Professional Documents
Culture Documents
ΓΕΩΠΟΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ
ΤΟΜΕΑΣ ΟΠΩΡΟΚΗΠΕΥΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΜΠΕΛΟΥ
Ν. Α. ΝΙΚΟΛΑΟΥ
ΤΕΧΝΙΚΕΣ
ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑΣ ΤΗΣ ΑΜΠΕΛΟΥ
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2012
Ι. ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΜΟΣ
2
παραμέτρους. Η επιτυχία λοιπόν του πολλαπλασιασμού προϋποθέτει την
πλήρη γνώση των ανατομικών, φυσιολογικών και βιοχημικών χαρακτηριστι-
κών και ιδιοτήτων του φυτού.
3
2. Εγγενής πολλαπλασιασμός της αμπέλου
4
δος ή σε κοντινό γενετικά είδος και οι οποίοι καλλιεργούνται στο ίδιο περι-
βάλλον. Στα ετήσια φυτά τα οποία πολλαπλασιάζονται εγγενώς, οι γενετι-
κές διαφορές οφείλονται σχεδόν αποκλειστικά στον ανασυνδυασμό των γο-
νιδίων ο οποίος συμβαίνει στο στάδιο της μετάφασης, κατά τη διαδικασία
της μείωσης των γενετικών κυττάρων. Στα πολυετή φυτά όμως, στα οποία
κατά κανόνα εφαρμόζεται ο αγενής πολλαπλασιασμός, οι διαφορές αυτές
οφείλονται επί πλέον και σε ένα πλήθος σωματικών μεταλλάξεων, οι οποίες
συμβαίνουν τυχαία κατά τη διάρκεια κάποιου βλαστικού κύκλου και μεταφέ-
ρονται στους επόμενους βλαστικούς απογόνους. Θα πρέπει να σημειωθεί
ότι οι μεταλλάξεις που συμβαίνουν στα γενετικά κύτταρα, ενδεχομένως να
περνούν απαρατήρητες, κατά τον αγενή πολλαπλασιασμό της αμπέλου. Οι
μεταλλάξεις αυτές που συμβαίνουν, έχουν ως αποτέλεσμα την εκδήλωση δι-
αφόρων φαινοτύπων του ιδίου γενώματος. Αυτές οι διαφορές που παρατη-
ρούνται και καθιστούν τις ποικιλίες φαινοτυπικά ποικιλόμορφες, έχουν με-
γάλη σημασία για την αμπελοκαλλιέργεια, δεδομένου ότι μερικά άτομα ε-
ντός των πληθυσμών των ποικιλιών, παρουσιάζουν χαρακτηριστικά με εξαι-
ρετική σημασία για την καλλιέργεια της αμπέλου και την παραγωγή προϊό-
ντων ποιότητας. Η διαδικασία εντοπισμού και αξιολόγησης των ατόμων αυ-
τών εντός των πληθυσμών εντάσσεται στα πλαίσια ενός εξειδικευμένου επι-
στημονικού αντικειμένου της αμπελουργίας το οποίο καλείται κλωνική επι-
λογή.
Είναι γνωστό ότι από τον 19 ο ακόμη αιώνα, ο άνθρωπος άρχιζε να πα-
ρεμβαίνει στη γενετική διαδικασία και να προκαλεί ο ίδιος με ελεγχόμενο
τρόπο τη δημιουργία νέων βιοτύπων. Η συσσωρευμένη γνώση η οποία έχει
αποκτηθεί μέχρι σήμερα σχετικά με τον τρόπο κληρονόμησης των διαφόρων
χαρακτηριστικών εντάσσεται σε ένα ευρύτερο επιστημονικό αντικείμενο, τη
γενετική βελτίωση της αμπέλου η οποία έχει σκοπό τη δημιουργία νέων βιο-
τύπων με ενδιαφέροντα χαρακτηριστικά όπως π.χ. την ανθεκτικότητα σε κά-
ποια παθογόνα, την απυρηνία των επιτραπεζίων ποικιλιών, τα αναλυτικά
και οργανοληπτικά χαρακτηριστικά των ποικιλιών οινοποιίας κλπ.
5
2.1 Σύντομα ιστορικά δεδομένα
Η άμπελος ήταν ένα από τα πρώτα φυτά στα οποία εφαρμόστηκε η γενε-
τική βελτίωση. Από το 1868, μετά την είσοδο της φυλλοξήρας στην Ευρώπη,
άρχισε μια συστηματική προσπάθεια δημιουργίας υποκειμένων για την α-
ντιμετώπιση της φυλλοξήρας. Πολλά χρόνια πιο πριν (1824 - 1845), οι L.
και H. BOUSCHET, με ελεγχόμενες διασταυρώσεις, μεταξύ της ποικιλίας
Teinturier και άλλων ποικιλιών της Ευρωπαϊκής αμπέλου, δημιούργησαν τα
γνωστά υβρίδια των BOUSCHET, το σπουδαιότερο εκ των οποίων είναι η
ποικιλία Alicante Bouschet, με σάρκα έντονου ερυθρομελανού χρωματισμού.
Όπως προαναφέρθηκε, με την εμφάνιση της φυλλοξήρας, η γενετική βελ-
τίωση γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη. Έτσι στις αρχές του 20 ου αιώνα, η αμπε-
λοκαλλιέργεια, σε παγκόσμιο επίπεδο, διέθετε ένα μεγάλο αριθμό υποκειμέ-
νων, ικανών να αντιμετωπίσουν τα περισσότερα προβλήματα προσαρμογής
σε διάφορους εδαφικούς τύπους.
Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι μετά την είσοδο του περονοσπόρου
στην Ευρώπη (1878), κατ’ αρχήν επιχειρήθηκε να διασωθεί η αμπελοκαλ-
λιέργεια με μια γιγαντιαία προσπάθεια δημιουργίας των κατ’ ευθείαν παρα-
γωγών υβριδίων . Κατά την περίοδο αυτή άρχισαν να γίνονται γνωστοί και
να εφαρμόζονται συστηματικά οι κανόνες του MENDEL, σχετικά με τις βα-
σικές αρχές της κληρονόμησης των διαφόρων γενετικών χαρακτηριστικών.
Όμως τα κατ’ ευθείαν παραγωγά υβρίδια, άρχισαν σιγά - σιγά να αποσύρο-
νται λόγω της υποβαθμισμένης ποιότητας των προϊόντων που παράγουν.
Εξακολουθούν ακόμη να καλλιεργούνται σε μερικές περιοχές της γης, όπως
στη Βόρεια Αμερική και τον Καναδά, λόγω της αντοχής μερικών από αυτά
στο χειμερινό ψύχος, ή σε μερικές τροπικές χώρες, λόγω της αντοχής που
διαθέτουν στις κυριότερες μυκητολογικές ασθένειες που προσβάλλουν την
άμπελο.
6
2.2. Αρχές και μέθοδοι της γενετικής βελτίωσης της αμπέλου
Είναι γνωστό ότι η άμπελος είναι ένα φυτό έντονα ετεροζύγωτο. Έτσι οι
γενετικοί απόγονοί του, διαφέρουν από τους γονείς τους καθώς επίσης και
μεταξύ τους. Επίσης είναι γνωστό ότι πολλά χαρακτηριστικά ελέγχονται από
περισσότερα γονίδια, με πολύ λίγες εξαιρέσεις γνωστές μέχρι σήμερα, όπως
π.χ. το χρώμα της ράγας ή το γένος του άνθους. Η συμβολή καθενός από τα
γονίδια στην εκδήλωση του χαρακτηριστικού είναι πολύ μικρή αναλογικά.
Οι σχέσεις και οι αλληλεπιδράσεις αυτών των γονιδίων μεταξύ τους είναι
αρκετά πολύπλοκες. Έτσι κατά τις διασταυρώσεις, λόγω ανασυνδυασμού
των γονιδίων, παρατηρείται μια συνεχής παραλλακτικότητα των σπουδαιό-
τερων χαρακτηριστικών.
Στη βελτίωση της αμπέλου έχουν εφαρμοστεί όλες οι μέθοδοι και οι τε-
χνικές της κλασικής γενετικής βελτίωσης, καθώς επίσης και οι σύγχρονες.
Έτσι για παράδειγμα έχει γίνει προσπάθεια δημιουργίας καθαρών σειρών
με συνεχείς αυτογονιμοποιήσεις καθώς επίσης προσπάθεια μείωσης της
ύπαρξης διαφορετικών γονιδιακών συνδυασμών με τη δημιουργία μιας γε-
νεάς F2 που προέρχεται από αναδιασταύρωση (Back cross).
Κατά τις διασταυρώσεις μεταξύ ποικιλιών της αμπέλου, η συμπεριφορά
των απογόνων διαφέρει. Μερικές φορές παρατηρείται αύξηση της ζωηρότη-
τας των απογόνων, χαρακτηριστικό που παρατηρείται συνήθως κατά την
ετέρωση και άλλες φορές μείωση της ζωηρότητας των απογόνων, χαρακτη-
ριστικό που συνήθως παρατηρείται κατά την αυτογονιμοποίηση. Τα φαινό-
μενα της ετέρωσης και της αυτογονιμοποίησης εκτός από τη ζωηρότητα των
απογόνων, συσχετίζονται με την αύξηση του μήκους του γυρεοσωλήνα. Στην
περίπτωση της ετέρωσης το μήκος του γυρεοσωλήνα αυξάνει κατά πολύ
(Italia x Ribier), ενώ στη περίπτωση της αυτογονιμοποίησης παρουσιάζει
μειωμένη αύξηση. Οι απόγονοι που είναι υβρίδια των ποικιλιών Italia και
Μοσχάτο Αμβούργου, παρουσίαζαν επίσης μειωμένη αύξηση του γυρεοσω-
7
λήνα. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η ποικιλία Italia είναι υβρίδιο του Μοσχ.
Αμβούργου και της ποικιλίας Bicané.
Λόγω λοιπόν αυτών των ιδιοτήτων της αμπέλου, είναι πολύ δύσκολο να
συγκεντρωθούν σε μια ποικιλία πολλά ενδιαφέροντα χαρακτηριστικά μαζί,
με δεδομένη τη πολυγονιδιακή βάση των πιο σπουδαίων χαρακτηριστικών.
8
αμπέλου είναι δεκτικά προς γονιμοποίηση για περίπου 7 ημέρες σε αντίθε-
ση με άλλα όπως για παράδειγμα του καλαμποκιού τα οποία είναι δεκτικά
μόνο για 24 ώρες.
Σχήμα 1. Πρακτική των τεχνητών διασταυρώσεων στην άμπελο (α: αφαίρεση των στημό-
νων, β: άνθη χωρίς στήμονες δεκτικά στη γονιμοποίηση, γ: ενσάκιση των ταξιανθιών).
Μια από τις πιο σοβαρές δυσκολίες που θα πρέπει να ξεπεραστεί, είναι
οι διαφορές που παρατηρούνται στις ημερομηνίες που εκδηλώνεται η ανθο-
φορία και γι’ αυτό το λόγο θα πρέπει με κατάλληλες τεχνικές αυτή να επιτα-
χύνεται ή να επιβραδύνεται ανάλογα.
9
Για τον σκοπό αυτό έχουν εφαρμοστεί με επιτυχία οι εξής τεχνικές :
10
2.4. Βλάστηση των γιγάρτων
11
ως εκ τούτου δεν μπορούν εύκολα να χρησιμοποιηθούν ως θηλυκοί γεννήτο-
ρες κατά τις διασταυρώσεις. Έχει γίνει προσπάθεια σε τέτοιες περιπτώ-
σεις, να καθυστερεί η ωρίμανση με τη βοήθεια διαφόρων αυξητικών ρυθμι-
στών και έτσι τα έμβρυα να αποκτούν ικανοποιητικό μήκος. Η χρησιμοποί-
ηση του Βενζολθειαζολ-2-οξυοξικού οξέος (20mg/L), 4 εβδομάδες μετά την
άνθηση, παρουσίασε ικανοποιητικά αποτελέσματα.
Τα σπορόφυτα της αμπέλου για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα που πολ-
λές φορές φτάνει τα 5 έτη μετά την εκβλάστηση βρίσκονται στο στάδιο της
νεανικότητας. Αυτό εκτός από την απουσία και την έλλειψη διαμορφωμένων
ταξιανθιών εντός των οφθαλμών χαρακτηρίζεται και από την απουσία ελίκων
καθώς και από την σπειροειδή διάταξη των φύλλων (2/5). Μετά από αυτή
την περίοδο συνήθως δημιουργούνται οι πρώτες ταξιανθίες και έτσι είναι
δυνατή η αξιολόγηση της βελτιωτικής προσπάθειας.
Αυτό αποτελεί βέβαια μια σοβαρή δυσκολία, για το ξεπέρασμα της ο-
ποίας έχει γίνει μακρόχρονη προσπάθεια. Στις θερμές περιοχές μετά τη
βλάστηση, τα σπορόφυτα μεταφυτεύονται σε χώρους με κατάλληλο υπό-
στρωμα και σε 3 - 5 έτη εξέρχονται από τη νεανικότητα. Σήμερα εφαρμόζο-
νται κατάλληλες μέθοδοι με επιτυχία, για τη μείωση της διάρκειας του στα-
δίου της νεανικότητας και τη γρήγορη καρποφορία. Σύμφωνα με διάφορα
ερευνητικά δεδομένα, η γρήγορη έξοδος από τη νεανικότητα απαιτεί από-
κτηση ικανοποιητικού μεγέθους του σποροφύτου, το οποίο επιτυγχάνεται σε
περιβάλλον με κατάλληλες συνθήκες θερμοκρασίας, φωτισμού και ανόργα-
νης θρέψης. Έτσι τα σπορόφυτα μετά τη βλάστησή τους και την απόκτηση 8
- 10 φύλλων φυτεύονται σε λεκάνες καλλιέργειας εντός θερμοκηπίων, οι
οποίες φέρουν στον πυθμένα χονδρή άμμο, η οποία καλύπτεται από λεπτό-
τερη και η οποία ανανεώνεται κάθε χρόνο.
12
Η ανόργανη θρέψη των σποροφύτων εξασφαλίζεται με κατάλληλο
θρεπτικό διάλυμα το οποίο τροφοδοτείται με ένα σύστημα αυτοματι-
σμού. Η τεχνική αυτή εξασφαλίζει τη ζωηρή ανάπτυξη των σποροφύ-
των, έτσι ώστε σε μια βλαστική περίοδο τα φυτά να φθάνουν σε ύψος 5 -
6 μέτρων και να αποκτούν πάχος 10 - 15 mm. Το πιο ενδιαφέρον είναι
ότι στο ύψος του 10 ου φύλλου σχηματίζεται συνήθως έλικας, πράγμα
που σημαίνει ότι τα ανώτερα μέρη του σποροφύτου έχουν εξέλθει από
την νεανικότητα. Έτσι εάν αναστείλουμε την κυριαρχία του ακραίου
οφθαλμού τότε θα εμφανιστούν ταξιανθίες κατά την εκβλάστηση των
οφθαλμών που βρίσκονται πάνω από το 10 ο γόνατο του σποροφύτου.
Με αυτόν τον τρόπο είναι δυνατή η γρήγορη αξιολόγηση των αποτελεσμάτων μιας
βελτιωτικής προσπάθειας
13
ΣΠΟΡΟΦΥΤΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΞΟΔΟ ΑΠΟ ΤΗ ΝΕΑΝΙΚΟΠΤΗΤΑ
⇓
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ 5 ΕΤΩΝ ΣΕ ΑΥΤΟΡΡΙΖΑ ΕΚΓΑΤΑΣΤΗΜΕΝΑ ΣΕ ΑΜΜΩΔΕΣ
ΥΠΟΣΤΡΩΜΑ
⇓
ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΣΜΟΣ ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΜΟΣ
14
2.6. Αξιολόγηση των απογόνων
15
με έρριζα - εμβολιασμένα, τα οποία αποτελούνται από δύο τμήματα, το υ-
ποκείμενο και το εμβόλιο και παράγονται με τη διαδικασία του επιτραπεζίου
εμβολιασμού.
16
• Το πολλαπλασιαστικό υλικό παράγεται μαζικά και διακινεί-
ται σε μεγάλες αποστάσεις οι οποίες ξεπερνούν τα εθνικά
σύνορα και ως εκ τούτου αυτό αποτελεί και την κύρια αιτία
εξάπλωσης των διαφόρων παθογόνων σε μεγάλες αποστά-
σεις. Εξυπακούεται λοιπόν, ότι το φυτικό υλικό θα πρέπει να
είναι υγιές και απαλλαγμένο από παθογόνα τα οποία δεν
είναι δυνατόν να καταπολεμηθούν με μέσα προσιτά στον
παραγωγό . Τέτοια παθογόνα είναι οι επιζήμιες ιώσεις για
την αμπελοκαλλιέργεια.
Για τις ιώσεις δεν υπάρχει πρακτικός τρόπος καταπολέμησής τους, δεν
γίνονται εύκολα αντιληπτές και όταν διαπιστωθούν, τα φυτά πολλές φορές
είναι εγκαταστημένα στους αμπελώνες και η μόνη λύση που προσφέρεται
είναι η εκρίζωσή τους. Έτσι λοιπόν το πολλαπλασιαστικό υλικό θα πρέπει
να είναι γενετικά προσδιορισμένο και απαλλαγμένο από επικίνδυνους για
την άμπελο ιούς.
Η διαδικασία παραγωγής τέτοιου υλικού, κατά την οποία γίνεται ταυτό-
χρονα έλεγχος της γενετικής του ταυτότητας και διαπίστωση της φυτοϋγειο-
νομικής του κατάστασης, καθώς και εξυγίανση όπου αυτή απαιτείται, λέγε-
ται κλωνική επιλογή.
17
οι οποίες μάλιστα γίνονται εύκολα αντιληπτές γιατί εκδηλώνονται με αλλα-
γές των αμπελογραφικών χαρακτηριστικών.
18
• την πιστοποίηση της ποικιλίας
• μορφολογικές διαφορές
• συμπτώματα ιώσεων
• παραγωγή (βάρος παραγωγής ανά φυτό, ζάχαρα, ζωηρότητα)
ΙΙ. Ιολογικές εξετάσεις των κλώνων. Το στάδιο αυτό διεξάγεται στα αρμόδια
ερευνητικά ιδρύματα και περιλαμβάνει κατ’ αρχήν τον φυτοϋγειονομικό έ-
λεγχο για τη διαπίστωση ενδεχομένης ύπαρξης, καταστρεπτικών ιώσεων στο
φυτικό υλικό. Εκτός της επιδίωξης για παραγωγή υγιούς πολλαπλασιαστι-
κού υλικού, θα πρέπει πριν ξεκινήσει η διαδικασία διαπίστωσης κάποιας
γενετικής ιδιαιτερότητας, να διερευνηθεί το γεγονός ότι αυτή δεν προέρχεται
από αυτή καθ’ εαυτή την ύπαρξη κάποιου ιού. Η άμπελος είναι μεταξύ των
πολυετών φυτών στην οποία έχει εντοπιστεί ο μεγαλύτερος αριθμός ιώσε-
ων:
Πάνω από 60 διαφορετικοί ιοί, ιοειδή και φυτοπλάσματα έχουν εντοπιστεί
στην άμπελο, όμως λίγοι είναι αυτοί οι οποίοι προκαλούν ζημίες.
Κάποιες ασθένειες εμφανίζονται στην άμπελο οι οποίες έχουν χαρακτηρι-
στικά ιώσεων (ευαισθησία στην θερμοθεραπεία και μετάδοση με το πολλα-
πλασιαστικό υλικό), για τις οποίες δεν έχει προσδιοριστεί επακριβώς ο υ-
πεύθυνος παράγοντας που τις προκαλεί.
Αυτές είναι:
19
• μερικοί τύποι ασυμφωνίας στον εμβολιασμό
• μερικές μορφές εξασθένησης των φυτών
• η εξασθένιση της Syrah
• η θαμνώδης εξασθένηση
• διάφορες μορφές νανισμού
• νέκρωση των νευρώσεων.
Δείκτες
Μολυσμ. εκφυλισμός (fanleaf v.) elisa
20
Δεδομένου ότι οι επεμβάσεις για την απαλλαγή από κάποιον ιό είναι πολυ-
δάπανες και επίπονες, αυτές γίνονται μόνον σε κλώνους με εξαιρετικά χα-
ρακτηριστικά. Εάν διαπιστωθεί ότι κάποιος κλώνος είναι ιωμένος και διαθέ-
τει ενδιαφέροντα για την αμπελοκαλλιέργεια χαρακτηριστικά, τότε θα πρέπει
να εξυγιανθεί. Πολλές φορές ακόμη, εξυγιαίνεται υλικό, το οποίο είναι περι-
ορισμένης έκτασης ή προέρχεται από μια σπάνια ποικιλία.
Επικρατεί πολλές φορές η άποψη ότι όλοι οι κλώνοι οι οποίοι ελέγχονται
με τη διαδικασία της κλωνικής επιλογής θα πρέπει να δέχονται την θεραπευ-
τική επίδραση υψηλών θερμοκρασιών (θερμοθεραπεία) ή άλλων μεθόδων
απαλλαγής. Πράγματι έχει παρατηρηθεί μια σημαντική αύξηση της ζωηρό-
τητας των κλώνων αυτών καθώς και αύξηση της ολικής οξύτητας με παράλ-
ληλη μείωση του pH του γλεύκους. Η υπερβολική όμως ζωηρότητα, τουλά-
χιστον για τις ποικιλίες οινοποιίας αποτελεί μειονέκτημα και είναι γνωστό
ότι επηρεάζει έμμεσα την ποιότητα της παραγωγής. Επί πλέον έχει παρα-
τηρηθεί ότι πολλοί κλώνοι που υπόκεινται σε θερμοθεραπεία υφίστανται
αμπελογραφικές τροποποιήσεις και γι αυτό δεν ενδείκνυται η γενίκευση της
θερμοθεραπείας όλων των κλώνων.
Οι επεμβάσεις για την εξυγίανση του φυτικού υλικού συνίστανται σε
συνδυασμό θερμοθεραπείας και in vitro καλλιέργειας για τους ιούς οι οποί-
οι δεν είναι θερμοανθεκτικοί. Άλλοτε πάλι εφαρμόζεται καλλιέργεια ακραί-
ων μεριστομάτων ή ακόμη και τεχνικές μικροεμβολιασμών in vitro, για τους
θερμοανθεκτικούς ιούς.
ΙΙΙ. Γενετική επιλογή. Κατά το στάδιο αυτό κλώνοι οι οποίοι είναι απαλλαγ-
μένοι από επιζήμιες ιώσεις, αξιολογούνται κατά τέτοιο τρόπο, όπου για μια
δεδομένη ποσότητα παραγωγής, η ποιότητα είναι υψηλού επιπέδου. Για την
αξιολόγηση της ποιότητας χρησιμοποιούναι οι συνηθισμένοι παράμετροι
που την προσδιορίζουν (ζαχαρα, οξέα κλπ). Για να εκτιμηθούν τα οργανο-
ληπτικά χαρακτηριστικά των κλώνων ποικιλιών οινοποιίας, απαιτείται και η
διεξαγωγή μικροοινοποιήσεων.
21
Οι κλώνοι οι οποίοι είναι απαλλαγμένοι από επιζήμιες ιώσεις εγκαθίστα-
νται επάνω στο ίδιο κλώνο υποκειμένου, χωρίς σχεδιασμό επαναλήψεων.
Αυτή η πρώτη συλλογή των κλώνων αποτελεί την “συλλογή διατήρησης” και
επιτρέπει μια πρώτη εκτίμηση των κλώνων και μια πρώτη κατάταξη.
Κατά τη διάρκεια μιας χρονικής περιόδου 5 ετών γίνονται παρατηρήσεις
οι οποίες αφορούν μετρήσεις απλές καθώς και μακροσκοπικές εξετάσεις
όπως:
• Φαινολογικά στάδια
• Βάρος παραγωγής
• Ζάχαρα, οξέα
• Πολυφαινόλες
• Ζωηρότητα των φυτών κλπ.
Στο τέλος αυτής της περιόδου γίνεται η πρώτη αξιολόγηση των κλώνων
όπου οι μετρήσεις καταγράφονται και παρουσιάζονται στους άξονες συμ-
μετρίας. Το διάγραμμα των αξόνων συμμετρίας χωρίζεται στα τέσσερα, από
τις παράλληλες ευθείες οι οποίες παρουσιάζουν τις μέσες τιμές των ζαχά-
ρων και τις μέσες τιμές του βάρους της παραγωγής. Επιλέγονται οι κλώνοι
ο οποίοι παρουσιάζουν τιμές πάνω από τους μέσους όρους των παραμέ-
τρων που προαναφέραμε.
Μετά την πρώτη αυτή αξιολόγηση οι κλώνοι που επιλέχτηκαν πολλαπλασιά-
ζονται και στο στάδιο που ακολουθεί διεξάγεται ένας πιο συστηματικός πει-
ραματισμός, γιατί πολλές φορές οι διαφορές που παρατηρούνται σ’ αυτό το
στάδιο είναι πολύ μικρές και θα πρέπει να επιβεβαιωθούν πειραματικά, δε-
δομένου ότι συχνά, η επίδραση του εδάφους και του κλίματος, επηρεάζει
περισσότερο τα ποιοτικά χαρακτηριστικά απ’ ότι η επίδραση του κλώνου.
22
ριθμός φυτών με πολλές επαναλήψεις. Ο κάθε κλώνος θα πρέπει να αντι-
προσωπεύεται από 100 φυτά διατεταγμένα τουλάχιστον σε 8 επαναλήψεις.
Το πειραματικό σχέδιο πρέπει να επιτρέπει οινοποίηση τουλάχιστον 50 kg
ανά κλώνο. Το σύστημα διαμόρφωσης και οι αποστάσεις φύτευσης που
εφαρμόζονται είναι τα ίδια με αυτά που εφαρμόζονται στη περιοχή που καλ-
λιεργείται η ποικιλία. Ο έλεγχος που γίνεται σ’ αυτό το πειραματικό στάδιο
αρχίζει από το 4 ο ή το 5 ο έτος και αφορά τα εξής:
• Φορτίο ανά στρέμμα (αριθμός οφθαλμών ανά φυτό και ανά μονάδα
επιφανείας.)
• Φαινολογικά στάδια
• Βάρος παραγωγής
• Γονιμότητα
• Ζάχαρα , οξέα
• Οργανοληπτικά χαρακτηριστικά
23
ΙΙΙ. κλώνοι με ικανοποιητική παραγωγή που η ποιότητα και η τυπι-
κότητα του προϊόντος πλησιάζει εν μέρει αυτήν της ποικιλίας.
• Γευστικότητα σταφυλιών
24
• Επίδραση στη συμπεριφορά των ελληνικών ποικιλιών αμπέλου (Vitis Vinifera
L.).
3.3.Μαζική επιλογή
25
μηση της φυτοϋγειονομικής κατάστασης των φυτών. Έτσι επιλέγεται πολλα-
πλασιαστικό υλικό στις περιπτώσεις αυτές από φυτά τα οποία έχουν επαρ-
κή ζωηρότητα χωρίς ορατά συμπτώματα ασθενειών και δίδουν παραγωγή
ικανοποιητικής ποιότητας. Το υλικό αυτό χρησιμοποιείται ως προερχόμενο
από πληθυσμό χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ότι συνίσταται από ένα πλήθος
κλώνων. Η διαδικασία αυτή βέβαια κατά το παρελθόν γινόταν εμπειρικά
από τους αμπελοκαλλιεργητές οι οποίοι και φρόντιζαν να συλλέγουν εμβό-
λια ή μοσχεύματα ριζοβολήσεως για τους αυτόρριζους αμπελώνες από φυτά
με ικανοποιητική ζωηρότητα και παραγωγή ή με άλλα ιδιαίτερα χαρακτηρι-
στικά.
Σήμερα η μέθοδος αυτή έχει αντικατασταθεί από την κλωνική επιλογή,
χρησιμοποιείται όμως σε χώρες όπου δεν έχει ακόμη καθιερωθεί η τελευταία
ή ακόμη από τους παραγωγούς όταν αποφασίζουν να επιλέξουν οι ίδιοι το
πολλαπλασιαστικό υλικό, με όλους του κινδύνους που αυτό συνεπάγεται.
Το φυτικό υλικό που προέρχεται από μαζική επιλογή φέρει ταινία κίτρινου
χρωματισμού.
26
Το έδαφος στο οποίο εγκαθίστανται οι μητρικές φυτείες είναι καλής
ποιότητας, γόνιμο μέσης μηχανικής σύστασης. Τα βαριά και αργιλώδη εδά-
φη θα πρέπει να αποφεύγονται. Η περιεκτικότητά του σε ανθρακικό ασβέ-
στιο θα πρέπει να είναι χαμηλή, καθώς επίσης και η περιεκτικότητα σε άλα-
τα. Το νερό άρδευσης θα πρέπει να είναι κατάλληλο χωρίς υπερβολικές πο-
σότητες αλάτων (max.0.5‰) και η απόσταση από άλλους αμπελώνες να εί-
ναι πάνω από 70 μέτρα.
Οι μητρικές φυτείες δημιουργούνται με την εγκατάσταση απλών - ερρί-
ζων φυτών τα οποία προέρχονται από συγκεκριμένη διαδικασία επιλογής
που λέγεται κλωνική επιλογή. Χρησιμοποιείται δηλαδή φυτικό υλικό βάσης
το οποίο διακινείται στο εμπόριο φέροντας ετικέτα λευκού χρώματος.
Τα απλά έρριζα φυτά κατά τη φύτευσή τους στις οριστικές θέσεις, κλα-
δεύονται στους δύο οφθαλμούς και καλύπτονται με έδαφος. Τα επόμενα
χρόνια και κάθε χρόνο κατά τη διάρκεια του χειμώνα, η βλάστησή τους α-
φαιρείται μετά την πτώση των φύλλων. Οι κληματίδες δέχονται τομές σύρ-
ριζα στη βάση τους. Έτσι με την πάροδο των ετών δημιουργείται πλησίον
του εδάφους μια χαρακτηριστική διόγκωση του κορμού η οποία λέγεται κε-
φαλή , στην οποία και οφείλεται το όνομα του χαρακτηριστικού αυτού σχή-
ματος διαμόρφωσης το οποίο αποκαλείται κεφαλωτό .
27
φέρουν πληγές από χαλάζι ή από άλλες αιτίες καθώς και στρεβλώσεις ή
κάμψεις και τα ανώριμα άκρα αποβάλλονται. Στη συνέχεια τεμαχίζονται σε
μοσχεύματα τα οποία φέρουν στη βάση τους κάθετη τομή προς την επιφά-
νειά τους και σε απόσταση 2 cm από το γόνατο της βάσης τους και πλάγια
τομή στη κορυφή τους.
28
διάμετρος των μοσχευμάτων λαμβάνεται η μεγάλη διάμετρος της πιο μικρής
ελλειπτικής τομής.
29
πιζήμια βακτήρια. Αυτό έχει σοβαρές επιπτώσεις στη μακροβιότητα των φυ-
τών, και ως εκ τούτου επιβάλλεται η προστασία των πληγών του κλαδέματος
με διάφορες προστατευτικές χημικές ενώσεις. Συνιστάται, αμέσως μετά το
κλάδεμα να γίνονται επεμβάσεις με χαλκό (πυκνός βορδιγάλλειος πολ-
τός), Benzimidazole κλπ.
30
αναπτύσσονται θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν με εφαρμογή Fusilade το
οποίον ως γνωστόν, δεν είναι τοξικό για την άμπελο.
Κατά τους θερινούς μήνες και ανάλογα με το υποκείμενο, το έδαφος και
το βροχομετρικό ύψος πολλές φορές είναι απαραίτητες και μία με δύο αρ-
δεύσεις.
Έλεγχος και διευθέτηση της βλάστησης . Κατά την έναρξη της εκβλάστησης και
31
3.4δ Μητρικές φυτείες εμβολίων.
32
θενται στους ιστούς υπό τη μορφή αμύλου και ζαχάρων. Έτσι όσο χαμηλό-
τερες είναι οι θερμοκρασίες διατήρησης, τόσο χαμηλότερη είναι η ένταση
της αναπνοής και ως εκ τούτου οι απώλειες των υδατανθράκων είναι μι-
κρότερες.
Πολύ συχνά στους χώρους διατήρησης των μοσχευμάτων, αλλά και ε-
πάνω στους εξωτερικούς τους ιστούς, ενδημούν κάποιοι μύκητες οι οποίοι
προσβάλλουν τα μοσχεύματα με αποτέλεσμα να προκαλούν μείωση της ικα-
νότητάς τους για ριζοβολία. Τα μοσχεύματα προσβάλλονται συνήθως από
τους μύκητες Botrytis cinerea και Phomopsis viticola . Ο μύκητας Botrytis
cinerea αναπτύσσεται στην εξωτερική τους επιφάνεια και προκαλεί αφυδά-
τωση και καταστροφή των ιστών του φλοιού. Είναι γνωστό ότι ακόμη και σε
χαμηλές θερμοκρασίες, ο μύκητας αυτός εξακολουθεί να είναι ενεργός και γι’
αυτό θα πρέπει τα μοσχεύματα πριν εισέλθουν στους χώρους διατήρησης,
να απολυμαίνονται. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιείται κυρίως το Chinosol
(διπλό άλας του καλίου και της υδροξυκινολείνης). Έχει αποδειχθεί ότι εμ-
βάπτιση για 3 ώρες σε διάλυμα 0.5% Chinosol, θερμοκρασίας 10 0 C, εί-
ναι αποτελεσματική.
1) Εντός άμμου στην ύπαιθρο . Είναι ένας απλός και εύκολος τρόπος διατή-
ρησης, όπου τα δέματα των μοσχευμάτων τοποθετούνται οριζόντια, συνή-
θως στη βόρεια πλευρά ενός τοίχου. Στο δάπεδο τοποθετείται μια στρώση
άμμου 10 cm και επάνω οριζοντίως τοποθετείται μια σειρά δεμάτων. Στη
συνέχεια τοποθετούνται εναλλάξ στρώματα άμμου και δεμάτων. Στο τέλος ο
σωρός που δημιουργείται καλύπτεται εξ’ ολοκλήρου με άμμο πάχους 15 - 20
cm.
33
στραμμένα εάν πρόκειται για υποκείμενα που ριζοβολούν δύσκολα. Ο λάκ-
κος καταβρέχεται και τα δέματα στο επάνω μέρος καλύπτονται με στρώμα
αχύρου.
34
τη μεθεπομένη χρονιά από τη φύτευσή τους, με εμβόλια της ποι-
κιλία παραγωγής. Τα απλά - έρριζα φυτά είναι φυτά ενός έτους,
τα οποία προέρχονται από μοσχεύματα υποκειμένων μετά από ρι-
ζοβολία, εκβλάστηση και ανάπτυξη στα φυτώρια για μια βλαστι-
κή περίοδο.
35
Κατά τη φύτευση συνήθως ο ένας ή οι δύο κορυφαίοι οφθαλμοί
παραμένουν εκτός εδάφους. Κατά τη βλαστική περίοδο που ακο-
λουθεί τα νεαρά φυτά δέχονται τις συνηθισμένες καλλιεργητικές
εργασίες, με κυριότερη φροντίδα το πότισμα έτσι ώστε να έ-
χουν επάρκεια υγρασίας κατά την περίοδο του καλοκαιριού.
36
εκτός των άλλων δυσκολεύουν τις διάφορες εργασίες οι οποίες γίνονται κατά
τους χειμερινούς μήνες. Απαραίτητο είναι επίσης το νερό άρδευσης, δεδομέ-
νου ότι απαιτούνται συχνές αρδεύσεις κατά τη διάρκεια της βλαστικής περιό-
δου.
Το έδαφος θα πρέπει να ενισχύεται συνήθως με 20 - 50 κιλά το στρέμμα
θειικής αμμωνίας και με 20 - 50 κιλά θειικού καλίου.
Τα μοσχεύματα εξάγονται από τους χώρους διατήρησης και αφού τοπο-
θετηθούν για 12 - 48 ώρες στο νερό είναι έτοιμα να φυτευτούν. Η εμβάπτι-
ση των μοσχευμάτων στο νερό είναι απαραίτητη και γίνεται με σκοπό την
απορρόφηση του νερού που έχουν χάσει κατά τη διάρκεια της διατήρησής
τους. Πολλές φορές πριν τη φύτευση τα μοσχεύματα απολυμαίνονται με
κατάλληλα απολυμαντικά μέσα. Ύστερα φυτεύονται σε γραμμές εντός
αυλακιού, βάθους περίπου όσο το μήκος των μοσχευμάτων, σε αποστά-
σεις τέτοιες έτσι ώστε να φυτεύονται 30 μοσχεύματα περίπου ανά τρέχον
μέτρο. Μετά τη φύτευση σύρεται έδαφος μέσα στο αυλάκι και μεταξύ της
γραμμής των μοσχευμάτων συμπιέζεται, έτσι ώστε να έρθει σε καλή επα-
φή το έδαφος με τα μοσχεύματα. Ακολουθεί πότισμα και κάλυψη των μο-
σχευμάτων με έδαφος. Με τη συσσώρευση εδάφους κατά μήκος και εκα-
τέρωθεν της γραμμής φύτευσης, σχηματίζεται ένα ανάχωμα ή ‘σάγμα’ ή
‘καβάλι’, όπως λέγεται στη καθομιλουμένη ορολογία.
Στις περισσότερες περιπτώσεις ο κορυφαίος οφθαλμός παραμένει
ακάλυπτος. Άλλοτε πάλι όταν η φύτευση πραγματοποιείται πολύ αργά την
άνοιξη τότε καλύπτεται και ο κορυφαίος οφθαλμός. Σήμερα υπάρχουν ε-
ξειδικευμένα μηχανήματα συρόμενα από ελκυστήρες, τα οποία διευκολύ-
νουν τη διαδικασία φύτευσης
Έχει αποδειχτεί ότι όταν ο κορυφαίος οφθαλμός παραμένει ακάλυπτος
τότε αυξάνει το ποσοστό επιτυχίας καθώς και η ποιότητα των απλών - ερ-
ρίζων που παράγονται. Θα πρέπει επίσης να λαμβάνεται μέριμνα, έτσι ώ-
στε η φύτευση των μοσχευμάτων να μη γίνεται σε μεγάλο βάθος, αλλά πιο
επιφανειακά και τούτο διότι η βάση του μοσχεύματος όταν βρίσκεται σε με-
γαλύτερο βάθος θερμαίνεται λιγότερο.
37
Η θερμοκρασία στη βάση του μοσχεύματος είναι ένας σημαντικός παρά-
γων ενίσχυσης της ριζοβολίας. Σχετικές έρευνες έχουν αποδείξει ότι η θερ-
μοκρασία του μέσου ριζοβολίας θα πρέπει να είναι πάνω από 15 0 C. Επί
πλέον όταν τα μοσχεύματα φυτεύονται σε μεγάλο βάθος, τα απλά - έρριζα
φυτά που παράγονται από αυτά, εξάγονται με μεγαλύτερη δυσκολία και
παράλληλα αρκετές ρίζες αποκόπτονται από τα νεαρά φυτά. Εκτός της θερ-
μοκρασίας του μέσου ριζοβολίας η επιτυχία των μοσχευμάτων στον πολλα-
πλασιασμό, εξαρτάται και από άλλους, εξίσου σημαντικούς παράγοντες ό-
πως αυτοί παρατίθενται στη συνέχεια.
38
πεδα του 55 - 57 %. Απώλειες που ξεπερνούν το 7 % επηρεάζουν αρνητικά
την ριζοβολία και όταν η περιεκτικότητα σε νερό πέσει στο 30 - 32 % τότε
αυτά χάνουν την ικανότητά τους για ριζοβολία.
39
ριεκτικότητα των μοσχευμάτων σε άμυλο επηρεάζει το βάρος των βλαστών
και των ριζών των απλών - ερρίζων φυτών.
Σ χήμα 5 . Απλό - έρριζο φυτό κατά την εξαγωγή του από το φυτώριο
40
των απλών ερρίζων - φυτών. Οι συνθήκες διατήρησης των μοσχευμάτων
(χαμηλές θερμοκρασίες), εξασφαλίζουν την έξοδο των οφθαλμών από το
41
• Επιτυχία πάνω από 70% παρουσιάζουν τα: Riparia gloire, Rupestris
du Lot , 101 - 14MG.
• Eπιτυχία μέτρια ( 50 - 70 %) παρουσιάζουν τα: 333ΕΜ, SO4, 5BB,
420A, 161 -49C, 44- 53M.
• Επιτυχία μικρή παρουσιάζουν τα : 41ΒMG, 110R , 140Rug.
42
θα παραχθούν. Ως το πλέον αποτελεσματικό μέσο θεωρείται το Chinosol
(0.5% σε υδατικό διάλυμα θερμοκρασίας 10 0 C). Πριν τη χρησιμοποίηση
αφαιρούνται οι οφθαλμοί των μοσχευμάτων. Ο οφθαλμός της βάσης πολ-
λές φορές δεν αφαιρείται.
Οι εμβολιοφόρες κληματίδες τεμαχίζονται σε μοσχεύματα ενός οφθαλμού
κατά τέτοιο τρόπο ώστε επάνω από τον οφθαλμό να απομένει τμήμα μεσο-
γονατίου διαστήματος 2 cm και κάτω από τον οφθαλμό τμήμα μεσογονατίου
διαστήματος 4 - 5 cm.(Σχήμα 6).
Τα εμβόλια εμβαπτίζονται και αυτά στο νερό για 4 - 5 ώρες και ύστερα
απολυμαίνονται κατά τον ίδιο τρόπο όπως και τα υποκείμενα. Στη συνέχεια
πραγματοποιείται εμβολιασμός αγγλικής τομής όπως λέγεται. Θα πρέπει
να επιλέγονται εμβόλια και υποκείμενα του ιδίου πάχους έτσι ώστε να συ-
μπέσουν κατά τη σύνδεση οι κατάλληλες κυττογενετικές ζώνες (κάμβιο).
Κάτω από τον οφθαλμό του εμβολίου, προς τη πλευρά του οφθαλμού και
όσο το δυνατόν πιο κοντά σ’ αυτόν, γίνεται μια ολική τομή η οποία σχημα-
43
τίζει στην αντίθετη πλευρά του οφθαλμού γωνία περίπου 45 0 Έτσι κάτω από
τον οφθαλμό σχηματίζεται μια ελλειψοειδής τομή. Επάνω στην ελλειψοειδή
τομή και από απόσταση 2/3 απέναντι από τον οφθαλμό, γίνεται μια δεύτερη
τομή κατά την κατεύθυνση της διχοτόμου της γωνίας της απέναντι αιχμής
(Σχήμα 7) και με αυτό τον τρόπο σχηματίζεται ένα γλωσσίδιο. Στο πάνω
μέρος του κορυφαίου μεσογονατίου του υποκειμένου γίνεται μια
παρόμοια τομή προς τη πλευρά του ανώτερου οφθαλμού, και ένα παρόμοιο
γλωσσίδιο. Η τομή αυτή που σχηματίζεται με αυτό το τρόπο λέγεται και
αγγλική τομή .
Σχήμα 7. Προετοιμασία εμβολίου και υποκειμένου και η σύνδεσή τους, κατά τον επιτρα-
πέζιο εμβολιασμό της αμπέλου.
44
Η σύνδεση εμβολίου και υποκειμένου γίνεται με εφαρμογή του γλωσσιδίου
του ενός στη τομή του άλλου και αντιστρόφως. Όταν τα δύο διαφορετικά μέ-
ρη είναι του ιδίου περίπου πάχους και οι τομές γίνονται με την ίδια κλήση
όπως προαναφέρθηκε, τότε οι καμβιακές ζώνες του υποκειμένου και του εμ-
βολίου συμπίπτουν και αυτό εξασφαλίζει μεγαλύτερες πιθανότητες επιτυχί-
ας. Στη συνέχεια τα εμβολιασμένα μοσχεύματα βυθίζονται σε
λειωμένη παραφίνη, έτσι ώστε το εμβόλιο και μια μικρή περιοχή του υποκει-
μένου κάτω από το εμβόλιο να καλύπτεται με παραφίνη.
Η παραφίνη κυκλοφορεί στο εμπόριο σε πλάκες στερεάς μορφής, θερ-
μαίνεται σε ειδικά δοχεία και υγροποιείται σε θερμοκρασία 50 - 80 0 C ανά-
λογα με τον τύπο της παραφίνης. Στο εμπόριο κυκλοφορεί και παραφίνη
βελτιωμένη με πρόσθετες ουσίες που προάγουν τα ποσοστά επιτυχίας όπως
Benomyl, αυξητικοί ρυθμιστές κλπ. όμως η αποτελεσματικότητά τους, θεω-
ρείται αμφιλεγόμενη.
45
σημαντικά το κόστος παραγωγής. Έτσι ενώ ένας εμβολιαστής που εμβολιάζει
με το χέρι και χρησιμοποιεί εμβολιαστήρι δεν μπορεί να πραγματοποιήσει περισ-
σότερους από 2.500 με3.000 εμβολιασμούς την ημέρα, με την εμβολιαστική μηχα-
νή μπορεί να φτάσει τους 4000. Κατά συνέπεια λοιπόν πέρα από την ποιότητα
του εμβολιασμού επιτυγχάνεται και σημαντική μείωση του κόστους.
46
Σχήμα 9 . Εμβολιαστική μηχανή που πραγματοποιεί τομές τύπου ωμέγα.
47
Τα μοσχεύματα στρωματώνονται ως εξής:
48
Σχήμα 10. Σχηματισμός συνδετικού ιστού και ανάπτυξη του οφθαλμού του εμβολίου κατά
την παραμονή των εμβολιασμένων μοσχευμάτων στους θερμοθαλάμους.
