνία. Στην αρχή της εισόδου των κιβωτίων η
θερμοκρασία είναι 28 0 C για 10 ημέρες και στη συνέχεια η θερμοκρασία
σταθεροποιείται στους 25 0 C . Κατά τη διάρκεια της παραμονής των κιβωτί-
ων στους θερμοθαλάμους τα κιβώτια καταβρέχονται για μια η δύο φορές.
Θα πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα ώστε να μην υπάρχει υπερβολική υγρασί-
α, διότι υπάρχει κίνδυνος προσβολών από τον βοτρύτη. Σε 20 περίπου
ημέρες, ανάλογα με το εμβόλιο και το υποκείμενο, έχει επέλθει η σύνδεση
των δύο μερών, στο κάτω μέρος του υποκειμένου αρχίζουν να εμφανίζονται
οι πρώτες ρίζες και ο οφθαλμός διογκώνεται και βλαστάνει. Κατά το στάδιο
αυτό η θερμοκρασία διακόπτεται και τα φυτά αφού εγκλιματιστούν στις συν-
θήκες του περιβάλλοντος, είναι έτοιμα να φυτευτούν στο φυτώριο.

Οι κλιματικές συνθήκες που επικρατούν κατά την εποχή φύτευσης, θα πρέπει να


είναι ευνοϊκές για την εκβλάστηση και κυρίως για τη ριζοβολία.

48
Σχήμα 10. Σχηματισμός συνδετικού ιστού και ανάπτυξη του οφθαλμού του εμβολίου κατά
την παραμονή των εμβολιασμένων μοσχευμάτων στους θερμοθαλάμους.

Επομένως η είσοδος στο θερμοθάλαμο των κιβωτίων θα πρέπει να γίνεται


περίπου στις αρχές Μαρτίου, έτσι ώστε τα φυτά να εξέρχονται από το θερ-
μοθάλαμο προς το τέλος Μαρτίου - αρχές Απριλίου.

49
3.8 δ. Φύτευση των εμβολιασμένων μοσχευμάτων

Τα εμβολιασμένα μοσχεύματα εξάγονται προσεχτικά από τα κιβώτια


στρωμάτωσης και πριν τη φύτευση δέχονται κάποια προετοιμασία. Αφαι-
ρούνται δηλαδή οι ρίζες που προέρχονται από το εμβόλιο, το σημείο ένω-
σης, και τα ανώτερα γόνατα. Επίσης ο βλαστός, εάν έχει αποκτήσει μεγάλο
μήκος, κλαδεύεται ελαφρώς στα 2 - 3cm. Στη συνέχεια τα εμβολιασμένα
μοσχεύματα παραφινώνονται με εμβάπτιση των εμβολίων σε λειωμένη πα-
ραφίνη. Η δεύτερη παραφίνωση έχει αρχίσει να εφαρμόζεται όλο και πε-
ρισσότερο γιατί συμβάλλει στην καλύτερη προστασία των εμβολίων και την
αύξηση των ποσοστών επιτυχίας. Ύστερα τα εμβολιασμένα μοσχεύματα
φυτεύονται, όπως και τα μοσχεύματα ριζοβολήσεως, φροντίζοντας η κά-
λυψη με έδαφος να φθάνει μέχρι το επίπεδο σύνδεσης εμβολίου και υπο-
κειμένου και να καλύπτεται ελαφρώς το εμβόλιο.
Το έδαφος του φυτωρίου, όπως και στην περίπτωση των απλών - ερρί-
ζων θα πρέπει να έχει ικανοποιητική δομή, να είναι ελαφρό περατό και κα-
λώς αεριζόμενο. Να μην περιέχει μεγάλες ποσότητες ανθρακιών που να α-
ποκλείουν τη φύτευση κάποιων υποκειμένων ευαίσθητων στη χλώρωση.
Να μην περιέχει ριζικά υπολείμματα προηγούμενων καλλιεργειών που θα
προκαλούσαν σηψηριζίες ή θα εγκυμονούσαν κινδύνους προσβολής από
νηματώδης οι οποίοι είναι φορείς του μολυσματικού εκφυλισμού.
Για την προετοιμασία του εδάφους του φυτωρίου πριν το χειμώνα πραγ-
ματοποιείται μια βαθιά άροση που φθάνει τουλάχιστον τα 50cm καθώς ε-
πίσης και λίπανση σε βάθος. Πριν την εγκατάσταση των φυτών μια επιφα-
νειακή άροση είναι απαραίτητη για την ισοπέδωση της επιφανείας του εδά-
φους.

50
Σχήμα 11. Εγκατάσταση ερρίζων - εμβολιασμένων μοσχευμάτων στο φυτώριο.

Σε κάθε τρέχον μέτρο φυτεύονται 25 περίπου μοσχεύματα και μεταξύ των


γραμμών φύτευσης οι αποστάσεις είναι 0.7 - 1 μ (3.300 περίπου εμβολια-
σμένα μοσχεύματα το στρέμμα). Τα φυτά στο φυτώριο δέχονται τις συνη-
θισμένες καλλιεργητικές φροντίδες (άρδευση , επεμβάσεις για τις μυκητολο-
γικές ασθένειες, καταπολέμηση των ζιζιανίων κλπ). Πολλές φορές η παρατε-
ταμένη υγρασία στο περιβάλλον του φυτωρίου έχει ως συνέπεια την προ-
σβολή των νεαρών βλαστών από τον βοτρύτη.Γι αυτό επιβάλλεται η προ-
στασία με κατάλληλα βοτρυδιοκτόνα (Chinosol, Rovral κλπ.), καθώς και ε-
πεμβάσεις κατά των άλλων μυκητολογικών ασθενειών της αμπέλου. Συνή-
θως χρησιμοποιούνται διάφορες ενώσεις χαλκού.

51
Μια πολύ σπουδαία καλλιεργητική εργασία η οποία γίνεται κατά τη διάρ-
κεια του καλοκαιριού είναι η αφαίρεση των ριζιδίων τα οποία εμφανίζονται
στο εμβόλιο. Η ανάπτυξη αυτών των ριζιδίων γίνεται εις βάρος των ριζών
του υποκειμένου και έτσι επέρχεται το “ ξεπέρασμα “ του υποκειμένου από
τις ρίζες αυτές. Για τον λόγο αυτό, κατά την περίοδο του Ιουλίου - Αυγού-
στου αποκαλύπτεται η ζώνη ένωσης εμβολίου - υποκειμένου και οι ρίζες
αυτές αποκόπτονται με κατάλληλο εμβολιαστικό μαχαίρι ή ψαλίδι. Πολλές
φορές μετά την αφαίρεση των ριζιδίων αυτών παρατηρούνται ξηράνσεις με-
ρικών φυτών. Αυτό βέβαια αφορά τα φυτά στα οποία δεν έχει επιτελεστεί η
σύνδεση εμβολίου - υποκειμένου και δεν έχουν αναπτυχθεί ρίζες στο υπο-
κείμενο.
Η εξαγωγή των φυτών γίνεται το χειμώνα μετά την πτώση των φύλλων με
ειδικά άροτρα συρόμενα από ελκυστήρες. Τα φυτά υπόκεινται απαραίτητα
σε μια διαλογή, όπου τα ακατάλληλα απορρίπτονται. Ύστερα δένονται σε
δέματα των 50 και διατηρούνται σε ψυκτικούς θαλάμους ή εντός άμμου μέ-
χρι τη διάθεσή τους.
Ως κατάλληλα προς χρησιμοποίηση φυτά θεωρούνται αυτά τα οποία έ-
χουν τουλάχιστον τρεις κύριες ρίζες κανονικά κατανεμημένες στη βάση του
φυτού και ένα βλαστό ελάχιστου μήκους 20 cm. Επίσης εξετάζεται το ση-
μείο ένωσης εμβολίου - υποκειμένου πιέζοντας το εμβόλιο με το χέρια για να
διαπιστωθεί εμπειρικά η ποιότητα της σύνδεσης. Σε περίπτωση μη καλής
σύνδεσης το εμβόλιο αποσπάται εύκολα. Επάνω στα δέματα τοποθετείται
πινακίδα στην οποίαν αναγράφεται ο βιότυπος του εμβολίου και του υπο-
κειμένου καθώς και τα στοιχεία του φυτωριούχου. Το χρώμα της ετικέτας
υποδηλώνει το επίπεδο γενετικής και φυτοϋγειονομικής καθαρότητας του
φυτικού υλικού.
Στις σύγχρονες φυτωριακές εγκαταστάσεις εφαρμόζονται μερικές μέθοδοι
που παρεκκλίνουν από την κλασική μέθοδο που περιγράφηκε πιο πάνω.
Κυρίως οι παρεκκλίσεις αφορούν την διαδικασία και τον τρόπο φύτευσης
των εμβολιασμένων μοσχευμάτων στο φυτώριο. Αντί λοιπόν να ανοίγεται
αυλάκι και να φυτεύονται τα εμβολιασμένα μοσχεύματα κατά τον κλασικό

52
τρόπο και μετά να καλύπτονται με έδαφος, αυτά φυτεύονται επιφανειακά
δηλαδή η βάση του εμολιασμένου μοσχεύμαατος εισέρχεται λίγα εκατοστά
εντός του εδάφους έτσι ώστε το μόσχευμα να στερεώνεται σε κατακόρυφη
θέση. Το έδαφος πριν τη φύτευση έχει δεχτεί τις κατάλληλες κατεργασίες.
Αμέσως μετά τη φύτευση τα μοσχεύματα θα πρέπει να δέχονται περιοδικές
διαβροχές με σύστημα διαβροχής κατάλληλα εγκαταστημένο. Και τούτο για
να μην αποξηρανθούν μέχρι την ανάπτυξη του ριζικού συστήματος και την
έκπτυξη φύλλων, πράγμα που αποκαθιστά μια ομαλή πρόσληψη και κυκλο-
φορία νερού προς το υπέργειο τμήμα. Συνήθως η φύτευση των εμβολιασμέ-
νων μοσχευμάτων κατά τέτοιο τρόπο γίνεται ταυτόχρονα με την εγκατάσταση
και φύλλου μελανού πολυαιθυλενίου κατά μήκος και εκατέρωθεν της γραμ-
μής φύτευσης, με σκοπό την αύξηση της θερμοκρασίας κάτω από την επιφά-
νεια του εδάφους, στο χώρο που αναπτύσσεται το ριζικό σύστημα. Το φύλ-
λο πολυαιθυλενίου παίζει και έναν επιπρόσθετο ρόλο δεδομένου ότι κατά
την μετέπειτα περίοδο δεν επιτρέπει την ανάπτυξη ζιζανίων.

3.8 ε. Παραγωγή φυτών σε γλάστρες

Είναι μια διαδικασία η οποία μπορεί να εξελίσσεται παράλληλα με την


παραδοσιακή παραγωγή ερρίζων-εμβολιασμένων φυτών, όπως αυτή περι-
γράφτηκε πιο πάνω. Τα εμβολιασμένα μοσχεύματα μετά την έξοδό τους
από το θερμοθάλαμο, αντί να φυτευτούν στο φυτώριο φυτεύονται σε μικρές
γλάστρες από χαρτόνι, διαστάσεων 4Χ4Χ10 cm, οι οποίες φέρουν οπές στα
τοιχώματά τους για να εξέλθουν οι μελλοντικές ρίζες. Οι διαστάσεις και τα
υλικά κατασκευής αυτών των γλαστρών μπορεί να είναι διαφορετικά (πχ
μέχρι 7 - 8 cm η μεγαλύτερη διάσταση). Το υπόστρωμα της γλάστρας πε-
ριέχει άμμο, τύρφη, φυτόχωμα εμπλουτισμένα με θρεπτικά στοιχεία , π.χ.
50 - 70% τύρφη, 10 - 20 % άμμο, 10 - 20 % φυτόχωμα, Ν,P,K 2% περί-
που. Μετά τη φύτευση οι γλάστρες τοποθετούνται σε θερμοκήπια για ένα

53
μήνα σε θερμοκρασία 25 - 30 0 C και σχετική υγρασία 70 - 80%. Η αυξημένη
σχετική υγρασία είναι απαραίτητη γιατί τα εμβόλια ξηραίνονται εύκολα,

Σχήμα 12. Ερριζο-εμβολιασμένο φυτό σε γλάστρα

δεδομένου ότι σ’ αυτό το στάδιο το νερό δεν διέρχεται ακόμη εύκολα από
το σημείο σύνδεσης προς το εμβόλιο.

Μετά από 25 - 30 ημέρες παραμονής στο θερμοκήπιο ο συνδετικός ι-


στός διαφοροποιείται ικανοποιητικά και ο βλαστός του εμβολίου απο-
κτά μήκος 8 - 10 cm Επίσης το υποκείμενο αναπτύσσει πολλές ρίζες
οι οποίες μάλιστα εξέρχονται από τις οπές των γλαστριδίων. Μετά τη

54
διακοπή της θέρμανσης, το θερμοκήπιο ανοίγεται και αερίζεται και α-
φού τα φυτά εγκλιματιστούν, τοποθετούνται σε σκιερό μέρος.
Τα φυτά αυτά είναι έτοιμα να φυτευτούν κατ’ ευθείαν στον αμπελώνα την
ίδια βλαστική περίοδο, εκτός βέβαια από την θερμή περίοδο του Καλοκαι-
ριού. Η φύτευση αυτών των φυτών κατά τη θερμή καλοκαιρινή περίοδο ε-
γκυμονεί κινδύνους ξήρανσης των φύλων και καταστροφής των φυτών.

Τα πλεονεκτήματα της μεθόδου αυτής είναι τα εξής:

- Οικονομία στην χρησιμοποιούμενη επιφάνεια περίπου στο


1/6, επομένως σε 500τμ θερμοκηπίου μπορούν να παραχθούν
8-10.000 φυτά.

- Αποφυγή της αναζήτησης νέων φυτωριακών εκτάσεων

-Μεγάλη επιτυχία.

-Εγκατάσταση αμπελώνα οποιαδήποτε εποχή (εκτός της


θερμής καλοκαιρινής περιόδου).

Οι μοναδικές δυσκολίες είναι οι πολυδάπανες εγκαταστάσεις και ο μεγά-


λος όγκος των φυτών σε γλάστρες οι οποίες διακινούνται δύσκολα. Απαι-
τούνται δηλαδή θερμοκήπια, συστήματα θέρμανσης και ύγρανσης του περι-
βάλλοντος εντός των θερμοκηπίων, καθώς και εξειδικευμένο προσωπικό.

3.9 Επιτόπιοι εμβολιασμοί

Η χρησιμοποίηση απλών-ερρίζων φυτών υποκειμένων, για τη δημιουργία


νέων αμπελώνων συνίσταται στη φύτευση απλών-ερρίζων φυτών στην ορι-
στική τους θέση και τον επί τόπου εμβολιασμό τους, μετά από ένα ή δύο
χρόνια με εμβόλια κάποιας ποικιλίας παραγωγής.

55
3.9 α. Σχιστός επιτόπιος εμβολιασμός ολικής σχισμής

Γίνεται στην αρχή της Άνοιξης και το υποκείμενο αποκεφαλίζεται με ορι-


ζόντια τομή, σε ύψος 4 - 5cm επάνω από την επιφάνεια του εδάφους (Σχήμα
13). Το υποκείμενο ξελακκώνεται και δένεται με ράφια ή σπάγκο λίγο κάτω
από την τομή. Οι εμβολιοφόρες κληματίδες τεμαχίζονται σε εμβόλια του ενός
ή των δύο οφθαλμών τα οποία κάτω από τον οφθαλμό φέρουν τμήμα μεσο-
γονατίου διαστήματος 4-5 cm. Τα εμβόλια που θα χρησιμοποιηθούν στην
περίπτωση αυτή προέρχονται από κληματίδες χειμερινού ξύλου οι οποίες
συλλέγονται κατά την περίοδο του χειμερινού κλαδέματος και διατηρούνται
μέχρι την εποχή αυτή, σύμφωνα με τις μεθόδους διατήρησης των μοσχευμά-
των χειμερινού ξύλου. Καλό είναι το χειμερινό κλάδεμα στις περιπτώσεις
αυτές να μην είναι πολύ πρώιμο, έτσι ώστε ο χρόνος διατήρησης των μο-
σχευμάτων από τα οποία θα αποκοπούν τα εμβόλια να μην είναι πολύ μεγά-
λος γιατί έχει αρνητικές επιπτώσεις στη ποιότητα των εμβολίων. Η διατήρη-
ση των εμβολίων σε ψυκτικούς θαλάμους και εντός σάκων πολυαιθυλενίου
εξασφαλίζει πολύ ικανοποιητική διατήρηση.
Στο υποκείμενο γίνεται σχισμή, κάθετη στην οριζόντια τομή, η οποία
διέρχεται από το κέντρο της. Το εμβόλιο ετοιμάζεται με κατάλληλες τομές οι
οποίες γίνονται στο τμήμα του μεσογονατίου διαστήματος το οποίο βρίσκε-
ται κάτω από τον οφθαλμό. Οι τομές γίνονται εκατέρωθεν του οφθαλμού, με
κατάλληλο εμβολιαστικό μαχαίρι, στην αρχή παράλληλες προς την επιφά-
νεια του μεσογονατίου και ύστερα συγκλίνουσες προς το άκρο, όπου σταδι-
ακά αφαιρείται ποσότητα ξύλου εκατέρωθεν του οφθαλμού. Οι τομές αυτές
στο κάτω μέρος του εμβολίου φτάνουν μέχρι την εντεριώνη και έτσι σχηματί-
ζεται μια χαρακτηριστική σφήνα. Ύστερα το εμβόλιο σφηνώνεται στην τομή
του υποκειμένου κατά τέτοιο τρόπο ώστε ο οφθαλμός του, να βρίσκεται προς
την εξωτερική πλευρά και το κάμβιο του εμβολίου να συμπίπτει με το κάμ-
βιο του υποκειμένου. Εάν το πάχος του υποκειμένου είναι μεγάλο (4-5cm),

56
τότε τοποθετούνται δύο εμβόλια το ένα απέναντι στο άλλο. Αφού ολοκληρω-
θεί το δέσιμο του υποκειμένου τότε το πάνω μέρος του εμβολιασμένου φυ-
τού καλύπτεται με άμμο, η οποία στη συνέχεια καλύπτεται με έδαφος. Για να
μην απαιτείται μεγάλη ποσότητα άμμου, συνήθως χρησιμοποιείται ένας σω-
λήνας μήκους 30 - 40 cm περίπου και διαμέτρου 12 cm, ο οποίος τοποθε-
τείται εντός του σωλήνα και έτσι το εμβόλιο καλύπτεται πλήρως.
Έπειτα σύρεται έδαφος γύρω από τον σωλήνα και έτσι εσωτερικά το εμβό-
λιο καλύπτεται με άμμο και εξωτερικά με έδαφος. Ο σωλήνας ύστερα απο-
σύρεται και δίπλα στο εμβολιασμένο φυτό τοποθετείται ένας μικρός πάσ-
σαλος 60 - 70 cm. με τον οποίο γίνεται η σήμανση των σημείων που βρί-
σκονται τα εμβολιασμένα φυτά, διότι μετά από κάποιο χρονικό διάστημα θα
πρέπει να επανέλθουμε στον εμβολιασμένο αμπελώνα για την πραγματο-
ποίηση κάποιων απαραίτητων εργασιών. Επίσης ο πάσσαλος αυτός θα
χρησιμοποιηθεί για να υποστηριχτεί η νεαρά βλάστηση του εμβολίου.

Η επιτυχία του επιτοπίου εμβολιασμού εξαρτάται από κάποιες προϋπο-


θέσεις και φροντίδες οι οποίες είναι απαραίτητες. Κατ’ αρχήν τα εμβόλια θα
πρέπει να είναι σε καλή κατάσταση, να έχουν διατηρηθεί σωστά και να μην
έχουν ορατά συμπτώματα από διάφορες μυκητολογικές ασθένειες που προ-
σβάλλουν το ξύλο όπως φόμωψη βοτρύτιδα κλπ. Να αποφεύγεται η χρήση
εμβολίων από τη βάση της κληματίδας ή εμβολίων από κληματίδες ανώρι-
μες ή πάρα πολύ ζωηρές και με πολύ μεγάλα μεσογονάτια διαστήματα.

57
A

Γ Δ

Σχήμα 13. Σχιστός επιτόπιος εμβολιασμός ολικής σχισμής ( Α: αποκεφαλισμός του υπο-
κειμένου, Β: προετοιμασία του εμβολίου Γ: σύνδεση, Δ: κάλυψη του φυτού ).

Εάν κατά τον εμβολιασμό διαπιστωθεί έντονη δακρυόρροια θα πρέπει τα


φυτά να αποκεφαλίζονται μερικές ημέρες πριν τον εμβολιασμό και ο εμβολι-
ασμός να γίνεται όταν η έκκριση των δακρύων υποχωρεί. Για τον ίδιο λόγο
πολλές φορές αφαιρούνται μερικές κύριες ρίζες από το υποκείμενο, οι ο-
ποίες μετά το ξελάκκωμα καθίστανται ορατές. Μετά τον εμβολιασμό, η κά-
λυψη του εμβολίου θα πρέπει να επιτηρείται κατά τακτά χρονικά διαστήμα-
τα, διότι το έδαφος και η άμμος απομακρύνονται πολλές φορές είτε από τις
βροχές, είτε από τον αέρα. Επίσης θα πρέπει να γίνεται έλεγχος στο υπο-

58
κείμενο διότι αυτό αναπτύσσει βλαστούς από κοιμώμενους οφθαλμούς, οι
οποίοι ευρίσκονται κάτω από την επιφάνεια του εδάφους. Η ζωηρή ανά-
πτυξη βλαστών του υποκειμένου από τέτοιους οφθαλμούς είναι ένας σοβα-
ρός παράγοντας αποτυχίας του επιτοπίου εμβολιασμού. Η πρόσδεση του
βλαστού του εμβολίου είναι απαραίτητη διότι πολλές φορές ο δυνατός αέρας
ο οποίος ανακινεί τον βλαστό του εμβολίου προκαλεί ζημίες στον συνδετικό
ιστό που δημιουργείται μεταξύ του εμβολίου και του υποκειμένου. Επίσης
κατά τη διάρκεια του Καλοκαιριού, μετά τη διαπίστωση της επιτυχίας θα
πρέπει να αποκαλύπτεται το σημείο ένωσης εμβολίου και υποκειμένου και
να αφαιρούνται οι ρίζες οι οποίες προέρχονται από το εμβόλιο. Πολλές φο-
ρές όμως αυτή η επέμβαση έχει ως αποτέλεσμα τα εμβόλια να στερούνται
κάποιες ρίζες οι οποίες τα εφοδιάζουν με νερό. Όμως αυτές οι ρίζες συνή-
θως είναι τελείως επιφανειακές και κατά την περίοδο αυτή τα επιφανειακά
στρώματα του εδάφους δεν περιέχουν επαρκείς ποσότητες νερού. Η προ-
στασία των νεαρών εμβολιασμένων φυτών είναι απαραίτητη κυρίως από
διάφορα έντομα του εδάφους τα οποία καταστρέφουν τους νέους ιστούς
που σχηματίζονται.
Οι αποτυχίες κατά τον επιτόπιο εμβολιασμό, μικρότερες ή μεγαλύτερες, είναι
αναπόφευκτες. Έτσι θα πρέπει να επαναληφθούν οι εμβολιασμοί την επό-
μενη Άνοιξη. Τα φυτά που απέτυχαν αναπτύσσουν βλαστούς οι οποίοι
προέρχονται από οφθαλμούς του υποκειμένου. Όμως ο εμβολιασμός τους
θα πρέπει να γίνει πάλι στον κορμό του υποκειμένου. Προς τούτο τα απλά
έρριζα - φυτά θα πρέπει να έχουν ικανοποιητικό μήκος κορμού κατά τη
φύτευσή τους ( τουλάχιστον 50cm) και να φυτεύονται κατά τέτοιο τρόπο,
ώστε το πάνω μέρος του διετούς τμήματός τους να βρίσκεται 4 - 5 cm πάνω
από την επιφάνεια του εδάφους για να υπάρχει περιθώριο επανεμβολια-
σμού, τουλάχιστον στο ύψος της επιφανείας του εδάφους.

59
3.9 β Πλάγιος σχιστός

Γίνεται συνήθως κατά τον Σεπτέμβριο μήνα και το υποκείμενο στην περί-
πτωση αυτή δεν αποκεφαλίζεται όπως στον σχιστό επιτόπιο.
Το εμβόλιο το οποίο είναι ενός οφθαλμού και προετοιμάζεται όπως και στην
περίπτωση του σχιστού επιτοπίου εμβολιασμού, σφηνώνεται σε μια σχισμή
η οποία γίνεται πλαγίως στον κορμό του υποκειμένου, 5 περίπου cm επά-
νω από την επιφάνεια του εδάφους. Ύστερα το εμβόλιο δένεται και καλύ-
πτεται με έδαφος (Σχήμα 14).

Σχήμα 14. Πλάγιος σχιστός εμβολιασμός Α: σύνδεση εμβολίου υποκειμένου Β: φυτό


μετά τον εμβολιασμό

Την περίοδο αυτή τα εμβόλια προέρχονται από ώριμες κληματίδες οι οποίες


συλλέγονται από τους αμπελώνες και χρησιμοποιούνται αμέσως.

60
Σχήμα 15. Επιτόπιοι εμβολιασμοί ( α: μερικής σχιμής, β: με εγκοπή, γ) μαγιό-
ρκειος, δ: ημιμαγιόρκειος)

Ο οφθαλμός του εμβολίου την εποχή αυτή βρίσκεται σε λήθαργο και ως εκ


τούτου δεν βλαστάνει. Συνεπώς την εποχή αυτή παράγεται μόνο παρεγχυμα-
τικός ιστός ο οποίος συνδέει το εμβόλιο με το υποκείμενο. Την περίοδο που
ακολουθεί τον εμβολιασμό ελέγχεται η πραγματοποίηση της σύνδεσης. Εάν
αυτή δεν πραγματοποιηθεί τότε την ερχόμενη άνοιξη τα φυτά εμβολιάζονται με
τον επιτόπιο εμβολιασμό ολικής σχισμής. Έτσι με τον τρόπο αυτό αυξάνουμε
τις πιθανότητες επιτυχίας σε έναν αμπελώνα, εκτελώντας δύο εμβολιασμούς.
Για να πραγματοποιηθεί όμως ο πλάγιος σχιστός θα πρέπει ο κορμός του υ-
ποκειμένου να έχει ικανοποιητικό πάχος.
Οι δύο αυτοί επιτόπιοι εμβολιασμοί που προαναφέρθηκαν και ιδιαίτερα ο
σχιστός επιτόπιος ολικής σχισμής χρησιμοποιούνται κατ’ εξοχήν για τη δημι-
ουργία νέων αμπελώνων. Παραλλαγές των δύο αυτών εμβολιασμών χρησιμο-
ποιούνται σε εξειδικευμένες περιπτώσεις και σε πολύ μικρότερη κλίμακα όπως ο
εμβολιασμός απλής ή μερικής σχισμής, με εγκοπή, ο μαγιόρκειος, ο ημιμαγιόρ-
κειος (Σχήμα 15).

61
3.10 Πολλαπλασιασμός με καταβολάδες

Καταβολάδα είναι τμήμα βλαστού το οποίο χρησιμοποιείται για την ανα-


γέννηση νέου φυτού χωρίς να αποκοπεί από το μητρικό φυτό. Μετά τη ριζο-
βόληση και τη δημιουργία νέου φυτού αυτό αποχωρίζεται από το μητρικό.
Θα πρέπει να τονιστεί όμως, ότι το νέο αυτό φυτό είναι αυτόρριζο και ως εκ
τούτου, εφόσον πρόκειται για μια καλλιεργούμενη ποικιλία αμπέλου, υπάρ-
χει πάντα ο κίνδυνος προσβολής από τη φυλλοξήρα. Συνεπώς η μέθοδος αυ-
τή του πολλαπλασιασμού χρησιμοποιείται κυρίως σε μη φυλλοξηριώσσες
περιοχές. Στις φυλλοξηριώσες περιοχές χρησιμοποιείται μερικές φορές κατ’
ανάγκη και για την συμπλήρωση κενών στους αμπελώνες που προκύπτουν
από την καταστροφή ή την απομάκρυνση μεμονομένων φυτών.
Υπάρχουν αρκετές τεχνικές δημιουργίας καταβολάδας. Η πιο απλή η
οποία λέγεται και απλή καταβολάδα , χρησιμοποιείται για τη συμπλήρωση
μεμονομένων κενών στον αμπελώνα και δημιουργείται ως εξής:
Κατά τη διάρκεια του κλαδέματος και σε ένα φυτό διπλανό από τη θέση ό-
που υπάρχει κενό, επιλέγεται μια κατάλληλη ζωηρή κληματίδα, της οποίας
το μήκος επιτρέπει τη δημιουργία καταβολάδας. Ανοίγεται ένα όρυγμα βά-
θους περίπου 30 - 40 cm, από το φυτό μέχρι τη θέση η οποία πρόκειται να
συμπληρωθεί. Η κληματίδα θάβεται στο όρυγμα κατά τέτοιο τρόπο, έτσι
ώστε το άκρο της να εξέρχεται από το έδαφος στη θέση στην οποία θα
πρέπει να συμπληρωθεί (Σχήμα 16). Στο σημείο αυτό η κληματίδα κλαδεύε-
ται έτσι ώστε εκτός εδάφους να υπάρχουν δύο οφθαλμοί. Στο τμήμα εκείνο
που βρίσκεται προς τη πλευρά του μητρικού φυτού και εκτός εδάφους,
αφαιρούνται όλοι οι οφθαλμοί. Την ερχόμενη άνοιξη, με την άνοδο των
θερμοκρασιών οι οφθαλμοί οι οποίοι ευρίσκονται εκτός εδάφους βλαστά-
νουν και τα διάφορα τμήματα της κληματίδας τα οποία βρίσκονται εντός του
εδάφους, ιδιαίτερα τα κατώτερα γόνατα ριζοβολούν. Έτσι τη βλαστική περί-
οδο που ακολουθεί τα ριζοβολημένα τμήματα της καταβολάδας και το τμήμα

62
που φέρει τη νέα βλάστηση αποκτούν μια πρώτη φυσιολογική ανεξαρτησία
και λειτουργούν εν μέρει ως ένα νέο φυτό, έχοντας όμως και μια εξάρτηση

Σχήμα 16. Απλή καταβολάδα

από το μητρικό φυτό. Το μητρικό φυτό εξακολουθεί να εφοδιάζει την κατα-


βολάδα με νερό, ανόργανα και οργανικά συστατικά. Σε μερικά χρόνια η
καταβολάδα αποκόπτεται από το μητρικό φυτό και διαβιώνει ανεξάρτητα. Ο
χρόνος αποκοπής από το μητρικό φυτό εξαρτάται από το μέγεθος που έχει
αποκτήσει το νέο φυτό, δεδομένου ότι αυτό θα πρέπει να ανταγωνιστεί τα
παρακείμενα ηλικιωμένα φυτά.
Πολλές φορές ο έντονος ανταγωνισμός που δέχεται το νέο φυτό από τα
παρακείμενα, καθώς και η πιθανή μόλυνση του ριζικού συστήματος από
τη φυλλοξήρα, έχουν ως αποτέλεσμα οι καταβολάδες να μην αναπτύσσο-
νται κανονικά. Έτσι ειδικά στα γραμμωτά σχήματα διαμόρφωσης είναι
προτιμότερο να αυξάνεται το μέγεθος των παρακείμένων φυτών με επιμή-
κυνση των εκατέρωθεν βραχιόνων τους. Κατά το παρελθόν, πριν την έλευση
της φυλλοξήρας, έχουν χρησιμοποιηθεί πολλές παραλλαγές της απλής κατα-
βολάδας για την ανανέωση των αμπελώνων.

63
3.11. Εναέριοι εμβολιασμοί

Είναι επιτόπιοι εμβολιασμοί οι οποίοι χρησιμοποιούνται κυρίως για την


αλλαγή της ποικιλίας του εμβολίου. Το εμβόλιο στην περίπτωση αυτή τοπο-
θετείται σε θέση πιο απομακρυσμένη από το έδαφος. Λόγοι που έχουν
σχέση με τη διάθεση του προϊόντος, επιβάλλουν πολλές φορές την αλλαγή
της ποικιλίας. Εάν η ηλικία του αμπελώνα είναι επάνω από 15 έτη και
ανάλογα με την κατάστασή του τότε συνήθως εκριζώνεται και αντικαθίστα-
ται. Όταν όμως η ηλικία του είναι μικρότερη τότε είναι δυνατή η αντικατά-
σταση της ποικιλίας του εμβολίου, συνήθως με τους εναέριους εμβολια-
σμούς.
Η αντικατάσταση της ποικιλίας θα μπορούσε να γίνει και με σχιστό επι-
τόπιο εμβολιασμό ολικής σχισμής ή τον πλάγιο σχιστό που γίνονται πλησί-
ον του εδάφους, όμως λόγω του μεγάλου πάχους του υποκειμένου και των
χαμηλών ποσοστών επιτυχίας προτιμούνται οι εναέριοι εμβολιασμοί. Παρό-
λα ταύτα όμως οι δύο προηγούμενοι χρησιμοποιούνται κυρίως στις περιο-
χές όπου η άνοιξη χαρακτηρίζεται από μεγάλες θερμοκρασιακές διακυμάν-
σεις και δεν είναι κανονικά ζεστή. Έτσι ο κορμός του φυτού αποκεφαλίζεται
οριζοντίως κατά τον Απρίλιο, όπως έχει προαναφερθεί, σε ύψος μερικών
εκατοστών πάνω από την επιφάνεια του εδάφους. Προετοιμάζονται δύο εμ-
βόλια των δύο οφθαλμών στα οποία σχηματίζεται η χαρακτηριστική σφήνα
(Σχήμα 13) και τα οποία τοποθετούνται αντίθετα στη διαμετρική τομή της
οριζοντίου επιφάνειας. Ακολουθεί δέσιμο και τα εμβόλια καλύπτονται κανο-
νικά με λεπτόκοκκο έδαφος ή άμμο.

Σε ότι αφορά τους εναέριους εμβολιασμούς, οι πιο αποτελεσματικοί είναι


οι ενοφθαλμισμοί, οι οποίοι εξασφαλίζουν και τα μεγαλύτερα ποσοστά επι-
τυχίας και γίνονται είτε την άνοιξη (μια εβδομάδα πριν και κατά την ανθο-
φορία ) είτε στο τέλος του καλοκαιριού (τέλη Αυγούστου - Σεπτέμβριο).

64
3 .11 α. Ενοφθαλμισμοί της άνοιξης

Τα εμβόλια προέρχονται από κληματίδες οι οποίες έχουν αποκοπεί τον


χειμώνα και έχουν διατηρηθεί μέχρι την περίοδο αυτή σε ψυκτικούς θαλά-
μους. Τα φυτά αποκεφαλίζονται στο ύψος του κορμού κάτω από τους βρα-
χίονες. Σε απόσταση 4 - 6cm κάτω από τη τομή χαράζουμε το φλοιό με εμ-
βολιαστικό μαχαίρι σε σχήμα Τ. Τα χείλη του Τ ανασηκώνονται ελαφρώς.
Με κατάλληλες τομές ετοιμάζουμε ένα εμβόλιο το οποίο είναι ένας οφθαλμός
που αποκόπτεται στο επίπεδο του κόμβου μαζί με ιστούς του ξύλου (Σχήμα
17). Το εμβόλιο τοποθετείται στην σχισμή του Τ και δένεται με λευκή
πλαστική ταινία. Η προέλευση του οφθαλμού την εποχή αυτή (χειμερινή
κληματίδα), υποδηλώνει ότι ο οφθαλμός έχει εξέλθει από το λήθαργο και κα-
τά συνέπεια την περίοδο αυτή η εκβλάστησή του είναι εξασφαλισμένη. Για
την εξασφάλιση της επιτυχίας του εμβολιασμού θα πρέπει να αφαιρείται
οποιαδήποτε άλλη βλάστηση προκύπτει την περίοδο αυτή από κοιμώμενους
οφθαλμούς του κορμού πλησίον του εμβολίου ή από οποιοδήποτε άλλο μέ-
ρος. Πολλές φορές όταν τα φυτά δεν είναι σε καλή κατάσταση είναι απα-
ραίτητη η διατήρηση ενός μέρους του παλαιού υπεργείου τμήματος (τμήμα
βραχίονα) που φέρει ένα πολύ μικρό τμήμα ποώδους βλαστού με μερικά
φύλλα της βάσης τα οποία δια της διαπνοής διατηρούν την ανοδική πο-
ρεία του νερού των αγγείων, μέχρι να βλαστήσει το εμβόλιο και να εκπτυ-
χθούν τα φύλλα του. Μέσα σε 15 ημέρες το εμβόλιο βλαστάνει και όταν
αναπτυχθεί αφαιρείται όλο το τμήμα του φυτού επάνω από το εμβόλιο.

65
Σχήμα 17. Εναέριος εμβολιασμός της άνοιξης. (1: προετοιμασία εμβολίου, 2: διατήρη-
ση των εμβολίων στο νερό, 3: τοποθέτηση του εμβολίου, 4: δέσιμο του εμβολίου και
αποκεφαλισμός του φυτού).

Για την καλύτερη επιτυχία του εμβολιασμού θα πρέπει ο αποκεφαλισμός του


κορμού να έχει γίνει λίγο μακρύτερα από το σημείο του εμβολιασμού με
σκοπό να αποφεύγεται η ξήρανση του τμήματος που βρίσκεται πάνω από
το εμβόλιο να φθάνει μέχρι αυτό. Επίσης για τον προσωρινό περιορισμό
της ανοδικής πορείας του νερού των αγγείων πριονίζεται ο κορμός στη βά-
ση του μέχρις ενός μικρού βάθους, όταν διαπιστώνεται εκροή νερού από τη
τομή.

66
3.11 β. Ενοφθαλμισμοί του καλοκαιριού

Στους ενοφθαλμισμούς του καλοκαιριού τα εμβόλια προέρχονται από ώ-


ριμες κληματίδες οι οποίες συλλέγονται την εποχή αυτή από τους αμπελώ-
νες. Οι οφθαλμοί την εποχή αυτή ευρίσκονται σε κατάσταση ληθάργου. Το-
ποθετούνται δύο οφθαλμοί, ο ένας απέναντι του άλλου,

Σχήμα 18. Προετοιμασία του εμβολίου και τοποθέτησή του στο φλοιό του κορμού, κατά
τους ενοφθαλμισμούς της άνοιξης και του καλοκαιριού (T - bud).

κάτω από τους βραχίονες του φυτού και δένονται με πλαστική ταινία λευκού
χρώματος. Το φυτό δεν αποκεφαλίζεται και παραμένει όπως είναι. Οι συνθήκες

67
θερμοκρασίας την εποχή αυτή είναι ευνοϊκές για την παραγωγή συνδετικού ι-
στού και τη συγκόλληση του εμβολίου. Το χειμώνα που ακολουθεί το φυτό
δέχεται ένα πολύ αυστηρό κλάδεμα, το οποίο βοηθά την εκβλάστηση, των δύο εμβολί-

Σχήμα 19. Επανεμβολιασμός με αφαίρεση τμήματος ξύλου (chip – bud)

ων κατά την άνοιξη,από τα οποία προκύπτουν δύο βλαστοί. Τον επόμενο


χειμώνα, μετά το πέρας της βλαστικής περιόδου και αφού προηγουμένως
έχουμε εκμεταλλευτεί και την παραγωγή της χρονιάς, γίνεται εγκάρσια τομή
του κορμού, σε ύψος πάνω από τους δύο βλαστούς των εμβολίων. Έτσι α-
φαιρείται το υπέργειο τμήμα του φυτού το οποίο αποτελείται από την παλαιά
ποικιλία παραγωγής και συνεχίζει η διαβίωση του φυτού το οποίο έχει ως
υπέργειο τμήμα την νέα ποικιλία. Οι δύο αυτοί βλαστοί που θα προκύψουν
από τα εμβόλια θα αποτελέσουν και τους μελλοντικούς βραχίονες του φυτού.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι οφθαλμοί των δύο αυτών βλαστών είναι γό-

68
νιμοι και την βλαστική περίοδο που ακολουθεί, θα δώσουν και κάποια μικρή
παραγωγή.

3.11 γ. Άλλοι εμβολιασμοί.

Παραλλαγές των προηγούμενων επανεμβολιασμών με σκοπό την αλλαγή


της ποικιλίας χρησιμοποιούνται σε ειδικές περιπτώσεις, είναι όμως μικρότε-
ρης σημασίας για την αμπελοκαλλιέργεια. Έτσι πολλές φορές κατά την τομή
του κορμού αφαιρείται και τμήμα ξύλου (Σχήμα 19), ή ο εμβολιασμός πραγ-
ματοποιείται στις κεφαλές με αγγλική τομή (Σχήμα 20).

Σχήμα 20. Επανεμβολιασμός ηλικιωμένου κυπέλλου στο ύψος των κεφαλών

Στην περίπτωση φυτών μεγάλης ηλικίας και κυρίως των παλαιών κυπέλλων
ο εμβολιασμός γίνεται στο ύψος των κεφαλών και η αγγλική τομή πραγμα-

69
τοποιείται ενωρίς την άνοιξη. Τα εμβόλια είναι ενός οφθαλμού και προετοι-
μάζονται ανάλογα. Τα σημεία επαφής και σύνδεσης δένονται με μονωτική
ταινία. Οι ενοφθαλμισμοί με αφαίρεση τμήματος ξύλου δένονται επίσης με
μονωτική ταινία (Σχήμα 19).
Επίσης πολλές φορές ακόμη χρησιμοποιείται η μέθοδος ολικής σχισμής
στον κορμό αλλά σε υψηλότερο επίπεδο από το έδαφος. Στην περίπτωση
αυτή όμως το εμβόλιο θα πρέπει να προστατευτεί από την ξηρασία με διά-
φορους τρόπους και χειρισμούς όπως φαίνονται στο Σχήμα 21. Συνήθως για
την προστασία από την ξηρασία χρησιμοποιείται πισσόχρωμα, άμμος, βρύα
κλπ. Όταν το φυτό που θα δεχθεί τον εμβολιασμό αυτό έχει κορμό κατα-
στραμμένο από διάφορα αίτια, ή είναι μεγάλης ηλικίας, τότε ο εμβολιασμός
αυτός γίνεται σε λαιμάργους που τυχόν εξέρχονται από τη βάση του κορ-
μού.

Σχήμα 21. Εναέριος σχιστός ολικής σχισμής με χρησιμοποίηση α) πισσορχρώματος, β)


βρύων, γ)άμμου.

70
Οι εναέριοι σχιστοί εμβολιασμοί γίνονται όπως και αυτοί οι οποίοι πραγμα-
τοποιούνται πλησίον του εδάφους, κατά τον μήνα Απρίλιο με εμβόλια τα
οποία έχουν διατηρηθεί ικανοποιητικά μέχρι την εποχή αυτή.

3.12. Συμπλήρωση των κενών θέσεων στον αμπελώνα

Πολλές φορές μετά την εγκατάσταση των φυτών στον αμπελώνα, είναι
αναπόφευκτες κάποιες αποτυχίες. Οι αποτυχίες αυτές οφείλονται είτε στην
κακή ποιότητα των φυτών που χρησιμοποιήθηκαν, είτε στην αποτυχία των
διαφόρων μεθόδων επιτόπιου εμβολιασμού που εφαρμόστηκαν, ή ακόμη
στην μη κανονική προετοιμασία του εδάφους. Στις νέες φυτείες αμπέλου, η
αντικατάσταση των αποτυχημένων φυτεύσεων είναι εύκολη υπόθεση και
γίνεται χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα τη χρονιά που ακολουθεί τη φύτευση
και κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Όταν όμως ο αμπελώνας είναι ηλικιωμέ-
νος και τα φυτά έχουν αναπτυχθεί, τότε η αντικατάσταση των κενών θέσεων
είναι δύσκολη. Τα νέα φυτά δεν αναπτύσσονται πάντα κανονικά και οι απο-
τυχίες επανεγκατάστασης είναι μεγάλες. Έχει διαπιστωθεί ότι κατά τα πρώ-
τα χρόνια μετά την επανεγκατάσταση, τα νέα φυτά αναπτύσσονται κανονικά
αλλά αργότερα αρχίζουν να εξασθενούν. Γι αυτό τα φυτά που θα χρησιμο-
ποιηθούν θα πρέπει να είναι ζωηρά, το φυτικό υλικό κατάλληλο για τις συ-
γκεκριμένες εδαφικές συνθήκες. Το έδαφος στις θέσεις επαναφύτευσης θα
πρέπει να προετοιμαστεί και να αναμοχλευτεί κατάλληλα με πατόφτυαρο
σε ικανοποιητικό βάθος και πλάτος για να δεχθεί το νέο φυτό. Καλό είναι
να χρησιμοποιηθούν στην περίπτωση αυτή φυτά σε γλάστρες και μάλιστα
εάν είναι δυνατόν η ηλικία τους να είναι μεγαλύτερη των δύο ετών με επαρ-
κή ζωηρότητα.

3.13. Πολλαπλασιασμός in vitro

71
Η ιδιότητα του φυτικού κυττάρου να αναπαράγει το φυτό από το οποίο
προέρχεται, έχει διατυπωθεί ως θεωρία της “ολοδυναμίας “ από πολύ ενω-
ρίς. Στη συνέχεια για να επαληθευτεί η θεωρία αυτή χρειάστηκε να περά-
σουν πάρα πολλά χρόνια, και να επιτελεστεί μεγάλη πρόοδος ως προς τα
τεχνικά και φυσιολογικά μέσα υποστήριξης της μεθόδου αυτής. Η αναγέν-
νηση φυτών από διάφορα τμήματα του μητρικού φυτού, εκτός από αυτά τα
οποία χρησιμοποιούνται στις συμβατικές μεθόδους in vivo, προϋποθέτει
κατ’ αρχήν καλλιέργεια σε κατάλληλο υπόστρωμα κάτω από ασυπτικές συν-
θήκες. Τα τμήματα τα οποία χρησιμοποιούνται ονομάζονται έκφυτα και
μπορεί να είναι είτε όργανα του φυτού, είτε ιστοί διαφόρου μεγέθους, είτε
κύτταρα. Τα έκφυτα είτε προέρχονται από μητρικά φυτά τα οποία καλλιερ-
γούνται in vitro, είτε προέρχονται από μητρικά φυτά τα οποία καλλιεργού-
νται σε συνθήκες εξωτερικού περιβάλλοντος. Στη δεύτερη περίπτωση τα
έκφυτα απολυμαίνονται με κατάλληλα απολυμαντικά μέσα και εισέρχονται
σε καλλιέργεια κάτω από ασυπτικές συνθήκες οι οποίες εξασφαλίζονται με
κατάλληλη υποδομή. Το έκφυτο στα πρώτα στάδια είναι ευάλωτο από διά-
φορα παθογόνα και μέχρις ότου αρχίσει ο εγκλιματισμός του σε συνθήκες in
vivo, θα πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα έτσι ώστε να αποφεύγονται μολύν-
σεις από βακτήρια και μύκητες. Επίσης θα πρέπει να εξασφαλίζονται κα-
τάλληλες συνθήκες, έτσι ώστε να επιτελούνται οι διάφορες φυσιολογικές του
λειτουργίες. Όσο μικρότερος είναι ο αριθμός των κυττάρων που περιέχει
ένα τμήμα ιστού το οποίο χρησιμοποιείται ως έκφυτο, τόσο δυσκολότερη
είναι η αναγέννηση του φυτού και τόσο πιο εξειδικευμένα μέσα υποστήριξης
απαιτούνται.

3.13 α. Περιγραφή της διαδικασίας

Συνήθως το φυτικό υλικό από το οποίο ξεκινά ο in vitro πολλα-


πλασιασμός στην άμπελο, είναι μικρομοσχεύματα τα οποία προέρχονται

72
από ποώδεις βλαστούς. Οι ποώδεις αυτοί βλαστοί είτε συλλέγονται από φυ-
τά που καλλιεργούνται σε γλάστρες, είτε προέρχονται από εκβλάστηση
οφθαλμού μοσχευμάτων χειμερινού ξύλου. Τα μικρομοσχεύματα απολυμαί-
νονται με υποχλωριώδες ασβέστιο ( 80g/L). Έπειτα ξεπλένονται με απο-
στειρωμένο νερό και τοποθετούνται σε στερεοποιημένο θρεπτικό υπόστρω-
μα, εντός δοκιμαστικών σωλήνων. Το θρεπτικό υπόστρωμα περιέχει ανόρ-
γανα άλατα, βιταμίνες πρωτείνες, αυξητικούς ρυθμιστές, ζαχαρόζη και
άγαρ - άγαρ. Οι δοκιμαστικοί σωλήνες με το υπόστρωμα αποστειρώνονται
στους 120 0 C. σε κλίβανο αποστείρωσης. Όλοι οι χειρισμοί του υλικού, των
υποστρωμάτων και του φυτικού υλικού, γίνονται κάτω από ασυπτικές συν-
θήκες, σε τράπεζα αποστειρωμένου αέρα . Μετά την εγκατάσταση των εκφύ-
των στους δοκιμαστικούς σωλήνες, αυτοί τοποθετούνται σε θάλαμο αναπτύ-
ξεως φυτών, κάτω από συνθήκες φωτισμού 26 w /m 2 για 12 ώρες την ημέρα.
Οι συνθήκες θερμοκρασίας είναι 20 0 C και υγρασίας 60 - 70%. Σε 45 - 60
ημέρες τα μικρόφυτα έχουν αποκτήσει ένα μήκος 15 - 20 cm και είναι έτοιμα
να επαναπολλαπλασιαστούν.

3.13 β. Διαδικασία εγκλιματισμού

Τα φυτά αφού αποκτήσουν ένα μέγεθος 15 - 20 cm τότε μεταφυτεύονται


σε μικρές γλάστρες με ειδικό υπόστρωμα και εισάγονται σε περιβάλλον
υψηλής σχετικής υγρασίας η οποία μειώνεται σταδιακά, ή σε υδρονέφωση
για να εγκλιματιστούν.

3.13 γ. Τομείς εφαρμογής του in vitro πολλαπλασιασμού

Τα φυτά τα οποία παράγονται κατ’ αυτόν τον τρόπο για να μπορέσουν να


χρησιμοποιηθούν προς δημιουργία νέων αμπελώνων, θα πρέπει να αποκτή-

73
σουν ένα κατάλληλο μέγεθος έτσι ώστε να πληρούν τις σχετικές προδιαγρα-
φές. Αυτό διαρκεί πολλά χρόνια και προϋποθέτει χρονοβόρους χειρισμούς.
Επίσης δεν υπάρχει πρακτικός τρόπος παραγωγής ερρίζων-εμβολιασμένων
φυτών με αυτή τη διαδικασία. Επομένως αυτή η μέθοδος δεν χρησιμοποιεί-
ται για την εμπορική παραγωγή φυτών αμπέλου. Είναι όμως μια χρήσιμη
μέθοδος για αρκετούς τομείς της αμπελουργίας οι οποίοι θα σχολιαστούν
πιο κάτω:

1. Απαλαγή του φυτικού υλικού από επιζήμιες ιώσεις Έχει αναφερθεί σε


προηγούμενο κεφάλαιο ότι κατά την κλωνική επιλογή, πριν αξιολογηθούν οι
κλώνοι, θα πρέπει να ελεγχθούν για την ύπαρξη επιζήμιων ιώσεων και όσοι
από αυτούς είναι ιωμένοι θα πρέπει να εξυγιανθούν. Για τους ιούς οι οποίοι
είναι ευαίσθητοι στις υψηλές θερμοκρασίες εφαρμόζεται η θερμοθεραπεία
in vitro. Παλαιότερα τα φυτά τα οποία επρόκειτο να εξυγιανθούν, αναπτύσ-
σονταν σε γλάστρες, και έμπαιναν σε θάλαμο ανάπτυξης φυτών, σε θερμο-
κρασία 35 - 38 0 C, για 2 - 3 μήνες. Αυτή η τεχνική πολλές φορές ήταν ανα-
ποτελεσματική, δεδομένου ότι η θερμοκρασία δεν ήταν ομοιόμορφη σε όλα
τα τμήματα του φυτού. (Οι ρίζες είχαν θερμοκρασία 3 - 4 βαθμούς χαμηλό-
τερη από αυτήν του φυλλώματος). Με τη θερμοθεραπεία in vitro, τα φυτά ει-
σέρχονται στους θαλάμους ως μικρόφυτα αναπτυγμένα σε δοκιμαστικούς
σωλήνες και η διαδικασία αυτή περιλαμβάνει τα εξής στάδια:

• Καλλιέργεια οφθαλμών in vitro και ανάπτυξη μικροφύτων

• Επίδραση θερμοκρασίας 35 0 C επί των μικροφύτων για 3


μήνες

• Καλλιέργεια κορυφών των μικροφύτων in vitro στους 20 0 C.

• Έλεγχος των μικροφύτων και εγκλιματισμός τους.

74
Με τον τρόπο αυτόν η αποτελεσματικότητα της εξυγίανσης ανέρχεται στο
100% για τον μολυσματικό εκφυλισμό, και το 98 % για το καρούλιασμα των
φύλλων και το κίτρινο μωσαϊκό.
Η θερμοθεραπεία όμως δεν είναι αποτελεσματική για τους ιούς της ρωγ-
μώδους φέλλωσης και της βοθρίωσης. Για τους ιούς αυτούς καθώς και για
άλλους θερμοανθεκτικούς ιούς εφαρμόζεται η τεχνική της in vitro καλλιέρ-
γειας ακραίων μεριστωμάτων. Η διαδικασία αυτή συνίσταται στην αποκο-
πή από τα ακραία μεριστώματα ποσότητας ιστών μερικών εκατοντάδων κυτ-
τάρων ( όγκος ιστού μικρότερος από 1 mm) και καλλιέργεια σε κατάλληλο
θρεπτικό υπόστρωμα in vitro. Συνήθως τα ακραία μεριστώματα είναι απαλ-
λαγμένα ιώσεων και συνεπώς τα μικρόφυτα που προκύπτουν από αυτά,
είναι επίσης απαλλαγμένα από ιώσεις. Επειδή όμως η ανάπτυξη μικροφύ-
των από ακραία μεριστώματα παρουσιάζει μικρά ποσοστά επιτυχίας, είναι
προτιμότερο αυτά να εμβολιάζονται σε τμήματα υποκοτύλης η οποία προ-
κύπτει από εκβλάστηση γιγάρτων της αμπέλου. Με αυτό τον τρόπο εξα-
σφαλίζονται μεγαλύτερα ποσοστά αναγέννησης μικροφύτων από ακραία με-
ριστώματα.

2. Γενετική βελτίωση και επιλογή . Οι in vitro τεχνικές συμπληρώνουν την


κλασική γενετική βελτίωση, η οποία στηρίζεται στον ανασυνδυασμό των
γονιδίων δια μέσου της γενετικής διαδικασίας, αφού προηγουμένως έχουν
επιλεγεί οι γεννήτορες. Με την in vitro καλλιέργεια διευρύνονται οι δυνατό-
τητες της γενετικής βελτίωσης. Πιο συγκεκριμένα εφαρμόζονται:

• Πρόκληση γενετικής παραλλακτικότητας σε μεγάλη έκταση και


ως εκ τούτου μεγαλύτερη δυνατότητα επιλογής φυτών με ενδια-
φέροντα χαρακτηριστικά.

• Δημιουργία απλοειδών φυτών από απλοειδείς ιστούς γενετικών


κυττάρων.

• Καλλιέργεια ανώριμων εμβρύων.

75
• Δημιουργία τροποποιημένων φυτών με μεταφορά γονιδίων,
εκμεταλλευόμενοι τις ιδιότητες του πλασμιδίου του Agroba
cterium tumefasciens.

3. Ταχύς πολλαπλασιασμός νέων ποικιλιών και κλώνων . Στις περιπτώσεις

δημιουργίας μιας εξαιρετικής νέας ποικιλίας ή ενός νέου κλώνου, με τον in


vitro πολλαπλασιασμό μπορούν να παραχθούν μαζικά πολυάριθμα νέα φυτά
τα οποία σε σύντομο χρονικό διάστημα θα καλύψουν τις ανάγκες της παρα-
γωγής και της διάδοσης του νέου βιοτύπου.

76
ΙΙ. ΚΑΛΛΙΕΡΓΗΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥΣ
ΣΤΗΝ ΑΜΠΕΛΟ

Από την εποχή που το φυτό αυτό άρχισε να καλλιεργείται συστηματικά


από τον άνθρωπο, άρχισε και η εφαρμογή καλλιεργητικών μεθόδων με σκο-
πό την αύξηση της παραγωγής και τη βελτίωση της ποιότητας των προϊό-
ντων. Έτσι η διαμόρφωση και η υποστήριξη των φυτών, το κλάδεμα, η κα-
ταπολέμηση των ζιζανίων κλπ, αποτελούν συνηθισμένες καλλιεργητικές τε-
χνικές. Η γνώση που αποκτήθηκε γύρω από τις τεχνικές αυτές, είναι απο-
τέλεσμα της συσσωρευμένης εμπειρίας και παράδοσης, σε μια θαυμαστή
ισορροπία φυτού-ανθρώπου και περιβάλλοντος. Η αρχαία ελληνική γραμμα-
τεία περιέχει ένα πλήθος αναφορών στην άμπελο και τον οίνο. Επιπλέον
στα καλλιτεχνικά αριστουργήματα της εποχής αυτής υπάρχουν πάμπολλες
παραστάσεις με αναφορές στην καλλιέργεια της αμπέλου και την οινοπο-
ποίηση (Σχήμα 22). Στο σύγχρονο κόσμο όμως, λόγω των αυξημένων απαι-
τήσεων της κατανάλωσης και των προβλημάτων της παραγωγικότητας, της
ποιότητας των προϊόντων και της υποβάθμισης του περιβάλλοντος, οι καλλι-
εργητικές τεχνικές και οι επιδράσεις τους στη φυσιολογία του φυτού και ι-
διαίτερα στην ποσότητα και την ποιότητα της παραγωγής, αποτελούν α-
ντικείμενο συστηματικής επιστημονικής έρευνας. Είναι γεγονός ότι όλες οι
προσπάθειες της επιστημονικής έρευνας και η εφαρμογή των καινοτομιών
και των σύγχρονων μεθόδων καλλιέργειας, κατατείνουν στη βελτίωση της
ποιότητας χωρίς βέβαια την εξάντληση ή την καταστροφή των φυσικών πό-
ρων, με γνώμονα πάντα την προστασία της υγείας του καταναλωτικού κοι-
νού. Αυτά τα δύο βέβαια η Γεωπονική Επιστήμη τα αντιμετωπίζει ταυτόχρο-
να μελετώντας όλες τις παραμέτρους που τα επηρεάζουν.

Αν λάβουμε υπόψη ότι η ποιότητα των προϊόντων είναι το αποτέλεσμα της


αλληλεπίδρασης :

Εδαφος Χ Μεσοκλίμα Χ Ποικιλία Χ Καλλιεργητικές τεχνικές

77
Σχήμα 22. Επάνω: παράσταση φύτευσης αμπελώνα σε οφθαλμωτή κύλικα (525 -
500π.Χ). Κάτω :παράσταση τρύγου με τον Διόνυσο.

σε μια δεδομένη ποικιλία θα πρέπει να εφαρμόζονται συγκεκριμένες καλλι-


εργητικές τεχνικές, ανάλογα με το φυσικό περιβάλλον στο οποίο καλλιεργεί-
ται ( έδαφος Χ μεσοκλίμα ).

78
1. Φυσικό περιβάλλον

Η μακρόχρονη ιστορία των διαφόρων γενοτύπων του φυτικού βασιλείου


είναι δεμένη με το φυσικό περιβάλλον στα πλαίσια του οποίου επιβιώνουν
και αναπτύσσονται. Συνήθως το φυσικό περιβάλλον συμβάλλει με τον ένα ή
τον άλλο τρόπο στην επιβίωση συγκεκριμένων βιοτύπων. Η παρέμβαση του
ανθρώπου είναι μεταγενέστερη της επιβίωσης κάποιου βιοτύπου. Ο άνθρω-
πος αξιολογεί τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των βιοτύπων και επιλέγει κάποι-
ους από αυτούς για εκμετάλλευση και συστηματική καλλιέργεια. Έτσι λοι-
πόν κατά κανόνα οι αυτόχθονες ποικιλίες κάθε περιοχής βρίσκονται σε αρ-
μονία με το φυσικό τους περιβάλλον.
Η ανάπτυξη της ανθρώπινης κοινωνίας μέσα από τα ιστορικά γεγονότα
είχε ως αποτέλεσμα και την μετακίνηση ειδών και ποικιλιών από μια περιο-
χή σε μια άλλη. Αυτό σήμερα συμβαίνει με μεγαλύτερη ένταση, στα πλαί-
σια μιας παγκόσμιας κοινωνίας της πληροφόρησης και των εμπορικών α-
νταλλαγών. Έτσι λοιπόν η ανάγκη αξιολόγησης του φυσικού περιβάλλοντος
γίνεται πιο επιτακτική και αναγκαία, κυρίως όταν σε ένα συγκεκριμένο τόπο
πρόκειται να εισαχθεί για καλλιέργεια μια νέα ποικιλία. Επιπλέον γνωρίζο-
ντας την καθοριστική επίδραση του περιβάλλοντος στην ποιότητα του προ-
ϊόντος, η επιστημονική έρευνα αξιολογεί τα στοιχεία εκείνα του φυσικού
περιβάλλοντος που επηρεάζουν θετικά ή αρνητικά την ποιότητα, πάντα ό-
μως λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιότητες του γενοτύπου. Μας δίνεται έτσι η
δυνατότητα να προσαρμόζουμε τις καταλληλότερες καλλιεργητικές τεχνικές
για την παραγωγή προϊόντων ποιότητας.
Για να περιγραφεί σε γενικές γραμμές η έννοια του φυσικού περιβάλ-
λοντος, θα μπορούσαμε να διακρίνουμε χονδρικά και χωρίς λεπτομερείς
παρατηρήσεις, την διαφορετική επίδραση που δέχεται ένας αμπελώνας από
το φυσικό περιβάλλον όταν είναι εγκαταστημένος στην πλαγιά ενός ορεινού
όγκου ή σε μια κλειστή κοιλάδα, δίπλα από την θάλασσα ή δίπλα από ένα
δάσος κλπ. Διάφορες παράμετροι του φυσικού περιβάλλοντος όπως το έδα-
φος, το μητρικό υλικό, η έκθεση, το ανάγλυφο, η θερμοκρασία, η υγρασία,

79
η ηλιοφάνεια, το βροχομετρικό ύψος κλπ, επηρεάζουν καθοριστικά την
ποιότητα και επιτρέπουν λιγότερο ή περισσότερο σε μια ποικιλία να εκδη-
λώσει τα ποιοτικά της χαρακτηριστικά στο τελικό προϊόν. Έτσι στις οινο-
ποιήσιμες ποικιλίες αντανακλάται η ποιότητα στον παραγόμενο οίνο.
Σε ότι αφορά τα επιτραπέζια σταφύλια, η επίδραση του περιβάλλοντος
είναι επίσης σημαντική, αλλά εδώ στις διάφορες τοποθεσίες, οι διαφορές
που παρατηρούνται είναι μικρότερης σημασίας. Οι επιτραπέζιες ποικιλίες
καλλιεργούνται σε πεδινά κυρίως εδάφη με δυνατότητα άρδευσης και το
ύψος της παραγωγής ανά στρέμμα δεν θα πρέπει να κατέρχεται κάτω από
ένα κρίσιμο επίπεδο για οικονομικούς λόγους. Αντίθετα στις οινοποιήσιμες
ποικιλίες παραγωγής οίνων ποιότητος, λόγω του ότι η προστιθέμενη αξία
ανά κιλό παραγωγής είναι αρκετά μεγάλη όταν αντανακλάται στην αντίστοι-
χη ποσότητα οίνου, η μειωμένη παραγωγή ανά στρέμμα δεν μειώνει το εισό-
δημα αλλά τις περισσότερες φορές το αυξάνει.

Σε ότι αφορά τις ειδικές επιδράσεις των παραμέτρων του φυσικού περι-
βάλλοντος το κλίμα και το έδαφος παίζουν καθοριστικό ρόλο.

1.1. Κλίμα

Θα πρέπει να λαμβάνεται πάντα υπόψη το κλίμα της περιοχής και να


αξιοποιούνται δεδομένα από κοντινούς μετεωρολογικούς σταθμούς. Βέβαια
αυτά θα πρέπει να είναι μακροχρόνια. Η θερμοκρασίες το βροχομετρικό ύ-
ψος και η ηλιοφάνεια είναι συστατικά στοιχεία πολύ σημαντικά για τις δυ-
νατότητες μιας τοποθεσίας. Επί πλέον θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και
η επίδραση των γεωγραφικών παραμέτρων στις κλιματικές παραμέτρους (υ-
ψόμετρο ανάγλυφο έκθεση γειτνίαση με τη θάλασσα με δάση κλπ.
Ένα δίκτυο υπολογισμού μέγιστων και ελάχιστων θερμοκρασιών είναι
απαραίτητο και θα πρέπει να λαμβάνονται στοιχεία από 2 - 5 έτη. Για να γί-
νει όμως μια αξιόπιστη εκτίμηση των θερμοκρασιών κάθε αμπελώνα είναι

80
χρήσιμο α υπολογιστεί το επίπεδο της διακύμανσης μεταξύ των ετών. Προς
τούτο είναι απαραίτητο να διαθέτουμε στοιχεία 20 τουλάχιστον ετών. Η
σειρά όμως των στοιχείων που λαμβάνονται παρατηρήσεις (3 - 5έτη ) είναι
πολύ μικρή για να χρησιμοποιηθούν και έτσι προσφεύγουμε σε στατιστικά
μοντέλα τα οποία συσχετίζουν τις παρατηρήσεις των ολίγων ετών που ε-
λήφθησαν, με αυτά κοντινών μετεωρολογικών σταθμών οι οποίοι διαθέτουν
στοιχεία 20ετίας.

Η ηλιοφάνεια, κυρίως στο βαθμό που σχετίζεται με τις θερμοκρασίες του


περιβάλλοντος επηρεάζει καθοριστικά την ποιότητα.
Η σχέση της θερμοκρασίας του περιβάλλοντος με την αύξηση και την ανάπτυξη
των φυτών της αμπέλου είναι άμεση. Ιδιαίτερη σημασία προς τούτο έχουν οι
θερμοκρασίες της βλαστικής περιόδου η οποία εκτείνεται από τον Απρίλιο μέ-
χρι τον Οκτώβριο. Για την αξιολόγηση των ευνοϊκών θερμοκρασιών κατά την
βλαστική περίοδο έχουν θεσπιστεί διάφορες μέθοδοι. Μια τέτοια μέθοδος η
οποία αξιολογεί τις ευνοϊκές θερμοκρασίες αφορά το σύνολο των ενεργών θερ-
μοκρασιών (μέσων ημερήσιων θερμοκρασιών, μεγαλύτερων των 10 0 C), από
την 1 η Απριλίου μέχρι το τέλος Οκτωβρίου (βαθμοημέρες). Ο δείκτης αυτός λέ-
γεται ηλιοθερμικός δείκτης Winkler. Στις διάφορες αμπελουργικές περιοχές της
Ευρώπης ο δείκτης αυτός μπορεί να είναι είτε χαμηλός για τις βόρειες χώρες
(π.χ. 1350 ) είτε να ξεπερνά τις 2.000 βαθμοημέρες στις νότιες χώρες.
Σε ότι αφορά τις βόρειες ψυχρές χώρες το σύνολο αυτό των θερμοκρασιών
κυρίως αποτελεί και τον παράγοντα που περιορίζει την καλλιέργεια της αμπέ-
λου δεδομένου ότι συμβάλει στην ωρίμανση ή μη των καρπών. Η ηλιοφάνεια
αποτελεί επίσης έναν παράγοντα αλλά αυτός είναι δευτερεύων.

Έτσι λοιπόν σε ψυχρές περιοχές μέχρι έως 1450 βαθμοημέρες, η περιε-


κτικότητα του γλεύκους σε ζάχαρα είναι χαμηλή, η ωρίμανση ανάλογα και με
την ποικιλία δύσκολη και η σύνθεση μεταβολιτών ποιότητας οι οποίοι συμβάλ-
λουν στη γεύση και το άρωμα εξελίσσεται με βραδείς ρυθμούς. Τα προϊόντα
επομένως είναι υποβαθμισμένης ποιότητας.

81
Σε θερμότερες περιοχές στις οποίες ο ηλιοθερμικός δείκτης κυμαίνεται με-
ταξύ 1450 – 1550 βαθμοημερών και η ηλιοφάνεια όμως δεν ξεπερνά τις 1600
ώρες κατά την ίδια περίοδο, τα προϊόντα είναι μέτριας ποιότητας. Αντίθετα σε
περιοχές με μεγαλύτερη ηλιοφάνεια, μπορούν να παραχθούν προϊόντα υψηλής
ποιοτικής στάθμης.
Σε περιοχές όπου το σύνολο των ενεργών θερμοκρασιών κυμαίνεται μεταξύ
1550 – 1700 βαθμοημέρες, παράγονται προϊόντα ικανοποιητικής ποιότητας
κυρίως από ποικιλίες που ωριμάζουν έγκαιρα.
Σε περιοχές με ενεργό άθροισμα πάνω από 1700 βαθμοημέρες, η θερμο-
κρασία δεν αποτελεί περιοριστικό παράγοντα και όλες οι ποικιλίες ωριμάζουν
κάτω από ευνοϊκές συνθήκες θερμοκρασίας.
Θερμοκρασία ωρίμανσης . Η θερμοκρασίες της περιόδου ωρίμανση (μηνός ωρί-
μανσης) επηρεάζουν καθοριστικά την ποιότητα του τελικού προϊόντος.
Έτσι μια μέση θερμοκρασία ωρίμανσης μικρότερη των 15 0 C μπορεί να
οδηγεί σε ωρίμανση των καρπών αλλά τα προϊόντα θα έχουν υψηλή οξύτητα.
Θερμοκρασία ωρίμανσης μεταξύ 15 – 21 0 C συμβάλει στην παραγωγή, υ-
ψηλής στάθμης ξηρών οίνων. Σε περιπτώσεις που τα σταφύλια παραμείνουν
μετά την ωρίμανση περισσότερο επάνω στα πρέμνα και υπερωριμάσουν, δί-
νουν καλής ποιότητας γλυκείς οίνους.
Σε θερμοκρασίες πάνω από 21 0 C παρατηρείται σημαντική μείωση της περι-
εκτικότητα του γλεύκους σε μηλικό οξύ και κατά συνέπεια, ανάλογα με την ποι-
κιλία, μια μείωση της ολικής οξύτητα του γλεύκους. Στις περιπτώσεις αυτές
απαιτείται διόρθωση της οξύτητας με τεχνητά μέσα, πράγμα το οποίο πολλές
φορές έχει επιπτώσεις στην ποιότητα του τελικού προϊόντος.
Μεγαλύτερες θερμοκρασίες ωρίμανσης (21 έως 24 0 C) συμβάλλουν στην
παραγωγή καλής ποιότητας γλυκών οίνων.
Σε περιοχές αυτές όπου η ωρίμανση είναι αρκετά πρώιμη το τελικό προϊόν
μπορεί να έχει μια καλή αναλογία ζαχάρων και οξέων εάν συγκομιστεί έγκαιρα,
αλλά υπολείπεται σε αρώματα και γευστική ισορροπία δεδομένου ότι παρου-
σιάζει έντονη στυπτική γεύση γεγονός που υποδηλώνει την ύπαρξη ολιγομερών
τανινών.

82
Οι πολύ υψηλές θερμοκρασίες κατά την ωρίμανση επιδρούν και κατά ένα
άλλο τρόπο στην υποβάθμιση της ποιότητας. Έχει αναφερθεί ότι επιβραδύ-
νουν τη δραστηριότητα μερικών σημαντικών ενζυμικών συστημάτων κατά την
ωρίμανση με αποτέλεσμα να μειώνεται η σύνθεση σημαντικών μεταβολιτών
ποιότητας στο τελικό προϊόν. Έτσι για παράδειγμα οι ευνοϊκές θερμοκρασίες
για την κανονική σύνθεση των ανθοκυανών είναι γύρω στους 20 0 C. Το επίπε-
δο αυτό των θερμοκρασιών είναι λίγο κάτω από το optimum της φωτοσύνθεσης
(23-25 0 C). Επίσης η χαμηλότερη θερμοκρασία ωρίμανσης συμβάλλει στην δια-
τήρηση των αρωματικών ουσιών και ιδιαίτερα ουσιών χαμηλότερου μοριακού
βάρους.

Άρα οι συνθήκες που επιτρέπουν την ικανοποιητική συσσώρευση των ζα-


χάρων στις ράγες σε συνδυασμό με ήπιες θερμοκρασίες κατά την ωρίμανση
συμβάλλουν στην παραγωγή προϊόντων υψηλής ποιοτικής στάθμης.

Θερμοκρασία – μέγεθος των ραγών . Έχει αποδειχθεί ότι όταν κατά την περίοδο
Ι της ανάπτυξης των ραγών οι θερμοκρασίες είναι υψηλές (35 0 C ηέρας/30 0 C
νύχτας), το μέγεθός τους παραμένει μικρότερο, συγκρινόμενο με αντίστοιχες
θερμοκρασίες 25/20 ή 18/13. Ανεξάρτητα δε από τις θερμοκρασίες αυτές όταν
κατά το στάδιο ΙΙΙ οι θερμοκρασίες ήταν χαμηλές τότε το μέγεθος των ραγών
παρέμενε μικρότερο και η συγκέντρωση των ζαχάρων μεγαλύτερη. Στην περί-
πτωση αυτή οι ράγες είχαν και μεγαλύτερη αναλογία φλοιών με ευνοϊκά αποτε-
λέσματα στην ποιότητα.
Θερμοκρασία του εδάφους . Εδάφη τα οποία θερμαίνονται νωρίτερα λόγω της
μηχανικής σύστασής τους και λόγω της ύπαρξης χαλίκων στα επιφανειακά
στρώματα συμβάλλουν στην ζωηρότερη ανάπτυξη των βλαστών την άνοιξη και
την πρώιμη εκβλάστηση.
Είναι γνωστό ότι το ριζικό σύστημα παράγει κυττοκινίνες οι οποίες ανερχό-
μενες στο υπέργειο τμήμα επηρεάζουν τόσο την εκβλάστηση όσο και το σχημα-
τισμό των αναπαραγωγικών οργάνων των φυτών. Αντίθετα οι χαμηλές θερμο-

83
κρασίες συνδέονται κυρίως με την σύνθεση γιββερελλικού οξέος και τον σχη-
ματισμό ελίκων αντί ταξιανθιών.

Βροχομετρικό ύψος και η εποχιακή κατανομή του . Το συνολικό βροχομετρικό


ύψος μιας περιοχής αποτελεί καταρχήν ένα βασικό κριτήριο για τον επαρκή
εφοδιασμό των φυτών της αμπέλου με νερό. Μεγάλη όμως σημασία έχει και η
κατανομή των βροχοπτώσεων κατά τη διάρκεια του έτους και κυρίως κατά τη
βλαστική περίοδο δεδομένου ότι οι ανάγκες σε νερό των φυτών κατά την περί-
οδο αυτή είναι αρκετά μεγάλες.

Καταρχήν κατά την περίοδο της ανθοφορίας, η έλλειψη νερού προκαλεί μεγα-
λύτερη ανθόρροια με σοβαρές επιπτώσεις στην συνολική παραγωγή. Σύμφωνα
με τους Hardie και Considine (1976) μετά το δέσιμο και όταν οι ράγες ξεπερά-
σουν το μέγεθος των 4 mm η ευαισθησία τους στην έλλειψη νερού μειώνεται.
Επίσης η έλλειψη νερού κατά την περίοδο της διαφοροποίησης των ταξιανθιών
στους βλαστικούς άξονες των οφθαλμών μειώνει τη γονιμότητα των οφθαλμών.
Αντίθετα έντονες βροχοπτώσεις κατά τη διάρκεια της ανθοφορίας προκαλούν
προβλήματα στην επικονίαση καθώς επίσης και μικρή ηλιοφάνεια κατά την πε-
ρίοδο διαφοροποίησης των καταβολών των ταξιανθιών.
Σε περιοχές όπου επικρατούν σχετικά χαμηλότερες θερμοκρασίες κατά την
περίοδο ωρίμανσης, μειωμένη παροχή νερού η οποία συμβάλει σε ένα ήπιο
υδατικό στρες προκαλεί έγκαιρη μείωση του ρυθμού αύξησης των βλαστών και
κατά συνέπεια μια πιο ικανοποιητική και έγκαιρη ωρίμανση των καρπών.

1.2.Έδαφος

Είναι γεγονός ότι η άμπελος ευδοκιμεί σε ένα ευρύ φάσμα εδαφικών τύπων
οι οποίοι επηρεάζουν διαφορετικά την ποιότητα των προϊόντων. Από πάρα
πολύ ενωρίς έχει αναγνωριστεί η συμβολή του εδάφους στην ποιότητα των
προϊόντων αλλά τα διάφορα ερευνητικά δεδομένα συγκλίνουν στο γεγονός ότι

84
η επίδραση αυτή είναι έμμεση μέσω των διαφόρων φυσικών και χημικών τους
χαρακτηριστικών. Έτσι λοιπόν το βάθος, η μηχανική σύσταση η οργανική ου-
σία το χρώμα κλπ, επηρεάζουν διάφορες παραμέτρους όπως, τη δυνατότητα
συγκράτησης νερού, τη θερμοκρασία, την αντανάκλαση της ακτινοβολίας κλπ.
Οι παραπάνω είναι παράγοντες που με τη σειρά τους επηρεάζουν τις διάφορες
φυσιολογικές λειτουργίες και συμβάλουν στη ποιότητα του προϊόντος. Έτσι
για παράδειγμα τα αβαθή εδάφη περιορίζουν την ανάπτυξη του ριζικού συστή-
ματος. Τα εδάφη αυτά, ανάλογα με τη μηχανική τους σύσταση, την περατότητα
και το βροχομετρικό ύψος, μπορούν εύκολα να φθάνουν στα επίπεδα της υδα-
τοχωρητικότητας μετά από μια βροχόπτωση αλλά και από το άλλο μέρος λόγω
μικρής δυνατότητας συγκράτησης νερού, μπορούν εύκολα να φθάσουν σε επί-
πεδα πλησίον της μόνιμης μάρανσης. Από το άλλο μέρος τα ελαφρά και χαλι-
κώδη εδάφη, καθώς και η ύπαρξη χαλίκων και λίθων στην επιφάνεια, επηρεά-
ζουν κατά διαφορετικό τρόπο τις φυσικές ιδιότητες και κατά συνέπεια τα φυτά
της αμπέλου.
Τα ελαφρά εδάφη θερμαίνονται νωρίτερα κατά την έναρξη της βλαστικής
περιόδου, γεγονός το οποίο συμβάλει θετικά στην ανάπτυξη των φυτών.
Η ύπαρξη χαλίκων εκτός του ότι εμποδίζει την διάβρωση των κεκλιμένων εδα-
φών επιδρά τόσο στην θερμοκρασία του εδάφους όσο και στην προστασία της
υγρασίας δεδομένου ότι επιβραδύνεται η εξάτμιση κατά του θερινούς μήνες.
Η τοπογραφία και το ανάγλυφο επηρεάζουν το μεσοκλίμα της τοποθεσίας του
αμπελώνα. Έτσι λοιπόν εδάφη στις νότιες πλαγιές των λόφων και των ορεινών
όγκων δέχονται περισσότερη ηλιακή ενέργεια ενώ στις βόρειες λιγότερη. Αυτό
βέβαια ανάλογα με το γεωγραφικό πλάτος της περιοχή συμβάλει κατά διαφο-
ρετικό τρόπο στην ανάπτυξη των φυτών της αμπέλου.
Το υψόμετρο επίσης συμβάλει στη διαμόρφωση των κλιματικών παραμέτρων
και ιδιαίτερα της θερμοκρασίας υπό την έννοια ότι σε μεγάλα υψόμετρα τη
θερμοκρασία μειώνεται.
Η γειτνίαση με υδάτινους όγκους επίσης επηρεάζει τις θερμοκρασίες. Γενικά η
γειτνίαση υδάτινων όγκων μειώνει τα μέγιστα των θερμοκρασιών κατά την ημέ-
ρα και αυξάνει την θερμοκρασία κατά τις νυχτερινές ώρες πράγμα το οποίο με-

85
ταξύ των άλλων συμβάλει θετικά στην ποιότητα των προϊόντων ιδιαίτερα κατά
την περίοδο της ωρίμανσης

Για να εκδηλώσει μια ποικιλία τα ποιοτικά της χαρακτηριστικά σε μια συ-


γκεκριμένη τοποθεσία η οποία έχει προηγουμένως έχει αξιολογηθεί ως προς τις
παραμέτρους του φυσικού περιβάλλοντος θα πρέπει να καλλιεργηθεί με τον
κατάλληλο τρόπο.
Έτσι λοιπόν οι διάφορες καλλιεργητικές πρακτικές που αφορούν τον τρόπο
εγκατάστασης του αμπελώνα και τη μετέπειτα διαχείριση κατά τη διάρκεια της
ζωής των φυτών, θα πρέπει να προσαρμόζονται ανάλογα με τα χαρακτηριστικά
του φυσικού περιβάλλοντος.

