You are on page 1of 26

Μηνιαία ηλεκτρονική έκδοση του Πανελλήνιου Σωματείου Θεάτρου Σκιών

1 2
περίοδος Δ΄ │ τεύχος 156 │ Ιούνιος 2021

8 0
2 2
1 1
1
της σύνταξης

τεύχος 156
Ιούνιος 2021

περιεχόμενα
Τα νέα του Καραγκιόζη ........................................ 3
Ανθή Χοτζάκογλου, Το «Κουρναγκιόσπρια» ..... 7
Ν. Μπαρμπούτης, Η ορθόδοξη χριστιανική
πίστη στις παραστάσεις Καραγκιόζη ............ 11
Τ. Κούζης, Η σούστα ......................................... 14

Πεπόνιας, φιγούρα του Τάκη Κωστιδάκη


Κ. Ψυχραιμίας, Συνέχεια περί του Γουρνάρα .... 17
Γ. Χατζής, Σημεία των καιρών ........................... 19
Δ. Αβούρης, Ποιήματα για τον Καραγκιόζη μας . 21
Δ. Αβούρης, Η χώρα του Καραγκιόζη ............... 22
Ο Καραγκιόζης στην Αντίσταση,μέρος ΙΖ΄ ....... 23
Ο Ντούμπας έχει κέφια ...................................... 24
Τ. Κούζης, Γελοιογραφίες .................................. 25

εξώφυλλο: Ζωγραφιά του Τάσου Κούζη

Γέλια ακράτητα φαίνεται πως μας επιφυλάσσει


το φετινό Καλοκαίρι, αν κρίνουμε από
Ο Καραγκιόζης μας τη σπαρταριστή και άνευ προηγουμένου
Μηνιαία ηλεκτρονική έκδοση απαγόρευση των αστυνομικών οργάνων, να
του Πανελλήνιου Σωματείου Θεάτρου Σκιών παιχθούν τα τραγούδια στον πρόλογο και
Διευθύνεται από επίλογο παραστάσεως του Θεάτρου Σκιών στην
Συντακτική Επιτροπή Καλαμάτα, με το αιτιολογικό της προστασίας
Σελιδοποίηση: Νικόλας Δημητριάδης της Δημόσιας Υγείας. Μάλλον θα έπρεπε ο
επικοινωνία Μπάρμπα-Γιώργος, που τα όργανα της τάξης
okaragkiozismas@gmail.com του στέρησαν το γλεντοκόπημά του, αυτούς
να πάρει στο κυνήγι με τη γκλίτσα του κι όχι το
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΩΜΑΤΕΙΟ Βεληγκέκα.
ΘΕΑΤΡΟΥ ΣΚΙΩΝ Ευχόμεθα ότι η Θεατρική Καλοκαιρινή Περίοδος
ΕΤΟΣ ΙΔΡΥΣΗΣ 1925 θα κυλήσει χωρίς άλλα ευτράπελα, δίνοντας
Τζωρτζ 6, Αθήνα 10677 τη δυνατότητα στους συναδέλφους, οι οποίοι
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ τηρούν κατά γράμμα τα μέτρα προστασίας κατά
Πάνος Καπετανίδης 210 4616664 - 6977357493 της πανδημίας, να εργαστούν απρόσκοπτα,
Δημήτρης (Τάκης) Κωστιδάκης 6942013881 χαρίζοντας το γέλιο και τη χαρά!
www.karagkiozis.com Καλό Καλοκαίρι!
e-mail: somateiokaragkiozh@gmail.com
Η Συντακτική Επιτροπή

2
Γεωργίου και Μπιλλίνης
ξανά στο Λουτράκι

Ε
να ιστορικό θεατράκι θα ανοίξει και φέτος για την θερινή σεζόν. Βρίσκεται λίγα χιλιόμετρα
έξω από την Αθήνα, στο Λουτράκι. Η πόλη του Λουτρακίου έχει παράδοση στο θέατρο σκιών
αφού έπαιζε για 50 περίπου χρόνια, τον περασμένο αιώνα, ο καραγκιοζοπαίχτης «Καρεκλάς»
( Κωνσταντίνος Νταμαδάκης) και συνεχίζεται μέχρι σήμερα.Όταν το 80’ πέθανε ο Καρεκλάς
και έκλεισε το θέατρο του στο Λουτράκι, ένας μαθητής του ο Σήφης Μπότση. Ύστερα από μεσολάβηση του
δήμου μετέτρεψε μια μάντρα, που αποτελούσε αποθήκες για την πυροσβεστική υπηρεσία, σε θεατράκι. Στο
ξεκίνημα του ‘90 το νεοφτιαγμένο θέατρο αναλαμβάνει ο Διονύσης Λέντερης, το οποίο θα αποτελέσει και
ορόσημο στη καριέρα του αφού θα το διατηρήσει για κάθε καλοκαίρι μέχρι τον θάνατό του το 2000.
Από το 2001 μέχρι και το 2007 το θέατρο περνάει στα χέρια του Τάκη Παλαιοθόδωρου, σπουδαίου τεχνί-
τη με μεγάλο ζωγραφικό ταλέντο. Η επιτυχία και η κοσμοσυρροή στο Λουτράκι συνεχίζεται, το θέατρο έχει
γίνει ήδη θεσμός και η πόλη του Λουτρακίου ονομάζεται αποδεδειγμένα καραγκιοζόπολη.
Ύστερα από μια μικρή παύση, το 2010 το θέατρο αναλαμβάνει ο νέος καραγκιοζοπαίχτης Τάσος Γεωργί-
ου μαζί με τον εξίσου ταλαντούχο συνάδελφό του Χάρη Μπιλλίνη όπου με πολύ μεράκι, αγάπη και αφοσίω-
ση προσπάθησαν και προσπαθούν μέχρι και σήμερα να διατηρήσουν την τέχνη σε πολύ υψηλό επίπεδο. Έτσι
λοιπόν φέτος για 12 συνεχή χρονιά το θεατράκι ανοίγει τις πόρτες του και υποδέχεται μικρούς και μεγάλους
«Είμαι πολύ χαρούμενος που για ακόμα μια χρονιά θα συνεργαστώ με τον καλό μου φίλο και συνάδελφο
Τάσο Γεωργίου σε ένα ιστορικό θεατράκι που δίνει ζωή στην πόλη του Λουτρακίου. Μια πόλη που ξέρει καλά
τον Καραγκιόζη αφού 50 χρόνια μεσουρανούσε ο ξακουστός Καρεκλάς. Ο κόσμος που έρχεται στο θεατράκι μας
δεν είναι μόνο Λουτρακιώτες. Καθημερινά μας έρχονται άτομα από την Κόρινθο, την Ελευσίνα και την Αθήνα.
Σας περιμένουμε και φέτος όλες και όλους να διασκεδάσετε στο θεατράκι μας» δηλώνει ο Χάρης. «Το θέατρο
σκιών Λουτρακίου πλέον είναι θεσμός. Μέχρι πρότινος ήταν το τελευταίο παραδοσιακό «μαντράκι» και με χαρά
μου βλέπω πως σιγά σιγά ξεπετάγονται και άλλα καινούρια θεατράκια! Το σημαντικότερο όμως όλων είναι
πως επαναφέραμε επίσημα τη συνεργασία δύο καραγκιοζοπαιχτών που είχαμε πολλά χρόνια να ακούσουμε στο
χώρο μας» συμπληρώνει ο Τάσος.
Οι δύο γνωστοί καραγκιοζοπαίχτες θα διασκεδάζουν το κοινό τους με έργα παραδοσιακά, κωμωδίες, ηρω-
ικά, περιπέτειες, κάθε βράδυ στις 9 με νέο έργο. Το θέατρο βρίσκεται μόλις λίγα μέτρα πιο πάνω από τη
θάλασσα στην οδό Αλκυονίδων (μεταξύ Ελ. Βενιζέλου και Ποσειδώνος) πίσω από τα ΚΤΕΛ. Έναρξη την 1η
Ιουλίου.
Νικόλας Τζιβελέκης (Καραγκιοζοπαίχτης- Θεατρολόγος)

3
Οι διακοπές του
Καραγκιόζη στη Σαλαμίνα
«Δεν αντέχω άλλο την πείνα… φύγαμε για Σαλαμίνα « λέει
ο Καραγκιόζης στην Αγλαΐα, και ετοιμάζουν βαλίτσες μαζί
με τα κολλητήρια για τις καλοκαιρινές τους διακοπές στο
εξοχικό τους στη Σαλαμίνα.

Το γνωστό θερινό Καραγκιοζοθέατρο της Σαλαμίνας που


βρίσκεται επί της οδού Λεωφόρος Ιπποκράτους 156,
(απέναντι από τα Κ.Ε.Π.) είναι έτοιμο να ανοίξει για τέταρτη
συνεχόμενη χρονιά, το Σάββατο 29/5, ώρα 21:00 & από
4/6 κάθε Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή, ώρα 21:00,
και να σας κρατήσει συντροφιά για όλο το καλοκαίρι. Το
Θέατρο Σκιών του Παναγιώτη Χατζηαναγνώστου, θα σας
υποδεχτεί με καινούργιες κωμικές και φαντασμαγορικές
παραστάσεις, που θα σκορπίσουν το γέλιο και την χαρά σε
μικρούς και μεγάλους.

Κάθε βράδυ θα σας υποδέχεται, με μία διαφορετική


παράσταση!
Πληροφορίες:
Θερινό Θέατρο σκιών Παναγιώτη Χατζηαναγνώστου,
Διεύθυνση: Λεωφ. Ιπποκράτους 156, (απέναντι από τα
Κ.Ε.Π)
Έναρξη παραστάσεων: Σάββατο 29 Μαΐου 2021
Παραστάσεις: Από 4/6 Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή
στις 21:00 – Κάθε βράδυ με νέο έργο.
Τιμή Εισιτηρίου: 3,50 ευρώ / άτομο
Πληροφορίες: 6979 354 681, 210 400 63 12

4
5
Οι παραστάσεις του Νίκου Μπαρμπούτη

6
ΟΝΟΜΑΤΩΝ ΕΠΙΣΚΕΨΙΣ

το «Κουρναγκιόσπρια»