49
3.8 δ. Φύτευση των εμβολιασμένων μοσχευμάτων
50
Σχήμα 11. Εγκατάσταση ερρίζων - εμβολιασμένων μοσχευμάτων στο φυτώριο.
51
Μια πολύ σπουδαία καλλιεργητική εργασία η οποία γίνεται κατά τη διάρ-
κεια του καλοκαιριού είναι η αφαίρεση των ριζιδίων τα οποία εμφανίζονται
στο εμβόλιο. Η ανάπτυξη αυτών των ριζιδίων γίνεται εις βάρος των ριζών
του υποκειμένου και έτσι επέρχεται το “ ξεπέρασμα “ του υποκειμένου από
τις ρίζες αυτές. Για τον λόγο αυτό, κατά την περίοδο του Ιουλίου - Αυγού-
στου αποκαλύπτεται η ζώνη ένωσης εμβολίου - υποκειμένου και οι ρίζες
αυτές αποκόπτονται με κατάλληλο εμβολιαστικό μαχαίρι ή ψαλίδι. Πολλές
φορές μετά την αφαίρεση των ριζιδίων αυτών παρατηρούνται ξηράνσεις με-
ρικών φυτών. Αυτό βέβαια αφορά τα φυτά στα οποία δεν έχει επιτελεστεί η
σύνδεση εμβολίου - υποκειμένου και δεν έχουν αναπτυχθεί ρίζες στο υπο-
κείμενο.
Η εξαγωγή των φυτών γίνεται το χειμώνα μετά την πτώση των φύλλων με
ειδικά άροτρα συρόμενα από ελκυστήρες. Τα φυτά υπόκεινται απαραίτητα
σε μια διαλογή, όπου τα ακατάλληλα απορρίπτονται. Ύστερα δένονται σε
δέματα των 50 και διατηρούνται σε ψυκτικούς θαλάμους ή εντός άμμου μέ-
χρι τη διάθεσή τους.
Ως κατάλληλα προς χρησιμοποίηση φυτά θεωρούνται αυτά τα οποία έ-
χουν τουλάχιστον τρεις κύριες ρίζες κανονικά κατανεμημένες στη βάση του
φυτού και ένα βλαστό ελάχιστου μήκους 20 cm. Επίσης εξετάζεται το ση-
μείο ένωσης εμβολίου - υποκειμένου πιέζοντας το εμβόλιο με το χέρια για να
διαπιστωθεί εμπειρικά η ποιότητα της σύνδεσης. Σε περίπτωση μη καλής
σύνδεσης το εμβόλιο αποσπάται εύκολα. Επάνω στα δέματα τοποθετείται
πινακίδα στην οποίαν αναγράφεται ο βιότυπος του εμβολίου και του υπο-
κειμένου καθώς και τα στοιχεία του φυτωριούχου. Το χρώμα της ετικέτας
υποδηλώνει το επίπεδο γενετικής και φυτοϋγειονομικής καθαρότητας του
φυτικού υλικού.
Στις σύγχρονες φυτωριακές εγκαταστάσεις εφαρμόζονται μερικές μέθοδοι
που παρεκκλίνουν από την κλασική μέθοδο που περιγράφηκε πιο πάνω.
Κυρίως οι παρεκκλίσεις αφορούν την διαδικασία και τον τρόπο φύτευσης
των εμβολιασμένων μοσχευμάτων στο φυτώριο. Αντί λοιπόν να ανοίγεται
αυλάκι και να φυτεύονται τα εμβολιασμένα μοσχεύματα κατά τον κλασικό
52
τρόπο και μετά να καλύπτονται με έδαφος, αυτά φυτεύονται επιφανειακά
δηλαδή η βάση του εμολιασμένου μοσχεύμαατος εισέρχεται λίγα εκατοστά
εντός του εδάφους έτσι ώστε το μόσχευμα να στερεώνεται σε κατακόρυφη
θέση. Το έδαφος πριν τη φύτευση έχει δεχτεί τις κατάλληλες κατεργασίες.
Αμέσως μετά τη φύτευση τα μοσχεύματα θα πρέπει να δέχονται περιοδικές
διαβροχές με σύστημα διαβροχής κατάλληλα εγκαταστημένο. Και τούτο για
να μην αποξηρανθούν μέχρι την ανάπτυξη του ριζικού συστήματος και την
έκπτυξη φύλλων, πράγμα που αποκαθιστά μια ομαλή πρόσληψη και κυκλο-
φορία νερού προς το υπέργειο τμήμα. Συνήθως η φύτευση των εμβολιασμέ-
νων μοσχευμάτων κατά τέτοιο τρόπο γίνεται ταυτόχρονα με την εγκατάσταση
και φύλλου μελανού πολυαιθυλενίου κατά μήκος και εκατέρωθεν της γραμ-
μής φύτευσης, με σκοπό την αύξηση της θερμοκρασίας κάτω από την επιφά-
νεια του εδάφους, στο χώρο που αναπτύσσεται το ριζικό σύστημα. Το φύλ-
λο πολυαιθυλενίου παίζει και έναν επιπρόσθετο ρόλο δεδομένου ότι κατά
την μετέπειτα περίοδο δεν επιτρέπει την ανάπτυξη ζιζανίων.
53
μήνα σε θερμοκρασία 25 - 30 0 C και σχετική υγρασία 70 - 80%. Η αυξημένη
σχετική υγρασία είναι απαραίτητη γιατί τα εμβόλια ξηραίνονται εύκολα,
δεδομένου ότι σ’ αυτό το στάδιο το νερό δεν διέρχεται ακόμη εύκολα από
το σημείο σύνδεσης προς το εμβόλιο.
54
διακοπή της θέρμανσης, το θερμοκήπιο ανοίγεται και αερίζεται και α-
φού τα φυτά εγκλιματιστούν, τοποθετούνται σε σκιερό μέρος.
Τα φυτά αυτά είναι έτοιμα να φυτευτούν κατ’ ευθείαν στον αμπελώνα την
ίδια βλαστική περίοδο, εκτός βέβαια από την θερμή περίοδο του Καλοκαι-
ριού. Η φύτευση αυτών των φυτών κατά τη θερμή καλοκαιρινή περίοδο ε-
γκυμονεί κινδύνους ξήρανσης των φύλων και καταστροφής των φυτών.
-Μεγάλη επιτυχία.
55
3.9 α. Σχιστός επιτόπιος εμβολιασμός ολικής σχισμής
56
τότε τοποθετούνται δύο εμβόλια το ένα απέναντι στο άλλο. Αφού ολοκληρω-
θεί το δέσιμο του υποκειμένου τότε το πάνω μέρος του εμβολιασμένου φυ-
τού καλύπτεται με άμμο, η οποία στη συνέχεια καλύπτεται με έδαφος. Για να
μην απαιτείται μεγάλη ποσότητα άμμου, συνήθως χρησιμοποιείται ένας σω-
λήνας μήκους 30 - 40 cm περίπου και διαμέτρου 12 cm, ο οποίος τοποθε-
τείται εντός του σωλήνα και έτσι το εμβόλιο καλύπτεται πλήρως.
Έπειτα σύρεται έδαφος γύρω από τον σωλήνα και έτσι εσωτερικά το εμβό-
λιο καλύπτεται με άμμο και εξωτερικά με έδαφος. Ο σωλήνας ύστερα απο-
σύρεται και δίπλα στο εμβολιασμένο φυτό τοποθετείται ένας μικρός πάσ-
σαλος 60 - 70 cm. με τον οποίο γίνεται η σήμανση των σημείων που βρί-
σκονται τα εμβολιασμένα φυτά, διότι μετά από κάποιο χρονικό διάστημα θα
πρέπει να επανέλθουμε στον εμβολιασμένο αμπελώνα για την πραγματο-
ποίηση κάποιων απαραίτητων εργασιών. Επίσης ο πάσσαλος αυτός θα
χρησιμοποιηθεί για να υποστηριχτεί η νεαρά βλάστηση του εμβολίου.
57
A
Γ Δ
Σχήμα 13. Σχιστός επιτόπιος εμβολιασμός ολικής σχισμής ( Α: αποκεφαλισμός του υπο-
κειμένου, Β: προετοιμασία του εμβολίου Γ: σύνδεση, Δ: κάλυψη του φυτού ).
58
κείμενο διότι αυτό αναπτύσσει βλαστούς από κοιμώμενους οφθαλμούς, οι
οποίοι ευρίσκονται κάτω από την επιφάνεια του εδάφους. Η ζωηρή ανά-
πτυξη βλαστών του υποκειμένου από τέτοιους οφθαλμούς είναι ένας σοβα-
ρός παράγοντας αποτυχίας του επιτοπίου εμβολιασμού. Η πρόσδεση του
βλαστού του εμβολίου είναι απαραίτητη διότι πολλές φορές ο δυνατός αέρας
ο οποίος ανακινεί τον βλαστό του εμβολίου προκαλεί ζημίες στον συνδετικό
ιστό που δημιουργείται μεταξύ του εμβολίου και του υποκειμένου. Επίσης
κατά τη διάρκεια του Καλοκαιριού, μετά τη διαπίστωση της επιτυχίας θα
πρέπει να αποκαλύπτεται το σημείο ένωσης εμβολίου και υποκειμένου και
να αφαιρούνται οι ρίζες οι οποίες προέρχονται από το εμβόλιο. Πολλές φο-
ρές όμως αυτή η επέμβαση έχει ως αποτέλεσμα τα εμβόλια να στερούνται
κάποιες ρίζες οι οποίες τα εφοδιάζουν με νερό. Όμως αυτές οι ρίζες συνή-
θως είναι τελείως επιφανειακές και κατά την περίοδο αυτή τα επιφανειακά
στρώματα του εδάφους δεν περιέχουν επαρκείς ποσότητες νερού. Η προ-
στασία των νεαρών εμβολιασμένων φυτών είναι απαραίτητη κυρίως από
διάφορα έντομα του εδάφους τα οποία καταστρέφουν τους νέους ιστούς
που σχηματίζονται.
Οι αποτυχίες κατά τον επιτόπιο εμβολιασμό, μικρότερες ή μεγαλύτερες, είναι
αναπόφευκτες. Έτσι θα πρέπει να επαναληφθούν οι εμβολιασμοί την επό-
μενη Άνοιξη. Τα φυτά που απέτυχαν αναπτύσσουν βλαστούς οι οποίοι
προέρχονται από οφθαλμούς του υποκειμένου. Όμως ο εμβολιασμός τους
θα πρέπει να γίνει πάλι στον κορμό του υποκειμένου. Προς τούτο τα απλά
έρριζα - φυτά θα πρέπει να έχουν ικανοποιητικό μήκος κορμού κατά τη
φύτευσή τους ( τουλάχιστον 50cm) και να φυτεύονται κατά τέτοιο τρόπο,
ώστε το πάνω μέρος του διετούς τμήματός τους να βρίσκεται 4 - 5 cm πάνω
από την επιφάνεια του εδάφους για να υπάρχει περιθώριο επανεμβολια-
σμού, τουλάχιστον στο ύψος της επιφανείας του εδάφους.
59
3.9 β Πλάγιος σχιστός
Γίνεται συνήθως κατά τον Σεπτέμβριο μήνα και το υποκείμενο στην περί-
πτωση αυτή δεν αποκεφαλίζεται όπως στον σχιστό επιτόπιο.
Το εμβόλιο το οποίο είναι ενός οφθαλμού και προετοιμάζεται όπως και στην
περίπτωση του σχιστού επιτοπίου εμβολιασμού, σφηνώνεται σε μια σχισμή
η οποία γίνεται πλαγίως στον κορμό του υποκειμένου, 5 περίπου cm επά-
νω από την επιφάνεια του εδάφους. Ύστερα το εμβόλιο δένεται και καλύ-
πτεται με έδαφος (Σχήμα 14).
60
Σχήμα 15. Επιτόπιοι εμβολιασμοί ( α: μερικής σχιμής, β: με εγκοπή, γ) μαγιό-
ρκειος, δ: ημιμαγιόρκειος)
61
3.10 Πολλαπλασιασμός με καταβολάδες
62
που φέρει τη νέα βλάστηση αποκτούν μια πρώτη φυσιολογική ανεξαρτησία
και λειτουργούν εν μέρει ως ένα νέο φυτό, έχοντας όμως και μια εξάρτηση
63
3.11. Εναέριοι εμβολιασμοί
64
3 .11 α. Ενοφθαλμισμοί της άνοιξης
65
Σχήμα 17. Εναέριος εμβολιασμός της άνοιξης. (1: προετοιμασία εμβολίου, 2: διατήρη-
ση των εμβολίων στο νερό, 3: τοποθέτηση του εμβολίου, 4: δέσιμο του εμβολίου και
αποκεφαλισμός του φυτού).
66
3.11 β. Ενοφθαλμισμοί του καλοκαιριού
Σχήμα 18. Προετοιμασία του εμβολίου και τοποθέτησή του στο φλοιό του κορμού, κατά
τους ενοφθαλμισμούς της άνοιξης και του καλοκαιριού (T - bud).
κάτω από τους βραχίονες του φυτού και δένονται με πλαστική ταινία λευκού
χρώματος. Το φυτό δεν αποκεφαλίζεται και παραμένει όπως είναι. Οι συνθήκες
67
θερμοκρασίας την εποχή αυτή είναι ευνοϊκές για την παραγωγή συνδετικού ι-
στού και τη συγκόλληση του εμβολίου. Το χειμώνα που ακολουθεί το φυτό
δέχεται ένα πολύ αυστηρό κλάδεμα, το οποίο βοηθά την εκβλάστηση, των δύο εμβολί-
68
νιμοι και την βλαστική περίοδο που ακολουθεί, θα δώσουν και κάποια μικρή
παραγωγή.
Στην περίπτωση φυτών μεγάλης ηλικίας και κυρίως των παλαιών κυπέλλων
ο εμβολιασμός γίνεται στο ύψος των κεφαλών και η αγγλική τομή πραγμα-
69
τοποιείται ενωρίς την άνοιξη. Τα εμβόλια είναι ενός οφθαλμού και προετοι-
μάζονται ανάλογα. Τα σημεία επαφής και σύνδεσης δένονται με μονωτική
ταινία. Οι ενοφθαλμισμοί με αφαίρεση τμήματος ξύλου δένονται επίσης με
μονωτική ταινία (Σχήμα 19).
Επίσης πολλές φορές ακόμη χρησιμοποιείται η μέθοδος ολικής σχισμής
στον κορμό αλλά σε υψηλότερο επίπεδο από το έδαφος. Στην περίπτωση
αυτή όμως το εμβόλιο θα πρέπει να προστατευτεί από την ξηρασία με διά-
φορους τρόπους και χειρισμούς όπως φαίνονται στο Σχήμα 21. Συνήθως για
την προστασία από την ξηρασία χρησιμοποιείται πισσόχρωμα, άμμος, βρύα
κλπ. Όταν το φυτό που θα δεχθεί τον εμβολιασμό αυτό έχει κορμό κατα-
στραμμένο από διάφορα αίτια, ή είναι μεγάλης ηλικίας, τότε ο εμβολιασμός
αυτός γίνεται σε λαιμάργους που τυχόν εξέρχονται από τη βάση του κορ-
μού.
70
Οι εναέριοι σχιστοί εμβολιασμοί γίνονται όπως και αυτοί οι οποίοι πραγμα-
τοποιούνται πλησίον του εδάφους, κατά τον μήνα Απρίλιο με εμβόλια τα
οποία έχουν διατηρηθεί ικανοποιητικά μέχρι την εποχή αυτή.
Πολλές φορές μετά την εγκατάσταση των φυτών στον αμπελώνα, είναι
αναπόφευκτες κάποιες αποτυχίες. Οι αποτυχίες αυτές οφείλονται είτε στην
κακή ποιότητα των φυτών που χρησιμοποιήθηκαν, είτε στην αποτυχία των
διαφόρων μεθόδων επιτόπιου εμβολιασμού που εφαρμόστηκαν, ή ακόμη
στην μη κανονική προετοιμασία του εδάφους. Στις νέες φυτείες αμπέλου, η
αντικατάσταση των αποτυχημένων φυτεύσεων είναι εύκολη υπόθεση και
γίνεται χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα τη χρονιά που ακολουθεί τη φύτευση
και κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Όταν όμως ο αμπελώνας είναι ηλικιωμέ-
νος και τα φυτά έχουν αναπτυχθεί, τότε η αντικατάσταση των κενών θέσεων
είναι δύσκολη. Τα νέα φυτά δεν αναπτύσσονται πάντα κανονικά και οι απο-
τυχίες επανεγκατάστασης είναι μεγάλες. Έχει διαπιστωθεί ότι κατά τα πρώ-
τα χρόνια μετά την επανεγκατάσταση, τα νέα φυτά αναπτύσσονται κανονικά
αλλά αργότερα αρχίζουν να εξασθενούν. Γι αυτό τα φυτά που θα χρησιμο-
ποιηθούν θα πρέπει να είναι ζωηρά, το φυτικό υλικό κατάλληλο για τις συ-
γκεκριμένες εδαφικές συνθήκες. Το έδαφος στις θέσεις επαναφύτευσης θα
πρέπει να προετοιμαστεί και να αναμοχλευτεί κατάλληλα με πατόφτυαρο
σε ικανοποιητικό βάθος και πλάτος για να δεχθεί το νέο φυτό. Καλό είναι
να χρησιμοποιηθούν στην περίπτωση αυτή φυτά σε γλάστρες και μάλιστα
εάν είναι δυνατόν η ηλικία τους να είναι μεγαλύτερη των δύο ετών με επαρ-
κή ζωηρότητα.
71
Η ιδιότητα του φυτικού κυττάρου να αναπαράγει το φυτό από το οποίο
προέρχεται, έχει διατυπωθεί ως θεωρία της “ολοδυναμίας “ από πολύ ενω-
ρίς. Στη συνέχεια για να επαληθευτεί η θεωρία αυτή χρειάστηκε να περά-
σουν πάρα πολλά χρόνια, και να επιτελεστεί μεγάλη πρόοδος ως προς τα
τεχνικά και φυσιολογικά μέσα υποστήριξης της μεθόδου αυτής. Η αναγέν-
νηση φυτών από διάφορα τμήματα του μητρικού φυτού, εκτός από αυτά τα
οποία χρησιμοποιούνται στις συμβατικές μεθόδους in vivo, προϋποθέτει
κατ’ αρχήν καλλιέργεια σε κατάλληλο υπόστρωμα κάτω από ασυπτικές συν-
θήκες. Τα τμήματα τα οποία χρησιμοποιούνται ονομάζονται έκφυτα και
μπορεί να είναι είτε όργανα του φυτού, είτε ιστοί διαφόρου μεγέθους, είτε
κύτταρα. Τα έκφυτα είτε προέρχονται από μητρικά φυτά τα οποία καλλιερ-
γούνται in vitro, είτε προέρχονται από μητρικά φυτά τα οποία καλλιεργού-
νται σε συνθήκες εξωτερικού περιβάλλοντος. Στη δεύτερη περίπτωση τα
έκφυτα απολυμαίνονται με κατάλληλα απολυμαντικά μέσα και εισέρχονται
σε καλλιέργεια κάτω από ασυπτικές συνθήκες οι οποίες εξασφαλίζονται με
κατάλληλη υποδομή. Το έκφυτο στα πρώτα στάδια είναι ευάλωτο από διά-
φορα παθογόνα και μέχρις ότου αρχίσει ο εγκλιματισμός του σε συνθήκες in
vivo, θα πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα έτσι ώστε να αποφεύγονται μολύν-
σεις από βακτήρια και μύκητες. Επίσης θα πρέπει να εξασφαλίζονται κα-
τάλληλες συνθήκες, έτσι ώστε να επιτελούνται οι διάφορες φυσιολογικές του
λειτουργίες. Όσο μικρότερος είναι ο αριθμός των κυττάρων που περιέχει
ένα τμήμα ιστού το οποίο χρησιμοποιείται ως έκφυτο, τόσο δυσκολότερη
είναι η αναγέννηση του φυτού και τόσο πιο εξειδικευμένα μέσα υποστήριξης
απαιτούνται.
72
από ποώδεις βλαστούς. Οι ποώδεις αυτοί βλαστοί είτε συλλέγονται από φυ-
τά που καλλιεργούνται σε γλάστρες, είτε προέρχονται από εκβλάστηση
οφθαλμού μοσχευμάτων χειμερινού ξύλου. Τα μικρομοσχεύματα απολυμαί-
νονται με υποχλωριώδες ασβέστιο ( 80g/L). Έπειτα ξεπλένονται με απο-
στειρωμένο νερό και τοποθετούνται σε στερεοποιημένο θρεπτικό υπόστρω-
μα, εντός δοκιμαστικών σωλήνων. Το θρεπτικό υπόστρωμα περιέχει ανόρ-
γανα άλατα, βιταμίνες πρωτείνες, αυξητικούς ρυθμιστές, ζαχαρόζη και
άγαρ - άγαρ. Οι δοκιμαστικοί σωλήνες με το υπόστρωμα αποστειρώνονται
στους 120 0 C. σε κλίβανο αποστείρωσης. Όλοι οι χειρισμοί του υλικού, των
υποστρωμάτων και του φυτικού υλικού, γίνονται κάτω από ασυπτικές συν-
θήκες, σε τράπεζα αποστειρωμένου αέρα . Μετά την εγκατάσταση των εκφύ-
των στους δοκιμαστικούς σωλήνες, αυτοί τοποθετούνται σε θάλαμο αναπτύ-
ξεως φυτών, κάτω από συνθήκες φωτισμού 26 w /m 2 για 12 ώρες την ημέρα.
Οι συνθήκες θερμοκρασίας είναι 20 0 C και υγρασίας 60 - 70%. Σε 45 - 60
ημέρες τα μικρόφυτα έχουν αποκτήσει ένα μήκος 15 - 20 cm και είναι έτοιμα
να επαναπολλαπλασιαστούν.
73
σουν ένα κατάλληλο μέγεθος έτσι ώστε να πληρούν τις σχετικές προδιαγρα-
φές. Αυτό διαρκεί πολλά χρόνια και προϋποθέτει χρονοβόρους χειρισμούς.
Επίσης δεν υπάρχει πρακτικός τρόπος παραγωγής ερρίζων-εμβολιασμένων
φυτών με αυτή τη διαδικασία. Επομένως αυτή η μέθοδος δεν χρησιμοποιεί-
ται για την εμπορική παραγωγή φυτών αμπέλου. Είναι όμως μια χρήσιμη
μέθοδος για αρκετούς τομείς της αμπελουργίας οι οποίοι θα σχολιαστούν
πιο κάτω:
74
Με τον τρόπο αυτόν η αποτελεσματικότητα της εξυγίανσης ανέρχεται στο
100% για τον μολυσματικό εκφυλισμό, και το 98 % για το καρούλιασμα των
φύλλων και το κίτρινο μωσαϊκό.
Η θερμοθεραπεία όμως δεν είναι αποτελεσματική για τους ιούς της ρωγ-
μώδους φέλλωσης και της βοθρίωσης. Για τους ιούς αυτούς καθώς και για
άλλους θερμοανθεκτικούς ιούς εφαρμόζεται η τεχνική της in vitro καλλιέρ-
γειας ακραίων μεριστωμάτων. Η διαδικασία αυτή συνίσταται στην αποκο-
πή από τα ακραία μεριστώματα ποσότητας ιστών μερικών εκατοντάδων κυτ-
τάρων ( όγκος ιστού μικρότερος από 1 mm) και καλλιέργεια σε κατάλληλο
θρεπτικό υπόστρωμα in vitro. Συνήθως τα ακραία μεριστώματα είναι απαλ-
λαγμένα ιώσεων και συνεπώς τα μικρόφυτα που προκύπτουν από αυτά,
είναι επίσης απαλλαγμένα από ιώσεις. Επειδή όμως η ανάπτυξη μικροφύ-
των από ακραία μεριστώματα παρουσιάζει μικρά ποσοστά επιτυχίας, είναι
προτιμότερο αυτά να εμβολιάζονται σε τμήματα υποκοτύλης η οποία προ-
κύπτει από εκβλάστηση γιγάρτων της αμπέλου. Με αυτό τον τρόπο εξα-
σφαλίζονται μεγαλύτερα ποσοστά αναγέννησης μικροφύτων από ακραία με-
ριστώματα.
75
• Δημιουργία τροποποιημένων φυτών με μεταφορά γονιδίων,
εκμεταλλευόμενοι τις ιδιότητες του πλασμιδίου του Agroba
cterium tumefasciens.
76
ΙΙ. ΚΑΛΛΙΕΡΓΗΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥΣ
ΣΤΗΝ ΑΜΠΕΛΟ
77
Σχήμα 22. Επάνω: παράσταση φύτευσης αμπελώνα σε οφθαλμωτή κύλικα (525 -
500π.Χ). Κάτω :παράσταση τρύγου με τον Διόνυσο.
78
1. Φυσικό περιβάλλον
79
η ηλιοφάνεια, το βροχομετρικό ύψος κλπ, επηρεάζουν καθοριστικά την
ποιότητα και επιτρέπουν λιγότερο ή περισσότερο σε μια ποικιλία να εκδη-
λώσει τα ποιοτικά της χαρακτηριστικά στο τελικό προϊόν. Έτσι στις οινο-
ποιήσιμες ποικιλίες αντανακλάται η ποιότητα στον παραγόμενο οίνο.
Σε ότι αφορά τα επιτραπέζια σταφύλια, η επίδραση του περιβάλλοντος
είναι επίσης σημαντική, αλλά εδώ στις διάφορες τοποθεσίες, οι διαφορές
που παρατηρούνται είναι μικρότερης σημασίας. Οι επιτραπέζιες ποικιλίες
καλλιεργούνται σε πεδινά κυρίως εδάφη με δυνατότητα άρδευσης και το
ύψος της παραγωγής ανά στρέμμα δεν θα πρέπει να κατέρχεται κάτω από
ένα κρίσιμο επίπεδο για οικονομικούς λόγους. Αντίθετα στις οινοποιήσιμες
ποικιλίες παραγωγής οίνων ποιότητος, λόγω του ότι η προστιθέμενη αξία
ανά κιλό παραγωγής είναι αρκετά μεγάλη όταν αντανακλάται στην αντίστοι-
χη ποσότητα οίνου, η μειωμένη παραγωγή ανά στρέμμα δεν μειώνει το εισό-
δημα αλλά τις περισσότερες φορές το αυξάνει.
Σε ότι αφορά τις ειδικές επιδράσεις των παραμέτρων του φυσικού περι-
βάλλοντος το κλίμα και το έδαφος παίζουν καθοριστικό ρόλο.
1.1. Κλίμα
80
χρήσιμο α υπολογιστεί το επίπεδο της διακύμανσης μεταξύ των ετών. Προς
τούτο είναι απαραίτητο να διαθέτουμε στοιχεία 20 τουλάχιστον ετών. Η
σειρά όμως των στοιχείων που λαμβάνονται παρατηρήσεις (3 - 5έτη ) είναι
πολύ μικρή για να χρησιμοποιηθούν και έτσι προσφεύγουμε σε στατιστικά
μοντέλα τα οποία συσχετίζουν τις παρατηρήσεις των ολίγων ετών που ε-
λήφθησαν, με αυτά κοντινών μετεωρολογικών σταθμών οι οποίοι διαθέτουν
στοιχεία 20ετίας.
81
Σε θερμότερες περιοχές στις οποίες ο ηλιοθερμικός δείκτης κυμαίνεται με-
ταξύ 1450 – 1550 βαθμοημερών και η ηλιοφάνεια όμως δεν ξεπερνά τις 1600
ώρες κατά την ίδια περίοδο, τα προϊόντα είναι μέτριας ποιότητας. Αντίθετα σε
περιοχές με μεγαλύτερη ηλιοφάνεια, μπορούν να παραχθούν προϊόντα υψηλής
ποιοτικής στάθμης.
Σε περιοχές όπου το σύνολο των ενεργών θερμοκρασιών κυμαίνεται μεταξύ
1550 – 1700 βαθμοημέρες, παράγονται προϊόντα ικανοποιητικής ποιότητας
κυρίως από ποικιλίες που ωριμάζουν έγκαιρα.
Σε περιοχές με ενεργό άθροισμα πάνω από 1700 βαθμοημέρες, η θερμο-
κρασία δεν αποτελεί περιοριστικό παράγοντα και όλες οι ποικιλίες ωριμάζουν
κάτω από ευνοϊκές συνθήκες θερμοκρασίας.
Θερμοκρασία ωρίμανσης . Η θερμοκρασίες της περιόδου ωρίμανση (μηνός ωρί-
μανσης) επηρεάζουν καθοριστικά την ποιότητα του τελικού προϊόντος.
Έτσι μια μέση θερμοκρασία ωρίμανσης μικρότερη των 15 0 C μπορεί να
οδηγεί σε ωρίμανση των καρπών αλλά τα προϊόντα θα έχουν υψηλή οξύτητα.
Θερμοκρασία ωρίμανσης μεταξύ 15 – 21 0 C συμβάλει στην παραγωγή, υ-
ψηλής στάθμης ξηρών οίνων. Σε περιπτώσεις που τα σταφύλια παραμείνουν
μετά την ωρίμανση περισσότερο επάνω στα πρέμνα και υπερωριμάσουν, δί-
νουν καλής ποιότητας γλυκείς οίνους.
Σε θερμοκρασίες πάνω από 21 0 C παρατηρείται σημαντική μείωση της περι-
εκτικότητα του γλεύκους σε μηλικό οξύ και κατά συνέπεια, ανάλογα με την ποι-
κιλία, μια μείωση της ολικής οξύτητα του γλεύκους. Στις περιπτώσεις αυτές
απαιτείται διόρθωση της οξύτητας με τεχνητά μέσα, πράγμα το οποίο πολλές
φορές έχει επιπτώσεις στην ποιότητα του τελικού προϊόντος.
Μεγαλύτερες θερμοκρασίες ωρίμανσης (21 έως 24 0 C) συμβάλλουν στην
παραγωγή καλής ποιότητας γλυκών οίνων.
Σε περιοχές αυτές όπου η ωρίμανση είναι αρκετά πρώιμη το τελικό προϊόν
μπορεί να έχει μια καλή αναλογία ζαχάρων και οξέων εάν συγκομιστεί έγκαιρα,
αλλά υπολείπεται σε αρώματα και γευστική ισορροπία δεδομένου ότι παρου-
σιάζει έντονη στυπτική γεύση γεγονός που υποδηλώνει την ύπαρξη ολιγομερών
τανινών.
82
Οι πολύ υψηλές θερμοκρασίες κατά την ωρίμανση επιδρούν και κατά ένα
άλλο τρόπο στην υποβάθμιση της ποιότητας. Έχει αναφερθεί ότι επιβραδύ-
νουν τη δραστηριότητα μερικών σημαντικών ενζυμικών συστημάτων κατά την
ωρίμανση με αποτέλεσμα να μειώνεται η σύνθεση σημαντικών μεταβολιτών
ποιότητας στο τελικό προϊόν. Έτσι για παράδειγμα οι ευνοϊκές θερμοκρασίες
για την κανονική σύνθεση των ανθοκυανών είναι γύρω στους 20 0 C. Το επίπε-
δο αυτό των θερμοκρασιών είναι λίγο κάτω από το optimum της φωτοσύνθεσης
(23-25 0 C). Επίσης η χαμηλότερη θερμοκρασία ωρίμανσης συμβάλλει στην δια-
τήρηση των αρωματικών ουσιών και ιδιαίτερα ουσιών χαμηλότερου μοριακού
βάρους.
Θερμοκρασία – μέγεθος των ραγών . Έχει αποδειχθεί ότι όταν κατά την περίοδο
Ι της ανάπτυξης των ραγών οι θερμοκρασίες είναι υψηλές (35 0 C ηέρας/30 0 C
νύχτας), το μέγεθός τους παραμένει μικρότερο, συγκρινόμενο με αντίστοιχες
θερμοκρασίες 25/20 ή 18/13. Ανεξάρτητα δε από τις θερμοκρασίες αυτές όταν
κατά το στάδιο ΙΙΙ οι θερμοκρασίες ήταν χαμηλές τότε το μέγεθος των ραγών
παρέμενε μικρότερο και η συγκέντρωση των ζαχάρων μεγαλύτερη. Στην περί-
πτωση αυτή οι ράγες είχαν και μεγαλύτερη αναλογία φλοιών με ευνοϊκά αποτε-
λέσματα στην ποιότητα.
Θερμοκρασία του εδάφους . Εδάφη τα οποία θερμαίνονται νωρίτερα λόγω της
μηχανικής σύστασής τους και λόγω της ύπαρξης χαλίκων στα επιφανειακά
στρώματα συμβάλλουν στην ζωηρότερη ανάπτυξη των βλαστών την άνοιξη και
την πρώιμη εκβλάστηση.
Είναι γνωστό ότι το ριζικό σύστημα παράγει κυττοκινίνες οι οποίες ανερχό-
μενες στο υπέργειο τμήμα επηρεάζουν τόσο την εκβλάστηση όσο και το σχημα-
τισμό των αναπαραγωγικών οργάνων των φυτών. Αντίθετα οι χαμηλές θερμο-
83
κρασίες συνδέονται κυρίως με την σύνθεση γιββερελλικού οξέος και τον σχη-
ματισμό ελίκων αντί ταξιανθιών.
Καταρχήν κατά την περίοδο της ανθοφορίας, η έλλειψη νερού προκαλεί μεγα-
λύτερη ανθόρροια με σοβαρές επιπτώσεις στην συνολική παραγωγή. Σύμφωνα
με τους Hardie και Considine (1976) μετά το δέσιμο και όταν οι ράγες ξεπερά-
σουν το μέγεθος των 4 mm η ευαισθησία τους στην έλλειψη νερού μειώνεται.
Επίσης η έλλειψη νερού κατά την περίοδο της διαφοροποίησης των ταξιανθιών
στους βλαστικούς άξονες των οφθαλμών μειώνει τη γονιμότητα των οφθαλμών.
Αντίθετα έντονες βροχοπτώσεις κατά τη διάρκεια της ανθοφορίας προκαλούν
προβλήματα στην επικονίαση καθώς επίσης και μικρή ηλιοφάνεια κατά την πε-
ρίοδο διαφοροποίησης των καταβολών των ταξιανθιών.
Σε περιοχές όπου επικρατούν σχετικά χαμηλότερες θερμοκρασίες κατά την
περίοδο ωρίμανσης, μειωμένη παροχή νερού η οποία συμβάλει σε ένα ήπιο
υδατικό στρες προκαλεί έγκαιρη μείωση του ρυθμού αύξησης των βλαστών και
κατά συνέπεια μια πιο ικανοποιητική και έγκαιρη ωρίμανση των καρπών.
1.2.Έδαφος
Είναι γεγονός ότι η άμπελος ευδοκιμεί σε ένα ευρύ φάσμα εδαφικών τύπων
οι οποίοι επηρεάζουν διαφορετικά την ποιότητα των προϊόντων. Από πάρα
πολύ ενωρίς έχει αναγνωριστεί η συμβολή του εδάφους στην ποιότητα των
προϊόντων αλλά τα διάφορα ερευνητικά δεδομένα συγκλίνουν στο γεγονός ότι
84
η επίδραση αυτή είναι έμμεση μέσω των διαφόρων φυσικών και χημικών τους
χαρακτηριστικών. Έτσι λοιπόν το βάθος, η μηχανική σύσταση η οργανική ου-
σία το χρώμα κλπ, επηρεάζουν διάφορες παραμέτρους όπως, τη δυνατότητα
συγκράτησης νερού, τη θερμοκρασία, την αντανάκλαση της ακτινοβολίας κλπ.
Οι παραπάνω είναι παράγοντες που με τη σειρά τους επηρεάζουν τις διάφορες
φυσιολογικές λειτουργίες και συμβάλουν στη ποιότητα του προϊόντος. Έτσι
για παράδειγμα τα αβαθή εδάφη περιορίζουν την ανάπτυξη του ριζικού συστή-
ματος. Τα εδάφη αυτά, ανάλογα με τη μηχανική τους σύσταση, την περατότητα
και το βροχομετρικό ύψος, μπορούν εύκολα να φθάνουν στα επίπεδα της υδα-
τοχωρητικότητας μετά από μια βροχόπτωση αλλά και από το άλλο μέρος λόγω
μικρής δυνατότητας συγκράτησης νερού, μπορούν εύκολα να φθάσουν σε επί-
πεδα πλησίον της μόνιμης μάρανσης. Από το άλλο μέρος τα ελαφρά και χαλι-
κώδη εδάφη, καθώς και η ύπαρξη χαλίκων και λίθων στην επιφάνεια, επηρεά-
ζουν κατά διαφορετικό τρόπο τις φυσικές ιδιότητες και κατά συνέπεια τα φυτά
της αμπέλου.
Τα ελαφρά εδάφη θερμαίνονται νωρίτερα κατά την έναρξη της βλαστικής
περιόδου, γεγονός το οποίο συμβάλει θετικά στην ανάπτυξη των φυτών.
Η ύπαρξη χαλίκων εκτός του ότι εμποδίζει την διάβρωση των κεκλιμένων εδα-
φών επιδρά τόσο στην θερμοκρασία του εδάφους όσο και στην προστασία της
υγρασίας δεδομένου ότι επιβραδύνεται η εξάτμιση κατά του θερινούς μήνες.
Η τοπογραφία και το ανάγλυφο επηρεάζουν το μεσοκλίμα της τοποθεσίας του
αμπελώνα. Έτσι λοιπόν εδάφη στις νότιες πλαγιές των λόφων και των ορεινών
όγκων δέχονται περισσότερη ηλιακή ενέργεια ενώ στις βόρειες λιγότερη. Αυτό
βέβαια ανάλογα με το γεωγραφικό πλάτος της περιοχή συμβάλει κατά διαφο-
ρετικό τρόπο στην ανάπτυξη των φυτών της αμπέλου.
Το υψόμετρο επίσης συμβάλει στη διαμόρφωση των κλιματικών παραμέτρων
και ιδιαίτερα της θερμοκρασίας υπό την έννοια ότι σε μεγάλα υψόμετρα τη
θερμοκρασία μειώνεται.
Η γειτνίαση με υδάτινους όγκους επίσης επηρεάζει τις θερμοκρασίες. Γενικά η
γειτνίαση υδάτινων όγκων μειώνει τα μέγιστα των θερμοκρασιών κατά την ημέ-
ρα και αυξάνει την θερμοκρασία κατά τις νυχτερινές ώρες πράγμα το οποίο με-
85
ταξύ των άλλων συμβάλει θετικά στην ποιότητα των προϊόντων ιδιαίτερα κατά
την περίοδο της ωρίμανσης
86
Ο εντοπισμός και η καταγραφή της ροής των ομβρίων υδάτων είναι
απαραίτητα στοιχεία για διάφορες επεμβάσεις με σκοπό την αποφυγή της
διάβρωσης του εδάφους.
Εντοπίζονται και καταγράφονται οι κλειστές λεκάνες, όπου τα νερά
των ομβρίων υδάτων παραμένουν χωρίς να διαφεύγουν επιφανειακά ή να
στραγγίζουν. Είναι απαραίτητο στα σημεία αυτά να γίνουν αποστραγγιστι-
κά έργα δεδομένου ότι στις θέσεις αυτές υπάρχει κίνδυνος να παρατηρη-
θούν φαινόμενα ασφυξίας του ριζικού συστήματος ή ακόμη εκτεταμένες
προσβολές μυκητολογικών ασθενειών.
Σημειώνεται επίσης η πιθανή γειτνίαση με δασώδεις περιοχές, επιση-
μαίνονται θέσεις που αποτελούν βάσεις ορεινών όγκων καθώς επίσης και η
κατεύθυνση και η ένταση των επικρατέστερων ανέμων. Καταγράφεται η αυ-
τοφυής βλάστηση που επικρατεί στην επιφάνεια του αγροτεμαχίου για τη
μελλοντική καταπολέμηση των ζιζανίων.
Αν πρόκειται για παλαιό αμπελώνα ο οποίος θα επαναφυτευτεί γίνονται πα-
ρατηρήσεις που αφορούν τη ζωηρότητα των φυτών, πιθανές ελλείψεις δια-
φόρων θρεπτικών στοιχείων ακόμη και διαπίστωση κάποιων ασθενειών ή
φυσιολογικών προβλημάτων.
87
1.2.4. Διευθέτηση των κλίσεων του εδάφους
88
να κατασκευαστούν κεκλιμένες ή οριζόντιες αναβαθμίδες με σκοπό την δι-
ευκόλυνση της μηχανικής κατεργασίας και την ελάττωση της διάβρωσης.
Σχήμα 23 Κλίσεις του εδάφους και διευθέτηση αναβαθμίδων για διευκόλυνση της μηχα-
νικής κατεργασία
89
Άλλοτε πάλι όταν η κλίση είναι πολύ μεγάλη και δεν υπάρχει η δυνατότητα
κατασκευής αναβαθμίδων, οι γραμμές φύτευσης εγκαθίστανται κατά μήκος
της πλαγιάς, κάθετες προς τις ισοϋψείς και εφαρμόζεται σύστημα καλλιέρ-
γειας χωρίς κατεργασία του εδάφους (Σχήμα 24). Η καταπολέμηση των ζιζα-
νίων τότε γίνεται με εφαρμογή ζιζανιοκτόνων.
Σχήμα 24. Καλλιέργεια αμπέλου κατά μήκος της πλαγιάς σε έδαφος με μεγάλη κλίση,
χωρίς κατεργασία του εδάφους.
90
1.2.6. Εξέταση του εδάφους
Χρήσιμα στοιχεία τα οποία λαμβάνονται υπόψη κατά την εξέταση του εδά-
φους είναι:
91
περιπτώσεις που η υπόγεια στάθμη παραμένει για πολύ με-
γάλο χρονικό διάστημα πλησίον της επιφανείας του εδά-
φους τότε το ριζικό σύστημα είναι εντελώς επιφανειακό.
1.2.7.Δειγματοληψία
92
Σε βιομηχανικές περιοχές θα πρέπει να προσδιορίζεται και η περιεκτικότητα
του εδάφους σε μόλυβδο δεδομένου ότι συσσωρεύεται στον καρπό σε υψη-
λά επίπεδα.
2. Πυκνότητα φύτευσης
Κατά την επαφή των ριζιδίων με τα εδαφικά μόρια, το νερό του εδάφους
και τα θρεπτικά στοιχεία μειώνονται, λόγω της απορρόφησής τους από τα
φυτά. Όσο πιο πτωχό είναι το έδαφος τόσο περισσότερο το φυτό θα δυ-
σκολεύεται να ικανοποιήσει τις ανάγκες του. Η ξηρασία του εδάφους περι-
ορίζει την αύξηση και την ανάπτυξη του φυτού. Σε ένα συγκεκριμένο όγκο
εδάφους, όσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμός των ριζιδίων τόσο πιο εύκολα
θα ικανοποιούνται και οι ανάγκες του φυτού σε νερό. Στα πτωχά εδάφη
όμως με μικρά αποθέματα νερού (αβαθή , αμμώδη κλπ), το μέγεθος και η
πυκνότητα των ριζών λόγω επιβράδυνσης της αύξησης είναι περιορισμένα.
Επομένως για την πλήρη εκμετάλλευση του εδάφους, η πυκνότητα φύτευσης
θα πρέπει να είναι μεγαλύτερη.
93
Σε μια δεδομένη πυκνότητα φύτευσης, η καλύτερη εκμετάλλευση του
εδάφους επιτυγχάνεται όταν τα φυτά απέχουν ίσες αποστάσεις μεταξύ τους.
ή οριζόντιες αναβαθμίδες με σκοπό την διευκόλυνση της μηχανικής κατερ-
γασίας και την ελάττωση της διάβρωσης. Έτσι λοιπόν από την άποψη αυτή
η φύτευση σε τετράγωνα είναι η πιο κατάλληλη.
Πίνακας 1
Επίδραση της διάταξης της φύτευσης, στη ζωηρότητα των φυτών
Έτσι λοιπόν από την άποψη αυτή η φύτευση σε τετράγωνα είναι η πιο
κατάλληλη. Η αναγκαιότητα όμως για εκμηχάνιση της αμπελοκαλλιέργειας,
επιβάλλει την μείωση των αποστάσεων επί της γραμμής και την αύξηση των
αποστάσεων μεταξύ των γραμμών. Αυτή όμως η διάταξη παρουσιάζει μεγά-
λη ετερογένεια ως προς την κατανομή του ριζικού συστήματος στο έδαφος.
94
Όσο περισσότερο αυξάνει η πυκνότητα των φυτών, η αναλογία της ηλι-
ακής ακτινοβολίας που προσλαμβάνεται από το φυτό είναι μεγαλύτερη σε
σχέση με αυτήν που δέχεται η επιφάνεια του εδάφους. Επίσης η διάταξη
του φυλλώματος και το σχήμα του υπεργείου τμήματος επηρεάζει την εκμε-
τάλλευση της ηλιακής ακτινοβολίας.
95
Σχήμα 25. Επίδραση της πυκνότητας στην αύξηση της παραγωγής ανά στρέμμα σε γό-
νιμα(1,2) και άγονα(3,4,5, 6,7) εδάφη.
η αύξηση της πυκνότητας επάνω από τα 440 φυτά το στρέμμα αυξάνει ση-
μαντικά την παραγωγή κατά ένα ποσοστό περίπου 10%.