1.2.1. Προετοιμασία του εδάφους

Το έδαφος για να υποδεχτεί τα φυτά θα πρέπει να προετοιμαστεί κα-


τάλληλα. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία όταν αυτό χρησιμοποιείται για πρώτη
φορά ή όταν είναι εγκαταλειμμένο για πάρα πολλά χρόνια.

1.2.2. Τοπογραφικό σχέδιο

Είναι απαραίτητη η σχεδίαση ενός γενικού σχεδίου του αγροτεμαχίου


που θα εγκατασταθεί ο αμπελώνας. Εάν το μέγεθος του αγροτεμαχίου είναι
μεγάλο θα πρέπει να προβλέπονται δίοδοι πρόσβασης σε κάθε σημείο και
κυρίως δυνατότητα κατά τους χειμερινούς μήνες. Με βάση το τοπογραφικό
υπολογίζεται η συνολική επιφάνεια.
Οι επικρατέστερες κλίσεις η έκθεσή τους και ο προσανατολισμός, αποτε-
λούν ουσιαστικές παρατηρήσεις για τις διάφορες επεμβάσεις στο ανάγλυφο
του εδάφους καθώς και τον προσανατολισμό των γραμμών φύτευσης.

86
Ο εντοπισμός και η καταγραφή της ροής των ομβρίων υδάτων είναι
απαραίτητα στοιχεία για διάφορες επεμβάσεις με σκοπό την αποφυγή της
διάβρωσης του εδάφους.
Εντοπίζονται και καταγράφονται οι κλειστές λεκάνες, όπου τα νερά
των ομβρίων υδάτων παραμένουν χωρίς να διαφεύγουν επιφανειακά ή να
στραγγίζουν. Είναι απαραίτητο στα σημεία αυτά να γίνουν αποστραγγιστι-
κά έργα δεδομένου ότι στις θέσεις αυτές υπάρχει κίνδυνος να παρατηρη-
θούν φαινόμενα ασφυξίας του ριζικού συστήματος ή ακόμη εκτεταμένες
προσβολές μυκητολογικών ασθενειών.
Σημειώνεται επίσης η πιθανή γειτνίαση με δασώδεις περιοχές, επιση-
μαίνονται θέσεις που αποτελούν βάσεις ορεινών όγκων καθώς επίσης και η
κατεύθυνση και η ένταση των επικρατέστερων ανέμων. Καταγράφεται η αυ-
τοφυής βλάστηση που επικρατεί στην επιφάνεια του αγροτεμαχίου για τη
μελλοντική καταπολέμηση των ζιζανίων.
Αν πρόκειται για παλαιό αμπελώνα ο οποίος θα επαναφυτευτεί γίνονται πα-
ρατηρήσεις που αφορούν τη ζωηρότητα των φυτών, πιθανές ελλείψεις δια-
φόρων θρεπτικών στοιχείων ακόμη και διαπίστωση κάποιων ασθενειών ή
φυσιολογικών προβλημάτων.

1.2.3. Εκχέρσωση του αγροτεμαχίου

Στην περίπτωση που το αγροτεμάχιο εισέρχεται για πρώτη φορά σε


καλλιέργεια επιβάλλεται η απομάκρυνση της βλάστησης και θα πρέπει να
λαμβάνεται μέριμνα έτσι ώστε να απομακρύνεται το μεγαλύτερο μέρος του
ριζικού συστήματος των φυτών που εκριζώνονται. Στο ριζικό σύστημα κά-
ποιων δασικών ειδών όπως είναι η δρυς, ενδημούν μύκητες που προκαλούν
σηψηριζίες. Επίσης είναι απαραίτητη η απομάκρυνση μικρών και μεγάλων
βράχων με κατάλληλα μηχανήματα.

87
1.2.4. Διευθέτηση των κλίσεων του εδάφους

Στο αγροτεμάχιο που πρόκειται να φυτευτεί είναι απαραίτητο να προσ-


διορίζονται οι κλίσεις της επιφανείας των επί μέρους τμημάτων του, δεδομέ-
νου ότι αυτό είναι απαραίτητο στις περιπτώσεις κεκλιμένων εδαφών για να
αποφασιστεί, αν οι γραμμές φύτευσης θα εγκατασταθούν παράλληλα ή κά-
θετα ως προς τις ισοϋψείς. Η κλίση του εδάφους χαρακτηρίζεται με την ε-
φαπτομένη της γωνίας που σχηματίζει η γραμμή της επιφανείας του εδάφους
κατά μήκος της πλαγιάς με την παρακείμενη οριζόντια πλευρά (γωνία α στο
σχήμα 23).
Είναι γεγονός ότι τα κεκλιμένα εδάφη στις πλαγιές των ορεινών όγκων πα-
ρουσιάζουν πρόσθετα προβλήματα που αφορούν την διάβρωση και τη μη-
χανική κατεργασία. Στα εδάφη αυτά ένα μεγάλο μέρος των υδάτων της βρο-
χής απορρέει επιφανειακά και ανάλογα με την ένταση των βροχών, των κλί-
σεων των εδαφών και την κατάστασή τους, παρασύρονται μικρότερες ή με-
γαλύτερες ποσότητες εδάφους με όλες τις συνέπειες που αυτό συνεπάγεται.
Οι προσπάθειές μας λοιπόν πρέπει να κατατείνουν, αφενός μεν στην αύξη-
ση της στράγγισης του εδάφους, αφετέρου δε στη μείωση της επιφανειακής
απορροής. Ανάλογα με την κλίση του εδάφους εφαρμόζεται διαφορετική
προετοιμασία και ανάλογο σύστημα καλλιέργειας. Όταν οι κλίσεις είναι
μικρές, κάτω από 10% τότε η διάβρωση των εδαφών είναι πολύ μικρή και ο
αμπελώνας μπορεί να καλλιεργείται και κατά την κατεύθυνση των κλίσεων
του εδάφους. Ενδείκνυται στις περιπτώσεις αυτές και ανάλογα με την κλί-
ση, να διακόπτονται οι γραμμές φύτευσης και να διευθετούνται τα νερά της
επιφανειακής απορροής με οριζόντια αυλάκια απαγωγής προς τις άκρες του
αγροτεμαχίου, όπου από εκεί θα απάγονται σε συγκεντρωτικούς απαγω-
γούς σταθερότερης κατασκευής. Όταν οι κλίσεις κυμαίνονται μεταξύ 10 και
20% τότε ενδείκνυται η καλλιέργεια κατά τις ισοϋψείς. Για κλίσεις πάνω
από 20% τότε ανάλογα με τον τρόπο καλλιέργειας του αμπελώνα μπορούν

88
να κατασκευαστούν κεκλιμένες ή οριζόντιες αναβαθμίδες με σκοπό την δι-
ευκόλυνση της μηχανικής κατεργασίας και την ελάττωση της διάβρωσης.

Σχήμα 23 Κλίσεις του εδάφους και διευθέτηση αναβαθμίδων για διευκόλυνση της μηχα-
νικής κατεργασία

89
Άλλοτε πάλι όταν η κλίση είναι πολύ μεγάλη και δεν υπάρχει η δυνατότητα
κατασκευής αναβαθμίδων, οι γραμμές φύτευσης εγκαθίστανται κατά μήκος
της πλαγιάς, κάθετες προς τις ισοϋψείς και εφαρμόζεται σύστημα καλλιέρ-
γειας χωρίς κατεργασία του εδάφους (Σχήμα 24). Η καταπολέμηση των ζιζα-
νίων τότε γίνεται με εφαρμογή ζιζανιοκτόνων.

Σχήμα 24. Καλλιέργεια αμπέλου κατά μήκος της πλαγιάς σε έδαφος με μεγάλη κλίση,
χωρίς κατεργασία του εδάφους.

1.2.5. Ύπαρξη κλειστών λεκανών

Οι τυχόν κλειστές λεκάνες θα πρέπει να εντοπίζονται και να λαμβάνεται μέ-


ριμνα στράγγισης των υδάτων της βροχής ή αντιμετώπισης, των υψηλών
επιπέδων αλάτων εάν αυτά υφίστανται.

90
1.2.6. Εξέταση του εδάφους

Η εξέταση του εδάφους είναι απαραίτητη δεδομένου ότι αποτελεί το ση-


μείο αναφοράς της εκλογής του υποκειμένου αλλά και της ύπαρξης διαφό-
ρων προβλημάτων που σχετίζονται με τις φυσικές και τις χημικές ιδιότητές
του.
Η διάνοιξη ενός αριθμού εδαφοτομών στην υπό φύτευση επιφάνεια εί-
ναι απαραίτητη για την εξέταση του εδάφους σε βάθος, τη διαπίστωση της
αλληλουχίας των εδαφικών οριζόντων οι οποίοι μας πληροφορούν περί των
διαδικασιών εφαφογένεσης στο συγκεκριμένο μέρος. Οι εδαφοτομές ανοίγο-
νται είτε χειρωνακτικά είτε με τη βοήθεια εκσκαφέα. Έχουν βάθος ανάλογο
με το βάθος του εδάφους και πλάτος τέτοιο ώστε να είναι δυνατή η κάθοδος
του ατόμου ο οποίος θα πραγματοποιήσει τις παρατηρήσεις και θα πάρει τα
δείγματα προς ανάλυση στο εργαστήριο.

Χρήσιμα στοιχεία τα οποία λαμβάνονται υπόψη κατά την εξέταση του εδά-
φους είναι:

• Το βάθος του εδάφους το οποίο και χαρακτηρίζει γενικώς το


έδαφος υπό την έννοια της δυνατότητας του ριζικού συστή-
ματος να εκμεταλλευτεί μεγαλύτερο ή μικρότερο όγκο εδά-
φους.

• Εδαφικοί ορίζοντες δυσμενείς για την ανάπτυξη του ριζικού


συστήματος. (Πέραν των χαρακτηριστικών οριζόντων του
εδάφους εντοπίζονται και καταγράφονται πιθανοί ορίζοντες
δυσμενείς για την ανάπτυξη του ριζικού συστήματος όπως
αργιλικοί, ασβεστούχοι, αδιαπέρατοι οι οποίοι δημιουργούν
ασφυκτικές συνθήκες )

• Σε περίπτωση που το αγροτεμάχιο είναι παλαιός αμπελώνας


γίνονται παρατηρήσεις στην κατανομή του ριζικού συστήμα-
τος.

• Η παρουσία υπόγειας στάθμης νερού χαρακτηρίζεται ση-


μειώνοντας την υπόγεια στάθμη στις διάφορες εποχές. Στις

91
περιπτώσεις που η υπόγεια στάθμη παραμένει για πολύ με-
γάλο χρονικό διάστημα πλησίον της επιφανείας του εδά-
φους τότε το ριζικό σύστημα είναι εντελώς επιφανειακό.

1.2.7.Δειγματοληψία

Σε ομοιογενή σημεία λαμβάνουμε περίπου δώδεκα απολήψεις εδάφους


από την επιφάνεια (0-30cm) τα οποία αναμειγνυόμενα σχηματίζουν ένα
δείγμα προς ανάλυση. Το ίδιο επαναλαμβάνεται και για βάθος 30-60cm.
Τα δείγματα στέλνονται στο εδαφολογικό εργαστήριο για ανάλυση και συ-
νοδεύονται από τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν την τοποθεσία και
τις διάφορες παρατηρήσεις που έγιναν επί τόπου.

1.2.8. Ανάλυση του εδάφους

Η ανάλυση του εδάφους θα πρέπει να περιλαμβάνει :

-Τη μηχανική σύσταση


-Τη δομή
-Την οργανική ουσία
-Το pH
-Την εναλλακτική ικανότητα.
-Το ελεύθερο και ενεργό ανθρακικό ασβέστιο
-Τα κυριότερα μακροστοιχεία
-Τα κυριότερα μικροστοιχεία.

92
Σε βιομηχανικές περιοχές θα πρέπει να προσδιορίζεται και η περιεκτικότητα
του εδάφους σε μόλυβδο δεδομένου ότι συσσωρεύεται στον καρπό σε υψη-
λά επίπεδα.

2. Πυκνότητα φύτευσης

Ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του εδάφους και του κλίματος μιας περι-


οχής, για να υπάρξει μια άριστη σχέση φυτού - εδάφους, θα πρέπει να α-
ντιστοιχεί ένας συγκεκριμένος αριθμός φυτών ανά μονάδα επιφανείας τα
οποία θα έχουν και μια συγκεκριμένη διάταξη. Η σωστή πυκνότητα και
διάταξη, έχουν ως αποτέλεσμα την ικανοποιητική εγκατάσταση του ριζικού
συστήματος και την καλύτερη εκμετάλλευση του εδάφους από τα φυτά, κα-
θώς επίσης και την καλύτερη εκμετάλλευση της ηλιακής ακτινοβολίας .

3. Πυκνότητα των ριζών στο έδαφος

Κατά την επαφή των ριζιδίων με τα εδαφικά μόρια, το νερό του εδάφους
και τα θρεπτικά στοιχεία μειώνονται, λόγω της απορρόφησής τους από τα
φυτά. Όσο πιο πτωχό είναι το έδαφος τόσο περισσότερο το φυτό θα δυ-
σκολεύεται να ικανοποιήσει τις ανάγκες του. Η ξηρασία του εδάφους περι-
ορίζει την αύξηση και την ανάπτυξη του φυτού. Σε ένα συγκεκριμένο όγκο
εδάφους, όσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμός των ριζιδίων τόσο πιο εύκολα
θα ικανοποιούνται και οι ανάγκες του φυτού σε νερό. Στα πτωχά εδάφη
όμως με μικρά αποθέματα νερού (αβαθή , αμμώδη κλπ), το μέγεθος και η
πυκνότητα των ριζών λόγω επιβράδυνσης της αύξησης είναι περιορισμένα.
Επομένως για την πλήρη εκμετάλλευση του εδάφους, η πυκνότητα φύτευσης
θα πρέπει να είναι μεγαλύτερη.

4. Διάταξη των φυτών

93
Σε μια δεδομένη πυκνότητα φύτευσης, η καλύτερη εκμετάλλευση του
εδάφους επιτυγχάνεται όταν τα φυτά απέχουν ίσες αποστάσεις μεταξύ τους.
ή οριζόντιες αναβαθμίδες με σκοπό την διευκόλυνση της μηχανικής κατερ-
γασίας και την ελάττωση της διάβρωσης. Έτσι λοιπόν από την άποψη αυτή
η φύτευση σε τετράγωνα είναι η πιο κατάλληλη.

Πίνακας 1
Επίδραση της διάταξης της φύτευσης, στη ζωηρότητα των φυτών

αριθ.φυτών/ αποστάσεις βάρος ρι- βάρος βάρος υπεργείου


στρ. φύτευσης(m) ζών/φυτό ριζών/ στρ. τμήματος
(Kg) (Κg) (Kg)

2.00 Χ 2.00 2.55 639 2.505

250 2.50 Χ 1.60 1.950 488 2.414

3.00 Χ 1.33 1.780 455 2.252

3.50 Χ1.14 1.368 342 1.988

Έτσι λοιπόν από την άποψη αυτή η φύτευση σε τετράγωνα είναι η πιο
κατάλληλη. Η αναγκαιότητα όμως για εκμηχάνιση της αμπελοκαλλιέργειας,
επιβάλλει την μείωση των αποστάσεων επί της γραμμής και την αύξηση των
αποστάσεων μεταξύ των γραμμών. Αυτή όμως η διάταξη παρουσιάζει μεγά-
λη ετερογένεια ως προς την κατανομή του ριζικού συστήματος στο έδαφος.

5. Εκμετάλλευση της ηλιακής ενέργειας.

94
Όσο περισσότερο αυξάνει η πυκνότητα των φυτών, η αναλογία της ηλι-
ακής ακτινοβολίας που προσλαμβάνεται από το φυτό είναι μεγαλύτερη σε
σχέση με αυτήν που δέχεται η επιφάνεια του εδάφους. Επίσης η διάταξη
του φυλλώματος και το σχήμα του υπεργείου τμήματος επηρεάζει την εκμε-
τάλλευση της ηλιακής ακτινοβολίας.

6. Σχέση πυκνότητας φύτευσης και παραγωγής.

Σύμφωνα με διάφορα πειραματικά δεδομένα, το μέγεθος της παραγωγής


ανά στρέμμα εξαρτάται από τη γονιμότητα του εδάφους και την πυκνότητα
των φυτών. Έτσι σε γόνιμα εδάφη και ζεστές περιοχές με μεγάλη ηλιοφάνεια
η μεγίστη παραγωγή ανά στρέμμα επιτυγχάνεται με έναν αριθμό φυτών ανά
στρέμμα περίπου 150, για τις πολύ ζωηρές ποικιλίες και περίπου 250 για
τις ποικιλίες μικρής ζωηρότητας. Από εκεί και πέρα όσο αυξάνεται ο αριθ-
μός των φυτών ανά στρέμμα δεν αυξάνεται το μέγεθος της παραγωγής (Σχή-
μα 24). Έχει αποδειχθεί πειραματικά, ότι σε ένα έδαφος μικρής γονιμότητας

95
Σχήμα 25. Επίδραση της πυκνότητας στην αύξηση της παραγωγής ανά στρέμμα σε γό-
νιμα(1,2) και άγονα(3,4,5, 6,7) εδάφη.

η αύξηση της πυκνότητας επάνω από τα 440 φυτά το στρέμμα αυξάνει ση-
μαντικά την παραγωγή κατά ένα ποσοστό περίπου 10%.

6.1. Πυκνότητα στις περιοχές της Μεσογείου

Σε εδάφη με υψηλή περιεκτικότητα σε οργανική ουσία, πολύ γόνιμα και


με δυνατότητα άρδευσης τα οποία και αξιοποιούνται για υψηλές παραγωγές
συνήθως η πυκνότητα είναι μικρή, μέχρι 200 φυτά το στρέμμα. Όμως στις
περιπτώσεις αυτές οι η αναλογία φύλλων προς τους καρπούς είναι πολύ μι-
κρή και η ζωηρότητα των βλαστών αρκετά μεγάλη. Τα σχήματα διαμόρφω-
σης είναι εκτεταμένα και η έκθεση του φυλλώματος ανομοιογενής.

96
Σε εδάφη κανονικής γονιμότητας έχει παρατηρηθεί ότι μια πυκνότητα 250
φυτών ανά στρέμμα δεν διαφέρει στην απόδοση από μια πυκνότητα 500 φυ-
τών ανά στρέμμα. Γενικώς όμως η πυκνότητα για επιτραπέζιες ποικιλίες οι
οποίες καλλιεργούνται σε βαθιά γόνιμα εδάφη με μεγάλες αποδώσεις κυμαί-
νεται μεταξύ 200 και 250 φυτών ανά στρέμμα. Κατά περίπτωση και με ειδικά
σχήματα διαμόρφωσης πολλές φορές ο αριθμός φυτών ανά στρέμμα μπορεί
να είναι και μικρότερος των 200 φυτών (κρεβατίνες ανοιχτά σχήματα τύπου
Y κλπ). Για οινοποιήσιμες ποικιλίες όπου το ύψος της παραγωγής δεν ξε-
περνάει τα 1000 – 1200 Kg ανά στρέμμα, η πυκνότητα κυμαίνεται μεταξύ
350 – 400 φυτών ανά στρέμμα. Οι πιθανές αποστάσεις φύτευσης για πυ-
κνότητα 350 φυτών είναι 2.25 Χ 1.25 ή 2.50 Χ 1.15. Μεταξύ των δύο παρα-
πάνω παραδειγμάτων αν υπάρχει δυνατότητα χρησιμοποίησης μικρότερου
γεωργικού ελκυστήρα θα πρέπει να προτιμάται το πρώτο. Οι αποστάσεις
2.5 Χ 1.15 δεν συνιστώνται γιατί η κατανομή του ριζικού συστήματος στο
έδαφος είναι ανομοιογενής. Επίσης αποστάσεις μεταξύ των φυτών επί της
γραμμής, μικρότερες από το 1 μ. , θα πρέπει μάλλον να αποφεύγονται διότι
κάτω από τέτοιες συνθήκες παρατηρείται αλληλοκάλυψη του φυλλώματος
μεταξύ των γειτονικών φυτών.
Σε εδάφη μικρής γονιμότητας χωρίς τη δυνατότητα άρδευσης, τα φυτά
διαμορφώνονται σε χαμηλά μη υποστηριγμένα σχήματα (κύπελλα) με μικρές
αποστάσεις φύτευσης (1.5 Χ 1.5μ ), για την καλύτερη εκμετάλλευση του ε-
δάφους. Η μείωση των αποστάσεων, δυσκολεύει, ή δεν επιτρέπει την εκμη-
χάνιση των διαφόρων καλλιεργητικών εργασιών και έτσι η αύξηση της α-
πόστασης μεταξύ των γραμμών δημιουργεί ανομοιογενείς φυτεύσεις. Τα χα-
μηλά σχήματα διαμόρφωσης ενδείκνυνται στις περιπτώσεις αυτές δεδομένου
ότι αντεπεξέρχονται καλύτερα σε συνθήκες επιφανειακών και μικρής γονιμό-
τητας εδαφών.

97
7. Προσανατολισμός των γραμμών

Είναι γεγονός ότι ο κατάλληλος προσανατολισμός των γραμμών φύτευ-


σης στα γραμμωτά σχήματα συμβάλλει στην καλύτερη εκμετάλλευση του
φυσικού περιβάλλοντος, τη μείωση των ζημιών της παραγωγής και τη βελτί-
ωση της ποιότητας του προϊόντος. Όμως ο σωστός προσανατολισμός υπό-
κειται σε περιορισμούς οι οποίοι δεν μπορούν να αποφευχθούν. Έτσι πολ-
λές φορές, παρά τους γενικούς κανόνες που αφορούν τον προσανατολισμό,
είμαστε υποχρεωμένοι να λάβουμε σοβαρά υπόψη, είτε τη μεγάλη κλίση του
εδάφους, είτε την κατεύθυνση των ισχυρών ανέμων, είτε ακόμη και το σχήμα
του αγροτεμαχίου του αμπελώνα.

Πίνακας 2
Ηλιακή ενέργεια σε kWh/m 2 /ημέρα που προσπίπτει σε ένα οριζόντιο
πλαίσιο και δύο κάθετα, Β-Ν και Α- Δ προσανατολισμού αντίστοιχα.

Πλαίσιο
οριζόντιο κατακόρυφο Β - Ν κατακόρυφο Α-Δ
24 Μαϊου 7.6 7 3.8
21 Ιουνίου 7.8 7 3,7
21 Ιουλίου 7.6 7 3,8
21 Αυγούστου 6.9 6.5 4
21Σεπτεμβρίου 5.6 5.5 5

Εάν δεν υφίστανται οι παραπάνω περιορισμοί τότε με τον προσανατολισμό


των γραμμών επιδιώκουμε την καλύτερη εκμετάλλευση της ηλιακής ακτινο-
βολίας, σε συνδυασμό με τις κλιματικές ιδιαιτερότητες της περιοχής καλ-
λιέργειας. Στον Πίνακα 2 και σύμφωνα με μετρήσεις που έχουν γίνει σε γε-
ωγραφικό πλάτος 43 0 βόρειο, φαίνεται ότι η συνολική ενέργεια την οποία
δέχεται ένα οριζόντιο πλαίσιο και δύο κατακόρυφα διαφορετικού προσανα-
τολισμού.

98
Τα δεδομένα αυτά αν και δεν έχουν μεγάλη πρακτική σημασία, δεδομέ-
νου ότι ο αμπελώνας δεν αποτελείται από μια σειρά φυτών αλλά από πε-
ρισσότερες οι οποίες αλληλοσκιάζονται, είναι χρήσιμα στην ανάλυση του
θέματος και την κατάλληλη εκλογή του προσανατολισμού. Το Σχήμα 25 δεί-
χνει την ηλιακή ακτινοβολία που δέχεται μια μεμονωμένη γραμμή φυτών με
διαφορετικό προσανατολισμό

Σχήμα 26 . Ηλιακή ακτινοβολία που προσπίπτει σε κατακόρυφη επιφάνεια Β - Ν


προσανατολισμού (a), και Α - Δ προσανατολισμού b (iqiqiqοριζόντια,
(wqwqwqκατακόρυφη).

Έτσι στην περίπτωση του Β - Ν προσανατολισμού, τα φυτά δέχονται τις


πρωινές ώρες άμεσα την ηλιακή ακτινοβολία στην ανατολική τους πλευρά
και τις απογευματινές στη δυτική τους πλευρά.
Τα φυτά του Α - Δ προσανατολισμού δέχονται κυρίως την ηλιακή ακτινο-
βολία κατά τις μεσημβρινές ώρες στη νότια πλευρά τους. Η σκίαση των
φυτών του Β - Ν προσανατολισμού είναι σημαντική κατά τις πρωινές και τις
απογευματινές ώρες.
Στον Β -Ν προσανατολισμό η προσπίπτουσα ακτινοβολία κατά τις πρωϊνές
και απογευματινές ώρες μειώνεται από την σκίαση των γραμμών. Η διά-
κριση μεταξύ των δύο προσανατολισμών ( Β -Ν και Α - Δ ) θα γίνει με την

99
αναλογία της ακτινοβολίας που προσπίπτει στο φύλλωμα, σε σχέση με αυ-
τήν που προσπίπτει στο έδαφος του αμπελώνα. Έτσι στον Β - Ν προσανα-
τολισμό κατά τις πρωινές και απογευματινές ώρες η ηλιακή ακτινοβολία
σχεδόν στην ολότητά της προσπίπτει στο φύλλωμα. Κατά τις μεσημβρινές
ώρες, μόνο η κορυφή του επιπέδου της βλάστησης δέχεται άμεσα την ηλιακή
ακτινοβολία ενώ η περισσότερη προσπίπτει στο έδαφος. Στον Α - Δ προσα-
νατολισμό κατά τις πρωινές και απογευματινές ώρες το σύνολον σχεδόν της
ακτινοβολίας προσπίπτει στο έδαφος. Καθ όλη τη διάρκεια της υπολοίπου
ημέρας η ακτινοβολία προσπίπτει κατά ένα πολύ μεγάλο μέρος στην φυλλι-
κή επιφάνεια.

Έτσι μπορούμε να συμπεράνουμε ότι οι μεγαλύτερες απώλειες της


ηλιακής ακτινοβολίας στον προσανατολισμό Β - Ν σημειώνονται
κατά τις μεσημβρινές ώρες, όπου και παρατηρούνται τα μέγιστα
της ηλιακής ακτινοβολίας, ενώ στον προσανατολισμό Α - Δ αυτές
σημειώνονται κατά τις πρωινές και απογευματινές ώρες όπου πα-
ρατηρούνται τα ελάχιστα.

Όμως ένα άλλο κριτήριο το οποίο θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη


είναι η φωτοσυνθετική δραστηριότητα των φύλλων η οποία εξαρτάται κυρίως
από την ηλιακή ακτινοβολία, τη θερμοκρασία και την υδατική κατάσταση
του φυτού. Είναι γεγονός ότι η φωτοσυνθετική δραστηριότητα των φύλλων
είναι αρκετά χαμηλή στους 10 0 C και αποτελεί το 10% της μεγίστης που πα-
ρατηρείται κανονικά την άμπελο. Στους αμπελώνες των βορείων αμπελουρ-
γικών χωρών κατά τις πρωινές ώρες, οι θερμοκρασίες είναι κοντά σε αυτά
τα επίπεδα και έτσι ούτως ή άλλως η φωτοσυνθετική δραστηριότητα είναι
μειωμένη κατά πολύ. Στη συνέχεια όσο προχωρά η ημέρα και κατά το πρώ-
το ήμισυ του πρωινού η φωτοσύνθεση παραμένει χαμηλή. Επομένως κατά
τις ώρες αυτές, δεν είναι επιζήμιο να έχουμε μια μειωμένη πρόσπτωση της
ηλιακής ακτινοβολίας στο φύλλωμα, με προσανατολισμό Α - Δ, αντίθετα

100
μετά το πρώτο ήμισυ του πρωινού και μετά το μεσημέρι, με τον προσανατο-
λισμό αυτόν η ηλιακή ακτινοβολία προσπίπτει κυρίως στο φύλλωμα και οι
θερμοκρασίες είναι ευνοϊκές για τη φωτοσύνθεση. Στο τέλος όμως του απο-
γεύματος ενώ οι θερμοκρασίες είναι ευνοϊκές για την φωτοσύνθεση, το με-
γαλύτερο μέρος της ηλιακής ακτινοβολίας χάνεται στο έδαφος.
Μια άλλη σπουδαία παράμετρος που επηρεάζει τη φωτοσύνθεση είναι η
υδατική κατάσταση του φυτού. Τα φύλλα τα οποία δέχονται άμεσα την ηλι-
ακή ακτινοβολία τις μεσημβρινές ώρες στις νότιες θερμές αμπελουργικές
περιοχές παρουσιάζουν μειωμένη φωτοσυνθετική δραστηριότητα (κλείσιμο
των στοματίων). Έτσι στην περίπτωση αυτή ο προσανατολισμός Α - Δ βρί-
σκεται σε μειονεκτική θέση σε σχέση με τον προσανατολισμό Β - Ν όπου
κατά τις μεσημβρινές ώρες το μεγαλύτερο μέρος του φυλλώματος σκιάζεται.

Εκλογή του προσανατολισμού . Σύμφωνα με την παραπάνω διε-


ρεύνηση, ο προσανατολισμός Β - Ν , επιτρέπει μια καλύτερη έκ-
θεση του φυλλώματος κατά τις πρωινές και απογευματινές ώ-
ρες. Αυτό έχει μεγάλη σημασία για τις περιοχές με έντονη ηλιο-
φάνεια και υψηλές θερμοκρασίες κατά τις ώρες αυτές. Αντίθετα
κατά τις μεσημβρινές ώρες η έκθεση του φυλλώματος είναι μέ-
τρια . Στην περίπτωση αυτή κυρίως η κορυφή του φυλλώματος
δέχεται την ηλιακή ακτινοβολία. Στις θερμές περιοχές βέβαια
αυτό έχει μεγάλη σημασία γιατί η σκίαση ενός πολύ μεγάλου
μέρους του φυλλώματος μετριάζει την υδατική καταπόνηση των
φύλλων. Έτσι σύμφωνα με αυτές τις προσεγγίσεις στις θερ-
μές και ξηρές περιοχές είναι προτιμότερος ο προσανατολισμός
Β - Ν και στις βόρειες ψυχρές περιοχές ο προσανατολισμός Α -
Δ.

101
8. Επανεγκατάσταση παλαιών αμπελώνων

Στις περιπτώσεις όπου ένας παλαιός αμπελώνας θα χρειαστεί να επα-


ναφυτευτεί, είναι απαραίτητη η αντιμετώπιση κάποιων ιδιαίτερων προ-
βλημάτων.
Η πολυετής καλλιέργεια της αμπέλου για περίοδο που διαρκεί πολλές φο-
ρές 30 και 40 χρόνια, έχει ως αποτέλεσμα την εξασθένηση του εδάφους από
πλευράς πολλών ανοργάνων θρεπτικών στοιχείων και της οργανικής ουσί-
ας. Αντίθετα οι υπερβολικές λιπάνσεις με υπερφοσφωρικά και καλιούχα λι-
πάσματα ενδεχομένως να έχουν συσσωρεύσει, υπό μη διαθέσιμες μορφές,
αυτά τα θρεπτικά στοιχεία. Ακόμη υπερβολικές αζωτούχες λιπάνσεις ενδε-
χομένως να έχουν προκαλέσει σοβαρή υποβάθμιση του pH. Η μακροχρόνια
διέλευση των γεωργικών μηχανημάτων και η απουσία καλλιέργειας σε βά-
θος, συμπιέζει τα επιφανειακά στρώματα και επιβαρύνει τη δομή του εδά-
φους, ή πολλές φορές ακόμη προκαλεί την προτιμησιακή εγκατάσταση των
ριζών σε συγκεκριμένο εδαφικό ορίζοντα.
Άλλοτε πάλι υπάρχει το ενδεχόμενο στον παλαιό αμπελώνα να ενδημούν
νηματώδης, σηψηριζίες, ή μολυσματικός εκφυλισμός. Τότε ο κίνδυνος προ-
σβολής του νέου αμπελώνα από τις ασθένειες αυτές είναι μεγάλος.
Για όλους τους παραπάνω λόγους αλλά ιδιαίτερα στην περίπτωση που
υπάρχουν φυτά με συμπτώματα μολυσματικού εκφυλισμού, θα πρέπει μετά
την εκρίζωση να υπάρξει περίοδος αγρανάπαυσης και αμειψισποράς, για
τουλάχιστον 6 - 7 χρόνια και να πραγματοποιούνται βαθιές αρόσεις.
Όμως στις σύγχρονες συνθήκες του ανταγωνισμού και της αυξημένης α-
ξίας της γης υπάρχει ανάγκη άμεσης επανεγκατάστασης. Επί πλέον η αντι-
μετώπιση των νηματωδών, φορέων του μολυσματικού εκφυλισμού θεωρείται
επιβεβλημένη. Η χρησιμοποίηση των κλασικών μεθόδων αντιμετώπισης των
νηματωδών (χρησιμοποίηση του διχλωροπροπάνιου ή του Aldicarbe) μερι-
κές φορές είναι αναποτελεσματική δεδομένου ότι σε βάθος κάτω των 70 cm,
η αποτελεσματικότητά τους είναι δύσκολη. Επί πλέον οι νηματώδεις ανάλο-

102
γα και με τη φύση του εδάφους αποφεύγουν τα νηματοδοκτόνα μετακινούμε-
νοι.
Με σκοπό λοιπόν την πληρέστερη και αμεσότερη καταστροφή του ριζικού
συστήματος των φυτών του παλαιού αμπελώνα, πριν την εκρίζωση, αμέσως
μετά την εποχή του τρυγητού, πραγματοποιούμε μια “αποδυνάμωση” των
φυτών με την εφαρμογή ενός διασυστηματικού ζιζανιοκτόνου (Glyphosate )
σε ποσότητα 1.5 L ανά στρέμμα.

Η εφαρμογή αυτή έχει ως αποτέλεσμα την καταστροφή ενός μεγάλου


μέρους των ριζιδίων των φυτών. Την άνοιξη που ακολουθεί τα φυτά
εκριζώνονται. Ενδείκνυται στην περίπτωση αυτή η παραπάνω επέμ-
βαση να συνδυάζεται με απολύμανση του εδάφους με κατάλληλα νη-
ματωδοκτόνα (Διχλωροπροπάνιο ή Aldicarbe ).

10. Λίπανση σε βάθος

Η περίοδος πριν τη φύτευση του αμπελώνα είναι η πλέον κατάλληλη


για λίπανση σε βάθος κυρίως με φώσφορο και δευτερευόντως με κάλιο.

11. Επιλογή της ποικιλίας.

Ένα πλήθος ποικιλιών χρησιμοποιείται στην παραγωγή τόσο επιτρα-


πεζίων σταφυλών όσο και προϊόντων οινοποιίας όπου η κάθε μια έχει ξεχω-
ριστές ιδιότητες και ιδιαίτερα χαρίσματα τα οποία για να εκδηλωθούν απαι-
τούν το κατάλληλο φυσικό περιβάλλον. Η επιλογή λοιπόν της ποικιλίας κα-
θορίζει και τον προσανατολισμό μιας αμπελοοινικής επιχείρησης ως προς
τα προϊόντα τα οποία θα παράγει, ή την παραγωγή επιτραπεζίων σταφυ-
λιών.

103
Μια ποικιλία λοιπόν θεωρείται ότι προσαρμόζεται ικανοποιητικά σε
δεδομένο φυσικό περιβάλλον στο βαθμό που οι δυνατότητες του φυσικού
περιβάλλοντος αντιστοιχούν στις ιδιαίτερες απαιτήσεις της ποικιλίας.
Το τοπικό κλίμα μιας περιοχής που εξαρτάται από το ανάγλυφο ή την
τοπογραφία μπορεί να αποτελεί τον κύριο παράγοντα για την ικανοποιητική
προσαρμογή μιας ποικιλίας. Έτσι κάποιες ποικιλίες για να εκδηλώσουν τις
αρωματικές τους ιδιότητες και να έχουν επαρκή οξύτητα απαιτούν ήπιες
θερμοκρασίες και δροσερές περιοχές, όπως συμβαίνει με τις ποικιλίες πα-
ραγωγής λευκών οίνων. Από το άλλο μέρος, τοποθεσίες με υψηλότερες θερ-
μοκρασίες κατά την περίοδο της ωρίμανσης αξιοποιούνται καλύτερα με ερυ-
θρές ποικιλίες για την παραγωγή ερυθρών οίνων.
Η πρώιμη εκβλάστηση μερικών ποικιλιών παρουσιάζει προβλήματα σε
περιοχές με εαρινούς παγετούς.
Έχει επίσης αναφερθεί ότι κάποιες ποικιλίες για να εκδηλώσουν τα
ποιοτικά τους χαρακτηριστικά έχουν ιδιαίτερες απαιτήσεις σε συγκεκριμέ-
νους εδαφικούς τύπους (πχ η gamay σε γρανητικά εδάφη, η pinot noir σε
ασβεστώδη, η chardonnay σε αργιλώδη. Ακόμη, άλλες ποικιλίες προσαρμό-
ζονται καλύτερα σε ξηροθερμικές περιοχές και δίδουν προϊόντα ποιότητας
ενώ σε βόρειες υγρές περιοχές παράγουν υποβαθμισμένα προϊόντα και α-
ντιστρόφως.

12. Εκλογή του υποκειμένου

Σε όλες τις φυλλοξηριώσσες χώρες και περιοχές, η καλλιέργεια της α-


μπέλου προϋποθέτει τον εμβολιασμό των ποικιλιών παραγωγής σε υποκεί-
μενα ανθεκτικά την φυλλοξήρα. Η εκλογή του κατάλληλου υποκειμένου απο-
τελεί τη βάση για την ικανοποιητική ανάπτυξη των φυτών στον αμπελώνα
και την παραγωγή προϊόντων ποιότητος. Θα πρέπει να συντρέχουν προς
τούτο οι εξής προϋποθέσεις:

104
• Ικανοποιητική συγγένεια με την ποικιλία παραγωγής
• Ικανοποιητική προσαρμογή στις εδαφικές συνθήκες

13.1. Αντοχή στη φυλλοξήρα

Παρά το γεγονός ότι όλα τα υποκείμενα διαθέτουν την απαιτούμενη α-


ντοχή στη φυλλοξήρα, ορισμένα εξ’ αυτών κάτω από συγκεκριμένες εδαφικές
συνθήκες παρουσιάζουν μια αυξημένη ευαισθησία με αποτέλεσμα το ριζικό
τους σύστημα να υφίσταται εκτεταμένες ζημίες. Έτσι σε εδάφη ασβεστώδη,
επιφανειακά και περιοχές με μικρό βροχομετρικό ύψος ιδιαίτερα όταν οι α-
μπελώνες δεν αρδεύονται το καλοκαίρι θα πρέπει να αποφεύγεται η χρησι-
μοποίηση των υποκειμένων:

Aramon X Rupestris Ganzin N 0 1 και Ν 0 9, 1613C, 41BMgt

και 333EM

13.2. Αντοχή στους νηματώδης (Meloidogynae )

Οι νηματώδεις είναι φορείς του μολυσματικού εκφυλισμού και επί πλέον


προκαλούν και πρωτογενείς ζημίες στο ριζικό σύστημα.

• τα υποκείμενα SO 4 , 5BB, 8B, 140Ruggeri, 44-53Mgt 40-10Cl fercal,


Riparia gloire, 34EM, 110R και Gravesac παρουσιάζουν ικανοποιη-
τική αντοχή στους νηματώδης Μ. arenaria

• τα υποκείμενα SO 4 5BB, 101-14Mgt 1616C παρουσιάζουν ικανο-


ποιητική αντοχή στους νηματώδεις Μ. incognita

• τα υποκείμενα Riparia gloir, Rupestris duLot, 5BB 99R είναι ανθεκτι-


κά στους νηματώδεις M. halpa

105
Πίνακας 3
Αντοχή στη χλώρωση βασισμένη στην περιεκτικότητα του εδάφους στο ενεργό και
το ελεύθερο ανθρακικό ασβέστιο

Ενεργό ανθρακικό ασβέστι- Ελεύθερο ανθρακικό %


Υποκείμενα ο% (Drouineau-Galet)

Riparia gloire 6 15
3309 C, 101-14 9 20
Rupestris du Lot 14 30
Gravesac
99R,1103P,SO 4 , 17 40
5BB,420A,110R, 20 40
161-49C,RSB 1 140Rug. 25 50
41B 40 80
333EM 40 80

Fercal 40

13.3. Αντοχή στα άλατα

Σε εδάφη με αυξημένα άλατα χρησιμοποιούμε :

-Αυτόρριζα φυτά σε μή φυλλοξηριώσσες περιοχές

- Vitιs solonis

-1616 C 1216-3 Cl σε εδάφη με χαμηλό ανθρακικό ασβέστιο

-1103P σε εδάφη με ενεργό ανθρακικό ασβέστιο πάνω από 11%

106
13.4. Προσαρμογή σε όξινα εδάφη

Σε όξινα εδάφη χρησιμοποιούνται τα υποκείμενα:

Gravesac
196-17Cl

14. Φύτευση νεαρών φυτών

Αφού έχει προηγηθεί η προετοιμασία του εδάφους και η εκλογή του υπο-
κειμένου και της ποικιλίας παραγωγής, ανοίγονται λάκκοι οι οποίοι θα
πρέπει να βρίσκονται στις κατάλληλες αποστάσεις μεταξύ τους. Η φύτευση
γίνεται κατά τους χειμερινούς μήνες, εκτός αν πρόκειται για φυτά σε γλά-
στρες τα οποία μπορούν και εγκαθίστανται ακόμη και στις αρχές ή το τέλος
του Καλοκαιριού.
Για την εγκατάσταση αμπελώνα χρησιμοποιούνται απλά - έριζα φυτά υπο-
κειμένων, ή έριζα - εμβολιασμένα. Τα φυτά είναι ηλικίας ενός έτους και
προήλθαν από το φυτώριο όπου δημιουργήθηκαν με τη γνωστή διαδικασία
παραγωγής. Στην Ελλάδα, όπως και σε όλες τις χώρες και περιοχές όπου
έχει εισέλθει η φυλλοξήρα είναι απαραίτητη η χρησιμοποίηση υποκειμένων
ανθεκτικών στην αφίδα αυτή.
Η φύτευση των ερρίζων-εμβολιασμένων θα πρέπει να γίνεται κατά τέτοιο
τρόπο, ώστε το σημείο ένωσης εμβολίου και υποκειμένου να βρίσκεται 4 -
5cm πάνω από την επιφάνεια του εδάφους. Τα απλά-έρριζα φυτά υποκειμέ-
νων, εγκαθίστανται κατά τέτοιο τρόπο έτσι ώστε το επίπεδο που αναπτύσ-
σεται η νέα βλάστηση να βρίσκεται 5-6 cm πάνω από την επιφάνεια του
εδάφους, γατί ο επιτόπιος εμβολιασμός που θα ακολουθήσει την επόμενη ή
τη μεθεπόμενη χρονιά θα γίνει στο παλαιό τμήμα των φυτών. Ο λόγος για
τον οποίο το σημείο ένωσης εμβολίου – υποκειμένου θα πρέπει να βρίσκε-

107
ται πάνω από την επιφάνεια του εδάφους είναι το γεγονός ότι το εμβόλιο
όταν καλύπτεται από το έδαφος ριζοβολεί.

Σχήμα 27. Φύτευση νεαρών φυτών (α) και κάλυψη (β) κατά την εγκατάσταση αμπελώνα.

Οι ρίζες που αναπτύσσονται, αν δεν καταστραφούν με την κατεργασία


του εδάφους ή από την ξηρασία, τροφοδοτούν το υπέργειο τμήμα του φυτού
και αυξάνονται σιγά - σιγά με αποτέλεσμα να "ξεπερνούν " το υποκείμενο με
τη δημιουργία ενός παράλληλου ριζικού συστήματος, το οποίο προέρχεται
από το εμβόλιο. Εφόσον ο αμπελώνας βρίσκεται σε φυλλοξηριώσσα περι-
οχή, το παράλληλο ριζικό σύστημα του εμβολίου, μπορεί να προσβληθεί
και να καταστραφεί από τη φυλλοξήρα. Βέβαια σε αμπελώνες εγκαταστη-

108
μένους σε πλαγιές με μεγάλη κλίση και κατά τις ισοϋψείς, το έδαφος συσ-
σωρεύεται στις γραμμές φύτευσης και καλύπτει τις περισσότερες φορές το
σημείο ένωσης εμβολίου - υποκειμένου. Όμως κάτω από τις κλιματικές
συνθήκες της χώρας μας, στα εδάφη αυτά δεν παρατηρείται ξεπέρασμα του
υποκειμένου δεδομένου ότι το καλοκαίρι οι επιφανειακές ρίζες συνήθως ξη-
ραίνονται. Έτσι λοιπόν η παραμονή του σημείου ένωσης εκτός εδάφους
έχει κυρίως σημασία σε γόνιμα και αρδευόμενα εδάφη.

Σε ορισμένες χώρες, όπου τον χειμώνα επικρατούν πολύ χαμηλές θερ-


μοκρασίες (κάτω από – 15 C 0 ), η παραμονή του σημείου ένωσης πολύ ψηλά,
εγκυμονεί κινδύνους καταστροφής του εμβολίου από παγετούς. Έτσι το ση-
μείο ένωσης θα πρέπει να βρίσκεται γύρω στα 2cm πάνω από την επιφά-
νεια του εδάφους.
Μετά τη φύτευση το εμβόλιο καλύπτεται εξ' ολοκλήρου με έδαφος για να
αποφευχθεί η ξήρανση. Η μορφή με την οποία διακινούνται σήμερα τα έρ-
ριζα-εμβολιασμένα φυτά στο εμπόριο (κλαδεμένα στους 2 οφθαλμούς και με
παραφινωμένο το εμβόλιο), επιτρέπει σε ορισμένες βορειότερες χώρες τη
φύτευση χωρίς κάλυψη. Κάτω όμως από τις ελληνικές συνθήκες, η κάλυψη
είναι απαραίτητη.

Κατά τη βλαστική περίοδο που ακολουθεί τη φύτευση, η νεαρή βλά-


στηση θα πρέπει να υποστηρίζεται σε προσωρινό πάσσαλο, ή εφόσον πρό-
κειται να εφαρμοστεί υποστηριγμένο σύστημα διαμόρφωσης, σε μόνιμα μέ-
σα υποστήριξης (σύρμα, πάσσαλοι κλπ). Η πρόσδεση είναι απαραίτητη για
να αποφεύγονται οι ζημίες από τον άνεμο.

109
Σχήμα 28. Τεχνικά μέσα διευκόλυνσης της φύτευσης φυτών της αμπέλου

Πολλές φορές μετά από επιτόπιο εμβολιασμό, παρατηρούνται εκτεταμένες


αποτυχίες, λόγω πλημμελούς υποστήριξης της νεαρής βλάστησης του εμβο-
λίου. Η αποκόλληση του εμβολίου έχει ως αποτέλεσμα να ξηραίνονται ιστοί
κοντά στην τομή του υποκειμένου και να ακολουθεί εγκατάσταση σαπροφυτι-
κών μυκήτων, οι οποίοι καταστρέφουν το επάνω μέρος του υποκειμένου. Επί-
σης είναι απαραίτητοι οι ψεκασμοί με διάφορα μυκητοκτόνα για τη προστασία
της νεαρής βλάστησης από το ωίδιο και τον περονόσπορο. Η χρησιμοποίηση
ενώσεων του χαλκού (βορδιγάλλειος πολτός, οξυχλωριούχος χαλκός κλπ), δίνει
καλά αποτελέσματα δεδομένου ότι ο χαλκός αποτελεί ένα πολυδύναμο φυτο-
προστατευτικό μέσο το οποίο προστατεύει τα φυτά της αμπέλου και από τις
βακτηριακές ασθένειες.

110
Για τη διευκόλυνση της εγκατάστασης αμπελώνα οι λάκκοι φύτευση α-
νοίγονται με κατάλληλα εργαλεία ή μηχανήματα (Σχήμα 28).

Πολλές φορές υπάρχει η συνήθεια, να χρησιμοποιείται μικρή ποσότητα


αζωτούχου λιπάσματος, το οποίο προστίθεται στα σημεία φύτευσης του α-
μπελώνα, για την καλύτερη ανάπτυξη των νεαρών φυτών. Όταν αυτό το λί-
πασμα τοποθετηθεί πολύ κοντά στο νεαρό φυτό και ακολουθήσει βροχή ή
πότισμα, τότε το λίπασμα παρασύρεται από το νερό και διαπερνά το έδαφος
πολύ κοντά στο φυτό και κατά μήκος του υπογείου τμήματος του παλιού ξύ-
λου. Η επαφή του πυκνού διαλύματος του λιπάσματος με τους ιστούς των
νεαρών ριζών του φυτού προκαλεί μερικές φορές ζημίες. Έτσι αν εφαρμο-
στεί λίπανση τόσο ενωρίς, θα πρέπει το λίπασμα να τοποθετείται σε από-
σταση μισού μέτρου από το νεαρό φυτό και να ενσωματώνεται καλά στο έ-
δαφος με ελαφρό σκάλισμα.

15. Διαμόρφωση των φυτών

Μετά την εγκατάσταση των νεαρών φυτών στον αμπελώνα και την ανά-
πτυξη της νεαρής βλάστησης, αρχίζει η διαδικασία με την οποία θα σχημα-
τιστεί η τελική μορφή και το σχήμα των φυτών στον αμπελώνα.

Διαμόρφωση είναι η διάταξη στο χώρο των υπεργείων τμημάτων


ενός φυτού ή ομάδας φυτών, η οποία επιτυγχάνεται κυρίως με κα-
τάλληλα κλαδέματα και υποστήριξη. Το σχήμα των φυτών θα
πρέπει να διατηρείται όσο το δυνατόν σταθερό και αμετάβλητο κα-
τά το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους.

Η διαμόρφωση των φυτών τις περισσότερες φορές χρειάζεται υποστή-


ριξη με τεχνητά μέσα. Στα μη υποστηριγμένα χαμηλά σχήματα ο κορμός

111
αναπτύσσεται χωρίς υποστήριξη, αν και σε ορισμένες περιπτώσεις υπάρχει
ανάγκη κατά την περίοδο της βλάστησης και ιδιαίτερα της ωρίμανσης των
σταφυλιών να τοποθετούνται διχάλες για να αποφεύγεται η επαφή των
σταφυλών με το έδαφος.
Στα διάφορα συστήματα διαμόρφωσης, η υποστήριξη είναι, είτε ατομική,
είτε ομαδική. Η ομαδική υποστήριξη μπορεί να είναι καθέτου επιπέδου
(γραμμωτά σχήματα), ή οριζοντίου επιπέδου (κρεβατίνες). Στις περισσότε-
ρες περιπτώσεις εκτός της υποστήριξης του κορμού και των βραχιόνων θα
πρέπει να υποστηρίζεται και η ετήσια βλάστηση.
Το υπέργειο τμήμα των φυτών αποτελείται από τον κορμό, τους βραχίο-
νες, οποίοι διαφέρουν ως προς τον αριθμό, το μήκος και την κατεύθυνσή
τους στο χώρο. Ο κάθε βραχίονας φέρει μια ή περισσότερες κεφαλές (θέ-
σεις στις οποίες αναπτύσσεται η ετήσια βλάστηση), των οποίων το μήκος
εξαρτάται από το εφαρμοζόμενο κλάδεμα καρποφορίας.

15.1. Συστήματα διαμόρφωσης

15.1 α. Σχήματα χαμηλά

Τα φυτά συνήθως έχουν κορμό μικρού ύψους ο οποίος αρχίζει από την
επιφάνεια του εδάφους και δεν ξεπερνά τα 60 - 70 cm. Προσαρμόζονται πά-
ρα πολύ καλά σε συνθήκες μικρής εδαφικής γονιμότητας και χαμηλού βρο-
χομετρικού ύψους (κυπελλωτά). Σε πιο γόνιμα εδάφη, επίσης δίνουν καλά
αποτελέσματα (γραμμωτά).

Κυπελλωτά σχήματα . Ο κορμός είναι μικρού ύψους 15 - 30 cm και μπορεί


να φθάνει μέχρι τα 70cm. Ο αριθμός των βραχιόνων είναι από 3 - 6, πολ-
λές φορές όμως φθάνει και τους 8.

Η δημιουργία του κυπέλλου γίνεται ως εξής:

112
Το χειμώνα που ακολουθεί την πρώτη βλαστική περίοδο μετά τη φύτευση
ενός ερρίζου-εμβολιασμένου ή τον εμβολιασμό ενός απλού - ερρίζου φυτού,
η πιο ζωηρή κληματίδα του εμβολίου κλαδεύεται στο ύψος ενός γονάτου,
πάνω από το ύψος που θα πρέπει να έχει ο κορμός του κυπέλλου. Ο βλα-
στός αυτός προσδένεται σε έναν κάθετο πάσσαλο και την άνοιξη που ακο-
λουθεί αφήνονται να βλαστήσουν οι δύο ανώτεροι οφθαλμοί, ενώ οι κατώ-
τεροι όταν βλαστάνουν αφαιρούνται με το χέρι. Τον επόμενο χειμώνα οι δύο
αυτές κληματίδες κλαδεύονται στους δύο οφθαλμούς για τη δημιουργία
τριών ή τεσσάρων βραχιόνων. Εάν το ύψος του κυπέλλου είναι πολύ μικρό
δεν χρειάζεται υποστήριξη με πάσσαλο. Η παραπάνω κλασική διαδικασία
υφίσταται πολλές τροποποιήσεις ανάλογα με τη ζωηρότητα του φυτού στα
πρώτα έτη και το σχηματισμό ή όχι, ζωηρών ταχυφυών. Η διάταξη που θα
έχει η ετήσια βλάστηση στο κύπελλο εξαρτάται από τον αριθμό των βραχιό-
νων καθώς επίσης και από τα χαρακτηριστικά της ποικιλίας (αν είναι δηλα-
δή ορθόκλαδη ή πίπτουσα). Επίσης μερικές ποικιλίες προσφέρονται περισ-
σότερο για κυπελλωτά σχήματα λόγω μεγάλης γονιμότητας των οφθαλμών
της βάσης( π.χ. Σαββατιανό) και ως εκ τούτου δεν απαιτούν μακρύ κλάδεμα

113
Σχήμα 29. Σχηματισμός ενός χαμηλού μη υποστηριγμένου κυπελλωτού σχήματος με
κατάλληλα κλαδέματα διαμόρφωσης.

το οποίο θα δυσκόλευε την ορθότροπη διάταξη των ετήσιων βλαστών.

Το κύπελλο έχει υποστεί πολλές τροποποιήσεις στις διάφορες χώρες και


περιοχές που χρησιμοποιείται. Έτσι σε ορισμένες περιπτώσεις ο κορμός
είναι διαμορφωμένος κοντά στην επιφάνεια του εδάφους και με τα κλαδέμα-
τα καρποφορίας διατηρείται σε ένα σταθερό ύψος, ή άλλοτε πάλι ο κορμός
διαμορφώνεται κοντά στην επιφάνεια του εδάφους και με τα διαδοχικά κλα-
δέματα οι βραχίονες επιμηκύνονται και απομακρύνονται σταδιακά από το
έδαφος. Στις μητρικές φυτείες υποκειμένων ο κορμός διαμορφώνεται στην επιφά-
νεια του εδάφους και οι κληματίδες κάθε χρόνο αφαιρούνται από τη βάση τους και
έτσι με την πάροδο των ετών σχηματίζεται η χαρακτηριστική κεφαλή, κοντά στην
επιφάνεια του εδάφους. Το σχήμα αυτό λέγεται κεφαλωτό. Γενικά τα κύπελλα εί-
ναι σχήματα διαμόρφωσης τα οποία εξασφαλίζουν καλή έκθεση του φυλλώματος
στην ηλιακή ακτινοβολία και κατά συνέπεια ικανοποιητικές συνθήκες φωτοσύνθε-
σης .

114
Σχήμα 30. Αριστερά: παραδοσιακό κυπελλωτό με επιμηκυνόμενους βραχίονες Δεξιά :
παραδοσιακό κυπελλωτό με βραχίονες μικρού μήκους.

Αυτό σε συνδυασμό με τις μικρές παραγωγές και την καλύτερη συμπεριφορά


σε συνθήκες ξηρασίας τα καθιστά κατάλληλα σχήματα για τις ξηροθερμικές
περιοχές όπου οι αμπελώνες δεν αρδεύονται και σε εδάφη χαλαρά μικρού
βάθους και μικρής γονιμότητας.

Γραμμοειδή σχήματα . Στα γραμμοειδή σχήματα, κατά την εγκατάσταση του


αμπελώνα εγκαθίστανται πάσσαλοι και σύρματα για την υποστήριξη του
κορμού, των βραχιόνων και της ετήσιας βλάστησης. Η διάταξη των φυτών
είναι σε γραμμές και οι αποστάσεις τους εξαρτώνται από τα χαρακτηριστικά
του εδάφους, της ποικιλίας, και τα καλλιεργητικά μέσα που διατίθενται. Γε-
νικά τα γραμμοειδή σχήματα εφαρμόζονται σε γονιμότερα εδάφη και οι απο-
δόσεις τους είναι μεγαλύτερες από αυτές των κυπελλωτών.

115
Μονόπλευρο γραμμοειδές (κορδόνι Royat) . Για τον σχηματισμό του Royat
ακολουθείται η εξής διαδικασία:
Το χειμώνα που ακολουθεί την βλαστική περίοδο μετά τη φύτευση ερρίζων-
εμβολιασμένων ή τον εμβολιασμό απλών-ερρίζων φυτών, διατηρείται μια
ζωηρή κληματίδα. Έχει προηγηθεί η εγκατάσταση της υποστύλωσης με
πασσάλους και σύρματα. Η κληματίδα κάμπτεται και προσδένεται στο κάτω
σύρμα το οποίο βρίσκεται σε ύψος 45 - 65 cm, κατά τέτοιο τρόπο ώστε η μια
σειρά των οφθαλμών να βρίσκεται στο κάτω μέρος και η άλλη στο πάνω
μέρος. Η κάτω σειρά των οφθαλμών του οριζοντιωμένου τμήματος αφαιρεί-
ται, καθώς και οι οφθαλμοί του καθέτου τμήματος της κληματίδας.
Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι η αφαίρεση των οφθαλμών θα πρέπει
να γίνεται, εάν είναι δυνατόν, αμέσως μετά την εκβλάστησή τους έτσι ώστε
να αποφεύγονται οι μεγάλες πληγές από την αρχή της ζωής του φυτού. Εάν
η κληματίδα έχει μικρά μεσογονάτια διαστήματα, αφαιρούνται διαδοχικά με-
ρικοί από τους πάνω οφθαλμούς, έτσι ώστε αυτοί που παραμένουν να απέ-
χουν μεταξύ τους όχι λιγότερο από 15 cm. Μετά την εκβλάστηση των οφ-
θαλμών αυτών, την ανάπτυξη των βλαστών και την πτώση των φύλλων το
χειμώνα, οι κληματίδες που προκύπτουν κλαδεύονται στους δύο οφθαλμούς
και έτσι σχηματίζονται οι θέσεις των κεφαλών του φυτού (Σχήμα 31). Πολλές
φορές δεν είναι δυνατόν να δημιουργηθεί από τη πρώτη χρονιά όλο το μή-
κος του οριζόντιου βραχίονα.

116
Σχήμα 31. Σταδιακός σχηματισμός μονόπλευρου γραμμοειδούς σχήματος σε διαδοχικά
έτη.

Έτσι διατηρούμε τον τελευταίο κάτω οφθαλμό του οριζοντίου τμήματος που
θα χρησιμεύσει για την επιμήκυνση του βραχίονα.

Οι κληματίδες εκτείνονται και πλέκονται στα ανώτερα σύρματα ομοιό-


μορφα και έτσι επιτρέπεται η ικανοποιητική έκθεση του φυλλώματος και των
ταξιανθιών και ο επαρκής αερισμός τους, με αποτέλεσμα τη μείωση των ζη-
μιών από μυκητολογικές ασθένειες.

Αμφίπλευρο γραμμοειδές σχήμα . Πολλές φορές στα γραμμοειδή σχήματα


σχηματίζεται και δεύτερος βραχίονας (Σχήμα 32). Υπάρχουν πολλοί τρόποι
δημιουργίας δεύτερου βραχίονα. Ο απλούστερος τρόπος είναι να σχηματι-
στεί τη πρώτη χρονιά ο ένας και τη δεύτερη χρονιά ο δεύτερος από έναν
βλαστό που θα προκύψει στο επίπεδο που κάμπτεται ο βραχίονας. Έτσι
όμως οι δύο βραχίονες δεν είναι σύμμετροι. Άλλος τρόπος ο οποίος μπορεί
να χρησιμοποιηθεί είναι ο εξής:
Ο πράσινος βλαστός που προορίζεται να αποτελέσει τον κορμό του
φυτού κλαδεύεται στο ύψος του σύρματος κατά την άνθηση και ο ταχυφυής
που θα προκύψει αφαιρείται επίσης.

117
Σχήμα 32 Αμφίπλευρο γραμμοειδές σχήμα

Τότε βλαστάνει ο ανώτερος χειμέριος οφθαλμός ο οποίος δίνει κληματίδα με


μικρά μεσογονάτια διαστήματα στη βάση της. Αυτή η κληματίδα τον χειμώ-
να που ακολουθεί κλαδεύεται στους δύο οφθαλμούς οι οποίοι δίνουν δύο
βλαστούς που οριζοντιώνονται στο σύρμα δεξιά και αριστερά για να αποτε-
λέσουν τους δύο βραχίονες. Μπορεί ακόμη μετά το κλάδεμα του πράσινου
βλαστού στο ύψος του σύρματος και εφόσον τα μεσογονάτια είναι μικρά να
χρησιμοποιηθούν οι δύο ανώτεροι ταχυφυείς για το σχηματισμό των δύο
βραχιόνων. Σε κάθε περίπτωση όμως θα πρέπει ο κορμός να είναι κάθετος.

Γραμμοειδές ανανεούμενου βραχίονα (Guyot). Είναι ένα γραμμοειδές σχήμα


που επιτρέπει την εφαρμογή μακρού κλαδέματος καρποφορίας και σχηματί-
ζεται ως εξής:

118
Στο ύψος του κατώτερου οριζοντίου σύρματος διατηρούνται δύο κληματίδες
εκ των οποίων η μία κλαδεύεται στους δύο οφθαλμούς και η άλλη στους 6 -
10 οφθαλμούς ( Σχήμα 33 ). Η τελευταία η οποία λέγεται και αμολυτή στε-
ρεώνεται στο σύρμα οριζόντια, πλάγια ή κάμπτεται προς τα κάτω. Από την
αμολυτή αυτή προέρχεται το μεγαλύτερο μέρος της βλάστησης και της πα-
ραγωγής. Από τη κληματίδα η οποία κλαδεύεται στους δύο οφθαλμούς

Σχήμα 33. Σχηματισμός γραμμοειδούς σχήματος με ανανεούμενο βραχίονα (Guyot).

(κεφαλή) προέρχονται δύο βλαστοί (Σχήμα 33 ), εκ των οποίων ο κατώτερος


θα κλαδευτεί το χειμώνα που ακολουθεί στους δύο οφθαλμούς και ο ανώτε-
ρος θα αποτελέσει τη νέα αμολυτή. Η παλαιά κληματίδα που έδωσε και τον
κύριο όγκο της παραγωγής θα αφαιρεθεί. Έτσι κάθε χρόνο με αυτό το τρό-
πο δημιουργείται η ετήσια βλάστηση χωρίς να υπάρχει μόνιμος βραχίονας

119
στο φυτό. Στο σχήμα 33 (3) φαίνονται οι τομές που πραγματοποιούνται σε
ένα πρόσφατα διαμορφωμένο φυτό.
Πολλές φορές δημιουργείται διπλό Guyot, δηλαδή μια αμολυτή και ένας
αντικαταστάτης από τη μια πλευρά και μια αμολυτή και ένας αντικαταστάτης
από την άλλη. Αυτό το σχήμα εφαρμόζεται σε εδάφη μεγάλης γονιμότητας
και προσφέρεται για ορισμένες επιτραπέζιες ποικιλίες όπως π. χ. το Ραζακί
η Italia κλπ. Θα πρέπει εδώ να επισημανθεί ότι κατά το κλάδεμα Guyot, δη-
μιουργούνται μεγάλες πληγές πολύ κοντά στο κορμό του φυτού και αυτό
αποτελεί ένα από τα σοβαρότερα μειονεκτήματα του σχήματος αυτού. Οι
πληγές αυτές λόγω τους μεγάλου μεγέθους δύσκολα επουλώνονται και απο-
τελούν θέσεις εισόδου μολυσμάτων των μυκήτων που προσβάλουν τον α-
γωγό ιστό. Έτσι το σχήμα αυτό διαμόρφωσης είναι ευαίσθητο στην ευτυ-
πίωση η οποία αποτελεί μια Από τις σπουδαιότερες ασθένειες του ξύλου
της αμπέλου.

Γενικώς με τα γραμμωτά σχήματα εξασφαλίζεται μεγαλύτερη παραγωγή


σε σχέση με τα κυπελλοειδή και γενικώς προσφέρονται για μηχανική συγκο-
μιδή καθώς επίσης και για μηχανικό προκλάδεμα. Λόγω της ομοιόμορφης
διάταξης των βλαστών, οι σταφυλές βρίσκονται στο ίδιο σχεδόν επίπεδο και
οι κορυφές των βλαστών σε ένα άλλο και ως εκ τούτου διευκολύνονται οι
μηχανικές επεμβάσεις. Από το άλλο μέρος η πυκνότητα των βλαστών είναι
μεγάλη και αυτό προκαλεί εκτεταμένη αλληλοσκίαση των διαφόρων μερών
με δυσμενείς επιπτώσεις στο μικροκλίμα της βλάστησης. Τα φαινόμενα αυτά
επιτείνονται σε ποικιλίες υπερβολικής ζωηρότητας. Έτσι λοιπόν θα πρέπει
να καταβάλλεται σχολαστική φροντίδα για την κατακόρυφη διευθέτηση των
βλαστών και τη στήριξή τους στα σύρματα. Θα πρέπει να εξασφαλίζεται ένα
ζεύγος συρμάτων κάθε 50 cm ύψους βλάστησης, άρα για τα χαμηλά γραμ-
μωτά σχήματα των οποίων το ύψος της βλάστησης είναι γύρω στο 1μ θα
πρέπει να υπάρχουν 2 ζεύγη συρμάτων τα οποία υποστηρίζουν την ετήσια
βλάστηση. Στο ύψος του πάνω ζεύγους συρμάτων εφαρμόζεται κορυφολό-
γημα το οποίο σε μερικές περιοχές μπορεί να είναι και μηχανικό.

120
15.1. β Σχήματα υψηλά

Τα υψηλά σχήματα διαμόρφωσης έχουν υψηλό κορμό, ο οποίος ξεπερνά


το 1,20μ. Ανάλογα με τις συνθήκες καλλιέργειας και τη γονιμότητα του εδά-
φους, εφαρμόζεται κλάδεμα καρποφορίας μακρό, βραχύ ή μικτό. Στις πε-
ριπτώσεις αυτές αυξάνονται οι αποστάσεις φύτευσης, δεδομένου ότι το
υπέργειο τμήμα των φυτών αποκτά μεγαλύτερο μέγεθος. Με τα σχήματα
αυτά αξιοποιούνται εδάφη περισσότερο γόνιμα, με επάρκεια υγρασίας.

Η ανύψωση του κορμού τροποποιεί χρονικά τα διάφορα φαινολογικά


στάδια του βλαστικού κύκλου κατά διαφορετικό τρόπο. Η τροποποίηση αυτή
οφείλεται σε παράγοντες που έχουν σχέση με το σύνολον των χαμηλών
θερμοκρασιών του χειμώνα καθώς και τις θερμοκρασίες εκβλάστησης ή α-
κόμη και το πάχος των βλαστών.

Υπάρχουν πολλές κατηγορίες ψηλών σχημάτων διαμόρφωσης:

Γραμμοειδή . Κατ' αρχήν έχουν εφαρμοστεί σε μερικές χώρες, χωρίς βέβαια


επιτυχία γραμμοειδή μονόπλευρα και αμφίπλευρα καθώς και μονά και δι-
πλά Guyot, όπου το ύψος του κορμού φθάνει στα 140 - 160 cm.

Κρεβατίνες . Το σπουδαιότερο ψηλό σχήμα είναι η κ ρ ε β α τ ί ν α που


έχει εφαρμοστεί με επιτυχία σε πολλές χώρες και στη χώρα μας. Εφαρμό-
ζεται κυρίως σε επιτραπέζιες ποικιλίες αλλά και ποικιλίες οινοποιίας. Οι
τύποι της κρεβατίνας είναι πολλοί ανάλογα με την περιοχή. Κοινό χαρακτη-
ριστικό είναι το μεγάλο ύψος του κορμού και η οριζόντια διάταξη και υπο-
στήριξη της βλάστησης. Οι πάσσαλοι μπορεί να είναι ξύλινοι, μεταλλικοί, ή
ακόμη και από μπετόν. Η υποστήριξη της ετήσιας βλάστησης γίνεται με
γαλβανισμένο σύρμα το οποίο στερεώνεται κατάλληλα, ώστε να σχηματίζει

121
πλέγμα. Οι αποστάσεις φύτευσης είναι μεγάλες ( 2 Χ 2 – 3 Χ 3) μ. ή και
μεγαλύτερες.
Για το σχηματισμό της κρεβατίνας επιδιώκεται η δημιουργία του κορμού
σε διάστημα 2 - 3 ετών, που φθάνει σε ύψος 1.80- 2μ. όπου εκεί κατασκευά-
ζεται η οριζόντια υποστήριξη των βραχιόνων και της ετήσιας βλάστησης
(Σχήμα 34). Η δημιουργία του κορμού επιτυγχάνεται με διαδοχικά κλαδέματα
ανάλογα με τη ζωηρότητα των βλαστών του νεαρού φυτού.

Σχήμα 34. Σύστημα υποστύλωσης κρεβατίνας

Στην περίπτωση αυτή όταν τα φυτά δημιουργούνται με τον επιτόπιο εμ-


βολιασμό απλών - ερρίζων φυτών, τα οποία έχουν εγκατασταθεί την προη-
γούμενη χρονιά ή πριν δύο έτη, τότε οι βλαστοί του εμβολίου είναι αρκετά
ζωηροί και ο κορμός δημιουργείται πιο σύντομα.

122
Σε κάθε περίπτωση, με διαδοχικά χειμερινά και θερινά κλαδέματα σχηματί-
ζεται ο κορμός όπου λίγο κάτω από το οριζόντιο πλέγμα δημιουργούνται οι
βραχίονες. Στο σχήμα 34 φαίνονται οι οριζόντιες και κάθετες υποστυλώσεις.
καθώς επίσης και η πυκνότητα και το πάχος των οριζοντίων συρμάτων. Στα
σημεία όπου τοποθετούνται οι κάθετοι πάσσαλοι έχουν φυτευτεί και τα φυ-
τά.
Κατά το κλάδεμα καρποφορίας διατηρούνται κεφαλές και αμολυτές, ανάλο-
γα με την ποικιλία.
Έχει αποδειχτεί μια σχετική οψίμιση της παραγωγής κατά 8 - 10 ημέ-
ρες, σε αμπελώνες διαμορφωμένους με αυτόν τον τρόπο, γι αυτό θα πρέπει
να αποφεύγεται το σχήμα αυτό σε πρώιμες επιτραπέζιες ποικιλίες. Επίσης
σε περιοχές με μεγάλη υγρασία παρατηρούνται εκτεταμένες προσβολές
από το ωίδιο και τον βοτρύτη. Έτσι η κρεβατίνα ενδείκνυται για περιοχές
με ξηρό κλίμα και δυνατότητα άρδευσης.

Υψηλά κύπελλα . Χαρακτηριστικά σχήματα που εφαρμόζονται στη χώρα μας


για τη καλλιέργεια της κόκκινης Φράουλας και του Σιδερίτη όπου το ύψος
του κορμού φθάνει το 1 - 1.5μ. Η υποστήριξη των πρέμνων είναι ατομική ή
ομαδική.

15.1 γ. Ειδικά σχήματα διαμόρφωσης

Διάφορες παραλλαγές των προηγούμενων σχημάτων διαμόρφωσης που

123
Σχήμα 35. Σύστημα κεκλιμένης αμολυτής (Cazenave) α: παραδοσιακό,β: πολλα-
πλό Guyot.

χρησιμοποιούνται σε διάφορες περιοχές για ειδικούς λόγους (μεγάλες πα-


ραγωγές, αντιμετώπιση των παγετών, προστασία από τους ανέμους κλπ), ή
λόγους παράδοσης της καλλιέργειας, χρησιμοποιούνται και εφαρμόζονται με
μεγαλύτερη ή μικρότερη επιτυχία. Οι τεχνικές σχηματισμού στηρίζονται στις
ίδιες αρχές με τα προηγούμενα σχήματα.

Σύστημα κεκλιμένης αμολυτής (Cazenave). (παραδοσιακό ή πολλαπλό Guyot


Σχήμα 35). Όπως φαίνεται και στο σχήμα 35 κατά μήκος του βραχίονα δια-
τηρείται ένας μεγάλος αριθμός αμολυτών οι οποίες απέχουν μεταξύ τους 30 -
40 cm . Για να διευκολύνεται η αντικατάσταση και το κλάδεμα καρποφορίας
το σύστημα αυτό μετατρέπεται σε ένα πολλαπλό Guyot (Σχήμα 35 β).

Σύστημα κεκαμένης αμολυτής (Sylvoz) . Επειδή στο προηγούμενο σχήμα ο


μεγάλος αριθμός των οφθαλμών που αφήνεται προκαλεί ανομοιόμορφη ε-
κβλάστηση οι αμολυτές κάμπτονται με σκοπό την υποβοήθηση των οφθαλ-
μών στα κεκλιμένα τμήματα των αμολυτών προς εκβλάστηση (Σχήμα 36 ). Η

124
εξέλιξη του συστήματος αυτού οδήγησε σε ένα σύστημα διαμόρφωσης όπου
η ετήσια βλάστηση ακόμη και οι κεφαλές έχουν κατερχόμενη φορά (Σχήμα
37)

Σχήμα 36 .Σύστημα κεκαμένης αμολυτής (Sylvoz).

με σκοπό τη διευκόλυνση των διαδικασιών κλαδέματος. Το Sylvoz αυτό


προσφέρεται και για μηχανικό προκλάδεμα και έτσι μειώνεται το κόστος
κλαδέματος και απόσπασης του ξύλου από τα σύρματα. Και τούτο γιατί οι
κληματίδες κατέρχονται προς το έδαφος με το ίδιον βάρος τους, χωρίς στή-
ριξη σε σύρματα. Βέβαια στην περίπτωση αυτή οι βραχίονες σχηματίζονται
σε ύψος 1.80μ και τούτο για να υπάρχει περιθώριο στους ετήσιους βλα-
στούς να κατέρχονται μέχρις ενός επιπέδου πάνω από το έδαφος.

125
Σχήμα 37. Κατεύθυνση των ετήσιων βλαστών σε Sylvoz

Το μειονέκτημα του συστήματος αυτού είναι ότι η ζώνη των σταφυλιών κα-
λύπτεται πάντα από φύλλα καθώς επίσης ότι οι κεφαλές δεν είναι πάντα εύ-
κολο να είναι κατερχόμενες. Για την εξασφάλιση της κατερχόμενης βλάστη-
σης μπορεί να χρησιμοποιηθεί διπλό σύρμα κάτω από το επίπεδο της καρ-
πόδεσης.

Αναδενδράδες . Είναι παλιός τρόπος διαμόρφωσης της αμπέλου, όπου το


φυτό αναρριχάται σε δένδρα τα οποία μπορεί να είναι πράσινα ή και νε-

126
κρωμένα (Σχήμα 38). Η εκμετάλλευση της αναρριχώμενης αμπέλου από τον
άνθρωπο χωρίς παρεμβάσεις με ιδιαίτερες καλλιεργητικές τεχνικές προέρ-
χεται από το απώτερο παρελθόν της ιστορίας και χαρακτηρίζει την αμπελο-
καλλιέργεια των Ετρούσκων . Αντίθετα η σύγχρονη αμπελοκαλλιέργεια με τις
γνωστές έντονες παρεμβάσεις στο υπέργειο τμήμα των φυτών χαρακτηρίζει
τον Ελληνικό τρόπο διαμόρφωσης και καλλιέργειας των φυτών της αμπέλου
και έτσι έχει καταγραφεί και ιστορικά. Σήμερα έχει εγκαταλειφθεί λόγω των
προβλημάτων που παρουσιάζει στις καλλιεργητικές φροντίδες.

Σχήμα 38 Σχηματική παράσταση αναδενδράδων

127
Ανοιχτά γραμμωτά σχήματα τύπου V ή U. Με τα σχήματα αυτά το επίπεδο
της βλάστησης στο επάνω μέρος ανοίγει λιγότερο ή περισσότερο και επι-
τρέπει την αύξηση του φορτίου των φυτών, την καλύτερη εκμετάλλευση της
ηλιακής ακτινοβολίας από το φύλλωμα.
Το μικροκλίμα των διαφόρων μερών του υπεργείου τμήματος βελτιώνε-
ται με αποτέλεσμα οι σταφυλές και τα φύλλα να αερίζονται καλύτερα και
ως εκ τούτου να μειώνεται η ένταση των προσβολών από τις ασθένειες. Η
διευθέτηση των βλαστών είναι εύκολη. Έχει αναφερθεί ότι η χρησιμοποίη-
ση του σχήματος αυτού έδωσε πολύ καλά αποτελέσματα σε ότι αφορά την
ποιότητα. Από το άλλο μέρος οι σταφυλές είναι τοποθετημένες στη σκιά με
αποτέλεσμα να αποφεύγονται εγκαύματα από την έντονη ηλιακή ακτινοβολί-
α.
Η πρόκληση εγκαυμάτων στις ράγες των σταφυλών είναι συνηθισμένο
φαινόμενο στις ξηροθερμικές περιοχές και συμβαίνει όταν επικρατούν πολύ
υψηλές θερμοκρασίες ενωρίς το καλοκαίρι πριν τον περκασμό.
Το έντονο ξεφύλλισμα την περίοδο αυτή το οποίο γίνεται για τον καλύ-
τερο αερισμό των σταφυλών με σκοπό την αποφυγή μυκητολογικών ασθε-
νειών, επιτείνει τις ζημίες από τις υψηλές θερμοκρασίες.

128
Σχήμα 39. Γραμμωτό τύπου V με υποστυλώσεις σχήματος Τ

Όμως σε περιπτώσεις υπερβολικής ζωηρότητας των βλαστών οι ταχυφυείς


οι οποίοι αναπτύσσονται προς το εσωτερικό της βλάστησης είναι δύσκολο
να αφαιρούνται. Η αφαίρεση των ταχυφυών αυτών είναι απαραίτητη, δεδο-
μένου ότι το εσωτερικό της βλάστησης θα πρέπει να παραμένει ανοιχτό και
ελεύθερο από το πυκνό φύλλωμα.

