You are on page 1of 24

ΜΑΓΓΑΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΜΗΔΕΙΑΣ

(ΟΒΙΔΙΟΥ, ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ, VII, 1-424)*

1. Ο Μύθος της Μήδειας

Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, η Μήδεια 1 (: η πονηρή) ήταν κόρη του Αιήτη, βασιλιά
της Κολχίδας, εγγονή του Ήλιου και ανηψιά της μάγισσας Κίρκης. Κατοικούσε στην Αία (: γη).
Μητέρα της ήταν η Ωκεανίδα Ιδυία. Τυφλωμένη από έρωτα, πολέμησε τον πατέρα της, προκειμένου
να βοηθήσει τον Ιάσονα να πάρει το χρυσόμαλλο δέρας. Έφυγαν μαζί, αφού διαμέλισε τον αδελφό της
Άψυρτο, ώστε να καθυστερήσει τον Αιήτη, ο οποίος τους κυνηγούσε. Ο Ιάσονας την παντρεύτηκε και
έκανε μαζί της δύο παιδιά. Για να τον ευχαριστήσει, έβαλε τις κόρες του άρρωστου Πελία να
σκοτώσουν τον πατέρα τους, πείθοντάς τις ότι με αυτόν τον τρόπο θα τον έκαναν πάλι νέο, κάτι που
είχε κάνει η μάγισσα με τον Αίσονα, πατέρα του αγαπημένου της. Ο Ιάσονας όμως τελικά εγκατέλειψε
τη Μήδεια για την Κρέουσα ή Γλαύκη, κόρη του βασιλιά της Κορίνθου. Η Μήδεια έκαψε την αντίζηλό
της με τη βοήθεια ενός δηλητηριασμένου πέπλου και στη συνέχεια δολοφόνησε τα ίδια της τα παιδιά,
για να εκδικηθεί τον άπιστο σύζυγό της. Η ηρωίδα ξέφυγε χάρη σε ένα ιπτάμενο άρμα, το οποίο είχε
προσφέρει ο Ήλιος σε όλες τις θεότητες του ουρανού. Μετά από αρκετές περιπλανήσεις, η ηρωίδα
κατέφυγε στην Αθήνα, όπου παντρεύτηκε το βασιλιά Αιγέα. Εκεί προσπάθησε να σκοτώσει το γιο του,
Θησέα, του οποίου την ύπαρξη αγνοούσε ο Αιγέας. Αφότου εξορίστηκε, επέστρεψε στην Κολχίδα,
όπου δολοφόνησε τον Πέρση, σφετεριστή του θρόνου του Αιήτη, ο οποίος επανήλθε με αυτόν τον
τρόπο στην εξουσία. Όσο για τη Μήδεια, οι θεοί την έκαναν αθάνατη, καθώς γιάτρεψε τον Ηρακλή
από την τρέλα του.
Όπως παραδίδουν οι μυθογραφικές πηγές, έμεινε πια στα Ηλύσια Πεδία, όπου παντρεύτηκε τον
Αχιλλέα και έγινε αντικείμενο λατρείας στη Θεσσαλία και την Κόρινθο, ταυτισμένη συχνά με τη θεά

1
* Το παρόν άρθρο παρουσιάστηκε συντομευμένο -σε μορφή ανακοίνωσης- στο Α’ Ετήσιο Συμπόσιο του Συλλόγου
Μεταπτυχιακών Φοιτητών και Υποψηφίων Διδακτόρων του Τμήματος Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων (15 & 16
Μαΐου 2010).
Oι βασικότερες πηγές για το μύθο της Μήδειας είναι οι ομώνυμες τραγωδίες του Ευριπίδη και του Σενέκα, τα Αργοναυτικά
του Απολλώνιου Ρόδιου (τα οποία μετέφρασε στα λατινικά ο Βάρρων Ατακινός), αλλά και του Βαλέριου Φλάκκου, καθώς
και ο Υγίνος, Fabulae, 22-4, 27, 37, τα Κορινθιακά του Εύμηλου, ο 4ος Πυθιόνικος του Πινδάρου, τα σχόλια του Τζέτζη
στην Αλεξάνδρα του Λυκόφρονα, ο Διόδωρος, ΙV, 46, ο Απολλόδωρος, Ι, 9, 23 και ο Παυσανίας, ΙΙ, 3, 6 κ. εξ.· VIII, 11, 2
κ. εξ. Ο μύθος της ενέπνευσε πολλούς ποιητές (Νεόφρων, Δικαιογένης, Καρκίνος, Έννιος, Άκκιος, Οβίδιος, Λουκανός,
Κουριάτιος Ματέρνος), οι οποίοι έγραψαν ομώνυμες τραγωδίες, χαμένες σήμερα, εκτός από λίγα αποσπάσματα. Ο
Σοφοκλής της είχε αφιερώσει τέσσερις τραγωδίες, οι οποίες επίσης δεν σώζονται ακέραιες (Ριζοτόμοι, Κολχίδες, Σκύθαι και
Πελιάδες). Επιπλέον, σχεδόν όλα τα κείμενα που σχετίζονται με τη μαγεία αναφέρονται άμεσα ή έμμεσα στη Μήδεια. Η
επίδραση της προσωπικότητάς της ήταν καταλυτική στη μεταγενέστερη πεζογραφία, κυρίως στην τραγωδία της Δύσης,
ακόμα και στην όπερα· βλ. π. χ. E. Griffiths (2006), 103 κ. εξ. Για όλα τα επεισόδια που αφορούν στη Μήδεια, τις πλούσιες
πηγές που τα παραδίδουν (τεκμηρίωση) και τις παραλλαγές των μύθων, βλ. την εξαιρετική ανάλυση των Ι. Θ. Κακριδή
(επιμ.)-Ε. Δρακωνάκη-Καζαντζάκη κ. α., Ελληνική Μυθολογία, IV, σελ. 157-184.

1
Υγεία. Πρόκειται, στην πραγματικότητα, για σεληνιακή θεότητα, κόρη του αντίστοιχου Άδη των
Θεσσαλών, η οποία σιγά-σιγά υποβαθμίστηκε σε απλή ηρωίδα με μαγικές ιδιότητες. Λατρευόταν
κυρίως στην Κόρινθο (όπου υπήρχε και ναός του Ήλιου, στον Ακροκόρινθο), πριν η λατρεία της Ήρας
Ακραίας την υποσκελίσει. Σύμφωνα με την παράδοση, η ίδια η Μήδεια, όσο ήταν βασίλισσα της
πόλης, ίδρυσε το ναό της συγκεκριμένης θεάς. Εκεί υπήρχε ένα μνημείο για τα παιδιά της φόνισσας,
που λατρεύονταν ως θεοποιημένοι νεκροί από επτά αγόρια και επτά κορίτσια, τα οποία –με ξυρισμένο
κεφάλι και μαύρα ρούχα- θρηνούσαν και προσέφεραν θυσίες.

2. Η Μήδεια στις Μεταμορφώσεις του Οβιδίου

Οι Μεταμορφώσεις του Οβιδίου2 είναι ένα θελκτικό και ευχάριστο κείμενο, που απαρτίζεται
κυρίως από ελληνικούς, αλλά και ρωμαϊκούς μύθους, οι οποίοι καταλήγουν πάντοτε σε μια
μεταμόρφωση. Παράλληλα όμως, είναι ένα εκτενές επικό έργο, με περίπλοκη δομή, το οποίο
παρουσιάζει πολλά προβλήματα. Ο ποιητής δεν αρκείται σε μια περιγραφή των μύθων· επιχειρεί να
κάνει λεπτή ψυχολογική ανάλυση των χαρακτήρων του και περιγραφή των συναισθημάτων, των
φόβων, των ιδεών και αντιλήψεών τους. Από τους στίχους αυτού του μυθολογικού έπους ξεπηδούν
πλήθος θρησκευτικών, κοινωνικών, φιλοσοφικών και άλλων στοιχείων, τα οποία είναι συχνά
δυσδιάκριτα και κινούνται μεταξύ μυθολογικής φαντασίας, αλληγορίας και πραγματικότητας της
Αυγούστειας περιόδου. Ο Οβίδιος έχει προσλήψεις από όλη την προγενέστερη γραμματεία, συχνά
όμως μετασχηματίζει τους μύθους, προσθέτοντάς τους νέα στοιχεία, βασισμένα στην ποιητική του
έμπνευση.
Ο μύθος της Μήδειας, αγαπητός σε πλήθος αρχαίων συγγραφέων, οι οποίοι αρέσκονται στο να
τον επεξεργάζονται και να τον διασκευάζουν, δημιουργώντας διάφορες παραλλαγές του, ενδιαφέρει
τον ποιητή σε πολλά επίπεδα. Το πρώτο στοιχείο που υπάρχει είναι η ίδια η μεταμόρφωση 3: ο Αίσονας,
οι τροφοί του Διονύσου, όπως και οτιδήποτε ραντιστεί με το μαγικό φίλτρο της Μήδειας, αποκτούν εκ
νέου τη νεότητά τους. Το επόμενο στοιχείο είναι ο έρωτας: ο μονόλογος της Μήδειας αποκαλύπτει μια
γυναίκα, η οποία ταράζεται από εσωτερικές συγκρούσεις, γεμάτη πάθος για τον ωραίο Ιάσονα. Ως
προσωπικότητα, σχοινοβατεί ανάμεσα στη λογική και την παραφροσύνη, όπως και άλλες ηρωίδες του
ποιητή που ταλανίζονται από ανόσιους έρωτες 4. Διχάζεται ανάμεσα στην οικογένεια και την πατρίδα
από τη μια μεριά και τη γοητεία του αγνώστου από την άλλη. Ο έρωτας οδηγεί την ηρωίδα στο να

2
Αξεπέραστο παραμένει το οκτάτομο έργο του F. Bömer, P. Ovidius Naso, Die Metamorphosen, Heidelberg, 1969-1985,
με ενδελεχή σχολιασμό πάνω στο κείμενο.
3
Για τη σχέση μαγείας και μεταμόρφωσης, βλ. G. Cipriani (εκδ.), Parola alla magi: dalle forme alle metamorfosi, , Bari,
2004.
4
Π. χ. η Σκύλλα για τον εχθρό του πατέρα της, Μίνωα (Μet., VIII, 11-151), η Βύβλις για τον αδελφό της (IX, 453-665), η
Μύρρα για τον πατέρα της (X, 312-518)

2
χρησιμοποιήσει τη μαγική της τέχνη, πρώτα για να σωθεί ο Ιάσονας, ώστε να μπορέσει να γίνει
σύζυγός της, έπειτα για να δώσει τη χαμένη νεότητα πίσω στον Αίσονα. Με το πέρασμα του χρόνου
όμως, η Μήδεια αισθάνεται την ανάγκη να εξασκήσει την τέχνη της, χωρίς λόγο· έτσι, προσποιούμενη
ότι θα ξανανιώσει τον Πελία, τον σκοτώνει, ενώ το ίδιο θα επιχειρήσει να κάνει και με τον Θησέα.
Ο ποιητής αναφέρεται μόνο επιφανειακά σε βασικά στοιχεία του μύθου 5 της Μήδειας, όπως η
δολοφονία των παιδιών της, ή αποσιωπά άλλα, όπως ο διασπαραγμός του αδελφού της, Άψυρτου, ή η
συμβολή της στην εξουδετέρωση του Τάλω, του γίγαντα-ρομπότ στην Κρήτη, κατά την Αργοναυτική
εκστρατεία6, γεγονός που εξηγεί την έντονη ανισομέρεια των επεισοδίων που αφορούν σε αυτήν. Τον
ενδιαφέρει λιγότερο η Γυναίκα της ελεγείας και η Φόνισσα της τραγωδίας και περισσότερο η Μάγισσα
του έπους και για χάρη της γράφει μερικούς από τους πιο εντυπωσιακούς στίχους της ρωμαϊκής
ποίησης, αποδεικνύοντας ότι είναι πιστός στο λογοτεχνικό είδος που υπηρετεί, τουλάχιστον στο
συγκεκριμένο έργο του. Ωστόσο, δεν είναι η μοναδική φορά κατά την οποία ασχολείται με τη Μήδεια:
η 6η και η 12η επιστολή των Ηρωίδων, καθώς και ένα ποίημα του έργου Tristia (ΙΙΙ, 9) είναι
αφιερωμένα σε αυτήν, ενώ υπάρχουν και κάποιες ακόμα σποραδικές αναφορές σε άλλα έργα, καθώς ο
ποιητής αρέσκεται γενικότερα στο να παρουσιάζει ήρωες με μαγικές ικανότητες (Γλαύκος, Κίρκη,
Πρωτέας, Σκύλλα, Μυκάλη, Διψάς, Μελάμπους). Επιπλέον, είχε συγγράψει μια νεανική τραγωδία που
έφερε ως τίτλο το όνομά της.
Συνοψίζοντας, θα λέγαμε πως το πιο σημαντικό σημείο στο έργο που μελετούμε εδώ είναι η
μεταμόρφωση της ίδιας της ηρωίδας από γυναίκα –χάνοντας μάλιστα στην πορεία τη θηλυκότητά της 7-
σε μειλίχια μάγισσα και εν συνεχεία σε αδίστακτη venefica, δηλαδή κατασκευάστρια δηλητηρίων ή
ακόμα και malefica, δηλαδή «κακούργα», όρος που αποδόθηκε στις μάγισσες την εποχή της
Αυτοκρατορίας8. Με αυτήν την ιδιότητα πια, πραγματοποιεί τις μαγγανείες που ακολουθούν. Αρχικά
5
Υπάρχουν πολλές μέθοδοι και σχολές που ασχολούνται με τις ερμηνείες των μύθων: επικούρεια, πυθαγόρεια, ορφική και
στωική θεώρηση, σαμανισμός, αλληγορία, ευημερισμός, δυισμός, ιστορική, φυσική, ηθική και εγκυκλοπαιδική παράδοση,
ορθολογισμός (συγκριτική μέθοδος, «γλωσσολογική» και «ανθρωπολογική» άποψη, ιστορική προσέγγιση, γερμανική
ιστορική και φιλολογική σχολή), Ρομαντισμός, «σχολή του μύθου και της λατρευτικής πρακτικής», «λειτουργική»
ερμηνεία, ψυχαναλυτική ερμηνεία, γαλλική κοινωνιολογική σχολή και νέα συγκριτική μέθοδος, «δομική ερμηνεία» και
«Παρισινή σχολή», στρουκτουραλισμός, αρχαιολογία, διακειμενικότητα (θεωρίες λογοτεχνίας). Τα στοιχεία που συνθέτουν
κάθε μύθο μπορεί να έχουν ποικίλες προελεύσεις (ινδοευρωπαϊκή, πελασγική, βαβυλωνιακή, φοινικική, χεττιτική, μινωική,
αιγυπτιακή και άλλες) και να εμπεριέχουν κοινούς τόπους από λαϊκές διηγήσεις, παραμυθικά, λογοποιϊκά και επικά θέματα,
απηχήσεις λαϊκών δοξασιών ή παλιών εθίμων, ονειρικά βιώματα, ταξιδιωτικές αναμνήσεις, αναμνήσεις πολέμων, ενώ δεν
λείπουν και οι πλαστοί μύθοι ή οι ποιητικές επίνοιες. Επιπλέον, οι μύθοι διαιρούνται σε διάφορες κατηγορίες: αιτιολογικοί,
θεογονικοί και κοσμογονικοί, ηρωικοί, ιστορικοί, πολιτικοί, με στόχο να προβάλλουν ένα γεγονός ή έναν ήρωα, ή να
εξηγήσουν κάποιο φαινόμενο, τελετή ή γεγονός. Για όλα αυτά τα θέματα, βλ. Ι. Θ. Κακριδής, ό. π., Ι, passim· A. Moreau
(1986), passim.
6
Είναι το πρώτο κείμενο που αναφέρεται στη βασκανία, με τη βοήθεια της οποίας η Μήδεια σκότωσε τον Τάλω· βλ.
Απολλώνιος Ρόδιος, Αργοναυτικά, IV, 1635-1690.
7
Είναι η άποψη της Gascard (1993), της Vega Vega (2005) και άλλων. H Μήδεια έπαψε να είναι γυναίκα, γι’ αυτό
εξελίχθηκε σε αδίστακτη μάγισσα, αλλά και φόνισσα-τέρας, όταν σκότωσε τα παιδιά της, τα οποία μετουσίωναν τη
θηλυκότητά της.
8
Ο πρώτος που διείδε στο θέμα της μεταμόρφωσης κάτι παραπάνω από μια φυσική μετάλλαξη ήταν ο W. S. Anderson,
«Multiple Change in the Metamorphoses», TAPhA, XCIV, 1963, 1-27. Ο G. K. Galinsky, Ovid’s Metamorphoses: An
Introduction to the Basic Aspects, Oxford, 1975, 210-7 προσέθεσε άλλη μια διάσταση, αυτή της ψυχολογικής

3
εξασκούσε την απόκρυφή της τέχνη, για να πετύχει τους όποιους σκοπούς της, ενώ εν συνεχεία
ασχολείται με τη μαύρη μαγεία, μόνο και μόνο για να αυτοεπιβεβαιωθεί ως μάγισσα, επιστρατεύοντας
κάθε πιθανή φρικαλεότητα. Αυτός ο επαμφοτερισμός είναι που χαρακτηρίζει την ηρωίδα: άλλοτε
πληγώνει και σκοτώνει, ενώ άλλοτε θεραπεύει και σώζει, με ακρογωνιαίο λίθο το ότι καταφέρνει να
αναστατώνει τόσο το μακρόκοσμο της φύσης9, όσο και το μικρόκοσμο της ανθρώπινης ψυχής.
Ο μύθος της Μήδειας μπορεί να ερμηνευθεί ποικιλοτρόπως. Συμφωνούμε απόλυτα με τη
θεωρία του Dugas, την οποία αναπτύσσει και ο Moreau10, ότι δηλαδή πρόκειται για ένα αμάλγαμα
στοιχείων, διαφορετικών προελεύσεων, προερχόμενο από πολλές περιοχές της Ελλάδας (τοπικές
μυθολογίες) αλλά και χρονικές περιόδους, εξ’ ου και το πλήθος των παραλλαγών της ιστορίας της,
αλλά και των σημείων στα οποία η Μήδεια έδρασε. Όλη η πορεία της υποδηλώνει μια σειρά από
μεταμορφώσεις: από θεότητα, ξέπεσε σε ηρωίδα, η οποία ασκούσε λευκή μαγεία, για να μετεξελιχθεί
σε μάγισσα και εν συνεχεία σε στυγνή φόνισσα. Επιπροσθέτως όπου κι αν δραστηριοποιήθηκε, ήταν
πάντοτε μια «ξένη», μια «βάρβαρη», μια «αλλοδαπή», διότι δεν θα γινόταν να δικαιολογηθούν τα
τερατουργήματά της· αν ήταν Ελληνίδα, το κοινό θα αντιδρούσε.

