You are on page 1of 28

ΧΑΡΑΥΓΙΑΚΟΣ: 

Μηνάς Λουμπάκος – ιστορίες  

Μ.Λ: Μηνάς Λουμπάκος 

Γ.Κ.: Γιάννης Κάιλας 

Γ.Π.: Γιώργος Πίτσιος 

Στις 31 12 2018 μαζευτήκαμε στο σπίτι του θείου μου του Γιώργου του Πίτσιου, με 
καλεσμένο τον Μηνά Λουμπάκο, παλαίμαχο ποδοσφαιριστή του Χαραυγιακού για να μας 
εξιστορήσει αυτά που θυμάται από την πορεία του στην ομάδα και όχι μόνο. 

 Φωτογραφία: Μηνάς Λουμπάκος 

Μ.Λ.: Γεννήθηκα στις 20 Μαΐου του 1945 

Η πρώτη μου ομάδα ήταν ο Αρχιμήδης, ο οποίος ήταν στην Α κατηγορία Πειραιά.  
Ξεκίνησα από εκεί στα 14 μου, και κατέληξα να πάρω μεταγραφή στα 17 μου στον Εθνικό 
Πειραιώς. Η μεταγραφή αυτή πιστοποιήθηκε γιατί ο πρόεδρος τότε του Εθνικού ο 
Δημήτρης Καρέλλας είχε προσωπική άποψη για μένα  και ήθελε να γίνει η μεταγραφή, και 
έγινε. 
Από εκεί και μετά συνέβησαν πολλά παρατράγουδα με τους προπονητές, εγώ σταμάτησα 
να ασχολούμαι και να πηγαίνω στον Εθνικό. Προπονητής μου εκεί ήταν ο Γιάννης ο 
Φερλέμης, ο οποίος ήταν πρώην ποδοσφαιριστής του Εθνικού και εκείνη την εποχή 
προπονητής του. 
 
Φωτογραφία: Δημήτρης Καρέλλας 
 
Στον Εθνικό έπαιζα χαφ, η σέντερ φορ, η εξτρέμ, όλες τις θέσεις από το κέντρο και κάτω 
επιθετικά.  
 
Γ.Κ. Με ποιο πόδι κλωτσάς; 
 
Μ.Λ. Και με τα δυο. 
 
Γ.Κ. Μου είχες πει πριν ότι ήταν θέμα τύχης το πώς κατέληξες στον Χαραυγιακό. Μπορείς 
να περιγράψεις λίγο αυτήν την ιστορία; 
 
Μ.Λ. Για μένα ήταν θέμα τύχης. Στον στρατό που είχα πάει στην Πάτρα ήλθε ένας 
συνάδελφος φαντάρος και μου λέει “σε ζητάνε στην πύλη.” 
Εγώ τα έχασα γιατί σκεφτόμουν ποιος μπορεί να με ζητούσε στην πύλη; 
Ήξερα πως οι δικοί μου δεν μπορούσαν να έλθουν, ούτε η αρραβωνιάρα μου την εποχή 
εκείνη αλλά ούτε και η μητέρα μου που δούλευε, δεν είχα κανέναν άλλο. Άρα ποιοι είναι 
αυτοί που με ζητάνε; Πηγαίνοντας στην πύλη είδα δυο ανθρώπους, τον Κώστα τον Πίτσιο, 
και τον Γιάννη τον Τριανταφύλλου. Δεν τους γνώριζα. Εκείνοι ρώτησαν τον σκοπό και αυτός 
τους υπέδειξε ποιος ήταν ο Λουμπάκος που ζητούσαν. Συστηθήκαμε και συζητήσαμε στο 
πόδι όρθιοι. Μου είπαν ξέρεις εμείς είμαστε από τον Χαραυγιακό, εγώ είμαι ο Κώστας ο 
Πίτσιος, εγώ είμαι ο Γιάννης ο Τριανταφύλλου, είμαστε παράγοντες του Χαραυγιακού, μας 
έστειλε ο Σήφης ο Γουμενάκης να έλθουμε να σε βρούμε. Τους λέω εγώ έχω όλη την καλή 
διάθεση. 
 
Γ.Κ.: Ο Σήφης ο Γουμενάκης ήταν ήδη στον Χαραυγιακό; Από αυτόν έμαθαν ότι είχες 
σταματήσεις να παίζεις στον Εθνικό; 
 
Μ.Λ.: Ο Σήφης ο Γουμενάκης είχε πάει ήδη στον Χαραυγιακό, αυτός είχε πάει ένα χρόνο 
πριν από εμένα. Από τον Εθνικό σταμάτησα λόγω ενός περιστατικού με τον Γιάννη τον 
Φερλέμη, ο οποίος με προετοίμαζε για να με βάλει να παίξω στο γήπεδο του 
Παναθηναϊκού που παίζαμε γιατί το γήπεδο στο Καραϊσκάκη είχε χαλάσει και κάναν 
επισκευές. Το έφτιαχναν σε διαφορετικό στυλ, όπως είναι τώρα, γιατί παλιά ήταν ξερό, δεν 
είχε χορτάρι. Ήταν με το γαρμπίλι την εποχή εκείνη, όταν είχα πάει εγώ το 63. Ο Φερλέμης 
με προετοίμαζε τρεις τέσσερις ημέρες, να με έχει μαζί στο ξενοδοχείο, να μου λέει θα 
παίξεις εκεί, θα κάνεις εκείνο, θα παίξεις έξω αριστερά, και αν δεν παίξεις έξω αριστερά θα 
σε βάλω έξω δεξιά, δηλαδή με είχε αγχώσει κατά κάποιο τρόπο, τόσο που είχα σαλτάρει. 
Δεν ήξερα πώς να αντιδράσω και τι να κάνω. Έρχεται η μέρα του παιγνιδιού το Σάββατο, 
παίζαμε 4 η ώρα με την Δόξα Δράμας στο γήπεδο του Παναθηναϊκού που είχαμε έδρα, έχω 
γδυθεί, και από κάτω που ήταν το μπάσκετ κάναμε την προθέρμανση. Όπως κάναμε την 
προθέρμανση ήλθε ένας παλαιός ποδοσφαιριστής του Εθνικού ο Φώτης ο Γιαννίτσας . Ο 
Γιαννίτσας είχε έλθει από την Αμερική να μας δει και να μας χαιρετήσει. Ο προπονητής για 
να τον ευχαριστήσει θέλησε να τον χρησιμοποιήσει στην θέση μου αλλά εγώ το πήρα 
άσχημα, και όχι μόνο εγώ. Έχω την γνώμη ότι ο καθένας θα το έπαιρνε άσχημα. Δεν γίνεται 
να μου έχεις δώσει την φανέλα να βγω έξω να παίξω, και να μου πάρεις την φανέλα και να 
την δώσεις σε κάποιον άλλο, όποιος και να ήταν αυτός. 
 
Γ.Κ.: Είναι γεγονός ότι τότε δεν υπήρχαν αλλαγές οπότε δεν θα μπορούσε να βάλει αυτόν 
τον παίκτη τιμητικά για 5 ‐10 λεπτά. 
 