129
130
Σχήμα 40. Λεπτομερής παρουσίαση υποστυλώσεων των ανοιχτών σχημάτων.

Σε ότι αφορά τον τρόπο κατασκευής των υποστυλώσεων των συστημά-


των αυτών, θα πρέπει να σημειωθεί ότι απαιτεί υψηλότερο κόστος. Στο Σχή-
μα 40, δίδονται διάφορα παραδείγματα τρόπων υποστύλωσης τα οποία βέ-
βαια μπορεί να τροποποιούνται ανάλογα με τη ζωηρότητα των φυτών και
των δυνατοτήτων του εδάφους, αλλά και των ιδιαίτερων απαιτήσεων της
ποικιλίας παραγωγής.

131
Σχήμα 41. Σχήματα διαμόρφωσης με περιορισμένη σημασία

Στη χώρα μας έχουν αρχίσει να χρησιμοποιούνται τα ανοιχτά αυτά σχή-


ματα κυρίως στις καλλιέργειες επιτραπεζίων σταφυλιών Σουλτανίνας. Θα
πρέπει να σημειωθεί ότι το κόστος εγκατάστασης των υποστυλώσεων αυτών
είναι μεγάλο και θα πρέπει τα προϊόντα που παράγονται να απολαμβάνουν
υψηλές τιμές στην αγορά.

132
Διάφορα άλλα ειδικά σχήματα διαμόρφωσης παρουσιάζονται στο σχήμα 41
και 42 με τοπική και πολύ περιορισμένη σημασία ή διακοσμητική χρήση.

Σχήμα 42. Παραδοσιακό καλαθωτό σχήμα διαμόρφωσης των αμπέλων της Σαντο-
ρίνης

16. Αξιολόγηση των συστημάτων διαμόρφωσης

133
Κατά τη διαμόρφωση των φυτών θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ένας με-
γάλος αριθμός παραγόντων όπως:

• Το φυσικό περιβάλλον (κλίμα και έδαφος)

• Η πυκνότητα φύτευσης και η επίδραση που προκαλεί στη ζωηρότητα των


φυτών

• Η ποικιλία (ζωηρότητα, κατεύθυνση των βλαστών, γονιμότητα


των οφθαλμών)

• Η εκμηχάνιση

• Η ποιότητα του προϊόντος

Φυσικό περιβάλλον – πυκνότητα φύτευσης. Το φυσικό περιβάλλον και η πυ-


κνότητα φύτευσης είναι δύο παράγοντες οι οποίοι βρίσκονται σε άμεση αλ-
ληλεξάρτηση κατά την δημιουργία νέων αμπελώνων. Η πυκνότητα φύτευσης
βέβαια εξαρτάται από πολλούς παράγοντες αλλά η γονιμότητα και η φύση
του εδάφους παίζουν καθοριστικό ρόλο. Σε εδάφη μικρής γονιμότητας θα
πρέπει να αποφεύγεται η προσπάθεια δημιουργίας ζωηρών φυτών μεγάλου
μεγέθους, δεδομένου ότι οι απαιτήσεις των φυτών και της μεγάλης παραγω-
γής δεν θα μπορούσαν να καλυφθούν από το έδαφος.
Σε αντίθετη περίπτωση τα φυτά θα ήταν εξαρτημένα από τις μεγάλες εισ-
ροές σε ανόργανα θρεπτικά στοιχεία και νερό άρδευσης.
Έτσι λοιπόν προσβλέποντας να έχουμε φυτά μικρού μεγέθους και μικρής
ζωηρότητας, άρα μικρής παραγωγικότητας θα πρέπει να αυξάνεται ο αριθ-
μός φυτών ανά μονάδα επιφανείας με σκοπό τη καλύτερη εκμετάλλευση του
εδάφους .

Είναι γεγονός ότι όσο αυξάνει η πυκνότητα φυτών ανά στρέμμα τόσο αυξά-
νει και η συνολική φυλλική επιφάνεια, η οποία και προσλαμβάνει αυξημένη
ηλιακή ακτινοβολία. Βέβαια αυτή η αυξημένη πυκνότητα δεν θα πρέπει να
προκαλεί μια έντονη αλληλοσκίαση του φυλλώματος, ούτε έναν έντονο αντα-
γωνισμό μεταξύ των φυτών σε ότι αφορά την εκμετάλλευση του εδάφους από

134
το ριζικό σύστημα. Έτσι λοιπόν μια πυκνότητα 400 – 450 φυτών ανά στρέμ-
μα είναι αρκετή ώστε να αποφεύγονται αυτού του είδους τα προβλήματα.
Σε εδάφη αυξημένης γονιμότητας θα μπορούσαμε να αυξήσουμε τις αποστά-
σεις φύτευσης και να μειώσουμε τον αριθμό των φυτών ανά στρέμμα. Στην
περίπτωση αυτή η απώλεια της παραγωγής λόγω μείωσης του αριθμού των
φυτών ανά μονάδα επιφανείας, αποκαθίσταται με την αύξηση του μεγέθους
των φυτών τα οποία θα μπορούν να έχουν μεγαλύτερο ‘ φορτίο’.

Στις ζώνες ονομασίας προέλευσης εφαρμόζεται συνήθως βραχύ κλάδεμα


με σκοπό τον περιορισμό του ύψους της παραγωγής. Ωστόσο επικρατεί α-
κόμα η παλιά άποψη περί ποικιλιών με οφθαλμούς της βάσης οι οποίοι χα-
ρακτηρίζονται μικράς ή μεγάλης γονιμότητας. Όμως θα πρέπει να σημειω-
θεί, ότι σε συνθήκες όπως οι δικές μας, με ευνοϊκές συνθήκες φωτισμού, η
γονιμότητα είναι επαρκής αν και μεταξύ των ποικιλιών υπάρχουν σαφείς δι-
αφορές (π.χ.,C. sauvignon Syrah :μικρή γονιομότητα, Grenache, Σαββατιανό
: μεγάλη γονιμότητα). Θα πρέπει να πούμε ότι σε γόνιμα εδάφη και μεγαλύ-
τερες αποστάσεις φύτευσης, μπορούμε να αυξάνουμε τον αριθμό των οφ-
θαλμών κατά το κλάδεμα.

Η παραγωγή από πλευράς ποιότητας βρίσκεται σε ικανοποιητικό επίπε-


δο όταν είναι σε καλή κατάσταση από πλευράς φυτοϋγείας, και βέβαια όταν
έχει ωριμάσει πλήρως τόσο από πλευράς φυσιολογίας όσο και από πλευράς
σύνθεσης των διαφόρων μεταβολιτών (ζάχαρα, οξέα, φαινολικά συστατικά
κλπ). Και βέβαια η ωρίμανση των καρπών εξαρτάται άμεσα όχι μόνο από
την ύπαρξη ή όχι ικανοποιητικής φυλλικής επιφάνειας, αλλά από μια φυλλι-
κή επιφάνεια η οποία θα έχει και καλή έκθεση στην άμεση ηλιακή ακτινοβο-
λία.
Η Ελληνική αλλά και γενικά η μεσογειακή αμπελουργία, κατά το παρελ-
θόν βασιζόταν σε ένα και μοναδικό σύστημα διαμόρφωσης (κύπελλο) με
όσες παραλλαγές έχει αυτό στις διάφορες περιοχές. Τα κυπελλωτά σχήματα
εξασφάλιζαν μια πολύ καλή έκθεση των φύλλων στην άμεση ηλιακή ακτινο-

135
βολία. Όμως πριν και κατά τη δεκαετία του 70 άρχισε να αλλάζει η σύνθεση
των αμπελώνων και παράλληλα επικράτησαν οι απαιτήσεις για αυξημένες
παραγωγές και εκμηχάνιση, οι οποίες και επέβαλαν την αύξηση των απο-
στάσεων μεταξύ των γραμμών φύτευσης και την καθιέρωση των γραμμωτών
σχημάτων, πρώτα των Guyot και μετά των κορδονιών (αμφίπλευρα ή μονό-
πλευρα). Έτσι με μια μικρότερη πυκνότητα και λιγότερα φυτά ανά στρέμμα,
οι παραγωγοί άφηναν έναν μεγαλύτερο αριθμό οφθαλμών ανά στρέμμα με
καθαρά οικονομικούς στόχους ( την αύξηση της παραγωγής). Έτσι λοιπόν
άρχισαν να φαίνονται πολύ ενωρίς οι πρώτες επιπτώσεις στην ποιότητα των
προϊόντων, λόγω μεγάλης πυκνότητας του φυλλώματος με προβλήματα έντο-
νης σκίασης του φυλλώματος και τροποποίησης των μικροκλιματικών παρα-
μέτρων των φυτών. Ήταν λοιπόν αναγκαία η φροντίδα για καλύτερη έκθεση
του φυλλώματος, με σκοπό την αύξηση της περατότητας της ηλιακής ακτινο-
βολίας προς το εσωτερικό του φυλλώματος.
Τα προβλήματα που αφορούν την αλληλοκάλυψη του φυλλώματος από την
αύξηση της ζωηρότητας, εντοπίζονται κυρίως στις βορειότερες αμπελουργι-
κές χώρες, με χαμηλότερες θερμοκρασίες και συχνές βροχές και λιγότερο τις
νότιες. Παρόλα ταύτα σε περιοχές της βορείου Ελλάδος και σε μεγάλα υψό-
μετρα η υπερβολική αλληλοκάλυψη κάποιες χρονιές θα μπορούσε να έχει
σημαντικές επιπτώσεις τόσο στην ευπάθεια των φυτών στα παθογόνα, όσο
και στην καθυστέρηση της ωρίμανσης.

Όμως η πυκνότητα των φυτών σήμερα θα πρέπει να συσχετίζεται και με


το επίπεδο εκμηχάνισης της αμπελοκαλλιέργειας. Έτσι οι φυτεύσεις σε τε-
τράγωνα έχουν μειωθεί σημαντικά και οι αποστάσεις των φυτών επί της
γραμμής είναι αρκετά μειωμένες με γραμμές φύτευσης πιο αραιές. Σε πλα-
γιές λοιπόν μικρότερης γονιμότητας οι αποστάσεις των γραμμών μπορεί να
είναι 2 - 2.5 m και επί της γραμμής να κατέρχονται πολλές φορές μέχρι και
λίγο κάτω από το 1 m.(400 φυτά το στρέμμα τουλάχιστον) π.χ.

2.5Χ0.8m : 500 φυτά/στρ.

136
2.5Χ1.0m : 400 φυτά/στρ.

Όμως στις περιπτώσεις αυτές, εμφανίζονται έντονα προβλήματα σκίασης


λόγω αλληλοκάλυψης του φυλλώματος και επομένως οι αποστάσεις επί της
γραμμής δεν θα πρέπει να κατέρχονται ποτέ κάτω από το 1 – 1.10m.

Είναι γεγονός ότι η διάταξη της βλάστησης στο χώρο επηρεάζει το μι-
κροκλίμα και ως εκ τούτου τη φυσιολογία του φυτού. Το ύψος στο οποίο
βρίσκεται η ετήσια βλάστηση τροποποιεί τις θερμοκρασίες που επικρατούν
στο περιβάλλον της λόγω της απόστασης από το έδαφος. Το ύψος του ε-
πιπέδου της βλάστησης και ο όγκος της βλάστησης στο επάνω μέρος του
επιπέδου, επηρεάζει την έκθεση των φύλλων στην ηλιακή ακτινοβολία. Ε-
πίσης η κατεύθυνση των βλαστών, ο όγκος του φυτού, το άνοιγμα του επι-
πέδου βλάστησης, η αλληλοκάλυψη των φύλλων επηρεάζουν τη φωτοσύνθε-
ση, καθώς και το μικροκλίμα στο επίπεδο των καρπών. Τα φύλλα τα οποία
είναι άμεσα εκτεθειμένα στο φως, φωτοσυνθέτουν ικανοποιητικά. Επίσης τα
φύλλα τα οποία βρίσκονται στη σκιά ενός επιπέδου φύλλων, δέχονται την
ηλιακή ενέργεια είτε μέσω της διάχυσης, είτε μέσω της αντανάκλασης από
το έδαφος καθώς επίσης και αυτήν η οποία διαπερνά το έλασμα των φύλ-
λων. Όμως στο τρίτο ή τέταρτο επίπεδο αλληλοκάλυψης η ακτινοβολία η
οποία φτάνει στα φύλλα είναι εντελώς ανεπαρκής (6W /m 2 (Ph.A.R.) και
αποτελεί το 1/60 της μεγίστης ακτινοβολίας. Θα πρέπει επιπλέον να επιση-
μανθεί ότι το 70 % της φωτοσυνθετικής δραστηριότητας οφείλεται σε φύλ-
λα άμεσα εκτεθειμένα στο φως. Κατά συνέπεια λοιπόν η διάταξη του φυλλώ-
ματος στα διάφορα σχήματα διαμόρφωσης έχει μεγάλη σημασία και επη-
ρεάζει καθοριστικά σημαντικές φυσιολογικές λειτουργίες. Κάποιες βασικές
αρχές που θα πρέπει πάντα να λαμβάνονται υπόψη είναι κατά τη διαμόρ-
φωση των φυτών και τη διευθέτηση της βλάστησης είναι οι ακόλουθες:

• Το μακρό κλάδεμα και το αυξημένο φορτίο προκαλεί αύξηση της πα-


ραγωγής και δυσμενή αναλογία φύλλων /ταξιανθιών.

137
• Η αλληλοκάλυψη του φυλλώματος μειώνει τη χρήσιμη φυλλική επιφά-
νεια.

• Η αλληλοκάλυψη προκαλεί δυσμενές μικροκλίμα από πλευράς των


ασθενειών.

• Η αυξημένη ζωηρότητα προκαλεί καθυστέρηση της ωρίμανσης.

Θα πρέπει λοιπόν να παρεμβαίνουμε διευθετώντας κατάλληλα τη βλάστηση


ανάλογα με τον τρόπο υποστύλωσης. Σε περιπτώσεις με μεγάλη πυκνότητα
φυτών συνήθως η υποστύλωση είναι πιο απλή. Όσο η πυκνότητα μειώνεται
και ο αριθμός των φυτών ανά στρέμμα μειώνεται τόσο πιο προσεκτική και
εξειδικευμένη είναι η υποστύλωση με κατάλληλους χειρισμούς με σκοπό την
καλύτερη έκθεση του φυλλώματος στην ηλιακή ακτιονοβολία (Σχήματα ανοι-
χτά (V ή U).

Ύψος κορμού και θερμοκρασία . Είναι γνωστό ότι κατά την ημέρα, η θερμο-
κρασία στην επιφάνεια του εδάφους ανέρχεται και έτσι η θερμοκρασία του
αέρα των στρωμάτων αυτών ανεβαίνει και είναι μεγαλύτερη σε σχέση με τα
ανώτερα στρώματα. Τη νύχτα όμως η θερμοκρασία του εδάφους μειώνεται
και αυτό έχει ως συνέπεια, η θερμοκρασία του αέρα κοντά στην επιφάνεια
του εδάφους μειώνεται επίσης. Τη νύχτα τα πράσινα μέρη του φυτού ακτι-
νοβολούν θερμική ενέργεια περισσότερη απ' όση παίρνουν από το έδαφος
και τον αέρα και έτσι ψύχονται. Η θερμοκρασία τους τη νύχτα είναι 1 - 2 0 C
μικρότερη από αυτή του περιβάλλοντος. Επίσης είναι γνωστό ότι η βλάστη-
ση των φυτών της αμπέλου καταστρέφεται όταν εκτεθεί στους -2.5 0 C για
διάστημα μιας ώρας. Στη θερμοκρασία των - 1.5 0 C δεν υφίστανται ζημίες.
Άρα πολλές φορές διαφορά θερμοκρασίας ακόμη και ενός βαθμού μπορεί να
καταστρέψει τη βλάστηση. Τέτοια διαφορά μπορεί να διαπιστωθεί π.χ. με-
ταξύ 45 και 100 cm. Έτσι για έναν ανοιξιάτικο παγετό όπου η θερμοκρασία
κατεβαίνει στους - 3 0 C για μια ώρα, παρατηρούνται διαφορές ως προς τις
ζημίες που προκαλούνται μεταξύ του ύψους των 45 cm και των 100 cm. Η

138
βλάστηση που βρίσκεται στο 1 μέτρο δεν υφίσταται ζημίες. Όμως για χαμη-
λότερη θερμοκρασία παγετού ( - 5 0 C) και στα δύο ύψη προκαλούνται εξίσου
σοβαρές ζημίες.

Ύψος κορμού και διακύμανση μεγίστης και ελαχίστης θερμοκρασίας . Ανάλο-


γα με το ύψος του κορμού, το υπέργειο τμήμα του φυτού επηρεάζεται από
τη θερμοκρασία.
Το σύνολον των τιμών της μέσης ημερήσιας θερμοκρασίας ανωτέρας των
10 0 C, από τον Απρίλιο μέχρι τον Οκτώβριο αποτελεί τον ηλιοθερμικό δείκτη
του Winkler. Έτσι εάν π.χ. η μέση θερμοκρασία μιας ημέρας είναι 18 0 C, ο
ηλιοθερμικός δείκτης είναι 8 βαθμοημέρες. Εάν η μέση θερμοκρασία ενός
μηνός είναι 20 0 C τότε ο ηλιοθερμικός δείκτης είναι (20 - 10) Χ 30 ημέρες =
300 βαθμοημέρες. Το άθροισμα των δεικτών αυτών από τον Απρίλιο μέχρι
τον Οκτώβριο στις σπουδαιότερες αμπελουργικές χώρες και περιοχές κυ-
μαίνεται από

1390 - 2220 βαθμοημέρες 0 C


ή
2500 - 4000 ‘’ ‘’ 0F

Έχει αποδειχτεί ότι όταν το ύψος του κορμού μειώνεται από τα 100 cm
στα 20 cm, τότε ο ηλιοθερμικός δείκτης στο επίπεδο της βλάστησης, αυξά-
νει από 152 βαθμοημέρες στο Montpellier της Γαλλίας έως 300 στη Βουλγα-
ρία. Έτσι στις ψυχρές περιοχές το ύψος του φυτού θα πρέπει να μειώνεται, με
σκοπό η βλάστηση να βρίσκεται για περισσότερο χρονικό διάστημα σε ψηλότε-
ρες θερμοκρασίες. Και τούτο γιατί αυξανομένης της απόστασης από το έδαφος
από τα 20 στα 100 cm οι μέγιστες θερμοκρασίες μειώνονται πολύ περισσότερο
από ότι αυξάνονται οι ελάχιστες θερμοκρασίες.
Σύμφωνα με τα παραπάνω στοιχεία αλλά και πολυάριθμα δεδομένα περιο-
χών οι οποίες θεωρούνται οριακές από την άποψη των χαμηλών θερμοκρασιών,
το ύψος του κορμού σε ψυχρές περιοχές θα πρέπει να χαμηλώνει έτσι ώστε η

139
βλάστηση να βρίσκεται κοντά στην επιφάνεια του εδάφους με σκοπό να παρα-
μένει για περισσότερο χρονικό διάστημα σε θερμοκρασίες ευνοϊκές για την α-
μπελοκαλλιέργεια. Σε αυτές τις περιπτώσεις επιτυγχάνεται καλύτερη ωρίμανση
των σταφυλών. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και σε ορεινές περιοχές με μεγάλο υ-
ψόμετρο οι οποίες χαρακτηρίζονται από χαμηλές θερμοκρασίες κατά τη διάρ-
κεια της βλαστικής περιόδου. Θα πρέπει βέβαια να επισημανθεί επίσης ότι σε
μερικές πεδινές περιοχές στις οποίες επικρατούν συνθήκες αυξημένης σχετικής
υγρασίας κατά την βλαστική περίοδο το ύψος του κορμού θα πρέπει να μεγαλώ-
νει για να αποφεύγονται μολύνσεις από μυκητολογικές ασθένειες που προσβά-
λουν συχνά την άμπελο.

Η ανάπτυξη των πυκνών συστημάτων φύτευσης και η εκμηχάνιση συχνά


επιβάλλει την αύξηση του ύψους του κορμού. Αυτό μπορεί να προκαλέσει πολ-
λές φορές ευαισθησίες στην ξηρασία. Επίσης πολλές φορές η αύξηση του ύ-
ψους του κορμού επιβάλλεται σε τοποθεσίες που ενδημούν ανοιξιάτικοι παγε-
τοί (καθυστέρηση στην εκβλάστηση, τροποποίηση του μικροκλίματος) Από το
άλλο μέρος, μεγάλα υψόμετρα θα πρέπει το ύψος του κορμού να μειώνεται
(ευνοϊκότερο ενεργό άθροισμα).

Υποστήριξη της βλάστησης . Η ζωηρότητα και η κατεύθυνση των βλαστών


αποτελούν σημαντικές παραμέτρους οι οποίες και θα πρέπει να λαμβάνο-
νται υπόψη στο τρόπο υποστύλωσης της βλάστησης. Έχει σημασία λοιπόν
εάν η βλάστηση είναι πίπτουσα, ανερχόμενη, πολύ ζωηρή ή ασθενική.
Όταν η βλάστηση είναι μικρής ζωηρότητα και τα φυτά έχουν φυτευτεί
πυκνά (400-500φυτά το στρ.) θα πρέπει να υπολογίζουμε ένα διπλό σύρμα
ανά 50 cm ύψους βλάστησης. Επομένως όταν το ύψος της βλάστησης (βλα-
στικό τείχος) είναι 1 – 1.20 m θα πρέπει να μπαίνουν οπωσδήποτε δύο δι-
πλά σύρματα για την υποστύλωση της βλάστησης.

Ύψος βλάστησης – αποστάσεις των γραμμών φύτευσης . Ένα άλλο ζήτημα


που προκύπτει πολλές φορές είναι η αλληλοσκίαση των κάθετων επιπέδων

140
Σχήμα 43. Αποστάσεις των γραμμών φύτευσης σε σχέση με το ύψος της βλάστησης.

της βλάστησης στους γραμμωτούς αμπελώνες. Για να αποφεύγεται αυτή η


κατάσταση θα πρέπει η απόσταση μεταξύ των γραμμών φύτευσης και το συ-
νολικό ύψος της βλάστησης να προσδιορίζονται κατάλληλα έτσι ώστε να
βρίσκονται στη σωστή αναλογία. Στο σχήμα 43 φαίνονται οι σχέσεις των

141
κανονικών αποστάσεων μεταξύ του ύψους της βλάστησης και των αποστά-
σεων φύτευσης μεταξύ των γραμμών.

Για μια κανονική σχέση θα πρέπει :

h2 ≤ d 1 . 0.8

Στις περιπτώσεις όπου αυξάνεται το ύψος του φυλλικού τείχους αυτό δεν θα
πρέπει να ξεπερνά την απόσταση d 1 η οποία και εξαρτάται βέβαια από την
απόσταση μεταξύ των γραμμών φύτευσης D, αλλά και το πάχος της βλά-
στησης όπως φαίνεται στο σχήμα 43.
Το ύψος του φυλλικού τείχους, παίζει καθοριστικό ρόλο στη συνολική
φωτοσύνθεση των φυτών και την ποιότητα της παραγωγής. Έχει υπολογι-
στεί χονδρικά, ότι για την κανονική ωρίμανση 1 Kg σταφυλών απαιτείται ε-
νεργός φυλλική(ΕΦΕ) επιφάνεια 1m 2 . Ως ενεργός φυλλική επιφάνεια θεωρεί-
ται αυτή που δέχεται άμεσα την ηλιακή ακτινοβολία. Έτσι λοιπόν, ο λόγος
ΕΦΕ(m 2 ) / Kg ( σταφυλών ) θα πρέπει να είναι πάνω από 1. Άρα για ένα
συγκεκριμένο ύψος παραγωγής ανά στρέμμα, και για δεδομένη απόσταση
μεταξύ των γραμμών φύτευσης για να έχουμε μια ικανοποιητική σχέση
ΕΦΕ(m 2 ) / Kg ( σταφυλών ) π.χ. 1.3 θα πρέπει να εξασφαλιστεί ένα κανονι-
κό ύψος φυλλικού τείχους, το οποίο όμως θα πρέπει να είναι μεγαλύτερο
του 0.8d 1 για να μην αλληλοσκιάζονται οι γραμμές.
Έτσι για παράδειγμα σε έναν αμπελώνα ύψους παραγωγής 650 Kg/στρ.
όπου οι αποστάσεις φύτευσης είναι 2.20m, το φυλλικό τείχος θα πρέπει να
είναι τουλάχιστον 1 m. Για μια αντίστοιχη παραγωγή 1170 Kg/στρ. το
φυλλικό τείχος θα πρέπει να είναι 1.85m.

Ακολουθεί ένα παράδειγμα για εδάφη επαρκούς γονιμότητας:

D = 180cm d 1 =140cm d 2 = 40cm

142
H =185cm h 1 =70cm h 2 = 115cm h 3 = 170cm

Μικροκλίμα. Στις περιπτώσεις υγρού μικροκλίματος και ιδιαίτερα σε ποικι-


λίες όψιμης ωρίμανσης θα πρέπει η βλάστηση να ανοίγει και τα σταφύλια
να μη βρίσκονται σε υγρό περιβάλλον. Σε περιπτώσεις περιοχών με υψηλές
θερμοκρασίες και ιδιαίτερα για τις λευκές ποικιλίες θα πρέπει να φροντί-
ζουμε τα σταφύλια να βρίσκονται στη σκιά μέχρι την εποχή της έναρξης της
ωρίμανσης και λίγο αργότερα.

17. Κλαδέματα καρποφορίας

Κλάδεμα καλείται η οποιαδήποτε αφαίρεση ζώντων τμημάτων ενός φυ-


τού. Η αφαίρεση αυτή επηρεάζει τη φυσιολογία του φυτού. Κατά συνέπεια η
αφαίρεση ενός αποξηραμένου τμήματος δεν αποτελεί κλάδεμα. Τα κλαδέμα-
τα που γίνονται κατά την περίοδο της χειμερινής ανάπαυσης του φυτού λέ-
γονται χειμερινά, ενώ αυτά που γίνονται κατά τη βλαστική περίοδο λέγονται
θερινά κλαδέματα.
Η διαμόρφωση των φυτών η οποία εξετάστηκε στο προηγούμενο κεφά-
λαιο και η δημιουργία του τελικού σχήματος, επιτυγχάνεται με τη βοήθεια
κατάλληλων κλαδεμάτων τα οποία αποκαλούνται κλαδέματα διαμόρφωσης.
Τα κλαδέματα που γίνονται κάθε χρόνο και έχουν σκοπό τη ρύθμιση της πα-
ραγωγής και τη διατήρηση ενός σταθερού, κατά κάποιο τρόπο, σχήματος
και μεγέθους του φυτού λέγονται κλαδέματα καρποφορίας. Έχουν καθορι-
στική επίδραση στη ποιότητα της παραγωγής και τη ζωηρότητα της βλάστη-
σης.
Η επίδραση των κλαδεμάτων στην ποιότητα ήταν γνωστή από τους αρ-
χαίους χρόνους και μάλιστα η χρησιμοποίησή τους μάλλον αποδίδεται σε
κάποιο τυχαίο γεγονός. Πολύ πιθανόν ό άνθρωπος κατά του απώτερους
προϊστορικούς χρόνους διεπίστωσε, ότι φυτά της αμπέλου τα οποία είχαν
υποστεί καταστροφές από ζώα, έδιναν καρπούς καλύτερης ποιότητας. Μά-

143
λιστα ένας αρχαίος Ελληνικός μύθος αποδίδει το τυχαίο αυτό γεγονός, κατά
έναν πολύ παραστατικό τρόπο:

Εις την Ναύπακτον ούκ εγίγνωσκον οι εκείσε όντες άν-


θρωποι κλαδεύειν τους αμπελώνες αυτών. Εν μια ουν των
ημερών εισήλθεν εις ένα εξ' αυτών όνος και τα άκρη των
αμπέλων κατεσθίων πλείονας καρπούς ανεδίδου. Οι δε συ-
νιέντες έκτοτε τούτο, άμα μεν και τον Διόνυσον μεγάλως
τιμώντες άτε ομοιοθέντα όνω και τα λυσιτελή διδάξαντα
άμα δε και πλείστας χάριτας τω όνω αποδιδόντες και γαρ
λαξεύσαντες λίθινον όνον προσεκύνουν αυτω.

17.1. Γενικές αρχές.

Είναι γεγονός ότι κατά το χειμερινό κλάδεμα αφαιρείται ένας μεγάλος α-


ριθμός οφθαλμών από τα φυτά. Εάν όμως κάποιο φυτό παραμείνει ακλά-
δευτο, βλαστάνει ένας μεγάλος αριθμός οφθαλμών, από το μέσο των βλα-
στών και προς τη κορυφή, ενώ οι οφθαλμοί της βάσης δεν βλαστάνουν. Η
ιδιότητα αυτή λέγεται α κ ρ ο τ ο ν ί α. Εάν το φυτό παραμείνει ακλάδευτο
για περισσότερα χρόνια, τότε η βλάστηση κάμπτεται προς το έδαφος και έ-
τσι το σχήμα του φυτού αλλοιώνεται. Οι ετήσιοι βλαστοί στην περίπτωση
αυτή είναι πολύ μειωμένης ζωηρότητας, με μικρό μήκος και πάχος (Σχήμα
44). Αυτό βέβαια πέραν της μεταβολής του σχήματος του φυτού, έχει αρνητι-
κές επιπτώσεις στη διαμόρφωση των ταξιανθιών οι οποίες είναι ελάχιστες
ανά βλαστό αλλά και πολύ μικρού μεγέθους.
Όταν ένα φυτό δέχεται ένα πολύ αυστηρό κλάδεμα ,ένας μικρός αριθ-
μός οφθαλμών παραμένει σ' αυτό, οι οποίοι όταν βλαστήσουν την άνοιξη
αναπτύσσουν αντίστοιχα ένα μικρό αριθμό βλαστών, οι οποίοι είναι αρκετά
ζωηροί και αναπτύσσονται γρήγορα. Αντίθετα, ένα φυτό το οποίο κλαδεύε-
ται λιγότερο αυστηρά και αφήνονται περισσότεροι οφθαλμοί για να βλα-

144
στήσουν, αυτοί δίνουν περισσότερους βλαστούς οι οποίοι είναι μικρότερης
ζωηρότητας σε σχέση με το προηγούμενο. Οι δυνατότητες λοιπόν του φυ-
τού σε κάποια δεδομένη στιγμή εκφράζονται σε λιγότερους ή περισσότε-
ρους οφθαλμούς κάθε φορά. Το ίδιο ισχύει και για τις δυνατότητες του εδά-
φους οι οποίες μπορούν να καλύψουν συγκεκριμένες ανάγκες σε νερό και
ανόργανα συστατικά.
Στις διάφορες αυτές περιπτώσεις όσο περισσότεροι οφθαλμοί αφήνο-
νται κατά το κλάδεμα, τόσο περισσότεροι βλαστοί αναπτύσσονται οι οποίοι
φέρουν επάνω τους περισσότερες ταξιανθίες και συνεπώς η παραγωγή ανά
φυτό αυξάνεται.

Σχήμα 44. Πρέμνο αμπέλου ακλάδευτο για έξι έτη

145
Δεδομένου ότι η γονιμότητα των οφθαλμών από τη βάση της κληματίδας
προς το μέσον αυξάνει, αφήνοντας περισσότερους οφθαλμούς κατά το κλά-
δεμα η παραγωγή του φυτού αυξάνεται υπερβολικά και το φυτό δυσκολεύε-
ται να ανταποκριθεί στις ανάγκες της υπερβολικής αυτής παραγωγής. Η
φυλλική επιφάνεια του φυτού στις περιπτώσεις αυτές, είναι ανεπαρκής για
να ανταποκριθεί στις αυξημένες ανάγκες σε ότι αφορά τα προϊόντα της φω-
τοσύνθεσης. Θα πρέπει επιπλέον να σημειωθεί ότι οι βλαστοί στην περί-
πτωση αυτή, είναι πάρα πολύ ασθενικοί, δεν αποκτούν μεγάλο μήκος και
χρόνο με τον χρόνο εφόσον το φυτό εξακολουθεί να δέχεται υπερβολικά μα-
κρύ κλάδεμα, αυτό να έχει επιπτώσεις και στο μέγεθος των ταξιανθιών. Επί
πλέον, το έδαφος που εκμεταλλεύεται το φυτό, είναι περιορισμένο, με περι-
ορισμένη δυνατότητα ως προς τον εφοδιασμό των φυτών με νερό και ανόρ-
γανα στοιχεία. Ο πίνακας 4 παρουσιάζει μια χαρακτηριστική αύξηση της
γονιμότητας των οφθαλμών των βλαστών από τον τυφλό της βάσης, προς
τους ανώτερους οφθαλμούς.

Πίνακας 4
Παραγωγή ανά οφθαλμό που αφήνεται κατά το κλάδεμα στη ποικιλία Cabernet
sauvignon.

Θέση οφθαλμού Αριθ. ταξιανθιών Βάρος (g)

τυφλός της βάσης 0.8 80


1ος 1.45 170
2ος 1.80 170
3ος - 4ος 2.25 190
7ος - 12ος 2.50 230

Εάν η παραγωγή του φυτού αυξηθεί πάνω από ένα όριο τότε παρατη-
ρείται καθυστέρηση της ωρίμανσης και περιορισμός της αύξησης του φυτού.

146
Το μακρύ κλάδεμα οδηγεί σε έναν μεγάλο αριθμό ταξιανθιών ανά φυτό και
προκαλεί πάντα υπερπαραγωγή, η οποία εκτός του ότι είναι ποιοτικά υπο-
βαθμισμένη, προκαλεί ατελή διαφοροποίηση των οφθαλμών και επίσης μει-
ώνει τα ενεργειακά αποθέματα των φυτών, τα οποία είναι απαραίτητα για
την επόμενη βλάστηση.
Σύμφωνα με τις παραπάνω αρχές, το κλάδεμα αποκαθιστά μια ικανο-
ποιητική σχέση μεταξύ βλαστικής ανάπτυξης και καρποφορίας με σκοπό
την άριστη σχέση μεταξύ ποιότητας και ποσότητας της παραγωγής. Επί
πλέον επηρεάζει την παραγωγή της επόμενης χρονιάς με έμμεσο τρόπο.

17.2. Επίδραση του φορτίου στην παραγωγή

Με τη λέξη φ ο ρ τ ί ο, ονομάζεται ο αριθμός των οφθαλμών που αφήνε-


ται στο φυτό με το κλάδεμα. Ένα κανονικό φορτίο επιτρέπει την ανάπτυξη
βλαστών ικανοποιητικής ζωηρότητας, οι οποίοι φέρουν επάνω τους μια πο-
σότητα παραγωγής που βρίσκεται σε ισορροπία με τις δυνατότητες του φυ-
τού και του εδάφους. Έτσι θεωρητικά η παραγωγή ανά στρέμμα αντιστοιχεί
σε ποσότητα που μπορεί να προκύψει από τον εξής υπολογισμό:

Αριθμός οφθαλμών ανά φυτό Χ Αριθμός ταξιανθιών ανά οφθαλμό


Χ Μέσο βάρος καρπού Χ Αριθμός φυτών ανά στρέμμα

Όμως για διάφορους λόγους όλοι οι οφθαλμοί που αφήνονται κατά το κλά-
δεμα δεν βλαστάνουν, ή ακόμη βλαστάνουν κατά τυχαίο τρόπο κοιμώμενοι
οφθαλμοί ευρισκόμενοι σε διάφορα σημεία του φυτού. Ένας εμπειρικός
τρόπος εκτίμησης του κανονικού φορτίου είναι η παρατήρηση της βλάστη-
σης των οφθαλμών που αφέθηκαν κατά το κλάδεμα καρποφορίας. Τα πρέ-
μνα τα οποία βρίσκονται υπό κανονικό φορτίο, συνήθως θα πρέπει να έχουν
και έναν πολύ μικρό αριθμό οφθαλμών των βάσεων των κεφαλών, οι οποίοι
δεν βλαστάνουν.

147
Εάν το φορτίο είναι μικρότερο του κανονικού, τότε οι περισσότεροι σχε-
δόν οφθαλμοί που αφέθηκαν κατά το κλάδεμα βλαστάνουν. Επί πλέον βλα-
στάνουν και αρκετοί λαίμαργοι που προέρχονται από κοιμώμενους οφθαλ-
μούς καθώς επίσης και μερικοί άξονες αντικαταστάσεως σε κάποιους χειμέ-
ριους οφθαλμούς.
Εάν το φορτίο είναι υπερβολικό, ένας αριθμός οφθαλμών δεν βλαστάνει,
ιδιαίτερα οι οφθαλμοί της βάσης των κεφαλών ή αμολυτών.
Το φορτίο βέβαια βρίσκεται σε άμεση σχέση με το μέγεθος των φυτών.
Φυτά εγκαταστημένα σε γόνιμα εδάφη και σε μεγάλες αποστάσεις φύτευ-
σης, αποκτούν μεγάλο μέγεθος και προφανώς κλαδεύονται με τέτοιο τρόπο,
έτσι ώστε να αφήνεται ένας μεγάλος αριθμός οφθαλμών προς εκβλάστηση.
Το αντίθετο συμβαίνει σε φυτά τα οποία καλλιεργούνται σε άγονα ξηρά ε-
δάφη, ή ακόμη και σε γόνιμα, αλλά σε πυκνότερη φύτευση.
Το φορτίο επηρεάζει την ποιότητα της παραγωγής. Ένα ενδεικτικό παρά-
δειγμα φαίνεται στον πίνακα που ακολουθεί (Πίνακας 5 ).

Πίνακας 5

Επίδραση του φορτίου στη παραγωγή

αριθμός βάρος βλα- αριθμός ταξι- βάρος παρα- Αλκολ.


οφθαλμών στών ανθιών γωγής (Kg) βαθμός
(Kg)
7 0.765 10.6 2.524 11.6
14 0.760 20.6 3.540 10.4
25 0.630 31.5 3.518 8.1

17.3. Κατανομή του φορτίου

Εάν υποτεθεί ότι κατά το κλάδεμα θα πρέπει να παραμείνει στο φυτό


ένας αριθμός οφθαλμών "α", αυτός ο αριθμός θα πρέπει να αφεθεί σε πε-
ρισσότερα ή λιγότερα σε αριθμό τμήματα κλαδεμένων βλαστών (κεφαλές ή

148
αμολυτές). Θα εφαρμοστεί δηλαδή κλάδεμα βραχύτερο ή μακρότερο. Αυτή η
δυνατότητα επιλογής έχει σχέση με τα χαρακτηριστικά της ποικιλίας αλλά
και του φυσικού περιβάλλοντος. Σε ποικιλίες μεγάλης γονιμότητας, όπου οι
οφθαλμοί της βάσης είναι αρκετά γόνιμοι και παράγουν μεγάλου μεγέθους
ταξιανθίες, εφαρμόζουμε κλάδεμα βραχύ. Αντίθετα σε ποικιλίες μικρής γο-
νιμότητας, οι οφθαλμοί της βάσης διαμορφώνουν λίγες ή και μικρές ταξιαν-
θίες και τότε αυτές δέχονται μακρύτερο κλάδεμα. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημα-
σία για ποικιλίες που οι οφθαλμοί της βάσης είναι άγονοι. Έτσι για παρά-
δειγμα οι ποικιλίες Carignan, Cinsault, Σαββατιανό δέχονται κατά κανόνα
κλάδεμα βραχύ λόγω του ότι έχουν οφθαλμούς με μεγάλη γονιμότητα. Αντί-
θετα οι ποικιλίες Cabernet sauvignon, Merlot, Pinot και Syrah δέχονται μα-
κρύτερο κλάδεμα. Η Σουλτανίνα για να παράγει ικανοποιητική ποσότητα
πρέπει να δεχτεί πολύ μακρύ κλάδεμα δεδομένου ότι οι οφθαλμοί της βάσης
έχουν πολύ μικρή γονιμότητα ή δεν διαμορφώνουν καθόλου ταξιανθίες.
Η επιλογή του ενός ή του άλλου τύπου κλαδέματος επιτρέπει τη μεταβολή
της ποσότητας της παραγωγής του φυτού και ως εκ τούτου επηρεάζει την
ποιότητα.
Η ομοιόμορφη επίσης κατανομή του φορτίου μεταξύ των διαφόρων τμη-
μάτων του φυτού έχει μεγάλη σημασία για τη φυσιολογική ισορροπία των
βραχιόνων. Οι διάφοροι βραχίονες θα πρέπει να έχουν ομοιόμορφο φορτίο
γιατί αλλιώς το σχήμα του φυτού θα καταλήξει να γίνει ασύμμετρο. Για τη
συμμετρία του φυτού θα πρέπει να υπάρχει ιδιαίτερη φροντίδα από την αρ-
χή της ζωής του όταν εκτελούνται τα κλαδέματα διαμόρφωσης. Πολλές φορές
η ασυμμετρία είναι αναπόφευκτη δεδομένου ότι οι βραχίονες έχουν σχημα-
τιστεί σε διαφορετική χρονιά ή βρίσκονται σε διαφορετικό ύψος. Άλλοτε
πάλι σε φυτά μεγάλης ηλικίας όταν κάποιος βραχίονας είναι ασθενικός ή
καταστραμμένος, μας ενδιαφέρει να ενισχύεται ο πιο ζωηρός βραχίονας.
Στις διάφορες αυτές περιπτώσεις πραγματοποιούμε το κλάδεμα με διαφορε-
τικό τρόπο:

149
• Προώθηση της ασυμμετρίας: Στο βραχίονα που είναι πιο
ζωηρός αφήνονται περισσότεροι οφθαλμοί.

• Προώθηση της συμμετρίας: Στο βραχίονα που είναι πιο


ασθενικός αφήνονται περισσότεροι οφθαλμοί.

17.4 Πρακτική του κλαδέματος

Κατά την εκτέλεση του κλαδέματος θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι


η σταδιακή απομάκρυνση της βλάστησης από τους βραχίονες του φυτού με-
ταβάλλει το σχήμα του και ότι οι μεγάλες πληγές επηρεάζουν τη μακροβιό-
τητά του.
Η αποτελεσματική λειτουργία των αγγείων είναι ένας σημαντικός παράγο-
ντας για την αύξηση και την ανάπτυξη του φυτού. Η αντίσταση που εμφα-
νίζεται κατά τη μετακίνηση του νερού μέσα στα αγγεία είναι μικρότερη όσο
μικρότερες είναι οι αποστάσεις μεταφοράς και όσο λιγότερες είναι οι δια-
κλαδώσεις των πλάγιων αξόνων. Επίσης όσο λιγότερες και μικρότερες εί-
ναι οι πληγές του κλαδέματος τόσο μικρότερες θα είναι και αυτές οι αντι-
στάσεις.

Το κλάδεμα επηρεάζει την αγωγιμότητα των αγγείων ως εξής :

• Ρυθμίζει την απομάκρυνση της βλάστησης από του βραχίονες και


το κορμό.

• Οι πληγές του κλαδέματος ανάλογα με το μέγεθός τους επηρεά-


ζουν την αγωγιμότητα επιτρέποντας την είσοδο παρασίτων στο ξύ-
λο.

150
Οι μεγάλες πληγές θα πρέπει να αποφεύγονται και όταν γίνονται θα
πρέπει να απολυμαίνονται. Αποτελεσματική προστασία έχει δείξει το Αρσε-
νικώδες Νάτριο ακόμη και ο Βορδιγάλλειος πολτός. Για να αποφεύγονται οι
μεγάλες πληγές, στα πρώτα χρόνια της ζωής του φυτού, κατά τη διαμόρφω-
ση θα πρέπει να εφαρμόζουμε βλαστολόγημα, αφαιρώντας τους περίσσιους
νεαρούς βλαστούς που μόλις αναπτύσσονται. Εάν αυτοί οι βλαστοί αφαιρε-
θούν τον επόμενο χειμώνα κατά το χειμερινό κλάδεμα, τότε προκαλούνται
πληγές σε κεντρικά σημεία (κορμός βραχίονες) με αποτέλεσμα να υπάρχει
κίνδυνος εγκατάστασης ασθενειών του ξύλου στα σημεία αυτά.
Το σύστημα διαμόρφωσης και κλαδέματος που επιλέγουμε πολλές φορές
από μόνο του δημιουργεί την αναγκαιότητα εκτέλεσης τομών μεγάλου ή μι-
κρού μεγέθους. Για παράδειγμα μεταξύ ενός κλασικού γραμμωτού σχήματος
με αρκετές κεφαλές και του Guyot (γραμμωτό με ανανεούμενο βραχίονα), εί-
ναι φανερό ότι οι τομές στο γραμμωτό είναι πολύ μικρότερες. Επίσης η
μείωση των αποστάσεων φύτευσης έχει ως αποτέλεσμα να μειώνεται το μέ-
γεθος των πληγών λόγω μειωμένης ζωηρότητας των φυτών.

151
Σχήμα 45. Πιθανές τομές κατά την εκτέλεση του κλαδέματος .

Το σχήμα 45 παρουσιάζει τρεις πιθανές τομές κατά το κλάδεμα στο οποίο


αφήνονται τρεις οφθαλμοί. Οι τομές στο α έχουν ως αποτέλεσμα την διατή-
ρηση της βλάστησης κοντά στον κορμό και την διατήρηση του σχήματος του
φυτού. Οι τομές β , όπως φαίνεται στο σχήμα, απομακρύνουν χρόνο με τον
χρόνο τη βλάστηση από τον βραχίονα, ενώ οι γ παρόλο που απομακρύνουν
την βλάστηση από τα κεντρικά σημεία του φυτού χρησιμοποιούνται μερικές
φορές κατά περίπτωση.
Μια από τις πλέον απαραίτητες φροντίδες είναι η συνεχής αντικατάσταση
των τμημάτων τα οποία έχουν δημιουργηθεί με τα αλλεπάλληλα κλαδέματα
και απομακρύνουν την ετήσια βλάστηση από κεντρικά σημεία του φυτού.
Όπως φαίνεται στο σχήμα 46 συνήθως εκμεταλλευόμαστε λαίμαργους βλα-
στούς και επαναφέρουμε την ετήσια βλάστηση πιο κοντά στους βραχίονες .

152
Σχήμα 46. Αντικατάσταση κεφαλής η οποία έχει επιμηκυνθεί

17.4. Παραδείγματα φορτίου

Σε ένα έδαφος μέσης γονιμότητας στο οποίο καλλιεργείται μια οινοποιήσιμη ποικι-
λία μέσης ζωηρότητας σε πυκνότητα 400 φυτών το στρέμμα, διαμορφωμένα σε γραμ-
μωτό σχήμα, ένα ενδεικτικό φορτίο θα μπορούσε να είναι 5 -6 κεφαλές των 2 οφθαλ-
μών. Αυτός ο αριθμός των οφθαλμών που αφήνεται μπορεί να αυξάνεται και να μειώνε-
ται ανάλογα με τη ζωηρότητα των φυτών, τη γονιμότητα του εδάφους και τις αποστά-
σεις φύτευσης.
Κάτω όμως από τις Ελληνικές συνθήκες καλλιέργειας και σε μια πυκνό-
τητα 400 φυτών το στρέμμα, δεν θα πρέπει να ξεπερνάμε το όριο των 7.000-
8.000 οφθαλμών το στρέμμα. Σε επιτραπέζιες ποικιλίες εγκαταστημένες σε

153
γόνιμα αρδευόμενα εδάφη και σε μεγαλύτερες αποστάσεις φύτευσης ο α-
ριθμός αυτός είναι πολύ μεγαλύτερος, ανάλογα με το μέγεθος των φυτών.
Επισημαίνεται όμως ότι ο αριθμός αυτός είναι ενδεικτικός και δεν θα πρέπει
να εκλαμβάνεται ως γενική σύσταση.

17.5. Κλάδεμα νεαρών φυτών

Στα πρώτα χρόνια της ζωής των φυτών ακόμη και ένα μικρό φορτίο θε-
ωρείται υπερβολικό. Το φυτό στα πρώτα χρόνια της ζωής του θα πρέπει να
οικοδομήσει τα μόνιμα τμήματά του και επομένως η παραγωγή δρα ανταγω-
νιστικά προς αυτό. Έτσι κατά τα πρώτα χρόνια, θα πρέπει να αφαιρού-
νται οι ταξιανθίες. Την πρώτη χρονιά αφαιρούνται όλες, τη δεύτερη οι πε-
ρισσότερες και ούτω καθ' εξής. Πολλές φορές ιδιαίτερα σε αμπελώνες επι-
τραπέζιων σταφυλιών το υπερβολικό φορτίο κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής
του αμπελώνα υποθηκεύει το μέλλον των φυτών και υποβαθμίζει την ποιότη-
τα της παραγωγής.

17.6. Εποχή κλαδέματος

Το κλάδεμα είναι μια διαδικασία που απαιτεί χρόνο, γι αυτό συνήθως ο


χρόνος κλαδέματος αποφασίζεται από τον αμπελουργό ανάλογα με τα εργα-
τικά χέρια που διαθέτει και τον προγραμματισμό των εργασιών του. Όμως
θα πρέπει να επισημανθούν μερικές χρήσιμες διαπιστώσεις.

Όταν σε μια περιοχή ενδημούν βακτηριακές ασθένειες συνιστάται


το κλάδεμα να γίνεται ενωρίς το χειμώνα (αρχές Ιανουαρίου).

Για την αποφυγή των μολυσμάτων της Ευτυπίωσης θα πρέπει το


κλάδεμα, αν είναι δυνατόν, να γίνεται αργά προς το τέλος Φε-
βρουαρίου-αρχές Μαρτίου (λίγο πριν την έναρξη της δακρυόρροι-
ας).

154
Επίσης θα πρέπει να επισημανθεί ότι το όψιμο κλάδεμα καθυστερεί
την εκβλάστηση.

18. Παρεμβάσεις στην ετήσια βλάστηση κατά την βλαστική


περίοδο

Η ετήσια βλάστηση απαρτίζεται από φύλλα, μίσχους, στελέχη βλαστών,


κορυφές, ταχυφυείς βλαστούς, έλικες και ταξιανθίες ή σταφυλές και στους
αμπελώνες είναι συνεχής ή ασυνεχής ανάλογα με το σύστημα διαμόρφωσης
( π.χ. γραμμωτό ή κύπελλο). Η πυκνότητα της βλάστησης επηρεάζει και τη
σκίαση των διαφόρων τμημάτων κατά διαφορετικό τρόπο και κατά συνέπεια
το μικροκλίμα στα διάφορα σημεία της βλάστησης. Είναι γεγονός ότι στα
ανοιχτά σχήματα διαμόρφωσης όπως για παράδειγμα στα ανοιχτά κύπελλα
της μεσογείου η σκίαση στο εσωτερικό της βλάστησης είναι ελάχιστη. Αντί-
θετα σε ζωηρούς γραμμωτούς αμπελώνες οι οποίοι έχουν εγκατασταθεί σε
γόνιμα εδάφη με επάρκεια νερού, μεταξύ των εξωτερικών φύλλων υπάρχει
αυξημένη αναλογία σκιαζόμενων εσωτερικών φύλλων με αποτέλεσμα να ε-
πηρεάζεται σημαντικά η φωτοσυνθετική τους δραστηριότητα.
Η διευθέτηση του φυλλώματος είναι λοιπόν απαραίτητη, έτσι ώστε τα
διάφορα σημεία του, αφενός μεν να αποκτούν τη σωστή θέση στο χώρο, α-
φετέρου δε να βρίσκονται κάτω από συνθήκες ευνοϊκότερου μικροκλίματος
το οποίο ως γνωστόν, επηρεάζει τις σπουδαιότερες φυσιολογικές λειτουργί-
ες των φυτών, αλλά και την ανάπτυξη διαφόρων παθογόνων. Τα χειμερινά
κλαδέματα επηρεάζουν κατά κάποιο τρόπο τον αριθμό και την θέση των
βλαστών στο χώρο. Όμως ο ρόλος των επεμβάσεων στην ετήσια βλάστηση
και των θερινών κλαδεμάτων είναι καθοριστικός και έχουν ως αποτέλεσμα
τη βελτίωση της ποιότητας των προϊόντων και τη μείωση της εμφάνισης ή
τον περιορισμό μερικών ασθενειών. Επιπλέον οι παρεμβάσεις στη βλάστη-

155
ση είναι απαραίτητες τις περιπτώσεις εκμηχάνισης διαφόρων επεμβάσεων
με σκοπό τη μείωση του κόστους παραγωγής.

18.1 Μικροκλίμα στη βλάστηση

Είναι γεγονός ότι το κλίμα επηρεάζει καθοριστικά την ποσότητα και την
ποιότητα της παραγωγής. Για την καλύτερη κατανόηση της επίδρασης του
κλίματος στην παραγωγή προϊόντων διακρίνονται τρία επίπεδα κλιματικών
παραμέτρων:

• Το μακροκλίμα
• Το μεσοκλίμα
• Το μικροκλίμα

Το μακροκλίμα . Είναι το κλίμα μιας ευρύτερης περιοχής του οποίου τα γενι-


κά χαρακτηριστική περιγράφονται από ένα κεντρικό μετεωρολογικό σταθμό.
Μπορεί να χαρακτηρίζει μία μικρότερη ή μεγαλύτερη επιφάνεια αλλά ο γενι-
κός κανόνας είναι ότι η περιοχή αυτή είναι της κλίμακας των δεκάδων χιλιο-
μέτρων, ανάλογα με τη τοπογραφία της περιοχής καθώς επίσης και άλλων
γεωγραφικών παραμέτρων όπως η απόσταση από τη θάλασσα, κάποια γει-
τονική λίμνη κλπ.

Το μεσοκλίμα . Το μεσοκλίμα ενός αμπελώνα ή ενός αριθμού αμπελώνων δι-


αφέρει από το μακροκλίμα της ευρύτερης περιοχής λόγω διαφορετικού υψο-
μέτρου, κλίσης, ή απόστασης από παράγοντες που μετριάζουν τις έντονες
κλιματικές παραμέτρους όπως απόσταση από θάλασσες, λίμνες κλπ. Η επί-
δραση του μεσοκλίματος είναι καθοριστική για μια επιτυχημένη καλλιέργεια
ιδιαίτερα όταν οι κλιματικές συνθήκες είναι οριακές. Για παράδειγμα σε με-
ρικά βόρεια όρια της αμπελοκαλλιέργειας, όπου η παραγωγή δεν μπορεί να
ωριμάσει κανονικά, σε αμπελώνες που βρίσκονται στις νότιες πλευρές κά-

156
ποιων λόφων η ωρίμανση των σταφυλών μπορεί να εξελίσσεται ικανοποιη-
τικά. Αντίθετα σε θερμές περιοχές, αμπελώνες οι οποίοι είναι εγκαταστημέ-
νοι σε αυξημένο υψόμετρο παράγουν καλύτερης ποιότητας προϊόντα δεδο-
μένου ότι η ωρίμανση εξελίσσεται κάτω από πιο δροσερές θερμοκρασίες.
Διαφορές στο μεσοκλίμα παρατηρούνται σε αποστάσεις που κυμαίνονται
από μερικές δεκάδες ή εκατοντάδες μέτρα, μέχρι μερικά χιλιόμετρα.

Μικροκλίμα . Το μικροκλίμα αφορά το εσωτερικό και το άμεσο περιβάλλον


της βλάστησης. Έτσι παρατηρούνται διαφορές στις διάφορες κλιματικές
παραμέτρους εντός του φυλλώματος και εξωτερικά αυτού. Η ηλιακή ενέργεια
αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα όπου στο εσωτερικό ενός πυκνού
φυλλώματος αποτελεί το 1% ή και λιγότερη της ενέργειας η οποία προσπί-
πτει στην επιφάνεια του φυλλώματος. Αυτό σημαίνει ότι θέσεις οι οποίες
απέχουν έστω και μερικά εκατοστά έχουν μεγάλες διαφορές ως προς αυτό
τον κλιματικό παράγοντα.

Είναι γεγονός ότι οι κλιματικοί όροι πολλές φορές δεν χαρακτηρίζονται σω-
στά και οι τρεις παραπάνω διαβαθμίσεις συγχέονται. Έτσι για παράδειγμα
όταν θέλουμε να αναφερθούμε σε επίπεδο αμπελώνα, είναι πιο σωστό να
χρησιμοποιήσουμε τη λέξη μεσοκλίμα. Όταν ενδιαφερόμαστε να χαρακτηρί-
σουμε έναν αμπελώνα λαμβάνουμε υπόψη το μακροκλίμα και το μεσοκλίμα.
Από το άλλο μέρος όταν πρόκειται να αξιολογηθεί σύστημα διαμόρφωσης και
το φύλλωμα ενός φυτού γίνεται αναφορά στο μικροκλίμα.

Σκίαση, ποσότητα και ποιότητα του φωτός . Οι μετρήσεις του φωτός σε θέ-
ματα που αφορούν τη φωτοσύνθεση συνήθως γίνονται χρησιμοποιώντας τον
όρο ‘’πυκνότητα ροής φωτονίων’’ (Photon fux density). Η φωτοσυνθετικώς
ενεργή ακτινοβολία ‘’Photosyntetically active radiation (PAR)’’ ή ‘’Phosyn-
thetic Photon flux density(PPFD)’’ μετράται σε μE. Το Εinstein (E) είναι
ένα mole από φωτόνια.

157
Για μιά ηλιόλουστη ημέρα η μέγιστη ηλιακή ακτινοβολία μπορεί να αντιστοι-
χεί σε:

1000 W/m 2 ολική ακτινοβολία


ή
96.000Lux

Για το ορατό φάσμα (400-700nm) το οποίο και είναι φωτοσυνθετικώς ενερ-


γό:

480W Ph.A.R./m 2
ή
2256 μΕ.m -2 .s -1 (1w/m 2 = 4.7 μΕ.m -2 .s -1 )

Η ποσότητα της φωτοσυνθετικώς ενεργού ηλιακής ακτινοβολίας στο εσωτε-


ρικό του φυλλώματος μειώνεται δραστικά. Έχει μετρηθεί ότι σε μια ηλιόλου-
στη μέρα η ηλιακή ακτινοβολία, ενώ στην εξωτερική πλευρά ενός πυκνού
φυλλώματος μπορεί να είναι, ανάλογα με το γεωγραφικό πλάτος, πάνω από
2000 μΕ.m -2 .s -1 , στο εσωτερικό του δεν ξεπερνά τα 10. Ο λόγος είναι ότι το
φύλλο απορροφά ένα πολύ μεγάλο μέρος της ηλιακής ακτινοβολίας.
Από το συνολικό φάσμα του φωτός τα φύλλα απορροφούν κυρίως το
ερυθρό και έτσι η αναλογία ερυθρού προς υπέρυθρο φως μειώνεται δραστι-
κά στο εσωτερικό του φυλλώματος. Η παραγωγή ανθοκυανών στις έγχρωμες
ποικιλίες συνδέεται έμμεσα με τον ρυθμό φωτοσύνθεσης και κατά συνέπεια
η σκίαση επηρεάζει την ποιότητα των ερυθρών ποικιλιών από την άποψη
αυτή.
Πολυάριθμα ερευνητικά δεδομένα αναφέρουν ότι η σκίαση επηρεάζει την
ποιότητα και προκαλεί:

• Μείωση της περιεκτικότητας σε ζάχαρα


• Μείωση των ανθοκυανών

158
• Μείωση του τρυγικού οξέος
• Μείωση των μονοτερπενικών ενώσεων
• Υποβάθμιση των φρουτωδών αρωμάτων
• Αύξηση του καλίου και του pH του οίνου
• Αύξηση του μηλικού οξέος και της σχέσης του μηλικού οξέος προς το
τρυγικό

• Την εμφάνιση ποωδών γεύσεων και οσμών στους οίνους

• Αύξηση των προσβολών από τον βοτρύτη

Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι οι παραπάνω δυσμενείς επιπτώσεις μπορούν


να εξαλειφθούν μόνο με τη ρύθμιση και τη μείωση της σκίασης αλλά απαι-
τούν ολοκληρωμένη αντιμετώπιση με ένα σύνολον μέτρων κατά την καλλιέρ-
γεια της αμπέλου.

Θερμοκρασία . Η θερμοκρασία των διαφόρων μερών του φυλλώματος επη-


ρεάζεται λιγότερο απ’ ότι η ηλιακή ακτινοβολία όμως τα διάφορα όργανα
μπορούν είτε να ψύχονται δια της διαπνοής (φύλλα των οποίων η θερμο-
κρασία είναι χαμηλότερη από αυτήν του περιβάλλοντος) είτε να θερμαίνο-
νται (ράγες υπό την άμεση ηλιακή ακτινοβολία κατά τους θερινούς μήνες και
υπό κατάσταση νηνεμίας των οποίων η θερμοκρασία είναι πολύ μεγαλύτερη
από αυτήν του περιβάλλοντος).
Κατά τη διάρκεια της νύχτας τα εξωτερικά σημεία του φυλλώματος χά-
νουν θερμοκρασία ιδιαίτερα κάτω από συνθήκες νηνεμίας και ξαστεριάς.
Έτσι φύλλα στο εξωτερικό μέρος του φυλλώματος ή καρποί κατά τη νύχτα
μπορεί να έχουν θερμοκρασία 1-3 0 C χαμηλότερη από αυτήν του περιβάλλο-
ντος.

Υγρασία Η διαπνοή των φύλλων στο εσωτερικό του φυλλώματος αυξάνει τη


σχετική υγρασία. Ανοιχτά σχήματα διαμόρφωσης και η πνοή του ανέμου
μειώνουν τη σχετική υγρασία και ως εκ τούτου δημιουργούν δυσμενές μι-
κροκλίμα για την ανάπτυξη του βοτρύτη.

159
18.2. Θερινά κλαδέματα

Είναι οι επεμβάσεις που γίνονται κατά τη διάρκεια της βλαστικής πε-


ριόδου. Με τα θερινά κλαδέματα επιδιώκουμε τη διόρθωση σφαλμάτων που
έγιναν αναπόφευκτα κατά το χειμερινό κλάδεμα και τη βελτίωση των συνθη-
κών καλλιέργειας με σκοπό την ποιότητα της παραγωγής.

18.2. α. Αραίωση των ταξιανθιών

Συνίσταται στην αφαίρεση ενός αριθμού ταξιανθιών πριν ή και μετά την
άνθηση με σκοπό τη βελτίωση της σχέσης μεταξύ φυλλικής επιφάνειας και
σταφυλιών. Εάν διαπιστωθεί υπερπαραγωγή λόγω μεγάλου αριθμού ταξι-
ανθιών, η αφαίρεση ενός αριθμού ταξιανθιών είναι απαραίτητη για την ο-
μαλή ωρίμανση και τη βελτίωση της ποιότητας του προϊόντος. Οι καλύτε-
ρες τροφικές συνθήκες που εξασφαλίζονται στις ταξιανθίες που παραμέ-
νουν, έχουν ως αποτέλεσμα την καλύτερη ανάπτυξη των διαφόρων τμημά-
των του άνθους και την καλύτερη γονιμοποίηση. Στις περισσότερες περι-
πτώσεις οι ταξιανθίες αφαιρούνται μετά το δέσιμο αφού πρώτα εξελιχτεί ι-
κανοποιητικά η καρπόδεση. Άλλοτε πάλι ιδιαίτερα σε κάποιες επιτραπέζιες
ποικιλίες που ανθορροούν, αφαιρούνται μερικές ταξιανθίες πριν την ανθο-
φορία για να εξασφαλιστούν ευνοϊκές συνθήκες θρέψης στις υπόλοιπες με
σκοπό τον σχηματισμό πυκνότερων ραγών. Επίσης στις επιτραπέζιες ποικι-
λίες μετά το δέσιμο αφαιρούνται οι πολύ μικρές ή οι πολύ μεγάλες ταξιανθί-
ες με σκοπό την παραγωγή ομοιόμορφων σταφυλών και την ικανοποίηση
των απαιτήσεων του καταναλωτή. Σε οινοποιήσιμες ποικιλίες, για να απο-
φευχθεί η αύξηση του μεγέθους των ραγών η αφαίρεση των ταξιανθιών γίνε-
ται μετά την καρπόδεση και αφού αυξηθεί το μέγεθος των πράσινων ραγών.

160
Θα πρέπει να σημειωθεί η υποχρεωτική αφαίρεση των ταξιανθιών την πρώ-
τη χρονιά ή και τη δεύτερη χρονιά της εγκατάστασης των φυτών στον αμπε-
λώνα λόγω του ότι σ' αυτή την ηλικία οποιοδήποτε φορτίο θεωρείται υπερ-
βολικό για το φυτό και δρα ανταγωνιστικά στην οικοδόμηση των μόνιμων
τμημάτων του φυτού και κυρίως στην ομαλή εγκατάσταση του ριζικού συ-
στήματος στο έδαφος.

18.2. β. Αραίωση των ραγών

Γίνεται μετά το δέσιμο των ταξιανθιών και εφαρμόζεται κυρίως σε επι-


τραπέζιες ποικιλίες. Συνήθως αφαιρείται τμήμα της ράχης του βοστρύχου, ή
και πλάγιοι άξονες, όταν οι βότρεις είναι πυκνοί. Επίσης αφαιρούνται τμή-
ματα της ταξιανθίας που δεν έχουν γονιμοποιηθεί. Στη Σουλτανίνα, όταν
αυτή καλλιεργείται ως επιτραπέζια ποικιλία, ψαλιδίζεται το άκρο της ταξιαν-
θίας με σκοπό τη ενίσχυση των επεμβάσεων αύξησης της ράγας. Κατά τις
επεμβάσεις αύξησης του μεγέθους της ράγας πολλές φορές τα άκρα των τα-
ξιανθιών συμβαίνει να μην ωριμάζουν ομοιόμορφα με τα υπόλοιπα μέρη.
Τελευταία λόγω των προβλημάτων υπερπαραγωγής σε αμπελώνες με ποικιλίες
οινοποιίας εφαρμόζεται αραίωση των ραγών αλλά με τη βοήθεια χημικών ου-
σιών (ρυθμιστών της αύξησης). Καλά αποτελέσματα έχουν δώσει το γιββε-
ρελλικό οξύ και το Ethephon. Το πρώτο εφαρμόζεται 1 - 2 εβδομάδες πριν την
άνθηση σε συγκεντρώσεις 20-50 ppm και το δεύτερο μετά το δέσιμο σε ποσό-
τητα 28 - 40 gr το στρέμμα. Μερικές φορές το γιββερελλικό οξύ εφαρμόζεται
σε μικρότερες δόσεις μόλις πριν την άνθηση (25 -30ppm). Έχει αποδειχτεί ότι
όταν το Ethephon εφαρμοστεί κατά την πλήρη άνθηση τότε προκαλεί ολική
ανθόρροια. Ανάλογα με το στάδιο ανάπτυξης και το μέγεθος των ραγών η ε-
φαρμογή του Ethephon προκαλεί και διαφορετικό ποσοστό πτώσης των ραγών:

δέσιμο των ραγών 90%


ράγες σε μέγεθος μικρού σκαγιού 75%

161
ράγες σε μέγεθος μεγάλου σκαγιού 50%
ράγες σε μέγεθος μπιζελιού 35%
λίγο αργότερα 25%
κλείσιμο του σταφυλιού 5%

Έτσι λοιπόν όσο πιο καθυστερημένη γίνει η επέμβαση μετά το δέσιμο των
ραγών τόσο μικρότερο είναι και το ποσοστό ανθόρροιας.
Το Ethephon χρησιμοποιείται επίσης για την βελτίωση του χρωματι-
σμού των ραγών αλλά σε μεταγενέστερο στάδιο, μετά το γυάλισμα της ρά-
γας.

18.2.β i Χρησιμοποίηση ρυθμιστών της αύξησης για τη βελτίωση της


ποιότητας.

Βελτίωση των χαρακτηριστικών του καρπού και της ράγας στη Σουλτανίνα. Η
γιββερελλίνη χρησιμοποιείται ευρέως σε παγκόσμιο επίπεδο για την αύξη-
σης του μεγέθους του καρπού και των ραγών στη Σουλτανίνα με σκοπό την
διακίνησή της στο εμπόριο, ως επιτραπέζιας ποικιλίας. Υπάρχουν πολλοί
τρόποι εφαρμογής της γιββερελλίνης με περισσότερο ή λιγότερο ικανοποιη-
τικά αποτελέσματα.

1η τεχνική : Εφαρμογή 40 ppm μετά το δέσιμο.

2η τεχνική : Μια εφαρμογή 2.5 - 20 ppm στην πλήρη άνθη-


ση (όταν το 50%των ανθέων είναι ανοιχτά) και μια με 20 -
40 ppm μετά το δέσιμο (10 - 12 ημέρες αργότερα από τον
πρώτο).

3η τεχνική: α) 7,5 ppm , όταν το 1% των ανθέων


είναι ανοιχτά ( pH διαλύματος 6 ,100 L το στρ.)
β) 7,5 ppm όταν το 50% των ανθέων είναι ανοιχτά
(200L/στρ. )

162
γ) 7,5 ppm όταν το 90% των ανθέων είναι ανοιχτά
(200L/στρ.
δ) 20ppm όταν οι ράγες είναι 4 - 5mm (200L/στρ.).
ε) 40 ppm όταν οι καθυστερημένης ανθοφορίας ράγες έ-
χουνφτάσει σε διάμετρο 4 - 5mm (200L/στρ.
στ.) 35 ppm 5 ημέρες μετά την τελευταία επέμβαση
(200L/στρ.)

Οι παραπάνω τεχνικές έχουν εφαρμοστεί κατά το παρελθόν αλλά σήμερα


γίνονται συνδυασμένες επεμβάσεις που αφορούν τόσο το μέγεθος του βο-
στρύχου όσο και το μέγεθος των ραγών.
Από πειράματα που έγινα στην περιοχή του Κάτω Σχολαρίου Θεσσαλονίκης
και στην Καβάλα διαπιστώθηκε ότι καλά αποτελέσματα έδωσε ο συνδυασμός
επεμβάσεων γιββερελλίνης πριν την ανθοφορία, με σκοπό την αύξηση του μή-
κους του βοστρύχου, κατά την ανθοφορία με σκοπό την πρόκληση μιας ελεγ-
χόμενης ανθόρροιας για την αραίωση των ραγών, και μετά το δέσιμο με σκοπό
την αύξηση του μεγέθους των ραγών. Σήμερα χρησιμοποιούνται οι εξής επεμ-
βάσεις:

• 25- 30ppm, 25 ημέρες πριν την άνθηση όταν οι ταξιανιανθίες


έχουν μήκος 8 – 10cm

• 25 –30 ppm κατά την έναρξη της ανθοφορίας

• 12.5 ppm κατά την πλήρη ανθοφορία.

• ακολουθούν άλλες τρεις έως τέσσερις επεμβάσεις αμέσως με-


τά το δέσιμο κάθε δύο ημέρες, με 50 - 80 ppm γιββερελλίνης

Η προσθήκη στην τελευταία επέμβαση γιββερελλίνης και μίας επέμβασης με


25 - 30 ppm PCPA βελτιώνει την σταθερότητα του ποδίσκου της ράγας και
εμποδίζει τον απορραγισμό. Το PCPΑ, χρησιμοποιούμενο 10-15 ημέρες μετά
το δέσιμο, σε συγκέντρωση 25 - 30 ppm, συμβάλλει επίσης στη βελτίωση
του μεγέθους των ραγών. Όμως η χρησιμοποίηση του χρειάζεται προσοχή

163
δεδομένου ότι μεγαλύτερες δόσεις από τις κανονικές προκαλούν συμπτώμα-
τα τοξικότητας στα φυτά. Έχουν παρατηρηθεί εκτεταμένες κυτταροπλασίες
στον φλοιό του κορμού των βραχιόνων με αποτέλεσμα τα φυτά να υφίστα-
νται ζημίες.
Σε πειράματα που έγιναν στην περιοχή της Καβάλας διαπιστώθηκε ότι με
επέμβαση γιββερελλίνης με τρεις προανθικές (25, 7.5 και 20ppm αντίστοιχα)
και τρεις μετανθικές επεμβάσεις(20, 40, 35 ppm αντίστοιχα) παρατηρήθηκε η
μεγαλύτερη αύξηση του βάρους της ράγας (Πίνακας 6). Όταν γινόταν και συν-
δυασμός 4-CPA το βάρος και το μέγεθος της ράγας παρουσίαζαν τη μεγαλύτε-
ρη αύξηση. Μεγαλύτερη αύξηση του βάρους και του μεγέθους της ράγας παρα-
τηρήθηκε στην επέμβαση με 105ppm συνολικής ποσότητας GA 3 (1-2) ,όπου έ-
γινε μία εφαρμογή με 20ppm GA 3 στο πέρας της άνθησης, μία εφαρμογή με
40ppm GA 3 όταν οι ράγες είχαν διάμετρο 4-5 mm και μία εφαρμογή με 45 ppm
GA 3 όπου προσθέτονταν 30 ppm 4-PCPA όταν οι ράγες είχαν διάμετρο 6-7
mm. Στην περίπτωση αυτή το βάρος της ράγας αυξήθηκε κατά 213,5% και το
μήκος 83,1% (Πίνακας 7).
Τα αποτελέσματα έδειξαν επίσης ότι εφαρμογές GA 3 που προκαλούν
αύξηση του μεγέθους της ράγας καθυστερούν την ωρίμανση. Στις επεμβά-
σεις συνδυασμού GA 3 και 4-CPA παρατηρήθηκε πρόσθετη καθυστέρηση
της ωρίμανσης. Η καθυστέρηση της ωρίμανσης εκφράζεται με τη μείωση
σακχάρων ενώ παράλληλα αυξάνεται η ολική οξύτητα (Πίνακες 6,7).
Η καθυστέρηση της ωρίμανσης αποδίδεται στις μεγαλύτερες ράγες και την
αυξημένη παραγωγή, δεδομένου ότι εάν μετά την εφαρμογή γιββερελλίνης,
ακολουθήσει αραίωση των σταφυλών ούτως ώστε η απόδοση κατά την
ωρίμανση να είναι ισοδύναμη, δεν παρατηρείται διαφορά στην πορεία ωρί-
μανσης.
Η αντοχή των ραγών στη σύνθλιψη και την πρόσφυση αυξάνεται σε
όλες εφαρμογής γιββερελλίνης, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις συνδυασμού γιβ-
βερελλίνης και 4 - χλωροφαινοξυοξικού οξέος (Πίνακες 3, 4). Τα παραπάνω
παραδείγματα εφαρμογής και οι συγκεντρώσεις των αυξητικών ρυθμιστών

164
είναι ενδεικτικά και χρειάζονται εξειδίκευση ανάλογα με τη ποικιλία και την
περιοχή όπου εφαρμόζονται.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι προανθικές εφαρμογές με γιββερελλίνη
25 περίπου ημέρες πριν από την άνθηση έχουν ως αποτέλεσμα την επιμή-
κυνση του βοστρύχου και κατά συνέπεια μια έπιπρόσθετη έμμεση αραίωση
των ραγών. Κατά τον ίδιο τρόπο επίσης δρα και ένα πολύ αυστηρό κορυφο-
λόγημα κατά την περίοδο αυτή.

Πίνακας 6.
Επίδραση του GA 3 σε μερικά χαρακτηριστικά της ράγας στην ποικιλία Σουλτανίνα.

Επεμβάσεις Βάρος Aύξηση Μήκος 0 Brix Ολική Αντοχή Αντοχή


ppmGA 3 (g) % (mm) Οξύτ. στη σύν- στη
%0 θλιψη πρόσφυση
g g
M 1,52c 13,91e 22,46a 4,32b 518,5g 245,2f
25(1-0) 1,48c -2,6 14,03e 21,64b 5,13a 1025,0f 178,2g
55(2- 1)* 2,71b 78,3 20,23c 20,08c 5,20a 1681,5c 332,6b
85(2 -1) 2,91b 91,4 20,77b 19,60c 5,28a 1601,5d 274,6e
95(4-1) 2,71b 78,3 19,41d 20,02c 5,11a 1537,5e 309,0c
147,5(3-3) 3,73a 145,4 22,47a 19,68c 5,45a 2134,5a 392,5a
248(4 - 2) 3,60a 136,8 22,63a 18,70d 5,09a 2018,5b 302,4d

*55ppm:συνολική ποσότητα GA 3 η οποία κατανεμήθηκε 2 προανθικές και μία


μετανθική επέμβαση

Σε ποικιλίες που ανθορροούν έχουν χρησιμοποιηθεί με επιτυχία ανα-


στολείς της αύξησης. Πολύ καλά αποτελέσματα στην αύξηση της καρπόδε-
σης,είχε το CCC, το οποίο εφαρμόστηκε στην ποικιλία Τσαούσι και σε
συγκεντρώσεις 200 - 400 ppm κατά την πλήρη άνθηση.

165
Πίνακας 7.
Επίδραση του συνδυασμού GA 3 + 4 - CPA σε μερικά χαρακτηριστικά της ράγας στην ποικιλία
Σουλτανίνα.
4 GA3 GA3k
Επεμβάσεις Βάρος Aύξη- Μήκος 0 Brix Ολ. Οξύτη- Αντοχή στη Αντοχή στη
ppmGA3 (g) ση % (mm) τα % 0 σύνθλιψη πρόσφυση
(g) (g)

M 1,56f - 14,0f 22,58a 4,28c 551,0g 250,0f


45(0-1)+4CPA 3,13e 100,6 20,48e 16,16c 5,55b 2111,0f 364,4e
75(1-2) " 3,65d 134,0 21,64d 17,32b 6,07ab 2711,5a 400,6b
105(1-2) " 4,89a 213,5 25,64a 15,86c 6,21a 2637,0c 461,0a
110(2-2)* " 4,54ab 191,0 24,41b 16,28bc 5,87ab 2424,5e 391,8c
115(3-2) " 4,42bc 183,3 24,31b 16,00c 6,20a 2502,0d 386,2d
167.5(2-4) " 4,14c 165,4 23,49c 15,90c 5,94ab 2672,0b 404,6b

*110ppm:συνολική ποσότητα GA 3 η οποία κατανεμήθηκε 2 προανθικές και μία μετανθι-


κή επέμβαση

18.2.γ Βλαστολόγημα

Είναι η αφαίρεση νεαρών βλαστών μετά την εκβλάστησή τους, οι οποίοι


εκπτύσσονται σε ακατάλληλες θέσεις και δεν είναι αναγκαίοι. Εφαρμόζε-
ται κατά τη διαμόρφωση των νεαρών φυτών όπου αφαιρούνται έγκαιρα βλα-
στοί, οι οποίοι δεν χρησιμεύουν και έτσι ή αλλιώς θα αφαιρεθούν κατά το
χειμερινό κλάδεμα που ακολουθεί. Με αυτό τον τρόπο αποφεύγονται οι με-
γάλες πληγές του κλαδέματος.
Σε φυτά που έχουν εισέλθει σε κανονική καρποφορία αφαιρούνται βλαστοί
που προέρχονται από κοιμώμενους οφθαλμούς σε διάφορα σημεία του φυ-
τού (κορμός, βραχίονες). Η αφαίρεση των βλαστών αυτών αυξάνει τη ζωη-
ρότητα των άλλων που παραμένουν. Μερικές φορές οι βλαστοί αυτοί έρ-
πουν στο έδαφος και σε περιπτώσεις αυξημένης υγρασίας αποτελούν πρώι-
μες εστίες μόλυνσης από τον περονόσπορο. Άλλοτε πάλι οι βλαστοί αυτοί
σκιάζουν τους καρπούς. Όταν όμως βρίσκονται σε κατάλληλες θέσεις μερι-
κές φορές μπορούν να αξιοποιηθούν για να αντικαταστήσουν κάποιο απο-
ξηραμένο βραχίονα, ή ακόμη και ολόκληρο το κορμό του φυτού (ανασύστα-
ση του κορμού ή του βραχίονα σε περιπτώσεις καταστροφής από την Ευτυ-

166
πίωση ή τους χειμερινούς παγετούς). Όμως σε μερικές περιπτώσεις αυξημέ-
νης ζωηρότητας η αφαίρεση ενός πολύ μεγάλου μέρους τέτοιων βλαστών
που συνήθως βρίσκονται στη βάση των κεφαλών έχει ως αποτέλεσμα την
υπερβολική ζωηρότητα των βλαστών που παραμένουν. Βέβαια αυτό μερικές
φορές προκαλεί υπερβολική ανάπτυξη των ταχυφυών βλαστών οι οποίοι με
τη σειρά τους δημιουργούν έντονη σκίαση και έμμεση μείωση της γονιμότη-
τας των οφθαλμών. Επιπλέον αυτή καθεαυτή η αυξημένη ζωηρότητα προκα-
λεί σε μερικές περιπτώσεις την νέκρωση των αξόνων των οφθαλμών. Άλλοτε
πάλι η υπερβολική ζωηρότητα θεωρείται υπεύθυνη για μια μορφή νέκρωσης
των ταξιανθιών γνωστή ως «πρώιμη νέκρωση των ταξιανθιών» (early bunch
stem necrosis EBSN ) κατά την οποία τμήματα των ταξιανθιών νεκρώνονται
και πέφτουν κατά την περίοδο περί την ανθοφορία. Η φυσιολογική αυτή α-
σθένεια εθεωρείτο παλαιότερα ως μια απλή μειωμένη καρπόδεση ή αποδί-
δονταν στον Βοτρύτη.