μεταμόρφωσης. Αξιόλογη είναι η ανάλυση της Rosner-Siegel (1982), η οποία παραθέτει πρώτα μια σειρά από έργα σχετικά
με την ερμηνεία των Μεταμορφώσεων και τη μεθοδολογία προσέγγισής τους, για να συνεχίσει, κατόπιν, με μια περιγραφή
της μετεξέλιξης (και ψυχικής κατάπτωσης) της ηρωίδας, επιμένοντας παράλληλα στην αλλαγή των συναισθημάτων της,
των συνθηκών και των τόπων, όπου διεξάγονται τα τρία βασικά επεισόδια (Μήδεια & Ιάσων, Μήδεια & Αίσων, Μήδεια
και Πελίας) που περιγράφει ο ποιητής. Αρχικά είναι μια θνητή γυναίκα, η οποία, σπρωγμένη από ανόσιο ( nefas) έρωτα
(amor), οδηγείται στο πάθος για τον εχθρό του πατέρα της, έχει, ωστόσο επίγνωση πως η επιλογή της συνιστά έγκλημα
(crimen)· άρα, διατηρεί-κατά κάποιον τρόπο ένα αίσθημα ντροπής (pudor) και ευσέβειας (pietas). Χρησιμοποιεί μάλιστα τα
μαγικά της όπλα (τα οποία μάλιστα η ίδια αμφισβητεί), για να τον βοηθήσει. Λείπει όμως κάθε περιγραφή μαγικής πράξης,
διότι η έμφαση δίνεται στις τρεις υπερφυσικές δοκιμασίες του ήρωα. Στο δεύτερο επεισόδιο, η ευσέβεια (pietas) του Ιάσονα
για τον πατέρα του, οδηγεί τη Μήδεια (η οποία δεν έδειξε τέτοια συναισθήματα για το δικό της πατέρα, ούτε τα εισέπραξε
από τον Ιάσονα) στο να τον απαλλάξει από τα γηρατειά του. Τότε αρχίζει να έρχεται στο προσκήνιο η καλοσυνάτη
μάγισσα, που έχει εμπιστοσύνη στις δυνάμεις της. Η διαδικασία αυτή χωρίζεται σε τέσσερα στάδια (εξαγνισμός, επίκληση,
αναζήτηση βοτάνων, μαγική πράξη), σε κάθε ένα από τα οποία η Μήδεια μετεξελίσσεται σιγά-σιγά από γυναίκα σε
μάγισσα, με τον Ιάσονα να απομακρύνεται όλο και πιο πολύ από αυτήν. Η δολοφονία του Πελία στο τρίτο επεισόδιο,
σηματοδοτεί την πλήρη μεταστροφή της σε μοχθηρή και αδίστακτη μάγισσα, που κατέχει το σύνολο των σκοτεινών
δυνάμεων, είναι όμως πια εντελώς στερημένη από συναισθήματα, όχι μόνο για τον Ιάσονα, αλλά για όλους τους
ανθρώπους. Πλέον, η πατρική αγάπη γίνεται πατροκτονία, το θύμα θύτης, η αγάπη μίσος και η ευσέβεια ασέβεια. H αγνή
κόρη, έχει δώσει τη θέση της σε ένα μη ανθρώπινο ον, που επιδίδεται σε μια σειρά από δολοφονίες και απόπειρες
δολοφονίας. Σε γενικές γραμμές συμφωνούμε με αυτή την ανάλυση, θεωρούμε, ωστόσο, ότι ο ποιητής ήδη από την αρχή
της εξιστόρησής του φέρνει στο προσκήνιο το μοτίβο της μαγείας, το οποίο κλιμακώνεται όσο προχωρά η αφήγησή του.
Για το συγκεκριμένο θέμα έχει χυθεί πολύ μελάνι. Συνελόντι δ’ ειπείν, αντίστοιχες θεωρίες έχουν αναπτύξει οι: Norma
(1968), Moreau (1985-7), Gallis (1992), Gascard (1993), Hinds (1993), Binroth-Bank (1994), Newlands (1997), Schmitter
(2003), Suárez de la Torre (2006) και άλλοι.
9
Ο Lesky, ό. π., τη χαρακτηρίζει «αφέντρα της φύσης» («Herrin der Natur”).
10
Dugas (1944)· o Moreau (1994) αφιερώνει ένα κεφάλαιο στη μάγισσα Μήδεια («Médée. Du surnaturel au surnaturel»,
191-217), όπου εξηγεί τα στάδια της μετάλλαξής της (191-2) και σχολιάζει την παρουσία της στον Οβίδιο (209-212).
Επίσης αναλύει όλες τις αρχαίες θεωρίες σχετικά με το μύθο της, αλλά και τις σύγχρονες θεωρήσεις (εθνολογικές,
ψυχαναλυτικές, ιστορικές και κοινωνιολογικές). Ενδεικτικό της εξέλιξής της είναι το γεγονός ότι -συν τω χρόνω- μητέρα
της θεωρήθηκε η σκοτεινή Εκάτη και όχι πια η άκακη Ιδυία. Στο ίδιο κλίμα κινείται και η Adriani (2006), στα κεφάλαια
«Né maga né barbara» (35-46) και «La moglie e la maga» (169-224). Παράλληλα, η Newlands (1997, 207) τονίζει πως ο
Οβίδιος δεν δίνει μια μορφή, αλλά αποσπασματικές εικόνες της Μήδειας, η οποία είναι ταυτόχρονα θύμα και θύτης.
Εντάσσει δε τη συμπεριφορά της σε ένα γενικότερο μοτίβο, αυτό της βίας που ασκούν γυναίκες καταπιεσμένες στα πλαίσια
του γάμου τους, όπως η Πρόκνη (άποψη την οποία πρώτος διατύπωσε ο Larmour). Ενδιαφέρον παρουσιάσει και η θεωρία
του Grmek, (1997, 8), ότι οι αρχαίοι λαοί δεν ενέκριναν οποιαδήποτε διαδικασία παραβίαζε τη φύση και τη ροή των
γεγονότων, γι’ αυτό οι συνέπειες ήσαν πάντα καταστροφικές.

4
3. Η αφήγηση του Οβιδίου

Το άμεσο πρότυπο του Οβιδίου, παρόλο που είναι προφανές ότι είχε υπόψη του όλες τις
σχετικές αρχαιοελληνικές πηγές, είναι το έπος «Αργοναυτικά» του Απολλώνιου του Ρόδιου. Οι
αλλεπάλληλες προσλήψεις δεν περιορίζονται μόνο σε ειδολογικό επίπεδο· εκτείνονται στην ανάπτυξη
του μύθου, τη σφιχτοδεμένη πλοκή, τη χαρακτηρολογία, τη λεπτομερή ανάλυση της ψυχοσύνθεσης και
των αντιδράσεων των προσώπων. Ωστόσο, ο ποιητής μεταπλάθει το υλικό του, προσδίδοντάς του νέα
ποιητική έμπνευση, επιλέγοντας, ωστόσο, μόνο όσα στοιχεία τού είναι απαραίτητα, δίχως να
λειτουργεί ούτε ως μεταφραστής, ούτε ως συμπιλητής. Η αφήγησή του γίνεται σε γ’ πρόσωπο και
διακόπτεται από δραματικούς μονολόγους και αποστροφές, που είναι στοιχεία της τραγωδίας. Η
ιστορία της Μήδειας, λοιπόν, όπως παρουσιάζεται στις Μεταμορφώσεις, χωρίζεται σε επτά –
ανισομερείς- ενότητες:
Ι. Oι Αργοναύτες στην Κολχίδα (1-6). Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός πως ο ποιητής
ασχολείται ελάχιστα με τον τεράστιο θεματικό κύκλο της Αργοναυτικής εκστρατείας. Κάνει μια
σύντομη αναφορά στο Φινέα και προχωρά αμέσως στην τραγική ερωτική ιστορία του Ιάσονα και της
Μήδειας.
ΙΙ. Μήδεια και Ιάσονας (7-158): 1. Ο μονόλογος της Μήδειας (7-73): πρόκειται για ένα
παραλήρημα, δομημένο πάνω σε ρητορικά πρότυπα και διαρθρωμένο σε ευκρινή μέρη. Ο ποιητής-
αφηγητής παρουσιάζει την απόλυτα ερωτευμένη γυναίκα, η οποία μιλά με τον εαυτό της, προσπαθεί να
ξεκαθαρίσει τα συναισθήματά της και να διαλύσει τους φόβους και τις αμφιβολίες της- 2. Η
συνάντηση (74-99): όλη η περιγραφή του ποιητή είναι γεμάτη από σχετικές κοινοτοπίες, μοτίβα και
στοιχεία, όπως τα συμπτώματα του έρωτα, αλλά και οι γνωστές μεταφορές, που επαναλαμβάνονται από
ποιητή σε ποιητή και ανάγονται στην αρχαϊκή λυρική ποίηση των Ελλήνων, στοιχεία διανθισμένα με
διάφορα ακόμα θέματα (η τρέλα, το πάθος, η αγιάτρευτη αγάπη, η φωτιά κάτω από τις στάχτες, τα
μάγουλα που κοκκινίζουν, ο φόβος για τον αγαπημένο, οι αρετές του, η ομορφιά του, η
αποφασιστικότητα της ηρωίδας να τον βοηθήσει, η σκληρότητα των συγγενών, ο ποθούμενος γάμος).
Με τα μαγικά της βότανα, η Μήδεια εξασφαλίζει την ατρωσία του Ιάσονα στους επικείμενους άθλους-
3. Τα ανδραγαθήματα του Ιάσονα (100-158): ο Αιήτης φοβήθηκε για το θρόνο του και γι’ αυτό το λόγο
επέβαλε στον Ιάσονα τρία ανδραγαθήματα, υπερφυσικού χαρακτήρα, με τα οποία θα κέρδιζε το
χρυσόμαλλο δέρας: α) έπρεπε να ζέψει δύο ταύρους, κατασκευασμένους από τον Ήφαιστο, με πύρινη
ανάσα και χάλκινα νύχια, ώστε να οργώσει ένα χέρσο χωράφι, β) όφειλε να σπείρει στα αυλάκια τα
δόντια ενός φιδιού, από τα οποία θα γεννιόνταν χάλκινοι στρατιώτες και να τους σκοτώσει και γ) ήταν
αναγκασμένος να εξουδετερώσει τον ακοίμητο δράκο που φύλαγε το δέρας. Η Μήδεια τον βοήθησε

5
αποτελεσματικά με βότανα και ξόρκια. Το κομμάτι αυτό είναι επηρεασμένο από τα αρχέτυπα των
παραμυθιών: ο κακός βασιλιάς υποβάλλει το παλικάρι σε τρεις δοκιμασίες. Φυσικά, ο καλός ήρωας
κερδίζει -σύμφωνα και με τη θεωρία του δυϊσμού (η πάλη του καλού με το κακό)- ενώ, μαζί με το
«έπαθλο», στη συγκεκριμένη περίπτωση το χρυσόμαλλο δέρας, παίρνει και την ωραία βασιλοπούλα. Η
αντιστροφή του μοτίβου έγκειται στο γεγονός πως δεν «έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα»·
δυστυχώς, η ερωτική ιστορία είχε τραγική κατάληξη, καθώς, όταν μεγάλωσε πια η βασιλοπούλα,
βρέθηκε η νεότερη αντίζηλος, που της έκλεψε τον σύζυγο. Έτσι η κόρη που βοηθά τον υποψήφιο
αγαπημένο της (μοτίβο της «Helpen-Maiden») γίνεται –με το πέρασμα των ετών- η υστερική και
ζηλόφθονη απατημένη σύζυγος, ακόμα ένα διαδεδομένο μοτίβο στη λογοτεχνία 11, αρκεί να θυμηθεί
κανείς την περίπτωση της Ήρας.
ΙΙΙ. Η Ιστορία του Αίσονα (159-296): 1. Το αίτημα του Ιάσονα (159-178): ο ήρωας ζητά από τη
Μήδεια να ξανανιώσει τον πατέρα του, Αίσονα, με τα μαγικά της, ακόμα κι αν έπρεπε να αφαιρέσει
χρόνια ζωής από τον ίδιο. Η μάγισσα δέχεται- 2. Οι νυχτερινές ιεροτελεστίες της Μήδειας (179-219): η
ηρωίδα επικαλείται όλες τις χθόνιες δυνάμεις και προστάτιδες της μαύρης μαγείας, αλλά και της
δυνάμεις της φύσης και της Γης, ώστε να τη βοηθήσουν στο δύσκολο έργο της και κάνει μια αναδρομή
στα μέχρι τότε μαγικά της κατορθώματα. Όλες οι υπερφυσικές πράξεις που περιγράφει και οι οποίες
σχετίζονται με σαρωτικές αλλαγές των φυσικών στοιχείων και φαινομένων, αποτελούν κοινούς τόπους
των ανδραγαθημάτων των διαφόρων μάγων. Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι χρησιμοποιεί
διαδικασίες εξαγνισμού και επίκλησης, οι οποίες απαντούν και στην επίσημη ρωμαϊκή θρησκεία, -3.
Το μαγικό ταξίδι (220-237): η Μήδεια πετά πάνω από τη Θεσσαλία, για να συλλέξει τα απαραίτητα
μαντζούνια, τα οποία –συνήθως- βρίσκονται σε δυσπρόσιτες περιοχές- 4. Η προετοιμασία του μαγικού
φίλτρου (238-284): το ελιξίριο της νεότητας περιλαμβάνει τα πιο απίθανα και φρικιαστικά υλικά- 5. Το
ξανάνιωμα του Αίσονα (285-293): ο Αίσονας μεταμορφώνεται από ηλικιωμένος σε νεαρό.
ΙV. Οι τροφοί του Βάκχου (294-6): Μετά το θάνατο της μητέρας του, Σεμέλης, ο Διόνυσος
μεγάλωσε χάρη στις νύμφες της Νύσας (Μετ., ΙΙΙ, 314). Ο μύθος την αναγέννησης των τροφών και των
συζύγων τους από τη Μήδεια, είναι γνωστός. Ο Αισχύλος μάλιστα εμπνεύστηκε από αυτόν το
σατυρικό δράμα Διονύσου Τροφοί. Σύμφωνα όμως με άλλες πηγές, εκείνες ήσαν αθάνατες και δεν
είχαν ανάγκη ανανέωσης της ηλικίας τους. Ο μύθος παραμένει σκοτεινός.
V. Η δολοφονία του Πελία (297-349): Πηγή του Οβιδίου για το συγκεκριμένο επεισόδιο είναι
δύο χαμένες τραγωδίες του Ευριπίδη, ο Πελίας και οι Ριζοτόμοι. 1. Ο αμνός (297-323): Ο Πελίας ήταν
εκείνος που είχε υποχρεώσει τον Ιάσονα να ψάξει για το χρυσόμαλλο δέρας. Η Μήδεια, αποφασίζει να
τον δολοφονήσει, κάνοντας επίδειξη δυνάμεων. Αρχικά παραπλανά τις κόρες του, μεταμορφώνοντας

11
Αυτή η συσσώρευση στοιχείων και συμβόλων δημιουργεί τα «μυθεύματα» (mythèmes), σύμφωνα με τη θεωρία του
στρουκτουραλιστή Lévi-Strauss.

6
ένα γέρικο κριάρι σε αμνό- 2. Το ψεύτικο φίλτρο (324-349): Βάζοντας κοινά υλικά (νάμα και χόρτα),
αντί για μαγικά, η Μήδεια πείθει τις κόρες να σφάξουν τον πατέρα τους, με το πρόσχημα ότι έτσι θα
πετύχαιναν δήθεν το ξανάνιωμά του.
VI. Η ιπτάμενη φυγή της Μήδειας (350-403): η ηρωίδα δραπετεύει με το ιπτάμενο άρμα της
από δράκοντες και ο Οβίδιος βρίσκει την ευκαιρία να αναφερθεί σε διάφορους μύθους, ήσσονος
σημασίας και ενίοτε σκοτεινούς σε εμάς.
VΙΙ. Η απόπειρα δολοφονίας εναντίον του Θησέα (404-424): Έχοντας ήδη σκοτώσει την
αντίζηλό της και τα ίδια της τα παιδιά, η μάγισσα κατέφυγε στην Αθήνα, όπου παντρεύτηκε το βασιλιά
Αιγέα. Μετά από την αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας του Θησέα με το δηλητήριο «ακόνιτο»,
χάνονται τα ίχνη της, καθώς κρύφτηκε μέσα σε σύννεφο, το οποίο μετακίνησε με τις επωδούς της.
Σύμφωνα με την παράδοση, ταξίδεψε ανατολικά, στη χώρα των Μήδων, η οποία πήρε το όνομά της
από την ίδια. Μήδος ονομαζόταν, παρομοίως, ο γιος της ηρωίδας και του Αιγέα.

