You are on page 1of 341

ANDRZEJ 

IWANIUK 

 
 
 
 
 
 
 
 
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟΤΗΤΑΣ 
 
ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ 
 

 
ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΕΠΙ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΑ 
ΥΠΟΒΛΗΘΕΙΣΑ ΣΤΟ ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ 
ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ 
ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 
ΤΟΜΕΑΣ ΗΘΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ 
 
 
ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: 
ΠΡΩΤΟΠΡ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΑΛΛΙΑΚΜΑΝΗΣ 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2ΟΟ5 
 

 
 
 
 
 
 
 
 
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟΤΗΤΑΣ 
 
ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ 
ANDRZEJ IWANIUK 

 
 
 
 
 
 
 
 
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟΤΗΤΑΣ 
 
ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ 
 

 
ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΕΠΙ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΑ 
ΥΠΟΒΛΗΘΕΙΣΑ ΣΤΟ ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ 
ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ 
ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 
ΤΟΜΕΑΣ ΗΘΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ 
 
 
ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: 
ΠΡΩΤΟΠΡ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΑΛΛΙΑΚΜΑΝΗΣ 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2ΟΟ5 
 

ΠΡΟΛΟΓΟΣ 

Η  «δια  Χριστόν  σαλότητα»  αποτελεί  υπερφυσικό  αγώνισμα  το  οποίο 

κατορθώνεται  δια  της  χάριτος  του  Θεού  από  ανθρώπους  που  έχουν  μια  εξαίρετη 

δίψα  γι᾿  αυτήν.  Αυτό  το  πνευματικό  φαινόμενο  εκφράζει  με  τον  καλύτερο  τρόπο 

την  πεμπτουσία  και  τον  ηθικό  πλούτο  της  ορθόδοξης  χριστιανικής  Παραδόσεως. 

Στο πρόσωπο του «δια Χριστόν σαλού» – ο οποίος προγεύεται τη Βασιλεία του Θεού 

από  την  παρούσα  ζωή  –  βλέπουμε  τη  σάρκωση  της  ευαγγελικής  διδασκαλίας.  Το 

γεγονός  αυτό  καθιστά  προφανή  την  αξία  και  τη  σημασία  της  «δια  Χριστόν 

σαλότητας»  για  όλο  το  πλήρωμα  της  Εκκλησίας  του  Χριστού.  Όμως  σε  ευρύτερο 

χριστιανικό  περιβάλλον,  καθώς  και  στους  επιστημονικούς  κύκλους,  το  θέμα  της 

«δια  Χριστόν  σαλότητας»  δεν  εκτιμούταν  πάντοτε  όσο  έπρεπε,  και  συνήθως  δεν 

εξεταζόταν με ενιαίο και διεξοδικό τρόπο. 

Αν  και  η  άσκηση  της  «δια  Χριστόν  σαλότητας»  έχει  τεράστιες  πνευματικές 

προεκτάσεις,  δεν  υπήρξε  από  Ορθόδοξης  πλευράς  μια  συστηματική  μελέτη  περί 

αυτής. Η παρούσα εργασία έχει ως στόχο να καλύψει το κενό αυτό φωτίζοντας τις 

ιδιαίτερες  πλευρές  του  θέματος.  Έτσι,  μέσα  από  τη  μελέτη  αγιοπατερικών 

κειμένων, παρουσιάζεται ο σχετικός προβληματισμός περί του εν λόγω θέματος, τα 

χαρακτηριστικά και το ήθος των «δια Χριστόν σαλών». 
5
Από τη θέση αυτή θέλω να ευχαριστήσω τον Πανάγαθο Θεό για την ευλογία 

που  μου  έδωσε, δια του αείμνηστου Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Βαρσοβίας  και 

Μητροπολίτου  πάσης  Πολωνίας  κ.  Βασιλείου,  να  ᾿ρθω  στην  Ελλάδα  για  τη 

συνέχιση της θεολογικής μου καταρτίσεως. Ερχόμενος στη Θεσσαλονίκη, είχα στο 

νου μου να γνωρίσω βαθύτερα τον ανεξάντλητο θησαυρό των έργων των Πατέρων 

της  Εκκλησίας  μας,  επιθυμία  την  οποία  εκφράζει  και  η  συγγραφή  της  παρούσας 

εργασίας. 

Τον  άπειρο  μου  σεβασμό,  τη  βαθιά  ευγνωμοσύνη  καθώς  και  θερμές 

ευχαριστίες  οφείλω  να  εκφράσω  προς  τον  Σεβασμιώτατο  Μητροπολίτη  Τυρολόης 

και  Σερεντίου  ομ.  καθηγητή  κ.  Παντελεήμονα  Ροδόπουλο,  ηγούμενο  της  Ιεράς, 

Σταυροπηγιακής  και  Πατριαρχικής  Μονής  Βλατάδων  στη  Θεσσαλονίκη,  για  την 

πατρική  του  αγάπη  με  την  οποία  με  περιέβαλε  κατά  τη  διάρκεια  της  φιλοξενίας 

μου  στο  οικοτροφείο  της  μονής  και  για  την  επιστημονική  του  υποστήριξη  στην 

κατάρτιση αυτής της διατριβής. 

Ολόψυχες  και  θερμότατες  ευχαριστίες  εκφράζω  προς  τους  σύμβουλους 

καθηγητές  π.  Βασίλειο  Καλλιακμάνη  και  κ.  Ανέστη  Κεσελόπουλο,  για  την 

καθοδήγηση  και  συμπαράσταση  που  έδειξαν  κατά  τη  διάρκεια  των  σπουδών  μου 

στη Θεσσαλονίκη και κυρίως στο διάστημα της εκπόνησης της παρούσας εργασίας. 

Εκφράζω  επίσης  την  ευγνωμοσύνη  μου  προς  τους  αξιότιμους  κ.  καθηγητές,  τα 

μέλη  της  εξεταστικής  επιτροπής,  τους  καθηγητές  μου  και  όλους,  όσοι  με  τις 

συμβουλές, τις προσευχές, την αγάπη και τη συμπαράστασή τους, με βοήθησαν να 

φέρω εις πέρας την παρούσα εργασία. 

 
Θεσσαλονίκη 24 Νοεμβρίου 2005 

του Οσίου Νικοδήμου του Νέου 

του δια Χριστόν Σαλού                                                                               

                                                                                                                                                           ΑΝΔΡΕΑΣ ΙWANIUK 
6

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 

 
ΠΡΟΛΟΓΟΣ..................................................................................................................................4 

ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ...................................................................................................................8 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ.....................................................................................................................................9 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ 

ΜΩΡΙΑ ΚΑΙ ΣΑΛΟΤΗΤΑ 

1. Ο Ιησούς Χριστός – το υπόδειγμα για όλους τους χριστιανούς..................................27 

2. Η «μωρία» στη βιβλικοπατερική παράδοση....................................................................36 

3. Η «σαλότητα» στα εκκλησιαστικά συγγράμματα.........................................................46 

4. Σχέση μωρίας και σαλότητας.............................................................................................58 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ 

ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΣΑΛΟΤΗΤΑΣ 

1. Ο χαρακτηρισμός της δια Χριστόν σαλότητας...............................................................68 

2. Η ταπείνωση ως το κύριο γνώρισμα του σαλού.............................................................80 

3. Η ταπείνωση και η σύνδεσή της με άλλες αρετές.........................................................94 

4. Η εξωτερική διαγωγή των σαλών....................................................................................106 

5. Το «ιδιότροπο» εκκλησιαστικό ήθος...............................................................................125 

 
7
 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ 

Ο ΣΑΛΟΣ ΩΣ ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ 

1. Ο σαλός ως σκάνδαλο για τους άλλους.........................................................................140 

2. Η αυτοταπείνωση των δια Χριστόν σαλών...................................................................154 

3. Ο εμπαιγμός του κόσμου...................................................................................................165 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ 

Η ΘΕΙΑ ΚΛΗΣΗ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ ΤΗΣ ΣΑΛΟΤΗΤΑΣ 

1. Η ζωή των σαλών πριν από την κλήση τους.................................................................178 

2. Η κλήση των δια Χριστόν σαλών.....................................................................................196 

3. Ο σκοπός της σαλότητας...................................................................................................214 

4. Σαλότητα και άλλες μορφές άσκησης............................................................................228 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ 

ΤΟ ΗΘΟΣ ΤΩΝ ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΩΝ 

1. Το ήθος της ταπεινοφροσύνης – το θεμέλιο της σαλότητας.....................................242 

2. Ο ασκητικός αγώνας των σαλών.....................................................................................255 

3. Η αποταγή του κόσμου......................................................................................................265 

4. Η μίμηση της κενώσεως και του σταυρού του Χριστού..............................................285 

5. Η σαλότητα ως βίωση της αληθινής ελευθερίας.........................................................299 

6. Η αγάπη – το αποκορύφωμα της αληθινής σαλότητας.............................................319 

ΕΠΙΛΟΓΟΣ................................................................................................................................333 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ.........................................................................................................................336 
8
 

ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ 

ΕΕΘΣΠΘ:  Επιστημονική  Επετηρίς  Θεολογικής  Σχολής 

Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη. 

ΕΠΕ:  Έλληνες  Πατέρες  της  Εκκλησίας,  έκδ.  “Γρηγόριος  ο 

Παλαμάς”, Θεσσαλονίκη 1972 εξ. 

ΓΠ:  Γρηγόριος  ο  Παλαμάς,  έκδ.  Ιεράς  Μητροπόλεως 

Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 1917 εξ. 

Lidell‐Scott:  H  Lidell  ‐  R.  Scott,  Μέγα  Λεξικόν  της  Ελληνικής 

Γλώσσης, μετάφρ. Ξ. Π. Μόσχου, έκδ. Ιωάννης Σιδέρης, 

Αθήναι 1907. 

PG:                 Migne,  J.  P.,  Patrologiae  Cursus  Completus,  Series  Graeca, 

Paris 1857‐1912. 

SC:                     Sources Chrétiennes, Paris 1955 εξ. 

χ. τ.:                   χωρίς τόπο. 

χ. χ.:                  χωρίς χρόνο. 

 
 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 

Α’ 

  Η  «δια  Χριστόν  σαλότητα»  αποτελεί  ένα  είδος  άσκησης  το  οποίο 

αναπτύχθηκε  και  διατηρήθηκε  αποκλειστικά  στην  ορθόδοξη  χριστιανική 

Παράδοση.  Το  θέμα  αυτό  όσο  μεγάλο  και  ενδιαφέρον  είναι,  άλλο  τόσο  είναι  και 

περίπλοκο.  Η  κατάσταση  αυτή  οφείλεται  σε  διάφορους  λόγους.  Πρώτ᾿  απ᾿  όλα 

πρέπει  να  επισημανθεί,  ότι  το  φαινόμενο  αυτό  στο  παρελθόν  δεν  μελετήθηκε 

ενιαία  αλλά  αποσπασματικά,  είτε  περιοριζόταν  σε  κάποια  πρόσωπα  ή  περιόδους 

είτε εξυπηρετούσε άλλα θέματα1. Αν και οι επιστήμονες που ασχολήθηκαν με την 

άσκηση  της  δια  Χριστόν  σαλότητας  θίγουν  πολλά  επιμέρους  ζητήματα,  οι 

αξιόλογες  μελέτες  τους  σχετίζονται  κυρίως  με  την  ιστορική  εξέταση  του θέματος, 

με  τον  εμπαιγμό  του  κόσμου  και  με  την  ελευθερία  αυτών  των  ασκητών.  Άξιο 

παρατηρήσεως είναι επίσης ότι η προσοχή των μελετητών εστιαζόταν κυρίως στην 

εξωτερική πλευρά της άσκησης της σαλότητας. Γι᾿ αυτό το λόγο πολλές πτυχές του 

εν λόγω θέματος μέχρι σήμερα κατ᾿ ουσία παρέμειναν αδιευκρίνιστες, όπως λ. χ. το 

1 Ο καθηγητής Χρήστος Γιανναράς, λ. χ., σ᾿ ένα από τα πολλά βιβλία του, αφιερώνει δεκατέσσερις 
σελίδες  στους  «δια  Χριστόν  σαλούς»,  προβάλλοντάς  τους  ως  τέλειο  παράδειγμα  ανατροπής  και 
αρνήσεως της ατομικής ηθικής, βλ. Η ελευθερία του ήθους, έκδ. Γρηγόρη, Αθήνα  31989, σ. 85‐98. Ενώ 
ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου και αγ. Βλασίου Ιερόθεος ασχολείται με το εν λόγω φαινόμενο, για να 
δείξει  τις  προϋποθέσεις  βιώσεως  της  πραγματικής  ελευθερίας,  βλ.  Το  πρόσωπο  στην  Ορθόδοξη 
Παράδοση, έκδ. Ι. Μ. Γενεθλίου της Θεοτόκου (Πελαγίας), Λεβαδεία 31997, σ. 332‐377. 
10
θέμα  της  σχέσης  «μωρίας»  και  «σαλότητας»  στην  εκκλησιαστική  Παράδοση,  το 

ζήτημα  της  θείας  κλήσης  ή  του  σκανδάλου  στη  ζωή  των  δια  Χριστόν  σαλών.  Η 

διατριβή  αυτή  αποπειράται  να  συμπληρώσει  αυτό  το  κενό,  διεισδύοντας  στο 

εσωτερικό κόσμο αυτών των ασκητών και παρουσιάζοντας τον πλούτο των βαθιών 

πνευματικών εμπειριών τους. 

  Στην  αρχή  της  ερευνητικής  μας  προσπάθειας,  σε  συνεργασία  με  τον 

καθηγητή π. Βασίλειο Καλλιακμάνη, θέσαμε ορισμένα ερωτήματα. Είναι σύμφωνη 

η  ζωή  των  «δια  Χριστόν  σαλών»  με  την  ηθική  διδασκαλία  του  χριστιανισμού; 

Μπορεί η συμπεριφορά του «δια Χριστόν σαλού» να είναι σκάνδαλο και πειρασμός 

για τους άλλους; Είναι σύμφωνη η «σαλότητα» με την εντολή της αγάπης προς τον 

πλησίον;  Βοηθάει  η  «σαλότητα»  στην  ηθική  τελείωση  του  ανθρώπου  και  με  ποιον 

τρόπο;  Ποια  μηνύματα  μπορεί  να  δώσει  στη  δική  μας  εποχή  η  άσκηση  της 

«σαλότητας»; 

  Ο  αρχικός  στόχος  της  παρούσας  εργασίας  ήταν  να  απαντήσει  στα 

ερωτήματα αυτά κυρίως μέσα από σύγχρονες μελέτες που σχετίζονται με το θέμα. 

Όμως, μετά από εκτενή και λεπτομερή μελέτη των βίων των δια Χριστόν σαλών και 

της  συμπληρωματικής  βιβλιογραφίας  παρατηρήσαμε  ότι  αυτή  η  τελευταία  δεν 

προσφέρει  πλήρη  απάντηση  στα  προταθέντα  ερωτήματα.  Το  πνεύμα  ενός  μέρους 

αυτών  των  μελετών  απέχει  κατά  τη  γνώμη  μας  αρκετά  από  την  πραγματικότητα 

των  βίων  των  σαλών,  και  επίσης  δεν  εκφράζει  τις  γενικά  αποδεκτές  γνώμες  της 

ορθόδοξης Παραδόσεως για αυτό το είδος άσκησης. Η εικόνα αυτή μας προξένησε 

μια  εσωτερική  σύγχυση  και  απορίες.  Μερικά  συμπεράσματα  αυτών  των 

επιστημονικών μελετών, όπως η αμφισβήτηση της πραγματικής ιστορικής ύπαρξης 

αυτών  των  προσώπων,  προξένησαν  τη  σύνταξη  μιας  ξεχωριστής  ενότητας  για  τα 

ορθόδοξα αγιολογικά κείμενα2. 

  Η διέξοδος από αυτήν την κατάσταση ήταν μία: η αναζήτηση άλλων πηγών 

για  την  παρούσα  εργασία,  οι  οποίες  θα  έδιναν  νέα  «πνοή»  στην  έρευνα.  Δεν 

παρέμεινε άλλη λύση από τη στροφή προς τα κείμενα των Πατέρων της Εκκλησίας. 

2
Βλ. πιο κάτω σ. 14‐18 αυτής της Εισαγωγής. 
 
11
Μελετήθηκε  επομένως  αρκετά  μεγάλος  αριθμός  των  εν  λόγω  κειμένων·  όλα  τα 

έργα  του  Ισαάκ  του  Σύρου  και  του  Συμεών  του  Νέου  Θεολόγου  (εκτός  των 

«Ύμνων»),  αρκετά  μεγάλο  μέρος  των  έργων  του  Ιωάννου  του  Χρυσοστόμου,  του 

Μεγάλου  Βασιλείου,  του  αββά  Δωροθέου,  του  Γρηγορίου  του  Παλαμά,  του 

Νικοδήμου  Αγιορείτου,  αλλά  και  μεμονωμένα  έργα  άλλων  Πατέρων  της 

Εκκλησίας.  Στην  ερμηνεία  και  την  παρουσίαση  της  πνευματικής  εικόνας  του  δια 

Χριστόν  σαλού  μας  βοήθησαν  πολύ  επίσης  και  τα  διάφορα  κείμενα  του 

«Ευεργετινού»,  τα  έργα  του  γέροντος  Σωφρονίου  Σαχάρωφ  και  του  γέροντος 

Παϊσίου του Αγιορείτου. 

  Την  πιο  μεγάλη  όμως  έκπληξη  και  χαρά  νιώσαμε,  όταν  διαβάσαμε 

επανειλημμένα  την  «Κλίμακα»  του  αγίου  Ιωάννου  του  Σιναΐτου.  Εκεί  βρήκαμε 

πλούσιο  υλικό  για  την  κατά  βάθος  κατανόηση  και  ερμηνεία  του  φαινομένου  της 

«δια Χριστόν σαλότητας». Σε αυτό το έργο, περισσότερο από ό,τι σε άλλα κείμενα, 

ανακαλύψαμε πολλές πνευματικές καταστάσεις, συμπεριφορές και παραδείγματα 

ακραίας ταπεινώσεως, όμοιας με αυτήν της «σαλότητας». Με αυτόν τον τρόπο, με 

τη βοήθεια των έργων των Πατέρων της Εκκλησίας, και με το υλικό που μαζέψαμε 

νωρίτερα, ολοκληρώθηκε η έρευνά μας που σχετιζόταν με τη συλλογή του υλικού. 

Το  γεγονός  ότι  οι  απαντήσεις  στα  τεθέντα  ερωτήματα  βρέθηκαν  κυρίως  στα 

κείμενα των ανθρώπων του πνεύματος της ορθόδοξης ασκητικής παραδόσεως, μας 

ώθησε να συντάξουμε και μια ξεχωριστή ενότητα για τους Πατέρες της Εκκλησίας 

και  το  πρωταγωνιστικό  ρόλο  τους  στην  ερμηνεία  των  δύσκολων  θεολογικών 

θεμάτων3. 

  Πρέπει  επίσης  να  επισημανθεί  ότι  και  στην  κατοπινή  πορεία  της  μελέτης 

αυτής  αντιμετωπίστηκαν  αρκετές  δυσκολίες.  Ο  σχηματισμός  της  τελικής  μορφής 

της  εργασίας  έγινε  μετά  από  πολλές  αλλαγές  και  ανακατατάξεις.  Πολλά 

επιμέρους  θέματα  που  ήταν  αρχικά  στο  προσχέδιο  της  εργασίας  τελικά  δεν 

συμπεριλήφθηκαν σε αυτήν. Το σπουδαιότερο, εγκαταλείφθηκε η αρχική πρόθεση 

της  τοποθέτησης  στην  εργασία  ενός  ξεχωριστού  κεφαλαίου  για  την  ιστορική 

3  Βλ. πιο κάτω σ. 18‐24 αυτής της Εισαγωγής. 
12
επισκόπηση της σαλότητας4. Η ενότητα αυτή, αν και σημαντική, θυσιάστηκε για να 

αναπτυχθεί  βαθύτερα  η  ηθική  πλευρά  της  άσκησης  της  σαλότητας.  Γι᾿  αυτό,  η 

έρευνα στο σύνολο της, χωρίς να εξαντλεί όλα τα επί μέρους θέματα, κινείται και 

αναφέρεται περισσότερο στο χώρο της Ηθικής, παρά της Ποιμαντικής θεολογίας. 

  Για  να  αποφευχθούν  όσο  είναι  δυνατόν  τα  λάθη  και  οι  παρανοήσεις  μέσα 

στην πορεία της εργασίας αυτής, χρειάζεται επομένως, να διευκρινισθούν εξαρχής 

κάποιες  έννοιες  και  κάποια  ζητήματα,  χρήσιμα  για  την  περαιτέρω  μελέτη.  Το 

πρώτο  ζήτημα,  το  οποίο  οφείλουμε  να  διευκρινίσουμε  είναι  ότι  το  φαινόμενο  της 

«δια  Χριστόν  σαλότητας»  αναπτύχθηκε,  εξελίχτηκε  και  εξακολουθεί  να  υπάρχει 

μέσα  στην  ορθόδοξη  Παράδοση.  Η  Παράδοση  της  ορθόδοξης  Εκκλησίας  είναι  το 

Ευαγγέλιο του Χριστού, το οποίο δεν είναι άλλο, παρά ο ίδιος ο Θεάνθρωπος, που 

είναι  πάντοτε  παρών  στο  σώμα  της  Εκκλησίας  ως  κεφαλή  και  απαρχή  της.  Ο 

Χριστός  αποτελεί  το  περιεχόμενο  της  Παραδόσεως  στην  ορθόδοξη  Εκκλησία.  Η 

χάρη  και  η  δύναμη  του  Αγίου  Πνεύματος  μεταφυτεύει  το  Θεάνθρωπο  Χριστό  σε 

κάθε πιστό και σε ολόκληρη την Εκκλησία Του. Γι᾿ αυτό και η ορθόδοξη πίστη, με 

κέντρο  τον  Ιησού,  δεν  βασίζεται  σε  αφηρημένες  ηθικές  αρχές  αλλά  είναι  ο 

αληθινός  ρυθμός  της  ζωής  τού  σύμπαντος  και  του  ανθρώπου.  Ο  Κύριος  Ιησούς 

Χριστός ως Παράδοση, παραδίδεται στην Εκκλησία και φανερώνεται δια της θείας 

Ευχαριστίας,  των  αγίων  μυστηρίων  και  των  αρετών.  Με  άλλα  λόγια,  υπάρχει 

οργανική σύνδεση του Θεανθρώπου με την Εκκλησία, με τον κόσμο, με τις αρετές, 

με τον άνθρωπο, με την κοινωνία, με τη λατρεία5. 

Το  αντικείμενο  αυτής  της μελέτης δεν περιορίζεται ούτε σε κάποια χρονικά 

όρια  ούτε  σε  κάποια  συγκεκριμένα  πρόσωπα.  Αντίθετα,  περιλαμβάνει  ολόκληρη 

την  περίοδο  υπάρξεως  της  Εκκλησίας.  Αυτό  γίνεται  για  δυο  βασικούς  λόγους. 

Πρώτον,  όπως  σημειώθηκε  προηγουμένως,  η  σωστή  και  πλήρης  προσέγγιση 

οποιουδήποτε  θεολογικού  θέματος  απαιτεί  την  πλήρη  και  όχι  μερική  μελέτη  του. 

4 Λόγω της πολύ πλούσιας βιβλιογραφίας και του άφθονου πηγαίου υλικού, το θέμα της ιστορικής 
επισκόπησης  της  σαλότητας  θα  μπορούσε  άριστα  να  αποτελέσει  μια  ξεχωριστή  πανεπιστημιακή 
εργασία. 
5  Αναλυτικότερα  για  την  Παράδοση  της  ορθόδοξης  Εκκλησίας,  βλ.  Αρχιμ.  Ιουστίνου  Πόποβιτς,  Η 

Ορθόδοξος Εκκλησία και ο Οικουμενισμός, μετάφρ. Ιερομ. Α. Ράντοβιτς ‐ Ιερομ. Α. Γιέβτιτς, έκδ. Ι. Μ. 
Αρχαγγέλων Τσέλιε, Βάλιεβο Σερβίας, χ. χ., σ. 87‐91. 
13
Δεύτερον,  η  Παράδοση  της  Εκκλησίας  δεν  περιορίζεται  ούτε  στο  χώρο  όσων 

περιλαμβάνονται στο Αγιολόγιό της ούτε στα επώνυμα πρόσωπά της. Σε αυτή την 

περίπτωση,  το  κριτήριο  είναι  ένα·  πρέπει  να  είναι  κανείς  ζωντανό  μέλος  της 

Εκκλησίας  του  Χριστού.  Και  ο  τελευταίος  ορθόδοξος  χριστιανός,  όπου  και  αν 

βρίσκεται,  εφόσον  ζει  δια  των  αγίων  μυστηρίων  και  των  αγίων  αρετών  μέσα  στο 

χώρο  της  Εκκλησίας,  είναι  εν  σμικρώ  Εκκλησία  και  ποτέ  δεν  είναι  μόνος  του.  Γι᾿ 

αυτό το λόγο, όλοι οι «δια Χριστόν σαλοί», ακόμη και αν είναι άγνωστοι όσο ζουν, 

ακόμη  και  αν  παραμένουν  άγνωστοι  μετά  την  κοίμησή  τους,  δεν  παύουν  να 

αποτελούν ενεργά μέλη της Εκκλησίας, με τη ζωή και το παράδειγμά τους. 

Στους εκκλησιαστικούς κύκλους, αλλά και έξω από αυτούς, είναι δεδομένη η 

αντίληψη περί του ιδιότροπου ήθους των  «δια Χριστόν σαλών». Το πρώτο πράγμα 

που παρατηρεί κανείς, συναντώντας κάποιο «σαλό», ή μελετώντας το βίο του, είναι 

η  ιδιόμορφη  και  παράξενη  συμπεριφορά  του.  «Ὁ  τρόπος  τῆς  ζωῆς  του,  τά 

φερσίματά  του  καί  τά  καμώματά  του  καί  γενικά  ἡ  ὅλη  εἰκόνα  του,  φαίνεται  νά 

ταιριάζει  μέ  τήν  εἰκόνα  κάποιου  ἀνθρώπου,  πού  ἔχει,  σέ  μικρό  ἤ  μεγάλο  βαθμό, 

σαλεμένα  τά  μυαλά  του!»6.  Όμως  αυτός  ο  χαρακτηρισμός  ταιριάζει  μόνο  στην 

εξωτερική  εικόνα  του  «δια  Χριστόν  σαλού»,  η  οποία  ριζικά  διαφέρει  από  την 

εσωτερική  ζωή  του.  Αυτό  δεν  πρέπει  να  ξαφνιάζει  κανένα,  γιατί  το  κύριο  μέλημα 

του «σαλού» είναι η απόκρυψη της εσωτερικής εργασίας και η ταπείνωσή του μέχρι 

το  θάνατο.  Οι  «δια  Χριστόν  σαλοί»,  με  την  άβυσσο  της  ταπεινώσεως  που 

απέκτησαν, κατάφεραν να πείσουν τους άλλους ανθρώπους ότι είναι όντως σαλοί. 

Στην  πραγματικότητα  όμως,  αυτοί  οι  ασκητές  μπορούν  να  ονομαστούν  οι 

«άρχοντες  του  πνεύματος»,  οι  οποίοι  αφού  κυριάρχησαν  πρώτα  επί  των  παθών 

τους,  κατάφεραν  στη  συνέχεια  να  αφοσιωθούν  στο  έργο  της  σωτηρίας  των 

συνανθρώπων τους. Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω λεχθέντα, μπορεί κάποιος 

να  παραδεχθεί,  ότι  το  ήθος  των  «δια  Χριστόν  σαλών»  είναι  ιδιάζον.  Όμως  η 

ιδιομορφία  αυτή  αφορά  όχι  μόνο  την  εξωτερική  διάσταση  της  «σαλότητας»,  αλλά 

πρωτίστως  την  ακραία  άσκηση  και  την  απόλυτη  ανταπόκριση  στην  κλήση  του 

  Ιωάννου  Κ.  Κορναράκη,  Ταρσώ  η  δια  Χριστόν  σαλή,  έκδ.  Ιερού  Κελλίου  Αγίου  Νικολάου 
6

Μπουραζέρη, Άγιον Όρος 2003, σ. 85. 
14
Θεού, που επέδειξαν οι σαλοί. Δεν είναι σωστό να κρίνεται κάτι μόνο ή πρωτίστως 

με βάση τα εξωτερικά γνωρίσματα, και αυτό συμβαίνει μερικές φορές με τους «δια 

Χριστόν σαλούς». Γι᾿ αυτό, δεν μπορεί επίσης να διαχωρίσει κανείς τη «σαλότητα» 

από  το  σώμα  της  Εκκλησίας,  από  την  Παράδοσή  της,  επειδή  αυτή  έχει  ορισμένες 

παραδοξότητες. 

Β’ 

Τη  βάση  για  τη  μελέτη  του  φαινομένου  της  «δια  Χριστόν  σαλότητας» 

αποτελούν  τα  αγιολογικά  κείμενα.  Από  αυτά  τα  πνευματικά  μνημεία  της 

Εκκλησίας,  σε  αυτή  την  εργασία  χρησιμοποιήθηκαν  κυρίως  οι  βίοι  των  αγίων  και 

των  ενάρετων  ασκητών.  Ωστόσο,  για  τον  ακέραιο  χειρισμό  αυτού  του  θέματος, 

βοηθητικά  στάθηκαν  επίσης  και  τα  αποφθέγματα  και  οι  διηγήσεις  των  πατέρων 

της  ερήμου,  συναξάρια  και  μηνολόγια,  καθώς  και  αγιολογικές  συλλογές.  Στη 

μελέτη  αυτή,  για  τους  παραπάνω  αναφερθέντες  λόγους,  χρησιμοποιήθηκαν 

επίσης, όσο είναι δυνατό, όλοι οι δημοσιευμένοι βίοι των «δια Χριστόν σαλών», είτε 

αυτοί είναι αναγνωρισμένοι ως άγιοι είτε όχι. 

Οι  ερευνητές,  οι  οποίοι  ασχολήθηκαν  με  το  ζήτημα  της  «σαλότητας», 

επισημαίνουν  ότι  τα  στοιχεία  τα  οποία  θα  βοηθούσαν  στο  χειρισμό  του  θέματος 

αυτού, όπως και οι βίοι των αυτών ασκητών, είναι λιγοστά. Το ίδιο λένε και για τους 

ίδιους τους  «δια Χριστόν σαλούς», ότι είναι και αυτοί ελάχιστοι7. Αυτές οι παλαιές 

γνώμες  «περί  σαλότητας»,  ομιλώντας  γενικώς,  δεν  ισχύουν  πια.  Σήμερα  όποιος 

θέλει να μελετήσει αυτό το θέμα, δεν είναι αναγκασμένος να περιοριστεί στους δύο 

πιο γνωστούς αγίους, Ανδρέα και Συμεών. Τώρα ο διερευνητής του φαινομένου της 

«σαλότητας»  έχει  στη  διάθεσή  του  πλείστα  κείμενα  των  βίων  των  «δια  Χριστόν 

σαλών», μερικά εκ των οποίων είναι ισάξια των βίων του Ανδρέα και του  Συμεών. 

Αξιοσημείωτο είναι ότι πολλά από αυτά τα κείμενα είναι έργα ανθρώπων, οι οποίοι 

7 Λ. χ. στην αρχή της Εισαγωγής στο βίο του αγίου Συμεών του δια Χριστόν σαλού αναφέρονται τα 
εξής:  «Τὸ  νὰ  ἀσχοληθεῖ  κανεὶς  μὲ  τὸ  θέμα  τῶν  ‘‘διὰ  Χριστὸν  σαλῶν’’,  δὲν  εἶναι  οὔτε  εὔκολο,  οὔτε 
ἀνώδυνο. Εὔκολο δὲν εἶναι, γιατὶ τὰ στοιχεῖα ποὺ θὰ βοηθοῦσαν σὲ κάτι τέτοιο εἶναι λιγοστά, ὅπως 
ἄλλωστε λιγοστοὶ εἶναι κι αὐτοὶ στὸν ἐκκλησιαστικὸ χῶρο», Λεοντίου Νεαπόλεως, Ο Άγιος Συμεών ο 
δια Χριστόν Σαλός, έκδ. Το Περιβόλι της Παναγίας, Θεσσαλονίκη 31992, σ. 7. 
15
ήταν αυτόπτες μάρτυρες των περιγραφομένων γεγονότων. Σε αυτά τα κείμενα δεν 

συγκαταλέγονται  μόνο  όσα  είναι  στα  ελληνικά  αλλά  και  σε  άλλες  γλώσσες· 

πρωτίστως στα ρωσικά. Με την ευκαιρία πρέπει να επισημανθεί επίσης ότι σήμερα 

υπάρχουν  πολλές  καλές  μεταφράσεις  των  ξενόγλωσσων  βίων  των  «δια  Χριστόν 

σαλών»  και  στα  ελληνικά,  οι  οποίες  είναι  πολύ  χρήσιμες  τόσο  για  τον  ερευνητή, 

όσο και για τον απλό αναγνώστη8. 