96
Σε εδάφη κανονικής γονιμότητας έχει παρατηρηθεί ότι μια πυκνότητα 250
φυτών ανά στρέμμα δεν διαφέρει στην απόδοση από μια πυκνότητα 500 φυ-
τών ανά στρέμμα. Γενικώς όμως η πυκνότητα για επιτραπέζιες ποικιλίες οι
οποίες καλλιεργούνται σε βαθιά γόνιμα εδάφη με μεγάλες αποδώσεις κυμαί-
νεται μεταξύ 200 και 250 φυτών ανά στρέμμα. Κατά περίπτωση και με ειδικά
σχήματα διαμόρφωσης πολλές φορές ο αριθμός φυτών ανά στρέμμα μπορεί
να είναι και μικρότερος των 200 φυτών (κρεβατίνες ανοιχτά σχήματα τύπου
Y κλπ). Για οινοποιήσιμες ποικιλίες όπου το ύψος της παραγωγής δεν ξε-
περνάει τα 1000 – 1200 Kg ανά στρέμμα, η πυκνότητα κυμαίνεται μεταξύ
350 – 400 φυτών ανά στρέμμα. Οι πιθανές αποστάσεις φύτευσης για πυ-
κνότητα 350 φυτών είναι 2.25 Χ 1.25 ή 2.50 Χ 1.15. Μεταξύ των δύο παρα-
πάνω παραδειγμάτων αν υπάρχει δυνατότητα χρησιμοποίησης μικρότερου
γεωργικού ελκυστήρα θα πρέπει να προτιμάται το πρώτο. Οι αποστάσεις
2.5 Χ 1.15 δεν συνιστώνται γιατί η κατανομή του ριζικού συστήματος στο
έδαφος είναι ανομοιογενής. Επίσης αποστάσεις μεταξύ των φυτών επί της
γραμμής, μικρότερες από το 1 μ. , θα πρέπει μάλλον να αποφεύγονται διότι
κάτω από τέτοιες συνθήκες παρατηρείται αλληλοκάλυψη του φυλλώματος
μεταξύ των γειτονικών φυτών.
Σε εδάφη μικρής γονιμότητας χωρίς τη δυνατότητα άρδευσης, τα φυτά
διαμορφώνονται σε χαμηλά μη υποστηριγμένα σχήματα (κύπελλα) με μικρές
αποστάσεις φύτευσης (1.5 Χ 1.5μ ), για την καλύτερη εκμετάλλευση του ε-
δάφους. Η μείωση των αποστάσεων, δυσκολεύει, ή δεν επιτρέπει την εκμη-
χάνιση των διαφόρων καλλιεργητικών εργασιών και έτσι η αύξηση της α-
πόστασης μεταξύ των γραμμών δημιουργεί ανομοιογενείς φυτεύσεις. Τα χα-
μηλά σχήματα διαμόρφωσης ενδείκνυνται στις περιπτώσεις αυτές δεδομένου
ότι αντεπεξέρχονται καλύτερα σε συνθήκες επιφανειακών και μικρής γονιμό-
τητας εδαφών.
97
7. Προσανατολισμός των γραμμών
Πίνακας 2
Ηλιακή ενέργεια σε kWh/m 2 /ημέρα που προσπίπτει σε ένα οριζόντιο
πλαίσιο και δύο κάθετα, Β-Ν και Α- Δ προσανατολισμού αντίστοιχα.
Πλαίσιο
οριζόντιο κατακόρυφο Β - Ν κατακόρυφο Α-Δ
24 Μαϊου 7.6 7 3.8
21 Ιουνίου 7.8 7 3,7
21 Ιουλίου 7.6 7 3,8
21 Αυγούστου 6.9 6.5 4
21Σεπτεμβρίου 5.6 5.5 5
98
Τα δεδομένα αυτά αν και δεν έχουν μεγάλη πρακτική σημασία, δεδομέ-
νου ότι ο αμπελώνας δεν αποτελείται από μια σειρά φυτών αλλά από πε-
ρισσότερες οι οποίες αλληλοσκιάζονται, είναι χρήσιμα στην ανάλυση του
θέματος και την κατάλληλη εκλογή του προσανατολισμού. Το Σχήμα 25 δεί-
χνει την ηλιακή ακτινοβολία που δέχεται μια μεμονωμένη γραμμή φυτών με
διαφορετικό προσανατολισμό
99
αναλογία της ακτινοβολίας που προσπίπτει στο φύλλωμα, σε σχέση με αυ-
τήν που προσπίπτει στο έδαφος του αμπελώνα. Έτσι στον Β - Ν προσανα-
τολισμό κατά τις πρωινές και απογευματινές ώρες η ηλιακή ακτινοβολία
σχεδόν στην ολότητά της προσπίπτει στο φύλλωμα. Κατά τις μεσημβρινές
ώρες, μόνο η κορυφή του επιπέδου της βλάστησης δέχεται άμεσα την ηλιακή
ακτινοβολία ενώ η περισσότερη προσπίπτει στο έδαφος. Στον Α - Δ προσα-
νατολισμό κατά τις πρωινές και απογευματινές ώρες το σύνολον σχεδόν της
ακτινοβολίας προσπίπτει στο έδαφος. Καθ όλη τη διάρκεια της υπολοίπου
ημέρας η ακτινοβολία προσπίπτει κατά ένα πολύ μεγάλο μέρος στην φυλλι-
κή επιφάνεια.
100
μετά το πρώτο ήμισυ του πρωινού και μετά το μεσημέρι, με τον προσανατο-
λισμό αυτόν η ηλιακή ακτινοβολία προσπίπτει κυρίως στο φύλλωμα και οι
θερμοκρασίες είναι ευνοϊκές για τη φωτοσύνθεση. Στο τέλος όμως του απο-
γεύματος ενώ οι θερμοκρασίες είναι ευνοϊκές για την φωτοσύνθεση, το με-
γαλύτερο μέρος της ηλιακής ακτινοβολίας χάνεται στο έδαφος.
Μια άλλη σπουδαία παράμετρος που επηρεάζει τη φωτοσύνθεση είναι η
υδατική κατάσταση του φυτού. Τα φύλλα τα οποία δέχονται άμεσα την ηλι-
ακή ακτινοβολία τις μεσημβρινές ώρες στις νότιες θερμές αμπελουργικές
περιοχές παρουσιάζουν μειωμένη φωτοσυνθετική δραστηριότητα (κλείσιμο
των στοματίων). Έτσι στην περίπτωση αυτή ο προσανατολισμός Α - Δ βρί-
σκεται σε μειονεκτική θέση σε σχέση με τον προσανατολισμό Β - Ν όπου
κατά τις μεσημβρινές ώρες το μεγαλύτερο μέρος του φυλλώματος σκιάζεται.
101
8. Επανεγκατάσταση παλαιών αμπελώνων
102
γα και με τη φύση του εδάφους αποφεύγουν τα νηματοδοκτόνα μετακινούμε-
νοι.
Με σκοπό λοιπόν την πληρέστερη και αμεσότερη καταστροφή του ριζικού
συστήματος των φυτών του παλαιού αμπελώνα, πριν την εκρίζωση, αμέσως
μετά την εποχή του τρυγητού, πραγματοποιούμε μια “αποδυνάμωση” των
φυτών με την εφαρμογή ενός διασυστηματικού ζιζανιοκτόνου (Glyphosate )
σε ποσότητα 1.5 L ανά στρέμμα.
103
Μια ποικιλία λοιπόν θεωρείται ότι προσαρμόζεται ικανοποιητικά σε
δεδομένο φυσικό περιβάλλον στο βαθμό που οι δυνατότητες του φυσικού
περιβάλλοντος αντιστοιχούν στις ιδιαίτερες απαιτήσεις της ποικιλίας.
Το τοπικό κλίμα μιας περιοχής που εξαρτάται από το ανάγλυφο ή την
τοπογραφία μπορεί να αποτελεί τον κύριο παράγοντα για την ικανοποιητική
προσαρμογή μιας ποικιλίας. Έτσι κάποιες ποικιλίες για να εκδηλώσουν τις
αρωματικές τους ιδιότητες και να έχουν επαρκή οξύτητα απαιτούν ήπιες
θερμοκρασίες και δροσερές περιοχές, όπως συμβαίνει με τις ποικιλίες πα-
ραγωγής λευκών οίνων. Από το άλλο μέρος, τοποθεσίες με υψηλότερες θερ-
μοκρασίες κατά την περίοδο της ωρίμανσης αξιοποιούνται καλύτερα με ερυ-
θρές ποικιλίες για την παραγωγή ερυθρών οίνων.
Η πρώιμη εκβλάστηση μερικών ποικιλιών παρουσιάζει προβλήματα σε
περιοχές με εαρινούς παγετούς.
Έχει επίσης αναφερθεί ότι κάποιες ποικιλίες για να εκδηλώσουν τα
ποιοτικά τους χαρακτηριστικά έχουν ιδιαίτερες απαιτήσεις σε συγκεκριμέ-
νους εδαφικούς τύπους (πχ η gamay σε γρανητικά εδάφη, η pinot noir σε
ασβεστώδη, η chardonnay σε αργιλώδη. Ακόμη, άλλες ποικιλίες προσαρμό-
ζονται καλύτερα σε ξηροθερμικές περιοχές και δίδουν προϊόντα ποιότητας
ενώ σε βόρειες υγρές περιοχές παράγουν υποβαθμισμένα προϊόντα και α-
ντιστρόφως.
104
• Ικανοποιητική συγγένεια με την ποικιλία παραγωγής
• Ικανοποιητική προσαρμογή στις εδαφικές συνθήκες
και 333EM
105
Πίνακας 3
Αντοχή στη χλώρωση βασισμένη στην περιεκτικότητα του εδάφους στο ενεργό και
το ελεύθερο ανθρακικό ασβέστιο
Riparia gloire 6 15
3309 C, 101-14 9 20
Rupestris du Lot 14 30
Gravesac
99R,1103P,SO 4 , 17 40
5BB,420A,110R, 20 40
161-49C,RSB 1 140Rug. 25 50
41B 40 80
333EM 40 80
Fercal 40
- Vitιs solonis
106
13.4. Προσαρμογή σε όξινα εδάφη
Gravesac
196-17Cl
Αφού έχει προηγηθεί η προετοιμασία του εδάφους και η εκλογή του υπο-
κειμένου και της ποικιλίας παραγωγής, ανοίγονται λάκκοι οι οποίοι θα
πρέπει να βρίσκονται στις κατάλληλες αποστάσεις μεταξύ τους. Η φύτευση
γίνεται κατά τους χειμερινούς μήνες, εκτός αν πρόκειται για φυτά σε γλά-
στρες τα οποία μπορούν και εγκαθίστανται ακόμη και στις αρχές ή το τέλος
του Καλοκαιριού.
Για την εγκατάσταση αμπελώνα χρησιμοποιούνται απλά - έριζα φυτά υπο-
κειμένων, ή έριζα - εμβολιασμένα. Τα φυτά είναι ηλικίας ενός έτους και
προήλθαν από το φυτώριο όπου δημιουργήθηκαν με τη γνωστή διαδικασία
παραγωγής. Στην Ελλάδα, όπως και σε όλες τις χώρες και περιοχές όπου
έχει εισέλθει η φυλλοξήρα είναι απαραίτητη η χρησιμοποίηση υποκειμένων
ανθεκτικών στην αφίδα αυτή.
Η φύτευση των ερρίζων-εμβολιασμένων θα πρέπει να γίνεται κατά τέτοιο
τρόπο, ώστε το σημείο ένωσης εμβολίου και υποκειμένου να βρίσκεται 4 -
5cm πάνω από την επιφάνεια του εδάφους. Τα απλά-έρριζα φυτά υποκειμέ-
νων, εγκαθίστανται κατά τέτοιο τρόπο έτσι ώστε το επίπεδο που αναπτύσ-
σεται η νέα βλάστηση να βρίσκεται 5-6 cm πάνω από την επιφάνεια του
εδάφους, γατί ο επιτόπιος εμβολιασμός που θα ακολουθήσει την επόμενη ή
τη μεθεπόμενη χρονιά θα γίνει στο παλαιό τμήμα των φυτών. Ο λόγος για
τον οποίο το σημείο ένωσης εμβολίου – υποκειμένου θα πρέπει να βρίσκε-
107
ται πάνω από την επιφάνεια του εδάφους είναι το γεγονός ότι το εμβόλιο
όταν καλύπτεται από το έδαφος ριζοβολεί.
Σχήμα 27. Φύτευση νεαρών φυτών (α) και κάλυψη (β) κατά την εγκατάσταση αμπελώνα.
108
μένους σε πλαγιές με μεγάλη κλίση και κατά τις ισοϋψείς, το έδαφος συσ-
σωρεύεται στις γραμμές φύτευσης και καλύπτει τις περισσότερες φορές το
σημείο ένωσης εμβολίου - υποκειμένου. Όμως κάτω από τις κλιματικές
συνθήκες της χώρας μας, στα εδάφη αυτά δεν παρατηρείται ξεπέρασμα του
υποκειμένου δεδομένου ότι το καλοκαίρι οι επιφανειακές ρίζες συνήθως ξη-
ραίνονται. Έτσι λοιπόν η παραμονή του σημείου ένωσης εκτός εδάφους
έχει κυρίως σημασία σε γόνιμα και αρδευόμενα εδάφη.
109
Σχήμα 28. Τεχνικά μέσα διευκόλυνσης της φύτευσης φυτών της αμπέλου
110
Για τη διευκόλυνση της εγκατάστασης αμπελώνα οι λάκκοι φύτευση α-
νοίγονται με κατάλληλα εργαλεία ή μηχανήματα (Σχήμα 28).
Μετά την εγκατάσταση των νεαρών φυτών στον αμπελώνα και την ανά-
πτυξη της νεαρής βλάστησης, αρχίζει η διαδικασία με την οποία θα σχημα-
τιστεί η τελική μορφή και το σχήμα των φυτών στον αμπελώνα.
111
αναπτύσσεται χωρίς υποστήριξη, αν και σε ορισμένες περιπτώσεις υπάρχει
ανάγκη κατά την περίοδο της βλάστησης και ιδιαίτερα της ωρίμανσης των
σταφυλιών να τοποθετούνται διχάλες για να αποφεύγεται η επαφή των
σταφυλών με το έδαφος.
Στα διάφορα συστήματα διαμόρφωσης, η υποστήριξη είναι, είτε ατομική,
είτε ομαδική. Η ομαδική υποστήριξη μπορεί να είναι καθέτου επιπέδου
(γραμμωτά σχήματα), ή οριζοντίου επιπέδου (κρεβατίνες). Στις περισσότε-
ρες περιπτώσεις εκτός της υποστήριξης του κορμού και των βραχιόνων θα
πρέπει να υποστηρίζεται και η ετήσια βλάστηση.
Το υπέργειο τμήμα των φυτών αποτελείται από τον κορμό, τους βραχίο-
νες, οποίοι διαφέρουν ως προς τον αριθμό, το μήκος και την κατεύθυνσή
τους στο χώρο. Ο κάθε βραχίονας φέρει μια ή περισσότερες κεφαλές (θέ-
σεις στις οποίες αναπτύσσεται η ετήσια βλάστηση), των οποίων το μήκος
εξαρτάται από το εφαρμοζόμενο κλάδεμα καρποφορίας.
Τα φυτά συνήθως έχουν κορμό μικρού ύψους ο οποίος αρχίζει από την
επιφάνεια του εδάφους και δεν ξεπερνά τα 60 - 70 cm. Προσαρμόζονται πά-
ρα πολύ καλά σε συνθήκες μικρής εδαφικής γονιμότητας και χαμηλού βρο-
χομετρικού ύψους (κυπελλωτά). Σε πιο γόνιμα εδάφη, επίσης δίνουν καλά
αποτελέσματα (γραμμωτά).
112
Το χειμώνα που ακολουθεί την πρώτη βλαστική περίοδο μετά τη φύτευση
ενός ερρίζου-εμβολιασμένου ή τον εμβολιασμό ενός απλού - ερρίζου φυτού,
η πιο ζωηρή κληματίδα του εμβολίου κλαδεύεται στο ύψος ενός γονάτου,
πάνω από το ύψος που θα πρέπει να έχει ο κορμός του κυπέλλου. Ο βλα-
στός αυτός προσδένεται σε έναν κάθετο πάσσαλο και την άνοιξη που ακο-
λουθεί αφήνονται να βλαστήσουν οι δύο ανώτεροι οφθαλμοί, ενώ οι κατώ-
τεροι όταν βλαστάνουν αφαιρούνται με το χέρι. Τον επόμενο χειμώνα οι δύο
αυτές κληματίδες κλαδεύονται στους δύο οφθαλμούς για τη δημιουργία
τριών ή τεσσάρων βραχιόνων. Εάν το ύψος του κυπέλλου είναι πολύ μικρό
δεν χρειάζεται υποστήριξη με πάσσαλο. Η παραπάνω κλασική διαδικασία
υφίσταται πολλές τροποποιήσεις ανάλογα με τη ζωηρότητα του φυτού στα
πρώτα έτη και το σχηματισμό ή όχι, ζωηρών ταχυφυών. Η διάταξη που θα
έχει η ετήσια βλάστηση στο κύπελλο εξαρτάται από τον αριθμό των βραχιό-
νων καθώς επίσης και από τα χαρακτηριστικά της ποικιλίας (αν είναι δηλα-
δή ορθόκλαδη ή πίπτουσα). Επίσης μερικές ποικιλίες προσφέρονται περισ-
σότερο για κυπελλωτά σχήματα λόγω μεγάλης γονιμότητας των οφθαλμών
της βάσης( π.χ. Σαββατιανό) και ως εκ τούτου δεν απαιτούν μακρύ κλάδεμα
113
Σχήμα 29. Σχηματισμός ενός χαμηλού μη υποστηριγμένου κυπελλωτού σχήματος με
κατάλληλα κλαδέματα διαμόρφωσης.
114
Σχήμα 30. Αριστερά: παραδοσιακό κυπελλωτό με επιμηκυνόμενους βραχίονες Δεξιά :
παραδοσιακό κυπελλωτό με βραχίονες μικρού μήκους.
115
Μονόπλευρο γραμμοειδές (κορδόνι Royat) . Για τον σχηματισμό του Royat
ακολουθείται η εξής διαδικασία:
Το χειμώνα που ακολουθεί την βλαστική περίοδο μετά τη φύτευση ερρίζων-
εμβολιασμένων ή τον εμβολιασμό απλών-ερρίζων φυτών, διατηρείται μια
ζωηρή κληματίδα. Έχει προηγηθεί η εγκατάσταση της υποστύλωσης με
πασσάλους και σύρματα. Η κληματίδα κάμπτεται και προσδένεται στο κάτω
σύρμα το οποίο βρίσκεται σε ύψος 45 - 65 cm, κατά τέτοιο τρόπο ώστε η μια
σειρά των οφθαλμών να βρίσκεται στο κάτω μέρος και η άλλη στο πάνω
μέρος. Η κάτω σειρά των οφθαλμών του οριζοντιωμένου τμήματος αφαιρεί-
ται, καθώς και οι οφθαλμοί του καθέτου τμήματος της κληματίδας.
Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι η αφαίρεση των οφθαλμών θα πρέπει
να γίνεται, εάν είναι δυνατόν, αμέσως μετά την εκβλάστησή τους έτσι ώστε
να αποφεύγονται οι μεγάλες πληγές από την αρχή της ζωής του φυτού. Εάν
η κληματίδα έχει μικρά μεσογονάτια διαστήματα, αφαιρούνται διαδοχικά με-
ρικοί από τους πάνω οφθαλμούς, έτσι ώστε αυτοί που παραμένουν να απέ-
χουν μεταξύ τους όχι λιγότερο από 15 cm. Μετά την εκβλάστηση των οφ-
θαλμών αυτών, την ανάπτυξη των βλαστών και την πτώση των φύλλων το
χειμώνα, οι κληματίδες που προκύπτουν κλαδεύονται στους δύο οφθαλμούς
και έτσι σχηματίζονται οι θέσεις των κεφαλών του φυτού (Σχήμα 31). Πολλές
φορές δεν είναι δυνατόν να δημιουργηθεί από τη πρώτη χρονιά όλο το μή-
κος του οριζόντιου βραχίονα.
116
Σχήμα 31. Σταδιακός σχηματισμός μονόπλευρου γραμμοειδούς σχήματος σε διαδοχικά
έτη.
Έτσι διατηρούμε τον τελευταίο κάτω οφθαλμό του οριζοντίου τμήματος που
θα χρησιμεύσει για την επιμήκυνση του βραχίονα.
117
Σχήμα 32 Αμφίπλευρο γραμμοειδές σχήμα
118
Στο ύψος του κατώτερου οριζοντίου σύρματος διατηρούνται δύο κληματίδες
εκ των οποίων η μία κλαδεύεται στους δύο οφθαλμούς και η άλλη στους 6 -
10 οφθαλμούς ( Σχήμα 33 ). Η τελευταία η οποία λέγεται και αμολυτή στε-
ρεώνεται στο σύρμα οριζόντια, πλάγια ή κάμπτεται προς τα κάτω. Από την
αμολυτή αυτή προέρχεται το μεγαλύτερο μέρος της βλάστησης και της πα-
ραγωγής. Από τη κληματίδα η οποία κλαδεύεται στους δύο οφθαλμούς
119
στο φυτό. Στο σχήμα 33 (3) φαίνονται οι τομές που πραγματοποιούνται σε
ένα πρόσφατα διαμορφωμένο φυτό.
Πολλές φορές δημιουργείται διπλό Guyot, δηλαδή μια αμολυτή και ένας
αντικαταστάτης από τη μια πλευρά και μια αμολυτή και ένας αντικαταστάτης
από την άλλη. Αυτό το σχήμα εφαρμόζεται σε εδάφη μεγάλης γονιμότητας
και προσφέρεται για ορισμένες επιτραπέζιες ποικιλίες όπως π. χ. το Ραζακί
η Italia κλπ. Θα πρέπει εδώ να επισημανθεί ότι κατά το κλάδεμα Guyot, δη-
μιουργούνται μεγάλες πληγές πολύ κοντά στο κορμό του φυτού και αυτό
αποτελεί ένα από τα σοβαρότερα μειονεκτήματα του σχήματος αυτού. Οι
πληγές αυτές λόγω τους μεγάλου μεγέθους δύσκολα επουλώνονται και απο-
τελούν θέσεις εισόδου μολυσμάτων των μυκήτων που προσβάλουν τον α-
γωγό ιστό. Έτσι το σχήμα αυτό διαμόρφωσης είναι ευαίσθητο στην ευτυ-
πίωση η οποία αποτελεί μια Από τις σπουδαιότερες ασθένειες του ξύλου
της αμπέλου.
120
15.1. β Σχήματα υψηλά
121
πλέγμα. Οι αποστάσεις φύτευσης είναι μεγάλες ( 2 Χ 2 – 3 Χ 3) μ. ή και
μεγαλύτερες.
Για το σχηματισμό της κρεβατίνας επιδιώκεται η δημιουργία του κορμού
σε διάστημα 2 - 3 ετών, που φθάνει σε ύψος 1.80- 2μ. όπου εκεί κατασκευά-
ζεται η οριζόντια υποστήριξη των βραχιόνων και της ετήσιας βλάστησης
(Σχήμα 34). Η δημιουργία του κορμού επιτυγχάνεται με διαδοχικά κλαδέματα
ανάλογα με τη ζωηρότητα των βλαστών του νεαρού φυτού.
122
Σε κάθε περίπτωση, με διαδοχικά χειμερινά και θερινά κλαδέματα σχηματί-
ζεται ο κορμός όπου λίγο κάτω από το οριζόντιο πλέγμα δημιουργούνται οι
βραχίονες. Στο σχήμα 34 φαίνονται οι οριζόντιες και κάθετες υποστυλώσεις.
καθώς επίσης και η πυκνότητα και το πάχος των οριζοντίων συρμάτων. Στα
σημεία όπου τοποθετούνται οι κάθετοι πάσσαλοι έχουν φυτευτεί και τα φυ-
τά.
Κατά το κλάδεμα καρποφορίας διατηρούνται κεφαλές και αμολυτές, ανάλο-
γα με την ποικιλία.
Έχει αποδειχτεί μια σχετική οψίμιση της παραγωγής κατά 8 - 10 ημέ-
ρες, σε αμπελώνες διαμορφωμένους με αυτόν τον τρόπο, γι αυτό θα πρέπει
να αποφεύγεται το σχήμα αυτό σε πρώιμες επιτραπέζιες ποικιλίες. Επίσης
σε περιοχές με μεγάλη υγρασία παρατηρούνται εκτεταμένες προσβολές
από το ωίδιο και τον βοτρύτη. Έτσι η κρεβατίνα ενδείκνυται για περιοχές
με ξηρό κλίμα και δυνατότητα άρδευσης.
123
Σχήμα 35. Σύστημα κεκλιμένης αμολυτής (Cazenave) α: παραδοσιακό,β: πολλα-
πλό Guyot.
124
εξέλιξη του συστήματος αυτού οδήγησε σε ένα σύστημα διαμόρφωσης όπου
η ετήσια βλάστηση ακόμη και οι κεφαλές έχουν κατερχόμενη φορά (Σχήμα
37)
125
Σχήμα 37. Κατεύθυνση των ετήσιων βλαστών σε Sylvoz
Το μειονέκτημα του συστήματος αυτού είναι ότι η ζώνη των σταφυλιών κα-
λύπτεται πάντα από φύλλα καθώς επίσης ότι οι κεφαλές δεν είναι πάντα εύ-
κολο να είναι κατερχόμενες. Για την εξασφάλιση της κατερχόμενης βλάστη-
σης μπορεί να χρησιμοποιηθεί διπλό σύρμα κάτω από το επίπεδο της καρ-
πόδεσης.
126
κρωμένα (Σχήμα 38). Η εκμετάλλευση της αναρριχώμενης αμπέλου από τον
άνθρωπο χωρίς παρεμβάσεις με ιδιαίτερες καλλιεργητικές τεχνικές προέρ-
χεται από το απώτερο παρελθόν της ιστορίας και χαρακτηρίζει την αμπελο-
καλλιέργεια των Ετρούσκων . Αντίθετα η σύγχρονη αμπελοκαλλιέργεια με τις
γνωστές έντονες παρεμβάσεις στο υπέργειο τμήμα των φυτών χαρακτηρίζει
τον Ελληνικό τρόπο διαμόρφωσης και καλλιέργειας των φυτών της αμπέλου
και έτσι έχει καταγραφεί και ιστορικά. Σήμερα έχει εγκαταλειφθεί λόγω των
προβλημάτων που παρουσιάζει στις καλλιεργητικές φροντίδες.
127
Ανοιχτά γραμμωτά σχήματα τύπου V ή U. Με τα σχήματα αυτά το επίπεδο
της βλάστησης στο επάνω μέρος ανοίγει λιγότερο ή περισσότερο και επι-
τρέπει την αύξηση του φορτίου των φυτών, την καλύτερη εκμετάλλευση της
ηλιακής ακτινοβολίας από το φύλλωμα.
Το μικροκλίμα των διαφόρων μερών του υπεργείου τμήματος βελτιώνε-
ται με αποτέλεσμα οι σταφυλές και τα φύλλα να αερίζονται καλύτερα και
ως εκ τούτου να μειώνεται η ένταση των προσβολών από τις ασθένειες. Η
διευθέτηση των βλαστών είναι εύκολη. Έχει αναφερθεί ότι η χρησιμοποίη-
ση του σχήματος αυτού έδωσε πολύ καλά αποτελέσματα σε ότι αφορά την
ποιότητα. Από το άλλο μέρος οι σταφυλές είναι τοποθετημένες στη σκιά με
αποτέλεσμα να αποφεύγονται εγκαύματα από την έντονη ηλιακή ακτινοβολί-
α.
Η πρόκληση εγκαυμάτων στις ράγες των σταφυλών είναι συνηθισμένο
φαινόμενο στις ξηροθερμικές περιοχές και συμβαίνει όταν επικρατούν πολύ
υψηλές θερμοκρασίες ενωρίς το καλοκαίρι πριν τον περκασμό.
Το έντονο ξεφύλλισμα την περίοδο αυτή το οποίο γίνεται για τον καλύ-
τερο αερισμό των σταφυλών με σκοπό την αποφυγή μυκητολογικών ασθε-
νειών, επιτείνει τις ζημίες από τις υψηλές θερμοκρασίες.
128
Σχήμα 39. Γραμμωτό τύπου V με υποστυλώσεις σχήματος Τ
129
130
Σχήμα 40. Λεπτομερής παρουσίαση υποστυλώσεων των ανοιχτών σχημάτων.
131
Σχήμα 41. Σχήματα διαμόρφωσης με περιορισμένη σημασία
132
Διάφορα άλλα ειδικά σχήματα διαμόρφωσης παρουσιάζονται στο σχήμα 41
και 42 με τοπική και πολύ περιορισμένη σημασία ή διακοσμητική χρήση.
Σχήμα 42. Παραδοσιακό καλαθωτό σχήμα διαμόρφωσης των αμπέλων της Σαντο-
ρίνης
133
Κατά τη διαμόρφωση των φυτών θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ένας με-
γάλος αριθμός παραγόντων όπως:
• Η εκμηχάνιση
Είναι γεγονός ότι όσο αυξάνει η πυκνότητα φυτών ανά στρέμμα τόσο αυξά-
νει και η συνολική φυλλική επιφάνεια, η οποία και προσλαμβάνει αυξημένη
ηλιακή ακτινοβολία. Βέβαια αυτή η αυξημένη πυκνότητα δεν θα πρέπει να
προκαλεί μια έντονη αλληλοσκίαση του φυλλώματος, ούτε έναν έντονο αντα-
γωνισμό μεταξύ των φυτών σε ότι αφορά την εκμετάλλευση του εδάφους από
134
το ριζικό σύστημα. Έτσι λοιπόν μια πυκνότητα 400 – 450 φυτών ανά στρέμ-
μα είναι αρκετή ώστε να αποφεύγονται αυτού του είδους τα προβλήματα.
Σε εδάφη αυξημένης γονιμότητας θα μπορούσαμε να αυξήσουμε τις αποστά-
σεις φύτευσης και να μειώσουμε τον αριθμό των φυτών ανά στρέμμα. Στην
περίπτωση αυτή η απώλεια της παραγωγής λόγω μείωσης του αριθμού των
φυτών ανά μονάδα επιφανείας, αποκαθίσταται με την αύξηση του μεγέθους
των φυτών τα οποία θα μπορούν να έχουν μεγαλύτερο ‘ φορτίο’.
135
βολία. Όμως πριν και κατά τη δεκαετία του 70 άρχισε να αλλάζει η σύνθεση
των αμπελώνων και παράλληλα επικράτησαν οι απαιτήσεις για αυξημένες
παραγωγές και εκμηχάνιση, οι οποίες και επέβαλαν την αύξηση των απο-
στάσεων μεταξύ των γραμμών φύτευσης και την καθιέρωση των γραμμωτών
σχημάτων, πρώτα των Guyot και μετά των κορδονιών (αμφίπλευρα ή μονό-
πλευρα). Έτσι με μια μικρότερη πυκνότητα και λιγότερα φυτά ανά στρέμμα,
οι παραγωγοί άφηναν έναν μεγαλύτερο αριθμό οφθαλμών ανά στρέμμα με
καθαρά οικονομικούς στόχους ( την αύξηση της παραγωγής). Έτσι λοιπόν
άρχισαν να φαίνονται πολύ ενωρίς οι πρώτες επιπτώσεις στην ποιότητα των
προϊόντων, λόγω μεγάλης πυκνότητας του φυλλώματος με προβλήματα έντο-
νης σκίασης του φυλλώματος και τροποποίησης των μικροκλιματικών παρα-
μέτρων των φυτών. Ήταν λοιπόν αναγκαία η φροντίδα για καλύτερη έκθεση
του φυλλώματος, με σκοπό την αύξηση της περατότητας της ηλιακής ακτινο-
βολίας προς το εσωτερικό του φυλλώματος.
Τα προβλήματα που αφορούν την αλληλοκάλυψη του φυλλώματος από την
αύξηση της ζωηρότητας, εντοπίζονται κυρίως στις βορειότερες αμπελουργι-
κές χώρες, με χαμηλότερες θερμοκρασίες και συχνές βροχές και λιγότερο τις
νότιες. Παρόλα ταύτα σε περιοχές της βορείου Ελλάδος και σε μεγάλα υψό-
μετρα η υπερβολική αλληλοκάλυψη κάποιες χρονιές θα μπορούσε να έχει
σημαντικές επιπτώσεις τόσο στην ευπάθεια των φυτών στα παθογόνα, όσο
και στην καθυστέρηση της ωρίμανσης.
136
2.5Χ1.0m : 400 φυτά/στρ.
Είναι γεγονός ότι η διάταξη της βλάστησης στο χώρο επηρεάζει το μι-
κροκλίμα και ως εκ τούτου τη φυσιολογία του φυτού. Το ύψος στο οποίο
βρίσκεται η ετήσια βλάστηση τροποποιεί τις θερμοκρασίες που επικρατούν
στο περιβάλλον της λόγω της απόστασης από το έδαφος. Το ύψος του ε-
πιπέδου της βλάστησης και ο όγκος της βλάστησης στο επάνω μέρος του
επιπέδου, επηρεάζει την έκθεση των φύλλων στην ηλιακή ακτινοβολία. Ε-
πίσης η κατεύθυνση των βλαστών, ο όγκος του φυτού, το άνοιγμα του επι-
πέδου βλάστησης, η αλληλοκάλυψη των φύλλων επηρεάζουν τη φωτοσύνθε-
ση, καθώς και το μικροκλίμα στο επίπεδο των καρπών. Τα φύλλα τα οποία
είναι άμεσα εκτεθειμένα στο φως, φωτοσυνθέτουν ικανοποιητικά. Επίσης τα
φύλλα τα οποία βρίσκονται στη σκιά ενός επιπέδου φύλλων, δέχονται την
ηλιακή ενέργεια είτε μέσω της διάχυσης, είτε μέσω της αντανάκλασης από
το έδαφος καθώς επίσης και αυτήν η οποία διαπερνά το έλασμα των φύλ-
λων. Όμως στο τρίτο ή τέταρτο επίπεδο αλληλοκάλυψης η ακτινοβολία η
οποία φτάνει στα φύλλα είναι εντελώς ανεπαρκής (6W /m 2 (Ph.A.R.) και
αποτελεί το 1/60 της μεγίστης ακτινοβολίας. Θα πρέπει επιπλέον να επιση-
μανθεί ότι το 70 % της φωτοσυνθετικής δραστηριότητας οφείλεται σε φύλ-
λα άμεσα εκτεθειμένα στο φως. Κατά συνέπεια λοιπόν η διάταξη του φυλλώ-
ματος στα διάφορα σχήματα διαμόρφωσης έχει μεγάλη σημασία και επη-
ρεάζει καθοριστικά σημαντικές φυσιολογικές λειτουργίες. Κάποιες βασικές
αρχές που θα πρέπει πάντα να λαμβάνονται υπόψη είναι κατά τη διαμόρ-
φωση των φυτών και τη διευθέτηση της βλάστησης είναι οι ακόλουθες:
137
• Η αλληλοκάλυψη του φυλλώματος μειώνει τη χρήσιμη φυλλική επιφά-
νεια.
Ύψος κορμού και θερμοκρασία . Είναι γνωστό ότι κατά την ημέρα, η θερμο-
κρασία στην επιφάνεια του εδάφους ανέρχεται και έτσι η θερμοκρασία του
αέρα των στρωμάτων αυτών ανεβαίνει και είναι μεγαλύτερη σε σχέση με τα
ανώτερα στρώματα. Τη νύχτα όμως η θερμοκρασία του εδάφους μειώνεται
και αυτό έχει ως συνέπεια, η θερμοκρασία του αέρα κοντά στην επιφάνεια
του εδάφους μειώνεται επίσης. Τη νύχτα τα πράσινα μέρη του φυτού ακτι-
νοβολούν θερμική ενέργεια περισσότερη απ' όση παίρνουν από το έδαφος
και τον αέρα και έτσι ψύχονται. Η θερμοκρασία τους τη νύχτα είναι 1 - 2 0 C
μικρότερη από αυτή του περιβάλλοντος. Επίσης είναι γνωστό ότι η βλάστη-
ση των φυτών της αμπέλου καταστρέφεται όταν εκτεθεί στους -2.5 0 C για
διάστημα μιας ώρας. Στη θερμοκρασία των - 1.5 0 C δεν υφίστανται ζημίες.
Άρα πολλές φορές διαφορά θερμοκρασίας ακόμη και ενός βαθμού μπορεί να
καταστρέψει τη βλάστηση. Τέτοια διαφορά μπορεί να διαπιστωθεί π.χ. με-
ταξύ 45 και 100 cm. Έτσι για έναν ανοιξιάτικο παγετό όπου η θερμοκρασία
κατεβαίνει στους - 3 0 C για μια ώρα, παρατηρούνται διαφορές ως προς τις
ζημίες που προκαλούνται μεταξύ του ύψους των 45 cm και των 100 cm. Η
138
βλάστηση που βρίσκεται στο 1 μέτρο δεν υφίσταται ζημίες. Όμως για χαμη-
λότερη θερμοκρασία παγετού ( - 5 0 C) και στα δύο ύψη προκαλούνται εξίσου
σοβαρές ζημίες.
Έχει αποδειχτεί ότι όταν το ύψος του κορμού μειώνεται από τα 100 cm
στα 20 cm, τότε ο ηλιοθερμικός δείκτης στο επίπεδο της βλάστησης, αυξά-
νει από 152 βαθμοημέρες στο Montpellier της Γαλλίας έως 300 στη Βουλγα-
ρία. Έτσι στις ψυχρές περιοχές το ύψος του φυτού θα πρέπει να μειώνεται, με
σκοπό η βλάστηση να βρίσκεται για περισσότερο χρονικό διάστημα σε ψηλότε-
ρες θερμοκρασίες. Και τούτο γιατί αυξανομένης της απόστασης από το έδαφος
από τα 20 στα 100 cm οι μέγιστες θερμοκρασίες μειώνονται πολύ περισσότερο
από ότι αυξάνονται οι ελάχιστες θερμοκρασίες.
Σύμφωνα με τα παραπάνω στοιχεία αλλά και πολυάριθμα δεδομένα περιο-
χών οι οποίες θεωρούνται οριακές από την άποψη των χαμηλών θερμοκρασιών,
το ύψος του κορμού σε ψυχρές περιοχές θα πρέπει να χαμηλώνει έτσι ώστε η
139
βλάστηση να βρίσκεται κοντά στην επιφάνεια του εδάφους με σκοπό να παρα-
μένει για περισσότερο χρονικό διάστημα σε θερμοκρασίες ευνοϊκές για την α-
μπελοκαλλιέργεια. Σε αυτές τις περιπτώσεις επιτυγχάνεται καλύτερη ωρίμανση
των σταφυλών. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και σε ορεινές περιοχές με μεγάλο υ-
ψόμετρο οι οποίες χαρακτηρίζονται από χαμηλές θερμοκρασίες κατά τη διάρ-
κεια της βλαστικής περιόδου. Θα πρέπει βέβαια να επισημανθεί επίσης ότι σε
μερικές πεδινές περιοχές στις οποίες επικρατούν συνθήκες αυξημένης σχετικής
υγρασίας κατά την βλαστική περίοδο το ύψος του κορμού θα πρέπει να μεγαλώ-
νει για να αποφεύγονται μολύνσεις από μυκητολογικές ασθένειες που προσβά-
λουν συχνά την άμπελο.
140
Σχήμα 43. Αποστάσεις των γραμμών φύτευσης σε σχέση με το ύψος της βλάστησης.
141
κανονικών αποστάσεων μεταξύ του ύψους της βλάστησης και των αποστά-
σεων φύτευσης μεταξύ των γραμμών.
h2 ≤ d 1 . 0.8
Στις περιπτώσεις όπου αυξάνεται το ύψος του φυλλικού τείχους αυτό δεν θα
πρέπει να ξεπερνά την απόσταση d 1 η οποία και εξαρτάται βέβαια από την
απόσταση μεταξύ των γραμμών φύτευσης D, αλλά και το πάχος της βλά-
στησης όπως φαίνεται στο σχήμα 43.
Το ύψος του φυλλικού τείχους, παίζει καθοριστικό ρόλο στη συνολική
φωτοσύνθεση των φυτών και την ποιότητα της παραγωγής. Έχει υπολογι-
στεί χονδρικά, ότι για την κανονική ωρίμανση 1 Kg σταφυλών απαιτείται ε-
νεργός φυλλική(ΕΦΕ) επιφάνεια 1m 2 . Ως ενεργός φυλλική επιφάνεια θεωρεί-
ται αυτή που δέχεται άμεσα την ηλιακή ακτινοβολία. Έτσι λοιπόν, ο λόγος
ΕΦΕ(m 2 ) / Kg ( σταφυλών ) θα πρέπει να είναι πάνω από 1. Άρα για ένα
συγκεκριμένο ύψος παραγωγής ανά στρέμμα, και για δεδομένη απόσταση
μεταξύ των γραμμών φύτευσης για να έχουμε μια ικανοποιητική σχέση
ΕΦΕ(m 2 ) / Kg ( σταφυλών ) π.χ. 1.3 θα πρέπει να εξασφαλιστεί ένα κανονι-
κό ύψος φυλλικού τείχους, το οποίο όμως θα πρέπει να είναι μεγαλύτερο
του 0.8d 1 για να μην αλληλοσκιάζονται οι γραμμές.
Έτσι για παράδειγμα σε έναν αμπελώνα ύψους παραγωγής 650 Kg/στρ.
όπου οι αποστάσεις φύτευσης είναι 2.20m, το φυλλικό τείχος θα πρέπει να
είναι τουλάχιστον 1 m. Για μια αντίστοιχη παραγωγή 1170 Kg/στρ. το
φυλλικό τείχος θα πρέπει να είναι 1.85m.
142
H =185cm h 1 =70cm h 2 = 115cm h 3 = 170cm
143
λιστα ένας αρχαίος Ελληνικός μύθος αποδίδει το τυχαίο αυτό γεγονός, κατά
έναν πολύ παραστατικό τρόπο:
144
στήσουν, αυτοί δίνουν περισσότερους βλαστούς οι οποίοι είναι μικρότερης
ζωηρότητας σε σχέση με το προηγούμενο. Οι δυνατότητες λοιπόν του φυ-
τού σε κάποια δεδομένη στιγμή εκφράζονται σε λιγότερους ή περισσότε-
ρους οφθαλμούς κάθε φορά. Το ίδιο ισχύει και για τις δυνατότητες του εδά-
φους οι οποίες μπορούν να καλύψουν συγκεκριμένες ανάγκες σε νερό και
ανόργανα συστατικά.
Στις διάφορες αυτές περιπτώσεις όσο περισσότεροι οφθαλμοί αφήνο-
νται κατά το κλάδεμα, τόσο περισσότεροι βλαστοί αναπτύσσονται οι οποίοι
φέρουν επάνω τους περισσότερες ταξιανθίες και συνεπώς η παραγωγή ανά
φυτό αυξάνεται.
145
Δεδομένου ότι η γονιμότητα των οφθαλμών από τη βάση της κληματίδας
προς το μέσον αυξάνει, αφήνοντας περισσότερους οφθαλμούς κατά το κλά-
δεμα η παραγωγή του φυτού αυξάνεται υπερβολικά και το φυτό δυσκολεύε-
ται να ανταποκριθεί στις ανάγκες της υπερβολικής αυτής παραγωγής. Η
φυλλική επιφάνεια του φυτού στις περιπτώσεις αυτές, είναι ανεπαρκής για
να ανταποκριθεί στις αυξημένες ανάγκες σε ότι αφορά τα προϊόντα της φω-
τοσύνθεσης. Θα πρέπει επιπλέον να σημειωθεί ότι οι βλαστοί στην περί-
πτωση αυτή, είναι πάρα πολύ ασθενικοί, δεν αποκτούν μεγάλο μήκος και
χρόνο με τον χρόνο εφόσον το φυτό εξακολουθεί να δέχεται υπερβολικά μα-
κρύ κλάδεμα, αυτό να έχει επιπτώσεις και στο μέγεθος των ταξιανθιών. Επί
πλέον, το έδαφος που εκμεταλλεύεται το φυτό, είναι περιορισμένο, με περι-
ορισμένη δυνατότητα ως προς τον εφοδιασμό των φυτών με νερό και ανόρ-
γανα στοιχεία. Ο πίνακας 4 παρουσιάζει μια χαρακτηριστική αύξηση της
γονιμότητας των οφθαλμών των βλαστών από τον τυφλό της βάσης, προς
τους ανώτερους οφθαλμούς.
Πίνακας 4
Παραγωγή ανά οφθαλμό που αφήνεται κατά το κλάδεμα στη ποικιλία Cabernet
sauvignon.
Εάν η παραγωγή του φυτού αυξηθεί πάνω από ένα όριο τότε παρατη-
ρείται καθυστέρηση της ωρίμανσης και περιορισμός της αύξησης του φυτού.
146
Το μακρύ κλάδεμα οδηγεί σε έναν μεγάλο αριθμό ταξιανθιών ανά φυτό και
προκαλεί πάντα υπερπαραγωγή, η οποία εκτός του ότι είναι ποιοτικά υπο-
βαθμισμένη, προκαλεί ατελή διαφοροποίηση των οφθαλμών και επίσης μει-
ώνει τα ενεργειακά αποθέματα των φυτών, τα οποία είναι απαραίτητα για
την επόμενη βλάστηση.
Σύμφωνα με τις παραπάνω αρχές, το κλάδεμα αποκαθιστά μια ικανο-
ποιητική σχέση μεταξύ βλαστικής ανάπτυξης και καρποφορίας με σκοπό
την άριστη σχέση μεταξύ ποιότητας και ποσότητας της παραγωγής. Επί
πλέον επηρεάζει την παραγωγή της επόμενης χρονιάς με έμμεσο τρόπο.