4. Μετάφραση του Κειμένου

Ήδη οι Μινυάδες12 διέσχιζαν το πέλαγος πάνω στο σκάφος που είχε κατασκευαστεί στον
Παγασητικό13 και είχαν ήδη δει το Φινέα 14 να κουβαλά τα φριχτά γηρατειά του μέσα στην αιώνια
νύχτα· από το στόμα του δύστυχου γέροντα οι νεαροί γιοι του Βορέα είχαν διώξει τις φτερωτές
παρθένες. Αφού πέρασαν πολλά, υπό την αρχηγεία του ένδοξου Ιάσονα, έφτασαν τελικά στα γρήγορα
νερά του βορβορώδους Φάσιου15. Εκεί πηγαίνουν στο βασιλιά και ζητούν το δέρας του Φρίξου·
εκείνος όμως δίνει στους Μινυάδες φοβερό αριθμό μεγάλων άθλων.
Εν τω μεταξύ, έκαιγε βίαιη φωτιά την κόρη του Αιήτη η οποία, αν και αγωνίστηκε για πολύ
χρόνο, δεν μπόρεσε να νικήσει τη μανία με τη λογική: “Μάταια, Μήδεια, αντιστέκεσαι· αγνοώ ποιος
θεός σου εναντιώνεται, εκτός εάν είναι βέβαια κάτι όμοιο με εκείνο, το οποίο ονομάζεται «έρωτας».
Γιατί οι διαταγές του πατέρα μού φαίνονται υπερβολικά σκληρές; Είναι πράγματι πολύ σκληρές. Γιατί
γι’ αυτόν, που μόνο πρόσφατα είδα, φοβάμαι μην χαθεί; Ποια είναι η αιτία τέτοιου φόβου; Αν μπορείς,
δυστυχισμένη, αποτίναξε από το παρθενικό σου στήθος τις φλόγες που απέκτησες. Αν μπορούσα, θα
είχα γιατρευτεί· αλλά, χωρίς να θέλω, με τραβά μια νέα δύναμη. Άλλο η επιθυμία κι άλλο ο νους με
συμβουλεύει. Βλέπω τα καλύτερα και τα εγκρίνω, κι όμως ακολουθώ τα χειρότερα. Γιατί,

12
Με το όνομα αυτό χαρακτηρίζονται οι Αργοναύτες, διότι στη Θεσσαλία, από όπου κατάγονταν, βασίλευε ο Μινύας.
13
Η Αργώ κατασκευάστηκε στον Παγασητικό κόλπο και συγκεκριμένα στο λιμάνι της Ιωλκού, από όπου ξεκίνησε η
Αργοναυτική εκστρατεία.
14
Ο ήρωας αυτός τιμωρήθηκε με τυφλότητα από τον Ήλιο ή το Δία, διότι προτίμησε την αιώνια ζωή από το αιώνιο φως. Οι
φτερωτές Άρπυιες μαγάριζαν κάθε μέρα το φαγητό του, μέχρις ότου τις σκότωσαν ο Ζήτης και ο Κάλαϊς, οι γιοι του Βορέα.
15
Το έλος στο δέλτα του ποταμού ήταν αφιερωμένο στη χθόνια θεά Εκάτη, την οποία επικαλείται η Μήδεια. Από το όνομα
του ποταμού (Φάσιος) προέρχεται το επίθετο Φασιάς που χαρακτηρίζει την ηρωίδα.

7
βασιλοπούλα, φλέγεσαι για ξένο και επιθυμείς γάμο σε ξένη χώρα; και η δική σου χώρα μπορεί επίσης
να σου δώσει αυτόν που θα αγαπήσεις. Το αν θα ζήσει εκείνος ή αν θα πεθάνει αφορά στους θεούς. Να
ζήσει όμως! Αυτό πρέπει να εύχομαι, ακόμη και δίχως έρωτα. Τι τέλος πάντων διέπραξε ο Ιάσονας;
Ποιόν, εκτός κι αν είναι σκληρός, δεν συγκινούν η ηλικία, η καταγωγή και η αρετή του Ιάσονα; Ποιος,
αν έλειπαν τα υπόλοιπα, θα μπορούσε να απομακρύνει τα μάτια από πάνω του; Πράγματι, συγκινεί την
καρδιά μου! Όμως, αν δεν του φέρω βοήθεια, θα πεθάνει από το φύσημα των ταύρων ή θα εκτεθεί
στους εχθρούς που θα δημιουργηθούν από τη σπαρμένη γη, ή θα δοθεί -σαν άγριο ζώο- λεία στον
άπληστο δράκοντα. Αν εγώ το ανεχθώ αυτό, τότε πως είμαι γεννημένη από τίγρη ή ότι κουβαλώ
σίδερο και πέτρες στην καρδιά16 θα ομολογήσω. Γιατί δεν συμμετέχω στο θέαμα, βλέποντάς τον με τα
μάτια να χάνεται; Γιατί δεν ξεσηκώνω εναντίον του τους ταύρους ή τους άγριους γηγενείς και τον
ακοίμητο δράκοντα; Οι θεοί ας θελήσουν τα καλύτερα! Αν και δεν πρέπει αυτά εγώ να τα παρακαλώ,
άλλα να τα κάνω. Εγώ θα καταλύσω τα βασίλεια του πατέρα και με τη βοήθειά μου θα σώσω- ποιος
ξέρει ποιόν- ξένο, ώστε, αν και σωσμένος από εμένα, χωρίς εμένα να δώσει τα πάντα στους ανέμους,
για να γίνει σύζυγος άλλης και να εγκαταλειφθώ, εγώ η Μήδεια, (μόνη) στις τιμωρίες. Αν μπορεί να
κάνει αυτό και άλλη να προτιμήσει από εμένα, να πεθάνει ο αχάριστος! Αλλά το πρόσωπό του, η
ευγένεια της ψυχής του και η χάρη στη μορφή του δεν είναι τέτοια, ώστε να φοβάμαι το δόλο ή να
ξεχάσει όσα αξιωθεί από εμένα Και θα δώσει την προσήκουσα πίστη και οι θεοί θα είναι μάρτυρες στις
συνθήκες. Τι, αν και ασφαλής, φοβάσαι; Σπεύσε και απόφυγε κάθε αργοπορία· σε σένα πάντα θα
οφείλει ο Ιάσονας, με τις τελετουργικές δάδες θα ενωθεί με σένα, στις Πελασγικές πόλεις το πλήθος
των μητέρων θα σε δοξάσει ως (θεά) σώτειρα. Έτσι λοιπόν την αδελφή μου, τον αδελφό μου, τον
πατέρα μου17, τους θεούς και το πάτριο έδαφος θα εγκαταλείψω, παρασυρμένη απ’ τους ανέμους;
Πράγματι, σκληρός είναι ο πατέρας μου, βαρβαρική η χώρα μου, παιδί ακόμα ο αδελφός μου· μαζί μου
είναι οι ευχές της αδελφής μου· ο μέγιστος θεός (ο Έρωτας) είναι μέσα μου. Δεν θα εγκαταλείψω
μεγάλα, μεγάλα θα κυνηγήσω: τον τίτλο ότι έσωσα την Αχαϊκή νεολαία, τη γνώση καλύτερων τόπων
και πόλεων, των οποίων έως εδώ ακόμα ακμάζει η φήμη, τον πολιτισμό και τις τέχνες τόπων και το γιο
του Αίσονα, που δεν θα άλλαζα για όλα τα καλά του κόσμου· μόλις γίνω σύζυγός του, ευτυχισμένη και
αγαπητή στους θεούς θα θεωρούμαι και θα αγγίζω από ευτυχία τα άστρα 18. Κι επίσης, δεν ξέρω ποια
βουνά λένε ότι θα ξεφυτρώσουν ανάμεσα στα κύματα 19, ποια Χάρυβδη, εχθρός των ναυτικών, τώρα
16
Τόσο το μοτίβο της άγριας τίγρης, όσο και αυτό της καρδιάς που είναι σκληρή σαν πέτρα ή σίδερο είναι πολύ
διαδεδομένα στην ποίηση.
17
Αδελφή της Μήδειας είναι η Χαλκιόπη. Τον αδελφό της, Άψυρτο, θα τον πάρει μαζί της. Καθώς θα την ακολουθεί ο
πατέρας της ο Αιήτης με τα πλοία του, η Μήδεια θα αφήνει στη θάλασσα ένα-ένα τα κομμάτια του αδελφού της, για να
τους καθυστερήσει.
18
Τα αστέρια (ο ουρανός) ήταν ο χώρος της υπέρτατης ευδαιμονίας, αντίστοιχος του χριστιανικού παραδείσου. Εκεί
πήγαιναν οι ψυχές μετά θάνατον, όπως περιγράφει ο Κικέρωνας στο έργο του «Το Όνειρο του Σκιπίωνα» ( Somnium
Scipionis)· βλ. Δ. Μαντζίλας, Μάρκου Τύλλιου Κικέρωνα, το Όνειρο του Σκιπίωνα, Αθήνα, 2005.
19
Αναφέρεται στις Κυανές, Πλαγκτές ή Συμπληγάδες πέτρες, πλωτά νησιά του Βοσπόρου που κατέστρεφαν όσα πλοία
επιχειρούσαν να περάσουν ανάμεσά τους. Μαζί με τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη, απαντούν και στο μύθο του Οδυσσέα. Η

8
ρουφά τα κύματα, ποια Σκύλλα αρπακτική, ζωσμένη με άγρια σκυλιά που αλυχτούν στην πλατιά
Σικελία… Όμως εγώ, κρατώντας αυτόν που αγαπώ, χωμένη στο στέρνο του Ιάσονα, θα υπομείνω την
ατέλειωτη θάλασσα· τίποτα δεν φοβάμαι σαν εκείνον αγκαλιάζω, ή, αν κάτι φοβηθώ, θα φοβηθώ μόνο
για το σύζυγό μου. Μιλάς, Μήδεια, για «σύζυγο» και βαφτίζεις το σφάλμα σου με ευπρεπές όνομα.
Κοίτα πόσο ανόσιο πράγμα σε πλησιάζει και, όσο μπορείς, απόφυγε το έγκλημα”. Είπε και μπροστά
στα μάτια της ορθώθηκαν η αρετή, η ευσέβεια και η ντροπή 20 και νικημένος ο Έρωτας, ήδη έστρεψε τα
νώτα.
Πήγε στους αρχαίους βωμούς της Περσίδος Εκάτης 21, τους οποίους σκέπαζε σκιερό φύλλωμα
στο βάθος ενός δάσους. Ήδη ένιωθε ισχυρότερη και είχε απωθήσει τη φλόγα· όταν όμως είδε τον
Αισονίδη, η σβησμένη φλόγα ξαναέλαμψε· κοκκίνισαν τα μάγουλά της και όλο το πρόσωπό της
αναζωπυρώθηκε. Όπως η μικρή σπίθα, η οποία, κρυμμένη κάτω απ’ τη στάχτη, συνηθίζει να παίρνει
τροφή από τους ανέμους και ανακινούμενη να ξανανεβαίνει στις παλιές δυνάμεις της, έτσι ο -ασθενής
πια- έρωτας, τον οποίο θα νόμιζες ότι είχε καταλαγιάσει, ξαναφούντωσε, μόλις είδε το νεαρό και όλη
την ομορφιά του μπροστά της. Κατά τύχη εκείνη την ημέρα ο γιος του Αίσονα ήταν πιο ωραίος από
ό,τι συνήθως· πώς να μην συγχωρέσεις την ερωτευμένη! Τον κοιτά και τα μάτια κρατά καρφωμένα
στο πρόσωπό του, σαν να τον έβλεπε τότε για πρώτη φορά και, ξετρελαμένη, νομίζει πως δεν βλέπει
θνητό πρόσωπο, ούτε ξεκολλά το βλέμμα της από αυτόν. Κάποτε άρχισε ο ξένος να μιλά και πήρε το
χέρι της και με χαμηλή φωνή ζήτησε βοήθεια και της υποσχέθηκε κρεβάτι· και είπε με δάκρυα που
χύνονταν εκείνη: «Βλέπω τι θα κάνω· δεν με παραπλανά η άγνοια, αλλά ο έρωτας. Ας σωθείς με τα
δώρα μας· κι αφού σωθείς, δώσε όσα υποσχέθηκες». Και αυτός ορκίζεται στην ιερή τρίμορφη θεά 22,
στη θεότητα εκείνου του άλσους και στον πατέρα-θεό που γέννησε το μέλλοντα πεθερό του, στην
έκβαση που περιμένει ορκίζεται και στους τόσους κινδύνους. Εκείνη τον πίστεψε: παίρνει τα μαγικά
βότανα αμέσως, του μαθαίνει τη χρήση τους και μετά, χαρούμενος, αποσύρεται στο καράβι του.
Την επόμενη μέρα η Αυγή έδιωξε τα τρεμουλιαστά άστρα. Ο λαός μαζεύεται σε ένα ιερό πεδίο
του Άρεως και καταλαμβάνει τα υψώματα· στη μέση του αγήματος κάθεται ο ίδιος ο βασιλιάς,
πορφυροντυμένος, ξεχωρίζοντας απ’ το εβένινο σκήπτρο του. Μα να, οι χαλκοπόδαροι ταύροι φυσούν
από τα αδαμάντινα ρουθούνια ατμούς ηφαιστείου και με το άγγιγμά τους βάζουν φωτιά στα χορτάρια.
Κι όπως συνηθίζει να αντηχεί το γεμάτο καμίνι ή όπως τα χαλίκια, λιωμένα σε υπόγειο κλίβανο,
πιάνουν φωτιά σαν ραντιστούν με γάργαρο νερό, έτσι στροβιλίζοντας τις παγιδευμένες φλόγες
καιγόμενα τα στήθια και τα λαρύγγια τους αντηχούν· κι όμως σε αυτούς φανερώθηκε ο γιος του

Σκύλλα είχε δώδεκα πόδια και έξι κεφάλια, με τρεις σειρές δοντιών το κάθε ένα. Από κάθε πλοίο που διερχόταν τον πορθμό
της, έτρωγε έξι ναύτες. Η Χάρυβδη ρουφούσε τη θάλασσα και την έβγαζε πάλι.
20
Είναι κοινός τόπος η αντίθεση του αχαλίνωτου έρωτα με την αιδώ ή την ευσέβεια.
21
Η Εκάτη ονομάζεται Περσίς, διότι ήταν κόρη του Τιτάνα Πέρση ή Περσέα, αδελφού του Αιήτη, και της Αστερίας. Είναι
αδελφή της Κίρκης και πρώτη εξαδέλφη της Μήδειας. Οι τρεις αυτές μάγισσες λατρεύονταν ως σεληνιακές θεότητες.
22
Οι τρεις υποστάσεις της συγκεκριμένης θεάς ήταν η Hecate (Εκάτη), η Diana (Άρτεμις) και η Luna (Σελήνη).