18.2.δ. Κορυφολόγημα

Αποτελεί μια από τις σπουδαιότερες επεμβάσεις που γίνεται στον α-


μπελώνα κατά τη βλαστική περίοδο. Συνίσταται στην αφαίρεση ενός τμήμα-
τος του βλαστού μήκους 2cm από τη κορυφή, ή ενός μεγαλύτερου τμήμα-
τος που φθάνει πολλές φορές μέχρι το μεσογονάτιο διάστημα πάνω από την
τελευταία ταξιανθία. Ανάλογα με το χρόνο εφαρμογής ο σκοπός του κορυ-
φολογήματος είναι και διαφορετικός.
Πραγματοποιώντας ένα ελαφρό κορυφολόγημα λίγο πριν την άνθηση επι-
τυγχάνεται ένα προσωρινό σταμάτημα της αύξησης των βλαστών, με αποτέ-
λεσμα να διαμορφώνονται καλύτερες τροφικές συνθήκες για τις ταξιανθίες.
Αυτό έχει θετικά αποτελέσματα στην καρπόδεση και τελικά στην αύξηση της
παραγωγής σε ποικιλίες που έχουν την τάση να ανθορροούν. Ακόμη έχουν
παρατηρηθεί ευνοϊκά αποτελέσματα σε ποικιλίες που δεν παρουσιάζουν το
μειονέκτημα αυτό, αλλά οι συνθήκες του περιβάλλοντος είναι δυσμενείς για

167
τη φωτοσύνθεση. Έτσι λοιπόν σε περιόδους όπου κατά την περίοδο της
άνθησης επικρατεί συννεφιά ή χαμηλές θερμοκρασίες, η φωτοσύνθεση είναι
μειωμένη και τα προϊόντα της φωτοσύνθεσης ανεπαρκή, τότε ένα κορυφο-
λόγημα μειώνει τον ανταγωνισμό που υφίστανται τα άνθη από την έντονη
αύξηση των βλαστών που παρατηρείται την εποχή αυτή.
Το κορυφολόγημα όμως για την αντιμετώπιση της ανθόρροιας θα πρέ-
πει να γίνεται σε κατάλληλο χρόνο. Όταν γίνει πολύ πριν την ανθοφορία
προκαλεί την ανάπτυξη ταχυφυών βλαστών με αποτέλεσα τα άνθη να υφί-
στανται ακόμη μεγαλύτερο ανταγωνισμό. Όταν πάλι γίνει πιο αργά τότε δεν
έχει αποτελέσματα.
Εάν τα φυτά της αμπέλου κορυφολογηθούν μεταξύ δεσίματος των ραγών
και κλεισίματος των σταφυλών τότε υπάρχει το ενδεχόμενο αύξησης του με-
γέθους των ραγών. Αυτή είναι η περίοδος όπου αρχικά παρατηρείται έντο-
νη κυτταροδιαίρεση, η οποία ακολουθείται από μια αύξηση του μεγέθους
των κυττάρων. Έτσι λοιπόν οι ιστοί της ράγας βρίσκονται σε καλύτερες
τροφικές συνθήκες κατά την προσωρινή αναστολή της έντονης αύξησης των
βλαστών.
Αργότερα κατά τον Ιούλιο και με το κορυφολόγημα το οποίο γίνεται κατά
την περίοδο, αυτή αφαιρείται ένα μεγαλύτερο μέρος των βλαστών. Αυτό ε-
πιδρά κατά διαφορετικό τρόπο στα φυτά της αμπέλου και γίνεται για διαφο-
ρετικό σκοπό. Κατ' αρχήν συμβάλλει στην απομάκρυνση τμημάτων του
βλαστού οι οποίοι είναι "π ί π τ ο ν τ ε ς" και έτσι διευκολύνεται το πέρασμα
των καλλιεργητικών μηχανημάτων από τις γραμμές. Επίσης συμβάλλει
στην καλύτερη διατροφή των ραγών μετά το δέσιμο. Επί πλέον, στα υπο-
στηριγμένα σχήματα, η απομάκρυνση μέρους της βλάστησης μειώνει το βά-
ρος των βλαστών έτσι ώστε να αποφεύγεται η κάμψη των συρμάτων και των
υλικών υποστήριξης.
Με το κορυφολόγημα της περιόδου αυτής τα σταφύλια εκτίθενται καλύ-
τερα στον ήλιο και δέχονται σε όλη τους την επιφάνεια το ψεκαστικό διάλυ-
μα κατά τους ψεκασμούς με φυτοφάρμακα.

168
Όμως το πολύ αυστηρό κορυφολόγημα με το οποίο αφαιρούνται μεγά-
λα τμήματα των βλαστών, έχει ως αποτέλεσμα την δραστική μείωση της φω-
τοσυνθετικής επιφάνειας με ότι αυτό συνεπάγεται.

Πίνακας 8
Επίδραση του κορυφολογήματος στη παραγωγή της ποικιλίας Cabernet Sauvignon

Yψος επιπέδου παραγωγή ανά φυτό αλκοολικός Ανθοκυάνες


της βλάστησης(m) (Kg) βαθμός (mg/100g ρα-
γών)
1ος χρόνος
0.80 1.500 9.50
1.10 1.600 9.90
2ος χρόνος
0.80 0.800 11.20 152
1.10 0.940 11.90 167

Στον πίνακα 8 παρουσιάζονται πειραματικά δεδομένα που αναφέρονται


στην αυστηρότητα του κορυφολογήματος και τις επιπτώσεις στην ποιότητα
της παραγωγής. Διαπιστώθηκε ότι η αύξηση του επιπέδου βλάστησης κα-
τά 30 cm αύξησε όχι μόνο την ποσότητα της παραγωγής αλλά και την ποιό-
τητά της.
Επίσης θα πρέπει να σημειωθεί και μια άλλη παράμετρος η οποία πα-
ρεμβαίνει κατά το κορυφολόγημα. Η ανάπτυξη ταχυφυών βλαστών μετά το
κορυφολόγημα συνοδεύεται πολλές φορές σε ορισμένες ποικιλίες με το σχη-
ματισμό πολλών ταξιανθιών που μετά τη γονιμοποίησή τους συνιστούν μια
δεύτερη παραγωγή (πανωστάφυλα, κουδούνια, καμπανοί). Αυτή η δευτερο-
γενής παραγωγή όταν συγκομίζεται κατά τον τρυγητό υποβαθμίζει την ποιό-
τητα του γλεύκους ιδιαίτερα σε ποικιλίες με μεγάλη οξύτητα. Κατά συνέπεια
το κορυφολόγημα στις περιπτώσεις αυτές δεν θα πρέπει να πραγματοποιεί-
ται πολύ πρώιμα αλλά λίγο μετά το κλείσιμο της σταφυλής δηλαδή πολύ
κοντά στη περίοδο της ανάσχεσης της βλάστησης.

169
18.2.ε. Ξεφύλλισμα

Συνίσταται στην αφαίρεση ενός αριθμού φύλλων από τη βάση των βλα-
στών με σκοπό την καλύτερη έκθεση των σταφυλιών στον ήλιο. Η αφαίρε-
ση αυτή δεν θα πρέπει να γίνεται πολύ ενωρίς και ο αριθμός των φύλλων
που αφαιρείται να μην είναι υπερβολικός. Ενδείκνυται τα φύλλα να αφαι-
ρούνται κατά την περίοδο της έναρξη της ωρίμανσης. Κατά την περίοδο
αυτή τα φύλλα της βάσης είναι μεγάλης ηλικίας και ούτως ή άλλως η φωτο-
συνθετική τους δυνατότητα είναι πολύ μειωμένη.
Η αφαίρεση των φύλλων της βάσης βελτιώνει το μικροπεριβάλλον των
καρπών, με συνέπεια τη μείωση των προσβολών από το βοτρύτη. Έτσι
λοιπόν πρωιμότερη αφαίρεση των φύλλων δικαιολογείται μόνον σε συνθή-
κες υψηλής υγρασίας και σε περιοχές με συχνές βροχοπτώσεις κατά την
βλαστική περίοδο.
Η ανάπτυξη του βοτρύτη στις ράγες συνοδεύεται με τον σχηματισμό εν-
ζύμων και βακτηρίων που επηρεάζουν τη ζύμωση του γλεύκους και την
ποιότητα του οίνου.

Έτσι παρατηρούνται :

• απώλειες της παραγωγής και αλλοίωση της σύνθεσης της ράγας

• αυξημένη συγκέντρωση καλίου

• κατανάλωση του αζώτου και πολλών βιταμινών

• οξείδωση των ανθοκυανών και των πολυφαινολών οι οποίες παρου-


σιάζουν αυξημένη καθίζηση

• καθυστέρηση και μείωση της έντασης της αλκοολικής ζύμωσης καιεπι-


μήκυνση της περιόδου ζύμωσης

170
• σύνθεση αντιβιωτικών ουσιών (Botryicines)που δρουν στους ζυμομύ-
κητες

• σύνθεση γλυκανών οι οποίες σχηματίζουν κολλοειδή

• σύνθεση του ενζύμου Λακκάση που προκαλεί αλλοίωση του χρώμα-


τος”casse brune”. Η λακκάση οξειδώνει επίσης τις αρωματικές ενώ-
σεις και τις φαινόλες του γλεύκους

Σε μερικές περιοχές παραγωγής επιτραπεζίων σταφυλών, ταυτόχρονα


με το κορυφολόγημα πριν την ανθοφορία, αφαιρούνται και τα πολύ μικρά
φύλλα της βάσης του βλαστού καθώς επίσης και μερικοί ταχυφυείς βλαστοί
με σκοπό τη δημιουργία ευνοϊκότερου περιβάλλοντος για τις ταξιανθίες από
πλευράς αερισμού δεδομένου ότι η πυκνή βλάστηση δημιουργεί αυξημένη
υγρασία και ευνοεί τις μυκητολογικές ασθένειες.
Όμως θα πρέπει να ληφθεί υπόψη και μια άλλη πλευρά του θέματος
δεδομένου ότι εκτεθιμένες σταφυλές στην άμεση ηλιακή ακτινοβολία και ό-
ταν οι θερμοκρασίες είναι πολύ υψηλές, υφίστανται ηλιοκαύματα. Ανάλογα
και με την ποικιλία τα ηλιοκαύματα είναι πιο συχνά και προκαλούν ζημίες
κατά την περίοδο πριν τον περκασμό όταν επικρατούν υψηλές θερμοκρασίες
και νηνεμία.

18.2.στ.’ Χαραγή

Αποτελεί μια τεχνική συνηθισμένη στην αμπελοκαλλιέργεια κατά την


οποία αφαιρείται ένας δακτύλιος φλοιού 2 - 5 mm με ειδικό εργαλείο, από
τον κορμό, τους βραχίονες ή ακόμη και τις κεφαλές. Αυτό έχει ως αποτέ-
λεσμα την προσωρινή διακοπή της καθόδου των προϊόντων της φωτοσύνθε-
σης προς τα άλλα μέρη του φυτού με αποτέλεσμα να διατίθενται σε μεγαλύ-
τερες ποσότητες στις ταξιανθίες και τα σταφύλια. Μετά την πραγματοποίηση
της χαραγής και την παρέλευση περίπου 20 ημερών η πληγή η οποία δημι-

171
ουργείται επουλώνεται και σιγά – σιγά αποκαθίσταται η λειτουργία του
φλοιού.
Εφαρμοζόμενη η χαραγή λίγες μέρες πριν και μετά την άνθηση, προκα-
λεί μείωση της ανθόρροιας, ή αποτρέπει την πτώση των ραγών. Στις αγί-
γαρτες ποικιλίες μειώνει την ανθόρροια και όταν εφαρμόζεται λίγες ημέρες
μετά την άνθηση και αυξάνει το μέγεθος της ράγας.
Εφαρμοζόμενη μετά τον περκασμό σε μερικές πρώιμες ποικιλίες βελτιώ-
νει τον χρωματισμό της ράγας και προωθεί την ωρίμανση (Cardinal). Η βελ-
τίωση βέβαια του χρωματισμού της ποικιλίας αυτής σήμερα συνήθως γίνεται
με την εφαρμογή ethephon δεδομένου ότι η χαραγή είναι επίπονη διαδικα-
σία και απαιτεί χρόνο και εξειδικευμένα χέρια. Η εφαρμογή του αυξητικού
αυτού ρυθμιστή γίνεται με δύο επεμβάσεις μετά τον περκασμό σε συγκε-
ντρώσεις 480 -500ppm οι οποίες γίνονται ανά μία εβδομάδα.

Είναι γεγονός ότι η πρακτική εφαρμογή της χαραγής σε εκτεταμένη κλί-


μακα παρουσιάζει πρακτικά προβλήματα και αυξημένο κόστος. Έτσι η ερ-
γασία αυτή σιγά - σιγά αντικαθίσταται από εξειδικευμένες ρυθμιστικές ουσί-
ες. Το PCPA και οι γιββερελλίνες αντικαθιστούν την χαραγή σε πολλές
περιπτώσεις με πολύ καλά αποτελέσματα ως προς την αύξηση του μεγέ-
θους των ραγών.

18.3 Άλλες τεχνικές

Τεχνητή γονιμοποίηση . Είναι απαραίτητη για μερικές ποικιλίες οι οποίες


έχουν άνθη θηλυκά ή έχουν ιδιαίτερες απαιτήσεις σε ευνοϊκές συνθήκες του
περιβάλλοντος.
Στην περίπτωση αυτή συλλέγονται ταξιανθίες ποικιλιών με γύρη ικανο-
ποιητικής βλαστικότητας και τινάζονται πάνω από τις ταξιανθίες με τα θηλυ-
κά άνθη. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η ταυτόχρονη άνθηση των δύο ποι-
κιλιών.

172
Στην Ελλάδα μερικές ποικιλίες με ελαττωματικά άνθη είναι το Κρύ-
σταλλο άσπρο, και η Φράουλα άσπρη. Όμως δεν εφαρμόζεται τεχνητή γο-
νιμοποίηση γιατί συνήθως καλλιεργούνται μαζί με άλλες ποικιλίες που ανθί-
ζουν ταυτόχρονα.

Ενσάκκιση των σταφυλών . Εφαρμόζεται σε περιορισμένη κλίμακα σε επι-


τραπέζιες ποικιλίες και έχει σκοπό τη προφύλαξη από τα έντομα και τα πτη-
νά. Χρησιμοποιούνται σακίδια χάρτινα λευκού ή λευκοκίτρινου χρώματος
κλειστά ή διάτρητα.

173
IΙΙ. ΤΟ ΝΕΡΟ ΤΟΥ ΕΔΑΦΟΥΣ ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟ
ΦΥΤΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ

Είναι γνωστό ότι η υδατική κατάσταση του φυτού επηρεάζει τις φυσιο-
λογικές του λειτουργίες και κυρίως την αύξηση και τη φωτοσύνθεση. Η υδα-
τική κατάσταση του φυτού εξαρτάται, αφ' ενός μεν από τη διαθεσιμότητα του
εδάφους σε νερό την πρόσληψή του από το φυτό, αφ' ετέρου δε από τις
προς την ατμόσφαιρα, μέσω της διαπνοής.

Εάν ο ρυθμός των απωλειών του νερού είναι έντονος ή το έδαφος αδυ-
νατεί να ανταποκριθεί στις απώλειες αυτές λόγω της χαμηλής περιεκτι-
κότητάς του σε νερό, τότε το φυτό καταλήγει σε ξήρανση.

3.1.Το νερό του εδάφους

Η μηχανική σύσταση του εδάφους προσδιορίζεται από την αναλογία,


αργίλου, ιλύος και άμμου, των οποίων η διάμετρος των μορίων διαφέρει σε
μέγεθος ως ακολούθως :

Χοντρή άμμος 2 - 0.2 mm


Λεπτή άμμος 0.2 - 0.02 “
Ιλύς 0.02 - 0.002 “
Άργιλος < 0.002 “

Η ικανότητα του εδάφους να συγκρατεί νερό εξαρτάται από την περιεκτι-


κότητά του σε άργιλο και οργανική ουσία. Σε ότι αφορά την οργανική ου-
σία του εδάφους, αυτή έχει πολύ μεγαλύτερη ικανότητα να συγκρατεί νερό

174
απ' ότι η άργιλος. Επί πλέον η σημασία της είναι μεγάλη, δεδομένου ότι
συμβάλλει καθοριστικά στη βελτίωση της δομής του εδάφους και τη γονι-
μότητά του.
Μετά από βροχή ή πότισμα, ένα μέρος του νερού χάνεται με την επιφα-
νειακή απορροή, και το υπόλοιπο στραγγίζει, αφού προηγουμένως γεμίσει
τους πόρους του εδάφους. Όταν όλοι ο πόροι του εδάφους είναι γεμάτοι με
νερό, η ποσότητα του νερού αυτού αντιστοιχεί στη μ ε γ ί σ τ η ι κ α ν ό τ η τ α
σ υ γ κ ρ ά τ η σ η ς υ γ ρ α σ ί α ς και το έδαφος χαρακτηρίζεται ως κορε-
σμένο με νερό. Ύστερα από μερικές ημέρες όταν οι μεγάλοι πόροι του εδά-
φους αδειάσουν και οι μικροί εξακολουθούν να καταλαμβάνονται από νερό,
η ποσότητα αυτή του νερού

175
Σχήμα 47. Σχηματική παράσταση των διαφόρων ποσοτήτων νερού σε 100g. αργιλλοαμ-
μώδους εδάφους.

αντιπροσωπεύει την υ δ α τ ο χ ω ρ η τ ι κ ό τ η τ α . Το νερό στην κατάσταση


αυτή σταματά να στραγγίζει σε βάθος και συγκρατείται από τα εδαφικά μό-
ρια με δυνάμεις οι οποίες αντισταθμίζουν τις δυνάμεις βαρύτητας. Μια με-
γαλύτερη απώλεια νερού από το έδαφος έχει ως αποτέλεσμα, πολλές φορές
τα φυτά την ημέρα να εκδηλώνουν συμπτώματα μάρανσης αλλά τη νύχτα να
επανακτούν τη σπαργή τους. Όταν το νερό του εδάφους μειωθεί τόσο, έτσι

176
ώστε τα φυτά δεν επανακτούν τη σπαργή τους, το νερό του εδάφους αντι-
στοιχεί στο σ υ ν τ ε λ ε σ τ ή μ ό ν ι μ η ς μ ά ρ α ν σ η ς . Εάν το έδαφος
αποξηρανθεί στην ατμόσφαιρα τότε η ποσότητα του νερού που περιέχει
αντιπροσωπεύει τον υ γ ρ ο σ κ ο π ι κ ό σ υ ν τ ε λ ε σ τ ή.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αντίστοιχων ποσοτήτων νερού που πε-
ριέχονται σε 100g αργιλλοαμμώδους εδάφους, στις τέσσερις παραπάνω α-
ντιπροσωπευτικές υδατικές καταστάσεις, δίδεται με τους εξής αριθμούς
(Σχήμα 47):

• Μεγίστη Ικανότητα Συγκρατήσεως Υγρασίας: 40 ml νερό και 0 ml


εδαφικοί πόροι (αέρας)

• Υδατοχωρητικότητα: 20 ml νερό και 20 ml αέρας

• Συντελεστής Μόνιμης
Μάρανσης: 10 ml ‘’ ‘’ 30 ml ‘’

• Υγροσκοπικός Συντελεστής : 8 ml ‘’ ‘’ 32 ml ‘’

Εκτός από την περιεκτικότητα ενός εδάφους σε νερό η μηχανική του σύστα-
ση επιδρά κατά διαφορετικό τρόπο στη δυνατότητα πρόσληψης του νερού
από στα φυτά. Για παράδειγμα ένα αγιλοπηλώδες και ένα πηλώδες έδαφος,
όπου και τα δύο περιέχουν ίδιες ποσότητες νερού (12 %) το πηλώδες μπορεί
και εφοδιάζει το φυτό με νερό ενώ το αργιλλοπηλώδες όχι, γιατί το τελευ-
ταίο συγκρατεί με περισσότερη δύναμη το νερό.

3.2. Μετακίνηση του νερού και απορρόφηση από τις ρίζες

177
Το νερό του εδάφους το οποίο συγκρατείται από τα εδαφικά μόρια για να
μετακινηθεί υφίσταται την επίδραση διαφόρων δυνάμεων.

Ορίζεται ως δυναμικό του νερού του εδάφους το έργο το οποίο


παράγεται κατά τη μετακίνηση μονάδας μάζας ελεύθερου και κα-
θαρού νερού, κάτω από ισόθερμες συνθήκες και υπό κανονική
ατμοσφαιρική πίεση.

Το δυναμικό αυτό του νερού αποτελεί το άθροισμα επί μέρους δυναμι-


κών, όπως το δυναμικό βαρύτητας, το οσμωτικό δυναμικό, το δυναμικό πίε-
σης αερίων, το δυναμικό συνάφειας το οποίο αντιστοιχεί στις δυνάμεις με
τις οποίες συγκρατείται το νερό από τα εδαφικά μόρια και το δυναμικό το
οποίο οφείλεται στην επιφανειακή τάση των μορίων του νερού (δυνάμεις
που ασκούνται μεταξύ των επιφανειακών μορίων του νερού).
Σε ένα αδιατάρακτο έδαφος θεωρούμε ότι το νερό που συγκρατείται από
τα εδαφικά μόρια, υπό κανονική ατμοσφαιρική πίεση υφίσταται μόνο το
οσμωτικό δυναμικό και το δυναμικό επιφανειακής τάσης του νερού το οποίο
ισούται με το δυναμικό συνάφειας.
Η επιφανειακή τάση του νερού εμπλέκεται στα τριχοειδή φαινόμενα ανό-
δου του νερού από την υπόγεια στάθμη προς τα επιφανειακά στρώματα του
εδάφους.

2.2.1 Τριχοειδής άνοδος του νερού

Νόμος του Laplace. Μέσα σε ένα ποτήρι το νερό έχει την τάση να υγραίνει ε-

λαφρώς στα σημεία επαφής της επιφάνειας του νερού με τα τοιχώματα του
ποτηριού. Η επιφάνεια του νερού στα σημεία επαφής με τα τοιχώματα με-
τασχηματίζεται από οριζόντια σε κεκλιμένη. Αυτός ο μετασχηματισμός είναι
αμελητέος όταν η επιφάνεια του ποτηριού είναι μεγάλη. Αντίθετα σε στε-

178
νούς σωλήνες διαμέτρου κάτω από 0.1mm η επιφάνεια του νερού έχει ένα
σχήμα κοίλο.

Η δύναμη F 1 , η οποία ασκείται κατά μήκος της περιφέρειας του μηνίσκου


(Σχ. 48) δίδεται από τη σχέση

F 1 = 2 π.r . σ
όπου
r = η ακτίνα του μηνίσκου
σ = η επιφανειακή τάση του νερού.

Επίσης η δύναμη η οποία συγκρατεί την στήλη του μηνίσκου πάνω από την
ελεύθερη επιφάνεια (F 2 ) είναι ίση με τη διαφορά πιέσεως επί την επιφάνεια
F 2 = ( Po - P 1 ) .π . r 2
Εφόσον έχει επέλθει ισορροπία οι δυνάμεις είναι ίσες

F2 = - F1

επομένως
(Po - P 1 ) π . r 2 = - 2 π.r . σ

Po - P 1 = - 2σ/r (1)

Στη περίπτωση σχηματισμού μηνίσκου η πίεση του νερού είναι μικρότερη


από την ατμοσφαιρική. Έτσι εάν βυθίσουμε ένα σωλήνα στην επιφάνεια
του νερού και σχηματιστεί μηνίσκος (Σχήμα 48), τότε η ατμοσφαιρική πίεση

179
θα είναι ίση με το άθροισμα της πίεσης του νερού και της υδροστατική πί-
εσης της στήλης του νερού που ανέρχεται στον σωλήνα:

180
Σχήμα 48. Σχηματισμός μηνίσκου σε λεπτό σωλήνα και προσωμοίωση του φαινομένου
με τους εδαφικούς πόρους.

Po - P 1 = h.g. ρ (2)
όπου
h = ύψος της στήλης
ρ = μάζα του νερού.

181
Από τις εξισώσεις 1 και 2 προκύπτει η σχέση του Jurin που δίδει το ύψος
της στήλης:

h = 2σ/r . g. Ρ (3)

Έτσι λοιπόν τα επιφανειακά στρώματα του εδάφους ανάλογα με τη μη-


χανική τους σύσταση και δομή, ενυδατώνονται από την υπόγεια στάθμη του
νερού και όσο μικρότεροι είναι οι εδαφικοί πόροι τόσο μεγαλύτερη είναι και
η τριχοειδής άνοδος (3) . Αυτό βέβαια έχει μεγάλη σημασία σε επίπεδα εδά-
φη, όπου σε μικρό σχετικά βάθος υπάρχει υπόγεια στάθμη.
Εάν θεωρήσουμε επί πλέον το νερό ως διάλυμα οι δυνάμεις οι οποίες
ασκούνται μεταξύ των μορίων του διαλύτη προστίθενται στις δυνάμεις συ-
νάφειας των μορίων του νερού και ως εκ τούτου μεγαλώνει η αντίσταση
στην ελεύθερη μετακίνηση του νερού.
Οι δυνάμεις με τις οποίες το νερό συγκρατείται υπό την μορφή λεπτών
στιβάδων γύρω από τα εδαφικά μόρια αυξάνονται όσο το νερό μειώνεται και
οι στιβάδες γίνονται λεπτότερες. Στο επίπεδο της μονίμου μάρανσης των φυ-
τών οι στιβάδες νερού γύρω από τα εδαφικά μόρια απαρτίζονται από 5 - 8
μόρια και έχουν πάχος από 2 έως 5nm. Έτσι κάτω από συνθήκες έντονης
εξατμισοδιαπνοής οι στιβάδες αυτές γίνονται λεπτότερες, το δυναμικό του
νερού αυτού πέφτει και οι δυνάμεις που το συγκρατούν γίνονται πολύ με-
γάλες. Έτσι λοιπόν οι ρίζες οι οποίες διαθέτουν περιορισμένη ικανότητα
απορρόφησης του νερού (περίπου μέχρι 15 ατμόσφαιρες στις περισσότερες
περιπτώσεις) αδυνατούν να εφοδιαστούν με νερό, όταν τα επίπεδά του κα-
τέλθουν κάτω από κάποια όρια.
Έχει μετρηθεί ότι στα επίπεδα της υδατοχωρητικότητας (μετά τη στράγγι-
ση του νερού λόγω βαρύτητας), η δύναμη με την οποίαν συγκρατείται το νε-
ρό σε εδάφη διαφόρου μηχανικής σύστασης αντιστοιχεί ενδεικτικά σε πίεση
:

182
0.1 Ατμ .(0.01 Μpa) για αμμώδη εδάφη

1 Ατμ. ( 0.1 Mpa) για αργιλώδη εδάφη

0.3 Ατμ. ( 0.03 Mpa) για πηλώδη.

3.2.2. Μετακίνηση του νερού στο έδαφος

Σε ένα έδαφος στο οποίο το νερό που συγκρατείται ανέρχεται στη μεγί-
στη ικανότητα συγκράτησης υγρασίας, η ταχύτητα μετακίνησης του νερού
περιλαμβάνεται μεταξύ 10 και 0.1 cm/h. Στο επίπεδο της υδατοχωρητικότη-
τας 0.001 cm/h και στο επίπεδο της μόνιμης μάρανσης 0.000001 cm/h.
Οι διαφορές στο υδατικό δυναμικό μεταξύ δύο σημείων προκαλούν τη
μετακίνηση του νερού το οποίο από σημεία με υψηλό υδατικό δυναμικό με-
τακινείται σε σημεία με χαμηλό υδατικό δυναμικό. Η πτώση του υδατικού
δυναμικού στο συνεχές σύστημα έδαφος - ρίζα - αγωγός ιστός - φύλλα,
προκαλεί τη μετακίνηση του νερού από το έδαφος προς το φυτό και προς
την ατμόσφαιρα.
Όσο μικρότερες είναι οι αποστάσεις μεταξύ δύο ριζιδίων, τόσο πιο εύκο-
λα εφοδιάζεται το φυτό και τόσο πιο πληρέστερη καθίσταται η εκμετάλλευ-
ση του εδαφικού νερού. Επίσης όσο βαθύτερο είναι το ριζικό σύστημα τό-
σο πιο καλύτερα εφοδιάζεται το φυτό με νερό κάτω από συνθήκες έντονης
εξατμισοδιαπνοής. Αυτό συμβαίνει γιατί αυξάνονται τα χρήσιμα αποθέμα-
τα νερού του εδάφους τα οποία είναι στη διάθεση του ριζικού συστήματος.
Τα χρήσιμα αποθέματα αποτελούν τις ποσότητες νερού οι οποίες μπορούν
θεωρητικά να καταναλωθούν από τα φυτά και αντιστοιχούν στις ποσότητες
που κυμαίνονται μεταξύ του επιπέδου της υδατοχωρητικότητας και αυτού
της μόνιμης μάρανσης των φυτών.

183
3.2.3. Μηχανισμοί απορρόφησης του νερού

1 . Ανάπτυξη ριζικής πίεσης. Η άνοδος των θερμοκρασιών του εδάφους κα-


τά το τέλος του χειμώνα - αρχές της άνοιξης, έχει ως συνέπεια την ενεργό
πρόσληψη από τους ιστούς των ριζών ανοργάνων θρεπτικών στοιχείων.
Αυτό προκαλεί την αύξηση της οσμωτικής πίεσης των κυττάρων του περικυ-
κλίου και κατά συνέπεια την πτώση του υδατικού δυναμικού. Έτσι το νερό
εισέρχεται στις ρίζες και γεμίζει τα αγγεία. Αυτή είναι και η αιτία της εκροής
των δακρύων που παρατηρείται κατά το κλάδεμα. Η ριζική πίεση που ανα-
πτύσσεται αυτήν την εποχή μπορεί να φτάσει τα 0.2 ή και μερικές φορές τα
0.50Μpa .

2. Διαπνοή . Αποτελεί τον δεύτερο και σπουδαιότερο μηχανισμό άπορ- ρό-


φησης νερού από τα φυτά. Στο επίπεδο του μεσοφύλλου παρατηρείται πολύ
μεγάλη πτώση του υδατικού δυναμικού λόγω της έντονης εξάτμισης και το
νερό με αυτόν τον τρόπο κινείται από τις ρίζες προς τα φύλλα και από εκεί
διαπνέεται προς την ατμόσφαιρα.

Εάν ο ρυθμός της διαπνοής είναι έντονος, τότε το νερό του εδάφους μει-
ώνεται, οι στιβάδες του νερού γύρω από τα εδαφικά μόρια μικραίνουν και το
φυτό κατά τη διάρκεια της ημέρας αντιδρά κλείνοντας τα στομάτια. Κατά τη
διάρκεια της νύχτας όμως λόγω του ότι η πρόσληψη των ανοργάνων στοι-
χείων είναι ανεξάρτητη από την πρόσληψη του νερού, αυτή συνεχίζει να εξε-
λίσσεται ανεξάρτητα από τη κίνηση του νερού και έτσι αναπτύσσεται ριζική
πίεση η οποία έχει ως αποτέλεσμα την ενυδάτωση του φυτού. Στην καλύτερη
ενυδάτωση του φυτού συμβάλλει και η υψηλότερη σχετική υγρασία της α-
τμόσφαιρας κατά τη διάρκεια της νύχτας. Αυτό το φαινόμενο έχει μεγάλη
σημασία κατά τους θερινούς μήνες, δεδομένου ότι συμβάλλει στο ξεπέρασμα
έντονων φυσιολογικών διαταραχών που σχετίζονται με τη ξηρασία.

184
3.2.4. Αποικισμός του εδάφους από τις ρίζες

Όταν μια ποσότητα νερού εισέρχεται στα ριζίδια, τότε το νερό από παρα-
κείμενα σημεία του εδάφους μετακινείται προς αυτά. Έτσι όσο πιο πυκνό
είναι το ριζικό σύστημα τόσο καλύτερη είναι η εκμετάλλευση του νερού του
εδάφους.
Τα υποκείμενα που χρησιμοποιούνται στην αμπελοκαλλιέργεια διαφέ-
ρουν ως προς την ένταση του αποικισμού του ριζικού συστήματος εντός του
εδάφους και συνεπώς ως προς την δυνατότητα καλύτερης εκμετάλλευσης
του νερού. Προς την ίδια κατεύθυνση επιδρούν και οι διάφορες καλλιεργη-
τικές φροντίδες που ευνοούν την καλύτερη ανάπτυξη του ριζικού συστήμα-
τος σε βαθύτερα στρώματα και τον καλύτερο αποικισμό του εδάφους. Έτσι η
ισορροπημένη ανόργανη θρέψη με άζωτο και φώσφορο συμβάλλει στην κα-
λύτερη εκμετάλλευση του εδαφικού νερού από τα φυτά.

Ο τύπος του εδάφους επηρεάζει την αύξηση των ριζών δεδομένου ότι με-
ταξύ των εδαφών υπάρχουν διαφορές σε ότι αφορά την ικανότητα συγκρα-
τήσεως υγρασίας , τη στράγγιση, τη διαθεσιμότητα των ανοργάνων θρεπτι-
κών στοιχείων, το βάθος τη θερμοκρασία κλπ. Η συγκράτηση του νερού
και η περιεκτικότητα σε ανόργανα θρεπτικά συστατικά διαφέρει ανάλογα με
την περιεκτικότητα του εδάφους σε άργιλο και οργανική ουσία. Έτσι λοιπόν
σε περιοχές με ξηρό καλοκαίρι αλλά με αρκετή βροχόπτωση κατά τους χει-
μερινούς μήνες τα αργιλώδη εδάφη συγκρατούν περισσότερη υγρασία.
Η αύξηση των βλαστών επηρεάζεται πάντα από το βάθος του εδάφους σε
μη αρδευόμενους αμπελώνες. Μια κανονική αύξηση και ανάπτυξη των βλα-
στών επιτυγχάνεται όταν το βάθος του εδάφους είναι μεγαλύτερο των 80 -
100 cm, ενώ σε εδάφη με βάθος 40 - 80 cm για μια ικανοποιητική αύξηση
και στρεμματική απόδοση τα φυτά θα πρέπει να αρδεύονται.
Η ανάπτυξη του ριζικού συστήματος εξαρτάται από τη γενετική σύνθεση
του υποκειμένου, από το βάθος του εδάφους, τη λίπανση και την άρδευση
των φυτών καθώς και τη δομή του εδάφους. Επίσης η ομοιογένεια του εδά-

185
φους επηρεάζει την ανάπτυξη των ριζών, δεδομένου ότι η συμπίεση, ή οι
αδιαπέρατοι ορίζοντες πολλές φορές έχουν αρνητική επίδραση. Μερικές
φορές, σποραδικές ρίζες οι οποίες διεισδύουν σε βαθύτερα στρώματα μπο-
ρούν και συμβάλλουν στον καλύτερο εφοδιασμό των φυτών με νερό κατά την
περίοδο της ξηρασίας.
Είναι γεγονός ότι τα εδάφη αλλάζουν σε μικρές αποστάσεις και κατά συ-
νέπεια είναι απαραίτητη η χρησιμοποίηση πολλές φορές διαφορετικών υπο-
κειμένων στον ίδιο αμπελώνα ή στην ίδια τοποθεσία. Πειραματικά δεδομένα
χρησιμοποίησης διαφόρων υποκειμένων σε μια δεδομένη ποικιλία έδειξαν
ότι το υποκείμενο 140Ruggeri σχημάτιζε μεγαλύτερο

Πίνακας 9.
Αριθμός μικρών ριζών και συνολικός αριθμός ριζών στη ποικιλία Chenin blanc εμβολι-
ασμένης σε διάφορα υποκείμενα

Υπόκείμενο Διάμετρος ριζών (mm) Συνολικός


αριθμός
ριζών
0.5 0.5-2 2-5 5-10 >10

140Rug. 3.181 893 73 17 3 4167

101-14 C 1.204 316 44 1 0 1565

1103P 1.278 182 42 2 2 1306

110R 1012 288 22 2 1 1325

US1-13-23 756 202 23 3 1 984

αριθμό λεπτών ριζών σε σχέση με άλλα υποκείμενα καθώς και μεγαλύτερο


συνολικό αριθμό ριζών. Επίσης η ασβέστωση των οξίνων εδαφών συμβά-
λει στην αύξηση του όγκου του ριζικού συστήματος των φυτών και κυρίως
στην αύξηση του αριθμού των μικρών ριζών (2mm <). Στην περίπτωση αυτή
κάποια υποκείμενα τα οποία σε όξινα εδάφη έχουν ικανοποιητικό ριζικό
σύστημα δεν επηρεάζονται σημαντικά (140Rug.) ενώ κάποια άλλα η βελτίω-
ση είναι θεαματική (SO 4 , 101-14C, 44-53 Malègue ).

186
Η ανάπτυξη του ριζικού συστήματος σε βάθος είναι σημαντική, ιδιαίτερα
στις νέες φυτεύσεις και η επάρκεια νερού συμβάλλει καθοριστικά σ’ αυτό.
Από το άλλο μέρος οι ασφυκτικές συνθήκες εμποδίζουν την ανάπτυξη των
ριζών σε βάθος. Τόσο οι ρίζες όσο και οι οργανισμοί του εδάφους έχουν
ανάγκη 0 2 για να αναπνέουν. Εάν η συγκέντρωση του Ο 2 στο έδαφος πέσει
κάτω του 1/60 αυτής του ατμοσφαιρικού αέρα, η αερόβια αναπνοή σταματά
και δημιουργούνται ασφυκτικές συνθήκες. Οι αερόβιοι οργανισμοί επιπλέον
αντικαθίστανται από αναερόβιους οι οποίοι χρησιμοποιούν άλλα μόρια ως
δέκτες ηλεκτρονίων εκτός του Ο 2 όπως π.χ. το ΝΟ 3 - , πράγμα το οποίο είναι
ανεπιθύμητο για τις ιδιότητες του εδάφους.
Ένα έδαφος το οποίο επιτρέπει την κίνηση του αέρα στο πορώδες του,
έχει μερική πίεση Ο 2 : 20KPa, και CO 2 : 0.1-1 KPa. Στην περίπτωση που οι
μακροπόροι γεμίσουν με νερό τότε δημιουργούνται ασφυκτικές συνθήκες και
η μερική πίεση του Ο 2 πέφτει στο ‘0’ και η αντίστοιχη του CO 2 ανέρχεται
πάνω από 1 ΚPa.
Οι μεγάλοι πόροι του εδάφους οι οποίοι και περιέχουν αέρα οφείλουν
την ύπαρξή τους στην ανάπτυξη των ριζιδίων, καθώς και στα συσσωματώ-
ματα της αργίλου με οργανικά μόρια. Οι πόροι αυτοί εξασφαλίζουν τον ε-
παρκή αερισμό του εδάφους. Για έναν επαρκή αερισμό θα πρέπει να αντι-
στοιχούν στο 0.15m 3 /m 3 ή στο 15 % και δεν θα πρέπει ποτέ να κατεβαίνουν
στο 10%.
Όταν τα εδάφη κατακλύζονται με νερά για αρκετό χρονικό διάστημα ο αερι-
σμός του εδάφους διακόπτεται και αρχίζει η ανάπτυξη και ο πολλαπλασια-
σμός αναερόβιων μικροοργανισμών. Κάτω από τέτοιες συνθήκες σχηματίζο-
νται οξικό και βουτυρικό οξύ τα οποία μεταβολίζονται σε CO 2 και CH 4 . Επί-
σης σχηματίζονται μικρές ποσότητες αιθυλενίου (C 2 H 4 ) και Η 2 . Η συγκέ-
ντρωση του αιθυλενίου σε ποσότητες >1mg/l σε αέρια μορφή αναστέλλει
την αύξηση των ριζών.

Σύμφωνα με τα παραπάνω θα πρέπει κατά τα πρώτα έτη της ζωής των


φυτών στον αμπελώνα, η υγρασία του εδάφους να είναι κανονική και να μην

187
δημιουργούνται συνθήκες ασφυξίας για παρατεταμένη χρονική περίοδο έτσι
ώστε να πραγματοποιείται απρόσκοπα η εγκατάσταση του ριζικού συστήμα-
τος.

Έχει βρεθεί ότι ο σχηματισμός των ριζών κατά την περίοδο αυτή
αυξάνεται σημαντικά σε ένα ανώτατο επίπεδο, όταν το νερό που
παρέχεται από το έδαφος αντιστοιχεί στο 50% της μεγίστης ποσό-
τητας διαθεσίμου νερού, ενώ αρχίζει να μειώνεται όταν το νερό
μειώνεται στο 25% .

Ένα ογκωδέστερο και περισσότερο βαθύ ριζικό σύστημα αυξάνει τις δυ-
νατότητες των φυτών να ξεπερνούν τα υδατικά στρες και να εφοδιάζονται
καλύτερα με ανόργανα θρεπτικά και ιδιαίτερα με ιχνοστοιχεία.

3.2.5 Γενικά χαρακτηριστικά των εδαφών σε σχέση με τη δυνατό-


τητα συγκράτησης υγρασίας

Οι ιδιότητες του εδάφους από την άποψη της περιεκτικότητας σε νερό,


αποκτούν ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε περιοχές που επικρατεί ξηροθερμικό κλί-
μα. Από την άποψη αυτή στις περιοχές της Μεσογείου μπορούμε να δια-
κρίνουμε τρεις εδαφικούς τύπους.

1. Εδάφη σε πλαγιές ικανοποιητικού βάθους τα οποία βέβαια δεν


διαθέτουν υπόγεια στάθμη νερού. Η ποσότητα του διαθεσίμου
νερού είναι ικανοποιητική και μια σταδιακή υδατική καταπόνηση
το Καλοκαίρι επηρεάζει θετικά την πορεία ωρίμανσης. Τα εδάφη
αυτά είναι κατάλληλα για ποικιλίες οινοποιίας όπως για παρά-
δειγμα πάρα πολλά εδάφη της αμπελοοινικής ζώνης της Νάουσας,
αλλά και άλλων περιοχών της χώρας μας.

188
2. Εδάφη βαθιά πεδινά πλούσια σε ανόργανα συστατικά, όπου
πολλές φορές υπάρχει υπόγεια στάθμη νερού που συμβάλλει
στην τριχοειδή ενυδάτωση των στρωμάτων του εδάφους, όπου ε-
κεί βρίσκεται ο κύριος όγκος του ριζικού συστήματος. Τα εδάφη
αυτά λόγω της γονιμότητας και της επάρκειας νερού προσδίδουν
στα φυτά υπερβολική ζωηρότητα η οποία υποβαθμίζει την ποιό-
τητα των προϊόντων οινοποιίας. Τα εδάφη αυτά προσφέρονται
καλύτερα για επιτραπέζιες ποικιλίες. Κάτω όμως από ορισμένες
προϋποθέσεις είναι δυνατόν να αξιοποιηθούν και για ποικιλίες
οινοποιίας.

3. Εδάφη επιφανειακά, ή εδάφη των οποίων το βάθος πολλές


φορές περιορίζεται από αδιαπέρατο ορίζοντα, τα οποία δεν
διαθέτουν μεγάλες ποσότητες διαθεσίμου νερού. Εφοδιάζονται
το χειμώνα και ενωρίς την άνοιξη με νερό και στη συνέχεια
λόγω της έντονης εξατμισοδιαπνοής, η ωρίμανση εξελίσσεται
κάτω από συνθήκες έντονης ξηρασίας. Τα φυτά στα εδάφη αυ-
τά είναι προσαρμοσμένα έτσι ώστε να αντεπεξέρχονται στις
συνθήκες αυτές. Συνήθως είναι διαμορφωμένα σε χαμηλά κύ-
πελλα με μικρές αποστάσεις μεταξύ τους. Ο όγκος του υπέργει-
ου τμήματος είναι περιορισμένος και οι κληματίδες είναι μικρής
ζωηρότητος με μικρά φύλλα.

3.2.6. Ο ρόλος της ατμόσφαιρας

Όταν ένα φυτικό τμήμα αφεθεί εκτεθειμένο στην ατμόσφαιρα, αυτό αφυ-
δατώνεται με ένα ρυθμό λιγότερο ή περισσότερο έντονο, ανάλογα με την υ-
γρασία της ατμόσφαιρας. Εάν το τμήμα αυτό δέχεται και ηλιακή ακτινοβολία
τότε ο ρυθμός αφυδάτωσης αυξάνει περισσότερο.

189
Όσο αυξάνει επίσης η θερμοκρασία της ατμόσφαιρας τόσο αυξάνει και η
ποσότητα των υδρατμών που μπορεί να περιέχει και ως εκ τούτου τόσο πιο
έντονος είναι ο ρυθμός αφυδάτωσης ενός φυτικού τμήματος.
Η σχετική υγρασία της ατμόσφαιρας, η θερμοκρασία και η ταχύτητα του
ανέμου είναι οι σπουδαιότεροι παράγοντες που επηρεάζουν την εξατμισο-
διαπνοή.

3.2.7. Εξατμισοδιαπνοή

Επειδή είναι δύσκολο να διακριθεί η ποσότητα νερού που χάνεται προς


την ατμόσφαιρα με την εξάτμιση και αυτού που διαπνέεται από τα φυτά, ε-
πικράτησε να εξετάζεται η έννοια της εξατμισοδιαπνοής.
Έτσι εάν προστεθεί στο έδαφος ποσότητα νερού i το εδαφικό ισοζύγιο νε-
ρού δίδεται από τη σχέση :

ι = eτ + d + Ve (1)

όπου eτ το νερό που χάνεται από την εξατμισοδιαπνοή, d το νερό που


στραγγίζει προς το έδαφος και Ve το μέρος που ενσωματώνεται στις ρίζες
.

Όταν η ένταση της βροχής (P) είναι μεγάλη και παρατηρείται επιφανειακή
απορροή, τότε ένα μέρος (ra) , του νερού χάνεται και ισχύει η σχέση

P - ra = i = eτ + d + Ve ( 2)

Εάν οι ποσότητες που θα ενσωματωθούν στο φυτό θεωρηθούν αμεληταίες


τότε η εξίσωση 1 γίνεται
P = i = eτ + d (3)

190
Εάν αρδεύσουμε με ποσότητα νερού l τότε η εξίσωση 3 γίνεται

P +l = eτ + d (4)

Δυνητική εξατμισοδιαπνοή. είναι η μεγίστη δυνατή που παρατηρείται κάτω


από συνθήκες επάρκειας νερού και βλάστησης. Ο όρος καλείται και εξατμι-
σοδιαπνοή αναφοράς ή βασική εξατμισοδιαπνοή και αναφέρεται σε εξατμι-
σοδιαπνοή μιας εκτεταμένης επιφάνειας, καλυμμένης με χλοοτάπητα (αγρο-
στώδες), ο οποίος σκιάζει πλήρως το έδαφος, ομοιόμορφου ύψους 8 - 15
cm υπό πλήρη επάρκεια νερού. Εκ του ορισμού συνεπάγεται ότι η εξατμι-
σοδιαπνοή αναφοράς εξαρτάται από τους κλιματικούς παράγοντες της πε-
ριοχής.

Σε ότι αφορά την άμπελο έχει υπολογιστεί ότι η πραγματική εξατμισοδι-


απνοή σε έναν αμπελώνα ελεύθερο από ζιζάνια όπου το ποσοστό κάλυψης
του εδάφους είναι 30 - 50 % , είναι 4.33mm την ημέρα κατά τον Ιούλιο μήνα.
Αυτή η ποσότητα είναι πολύ μικρότερη σε σχέση με άλλες καλλιέργειες ό-
πως ο αραβόσιτος (7.11) ή η μηλιά (6.18).
Η ποσότητα αυτή ανάλογα και με τον αριθμό φυτών ανά στρέμμα και την
ζωηρότητά τους, αντιστοιχεί σε κατανάλωση 10 - 15 L νερού ανά φυτό την
ημέρα κατά την καλοκαιρινή περίοδο.
Τα φυτά ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν χάνουν λιγότερο ή πε-
ρισσότερο νερό το οποίο αναπληρώνεται από το έδαφος δια μέσου του συ-
νεχούς συστήματος έδαφος - ριζικό σύστημα - υπέργειο τμήμα. Όμως όταν
οι απώλειες ξεπερνούν ορισμένα όρια, το έδαφος δεν μπορεί να εφοδιάζει
το φυτό με επαρκείς ποσότητες νερού, το οποίο κατά την απορρόφηση από
τα ριζικά τριχίδια μετακινείται από παρακείμενα σημεία του εδάφους. Η τα-
χύτητα μετακίνησης του νερού από παρακείμενα σημεία, εξαρτάται από τη
δύναμη με την οποία συγκρατείται το νερό από τα εδαφικά μόρια.

191
Όσο μεγαλύτερη είναι η ποσότητα του νερού τόσο μικρότερη είναι η
δύναμη με την οποία συγκρατείται αυτό και τόσο ευκολότερη είναι η μετακί-
νησή του προς τα ριζίδια. Το νερό συγκρατείται υπό τη μορφή λεπτών στι-
βάδων γύρω από τα εδαφικά μόρια και όσο λεπτότερες είναι οι στιβάδες αυ-
τές τόσο μεγαλύτερη είναι η δύναμη με την οποία συγκρατείται το νερό, άρα
η μετακίνησή του είναι δυσκολότερη.
Σε περιπτώσεις όπου το καλοκαίρι πνέουν θερμοί και ξηροί άνεμοι, τότε
οι απώλειες νερού εξελίσσονται πολλές φορές με ένα τέτοιο ρυθμό, που το
ριζικό σύστημα δεν μπορεί να ανταποκριθεί με αποτέλεσμα να παρατηρού-
νται εκτεταμένες ξηράνσεις των φύλλων. Κάτω από τέτοιες συνθήκες τα φυτά
τα οποία παρουσιάζουν μεγάλη ζωηρότητα και εκτεταμένο υπέργειο τμήμα
υφίστανται πολύ μεγαλύτερες ζημίες. Επίσης η κατάσταση του αγωγού ι-
στού παίζει καθοριστικό ρόλο στις περιπτώσεις αυτές, δεδομένου ότι πολ-
λές φορές μέρος των αγγείων του ξύλου υφίσταται βλάβες από μύκητες του
ξύλου, πράγμα το οποίο προκαλεί μείωση της αγωγιμότητας του αγωγού ι-
στού.

3.2.8. Οι ανάγκες της αμπέλου σε νερό

Οι ποσότητες του νερού του εδάφους που αντιστοιχούν μεταξύ των ορίων
της υδατοχωτητικότητας και του σημείου μόνιμης μάρανσης λέγονται χρήσι-
μα αποθέματα ή διαθέσιμο νερό και είναι οι ποσότητες εκείνες που μπορεί
θεωρητικά να τις εκμεταλλευτεί φυτό. Όμως στην πραγματικότητα το φυτό
δεν μπορεί να πάρει όλη αυτή την ποσότητα αλλά λίγο μικρότερη η οποία
αντιστοιχεί στα ωφέλιμα αποθέματα.

Τα χρήσιμα αποθέματα μπορούν να υπολογιστούν από την σχέση :

ΧΑ(mm) = ΥΧ - ΥΜΜ/100 Χ ΦΕΒ Χ ΒP(mm)

192
όπου ΥΧ και ΥΜΜ είναι οι αντίστοιχες ποσότητες νερού που αντιστοιχούν
στα όρια της υδατοϊκανότητας και του σημείου μόνιμης μάρανσης εκφρα-
σμένα ως ποσοστά % του ξηρού βάρους. Το ΦΕΒ είναι το φαινομενικό ει-
δικό βάρος του εδάφους και ΒΡ το βάθος του κύριου όγκου του ριζικού συ-
στήματος των φυτών. Η σχέση αυτή βέβαια αναφέρεται σε ομοιογενές έδα-
φος και προφανώς εξαρτάται άμεσα από την μηχανική σύσταση του εδά-
φους. Τα βαριά αργιλώδη εδάφη περιέχουν μεγαλύτερες ποσότητες σε σχέ-
ση με τα αμμώδη.
Όμως τα φυτά της αμπέλου δεν μπορούν να εκμεταλλευτούν όλη την δια-
θέσιμη υγρασία, αλλά ένα μέρος από αυτή η οποία αντιστοιχεί στο λεγόμε-
νο ωφέλιμο νερό , το οποίο μπορεί να είναι περισσότερο ή λιγότερο ανάλογα
με τα χαρακτηριστικά του ριζικού συστήματος του υποκειμένου, τις κλιματι-
κές και εδαφικές παραμέτρους. Οι παράγοντες αυτοί προσδιορίζουν έναν
συντελεστή, ο οποίος παίρνει διάφορες τιμές μεταξύ 0.30 και 0.75 και με
τον οποίο θα πρέπει να πολλαπλασιαστεί το διαθέσιμο νερό για να προκύ-
ψει το ωφέλιμο. Είναι εύλογο ότι μεταξύ των υποκειμένων ο παραπάνω συ-
ντελεστής αλλάζει δεδομένου ότι διαφορετικά εκμεταλλεύεται το νερό του
εδάφους το υποκείμενο 140Ruggeri και διαφορετικά το Riparia gloire de
Montpellier.

Έτσι για παράδειγμα σε ένα έδαφος που έχει υπολογιστεί η υδα-


τοχωρητικότητα (18%), το σημείο μόνιμης μάρανσης(8%), το φαι-
νόμενο ειδικό βάρος του εδάφους(1.30), ο συντελεστής(0.60), και
ο κύριος όγκος του ριζικού του συστήματος καταλαμβάνει ένα
βάθος εδάφους 1.30 m, μπορεί εύκολα να βρεθεί η ωφέλιμη υ-
γρασία:

193
ΩΥ = 18 - 8 /100 Χ1.30 Χ 1300 Χ0.60 = 101.4mm

Η άμπελος είναι ένα φυτό που καλλιεργείται σε ένα ευρύ φάσμα οικο-
λογικών συνθηκών με πολύ διαφορετικό βροχομετρικό ύψος. Το όριο της
αμπελοκαλλιέργειας μπορεί να θεωρηθεί το βροχομετρικό ύψος των 350 mm
βροχής. Από τα μετεωρολογικά στοιχεία που αφορούν τη Θεσσαλονίκη θα
πρέπει να σημειωθεί ότι κατά τη δεκαετία, από τις αρχές του 80 μέχρι τις
αρχές του 90, η μέση βροχόπτωση ήταν 410 mm από τα οποία κατά την
περίοδο Απριλίου - Σεπτεμβρίου έπεφταν μόνο 175mm. Η ποσότητες αυτές
της βροχής δεν απέχουν πολύ από το όριο της αμπελοκαλλιέργειας. Επί-
σης υπήρξαν χρονιές όπου το βροχομετρικό ύψος από τον Απρίλιο μέχρι το
Σεπτέμβριο ήταν πάρα πολύ χαμηλό.
Σε ότι αφορά την κατανάλωση νερού από τα φυτά έχει υπολογιστεί ότι σε
μια αμπελοκαλλιέργεια εγκαταστημένη σε γόνιμο και βαθύ έδαφος, όπου τα
φυτά αποκτούν μεγάλο μέγεθος (1kg ξύλου κλαδέματος/φυτό) η κατανάλω-
ση νερού κατά τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου φθάνει μέχρι τα 1000 -
1500 L/ φυτό.
Για φυτά μικρής ζωηρότητας (400-500g κληματίδες/φυτό) η κατανάλωση
μπορεί να φθάσει τα 500-600 L/φυτό. Αυτό σημαίνει μια ετήσια ενδεικτική
κατανάλωση για έναν αμπελώνα που έχει 400 φυτά, 200 - 250 κυβικά μέτρα
το στρέμμα (250mm). Οι ποσότητες αυτές αντιστοιχούν σε μια παραγωγή
περίπου 800-1000 Kg/ στρ. Για μεγαλύτερες παραγωγές τα ποσά που προα-
ναφέρθηκαν είναι μεγαλύτερα. Επί πλέον το φυτό θα πρέπει να έχει στη
διάθεσή του αυτό το νερό κατά τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου. Αυτό
το νερό που καταναλώνεται και παρέχεται από ένα έδαφος το οποίο έχει
αποικιστεί με το ριζικό σύστημα σε ένα βάθος περίπου 2.5m, αντιστοιχεί σε
διαθέσιμο νερό περίπου 1mm ανά cm εδάφους.

194
3.2.9. Ρυθμός απορρόφησης του νερού

Οι κυριότεροι παράγοντες που επηρεάζουν τον ρυθμό απορρόφησης του


νερού από το έδαφος είναι η ποσότητες του διαθεσίμου νερού, οι κλιματικές
συνθήκες και η φυλλική επιφάνεια.
Η κατανάλωση του νερού όμως δεν είναι ομοιόμορφη κατά τη διάρκεια
της βλαστικής περιόδου. Κατά τη διάρκεια του Καλοκαιριού ανέρχεται στα
υψηλότερα επίπεδα. Έχει υπολογιστεί ότι κατά τη περίοδο της μεγίστης κα-
τανάλωσης νερού, αυτή φτάνει για τις πιο ζωηρές ποικιλίες (1kg κληματίδες
/φυτό), μέχρι 20L / φυτό την ημέρα, για μια κανονική παροχή νερού προς τα
φυτά. Για φυτά μικρής και μέτριας ζωηρότητας αυτές οι ποσότητες κυμαίνο-
νται από 4 - 12 L. Έχουν υπολογιστεί και περιπτώσεις φυτών με εκτεταμένο
υπέργειο τμήμα που η κατανάλωση φθάνει και στα 60L ημερησίως.
Οι ποσότητες αυτές κατά ένα μεγάλο μέρος (50%), καταναλώνονται από
τις 11 το πρωί μέχρι τις 4 το απόγευμα και πολλές φορές το έδαφος δεν
μπορεί να ανταποκριθεί τις απαιτήσεις αυτές. Η πυκνότητα του ριζικού συ-
στήματος, το υποκείμενο η ποσότητα του νερού και η φύση του εδάφους ε-
πηρεάζουν καθοριστικά το ρυθμό απορρόφησης. Επίσης η ποιότητα του
αγωγού ιστού του φυτού παίζει καθοριστικό ρόλο πολλές φορές στη μετακί-
νηση αυτή του νερού προς το υπέργειο τμήμα του φυτού. Οι πληγές του
κλαδέματος στα φυτά της αμπέλου, καθώς και οι μολύνσεις από διάφορες
ασθένειες του ξύλου επηρεάζουν την αγωγιμότητα των αγγείων, και κατά
συνέπεια το ρυθμό μεταφοράς του νερού δια μέσου αυτών.
Ένα ακραίο φαινόμενο αποτελεί η αποπληξία η οποία παρατηρείται κατά
την περίοδο της έντονης διαπνοής στις περιπτώσεις όπου έχει προηγηθεί
εκτεταμένη καταστροφή των αγγείων του ξύλου από τους μύκητες του ξύλου
που προκαλούν την ίσκα.

Στις μεσογειακές συνθήκες καλλιέργειας ο εφοδιασμός των φυτών με νε-


ρό κυμαίνεται μεταξύ δύο ακραίων καταστάσεων :

195
1. Όταν κατά το χειμώνα επικρατούν ικανοποιητικές βροχοπτώ-
σεις μέχρι στις αρχές της άνοιξης, τότε τα βαθιά εδάφη αποθη-
κεύουν ικανοποιητικές ποσότητες νερού, και κατά την περίοδο του
καλοκαιριού τα φυτά ανάλογα με τον τρόπο διαμόρφωσης και
καλλιέργειας μπορούν και αντεπεξέρχονται την ξηρασία. Κατά τη
θερμή περίοδο του καλοκαιριού, τα φυτά ενυδατώνονται την νύ-
χτα.

2. Όταν οι βροχοπτώσεις τον χειμώνα είναι περιορισμένες, τότε


κατά τη θερμή περίοδο του καλοκαιριού τα φυτά κατά την νύχτα
δεν μπορούν να ενυδατωθούν και παρατηρούνται συμπτώματα
ξηρασίας.

3.2.10. Επίδραση των βροχών

Πειραματικά δεδομένα αναφέρουν ότι ένα έδαφος σε συνθήκες μεσογειακού


κλίματος, για να αποκτήσει σε βάθος δύο μέτρων, 200mm χρήσιμα αποθέ-
ματα νερού ( 1mm/cm), θα πρέπει να δεχτεί ενδεικτικά βροχές της τάξεως
των 520mm βροχής. Ανάλογα βέβαια με το ανάγλυφο του εδάφους και τη
διάρκεια της βροχής αυτό μπορεί να κυμαίνεται από 300 - 600mm βροχής.
Βέβαια οι βροχές μικρής διάρκειας, κάτω των 15 mm, που υγραίνουν βάθος
εδάφους λιγότερο από 10 cm, δεν συμβάλλουν στα χρήσιμα αποθέματα,
δεδομένου ότι η υγρασία αυτή εξατμίζεται γρήγορα στην ατμόσφαιρα. Ένα
μέρος της βροχής που πέφτει σε ένα αμπελώνα δεν πέφτει κατευθείαν στο
έδαφος αλλά διαμέσου του φυλλώματος των φυτών το οποίο πολλές φορές
καλύπτει μέχρι και το 80% της επιφάνειας του εδάφους. Σε αμπελώνες που
βρίσκονται κοντά σε υδάτινους όγκους (θάλασσα, λίμνες , ποτάμια) το φύλ-
λωμα πολλές φορές υγραίνεται από την πρωινή δρόσο ή την ομίχλη. Έτσι

196
λοιπόν το φύλλωμα μπορεί να συγκρατεί πολλές φορές από 1-2 mm νερού
ανάλογα με το σύστημα διαμόρφωσης και την πυκνότητα του φυλλώματος.
Ένα μέρος από αυτό το νερό μπορεί να πέφτει στο έδαφος και ένα άλλο μέ-
ρος να εξατμίζεται. Το μέρος αυτό του νερού που συγκρατείται από το φύλ-
λωμα και εξατμίζεται σε περιπτώσεις συχνών βροχοπτώσεων χαμηλού βρο-
χομετρικού ύψους μπορεί να είναι αρκετά μεγάλο σε σχέση με το συνολικό
βροχομετρικό ύψος που θα πέσει κατά τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου
(μέχρι και το ¼). Το καθαρό λοιπόν βροχομετρικό ύψος αφορά τη βροχή που
πέφτει άμεσα στο έδαφος και αυτή η ποσότητα που στάζει από το φύλλωμα.
Έτσι λοιπόν χονδρικά για να υπολογίσουμε πώς μια βροχή συμβάλλει
στα χρήσιμα αποθέματα θα πρέπει το βροχομετρικό ύψος διαιρείται δια ε-
νός ενδεικτικού αριθμού (π. χ. 2.6).
Για παράδειγμα εάν ένα έδαφος έχει ωφέλιμο νερό 200mm και κατά την
βλαστική περίοδο συμβούν βροχές 160 mm τότε το νερό που θα μπορεί να
καταναλωθεί από τα φυτά είναι 200 + 160/2.6 = 261.5 mm.
Έτσι μπορούμε να υπολογίσουμε χονδρικά πόση ποσότητα νερού
χρειάζεται να προστεθεί με την άρδευση εφόσον βέβαια υπολογιστεί ο συ-
ντελεστής.
Βροχομετρικό ύψος. Πάρα πολλές φορές υπάρχει ανάγκη υπολογισμού του
βροχομετρικού ύψους με πρακτικά μέσα. Εάν υποθέσουμε ότι στην επιφά-
νεια του εδάφους πέσει όγκος βροχής V (m 3 ) σε ένα συγκεκριμένο χρόνο και
η ποσότητα αυτή δεν στραγγίσει σε βάθος αλλά παραμείνει σε συγκεκριμένη
επιφάνεια Α (m 2 ) θα μπορούσαμε να υπολογίσουμε το ύψος του όγκου το
νερού d (mm) από τη σχέση:

V (m 3 ) χ 1000
d (mm)= Α (m 2 )

3.2.11. Επίδραση του νερού στην αύξηση των βλαστών

197
Σε περιπτώσεις ξηρασίας η αύξηση των βλαστών περιορίζεται και στα-
ματά ενωρίτερα. Επίσης περιορίζεται και η αύξηση του ριζικού συστήματος.
Κατά τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου, ανάλογα με την εποχή που πα-
ρουσιάζεται η ξηρασία και ανάλογα με τη διάθεση του νερού κατά το προη-
γούμενο χρονικό διάστημα το φυτό αντιδρά και διαφορετικά. Έτσι εάν κατά
το προηγούμενο διάστημα τα φυτά δέχονταν απεριόριστη ποσότητα νερού, η
ξηρασία μειώνει σημαντικά το ρυθμό αύξησης. Εάν όμως κατά το προηγού-
μενο χρονικό διάστημα τα φυτά δέχονταν περιορισμένες ποσότητες νερού
τότε η μείωση του ρυθμού αύξησης είναι ασήμαντη.

3.2.12. Επίδραση του νερού στην αύξηση και ανάπτυξη της ράγας.

Η υδατική καταπόνηση ανάλογα με την ένταση και την χρονική περί-


οδο που συμβαίνει επιδρά διαφορετικά στην ανάπτυξη της ράγας.

• Πρώιμη υδατική καταπόνηση (κατά και μετά την άνθηση) μειώνει


τον αριθμό των ραγών και κατά συνέπεια αυξάνει το μέγεθός
τους.

• Υδατική καταπόνηση μεταξύ δεσίματος και περκασμού μειώνει


το μέγεθος των ραγών.

198
Πίνακας 10.
Υδατική καταπόνηση ήπιας έντασης διαρκείας 3 εβδομάδων εφαρμοσμένη στην ποικιλία
Cabernet sauvignon σε διάφορα στάδια.

Στάδιο Αριθμός ραγών Βάρος ράγας Παραγωγή/φυτό Σάκχαρα (g/L)


/φυτό (g) (Kg)

Α-Δ 3725 1.423 5.30 204.5


Μετά Δ 4171 1.230 5.13 203.5
Πριν Π 4506 1.233 5.63 196.7
Μετά Π 5678 1.210 6.87 188.6
Πριν Ω 4587 1.415 6.49 205.4

Μάρτυρας 4396 1.374 6.04 205.4

• Υδατική καταπόνηση κατά τον περκασμό μειώνει την περιεκτι-


κότητα των ραγών σε σάκχαρα.

• Υδατική καταπόνηση κατά την περίοδο της ωρίμανσης δεν επη-


ρεάζει τη παραγωγή.

Πίνακας 11.
Επίδραση έντονης υδατικής καταπόνησης 22, 14, και 32 ημερών ανάλογα με την εποχή
εφαρμογής.

Στάδιο Αριθμός ραγών ανά Μέσο βάρος Παραγωγή Σάκχαρα


καρπό ράγας Kg/φυτό g/L

Μετά Δ 22ημ. 22 0.73 0.069 α 227.0


Πριν Π 22ημ. 41 0.82 0.647 228.5
Π 14 ημ. 50 0.90 0.958 231.3
Μετά Π 32ημ. 47 0.71 0.679 195.1
Πριν Ω 32ημ. 47 0.93 0.912 213.1

Μάρτυρας 49 1.01 1.198 233.7

Ο πίνακας 10 παρουσιάζει ενδεικτικά αποτελέσματα ενός υδατικού στρες κα-


τά τη διάρκεια του οποίου η παροχή του νερού ανερχόταν στο 33% της κανονι-

199
κής και το οποίο εφαρμόστηκε στην ποικιλία Cabernet sauvignon. Στον πίνακα
11 παρατίθενται τα αποτελέσματα ενός πολύ έντονου υδατικού στρες. Φαίνεται
ότι ένα έντονο υδατικό στρες μετά το δέσιμο έχει καταστρεπτικές συνέπειες
στην ανάπτυξη των καρπών ( α ), λόγω έντονου ανταγωνισμού μεταξύ αυτών
και των βλαστών, δεδομένου ότι ακόμα δεν έχουν αναπτύξει ακόμη ένα ε-
παρκές οσμωτικό δυναμικό.

3.2.13. Επίδραση του νερού στην ποιότητα

Είναι γεγονός ότι όταν η έλλειψη νερού είναι έντονη, έτσι ώστε να μην
επιτρέπει την ωρίμανση των σταφυλών, τότε η ποιότητα υποβαθμίζεται. Εάν
εξαιρέσουμε την περίπτωση αυτή, τότε ένα σταδιακό υδατικό "στρες" το ο-
ποίο προκαλεί ανάσχεση της αύξησης των βλαστών μετά τον περκασμό,
επηρεάζει ευνοϊκά την πορεία της ωρίμανσης με ευνοϊκά αποτελέσματα στη
ποιότητα του προϊόντος. Η κατάσταση αυτή εκδηλώνεται με την αλλοίωση
του πράσινου χρωματισμού των φύλλων της βάσης των βλαστών τα οποία
κιτρινίζουν.

3.2.14. Υδατική καταπόνηση των φυτών

Στα επιφανειακά εδάφη τα συμπτώματα έλλειψης νερού είναι πιο συχνά.


Όμως θα πρέπει να σημειωθεί ότι η άμπελος μπορεί και προσαρμόζεται σε
ένα σταδιακό ρυθμό μείωσης της υγρασίας του εδάφους. Έχει παρατηρηθεί
ότι όταν επέρχεται έντονη υδατική καταπόνηση μετά από μια περίοδο απε-
ριόριστης παροχής νερού από το έδαφος προς το φυτό, η μείωση της αύξη-
σης των βλαστών είναι πολύ πιο έντονη, σε σχέση με τις περιπτώσεις όπου
η υδατική καταπόνηση επέρχεται μετά από μια περιορισμένη παροχή νερού.

200
Ένα έντονο υδατικό “στρες” το οποίο εγκαθίσταται κατά την έναρξη της ωρί-
μανσης και ακολουθεί πολλές ανοιξιάτικες βροχές, είναι χειρότερο για τα φυτά
από ένα αντίστοιχο, το οποίο όμως ακολουθεί μια ομαλή μείωση του νερού του
εδάφους από ενωρίς την άνοιξη.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι κάτω από τις μεσογειακές συνθήκες είναι


απαραίτητο στο έδαφος να υπάρχουν ποσότητες χρήσιμων αποθεμάτων νε-
ρού τουλάχιστον 200 mm για να εξασφαλίζουν την ομαλή ανάπτυξη των α-
μπέλων κατά την βλαστική περίοδο. Όμως κάτω από συνθήκες εντατικότε-
ρης εκμετάλλευσης και μεγάλων αποδόσεων ανά στρέμμα όπως συμβαίνει
με κάποιες επιτραπέζιες ποικιλίες, οι ποσότητες αυτές θα πρέπει να είναι
μεγαλύτερες και να συμπληρώνονται με την άρδευση.

Αξιολόγηση της υδατικής κατάστασης του εδάφους . Ο παραγωγός βέβαια


δεν μπορεί να εκτιμήσει όλους τους παράγοντες που προσδιορίζουν τις α-
νάγκες του αμπελώνα σε νερό. Η πλέον πρακτική μέθοδος αξιολόγησης της
υδατικής κατάστασης του εδάφους, είναι αυτή του υπολογισμού του υδατι-
κού δυναμικού με κατάλληλα όργανα μέτρησης (τενσιόμετρα) ή του υπολο-
γισμού της ογκομετρικής περιεκτικότητας του εδάφους σε νερό. Οι μέθοδοι
αυτοί δεν είναι πρόσφοροι δεδομένου ότι η χρήση τενσιομέτρων δεν έχει
γενικευτεί και επί πλέον δεν μας πληροφορεί σχετικά με την υδατική κατά-
σταση του φυτού.
Παρόλα αυτά όμως το δυναμικό του νερού του εδάφους μας δίνει μερι-
κές πληροφορίες για τα επίπεδα του νερού σε σχέση με τις ανάγκες της α-
μπέλου, με βάση μακροχρόνια πειραματικά δεδομένα. Κατ’ αρχήν το διαθέ-
σιμο νερό του εδάφους το οποίο αντιστοιχεί στις ποσότητες του νερού με-
ταξύ ιδατοϊκανότητας και σημείου μόνιμης μάρανσης, πρακτικά δεν είναι
όλο διαθέσιμο για τα φυτά της αμπέλου όπως έχει προαναφερθεί. Έτσι σε
ένα έδαφος του οποίου το υδατικό δυναμικό της υδατοχωρητικότητας είναι -

0.01MPa, έχει βρεθεί ότι όσο οι απώλειες του νερού αυξάνουν, το υδατικό
δυναμικό του εδάφους μειώνεται και ανάλογα με τις φυσικές ιδιότητες του

201
εδάφους και την ποικιλία και μέχρι σε επίπεδα δυναμικού – 0.04 – - 0.06
MPa τα φυτά ενυδατώνονται κανονικά χωρίς να παρατηρούνται φυσιολογι-
κές επιπτώσεις. Το κατώτερο όριο του δυναμικού του νερού του εδάφους
στο οποίο τα φυτά της αμπέλου από εκεί και κάτω αρχίζουν να εμφανίζουν
μια ήπια υδατική καταπόνηση, κυμαίνεται μεταξύ – 0.06 – 0.4MPa . Αυτά τα
όρια έχουν επιβεβαιωθεί με αντίστοιχες μετρήσεις του υδατικού δυναμικού
των φύλλων με τη χρησιμοποίηση του θαλάμου πίεσης.

i. Η χρησιμοποίηση θαλάμου πίεσης. Ο θάλαμος πίεση είναι ένα όργανο με


το οποίο υπολογίζεται το υδατικό δυναμικό τρου φύλλου. Έχει βρεθεί ότι
όταν το έδαφος έχει δεχθεί το 100% της ποσότητας νερού που μπορεί να
χρησιμοποιήσει και το υδατικό δυναμικό του βρίσκεται πάνω από τα όρια
που προαναφέραμε, τότε το υδατικό δυναμικό των φύλλων δεν κατέρχεται
ποτέ κάτω από -1.0Mpa. κατά την ημέρα. Στην περίπτωση βέβαια αυτή το
δυναμικό των φύλλων μετράται σε φύλλα τα οποία είναι πλήρως εκτεθειμέ-
να στην ηλιακή ακτινοβολία. Συνήθως αρκετοί παραγωγοί δεν ξεκινούν το
πότισμα εάν το υδατικό δυναμικό για τις λευκές ποικιλίες δεν φθάσει στο -
1Mpa και για τις ερυθρές στο -1.2 Mpa. Η στιγμή που το υδατικό δυναμικό
φθάσει σε αυτά τα επίπεδα εξαρτάται από το έλλειμμα πίεσης των υδρα-
τμών από το βάθος του ριζικού συστήματος από τη μηχανική σύσταση του
εδάφους και τη δομή του, τις αποστάσεις φύτευσης και από το σύστημα δι-
αμόρφωσης και στήριξης της βλάστησης. Όταν το υδατικό δυναμικό των
φύλλων φθάσει στο - 1.5 Mpa τότε τα φυτά βρίσκονται κάτω από συνθήκες
έντονης υδατικής καταπόνησης.

Η μέτρηση του υδατικού δυναμικού των φύλλων κατά τις πρώτες πρωι-
νές ώρες, πριν την ανατολή του ηλίου, [Υδατικό Δυναμικό Βάσης (
PLWP )], αποτελεί έναν αρκετά αξιόπιστο δείκτη. Οι τιμές αυτές σχετί-
ζονται πιο άμεσα με την υδατική κατάσταση του εδάφους και

202
• όταν αυτές κυμαίνονται μεταξύ 0 και - 0.2 Mpa τότε τα φυτά
δεν παρουσιάζουν υδατικό στρες.

• μεταξύ - 0.2 και - 0.5 Mpa τα φυτά χαρακτηρίζονται από ένα


ήπιο υδατικό στρες.

• κάτω από – 1Mpa τα φυτά εμφανίζουν συμπτώματα έντονου


υδατικού στρες.

Είναι γεγονός ότι μέχρι την περίοδο της ανθοφορίας, τα φυτά της αμπέλου
θα πρέπει να ενυδατώνονται κανονικά για την κανονική αύξηση και ανάπτυ-
ξη τόσο του υπεργείου όσο και του υπογείου τμήματος και δεν θα πρέπει
κατά την περίοδο αυτή να δέχονται υδατική καταπόνηση. Έχει μεγάλη ση-
μασία κατά την περίοδο αυτή εκτός των άλλων και η κανονική ανάπτυξη νέ-
ων ριζιδίων.
Κατά την περίοδο της ανθοφορίας στη ζώνη του ριζικού συστήματος το
δυναμικο΄του νερού του εδάφους για μια κανονική καρπόδεση δεν θα πρέπει
να πέφτει κάτω από 0.04 Mpa για τα αμμώδη εδάφη και κάτω από 0.06Mpa
για τα αργιλώδη εδάφη. Στην αμέσως μετέπειτα περίοδο που ακολουθεί
πολλές φορές ένα ήπιο υδατικό στρες θα ήταν επιθυμητό για τις ποικιλίες
οινοποιίας, τόσο για μια μείωση της υπερβολικής ζωηρότητας των βλα-
στών, όσο και για μια πιθανή μείωση του μεγέθους των ραγών. Δεν θα πρέ-
πει όμως το δυναμικό να πέφτει κάτω από 0.1 , 0.2 ή 0.4 Mpa, για αμμώδη,
μέσης σύστασης και βαριά εδάφη αντίστοιχα.
Αντίθετα για τις επιτραπέζιες ποικιλίες στις οποίες το μέγεθος των ραγών
αποτελεί ένα επιθυμητό χαρακτηριστικό, δεν ενδείκνυται μια παρόμοια κα-
τάσταση.

3.2.15. Διαταραχές της οικονομίας νερού

Διαταραχές στην οικονομία νερού έχουν ως αποτέλεσμα μεγαλύτερες ή


μικρότερες ζημίες στα φυτά της αμπέλου. Τα σπουδαιότερα προβλήματα

203
που απαντώνται στην άμπελο είναι αυτά της ξηρασίας της θύλωσης και σε
σπάνιες περιπτώσεις της ασφυξίας του ριζικού συστήματος από υπερβολι-
κές ποσότητες νερού στο έδαφος.