Μ.Λ.: Αν υπήρχε αυτό θα με άφηνε εμένα στον πάγκο, θα ξεκίναγε αυτόν, αλλά σε μια 
αλλαγή αν δεν πήγαινε καλά αυτός η κάποιος άλλος θα μπορούσε να με δοκιμάσει εμένα. 
Όμως εκείνη την εποχή δεν γινόντουσαν αλλαγές, 11 βγαίνανε και από εκεί και πέρα όσοι 
μείνουν. Εγώ σαλτάρισα, δεν ξαναπήγα στον Εθνικό και έτσι έγινε η μεταγραφή μου στον 
Χαραυγιακό. 
Όπως είπα ήλθαν ο Κώστας ο Πίτσιος και ο Γιάννης ο Τριανταφύλλου και με βρήκαν στο 
κέντρο εκπαίδευσης τεχνικού που υπηρετούσα. Μου είπαν “ερχόμαστε από τον Σήφη τον 
Γουμενάκη, αν θέλεις να έλθεις δεν έχουμε να σου δώσουμε κάποια χρήματα, αλλά σου 
δίνω τον λόγο μου ότι από αύριο το πρωί είτε έλθεις στον Χαραυγιακό είτε δεν έλθεις θα 
είσαι στην Αθήνα” 
ΓΚ: Την υπόσχεση έδωσε ο Κώστας ο Πίτσιος ο οποίος δούλευε σε πολιτική υπηρεσία σε 
συνεργασία με τον στρατό και από την θέση αυτή βοήθησε πολύ κόσμο γιατί είχε πολύ 
καλή σχέση με υψηλόβαθμους αξιωματικούς. Επειδή ο Μηνάς ήταν αρραβωνιασμένος ήταν 
τεράστιο κίνητρο για αυτόν να βρεθεί ξανά στην Αθήνα πλησίον της αρραβωνιαστικιάς του. 
Μ.Λ. Το να έπαιρνα ένα χιλιάρικο δεν μου λέει τίποτα, όχι ότι είμαι κουβαρντάς δεν είχα 
ούτε κουλούρι να πάρω, αλλά μπροστά στο να είσαι σπίτι σου, δεν υπάρχει καλύτερο. Με 
κατεβάσανε και με πήγανε στην Μάνδρα στο 305 συνεργείο περιοχής και από εκεί και πέρα 
κάθε μέρα ήμουν στο σπίτι μου. Πήγαινα στον στρατό σαν τουρίστας. 
Γ.Κ. Ο Καρέλλας πως και δέχτηκε να σε αποδεσμεύσει; 
Μ.Λ. Το αποδέχτηκε γιατί αυτοί πήραν από τον Εθνικό Αστέρα της Καισαριανής τον Μιχάλη 
τον Κρητικόπουλο. Ο Μιχάλης εκείνη την εποχή ήταν φαντάρος, ήταν μαζί μου, ήταν και 
αυτός εκτός Αθήνας και τους υποσχέθηκαν ότι θα τον φέρουν στην Αθήνα αν δώσουν τον 
Μηνά τον Λουμπάκο στον Χαραυγιακό.  Και αυτό θα το κανόνιζε ο Κώστας ο Πίτσιος. 
Εγώ εκείνη την στιγμή είπα πως αποδέχομαι , πήγαμε απέναντι σε ένα φωτογραφείο, 
βγάλαμε φωτογραφίες, είχαν φέρει ένα δελτίο μαζί, κολλήσανε την φωτογραφία και 
βάλανε κάτι σφραγίδες, υπέγραψα εγώ στο δελτίο και έτσι έγινε. Φέρανε τον Μιχάλη και 
εγώ κατέβηκα και πήγα στην μονάδα που μου είχαν υποσχεθεί κάτω στην Μάνδρα Αττικής 
και όλα κύλησαν από εκεί και μετά ευνοϊκά. 
Γ.Κ. Ποια χρονιά έγινε αυτό; 
Μ.Λ. Αυτό έγινε το 65 και σταμάτησα το 1979‐80. 
Γ.Κ. Θυμάσαι τους παράγοντες εκείνης της εποχής; 
Μ.Λ. Ήταν ο Γιάννης ο Νάκος, ήταν ο Τόλης ο Κράνης, ο Θόδωρος ο Τσίγκας, ο 
Τριανταφύλλου, ο Κώστας ο Πίτσιος. Όταν πήγα εγώ πρόεδρος ήταν ο Γιάννης ο 
Τριανταφύλλου, Γενικός Αρχηγός ο Κώστας ο Πίτσιος, έφορος ο Νάκος, και ο Τσίγκας ήταν 
Γενικός Αρχηγός. Μπορώ να σου πω πως ποιο ευχάριστους ανθρώπους δεν θα έβρισκες η 
ποιο φιλικούς. Δεν ξέρω αν ήταν μόνο για μένα, πιστεύω πως ήταν για όλα τα παιδιά γιατί 
σε ένα χώρο που μαζευόμασταν βλέπεις την διάθεση του κάθε ενός. Μας αγάπαγαν και 
ήταν κοντά μας όλοι. Ήταν μια ομάδα με οικογενειακό περιβάλλον και οικογενειακό 
χαρακτήρα.  
Γ.Κ. Όταν ήλθες εσύ ποιους παίκτες συνάντησες τότε; 
Μ.Λ. Τον Κορωνέλλο τον Αντώνη, τον Μιχάλη τον Χρήστου, αυτοί ήταν τερματοφύλακες, ο 
Γιάννης ο Κορωνέλλος μπάκ, ο Δασκαλάκης, ο Μπούγαλης, Μανδράκος, Περαντινός, 
Πίτσιος Γιώργος για κάνα δυο παιγνίδια, ο Γιάννης ο Ξανθάκης. 
Γ.Κ. Και με τον πατέρα μου έχεις παίξει; 
Μ.Λ. Αμέ έπαιξα, περισσότερα παιγνίδια από ότι με τον Γιώργο τον Πίτσιο, μην σου πω ότι 
έπαιξα για καμμιά χρονιά, ο πατέρας σου πρέπει να σταμάτησε το 1965 που ήλθα εγώ, πριν 
τελειώσει η χρονιά 2‐3 παιγνίδια. Δεν θα είχε σταματήσει αλλά κάτι έγινε, δεν μπορώ να 
θυμηθώ ακριβώς σπάει το μυαλό μου, κάτι αρπάχτηκε, κάτι έγινε, νομίζω ότι και αυτός 
τσακώθηκε με τον Γουμενάκη. Είχε τσακωθεί με το 80% της ομάδας (ο Γουμενάκης). Για 
αυτό και τον αφήσανε ελεύθερο και έφυγε πηγαίνοντας στον Θρίαμβο. Ούτε του είπανε 
φέρε μας ομάδα να αλλάξουμε, του είπαν είσαι ελεύθερος να φύγεις. 
Γ.Κ. Άρα ήταν σημαντική η προστασία του κλίματος. 
Μ.Λ. Ναι πολύ μεγάλη, από όλες τις ομάδες που εγώ έχω γυρίσει, Αρχιμήδη, Νεάπολη ένα 
χρόνο με υποσχετική από τον Εθνικό και μετά ήλθα κατ’ ευθείαν στον Χαραυγιακό.  
Στον Χαραυγιακό τέλειωσε το άστρο μου έχοντας παίξει  14 χρόνια. 
Το 1974 χάσαμε ένα πρωτάθλημα που θα μπορούσαμε να το είχαμε πάρει εάν κάποιος 
παράγοντας ο Παναγιώτης ο Κουτσογιαννάκης – Θεός σχωρέστον – δεν ήθελε να πληρώσει 
για ένα παιγνίδι που δίναμε στην Κρήτη με την ΑΕ Ρέθυμνου να πάρουμε το παιγνίδι και να 
ανέβουμε στον Β Εθνική.  
Γ.Κ. Γιατί θα έπρεπε να το πληρώσει; 
Μ.Λ. Γιατί είχε πάει η Αμφιάλη που είχε τεράστια χρήματα και τους είχε τάξει ένα κάρο 
λεφτά. Εμάς για να μας δώσουνε το παιγνίδι μας ζητάγανε μια εμφάνιση για να περάσουμε 
την Αμφιάλη και να βγούμε κατηγορία. Η Αμφιάλη έδωσε χρήματα στην ΑΕ Ρεθύμνου για 
να μας κερδίσει εμάς για να ανεβεί η Αμφιάλη. Αν κερδίζαμε εμείς ανεβαίναμε εμείς, γιατί 
εμείς στο γήπεδο μας την Αμφιάλη την είχαμε κερδίσει 1‐0 και προηγούμασταν. Αν 
παίρναμε το παιγνίδι στο Ρέθυμνο και να πηγαίναμε να χάσουμε στην Αμφιάλη πάλι εμείς 
βγαίναμε γιατί θα είχαμε ένα βαθμό παραπάνω. Ο Κουτσογιαννάκης που ήταν εκείνη την 
εποχή στην ομάδα παράγοντας είπε “σιγά μην δώσουμε λεφτά θα τους κερδίσουμε έτσι 
εμείς”. Είχαμε πάει και με κάποιες ελλείψεις στο παιγνίδι με το Ρέθυμνο. Εγώ δεν έπαιζα 
γιατί ήμουν τιμωρημένος, είχα τιμωρηθεί στο παιγνίδι με την Αμφιάλη. 
Γ.Κ. Από ότι θυμάμαι το 1973 είχε πληρώσει ο μακαρίτης ο Προέδρος του Ολυμπιακού την 
Παναχαϊκή να παίξει καλά με τον ΠΑΟΚ στην Τούμπα για να του κόψει βαθμό η βαθμούς 
μια και τότε ο Ολυμπιακός και ο ΠΑΟΚ κυνηγούσαν επί ίσοις όροις την κορυφή. Μέχρι τότε 
δεν απαγορευόταν να πληρώσεις κάποιον να παίξει καλά και να κερδίσει ανταγωνιστική 
ομάδα. Ο ΠΑΟΚ έχασε 3‐5 στην Θεσσαλονίκη από την Παναχαϊκή του Δαβουρλή και 
συνέπεια αυτής της ήττας έχασε το πρωτάθλημα. Μετά από αυτόν τον αγώνα 
νομοθετήθηκε η απαγόρευση του πριμ από ανταγωνίστρια ομάδα. Επομένως αυτό που 
έκανε η Αμφιάλη ήταν παράνομο.  
Μ.Λ. Αυτό υπάρχει αλλά δεν μπορεί να γίνεται φόρα παρτίδα. Δεν μπορείς να λες θα σας 
δώσω από ένα χιλιάρικο αρκεί να κερδίσεις τον Χαραυγιακό. Μπορεί να το κάνει αλλά δεν 
μπορεί να βγει δημόσια και να το πει. Δηλαδή γινότανε αλλά το δημόσια είναι και κάτι 
προκλητικό.  
Γ.Κ. Τι έγινε τελικά σε αυτό το παιγνίδι; 
Μ.Λ. Ο μακαρίτης ο Κουτσογιαννάκης αρνήθηκε να πληρώσει και για να μας καθησυχάσουν 
μας είπανε πως έχουν μιλήσει στον Διαιτητή. Εμείς το παίξαμε στα ίσια το παιγνίδι, ήλθαμε 
ισοπαλία, δεν κερδίσαμε γιατί αν είχαμε κερδίσει τέλειωνε, ισοβαθμούμε με την Αμφιάλη 
και γίνεται ένα παιγνίδι στο γήπεδο του Αιγάλεω, μπαράζ σε ανεξάρτητο γήπεδο. Πήγαμε 
να παίξουμε το παιγνίδι αυτό. Στο παιγνίδι αυτό ο Χαραυγιακός ήταν πάρα πολύ καλός.  
Δεν έπαιζα ούτε εγώ ούτε ο Μπούγαλης σε αυτό το παιγνίδι γιατί είχανε φροντίσει να μας 
τσεκουρώσουνε με ποινή τριών αγωνιστικών όταν αρπαχτήκαμε στο παιγνίδι με την 
Αμφιάλη που το είχαν διακόψει. Για αυτό μετά έγινε το παιγνίδι στο Αιγάλεω. 
Γ.Κ. Από αυτούς δεν είχανε αποβάλλει παίκτες; 
Μ.Λ. Έναν μόνο ενώ από εμάς δυο, εμένα και τον Μπούγαλη που είχαμε πλακωθεί στις 
μπουνιές. Στο παιγνίδι αυτό έπαιξε ένας πολύ μεγάλος διαιτητής της Α Εθνικής αλλά πολύ 
αρπάχτρα. Δεν έπαιξα εγώ και ο Θανάσης ο Μπούγαλης που είμαστε δυο βασικά στελέχη 
της ομάδας, αναντικατάστατοι. Δεν υπήρχε περίπτωση να μην παίξουμε αν δεν ήμαστε 
τιμωρημένοι, ούτε μια στο εκατομμύριο. Τότε είχαμε προπονητή τον Κώστα τον Βερτσώνη ο 
οποίος ήταν και παίκτης.  
Υπήρχαν τρεις μεγάλοι διαιτητές εκείνη την εποχή, του Κούγια ο πατέρας, αυτός που λέω 
δεν τον θυμάμαι 
Γ.Κ. Μήπως ήταν ο Λέλος ο Βαμβακόπουλος διαιτητής η ο Μίχας; 
Μ.Λ. Μάλλον αυτός ήταν. Και με αυτήν την ομάδα ο Χαραυγιακός έχασε 1‐0 με πέναλτι 
ανύπαρκτο, γιατί ήτανε στημένο, δηλαδή τα είχε πάρει τα λεφτά, απεδείχθη στην πορεία, 
όπως έμαθα εγώ, γιατί προπονητής στην Αμφιάλη την εποχή εκείνη ήταν ο Γιάννης ο 
Βαραμέντης. Ο συγχωρεμένος ο Βαραμέντης ήταν συνάδελφος δικός μου, ήμασταν μαζί 
στην ΔΕΗ και το είχε πει στον Θανάση τον Μπέμπη, ότι εγώ δεν το χάνω στο παιγνίδι αυτό, 
θα το αγοράσω, η ομάδα έχει πολλά λεφτά.  
Γ.Π. (Γιώργος Πίτσιος) – Ζει ο Μπέμπης; 
Μ.Λ. Που να ζει μωρέ, πριν τέσσερα πέντε χρόνια έχει πεθάνει. Τώρα τελευταία πέθανε 83‐
84 χρονών.  
Σημείωση: Ο Μπέμπης πέθανε στις 23 Ιουλίου 2017 
Γ.Κ. Εσείς που τον ξέρατε τον Μπέμπη; 
Μ.Λ. Ήμουνα βοηθός του στον Ασπρόπυργο στην Β Εθνική κατηγορία. Με είχε πάρα πολύ, 
και στην ΔΕΗ ήμουνα στην ομάδα της οποίας ήταν προπονητής ο Μπέμπης, και ο Θανάσης 
ο Σούλης ήταν στους μεγάλους. Ο Μπέμπης ήταν εργαζόμενος στην ΔΕΗ είμασταν 
συνάδελφοι. Είχαμε ομάδα ερασιτεχνική που έπαιρνε μέρος στο πρωτάθλημα 
επιχειρήσεων. Ο Μπέμπης ήταν προπονητής στην ερασιτεχνική ομάδα της ΔΕΗ και ο 
Σούλης στην επαγγελματική. Έπαιζαν Καραφέσκος, ο Καψής όλοι οι επαγγελματίες . 
Γ.Π. Ο Αντρέας ο Παπαμανώλης ζει; Γιατί ρωτάω; Όταν πήγα στον Παναθηναϊκό εγώ μαζί 
μου είχε έλθει ο Ανδρέας ο Παπαεμμανουήλ.  
Μ.Λ. Ο Αντρέας ζει, τότε είχε πάει και αυτός στον Παναθηναϊκό. Ήταν να πάει στον 
Ολυμπιακό από τον Πειραϊκό, και κάποια γκέλα έγινε και την πατήσαμε και όπως την 
πάτησε και στην πορεία ο Ολυμπιακός. Τους τον πήρε ο Παναθηναϊκός μέσα από τα χέρια, 
ούτε χαμπάρι δεν πήρανε οι Ολυμπιακοί πως πήγε ο Παπαεμμανουήλ στον Παναθηναϊκό, 
αφού είχε υπογράψει στον Ολυμπιακό. 
Γ.Π. Μου είχε κάνει τρομερή εντύπωση ο Ανδρέας από τα σουτ που έκανε, είχε κάτι πόδια 
κανόνια.  
Σημείωση: Τα παρατσούκλια του ήταν, «Κούνελος», που του το κόλλησαν οι συμπαίκτες 
του στον Παναθηναϊκό και  «Παπα‐κανόνης», με το οποίο τον φώναζαν φίλοι και αντίπαλοι, 
για το εξαιρετικά δυνατό σουτ που διέθετε! 
Μ.Λ. Φοβερός, θα σου πω ένα πράγμα γιατί εγώ τους έχω ζήσει, και τον Ανδρέα και τον 
Γιώργο (τον αδελφό του). Ο Γιώργος ο μικρός που πήρε ο Ολυμπιακός ήταν ποιο καλός 
παίκτης από τον Ανδρέα σαν παίκτης, σαν μπάλα, αλλά δεν είχε τις ικανότητες και τις 
δυνατότητες που είχε ο Ανδρέας. Ήξερε πολύ μπάλα αλλά ήτανε που μημουάπτου και είχε 
και ένα εγωισμό, και ειδικά την εποχή εκείνη όταν πήγε ο Ανδρέας και έγινε όνομα στον 
Παναθηναϊκό είχε κομπλάρει. 
Τα σπίτια μας ήταν πολύ κοντά, όσο απέχει το δικό σου από το καφενείο της Χαραυγής 
(200‐300 μέτρα). Μεγαλώσαμε στο γήπεδο του Πειραϊκού, σε μια γειτονιά μέναμε. 
Αυτοί μένανε από την μεριά του Φαλήρου και εγώ από την μεριά της Τζαβέλλας εκεί που 
ήταν οι γραμμές του Τραίνου. Έτσι την έπαθε ο Ολυμπιακός και πήρε τον Γιώργο και του 
βγήκε μάπα, και ο Ανδρέας πήγε θαυμάσια. Ο Γιώργος από εγωισμό υπερτιμούσε τα 
προσόντα σου, ήτανε πολύ φαντεζί,  και νόμιζε πως ότι και να κάνει θα του βγαίνει. Αν είχε 
λίγο νοημοσύνη να δείξει αυτό που αξίζει και αυτό που είχε, θα γινόταν καλύτερος και από 
τον Αντρέα, γιατί ήξερε πολύ ποιο καλύτερη μπάλα από τον Αντρέα. Νόμιζε ότι αυτός είναι 
και όχι άλλος (δεν λειτουργούσε ομαδικά) και αυτό το πράγμα τον κατέστρεψε. Δεν έπαιξε 
σχεδόν καθόλου στον Ολυμπιακό, τον έφαγε το εγώ, ενώ ο άλλος μεγαλούργησε, Εθνική 
ομάδα, Παναθηναϊκό. 
Γ.Κ. Εσένα η θέση σου ποια ήταν στην ομάδα του Χαραυγιακού; 
Μ.Λ. Χαφ δεξί, χαφ αριστερό, κεντρικό χαφ, έξω αριστερά, σέντερ φορ, έξω δεξιά. 
Όταν πρωτοξεκίνησα ξεκίναγα σαν μέσος δεξιά, δηλαδή με το οχτάρι. Έτυχε παιγνίδι που 
παίζαμε με το Παλαιό Φάληρο και έπαιξα τερματοφύλακας, όταν αποβλήθηκε ο Κανδρής ο 
τερματοφύλακας. Έχω παίξει και σέντερ μπάκ, και μπάκ αριστερό και μπάκ δεξί, δεν 
υπάρχει θέση ποδοσφαιρική που να μην την έχω καλύψει, και σε επίσημα παιγνίδια, όχι 
μόνο σε προπονήσεις. Οπού υπήρχε ανάγκη μπορούσα να το καλύψω.  
Γ.Κ. Κατά την διάρκεια των χρόνων που έπαιξες μπορείς να φτιάξεις μια ομάδα με αυτούς 
που θεωρούσες εσύ καλύτερους από την ομάδα του Χαραυγιακού; 
Μ.Λ. Με τον Προβελλέγιο έπαιξα πάρα πολύ λίγο. Ο Χρήστου που έπαιξα μπορώ να σου πω 
ότι ήταν πολύ καλός τερματοφύλακας, μπορεί να έτρωγε κάποιες μαπούλες, να έπιανε το 
άπιαστο γκολ, αλλά να έτρωγε κάποιο εύκολο, ήταν όμως πάρα πολύ καλός.  
Γ.Π. Μια παρένθεση. μια φορά μίλαγα με τον Νίκο τον Πεντζαρόπουλο. Του λέω, άπλωσες 
τα χέρια σου να πιάσεις την μπάλα και πέρασε η μπάλα από κάτω; Μου απαντά, ο καλός ο 
τερματοφύλακας όπως έχει χαρακτηριστεί το δικό μου το όνομα τέτοια γκολ τρώει, και 
πιάνει τα άπιαστα. Και λέω κοίταξε να δεις πόσο δίκαιο έχει. Σκέφτοταν η μπάλα είναι δική 
μου και η μπάλα πέρασε από κάτω, και ήταν ας πούμε ο Παπαεμμανουήλ η ο Μαρόπουλος 
που δεν ξέρω αν τον πρόλαβες καθόλου, όπως τον πρόλαβα εγώ να παίζει στο ΑΕΚ – 
Αστέρας Αθηνών και έπαιζε τερματοφύλακας στον Αστέρα ο Γιώργος. Σουτάριζε ο 
Μαρκόπουλος και του έβαζε το χέρι μέσα. Είχε το ίδιο σουτ που είχε ο Παπαμανώλης. 
Θυμάμαι σουτ του Παπαεμμανουήλ με τερματοφύλακα τον Μανταλώζη τον Στάθη. 
ΓΚ Τον οποίο Μανταλώζη εκθειάζει ο Αλέφαντος. 
Μ.Λ. Στον Χαραυγιακό το διάστημα που έπαιξα εγώ καλύτερος τερματοφύλακας ήταν ο 
Γιώργος ο Ξυδιάς. Εγώ ήλθα το 65, είχε φύγει ο Μανδράκος κάπου εκεί στο 70 τον πήραμε. 
Έπαιξε μια πενταετία γεμάτη. Δεν θα πω για μια αρπάχτρα που είχαμε πάρει από το Παλαιό 
Φάληρο, τον Κανδρή – πως τον λένε, γιατί με το που ήλθε έτσι έφυγε. Αυτός τα είχε 
αρπάξει με το Φάληρο και πήγα να τον πλακώσω στις μπουνιές και κάθισα μετρά 
τερματοφύλακας και τέλειωσε το παιγνίδι με εμένα τερματοφύλακα. Μας έλεγε δεν 
πειράζει εμείς έχουμε σωθεί ας σωθεί και το Παλαιό Φάληρο. Τι λες ρε; Εμάς μας βοήθησε 
κανένας να σωθούμε; Όχι, εγώ από πού και ως που να βοηθήσω το Παλαιό Φάληρο; 
Γ.Κ. Αν το κάνεις καταδικάζεις κάποιον άλλο που μπορεί να αξίζει περισσότερο.  
Μ.Λ. Είχαμε προπονητή τον Χρήστο τον Μητσιώνη, και του ζήτησα να τον βγάλει και θα 
καθόμουν εγώ τερματοφύλακας. Εκείνη την εποχή δεν κάναμε αλλαγές, έτσι ο Μητσιώνης 
τον έβγαλε και κάθισα εγώ τερματοφύλακας.  
Γ.Κ. Πριν πούμε για τους προπονητές να πούμε και για τους παίκτες που διακρίθηκαν; 
Μ.Λ. Όλα τα παιδιά ανάλογα με τις δυνατότητες που είχε ο καθένας βοηθήσανε.                   
Ο Βασιλόπουλος ήταν πολύ καλός ο οποίος ήταν εξτρέμ. Ήταν δεξί η αριστερό εξτρέμ, θέση 
που εναλλάσσανε συνέχεια με τον Κούρτη τον Γιώργο. Είχαμε δυο εξτρέμ που την εποχή 
εκείνη στην κατηγορία δεν τα είχανε άλλες ομάδες. Και ο Γιώργος και ο Τάκης όταν είχαμε 
προπονητή τον Βερτσώνη δεν υπήρχε κανονική θέση. Αυτά που γίνονται την σημερινή 
εποχή εμείς τα κάναμε εκείνη την εποχή (την εναλλαγή των θέσεων). Εναλλάσσανε θέση ο 
Βασιλόπουλος με τον Κούρτη ανάλογα με τα μπάκ του αντιπάλου έτσι ώστε να μπορεί να 
έχει το αντίπαλο μπάκ του χεριού του. Αυτό το έκανε ο προπονητής ο οποίος ήταν ο Κώστας 
ο Βερτσώνης ο οποίος ήταν και παίκτης συνάμα. 
 Γ.Κ. Εσύ όταν πήγες ήταν ο Βερτσώνης προπονητής;  
Μ.Λ. Όχι τον Βερτσώνη εγώ τον έφερα. Όταν πρωτοπήγα ήταν ο Χρήστος ο Μητσιώνης, και 
πρόλαβα και τον Πιλάτο.  
Γ.Κ. Τον έχω γνωρίσει γιατί ήταν φίλος του Θόδωρου του Τσίγκα (γαμπρός του θείου μου 
Γιάννη Μπούγαλη).  
Μ.Λ. Ήτανε γείτονες, μαζί καθόντουσαν. Ο Μητσιώνης δεν ήταν προπονητής, ήταν 
γυμναστής, αλλά έκανε τον προπονητή και τον είχαν πάρει μάλιστα και στην Εθνική Ομάδα 
όταν ήταν σε αυτή προπονητής ο Πετρόπουλος (Λάκης) του Παναθηναϊκού. 
Γ.Κ. Ο Πετρόπουλος τον είχε πάρει και στον Ολυμπιακό το 73. 
Μ.Λ. Καλός ήταν, ήταν πάρα πολύ καλός άνθρωπος. Ήταν ένας τέλειος γυμναστής , ήταν 
ευγενέστατος, πειθαρχημένος, ωραίος στην δουλειά του, μας είχε μαζεμένους, αυτό που 
μπορούσε μας το έκανε. Αλλά σαν προπονητής που πέρασε για μένα από τον Χαραυγιακό 
ήταν ο Βερτσώνης όχι γιατί ήταν φίλος μου και συνάδελφος αλλά γιατί ο Κώστας ήταν μες 
το πνεύμα, ήξερε δηλαδή. 
Γ.Κ. Ο Βερτσώνης σε ποια ομάδα έπαιζε; 
Μ.Λ. Στον Απόλλωνα Αθηνών.  
Ήταν από τους καλύτερους που περάσαν γιατί είχε παίξει πάρα πολλά χρόνια στην Α Εθνική 
κατηγορία με τον Απόλλωνα, είχε γνώσεις, και του άρεσε η δουλειά που έκανε. 
Και εγώ πήγα να κάνω τον προπονητή αλλά εμένα δεν με ένοιαζε. Έλεγα μέχρι να 
παντρέψω την κόρη μου θα κάνω τον προπονητή και ότι βγάλω, ότι αρπάξω που λένε. 
Μόλις πάντρεψα την κόρη μου – γεια σας! Σταμάτησα να κάνω τον προπονητή, τον έκανα 
για 4‐5 χρόνια όσο χρειαζόμουνα. Όχι στον Χαραυγιακό, πήγα Τερψιθέα, Ατρόμητο 
Χαλανδρίου, Ορφέα Αιγάλεω, ήμουν βοηθός του Θανάση του Μπέμπη στον Ασπρόπυργο‐ Β 
Εθνική, πήγα Κολωνό, ομάδες Β Κατηγορίας και Α Κατηγορίας Αθηνών. Στην Τερψιθέα 
δούλεψα ποιο πολύ από όλες τις άλλες ομάδες. Στον Ορφέα δούλεψα ένα μήνα, είπα στον 
πρόεδρο τι θα γίνει θα πρέπει να μου κανονίσεις κάποια λεφτά. Ζήτησα τρεις μισθούς 
μπροστά και μετά θα αφήναμε τον ένα μέσα θα με πλήρωνε όσο μείνω και το τελευταίο θα 
είναι ο τελευταίος μήνας που δεν θα του κάνω. Ο πρόεδρος ήταν απατεώνας. Έβαλε τα 
λεφτά αλλά μια που τα έβαλε και μια που τα ξαναπήρε. Μόλις το έμαθα εγώ τέλειωσε ο 
μήνας, του λέω πρόεδρε τι έγινε; Λεφτά δεν υπάρχουνε. Καλά ρε δούλεψε και θα στα δώσω 
μου απαντά. Σηκώθηκα και έφυγα, έχασα και τον μισθό. Η μόνη ομάδα που πήρα λεφτά, 
ήταν ο Υμηττός, η Τερψιθέα, μέχρι κεραίας που λένε. Όσους μήνες δούλεψα, 5 η  6 ήταν 
όλα μέχρι κεραίας.  
Γ.Κ. Να επιστρέψουμε στον Χαραυγιακό και στις θέσεις της Άμυνας; Εκεί ποιους διέκρινες 
περισσότερο; 
Μ.Λ. Για μένα ήταν ο Μανδράκος ο Παναγιώτης, ο Θανάσης ο Βουλιστής, αν σου πω για τον 
πατέρα σου θα φανεί υπερβολικό γιατί παίξαμε μαζί πάρα πολύ λίγο, αλλά αν είναι αληθείς 
οι πληροφορίες που έχω δεν νομίζω να πέρασε καλύτερος ‐ από ότι ξέρω.  
Γ.Κ. Εσύ τον πρόλαβες στο τέλος της καριέρας του. 
Μ.Λ. Τι τέλος; Άντε να παίξαμε 5‐6 παιγνίδια, άντε 7 μαζί, παραπάνω δεν έπαιξε σταμάτησε 
γιατί τσακώθηκε και σηκώθηκε και  έφυγε και εκείνος όπως σταμάτησε και τούτος (δείχνει 
τον Θείο μου Γιώργο Πίτσιο) 
Εγώ έπαιξα πολύ με τον Παναγιώτη τον Μανδράκο, με τον Γιάννη τον Κορωνέλλο. Και οι 
δυο σέντερ μπάκ. Μπακ δεξί ο Κώστας ο Παπαδόπουλος, κάνα δυο παιγνίδια έπαιξε ο 
Ταξιάρχης ο Παπαδόπουλος μπάκ αριστερό, ο αδελφός του Κώστας, αλλά μετά έφυγε και 
πήγε Αμερική. 
Γ.Κ. Στα χρόνια που κάθισες εσύ ποιον διέκρινες αριστερό μπάκ; 
Γ.Π. Ο Περαντινός; 
Μ.Λ. Δεν τον πρόλαβα εγώ τον Περαντινό, κάποιον Γιάννη θυμάμαι – ΝΟΜΙΚΟΣ! 
Ξουράφι, τράβαγε γραμμή ο Γιάννης, δεν πέρναγε κανείς.  
Στα χαφ, Μπούγαλης Θανάσης κόφτης, Αγγελάκης αριστερά, Λουμπάκος δεξιά.  
Έξω δεξιά Κούρτης, σέντερ φορ  Μιχάλης Χάσταλης, και έξω αριστερά Τάκης Βασιλόπουλος. 
Κάθε ομάδα που ερχόταν, 2 με 3 και έφευγε. Επί εποχής Χάσταλη υποφέρανε πολλές 
ομάδες με τον Χαραυγιακό. Υπήρχε μια τριπλέτα που ήταν για Α Εθνική. Ο Κώστας δεν 
έφυγε, ο Τάκης ο Βασιλόπουλος έφυγε, πήγε έπαιξε Β Εθνική στον Ασπρόπυργο, τον είχα 
εκεί όταν ήμουν βοηθός του κυρ Θανάση του Μπέμπη, ο Χάσταλης έφυγε πήγε Αιγάλεω Α 
Εθνική, ο Κούρτης δεν έφυγε γιατί δεν τον άφηνε ο πατέρας του, δεν ήθελε να πάει 
πουθενά.  
Του έριχνε βρίσιμο ο Κούρτης ο γέρος απ’ έξω 
Γ.Κ. Ο Θανάσης ο Μπέμπης εκτός από συνάδελφος καταλαβαίνω ότι σου ήταν και πολύ 
αγαπητός. Εσύ τον είχες δει να παίζει; 
Μ.Λ. Ε βέβαια, και αντίπαλος έπαιξα όταν πήγα στον Εθνικό.  
Γ.Κ. Σε τι θέση έπαιζε; Θες να μας πεις κάτι και για αυτόν; 
Μ.Λ. Χαφ ανεπανάληπτος. 
Γ.Κ. Αυτή η ιστορία δεν είναι καθαρά για τον Χαραυγιακό, είναι ευκαιρία να πούμε και για 
κάποιους άλλους ανθρώπους που έτυχε να έχουν κάποια σχέση με ανθρώπους που 
ενεπλάκησαν με τον Χαραυγιακό και έτσι να διανθίσουμε την όμορφη αυτή ποδοσφαιρική 
ιστορία . 
Μ.Λ. Για να βγει ένας τέτοιος παίκτης σαν τον Θανάση τον Μπέμπη πρέπει να περάσουν 
2,000,000 χρόνια. 
Γ.Κ. Σου θυμίζει το στυλ του κάποιου γνωστού ποδοσφαιριστή Έλληνα η ξένο; Ας πούμε για 
παράδειγμα ο Δεληκάρης θύμιζε τον Μπέστ. 
Μ.Λ. Να σου πω, την εποχή εκείνη δεν υπήρχαν τηλεοράσεις όπως υπάρχουν σήμερα. 
Γ.Κ. Από αυτούς που έχεις δει μετά εννοώ. 
Μ.Λ. Τότε ο κόσμος άκουγε από το ράδιο αλλά εγώ και τον είχα δει και είχα παίξει εναντίον 
του. Κάναμε φιλικά Εθνικός – Ολυμπιακός υπέρ των απόρων  κάθε χρόνο πριν ξεκινήσει το 
πρωτάθλημα. Τα χρήματα από τα εισιτήρια τα μαζεύαμε για ιδρύματα, για ορφανοτροφεία, 
για φιλανθρωπικούς σκοπούς. Εκεί έχω παίξει αντίπαλος με τον Θανάση τον Μπέμπη, με 
τον Ρωσσίδη, με τον Κοτρίδη, τον μακαρίτη τον Μπάμπη, Ο Ρωσσίδης ζει ακόμα, μοιάζει με 
μας (γελώντας) θα πιάσει τα 150. Δεν παίρνει χαμπάρι ο Ηλίας (Ρωσσίδης). Με όλους 
αυτούς έχω παίξει αντίπαλος, Σούλη, Ξανθόπουλο τον Βασίλη, και εγώ έπαιζα έξω αριστερά 
την εποχή εκείνη στο παιγνίδι αυτό το συγκεκριμένο. Του σκάω μια ντρίμπλα του Βασίλη 
του Ξανθόπουλου κάτω από τα πόδια και γυρίζει και μου λέει. Όταν ξαναπεράσεις από εδώ 
κολόπαιδο πάρε και τον τάφο σου να πας κατ’ ευθείαν μέσα. Εγώ ήμουνα λιγάκι μυστήριος 
και του απαντώ θα μου κλάσεις τα αρχίδια όταν ξαναπεράσω, και αυτός με πήρε στο 
κυνήγι. Εγώ πήγα πίσω από τον Αλέκο τον Κοζομπόλη (διεθνής αμυντικός του Εθνικού), 
ξάπλα. 
Γ.Κ. Τι ήταν αυτός ο Αλέκος ο Κοζομπόλης; Δυναμίτης;  
Μ.Λ. (Γελώντας) Έπρεπε να υπογράψεις συμβόλαιο για να περάσεις. Μόνο για να περάσεις 
αλλιώς δεν πέρναγες. Τράβαγε γραμμή, όταν παίζαμε ειδικά με τον Ολυμπιακό ο μόνος που 
μπορούσε να πάει από εκεί να τον αντιμετωπίσει ήταν ο Κώστας ο Παπάζογλου, ο οποίος 
ήταν αέρινος και προφανώς ο Μπέμπης. Ο Θανάσης ο Μπέμπης δεν κώλωνε πουθενά. Το τι 
έκανε μες το γήπεδο; Εσύ δεν είχες γεννηθεί, να βλέπεις να παίρνει την μπάλα και να κάνει 
επίθεση και την ώρα που φεύγει να πατάει την μπάλα, να γυρίζει, να φεύγει ο αντίπαλος να 
πηγαίνει από την μια πλευρά και η μπάλα από την άλλη, και να σταματάει ο γίγαντας ο 
κοντός θεός σχωρέστον, να σφυρίζει (στον αντίπαλο) να πάει να τον μαρκάρει.  
Γ.Π. Ζωγράφιζε στο γήπεδο.  
Μ.Λ. Δεν μπορείς να φανταστείς τι πειραχτήρι, δεν υπάρχει παίκτης που να μην ήθελε να 
τον πλακώσει στο ξύλο από αυτά που τους έκανε μέσα στο γήπεδο, και τα αλλά που 
πήγαινε κοντά και τους έλεγε. Μίλαγε συνέχεια, τους πείραζε, τους έβριζε. 
Πήγαινε τους έπιανε τον πισινό, ήταν πολύ μεγάλο πειραχτήρι αλλά ήταν παίκτης. Όχι μόνο 
του βγάζεις το καπέλο, και εγώ δεν ξέρω τι. Ήταν άνθρωπος, αγάπαγε πολύ τον κόσμο.  
Από αυτόν πήρα πάρα πολλά πράγματα. Πρώτα από όλα έμαθα πως να δουλεύει ένας 
προπονητής, πήρα πράγματα που μου έχουν μείνει γιατί όταν πήγαμε στον Ασπρόπυργο 
υπήρχανε παιδιά την εποχή εκείνη που πήγα εγώ το 63  βοηθός μαζί του στον Ασπρόπυργο, 
που δεν είχαν να φάνε. Κάθε μηνά γέμιζε τσάντες και μου τις έδινε εμένα και τις κρέμαγα 
έξω από το σπίτι. Κτύπαγα το κουδούνι και φεύγαμε και δεν ξέρανε ποιος την έχει πάει. 
Όλα αυτά τα έκανε ο Θανάσης ο Μπέμπης. 
Γ.Π. Αυτή ήταν η ζωή τότε 
Γ.Κ. (συγκινημένοι κλαίνε ο Λουμπάκος μαζί με τον θείο μου τον Γιώργο)  
Μ.Λ. Εγώ τον είχα πατέρα.  
 