Όμως για διάφορους λόγους όλοι οι οφθαλμοί που αφήνονται κατά το κλά-
δεμα δεν βλαστάνουν, ή ακόμη βλαστάνουν κατά τυχαίο τρόπο κοιμώμενοι
οφθαλμοί ευρισκόμενοι σε διάφορα σημεία του φυτού. Ένας εμπειρικός
τρόπος εκτίμησης του κανονικού φορτίου είναι η παρατήρηση της βλάστη-
σης των οφθαλμών που αφέθηκαν κατά το κλάδεμα καρποφορίας. Τα πρέ-
μνα τα οποία βρίσκονται υπό κανονικό φορτίο, συνήθως θα πρέπει να έχουν
και έναν πολύ μικρό αριθμό οφθαλμών των βάσεων των κεφαλών, οι οποίοι
δεν βλαστάνουν.
147
Εάν το φορτίο είναι μικρότερο του κανονικού, τότε οι περισσότεροι σχε-
δόν οφθαλμοί που αφέθηκαν κατά το κλάδεμα βλαστάνουν. Επί πλέον βλα-
στάνουν και αρκετοί λαίμαργοι που προέρχονται από κοιμώμενους οφθαλ-
μούς καθώς επίσης και μερικοί άξονες αντικαταστάσεως σε κάποιους χειμέ-
ριους οφθαλμούς.
Εάν το φορτίο είναι υπερβολικό, ένας αριθμός οφθαλμών δεν βλαστάνει,
ιδιαίτερα οι οφθαλμοί της βάσης των κεφαλών ή αμολυτών.
Το φορτίο βέβαια βρίσκεται σε άμεση σχέση με το μέγεθος των φυτών.
Φυτά εγκαταστημένα σε γόνιμα εδάφη και σε μεγάλες αποστάσεις φύτευ-
σης, αποκτούν μεγάλο μέγεθος και προφανώς κλαδεύονται με τέτοιο τρόπο,
έτσι ώστε να αφήνεται ένας μεγάλος αριθμός οφθαλμών προς εκβλάστηση.
Το αντίθετο συμβαίνει σε φυτά τα οποία καλλιεργούνται σε άγονα ξηρά ε-
δάφη, ή ακόμη και σε γόνιμα, αλλά σε πυκνότερη φύτευση.
Το φορτίο επηρεάζει την ποιότητα της παραγωγής. Ένα ενδεικτικό παρά-
δειγμα φαίνεται στον πίνακα που ακολουθεί (Πίνακας 5 ).
Πίνακας 5
148
αμολυτές). Θα εφαρμοστεί δηλαδή κλάδεμα βραχύτερο ή μακρότερο. Αυτή η
δυνατότητα επιλογής έχει σχέση με τα χαρακτηριστικά της ποικιλίας αλλά
και του φυσικού περιβάλλοντος. Σε ποικιλίες μεγάλης γονιμότητας, όπου οι
οφθαλμοί της βάσης είναι αρκετά γόνιμοι και παράγουν μεγάλου μεγέθους
ταξιανθίες, εφαρμόζουμε κλάδεμα βραχύ. Αντίθετα σε ποικιλίες μικρής γο-
νιμότητας, οι οφθαλμοί της βάσης διαμορφώνουν λίγες ή και μικρές ταξιαν-
θίες και τότε αυτές δέχονται μακρύτερο κλάδεμα. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημα-
σία για ποικιλίες που οι οφθαλμοί της βάσης είναι άγονοι. Έτσι για παρά-
δειγμα οι ποικιλίες Carignan, Cinsault, Σαββατιανό δέχονται κατά κανόνα
κλάδεμα βραχύ λόγω του ότι έχουν οφθαλμούς με μεγάλη γονιμότητα. Αντί-
θετα οι ποικιλίες Cabernet sauvignon, Merlot, Pinot και Syrah δέχονται μα-
κρύτερο κλάδεμα. Η Σουλτανίνα για να παράγει ικανοποιητική ποσότητα
πρέπει να δεχτεί πολύ μακρύ κλάδεμα δεδομένου ότι οι οφθαλμοί της βάσης
έχουν πολύ μικρή γονιμότητα ή δεν διαμορφώνουν καθόλου ταξιανθίες.
Η επιλογή του ενός ή του άλλου τύπου κλαδέματος επιτρέπει τη μεταβολή
της ποσότητας της παραγωγής του φυτού και ως εκ τούτου επηρεάζει την
ποιότητα.
Η ομοιόμορφη επίσης κατανομή του φορτίου μεταξύ των διαφόρων τμη-
μάτων του φυτού έχει μεγάλη σημασία για τη φυσιολογική ισορροπία των
βραχιόνων. Οι διάφοροι βραχίονες θα πρέπει να έχουν ομοιόμορφο φορτίο
γιατί αλλιώς το σχήμα του φυτού θα καταλήξει να γίνει ασύμμετρο. Για τη
συμμετρία του φυτού θα πρέπει να υπάρχει ιδιαίτερη φροντίδα από την αρ-
χή της ζωής του όταν εκτελούνται τα κλαδέματα διαμόρφωσης. Πολλές φορές
η ασυμμετρία είναι αναπόφευκτη δεδομένου ότι οι βραχίονες έχουν σχημα-
τιστεί σε διαφορετική χρονιά ή βρίσκονται σε διαφορετικό ύψος. Άλλοτε
πάλι σε φυτά μεγάλης ηλικίας όταν κάποιος βραχίονας είναι ασθενικός ή
καταστραμμένος, μας ενδιαφέρει να ενισχύεται ο πιο ζωηρός βραχίονας.
Στις διάφορες αυτές περιπτώσεις πραγματοποιούμε το κλάδεμα με διαφορε-
τικό τρόπο:
149
• Προώθηση της ασυμμετρίας: Στο βραχίονα που είναι πιο
ζωηρός αφήνονται περισσότεροι οφθαλμοί.
150
Οι μεγάλες πληγές θα πρέπει να αποφεύγονται και όταν γίνονται θα
πρέπει να απολυμαίνονται. Αποτελεσματική προστασία έχει δείξει το Αρσε-
νικώδες Νάτριο ακόμη και ο Βορδιγάλλειος πολτός. Για να αποφεύγονται οι
μεγάλες πληγές, στα πρώτα χρόνια της ζωής του φυτού, κατά τη διαμόρφω-
ση θα πρέπει να εφαρμόζουμε βλαστολόγημα, αφαιρώντας τους περίσσιους
νεαρούς βλαστούς που μόλις αναπτύσσονται. Εάν αυτοί οι βλαστοί αφαιρε-
θούν τον επόμενο χειμώνα κατά το χειμερινό κλάδεμα, τότε προκαλούνται
πληγές σε κεντρικά σημεία (κορμός βραχίονες) με αποτέλεσμα να υπάρχει
κίνδυνος εγκατάστασης ασθενειών του ξύλου στα σημεία αυτά.
Το σύστημα διαμόρφωσης και κλαδέματος που επιλέγουμε πολλές φορές
από μόνο του δημιουργεί την αναγκαιότητα εκτέλεσης τομών μεγάλου ή μι-
κρού μεγέθους. Για παράδειγμα μεταξύ ενός κλασικού γραμμωτού σχήματος
με αρκετές κεφαλές και του Guyot (γραμμωτό με ανανεούμενο βραχίονα), εί-
ναι φανερό ότι οι τομές στο γραμμωτό είναι πολύ μικρότερες. Επίσης η
μείωση των αποστάσεων φύτευσης έχει ως αποτέλεσμα να μειώνεται το μέ-
γεθος των πληγών λόγω μειωμένης ζωηρότητας των φυτών.
151
Σχήμα 45. Πιθανές τομές κατά την εκτέλεση του κλαδέματος .
152
Σχήμα 46. Αντικατάσταση κεφαλής η οποία έχει επιμηκυνθεί
Σε ένα έδαφος μέσης γονιμότητας στο οποίο καλλιεργείται μια οινοποιήσιμη ποικι-
λία μέσης ζωηρότητας σε πυκνότητα 400 φυτών το στρέμμα, διαμορφωμένα σε γραμ-
μωτό σχήμα, ένα ενδεικτικό φορτίο θα μπορούσε να είναι 5 -6 κεφαλές των 2 οφθαλ-
μών. Αυτός ο αριθμός των οφθαλμών που αφήνεται μπορεί να αυξάνεται και να μειώνε-
ται ανάλογα με τη ζωηρότητα των φυτών, τη γονιμότητα του εδάφους και τις αποστά-
σεις φύτευσης.
Κάτω όμως από τις Ελληνικές συνθήκες καλλιέργειας και σε μια πυκνό-
τητα 400 φυτών το στρέμμα, δεν θα πρέπει να ξεπερνάμε το όριο των 7.000-
8.000 οφθαλμών το στρέμμα. Σε επιτραπέζιες ποικιλίες εγκαταστημένες σε
153
γόνιμα αρδευόμενα εδάφη και σε μεγαλύτερες αποστάσεις φύτευσης ο α-
ριθμός αυτός είναι πολύ μεγαλύτερος, ανάλογα με το μέγεθος των φυτών.
Επισημαίνεται όμως ότι ο αριθμός αυτός είναι ενδεικτικός και δεν θα πρέπει
να εκλαμβάνεται ως γενική σύσταση.
Στα πρώτα χρόνια της ζωής των φυτών ακόμη και ένα μικρό φορτίο θε-
ωρείται υπερβολικό. Το φυτό στα πρώτα χρόνια της ζωής του θα πρέπει να
οικοδομήσει τα μόνιμα τμήματά του και επομένως η παραγωγή δρα ανταγω-
νιστικά προς αυτό. Έτσι κατά τα πρώτα χρόνια, θα πρέπει να αφαιρού-
νται οι ταξιανθίες. Την πρώτη χρονιά αφαιρούνται όλες, τη δεύτερη οι πε-
ρισσότερες και ούτω καθ' εξής. Πολλές φορές ιδιαίτερα σε αμπελώνες επι-
τραπέζιων σταφυλιών το υπερβολικό φορτίο κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής
του αμπελώνα υποθηκεύει το μέλλον των φυτών και υποβαθμίζει την ποιότη-
τα της παραγωγής.
154
Επίσης θα πρέπει να επισημανθεί ότι το όψιμο κλάδεμα καθυστερεί
την εκβλάστηση.
155
ση είναι απαραίτητες τις περιπτώσεις εκμηχάνισης διαφόρων επεμβάσεων
με σκοπό τη μείωση του κόστους παραγωγής.
Είναι γεγονός ότι το κλίμα επηρεάζει καθοριστικά την ποσότητα και την
ποιότητα της παραγωγής. Για την καλύτερη κατανόηση της επίδρασης του
κλίματος στην παραγωγή προϊόντων διακρίνονται τρία επίπεδα κλιματικών
παραμέτρων:
• Το μακροκλίμα
• Το μεσοκλίμα
• Το μικροκλίμα
156
ποιων λόφων η ωρίμανση των σταφυλών μπορεί να εξελίσσεται ικανοποιη-
τικά. Αντίθετα σε θερμές περιοχές, αμπελώνες οι οποίοι είναι εγκαταστημέ-
νοι σε αυξημένο υψόμετρο παράγουν καλύτερης ποιότητας προϊόντα δεδο-
μένου ότι η ωρίμανση εξελίσσεται κάτω από πιο δροσερές θερμοκρασίες.
Διαφορές στο μεσοκλίμα παρατηρούνται σε αποστάσεις που κυμαίνονται
από μερικές δεκάδες ή εκατοντάδες μέτρα, μέχρι μερικά χιλιόμετρα.
Είναι γεγονός ότι οι κλιματικοί όροι πολλές φορές δεν χαρακτηρίζονται σω-
στά και οι τρεις παραπάνω διαβαθμίσεις συγχέονται. Έτσι για παράδειγμα
όταν θέλουμε να αναφερθούμε σε επίπεδο αμπελώνα, είναι πιο σωστό να
χρησιμοποιήσουμε τη λέξη μεσοκλίμα. Όταν ενδιαφερόμαστε να χαρακτηρί-
σουμε έναν αμπελώνα λαμβάνουμε υπόψη το μακροκλίμα και το μεσοκλίμα.
Από το άλλο μέρος όταν πρόκειται να αξιολογηθεί σύστημα διαμόρφωσης και
το φύλλωμα ενός φυτού γίνεται αναφορά στο μικροκλίμα.
Σκίαση, ποσότητα και ποιότητα του φωτός . Οι μετρήσεις του φωτός σε θέ-
ματα που αφορούν τη φωτοσύνθεση συνήθως γίνονται χρησιμοποιώντας τον
όρο ‘’πυκνότητα ροής φωτονίων’’ (Photon fux density). Η φωτοσυνθετικώς
ενεργή ακτινοβολία ‘’Photosyntetically active radiation (PAR)’’ ή ‘’Phosyn-
thetic Photon flux density(PPFD)’’ μετράται σε μE. Το Εinstein (E) είναι
ένα mole από φωτόνια.
157
Για μιά ηλιόλουστη ημέρα η μέγιστη ηλιακή ακτινοβολία μπορεί να αντιστοι-
χεί σε:
480W Ph.A.R./m 2
ή
2256 μΕ.m -2 .s -1 (1w/m 2 = 4.7 μΕ.m -2 .s -1 )
158
• Μείωση του τρυγικού οξέος
• Μείωση των μονοτερπενικών ενώσεων
• Υποβάθμιση των φρουτωδών αρωμάτων
• Αύξηση του καλίου και του pH του οίνου
• Αύξηση του μηλικού οξέος και της σχέσης του μηλικού οξέος προς το
τρυγικό
159
18.2. Θερινά κλαδέματα
Συνίσταται στην αφαίρεση ενός αριθμού ταξιανθιών πριν ή και μετά την
άνθηση με σκοπό τη βελτίωση της σχέσης μεταξύ φυλλικής επιφάνειας και
σταφυλιών. Εάν διαπιστωθεί υπερπαραγωγή λόγω μεγάλου αριθμού ταξι-
ανθιών, η αφαίρεση ενός αριθμού ταξιανθιών είναι απαραίτητη για την ο-
μαλή ωρίμανση και τη βελτίωση της ποιότητας του προϊόντος. Οι καλύτε-
ρες τροφικές συνθήκες που εξασφαλίζονται στις ταξιανθίες που παραμέ-
νουν, έχουν ως αποτέλεσμα την καλύτερη ανάπτυξη των διαφόρων τμημά-
των του άνθους και την καλύτερη γονιμοποίηση. Στις περισσότερες περι-
πτώσεις οι ταξιανθίες αφαιρούνται μετά το δέσιμο αφού πρώτα εξελιχτεί ι-
κανοποιητικά η καρπόδεση. Άλλοτε πάλι ιδιαίτερα σε κάποιες επιτραπέζιες
ποικιλίες που ανθορροούν, αφαιρούνται μερικές ταξιανθίες πριν την ανθο-
φορία για να εξασφαλιστούν ευνοϊκές συνθήκες θρέψης στις υπόλοιπες με
σκοπό τον σχηματισμό πυκνότερων ραγών. Επίσης στις επιτραπέζιες ποικι-
λίες μετά το δέσιμο αφαιρούνται οι πολύ μικρές ή οι πολύ μεγάλες ταξιανθί-
ες με σκοπό την παραγωγή ομοιόμορφων σταφυλών και την ικανοποίηση
των απαιτήσεων του καταναλωτή. Σε οινοποιήσιμες ποικιλίες, για να απο-
φευχθεί η αύξηση του μεγέθους των ραγών η αφαίρεση των ταξιανθιών γίνε-
ται μετά την καρπόδεση και αφού αυξηθεί το μέγεθος των πράσινων ραγών.
160
Θα πρέπει να σημειωθεί η υποχρεωτική αφαίρεση των ταξιανθιών την πρώ-
τη χρονιά ή και τη δεύτερη χρονιά της εγκατάστασης των φυτών στον αμπε-
λώνα λόγω του ότι σ' αυτή την ηλικία οποιοδήποτε φορτίο θεωρείται υπερ-
βολικό για το φυτό και δρα ανταγωνιστικά στην οικοδόμηση των μόνιμων
τμημάτων του φυτού και κυρίως στην ομαλή εγκατάσταση του ριζικού συ-
στήματος στο έδαφος.
161
ράγες σε μέγεθος μεγάλου σκαγιού 50%
ράγες σε μέγεθος μπιζελιού 35%
λίγο αργότερα 25%
κλείσιμο του σταφυλιού 5%
Έτσι λοιπόν όσο πιο καθυστερημένη γίνει η επέμβαση μετά το δέσιμο των
ραγών τόσο μικρότερο είναι και το ποσοστό ανθόρροιας.
Το Ethephon χρησιμοποιείται επίσης για την βελτίωση του χρωματι-
σμού των ραγών αλλά σε μεταγενέστερο στάδιο, μετά το γυάλισμα της ρά-
γας.
Βελτίωση των χαρακτηριστικών του καρπού και της ράγας στη Σουλτανίνα. Η
γιββερελλίνη χρησιμοποιείται ευρέως σε παγκόσμιο επίπεδο για την αύξη-
σης του μεγέθους του καρπού και των ραγών στη Σουλτανίνα με σκοπό την
διακίνησή της στο εμπόριο, ως επιτραπέζιας ποικιλίας. Υπάρχουν πολλοί
τρόποι εφαρμογής της γιββερελλίνης με περισσότερο ή λιγότερο ικανοποιη-
τικά αποτελέσματα.
162
γ) 7,5 ppm όταν το 90% των ανθέων είναι ανοιχτά
(200L/στρ.
δ) 20ppm όταν οι ράγες είναι 4 - 5mm (200L/στρ.).
ε) 40 ppm όταν οι καθυστερημένης ανθοφορίας ράγες έ-
χουνφτάσει σε διάμετρο 4 - 5mm (200L/στρ.
στ.) 35 ppm 5 ημέρες μετά την τελευταία επέμβαση
(200L/στρ.)
163
δεδομένου ότι μεγαλύτερες δόσεις από τις κανονικές προκαλούν συμπτώμα-
τα τοξικότητας στα φυτά. Έχουν παρατηρηθεί εκτεταμένες κυτταροπλασίες
στον φλοιό του κορμού των βραχιόνων με αποτέλεσμα τα φυτά να υφίστα-
νται ζημίες.
Σε πειράματα που έγιναν στην περιοχή της Καβάλας διαπιστώθηκε ότι με
επέμβαση γιββερελλίνης με τρεις προανθικές (25, 7.5 και 20ppm αντίστοιχα)
και τρεις μετανθικές επεμβάσεις(20, 40, 35 ppm αντίστοιχα) παρατηρήθηκε η
μεγαλύτερη αύξηση του βάρους της ράγας (Πίνακας 6). Όταν γινόταν και συν-
δυασμός 4-CPA το βάρος και το μέγεθος της ράγας παρουσίαζαν τη μεγαλύτε-
ρη αύξηση. Μεγαλύτερη αύξηση του βάρους και του μεγέθους της ράγας παρα-
τηρήθηκε στην επέμβαση με 105ppm συνολικής ποσότητας GA 3 (1-2) ,όπου έ-
γινε μία εφαρμογή με 20ppm GA 3 στο πέρας της άνθησης, μία εφαρμογή με
40ppm GA 3 όταν οι ράγες είχαν διάμετρο 4-5 mm και μία εφαρμογή με 45 ppm
GA 3 όπου προσθέτονταν 30 ppm 4-PCPA όταν οι ράγες είχαν διάμετρο 6-7
mm. Στην περίπτωση αυτή το βάρος της ράγας αυξήθηκε κατά 213,5% και το
μήκος 83,1% (Πίνακας 7).
Τα αποτελέσματα έδειξαν επίσης ότι εφαρμογές GA 3 που προκαλούν
αύξηση του μεγέθους της ράγας καθυστερούν την ωρίμανση. Στις επεμβά-
σεις συνδυασμού GA 3 και 4-CPA παρατηρήθηκε πρόσθετη καθυστέρηση
της ωρίμανσης. Η καθυστέρηση της ωρίμανσης εκφράζεται με τη μείωση
σακχάρων ενώ παράλληλα αυξάνεται η ολική οξύτητα (Πίνακες 6,7).
Η καθυστέρηση της ωρίμανσης αποδίδεται στις μεγαλύτερες ράγες και την
αυξημένη παραγωγή, δεδομένου ότι εάν μετά την εφαρμογή γιββερελλίνης,
ακολουθήσει αραίωση των σταφυλών ούτως ώστε η απόδοση κατά την
ωρίμανση να είναι ισοδύναμη, δεν παρατηρείται διαφορά στην πορεία ωρί-
μανσης.
Η αντοχή των ραγών στη σύνθλιψη και την πρόσφυση αυξάνεται σε
όλες εφαρμογής γιββερελλίνης, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις συνδυασμού γιβ-
βερελλίνης και 4 - χλωροφαινοξυοξικού οξέος (Πίνακες 3, 4). Τα παραπάνω
παραδείγματα εφαρμογής και οι συγκεντρώσεις των αυξητικών ρυθμιστών
164
είναι ενδεικτικά και χρειάζονται εξειδίκευση ανάλογα με τη ποικιλία και την
περιοχή όπου εφαρμόζονται.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι προανθικές εφαρμογές με γιββερελλίνη
25 περίπου ημέρες πριν από την άνθηση έχουν ως αποτέλεσμα την επιμή-
κυνση του βοστρύχου και κατά συνέπεια μια έπιπρόσθετη έμμεση αραίωση
των ραγών. Κατά τον ίδιο τρόπο επίσης δρα και ένα πολύ αυστηρό κορυφο-
λόγημα κατά την περίοδο αυτή.
Πίνακας 6.
Επίδραση του GA 3 σε μερικά χαρακτηριστικά της ράγας στην ποικιλία Σουλτανίνα.
165
Πίνακας 7.
Επίδραση του συνδυασμού GA 3 + 4 - CPA σε μερικά χαρακτηριστικά της ράγας στην ποικιλία
Σουλτανίνα.
4 GA3 GA3k
Επεμβάσεις Βάρος Aύξη- Μήκος 0 Brix Ολ. Οξύτη- Αντοχή στη Αντοχή στη
ppmGA3 (g) ση % (mm) τα % 0 σύνθλιψη πρόσφυση
(g) (g)
18.2.γ Βλαστολόγημα
166
πίωση ή τους χειμερινούς παγετούς). Όμως σε μερικές περιπτώσεις αυξημέ-
νης ζωηρότητας η αφαίρεση ενός πολύ μεγάλου μέρους τέτοιων βλαστών
που συνήθως βρίσκονται στη βάση των κεφαλών έχει ως αποτέλεσμα την
υπερβολική ζωηρότητα των βλαστών που παραμένουν. Βέβαια αυτό μερικές
φορές προκαλεί υπερβολική ανάπτυξη των ταχυφυών βλαστών οι οποίοι με
τη σειρά τους δημιουργούν έντονη σκίαση και έμμεση μείωση της γονιμότη-
τας των οφθαλμών. Επιπλέον αυτή καθεαυτή η αυξημένη ζωηρότητα προκα-
λεί σε μερικές περιπτώσεις την νέκρωση των αξόνων των οφθαλμών. Άλλοτε
πάλι η υπερβολική ζωηρότητα θεωρείται υπεύθυνη για μια μορφή νέκρωσης
των ταξιανθιών γνωστή ως «πρώιμη νέκρωση των ταξιανθιών» (early bunch
stem necrosis EBSN ) κατά την οποία τμήματα των ταξιανθιών νεκρώνονται
και πέφτουν κατά την περίοδο περί την ανθοφορία. Η φυσιολογική αυτή α-
σθένεια εθεωρείτο παλαιότερα ως μια απλή μειωμένη καρπόδεση ή αποδί-
δονταν στον Βοτρύτη.
18.2.δ. Κορυφολόγημα
167
τη φωτοσύνθεση. Έτσι λοιπόν σε περιόδους όπου κατά την περίοδο της
άνθησης επικρατεί συννεφιά ή χαμηλές θερμοκρασίες, η φωτοσύνθεση είναι
μειωμένη και τα προϊόντα της φωτοσύνθεσης ανεπαρκή, τότε ένα κορυφο-
λόγημα μειώνει τον ανταγωνισμό που υφίστανται τα άνθη από την έντονη
αύξηση των βλαστών που παρατηρείται την εποχή αυτή.
Το κορυφολόγημα όμως για την αντιμετώπιση της ανθόρροιας θα πρέ-
πει να γίνεται σε κατάλληλο χρόνο. Όταν γίνει πολύ πριν την ανθοφορία
προκαλεί την ανάπτυξη ταχυφυών βλαστών με αποτέλεσα τα άνθη να υφί-
στανται ακόμη μεγαλύτερο ανταγωνισμό. Όταν πάλι γίνει πιο αργά τότε δεν
έχει αποτελέσματα.
Εάν τα φυτά της αμπέλου κορυφολογηθούν μεταξύ δεσίματος των ραγών
και κλεισίματος των σταφυλών τότε υπάρχει το ενδεχόμενο αύξησης του με-
γέθους των ραγών. Αυτή είναι η περίοδος όπου αρχικά παρατηρείται έντο-
νη κυτταροδιαίρεση, η οποία ακολουθείται από μια αύξηση του μεγέθους
των κυττάρων. Έτσι λοιπόν οι ιστοί της ράγας βρίσκονται σε καλύτερες
τροφικές συνθήκες κατά την προσωρινή αναστολή της έντονης αύξησης των
βλαστών.
Αργότερα κατά τον Ιούλιο και με το κορυφολόγημα το οποίο γίνεται κατά
την περίοδο, αυτή αφαιρείται ένα μεγαλύτερο μέρος των βλαστών. Αυτό ε-
πιδρά κατά διαφορετικό τρόπο στα φυτά της αμπέλου και γίνεται για διαφο-
ρετικό σκοπό. Κατ' αρχήν συμβάλλει στην απομάκρυνση τμημάτων του
βλαστού οι οποίοι είναι "π ί π τ ο ν τ ε ς" και έτσι διευκολύνεται το πέρασμα
των καλλιεργητικών μηχανημάτων από τις γραμμές. Επίσης συμβάλλει
στην καλύτερη διατροφή των ραγών μετά το δέσιμο. Επί πλέον, στα υπο-
στηριγμένα σχήματα, η απομάκρυνση μέρους της βλάστησης μειώνει το βά-
ρος των βλαστών έτσι ώστε να αποφεύγεται η κάμψη των συρμάτων και των
υλικών υποστήριξης.
Με το κορυφολόγημα της περιόδου αυτής τα σταφύλια εκτίθενται καλύ-
τερα στον ήλιο και δέχονται σε όλη τους την επιφάνεια το ψεκαστικό διάλυ-
μα κατά τους ψεκασμούς με φυτοφάρμακα.
168
Όμως το πολύ αυστηρό κορυφολόγημα με το οποίο αφαιρούνται μεγά-
λα τμήματα των βλαστών, έχει ως αποτέλεσμα την δραστική μείωση της φω-
τοσυνθετικής επιφάνειας με ότι αυτό συνεπάγεται.
Πίνακας 8
Επίδραση του κορυφολογήματος στη παραγωγή της ποικιλίας Cabernet Sauvignon
169
18.2.ε. Ξεφύλλισμα
Συνίσταται στην αφαίρεση ενός αριθμού φύλλων από τη βάση των βλα-
στών με σκοπό την καλύτερη έκθεση των σταφυλιών στον ήλιο. Η αφαίρε-
ση αυτή δεν θα πρέπει να γίνεται πολύ ενωρίς και ο αριθμός των φύλλων
που αφαιρείται να μην είναι υπερβολικός. Ενδείκνυται τα φύλλα να αφαι-
ρούνται κατά την περίοδο της έναρξη της ωρίμανσης. Κατά την περίοδο
αυτή τα φύλλα της βάσης είναι μεγάλης ηλικίας και ούτως ή άλλως η φωτο-
συνθετική τους δυνατότητα είναι πολύ μειωμένη.
Η αφαίρεση των φύλλων της βάσης βελτιώνει το μικροπεριβάλλον των
καρπών, με συνέπεια τη μείωση των προσβολών από το βοτρύτη. Έτσι
λοιπόν πρωιμότερη αφαίρεση των φύλλων δικαιολογείται μόνον σε συνθή-
κες υψηλής υγρασίας και σε περιοχές με συχνές βροχοπτώσεις κατά την
βλαστική περίοδο.
Η ανάπτυξη του βοτρύτη στις ράγες συνοδεύεται με τον σχηματισμό εν-
ζύμων και βακτηρίων που επηρεάζουν τη ζύμωση του γλεύκους και την
ποιότητα του οίνου.
Έτσι παρατηρούνται :
170
• σύνθεση αντιβιωτικών ουσιών (Botryicines)που δρουν στους ζυμομύ-
κητες
18.2.στ.’ Χαραγή
171
ουργείται επουλώνεται και σιγά – σιγά αποκαθίσταται η λειτουργία του
φλοιού.
Εφαρμοζόμενη η χαραγή λίγες μέρες πριν και μετά την άνθηση, προκα-
λεί μείωση της ανθόρροιας, ή αποτρέπει την πτώση των ραγών. Στις αγί-
γαρτες ποικιλίες μειώνει την ανθόρροια και όταν εφαρμόζεται λίγες ημέρες
μετά την άνθηση και αυξάνει το μέγεθος της ράγας.
Εφαρμοζόμενη μετά τον περκασμό σε μερικές πρώιμες ποικιλίες βελτιώ-
νει τον χρωματισμό της ράγας και προωθεί την ωρίμανση (Cardinal). Η βελ-
τίωση βέβαια του χρωματισμού της ποικιλίας αυτής σήμερα συνήθως γίνεται
με την εφαρμογή ethephon δεδομένου ότι η χαραγή είναι επίπονη διαδικα-
σία και απαιτεί χρόνο και εξειδικευμένα χέρια. Η εφαρμογή του αυξητικού
αυτού ρυθμιστή γίνεται με δύο επεμβάσεις μετά τον περκασμό σε συγκε-
ντρώσεις 480 -500ppm οι οποίες γίνονται ανά μία εβδομάδα.
172
Στην Ελλάδα μερικές ποικιλίες με ελαττωματικά άνθη είναι το Κρύ-
σταλλο άσπρο, και η Φράουλα άσπρη. Όμως δεν εφαρμόζεται τεχνητή γο-
νιμοποίηση γιατί συνήθως καλλιεργούνται μαζί με άλλες ποικιλίες που ανθί-
ζουν ταυτόχρονα.
173
IΙΙ. ΤΟ ΝΕΡΟ ΤΟΥ ΕΔΑΦΟΥΣ ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟ
ΦΥΤΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ
Είναι γνωστό ότι η υδατική κατάσταση του φυτού επηρεάζει τις φυσιο-
λογικές του λειτουργίες και κυρίως την αύξηση και τη φωτοσύνθεση. Η υδα-
τική κατάσταση του φυτού εξαρτάται, αφ' ενός μεν από τη διαθεσιμότητα του
εδάφους σε νερό την πρόσληψή του από το φυτό, αφ' ετέρου δε από τις
προς την ατμόσφαιρα, μέσω της διαπνοής.
Εάν ο ρυθμός των απωλειών του νερού είναι έντονος ή το έδαφος αδυ-
νατεί να ανταποκριθεί στις απώλειες αυτές λόγω της χαμηλής περιεκτι-
κότητάς του σε νερό, τότε το φυτό καταλήγει σε ξήρανση.
174
απ' ότι η άργιλος. Επί πλέον η σημασία της είναι μεγάλη, δεδομένου ότι
συμβάλλει καθοριστικά στη βελτίωση της δομής του εδάφους και τη γονι-
μότητά του.
Μετά από βροχή ή πότισμα, ένα μέρος του νερού χάνεται με την επιφα-
νειακή απορροή, και το υπόλοιπο στραγγίζει, αφού προηγουμένως γεμίσει
τους πόρους του εδάφους. Όταν όλοι ο πόροι του εδάφους είναι γεμάτοι με
νερό, η ποσότητα του νερού αυτού αντιστοιχεί στη μ ε γ ί σ τ η ι κ α ν ό τ η τ α
σ υ γ κ ρ ά τ η σ η ς υ γ ρ α σ ί α ς και το έδαφος χαρακτηρίζεται ως κορε-
σμένο με νερό. Ύστερα από μερικές ημέρες όταν οι μεγάλοι πόροι του εδά-
φους αδειάσουν και οι μικροί εξακολουθούν να καταλαμβάνονται από νερό,
η ποσότητα αυτή του νερού
175
Σχήμα 47. Σχηματική παράσταση των διαφόρων ποσοτήτων νερού σε 100g. αργιλλοαμ-
μώδους εδάφους.
176
ώστε τα φυτά δεν επανακτούν τη σπαργή τους, το νερό του εδάφους αντι-
στοιχεί στο σ υ ν τ ε λ ε σ τ ή μ ό ν ι μ η ς μ ά ρ α ν σ η ς . Εάν το έδαφος
αποξηρανθεί στην ατμόσφαιρα τότε η ποσότητα του νερού που περιέχει
αντιπροσωπεύει τον υ γ ρ ο σ κ ο π ι κ ό σ υ ν τ ε λ ε σ τ ή.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αντίστοιχων ποσοτήτων νερού που πε-
ριέχονται σε 100g αργιλλοαμμώδους εδάφους, στις τέσσερις παραπάνω α-
ντιπροσωπευτικές υδατικές καταστάσεις, δίδεται με τους εξής αριθμούς
(Σχήμα 47):
• Συντελεστής Μόνιμης
Μάρανσης: 10 ml ‘’ ‘’ 30 ml ‘’
• Υγροσκοπικός Συντελεστής : 8 ml ‘’ ‘’ 32 ml ‘’
Εκτός από την περιεκτικότητα ενός εδάφους σε νερό η μηχανική του σύστα-
ση επιδρά κατά διαφορετικό τρόπο στη δυνατότητα πρόσληψης του νερού
από στα φυτά. Για παράδειγμα ένα αγιλοπηλώδες και ένα πηλώδες έδαφος,
όπου και τα δύο περιέχουν ίδιες ποσότητες νερού (12 %) το πηλώδες μπορεί
και εφοδιάζει το φυτό με νερό ενώ το αργιλλοπηλώδες όχι, γιατί το τελευ-
ταίο συγκρατεί με περισσότερη δύναμη το νερό.
177
Το νερό του εδάφους το οποίο συγκρατείται από τα εδαφικά μόρια για να
μετακινηθεί υφίσταται την επίδραση διαφόρων δυνάμεων.
Νόμος του Laplace. Μέσα σε ένα ποτήρι το νερό έχει την τάση να υγραίνει ε-
λαφρώς στα σημεία επαφής της επιφάνειας του νερού με τα τοιχώματα του
ποτηριού. Η επιφάνεια του νερού στα σημεία επαφής με τα τοιχώματα με-
τασχηματίζεται από οριζόντια σε κεκλιμένη. Αυτός ο μετασχηματισμός είναι
αμελητέος όταν η επιφάνεια του ποτηριού είναι μεγάλη. Αντίθετα σε στε-
178
νούς σωλήνες διαμέτρου κάτω από 0.1mm η επιφάνεια του νερού έχει ένα
σχήμα κοίλο.
F 1 = 2 π.r . σ
όπου
r = η ακτίνα του μηνίσκου
σ = η επιφανειακή τάση του νερού.
Επίσης η δύναμη η οποία συγκρατεί την στήλη του μηνίσκου πάνω από την
ελεύθερη επιφάνεια (F 2 ) είναι ίση με τη διαφορά πιέσεως επί την επιφάνεια
F 2 = ( Po - P 1 ) .π . r 2
Εφόσον έχει επέλθει ισορροπία οι δυνάμεις είναι ίσες
F2 = - F1
επομένως
(Po - P 1 ) π . r 2 = - 2 π.r . σ
Po - P 1 = - 2σ/r (1)
179
θα είναι ίση με το άθροισμα της πίεσης του νερού και της υδροστατική πί-
εσης της στήλης του νερού που ανέρχεται στον σωλήνα:
180
Σχήμα 48. Σχηματισμός μηνίσκου σε λεπτό σωλήνα και προσωμοίωση του φαινομένου
με τους εδαφικούς πόρους.
Po - P 1 = h.g. ρ (2)
όπου
h = ύψος της στήλης
ρ = μάζα του νερού.
181
Από τις εξισώσεις 1 και 2 προκύπτει η σχέση του Jurin που δίδει το ύψος
της στήλης:
h = 2σ/r . g. Ρ (3)
182
0.1 Ατμ .(0.01 Μpa) για αμμώδη εδάφη
Σε ένα έδαφος στο οποίο το νερό που συγκρατείται ανέρχεται στη μεγί-
στη ικανότητα συγκράτησης υγρασίας, η ταχύτητα μετακίνησης του νερού
περιλαμβάνεται μεταξύ 10 και 0.1 cm/h. Στο επίπεδο της υδατοχωρητικότη-
τας 0.001 cm/h και στο επίπεδο της μόνιμης μάρανσης 0.000001 cm/h.
Οι διαφορές στο υδατικό δυναμικό μεταξύ δύο σημείων προκαλούν τη
μετακίνηση του νερού το οποίο από σημεία με υψηλό υδατικό δυναμικό με-
τακινείται σε σημεία με χαμηλό υδατικό δυναμικό. Η πτώση του υδατικού
δυναμικού στο συνεχές σύστημα έδαφος - ρίζα - αγωγός ιστός - φύλλα,
προκαλεί τη μετακίνηση του νερού από το έδαφος προς το φυτό και προς
την ατμόσφαιρα.
Όσο μικρότερες είναι οι αποστάσεις μεταξύ δύο ριζιδίων, τόσο πιο εύκο-
λα εφοδιάζεται το φυτό και τόσο πιο πληρέστερη καθίσταται η εκμετάλλευ-
ση του εδαφικού νερού. Επίσης όσο βαθύτερο είναι το ριζικό σύστημα τό-
σο πιο καλύτερα εφοδιάζεται το φυτό με νερό κάτω από συνθήκες έντονης
εξατμισοδιαπνοής. Αυτό συμβαίνει γιατί αυξάνονται τα χρήσιμα αποθέμα-
τα νερού του εδάφους τα οποία είναι στη διάθεση του ριζικού συστήματος.
Τα χρήσιμα αποθέματα αποτελούν τις ποσότητες νερού οι οποίες μπορούν
θεωρητικά να καταναλωθούν από τα φυτά και αντιστοιχούν στις ποσότητες
που κυμαίνονται μεταξύ του επιπέδου της υδατοχωρητικότητας και αυτού
της μόνιμης μάρανσης των φυτών.
183
3.2.3. Μηχανισμοί απορρόφησης του νερού
Εάν ο ρυθμός της διαπνοής είναι έντονος, τότε το νερό του εδάφους μει-
ώνεται, οι στιβάδες του νερού γύρω από τα εδαφικά μόρια μικραίνουν και το
φυτό κατά τη διάρκεια της ημέρας αντιδρά κλείνοντας τα στομάτια. Κατά τη
διάρκεια της νύχτας όμως λόγω του ότι η πρόσληψη των ανοργάνων στοι-
χείων είναι ανεξάρτητη από την πρόσληψη του νερού, αυτή συνεχίζει να εξε-
λίσσεται ανεξάρτητα από τη κίνηση του νερού και έτσι αναπτύσσεται ριζική
πίεση η οποία έχει ως αποτέλεσμα την ενυδάτωση του φυτού. Στην καλύτερη
ενυδάτωση του φυτού συμβάλλει και η υψηλότερη σχετική υγρασία της α-
τμόσφαιρας κατά τη διάρκεια της νύχτας. Αυτό το φαινόμενο έχει μεγάλη
σημασία κατά τους θερινούς μήνες, δεδομένου ότι συμβάλλει στο ξεπέρασμα
έντονων φυσιολογικών διαταραχών που σχετίζονται με τη ξηρασία.
184
3.2.4. Αποικισμός του εδάφους από τις ρίζες
Όταν μια ποσότητα νερού εισέρχεται στα ριζίδια, τότε το νερό από παρα-
κείμενα σημεία του εδάφους μετακινείται προς αυτά. Έτσι όσο πιο πυκνό
είναι το ριζικό σύστημα τόσο καλύτερη είναι η εκμετάλλευση του νερού του
εδάφους.
Τα υποκείμενα που χρησιμοποιούνται στην αμπελοκαλλιέργεια διαφέ-
ρουν ως προς την ένταση του αποικισμού του ριζικού συστήματος εντός του
εδάφους και συνεπώς ως προς την δυνατότητα καλύτερης εκμετάλλευσης
του νερού. Προς την ίδια κατεύθυνση επιδρούν και οι διάφορες καλλιεργη-
τικές φροντίδες που ευνοούν την καλύτερη ανάπτυξη του ριζικού συστήμα-
τος σε βαθύτερα στρώματα και τον καλύτερο αποικισμό του εδάφους. Έτσι η
ισορροπημένη ανόργανη θρέψη με άζωτο και φώσφορο συμβάλλει στην κα-
λύτερη εκμετάλλευση του εδαφικού νερού από τα φυτά.
Ο τύπος του εδάφους επηρεάζει την αύξηση των ριζών δεδομένου ότι με-
ταξύ των εδαφών υπάρχουν διαφορές σε ότι αφορά την ικανότητα συγκρα-
τήσεως υγρασίας , τη στράγγιση, τη διαθεσιμότητα των ανοργάνων θρεπτι-
κών στοιχείων, το βάθος τη θερμοκρασία κλπ. Η συγκράτηση του νερού
και η περιεκτικότητα σε ανόργανα θρεπτικά συστατικά διαφέρει ανάλογα με
την περιεκτικότητα του εδάφους σε άργιλο και οργανική ουσία. Έτσι λοιπόν
σε περιοχές με ξηρό καλοκαίρι αλλά με αρκετή βροχόπτωση κατά τους χει-
μερινούς μήνες τα αργιλώδη εδάφη συγκρατούν περισσότερη υγρασία.
Η αύξηση των βλαστών επηρεάζεται πάντα από το βάθος του εδάφους σε
μη αρδευόμενους αμπελώνες. Μια κανονική αύξηση και ανάπτυξη των βλα-
στών επιτυγχάνεται όταν το βάθος του εδάφους είναι μεγαλύτερο των 80 -
100 cm, ενώ σε εδάφη με βάθος 40 - 80 cm για μια ικανοποιητική αύξηση
και στρεμματική απόδοση τα φυτά θα πρέπει να αρδεύονται.
Η ανάπτυξη του ριζικού συστήματος εξαρτάται από τη γενετική σύνθεση
του υποκειμένου, από το βάθος του εδάφους, τη λίπανση και την άρδευση
των φυτών καθώς και τη δομή του εδάφους. Επίσης η ομοιογένεια του εδά-
185
φους επηρεάζει την ανάπτυξη των ριζών, δεδομένου ότι η συμπίεση, ή οι
αδιαπέρατοι ορίζοντες πολλές φορές έχουν αρνητική επίδραση. Μερικές
φορές, σποραδικές ρίζες οι οποίες διεισδύουν σε βαθύτερα στρώματα μπο-
ρούν και συμβάλλουν στον καλύτερο εφοδιασμό των φυτών με νερό κατά την
περίοδο της ξηρασίας.
Είναι γεγονός ότι τα εδάφη αλλάζουν σε μικρές αποστάσεις και κατά συ-
νέπεια είναι απαραίτητη η χρησιμοποίηση πολλές φορές διαφορετικών υπο-
κειμένων στον ίδιο αμπελώνα ή στην ίδια τοποθεσία. Πειραματικά δεδομένα
χρησιμοποίησης διαφόρων υποκειμένων σε μια δεδομένη ποικιλία έδειξαν
ότι το υποκείμενο 140Ruggeri σχημάτιζε μεγαλύτερο
Πίνακας 9.
Αριθμός μικρών ριζών και συνολικός αριθμός ριζών στη ποικιλία Chenin blanc εμβολι-
ασμένης σε διάφορα υποκείμενα
186
Η ανάπτυξη του ριζικού συστήματος σε βάθος είναι σημαντική, ιδιαίτερα
στις νέες φυτεύσεις και η επάρκεια νερού συμβάλλει καθοριστικά σ’ αυτό.
Από το άλλο μέρος οι ασφυκτικές συνθήκες εμποδίζουν την ανάπτυξη των
ριζών σε βάθος. Τόσο οι ρίζες όσο και οι οργανισμοί του εδάφους έχουν
ανάγκη 0 2 για να αναπνέουν. Εάν η συγκέντρωση του Ο 2 στο έδαφος πέσει
κάτω του 1/60 αυτής του ατμοσφαιρικού αέρα, η αερόβια αναπνοή σταματά
και δημιουργούνται ασφυκτικές συνθήκες. Οι αερόβιοι οργανισμοί επιπλέον
αντικαθίστανται από αναερόβιους οι οποίοι χρησιμοποιούν άλλα μόρια ως
δέκτες ηλεκτρονίων εκτός του Ο 2 όπως π.χ. το ΝΟ 3 - , πράγμα το οποίο είναι
ανεπιθύμητο για τις ιδιότητες του εδάφους.
Ένα έδαφος το οποίο επιτρέπει την κίνηση του αέρα στο πορώδες του,
έχει μερική πίεση Ο 2 : 20KPa, και CO 2 : 0.1-1 KPa. Στην περίπτωση που οι
μακροπόροι γεμίσουν με νερό τότε δημιουργούνται ασφυκτικές συνθήκες και
η μερική πίεση του Ο 2 πέφτει στο ‘0’ και η αντίστοιχη του CO 2 ανέρχεται
πάνω από 1 ΚPa.