9
Αίσονα. Κι όταν ήρθε μπροστά τους, έστρεψαν προς εκείνον το φοβερό τους πρόσωπο, άγρια, και τα
κέρατα τα κολλημένα με σίδερο και με το δίχηλο πόδι τους χτυπούν το σκονισμένο έδαφος και
γεμίζουν το χώρο με τους καπνοφόρους μυκηθμούς τους. Πάγωσαν από φόβο οι Μινυάδες· προχωρά
εκείνος και δεν νιώθει τις φλόγες που εξέπνεαν (τέτοια δύναμη είχαν τα μαγικά βότανα), αλλά με
τολμηρό χέρι χαϊδεύει τους κρεμαστούς τραχήλους (τα κρεμαστά λωγάνια τους) και, αφού τους βάλει
στο ζυγό, τους πιέζει να σηκώσουν το βαρύ άροτρο και να οργώσουν τον ασυνήθιστο από αλέτρι
κάμπο. Μένουν έκθαμβοι οι Κόλχοι· οι Μινύες με τις κραυγές τους τονώνουν και ανεβάζουν το ηθικό
του. Τότε παίρνει από χάλκινη περικεφαλαία τα φιδίσια δόντια 23 και τα σπέρνει στους οργωμένους
αγρούς. Η γη, ραντισμένη ήδη με το ισχυρό δηλητήριο, μαλακώνει τη σπορά. Και μεγαλώνουν και
γίνονται τα σπαρμένα δόντια νέα σώματα. Όπως το παιδί μέσα στη μητρική κοιλιά παίρνει την
ανθρώπινη όψη και μήνα με το μήνα σχηματίζονται τα μέλη του και μόνο όταν ωριμάσει βγαίνει στον
αέρα που όλοι αναπνέουμε, έτσι, όταν δημιουργήθηκε η εικόνα του ανθρώπου στα σπλάχνα της εγκύου
γης, στον οργωμένο ανέβηκαν αγρό –κι αυτό που είναι ακόμη πιο θαυμαστό- κράδαιναν αμέσως τα
όπλα που γεννήθηκαν μαζί τους. Αυτούς μόλις είδαν έτοιμους να ρίξουν τα δόρατα με τις αιχμηρές
άκρες στο κεφάλι του Αιμόνιου νέου, έχασαν οι Πελασγοί 24 απ’ το φόβο το χρώμα και το θάρρος τους.
Επίσης φοβήθηκε ακόμα και η ίδια, η οποία είχε κάνει εκείνον άτρωτο· σαν είδε να ορμούν στο νεαρό
–ένα μονάχο- τόσοι εχθροί, ωχρίασε και ξαφνικά χωρίς αίμα κάθισε παγωμένη· για να μην κρατήσουν
λίγο τα βότανα που του δόθηκαν από την ίδια, τραγούδησε βοηθητικό ξόρκι και κάλεσε τις απόκρυφες
τέχνες της. Εκείνος έριξε στη μέση των εχθρών βαριά πέτρα και, αφού έδιωξε μακριά από τον εαυτό
του τη μάχη, την έστρεψε εναντίον των ίδιων· οι γηγενείς αδελφοί χάνονται με αμοιβαία χτυπήματα
και πέφτουν από εμφύλια διαμάχη. Ευχαριστούν οι Αχαιοί και κρατούν το νικητή και τον σφίγγουν
μέσα στις αχόρταγες αγκαλιές τους. Κι εσύ επίσης ήθελες, βάρβαρη, το νικητή να αγκαλιάσεις·
εναντιωνόταν η ντροπή στον πόθο σου· θα τον είχες αγκαλιάσει, αλλά σε συγκράτησε να μην το κάνεις
η αιδώς για τη φήμη σου. Όσο επιτρέπεται, χαίρεσαι με σιωπηλή στοργή και δίνεις ευχαριστίες στα
ξόρκια και τους θεούς που τα δημιούργησαν.
Έμενε να υπνωθεί με τα βότανα ο άγρυπνος δράκος, ο οποίος ξεχωρίζοντας από το λοφίο, τις
τρεις γλώσσες και τα γαμψά δόντια, φοβερός φύλακας ήταν του χρυσού δέντρου. Αυτόν αφού ράντισε
με το Ληθαίο25 χυμό ενός φυτού, είπε τρία ρήματα που προκαλούσαν γλυκό ύπνο, που την ταραγμένη
θάλασσα, που τα φουσκωμένα ποτάμια σταματούσαν. Μόλις επήλθε ο ύπνος στα ασυνήθιστα (να
κοιμούνται) μάτια, ο Αισόνιος ήρωας, περήφανος, παίρνει το χρυσό λάφυρο και μαζί του το βοηθό του
έργου και άλλα λάφυρα φέροντας, επανέρχεται νικητής με τη σύζυγό του στο λιμάνι της Ιωλκού.
23
Τα δόντια αυτά προέρχονται από ένα τεράστιο ερπετό που σκότωσε ο Κάδμος (Μet., ΙΙΙ, 35-130). Στον Αιήτη τα είχε
δώσει η θεά Αθηνά.
24
Ήδη από τον Έννιο, η λέξη «Πελασγός» είναι συνώνυμη του «Έλληνας».
25
Το επίθετο αυτό χρησιμοποιεί ο Οβίδιος για οτιδήποτε προκαλεί ύπνο. Ο Ληθαίος ήταν ένας από τους ποταμούς του
Κάτω Κόσμου. Το βασικότερο υπνοφόρο συστατικό ήταν η παπαρούνα, από όπου παρήγαγαν όπιο.

10
Οι Αιμόνιες μητέρες και οι υπέργηροι πατέρες, για την επιστροφή των παιδιών τους, δώρα
φέρνουν και τα σωρεύουν στη φωτιά. Λιώνουν τα θυμιάματα και κάνουν ευχές φέρνοντας θύματα με
επιχρυσωμένα κέρατα26· όμως λείπει από τους εορτάζοντας ο Αίσονας, ήδη κοντά στο θάνατο,
κουρασμένος από τα γεροντικά χρόνια. Τότε μιλά έτσι ο Αισονίδης: «Ω σύζυγε, που σε σένα οφείλω
τη σωτηρία μου, ομολογώ, μου έδωσες τα πάντα και ο αριθμός των δώρων σου έχει ξεπεράσει κάθε
προσδοκία· αν όμως μπορείς αυτό (γιατί τι δεν μπορούν τα ξόρκια;), αφαίρεσε απ’ τα χρόνια μου και
πρόσθεσέ τα -σαν τα αφαιρέσεις- στον πατέρα». Δεν συγκράτησε τα δάκρυά του· και εκείνη
συγκινήθηκε από την ευσέβεια του ικέτη και στην αναστατωμένη καρδιά της ήρθε η θύμηση του
εγκαταλελειμμένου Αιήτη. Εντούτοις, δεν ομολόγησε αυτά τα συναισθήματα. Είπε: «Τι έγκλημα
ξεστόμισες, σύζυγε; Πραγματικά δίνω την εντύπωση ότι θα μπορούσα ένα μέρος της ζωής σου να
μεταγράψω σε άλλον; Δεν το επιτρέπει η Εκάτη, ούτε εσύ το ζητάς δίκαια· κι όμως, από αυτό που
ζητάς θα προσπαθήσω να σου δώσω, Ιάσονα, ακόμα μεγαλύτερο δώρο: με την τέχνη μου θα ανανεώσω
του πεθερού μου τη μεγάλη ηλικία, χωρίς να πειράξω τα δικά σου χρόνια, αρκεί να βοηθήσει η
τρίμορφη θεά και να νεύσει θετικά, παρούσα στο μεγάλο τόλμημα».
Τρεις27 νύχτες υπολείπονταν, έως ότου όλα τα κέρατα της σελήνης να ενωθούν και να
ολοκληρώσουν το δίσκο της. Μόλις έλαμψε ολόγιομη και με ακέραιη την εικόνα της η σελήνη κοίταξε
τη γη, βγαίνει η Μήδεια από το σπίτι, ντυμένη με φόρεμα άζωστο, με πόδια γυμνά, με μαλλιά ανάκατα
πάνω στους γυμνούς ώμους28. Μόνη φέρει τα περιπλανώμενα βήματά της στη μέση της νύχτας, μέσα
στη βουβή σιωπή· τους ανθρώπους, τα πτηνά, τα θηρία είχε ηρεμήσει η βαθιά ησυχία. Χωρία κανένα
θόρυβο σιωπούσαν ακίνητοι οι θάμνοι και τα φυλλώματα, σιωπούσε ο υγρός αέρας· μόνο τα άστρα
τρεμούλιαζαν. Προς αυτά τείνοντας τα χέρια, τρεις φορές έκανε περιστροφή 29, τρεις φορές με νερό που
πήρε από το ποτάμι έβρεξε τα μαλλιά της30, τρεις φορές έβγαλε κραυγές από το στόμα και, καθισμένη
οκλαδόν στη σκληρή γη, είπε: «Ω Νύχτα, πιστή στα μυστήρια και χρυσά Άστρα που με τη Σελήνη
διαδέχεστε τα ημερήσια φώτα κι εσύ, τρικέφαλη Εκάτη, που γνωρίζοντας τα σχέδιά μας ήλθες βοηθός
με τα τραγούδια και τις τέχνες των μάγων κι εσύ, Γη, που παρέχεις στους μάγους τα ισχυρά βότανα, ω
Αύρες και Άνεμοι και Βουνά και Ποτάμια και Λίμνες και όλοι οι θεοί των δασών και όλοι οι θεοί της
νύχτας, εμφανιστείτε· με τη βοήθειά σας, όποτε το θέλησα, από τις θαυμάσιες όχθες τους τα ποτάμια
26
Η πρακτική είναι ήδη ομηρική (Κ 294· γ 384, 426, 437). Συχνά μάλιστα έδεναν στα κέρατα του ζώου κορδέλες ή
επιδέσμους και επέθεταν στεφάνια.
27
Ο αριθμός τρία, αλλά και όλα τα πολλαπλάσιά του, έχουν μαγική και θρησκευτική σημασία. Γενικότερα, οι μονοί αριθμοί
έφερναν καλοτυχία, εκτός από το 13 (πρβ. την τελετή βουντού με τις ισάριθμες βελόνες) και το 17 (διότι η ρωμαϊκή
απόδοση του αριθμού, XVII, είναι αναγραμματισμός του VIXI (παρακείμενος του ρήματος vivo), που σημαίνει: «έζησα /
έχω ζήσει», άρα: «είμαι νεκρός»!).
28
Σε κάθε θρησκευτική ή μυστηριακή τελετή, απαγορευόταν να υπάρχει κάθε είδους δεσμός ή κόμπος (ζώνη, επιγονατίδα,
παπούτσι, πόρπη, κορδέλα, δαχτυλίδι, ενωμένα δάχτυλα), διότι θα περιόριζε και –τελικά- θα έφραζε κάθε ενέργεια. Με
αυτό τον τρόπο, ο πιστός αφηνόταν ελεύθερος στη θέληση των θεών που καλούσε.
29
Πρόκειται για τη μαγική πράξη της circumactio. Όλα τα τέλεια σχήματα (τρίγωνο, τετράγωνο, κύκλος, ρόμβος) είχαν
μαγικές ιδιότητες.
30
Όποιος εκτελούσε μια τελετή έπρεπε πρώτα να έχει εξαγνιστεί με γάργαρο νερό, για να φύγει από πάνω του κάθε κηλίδα.

11
γυρίζουν πίσω στις πηγές, με το τραγούδι σταματώ τα ταραγμένα νερά και ταράζω τα ήρεμα, διώχνω
τα σύννεφα και μαζεύω σύννεφα, διώχνω και καλώ τους ανέμους, ηρεμώ με λόγια και με επωδούς το
στόμα των ερπετών και αυτοφυείς ανασπώ βράχους και αγριοβελανιδιές από τη γη και δάση μετακινώ
και διατάζω να τρέμουν τα βουνά και να μουγκρίσει το έδαφος και να βγουν οι ψυχές από τους
τάφους31. Ακόμα και σένα, Σελήνη, σέρνω, εφόσον τα χάλκινα Τεμεσαία 32 κύμβαλα καταπραΰνουν
τους πόνους σου· με τα ξόρκια μου επίσης ωχριά ο δίφρος (το άρμα) του παππού Ήλιου, ωχριά η Αυγή
με τα δηλητήριά μας. Εσείς για μένα, αμβλύνατε τις φλόγες των ταύρων και βάλατε στον απαθή λαιμό
τους τα βάρη του γυρτού αρότρου· εσείς τους δρακοντογενείς βάλατε σε άγριο πόλεμο μεταξύ τους και
τον ανήμερο φύλακα με ύπνο κοιμίσατε και το χρυσό δέρας, αφού αποκτήθηκε με τη βοήθειά σας,
φέρατε στις ελληνικές πόλεις. Τώρα χρειάζομαι χυμούς, με τους οποίους -αφού ανανεωθούν τα
γηρατειά- στην ακμή να επανέλθει και να ανακτήσει τα πρώτα χρόνια. Και θα τα δώσετε· γιατί δεν
λάμπουν μάταια τα αστέρια, ούτε μάταια έρχεται το άρμα, σερνόμενο από το λαιμό ιπτάμενων
δρακόντων».
Πράγματι, υπήρχε κοντά της άρμα σταλμένο από τον αιθέρα. Αμέσως εκεί ανέβηκε και χάιδεψε
τους δεμένους λαιμούς των δρακόντων και με ελαφρά χέρια τράβηξε τα ηνία, σηκώθηκε ψηλά και
βλέπει από κάτω τα απομακρυσμένα θεσσαλικά Τέμπη και οδηγεί τα ερπετά σε απομακρυσμένες
περιοχές. Όσα βότανα βγάζει η Όσσα και το ψηλό Πήλιο, όσα η Όθρυς και η Πίνδος και ο –
μεγαλύτερος από την Πίνδο- Όλυμπος, βλέπει από ψηλά και άλλοτε τραβά από τη ρίζα όσα της
αρέσουν33, άλλοτε κόβει με δρεπάνι που έχει χάλκινη λεπίδα. Επίσης, πολλά φυτά της αρέσουν στις
όχθες του Ηριδανού, πολλά σε αυτές του Άμφρυσου· ούτε εσύ, Ενιπέα, έμεινες αφορολόγητος. Ακόμα
και ο Πηνειός και τα ρείθρα του Σπερχειού προσέθεσαν κάτι και οι σχοινώδεις όχθες της Βοίβης.
Ζωντανή πόα άρπαξε από την Ανθηδόνα -απέναντι απ’ την Εύβοια- η οποία δεν ήταν ακόμα γνωστή
από την αλλαγή στο σώμα του Γλαύκου 34. Ήδη την ένατη μέρα και ένατη νύχτα φαινόταν πάνω στο
άρμα που έσερναν οι φτερωτοί δράκοντες να περνά από όλους τους αγρούς, ώσπου γύρισε· και ούτε
είχαν αγγίξει κάτι οι δράκοντες: από τη μυρωδιά και μόνο (των βοτάνων) έβγαλαν το παλιό δέρμα των
πολύχρονων γηρατειών τους.

31
Ανάμεσα στα ανδραγαθήματα των μαγισσών περιλαμβανόταν η αλλοίωση ή η αντιστροφή φυσικών φαινομένων: έκαναν
τα ποτάμια να ρέουν προς τις πηγές τους, κατέβαζαν το φεγγάρι (καθαίρεσις σελήνης) και τα άστρα στη Γη, σταματούσαν
τους κεραυνούς και γαλήνευαν τη θάλασσα, έκαναν τη νύχτα μέρα και το αντίθετο, μετακινούσαν βράχους, έκαναν να
αναβλύσουν πηγές από ξερή γη και άλλα τέτοια τερατουργήματα που εντάσσονταν στη σφαίρα της ποιητικής μυθοπλασίας,
αποτελούσαν ωστόσο κοινούς τόπους.
32
Η Τεμέση ήταν πόλη της Βρεττίας, διάσημη για τα ορυχεία χαλκού.
33
Με άλλα λόγια, η Μήδεια είναι μια ριζοτόμος· πρβ. Σοφοκλής, aποσπ. 491· Μακρόβιος, Saturnalia, V, 199.
34
Χάρη στις μαγικές ιδιότητες της Σκύλλας, ο Γλαύκος μεταμορφώθηκε από ψαρά σε θεό της θάλασσας (Met., XIII, 918 κ.
εξ.).

12
Φθάνοντας, σταμάτησε στο κατώφλι μπροστά και τις πόρτες, στεγάζεται μόνο από τον ουρανό
και αποφεύγει τις ανθρώπινες επαφές 35· υψώνει δύο βωμούς από χορτάρι 36, στη δεξιά πλευρά για τη
Εκάτη, στην αριστερή για τη Νεότητα. Αυτούς αφού έζωσε 37 με κλαδιά και άγρια φύλλα, όχι μακριά
έσκαψε στη γη δύο τάφρους και έκανε τα ιερά38: έμπηξε μαχαίρι στο λαιμό μαύρης προβατίνας και
ράντισε με αίμα τις ανοιγμένες τάφρους. Έπειτα, έχυσε πάνω από Καρχήσιο ποτήρι καθαρό κρασί και
από άλλο Καρχήσιο έχυσε χλιαρό γάλα και μαζί με αυτά ανακατεύει λόγια και πραΰνει τις γήινες
θεότητες· παρακαλεί το βασιλιά των σκιών 39 μαζί με την αρπαγμένη σύζυγό του να μην σπεύσουν να
στερήσουν την ψυχή απ’ τα μέλη του γέροντα Αυτούς σαν εξευμένισε με προσευχές και μακρόσυρτο
μουρμουρητό, του Αίσονα το κουρασμένο κορμί στο ύπαιθρο να μεταφερθεί προστάζει και, αφού τον
βύθισε σε βαθύ ύπνο με επωδούς, όμοιο με άψυχο νεκρό τον τοποθέτησε πάνω σε στρωμένα χόρτα.
Εκεί διατάζει μακριά τον Αισονίδη, μακριά τους ακολούθους να πάνε και τους συμβουλεύει να
απομακρύνουν τα βέβηλα μάτια τους από τα μυστήρια. Σκόρπισαν με τη διαταγή· η Μήδεια με
σηκωμένα μαλλιά –σύμφωνα με το βακχικό τρόπο- τριγυρίζει 40 γύρω από τους φλεγόμενους βωμούς
και στις μαύρες από αίμα τάφρους πολυσχιδείς δάδες41 βουτά και, όταν τις πότισε, τις ανάβει στους δύο
βωμούς και εξαγνίζει το γέροντα τρεις φορές με φωτιά, τρεις με νερό, τρεις με θειάφι 42. Εν τω μεταξύ,
το δυνατό φίλτρο σε χάλκινο43 λέβητα χοχλάζει και ξεχειλίζει και ασπρίζει από τους αφρούς που
φουσκώνουν. Εκεί τις ρίζες που έκοψε στην Αιμόνια πεδιάδα, τους σπόρους και τα άνθη και τους
μαύρους χυμούς βράζει μαζί. Προσθέτει πέτρες που αναζήτησε στη μακρινή Ανατολή και την άμμο
που πλένει το κύμα του Ωκεανού στη θάλασσα 44. Προσθέτει και πάχνη μαζεμένη κάτω από την
πανσέληνο45 και τα καταραμένα φτερά με το κρέας ενός νυχτοκόρακα 46 και τα σπλάχνα διφυούς