Γ.Κ. Σε κάποιο σημείο του βιβλίου που γράφω αναφέρω πως το ποδόσφαιρο έχει γεννηθεί 
από την φτώχια. Θεωρείς ότι ισχύει; Μπορείς να το εξηγήσεις; 
Μ.Λ. Αμέ. Το ποδόσφαιρο έχει παρεξηγηθεί, πολύς κόσμος νομίζει επειδή είναι δυνατό, 
επειδή πολλές φορές γίνονται αντιαθλητικά πράγματα, υπάρχουν βρισίματα, υπάρχουν 
τέτοια πράγματα, πολύς κόσμος που το βλέπει από την εξέδρα και είναι και παθιασμένος 
με την ομάδα του με το πάθος να κερδίσει έχει παρεξηγήσει πολλά πράγματα.  
Εντάξει μπορεί να παίξεις ποδόσφαιρο αλλά το πρόβλημα είναι πως είσαι στην προσωπική 
σου ζωή, τι μπορείς να προσφέρεις, αν μπορείς να βοηθήσεις αν μπορείς να κάνεις, δε είναι 
μόνο άντε πήγαμε ντυθήκαμε, παίξαμε μιάμιση ώρα, και όποιος προλάβει και αρπάξει ότι 
κλωτσήσει και ότι κάνει. Τώρα ακόμα και μέχρι σήμερα βλέπουμε ότι ομάδες πάνε σε 
ορφανοτροφεία πάνε σε διάφορα ιδρύματα για να βοηθήσουν, γίνονται παιγνίδια να 
βοηθήσουν ανθρώπους που δεν έχουνε, πράγματα που το ίδιο το κράτος δεν τα κάνει, ενώ 
οι ποδοσφαιρισταί έχουν τέτοια ευαισθησία πάνω τους που είναι πάντα κοντά στον κόσμο, 
σε αυτόν που έχει ανάγκη. Πάντα, αν δεν είναι όλοι γιατί υπάρχουν και φιλοχρήματοι, δεν 
είμαστε όλοι το ίδιο πράγμα. Δεν είναι όλα τα δάκτυλα ίδια που λέει και η παροιμία, έτσι 
είναι και το ποδόσφαιρο. Έχει ανθρώπους, έχει ανθρωπάκια και διάφορα άλλα πράγματα, 
έχει τα πάντα το ποδόσφαιρο. Έχει αρπάχτρες, έχει, έχει , έχει πολλά πράγματα. 
Γ.Κ. Τι προσφέρει το ποδόσφαιρο στα φτωχά παιδιά που θέλουν να παίξουν; 
Μ.Λ. Αν έχει μυαλό και έχει και την ικανότητα και την δυνατότητα, και αν βοηθηθεί κιόλας 
γιατί παίζει πάρα πολύ μεγάλο ρόλο η βοήθεια, αν δηλαδή ευνοηθεί, αν τον κάνει κέφι ο 
προπονητής , αν αξίζει να παίξει, εδώ έχουν παίξει παίκτες που δεν αξίζουν να παίξουνε, 
και έχουν χαθεί παίκτες που ήταν αστέρια. Αυτά οφείλονται σε κάποια πράγματα όπως να 
μην σε θέλει ένας παράγοντας  για τον Α η τον Β λόγο, η γιατί του αντιμίλησες. Που λες 
υπάρχουν πολλές κατηγορίες ανθρώπων που ασχολούνται με το ποδόσφαιρο αλλά εγώ 
πιστεύω πως στην πλειοψηφία τους οι ποδοσφαιριστές, το 80% για να μην είμαι 
υπερβολικός είναι πάντα πάρα πολύ καλοί, όχι σαν παίκτες αλλά σαν άνθρωποι. Μπορεί να 
είσαι πάρα πολύ καλός παίκτης αλλά να μην είσαι πάρα πολύ καλός άνθρωπος. 
Γ.Κ. Σήμερα μπορείς να λύσεις το πρόβλημα της ζωής σου από το ποδόσφαιρο, αν όμως 
μιλήσουμε για εκείνη την εποχή που ήταν όλοι η άνθρωποι φτωχοί και οι αμοιβές 
ανύπαρκτες τι προσέφερε το ποδόσφαιρο σε ένα νέο άνθρωπο;  
Μ.Λ. Τι του προσέφερε; 
Γ.Κ. Να σου πω τι έχω σκεφτεί εγώ. Είναι ένας τρόπος αναψυχής που όλοι είναι ίσοι είτε 
είσαι πλούσιος είτε φτωχός. Μέσα στον αγωνιστικό χώρο είσαι ακριβώς το ίδιο. Εσύ 
μπορείς να σκεφτείς κάποια άλλα πράγματα  που κέρδισες από την ασχολία σου με το 
ποδόσφαιρο;  
Μ.Λ. Αμέ, κέρδισα πάρα πολλά πράγματα από το ποδόσφαιρο εγώ σαν άτομο, αν πούμε 
για μένα δηλαδή, αν βάλω τον εαυτό μου, έμαθα να σέβομαι. Από τους ανθρώπους που 
συνεργάστηκα το πρώτο πράγμα που με μάθανε δεν ήταν να μάθω να παίξω μπάλα γιατί 
ήξερα μπάλα. Ο άνθρωπος γεννιέται για να το παίξει αυτό το πράγμα δεν γίνεται, δηλαδή 
αν πάρεις έναν άνθρωπο που δεν έχει ακουμπήσει την μπάλα, στους 100 αν πέτυχει να 
γίνει ο ένας. Οι άνθρωποι γεννιόνται για να κάνουν κάποια πράγματα, και στο ποδόσφαιρο 
και στην δουλειά τους και παντού. Άλλοι γίνονται επιστήμονες, άλλοι γίνονται εργάτες, 
άλλοι γίνονται πυρηνικοί, άλλοι πάνε στο φεγγάρι. Ο άνθρωπος  γεννιέται, άρα και για να 
γίνεις ποδοσφαιριστής γεννιέσαι.  
Οι ποδοσφαιριστές στην πλειοψηφία τους είναι πάρα πολύ καλοί, ανεξάρτητα αν το όνομα 
τους έχει ακουστεί δεν θέλουν να δείχνονται και να φαίνονται, δεν τους αρέσει. 
Παράδειγμα που μπορώ να σου πω επειδή το έζησα ήταν ο Θανάσης ο Μπέμπης. Σαν και 
τον κυρ’ Θανάση τον Μπέμπη υπάρχουν πάρα πολλοί που εγώ ενδεχομένως να μην τους 
ξέρω και να ξέρω ένα δυο τρεις. Ήταν ο Κώστας ο Βερτσώνης, ήτανε ο Βασίλης ο Κυριακού, 
άνθρωποι που τους έχω ζήσει και μπορώ να μιλήσω, να πω ας που με μια κουβέντα για 
τους ανθρώπους αυτούς. Αλλά δεν είναι μόνο αυτοί, υπάρχουν και άλλοι που εγώ δεν τους 
ξέρω. Αλλά υπάρχουν και από την άλλη μεριά ας πούμε. Ήταν ο Κώστας ο Παπάζογλου. 
Γ.Κ. Σημείωση 
Γεννήθηκε στον Άγιο Ιωάννη Ρέντη του Πειραιά το 1938 (+ 20 Νοεμβρίου 2013) 
Υπήρξε συμπαίκτης στην επίθεση του Ολυμπιακού με το μικρότερο αδελφό του Αριστείδη, 
και ήταν ο πρώτος Έλληνας παίκτης που σκόραρε σε διεθνές ματς συγκεκριμένα στο 19’ του 
Ολυμπιακού – Μίλαν 2‐2 στις 13 Σεπτεμβρίου του 1959 