Οι μεγάλοι πόροι του εδάφους οι οποίοι και περιέχουν αέρα οφείλουν
την ύπαρξή τους στην ανάπτυξη των ριζιδίων, καθώς και στα συσσωματώ-
ματα της αργίλου με οργανικά μόρια. Οι πόροι αυτοί εξασφαλίζουν τον ε-
παρκή αερισμό του εδάφους. Για έναν επαρκή αερισμό θα πρέπει να αντι-
στοιχούν στο 0.15m 3 /m 3 ή στο 15 % και δεν θα πρέπει ποτέ να κατεβαίνουν
στο 10%.
Όταν τα εδάφη κατακλύζονται με νερά για αρκετό χρονικό διάστημα ο αερι-
σμός του εδάφους διακόπτεται και αρχίζει η ανάπτυξη και ο πολλαπλασια-
σμός αναερόβιων μικροοργανισμών. Κάτω από τέτοιες συνθήκες σχηματίζο-
νται οξικό και βουτυρικό οξύ τα οποία μεταβολίζονται σε CO 2 και CH 4 . Επί-
σης σχηματίζονται μικρές ποσότητες αιθυλενίου (C 2 H 4 ) και Η 2 . Η συγκέ-
ντρωση του αιθυλενίου σε ποσότητες >1mg/l σε αέρια μορφή αναστέλλει
την αύξηση των ριζών.
187
δημιουργούνται συνθήκες ασφυξίας για παρατεταμένη χρονική περίοδο έτσι
ώστε να πραγματοποιείται απρόσκοπα η εγκατάσταση του ριζικού συστήμα-
τος.
Έχει βρεθεί ότι ο σχηματισμός των ριζών κατά την περίοδο αυτή
αυξάνεται σημαντικά σε ένα ανώτατο επίπεδο, όταν το νερό που
παρέχεται από το έδαφος αντιστοιχεί στο 50% της μεγίστης ποσό-
τητας διαθεσίμου νερού, ενώ αρχίζει να μειώνεται όταν το νερό
μειώνεται στο 25% .
Ένα ογκωδέστερο και περισσότερο βαθύ ριζικό σύστημα αυξάνει τις δυ-
νατότητες των φυτών να ξεπερνούν τα υδατικά στρες και να εφοδιάζονται
καλύτερα με ανόργανα θρεπτικά και ιδιαίτερα με ιχνοστοιχεία.
188
2. Εδάφη βαθιά πεδινά πλούσια σε ανόργανα συστατικά, όπου
πολλές φορές υπάρχει υπόγεια στάθμη νερού που συμβάλλει
στην τριχοειδή ενυδάτωση των στρωμάτων του εδάφους, όπου ε-
κεί βρίσκεται ο κύριος όγκος του ριζικού συστήματος. Τα εδάφη
αυτά λόγω της γονιμότητας και της επάρκειας νερού προσδίδουν
στα φυτά υπερβολική ζωηρότητα η οποία υποβαθμίζει την ποιό-
τητα των προϊόντων οινοποιίας. Τα εδάφη αυτά προσφέρονται
καλύτερα για επιτραπέζιες ποικιλίες. Κάτω όμως από ορισμένες
προϋποθέσεις είναι δυνατόν να αξιοποιηθούν και για ποικιλίες
οινοποιίας.
Όταν ένα φυτικό τμήμα αφεθεί εκτεθειμένο στην ατμόσφαιρα, αυτό αφυ-
δατώνεται με ένα ρυθμό λιγότερο ή περισσότερο έντονο, ανάλογα με την υ-
γρασία της ατμόσφαιρας. Εάν το τμήμα αυτό δέχεται και ηλιακή ακτινοβολία
τότε ο ρυθμός αφυδάτωσης αυξάνει περισσότερο.
189
Όσο αυξάνει επίσης η θερμοκρασία της ατμόσφαιρας τόσο αυξάνει και η
ποσότητα των υδρατμών που μπορεί να περιέχει και ως εκ τούτου τόσο πιο
έντονος είναι ο ρυθμός αφυδάτωσης ενός φυτικού τμήματος.
Η σχετική υγρασία της ατμόσφαιρας, η θερμοκρασία και η ταχύτητα του
ανέμου είναι οι σπουδαιότεροι παράγοντες που επηρεάζουν την εξατμισο-
διαπνοή.
3.2.7. Εξατμισοδιαπνοή
ι = eτ + d + Ve (1)
Όταν η ένταση της βροχής (P) είναι μεγάλη και παρατηρείται επιφανειακή
απορροή, τότε ένα μέρος (ra) , του νερού χάνεται και ισχύει η σχέση
P - ra = i = eτ + d + Ve ( 2)
190
Εάν αρδεύσουμε με ποσότητα νερού l τότε η εξίσωση 3 γίνεται
P +l = eτ + d (4)
191
Όσο μεγαλύτερη είναι η ποσότητα του νερού τόσο μικρότερη είναι η
δύναμη με την οποία συγκρατείται αυτό και τόσο ευκολότερη είναι η μετακί-
νησή του προς τα ριζίδια. Το νερό συγκρατείται υπό τη μορφή λεπτών στι-
βάδων γύρω από τα εδαφικά μόρια και όσο λεπτότερες είναι οι στιβάδες αυ-
τές τόσο μεγαλύτερη είναι η δύναμη με την οποία συγκρατείται το νερό, άρα
η μετακίνησή του είναι δυσκολότερη.
Σε περιπτώσεις όπου το καλοκαίρι πνέουν θερμοί και ξηροί άνεμοι, τότε
οι απώλειες νερού εξελίσσονται πολλές φορές με ένα τέτοιο ρυθμό, που το
ριζικό σύστημα δεν μπορεί να ανταποκριθεί με αποτέλεσμα να παρατηρού-
νται εκτεταμένες ξηράνσεις των φύλλων. Κάτω από τέτοιες συνθήκες τα φυτά
τα οποία παρουσιάζουν μεγάλη ζωηρότητα και εκτεταμένο υπέργειο τμήμα
υφίστανται πολύ μεγαλύτερες ζημίες. Επίσης η κατάσταση του αγωγού ι-
στού παίζει καθοριστικό ρόλο στις περιπτώσεις αυτές, δεδομένου ότι πολ-
λές φορές μέρος των αγγείων του ξύλου υφίσταται βλάβες από μύκητες του
ξύλου, πράγμα το οποίο προκαλεί μείωση της αγωγιμότητας του αγωγού ι-
στού.
Οι ποσότητες του νερού του εδάφους που αντιστοιχούν μεταξύ των ορίων
της υδατοχωτητικότητας και του σημείου μόνιμης μάρανσης λέγονται χρήσι-
μα αποθέματα ή διαθέσιμο νερό και είναι οι ποσότητες εκείνες που μπορεί
θεωρητικά να τις εκμεταλλευτεί φυτό. Όμως στην πραγματικότητα το φυτό
δεν μπορεί να πάρει όλη αυτή την ποσότητα αλλά λίγο μικρότερη η οποία
αντιστοιχεί στα ωφέλιμα αποθέματα.
192
όπου ΥΧ και ΥΜΜ είναι οι αντίστοιχες ποσότητες νερού που αντιστοιχούν
στα όρια της υδατοϊκανότητας και του σημείου μόνιμης μάρανσης εκφρα-
σμένα ως ποσοστά % του ξηρού βάρους. Το ΦΕΒ είναι το φαινομενικό ει-
δικό βάρος του εδάφους και ΒΡ το βάθος του κύριου όγκου του ριζικού συ-
στήματος των φυτών. Η σχέση αυτή βέβαια αναφέρεται σε ομοιογενές έδα-
φος και προφανώς εξαρτάται άμεσα από την μηχανική σύσταση του εδά-
φους. Τα βαριά αργιλώδη εδάφη περιέχουν μεγαλύτερες ποσότητες σε σχέ-
ση με τα αμμώδη.
Όμως τα φυτά της αμπέλου δεν μπορούν να εκμεταλλευτούν όλη την δια-
θέσιμη υγρασία, αλλά ένα μέρος από αυτή η οποία αντιστοιχεί στο λεγόμε-
νο ωφέλιμο νερό , το οποίο μπορεί να είναι περισσότερο ή λιγότερο ανάλογα
με τα χαρακτηριστικά του ριζικού συστήματος του υποκειμένου, τις κλιματι-
κές και εδαφικές παραμέτρους. Οι παράγοντες αυτοί προσδιορίζουν έναν
συντελεστή, ο οποίος παίρνει διάφορες τιμές μεταξύ 0.30 και 0.75 και με
τον οποίο θα πρέπει να πολλαπλασιαστεί το διαθέσιμο νερό για να προκύ-
ψει το ωφέλιμο. Είναι εύλογο ότι μεταξύ των υποκειμένων ο παραπάνω συ-
ντελεστής αλλάζει δεδομένου ότι διαφορετικά εκμεταλλεύεται το νερό του
εδάφους το υποκείμενο 140Ruggeri και διαφορετικά το Riparia gloire de
Montpellier.
193
ΩΥ = 18 - 8 /100 Χ1.30 Χ 1300 Χ0.60 = 101.4mm
Η άμπελος είναι ένα φυτό που καλλιεργείται σε ένα ευρύ φάσμα οικο-
λογικών συνθηκών με πολύ διαφορετικό βροχομετρικό ύψος. Το όριο της
αμπελοκαλλιέργειας μπορεί να θεωρηθεί το βροχομετρικό ύψος των 350 mm
βροχής. Από τα μετεωρολογικά στοιχεία που αφορούν τη Θεσσαλονίκη θα
πρέπει να σημειωθεί ότι κατά τη δεκαετία, από τις αρχές του 80 μέχρι τις
αρχές του 90, η μέση βροχόπτωση ήταν 410 mm από τα οποία κατά την
περίοδο Απριλίου - Σεπτεμβρίου έπεφταν μόνο 175mm. Η ποσότητες αυτές
της βροχής δεν απέχουν πολύ από το όριο της αμπελοκαλλιέργειας. Επί-
σης υπήρξαν χρονιές όπου το βροχομετρικό ύψος από τον Απρίλιο μέχρι το
Σεπτέμβριο ήταν πάρα πολύ χαμηλό.
Σε ότι αφορά την κατανάλωση νερού από τα φυτά έχει υπολογιστεί ότι σε
μια αμπελοκαλλιέργεια εγκαταστημένη σε γόνιμο και βαθύ έδαφος, όπου τα
φυτά αποκτούν μεγάλο μέγεθος (1kg ξύλου κλαδέματος/φυτό) η κατανάλω-
ση νερού κατά τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου φθάνει μέχρι τα 1000 -
1500 L/ φυτό.
Για φυτά μικρής ζωηρότητας (400-500g κληματίδες/φυτό) η κατανάλωση
μπορεί να φθάσει τα 500-600 L/φυτό. Αυτό σημαίνει μια ετήσια ενδεικτική
κατανάλωση για έναν αμπελώνα που έχει 400 φυτά, 200 - 250 κυβικά μέτρα
το στρέμμα (250mm). Οι ποσότητες αυτές αντιστοιχούν σε μια παραγωγή
περίπου 800-1000 Kg/ στρ. Για μεγαλύτερες παραγωγές τα ποσά που προα-
ναφέρθηκαν είναι μεγαλύτερα. Επί πλέον το φυτό θα πρέπει να έχει στη
διάθεσή του αυτό το νερό κατά τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου. Αυτό
το νερό που καταναλώνεται και παρέχεται από ένα έδαφος το οποίο έχει
αποικιστεί με το ριζικό σύστημα σε ένα βάθος περίπου 2.5m, αντιστοιχεί σε
διαθέσιμο νερό περίπου 1mm ανά cm εδάφους.
194
3.2.9. Ρυθμός απορρόφησης του νερού
195
1. Όταν κατά το χειμώνα επικρατούν ικανοποιητικές βροχοπτώ-
σεις μέχρι στις αρχές της άνοιξης, τότε τα βαθιά εδάφη αποθη-
κεύουν ικανοποιητικές ποσότητες νερού, και κατά την περίοδο του
καλοκαιριού τα φυτά ανάλογα με τον τρόπο διαμόρφωσης και
καλλιέργειας μπορούν και αντεπεξέρχονται την ξηρασία. Κατά τη
θερμή περίοδο του καλοκαιριού, τα φυτά ενυδατώνονται την νύ-
χτα.
196
λοιπόν το φύλλωμα μπορεί να συγκρατεί πολλές φορές από 1-2 mm νερού
ανάλογα με το σύστημα διαμόρφωσης και την πυκνότητα του φυλλώματος.
Ένα μέρος από αυτό το νερό μπορεί να πέφτει στο έδαφος και ένα άλλο μέ-
ρος να εξατμίζεται. Το μέρος αυτό του νερού που συγκρατείται από το φύλ-
λωμα και εξατμίζεται σε περιπτώσεις συχνών βροχοπτώσεων χαμηλού βρο-
χομετρικού ύψους μπορεί να είναι αρκετά μεγάλο σε σχέση με το συνολικό
βροχομετρικό ύψος που θα πέσει κατά τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου
(μέχρι και το ¼). Το καθαρό λοιπόν βροχομετρικό ύψος αφορά τη βροχή που
πέφτει άμεσα στο έδαφος και αυτή η ποσότητα που στάζει από το φύλλωμα.
Έτσι λοιπόν χονδρικά για να υπολογίσουμε πώς μια βροχή συμβάλλει
στα χρήσιμα αποθέματα θα πρέπει το βροχομετρικό ύψος διαιρείται δια ε-
νός ενδεικτικού αριθμού (π. χ. 2.6).
Για παράδειγμα εάν ένα έδαφος έχει ωφέλιμο νερό 200mm και κατά την
βλαστική περίοδο συμβούν βροχές 160 mm τότε το νερό που θα μπορεί να
καταναλωθεί από τα φυτά είναι 200 + 160/2.6 = 261.5 mm.
Έτσι μπορούμε να υπολογίσουμε χονδρικά πόση ποσότητα νερού
χρειάζεται να προστεθεί με την άρδευση εφόσον βέβαια υπολογιστεί ο συ-
ντελεστής.
Βροχομετρικό ύψος. Πάρα πολλές φορές υπάρχει ανάγκη υπολογισμού του
βροχομετρικού ύψους με πρακτικά μέσα. Εάν υποθέσουμε ότι στην επιφά-
νεια του εδάφους πέσει όγκος βροχής V (m 3 ) σε ένα συγκεκριμένο χρόνο και
η ποσότητα αυτή δεν στραγγίσει σε βάθος αλλά παραμείνει σε συγκεκριμένη
επιφάνεια Α (m 2 ) θα μπορούσαμε να υπολογίσουμε το ύψος του όγκου το
νερού d (mm) από τη σχέση:
V (m 3 ) χ 1000
d (mm)= Α (m 2 )
197
Σε περιπτώσεις ξηρασίας η αύξηση των βλαστών περιορίζεται και στα-
ματά ενωρίτερα. Επίσης περιορίζεται και η αύξηση του ριζικού συστήματος.
Κατά τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου, ανάλογα με την εποχή που πα-
ρουσιάζεται η ξηρασία και ανάλογα με τη διάθεση του νερού κατά το προη-
γούμενο χρονικό διάστημα το φυτό αντιδρά και διαφορετικά. Έτσι εάν κατά
το προηγούμενο διάστημα τα φυτά δέχονταν απεριόριστη ποσότητα νερού, η
ξηρασία μειώνει σημαντικά το ρυθμό αύξησης. Εάν όμως κατά το προηγού-
μενο χρονικό διάστημα τα φυτά δέχονταν περιορισμένες ποσότητες νερού
τότε η μείωση του ρυθμού αύξησης είναι ασήμαντη.
3.2.12. Επίδραση του νερού στην αύξηση και ανάπτυξη της ράγας.
198
Πίνακας 10.
Υδατική καταπόνηση ήπιας έντασης διαρκείας 3 εβδομάδων εφαρμοσμένη στην ποικιλία
Cabernet sauvignon σε διάφορα στάδια.
Πίνακας 11.
Επίδραση έντονης υδατικής καταπόνησης 22, 14, και 32 ημερών ανάλογα με την εποχή
εφαρμογής.
199
κής και το οποίο εφαρμόστηκε στην ποικιλία Cabernet sauvignon. Στον πίνακα
11 παρατίθενται τα αποτελέσματα ενός πολύ έντονου υδατικού στρες. Φαίνεται
ότι ένα έντονο υδατικό στρες μετά το δέσιμο έχει καταστρεπτικές συνέπειες
στην ανάπτυξη των καρπών ( α ), λόγω έντονου ανταγωνισμού μεταξύ αυτών
και των βλαστών, δεδομένου ότι ακόμα δεν έχουν αναπτύξει ακόμη ένα ε-
παρκές οσμωτικό δυναμικό.
Είναι γεγονός ότι όταν η έλλειψη νερού είναι έντονη, έτσι ώστε να μην
επιτρέπει την ωρίμανση των σταφυλών, τότε η ποιότητα υποβαθμίζεται. Εάν
εξαιρέσουμε την περίπτωση αυτή, τότε ένα σταδιακό υδατικό "στρες" το ο-
ποίο προκαλεί ανάσχεση της αύξησης των βλαστών μετά τον περκασμό,
επηρεάζει ευνοϊκά την πορεία της ωρίμανσης με ευνοϊκά αποτελέσματα στη
ποιότητα του προϊόντος. Η κατάσταση αυτή εκδηλώνεται με την αλλοίωση
του πράσινου χρωματισμού των φύλλων της βάσης των βλαστών τα οποία
κιτρινίζουν.
200
Ένα έντονο υδατικό “στρες” το οποίο εγκαθίσταται κατά την έναρξη της ωρί-
μανσης και ακολουθεί πολλές ανοιξιάτικες βροχές, είναι χειρότερο για τα φυτά
από ένα αντίστοιχο, το οποίο όμως ακολουθεί μια ομαλή μείωση του νερού του
εδάφους από ενωρίς την άνοιξη.
0.01MPa, έχει βρεθεί ότι όσο οι απώλειες του νερού αυξάνουν, το υδατικό
δυναμικό του εδάφους μειώνεται και ανάλογα με τις φυσικές ιδιότητες του
201
εδάφους και την ποικιλία και μέχρι σε επίπεδα δυναμικού – 0.04 – - 0.06
MPa τα φυτά ενυδατώνονται κανονικά χωρίς να παρατηρούνται φυσιολογι-
κές επιπτώσεις. Το κατώτερο όριο του δυναμικού του νερού του εδάφους
στο οποίο τα φυτά της αμπέλου από εκεί και κάτω αρχίζουν να εμφανίζουν
μια ήπια υδατική καταπόνηση, κυμαίνεται μεταξύ – 0.06 – 0.4MPa . Αυτά τα
όρια έχουν επιβεβαιωθεί με αντίστοιχες μετρήσεις του υδατικού δυναμικού
των φύλλων με τη χρησιμοποίηση του θαλάμου πίεσης.
Η μέτρηση του υδατικού δυναμικού των φύλλων κατά τις πρώτες πρωι-
νές ώρες, πριν την ανατολή του ηλίου, [Υδατικό Δυναμικό Βάσης (
PLWP )], αποτελεί έναν αρκετά αξιόπιστο δείκτη. Οι τιμές αυτές σχετί-
ζονται πιο άμεσα με την υδατική κατάσταση του εδάφους και
202
• όταν αυτές κυμαίνονται μεταξύ 0 και - 0.2 Mpa τότε τα φυτά
δεν παρουσιάζουν υδατικό στρες.
Είναι γεγονός ότι μέχρι την περίοδο της ανθοφορίας, τα φυτά της αμπέλου
θα πρέπει να ενυδατώνονται κανονικά για την κανονική αύξηση και ανάπτυ-
ξη τόσο του υπεργείου όσο και του υπογείου τμήματος και δεν θα πρέπει
κατά την περίοδο αυτή να δέχονται υδατική καταπόνηση. Έχει μεγάλη ση-
μασία κατά την περίοδο αυτή εκτός των άλλων και η κανονική ανάπτυξη νέ-
ων ριζιδίων.
Κατά την περίοδο της ανθοφορίας στη ζώνη του ριζικού συστήματος το
δυναμικο΄του νερού του εδάφους για μια κανονική καρπόδεση δεν θα πρέπει
να πέφτει κάτω από 0.04 Mpa για τα αμμώδη εδάφη και κάτω από 0.06Mpa
για τα αργιλώδη εδάφη. Στην αμέσως μετέπειτα περίοδο που ακολουθεί
πολλές φορές ένα ήπιο υδατικό στρες θα ήταν επιθυμητό για τις ποικιλίες
οινοποιίας, τόσο για μια μείωση της υπερβολικής ζωηρότητας των βλα-
στών, όσο και για μια πιθανή μείωση του μεγέθους των ραγών. Δεν θα πρέ-
πει όμως το δυναμικό να πέφτει κάτω από 0.1 , 0.2 ή 0.4 Mpa, για αμμώδη,
μέσης σύστασης και βαριά εδάφη αντίστοιχα.
Αντίθετα για τις επιτραπέζιες ποικιλίες στις οποίες το μέγεθος των ραγών
αποτελεί ένα επιθυμητό χαρακτηριστικό, δεν ενδείκνυται μια παρόμοια κα-
τάσταση.
203
που απαντώνται στην άμπελο είναι αυτά της ξηρασίας της θύλωσης και σε
σπάνιες περιπτώσεις της ασφυξίας του ριζικού συστήματος από υπερβολι-
κές ποσότητες νερού στο έδαφος.
3.2.15 α. Ξηρασία
204
επικρατούν βροχές μέχρι την άνοιξη και το καλοκαίρι συμβεί παρατεταμένη
ξηρασία τότε παρατηρούνται έντονα συμπτώματα ξηρασίας.
205
μπορούν να επαναπορροφηθούν σε μεταγενέστερη περίοδο και τα αγγεία
αποφράζονται. Οι θηλές πέραν από των συμπτωμάτων της χαρακτηριστικής
ξήρανσης των φύλλων κατά την περίοδο που εκδηλώνεται το φαινόμενο, έ-
χουν ως αποτέλεσμα και την ακανόνιστη εκβλάστηση των οφθαλμών την ε-
πόμενη άνοιξη.
Είναι γνωστό ότι νέα φυτά τα οποία δεν έχουν εγκαταστήσει ικανοποιη-
τικά ακόμη το ριζικό τους σύστημα αλλά παρουσιάζουν υπερβολική ζωηρό-
τητα στο υπέργειο τμήμα, είναι πιο επιρρεπή στη φυσιολογική ξήρανση και
τη θήλωση. Επίσης εκτεταμένες ζημίες υφίστανται φυτά με επιφανειακό ρι-
ζικό σύστημα δεδομένου ότι μετά από μια βροχή ή πότισμα το σύνολον των
ριζών βρίσκεται σε περιβάλλον υγρό.
Το ύψος του κορμού καθώς και οι εκτεταμένες πληγές του κλαδέματος
ευνοούν τα συμπτώματα αυτά, δεδομένου ότι δυσκολεύουν την επαρκή τρο-
φοδοσία του υπεργείου τμήματος με νερό.
Υποκείμενα με αγγεία πολύ μεγάλης διαμέτρου όπως κλώνοι του Vitis
riparia ή αυτά της ομάδας Riparia Χ Berlandieri είναι ευαίσθητα σ’ αυτήν τη
φυσιολογική ασθένεια. Έτσι το 161 - 49 C παρουσιάζει πολύ μεγάλη ευαι-
σθησία και εμφανίζει συχνά θήλωση όταν χρησιμοποιείται σε περιοχές που
πνέουν κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού δυνατοί και ζεστοί άνεμοι.
206
νίζεται σταδιακά και συνοδεύεται από σταδιακή ξήρανση του εδάφους αλλά
κανονική λειτουργία των στοματίων, στη φυσιολογική ξήρανση και θήλωση,
το φαινόμενο εμφανίζεται απότομα και κάτω από ικανοποιητική ενυδάτωση
του φυτού όπου βέβαια η επίδραση κυρίως του ανέμου έχει ως αποτέλεσμα
την ακανόνιστη λειτουργία των στοματίων και την πρόκλιση συνθηκών έντο-
νης υποπίεσης εντός των αγγείων του ξύλου.
Κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες, λίγο πριν και κατά τη διάρκεια της
περιόδου ωρίμανσης των ραγών παρατηρείται μια μερική αφυδάτωση των
ραγών των σταφυλών. Η αφυδάτωση αυτή κυρίως παρατηρείται σε μερικά
τμήματα της σταφυλής, ιδιαίτερα στο άκρο αλλά μπορεί να επεκταθεί και
στο σύνολον αυτής. Οι ράγες και τα στελέχη χάνουν τη σπαργή τους, σταφι-
διάζουν μερικώς, γίνονται μαλακές και πέφτουν εύκολα πολλές φορές μαζί
με τα στελέχη του βότρυ. Ανάλογα με την ένταση του φαινομένου η κατά-
σταση αυτή συνοδεύεται με ξήρανση των φύλων αλλά όχι πάντα. Οι ράγες ή
τα τμήματα της σταφυλής που υφίστανται αυτή τη ζημία έχουν μειωμένους
βαθμούς 0 Brix. Το φαινόμενο αυτό οφείλεται στην οικονομία νερού και συ-
γκεκριμένα στον ανταγωνισμό μεταξύ φύλλων και καρπών αλλά και μεταξύ
των διαφόρων μερών της σταφυλής. Είναι γεγονός ότι η διατήρηση της
σπαργής των κυττάρων της ράγας οφείλεται στη συσσώρευση ζαχάρων κατά
την περίοδο της ωρίμανσης των ραγών, με συνέπεια τη μείωση του υδατικού
δυναμικού στις ράγες και την εισροή του νερού στα κύτταρα. Εάν υπάρχει
υπερπαραγωγή και μειωμένη φυλλική επιφάνεια σε σχέση με τους καρπούς,
άρρα μειωμένη συσσώρευση ζαχάρων στις ράγες το φαινόμενο αυτό επιτεί-
νεται. Η μειωμένη συσσώρευση σακχάρων στα ακραία τμήματα των σταφυ-
λών λειτουργεί επίσης κατά τον ίδιο τρόπο.
207
3.2.16. Αντιμετώπιση της ξηρασίας - αρδεύσεις.
Για την αντιμετώπιση της ξηρασίας θα πρέπει να ληφθούν μέτρα που αρχί-
ζουν από την εγκατάσταση του αμπελώνα και αποβλέπουν αφενός μεν στην
καλύτερη εκμετάλλευση του νερού του εδάφους από το ριζικό σύστημα και
αφετέρου στη μείωση εξάτμισης ή ακόμη και της διαπνοής.
208
Οι πυκνές φυτεύσεις εκμεταλλεύονται περισσότερο το νερό του εδάφους.
Πειραματικά δεδομένα με φυτεύσεις διαφορετικής πυκνότητας έδειξαν ότι
στην περίπτωση των αποστάσεων 0.5Χ1 μ., το διαθέσιμο νερό του εδάφους
ήταν 100mm ενώ στην περίπτωση των 3Χ3 μ το διαθέσιμο νερό του εδάφους
ήταν διπλάσιο κατά το στάδιο όπου οι ράγες είχαν το μέγεθος μπιζελιού,
αλλά πλησιάζοντας προς την ωρίμανση οι ποσότητες αυτές του νερού του
εδάφους συγκλίνανε περισσότερο. Kατά συνέπεια τα εκτεταμένα σχήματα
υποφέρουν περισσότερο από νερό σε σχέση με τα χαμηλά κύπελλα.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η λίπανση σε βάθος επηρεάζει πολλές φορές
την καλύτερη εγκατάσταση του ριζικού συστήματος σε βαθύτερα στρώματα.
4. Φορτίο. Η μείωση του αριθμού των οφθαλμών κατά το κλάδεμα και η α-
φαίρεση ταξιανθιών στα νεαρά φυτά, ευνοεί την ανάπτυξη του ριζικού συ-
στήματος και την πληρέστερη εγκατάστασή του στο έδαφος, με αποτέλεσμα
την καλύτερη συμπεριφορά των φυτών σε περιόδους ξηρασίας. Η υπερβο-
λική παραγωγή των νεαρών φυτών αναστέλλει την ομαλή ανάπτυξη και ε-
γκατάσταση των ριζών στο έδαφος.
5. Ύψος του κορμού. Τα φυτά με χαμηλό ύψος κορμού συμπεριφέρνονται
καλύτερα σε περιόδους ξηρασίας, δεδομένου ότι οι απώλειες του νερού από
τη φυλλική επιφάνεια αναπληρώνονται με ταχύτερο ρυθμό από το ριζικό
σύστημα.
6. Λίπανση. Η κανονική λίπανση των φυτών σε περιοχές ξηρές έχει ευνοϊκές
επιπτώσεις στα φυτά και συμβάλλει στο ξεπέρασμα της υδατικής καταπόνη-
σης. Ιδιαίτερη σημασία έχει η κανονική αζωτούχος λίπανση η οποία βοηθάει
στην καλύτερη ανάπτυξη των νέων ριζών και την επιβράδυνση του γηρα-
σμού των φύλλων.
209
ρό, είναι φανερό ότι σε περιοχές μικρού βροχομετρικού ύψους, το οποίο μά-
λιστα κατανέμεται κυρίως κατά τη χειμερινή περίοδο, θα πρέπει οι αμπελώ-
νες να αρδεύονται με μικρότερες ή μεγαλύτερες ποσότητες νερού.
Η ποσότητες νερού θα πρέπει όμως να παρέχονται κατά τέτοιο τρόπο έ-
τσι ώστε το φυτό, να μην έχει απεριόριστες ποσότητες στη διάθεσή του. Το
νερό, ανάλογα με το βλαστικό στάδιο, θα πρέπει να παρέχεται κατά τέτοιο
τρόπο έτσι ώστε οι ρίζες να έχουν στη διάθεσή τους από το έδαφος την εν-
δεδειγμένη ποσότητα. Αυτό βέβαια μπορεί να επιτευχθεί μόνο με κατάλλη-
λα συστήματα άρδευσης, όπου η ποσότητα του νερού μπορεί να ελέγχεται
(π.χ. στάγδην άρδευση). Θα πρέπει λοιπόν να αποφεύγεται η κατάκλιση
του αμπελώνα με μεγάλες ποσότητες νερού.
Στον πίνακα 12 παρουσιάζονται ενδεικτικά στοιχεία από την παροχή δια-
φορετικής ποσότητας νερού κατά την περίοδο της βλαστικής ανάπτυξης.
Φαίνεται ότι άρδευση ενός αμπελώνα κατά τη βλαστική περίοδο όπου είχε
πέσει βροχή 70mm με 250 και 300mm νερού το στρέμμα, αύξησε την ποσό-
τητα παραγωγής χωρίς να υποβαθμίσει σημαντικά τη ποιότητα. Μεγαλύτε-
ρες ποσότητες νερού μείωσαν τον αλκοολικό βαθμό του προϊόντος.
Πίνακας 12.
Επίδραση διαφορετικών ποσοτήτων νερού κατά τη βλαστική περίοδο στην από-
δοση της ποικιλίας Cabernet sauvignon.
210
Άρδευση αμπελώνων επιτραπεζίων σταφυλών . Οι αμπελώνες επιτραπεζίων
σταφυλών έχουν ανάγκη αρδεύσεων με μεγάλες ποσότητες νερού για την
παραγωγή προϊόντων υψηλής ποιοτικής στάθμης σε περιοχές με ξηροθερμι-
κό κλίμα. Ο καθορισμός των ποσοτήτων νερού και η κατανομή των αρδεύ-
σεων κατά τη βλαστική περίοδο εξαρτάται από ένα αριθμό παραγόντων ό-
πως:
211
ληλη χρησιμοποίηση των θρεπτικών στοιχείων σε κρίσιμα στάδια, όπως εί-
ναι η περίοδος πριν και μετά την ανθοφορία. Επιπλέον επιτρέπει τη χρησι-
μοποίηση νερού με σχετικά υψηλότερα επίπεδα αλάτων.
ii. Έναρξη των αρδεύσεων . Αυτή θα πρέπει να αρχίζει όταν το νερό του εδά-
φους φθάνει στο 50% της υδατοχωρητικότητας. Έχει αναφερθεί ότι η καλή
λειτουργία του φυλλώματος και η ικανοποιητική φωτοσύνθεση συμβάλουν
στην ομαλή καρπόδεση κατά την ανθοφορία. Για μια ικανοποιητική όμως
φωτοσύνθεση είναι απαραίτητο το έδαφος να είναι επαρκώς εφοδιασμένο με
νερό. Έτσι πολλές φορές σε περιόδους χαμηλών επιπέδων νερού στο έδα-
φος μπορεί το πότισμα να αρχίζει πολύ ενωρίς, πριν από την ανθοφορία
ακόμη και μετά την εκβλάστηση, με σκοπό την επιτάχυνση της αύξηση των
βλαστών. Οι αρδεύσεις συνεχίζονται μέχρι τη συγκομιδή και μετά από αυ-
τήν, εάν οι φθινοπωρινές βροχές καθυστερούν. Στις περιπτώσεις αμπελώ-
νων οι οποίοι έχουν καλυφθεί με σκοπό την επιμήκυνση της περιόδου συ-
γκομιδής της παραγωγής, οι αρδεύσεις εξακολουθούν να πραγματοποιού-
νται μέχρι και τους φθινοπωρινούς μήνες.
iii. Μερικά πειραματικά δεδομένα . Σε πειράματα άρδευσης αμπελώνων με
ποσότητες νερού που αντιστοιχούσαν στο 60, 80, ή 100% της εξατμισοδια-
πνοής κατά χρονικό διάστημα μεταξύ δεσίματος και έναρξης της ωρίμανσης
κάθε 6 ημέρες και αντίστοιχα καταναλώνονταν νερό 232, 329, και 398 Μ 3
το στρέμμα, διαπιστώθηκε ότι οι ποσότητες που αντιστοιχούσαν στο 100%
της εξατμισοδιαπνοής είχαν τα καλύτερα αποτελέσματα. Επίσης σε άλλα
πειράματα όπου αρδεύτηκαν αμπελώνες με 200, 300, 400,και 500 Μ 3 ανά
στρέμμα, οι μεγαλύτερες ποσότητες νερού είχαν ως αποτέλεσμα και τη με-
γαλύτερη αύξηση του μεγέθους των ραγών.
Σε ότι αφορά το νερό του εδάφους γνωρίζουμε ότι διαφορές στα επίπεδα
υγρασίας του εδάφους σε χαλαρά ή μέσης συστάσεως εδάφη, επιδρούν
στην ποιότητα των καρπών των επιτραπεζίων σταφυλών. Έχει αποδειχτεί
ότι η παραμονή και η διατήρηση του νερού του εδάφους σε επίπεδα που α-
ντιστοιχούν σε ένα έλλειμμα μέχρι 10% σε σχέση με την υδατοχωρητικότητα
(Field capacity), συμβάλλει θετικά στο μέγεθος των ραγών, αλλά υποβαθμί-
212
ζει τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά και τη γεύση τους. Έτσι η διατήρηση
μόνιμης υγρασίας στο έδαφος που κυμαίνεται από το 90 – 100%της υδαρο-
χωρητικότητας μειώνει την ποιότητα. Από το άλλο μέρος, ένα πολύ μεγάλο
έλλειμμα νερού στο έδαφος (60%)όπου η αντίστοιχη ποσότητα νερού στο
έδαφος φθάνει στο 40% της υδατο χωρητικότητας, μειώνει το μέγεθος των
ραγών και επί πλέον υποβαθμίζει την ποιότητα. Για την παραγωγή επιτρα-
πεζίων σταφυλιών υψηλής ποιότητας το έλλειμμα νερού στο έδαφος θα
πρέπει να παραμένει στο 40% της υδατοχωρητικότητας, άρα το νερό του ε-
δάφους θα πρέπει να είναι γύρω στο 60 – 65% της υδατοχωρητικότητας.
iv. Όγκος και συχνότητα των αρδεύσεων . Κατά την άρδευση με σταγόνες
θα πρέπει να αποφεύγουμε την υπερβολική ποσότητα νερού κάθε φορά που
αρδεύουμε έτσι ώστε να μην κατέρχεται βαθύτερα από το βάθος του ριζικού
συστήματος. Έτσι λοιπόν η ποσότητα και η συχνότητα των αρδεύσεων θα
πρέπει να προσδιορίζεται από τα χαρακτηριστικά του εδάφους. Η απόσταση
μεταξύ δύο αρδεύσεων δεν θα πρέπει να είναι τέτοια έτσι ώστε να παρατη-
ρείται υδατική καταπόνηση, ιδιαίτερα κατά την ευαίσθητη φάση της αύξησης
των ραγών (μετά το δέσιμο). Από το άλλο μέρος όταν αρδεύουμε με υπερ-
βολική ποσότητα και συχνότερα, η ποιότητα υποβαθμίζεται σημαντικά. Έτσι
σε περιπτώσεις που εφαρμόστηκε άρδευση που αντιστοιχούσε στο 100%
της εξατμισοδιαπνής αλλά κάθε 2, 4, και 6 ημέρες, διαπιστώθηκε ότι η μεί-
ωση του χρόνου μεταξύ των αρδεύσεων υποβάθμισε την ποιότητα και καθυ-
στέρησε την ωρίμανση.
213
v. Αρδεύσεις στην πράξη . Λόγω της έλλειψης σαφών οδηγιών από αντίστοι-
χες υπηρεσίες, οι παραγωγοί οι οποίοι έχουν στη διάθεσή τους επαρκείς
ποσότητες νερού, ανάλογα με το βροχομετρικό ύψος, πολλές φορές θα πρέ-
πει να αρχίζουν τις αρδεύσεις ακόμη και μετά την εκβλάστηση εάν αυτό α-
παιτείται. Εάν οι ποσότητες του νερού είναι περιορισμένες οι αρδεύσεις θα
πρέπει να γίνονται μεταξύ της καρπόδεσης και της συγκομιδής.
Εάν η διαθεσιμότητα του νερού είναι κάτω από 150 Μ 3 το στρέμμα τότε τα
αποτελέσματα εξαρτώνται από τις καιρικές συνθήκες και είναι αμφιλεγόμε-
να.
Άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν την κατανάλωση του νερού . Τα φυτά δεν
έχουν τις ίδιες απαιτήσεις σε νερό αλλά οι αντίστοιχες ποσότητες επηρεά-
ζονται από την ηλικία τους.
Η κατανάλωση του νερού αυξάνει επίσης με την αύξηση της φυλλικής επι-
φάνειας. Έτσι αυτή φθάνει σε ένα μέγιστο κατά τον πλήρη σχηματισμό της
φυλλικής επιφάνειας (μετά το δέσιμο των ραγών), παραμένει υψηλή για πε-
ρίπου 60 ημέρες και στη συνέχεια πέφτει.
Ο τρόπος έκθεσης του φυλλώματος στον ήλιο αυξάνει την κατανάλωση νε-
ρού. Σε πειράματα που έγιναν με μεταβλητά συστήματα στήριξης και έκθε-
214
σης των φύλλων στην ηλιακή ακτινοβολία αποδείχτηκε ότι όσο αυξανόταν
έκθεση του φυλλώματος αυξανόταν και η κατανάλωση νερού.
Έτσι όταν αυξήθηκε η σκίαση του εδάφους από το 60% στο 75%
της επιφανείας του, τα αντίστοιχα ποσά κατανάλωσης νερού ανά
φυτό ήταν 48 και 63 L.
Κατανομή του νερού άρδευσης κατά τη διάρκεια του βλαστικού κύκλου . Είναι
γεγονός ότι τα φυτά, καθ’ όλη τη διάρκεια του βλαστικού κύκλου δεν έχουν
ανάγκη ίσων ποσοτήτων νερού, όπως άλλωστε προαναφέρθηκε πολλές φο-
ρές. Έτσι συνήθως οι αρδεύσεις κατανέμονται κατά τέτοιο τρόπο έτσι ώστε
να εφοδιάζουν τα φυτά με διαφορετικές ποσότητες νερού. Ένα σχετικό πα-
ράδειγμα παρουσιάζεται στον πίνακα 13.
Πίνακας 13.
Κατανομή των αρδεύσεων κατά τη βλαστική περίοδο της αμπέλου
Εποχή άρδευσης Μ3 %
Άρδευση πριν την εκβλάστηση . Είναι μια χρήσιμη πρακτική που εφαρ-
μόζεται σε περιπτώσεις όπου η βροχόπτωση το χειμώνα και την άνοιξη είναι
περιορισμένη. Βαθιά εδάφη όπου το ριζικό σύστημα των φυτών φθάνει σε
215
βάθος 2,5m, μπορούν να αποθηκεύουν διαθέσιμο νερό που φθάνει μέχρι τα
250mm. Έτσι το φυτό έχει στη διάθεσή του νερό κατά τη βλαστική περίοδο
και μπορεί και αντεπεξέρχεται στις περιόδους ξηρασίας.
216
Γενικές εκτιμήσεις - Συμπεράσματα
Η άμπελος είναι ένα φυτό με σχετικά μικρές ανάγκες σε νερό και προσαρ-
μόζεται καλά στις μεσογειακές συνθήκες. Σε βροχομετρικό ύψος 300 -
400mm, μπορεί και αντεπεξέρχεται και μάλιστα αποδίδει καλής ποιότητας
προϊόντα σε χαμηλά και περιορισμένα σχήματα διαμόρφωσης. Όμως σε μερι-
κές περιπτώσεις η κατανομή αυτή συγκεντρώνεται κατά το μεγαλύτερο μέρος
στους χειμερινούς μήνες με αποτέλεσμα το καλοκαίρι τα φυτά να υποφέρουν
και να χρειάζονται άρδευση, ιδιαίτερα σε αμπελώνες με μεγάλες αποστάσεις
φύτευσης και μεγάλης ζωηρότητας φυτά.
Από την ανάλυση των δεδομένων και των παραμέτρων που επηρεάζουν
το συνεχές σύστημα έδαφος - φυτό - ατμόσφαιρα, προκύπτει ότι ο ακριβής
προσδιορισμός στην πράξη των αναγκών ενός αμπελώνα σε αρδεύσεις, είναι
πρακτικά δύσκολος δεδομένου ότι προϋποθέτει μετρήσεις που αφορούν την
εδαφική υγρασία, οι οποίες γίνονται με κατάλληλα όργανα (τενσιόμετρα, ή
συσκευές ηλεκτρικής αντίστασης). Εκτός αυτού οι κλιματικές συνθήκες επη-
ρεάζουν καθοριστικά τις απώλειες νερού δια μέσου της εξατμισοδιαπνοής.
Ως εκ τούτου στην πράξη η ποσότητα του νερού άρδευσης και η συχνότητα
των αρδεύσεων επιλέγονται από τους παραγωγούς εμπειρικά. Στις συνθή-
κες της χώρας μας με την διαφορετικότητα που χαρακτηρίζει την αμπελοκαλ-
λιέργεια (επιτραπέζιες ποικιλίες, οινοποιίσιμες ή σταφιδοποιίας), δεν είναι
δυνατόν να δοθούν γενικές οδηγίες άρδευσης. Κατά κανόνα στις περισσό-
τερες περιοχές οι επιτραπέζιες ποικιλίες οι οποίες καλλιεργούνται διαμορ-
φωμένες σε εκτεταμένα σχήματα, θα πρέπει να αρδεύονται, ανάλογα με τις
βροχοπτώσεις της βλαστικής περιόδου, με ποσότητες νερού που ξεπερνούν
κατά πολύ τα 200Μ 3 , κατά την περίοδο από τέλη Ιουνίου μέχρι και τον Αύ-
γουστο. Οι οινοποιίσιμες ποικιλίες που καλλιεργούνται κάτω από συνθήκες
υψηλών αποδόσεων, όπως π.χ. το Σαββατιανό που σε γόνιμα εδάφη ξεπερνά
τους 4 τόνους το στρέμμα, θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ανάλογα. Οι οινο-
ποιίσιμες ποικιλίες παραγωγής οίνων ποιότητας, όπου οι παραγωγές δεν ξε-
περνούν τα 800- 1000 κιλά το στρέμμα συνήθως καλλιεργούνται χωρίς πρό-
βλεψη άρδευσης. Όταν εγκαθίστανται διαμορφωμένες σε χαμηλά κύπελλα
217
και κάτω από μικρές παραγωγές, δεν αρδεύονται. Σε πιο εκτεταμένα γραμ-
μωτά σχήματα, μερικές ξηρές χρονιές θα πρέπει να αρδεύονται με μια ή δύο
αρδεύσεις των 40 - 50 m 3 οι οποίες γίνονται κατά το στάδιο λίγο πριν και με-
τά τον περκασμό.
Απεριόριστη άρδευση με μεγάλες ποσότητες νερού προκαλεί υποβάθμι-
ση της ποιότητας του προϊόντος. Σε περιπτώσεις σοβαρών ελλείψεων νερού
ζημιώνονται τα φυτά και υποβαθμίζεται η παραγωγή. Η σταδιακή εγκατάστα-
ση ενός ήπιου υδατικού “στρες” κατά την έναρξη της ωρίμανσης συμβάλλει
στην ανάσχεση της αύξησης των βλαστών με πολύ θετικά αποτελέσματα στην
πορεία της ωρίμανσης και την ποιότητα της παραγωγής των προϊόντων οινο-
ποιίας.
218
ΙV. ΑΝΟΡΓΑΝΗ ΘΡΕΨΗ ΤΗΣ ΑΜΠΕΛΟΥ
4.1.H μετακίνηση των ιόντων μεταξύ της υγράς και της στερεάς φάσεως
του εδάφους
219
Σχήμα 49 Αναπαράσταση της συγκράτησης των μορίων του νερού από τα στερεά τε-
μαχίδια του εδάφους.
