Professional Documents
Culture Documents
Βυζαντινή Ιστοριογραφία
Βυζαντινή Ιστοριογραφία
Από τη Βικιπαίδεια
Η πιο βασική διαφορά για να χαρακτηριστεί ένα έργο σαν χρονογραφία είναι η
έκθεση των γεγονότων από κτίσεως κόσμου μέχρι τις ημέρες του χρονογράφου, σε
αντιδιαστολή με τα ιστορικά έργα, που εκθέτουν τα γεγονότα μιας συγκεκριμένης
μόνο ιστορικής περιόδου. Η άποψη ότι οι χρονογραφίες είναι έργα μοναχών, που
προσπαθούν με το έργο τους, κυρίως, να επιμορφώσουν τους ομοίους τους στα
μοναστήρια, έχει σήμερα πια εγκαταλειφθεί, αφού ένα ελάχιστο ποσοστό των
συγγραφέων των λεγόμενων μοναχικών χρονικών ήταν αποδεδειγμένα μοναχοί, αλλά
και δεν μπορεί να χαρακτηριστεί μοναχός κάθε ένας που, κατά μια (προσφιλή
ασφαλώς) συνήθεια των βυζαντινών, πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του
κλεισμένος σε ένα μοναστήρι.
Μια δεύτερη βασική διαφορά είναι η γλώσσα που είναι γραμμένα τα κείμενα. Η
λόγια γλώσσα των βυζαντινών ιστοριών δίνει τη θέση της στις χρονογραφίες στη
γλώσσα που μιλιέται ή κάποια ακόμα πιο λαϊκή, αν και υπάρχουν χρονογραφίες
γραμμένες σε μια μικτή γλώσσα, που θυμίζει συχνά την κοινή ελληνική των
Ευαγγελίων.
Από την άλλη πλευρά δεν μπορεί να καταργηθεί εντελώς ο διαχωρισμός της
(βυζαντινής) ιστοριογραφίας σε ιστορία και χρονογραφία, αν και έχουν εκφραστεί και
τέτοιες απόψεις από τους μελετητές. Οι ίδιοι οι βυζαντινοί ιστοριογράφοι κάνουν
αυτή τη διάκριση, όπως φαίνεται από πολλά ιστοριογραφικά έργα (κυρίως
χρονογραφίες), και η συγγραφή ιστορίας ή χρονογραφίας ήταν θέμα προσωπικής
επιλογής του συγγραφέα, άσχετα αν κάποια έργα φέρουν τον τίτλο μόνο κατ' όνομα
(π.χ. η Χρονογραφία του Ψελλού είναι αναμφισβήτητα Ιστορία). Υπάρχουν αναφορές
σε χρονογραφίες ότι τα έργα της ιστορίας πλατειάζουν μια και τα συμβάντα της
βασιλείας κάποιου αυτοκράτορα θα μπορούσαν να είναι ένα ολόκληρο βιβλίο
ιστορίας, ενώ αντίθετα οι χρονογραφίες είναι συνοπτικές και περιέχουν μόνο τα πιο
σημαντικά.
Για την μελέτη της ιστορίας της βυζαντινής περιόδου, τα ιστορικά και χρονογραφικά
έργα των βυζαντινών θεωρούνται εξίσου σημαντικά σήμερα.
Οι βυζαντινοί ιστορικοί είναι σπουδαγμένοι, έχουν παιδεία και συνείδηση του ότι
είναι οι συνεχιστές των αρχαίων ελλήνων ιστοριογράφων, γνωρίζουν τα έργα τους
και προσπαθούν να τα μιμηθούν. Αν και είναι επηρεασμένοι από τους κλασσικούς
(Θουκυδίδης), βρίσκονται πιο κοντά στους μεταγενέστερους ιστορικούς (Πολύβιος,
Πλούταρχος). Όπως οι αρχαίοι, αναφέρονται και αυτοί κατά βάση στα πολιτικά,
διπλωματικά και στρατιωτικά γεγονότα και λιγότερο ή ελάχιστα στα οικονομικά,
πολιτιστικά ή κοινωνικά ζητήματα της εποχής τους. Ασχολούνται επίσης με τις
προσωπικότητες της εποχής και όχι με τον απλό κόσμο. Η ανθρωπότητα διαιρείται
στα δύο: τους Ρωμαίους (Βυζαντινούς), που είναι φορείς υψηλού αρχαίου πολιτισμού
και τους βαρβάρους, που είναι απολίτιστοι και άξιοι περιφρόνησης. Η αναμέτρηση
μεταξύ των Βυζαντινών και των βαρβάρων είναι το κυρίαρχο θέμα της βυζαντινής
ιστοριογραφίας. Στα πλαίσια της επιδιωκόμενης αντικειμενικότητας, αναγνωρίζονται
συχνά στους βαρβάρους προτερήματα, όπως ανδρεία ή καλοσύνη και φιλοξενία.