Ο Δίας με το κέρας
της Αμάλθειας

της Ανθής Γ. Χοτζάκογλου


θεατρολόγου

Ε
νας από τους επιτυχέστερους αστεϊσμούς σε κείμενα και παραστάσεις θεάτρου σκιών συνδέεται
με τις γλωσσικές / ηχητικές αλλοιώσεις και την αποδόμηση καθιερωμένων όρων. Πρόκληση επί-
σης του γέλιου επιχειρείται με την παράφραση ονομάτων των ηρώων και τη ρηξικέλευθη χρήση
λέξεων ή χαρακτηρισμών που τους αποδίδονται και που συχνά σήμερα, “ξεγυμνωμένοι” από τα
κοινωνικά ή γεωγραφικά τους συμφραζόμενα δεν είναι (απολύτως) κατανοητοί. Παραταύτα, ο στόχος –στην
περίπτωσή μας το γέλιο– επιτυγχάνεται. “Πάντρεμα” των δύο παραπάνω μεθόδων μοιάζει να αντικατοπτρί-
ζεται στο δυσερμήνευτο όνομα «Κουρναγκιόσπρια», με το οποίο είθισται να αποκαλεί ο Βεληγκέκας τον
Καραγκιόζη. Την ερμηνεία του συγκεκριμένου ονόματος θα επιχειρήσουμε να προσεγγίσουμε παρακάτω.
Η σκηνική γλώσσα του σωματώδη τουρκαλβανού Βεληγκέκα, έμπιστου δερβέναγα του Πασά κι εκτελε-
στικού οργάνου του, που στο ελληνικό θέατρο σκιών παρουσιάζεται μάλλον αφελής (βλ. π.χ. τον Καραγκιόζη
στρατιώτη) αλλά και κατεξοχήν εκτελεστής των άνωθεν εντολών ξυλοδαρμού του Καραγκιόζη, συντίθεται
από ένα πλήθος λέξεων συντμημένων, αποκομμένων, συνήθως παραποιημένων ως προς το γένος, εν γένει
κακοποιημένων ελληνικών, ανάμεικτων με λέξεις που είναι ή ηχούν σαν τουρκικές. Το σκηνικό του ιδίωμα
αντικατοπτρίζει τον βίαιο, τραχύ χαρακτήρα του και τον τρόπο που αντιλαμβάνεται τους Έλληνες ήρωες του
μπερντέ, με ενδεικτική λ.χ. τη μετατροπή των αρσενικών σε ουδέτερα.
Στα έργα του θεάτρου σκιών μας ο Βεληγκέκας δεν χρησιμοποιεί για το δίδυμο των πρωταγωνιστών τα
ονόματά τους αλλά μειωτικούς χαρακτηρισμούς. Έτσι, τους αποκαλεί συνήθως «χαϊβάνια» (= ζώα, στα τούρ-
κικα), ενώ τον Χατζηαβάτη τον αποκαλεί και «το σκούφια», στο ίδιο πλαίσιο που ο Μπαρμπα-Γιώργος τον
ονομάζει «σκουφιολόι» (βλ. λ.χ. Α. Μόλλα, Το χάνι του μπαρμπα-Γιώργου στον Γ. Ιωάννου, Ο Καραγκιόζης,
τ. Α΄, Αθήνα 1974, σ. 52) και «κατσουλιέρ’(η)», λόγω της κατσούλας, δηλαδή του είδους του πηλικίου που
φοράει.
Τον δε Καραγκιόζη, ο Δερβέναγας τον αποκαλεί συνήθως περιπαιχτικά «το μπεζεβέγκ’(η) / μπεζεβέν»,
με την έννοια όμως όχι του «μαστροπού», που σημαίνει η λέξη στα τούρκικα αλλά μάλλον του «κερατά /
κερατούκλη», που είναι η δεύτερη σημασία της λέξης στα περσικά, ή ακόμα του «κατεργάρη», του «ζαβο-
λιάρη», όπως έχει επικρατήσει στα ελληνικά. Ομοίως, τον αποκαλεί και «ζεβζέκη» (βλ. Ι. Μουστάκας, Ο
Καραγκιόζης και τα τρία αινίγματα στον Μπ. Γραμμένο (επιμ.), Ο Καραγκιόζης: 12 σπάνιες κωμωδίες εικο-

7
νογραφημένες, Αθήνα 1973, σ. 233) και πάλι όχι τόσο με την
έννοια του «ανόητου» που σημαίνει στα τουρκικά, όσο του
«άτιμου», του «κατεργάρη».
Τον φωνάζει επίσης «παλιοζαγάρ’(ι)» (βλ. π.χ. Μ. Ξάν-
θος, Καπετάν Γκρης στον Γ. Ιωάννου, Ο Καραγκιόζης, τ. Γ΄,
Αθήνα 1972, σ. 250), αν και στο ηπειρώτικο κλέφτικο τρα-
γούδι Του Κατσαντώνη, «ζαγάρι» (= κυνηγόσκυλο, παλιό-
σκυλο), αποκαλείται ο ίδιος ο Βεληγκέκας: ...«μου πήραν τη
γυναίκα μου, το μοναχό παιδί μου. Χίλιοι την παν από μπρο-
στά και πεντακόσιοι πίσω, ο Βεληγκέκας το σκυλί, το άπιστο
ζαγάρι». Επιπλέον, τον αποκαλεί «ζουλάπ’(ι)» (βλ. Μ. Αθη-
ναίος / Θ. Σπυρόπουλος, Ο λήσταρχος Ντελής, ζωντανές πα-
ραστάσεις) και πάλι περιφρονητικά και οπωσδήποτε όχι με
την κυριολεκτική σημασία (= άγριο ζώο) της λέξης.
Συχνά ο Βεληγκέκας αποκαλεί ακόμα τον Καραγκιόζη
«καρδαροκέφαλο» (βλ. λ.χ. Κ. Μάνος, Χριστιανομάχος (Α΄
μέρος), εκδ. Κεραυνός, σ. 12, Ξάνθος, Ο Καραγκιόζης καρ- Ο Άδης με το κέρας της Αμάλθειας (αμφορέας,
βουνιάρης, εκδ. Σαραβάνου – Βουνησέα, σ. 25 και του ίδιου, Λούβρο)
Καπετάν Γκρης στον Ιωάννου, ό.π., σσ. 253, 254), παραπέ-
μποντας περισσότερο στα σύνεργα του κτηνοτρόφου μπαρμπα-Γιώργου. Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η
προσωνυμία «μπουζουκοκέφαλο», που του αποδίδει.
Άλλο προσφιλές παρωνύμιο με το οποίο προσφωνεί τον Καραγκιόζη είναι «το σκυλομούτριο / -α» (βλ.
Ξάνθος, Ο Καραγκιόζης φούρναρης, Σαραβάνος – Βουνησέας, σ. 17, του ίδιου, Ο βομβαρδισμός του Καρα-
γκιόζη, ό.π., σ. 38, του ίδιου, Καπετάν Γκρης στον Ιωάννου, ό.π., σ. 254 και του ίδιου, Η μεταμόρφωση του
Καραγκιόζη, στον Ιωάννου, τ. Β΄, σ. 85). Η λέξη «σκύλος» και η τουρκική ομόσημή της «κιοπέκ», χρησιμο-
ποιούνται ευρέως όχι μόνο από τον Βεληγκέκα αλλά κι από άλλους υπασπιστές (π.χ. Πεπόνιας) και στρατιώ-
τες του Πασά όταν αναφέρονται ή απευθύνονται στους Έλληνες συνδαιτημόνες τους.
Το συνηθέστερο ωστόσο όνομα που αποδίδεται στον ανυπόδητο ήρωα, μαζί με το «πεζεβέγκ’(η)» είναι το
«Κουρναγκιόζπρια» (βλ. Κ. Μάνος, Χριστιανομάχος (Β΄ μέρος), ό.π., σ. 15 και Ι. Μουστάκας, Ο Καραγκιόζης
και τα τρία αινίγματα, στον Γραμμένο, ό.π., σ. 234), που συναντάται σε ποικίλες εκδοχές. Ανάμεσά τους τα:
«Κουρναγκιόζμπρια» (βλ. Ξάνθος, Καπετάν Γκρης, στον Ιωάννου, τ. Γ΄, ό.π., σσ. 293, 318, 320, 328, 330),
«Κουρναγκιόσπρια» (Ε. Σπαθάρης, Ο Καραγκιόζης δικηγόρος, (κόμικ), εκδ. Σπ. Λιναρδάτου, [σ. 11], του
ίδιου, Ο Καραγκιόζης στρατιώτης, ΕΡΤ 00.14.51΄, του ίδιου, Το πιθάρι, ΕΡΤ 00.17.29΄ κ.ε. και το ίδιο έργο και
στο K-T.V. 00.04.51΄ κ.ε.), «Κουρναγκιόσμπρια» (βλ. Ι. Μουστάκας, Ο Καραγκιόζης και ο καπετάν Γκρης,
στον Γραμμένο, ό.π., σ. 163), «το Κουρναγκόμπρια» (βλ. Μ. Ξάνθος, Ο Καραγκιόζης μάγειρας και το φρού-
ριον των δαιμόνων, εκδ. Σαραβάνου – Βουνησέα, σ. 45), «κουρναγκιόσπεση» (βλ. Ξάνθου, Καπετάν Γκρης,
στον Ιωάννου, ό.π., σ. 250), «Κουρναγκιόζμπεη», «Κουρναγκιόζ» (βλ. Σπαθάρης, Ο Καραγκιόζης προφήτης,
εκδ. Αφών Λιναρδάτου, ό.π., [σ. 12], και του ίδιου, Ο Καραγκιόζης δικηγόρος, ό.π., [σ. 10]), «Καρναγκιόζ»
(βλ. Μ. Νταβάς, Ο Καραγκιόζης κυνηγός, εκδ. Αγκύρας, σ. 18), «Κουρναγιόζ» (βλ. Γ. Περόπουλος, Ο Καρα-
γκιόζης και ο μάγος Καλλιόστρο, εκδ. Αγκύρας, σ. 27).
Όσοι γνωρίζουν το θέαμα του Καραγκιόζη όχι τόσο από γραπτά κείμενα όσο από ζωντανές παραστάσεις,
αντιλαμβάνονται πως οι πηγές των παραπάνω χαρακτηρισμών είναι στην πραγματικότητα πολλαπλάσιες απ’
όσες εδώ ενδεικτικά αναφέρονται. Όπως όμως συμβαίνει εν γένει με τις λαϊκές και προφορικές τέχνες, αν και
ανακαλεί και αναβιώνει κανείς σχετικές ατάκες και στιγμιότυπα, είναι σχεδόν ανέφικτο να τις υπομνηματίσει
ως πηγές προσβάσιμες σε κάθε ενδιαφερόμενο.
Αφήνοντας τα προβλήματα καταγραφής των κατεξοχήν προφορικών τεχνών κι επιστρέφοντας στην
προσπάθεια ερμηνείας του τελευταίου χαρακτηρισμού, ας σημειώσουμε πως θα μπορούσε να υποστηριχθεί
η παραφθορά του οθωμανικού ονόματος του μαυρομάτη (;) ήρωα (Karagöz) ή η αποκοπή του ελληνικού
ονόματός του (Καραγκιόζης – Καραγκιόζ’). Θα μπορούσε δηλαδή να πει κανείς πως το «Καραγκιόζ» μετα-