 
Κώστας Παπάζογλου 
 
Μ.Λ. Μπορεί να είχε ένα ευρώ και εσύ να μην είχες να πας στο σπίτι σου και να στο έδινε 
να πήγαινες εσύ με το λεωφορείο και αυτός να πήγαινε με τα πόδια σπίτι του. 
Ο Κώστας είχε ένα ελάττωμα, 1,000,000 μα του έδινες θα πήγαινε την Τέταρτη που είχε  
ιππόδρομο η το Σάββατο και θα το είχε χάσει. Έψαχνε πάλι για να βρει λεφτά για να 
ξαναπάει την επόμενη. Δεν ενοχλούσε κανέναν, δεν πείραζε κανέναν, ήταν μια ψυχή. 
Γ.Κ. Αυτός ήταν που ήτανε στον Ολυμπιακό; 
Μ.Λ. Στον Ολυμπιακό, ο Κώστας και ο αδελφός του ο Αριστείδης. Ο Αριστείδης ήταν αυτός 
που είχε αρρωστήσει και έφυγε νέος. Δεν έκανα πολύ παρέα με τον Αριστείδη αλλά τον 
ήξερα, είμασταν ψευτο‐γειτόνοι, ήταν καλό παιδί, καλός παίκτης, πολύ καλός αλλά δεν 
μπορώ να εκφέρω γνώμη γιατί δεν τον έζησα. Με τον Κώστα τον Παπάζογλου όμως 
είμασταν 20 χρόνια μαζί στην ΔΕΗ στο ίδιο γραφείο, στην ίδια δουλειά. 
Στην δουλειά ήμουν με τον Παπάζογλου, Χρήστο Ζαντέρογλου, Μπέμπη από τον 
Ολυμπιακό, όταν πήγα εγώ ο κυρ’ Θανάσης ήταν 15 χρόνια μέσα στην ΔΕΗ. Μπέμπης, 
Κοτρίδης, Ρωσσίδης, όλοι αυτοί, Πανάκης, Παπαμανώλης από τον Παναθηναϊκό όλοι αυτοί 
ήντουσαν εκεί. 
Γ.Κ. Και κάνατε ομάδα και παίζατε έτσι; 
Μ.Λ. Ο Σούλης ο Θανάσης του Ολυμπιακού και ο Μπέμπης ο Θανάσης, ο Σούλης είχε τους 
μεγάλους τους επαγγελματίες στη ΔΕΗ, και ο κυρ’ Θανάσης ο Μπέμπης είχε τους 
ερασιτέχνες. Όταν παίζαμε που πηγαίναμε διάφορα ταξίδια, Κέρκυρα, Ρόδο, Μυτιλήνη, 
Σύρο, όπου πηγαίναμε, έπαιρνε 10 παίκτες από τους επαγγελματίες και 10 παίκτες από 
τους ερασιτέχνες. Πηγαίναμε 20 παίκτες και οι 2 προπονητές σε αυτά τα παιγνίδια, ο 
καθένας με τους δικούς του. Εκεί πηγαίναμε για φιλανθρωπικούς σκοπούς, η ΔΕΗ δεν είχε 
πρόβλημα, δεν είχε ανάγκη. Για να κοπούν εισιτήρια παίρνανε τα ονόματα τα βαριά. 
Περισσότερο όμως παίζαμε εμείς οι ερασιτέχνες και λίγοι από αυτούς, για να μην 
χτυπήσουν επειδή ήτανε επαγγελματίες, αλλά δεν παύει όταν ο άλλος ακούει ότι έρχεται ο 
Ζαντέρογλου, έρχεται ο Κυριακού, έρχεται ο Κατσαβάκης ο Μάκης την εποχή εκείνη που 
είχε πάει στον Ολυμπιακό ένα φεγγάρι. 
Γ.Π. Τους ξέθαψες όλους να πούμε. 
Μ.Λ. Εντάξει, όταν έρχονταν αυτοί γινότανε το γήπεδο τίγκα, όλα τα γήπεδα. Μπαίνανε 
αυτοί παίζανε κανένα δεκάλεπτο, κανένα εικοσάλεπτο και μετά σιγά σιγά, μπαίναμε εμείς. 
Εμείς είχαμε μια ομάδα οι ερασιτέχνες, όλη την αφρόκρεμα, ότι υπήρχε καλό στην 
ερασιτεχνική κατηγορία ήτανε μέσα στη ΔΕΗ. Το 90% από αυτούς τους παίκτες που 
ήμασταν εκεί στην ερασιτεχνική ομάδα παίξανε 1η  κατηγορία. Αυτό λέει πολλά. 
Εγώ δεν πήγα αλλά μπορούσα να πάω. Εμένα με ζήτησε ο Φωστήρας τότε που είχαμε το 
Γιαλαμπίδη, πήγα και έκανα στο Φωστήρα προπονήσεις και με ζήτησε ο Φωστήρας.  
Γ.Κ. Ο Εθνικός που έπαιζες;  
Μ.Λ. Δεν είχα (πλέον) καμμιά σχέση με τον Εθνικό, είχε τελειώσει ο Εθνικός για μένα, εγώ 
ήμουν στον Χαραυγιακό.  
Γ.Κ. Από τους προπονητές που είχες, είχες 2‐3 προπονητές στην καριέρα σου, έχεις να πεις 
κάτι εν’ συντομία για τον καθένα τους; 
Μ.Λ. Εγώ από τους προπονητές που γνώρισα, θα είναι εγωιστικό να το πω αλλά αυτή είναι 
η πραγματικότητα, για μένα ήταν ο κυρ’ Θανάσης ο Μπέμπης. 
Γ.Κ. Από τον Χαραυγιακό; 
Μ.Λ. Αν κρίνω ο Χρήστος ο Μητσιώνης ήτανε καλός, και από εκεί και μετρά ήτανε ο Κώστας 
ο Βερτσώνης από τους καλυτέρους που ήρθαν. Αν ο Χαραυγιακός τώρα μετα την εποχή την 
δικιά μου, αν μπορώ να κάνω ένα σχόλιο, ήταν ο Βασίλης ο Κυριακού. Όσοι άλλοι περάσανε 
κάτι Ζαντέρογλου, κάτι τέτοια δεν κάναν τίποτα. Ήταν ο Βασίλης ο Κυριακού. 
Την εποχή την δικιά μου, Βερτσώνης, χωρίς να υποτιμώ τον κ, Μητσιώνη τον Χρήστο αλλά 
δεν ήταν προπονητής, ήταν γυμναστής. Άλλο πράγμα το ένα άλλο πράγμα το άλλο. Στην Α 
κατηγορία τον εντάσσω αλλά σαν γυμναστή. 
Γ.Κ. Ακούω ήταν πολύ ήπιος άνθρωπος. 
Μ.Λ. Όχι μόνο πολύ ήπιος άνθρωπος, ήξερε να σε κάνει να δώσεις αυτό που έχεις, να σου 
μιλήσει να συζητήσει, να κάτσει μαζί σου. Δεν το κάνουνε, και πολλοί προπονητές που 
ήλθαν δεν το κάνανε. Από τον Ταύρο ήρθε ο Δειμέζης, καλό παιδί, καλός χαρακτήρας, ο 
Γιώργος, δεν έκανε όμως για προπονητής. Κατά την γνώμη μου, μπορεί να είμαι λάθος. 
Δεν μπορώ να τον κρίνω εγώ αλλά πιστεύω ότι δεν έκανε. Πήγε να δουλέψει και στον 
Φωστήρα και δεν τον κρατήσανε ούτε μήνα. Σαν παίκτης δεν το συζητάω αλλά σαν 
προπονητής ατύχησε, δεν έπιασε. 
Γ.Π. Άκουσε να δεις τι συμβαίνει. Μιλάμε για τον Χρήστο τον Μητσιώνη. Ο Χρήστος ο 
Μητσιώνης ήταν επιστήμονας γυμναστής. Που σημαίνει τι; 
Γ.Κ. Θα σου φτιάξει την φυσική κατάσταση, θα σου κάνει προετοιμασία. 
Γ.Π. Σημαίνει ότι σπούδασε την λεκτική, ήξερε να μιλάει, να σου μεταδίδει. Τι να σου 
μεταδώσει; Εγώ έκανα στον Χαραυγιακό κάποτε με προπονητή τον Γιώργο τον Δαρίβα. 
Ο Γιώργος ο Δαρίβας δεν ήξερε αν ένα και ένα κάνουν δυο, δεν έκανε για προπονητής. 
Ο Γιώργος ο Δειμέζης τα ίδια, Με τον Γιώργο τον Δειμέζη ήμασταν (κάποτε) συμπαίκτες 
στην Ένωση Χαραυγής. Όταν εγώ ξεκίνησα για να φύγω από την Ένωση Χαραυγής η σκέψη 
μου ήταν να πάω στον Φωστήρα στην οποία (τότε) έπαιζε ο Δειμέζης εξέχουσα 
ποδοσφαιρική προσωπικότητα. Τον Δειμέζη τον ήθελε ο Παναθηναϊκός και για αυτό οι 
παράγοντες του Φωστήρα τον έστειλαν σε ένα νησί για να τον κρύψουν. Παράγοντες του 
Παναθηναϊκού με έπεισαν αντί να πάω στον Φωστήρα να πάω στον Παναθηναϊκό, και έτσι 
πήγα. 
Μ.Λ. Όσοι δεν ήταν στην ΔΕΗ ήταν στον ΟΤΕ.  
Γ.Κ. Έπαιξες σε κάποια από τα αντιπροσωπευτικά συγκροτήματα της Εθνικής; 
Μ.Λ. Είχα πάει στην Εθνική Ερασιτεχνών μόνο.  
Γ.Κ. Όταν ήσουν στο Στρατό έπαιξες σε κάποια Εθνική?  
Μ.Λ. Στο στρατό έπαιξα στο ΚΕΤΕ, όταν ήμουν νεοσύλλεκτος παίζαμε με διάφορες άλλες 
μονάδες του ναυτικού, του λιμενικού, του στρατού κλπ. Δεν έπαιξα στην Ενόπλων που 
παίζανε οι Διεθνείς.  
Γ.Κ. Πως βοηθήθηκες λοιπόν και πήγες στην ΔΕΗ; 
Μ.Λ. Μέσω του ποδοσφαίρου. Η ΔΕΗ όπως και ο ΟΤΕ είχανε κάνει κάποια πρωταθλήματα 
και παίζανε με τους ποδοσφαιριστές που υπήρχαν την εποχή εκείνη μέσα, και υπήρχαν 
πάρα πολλοί ποδοσφαιριστές. Είχανε κάνει ένα πρωτάθλημα και παίζανε όσοι ήτανε 
επαγγελματίες. Όσοι ήταν στον Ολυμπιακό, όπως ο Μπέμπης, ο Κοτρίδης, ο Μουράτης, ο 
Δαρίβας, ο Ρωσσίδης, από τον Εθνικό ήταν ο Αντωνάτος, από τον Απόλλωνα ήταν ο 
Κυριακού. Δεν ήταν εκείνη την εποχή επαγγελματίες αλλά παίζανε στην 1η κατηγορία. 
ΣΗΜΕΙΩΣΗ Γ.Κ. (Και παραπάνω που ο Μήνας Λουμπάκος αναφέρεται σε επαγγελματίες 
εννοεί αυτούς που έπαιζαν στην μεγαλύτερη κατηγορία Αθηνών, Πειραιώς και 
Θεσσαλονίκης, αντίστοιχη της σημερινής Α Εθνικής, η έστω Super league.) 
Μ.Λ. Εκείνη την εποχή δεν ήταν επαγγελματίες αλλά παίζανε στην 1η Εθνική κατηγορία και 
τους βάζανε οι παράγοντες μέσα στην ΔΕΗ. Μετα επειδή ιδρύθηκε πρωτάθλημα 
επιχειρήσεων το οποίο γινόταν με ερασιτέχνες ποδοσφαιριστές, όχι με “επαγγελματίες”. 
Τότε αρχίσανε ο ΟΤΕ με την ΔΕΗ και διάλεγαν την αφρόκρεμα από τα ερασιτεχνικά 
σωματεία. Έτσι μπήκα και’γώ μέσα. Επί ένα εξάμηνο πηγαίναμε και προπονούμαστε μια 
στο Αιγάλεω μια στη Νίκαια και να πω τώρα υπερβολή; Περάσαμε κάπου 200 άτομα για να 
επιλέξει να πάρει 22‐23. Μέσα στους 22‐23 ήμουνα και εγώ. Μπήκα στη ΔΕΗ και η πρώτη 
σύμβαση που υπέγραψα ήταν για 2 χρόνια την 1η 12ου του 60 η του 59; Υπέγραψα αρχικά 
για ένα χρόνο, μετα για δυο χρόνια και μετα έγινα μόνιμος. Όχι μόνο εγώ και πολλά άλλα 
παιδιά μπήκαμε με αυτό το τρόπο. Υπήρχανε και παιδιά που ήρθανε και δεν 
μονιμοποιηθήκανε. Δηλαδή μπορεί να δουλέψανε ένα μήνα, έξι μήνες και δεν τους άρεσε, 
άλλοι δεν κάνανε και τους αντικατέστησε ο κυρ Θανάσης με άλλους παίκτες που 
μπορούσανε να προσφέρουνε αυτά που ζήταγε η ομάδα, είναι πολλά τα δεδομένα. Εγώ 
έτυχε να είμαι μέσα στους τυχερούς που λένε. Για αυτό λέω ότι και να έκανα μεταγραφή 
επαγγελματικά δεν με προσέγγιζε τόσο όσο με προσέγγιζε η δουλειά μου που ήταν πολύ 
ποιο σίγουρη. Επαγγελματικά μπορεί να έπαιζα, να έκανα ένα συμβόλαιο, να έσπαγα ένα 
πόδι, όλα πιθανά είναι. Από εκεί και μετα τι γίνεται; Δεν είναι όπως είναι σήμερα το 
ποδόσφαιρο που οι ποδοσφαιριστές ασφαλίζονται και παίρνουν και την συνταξούλα τους. 
Σήμερα είναι καλυμμένοι από τα δικά τους τα λεφτά, την εποχή όμως την δικιά μας αν εγώ 
γινόμουν επαγγελματίας για να πληρώνομαι, να παίρνω την εποχή εκείνη 500 Ευρώ η 300 
είναι καλά. Να φέρω ένα παράδειγμα, ο Μάκης ο Κατσαβάκης έφυγε από τον 
Πανσερραϊκό, ήλθε στον Ολυμπιακό, έπαιξε 3 παιγνίδια, έπαθε πνευμονία και σταμάτησε. 
Δεν ξανάπαιξε γιατί ήταν η πάθηση τέτοια που δεν μπορούσε. Μόλις περπάταγε και 
πήγαινε από εδώ μέχρι την γωνία είχε σκάσει. Το παιδί τι γίνεται; Έχασε και άλλα πράγματα 
όμως, γιατί είχε μπει στην ΔΕΗ, τον είχανε βάλει στην ΔΕΗ και δεν έκατσε. Του βγάλανε μια 
σύνταξη, όχι να ζήσει, τότε είχε ξεκινήσει, στα σκαριά ήτανε αυτά που κάνανε για να 
παίρνουνε συντάξεις οι επαγγελματίες.  
Για αυτό σου λέω, είναι πολλά πράγματα το ποδόσφαιρο,  είναι πηγή ζωής. Οποιος 
ασχολείται με αυτό το πράγμα μόνο κερδισμένος θα βγει. Από όλες τις απόψεις δεν 
πρόκειται να χάσει. Είτε ερασιτεχνικά ασχολείται είτε επαγγελματικά δεν πρόκειται να 
χάσει. Το πρώτο πράγμα είναι ότι γυμνάζεται, ότι αποκτά μεγαλύτερη νοημοσύνη, 
εμπειρία, γίνεται ποιο καλός άνθρωπος, μαθαίνει να βρίσκει πράγματα. 
Γ.Κ. Μαθαίνει να δουλεύει ομαδικά 
Μ.Λ. Όχι μόνο ομαδικά αλλά και να προσφέρει και ατομικά. Μαθαίνεις πράγματα που ούτε 
στο σχολείο μπορείς να τα μάθεις. Αν είσαι επιμελής στο σχολείο μπορεί να μάθεις 
γράμματα, αν δεν είσαι μπορεί να μάθεις να κλέβεις. Στο ποδόσφαιρο δεν θα το μάθεις 
αυτό το πράγμα, γιατί δεν χωράς εκεί μέσα. Εκεί μέσα με το πρώτο που θα το κάνεις έχεις 
τελειώσει. Δεν θα σε ανεχτεί κανένας. Άμα είσαι παλιοχαρακτήρας όσο και καλός παίκτης 
να είσαι έχεις τελειώσει.  
Γ.Π. Επειδή το ποδόσφαιρο είναι ομαδικό άθλημα κάνεις πολλούς φίλους.  
Γ.Κ. Σε γνωρίζουν πολλοί άνθρωποι. 
Γ.Π. Στην εξέδρα είναι 5, 10, 15 άνθρωποι που σε γνωρίζουν, εσύ δεν τους γνωρίζεις. Πας 
κάπου και σε βλέπει ο άλλος και σου λέει, εέπ τι γίνεται;  
Μ.Λ. Γίνεσαι αυτόματα επώνυμος. 
Γ.Κ. Έτσι κι σε μια γειτονιά 
Μ.Λ. Από εκεί που δεν σε ήξερε κανένας, ξαφνικά γίνεσαι επώνυμος, δεν έχει σημασία αν 
είσαι επαγγελματίας, ερασιτέχνης. Ποιος δεν γνωρίζει εδώ τους παίκτες του Χαραυγιακού; 
Όπου και να τους δεις εδώ στην πλατεία (Χαραυγής) να περπατάει, να κάνει, όλους τους 
γνωρίζετε απέξω και ανακατωτά. Το ίδιο πράγμα είναι, γίνεσαι επώνυμος είτε ερασιτέχνης 
είτε είσαι επαγγελματίας όταν ασχολείσαι με κάτι που είναι δημοφιλές. 
Γ.Κ. Εσύ όταν τελείωνες νομίζω ότι είχε δημιουργηθεί το επαγγελματικό ποδόσφαιρο, το 79 
άμα θυμάμαι καλά. Εν πάση περιπτώσει όμως εσύ έπαιξες σε ερασιτεχνική ομάδα, στο 
Χαραυγιακό. Προλάβατε εσείς οι δεύτερη γενιά (του Χαραυγιακού) να πάρετε κάποιες 
αμοιβές; Υπήρχαν κάποιοι παράγοντες που θα σας ενίσχυαν, θα σας βοήθαγαν οικονομικά; 
Μ.Λ. Εντάξει, τι να πάρουμε; Το χαρτζιλίκι. Τα εισιτήρια, τα οδοιπορικά και αυτά πότε τα 
παίρναμε πότε δεν τα παίρναμε. Έτυχε εγώ εδώ που ήλθα να κάνω προπόνηση ενώ μου 
είχε υποσχεθεί κάποιος παράγοντας πως κάθε φορά που θα έρχομαι να κάνω προπόνηση 
θα μου έδιναν τα εισιτήρια μου. Έπαιρνα τρία λεωφορεία για να έλθω από τα Άσπρα 
χώματα. Το δεκάρικο που ήθελα για να πάω και να έλθω θα μου το έβαζε στην τσέπη κάθε 
φορά που πάω και έρχομαι. Μου είχε υποσχεθεί τότε ο Κουτσογιαννάκης, επειδή όταν με 
πήρανε δεν μου δώσουνε λεφτά, θα μου δώσουνε 10 χιλιάρικα, ο Κουμπάρος μου τότε ο 
Παπαχρήστου που με έχει παντρέψει και έχει βαπτίσει και την κόρη μου πήρε τα λεφτά και 
μου έδωσε τότε τα 10 χιλιάρικα, επειδή εγώ είχα τσαντιστεί. 
Ο Παπαχρήστου ήταν στην τράπεζα Ελλάδος διευθυντής, ενώ ο Κουτσογιαννάκης έγινε 
μετέπειτα πρόεδρος. Ο Παπαχρήστου τα έβαλε από την τσέπη του. Μετα από 15 μέρες 
ήλθε κλαίγοντας και μου τα ζήτησε πίσω γιατί τα ζητάγανε από την τράπεζα. Βρε Χριστιανέ 
του Θεού πήρες τα λεφτά από την τράπεζα να μου τα δώσεις εμένα; Για όνομα του Θεού 
και της Παναγιάς. Καλά και δεν τα είχα φάει εγώ τα λεφτά και του τα έφερα. Άμα τα είχα 
φάει τι θα του έδινα;  
Γ.Π. Ενώ ο άλλος του Πανιωνίου, πως τον έλεγαν; 
Γ.Κ. Σταματελάτος,  
Γ.Π. Έκανε μεγάλη κατάχρηση για τον Πανιώνιο. 
Γ.Κ. Και πήγε φυλακή, δεν πήγε; 
Γ.Κ Σημείωση (Ο Μιχάλης Σταματελάτος ανέλαβε Πρόεδρος του Πανιωνίου το 1984, 
οραματίστηκε και συνέβαλε τα μέγιστα στη δημιουργία της μεγάλης ομάδας του Πανιωνίου 
στα μέσα της δεκαετίας του ΄80 μέχρι και τις αρχές του 1990. Ως υποδιευθυντής της Λαϊκής‐
Ιονικής Τράπεζας την εποχή εκείνη ο Μιχάλης Σταματελάτος υπεξαίρεσε 220 εκατομμύρια 
δραχμές από την Τράπεζα, τα οποία διέθεσε στην ομάδα. Καταδικάστηκε σε φυλάκιση 8 
ετών και εξέτισε τα 5 περίπου χρόνια. Έφυγε από την ζωή το 2010 από ανακοπή. 
Τονίζω όμως το μεγάλο λάθος που έκανε δεν το έκανε για να επωφεληθεί ο ίδιος αλλά από 
την μεγάλη αγάπη που έτρεφε για τον Πανιώνιο, και φυσικά το πλήρωσε.) 
Μ.Λ. Ήταν η εποχή που ήταν να πάω στον Φωστήρα και δεν την έκανα την μεταγραφή.  
Ο Γιάννης ο Τριανταφύλλου μου λέει κάτσε, μην φύγεις και άμα θα χρειαστείς κάτι θα σε 
βοηθήσουμε εμείς. Πετάγεται τότε ο Κουτσογιαννάκης ο Παναγιώτης και μου λέει θα στα 
δώσω εγώ τα 10 χιλιάρικα. Εμένα δεν με ένοιαζε ποιος θα μου τα δώσει. Είχα τσαντιστεί 
γιατί ήξερα ότι ο Στέφας τα άρπαγε (εννοεί σε αυτόν έδιναν χρήματα), ο Αγγελάκης τα 
άρπαγε, και κάναν το κοροΐδο όλοι. Εγώ δεν είχα πρόβλημα αλλά δεν μου άρεσε να με 
κοροϊδεύεις. Γιατί να με κοροϊδέψει; Εγώ δεν ζήτησα πότε λεφτά. Ξέρω εγώ ,έλεγε ο Στέφας 
για να έλθω να παίξω δώσε μου ένα χιλιάρικο, πήγαινε ο άλλος πριν έλθει και του το έβαζε 
στην τσέπη. Εγώ έκανα το κέφι μου και το χόμπι μου αλλά δεν την δέχομαι και την 
κοροϊδία. Με ζητάει ο Φωστήρας και μου λέει ο Γιάννης ο Τριανταφύλλου δεν θα πας 
πουθενά. Εγώ δεν ήθελα να πάω και θα σου πω γιατί, αλλά αυτοί δεν το ξέρανε. Δεν ήθελα 
να γινώ επαγγελματίας γιατί ακόμα δεν είχα γίνει μόνιμος στην ΔΕΗ. Δεν προτίμησα να πάω 
στον Φωστήρα να πάρω 10 η 20 χιλιάρικα και να τα φάω σε μια μέρα όπως τα έτρωγα στα 
μπουζούκια που πήγαινα με τον μπατζανάκη μου και την άλλη μέρα να μην έχω φράγκο. 
Η ΔΕΗ με ζει μέχρι σήμερα και θα με ζει μέχρι να πεθάνω. 
Γ.Κ. Σημείωση. (Δεν νομίζω πως οι ποδοσφαιρικοί παράγοντες που αναφέρει ο Μηνάς είχαν 
πρόθεση να ρίξουν κάποιον. Μπορεί να έταξαν κάτι που δεν μπορέσανε να 
πραγματοποιήσουν όχι γιατί έτσι ήθελαν αλλά λόγω πραγματικής οικονομικής αδυναμίας. 
Οι εποχές τότε ήταν δύσκολες και οι Έλληνες πάμπτωχοι, πολύ περισσότερο από τα 
σημερινά χρόνια των μνημονίων. Επέλεξαν αν τους περίσσευε κάτι να το δίνουν στα 
πτωχότερα μέλη της ομάδας, κάτι που το έχουμε δει και σε άλλες ομάδες. Γνωρίζω πως ο 
Σάββας Θεοδωρίδης επειδή ήταν από πλούσια οικογένεια δεν έπαιρνε χρήματα από τον 
Ολυμπιακό αλλά αυτά που ήταν να πάρει τα έδινε σε πτωχούς συμπαίκτες του. Έτσι ήταν η 
κοινωνία τότε.) 
Μ.Λ. Εγώ κοίταξα το σίγουρο, δεν κοίταξα να πάρω τα 10 χιλιάρικα. 
Γ.Κ. Επομένας μέσα είχες απορρίψει τον Φωστήρα αλλά έλεγες ρε παιδιά δώστε μου και 
μένα κάτι. 
Μ.Λ. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην έχει στην ζωή του φιλοδοξίες. Γιατί να μην 
πήγαινα; Πρώτη Εθνική ήταν ο Φωστήρας. Δεν ήτανε στην Β Εθνική. Και στην Β Εθνική να 
ήτανε θα ήτανε πάλι καλά, αλλά εκείνη την εποχή ήταν στην Α Εθνική και ήταν ο Φονέας 
των Γιγάντων. Γιατί να μην πάω στον Φωστήρα; Αμέσως το όνομα μου θα ακουγόταν 
περισσότερο. Αλλά εμένα την εποχή εκείνη δεν με βόλευε.  
Γ.Κ. Έπρεπε να φύγεις από την ΔΕΗ αν ήθελες να πας? 
Μ.Λ. Θα με ‘διώχνε η ΔΕΗ, δεν ήταν ανάγκη να φύγω. Η ΔΕΗ δεν ήθελε επαγγελματίες. Άμα 
ήθελε επαγγελματίες είχε ένα τσουβάλι μέσα. Ήθελε ερασιτέχνες για να μπορούν να 
παίξουν στο πρωτάθλημα των επιχειρήσεων το ερασιτεχνικό.  Επαγγελματίες είχε άπειρους. 
Αεκτζήδες, Ολυμπιακούς, Απολλωνιστές, Παναθηναϊκούς, Πανιώνιους, τον Χάιτα, 
παικταράδες Ολοι στην Εθνική παίζανε. Τι να τους κάνει; Να πάρει εμένα; Θα ‘βάζε αυτούς. 
Άμα εγώ πήγαινα στον Φωστήρα και γινόμουν επαγγελματίας, ο Κουγιουμτζής τον είχανε 
ζητήσει 50 ομάδες. Δεν πήγε. Εγώ την εποχή εκείνη ήτανε να πάω στην Αμερική, στον 
Ελληνοαμερικανικό. Θυμάσαι που είχαμε παίξει στο γήπεδο της Αργυρούπολης που είχε 
φέρει ο Ανδρέου του Παναθηναϊκού τον Ελληνοαμερικανικό. Με είχε επιλέξει ο Ανδρέου ο 
οποίος μου είχε πει έλα εκεί και θα γυρίσεις με εκατομμύρια. 
Γ.Π. Ναι ναι. 
Μ.Λ. Την εποχή εκείνη όμως εμένα για καλή μου τύχη, γιατί δεν την μπορώ την ξενιτιά, είχα 
μπει στην ΔΕΗ. Που να κουνήσω εγώ να φύγω από την ΔΕΗ; Αφού έβλεπα πως εκεί ο κυρ 
Θανάσης με αγάπαγε, μου έλεγε μη σε νοιάζει, έβλεπε ότι του έκανα, είχε νοημοσύνη, του 
έκοβε. Που πας ρε μαλάκα μου έλεγε; Όχι θα κάτσεις εδώ, θα γίνεις μόνιμος θα έχεις να 
φας ένα κομμάτι ψωμί να ζήσει η οικογένεια σου.  
Γ.Κ Σε επηρέασε θετικά. 
Μ.Λ. Βεβαίως. Μου έλεγε μπορεί να πετύχεις και να βγάλεις πολλά λεφτά αλλά μπορεί και 
να τα φας και να μην έχεις φράγκο, τι γίνεται άμα γυρίσεις; Εδώ σου εγγυάμαι εγώ πως θα 
μπεις στην ΔΕΗ και θα γίνεις και μόνιμος. Θα έχεις 1000 Ευρώ, 500 Ευρώ, θα έχεις μια 
σταθερότητα, θα έχει να φάει η γυναίκα σου και το παιδί σου. Για μένα ήταν μεγάλο 
πράγμα ο κυρ Θανάσης. Ούτε πατέρας μου, γιατί δεν γνώρισα πατερά, και έκανα αυτόνε. 
 