Οι βυζαντινοί ιστορικοί είναι κατά βάση καλλιεργημένοι άνθρωποι της εποχής τους,
που μετέχουν στα πολιτικά δρώμενα και έχουν πολλές φορές τη δυνατότητα να
εξακριβώσουν προσωπικά την ακρίβεια αυτών που γράφουν. Είναι πρέσβεις ή
διπλωμάτες, (Ολυμπιόδωρος, Πέτρος Πατρίκιος, Γεώργιος Ακροπολίτης), ή
ακόλουθοι σε στρατιωτικές αποστολές, (Προκόπιος), ή ακόμα ψηλότερα στην
ιεραρχία (Νικήτας Χωνιάτης, Άννα Κομνηνή), πρωθυπουργοί (Μιχαήλ Ψελλός) ή
αυτοκράτορες, (Κωνσταντίνος ο Πορφυρογέννητος, Ιωάννης ο Καντακουζηνός).
Έτσι πολλοί από αυτούς πριν αρχίσουν να γράφουν, ουσιαστικά δημιουργούν
ιστορία. Είναι φανερό ότι δεν είναι πάντα ανεπηρέαστοι από το πολιτικοστρατιωτικό
περιβάλλον τους και έχουν προσωπικές συμπάθειες και αντιπάθειες που φαίνονται
μέσα από το έργο τους, όμως δε φτάνουν στην κολακεία, την εμπάθεια ή την
σκοπιμότητα. Είναι πάντα, βέβαια, περιορισμένοι από τα όρια που έχουν χαράξει η
εκκλησιαστική και η κοσμική εξουσία: δεν έρχονται ποτέ σε ρήξη με την Εκκλησία ή
τους ισχυρούς της εποχής τους.
Όσον αφορά τη γλώσσα είναι αυστηρά προσηλωμένοι στην παράδοση. Γράφουν κατά
βάση σε λόγια γλώσσα, πολλές φορές αρχαΐζουσα, αποφεύγοντας βάρβαρες λέξεις
και λαϊκές εκφράσεις. Χρησιμοποιούν αρχαιοελληνικά ονόματα για τα έθνη που τους
περιβάλλουν, έτσι οι Τούρκοι ονομάζονται Πέρσες και οι Βούλγαροι Σκύθες σε ευρύ
φάσμα έργων της βυζαντινής ιστοριογραφίας. Στο σύνολό τους σχεδόν, οι βυζαντινοί
ιστορικοί είναι χριστιανοί, όμως μέσα στα έργα τους υπάρχει συχνά χώρος και για
την Τύχη, την Μοίρα ή την Ειμαρμένη. Το έργο τους απευθύνεται γενικά στον κύκλο
των ομοίων τους: ανώτεροι κρατικοί αξιωματούχοι, ανώτερος κλήρος, διανοούμενοι
της αυτοκρατορικής αυλής, μορφωμένοι αξιωματούχοι. Η αρχαΐζουσα γλωσσική τους
έκφραση, δεν προκαλεί εντύπωση αφού είναι κοινή σε όλα σχεδόν τα λογοτεχνικά
είδη, που έχουν τις ρίζες τους στην αρχαιότητα.
Οι χρονογραφίες είναι ιστορικά έργα στα οποία δίνεται μια συνοπτική και
χρονολογικά διατεταγμένη σύνοψη της παγκόσμιας ιστορίας, συνήθως από κτίσεως
κόσμου και μέχρι τα χρόνια του συγγραφέα (χρονογράφου).