3.2.15 α. Ξηρασία

Η έλλειψη νερού κάτω από συνθήκες ήπιας ξηρασίας προκαλεί ανάσχε-


ση της αύξησης των βλαστών. Βέβαια αυτή η ανάσχεση όταν συμβεί στο κα-
τάλληλο βλαστικό στάδιο (περκασμό), θεωρείται ωφέλιμη διότι προωθεί την
ωρίμανση των καρπών και βελτιώνει την ποιότητα των αμπελοοινικών προ-
ϊόντων.
Σε περιπτώσεις όμως έντονης έλλειψης νερού, παρατηρείται κιτρίνισμα των
φύλλων, το οποίο αρχίζει από την βάση των βλαστών και προχωρά προς το
μέσον. Ακολουθεί πτώση των φύλλων στην βάση των βλαστών που ανά-
λογα με την ένταση της ξηρασίας προχωρά προς το μέσον.
Τα νέα φύλλα παρουσιάζουν την μεγαλύτερη αντοχή την ξηρασία και δεν
υφίστανται ζημίες. Τα φύλλα τα οποία σκιάζονται καθώς και τα ηλικιωμένα
υφίστανται εκτεταμένες ζημίες δεδομένου ότι λόγω των μειωμένων ρυθμών
φωτοσύνθεσης και μεταβολισμού δεν μπορούν να αποκαταστήσουν στους
ιστούς τους ένα ικανοποιητικό οσμωτικό δυναμικό. Σε περιπτώσεις όμως
ξηρών και άγονων εδαφών και κάτω από συνθήκες μικρού βροχομετρικού
ύψους τα φυτά της αμπέλου αποκτούν περιορισμένη ζωηρότητα με βλαστούς
μικρού μήκους και μικρά μεσογονάτια διαστήματα και φύλλα, καθώς επίσης
και μικρή παραγωγή ανά φυτό. Βέβαια τα συστήματα διαμόρφωσης σ’αυτές
τις συνθήκες είναι κατάλληλα προσαρμοσμένα (συνήθως χαμηλά κύπελλα με
πολύ μικρό φορτίο κατά το κλάδεμα). Έτσι κάτω από τέτοιες συνθήκες
προσαρμογής του υπέργειου τμήματος, δεν παρατηρούνται έντονα συ-
μπτώματα ξηρασίας κατά τους θερινούς μήνες. Αντίθετα στα πιο εκτεταμένα
σχήματα διαμόρφωσης αμπέλων, εγκαταστημένων σε γόνιμα εδάφη όπου

204
επικρατούν βροχές μέχρι την άνοιξη και το καλοκαίρι συμβεί παρατεταμένη
ξηρασία τότε παρατηρούνται έντονα συμπτώματα ξηρασίας.

3.2.15β. Φυσιολογική ξήρανση των φύλλων - Θήλωση

Είναι μια φυσιολογική ανωμαλία που παρατηρείται με το γενικό σύ-


μπτωμα της κάμψης των φύλλων τα οποία παρουσιάζουν γενική εικόνα α-
φυδάτωσης και ανάλογα με την ένταση του φαινομένου οδηγούνται σε ξή-
ρανση μετά από μερικές ημέρες. Αποκτούν το χρώμα βρασμένων λαχανι-
κών, γίνονται μαλακά και συνήθως σχίζονται από τον αέρα. Μερικές φορές
ακόμη παρατηρούνται περιφερειακές και μεσονεύριες ξηράνσεις. Πολλές
φορές επηρεάζονται και οι ράγες, όταν είναι ακόμη πράσινες και δεν έχουν
αρχίσει να εναποθέτουν ικανοποιητικές ποσότητες ζαχάρων (στάδια πολύ
πρωιμότερα από τον περκασμό), με αποτέλεσμα την μερική τους αφυδάτω-
ση.

Τα συμπτώματα αυτά εμφανίζονται ξαφνικά και παρατηρούνται όταν με-


τά από έντονη ενυδάτωση των φυτών που προκαλείται από πότισμα με με-
γάλες ποσότητες νερού, ή δυνατή βροχή, ακολουθήσει δυνατός αέρας. Τότε
λόγω απορρύθμισης της λειτουργίας των στοματίων εξ’ αιτίας απωλειών νε-
ρού από επιδερμικά κύτταρα, αυτά παραμένουν ανοιχτά και οι απώλειες νε-
ρού είναι πολύ μεγάλες για μικρό χρονικό διάστημα. Έτσι το ριζικό σύστημα
δεν μπορεί να εφοδιάζει το υπέργειο τμήμα του φυτού. Επίσης διάφοροι
ιστοί υδαρείς όπως νέα κύτταρα γύρω από το κάμβιο υφίστανται νεκρώσεις
από την αφυδάτωση. Η υποπίεση που δημιουργείται στα αγγεία του ξύλου
λόγω της απότομης απώλειας νερού, έχει ως αποτέλεσμα οι στήλες του νε-
ρού εντός των αγγείων να χάνουν τη συνέχειά τους και να εισέρχεται αέρας.
Έτσι διακόπτεται η άνοδος του νερού. Επιπλέον πολλές φορές παρατηρεί-
ται στα αγγεία είσοδος κυτοπλάσματος από γειτονικά κύτταρα με αποτέλε-
σμα να φράζονται τα αγγεία και να σχηματίζονται θηλές . Οι θηλές αυτές

205
μπορούν να επαναπορροφηθούν σε μεταγενέστερη περίοδο και τα αγγεία
αποφράζονται. Οι θηλές πέραν από των συμπτωμάτων της χαρακτηριστικής
ξήρανσης των φύλλων κατά την περίοδο που εκδηλώνεται το φαινόμενο, έ-
χουν ως αποτέλεσμα και την ακανόνιστη εκβλάστηση των οφθαλμών την ε-
πόμενη άνοιξη.
Είναι γνωστό ότι νέα φυτά τα οποία δεν έχουν εγκαταστήσει ικανοποιη-
τικά ακόμη το ριζικό τους σύστημα αλλά παρουσιάζουν υπερβολική ζωηρό-
τητα στο υπέργειο τμήμα, είναι πιο επιρρεπή στη φυσιολογική ξήρανση και
τη θήλωση. Επίσης εκτεταμένες ζημίες υφίστανται φυτά με επιφανειακό ρι-
ζικό σύστημα δεδομένου ότι μετά από μια βροχή ή πότισμα το σύνολον των
ριζών βρίσκεται σε περιβάλλον υγρό.
Το ύψος του κορμού καθώς και οι εκτεταμένες πληγές του κλαδέματος
ευνοούν τα συμπτώματα αυτά, δεδομένου ότι δυσκολεύουν την επαρκή τρο-
φοδοσία του υπεργείου τμήματος με νερό.
Υποκείμενα με αγγεία πολύ μεγάλης διαμέτρου όπως κλώνοι του Vitis
riparia ή αυτά της ομάδας Riparia Χ Berlandieri είναι ευαίσθητα σ’ αυτήν τη
φυσιολογική ασθένεια. Έτσι το 161 - 49 C παρουσιάζει πολύ μεγάλη ευαι-
σθησία και εμφανίζει συχνά θήλωση όταν χρησιμοποιείται σε περιοχές που
πνέουν κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού δυνατοί και ζεστοί άνεμοι.

Για την αντιμετώπιση της φυσιολογικής ξήρανσης θα πρέπει να λαμβά-


νονται όλα εκείνα τα προληπτικά μέτρα που ενδείκνυνται για την ομαλή ε-
γκατάσταση του ριζικού συστήματος στα νέα φυτά και τη μείωση της ζωηρό-
τητας (ρύθμιση της παραγωγής μείωση των αζωτούχων λιπάνσεων κλπ).
Μετά την εμφάνιση του φαινομένου ενδείκνυται ένα πολύ αυστηρό κο-
ρυφολόγημα για να μειωθεί ο ρυθμός διαπνοής και η επανεμφάνιση του
φαινομένου που θα έχει καταστρεπτικές συνέπειες.

Στις δύο περιπτώσεις ξήρανσης, παρατηρείται ανισορροπία μεταξύ δι-


απνοής και παροχής νερού από το ριζικό σύστημα. Ενώ όμως στην κανονι-
κή ξηρασία το φαινόμενο είναι περισσότερο διαρκές και μακροχρόνιο, εμφα-

206
νίζεται σταδιακά και συνοδεύεται από σταδιακή ξήρανση του εδάφους αλλά
κανονική λειτουργία των στοματίων, στη φυσιολογική ξήρανση και θήλωση,
το φαινόμενο εμφανίζεται απότομα και κάτω από ικανοποιητική ενυδάτωση
του φυτού όπου βέβαια η επίδραση κυρίως του ανέμου έχει ως αποτέλεσμα
την ακανόνιστη λειτουργία των στοματίων και την πρόκλιση συνθηκών έντο-
νης υποπίεσης εντός των αγγείων του ξύλου.

3.2.15.γ. Αφυδάτωση των σταφυλών και των ραγών

Κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες, λίγο πριν και κατά τη διάρκεια της
περιόδου ωρίμανσης των ραγών παρατηρείται μια μερική αφυδάτωση των
ραγών των σταφυλών. Η αφυδάτωση αυτή κυρίως παρατηρείται σε μερικά
τμήματα της σταφυλής, ιδιαίτερα στο άκρο αλλά μπορεί να επεκταθεί και
στο σύνολον αυτής. Οι ράγες και τα στελέχη χάνουν τη σπαργή τους, σταφι-
διάζουν μερικώς, γίνονται μαλακές και πέφτουν εύκολα πολλές φορές μαζί
με τα στελέχη του βότρυ. Ανάλογα με την ένταση του φαινομένου η κατά-
σταση αυτή συνοδεύεται με ξήρανση των φύλων αλλά όχι πάντα. Οι ράγες ή
τα τμήματα της σταφυλής που υφίστανται αυτή τη ζημία έχουν μειωμένους
βαθμούς 0 Brix. Το φαινόμενο αυτό οφείλεται στην οικονομία νερού και συ-
γκεκριμένα στον ανταγωνισμό μεταξύ φύλλων και καρπών αλλά και μεταξύ
των διαφόρων μερών της σταφυλής. Είναι γεγονός ότι η διατήρηση της
σπαργής των κυττάρων της ράγας οφείλεται στη συσσώρευση ζαχάρων κατά
την περίοδο της ωρίμανσης των ραγών, με συνέπεια τη μείωση του υδατικού
δυναμικού στις ράγες και την εισροή του νερού στα κύτταρα. Εάν υπάρχει
υπερπαραγωγή και μειωμένη φυλλική επιφάνεια σε σχέση με τους καρπούς,
άρρα μειωμένη συσσώρευση ζαχάρων στις ράγες το φαινόμενο αυτό επιτεί-
νεται. Η μειωμένη συσσώρευση σακχάρων στα ακραία τμήματα των σταφυ-
λών λειτουργεί επίσης κατά τον ίδιο τρόπο.

207
3.2.16. Αντιμετώπιση της ξηρασίας - αρδεύσεις.

Για την αντιμετώπιση της ξηρασίας θα πρέπει να ληφθούν μέτρα που αρχί-
ζουν από την εγκατάσταση του αμπελώνα και αποβλέπουν αφενός μεν στην
καλύτερη εκμετάλλευση του νερού του εδάφους από το ριζικό σύστημα και
αφετέρου στη μείωση εξάτμισης ή ακόμη και της διαπνοής.

1 . Εκλογή του υποκειμένου Μεταξύ των υποκειμένων υπάρχουν μεγάλες


διαφορές ως προς την αντοχή στην ξηρασία. Έτσι για παράδειγμα το
Rupestris du Lot είναι ευαίσθητο. Τα περισσότερα υποκείμενα της ομάδας
Berlandieri x Rupestris είναι ανθεκτικά Επίσης τα Berlandieri x Riparia και
το 99R έχουν ενδιάμεση αντοχή. Τα 110R, 140Rug., 44 - 53 Mgue είναι
από τα πλέον ανθεκτικά.

2. Εκλογή της ποικιλίας. Στις ζώνες ονομασίας προελεύσεως δεν υπάρχουν


δυνατότητες επιλογής των ποικιλιών διότι αυτές είναι καθορισμένες. Όμως
θα πρέπει να σημειωθεί ότι μεταξύ των ποικιλιών υπάρχουν διαφορές. Έ-
τσι για παράδειγμα το Μοσχάτο Αμβούργου, το Ραζακί η Grenache είναι
ανθεκτικές ποικιλίες, ενώ το Ξυνόμαυρο, η Merlot θεωρούνται ευαίσθητες.

3 . Πυκνότητα φύτευσης. Η μείωση των αποστάσεων φύτευσης έχει ως απο-


τέλεσμα την καλύτερη εκμετάλλευση του νερού του εδάφους λόγω πληρέστε-
ρου αποικισμού του ριζικού συστήματος. Μειώνει επίσης τη ζωηρότητα
των φυτών με αποτέλεσμα την καλύτερη συμπεριφορά των φυτών στη ξη-
ρασία.
Κατά τη μελέτη της ποικιλίας pinot noir /110R η οποί είχε εγκατασταθεί σε
αμπελώνα σε διαφορετικές αποστάσεις φύτευσης (1Χ 0.5, 1 Χ 1, ή 2Χ1 m
διαπιστώθηκε η σκίαση του εδάφους με τις πυκνές φυτεύσεις σε εδάφη τα
οποία είναι αρκετά βαθιά προκαλεί μείωση της εκτεταμένης εξάτμισης από
την επιφάνεια του εδάφους αλλά και μια μειωμένη διαπνοή λόγω μικρής ζω-
ηρότητας των βλαστών.

208
Οι πυκνές φυτεύσεις εκμεταλλεύονται περισσότερο το νερό του εδάφους.
Πειραματικά δεδομένα με φυτεύσεις διαφορετικής πυκνότητας έδειξαν ότι
στην περίπτωση των αποστάσεων 0.5Χ1 μ., το διαθέσιμο νερό του εδάφους
ήταν 100mm ενώ στην περίπτωση των 3Χ3 μ το διαθέσιμο νερό του εδάφους
ήταν διπλάσιο κατά το στάδιο όπου οι ράγες είχαν το μέγεθος μπιζελιού,
αλλά πλησιάζοντας προς την ωρίμανση οι ποσότητες αυτές του νερού του
εδάφους συγκλίνανε περισσότερο. Kατά συνέπεια τα εκτεταμένα σχήματα
υποφέρουν περισσότερο από νερό σε σχέση με τα χαμηλά κύπελλα.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η λίπανση σε βάθος επηρεάζει πολλές φορές
την καλύτερη εγκατάσταση του ριζικού συστήματος σε βαθύτερα στρώματα.
4. Φορτίο. Η μείωση του αριθμού των οφθαλμών κατά το κλάδεμα και η α-
φαίρεση ταξιανθιών στα νεαρά φυτά, ευνοεί την ανάπτυξη του ριζικού συ-
στήματος και την πληρέστερη εγκατάστασή του στο έδαφος, με αποτέλεσμα
την καλύτερη συμπεριφορά των φυτών σε περιόδους ξηρασίας. Η υπερβο-
λική παραγωγή των νεαρών φυτών αναστέλλει την ομαλή ανάπτυξη και ε-
γκατάσταση των ριζών στο έδαφος.
5. Ύψος του κορμού. Τα φυτά με χαμηλό ύψος κορμού συμπεριφέρνονται
καλύτερα σε περιόδους ξηρασίας, δεδομένου ότι οι απώλειες του νερού από
τη φυλλική επιφάνεια αναπληρώνονται με ταχύτερο ρυθμό από το ριζικό
σύστημα.
6. Λίπανση. Η κανονική λίπανση των φυτών σε περιοχές ξηρές έχει ευνοϊκές
επιπτώσεις στα φυτά και συμβάλλει στο ξεπέρασμα της υδατικής καταπόνη-
σης. Ιδιαίτερη σημασία έχει η κανονική αζωτούχος λίπανση η οποία βοηθάει
στην καλύτερη ανάπτυξη των νέων ριζών και την επιβράδυνση του γηρα-
σμού των φύλλων.

3.2.17. Άρδευση των αμπελώνων

Σύμφωνα με τα παραπάνω στοιχεία που αφορούν τις επιπτώσεις της έλλει-


ψης νερού στην αύξηση και τη παραγωγή και τις ανάγκες των φυτών σε νε-

209
ρό, είναι φανερό ότι σε περιοχές μικρού βροχομετρικού ύψους, το οποίο μά-
λιστα κατανέμεται κυρίως κατά τη χειμερινή περίοδο, θα πρέπει οι αμπελώ-
νες να αρδεύονται με μικρότερες ή μεγαλύτερες ποσότητες νερού.
Η ποσότητες νερού θα πρέπει όμως να παρέχονται κατά τέτοιο τρόπο έ-
τσι ώστε το φυτό, να μην έχει απεριόριστες ποσότητες στη διάθεσή του. Το
νερό, ανάλογα με το βλαστικό στάδιο, θα πρέπει να παρέχεται κατά τέτοιο
τρόπο έτσι ώστε οι ρίζες να έχουν στη διάθεσή τους από το έδαφος την εν-
δεδειγμένη ποσότητα. Αυτό βέβαια μπορεί να επιτευχθεί μόνο με κατάλλη-
λα συστήματα άρδευσης, όπου η ποσότητα του νερού μπορεί να ελέγχεται
(π.χ. στάγδην άρδευση). Θα πρέπει λοιπόν να αποφεύγεται η κατάκλιση
του αμπελώνα με μεγάλες ποσότητες νερού.
Στον πίνακα 12 παρουσιάζονται ενδεικτικά στοιχεία από την παροχή δια-
φορετικής ποσότητας νερού κατά την περίοδο της βλαστικής ανάπτυξης.
Φαίνεται ότι άρδευση ενός αμπελώνα κατά τη βλαστική περίοδο όπου είχε
πέσει βροχή 70mm με 250 και 300mm νερού το στρέμμα, αύξησε την ποσό-
τητα παραγωγής χωρίς να υποβαθμίσει σημαντικά τη ποιότητα. Μεγαλύτε-
ρες ποσότητες νερού μείωσαν τον αλκοολικό βαθμό του προϊόντος.

Πίνακας 12.
Επίδραση διαφορετικών ποσοτήτων νερού κατά τη βλαστική περίοδο στην από-
δοση της ποικιλίας Cabernet sauvignon.

Ποσότητα νερού Παραγωγή Βαθμός


(mm) ανά στρ.(L) Βé

70 mm βροχής + 0 mm άρδευση 390 13.5


+150 ‘’ 510 12.5
+250 ’’ 540 13.0
+300 ’’ 620 12.8
+350 ’’ 800 11.8
+400 ’’ 860 11.6
+450 ’’ 800 11.4

210
Άρδευση αμπελώνων επιτραπεζίων σταφυλών . Οι αμπελώνες επιτραπεζίων
σταφυλών έχουν ανάγκη αρδεύσεων με μεγάλες ποσότητες νερού για την
παραγωγή προϊόντων υψηλής ποιοτικής στάθμης σε περιοχές με ξηροθερμι-
κό κλίμα. Ο καθορισμός των ποσοτήτων νερού και η κατανομή των αρδεύ-
σεων κατά τη βλαστική περίοδο εξαρτάται από ένα αριθμό παραγόντων ό-
πως:

• Τα χαρακτηριστικά του εδάφους


• Το βάθος και την επέκταση του ριζικού συστήματος
• Το κλίμα
• Το βλαστικό στάδιο
• Το σύστημα διαμόρφωσης των φυτών και της έκθεσης των βλα-
στών(τυπολογία της καλλιέργειας)

Παρά το γεγονός ότι όλοι οι παραπάνω παράγοντες είναι σημαντικοί, δεν


γίνεται ποτέ μνεία γι’ αυτούς στην πράξη. Αντίθετα λαμβάνονται μόνο πρα-
κτικά μέτρα σε θέματα όπως ο τρόπος άρδευσης, η έναρξη ή το σταμάτημα,
ή ακόμη στην καλύτερη περίπτωση ως προς τη συνολική ποσότητα νερού
κατά τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου.
i.Τρόποι άρδευσης. Ο πιο συνηθισμένος τρόπος άρδευσης είναι αυτός με
σταγόνες κατά το οποίο χρησιμοποιούνται σταλάκτες των 4, 8, ή των 26 L
την ώρα, με πιο συνηθισμένους αυτούς των 4 και 8 λίτρων. Για μια πυκνότη-
τα φυτών 189 ανά στρέμμα, ο αριθμός των σταλλακτών είναι περίπου 378. Η
χρησιμοποίηση αυτού του συστήματος άρδευσης παρά το γεγονός ότι δεν
προκαλεί επέκταση του ριζικού συστήματος σε όλο το πλάτος του εδάφους
είναι ο πλέον ενδεδειγμένος τρόπος γιατί εξοικονομεί νερό. Έχει υπολογι-
στεί ότι εξοικονομείται περίπου 25% νερό, σε σχέση με τις άλλες μεθόδους
άρδευσης. Επίσης επιτρέπει την υδρολίπανση και ως εκ τούτου την κατάλ-

211
ληλη χρησιμοποίηση των θρεπτικών στοιχείων σε κρίσιμα στάδια, όπως εί-
ναι η περίοδος πριν και μετά την ανθοφορία. Επιπλέον επιτρέπει τη χρησι-
μοποίηση νερού με σχετικά υψηλότερα επίπεδα αλάτων.
ii. Έναρξη των αρδεύσεων . Αυτή θα πρέπει να αρχίζει όταν το νερό του εδά-
φους φθάνει στο 50% της υδατοχωρητικότητας. Έχει αναφερθεί ότι η καλή
λειτουργία του φυλλώματος και η ικανοποιητική φωτοσύνθεση συμβάλουν
στην ομαλή καρπόδεση κατά την ανθοφορία. Για μια ικανοποιητική όμως
φωτοσύνθεση είναι απαραίτητο το έδαφος να είναι επαρκώς εφοδιασμένο με
νερό. Έτσι πολλές φορές σε περιόδους χαμηλών επιπέδων νερού στο έδα-
φος μπορεί το πότισμα να αρχίζει πολύ ενωρίς, πριν από την ανθοφορία
ακόμη και μετά την εκβλάστηση, με σκοπό την επιτάχυνση της αύξηση των
βλαστών. Οι αρδεύσεις συνεχίζονται μέχρι τη συγκομιδή και μετά από αυ-
τήν, εάν οι φθινοπωρινές βροχές καθυστερούν. Στις περιπτώσεις αμπελώ-
νων οι οποίοι έχουν καλυφθεί με σκοπό την επιμήκυνση της περιόδου συ-
γκομιδής της παραγωγής, οι αρδεύσεις εξακολουθούν να πραγματοποιού-
νται μέχρι και τους φθινοπωρινούς μήνες.
iii. Μερικά πειραματικά δεδομένα . Σε πειράματα άρδευσης αμπελώνων με
ποσότητες νερού που αντιστοιχούσαν στο 60, 80, ή 100% της εξατμισοδια-
πνοής κατά χρονικό διάστημα μεταξύ δεσίματος και έναρξης της ωρίμανσης
κάθε 6 ημέρες και αντίστοιχα καταναλώνονταν νερό 232, 329, και 398 Μ 3
το στρέμμα, διαπιστώθηκε ότι οι ποσότητες που αντιστοιχούσαν στο 100%
της εξατμισοδιαπνοής είχαν τα καλύτερα αποτελέσματα. Επίσης σε άλλα
πειράματα όπου αρδεύτηκαν αμπελώνες με 200, 300, 400,και 500 Μ 3 ανά
στρέμμα, οι μεγαλύτερες ποσότητες νερού είχαν ως αποτέλεσμα και τη με-
γαλύτερη αύξηση του μεγέθους των ραγών.
Σε ότι αφορά το νερό του εδάφους γνωρίζουμε ότι διαφορές στα επίπεδα
υγρασίας του εδάφους σε χαλαρά ή μέσης συστάσεως εδάφη, επιδρούν
στην ποιότητα των καρπών των επιτραπεζίων σταφυλών. Έχει αποδειχτεί
ότι η παραμονή και η διατήρηση του νερού του εδάφους σε επίπεδα που α-
ντιστοιχούν σε ένα έλλειμμα μέχρι 10% σε σχέση με την υδατοχωρητικότητα
(Field capacity), συμβάλλει θετικά στο μέγεθος των ραγών, αλλά υποβαθμί-

212
ζει τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά και τη γεύση τους. Έτσι η διατήρηση
μόνιμης υγρασίας στο έδαφος που κυμαίνεται από το 90 – 100%της υδαρο-
χωρητικότητας μειώνει την ποιότητα. Από το άλλο μέρος, ένα πολύ μεγάλο
έλλειμμα νερού στο έδαφος (60%)όπου η αντίστοιχη ποσότητα νερού στο
έδαφος φθάνει στο 40% της υδατο χωρητικότητας, μειώνει το μέγεθος των
ραγών και επί πλέον υποβαθμίζει την ποιότητα. Για την παραγωγή επιτρα-
πεζίων σταφυλιών υψηλής ποιότητας το έλλειμμα νερού στο έδαφος θα
πρέπει να παραμένει στο 40% της υδατοχωρητικότητας, άρα το νερό του ε-
δάφους θα πρέπει να είναι γύρω στο 60 – 65% της υδατοχωρητικότητας.
iv. Όγκος και συχνότητα των αρδεύσεων . Κατά την άρδευση με σταγόνες
θα πρέπει να αποφεύγουμε την υπερβολική ποσότητα νερού κάθε φορά που
αρδεύουμε έτσι ώστε να μην κατέρχεται βαθύτερα από το βάθος του ριζικού
συστήματος. Έτσι λοιπόν η ποσότητα και η συχνότητα των αρδεύσεων θα
πρέπει να προσδιορίζεται από τα χαρακτηριστικά του εδάφους. Η απόσταση
μεταξύ δύο αρδεύσεων δεν θα πρέπει να είναι τέτοια έτσι ώστε να παρατη-
ρείται υδατική καταπόνηση, ιδιαίτερα κατά την ευαίσθητη φάση της αύξησης
των ραγών (μετά το δέσιμο). Από το άλλο μέρος όταν αρδεύουμε με υπερ-
βολική ποσότητα και συχνότερα, η ποιότητα υποβαθμίζεται σημαντικά. Έτσι
σε περιπτώσεις που εφαρμόστηκε άρδευση που αντιστοιχούσε στο 100%
της εξατμισοδιαπνής αλλά κάθε 2, 4, και 6 ημέρες, διαπιστώθηκε ότι η μεί-
ωση του χρόνου μεταξύ των αρδεύσεων υποβάθμισε την ποιότητα και καθυ-
στέρησε την ωρίμανση.

213
v. Αρδεύσεις στην πράξη . Λόγω της έλλειψης σαφών οδηγιών από αντίστοι-
χες υπηρεσίες, οι παραγωγοί οι οποίοι έχουν στη διάθεσή τους επαρκείς
ποσότητες νερού, ανάλογα με το βροχομετρικό ύψος, πολλές φορές θα πρέ-
πει να αρχίζουν τις αρδεύσεις ακόμη και μετά την εκβλάστηση εάν αυτό α-
παιτείται. Εάν οι ποσότητες του νερού είναι περιορισμένες οι αρδεύσεις θα
πρέπει να γίνονται μεταξύ της καρπόδεσης και της συγκομιδής.

Εάν η διαθεσιμότητα του νερού είναι κάτω από 150 Μ 3 το στρέμμα τότε τα
αποτελέσματα εξαρτώνται από τις καιρικές συνθήκες και είναι αμφιλεγόμε-
να.

Άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν την κατανάλωση του νερού . Τα φυτά δεν
έχουν τις ίδιες απαιτήσεις σε νερό αλλά οι αντίστοιχες ποσότητες επηρεά-
ζονται από την ηλικία τους.

• Τα νεαρά φυτά κατά το πρώτο και δεύτερο έτος καταναλώνουν το 50 %


της ποσότητας που καταναλώνουν κατά την πλήρη παραγωγή.

• Κατά το τρίτο έτος αυτή ανέρχεται στο 70 %.

• Κατά το τέταρτο έτος η κατανάλωση νερού φθάνει τα 4- 6Μ 3 νερού


/φυτό από την εκβλάστηση μέχρι το τέλος Οκτωβρίου (800-
1200Μ 3 /στρ.).

Η κατανάλωση του νερού αυξάνει επίσης με την αύξηση της φυλλικής επι-
φάνειας. Έτσι αυτή φθάνει σε ένα μέγιστο κατά τον πλήρη σχηματισμό της
φυλλικής επιφάνειας (μετά το δέσιμο των ραγών), παραμένει υψηλή για πε-
ρίπου 60 ημέρες και στη συνέχεια πέφτει.
Ο τρόπος έκθεσης του φυλλώματος στον ήλιο αυξάνει την κατανάλωση νε-
ρού. Σε πειράματα που έγιναν με μεταβλητά συστήματα στήριξης και έκθε-

214
σης των φύλλων στην ηλιακή ακτινοβολία αποδείχτηκε ότι όσο αυξανόταν
έκθεση του φυλλώματος αυξανόταν και η κατανάλωση νερού.

Έτσι όταν αυξήθηκε η σκίαση του εδάφους από το 60% στο 75%
της επιφανείας του, τα αντίστοιχα ποσά κατανάλωσης νερού ανά
φυτό ήταν 48 και 63 L.

Κατανομή του νερού άρδευσης κατά τη διάρκεια του βλαστικού κύκλου . Είναι
γεγονός ότι τα φυτά, καθ’ όλη τη διάρκεια του βλαστικού κύκλου δεν έχουν
ανάγκη ίσων ποσοτήτων νερού, όπως άλλωστε προαναφέρθηκε πολλές φο-
ρές. Έτσι συνήθως οι αρδεύσεις κατανέμονται κατά τέτοιο τρόπο έτσι ώστε
να εφοδιάζουν τα φυτά με διαφορετικές ποσότητες νερού. Ένα σχετικό πα-
ράδειγμα παρουσιάζεται στον πίνακα 13.

Πίνακας 13.
Κατανομή των αρδεύσεων κατά τη βλαστική περίοδο της αμπέλου

Εποχή άρδευσης Μ3 %

Εκβλάστηση – Ανθοφορία 81.9 18.9

Ανθοφορία- Περκασμός 145.9 33.7

Περκασμός - Ωρίμανση 184.4 42.6

Ωρίμανση - Συγκομιδή 20.5 4.8

Άρδευση πριν την εκβλάστηση . Είναι μια χρήσιμη πρακτική που εφαρ-
μόζεται σε περιπτώσεις όπου η βροχόπτωση το χειμώνα και την άνοιξη είναι
περιορισμένη. Βαθιά εδάφη όπου το ριζικό σύστημα των φυτών φθάνει σε

215
βάθος 2,5m, μπορούν να αποθηκεύουν διαθέσιμο νερό που φθάνει μέχρι τα
250mm. Έτσι το φυτό έχει στη διάθεσή του νερό κατά τη βλαστική περίοδο
και μπορεί και αντεπεξέρχεται στις περιόδους ξηρασίας.

216
Γενικές εκτιμήσεις - Συμπεράσματα

Η άμπελος είναι ένα φυτό με σχετικά μικρές ανάγκες σε νερό και προσαρ-
μόζεται καλά στις μεσογειακές συνθήκες. Σε βροχομετρικό ύψος 300 -
400mm, μπορεί και αντεπεξέρχεται και μάλιστα αποδίδει καλής ποιότητας
προϊόντα σε χαμηλά και περιορισμένα σχήματα διαμόρφωσης. Όμως σε μερι-
κές περιπτώσεις η κατανομή αυτή συγκεντρώνεται κατά το μεγαλύτερο μέρος
στους χειμερινούς μήνες με αποτέλεσμα το καλοκαίρι τα φυτά να υποφέρουν
και να χρειάζονται άρδευση, ιδιαίτερα σε αμπελώνες με μεγάλες αποστάσεις
φύτευσης και μεγάλης ζωηρότητας φυτά.
Από την ανάλυση των δεδομένων και των παραμέτρων που επηρεάζουν
το συνεχές σύστημα έδαφος - φυτό - ατμόσφαιρα, προκύπτει ότι ο ακριβής
προσδιορισμός στην πράξη των αναγκών ενός αμπελώνα σε αρδεύσεις, είναι
πρακτικά δύσκολος δεδομένου ότι προϋποθέτει μετρήσεις που αφορούν την
εδαφική υγρασία, οι οποίες γίνονται με κατάλληλα όργανα (τενσιόμετρα, ή
συσκευές ηλεκτρικής αντίστασης). Εκτός αυτού οι κλιματικές συνθήκες επη-
ρεάζουν καθοριστικά τις απώλειες νερού δια μέσου της εξατμισοδιαπνοής.
Ως εκ τούτου στην πράξη η ποσότητα του νερού άρδευσης και η συχνότητα
των αρδεύσεων επιλέγονται από τους παραγωγούς εμπειρικά. Στις συνθή-
κες της χώρας μας με την διαφορετικότητα που χαρακτηρίζει την αμπελοκαλ-
λιέργεια (επιτραπέζιες ποικιλίες, οινοποιίσιμες ή σταφιδοποιίας), δεν είναι
δυνατόν να δοθούν γενικές οδηγίες άρδευσης. Κατά κανόνα στις περισσό-
τερες περιοχές οι επιτραπέζιες ποικιλίες οι οποίες καλλιεργούνται διαμορ-
φωμένες σε εκτεταμένα σχήματα, θα πρέπει να αρδεύονται, ανάλογα με τις
βροχοπτώσεις της βλαστικής περιόδου, με ποσότητες νερού που ξεπερνούν
κατά πολύ τα 200Μ 3 , κατά την περίοδο από τέλη Ιουνίου μέχρι και τον Αύ-
γουστο. Οι οινοποιίσιμες ποικιλίες που καλλιεργούνται κάτω από συνθήκες
υψηλών αποδόσεων, όπως π.χ. το Σαββατιανό που σε γόνιμα εδάφη ξεπερνά
τους 4 τόνους το στρέμμα, θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ανάλογα. Οι οινο-
ποιίσιμες ποικιλίες παραγωγής οίνων ποιότητας, όπου οι παραγωγές δεν ξε-
περνούν τα 800- 1000 κιλά το στρέμμα συνήθως καλλιεργούνται χωρίς πρό-
βλεψη άρδευσης. Όταν εγκαθίστανται διαμορφωμένες σε χαμηλά κύπελλα

217
και κάτω από μικρές παραγωγές, δεν αρδεύονται. Σε πιο εκτεταμένα γραμ-
μωτά σχήματα, μερικές ξηρές χρονιές θα πρέπει να αρδεύονται με μια ή δύο
αρδεύσεις των 40 - 50 m 3 οι οποίες γίνονται κατά το στάδιο λίγο πριν και με-
τά τον περκασμό.
Απεριόριστη άρδευση με μεγάλες ποσότητες νερού προκαλεί υποβάθμι-
ση της ποιότητας του προϊόντος. Σε περιπτώσεις σοβαρών ελλείψεων νερού
ζημιώνονται τα φυτά και υποβαθμίζεται η παραγωγή. Η σταδιακή εγκατάστα-
ση ενός ήπιου υδατικού “στρες” κατά την έναρξη της ωρίμανσης συμβάλλει
στην ανάσχεση της αύξησης των βλαστών με πολύ θετικά αποτελέσματα στην
πορεία της ωρίμανσης και την ποιότητα της παραγωγής των προϊόντων οινο-
ποιίας.

218
ΙV. ΑΝΟΡΓΑΝΗ ΘΡΕΨΗ ΤΗΣ ΑΜΠΕΛΟΥ

4.1.H μετακίνηση των ιόντων μεταξύ της υγράς και της στερεάς φάσεως
του εδάφους

Το έδαφος ως ετερογενές σύστημα απαρτίζεται από τρεις φάσεις, την


στερεά την υγρά και την αέρια. Οι τρεις αυτές φάσεις επηρεάζουν τη περιε-
κτικότητα του εδαφικού διαλύματος σε ανόργανα στοιχεία και τη δυνατότη-
τα του φυτού να εφοδιάζεται επαρκώς με αυτά. Η άργιλος και η οργανική
ουσία αποτελούν το σημαντικότερο τμήμα της στερεάς φάσης και συμβάλ-
λουν καθοριστικά στη γονιμότητα του εδάφους. Η άργιλος κυρίως εφοδιάζει
το φυτό με κάλιο, νάτριο, ασβέστιο, μαγνήσιο, σίδηρο, μαγγάνιο, ψευδάρ-
γυρο, και κοβάλτιο ενώ η οργανική ουσία κυρίως με άζωτο και κατά ένα μι-
κρό μέρος με φώσφορο και θείο.
Η παρουσία του νερού στο έδαφος συμβάλλει στη μεταφορά των ανορ-
γάνων θρεπτικών στοιχείων από τη στερεά φάση του εδάφους προς τις ρίζες
των φυτών. Στην επιφάνεια των μορίων της αργίλου συγκρατείται νερό με
δυνάμεις επαγωγής (Van der Waal’s). Οι δυνάμεις αυτές έχουν διαφορετική
προέλευση από αυτές που συγκρατούν τα ιόντα στα εδαφικά μόρια και ο-
φείλονται στα χαρακτηριστικά του μορίου του νερού (έντονη πολικότητα).
Έτσι εάν προσροφηθεί μια μονομοριακή στιβάδα νερού σε ένα εδαφικό μό-
ριο τότε εμφανίζεται ταυτόχρονα μία αρνητική επιφάνεια (Σχήμα 49 ). Κατ’
αυτόν τον τρόπο αλλεπάληλα μόρια νερού συγκρατούνται στις επιφάνειες
των κολλοειδών μορίων του εδάφους.
Η επαφή της στερεάς φάσης του εδάφους με τις στιβάδες νερού οι ο-
ποίες περιβάλλουν τα εδαφικά μόρια, έχει ως αποτέλεσμα τον εμπλουτισμό
του εδαφικού νερού με ιόντα. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα ανόργανα θρε-
πτικά στοιχεία στο νερό του εδάφους βρίσκονται υπό την ιονική τους μορφή.
Σε ότι αφορά το Ο 2 ή το CO 2 μέρος αυτών των μορίων είναι διαλυμένο μέσα
στο νερό και το υπόλοιπο βρίσκεται στην αέρια φάση του εδάφους.

219
Σχήμα 49 Αναπαράσταση της συγκράτησης των μορίων του νερού από τα στερεά τε-
μαχίδια του εδάφους.

Ο εμπλουτισμός του νερού με ανόργανα στοιχεία είναι πιο σταθερός ό-


ταν το νερό σταματήσει να στραγγίζει σε βάθος και οι στιβάδες που περι-
βάλλουν τα εδαφικά μόρια σταθεροποιηθούν ( η ποσότητα του νερού του
εδάφους είναι μικρότερη από την υδατοχωρητικότητα).
Οι μηχανισμοί που εμπλουτίζουν το εδαφικό διάλυμα με ανόργανα στοι-
χεία είναι:

220
• η εναλλαγή
• η διαλυτοποίηση
• η υδρόλυση
• η ανοργανοποίηση της οργανικής ουσίας

4.1.1. Εναλλαγή ιόντων

Η επαφή μεταξύ των ριζιδίων και των εδαφικών μορίων πραγματοποιεί-


ται στο λεγόμενο πλάσμα του εδάφους, το οποίο είναι το τμήμα εκείνο του
εδάφους που αποτελείται από ανόργανα και οργανικά εδαφικά μόρια μεγέ-
θους μικρότερου των 2 μ. Στο τμήμα εκείνο του εδάφους το οποίο απαρτίζε-
ται από τέτοια, μικρού μεγέθους οργανικά και ανόργανα μόρια, οι επιφάνει-
ες παρουσιάζουν έντονη δραστηριότητα. Μια από τις ιδιότητες των επιφα-
νειών αυτών είναι ότι συγκρατούν με ηλεκτροστατικές δυνάμεις ιόντα, τα
οποία μπορούν εύκολα να εναλλάσσονται με αυτά του εδαφικού διαλύματος
σύμφωνα με το σχήμα

R- X +Y ⇔ R-Y+X

όπου X και Y ιόντα και R η απορροφητική επιφάνεια.


Στο έδαφος τα πιο συχνά κατιόντα είναι τα Na + , K + , Mg ++ , Ca ++ και εί-
ναι αυτά τα οποία βρίσκονται πάντα δίπλα από ιόντα του Η + τα οποία
προέρχονται από τα ανόργανα και οργανικά οξέα. Τα θετικά ιόντα στην άρ-
γιλο μπορούν και αντικαθίστανται από άλλα θετικά ιόντα. Η δύναμη με την
οποία συγκρατούνται τα ιόντα αυτά εξαρτάται από το σθένος τους. Έτσι ένα
τρισθενές ιόν συγκρατείται με μεγαλύτερη δύναμη από ένα δισθενές ή από

221
ένα μονοσθενές. Η προσρόφηση ενός στοιχείου στα εδαφικά μόρια εξαρτά-
ται επίσης και από μερικούς άλλους παράγοντες, όπως η συγκέντρωσή του
στο εδαφικό διάλυμα, καθώς επίσης και το μέγεθος του ιόντος και το βαθμό
ενυδάτωσής του.
Επιπλέον στο εδαφικό διάλυμα απαντάται και ένας αριθμός ανιόντων
όπως νιτρικά, φωσφορικά, θειικά και το χλώριο. Τα ανιόντα αυτά είναι
συνδεμένα με τις θέσεις απορρόφησης είτε άμεσα, είτε με ενδιάμεσα κατιό-
ντα, είτε ακόμη με θετικά φορτία τα οποία εμφανίζονται στην περιφέρεια
των μορίων της αργίλου ή των οξειδίων του σιδήρου και του αργιλίου και τα
οποία είναι συνδεμένα με την άργιλο (με αυτό τον τρόπο κυρίως συνδέονται
τα φωσφορικά ανιόντα PO 4 H -- , PO 4 H 2 - ). Η προσρόφηση των ανιόντων είναι
ένα περίπλοκο φαινόμενο και εξαρτάται καθοριστικά από το pH .

Τα μόρια της αργίλου εμφανίζουν αρνητικά φορτία προερχόμενα από τα


οκτάεδρα του αργιλίου ή τα τετράεδρα του πυριτίου όταν αντικαθίσταται το
Αργίλιο από το Μαγνήσιο ή το Πυρίτιο από το Αργίλιο αντίστοιχα.
Επί πλέον η περιφέρεια των μορίων της αργίλου εμφανίζει δεσμούς του τύ-
που:

Si - OH ⇔ Si- Ο - + H +

με χαρακτήρα σαφώς όξινο

και δεσμούς του τύπου:

Al - OH

με χαρακτήρα βασικό σε pH όξινο:

- Αl - OH ⇔ -Al + OH -

222
ή όξινο σε pH βασικό:

-Al - OH ⇔ -AlO - + H +

Σε οτι αφορά την οργανική ουσία, εμφανίζονται σ’ αυτήν ηλεκτρικά φορτία


τα οποία έχουν την εξής προέλευση:

i) είτε προέρχονται από τις αλκοόλες

R - OH ⇔ R + + OH -

ii) είτε προέρχονται από τις φαινολικές ενώσεις

φ - ΟΗ ⇔ φ - Ο - + H+

και τα οργανικά οξέα

R - COOH ⇔ R - COΟ - + H +

Έτσι τα οργανικά κολλοειδή διαθέτουν θέσεις με θετικά και αρνητικά


φορτία και μπορούν συνεπώς να δεσμεύουν κατιόντα και ανιόντα.

Με αυτόν τον τρόπο εμφανίζονται τα ηλεκτρικά φορτία στις επιφάνειες


των κολλοειδών της αργίλου και της οργανικής ουσίας. Η ικανότητα συγκρα-
τήσεως κατιόντων C.E.C. εκφράζεται σε meq/100g εδάφους. Έτσι όταν ένα
κατιόν είναι προσροφημένο στα μόρια της αργίλου μπορεί να αντικαταστα-
θεί από ένα άλλο και με αυτόν τον τρόπο εμπλουτίζεται το εδαφικό διάλυμα .
Επίσης η άργιλος έχει την ικανότητα να συγκρατεί και μερικά ανιόντα,
όμως η ικανότητα συγκρατήσεως ανιόντων είναι πολύ μικρή, και αντιστοιχεί
περίπου στο 5 % περίπου της C.E.C. Τα ανιόντα αυτά έχουν την τάση να

223
δεσμεύονται από τα Al +++ , Fe +++ , Ca ++ και είναι αδιάλυτα. Χαρακτηριστική
περίπτωση αποτελεί ο φώσφορος, ο οποίος υπό την μορφή HPO 4 -- και
H 2 PO 4 -- συγκρατείται από την άργιλο και τα κολλοειδή υδροξείδια του σι-
δήρου και του αργιλίου. Έτσι η αναλογία των ανταλλαξίμων ιόντων του
φωσφόρου σε σχέση με τον ολικό του εδάφους είναι πάρα πολύ μικρή και
αντιστοιχεί μόνο περίπου στο 1%.

4.1.2. Διάλυση

Με αυτόν τον τρόπο τα διάφορα πετρώματα προμηθεύουν με ιόντα το


εδαφικό διάλυμα. Έτσι το ανθρακικό ασβέστιο και μαγνήσιο προμηθεύουν
το εδαφικό διάλυμα με τα ιόντα Ca ++ , Mg ++ CO 3 -- ,CO 3 H - , τα θειικά και
χλωριούχα άλατα με τα ιόντα Να + , Mg ++ , Ca ++, SO 4 -- και CL - . Κατά τον ίδιο
τρόπο διάφορα ιχνοστοιχεία έχουν την προέλευσή τους στα μητρικά πετρώ-
ματα. Καθοριστικό ρόλο στη διάλυση των στοιχείων παίζει το pH και για τα
περισσότερα στοιχεία, το ελαφρώς όξινο ή το ουδέτερο pH ευνοεί την διαλυ-
τοποίησή τους. Επίσης για κάποια στοιχεία όπως π. χ. για τον σίδηρο, τα
επίπεδα οξείδωσής τους επηρεάζουν τη διαλυτοποίησή τους. Ο σίδηρος
υπό την ανηγμένη του μορφή (Fe ++ ), είναι περισσότερο ευδιάλυτος σε σχέ-
ση με τον σίδηρο υπό την οξειδωμένη του μορφή (Fe +++ ).

4.1.3. Υδρόλυση

Η υδρόλυση εφοδιάζει το εδαφικό διάλυμα με Κ + , Να + , Ca ++ , Mg ++ , Al +++ ,


Fe +++ , τα οποία από τα πρωτογενή ορυκτά της αργίλου όπου εκεί δεν είναι
διαθέσιμα, δια της αποσαθρώσεως περνούν πρώτα στο εδαφικό διάλυμα
και μετά δεσμεύονται στα κολλοειδή της αργίλου και γίνονται ανταλλάξιμα.
Η αποσάθρωση των πρωτογενών ορυκτών της αργίλου πραγματοποιείται

224
δια της υδρολύσεως αυτών και προκύπτουν έτσι τα δευτερογενή ορυκτά. Ο
ρόλος της υδρόλυσης είναι καθοριστικός δεδομένου ότι τα ανόργανα στοι-
χεία τα οποία είναι δεσμευμένα στα πρωτογενή ορυκτά και είναι αδιάθετα
υπό την μορφή αυτή, περνάνε στον απορροφητικό σύνδεσμο των κολλοει-
δών και έτσι μπορούν από εκεί να αποδίδονται στο εδαφικό διάλυμα.
Το κάλιο του εδάφους, το οποίο είναι ένα από τα κύρια κατιόντα του ε-
δαφικού διαλύματος, κατά ένα πολύ μεγάλο μέρος είναι αδιάθετο, δεσμευμέ-
νο στα φύλλα της αργίλλου (90 – 98%), κατά ένα πολύ μικρό μέρος βρίσκε-
ται δεσμευμένο στους απορροφητικούς συνδέσμους (επιφάνειες των κολλο-
ειδών), από το οποίο ένα μέρος γίνεται πάλι μη διαθέσιμο δεσμευόμενο ε-
ντός των φύλλων της αργίλου (1-10%) και ένα πολύ μικρό μέρος είναι α-
νταλλάξιμο(1 – 2%) ως δεσμευόμενο στις επιφάνειες των κολλοειδών.

4.1.4. Ανοργανοποίηση της οργανικής ουσίας

Η οργανική ουσία του εδάφους συνιστά μια σημαντική παρακαταθήκη


ανοργάνων θρεπτικών στοιχείων. Έτσι η ανοργανοποίηση της οργανικής
ουσίας του εδάφους εφοδιάζει το εδαφικό διάλυμα με

Αζωτο ( ΝΗ 4 , ΝΟ 3 )
Φώσφορο ( HPO 4 -- και H 2 PO 4 - )
Θειικά ιόντα (SO4 -- )
Κατιόντα (Κ + Ca ++ , Mg ++ , Fe ++ + )

4.1.5 Κίνηση των ιόντων στο έδαφος

Η κίνηση του νερού σε ένα μη κεκορεσμένο έδαφος πραγματοποιείται με


κατεύθυνση την ρίζα και ο χώρος που κινείται το νερό μπορεί να παραστα-
θεί με έναν κύλινδρο, όπου το νερό κινείται από την περιφέρεια προς την

225
ρίζα η οποία βρίσκεται στο κέντρο του κυλίνδρου (Σχήμα 50). Η κίνηση του
νερού προς τα ριζίδια γίνεται ακτινωτά σε αποστάσεις 4 - 5 cm. Η ταχύτητα
μετακίνησης του νερού κάτω από αυτές τις συνθήκες είναι περίπου 100 φο-
ρές μικρότερη σε σχέση με το νερό κεκορεσμένου εδάφους. Όταν το νερό
βρίσκεται κοντά στα επίπεδα της υδατοχωρητικότητας η ταχύτητα μετακίνη-
σής του είναι της τάξεως των 10 -2 – 10 -3 cm/h ενώ όταν βρίσκεται πλησίον
του συντελεστή μόνιμης μάρανσης είναι της τάξεως των 10 –6 cm/h. Στην πε-
ρίπτωση λοιπόν ακορέστου εδάφους οι στιβάδες νερού είναι πιο σταθερές
και τα φαινόμενα εναλλαγής είναι πιο έντονα. Έτσι τα ιόντα φθάνουν στις
ρίζες ακολουθώντας τη μετακίνηση του νερού προς αυτές (μαζική ροή). Επί
πλέον η μετακίνηση των ιόντων γίνεται με τη διάχυση λόγω διαφοράς συ-
γκεντρώσεων μεταξύ του περιβάλλοντος των ριζιδίων και πιο απομακρυ-
σμένων θέσεων.

Σχήμα 50. Σχηματική παράσταση της ροής του νερού του εδάφους με κατεύθυνση τη
ρίζα.

Οι αποστάσεις μετακίνησης των ιόντων τα οποία ακολουθούν τη κίνηση


του νερού από το περιβάλλον των ριζών προς τις ρίζες, είναι μικρές. Από το

226
άλλο μέρος, τα ιόντα μετακινούνται επίσης εξ αιτίας του φαινομένου της
διάχισης λόγω διαφοράς συγκέντρωσης μεταξύ του περιβάλλοντος των ριζι-
δίων, όπου απορροφώνται τα ιόντα και πιο απομακρυσμένων θέσεων όπου
η συγκέντρωσή τους είναι μεγαλύτερη. Η διάχιση εξασφαλίζει τη μετακίνηση
του μεγαλύτερου ποσοστού των φωσφορικών ανιόντων και του καλίου. Κά-
ποιες ενδεικτικές τιμές αυτών των αποστάσεων μετακίνησης σε mm δίδο-
νται πιo κάτω:

1 για τον φωσφόρο


5 για το ασβέστιο
7.5 για το κάλιο και το νάτριο
20 - 50 για το νιτρικό άζωτο

Κατά συνέπεια λοιπόν η ένταση του αποικισμού του ριζικού συστήματος έ-


χει μεγάλη σημασία στην ανόργανη θρέψη των φυτών.

4.1.6. Ρόλος του ριζικού συστήματος

Είναι γεγονός ότι η συνολική απορροφητική επιφάνεια του ριζικού συ-


στήματος είναι κατά πολύ μικρότερη από τις συνολικές επιφάνειες των κολ-
λοειδών του εδάφους και κατά συνέπεια η θρέψη των φυτών απαιτεί την με-
τακίνηση των ανοργάνων θρεπτικών στοιχείων στο έδαφος. (Η αναλογία αυ-
τή για παράδειγμα σε ένα φυτό σταριού κατά τα πρώτα στάδια της ανάπτυ-
ξής του είναι 1m 2 /10000m 2 ).
Η ανάπτυξη και ο αποικισμός του ριζικού συστήματος στο έδαφος εξαρ-
τάται καθοριστικά από τη δυνατότητα του υπεργείου τμήματος να εφοδιάζει
το ριζικό σύστημα με τα προϊόντα της φωτοσύνθεσης. Παράγοντες οι οποίοι
επηρεάζουν την περίσσεια υδατανθράκων στο υπέργειο τμήμα, όπως η μει-

227
ωμένη φωτοσύνθεση, η καταστροφή του φυλλώματος, η υπερπαραγωγή
κλπ., δρουν ανασταλτικά στην ανάπτυξη του ριζικού συστήματος. Επιπλέον
και καθαρώς εδαφικοί παράγοντες μπορούν και επηρεάζουν την ανάπτυξη
των ριζών, δρώντας είτε μηχανικά είτε επηρεάζοντας τον μεταβολισμό των
ριζών. Μεταξύ των μηχανικών παραγόντων είναι η άμεση αντίσταση στην
επιμήκυνση των ριζών, καθώς επίσης και οι διέξοδοι προτιμησιακής ανά-
πτυξης των ριζών που καθορίζονται από τη δομή του εδάφους. Το πορώδες
του εδάφους, η δομή και η σταθερότητά της, καθώς επίσης και η υγρασία
επηρεάζουν τη περατότητα του εδάφους στις ρίζες και τον αποικισμό του.

4.2. Ανόργανα θρεπτικά στοιχεία

Η ανόργανη θρέψη αφορά κυρίως τα στοιχεία που προσλαμβάνουν τα


φυτά από το έδαφος με το ριζικό σύστημα. Από τα στοιχεία που υπάρχουν
στη φύση μόνο 16 από αυτά είναι απαραίτητα στα φυτά. Επίσης υπάρχουν
στοιχεία τα οποία προσλαμβάνονται χωρίς να είναι απαραίτητα. Από το
άλλο μέρος, κάποια στοιχεία όταν προσλαμβάνονται σε υπερβολικές ποσό-
τητες προκαλούν τοξικά φαινόμενα, όπως για παράδειγμα το Αργίλιο το
Μαγγάνιο ή το Βόριο.
Όταν κάποιο στοιχείο βρίσκεται στους ιστούς του φυτού σε ποσότητες
μικρότερες από τις κανονικές, έτσι ώστε να επηρεάζονται βασικές φυσιολο-
γικές λειτουργίες, τότε λέγεται ότι υπάρχει έλλειψη του στοιχείου αυτού. Τα
διάφορα τμήματα του φυτού περιέχουν διαφορετικές ποσότητες στοιχείων.
Μεταξύ των διαφόρων οργάνων, το φύλλο θεωρείται το σπουδαιότερο για
την εκτίμηση των επιπέδων των περισσότερων θρεπτικών στοιχείων, ιδιαί-
τερα στα πολυετή φυτά όπως τα φυτά της αμπέλου.
Μεταξύ ελάσματος του φύλλου και του μίσχου υπάρχουν μεγάλες διαφο-
ρές στις συγκεντρώσεις των ανόργάνων θρεπτικών.

228
Έχει διαπιστωθεί ότι ο μίσχος είναι πιο πλούσιος σε νιτρικό
άζωτο, κάλιο, νάτριο, μαγνήσιο και ασβέστιο ενώ το έλασμα
είναι πιο πλούσιο σε ολικό άζωτο, φωσφόρο, θείο, μαγγάνιο
και σίδηρο.

Επίσης ανάλογα με την ηλικία των φύλλων η περιεκτικότητά τους σε


θρεπτικά στοιχεία μεταβάλλεται. Έτσι όσο πιο ηλικιωμένα είναι τα φύλλα,
τόσο μειώνεται η περιεκτικότητά τους σε άζωτο, φωσφόρο και κάλιο, ενώ η
περιεκτικότητά τους σε ασβέστιο, μαγνήσιο και σίδηρο, αυξάνεται.
Η άμπελος είναι ένα φυτό του οποίου οι ανάγκες σε ανόργανα στοιχεία δεν
είναι πολύ μεγάλες. Σε σχέση μάλιστα με άλλα καλλιεργούμενα είδη, όπως
για παράδειγμα το καλαμπόκι, οι ανάγκες του είναι πολύ μικρότερες. Επι-
πλέον το ριζικό σύστημα της αμπέλου καταλαμβάνει μεγαλύτερο όγκο εδά-
φους σε σχέση με άλλα μονοετή φυτά και έτσι ένα πολύ μεγάλο μέρος των
αναγκών του σε ανόργανα στοιχεία καλύπτεται από το έδαφος. Για την ε-
κτίμηση της θρεπτικής κατάστασης των φυτών σε ότι αφορά πολλά από τα
στοιχεία εφαρμόζεται χημική ανάλυση των φύλλων (φυλλοδιαγνωστική). Η
δειγματοληψία γίνεται κατά την άνθηση ή τον περκασμό, δεδομένου ότι στα
στάδια αυτά οι ανάγκες του φυτού είναι πολύ μεγάλες. Υπάρχει βέβαια μια
σημαντική συσχέτιση των περισσότερων στοιχείων μεταξύ των δύο αυτών
βλαστικών σταδίων. Θα πρέπει όμως να ληφθεί υπόψη ότι για την εκτίμηση
των κανονικών επιπέδων των θρεπτικών στοιχείων στα φύλλα θα πρέπει αυ-
τά να συγκριθούν με κάποια επίπεδα αναφοράς, τα οποία όμως αναφέρο-
νται στο στάδιο του περκασμού. Η ανάλυση των φύλλων χρησιμεύει για τη
ρύθμιση της θρεπτικής κατάστασης στων φυτών κατά τη διάρκεια της βλα-
στικής περιόδου. Αυτή συμπληρώνει τις άλλες μεθόδους εκτίμησης και δεν
θα πρέπει από μόνη της να χρησιμοποιείται για το σκοπό αυτό, ιδιαίτερα
όταν πρόκειται να αποφασιστεί πως θα πρέπει να γίνονται οι λιπάνσεις.
Προσδιορίζονται τακτικά τα επίπεδα των Ν, Ρ, Κ, Ca, και Μg. Τα υπόλοιπα
στοιχεία (μικροστοιχεία) μπορεί επίσης να προσδιορίζονται. Σε ότι αφορά
την άμπελο η δειγματοληψία των φύλλων γίνεται κατά το στάδιο του περκα-

229
σμού. Κατά τη δειγματοληψία λαμβάνονται 25 φύλλα με τον μίσχο τους τα
οποία προέρχονται από φυτά τα οποία είναι κανονικά κατανεμημένα στην
επιφάνεια αναφοράς.Τα φύλλα λαμβάνονται από συγκεκριμένες θέσεις επά-
νω στο βλαστό και όχι από οποιοδήποτε σημείο. Θα πρέπει δηλαδή να βρί-
σκονται απέναντι από τον πρώτο βότρυ. Λαμβάνεται επίσης μέριμνα, έτσι
ώστε τα φύλλα να είναι σε καλή κατάσταση, χωρίς νεκρώσεις και άλλα συ-
μπτώματα.
Η ανάλυση των φύλλων μπορεί να μας αποκαλύψει περιπτώσεις ελλεί-
ψεων και ανταγωνισμού μεταξύ των στοιχείων. Πράγματι ανάλογα με την
υδατική κατάσταση και τη διαφοροποίηση των εδαφικών οριζόντων, η ικα-
νότητα του ριζικού συστήματος να απορροφά τα ανόργανα στοιχεία και η
διαθεσιμότητά τους από το έδαφος διαφέρει. Για την ερμηνεία των αποτελε-
σμάτων, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται επίπεδα αναφοράς προερχόμενα
από φυτικό υλικό το οποίο βρίσκεται σε ιδανικές συνθήκες θρέψης.

Εάν δεν υπάρχουν επίπεδα αναφοράς για κάποια ποικιλία θα


πρέπει να λαμβάνεται και ένα δεύτερο δείγμα από έναν αμπελώνα
ο οποίος θα θεωρηθεί ως αμπελώνας αναφοράς.

Αυτός ο αμπελώνας αναφοράς θεωρείται ως ιδανικός από πλευράς ανόργα-


νης θρέψης, και θα πρέπει να έχει την ίδια ποικιλία εμβολιασμένη στο ίδιο
υποκείμενο και βέβαια να βρίσκεται στην ίδια περιοχή. Σε σχέση με τις τι-
μές αναφοράς, τα επίπεδα της ανάλυσης των στοιχείων θα πρέπει να πε-
ριέχονται σε ένα εύρος το οποίο θα έχει προηγουμένως χαρακτηριστεί ως
πολύ χαμηλό, χαμηλό, κανονικό, υψηλό, πολύ υψηλό.

4.2.1. Ρυθμός απορρόφησης

Τα διάφορα στοιχεία απορροφώνται από το εδαφικό διάλυμα όπου είναι


διαλυμένα σ' αυτό. Ενώ όμως η απορρόφηση του νερού γίνεται κυρίως κα-

230
τά τη διάρκεια της ημέρας και τη νύκτα σχεδόν διακόπτεται, η απορρόφηση
των στοιχείων είναι περισσότερο ομαλή κατά τη διάρκεια του εικοσιτετραώ-
ρου και προσδιορίζεται από τις ανάγκες της αύξησης και της ανάπτυξης. Η
χρησιμοποίηση των ιόντων από το υπέργειο τμήμα και η δυνατότητα μετακί-
νησής τους εντός του φυτού επηρεάζουν την πρόσληψή τους. Έτσι για πα-
ράδειγμα εάν η φωτοσύνθεση είναι μειωμένη και ως εκ τούτου μειωμένη και
η παρουσία μεταβολιτών που θα χρησιμοποιούσαν τα ιόντα τότε και η
πρόσληψη επιβραδύνεται.
Η απορρόφηση του νερού επιδρά επίσης στην απορρόφηση των ιόντων
με έμμεσο τρόπο. Εάν ένα τμήμα του ριζικού συστήματος απορροφά για
οποιονδήποτε λόγο το νερό με μεγαλύτερη ένταση τότε αυξάνεται και η α-
πορρόφηση των ιόντων χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι μια μειωμένη δι-
απνοή (π. χ. λόγω υψηλής σχετικής υγρασίας της ατμόσφαιρας) θα μπο-
ρούσε να προκαλέσει ανεπαρκή εφοδιασμό με ανόργανα θρεπτικά στοιχεία.
Είναι γεγονός ότι οι δυνατότητες πρόσληψης των ιόντων είναι τις περισ-
σότερες φορές πολύ μεγαλύτερες από αυτές που έχει ανάγκη το φυτό. Έτσι
εάν για κάποιο λόγο το φυτό προς στιγμή αδυνατεί να προσλάβει κάποιο
θρεπτικό στοιχείο αυτό δεν σημαίνει ότι θα παρουσιαστεί πρόβλημα έλλει-
ψης ιδιαίτερα στα ανόργανα στοιχεία τα οποία επανακατανέμονται εύκολα
εντός του φυτού.
Κατά τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου η πρόσληψη είναι κανονική και
επεκτείνεται σε όλη την περίοδο της αύξησης και μερικές φορές και στην πε-
ρίοδο της ωρίμανσης των καρπών. Μερικές φορές όμως κάποιες ανάγκες
καλύπτονται και από ανακατανομή των στοιχείων εντός το φυτού. Έτσι για
παράδειγμα εάν έχουμε έντονη απορρόφηση καλίου κατά την άνοιξη, τότε
κατά την περίοδο της ωρίμανσης οι ανάγκες του φυτού καλύπτονται από α-
νακατανομή και δεν παρατηρείται απορρόφηση. Αντίθετα εάν η απορρόφη-
ση την άνοιξη είναι μειωμένη, τότε παρατηρείται απορρόφηση κατά την πε-
ρίοδο της ωρίμανσης. Στις περιπτώσεις όμως ξηρασίας κατά την ωρίμανση,
η πρόσληψη είναι ούτως ή άλλως μειωμένη και τότε μπορούν να εμφανι-
στούν συμπτώματα έλλειψης του στοιχείου αυτού εφόσον δεν έχει προηγη-

231
θεί επαρκής πρόσληψη κατά την προηγούμενη περίοδο. Συνήθως η ανακα-
τανομή κάποιων στοιχείων παρατηρείται είτε κατά την περίοδο της έναρξης
της αύξησης των βλαστών, είτε κατά την περίοδο της ωρίμανσης των ρα-
γών. Οι ποσότητες των στοιχείων που επανακατανέμονται είναι πολλές φο-
ρές αρκετά μεγάλες.
Οι ποσότητες του Καλίου που έχουν ενσωματωθεί στα διάφορα μέρη
ενός φυτού μπορεί να είναι ανώτερες από αυτές οι οποίες προσλαμβάνο-
νται από το φυτό κάθε χρόνο. Έτσι για παράδειγμα σε ένα ηλικιωμένο φυτό
της ποικιλίας Carignan του οποίου οι κληματίδες ζυγίζουν 600g ο κορμός
και οι βραχίονες 3,3 Kg και οι ρίζες 800g έχουν υπολογιστεί αντίστοιχες
ποσότητες καλίου 5.6, 16.4 και 4.5 γραμμαρίων. Αυτές για μια πυκνότητα
400 φυτών ανά στρέμμα αντιστοιχούν σε 11. 5kg καλίου το στρέμμα. Έχει
παρατηρηθεί ότι περίπου οι μισές ποσότητες καλίου τις οποίες έχει ανάγκη
το φυτό και δεν τις προσλαμβάνει από το έδαφος για διάφορους λόγους, κι-
νητοποιούνται από τους διάφορους ιστούς. Ιδιαίτερα κατά την περίοδο της
ωρίμανσης των ραγών όπου συσσωρεύονται μεγάλες ποσότητες στις ράγες,
παρατηρείται μείωση των επιπέδων αζώτου και καλίου στα φύλλα και τους
βλαστούς και αύξηση των αντίστοιχων επιπέδων στις ράγες.

4.2.2. Φυσιολογία της απορρόφησης

Η κίνηση των ανοργάνων ιόντων από το εδαφικό διάλυμα προς το φυτό


και η είσοδος τους ιστούς της ρίζας ακολουθεί τους νόμους της διάχυσης
και της εναλλαγής καθώς επίσης και τους νόμους της ενεργού πρόσληψης.
Το κυτταρικό τοίχωμα αποτελεί έναν χώρο όπου τα δομικά του στοιχεία επι-
τρέπουν την ανάπτυξη κυρίως αρνητικών ηλεκτρικών φορτίων τα οποία συ-
γκρατούν θετικά ιόντα. Τα ιόντα στο χώρο του κυτταρικού τοιχώματος κι-
νούνται με βάση στους κανόνες της διάχυσης και της εναλλαγής. Η ιονική
κατάσταση στους χώρους αυτούς είναι ελαφρώς τροποποιημένη σε σχέση
με τον εξωτερικό χώρο. Η φύση των κυτταρικών τοιχωμάτων είναι πηκτινική

232
και κυτταρινική και τα καρβοξύλια τα οποία προέρχονται από τις πρωτεΐνες
και τα ουρονικά οξέα, καθώς και οι ημικυτταρίνες ασκούν ηλεκτροστατικές
δυνάμεις στα κατιόντα και απωθούν τα ανιόντα. Η περιοχή λοιπόν αυτή του
κυτταρικού τοιχώματος αποτελεί το άμεσο περιβάλλον του κυτοπλάσματος
και είναι υπεύθυνη για τον εφοδιασμό του κυττάρου με ανόργανα συστατικά.
Συνίσταται λοιπόν από μια υψηλή συγκέντρωση κατιόντων (κυρίως ασβε-
στίου) και από μια χαμηλή συγκέντρωση ανιόντων. Τα ανιόντα που συγκε-
ντρώνονται στις θέσεις αυτές είναι τα Η 2 ΡΟ 4 -- , τα SO 4 -- και προπάντων
NO 3 - .

2.2.α. Ενεργός απορρόφηση

Η μεταφορά ενός στοιχείου από μια περιοχή όπου η συγκέντρωσή του


είναι χαμηλότερη (εδαφικό διάλυμα), σε μια περιοχή όπου η συγκέντρωσή
του είναι υψηλότερη (κυτόπλασμα), συνιστά την ενεργό απορρόφηση. Η με-
ταφορά αυτή εξελίσσεται κατά τη φορά μιας αυξανόμενης διαβάθμισης του
ηλεκτροχημικού δυναμικού. Η ενέργεια η οποία απαιτείται για την μεταφο-
ρά ενός mole κάποιου στοιχείου θα πρέπει να είναι τουλάχιστον ίση με
την διαφορά του ηλεκτροχημικού δυναμικού των δύο περιοχών. Στην πραγ-
ματικότητα είναι μεγαλύτερη.
Σε αυτό το φαινόμενο καθοριστικό ρόλο παίζει μια ένωση υψηλής ενέρ-
γειας, η τριφωσφορική αδενοσίνη (ΑΤΡ), η οποία διασπάται απελευθερώνο-
ντας ενέργεια. Η υδρόλυση της ΑΤΡ συνοδεύεται με μεταφορά ενός πρωτο-
νίου από το εσωτερικό της κυτταρικής μεμβράνης προς το εξωτερικό και τη
δημιουργία ηλεκτροχημικού δυναμικού το οποίο βέβαια για να αντισταθμι-
στεί θα πρέπει να συνοδευτεί από την είσοδο ενός κατιόντος από το εξωτε-
ρικό προς το εσωτερικό. Η απαραίτητη ενέργεια για την είσοδο ενός ιόντος
από περιοχές μικρότερης συγκέντρωσης (εξωτερικό περιβάλλον) σε περιο-
χές μεγαλύτερης συγκέντρωσης( κυτόπλασμα), εξασφαλίζεται από την υ-
δρόλυση της ΑΤΡ η οποία συνοδεύεται από αποβολή Η + .

233
Αυτό μπορεί να αναπαρασταθεί με το σχήμα:

Η αποβολή Η + είναι χαρακτηριστικό του φυτικού κυττάρου και των βα-


κτηρίων και σχετίζεται με την αναγκαιότητα της διατήρησης ενός σταθερού
pH στο κυτόπλασμα, πράγμα απαραίτητο για τη δραστηριότητα των διαφό-
ρων ενζύμων.
Η είσοδος κατά κύριο λόγο κατιόντων στο φυτικό κύτταρο (π. χ. όταν στο
εδαφικό διάλυμα απαντάται Κ 2 SO 4 ), έχει ως αποτέλεσμα την σύνθεση ορ-
γανικών οξέων. Η είσοδος αντίθετα ανιόντων, (π.χ. ύπαρξη στο εδαφικό
διάλυμα ΝαCl), έχει ως αποτέλεσμα την αποκαρβοξυλίωση των οργανικών
οξέων και τον σχηματισμό ΟΗ.

234
Το Σχήμα 51 παριστάνει την είσοδο ενός κατιόντος (1) και την είσοδο
ενός ανιόντος (2) στα κύτταρα με σκοπό την αποκατάσταση του ηλεκτροχη-
μικού δυναμικού.

4.3. Λιπάνσεις

Η άμπελος είναι ένα φυτό του οποίου οι ανάγκες σε ανόργανα θρεπτικά


στοιχεία είναι μικρές σε σχέση με άλλα καλλιεργούμενα είδη. Το ριζικό σύ-
στημα της αμπέλου καταλαμβάνει πολλές φορές μεγάλο όγκο εδάφους

Σχήμα 51. Σχηματική παράσταση εισόδου των κατιόντων (1) και των ανιόντων (2) ε-
ντός των κυττάρων.

και έτσι οι ανάγκες εξαρτώνται περισσότερο από τις φυσικές και χημικές
ιδιότητες του εδάφους και λιγότερο από τις λιπάνσεις. Παρόλα αυτά όμως
κάποιες ποσότητες θρεπτικών στοιχείων θα πρέπει να προστίθενται υπό τη
μορφή λιπασμάτων, ιδιαίτερα κάτω από συνθήκες υψηλών αποδόσεων.
Πράγματι σε αμπελώνες επιτραπεζίων κυρίως ποικιλιών εγκαταστημένων σε
βαθιά αρδευόμενα εδάφη οι υψηλές παραγωγές και οι εκτεταμένες εκπλύ-

235
σεις των στοιχείων απομακρύνουν μεγάλες ποσότητες θρεπτικών στοιχείων
τα οποία θα πρέπει να προστίθενται με τις λιπάνσεις. Οι ελλείψεις ή οι υ-
περβολικές ποσότητες ενός στοιχείου στο έδαφος είναι δυνατόν να προκα-
λέσουν φυσιολογικές διαταραχές ή τοξικά φαινόμενα με δυσμενείς επιπτώ-
σεις στην παραγωγή της χρονιάς, αλλά και την επιβίωση ή τη μακροβιότητα
των φυτών. Επίσης κατά τη διάρκεια της διαβίωσης των φυτών στον αμπε-
λώνα για αρκετά χρόνια το έδαφος σταδιακά υποβαθμίζεται. Έτσι παρατη-
ρείται πολλές φορές οξύνιση των εδαφών με αποτέλεσμα τη διαλυτοποίηση
τοξικών μετάλλων στο έδαφος και τη μείωση των δισθενών κατιόντων, του
βορίου και άλλων στοιχείων. Επίσης μειώνεται η περιεκτικότητα σε οργανι-
κή ουσία της οποίας η συμβολή στις φυσικές βιολογικές και χημικές ιδιότη-
τες του εδάφους είναι καθοριστική. Επί πλέον τα καλλιεργητικά μηχανήματα
με τις συχνές διελεύσεις δια μέσου των γραμμών φύτευσης επηρεάζουν τη
δομή του εδάφους. Έτσι λοιπόν η διατήρηση της γονιμότητας του εδάφους
με κατάλληλες επεμβάσεις είναι απαραίτητη για τη διαβίωση των φυτών και
τη διατήρηση της παραγωγής σε ικανοποιητικά επίπεδα.

Η λίπανση συνεπώς είναι μια περιστασιακή πρακτική η οποία


αποβλέπει αφ’ ενός μεν σε άμεσα αποτελέσματα που αφορούν
την ποσότητα και την ποιότητα των προϊόντων, αφ’ εταίρου
δε στη διατήρηση της αειφορίας του εδάφους .

Εξαρτάται όμως από μερικούς παράγοντες οι οποίοι θα πρέπει να είναι με-


τρήσιμοι ή τουλάχιστον να μπορούν να εκτιμηθούν, όπως:

• Οι πηγές των στοιχείων οι οποίες εφοδιάζουν το έδαφος και με


ποιες ποσότητες

• Οι τρόποι απομάκρυσνηςτων στοιχείων και οι ποσότητες (φυσι-


κές και βιολογικές απώλειες)

236
4.3.1. Ριζικό σύστημα

Για να είναι αποτελεσματικές οι λιπάνσεις θα πρέπει το ριζικό σύστημα


να έχει αναπτυχθεί ικανοποιητικά και να έχει αποικίσει τον διαθέσιμο όγκο
του εδάφους. Όσο πιο πλούσια είναι η διακλάδωση του ριζικού συστήμα-
τος τόσο καλύτερη είναι και η εκμετάλλευση του εδάφους από αυτό. Καθο-
ριστική σημασία παίζει επίσης και η επάρκεια του νερού, δεδομένου ότι τα
ανόργανα στοιχεία προσλαμβάνονται διαλυμένα στο νερό. Αντίθετα όταν
στο έδαφος επικρατούν ασφυκτικές συνθήκες λόγω επιφανειακής υπόγειας
στάθμης, εμποδίζεται η ανάπτυξη του ριζικού συστήματος σε βάθος.

Σχήμα 52. Διαφορετική κατανομή του ριζικού συστήματος και του επιπέδου θρέψης σε
ανομοιογενές χαλαρό έδαφος με συγκέντρωση αργίλου σε βάθος(Α) και ομοιογενές χα-
λαρό έδαφος με κανονική κατανομή αργίλου σε βάθος(Β)
.

Το πορώδες του εδάφους ασκεί σημαντική επίδραση στην ανάπτυξη αλ-


λά και τη μορφολογία των ριζών. Έχει αποδειχθεί ότι σε εδάφη επαρκώς
αεριζόμενα εμφανίζονται πλούσιες διακλαδώσεις στο ριζικό σύστημα δεδο-

237
μένου ότι η ριζογένεση εξελίσσεται ικανοποιητικά. Η μηχανική αντίσταση
που προβάλλει το έδαφος στις ρίζες επηρεάζει την ανάπτυξή τους καθώς ε-
πίσης και το πορώδες το οποίο συμβάλλει στον επαρκή αερισμό.
Η ανάπτυξη του ριζικού συστήματος σε βάθος έχει μεγάλη σημασία και
εξαρτάται βέβαια από τα υδρομορφικά και πεδολογικά
χαρακτηριστικά των εδαφικών οριζόντων. Για παράδειγμα σε εδάφη με αδι-
απέρατους ορίζοντες οι οποίοι μάλιστα βρίσκονται σε μικρό βάθος το νερό
παραμένει κοντά στην επιφάνεια με αποτέλεσμα να αναπτύσσεται επιφανει-
ακό ριζικό σύστημα.
Σε εδάφη ομοιογενή, όπου το νερό στραγγίζει κανονικά σε βάθος η ανά-
πτυξη του ριζικού συστήματος σε βαθύτερα στρώματα είναι κανονική εμφα-
νίζοντας μια σταδιακή μείωση.
Αντίθετα σε ανομοιογενή, εκπλυμένα όξινα εδάφη, όπου οι επιφανειακοί
ορίζοντες αποτελούνται από χονδρόκοκκα συστατικά και ακολουθούνται
από ορίζοντες με μεγαλύτερες συγκεντρώσεις αργίλου, η ανάπτυξη του ρι-
ζιδίων περιορίζεται στους ορίζοντες αυτούς όπου εκεί μετατοπίζεται και το
επίπεδο θρέψης (Σχήμα 52). Στα εδάφη αυτά αναπτύσσονται μερικές χον-
δρές ρίζες επιφανειακά και οι αργιλικοί ορίζοντες αποικίζονται πλήρως με
ριζίδια (Σχήμα 53 Α). Οι περιπτώσεις ελλείψεων είναι συχνές ως αποτέλε-
σμα του περιορισμού των ριζιδίων στους ορίζοντες αυτούς.
Άλλοτε πάλι κάποια ανομοιογενή ασβεστώδη εδάφη χαρακτηρίζονται
από σχηματισμό στρώματος ανθρακικού ασβεστίου σε βάθος το οποίο μά-
λιστα πολλές φορές καθίσταται συμπαγές και αδιαπέρατο. Έτσι σε περι-
πτώσεις ξηρασίας αναπτύσσονται ριζίδια στον ορίζοντα αυτό, δεδομένου
ότι περιέχει περισσότερο νερό, αλλά ταυτόχρονα λόγω υψηλής συγκέντρω-
σης ανθρακικού ασβεστίου η διάρκεια ζωής τους είναι μικρή. Στα εδάφη αυ-
τά είναι πολύ συχνά τα προβλήματα χλώρωσης.
Στις περιπτώσεις αυτές όπου υπάρχει έντονη ανομοιογένεια σε βάθος
ενδείκνυται, να εφαρμόζεται ανασκαφή του εδάφους και βαθύ όργωμα με
σκοπό την ανάμιξη των οριζόντων πριν την εγκατάσταση των αμπελώνων.

238
Η κατανομή λοιπόν του ριζικού συστήματος εξαρτάται:

• από τη φύση του εδάφους ( μηχανική σύσταση, δομή, αδιαπέρα-


τοι ορίζοντες)

• από το βάθος του εδάφους

• από την υδατική κατάσταση του εδάφους (οι ρίζες αναπτύσσο-


νται ικανοποιητικά σε συνθήκες επάρκειας νερού αλλά όχι σε
συνθήκες υπερβολικής ποσότητας νερού)

• από το υποκείμενο, το οποίο επιδρά καθοριστικά στη δημιουρ-


γία έντονα διακλαδισμένου, ή όχι ριζικού συστήματος.

Σχήμα 53. Κατανομή του ριζικού συστήματος (ριζικό προφίλ) ανάλογα με τις εδαφικές
συνθήκες. (Α: επίδραση του αναγλύφου του εδάφους και της υπόγειας στάθμης a 1 : βα-
θιά εγκατάσταση a 2 : επιφανειακή εγκατάσταση Β : επίδραση της ανομοιογένειας των
οριζόντων του εδάφους. C : επιφανειακή εγκατάσταση. D : επίδραση της πυκνότητας
φύτευσης d 1 : πυκνή φύτευση d 2 : αραιή φύτευση).

239
Η πυκνότητα φύτευσης των φυτών κατά την εγκατάσταση του αμπελώνα,
καθορίζει επίσης τον όγκο του εδάφους ο οποίος είναι διαθέσιμος για κάθε
φυτό.