Εκτός  από  τα  κείμενα  των  βίων  των  σαλών,  τα  οποία  έχουν  αξιόπιστους 

συντάκτες, υπάρχουν επίσης και κείμενα, τα οποία σε κάποιο βαθμό διακρίνονται 

για  τις  ιστορικές  τους  ανακρίβειες·  δηλαδή  για  την  έλλειψη  ή  παράλειψη  των 

ιστορικών στοιχείων είτε για την ασύνδετη χρήση τους. Και αυτό γινόταν επειδή τα 

κείμενα αυτά πρωτίστως φρόντιζαν για την ποιμαντική χρήση τους, παρά για την 

ακριβή  και  ιστορική  έκθεση  των  γεγονότων.  Αυτό  έχει  να  κάνει  περισσότερο  με 

τους ρώσους σαλούς του 14ου – 17ου αιώνα (αλλά όχι αποκλειστικά και μόνο αυτούς), 

οι  βιογραφίες  των  οποίων  έχουν  γραφτεί  ένα  ή  δύο  αιώνες  μετά  από  το  θάνατό 

τους,  σύμφωνα  με  τις  σύντομες  πληροφορίες  των  χρονικών  ή  σύμφωνα  με  την 

ανάμνηση των θαυμάτων, που διατηρήθηκαν στους τόπους, όπου είχαν συμβεί9. 

Ο  μεγάλος  ιστορικός  της  ρωσικής  διασποράς  του  περασμένου  αιώνα  ο  G. 

Fedοtov,  μελέτησε  αυτό  το  θέμα  με  μεγάλη  προσοχή  και  επιδεξιότητα.  Λέει  ότι 

σπάνια  μπορεί  κάποιος  να  βρει  τις  βιογραφίες  των  Ρώσων  σαλών  αυτής  της 

περιόδου, και ακόμα σπανιότερα τις σύγχρονες βιογραφίες τους. Επιπλέον, σχεδόν 

παντού  άτεχνο,  συνηθισμένο  με  τους  λογοτεχνικούς  κανόνες  χέρι,  έσβησε  την 

ιδιορρυθμία  της  προσωπικότητας  αυτών  των  ασκητών.  Όπως  φαίνεται,  η 

θρησκευτική  ευλάβεια  εμπόδιζε  τους  αγιογράφους  να  αναπαραστήσουν  την 

παραδοξότητα  της  δια  Χριστόν  σαλότητας.  Πολλοί  σαλοί  στην  αρχαία  Ρωσία 

περιφέρονταν  γυμνοί,  αλλά  οι  αγιογράφοι  επιδίωκαν  να  ρίχνουν  σε  αυτή  τη 

γυμνότητα  το  κάλυμμα  της  εκκλησιαστικής  λαμπρότητας.  Μόνο  οι  λαϊκές 

8 Βλ. λ. χ.: Οσία Πελαγία Ιβάνοβνα η δια Χριστόν σαλή, μετάφρ. – επιμέλ. Π. Μπότση, Αθήνα 1996, Ο 
στάρετς  Θεόφιλος.  Ο  δια  Χριστόν  σαλός  ασκητής  της  Λαύρας  των  Σπηλαίων  του  Κιέβου,  έκδ.  Ιεράς 
Μονής «Παναγία του Έβρου», Αλεξανδρούπολη 32000. 
9 Βλ. Ειρήνη Γκοραΐνωφ, Οι δια Χριστόν σαλοί, μετάφρ. Μ. Λαγουρού‐Κουμπέτσου, Α. Σ. Λαγουρός, 

έκδ. Τήνος, 2Αθήναι, χ. χ., σ. 87. 
16
προφορικές  παραδόσεις  για  το  μακάριο  Βασίλη  της  Μόσχας  και  οι  φτωχές  μνείες 

των  χρονικών  δείχνουν,  ότι  και  για  τους  Ρώσους  δια  Χριστόν  σαλούς  της  εν  λόγω 

περιόδου  δεν  ήταν  ξένη  η  αποδοχή  της  ανηθικότητας.  Όμως  οι  βίοι  των  Ρώσων 

σαλών σεμνά σκεπάζουν αυτή την πλευρά του άθλου, επειδή οι Ρώσοι αγιογράφοι 

προτιμούν να χρησιμοποιούν το υλικό από το οποίο λείπει το ανήθικο στοιχείο.10 

Σ᾿  αυτό  το  σημείο  πρέπει  να  υπογραμμιστεί  ότι,  τα αγιολογικά  κείμενα  και 

ειδικώς οι βίοι των αγίων αφηγούνται και προβάλλουν πρόσωπα που διακρίθηκαν 

για τις αρετές και την αγιότητά τους.  Τα  κείμενα  αυτά  δε  διακρίνονται  πάντα για 

τον  καθαρά  ιστορικό  χαρακτήρα  τους.  Αυτό  είναι  αυτονόητο,  καθώς  η  αγιολογία 

δεν  έχει  ως  σκοπό  την  ακριβή  εξιστόρηση  των  γεγονότων,  αλλά  την  πνευματική 

οικοδόμηση  των  πιστών.  Ακόμα  κι᾿  αν  δεν  υπάρχουν  ακριβή  ιστορικά  στοιχεία  σε 

κάποιο  κείμενο,  δεν  μπορούμε  να  ισχυριστούμε  ότι  παραχαράσσεται  ο  βίος  του 

αγίου,  γιατί  στην  απόδοση  ενός  πνευματικού  συμβάντος  δεν  συμβάλλει  κατά 

αναγκαίο τρόπο η ποσότητα των ιστορικών στοιχείων που παρατίθενται. Γι᾿ αυτό οι 

συγγραφείς  των  έργων  αυτών  «δέν  διστάζουν  νά  δανειστοῦν  στοιχεῖα  ἀπό  ἄλλα 

ἁγιολογικά  ἔργα  καί  νά  παρουσιάσουν  τά  ἱστορικά  γεγονότα  κατά  τέτοιο  τρόπο, 

ὥστε νά ἐξυπηρετοῦν τόν ἐποικοδομητικό τους σκοπό»11. 

Οι  βίοι  των  αγίων  δεν  διηγούνται  απλώς  γεγονότα  της  ζωής  των 

συγκεκριμένων  προσώπων,  αλλά  τα  εκφράζουν  και  τα  ερμηνεύουν.  Δεν 

προσπαθούν  να  περιγράψουν  την  ιστορική  συμβατικότητά  τους,  αλλά  να 

προσεγγίσουν την αλήθεια που κρύβεται πίσω από αυτήν. Γι᾿ αυτό προβάλλουν τα 

εκλεκτά μέλη της Εκκλησίας ως σύμβολα «τοῦ καινοῦ ἐν Χριστῷ ἀνθρώπου». Αυτό 

επιζητείται  ιδιαιτέρως  με  «τὸν  τονισμὸ  τοῦ  παραδόξου  καὶ  τὴν  ἔξαρση  τοῦ 

θαυμαστοῦ  στοιχείου»  στη  ζωή  τους12.  Αυτό  το  στοιχείο  της  «υπερβολής»  δεν 

πρέπει  να  ξενίζει  τους  χριστιανούς  αναγνώστες,  γιατί  αυτός  ο  τρόπος  της 

μεταδόσεως  του  μηνύματος  είναι  απαραίτητος  για  την  προβολή  και  αποδοχή  του 

ιδεώδους  της  αγιότητας.  Το  υπερφυσικό  και  το  παράδοξο,  για  τα  συνηθισμένα 

10 Βλ. G. P. Fedotov, Sviatiye Drevniey Rusi, έκδ. YMCA‐PRESS, Paris 41989, σ. 192. 
11 Βλ. Δημητρίου Γ. Τσάμη, Αγιολογία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, έκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 1999, 

σ. 29. 
12 Βλ. Γεωργίου Ι. Μαντζαρίδη, Χριστιανική ηθική, έκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 41995, σ. 273. 
17
ανθρώπινα  μέτρα,  είναι  παράγοντες  δημιουργίας  του  κατάλληλου  πλαισίου  για 

την  αναγνώριση  και  αποδοχή  της  αλήθειας.  Η  επέμβαση  του  συγγραφέα  των 

αγιολογικών  έργων  πραγματοποιείται  επομένως  στο  επίπεδο  της  μορφής  και  όχι 

του περιεχομένου13. 

Με  αυτόν  τον  τρόπο  οι  βίοι  των  αγίων  «ἀποσκοποῦν  νὰ  δώσουν  κάποια 

ἔννοια  τῆς  καινῆς  κτίσεως,  ποὺ  βρίσκεται  πέρα  ἀπὸ  τὴν  προσκαιρότητα  καὶ  τὴ 

ματαιότητα  τῆς  ἀμεσότητας»14.  Η  σωστή  παρουσίαση  των  αγίων  χωρίς  άμεση 

αναφορά  τους  στο  Θεό  είναι  αδύνατη,  γι᾿  αυτό  η  υπεριστορική  και  υπερχρονική 

ερμηνεία της ζωής τους, όχι μόνο δεν αλλοιώνει την αλήθεια γι᾿ αυτούς, αλλά και 

την  «τοποθετεῖ  στὶς  πραγματικές  της  διαστάσεις,  ἀποκαλύπτοντας  τὴν  καθολικὴ 

ἀλήθεια γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ τὴ ζωή του»15. 

Υπάρχει όμως και άλλη πλευρά του εν λόγω θέματος. Η ιστορία και ο μύθος 

αυθόρμητα  συνδέονται  στην  πορεία  του  χρόνου.  Ο  μεγάλος  θρησκειολόγος  του 

δευτέρου  μισού  του  20ου αιώνα ο Μιρτσέα Ελιάντε επισημαίνει ότι στη λογοτεχνία 

συχνά  συναντιέται  το  φαινόμενο  της  μεταμόρφωσης  μιας  ιστορικής  μορφής  σε 

μυθολογικό ήρωα. Αυτή η μυθοποίηση των ιστορικών πρωτοτύπων, λαμβάνει χώρα 

σύμφωνα  με  ένα  υποδειγματικό  πρότυπο.  «Ὁ  ἱστορικὸς  χαρακτήρας  τῶν 

προσώπων,  ποὺ  ἐξυμνοῦνται  …,  δὲν  συζητεῖται.  Ἀλλὰ  ἡ  ἱστορικότητά  τους  δὲν 

προβάλλει  ἀντιστάσεις  στὴ  διαβρωτικὴ  δράση  τῆς  μυθοποίησης.  Τὸ  ἱστορικό 

γεγονὸς  καθ᾿  ἑαυτό,  ὅσο  σημαντικὸ  κι  ἄν  εἶναι,  δὲν  διατηρεῖται  στὴ  λαϊκὴ  μνήμη, 

οὔτε ἡ ἀνάμνησή του ἐξάπτει τὴν ποιητικὴ φαντασία, παρὰ μόνο στὸ μέτρο ποὺ τὸ 

ἰδιαίτερο ἱστορικὸ γεγονὸς πλησιάζει στενὰ ἕνα μυθικὸ πρότυπο»16. «Ἡ ἀνάμνηση 

τῶν  ἱστορικῶν  γεγονότων  τροποποιεῖται,  μετὰ  ἀπὸ  δυὸ  ἤ  τρεῖς  αἰῶνες,  μὲ  ἕναν 

τέτοιο  τρόπο,  ποὺ  μπορεῖ  νὰ  μπεῖ  στὸ  καλούπι  τῆς  ἀρχαϊκῆς  νοοτροπίας,  ποὺ  δὲν 

δέχεται  ὅ,τι  εἶναι  ἀτομικὸ  καὶ  διατηρεῖ  μόνο  ὅ,τι  εἶναι  παραδειγματικό»17.  Τα 

παραπάνω αποσπάσματα δείχνουν ότι μόνη η ιστορία ως απλό γεγονός δεν έχει τη 

13 Βλ. Δημητρίου Γ. Τσάμη, Αγιολογία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, σ. 29‐30. 
14 Γεωργίου Ι. Μαντζαρίδη, Χριστιανική ηθική, σ. 273. 
15 Βλ. ό. π., σ. 274‐275. 

16 Μιρτσέα Ελιάντε, Κόσμος και Ιστορία. Ο Μύθος της Αιώνιας Επιστροφής, μετάφρ. Σ. Ψάλτου, έκδ. 

Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1999, σ. 68. 
17 Ό. π., σ. 70. 
18
δύναμη να εισχωρήσει στην ευρύτερη κοινωνία και για αυτό το λόγο δεν μπορεί να 

της  προσφέρει  τις  αναμενόμενες  από  το  αληθινό  περιστατικό  ωφέλειες.  Για  να 

διεισδύσει  επομένως  η  ιστορία  στις  συνειδήσεις  των  ανθρώπων  χρειάζεται  ένα 

μεσολαβητή,  ο  οποίος  τη  μεταμορφώνει και  τη  μεταδίδει  με  πιο  προσιτό  τρόπο  σε 

όλους τους αποδέκτες της. 

Βεβαίως, η ιστορική ακρίβεια των γεγονότων σε όλα τα αγιολογικά κείμενα 

είναι ωφέλιμη, αλλά δεν πρέπει να υπερτονίζεται και να καθίσταται αυτοσκοπός18. 

Άλλωστε, οι αναγνώστες αυτών των κειμένων κυρίως αποβλέπουν και περιμένουν 

να  βρουν  σε  αυτά  πνευματική  ανακούφιση  και  παραδείγματα  συμπεριφοράς  και 

όχι  να  συσσωρεύσουν  ιστορικές  γνώσεις.  Με  αυτόν  τον  τρόπο  καταξιώνεται  η 

αγιολογική έρευνα η οποία κατά την ορθόδοξη άποψη συνίσταται στη προσέγγιση 

των αγιολογικών πηγών με ευσέβεια και επιστημονική γνώση, με απώτερο σκοπό 

την  προβολή  των  αγίων  και  τον  εξαγιασμό  των  πιστών.  Γι᾿  αυτό  η  πρακτική 

αγιολογία,  η  οποία  αναφέρεται  σε  έργα  περιστασιακά,  και  η  επιστημονική 

αγιολογία,  η  οποία  μελετά  και  ερευνά  με  κριτική  μέθοδο  το  υλικό  της  πρακτικής 

αγιολογίας, πρέπει να περιχωρούνται και αλληλοσυμπληρώνονται19. 

Γ’ 

Για  να  είναι  σωστή  και  να  έχει  κύρος,  κάθε  θεολογική  έρευνα  πρέπει  να 

στηρίζεται στη μακραίωνη βιβλικοπατερική παράδοση. Γι᾿ αυτό το λόγο, η παρούσα 

εργασία οφείλει να αξιοποιήσει αυτόν τον πλούτο της ορθόδοξης Εκκλησίας. Αυτό 

ιδιαιτέρως  ισχύει  για  το  θέμα  της  δια  Χριστόν  σαλότητας,  το  οποίο  είναι  δύσκολο 

και δυσεξερεύνητο και υπάρχει ενδεχόμενο να το παρερμηνεύσει κάποιος. Μόνο η 

Αγία  Γραφή  και  οι  Πατέρες  της  Εκκλησίας,  ως  «φύλακες  τῶν  Ἀποστολικῶν 

18 Σε αυτό το σημείο πρέπει να ειπωθεί, ότι το θέμα των ιστορικών ανακριβειών στα εκκλησιαστικά 
κείμενα δεν συναντάται για πρώτη φορά στους βίους των «δια Χριστόν σαλών». Αυτό το φαινόμενο 
μπορεί  κάποιος  ήδη  να  προσέξει  και  στην  Αγία  Γραφή,  τόσο  στην  Παλαιά  όσο  και  στην  Καινή 
Διαθήκη. Για παράδειγμα, είναι γνωστό ότι από τα τέσσερα Ευαγγέλια, μόνο ο Λουκάς προσπαθεί 
να  διατηρήσει  με  κάποιο  τρόπο  την  ιστορική  συνέχεια  στην  αφήγησή  του,  βλ.  Ιωάν.  Δ. 
Καραβιδοπούλου, Εισαγωγή στην Καινή Διαθήκη, έκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 1983, σ. 149, 151, και 
ειδικά 156. 
19 Βλ. Δημητρίου Γ. Τσάμη, Αγιολογία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, σ. 17‐18. 
19
Παραδόσεων»20,  μπορούν  να  εγγυηθούν  τον  ορθό  και  ενδεδειγμένο  τρόπο  της 

πραγμάτευσης αυτού του ζητήματος. Άλλωστε τα πατερικά κείμενα αποτελούν για 

τους ορθοδόξους πιστούς στήριγμα και οδηγό στην ερμηνεία δύσκολων ζητημάτων. 

Ο  τρόπος,  λοιπόν,  με  τον  οποίο  πρέπει  να  σκέφτεται  και  να  γράφει  ο  ορθόδοξος, 

οφείλει να είναι όσο το δυνατό όμοιος με το τρόπο που σκέφτονταν και έγραφαν οι 

άγιοι Πατέρες. Μέσα στο χώρο της Εκκλησίας, πρέπει να σκέφτεται το πιστό μέλος 

της με τον καθολικό νου της Εκκλησίας, και ο καθολικός νους της Εκκλησίας είναι 

ο ίδιος ο Χριστός. Γι᾿ αυτό το λόγο ο χριστιανός πρέπει να ζητάει από το Θεό το νου 

Χριστού, ο οποίος αποκτάται μέσα στο Σώμα του Χριστού δια των αγίων μυστηρίων 

και  των  αγίων  αρετών.  Ο  πατήρ  Ιουστίνος  Πόποβιτς  γράφει:  «῾Η  θεανθρωπίνη 

καθολικότης τῆς Ἐκκλησίας εἶναι εἰς τὴν πραγματικότητα μία διαρκὴς κατὰ χάριν 

καὶ  ἀρετὴν  χριστοποίησις  τοῦ  ἀνθρώπου:  τὰ  πάντα  καὶ  οἱ  πάντες  συνάγονται  καὶ 

συγκεφαλαιοῦνται  εἰς  τὸν  Θεάνθρωπον  Χριστόν,  καὶ  τὰ  πάντα  βιοῦνται  ἐν  Αὐτῷ 

ὡς ἰδικά μας καὶ οἰκεῖα, ὅπως ζῇ ἕνας ἀδιαίρετος θεανθρώπινος ὀργανισμός.»21. Ο 

Χριστός  επομένως  κάνει  προσιτή  σε  όλους  τους  χριστιανούς  τη  δυνατότητα  να 

μεταμορφωθούν,  να  χριστοποιηθούν,  και  αυτή  είναι  η  μοναδική  οδός  σωτηρίας. 

Ακολουθώντας  αυτήν  την  απλανή  οδό,  ο  αγωνιζόμενος  πιστός  μπορεί  να  βλέπει 

σωστά  τον  εαυτό  του  και  τους  άλλους,  τόσο  μέσα  στην  Εκκλησία  όσο  και  εκτός 

Αυτής. Ο Υιός του Θεού ήταν και θα είναι πάντα για τους ορθοδόξους χριστιανούς 

«ἡ  ὑψίστη  ἀξία  καὶ  τὸ  ἔσχατον  παν‐κριτήριον»22,  γιατί  Αυτός  είναι  «ἐχθὲς  καὶ 

σήμερον  ὁ  αὐτός  καὶ  εἰς  τοὺς  αἰῶνας»23.  Η  χριστομίμητη  ζωή  στην  οποία  καλεί 

όλους ο Χριστός είναι και η βάση της θεολογίας, όχι μόνο της εμπειρικής θεολογίας 

αλλά  και  της  ακαδημαϊκής.  Ο  Ιωάννης  Σιναΐτης  γράφει:  «τέλος  δὲ  ἁγνείας 

ὑπόθεσις  θεολογίας.  Ὁ  Θεῷ  τελείως  τὰς  αἰσθήσεις  ἑνώσας  τοὺς  λόγους  αὐτοῦ 

μυσταγωγεῖται  ὑπ᾿  αὐτοῦ·  τούτων  γὰρ  μὴ  συναφθέντων,  χαλεπὸν  περὶ  Θεοῦ 

διαλέγεσθαι»24. 

20 Αρχιμ. Ιουστίνου Πόποβιτς, Η Ορθόδοξος Εκκλησία και ο Οικουμενισμός, σ. 89. 
21 Ό. π., σ. 86. 
22 Ό. π., σ. 87. 

23 Εβρ. 13, 8. 

24 Κλίμαξ 30, PG 88, 1157C. 
20
Σε  αυτό  το  σημείο  χρειάζεται  να  επισημανθεί  ότι,  ο  αναφερόμενος 

παραπάνω τρόπος δεν τηρήθηκε πάντοτε στην ιστορία της Εκκλησίας. Ο κοσμικός 

τρόπος σκέψεως ο οποίος είναι ριζικά διαφορετικός από τον πατερικό συλλογισμό, 

επηρεάζει  εντούτοις  τους  χριστιανούς.  Ο  κοσμικός  άνθρωπος  προσεγγίζει  τα 

πράγματα  επιδερμικά, θέλει να ακούσει  όλες τις απόψεις και γνώμες και κάποιες 

φορές  ακόμα  και  να  τις  συνταιριάσει  μεταξύ  τους.  Αλλά  ακολούθως,  οι  ποικίλες 

απόψεις  και  θέσεις  και  η  ιδιαίτερη  προσπάθεια  εναρμονίσεως  αυτών  μεταξύ  τους 

και όταν ακόμα είναι αντίθετες ή ασυμβίβαστες η μία προς την άλλη, δημιουργούν 

αναπόφευκτα  σύγχυση  και  διάσπαση  του  νου  και  μοιραία  μπορούν  να 

ακολουθήσουν ακόμα και σχίσματα και αιρέσεις στο Σώμα της Εκκλησίας. Από την 

άλλη  πλευρά,  ο  πατερικά  σκεπτόμενος  τα  βλέπει  και  αντιμετωπίζει  όλα  «ἐν 

Κυρίῳ».  Γι᾿  αυτό,  όταν  ο  ορθόδοξος  θεολόγος  επιδιώκει  να  ασχοληθεί  και  να 

ερμηνεύσει  κάποιο  θεολογικό  ή  πνευματικό  θέμα,  όπως  αυτό  της  σαλότητας, 

πρέπει  να  παραδώσει  τον  εαυτό  του  στα  χέρια  του  Θεού,  την  μόνη  πηγή  της 

αληθινής  θεολογίας25.  Αυτός,  είτε  απευθείας  είτε  μέσω  άλλων  ανθρώπων,  θα 

φωτίσει και θα κατευθύνει τον πιστό στην όλη πορεία της μελέτης του26. Μόνο αυτό 

το  γεγονός  δίνει  την  εγγύηση,  ότι  το  πόρισμα  και  το  τελικό  συμπέρασμα  της 

οποιασδήποτε  θεολογικής  εργασίας  είναι  ορθό.  Αν  όμως  οποιαδήποτε  θεολογική 

ενασχόληση  δεν  τηρεί  τον  παραπάνω  συγκεκριμένο  κανόνα,  υπάρχει  μεγάλη 

πιθανότητα  να  περιπέσει  σε  κίνδυνο  πλάνης  και  εκτροχιασμού  και  να 

25  «Ὦ  θεὲ  τοῦ  παντός,  ὁ  μόνος  δοτὴρ  καὶ  φύλαξ  τῆς  ἀληθινῆς  θεολογίας  καὶ  τῶν  κατ᾿  αὐτὴν 
δογμάτων  καὶ  ῥημάτων».  Γρηγορίου  Παλαμά,  Λόγος  αποδεικτικός  περί  της  εκπορεύσεως  του Αγίου 
Πνεύματος  1,  Ευχή,  έκδ.  Π.  Χρήστου,  Γρηγορίου  του  Παλαμά,  Συγγράμματα,  τόμ.  Α’,  Θεσσαλονίκη 
1962, σ. 25. 
26  Αυτό  επιβάλλεται  να  γίνει,  γιατί  η  προσέγγιση  και  η  ερμηνεία  των  ζητημάτων  της  πνευματικής 

ζωής και γενικώς της θεολογίας, είναι πάρα πολύ δύσκολη. Και «ἡ μόνη ὁδὸς πρὸς κατανόησιν τῆς 
ἀληθείας διέρχεται διὰ τῆς πίστεως καὶ τῆς ζώσης πείρας». Η αυθεντική αυτή πείρα «δὲν ἐξαρτᾶται 
ἐκ μόνης τῆς προαιρέσεως τοῦ άνθρώπου, ἀλλὰ δίδεται εἰς αὐτὸν ἄνωθεν, ὡς δῶρον εὐδοκίας». Και 
αυτό  επιτυγχάνεται  επειδή  «ἡ  χριστιανική  ζωὴ  εἶναι  συμφωνία  δύο  θελήσεων,  τῆς  Θείας‐ἀκτίστου 
καὶ τῆς κτιστῆς‐ἀνθρωπίνης. Ὁ Θεὸς δύναται νὰ ἐμφανισθῇ εἰς τὸν ἄνθρωπον ἐν πάσαις ταῖς ὁδοῖς, 
ἀνὰ  πᾶσαν  στιγμὴν  χρόνου  καὶ  ἐν  παντὶ  πνευματικῷ  ἢ  φυσικῷ  τόπῳ,  ἀλλ᾿  ὁ  Ἴδιος,  ἐπέκεινα  ὢν 
παντὸς  ἐξαναγκασμοῦ,  οὐδέποτε  παραβιάζει  τὸ  αὐτεξούσιον  τῆς  εἰκόνος  Αὐτοῦ.  Ἐὰν  ἡ  κτιστὴ 
ἐλευθερία  στρέφηται  αὐτοερωτικῶς  πρὸς  ἑαυτήν,  ἢ  θεωρεῖ  ἑαυτὴν  ὡς  ἄκτιστον  θείαν  ἀρχήν,  …  ὁ 
ἄνθρωπος μένει κλειστὸς εἰς τὴν ἐνέργειαν τῆς Θείας χάριτος», βλ. Αρχιμ. Σωφρονίου (Σαχάρωφ), Ο 
Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, μετάφρ. του ιδίου του συγγραφέως και του Ιερομ. Ζαχαρίου, έκδ. Ι. Μ. 
Τιμίου Προδρόμου Έσσεξ Αγγλίας 61995, σ. 211‐212. 
21
προβάλλονται  μόνο  ανθρώπινες  απόψεις,  οι  οποίες  είναι  ως  επί  το  πλείστον 

επισφαλείς27. 

Οποιαδήποτε πνευματική εργασία, πρέπει πάντοτε να είναι σύμφωνη με το 

θέλημα  του  Θεού.  Κατά  τον  όσιο  Ιωάννη  Σιναΐτη,  ασφαλές  κριτήριο  για  την 

πραγμάτωση  του  θείου  θελήματος,  όταν  επιχειρεί  κάποιος  οποιοδήποτε 

πνευματικό  έργο,  είναι  η  απόκτηση  στη  ψυχή  του  περισσότερης  ταπείνωσης  από 

εκείνη που είχε28. Σε άλλο σημείο ο ίδιος συγγραφέας γράφει: «κἂν ὁποίας ἂν ἡμῶν 

τὰς  πολιτείας  μεγάλας  μετερχώμεθα,  τὴν  δὲ  καρδίαν  ἐνώδυνον  οὐ  κεκτήμεθα, 

νόθοι  αὗται  καὶ  ἕωλοι  καθεστήκασι»29.  Ο  Ιωάννης  της  Κλίμακος  θέλει  να  πει  ότι 

εάν  κάποιος  επιδίδεται  σε  οποιαδήποτε  πνευματική  εργασία  και  δεν  έχει  την 

καρδιά του γεμάτη από πόνο και παράλληλα δεν αυξάνεται η δική του εισαγωγική 

ταπείνωση,  αυτή  η  εργασία  απορρίπτεται.  Αξιοποιώντας  την  παραπάνω 

τοποθέτηση  του  συγγραφέα  της  Κλίμακος,  και  προσαρμόζοντάς  την  προς  την 

ιδιομορφία  αυτής  της  εργασίας,  μπορούμε  να  καταλήξουμε  σε  ουσιώδη 

συμπεράσματα.  Η  ευσεβής  ενασχόληση  με  το  θέμα  της  δια  Χριστόν  σαλότητας, 

μπορεί  να  αυξήσει  τη  ταπεινοφροσύνη  του  ασχολουμένου  με  δύο  βασικούς 

τρόπους. Πρώτον, όταν μιμείται κατά το δυνατόν τα πνευματικά κατορθώματα των 

αγίων30 που μελετάει, και δεύτερον, εφόσον οι άγιοι έχουν παρρησία στο Θεό, όταν 

ζητάει  τις  πρεσβείες  τους.  Αυτά  άλλωστε  αποσκοπούν  και  συντελούν  στη 

27  Ο  γέροντας  Σωφρόνιος  λέει  σχετικά  ότι,  «ἡ  πραγματικὴ  θεολογία  δὲν  εἶναι  επινόησις  τοῦ 
ἀνθρωπίνου  λογικοῦ  ἢ  ἀποτέλεσμα  κριτικῶν  μελετῶν,  ἀλλ᾿  ἐκμυστήρευσις  περὶ  τῆς  κρείττονος 
ἐκείνης  ὑπάρξεως,  εἰς  τὴν  ὁποίαν  εἰσήχθη  ὁ  ἄνθρωπος  τῇ  ἐπενεργείᾳ  τοῦ  Ἁγίου  Πνεύματος».  «Αἱ 
θεωρίαι,  αἱ  βιαίως  κατακτώμεναι  διὰ  τοῦ  λογικοῦ,  δὲν  εἶναι  ἀληθιναί,  ἤγουν  θείας  προελεύσεως, 
ἀλλὰ “κατὰ τὸ δοκοῦν”. Καὶ ὅταν τὸ δοκοῦν τοῦτο ἐκλαμβάνηται ὡς ἡ ἀλήθεια, τότε ἐν τῇ ψυχῇ τοῦ 
ἀνθρώπου  δημιουργεῖται  κατάστασις  παρακωλύουσα  καὶ  αὐτὴν  τὴν  δυνατότητα  ἐνέργείας  τῆς 
χάριτος, τουτέστι τῆς ἀληθοῦς θεωρίας». Όταν όμως η χάρη ενεργεί εις τον άνθρωπο, τότε εκείνος 
και  «ἐν  ἄλλῃ  λεκτικῇ  μορφῇ  δύναται  νὰ  διακρίνῃ  τὴν  αὐθεντικὴν  θεωρίαν  ἀπὸ  τῆς  ἀπατηλῆς 
θεωρίας τοῦ λογικοῦ στοχασμοῦ, ὅσον καὶ ἂν ὁ στοχασμὸς οὗτος τυγχάνῃ μεγαλοφυής», βλ. ό. π., σ. 
220. 
28  Βλ.  Κλίμαξ  26,  PG  88,  1033A.  Η  παραπάνω  εξήγηση  αφορά  μόνο  τους  πνευματικά  αρχάριους 

χριστιανούς. Ο συγγραφέας της Κλίμακος συμπληρώνοντας το συλλογισμό του, λέει ότι οι μεσαίοι 
θα  πληροφορηθούν  μάλλον  το  θέλημα  του  Κυρίου  με  το  σταμάτημα  των  πολέμων  του  διαβόλου, 
ενώ  οι  τέλειοι  πνευματικά  με  την  αύξηση  και  την  αφθονία  μέσα  τους  του  θείου  φωτός,  βλ.  ό.  π., 
1033Β. 
29 Ό. π., 7, PG 88, 816A. 

30 Η λέξη «άγιος» σε αυτό το σημείο αναφέρεται σε όλους τους χριστιανούς, οι οποίοι με τη ζωή τους 

απέδειξαν ότι είναι αληθινοί μαθητές του Χριστού. 
22
διατήρηση  της  πνευματικής  υγείας  και  ισορροπίας,  στην  οποία  τόσο  μεγάλη 

σημασία δίνουν οι Πατέρες της Εκκλησίας. Με άριστο τρόπο αυτό το θέμα εξηγεί ο 

αββάς  Δωρόθεος. Λέει ότι, σε όποια υπόθεση κι᾿ αν ευρεθεί κανείς, δεν πρέπει  να 

την κάνει με φιλονικία ή ταραχή. Γιατί κάθε έργο που εκτελείται, είτε μεγάλο είναι 

είτε  μικρό,  είναι  το  ένα  όγδοο  του  ζητουμένου.  Το  να  φυλάξει  όμως  κάποιος  την 

ηρεμία του, και αν ακόμη αποτύχει στο έργο του, είναι το μισό ή τέσσερα όγδοα31. Η 

παραπάνω  τοποθέτηση  του  αββά  Δωροθέου,  επιβεβαιώνει  τη  λεχθείσα  νωρίτερα 

άποψη  που  υποστηρίζει,  ότι  στη  ζωή  της  ορθόδοξης  Εκκλησίας  την  ύψιστη  θέση 

κατέχει  η  εμπειρική  ζωή  και  σε  αυτόν  τον  πνευματικό  πλούτο  της  εσωτερικής 

εμπειρικής  ζωής  πρέπει  να  αποβλέπει  πρωτίστως  κάθε  χριστιανός.  Γι᾿  αυτόν  το 

λόγο, και κάθε επιστημονική εργασία που μελετά τα πνευματικά φαινόμενα είναι 

αναγκαίο  από  τη  μια  πλευρά  να  προκαλεί  το  επιστημονικό  ενδιαφέρον,  αλλά 

παράλληλα πρέπει να αποβλέπει και στην πνευματική ωφέλεια των αναγνωστών 

της.  Τα  θεολογικά  έργα  πρέπει  να  βοηθούν  πνευματικά  τους  πιστούς  που  τα 

διαβάζουν,  στον  αγώνα  για  τη  σωτηρία  τους.  Άλλωστε,  τα  κείμενα  των  Πατέρων 

της  Εκκλησίας,  που  πρέπει  να  αποτελούν  το  πρότυπο  για  όλους  τους  ορθοδόξους 

συγγραφείς, επιδιώκουν ακριβώς αυτόν το σκοπό. 