8
τράπηκε σε «Κουρναγκιόζ» κι έκτοτε αλλοιώθηκε. Νοηματικά όμως αφενός δεν θα ευσταθούσε η υπόθεση
ο Τουρκαλβανός Δερβέναγας να μη δύναται να προφέρει ένα τουρκικό όνομα, αφετέρου παραμένει δυσε-
ξήγητο το τελικό πρόθεμα –(μ/σ)πρια, που αποτελεί locus communis στο θεάτρο σκιών. Αυτό που μοιάζει
πιθανότερο, είναι οι χαρακτηρισμοί «Κουρναγ(κ)ιόζ / Καρναγκιόζ» αλλά ακόμα και «Κουρνουβάγια» (βλ.
Βάγγος, Ο Καραγκιόζης προφήτης, ζωντανή παράσταση) να χρησιμοποιούνται κατ’ επιρροή και αντιστοιχία
του πρώτου συνθετικού του «Κουρνα(γ)κιόζ/σ(μ)πρια», μάλλον ως μνημονικές ανασυνθέσεις και κωμικές
προεκτάσεις του.
Η δικής μας πρόταση ερμηνείας, φέρνει στο προσκήνιο τον όρο «curnocopia» (προφέρεται κο(υ)ρνοκό-
πια), που στα λατινικά αποδίδει το «κέρας της Αμάλθειας» (στερητικό «α» + μάλθος = έλλειψη). Μια σύντο-
μη αναδρομή στη μυθολογία συνδράμει στην κατανόηση των σκέψεων του υπό αναζήτηση εμπνευστή του
όρου. Αμάλθεια ονομαζόταν μια γίδα, ένα ον, που προξενούσε τρόμο και φαίνεται πως καταγόταν από τον
Ήλιο. Οι Τιτάνες τόσο πολύ φοβόνταν και την όψη της ακόμα, ώστε παρακάλεσαν τη Γη να κρύψει το ζώο
κάπου που να μην είναι ορατό. Τί καταλληλότερο από μια σπηλιά στα βουνά της Κρήτης (Ίδη), αποκαλούμε-
νη Ιδαίο Άντρο. Όταν η Ρέα έσωσε το μωρό–Δία από τη μανία του πατέρα του, Κρόνου, που έτρωγε τα παιδιά
του για να προστατεύσει την κυρίαρχη θέση του, τον ξεγέλασε ταΐζοντάς τον μια σπαργανωμένη πέτρα. Την
ανατροφή του μωρού–Δία επωμίστηκαν η Αμάλθεια, που τον μεγάλωσε με το γάλα της και νύμφες που τον
τάιζαν μέλι. Κάποτε ο Δίας, ως βρέφος, με τη μεγάλη, ανεξέλεγκτη ακόμα δύναμή του, έσπασε ακουσίως το
κέρατό της. Την αντέμειψε όμως προσφέροντάς της ένα κέρατο με μαγικές ιδιότητες, αφού μπορούσε να είναι
πάντα γεμάτο με ό,τι επιθυμούσε κανείς. Γι’ αυτό και το κέρας της Αμάλθειας έγινε σύμβολο αφθονίας αγα-
θών κι ευμάρειας, όπως ήταν η ίδια η Αμάλθεια για το μωρό-Δία. Όταν αργότερα, η αίγα πέθανε, ο Δίας της
απέδωσε τιμές “αποθεώνοντάς” την, καθώς την έκανε αστερισμό στον ουρανό. Επίσης ο Δίας ή ο Ήφαιστος
κατά άλλη εκδοχή για χάρη του, με την προβειά της έφτιαξε την ασπίδα του και κάλυψε το σώμα του. Με αυ-
τήν την ασπίδα («αιγίδα»), που είχε μαγικές ευεργετικές ιδιότητες, πήρε μέρος στη δεκαετή τιτανομαχία, την
οποία κέρδισε όντας στο πλευρό των Ολύμπιων θεών έναντι των Τιτάνων. Ο συμβολισμός ωστόσο της νίκης
της Αμάλθειας έναντι των Τιτάνων συνιστά κομβικό σημείο του μύθου. Ενδιαφέρον είναι πως συχνά, κάποιες
θεότητες, όπως εκείνες του Κάτω Κόσμου (Άδης, Πλούτωνας), αλλά και η Τύχη (Φορτούνα) απεικονίζονται
κρατώντας συμβολικά το γεμάτο αγαθά, κέρας της Αμάλθειας.
Γιατί όμως να αποκαλεί ο Βεληγκέκας τον Καραγκιόζη «κέρας της Αμάλθειας»; Οπωσδήποτε ένας τέτοιος
χαρακτηρισμός δεν θα ήταν κυριολεκτικός, αλλά θα μπορούσε να σημαίνει είτε πως τον αποκαλεί «κατσι-
κομούτρη» (κατά το «σκυλομούτρια» ή το «παλιοζαγάρ’(ι)» που είδαμε παραπάνω) είτε «κερατά», κατά
το παραπάνω «πεζεβέγκ’(η)», οπότε το «Κουρνα(γ)κιόζ/σ(μ)πρια» χρησιμοποιείται ως συνώνυμο είτε του
«πεζεβέγκ’(η)» είτε του «σκυλομούτρια», πράγμα που πιστοποιεί τη γλωσσική και “ηθική” συνέπεια του Βε-
ληγκέκα. Δεν αποκλείεται όμως σε ένα δεύτερο επίπεδο να υποννοείται ακόμα και το «απόκοσμο, (τυχερό)
ον με την τρομακτική όψη», καθώς ο Καραγκιόζης αποδεικνύεται “μικρός μεν το δέμας, αλλά μαχητής” απέ-
ναντι στον Βεληγκέκα και την εξουσία που αυτός εκπροσωπεί. Έτσι, η μορφή του Βεληγκέκα σε συμβολικό
επίπεδο μοιάζει να εξισώνεται με τους Τιτάνες, καθώς παρά τη σωματική του ρώμη, όπως κι εκείνοι, νικιέται
μακροπρόθεσμα από τον αντίπαλό του.
Η εκδοχή «Κουρναγκιόσπρια», που είναι περισσότερο οικεία σε όσους μεγαλώσαμε με τον τηλεοπτικό Ε.
Σπαθάρη, παραπέμπει μάλλον στη στενή σύνδεση ονοματοδοσίας των ηρώων λαϊκών θεαμάτων με εδώδιμα.
Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται για παράδειγμα ο Έλληνας «Φασουλής» (→ φασούλι), ο Ιταλός “συνάδελ-
φός” του «Fagiolino» (= φρέσκο φασολάκι), ο γερμανo-αυστριακός ομότεχνός τους «Hanswurst» (= Γιάννης
Λουκάνικος), αλλά και ο ήρωας των κειμένων (βλ. Διάπλαση των παίδων) του κουκλοθεάτρου του Γρ. Ξε-
νόπουλου «Φασουλάκης», οι πρωταγωνιστές του κουκλοθεάτρου του Γ. Ρώτα «Φασούλης» και «Ρεβίθης»,
καθώς και οι κουκλοήρωες του αντιστασιακού Ν. Ακίλογλου, «Μακαρόνης», «Γαρίδας», «Χάνος», «Κοκοβι-
ός». Σε ανάλογες εμπνεύσεις, ο καμπούρης άρχοντας της πείνας, Καραγκιόζης, αντανακλώντας πόσο η σκέψη
του καθορίζεται από το άδειο του στομάχι που τον τριβελίζει, συστήνεται κατά τη Σαρακοστή –κατά Κούζα-
ρο– ως «Αγγουροντομάτας Ανδρακλοκολοκυθόπουλος», αποκαλεί τον Πασά «πατσά», τον Πασαδώρο «πα-
τσαδώρο» και τον Πασόμπεη «πατσόμπεη», τον Σαμπάν Αγά «μπάμια κι αυγά», τον Χατζατζάρη «Χατζη-
χαβιάρη» και «Χατζηταραμά», τον Μεγαλέξανδρο τον Μακεδόνα «Αλέκο με τα κυδώνια», τον Μουσταφά

9
μπέη «Μουσταλευριά μπέη», τον Χαλήλ εφέντη «Πεπόνια», τον Σουκρή Πασά «Σκουμπρί Πασά» (βλ. π.χ. Ο
Καραγκιοζης αστροναύτης), τον Μουσούλια «Φασούλια» (βλ. π.χ. Ο Καραγκιόζης γραμματικός), τον Σαρκαζί
Πασά «Τηγανιτζή / Αυγολέμονο Πασά», τον μαέστρο «μανέστρο». Επιπρόσθετα, δεν χάνει ευκαιρία όταν ο
Εβραίος του συστήνεται ως Σολωμός Δανέλια να ρωτήσει αν συγγενεύει με τη λακέρδα, κι όταν ο Βεληγκέ-
κας του φωνάζει «άντε ωρέ χαμένο» εκείνος να απαντάει «Ψημένο (και) καβουρντισμένο». Όταν επίσης στο
Στοιχειωμένο δέντρο ο Χατζηαβάτης του λέει να επαναλάβει το μαγικό ξόρκι («τετζερέμ χαρεμπέμ») για να
μεταμορφωθούν πάλι σε ανθρώπους, εκείνος επαναλαμβάνει αυτό που προφανώς ποθούσε να γευτεί, δηλαδή
«τετζερέδες καραμέλες», όπως περίπου και όταν βρίσκεται στη Σελήνη (Ο Καραγκιόζης αστροναύτης) κι ενώ
εξωγήινο πλάσμα αναφωνεί «σταπρί σταπρόνια» εκείνος ακούει «ελιές και μακαρόνια» ή καταλαβαίνει πως
«κάποιος μαγειρεύει μακαρόνια». Ακόμα, αρχετυπικά θα έλεγε κανείς, χαίρεται ν’ απαντάει στην έκφραση
«maşallah» (= δοξασμένος ο Αλλάχ), «Εσύ μάσα καλά».
Το ερώτημα που εγείρεται δεν είναι άλλο από το αν θα μπορούσε ο όρος «curnocopia» να είναι γνωστός
σε κάποιον καραγκιοζοπαίκτη. Πιστεύουμε πως αυτό θα ήταν εφικτό, αν επρόκειτο για έναν καραγκιοζο-
παίκτη με κάποια μόρφωση, όπως για παράδειγμα τον καθηγητή-καραγκιοζοπαίκτη Ιωάννη Γεωργόπουλο
ή Μπομποτίνο ή έναν καραγκιοζοπαίκτη που εκτός από μόρφωση, θα είχε και καταγωγή από το νησί του
Ψηλορείτη, όπου από τα τέλη του 19ου αιώνα ανασκάφηκε σε πλαγιά του η «σπηλιάρα», όπως οι ντόπιοι
αποκαλούσαν τη σπηλιά της Ίδης, τόπο λατρείας και αργότερα τουριστικό πόλο έλξης, συνδεδεμένο με την
ονομασία «curnocopia». Κι ο καραγκιοζοπαίκτης αυτός θα μπορούσε να ταυτίζεται λ.χ. με τον Μάρκο Ξάνθο
(Ξανθάκη), την υπογραφή του οποίου φέρουν και τα περισσότερα από τα κείμενα στα οποία εντοπίζεται το
όνομα «Κουρνα(γ)κιόζ/σ(μ)πρια», αλλά και το συναφές του εννοιολογικά, «σκυλομούτρια».
Αυτός ή κάποιος άλλος –στις λαϊκές τέχνες αυτό λίγη σημασία έχει– θα μπορούσε να έχει εμπνευστεί από
τον συμβολισμό του ταπεινού όντος της αφθονίας και της έμμεσης νίκης του έναντι των φαινομενικά αήτ-
τητων δυνάμεων. Και κάπως έτσι να έχει ανοίξει ο χορός της χρήσης του ονόματος μέχρι σήμερα, από την
πλειοψηφία των καραγκιοζοπαικτών, αποδεικνύοντας πως ακόμα κι όταν ο συμβολισμός και η ερμηνεία των
λέξεων ξεθωριάζει, οι λέξεις επιζούν ως αειθαλή μνημεία αναβίωσής του. Η προτεινόμενη ερμηνεία επιβι-
βάζει σε ένα άρμα αλληγορίας τις νίκες που κατάφερε η ταπεινή, arte povera του Καραγκιόζη, με το λευκό
σεντόνι και τα επαναχρησιμοποιημένα χαρτόνια των εμπορικών συσκευασιών έναντι των κινηματογραφικών
λ.χ. κολοσσών οδηγώντας στην αφθονία συναισθημάτων που γεννά κάθε παράσταση άξιου τεχνίτη στον ίδιο
και το ακροατήριό του, σαν άλλο κέρας της Αμάλθειας.

Ο Δίας και η Αμάλθεια σε ελεφαντοκόκκαλο,


από τον Gerard Van Opsta,17ος αιώνας

10
Άγγελος του Βασίλαρου
Η ορθόδοξη
χριστιανική πίστη
στις παραστάσεις
του Νίκου Μπαρμπούτη
Καραγκιόζη καραγκιοζοπαίκτη