4.3.2. Θρεπτικά στοιχεία

Τα στοιχεία άζωτο, κάλιο, φώσφορος και μαγνήσιο προσλαμβάνονται σε


μεγαλύτερες ποσότητες από τα φυτά και ως εκ τούτου η μέριμνα για τον έ-
λεγχο των ποσοτήτων τους στο έδαφος είναι πιο συχνή. Μεταξύ αυτών, ό-
ταν υπάρχει έλλειψη αζώτου καλίου και φωσφόρου αναστέλλεται η αύξηση
ενώ όταν υπάρχει έλλειψη μαγνησίου, παρόλο που εμφανίζονται συμπτώ-
ματα δεν αναστέλλεται. Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι έλλειψη φωσφόρου
σε σημείο όπου επηρεάζεται η αύξηση είναι σπάνια.

.
Πίνακας 14.
Ποσότητες των κυριότερων στοιχείων που προσλαμβάνονται από την άμπελο ανά στρ.
και έτος(Kg).

Ν 4 - 7

P 0.4 - 1 1-2 P2 Ο 5

Κ 4 - 7 5-8 K2O

Ca 4 - 8 6 - 12 Ca O

Mg 0.6 - 1,5 1 - 2.5 MgO

240
4.3. 2α. Άζωτο

Είναι ένα από τα πιο σημαντικά στοιχεία δεδομένου ότι συμμετέχει σε


ενώσεις τεράστιας σημασίας για το φυτό, όπως οι πρωτεΐνες και τα νουκλεϊ-
κά οξέα καθώς επίσης και σε άλλες σημαντικές ενώσεις. Το στοιχείο αυτό
προσλαμβάνεται από το φυτό κυρίως υπό την νιτρική του μορφή και δευτε-
ρευόντως υπό την αμμωνιακή του μορφή.
Το νιτρικό άζωτο για να αξιοποιηθεί από το φυτό και να ενσωματωθεί σε
ενώσεις υψηλής βιολογικής σημασίας (πρωτεΐνες) θα πρέπει να καταναλω-
θούν μεγάλες ποσότητες ενέργειας (περισσότερη από 100Κcal./mole) η ο-
ποία εξασφαλίζεται από την φωτοσύνθεση. Είναι επίσης γνωστό ότι η ανα-
γωγή του νιτρικού σε νιτρώδες απαιτεί ένα mole NADH το οποίο είναι ισο-
δύναμο με 3 mole ATP και η αναγωγή του νιτρώδους σε αμμωνία απαιτεί 6
ηλεκτρόνια τα οποία προέρχονται από την ανηγμένη φερρεδοξίνη που είναι
ισοδύναμα με 12 mole ATP. Έτσι λοιπόν αναπόφευκτα κατά την αναγωγή
των νιτρικών καταναλώνονται μεγάλες ποσότητες ενέργειας. Τότε λοιπόν τί-
θεται το ερώτημα γιατί το άζωτο εισέρχεται στο φυτό κυρίως υπό την νιτρική
και όχι υπό την αμμωνιακή μορφή.
Μια πρώτη απάντηση θα ήταν ότι η νιτροποίηση είναι ένα εκτεταμένο
φαινόμενο στη φύση και είναι ανάγκη τα φυτά να προσαρμοστούν σ’ αυτό
το καθεστώς. Όμως η ίδια συμπεριφορά παρατηρείται και σε εδάφη που η
νιτροποίηση δεν ευνοείται (όξινα, ψυχρές περιοχές).
Είναι γνωστό ότι η άμεση ενσωμάτωση των αμμωνιακών ιόντων γίνεται
κυρίως στους ιστούς των ριζών και μετακινείται υπό την οργανική του μορ-
φή στα φύλλα. Έτσι σε συνθήκες μειωμένης πρόσληψης των νιτρικών έχου-
με μια μείωση των επιπέδων των οργανικών οξέων στα φύλλα. Η σπαργή
όμως των κυττάρων έχει ανάγκη από τέτοιες ενώσεις όπως και ζάχαρα κα-
θώς και ανόργανα άλατα τα οποία για να σχηματιστούν χρειάζονται και α-
νιόντα. Και τα κυριότερα εκτός των νιτρικών ανιόντα είναι τα θειϊκά, τα ο-
ποία απορροφώνται αργά, τα φωσφορικά τα οποία πολλές φορές είναι σε
μικρές ποσότητες στο έδαφος, και τα χλωριούχα τα οποία υπάρχουν σε πο-

241
σότητες μόνο σε αλατούχα εδάφη. Έτσι λοιπόν το νιτρικό ανιόν είναι εκείνο
το οποίο μπορεί να εξασφαλίσει και μια ικανοποιητική σπαργή στα φυτά.

Επιδράσεις του αζώτου στην αύξηση και την ανάπτυξη. Η επάρκεια του α-
ζώτου στο έδαφος σε συνδυασμό με τις ευνοϊκές θερμοκρασίες και την ε-
πάρκεια νερού, προσδίδει στα φυτά υπερβολική ζωηρότητα, η οποία εκδη-
λώνεται με τα εξής χαρακτηριστικά:

1. μεγάλη ταχύτητα αύξησης των βλαστών

2. αυξημένο πάχος και μήκος βλαστών

3. αυξημένο μέγεθος φύλλων και φυλλικής επιφάνειας

4. καθυστέρηση της διακοπής της αύξησης των βλαστών


και της ωρίμανσης των καρπών

5. σχετική καθυστέρηση της εκβλάστησης

6. αυξημένος αριθμός βλαστανόντων οφθαλμών.

Στον πίνακα 15 φαίνεται ότι αυξημένες επεμβάσεις με άζωτο (Ν 2 ) προκα-


λούν αύξηση του ρυθμού επιμήκυνσης των βλαστών της αμπέλου, καθυστέ-
ρηση στην ανάσχεση της αύξησης κατά τον περκασμό καθώς επίσης και αύ-
ξηση της ζωηρότητας των βλαστών. Η ζωηρότητα της βλάστησης επηρεάζει
την ποσότητα παραγωγής με έμμεσο τρόπο. Είναι γνωστό ότι αυξάνει τον
αριθμό των ανθικών

242
Πίνακας 15.
Επίδραση του Αζώτου και του Καλίου στη ταχύτητα αύξησης των βλαστών κατά
την άνθηση και τον περκασμό και το βάρος του ξύλου της ποικιλίας “Ξινόμαυρο”.

Επεμβά- Αύξηση των βλαστών Αύξηση των βλαστών κατά Βάρος ξύλου
σεις κατά την άνθηση τον περκασμό(cm/ημέρα) Kg/φυτό
(cm/ ημέρα)
N0 - K0 4,75 0,86 1,057
N0 - K1 4,61 0,18 1,184
N0 - K2 5,42 0,57 1,535
N1 - K0 5,30 0,92 1,417
N1 - K1 5,23 0,53 1,292
N1 - K2 5,55 0,87 1,444
N2 - K0 5,36 0,70 1,594
N2 - K1 4,97 1,23 1,431
N2 - K2 6,42 1,43 1,607

ΕΣΔ(0.05) 0,57 0,64 0,62

N 0 : 1.5, N 1 : 6.5, N 2 : 15 μονάδες αζώτου K 0 : 0, K 1 :6, K 2 :15 μονάδες καλίου

καταβολών στους οφθαλμούς και επίσης τον αριθμό των βλαστανόντων οφ-
θαλμών καθώς επίσης και το επίπεδο καρπόδεσης. Σε ποικιλίες όμως που
έχουν την τάση να ανθορροούν, επιτείνεται η ανθόρροια και μειώνεται η
παραγωγή.

Στις περιπτώσεις έλλειψης αζώτου τα φύλλα εμφανίζονται στην αρχή να


χάνουν το τυπικό τους πράσινο χρώμα, γίνονται ωχρά και στη συνέχεια κί-
τρινα, συμπεριλαμβανόμενων και των νευρώσεων. Οι μίσχοι πολλές φορές
αποκτούν ερυθρωπό χρώμα. Οι κληματίδες έχουν μειωμένη ζωηρότητα. Ένα
άλλο χαρακτηριστικό είναι η αυξημένη ανθόρροια. Εμφανίζεται ως γενικευ-
μένη κατάσταση στον αμπελώνα, συνήθως λίγο πριν την ανθοφορία, και κα-
τά ζώνες πιο έντονα.

Αζωτο και υδατικές σχέσεις Η αύξηση της πρόσληψης του αζώτου και συ-
νεπώς της ζωηρότητας επηρεάζει τις υδατικές σχέσεις ως εξής :

243
Αφ’ ενός μεν αυξάνει την ποσότητα του διαπνεομένου νερού από
τα φύλλα, αφ' ετέρου δε αυξάνει τη δύναμη με την οποία απορρο-
φάται το νερό από το έδαφος.

Ανεξάρτητα από αυτά, η αυξημένη ζωηρότητα έχει ως αποτέλεσμα, σε


περιόδους ξηρασίας, τα φυτά να υποφέρουν περισσότερο από τις μεγάλες
απώλειες νερού και να εκδηλώνουν συμπτώματα ξηρασίας.

Η ενσωμάτωση του αζώτου στο φυτό και οι κυριότερες αγρονομικές επι-


πτώσεις. Γενικώς το υπό την μορφή νιτρικών προσλαμβανόμενο άζωτο, με-
τατρέπεται γρήγορα σε αμμωνιακό με την βοήθεια ενός κατάλληλου ενζυμι-
κού συστήματος. Το αμμωνιακό ιόν και μερικοί υδατάνθρακες που συντίθε-
νται στα φύλλα μετατρέπονται σε αμινοξέα κυρίως στα πράσινα φύλλα. Έτσι
όσο ο εφοδιασμός των φύλλων με μεγάλες ποσότητες αζώτου αυξάνει, συ-
γκρινόμενος με αυτόν άλλων στοιχείων και η επιπλέον πρωτεΐνη που συντί-
θεται επιτρέπει στα φύλλα να αναπτύσσονται γρήγορα και να αυξάνουν σε
μέγεθος αυξάνοντας, συνολικά και την φωτοσυνθετική επιφάνεια. Αυτή η αύ-
ξηση της πρωτεϊνικής σύνθεσης προκαλεί γρήγορη μετατροπή των υδαταν-
θράκων σε πρωτεΐνες και κατά συνέπεια αυξημένη παραγωγή πρωτοπλά-
σματος και μειωμένες ποσότητες διαθεσίμων υδατανθράκων για την οικοδό-
μηση των δομικών στοιχείων των κυτταρικών τοιχωμάτων με αποτέλεσμα τα
κυτταρικά τοιχώματα να παραμένουν λεπτά (πυκτινικό ασβέστιο κυτταρίνες
λιγνίνες κλπ).
Η αύξηση της αναλογίας πρωτοπλάσματος /τοιχωμάτων στα κύτταρα, αυ-
ξάνει το μέγεθος των κυττάρων τα οποία έχουν λεπτά κυτταρικά τοιχώματα
και δημιουργεί φύλλα περισσότερο χυμώδη και λιγότερο σκληρά και ανθε-
κτικά. Αυξάνεται επίσης η αναλογία νερού και μειώνεται η περιεκτικότητα σε
ασβέστιο σε σχέση με την ξηρά ουσία. Έτσι τα φύλλα αυτά προσβάλλονται
ευκολότερα από μύκητες και έντομα και υφίστανται περισσότερες ζημίες
από αντίξοες καιρικές συνθήκες όπως ξηρασία, παγετοί κλπ.

244
Σε ότι αφορά την ποιότητα της παραγωγής, θα πρέπει να σημειωθεί ότι
οι αυξημένες αζωτούχες λιπάνσεις έχουν ως αποτέλεσμα την καθυστέρηση
της ωρίμανσης με σημαντικές επιπτώσεις στην ποιότητα των προϊόντων. Ε-
πίσης έχει παρατηρηθεί σημαντική μείωση των ανθοκυανών των σταφυλιών
καθώς επίσης και μείωση της εκχυλισματικότητάς τους κατά την παραγωγή
ερυθρών οίνων.

Σε πειράματα που έγιναν στην περιοχή της Νάουσας διαπιστώθηκε ότι


υψηλές επεμβάσεις με άζωτο (Ν 2 ) είχαν ως αποτέλεσμα την μείωση του αλ-
κοολικού βαθμού την αύξηση της οξύτητας και τη μείωση των ανθοκυανών
του οίνου ( Πίνακας 16).

Πίνακας 16.
Επίδραση του Αζώτου και του Καλίου στα ποιοτικά χαρακτηριστικά του οίνου της ποι-
κιλίας “Ξινόμαυρο”.

Επεμβάσεις Αλκ. Ολ.Οξ pH Δ.Φ. Εντ. Ανθοκυ- Δείκτης Ταν.


τίτλος g/L τρ. Χρώμ. άνες Ιον. g/L
(mg/L)
N0 - K0 12,3 6,90 3,44 44 3,92 170 29 2,59
N0 - K1 12,3 6,90 3,45 44 3,97 159 27 2,65
N0 - K2 11,9 5,85 3,44 42 4,23 150 28 2,40
N1 - K0 11,6 6,00 3,48 37 3,76 114 36 2,00
N1 - K1 12,4 7,05 3,46 42 3,88 138 28 2,36
N1 - K2 12,4 7,05 3,45 41 4,18 151 26 2,56
N2 - K0 11,8 6,30 3,42 39 4,67 137 32 2,12
N2 - K1 11,9 6,30 3,41 39 4,21 140 32 2,40
N2 - K2 11,8 5,85 3,44 37 4,5 139 24 2,20

N 0 : 1.5, N 1 : 6.5, N 2 : 15 μονάδες αζώτου K 0 : 0, K 1 :6, K 2 :15 μονάδες καλίου

Το άζωτο επηρεάζει καθοριστικά και την φαινολική ωρίμανση των σταφυλών


(Πίνακας 17). Παρατηρήθηκε λοιπόν ότι οι χαμηλές επεμβάσεις με άζωτο
προκάλεσαν μεγαλύτερη εκχυλισματικότητα στις ανθοκυάνες και το γλεύκος
ήταν πιο πλούσιο σε χρώμα. Τα στοιχεία του πίνακα 17 δείχνουν ότι οι αν-

245
θοκυάνες που εκχυλίστηκαν τόσο σε pH 1 όσο και σε pH 3.2 επηρεάστηκαν
καθοριστικά από τα επίπεδα της αζωτούχου λίπανσης. Επίσης η επίδραση
του καλίου ήταν ευνοϊκή στα υψηλά επίπεδα της αζωτούχου λίπανσης. Σε
ότι αφορά την εκχυλισματικότητα των ανθοκυανών, όσο μικρότερο είναι το
αποτέλεσμα της σχέσης (*) τόσο καλύτερη είναι η εκχυλισματικότητά τους .

Πίνακας 17
Πίνακας 14. Επίδραση του Αζώτου και του Καλίου στα φαινολικά συστατικά των σταφυ-
λών της ποικιλίας “Ξυνόμαυρο” και την εκχυλισματικότητα των ανθοκυανών (ΕΑ).

Επεμβάσεις ΑpH 1 (mg/L) ApH 3. 2 (mg/L) ΕΑ


N0 – K0 406 246 0.39
N0 - K1 410 242 0.40
N0 - K2 404 MN 0 : 406 226 MN 0 : 238 0.44 0.41
N1 - K0 430 206 0.52
N1 - K1 416 224 0.46
N1 - K2 408 MN 1 : 418 220 MN 1 : 216 0.46 0.49
N2 - K0 330 184 0.44
N2 - K1 358 204 0.44
N2 - K2 428 M N 2 : 371 212 M N 2 : 200 0.51 0.46

ΕΣΔ (0.05) 55,03 37,92

M : μέσες τιμές N 0 : 1.5, N 1 : 6.5, N 2 : 15 μονάδες αζώτου K 0 : 0, K 1 :6, K 2 :15 μονάδες


καλίου
EA* = ApH 1 - ApH 3. 2 X 100: εκχυλισματικότητα των ανθοκυανών
ApH 1

Η ζωηρότητα η οποία προκαλείται από την αυξημένη αζωτούχο λίπανση,


έχει ως συνέπεια τη δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών ανάπτυξης των μυκη-
τολογικών ασθενειών και κυρίως του βοτρύτη. Εκτός αυτού βέβαια, σύμφω-
να με πρόσφατες μελέτες, οι αυξημένες αζωτούχες λιπάνσεις έχουν ως απο-
τέλεσμα το σχηματισμό ισταμίνης και θειαμίνης σε ποσότητες που προκα-
λούν αλλεργικά φαινόμενα. Ακόμη, οι πρόδρομες ενώσεις των αιθυλοκαρ-
βαμιδικών (Αργινίνη και Ουρία) ενοχοποιούνται ως καρκινογόνες ενώσεις.
Έχει αναφερθεί ότι η πρόσληψη αυξημένων ποσοτήτων αζώτου από τα
φυτά αυξάνει την περιεκτικότητα του νερού των αγγείων σε κυττοκινίνες και

246
ταυτόχρονα προκαλεί μείωση του αμπσισικού οξέος των φύλλων. Αυτό συ-
σχετίζεται άμεσα με την καθυστέρηση της ωρίμανσης αλλά και του γηρα-
σμού των κυττάρων της σάρκας των ραγών και ενισχύει την άποψη της ορ-
μονικής βάσης της καθυστέρησης της ωρίμανσης, που παρατηρείται σε πε-
ριπτώσεις υπερβολικής ζωηρότητας των φυτών. Όμως η έλλειψη αζώτου,
ιδιαίτερα κατά την περίοδο της ανθοφορίας η οποία αποτελεί και το κρίσιμο
στάδιο της αζωτούχου θρέψης, έχει επίσης δυσμενείς επιπτώσεις δεδομένου
ότι προκαλεί μείωση της καρπόδεσης. Η μείωση αυτή εντείνεται ιδιαίτερα σε
συνθήκες μειωμένης ηλιοφάνειας.
Ανάγκες των φυτών σε άζωτο. Έχει διαπιστωθεί ότι η ποσότητα του αζώ-
του που προσλαμβάνεται από τα φυτά κάθε χρόνο ανέρχεται σε 4 - 7 κιλά
αζώτου το στρέμμα. Κάποιες ποσότητες από αυτό επιστρέφουν στο έδαφος
με τα φύλλα, η ακόμη επενδύονται σε νέους μόνιμους ιστούς (αύξηση του
πάχους του κορμού και των βραχιόνων καθώς και του ριζικού συστήματος).
Επίσης σημαντικές ποσότητες του αζώτου του εδάφους χάνονται με τη
στράγγιση του νερού στην υπόγεια στάθμη. Οι ποσότητες αυτές ανάλογα
με το βροχομετρικό ύψος της περιοχής κυμαίνονται από 2 - 26 κιλά αζώτου
ανά στρέμμα. Είναι γενικά παραδεκτό ότι το άζωτο και η επάρκεια νερού
στο έδαφος δημιουργούν συνθήκες υπερβολικής ζωηρότητας και υποβάθμι-
σης της ποιότητας.
Αυτή η άποψη που σήμερα στηρίζεται σε σύγχρονα ερευνητικά δεδομένα
και εξειδικευμένες μεθόδους ανάλυσης ήταν γνωστή στον Ελλαδικό χώρο
ακόμη από τους προϊστορικούς χρόνους. Ο Όμηρος ο οποίος στα έργα του
μας πληροφορεί πολύπλευρα για τον πολιτισμό της εποχής εκείνης, μας δί-
νει και πάρα πολλές πληροφορίες επίσης για την αμπελοκαλλιέργεια και την
οινοποίηση. Έτσι σε ένα πολύ χαρακτηριστικό διάλογο του Οδυσσέα με τον
Πολύφημο στην Οδύσσεια μεταξύ των στίχων 348 - 360, αναφέρει:

……………………………………………………………………..
-“Ακόμα δώσ’μου έτσι να ζεις και τ’όνονομά σου πες μου
ευθύς, να λάβεις δώρο μου, που να χαρεί η καρδιά σου.

247
Βγάζει και η πολύκαρπή μας γη, κρασί για τους κυκλώπους/,
από μεγαλοστάφυλα, καθώς τα βρέχει ο Δίας/ όμως αυτό εί-
ναι νέκταρ των θεών και αμβροσία.

Μεγαλοστάφυλα προφανώς ο Όμηρος εννοεί σταφύλια με μεγάλες ράγες


όπου οι βροχές και τα γόνιμα εδάφη ευνοούσαν τις μεγάλες παραγωγές.

Προέλευση του αζώτου. Το άζωτο του εδάφους προέρχεται από τις εξής
πηγές:

• ανοργανοποίηση της οργανικής ουσίας του εδάφους

• δέσμευση του αζώτου της ατμόσφαιρας από τα μη συμβιωτικά βακτή-


ρια

• μεταφορά αζώτου από την ατμόσφαιρα με τη βροχή.

Οι ποσότητες αυτές συνολικά και εάν προσθέσουμε το άζωτο των φύλ-


λων τα οποία πέφτουν στο έδαφος, κυμαίνονται από 4 - 17 κιλά το στρέμ-
μα. Λίγο - πολύ γνωρίζουμε τις ποσότητες που απομακρύνονται με την πα-
ραγωγή και το ξύλο του κλαδέματος, όμως δεν είναι δυνατόν να υπολογίζου-
με εύκολα το άζωτο που απομακρύνεται με το νερό της στράγγισης καθώς
και τις μικρές ποσότητες του αμμωνιακού αζώτου που δεσμεύονται από τα
ορυκτά της αργίλου ή αυτές που εκλύονται στην ατμόσφαιρα.

Οργανική ουσία του εδάφους. Η οργανική ουσία του εδάφους προέρχεται


κυρίως από τα φυτικά υπολείμματα και δευτερευόντως από τους ζωικούς
οργανισμούς. Η αποικοδόμηση των φυτικών υπολειμμάτων με τη βοήθεια
των μικροοργανισμών του εδάφους έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία του
χούμου, ο οποίος αποτελείται από άμορφες οργανικές ενώσεις κολλοειδών
διαστάσεων σχετικά μεγάλου μοριακού βάρους και διαφορετικής χημικής
σύστασης, σκοτεινού έως μελανού χρωματισμού.

248
Η ποσότητα του εδάφους σε οργανική ουσία κυμαίνεται συνήθως από
1 - 2 %. Η οργανική ουσία βελτιώνει τις φυσικές ιδιότητες του εδάφους ό-
πως τη δομή και την σταθερότητά της. Προστατεύει το έδαφος από τη διά-
βρωση και εφοδιάζει το εδαφικό διάλυμα με ανόργανα θρεπτικά συστατικά
και κυρίως με άζωτο. Κάθε χρόνο μια μικρή ποσότητα οργανικής ουσίας
(0.1 - 3 %) ανοργανοποιείται και εφοδιάζει το έδαφος με άζωτο καθώς και
με άλλα ανόργανα στοιχεία. Η ανοργανοποίηση του οργανικού αζώτου του
εδάφους είναι μια διαδικασία η οποία εξελίσσεται με την βοήθεια των βα-
κτηρίων Nitrosomonas τα οποία μετατρέπουν την αμμωνία σε νιτρώδη και τα
Nitrobacter τα οποία μετατρέπουν τα νιτρώδη σε νιτρικά. Η μετατροπή αυτή
απελευθερώνει την απαιτούμενη ενέργεια για την αναγωγή του CO 2 από τα
βακτήρια και εξελίσσεται κατά το σχήμα:

ΝΗ 4 + (Nitrosomonas) ⇒ ΝΟ 2 (Nitrobacter) ⇒ ΝΟ 3

NH 4 + +1/2 O 2 ⇒ NO 2 - + H 2 O +2H + -840 Kcal

NO 2 +1/2 O 2 ⇒ NO 3 – 17.8 Kcal

Εφόσον λοιπόν η ανοργανοποίηση είναι μια διαδικασία οξείδωσης, επηρεά-


ζεται από την επάρκεια οξυγόνου. Έτσι λοιπόν ο καλός αερισμός του εδά-
φους, οι περιορισμένες βροχοπτώσεις και η ευνοϊκή θερμοκρασία προωθούν
την ανοργανοποίηση. Αντίθετα παρατεταμένες βροχοπτώσεις κατά τον χει-
μώνα και χαμηλές θερμοκρασίες την επιβραδύνουν.
Στο έδαφος η ποσότητα της οργανικής ουσίας κυμαίνεται από 5 - 30 τό-
νους ανά στρέμμα και αυτή μπορεί να αντιστοιχεί σε ποσότητα αζώτου 300
- 1500 κιλά. Από αυτό, μόνο το 1 - 3 % κάθε χρόνο μπορεί να μετατρέπεται
σε νιτρικό το οποίο μπορεί να αξιοποιηθεί από τα φυτά. Επομένως ανάλογα
με την περιεκτικότητα του εδάφους σε οργανική ουσία και το ρυθμό ανοργα-
νοποίησης η συμβολή της οργανικής ουσίας είναι σημαντική.
Σε περιόδους όπου το χειμώνα και την άνοιξη επικρατούν πολλές βρο-
χές, οι απώλειες με την έκπλυση είναι μεγάλες και θα πρέπει να αυξάνο-

249
νται οι αζωτούχες λιπάνσεις. Αντίθετα σε περιόδους ξηρασίας θα πρέπει
να μειώνονται.
Υπολογίζεται ότι από την οργανική ουσία παρέχονται 2 - 10 μονάδες α-
ζώτου ανά στρέμμα. Οι ποσότητες αυτές πέραν από την περιεκτικότητα του
εδάφους σε οργανική ουσία, εξαρτώνται σημαντικά από τις κλιματολογικές
συνθήκες.

Λίπανση με άζωτο . Η θρέψη του αζώτου είναι αποτέλεσμα σύνθετων αλλη-


λεπιδράσεων μεταξύ των συνθηκών του εδάφους και των κλιματικών παρα-
μέτρων, αλλά και του φυτού καθώς και των καλλιεργητικών μεθόδων. Οποι-
εσδήποτε τροποποιήσεις της πρακτικής των λιπάνσεων και των παρεμβά-
σεων του εδάφους επιδρούν στα αναλυτικά χαρακτηριστικά των φυτών και
την εμφάνισή τους, η οποία αφορά τη ζωηρότητα των φυτών και την ένταση
του πράσινου χρωματισμού των φύλλων. Η διάγνωση λοιπόν της θρεπτικής
κατάστασης των φυτών βασίζεται σε παρατηρήσεις που αφορούν την συ-
μπεριφορά των φυτών, οι οποίες μπορεί να συμπληρώνονται και με αναλυ-
τικά δεδομένα. Εάν η σύνθετη αυτή διάγνωση δείχνει μια ισορροπημένη κα-
τάσταση, είναι πολύ πιθανόν να διατηρηθούν οι λιπαντικές πρακτικές της
προηγούμενης χρονιάς. Σε ότι αφορά τα αναλυτικά δεδομένα θα πρέπει να
σημειωθεί ότι δεν θα πρέπει να λαμβάνονται κατά μόνας, αλλά να συνεκτι-
μώνται μαζί με τα άλλα κριτήρια που προαναφέραμε.

Μια κανονική αζωτούχος θρέψη συσχετίζεται με ένα εύρος τιμών


συγκεντρώσεων αζώτου στα φύλλα από 2 – 2.5 % σε ξηρά ουσία
και μια περιεκτικότητα αζώτου στο γλεύκος, 400mg/L.

Εάν η σύνθετη αυτή διάγνωση η οποία βασίζεται στις παραπάνω παραμέ-


τρους δείχνει μια ισορροπημένη κατάσταση, είναι πολύ πιθανόν να διατη-
ρηθούν οι λιπαντικές πρακτικές της προηγούμενης χρονιάς. Σε περίπτωση
που παρατηρείται μια έντονη επίδραση του κλίματος στην αζωτούχο θρέψη,
είναι αναγκαίο να γίνεται μια διάγνωση κάθε 2 ή 3 χρόνια.

250
Σε περιπτώσεις πάλι όπου παρατηρείται έλλειψη ή υπερβολική διαθεσιμότη-
τα θα πρέπει να διαπιστώσουμε τις αιτίες και τα μέσα παρέμβασης.
Γενικά, ανάλογα με τη ζωηρότητα των φυτών και τις κλιματολογικές συνθή-
κες πρέπει να παρέχονται κάθε χρόνο 8 - 12 μονάδες αζώτου σε αμπέλους
με μειωμένη ζωηρότητα. Στις περιπτώσεις με επαρκή ζωηρότητα προσθέ-
τουμε τη μισή περίπου ποσότητα. Για μεγαλύτερες παραγωγές ανά στρέμμα
και κυρίως σε επιτραπέζιες ποικιλίες που ξεπερνούν τα 1500 - 2000 κιλά
παραγωγής ανά στρέμμα, οι ποσότητες αυτές αυξάνονται ανάλογα.
Οι κλιματικές συνθήκες οι οποίες ευνοούν την ανοργανοποποίηση του
οργανικού αζώτου και δεν προκαλούν έκπλυση των νιτρικών (ξηρό φθινό-
πωρο και χειμώνας), θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και ενδεχομένως σε
κάποιους αμπελώνες με ικανοποιητική ζωηρότητα να μη χρειάζεται λίπανση.
Άλλοτε πάλι σε αμπελώνες παραγωγής οίνων ποιότητος με μικρές παραγω-
γές ανά στρέμμα, εάν η ζωηρότητα εκτιμηθεί ως επαρκής και το έδαφος πε-
ριέχει ικανοποιητικά επίπεδα οργανικής ουσίας (>2%), ενδεχομένως να μην
χρειαστεί λίπανση.

Ένας πρακτικός τρόπος εκτίμησης των αναγκών των


αμπελώνων σε άζωτο, σε σχέση με το ύψος της παρα-
γωγής είναι η αντιστοίχιση 150 – 220 Κg σταφυλιών ανά
Kg αζώτου.

Εποχή εφαρμογής αζωτούχων λιπασμάτων . Οι ανάγκες της αμπέλου σε ά-


ζωτο είναι σχετικά μικρές σε αναλογία με άλλες καλλιέργειες. Όμως αυτές οι
ανάγκες σε κάποια συγκεκριμένα στάδια είναι αυξημένες λόγω της αυξημέ-
νης πρόσληψης του στοιχείου αυτού. Από την εκβλάστηση μέχρι το στάδιο
των 5-6 φύλλων το άζωτο το οποίο απαιτείται για τις ανάγκες του μεταβολι-
σμού προέρχεται κυρίως από τα αποθέματα του φυτού (ρίζες, παλαιό ξύλο).
Οι κρίσιμες φάσεις κατά τις οποίες υπάρχει μεγάλη ανάγκη αζώτου από τα
φυτά της αμπέλου είναι η περίοδος της ανθοφορίας, της ταχείας αύξησης
των βλαστών και της γρήγορης αύξησης των ραγών, η οποία καλύπτει μια

251
περίοδο περίπου 2 μηνών γύρω από την εποχή της ανθοφορίας με ένα μέγι-
στο κατά το δέσιμο των ραγών και την περίοδο της αύξησης. Ένα δεύτερο
μέγιστο απορρόφησης παρατηρείται μετά τον περκασμό και κατά την πρώτη
περίοδο της ωρίμανσης των ραγών. Κατά το τέλος της βλαστικής περιόδου
παρατηρείται μια μετακίνηση αζώτου από τα φύλλα προς τα μόνιμα μέρη του
φυτού.
Το ζητούμενο πάντα λοιπόν κατά τη λίπανση, είναι το νιτρικό άζωτο μετά
την εφαρμογή του στο έδαφος, να φθάσει στο ριζικό σύστημα 15 - 20 ημέρες
μετά την εκβλάστηση. Η μετακίνηση του αζώτου σε βάθος είναι διαφορετι-
κή ανάλογα με την ταχύτητα στράγγισης του νερού του εδάφους και επομέ-
νως ανάλογα με τη μηχανική σύσταση του εδάφους και κυμαίνεται ενδεικτι-
κά, από 2.5mm ανά mm βροχής σε βαριά εδάφη, έως 6 mm σε αμμώδη.
Θα πρέπει λοιπόν οι νιτρικές λιπάνσεις να γίνονται περίπου στα τέλη Φε-
βρουαρίου και οι αμμωνιακές ένα μήνα ενωρίτερα. Σε περιπτώσεις όμως ε-
λαφρών εδαφών και σε περιοχές με μεγάλο σχετικά βροχομετρικό ύψος κατά
την άνοιξη, η αζωτούχος λίπανση θα πρέπει να εφαρμόζεται αργότερα.
Τρόπος εφαρμογής. Για να αποφεύγεται η εκμετάλλευση του αζώτου από
τα ζιζάνια θα πρέπει το άζωτο να τοποθετείται στο κέντρο, μεταξύ και κατά
μήκος των γραμμών φύτευσης. Η τοποθέτησή του σε βαθύτερο αυλάκι α-
πομακρύνει τον κίνδυνο να παρασυρθεί από τα νερά των βροχών σε κεκλι-
μένα εδάφη και το φέρνει πιο κοντά στο ριζικό σύστημα.
Οργανικά λιπάσματα. Η ευκινησία των νιτρικών του εδάφους έχει ως απο-
τέλεσμα σημαντικές απώλειες αζώτου, ανάλογα με το βροχομετρικό ύψος και
των ποσοτήτων των νιτρικών που προστίθενται στο έδαφος υπό τη μορφή
λιπασμάτων. Η σωστή εκτίμηση των συνθηκών αυτών έχει μεγάλη σημασία.
Για την καλύτερη εκμετάλλευση των αζωτούχων λιπασμάτων στο έδαφος, θα
πρέπει αυτά να προστίθενται όχι με μια επέμβαση αλλά σταδιακά. Βεβαί-
ως αυτό δεν είναι πάντα δυνατόν και οι απώλειες είναι αναπόφευκτες. Επί
πλέον οι υψηλές ποσότητες αζώτου συμβάλλουν στην αυξημένη παρουσία
αμιδίων στα φυτά, ή ακόμη και τη δημιουργία δυσμενών συνθηκών για την

252
ανάπτυξη των μυκορρίζων τα οποία συμβάλλουν σημαντικά στην θρέψη και
κυρίως στην πρόσληψη του φωσφόρου.
Η χρησιμοποίηση οργανικών λιπασμάτων μπορεί να αντικαθιστά την α-
νόργανη λίπανση με ευνοϊκά αποτελέσματα όχι μόνο στην βελτίωση της δο-
μής του εδάφους αλλά και σε μια σταδιακή απόδοση νιτρικών στο εδαφικό
διάλυμα δια μέσου της ανοργανοποίησης. Τα οργανικά λιπάσματα επηρεά-
ζουν την οργανική ουσία, η οποία με τη σειρά της συμβάλλει στη βελτίωση
των φυσικών ιδιοτήτων του εδάφους (δομή, περατότητα, δυνατότητα κατα-
κράτησης νερού κλπ). Επίσης βελτιώνει τις χημικές ιδιότητες του εδάφους
αυξάνοντας την C.E.C., καθώς επίσης και τη βιολογική δραστηριότητα. Τα
επίπεδα της οργανικής ουσίας του εδάφους είναι γνωστό ότι μειώνονται
χρόνο με το χρόνο λόγω της ανοργανοποίησης. Αυτή η ποσότητα που κάθε
χρόνο ανοργανοποιείται υπολογίζεται σε 100 - 150 κιλά το στρέμμα. Θα
πρέπει να σημειωθεί ότι οι ποσότητες του ξύλου κλαδέματος αν ενσωματω-
θούν στο έδαφος με ειδικό καταστροφέα μπορούν να συμβάλλουν κατά το
1/3 - 1/2 στην αναπλήρωση των απωλειών της οργανικής ουσίας. Τα διάφο-
ρα φυτικά υπολείμματα, η αποικοδόμηση των οποίων σε πρώτη φάση συ-
νιστά τον ελεύθερο χούμο, παρουσιάζουν μια αναλογία C/N μεγαλύτερη
από το 15/1. Η παραπέρα αποικοδόμηση του χούμου και η σταθεροποίησή
του από τα εδαφικά μόρια συνιστά τον σταθεροποιημένο χούμο και η ανα-
λογία C/N είναι περίπου 10/1. Στα διάφορα οργανικά σκευάσματα όταν η
αναλογία C/N είναι μικρότερη του 14, εξασφαλίζουν μια γρήγορη απελευθέ-
ρωση αζώτου στο εδαφικό διάλυμα. Όταν η αναλογία αυτή κυμαίνεται μετα-
ξύ 14 και 19 η απελευθέρωση του αζώτου είναι αργή. Μεταξύ 19 και 50 η
απελευθέρωση του αζώτου σχεδόν δεν επηρεάζει τα επίπεδα του στοιχείου
αυτού στο εδαφικό διάλυμα.
Μια αναλογία C/N μεταξύ 10 και 5 θεωρείται πολύ ικανοποιητική για
τα οργανικά λιπάσματα και το άζωτο απελευθερώνεται με ικανοποιητικό
ρυθμό. Ο ρυθμός ανοργανοποίησης δεν θα πρέπει να είναι έντονος όχι μόνο
για να αποφεύγονται οι απώλειες σε άζωτο, αλλά κυρίως να μετριάζεται η
ζωηρότητα των φυτών της αμπέλου. Βέβαια κάθε φορά θα πρέπει να σταθ

253
μίζεται και το κόστος των προϊόντων αυτών, έτσι ώστε να είναι συμβατό
με την πρόσοδο ανά στρέμμα, δεδομένου ότι πρόκειται για σκευάσματα
υψηλού κόστους.
Επίσης υπάρχουν και άλλα προβλήματα που άπτονται της χρησιμοποίησης
τέτοιων οργανικών σκευασμάτων όπως η περιεκτικότητά τους σε βαρέα μέ-
ταλλα, η μικροβιακή τους σύνθεση, καθώς και τα υπολείμματα φυτοφαρμά-
κων σε αυτά που είναι φυτικής προέλευσης.
Άλλοτε πάλι η υψηλή αναλογία C/N μπορεί να δημιουργήσει προβλήμα-
τα έλλειψης αζώτου όπως π.χ. το άχυρο, το οποίο για την αποικοδόμησή
του από τους μικροοργανισμούς χρησιμοποιεί το άζωτο του εδάφους εις βά-
ρος της καλλιέργειας. Πολλές φορές το άχυρο προστίθεται επιφανειακά στο
έδαφος με σκοπό να το προστατεύσει από απότομες αλλαγές της θερμο-
κρασίας και της υγρασίας. Αντίθετα η χρησιμοποίηση «χωνεμένης» ζωϊκής
κόπρου πολλές φορές απελευθερώνει μεγάλες ποσότητες αζώτου με αποτέ-
λεσμα η άμπελος να αποκτά μεγάλη ζωηρότητα με δυσμενείς επιπτώσεις
στην ποιότητα των προϊόντων. Αυτό βέβαια ήταν γνωστό στους παραγω-
γούς σε πολύ προγενέστερες εποχές και μάλιστα το είχαν εκφράσει με μια
πολύ χαρακτηριστική λαϊκή παροιμία:

«Όποιος φουσκίζει φουσκί θα τρυγήσει»

( Φουσκ ί αποκαλούσαν την ‘χωνεμένη’ αιγοπρόβια κοπριά).

Επίσης ο Ιωάννης Στεφανόπουλος σε άρθρο του στην ‘Εφημερίδα’


περί τα μέσα του 19 ου αιώνα γράφει χαρακτηριστικά:

…..Δια τούτω η άμπελος εν Κύμη άμα λιπανθή δια ζωϊκής κόπρου, το αμέσως
πρώτον έτος δεν δίδει εισόδημα ή δίδει ελάχιστον
……τα επόμενα δε έτη δίδει η άμπελος εισόδημα πολύ, αλλά κακής ποιοτη-
τος.

254
….επομένως ο οίνος ο παραγόμενος υπό αμπέλου λιπανθείσης δια ζωικής
κόπρου, δεν περιέχει πολύ οινόπνευμα και συνεπώς δεν συντηρείται κατά
την μετακόμισην, είναι κατά τι πτωχός εις εχυλισματικάς ουσίας….. ελαττώ-
ματα εφ’ ων επέστησαν την προσοχήν των παραγωγών οι εκ της Εσπερίας
αγορασταί του οίνου μας.

Βεβαίως το παραπάνω κείμενο είναι δημοσιογραφικό, αλλά αντικατροπτίζει


κατά ένα μέρος το πρόβλημα της υπερβολικής ζωηρότητος της αμπέλου η
οποία προκαλείται από την εφαρμογή μεγάλων ποσοτήτων οργανικών σκευ-
ασμάτων χαμηλής αναλογίας C/N.
Παρόμοια φαινόμενα παρουσιάζονται σε αμπελώνες που έχουν εγκατα-
σταθεί σε τοποθεσίες όπου κατά το παρελθόν μαντρίζονταν ζώα. Στις το-
ποθεσίες αυτές λόγω πολύ υψηλών επιπέδων οργανικής ουσίας στο έδαφος
τα φυτά της αμπέλου αποκτούν υπερβολική ζωηρότητα με όλες τις δυσμενείς
επιπτώσεις στην ποιότητα των προϊόντων. Στους αμπελώνες αυτούς πολλές
φορές η φυλλοδιαγνωστική μας δίνει εσφαλμένα αποτελέσματα σε ότι αφο-
ρά το άζωτο δεδομένου ότι αυτό λόγω αραίωσης, εμφανίζεται αραιωμένο
στους ιστούς.
Καταστροφή και ενσωμάτωση του ξύλου κλαδέματος. Το ξύλο του κλαδέμα-
τος, το οποίο κατά κανόνα απομακρύνεται από τους αμπελώνες και τις πε-
ρισσότερες φορές καίγεται θα μπορούσε να συμβάλλει εν μέρει στην αποκα-
τάσταση μέρους της οργανικής ουσίας του εδάφους. Σήμερα υπάρχουν κα-
τάλληλα μηχανήματα, προσαρμοσμένα σε γεωργικό ελκυστήρα, τα οποία
καταστρέφουν τις κληματίδες μετά το χειμερινό κλάδεμα και ταυτόχρονα τις
ενσωματώνουν έπιφανειακά στο έδαφος. Το υλικό αυτό το οποίο ενσωματώ-
νεται κατ’ αυτόν τον τρόπο είναι πολύτιμο, δεδομένου ότι συμβάλλει στη με-
ρική αναπλήρωση της οργανικής ουσίας του εδάφους αλλά και επιστρέφει
στο έδαφος σημαντικές ποσότητες ανοργάνων θρεπτικών στοιχείων. Έχουν
υπολογιστεί ότι οι ποσότητες αυτές ανάλογα με τη ζωηρότητα των φυτών και
την ποικιλία, μπορεί να κυμαίνονται από 0.5 – 6Kg αζώτου το στρέμμα, από
0.2 – 0.65 Kg φωσφόρου, από 1 – 5 Kg καλίου από 2 – 5 Κg ασβεστίου,

255
από 0.5 – 2 Κg μαγνησίου καθώς επίσης και από μικρότερες ποσότητες
ιχνοστοιχείων της τάξεως των δεκάδων g ανά στρέμμα.

4.3.2β. Κ ά λ ι ο

Το κάλιο είναι ένα πάρα πολύ σημαντικό στοιχείο δεδομένου ότι επη-
ρεάζει την οικονομία του νερού στα φυτά. Συμμετέχει στην εξουδετέρωση
των οργανικών οξέων, και τη μετακίνηση των ενεργειακών αποθεμάτων στα
διάφορα μέρη του φυτού. Προσθήκη καλίου στο έδαφος ευνοεί την αύξηση
με την προϋπόθεση να υπάρχει επάρκεια αζώτου. Όταν στο έδαφος υπάρ-
χουν μικρές ποσότητες μαγνησίου, τότε η υπερβολική ποσότητα καλίου
προκαλεί έλλειψη μαγνησίου λόγω του έντονου ανταγωνισμού που παρατη-
ρείται μεταξύ των δύο αυτών στοιχείων. Από το άλλο μέρος, σε ότι αφορά
τις οινοποιήσιμες ποικιλίες, οι αυξημένες καλιούχες λιπάνσεις προκαλούν
μερικές φορές αύξηση του pH στο γλεύκος και τον οίνο, πράγμα το οποίο
επηρεάζει αρνητικά την ποιότητα των προϊόντων οινοποιίας.
Οι ελλείψεις καλίου διαπιστώνονται από τα χαρακτηριστικά συμπτώματα
καθώς και αναλυτικά.
Η έλλειψη καλίου εμφανίζει εντελώς τυπικά συμπτώματα στην άμπελο.
Παρατηρείται μεταχρωματισμός και στη συνέχεια ξήρανση της παρυφής του
ελάσματος, το οποίο στην αρχή παρουσιάζει γυαλιστερό χρώμα και ελαφρά
αναδίπλωση, καθώς επίσης και μεγάλο πάχος. Το φθινόπωρο τα φύλλα
λαμβάνουν καφετί χρωματισμό. Η εκδήλωση αυτή των συμπτωμάτων παρα-
τηρείται στα νέα φύλλα. Τα φυτά καθίστανται πιο ευαίσθητα στη ξηρασία
και η συσσώρευση των σακχάρων στις ράγες επιβραδύνεται. Το φαινόμενο
εμφανίζεται ως μια γενικευμένη κατάσταση στους αμπελώνες από την εποχή
της ανθοφορίας και μετά, και κατά ζώνες μέσα στον αμπελώνα είναι περισ-
σότερο έντονο.
Σε ότι αφορά τα αναλυτικά χαρακτηριστικά των φύλλων, θα πρέπει τα
επίπεδα του καλίου στα φύλλα, κατά την άνθηση και τον περκασμό (

256
ανθηση + περκασμός/2) να είναι μεγαλύτερα από 1,2 % σε ξηρά ουσία.
Λαμβανομένου υπόψη ότι το κάλιο δέχεται έντονο ανταγωνισμό από το μα-
γνήσιο, ο λόγος Κ/Mg θα πρέπει να κυμαίνεται μεταξύ 3 και 7. Η ξηρασία,
η περίσσεια αζώτου η οποία προκαλλεί αυξημένη ζωηρότητα, καθώς και η
αυξημένη και ο όγκος της παραγωγή, είναι παράγοντες που επιτείνουν τα
συμπτώματα έλλειψης καλίου.

Το κάλιο του εδάφους. Από το κάλιο του εδάφους μόνο μια μικρή ποσότητα
(1-2%) είναι διαθέσιμη στα φυτά. Αυτή η ποσότητα αναφέρεται στο εναλλα-
κτικό κάλιο το οποίο είναι προσροφημένο στα ορυκτά της αργίλου και κατα-
λαμβάνει ένα μέρος της εναλλακτικής ικανότητας κατιόντων ( C.E.C). Ένα
μεγάλο μέρος του καλίου εδάφους δεσμεύεται στα φύλλα της αργίλου κυρίως
του τύπου μοντμοριλλονίτη και ιλλίτη και δεν μπορεί να αποδοθεί εύκολα
στο εδαφικό διάλυμα. Αυτή η αδρανοποίηση του καλίου στα ορυκτά της αρ-
γίλου ευνοείται από την άνοδο του pH, το ασβέστιο ή την ξηρασία. Αντίθετα,
το εναλλακτικό κάλιο, ανάλογα με το ποσοστό με το οποίο συμμετέχει στο
σύνολο των εναλλακτικών κατιόντων, αποδίδεται στο εδαφικό διάλυμα πε-
ρισσότερο ή λιγότερο εύκολα. Έτσι εάν η σχέση Κ/C.E.C. είναι χαμηλή (μι-
κρότερη του 1% ) τότε το κάλιο συγκρατείται έντονα από την άργιλο και μει-
ώνεται ο εφοδιασμός του εδαφικού διαλύματος με επαρκείς ποσότητες ιό-
ντων καλίου. Εάν η ποσότητα αυτή είναι μεγαλύτερη του 4% τότε το εδαφι-
κό διάλυμα εφοδιάζεται ικανοποιητικά με ιόντα καλίου. Ένα μικρό μέρος
του καλίου του εδαφικού διαλύματος, ανάλογα με τη μηχανική σύσταση του
εδάφους χάνεται με το νερό της στράγγισης. Κατά την προσθήκη του καλίου
μέσω των λιπάνσεων και ανάλογα με την περιεκτικότητα του εδάφους σε
άργιλο ένα μέρος του δεσμεύεται από τα φύλλα της αργίλου.
Στις εδαφικές συνθήκες της μεσογείου, συμπτώματα έλλειψης καλίου
παρατηρούνται όταν η σχέση Κ/C.E.C. είναι μικρότερη του 2% για ελαφρά
εδάφη και του 3% για βαριά. Σε ότι αφορά την περιεκτικότητα του εδάφους
σε εναλλακτικό κάλιο, μια ενδεικτική περιεκτικότητα που θα μπορούσε να
θεωρηθεί ως όριο είναι 130 - 150 ppm (0.13 - 0.15‰). Βέβαια θα πρέπει να

257
λαμβάνεται πάντα υπόψη και η σχέση Κ/C.E.C. η οποία για ένα αργιλώδες
έδαφος στο οποίο έχει υπολογιστεί C.E.C. μεταξύ 100 και 180 meq /Kg μια
ποσότητα Κ/C.E.C = 4%, θεωρείται ικανοποιητική για τον εφοδιασμό των
φυτών με κάλιο. Για ένα αμμώδες έδαφος του οποίου η C.E.C. έχει υπολο-
γιστεί περίπου 50 meq /Kg η ποσότητα Κ/C.E.C. μπορεί να κατέρχεται μέχρι
το 2%.
Η μεγάλη ποσότητα αζώτου στο έδαφος μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα
έλλειψης καλίου σε αμπελώνες όπου τα φυτά δεν εφοδιάζονται κανονικά
με κάλιο.

Το κάλιο στα φυτά της αμπέλου. Ο καλύτερος δείκτης για τη θρεπτική κα-
τάσταση των φυτών είναι τα επίπεδα του καλίου στα φύλλα. Εκτός του α-
νταγωνισμού που δέχεται το κάλιο από το μαγνήσιο, θα πρέπει να λαμβά-
νεται υπόψη ότι τα διάφορα υποκείμενα προσλαμβάνουν με διαφορετικό
τρόπο το στοιχείο αυτό. Επίσης τα επίπεδα του καλίου επηρεάζονται ακό-
μη από τις ιώσεις, την τοξικότητα χλωρίου, τη χλώρωση κλπ. Κατά συνέ-
πεια είναι απαραίτητο να γίνονται σωστές παρατηρήσεις των συμπτωμάτων
και να λαμβάνεται υπόψη η υγειονομική κατάσταση των φυτών, οι ιδιαιτε-
ρότητες της ποικιλίας, καθώς επίσης και η απουσία συμπτωμάτων από ολό-
κληρο τον αμπελώνα. Για τη διαπίστωση της θρεπτικής κατάστασης του φυ-
τού, συνήθως πραγματοποιείται μια δειγματοληψία κατά το στάδιο του περ-
κασμού. Κατά το στάδιο αυτό, η περεκτικότητα του ελάσματος δεν θα πρέ-
πει να κατέρχεται κάτω από 0.8 % σε ξηρά ουσία και των μίσχων κάτω από
1.5. Σε ότι αφορά δε την ανάλυση ολόκληρων των φύλλων η οποία συνήθως
εφαρμόζεται στην πράξη ως πιο πρακτική, μια συγκέντρωση μικροτερη του
1.5% σε ξηρά ουσία θεωρείται χαμηλή, όταν αυτή κυμαίνεται μεταξύ 1.5 – 2
% θεωρείται ικανοποιητική και πάνω από 2% υπερβολική. Επιπλέον σε ότι
αφορά τη σχέση καλίου και μαγνησίου, ο λόγος Κ/Mg θα πρέπει να κυμαί-
νεται μεταξύ 2 και 5 για στο έλασμα και 3 - 8 για στους μίσχους ή μεταξύ 2
και 7 για ολόκληρα φύλλα.

258
Λίπανση με κάλιο . Σε αργιλοασβεστώδη εδάφη και εφόσον προσθέτουμε κα-

λιούχα λιπάσματα κάθε χρόνο θα πρέπει οι ποσότητες του καλίου να αντι-


στοιχούν περίπου 2 φορές στις ποσότητες που προσλαμβάνονται κάθε χρό-
νο. Εάν οι επεμβάσεις δεν γίνονται κάθε χρόνο τότε στις περιπτώσεις που
παρατηρούνται κάποια συμπτώματα σε μεμονωμένα φυτά θα πρέπει να
προσθέτουμε 3 φορές τα ετήσια επίπεδα πρόσληψης
Σε ελαφρά εδάφη θα πρέπει να μετριάζουμε τις ποσότητες και βέβαια
η φυλλοδιαγνωστική καθώς και ο τοπικός πειραματισμός επεμβάσεων καλί-
ου και αζώτου συμβάλλει στο σωστό προσδιορισμό των ποσοτήτων λίπαν-
σης. Σε όξινα εδάφη δεν πρέπει να προχωρούμε σε καλιούχο λίπανση πριν
διαπιστώσουμε συμπτώματα ελλείψεων, ή μια αναλογία Κ/Mg πλησίον του
3. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να φροντίζουμε τα επίπεδα του μαγνησίου
στο έδαφος για να αποφεύγονται συμπτώματα έλλειψης καλίου λόγω του α-
νταγωνισμού.

Στη συνέχεια παρατίθεται ένας πρακτικός τρόπος υπολογισμού της ποσότη-


τας του καλίου που θα πρέπει να προστεθεί στο έδαφος σε σχέση πάντα με
την % αναλογία της C.E.C. με το προσροφημένο κάλιο.

Έτσι εάν διαπιστώσουμε μια έλλειψη καλίου ή καλύτερα μια μειωμένη ανα-
λογία σε σχέση με ένα επίπεδο αναφοράς 2- 4% της C.E.C. τότε χρησιμο-
ποιούμε την εξίσωση:

Χ= C.E.C. (t-y). p.d. a.

όπου :

X : η ποσότητα που θα εφαρμοστεί σε Kg/ha


C.E.C: η εναλλακτική ικανότητα του εδάφους σε meq/100.gr
t: το επίπεδο αναφοράς (% Κ της C.E.C): 3 (2- 4)
y: η αναλογία υφιστάμενη % Κ της C.E.C
p: το βάθος λίπανσης (γενικώς 0.5m)
d: το φαινομενικό ειδικό βάρος εδάφους (π.χ. 1,3)
α: το ισοδύναμο βάρος για το Κ 2 Ο (39x2 + 16) /2 = 47

Έτσι για παράδειγμα όταν έχουμε:

259
C.E.C.: 12.9 meq/100g και αναλογία προσροφημένου Κ 0.5% το Χ
λαμβάνει την τιμή:

Χ = 12,9 · (3-0,5) · 0,5 · 1,3 · 47 = 985Kg K 2 O/ha = 98.5 Kg /στρ.

Στην περίπτωση που το λίπασμα δεν ενσωματώνεται σε βάθος εδάφους


0.5m, τότε η παραπάνω σχέση διορθώνεται ανάλογα.

Σε ότι αφορά τις ενώσεις καλίου, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι πα-


ρακάτω επισημάνσεις :

• Το χλωριούχο κάλιο είναι διαλυτό στο νερό και έχει ταχεία δράση.
Υπάρχει κίνδυνος αυξημένης έκπλυσης σε αμμώδη εδάφη. Το
χλωριούχο κάλιο θα πρέπει να σημειωθεί ότι περιέχει 40-50% Cl.
Δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται σε ποσότητες > 30 Κg K 2 O
/στρεμ. ανά επέμβαση. Επίσης σε εδάφη πολύ αμμώδη διασπείρε-
ται κατά την άνοιξη.

• Το θειικό κάλιο είναι διαλυτό στο νερό και έχει επίσης ταχεία δρά-
ση. Περιέχει 15-20% θείο και ελαφρώς οξινίζει το έδαφος. Χρησι-
μοποιείται για λίπανση σε βάθος κυρίως όταν η απαιτούμενη δόση
είναι μεγάλη και για οποιαδήποτε επέμβαση(έδαφος, φύλλωμα) κα-
τά τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου.

• Το νιτρικό κάλιο είναι διαλυτό στο νερό με ταχεία δράση και είναι
κατάλληλο για επεμβάσεις από το φύλλωμα).

Εποχή εφαρμογής. Η κατάλληλη εποχή εφαρμογής των καλιούχων λιπασμά-


των είναι ενωρίς τον χειμώνα και από τις διάφορες ενώσεις καλίου το θειικό
κάλιο παρουσιάζει τις μικρότερες πιθανότητες να εμφανιστούν συμπτώματα
τοξικότητας αλάτων. Επίσης σε περιπτώσεις έλλειψης καλίου συνιστώνται
και διαφυλλικοί ψεκασμοί με θειικό κάλιo 700g ανά 100L. Όμως για την ε-
ξαφάνιση των συμπτωμάτων απαιτούνται περισσότερες από μία εφαρμογές.

260
Τρόπος εφαρμογής. Σε πυκνούς αμπελώνες το λίπασμα τοποθετείται στη
μέση μεταξύ των γραμμών φύτευσης. Σε αραιούς αμπελώνες τοποθετείται
δίπλα στη γραμμή φύτευσης. Για την εξασφάλιση της αποτελεσματικότητας
της καλιούχου λίπανσης και με δεδομένη την ελάχιστη μετακίνηση του στοι-
χείου αυτού στο έδαφος, θα πρέπει να διερευνάται το ριζικό προφίλ των φυ-
τών με σκοπό την τοποθέτηση του λιπάσματος σε βάθος, πλησίον του ριζι-
κού συστήματος.

4.3.2.γ. Φώσφορος

Ο φώσφορος συμμετέχει στη δομή των νουκλεϊκών οξέων σε διάφορες


ενώσεις υψηλής ενέργειας που καταλύουν σημαντικές βιολογικές αντιδρά-
σεις, καθώς επίσης αποτελεί συστατικό των φωσφολιπιδίων και των φω-
σφορυλιωμένων υδατανθράκων.
Ο φώσφορος του εδάφους προέρχεται από τα μητρικά πετρώματα και την
οργανική ουσία. Οι απώλειες από την έκπλυση είναι σχεδόν μηδενικές. Ο φώ-
σφορος στο έδαφος βρίσκεται κυρίως υπό τη μορφή ανοργάνων φωσφορικών
ορυκτών. Μικρότερες ποσότητες φωσφόρου απαντώνται στην οργανική ουσία
και πάρα πολύ μικρές έως αμελητέες στο εδαφικό διάλυμα. Τα κυριότερα φω-
σφορικά ορυκτά είναι ο υδροξυαπατίτης, ο φθοριοαπατίτης, το φωσφορικό μο-
νοασβέστιο, διασβέστιο, τριασβέστιο και οκτασβέστιο. Επίσης σε αρκετά εδά-
φη είναι πιθανή η ύπαρξη φωσφορικού σιδήρου και φωσφορικού αργιλίου.
Πηγές φωσφόρου διαθέσιμες στα φυτά . Η πλέον πρόσφορη μορφή φωσφό-
ρου στα φυτά προφανώς είναι τα φωσφορικά ιόντα του εδαφικού διαλύμα-
τος. Όμως είναι δύσκολη η εκτίμηση της κατάστασης του εδάφους από την
άποψη της δυνατότητας να εφοδιάζει τα φυτά. Προφανώς η συγκέντρωση
των φωσφορικών στο εδαφικό διάλυμα είναι μικρότερη από την ποσότητα
των φωσφορικών που προσλαμβάνονται από τα φυτά. Συνήθως η συγκέ-
ντρωση των φωσφορικών στο εδαφικό διάλυμα σε εδάφη τα οποία θεωρού-

261
νται επαρκώς εφοδιασμένα με φωσφόρο είναι 10 -5 M και αντιστοιχεί σε 0.3
ppm P στο εδαφικό διάλυμα. Η μικροβιακή δραστηριότητα στη ριζόσφαιρα
συμβάλλει πολλές φορές στη διαλυτοποίηση του φωσφόρου από αδιάλυτα
φωσφορικά ορυκτά. Είναι γνωστός ο ρόλος των μυκορριζικών μυκήτων οι
οποίοι συμβιώνουν με το ριζικό σύστημα της αμπέλου και συμβάλουν στη
διαλυτοποίηση του φωσφόρου των αδυάλυτων φωσφορικών ορυκτώνκαι την
αύξηση της πρόσληψης του στοιχείου αυτού.
Η εκτίμηση της δυνατότητας του εδάφους να εφοδιάζει το εδαφικό διά-
λυμα με ικανοποιητικές ποσότητες φωσφορικών παρουσιάζει αρκετές δυ-
σκολίες.Τα εκχυλιστικά μέσα τα οποία περιέχουν 0.5 Μ διττανθρακικό Νά-
τριο, δίνουν ικανοποιητικά αποτελέσματα σε ότι αφορά την περιεκτικότητα
του εδάφους σε φωσφόρο διαθέσιμο στα φυτά. Γενικώς εδάφη από τα οποία
εκχυλίζονται πάνω από 15ppm φωσφόρου θεωρούνται
επαρκώς εφοδιασμένα, αν και βέβαια έχουν παρατηρηθεί εδάφη με μικρότε-
ρες ποσότητες στα οποία η άμπελος δεν αντιδρά στην προσθήκη υπερφω-
σφορικών λιπασμάτων. Μια ικανοποιητική θρέψη φωσφόρου αντανακλάται
επίσης στις συγκεντρώσεις του στοιχείου αυτού στα φύλλα.

Έτσι μια συγκέντρωση στα φύλλα που κυμαίνεται μεταξύ 0.20 και
0.25 % σε ξηρά ουσία θεωρείται ικανοποιητική .

Μετακίνηση του φωσφόρου κατά την προσθήκη φωσφορικών λιπασμάτων.

Ο φώσφορος των υπερφωσφορικών λιπασμάτων που προστίθενται στο


έδαφος μετακινείται ελάχιστα. Το εδαφικό διάλυμα εδαφών τα οποία είναι
μετρίως εφοδιασμένα με φώσφορο περιέχει 5Χ10 -6 Μ φωσφόρου. Σύμφωνα
με πολλά ερευνητικά δεδομένα, έχει βρεθεί ότι εάν στο έδαφος πέσουν πε-
ρίπου 300mm βροχής, μια πολύ μικρή ποσότητα φωσφόρου θα μετακινηθεί
σε βαθύτερα στρώματα ( ~ 50 g). Αυτό σημαίνει ότι ελάχιστη ποσότητα φω-
σφόρου μεταφέρεται στο υπέδαφος και ξεπλένεται με τα νερά της στράγγι-
σης.

262
Από το άλλο μέρος το εδαφικό διάλυμα μπορεί να περιέχει ποσότητες
οργανικού φωσφόρου ανάλογα με την οργανική ουσία του εδάφους οι ο-
ποίες είναι μεγαλύτερες από αυτές του ανοργάνου φωσφόρου. Σε πειράμα-
τα μακροχρόνιας εφαρμογής ανοργάνου φωσφορικής λίπανσης και οργανι-
κής αποδείχτηκε ότι κατά την εφαρμογή ανοργάνου, ελάχιστες ποσότητες
φωσφόρου μετακινήθηκαν στα νερά της στράγγισης, κάτω των 30 cm από
την επιφάνεια του εδάφους, ενώ αντίθετα μεγαλύτερες ποσότητες μετακινή-
θηκαν κατά την εφαρμογή της οργανικής. Έτσι κατά τη τοποθέτηση των
υπερφωσφορικών λιπασμάτων στην επιφάνεια του εδάφους ελάχιστες πο-
σότητες μετακινούνται προς τα στρώματα όπου βρίσκεται ο κύριος όγκος
του ριζικού συστήματος.
Η βροχή κατά την βλαστική περίοδο ή και το πότισμα ευνοούν τη μετα-
κίνηση και την πρόσληψη, δεδομένου ότι διατηρούν ζωντανές τις επιφανεια-
κές ρίζες. Αντίθετα κατά την καλοκαιρινή ξηρασία ιδιαίτερα σε μη αρδευόμε-
νους αμπελώνες είναι μάλλον αδύνατη η αξιοποίηση των υπερφοσφωρικών
λιπασμάτων τα οποία έχουν τοποθετηθεί επιφανειακά.
Η διόρθωση της οξύτητας του εδάφους έχει αποδειχτεί ότι αυξάνει την
πρόσληψη του φωσφόρου λόγω καλύτερης ανάπτυξης του ριζικού συστήμα-
τος.
Από το φώσφορο που θα προστεθεί στο έδαφος ένα μικρό μέρος θα αξιο-
ποιηθεί από τα φυτά. Το υπόλοιπο θα παραμείνει στο έδαφος και ανάλογα με
τη μορφή του λιπάσματος θα έχει μια μικρότερη ή μεγαλύτερη υπολειμματική
δράση τα επόμενα χρόνια. Έτσι ενώ τα υπερφωσφορικά είναι πιο αποτελε-
σματικά κατά το έτος εφαρμογής, το φωσφορικό ή μεταφωσφορικό διασβέστιο
έχει καλύτερη υπολειμματική δράση.

Λιπάνσεις. Σε ότι αφορά τα διάφορα σκευάσματα που μπορούν να χρησιμο-


ποιηθούν αυτά έχουν και διαφορετικές ιδιότητες :
Έτσι οι ενώσεις του φωσφόρου οι οποίες είναι περισσότερο διαλυτές στο νερό
παρουσιάζουν άμεση δράση σε όλους τους εδαφικούς τύπους. Μπορούν να
χρησιμοποιούνται κανονικά σε εδάφη ουδέτερα ή αλκαλικά δεδομένου ότι

263
προκαλούν και μια ελαφρά οξίνιση του εδάφους. Οι διαλυτές μορφές στο κι-
τρικό αμμώνιο. (π.χ. φωσφορικό διασβέστιο), έχουν μερικώς ταχεία δράση.
Οι διαλυτές μορφές στο κιτρικό οξύ (π.χ. σκωρίες), έχουν αργή δράση και
διατηρούν το pH σε ελαφρώς όξινα εδάφη. Χρησιμοποιούνται σε εδάφη πτω-
χά με pH μέχρι 6.2 και σε εδάφη κανονικής γονιμότητας με pH 7.5. Οι φυσικές
μορφές των υπερφοσφωρικών έχουν αρκετά παρατεταμένη δράση και ενδεί-
κνυνται σε εδάφη πτωχά μέχρι pH 5.9 και εδάφη κανονικά μέχρι pH 6.5.

Ανάγκες της αμπέλου σε φωσφόρο. Τα φυτά της αμπέλου απορροφούν 0.6 -


1.8 κιλά P ανά στρέμμα. Οι ελλείψεις του στοιχείου αυτού είναι σπάνιες και
οι ολικές απώλειες το χρόνο είναι 0.5 - 1.5 κιλά P 2 Ο 5 , οι οποίες θα πρέπει να
προστίθενται υπό τη μορφή λιπασμάτων. Σε περιπτώσεις ελλείψεων θα πρέ-
πει να προστίθενται 50 κιλά το στρέμμα, ενώ οι συνηθισμένες λιπάνσεις συ-
ντήρησης δεν χρειάζεται να ξεπερνούν το 5 κιλά. Η λίπανση σε βάθος ενδεί-
κνυται πάντα ως πιο αποτελεσματική, δεδομένου ότι ο φώσφορος δεσμεύεται
εύκολα στο έδαφος και μετακινείται ελάχιστα. Κατά συνέπεια θα πρέπει να
τοποθετείται κοντά στο ριζικό σύστημα. Η εποχή εφαρμογής δεν έχει καμιά
σημασία. Σε πυκνές φυτεύσεις το λίπασμα τοποθετείται στο κέντρο μεταξύ
των γραμμών ενώ σε αραιές φυτεύσεις τοποθετείται κοντά στην γραμμή φύ-
τευσης.

4.3.2δ. Αλληλεπιδράσεις των λιπάνσεων αζώτου καλίου και φωσφόρου.

Τα στοιχεία αυτά συμπεριλαμβάνονται σχεδόν πάντα στις λιπάνσεις συ-


ντήρησης και ρουτίνας για το λόγο αυτό θα ήταν σκόπιμο να αναφερθούν οι
αλληλεπιδράσεις τους όπως έχουν καταγραφεί σε ερευνητικά δεδομένα που
αφορούν πειράματα υπαίθρου.
Έχει παρατηρηθεί ότι αυξημένες λιπάνσεις με άζωτο δεν επηρεάζουν
σημαντικά την περιεκτικότητα του στοιχείου αυτού στους μίσχους και τα ελά-
σματα των φύλλων. Όμως παρατηρείται αύξηση του αζώτου στο γλεύκος το
οποίο και θεωρείται ένας πιο ευαίσθητος δείκτης για τον εφοδιασμό των φυ-

264
τών με το στοιχείο αυτό. Μερικά ενδεικτικά επίπεδα για την περιεκτικότητα
του αζώτου στο έλασμα τους μίσχους και το γλεύκος είναι : 2%, 0.5% και
400mg/L αντίστοιχα.
Η περιεκτικότητα του αζώτου στο γλεύκος αποτελεί ένα στοιχείο το οποίο
επηρεάζει καθοριστικά την πορεία της αλκοολικής ζύμωσης και κατά συνέπεια
την ποιότητα των προϊόντων οινοποιίας. Όμως δεν μπορεί να επιτευχθεί μια
σημαντική αύξηση του αζώτου στο γλεύκος δια μέσου μιας αυξημένης αζωτού-
χου λιπάνσεως και επιπλέον μια τέτοια αύξηση, επηρεάζει πολλούς άλλους
παράγοντες που υποβαθμίζουν την ποιότητα του προϊόντος.
Η λίπανση των αμπελώνων με φωσφόρο δεν επηρεάζει τις περισσότερες
φορές τα επίπεδα του φύλλου σε άζωτο αλλά μερικές φορές αυξάνει την περιε-
κτικότητά του στο γλεύκος. Αυτή η θετική αλληλεπίδραση του φωσφόρου και
του αζώτου έχει αναφερθεί από πολλούς ερευνητές. Η λίπανση με φωσφόρο
προκαλεί αύξηση των επιπέδων του στοιχείου αυτού στους μίσχους το έλασμα
και το γλεύκος. Και εδώ οι μίσχοι αποτελούν τα πιο ευαίσθητα όργανα, ως
προς την εκτίμηση των επιπέδων του στοιχείου αυτού στα φυτά. Πολλές φο-
ρές έχει παρατηρηθεί ότι οι μίσχοι περιέχουν μικρότερες ποσότητες από το
έλασμα και αυτό για κάποιους ερευνητές είναι ένα στοιχείο που υποδηλώνει
έλλειψη φωσφόρου. Όμως αυτό έχει παρατηρηθεί σε πάρα πολλές περιπτώ-
σεις εδαφών της Μεσογείου όπου μάλιστα η περιεκτικότητα στο έδαφος ήταν
πάνω από 25 mg /Kg.(Olsen). Υπό κανονικές συνθήκες καλλιέργειας όταν ο
φωσφόρος πέφτει κάτω από το 0.08% στους μίσχους κατά τον περκασμό (πο-
λύ σπάνια), θεωρούμε ότι υπάρχει έλλειψη φωσφόρου.
Έχει παρατηρηθεί ότι αυξημένες λιπάνσεις με φωσφόρο δεν επηρεάζουν
σημαντικά την περιεκτικότητα του στοιχείου αυτού στους μίσχους και τα ελά-
σματα των φύλλων. Πολλές φορές μπορεί να παρατηρηθεί και μια μειωμένη
παραγωγή σε περιπτώσεις υπερβολικών ποσοτήτων υπερφωσφορικών λιπα-
σμάτων στο έδαφος, οφειλόμενη σε έμμεση υποβάθμιση των επιπέδων του
καλίου. Υψηλές φωσφορικές λιπάνσεις στους αμπελώνες έχουν ως αποτέλε-
σμα την αύξηση των επιπέδων του ασβεστίου και του μαγνησίου στους μί-
σχους και τα ελάσματα των φύλλων.

265
Οι λιπάνσεις με μεγάλες ποσότητες καλίου δεν επηρεάζουν τα επίπεδα
του αζώτου στους μίσχους και το έλασμα των φύλλων, αλλά όμως προκα-
λούν μείωση του στοιχείου αυτού στο γλεύκος το οποίο υποδηλώνει έναν
ανταγωνισμό των δύο αυτών στοιχείων όπως έχει βρεθεί και από πολλούς
ερευνητές. Οι μεγάλες επίσης ποσότητες καλίου δεν επηρεάζουν την περιε-
κτικότητα των φύλλων σε φώσφορο, όμως προκαλούν αύξηση των επιπέδων
του καλίου στο έλασμα και τους μίσχους, οι οποίοι μάλιστα αποδεικνύονται
και πιο ευαίσθητοι στις μεταβολές αυτές.
Μια ποσότητα καλίου γύρω στα 5 κιλά το στρέμμα θεωρείται υπό κανο-
νικές συνθήκες ως κανονική λίπανση, για τις οινοποιήσιμες ποικιλίες μέ-
τριων και μικρών αποδόσεων. Όσον αφορά τα επίπεδα του στοιχείου αυ-
τού στα φύλλα , ποσότητες όπως 0.81% στο έλασμα και 1.45% στους μί-
σχους, θα μπορούσαν να θεωρηθούν ικανοποιητικές. Η προσθήκη καλίου
στο έδαφος επηρεάζει την περιεκτικότητά του στο γλεύκος, αλλά σε περι-
πτώσεις επάρκειας δεν παρατηρείται πάντα η αναμενόμενη αντιστοιχία του
καλίου του εδάφους με το κάλιο του γλεύκους και του οίνου, δεδομένου ότι
διαφορετικές παράμετροι επηρεάζουν την αντιστοιχία αυτή όπως το είδος
της αργίλου ή το ποσοστό της C.E.C. του εδάφους που καταλαμβάνει το κά-
λιο. Θα πρέπει να τονιστεί ότι η περιεκτικότητα του καλίου στο γλεύκος και
το κρασί επηρεάζει σημαντικά την ποιότητα, επηρεάζοντας το pH.

4.3.2.ε. Μαγνήσιο

Είναι σημαντικό στοιχείο διότι συμμετέχει στη δομή της χλωροφύλλης.


Οι ελλείψεις του στοιχείου αυτού δεν αναστέλλουν την αύξηση και εμφανί-
ζονται με χαρακτηριστικά συμπτώματα πρώτα στα φύλλα της βάσης του
βλαστού αντίθετα απ' ότι συμβαίνει στις ελλείψεις καλίου που τα χαρακτη-
ριστικά συμπτώματα εμφανίζονται στα φύλλα της κορυφής. Είναι συνηθι-
σμένες σε όξινα εδάφη όπου το μαγνήσιο μετέχει σε πολύ μικρή αναλογία
στη C.E.C και εκπλύνεται εύκολα, καθώς επίσης και σε εδάφη που έχουν

266
δεχθεί πλούσιες καλιούχες λιπάνσεις. Στις περιπτώσεις ελλείψεων, οι συ-
γκεντρώσεις του Mg στα φύλλα είναι μικρότερες του 0.15% σε ξηρά ουσία
και ο λόγος K/Mg > 10. Μια ικανοποιητική θρέψη Mg αντανακλάται σε συ-
γκεντρώσεις που κυμαίνονται από 0.20 – 0.28 %
Η έλλειψη Μg, εμφανίζεται στις λευκές ποικιλίες με τα γνωστά χαρακτηρι-
στικά συμπτώματα τα οποία συνίστανται σε μεσονεύριους μεταχρωματι-
σμούς κιτρινωπού χρώματος. Στις ερυθρές ποικιλίες παρατηρούνται μεσο-
νεύριοι μεταχρωματισμοί ερυθρωπού χρώματος. Οι μεταχρωματισμοί παρα-
τηρούνται στα φύλλα της βάσης των βλαστών. Το φαινόμενο εμφανίζεται γε-
νικευμένα μέσα στον αμπελώνα κατά τον Ιούλιο-Αύγουστο και πιο συχνά
παρουσιάζεται σε νεαρούς αμπελώνες. Σε συνθήκες έντονης έλλειψης μπο-
ρεί να εμφανίζεται και ενωρίτερα.
Οι πιθανές αιτίες εμφάνισης των συμπτωμάτων είναι η ανεπάρκεια Mg ή
η περίσσεια Κ στο έδαφος. Το βροχερό κλίμα επιτείνει τα συμπτώματα λόγω
εκτεταμένης έκπλυσης. Ακόμη, ο ακατάλληλος συνδυασμός εμβολίου-
υποκειμένου μπορεί να προκαλέσει εμφάνιση των συμπτωμάτων αυτών. Η
επιφανειακή εγκατάσταση του ριζικού συστήματος επίσης μπορεί να συμ-
βάλλει στην εμφάνιση των συμπτωμάτων λόγω του ότι τα επιφανειακά
στρώματα είναι πιο εμπλουτισμένα με κάλιο.

Ξήρανση της ράχης Η έλλειψη μαγνησίου προκαλεί την γνωστή φυσιολογική


διαταραχή η οποία λέγεται ξήρανση της ράχης και εμφανίζεται κατά την ε-
ποχή του περκασμού με χαρακτηριστικές ξηράνσεις τμημάτων του βοστρύ-
χου των σταφυλών. Έτσι τα τμήματα της σταφυλής τα οποία έχουν προ-
σβληθεί δεν ωριμάζουν. Η έκταση της ζημίας εξαρτάται από την ένταση των
συμπτωμάτων. Η περίσσεια αζώτου και καλίου στο έδαφος επιτείνουν το
φαινόμενο. Στις περιπτώσεις αυτές, εφαρμόζονται δύο διαφυλλικές επεμ-
βάσεις με ένυδρο θειικό μαγνήσιο (0.5%) κατά τον περκασμό με διαφορά
δέκα ημερών, όπου το ψεκαστικό διάλυμα κατευθύνεται στις ράγες.

267
Η διόρθωση των επιπέδων μαγνησίου στο έδαφος γίνεται με προσθήκη
σκευασμάτων τα οποία χρησιμοποιούνται ανάλογα με τις ιδιότητές τους:

1. Θειικό μαγνήσιο (π.χ. ένυδρο θειικό Mg). Eίναι αρκετά διαλυτό


στο νερό και εκπλύνεται εύκολα σε ελαφρά εδάφη. Χρησιμοποιείται
σε περιπτώσεις ελλείψεων Mg καθώς και για διαφυλλικούς ψεκα-
σμούς (ένυδρο θειϊκό Mg) ή από το έδαφος ως θειικό Μg.

2. Ανθρακικό μαγνήσιο. Έχει μικρή διαλυτότητα και


δεν ξεπλένεται εύκολα. Χρησιμοποιείται για εδάφη όξινα όταν θέ-
λουμε να διορθώσουμε τις ελλείψεις μαγνησίου. Aκόμη σε εδάφη
κανονικής γονιμότητας όταν επιδιώκουμε να έχει παρατεταμένη
δράση ή για λίπανση όξινων ή ελαφρώς όξινων εδαφών.

3. Οξείδια του μαγνησίου. Έχουν αργή και παρατεταμένη δράση


και χρησιμοποιούνται για λιπάνσεις ρουτίνας σε όλα τα εδάφη.

Σε περιπτώσεις οξίνων εδαφών θα πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα εκτός από


την προσθήκη Mg, να διορθώνεται και η οξύτητα. Προστίθεται λοιπόν δολο-
μίτης σε μεγάλες ποσότητες στο έδαφος, όπως αναφέρεται σε επόμενη ενό-
τητα για την διόρθωση των οξίνων εδαφών.

3.2.στ’.Βόριο

Από τα ιχνοστοιχεία, το βόριο είναι το πιο ενδιαφέρον για την αμπελο-


καλλιέργεια, δεδομένου ότι τα όρια έλλειψης, επάρκειας και τοξικότητας
είναι πολύ κοντά. Μικρές ποσότητες βορίου πάνω από τα όρια επάρκειας
μπορούν να προκαλέσουν συμπτώματα τοξικότητας. Θα πρέπει να σημειω-
θεί ότι το βόριο στο έδαφος δεν θα πρέπει να ξεπερνά τα επίπεδα του 1
ppm, ούτε να κατεβαίνει κάτω από 0.5 ppm. Τα κανονικά επίπεδα στα φύλ-
λα κυμαίνονται μεταξύ 20 - 40 ppm ξηράς ουσίας. Πολύ εύκολα όμως ξε-
περνώνται τα επίπεδα επάρκειας μετά από λανθασμένες εφαρμογές τετρα-
βορικού νατρίου (βόρακος)στο έδαφος.