Οι χρονογράφοι δεν είναι σημαντικά πρόσωπα, ούτε έχουν κάποιου είδους δημόσια
δράση. Δεν ζουν τα γεγονότα που περιγράφουν και βλέπουν τη ζωή και τα πράγματα
από την σκοπιά του εγγράμματου αλλά όχι του σπουδαγμένου. Είναι όλοι χριστιανοί
και σε όλες τις χρονογραφίες περιέχονται σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό
αναφορές στην εκκλησιαστική ιστορία, ειδήσεις για εκκλησιαστικές συνόδους και
χριστιανικές αιρέσεις, χωρία για μάρτυρες ή αγίους. Πιστεύουν στην αόρατη
παρέμβαση του Θεού στα ιστορικά δρώμενα και ερμηνεύουν πολλές φορές θεομηνίες
ή αρρώστιες σαν θεϊκά σημάδια, έκφραση της δυσαρέσκειας ή της οργής Του.
Αναφέρονται με τα χειρότερα λόγια στην εικονομαχία και τους εικονομάχους
αυτοκράτορες.
Πρωτοβυζαντινή Ιστοριογραφία
Με τον όρο πρωτοβυζαντινή ιστοριογραφία εννοείται η περίοδος της βυζαντινής
ιστοριογραφίας από την ίδρυση της βυζαντινής αυτοκρατορίας και μέχρι το τέλος της
βασιλείας του Ηρακλείου (324-641). Η περίοδος αυτή είναι μια μεταβατική περίοδος,
ανάμεσα στην αρχαιότητα και το μεσαίωνα και χαρακτηρίζεται ιδεολογικά (αλλά και
στην πράξη) από την διαμάχη των ιδεών και της θρησκείας της (ελληνορωμαϊκής)
αρχαιότητας με τον χριστιανισμό, που προσπαθεί να επικρατήσει
αποκρυσταλλώνοντας σταδιακά την δογματική του.
Οι ιστορικοί της περιόδου είναι εθνικοί (Ευνάπιος, Ολυμπιόδωρος, Ζώσιμος) και
χριστιανοί και μέσα από τα έργα τους γίνονται φανερές οι διεργασίες που
συντελούνται στην πολυτάραχη αυτή περίοδο. Κάποια έργα σώζονται σχεδόν
ολόκληρα (Προκόπιος, Αγαθίας) άλλα σώζονται σε αποσπάσματα (Μένανδρος) ή
αποσπασματικά σε έργα μεταγενέστερων που κάνουν αναφορές. Η γλώσσα τους είναι
λόγια πολλές φορές αρχαΐζουσα και δύσκολα θα ήταν κατανοητή στους
περισσότερους βυζαντινούς με μέση παιδεία.
Οι χρονογράφοι από την άλλη έχουν κλασσική παιδεία αλλά από τα έργα τους
φαίνεται ότι είναι περισσότερο επηρεασμένοι από την Βίβλο. Οι χρονογραφίες τους
ξεκινούν από την δημιουργία του κόσμου και φτάνουν μέχρι τη Δευτέρα παρουσία
σύμφωνα με το σχέδιο της Θείας Πρόνοιας. Η γλώσσα τους κάνει φανερό ότι
απευθύνονται στους πολλούς της εποχής τους.
Μεσοβυζαντινή Ιστοριογραφία
Ιστορία Χρονογραφία
Υστεροβυζαντινή Ιστοριογραφία
Ιστορία Χρονογραφία
Βιβλιογραφία
Α. Καρπόζηλος, Βυζαντινοί ιστορικοί και χρονογράφοι, εκδόσεις Κανάκη,
Αθήνα, τόμος Α': (4ος-7ος αι.), 1997, ISBN 960-7420-31-4, τόμος Β': (8ος-
10ος αι.), 2002, ISBN 960-7420-78-0 , τόμος Γ': (11ος-15ος αι.), υπό έκδοση.
SET ISBN 960-7420-30-6
Αγνή Βασιλικοπούλου-Ιωαννίδου, Η Βυζαντινή Ιστοριογραφία (324-1204)
Σύντομη επισκόπηση, Αθήνα
Χέρμπερτ Χούνγκερ, Βυζαντινή Λογοτεχνία, Η λόγια κοσμική γραμματεία των
Βυζαντινών, τόμος Β': Ιστοριογραφία, Φιλολογία, Ποίηση, μετάφραση
Ταξιάρχης Κόλιας, Κατερίνα Συνέλλη, Γ.Χ. Μακρής, Ιωάννης Βάσσης,
έκδοση ΜΙΕΤ, Αθήνα 1992, ISBN 960-250-024-7