Τ
ο Ελληνικό Θέατρο Σκιών, ο γνωστός μας ξυπόλητος ήρωας Καραγκιόζης, έχει μια άρρηκτη
σχέση με την Θρησκεία και συγκεκριμένα με την Χριστιανική Ορθόδοξη Πίστη. Από τα πρώιμα
στάδια του θεάματος στην Ελλάδα μετά την απελευθέρωση, έως τον ουσιαστικό εξελληνισμό
του, στην Πάτρα το 1890 από τον Δημήτριο Σαρδούνη, τον επονομαζόμενο κατά κόσμον «Μί-
μαρο» (1859-1912), το Θέατρο Σκιών προέβαλε στο λευκό πανί τα σύμβολα της Ορθοδοξίας με
περίσσιο σεβασμό, ενώ ταυτόχρονα ύμνησε τα σημαινόμενα της Χριστιανικής Πίστης. Ο Μίμαρος ήταν πρω-
τοψάλτης στον καθεδρικό ναό Ευαγγελίστριας των Πατρών, που εκείνη την εποχή θεωρούταν το κέντρο της
Θρησκευτικής παράδοσης της πόλης και εκτός του ότι ήταν υπεύθυνος για την ανανέωση και τον εξελληνι-
σμό του Οθωμανικού Θεάτρου Σκιών και τη μετουσίωση του θεάματος στα Ελληνικά πρότυπα, ήθη, έθιμα και
παραδόσεις, έχοντας ο ίδιος τελειώσει σχολαρχείο, έγραψε σενάρια εκτός των άλλων, ηρωικού περιεχομένου
προσδίδοντας έμφαση στον επαναστατικό αλλά και στον θρησκευτικό τους χαρακτήρα. Επί της ουσίας, κα-
τέστησε σαφές στο περιεχόμενο των έργων του, την έντονη παρουσία της Ορθοδοξίας και του Οικουμενικού
χαρακτήρα του Χριστιανισμού. Έτσι λοιπόν θα δούμε από τις απαρχές του θεάματος, στο κλασσικό έργο του
Ελληνικού Θεάτρου Σκιών και ομώνυμο του Μίμαρου που παραμένει έως σήμερα ως το πιο φημισμένο «Ο
Μέγας Αλέξανδρος και το καταραμένο φίδι» την παρουσία του Θρησκευτικού στοιχείου με την δρακοκτονία,
που εμφανώς παραπέμπει στον Άγιο Γεώργιο, ο οποίος σκοτώνει το θηρίο, τον δράκοντα και απαλλάσσει τον
κόσμο από τα δεινά. Φυσικά ο ίδιος ο Άγιος δεν μπορούσε να παραστεί ως φιγούρα σε ένα λαϊκό θέαμα, δε-
δομένου ότι υπήρξαν αντιδράσεις την εποχή εκείνη, αλλά αντ΄ αυτού παρουσιάζεται ο Μέγας Αλέξανδρος ως
λυτρωτής και απελευθερωτής, ο οποίος αν και είναι προχριστιανικός ήρωας, παρατηρούμε συμβολικά στην
άκρη από το δόρυ του να βρίσκεται ο σταυρός της Χριστιανικής Πίστης και επιπλέον βλέπουμε τον ήρωα
να προσεύχεται Χριστιανικά κατά την μάχη του με το καταραμένο φίδι. Την στιγμή που βρίσκεται εντός του
στόματος του φιδιού με την δηλητηριασμένη πνοή, προσεύχεται λέγοντας: «Βόηθα Χριστέ και Παναγιά και
συ Αγία Ειρήνη για να σκοτώσω το θεριό να φέρω την γαλήνη». Μετά το πέρας της μάχης επέρχεται η κάθαρ-
σις με την θριαμβευτική νίκη του ήρωα απέναντι στον συμβολισμό του κακού, που αποτελεί το καταραμένο
θηρίο. Τότε ο Μέγας Αλέξανδρος στρέφει το βλέμμα του προς τον ουρανό λέγοντας: « Σε ευχαριστώ Θεέ μου,
μεγάλο είν’ το όνομα σου, φύλλο δεν πέφτει απ’ το δεντρί χωρίς το θέλημα σου».
Στο ίδιο μήκος κύματος, θα δούμε στις πρώτες ηρωικές παραστάσεις του Μίμαρου από τον Ήρωα των
Αγράφων Κατσαντώνη, στον μυθοπλαστικό ήρωα Καπετάν Γκρή, στον Χριστιανομάχο και σε άλλους κλέφτες
και αρματολούς, τα σύμβολα του Χριστιανισμού να εμψυχώνουν τους ήρωες και μαζί τους και τις ψυχές του
φιλοθεάμονος κοινού. Φυσικά πλάι στους ήρωες του 1821 στις ηρωικές παραστάσεις θα δούμε τον ξυπόλητο
λαϊκό μας θυμόσοφο, τον Καραγκιόζη μας, στον ρόλο του ακόλουθου πιστού στρατιώτη, είτε του καντηλα-

11
Ο Παλαιών Πατρών Η Κασσιανή του Βασίλαρου Μ.Αλέξανδρος του Γιώργου
Γερμανός. Φιγούρα του Σπύρου Ηπειρώτη (Συλλογή Νίκου
Κούζαρου Μπαρμπούτη)

νάφτη μαζί με τον Αθανάσιο Διάκο στον μοναστικό του βίο, είτε ως θυρωρό του Πατριαρχείου δίπλα στον
σεβάσμιο Πατριάρχη Γρηγόριο τον Ε’, είτε ως καλόγερο δίπλα στον Παλαιών Πατρών Γερμανό κ.α.
Παράλληλα με τις προσευχές των κλεφταρματολών ηρώων εις τον Θεό και στους Αγίους πριν από κάποια
κρίσιμη μάχη και μετά την έκβαση της, στην περίοδο της Εθνικής παλιγγενεσίας, θα δούμε την παρουσία αγ-
γέλων στο παλκοσένικο του Θεάτρου Σκιών να κατακλύζουν την σκηνή. Οι απεσταλμένοι εκ Κυρίου Άγγελοι
είτε ξορκίζουν τα κακά δαιμόνια, είτε στηρίζουν τους οπλαρχηγούς στον αγώνα τους, υποδηλώνοντας ότι
είναι θέλημα Θεού η απελευθέρωση της πατρίδος από τον κατακτητή και η επικράτηση της ειρήνης και της
ελευθερίας. Χαρακτηριστικά παραδείγματα παρουσίας Αγγέλων στον μπερντέ, θα δούμε κυρίως σε πατριω-
τικές παραστάσεις όπως του Αθανασίου Διάκου όπου μετά τα βάναυσα βασανιστήρια του ήρωα και μετά το
πέρας της σούβλισης του από τον Ομέρ Βρυώνη, ο Άγγελος θα δαφνοστεφανώσει το ηρωικό λείψανο, ψάλ-
λοντας έναν ύμνο υπό την μουσική υπόκρουση Εθνικού εμβατηρίου. Αντίστοιχα στην ηρωική παράσταση του
Κατσαντώνη, ομοίως όπου ο Άγγελος Κυρίου θα κάνει την εμφάνιση του μαζί με την Ελλάδα υπό την μορφή
Αγγέλου, μετά τον βασανισμό του ήρωα και τον ακρωτηριασμό των κοκάλων του ποδιού του από τον Αλή
Πασά, μέχρι την παράδοση πνεύματος και ψυχής. Άλλη μια αντίστοιχη εμφάνιση εντοπίζουμε στην παρά-
σταση «Η κρεμάλα του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε» του Ντίνου Θεοδωρόπουλου, όπου και πάλι ο Άγγελος
Κυρίου θα εμφανιστεί κατόπιν του βίαιου θανάτου του Πατριάρχη δια του απαγχονισμού του, αλλά και σε
πολλές ακόμα ηρωικές παραστάσεις.
Επίσης άλλο ένα αξιοσημείωτο στοιχείο που θα πρέπει να εστιάσουμε, είναι η παρουσία στο παραδοσιακό
Δραματολόγιο, του κεντρικού συμβόλου της Ορθοδοξίας μας, που είναι ο σταυρός. Ακόμα και σε μυθοπλασί-
ες είτε κωμωδίες, όπως για παράδειγμα «Ροβέρτος, ο ερωτευμένος πειρατής» ή «Με τον Διάβολο κουμπάροι»
ή στην κλασσική παράσταση «Το στοιχειωμένο δέντρο» αλλά και σε πολλές ακόμη, ο σταυρός θα αποτελέσει
το ιερό <<όπλο>> που με τη βοήθεια του θα καταφέρει ο ξυπόλητος ήρωας μας να ξορκίσει το κακό και να
κάψει τον Διάβολο, ακουμπώντας πάνω του τον σταυρό, παρά τις προσπάθειες του τελευταίου να τον πείσει

12
να τον πετάξει και να αρνηθεί αυτόν που μαρτύρησε στο σημείο αυτό, δηλαδή τον Ιησού Χριστό.
Επιπροσθέτως αξίζει να σημειωθεί ότι σε μια πληθώρα παραστάσεων του παραδοσιακού ρεπερτορίου του
Θεάτρου Σκιών, θα συναντήσουμε λογιών λογιών σκηνικά είτε σκηνικά βοηθήματα που αναπαριστούν εκ-
κλησίες, μοναστήρια, νεκροταφεία, αγιογραφίες, εικονοστάσια κλπ. Επίσης θα δούμε πολλούς Ηγουμένους,
Μοναχούς, Αρχιμανδρίτες κλπ που με την σειρά τους συμβάλουν στον αγώνα των Ελλήνων οπλαρχηγών για
την ελευθερία της Πατρίδος. Ο καθένας Κληρικός συμβάλει με τον δικό του τρόπο
στην αντίσταση ενάντια στον κατακτητή, άλλος με το να φυγαδεύει αρματολούς σε
καταπακτές και καταφύγια, άλλος να μεταφέρει ελπιδοφόρα μηνύματα και άλλος με
προσευχές εις τον Θεό.
Αρκετοί παλαιοί Καραγκιοζοπαίκτες που αποτελούν σήμερα τα θεμέλια της Τέ-
χνης μας, ήταν Θρησκευόμενοι και κατέβαλαν προσπάθειες να εμπλουτίσουν είτε
το εικαστικό μέρος είτε το ρεπερτόριο του θεάματος με στοιχεία από την Ορθοδοξία
μας. Για παράδειγμα σε ότι αφορά το εικαστικό μέρος, ο Βασίλης Ανδρικόπουλος κατά
κόσμον «Βασίλαρος», ο Σπύρος Κούζαρος, ο Κώστας Μάνος και άλλοι σχεδίαζαν το
σύμβολο του σταυρού επάνω στις φιγούρες τους, είτε σε ενδυμασίες κάποιων χαρα-
κτήρων, είτε σε όπλα των ηρώων του 21 κλπ. Αντίστοιχα εμπλούτισαν τα σενάρια
των παραστάσεων με έργα Θρησκευτικού περιεχομένου όπως η
«Κασσιανή» του Βασίλαρου, η «Ιουδήθ» του Κούζαρου και πολλά
άλλα. Επίσης η μουσική συνοδεία των παραδοσιακών παραστά-
σεων του Θεάτρου Σκιών, έχει στοιχεία από τη Βυζαντινή μουσική
κι αυτό αποδεικνύεται από την εδραίωση του θεάματος στην Ελ-
ληνική παράδοση και αποδίδεται εκτός των άλλων εκπροσώπων
του είδους, στον Μίμαρο ο οποίος όντας εξαιρετικός Ψάλτης και
γενικότερα καλλίφωνος, εισήγαγε κάποια από τα γνωστά πλέον
τραγούδια του μπερντέ.
Εν κατακλείδι το Ελληνικό λαϊκό Θέατρο Σκιών έχει πολύ ση-
μαντικό Θεολογικό - Χριστιανικό υπόβαθρο, κάτι που δεν είναι
δυστυχώς ευρέως γνωστό, αλλά ευελπιστούμε στο μέλλον να
αποσαφηνιστεί σε όσους προσεγγίζουν αυτήν την πολύπλευρη
λαϊκή Τέχνη, με την σοβαρότητα που της οφείλεται.