Γ.Κ. Σημείωση – Ποιος ήταν ο ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΠΕΜΠΗΣ, ο άνθρωπος που αγάπησε σαν πατέρας 
τον Μηνά Λουμπάκο και αντίστροφα; 
 

 
 
Φωτογραφίες: Θανάσης Μπέμπης (26 Ιουνίου 1928 ‐ 23 Ιουλίου 2017) 
 
Ο Απόστολος Γαγάνης του Reds against the machine (RATM), δεκάδες άρθρα του οποίου 
έχω διαβάσει στο παρελθόν, αξιοσέβαστος γιατρός, φιλόσοφος και Ολυμπιακή ψυχή στον 
χώρο των οπαδών του Ολυμπιακού γράφει για αυτόν: 
“ Σεβαστός από τους πάντες. Θα τα δείτε και θα τα μάθετε εσείς οι νεότεροι, αύριο. 
Ολυμπιακοί και όλοι οι άλλοι, του βγάζαν το καπέλο για την ΜΟΝΑΔΙΚΗ ποδοσφαιρική του 
αξία. Μικρόσωμος(1.65), στεγνός, ευφυέστατος ποδοσφαιρικά, ιδιοφυής θα΄λεγα, αν 
έπαιζε σήμερα θεωρώ βέβαιο πως θα΄ταν βασικός στις καλύτερες 10 ομάδες του πλανήτη. 
ΧΩΡΙΣ ΚΑΜΙΑ ΥΠΕΡΒΟΛΗ, που ξέρετε όσοι με διαβάζετε ότι τις αποφεύγω όπως ο διάολος 
το λιβάνι. Άλλες εποχές όμως τότε... 
Έπαιζε 10ρι. Δημιουργός μέγας, αλλά και εκτελεστής. Κυρίως όμως δημιουργός. Τη μεγάλη 
του καριέρα την έγραψε ειδικά στη θρυλική δεκαετία του '50. Παιδάκι μικρό άρχισα να τον 
βλέπω στο Καραϊσκάκη, μέχρι που άφησε την ενεργό δράση, όντας όμως πάντα πιστός 
στρατιώτης ΤΗΣ ΙΔΕΑΣ του δαφνοστεφανωμένου εφήβου απ΄το μετερίζι του προπονητή, 
οσάκις τον χρειάστηκε η ομάδα. Στο γήπεδο πάντως, σαν παίχτης, ήταν άλλο πράμα. 
Σήμερα, αλλά και πίσω όταν ανατρέχει η μνήμη μου, δεν μπορώ να βρω κάποιον παρόμοιο 
στο στιλ του. Τον πλησίαζε κάπως, ένας άλλος μεγάλος, που εξακολουθεί να ζει και να΄ναι 
καλά, αντίπαλός μας, ο Μίμης ο Δομάζος. Ο ηγέτης, εκείνα τα χρόνια και αργότερα του 
Παναθηναϊκού. 
Ντρίπλα εξαιρετική, μάτι αετίσιο, το κεφάλι ψηλά, κοκοράκι ακίνητο το μαύρο μαλλί του 
στο ινίο, ακριβέστατος σε πάσα, κάθετη ή σέντρα, διαβήτης, γρήγορος, είχε μέση, 
προσποίηση, πονηριά, κρατούσε τη μαγική του μπαγκέτα και κατηύθυνε ΑΞΕΠΕΡΑΣΤΑ τον 
τότε Ολυμπιακό. Με τους παιχταράδες του: Σιδέρη, Πολυχρονίου, Ρωσίδη, Μουράτη, 
Κοτρίδη, Θεοδωρίδη, Δαρίβα, Δρόσο, Υφαντή και...και... Η μεγάλη απόλαυση για όλους 
εμάς στην κερκίδα ήταν όταν έβαζε, σε μεγάλο αγώνα, γκολ η ομάδα. Από συμπαίχτη του ή 
τον ίδιο. Τα επόμενα λεπτά, ήταν μαγεία να τον βλέπεις να...ξεφτιλίζει συνεπαρμένος από 
ποδοσφαιρικό οίστρο τον όποιο ατυχή αντίπαλό του με...ποδιές και τα τοιαύτα. Να 
ΟΥΡΛΙΑΖΟΥΜΕ εμείς... Χωνόταν παντού ετούτη η αλεπού, ακόμα και στους καυγάδες, για 
να κρυφτεί μετά, στο μπουλούκι, πίσω από ευμεγέθη κορμιά όπως του Μπάμπη του 
Κοτρίδη ή του Θανάση του Σούλη... 
Θα είμαι ειλικρινής και άμεσος. Τώρα που γράφω, έχω δάκρυα στα μάτια. Σκέφτομαι ότι 
μας εγκατέλειψε ο "παίχτης μου". Ο ποδοσφαιριστής, ο μπαλαδόρος εκείνος που με 
εκστασίαζε, όταν τον έβλεπα πιτσιρίκος στα τσιμέντα. Τυχερός που τον έζησα. Κρίμα, γιατί 
είναι ΤΟΣΟΙ ΠΟΛΛΟΙ αυτοί που δεν τον γνώρισαν. Περνάνε τα χρόνια...” 
Ο «Πινόκιο» πανηγύρισε για την κατάκτηση 6 πρωταθλημάτων (1951, 1955, 1956, 1957, 
1958, 1959), 9 Κυπέλλων (1951, 1952, 1953, 1957, 1958, 1959, 1960, 1961, 1963) και 8 
πρωταθλημάτων ΕΠΣ Πειραιώς (1951, 1952, 1953, 1955, 1956, 1957, 1958, 1959). 
Σε συνδυασμό με το Βαλκανικό Κύπελλο του 1963, ο Μπέμπης κατέγραψε ένα αξιοζήλευτο 
παλμαρέ με 24 τίτλους, που ανώτερο του μόνο ο Ηλίας Ρωσίδης, ο Μπάμπης Κοτρίδης και ο 
Γιώργος Δαρίβας μπορούν να αντιπαρατάξουν. 
«Ανεπανάληπτο φαινόμενο ο Θανάσης και πολύ μακριά του ο δεύτερος», υποστήριζε 
πάντα ο θρυλικός συμπαίκτης του Γιώργος Σιδέρης. 
Ένας άλλος… συνοδοιπόρος του, ο Σάββας Θεοδωρίδης, τον χαρακτήριζε ως τον 
μεγαλύτερο μπαλαντέρ όλων των εποχών στην Ελλάδα. 