220
• η εναλλαγή
• η διαλυτοποίηση
• η υδρόλυση
• η ανοργανοποίηση της οργανικής ουσίας
R- X +Y ⇔ R-Y+X
221
ένα μονοσθενές. Η προσρόφηση ενός στοιχείου στα εδαφικά μόρια εξαρτά-
ται επίσης και από μερικούς άλλους παράγοντες, όπως η συγκέντρωσή του
στο εδαφικό διάλυμα, καθώς επίσης και το μέγεθος του ιόντος και το βαθμό
ενυδάτωσής του.
Επιπλέον στο εδαφικό διάλυμα απαντάται και ένας αριθμός ανιόντων
όπως νιτρικά, φωσφορικά, θειικά και το χλώριο. Τα ανιόντα αυτά είναι
συνδεμένα με τις θέσεις απορρόφησης είτε άμεσα, είτε με ενδιάμεσα κατιό-
ντα, είτε ακόμη με θετικά φορτία τα οποία εμφανίζονται στην περιφέρεια
των μορίων της αργίλου ή των οξειδίων του σιδήρου και του αργιλίου και τα
οποία είναι συνδεμένα με την άργιλο (με αυτό τον τρόπο κυρίως συνδέονται
τα φωσφορικά ανιόντα PO 4 H -- , PO 4 H 2 - ). Η προσρόφηση των ανιόντων είναι
ένα περίπλοκο φαινόμενο και εξαρτάται καθοριστικά από το pH .
Si - OH ⇔ Si- Ο - + H +
Al - OH
- Αl - OH ⇔ -Al + OH -
222
ή όξινο σε pH βασικό:
-Al - OH ⇔ -AlO - + H +
R - OH ⇔ R + + OH -
φ - ΟΗ ⇔ φ - Ο - + H+
R - COOH ⇔ R - COΟ - + H +
223
δεσμεύονται από τα Al +++ , Fe +++ , Ca ++ και είναι αδιάλυτα. Χαρακτηριστική
περίπτωση αποτελεί ο φώσφορος, ο οποίος υπό την μορφή HPO 4 -- και
H 2 PO 4 -- συγκρατείται από την άργιλο και τα κολλοειδή υδροξείδια του σι-
δήρου και του αργιλίου. Έτσι η αναλογία των ανταλλαξίμων ιόντων του
φωσφόρου σε σχέση με τον ολικό του εδάφους είναι πάρα πολύ μικρή και
αντιστοιχεί μόνο περίπου στο 1%.
4.1.2. Διάλυση
4.1.3. Υδρόλυση
224
δια της υδρολύσεως αυτών και προκύπτουν έτσι τα δευτερογενή ορυκτά. Ο
ρόλος της υδρόλυσης είναι καθοριστικός δεδομένου ότι τα ανόργανα στοι-
χεία τα οποία είναι δεσμευμένα στα πρωτογενή ορυκτά και είναι αδιάθετα
υπό την μορφή αυτή, περνάνε στον απορροφητικό σύνδεσμο των κολλοει-
δών και έτσι μπορούν από εκεί να αποδίδονται στο εδαφικό διάλυμα.
Το κάλιο του εδάφους, το οποίο είναι ένα από τα κύρια κατιόντα του ε-
δαφικού διαλύματος, κατά ένα πολύ μεγάλο μέρος είναι αδιάθετο, δεσμευμέ-
νο στα φύλλα της αργίλλου (90 – 98%), κατά ένα πολύ μικρό μέρος βρίσκε-
ται δεσμευμένο στους απορροφητικούς συνδέσμους (επιφάνειες των κολλο-
ειδών), από το οποίο ένα μέρος γίνεται πάλι μη διαθέσιμο δεσμευόμενο ε-
ντός των φύλλων της αργίλου (1-10%) και ένα πολύ μικρό μέρος είναι α-
νταλλάξιμο(1 – 2%) ως δεσμευόμενο στις επιφάνειες των κολλοειδών.
Αζωτο ( ΝΗ 4 , ΝΟ 3 )
Φώσφορο ( HPO 4 -- και H 2 PO 4 - )
Θειικά ιόντα (SO4 -- )
Κατιόντα (Κ + Ca ++ , Mg ++ , Fe ++ + )
225
ρίζα η οποία βρίσκεται στο κέντρο του κυλίνδρου (Σχήμα 50). Η κίνηση του
νερού προς τα ριζίδια γίνεται ακτινωτά σε αποστάσεις 4 - 5 cm. Η ταχύτητα
μετακίνησης του νερού κάτω από αυτές τις συνθήκες είναι περίπου 100 φο-
ρές μικρότερη σε σχέση με το νερό κεκορεσμένου εδάφους. Όταν το νερό
βρίσκεται κοντά στα επίπεδα της υδατοχωρητικότητας η ταχύτητα μετακίνη-
σής του είναι της τάξεως των 10 -2 – 10 -3 cm/h ενώ όταν βρίσκεται πλησίον
του συντελεστή μόνιμης μάρανσης είναι της τάξεως των 10 –6 cm/h. Στην πε-
ρίπτωση λοιπόν ακορέστου εδάφους οι στιβάδες νερού είναι πιο σταθερές
και τα φαινόμενα εναλλαγής είναι πιο έντονα. Έτσι τα ιόντα φθάνουν στις
ρίζες ακολουθώντας τη μετακίνηση του νερού προς αυτές (μαζική ροή). Επί
πλέον η μετακίνηση των ιόντων γίνεται με τη διάχυση λόγω διαφοράς συ-
γκεντρώσεων μεταξύ του περιβάλλοντος των ριζιδίων και πιο απομακρυ-
σμένων θέσεων.
Σχήμα 50. Σχηματική παράσταση της ροής του νερού του εδάφους με κατεύθυνση τη
ρίζα.
226
άλλο μέρος, τα ιόντα μετακινούνται επίσης εξ αιτίας του φαινομένου της
διάχισης λόγω διαφοράς συγκέντρωσης μεταξύ του περιβάλλοντος των ριζι-
δίων, όπου απορροφώνται τα ιόντα και πιο απομακρυσμένων θέσεων όπου
η συγκέντρωσή τους είναι μεγαλύτερη. Η διάχιση εξασφαλίζει τη μετακίνηση
του μεγαλύτερου ποσοστού των φωσφορικών ανιόντων και του καλίου. Κά-
ποιες ενδεικτικές τιμές αυτών των αποστάσεων μετακίνησης σε mm δίδο-
νται πιo κάτω:
227
ωμένη φωτοσύνθεση, η καταστροφή του φυλλώματος, η υπερπαραγωγή
κλπ., δρουν ανασταλτικά στην ανάπτυξη του ριζικού συστήματος. Επιπλέον
και καθαρώς εδαφικοί παράγοντες μπορούν και επηρεάζουν την ανάπτυξη
των ριζών, δρώντας είτε μηχανικά είτε επηρεάζοντας τον μεταβολισμό των
ριζών. Μεταξύ των μηχανικών παραγόντων είναι η άμεση αντίσταση στην
επιμήκυνση των ριζών, καθώς επίσης και οι διέξοδοι προτιμησιακής ανά-
πτυξης των ριζών που καθορίζονται από τη δομή του εδάφους. Το πορώδες
του εδάφους, η δομή και η σταθερότητά της, καθώς επίσης και η υγρασία
επηρεάζουν τη περατότητα του εδάφους στις ρίζες και τον αποικισμό του.
228
Έχει διαπιστωθεί ότι ο μίσχος είναι πιο πλούσιος σε νιτρικό
άζωτο, κάλιο, νάτριο, μαγνήσιο και ασβέστιο ενώ το έλασμα
είναι πιο πλούσιο σε ολικό άζωτο, φωσφόρο, θείο, μαγγάνιο
και σίδηρο.
229
σμού. Κατά τη δειγματοληψία λαμβάνονται 25 φύλλα με τον μίσχο τους τα
οποία προέρχονται από φυτά τα οποία είναι κανονικά κατανεμημένα στην
επιφάνεια αναφοράς.Τα φύλλα λαμβάνονται από συγκεκριμένες θέσεις επά-
νω στο βλαστό και όχι από οποιοδήποτε σημείο. Θα πρέπει δηλαδή να βρί-
σκονται απέναντι από τον πρώτο βότρυ. Λαμβάνεται επίσης μέριμνα, έτσι
ώστε τα φύλλα να είναι σε καλή κατάσταση, χωρίς νεκρώσεις και άλλα συ-
μπτώματα.
Η ανάλυση των φύλλων μπορεί να μας αποκαλύψει περιπτώσεις ελλεί-
ψεων και ανταγωνισμού μεταξύ των στοιχείων. Πράγματι ανάλογα με την
υδατική κατάσταση και τη διαφοροποίηση των εδαφικών οριζόντων, η ικα-
νότητα του ριζικού συστήματος να απορροφά τα ανόργανα στοιχεία και η
διαθεσιμότητά τους από το έδαφος διαφέρει. Για την ερμηνεία των αποτελε-
σμάτων, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται επίπεδα αναφοράς προερχόμενα
από φυτικό υλικό το οποίο βρίσκεται σε ιδανικές συνθήκες θρέψης.
230
τά τη διάρκεια της ημέρας και τη νύκτα σχεδόν διακόπτεται, η απορρόφηση
των στοιχείων είναι περισσότερο ομαλή κατά τη διάρκεια του εικοσιτετραώ-
ρου και προσδιορίζεται από τις ανάγκες της αύξησης και της ανάπτυξης. Η
χρησιμοποίηση των ιόντων από το υπέργειο τμήμα και η δυνατότητα μετακί-
νησής τους εντός του φυτού επηρεάζουν την πρόσληψή τους. Έτσι για πα-
ράδειγμα εάν η φωτοσύνθεση είναι μειωμένη και ως εκ τούτου μειωμένη και
η παρουσία μεταβολιτών που θα χρησιμοποιούσαν τα ιόντα τότε και η
πρόσληψη επιβραδύνεται.
Η απορρόφηση του νερού επιδρά επίσης στην απορρόφηση των ιόντων
με έμμεσο τρόπο. Εάν ένα τμήμα του ριζικού συστήματος απορροφά για
οποιονδήποτε λόγο το νερό με μεγαλύτερη ένταση τότε αυξάνεται και η α-
πορρόφηση των ιόντων χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι μια μειωμένη δι-
απνοή (π. χ. λόγω υψηλής σχετικής υγρασίας της ατμόσφαιρας) θα μπο-
ρούσε να προκαλέσει ανεπαρκή εφοδιασμό με ανόργανα θρεπτικά στοιχεία.
Είναι γεγονός ότι οι δυνατότητες πρόσληψης των ιόντων είναι τις περισ-
σότερες φορές πολύ μεγαλύτερες από αυτές που έχει ανάγκη το φυτό. Έτσι
εάν για κάποιο λόγο το φυτό προς στιγμή αδυνατεί να προσλάβει κάποιο
θρεπτικό στοιχείο αυτό δεν σημαίνει ότι θα παρουσιαστεί πρόβλημα έλλει-
ψης ιδιαίτερα στα ανόργανα στοιχεία τα οποία επανακατανέμονται εύκολα
εντός του φυτού.
Κατά τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου η πρόσληψη είναι κανονική και
επεκτείνεται σε όλη την περίοδο της αύξησης και μερικές φορές και στην πε-
ρίοδο της ωρίμανσης των καρπών. Μερικές φορές όμως κάποιες ανάγκες
καλύπτονται και από ανακατανομή των στοιχείων εντός το φυτού. Έτσι για
παράδειγμα εάν έχουμε έντονη απορρόφηση καλίου κατά την άνοιξη, τότε
κατά την περίοδο της ωρίμανσης οι ανάγκες του φυτού καλύπτονται από α-
νακατανομή και δεν παρατηρείται απορρόφηση. Αντίθετα εάν η απορρόφη-
ση την άνοιξη είναι μειωμένη, τότε παρατηρείται απορρόφηση κατά την πε-
ρίοδο της ωρίμανσης. Στις περιπτώσεις όμως ξηρασίας κατά την ωρίμανση,
η πρόσληψη είναι ούτως ή άλλως μειωμένη και τότε μπορούν να εμφανι-
στούν συμπτώματα έλλειψης του στοιχείου αυτού εφόσον δεν έχει προηγη-
231
θεί επαρκής πρόσληψη κατά την προηγούμενη περίοδο. Συνήθως η ανακα-
τανομή κάποιων στοιχείων παρατηρείται είτε κατά την περίοδο της έναρξης
της αύξησης των βλαστών, είτε κατά την περίοδο της ωρίμανσης των ρα-
γών. Οι ποσότητες των στοιχείων που επανακατανέμονται είναι πολλές φο-
ρές αρκετά μεγάλες.
Οι ποσότητες του Καλίου που έχουν ενσωματωθεί στα διάφορα μέρη
ενός φυτού μπορεί να είναι ανώτερες από αυτές οι οποίες προσλαμβάνο-
νται από το φυτό κάθε χρόνο. Έτσι για παράδειγμα σε ένα ηλικιωμένο φυτό
της ποικιλίας Carignan του οποίου οι κληματίδες ζυγίζουν 600g ο κορμός
και οι βραχίονες 3,3 Kg και οι ρίζες 800g έχουν υπολογιστεί αντίστοιχες
ποσότητες καλίου 5.6, 16.4 και 4.5 γραμμαρίων. Αυτές για μια πυκνότητα
400 φυτών ανά στρέμμα αντιστοιχούν σε 11. 5kg καλίου το στρέμμα. Έχει
παρατηρηθεί ότι περίπου οι μισές ποσότητες καλίου τις οποίες έχει ανάγκη
το φυτό και δεν τις προσλαμβάνει από το έδαφος για διάφορους λόγους, κι-
νητοποιούνται από τους διάφορους ιστούς. Ιδιαίτερα κατά την περίοδο της
ωρίμανσης των ραγών όπου συσσωρεύονται μεγάλες ποσότητες στις ράγες,
παρατηρείται μείωση των επιπέδων αζώτου και καλίου στα φύλλα και τους
βλαστούς και αύξηση των αντίστοιχων επιπέδων στις ράγες.
232
και κυτταρινική και τα καρβοξύλια τα οποία προέρχονται από τις πρωτεΐνες
και τα ουρονικά οξέα, καθώς και οι ημικυτταρίνες ασκούν ηλεκτροστατικές
δυνάμεις στα κατιόντα και απωθούν τα ανιόντα. Η περιοχή λοιπόν αυτή του
κυτταρικού τοιχώματος αποτελεί το άμεσο περιβάλλον του κυτοπλάσματος
και είναι υπεύθυνη για τον εφοδιασμό του κυττάρου με ανόργανα συστατικά.
Συνίσταται λοιπόν από μια υψηλή συγκέντρωση κατιόντων (κυρίως ασβε-
στίου) και από μια χαμηλή συγκέντρωση ανιόντων. Τα ανιόντα που συγκε-
ντρώνονται στις θέσεις αυτές είναι τα Η 2 ΡΟ 4 -- , τα SO 4 -- και προπάντων
NO 3 - .
233
Αυτό μπορεί να αναπαρασταθεί με το σχήμα:
234
Το Σχήμα 51 παριστάνει την είσοδο ενός κατιόντος (1) και την είσοδο
ενός ανιόντος (2) στα κύτταρα με σκοπό την αποκατάσταση του ηλεκτροχη-
μικού δυναμικού.
4.3. Λιπάνσεις
Σχήμα 51. Σχηματική παράσταση εισόδου των κατιόντων (1) και των ανιόντων (2) ε-
ντός των κυττάρων.
και έτσι οι ανάγκες εξαρτώνται περισσότερο από τις φυσικές και χημικές
ιδιότητες του εδάφους και λιγότερο από τις λιπάνσεις. Παρόλα αυτά όμως
κάποιες ποσότητες θρεπτικών στοιχείων θα πρέπει να προστίθενται υπό τη
μορφή λιπασμάτων, ιδιαίτερα κάτω από συνθήκες υψηλών αποδόσεων.
Πράγματι σε αμπελώνες επιτραπεζίων κυρίως ποικιλιών εγκαταστημένων σε
βαθιά αρδευόμενα εδάφη οι υψηλές παραγωγές και οι εκτεταμένες εκπλύ-
235
σεις των στοιχείων απομακρύνουν μεγάλες ποσότητες θρεπτικών στοιχείων
τα οποία θα πρέπει να προστίθενται με τις λιπάνσεις. Οι ελλείψεις ή οι υ-
περβολικές ποσότητες ενός στοιχείου στο έδαφος είναι δυνατόν να προκα-
λέσουν φυσιολογικές διαταραχές ή τοξικά φαινόμενα με δυσμενείς επιπτώ-
σεις στην παραγωγή της χρονιάς, αλλά και την επιβίωση ή τη μακροβιότητα
των φυτών. Επίσης κατά τη διάρκεια της διαβίωσης των φυτών στον αμπε-
λώνα για αρκετά χρόνια το έδαφος σταδιακά υποβαθμίζεται. Έτσι παρατη-
ρείται πολλές φορές οξύνιση των εδαφών με αποτέλεσμα τη διαλυτοποίηση
τοξικών μετάλλων στο έδαφος και τη μείωση των δισθενών κατιόντων, του
βορίου και άλλων στοιχείων. Επίσης μειώνεται η περιεκτικότητα σε οργανι-
κή ουσία της οποίας η συμβολή στις φυσικές βιολογικές και χημικές ιδιότη-
τες του εδάφους είναι καθοριστική. Επί πλέον τα καλλιεργητικά μηχανήματα
με τις συχνές διελεύσεις δια μέσου των γραμμών φύτευσης επηρεάζουν τη
δομή του εδάφους. Έτσι λοιπόν η διατήρηση της γονιμότητας του εδάφους
με κατάλληλες επεμβάσεις είναι απαραίτητη για τη διαβίωση των φυτών και
τη διατήρηση της παραγωγής σε ικανοποιητικά επίπεδα.
236
4.3.1. Ριζικό σύστημα
Σχήμα 52. Διαφορετική κατανομή του ριζικού συστήματος και του επιπέδου θρέψης σε
ανομοιογενές χαλαρό έδαφος με συγκέντρωση αργίλου σε βάθος(Α) και ομοιογενές χα-
λαρό έδαφος με κανονική κατανομή αργίλου σε βάθος(Β)
.
237
μένου ότι η ριζογένεση εξελίσσεται ικανοποιητικά. Η μηχανική αντίσταση
που προβάλλει το έδαφος στις ρίζες επηρεάζει την ανάπτυξή τους καθώς ε-
πίσης και το πορώδες το οποίο συμβάλλει στον επαρκή αερισμό.
Η ανάπτυξη του ριζικού συστήματος σε βάθος έχει μεγάλη σημασία και
εξαρτάται βέβαια από τα υδρομορφικά και πεδολογικά
χαρακτηριστικά των εδαφικών οριζόντων. Για παράδειγμα σε εδάφη με αδι-
απέρατους ορίζοντες οι οποίοι μάλιστα βρίσκονται σε μικρό βάθος το νερό
παραμένει κοντά στην επιφάνεια με αποτέλεσμα να αναπτύσσεται επιφανει-
ακό ριζικό σύστημα.
Σε εδάφη ομοιογενή, όπου το νερό στραγγίζει κανονικά σε βάθος η ανά-
πτυξη του ριζικού συστήματος σε βαθύτερα στρώματα είναι κανονική εμφα-
νίζοντας μια σταδιακή μείωση.
Αντίθετα σε ανομοιογενή, εκπλυμένα όξινα εδάφη, όπου οι επιφανειακοί
ορίζοντες αποτελούνται από χονδρόκοκκα συστατικά και ακολουθούνται
από ορίζοντες με μεγαλύτερες συγκεντρώσεις αργίλου, η ανάπτυξη του ρι-
ζιδίων περιορίζεται στους ορίζοντες αυτούς όπου εκεί μετατοπίζεται και το
επίπεδο θρέψης (Σχήμα 52). Στα εδάφη αυτά αναπτύσσονται μερικές χον-
δρές ρίζες επιφανειακά και οι αργιλικοί ορίζοντες αποικίζονται πλήρως με
ριζίδια (Σχήμα 53 Α). Οι περιπτώσεις ελλείψεων είναι συχνές ως αποτέλε-
σμα του περιορισμού των ριζιδίων στους ορίζοντες αυτούς.
Άλλοτε πάλι κάποια ανομοιογενή ασβεστώδη εδάφη χαρακτηρίζονται
από σχηματισμό στρώματος ανθρακικού ασβεστίου σε βάθος το οποίο μά-
λιστα πολλές φορές καθίσταται συμπαγές και αδιαπέρατο. Έτσι σε περι-
πτώσεις ξηρασίας αναπτύσσονται ριζίδια στον ορίζοντα αυτό, δεδομένου
ότι περιέχει περισσότερο νερό, αλλά ταυτόχρονα λόγω υψηλής συγκέντρω-
σης ανθρακικού ασβεστίου η διάρκεια ζωής τους είναι μικρή. Στα εδάφη αυ-
τά είναι πολύ συχνά τα προβλήματα χλώρωσης.
Στις περιπτώσεις αυτές όπου υπάρχει έντονη ανομοιογένεια σε βάθος
ενδείκνυται, να εφαρμόζεται ανασκαφή του εδάφους και βαθύ όργωμα με
σκοπό την ανάμιξη των οριζόντων πριν την εγκατάσταση των αμπελώνων.
238
Η κατανομή λοιπόν του ριζικού συστήματος εξαρτάται:
Σχήμα 53. Κατανομή του ριζικού συστήματος (ριζικό προφίλ) ανάλογα με τις εδαφικές
συνθήκες. (Α: επίδραση του αναγλύφου του εδάφους και της υπόγειας στάθμης a 1 : βα-
θιά εγκατάσταση a 2 : επιφανειακή εγκατάσταση Β : επίδραση της ανομοιογένειας των
οριζόντων του εδάφους. C : επιφανειακή εγκατάσταση. D : επίδραση της πυκνότητας
φύτευσης d 1 : πυκνή φύτευση d 2 : αραιή φύτευση).
239
Η πυκνότητα φύτευσης των φυτών κατά την εγκατάσταση του αμπελώνα,
καθορίζει επίσης τον όγκο του εδάφους ο οποίος είναι διαθέσιμος για κάθε
φυτό.
.
Πίνακας 14.
Ποσότητες των κυριότερων στοιχείων που προσλαμβάνονται από την άμπελο ανά στρ.
και έτος(Kg).
Ν 4 - 7
P 0.4 - 1 1-2 P2 Ο 5
Κ 4 - 7 5-8 K2O
Ca 4 - 8 6 - 12 Ca O
240
4.3. 2α. Άζωτο
241
σότητες μόνο σε αλατούχα εδάφη. Έτσι λοιπόν το νιτρικό ανιόν είναι εκείνο
το οποίο μπορεί να εξασφαλίσει και μια ικανοποιητική σπαργή στα φυτά.
Επιδράσεις του αζώτου στην αύξηση και την ανάπτυξη. Η επάρκεια του α-
ζώτου στο έδαφος σε συνδυασμό με τις ευνοϊκές θερμοκρασίες και την ε-
πάρκεια νερού, προσδίδει στα φυτά υπερβολική ζωηρότητα, η οποία εκδη-
λώνεται με τα εξής χαρακτηριστικά:
242
Πίνακας 15.
Επίδραση του Αζώτου και του Καλίου στη ταχύτητα αύξησης των βλαστών κατά
την άνθηση και τον περκασμό και το βάρος του ξύλου της ποικιλίας “Ξινόμαυρο”.
Επεμβά- Αύξηση των βλαστών Αύξηση των βλαστών κατά Βάρος ξύλου
σεις κατά την άνθηση τον περκασμό(cm/ημέρα) Kg/φυτό
(cm/ ημέρα)
N0 - K0 4,75 0,86 1,057
N0 - K1 4,61 0,18 1,184
N0 - K2 5,42 0,57 1,535
N1 - K0 5,30 0,92 1,417
N1 - K1 5,23 0,53 1,292
N1 - K2 5,55 0,87 1,444
N2 - K0 5,36 0,70 1,594
N2 - K1 4,97 1,23 1,431
N2 - K2 6,42 1,43 1,607
καταβολών στους οφθαλμούς και επίσης τον αριθμό των βλαστανόντων οφ-
θαλμών καθώς επίσης και το επίπεδο καρπόδεσης. Σε ποικιλίες όμως που
έχουν την τάση να ανθορροούν, επιτείνεται η ανθόρροια και μειώνεται η
παραγωγή.
Αζωτο και υδατικές σχέσεις Η αύξηση της πρόσληψης του αζώτου και συ-
νεπώς της ζωηρότητας επηρεάζει τις υδατικές σχέσεις ως εξής :
243
Αφ’ ενός μεν αυξάνει την ποσότητα του διαπνεομένου νερού από
τα φύλλα, αφ' ετέρου δε αυξάνει τη δύναμη με την οποία απορρο-
φάται το νερό από το έδαφος.
244
Σε ότι αφορά την ποιότητα της παραγωγής, θα πρέπει να σημειωθεί ότι
οι αυξημένες αζωτούχες λιπάνσεις έχουν ως αποτέλεσμα την καθυστέρηση
της ωρίμανσης με σημαντικές επιπτώσεις στην ποιότητα των προϊόντων. Ε-
πίσης έχει παρατηρηθεί σημαντική μείωση των ανθοκυανών των σταφυλιών
καθώς επίσης και μείωση της εκχυλισματικότητάς τους κατά την παραγωγή
ερυθρών οίνων.
Πίνακας 16.
Επίδραση του Αζώτου και του Καλίου στα ποιοτικά χαρακτηριστικά του οίνου της ποι-
κιλίας “Ξινόμαυρο”.
245
θοκυάνες που εκχυλίστηκαν τόσο σε pH 1 όσο και σε pH 3.2 επηρεάστηκαν
καθοριστικά από τα επίπεδα της αζωτούχου λίπανσης. Επίσης η επίδραση
του καλίου ήταν ευνοϊκή στα υψηλά επίπεδα της αζωτούχου λίπανσης. Σε
ότι αφορά την εκχυλισματικότητα των ανθοκυανών, όσο μικρότερο είναι το
αποτέλεσμα της σχέσης (*) τόσο καλύτερη είναι η εκχυλισματικότητά τους .
Πίνακας 17
Πίνακας 14. Επίδραση του Αζώτου και του Καλίου στα φαινολικά συστατικά των σταφυ-
λών της ποικιλίας “Ξυνόμαυρο” και την εκχυλισματικότητα των ανθοκυανών (ΕΑ).
246
ταυτόχρονα προκαλεί μείωση του αμπσισικού οξέος των φύλλων. Αυτό συ-
σχετίζεται άμεσα με την καθυστέρηση της ωρίμανσης αλλά και του γηρα-
σμού των κυττάρων της σάρκας των ραγών και ενισχύει την άποψη της ορ-
μονικής βάσης της καθυστέρησης της ωρίμανσης, που παρατηρείται σε πε-
ριπτώσεις υπερβολικής ζωηρότητας των φυτών. Όμως η έλλειψη αζώτου,
ιδιαίτερα κατά την περίοδο της ανθοφορίας η οποία αποτελεί και το κρίσιμο
στάδιο της αζωτούχου θρέψης, έχει επίσης δυσμενείς επιπτώσεις δεδομένου
ότι προκαλεί μείωση της καρπόδεσης. Η μείωση αυτή εντείνεται ιδιαίτερα σε
συνθήκες μειωμένης ηλιοφάνειας.
Ανάγκες των φυτών σε άζωτο. Έχει διαπιστωθεί ότι η ποσότητα του αζώ-
του που προσλαμβάνεται από τα φυτά κάθε χρόνο ανέρχεται σε 4 - 7 κιλά
αζώτου το στρέμμα. Κάποιες ποσότητες από αυτό επιστρέφουν στο έδαφος
με τα φύλλα, η ακόμη επενδύονται σε νέους μόνιμους ιστούς (αύξηση του
πάχους του κορμού και των βραχιόνων καθώς και του ριζικού συστήματος).
Επίσης σημαντικές ποσότητες του αζώτου του εδάφους χάνονται με τη
στράγγιση του νερού στην υπόγεια στάθμη. Οι ποσότητες αυτές ανάλογα
με το βροχομετρικό ύψος της περιοχής κυμαίνονται από 2 - 26 κιλά αζώτου
ανά στρέμμα. Είναι γενικά παραδεκτό ότι το άζωτο και η επάρκεια νερού
στο έδαφος δημιουργούν συνθήκες υπερβολικής ζωηρότητας και υποβάθμι-
σης της ποιότητας.
Αυτή η άποψη που σήμερα στηρίζεται σε σύγχρονα ερευνητικά δεδομένα
και εξειδικευμένες μεθόδους ανάλυσης ήταν γνωστή στον Ελλαδικό χώρο
ακόμη από τους προϊστορικούς χρόνους. Ο Όμηρος ο οποίος στα έργα του
μας πληροφορεί πολύπλευρα για τον πολιτισμό της εποχής εκείνης, μας δί-
νει και πάρα πολλές πληροφορίες επίσης για την αμπελοκαλλιέργεια και την
οινοποίηση. Έτσι σε ένα πολύ χαρακτηριστικό διάλογο του Οδυσσέα με τον
Πολύφημο στην Οδύσσεια μεταξύ των στίχων 348 - 360, αναφέρει:
……………………………………………………………………..
-“Ακόμα δώσ’μου έτσι να ζεις και τ’όνονομά σου πες μου
ευθύς, να λάβεις δώρο μου, που να χαρεί η καρδιά σου.
247
Βγάζει και η πολύκαρπή μας γη, κρασί για τους κυκλώπους/,
από μεγαλοστάφυλα, καθώς τα βρέχει ο Δίας/ όμως αυτό εί-
ναι νέκταρ των θεών και αμβροσία.
Προέλευση του αζώτου. Το άζωτο του εδάφους προέρχεται από τις εξής
πηγές:
248
Η ποσότητα του εδάφους σε οργανική ουσία κυμαίνεται συνήθως από
1 - 2 %. Η οργανική ουσία βελτιώνει τις φυσικές ιδιότητες του εδάφους ό-
πως τη δομή και την σταθερότητά της. Προστατεύει το έδαφος από τη διά-
βρωση και εφοδιάζει το εδαφικό διάλυμα με ανόργανα θρεπτικά συστατικά
και κυρίως με άζωτο. Κάθε χρόνο μια μικρή ποσότητα οργανικής ουσίας
(0.1 - 3 %) ανοργανοποιείται και εφοδιάζει το έδαφος με άζωτο καθώς και
με άλλα ανόργανα στοιχεία. Η ανοργανοποίηση του οργανικού αζώτου του
εδάφους είναι μια διαδικασία η οποία εξελίσσεται με την βοήθεια των βα-
κτηρίων Nitrosomonas τα οποία μετατρέπουν την αμμωνία σε νιτρώδη και τα
Nitrobacter τα οποία μετατρέπουν τα νιτρώδη σε νιτρικά. Η μετατροπή αυτή
απελευθερώνει την απαιτούμενη ενέργεια για την αναγωγή του CO 2 από τα
βακτήρια και εξελίσσεται κατά το σχήμα:
ΝΗ 4 + (Nitrosomonas) ⇒ ΝΟ 2 (Nitrobacter) ⇒ ΝΟ 3
249
νται οι αζωτούχες λιπάνσεις. Αντίθετα σε περιόδους ξηρασίας θα πρέπει
να μειώνονται.
Υπολογίζεται ότι από την οργανική ουσία παρέχονται 2 - 10 μονάδες α-
ζώτου ανά στρέμμα. Οι ποσότητες αυτές πέραν από την περιεκτικότητα του
εδάφους σε οργανική ουσία, εξαρτώνται σημαντικά από τις κλιματολογικές
συνθήκες.
250
Σε περιπτώσεις πάλι όπου παρατηρείται έλλειψη ή υπερβολική διαθεσιμότη-
τα θα πρέπει να διαπιστώσουμε τις αιτίες και τα μέσα παρέμβασης.
Γενικά, ανάλογα με τη ζωηρότητα των φυτών και τις κλιματολογικές συνθή-
κες πρέπει να παρέχονται κάθε χρόνο 8 - 12 μονάδες αζώτου σε αμπέλους
με μειωμένη ζωηρότητα. Στις περιπτώσεις με επαρκή ζωηρότητα προσθέ-
τουμε τη μισή περίπου ποσότητα. Για μεγαλύτερες παραγωγές ανά στρέμμα
και κυρίως σε επιτραπέζιες ποικιλίες που ξεπερνούν τα 1500 - 2000 κιλά
παραγωγής ανά στρέμμα, οι ποσότητες αυτές αυξάνονται ανάλογα.
Οι κλιματικές συνθήκες οι οποίες ευνοούν την ανοργανοποποίηση του
οργανικού αζώτου και δεν προκαλούν έκπλυση των νιτρικών (ξηρό φθινό-
πωρο και χειμώνας), θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και ενδεχομένως σε
κάποιους αμπελώνες με ικανοποιητική ζωηρότητα να μη χρειάζεται λίπανση.
Άλλοτε πάλι σε αμπελώνες παραγωγής οίνων ποιότητος με μικρές παραγω-
γές ανά στρέμμα, εάν η ζωηρότητα εκτιμηθεί ως επαρκής και το έδαφος πε-
ριέχει ικανοποιητικά επίπεδα οργανικής ουσίας (>2%), ενδεχομένως να μην
χρειαστεί λίπανση.
251
περίοδο περίπου 2 μηνών γύρω από την εποχή της ανθοφορίας με ένα μέγι-
στο κατά το δέσιμο των ραγών και την περίοδο της αύξησης. Ένα δεύτερο
μέγιστο απορρόφησης παρατηρείται μετά τον περκασμό και κατά την πρώτη
περίοδο της ωρίμανσης των ραγών. Κατά το τέλος της βλαστικής περιόδου
παρατηρείται μια μετακίνηση αζώτου από τα φύλλα προς τα μόνιμα μέρη του
φυτού.
Το ζητούμενο πάντα λοιπόν κατά τη λίπανση, είναι το νιτρικό άζωτο μετά
την εφαρμογή του στο έδαφος, να φθάσει στο ριζικό σύστημα 15 - 20 ημέρες
μετά την εκβλάστηση. Η μετακίνηση του αζώτου σε βάθος είναι διαφορετι-
κή ανάλογα με την ταχύτητα στράγγισης του νερού του εδάφους και επομέ-
νως ανάλογα με τη μηχανική σύσταση του εδάφους και κυμαίνεται ενδεικτι-
κά, από 2.5mm ανά mm βροχής σε βαριά εδάφη, έως 6 mm σε αμμώδη.
Θα πρέπει λοιπόν οι νιτρικές λιπάνσεις να γίνονται περίπου στα τέλη Φε-
βρουαρίου και οι αμμωνιακές ένα μήνα ενωρίτερα. Σε περιπτώσεις όμως ε-
λαφρών εδαφών και σε περιοχές με μεγάλο σχετικά βροχομετρικό ύψος κατά
την άνοιξη, η αζωτούχος λίπανση θα πρέπει να εφαρμόζεται αργότερα.
Τρόπος εφαρμογής. Για να αποφεύγεται η εκμετάλλευση του αζώτου από
τα ζιζάνια θα πρέπει το άζωτο να τοποθετείται στο κέντρο, μεταξύ και κατά
μήκος των γραμμών φύτευσης. Η τοποθέτησή του σε βαθύτερο αυλάκι α-
πομακρύνει τον κίνδυνο να παρασυρθεί από τα νερά των βροχών σε κεκλι-
μένα εδάφη και το φέρνει πιο κοντά στο ριζικό σύστημα.
Οργανικά λιπάσματα. Η ευκινησία των νιτρικών του εδάφους έχει ως απο-
τέλεσμα σημαντικές απώλειες αζώτου, ανάλογα με το βροχομετρικό ύψος και
των ποσοτήτων των νιτρικών που προστίθενται στο έδαφος υπό τη μορφή
λιπασμάτων. Η σωστή εκτίμηση των συνθηκών αυτών έχει μεγάλη σημασία.
Για την καλύτερη εκμετάλλευση των αζωτούχων λιπασμάτων στο έδαφος, θα
πρέπει αυτά να προστίθενται όχι με μια επέμβαση αλλά σταδιακά. Βεβαί-
ως αυτό δεν είναι πάντα δυνατόν και οι απώλειες είναι αναπόφευκτες. Επί
πλέον οι υψηλές ποσότητες αζώτου συμβάλλουν στην αυξημένη παρουσία
αμιδίων στα φυτά, ή ακόμη και τη δημιουργία δυσμενών συνθηκών για την
252
ανάπτυξη των μυκορρίζων τα οποία συμβάλλουν σημαντικά στην θρέψη και
κυρίως στην πρόσληψη του φωσφόρου.
Η χρησιμοποίηση οργανικών λιπασμάτων μπορεί να αντικαθιστά την α-
νόργανη λίπανση με ευνοϊκά αποτελέσματα όχι μόνο στην βελτίωση της δο-
μής του εδάφους αλλά και σε μια σταδιακή απόδοση νιτρικών στο εδαφικό
διάλυμα δια μέσου της ανοργανοποίησης. Τα οργανικά λιπάσματα επηρεά-
ζουν την οργανική ουσία, η οποία με τη σειρά της συμβάλλει στη βελτίωση
των φυσικών ιδιοτήτων του εδάφους (δομή, περατότητα, δυνατότητα κατα-
κράτησης νερού κλπ). Επίσης βελτιώνει τις χημικές ιδιότητες του εδάφους
αυξάνοντας την C.E.C., καθώς επίσης και τη βιολογική δραστηριότητα. Τα
επίπεδα της οργανικής ουσίας του εδάφους είναι γνωστό ότι μειώνονται
χρόνο με το χρόνο λόγω της ανοργανοποίησης. Αυτή η ποσότητα που κάθε
χρόνο ανοργανοποιείται υπολογίζεται σε 100 - 150 κιλά το στρέμμα. Θα
πρέπει να σημειωθεί ότι οι ποσότητες του ξύλου κλαδέματος αν ενσωματω-
θούν στο έδαφος με ειδικό καταστροφέα μπορούν να συμβάλλουν κατά το
1/3 - 1/2 στην αναπλήρωση των απωλειών της οργανικής ουσίας. Τα διάφο-
ρα φυτικά υπολείμματα, η αποικοδόμηση των οποίων σε πρώτη φάση συ-
νιστά τον ελεύθερο χούμο, παρουσιάζουν μια αναλογία C/N μεγαλύτερη
από το 15/1. Η παραπέρα αποικοδόμηση του χούμου και η σταθεροποίησή
του από τα εδαφικά μόρια συνιστά τον σταθεροποιημένο χούμο και η ανα-
λογία C/N είναι περίπου 10/1. Στα διάφορα οργανικά σκευάσματα όταν η
αναλογία C/N είναι μικρότερη του 14, εξασφαλίζουν μια γρήγορη απελευθέ-
ρωση αζώτου στο εδαφικό διάλυμα. Όταν η αναλογία αυτή κυμαίνεται μετα-
ξύ 14 και 19 η απελευθέρωση του αζώτου είναι αργή. Μεταξύ 19 και 50 η
απελευθέρωση του αζώτου σχεδόν δεν επηρεάζει τα επίπεδα του στοιχείου
αυτού στο εδαφικό διάλυμα.
Μια αναλογία C/N μεταξύ 10 και 5 θεωρείται πολύ ικανοποιητική για
τα οργανικά λιπάσματα και το άζωτο απελευθερώνεται με ικανοποιητικό
ρυθμό. Ο ρυθμός ανοργανοποίησης δεν θα πρέπει να είναι έντονος όχι μόνο
για να αποφεύγονται οι απώλειες σε άζωτο, αλλά κυρίως να μετριάζεται η
ζωηρότητα των φυτών της αμπέλου. Βέβαια κάθε φορά θα πρέπει να σταθ
253
μίζεται και το κόστος των προϊόντων αυτών, έτσι ώστε να είναι συμβατό
με την πρόσοδο ανά στρέμμα, δεδομένου ότι πρόκειται για σκευάσματα
υψηλού κόστους.
Επίσης υπάρχουν και άλλα προβλήματα που άπτονται της χρησιμοποίησης
τέτοιων οργανικών σκευασμάτων όπως η περιεκτικότητά τους σε βαρέα μέ-
ταλλα, η μικροβιακή τους σύνθεση, καθώς και τα υπολείμματα φυτοφαρμά-
κων σε αυτά που είναι φυτικής προέλευσης.
Άλλοτε πάλι η υψηλή αναλογία C/N μπορεί να δημιουργήσει προβλήμα-
τα έλλειψης αζώτου όπως π.χ. το άχυρο, το οποίο για την αποικοδόμησή
του από τους μικροοργανισμούς χρησιμοποιεί το άζωτο του εδάφους εις βά-
ρος της καλλιέργειας. Πολλές φορές το άχυρο προστίθεται επιφανειακά στο
έδαφος με σκοπό να το προστατεύσει από απότομες αλλαγές της θερμο-
κρασίας και της υγρασίας. Αντίθετα η χρησιμοποίηση «χωνεμένης» ζωϊκής
κόπρου πολλές φορές απελευθερώνει μεγάλες ποσότητες αζώτου με αποτέ-
λεσμα η άμπελος να αποκτά μεγάλη ζωηρότητα με δυσμενείς επιπτώσεις
στην ποιότητα των προϊόντων. Αυτό βέβαια ήταν γνωστό στους παραγω-
γούς σε πολύ προγενέστερες εποχές και μάλιστα το είχαν εκφράσει με μια
πολύ χαρακτηριστική λαϊκή παροιμία:
…..Δια τούτω η άμπελος εν Κύμη άμα λιπανθή δια ζωϊκής κόπρου, το αμέσως
πρώτον έτος δεν δίδει εισόδημα ή δίδει ελάχιστον
……τα επόμενα δε έτη δίδει η άμπελος εισόδημα πολύ, αλλά κακής ποιοτη-
τος.
254
….επομένως ο οίνος ο παραγόμενος υπό αμπέλου λιπανθείσης δια ζωικής
κόπρου, δεν περιέχει πολύ οινόπνευμα και συνεπώς δεν συντηρείται κατά
την μετακόμισην, είναι κατά τι πτωχός εις εχυλισματικάς ουσίας….. ελαττώ-
ματα εφ’ ων επέστησαν την προσοχήν των παραγωγών οι εκ της Εσπερίας
αγορασταί του οίνου μας.
255
από 0.5 – 2 Κg μαγνησίου καθώς επίσης και από μικρότερες ποσότητες
ιχνοστοιχείων της τάξεως των δεκάδων g ανά στρέμμα.
4.3.2β. Κ ά λ ι ο
Το κάλιο είναι ένα πάρα πολύ σημαντικό στοιχείο δεδομένου ότι επη-
ρεάζει την οικονομία του νερού στα φυτά. Συμμετέχει στην εξουδετέρωση
των οργανικών οξέων, και τη μετακίνηση των ενεργειακών αποθεμάτων στα
διάφορα μέρη του φυτού. Προσθήκη καλίου στο έδαφος ευνοεί την αύξηση
με την προϋπόθεση να υπάρχει επάρκεια αζώτου. Όταν στο έδαφος υπάρ-
χουν μικρές ποσότητες μαγνησίου, τότε η υπερβολική ποσότητα καλίου
προκαλεί έλλειψη μαγνησίου λόγω του έντονου ανταγωνισμού που παρατη-
ρείται μεταξύ των δύο αυτών στοιχείων. Από το άλλο μέρος, σε ότι αφορά
τις οινοποιήσιμες ποικιλίες, οι αυξημένες καλιούχες λιπάνσεις προκαλούν
μερικές φορές αύξηση του pH στο γλεύκος και τον οίνο, πράγμα το οποίο
επηρεάζει αρνητικά την ποιότητα των προϊόντων οινοποιίας.
Οι ελλείψεις καλίου διαπιστώνονται από τα χαρακτηριστικά συμπτώματα
καθώς και αναλυτικά.
Η έλλειψη καλίου εμφανίζει εντελώς τυπικά συμπτώματα στην άμπελο.
Παρατηρείται μεταχρωματισμός και στη συνέχεια ξήρανση της παρυφής του
ελάσματος, το οποίο στην αρχή παρουσιάζει γυαλιστερό χρώμα και ελαφρά
αναδίπλωση, καθώς επίσης και μεγάλο πάχος. Το φθινόπωρο τα φύλλα
λαμβάνουν καφετί χρωματισμό. Η εκδήλωση αυτή των συμπτωμάτων παρα-
τηρείται στα νέα φύλλα. Τα φυτά καθίστανται πιο ευαίσθητα στη ξηρασία
και η συσσώρευση των σακχάρων στις ράγες επιβραδύνεται. Το φαινόμενο
εμφανίζεται ως μια γενικευμένη κατάσταση στους αμπελώνες από την εποχή
της ανθοφορίας και μετά, και κατά ζώνες μέσα στον αμπελώνα είναι περισ-
σότερο έντονο.
Σε ότι αφορά τα αναλυτικά χαρακτηριστικά των φύλλων, θα πρέπει τα
επίπεδα του καλίου στα φύλλα, κατά την άνθηση και τον περκασμό (
256
ανθηση + περκασμός/2) να είναι μεγαλύτερα από 1,2 % σε ξηρά ουσία.
Λαμβανομένου υπόψη ότι το κάλιο δέχεται έντονο ανταγωνισμό από το μα-
γνήσιο, ο λόγος Κ/Mg θα πρέπει να κυμαίνεται μεταξύ 3 και 7. Η ξηρασία,
η περίσσεια αζώτου η οποία προκαλλεί αυξημένη ζωηρότητα, καθώς και η
αυξημένη και ο όγκος της παραγωγή, είναι παράγοντες που επιτείνουν τα
συμπτώματα έλλειψης καλίου.