35
Οποιαδήποτε επαφή με άνθρωπο ή ζώο μπορούσε να μολύνει ανεπανόρθωτα τα βότανά της. Στο ίδιο πλαίσιο
απαγορευόταν κάθε επαφή με το δέρμα ή το πετσί, διότι ανήκε σε νεκρό ζώο.
36
Η δημιουργία τέτοιων βωμών ήταν συνηθισμένη ρωμαϊκή πρακτική. Οι δύο θεότητες που προτιμά να τιμήσει είναι η
κατεξοχήν προστάτιδα της μαγείας, Εκάτη και η Νεότητα (Iuventas), που θα εξασφαλίσει το ξανάνιωμα του Αίσονα.
Υποθέτουμε ότι έβαλε στα αριστερά το βωμό της Νεότητας, διότι οι Ρωμαίοι –σε αντίθεση με τους Έλληνες- προέβλεπαν
το μέλλον θεωρώντας ως ευνοϊκή πλευρά την αριστερή.
37
Ο βωμός πρέπει να περιφραχτεί, για να μην φύγει η μαγική ενέργεια από αυτόν. Σε άλλες περιπτώσεις χρησιμοποιούσαν
ιερές κορδέλες γι’ αυτόν το σκοπό.
38
Στις επίσημες ρωμαϊκές θυσίες υπήρχε ο cultrarius, ο οποίος βύθιζε το μαχαίρι στο λαιμό των ζώων προς σφαγή. Η
Μήδεια τελεί αιματηρή και στη συνέχεια αναίμακτη θυσία, σύμφωνα με το επίσημο τελετουργικό. Αφιερώνει θηλυκό ζώο
στις θηλυκές θεότητες και μάλιστα μαύρο, διότι πρόκειται για χθόνιες θεές. Για τον ίδιο λόγο τους προσφέρει αίμα, αλλά
και γιατί είναι στοιχείο εξαγνισμού (όπως το νερό που χρησιμοποίησε παραπάνω). Για τις γήινες (μη χθόνιες) θεότητες
προσφέρει γάλα και κρασί. Εάν υπήρχε και μέλι στην προσφορά, θα είχαμε μια πλήρη θυσία.
39
Είναι ο Πλούτωνας (αντονομασία), που έχει στο πλάι του την αρπαγμένη σύζυγό του, Περσεφόνη.
40
Η περιδρομή (circumambulatio) ήταν απαραίτητη τόσο στη μαγεία, όσο και στην επίσημη θρησκεία.
41
Οι δάδες χρησιμοποιούνταν στους εξαγνισμούς, Ήσαν πολυσχιδείς, για να παίρνουν φωτιά ευκολότερα.
42
Αυτά είναι τα ισχυρότερα υλικά εξαγνισμού.
43
Ο χαλκός ήταν το αγαπημένο υλικό των μάγων, λόγω του θορύβου που προκαλούσε. Ο θόρυβος αυτός έδιωχνε τα καλά
πνεύματα και συγκέντρωνε τις σκοτεινές δυνάμεις.
44
Από τις χώρες της ανατολής (Περσία, Βαβυλώνα, Ινδία) προήλθε η μαγεία. Όσο για τις πέτρες, πρόκειται εδώ για
ειδικούς πολύτιμους και ημιπολύτιμους λίθους ή κοράλλια, με ποικίλες ιδιότητες. Η άμμος με τους αναρίθμητους κόκκους
της συμβολίζει το άπειρο και τη μακροζωία.
45
Το φως της σελήνης ενδυνάμωνε τις μαγικές ιδιότητες των βοτάνων. Η πάχνη τούς έδινε δροσιά και φρεσκάδα.

13
λύκου47 που συνήθιζε να αλλάζει τη θηριώδη όψη σε ανθρώπινη· ούτε έλειπε από αυτά η φολιδωτή
μεμβράνη τρυφερού Κινύφειου χέλυδρου48 και το ήπαρ μακρόβιου ελαφιού, στα οποία από πάνω
προσέθεσε το ράμφος και το κεφάλι κουρούνας που έζησε εννέα αιώνες 49. Με αυτά και με χίλια άλλα
πράγματα χωρίς όνομα προετοίμασε η βάρβαρη το –πέρα από τα ανθρώπινα δεδομένα- σχέδιο. Με
ξεραμένο από πριν κλαδί τρυφερής ελιάς αναταράσσει τα πάντα και ανακατεύει τα υλικά από τον πάτο
ως την επιφάνεια. Και να! Το παλιό κλαδί που περιέστρεφε μέσα στο καυτό χάλκινο αγγείο, έγινε
αρχικά πράσινο και, μετά από λίγο χρόνο, έβγαλε φύλλωμα και ξαφνικά φορτώθηκε με βαριές ελιές.
Οπουδήποτε πέταγε η φωτιά αφρό από το κοίλο σκεύος και έπεφταν στη γη καυτές σταγόνες, έθαλλε
το χώμα και ξεπρόβαλλαν λουλούδια και τρυφερή χλόη.
Μόλις είδε αυτά, η Μήδεια, με μυτερό ξίφος ανοίγει το λαιμό του γέροντα και αφήνει να τρέξει
το παλιό αίμα και το αναπληρώνει με τους χυμούς· αυτούς μόλις απορρόφησε ο Αίσονας, παίρνοντάς
τους είτε από το στόμα είτε από το τραύμα, τα γένια και τα μαλλιά του έβγαλαν το λευκό χρώμα και
ξαναπήραν το μαύρο50· η ισχνότητά του εξαφανίστηκε, έφυγαν η ωχρότητα και ο μαρασμός και στο
αλλαγμένο σώμα του ξαναγεμίζουν οι βαθιές ρυτίδες (με νέο δέρμα) και τα μέλη του σφριγούν. Ο
Αίσονας έμεινε έκπληκτος και θυμήθηκε τον εαυτό του, όπως ήταν παλιά, πριν σαράντα χρόνια.
Είδε από ψηλά ο Βάκχος το θαύμα τέτοιου φαινομένου και μπόρεσε με τον ίδιο τρόπο να
επαναφέρει στις τροφούς του τα νεανικά χρόνια· αυτό πήρε ως δώρο από την Κολχίδα51 Μήδεια.
Για να μην σταματήσει τις δολοπλοκίες της, προσποιείται η Φασιάδα ψεύτικο μίσος προς το
σύζυγό της και καταφεύγει ικέτισσα στο κατώφλι του Πελία. Εκείνη υποδέχονται οι κόρες του, καθώς
ο ίδιος είναι βαρύς από τα γηρατειά. Λίγο χρόνο πήρε στην πονηρή Κολχίδα -με εικόνα ψεύτικης
φιλίας- να τις παραπλανήσει. Τότε αναφέρει ανάμεσα στα κατορθώματά της ότι το μεγαλύτερο ήταν η
αφαίρεση του γήρατος από τον Αίσονα και επιμένει σε αυτό το σημείο. Τις κόρες του Πελία
καταλαμβάνει η Ελπίδα ότι με παρόμοια τέχνη θα μπορούσε να ξανανιώσει ο πατέρας τους. Αυτό

46
Το μυθικό πτηνό στριγξ έχει χαρακτηριστικά φτερά που χρησιμοποιούνταν συχνά σε μαγικά ελιξίρια και φίλτρα.
Πιστευόταν πως ήταν η μετενσάρκωση μαγισσών και εγκληματιών. Θεοποιημένες, οι Striges ήσαν τέρατα που έπιναν το
αίμα και έτρωγαν τα εντόσθια των νεογέννητων, όταν αυτά έμεναν μόνα τους, δίχως τις τροφούς τους. Όπως και η
κουκουβάγια ανήκαν στα πτηνά του κάτω κόσμου. Μαζί απαντούν και στη Μήδεια του Σενέκα.
47
Ο λύκος είναι αγαπημένο ζώο των μάγων, διότι βρίσκεται στον αντίποδα του ανθρώπου· γι’ αυτό υπήρχε η παροιμιώδης
έκφραση homo hominis lupus (: ο άνθρωπος για τον άνθρωπο είναι λύκος). Το ενδιάμεσο στάδιο είναι ο λυκάνθρωπος,
στον οποίο αναφέρεται εδώ ο ποιητής (όπως και ο Βιργίλιος στην 8 η Εκλογή). Για το θέμα αυτό και τη σχετική
βιβλιογραφία, βλ. Δ. Ράιος, Η μέλισσα και ο λυκάνθρωπος, Ιωάννινα-Αθήνα, 2001.
48
Ο Κίνυφος είναι ένας μικρός ποταμός της Λιβύης, ενώ ο χέλυδρος ένα είδος δηλητηριώδους αφρικανικού νερόφιδου, το
οποίο συνδεόταν με τον έμμηνο κύκλο των γυναικών. Γενικότερα το φίδι, επειδή θεωρείτο ότι επικοινωνεί με τον Κάτω
Κόσμο, απαντούσε συχνά σε τελετές.
49
Το συκώτι είναι -πέρα από το κέντρο των συναισθημάτων (ό, τι είναι για εμάς σήμερα η καρδιά)- πηγή αίματος, άρα και
ζωής. Το ελάφι είναι ζώο με ωραία κορμοστασιά. Η προχωρημένη ηλικία της κουρούνας είναι παροιμιώδης και –φυσικά-
διαρκεί εννέα αιώνες, αριθμός μαγικός. Αμφότερα τα ζώα μπαίνουν εδώ λόγω της μεγάλης τους ηλικίας, αλλά και ως
συστατικά μαγικών τελετών.
50
Οι ήρωες και οι θεοί είχαν ξανθά μαλλιά. Ο Οβίδιος φαντάζεται τον Αίσονα με μαύρα μαλλιά, για να τονιστεί η αντίθεση
με τα άσπρα που είχε ως ηλικιωμένος, πριν ξανανιώσει.
51
Η Μήδεια πήρε το όνομα αυτό από την ομώνυμη γενέτειρά της.

14
ζητούν και προστάζουν να ορίσει μια τιμή, χωρίς όριο. Εκείνη για μικρό διάστημα σιωπά και φαίνεται
να διστάζει και κρατά μετέωρες τις ψυχές των ικετισσών με πλαστή σοβαρότητα. Αργότερα, το
υπόσχεται και λέγει: «Για να υπάρξει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στα δώρα μου, όποιος στο κοπάδι σας
ανάμεσα στα πρόβατα είναι ο γηραιότερος αρχηγός, με φίλτρα θα γίνει αμνός 52». Αμέσως φέρνουν
εριοφόρο ζώο, κουρασμένο απ’ τα αναρίθμητα χρόνια του, με καμπύλα κέρατα γύρω από κοίλους
κροτάφους. Αυτού το ανοιχτό στόμα με Αιμόνιο μαχαίρι τρύπησε κι ελάχιστα κηλίδωσε το σίδερο με
αίμα. Η φαρμακεύτρια μάγισσα βύθισε σε κοίλο χάλκινο αγγείο τα μέλη του προβάτου μαζί με τους
δραστικούς χυμούς. Μίκρυναν τα μέλη του σώματός του, έφυγαν τα κέρατα και μαζί με τα κέρατα τα
χρόνια του κι ακούστηκε από τη μέση του λέβητα τρυφερό βέλασμα. Χωρίς καθυστέρηση, όσο
θαύμαζαν το βέλασμα, το πρόβατο αναπήδησε, πεθύμησε τη φυγή και ζήτησε γαλακτοφόρους
μαστούς. Έμειναν εμβρόντητες οι κόρες του Πελία. Αφού εκπληρώθηκε η υποσχεθείσα δοκιμασία
αξιοπιστίας, τότε βέβαια πιέζουν εντονότερα.
Τρεις φορές ο Φοίβος είχε αφαιρέσει το ζυγό με τα άλογα τα βυθισμένα στο Ιβηρικό ποτάμι 53
και για τέταρτη νύχτα έλαμπαν τα ακτινοβόλα αστέρια, όταν η πολυμήχανη κόρη του Αιήτη βάζει στην
αρπακτική φωτιά καθαρό νάμα και χόρτα χωρίς ιδιότητες. Ήδη το χαλαρωμένο σώμα του βασιλιά που
έμοιαζε με νεκρό και μαζί με το βασιλιά και τους φύλακές του ο ύπνος είχε καταλάβει, τον οποίο είχαν
φέρει οι επωδές και η δύναμη της μαγικής της γλώσσας. Μπήκαν οι κόρες στο κατώφλι, καλεσμένες
από την Κολχίδα και περικύκλωσαν το κρεβάτι. Είπε: «Γιατί τώρα, νωθρές, διστάζετε; Μπήξτε το
σπαθί και αντλήστε το παλιό αίμα, ώστε να αναπληρώσω τις άδειες φλέβες με νεανικό αίμα. Στα χέρια
σας βρίσκεται η ζωή και η ηλικία του πατέρα σας. Αν έχετε κάποια ασέβεια και δεν κλυδωνίζεστε από
μάταια ελπίδα, κάντε τη χάρη στον πατέρα σας, με τα όπλα τα γηρατειά διώξτε και, βυθίζοντας το
σίδερο, αφαιμάξτε το σάπιο (αίμα)». Μ’ αυτές τις προτροπές, η πιο ευσεβής (από τις τρεις) πρώτη
γίνεται ασεβής και, για να μην γίνει εγκληματίας, διαπράττει το έγκλημα. Καμιά τους δεν μπορεί να δει
τα χτυπήματα· στρέφουν τα μάτια τους και δίνουν τυφλά χτυπήματα –γυρισμένες- με τα σκληρά χέρια
τους. Εκείνος, πλημμυρίζοντας στο αίμα, από το κρεβάτι στηρίζεται στον αγκώνα του και, σχεδόν
κατασπαραγμένος, προσπαθεί να σηκωθεί στο κρεβάτι και, τείνοντας τα ωχρά χέρια του στη μέση
τόσων μαχαιριών, είπε: «Τι κάνετε, κόρες μου; Ποιος σας όπλισε ενάντια στη μοίρα του πατέρα σας; ».
Αθυμούν οι ψυχές και τα χέρια τους. Θα μίλαγε με περισσότερα λόγια, όταν η Κολχίδα έκοψε το λαιμό
του και τον βύθισε κατακρεουργημένο μέσα στα καυτά νερά.

52
Ο αμνός συμβολίζει την καλοσύνη, αλλά και τη φωτεινότητα, και γι’ αυτό συνδεόταν από την αρχαιότητα με τελετές
γονιμότητας, μια από τις οποίες γινόταν κατά την εαρινή ισημερία. Λόγω της εγγύτητάς της με το Πάσχα (το οποίο
εορτάζεται την πρώτη Κυριακή μετά τη δεύτερη εαρινή πανσέληνο), ο αμνός έγινε το εξιλαστήριο θύμα και στη
χριστιανική εορτή (αλλά και στο ραμαζάνι), συμβολίζοντας πλέον το Μεσσία που θυσιάστηκε για τους ανθρώπους.
53
Σύμφωνα με τη μυθολογία, ο Φοίβος (Ήλιος) ξεκινούσε κάθε μέρα το ταξίδι του από την ανατολή, για να καταλήξει στη
δύση, όπου βυθιζόταν με το άρμα του σε ένα ποταμό της Ιβηρικής χερσονήσου.

15
Αν δεν την σήκωναν τα φτερωτά ερπετά στον αέρα, δεν θα γλίτωνε την τιμωρία… Τελικά με τα
φιδίσια φτερά φτάνει στην Πειρηναία Εφύρη54. Εκεί, τον πρώτο αιώνα (του κόσμου) τα αρχαία θνητά
σώματα γεννήθηκαν από τα μανιτάρια που είχαν ξεφυτρώσει στη βροχή. Μόλις όμως η καινούργια
(αντίζηλος) νύφη κάηκε από τα Κολχικά δηλητήρια και το σπίτι του βασιλιά να φλέγεται είδαν οι δύο
θάλασσες, πότισε το ανόσιο ξίφος με το αίμα των παιδιών της κι αφού εκδικήθηκε η κακή μητέρα,
ξέφυγε από τα όπλα του Ιάσονα. Από εκεί, οδηγημένη απ’ τους Τιτάνειους δράκοντες, μπαίνει στις
Παλλάδιες ακροπόλεις55… Την υποδέχθηκε εκεί ο Αιγέας, μόνο γι’ αυτό το γεγονός κατακριτέος· δεν
του αρκούσε να τη φιλοξενήσει, έφτασε να ενωθεί μαζί της με τα δεσμά του γάμου.
Μόλις είχε επιστρέψει ο Θησέας, γόνος άγνωστος στον πατέρα του, που με την ανδρεία του
είχε ειρηνεύσει τον αμφιθάλασσο Ισθμό. Για τη δολοφονία του φτιάχνει μείγμα η Μήδεια με ακόνιτο
σ’ αυτό που παλιά είχε φέρει μαζί της από τις Σκυθικές ακτές. Αυτό μνημονεύουν ότι γεννήθηκε από
τα δόντια του Εχιδναίου σκύλου· υπάρχει μια σπηλιά, άφαντη από τα σκοτάδια της εισόδου της,
υπάρχει δρόμος κατωφερής, από τον οποίο ο Τιρύνθιος ήρωας τον Κέρβερο που αντιστεκόταν τράβηξε
με αλυσίδες συνδεδεμένες με ατσάλι και που έστρεφε τα μάτια λοξά μπροστά στο φως και τις
παλλόμενες ακτίνες του ήλιου. Αυτός, ξεσηκωμένος από λυσσαλέα οργή, γέμισε εξίσου τον αέρα με τα
τριπλά γαυγίσματά του και σκόρπισε στους χλοερούς αγρούς λευκούς αφρούς. Αυτοί νομίζεται πως
έπηξαν και, αφού έτυχαν τροφής από το πλούσιο και εύφορο έδαφος, άρχισαν οι δυνάμεις της
καταστροφής. Οι αγρότες τα ονομάζουν αυτά «ακόνιτα», επειδή γεννιούνται μακροχρόνια πάνω σε
στέρεους βράχους. Από την απάτη της συζύγου του, ο ίδιος ο πατέρας Αιγέας στο γιο του το έδωσε,
σαν να ήταν εχθρός. Πήρε αγνοώντας ο Θησέας με το χέρι το ποτήρι που του έδωσε, όταν ο πατέρας
στην ελεφάντινη λαβή του ξίφους αναγνώρισε τα σημάδια της γενιάς του και απομάκρυνε από το
στόμα του (παιδιού του) το δολερό φαρμάκι. Όσο για εκείνη, γλίτωσε το θάνατο, (κρυμμένη) μέσα σε
σύννεφο που κίνησε με ξόρκια.