Ο πιστός άνθρωπος δεν είναι αυτόνομο δημιούργημα, ανήκει στο Σώμα της 

Εκκλησίας και ως μέλος της οφείλει να ακολουθεί τα ρήματα και τις προτροπές της, 

αν θέλει να ζει πνευματικά. Εάν όμως κάποιος δεν ακούει τη φωνή της Εκκλησίας 

και  ως  συνέπεια  αυτού  εμμένει  στις  αμαρτίες  και  στα  πάθη,  θα  συναντήσει 

εμπόδια  για  τη  σωτηρία  του.  Η  ζωή  χωρίς  αγωνιστική  διάθεση  και  χωρίς  αγαθή 

προαίρεση, δεν βοηθά όχι μόνο στην πνευματική πρόοδο, αλλά γίνεται και εμπόδιο 

για να κατανοήσει κάποιος τις διάφορες πνευματικές καταστάσεις και, συνεπώς, το 

βαθύτερο  νόημα  των  εκκλησιαστικών  κειμένων.  Αυτό  αφορά  ιδιαίτερα  τους  βίους 

των  δια  Χριστόν  σαλών,  όπου  είναι  πολύ  εύκολο  κάποιος  να  επικεντρώνεται  σε 

εξωτερικά  σημεία  και  φαινομενικά  «ανήθικες»  πράξεις.  Στην  πορεία  αυτής  της 

εργασίας, θα γίνει συχνά λόγος για διάφορες πνευματικές καταστάσεις, τις οποίες 

μπορεί  εύκολα  κανείς  να  παρερμηνεύσει.  Για  να  μη  συμβεί  αυτό,  θα  πρέπει  να 

31 Βλ. Διδασκαλία 4, 10, PG 88, 1672CD. 
23
κατανοηθεί  ότι  τα  λόγια  της  Αγίας  Γραφής  δεν  μπορεί  να  τα  εξηγήσει  κάποιος, 

χρησιμοποιώντας μόνο τα ανθρώπινα κριτήρια. Με αυτόν τον τρόπο, η λέξη φόβος, 

λόγου  χάρη,  μπορεί  να  ερμηνευθεί  ποικιλοτρόπως,  γιατί  κάθε  άνθρωπος 

αισθάνεται  διαφορετικά  το  φόβο  στην  καθημερινή  του  ζωή.  Γι᾿  αυτό  και  δεν  είναι 

σωστό,  να  αποδίδει  κάποιος  στις  λέξεις  της  Αγίας  Γραφής  τη  σημασία,  την  οποία 

έχουν στις ανθρώπινες και κοινωνικές σχέσεις. Κατά τον Ιωάννη Σιναΐτη, ο φόβος 

του  Θεού,  η  αγάπη,  η  ταπεινοφροσύνη,  η  αγνεία,  δεν  μπορούν  να  περιγραφούν 

ανθρωπίνως.  Αν  κάποιος  θέλει  να  καταλάβει  την  σημασία  αυτών  των 

πνευματικών καταστάσεων, πρέπει πρώτα να τις γευθεί εμπειρικά στη ζωή του. Ο 

συγγραφέας της Κλίμακος λέει, ότι όπως αυτός που δεν γεύθηκε ποτέ στη ζωή του 

το μέλι, δεν μπορεί να καταλάβει με τα ανθρώπινα λόγια τη γεύση του, με το ίδιο 

τρόπο, αυτός που δεν έζησε εμπειρικά τις πνευματικές καταστάσεις, δεν μπορεί να 

τις  καταλάβει  με  τις  διανοητικές  εξηγήσεις32.  Τέτοιες  καταστάσεις  χορηγεί  μόνο  ο 

Θεός, και μόνο εκείνος που τις έχει λάβει από το Θεό, μπορεί να μιλήσει για αυτές. 

Γι᾿ αυτό το λόγο ο ορθόδοξος χριστιανός πρέπει να παρακαλεί το Θεό: «…, πνεῦμα 

ἀργίας, περιεργίας, φιλαρχίας καὶ ἀργολογὶας μή μοι δῷς. Πνεῦμα δὲ σωφροσύνης, 

ταπεινοφροσύνης,  ὑπομονῆς  καὶ  ἀγάπης  χάρισαί  μοι  τῷ  σῷ  δούλῳ.»33.  Είναι 

αδύνατο  χωρίς  τη  βοήθεια  του  Θεού  και  χωρίς  το  φωτισμό  Του,  να  ενεργεί  σωστά 

κάποιος, γι᾿ αυτό και ο Χριστός λέει: «χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν»34. Κάθε 

χριστιανός  επομένως  πρέπει  να  ζητά  από  το  Θεό  να  του  δώσει  πνεύμα 

ταπεινώσεως,  γιατί  «Ὁ  θεὸς  ὑπερηφάνοις  ἀντιτάσσεται,  ταπεινοῖς  δὲ  δίδωσιν 

χάριν»35. Εάν ο Θεός δεν δώσει στον άνθρωπο αυτήν τη δωρεά, δεν μπορεί αυτός να 

καταλάβει  ούτε  το  Ευαγγέλιο  ούτε  αυτά  που  λένε  οι  Πατέρες  να  τα  αντιληφθεί 

καλώς  ούτε  να  κατανοήσει  τους  βίους  των  αγίων,  και  πιο  πολύ  να  τους 

αξιολογήσει36.  Ο  συγγραφέας,  ο  βιογράφος,  ο  θεολόγος  που  εργάζεται  στον 

32 Βλ. Κλίμαξ 25, PG 88, 988AB. 
33 Ευχή του αγίου Εφραίμ, Τριώδιον, έκδ. Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήναι 
1960, σ. 72.  
34 Ιω. 15, 5. 

35 Ιακ. 4, 6. 

36 Για τις αιτίες, οι οποίες οδηγούν τους ανθρώπους σε παρερμηνείες των θείων κειμένων, μιλάει και 

ο  άγιος  Ιωάννης  Σιναΐτης.  Αυτός  ο  πατέρας  λέει,  ότι  υπάρχουν  κάποιοι  ακάθαρτοι  δαίμονες,  οι 
24
αμπελώνα  της  Εκκλησίας  και  δεν  βαδίζει  το  δρόμο  της  ταπεινώσεως,  έστω  και 

στοιχειωδώς,  δεν  μπορεί  να  ασχοληθεί  με  τα  προαναφερθέντα  ζητήματα.  Αν 

κάποιος, επομένως, θέλει να μελετήσει τα πνευματέμφορα εκκλησιαστικά κείμενα 

χρειάζεται να έχει ταπεινή καρδία και «νοῦν Χριστοῦ»37. 

Ως  καλό  παράδειγμα,  στο  σημείο  αυτό  είναι  πολύ  επωφελές  να  δει  κανείς 

τον  τρόπο  με  τον  οποίο  ο  άγιος  Φιλόθεος  ο  Κόκκινος,  πατριάρχης 

Κωνσταντινουπόλεως,  συνέτασσε  το  βίο  του  αγίου  Σάββα  του  Βατοπαιδινού,  του 

δια Χριστόν σαλού. Ο άγιος Φιλόθεος γράφει: Τελικά υπερίσχυσε ο δυνατός πόθος 

μου  για  τον Σάββα και δεν υπήρξε καμία  αντίρρηση από μέρους μου. Παρέβλεψα 

όλα  τ᾿  άλλα,  και  αρχίζω  το  έργο,  προβάλλοντας  τις  πρεσβείες  εκείνου,  και 

ζητώντας  καθημερινά  και  θερμά  τη  βοήθειά  του,  για  να  αποτελειώσει  η  ιστορία, 

χωρίς να διακοπεί από τους ενδιαμέσους θορύβους. Προσευχόμουν να προχωρήσει 

ο λόγος, σύμφωνα με το θέλημα της μεγάλης εκείνης ψυχής, και να μου υποδείξει 

μήπως  τυχόν  αστοχήσω  στο  σκοπό  μου38.  Αυτό  το  απόσπασμα  επιβεβαιώνει  τα 

λεχθέντα  παραπάνω  και  είναι  καλό  υπόδειγμα  προς  μίμηση  για  όσους 

ασχολούνται με τα θεολογικά κείμενα. 

Δ’ 

Στην εργασία αυτή κατεβλήθη προσπάθεια εκθέσεως, κατά το δυνατόν, μιας 

ολοκληρωμένης εικόνας του φαινομένου της δια Χριστόν σαλότητας. Βεβαίως, δεν 

εξαντλούνται  όλες  οι  πτυχές  του  θέματος.  Τούτο  δεν  ήταν  δυνατό  να  γίνει  λόγω 

οποίοι υπαγορεύουν την ερμηνεία των θείων Γραφών σε αυτούς που αρχίζουν να τις μελετάνε. Αυτό 
αφορά κυρίως τους κενοδόξους και ανθρώπους που είναι μορφωμένοι με την κατά κόσμο παιδεία. 
Τέτοιες ψυχές μπορούν οι δαίμονες να τις εξαπατήσουν σιγά‐σιγά και να τις οδηγήσουν σε αιρέσεις 
και βλασφημίες. Για αυτό το θέμα βλ. Κλίμαξ 26, PG 88, 1065D‐1068A. 
37 Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής σχετικά με αυτό το θέμα λέει ότι ο καθαρός νους βλέπει ορθά τα 

πράγματα,  ο  γυμνασμένος  λόγος  τα  αξιοποιεί,  ενώ  η  καθαρή  ακοή  τα  δέχεται.  Εκείνος  που 
στερείται αυτά τα τρία, κακολογεί εκείνον που λέγει αυτά, βλ. Κεφάλαια περί αγάπης 2, 97, PG 90, 
1016D. 
38  «Ἐπεὶ  δ᾿  ὁ  περὶ  τὸν  μέγαν  περιφανὴς  πόθος  ἔσχε  τὸ  κράτος  καὶ  οὐκ  ἦν  ἀντιλέγειν,  τἄλλα  παρ᾿ 

οὐδὲν θέμενος, ἐπιβάλλω τῷ πράγματι, τὰς ἐκείνου πρεσβείας τῆς ὑποθέσεως προστησάμενος καὶ 
τὴν  ἐκεῖθεν  καθ᾿  ἑκάστην  θερμῶς  ἐπικεκλημένος  ἐπικουρίαν,  ὥστε  καὶ  πρὸς  τέλος  τὴν  ἱστορίαν 
ἐλθεῖν,  μή  τινι  τῶν  μεταξὺ  θορυβούντων  διακοπεῖσαν,  καὶ  εἰ  κατὰ  γνώμην  τῆς  μεγάλης  ἐκείνης 
ψυχῆς ὁ λόγος προβαίνοι, καὶ μὴ τοῦ σκοποῦ διαπίπτομεν ἀμωσγέπως καθυποδεῖξαι», βλ. Φιλοθέου 
Κοκκίνου, Βίος αγίου Σάβα του νέου, 84, ΕΕΘΣΠΘ 27 (1982), έκδ. Δημητρίου Γ. Τσάμη, Θεσσαλονίκη 
1983, σ. 198‐199. 
25
των  πολύπλευρων  ζητημάτων  που  ανακύπτουν  κατά  τη  διερεύνηση  και  ανάλυσή 

του. 

  Η  εργασία  αποτελείται  από  πέντε  κεφάλαια.  Το  πρώτο  κεφάλαιο, 

παρουσιάζει εισαγωγικά τους «μακαρισμούς» της επί του όρους ομιλίας του Ιησού, 

ως  το  πρότυπο  της  ηθικής  συμπεριφοράς  των  «δια  Χριστόν  σαλών».  Εδώ 

αναλύονται επίσης οι έννοιες «μωρία» και «σαλότητα» και η μεταξύ τους σχέση και 

εξέλιξη  στη  ζωή  και  την  Παράδοση  της  Εκκλησίας.  Το  δεύτερο  κεφάλαιο, 

ασχολείται με την οριοθέτηση των χαρακτηριστικών των «δια Χριστόν σαλών» και 

με  το  σημαντικότερο  γνώρισμα  αυτών  των  ασκητών,  τη  χριστομίμητη  ταπείνωσή 

τους.  Παρουσιάζονται  επίσης  τα  εσωτερικά  χαρακτηριστικά  των  «σαλών»  και  η 

επίδρασή  τους  στην  εξωτερική  συμπεριφορά  τους.  Το  τρίτο  κεφάλαιο 

πραγματεύεται  το  θέμα  του  σκανδάλου,  της  αυτοταπείνωσης  και  του  εμπαιγμού 

του κόσμου στη ζωή των «δια Χριστόν σαλών». Το τέταρτο ασχολείται με την κλήση 

στην  άσκηση  της  «σαλότητας»,  όπως  επίσης  και  με  το  σκοπό  στον  οποίο 

απέβλεπαν  αυτοί  οι  ασκητές.  Εδώ  προσδιορίζεται  και  η  θέση,  η  αξία  και  η 

χρησιμότητα της  «δια Χριστόν σαλότητας» στη ζωή ολόκληρης της Εκκλησίας του 

Χριστού. Τέλος, το πέμπτο κεφάλαιο εξετάζει αναλυτικά το ήθος των «δια Χριστόν 

σαλών», οι οποίοι δια της σκληρής άσκησης και της τέλειας αποταγής του κόσμου 

αξιώθηκαν να γευθούν την εσωτερική εν Χριστώ ελευθερία και την  άπειρη αγάπη 

του Θεού. 

  Αυτή η διάρθρωση της εργασίας υπαγορεύτηκε από την εσωτερική συνάφεια 

των  αναπτυσσόμενων  εν  την  εργασία  αυτή  ζητημάτων.  Πάντως  πρέπει  να 

επισημανθεί  επίσης  ότι  τα  επιμέρους  θέματα  αυτής  της  εργασίας,  αν  και 

χωρίζονται  σε  συγκεκριμένες  ενότητες,  είναι  διαποτισμένα,  συναρτούνται  και 

στρέφονται όλα γύρω από τον ίδιο άξονα, δηλαδή τη δεσπόζουσα στη ζωή των «δια 

Χριστόν σαλών» αρετή της ταπεινώσεως. Γι᾿ αυτό δεν θα έκανε κάποιος λάθος, αν 

έλεγε ότι η διατριβή αυτή κατά βάθος ασχολείται με το θέμα της ταπεινώσεως στην 

ορθόδοξη χριστιανική Παράδοση, σε μια ακραία εκδοχή της. 

Η  συμβολή  αυτής  της  εργασίας  στην  επιστημονική  έρευνα  πιστεύουμε  πως 

εστιάζεται  σε  δύο  επίπεδα.  Πρώτα  απ᾿  όλα,  συνίσταται  στη  συστηματική  έκθεση 
26
και  παρουσίαση  της  εικόνας  του  δια  Χριστόν  σαλού  ασκητή,  στον  εκτεταμένο 

χαρακτηρισμό  της  άσκησης  της  δια  Χριστόν  σαλότητας,  όπως  και  στην  πατερική 

θεμελίωση και το σχολιασμό αυτού του τύπου άσκησης. Η άλλη συνεισφορά αυτής 

της  εργασίας  συνίσταται  στην  απόπειρα  υπέρβασης  του  τεχνητού  διαχωρισμού 

μεταξύ  του  θεωρητικού‐επιστημονικού  και  του  εμπειρικού‐πνευματικού  στοιχείου 

που  εμφανίζεται  συνήθως  στις  ακαδημαϊκές  σπουδές.  Γι᾿  αυτό  και  η  παρούσα 

εργασία ως ακαδημαϊκή έρευνα δεν προσπάθησε να περιοριστεί και να διατηρήσει 

μόνο το λεγόμενο διανοητικό χαρακτήρα της. Στην πραγματική ζωή της Εκκλησίας 

η  θεολογία  νοείται,  κυρίως,  ως  «διαμονή  εν  τω  Θεώ».  Η  ύπαρξη  αφηρημένης 

θεολογίας  –  όπως  παρατήρησε  ένας  αληθινός  ορθόδοξος  επιστήμονας  και 

θεολόγος  –  ως  ακαδημαϊκής  επιστήμης,  αν  και  εμφανίζεται  αναπόφευκτα  εντός 

των ιστορικών συνθηκών του κόσμου τούτου, περικλείει ωστόσο πάντοτε μέσα της 

τον κίνδυνο αποκοπής εκ της αυθεντικής εν Πνεύματι ζωής και δύναται εύκολα να 

οδηγήσει  σε  φιλοσοφικές  θεωρίες  νόθου  πίστεως  ή  και  άνευ  πίστεως  ακόμη,  στις 

οποίες δεν υπάρχει η σώζουσα και ανακαινίζουσα δύναμη. 

Αν  και  είναι  αναπόφευκτο  σε  μερικά  σημεία  να  αξιολογηθούν  κάποιες 

απόψεις περί «σαλότητας», ωστόσο ο σκοπός της μελέτης αυτής δεν είναι η κριτική 

άλλων, αντίστοιχων αντιλήψεων για το φαινόμενο αυτό. Η εργασία αυτή πάνω απ᾿ 

όλα επιδιώκει να δώσει θετικό και εποικοδομητικό έργο. Γι᾿ αυτό, ο στόχος της είναι 

διττός  και  κατά  το  δυνατόν  ισοβαρής,  τόσο  επιστημονικός  όσο  και  πνευματικός. 

Ταυτόχρονα,  αποσκοπεί  να  προβάλλει  τη  ζωή  και  τα  πνευματικά  κατορθώματα 

των  σαλών  ασκητών  του  Κυρίου,  οι  οποίοι  αποτελούν  γνήσιους  και 

υποδειγματικούς  φορείς  του  ορθόδοξου  ήθους.  Πιστεύουμε  ότι  αυτό  μπορεί  να 

βοηθήσει  ουσιαστικά  το  σύγχρονο  άνθρωπο,  που  είναι  εγκλωβισμένος  και 

εξαρτημένος από τα διάφορα πνευματικά ρεύματα, αλλά και από το δυνατό νομικό 

πνεύμα  της  εποχής  μας,  να  ξαναανακαλύψει  τις  σώζουσες  χριστιανικές  αξίες  και 

συγχρόνως να γευθεί την αλήθεια και τη χαρά της εν Χριστώ ζωής. 
 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ 
 

ΜΩΡΙΑ ΚΑΙ ΣΑΛΟΤΗΤΑ 

1. Ο Ιησούς Χριστός ‐ το υπόδειγμα για όλους τους χριστιανούς 

Το φαινόμενο της «δια Χριστόν σαλότητας» δεν είναι κάτι που γεννήθηκε και 

υπάρχει  έξω  από  το  χώρο  της  Εκκλησίας.  Αντίθετα,  όπως  θα  αποδειχθεί  στην 

πορεία της μελέτης αυτής, είναι στενά συνδεδεμένο με τη διδασκαλία του Χριστού 

και  της  Εκκλησίας  Του.  Γι᾿  αυτό  το  λόγο,  αρχίζοντας  τη  συστηματική  σπουδή  του 

θέματος, πρέπει αναγκαία να ανατρέξουμε στις βασικές αρχές του Ευαγγελίου, για 

να  τις  αντιπαραθέσουμε  ύστερα  με  τα  χαρακτηριστικά  και  τις  ιδιαιτερότητες  των 

«δια Χριστόν σαλών». 

Ο  Χριστός  είπε:  «ἐγώ  εἰμι  ἡ  ὁδὸς  καὶ  ἡ  ἀλήθεια  καὶ  ἡ  ζωή»1.  Αυτά  τα  λόγια 

του  Θεανθρώπου  απευθύνονται  σε  όλους  τους  χριστιανούς  και  τους  καλούν  να 

ακολουθήσουν  το  δρόμο  του  Χριστού.  Οι  απόστολοι  ως  οι  πρώτοι  μαθητές  του 

Χριστού  και  οι  πρώτοι  διδάσκαλοι  της  Εκκλησίας,  πιστά  ακολουθούν  αυτή  την 

παραγγελία.  Ο  απόστολος  Παύλος  λέει:  «μιμηταί  μου  γίνεσθε  καθὼς  κἀγὼ 

Χριστοῦ»2,  ενώ  ο  απόστολος  Πέτρος  απαγγέλλει:  «ὅτι  καὶ  Χριστὸς  ἔπαθεν  ὑπὲρ 

ὑμῶν  ὑμῖν  ὑπολιμπάνων  ὑπογραμμὸν  ἵνα  ἐπακολουθήσητε  τοῖς  ἴχνεσιν  αὐτοῦ»3. 

1 Ιω. 14, 6. 
2 A’ Κορ. 11, 1. 
3 A’ Πε. 2, 21. 
28
Με  άλλα  λόγια,  η  ζωή  των  χριστιανών  πρέπει  να  είναι  χριστομίμητη.  Ποια  είναι 

όμως  τα  αχνάρια  του  Χριστού  τα  οποία  πρέπει  να  αναζητούν  οι  ακολουθούντες 

Αυτόν;  Την απάντηση τη δίνει ο  ίδιος ο Χριστός: «μάθετε ἀπ᾿  ἐμοῦ,  ὅτι  πραΰς  εἰμι 

καὶ  ταπεινὸς  τῇ  καρδίᾳ»4,  σε  άλλο  σημείο  λέει:  «εἴ  τις  θέλει  ὀπίσω  μου  ἐλθεῖν, 

ἀπαρνησάσθω  ἑαυτὸν  καὶ  ἀράτω  τὸν  σταυρὸν  αὐτοῦ  καὶ  ἀκολουθείτω  μοι»5.  Ο 

Χριστός  για  τους  ανθρώπους  που  έχουν  αγαθή  προαίρεση  και  θέλουν  να  γίνουν 

μαθητές Του, έχει πει, να εισέρχονται δια της στενής πύλης6 και να αγαπάει ο ένας 

τον άλλο7. Ο Ίδιος έχει εκθέσει τα πάντα στους «μακαρισμούς» Του, που αποτελούν 

εν περιλήψει, το πρότυπο της ηθικής συμπεριφοράς του πιστού και το ιδανικό του 

χριστιανικού χαρακτήρα. 

Οι «δια Χριστόν σαλοί» με τη ζωή και τη συμπεριφορά τους έδειξαν ότι, είναι 

τα  κατ᾿  εξοχήν  «πτωχά  τῷ  πνεύματι»  μέλη  της  Εκκλησίας  του  Χριστού.  Γι᾿  αυτό, 

και  το  πλήρωμα  της  Εκκλησίας  τους  αποδίδει  και  τον  τίτλο  «Μακάριοι».  Ποια 

ακριβώς  όμως  είναι  η  γενική  έννοια  και    σημασία  του  μακαρισμού;  Ο  άγιος 

Γρηγόριος  Νύσσης  λέει  ότι  η  μακαριότητα  είναι  μια  περίληψη  όλων  όσων  νοούμε 

με την έννοια του αγαθού, από την οποία δεν λείπει τίποτε και από όσα συντελούν 

στην  επιθυμία  του  αγαθού.  Η  μακαριότητα  είναι  η  αθάνατη  εκείνη  ζωή,  το 

ανείπωτο  και  ακατανόητο  αγαθό,  η  σοφία  και  δύναμη,  το  αληθινό  φως,  η  πηγή 

κάθε  αγαθότητας,  η  αδιάκοπη  χαρά  και  πολλά  άλλα  πράγματα  για  τα  οποία 

κανένας  δεν  μπορεί  να  πει,  όσο  αυτά  αξίζουν.  Γιατί  ο  άξιος  για  μακαρισμό  είναι 

αληθινά ο ίδιος ο Θεός, τον οποίο ο δικός μας νους δεν ενδέχεται να αγγίξει και να 

χαρακτηρίσει  με  καμμία  λέξη.  Ο  άνθρωπος,  επειδή  είναι  πλασμένος  σύμφωνα  με 

την εικόνα του Θεού, μπορεί να καταστεί άξιος για μακαρισμό, όταν ανάγεται στο 

«καθ᾿ ὁμοίωσιν» και μετέχει της θείας μακαριότητας8. 

Τη  διδασκαλία  του  Χριστού  περί  των  μακαρισμών  παρουσιάζουν  οι  δύο 

ευαγγελιστές, ο Ματθαίος και ο Λουκάς. Ο Ματθαίος κάνει τη συστηματική έκθεση 

4 Μτ. 11, 29. 
5 Μτ. 16, 24. 
6 Βλ. Μτ. 7, 13‐14 και Λκ. 13, 24. 

7 Βλ. Ιω. 13, 34 και 15, 17. 

8 Βλ. Εις τους Μακαρισμούς 1, PG 44, 1196D‐1197B. 
29
των  λόγων  του  Κυρίου  αναφέροντας  οχτώ  μακαρισμούς9,  ενώ  ο  Λουκάς 

περιορίζεται στους τέσσερις10. Και οι δύο ευαγγελιστές αρχίζουν τους μακαρισμούς 

με  τον  ίδιο  τρόπο:  «Μακάριοι  οἱ  πτωχοὶ  τῷ  πνεύματι,  ὅτι  αὐτῶν  ἐστιν  ἡ  βασιλεία 

τῶν  οὐρανῶν».  Οι  Πατέρες  της  Εκκλησίας  λένε  ότι,  όπως  υπάρχει  ο  πλούτος  των 

αρετών που επιδιώκεται και ο υλικός πλούτος και γήινος που κατακρίνεται, κατά το 

ίδιο  τρόπο  υπάρχουν  και  δύο  είδη φτωχείας. Υπάρχει πενία απορρίψιμη και πενία 

αξιομακάριστη.  Εκείνος  που  είναι  φτωχός  από  σωφροσύνη,  από  το  αγαθό  της 

δικαιοσύνης  και  από  τις  υπόλοιπες  αρετές,  είναι  αξιολύπητος  για  την  πενία  του. 

Ενώ αυτός που είναι φτωχός με το θέλημά του σε κακές πράξεις και συνήθειες, και 

παράλληλα  το  ζέον  πνεύμα  του  αποταμιεύει  το  θησαυρό  της  πενίας  των  κακών, 

δηλαδή των αγίων αρετών, αυτός είναι άξιος της μακαριστής φτωχείας11. 

Ο απόστολος Παύλος έχοντας υπόψη άνθρωπο που ζει με τρόπο αντάξιο του 

Κυρίου,  λέει  ότι  τέτοιος  χριστιανός  μπορεί  να  φθάσει  στην  τελειότητα  που  μέτρο 

της  είναι  ο  Χριστός12.  Αυτό  επιβεβαιώνει  ο  άγιος  Γρηγόριος  Νύσσης,  λέγοντας  ότι 

«τέλος τοῦ κατ᾿ ἀρετὴν βίου ἐστὶν ἡ πρὸς τὸ Θεῖον ὁμοίωσις»13, με άλλα λόγια – η 

μακαριότητα.  Ο  ίδιος  πατέρας  όμως  λέει  ότι  το  απαθές  και  άφθαρτο,  το  οποίο 

χαρακτηρίζει το Θεό, είναι τελείως αδύνατο προς μίμηση από τους ανθρώπους. Αν 

μόνο η θεότητα είναι μακάρια, τότε η μακαριότητα είναι απραγματοποίητη για την 

ανθρώπινη ζωή. Όμως αυτό που εκ πρώτης όψεως φαίνεται αδύνατο ανθρωπίνως, 

μπορεί  να  πραγματοποιηθεί  «χάριτι  Θεοῦ».  Υπάρχουν  κάποια  ιδιώματα  της 

θεότητας  που  προσφέρονται  προς  μίμηση  από  τους  ανθρώπους.  Τέτοιο  κατά  τον 

9 Βλ. Μτ. 5, 3‐12. Υπάρχουν διάφορες γνώμες ως προς τον ακριβή αριθμό των μακαρισμών στο κατά 
Ματθαίον  Ευαγγέλιο.  Οι  περισσότεροι  σχολιαστές  συμφωνούν,  ότι  στους  στίχους  3‐9  υπάρχουν 
επτά  μακαρισμοί.  Κάποιοι  όμως  θεωρούν,  ότι  και  ο  στίχος  10  αποτελεί  ένα  διακεκριμένο,  όγδοο 
μακαρισμό. Αυτή η γνώμη είναι ορθή, γιατί αυτός ο μακαρισμός περιλαμβάνεται και στους τέσσερις 
του  Λουκά.  Ως  προς  το  στίχο  11  «Μακάριοί  ἐστε  ὅταν  ὀνειδίσωσιν  ὑμᾶς  καὶ  διώξωσι…», 
επαναλαμβάνεται σε αυτό η λέξη «Μακάριοι», αλλά τα επακολουθούντα αποτελούν εφαρμογή του 
προηγουμένου  μακαρισμού  στους  παρόντες  μαθητές.  Ομοίως  δεν  πρέπει  να  θεωρηθεί  ως  ειδικός 
μακαρισμός το «Χαίρετε καὶ ἀγαλλιᾶσθε…», εφόσον σε αυτό το σημείο δεν χρησιμοποιείται η λέξη 
«Μακάριοι», και όλος ο στίχος αποτελεί το συμπλήρωμα του προηγουμένου. Γι᾿ αυτό το θέμα βλ. Π. 
Ν.  Τρεμπέλα,  Υπόμνημα  εις  το  κατά  Ματθαίον  ευαγγέλιον,  έκδ.  Αδελφότης  Θεολόγων  «Ο  Σωτήρ», 
Αθήναι 52000, σ. 80. 
10 Βλ. Λκ. 6, 20‐23. 

11 Βλ. Γρηγορίου Νύσσης, Εις τους Μακαρισμούς 1, PG 44, 1200AB. 

12 Βλ. Εφ. 4, 13. 

13 Εις τους Μακαρισμούς 1, PG 44, 1200C. 
30
άγιο  Γρηγόριο  Νύσσης  είναι  η  ταπεινοφροσύνη,  την  οποία  αυτός  ο  θείος  πατέρας 

ταυτίζει  με  τη  «πτωχεία  του  πνεύματος».  Ως  υπόδειγμα  της  παραπάνω  γνώμης 

αναφέρεται  η  πτωχεία  του  Θεού,  που  έγινε  για  χάρη  μας  φτωχός  ενώ  ήταν 

πλούσιος, για να πλουτίσουμε εμείς με τη δική του πτωχεία. Αν όλα τα άλλα που 

χαρακτηρίζουν  τη  θεία  φύση  υπερβαίνουν  τα  μέτρα  της  ανθρώπινης  φύσης,  η 

ταπεινότητα είναι σύμφυτή μας. Κατ᾿ αυτό το τρόπο, όποιος μιμείται το Θεό δια της 

ταπεινώσεως, αυτός μπορεί να επιτύχει τη μετοχή στη θεία μακαριότητα14. 

Με πιο απλό τρόπο τον πρώτο μακαρισμό εξηγεί ο γνωστός καθηγητής του 

περασμένου αιώνα Παναγιώτης Τρεμπέλας. Ο διαπρεπής αυτός θεολόγος λέει ότι 

«πτωχοὶ τῷ πνεύματι σημαίνει τὸν χαρακτῆρα ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι αἰσθάνονται τὰς 

μεγάλας αὐτῶν ἀνάγκας καὶ τὴν ἀπὸ τοῦ Θεοῦ ἐξάρτησιν αὐτῶν, μόνου ἱκανοῦ νὰ 

πληρώσῃ ὅ,τι οὗτοι ζητοῦσι. … Πτωχὸς καὶ εὐσεβὴς ταὐτίζονται ἐν τῷ Ψαλτῆρι. … 

Πτωχοὶ κατὰ τοὺς ψαλμοὺς δὲν εἶναι οἱ στερούμενοι χρημάτων, ἀλλ᾿ οἱ εὐσεβεῖς οἱ 

αἰσθανόμενοι  ἑαυτοὺς  καταπιεζομένους  ἐν  τῷ  κόσμῳ  τούτῳ,  οἱ  ὁποῖοι 

συναισθανόμενοι  τὴν  ἀδυναμίαν  των  ἀναμένουσι  τὸ  πᾶν  ἐκ  τοῦ  Θεοῦ.  …  “Τὴν 

ἑκούσιον  ταπεινοφροσύνην  ὀνομάζει  ὁ  Λόγος”,  τοὺς  συναισθανομένους  τὴν 

πνευματικὴν  αὐτῶν  πτωχείαν  καὶ  γύμνωσιν  καὶ  διὰ  τοῦτο  ἀναζητοῦντας  καὶ 

προθύμως τρέχοντας πρὸς τὸν ἰατρὸν Σωτῆρα»15. 

Ο  άγιος  Γρηγόριος  Νύσσης  λέει  ότι  δεν  πρέπει  να  απορρίψει  κανένας  και 

άλλη  αιτία  της  πτωχείας,  που  γίνεται  πρόξενος  του  ουρανίου  πλούτου.  Ο  Ιησούς 

είπε: «εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς, 

καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανοῖς, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι»16. Η υλική φτώχεια είναι 

συνδεδεμένη  με  τη  φτώχεια  του  μακαρισμού  και  κατά  κάποιο  τρόπο  την 

προϋποθέτει.  Γιατί  ο  πτωχός  στο  πνεύμα  έδωσε  την  υλική  ευπορία  και  πήρε  το 

πλούτο της ψυχής· αυτός αποτίναξε το γήινο πλούτο σαν ένα βάρος, για να υψωθεί 

και  να  κινηθεί  ψηλά  στον  αέρα17.  Το  χρυσάφι  και  όλη  η  ύλη  είναι  βαριά  στοιχεία, 

αντιθέτως η αρετή είναι πράγμα ελαφρύ, που τείνει προς τα άνω. Γι᾿ αυτό το λόγο 

14 Βλ. ό. π., 1200CD. Πρβλ. Γρηγορίου Παλαμά, Προς Ξένην, PG 150, 1060C. 
15 Υπόμνημα εις το κατά Ματθαίον ευαγγέλιον, σ. 81. 
16 Μτ. 19, 21. 