Το κάλιο του εδάφους. Από το κάλιο του εδάφους μόνο μια μικρή ποσότητα
(1-2%) είναι διαθέσιμη στα φυτά. Αυτή η ποσότητα αναφέρεται στο εναλλα-
κτικό κάλιο το οποίο είναι προσροφημένο στα ορυκτά της αργίλου και κατα-
λαμβάνει ένα μέρος της εναλλακτικής ικανότητας κατιόντων ( C.E.C). Ένα
μεγάλο μέρος του καλίου εδάφους δεσμεύεται στα φύλλα της αργίλου κυρίως
του τύπου μοντμοριλλονίτη και ιλλίτη και δεν μπορεί να αποδοθεί εύκολα
στο εδαφικό διάλυμα. Αυτή η αδρανοποίηση του καλίου στα ορυκτά της αρ-
γίλου ευνοείται από την άνοδο του pH, το ασβέστιο ή την ξηρασία. Αντίθετα,
το εναλλακτικό κάλιο, ανάλογα με το ποσοστό με το οποίο συμμετέχει στο
σύνολο των εναλλακτικών κατιόντων, αποδίδεται στο εδαφικό διάλυμα πε-
ρισσότερο ή λιγότερο εύκολα. Έτσι εάν η σχέση Κ/C.E.C. είναι χαμηλή (μι-
κρότερη του 1% ) τότε το κάλιο συγκρατείται έντονα από την άργιλο και μει-
ώνεται ο εφοδιασμός του εδαφικού διαλύματος με επαρκείς ποσότητες ιό-
ντων καλίου. Εάν η ποσότητα αυτή είναι μεγαλύτερη του 4% τότε το εδαφι-
κό διάλυμα εφοδιάζεται ικανοποιητικά με ιόντα καλίου. Ένα μικρό μέρος
του καλίου του εδαφικού διαλύματος, ανάλογα με τη μηχανική σύσταση του
εδάφους χάνεται με το νερό της στράγγισης. Κατά την προσθήκη του καλίου
μέσω των λιπάνσεων και ανάλογα με την περιεκτικότητα του εδάφους σε
άργιλο ένα μέρος του δεσμεύεται από τα φύλλα της αργίλου.
Στις εδαφικές συνθήκες της μεσογείου, συμπτώματα έλλειψης καλίου
παρατηρούνται όταν η σχέση Κ/C.E.C. είναι μικρότερη του 2% για ελαφρά
εδάφη και του 3% για βαριά. Σε ότι αφορά την περιεκτικότητα του εδάφους
σε εναλλακτικό κάλιο, μια ενδεικτική περιεκτικότητα που θα μπορούσε να
θεωρηθεί ως όριο είναι 130 - 150 ppm (0.13 - 0.15‰). Βέβαια θα πρέπει να
257
λαμβάνεται πάντα υπόψη και η σχέση Κ/C.E.C. η οποία για ένα αργιλώδες
έδαφος στο οποίο έχει υπολογιστεί C.E.C. μεταξύ 100 και 180 meq /Kg μια
ποσότητα Κ/C.E.C = 4%, θεωρείται ικανοποιητική για τον εφοδιασμό των
φυτών με κάλιο. Για ένα αμμώδες έδαφος του οποίου η C.E.C. έχει υπολο-
γιστεί περίπου 50 meq /Kg η ποσότητα Κ/C.E.C. μπορεί να κατέρχεται μέχρι
το 2%.
Η μεγάλη ποσότητα αζώτου στο έδαφος μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα
έλλειψης καλίου σε αμπελώνες όπου τα φυτά δεν εφοδιάζονται κανονικά
με κάλιο.
Το κάλιο στα φυτά της αμπέλου. Ο καλύτερος δείκτης για τη θρεπτική κα-
τάσταση των φυτών είναι τα επίπεδα του καλίου στα φύλλα. Εκτός του α-
νταγωνισμού που δέχεται το κάλιο από το μαγνήσιο, θα πρέπει να λαμβά-
νεται υπόψη ότι τα διάφορα υποκείμενα προσλαμβάνουν με διαφορετικό
τρόπο το στοιχείο αυτό. Επίσης τα επίπεδα του καλίου επηρεάζονται ακό-
μη από τις ιώσεις, την τοξικότητα χλωρίου, τη χλώρωση κλπ. Κατά συνέ-
πεια είναι απαραίτητο να γίνονται σωστές παρατηρήσεις των συμπτωμάτων
και να λαμβάνεται υπόψη η υγειονομική κατάσταση των φυτών, οι ιδιαιτε-
ρότητες της ποικιλίας, καθώς επίσης και η απουσία συμπτωμάτων από ολό-
κληρο τον αμπελώνα. Για τη διαπίστωση της θρεπτικής κατάστασης του φυ-
τού, συνήθως πραγματοποιείται μια δειγματοληψία κατά το στάδιο του περ-
κασμού. Κατά το στάδιο αυτό, η περεκτικότητα του ελάσματος δεν θα πρέ-
πει να κατέρχεται κάτω από 0.8 % σε ξηρά ουσία και των μίσχων κάτω από
1.5. Σε ότι αφορά δε την ανάλυση ολόκληρων των φύλλων η οποία συνήθως
εφαρμόζεται στην πράξη ως πιο πρακτική, μια συγκέντρωση μικροτερη του
1.5% σε ξηρά ουσία θεωρείται χαμηλή, όταν αυτή κυμαίνεται μεταξύ 1.5 – 2
% θεωρείται ικανοποιητική και πάνω από 2% υπερβολική. Επιπλέον σε ότι
αφορά τη σχέση καλίου και μαγνησίου, ο λόγος Κ/Mg θα πρέπει να κυμαί-
νεται μεταξύ 2 και 5 για στο έλασμα και 3 - 8 για στους μίσχους ή μεταξύ 2
και 7 για ολόκληρα φύλλα.
258
Λίπανση με κάλιο . Σε αργιλοασβεστώδη εδάφη και εφόσον προσθέτουμε κα-
Έτσι εάν διαπιστώσουμε μια έλλειψη καλίου ή καλύτερα μια μειωμένη ανα-
λογία σε σχέση με ένα επίπεδο αναφοράς 2- 4% της C.E.C. τότε χρησιμο-
ποιούμε την εξίσωση:
όπου :
259
C.E.C.: 12.9 meq/100g και αναλογία προσροφημένου Κ 0.5% το Χ
λαμβάνει την τιμή:
• Το χλωριούχο κάλιο είναι διαλυτό στο νερό και έχει ταχεία δράση.
Υπάρχει κίνδυνος αυξημένης έκπλυσης σε αμμώδη εδάφη. Το
χλωριούχο κάλιο θα πρέπει να σημειωθεί ότι περιέχει 40-50% Cl.
Δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται σε ποσότητες > 30 Κg K 2 O
/στρεμ. ανά επέμβαση. Επίσης σε εδάφη πολύ αμμώδη διασπείρε-
ται κατά την άνοιξη.
• Το θειικό κάλιο είναι διαλυτό στο νερό και έχει επίσης ταχεία δρά-
ση. Περιέχει 15-20% θείο και ελαφρώς οξινίζει το έδαφος. Χρησι-
μοποιείται για λίπανση σε βάθος κυρίως όταν η απαιτούμενη δόση
είναι μεγάλη και για οποιαδήποτε επέμβαση(έδαφος, φύλλωμα) κα-
τά τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου.
• Το νιτρικό κάλιο είναι διαλυτό στο νερό με ταχεία δράση και είναι
κατάλληλο για επεμβάσεις από το φύλλωμα).
260
Τρόπος εφαρμογής. Σε πυκνούς αμπελώνες το λίπασμα τοποθετείται στη
μέση μεταξύ των γραμμών φύτευσης. Σε αραιούς αμπελώνες τοποθετείται
δίπλα στη γραμμή φύτευσης. Για την εξασφάλιση της αποτελεσματικότητας
της καλιούχου λίπανσης και με δεδομένη την ελάχιστη μετακίνηση του στοι-
χείου αυτού στο έδαφος, θα πρέπει να διερευνάται το ριζικό προφίλ των φυ-
τών με σκοπό την τοποθέτηση του λιπάσματος σε βάθος, πλησίον του ριζι-
κού συστήματος.
4.3.2.γ. Φώσφορος
261
νται επαρκώς εφοδιασμένα με φωσφόρο είναι 10 -5 M και αντιστοιχεί σε 0.3
ppm P στο εδαφικό διάλυμα. Η μικροβιακή δραστηριότητα στη ριζόσφαιρα
συμβάλλει πολλές φορές στη διαλυτοποίηση του φωσφόρου από αδιάλυτα
φωσφορικά ορυκτά. Είναι γνωστός ο ρόλος των μυκορριζικών μυκήτων οι
οποίοι συμβιώνουν με το ριζικό σύστημα της αμπέλου και συμβάλουν στη
διαλυτοποίηση του φωσφόρου των αδυάλυτων φωσφορικών ορυκτώνκαι την
αύξηση της πρόσληψης του στοιχείου αυτού.
Η εκτίμηση της δυνατότητας του εδάφους να εφοδιάζει το εδαφικό διά-
λυμα με ικανοποιητικές ποσότητες φωσφορικών παρουσιάζει αρκετές δυ-
σκολίες.Τα εκχυλιστικά μέσα τα οποία περιέχουν 0.5 Μ διττανθρακικό Νά-
τριο, δίνουν ικανοποιητικά αποτελέσματα σε ότι αφορά την περιεκτικότητα
του εδάφους σε φωσφόρο διαθέσιμο στα φυτά. Γενικώς εδάφη από τα οποία
εκχυλίζονται πάνω από 15ppm φωσφόρου θεωρούνται
επαρκώς εφοδιασμένα, αν και βέβαια έχουν παρατηρηθεί εδάφη με μικρότε-
ρες ποσότητες στα οποία η άμπελος δεν αντιδρά στην προσθήκη υπερφω-
σφορικών λιπασμάτων. Μια ικανοποιητική θρέψη φωσφόρου αντανακλάται
επίσης στις συγκεντρώσεις του στοιχείου αυτού στα φύλλα.
Έτσι μια συγκέντρωση στα φύλλα που κυμαίνεται μεταξύ 0.20 και
0.25 % σε ξηρά ουσία θεωρείται ικανοποιητική .
262
Από το άλλο μέρος το εδαφικό διάλυμα μπορεί να περιέχει ποσότητες
οργανικού φωσφόρου ανάλογα με την οργανική ουσία του εδάφους οι ο-
ποίες είναι μεγαλύτερες από αυτές του ανοργάνου φωσφόρου. Σε πειράμα-
τα μακροχρόνιας εφαρμογής ανοργάνου φωσφορικής λίπανσης και οργανι-
κής αποδείχτηκε ότι κατά την εφαρμογή ανοργάνου, ελάχιστες ποσότητες
φωσφόρου μετακινήθηκαν στα νερά της στράγγισης, κάτω των 30 cm από
την επιφάνεια του εδάφους, ενώ αντίθετα μεγαλύτερες ποσότητες μετακινή-
θηκαν κατά την εφαρμογή της οργανικής. Έτσι κατά τη τοποθέτηση των
υπερφωσφορικών λιπασμάτων στην επιφάνεια του εδάφους ελάχιστες πο-
σότητες μετακινούνται προς τα στρώματα όπου βρίσκεται ο κύριος όγκος
του ριζικού συστήματος.
Η βροχή κατά την βλαστική περίοδο ή και το πότισμα ευνοούν τη μετα-
κίνηση και την πρόσληψη, δεδομένου ότι διατηρούν ζωντανές τις επιφανεια-
κές ρίζες. Αντίθετα κατά την καλοκαιρινή ξηρασία ιδιαίτερα σε μη αρδευόμε-
νους αμπελώνες είναι μάλλον αδύνατη η αξιοποίηση των υπερφοσφωρικών
λιπασμάτων τα οποία έχουν τοποθετηθεί επιφανειακά.
Η διόρθωση της οξύτητας του εδάφους έχει αποδειχτεί ότι αυξάνει την
πρόσληψη του φωσφόρου λόγω καλύτερης ανάπτυξης του ριζικού συστήμα-
τος.
Από το φώσφορο που θα προστεθεί στο έδαφος ένα μικρό μέρος θα αξιο-
ποιηθεί από τα φυτά. Το υπόλοιπο θα παραμείνει στο έδαφος και ανάλογα με
τη μορφή του λιπάσματος θα έχει μια μικρότερη ή μεγαλύτερη υπολειμματική
δράση τα επόμενα χρόνια. Έτσι ενώ τα υπερφωσφορικά είναι πιο αποτελε-
σματικά κατά το έτος εφαρμογής, το φωσφορικό ή μεταφωσφορικό διασβέστιο
έχει καλύτερη υπολειμματική δράση.
263
προκαλούν και μια ελαφρά οξίνιση του εδάφους. Οι διαλυτές μορφές στο κι-
τρικό αμμώνιο. (π.χ. φωσφορικό διασβέστιο), έχουν μερικώς ταχεία δράση.
Οι διαλυτές μορφές στο κιτρικό οξύ (π.χ. σκωρίες), έχουν αργή δράση και
διατηρούν το pH σε ελαφρώς όξινα εδάφη. Χρησιμοποιούνται σε εδάφη πτω-
χά με pH μέχρι 6.2 και σε εδάφη κανονικής γονιμότητας με pH 7.5. Οι φυσικές
μορφές των υπερφοσφωρικών έχουν αρκετά παρατεταμένη δράση και ενδεί-
κνυνται σε εδάφη πτωχά μέχρι pH 5.9 και εδάφη κανονικά μέχρι pH 6.5.
264
τών με το στοιχείο αυτό. Μερικά ενδεικτικά επίπεδα για την περιεκτικότητα
του αζώτου στο έλασμα τους μίσχους και το γλεύκος είναι : 2%, 0.5% και
400mg/L αντίστοιχα.
Η περιεκτικότητα του αζώτου στο γλεύκος αποτελεί ένα στοιχείο το οποίο
επηρεάζει καθοριστικά την πορεία της αλκοολικής ζύμωσης και κατά συνέπεια
την ποιότητα των προϊόντων οινοποιίας. Όμως δεν μπορεί να επιτευχθεί μια
σημαντική αύξηση του αζώτου στο γλεύκος δια μέσου μιας αυξημένης αζωτού-
χου λιπάνσεως και επιπλέον μια τέτοια αύξηση, επηρεάζει πολλούς άλλους
παράγοντες που υποβαθμίζουν την ποιότητα του προϊόντος.
Η λίπανση των αμπελώνων με φωσφόρο δεν επηρεάζει τις περισσότερες
φορές τα επίπεδα του φύλλου σε άζωτο αλλά μερικές φορές αυξάνει την περιε-
κτικότητά του στο γλεύκος. Αυτή η θετική αλληλεπίδραση του φωσφόρου και
του αζώτου έχει αναφερθεί από πολλούς ερευνητές. Η λίπανση με φωσφόρο
προκαλεί αύξηση των επιπέδων του στοιχείου αυτού στους μίσχους το έλασμα
και το γλεύκος. Και εδώ οι μίσχοι αποτελούν τα πιο ευαίσθητα όργανα, ως
προς την εκτίμηση των επιπέδων του στοιχείου αυτού στα φυτά. Πολλές φο-
ρές έχει παρατηρηθεί ότι οι μίσχοι περιέχουν μικρότερες ποσότητες από το
έλασμα και αυτό για κάποιους ερευνητές είναι ένα στοιχείο που υποδηλώνει
έλλειψη φωσφόρου. Όμως αυτό έχει παρατηρηθεί σε πάρα πολλές περιπτώ-
σεις εδαφών της Μεσογείου όπου μάλιστα η περιεκτικότητα στο έδαφος ήταν
πάνω από 25 mg /Kg.(Olsen). Υπό κανονικές συνθήκες καλλιέργειας όταν ο
φωσφόρος πέφτει κάτω από το 0.08% στους μίσχους κατά τον περκασμό (πο-
λύ σπάνια), θεωρούμε ότι υπάρχει έλλειψη φωσφόρου.
Έχει παρατηρηθεί ότι αυξημένες λιπάνσεις με φωσφόρο δεν επηρεάζουν
σημαντικά την περιεκτικότητα του στοιχείου αυτού στους μίσχους και τα ελά-
σματα των φύλλων. Πολλές φορές μπορεί να παρατηρηθεί και μια μειωμένη
παραγωγή σε περιπτώσεις υπερβολικών ποσοτήτων υπερφωσφορικών λιπα-
σμάτων στο έδαφος, οφειλόμενη σε έμμεση υποβάθμιση των επιπέδων του
καλίου. Υψηλές φωσφορικές λιπάνσεις στους αμπελώνες έχουν ως αποτέλε-
σμα την αύξηση των επιπέδων του ασβεστίου και του μαγνησίου στους μί-
σχους και τα ελάσματα των φύλλων.
265
Οι λιπάνσεις με μεγάλες ποσότητες καλίου δεν επηρεάζουν τα επίπεδα
του αζώτου στους μίσχους και το έλασμα των φύλλων, αλλά όμως προκα-
λούν μείωση του στοιχείου αυτού στο γλεύκος το οποίο υποδηλώνει έναν
ανταγωνισμό των δύο αυτών στοιχείων όπως έχει βρεθεί και από πολλούς
ερευνητές. Οι μεγάλες επίσης ποσότητες καλίου δεν επηρεάζουν την περιε-
κτικότητα των φύλλων σε φώσφορο, όμως προκαλούν αύξηση των επιπέδων
του καλίου στο έλασμα και τους μίσχους, οι οποίοι μάλιστα αποδεικνύονται
και πιο ευαίσθητοι στις μεταβολές αυτές.
Μια ποσότητα καλίου γύρω στα 5 κιλά το στρέμμα θεωρείται υπό κανο-
νικές συνθήκες ως κανονική λίπανση, για τις οινοποιήσιμες ποικιλίες μέ-
τριων και μικρών αποδόσεων. Όσον αφορά τα επίπεδα του στοιχείου αυ-
τού στα φύλλα , ποσότητες όπως 0.81% στο έλασμα και 1.45% στους μί-
σχους, θα μπορούσαν να θεωρηθούν ικανοποιητικές. Η προσθήκη καλίου
στο έδαφος επηρεάζει την περιεκτικότητά του στο γλεύκος, αλλά σε περι-
πτώσεις επάρκειας δεν παρατηρείται πάντα η αναμενόμενη αντιστοιχία του
καλίου του εδάφους με το κάλιο του γλεύκους και του οίνου, δεδομένου ότι
διαφορετικές παράμετροι επηρεάζουν την αντιστοιχία αυτή όπως το είδος
της αργίλου ή το ποσοστό της C.E.C. του εδάφους που καταλαμβάνει το κά-
λιο. Θα πρέπει να τονιστεί ότι η περιεκτικότητα του καλίου στο γλεύκος και
το κρασί επηρεάζει σημαντικά την ποιότητα, επηρεάζοντας το pH.
4.3.2.ε. Μαγνήσιο
266
δεχθεί πλούσιες καλιούχες λιπάνσεις. Στις περιπτώσεις ελλείψεων, οι συ-
γκεντρώσεις του Mg στα φύλλα είναι μικρότερες του 0.15% σε ξηρά ουσία
και ο λόγος K/Mg > 10. Μια ικανοποιητική θρέψη Mg αντανακλάται σε συ-
γκεντρώσεις που κυμαίνονται από 0.20 – 0.28 %
Η έλλειψη Μg, εμφανίζεται στις λευκές ποικιλίες με τα γνωστά χαρακτηρι-
στικά συμπτώματα τα οποία συνίστανται σε μεσονεύριους μεταχρωματι-
σμούς κιτρινωπού χρώματος. Στις ερυθρές ποικιλίες παρατηρούνται μεσο-
νεύριοι μεταχρωματισμοί ερυθρωπού χρώματος. Οι μεταχρωματισμοί παρα-
τηρούνται στα φύλλα της βάσης των βλαστών. Το φαινόμενο εμφανίζεται γε-
νικευμένα μέσα στον αμπελώνα κατά τον Ιούλιο-Αύγουστο και πιο συχνά
παρουσιάζεται σε νεαρούς αμπελώνες. Σε συνθήκες έντονης έλλειψης μπο-
ρεί να εμφανίζεται και ενωρίτερα.
Οι πιθανές αιτίες εμφάνισης των συμπτωμάτων είναι η ανεπάρκεια Mg ή
η περίσσεια Κ στο έδαφος. Το βροχερό κλίμα επιτείνει τα συμπτώματα λόγω
εκτεταμένης έκπλυσης. Ακόμη, ο ακατάλληλος συνδυασμός εμβολίου-
υποκειμένου μπορεί να προκαλέσει εμφάνιση των συμπτωμάτων αυτών. Η
επιφανειακή εγκατάσταση του ριζικού συστήματος επίσης μπορεί να συμ-
βάλλει στην εμφάνιση των συμπτωμάτων λόγω του ότι τα επιφανειακά
στρώματα είναι πιο εμπλουτισμένα με κάλιο.
267
Η διόρθωση των επιπέδων μαγνησίου στο έδαφος γίνεται με προσθήκη
σκευασμάτων τα οποία χρησιμοποιούνται ανάλογα με τις ιδιότητές τους:
3.2.στ’.Βόριο
268
Το βόριο είναι απαραίτητο στοιχείο στα φυτά διότι η έλλειψή του έχει
διάφορες επιπτώσεις όπως, τη μείωση της επιμήκυνσης των ριζών και της
κυτταροδιαίρεσης των ακραίων μεριστωμάτων, και την αναστολή της σύνθε-
σης των νουκλεϊκών οξέων. Επίσης η έλλειψη βορίου προκαλεί μείωση της
ικανότητας βλάστησης των γυρεοκόκκων, η οποία έχει ως συνέπεια το χα-
ρακτηριστικό σύμπτωμα που εμφανίζεται με έντονη ανθόρροια και ξήρανση
των ταξιανθιών, αφού αποτυγχάνει η γονιμοποίηση των ανθέων. Επίσης
ανάλογα με την ένταση της έλλειψης και την ποικιλία παρατηρείται μειωμένη
ανάπτυξη των βλαστών, ανεπαρκής ωρίμανση αυτών και ανάπτυξη περισσό-
τερων ταχυφυών. Άλλοτε πάλι παρατηρείται βραχυγονάτωση και «ζικ –
ζακ» μορφή των βλαστών. Στα φύλλα εμφανίζεται αποχρωματισμός κατά
κηλίδες πρώτα μεταξύ των νευρώσεων και μετά πιο εκτεταμένα. Παρατη-
ρούνται επίσης αλλοιώσεις και απόφραξη των αγγείων. Πολλές φορές οι
κορυφές ξηραίνονται και αναπτύσσονται οι δευτερογενείς άξονες. Οι ράγες
των καρπών εμφανίζουν σκούρο πράσινο μεταλλικό χρώμα κατά θέσεις ή
στο σύνολο της επιφάνειάς τους και τούτο οφείλεται σε εσωτερικές νεκρώ-
σεις. Τελικά οι ράγες γίνονται μαλακές. Στις περιπτώσεις αυτές τα επίπεδα
βορίου στα φύλλα είναι μικρότερα των 10ppm.Δεν είναι γνωστός ο βιολογι-
κός ρόλος του βορίου πέραν από τις χαρακτηριστικές του επιπτώσεις στην
ανάπτυξη των φυτών. Όμως πρόσφατα δεδομένα αναφέρουν ότι παίζει κα-
θοριστικό ρόλο στα κυτταρικά τοιχώματα λόγω των ενώσεων που σχηματίζει
και τις κυτταρίνες και συγκεκριμένα συμβάλλει στην πλαστικότητα των κυτ-
ταρικών τοιχωμάτων. Επίσης ο ρόλος του σχετίζεται με τον μεταβολισμό της
γλυκόζης.
Η έλλειψη βορίου είναι πιο συχνή σε εδάφη με μικρή περιεκτικότητα σε
οργανική ουσία και υψηλό pH, ή ακόμη σε εδάφη όξινα όπου το στοιχείο αυ-
τό έχει εκπλυθεί. Επίσης σε περιοχές με μικρό βροχομετρικό ύψος τα επίπε-
δα βορίου είναι υψηλότερα ενώ αντίθετα σε περιοχές με συχνές βροχοπτώ-
σεις λόγω έντονης έκπλυσης του στοιχείου αυτού τα αντίστοιχα επίπεδα εί-
ναι πολύ χαμηλότερα.
269
Για τη διόρθωση των επιπέδων βορίου στο έδαφος εφαρμόζεται ποσότη-
τα βόρακος από το έδαφος 2 - 6 κιλά το στρέμμα. Μεγαλύτερες ποσότητες
ενδεχομένως να προκαλέσουν συμπτώματα τοξικότητας. Ακόμη για πιο άμε-
σα αποτελέσματα συνιστώνται διαφυλλικές επεμβάσεις 0.2 -0.5% με ευ-
διάλυτη μορφή βορίου, 4 – 6 φορές (μία - δύο πριν και οι υπόλοιπες μετά
την άνθηση ανά μία εβδομάδα).
Τοξικότητα βορίου. Οι περιπτώσεις τοξικότητας βορίου είναι σπάνιες και
συνήθως παρουσιάζονται είτε από υπερβολικές ποσότητες βόρακος που
προστίθενται για την διόρθωση των επιπέδων του στοιχείου αυτού στο έδα-
φος , είτε από άρδευση των αμπελώνων με νερό, το οποίο περιέχει αυξημέ-
νες ποσότητες βορίου. Στην περιοχή της Θεσσαλονίκης μάλιστα, έχουν
παρατηρηθεί περιπτώσεις τοξικότητας βορίου από τη χρησιμοποίηση τέτοι-
ου νερού άρδευσης το οποίο περιείχε 4. 5 ppm βορίου. Το νερό της θά-
λασσας περιέχει περίπου 4.7 ppm βορίου και κατά συνέπεια εδάφη που ε-
πηρεάζονται από το θαλασσινό νερό έχουν υψηλές συγκεντρώσεις βορίου.
Τα συμπτώματα τοξικότητας βορίου είναι πολύ χαρακτηριστικά και πα-
ρουσιάζονται κατ’ αρχήν στα νέα φύλλα της κορυφής τα οποία εμφανίζουν
περιφερειακές ξηράνσεις των ελασμάτων τους. Αυτές οι περιφερειακές ξη-
ράνσεις των ελασμάτων προκαλούν και συστροφή των περιθωρίων των
φύλλων και τα φύλλα καρουλιάζουν συστρεφόμενα προς τα κάτω. Σε περι-
πτώσεις εντονότερης τοξικότητας τα φυτά εμφανίζουν ασθενική ανάπτυξη
βλαστών και ανάπτυξη μεγάλου αριθμού ταχυφυών. Τα φύλλα είναι πολύ
μικρά με νεκρώσεις σκούρου χρώματος και τα φυτά καταλήγουν σε ξήραν-
ση.
Για την αντιμετώπιση της τοξικότητας βορίου συνιστάται κατάκλιση του
αμπελώνα με μεγάλες ποσότητες νερού για την έκπλυση του στοιχείου αυ-
τού. Σε εδάφη με μικρές ποσότητες ασβεστίου συνιστάται επίσης προσθήκη
θειικού ασβεστίου. Διάφορα φυτά τα οποία απορροφούν μεγάλες ποσότητες
βορίου και είναι ανθεκτικά στις υψηλές συγκεντρώσεις ( είδη του γένους
Brassica) μπορούν να συγκαλλιεργηθούν με το αμπέλι για ένα ή δύο χρόνι-
α, με σκοπό την γρηγορότερη απομάκρυνση του βορίου από το έδαφος.
270
3.2.ζ. Σίδηρος
Είναι γνωστό ότι τα CaCO 3 Ca(OH) 2 έχουν έντονα βασική αντίδραση και
ως εκ τούτου επηρεάζουν το pH του εδάφους.
271
Από το άλλο μέρος η περιεκτικότητα του στοιχείου αυτού στα φύλλα
δεν μπορεί να χαρακτηρίσει τις περιπτώσεις έλλειψης ή επάρκειας γιατί
συμβαίνει πολλές φορές ο σίδηρος να βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα, αλλά
να αδρανοποιείται εντός των ιστών των φύλλων από άγνωστους μηχανι-
σμούς οι οποίοι προκαλούν χλώρωση.
Σε ότι αφορά την πρόσληψή του, αυτή εξαρτάται από την ικανότητα
των ριζών να διαλυτοποιούν το σίδηρο. Τα διάφορα υποκείμενα της αμπέ-
λου διαφέρουν ως προς την ικανότητα αυτή. Έτσι είναι απαραίτητη η εκλογή
του κατάλληλου υποκειμένου η οποία βασίζεται κυρίως στην εκτίμηση του
ανθρακικού ασβεστίου του εδάφους και διαφόρων ποσοτήτων σιδήρου που
εκχειλίζονται με διάφορα εκχειλιστικά μέσα.
272
Τρεις παράγοντες που θα μπορούσαν να εμπλακούν στην εκδήλωση της
χλώρωσης είναι τα ιόντα ασβεστίου (Ca ++ ), τα ανθρακικά ιόντα (HCO 3 - CO 3 -
-) και το pH του εδάφους.
Σε ότι αφορά τα ιόντα ασβεστίου θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα χλωρω-
τικά φυτά είναι πιο πλούσια σε κατιόντα αλλά μεταξύ αυτών η αναλογία του
ασβεστίου σε σχέση με τα άλλα είναι χαμηλή. Επίσης εδάφη σελινιτικά
(πλούσια σε θειικό ασβέστιο), δεν προκαλούν χλώρωση.
Αντίθετα τα ανθρακικά ιόντα φαίνεται να εμπλέκονται πιο άμεσα στην
εκδήλωση της χλώρωσης. Στα ασβεστούχα εδάφη το pH κυρίως επηρεάζεται
από το σύστημα
H 2 O – CO 2 – CaCO 3
CaCO 3 + H 2 O ⇒ Ca(HCO 3 ) 2
273
αναλογία λεπτόκοκκων συστατικών προκαλούν χλώρωση σε αμπελώνες που
συνήθως υπό κανονικές συνθήκες εδαφικής υγρασίας (μη κορεσμένα εδάφη)
δεν εμφανίζουν χλώρωση. Το φαινόμενο αυτό έχει μελετηθεί επαρκώς σε
πειραματική διάταξη και οφείλεται στη μειωμένη στράγγιση του νερού.
Η έλλειψη οξυγόνου μειώνει τον μεταβολισμό των ριζών και κατά συνέ-
πεια την πρόσληψη του σιδήρου από τα φυτά. Επί πλέον τοξικές ή ανα-
σταλτικές ουσίες σχηματίζονται κάτω από συνθήκες ασφυξίας (αιθυλένιο).
Είναι γνωστό ότι η συγκέντρωση αιθυλενίου αναστέλλει την αύξηση των ρι-
ζών και κατά συνέπεια την πρόσληψη σιδήρου. Στην περίπτωση αυτή το
πορώδες του εδάφους και ο ρυθμός στράγγισης επηρεάζει καθοριστικά την
εκδήλωση της χλώρωσης.
Η χλώρωση αυτής της μορφής, έχει γίνει προσπάθεια να αντιμετωπιστεί
με τη χρήση βαθύριζων φυτών μεταξύ των γραμμών φύτευσης με στόχο τη
βελτίωση της δομής του εδάφους και του αερισμού των στρωμάτων κοντά
στο ριζικό σύστημα της αμπέλου.
- μειώνει την οξύτητα του εδάφους και ευνοεί την βιολογική δρα-
στηριότητα
274
ανθρακικού ασβεστίου η πολύ χαμηλών επιπέδων, γίνεται προσθήκη ασβε-
στίου στο έδαφος. Στις περιπτώσεις αυτές η ανάλυση και ο προσδιορισμός
του ολικού ανθρακικού ασβεστίου στο έδαφος δεν αρκεί αλλά πρέπει να
συμπληρώνεται με τον προσδιορισμό της εναλλακτικής ικανότητος του εδά-
φους (C.E.C.) και των επιπέδων της προσρόφησης του απορροφητικού συν-
δέσμου των κολλοειδών αργιλικών και οργανικών συμπλόκων με ασβέστιο.
Ενεργό ασβέστιο Πρόκειται πάλι για το CaCO 3 αλλά αυτή τη φορά αφορά
το λεπτόκοκκο, μεγέθους αργιλικών μορίων ή μορίων της ιλύος. Αποκαλείται
ενεργό δεδομένου ότι αυτό που αναλογεί σε ένα συγκεκριμένο βάρος διαθέ-
τει πολύ μεγαλύτερη ικανότητα να εξουδετερώνει την οξύτητα σε σχέση με
αυτό που αναλογεί στο ανθρακικό ασβέστιο των μεγαλύτερου μεγέθους μο-
ρίων.
Ως εκχυλιστικό μέσο για τον προσδιορισμό του ενεργού ασβεστίου χρησι-
μοποιείται το οξαλικό αμμώνιο δεδομένου ότι το προϊόν της εκχύλισης είναι
το οξαλικό ασβέστιο και εκφράζεται σε Ca ++ .
Αρκετά υποκείμενα έχουν χαρακτηριστεί ως προς την αντοχή τους σε ενερ-
γό ανθρακικό ασβέστιο. Από πλευράς καλλιέργειας της αμπέλου και της
χρησιμοποίησης του κατάλληλου υποκειμένου, προσδιορισμός του ενεργού
ανθρακικού ασβεστίου δεν έχει κανένα νόημα εάν το ολικό ανθρακικό ασβέ-
στιο (ελεύθερο) δεν ξεπερνά το 10%.
275
Αν και βέβαια η συγκέντρωση ανθρακικού ασβεστίου γύρω από τα ριζί-
δια είναι απαραίτητη για να εκδηλωθεί η χλώρωση εντούτοις δεν αρκεί. Έτσι
στο βαθμό που η συγκέντρωση ανθρακικού ασβεστίου γύρω από τα ριζίδια
πραγματοποιείται σε περιβάλλον μεγάλων εδαφικών πόρων καλώς αεριζό-
μενων, όπου το νερό στραγγίζει εύκολα τότε η χλώρωση είναι ήπια και πα-
ροδική. Αντίθετα όταν η συγκέντρωση του ανθρακικού ασβεστίου έχει γίνει
σε εδάφη με πολύ μικρό πορώδες τα οποία χαρακτηρίζονται από χαμηλούς
ρυθμούς στράγγισης τότε τα συμπτώματα είναι πιο έντονα.
Στις περιπτώσεις αυτές οι θέσεις των μικρών πόρων μπορεί να αποτελούν
σημεία με έντονη αλκαλικότητα με pH περίπου 10, λόγω της χαμηλής κυ-
κλοφορίας του νερού.
276
μεγάλο πάχος. Στα κυτταρικά τοιχώματα ακόμα και μέσα στα κύτταρα παρα-
τηρούνται συγκεντρώσεις οξαλικού ασβεστίου.
Συστηματικές παρατηρήσεις σε εδάφη τα οποία εμφανίζουν χλώρωση
κατά κηλίδες έδειξαν ότι στην χλωρωτική κηλίδα η δομή του εδάφους και η
στράγγιση του νερού έχουν κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά σε σχέση με
τις παρακείμενες θέσεις του αμπελώνα οι οποίες δεν παρουσιάζουν χλώρω-
ση.
Έχει διαπιστωθεί ότι στην χλωρωτική κηλίδα η συμπεριφορά του εδά-
φους από την άποψη της στράγγισης του νερού ήταν πολύ διαφορετική. Με-
ρικά μέτρα μακριά από την κηλίδα τα νερά των βροχών στράγγιζαν κανονι-
κά. Στην κηλίδα όμως διαπιστώθηκε ότι τα νερά των βροχών στράγγιζαν στα
επιφανειακά στρώματα του εδάφους αλλά στην ζώνη συσσώρευσης η
στράγγιση παρουσίαζε πολύ αργό ρυθμό με αποτέλεσμα τα νερά να παρα-
μένουν στα επιφανειακά στρώματα πάνω από τη ζώνη συσσώρευσης και να
μετακινούνται με αργό ρυθμό πλευρικά όπως φαίνεται στο Σχήμα 53. Από το
άλλο μέρος παρατηρείται τριχοειδής άνοδος του νερού. Τα φαινόμενα αυτά
προκαλούν μία συνεχή συγκέντρωση ανθρακικού ασβεστίου στα ανώτερα
στρώματα του ορίζοντα Βca καθώς επίσης και μια μείωση του πορώδους
του εδάφους. Αντίθετα στο εκτός της κηλίδας έδαφος η περατότητα του εδά-
φους είναι πιο ομαλή. Μικροσκοπική εξέταση των επιφανειών επαφής των
ριζών με τα εδαφικά μόρια εμφανίζουν αυξημένη συγκέντρωση ανθρακικού
ασβεστίου γύρω από τα ριζίδια και σε άμεση επαφή με αυτά. Αντίθετα εκτός
της κηλίδας δεν παρατηρείται τέτοια άμεση επαφή των ριζιδίων με το ραφί-
δες ανθρακικού ασβεστίου.
Η αύξηση του pH του εδάφους θεωρείται καθοριστικός παράγων ακινη-
τοποίησης του σιδήρου και εκδήλωσης της χαρακτηριστικής χλώρωσης.
277
μαγνήσιο χαρακτηρίζουν εδάφη αλατούχα ή ασβεστούχα. Οι παρουσία τους
σε μεγάλες ποσότητες αυξάνει το pH.
Από το άλλο μέρος τα οργανικά οξέα, το ελεύθερο αργίλιο, το διοξείδιο
του άνθρακος, τα πρωτόνια (Η + )το μειώνουν. Σε εδάφη μη αλατούχα ή μη
ασβεστώδη, η πίεση του διοξειδίου του άνθρακος, τα οργανικά οξέα, το ε-
λεύθερο αργίλιο και τα πρωτόνια καθορίζουν το pH το οποίο στις περιπτώ-
σεις αυτές κυμαίνεται από 3.5 – 6.5. Εάν οι κύριοι παράγοντες που καθορί-
ζουν το pH είναι η πίεση του διοξειδίου του άνθρακος και τα πρωτόνια του
των απορροφητικών επιφανειών τότε αυτό κυμαίνεται μεταξύ 5 και 6.5. Εάν
οι κύριοι παράγοντες είναι το ελεύθερο αργίλιο και τα οργανικά οξέα τότε το
pH κυμαίνεται μεταξύ 3.5 και 5.
Σε μη κορεσμένα εδάφη η ποσότητα του νερού έχει μεγάλη σημασία.
Πράγματι η ξήρανση του εδάφους μειώνει τις στιβάδες του νερού γύρω από
τα εδαφικά μόρια και προκαλεί μεγαλύτερη συμπύκνωση των κατιόντων. Τα
κατιόντα ανταλλάσσονται με τα Η + των κολλοειδών και προκαλούν την μεί-
ωση του pH εδαφικού διαλύματος. Εάν την αφυδάτωση ακολουθήσει ενυδά-
τωση το pH αυξάνει.
Στα ασβεστούχα εδάφη, το ανθρακικό ασβέστιο κυρίως και δευτερευό-
ντως το διοξείδιο του άνθρακος και η κυκλοφορία του νερού είναι παράγο-
ντες που επηρεάζουν το pH και είναι υπεύθυνοι για την εκδήλωση της χλώ-
ρωσης. Σε ένα χλωρωτικό έδαφος η μειωμένη στράγγιση αυξάνει το pH.
Επίσης η προσθήκη οργανικών υλικών στο έδαφος τα οποία έχουν αποικο-
δομηθεί ανεπαρκώς, αυξάνει την πιθανότητα της εκδήλωσης της χλώρωσης.
Ριζικό σύστημα Οι ρίζες των φυτών κατά την πρόσληψη κατιόντων εκλύουν
στη ριζόσφαιρα πρωτόνια τα οποία έχουν την τάση να μειώνουν το pH. Η
επίδραση του γενοτύπου ως προς τη δυνατότητα της μεταβολής του pH και
της πρόσληψης του σιδήρου είναι διαφορετική. Στην αμπελοκαλλιέργεια
χρησιμοποιείται σήμερα ένας μεγάλος αριθμός υποκειμένων με διαφορετική
προσαρμοστική ικανότητα σε συνθήκες χλώρωσης. Έτσι η χλώρωση θα
278
πρέπει να αντιμετωπίζεται με την εκλογή του καταλλήλου υποκειμένου. Εάν
παρ’ όλα αυτά εμφανιστεί στον αμπελώνα, η αντιμετώπισή της είναι δύσκο-
λη διότι απαιτεί συνήθως διαφυλλικές επεμβάσεις οι οποίες επαναλαμβά-
νονται πολύ συχνά. Συνιστώνται από 3 - 5 επεμβάσεις με 0.6 - 0.7 % θειι-
κό σίδηρο, οι οποίες γίνονται κατά την περίοδο της ταχείας ανάπτυξης των
βλαστών και σε χρονικά διαστήματα 5 - 7 ημερών. Οι επεμβάσεις από το
έδαφος είναι επίσης αντιοικονομικές διότι απαιτούνται μεγάλες ποσότητες
θειικού σιδήρου (10L διαλύματος 10% θειικού σιδήρου ανά φυτό). Επίσης
αντιοικονομικές είναι και οι επεμβάσεις με χηλικές μορφές σιδήρου).
279
Η άμπελος είναι ένα φυτό το οποίο μπορεί να θεωρείται μετρίως ευαί-
σθητο στα άλατα του εδάφους σε αντίθεση με πολλά άλλα καλλιεργούμενα
είδη τα οποία είναι πολύ ευαίσθητα.
Η τοξικότητα εμφανίζεται στην αρχή με μείωση της αύξησης των φυτών
και ύστερα με τα πολύ χαρακτηριστικά συμπτώματα τοξικότητας στα φύλλα
των οποίων το έλασμα ξηραίνεται περιφερειακά. Αυτό οφείλεται στο γεγονός
ότι το χλώριο συσσωρεύεται στο έλασμα των φύλλων. Η περιεκτικότητα του
χλωρίου στα φύλλα στις περιπτώσεις αυτές φθάνει, στο 1 % σε ξηρά ουσία.
Η επίδραση του νατρίου είναι αμφιλεγόμενη δεδομένου ότι η άμπελος η ο-
ποία καλλιεργείται σε αλκαλιωμένα εδάφη (βαθμός κορεσμού με νάτριο
>15%) δεν παρουσιάζει ή σπάνια παρουσιάζει συμπτώματα τοξικότητας να-
τρίου. Όμως σχεδόν πάντα η αυξημένη πρόσληψη νατρίου συνοδεύεται και
από αυξημένη πρόσληψη χλωρίου και συνεπώς είναι δύσκολο να ξεχωρι-
στούν τα συμπτώματα του ενός ή του άλλου ιόντος. Εξάλλου το νάτριο πε-
ριέχεται πάντα στα φύλλα της αμπέλου και η περιεκτικότητά του σε σχέση
με το χλώριο είναι μικρότερη και κυμαίνεται από το 1/2 - 1/10 αυτής του
χλωρίου. Αυτό βέβαια από μόνο του δεν σημαίνει ότι το νάτριο δεν είναι υ-
πεύθυνο για τη τοξικότητα. Όμως έχει αποδειχτεί ότι η ένταση των συμπτω-
μάτων δεν συσχετίζεται με την περιεκτικότητα του Να στα φύλλα.
Η αυξημένη πρόσληψη του χλωρίου προκαλεί μείωση της φωτοσύνθε-
σης καθώς και μείωση της αύξησης των βλαστών.
Ένας από τους σπουδαιότερους κινδύνους αλάτωσης των εδαφών είναι η
άρδευση με νερό υψηλής περιεκτικότητας σε άλατα. Το νερό της άρδευση
περιέχει διαλυτά άλατα τα οποία μπορεί να κυμαίνονται από λίγα μέχρι
5000 ppm σε μερικές ακραίες περιπτώσεις. Τότε κάτω από συνθήκες έντο-
νης εξάτμισης συσσωρεύονται άλατα στο έδαφος σε ποσότητες που φθά-
νουν και ξεπερνούν τα 400mg /Kg εδάφους.
Σε ότι αφορά το νερό της άρδευσης θα πρέπει να ελέγχεται η περιεκτικότητά
του σε κάποια ιόντα και να αποκλείεται η χρησιμοποίησή του όταν περιέχει:
Να > 5 – 10 meq /L
280
Cl > 1mg/L
HCO 3 >30mg/L
281
ται στα αμπελουργικά εδάφη σε σχέση με αυτά που καλλιεργούνται με άλλα
είδη.
Πολλές φορές τα φυτά υφίστανται μεγάλες ζημίες αλλά απ΄ ότι φαίνεται
δεν είναι αυτή καθεαυτή η συγκέντρωση των ιόντων Η + που τις προκαλεί δε-
δομένου ότι η άμπελος σε θρεπτικά διαλύματα αναπτύσσεται σε pH πολύ
χαμηλότερα από αυτά που συνήθως προκαλούν ζημία σε συνθήκες υπαί-
θρου.
Τα όξινα εδάφη συνήθως χαρακτηρίζονται από χαμηλές συγκεντρώσεις
κάποιων στοιχείων και μικρές ποσότητες οργανικής ουσίας και ως εκ τούτου
δεν ευνοούν την αύξηση και την ανάπτυξη των φυτών.
282
αυτές σιγά - σιγά επεκτείνονται σε όλο το έλασμα και αργότερα τα φύλλα
πέφτουν. Τα αναλυτικά χαρακτηριστικά των φύλλων στις περιπτώσεις αυτές
εμφανίζονται με χαμηλές συγκεντρώσεις Μαγνησίου και Ασβεστίου οι ο-
ποίες συχνά συνοδεύονται με υψηλές συγκεντρώσεις Καλίου. Η αντιμετώ-
πιση αυτών των ελλείψεων συνίσταται στην προσθήκη μεγάλων ποσοτήτων
δολομίτη στο έδαφος για την αποκατάσταση του Μαγνησίου και του ασβε-
στίου με παράλληλη διόρθωση του pH. Οι περιπτώσεις όμως αυτές απαντώ-
νται και σε άλλα εδάφη.