5. Ερμηνεία του Κειμένου. Η Μαγεία Στην Αρχαία Λογοτεχνία

54
Πρόκειται για την πόλη της Κορίνθου, η οποία περιβάλλεται από δύο κόλπους (Σαρωνικό, Κορινθιακό), εξ’ ου και
αμφιθάλασσος (το επίθετο χαρακτηρίζει και τον Ισθμό, βλ. 405).
55
Αναφέρεται στην πόλη της Αθήνας, την οποία προστάτευε ως πολιούχος η θεά Αθηνά, η οποία έφερε το επίθετο
Παλλάδα.

16
Το εκτενές απόσπασμα που προηγήθηκε εντάσσεται σε μια σειρά κειμένων 56, με μαγική
θεματολογία, η οποία εισήχθη στην Ελλάδα και αργότερα στη Ρώμη από τη Μεσοποταμία, την
Αίγυπτο και την Περσία και συνδέθηκε με διάφορες μυστηριακές και απόκρυφες λατρείες, επίσημες
και μη. Πολλοί συγγραφείς αρέσκονταν στο να περιγράφουν με λεπτομέρειες τελετές λευκής ή μαύρης
μαγείας, γοητείας ή θεουργίας, ξεκινώντας ήδη από τον Όμηρο. Γενικότερα, οτιδήποτε το υπερφυσικό
ή το τελετουργικό, κάθε θαύμα ή διοσημείο (prodigium), είτε μέσα σε μια ατμόσφαιρα παραμυθιού,
είτε σε πιο αποτρόπαια περιβάλλοντα, γοήτευε τους αναγνώστες / ακροατές και προσέδιδε ένα
ιδιαίτερο ενδιαφέρον στα κείμενα τόσο των Ελλήνων 57, όσο και των Ρωμαίων58 συγγραφέων, οι οποίοι
56
Πολύτιμο βοήθημα, με εκτενέστατη εισαγωγή για τη μαγεία, κείμενα, μετάφραση και σχολιασμό είναι αυτό του G. Luck,
Arcana Mundi. Magic and the Occult in the Greek and Roman Worlds, Baltimore-London, 1985, το οποίο μεταφράστηκε
στα ελληνικά από τον Δ. Ρήσο ως Η μαγεία στον ελληνικό και ρωμαϊκό κόσμο, Αθήνα, 1996 (= MEΡΚ). Ένα ακόμη
θεμελιώδες –σχετικά πρόσφατο- έργο είναι του F. Graf, La magie dans l’Antiquité gréco-romaine: idéologie et pratique,
Paris, 1994, όπου αναλύονται διεξοδικά όλα τα σχετικά θέματα, ενώ την πλέον σύχγρονη βιβλιογραφική συμβολή αποτελεί
ο τόμος των R. L. Gordon & F. M. Simon (εκδ.), Magical Practice in the Latin West: Papers from the International
Conference held at the University of Zaragoza, 30 Sept.-1 Oct. 2005, Leiden, 2010. Στην ελληνική γλώσσα, χρήσιμος είναι
ο τόμος του Α. Φ. Χρηστίδη (εκδ.), Γλώσσα και Μαγεία. Κείμενα από την Αρχαιότητα, Αθήνα, 1997, αλλά και η μετάφραση
του βιβλίου του C. A. Faraone, Ancient Greek Love Magic, Harvard, 1999 από τον Μ. Παπαθωμόπουλο, Αρχαία Ελληνική
Ερωτική Μαγεία, Αθήνα, 2004, με σημαντικό γλωσσάριο (289-293), βιβλιογραφία (299-330) και χωρία αρχαίων
συγγραφέων (349-353). Επίσης, μπορεί να συμβουλευτεί κανείς το σημαντικό βιβλίο του A. Bernard, Sorciers grecs, Paris,
1991, σε μετάφραση Ι. Καμαρη, Έλληνες Μάγοι, Αθήνα, 1997, με καλή βιβλιογραφία (443-470), αλλά και ιδιαίτερο
κεφάλαιο σχετικά με τους ποιητές και τις μάγισσες (173-201). Για περαιτέρω βιβλιογραφία σχετικά με τη μαγεία, τη
μαντεία, το υπερφυσικό και τη χρήση των συμβόλων, βλ. Dimitrios Mantzilas, Les divinités dans l’œuvre poétique d’Ovide,
Paris 2000, 799-806 και κυρίως το λήμμα «Magica» στον ετήσιο βιβλιογραφικό οδηγό της Année Philologique, όπου
καταγράφεται κάθε νέα δημοσίευση σχετική με τα μαγικά κείμενα. Σημαντική είναι, επιπροσθέτως, η συμβολή του 4 ου
τόμου (εκδ. P. Boillet-A. Moreau) του συνεδρίου για τη μαγεία, με τίτλο La Magie. Αctes du Colloque International de
Montpellier (εκδ. A. Moreau-J.-C. Turpin), Montpellier, 2000 (= La magie…), όπου σε 146 σελίδες καλύπτεται όλο το
βιβλιογραφικό φάσμα αναφορικά με τη μαγεία. Χρήσιμο είναι και το άρθρο του W. M. Brashear, «The Greek Magical
Papyri. An Introduction and Survey. Annotated Bibliography (1928-1994»), ANRW, II, 18. 5, 1995, 3380-3684. Σημαντική
βιβλιογραφία για όλες τις γεωγραφικές περιοχές της αρχαιότητας, στις οποίες άνθησε η μαγεία, παρέχουν οι F. Graf-S. I.
Johnston & G. Thür, «Magie, Magier», Der Neue Pauly, Stuttgart-Weimar, 1999, VII, στήλ. 657-666. Η πιο πρόσφατη
συμβολή στο θέμα είναι ο συλλογικός τόμος των G. Piccaluga & A. Saggino, «Magia e tecnica grafica», SMSR, 76, 1, 2010.
57
Ενδεικτικά αναφέρουμε: Όμηρος, κ 133-9, 203-247, 274-309, 487-540· λ 23-37, 42-7· τ 457 κ. εξ.· Ησίοδος, Θεογονία,
411-452· Ομηρικός Ύμνος εις Δήμητραν, 716-8· Αισχύλος, Ευμενίδες, 306, 332-3· Πίνδαρος, Πυθιόνικοι, 4, 9-12, 193-6,
212-223· Εμπεδοκλής, 31 F III D-K· Σοφοκλής, Ριζοτόμοι, αποσπ. 534 (491), 536 (493), 535 (492) · Ευριπίδης, Μήδεια,
384-5, 716-8, 1195-1202· Αριστοφάνης, Νεφέλες, 749· Πλάτων, Νόμοι, ΙΙ, 933ab· Θεόκριτος, Ειδύλλια, 2 (Φαρμακεύτρια)·
Θεόφραστος, Χαρακτήρες, κεφ. 28 (Δεισιδαιμονίας)· Απολλώνιος Ρόδιος, Αργοναυτικά, ΙΙΙ, 1191-1224· IV, 1635-1690·
Ορφέως, Λιθικά, passim· Φιλόστρατος, Τα εις τον Τυανέα Απολλώνιον, α, 4, 44 και β, 8, 7, 9-10· Λουκιανός, Φιλοψευδής,
14-8, 22-4· Πλωτίνος, Εννεάδες, ΙΙ, 9, 14· IV, 4, 40-4· Πορφύριος, Περί βίου Πλωτίνου, 53-5· Προς Ανεβώ επιστολή, 19a-b·
Ιάμβλιχος, Περί αιγυπτίων μυστηρίων, I, 9· II, 11· IV, 2· Ευσέβιος, Ευαγγελική προπαρασκευή, IV, 1, 6-9· Ευνάπιος, Βίοι
φιλοσόφων και σοφιστών, σελ. 469· 173-5 Boissonade. Υπήρχαν και πολλές ακόμα αναφορές σε έργα που δεν σώζονται,
όπως οι μίμοι του Σώφρωνα, οι Γόητες (= μάγοι ή τσαρλατάνοι) του Αριστομένη ή η κωμωδία Μανδραγοριζομένη του
Άλεξι.
58
Παραδείγματος χάρη: Κάτων, De Agri Cultura, § 160· Βάρρων, De re rustica, Ι, 2, 27· Βιργίλιος, Αeneis, IV, 450-705·
Eclogae, 5, 429· 8, 64-109· 80· Οράτιος, Epodon, 5 και 17· Sermones, Ι, 8· Carmina, Ι, 27, 21-2· Λαίβιος, απόσπ. 27·
Τίβουλλος, I, 2, 41-66· 5, 9-18· 39-44· 49-60· 8, 17-26· Προπέρτιος, Ι, 1, 19· II, 28b, 35-8· III, 6· IV, 5, 13· Οβίδιος,
Amores, Ι, 8· III, 7· Fasti, II, 425-450· 571-584· Μetamorphoses, XIV, 403-411· Ars Amatoria, III, 99-106· Πλίνιος,
Naturalis Historia, XXX, 2· Σενέκας, Hercules Oetaeus, 449-472· Μedea, 6-23· 670-843· Πετρώνιος, Satyricon, 131-8·
Τάκιτος, Annales, ΙΙ, 69, 15· Απουλήιος, Αpologia, 25-43· Μεταμορφώσεις, I, 8-19· II, 5· 20-30· ΙΙΙ, 15-8, 21-8· IX, 29· ΧΙ,
1-2· Λουκανός, Εμφύλιος Πόλεμος, VI, 333-773· Ανώνυμος (Μάρκελλος Εμπειρικός;), De Medicamentis, XV, 11·
Ανώνυμος, Praecatio Omnium Herbarum· Ανώνυμος, Precatio Terrae· Ιούλιος Obsequens, De prodigiis· Βαλέριος
Μάξιμος, Facta et dicta memorabilia, Ι, passim. Πρώτος στη Ρώμη ασχολήθηκε ο Λαβέριος στο έργο του Necyomantia,
δηλαδή: «μαντεία των νεκρικών ψυχών», ενώ σημαντικά έργα, τα οποία δυστυχώς σώζονται αποσπασματικά ή και καθόλου
είχαν γράψει ο Κολουμέλλας, ο Νιγίδιος Φίγουλος, ο Άππιος Κλαύδιος Πούλχερ, ο Ταρούτιος Φιρμάνος και ο Μινούκιος
Φήλιξ.

17
χρησιμοποιούσαν τη μαγεία ως λογοτεχνικό μοτίβο, που φανέρωνε συνήθως άσκηση εξουσίας και
ισχύος, αλλά και ως εργαλείο, προκειμένου να ερμηνεύσουν καλύτερα την πολυπλοκότητα και τις
αντιφάσεις των ανθρώπινων συναισθημάτων κάτω από ακραίες συνθήκες. Ωστόσο, το συγκεκριμένο
θέμα συχνά αντιμετωπίζεται με σκεπτικισμό από τους ίδιους τους συγγραφείς, οι οποίοι αρέσκονται
στο να διακωμωδούν ή χλευάζουν τις μαγικές πρακτικές, επιστρατεύοντας τη λογική τους, μέσα από
ένα φιλοσοφικό και ορθολογιστικό πρίσμα.
Στη μαγεία, η οποία συχνά έπαιρνε και θρησκευτικές προεκτάσεις, χωρίς τα όρια να είναι
ευδιάκριτα59, εμπλέκονται μια σειρά από φυσικά ή τεχνητά στοιχεία -που συγκεντρώνονται εδώ για
πρώτη φορά60- και τα οποία συχνά εμπεριέχουν διάφορους συμβολισμούς 61: μαγικά εργαλεία (τροχοί,
σβούρες, ρόμβοι62, ραβδιά63, ιστοί αργαλειού, χάλκινα σήμαντρα ή τραπέζια, καρφιά ή πέτρες με
γράμματα χαραγμένα, πιάτα με σύμβολα, μεταλλικοί δίσκοι με την αλφάβητο, πάνω από τους οποίους
κρεμιόταν από κλωστή λιναριού ένα δαχτυλίδι, προκειμένου να γίνει η προφητεία 64), ξόρκια
(επαοιδοί / επωδοί, θελκτήρια, incantamenta), φίλτρα65 (φάρμακα)66, δηλητήρια (venena), βότανα
(herbae), βολβοί ή ρίζες φυτών (ραφανίδες), τροχίλοι, μαγικά αρώματα και υλικά (λιβάνι, θειάφι,
σμύρνα, στύρακας, ρετσίνι κέδρου), αιθέρια έλαια και αλοιφές προσώπου, άνθη (κυκλάμινο,
παπαρούνα, ρόδο, μέντα, μύρτο, ακακία, ηλιοτρόπιο), δαφνόφυλλα, καρποί (φασόλια, σπόρος
κερασιού, κριθάρι, άγριο και ήμερο σταφύλι, άγριο σύκο), κισσός, λάδι πράσινης ελιάς, νερό και
φωτιά, αλάτι, κύμινο, κεστοί (μαγικές ζώνες), ιεροί αριθμοί, πίσσα (κατράμι), άμμος, ορυκτά,

59
Οι βασικές θεωρίες για τη σχέση μαγείας και θρησκείας είναι τέσσερις: α) η μαγεία γίνεται θρησκεία (K. T. Preuss), β) η
θρησκεία επιχειρεί να συμφιλιώσει διάφορες προσωπικές δυνάμεις, εκεί όπου η μαγεία έχει αποτύχει να το κάνει ( J.
Frazer), γ) η μαγεία και η θρησκεία έχουν κοινές ρίζες (R. R. Marrett) και δ) η μαγεία είναι μια εκφυλισμένη μορφή
θρησκείας (P. W. Schmidt). Για όλα αυτά, βλ. G. Luck, MEΡΚ, 13. Εξάλλου, μια από τις ετυμολογίες της λέξης religio
είναι από το ρήμα ligare, «δένω» (ή άλλη είναι από το legere, «συλλέγω»)· βλ. A. Bernard, ό. π., 71 κ. εξ.
60
Σημαντική υπήρξε η έρευνα για τη ρωμαϊκή μαγεία (εντός και εκτός Οβιδίου) της A.-M. Tupet, La magie dans la poésie
latine, Paris-Lille, 1976· «Ovide et la magie», Acta Conventus...Tomes, 1972, Bucarest, 1976, p. 575-584· «La magie dans
les métamorphoses d’Arachné (Ovide, Mét., VI, 135-145)», Coll. Latomus, CLXXXIX (= Journées Ovidiennes…),
Bruxelles, 1985, p. 215-227· «Rites magiques dans l’antiquité romaine», ANRW, II, 16, 3, 1986, p. 2591-2675, η οποία
συγκέντρωσε ένα μέρος από τα στοιχεία που καταγράφουμε εδώ.
61
Πολύτιμο βοήθημα για τα σύμβολα και τους μύθους, όχι μόνο στη Ρώμη, αλλά στο σύνολο των αρχαίων λαών. είναι το
βιβλίο της N. Julien, Grand Dictionnaire des Symboles et des Mythes, Alleur, 1997.
62
Στα τρία αυτά εργαλεία συχνά προσδενόταν ένα πουλί (ίυγξ), με σκοπό την άσκηση συμπαθητική ή πειστικής ερωτικής
μαγείας. Ο συμβολισμός τους έγκειται στο ότι ο αγαπημένος θα γύριζε πίσω, όπως γυρίζουν και αυτά τα αντικείμενα.
63
Η ράβδος, το ραβδί και το ραβδοφάσκι ήταν σύμβολα εξουσίας και ισχύος. Στη Ρώμη ήταν σε χρήση από τους ιερείς,
κατά την παραγωγή χρησμών, αλλά και από τους δημόσιους λειτουργούς, ως ένδειξη αξιώματος (fasces).
64
Βλ. Αμμιανός Μαρκελλίνος, Ρωμαϊκή Ιστορία, ΧΧΙΧ, 1, 25-32. Το δαχτυλίδι έχει μαγικές ιδιότητες λόγω του κυκλικού
του σχήματος.
65
Τα φίλτρα περιελάμβαναν διάφορα μαγικά υλικά. Ο Θεόκριτος, Ειδύλλιο 2, περιγράφει πως η Σιμαίθα, την οποία είχε
εγκαταλείψει ο αγαπημένος της κοπάνισε κριθάλευρο (που συμβολίζει τα κόκαλά του) και το ανακάτεψε με δάφνη,
πίτουρο, κερί, υγρά σπονδών, ιππομανές (χόρτο που προκαλούσε τρέλα), σκόνη σαύρας και ένα κρόσσι από το μανδύα του
εραστή της, καθώς κάθε υλικό (ουσία) που ανήκει στον εραστή (τρίχα, νύχι ή κλωστή) είναι απαραίτητο, για να τον φέρει
πίσω η μάγισσα ή να τον βλάψει. Επιπλέον, για να τον «δέσει», τύλιξε πορφυρό μαλλί γύρω από μια κούπα. Μετά έκαψε τη
δάφνη (που συμβολίζει τη σάρκα) και έλιωσε το κερί (που αντικατοπτρίζει τον έρωτα ή την ψυχή του αγαπημένου της), για
να τον εκδικηθεί. Το κριθάλευρο, και η δάφνη που καίγεται υπάρχουν και στην 8 η Εκλογή του Βιργιλίου. Πάντως, τα πλέον
κλασικά συστατικά φίλτρων είναι το αίμα φρύνου ή βατράχου, το μάτι νυχτερίδας και η αποξηραμένη σαύρα.
66
Η λέξη «φάρμακον» έχει τέσσερις σημασίες: «φάρμακο», «δηλητήριο», «μαγικό ποτό» και «μαγικό φίλτρο».