17 Βλ. Α’ Θεσ. 4, 17. 
31
είναι  αδύνατο  να  γίνει  κάποιος  ελαφρύς,  ενώ  έχει  δεθεί  με  το  βάρος  της  ύλης. 

Συνεπώς, όταν κάποιος θέλει να προχωρήσει προς τα άνω, πρώτα πρέπει να γίνει 

φτωχός  σ᾿  εκείνα  που  τον  σέρνουν  κάτω,  για  να  φτάσει  στα  άνω18.  Ο  άγιος 

Γρηγόριος  Παλαμάς  λέει  ότι  ο  μακαριστός  από  το  Θεό  πτωχός,  που  θεωρεί  τον 

εαυτό  του  ανάξιο  για  τιμές  και  σωματική  άνεση,  είναι  όντως  στην  πληρότητα 

πτωχός,  και  στο  πνεύμα  και  στην  υλική  φτώχεια.  Γι᾿  αυτό  και  ο  ευαγγελιστής 

Λουκάς  είπε  «Μακάριοι  οἱ  πτωχοί»,  χωρίς  να  προσθέσει  «τῷ  πνεύματι»19.  Σε 

τέτοιους  ανθρώπους  που  άκουσαν,  που  ακολούθησαν  και  μιμήθηκαν  τον  Υιό  του 

Θεού,  ανήκει  η  βασιλεία  των  ουρανών,  διότι  αυτοί  είναι  συγκληρονόμοι  του 

Χριστού20. 

Μετά  από  τους  πτωχούς  στο  πνεύμα,  ο  Ιησούς  μακαρίζει  τους  πενθούντες, 

τους πράους, αυτούς που πεινούν και διψούν για την επικράτηση της δικαιοσύνης, 

τους  ελεήμονες,  τους  καθαρούς  στην  καρδία,  τους  ειρηνοποιούς,  και  στο  τέλος 

γενικά  όλους  τους  δεδιωγμένους  ένεκεν  δικαιοσύνης.  Πρέπει  να  διευκρινιστεί  ότι 

«οἱ ὀκτὼ μακαρισμοὶ δὲν περιγράφουσιν ὀκτὼ διαφόρους κλάσεις ἀνθρώπων, ἀλλ᾿ 

ὀχτὼ διάφορα στοιχεῖα ὑπεροχῆς, ἅτινα δέον νὰ συνδυάζωνται ἐν ἑνὶ καὶ τῷ αὐτῷ 

ἀτόμῳ»21.  Η  παραπάνω  παρατήρηση  του  καθηγητού  Τρεμπέλα  είναι  πολύ  σωστή, 

την  επιβεβαιώνουν  και  τα  λόγια  του  αγίου  Γρηγορίου  Νύσσης.  Αυτός  ο  πατέρας 

λέει ότι, η διάταξη των μακαρισμών είναι ίδια με τη διάταξη των βαθμίδων. Όποιος 

έχει  πατήσει  με  το  νου  του  το  σκαλί  του  πρώτου  μακαρισμού,  με  κάποια 

υποχρεωτική  ακολουθία  των  νοημάτων  τον  περιμένει  το  επόμενο 22.  Η  σειρά  των 

μακαρισμών  στο  κατά  Ματθαίον  Ευαγγέλιο,  τοποθετεί  στον  όγδοο  και  τελευταίο 

βαθμό  όλους  όσοι  καταδιώκονται  εξαιτίας  της  δικαιοσύνης.  Γιατί  όμως  το 

αποκορύφωμα των πνευματικών αγώνων είναι οι καταδιώξεις; Σε αυτό το ερώτημα 

την  άριστη  απάντηση  δίνει  ο  μακαριστός  καθηγητής  Τρεμπέλας.  Έχοντας  υπόψη 

τους  πρώτους  επτά  μακαρισμούς  λέει  τα  εξής:  «Εἶναι  σφόδρα  μακάριον  τὸ  νὰ 

18 Βλ. Εις τους Μακαρισμούς 1, PG 44, 1205D‐1208B. 
19 Βλ. Λκ. 6, 20. 
20 Βλ. Προς Ξένην, PG 150, 1060D. 

21 Π. Ν. Τρεμπέλα, Υπόμνημα εις το κατά Ματθαίον ευαγγέλιον, σ. 80. 

22 Βλ. Εις τους Μακαρισμούς 2, PG 44, 1208D. 
32
κατέχῃ τις τὸν ἰδανικὸν χαρακτῆρα. Ἀλλ᾿ εἶναι μακαριώτερον τὸ νὰ διωχθῇ τις διὰ 

τὸν χαρακτῆρά του τοῦτον»23. Ο ίδιος θεολόγος σχολιάζοντας το όγδοο μακαρισμό 

προσθέτει  και  άλλες  ερμηνείες.  «Οἱ  ἑπτὰ  πρῶτοι  μακαρισμοὶ  ἐκθέτουσι  τὰ  κύρια 

χαρακτηριστηκὰ  τοῦ  ἰδεώδους  χριστιανικοῦ  χαρακτῆρος  καθ᾿  ἑαυτόν,  ταῦτα  δὲ  τὰ 

χαρακτηριστικὰ  διαγράφουσιν  εἰς  εὐρείας  γραμμὰς  τὴν  συμπεριφορὰν  τοῦ 

Χριστιανοῦ  ἔναντι  τοῦ  Θεοῦ  καὶ  ἔναντι  τῶν  ἀνθρώπων.  Ὁ  ὄγδοος  μακαρισμὸς 

ἀφορᾷ εἰς τὴν συμπεριφορὰν τῶν ανθρώπων πρὸς τὸν Χριστιανόν. Ἡ συμπεριφορὰ 

καὶ  στάσις  αὕτη  θὰ  εἶναι  στάσις  ἐχθρότητος.  Ὁ  ἀληθὴς  Χριστιανός  εἶναι  βέβαιον, 

ὅτι θὰ διωχθῇ ἐπιδεικνυομένης εἰς αὐτὸν ψυχρότητος, περιφρονήσεως καὶ χλεύης, 

ἐὰν  μὴ  καὶ  κακομεταχειρίσεως»24.  Ο  Ιησούς  λέει  ότι,  τέτοιοι  άνθρωποι  είναι 

μακάριοι,  γιατί  σ᾿  αυτούς  ανήκει  η  βασιλεία  των  ουρανών25.  Ενώ  οι  Πατέρες  της 

Εκκλησίας  προσθέτουν,  όπως  το  να  αξιωθεί  κάποιος  τη  βασιλεία  των  ουρανών, 

αυτό είναι το έπαθλο των ιδρώτων, το βραβείο και το πέρας των αγώνων που είναι 

αρεστοί στο Θεό26. 

Ο  άγιος  Γρηγόριος  Νύσσης  συγκρίνοντας  τους  οχτώ  μακαρισμούς, 

παρατηρεί  ότι,  μόνο  στους  δύο,  στους  φτωχούς  στο  πνεύμα  και  σ᾿  αυτούς  που 

καταδιώκονται  για  χάρη  του  Κυρίου,  απονέμεται  το  ίδιο  ύψιστο  βραβείο  –  η 

βασιλεία  των  ουρανών27.  Αυτό  γίνεται,  γιατί  αυτοί  που  παίρνουν  το  ίδιο  έπαθλο, 

αυτοί  έχουν να δείξουν και τους  ίδιους αγώνες28.  Τι κοινό όμως  έχει  η  πνευματική 

πτωχεία με το διωγμό; Ο ίδιος πατέρας απαντώντας σε αυτή την ερώτηση, λέει ότι 

τόσο  αυτός  που  τρέχει  για  το  βραβείο  της  ουράνιας κλήσης  (φτωχός  στο  πνεύμα), 

όσο και αυτός που καταδιώκεται εξαιτίας του βραβείου από τον εχθρό, έχουν και οι 

δύο  πίσω  τους  ο  ένας  τον  ανταγωνιστή  του  κι  ο  άλλος  τον  διώκτη  του.  Και  οι  δύο 

εκτελώντας  το  δρόμο  του  μαρτυρίου  καταδιώκονται  στους  αγώνες  της  πίστης, 

ωστόσο  δεν  συλλαμβάνονται.  Είναι  πράγματι  μακάριο  να  καταδιώκεται  κάποιος 

23 Υπόμνημα εις το κατά Ματθαίον ευαγγέλιον, σ. 80. 
24 Ό. π., σ. 85. 
25 Βλ. Μτ. 5, 10. 

26 Βλ. Γρηγορίου Νύσσης, Εις τους Μακαρισμούς 8, PG 44, 1292C. 

27 Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι, οι πτωχοί στο πνεύμα και οι διωκόμενοι, τη βασιλεία του Θεού την 

απολαμβάνουν  ήδη  από  τώρα.  Ενώ  στους  υπόλοιπους  έξι  μακαρισμούς  ως  αμοιβή  δίδεται  μόνο  η 
υπόσχεση συγκεκριμένου αγαθού για τον καθένα μακαρισμό ξεχωριστά. 
28 Βλ. ό. π., 1292D. 
33
για  χάρη  του  Κυρίου,  γιατί  αυτό  γίνεται  αιτία  να  βρεθεί  αυτός  στο  αγαθό.  Και 

αγαθό  και ανώτερο από κάθε αγαθό είναι ο ίδιος ο Κύριος, προς τον οποίο τρέχει 

αυτός που καταδιώκεται. Είναι επομένως όντως μακάριος όποιος χρησιμοποιεί τον 

εχθρό ως συνεργάτη του για το αγαθό29. 

Η παραπάνω σύντομη ερμηνεία των μακαρισμών του Κυρίου, δείχνει ότι, το 

πιο  μεγάλο  όπλο  των  χριστιανών  στην  πνευματική  πορεία  προς  τη  βασιλεία  των 

ουρανών  είναι  η  ταπείνωση.  Ασκώντας  αυτή  την  αρετή  κάθε  άνθρωπος  έχει  τη 

δυνατότητα  να  μιμηθεί  τον  Κύριό  του  Ιησού  Χριστό,  ο  οποίος  ο  ίδιος  έδειξε 

έμπρακτα σε όλους το παράδειγμα της ταπεινώσεως. Η αγία Γραφή λέει ότι Αυτός 

«ὡς  πρόβατον  ἐπὶ  σφαγὴν  ἤχθη  καὶ  ὡς  ἀμνὸς  ἐναντίον  τοῦ  κείροντος  αὐτὸν 

ἄφωνος οὕτως οὐκ ἀνοίγει τὸ στόμα αυτοῦ. ἐν τῇ ταπεινώσει ἡ κρίσις αὐτοῦ ἤρθη· 

τὴν γενεὰν αὐτοῦ τίς διηγήσεται»30. Όποιος θα βαδίσει το δρόμο της ταπεινώσεως, 

αυτός  θα  έχει  τη  δυνατότητα  να  αποκτήσει  και  τις  υπόλοιπες  αρετές  οι  οποίες 

μακαρίζονται από τον Κύριο. Ο πιστός που έφθασε στο μέτρο της τελειότητας του 

Χριστού,  πρέπει  να  αναμένει  από  τους  άλλους  την  περιφρόνηση  και  το  διωγμό. 

Είναι  μακάριο  όμως  να  καταδιώκεται  κάποιος  για  τον  Κύριο,  γιατί  αυτό  συντελεί 

στην πνευματική πρόοδό του. 

Σε  αυτή  τη  σύντομη  παρουσίαση  του  αληθινού  χριστιανικού  χαρακτήρα, 

μπορούμε να αναγνωρίσουμε και την πνευματική εικόνα των «δια Χριστόν σαλών». 

Το  πιο  μεγάλο  γνώρισμα  αυτών  των  ασκητών  είναι  η  χριστομίμητη  ταπείνωσή 

τους.  Ο  «σαλός»  απλά  ακολουθεί  ταπεινά  και  πιστά  το  Χριστό.  Αυτό  ακριβώς  με 

ωραίο  τρόπο  έχει  εξηγήσει  ο  πανεπιστημιακός  θεολόγος  Ιωάννης  Κορναράκης,  ο 

οποίος  συγκεκριμένα  λέει,  ότι  «ὅταν  ἡ  συμπεριφορά  σου,  ὡς  μωρία  καί  τρέλλα, 

προκαλεῖ  τούς  ἀνθρώπους  νά  σέ  περιφρονοῦν,  νά  σέ  χλευάζουν  καί  νά  σέ 

ταπεινώνουν,  νά  διασκεδάζουν  μαζί  σου  ὑποτιμητικά  μέ  τις  γελοιότητες  τῆς 

σαλότητός  σου  ἤ  νά  συμπεριφέρονται  ἐπιθετικά  καί  μέ  ἀποστροφή  γιά  τά 

παράξενα  καί  ἐνοχλητικά  γενικά  φερσίματά  σου,  κατέρχεσαι  στό  βυθό  μιᾶς 

ταπεινώσεως,  πού  βιώνεται  ὡς  καταφυγή  στήν  ἀκενόδοξη  πλέον  ἀρετή,  μιᾶς 

29 Βλ. ό. π., 1293CD. 
30 Ησ. 53, 7‐8. 
34
χαρισματικῆς αὐτοαπορρίψεως καί αὐτοεξουθενώσεως. Ἐξάλλου ἡ ἀκενόδοξη αὐτή 

ἀρετή  συμπίπτει  μέ  ὅ,τι  ἡ  πατερική  πνευματικότητα  χαρακτηρίζει  ὡς  πνευματική 

πτωχεία.  Καί  ἐν  προκειμένῳ  φαίνεται  ὅτι  ἡ  διά  Χριστόν  σαλότητα  ὑπερβαίνει 

χαρισματικά τόν ἐπίσης βαθύτερο “ἀντιφατικό” βιωματικό πυρήνα τῆς ἀκενόδοξης 

αὐτῆς  ἀρετῆς  τῆς  πνευματικῆς  πτωχείας.  Ὁ  διά  Χριστόν  σαλός  εἶναι  αὐτονόητα 

δικαιοῦχος  τῆς  εὐλογίας  τοῦ  μακαρισμοῦ  τοῦ  Κυρίου  “μακάριοι  οἱ  πτωχοί  τῷ 

πνεύματι ὅτι αὐτῶν ἐστίν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν”, ὡς ὁ κατ᾿ ἐξοχήν “πτωχός τῷ 

πνεύματι»31. 

Αυτή  η  αγία  αρετή  της  ταπεινώσεως,  δεσπόζει  στη  ζωή  των  σαλών,  αυτών 

των  εκλεκτών  ανθρώπων  του  Θεού.  Ο  συγγραφέας  του  βίου  της  Ταρσώς  της  δια 

Χριστόν  σαλής  γι᾿  αυτό  το  θέμα  λέει  τα  εξής:  «ἐπέτρεψε  ὁ  Θεός  νά  φθάσει  [η 

Ταρσώ] σέ μία πολύ ταπεινωτική, γιά τούς πολλούς, κατάσταση, ἡ ὁποία ἐντούτοις 

συνυπολογίζεται  ὁπωσδήποτε  στήν  ἑκούσια  καί  ἀκούσια  γενικῶς  ἄσκηση,  στήν 

ὁποία τήν ὁδήγησε ὁ Θεός γιά νά τόν δοξάσει ἀπό τό ὑψηλό πνευματικό βάθρο τῆς 

ἔσχατης, κατά κόσμο, ταπεινώσεως τῆς διά Χριστόν σαλότητος»32. 

Πρέπει  να  επισημανθεί  ωστόσο  ότι,  οι  Πατέρες  της  Εκκλησίας  δεν  μίλησαν 

άμεσα  για  τη  «δια  Χριστόν  σαλότητα».  Αυτοί  οι  διάδοχοι  των  αποστόλων,  ούτε 

έκαναν  καμία  ομιλία  γι᾿  αυτό  το  θέμα  ούτε  αναφέρθηκαν  επωνύμως  ποτέ  στους 

«δια  Χριστόν  σαλούς».  Όμως  αυτή  η  συνήθεια  είχε  τις  αιτίες  της.  Οι  Πατέρες  ως 

άγια μέλη της Εκκλησίας και δοχεία του Αγίου Πνεύματος, αγωνίζονταν πάντα να 

ποιούν  το  θέλημα  του  Κυρίου.  Εμπνευσμένοι  από  το  Άγιο  Πνεύμα  το  οποίο  τους 

φώτιζε,  λαλούσαν  αυτά  τα  οποία  τους  υπαγόρευε  ο  παντογνώστης  Θεός.  Τόσο  οι 

μεγάλοι  Πατέρες,  όσο  και  λιγότερο  γνωστοί  εκκλησιαστικοί  άνδρες,  μίλησαν  για 

διάφορα  και  ποικίλα  θέματα.  Βεβαίως,  υπήρχαν  θέματα,  τα  οποία  πάντα  ήταν 

επίκαιρα,  γιατί  βοηθούσαν  κατεξοχήν  τον  πιστό  άνθρωπο  στην  πνευματική 

οικοδομή  της  εν  Χριστώ  ζωής  του.  Γι᾿  αυτό  και  οι  θείοι  Πατέρες  μιλούσαν  περί 

ταπεινοφροσύνης,  περί  ανεξικακίας,  περί  πραότητας,  περί  μακροθυμίας  και 

γενικώς  περί  όλων  των  βασικών  αρετών.  Κι᾿  αυτό  γιατί  οι  άνθρωποι  δύσκολα 

31 Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, σ. 98. 
32 Ό. π., σ. 38‐39. 
35
τηρούσαν  αυτές  τις  βασικές  αρχές  της  χριστιανικής  διδασκαλίας  και  ζωής  για  τις 

οποίες  συνεχώς  έκαναν  λόγο  οι  Άγιοι  Πατέρες.  Η  σαλότητα  ωστόσο  που  είναι  η 

άκρα ταπείνωση, ήταν αδιανόητο να δοθεί σε ευρύ κοινό σαν διδασκαλία, τη στιγμή 

κατά  την  οποία  και  η  στοιχειώδης  ταπεινοφροσύνη  δύσκολα  εφαρμοζόταν  σαν 

διδαχή.  Αυτή  επομένως  ήταν  η  αιτία,  λόγω  της  οποίας  το  φαινόμενο  της  «δια 

Χριστόν  σαλότητας»  δεν  αναπτύχθηκε  και  δεν  σχολιάστηκε  στην  ορθόδοξη 

Παράδοση όπως τα άλλα θέματα. 

Οι Πατέρες της Εκκλησίας και οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς μίλησαν όμως 

πολύ συχνά έμμεσα για τη μεγάλη ταπείνωση της σαλότητας, είτε περιγράφοντας 

τις  πνευματικές  αντίστοιχες  καταστάσεις  της  σαλότητας  είτε  γράφοντας  περί 

κάποιων άλλων συγκεκριμένων θεμάτων. Μία τέτοια αναφορά περί της σαλότητας 

βρίσκεται  στα  κείμενα  του  οσίου  Παϊσίου  Βελιτσκόφσκι.  Γράφοντας  περί  της 

«υπομονής  στις  προσβολές  και  στις  κακολογίες»,  χαρακτηρίζει  με  λίγα,  αλλά 

περιεκτικά  λόγια  το  πνευματικό  φαινόμενο  της  «δια  Χριστόν  σαλότητας».  Το 

κείμενο  αυτό  αξίζει  να  αναφερθεί  εδώ  ολόκληρο,  γιατί  κατά  κάποιο  τρόπο  θα 

αποτελέσει  και  τον  ανεπίσημο  «καταστατικό  χάρτη»  αυτής  της  εργασίας.  Ο  όσιος 

Παΐσιος  Βελιτσκόφσκι  γράφει:  «Ἡ  ὑπομονή  δέν  εἶναι  μικρό  πρᾶγμα.  Ἴσως  εἶναι  ἡ 

πιό  μεγάλη  ἀρετή.  Ὅποιος  γιά  χάρη  τοῦ  Θεοῦ  ὑπομένει  τίς  προσβολές  καί 

ἐπιθέσεις  ἐναντίον  του  εὐχαριστώντας  τόν  Κύριο,  αὐτό  πού  κάνει  δέν  εἶναι  μικρό 

πρᾶγμα. Εἶναι ταπείνωση. Εἶναι ἀγάπη. Εἶναι πολύ μεγάλο πρᾶγμα νά ὑπομένεις 

λύπες  ἀπό  ἀδελφό.  Μόνο  μέ  αὐτό  ἐσώθηκαν  πολλοί.  Τήν  ὁδό  αὐτή  ἀκολούθησαν 

ἰδίως  οἱ  διά  Χριστόν  σαλοί.  Αὐτοί  ὑπέφεραν  πολλά.  Εἶναι  μεγάλο  πρᾶγμα,  νά 

κάνεις τόν σαλό γιά τόν Χριστό. Ἀγκαλιάζει ὅλες τίς ἀρετές. Οἱ διά Χριστόν σαλοί 

δέν  ἔχουν  στήν  ζωή  αὐτή  τίποτε.  Καί  μόνο  ὑπομονή  φροντίζουν  μέ  ζῆλο  νά 

ἀποκτοῦν.  Καί  μέ  τήν  ὑπομονή  νικᾶνε  ὅλες  τους  τίς  θλίψεις.  Ναί,  ψυχή  μου, 

καλύτερος  δρόμος  γιά  τήν  σωτηρία  στήν  παροῦσα  ζωή  ἀπό  τήν  διά  Χριστόν 

σαλότητα δέν ὑπάρχει!»33. 

 Αγίου Παϊσίου Βελιτσκόφσκι, Τα Κρίνα του Αγρού, μετάφρ. Μητροπολίτου Νικοπόλεως Μελετίου, 
33

έκδ.  Ιεράς  Μητροπόλεως  Νικοπόλεως,  Πρέβεζα  1996,  σ.  129.  Αυτό  το  κείμενο  του  αγίου  Παϊσίου, 
επειδή περιλαμβάνει πολλά χαρακτηριστικά της «δια Χριστόν σαλότητας», θα αναφέρεται εν μέρει 
36
Η  παραπάνω  σύντομη  περιγραφή  της  συμπεριφοράς  των  «δια  Χριστόν 

σαλών»,  καταξιώνει  αυτούς  τους  ασκητές  να  ονομάζονται  «Μακάριοι».  Αυτά  τα 

εκλεκτά μέλη της Εκκλησίας του Χριστού, δια της άκρας ταπεινώσεώς τους, έγιναν 

άξιοι  μιμητές  του  Κυρίου  τους.  Με  αυτό  το  τρόπο  τα  λόγια  του  οσίου  Παϊσίου 

Βελιτσκόφσκι  επιβεβαιώνουν  την  άποψη,  ότι  το  πιο  μεγάλο  γνώρισμα  των  «δια 

Χριστόν σαλών» είναι η ταπείνωσή τους34. Μερικοί όμως θεολόγοι και επιστήμονες 

συναγωνίζονται  στην  απαρίθμηση  των  χαρακτηριστικών  των  «δια  Χριστόν 

σαλών»35, αλλά αυτός ο τρόπος της αντιμετωπίσεως του θέματος δεν είναι πλήρης. 

Η «σαλότητα» σε όλες τις βαθμίδες της είναι πριν από όλα η άκρα ταπείνωση. Όλες 

οι άλλες αρετές και τα χαρίσματα, τα οποία βλέπουμε στους «δια Χριστόν σαλούς», 

είναι οι συνέπειες και τα επακόλουθα αυτής της αρετής. 

2. H «μωρία» στη βιβλικοπατερική παράδοση 

Διαβάζοντας  τους  βίους  των  «δια  Χριστόν  σαλών»36,  οι  οποίοι  έχουν  γραφεί 

κατά  τη  διάρκεια  πολλών  αιώνων,  μπορούμε  να  συναντήσουμε  πολλούς 

χαρακτηρισμούς,  οι  οποίοι  προσδιορίζουν  και  εκφράζουν  αυτό  το  τύπο  των 

ασκητών.  Οι  πιο  διαδεδομένοι  και  γνωστοί  όροι  είναι  έξηχος,  παρατετραμμένος, 

παράφρων,  μωρός  και  σαλός.  Βεβαίως,  η  σημασία  των  όρων  αυτών,  κατά  το 

πέρασμα  του  χρόνου,  άλλαξε  τόσο  μέσα  στην  Παράδοση  της  Εκκλησίας,  όσο  και 

στις θύραθεν επιστήμες. Σήμερα στα θεολογικά συγγράμματα και γενικώς σε ευρύ 

εκκλησιαστικό  περιβάλλον  επικράτησαν  και  χρησιμοποιούνται  οι  δυο  τελευταίοι 

και σε άλλα επιμέρους τμήματα αυτής της εργασίας. Εκεί και θα γίνει ο πλήρης σχολιασμός αυτού 
του κειμένου. 
34 Βεβαίως, η ταπείνωση των «σαλών» δεν αποκτάται μόνο δια της υπομονής, όπως υπογραμμίζει ο 

άγιος Παΐσιος Βελιτσκόφσκι. Η πτωχεία εν Κυρίω, η οποία εκδηλώνεται στη ζωή των  «δια Χριστόν 
σαλών»,  αποτελείται  από  τα  τέσσερα  εξής  είδη:  η  πτωχεία  στο  φρόνημα,  η  πτωχεία  στο  σώμα,  η 
πτωχεία στην ακτημοσύνη, και αυτή που φαίνεται στην υπομονή των πειρασμών. Όμως πρέπει να 
ειπωθεί, ότι κατ᾿ ουσία υπάρχει απόλυτη ενότητα όλων αυτών των μορφών της πτωχείας, οι οποίες 
έχουν  περικλειστεί  σε  ένα  μόνο  μακαρισμό,  με  τον  οποίο  υποδεικνύεται,  ότι  αναφορά  όλων  των 
μορφών πτωχείας είναι στο πνεύμα μας, βλ. Γρηγορίου Παλαμά, Προς Ξένην, PG 150, 1076Α. 
35 Βλ. το πρώτο τμήμα του επομένου κεφαλαίου αυτής της εργασίας. 

36 Πρώτα, για λόγους πρακτικούς, στο σημείο αυτό θα γίνει λόγος μόνο για τα ελληνικά κείμενα. 
37
όροι, δηλαδή, μωρός και σαλός. Γι᾿ αυτό το λόγο, στην αρχή, θα δοθεί προσοχή στη 

σύντομη  ετυμολογική  διευκρίνηση  και  εννοιολογική  εξέλιξη  των  λέξεων  αυτών 

κατά τη διάρκεια των αιώνων, μέσα στην Παράδοση της Εκκλησίας. 

Η  λέξη  «μωρός»  είναι  δανεισμένη  και  υιοθετημένη  από  την  Εκκλησία  από 

την  αρχαία  ελληνική  γραμματεία  και  χαρακτηρίζει  τον  άνθρωπο  ο  οποίος  είναι 

τρελός,  ανόητος,  απερίσκεπτος37.  Τη  λέξη  αυτή  και  τα  παράγωγά  της  σε  αρκετά 

σημεία  χρησιμοποιούν  και  οι  συγγραφείς  της  Καινής  Διαθήκης.  Η  λέξη  «μωρός» 

συχνά  συναντάται  ειδικώς  στα  πρώτα  τέσσερα  κεφάλαια  της  Α’  προς  Κορινθίους 

επιστολής.  Στο  συγκεκριμένο  κείμενο  του  αποστόλου  Παύλου  εμφανίζεται  μια 

ανομοιότητα  στη  χρήση  αυτού  του  όρου.  Ο  απόστολος  των  εθνών,  σε  αυτή  την 

επιστολή,  εκτός  από  ορισμένες  φορές,  όπου  κάνει  τη  χρήση  αυτής  της  λέξης  με 

αρνητική  σημασία,  την  χρησιμοποιεί  επίσης  και  θετικά,  για  να  χαρακτηρίσει  με 

αυτόν τον όρο την καλή αγγελία του Θεού και τους καλούς χριστιανούς. Ο Παύλος 

χρησιμοποιεί  τη  λέξη  «μωρία»,  για  να  αντιμετωπίσει  τους  Κορινθίους,  οι  οποίοι 

υπερβολικά  καυχιόνταν  για  την  κοσμική  τους  σοφία,  την  οποία  εκτιμούσαν  όχι 

λιγότερο  από  την  αληθινή  σοφία  του  Θεού.  Όμως  ο  μεγάλος  απόστολος  δεν 

περιορίζεται μόνο σε αυτό το σημείο. Η πνευματική κατάσταση της εκκλησίας στην 

Κόρινθο  γίνεται  κίνητρο  για  τον  Παύλο  για  να  υπενθυμίσει  και  βαθύτερα  να 

εξηγήσει  την  πεμπτουσία  της  χριστιανικής  πίστεως,  την  οποία  όπως  φαίνεται, 

αρκετοί πιστοί είχαν ξεχάσει. Στη διδασκαλία του αποστόλου Παύλου, υπάρχει και 

το πνευματικό θεμέλιο, στο οποίο βασίστηκαν μετέπειτα οι «δια Χριστόν σαλοί». 

Ο  απόστολος  των  εθνών  ήταν  αναγκασμένος  να  μιλήσει  δια  της  επιστολής 

του  προς  τους  χριστιανούς  της  Κορίνθου,  γιατί  μεταξύ  αυτών  δημιουργήθηκαν 

κάποια σχίσματα που απειλούσαν την ενότητα της τοπικής τους εκκλησίας. Αυτές 

οι  αντιπαραθέσεις  ήταν  ο  καρπός  της  υψηλοφροσύνης  και  της  υπερηφάνειας 

κάποιων  χριστιανών  που  καμάρωναν  για  την  κοσμική  τους  σοφία.  Ο  Παύλος 

συνειδητοποίησε  καλά,  ότι  οι  Κορίνθιοι  έπεσαν  σε  πειρασμό  να  κρίνουν  τον 

κηρυττόμενο  Χριστό  με  κοσμικά  και  όχι  με  πνευματικά  κριτήρια.  Γι᾿  αυτό,  αυτός 

που  γέννησε  πνευματικά  με  το  κήρυγμα  του  ευαγγελίου  τους  Κορινθίους,  τώρα 

37 Βλ. Lidell‐Scott, τόμ. 3, σ. 206. 
38
τους λέει: «εἴ τις δοκεῖ σοφὸς εἶναι ἐν ὑμῖν ἐν τῷ αἰῶνι τούτῳ, μωρὸς γενέσθω, ἵνα 

γένηται  σοφός»38.  Ο  άγιος  Ιωάννης  Χρυσόστομος  εξηγώντας  αυτό  το  απόσπασμα, 

λέει  ότι  ο  απόστολος  Παύλος  προτρέπει  να  γίνουμε  μωροί  για  τη  ζωή  αυτή,  γιατί 

μόνο τότε μας δίδεται η αληθινή σοφία. Και γίνεται μωρός δια τον κόσμο αυτός που 

περιφρονεί τη σοφία του κόσμου39. Ο ίδιος πατέρας συνεχίζοντας την ερμηνεία του 

προσθέτει:  «Ὥσπερ  οὖν  ὁ  σταυρὸς,  δοκῶν  ἐπονείδιστος  εἶναι,  μυρίων  γέγονεν 

αἴτιος  ἀγαθῶν,  καὶ  δόξης  ὑπόθεσις  ἀφάτου  καὶ  ῥίζα·  οὕτω  καὶ  ἡ  δοκοῦσα  μωρία 

εἶναι, σοφίας ἡμῖν αἰτία κατέστη»40. Στα δύο παραπάνω κείμενα, στη λέξη «μωρία» 

αποδίδεται θετικό περιεχόμενο. Στη συνέχεια όμως, ο Παύλος χρησιμοποιεί αυτό το 

όρο  και  με  την  αρνητική  του  σημασία  προσθέτοντας:  «ἡ  γὰρ  σοφία  τοῦ  κόσμου 

τούτου μωρία παρὰ τῷ θεῷ ἐστιν»41. Με πολύ ωραίο τρόπο αυτό το απόσπασμα της 

Α’  προς  Κορινθίους  επιστολής,  ερμηνεύει  ο  όσιος  Νικόδημος  ο  Αγιορείτης.  «Ἡ 

σοφία  …  τοῦ  κόσμου  εἶναι  μωρία  κοντά  εἰς  τόν  Θεόν  ὄχι  μόνον  διατί  αὐτή  δέν 

χρησιμεύει εἰς τήν ἀληθινήν καί θείαν σοφίαν, ἀλλά καί διατί ἐμποδίζει, ἐπειδή διά 

τήν οἴησιν καί τόν τύφον ὁποῦ προξενεῖ εἰς τούς ἔχοντας αὐτήν, δέν ἀφίνει αὐτούς 

νά μάθουν. Καί διά τοῦτο κάμνει αὐτούς νά μένουν πάντοτε εἰς τήν ἀγνωσίαν καί 

τήν ἀμάθειαν. Ὅθεν καί ὡς μωροί καί ἀνόητοι πιάνονται καί παγιδεύονται ἀπό τόν 

ὑπέρσοφον Θεόν»42. 