268
Το βόριο είναι απαραίτητο στοιχείο στα φυτά διότι η έλλειψή του έχει
διάφορες επιπτώσεις όπως, τη μείωση της επιμήκυνσης των ριζών και της
κυτταροδιαίρεσης των ακραίων μεριστωμάτων, και την αναστολή της σύνθε-
σης των νουκλεϊκών οξέων. Επίσης η έλλειψη βορίου προκαλεί μείωση της
ικανότητας βλάστησης των γυρεοκόκκων, η οποία έχει ως συνέπεια το χα-
ρακτηριστικό σύμπτωμα που εμφανίζεται με έντονη ανθόρροια και ξήρανση
των ταξιανθιών, αφού αποτυγχάνει η γονιμοποίηση των ανθέων. Επίσης
ανάλογα με την ένταση της έλλειψης και την ποικιλία παρατηρείται μειωμένη
ανάπτυξη των βλαστών, ανεπαρκής ωρίμανση αυτών και ανάπτυξη περισσό-
τερων ταχυφυών. Άλλοτε πάλι παρατηρείται βραχυγονάτωση και «ζικ –
ζακ» μορφή των βλαστών. Στα φύλλα εμφανίζεται αποχρωματισμός κατά
κηλίδες πρώτα μεταξύ των νευρώσεων και μετά πιο εκτεταμένα. Παρατη-
ρούνται επίσης αλλοιώσεις και απόφραξη των αγγείων. Πολλές φορές οι
κορυφές ξηραίνονται και αναπτύσσονται οι δευτερογενείς άξονες. Οι ράγες
των καρπών εμφανίζουν σκούρο πράσινο μεταλλικό χρώμα κατά θέσεις ή
στο σύνολο της επιφάνειάς τους και τούτο οφείλεται σε εσωτερικές νεκρώ-
σεις. Τελικά οι ράγες γίνονται μαλακές. Στις περιπτώσεις αυτές τα επίπεδα
βορίου στα φύλλα είναι μικρότερα των 10ppm.Δεν είναι γνωστός ο βιολογι-
κός ρόλος του βορίου πέραν από τις χαρακτηριστικές του επιπτώσεις στην
ανάπτυξη των φυτών. Όμως πρόσφατα δεδομένα αναφέρουν ότι παίζει κα-
θοριστικό ρόλο στα κυτταρικά τοιχώματα λόγω των ενώσεων που σχηματίζει
και τις κυτταρίνες και συγκεκριμένα συμβάλλει στην πλαστικότητα των κυτ-
ταρικών τοιχωμάτων. Επίσης ο ρόλος του σχετίζεται με τον μεταβολισμό της
γλυκόζης.
Η έλλειψη βορίου είναι πιο συχνή σε εδάφη με μικρή περιεκτικότητα σε
οργανική ουσία και υψηλό pH, ή ακόμη σε εδάφη όξινα όπου το στοιχείο αυ-
τό έχει εκπλυθεί. Επίσης σε περιοχές με μικρό βροχομετρικό ύψος τα επίπε-
δα βορίου είναι υψηλότερα ενώ αντίθετα σε περιοχές με συχνές βροχοπτώ-
σεις λόγω έντονης έκπλυσης του στοιχείου αυτού τα αντίστοιχα επίπεδα εί-
ναι πολύ χαμηλότερα.

269
Για τη διόρθωση των επιπέδων βορίου στο έδαφος εφαρμόζεται ποσότη-
τα βόρακος από το έδαφος 2 - 6 κιλά το στρέμμα. Μεγαλύτερες ποσότητες
ενδεχομένως να προκαλέσουν συμπτώματα τοξικότητας. Ακόμη για πιο άμε-
σα αποτελέσματα συνιστώνται διαφυλλικές επεμβάσεις 0.2 -0.5% με ευ-
διάλυτη μορφή βορίου, 4 – 6 φορές (μία - δύο πριν και οι υπόλοιπες μετά
την άνθηση ανά μία εβδομάδα).
Τοξικότητα βορίου. Οι περιπτώσεις τοξικότητας βορίου είναι σπάνιες και
συνήθως παρουσιάζονται είτε από υπερβολικές ποσότητες βόρακος που
προστίθενται για την διόρθωση των επιπέδων του στοιχείου αυτού στο έδα-
φος , είτε από άρδευση των αμπελώνων με νερό, το οποίο περιέχει αυξημέ-
νες ποσότητες βορίου. Στην περιοχή της Θεσσαλονίκης μάλιστα, έχουν
παρατηρηθεί περιπτώσεις τοξικότητας βορίου από τη χρησιμοποίηση τέτοι-
ου νερού άρδευσης το οποίο περιείχε 4. 5 ppm βορίου. Το νερό της θά-
λασσας περιέχει περίπου 4.7 ppm βορίου και κατά συνέπεια εδάφη που ε-
πηρεάζονται από το θαλασσινό νερό έχουν υψηλές συγκεντρώσεις βορίου.
Τα συμπτώματα τοξικότητας βορίου είναι πολύ χαρακτηριστικά και πα-
ρουσιάζονται κατ’ αρχήν στα νέα φύλλα της κορυφής τα οποία εμφανίζουν
περιφερειακές ξηράνσεις των ελασμάτων τους. Αυτές οι περιφερειακές ξη-
ράνσεις των ελασμάτων προκαλούν και συστροφή των περιθωρίων των
φύλλων και τα φύλλα καρουλιάζουν συστρεφόμενα προς τα κάτω. Σε περι-
πτώσεις εντονότερης τοξικότητας τα φυτά εμφανίζουν ασθενική ανάπτυξη
βλαστών και ανάπτυξη μεγάλου αριθμού ταχυφυών. Τα φύλλα είναι πολύ
μικρά με νεκρώσεις σκούρου χρώματος και τα φυτά καταλήγουν σε ξήραν-
ση.
Για την αντιμετώπιση της τοξικότητας βορίου συνιστάται κατάκλιση του
αμπελώνα με μεγάλες ποσότητες νερού για την έκπλυση του στοιχείου αυ-
τού. Σε εδάφη με μικρές ποσότητες ασβεστίου συνιστάται επίσης προσθήκη
θειικού ασβεστίου. Διάφορα φυτά τα οποία απορροφούν μεγάλες ποσότητες
βορίου και είναι ανθεκτικά στις υψηλές συγκεντρώσεις ( είδη του γένους
Brassica) μπορούν να συγκαλλιεργηθούν με το αμπέλι για ένα ή δύο χρόνι-
α, με σκοπό την γρηγορότερη απομάκρυνση του βορίου από το έδαφος.

270
3.2.ζ. Σίδηρος

Είναι απαραίτητο στοιχείο για τη σύνθεση της χλωροφύλλης και συμμε-


τέχει στα κυτοχρώματα και την φερεδοξίνη. Η έλλειψη του στοιχείου αυτού
προκαλεί τα γνωστά συμπτώματα που εμφανίζονται με τη μορφή της χλώ-
ρωσης. Η φυσιολογική αυτή ασθένεια η οποία φέρει το χαρακτηριστικό ό-
νομα χλώρωση σιδήρου αρχίζει με ένα γενικό κιτρίνισμα των νέων φύλλων
κατά την εποχή της έντονης αύξησης των βλαστών. Συνήθως οι νευρώσεις
των φύλλων παραμένουν πράσινες αλλά σε πιο σοβαρές περιπτώσεις τα
ξήρανση των φύλλων και μείωση της ζωηρότητας των φυτών.

Η χλώρωση του σιδήρου συνήθως δεν οφείλεται σε μια πραγματι-


κή έλλειψη σιδήρου στο έδαφος, αλλά στην αδιαλυτοποίησή του
από το ανθρακικό ασβέστιο, το οποίο ρυθμίζει καθοριστικά το pH
του εδάφους.

Είναι γνωστό ότι τα CaCO 3 Ca(OH) 2 έχουν έντονα βασική αντίδραση και
ως εκ τούτου επηρεάζουν το pH του εδάφους.

Ο σίδηρος του εδάφους βρίσκεται υπό τη μορφή διαφόρων υδροξειδίων


και οξειδίων του σιδήρου και σχεδόν στην ολότητά του είναι αδιάλυτος. Ο
ολικός σίδηρος συνεπώς δεν μπορεί να χαρακτηρίσει και την διαθεσιμότητά
του προς τα φυτά. Η εκτίμηση της μικρής ποσότητας που είναι διαθέσιμη
στα φυτά βασίζεται στην εκχύλισή του με διάφορα εκχυλιστικά μέσα, όπως
το νερό, το υδροχλώριο, το οξαλικό αμμώνιο, χηλικές, οργανικές ενώσεις
όπως το DTPA (διεθυλο - τριαμινο- πενταοξικό οξύ), EDTA(εθυλαινο-
διαμινο-τετραοξικό οξυ), καθώς επίσης και μείγματα αυτών των ενώσεων. Οι
ποσότητες του σιδήρου που μπορούν να εκχειλιστούν με αυτά τα εκχειλιστι-
κά μέσα κυμαίνονται συνήθως από 10 - 100ppm.

271
Από το άλλο μέρος η περιεκτικότητα του στοιχείου αυτού στα φύλλα
δεν μπορεί να χαρακτηρίσει τις περιπτώσεις έλλειψης ή επάρκειας γιατί
συμβαίνει πολλές φορές ο σίδηρος να βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα, αλλά
να αδρανοποιείται εντός των ιστών των φύλλων από άγνωστους μηχανι-
σμούς οι οποίοι προκαλούν χλώρωση.
Σε ότι αφορά την πρόσληψή του, αυτή εξαρτάται από την ικανότητα
των ριζών να διαλυτοποιούν το σίδηρο. Τα διάφορα υποκείμενα της αμπέ-
λου διαφέρουν ως προς την ικανότητα αυτή. Έτσι είναι απαραίτητη η εκλογή
του κατάλληλου υποκειμένου η οποία βασίζεται κυρίως στην εκτίμηση του
ανθρακικού ασβεστίου του εδάφους και διαφόρων ποσοτήτων σιδήρου που
εκχειλίζονται με διάφορα εκχειλιστικά μέσα.

Στην αμπελοκαλλιέργεια, από εδαφολογικής άποψης, διακρίνουμε δύο κα-


τηγορίες χλώρωσης :

• Παρουσία σε βάθος ενός ορίζοντα πιο πλούσιου σε ανθρακικό


ασβέστιο. Στις περιπτώσεις αυτές η χλώρωση εμφανίζεται σε ξη-
ρές χρονιές αφού το επίπεδο πρόσληψης μετατοπίζεται σε βαθύ-
τερα στρώματα όπου έχουμε συγκέντρωση μεγαλύτερων ποσοτή-
των ασβεστίου. Στις περιπτώσεις αυτές τα χλωρωτικά φαινόμενα
διαρκούν όλο το καλοκαίρι.

• Πιο συχνά η χλώρωση εμφανίζεται ως φαινόμενο προσωρινό, ό-


που παρατηρείται κατά την άνοιξη όταν οι βλαστοί αναπτύσσο-
νται έντονα, σε χρονιές υγρές και σε ζώνες περιορισμένες. Το έ-
δαφος αυτών των ζωνών παρουσιάζει ορισμένα ιδιαίτερα χαρα-
κτηριστικά, όπως υψηλή περιεκτικότητα σε ολικό ανθρακικό α-
σβέστιο ή ενεργό ανθρακικό ασβέστιο, υψηλό pH, και μεγάλη
περιεκτικότητα σε ανθρακικά ιόντα (HCO 3 - ), πχ από 120 -
700ppm, στο εδαφικό διάλυμα.

272
Τρεις παράγοντες που θα μπορούσαν να εμπλακούν στην εκδήλωση της
χλώρωσης είναι τα ιόντα ασβεστίου (Ca ++ ), τα ανθρακικά ιόντα (HCO 3 - CO 3 -
-) και το pH του εδάφους.
Σε ότι αφορά τα ιόντα ασβεστίου θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα χλωρω-
τικά φυτά είναι πιο πλούσια σε κατιόντα αλλά μεταξύ αυτών η αναλογία του
ασβεστίου σε σχέση με τα άλλα είναι χαμηλή. Επίσης εδάφη σελινιτικά
(πλούσια σε θειικό ασβέστιο), δεν προκαλούν χλώρωση.
Αντίθετα τα ανθρακικά ιόντα φαίνεται να εμπλέκονται πιο άμεσα στην
εκδήλωση της χλώρωσης. Στα ασβεστούχα εδάφη το pH κυρίως επηρεάζεται
από το σύστημα

H 2 O – CO 2 – CaCO 3

Είναι γνωστό ότι το CaCO 3 είναι μικρής διαλυτότητας σε σχέση με το ό-


ξινο ανθρακικό ασβέστιο και το CO 2 του εδάφους και η παρουσία νερού του
εδάφους δρα κατά το σχήμα :

CaCO 3 + H 2 O ⇒ Ca(HCO 3 ) 2

Η ύπαρξη των όξινων ανθρακικών στο εδαφικό διάλυμα αυξάνει το pH


του εδαφικού διαλύματος και βέβαια την έκπλυση του ασβεστίου και τη
συσσώρευσή του σε βαθύτερα στρώματα εδάφους. Η αυξημένη περιεκτικό-
τητα των χλωρωτικών φύλλων σε κατιόντα θα μπορούσε να αποδοθεί στο
γεγονός ότι η παρουσία των ανθρακικών ιόντων προκαλεί αυξημένη σύνθε-
ση οργανικών οξέων στο φυτό η οποία συνοδεύεται με την αυξημένη πρόσ-
ληψη κατιόντων.
Η χλώρωση μπορεί εκδηλώνεται κατά την άνοιξη ιδιαίτερα όταν επικρα-
τούν συχνές βροχές, σε εδάφη ασβεστούχα. Οι παρατεταμένες βροχοπτώ-
σεις κατά την άνοιξη όταν μάλιστα τα εδάφη χαρακτηρίζονται από μεγάλη

273
αναλογία λεπτόκοκκων συστατικών προκαλούν χλώρωση σε αμπελώνες που
συνήθως υπό κανονικές συνθήκες εδαφικής υγρασίας (μη κορεσμένα εδάφη)
δεν εμφανίζουν χλώρωση. Το φαινόμενο αυτό έχει μελετηθεί επαρκώς σε
πειραματική διάταξη και οφείλεται στη μειωμένη στράγγιση του νερού.
Η έλλειψη οξυγόνου μειώνει τον μεταβολισμό των ριζών και κατά συνέ-
πεια την πρόσληψη του σιδήρου από τα φυτά. Επί πλέον τοξικές ή ανα-
σταλτικές ουσίες σχηματίζονται κάτω από συνθήκες ασφυξίας (αιθυλένιο).
Είναι γνωστό ότι η συγκέντρωση αιθυλενίου αναστέλλει την αύξηση των ρι-
ζών και κατά συνέπεια την πρόσληψη σιδήρου. Στην περίπτωση αυτή το
πορώδες του εδάφους και ο ρυθμός στράγγισης επηρεάζει καθοριστικά την
εκδήλωση της χλώρωσης.
Η χλώρωση αυτής της μορφής, έχει γίνει προσπάθεια να αντιμετωπιστεί
με τη χρήση βαθύριζων φυτών μεταξύ των γραμμών φύτευσης με στόχο τη
βελτίωση της δομής του εδάφους και του αερισμού των στρωμάτων κοντά
στο ριζικό σύστημα της αμπέλου.

Ολικό ασβέστιο To ολικό ανθρακικό ασβέστιο του εδάφους αποτελεί έναν


δείκτη των αποθεμάτων του εδάφους σε ασβέστιο. Το ασβέστιο εκτός του ότι
αποτελεί ένα θρεπτικό στοιχείο απαραίτητο για τα φυτά παίζει καθοριστικό
ρόλο στις φυσικές χημικές και βιολογικές ιδιότητες του εδάφους. Μεταξύ των
άλλων:

- συμβάλει και επηρεάζει τους δεσμούς μεταξύ των κολλοειδών


της αργίλου και των οργανικών μεγαλομορίων

- μειώνει την οξύτητα του εδάφους και ευνοεί την βιολογική δρα-
στηριότητα

- επηρεάζει την συγκράτηση των ανιόντων και ιδιαίτερα των φω-


σφορικών ιόντων

Τα εδάφη περιέχουν πολύ διαφορετικές ποσότητες ασβεστίου. Ένα έδαφος


με μικρές ποσότητες ασβεστίου, τουλάχιστον μπορεί να ανταποκριθεί στις
ανάγκες του φυτού σε ασβέστιο. Μόνο στις περιπτώσεις έλλειψης ολικού

274
ανθρακικού ασβεστίου η πολύ χαμηλών επιπέδων, γίνεται προσθήκη ασβε-
στίου στο έδαφος. Στις περιπτώσεις αυτές η ανάλυση και ο προσδιορισμός
του ολικού ανθρακικού ασβεστίου στο έδαφος δεν αρκεί αλλά πρέπει να
συμπληρώνεται με τον προσδιορισμό της εναλλακτικής ικανότητος του εδά-
φους (C.E.C.) και των επιπέδων της προσρόφησης του απορροφητικού συν-
δέσμου των κολλοειδών αργιλικών και οργανικών συμπλόκων με ασβέστιο.

Ενεργό ασβέστιο Πρόκειται πάλι για το CaCO 3 αλλά αυτή τη φορά αφορά
το λεπτόκοκκο, μεγέθους αργιλικών μορίων ή μορίων της ιλύος. Αποκαλείται
ενεργό δεδομένου ότι αυτό που αναλογεί σε ένα συγκεκριμένο βάρος διαθέ-
τει πολύ μεγαλύτερη ικανότητα να εξουδετερώνει την οξύτητα σε σχέση με
αυτό που αναλογεί στο ανθρακικό ασβέστιο των μεγαλύτερου μεγέθους μο-
ρίων.
Ως εκχυλιστικό μέσο για τον προσδιορισμό του ενεργού ασβεστίου χρησι-
μοποιείται το οξαλικό αμμώνιο δεδομένου ότι το προϊόν της εκχύλισης είναι
το οξαλικό ασβέστιο και εκφράζεται σε Ca ++ .
Αρκετά υποκείμενα έχουν χαρακτηριστεί ως προς την αντοχή τους σε ενερ-
γό ανθρακικό ασβέστιο. Από πλευράς καλλιέργειας της αμπέλου και της
χρησιμοποίησης του κατάλληλου υποκειμένου, προσδιορισμός του ενεργού
ανθρακικού ασβεστίου δεν έχει κανένα νόημα εάν το ολικό ανθρακικό ασβέ-
στιο (ελεύθερο) δεν ξεπερνά το 10%.

Εδαφικός ορίζοντας συγκέντρωσης ανθρακικού ασβεστίου. Στα ασβεστώδη


εδάφη ο σχηματισμός ορίζοντα ανθρακικού ασβεστίου σε βάθος έχει καθο-
ριστική σημασία για την εμφάνιση της χλώρωσης και εξαρτάται από την υ-
δρομορφική συμπεριφορά του εδάφους. Στις περιπτώσεις όπου εμφανίζεται
χλώρωση, η μελέτη της μικροδομής του εδάφους και των επιφανειών επαφής
των ριζιδίων με τα εδαφικά μόρια εμφανίζει συγκέντρωση ανθρακικού α-
σβεστίου γύρω από τα ριζίδια. Αντίθετα σε μη χλωρωτικά εδάφη οι πόροι
του εδάφους που διαπερνώνται από τα ριζίδια κατακλύζονται από κολλοειδή
της αργίλου.

275
Αν και βέβαια η συγκέντρωση ανθρακικού ασβεστίου γύρω από τα ριζί-
δια είναι απαραίτητη για να εκδηλωθεί η χλώρωση εντούτοις δεν αρκεί. Έτσι
στο βαθμό που η συγκέντρωση ανθρακικού ασβεστίου γύρω από τα ριζίδια
πραγματοποιείται σε περιβάλλον μεγάλων εδαφικών πόρων καλώς αεριζό-
μενων, όπου το νερό στραγγίζει εύκολα τότε η χλώρωση είναι ήπια και πα-
ροδική. Αντίθετα όταν η συγκέντρωση του ανθρακικού ασβεστίου έχει γίνει
σε εδάφη με πολύ μικρό πορώδες τα οποία χαρακτηρίζονται από χαμηλούς
ρυθμούς στράγγισης τότε τα συμπτώματα είναι πιο έντονα.
Στις περιπτώσεις αυτές οι θέσεις των μικρών πόρων μπορεί να αποτελούν
σημεία με έντονη αλκαλικότητα με pH περίπου 10, λόγω της χαμηλής κυ-
κλοφορίας του νερού.

Σχήμα 54. Σχηματική παράσταση χλωρωτικής κηλίδας. Σχηματισμός ανθρακικού ασβε-


στίου και πλευρική στράγγιση του νερού.

Στις περιπτώσεις έντονης χλώρωσης παρατηρούνται και έντονες αλλοι-


ώσεις του ριζικού συστήματος. Οι ρίζες αποκτούν φλοιώδες παρέγχυμα με

276
μεγάλο πάχος. Στα κυτταρικά τοιχώματα ακόμα και μέσα στα κύτταρα παρα-
τηρούνται συγκεντρώσεις οξαλικού ασβεστίου.
Συστηματικές παρατηρήσεις σε εδάφη τα οποία εμφανίζουν χλώρωση
κατά κηλίδες έδειξαν ότι στην χλωρωτική κηλίδα η δομή του εδάφους και η
στράγγιση του νερού έχουν κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά σε σχέση με
τις παρακείμενες θέσεις του αμπελώνα οι οποίες δεν παρουσιάζουν χλώρω-
ση.
Έχει διαπιστωθεί ότι στην χλωρωτική κηλίδα η συμπεριφορά του εδά-
φους από την άποψη της στράγγισης του νερού ήταν πολύ διαφορετική. Με-
ρικά μέτρα μακριά από την κηλίδα τα νερά των βροχών στράγγιζαν κανονι-
κά. Στην κηλίδα όμως διαπιστώθηκε ότι τα νερά των βροχών στράγγιζαν στα
επιφανειακά στρώματα του εδάφους αλλά στην ζώνη συσσώρευσης η
στράγγιση παρουσίαζε πολύ αργό ρυθμό με αποτέλεσμα τα νερά να παρα-
μένουν στα επιφανειακά στρώματα πάνω από τη ζώνη συσσώρευσης και να
μετακινούνται με αργό ρυθμό πλευρικά όπως φαίνεται στο Σχήμα 53. Από το
άλλο μέρος παρατηρείται τριχοειδής άνοδος του νερού. Τα φαινόμενα αυτά
προκαλούν μία συνεχή συγκέντρωση ανθρακικού ασβεστίου στα ανώτερα
στρώματα του ορίζοντα Βca καθώς επίσης και μια μείωση του πορώδους
του εδάφους. Αντίθετα στο εκτός της κηλίδας έδαφος η περατότητα του εδά-
φους είναι πιο ομαλή. Μικροσκοπική εξέταση των επιφανειών επαφής των
ριζών με τα εδαφικά μόρια εμφανίζουν αυξημένη συγκέντρωση ανθρακικού
ασβεστίου γύρω από τα ριζίδια και σε άμεση επαφή με αυτά. Αντίθετα εκτός
της κηλίδας δεν παρατηρείται τέτοια άμεση επαφή των ριζιδίων με το ραφί-
δες ανθρακικού ασβεστίου.
Η αύξηση του pH του εδάφους θεωρείται καθοριστικός παράγων ακινη-
τοποίησης του σιδήρου και εκδήλωσης της χαρακτηριστικής χλώρωσης.

pH του εδάφους . Η οξύτητα ή η αλκαλικότητα του εδάφους εξαρτάται από


έναν μεγάλο αριθμό παραγόντων. Κατ’ αρχήν αλκαλικά άλατα όπως τα αν-
θρακικό νάτριο, ή άλατα αλκαλικών γαιών όπως ανθρακικό ασβέστιο και

277
μαγνήσιο χαρακτηρίζουν εδάφη αλατούχα ή ασβεστούχα. Οι παρουσία τους
σε μεγάλες ποσότητες αυξάνει το pH.
Από το άλλο μέρος τα οργανικά οξέα, το ελεύθερο αργίλιο, το διοξείδιο
του άνθρακος, τα πρωτόνια (Η + )το μειώνουν. Σε εδάφη μη αλατούχα ή μη
ασβεστώδη, η πίεση του διοξειδίου του άνθρακος, τα οργανικά οξέα, το ε-
λεύθερο αργίλιο και τα πρωτόνια καθορίζουν το pH το οποίο στις περιπτώ-
σεις αυτές κυμαίνεται από 3.5 – 6.5. Εάν οι κύριοι παράγοντες που καθορί-
ζουν το pH είναι η πίεση του διοξειδίου του άνθρακος και τα πρωτόνια του
των απορροφητικών επιφανειών τότε αυτό κυμαίνεται μεταξύ 5 και 6.5. Εάν
οι κύριοι παράγοντες είναι το ελεύθερο αργίλιο και τα οργανικά οξέα τότε το
pH κυμαίνεται μεταξύ 3.5 και 5.
Σε μη κορεσμένα εδάφη η ποσότητα του νερού έχει μεγάλη σημασία.
Πράγματι η ξήρανση του εδάφους μειώνει τις στιβάδες του νερού γύρω από
τα εδαφικά μόρια και προκαλεί μεγαλύτερη συμπύκνωση των κατιόντων. Τα
κατιόντα ανταλλάσσονται με τα Η + των κολλοειδών και προκαλούν την μεί-
ωση του pH εδαφικού διαλύματος. Εάν την αφυδάτωση ακολουθήσει ενυδά-
τωση το pH αυξάνει.
Στα ασβεστούχα εδάφη, το ανθρακικό ασβέστιο κυρίως και δευτερευό-
ντως το διοξείδιο του άνθρακος και η κυκλοφορία του νερού είναι παράγο-
ντες που επηρεάζουν το pH και είναι υπεύθυνοι για την εκδήλωση της χλώ-
ρωσης. Σε ένα χλωρωτικό έδαφος η μειωμένη στράγγιση αυξάνει το pH.
Επίσης η προσθήκη οργανικών υλικών στο έδαφος τα οποία έχουν αποικο-
δομηθεί ανεπαρκώς, αυξάνει την πιθανότητα της εκδήλωσης της χλώρωσης.

Ριζικό σύστημα Οι ρίζες των φυτών κατά την πρόσληψη κατιόντων εκλύουν
στη ριζόσφαιρα πρωτόνια τα οποία έχουν την τάση να μειώνουν το pH. Η
επίδραση του γενοτύπου ως προς τη δυνατότητα της μεταβολής του pH και
της πρόσληψης του σιδήρου είναι διαφορετική. Στην αμπελοκαλλιέργεια
χρησιμοποιείται σήμερα ένας μεγάλος αριθμός υποκειμένων με διαφορετική
προσαρμοστική ικανότητα σε συνθήκες χλώρωσης. Έτσι η χλώρωση θα

278
πρέπει να αντιμετωπίζεται με την εκλογή του καταλλήλου υποκειμένου. Εάν
παρ’ όλα αυτά εμφανιστεί στον αμπελώνα, η αντιμετώπισή της είναι δύσκο-
λη διότι απαιτεί συνήθως διαφυλλικές επεμβάσεις οι οποίες επαναλαμβά-
νονται πολύ συχνά. Συνιστώνται από 3 - 5 επεμβάσεις με 0.6 - 0.7 % θειι-
κό σίδηρο, οι οποίες γίνονται κατά την περίοδο της ταχείας ανάπτυξης των
βλαστών και σε χρονικά διαστήματα 5 - 7 ημερών. Οι επεμβάσεις από το
έδαφος είναι επίσης αντιοικονομικές διότι απαιτούνται μεγάλες ποσότητες
θειικού σιδήρου (10L διαλύματος 10% θειικού σιδήρου ανά φυτό). Επίσης
αντιοικονομικές είναι και οι επεμβάσεις με χηλικές μορφές σιδήρου).

4.1. Τοξικότητα των αλάτων

Είναι ενδιαφέρον να σχολιαστεί η τοξικότητα των αλάτων του εδάφους


αν και βέβαια αυτή περιορίζεται σε μερικά παραλιακά εδάφη ή σε κλειστές
λεκάνες όπου τα νερά από παραπλήσιους ορεινούς όγκους κατέρχονται
προς αυτές μεταφέροντας διαλυμένα άλατα. Τότε κάτω από συνθήκες χα-
μηλής στράγγισης και έντονης εξάτμισης, είναι δυνατόν να δημιουργηθούν
συνθήκες αλατότητας.
Τα συμπτώματα τοξικότητας εμφανίζονται όταν τα επίπεδα των αλάτων
στο έδαφος φτάσουν στο 2 - 4 0/
00 κατά βάρος εδάφους. Οι ζημίες που
προκαλούνται στα φυτά οφείλονται είτε στη μείωση του υδατικού δυναμικού
του εδαφικού νερού και κατά συνέπεια τη δύσκολη μετακίνησή του προς τις
ρίζες των φυτών, είτε στην τοξικότητα των ιόντων χλωρίου. Επί πλέον διά-
φορα φαινόμενα ανταγωνισμού σε συνθήκες αυξημένης αλατότητας έχουν
ως αποτέλεσμα την μειωμένη πρόσληψη κάποιων στοιχείων. Έτσι σε υψη-
λές συγκεντρώσεις νατρίου μειώνουν την πρόσληψη ασβεστίου. Άλλοτε πάλι
η αυξημένη παρουσία του ασβεστίου αυξάνει επίσης την πρόσληψη του κα-
λίου.

279
Η άμπελος είναι ένα φυτό το οποίο μπορεί να θεωρείται μετρίως ευαί-
σθητο στα άλατα του εδάφους σε αντίθεση με πολλά άλλα καλλιεργούμενα
είδη τα οποία είναι πολύ ευαίσθητα.
Η τοξικότητα εμφανίζεται στην αρχή με μείωση της αύξησης των φυτών
και ύστερα με τα πολύ χαρακτηριστικά συμπτώματα τοξικότητας στα φύλλα
των οποίων το έλασμα ξηραίνεται περιφερειακά. Αυτό οφείλεται στο γεγονός
ότι το χλώριο συσσωρεύεται στο έλασμα των φύλλων. Η περιεκτικότητα του
χλωρίου στα φύλλα στις περιπτώσεις αυτές φθάνει, στο 1 % σε ξηρά ουσία.
Η επίδραση του νατρίου είναι αμφιλεγόμενη δεδομένου ότι η άμπελος η ο-
ποία καλλιεργείται σε αλκαλιωμένα εδάφη (βαθμός κορεσμού με νάτριο
>15%) δεν παρουσιάζει ή σπάνια παρουσιάζει συμπτώματα τοξικότητας να-
τρίου. Όμως σχεδόν πάντα η αυξημένη πρόσληψη νατρίου συνοδεύεται και
από αυξημένη πρόσληψη χλωρίου και συνεπώς είναι δύσκολο να ξεχωρι-
στούν τα συμπτώματα του ενός ή του άλλου ιόντος. Εξάλλου το νάτριο πε-
ριέχεται πάντα στα φύλλα της αμπέλου και η περιεκτικότητά του σε σχέση
με το χλώριο είναι μικρότερη και κυμαίνεται από το 1/2 - 1/10 αυτής του
χλωρίου. Αυτό βέβαια από μόνο του δεν σημαίνει ότι το νάτριο δεν είναι υ-
πεύθυνο για τη τοξικότητα. Όμως έχει αποδειχτεί ότι η ένταση των συμπτω-
μάτων δεν συσχετίζεται με την περιεκτικότητα του Να στα φύλλα.
Η αυξημένη πρόσληψη του χλωρίου προκαλεί μείωση της φωτοσύνθε-
σης καθώς και μείωση της αύξησης των βλαστών.
Ένας από τους σπουδαιότερους κινδύνους αλάτωσης των εδαφών είναι η
άρδευση με νερό υψηλής περιεκτικότητας σε άλατα. Το νερό της άρδευση
περιέχει διαλυτά άλατα τα οποία μπορεί να κυμαίνονται από λίγα μέχρι
5000 ppm σε μερικές ακραίες περιπτώσεις. Τότε κάτω από συνθήκες έντο-
νης εξάτμισης συσσωρεύονται άλατα στο έδαφος σε ποσότητες που φθά-
νουν και ξεπερνούν τα 400mg /Kg εδάφους.
Σε ότι αφορά το νερό της άρδευσης θα πρέπει να ελέγχεται η περιεκτικότητά
του σε κάποια ιόντα και να αποκλείεται η χρησιμοποίησή του όταν περιέχει:

Να > 5 – 10 meq /L

280
Cl > 1mg/L
HCO 3 >30mg/L

Σε ότι αφορά την ηλεκτρική αγωγιμότητα του νερού αυτή θα πρέπει να


λαμβάνεται σοβαρά υπόψη. Θα πρέπει να αποκλείεται από την άρδευση νε-
ρό με ηλεκτρική αγωγιμότητα μεγαλύτερη από 2.5 dS/m. (1dS/m
=1mmhos/cm) όταν οι συνθήκες ευνοούν την αλάτωση.
Σε κάθε περίπτωση συνιστάται η χρήση ανθεκτικών υποκειμένων στα
άλατα (1616C, 216 - 3Cl, 1613C). Επίσης συνιστάται η απομάκρυνση των
αλάτων από το έδαφος, με τις γνωστές τεχνικές βελτίωσης και έκπλυσης
με μεγάλες ποσότητες νερού καλής ποιότητας.

4.2. Προβλήματα οξίνων εδαφών

Σε όξινα εδάφη με χαμηλή εναλλακτική ικανότητα παρατηρούνται


προβλήματα που οφείλονται βασικά στην έλλειψη των δισθενών κατιόντων
Ασβεστίου και Μαγνησίου, του Βορίου, καθώς επίσης και στις τοξικές συ-
γκεντρώσεις Μαγγανίου, Αργιλίου και πιο σπάνια Χαλκού.
Τα εδάφη αυτά προέρχονται από μητρικά πετρώματα τα οποία δημι-
ουργούν όξινα εδάφη και στις περισσότερες των περιπτώσεων έχουν υπο-
στεί εκτεταμένες εκπλύσεις οι οποίες απομακρύνουν πολλά αλκαλιμέταλλα
ή μέταλλα αλκαλικών γαιών (Να,Ca, Mg κλπ).
Η μακροχρόνια χρησιμοποίηση του θείου ως αναντικατάστατου μέ-
σου προστασίας κατά του ωιδίου στα αμπελουργικά εδάφη (5 – 15
kg/στρ./έτος κατά μέσον όρο), έχει επιβαρύνει επίσης την οξύτητα των εδα-
φών κατά πολύ μεγαλύτερο βαθμό απ’ ότι κάποια λιπάσματα τα οποία συ-
νήθως οξινίζουν το έδαφος. Η προσθήκη για παράδειγμα θειικής αμμωνίας,
έχει μικρότερη συμβολή, λόγω της περιορισμένης ποσότητας που προστίθε-

281
ται στα αμπελουργικά εδάφη σε σχέση με αυτά που καλλιεργούνται με άλλα
είδη.
Πολλές φορές τα φυτά υφίστανται μεγάλες ζημίες αλλά απ΄ ότι φαίνεται
δεν είναι αυτή καθεαυτή η συγκέντρωση των ιόντων Η + που τις προκαλεί δε-
δομένου ότι η άμπελος σε θρεπτικά διαλύματα αναπτύσσεται σε pH πολύ
χαμηλότερα από αυτά που συνήθως προκαλούν ζημία σε συνθήκες υπαί-
θρου.
Τα όξινα εδάφη συνήθως χαρακτηρίζονται από χαμηλές συγκεντρώσεις
κάποιων στοιχείων και μικρές ποσότητες οργανικής ουσίας και ως εκ τούτου
δεν ευνοούν την αύξηση και την ανάπτυξη των φυτών.

Έλλειψη κατιόντων. Σε ότι αφορά την έλλειψη δισθενών κατιόντων τα

Σχήμα 55. Παράγοντες που επιτείνουν την οξίνιση των εδαφών

συμπτώματα στα φύλλα μοιάζουν με αυτά της έλλειψης Μαγνησίου οι οποίες


συνοδεύονται με περιφερειακές νεκρώσεις του ελάσματος. Οι νεκρώσεις

282
αυτές σιγά - σιγά επεκτείνονται σε όλο το έλασμα και αργότερα τα φύλλα
πέφτουν. Τα αναλυτικά χαρακτηριστικά των φύλλων στις περιπτώσεις αυτές
εμφανίζονται με χαμηλές συγκεντρώσεις Μαγνησίου και Ασβεστίου οι ο-
ποίες συχνά συνοδεύονται με υψηλές συγκεντρώσεις Καλίου. Η αντιμετώ-
πιση αυτών των ελλείψεων συνίσταται στην προσθήκη μεγάλων ποσοτήτων
δολομίτη στο έδαφος για την αποκατάσταση του Μαγνησίου και του ασβε-
στίου με παράλληλη διόρθωση του pH. Οι περιπτώσεις όμως αυτές απαντώ-
νται και σε άλλα εδάφη.

Σε ότι αφορά τις τοξικές συγκεντρώσεις μερικών στοιχείων αυτές οφείλο-


νται στη μετατροπή τους σε ιονική μορφή λόγω του χαμηλού pH και την αύ-
ξησή τους στο εδαφικό διάλυμα.

Τοξικότητα Χαλκού. Οφείλεται στο γεγονός ότι ο Χαλκός, ο οποίος προέρχε-


ται από τις επεμβάσεις για την καταπολέμηση των μυκητολογικών ασθε-
νειών, λόγω της μικρής διαλυτότητάς του συσσωρεύεται στα επιφανειακά
στρώματα του εδάφους. Πράγματι το στοιχείο αυτό είναι πάρα πολύ σημα-
ντικό στην αμπελοκαλλιέργεια και τα αμπελουργικά εδάφη έχουν δεχθεί για
πάρα πολλά χρόνια (από τα τέλη του 19 ου αιώνα) μεγάλες ποσότητες (1.5 –
5 Kg/στρ./έτος). Άρα είναι φυσικό στα εδάφη αυτά να ξεπερνάει τα 500
mg/Kg.
Σε όξινο pH διαλυτοποιείται και επηρεάζει αρνητικά την ανάπτυξη κυ-
ρίως των νεαρών φυτών. Τα ηλικιωμένα φυτά λόγω βαθύτερου ριζικού συ-
στήματος επηρεάζονται λιγότερο.
Συνήθως η φυτοτοξικότητα παρουσιάζεται όταν μετά την εκρίζωση ε-
νός παλαιού αμπελώνα ακολουθήσει άλλη καλλιέργεια επιπολαιόριζη ή ε-
παναφύτευση του αμπελώνα. Εμφανίζεται στα φυτά της αμπέλου υπό την
μορφή της πολύ βραδείας ανάπτυξης των φυτών χωρίς ιδιαίτερα συμπτώμα-
τα στα φύλλα. Τα επίπεδα του χαλκού στα φύλλα παραμένουν κανονικά δε-
δομένου ότι το στοιχείο αυτό δεν μετακινείται προς το υπέργειο τμήμα. Σε

283
ότι αφορά το ριζικό σύστημα, παρατηρείται μια πολύ μειωμένη έως ατροφι-
κή ανάπτυξη.
Για να εκδηλωθεί η τοξικότητα χαλκού θα πρέπει εκτός του χαμηλού pH
να υπάρχει επαρκής ποσότητα ανταλλαξίμου χαλκού και η εναλλακτική του
ικανότητα να είναι χαμηλή. Έτσι λοιπόν για μια καθορισμένη περιεκτικότη-
τα χαλκού στο έδαφος η πιθανότητα ζημίας είναι μεγαλύτερη εφόσον η
C.E.C. είναι χαμηλή.
Τα όρια στα οποία θα μπορούσε να εμφανιστεί η τοξικότητα είναι:

pH: <6
Cu : 25mg/Kg για τα αμμώδη εδάφη
100 mg/Kg για τα αργιλώδη.

Στην περίπτωση της τοξικότητας του χαλκού επιβάλλεται η ανύψωση


του pH του εδάφους. Επίσης στα όξινα εδάφη θα πρέπει να περιορίζονται οι
συχνές επεμβάσεις με χαλκό και να προτιμούνται ενώσεις χαλκού με μικρή
περιεκτικότητα σε μεταλλικό χαλκό. Σε ότι αφορά τα λιπάσματα θα πρέπει
να αποφεύγονται ενώσεις που μειώνουν το pH.

Τοξικότητα Αργιλίου. Το Αργίλιο σε χαμηλό pH (< 4.8) μεταπίπτει αυτό σε


ιονική μορφή και προσλαμβάνεται από τις ρίζες. Δεν μετακινείται προς το
υπέργειο τμήμα και ως εκ τούτου η τοξικότητά του δεν διαπιστώνεται με τη
φυλλοδιαγνωστική. Το Αργίλιο εμποδίζει την ανάπτυξη των φυτών της α-
μπέλου ακόμη και όταν προσλαμβάνεται σε μικρές ποσότητες. Ιδιαίτερα α-
ναστέλλει την ανάπτυξη των νεαρών φυτών μετά την εγκατάστασή τους στον
αμπελώνα και πολλές φορές τα καταστρέφει. Δεν υπάρχουν ιδιαίτερα χαρα-
κτηριστικά συμπτώματα τοξικότητας, παρά μόνο η μειωμένη ανάπτυξη των
ριζών και του υπεργείου τμήματος των φυτών. Οι ρίζες πολλές φορές απο-
κτούν παχύ φλοιό και συστρέφονται. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι στον α-
μπελώνα δεν υπάρχει αυτοφυής βλάστηση.

284
Σε ότι αφορά την πιθανότητα εκδήλωσης της τοξικότητας, αυτή εμφανί-
ζεται σε:
pH< 4.8(HCl)
περιεκτικότητα σε Αργίλιο, 50 – 100mg/Kg εδάφους

Τοξικότητα Μαγγανίου . Απαντάται σε πολύ περιορισμένη έκταση. Η τοξικό-


τητα Μαγγανίου εμφανίζεται με χαρακτηριστικά συμπτώματα στους βλα-
στούς και τα φύλλα. Στους βλαστούς παρατηρείται μειωμένη ανάπτυξη και
εμφάνιση χαρακτηριστικών μελανόμορφων κηλίδων οι οποίες παρατηρού-
νται τόσο στα μεσογονάτια όσο και στα γόνατα, τους έλικες ή ακόμη και
τους βοστρύχους. Τα φύλλα αποκτούν περιφερειακές νεκρώσεις οι οποίες
μπορεί να επεκτείνονται σε όλο το έλασμα. Επίσης αναδιπλώνονται παρα-
μένουν μικρά και τελικά πέφτουν.
Η ανάλυση των φύλλων εμφανίζει υψηλές συγκεντρώσεις Μαγγανίου
που φθάνουν τα 200 - 500 ppm. και μερικές φορές μέχρι και τα 3000 ppm.
Οι κανονικές συγκεντρώσεις είναι 10 - 20 ppm. Το χαμηλό pH και η αναερο-
βίωση ευνοούν την εμφάνιση διαλυτών μορφών Μαγγανίου.
Σε μελέτες που έγιναν με θρεπτικά διαλύματα σε ελεγχόμενες συνθήκες.
τα συμπτώματα στο υπέργειο τμήμα των φυτών είναι τελείως διαφορετικά
και είναι παραπλήσια με αυτά της χλώρωσης σιδήρου. Σε συνθήκες υπαί-
θρου φαίνεται ότι το πρόβλημα είναι περισσότερο πολύπλοκο και σχετίζεται
με τις οξειδαναγωγικές ιδιότητες και την υδατική κατάσταση του εδάφους.
Φαίνεται ότι σε pH <5 και περιεκτικότητα σε Μn > 100 ppm μπορεί να προ-
καλέσει συμπτώματα τοξικότητας.
Σε κάθε περίπτωση που αφορά την τοξικότητα Cu, Al, και Mn θα πρέπει
να διορθώνεται το pH του εδάφους. Ενδείκνυται λοιπόν προσθήκη ασβέστου
. Έχει παρατηρηθεί ότι ο συνδυασμός αλάτων του Mg καθώς και η προ-
σθήκη οργανικών υλικών για την αύξηση της οργανικής ουσίας συμβάλλει
στην καλύτερη αντιμετώπιση των προβλημάτων των οξίνων εδαφών.

285
Ιδιαίτερα κατά τις αναμπελώσεις θα πρέπει να προσδιορίζεται το pH και η δι-
αθεσιμότητα των μετάλλων αυτών και να προηγείται βελτίωση του pH, καθώς
και λίπανση σε βάθος λόγω της ευαισθησίας των νεαρών φυτών.

Υλικά ασβέστωσης των εδαφών. Ένα από βασικότερα υλικά που χρησιμο-
ποιείται για τη αύξηση του pH των οξίνων εδαφών είναι το CaO το οποίο
προέρχεται από την πύρωση του CaCO 3 στους 1.100 0 C .

CaCO 3 ⇒ CaO +CO 2

Εάν ληφθεί ως βάση το καθαρό CaO τότε τα υλικά που είναι διαθέσιμα
κατατάσσονται με την ακόλουθη σειρά ως προς το δυναμικό εξουδετέρωσης:
CaO του εμπορίου : 85%
Ca (OH) 2 70%
CaCO 3 50%

Το CaO αντιδρά γρήγορα με το νερό και τα ιόντα Η + και η αλληλουχία


των αντιδράσεων είναι η εξής:

CaO + Η 2 Ο ⇒ Ca(OH) 2
Ca(OH) 2 +2H + ⇒ Ca ++ +2H 2 O
---------------------------------------
CaO +2H + ⇒ Ca ++ +H 2 O

To CaCO 3 αντιδρά πιο αργά :

CaCO 3 + 2H + ⇒ Ca ++ +H 2 O +CO 2

286
Υπολογισμός της ποσότητας ασβέστου. Για τον υπολογισμό της ποσότητας
ασβέστου που θα πρέπει να προστεθεί στο έδαφος μπορεί κανείς υπολογί-
σει την ποσότητα εργαστηριακά:

Ζυγίζονται δείγματα εδάφους των 10 g.τοποθετούνται σε κωνικές


φιάλες των 50 ml. Προστίθενται σε κάθε μία από τις 5 φιάλες 25 ml
αποσταγμένου νερού και διαδοχικά σε κάθε μία από αυτές 0.0,
0.01,0.02,0.04 0.08 g υδροξειδίου του ασβεστίου. Οι φιάλες στη
συνέχεια ανακινούνται για 16 ώρες. Μετράται ύστερα το pH και οι
μετρήσεις του pH και των αντίστοιχων ποσοτήτων αναγράφονται
στους άξονες συμμετρίας. Σημειώνεται η ποσότητα ασβεστίου που
αντιστοιχεί στο ουδέτερο pH και ατό ανάγεται στο βάρος εδάφους
ανά στρέμμα.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι ποσότητες που απαιτούνται πολλές φο-


ρές ανάλογα με το pH και τον εδαφικό τύπο είναι της τάξης των 500Kg και
ενός τόνου σε ισοδύναμα CaO το στρέμμα τα οποία θα πρέπει να προστί-
θενται σε μια περίοδο από 3 – 5 έτη. Μπορεί να εφαρμόζεται οποιαδήποτε
εποχή του έτους αρκεί το έδαφος να έχει τέτοια περιεκτικότητα σε νερό η
οποία θα επιτρέπει την κατεργασία του εδάφους. Θα πρέπει επιπλέον να
λαμβάνεται μέριμνα έτσι ώστε να μην υπάρχουν στο έδαφος ιόντα ΝΗ 4 τα
οποία προέρχονται από ανάλογα λιπάσματα για να αποφεύγεται ο σχηματι-
σμός ΝΗ 3 η οποία διαφεύγει στην ατμόσφαιρα:

ΝΗ 4 + +ΟΗ ⇔ Η 2 Ο + ΝΗ 3

Η βελτίωση του pH εκτός βέβαια των άμεσων προβλημάτων που αντιμε-


τωπίζει και πέραν της διαθεσιμότητας μερικών στοιχείων, ευνοεί την ανά-
πτυξη των βακτηρίων και την αποικοδόμηση της οργανικής ουσίας.

287
Έχει αναφερθεί προηγουμένως ότι στις περιπτώσεις κατά τις οποίες θα
πρέπει να προστεθεί άσβεστος δεν αρκεί μόνον η ανάλυση και ο προσδιο-
ρισμός του ολικού ανθρακικού ασβεστίου στο έδαφος, αλλά αυτή θα πρέπει
να συμπληρώνεται με τον προσδιορισμό της εναλλακτικής ικανότητος του
εδάφους (C.E.C.) και των επιπέδων της προσρόφησης του απορροφητικού
συνδέσμου των κολλοειδών αργιλικών και οργανικών συμπλόκων με ασβέ-
στιο. Ο παρακάτω πίνακας δίνει γενικές οδηγίες για τις ποσότητες καθώς
και τον τύπο των προϊόντων που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ανά-
λογα με την C.E.C. του εδάφους και την αναλογία προσρόφησης του Ca .

Πίνακας 18
Ποσότητες CaO που θα πρέπει να προστεθούν στο έδαφος σε Kg/στρ. και οι τύποι των
προϊόντων.

Αναλογία Ca CEC ( meq/100g)


(% C.E.C.) <12 12-20 >20
>60 01 01 01
50-60 150 200 300
40-49 200 300 350
<40 300 350 400
Τύπος του προϊόντος Δολομίτης χον- Δολομίτης λε- Λεπτή άσβεστος (45%
δρόκοκκος μικράς πτός( 45% CaO)
διαλυτότητας CaO)
(30% CaO)

Όπως φαίνεται στον πίνακα αυτόν, όταν η αναλογία του ασβεστίου στη
C.E.C. πέφτει κάτω από το 50% τότε υπάρχει ανάγκη ασβέστωσης δεδομέ-
νου ότι εκτός του pH εμφανίζονται και προβλήματα μεταβολισμού του ασβε-
στίου ιδιαίτερα όταν η αναλογία αυτή πέφτει σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Σε
όξινα εδάφη της περιοχής ελαιοχωρίου Καβάλας, όπου διαπιστώθηκε πολύ
χαμηλή αναλογία ασβεστίου στη C.E.C. (< 20%) παρουσιάζονταν σοβαρά
προβλήματα μεταβολισμού του ασβεστίου με χαρακτηριστικά συμπτώματα
στις ράγες της ποικιλίας Victoria.

288
4.3. Τοξικότητα μολύβδου

Ο μόλυβδος συγκαταλέγεται μεταξύ των βαρέων μετάλλων που συσσω-


ρεύονται τόσο στις ράγες των καρπών της αμπέλου όσο και στα φύλλα.
Έτσι αμπελώνες που βρίσκονται κοντά σε βιομηχανικές περιοχές όσο και σε
δρόμους ταχείας κυκλοφορίας θα πρέπει να ελέγχονται για τα επίπεδα μό-
λυνσης στο έδαφος. Περιεκτικότητα του εδάφους σε μόλυβδο που ξεπερνά
τα 50 ppm έχει ως συνέπεια την αυξημένη περιεκτικότητα σε μόλυβδο τόσο
των φύλλων όσο και των ραγών. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις έχει παρατηρηθεί
ότι η μικροβιακή κατάσταση του εδάφους και ιδιαίτερα οι συμβιωτικές σχέ-
σεις μειώνουν την πρόσληψη του μολύβδου από τα φυτά. Στη περίπτωση
του μολύβδου δεν τίθεται θέμα τοξικότητας για τα φυτά της αμπέλου δεδομέ-
νου ότι αυξημένες ποσότητες στις ράγες όπου συσσωρεύεται καθιστούν την
χρησιμοποίησή τους απαγορευτική ως προϊόντα διατροφής. Προς τούτο η
ανώτερη ημερήσια ποσότητα που μπορεί να προσλαμβάνει ο άνθρωπος εί-
ναι 200 – 300 μg του στοιχείου αυτού. Σε πειράματα που έγιναν, φυτά που
καλλιεργήθηκαν σε υπόστρωμα το οποίο περιείχε 50mg/Kg μολύβδου, η α-
ντίστοιχη περιεκτικότητα στα φύλλα και τις ράγες ήταν 3mg/Kg και 645
mg/Kg αντίστοιχα.

289
V ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΤΩΝ ΖΙΖΑΝΙΩΝ

Η ανεπιθύμητη βλάστηση και ανάπτυξη διαφόρων φυτικών ειδών στις


καλλιέργειες επηρεάζει τα καλλιεργούμενα φυτά κατά διαφόρους τρόπους.
Τα ανεπιθύμητα αυτά φυτά χαρακτηρίζονται ως ζιζάνια και οι κυριότερες
επιπτώσεις που έχουν στις καλλιέργειες είναι ο ανταγωνισμός που ασκούν
σ’ αυτές ώς προς τα ανόργανα συστατικά και το νερό του εδάφους. Επίσης
τα ζιζάνια αποτελούν ξενιστές διαφόρων εντόμων και μυκήτων, ή ακόμη ε-
πηρεάζουν αλληλοπαθητικά τα καλλιεργούμενα φυτά.

Για να χαρακτηριστεί όμως κάποιο φυτό ως ζιζάνιο και ως εκ τούτου να


υπάρξει η ανάγκη καταπολέμησής του, θα πρέπει να συγκεντρώνει κάποιες
ιδιότητες όπως :

• να εγκαθίσταται εύκολα στη καλλιέργεια και μετά την εγκατά-


στασή του να είναι δύσκολη η εξόντωσή του
• να ανταγωνίζεται την καλλιέργεια
• να πολλαπλασιάζεται εύκολα και να επωφελείται από τις καλιερ-
γητικές φροντίδες

Είναι γεγονός ότι στους αμπελώνες τα περισσότερα ζιζάνια, μπορούν


και επωφελούνται καλύτερα από τις καλλιεργητικές φροντίδες σε σχέση με
τα φυτά της αμπέλου, ιδιαίτερα σε χρονιές με επαρκείς βροχοπτώσεις. Το
ριζικό σύστημα της αμπέλου είναι πιο απομακρυσμένο σε βάθος εδάφους
από τους βλαστάνοντες σπόρους των ζιζανίων ή από τα υπόγεια πολλα-
πλασιαστικά τους όργανα και έτσι τα ζιζάνια επωφελούνται περισσότερο
από τις λιπάνσεις.
Τα διάφορα ζιζάνια (ετήσια, χειμερινά, θερινά διετή ή πολυετή ), εμφα-
νίζονται διαδοχικά ή και συνυπάρχουν στους αμπελώνες και έτσι ο παρα-
γωγός για να μειώσει και να εξαλείψει τις επιπτώσεις τους, θα πρέπει να

290
επιδίδεται σε έναν συνεχή αγώνα για την καταστροφή τους. Τα πολυετή ζι-
ζάνια αποτελούν και το σοβαρότερο πρόβλημα, δεδομένου ότι πολλές φορές
απαιτούνται συνδυασμένες επεμβάσεις με μηχανική και χημική καταπολέ-
μηση για την αντιμετώπισή τους

1.Τα σπουδαιότερα ζιζάνια των αμπελώνων

Ετήσια χειμερινά:
Avena sterilis (μεγάλη αγριοβρώμη)
Galium spp. (κολιτσίδα)
Papaver rhoeas ( παπαρούνα)
Chamomila recutita (χαμομήλι)
Anthemis spp. (μαργαρίτα)
Sinapis arvensis ( βρούβα)
Stellaria media (στελλάρια)

Ετήσια θερινά :
Chenopodium album (βρωμόχοτρο)
Amaranthus spp. (βλήτο)
Solanum nigrum (αγριοντομάτα)
Xanthium spp. (ξάνθιο)
Setaria spp. (σετάρια)
Echinochloa grus - galli (μουχρίτσα)
Διετή:
Dacus carota ( αγριοκαρότο)
Πολυετή:
Cyperis rotundus ( κύπερη)
Cydonon dactylon (αγριάδα)
Sorgum Halepense (βέλιουρας)

291
Convolvulus arvensis (περικοκλάδα).

Διάφορα παρασιτικά ζιζάνια που αναπτύσσονται στον Ελληνικό χώρο


όπως η κουσκούτα ή η οροβάγχη, δεν αποτελούν ιδιαίτερο πρόβλημα για
την αμπελλοκαλιέργεια.

2. Μέθοδοι καταπολέμησης

2.1 Κατεργασία του εδάφους

Δεν είναι απομακρυσμένες από σήμερα οι εποχές, όπου η κατεργασία


του εδάφους με γεωργικά εργαλεία αποτελούσε τον μοναδικό τρόπο κατα-
πολέμησης των ζιζανίων στους αμπελώνες. Η χρησιμοποίηση του αρότρου
το οποίο συρόταν από έναν ίππο ή όνο ήταν μια πολύ συνηθισμένη πρακτι-
κή, δεδομένου ότι η φύτευση των αμπελώνων ήταν πολύ πυκνή. Επίσης οι
παλιές γενιές θυμούνται τις ομαδικές μετακινήσεις αγροτικών εργατών
προς τις μεγάλες αμπελουργικές περιοχές, οι οποίοι με καλλιεργητικά εργα-
λεία πραγματοποιούσαν το «σκάψιμο» ή το «δισκάφισμα» των αμπέλων.
Οι εποχές αυτές όμως έχουν παρέλθει, το κόστος της εργατικής δύναμης έχει
ανέβει κατά πολύ και μαζί με αυτά έχει επίσης αλλάξει και ο τρόπος εγκατά-
στασης και διαμόρφωσης των αμπελώνων.
Σήμερα η αξιοποίηση γονιμότερων εδαφών για την αμπελοκαλλιέργεια, τα
γραμμωτά σχήματα διαμόρφωσης και οι μεγάλες αποστάσεις φύτευσης με-
ταξύ των γραμμών, επιτρέπουν τη διέλευση γεωργικών ελκυστήρων και την
μηχανική κατεργασία του εδάφους. Παρόλα αυτά όμως, σε αρκετές περιο-
χές της χώρας μας αλλά και του εξωτερικού, λόγω της φύσης του εδάφους ή
και της μεγάλης πυκνότητας των φυτών, χρησιμοποιούνται ακόμη καλλιερ-
γητικά εργαλεία κατά περίπτωση, ή εφαρμόζονται συστήματα ακαλλιέργειας
με εφαρμογή ζιζανιοκτόνων.

292
Ο πιο συνηθισμένος τρόπος καταπολέμησης των ζιζανίων, είναι η συστη-
ματική καλλιέργεια του αμπελώνα επιφανειακά με φρέζα κατά τη χειμερινή
περίοδο και την άνοιξη και η περιστασιακή χρήση ζιζανιοκτόνων ως συ-
μπληρωματική επέμβαση. Στην άμπελο η κατεργασία του εδάφους γίνεται
επιφανειακά συνήθως με φρέζα για να μην καταστρέφεται μεγάλο μέρος του
ριζικού συστήματος εκτός από αυτό βέβαια το οποίο βρίσκεται στα επιφα-
νειακά στρώματα του εδάφους, τα οποία και δέχονται την κατεργασία. Ο
τρόπος αυτός είναι αναντικατάστατος για τους περισσότερους αμπελώνες.
Όμως κάποια πολυετή συνήθως ζιζάνια τα οποία διαθέτουν υπόγεια πολλα-
πλασιαστικά όργανα επανέρχονται κατά τη διάρκεια της βλαστικής περιό-
δου και αναπτύσσονται λιγότερο ή περισσότερο, ανάλογα με τις κλιματικές
συνθήκες που επικρατούν κατά την περίοδο αυτή.
Ένα από τα μειονεκτήματα της μηχανικής κατεργασίας του εδάφους εί-
ναι το γεγονός ότι προκαλεί καταστροφές στο ριζικό σύστημα και τα άλλα
μόνιμα μέρη του φυτού. Επίσης σε περιοχές με συχνούς παγετούς η κατερ-
γασία του εδάφους επιτείνει τις ζημιές από παγετούς.
Πολλές φορές ακόμη η φύση του εδάφους δεν επιτρέπει την χρησιμοποί-
ηση μηχανημάτων. Πρόκειται για εδάφη με μεγάλη κλίση, όπου οι γραμμές
φύτευσης δεν εγκαθίστανται κατά τις ισοϋψείς, αλλά κατά την έννοια της
κλίσης του εδάφους. Η μηχανική κατεργασία στις περιπτώσεις αυτές προ-
καλεί έντονη διάβρωση και ως εκ τούτου η καταπολέμηση των ζιζανίων εν-
δείκνυται να γίνεται με χημικά μέσα.
Συνήθως με τη μηχανική καταπολέμηση εφαρμόζεται μια καλλιέργεια
κατά το χειμώνα με σκοπό την καταστροφή των ζιζανίων που έχουν εμφα-
νιστεί κατά την περίοδο αυτή. Μια δεύτερη κατεργασία είναι απαραίτητη για
την ταυτόχρονη ενσωμάτωση των λιπασμάτων περί το τέλος του χειμώνα.
Στη συνέχεια ανάλογα με το ρυθμό εμφάνισης των ζιζανίων εφαρμόζονται
ένα ή δύο φρεζαρίσματα μέχρι το τέλος Μαΐου. Από εκεί και ύστερα λόγω
μειωμένων βροχοπτώσεων, την περίοδο αυτή ο ρυθμός εμφάνισης των ζι-
ζανίων μειώνεται.

293
Θα πρέπει να επισημανθεί ότι η κατεργασία του ξηρού εδάφους
του αμπελώνα, μετά το δέσιμο των ραγών και προς την εποχή του
«κλεισίματος» του βότρυ, όπου και παρατηρείται αυξημένη ευαι-
σθησία των ραγών στο ωίδιο, έχει ως συνέπεια την αύξηση των
μολύνσεων των ραγών.

Μετά το δέσιμο των ραγών και πριν τον περκασμό θα πρέπει να απο-
φεύγουμε την κατεργασία του ξηρού εδάφους, η οποία η οποία σε συνδυα-
σμό με την πνοή του ανέμου σκονίζει τα φυτά και αυξάνει την ευπάθειά
τους στο ωίδιο.
Επί της γραμμής φύτευσης των γραμμικών αμπελώνων τα ζιζάνια δεν
καταστρέφονται και συνεπώς θα πρέπει να υπάρξει επέμβαση είτε με χημικά
μέσα, είτε με κατάλληλα εργαλεία. Μετά τον Ιούνιο ο ρυθμός ανάπτυξης
και εμφάνισης των ζιζανίων μειώνεται λόγω ξήρανσης των επιφανειακών
στρωμάτων του εδάφους. Στην περίπτωση αυτή τα ζιζάνια που εμφανίζο-
νται καταστρέφονται είτε με καλλιεργητικά εργαλεία είτε με εφαρμογή ζιζανι-
οκτόνων κατά θέσεις, χρησιμοποιώντας επινώτιους ψεκαστήρες.
Ο συνδυασμός μηχανικής και χημικής καταπολέμησης, είναι πιο απο-
τελεσματικός για την καταπολέμηση των ζιζανίων και κυρίως των πολυετών
τα οποία διαθέτουν υπόγεια πολλαπλασιαστικά όργανα. Ο κατατεμαχισμός
των υπογείων πολλαπλασιαστικών οργάνων έχει ως αποτέλεσμα την άρση
της κυριαρχίας της κορυφής και την εκτεταμένη βλάστηση των τμημάτων αυ-
τών. Μια επέμβαση τότε με ένα διασυστηματικό ζιζανιοκτόνο καταστρέφει
πλήρως τα νέα αυτά φυτά.

2.2. Χημική καταπολέμηση

Η χρησιμοποίηση μερικών ανοργάνων χημικών ενώσεων για την κατα-


πολέμηση ζιζανίων ήταν γνωστή πριν από πάρα πολλά χρόνια. Όμως μετά
το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο άρχισε ουσιαστικά η μαζική και συστηματική
παραγωγή οργανικών κυρίως ενώσεων για τον σκοπό αυτό. Σήμερα διατί-

294
θεται στην αγορά, ένα ευρύ φάσμα ζιζανιοκτόνων με χημικές ενώσεις δια-
φορετικής προέλευσης και τρόπου δράσης, που επιτρέπουν ακόμη και την
αποκλειστική χημική καταπολέμηση των ζιζανίων χωρίς τη χρησιμοποίηση
άλλων μέσων.
Η χρήση των ζιζανιοκτόνων έχει το πλεονέκτημα της πρώιμης αντιμε-
τώπισης των ζιζανίων και είναι πιο αποτελεσματική για πολυετή ζιζάνια.
Επίσης περιορίζει τη διάβρωση του εδάφους και τις ζημιές από παγετούς.
Όταν όμως δεν γίνεται ορθολογικά είναι αναποτελεσματική. Επί πλέον η
επαναλαμβανόμενη χρήση κάποιων χημικών ενώσεων έχει προκαλέσει φαι-
νόμενα αντοχής σε κάποια ζιζάνια.
Ένας μεγάλος αριθμός χημικών ουσιών χρησιμοποιείται στην αμπελο-
καλλιέργεια ως ζιζανιοκτόνα και η εκλογή του καταλληλότερου, ή ο κατάλ-
ληλος συνδυασμός προϋποθέτει την πλήρη γνώση του τρόπου δράσης τους,
των ιδιοτήτων τους, καθώς επίσης και την πλήρη γνώση και αναγνώριση της
χλωρίδας του αμπελώνα.

Η άμπελος όμως σε νεαρή ηλικία, είναι ευαίσθητη σε αρκετά ζιζανιοκτόνα


και ως εκ τούτου ένας μικρός αριθμός από αυτά μπορεί να χρησιμοποιηθεί
σε νεαρούς αμπελώνες.

2.2α Ζιζανιοκτόνα τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν από το έτος φύ-


τευσης

Προφυτρωτικά

Butraline*. Κυκλοφορεί υπό το εμπορικό όνομα Amex 820, (480g/L) και


ανήκει στην ομάδα των δινιτροανιλινών. Είναι ζιζανιοκτόνο εδάφους και
απαιτείται ποσότητα 1L/στρ. Καταπολεμά πολυάριθμα αγροστώδη και δι-
κοτυλίδονα. Σε περιπτώσεις όπου υπάρχει αναπτυγμένη βλάστηση στον α-

295
μπελώνα, συνιστάται ανάμυξη με 0.3L Gramoxone plus. Σε περιόδους ξη-
ρασίας συνιστάται πότισμα με 15 - 20 mm νερό για την πλήρη ενσωμάτωσή
του στο έδαφος.

Napropamide . Είναι ζιζανιοκτόνο εδάφους και κυκλοφορεί υπό την εμπορική


ονομασία Devrinol - Fl (450g/L). Ανήκει στην ομάδα των αμιδίων και εφαρ-
μόζεται σε ποσότητα Ο.9L/ στρ. Καταπολεμά πολυάριθμα αγρωστώδη και
αυτά που έχουν αναπτύξει αντοχή στις τριαζίνες. Συνιστάται εφαρμογή
από τον Δεκέμβριο μέχρι τον Μάρτιο πριν από περίοδο βροχής.

Propizamide . Είναι ζιζανιοκτόνο εδάφους και κυκλοφορεί υπό την εμπορική


ονομασία Kerb - Flo (400 g/L). Ανήκει στην ομάδα των βενζαμιδίων και
εφαρμόζεται σε ποσότητα 200ml/στρ. Κατάλληλο για αγρωστώδη με ι-
διαίτερη δράση κατά του Lolium perenne. Αποικοδομείται στο έδαφος ανά-
λογα με τις θερμοκρασίες του περιβάλλοντος.

Μεταφυτρωτικά

Diquat. Ανήκει στην ομάδα των διπυριδυλίων και κυκλοφορεί υπό την ε-
μπορική ονομασία Reglon(200g/L). Απαιτείται ποσότητα 0.5L/στρ. Eίναι
ζιζανιοκτόνο φυλλώματος επαφής και καταπολεμά ετήσια δικοτυλίδονα. Ό-
ταν εφαρμόζεται μετά την εκβλάστηση των οφθαλμών θα πρέπει να μην έρ-
χεται σε επαφή με τα φύλλα της αμπέλου. Απαραίτητη θεωρείται και η
χρήση ενός διαβρεκτικού σκευάσματος.

Paraquat . Ανήκει και αυτό στην ομάδα των διπυριδυλίων και κυκλοφορεί
στην αγορά σε σκευάσματα των 40g/L και 100g/L. Ανάλογα με το εμπο-
ρικό σκεύασμα χρησιμοποιείται ποσότητα 2L/ στρ. ή 0.6 - 0.8 L/στρ. Δρα
όπως και το προηγούμενο και έχει επίσης και κάποια ανασταλτική δράση
κατά των πολυετών ζιζανίων.

296
Συνδυασμός του paraquat και του diquat κυκλοφορεί ως εμπορικό σκεύασμα
Gramoxon plus.

Fluzifop- P- butil. Είναι ζιζανιοκτόνο φυλλώματος διασυστηματικό και χρη-


σιμοποιείται για την καταπολέμηση πολλών ετησίων και πολυετών αγρω-
στωδών. Ανήκει στα πολυκυκλικά αλκανοϊκά και κυκλοφορεί υπό την ε-
μπορική ονομασία Fusilade (250g/L). Απαιτείται ποσότητα 80 -
300ml/στρ. και δεν είναι τοξικό για το αμπέλι. Είναι απαραίτητος ο συνδυα-
σμός με διαβρεκτικά. Η απουσία τοξικότητας στην άμπελο, το καθιστά ένα
χρήσιμο ζιζανιοκτόνο στις μητρικές φυτείες υποκειμένων, κατά τη διάρκεια
της βλαστικής περιόδου, όταν λόγω συχνών βροχοπτώσεων αναπτύσσονται
αγρωστώδη ζιζάνια.

Ammonium glufosinate . Ζιζανιοκτόνο φυλλώματος και κυκλοφορεί υπό την


εμπορική ονομασία basta F1 (150g/L). Χρησιμοποιείται για ετήσια και διετή
ζιζάνια σε ποσότητα 300 - 500ml/στρ.

Quizalofop ethyl-D. Είναι διασυστηματικό φυλλώματος και κυκλοφορεί υπό


την εμπορική ονομασία Targa(120g/L) και Ankor (100g/L) και ανοίκει στην
ομάδα των πολυκυκλικό - αλκανοϊκών. Χρησιμοποιείται αντίστοιχα σε
ποσότητες 50 - 150 ml/στρ. 150 - 300ml/στρ. και είναι κατάλληλο για τον
Βέλιουρα καθώς και τα ετήσια Lolium, Setaria κλπ .

Sethoxydime . Είναι διασυστηματικό φυλλώματος, και κυκλοφορεί υπό την


εμπορική ονομασία Nabu και Fervinal(192g/L) και απαιτείται από 150-
500ml/ στρ. Καταπολεμά τον Βέλιουρα και διάφορα ετήσια αγροστώδη.

2.2β Ζιζανιοκτόνα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν μετά το πρώτο έ-


τος από τη φύτευση.

297
Προφυτρωτικά

Isoxaben*. Ζιζανιοκτόνο εδάφους το οποίο ανήκει στην ομάδα των ισοξαζο-


λίων και κυκλοφορεί υπό τις εμπορικές ονομασίες Flexidor , Cent 7,
Quatuor. Είναι κατάλληλο για τα ετήσια δικοτυλίδωνα συμπεριλαμβανομέ-
νων και αυτών που έχουν αναπτύξει αντοχή στις τριαζίνες (βλήτα, βρωμολά-
χανα, κλπ.). Σε περίπτωση που υπάρχει βλάστηση στο έδαφος προσθέτουμε
και ένα ζιζανιοκτόνο φυλλώματος.

Carbetamide . Είναι ζιζανιοκτόνο εδάφους και φέρει εμπορική ονομασία


Legurame PM(70%). Ανήκει στην ομάδα των καρβαμιδικών και είναι κα-
τάλληλο για ετήσια αγροστώδη και το Lolium perenne. Οι απαιτούμενες πο-
σότητες ανά στρέμμα είναι 450g.

Orizalin*. Ζιζανιοκτόνο εδάφους υπό την εμπορική ονομασία Surflan


(480g/L) το οποίο ανήκει στην ομάδα των δινιτροανιλινών. Κατάλληλο για
ετήσια αγρωστώδη συμπεριλαμβανομένων και των θερινών, καθώς και δι-
κοτυλίδονων τα οποία έχουν αναπτύξει αντοχή στις τριαζίνες. Εφαρμόζε-
ται πριν την εκβλάστηση κατά τις αρχές απριλίου. Είναι ζιζανιοκτόνο με με-
γάλη διάρκεια δράσης. Σε αμπελώνες πάνω των 4 ετών συνδυάζεται με
τριαζίνες ή και με Diuron.

Προ και μετά φυτρωτικά

Σ’ αυτό το στάδιο μπορεί να χρησιμοποιηθεί συνδυασμός Aminotriazole+


Isoxaben+ Ammonium Thiocynate το οποίο φέρει το εμπορικό όνομα Taurus*
και περιέχει αντίστοιχα 200, 55,6 και 179g/L Αυτός ο συνδυασμός περι-
λαμβάνει δραστικές ουσίες φυλλώματος και εδάφους και χρησιμοποιείται
κατά των αγρωστωδών και των δικοτυλίδονων, ετησίων και πολυετών.

298
Μεταφυτρωτικά

Aminotriazole + ammonium thiocynate. Είναι διασυστηματικό φυλλώ- μα-


τος και κυκλοφορεί υπό τις εμπορικές ονομασίες Weedazol TL, RadoxoneTL,
Tradiazole TA, DiazoleTA. Χρησιμοποιείται για αγρωστώδη και ετήσια δι-
κοτυλίδονα καθώς και για διετή και πολυετή που εμφανίζονται από το φθι-
νόπωρο. Εφαρμόζεται το φθινόπωρο και τον χειμώνα με κατευθυνόμενους
ψεκασμούς επί των ζιζανίων. Πρέπει να αποφεύγεται η επαφή του ψεκα-
στικού διαλύματος με το φύλλωμα της αμπέλου κατά το φθινόπωρο. Μπορεί
και αναμειγνύεται με τα περισσότερα ζιζανικτόνα.

Paraquat + aminotriazole + ammonium thiocynate. Είναι φυλλώματος


επαφής και κυκλοφορεί υπό την εμπορική ονομασία Giror. Eίναι κατάλληλο
για αγρωστώδη και δικοτυλίδονα, ετήσια και διετή. Χρησιμοποιείται σε
συνδυασμό με πολλά υπολειμματικά ζιζανιοκτόνα.

2.2γ Ζιζανιοκτόνα για αμπελώνες ηλικίας μεγαλύτερης των δύο ετών.

Προφυτρωτικά

Pendimethaline 250g/L+ Diuron 225g/L. Είναι ζιζανιοκτόνο εδάφους και


κυκλοφορεί υπό την εμπορική ονομασία Basalte. Η Pendimethaline ανήκει
στην ομάδα των δινιτροανιλινών. Χρησιμοποιείται σε ποσότητα 0.8L/ στρ.
για ετήσια δικοτυλίδονα και αγρωστώδη τόσο στα ευαίσθητα όσο και στα
ανθεκτικά στις τριαζίνες, ιδιαίτερα κατά των βλήτων και του χηνοποδιού ή
βρωμολάχανου. Εφαρμόζεται πριν από την εκβλάστηση των οφθαλμών,
μέχρι του σταδίου Β, επί του εδάφους. Εάν έχουν αναπτυχθεί ζιζάνια την
περίοδο αυτή εφαρμόζουμε και ένα ζιζανιοκτόνο φυλλώματος.

299
Diuon + Linuron + Terbacile . Τα Diuron και Linuron ανήκουν στην ομάδα
της ουρίας και το Terbacile είναι Oυρακίλη. Ο συνδυασμός αυτός των χη-
μικών ουσιών είναι αποτελεσματικός για αγρωστώδη και δικοτυλήδονα και
κυκλοφορεί υπό την εμπορική ονομασία Trisol. Είναι ζιζανιοκτόνο εδάφους
και φυλλώματος και εφαρμόζεται αποφεύγοντας επιμελώς την επαφή του
ψεκαστικού υγρού με το φύλλωμα της αμπέλου. Εάν υπάρχουν ζιζάνια α-
ναπτυγμένα εφαρμόζονται και αμινοτριαζόλες .

Μεταφυτρωτικά.

Aminotriazole + Ammonium thiocynate + Glyphosate. Ο συνδυασμός


αυτός κυκλοφορεί υπό τις εμπορικές ονομασίες Glifasole, Azural Duo,
Oriflam, σε διάφορες ποσοτικές μείξεις των παραπάνω χημικών ενώσεων.
Είναι ζιζανιοκτόνο εδάφους και φυλλώματος διασυστηματικό, μεγάλου φά-
σματος δράσης για διαφορετικές κατηγορίες ζιζανίων (αγρωστώδη και δικο-
τυλήδονα ετήσια και διετή και πολυετή). Πρέπει να αποφεύγεται επιμελώς ο
ψεκασμός των πράσινων μερών της αμπέλου.

Glyphosate 200g/L + Actifluorfen* 9g/L. Είναι ζιζανιοκτόνο φυλλώματος


επαφής και διασυστηματικό και κυκλοφορεί υπό την εμπορική ονομασία
Totem. Χρησιμοποιείται για αγρωστώδη και ετήσια δικοτυλίδονα σε ποσό-
τητα 0.5L/στρ. Στα πλαίσια ενός προγράμματος ζιζανιοκτονίας εφαρμό-
ζεται κατά την περίοδο Μαρτίου - Απριλίου σε συνδυασμό με ένα υπολειμ-
ματικό ζιζανιοκτόνο (Diuron, Aminotriazole). Πρέπει να αποφεύγεται επιμε-
λώς η επαφή του ψεκαστικού υγρού με το φύλλωμα της αμπέλου.

Oxadiazon. Ανήκει στην ομάδα του οξαδιαζολίου και κυκλοφορεί υπό την
εμπορική ονομασία Ronstar 250g/L. Είναι ζιζανιοκτόνο φυλλώματος επα-
φής, κατάλληλο για ετήσια αγρωστώδη και δικοτυλήδονα και ιδιαίτερα κατά
της περικοκλάδας. Χρησιμοποιείται σε ποσότητα 0.8l/στρ. αποφεύγοντας

300
την επαφή του ψεκαστικού υγρού με το φύλλωμα της αμπέλου. Η περικο-
κλάδα ψεκάζεται όσο πιο αργά γίνεται, πριν την άνοδό της προς το πρέ-
μνο και απαραίτητα δύο συνεχείς χρονιές.

Ammonium thiocynate 180g/L + Therbuthylazine 200g/L+ Aminotriazole


200g/L. Ο συνδυασμός αυτός του θειοκυανικού αμμωνίου της τριαζίνης
και της αμινοτριαζόλης υπό την εμπορική ονομασία Carazol χρησιμοποιεί-
ται σε ποσότητα 1, 5L/στρ. και είναι φυλλώματος και εδάφους. Χρησιμο-
ποιείται κυρίως κατά των δικοτυλήδονων, αλλά και κατά των ετήσιων και
πολυετών αγρωστωδών. Πρέπει να αποφεύγεται η επαφή με το φύλλωμα της
αμπέλου. Όταν χρησιμοποιείται κατά των πολυετών ζιζανίων θα πρέπει το
ψεκαστικό διάλυμα να είναι συμπυκνωμένο (2%) και να εφαρμόζεται τοπικά
, ψεκάζοντας τα ζιζάνια.