18
κοράλλια, λίθοι και μέταλλα (ιδίως ο χρυσός και ο χαλκός), ανθρωποθυσίες (κυρίως αγοριών), θυσίες
πτηνών και ζώων ή χρήση συγκεκριμένων ζωτικών οργάνων, οστών, κοπριάς ή αίματος 67, μάλλινα ή
κέρινα ομοιώματα ανθρώπων68 και ομοιώματα ζώων, βελόνες ή καρφιά, μάλλινες τρίχρωμες κορδέλες.
Για τη μαντεία επιστρατεύονταν οι σκιές των νεκρών (νεκυομαντεία, νεκρομαντεία), τα
κάτοπτρα (κατοπτρομαντεία), τα σπλάχνα (extispicium, haruspicium), οι –συνήθως επτά- λυχνίες
(λυχνομαντεία), η κίνηση του νερού (υδρομαντεία, λεκανομαντεία), η πτήση των πτηνών
(οιωνοσκοπία / auspicium), η ερμηνεία των ονείρων, η μελέτη των άστρων69 (αστρολογία) και η
προφητεία μέσα από αυτά (ονειρομαντεία), τα οράματα, τα θαύματα και οι χρησμοί.
Συνήθως γινόταν πρώτα τρεις φορές επίκληση (ή αλλιώς επαγωγή) σε χθόνιες θεότητες (Εκάτη,
Ερινύες70, Ερμής, Χάρων, Πλούτων, Κέρβερος, Στύγα και άλλες), οι οποίες προστάτευαν τους μάγους
και τις μάγισσες71. Κατόπιν, ο μάγος ζωνόταν ένα μαύρο πέπλο και ξεκινούσε την τελετή –κάτω από
πανσέληνο- ξυπόλητος και με τα μαλλιά ανακατεμένα, συχνά μέσα σε πυκνό και απόμερο δάσος, μια
σπηλιά ή ένα νεκροταφείο, σε κατάσταση έκστασης, οίστρου και ιερής μανίας. Πρώτα γινόταν ένας
εξαγνισμός, πριν αρχίσει η καθαυτό μαγική πράξη και στο τέλος ακολουθούσε το φυλακτήριο, για να
αποτραπεί κάθε ενάντια μαγική ενέργεια.
Οι ελληνικοί και λατινικοί όροι72 για όσους εξασκούσαν (θέλγειν) μαγεία (magia) ήταν:
μαγευτής, μάγος (magus), φαρμακεύς (veneficus), φαρμακτήρ, ριζοτόμος, αγύρτης, γόης, αλαζών,
ψυχαγωγός, βάσκανος. Οι ερωτικές γητειές (devotiones) χαρακτηρίζονται ως αγωγαί,

67
Διάφορα ζώα, πτηνά ή έντομα, που εμπλέκονταν στη μαγεία, είτε ως σφάγια, είτε ως υλικά για κατασκευή φίλτρων ή
φυλακτών ήταν οι γάτες, τα ελάφια και οι ελαφίνες, τα πουλάρια, οι σκύλοι, τα δελφίνια, οι αλεπούδες, οι λύκοι, οι γαζέλες,
οι κατσίκες, οι χοίροι, οι λαγοί, οι ύαινες, τα θηλυκά ποντίκια, οι πελαργοί, οι κουρούνες, τα κοράκια και οι κουκουβάγιες,
οι αλιαετοί, τα χελιδόνια, τα σαλιγκάρια, τα σκαθάρια, οι μύγες και τα σκουλήκια, με το καθένα από αυτά να εμπεριέχει
διαφορετικούς συμβολισμούς. Ιδιαίτερα όμως τα ερπετά και τα αμφίβια (φίδια, βάτραχοι, φρύνοι, δράκοι, χαμαιλέοντες,
χελώνες, σαύρες, σαμιαμίθια, κροκόδειλοι) βρίσκονταν στην υπηρεσία των μαγισσών.
68
Το μαλλί είχε προστατευτικό χαρακτήρα. Από αυτό φτιάχνονταν οι σκούφοι των ιερέων, οι κορδέλες των θυμάτων προς
θυσία και οι κούκλες της γιορτής Compitalia. Συνήθως, για να «δέσουν» κάποιον εραστή, έφτιαχναν δύο ομοιώματα: ένα
μάλλινο, το οποίο συμβόλιζε τους δαίμονες του κάτω κόσμου και ένα κέρινο που ήταν ο ίδιος ο εραστής, σε στάση ικεσίας,
δηλαδή γονατιστός. Πρώτα άνοιγαν μία τάφρο, όπου έχυναν το αίμα ενός μαύρου σφάγιου (σύμφωνα με τον κανόνα της
ρωμαϊκής θρησκείας προσφέρονταν λευκά θύματα σε Ουράνιους θεούς και μαύρα σε Χθόνιους) και με αυτό εμπότιζαν το
μάλλινο ομοίωμα, για να επικοινωνήσουν καλύτερα με τις ψυχές των νεκρών. Κατόπιν το κέρινο, δεμένο με τρίχρωμες
κορδέλες (άσπρες, μαύρες και κόκκινες, συμβολίζοντας αντίστοιχα τον επίγειο κόσμο, τον κάτω κόσμο και το αίμα, ως
συνδετικό στοιχείο των δύο) και τρυπημένο σε συγκεκριμένα σημεία του σώματος (κορυφή κεφαλιού, στόμα, μάτια, αυτιά,
ηλιακό πλέγμα, παλάμες, πέλματα, γεννητικά όργανα, πρωκτός) με 13 βελόνες (αριθμός που έφερνε κακοδαιμονία)
ριχνόταν στη φωτιά και γινόταν έμπυρον. Έτσι, βάσει του κανόνα της συμπαθητικής μαγείας, όπως έλιωνε το ομοίωμα, θα
έλιωνε και ο κακός ή άπιστος εραστής. Η τελετή αυτή περιγράφεται από τον Οράτιο, Sermones, Ι, 8. Το κερί, οι επωδοί, η
πανσέληνος, τα ξόρκια και η φωτιά υπάρχουν και στην περιγραφή του Θεόκριτου. Στον Βιργίλιο, Eclogae, 8, 64-109, αντί
για μαλλί υπάρχει πηλός: όπως σκληραίνει ο πηλός, έτσι θα πετρώσει και ο εραστής. Όσο για τις τρίχρωμες κορδέλες,
απαντούν και σε εκείνο το κείμενο.
69
Ονομαστοί ήσαν οι Χαλδαίοι αστρολόγοι. Η βιβλιογραφία που καλύπτει τον τομέα αυτό είναι τεράστια. Ενδεικτικά, βλ.
D. Mantzilas, ό. π., 822-3.
70
Στην Αρχαία Ελλάδα, η Τισιφόνη, η Μέγαιρα και η Αληκτώ τιμωρούσαν με τύψεις τους δολοφόνους. Η σύνδεσή τους με
τη μαγεία έγινε στη Ρώμη. Παριστάνονταν με φίδια στο κεφάλι, τα χέρια και τη μέση.
71
Για το θέμα αυτό, βλ. D. Ogden, Night’s Black Agents: Witches, Wizards and the Dead in the Ancient World, London-
New York, 2008.
72
Για περισσότερες πληροφορίες, βλ. A. Moreau, «Petit guide à l’usage des apprentis sorciers», La Magie…, I, 5-39.

19
φιλτροκατάδεσμοι, φίλτρα, ποτήρια, κάτοχοι, διάκοποι, φυσικλείδια. Αξίζει πάντως να σημειωθεί πως
στις περισσότερες περιπτώσεις ασχολούνταν γυναίκες με τις συγκεκριμένες πρακτικές 73, καθώς
θεωρούνταν υποτιμητικές για έναν άντρα, ιδιαίτερα στη Ρώμη.
Οι μαγικές τελετουργίες (τελέσματα) πραγματοποιούνταν για το «δέσιμο» (καταδεσμός) του
αγαπημένου, για να απομακρυνθεί ο ερωτικός αντίζηλος ή υποψήφιος εραστής, χρησιμοποιώντας
αντίδοτα (αντιφάρμακα) ή να επιστρέψει ο άπιστος, για να εμπνεύσουν έρωτα ή να προσελκύσουν
(έλκειν / άγειν-incantare / excantare) το εκάστοτε αντικείμενου του πόθου, για να προκαλέσουν στύση
(αφροδισιακόν ή σατύριον) ή λαγνεία (χαριτήσιον), είτε το αντίθετο (αντιαφροδισιακόν), για να
συγκρατήσουν το θυμό (θυμοκάτοχον), για εκδίκηση ή φυσική εξόντωση αντιπάλων, προκαλώντας
τους τρέλα, αλαλία, φαλάκρα, ακρωτηριασμό, αϋπνία, ασθένειες, αλλαγή φύλου ή και θάνατο είτε –
αντίθετα- για να γιατρέψουν, αναζωογονήσουν ή αναστήσουν κάποιον, για να κάνουν κάποιον αόρατο
ή να τον μεταμορφώσουν, για την αποφυγή διαβολής, φθόνου και βασκανίας 74 (προφυλακτική μαγεία)
ή την πρόκληση καλοτυχίας75 (με κατασκευή από φθηνά υλικά και πολύτιμες πέτρες φυλακτών,
περίαπτων και χαϊμαλιών) ή την εξουδετέρωση εχθρικών μαγικών ενεργειών (φυλακτήριον), για να
βρουν χαμένα αντικείμενα, για να μάθουν το μέλλον (μαντεία / divinatio), για να καταστήσουν
ευνοϊκούς τους νεκρούς ή τους θεούς, για πρόκληση φυσικών φαινομένων όπως η βροχή, για να
κερδίσουν μια δίκη ή μια μάχη (νικητικόν), για γονιμοποιές τελετές 76, εξορκισμούς, ακόμα και
γεωργικές εργασίες (κυρίως για προφύλαξη των σπαρτών από τις αρρώστιες, τα ζιζάνια και το καύμα
του ήλιου).
Πέρα από τις λογοτεχνικές, υπάρχουν και οι αρχαιολογικές πηγές. Συγκεκριμένα, βρέθηκαν
επιγραφές, μολύβδινες πινακίδες, σφραγιδόλιθοι, πολύτιμα μέταλλα, όστρακα και πάπυροι 77, όπου
περιλαμβάνονται φόρμουλες –όπως το γνωστό αβρακαδάβρα78- για κατάρες, εξορκισμούς ή ερωτική
73
Η εικόνα αυτή προκύπτει κυρίως από τη λογοτεχνία· οι επιγραφές και οι πάπυροι καταδεικνύουν περισσότερο άνδρες
μάγους.
74
Η ενέργεια του φτυσίματος, άλλοτε είχε αποτροπαϊκό χαρακτήρα (πρβ. το νεοελληνικό «φτου να μη σε βασκάνω!»),
άλλοτε όμως προκαλούσε κακοτυχία, όπως αποδέχεται και η Ορθόδοξη Εκκλησία, προκειμένου να απομακρυνθεί ο
Σατανάς.
75
Οι σύγχρονοι όροι είναι amulet (από το amolitum)· πρβ. Πλίνιος, Φυσική Ιστορία, ΧΧVΙΙΙ, 38· XXIX, 66· XXX, 138, για
το φυλακτό που αποτρέπει τις συμφορές και talisman (αραβική παράφραση της λέξης τέλεσμα, που σημαίνει «μύηση»), για
εκείνο που φέρνει τύχη. Αμφότερα κυκλοφορούσαν σε μορφή δαχτυλιδιού ή περιδέραιου. Οι λατινικοί όροι είναι: praebia,
amuletum, phylacterium, praeligamen. Είναι αξιοπρόσεκτο το γεγονός ότι τα κατασκεύαζαν με το αριστερό χέρι.
76
Σε αυτές τις τελετές χρησιμοποιείτο κατά κόρον η γονιμοποιός αισχρολογία, αλλά και καρποί, όπως τα μήλα (τα οποία
συμβόλιζαν τα γυναικεία στήθη), τα κυδώνια και τα καρύδια. Επιπλέον, οι πολύσποροι καρποί, όπως τα ρόδια θεωρούνταν
ότι –με συμπαθητική μαγεία- εξασφάλιζαν πολλούς απογόνους.
77
Οι πινακίδες (defixiones, από το ρήμα defigere, «μπήγω», «προσηλώνω» και κατ’ επέκταση «παραδίδω κάποιον στις
δυνάμεις του Κάτω Κόσμου»· ο ελληνικός όρος είναι καταπασσάλευση) ήσαν από λεπτό έλασμα μολύβδου (ή ακόμα και
απλό λινό ύφασμα), πάνω στο οποίο ζωγράφιζαν ό, τι ήθελαν να συμβεί, έγραφαν το όνομα του καταραμένου προσώπου
και χάρασσαν διάφορα σύμβολα. Εν συνεχεία, τις έθαβαν σε τάφους, στο χώμα ή σε πηγάδια ή τις κάρφωναν με καρφιά ή
τις τύλιγαν με νήμα αργαλειού, που είχε 365 κόμπους, πάνω σε ανθρώπινο ομοίωμα, για να πιάσει η κατάρα ή το ανάθεμα.
Γενικά, οι πινακίδες καλύπτουν ένα ευρύ χρονολογικό φάσμα (5 ος αι. π. Χ.-5ος αι. μ. Χ.), ενώ οι πάπυροι είναι κυρίως του
3ου-4ου αι. μ. Χ.
78
Για πρώτη φορά στον Σερήνο Σαμμηνικό (ο οποίος δολοφονήθηκε το 212 μ. Χ.), στο έργο του Μυστικά Πράγματα. Τα
μαγικά αυτά ονόματα που μοιάζουν με ασυναρτησίες, αλλά –στην πραγματικότητα- υποκρύπτουν ισχυρές υπερφυσικές

20
μαγεία79. Οι επωδοί αυτές περιελάμβαναν δύο μέρη: την επίκληση σε κάποιο χθόνιο θεό ή δαίμονα και
την παράκληση, δηλαδή τη μαγική προσταγή.
Σιγά-σιγά, η μαγεία, πέρα από τα βασικά της στερεότυπα 80, εξελίχθηκε και αποτέλεσε
συστατικό τεσσάρων επιστημών81: της ιατρικής, της αστρολογίας82, της δαιμονολογίας (αν μπορεί να
θεωρηθεί επιστήμη) και –κυρίως- της αλχημείας, σχετικά με την οποία σώζονται χιλιάδες
χειρόγραφα83, όπου διάφορα μαντζούνια και φίλτρα από φυσικά ή χημικά συστατικά επιστρατεύονταν
για διάφορους σκοπούς, προστατευτικούς ή καταστρεπτικούς. Διάφοροι μάγοι (φυσικοί) συνδύαζαν
επιστήμη και εσωτερική τεχνική (υπερφυσικές δυνάμεις), με απώτερο σκοπό τη χειραγώγηση των
δυνάμεων της φύσης. Αυτό γινόταν κατόπιν διδασκαλίας και μύησης ανάμεσα σε ελάχιστους
ανθρώπους. Από την επίσημη Ρώμη, αντιμετωπίστηκε άλλοτε με απέχθεια 84, άλλοτε με θαυμασμό,
οπωσδήποτε πάντως ο δεισιδαίμων λαός85 πίστεψε στη μαγεία, είτε διότι εντυπωσιάστηκε από αυτήν
είτε διότι την φοβήθηκε. Διάφορα πνευματικά κινήματα, όπως ο γνωστικισμός και ο ερμητισμός
ασχολήθηκαν με το θέμα, ενώ ακόμα και ο χριστιανισμός, χρησιμοποίησε πλήθος μυστικιστικών και
παγανιστικών στοιχείων, ήδη διαδομένων στο ευρύ κοινό, ώστε να μπορέσει να διεισδύσει πιο
ανώδυνα σε όλα τα κοινωνικά στρώματα.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, επομένως, ακόμα και καταξιωμένοι συγγραφείς εντάσσουν σκηνές
μαγείας στα έργα τους, για να ευχαριστήσουν το ακροατήριό τους. Έτσι και η Μήδεια γίνεται -μεταξύ
άλλων- αγαπημένο πρόσωπο των λογοτεχνών, διότι ο πλούσιος μύθος και η πολυσχιδής
προσωπικότητά της τούς αφήνουν περιθώριο για διάφορους πειραματισμούς, ανάλογα με την ποιητική
τους έμπνευση, το είδος, αλλά και τη στοχοθεσία του εκάστοτε δημιουργήματός τους.

δυνάμεις ονομάζονται voces magicae.