Το κήρυγμα για το σωτήρα Χριστό, και μάλιστα για τον εσταυρωμένο Χριστό, 

ήταν αδιανόητο και απαράδεκτο για τους μη χριστιανούς, τους Ιουδαίους και τους 

εθνικούς.  Οι  άνθρωποι  αυτοί,  που  ήταν  έξω  από  το  Σώμα  της  Εκκλησίας,  με 

μεγάλη δυσκολία θα μπορούσαν να  καταλάβουν τη χριστιανική διδασκαλία, γιατί 

αυτή ερχόταν σε αντιπαράθεση με τη λογική του κόσμου. Λόγου χάρη, η υπακοή, η 

38 Α’ Κορ. 3, 18. 
39  «Ὥσπερ  νεκρὸν  τῷ  κόσμῳ  κελεύει  γενέσθαι,  καὶ ἡ  νεκρότης  αὕτη  οὐδὲν  παραβλάπτει,  ἀλλὰ  καὶ 
ὠφελεῖ, ζωῆς αἰτία γινομένη· οὕτω καὶ μωρὸν κελεύει τῷ κόσμῳ τούτῳ γενέσθαι, σοφίαν ἐντεῦθεν 
ὑμῖν  τὴν  ἀληθῆ  προξενῶν.  Μωρὸς  δὲ  τῷ  κόσμῳ  γίνεται  ὁ  τὴν  ἔξωθεν  ἀτιμάζων  σοφίαν,  καὶ 
πεπεισμένος  μηδὲν  αὐτῷ  συντελεῖν  πρὸς  τὴν  τῆς  πίστεως  κατάληψιν.  Ὥσπερ  οὖν  ἡ  πενία  ἡ  κατὰ 
Θεὸν πλούτου αἰτία, καὶ ἡ ταπείνωσις, ὕψους, καὶ τὸ δόξης ὑπερορᾶν δόξης αἴτιον γίνεται· οὕτω καὶ 
τὸ μωρὸν γενέσθαι σοφώτερον πάντων ποιεῖ», Ομιλία εις την Α’ προς Κορινθίους 10, 1, PG 61, 81‐82. 
40 Ό. π., 82. 

41 Α’ Κορ. 3, 19. 

42  Νικοδήμου  Αγιορείτου,  Ερμηνεία  εις  τας  ΙΔ’  επιστολάς  του  αποστόλου  Παύλου,  έκδ.  Ορθόδοξος 

Κυψέλη, τόμ Α’, Θεσσαλονίκη 1999, σ. 412‐413. 
39
οποία  στην  Εκκλησία  κατέχει  την  σημαντική  θέση  στην  πνευματική  ζωή  του 

χριστιανού, για τον έξω κόσμο θεωρούταν σαν κάτι υποτιμητικό. Οι Ιουδαίοι και οι 

εθνικοί βλέποντας τα αληθινά μέλη της Εκκλησίας, ακόμα και μη έχοντας κάποιες 

σκοπιμότητες,  τους  θεωρούσαν  ως  τρελλούς  και  ανόητους,  ως  μωρούς.  Οι 

χριστιανοί  σαφώς  δεν  αντιδρούσαν,  έλεγαν  όμως,  ότι  δεν  είναι  απλά  μωροί,  αλλά 

μωροί δια Χριστόν. 

Στην  Α’  προς  Κορινθίους  επιστολή,  βρίσκεται  και  το  βιβλικό  θεμέλιο,  στο 

οποίο βασίστηκαν οι «δια Χριστόν σαλοί». Αυτό αποτελείται από τα δύο ακόλουθα 

κείμενα:  «ἀλλὰ  τὰ  μωρὰ  τοῦ  κόσμου  ἐξελέξατο  ὁ  θεὸς,  ἵνα  καταισχύνῃ  τοὺς 

σοφούς, καὶ τὰ ἀσθενῆ τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ θεὸς, ἵνα καταισχύνῃ τὰ ἰσχυρά»43 

και «ἡμεῖς μωροὶ διὰ Χριστόν, ὑμεῖς δὲ φρόνιμοι ἐν Χριστῷ· ἡμεῖς ἀσθενεῖς, ὑμεῖς δὲ 

ἰσχυροί·  ὑμεῖς  ἔνδοξοι,  ἡμεῖς  δὲ  ἄτιμοι.  ἄχρι  τῆς  ἄρτι  ὥρας  καὶ  πεινῶμεν  καὶ 

διψῶμεν  καὶ  γυμνιτεύομεν  καὶ  κολαφιζόμεθα  καὶ  ἀστατοῦμεν  καὶ  κοπιῶμεν 

ἐργαζόμενοι ταῖς ἰδίαις χερσίν· λοιδορούμενοι εὐλογοῦμεν, διωκόμενοι ἀνεχόμεθα, 

δυσφημούμενοι  παρακαλοῦμεν·  ὡς  περικαθάρματα  τοῦ  κόσμου  ἐγενήθημεν, 

πάντων  περίψημα  ἕως  ἄρτι»44.  Την  πρώτη  από  τις  δύο  παραπάνω  περικοπές,  ο 

όσιος  Νικόδημος  ο  Αγιορείτης  ερμηνεύει  με  το  ακόλουθο  τρόπο:  «Ἀληθῶς  τοῦτο 

εἶναι  μεγαλωτάτη καταισχύνη τῶν Ἑλλήνων, ὅταν αὐτοί ἰδοῦν ἕνα χριστιανόν  εἰς 

τό παζάρι ἀμαθῆ καί ἰδιώτην καί τέχνην χονδρήν καί βαναυσικήν ἐργαζόμενον, νά 

φιλοσοφῇ περί Θεοῦ καί τῶν θείων περισσότερον ἀπό αὐτούς. Καί ὅταν ἰδοῦν ἕνα 

ἀδύνατον καί  ποταπόν  χριστιανόν, νά  ταπεινώνῃ  καί  νά  ὑπερνικᾷ  τούς  δυνάστας 

τοῦ  κόσμου  καί  τούς  ἀξιωματικούς  καί  πλουσίους.  Τοῦτο  δέ  μάλιστα  νοεῖται  καί 

περί  τῶν  ἀποστόλων,  μωροί,  ἤτοι  ἀμαθεῖς  καί  ψαράδες  ὄντες,  ἐνίκησαν  καί 

κατῄσχυναν τούς σοφούς. Καί ἀσθενεῖς καί ἀδύνατοι ὄντες κατά τόν πλοῦτον καί 

δόξαν,  ἐντροπίασαν  τούς  δυνατούς  καί  ἐνδόξους»45.  Αυτή  η  ερμηνεία  του  οσίου 

Νικοδήμου  είναι  πάρα  πολύ  πετυχημένη  και  σε  πολλά  σημεία  της,  θυμίζει  τον 

τρόπο της δράσης και τις ενέργειες των «δια Χριστόν σαλών». Υπάρχουν όμως δύο 

πράγματα, στα οποία οι «σαλοί» τηρούν τη δική τους ιδιαιτερότητα. Πρώτα, αυτοί οι 

43 A’ Κορ. 1, 27. 
44 Α’ Κορ. 4, 10‐13.
45 Ερμηνεία εις τας ΙΔ’ επιστολάς του αποστόλου Παύλου, τόμ. Α’, σ. 384. 
40
εκλεκτοί  αθλητές  του  Θεού  δεν  περιορίζονται  μόνο  να  ντροπιάσουν  τους  σοφούς 

του  κόσμου  τούτου,  αλλά  κυρίως  απευθύνονται  στους  άλλους  χριστιανούς. 

Δεύτερον,  ο  τρόπος  με  το  οποίο  πραγματοποιούν  το  σκοπό  τους,  σχεδόν  πάντα 

μένει μυστηριώδης και ασύλληπτος για τους άλλους. 

Ο απόστολος Παύλος στην αρχή της δεύτερης προαναφερόμενης περικοπής 

του,  λέει:  «ἡμεῖς  μωροὶ  διὰ  Χριστόν,  ὑμεῖς  δὲ  φρόνιμοι  ἐν  Χριστῷ»46.  Ο  όσιος 

Νικόδημος  ο  Αγιορείτης  αυτό  το  χωρίο  ερμηνεύει  με  τον  εξής  τρόπο:  «  …  οὗτος  ὁ 

λόγος ἐλεγκτικός εἶναι, διότι ἐπειδή καί οἱ ἀπόστολοι ἐδέρνοντο καί κατεφρονοῦντο 

διά  τόν  Χριστόν  ὡς  μωροί  καί  ἀνόητοι,  οἱ  δέ  Κορίνθιοι  ἐτιμῶντο  καί  ὡς  σοφοί 

ἐνομίζοντο καί ὑπερηφανεύοντο πώς ταῦτα εἶναι κατά Χριστόν, διά τοῦτο ἐλέγχει 

αὐτούς ὁ ἀπόστολος. Καί πῶς εἶναι δυνατόν, λέγει, ὦ Κορίνθιοι, νά συμφωνήσουν 

τά  ἐναντία  εἰς  τά  αὐτά  φρονήματα,  ὁποῦ  ἐσεῖς  καί  ὑμεῖς  ἔχομεν;  Διότι  ἡμεῖς  μέν 

ἀτιμαζόμενοι  φρονοῦμεν  ὅτι  ἀτιμαζόμεθα  διά  τόν  Χριστόν,  ἐσεῖς  δέ  ἐξεναντίας 

τιμώμενοι  φρονεῖται  ὅτι  τιμᾶσθε  διά  τόν  Χριστόν.  Λοιπόν  τοῦτο  εἶναι  ἀδύνατον. 

Ὅθεν  ἀνάγκη  εἶναι  ἤ  ἡμεῖς  νά  μή  φρονοῦμεν  κατά  Χριστόν  ἤ  ἐσεῖς.  Ἀλλ᾿  ἐπειδή 

ἀνάξιον  καί  ἀνάρμοστον  εἶναι  οἱ  ἀπόστολοι  τοῦ  Χριστοῦ  νά  μή  φρονοῦν  κατά 

Χριστόν, λοιπόν ἐσεῖς εἶσθε ὁποῦ δέν φρονεῖται κατά Χριστόν, καί ἀκολούθως ἐσεῖς 

εἶσθε ἐσφαλμένοι»47. 

Από την παραπάνω ερμηνεία φαίνεται, ότι τα λόγια του αποστόλου Παύλου 

«εμείς μωροί για τον Χριστόν» μπορούν να ισχύουν για όλους τους χριστιανούς, στο 

βαθμό όμως, στον οποίο αυτοί ακολουθούν αληθινά το Χριστό. Οι Κορίνθιοι στους 

οποίους απευθύνεται ο απόστολος, απεναντίας, δεν μπορούν να ονομαστούν μωροί 

για  τον  Χριστό,  γιατί  κατάλαβαν  εσφαλμένα  τα  λόγια  του  Χριστού,  τα  οποία  και 

εφήρμοσαν  λανθασμένα  στις  πράξεις  τους.  Ωστόσο,  η  ονομασία  «μωρός  δια 

Χριστόν»,  περισσότερο  από  όλους  ισχύει  για  τους  Αγίους  Αποστόλους,  οι  οποίοι 

αφιέρωσαν  ολόκληρη  τη  ζωή  τους  για  το  Χριστό.  Για  τον  συγκεκριμένο  λόγο,  στο 

σημείο  αυτό  μπορούμε  να  πούμε  με  ευρεία  πάντοτε  έννοια,  ότι  στη  ζωή  της 

Εκκλησίας,  οι  πρώτοι  «δια  Χριστόν  σαλοί»  στα  μάτια  του  κόσμου,  ήταν  οι 

46 Α’ Κορ. 4, 10. 
47 Ερμηνεία εις τας ΙΔ’ επιστολάς του αποστόλου Παύλου, τόμ. Α’, σ. 423. 
41
απόστολοι  του  Χριστού.  Αλλά  όμως,  αν  τους  ονομάσει  κάποιος  «δια  Χριστόν 

σαλούς»,  τότε  τι  θα  πει,  λόγου  χάρη,  για  τον  άγιο  Ανδρέα  και  τους  υπόλοιπους 

«σαλούς». Και οι απόστολοι και οι «δια Χριστόν σαλοί» αθλητές ήταν μαθητές του 

Κυρίου,  όλοι  αυτοί  ακολούθησαν  το  Χριστό.  Όλοι  βάδισαν  την  κατά  Θεό  ζωή,  της 

οποίας  το  μέτρο,  άλφα  και  ωμέγα,  είναι  η  ταπεινοφροσύνη  ‐  το  «ζῆν»  των  «δια 

Χριστόν  σαλών».  Η  επίσημη  όμως  διαφορά  μεταξύ  των  δυο  βρίσκεται  στη 

διαφορετική  κλήση  από  το  Θεό.  Τους  πρώτους,  τους  κάλεσε  ο  Κύριος  να  γίνουν 

απόστολοι, τους δεύτερους δε, να γίνουν «δια Χριστόν σαλοί». Με τον τρόπο αυτό, 

κάθε  χριστιανός  ο  οποίος  ολόψυχα  και  αφοσιωμένα  διακονεί  την  Εκκλησία  του 

Χριστού,  με  ευρεία  πάντα  έννοια  μπορεί  να  χαρακτηριστεί  ως  «μωρός  δια  τον 

Κύριο». Ωστόσο για να γίνει η μωρία ο τρόπος όλης της ζωής του, χρειάζεται ειδική 

κλήση από το Θεό.  

Εκτός  από  τα  πνευματικά  θεμέλια,  στην  Α’  προς  Κορινθίους  επιστολή,  οι 

«δια  Χριστόν  σαλοί»  βρίσκουν  και  τα  προσχήματα  της  εξωτερικής  τους 

συμπεριφοράς.  Το  συγκεκριμένο  απόσπασμα  του  αποστόλου  Παύλου, 

μεταφρασμένο  στη  δημοτική  ελληνική,  αποδίδει  άριστα  το  νόημα  αυτού  του 

κειμένου. «Ως αυτή την ώρα πεινάμε, διψάμε, γυρνάμε με κουρέλια, ξυλοδαρμένοι, 

από  τόπο  σε  τόπο  χωρίς  σπίτι,  ...    Στους  εμπαιγμούς  απαντάμε  με  καλά  λόγια, 

στους διωγμούς με υπομονή, στις συκοφαντίες με λόγια φιλικά. Καταντήσαμε σαν 

τα  σκουπίδια  όλου  του  κόσμου,  ως  αυτή  την  ώρα  θεωρούμαστε  τα  αποβράσματα 

της κοινωνίας.»48. 

*   *   * 

Μετά από τη μικρή έκθεση, αναφερόμενη στη χρήση του όρου «μωρός» στην 

Καινή  Διαθήκη,  θα  δοθεί  ο  λόγος  στους  Πατέρες  της  Εκκλησίας  και  στους 

εκκλησιαστικούς συγγραφείς, στα κείμενα των οποίων βρίσκονται επίσης οι λέξεις 

μωρός  και  μωρία.  Πρέπει  να  ειπωθεί  εξ  αρχής,  ότι  οι  Πατέρες  της  Εκκλησίας 

  Α’  Κορ.  4, 11‐13.  Η  Καινή Διαθήκη.  Το πρωτότυπο  κείμενο  με  μετάφραση  στη  δημοτική,  μετάφρ.  Π. 
48

Βασιλειάδης, Ι. Γαλάνης, Γ. Γαλίτης, Ι. Καραβιδόπουλος, έκδ. Ελληνική Βιβλική Εταιρία, Αθήνα 1989. 
42
χρησιμοποιούν  τις  λέξεις  αυτές  με  το  παρόμοιο  τρόπο  όπως  οι  συγγραφείς  της 

Καινής  Διαθήκης,  είτε  με  την  θετική  είτε  με  την  αρνητική  τους  έννοια,  πάντα 

εξαρτώμενοι από τις περιστάσεις. Πρώτ᾿ απ᾿ όλα, με τη λέξη μωρία χαρακτηρίζουν 

τον  τρόπο  σκέψεως  και  της  συμπεριφοράς  των  αληθινά  ανόητων  ανθρώπων.  Για 

τους διαδόχους των αποστόλων αυτό τον χαρακτηρισμό τον άξιζαν οι αιρετικοί, τα 

μέλη της Εκκλησίας που αδιαφορούσαν για την σωτηρία τους και γενικώς όλοι όσοι 

ήταν  διαποτισμένοι  με  το  κοσμικό  πνεύμα.  Ο  αντίπαλος  του  Νεστορίου  άγιος 

Κύριλλος Αλεξανδρείας, σε ένα από τα έργα του, απαντώντας στις αντιθέσεις των 

Χριστομάχων, γράφει περί αυτών τα εξής: «Εἰς τοῦτο δὲ ἤδη μωρίας ἐλαύνουσιν ὡς 

οἴεσθαι κατὰ χάριν ἔχοντας τὸ καλεῖσθαι θεοὺς, ὁμοίους εἶναι δύνασθαι κατὰ τὴν 

φύσιν  τοῦ  τὴν  χάριν  ἐπιδεδωκότος»49.  Ο  άγιος  Συμεών  ο  Νέος  Θεολόγος  ονομάζει 

μωρούς,  τους  αμετανόητους  χριστιανούς.  Γράφει  συγκεκριμένα:  «Δοκοῦντες  γὰρ 

εἶναι σοφοί, μωροὶ τῷ ὄντι γεγόνασιν, ὥσπερ ἐξεστηκότες καὶ ἔκφρονες τὰς ἑαυτῶν 

ἡμέρας οἱ δυστυχεῖς διερχόμενοι καὶ μηδὲν τῶν τοῦ Χριστοῦ μυστηρίων εἰδότες, ὡς 

δεῖ»50. Ο ίδιος πατέρας μιλώντας για τους σαρκικούς ανθρώπους, δηλώνει ότι αυτοί 

δεν μπορούν να εννοήσουν τα μυστήρια του Πνεύματος, γιατί αυτά φαίνονται για 

αυτούς ως μωρία51. 

Πολλοί  όμως  Πατέρες,  έχοντας  ως  αφετηρία  την  Α’  προς  Κορινθίους 

επιστολή,  συνεχίζουν  να  ασχολούνται  με  την  αληθινή  σοφία  του  Θεού 

προσπαθώντας  να  ερμηνεύσουν  τα  λόγια  του  αποστόλου  Παύλου.  Ο  απόστολος 

των  εθνών  λέει:  «ὅτι  τὸ  μωρὸν  τοῦ  θεοῦ  σοφώτερον  τῶν  ἀνθρώπων  ἐστὶν  καὶ  τὸ 

ἀσθενὲς τοῦ θεοῦ ἰσχυρότερον τῶν ἀνθρώπων»52. Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής 

αυτό  το  απόσπασμα  της  επιστολής  του  απ.  Παύλου  εξηγεί  πολύ  βαθιά  και 

συστηματικά·  ονομάζει  μωρία  και  ασθένεια  του  Θεού  όλο  το  μυστήριο  της 

συγκατάβασης του Θεού με την ενσάρκωσή Του και την επί γης Παρουσία Του προς 

τους  ανθρώπους.  Η  ενανθρώπηση  του  Λόγου  έχει  υπερβεί  κάθε  όριο  φύσης, 

δύναμης  και  ενέργειας,  κάθε  τάξη  και  αρμονία,  και  ονομάστηκε  μωρία  και 

49 Η Βίβλος των θησαυρών 12, PG 75, 197C. 
50 Θεολογικός 1, 332‐335, έκδ. J. Darrouzès, SC 122, Paris 1966, σ. 120. 
51 Βλ. Κεφάλαια 3, 43, έκδ. J. Darrouzès, SC 51 bis, Paris 1980, σ. 144. 

52 Α’ Κορ. 1, 25. 
43
ασθένεια,  λόγω  της  υπερβολικής  σοφίας  και  δύναμης  που  περιέχει 53.  Την 

περισσότερη  εξήγηση  στο  χωρίο  του  αποστόλου  Παύλου  ο  ίδιος  συγγραφέας  δίνει 

χρησιμοποιώντας τις γνωστές και συνήθεις γι᾿ αυτόν θεολογικές παρομοιώσεις. Ο 

άγιος Μάξιμος λέει ότι την ενανθρώπηση του Θεού Λόγου την ονομάζουν κένωση, 

όμως στην πραγματικότητα αυτή είναι γεμάτη από σοφία, δύναμη και σωτηρία. Το 

τρόπαιο  του  σταυρού  το  αποκαλούν  ασθένεια  του  Θεού,  με  αυτή  όμως 

κατανικήθηκαν με θάνατο όλες οι πονηρές και αόρατες δυνάμεις του διαβόλου. Με 

το  ίδιο  τρόπο  ονομάσθηκε  και  «μωρία  Θεού»  η  σύνεση  του  Θεού,  που  υπερβαίνει 

κάθε σοφία και επιστήμη των ανθρώπων54. 

Ο  άγιος  Μάξιμος  ο  Ομολογητής  εξηγεί  επίσης  την  διαφορά  που  υπάρχει 

μεταξύ  της  μωρίας  του  Θεού  και  της  μωρίας  των  ανθρώπων.  Η  μωρία  των 

ανθρώπων  σημαίνει  στέρηση  της  σοφίας,  της  δύναμης,  της  φρόνησης,  ενώ  με  τη 

μωρία του Θεού πρέπει να εννοούνται φανερά η υπερβολή της σοφίας, της δύναμης 

και  της  φρόνησης55.  Πολύ  ωραία  για  τον  άνθρωπο  που  κυριεύεται  από  την  κατά 

κόσμο  σοφία  –  δηλαδή  την  αληθινή  μωρία,  μιλάει  ο  άγιος  Συμεών  ο  Νέος 

Θεολόγος.  Αυτός  ο  πατέρας  λέει  ότι  τέτοιο  πρόσωπο  είναι  μωρόσοφο  λόγω  της 

πολυμάθειάς του. Αυτός ο άνθρωπος ποτέ δεν θα γνωρίσει τα μυστήρια του Θεού, 

αν πρώτα δεν ταπεινωθεί και γίνει μωρός  – κατά Θεό μωρός, αποβάλλοντας μαζί 

με τη γνώση που κατέχει και την οίησή του. Όποιος ενεργήσει έτσι και ακολουθεί 

με αδίστακτη πίστη τους σοφούς στα θεία, αυτός θα φωτιστεί από το θείο Πνεύμα 

και θα γίνει αληθινός μαθητής του Θεού56. 

Η παραπάνω ερμηνεία δείχνει ότι κάθε χριστιανός ο οποίος στη ζωή του δεν 

στηρίζεται στις δικές του δυνάμεις, αλλά προσβλέπει αποκλειστικά προς το Θεό και 

προς τη βοήθειά του, μπορεί να ονομαστεί μωρός κατά το Θεό. Γι᾿ αυτό το λόγο και 

ο  Μέγας  Βασίλειος  στους  «Όρους  κατ᾿  επιτομήν»,  απαντώντας  στην  ερώτηση:  πώς 

μπορεί να γίνει κανείς «μωρός» σε αυτό τον κόσμο, μεταξύ άλλων λέει: «καὶ πᾶσαν 

οἴησιν  συνέσεως  ἀποβαλὼν,  μὴ  πρότερόν  τι  τῶν  ἰδίων  λογισμῶν  ὡς  ἀγαθὸν 

53 Βλ. Περί αποριών, PG 91, 1409ΑΒ. 
54 Βλ. Σχόλια εις το περί θείων ονομάτων 7, PG 4, 341Β. 
55 Βλ. Περί αποριών, PG 91, 1409ΒC. 

56 Βλ. Κεφάλαια 3, 84, SC 51 bis, σ. 172‐174. 
44
ἐγκρίνῃ,  μήτε  μὴν  λογίσηταί  τι  τὴν  ἀρχὴν,  πρὶν  ἂν  ὑπ᾿  αὐτῆς  τοῦ  Κυρίου  τῆς 

ἐντολῆς  συνεθισθῇ  πρὸς  τὸ  ἀρέσκον  τῷ  Θεῷ  εἴτε  ἐν  ἔργῳ,  εἴτε  ἐν  λόγῳ,  εἴτε  ἐν 

ἐνθυμήσει»57. Το ταπεινό φρόνημα πρέπει να χαρακτηρίζει όλους τους χριστιανούς, 

ανεξαρτήτως  της  μόρφωσης  τους  ή  της  θέσης  την  οποία  κατέχουν  αυτοί  στην 

Εκκλησία. Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα από το κείμενο του αγίου Γρηγορίου Παλαμά. 

Αυτός  ο  μεγάλος  θεολόγος,  που  ήταν  πολύ  μορφωμένος,  και  άφησε  πολλά 

σπουδαία κείμενα, αποκαλεί τον εαυτό του άσοφο. Επιπλέον συμβουλεύοντας τους 

άλλους  να  δίνουν  τη  μεγαλύτερη  προσοχή  στα  κείμενα  των  πατέρων  της 

Εκκλησίας,  μιλάει  για  «τῇ  τῶν  πατέρων  ἰδιωτείᾳ»,  δηλαδή  την  αγραμματοσύνη 

τους58.  Ο  άγιος  Γρηγόριος  Παλαμάς  συνεχίζοντας  το  λόγο  του  για  τους  Πατέρες, 

λέει ότι «ἐκεῖνοι μετὰ τῆς μωρίας τοῦ εὐαγγελίου τοῦ διδασκαλείου τῆς θεολογίας 

ἀσφαλεῖς  προστάται,  τοῦ  τῆς  ἀληθοῦς  σοφίας  πνεύματος  τοῖς  πνεύμασι  τούτων 

ἐφιζάνοντος  καὶ  “διδακτοὺς  θεοῦ”  ποιοῦντος  τοὺς  αὐτοῖς  φοιτῶντας»59.  Από  τη 

σκέψη του αγίου Γρηγορίου Παλαμά και των άλλων πατέρων, φαίνεται ξεκάθαρα 

ότι  η  μωρία  του  ευαγγελίου,  όπως  και  η  μωρία  όλων  των  χριστιανών  οι  οποίοι 

προσπαθούν  να  ζουν  κατά  τα  προστάγματα  του  Κυρίου,  έχει  θετικό  περιεχόμενο. 

Με  αυτό  το  τρόπο  η  κατά  Θεόν  μωρία  αποτελεί  το  συνηθισμένο,  ωφέλιμο  και 

αναπόσπαστο μέρος της εμπειρικής ζωής των μελών της Εκκλησίας του Χριστού. 

Τη λέξη μωρός μπορεί επίσης να βρει κάποιος στις ψυχωφελείς διηγήσεις και 

στα αποφθέγματα οσίων και θεάρεστων ανδρών. Αν και σε τέτοια κείμενα ο όρος 

χρησιμοποιείται  σπάνια.  Και  αν  αυτό  συμβαίνει,  οι  συγγραφείς  των  έργων  αυτών 

συνήθως  προσπαθούν  να  δώσουν  στη  λέξη,  τη  θετική  της  σημασία.  Αυτό  γίνεται 

για  δύο  λόγους.  Πρώτον,  οι  «διηγήσεις»  και  τα  «αποφθέγματα»,  αποσκοπούν 

κυρίως  στην  πνευματική  οικοδόμηση  των  πιστών.  Γι᾿  αυτό  το  λόγο,  τα  κείμενα 

τέτοιου  είδους  αποφεύγουν  την  αρνητική  χρήση  του  όρου  μωρός,  στον  οποίο, 

ωστόσο,  ο  απόστολος  Παύλος  προσέδωσε  τόσο  μεγάλη  και  θετική  σημασία. 

Δεύτερον,  οι  ψυχωφελείς  διηγήσεις  και  τα  αποφθέγματα,  για  να  χαρακτηρίσουν 

57 Όροι κατ᾿ επιτομήν 274, PG 31, 1272CD. 
58 Βλ. Επιστολή Α’ προς Βαρλαάμ 30, Γρηγορίου του Παλαμά, Συγγράμματα, τόμ. Α’, σ. 243. 
59 Ό. π., 31, σ. 243. 
45
τον  απρεπή  άνθρωπο,  αντί  για  τον  όρο  μωρός,  χρησιμοποιούν  συνήθως  τη  λέξη 

σαλός. 

Στα αναφερόμενα παραπάνω κείμενα το επίθετο μωρός περισσότερες φορές 

χρησιμοποιείται με την έννοια που έχει εισαγάγει ο απόστολος Παύλος, στα πρώτα 

κεφάλαια  της  Α’  προς  Κορινθίους  επιστολής  του.  Μια  διήγηση,  η  οποία  βρίσκεται 

στο Γεροντικό, είναι άριστο παράδειγμα αυτού του είδους αναφοράς στα λόγια του 

αποστόλου  Παύλου.  Η  διήγηση  αυτή  είναι  η  ακόλουθη:  «Ἀδελφὸς  ἠρώτησέ  τινα 

Γέροντα λέγων· Πῶς τις γίνεται μωρὸς διὰ τὸν Κύριον; Λέγει αὐτῷ ὁ Γέρων· Παιδίον 

ἦν εἰς κοινόβιον καὶ ἐδόθη Γέροντι καλῷ ἵνα ἀνάγῃ αὐτὸ καὶ διδάσκῃ τὸν φόβον τοῦ 

Θεοῦ·  καὶ  ἔλεγεν  αὐτῷ  ὁ  Γέρων·  Ὅταν  ὑβρίσῃ  σέ  τις,  εὐλόγησον  αὐτὸν  καὶ,  ἐὰν 

καθίσῃς ἐπὶ τραπέζης, φάγε τὰ σαπρὰ καὶ ἄφες τὰ καλὰ καί, ἐὰν πρόκειται ἱμάτιον 

ἐκλέξασθαι, ἄφες τὸ καλὸν καὶ λάβε τὸ σαπρόν. Λέγει αὐτῷ τὸ παιδίον· Μωρός εἰμι 

ὅτι  λέγεις  μοι  ταῦτα  ποιεῖν;  Λέγει  ὁ  Γέρων·  Διὰ  τοῦτο  λέγω  σοι  ποιεῖν  ταῦτα,  ἵνα 

γένῃ μωρὸς διὰ τὸν Κύριον, ἵνα σοφίσῃ σε ὁ Κύριος»60. Αυτό το κείμενο εξηγεί και 

δείχνει  έμπρακτα,  με  πιο  τρόπο  μπορεί  κάποιος  να  γίνει  μωρός  για  χάρη  του 

Κυρίου. Η διήγηση του γέροντα αναπληρώνει αυτά, όσα ειπώθηκαν παραπάνω από 

τους  Πατέρες,  οι  οποίοι  προσπάθησαν  να  ερμηνεύσουν  τα  λόγια  του  αποστόλου 

Παύλου  στην  Α’  προς  Κορινθίους  επιστολή  του.  Το  απόσπασμα  από  το  Γεροντικό, 

επιβεβαιώνει  επίσης  την  άποψη  που  λέει,  ότι  με  ευρεία  έννοια,  κάθε  χριστιανός 

μπορεί να γίνει μωρός για το Χριστό. 

Στις  ψυχωφελείς  διηγήσεις  και  στα  αποφθέγματα  οσίων  και  θεάρεστων 

ανδρών,  συμπεριλήφθηκαν  και  κάποιοι  σύντομοι  βίοι  αγίων  και  εντίμων 

προσώπων. Σε αυτούς τους βίους, εμφανίζονται και οι εκφράσεις: «προσποιούμενος 

μωρίαν»61, «ὑποκρινόμενον τὴν μωρίαν»62, «διὰ τὸν Χριστὸν ὑποκρινομένη μωρία»63 

και  άλλες  παρόμοιες.  Οι  παραπάνω  εκφράσεις  χαρακτηρίζουν  συγκεκριμένα  τη 

συμπεριφορά  κάποιων  ανωνύμων  είτε  επωνύμων  ασκητών,  προικισμένων  με 

60  Το  Μέγα  Γεροντικόν.  Θεματική  συλλογή,  έκδ.  Ι.  Ησυχαστηρίου  «Το  Γενέσιον  της  Θεοτόκου»,  τόμ. 
Α’, Πανόραμα Θεσσαλονίκης 22000, σ. 118. 
61 Το Μέγα Γεροντικόν. Θεματική συλλογή, έκδ. Ι. Ησυχαστηρίου «Το Γενέσιον της Θεοτόκου», τόμ. Β’, 

Πανόραμα Θεσσαλονίκης 1995, σ .456. 
62 Ό. π., σ. 458. 

63 Παλλαδίου Ελενουπόλεως, Λαυσαϊκή ιστορία 41, PG 34, 1106A. 
46
αρετές, αλλά υποκρινόμενων τη μωρία (σαλότητα) για χάρη του Χριστού. Σ᾿ αυτές 

τις  συνοπτικές  αφηγήσεις,  οι  οποίες  είναι  πολύ  κοντά  στους  επίσημους  βίους  των 

«δια  Χριστόν  σαλών»,  η  χρήση  των  λέξεων  μωρός  και  μωρία,  είναι  κάτι 

συνηθισμένο.  Οι  συγγραφείς  αυτών  των  έργων  χρησιμοποιούν  αυτούς  τους  όρους 

για  να  χαρακτηρίσουν  τους  συγκεκριμένους  ασκητές  και  τη  συμπεριφορά  τους,  οι 

οποίοι  τελικά  αξιώθηκαν  να  ονομαστούν  από  το  πλήρωμα  της  Εκκλησίας  ως  οι 

«δια Χριστόν σαλοί». 