Ο Καραγκιόζης καντηλανάφτης, του


Νίκου Μπαρμπούτη

ΔΩΡΙΣΤΕ ΜΙΑ ΦΙΓΟΥΡΑ ΠΣΘΣ


στο αρχείο του Σωματείου μας!
Όσα μέλη ή φίλοι έχουν την
ικανότητα να κατασκευάζουν στηρίξτε το
φιγούρες, σκηνικά, ρεκλάμες ή έχουν
στην κατοχή τους υλικό σχετικό
σωματείο
με το Θέατρο Σκιών (συλλεκτικό ή μας!
καινούργιας κατασκευής), καλούνται
να ενισχύσουν το Ιστορικό Αρχείο
του Σωματείου, κάνοντας μια τέτοια Κάνετε κατάθεση στη Eurobank
δωρεά. IBAN: GR0802600620000170200632294

13
Η σούστα
του Αναστάσιου Κούζη (Κούζαρου)
καλλιτέχνη του Θ. Σκιών, φιλόλογου

Τ
ο σπουδαιότερο χρηστικό εργα-
λείο του Θεάτρου Σκιών αποτελεί
η «Σούστα». Το στενόμακρο μεταλ-
λικό αυτό εργαλείο επιτρέπει στον
Καραγκιοζοπαίκτη να δίνει κίνηση
στη φιγούρα, κάνοντας το άψυχο νευρόσπαστο
να δημιουργεί την αίσθηση στους θεατές ότι εί-
ναι ζωντανό όν, χάρη στη ταχυδακτυλουργική
επιδεξιότητα του Καλλιτέχνη. Αυτός, σχεδόν αυ-
τόματα με την εκφορά του λόγου και την έκφρα-
ση των συναισθημάτων του ρόλου που ενσαρ-
κώνει, μεταδίδει την ζωντάνια στο ενεργούμενο
χωρίς απότομες, άχαρες και άγαρμπες κινήσεις,
αλλά συσπώντας κατάλληλα τον κορμό όταν γε- 1,2,3,4,2Α, 3Α και 4Α: σούστες 5,6,7: κοπίδια
8: Λυχνάρι με δύο φυτίλια
λάει, κλαίει ή τρέμει, λυγίζοντας τη μέση και τα
άκρα όταν προσκυνάει, γονατίζει ή στέκεται σε
θέση «ημιανάπαυσης», όταν απλώνει το μακρύ του χέρι ο Καραγκιόζης για να χαιρετήσει βγάζοντας το κα-
πέλο του, να βουτήξει το πορτοφόλι απ΄ τη τσέπη του μπροστινού του, να ξύσει την καμπούρα του και, το
συνηθέστερο, να καρπαζώσει για πολλοστή φορά τον άμοιρο Χατζηταραμά ή να κινείται διαρκώς εμπρός
και πίσω κάνοντας μεταβολή!
Βέβαια, στο αντίστοιχο λήμμα των λεξικών «σούστα» αποδίδονται οι σημασίες: ελατήριο ρολογιού, γε-
νικά ελατήριο, δίτροχο κάρο, είδος πόρπης, θηλυκωτήρι, είδος νησιώτικου ελληνικού χορού, ευλυγισία.
Πουθενά όμως δεν συνδέεται η λέξη με τη σημασία του συγκεκριμένου εργαλείου του Θεάτρου Σκιών.
Εμείς πιστεύουμε πως η τελευταία σημασία της λέξης, ευλυγισία δικαιολογεί, ίσως, το γιατί οι Καραγκιοζο-
παίκτες την επέλεξαν, για να ονομάσουν αυτό το πολύτιμο εργαλείο, που χάρισε μοναδική ευλυγισία στις
φιγούρες τους!
Ποιός ο εφευρέτης της;
Παγιωμένη στην κοινή ιστορική μνήμη των Καραγκιοζοπαικτών είναι πως εφευρέτης της υπήρξε ο σπου-
δαιότατος Καραγκιοζοπαίκτης Ελευθέριος Κελαρινόπουλος, γεννημένος περί το 1894-95, που θριάμβευσε
στη Λιβαδειά, τη Θήβα, τον Ορχομενό και σ΄ όλα τα χωριά της Βοιωτίας και όχι μόνο! Στην ευρύτερη κοινή
γνώμη η πληροφορία αυτή πέρασε μέσω των απομνημονευμάτων του Σωτήρη Σπαθάρη, ο οποίος έγραψε
πως: “To 1924 ο Καραγκιοζοπαίκτης της Λιβαδειάς Λευτέρης Κελαρινόπουλος έκανε μία εφεύρεση που ήταν
επανάσταση για την τέχνη μας. Έφτιαξε τις σούστες, δηλαδή τα γυριστάρια που μ’ αυτά μπορεί να κάνει
μεταβολή η φιγούρα …..» (σελ. 208). Χωρίς όμως να γνωρίζει, για να παραθέσει, λεπτομέρειες σχετικά με
το πώς και κάτω από ποιες συνθήκες πραγματοποιήθηκε αυτή η επαναστατική εφεύρεση.
Την ίδια άποψη υποστήριζε και ο Ελευθέριος (Λευτέρης) Σπηλιωτόπουλος, μαθητής του Μανωλόπουλου

14
και συνεργάτης του Κελαρινόπουλου: «..τη σούστα την έβγαλε, κατά τη γνώμη μου ο Λευτέρης Κελαρινό-
πουλος (που έπαιζα μαζί του) με μια σφαίρα για μεντεσεδάκι την έχω κρατημένη απ΄την πρώτη σούστα!...»
( Ο ΄Ηχος του Καρ, σελ.289). Ο Δημήτρης βέβαια ο Μόλλας κρατά πιο επιφυλακτική στάση, αναγνωρίζοντας
σαφώς στον Κελαρινόπουλο την επινοητική και εκσυγχρονιστική του ροπή: «…Ήτανε πνεύμα εφευρετικό
και έμπασε αρκετά τρικ και καινοτομίες στην παράσταση. Φέρεται σαν εφευρέτης της σούστας με την
οποία στρέφουν οι φιγούρες…» (Ο Καραγκιόζης μας, σελ.160). Το ότι ο Δ. Μόλλας δεν είναι κατηγορη-
ματικός οφείλεται στο ότι υπάρχουν αξιόλογες μαρτυρίες δύο παλαιών Καραγκιοζοπαικτών, οι οποίοι με
τις γνώσεις και τις πληροφορίες τους εμπλούτισαν το βιβλίο του, του Ιωάννη Παπακωνσταντίνου και του
Σπύρου Κούζαρου. Βάσει τον ισχυρισμό των δύο ανωτέρω Καλλιτεχνών η «εφεύρεση» πρέπει να επετεύ-
χθη στην πενταετία 1923-1928. Μάλιστα δε ο Παπακωνσταντίνου εστιάζει στο έτος 1928. Κέντρο δε των
διεργασιών που οδήγησαν σε αυτή είναι το υπόγειο του Γαλιλέα ή Γαληνέα στην οδό Αθηνάς, όπου δίνο-
νταν παραστάσεις κατά την χειμερινή περίοδο. Κύριοι κάτοχοι του υπογείου ήσαν εναλλάξ οι κορυφαίοι
Αντώνης Μόλλας και Δημήτρης Μανωλόπουλος. Εκείνο το διάστημα εκεί είχε στήσει τη σκηνή του ο Μα-
νωλόπουλος. Ο Κούζαρος στα αυτοβιογραφικά του σημειώματα αναφέρει: «…Το δε Θέατρον του κυρίου
Γαληνέα ευρισκόμενον εις το Μεταξουργείον και επί της οδού Καρόλου με την επωνυμίαν «Απόλλων» ήτοι
το σημερινόν Περοκέ, εξακολουθούσε να παίζει παντομίμα έως το 1922, οπόταν και μετετράπει εις Θέατρον
τότε δραματικού θιάσου με θιασάρχη τον Ιωάννη Δρόσου…. Όπου εκράτησε μόνο έν έτος (1923). Κατόπιν,
και με την είσοδον της χειμερινής περιόδου (1923-1924) επήλθε διαφωνία Γαληνέα και Μόλλα και ήρχισαν
ζυμώσεις μεταξύ Γαληνέα και Μανωλοπούλου όπου και κατόπιν συμφωνίας ήρχισαν να εργάζονται και τον
χειμώνα εις την οδό Αθηνάς και το καλοκαίρι εις την οδό Καρόλου επί μίαν πενταετίαν (1923-1928…).».
Αφού λοιπόν τοποθετηθήκαμε στο χώρο και στο χρόνο, ας προσεγγίσουμε και τους πρωταγωνιστές.
Εκείνο τον καιρό βασικοί βοηθοί του Μανωλόπουλου ήσαν, εκτός των άλλων και όχι τυχαία, ο Ιωάννης
Πσπακωνσταντίνου, ο μόνος που μαζί με τον Ανδρέα Νικητόπουλο ήξερε την ηλεκτρολογία του Καραγκιόζη
και ήταν φίλος και έμπιστός του και ο Σπύρος Κούζαρος για τις ικανότητές του επί σκηνής και φυσικά το
ζωγραφικό ταλέντο του. Ο Παπακωνσταντίνου ανέφερε σε συνέντευξη καταγεγραμμένη στον Ήχο του Κα-
ραγκιόζη, και μάλιστα ερχόμενος σε αντιπαράθεση με τον Λευτέρη Σπηλιωτόπουλο στο σπίτι του οποίου
στη Χαλκίδα έγινε η συζήτηση, ότι στο υπόγειο του Γαλιλέα στην Αθήνα το 1928, προφανώς το Χειμώνα,
του ήρθε η έμπνευση της κατασκευής της σούστας από ένα «καινούργιο πακέτο του Κουτρουμάνου με 22
τσιγάρα», που είδε ξαφνικά μπροστά του καθώς τέλειωνε το τραγούδι του Χατζαηβάτη στη διάρκεια της
παράστασης: «…Μου ήρθε η ιδέα και λέω στο Μανωλόπουλο, ¨κυρ-Μήτσο, να κάνουμε τις φιγούρες να
γυρίζουνε; ¨Μου λέει ¨Αϊ στο διάολο και κάνε τη δουλειά σου¨. Την άλλη μέρα όμως εγώ έκανα την πρώτη
σούστα από ντενεκέ μιμούμενος το πακέτο τσιγάρων». Στο σημείο αυτό της αφηγήσεως του Παπακωνστα-
ντίνου την επομένη ημέρα εμφανίζονται άλλοι δύο πρωταγωνιστές: «…Έρχεται ο Κελαρινόπουλος … μαζί
με τον Καρεκλά στο πάλκο, γιατί είχαν φύγει μαζί απ’ το στρατό με το Μήτσο το Μανωλόπουλο. ¨Ρε, συ, τι
φτιάχνεις; ¨μου λένε. Εγώ μέσα στο μπερντέ κοιμόμουν, μέσα έτρωγα κι εκείνη τη νύχτα την πέρασα κολλώ-
ντας τη σούστα από ντενεκέ σε ένα Χατζηαβάτη. Δεν την κόλλησα στον Καραγκιόζη, γιατί ήταν πιο δύσκολο,
γιατί είχε δύο χέρια! Την άλλη μέρα παρήγγειλα χωνάκια στον Φαραντζή από σφαίρες Μάαλερ, τα έδεσα
με συρματάκια στα ξύλα και να που ο Καραγκιόζης δεν ξαναβγήκε με τον κώλο!...».
Για εκείνη τη δημιουργική περίοδο της πενταετίας 1923-28 με επίκεντρο το Θέατρο του Μανωλόπουλου
στην οδό Αθηνάς τον χειμώνα και την οδό Καρόλου το καλοκαίρι ο Κούζαρος γύρω στα 55 με 60 χρόνια
αργότερα θυμόταν: «….Εις αυτό το διάστημα απέδωσα μεγαλυτέραν διάθεσιν εις τα παντός είδους απαραί-
τητα εργαλεία καθώς και την πρώτην σούστα, όπου και εκατασκεύασα με λευκοσίδηρον (ντενεκέ), κατόπιν
συνεννοήσεως μετά του Ιωάννου Βυζανιάρη, υπαλλήλου τότε εις την Εταιρεία Αεριόφωτος». Ο Ιωάννης
Βυζανιάρης ή Διπλάρης υπήρξε άριστος ζωγράφος φιγουρών του Θεάτρου Σκιών, καλοπληρωμένος από τον
γαλαντώμο Μανωλόπουλο και εκ των βασικών του τεχνικών συνεργατών. Γι΄αυτόν ο Σπαθάρης υποστηρίζει
ότι ήτο υδραυλικός το επάγγελμα, ότι υπήρξε τακτικός θεατής του Μίμαρου κατά την πρώτη εμφάνισή του
στην Αθήνα το 1899 και θεωρεί ότι με τη βοήθεια αυτού του δαιμονίου σχεδιαστού, οι μαθητές του Μί-
μαρου έδειξαν την τέχνη του δασκάλου τους σ΄όλη την Ελλάδα. Δεν είναι μόνο ο Βυζανιάρης που επενέβη
στο σχεδιασμό της σούστας, καθώς ο Κούζαρος επισημαίνει τη συμμετοχή και συμβολή του Κωνσταντίνου