79
Μερικές από τις μεγαλύτερες συλλογές είναι οι εξής: Α. Audollent, Defixionum Tabellae, Diss. Frankfurt-Paris, 1904
(1967²)· H. D. Betz (εκδ.), The Greek Magical Papyri in Translation, Including the Demonic Spells, Chicago, 1992²· C.
Bonner, Studies in Magical Amulets, Chiefly Greco-Egyptian, Ann Arbor, 1955· J. F. Borghouts, Ancient Egyptian Magical
Texts, Leiden, 1978· R. W. Daniel & F. Maltomimi (εκδ.), Supplementum Magicum, Opladen 1990-2 (Papyrologica
Coloniensia 16.1, 16.2)· J. G. Gager, Curse Tablets and Binding Spells from the Ancient World, Oxford, 1992· D. Jordan,
«A Survey of Greek Defixiones not Included in the Special Corpora», GRBS XXVΙ, 1985, 151-197· R. Kotansky, Greek
Magical Amulets: The Inscribed Gold, Silver, Copper and Bronze Lamellae, Opladen, 1994· K. Preisendanz- A. Henrichs,
Papyri Grecae Magicae: Die griechischen Zauberpapyri, Stuttgart, 1974² (= PGM)· R. Wünsch, Defixionum tabellae
atticae, (IG 3.3), Berlin, 1897.
80
Πρβ. Κ. Β. Stratton, Naming the Witch: Magic, Ideology, and Stereotype in the Ancient World, New York, 2007.
81
Για τις επιστήμες στην Αρχαιότητα, βλ. O. E. Neugebauer, The Exact Sciences in Antiquity, Princeton, 1951.
82
Σώζονται πολλά εγχειρίδια ιατρικής (κυρίως τα έργα του Ιπποκράτη, του Γαληνού, του Κέλσου και του Σκριβώνιου
Λάργου), αλλά και αστρολογίας / αστρονομίας (Άρατος, Φαινόμενα και οι λατινικές μεταφράσεις του συγκεκριμένου έργου
από τον Αβιηνό και τον Γερμανικό· Μανίλιος, Astronomicon· Ψευδο-Υγίνος, Poetica Astronomica· Πτολεμαίος,
Τετράβιβλος· Βέττιος Βάλης, Ανθολογίαι· Φίρμικος Μάτερνος, Mathesis και άλλα)· πρβ. ακόμα F. Cumont, Catalogus
Codicum Astrologicorum Graecorum, Bruxelles, 1898-.
83
Βλ. π. χ. R. Halleux, Les alchimistes grecs, Paris 2002² (1981). Αρχικός σκοπός της αλχημείας ήταν η μετατροπή
διαφόρων μετάλλων σε χρυσάφι. Το θειάφι και το αλάτι, ήταν από τα βασικά συστατικά που χρησιμοποιούσαν οι
αλχημιστές, αλλά και οι μάγοι.
84
Η μαγεία ποτέ δεν απέκτησε επίσημη νομική υπόσταση· παρέμεινε πάντοτε παράνομη· βλ. Rosner-Siegel, ό. π., σ. 236,
υποσ. 16, για τη σχετική βιβλιογραφία.
85
Για την πολύπλοκη σχέση μεταξύ δεισιδαιμονίας, μαγείας, θρησκείας και επιστήμης, βλ. E. Tavenner, Studies in Magic
from Latin Literature, New York, 1966, passim.

21
6. Ενδεικτική Βιβλιογραφία για την Μήδεια ως μάγισσα

ADRIANI E., Medea. Fortuna e metamorfosi di un archetipo, Padova, 2006. BAFFI E., «Fra le ‘maledizione’ di
Medea (Sen., Med., 17-25)», AUFL, n. s. IV, 2003, 61-77. BALDINI MOSCADI L., «Les métamorphoses de la magicienne:
la ‘Médée’ de Valerius Flaccus», La magie…, II, 277-288. BARDON F. & BARDON H., «Médée rajeunissant Eson.
Propositions et perspectives», Hommages à M. Renard, 1969, I, 83-93. BARRIGÓN C., «Lecturas alegórico-racionalistas
de la leyenda de Medea» στο Bajo el signo de Medea / Sob o signo de Medéia, εκδ. Ε. Suárez de la Torre. & M. do Céu
Fialho, Valladolid-Coimbra, 2006 (Lingüística y filología, 64 = Bajo el signo…), 151-187. BELLONI L., «Medea
πολυφάρμακος», CCC, II, 1981, 117-133. BESSONE F., «Medea, leonessa infanticida: Ovidio, Seneca e un paradosso
euripideo», Quaderni del Dipartimento di filologia, linguistica e tradizione classica 1997, Bologna, 1998, 171-197.
BINROTH-BANK Ch., Medea in der ‘Metamorphosen’ Ovids, Frankfurt, 1994. BRELICH. A., «I figli di Medea», SMSR,
XXX, 1959, 213-254. BREMMER J. N., «Why did Medea Kill her Brother Apsyrtus?», στο Essays on Medea in
Mythology, Literature, Philosophy and Art, εκδ. J. J. Clauss & S. I. Johnston, Princeton, 1997, 93-100 (= Essays on
Medea…). BROWNE R. A., «Medea Interpretations», Studies Norwood, εκδ. M. E. White, Toronto, 1952, 76-9 (Phoenix
Suppl. 1). BUXTON R. G. A., «Les yeux de Médée: le regard et la magie dans les Argonautiques d’Apollonios de Rhodes»,
La magie…, II, 265-275. CARACAPPE T., Medea nella letteratura latina, Palermo, 1921. CECCHIN S. A., «Medea in
Ovidio fra elegia ed epos», Atti della giornata di studio su Medea, εκδ. R. Uglione, Torino, 1997, 69-89. CHRISTIE I.,
«Between Magic and Realism: Medea on Film» στο Medea 1500-2000, εκδ. E. Hall-F. Macintosh-O. Taplin, Oxford, 2000,
142-167. CLARK R. J., «A Note on Medea’s Plant and the Mandrake», Folklore, LXXIX, 1968, 227-231. DAVIES M.,
«Deianira and Medea. A Footnote to the Prehistory of the Myths», Mnemosyne, XLII, 1989, 469-472. DE HANSON J. O.
G., «The Secret of Medea’s Success», G&R, XII, 1965, 54-61. DE MARTINO F. (εκδ.), Μedea: teatro e comunicazione,
Bari, 2006 (Kleos, 2). DELLA CORTE F., «La Medea di Ovidio», SCO, XIX-XX, 1970-1, 85-9. DELPIERRE N., «Le rôle
de la magicienne Médée dans les Argonautiques d’Apollonius de Rhodes», RBPh, 1949, 422. DICKIE M. W., «Talos
Bewitched: Magic, Atomic Theory and Paradoxography in Appolonius’ Argonautica 4. 1638-88», Papers of the Leeds
International Latin Seminar, VI, 1990, 267-296. DOGNINI C., «Médée et les serpents», Gerión, XXI, 2003, 93-8. DUGAS
Ch., «Médée et la mort de Pélias», CRAI, 1943, 462-3. Ιδίου, «Le premier crime de Médée», REA, XLVI, 1944-5, 5-11.
DYCK A. R., «On the Way from Colchis to Corinth. Medea in Book 4 of the Argonautica», Hermes, CXVII, 1989, 455-
470. ELICE M., «I draghi alati di Medea», Conceptions et représentations de l’extraordinaire dans le monde antique: Actes
du Colloque Internationale de Lausanne, εκδ. O. Bianchi-O. Thévénaz, Bern-Frankfurt, 2004, 15-34. FOREHAND W. E.,
«Pseudolus, 868-872. Ut Medea Peliam concoxit», CJ, LXVII, 1972, 293-8. FRÉCAULT J.-M., «Une double antithèse, clef
d’un épisode des Métamorphoses d’Ovide: le meurtre de Pélias par Médée», RPh, LIII, 1989, 67-74. FRITZ K. von, «Die
Entwicklung der Iason-Medea-Sage und die Medea des Euripides»., A&A, VIII, 1959, 33-106 = Ιδ., Antike und moderne
Tragödie, Berlin, 1962, 322-429. GAGGADIS-ROBIN V., «Κούρη Αιήτεω Πολυφάρμακος: les images de Médée
magicienne», La magie…, II, 298-320. GALLIS L., «Medea’s Metamorphosis», Eranos, XC, 1992, 65-81. GANSZYNIEC
R., «De Medea et Circes prototypo», Eos, 1939, 1-10. GARCÍA GUAL C., «El Argonauta Jasón y Medea. Análisis de un
mito y su tradición literaria», Habis, II, 1971, 85-107. GASCARD J. R., Medea-Morphosen: eine Myth-psychohistorische
Untersuchung zur Rolle des Mann-Weiblichen in Kultur-prozess, Berlin, 1993. GELLIE G., «The Character of Medea»,
BICS, XXV, 1988, 15-22. GOEDHART J. H., De Medeae Mytho, Diss. Leyden, 1911. GRAF F., «Medea, the Enchantress
from Afar. Remarks an a Well-Known Myth», Essays on Medea…, 21-43. GRASSI G. B., «Medea nel mito e nel drama»,

22
Cronici dell’anno scolare 1895/6, Palermo. GRAVES R., The Greek Myths, London, 1960, II, Index, 399. GRIFFITHS E.,
Medea, London-New York, 2006 (κυρίως 41-58, 92-7 και 104-5). GRMEK M. D., Le chaudron de Médée.
L’expérimentation sur le vivant dans l’Antiquité, Le Plessis Robinson, 1997 (Institut Synthélabo). HEINEMANN
K., Medea, Leipzig, 1920. HINDS St., «Medea in Ovid», MD, XXX, 1993, 9-47. HUNTER R. L., «Medea’s Flight. The
Fourth Book of the Argonautica», CQ, XXXVII, 1987, 129-139. HUPPERTS Ch. A. M., «De verbeelding van magie,
moord en mededogen: de iconografie van de Medea-figuur in de Griekse vaasschilderkunst», Lampas, XXIII, 1990, 198-
224. JEFFERS R., Medea, New York, 1946. JOHNSTON S. I., «Corinthian Medea and the Cult of Hera Akraia», Essays on
Medea…, 44-70. KOTTARIDOU A., Kirke und Medea. Die Zauberinnen der Griechen und die Verwandlung des Mythos,
Diss. Köln, 1991. KREVANS N., «Medea as Foundation Heroine», Essays on Medea…, 71-82. KUTÁKOVA E, «Fairy
Tale Elements in the Jason and Medea Myth. On the Relation of Folklore to Literature», GLP, XI, 1988, 9-21. LENOIR G.,
«La fuite de Médée (Ovide, Métamorphoses, VII, 350-392», Caesarodunum, XVII bis, 1982, 51-5. LESKY A., RE, XV,
Stuttgart, 1931, στήλ. 29-64, s. v. «Medeia». LÓPEZ A., «Retrato de una maga: el ejemplo de Medea en la literatura greco-
latina», Bitarte, XII, no 35, 2005, 23-39. MCDONALD M., «La représentation de Médée la magicienne à l’opéra», La
magie…, II, 321-333. MEYER H., «Medea und die Peliaden», Archaeologia, XIV, Roma, 1980. MICHALOPOULOS A.
N., «Fighting against a Witch: the Importance of Magic in Hypsipyle’s Letter to Jason (Ov., Her., 6)», Mene, IV, 2004, 95-
122. MORÁN RODRÍGUEZ- E. PÉREZ BENITO, «Medea en la ópera», Bajo el signo…, 189-221. MOREAU A., «Les
mille et une facettes de Médée», ConnHell, XXIV, 25-39· XXV, 43-52· XXVI, 16-30· XVII, 67-82· XXVIII, 65-78·XXIX,
44-56· ΧΧΧ, 69-80· XXXI, 71-82· XXXII, 30-41· XXXIII, 28-43, 1985-7 (Introduction à la mythologie, no 3-11·
πρόκειται για σειρά άρθρων)· Ιδ., «Quelques approches du mythe de Médée», στο Medeia: Mélanges interdisciplinaires sur
la figure de Médée, 1986, 109-120 (CGITA, II). Ιδ., Le mythe de Jason et de Médée. Le va-un-pied et la sorcière, Paris,
1994. Ιδ., «Médée la magicienne au ‘Promètheion’, un monde de l’entre-deux (Apollonios de Rhodes, Argonautiques, III,
828-870)», La magie…, II, 245-264. MORSE R., The Medieval Medea, Cambridge, 1996. NEWLANDS C. E., «The
Metamorphosis of Ovid’s Medea», Essays on Medea…, 44-69, 178-208. NEWTON R. M., «Medea’s Passionate Poison»,
SyllClass, I, 1989, 13-20. NΙΚΟΛΑΪΔΗΣ A. Γ., «Η μορφή της Μήδειας στα έργα του Οβιδίου», Πρώτο Πανελλήνιο
Συμπόσιο Λατινικών Σπουδών, Ιωάννινα, 1984, 105-123. Ιδ., «Some Observations on Ovid’s Lost ‘Medea’», Latomus,
XLIV, 1985, 383-7. NORMA M., «The Many Faces of Medea», CB, LXV, 1968, 17-20. PEDREGAL RODRÍGUEZ A.,
«La magia de Medea: versiones clásicas de un mito femenino» στο Mitos femeninos de la cultura clásica, εκδ. R. M. Cid-
López-González, Oviedo, 2003, 17-42. PETROFF J. W., Medea. A Study in the Development of a Myth, Diss. Columbia
Univ. New York, 1966. PRALON D., «Médée», στο La mère mauvaise, Aix-en-Provence, CEFUP, 1982, 57-77. PRINCE
M., Μagic, Love and the Limits of Power: the Figure of Medea in Latin Love Elegy, Diss. Durham, 2002. Ιδ., «Medea and
the Inefficacy of Love Magic: Propertius I, 1 and Tibullus I, 2», CB, LXXIX, 2, 2003, 205-218. RABINOWITZ J. D., The
Origin of the Witch in Classical Antiquity’s Demonstration of the Fertility Goddess, Diss. Ann Arbor, 1994 (XVII κ. εξ,. για
τη Μήδεια). RENNER R., «Medea», BBG, 1926, 32-7· 94-105· 168-177· 216-226· 262-273· 326-330. ROSNER-SIEGEL
J. A., «Amor, Metamorphosis, and Magic. Ovid’s Medea (Mét., VII, 1-424)», CJ, LXXVII, 1982, 231-243. SCALIGER στο
W. H. Roscher, Ausführliches Lexicon der griechischen und römischen Mythologie, Leipzig, 1894-1897, II, στήλ. 2482-
2515. SCARPI P., «La sapienza di Medea ovvero Lo statuto del magico», Il mondo, III, Roma, s. n. 1996, 1-2, 348-364.
SCHMITTER U., «Video meliora proboque deteriora sequor. Ovid und seine Medea», Spurensuche (εκδ. R. Kusse),
München, 2003, 21-47. SCHEFTON B. B., «Medea at Marathon», AJA, LX, 1956, 159-163. SÉCHAN L., «La légende de
Médée», REG, XL, 1927, 234-310. SEGAL Ch. «Tantum medicamina possunt: la magie dans le Métamorphoses d’Ovide»,
La magie…, III, 43-70 (κυρίως 53-9). Ιδ., «Black and White Magic in Ovid’s Metamorphoses: Passion, Love and Art»,

23
Arion, 3rd ser. IX, 2001-2, 1-34. SEGURADO e CAMPOS J. A., «A magia de Medeia», Euphrosyne, XIII, 1985, 205-217 =
Medeas: versiones de un mito desde Grécia hasta hoy, εκδ. A. López & A. Pociña, Granada, 2002, 511-522. SUÁREZ de la
TORRE, «Medéia em Ovidio: a magia como metamorfose», Bajo el signo…, 117-133. TSCHIEDL H. J., «Medea.
Zauberin und Liebende» στο Ratis omnia vincet: Untersuchungen zu den Argonautica des Valerius Flaccus, εκδ. M. Kern
& H. J. Tschiedel, Hildescheim, 1991, 211-223 (Spudasmata, 28). URUŠADZE A. V., «Le pays de Médée la magicienne»,
Caucasica, 1980, 21-8. VEGA VEGA M., La figura de la hechicera y el léxico mágico de su ámbito en la literatura griega
arcaica, clásica y helenística, Diss. Oviedo, 2002. Ιδ., «Medea épica y lírica: la evolución hacia lo negativo de un personaje
femenino», XI Congreso español de estúdios clásicos, εκδ. J. F. González Castro, A. Alvar Ezquerra et al., Madrid, 2005, II,
537-544. VIARRE S., L’image et la pensé dans les Métamorphoses d’Ovide, Diss. Paris, 1964, 189 sq. Ιδ., «L’originalité de
la magie d’Ovide dans les Métamorphoses», AIO, II, 327 sq. VOX O, «Il caro alato di Medea», Ricerche euripidee, εκδ. O.
Vox, Lecce, 2003, 209-233. WAKOSKI D., Medea the Sorceress, California, 1991. WALLINGER E., Hekate’s Töchter.
Hexen in der römischen Antike, Wien, 1994 (Reihe Frauenforschung, Band 28). WILHELM M. P., «The Medeas of
Euripides, Apollonius and Ovid», AugAge, X, 1990-2, 43-57. WISE V., «Ovid’s Medea and the Magic of Language»,
Ramus, XI, 1982, 16-25.

Δημήτριος Μαντζίλας
Δρ. Λατινικής Φιλολογίας (Université de Sorbonne-Paris IV)
Διδάσκων σύμφωνα με το Π. Δ. 407 / 80 (Πανεπιστήμια Ιωαννίνων και Πατρών)

24

You might also like