3. Η «σαλότητα» στα εκκλησιαστικά συγγράμματα 

Οι  λέξεις  «σαλός»  και  «σαλότητα»  δεν  υπάρχουν  αρχικά  στην  αρχαία 

ελληνική  γλώσσα.  Γι᾿  αυτό  το  λόγο  δεν  χρησιμοποιούνται  αυτοί  οι  όροι  και  στα 

κείμενα της Καινής Διαθήκης. Οι δύο αυτές λέξεις παρουσιάζονται στην ελληνική 

γλώσσα  μόνο  κατά  τη  βυζαντινή  περίοδο.  Το  επίθετο  «σαλός»  όταν  εμφανίστηκε 

σήμαινε «ἀνόητος, μωρός, ἠλίθιος». Από αυτόν τον όρο δημιουργήθηκε μετέπειτα η 

λέξη  «σαλότης»,  η  οποία  ήταν  συνώνυμη  με  τις  λέξεις  «μωρία,  εὐήθεια, 

ἠλιθιότης»64. Η ετυμολογία και η προέλευση της λέξης «σαλός», δεν διευκρινίστηκε 

μέχρι σήμερα ομοφώνως ούτε από τους ειδικούς αυτού του θέματος, αν και πολλοί 

επιστήμονες  προσπάθησαν  να  δώσουν  απάντηση  σε  αυτό  το  ζήτημα 65.  Η  πιο 

πειστική από όλες τις απόψεις, είναι η γνώμη, ότι ο όρος σαλός προέρχεται από τη 

συγγενή του λέξη «σαλεύω». Το ρήμα «σαλεύω» σημαίνει κινώ, ταράσσω, αλλά και 

κινούμαι,  ανησυχώ  και  ταράσσομαι66.  Με  αυτή  την  έννοια  η  λέξη  «σαλεύω» 

χρησιμοποιείται  στην  Παλαιά  όπως  και  στην  Καινή  Διαθήκη.  O  προφήτης  Δαβίδ 

λέει για τον Ιησού: «προωρώμην τὸν κύριον ἐνώπιόν μου διὰ παντός, ὅτι ἐκ δεξιῶν 

μού ἐστιν, ἵνα μὴ σαλευθῶ»67. Ο ευαγγελιστής Λουκάς λέει, ότι όταν οι Ιουδαίοι της 

64 Βλ. Lidell‐Scott, τόμ. 4, σ. 35. 
65
Για  τις  υπάρχουσες  σήμερα  απόψεις,  σχετικά  με  την  προέλευση  και  την  ετυμολογία  του  όρου 
«σαλός», βλ. Παν. Σ. Μαρτίνη, Ο Σαλός άγιος Ανδρέας και η σαλότητα στην Ορθόδοξο εκκλησία, έκδ. 
Τήνος, Αθήνα 1988, σ. 14‐15.
66 Βλ. Lidell‐Scott, τόμ. 4, σ. 34. 

67 Ψλ. 15, 8· Πραξ. 2, 25. 
47
Θεσσαλονίκης  έμαθαν  πως  και  στη  Βέροια  κήρυξε  ο  Παύλος  το  λόγο  του  Θεού 

«ἦλθον  κἀκεῖ  σαλεύοντες  καὶ  ταράσσοντες  τοὺς  ὄχλους»68.  Ο  απόστολος  Παύλος 

γράφοντας  προς  τους  Θεσσαλονικείς  περί  της  δεύτερης  παρουσίας  του  Χριστού 

παραγγέλλει: «μὴ ταχέως σαλευθῆναι ὑμᾶς ἀπὸ τοῦ νοὸς μηδὲ θροεῖσθαι, μήτε διὰ 

πνεύματος  μήτε  διὰ  λόγου  μήτε  δι᾿  ἐπιστολῆς  ὡς  δι᾿  ἡμῶν,  ὡς  ὅτι  ἐνέστηκεν  ἡ 

ἡμέρα  τοῦ  κυρίου»69.  Όπως  φαίνεται  από  τις  παραπάνω  περικοπές,  η  λέξη 

«σαλεύω»  χρησιμοποιείται  στην  Αγία  Γραφή  αποκλειστικά  με  την  αρνητική 

σημασία  της70.  Γνωρίζουμε  όμως  ότι  ο  απόστολος  Παύλος  στους  αρνητικής 

σημασίας  όρους  «μωρός»  και  «μωρία»  δίνει  επιπλέον  κατά  περίπτωση  και  θετικό 

περιεχόμενο71,  γεγονός  το  οποίο  συνέβαλε  μετέπειτα  στη  δημιουργία  του  θετικού 

για  τους  χριστιανούς  όρου  «μωρός  δια  Χριστόν».  Την  ίδια  εξέλιξη  μπορεί  κάποιος 

να  υποθέσει  και  για  την  περίπτωση  των  παράγωγων  λέξεων  «σαλεύω»  και 

«σαλός». Κατά το παραπάνω παράδειγμα του απ. Παύλου, οι κατοπινοί χριστιανοί 

θα  μπορούσαν  να  προσδώσουν  σε  αυτούς  τους  όρους  και  θετικό  περιεχόμενο, 

καταλήγοντας  στη  δημιουργία  της  τελικής  μορφής  «δια  Χριστόν  σαλός»  και  «δια 

Χριστόν σαλότητα»72. 

68 Βλ. Πραξ. 17, 13. 
69 Β’ Θεσ. 2, 2. 
70 Βλ. λ. χ. Α’ Κορ. 1, 20 και Ρωμ. 1, 22. 

71 Βλ. πιο πάνω σ. 37‐38 αυτής της εργασίας. 

72  Πολύ  βοηθητικό  σε  αυτό  το  σημείο  θα  είναι  ένα  άλλο  παράδειγμα,  στο  οποίο  εμφανίζεται  μια  

παρόμοια αλλαγή της σημασίας μιας συγκεκριμένης λέξεως. Σε ένα περιστατικό από τις «Πράξεις 
των Αποστόλων», ο Λουκάς γράφει ότι την ημέρα της Πεντηκοστής όλοι οι απόστολοι πλημμύρισαν 
από το Άγιο Πνεύμα και άρχισαν να μιλούν σε άλλες γλώσσες. Όταν πλήθος ανθρώπων από όλα τα 
μέρη του κόσμου άκουσε τους αποστόλους να μιλάνε στη δική τους  γλώσσα, «ἐξίσταντο» ‐ δηλαδή 
έγιναν κατάπληκτοι (βλ. Πραξ. 2, 7). Όλοι έμεναν εκστατικοί και απορούσαν, λέγοντας ο ένας στον 
άλλο:  τι  να  σημαίνει  άραγε  αυτό;  Άλλοι  όμως  χλεύαζαν  και  έλεγαν:  είναι  πολύ  μεθυσμένοι(βλ. 
Πραξ.  2,  12‐13).  Για  ολόκληρο  αυτό  το  περιστατικό  βλ.  Πραξ.  2,  1‐13.  Ο  Παναγιώτης  Τρεμπέλας 
εξηγώντας  το  στίχο  2,  7  αναφέρει:  «Ἐξίστασθαι  ἀπαντᾷ  ἐν  τῇ  Κ.  Δ.  καὶ  παρὰ  τοῖς  Ο’  σχεδὸν 
ταυτόσημον  πρὸς  τὸ  θαυμάζειν  (Πράξ.  η  13,  θ  21  καὶ  ἀλλ.)·  ἀρχικῶς  ὅμως  ἐξυπακουομένης  τῆς 
φράσεως  “τοῦ  φρονεῖν”  σημαίνει  μαίνεσθαι  πρβλ.  Μάρκ.  γ  21,  Β’  Κορ.  ε  13(β)»,  Υπόμνημα  εις  τας 
Πράξεις  των  Αποστόλων,  έκδ.  Αδελφότης  θεολόγων  «Ο  Σωτήρ»,  Αθήναι  31991,  σ.  83.  Από  την 
ερμηνεία του Τρεμπέλα φαίνεται πεντακάθαρα, ότι η λέξη «ἐξίστημι» όχι μόνο είχε αλλάξει κατά τη 
διάρκεια  του  χρόνου  τη  σημασία  της,  αλλά  μπορούσε  να  χαρακτηρίσει  ακόμα  και  τις  αντίθετες 
μεταξύ τους πνευματικές καταστάσεις. Σε αυτό το συμβάν, του οποίου μάρτυρες ήταν οι απόστολοι, 
μπορεί  κάποιος  να  παρατηρήσει  και  ένα  άλλο  χρήσιμο  πράγμα  για  αυτή  την  μελέτη.  Από  την 
παραπάνω διήγηση φαίνεται ξεκάθαρα, ότι η οποιαδήποτε θεϊκή ενέργεια όταν εκδηλώνεται μέσα 
στον  κτιστό  κόσμο,  μπορεί  να  φανεί  εξωτερικά  ακατανόητη  ή  ακόμα  και  παράξενη.  Η  διάφορη 
αντίδραση  του  όχλου  δείχνει,  ότι  κάθε  πνευματικό  φαινόμενο  μπορεί  να  ερμηνευθεί  με  ποικίλο 
48
Οι  Πατέρες  της  Εκκλησίας,  όπως  ειπώθηκε  νωρίτερα,  δεν  προσπάθησαν  να 

δώσουν  θεολογικές  ερμηνείες  του  φαινομένου  της  «δια  Χριστόν  σαλότητας». 

Συνεπώς, αυτοί οι στυλοβάτες της ορθόδοξης πίστης, ούτε επιχείρησαν να κάνουν 

κάποια  θεολογική  ερμηνεία  των  λέξεων  «σαλός»  και  «σαλότητα».  Όμως, 

παρατηρούμε  επίσης  πως  ούτε  και  οι  σύγχρονοι  ειδικοί  επιστήμονες  δεν 

αποπειράθηκαν  να  προβούν  σε  κάποια  ανάλογη  ερμηνεία.  Είναι  επίσης 

αξιοσημείωτο,  ότι  κανένας  από  τους  μελετητές  ασχολούμενος  με  το  θέμα  της 

«σαλότητας», δεν έδωσε προσοχή στη μεταφορική σημασία της λέξης «σαλεύω». Το 

ρήμα αυτό μεταφορικώς είχε και άλλες ερμηνείες, όπως: «περιπατῶ, κινοῦμαι ἐδῶ 

καὶ  ἐκεῖ  ὡς  πλοῖον  ἐν  θαλάσσῃ,  βαδίζω  ἀσταθῶς,  ἐπὶ  ἀνθρώπων  ἐχόντων 

διισταμένην τὴν κατὰ τὰ ἰσχία ἄρθρωσιν»73. Oι ερμηνείες αυτές της λέξης σαλεύω 

πάρα  πολύ  θυμίζουν  τον  τρόπο  δράσεως,  τη  γενική  συμπεριφορά,  ακόμα  και  τον 

τρόπο κινήσεως των «δια Χριστόν σαλών». Η παραπάνω άποψη ενισχύεται με μια 

πολύ πετυχημένη θεολογική τοποθέτηση, που κάνει ο G. P. Fedotov. Αυτός ο Ρώσος 

επιστήμονας  του  περασμένου  αιώνα  λέει,  ότι  κάθε  πράξη  του  σαλού  που 

συμβάλλει  στη  σωτηρία  των  ανθρώπων  προκαλώντας  την  ευγνωμοσύνη  και  τον 

σεβασμό,  καταστρέφει  την  ασκητική  πλευρά  της  δια  Χριστόν  σαλότητας.  Γι᾿  αυτό 

το λόγο η ζωή του σαλού παρουσιάζεται ως μόνιμο κούνημα, μόνιμος κλυδωνισμός 

ανάμεσα  στις  ενάρετες  πράξεις  της  σωτηρίας  και  στις  ανήθικες  ενέργειες  που 

αποσκοπούν στην απόκρυψη και χλευασμό αυτών των καλών πράξεων, που κάνει 

αυτός ο ασκητής74. Αυτό το ανήσυχο πνεύμα των «δια Χριστόν σαλών» για το οποίο 

μιλάει ο Fedotov, φαίνεται και από τη λέξη «σαλεία» ‐ το παράγωγο του σαλεύω η 

οποία σημαίνει: «κίνησις ἀσταθής, ταραχή, κυματισμός, ἀνησυχία»75. Η παραπάνω 

σύντομη  ερμηνεία  δείχνει,  ότι  η  λέξη  «σαλότητα»,  κατά  μεγάλη  πιθανότητα 

προέρχονται  από  το  ρήμα  «σαλεύω».  Αυτό  φαίνεται  τόσο  από  την  ετυμολογική 

τρόπο.  Όλα  εξαρτούνται  από  την  πνευματική  κατάσταση  των  ανθρώπων  οι  οποίοι  το 
παρακολουθούν. 
73 Lidell‐Scott, τόμ. 4, σ. 34. 

74 Βλ. G. P. Fedotov, Sviatiye Drevniey Rusi, σ. 194. 

75 Lidell‐Scott, τόμ. 4, σ. 34. 
49
συγγένεια  αυτών  των  δύο  λέξεων,  όσο  και  από  τις  παρόμοιες  πνευματικές 

καταστάσεις, τις οποίες αυτοί οι δύο όροι μπορούν να εκφράσουν. 

Ο  όρος  σαλός  χρησιμοποιούταν  συχνά,  ειδικώς  στα  εκκλησιαστικά  κείμενα, 

σε  σύνδεση  με  άλλες  λέξεις,  όπως  «σαλὸν  ὑποκρινόμενος»,  «σαλὸν 

προσποιούμενος», «σαλός διὰ Χριστόν». Όμως πρέπει να ειπωθεί, ότι σε ορισμένες 

περιπτώσεις  αν  και  οι  λέξεις  υποκρινόμενος  και  προσποιούμενος  παραλείπονταν, 

στην πραγματικότητα υπονοούνταν. Και κατά την αρνητική κοσμική σημασία του 

όρου  σαλός  που  επικρατούσε,  ως  «σαλὸν  ὑποκρινόμενον»  αποκαλούσαν  τον 

άνθρωπο  ο  οποίος  προσποιούταν  τον  τρελλό.  Όμως,  όσο  περισσότερο  η  αγιότητα 

με  τη  μορφή  της  παραφροσύνης  γινόταν  συνηθισμένο  φαινόμενο,  τόσο  η  λέξη 

σαλός  έχανε  την  κοσμική  της  έννοια.  Γι᾿  αυτό  το  λόγο,  ο  όρος  αυτός  άρχισε  να 

χρησιμοποιείται κυρίως για το χαρακτηρισμό των θεάρεστων ανθρώπων, έτσι ώστε 

η  εξήγηση  του  εμπαιγμού  της  τρέλλας  δεν  ήταν  απαραίτητη  και  τις  περισσότερες 

φορές  παραμεριζόταν.  Με  αυτό  το  τρόπο  η  λέξη  «σαλός»  ή  ο  συνδυασμός  των 

λέξεων «διὰ Χριστόν σαλός», αναδείχθηκαν οι επίσημοι όροι που χαρακτήρισαν την 

ιδιαίτερη μορφή αγιότητας που λέγεται «σαλότητα»76. 

Στην  εκκλησιαστική  γραμματολογία  η  λέξη  «σαλός»  αρκετά  συχνά 

παρουσιάζεται  στην  ασκητική  γραμματεία  του  4ου  –  7ου  αιώνα.  Ο  όρος  αυτός 

εμφανίζεται  παράλληλα  στα  «Αποφθέγματα  γερόντων»,  στη  «Λαυσαϊκή  ιστορία», 

καθώς  και  στο  «Λειμωνάριο».  Γενικά  είναι  αποδεκτό,  ότι  η  λέξη  αυτή  συναντιέται 

για  πρώτη  φορά  στο  «Λαυσαϊκό»  του  Παλλαδίου,  επισκόπου  Ελενοπόλεως77,  όπου 

υπάρχει η διήγηση για μία παρθένα η οποία υποκρινόταν για χάρη του Χριστού τη 

τρελλή  και  δαιμονισμένη.  Ο  Παλλάδιος  αναφέρει,  ότι  ο  αββάς  Πιτηρούμ  ο 

αναχωρητής,  κατά  τη  διαταγή  του  αγγέλου  πήγε  σε  ένα  γυναικείο  μοναστήρι  να 

βρει εκεί μία γυναίκα που ήταν πιο ευλαβής από αυτόν. Όταν ο Πιτηρούμ ήθελε να 

την  δει,  όλες  οι  μοναχές  αυτού  του  μοναστηρίου  ξαφνιάστηκαν,  γιατί  την 

σιχαίνονταν  πολύ  και  την  θεωρούσαν  τρελλή.  Μόλις  ο  αββάς  την  είδε,  έπεσε  στα 

 Βλ. S. A. Ivanov, Vizantiyskoye yourodstvo, έκδ. Mezdounarodniye otnoseniya, Moskva 1994, σ. 7. 
76

 Βλ. λ. χ.: Lennart Rydén, «The Holy Fool», The Byzantine Saint, έκδ. Sergei Hackel, London 1981, σ. 107· 
77

Χρυσοστόμου  Α.  Σταμούλη,  «Σαλοί  και  ψευδοσαλοί  στην  Ορθόδοξη  αγιολογία»,  ΓΠ,  τχ.  721,  Ιαν.‐
Φεβ. 1988, σ. 113. 
50
πόδια  της.  Όλες  οι  μοναχές  βλέποντας  αυτή  τη  σκηνή  αντέδρασαν:  «Ἀββᾶ,  μὴ 

πάσχε  ὕβριν·  σαλὴ  γάρ  ἐστιν».  Όμως  ο  άγιος  Πιτηρούμ  απάντησε:  «Ὑμεῖς  ἐστε 

σαλαί. Αὕτη γάρ καὶ ὑμῶν καὶ ἐμοῦ ἀμείνων οὖσα»78. Σε αυτή την ιστορία περί της 

Ισιδώρας,  της  πρώτης  «δια  Χριστόν  σαλής»,  το  επίθετο  σαλός  χρησιμοποιείται 

αποκλειστικά  με  την  αρνητική  του  σημασία.  Το  ακριβές  νόημα  αυτής  της  λέξης 

μπορεί  να  το  δει  κάποιος  σε  άλλο  σημείο  της  ίδιας  διήγησης.  Όταν  ο  αββάς 

Πιτηρούμ μόλις ήρθε στο μοναστήρι και είδε όλες τις άλλες μοναχές εκτός από την 

Ισιδώρα,  ρώτησε  αν  δεν  απουσιάζει  καμία.  Οι  μοναχές  τότε  απάντησαν:  «Μίαν 

ἔχομεν  σαλήν·  ἐν  τῷ  μαγειρίῳ  ἐστίν».  Ο  Παλλάδιος  μη  θέλοντας  να  αφήσει  στην 

ενδεχόμενη  άγνοια  τον  αναγνώστη,  προσθέτει:  «Οὕτω  γὰρ  ἐκεῖ  καλοῦσι  τὰς 

πασχούσας»79.  Με  αυτό  το  τρόπο  ο  συγγραφέας  της  «Λαυσαϊκής  ιστορίας»,  μόνος 

εξηγεί τη σημασία του επιθέτου σαλός, υπονοώντας με αυτό τον άνθρωπο που έχει 

«σαλευμένα  τα  μυαλά  του»,  δηλαδή  είναι  διανοητικά  ασθενής.  Οι  «δια  Χριστόν 

σαλοί»  στην  εξωτερική  τους  συμπεριφορά  ακριβώς  συμφωνούν  με  τον  παραπάνω 

χαρακτηρισμό. Αυτή είναι και η αιτία ώστε συχνά να γίνονται το αντικείμενο των 

αφιλάδελφων  ενεργειών  των  άλλων  ανθρώπων,  οι  οποίοι  τους 

κακομεταχειρίζονται.  Πρέπει  να  υπογραμμιστεί  επιπλέον,  ότι  οι  «δια  Χριστόν 

σαλοί»  εύκολα  υπέκυπταν  στα  θελήματα  των  άλλων  ανθρώπων.  Τέτοιο  ακριβώς 

πρόσωπο, που δεν ανταποκρινόταν στα γενικώς αποδεκτά κοινωνικά κριτήρια, για 

τους  περισσοτέρους  ανθρώπους  φαινόταν  ανόητο  και  ανισόρροπο,  δηλαδή  σαλό. 

Αυτή  την  κοσμική  και  αρνητική  της  έννοια,  η  λέξη  σαλός  διασώζει  και  σε  κάποια 

άλλα  μεταγενέστερα  κείμενα  της  ασκητικής  γραμματείας.  Πρέπει  να  σημειωθεί 

όμως, ότι ο όρος σαλός δεν ήταν ακόμα ευρύτερα γνωστός στους εκκλησιαστικούς 

κύκλους  στην  καμπή  του  τέταρτου  και  πέμπτου  αιώνα80.  Αυτό  φαίνεται  από  τα 

λόγια  του  Παλλαδίου,  ο  οποίος  αποφάσισε  να  κάνει  μικρή  ερμηνεία  αυτής  της 

λέξης  στο  δικό  του  κείμενο.  Η  γνώμη  αυτή  μπορεί  να  στηριχθεί  και  σε  ένα  άλλο 

78 Βλ. Λαυσαϊκή ιστορία 42, PG 34, 1107A. 
79 Βλ. ό. π., 1106D. 
80  Αν  η  «Λαυσαϊκή  ιστορία»  για  πρώτη  φορά  δημοσιεύθηκε  το  420,  τότε  έπρεπε  να  γραφεί  κάποια 

χρόνια νωρίτερα, βλ. Εισαγωγή, στο: Παλλαδίου, Επισκόπου Ελενοπόλεως, Λαυσαϊκή ιστορία, EΠΕ 6, 
Θεσσαλονίκη 1996, σ. 12‐13. 
51
πράγμα.  Όπως  ειπώθηκε  νωρίτερα,  η  λέξη  σαλός  προηγήθηκε  χρονικώς  και 

γέννησε  τον  συγγενή  της  όρο  «σαλότητα».  Ο  Παλλάδιος  όμως  στη  δική  του 

αφήγηση,  για  να  χαρακτηρίσει  όλη  την  ταπεινή  διαγωγή  της  Ισιδώρας  δεν 

χρησιμοποιεί αυτό το τελευταίο όρο, αλλά εφαρμόζει την παύλεια ορολογία81. 

Τη λέξη σαλός μπορεί κάποιος να συναντήσει στα «Αποφθέγματα γερόντων». 

Σε αυτή τη ψυχωφελή συλλογή των κειμένων βρίσκεται μια διήγηση περί του αββά 

Μωυσή.  Αυτόν  τον  γέροντα  ήθελε  κάποτε  να  επισκεφτεί  ένας  άρχοντας,  που 

άκουσε  για  την  ενάρετη  ζωή  του.  Κάποιοι  το  ανήγγειλαν  στον  αββά  και  αυτός 

σηκώθηκε  ν  φύγει  για  την  όαση.  Τον  γέροντα  όμως  ο  άρχοντας  συνάντησε  στο 

δρόμο  και  τον  ρώτησε:  που  είναι  το  κελί  του  αββά  Μωυσή;  Ο  γέροντας  τότε  του 

απάντησε: «Τί θέλετε παρ᾿ αὐτοῦ; ἄνθρωπος σαλός ἐστιν». Γνωρίζοντας αργότερα 

ο  άρχοντας  ότι  ο  αββάς  τον  οποίο  συνάντησε,  ήταν  ο  Μωυσής,  έφυγε  πολύ 

ωφελούμενος82. Παρόμοια ωφελήθηκε και ένας πρεσβύτερος Ευλόγιος, που είχε τη 

φήμη  του  μεγάλου  ασκητή.  Αυτός  ο  άνθρωπος  που  έτρωγε  μόνο  ψωμί  και  αλάτι, 

επισκέφθηκε μια φορά τον αββά Ιωσήφ στην Πανεφώ. Ο γέροντας τον δέχθηκε με 

χαρά  και  του  προσέφερε  για  περιποίηση  ό,τι  είχε.  Ο  Ιωσήφ  και  οι  μαθητές  του, 

είχαν συνήθεια να εργάζονται τις αρετές στα κρυφά. Γι᾿ αυτό το λόγο, στη διάρκεια 

παραμονής  του  Ευλογίου,  ούτε  έψαλλαν  ούτε  προσεύχονταν,  αλλά  απεναντίας, 

έτρωγαν  σιωπηλώς.  Με  αυτό  το  τρόπο  ο  ξακουστός  πρεσβύτερος,  αφού  έμεινε  σε 

αυτούς τρεις μέρες, έφυγε χωρίς να ωφεληθεί πνευματικά. Κατά την οικονομία του 

Θεού  όμως,  λόγω  της  ομίχλης,  γύρισε  πάλι  στον  γέροντα  Ιωσήφ.  Αλλά  αυτή  τη 

φορά μπαίνοντας στη σκήτη απόρησε, γιατί άκουσε ψαλμωδία και το νερό που ήπιε 

ήταν αλμυρό. Ο αββάς θέλοντας να κρύψει και την άλλη φορά την κρυφή εργασία 

τους, του είπε: «Ὁ ἀδελφὸς σαλός ἐστι, καὶ κατὰ πλάνην ἔμιξεν αὐτὸ θαλάσσιον». 

Ωστόσο στο τέλος, μετά από τις παρακλήσεις του Ευλογίου, ο Ιωσήφ του φανέρωσε 

την κρυφή τους εργασία83. 

Στα  «αποφθέγματα»  υπάρχει  επίσης  πολύ  ενδιαφέρουσα  διήγηση  περί  του 

αββά  Ιωάννη  και  του  μαθητή  του  Παύλου,  ο  οποίος  διακρινόταν  για  τη  μεγάλη 

81 Βλ. Λαυσαϊκή ιστορία 42, PG 34, 1106A. 
82 Βλ. του Ίδιου, Αποφθέγματα αγίων Γερόντων, PG 65, 285ΑΒ. 
83 Βλ. ό. π., 168C‐172Α. 
52
υπακοή του. Μια φορά ο γέροντας είπε στον μαθητή του να μαζέψει σε ένα μέρος 

κοπριές βοδιών. Επειδή σε εκείνο τον τόπο κατοικούσε μία ύαινα, ο Παύλος ρώτησε 

τον αββά τι να κάνει με αυτή, όταν εμφανιστεί. Ο Ιωάννης αστειευόμενος είπε, αν 

έρθει  επάνω  του,  να  τη  δέσει  και  να  τη  φέρει  σε  αυτόν.  Όταν  ο  Παύλος  πήγε  να 

επιτελέσει τη διακονία του, αμέσως ήλθε κοντά του και η ύαινα. Ο καλός μαθητής 

θέλοντας  να  εκπληρώσει  το  λόγο  του  γέροντα  του,  άρχισε  να  καταδιώκει  το  ζώο, 

μέχρι  να  το  πιάσει.  Ο  αββάς  Ιωάννης  μόλις  είδε  τον  μαθητή  του  ερχόμενο  με  τη 

δεμένη ύαινα, θαύμασε τον Παύλο. Θέλοντας όμως να τον ταπεινώσει, το χτύπησε 

λέγοντας: «Σαλέ· κύνα σαλὸν ἤνεγκάς μοι ὧδε»84. 

Στις  τρεις  παραπάνω  διηγήσεις  των  «αποφθεγμάτων»,  η  λέξη  σαλός 

συνεχίζεται να χρησιμοποιείται με την αρνητική της σημασία. Αυτό το επίθετο σε 

αυτές  τις  τρεις  συγκεκριμένες  περιπτώσεις,  αποδίδεται  σε  απλούς  και  καλούς 

χριστιανούς,  για  να  επιτευχθούν  οι  υψηλότεροι  σκοποί,  όπως  η  ταπείνωση  και  η 

διαφύλαξη  της  κρυφής  εργασίας.  Σε  όλες  αυτές  τις  διηγήσεις  η  λέξη  σαλός  δεν 

χαρακτηρίζει  όλο  το  τρόπο  της  ζωής  κάποιου  ασκητή,  αλλά  αποδίδεται  σε  αυτόν, 

μόνο  κατά  συγκεκριμένη  στιγμή.  Το  πρόσωπο  αυτό  το  οποίο  χαρακτηρίζεται  ως 

σαλό  είναι  γνωστό  γενικά  για  τις  αρετές  του  και  έχει  καλή  φήμη.  Σε  αυτές  τις 

περιπτώσεις  η  λέξη  σαλός  χρησιμοποιείται  επομένως  μόνο  για  παιδαγωγικούς 

λόγους. 

Στα «Αποφθέγματα γερόντων» βρίσκεται ακόμα μια ιστορία η οποία διαφέρει 

από  τις  άλλες,  γι᾿  αυτό  χρειάζεται  να  δοθεί  σε  αυτή  περισσότερη  προσοχή.  Η 

διήγηση αφορά τον Αββά Αμμωνά και αναφέρει τα εξής: «Ἔλεγον περὶ αὐτοῦ, ὅτι 

τινὲς ἦλθον δικασθῆναι παρ᾿ αὐτῷ. Ὁ δὲ γέρων ἐμωροποίει. Καὶ ἰδοὺ γυνή τις ἔστη 

πλησίον  αὐτοῦ,  καὶ  ἔλεγεν·  Οὗτος  ὁ  γέρων  σαλός  ἐστιν.  Ἤκουσεν  οὖν  αὐτῆς  ὁ 

γέρων,  καὶ  φωνήσας  αὐτὴν  λέγει·  Πόσους  κόπους  ἐποίησα  ἐν  ταῖς  ἐρήμοις,  ἵνα 

κτήσωμαι τὴν σαλότητα ταύτην, καὶ διὰ σὲ ἔχω ἀπολέσαι αὐτὴν σήμερον!»85. 

Αυτό  το  μικρό  κείμενο  είναι  σημαντικό  τόσο  θεολογικώς,  όσο  και 

φιλολογικώς.  Σε  αυτό  βρίσκονται  ταυτοχρόνως  οι  περισσότεροι  όροι,  οι  οποίοι 

84 Βλ. ό. π., 240BC. 
85 Ό. π., 121C. 
53
συνέβαλαν  στη  διαμόρφωση  της  ονομασίας  «δια  Χριστόν  σαλός».  Σε  αυτή  τη 

διήγηση επίσης, μάλλον για πρώτη φορά στην ασκητική γραμματεία, συναντιέται η 

λέξη  «σαλότητα»86.  Για  τους  παραπάνω  λόγους,  το  κείμενο  αυτό  μπορεί  να  το 

θεωρήσει  κάποιος  ως  προαγγελία  του  φαινομένου  της  «δια  Χριστόν  σαλότητας». 

Στο  πρόσωπο  του  αββά  Αμμωνά  δεν  μπορούμε  να  δούμε  ακόμα  τον  «δια  Χριστόν 

σαλό»,  επειδή  η  συμπεριφορά  του  είναι  μόνο  η  έκφραση  της  ταπεινώσεώς  του. 

Ωστόσο  η  απάντηση  και  η  συμπεριφορά  του  αββά  δείχνει,  ότι  «σαλός»  μπορεί  να 

ονομαστεί  κάποιος  ενάρετος  ασκητής  ο  οποίος  κρύβει  την  αγιότητά  του  υπό  το 

προσωπείο  της  μωρίας  και  ανοησίας.  Η  σαλότητα  στη  συνείδηση  του  γέροντα 

αυτού  δεν  έχει  αρνητική  απόχρωση,  αφού,  όπως  λέει  ο  ίδιος,  την  απέκτησε  με 

πολλούς  κόπους  στις  ερήμους.  Η  παρατήρηση  της  γυναίκας  δείχνει  όμως,  ότι  η 

λέξη σαλός ευρύτερα, χρησιμοποιείται ακόμα με την αρνητική της σημασία. 

Το  επίθετο  «σαλός»  με  το  πέρασμα  του  χρόνου,  υπέστη  την  εξέλιξη  του. 

Αυτό  το  φαινόμενο  παρατηρείται  ειδικώς  μέσα  στους  εκκλησιαστικούς  κύκλους. 

Στο χριστιανικό περιβάλλον ο συγκεκριμένος όρος, ή αρχίζει να χρησιμοποιείται ως 

παραλληλισμός  της  παύλειας  έκφρασης  «δια  Χριστόν  μωρός»,  ή  ακόμα  και  την 

αντικαθιστά.  Σε  αυτές  τις  περιπτώσεις  η  λέξη  σαλός  χαρακτηρίζει  πλέον  τους 

ενάρετους ασκητές οι οποίοι κρυφά εργάζονται για τον Κύριο, υπό την μορφή της 

προσποιούμενης μωρίας ή σαλότητας. Η κρυφή εργασία τους δεν είναι γνωστή σε 

άλλους ανθρώπους. Τα μεγάλα κατορθώματά τους, μπορούν να αντιληφθούν μόνο 

οι  προικισμένοι  με  πνευματικά  χαρίσματα  χριστιανοί,  κατόπιν  της  ευλογίας  και 

παρεμβάσεως  του  Θεού.  Τέτοιοι  άνθρωποι  εκδηλώνουν  τη  σαλότητά  τους  σε  όλες 

τις εκφάνσεις της ζωής τους. Γι᾿ αυτό το λόγο το περιβάλλον μέσα στο οποίο ζουν 

και κινούνται αυτοί, τους θεωρεί ως πραγματικά σαλούς. 

Τα  παραδείγματα  τέτοιου  τρόπου  ζωής,  εκτός  από  την  αναφερόμενη 

νωρίτερα  Ισιδώρα  της  Ταβέννησης,  βρίσκονται  αρκετά  συχνά  στην  ασκητική 

 Το προαναφερόμενο περιστατικό με τον αββά Αμμωνά πρέπει να έγινε κατά τη χρονική περίοδο 
86

το 348‐362, όταν αυτός επί τα δεκατέσσερα χρόνια ασκήτευε στη Σκήτη. Πρέπει όμως να σημειωθεί, 
ότι  οι  μεγάλοι  πατέρες  της  ερήμου,  εκτός  από  ελάχιστους,  δεν  έγραφαν,  αλλά  δίδασκαν  και 
μετάδιδαν τις ψυχωφελείς ιστορίες από στόμα σε στόμα. Γι᾿ αυτό η καταγραφή του περιστατικού με 
τον  αββά  Αμμωνά  έπρεπε  να  έγινε  αργότερα.  Για  τα  περισσότερα  βιογραφικά  στοιχεία  του  αββά 
Αμμωνά, βλ. Το Μέγα Γεροντικόν. Θεματική συλλογή, τόμ. Α’, σ. 440‐441. 
54
γραμματεία  του  5ου  –  6ου  αιώνα.  Ο  Ιωάννης  Μόσχος  γράφει,  ότι  αυτός  και  ο  φίλος 

του  αββάς  Σωφρόνιος,  όταν  ήταν  στην  Αλεξάνδρεια,  συνάντησαν  έναν  άνθρωπο. 