 
Φωτογραφία: Εναέρια μονομαχία με τον Στάθη Μανταλόζη 
 
Το Νο1 ίνδαλμα του Μίμη Δομάζου ήταν ο Θανάσης Μπέμπης. Δεν είναι λίγο ο, κατά γενική 
ομολογία, κορυφαίος ποδοσφαιριστής του Παναθηναϊκού να έχει παραδεχθεί δημοσίως ότι 
θαύμαζε βαθύτατα ένα αστέρι του Ολυμπιακού. 
Μάλιστα, σύμφωνα με τον «Στρατηγό», υπήρξε και τελετή… παράδοσης‐παραλαβής, 
ύστερα από τη λήξη ενός φιλικού αγώνα μεταξύ των δύο «αιωνίων». 
Ο Μπέμπης πλησίασε τον Δομάζο, έβγαλε ένα σταυρουδάκι από τον λαιμό του, το πέρασε 
στον νεαρό του αντίπαλο και του είπε: «Εσύ θα είσαι ο διάδοχός μου». 
Ο αείμνηστος Πάνος Γεραμάνης είχε δημοσιεύσει στην «Ομάδα» μία μαρτυρία ενός 
αναγνώστη, ο οποίος υποστήριζε ότι είχε συνομιλία με τον Λάκη Πετρόπουλο, αναφορικά 
με την κορυφαία μεταπολεμική 11άδα της χώρας. 
«Δύσκολα μου βάζεις, αγόρι μου. Αλλά δυο‐τρεις θέσεις να στις πω αμέσως. Είναι 
καπαρωμένες. Έξω αριστερά ο Χατζηπαναγής. Τερματοφύλακας ο Σάββας Θεοδωρίδης. 
Όπου… ήθελε ο Λουκανίδης. Και δεκάρι ο Μπέμπης. Τα υπόλοιπα θέλουν ψάξιμο». 
Ειδικό βάρος έχει και η δήλωση του μοναδικού Τσεχοσλοβάκου ποδοσφαιριστή που έχει 
κατακτήσει «Χρυσή Μπάλα», έπειτα από τη λήξη της φιλικής αναμέτρησης Ολυμπιακός‐
Ντούκλα Πράγας στο Στάδιο Καραϊσκάκη (9/1/1963). 
«Δεν έχω δει τέτοιο παίκτη στην Ευρώπη», είπε τότε ο Γιόζεφ Μάσοπουστ, δηλαδή ο 
κορυφαίος άσος της «γηραιάς ηπείρου» εν έτει 1962 σύμφωνα με τους δημοσιογράφους 
των κρατών μελών της UEFA. 
 
Γ.Κ. Ο πατέρας σου πέθανε νωρίς; 
Μ.Λ. Δεν τον γνώρισα εγώ, έτσι μου είπε η μάνα μου, τώρα χώρισε, πέθανε δεν το γνωρίζω. 
Δεν ξέρω αν υπάρχει. Το μόνο που ξέρω όταν είχα πάει στον Εθνικό και γράφτηκε στις 
εφημερίδες, και μαθεύτηκε ότι έκανα μεταγραφή, ήρθε κάποιος, κάναμε προπόνηση στου 
Παναθηναϊκού το γήπεδο, και έρχεται καλή του ώρα ο μασέρ της ομάδος και μου λέει. 
Μηνά είναι έξω ένας κύριος και σε ζητάει. Λέω πήγαινε πες του τώρα δεν μπορώ να 
σταματήσω την προπόνηση και να πάω. Άμα θέλει να περιμένει μόλις τελειώσω την 
προπόνηση να πάω. 
Κάποια στιγμή όπως περάσαμε, μου είχε δείξει εμένα ο κυρ Νίκος ποιος ήτανε, τον έκοψα, 
γνωστή έτσι (φυσιογνωμία), τον είχα ξαναδεί τον άνθρωπο αυτόνε. Αλλά από μακριά, όχι 
από κοντά. Εγώ το λέω μπορεί και να μην ήτανε. Εγώ πιστεύω πως ήταν ο πατέρας μου. 
Η μάνα μου λέει πέθανε. Αλλά εγώ νομίζω ήταν ο πατέρας μου. Δεν έκατσε όμως να με 
περιμένει. 
Γ.Κ. Τον είχες ξαναδεί, ερχότανε στο γήπεδο;  Σιγουρά ερχότανε στο γήπεδο για να σε δει.  
Μ.Λ. Όχι στο γήπεδο, στην γειτονιά. Μπορεί και να μην ήτανε αλλά εγώ φαντάζομαι πως 
ήτανε και ήθελε να μου μιλήσει. Εγώ θα τον έδιωχνα αν ερχόταν να μου μιλήσει, δεν 
υπήρχε περίπτωση αν μου έλεγε πως ήταν ο πατέρας μου(να τον δεχτώ). Γράφανε οι 
εφημερίδες εκείνη την εποχή πως είχα πάρει 300 χιλιάρικα. Τόσα ήταν η μεταγραφή αλλά 
εγώ δεν πήρα τόσα λεφτά στα χεριά μου. Τα πήραν άλλοι, πονηροί.  
Γ.Κ. Ποια μεταγραφή εννοείς; 
Μ.Λ. Την μεταγραφή από τον Αρχιμήδη στον Εθνικό. Ο Καρέλλας έδωσε για να με πάρει 
300 χιλιάρικα (δραχμές). 
Γ.Κ. Αλλά εσύ πήρες λίγα 
Μ.Λ. Ένα τριαντάρι πήρα στα χέρια μου, τα αλλά λεφτά τα φάγανε οι Βασιλόπουλου, και 
όλοι οι άλλοι οι πονηροί εκεί από ότι έμαθα. Αν το ήξερα θα είχε γίνει της πουτάνας. Αν 
πήγαινα στον Καρέλλα να πω αυτό το πράγμα θα’χε γίνει σκοτωμός, όπως έγινε με το φίλο 
μου τον Δημήτρη τον Σταματάκη. Ο Σταματάκης όταν έφυγε από την Αγία Παρασκευή που 
έπαιζε και πήγε στον Εθνικό έτσι του κάνανε. Μαθεύτηκε όμως και αυτός πήγε στον 
Καρέλλα λέγοντας του πως θα σταματήσει. Γιατί θα σταματήσεις Δημήτρη, ρώτησε ο 
Καρέλλας μιλώντας λίγο γυναικεία. Όχι ότι ήταν τέτοιο, ήτανε μάγκας, τι Λάσκαρη, τι 
τέτοια, τις είχε ξεσκονίσει όλες. Δεν άφηνε καμμιά. Ερχότανε στο γήπεδο κάθε φορά με 
καινούργια. Μια τραγουδίστρια, μια ηθοποιός, μια ότι θέλεις. Πολλά λεφτά, του τα φάγανε 
κοροϊδίστικα οι πονηροί εκεί. Του λέει ο Σταματάκης, “τι είχαμε πει”; Ότι είχαμε πει του 
λέει τα έχω δώσει, να στα δώσουνε τα λεφτά. Εγώ του λέει ο Σταματάκης “δεν έχω πάρει 
ούτε έχω υπογράψει”. Ούτε και εγώ είχα υπογράψει. Δέκα χιλιάρικα έχω πάρει του λέει ο 
Δημήτρης. Δέκα χιλιάρικα έχεις πάρει; ρώτησε ο Καρέλλας, και πήγε μετα και τους έδιωξε 
όλους. Τους πήρε και τα λεφτά και φώναξε και τον Δημήτρη ο οποίος τα πήρε. Εγώ πήρα τα 
30 χιλιάρικα που μου ‘δώσαν αυτοί οι απατεώνες, τα υπόλοιπα τα πήραν αυτοί. Μιλάμε 
τώρα το 1965, μιλάμε για πολλά λεφτά την εποχή εκείνη. Στον Πειραιά που έμενα αγόραζα 
τον μισό Πειραιά. Δεν τα πήρα, ήμουνα μαλάκας. Που να ‘ξέρες τι γίνεται; Αν δεν έχεις έναν 
άνθρωπο να σε συμβουλεύσει; Τώρα γίνονται διαφορετικά, έχουνε τον μάνατζερ τους, τον 
δικηγόρο τους. Αυτοί τα κανονίζουν και πας και υπογράφεις χωρίς να χρειάζεται να πας 
πουθενά, και τα μοιράζονται. Την εποχή εκείνη μου είπανε, εντάξει αυτά έδωσε ο 
Καρέλλας, κόψανε τα μηδενικά.  
 
Γ.Κ. ΣΗΜΕΙΩΣΗ 
Ποιος όμως ήταν ο Δημήτρης Καρέλλας; 

 
Αντιγράφω αποσπάσματα από ένα άρθρο του onsports.gr 
 
“Γόνος της οικογενείας επιχειρηματιών Καρέλλα, ο δυναμικός και οικονομικά ανεξάρτητος 
Δημήτρης, ιδιοκτήτης της μεγαλύτερης (στην Ευρώπη τότε) και ιστορικής πλέον εταιρίας 
κλωστοϋφαντουργίας «ΑΙΓΑΙΟΝ Α.Ε» (η οποία έδρευε στον Πειραιά με εργοστασιακές 
μονάδες στο Άργος, στο Άστρος Κυνουρίας, στη Βέροια και στο Λαύριο), όχι μόνο πρόσφερε 
ηθική και πρωτοφανή οικονομική στήριξη στον πειραιώτικο σύλλογο, από τις αρχές της 
δεκαετίας του ΄50, αλλά με την πανίσχυρη ομάδα που δημιούργησε έμελλε να ανατρέψει 
τα δεδομένα στο ελληνικό ποδόσφαιρο. 
Βάζοντας βαθιά το χέρι στην τσέπη μην λογαριάζοντας τα χρήματα, ο Καρέλλας θα 
προχωρήσει σε ακριβές μεταγραφές και προσθήκες που καθιστούν τον Εθνικό υπολογίσιμη 
δύναμη τόσο στην Ελλάδα, όσο και εκτός συνόρων αφού θα κληθεί να δώσει φιλικά με 
ομάδες όπως η Ίντερ, η Γαλατασαράι και μεγαθήρια των Βαλκανίων. Αντικομφορμιστής, 
αναρχική και ταυτόχρονα προοδευτική φυσιογνωμία που παρόμοιά της δεν είχε γνωρίσει ο 
παραγοντισμός στην Ελλάδα, ο Καρέλλας, χωρίς να βγάλει δεκάρα από την ενασχόλησή του 
με τον ποδόσφαιρο (κάθε άλλο), διεκδικεί τον τίτλο, αν όχι του κορυφαίου, σίγουρα του πιο 
ιδιαίτερου προέδρου, ο οποίος πληροί όλες τις προϋποθέσεις που θέτει η εξέδρα, στην 
Ελλάδα. 
Όταν... έβγαλε γλώσσα 
Ανατρεπτικός όσο ελάχιστοι στην εποχή του, δεν δίστασε να τα βάλει με το τότε 
παντοδύναμο ΠΟΚ (Παναθηναϊκός, Ολυμπιακός, ΑΕΚ) και προέδρους όπως ο Λουκάς 
Πανουργιάς, ο Γιώργος Ανδριανόπουλος και ο Νίκος Γκούμας, βγάζοντας τη γλώσσα στο 
κατεστημένο το οποίο όμως γι’ αυτό του… πήρε το κεφάλι κλέβοντας από τον Εθνικό ένα 
δικό του πρωτάθλημα… 
Ήταν η σεζόν 1956‐57 όταν οι «κυανόλευκοι» του Πειραιά διέθεταν μία από τις καλύτερες 
ομάδες της ιστορίας τους και με ποδοσφαιριστές όπως ο Στάθης Μανταλόζης ( το 
«ιπτάμενο αγριόγατο» και για πολλούς ο κορυφαίος τερματοφύλακας που ανέδειξε το 
ελληνικό ποδόσφαιρο), ο Λαιμός, ο Κλικόπουλος, ο Καρνασόπουλος, ο Καραουλάνης και ο 
Φερλέμης, έχοντας επικρατήσει Ολυμπιακού (1‐0, Καραουλάνης) και Παναθηναϊκού (2‐1), 
τέσσερις αγωνιστικές πριν εκπνεύσει το πρωτάθλημα, βρίσκονταν στο… ρετιρέ και αγκαλιά 
με τον τίτλο, προσφέροντας μάλιστα μοναδικές παραστάσεις εντός γηπέδου. 
Την ίδια εποχή, ο Σάντορ Κόκτσις με τα 75 γκολ σε 68 αγώνες με την φανέλα άτρωτης 
εθνικής Ουγγαρίας και της Χόνβεντ, αλλά και ο συμπαίκτης του στην περιβόητη 
«αράντσιπατ» Φέρεντς Πούσκας, έπιαναν… λιμάνι καλεσμένοι του Δημήτρη Καρέλλα, αφού 
μετά την εισβολή της Σοβιετικής Ένωσης στη Βουδαπέστη όπου διατηρήθηκε βίαια το 
σοσιαλιστικό (ή κομμουνιστικό σύστημα) και οι πολίτες είχαν βγει στους δρόμους 
προκαλώντας τεταμένα επεισόδια, επέλεξαν να μην γυρίσουν στη χώρα τους ( και ενώ η 
Χόνβεντ είχε πέσει ήδη θύμα έκπληξης από την Αθλέτικ στον πρώτο γύρο του Κυπέλλου 
Πρωταθλητριών, ήττα με 3‐2 στο Μπιλμπάο και 3‐3 στις Βρυξέλλες όπου διεξήχθη η ρεβάνς 
μετά την εισβολή). 
Μαζί τους ήρθαν επίσης οι Τσίμπορ, Μπόζικ, Χιντεγκούτι, αλλά και άλλοι αστέρες της 
εθνικής Ουγγαρίας η οποία έδωσε φιλικούς αγώνες στην Ελλάδα, την ίδια ώρα που ο 
πρόεδρος του Εθνικού δαπανώντας χρήματα από την τεράστια οικογενειακή περιουσία, 
έπειθε τους δυο Ούγγρους φυγάδες αλλά και μερικούς ακόμα νεαρούς Μαγυάρους 
(βασικούς στην Εθνική Ελπίδων, όπως ο Σάμπο, ο επονομαζόμενος «νέος Πούσκας», ο 
Τσόλνοκ, ο Σαμπόφσκι, ο Σάγκι και Γκαραβέλγκι) να υπογράψουν συμβόλαιο με τον 
σύλλογο! Οι τελευταίοι μάλιστα αγωνίστηκαν σε ένα φιλικό τουρνουά λίγο πριν το Πάσχα 
κόντρα στον Παναθηναϊκό, την ΑΕΚ και τον επίσης ισχυρό τότε Απόλλωνα Σμύρνης, ενώ οι 
νίκες του Εθνικού ο οποίος χρησιμοποίησε τους Πούσκας και Κόκτσις για ένα ημίχρονο ήταν 
αρκετές για να ταρακούνησαν τους ισχυρούς του ΠΟΚ που έσπευσαν να πάρουν την 
κατάσταση στα χέρια τους μόλις γνωστοποιήθηκε πως η παρέα θα μεγάλωνε ακόμα 
περισσότερο με την έλευση του Ζόλταν Τσίμπορ! 
Το μεγαλύτερο σκάνδαλο στο ελληνικό ποδόσφαιρο! 
Οι τρεις μεγάλοι έτσι πίεσαν την ΕΠΟ, ζητώντας την τιμωρία του Εθνικού, με την κατηγορία 
πως χρησιμοποιούσε παίκτες τιμωρημένους από την ομοσπονδία της Ουγγαρίας και 
επαγγελματίες! Σχεδόν ταυτόχρονα την εμφάνισή της έκανε μια καταγγελία δωροδοκίας 
του ποδοσφαιριστή της Προοδευτικής, Φίλιου, σύμφωνα με την οποία ο Εθνικός επιχείρησε 
να του προσφέρει χρήματα, ώστε να έχει μειωμένη απόδοση στην μεταξύ τους 
αναμέτρηση. 
Παρά το γεγονός πως όχι μόνο η δωροδοκία δεν αποδείχθηκε ποτέ, αλλά ο ίδιος ο Φίλιος 
δήλωσε γραπτώς πως ουδέποτε έγινε κάτι τέτοιο, απορώντας μάλιστα πώς εμπλέκεται το 
όνομά του, στις 20 Μαΐου 1957, η ελληνική ομοσπονδία υπό τις ευλογίες ΠΟΚ και 
κυβέρνησης παίρνει την σκανδαλώδη απόφαση να αποβάλλει τον Εθνικό από το 
πρωτάθλημα (μηδενίστηκε) με αιτιολογία την «διεξαγωγή φιλικών αγώνων με τους 
επαγγελματίες ποδοσφαιριστές της αυτοεξόριστης εθνικής Ουγγαρίας». 
Οι «κυανόλευκοι» έτσι δεν πήραν ποτέ έναν τίτλο που άξιζαν (τον κατέκτησε ο Ολυμπιακός 
σε μπαράζ με τον Παναθηναϊκό ), ενώ οι Μαγυάροι, έφυγαν για την Ισπανία, όπου ένα 
χρόνο αργότερα ο μεν Πούσκας ‐ ο οποίος οδήγησε τον Παναθηναϊκό στον άθλο του 
«Γουέμπλεϊ» ‐ ενσωματώθηκε στη Ρεάλ κατακτώντας 3 ευρωπαϊκά πρωταθλήματα, οι δε 
Κόκτσις, Τσίμπορ έβαλαν τις βάσεις για μια πανίσχυρη Μπαρτσελόνα. Η ευκαιρία μια 
υπερδύναμη να αλλάξει μια για πάντα το μέλλον του ελληνικού ποδοσφαίρου έχει μόλις 
χαθεί… 
Λίγο αργότερα, η ποινή του Εθνικού μειώνεται κατά έξι μήνες και λήγει με το τέλος του 
πρωταθλήματος το οποίο γίνεται επαγγελματικό έναν περίπου χρόνο αργότερα… 
Αγάπη… καταστροφική 
Παρόλα αυτά ο Καρέλλας δεν θα κάνει έκπτωση στα όνειρά του και με τον πιστό του φίλο, 
Νίκο Μουρκάκο, θα μείνει στον προεδρικό θώκο άλλα 15 χρόνια βάζοντας ξανά και ξανά το 
χέρι στην τσέπη για να φέρει στον Πειραιά ποδοσφαιριστές όπως ο Κρητικόπουλος, ο 
«Τσαφ», ο Καλκαντέρα (πρώτος σκόρερ τη σεζόν 74΄‐ 75΄), ο Ρόρμπαχ, ο Παπαδόπουλος, ο 
Μητρόπουλος, ο Αρβανίτης και ο Φουλατσικλής. Μπορεί να μην οδήγησε τον Εθνικό στην 
κατάκτηση κάποιου τροπαίου αλλά χάρισε στον κόσμο τις καλύτερες ημέρες της ιστορίας 
του, στιγμές δόξας και μεγαλείου που θα μείνουν για πάντα χαραγμένες στο μυαλό και την 
καρδιά του κάθε… Εθνικάρα. Όπως εκείνη η νίκη επί του Παναθηναϊκού μέσα στη Λεωφόρο 
μετά την τεράστια επιτυχία του «Γουέμπλεϊ», με χατ τρικ του Κρητικόπουλου και ανατροπή 
από 3‐1… 
Η παθολογική αγάπη του Καρέλλα για τον Εθνικό ωστόσο ήταν αυτή που δημιούργησε 
πρόσφορο έδαφος σε επιτηδείους να καταχραστούν χρήματα αποσπώντας τεράστια ποσά 
για προσωπικό τους όφελος και σε συνδυασμό με την κακή διαχείριση και την αλόγιστη 
σπατάλη, να επιφέρει κάτι το οποίο πριν λίγα χρόνια έμοιαζε αδιανόητο. Ο Καρέλλας όχι 
μόνο δεν μπορούσε πια να συντηρήσει τον σύλλογο, αλλά ούτε τον ίδιο του τον εαυτό και 
πνιγμένος από τα χρέη, άφηνε την τελευταία που πνοή στο Λονδίνο στις 31/10/1993. Ό,τι 
αγάπησε τον είχε μόλις σκοτώσει… 
Για πάντα αυτός... 
Μπορεί να έφυγε, αλλά ο Δημήτρης Καρέλλας θα είναι για πάντα ο άνθρωπος που έδινε 
από τον ασύρματο του θρυλικού «Big D» τις παραγγελίες του στον Μπάμπη Μωρέ, λίγο 
πριν φτάσει στο λιμάνι της Ύδρας… 
Η ψυχή της εκδρομής στο Λονδίνο για τον τελικό Κυπέλλου Πρωταθλητριών του 1971 
ανάμεσα στον Παναθηναϊκό και τον Άγιαξ, όπου δεν σταμάτησε να ξοδεύει τεράστια ποσά, 
είτε πίνοντας με τους ανθρώπους του Τύπου, είτε παίζοντας με Κύπριους φίλους του στο 
παρακείμενο καζίνο… 
Το «αφεντικό» που είχε σαν παιδί του κάθε έναν από τους χιλιάδες εργαζόμενους του 
προσφέροντάς του διακοπές σε εξοχικά που είχε εξασφαλίσει για αυτούς (όπως και 
βρεφονηπιακούς σταθμούς για τα παιδιά τους τις ώρες που βρίσκονται στη δουλειά)… 
Ο πρόεδρος που μετέφερε προσωπικά τον Καλκαντέρα στο Λονδίνο, μετά από έναν σοβαρό 
τραυματισμό (5/10/1975, 4‐1 κόντρα στις Σέρρες) μπροστά στον κίνδυνο να χάσει το πόδι 
του… 
Ο άνθρωπος που όποιον αντιλαμβανόταν με τρύπιο παπούτσι, την άλλη μέρα του έκανε 
δώρο δύο ζευγάρια… 
Μα πάνω από όλα, ο Λεωνίδας για τους… 300 του Εθνικού! Αυτός που θα έκανε τον ήλιο να 
σκορπίσει τα σύννεφα, να νικήσει το πυκνό σκοτάδι και τον ουρανό πάλι να χαμογελά…” 
 