15
Καρεκλά, με το δικό του πάντα τρόπο διατύπωσης «... είμαι υποχρεωμένος να δηλώσω πως εις την απόφα-
σιν της κατασκευής της σούστας εμεσολαβησε η ένδειξης του Κωνσταντίνου Δαμαδάκη (Καρεκλά), ο οποίος
επαρουσιάσθη εις τον Μανωλόπουλο κομίζων ένα σχέδιον παρεμφερές και εντελώς διαφορετικόν από τις
έκτοτε κατασκευασθείσης σούστας, πλήν όμως δεν σταματά την μεγάλην αξίαν της υποδείξεώς του να κα-
τασκευασθεί αύτη. Μία δε εκ των πρωτοπόρων αυτών κρατώ ως κειμήλιον…» (Ο Ήχος του Καρ. Σελ.278).
Τα συμπεράσματα στα οποία οδηγούμαστε απ΄όσα εκτέθηκαν είναι, κατά τη γνώμη μας τα εξής: Το
χειμώνα του 1928 στο υπόγειο του Γαληνέα στην οδό Αθηνάς όπου έχει στηθεί το Θέατρο του Μανωλό-
πουλου, ένα πραγματικό εργοστάσιο της τέχνης του Καραγκιόζη, ο νεαρός βοηθός και ηλεκτρολόγος Ιωάν-
νης Παπακωνσταντίνου έχει την έμπνευση από το ανοιγόκλειμα ενός κουτιού από τσιγάρα να φτιάξει το
πρώτο δείγμα σούστας που επιτρέπει στη φιγούρα να γυρίζει. Το ίδιο βράδυ θέτει σε εφαρμογή το σχέδιό
του κολλώντας τη σούστα από ντενεκέ στη ράχη του Χατζηαβάτη. Την επομένη επισκέπτονται το πάλκο
του Μανωλόπουλου οι Κελαρινόπουλος και Καρεκλάς και βλέπουν τον Παπακωνσταντίνου να δοκιμάζει
την κατασκευή του, ενώ έχει ήδη παραγγείλει στο Φαραντζή χωνάκια από σφαίρες Μάαλερ. Η επιτυχία
του οδηγεί τον απορριπτικό αρχικά Μανωλόπουλο να διατάξει την κατασκευή με λευκοσίδηρο από τον
Κούζαρο μετά από συνεννόηση με τον έμπειρο σε τεχνικές εργασίες Ιωάννη Βυζανιάρη Εδώ ακριβώς στο
χρονικό διάστημα μεταξύ του πρώτου επιτυχημένου δείγματος του Παπακωνσταντίνου και της απόφασης
κατασκευής της σούστας από λευκοσίδηρο, εμεσολάβησε η παρουσίαση στο Μανωλόπουλο ενός εντελώς
διαφορετικού σχεδίου από τον Κωνσταντίνο Δαμαδάκη, που είδε τον Παπακωνσταντίνου να κατασκευάζει
το πρώτο μοντέλο. Το σχέδιο το δικό του ίσως εκπονήθηκε από κοινού με τον Κελαρινόπουλο και στηρι-
ζόταν σε μια σφαίρα για μεντεσεδάκι σαν κι αυτή που κράτησε ενθύμιο ο Λευτέρης ο Σπηλιωτόπουλος.
Βέβαια την τεχνική της τελειοποίηση, αλλά και τη μαζική της παραγωγή, για να καλυφθούν οι ανάγκες του
Θεάτρου του Μανωλόπουλου, κατά την μαρτυρία πάντα του Παπακωνσταντίνου, ανέλαβε…. ο Χρήστος ο
Φλώρος, σιδηρουργός στο Μεταξουργείο, που την έκανε και πιο ευκίνητη… Έτσι λοιπόν κατά τα τέλη της
δεκαετίας του ΄20 εξοπλίτηκε ο Καραγκιόζης μας με τη σούστα, με τη βοήθεια της οποίας αναδεικνύεται το
βασικότερο ταλέντο του Καραγκιοζοπαίκτη μετά τη Μίμηση, την Κίνηση!
Η διαπίστωση μέσα απ΄ τη μελέτη των σωζόμενων ότι η εφεύρεση αυτή δεν είναι αποκλειστικό έργο
ενός και μόνο πεφωτισμένου, αλλά μιας ομάδας δημιουργικών ανθρώπων, είναι άκρως ενθαρρυντική, κα-
θώς επιβεβαιώνει ότι ο Πολιτισμός είναι αποτέλεσμα του κοινού μόχθου, κόπου και προσπάθειας. Ας πα-
ραδειγματισθούμε απ’ αυτό.

Ιωάννης Κωνσταντίνος
Παπακωνσταντίνου Δαμαδάκης

16
Ἱστοριοῦλες καί ἱστορίες διαλεγμένες ἀπό τόν Κ. Ψυχραιμία

1821 πρίν καί μετά


Συνέχεια περί του Γουρνάρα
Σε προηγούμενο άρθρο μεταφέραμε μία κωμική στιγμή-σκηνή από τη μεγάλη πολιορκία του Μεσολογγίου (1825-
26) πρωταγωνιστής ήταν ο περιβόητος Γουρνάρας. Τώρα ας δούμε ποιος αληθινά ήταν ο αγωνιστής αυτός της Ελ-

Ο
ληνικής Επανάστασης. Μας διηγείται ο ιστορικός του ‘21, ο σπουδαίος Γιάννης Βλαχογιάννης (Εστία 7/4/1916).

αγωνιστής Γιάννος Γουρνάρας ήταν απ’ τη Μεσάριστα


του Ζυγού, χωριό που έβγαλε κι άλλους πολλούς Κλέ-
φτες πριν απ’ το Εικοσιένα, καθώς τους Τζερακλαίους,
Κατσογιανναίους και άλλους, που βρεθήκανε στον αγώ-
να και σκοτώθηκαν οι περισσότεροι στο Μεσολόγγι και
στην Έξοδο. Ήτανε και του Γουρνάρα ο πατέρας παλιός Κλέφτης απρο-
σκύνητος, καθώς όλοι οι Ζυγιώτες Κλέφτες. Η γυναίκα του μη βαστώ-
ντας τα μαρτύρια των Τούρκων και μεις καταδρομές για τον άντρα της,
σηκώθηκε με τα παιδιά της και πήγε ζητώντας καταφύγιο στο Μεσολόγγι.
Εκεί ρωγιάστηκε η φτωχή στο σπίτι του Ραζή, και τον μικρό της τον Γιάννο
τον έβαλε μούτσο σ’ ένα Μεσολογγίτικο καράβι. Ήτανε τότε η Δόξα του
Δημήτριος Χρηστίδης Υπουργός
Μεσολογγίου, η θαλασσινή. Ο Γιάννος έλλειψε για καιρό, κι ο καπετάνιος Οικονομικών (8 Ιουλίου 1872 – 9
του, στο γύρισμα τους, δεν είχε πώς να παινεύει και να καλολογεί το ναύτη Φεβρ.1874)
το μικρό τον Γιάννο για την άτρομη παλικαριά του και την ορμή στον κάθε
κίνδυνο. Έτσι, με χρόνια ο Γιάννος Ο Γουρνάρας έγινε ναύτης ξακουστός και πολυγύρευτος στα Μεσολογγίτικα
καράβια, μ’ όλο που ήταν αψύς κ’ έτοιμος για καβγά.
***
Η αρχή του Εικοσιένα τόνε βρήκε στην Πόλη το Γουρνάρα. Ο Καπετάν πασάς μάζευε τσούρμα, με το στανιό,
για την Αρμάδα. Έτσι στην πυρκαγιά της Τένεδος, που άναψε του Κανάρη το δαυλί, κ’ ενώ τα σκιαγμένα ασκέ-
ρια του Πασά πέφτανε στο νερό σαν τα τραγιά, κολυμπώντας κι ο Γουρνάρας φώναζε στους δικούς μας να μην
τονέ σκοτώσουνε γιατ’ είναι Χριστιανός, κ’ είναι ο Γιάννος ο Γουρνάρας. Και
ποιος ναύτης Γραικός δεν γνώριζε το Γιάννο το το Γουρνάρα, φοβερό για
τους καβγάδες του στης Πόλης τα σοκάκια; Γλίτωσε, κι από τότε έμεινε στα
καράβια τα Ελληνικά. Γυμνάστηκε καλά το κανόνι, κ’ έγινε περίφημος σκο-
πευτής, σα ναυτικός αληθινός που ήτανε.
***
Στην τελευταία, τη μεγάλη πολιορκία του Μεσολογγίου, καθώς όλοι οι Μεσο-
λογγίτες ναυτικοί, δούλευε κι αυτός στα κανόνια. Και δούλευε καλά. Κι άφηνε
συχνά το κανόνι κ’ έπιανε το σπαθί. Ποτέ δεν έλειψε τις νύχτες από καμιά έξο-
δο, από ‘κείνες του κάναν τα πειο διαλεχτά παλικάρια της φρουράς. Βγαίνανε
στο σκοτάδι, ανοίγανε δρόμο μεσ’ τα Τούρκικα κορμιά, και γυρίζανε γιομά-
τοι λάφυρα, τροφές, και ξαλάφρωναν των κλεισμένων τη συμφορά τη μαύρη.
Πολλά λέγανε για το Γουρνάρα όσοι γλιτώσανε στην Έξοδο, και ζούσαν ύστε-
ρα και μολογούσαν. Πέντε φορές είχε πληγωθεί ο Γουρνάρας. Μα ειχ’ έρθει η
Γαρδικιώτης Γρίβας Ώρα η τρανή. Μαζεμένοι, ασκέρι και λαός, σε μία ολούστερη σύναξι, αποφασί-

17
σανε την Έξοδο. Όλοι νοιώθαν ένα ξαλάφρωμα, μεγάλοι και ταπεινοί, μ’ αυτή την απόφαση. Δίνουν οι πρώτοι κάθε
αναγκαία προσταγή. Κ’ ειν’ έτοιμη πεια να σκορπίσει η σύναξη. Τότε ακούστηκε ένας λόγος ήσυχος απόνα γέρο:
-Και τις γυναίκες, τα παιδιά τι θα κάνουμε; Θα τ’ αφήσουμε στους Τούρκους;
Νέκρα! Και βγαίνει στη μέση ο Γιάννης Ο Γουρνάρας. Ήτανε ψηλός κι άσχημος κρεμανταλάς ως εκεί πάνου.
Η όψι του έμοιαζε θεριού, όχι ανθρώπου.
-Τα κόβω γω! είπε στο στεγνά... Μα, ωρ’ αδέρφια... Η φωνή του ράγισε. Ανατρίχιασμα φρικτό πέρασε από
τις ψυχές αυτές, τις κουρασμένες απ’ τη φρίκη.Ο λόγος ήταν ο πειο τρομερός κι ο πειο ψηλός πούχε ακουστεί
ως τότε. Κ’ ήτανε γραφτό να μείνει ο λόγος σα σημάδι ματωμένο, που να κρύβει μέσα του μιας τραγωδίας ολά-
κερης τη συφορά.
Μα η φωνή του Γουρνάρα τώρα ακούστηκε πειο μαλακή και ταπεινή:
– ...Έχω κ’ εγώ μίαν αδερφή, ωρ’ αδέρφια... Ας της πάρει άλλος τη ζωή!
Τι να πει κανείς για την καρδιά την πέτρινη που έδειχνε την ίδια στιγμή νάναι τόσο τρυφερή, γιομάτη πόνο; 
Ένας ασήμαντος ποιητής βρίζει κάπου το Γουρνάρα για τη σκληρότη του, που πρότεινε να σφάξει χιλιάδες
γυναικόπαιδα με το ίδιο του το χέρι. Μα ήταν ένας λόγος απίστευτος αυτός, και τίποτ’ άλλο. Κ’ έφτανε ένας
τέτοιος λόγος μονάχα να κάμει μιαν ηρωική φρουρά και μία πολιορκία αθάνατη. Μα ο ποιητής δεν ήτανε γραμ-
μένο του να ζήσει...
***
Στην έξοδο γλίτωσε Ο Γουρνάρας με δύο πληγές ακόμα. Πέθανε στην ψάθα. Μαθημένος τα τρώει Τούρκους ζωντα-
νούς,στάθηκε σκληρός στη ζωή του ύστερα, όσο έζησε με το ξερό ψωμί. Συχνά έβανε χέρι στ’ άρματα. Δεν έπαιρνε
από χωρατά. Ήταν αγέλαστος, άγγιχτος ακόμα και στα φιλικά πειράγματα. Ποιος ξέρει... της Πολιορκίας οι θύμη-
σες θα τούχαν πάρη, ίσως, και του χαμόγελου τη γλύκα με της συμφοράς το κατακάθισμα πού μένει στην καρδιά.
Η πείνα τον έσφιξε στενά το Γουρνάρα στα τελευταία χρόνια του. Κίνησε πεζός κ’ ήρθε στην Αθήνα. Ανέ-
βηκε στο σπίτι του Γαρδικιώτη Γρίβα, Αυλάρχη που τόνε γνώριζε καλά το Γουρνάρα τον ήρωα, ήρωας αυτός.
Ξυπόλητος μπήκε στον οντά. Ήταν εκεί μαζωμένοι πολλοί επίσημοι κι ο Χρηστίδης υπουργός. Με το κεφάλι
τ’ άσκημο κήτταξε γύρω κι άρχισε να γαβγίζη σα βραχνόσκυλο. Και πάσκιζε να χαμογελάσει ο άμοιρος, ενώ
έκανε αυτό τ’ άχαρο το χωρατό.
– Τι είναι, ωρέ Γουρνάρα; ρώτησε ο Γαρδικιώτης ανήσυχος, εν ω οι άλλοι γελούσαν άκαιρα.
– Θα λυσσάξω και θα σας φάω όλους! είπε.
Τότε τονέ σύστησε ο Γαρδικιώτης στο Χρηστίδη, και διωρίστηκε κλητήρας σε κάποιο δημόσιο γραφείο του
Μεσολογγίου ο Γουρνάρας.
Σουλιώτης αγωνιστής