Ήταν  αυτός  φαλακρός,  φορούσε  μανδύα  μέχρι  τα  γόνατα,  και  γενικώς  «ἐφαίνετο 

δὲ  ὡς  σαλός».  Ο  Σωφρόνιος  γνωρίζοντας,  ότι  αυτός  είναι  άνθρωπος  του  Θεού, 

ήθελε  να  το  αποδείξει  και  στο  φίλο  του  Ιωάννη.  Γι᾿  αυτό  το  λόγο  έδωσε  πέντε 

κέρματα  στο  σαλό,  ο  οποίος  τα  πήρε  χωρίς  να  πει  τίποτε  και  έφυγε. 

Παρακολουθώντας  όμως  κρυφά  αυτόν  τον  άνθρωπο,  οι  δύο  φίλοι  είδαν  την 

ακόλουθη  σκηνή:  ο  σαλός  «ἐκτείνει  τὴν  χεῖρα  αὐτοῦ  τὴν  δεξιὰν  εἰς  τὸν  οὐρανόν, 

ἔχουσαν καὶ τὰ φολερά, ἄνω εἰς τὸ ὕψος καὶ μετὰ τοῦτο βάλλει μετάνοιαν τῷ Θεῷ, 

καὶ θεὶς τὰ φολερὰ εἰς τὴν γῆν, ἀπῆλθεν»87. 

Στο «Γεροντικό» υπάρχει μια ιστορία περί άλλου ανώνυμου σαλού, που ζούσε 

στην Παλαιστίνη κοντά στην κατοικία του μακαρίου Σιλουανού. Αυτός ο αδελφός 

«προσποιούμενος  μωρίαν»,  κάθε  φορά  που  τον  συναντούσε  κάποιος,  άρχιζε  να 

γελάει.  Γι᾿  αυτό  το  λόγο,  όλοι  τον  άφηναν  και  έφευγαν.  Συνέβη  μια  φορά  να 

επισκεφθούν τον αββά Σιλουανό τρεις Πατέρες, οι οποίοι ζήτησαν από τον γέροντα 

την ευλογία να δουν όλους τους αδελφούς στα κελιά τους. Ο Σιλουανός θέλοντας 

να εκπληρώσει την παράκληση των επισκεπτών του, έστειλε μαζί τους ένα αδελφό 

να τους δείξει όλα τα κελλιά. Πριν όμως να ξεκινήσουν είπε ιδιαίτερα σε αυτόν τον 

αδελφό: «Βλέπε, μὴ λάβῃς αὐτοὺς πρὸς τὸν σαλὸν ἐκεῖνον, ἵνα μὴ σκανδαλισθῶσι». 

Έτσι και έκανε αυτός ο αδελφός. Οι τρεις Πατέρες οι οποίοι στην πραγματικότητα 

ήταν  άγγελοι  απεσταλμένοι  από  το  Θεό,  φεύγοντας  ευχαρίστησαν  τον  Σιλουανό 

και συγχρόνως πρόσθεσαν, ότι λυπούνται που δεν πήγαν σε όλους τους αδελφούς. 

Ο  γέροντας  μετά  από  την  αναχώρηση  των  επισκεπτών  του,  σκέφτηκε  αυτό  που 

έγινε  και  ξεκίνησε  προς  το  κελί  του  σαλού  αδελφού.  Χωρίς  να  χτυπήσει,  άνοιξε 

σιγά την πόρτα και είδε τον αδελφό ασχολούμενο με την πνευματική του εργασία. 

Ο «σαλός» αδελφός αιφνιδιάστηκε όταν πρόσεξε τον γέροντα και άρχισε να γελάει, 

όπως πάντα συνήθιζε. Όμως μετά από τις ικεσίες του Σιλουανού, ο κρυφός δούλος 

87 Βλ. Λειμών 111, PG 87Γ’, 2976AΒ. 
55
του  Θεού έδειξε το αληθινό του πρόσωπο και εξήγησε την άσκηση  του, την οποία 

είχε ως πνευματικό του κανόνα88. 

Στο «Γεροντικό» μπορεί κάποιος να διαβάσει και μια άλλη ιστορία περί των 

σαλών.  Η  διήγηση  αφορά  ένα  γέροντα  από  τη  Σκήτη,  που  ονομαζόταν  Δανιήλ. 

Αυτός  ο  αββάς  μαζί  με  τον  μαθητή  του,  πήγε  κατά  τη  γιορτή  του  Πάσχα  στην 

Αλεξάνδρεια. Οι δύο ασκητές όταν περπατούσαν στο δρόμο αυτής της πόλης, είδαν 

ένα γυμνό αδελφό, ο οποίος είχε κρεμασμένο από τη μέση του ένα μικρό αγγείο. Το 

κείμενο  αυτόν  τον  άνθρωπο  χαρακτηρίζει  με  το  έξης  τρόπο:  «῏Ην  δὲ  ὁ  ἀδελφὸς 

ἐκεῖνος προσποιούμενος σαλὸν καὶ ἦσαν μετ᾿ αὐτοῦ καὶ ἄλλοι σαλοί· καὶ περιῆγεν 

ὁ  ἀδελφὸς  ὡς  σαλὸς  καὶ  ἐξηχευόμενος  καὶ  ἁρπάζων  τὰ  τῆς  ἀγορᾶς  καὶ  παρέχων 

τοῖς  ἄλλοις  σαλοῖς.  Εἶχε  δὲ  καὶ  ὄνομα  Μᾶρκος  ὁ  τοῦ  Ἵππου·  δημόσιον  δέ  ἐστιν  ὁ 

Ἵππος. Ἐκεῖ ἔκαμνε  Μᾶρκος ὁ σαλὸς  καὶ  κατέλυεν  ἑκατὸν  νουμία  τῆς  ἡμέρας  καὶ 

ἐκεῖ ἐκοιμᾶτο εἰς τὰ σκαμνία. Ἐκ τῶν ἑκατὸν δὲ νουμίων ἠγόραζεν ἑαυτῷ ἀννόνα 

δώδεκα νουμίων καὶ τὰ ἄλλα παρεῖχε τοῖς ἄλλοις σαλοῖς»89. 

Όμως πρέπει να επισημανθεί, ότι η ονομασία σαλός ακόμα για πολύ χρόνο 

χρησιμοποιούταν  με  την  αρνητική  της  έννοια,  μέχρι  να  επικρατήσει  τελικά  μέσα 

στους κόλπους της Εκκλησίας ως τεχνικός όρος, αποδιδόμενος στους ασκητές που 

προσποιούνταν  τους  παράφρονες.  Η  λέξη  σαλός  άρχισε  να  καθίσταται  και 

θεμελιώθηκε  ως  κλασικός  όρος  για  τους  τρελλούς  εραστές  του  Κυρίου  κατά  τους 

βυζαντινούς  χρόνους.  Τότε  ενεργούσαν  και  πολύ  γνωστοί  σαλοί,  όπως  ο  άγιος 

Συμεών, ο όσιος Ανδρέας και ο άγιος Σάββας ο Βατοπαιδινός. Όσον αφορά τη λέξη 

σαλός  στη  μεταβυζαντινή  περίοδο,  αυτός  ο  όρος  όπως  και  το  επίθετο  μωρός, 

υποχωρούν στο περιθώριο, ακόμα και στους εκκλησιαστικούς κύκλους. Αυτό αφορά 

ειδικώς  την  περίοδο  της  Τουρκοκρατίας,  κατά  την  οποία,  όπως  ξέρουμε,  οι 

δυνατότητες της εκκλησιαστικής ζωής ήταν περιορισμένες. Η αναζωογόνηση όμως 

του ενδιαφέροντος για τη μελέτη των συγκεκριμένων όρων θα συντελεστεί κυρίως 

88 Βλ. Το Μέγα Γεροντικόν. Θεματική συλλογή, τόμ. Β’, σ. 456‐458. Βλ. επίσης Δημητρίου Γ. Τσάμη, Το 
Γεροντικόν  του  Σινά,  έκδ.  Ορθόδοξη  Χριστιανική  Αδελφότητα  «Λυδία»,  Θεσσαλονίκη  32000,  σ.  546‐
548.
89  Βλ.  Το  Μέγα  Γεροντικόν.  Θεματική  συλλογή,  τόμ.  Β’,  σ.  420‐422.  Βλ.  επίσης  Ο  αββάς  Δανιήλ  της 

Σκήτεως, έκδ. Το Περιβόλι της Παναγίας, Θεσσαλονίκη 1988, σ. 22‐23. 
56
κατά  το  δεύτερο  μισό  του  20ου  αιώνα.  Σε  αυτή  την  περίοδο  η  Ορθόδοξη  Εκκλησία 

μπόρεσε  περισσότερο  από  άλλες  εποχές,  να  αναπτύξει  τη  μελέτη  της  πλούσιας 

γραμματείας  της,  οπότε  προέκυψαν  και  οι  καινούριες  εκδόσεις  των  πατερικών 

έργων και βίων των «δια Χριστόν σαλών». Αυτό το γεγονός έδωσε στις νέες γενεές 

τη δυνατότητα να γνωρίσουν και να κατανοήσουν, όσο ήταν δυνατό, το φαινόμενο 

της «δια Χριστόν σαλότητας». Όμως πρέπει να επισημανθεί, ότι οι όροι «σαλός» και 

«σαλότητα»  δεν  έγιναν  αμέσως  γνωστοί  στο  ευρύ  κοινό,  όπως  εξάλλου  συμβαίνει 

και μέχρι σήμερα. Πολύ ενδεικτικό παράδειγμα είναι το γεγονός, ότι στην κλασική 

12‐τομη Θρησκευτική καί Ηθική Εγκυκλοπαιδεία, η οποία εκδόθηκε στην Αθήνα το 

1963,  αυτές  οι  λέξεις  δεν  υπάρχουν.  Παρά  ταύτα,  τα  αγιολογικά  κείμενα  που 

περιείχαν  τους  βίους  των  «δια  Χριστόν  σαλών»  συνέβαλαν  και  αυτά  στην 

αναγέννηση  της  ορθόδοξης  Παραδόσεως  η  οποία  κατά  τους  τελευταίους  αιώνες, 

εκτός  από  κάποιες  εξαιρέσεις  ήταν  εγκλωβισμένη  και  κατά  κάποιο  τρόπο 

παραμερισμένη. 

*   *   * 

Το  φαινόμενο  της  «δια  Χριστόν  σαλότητας»,  εκτός  από  το  «βυζαντινό‐

ελληνικό» χώρο, βρήκε ιδιαιτέρως καρποφόρο έδαφος στο ρωσικό ορθόδοξο λαό. Γι᾿ 

αυτό το λόγο είναι χρήσιμο σε αυτό το σημείο να λεχθούν δύο λόγια σχετικά με την 

ορολογία  την  οποία  χρησιμοποίησε  η  ορθόδοξη  Εκκλησία  στη  Ρωσία  για  τους 

σαλούς υπηρέτες του Θεού. Πρώτ᾿ απ᾿ όλα πρέπει να υπογραμμιστεί, ότι η σλαβική 

γλώσσα η οποία προϋπήρξε και έγινε μητέρα της ρωσικής γλώσσας, σε αντίθεση π. 

χ.  με  τη  γεωργιανή  ή  ακόμα  και  τη  λατινική  γλώσσα,  δεν  απομιμήθηκε  την 

ελληνική  λέξη  σαλός,  αλλά  δημιούργησε  για  αυτό  το  φαινόμενο  τη  δική  της 

θεολογική ορολογία90. 

Φαίνεται,  ότι  ο  πιο  αρχαίος  όρος  που  εφαρμοζόταν  για  τον  ορισμό  της 

σαλότητας γενικώς στους σλάβους ήταν η λέξη  «bouy», η οποία χρησιμοποιήθηκε 

στην  πιο  αρχαία  κύριλλο‐μεθοδιανή  μετάφραση  της  Α’  προς  Κορινθίους.  Στις 

90 Βλ. S. A. Ivanov, Vizantiyskoye yourodstvo, σ. 7. 
57
μεταγενέστερες εκδόσεις αυτής της επιστολής, τη λέξη  «bouy» την αντικαθιστούν 

βαθμηδόν  οι  όροι  «ourod,  ourodiv,  yourodivyy».  Η  λέξη  «bouy»  σήμαινε  τότε 

κουτός, ανόητος, αλλά αντιστοιχούσε και στον όρο σαλός με την παραδοσιακή του 

σημασία, με την οποία αυτή η λέξη χρησιμοποιούταν στους βυζαντινούς βίους των 

«δια  Χριστόν σαλών».  Όμως  ο αρχαίος ρωσικός χώρος είχε τη δική του ιδιομορφία 

σε αυτό το θέμα91. Οι Ρώσοι χρησιμοποιούσαν εδώ τη σπάνια σε άλλους σλαβικούς 

λαούς λέξη «pokhab» η οποία χαρακτήριζε κάποιον άσεμνο, αποτρόπαιο άνθρωπο. 

Συγκεκριμένα, αυτός ο όρος εφαρμοζόταν και στην αρχαία ρώσικη μετάφραση του 

βίου  του  Ανδρέα  του  δια  Χριστόν  σαλού.  Μόνο  αργότερα  αυτή  η  λέξη  στις  άλλες 

μεταφράσεις και διορθώσεις του ίδιου βίου, σε πολλά σημεία αντικαταστάθηκε με 

τη  λέξη  «ourodiv».  Οι  όροι  «pokhab»  και  «ourodiv»  κατά  κάποια  περίοδο 

χρησιμοποιούνταν  εναλλάξ  για  τη  μετάφραση  και  των  δυο  ελληνικών  λέξεων 

«μωρός»  και  «σαλός»,  οριστικά  όμως  στα  αγιολογικά  κείμενα  επικράτησε  η  λέξη 

«ourodiv».  Αυτός  ο  αρχαίος  σλαβικός  ορισμός  μέσα  στην  πορεία  του  χρόνου 

εξελίχθηκε στο συνώνυμο του όρο «yourodivyy». Και οι δυο αυτές λέξεις, «pokhab» 

και  «yourodivyy»,  χαρακτήριζαν  κάποιον,  ο  οποίος  «γεννήθηκε  ανώμαλα»,  θα 

μπορούσε να είναι αυτός είτε ανάπηρος είτε παράφρονας. Μέσα όμως στην πορεία 

του χρόνου οι σημασίες των δυο αυτών όρων διαχωρίστηκαν. Με αυτόν τον τρόπο, 

αρχίζοντας  σταδιακώς  από  το  17ο  αιώνα,  η  λέξη  «yourodivyy»  γίνεται  στη  Ρωσία 

κλασικός ορισμός κάποιου ο οποίος προσποιείται την παραφροσύνη και αντιστοιχεί 

στην  ελληνική  λέξη  «σαλός».  Πρέπει  ακόμα  να  σημειωθεί,  ότι  μέχρι  το  17ο  αιώνα 

στα  αγιολογικά  σλαβικά  κείμενα  βρίσκονταν  και  άλλοι  όροι  συνώνυμοι  του 

«yourodivyy», αυτοί όμως έχασαν τις αρχικές, θεολογικές τους έννοιες και πέρασαν 

στο  περιθώριο  μαζί  με  τη  μη  μεταφρασμένη  λέξη  «σαλός»  η  οποία 

χρησιμοποιήθηκε  μερικές  φορές  αντί  των  παραπάνω  αναφερθέντων  σλαβικών 

όρων92. 

91 Σε αντίθεση με άλλες χώρες οι οποίες επίσης χρησιμοποιούσαν τα σλαβικά ως επίσημη γλώσσα 
της Εκκλησίας. 
92 Αναλυτικότερα για τις ονομασίες του φαινομένου της σαλότητας στο ρωσικό χώρο βλ. ό. π., σ. 7‐8 

και 137‐139. 
58
Σήμερα, ωστόσο, μέσα στο περιβάλλον της ορθόδοξης Εκκλησίας στη Ρωσία, 

για  το  χαρακτηρισμό  του  «σαλού»,  μαζί  με  τη  λέξη  «yourodivyy»  παράλληλα 

χρησιμοποιείται  με  την  ίδια  αξιοπιστία  και  η  λέξη  «blazennyy».  Αυτός  ο  δεύτερος 

όρος  δεν  είναι  καινούριος  μέσα  στην  εκκλησιαστική  ζωή  των  σλάβων,  επειδή 

κυρίως  χρησιμοποιείται  για  τη  μετάφραση  του  ελληνικού  όρου  «μακάριος».  Σαν 

αγιολογικός  όρος  η  λέξη  «blazennyy»  συναντιόταν  στα  κείμενα  με  την  έννοια 

«σαλού»  και νωρίτερα, αλλά δεν ήταν ποτέ τόσο δημοφιλής και διαδεδομένος  όσο 

την  τελευταία  περίοδο.  Αυτή  η  κατάσταση  αφορά  ιδιαιτέρως  τους  βίους  των  «δια 

Χριστόν  σαλών»,  όπου  αυτός  ο  όρος  χρησιμοποιείται  εξίσου  με  τον  όρο 

«yourodivyy».  Από  την  άλλη  πλευρά  η  λέξη  «yourodivyy»  επικρατεί  στα 

πανεπιστημιακά,  θεολογικά  κείμενα  και  στη  συνείδηση  του  πιστού  ορθόδοξου 

λαού.  Όσον  αφορά  την  αύξηση  της  δημοτικότητας  του  όρου  «blazennyy»  κατά  τις 

τελευταίες  δεκαετίες  στη  Ρωσία,  υπάρχει  μια  θεωρία  που  μπορεί  να  είναι  πολύ 

σωστή.  Οι  χριστιανοί  οι  οποίοι  στα    χρόνια  του  άθεου  καθεστώτος  της  Σοβιετικής 

Ενώσεως  ήταν  στη  μειονότητα,  προτίμησαν  να  χρησιμοποιούν  τον  ασφαλή  και 

εκκλησιαστικό όρο  «blazennyy»  παρά  «yourodivyy»,  που  είχε  υβριστική απόχρωση 

και  δεν  περιέβαλλε  τους  πιστούς  με  την  καλή  φήμη  η  οποία  ούτως  ή  άλλως  ήταν 

διαταραγμένη93. 

4. Σχέση μωρίας και σαλότητας 

Έχοντας μελετήσει ιστορικά τους όρους με τους οποίους προσδιορίζονται  οι 

«δια Χριστόν σαλοί», η εργασία αυτή μπορεί τώρα να προχωρήσει στην έρευνα και 

την  εξήγηση  της  αμοιβαίας  σχέσης,  που  υπάρχει  μεταξύ  αυτών  των  όρων.  Η 

εξέταση  αυτού  του  θέματος  θα  περιοριστεί  συγκεκριμένα  στις  λέξεις  «μωρός‐

μωρία»  και  «σαλός‐σαλότητα».  Η  σωστή  κατανόηση  της  συνάφειας  που  υπάρχει 

μεταξύ  αυτών  των  δύο  ονομασιών,  θα  βοηθήσει  πολύ  στην  αποφυγή  των 

 Σε αυτό το σημείο χρειάζεται επίσης να επισημανθεί, ότι σε αυτή την εργασία θα χρησιμοποιηθεί, 
93

αν χρειαστεί, μόνο ο όρος «yourodivyy», ως πιο δημοφιλής και πιο κατάλληλος για τη διεξαγωγή της 
έρευνας αυτής.
59
ενδεχομένων παρεξηγήσεων, οι οποίες θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά και 

τα άλλα επακόλουθα θέματα. 

Έχει  λεχθεί  προηγουμένως,  ότι  η  «σαλότητα»  είναι  πριν  από  όλα  η  άκρα 

ταπείνωση94.  Για  τις  ακραίες  πνευματικές  καταστάσεις,  αρκετά  συχνά  μιλάνε  οι 

Πατέρες  της  Εκκλησίας.  Ο  όσιος  Ιωάννης  Σιναΐτης  λέει,  ότι  «τάξιν  μὲν  καὶ  ἀρχὴν, 

τινὰ  δὲ  καὶ  τέλος  παρὰ  τοῦ  πεποιηκότος  τὰ  γεγονότα  ἐσχήκασιν,  ἡ  δὲ  ἀρετὴ 

ἀπέραντον  τὸ  πέρας  κέκτηται·  Πάσης  γὰρ,  φησὶν  ὁ  Ὑμνῳδὸς,  συντελείας  εἶδον 

πέρας· πλατεῖα δὲ καὶ ἀπέραντος ἡ ἐντολή σου σφόδρα»95. Ο ίδιος πατέρας αναφέρει 

επίσης, ότι «ταπεινοφροσύνη ἐστὶν ἄβυσσος εὐτελείας»96. Από τα παραπάνω λόγια 

φαίνεται,  ότι  η  ταπεινοφροσύνη  δεν  έχει  το  πέρας  της.  Το  καλύτερο  παράδειγμα 

της άκρας ταπεινώσεως για όλους τους χριστιανούς, είναι ο Κύριος Ιησούς Χριστός. 

Αυτός  ο  ίδιος  πρώτος,  στο  μεγάλο  συνέδριο  μπροστά  στον  αρχιερέα  Καϊάφα  και 

τους  γραμματείς υπέφερε αυτά τα οποία μετέπειτα βίωσαν οι μαθητές  Τού:  «Τότε 

ἐνέπτυσαν εἰς τὸ πρόσωπον αὐτοῦ καὶ ἐκολάφισαν αὐτόν, οἱ δὲ ἐράπισαν λέγοντες· 

προφήτευσον ἡμῖν, χριστέ, τίς ἐστιν ὁ παίσας σε;»97. Σε αυτή την απεραντοσύνη της 

ταπεινώσεως,  της  οποίας  το  τέλειο  και  ακραίο  υπόδειγμα  είναι  ο  Χριστός, 

πραγματοποιούνται,  ας  πούμε  προς  το  παρόν,  «υπερφυσικά  γεγονότα»  ‐  οι 

ασκήσεις  των  «δια  Χριστόν  σαλών».  Όμως  εδώ  πρέπει  να  σημειωθεί  πως  αυτός  ο 

τρόπος της μαθητείας και μιμήσεως του Χριστού δεν είναι κάτι το «παράξενο», κάτι 

το «υπερφυσικό», είναι απλά η αρετή που έχει φθάσει στο άκρο. Οι σαλοί μπορεί να 

φαίνονται  παράξενοι  και  υπερφυσικοί  μόνο  συγκριτικά  με  τους  άλλους  αγίους,  οι 

οποίοι ασκούσαν την ταπεινοφροσύνη, δι᾿ άλλων τρόπων, όχι όμως δια σαλότητας. 

Πρέπει  να  επισημανθεί  επιπλέον,  ότι  η  ταπεινοφροσύνη,  υπάρχουσα  υπό 

την  οποιαδήποτε  μορφή,  αυτή  καθ᾿  εαυτή  είναι  υπερφυσική  αρετή.  Αυτό 

επιβεβαιώνει  ο  όσιος  Ιωάννης  Σιναΐτης.  Αυτός  ο  πατέρας  δηλώνει,  ότι  υπάρχουν 

αρετές φυσικές και υπερφυσικές στον άνθρωπο. Η φυσική αρετή λόγου χάρη είναι 

η ελεημοσύνη, αφού και ειδωλολάτρες δείχνουν ευσπλαχνία, η αγάπη, αφού και τα 

94 Βλ. σ. 33‐34 αυτής της εργασίας. 
95 Κλίμαξ 26, PG 88, 1068Α. 
96 Ό. π., 25, PG 88, 993D. 

97 Μτ. 26, 67‐68. 
60
άλογα ζώα πολλές φορές δάκρυσαν στερούμενα το ένα το άλλο, η πίστη αφού όλοι 

μας  την  έχουμε  μέσα  μας  έμφυτη,  η  ελπίδα,  αφού  ταξιδεύουμε  και  σπέρνουμε, 

ελπίζουμε  για  το  καλύτερο98.  Ενώ  «ὑπὲρ  φύσιν  [είναι]  ἁγνεία,  ἀοργησία, 

ταπεινοφροσύνη, προσευχὴ, ἀγρυπνία, νηστεία, κατάνυξις διηνεκής»99. Τη σύντομη 

θεολογική ερμηνεία αυτών των δύο καταστάσεων, δίνει ο όσιος Ισαάκ Σύρος. Αυτός 

ο πατέρας λέει, ότι «Ἡ φυσικὴ κατάστασις τῆς ψυχῆς, γνῶσίς ἐστι τῶν κτισμάτων 

τοῦ Θεοῦ τῶν αἰσθητῶν καὶ τῶν νοητῶν. Ἡ ὑπὲρ φύσιν ἐστὶν ἡ κίνησις τῆς θεωρίας 

τῆς ὑπερουσίου Θεότητος»100. Πρέπει όμως να επισημανθεί, ότι τόσο οι κατά φύση, 

όσο  και  η  υπέρ  φύση  καταστάσεις,  έχουν  την  αιτία  τους  στον  ίδιο  Θεό.  Ο  άγιος 

Νεκτάριος, μητροπολίτης Πενταπόλεως, σχετικά με αυτό το θέμα λέει τα εξής: «οἱ 

καλούμενοι νόμοι τῆς φύσεως, οὐδέν ἕτερόν εἰσιν ἤ διάφοροι τρόποι ἐνεργείας τοῦ 

ἑνός  καί  μόνου  νόμου,  τῆς  θείας  θελήσεως»101.  Στο  ίδιο  κείμενο,  υπάρχει  και  πιο 

πλήρης εξήγηση αυτού του πράγματος. «Ἡμεῖς φρονοῦμεν ὅτι πλήν τῶν γνωστῶν 

φυσικῶν  νόμων  ὑφίστανται  καί  ἕτεροι  νόμοι  ὑψηλοτέρας  φύσεως  συμπεφυρμένοι 

τοῖς  φυσικοῖς  νόμοις,  οἵτινες  ἐπικρατοῦσι  τῶν  φυσικῶν  νόμων  ὡς  ὑποδεεστέρων, 

ὅταν  ἡ  ἐμφάνισις  αὐτῶν  ἐπιζητηθῇ.  Τό  φαινόμενον  ὅμως  τοῦτο  εἶναι  ἐπίσης 

φυσικόν  ὡς  προϊόν  τοῦ  φυσικοῦ  κόσμου·  ἡ  μνεία  τοῦ  φαινομένου  τούτου  ἐγένετο 

ἁπλῶς  πρός  ἀπόκρουσιν  τῆς  ἀντιρρήσεως  περί  τοῦ  ἀπολύτως  μονίμου  τῶν  νόμων 

τῆς  φύσεως  καί  πρός  ὑποστήριξιν  τοῦ  ἐναντίου,  ὅτι  ἀπολύτως  μόνιμοι  νόμοι  τῆς 

φύσεως  δέν  ὑπάρχουσι·  περί  τῶν  ὑπερφυσικῶν  ἐνεργειῶν  τῶν  ἐχουσῶν  ἀληθῶς 

ὑπερφυσικήν  τήν  προέλευσιν  ἡμεῖς  πιστεύομεν  καί  φρονοῦμεν,  ὅτι  εἰσίν  ἐνέργεια 

κατά θείαν βούλησιν πρός ὕπαρξιν τοῦ ἀγαθοῦ, ὅτι εἰσί θεῖαι ἀποκαλύψεις»102. 

Από το παραπάνω κείμενο φαίνεται καθαρά, ότι κάθε υπερφυσική ενέργεια, 

η οποία φανερώνεται μέσα στο Σώμα της Εκκλησίας, όσο και αν αυτή «παράξενη» 

μπορεί  να  φαίνεται,  αποκαλύπτεται  από  το  Θεό.  Αυτή  μπορεί  να  θεωρηθεί  ως 

98 Βλ. Κλίμαξ 26, PG 88, 1028ΑΒ. Σε άλλο σημείο του έργου του, ο όσιος Ιωάννης Σιναΐτης απαριθμεί 
και  άλλες  έμφυτες  ιδιότητες  της  ψυχής,  οι  οποίες  υπάρχουν  εκ  φύσεως  στον  άνθρωπο,  βλ.  ό.  π., 
1068CD. 
99 Ό. π., 1028Β. 

100  Λόγος  83,  έκδ.  Ι.  Σπετσιέρη,  Του  οσίου  πατρός  ημών  Ισαάκ  του  Σύρου  τα  ευρεθέντα  ασκητικά, 

Αθήναι 1895, σ. 316. 
101 Αγίου Νεκταρίου, Χριστολογία, έκδ. Νεκτάριος Παναγόπουλος, Αθήναι 1992, σ. 128. 

102 Ό. π., σ. 132‐133. 
61
κίνηση  του  Θεού  προς  τον  κόσμο  για  την  οικοδομή  των  ανθρώπων,  και  για  την 

πραγμάτωση του αγαθού. Για τέτοιες περιπτώσεις της συναντήσεως του Θεού και 

των χριστιανών μιλάνε αρκετά συχνά οι Πατέρες της Εκκλησίας. Για παράδειγμα, ο 

όσιος Ισαάκ Σύρος λέει: «Εὐχαρίστησον, καὶ ἐξομολόγησον τῷ Θεῷ ἀσιγήτως, ὅπως 

οἵαν  φύσιν  ἀσθενῆ,  καὶ  εὐχερῆ  εἰς  τὸ  ἐκκλῖναι  κεκτημένος  ὑπάρχῃς,  διὰ  τῆς 

συνεργίας  τῆς  χάριτος,  ποῦ  ὑψοῦσαι  κατὰ  καιρὸν  καὶ  καιρόν,  καὶ  ποίων 

χαρισμάτων ἀξιοῦσαι, καὶ ποίῳ τινὶ γίνῃ σὺ ὑπεράνωθεν τῆς φύσεως»103. Για το ίδιο 

θέμα  σε  ένα  από  τα  συγγράμματά  του  μιλάει  και  ο  άγιος  Γρηγόριος  Παλαμάς: 

«ἡμέρας δὲ διαυγασάσης, καὶ φωσφόρου ἀνατείλαντος ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν, κατὰ 

τὸν  ἐν  ἀποστόλοις  κορυφαῖον,  ἔξεισι  κατὰ  τὸ  προφητικὸν  ἐκεῖνο  λόγιον,  ὁ  ὄντως 

ἄνθρωπος,  ἐπὶ  τὴν  ὄντως  ἐργασίαν  αὐτοῦ,  καὶ  τῷ  φωτὶ  χρώμενος  ὁδῷ  ἄνεισιν,  ᾗ 

ἀνάγεται  ἐπ᾿  ὄρη  αἰώνια,  καὶ  τῶν  ὑπερκοσμίων  ἐν  τούτῳ  τῷ  φωτὶ  πραγμάτων  (ὢ 

τοῦ θαύματος!) ἐπόπτης καθίσταται, μὴ διαζευγνύμενος, ἢ διαζευγνύμενος τῆς τὴν 

ἀρχὴν συμπροηγμένης ὕλης, ὡς οἶδεν ἡ ὁδός»104. 

Σε  κάθε  εποχή  και  σε  κάθε  τόπο,  υπήρχαν  και  υπάρχουν  όμως  άνθρωποι, 

που  αμφισβητούν  την  ορατή  παρουσία  των  ενεργειών  του  Θεού  «Πατέρα»  στην 

καθημερινή  ζωή  των  «παιδιών»  Του.  Σε  τέτοιους  ανθρώπους  απευθύνεται  ο  όσιος 

Ιωάννης  Σιναΐτης,  λέγοντας  τα  εξής: «μηδεὶς  ἐν τῇ  μοναδικῇ πολιτείᾳ ὑπὲρ φύσιν 

τινὰ  ἀκούων  ἢ  ὁρῶν,  ἐξ  ἀγνωσίας  εἰς  ἀπιστίαν  περιπέσοι·  ὅπου  γὰρ  ἐνδημήσει  ὁ 

ὑπὲρ  φύσιν  Θεὸς,  ὑπὲρ  φύσιν  λοιπὸν  τὰ  πλεῖστα  τῶν  πραγμάτων  γίνονται»105.  Σε 

αυτά  τα  υπερφυσικά  φαινόμενα,  τα  οποία  έχει  υπ᾿  όψη  ο  συγγραφέας  της 

Κλίμακος,  συμπεριλαμβάνεται  και  η  άσκηση  της  δια  Χριστόν σαλότητας.  Γι᾿  αυτό, 

δεν  μπορεί  να  αμφισβητήσει  κανείς  τη  γνησιότητα  αυτού  του  είδους  του  άθλου, 

στον  οποίο  με  τον  καλύτερο  τρόπο  φαίνονται  οι  υπερφυσικές  παρεμβάσεις  του 

Θεού στη ζωή των απλών χριστιανών. 