Γ.Κ. σημείωση: Όπως βλέπετε τα λεγόμενα του Μηνά ταιριάζουν με το παραπάνω 
αφιέρωμα στον ποιο ιδιαίτερο πρόεδρο του Ελληνικού ποδοσφαίρου, τον Δημήτρη 
Καρέλλα.  
 
Γ.Κ. Μηνά να σε ρωτήσω κάτι άλλο; Ο κάθε ποδοσφαιριστής έχει το δικό του στυλ, εσύ πως 
θα περίγραφες τον εαυτό σου; 
Μ.Λ. Δυνατός δεν ήμουν πολύ δυνατός, αλλά είχα πάρα πολύ καλή τεχνική κατάρτιση και 
είχα και τα δυο πόδια. Είναι πλεονέκτημα σε ένα παίκτη να μπορεί να χειρίζεται και τα  δυο 
πόδια. Από όποια μεριά όπως και να ήτανε, όπως και να γινότανε, όση δύναμη είχε το δεξί 
την ίδια δύναμη είχε και το αριστερό. Για να φτιάξω το αριστερό πόδι όταν ήμουνα μικρός, 
ξεκινώντας από τον Αρχιμήδη σε ηλικία 12‐13 χρονών που υπέγραψα το πρώτο δελτίο, ο 
προπονητής που είχα εκεί μου είχε δέσει μια μπάλα μέσα σε δίκτυ με ένα σχοινάκι και με 
έβαζε, γιατί εγώ ήμουνα δεξιοπόδαρος, να παίζω  με το αριστερό πόδι. Την κράταγα στο 
χέρι και την άφηνα να πέσει κλοτσώντας πάντα με το αριστερό. Όλο με το αριστερό. Ήρθε ο 
καιρός και έγινε το αριστερό πόδι ισάξιο με το δεξί. Αρκεί να ξέρεις το μυστικό. Ολοι 
μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε. 
Γ.Κ. Ποιος σε έβαλε να το κάνεις αυτό; 
Μ.Λ. Σόλων Βατικιώτης λεγόταν τότε ο προπονητής αυτός, ήταν επιστάτης στην σχολή που 
πήγαινα τον Αρχιμήδη. Ήταν ποδοσφαιριστής και αυτός αλλά είχε κτυπήσει τα πόδια του 
και δεν μπορούσε να παίξει πια ποδόσφαιρο. Έτσι η σχολή που θέλησε να φτιάξει ομάδα 
τον χρησιμοποίησε στην θέση του προπονητή. Είχε το όνομα της σχολής, συντηρείτο από 
την σχολή ως διαφορετική οντότητα και συμμετείχε στο πρωτάθλημα του Πειραιά. Ήταν 
στην Α κατηγορία Πειραιώς όταν πήγα εγώ εκεί. Έπαιξα ένα με ενάμιση χρόνο και είχαμε 
κάνει ένα παιγνίδι κυπέλλου με τον Εθνικό Πειραιά. Εκεί με είδαν αυτοί. Ο Αρχιμήδης ήτανε 
παράρτημα του Εθνικού. Ο Εθνικός τους βοήθαγε και ήτανε παράρτημα δικό του. Όποιον 
ήθελε (από την ομάδα του Αρχιμήδη) τον έπαιρνε. Εκείνη την εποχή για το κύπελλο 
Ελλάδος γινόταν κλήρωση και με οποίον έπεφτες, δηλαδή μια ομάδα της 4ης Εθνικής θα 
μπορούσε να παίξει με μια ομάδα της 1ης Εθνικής. Εμείς είχαμε πέσει με τον Εθνικό 
Πειραιά. Έτσι με είδε ο Καρέλλας και έγινε η μεταγραφή μου. Την εποχή εκείνη ήταν 
προπονητής στον Εθνικό ένας Αυστριακός. Αυτός με πήρε. Αυτός επέμενε μαζί με τον 
Καρέλλα αφού με είδαν σε αυτό το παιγνίδι, να έχω κάνει τον Αλέκο τον Κοζομπόλη να 
τρέχει και να μην φτάνει   
 
Γ.Κ. Σημείωση: Ψάχνοντας στο διαδίκτυο είδα πως ο Εθνικός Πειραιώς είχε προπονητή τον 
Αυστριακό Λούκας Αουρέντνικ από το 1962 έως το 1963. 
Επίσης βρήκα τα ακόλουθα για τον αντίπαλο του Μηνά τον Αλέκο Κοζομπόλη (γεννηθέντα 
το 1934), από συνέντευξη του. 
Ο  Αλέκος Κοζομπόλης υπηρέτησε πιστά τον Εθνικό Πειραιώς σαν αριστερό μπάκ από το 
1949 και μετά την αποχώρηση του Μανώλη Κλικόπουλου (πήγε στην ΑΕΚ), το 1959 μέχρι το 
1965 ως σέντερ‐μπάκ. Ήταν πολύ σκληρό μπάκ και από την πλευρά του δεν πέρναγε ποτέ 
μπάλα και παίκτης μαζί. Ήταν όμως «καθαρός» παίκτης, αγαπητός και σε αθλητικά πλαίσια 
αφού στα 16 χρόνια είχε πάρει μόνο 2 κόκκινες κάρτες κι αυτές άδικα όπως είπε σε κάποια 
συνέντευξη. 

 
Φωτογραφία: Αλέκος Κοζομπόλης 
 
Το 1959 ήρθε ο Ματζεβελάκης με μια βαλίτσα λεφτά. 750.000 δρχ. για να τον πάρει στον 
Παναθηναϊκό και τα είχε βρει σε όλα με τον Γενικό Αρχηγό του Εθνικού κ. Βασιλόπουλο. Σε 
εκείνον θα έδινε ένα διαμέρισμα στο Πασαλιμάνι αξίας 150.000! Όμως δεν ήταν γραφτό. 
Πήρε τηλέφωνο ο Δημήτρης Καρέλλας και ακύρωσε την μεταγραφή του. Την ίδια χρονιά ο 
Ολυμπιακός θα έπαιζε με την Μίλαν και τον ζήτησαν όμως για μια ακόμα φορά ο Καρέλλας 
δεν τον έδωσε και πήραν τον Γιώργο Λαιμό. Για αντάλλαγμα που δεν έγινε η μεταγραφή 
του την χρονιά αυτή με έβαλαν στην ΕΗΑΠ, σημερινή ΔΕΗ. 
Στην Εθνική ήταν πάντα στον πάγκο γιατί έβαζαν να παίζουν οι παίκτες του ΠΟΚ. 
Έχει αφηγηθεί την μυθική ιστορία, πως εμποδίσαν τον Εθνικό να πάρει το πρωτάθλημα και 
να γίνει πανίσχυρος. 
Το 1957  ο Εθνικός ήταν πρώτος με 4 βαθμούς διαφορά από τον Ολυμπιακό και θα έπαιρνε 
το πρωτάθλημα. Η Εθνική Ουγγαρίας ζητούσε πολιτικό άσυλο λόγω της εισβολής της 
Ρωσίας στην χώρα τους. Έτσι η ΕΠΟ βρήκε ευκαιρία να τιμωρήσει τον Εθνικό με μηδενισμό 
σε 4 αγώνες, με το αιτιολογικό ότι έπαιξε με επαγγελματικές ομάδες και μάλιστα από το 
κομμουνιστικό μπλοκ. Ο Καρέλλας είχε συμφωνήσει  να πάρει στην ομάδα του Εθνικού 
τους παγκόσμιους παικταράδες Πούσκας, Κότσις, Χιντεγκούτι, Μπόζικ. Με την τιμωρία 
όμως αυτή όλα χάθηκαν για τον Εθνικό αλλά κυρίως χάθηκε η ευκαιρία να γίνει 
πανίσχυρος. Ο Πούσκας μετα από αυτό κατέληξε στην Ρεάλ Μαδρίτης και έγινε ο ηγέτης 
της. 
Μ.Λ. Έπαιξα έξω αριστερά. Την εποχή εκείνη το γήπεδο του Καραϊσκάκη ήταν ξερό. Αυτοί 
είχαν παπούτσια με τάπες από κάτω ενω εμείς δεν είχαμε. Είχαμε κάτι παπούτσια τα 
σπάικς όπως είχανε οι μικροί του Ολυμπιακού, κάτι παπούτσια σαν Ελβιέλα, τα οποία από 
κάτω είχανε σχάρες για να μην γλιστράνε, καρφωμένες (σε σχήμα) σαν το δάκτυλο μου. 
Ήταν ελαφριά σαν να μην φόραγες παπούτσια.  
 
Γ.Κ. Σημείωση για τους νεότερους 
 
Αντιγράφω 
 
“Τι κι αν οι νεότεροι εξ ημών δε μπορούν να σκεφτούν την εικόνα που αντιστοιχεί στη λέξη 
ελβιέλα; Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 80 τουλάχιστον ‐και πολύ προτού τα all star 
κατακτήσουν τους δρόμους και τα editorials μόδας‐ όποιος ήθελε να αναφερθεί σε πάνινα 
παπούτσια με λαστιχένια σόλα αυτήν ακριβώς τη λέξη χρησιμοποιούσε για να τα 
περιγράψει. 
Τα συγκεκριμένα αθλητικά παπούτσια ονομάστηκαν έτσι από την ΕΛ.ΒΙ.ΕΛΑ., την Ελληνική 
Βιομηχανία Ελαστικών που δραστηριοποιήθηκε στη χώρα μας από το 1940 έως τη δεκαετία 
του 60 που έκλεισε και εισήγαγε αυτού του είδους τα παπούτσια στην Ελλάδα. 
Λίγο μετά τα αθλητικά παπούτσια άρχισαν να αποκαλούνται σπορτέξ εξ αφορμής της 
ομώνυμης εταιρίας παπουτσιών που πλέον τα εισήγαγε μαζικά.” 
 

 
 
Το κυριότερο από όλα είναι πως ήταν Ελληνικά! 

 
 
Φωτογραφία της αγαπημένης Ελβιέλας. 
 
Κατόπιν όταν αρχίσαν  να εισάγονται τα Adidas που ως ξενόφερτα αγάπησε περισσότερο  ο 
Έλληνας τα Ελβιέλα εξαφανίστηκαν, και ας ήταν να πληρώνεις ένα τουλάχιστον 
βδομαδιάτικο για το εισαγόμενο προϊόν. 
 
 
Μ.Λ Τέτοια παπούτσια (με σχάρες) είχανε και οι μπέμπηδες του Ολυμπιακού την εποχή 
εκείνη. 
Είχαμε παίξει εκείνη την εποχή η ομάδα του Αρχιμήδη με τους μπέμπηδες και τους είχαμε 
βάλει 4 γκολ. Είχανε τρελαθεί, είχαμε φοβερή ομάδα την εποχή εκείνη, αλλά έναν έναν 
αρχινάγανε και μας βουτάγανε. Έναν ο Αργοναύτης, έναν ο Ιωνικός, έναν ο Εθνικός. 
 