Glyphosate . Είναι οργανοφοσφωνικό και κυκλοφορεί συνήθως υπό την ε-


μπορική ονομασία Roudup. Είναι διασυστηματικό πολυδύναμο ζιζανιοκτό-
νο και εφαρμόζεται κατά των ετησίων αγρωστωδών και δικοτυλήδονων.
Χρησιμοποιείται επίσης με μεγάλη επιτυχία κατά των πολυετών. Εφαρμόζε-
ται την Άνοιξη και το Καλοκαίρι, με κατευθυνόμενους ψεκασμούς αποφεύγο-
ντας την επαφή του ψεκαστικού διαλύματος ακόμη και με τον κορμό των νε-
αρών φυτών. Επίσης η ποσότητα ανά στρέμμα δεν πρέπει να ξεπερνά τα
ανώτερα όρια, γιατί προκαλεί συχνά φαινόμενα τοξικότητας στην άμπελο.
Έχουν παρατηρηθεί φαινόμενα τοξικότητας την άνοιξη, από μή προσεκτικές
εφαρμογές του φθινοπώρου επί των βραχιόνων και των βλαστών. Το πλέον
χαρακτηριστικό σύμπτωμα από τις εφαρμογές της χρονιάς αλλά και της
προηγούμενης χρονιάς είναι τα λογχοειδή φύλλα.
Το ζιζανιοκτόνο αυτό απορροφάται γρήγορα από το φύλλωμα της αμπέλου,
εάν το ψεκαστικό υγρό έρθει σε επαφή με τα φύλλα. Αυτή ή γρήγορη πρόσ-
ληψη χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις αναμπέλωσης, όπου με έναν ψεκα-
σμό επί των φυτών της αμπέλου μετά την συγκομιδή της παραγωγής, επι-
τυγχάνεται η πλήρης καταστροφή των παλαιών αμπελώνων, και κυρίως και

301
του ριζικού συστήματος των φυτών. Στις περιπτώσεις αναμπελώσεων είναι
γνωστό ότι μετά την εκρίζωση των παλαιών αμπελώνων, μεγάλο μέρος των
ριζιδίων παραμένει στο έδαφος. Αυτό αποτελεί ένα από τα σοβαρότερα
προβλήματα δεδομένου ότι οι νηματώδης του εδάφους, οι οποίοι είναι φο-
ρείς του μολυσματικού εκφυλισμού εξακολουθούν να διατρέφονται από τα
ριζίδια αυτά για αρκετό καιρό και έτσι η απαλλαγή από αυτούς, καθίσταται
αρκετά δύσκολη. Έτσι η χρησιμοποίηση αυτού του ζιζανιοκτόνου όπως
προαναφέρθηκε αποδυναμώνει γρήγορα τα φυτά και καταστρέφει ένα μεγά-
λο μέρος του ριζικού συστήματος.
Το Glyphosate επίσης κυκλοφορεί σε διάφορα εμπορικά σκευάσματα τα
οποία περιέχουν διαβρεκτικές ουσίες και βιοενεργοποιητές για καλύτερη
αποτελεσματικότητα.

2.2 δ. Ζιζανιοκτόνα για αμπελώνες ηλικίας μεγαλύτερης των τεσσάρων


ετών.

Είναι προφανές ότι όλα τα ζιζανιοκτόνα που αναφέρθηκαν προηγουμένως


μπορούν να χρησιμοποιηθούν και μάλιστα κάποια από αυτά είναι μοναδικά
και εντελώς απαραίτητα και για τους ηλικιωμένους αμπελώνες.

Προφυτρωτικά

Diuron . Είναι ζιζανιοκτόνο εδάφους, παράγωγο της ουρίας και κυκλοφορεί


υπό την εμπορική ονομασία Karmex , Dinurex, Dianex κλπ. Χρησιμοποιεί-
ται σε ποσότητα 300g /στρ. την πρώτη χρονιά και 200g/στρ.τη δεύτερη χρο-
νιά. Σε αμμώδη εδάφη οι ποσότητες αυτές εφαρμόζονται σταδιακά κατά τη
διάρκεια του χειμώνα διότι υπάρχει κίνδυνος τοξικότητας. Συνιστάται να
μην καλλιεργείται το έδαφος μετά την εφαρμογή του ζιζανιοκτόνου. Εάν
υπάρχουν αναπτυγμένα ζιζάνια την εποχή εφαρμογής προσθέτουμε 0.5L

302
aminotriazole. Χρησιμοποιείται κυρίως κατά των ετησίων πλατυφύλλων
αλλά και κατά πολλών αγρωστωδών.

Diuron + simazine . Είναι ζιζανιοκτόνο εδάφους και κυκλοφορεί με διάφορες


εμπορικές ονομασίες. Χρησιμοποιείται κατά πολλών αγρό- στωδών και δι-
κοτυλήδονων, ιδιαίτερα κατά ειδών με μικρή ευαισθησία στις τριαζίνες. Ε-
φαρμόζεται κατά το Φεβρουάριο - Μάρτιο, και τμηματικά σε ελαφρά εδά-
φη. Σε περιπτώσεις πολυετών ζιζανίων θα πρέπει να χρησιμοποιείται ει-
δικό σκεύασμα. Όταν υπάρχουν αναπτυγμένα ζιζάνια στο έδαφος, αναμι-
γνύεται με ένα σκεύασμα φυλλώματος. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η simazie
έχει προσφάτως απαγορευτεί για το αμπέλι και επιτρέπεται μόνο για την ελιά
μέχρι το 2007.
Για προφυτρωτική εφαρμογή χρησιμοποιούνται διάφοροι συνδυασμοί των
εξής δραστικών ουσιών:

Norfluroza n(πυριδαζίνη), Isoxaben(ισοξαζόλιο), Terbuthylazine (τριαζίνη),


Terbumeton (τριαζίνη).

Ακολουθούν παραδείγματα τέτοιων συνδυασμών.

Diuron + terbuthylazine. Χρησιμοποιείται για ετήσια αγρωστώδη καθώς και


δικοτυλήδονα τα οποία έχουν αποκτήσει αντοχή στις τριαζίνες (Amaranthus
ssp. , Chenopodium album, Senencio vulgaris). Εφαρμόζεται στο τέλος του
χειμώνα μέχρι τις αρχές της άνοιξης. Διαθέτει μακρά διάρκεια δράσης και
σε περιπτώσεις ελαφρών ή επιφανειακών εδαφών εφαρμόζεται τμηματικά.

Το Dichlobenil* (χλωροβενζονιτρίλιο), Χρησιμοποιείται για αγρωστώδη και


πολλά δικοτυλήδονα και εφαρμόζεται πριν την έκπτυξη των οφθαλμών της
αμπέλου. Το έδαφος θα πρέπει να είναι υγρό.

303
Το Norflurazon*. Κατάλληλο για όλα τα αγρωστώδη και πολλά δικοτυλήδονα
με μεγάλη διάρκεια δράσης.

Προ και μεταφυτρωτικά.


Για το σκοπό αυτό συνήθως χρησιμοποιούνται οι εξής συνδυασμοί:

Glufosinate + simazine + diuron . Είναι συνδυασμός ζιζανιοκτόνων εδάφους


και φυλλώματος, κατάλληλος για αγροστώδη και ετήσια και διετή δικοτυλί-
δονα. Η εφαρμογή του μπορεί ακόμη να γίνει και την άνοιξη ή το καλοκαίρι
κατά θέσεις.

Aminotriazole + diuron + ammonium thiocynate . Είναι ζιζανιοκτόνο φυλλώ-


ματος, κατάλληλο για αγρωστώδη και ετήσια δικοτυλήδονα ευαίσθητα και
ανθεκτικά στις τριαζίνες. Εφαρμόζεται τον Mάρτιο - Aπρίλιο, σε ποσότητα
1, 2 L/στρ. και σε συνδυασμό με άλλα ζιζανιοκτόνα και τον Μάϊο - Ιούνιο σε
ποσότητα 1,5L/στρ. μόνο του.

Diuron + Therbuthylazine + glyphosate . Κατάλληλο για αγρωστώδη και ετή-


σια δικοτυλήδονα ευαίσθητα και ανθεκτικά στις τριαζίνες. Αποφεύγουμε την
επαφή με τους οφθαλμούς της αμπέλου μετά την εκβλάστηση .

Diuron + aminotriazole + simazine + ορυκτέλαιο . Είναι ένας αποτε-


λεσματικός συνδυασμός, κατάλληλος για διάφορα ετήσια αγροστώδη και
δικοτυλίδονα .

Aminotriazole 25%+ atrazine 0.9%+ simazine 1.94%. Ο συνδυασμός αυτός


των παραπάνω χημικών ενώσεων, κυκλοφορεί υπό την ονμασία Sparton G
και είναι κοκκώδες προφυτρωτικό και μεταφυτρωτικό ζιζανιοκτόνο, κατάλ-
ληλο για ετήσια και πολυετή ζιζάνια με πολύ καλά αποτελέσματα. Δεν
πρέπει να χρησιμοποιείται σε αμμώδη εδάφη, ή να συνδυάζεται με άλλα

304
σκευάσματα. Εφαρμόζεται στο έδαφος κατά το χειμώνα όταν τα ζιζάνια έ-
χουν φθάσει σε ύψος 5 - 10 cm. Ο παραπάνω συνδυασμός των χημικών αυ-
τών ενώσεων, σε διάφορες αναλογίες, κυκλοφορεί και με άλλα εμπορικά
ονόματα όπως Simalon WP, Simatron WP Trinovin 55 WP κλπ. Ο συνδυα-
σμός αυτός αποτελεί έναν από τους πιο συνηθισμένους για χειμερινή εφαρ-
μογή στο αμπέλι με πάρα πολύ καλά αποτελέσματα.

Aminotriazole 34% + diuron 13% +linuron 3.8% + monolinuron 3.8%. Κυκλο-


φορεί υπό την εμπορική ονομασία Aminalon Ultra D WP και είναι κατάλλη-
λο για την καταπολέμηση πολλών ετήσιων και πολυετών ζιζανίων και δεν θα
πρέπει να εφαρμόζεται μετά την διόγκωση των οφθαλμών, καθώς επίσης σε
αμμώδη και αβαθή εδάφη.

3. Καλλιέργεια της αμπέλου χωρίς κατεργασία του εδάφους

Πολλές φορές εφαρμόζεται αυτό το σύστημα καλλιέργειας της αμπέλου


για διάφορους λόγους. Επιβάλλεται σε εδάφη με μεγάλη κλίση, όπου οι
γραμμές φύτευσης έχουν εγκατασταθεί κατά μήκος της πλαγιάς, για να α-
ποφεύγεται η διάβρωση του εδάφους, ή ακόμη σε εδάφη όπου είναι δύ-
σκολη η πρόσβαση καλλιεργητικών μηχανημάτων. Στις περιπτώσεις αυ-
τές η καταπολέμηση των ζιζανίων διεξάγεται αποκλειστικά με χημικά μέσα.
Ακόμη πολλές φορές, επιλέγουμε αυτόν τον τρόπο καλλιέργειας, ακόμη και
αν δεν συντρέχουν οι παραπάνω λόγοι, θέλοντας να εκμεταλλευτούμε κά-
ποια πλεονεκτήματα.
Η μέθοδος αυτή παρουσιάζει πολλά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα, η
αξιολόγηση των οποίων θα οδηγήσει στην εφαρμογή αυτού του τρόπου καλ-
λιέργειας της αμπέλου ή της κατεργασίας του εδάφους .

Πλεονεκτήματα της μεθόδου αυτής

305
1. Μείωση του κόστους παραγωγής ανά στρέμμα.
2. Πρόσβαση στο έδαφος του αμπελώνα σε περιόδους βροχής.
3. Μείωση της διάβρωσης σε εδάφη με μεγάλη κλίση.
4. Ήπια χλώρωση σε ασβεστώδη εδάφη.
5. Απουσία πληγών στον κορμό και τις επιφανειακές ρίζες των
φυτών.
6. Μείωση των ζημιών από παγετούς .

Μειονεκτήματα

1. Κίνδυνοι φυτοτοξικότητας.
2. Ξεπέρασμα του υποκειμένου.
3. Δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για κάποια παθογόνα (πρώϊ-
μοι θύλακες περονοσπόρου λόγω ύπαρξης κατά θέσεις
λιμναζόντων υδάτων ).
4. Δυσκολία ενσωμάτωσης των λιπασμάτων.
5. Δημιουργία επιφανειακού ριζικού συστήματος των φυτών, ό
που σε περιοχές με χαμηλό βροχομετρικό ύψος, όταν συμβεί μια
χρονιά να είναι εξαιρετικά ξηρή τα φυτά υποφέρουν από νερό.

Όπως προαναφέρθηκε στις περιπτώσεις ακαλλιέργειας είναι απαραίτητη


η χρησιμοποίηση ζιζανιοκτόνων. Η επαναλαμβανόμενη χρήση των ίδιων
χημικών ενώσεων για αρκετά χρόνια, έχει ως αποτέλεσμα την εμφάνιση αν-
θεκτικότητας σε αρκετά ζιζάνια. Είναι σήμερα γνωστό, ότι έχουν αναπτύ-
ξει αντοχή στις τριαζίνες τα ζιζάνια Solanum nigrum, Chenopodium album,
Amaranthum retroflexus, Sonchus arvensis, κλπ. Πολλές φορές όμως με
την εφαρμογή αυτής της μεθόδου καλλιέργειας, παρατηρείται ανεπαρκής έ-
λεγχος των ζιζανίων με αποτέλεσμα να επανεμφανίζονται και να καλύπτουν

306
μεγάλα τμήματα του αμπελώνα. Αυτό βέβαια οφείλεται σε πολλούς λόγους
όπως :
• Ετήσια ζιζάνια που ελέγχονται ικανοποιητικά παραχωρούν τη θέ-
ση τους σε άλλα πολυετή.
• Ετήσια ζιζάνια παραχωρούν τη θέση τους σε άλλα ετήσια τα οποία
βλαστάνουν πιο εύκολα ή πιο αργά.
• Μη προσεχτική εφαρμογή των ζιζανιοκτόνων
α) μερική ζιζανιοκτονία
β) ανομοιόμορφη κατανομή του ψεκαστικού υγρού.
γ) ανεπαρκής γνώση της χλωρίδας η οποία έχει ως αποτέλεσμα
και μη σωστή εκλογή του καταλλήλου ζιζανιοκτόνου, ή της
ημερομηνία εφαρμογής.

Για να αποφεύγεται η επαναφορά της βλάστησης των ζιζανίων θα πρέπει


να γίνεται εφαρμογή του ζιζανιοκτόνου σε όλον τον αμπελώνα καθώς επίσης
να αναγνωρίζονται και να προσδιορίζονται με προσοχή τα ζιζάνια. Επίσης
θα πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα και ιδιαίτερη προσοχή για τα πολυετή ζι-
ζάνια και να χρησιμοποιείται συνδυασμός χημικών ενώσεων διαφορετικής
προέλευσης και τρόπου δράσης.

4. Αλλες εναλλακτικές μέθοδοι καταπολέμηση των ζιζανίων

4.1.Θερμική καταπολέμηση των ζιζανίων

Πρόσφατα έχουν κατασκευαστεί κατάλληλες συσκευές προσαρμοσμένες


σε γεωργικούς εκλυστήρες όπου τα ζιζάνια καταστρέφονται με την καύση
προπανίου. Κατάλληλα φλόγιστρα κατευθύνουν τη φλόγα επάνω στα ζιζάνι-
α. Είναι γνωστό ότι σε θερμοκρασία πάνω από 80 0 C, αρχίζει η μετουσί-
ωση των πρωτεϊνών και τα φυτά καταστρέφονται. Σε υψηλότερες θερμο-
κρασίες η καταστροφή είναι πιο άμεση και συνοδεύεται με καταστροφή των

307
κυττάρων και αποδιοργάνωση των διαφόρων ιστών. Η ταχύτητα μετακίνη-
σης του ελκυστήρα επάνω στον οποίο είναι προσαρμοσμένα τα φλόγιστρα
αυτά, θα πρέπει ναι είναι περίπου 2,5 Km /h. Η θερμική καταπολέμηση
είναι αποτελεσματική και φιλική προς το περιβάλλον, αλλά όπως είναι α-
ναμενόμενο δεν καταστρέφει τα υπόγεια πολλαπλασιαστικά όργανα των πο-
λυετών ζιζανίων.

4.2. Χρήση μαύρου φύλλου πολυαιθυλενίου κατά τη φύτευση των απλών


ερρίζων στον αμπελώνα

Στην περίπτωση αυτή τοποθετείται μαύρο φύλλο πολυαιθυλενίου, ταυτό-


χρονα με την φύτευση και εκατέρωθεν της γραμμής φύτευσης. Με αυτόν τον
τρόπο προστατεύεται ένα μεγάλο μέρος του εδάφους από την ανάπτυξη των
ζιζανίων για μερικά χρόνια, ώσπου να καταστραφεί η κάλυψη αυτή. Ο
τρόπος αυτός όμως δεν μπορεί να εφαρμοστεί σε περιοχές με μικρό βροχο-
μετρικό ύψος.

5. Εγκατάσταση μόνιμης χλωρίδας στον αμπελώνα

Είναι μια τεχνική η οποία εφαρμόζεται σε περιοχές με μεγάλο βροχομετρικό


ύψος. Συμβάλλει στην διευκόλυνση των καλλιεργητικών εργασιών, τη μεί-
ωση της διάβρωσης σε κεκλιμένα εδάφη , τη βελτίωση της δομής του εδά-
φους.
Σε ότι αφορά την παραγωγή έχει αποδειχτεί ότι ο χλοοτάπητας μειώνει
την ζωηρότητα των φυτών και συμβάλλει στην βελτίωση της ποιότητας.

1 . Ριζικό σύστημα και ανταγωνισμός στο νερό του εδάφους . Τα φαινόμενα


ανταγωνισμού στο διαθέσιμο νερό του εδάφους τροποποιούν την ανάπτυξη
του ριζικού συστήματος των φυτών. Ανάλογα με την πυκνότητα της εγκατά-
στασης του χλοοτάπητα, στα επιφανειακά στρώματα του εδάφους τα ριζίδια
των φυτών της αμπέλου εξαφανίζονται λόγω ανταγωνισμού από τα είδη, τα

308
οποία εγκαταστάθηκαν στο έδαφος του αμπελώνα. Όμως αυτή η επιφανεια-
κή εξαφάνιση των ριζιδίων της αμπέλου αντισταθμίζεται αργότερα κατά τα
επόμενα χρόνια με την ανάπτυξη βαθύτερου ριζικού συστήματος από τα φυ-
τά της αμπέλου. Στους αμπελώνες νεαράς ηλικίας τα φαινόμενα ανταγωνι-
σμού είναι πολύ έντονα με εμφανείς επιπτώσεις στα φυτά.

2. Ανόργανη θρέψη . Η εγκατάσταση του χλοοτάπητα τροποποιεί τον εφοδι-


ασμό των φυτών με άζωτο. Αυτό προφανώς συσχετίζεται με την απουσία
πυκνών ριζιδίων στα επιφανειακά εδαφικά στρώματα τα οποία είναι πιο ε-
φοδιασμένα με άζωτο. Αυτή η μειωμένη πρόσληψη του αζώτου εκδηλώνεται
ενωρίς κατά την βλαστική περίοδο, πριν ακόμη παρατηρηθεί έλλειμμα νε-
ρού. Η έλλειψη του στοιχείου αυτού πολλές φορές είναι τόσο εμφανής, έτσι
ώστε να επηρεάζει σημαντικά την σύνθεση του γλεύκους με τις γνωστές
επιπτώσεις στην οινοποίηση. Για την αντιμετώπιση της έλλειψης αζώτου έ-
χουν εφαρμοστεί διάφορα μέτρα όπως εγκατάσταση ειδών λιγότερο απαιτη-
τικών σε άζωτο και η επιλογή του κατάλληλου αγρωστώδους, ή χρησιμο-
ποίηση ψυχανθούς. Η εφαρμογή αζώτου προφανώς συμπληρώνει τις ανά-
γκες σε των φυτών στο στοιχείο αυτό. Σε ότι αφορά τον φώσφορο πολλές
φορές έχει παρατηρηθεί ότι η απορρόφηση του στοιχείου αυτού είναι υπερ-
βολική, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις έντονης έλλειψης αζώτου.
Επίσης σε ασβεστώδη και χλωρωτικά εδάφη έχει παρατηρηθεί εξασθένηση
των συμπτωμάτων της χλώρωσης σιδήρου.

3.Υπέργειο τμήμα Ανάλογα με την έκταση και την πυκνότητα του χλοοτάπη-
τα, αλλά και ανάλογα με το είδος που χρησιμοποιείται, έχει παρατηρηθεί
μια μικρότερη ή μεγαλύτερη μείωση της ζωηρότητας των φυτών της αμπέλου.
Η χρησιμοποίηση αγρωστωδών προκαλεί έντονα συμπτώματα ανταγωνι-
σμού, ενώ των ψυχανθών ηπιότερα.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με το ύψος της παραγωγής το οποίο μειώνε-
ται από 10 - 30 % σε σχέση με τους αμπελώνες σε ακαλλιέργεια, ανάλογα
με τις συνθήκες που επικρατούν και το είδος του χλοοτάπητα.

309
Η μείωση της ζωηρότητας έχει ως αποτέλεσμα την ελάττωση των ζημιών
από τον Βοτρύτη. Σε περιπτώσεις όμως ξηρού περιβάλλοντος ευνοείται η
ανάπτυξη του κίτρινου τετράνυχου (T. urticae) ιδιαίτερα όταν τα είδη του
χλοοτάπητα αποτελούν και ξενιστές του τετράνυχου αυτού. Σε σχέση με
την ακαλλιέργεια ευνοούνται επίσης οι ανοιξιάτικοι παγετοί.

4 Σύνθεση του γλεύκους. Η εγκατάσταση του χλοοτάπητα επηρεάζει θετικά


την σύνθεση του γλεύκους σε σχέση πάντα με την ακαλλιέργεια δεδομένου
ότι το ύψος της παραγωγής ανά στρέμμα μειώνεται σημαντικά. Έχει απο-
δειχτεί μια αύξηση του αλκοολικού βαθμού μέχρι και 1 έως 1,2 βαθμούς
πράγμα που σημαίνει μια σημαντική επίδραση στην ποιότητα του γλεύκους.
Σε ότι αφορά την ολική οξύτητα παρατηρείται μια πτώση κατά 1 g/L (σε ισο-
δύναμα θειικού οξέος), σε σχέση με την ακαλλιέργεια. Η μείωση αυτή της
οξύτητας οφείλεται στην μείωση του μηλικού οξέος, ενώ το τρυγικό οξύ πα-
ραμένει αμετάβλητο πράγμα που εξηγεί και μια μείωση του pH χωρίς βέ-
βαια αυτό να αποτελεί και τον κανόνα. Η μείωση του μηλικού οξέος προφα-
νώς οφείλεται στο καλύτερο αερισμό και την έκθεση των καρπών στην ηλια-
κή ακτινοβολία.
Σε ότι αφορά τα άλλα ποιοτικά χαρακτηριστικά του γλεύκους, έχει σημει-
ωθεί μια αύξηση των ολικών πολυφαινολών και των ανθοκυανών.

Για τις συνθήκες των περιοχών της Μεσογείου ως πιο κατάλληλο θεωρεί-
ται το ψυχανθές Trifolium subteranum το οποίο ανταγωνίζεται λιγότερο τα
φυτά της αμπέλου κυρίως ως προς το νερό δεδομένου ότι βλαστάνει τον
Σεπτέμβριο - Οκτώβριο και επικρατεί από το Νοέμβριο μέχρι τον Απρίλιο
στον αμπελώνα και προς τον Ιούλιο ξηραίνεται μετά την ωρίμανση του καρ-
πού. Μετά την ωρίμανση του καρπού, οι σπόροι πέφτουν στο έδαφος και
βλαστάνουν το Φθινόπωρο που ακολουθεί. Συνεπώς κατά την περίοδο
Ιουλίου - Αυγούστου όπου συνήθως επικρατεί ξηρασία δεν ανταγωνίζεται
την άμπελο ως προς το νερό του εδάφους.

310
6. Γενικές παρατηρήσεις

Είναι γεγονός ότι μεταξύ των διαφόρων χημικών ουσιών περισ-


σότερο ήπιες για το περιβάλλον είναι αυτές που εφαρμόζονται
από το φύλλωμα των ζιζανίων ενώ αυτές που εφαρμόζονται στο
έδαφος επηρεάζουν κατά διαφορετικό τρόπο το περιβάλλον είτε
διότι περνούν στην υπόγεια στάθμη του νερού είτε διότι επι-
δρούν αρνητικά στη βιολογική δραστηριότητα του εδάφους. Η
δράση των περισσότερων ζιζανιοκτόνων εδάφους συνίσταται
στην επιφανειακή τους ενσωμάτωση όπου εκεί αναπτύσσονται
και τα ζιζάνια ενώ οι ρίζες της αμπέλου βρίσκονται στα κατώ-
τερα στρώματα. Έτσι για παράδειγμα δρουν η ατραζίνη και η
σιμαζίνη οι οποίες δεσμεύονται από τα κολλοειδή του εδάφους
και την οργανική ουσία και αποδίδονται στο εδαφικό διάλυμα
σε μικρές ποσότητες. Σε περιπτώσεις συχνών βροχών ή όταν
χρησιμοποιούνται σε αμμώδη εδάφη παρατηρείται μεγαλύτερη
διαλυτότητα με αποτέλεσμα να φθάνουν μέχρι το ριζικό σύστη-
μα των φυτών της αμπέλου και τότε παρατηρούνται συμπτώμα-
τα τοξικότητας στα φύλλα της βάσεως των βλαστών της αμπέ-
λου (χαρακτηριστικές κίτρινες κηλίδες). Για τους λόγους αυ-
τούς αλλά και τις επιπτώσεις στην βιολογία του εδάφους, είχαν
θεσπιστεί ανώτατα όρια ανά στρέμμα και έτος για τις ενώσεις
αυτές οι οποίες δεν θα πρέπει να ξεπερνούν τα 100g /στρέμμα.
Σήμερα βέβαια η χρήση τους στην αμπελοκαλλιέργεια έχει απα-
γορευτεί.
Επίσης για το Diuron τα ανώτατα επίπεδα είναι 180 g/στρ. όταν
χρησιμοποιείται μόνο του και 300g όταν χρησιμοποιείται σε συν-
δυασμό.

Η έρευνα βέβαια πάνω σε αυτό το θέμα έχει δώσει πρόσφατα και άλλες νέες
χημικές ουσίες με πολύ μικρή διαλυτότητα και ευρύ φάσμα δράσης όπως η
Flumioxazine. Είναι μια χημική ένωση η οποία ανήκει στα φθαλίμίδια. Η

311
Φλαμιοξαζίνη έχει το όνομα: 2 - ⎨7-fluoro3,4dihydro-3 oxo- 4 (2propyniyl) -
2H1,4- enzoxazin - 6H⎬-4,5,6,7 -tetrahydro-1 H- soindole - 1,3 (2H) - dione.
Είναι ζιζανιοκτόνο εδάφους που καταπολεμά τα ζιζάνια που μόλις φυτρώ-
νουν αλλά και φυλλώματος. Δρα στις μεμβράνες των κυττάρων και προκαλεί
οξείδωση των λιπιδίων των μεμβρανών προκαλώντας τους μή αναστρέψιμη
αλλοίωση. Ενσωματούμενο στο έδαφος παραμένει στα επιφανειακά στρώ-
ματα και δεν ανιχνεύεται βαθύτερα.

Για την πλέον αποτελεσματική αντιμετώπιση των ζιζανίων θα πρέπει η


πραγματοποίηση της μηχανικής και της χημικής καταπολέμησης ανάλογα με
τον ρυθμό εμφάνισης των ζιζανίων να αρχίζει από ενωρίς το χειμώνα.

312
VI. ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΤΑΦΙΔΑΣ

Ο άνθρωπος από πολύ νωρίς διαπίστωσε ότι οι καρποί της αμπέλου ό-


ταν αποξηραίνονταν επάνω στα φυτά αποκτούσαν πολύ γλυκιά γεύση. Η
πιο σημαντική διαπίστωση όμως ήταν ότι οι αποξηραμένοι καρποί της α-
μπέλου διατηρούνταν για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα και μπορούσαν
να καταναλωθούν σε εποχές όπου η εξεύρεση τροφής ήταν δύσκολη. Έτσι
οι αποξηραμένες σταφυλές ήταν γνωστές από την αρχαιότητα και μάλιστα
αναφέρονται και σε αρχαία κείμενα ως ασταφίδες σταφυλίδες ή σταφίδες.
Ο Ιπποκράτης στα βιβλία του 2 ον και 3 ον “Π ε ρ ί ν ο ύ σ ω ν” αναφέρεται
σε λευκές και μελανές σταφίδες. Επίσης αναφορές για τις σταφίδες κά-
νουν ο Ηρόδοτος, ο Πλάτων, ο Αθηναίος και άλλοι αρχαίοι συγγραφείς. Ο
Ξενοφών στη “Κύρου Ανάβαση”αναφέρει ότι οι σταφίδες αποτελούσαν ση-
μαντικό μέρος του σιτίου των στρατιωτών. Κατά την διέλευση των στρατευ-
μάτων από την Αρμενία γίνεται αναφορά για οίνους ‘ευώδεις’ και ‘σταφί-
δες’. Πάντως σε ολόκληρη τη Μικρά Ασία παράγονταν κατά την αρχαιότητα
σταφίδες από διάφορες ποικιλίες.
Σήμερα ο όρος “σταφίδα” αναφέρεται στις αποξηραμένες σταφυλές, έχει
όμως επικρατήσει να χρησιμοποιείται για τις αποξηραμένες σταφυλές των
ποικιλιών Σουλτανίνας, Κορινθιακής και Μοσχάτου Αλεξανδρείας. Όταν
όμως χρησιμοποιούνται άλλες ποικιλίες για το σκοπό αυτό, τότε ονομάζο-
νται αποξηραμένες σταφυλές.

1. Ιδιότητες των ποικιλιών σταφιδοποιίας

Ο κύριος όγκος σε παγκόσμιο επίπεδο παραγωγής σταφίδων προέρχε-


ται από την ποικιλία Σουλτανίνα και η αποξήρανση γίνεται με φυσικό τρό-
πο, κάτω από την επίδραση της θερμοκρασίας του ηλίου. Η αποξήρανση με
αυτόν τον τρόπο θα πρέπει να γίνεται σε σύντομο χρονικό διάστημα για μα

313
μην παραμένουν τα προς αποξήρανση σταφύλια για μεγάλο χρονικό διά-
στημα εκτεθειμένα σε συνθήκες υπαίθρου. Επιπλέον, οι ποικιλίες που
χρησιμοποιούνται θα πρέπει να ωριμάζουν σε περίοδο υψηλών θερμοκρα-
σιών και μεγάλης ηλιοφάνειας.
Έτσι λοιπόν οι ποικιλίες για την παραγωγή σταφίδας έχουν κάποια ι-
διαίτερα χαρακτηριστικά όπως παρουσιάζονται στη συνέχεια.

Πρώιμη ωρίμανση . Η πρώιμη ωρίμανση των καρπών αποτελεί ένα ενδια-


φέρον χαρακτηριστικό δεδομένου ότι η ξήρανση θα πρέπει να διεξάγεται
κάτω από υψηλές θερμοκρασίες και κατά συνέπεια σε σύντομο χρονικό
διάστημα. Η πρωιμότητα είναι δεδομένη ως γενετικό χαρακτηριστικό κά-
ποιας ποικιλίας. Όμως θα πρέπει να αποφεύγονται καλλιεργητικές επεμ-
βάσεις που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο προκαλούν καθυστέρηση της ωρί-
μανσης μιας συγκεκριμένης ποικιλίας, όπως η υπερπαραγωγή, η απεριό-
ριστη διάθεση νερού στα φυτά, οι αυξημένες αζωτούχες λιπάνσεις κλπ.

Μικρό μέγεθος της ράγας. Συνήθως οι ποικιλίες που κατ’ εξοχήν χρησιμο-
ποιούνται στην σταφιδοποίηση έχουν μικρές ράγες για να επιταχύνεται η
αφυδάτωσή τους.

Κηρώδης ανθηρότητα . Η κηρώδης ανθηρότητα η οποία καλύπτει την επι-


φάνεια του φλοιού της ράγας εμποδίζει την απώλεια του νερού και την α-
φυδάτωση. Μια συνηθισμένη τεχνική που χρησιμοποιείται ευρέως στον
κόσμο με σκοπό την ευκολότερη αποξήρανση, είναι η εμβάπτιση των στα-
φυλών σε αλκαλικά διαλύματα τα οποία αλλάζουν τις ιδιότητες της κηρώ-
δους ανθηρότητας και επιταχύνουν τις απώλειες του νερού.

Λεπτότητα του φλοιού της ράγας . Το πάχος του φλοιού παίζει καθοριστικό
ρόλο στην ταχύτητα της αποξήρανσης. Συνήθως οι ποικιλίες που χρησιμο-
ποιούνται για την παραγωγή σταφίδας έχουν λεπτό φλοιό.

314
Ασπερμία. Η ύπαρξη γιγάρτων στις ράγες είναι ένα ανεπιθύμητο χαρακτη-
ριστικό δεδομένου ότι κατά την μάσηση προβάλλουν δυσαρέσκεια στον κα-
ταναλωτή, λόγω της στυπτικής γεύσης που παρουσιάζουν.

2. Σταφίδα Σουλτανίνα

Η ποικιλία από την οποία προέρχεται η σταφίδα Σουλτανίνα είναι η γνω-


στή ποικιλία ανατολικής προέλευσης, Σουλτανίνα. Η ποικιλία αυτή
προέρχεται από την περιοχή Σουλτανιέ του βορείου Ιράν και κατά τον
NEGRUL ανήκει σε μια από τις ομάδες ή ‘φυλές’ του είδους Vitis vinifera
(proles)την οποία ονόμασε orientalis (ανατολικής προέλευσης). Aπό εκεί
τον 12ον αιώνα ήλθε στην κοιλάδα του Έρμου ποταμού της Μαγνησίας και
επεκτάθηκε σε όλη την Ιωνία. Την ίδια εποχή καλλιεργείται και στην Ισπα-
νία όπου έχει μεταφερθεί εκεί από τους Άραβες, συγγραφείς των οποίων
την ονομάζουν Kechmish και την αποκαλούν προϊόν του Ιράν και του Χου-
ρασάν.
Κατά τον Γεννάδιο η Σουλτανίνα εισήχθη από την Σμύρνη στην περιοχή του
Ναυπλίου το έτος 1838, και από εκεί η καλλιέργειά της διαδόθηκε στην Αρ-
γολίδα και αργότερα στην Κρήτη.
Η παραγωγή Σουλτανίνας στην χώρα μας αποτέλεσε και αποτελεί μια ση-
μαντική γεωργική δραστηριότητα και συνέβαλε σημαντικά στην αγροτική
οικονομία μερικών περιοχών της Χώρας μας όπως της Κρήτης της Πελο-
ποννήσου και των Επτανήσων.

2.1. Σταφιδοποίηση

Η ποιότητα των νωπών σταφυλών που προορίζονται για ξήρανση παίζει


καθοριστικό ρόλο στα χαρακτηριστικά και την ποιότητα της σταφίδας. Ε-
πομένως οι καλλιεργητικές τεχνικές και οι παρεμβάσεις στον αμπελώνα

315
καθώς επίσης και οι γενικότεροι χειρισμοί κατά τον τρυγητό συμβάλλουν
κατά ένα μεγάλο μέρος στην ποιότητα της παραγόμενης σταφίδας.

2.1α.Τρυγητός

Βαθμός ωρίμανσης των σταφυλών. Είναι γνωστό και αναμενόμενο ότι ο


βαθμός ωρίμανσης των σταφυλών επηρεάζει την απόδοση σε ξηρά σταφί-
δα. Έχει αποδειχθεί ότι υπάρχει μια έντονη θετική συσχέτιση μεταξύ του
βαθμού ωρίμανσης εκφρασμένου σε βαθμούς Baum é και της αναλογίας
αποξήρανσης εκφρασμένης επί τις % (αναλογία αποξήρανσης: βάρος στα-
φυλών /βάρος σταφίδας).
Tο κλίμα ασκεί καθοριστική επίδραση στην πορεία ωρίμανσης της παρα-
γωγής. Η Σουλτανίνα εξάλλου είναι μια ποικιλία η οποία έχει μεγάλες ανά-
γκες σε ηλιοφάνεια και ευνοϊκές θερμοκρασίες. Επί πλέον, μερικοί παρά-
γοντες όπως το έδαφος, το νερό, η έκθεση του αμπελώνα, η ηλικία των φυ-
τών, επιδρούν στην ομαλή ωρίμανση της παραγωγής . Οι αυξημένες αζω-
τούχες λιπάνσεις, η μη ισορροπημένη ανόργανη θρέψη και το αυξημένο
φορτίο των φυτών επιφέρουν καθυστέρηση της ωρίμανσης και μειωμένη
περιεκτικότητα των σταφυλών σε ζάχαρα.
Η έναρξη του τρυγητού αρχίζει όταν η περιεκτικότητα των σταφυλών σε Σα-
χάρα φτάσει τους 12 Bé. Σε χρονιές όμως με χαμηλή περιεκτικότητα σε
ζάχαρα, η μικρή διάρκεια της ευνοϊκής περιόδου αποξήρανσης αναγκάζει
την πρωιμότερη έναρξη του τρυγητού. Επίσης η έναρξη του τρυγητού κα-
θορίζεται και από άλλους παράγοντες όπως την ύπαρξη εργατικών χε-
ριών, την ύπαρξη χώρων αποξήρανσης, τις κλιματικές συνθήκες που επι-
κρατούν κλπ.

Χειρισμοί κατά τον τρυγητό . Κατά τον τρυγητό γίνεται μια πρώτη φροντίδα
της παραγωγής από τους τρυγητές, οι οποίοι απομακρύνουν τις πολύ μι-
κρές, αποξηραμένες και ηλιοκαμένες ράγες, καθώς επίσης και τα τμήματα

316
της σταφυλής τα οποία έχουν υποστεί ζημίες από εχθρούς και μυκητολογι-
κές ασθένειες. Επίσης απομακρύνονται οι σχισμένες και τραυματισμένες
ράγες διότι αυτές αργότερα αποκτούν σκούρο χρωματισμό μετά την εμβά-
πτιση στο αλκαλικό διάλυμα. Οι αλλοιωμένες και τραυματισμένες ράγες
αποτελούν εστίες ανάπτυξης και επέκτασης της σήψης των σταφυλών κατά
την διάρκεια της αποξήρανσης με αποτέλεσμα την σοβαρή υποβάθμιση της
ποιότητας της σταφίδας.
Οι πράσινες ράγες θα πρέπει να εμβαπτίζονται σε αραιότερο αλκαλικό
διάλυμα γιατί σε πυκνότερα διαλύματα σκουραίνουν γύρω από τον ποδί-
σκο.
Οι μαραμένες ράγες οι οποίες έχουν γεύση όξινη και οι παραγωγοί τις
αποκαλούν “βρασμένες” κατά την αποξήρανση συρρικνώνονται υπερβολικά
και έχουν χαμηλό ποσοστό ζαχάρων.
Οι σταφυλές κόβονται συνήθως με ειδικά μαχαιρίδια ή ψαλίδια και οι
τοποθετούνται σε λευκοσιδηρά ή πλαστικά δοχεία, τα οποία είναι διά-
τρητα και φέρουν οπές διαμέτρου 7 χιλιοστών, με τα οποία γίνεται κατ’ ευ-
θείαν η εμβάπτιση των σταφυλών στο αλκαλικό διάλυμα. Η μεταφορά των
σταφυλών στους χώρους αποξήρανσης γίνεται με υποζύγια ή ελκυστήρες.
Η τοποθέτηση των σταφυλών μέσα στα δοχεία και η μεταφορά στους χώ-
ρους αποξήρανσης, θα πρέπει να γίνεται προσεκτικά ώστε να μην τραυ-
ματίζονται οι ράγες.

2.1β. Επιδράσεις συντόμευσης του χρόνου αποξήρανσης

Οι σταφυλές κατά την αποξήρανση, θα πρέπει να αφυδατώνονται σε σύ-


ντομο χρονικό διάστημα δεδομένου ότι εάν ο χρόνος αποξήρανσης είναι
μεγάλος τότε οι σταφίδες υφίστανται ποιοτική υποβάθμιση, πέραν του γε-

317
γονότος ότι βρίσκονται εκτεθειμένες για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα σε
πιθανές καιρικές αντιξοότητες.

Ο ρόλος της κηρώδους ανθηρότητος . Η κηρώδης ανθηρότητα είναι ένα


στρώμα από μεγαλομοριακές αλκοόλες και εστέρων τους με λιπαρά οξέα
και μεγαλομοριακές αλδεΰδες. Το κύριο λιπαρό οξύ της κηρώδους ανθηρό-
τητας είναι το ολεανολικό οξύ. Η κηρώδης ανθηρότητα έχει την υφή λεπι-
δίων τα οποία είναι μεγέθους ενός μικρού, τα οποία επικάθονται το ένα
επάνω στο άλλο και με αυτόν τον τρόπο καλύπτουν την επιφάνεια της ρά-
γας. Η κηρώδης ανθηρότητα εμποδίζει την αφυδάτωση των ραγών λόγω
της λιπόφιλης διάταξης των λιπιδίων. Έχει επίσης την ιδιότητα να προ-
στατεύει τις ράγες από μυκητολογικές ασθένειες, από εχθρούς, μηχανικές
βλάβες και εγκαύματα από την ηλιακή ακτινοβολία.
Το νερό εξέρχεται από την ράγα διαχεόμενο υπό την υγρή του μορφή δια
μέσου της πηκτίνης των κυττάρων και φθάνει μέχρι την εφυμενίδα. Στην
συνέχεια υπό την μορφή υδρατμών και δια μέσου των τριχοειδών πόρων
της κηρώδους ανθηρότητας εξέρχεται στην ατμόσφαιρα. Έτσι λόγω της
υδρόφοβης διάταξης των λιπιδίων δεν σχηματίζεται συνεχής στήλη νερού
από τα κυτταρικά τοιχώματα των επιδερμικών κυττάρων μέχρι την επιφά-
νεια της ράγας .

Δράση του αλκαλικού διαλύματος . Είναι γνωστό ότι με την επίδραση αλ-
καλικών διαλυμάτων και ιδιαίτερα θερμών, απομακρύνεται μέρος της κη-
ρώδους ανθηρότητας και συγχρόνως προκαλείται αλλαγή της των ιδιοτήτων
της, λόγω του ότι από υδρόφοβη γίνεται υδρόφιλη. Για το σκοπό αυτό
χρησιμοποιείται υδατικό διάλυμα καυστικής ποτάσας(ένυδρο ανθρακικό
κάλιο, Κ 2 CO 3 .1,5H 2 O) 7 %, το οποίο περιέχει επίσης και 0.5% ελαιόλαδο.
Όταν η εφαρμογή γίνεται σε θερμοκρασίες του περιβάλλοντος τότε η δια-
δικασία αυτή λέγεται ψυχρό βάπτισμα . Μετά την εμβάπτιση στο ψυχρό
διάλυμα ο χρόνος αποξήρανσης μειώνεται κατά 2 - 3 φορές και από 20 η-
μέρες πέφτει στις 8 - 10. Αυτό οφείλεται όχι τόσο γιατί απομακρύνεται η

318
κηρώδης ανθηρότητα, αλλά γιατί λόγω της σαπωνοποίησης των λιπαρών
οξέων, από υδρόφοβη γίνεται υδρόφιλη και ο κηρός γίνεται βρέξιμος. Με
αυτόν τον τρόπο το νερό από τα κυτταρικά τοιχώματα της επιδερμίδας των
ραγών υπό την υγρή του φάση, φθάνει ως συνεχής στήλη στην εξωτερική
επιφάνεια του κηρού.Έχει αποδειχθεί ότι εάν μετά την εμβάπτιση αλκαλι-
κού διαλύματος οι σταφυλές ξεπλυθούν με νερό, τότε ο χρόνος αποξήραν-
σης πάλι επιμηκύνεται. Αυτό οι παραγωγοί το γνωρίζουν και μετά από
βροχή ψεκάζουν τις αποξηραινόμενες σταφυλές με αλκαλικό διάλυμα.
Στις χώρες που οι σταφυλές αποξηραίνονται χωρίς την επίδραση του

Σχήμα 56. Διάτρητα δοχεία για την εμβάπτιση των σταφυλών στο αλκαλικό διάλυμα

319
αλκαλικού διαλύματος (Καλιφόρνια, Συρία, Αφγανιστάν, Ιράν), οι
σταφίδες αποκτούν σκούρο χρώμα λόγω επιμήκυνσης του χρόνου αποξή-
ρανσης. Ο χρωματισμός αυτός οφείλεται στις οξειδώσεις των πολυφαινολών
λόγω της δράσης του ενζύμου πολυφαινολοξειδάση.
Οι υψηλές και οι χαμηλές θερμοκρασίες αναστέλλουν τη δράση του ενζύμου
και δεν αλλοιώνεται ο χρωματισμός των ραγών. Με τη δράση του αλκαλικού
διαλύματος επιταχύνεται η αποξήρανση αυξάνεται η συγκέντρωση των ζα-
χάρων και η δράση των οξειδωτικών ενζύμων αναστέλλεται. Η ποσότητα του
ελαιολάδου που προστίθεται στο διάλυμα κυμαίνεται μεταξύ 0.3 - 0.6 % ε-
ξαρτάται από τη σκληρότητα του νερού το βαθμό σαπωνοποιήσεως και τη
θερμοκρασία. Η σωστή αναλογία διαπιστώνεται από την πλήρη διαβροχή
των ραγών.
Η υπερβολική ποσότητα ελαιολάδου, υποβαθμίζει την ποιότητα της σταφί-
δας και η επιφάνεια των ραγών γίνεται λιπαρή, σκουρόχρωμη με κίνδυνο
ταγγίσματος του ελαιολάδου και δυσάρεστης γεύσης και οσμής.
Τελευταία αντί του ελαιολάδου χρησιμοποιούνται λάδια που αποτελούνται
από αιθυλεστέρες λιπαρών οξέων όπως ο ελαϊκός αιθυλεστέρας με το ε-
μπορικό όνομα Σουλτανίνο, Ετοσύν ,κλπ., ο οποίος σε ποσότητα 1,7 2 %
επιταχύνει την αποξήρανση και βελτιώνει την ποιότητα της σταφίδας.

Εμβάπτιση των σταφυλών . Το αλκαλικό διάλυμα τοποθετείται σε κατάλλη-


λα δοχεία σχήματος ανάστροφου κόλουρου κώνου χωρητικότητας 80 - 100
λίτρων. Σε αυτά τα δοχεία εμβαπτίζονται τα διάτρητα δοχεία με τις σταφυ-
λές για 20 - 30 δευτερόλεπτα. Μετά την εμβάπτιση και την στράγγιση των
σταφυλών μέσα σε ειδικό αβαθές δοχείο, οι σταφυλές τοποθετούνται
στους χώρους αποξήρανσης. Το διάλυμα, συμπληρώνεται στα δοχεία όταν
πέφτει η στάθμη του με νέο το οποίο παρασκευάζεται σε ξεχωριστά δοχεία.

2.1γ. Αποξήρανση

320
Αποξήρανση στο έδαφος χωρίς κάλυψη . Η αποξήρανση των σταφυλών
στην χώρα μας γίνεται, κατά το μεγαλύτερο μέρος στην ύπαιθρο κάτω από
την άμεση επίδραση της ηλιακής ακτινοβολίας. Οι χώροι αποξήρανσης λέ-
γονται αλώνια. Κατά το παρελθόν κατασκευάζονταν από πιεσμένο έδα-
φος, απαλλαγμένο από πέτρες και θάμνους όπου επάνω απλώνονταν ειδι-
κά χαρτόνια. Τώρα για το σκοπό αυτό χρησιμοποιείται διάτρητο μαύρο
πλαστικό. Τα αλώνια έχουν σωστό προσανατολισμό και κατασκευάζονται
σε υπερυψωμένες τοποθεσίες για να ανανεώνεται ο αέρας και να αποφεύ-
γεται ο σχηματισμός πρωινής δροσιάς. Επίσης θα πρέπει να βρίσκονται
μακριά από δρόμους ταχείας κυκλοφορίας για να αποφεύγεται το σκόνι-
σμα.

Οι σταφυλές αδειάζονται στα αλώνια και απλώνονται προσεκτικά χωρίς να αλ-


ληλοκαλύπτονται. Οι μεγάλες σταφυλές σχίζονται κατά μήκος του βοστρύχου.
Στα κενά μεταξύ των σταφυλών διασκορπίζονται απομισχωμένες ράγες.
Κατά την διάρκεια της αποξήρανσης, ειδικά όταν οι καιρικές συνθήκες είναι
δυσμενείς και συμβούν βροχοπτώσεις, ακολουθούν ένας ή δύο ψεκασμοί
των σταφυλών με αλκαλικό διάλυμα.

Αποξήρανση στο έδαφος υπό κάλυψη. Επειδή κατά τη διάρκεια της α-


ποξήρανσης η παραγωγή βρίσκεται εκτεθειμένη για αρκετές ημέρες στις
καιρικές αντιξοότητες, έχει αρχίσει να εφαρμόζεται η αποξήρανση υπό κά-
λυψη με φύλλα πολυαιθυλενίου. Για το σκοπό αυτό υπάρχει μόνιμη εγκα-
τάσταση πασσάλων σε επιφάνειες 4, 5 Χ 8 m με μεταλλικούς πασσάλους
ύψους ενός μέτρου και περιμετρικούς πασσάλους ύψους 82 cm.
Πολλές φορές αναπτύσσονται υψηλές θερμοκρασίες κάτω από τις εγκατα-
στάσεις πολυαιθυλενίου και επιβάλλεται στις περιπτώσεις αυτές

321
να ανοίγεται από τις κάθετες πλευρές του.

Κρεμαστά ξηραντήρια. Τα τελευταία χρόνια λόγω έλλειψης καταλλήλων ε-


πιφανειών αποξήρανσης άρχισαν να χρησιμοποιούνται τα κάθετα ξηραντή-
ρια όπου οι σταφυλές κρέμονται από οριζόντια σύρματα τα οποία στηρίζο-
νται σε κάθετους μεταλλικούς πασσάλους. Η επιφάνεια του εδάφους κα-
λύπτεται από μπετόν και η οροφή του ξηραντηρίου κατασκευάζεται κατά τέ-
τοιο τρόπο για να καλύπτεται με πολυαιθυλένιο.

Σχήμα 57. Κρεμαστά ξηραντήρια σταφίδας με δυνατότητα κάλυψης

322
Το εμβαδόν του ξηραντηρίου είναι 4, 5 Χ 8 m ή και μεγαλύτερο και το ύψος
των κάθετων πασσάλων υποστήριξης των οριζοντίων συρμάτων φτάνει τα
2 - 2,2 m.

2.1δ Συλλογή της σταφίδας - αποθήκευση

Όταν η περιεκτικότητα της σταφίδας σε νερό φτάσει στο 16% τότε η ξή-
ρανση θεωρείται ικανοποιητική και η παραγωγή θα πρέπει να αποθηκευτεί.
Η συλλογή της αποξηραμένης σταφίδας γίνεται κατά τις απογευματινές ώ-
ρες, δεδομένου ότι όταν η θερμοκρασία είναι μεγάλη η σταφίδα έχει μαλακή
υφή και η υγρασία της δεν μπορεί να εκτιμηθεί. Οι παραγωγοί χρησιμο-
ποιούν εμπειρικά κριτήρια για την εκτίμηση της υγρασίας της σταφίδας.
Έτσι κατά τη πίεση των ραγών μεταξύ τους, εάν δεν εξέρχεται χυμός η υ-
γρασία είναι ικανοποιητική. Επίσης οι σταφίδες όταν πιέζονται στην χού-
φτα του χεριού, θα πρέπει να είναι ελαστικές και μετά την πίεση να επανα-
ποκτούν το αρχικό τους σχήμα.
Στη συνέχεια, η σταφίδα τοποθετείται σε δοχεία και μεταφέρεται για
τον αποχωρισμό των βοστρύχων. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιούνται κό-
σκινα διαστάσεων 80 Χ 120 εκατοστών με συρμάτινο δικτυωτό με ανοίγμα-
τα διαστάσεων 0.5 - 0.8 της ίντσας. Ύστερα οι σταφίδες μπαίνουν σε σά-
κους των 60 - 80 κιλών εντός των οποίων συμπιέζονται με το χέρι ελα-
φρώς.

Προδιαγραφές για την Σουλτανίνα. Η παραγωγή θα πρέπει να συγκε- ντρώ-


νει μερικά απαραίτητα χαρακτηριστικά τα οποία εξασφαλίζουν την ποιότητά
της. Έτσι οι μη επεξεργασμένες σταφίδες, μετά την ξήρανση στα ξηραντήρια
θα πρέπει:

• να είναι καλά αποξηραμένες με υγρασία μέχρι 16%

323
• απαλλαγμένες από σήψεις ζυμώσεις αυγά εντόμων κλπ.

• απαλλαγμένες από χαλίκια πέτρες, μεταλλικά αντικείμενα και


ανόργανες ξένες ύλες, ή άλλες ξένες ύλες

• απαλλαγμένες από βοστρύχους και άλλες μη επικίνδυνες φυτι-


κές ύλες που προέρχονται από τα φυτά της αμπέλου

• απαλλαγμένες από οσμές

• χωρίς ιξώδεις ουσίες

• να διαχωρίζονται εύκολα όταν εξέρχονται από τους σάκους.

2.1ε Παραγωγικοί τύποι της Σουλτανίνας.

Βασικό κριτήριο για την ποιοτική κατάταξη της σταφίδας που παράγει ο
παραγωγός είναι το χρώμα, η ομοιομορφία και το μέγεθος των ραγών, κα-
θώς και το ποσοστό ψιλών ραγών.
Οι παραγωγικοί τύποι της σταφίδας είναι πέντε : Οι Ν ο . 1,2, 4, 5 και ο
τύπος της βιομηχανικής σταφίδας:

Τύπος Ν ο 1. Σταφίδες ομοιόμορφες ξανθής ως χρυσίζουσας από-


χρωσης. Οι ράγες είναι χονδρές, περίπου ισομεγέθεις με ποσο-
στό σκουρόχρωμων ραγών μέχρι 5% και ψιλών όχι πάνω από
10%.

Τύπος Ν ο 2 . Σταφίδες ξανθής ως ερυθρωπής απόχρωσης με ρά-


γες χονδρές και ποσοστά μελανωπών ή σκουρόχρωμων ραγών
μέχρι 12 % και ψιλών μέχρι 10%.(διαλογέας 8.5 χιλιοστών).

324
Τύπος Ν ο 4 . Σταφίδες ξανθής ως ερυθρωπής και ανοιχτοκαστανής
απόχρωσης, με ποσοστά μελανωπών ή σκουρόχρωμων ραγών
μέχρι 20% και ψιλών μέχρι 12 % ( διαλογέας 8 χιλιοστών) .

Τύπος Ν ο 5. Σταφίδες καστανής απόχρωσης με ποσοστό μελανών


ραγών μέχρι 40 %.

Οι σταφίδες που δεν πληρούν τις παραπάνω προϋποθέσεις χαρακτηρί-


ζονται ως βιομηχανικές και χρησιμοποιούνται ανάλογα με την ποιότητά τους
για παρασκευή σταφιδίνης, οινοπνεύματος, ή την ενίσχυση των κρασιών .
Εκτός των παραπάνω προϋποθέσεων οι σταφίδες που ανήκουν σε έναν από
τους παραπάνω παραγωγικούς τύπους, θα πρέπει να είναι απόλυτα υγιείς
με ποσοστό κούφιων ραγών όχι πάνω από 1%.

2.1στ.’Αποθήκευση

Οι σάκοι με τις σταφίδες όπου επάνω τους υπάρχει ένδειξη με τον παρα-
γωγικό τύπο της σταφίδας, παραδίδονται στα εργοστάσια και μέχρι την επε-
ξεργασία τους, αποθηκεύονται σε κατάλληλες αποθήκες.
Οι σάκοι στοιβάζονται μέσα στις αποθήκες κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να μην
υπάρχουν πολλοί ο ένας πάνω στον άλλο. Όταν από έλλειψη αποθηκευτι-
κών χώρων, οι σάκοι στοιβάζονται περισσότεροι ο ένας πάνω στον άλλο
τότε οι σταφίδες που βρίσκονται στους κάτω σάκους υφίστανται αλλοιώσεις
και οι πιο μαλακές ράγες σχίζονται και σχηματίζουν συσσωματώματα.
Οι αποθήκες θα πρέπει να είναι καθαρές και δροσερές να μην έχουν
υψηλή υγρασία και να φωτίζονται καλά. Οι επιφάνειες πρέπει να είναι λείες
για να μην βρίσκουν καταφύγιο τα διάφορα έντομα. Πριν τη χρησιμοποίη-
ση θα πρέπει να απολυμαίνονται με γαλάκτωμα ασβεστίου και άλλα εντομο-

325
κτόνα . Η μεταφορά στο εργοστάσιο και η επεξεργασία της σταφίδας θα
πρέπει να γίνεται κατά την ίδια χρονιά γιατί παράταση της αποθήκευσης
πάνω από ένα χρόνο επιφέρει αλλοιώσεις στην ποιότητα. Πολλές φορές
όμως, λόγω μεγάλης παραγωγής, η αποθήκευση παρατείνεται και πέραν της
χρονιάς.

Οι πιο συχνές αλλοιώσεις που παρατηρούνται κατά την αποθήκευση της


σταφίδας είναι οι εξής:

Σκοτεινός χρωματισμός. Οι ακατάλληλες συνθήκες αποθήκευσης, η υγρα-


σία το οξυγόνο, η θερμοκρασία και ο παρατεταμένος χρόνος αποθήκευσης
αλλοιώνουν τον χρωματισμό της σταφίδας.
Ο σκοτεινός χρωματισμός, οφείλεται στον σχηματισμό πολυμερών ενώσεων
που προέρχονται από φαινολικές ενώσεις και συνοδεύνται από οξειδωτικές
διεργασίες. Ειδικότερα η υπερβολική υγρασία αποτελεί την σπουδαιότερη
αιτία του σκοτεινού χρωματισμού. Έχει αποδειχτεί ότι σταφίδα με 14 %
υγρασία δεν παρουσίασε σκοτεινό χρωματισμό ακόμη και μετά από οκτάμη-
νη αποθήκευση.

Ζαχάρωμα. Είναι ο σχηματισμός κρυστάλλων ζαχάρου στην σταφίδα, ο ο-


ποίος προκαλεί υποβάθμιση της ποιότητας. Η υψηλή υγρασία της σταφί-
δας προκαλεί ζαχάρωμα. Επίσης το ζαχάρωμα ευνοείται από τη θερμο-
κρασία της αποθήκευσης (κάτω από 10 0 C και πάνω από τους 30 δεν προκα-
λείται ζαχάρωμα). Το ζαχάρωμα προκαλεί και απώλεια ζαχάρων η οποία
αυξάνεται κάτω από την πίεση των σάκων. Έτσι είναι πολύ συχνό το φαι-
νόμενο στους αποθηκευτικούς χώρους να ρέει χυμός ζαχάρου από τις στοί-
βες των σάκων στο δάπεδο της αποθήκης.

Ζημίες από εχθρούς . Διάφορα έντομα προσβάλλουν την αποθηκευμένη


σταφίδα και προκαλούν ζημίες Τα κυριότερα που έχουν εντοπιστεί είναι τα
εξής:

326
Carpophilus spp. Oryzaephilus mercator, Ephestia elutella , Ephestia
figulielia κλπ..

2.1.ζ. Βιομηχανική επεξεργασία της σταφίδας.

Πλύση. Η γραμμή επεξεργασίας της σταφίδας αρχίζει με την πλύση της πα-
ραγωγής. Ο χώρος πλύσεως περιλαμβάνει την εξέδρα τροφοδοσίας, τους
βολοθραύστες, την επιφάνεια πλύσεως με τους λιθοσυλέκτες και τα κόσκινα
για τον αποχωρισμό των ξένων υλών και των υποπροϊόντων. Στο πλυντήριο
απομακρύνονται οι πέτρες τα χώματα και οι κούφιες ράγες. Υπολογίζεται
ότι απαιτούνται 5 - 7 τόνοι νερού για κάθε τόνο σταφίδας.

Θείωση - λεύκανση Η θείωση έχει σκοπό την απόκτηση ομοιόμορφου και


ξανθού χρωματισμού από την σταφίδα, την απαλλαγή της από τα διάφορα
έντομα και την αποστείρωσή της.
Από το πλυντήριο η σταφίδα μεταφέρεται στον θάλαμο θειώσεως, όπου με
τη βοήθεια κυλιόμενης ταινίας διατρέχει τον θάλαμο θειώσεως πέντε φορές.
Στο θάλαμο θειώσεως διοχετεύεται διοξείδιο του θείου το οποίο παράγεται
από τη καύση θείου με τη βοήθεια καυστήρα.
Οι θάλαμοι θειώσεως κατασκευάζονται σε χώρους έξω από το κεντρικό κτί-
ριο του σταφιδεργοστασίου για να αποφεύγονται οι δυσμενείς επιδράσεις
του διοξειδίου του θείου.
Η διάρκεια έκθεσης της σταφίδας στο διοξείδιο του θείου είναι περίπου 1
έως 2 ώρες. Για ελαφρά θείωση απαιτούνται 1.5 - 2 κιλά θείου ανά τόνο,
ενώ για έντονη θείωση 3-4 κιλά. Η δράση του θειώδους οφείλεται στις ανα-
γωγικές του ιδιότητες και την αδρανοποίηση οξειδωτικών ενζύμων. Η αποτε-
λεσματικότητα της θείωσης εξαρτάται από πολλούς παράγοντες όπως :

• Το αρχικό χρώμα της σταφίδας. Οι σταφίδες σκούρου χρώματος δεν


υφίστανται αποτελεσματική λεύκανση.

327
• Η ποσότητα του καιγόμενου θείου και η διάρκεια θείωσης επηρεάζει τη
λεύκανση.

• Η υγρασία της σταφίδας. Η υψηλή υγρασία που έχουν οι σταφίδες μετά το


πλύσιμο βοηθά τη λεύκανση, ενώ σταφίδες που δεν έχουν πλυθεί δε βά-
φουν.

• Η λεύκανση εξαρτάται από το μέγεθος των ραγών. Όσο μικρότερες είναι οι


ράγες τόσο πιο αποτελεσματική είναι η λεύκανση.

• Η προέλευση επίσης της σταφίδας επηρεάζει τη λεύκανση. Οι σταφίδες με


λεπτό φλοιό δέχονται πιο αποτελεσματική λεύκανση.

Η ποσότητα του θειώδους που έχει προσροφηθεί στην σταφίδα αποτελεί έ-


ναν καθοριστικό παράγοντα ποιότητας και καταλληλότητας προς κατανάλω-
ση. Έτσι για κάποιες καταναλώτριες χώρες αυτές οι ποσότητες δεν πρέπει
να ξεπερνούν κάποια ανώτατα όρια. Άλλες χώρες πάλι δεν δέχονται θει-
ωμένη σταφίδα.

Ξήρανση. Μετά την θείωση η σταφίδα οδηγείται μέσω συνεχούς γραμμής


αυτόματα, στο θάλαμο ξηράνσεως και τον διατρέχει τρεις φορές. Η ξήρανση
γίνεται με ρεύμα αέρος θερμοκρασίας 65 - 85 0 C . Η υγρασία της εξερχόμε-
νης σταφίδας θα πρέπει να είναι γύρω στο 14 %. Ο χρόνος που θα πρέπει
να περνά συνολικά η σταφίδα από τον θάλαμο ξηράνσεως είναι 1 ώρα έως 1
ώρα και 20 λεπτά και εξαρτάται εκτός από την περιεκτικότητα της σταφίδας
σε υγρασία και από την θερμοκρασία του θερμού αέρα, το μέγεθος των ρα-
γών, και τη γενικότερη κατάσταση της σταφίδας. Έτσι εάν η σταφίδα είναι
ζαχαρωμένη απαιτείται μεγαλύτερος χρόνος ξήρανσης όπως επίσης και εάν
το πάχος του στρώματος της σταφίδας επάνω στην ταινία μεταφοράς είναι
μεγαλύτερο. Πολλές φορές, εάν η ξήρανση γίνει σε υψηλότερη θερμοκρασία

328
τότε υποβαθμίζεται η ποιότητα της σταφίδας λόγω καραμελοποίησης των
ζαχάρων.
Μετά την ξήρανση η σταφίδα θα πρέπει αμέσως να αποκτήσει τη θερμοκρα-
σία του περιβάλλοντος, και γι αυτό οδηγείται σε θαλάμους όπου ψύχεται με
ρεύμα αέρος.

Κάθαρση - στίλβωση. Μετά τη ξήρανση η σταφίδα υφίσταται καθαρισμό σε


ειδικά μηχανήματα όπου με ρεύμα αέρος διαχωρίζονται και απομακρύνονται
οι κούφιες ή άψυχες όπως λέγονται ράγες, καθώς επίσης και τεμάχια φύλ-
λων ή βοστρύχων. Μετά η σταφίδα διέρχεται από παλινδρομικώς κινούμενα
κόσκινα για την κατακράτηση των ξένων υλών και τον διαχωρισμό των ψι-
λών ραγών.
Στη συνέχεια η σταφίδα μεταφέρεται σε ειδικό τύμπανο εντός του οποίου η
σταφίδα δέχεται καταιονισμό ελαίου και με αυτόν τον τρόπο γίνεται η στίλ-
βωση της παραγωγής.

Η στίλβωση της σταφίδας σκοπεύει στην καλύτερη ανάδειξη του χρωματι-


σμού, την αποφυγή ζαχαρώματος, και της συσσωμάτωσης των ραγών. Επί-
σης με τη στίλβωση διευκολύνεται και η παραπέρα επεξεργασία λόγω του
ότι η σταφίδα γίνεται πιο μαλακή και εύπλαστη.

Για τη στίλβωση χρησιμοποιούνται διάφορα έλαια όπως :

• Παραφινέλαιο 3 - 5‰. Η χρήση του όμως απαγορεύεται από Γερμανία Ιταλία


, Γαλλία , Η.Π.Α. και Βέλγιο.
• Durkex - 500 . Νέο παρασκεύασμα που χρησιμοποιείται σε αναλογία 2 - 2,7
‰.
• Sultanol , σε αναλογία 2 -2.7 ‰.
• Ραφιναρισμένο ελαιόλαδο και πυρηνέλαιο οξύτητας μέχρι 0.36 ‰ , σε αναλο-
γία 3 ‰.

329
Απομίσχωση - διαλογή. Η σταφίδα μετά την στίλβωση μεταφέρεται σε ειδι-
κές μηχανές για την απομάκρυνση των μίσχων. Αυτές οι μηχανές αποτελού-
νται από ένα διάτρητο τύμπανο το οποίο εσωτερικά φέρει πτερύγια τα ο-
ποία περιστρέφουν την σταφίδα και οι ποδίσκοι απομακρύνονται από τις
οπές του τυμπάνου. Η διαλογή ύστερα γίνεται με ειδικά κόσκινα και διαλο-
γείς.

Συσκευασία . Η σταφίδα που προορίζεται για εξαγωγή, συσκευάζεται σε


χαρτοκιβώτια Η περιεκτικότητα των κιβωτίων δεν θα πρέπει να υπερβαίνει
τα 15 κιλά. Η σήμανση των κιβωτίων πρέπει να περιέχει υποχρεωτικά την
ονομασία του περιεχομένου επωνυμία ή εμπορικό όνομα του εξαγωγέα, την
Ελληνική προέλευση, και προαιρετικά την περιοχή παραγωγής. Επίσης
διακινείται στο εμπόριο και σταφίδα σε μικροσυσκευασία των 200, γραμμα-
ρίων.

2.2. Ποιοτικές προδιαγραφές της επεξεργασμένης σταφίδας

Οι επεξεργασμένες σταφίδες θα πρέπει να συγκεντρώνουν κάποιες


ποιοτικές προδιαγραφές, σύμφωνα με τον κανονισμό 3374/84. Έτσι θα πρέ-
πει :

• να είναι απαλλαγμένες από διάφορες ορατές ξένες ύλες


• να είναι απαλλαγμένες από έντομα και παράσιτα
• να είναι απαλλαγμένες από οσμές και διάφορες γεύσεις
• να μην συσσωματώνονται
• να μην περιέχουν διάφορες ιξώδεις ουσίες

330
3. Κορινθιακή Σταφίδα

Η Κορινθιακή σταφίδα προέρχεται από την ποικιλία Κορινθιακή η ο-


ποία θεωρείται Ελληνική ποικιλία και η οποία καλλιεργείτο στην περιοχή
της Πελοποννήσου από την Αρχαιότητα. Η Κορινθιακή σταφίδα παράγεται
στην περιοχή της Β. Βορειοδυτικής Πελοποννήσου και στα Ιόνια νησιά. Ε-
πίσης καλλιεργείται στην Αυστραλία και λιγότερο στην Καλιφόρνια των
Η.Π.Α.
Τα μορφολογικά χαρακτηριστικά των σταφυλών και της ράγας ιδιαίτερα
το μέγεθος των ραγών και η λεπτότητα της επιδερμίδας έχουν καθιερώσει
διαφορετική μεταχείριση της Κορινθιακής κατά την αποξήρανση από αυτήν
της Σουλτανίνας.

3.1.Τρυγητός

Ο προσδιορισμός του χρόνου συγκομιδής των σταφυλών έχει μεγάλη


σημασία τόσο στην απόδοση σε ξηρά σταφίδα όσο και στην ποιότητά της.
Η υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρα η χαμηλή περιεκτικότητα σε οξέα και
τανίνες αποτελούν τα κυριότερα ποιοτικά χαρακτηριστικά της Κορινθιακής.
Επίσης και το μέγεθος των ραγών αποτελεί ένα άλλο ποιοτικό στοιχείο της
Κορινθιακής.
Ο τρυγητός συνήθως αρχίζει όταν η περιεκτικότητα σε ζάχαρα φτάσει
περίπου στους 25 - 26 0 Brix. Η κοπή των σταφυλών γίνεται συνήθως με το
χέρι δεδομένου ότι ο βόστρυχος παραμένει ποώδης χωρίς να ξυλοποιείται
και ως εκ τούτου θραύεται εύκολα. Χρειάζεται όμως προσοχή, διότι οι ράγες
αποσπώνται εύκολα από τους ποδίσκους. Αυτό σε συνδυασμό με την λε-
πτότητα του φλοιού των ραγών προκαλεί τραυματισμούς και κατά συνέπεια
υποβάθμιση της ποιότητας.

331
3.2. Ξήρανση

Η ξήρανση των σταφυλών της Κορινθιακής γίνεται κατ’ ευθείαν μετά την
συγκομιδή των σταφυλών, χωρίς προηγούμενη επέμβαση σε αλκαλικά δια-
λύματα. Αυτή εξελίσσεται, είτε κάτω από την άμεση ηλιακή ακτινοβολία ,
είτε υπό σκιά.

3.2α.Ξήρανση στην άμεση ηλιακή ακτινοβολία

Όταν αυτή γίνεται σε ακάλυπτα ξηραντήρια, το έδαφος, αφού προηγου-


μένως καθαριστεί από πέτρες βλάστηση ισοπεδώνεται συμπιέζεται, επι-
στρώνεται και καλύπτεται από διάτρητο πλαστικό. Το ξηραντήριο έχει Ν - Α
προσανατολισμό και μια μικρή επιφανειακή κλίση για την απορροή των υ-
δάτων. Η επιφάνεια χωρίζεται σε επί μέρους τμήματα τα επονομαζόμενα τ
η γ ά ν ι α , πλάτους τεσσάρων μέτρων και μήκους από 7 - 18. Κάθε τη-
γάνι περιβάλλεται από διάδρομο πλάτους 30 - 40 εκατοστών, για την διευ-
κόλυνση της πρόσβασης και της εκτέλεσης διαφόρων εργασιών.
Πολλές φορές τα ξηραντήρια έχουν δάπεδο από σκυρόδεμα και οι δια-
στάσεις τους ποικίλουν από 4 Χ 16μ μέχρι 4 Χ20 μ . Τα ξηραντήρια αυτά έ-
χουν μεγαλύτερη αντοχή, στεγνώνουν εύκολα σε περίπτωση βροχής και δεν
είναι υποχρεωτική η χρήση σταφιδόχαρτων στο δάπεδό τους ή φύλλων
πλαστικού. Όμως σε περίπτωση πολύ υψηλών θερμοκρασιών θερμαίνονται
υπερβολικά και η θερμοκρασία μπορεί να φθάσει στους 50 0 C. Επίσης στις
χαμηλές θερμοκρασίες ψύχονται πολύ εύκολα και επαναποκτούν πιο καθυ-
στερημένα τις θερμοκρασίες του περιβάλλοντος.
Πολλές φορές κατά την διάρκεια της ξήρανσης της Κορινθιακής συμ-
βαίνουν ξαφνικές βροχοπτώσεις με αποτέλεσμα να επηρεάζεται η πορεία της
ξήρανσης και η ποιότητα της σταφίδας. Γι αυτό κατασκευάζονται εγκατα-
στάσεις από πασσάλους για την κάλυψη της σταφίδας με πλαστικό. Οι
πάσσαλοι του κεντρικού άξονα στήριξης του πλαστικού έχουν ύψος 80 εκα-

332
τοστά και του πλευρικού άξονα 20 - 30 και 40 εκατοστά. Στην αρχή της
περιόδου της ξήρανσης το πλαστικό στηρίζεται στους πασσάλους των 40 εκ.
και αργότερα προς το τέλος της ξήρανσης σε αυτούς των 20 – 30 cm.
Η διάρκεια της ξήρανσης στα ακάλυπτα ξηραντήρια κυμαίνεται από 10
- 12 ημέρες και στα καλυμμένα από 8 - 12 ημέρες. Μια ή δύο ημέρες πριν
από την ολοκλήρωση της ξήρανσης γίνεται το τ ρ ί ψ ι μ ο της σταφίδας με
το οποίο γίνεται ο αποχωρισμός των ραγών και η απομάκρυνση των βο-
στρύχων. Μετά την πλήρη ξήρανση οι σταφίδες λιχνίζονται σε ρεύμα αέρος
με μια λιχνιστική μηχανή. Έτσι γίνεται και μια πρώτη διαλογή της σταφίδας.
Αυτές οι οποίες αποχωρίζονται κατ’ αρχήν από τον βόστρυχο αποτελούν τον
τύπο ‘’η λ ί ο υ ε κ λ ε κ τ ή’’ και αυτές οι οποίες παραμένουν ενωμένες με
τους βόστρυχους είναι τα λεγόμενα ‘’τ ρ ε χ ο ύ μ ε ν α ’’.

3.2β. Ξήρανση υπό σκιά

Η ξήρανση της Κορινθιακής υπό σκιά, έχει ως συνέπεια την παραγωγή


σταφίδας υψηλής ποιότητας η οποία ονομάζεται ‘’σ κ ι ά ς εκλεκτή
’’. Οι σταφυλές της Κορινθιακής αναρτώνται σε οριζόντια γαλβανισμένα
σύρματα, τα οποία απέχουν μεταξύ τους 8 - 10 εκατοστά και στηρίζονται σε
σύστημα οριζοντίων υποστηριγμάτων τα οποία είναι πακτωμένα σε κάθε-
τους δοκούς. Το εμβαδόν των ξηραντηρίων αυτών είναι συνήθως 4,5 Χ 8 μ
και το ύψος τους περίπου 3,5 μ.. Στεγάζονται με διάφορα υλικά όπως λαμα-
ρίνες , ελενίτ, κεραμίδια κ.α..

3.3. Λίχνισμα

Το λίχνισμα γίνεται σε ένα μηχάνημα (μάκινα), το οποίο διαθέτει τουρ-


μπίνα που παράγει ισχυρό ρεύμα αέρος και σύστημα τεσσάρων παλιν-
δρομικών κόσκινων. Τα δύο πρώτα κόσκινα έχουν οπές μεγαλύτερες. Έτσι

333
με αυτόν τον τρόπο αποβάλλονται οι βόστρυχοι και ξεχωρίζει την εμπορεύ-
σιμη από την μη εμπορεύσιμη σταφίδα.

2.4. Αποθήκευση

Μετά το λίχνισμα η σταφίδα αποθηκεύεται σε σάκους οι οποίοι στοιβά-


ζονται μέσα στις αποθήκες. Στους χώρους αποθήκευσης θα πρέπει να
λαμβάνεται μέριμνα παρόμοια με αυτή που λαμβάνεται και για την Σουλτα-
νίνα. Ειδικότερα για τη σχετική υγρασία των χώρων , αυτή δεν θα πρέ-
πει να υπέρβαινε το 60 %, η δε θερμοκρασία να κυμαίνεται μεταξύ 12 και
18 0 C. Για τη καλή διατήρηση, η υγρασία της σταφίδας θα πρέπει να κυ-
μαίνεται μεταξύ 13 και 15 %.

3.5. Επεξεργασία

Η βιομηχανική επεξεργασία της Κορινθιακής περιλαμβάνει κατά σειράν


τη θραύση των συσσωματωμάτων, το λίχνισμα και διαλογή, την πλύση, την
απομίσχωση, τη στράγγιση τη χειροδιαλογή και τη συσκευασία.

3.5α.Θραύση των συσσωματωμάτων

Κατά τη διάρκεια της αποθήκευσης και λόγω της πίεσης που ασκείται,
οι ράγες συσσωματώνονται και σχηματίζουν σβώλους. Η θραύση γίνεται σε
ειδικό βολοθραύστη ο οποίος παρεμβάλλεται κατά τη μεταφορά της στα-
φίδας στις μεταφορικές ταινίες. Ο βολοθραύστης φέρει ειδικά ελάσματα τα
οποία αποδιοργανώνουν τα συσσωματώματα Πολλές φορές όμως οι βολο-
θραύστες προκαλούν και τραυματισμούς στη σταφίδα.

334
3.5β. Λίχνισμα - διαλογή.

Από το βολοθραύστη η σταφίδα μεταφέρεται σε ένα σύστημα κόσκινων,


όπου με παλινδρομική κίνηση πραγματοποιείται η διαλογή σε διάφορες κα-
τηγορίες. Επίσης με τη βοήθεια απορροφητικών μηχανών απομακρύνονται
οι ξένες ύλες.

3.5γ. Πλύση

Η σταφίδα πλένεται σε ειδική σκάφη για τον καθαρισμό από την σκόνη
και τους άλλους ρύπους . Ο χρόνος πλύσης δεν υπερβαίνει το ένα λεπτό
και έτσι οι ράγες δεν απορροφούν μεγάλη ποσότητα νερού.

3.5ε. Απομίσχωση

Μετά την πλύση η σταφίδα οδηγείται για απομίσχωση σε μια συσκευή


παρόμοιας λειτουργίας με αυτήν που χρησιμοποιείται και στην Σουλτανίνα.

3.5στ’. Στράγγιση

Μετά την απομίσχωση η σταφίδα οδηγείται σε ένα σύστημα με κόσκινα


και αεραγωγούς, όπου απομακρύνονται οι εναπομείναντες μίσχοι και επι-
τυγχάνεται το στέγνωμα.

335
3.5ζ. Χειροδιαλογή. - Συσκευασία

Μετά τη στράγγιση και το στέγνωμα οι σταφίδες διέρχονται με μεταφο-


ρικές ταινίες πλάτους ενός μέτρου, και μήκους από 6 - 20 μέτρων. Εκατέρω-
θεν της ταινίας υπάρχει προσωπικό το οποίο απομακρύνει ξένες ύλες ερυ-
θρές σταφίδες, που θα μπορούσαν να υποβαθμίσουν την ποιότητα των στα-
φίδων.
Η συσκευασία γίνεται αυτόματα σε συγκρότημα ζυγιστικής και κλειστι-
κής μηχανής με αυτόματη σήμανση. Τα κιβώτια είναι 5 - 15 κιλών ενώ είναι
συνηθισμένη και η μικροσυσκευασία σε σελοφάν ή πλαστικό.

336
Η δραστηριότητα
καλλιέργεια της αμπέλου είναι και αυτή μια οικονομική
όπως και η όποια καλλιέργεια των άλλων
ειδών. Από την άποψη αυτή θα περίμενε κανείς να υπόκειται
στους οικονομικούς όρους υπό την ευρεία έννοια, έτσι ώστε η
οικονομικότητα της καλλιέργειας να επηρεάζει τις καλλιεργη-
τικές τεχνικές. Για την άμπελο όμως αυτές καθαυτές οι καλ-
λιεργητικές τεχνικές συμβαίνει να ενσωματώνουν στοιχεία
από την ιστορία, την παράδοση, τον πολιτισμό και τη λαο-
γραφία. Τα στοιχεία αυτά επηρεάζουν θετικά την οικονομι-
κότητα της καλλιέργειας πέρα και έξω από τις αυστηρές Γε-
ωπονικές παραμέτρους που αφορούν την Εφαρμοσμένη Φυσι-
ολογία και Βιολογία, δίνοντας στα προϊόντα της αμπέλου μια
ιδιαίτερη ταυτότητα και μια στενότερη σχέση με το κατανα-
λωτικό κοινό. Έτσι λοιπόν οι τυχόν παρεκκλίσεις από τις τε-
χνοκρατικές αρχές που διέπουν την καλλιέργεια της αμπέλου
είναι θεμιτές, εφόσον συμβάλλουν στη βελτίωση της ποιότη-
τας και την αύξηση των τιμών.

337
338

You might also like