18
Σημεία των καιρών
& τα διλλήματα των καραγκιοζοπαικτών
του Γιάννη Χατζή
καλλιτέχνη του Θεάτρου Σκιών

Μ
ετά από μήνες «αλαλούμ» καρα-
ντίνας, σύμφωνα με τις επίσημες
διαβεβαιώσεις, επιστρέψαμε
στην «κανονικότητα» - να έχουμε
να λέμε και να γελάμε αν μπο-
ρούμε - κι ακούμε και διαβάζουμε για το «άνοιγμα
του πολιτισμού». Η αλήθεια όμως είναι αντιλαϊκά
νομοσχέδια περνούν σε περίοδο κορονοϊού και
οι εργαζόμενοι στον κλάδο του πολιτισμού, μέχρι
τώρα αντιμετωπίστηκαν σαν αναλώσιμοι. Η πανελ-
λαδική, συχνά νομαδική διασπορά που χαρακτηρί-
ζει το επάγγελμα του καραγκιοζοπαίκτη και οι γε-
νικότερες συνθήκες εργασίας του, κάθε άλλο παρά
βοήθησαν στη συνολική γνώση των προβλημάτων
που προέκυψαν και στη συλλογική ενεργητική αντι-
μετώπιση τους. Ακόμη το οικονομικό αδιέξοδο των
ανθρώπων του θεάματος οδήγησε αρκετούς σε
νέες επαγγελματικές ατραπούς-διεξόδους. Αναφε-
ρόμαστε στις διαδικτυακές επαγγελματικές παρα-
στάσεις, που για πρώτη φορά γνώρισαν μια μαζι-
κότερη, από άλλες φορές, παραδοχή και χρήση. Αν
και κατά τι γνώμη μας, το εγχείρημα αυτό δεν απέ-
δωσε τα αναμενόμενα, εντούτοις έδειξε την προ-
σαρμοστικότητα του θεάτρου σκιών και συνάμα
υπήρξε σε τέτοια κλίμακα, μια σχετικά νέα μορφή Ο Καραγκιοζοπαίκτης Θ. Δούκας κι η σύζηγος του
επαγγελματικής παρουσίασης του θεάματος, στην Αριάδνη, διαδηλώνουν με τον Καραγκιόζη
«διαδικτυακή οθόνη» της εποχή μας.
Οπωσδήποτε η εποχή της πανδημίας και της «κανονικότητας», των «αναπτυξιακών μοντέλων» και του
«ξεκινήματος» της οικονομίας, της «διεξόδου» από την κρίση και βάλε, υπήρξε εποχή περισυλλογής των
εργαζομένων, των ανέργων και της νεολαίας. Εποχή που βάζει πολλά ερωτήματα, ζητά πολλές απαντήσεις
και κάνει όλους μας να «φοβόμαστε γι’ αυτά που γίνονται για εμάς, χωρίς εμάς». Σήμερα το οικονομικό
αδιέξοδο του λαού συνεχίζεται κι είναι αυτό που θα καθορίσει, κοντά στα τόσα άλλα, και τις δυνατότητες
παρουσίασης παραστάσεων σε δήμους, διάφορους φορείς, πολιτιστικούς ή τοπικούς συλλόγους, σχολεία,
ιδιώτες κλπ. Ήδη ο περιορισμός του αριθμού των θεατών δεν συνηγορεί καθόλου για μια αίσια θερινή
επαγγελματική περίοδο στα μόνιμα θέατρα και της περιοδείες.
Το καθεστώς πληρωμής των καραγκιοζοπαικτών από τους φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης και την
περιφέρεια για τις παραστάσεις τους, σε γενικές γραμμές ήταν δυσχερές, μακρόχρονο κι αποθάρρυνε τους
«μάστορες» στις συνεργασίες μαζί τους. Ο κάθε ένας από εμάς κάτι θα έχει να καταθέσει για την εκπλήρω-

19
ση των οικονομικών απαιτήσεων μας. Πρόσφατο παράδειγμα η καταγγελία του προέδρου του σωματείου
μας Πάνου Καπετανίδη, όπου δήμος αρνείται να πληρώσει τις δικαστικά βεβαιωμένες και επιβεβλημένες
οικονομικές υποχρεώσεις του απέναντι στο συνάδελφο. Ο γράφων έχει περάσει στα αζήτητα δυόμιση πε-
ρίπου χιλιάδες ευρώ, που πάνω από επτά χρόνια, παρ’ όλες τις οχλήσεις, δεν εξόφλησε κάποια περιφέρεια
(τώρα μάλλον παραγραφήκανε). Αυτά σε άλλες «κανονικότατες» εποχές, που τώρα στις «κανονικές».
Οι πολιτιστικοί και τοπικοί σύλλογοι (όσοι λειτουργούν ακόμη) φυτοζωούν. Οι περισσότεροι δραστηρι-
οποιούνται την εποχή του πανηγυριού τους ή μέσα στη θερινή περίοδο. Ήδη οι εκδηλώσεις των Χριστου-
γέννων και της Αποκριάς έχουν χαθεί, όπως και ένα μέρος της άνοιξης και του καλοκαιριού. Αυτά….. με ένα
ερώτημα να πλανάται μεταξύ των συναδέλφων «θα έχουν άραγε οι σύλλογοι την οικονομική δυνατότητα
να κάνουν εκδηλώσεις «πληρωμένες;». Ή για να το βάλουμε όχι και τόσο κομψά «θα μπορούν σύμφωνα
με τον αριθμό των παρευρισκόμενων (τα όρια τα ορίζει το κράτος και η τσέπη του καθένα), το γλέντι στο
πανηγύρι να καλύψει κι άλλες πολιτιστικές εκδηλώσεις;», γιατί αν περιμένουν από τις επιχορηγήσεις «άστα
βράστα!».
Το πρόβλημα του αριθμού των θεατών, αλλά και οι οικονομική δυσπραγία του κοσμάκη θα δυσκολέ-
ψουν, παρ’ όλες τις ευχές μας, τη λειτουργία των μόνιμων θερινών μαντρών. Γι’ αυτό όχι μόνο πρέπει να
συνεχιστεί το επίδομα στους καλλιτέχνες, μέχρι να αποκατασταθεί πλήρως η εργασία τους, αλλά για φέτος
να δοθεί εποχικό επίδομα σ’ όλους χωρίς εξαιρέσεις για να καλύψουν τις άμεσες ανάγκες τους για την
απρόσκοπτη και αξιοπρεπή συνέχιση των παραστάσεων. Φυσικά και στο παρελθόν το θέατρο σκιών είχε
αντιμετωπίσει κρίσεις (πόλεμοι, πανδημίες, κινηματογράφος κλπ.) και πάντοτε με διάφορους τρόπους,
μπόρεσε να επανακάμψει οικονομικά. Αυτό έγινε όχι χωρίς απώλειες στην ποιότητα και στο περιεχόμενο
του θεάματος και τα ίχνη αυτών των παρασπονδιών τα βιώνουμε μέχρι σήμερα (λαϊκισμός, κινηματογρα-
φικά ή τηλεοπτικά φλερταρίσματα κλπ.).
Πιστεύουμε ότι η μακροημέρευση και η ποιοτική αναβάθμιση του καραγκιόζη εξαρτάται, από τις απα-
ντήσεις που θα δώσει στις σύγχρονες ανάγκες και προβληματισμούς, με εργαλείο μια θαρραλέα καταργη-
τική, τροποποιητική και συμπληρωματική διαδικασία, που δεν είναι καθόλου άγνωστη στο θέατρο σκιών
από παλιά. Άλλωστε τα τελευταία χρόνια, είναι χρόνια ιδιαίτερα για τους νέους καραγκιοζοπαίκτες, ανα-
ζητήσεων, πειραματισμών, δοκιμών, ζυμώσεων και θεωρητικών προβληματισμών. Η ηλεκτρονική εποχή, η
εποχή των υπολογιστών και του διαδικτύου έχει εισβάλλει για τα καλά στην καθημερινότητα του θεάτρου
σκιών κι αυτό από μόνο του δεν είναι κακό, άλλωστε ο καραγκιόζης πάντοτε ήταν δεκτικός στους νεωτερι-
σμούς. Μόνο που ο νεωτερισμός δεν πρέπει να εκπίπτει σε λαϊκισμό και το έντεχνο να μην ασεβεί προς το
λαϊκό και παραδοσιακό του καραγκιόζη. Κι ακόμη περισσότερο να μην καλύπτει τα διάφορα βασικά μειο-
νεκτήματα των καραγκιοζοπαικτών, έτσι ώστε το τίποτα να φαίνεται σαν κάποιο και να μην αλλοιώνεται το
περιεχόμενο του θεάτρου σκιών έτσι που το λαϊκίστικο να φαντάζει σαν λαϊκό. Γιατί ο καραγκιόζης σ’ όλη
του την πορεία «πατούσε στο χτες, αφουγκραζόταν το σήμερα κι ονειρεύονταν το αύριο». Κι αυτό βοήθησε
μέχρι τώρα το θέαμα να μην ξεστρατίσει από τις λαϊκές καταβολές του και χρησιμότητες.
Σίγουρα η δημιουργική διαδικασία στο θέατρο σκιών δεν έχει γραμμική εξέλιξη. Ο καραγκιόζης ανα-
καλύπτει αυτό που ήδη υπάρχει, το πρόβλημα είναι πως το εντάσσει, χωρίς εκπτώσεις, παραποιήσεις και
διαστρεβλώσεις στον μπερντέ. Εξ άλλου κάθε κίνηση δεν είναι απαραίτητα πρόοδος, μπορεί να είναι μόνο
αλλαγή.
Η ευτέλεια, η φτήνια και η προχειρότητα δεν ταιριάζουν στον καραγκιόζη!
Γιάννης Χατζής
Σαλονίκη, 12 Ιουνίου 2021

Σημείωση: Για τα διλλήματα και τις αγωνίες των καραγκιοζοπαικτών και την παρουσία του θεάματος στον
21ο αιώνα, θα επανέλθουμε.

20
Ποιήματα για τον Καραγκιόζη μας

Του Καραγκιόζη

Στου Καραγκιόηθ τθν οδόν


χορεφουν κολλθτιρια
όλα ονειρεφονται πωσ τρων
κρατάνε ποτιςτιρια.

Ο Μπαρμπαγιώργοσ ςαν περνά


μαηί με τθ Μπιρμπίλω
τουλουμοτφρι τα κερνά.
Αχ Καραγκιόηο ςκφλο.

Ο Μορφονιόσ ςαν κα φανεί


γαμπρόσ κα ‘ναι ντυμζνοσ
και ςτου μπερντζ μασ το πανί
ο Νιόνιοσ καλά κρυμμζνοσ.