Γ.Κ. Σημειώσεις 
 
Μπέμπηδες ονομάζονται σήμερα οι ομάδες νέων: 
Κ20 (κάτω από 20 χρονών) 
Κ19 (κάτω από 19 χρονών) 
Κ17(κάτω από 17 χρονών) και ούτω κάθε εξής. 
 

 
Φωτογραφίες, σύγχρονου παπουτσιού με σχάρες &  σύγχρονου παπουτσιού με τάπες 
 
Το δεύτερο βελτιώνει σαφέστατα τις επιδόσεις του ποδοσφαιριστή στο γήπεδο όταν ο 
χώρος γλιστρά. 
 
Γ.Κ. Στον Αρχιμήδη σε είχε στείλει η μάνα σου να σπουδάσεις Ηλεκτρολόγος; 
Μ.Λ. Με πλαστή υπογραφή υπόγραψα δελτίο και πήγα εκεί γιατί ήμουν μικρός, δεν 
πιανότανε. 
Έπρεπε να βάλει υπογραφή η μάνα μου, και βρήκα μια γειτόνισσα εκεί και υπέγραψε τάχα 
πως ήταν η μάνα μου. 
Γ.Κ. Πόσων χρονών έπρεπε να ήσουν όταν υπόγραψες. 
Μ.Λ. Δεκατριών χρονών ήμουν αλλά δεν υπήρχε πρόβλημα αν υπέγραφε η μάνα μου. 
Έπρεπε να υπογράψει ο γονέας μου, η ο πατέρας μου η η μάνα μου, εγώ πατέρα δεν είχα. 
Αυτοί είχανε τα μέσα μέσα στην Αστυνομία και πήραμε μια γυναίκα πως τάχα ήταν η μάνα 
μου. Μήπως δείξαμε ταυτότητες; Γιατί είχα εγώ ταυτότητα; Αλλά είχανε αυτοί τον τρόπο. 
Γ.Π. Τα πράγματα τότε δεν ήταν αυστηρά  
Γ.Κ. Έκλειναν τα ματιά, αν ήθελαν να βοηθήσουν κάποιο παιδί η τον σύλλογο. 
Να σε ρωτήσω και κάτι άλλο, μέσα από την πορεία σου στον σύλλογο, έχεις να θυμηθείς 
κάποιες χαρακτηριστικές η ηρωικές στιγμές; 
Μ.Λ. Ε βέβαια έχω αρκετές. Όταν κερδίσαμε την Αμφιάλη, την χρονιά που χάσαμε την 
άνοδο στην κατηγορία, να ανέβουμε στην Β Εθνική κατηγορία. 
Γ.Κ. Εντός έδρας ήταν η εκτός; 
Μ.Λ. Εντός έδρας κερδίσαμε 1‐0. Κτύπησα ένα φάουλ εγώ, και το σέντερ μπάκ έβαλε γκολ 
με το κεφάλι, δεν μπορώ να θυμηθώ το όνομα αυτή τη στιγμή, ήτανε λιγάκι και αυτός 
αρπάχτρα. 
Γ.Κ. Τι εννοείς τον πλήρωνε ο σύλλογος η άλλοι σύλλογοι; 
Γ.Π. Τον πλήρωναν οι άλλοι σύλλογοι 
Μ.Λ. Εντάξει ρε δεν την έκανε σε αυτό το παιγνίδι την έκανε σε άλλο. Είχε κατέβει σαν 
σέντερ φορ εκεί και την ώρα που κάνω εγώ το φάουλ κάνει μια κεφαλιά, μπαίνει γκολ και 
κερδίσαμε 1‐0.  
Μου έχει μείνει όταν παίξαμε με τον Εργοτέλη, όχι στην Κρήτη, εδώ, το πρώτο γκολ που 
έκανα από την σέντρα και έπαιζε τερματοφύλακας ο Αναστασιάδης του ΟΦΗ ο οποίος είχε 
πάει στον Εργοτέλη. Ο Αναστασιάδης άφησε το τέρμα του και ήλθε και με αγκάλιασε.  
Γ.Κ. Είχε βγει έξω ο τερματοφύλακας; Θυμάμαι ένα τέτοιο γκολ του Χαραυγιακού όταν 
ήμουνα παιδάκι. 
Μ.Λ. Ναι. Ήταν μεγάλος σε ηλικία ο Αναστασιαδης,35 χρονών τότε, ενώ εγώ ήμουν το 70 
τόσο 25‐26, αλλά ήμουνα στρουμπουλός γιατί χλαπάκιαζα. 
Γ.Κ. Θυμάμαι ότι είχες κοιλιά αλλά μπορούσες να τρέχεις γρήγορα παρόλα αυτά.  
Μ.Λ. Πώς να στο πω, δεν ήταν σαν πατσάς, ήταν πολύ σφικτό το σώμα μου γιατί 
γυμναζόμουνα. Δεν έχανα προπόνηση, δεν έχανα τίποτα, γιατί μου άρεσε και αυτό που 
έκανα το ζουσα. Δεν το έκανα αγγαρεία. 
 
Ο κακός δαίμονας του Πετράκη. 
 
Μ.Λ. Άλλη μια φορά όταν πρωτοήλθα στον Χαραυγιακό, είχα υπογράψει αλλά δεν είχε 
εγκριθεί το δελτίο μου είχαμε κάνει ένα φιλικό και παίξαμε με την Κηφισιά, στο παλιό 
γήπεδο στο οποίο τα γκολπόστ ήταν από την μεριά που τώρα είναι το ντουβάρι. 
Τερματοφύλακας έπαιζε ένας του ΟΤΕ, και γίνεται ένα φάουλ, στη σέντρα  κοντά στη 
γραμμή του άρατου. Παίρνω φόρα και το χτυπάω, και όπως είναι εδώ το τέρμα, το κάτω 
που είχε το ντουβάρι, γιατί η εξέδρα ήταν όλο χώμα όπως μπαίναμε από το δεξί μας, και 
μπαίνει απ’ ευθείας γκολ. Όπως ήταν το δοκάρι η μπάλα πήγε στη γωνία. Τερματοφύλακας 
έπαιζε ο Πετράκης, πολύ καλός τερματοφύλακας, ο οποίος ήταν και στον ΟΤΕ, μιλάμε για 
λάστιχο τερματοφύλακα. Την εποχή εκείνη από τους καλύτερους της Α κατηγορίας. Έφαγε 
αυτό το γκολ και έπαθε μπλάκ άουτ. Όποτε παίζαμε Κηφισιά – Χαραυγιακός ότι ώρα ήθελα 
έβαζα γκολ. Από όπου και αν σουτάριζα δεν μπορούσε να πιάσει την μπάλα. Το παιδί μου 
το είπε, είχε πάθει ψυχικό ταράκουλο μου. Όταν με έβλεπε με τον Χαραυγιακό, ακόμα και 
με τη ΔΕΗ που παίξαμε όταν με έβλεπε κατουριόταν επάνω του που λέγανε. Έφαγε γκολ 
μέσα στην Κηφισιά που κερδίσαμε μέσα απ’ τα πόδια του. Έπιασε την μπάλα και του’φυγε 
η μπάλα απ’ τα χέρια και πήγε μέσα. Μόνο που με έβλεπε πάθαινε ψυχικό τραλαλά. Όσες 
φορές σουτάριζα και πήγαινε η μπάλα μέσα δεν μπορούσε να την πιάσει. Αυτό μου έχει 
μείνει γιατί μου το είπε ο ίδιος. Όταν παίξαμε ο ΟΤΕ εναντίον της ΔΕΗ και πήραμε το 
πρωτάθλημα, μου λέει “ ρε που στη είσαι ο κακός μου δαίμονας, ήτανε να κάνω 
μεταγραφή να πάω στον Παναθηναϊκό και δεν έγινε η μεταγραφή από το γκολ το δικό σου 
που έφαγα από τη σέντρα.” Ήταν το 65 τότε που είχα πάει φαντάρος και είχα πάρει άδεια. 
Δεν είχε έλθει ακόμα από την ΕΠΟ το δελτίο μου, ήτανε φιλικό, δεν είχε αρχίσει ακόμα το 
πρωτάθλημα. Και στην Κηφισιά μέσα ένα πέναλτι που χτύπησα, μου φεύγει εμένα η μπάλα 
από τα πόδια και του’φυγε και αυτουνού από τα πόδια και έγινε γκολ.  
Γ.Κ. Θυμάσαι κάτι από παράγοντες του Χαραυγιακού η από τον Καρέλλα? 
Μ.Λ. Δεν μπορώ να συγκρίνω τον Καρέλλα. Ήταν άνθρωπος που του άρεσε το ποδόσφαιρο 
και έριξε πολλά λεφτά. Δεν είμαι μορφωμένος για να μπορώ να τον κρίνω αλλά με το λίγο 
μυαλό που έχω πιστεύω πως έπεσε θύμα, τον φάγανε οι ξύπνιοι που πέσανε δίπλα του. 
Όταν εγώ φέρ’ ειπείν έκανα μεταγραφή 300 χιλιάρικα και τα ‘δώσε σε σένα να μου τα 
δώσεις (ο Λουμπάκος πηρέ μόνο τα 30) για φαντάσου τι γινότανε με τις μεταγραφές που 
στοίχιζαν εκατομμύρια.  
Γ.Κ. Πλήρωνε 1000% περισσότερο. 
Μ.Λ. Να σου πω εγώ τι πλήρωνε. Όταν έκανε μεταγραφή να πάρει παραδείγματος χάριν 
από τον Εθνικό Αστέρα τον Κρητικόπουλο, λέω ένα όνομα στη τύχη, χωρίς να ξέρω αλλά 
επειδή έμαθα κάποια πράγματα. Έδωσε π.χ. την εποχή εκείνη ενάμιση εκατομμύριο. Ο 
Κρητικόπουλος όμως δεν στοίχισε την εποχή εκείνη παραπάνω από 150 χιλιάδες. Και πολλά 
λέω, δεν ξέρω αλλά κάπου εκεί πρέπει να πήγε.  
Γ.Κ. Μπορεί κάποια από αυτά τα χρήματα να ήταν για την ομάδα. 
Μ.Λ. Ήταν έξτρα της ομάδας, αυτά που λέω ήταν για τον παίκτη.  Τον ενάμιση εκατομμύριο 
δεν ήταν για την ομάδα και τον παίκτη. Τα λεφτά τα δικά μου τα 300 που έδωσε δεν ήταν 
να τα πάρει η ομάδα, η ομάδα πήρε αυτά που έπρεπε να πάρει. Δεν ξέρω τι είχε 
συμφωνήσει η ομάδα, εγώ πήγα και συμφώνησα τα δικά μου τα λεφτά. Και να μου έλεγε 
πως εγώ δεν θα πάρω φράγκο θα υπέγραφα αφού θα πήγαινα στην Α Εθνική.  
Γ.Κ. Από τους παράγοντες του Χαραυγιακού θυμάσαι κάποιες ιστορίες να πεις? 
Μ.Λ. Δεν έχω από κανένα παράπονο. Μπορεί οι άνθρωποι να μην είχαν την δυνατότητα να 
μου προσφέρουν ας πούμε ένα χιλιάρικο σε κάθε παιγνίδι, εμένα δεν με πείραζε. Με 
ευχαριστούσε ο τρόπος που μου φερόντουσταν και που με αγαπάγανε. Όπως είμαστε και 
σήμερα. Δεν έχει αλλάξει κάτι για μένανε από όσους ζούνε, αλλά και αυτοί που φύγανε την 
ίδια εντύπωση θα είχανε για μένα. Δεν θα άλλαζε η εντύπωση τους γιατί εγώ δεν έδειξα 
κάτι, ότι με ενδιαφέρει το χρήμα, και μετα από την στιγμή που είχα μπει και στη ΔΕΗ είχα 
το μεροκαματάκι μου, δεν με ένοιαζε τίποτα.  
 
Αναγνώριση για την μάνα 
 
Μ.Λ. Τα λεφτά δεν μ’ έχουν επηρεάσει, όχι ότι δεν θέλω να έχω για να μπορώ να περνάω 
καλά, προς Θεού, δεν νομίζω να υπάρχει άνθρωπος που να θέλει να πάει να ζητιανέψει η 
να μην έχει να φάει ψωμί. Όλα αυτά που μου έχει δώσει ο Θεός για ένα παιδί όπως εγώ 
που ήμουνα μόνος μου και η μάνα μου έκανε 4‐5 δουλειές για να με ζήσει, δεν μου έλειπε 
τίποτα από την μάνα μου και ας μην υπήρχε το ποδόσφαιρο. Ήμουνα με τα χαρτζιλίκια μου, 
ήμουνα με το φαΐ μου με τα ντυσίματα μου, ήμουνα με τα πάντα. Η μάνα μου δούλευε στη 
ΧΡΩΠΙ, και όταν δεν δούλευε πήγαινε και καθάριζε σπίτια, έπλενε, έκανε, δεν μου ‘λείπε 
τίποτα.  
Για αυτό δεν με ελκούσαν τόσο τα λεφτά. Είχα μια νονά και ένα νονό που είχαν ένα 
καφενείο δικό τους. Χωρίς χαρτζιλίκι δεν πήγαινα ποτέ στο σχολείο εγώ.  
Άλλο αν δεν μου άρεσε το σχολείο και έπαιρνα την τσάντα και την άφηνα απέναντι από το 
Καραϊσκάκη που ήταν το Γαλλικό νεκροταφείο και την κρύβαμε μέσα στους τάφους για να 
πάμε να παρακολουθήσουμε την προπόνηση του Ολυμπιακού. 
Γ.Κ. Την φύλαγε ο πεθαμένος την τσάντα! 
Μ.Λ. Ναι, τραβάγαμε την πλάκα, δεν ήμουν μόνος μου ήμασταν συμμορία, 4, 5 βάζαμε τις 
τσάντες μέσα και την ώρα που ήταν η λήξη του σχολείου πηγαίναμε τις παίρναμε και 
πηγαίναμε σπίτι. Τις άλλες ώρες ήμασταν μες του Καραϊσκάκη, ήταν ο Μπαρμπαλιάς Πότης 
που έπαιζε στον Ολυμπιακό και έφερνε μια μπάλα ποδοσφαιρικά και πηγαίναμε μέσα στο 
γήπεδο κάτω από τις εξέδρες όταν δεν υπήρχε προπόνηση και παίζαμε. Βάζαμε τέρματα το 
ένα από εδώ το άλλο από εκεί και σουτάραμε ποιος θα βάλει τα πιο πολλά γκολ. Μόλις 
πήγαινε η ώρα μιάμιση δυο παρά σχολάγαμε υποτίθεται από το σχολείο παίρναμε τις 
τσάντες από το νεκροταφείο και γυρίζαμε σπίτι. 
Γ.Κ Σημείωση: 
Ο Πότης Μπαρμπαλιάς ήταν ένας ποδοσφαιριστής που αγωνίστηκε στον Ολυμπιακό (1960‐
1968) ωστόσο δεν έκρυψε ότι η ομάδα που υποστήριζε ήταν η ΑΕΚ 
Αυτός ο παίκτης θεωρούταν ο διάδοχος του Ηλία Υφαντή και η παρουσία του δεν πέρασε 
απαρατήρητη από το «λιμάνι». Παρόλα αυτά σε συνέντευξη του το 1961, όντας 
ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού, ο Αμφιαλιώτης  δεν έκρυψε ότι ήταν ΑΕΚ λόγω 
…ιδεολογίας! 

 
 
Η εφηβική επανάσταση 
 
Μ.Λ. Η μάνα μου δούλευε, η γιαγιά μου δεν ήξερε ούτε γράμματα ούτε τίποτα, μόλις 
πήγαινα σπίτι έλεγα θα πάω έξω να παίξω μπάλα. Η γιαγιά φώναζε “η μάνα σου είπε να 
γράψεις και μετα να βγεις.” Να γράψω; Έπαιρνα και εγώ το τετράδιο και έκανα διάφορα 
σχήματα, και έγραφα 6‐7 γραμμές με αρλούμπες. Έλα γιαγιά τέλειωσα. Αυτή μου έλεγε 
“τώρα μπορείς να πας να παίξεις αλλά εδώ όχι μακριά.” Τι να κάνω δεν μου αρέσαν τα 
γράμματα! Έπαιρναν την μάνα μου μέσα από το σχολείο και ερχόταν και με έπαιρνε μέσα 
από το Καραϊσκάκη. Με έγραψε σε ιδιωτική σχολή κάτω στον Αριστοτέλη να πάω για 
ηλεκτρολόγος – μηχανολόγος και εγώ αντί να πηγαίνω στη σχολή πήγαινα στο Πασαλιμάνι. 
Πηγαίναμε 3‐4 νοικιάζαμε μια βάρκα και κάναμε βαρκάδα και μόλις πέρναγε η ώρα του 
σχολείου γυρίζαμε σπίτι. Της το έλεγα, “μη με στέλνεις δεν θα πάω”. Εκείνη μου έλεγε να 
μάθεις γράμματα να γίνεις σωστός άνθρωπος. Βρε δε θέλω να γίνω σωστός άνθρωπος, 
δηλαδή τώρα τι είμαι αλήτης;  Όχι – ε άσε‐με έτσι θέλω να είμαι. 
 
Γ.Π. Αυτή είναι η ιστορία μας.  
 
Γ.Κ. Ευχαριστούμε πάρα πολύ τον Μηνά για την τιμή που μας έκανε και την χαρά να μας 
μιλήσει. 

You might also like