283
ότι αφορά το ριζικό σύστημα, παρατηρείται μια πολύ μειωμένη έως ατροφι-
κή ανάπτυξη.
Για να εκδηλωθεί η τοξικότητα χαλκού θα πρέπει εκτός του χαμηλού pH
να υπάρχει επαρκής ποσότητα ανταλλαξίμου χαλκού και η εναλλακτική του
ικανότητα να είναι χαμηλή. Έτσι λοιπόν για μια καθορισμένη περιεκτικότη-
τα χαλκού στο έδαφος η πιθανότητα ζημίας είναι μεγαλύτερη εφόσον η
C.E.C. είναι χαμηλή.
Τα όρια στα οποία θα μπορούσε να εμφανιστεί η τοξικότητα είναι:
pH: <6
Cu : 25mg/Kg για τα αμμώδη εδάφη
100 mg/Kg για τα αργιλώδη.
284
Σε ότι αφορά την πιθανότητα εκδήλωσης της τοξικότητας, αυτή εμφανί-
ζεται σε:
pH< 4.8(HCl)
περιεκτικότητα σε Αργίλιο, 50 – 100mg/Kg εδάφους
285
Ιδιαίτερα κατά τις αναμπελώσεις θα πρέπει να προσδιορίζεται το pH και η δι-
αθεσιμότητα των μετάλλων αυτών και να προηγείται βελτίωση του pH, καθώς
και λίπανση σε βάθος λόγω της ευαισθησίας των νεαρών φυτών.
Υλικά ασβέστωσης των εδαφών. Ένα από βασικότερα υλικά που χρησιμο-
ποιείται για τη αύξηση του pH των οξίνων εδαφών είναι το CaO το οποίο
προέρχεται από την πύρωση του CaCO 3 στους 1.100 0 C .
Εάν ληφθεί ως βάση το καθαρό CaO τότε τα υλικά που είναι διαθέσιμα
κατατάσσονται με την ακόλουθη σειρά ως προς το δυναμικό εξουδετέρωσης:
CaO του εμπορίου : 85%
Ca (OH) 2 70%
CaCO 3 50%
CaO + Η 2 Ο ⇒ Ca(OH) 2
Ca(OH) 2 +2H + ⇒ Ca ++ +2H 2 O
---------------------------------------
CaO +2H + ⇒ Ca ++ +H 2 O
CaCO 3 + 2H + ⇒ Ca ++ +H 2 O +CO 2
286
Υπολογισμός της ποσότητας ασβέστου. Για τον υπολογισμό της ποσότητας
ασβέστου που θα πρέπει να προστεθεί στο έδαφος μπορεί κανείς υπολογί-
σει την ποσότητα εργαστηριακά:
ΝΗ 4 + +ΟΗ ⇔ Η 2 Ο + ΝΗ 3
287
Έχει αναφερθεί προηγουμένως ότι στις περιπτώσεις κατά τις οποίες θα
πρέπει να προστεθεί άσβεστος δεν αρκεί μόνον η ανάλυση και ο προσδιο-
ρισμός του ολικού ανθρακικού ασβεστίου στο έδαφος, αλλά αυτή θα πρέπει
να συμπληρώνεται με τον προσδιορισμό της εναλλακτικής ικανότητος του
εδάφους (C.E.C.) και των επιπέδων της προσρόφησης του απορροφητικού
συνδέσμου των κολλοειδών αργιλικών και οργανικών συμπλόκων με ασβέ-
στιο. Ο παρακάτω πίνακας δίνει γενικές οδηγίες για τις ποσότητες καθώς
και τον τύπο των προϊόντων που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ανά-
λογα με την C.E.C. του εδάφους και την αναλογία προσρόφησης του Ca .
Πίνακας 18
Ποσότητες CaO που θα πρέπει να προστεθούν στο έδαφος σε Kg/στρ. και οι τύποι των
προϊόντων.
Όπως φαίνεται στον πίνακα αυτόν, όταν η αναλογία του ασβεστίου στη
C.E.C. πέφτει κάτω από το 50% τότε υπάρχει ανάγκη ασβέστωσης δεδομέ-
νου ότι εκτός του pH εμφανίζονται και προβλήματα μεταβολισμού του ασβε-
στίου ιδιαίτερα όταν η αναλογία αυτή πέφτει σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Σε
όξινα εδάφη της περιοχής ελαιοχωρίου Καβάλας, όπου διαπιστώθηκε πολύ
χαμηλή αναλογία ασβεστίου στη C.E.C. (< 20%) παρουσιάζονταν σοβαρά
προβλήματα μεταβολισμού του ασβεστίου με χαρακτηριστικά συμπτώματα
στις ράγες της ποικιλίας Victoria.
288
4.3. Τοξικότητα μολύβδου
289
V ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΤΩΝ ΖΙΖΑΝΙΩΝ
290
επιδίδεται σε έναν συνεχή αγώνα για την καταστροφή τους. Τα πολυετή ζι-
ζάνια αποτελούν και το σοβαρότερο πρόβλημα, δεδομένου ότι πολλές φορές
απαιτούνται συνδυασμένες επεμβάσεις με μηχανική και χημική καταπολέ-
μηση για την αντιμετώπισή τους
Ετήσια χειμερινά:
Avena sterilis (μεγάλη αγριοβρώμη)
Galium spp. (κολιτσίδα)
Papaver rhoeas ( παπαρούνα)
Chamomila recutita (χαμομήλι)
Anthemis spp. (μαργαρίτα)
Sinapis arvensis ( βρούβα)
Stellaria media (στελλάρια)
Ετήσια θερινά :
Chenopodium album (βρωμόχοτρο)
Amaranthus spp. (βλήτο)
Solanum nigrum (αγριοντομάτα)
Xanthium spp. (ξάνθιο)
Setaria spp. (σετάρια)
Echinochloa grus - galli (μουχρίτσα)
Διετή:
Dacus carota ( αγριοκαρότο)
Πολυετή:
Cyperis rotundus ( κύπερη)
Cydonon dactylon (αγριάδα)
Sorgum Halepense (βέλιουρας)
291
Convolvulus arvensis (περικοκλάδα).
2. Μέθοδοι καταπολέμησης
292
Ο πιο συνηθισμένος τρόπος καταπολέμησης των ζιζανίων, είναι η συστη-
ματική καλλιέργεια του αμπελώνα επιφανειακά με φρέζα κατά τη χειμερινή
περίοδο και την άνοιξη και η περιστασιακή χρήση ζιζανιοκτόνων ως συ-
μπληρωματική επέμβαση. Στην άμπελο η κατεργασία του εδάφους γίνεται
επιφανειακά συνήθως με φρέζα για να μην καταστρέφεται μεγάλο μέρος του
ριζικού συστήματος εκτός από αυτό βέβαια το οποίο βρίσκεται στα επιφα-
νειακά στρώματα του εδάφους, τα οποία και δέχονται την κατεργασία. Ο
τρόπος αυτός είναι αναντικατάστατος για τους περισσότερους αμπελώνες.
Όμως κάποια πολυετή συνήθως ζιζάνια τα οποία διαθέτουν υπόγεια πολλα-
πλασιαστικά όργανα επανέρχονται κατά τη διάρκεια της βλαστικής περιό-
δου και αναπτύσσονται λιγότερο ή περισσότερο, ανάλογα με τις κλιματικές
συνθήκες που επικρατούν κατά την περίοδο αυτή.
Ένα από τα μειονεκτήματα της μηχανικής κατεργασίας του εδάφους εί-
ναι το γεγονός ότι προκαλεί καταστροφές στο ριζικό σύστημα και τα άλλα
μόνιμα μέρη του φυτού. Επίσης σε περιοχές με συχνούς παγετούς η κατερ-
γασία του εδάφους επιτείνει τις ζημιές από παγετούς.
Πολλές φορές ακόμη η φύση του εδάφους δεν επιτρέπει την χρησιμοποί-
ηση μηχανημάτων. Πρόκειται για εδάφη με μεγάλη κλίση, όπου οι γραμμές
φύτευσης δεν εγκαθίστανται κατά τις ισοϋψείς, αλλά κατά την έννοια της
κλίσης του εδάφους. Η μηχανική κατεργασία στις περιπτώσεις αυτές προ-
καλεί έντονη διάβρωση και ως εκ τούτου η καταπολέμηση των ζιζανίων εν-
δείκνυται να γίνεται με χημικά μέσα.
Συνήθως με τη μηχανική καταπολέμηση εφαρμόζεται μια καλλιέργεια
κατά το χειμώνα με σκοπό την καταστροφή των ζιζανίων που έχουν εμφα-
νιστεί κατά την περίοδο αυτή. Μια δεύτερη κατεργασία είναι απαραίτητη για
την ταυτόχρονη ενσωμάτωση των λιπασμάτων περί το τέλος του χειμώνα.
Στη συνέχεια ανάλογα με το ρυθμό εμφάνισης των ζιζανίων εφαρμόζονται
ένα ή δύο φρεζαρίσματα μέχρι το τέλος Μαΐου. Από εκεί και ύστερα λόγω
μειωμένων βροχοπτώσεων, την περίοδο αυτή ο ρυθμός εμφάνισης των ζι-
ζανίων μειώνεται.
293
Θα πρέπει να επισημανθεί ότι η κατεργασία του ξηρού εδάφους
του αμπελώνα, μετά το δέσιμο των ραγών και προς την εποχή του
«κλεισίματος» του βότρυ, όπου και παρατηρείται αυξημένη ευαι-
σθησία των ραγών στο ωίδιο, έχει ως συνέπεια την αύξηση των
μολύνσεων των ραγών.
Μετά το δέσιμο των ραγών και πριν τον περκασμό θα πρέπει να απο-
φεύγουμε την κατεργασία του ξηρού εδάφους, η οποία η οποία σε συνδυα-
σμό με την πνοή του ανέμου σκονίζει τα φυτά και αυξάνει την ευπάθειά
τους στο ωίδιο.
Επί της γραμμής φύτευσης των γραμμικών αμπελώνων τα ζιζάνια δεν
καταστρέφονται και συνεπώς θα πρέπει να υπάρξει επέμβαση είτε με χημικά
μέσα, είτε με κατάλληλα εργαλεία. Μετά τον Ιούνιο ο ρυθμός ανάπτυξης
και εμφάνισης των ζιζανίων μειώνεται λόγω ξήρανσης των επιφανειακών
στρωμάτων του εδάφους. Στην περίπτωση αυτή τα ζιζάνια που εμφανίζο-
νται καταστρέφονται είτε με καλλιεργητικά εργαλεία είτε με εφαρμογή ζιζανι-
οκτόνων κατά θέσεις, χρησιμοποιώντας επινώτιους ψεκαστήρες.
Ο συνδυασμός μηχανικής και χημικής καταπολέμησης, είναι πιο απο-
τελεσματικός για την καταπολέμηση των ζιζανίων και κυρίως των πολυετών
τα οποία διαθέτουν υπόγεια πολλαπλασιαστικά όργανα. Ο κατατεμαχισμός
των υπογείων πολλαπλασιαστικών οργάνων έχει ως αποτέλεσμα την άρση
της κυριαρχίας της κορυφής και την εκτεταμένη βλάστηση των τμημάτων αυ-
τών. Μια επέμβαση τότε με ένα διασυστηματικό ζιζανιοκτόνο καταστρέφει
πλήρως τα νέα αυτά φυτά.
294
θεται στην αγορά, ένα ευρύ φάσμα ζιζανιοκτόνων με χημικές ενώσεις δια-
φορετικής προέλευσης και τρόπου δράσης, που επιτρέπουν ακόμη και την
αποκλειστική χημική καταπολέμηση των ζιζανίων χωρίς τη χρησιμοποίηση
άλλων μέσων.
Η χρήση των ζιζανιοκτόνων έχει το πλεονέκτημα της πρώιμης αντιμε-
τώπισης των ζιζανίων και είναι πιο αποτελεσματική για πολυετή ζιζάνια.
Επίσης περιορίζει τη διάβρωση του εδάφους και τις ζημιές από παγετούς.
Όταν όμως δεν γίνεται ορθολογικά είναι αναποτελεσματική. Επί πλέον η
επαναλαμβανόμενη χρήση κάποιων χημικών ενώσεων έχει προκαλέσει φαι-
νόμενα αντοχής σε κάποια ζιζάνια.
Ένας μεγάλος αριθμός χημικών ουσιών χρησιμοποιείται στην αμπελο-
καλλιέργεια ως ζιζανιοκτόνα και η εκλογή του καταλληλότερου, ή ο κατάλ-
ληλος συνδυασμός προϋποθέτει την πλήρη γνώση του τρόπου δράσης τους,
των ιδιοτήτων τους, καθώς επίσης και την πλήρη γνώση και αναγνώριση της
χλωρίδας του αμπελώνα.
Προφυτρωτικά
295
μπελώνα, συνιστάται ανάμυξη με 0.3L Gramoxone plus. Σε περιόδους ξη-
ρασίας συνιστάται πότισμα με 15 - 20 mm νερό για την πλήρη ενσωμάτωσή
του στο έδαφος.
Μεταφυτρωτικά
Diquat. Ανήκει στην ομάδα των διπυριδυλίων και κυκλοφορεί υπό την ε-
μπορική ονομασία Reglon(200g/L). Απαιτείται ποσότητα 0.5L/στρ. Eίναι
ζιζανιοκτόνο φυλλώματος επαφής και καταπολεμά ετήσια δικοτυλίδονα. Ό-
ταν εφαρμόζεται μετά την εκβλάστηση των οφθαλμών θα πρέπει να μην έρ-
χεται σε επαφή με τα φύλλα της αμπέλου. Απαραίτητη θεωρείται και η
χρήση ενός διαβρεκτικού σκευάσματος.
Paraquat . Ανήκει και αυτό στην ομάδα των διπυριδυλίων και κυκλοφορεί
στην αγορά σε σκευάσματα των 40g/L και 100g/L. Ανάλογα με το εμπο-
ρικό σκεύασμα χρησιμοποιείται ποσότητα 2L/ στρ. ή 0.6 - 0.8 L/στρ. Δρα
όπως και το προηγούμενο και έχει επίσης και κάποια ανασταλτική δράση
κατά των πολυετών ζιζανίων.
296
Συνδυασμός του paraquat και του diquat κυκλοφορεί ως εμπορικό σκεύασμα
Gramoxon plus.
297
Προφυτρωτικά
298
Μεταφυτρωτικά
Προφυτρωτικά
299
Diuon + Linuron + Terbacile . Τα Diuron και Linuron ανήκουν στην ομάδα
της ουρίας και το Terbacile είναι Oυρακίλη. Ο συνδυασμός αυτός των χη-
μικών ουσιών είναι αποτελεσματικός για αγρωστώδη και δικοτυλήδονα και
κυκλοφορεί υπό την εμπορική ονομασία Trisol. Είναι ζιζανιοκτόνο εδάφους
και φυλλώματος και εφαρμόζεται αποφεύγοντας επιμελώς την επαφή του
ψεκαστικού υγρού με το φύλλωμα της αμπέλου. Εάν υπάρχουν ζιζάνια α-
ναπτυγμένα εφαρμόζονται και αμινοτριαζόλες .
Μεταφυτρωτικά.
Oxadiazon. Ανήκει στην ομάδα του οξαδιαζολίου και κυκλοφορεί υπό την
εμπορική ονομασία Ronstar 250g/L. Είναι ζιζανιοκτόνο φυλλώματος επα-
φής, κατάλληλο για ετήσια αγρωστώδη και δικοτυλήδονα και ιδιαίτερα κατά
της περικοκλάδας. Χρησιμοποιείται σε ποσότητα 0.8l/στρ. αποφεύγοντας
300
την επαφή του ψεκαστικού υγρού με το φύλλωμα της αμπέλου. Η περικο-
κλάδα ψεκάζεται όσο πιο αργά γίνεται, πριν την άνοδό της προς το πρέ-
μνο και απαραίτητα δύο συνεχείς χρονιές.
301
του ριζικού συστήματος των φυτών. Στις περιπτώσεις αναμπελώσεων είναι
γνωστό ότι μετά την εκρίζωση των παλαιών αμπελώνων, μεγάλο μέρος των
ριζιδίων παραμένει στο έδαφος. Αυτό αποτελεί ένα από τα σοβαρότερα
προβλήματα δεδομένου ότι οι νηματώδης του εδάφους, οι οποίοι είναι φο-
ρείς του μολυσματικού εκφυλισμού εξακολουθούν να διατρέφονται από τα
ριζίδια αυτά για αρκετό καιρό και έτσι η απαλλαγή από αυτούς, καθίσταται
αρκετά δύσκολη. Έτσι η χρησιμοποίηση αυτού του ζιζανιοκτόνου όπως
προαναφέρθηκε αποδυναμώνει γρήγορα τα φυτά και καταστρέφει ένα μεγά-
λο μέρος του ριζικού συστήματος.
Το Glyphosate επίσης κυκλοφορεί σε διάφορα εμπορικά σκευάσματα τα
οποία περιέχουν διαβρεκτικές ουσίες και βιοενεργοποιητές για καλύτερη
αποτελεσματικότητα.
Προφυτρωτικά
302
aminotriazole. Χρησιμοποιείται κυρίως κατά των ετησίων πλατυφύλλων
αλλά και κατά πολλών αγρωστωδών.
303
Το Norflurazon*. Κατάλληλο για όλα τα αγρωστώδη και πολλά δικοτυλήδονα
με μεγάλη διάρκεια δράσης.
304
σκευάσματα. Εφαρμόζεται στο έδαφος κατά το χειμώνα όταν τα ζιζάνια έ-
χουν φθάσει σε ύψος 5 - 10 cm. Ο παραπάνω συνδυασμός των χημικών αυ-
τών ενώσεων, σε διάφορες αναλογίες, κυκλοφορεί και με άλλα εμπορικά
ονόματα όπως Simalon WP, Simatron WP Trinovin 55 WP κλπ. Ο συνδυα-
σμός αυτός αποτελεί έναν από τους πιο συνηθισμένους για χειμερινή εφαρ-
μογή στο αμπέλι με πάρα πολύ καλά αποτελέσματα.
305
1. Μείωση του κόστους παραγωγής ανά στρέμμα.
2. Πρόσβαση στο έδαφος του αμπελώνα σε περιόδους βροχής.
3. Μείωση της διάβρωσης σε εδάφη με μεγάλη κλίση.
4. Ήπια χλώρωση σε ασβεστώδη εδάφη.
5. Απουσία πληγών στον κορμό και τις επιφανειακές ρίζες των
φυτών.
6. Μείωση των ζημιών από παγετούς .
Μειονεκτήματα
1. Κίνδυνοι φυτοτοξικότητας.
2. Ξεπέρασμα του υποκειμένου.
3. Δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για κάποια παθογόνα (πρώϊ-
μοι θύλακες περονοσπόρου λόγω ύπαρξης κατά θέσεις
λιμναζόντων υδάτων ).
4. Δυσκολία ενσωμάτωσης των λιπασμάτων.
5. Δημιουργία επιφανειακού ριζικού συστήματος των φυτών, ό
που σε περιοχές με χαμηλό βροχομετρικό ύψος, όταν συμβεί μια
χρονιά να είναι εξαιρετικά ξηρή τα φυτά υποφέρουν από νερό.
306
μεγάλα τμήματα του αμπελώνα. Αυτό βέβαια οφείλεται σε πολλούς λόγους
όπως :
• Ετήσια ζιζάνια που ελέγχονται ικανοποιητικά παραχωρούν τη θέ-
ση τους σε άλλα πολυετή.
• Ετήσια ζιζάνια παραχωρούν τη θέση τους σε άλλα ετήσια τα οποία
βλαστάνουν πιο εύκολα ή πιο αργά.
• Μη προσεχτική εφαρμογή των ζιζανιοκτόνων
α) μερική ζιζανιοκτονία
β) ανομοιόμορφη κατανομή του ψεκαστικού υγρού.
γ) ανεπαρκής γνώση της χλωρίδας η οποία έχει ως αποτέλεσμα
και μη σωστή εκλογή του καταλλήλου ζιζανιοκτόνου, ή της
ημερομηνία εφαρμογής.
307
κυττάρων και αποδιοργάνωση των διαφόρων ιστών. Η ταχύτητα μετακίνη-
σης του ελκυστήρα επάνω στον οποίο είναι προσαρμοσμένα τα φλόγιστρα
αυτά, θα πρέπει ναι είναι περίπου 2,5 Km /h. Η θερμική καταπολέμηση
είναι αποτελεσματική και φιλική προς το περιβάλλον, αλλά όπως είναι α-
ναμενόμενο δεν καταστρέφει τα υπόγεια πολλαπλασιαστικά όργανα των πο-
λυετών ζιζανίων.
308
οποία εγκαταστάθηκαν στο έδαφος του αμπελώνα. Όμως αυτή η επιφανεια-
κή εξαφάνιση των ριζιδίων της αμπέλου αντισταθμίζεται αργότερα κατά τα
επόμενα χρόνια με την ανάπτυξη βαθύτερου ριζικού συστήματος από τα φυ-
τά της αμπέλου. Στους αμπελώνες νεαράς ηλικίας τα φαινόμενα ανταγωνι-
σμού είναι πολύ έντονα με εμφανείς επιπτώσεις στα φυτά.
3.Υπέργειο τμήμα Ανάλογα με την έκταση και την πυκνότητα του χλοοτάπη-
τα, αλλά και ανάλογα με το είδος που χρησιμοποιείται, έχει παρατηρηθεί
μια μικρότερη ή μεγαλύτερη μείωση της ζωηρότητας των φυτών της αμπέλου.
Η χρησιμοποίηση αγρωστωδών προκαλεί έντονα συμπτώματα ανταγωνι-
σμού, ενώ των ψυχανθών ηπιότερα.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με το ύψος της παραγωγής το οποίο μειώνε-
ται από 10 - 30 % σε σχέση με τους αμπελώνες σε ακαλλιέργεια, ανάλογα
με τις συνθήκες που επικρατούν και το είδος του χλοοτάπητα.
309
Η μείωση της ζωηρότητας έχει ως αποτέλεσμα την ελάττωση των ζημιών
από τον Βοτρύτη. Σε περιπτώσεις όμως ξηρού περιβάλλοντος ευνοείται η
ανάπτυξη του κίτρινου τετράνυχου (T. urticae) ιδιαίτερα όταν τα είδη του
χλοοτάπητα αποτελούν και ξενιστές του τετράνυχου αυτού. Σε σχέση με
την ακαλλιέργεια ευνοούνται επίσης οι ανοιξιάτικοι παγετοί.
Για τις συνθήκες των περιοχών της Μεσογείου ως πιο κατάλληλο θεωρεί-
ται το ψυχανθές Trifolium subteranum το οποίο ανταγωνίζεται λιγότερο τα
φυτά της αμπέλου κυρίως ως προς το νερό δεδομένου ότι βλαστάνει τον
Σεπτέμβριο - Οκτώβριο και επικρατεί από το Νοέμβριο μέχρι τον Απρίλιο
στον αμπελώνα και προς τον Ιούλιο ξηραίνεται μετά την ωρίμανση του καρ-
πού. Μετά την ωρίμανση του καρπού, οι σπόροι πέφτουν στο έδαφος και
βλαστάνουν το Φθινόπωρο που ακολουθεί. Συνεπώς κατά την περίοδο
Ιουλίου - Αυγούστου όπου συνήθως επικρατεί ξηρασία δεν ανταγωνίζεται
την άμπελο ως προς το νερό του εδάφους.
310
6. Γενικές παρατηρήσεις
Η έρευνα βέβαια πάνω σε αυτό το θέμα έχει δώσει πρόσφατα και άλλες νέες
χημικές ουσίες με πολύ μικρή διαλυτότητα και ευρύ φάσμα δράσης όπως η
Flumioxazine. Είναι μια χημική ένωση η οποία ανήκει στα φθαλίμίδια. Η
311
Φλαμιοξαζίνη έχει το όνομα: 2 - ⎨7-fluoro3,4dihydro-3 oxo- 4 (2propyniyl) -
2H1,4- enzoxazin - 6H⎬-4,5,6,7 -tetrahydro-1 H- soindole - 1,3 (2H) - dione.
Είναι ζιζανιοκτόνο εδάφους που καταπολεμά τα ζιζάνια που μόλις φυτρώ-
νουν αλλά και φυλλώματος. Δρα στις μεμβράνες των κυττάρων και προκαλεί
οξείδωση των λιπιδίων των μεμβρανών προκαλώντας τους μή αναστρέψιμη
αλλοίωση. Ενσωματούμενο στο έδαφος παραμένει στα επιφανειακά στρώ-
ματα και δεν ανιχνεύεται βαθύτερα.
312
VI. ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΤΑΦΙΔΑΣ
313
μην παραμένουν τα προς αποξήρανση σταφύλια για μεγάλο χρονικό διά-
στημα εκτεθειμένα σε συνθήκες υπαίθρου. Επιπλέον, οι ποικιλίες που
χρησιμοποιούνται θα πρέπει να ωριμάζουν σε περίοδο υψηλών θερμοκρα-
σιών και μεγάλης ηλιοφάνειας.
Έτσι λοιπόν οι ποικιλίες για την παραγωγή σταφίδας έχουν κάποια ι-
διαίτερα χαρακτηριστικά όπως παρουσιάζονται στη συνέχεια.
Μικρό μέγεθος της ράγας. Συνήθως οι ποικιλίες που κατ’ εξοχήν χρησιμο-
ποιούνται στην σταφιδοποίηση έχουν μικρές ράγες για να επιταχύνεται η
αφυδάτωσή τους.
Λεπτότητα του φλοιού της ράγας . Το πάχος του φλοιού παίζει καθοριστικό
ρόλο στην ταχύτητα της αποξήρανσης. Συνήθως οι ποικιλίες που χρησιμο-
ποιούνται για την παραγωγή σταφίδας έχουν λεπτό φλοιό.
314
Ασπερμία. Η ύπαρξη γιγάρτων στις ράγες είναι ένα ανεπιθύμητο χαρακτη-
ριστικό δεδομένου ότι κατά την μάσηση προβάλλουν δυσαρέσκεια στον κα-
ταναλωτή, λόγω της στυπτικής γεύσης που παρουσιάζουν.
2. Σταφίδα Σουλτανίνα
2.1. Σταφιδοποίηση
315
καθώς επίσης και οι γενικότεροι χειρισμοί κατά τον τρυγητό συμβάλλουν
κατά ένα μεγάλο μέρος στην ποιότητα της παραγόμενης σταφίδας.
2.1α.Τρυγητός
Χειρισμοί κατά τον τρυγητό . Κατά τον τρυγητό γίνεται μια πρώτη φροντίδα
της παραγωγής από τους τρυγητές, οι οποίοι απομακρύνουν τις πολύ μι-
κρές, αποξηραμένες και ηλιοκαμένες ράγες, καθώς επίσης και τα τμήματα
316
της σταφυλής τα οποία έχουν υποστεί ζημίες από εχθρούς και μυκητολογι-
κές ασθένειες. Επίσης απομακρύνονται οι σχισμένες και τραυματισμένες
ράγες διότι αυτές αργότερα αποκτούν σκούρο χρωματισμό μετά την εμβά-
πτιση στο αλκαλικό διάλυμα. Οι αλλοιωμένες και τραυματισμένες ράγες
αποτελούν εστίες ανάπτυξης και επέκτασης της σήψης των σταφυλών κατά
την διάρκεια της αποξήρανσης με αποτέλεσμα την σοβαρή υποβάθμιση της
ποιότητας της σταφίδας.
Οι πράσινες ράγες θα πρέπει να εμβαπτίζονται σε αραιότερο αλκαλικό
διάλυμα γιατί σε πυκνότερα διαλύματα σκουραίνουν γύρω από τον ποδί-
σκο.
Οι μαραμένες ράγες οι οποίες έχουν γεύση όξινη και οι παραγωγοί τις
αποκαλούν “βρασμένες” κατά την αποξήρανση συρρικνώνονται υπερβολικά
και έχουν χαμηλό ποσοστό ζαχάρων.
Οι σταφυλές κόβονται συνήθως με ειδικά μαχαιρίδια ή ψαλίδια και οι
τοποθετούνται σε λευκοσιδηρά ή πλαστικά δοχεία, τα οποία είναι διά-
τρητα και φέρουν οπές διαμέτρου 7 χιλιοστών, με τα οποία γίνεται κατ’ ευ-
θείαν η εμβάπτιση των σταφυλών στο αλκαλικό διάλυμα. Η μεταφορά των
σταφυλών στους χώρους αποξήρανσης γίνεται με υποζύγια ή ελκυστήρες.
Η τοποθέτηση των σταφυλών μέσα στα δοχεία και η μεταφορά στους χώ-
ρους αποξήρανσης, θα πρέπει να γίνεται προσεκτικά ώστε να μην τραυ-
ματίζονται οι ράγες.
317
γονότος ότι βρίσκονται εκτεθειμένες για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα σε
πιθανές καιρικές αντιξοότητες.
Δράση του αλκαλικού διαλύματος . Είναι γνωστό ότι με την επίδραση αλ-
καλικών διαλυμάτων και ιδιαίτερα θερμών, απομακρύνεται μέρος της κη-
ρώδους ανθηρότητας και συγχρόνως προκαλείται αλλαγή της των ιδιοτήτων
της, λόγω του ότι από υδρόφοβη γίνεται υδρόφιλη. Για το σκοπό αυτό
χρησιμοποιείται υδατικό διάλυμα καυστικής ποτάσας(ένυδρο ανθρακικό
κάλιο, Κ 2 CO 3 .1,5H 2 O) 7 %, το οποίο περιέχει επίσης και 0.5% ελαιόλαδο.
Όταν η εφαρμογή γίνεται σε θερμοκρασίες του περιβάλλοντος τότε η δια-
δικασία αυτή λέγεται ψυχρό βάπτισμα . Μετά την εμβάπτιση στο ψυχρό
διάλυμα ο χρόνος αποξήρανσης μειώνεται κατά 2 - 3 φορές και από 20 η-
μέρες πέφτει στις 8 - 10. Αυτό οφείλεται όχι τόσο γιατί απομακρύνεται η
318
κηρώδης ανθηρότητα, αλλά γιατί λόγω της σαπωνοποίησης των λιπαρών
οξέων, από υδρόφοβη γίνεται υδρόφιλη και ο κηρός γίνεται βρέξιμος. Με
αυτόν τον τρόπο το νερό από τα κυτταρικά τοιχώματα της επιδερμίδας των
ραγών υπό την υγρή του φάση, φθάνει ως συνεχής στήλη στην εξωτερική
επιφάνεια του κηρού.Έχει αποδειχθεί ότι εάν μετά την εμβάπτιση αλκαλι-
κού διαλύματος οι σταφυλές ξεπλυθούν με νερό, τότε ο χρόνος αποξήραν-
σης πάλι επιμηκύνεται. Αυτό οι παραγωγοί το γνωρίζουν και μετά από
βροχή ψεκάζουν τις αποξηραινόμενες σταφυλές με αλκαλικό διάλυμα.
Στις χώρες που οι σταφυλές αποξηραίνονται χωρίς την επίδραση του
Σχήμα 56. Διάτρητα δοχεία για την εμβάπτιση των σταφυλών στο αλκαλικό διάλυμα
319
αλκαλικού διαλύματος (Καλιφόρνια, Συρία, Αφγανιστάν, Ιράν), οι
σταφίδες αποκτούν σκούρο χρώμα λόγω επιμήκυνσης του χρόνου αποξή-
ρανσης. Ο χρωματισμός αυτός οφείλεται στις οξειδώσεις των πολυφαινολών
λόγω της δράσης του ενζύμου πολυφαινολοξειδάση.
Οι υψηλές και οι χαμηλές θερμοκρασίες αναστέλλουν τη δράση του ενζύμου
και δεν αλλοιώνεται ο χρωματισμός των ραγών. Με τη δράση του αλκαλικού
διαλύματος επιταχύνεται η αποξήρανση αυξάνεται η συγκέντρωση των ζα-
χάρων και η δράση των οξειδωτικών ενζύμων αναστέλλεται. Η ποσότητα του
ελαιολάδου που προστίθεται στο διάλυμα κυμαίνεται μεταξύ 0.3 - 0.6 % ε-
ξαρτάται από τη σκληρότητα του νερού το βαθμό σαπωνοποιήσεως και τη
θερμοκρασία. Η σωστή αναλογία διαπιστώνεται από την πλήρη διαβροχή
των ραγών.
Η υπερβολική ποσότητα ελαιολάδου, υποβαθμίζει την ποιότητα της σταφί-
δας και η επιφάνεια των ραγών γίνεται λιπαρή, σκουρόχρωμη με κίνδυνο
ταγγίσματος του ελαιολάδου και δυσάρεστης γεύσης και οσμής.
Τελευταία αντί του ελαιολάδου χρησιμοποιούνται λάδια που αποτελούνται
από αιθυλεστέρες λιπαρών οξέων όπως ο ελαϊκός αιθυλεστέρας με το ε-
μπορικό όνομα Σουλτανίνο, Ετοσύν ,κλπ., ο οποίος σε ποσότητα 1,7 2 %
επιταχύνει την αποξήρανση και βελτιώνει την ποιότητα της σταφίδας.
2.1γ. Αποξήρανση
320
Αποξήρανση στο έδαφος χωρίς κάλυψη . Η αποξήρανση των σταφυλών
στην χώρα μας γίνεται, κατά το μεγαλύτερο μέρος στην ύπαιθρο κάτω από
την άμεση επίδραση της ηλιακής ακτινοβολίας. Οι χώροι αποξήρανσης λέ-
γονται αλώνια. Κατά το παρελθόν κατασκευάζονταν από πιεσμένο έδα-
φος, απαλλαγμένο από πέτρες και θάμνους όπου επάνω απλώνονταν ειδι-
κά χαρτόνια. Τώρα για το σκοπό αυτό χρησιμοποιείται διάτρητο μαύρο
πλαστικό. Τα αλώνια έχουν σωστό προσανατολισμό και κατασκευάζονται
σε υπερυψωμένες τοποθεσίες για να ανανεώνεται ο αέρας και να αποφεύ-
γεται ο σχηματισμός πρωινής δροσιάς. Επίσης θα πρέπει να βρίσκονται
μακριά από δρόμους ταχείας κυκλοφορίας για να αποφεύγεται το σκόνι-
σμα.
321
να ανοίγεται από τις κάθετες πλευρές του.
322
Το εμβαδόν του ξηραντηρίου είναι 4, 5 Χ 8 m ή και μεγαλύτερο και το ύψος
των κάθετων πασσάλων υποστήριξης των οριζοντίων συρμάτων φτάνει τα
2 - 2,2 m.
Όταν η περιεκτικότητα της σταφίδας σε νερό φτάσει στο 16% τότε η ξή-
ρανση θεωρείται ικανοποιητική και η παραγωγή θα πρέπει να αποθηκευτεί.
Η συλλογή της αποξηραμένης σταφίδας γίνεται κατά τις απογευματινές ώ-
ρες, δεδομένου ότι όταν η θερμοκρασία είναι μεγάλη η σταφίδα έχει μαλακή
υφή και η υγρασία της δεν μπορεί να εκτιμηθεί. Οι παραγωγοί χρησιμο-
ποιούν εμπειρικά κριτήρια για την εκτίμηση της υγρασίας της σταφίδας.
Έτσι κατά τη πίεση των ραγών μεταξύ τους, εάν δεν εξέρχεται χυμός η υ-
γρασία είναι ικανοποιητική. Επίσης οι σταφίδες όταν πιέζονται στην χού-
φτα του χεριού, θα πρέπει να είναι ελαστικές και μετά την πίεση να επανα-
ποκτούν το αρχικό τους σχήμα.
Στη συνέχεια, η σταφίδα τοποθετείται σε δοχεία και μεταφέρεται για
τον αποχωρισμό των βοστρύχων. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιούνται κό-
σκινα διαστάσεων 80 Χ 120 εκατοστών με συρμάτινο δικτυωτό με ανοίγμα-
τα διαστάσεων 0.5 - 0.8 της ίντσας. Ύστερα οι σταφίδες μπαίνουν σε σά-
κους των 60 - 80 κιλών εντός των οποίων συμπιέζονται με το χέρι ελα-
φρώς.
323
• απαλλαγμένες από σήψεις ζυμώσεις αυγά εντόμων κλπ.
Βασικό κριτήριο για την ποιοτική κατάταξη της σταφίδας που παράγει ο
παραγωγός είναι το χρώμα, η ομοιομορφία και το μέγεθος των ραγών, κα-
θώς και το ποσοστό ψιλών ραγών.
Οι παραγωγικοί τύποι της σταφίδας είναι πέντε : Οι Ν ο . 1,2, 4, 5 και ο
τύπος της βιομηχανικής σταφίδας:
324
Τύπος Ν ο 4 . Σταφίδες ξανθής ως ερυθρωπής και ανοιχτοκαστανής
απόχρωσης, με ποσοστά μελανωπών ή σκουρόχρωμων ραγών
μέχρι 20% και ψιλών μέχρι 12 % ( διαλογέας 8 χιλιοστών) .
2.1στ.’Αποθήκευση
Οι σάκοι με τις σταφίδες όπου επάνω τους υπάρχει ένδειξη με τον παρα-
γωγικό τύπο της σταφίδας, παραδίδονται στα εργοστάσια και μέχρι την επε-
ξεργασία τους, αποθηκεύονται σε κατάλληλες αποθήκες.
Οι σάκοι στοιβάζονται μέσα στις αποθήκες κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να μην
υπάρχουν πολλοί ο ένας πάνω στον άλλο. Όταν από έλλειψη αποθηκευτι-
κών χώρων, οι σάκοι στοιβάζονται περισσότεροι ο ένας πάνω στον άλλο
τότε οι σταφίδες που βρίσκονται στους κάτω σάκους υφίστανται αλλοιώσεις
και οι πιο μαλακές ράγες σχίζονται και σχηματίζουν συσσωματώματα.
Οι αποθήκες θα πρέπει να είναι καθαρές και δροσερές να μην έχουν
υψηλή υγρασία και να φωτίζονται καλά. Οι επιφάνειες πρέπει να είναι λείες
για να μην βρίσκουν καταφύγιο τα διάφορα έντομα. Πριν τη χρησιμοποίη-
ση θα πρέπει να απολυμαίνονται με γαλάκτωμα ασβεστίου και άλλα εντομο-
325
κτόνα . Η μεταφορά στο εργοστάσιο και η επεξεργασία της σταφίδας θα
πρέπει να γίνεται κατά την ίδια χρονιά γιατί παράταση της αποθήκευσης
πάνω από ένα χρόνο επιφέρει αλλοιώσεις στην ποιότητα. Πολλές φορές
όμως, λόγω μεγάλης παραγωγής, η αποθήκευση παρατείνεται και πέραν της
χρονιάς.
326
Carpophilus spp. Oryzaephilus mercator, Ephestia elutella , Ephestia
figulielia κλπ..
Πλύση. Η γραμμή επεξεργασίας της σταφίδας αρχίζει με την πλύση της πα-
ραγωγής. Ο χώρος πλύσεως περιλαμβάνει την εξέδρα τροφοδοσίας, τους
βολοθραύστες, την επιφάνεια πλύσεως με τους λιθοσυλέκτες και τα κόσκινα
για τον αποχωρισμό των ξένων υλών και των υποπροϊόντων. Στο πλυντήριο
απομακρύνονται οι πέτρες τα χώματα και οι κούφιες ράγες. Υπολογίζεται
ότι απαιτούνται 5 - 7 τόνοι νερού για κάθε τόνο σταφίδας.
327
• Η ποσότητα του καιγόμενου θείου και η διάρκεια θείωσης επηρεάζει τη
λεύκανση.
328
τότε υποβαθμίζεται η ποιότητα της σταφίδας λόγω καραμελοποίησης των
ζαχάρων.
Μετά την ξήρανση η σταφίδα θα πρέπει αμέσως να αποκτήσει τη θερμοκρα-
σία του περιβάλλοντος, και γι αυτό οδηγείται σε θαλάμους όπου ψύχεται με
ρεύμα αέρος.
329
Απομίσχωση - διαλογή. Η σταφίδα μετά την στίλβωση μεταφέρεται σε ειδι-
κές μηχανές για την απομάκρυνση των μίσχων. Αυτές οι μηχανές αποτελού-
νται από ένα διάτρητο τύμπανο το οποίο εσωτερικά φέρει πτερύγια τα ο-
ποία περιστρέφουν την σταφίδα και οι ποδίσκοι απομακρύνονται από τις
οπές του τυμπάνου. Η διαλογή ύστερα γίνεται με ειδικά κόσκινα και διαλο-
γείς.
330
3. Κορινθιακή Σταφίδα
3.1.Τρυγητός
331
3.2. Ξήρανση
Η ξήρανση των σταφυλών της Κορινθιακής γίνεται κατ’ ευθείαν μετά την
συγκομιδή των σταφυλών, χωρίς προηγούμενη επέμβαση σε αλκαλικά δια-
λύματα. Αυτή εξελίσσεται, είτε κάτω από την άμεση ηλιακή ακτινοβολία ,
είτε υπό σκιά.
332
τοστά και του πλευρικού άξονα 20 - 30 και 40 εκατοστά. Στην αρχή της
περιόδου της ξήρανσης το πλαστικό στηρίζεται στους πασσάλους των 40 εκ.
και αργότερα προς το τέλος της ξήρανσης σε αυτούς των 20 – 30 cm.
Η διάρκεια της ξήρανσης στα ακάλυπτα ξηραντήρια κυμαίνεται από 10
- 12 ημέρες και στα καλυμμένα από 8 - 12 ημέρες. Μια ή δύο ημέρες πριν
από την ολοκλήρωση της ξήρανσης γίνεται το τ ρ ί ψ ι μ ο της σταφίδας με
το οποίο γίνεται ο αποχωρισμός των ραγών και η απομάκρυνση των βο-
στρύχων. Μετά την πλήρη ξήρανση οι σταφίδες λιχνίζονται σε ρεύμα αέρος
με μια λιχνιστική μηχανή. Έτσι γίνεται και μια πρώτη διαλογή της σταφίδας.
Αυτές οι οποίες αποχωρίζονται κατ’ αρχήν από τον βόστρυχο αποτελούν τον
τύπο ‘’η λ ί ο υ ε κ λ ε κ τ ή’’ και αυτές οι οποίες παραμένουν ενωμένες με
τους βόστρυχους είναι τα λεγόμενα ‘’τ ρ ε χ ο ύ μ ε ν α ’’.
3.3. Λίχνισμα
333
με αυτόν τον τρόπο αποβάλλονται οι βόστρυχοι και ξεχωρίζει την εμπορεύ-
σιμη από την μη εμπορεύσιμη σταφίδα.
2.4. Αποθήκευση
3.5. Επεξεργασία
Κατά τη διάρκεια της αποθήκευσης και λόγω της πίεσης που ασκείται,
οι ράγες συσσωματώνονται και σχηματίζουν σβώλους. Η θραύση γίνεται σε
ειδικό βολοθραύστη ο οποίος παρεμβάλλεται κατά τη μεταφορά της στα-
φίδας στις μεταφορικές ταινίες. Ο βολοθραύστης φέρει ειδικά ελάσματα τα
οποία αποδιοργανώνουν τα συσσωματώματα Πολλές φορές όμως οι βολο-
θραύστες προκαλούν και τραυματισμούς στη σταφίδα.
334
3.5β. Λίχνισμα - διαλογή.
3.5γ. Πλύση
Η σταφίδα πλένεται σε ειδική σκάφη για τον καθαρισμό από την σκόνη
και τους άλλους ρύπους . Ο χρόνος πλύσης δεν υπερβαίνει το ένα λεπτό
και έτσι οι ράγες δεν απορροφούν μεγάλη ποσότητα νερού.
3.5ε. Απομίσχωση
3.5στ’. Στράγγιση
335
3.5ζ. Χειροδιαλογή. - Συσκευασία
336
Η δραστηριότητα
καλλιέργεια της αμπέλου είναι και αυτή μια οικονομική
όπως και η όποια καλλιέργεια των άλλων
ειδών. Από την άποψη αυτή θα περίμενε κανείς να υπόκειται
στους οικονομικούς όρους υπό την ευρεία έννοια, έτσι ώστε η
οικονομικότητα της καλλιέργειας να επηρεάζει τις καλλιεργη-
τικές τεχνικές. Για την άμπελο όμως αυτές καθαυτές οι καλ-
λιεργητικές τεχνικές συμβαίνει να ενσωματώνουν στοιχεία
από την ιστορία, την παράδοση, τον πολιτισμό και τη λαο-
γραφία. Τα στοιχεία αυτά επηρεάζουν θετικά την οικονομι-
κότητα της καλλιέργειας πέρα και έξω από τις αυστηρές Γε-
ωπονικές παραμέτρους που αφορούν την Εφαρμοσμένη Φυσι-
ολογία και Βιολογία, δίνοντας στα προϊόντα της αμπέλου μια
ιδιαίτερη ταυτότητα και μια στενότερη σχέση με το κατανα-
λωτικό κοινό. Έτσι λοιπόν οι τυχόν παρεκκλίσεις από τις τε-
χνοκρατικές αρχές που διέπουν την καλλιέργεια της αμπέλου
είναι θεμιτές, εφόσον συμβάλλουν στη βελτίωση της ποιότη-
τας και την αύξηση των τιμών.
337
338