Ομορφονιζ τι ομορφιά
θ αγγελικι ςου μφτθ;
Ποιου ηωγράφου ηωγραφιά
κα τθσ φτιάξει ςπίτι;

Ένασ μπερντζσ ο δρόμοσ μασ


ςκιζσ που όλοι περνάμε.
Μικρόσ πολφ ο κόςμοσ μασ
χαρά μασ να γελάμε.

Δημθτρη Αβοφρης
Αφθγθτισ παραμυκιών – Συγγραφζασ

21
Η χώρα του Καραγκιόζη
του Δημθτρη Αβοφρη
αφηγητθ παραμυιιών - ςυγγραφέα

Καραγκιόζησ: Καλϊσ το Σταυράκι.


Σταφροσ: Καραγκιόηθ, ελευκερωκικαμε και ζρχεται κι θ ανάκαμψθ.
Καραγκιόζησ: Πρζπει να βρω και καμιά δουλειά.
Σταφροσ: Εγϊ, Καραγκιόηο, βρικα. Να ‘ναι καλά θ ανάκαμψθ.
Καραγκιόζησ: Τι βρικεσ;
Σταφροσ: Θα γίνω ειςπράκτορασ.
Καραγκιόζησ: Καρπαηοειςπράκτορασ, Σταυράκι;
Σταφροσ: Καραγκιοηάκι, αδερφάκι, άς’ τα αςτεία. Με προςλάβανε να ειςπράξω τα
πρόςτιμα από τθν καραντίνα.
Καραγκιόζησ: Καρπαηιζσ κα ειςπράξεισ. Αφοφ ο κόςμοσ δεν ζχει.
Σταφροσ: Όποιοσ δεν ζχει, του παίρνουμε το ςπίτι είπε ο παςάσ.
Καραγκιόζησ: Κι θ ανάκαμψθ ςυμφωνεί;
Σταφροσ: Ναι, Καραγκιόηθ, κα πουλιςουμε τα ςπίτια ςε ξζνουσ και κα ‘ρκει πιο γριγορα
θ ανάκαμψθ.
Καραγκιόζησ: Ωχ μανοφλα μου, πάλι δε γλιτϊνουμε.

Μορφονιόσ: Κφριε Καραγκιόηθ, ζχω μια απορία.


Καραγκιόζησ: Μορφονιζ, δεν κάνει να μζνουμε με απορίεσ. Λζγε να ςου εξθγιςω.
Μορφονιόσ: Το εμβόλιο, κφριε Καραγκιόηθ, ζχει κετικζσ παρενζργειεσ;
Καραγκιόζησ: Πϊσ δεν ζχει. Ανεβάηει το IQ του ανκρϊπου.
Μορφονιόσ: Καλά το ζχει καταλάβει θ μαμά μου.
Καραγκιόζησ: Τι ζχει καταλάβει;
Μορφονιόσ: Όλθ τθ μζρα κάνω κιου.
Καραγκιόζησ: Και τι ςου λζει;
Μορφονιόσ: Ότι ζχω λαλιςει, κφριε Καραγκιόηθ, και να φανταςτείτε ότι ζχω κάνει μόνο
τθν πρϊτθ δόςθ του εμβολίου. Στθ δεφτερθ τι κα κάνω;
Καραγκιόζησ: Στθ δεφτερθ κα κάνεισ κικιρίκου και ςτθν τρίτθ κρα-κρα.
Μορφονιόσ: Μου αρζςουν τα εμβόλια, κφριε Καραγκιόηθ. Μακαίνουμε και τθ γλϊςςα
των πουλιϊν. Τςιου τςιου πότε κα κάνω;
Καραγκιόζησ: Στθν πζμπτθ δόςθ με το κινζηικο εμβόλιο και κα πασ ςτον παράδειςο.
Μορφονιόσ: Με τόςα πουλάκια, κφριε Καραγκιόηθ, ο παράδειςοσ είναι εδϊ.
Καραγκιόζησ: Μορφονιζ, είςαι τζρασ εξυπνάδασ.
Μορφονιόσ: Να ‘ναι καλά το εμβόλιο, κφριε Καραγκιόηθ.

Αγλαΐα: Καραγκιόηθ, Καραγκιόηθ, κατζβα απ’ τα κεραμίδια. Ελευκερωκικαμε!


Καραγκιόζησ: Από τι ελευκερωκικαμε;
Αγλαΐα: Από τον κορονοϊό.
Καραγκιόζησ: Δθλαδι πζκανε;
Αγλαΐα: Όχι ακόμα, Καραγκιόηθ, αλλά πζκαναν όςοι ζπρεπε να πεκάνουν μζχρι
τϊρα.
Καραγκιόζησ: Κι εγϊ γιατί να κατζβω;
Αγλαΐα: Για να το γιορτάςουμε.
Καραγκιόζησ: Πϊσ κα το γιορτάςουμε;
Αγλαΐα: Κατζβα να τςακωκοφμε. Ζνα χρόνο ζχουμε να τςακωκοφμε. Γυναίκα είμαι
κι εγϊ, κζλω το τςάκωμά μου.

22
Ο Καραγκιόζης στην Αντίσταση
ΙΘ΄ μέρος
επιμέλεια: Τ. Κωστιδάκης - Σ. Κοτσορές

Παραθέτουμε κάποια ακόμα αποσπάσματα από το βιβλίο Καραγκιόζης ο


Πρόσφυγας του Θανάση Φωτειάδη, (Εκδόσεις Guitenberg). Το αφιέρωμα θα

Ο Καραγκιόζης του Μέμου


συνεχιστεί και με άλλους καραγκιοζοπαίχτες. Καλή ανάγνωση.

Λ
Αφηγήσεις Σωτήρη Σπαθάρη
οιπόν θα σας διηγηθώ ακόμα μερικά ανέκδοτα των παλαιών καραγκιοζο-
παιχτών. Ο καραγκιοζοπαίχτης Μέμος ήτανε άριστος παίχτης, αλλά μεγά-
λος ματσαράγκας. Πολλές φορές γελούσε τους θεατρώνες. Μία φορά στη
Λιβαδειά λέει του θεατρώνη: “Βάλε τα εργαλεία στο μαγαζί” και γράφει
στο πρόγραμμα: “Ο Μέμος μένος απόψε παίζει τον Πασά”.
» Σαν τελείωσε και τοποθέτησε το πρόγραμμα, παίρνει 500 δραχμές ότι κάπου θα
πάει, κι αυτός φεύγει για τη Σύρο. Ο κόσμος πήγε το βράδυ στον Καραγκιόζη, αλλά ο
Μέμος έλειπε. Ανοίγουνε το μπαούλο για να δούνε τις φιγούρες και αντί φιγούρες βλέπουνε πέτρες.
» Οι Συριανοί μόλις μάθανε ότι θα παίξει ο Μέμος πήγανε όλοι να τον θαυμάσουνε. Όταν άρχισε η άρχισε η
Ο Σωτήρης Σπαθάρης με τη δερμάτινη φιγούρα του Πασά

παράσταση την εσταμάτησε ο τότε παληκαράς της Σύρας Ντούνιας. Είχε παρέα του και τον Αστυνόμο. Ο Μέμος
το φύσαγε και δεν κρύωνε. Την άλλη μέρα αρχίνησε τις παραστάσεις. Έπαιζε στη συνοικία “Στα παπόρια”. Προ-
σπάθησε κι έπιασε φιλίες με τον Αστυνόμο και τον Ντούνια. Αφού φάγανε πολλές φορές μαζί, λέει του Ντούνια:
“Μπορείς να καταφέρεις το Αστυνόμο να ρίξουμε κανένα δυναμίτη να σκοτώσουμε ψάρια; Εγώ είμαι φοβερός
στους δυναμίτες.”
» Σαν έγινε η μεσολάβηση τους υποσχέθηκε ο Μέμος ότι με ένα δυναμίτη θα σκοτώσει άνω από 20 οκάδες
ψάρια. “Θα βαστήξουμε 4 οκάδες να φάμε και τ’ άλλα να τα πάτε σπίτι σας”. “Μείνανε σύμφωνοι, το μεσημέρι
μπαίνουνε στη βάρκα. Μόλις ξεκινήσανε απ’ την ακροθαλασσιά, ο Μέμος τους λέει: “Άμα ιδείτε κανένα κοπάδι,
μιλάτε μου.” Παρουσιάζεται ένα κοπάδι ψάρια. Ο Αστυνόμος και Οδηγάς ο Ντούνιας του λένε: “Νάτο”. Ο Μέμος
ανάβει τον δυναμίτη και λέει: “Που είναι μωρέ;” Του λένε και οι δύο: “Πέτα το, θα μας σκοτώσεις!” Ο Μέμος αντί
να το πετάξει στη θάλασσα, πέταξε μεσ’ τη βάρκα. “Σκύλε” φωνάζουνε κι οι δύο, “θα σκοτωθούμε όλοι” και την
ίδια στιγμή πέφτουνε κι οι δύο στη θάλασσα. Ο Μέμος τότες τους λέει: “Εσείς μου κλείσατε τον Καραγκιόζη κι
εγώ σας έριξα στη θάλασσα. Ο δυναμίτης ήταν ψεύτικος!” Κι ο Μέμος φεύγει με τη βάρκα και κρίφτηκε απάνω στα
φράγκικα, ωσότου βρήκε ευκαιρία κι έφυγε».
» Το βραδάκι είμαστε έτοιμοι με την ασετυλίνη μας και τις φιγούρες έτοιμες για να παρελάσουνε στην οθόνη.
Ενώ οι θεατές πιάνανε θέσεις, εγώ και ο βοηθός μου καθόμαστε σ’ ένα τραπέζι και κοίταγε ο
ένας τον άλλονε. Τα χρήματά μας είχανε τελειώσει την Πέμπτη, Παρασκευή και Σάββατο
είμαστε νηστικοί και ατσίγαροι. Ο βοηθός μου ψάρευε κάθε τόσο κι έφερνε καμία γόπα.
Ήρθε η μουσική, ο θεατρωνης μας ειδοποιεί ν’ αρχίσουμε. Χτύπησε το κουδούνι ο βο-
ηθός μου. Εγώ κάνω το σταυρό μου, ο βοηθός μου κλαίγοντας μ’ αγκαλιάζει και μου
λέει: “Λοιπόν αρχίζουμε παράσταση νηστικοί, καλά εγώ, κυρ-Σωτήρη, αλλά κι εσύ!”
“Δεν πειράζει παιδί μου, κάνε κουράγιο κι έχει ο Θεός.” Του λέγω: “Πάμε”, το πάμε
είναι το σύνθημα ότι αρχίζουμε. Σαν αρχινήσαμε, οι θεατές μας αποθέωσαν, κάθε
τόσο χειροκροτήματα και γέλια που που τραντάζανε το θέατρο μας. Στο διάλειμμα
μας φέρνουνε μπύρες. Ο θεατρωνης παίρνει αδιάκοπα συγχαρητήρια, κάνα δυο
που μπήκανε στο πάλκο για να δούνε από κοντά, τους καπνίσαμε όλα τους τα τσι-
γάρα. Όταν η παράσταση τελείωσε, ο θεατρώνης λέει για πρώτη φορά: “Ορίστε
κυρ-Σωτήρη, το τραπέζι είναι έτοιμο για να φάτε.” Εγώ του λέω: “Δεν κάνει
να φάμε μετά το παίξιμο παρά δώσε μου, σε παρακαλώ 200 δραχμές που τις
θέλω.” Εγώ κι ο βοηθός μου σχεδόν τις φάγαμε και τις 200 δραχμές στον
μάγειρα, σκεφτείτε τι πείνα είχαμε!»

23
«Ο Ντούμπας έχει κέφια»
σκίτσα: Κωνσταντίνος Ντούμπας

24
γελοιογραφίες...
του Τάσου Κούζαρου

Σαφάρι εμβολιασμών

Επιτέλους γίναμε Ευρώπη!

25
Μηνιαία
ηλεκτρονική έκδοση
του Πανελλήνιου Σωματείου
Θεάτρου Σκιών
okaragkiozismas@gmail.com

26

You might also like