Ο όσιος Ιωάννης Σιναΐτης, ο οποίος κληροδότησε για όλους τους χριστιανούς 

τον  πιο  ωραίο  λόγο  για  την  ταπεινοφροσύνη  από  όλους  τους  πατέρες  της 

Εκκλησίας,  για  αυτή  την  αρετή  λέει  τα  εξής:  «Κέκτηται  ὁ  τῆς  ὁσίας  ταύτης  παρὰ 

103 Λόγος 49, ό. π., σ. 203. 
104 Προς Ξένην, PG 150, 1080D‐1081A. 
105 Κλίμαξ 26, PG 88, 1013Β. 
62
Θεῷ βαθμὸς ἐν τριάκοντα καὶ ἐν ἑξήκοντα, καὶ ἐν ἑκατὸν τὴν ἀνάβασιν, καὶ ἐν τῷ 

ἐσχάτῳ  οἱ  ἀπαθεῖς,  ἐν  δὲ  τῷ  μέσῳ  οἱ  ἀνδρεῖοι.  Ἐν  δὲ  τῷ  πρώτῳ  πάντες  ἀνελθεῖν 

δύνανται»106.  Σε  άλλο  σημείο  του,  ο  ίδιος  πατέρας  μιλώντας  για  αυτή  την  αρετή, 

συμβουλεύει: «Σπεύσωμεν πάσῃ δυνάμει, ἐπὶ τὴν ταύτης κορυφὴν ἀναβῆναι. Εἰ δὲ 

μὴ,  κἂν  ἐποχηθῆναι  τοῖς  ὤμοις.  Εἰ  δέ  τι  ὀκλάζομεν,  τῶν  ἀγκαλῶν  γοῦν  αὐτῆς  μὴ 

ἀποπέσωμεν·  ὁ  γὰρ  ἐκεῖθεν  ἀποπίπτων,  θαυμάζω  εἰ  ἐπιτεύξεταί  τινος  αἰωνίου 

δωρεᾶς»107.  Από  τα  παραπάνω  δύο  κείμενα,  φαίνεται  καθαρά,  ότι  η 

ταπεινοφροσύνη  απευθύνεται  σε  όλους  τους  χριστιανούς.  Η  άσκηση  αυτής  της 

αρετής είναι αναγκαία, και χωρίς αυτή ο άνθρωπος δεν μπορεί να προχωρήσει στην 

πνευματική  του  ζωή.  Η  ταπεινοφροσύνη  όμως  έχει  τις  διάφορες  βαθμίδες  της  και 

γι᾿ αυτό κάθε πιστός προκόβει σε αυτή, σε διαφορετικό βαθμό. Γνωρίζοντας πως η 

σαλότητα  είναι  κατ᾿  ουσία  η  έκφραση  της  ταπεινώσεως,  είναι  αυτονόητο  να 

υποστηρίξει κάποιος, ότι και το φαινόμενο της σαλότητας έχει τις βαθμίδες του. Με 

βάση τα δύο προαναφερθέντα αποσπάσματα της  Κλίμακος φαίνεται καθαρά, πως 

οι  διαφορές  οι  οποίες  υπάρχουν  εντός  του  φαινομένου  της  «σαλότητας» 

δημιουργούνται  από  τις  διαφορετικές  εκφράσεις  της  ταπεινοφροσύνης,  και 

αποτελούν  τις  ποικίλες  βαθμίδες  της.  Τόσο  η  δια  Χριστόν  μωρία,  όσο  και  η  δια 

Χριστόν  σαλότητα,  όπως  αποδείχθηκε  στις  προηγούμενες  σελίδες  αυτής  της 

εργασίας,  είναι  οι  πνευματικές  καταστάσεις,  οι  οποίες  χαρακτηρίζουν  ενάρετους 

χριστιανούς,  προικισμένους  από  το  Θεό,  με  την  ίδια  αρετή  της  ταπεινώσεως.  Γι᾿ 

αυτό  το  λόγο  δεν  γίνεται  να  θεωρεί  κάποιος  τη  «μωρία»  και  τη  «σαλότητα»  κατ᾿ 

ουσίαν σαν δυο διαφορετικά είδη ασκήσεως. Οπωσδήποτε, η «μωρία», όσον αφορά 

τις    εξωτερικές  εκφάνσεις  της,  είναι  μια  βαθμίδα  κατώτερη από  τη  «σαλότητα»,  ή 

όπως μπορεί κάποιος να πει, είναι το πρώτο στάδιο της σαλότητας108. Ωστόσο και οι 

106 Ό. π., 25, PG 88, 1000A. 
107 Ό. π., 1001C. 
108  Με  άλλα  λόγια,  η  μωρία  είναι  το  θεμέλιο  πάνω  στο  οποίο  οικοδομείται  η  σαλότητα.  Και  όπως 

κάθε  οικοδόμημα  περικλείει  μέσα  του  και  το  θεμέλιο,  τοιουτοτρόπως  και  κάθε  έκφραση  της 
σαλότητας  περικλείει  μέσα  της  και  τη  μωρία.  Και  αντιθέτως  πάλι,  όπως  από  μόνο  του  το  θεμέλιο 
δεν αποτελεί ολόκληρο το κτήριο, αλλά ένα μέρος του, έτσι και μόνη η μωρία δεν φανερώνει όλες τις 
πτυχές της σαλότητας, άλλα κάποιες πλευρές της. Επί παραδείγματι, ο δια Χριστόν σαλός ασκητής, 
επιτρέπει  στον  εαυτό  του  να  λαμβάνει  την  εξωτερική  εμφάνιση  ενός  τρελλού,  ο  οποίος  μπορεί  να 
αγνοεί  και  τους  κανόνες  της  ευπρέπειας  και  της  σωφροσύνης.  Μπορεί  επίσης  να  επιτρέπει  στον 
63
δυο αυτές μορφές του ίδιου άθλου είναι μέσα στο δρόμο της ταπεινοφροσύνης, γι᾿ 

αυτό  έχουν  κατά  βάση  και  την  ίδια  υπόσταση.  Αυτή  διαπίστωση  βεβαιώνεται  και 

από τους Πατέρες της Εκκλησίας, οι οποίοι λένε ότι: «οὐκ ἔστιν ἐν τῇ κτίσει μικρὸν 

καὶ μέγα πῦρ θεάσασθαι τὴν φύσιν· καὶ οὐκ ἔστιν ἐν τῇ ἀνοθεύτῳ ταπεινοφροσύνῃ 

ὕλης εἶδος ἐναπομεῖναι τὸ σύνολον»109. 

Ο  απόστολος  Παύλος  λέει:  «οὐκ  ἔγνω  ὁ  κόσμος  διὰ  τῆς  σοφίας  τὸν  θεόν, 

εὐδόκησεν  ὁ  θεὸς  διὰ  τῆς  μωρίας  τοῦ  κηρύγματος  σῶσαι  τοὺς  πιστεύοντας»110.  Ο 

όσιος  Νικόδημος  ο  Αγιορείτης  εξηγώντας  αυτό  το  απόσπασμα,  λέει  ότι,  ο  Θεός 

θέλησε να σώσει εκείνους που πιστεύουν, δια μέσου της απλότητας και του λόγου 

του  κηρύγματος.  Η  απλότητα  αυτή  όμως  φαινόταν  μωρία  και  αγνωσία  για  τον 

κόσμο,  δηλαδή για τους  τα του κόσμου φρονούντας111. Αυτοί οι άνθρωποι, όχι μόνο 

θεωρούσαν ως μωρία τη χριστιανική διδασκαλία, αλλά και τον ίδιο τον Χριστό και 

τους μαθητές του, τους απεκάλεσαν τρελλούς112. Πρέπει να σημειωθεί, ότι καθ᾿ όλη 

τη διάρκεια της υπάρξεως της Εκκλησίας, οι άνθρωποι οι οποίοι δεν κατάλαβαν την 

αλήθεια  την  οποία  έφερε  στον  κόσμο  ο  Ιησούς  Χριστός,  με  το  ίδιο  τρόπο 

συμπεριφέρονταν και απέναντι σε πάρα πολλούς χριστιανούς. Το φαινόμενο αυτό 

πολύ  ωραία  και  συνοπτικά  παρουσιάζεται  στο  εξής  κείμενο:  «τά  ρήματα  τῆς 

ἀληθείας  καί  τῆς  σωφροσύνης  σέ  μιά  κοινωνία  πού  ζῆ  μέ  τήν  ἀκράτεια  καί  τό 

ψεῦδος εἶναι τρέλλα. Ἔτσι, ὅλη ἡ χριστιανική ζωή, ἡ νέα ζωή τήν ὁποία ἔφερε στόν 

κόσμο  ὁ  Χριστός  εἶναι  μία  σαλότης  γιά  τήν  λογικοκρατούμενη  καί 

αἰσθησιοκρατούμενη  κοινωνία»113.  Το  απόσπασμα  αυτό  δείχνει,  ότι  δεν  χρειάζεται 

κάποιος  να  συμπεριφέρεται  με  ιδιαίτερο  ή  «παράξενο»  τρόπο  για  να  τον 

εαυτό  του  να  διαπράξει  σκανδαλώδεις  πράξεις,  να  πει  την  αλήθεια  στους  ισχυρούς  του  κόσμου 
τούτου,  κατηγορώντας  τους  για  την  ανάρμοστη  συμπεριφορά  τους,  κτλ.  Τα  παραπάνω  είναι 
στοιχεία τα οποία λείπουν: α’) σχεδόν εντελώς από τη δια Χριστόν μωρία όλων των αγωνιζομένων 
μελών  της  Εκκλησίας,  β’)  συνήθως  από  τα  πρώτα  στάδια  άσκησης  της  σαλότητας  αρκετών  δια 
Χριστόν σαλών. Αυτό, λόγου χάρη, φαίνεται ευδιάκριτα στη ζωή του οσίου Σάββα του Βατοπαιδινού 
και του οσίου Νικοδήμου του νέου. 
109 Ό. π., 1000D. 

110 Α’ Κορ. 1, 21. 

111 Βλ. Ερμηνεία εις τας ΙΔ’ επιστολάς του αποστόλου Παύλου, τόμ Α’, σ. 380. 

112  Τον  Χριστό  τον  ονόμασαν  δαιμονισμένο  και  τρελλό  (βλ.  Ιω.  10,  20),  τον  απόστολο  Παύλο 

παρομοίως αποκάλεσαν τρελλό (βλ. Πραξ. 26, 24‐25). 
113  Μητροπολίτου  Ναυπάκτου  και  αγ.  Βλασίου  Ιεροθέου,  Το  πρόσωπο  στην  Ορθόδοξη  Παράδοση,  σ. 

373. 
64
αποκαλέσουν τρελλό ή μωρό, ό,τι συμβαίνει και στο σημερινό κόσμο. Αυτή όμως η 

κατά  Θεό  μωρία,  όσο  παράξενη  φαίνεται  για  τους  κοσμικούς  ανθρώπους,  τόσο 

σωτήρια  είναι  για  τους  ακολουθούντες  το  Χριστό.  Αυτό  που  έχει  επισημανθεί 

παραπάνω αφορά βεβαίως όλους τους χριστιανούς. Υπάρχουν όμως μέσα στο χώρο 

της  Εκκλησίας  οι  άνθρωποι  οι  οποίοι  έλαβαν  από  το  Θεό  ειδικό  χάρισμα  για  να 

ακολουθήσουν  το  δύσκολο  δρόμο  της  ταπεινοφροσύνης.  Αυτά  τα  πρόσωπα  είναι 

ακριβώς οι «δια Χριστόν σαλοί». 

Η  ταπεινοφροσύνη,  είτε  όπως  κάποιος  άλλος  μπορεί  να  πει  η  «μωρία»,  η 

οποία  αφορά  όλους  τους  χριστιανούς,  είναι  το  πρώτο  βήμα  το  οποίο  πρέπει  να 

κάνει  ο  άνθρωπος  στην  πνευματική  του  ζωή.  Παραπέρα  όλα  εξαρτώνται  από  το 

Θεό,  αυτός είναι ο  «εργοδότης» ο οποίος καλεί προσωπικά κάθε ένα  «εργάτη»  και 

τον  προστάζει  να  ζήσει  και  να  αγωνιστεί  για  τη  σωτηρία  του  με  τον  ένα  ή  με  τον 

άλλο τρόπο. Ένας από αυτούς τους τρόπους είναι και η «δια Χριστόν σαλότητα». Οι 

ασκητές,  οι  οποίοι  ακολουθούν  στη  ζωή  τους  αυτό  το  είδος  της  χριστιανικής 

άσκησης,  ως  το  πιο  μεγάλο  όπλο  στην  πνευματική  τους  πρόοδο,  χρησιμοποιούν 

αδιάκοπα,  όπως  ειπώθηκε  νωρίτερα,  την  ταπεινοφροσύνη.  Σε  τί  όμως  διαφέρει  η 

ταπεινοφροσύνη  την  οποία  ασκούν  οι  «τρελλοί  εργάτες»  του  Θεού,  από  τη 

ταπεινοφροσύνη όλων των χριστιανών; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα, εν μέρει 

έχει  δοθεί  παραπάνω.  Η  ταπεινοφροσύνη,  όπως  έχει  επισημάνει  ο  όσιος  Ιωάννης 

της  Κλίμακος,  έχει  τις  βαθμίδες  της,  και  γι᾿  αυτό  κάθε  χριστιανός  την 

εγκολπώνεται κατά τη δύναμή του. Οι περισσότεροι όμως χριστιανοί, ασκούν αυτή 

την  αρετή  σε  βαθμό  πολύ  κατώτερο,  σε  σύγκριση  με  οποιονδήποτε  από  τους 

σαλούς του Κυρίου. Γι᾿ αυτό η ζωή του δια Χριστόν σαλού, συγκριτικά με τη ζωή όχι 

μόνο του μέσου χριστιανού, αλλά και των ονομαστών μελών της Εκκλησίας, μπορεί 

να  χαρακτηριστεί  ως  μια  απαράμιλλη  και  ακραία  εφαρμογή  της 

ταπεινοφροσύνης114. Η παραπάνω εξήγηση δείχνει, ότι η ταπείνωση στη ζωή όλων 

των χριστιανών κατ᾿ ουσίαν έχει την ίδια υπόσταση. Όμως αυτή η αρετή μπορεί να 

εκδηλωθεί  μέσα  στη  ζωή  της  Εκκλησίας  είτε  ως  μωρία  είτε  ως  σαλότητα.  Η 

 Σε αυτό το σημείο πρέπει να επισημανθεί, ίσως κάποιος το έχει ήδη παρατηρήσει, ότι στην έρευνα 
114

αυτή  εμφανίζονται  πότε  πότε  τα  ίχνη  των  επαναλήψεων.  Αυτό  το  πράγμα  δεν  γίνεται  από 
απροσεξία, αλλά αντιθέτως, είναι σκόπιμο, γιατί το χρειάζεται ο χειρισμός του θέματος. 
65
σαλότητα  ωστόσο  υπερέχει  της  μωρίας,  γιατί  αυτό  το  είδος  της  χριστιανικής 

άσκησης  είναι  πιο  κοντά  στη  ζητούμενη  τελειότητα  της  οποίας  το  μέτρο  είναι  ο 

Ιησούς Χριστός. 

Το  δεύτερο  στοιχείο,  το  οποίο  διακρίνει  τους  «δια  Χριστόν  σαλούς»  και  την 

άσκησή  τους,  είναι  η  ειδική  κλήση  τους  από  το  Θεό,  χωρίς  την  οποία  δεν  γίνεται 

κάποιος  να  επιλέξει  μόνος  το  δρόμο  της  σαλότητας115.  Ο  Θεός,  καλώντας  τα  δικά 

του παιδιά, δεν επιβάλλει όμως σε αυτά, τους τρόπους και τις μορφές της άσκησης 

τους.  Σε  αυτό  το  σημείο,  μπορεί  κάποιος  ακριβώς  να  δει,  την  πιο  μεγάλη 

διαφοροποίηση  στο  χώρο  των  «δια  Χριστόν  σαλών».  Στη  σαλότητα,  όπως  και  σε 

πολλά άλλα είδη ασκήσεως, υπάρχει, ως φυσικό φαινόμενο, κάποια παραλλαγή ως 

προς  τη  μορφή  αυτού  του  άθλου.  Αυτό  είναι  αυτονόητο,  γιατί  κάθε  άνθρωπος  ως 

ξεχωριστό  και  ανεπανάληπτο  πρόσωπο,  βαδίζει  προς  τον  Θεό  δια  διαφορετικής 

οδού.  Αυτό  το  πράγμα  στην  περίπτωση  των  «δια  Χριστόν  σαλών»,  αφορά  ειδικώς, 

τον  εξωτερικό  τρόπο  της  συμπεριφοράς  τους.  Σε  αυτό  το  σημείο  πρέπει  όμως  να 

σημειωθεί, ότι από τους πολλούς σαλούς, που παρουσιάστηκαν σε όλη την πορεία 

της ζωής της Εκκλησίας, κάποιοι από αυτούς είχαν ως πρότυπο της συμπεριφοράς 

τους  τους  προγενέστερους,  κάποιοι  απεναντίας,  φανέρωσαν  πρωτότυπο  ύφος  στη 

ζωή τους. Η ποικιλία της εξωτερικής συμπεριφοράς στη ζωή αυτών των ασκητών, 

οφείλεται  σε  ορισμένες  αιτίες.  Οι  πιο  σημαντικές  από  αυτές  είναι  το  εξωτερικό 

περιβάλλον  μέσα  στο  οποίο  διαμένουν  οι  σαλοί  και  ο  σκοπός  τον  οποίο  αυτοί 

επιδιώκουν με τους αγώνες τους. Με άλλο τρόπο συμπεριφέρεται ένας σαλός που 

αγωνίζεται  μέσα  στο  κοσμικό  περιβάλλον,  με  άλλο  άλλος  που  ζει  εντός  του 

μοναστηριού,  και  με  άλλο  τρίτος  που  κάθεται  μόνος  σε  κάποιο  ερειπωμένο  τόπο. 

Παρόμοια,  άλλη  συμπεριφορά  θα  δείξει  σαλός,  ο  οποίος  ανέλαβε  τη  δύσκολη 

άσκηση  της  σαλότητας,  για  να  βοηθήσει  τους  άλλους  ανθρώπους,  και  αλλιώς 

αυτός που κατέφυγε σε αυτή, για να του συγχωρεθούν οι προηγούμενες αμαρτίες 

του. 

Από  την  παραπάνω  ανάλυση  φαίνεται  καθαρά,  ότι  ανάμεσα  στους  «δια 

Χριστόν  σαλούς»  υφίστανται  κάποιες  διαφορές,  οι  οποίες  αφορούν  κυρίως  την 

115 Η αναλυτική αναφορά, όσον αφορά την ειδική κλήση προς τη «σαλότητα», γίνεται παρακάτω. 
66
εξωτερική συμπεριφορά αυτών των ασκητών. Το στοιχείο αυτό όμως δεν πρέπει να 

είναι  το  πρόσχημα,  για  να  κάνει  κάποιος  ποιοτικές  διακρίσεις  στο  φαινόμενο  της 

«δια  Χριστόν  σαλότητας».  Ωστόσο  στα  σύγχρονα  θεολογικά  κείμενα,  μπορεί 

κάποιος  να  βρει  τις  απόψεις  οι  οποίες  υποστηρίζουν,  ότι  η  «δια  Χριστόν  μωρία» 

είναι κάτι το διαφορετικό από τη «δια Χριστόν σαλότητα»116. Οι αντιλήψεις τέτοιου 

είδους δεν μπορούν να είναι αποδεκτές, γιατί αυτές δεν απορρέουν από τα κείμενα 

των βίων των σαλών117. Βεβαίως, η μωρία είναι μόνο ανοησία, η σαλότητα σημαίνει 

κάτι  παραπάνω,  έχει  την  έννοια  της  τρέλλας.  Όμως  και  οι  δύο  λέξεις  δεν 

αντίκεινται μεταξύ τους, αντίθετα, έχουν την ίδια πηγή την ταπείνωση, την οποία 

και εξυπηρετούν. Ασφαλώς η «σαλότητα» είναι  πιο ευρύς όρος, ο οποίος εκτός από 

τη  «μωρία»  περιλαμβάνει  μέσα  του  και  άλλα  στοιχεία,  όπως  λόγου  χάρη  την 

εξωτερική μωρία. Αυτό όμως δεν σημαίνει, ότι οι δύο αυτές λέξεις κατ᾿ ουσία τους 

δεν  είναι  όμοιες.  Συνεπώς,  δεν  έχει  νόημα  να  κάνει  κάποιος  διάκριση  ανάμεσα 

στους δύο αυτούς όρους, να καλεί έναν ασκητή «μωρό» και άλλο «σαλό», γιατί και 

οι δύο αυτές ονομασίες, στην πραγματικότητα είναι ομώνυμες. 

Εξάλλου,  κάθε  απλός  χριστιανός,  διαβάζοντας  διάφορους  βίους  αγίων, 

μπορεί  μόνος  να  αντιληφθεί  εντός  μίας  συγκεκριμένης  μορφής  ασκήσεως,  τους 

διαφορετικούς  δρόμους,  που  οδηγούν  προς  το  Θεό.  Αυτό  το  φαινόμενο  αφορά  και 

την  «δια  Χριστόν  σαλότητα»,  στα  όρια  της  οποίας  υπάρχουν  σημαντικές 

ανομοιότητες.  Γι᾿  αυτό  το  λόγο,  αν  κάποιος  θέλει  να  βάζει  τα  πράγματα  σε  πολύ 

στενά όρια, πράγμα που δεν είναι σωστό, θα έπρεπε να κάνει περισσότερες από τις 

δύο  διακρίσεις  στη  άσκηση  της  «σαλότητας».  Αυτές  οι  διακρίσεις  όμως,  όπως 

ειπώθηκε  παραπάνω,  αφορούν  την  εξωτερική  διαγωγή  των  «σαλών»,  και  όχι  την 

πνευματική τους κατάσταση και ικανότητες. Αυτό το πράγμα μπορεί κάποιος να το 

επιβεβαιώσει  διαβάζοντας  τους  βίους  των  «δια  Χριστόν  σαλών».  Από  αυτά  τα 

116  Βλ.  Lennart  Rydén,  «The  Holy  Fool»,  The  Byzantine  Saint,  σ.  107.  Βλ.  επίσης  Δημητρίου  Γ.  Τσάμη, 
Αγιολογία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, σ. 367‐369. 
117 Αυτό, λόγου χάρη, φαίνεται από την παράλληλη χρήση των λέξεων μωρός και σαλός στο βίο του 

οσίου  Ανδρέα  του  δια  Χριστόν  σαλού.  Σε  αυτό  το  κείμενο,  οι  δύο  αυτοί  όροι  χρησιμοποιούνται 
εναλλάξ  για  να  χαρακτηρίσουν  το  ίδιο  πρόσωπο.  Αυτό  ακόμα  μια  φορά  αποδεικνύει,  ότι  οι  λέξεις 
μωρός και σαλός κατ᾿ ουσία εκφράζουν με το ίδιο τρόπο, το πνευματικό φαινόμενο της δια Χριστόν 
σαλότητας. 
67
αγιολογικά κείμενα, φαίνεται καθαρά, ότι με το δικό του τρόπο αγωνίστηκε ο άγιος 

Ανδρέας της Κωνσταντινουπόλεως, με άλλο ενεργεί η αγία Ξένη της Πετρούπολης 

και ακόμα με άλλο η όσια Πελαγία Ιβάνοβνα. Μια τέτοια κατάσταση είναι κάτι το 

κανονικό  μέσα  στους  κόλπους  της  Εκκλησίας,  αφού  και  ο  απόστολος  Παύλος 

επισημαίνει,  ότι  εκτός  από  διάφορα  είδη  χαρισμάτων  και  διακονιών,  υπάρχουν 

ανάμεσα στους πιστούς και ποικίλα είδη δραστηριοτήτων. Αυτό όμως για το μέγα 

απόστολο  έχει  δευτερεύουσα  σημασία  εν  όψει  του  γεγονότος,  ότι  όλες  αυτές  οι 

δωρεές  και  δράσεις  προέρχονται  από  τον  ένα  και  ίδιο  Κύριο 118.  Το  παραπάνω 

απόσπασμα  της  Α’  προς  Κορινθίους  επιστολής  διαβεβαιώνει  ακόμα  μια  φορά,  ότι 

δεν έχει νόημα να συγκρίνει κάποιος τους «δια Χριστόν σαλούς» μεταξύ τους, γιατί 

περισσότερο τους ενώνει το γεγονός, ότι αυτοί παίρνουν όλη την ύπαρξή τους από 

το Θεό και την αναθέτουν σ᾿ Εκείνον, παρότι τους ξεχωρίζουν κάποιες εξωτερικές 

ιδιότητες και περιστάσεις. 

Έχοντας  διευκρινίσει  τη  σημασία  και  τη  χρήση  των  λέξεων  «μωρός»  και 

«σαλός»,  και  την  αμοιβαία  σχέση  μεταξύ  αυτών  των  όρων,  μπορούμε  τώρα  να 

προχωρήσουμε  ένα  βήμα  παραπάνω  και  να  ασχοληθούμε  με  το  θέμα  του 

χαρακτηρισμού της «σαλότητας», το οποίο αναπτύσσεται στο επόμενο κεφάλαιο. 

118 Βλ. Α’ Κορ. 12, 4‐6. 
 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ 
 

ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΣΑΛΟΤΗΤΑΣ 

1. Ο χαρακτηρισμός της δια Χριστόν σαλότητας 

Το  κεφάλαιο  αυτό  αποτελεί το ουσιωδέστερο τμήμα αυτής της εργασίας.  Οι 

επόμενες σελίδες θα προσδιορίσουν και θα κατευθύνουν όλη την περαιτέρω μελέτη 

του φαινομένου της σαλότητας1 στην ορθόδοξη χριστιανική Παράδοση. Γι᾿ αυτό το 

λόγο,  στο  σημείο  αυτό  πρέπει  να  δοθεί  προσοχή  στις  διάφορες  μελέτες  που 

εκπονήθηκαν για το συγκεκριμένο θέμα, πράγμα που αποσκοπεί στη διευκρίνηση 

ορισμένων  απόψεων  και  θέσεων  περί  της  σαλότητας  που  κυκλοφορούν  σήμερα 

στους  επιστημονικούς  κύκλους.  Επί  πλέον  έχει  ως  σκοπό  τη  διαφύλαξη  της 

παρούσης εργασίας από παρεξηγήσεις σε περαιτέρω επιμέρους θέματά της. 

Όπως  αναφέρθηκε  προηγουμένως,  είναι  αλήθεια  ότι  σχεδόν  δεν  υπάρχουν 

ολοκληρωμένες πραγματείες για το φαινόμενο της  «δια Χριστόν σαλότητας» στην 

ορθόδοξη χριστιανική Παράδοση. Παρ᾿ όλα αυτά, αρκετοί μελετητές έχουν γράψει 

γι᾿  αυτή  την  υπόθεση  και  προσπάθησαν  να  κατανοήσουν  και  να  χαρακτηρίσουν 

τους  σαλούς  του  Κυρίου.  Οι  συγγραφείς  αυτοί  προέρχονται  από  την  ορθόδοξη, 

1 Στο προηγούμενο κεφάλαιο έχουν διευκρινιστεί οι έννοιες των όρων που αποτελούν το αντικείμενο 
αυτής της μελέτης. Γι᾿ αυτό το λόγο στο εξής, οι λέξεις «σαλός» και «σαλότητα», όπως και «μωρός» 
και «μωρία», δεν θα είναι αναγκαίο να χρησιμοποιούνται κάθε φορά με την πλήρη ονομασία τους. 
Λόγου  χάρη,  κάνοντας  τη  χρήση  του  όρου  σαλός,  θα  εννοείται  ότι  γίνεται  λόγος  για  τον  «δια 
Χριστόν σαλό». Το ίδιο θα ισχύει και για τα εισαγωγικά, τα οποία δεν θα είναι απαραίτητα παντού. 
69
όπως  και  από  τη  ρωμαιοκαθολική  παράδοση.  Στην  ενότητα  αυτή  δεν  θα 

εξετασθούν  όλες  οι  θέσεις  των  συγγραφέων  αυτών,  ωστόσο,  είναι  αναγκαίο  να 

παρατεθούν  εδώ  ορισμένες  απόψεις  οι  οποίες  επηρεάζουν  άμεσα  το  θεολογικό‐

επιστημονικό  κόσμο  και  ασκούν  κάποια  μικρότερη  ή  μεγαλύτερη  επίδραση  στο 

χριστεπώνυμο  πλήρωμα.  Πιστεύουμε  πως  αξίζει  κανείς  να  ασχοληθεί  με  τα 

συγκεκριμένα  κείμενα  για  δύο  λόγους:  για  να  καταδειχτούν  αφ᾿  ενός  τα 

συμπεράσματα που μπορεί να προκύψουν, αν η μελέτη του εν λόγω θέματος είναι 

ελλιπής· και για να προβληθεί αφ᾿ ετέρου η ανάγκη αναθεώρησης της εικόνας περί 

του  σαλού,  η  οποία  διαμορφώνεται  και  διαδίδεται  μέσα  στο  χριστιανικό 

περιβάλλον.  Στις  διαπιστώσεις  και  τις  παρατηρήσεις  μας  αυτές,  είναι  αλήθεια  ότι 

μας  βοήθησαν  αντιθετικά  άλλες  μελέτες  για  τους  δια  Χριστόν  σαλούς,  οι  οποίες 

ήταν  ακριβώς  σε  θέση  να  μας  προσφέρουν  ένα  ασφαλές  κατά  τη  γνώμη  μας 

σύγχρονο υπόδειγμα αυθεντικής προσέγγισης του θέματος2. 

«Προβληματικά»  συμπεράσματα  για  την  προσωπικότητα  των  δια  Χριστόν 

σαλών μπορεί κάλλιστα να συναντήσει κανείς, διαβάζοντας την εισαγωγή στο βίο 

της  Μαρίας  Σκομπτσόβα,  της  δια  Χριστόν  σαλής3.  Ο  συγγραφέας  αυτού  του 

κειμένου  λέει  ότι  ο  άνθρωπος  για  να  συναντήσει  το  Θεό  μπορεί  να  βαδίσει  δύο 

δρόμους: το συμβατικό και τον αντισυμβατικό. Ο συμβατικός πιστός γεννᾶται, ενώ 

ο  αντισυμβατικός  ἀναγεννᾶται.  Στη  δεύτερη  κατηγορία  ‐  των  αντισυμβατικών 

χριστιανών ανήκουν ο Παύλος, ο Αυγουστίνος, ακόμα και ο Λούθηρος. Σε αυτή την 

κατηγορία  ανήκουν  και  οι  άνθρωποι  που  ασκούν  στη  ζωή  τους  τη  δια  Χριστόν 

σαλότητα. Η σαλότητα σε τελική ανάλυση είναι η αντισυμβατική αγιότητα. «Ὅταν 

ἡ  ἐκκλησιαστική  ἰδιότητα  βιώνεται  μέ  τρόπο  προσωπικό,  παραβατικό, 

ἀντισυμβατικό,  τότε  ἀναδύεται  ὁ  “διά  Χριστόν  σαλός”»4.  Ο  συντάκτης  της 

2  Βλ.  λ.  χ.:  Μητροπολίτου  Ναυπάκτου  και  αγ.  Βλασίου  Ιεροθέου,  Το  πρόσωπο  στην  Ορθόδοξη 
Παράδοση,  σ.  332‐377,  Ιωάννου  Κ.  Κορναράκη,  Ταρσώ  η  δια  Χριστόν  σαλή,  σ.  83‐101,  Αρχιμ. 
Σωφρονίου  (Σαχάρωφ),  Άσκησις  και  θεωρία,  μετάφρ.  Ιερομ.  Ζαχαρίου,  έκδ.  Ιερά  Μονή  Τιμίου 
Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας 1996, σ. 30‐34, 81‐91, G. P. Fedotov, Sviatiye Drevniey Rusi, σ. 191‐204, του 
Ίδιου, «The Holy Fools», The Russian Religious Mind, τόμ. 2, έκδ. Harvard University. Press, Cambridge‐
Massachusetts 1966, σ. 316‐343. 
3 Βλ. Σεργκέι Χάκελ, Μαρία Σκομπτσόβα. Μία “δια Χριστόν σαλή” στους μοντέρνους καιρούς, μετάφρ. 

Ν. Ι. Τσιρώνη, Εισαγωγή Μ. Μπέγζος, έκδ. Ακρίτας, Ν. Σμύρνη 1998. 
4 Βλ. ό. π., σ. 13‐14. 
70
συγκεκριμένης εισαγωγής, εξηγεί και στηρίζει την άποψή του περί της σαλότητας, 

γράφοντας: «Ἀντί γιά τήν ἀνάγκη εἶναι ἡ ἐλευθερία πού καθορίζει τίς ἐπιλογές τοῦ 

ἐκκλησιαστικοῦ ἀνθρώπου. Ἀντί γιά τόν φόβο εἶναι ἡ ἀγάπη πού οἰστρηλατεῖ τόν 

ἀντισυμβατικό πιστό. Ἡ ἀγαπητική ἐλευθερία καί ἡ ἀπελευθερωτική ἀγάπη εἶναι οἱ 

δυό  ὄψεις  τοῦ  νομίσματος  πού  λέγεται  ἐκκλησιαστικός  ἄνθρωπος  μέ  τήν 

ἀντισυμβατική  σημασία  τοῦ  ὅρου.  Κάτι  τέτοιο  ἀκριβῶς  ἐνσαρκώνεται  στή  διά 

Χριστόν  σαλότητα:  πρόκειται  γιά  τήν  παραβατικότητα  στό  ὄνομα  τῆς 

ἐκκλησιαστικότητας. Ἡ ὑπέρβαση τοῦ νόμου καί τοῦ λόγου, τῆς σύμβασης καί τῆς 

συνήθειας, τοῦ φόβου καί τῆς ἀνάγκης, εἶναι πού συνεπιφέρει τήν συγκρότηση ἑνός 

ἤθους  παρανόμου  καί  ἑνός  λόγου  παραδόξου,  ὅπου  “ἕνα  καί  ἕνα  δέν  κάνουν 

δύο”»5. 

Κατά  τη  γνώμη  μας,  ορισμένες  από  τις  παραπάνω  απόψεις  είναι  αρκετά 

συζητήσιμες.  Μέσα  στο  σώμα  της  Εκκλησίας,  όλοι  οι  χριστιανοί  γεννιούνται  και 

αναγεννιούνται,  όλοι  οφείλουν  να  βαδίσουν  το  ίδιο  δρόμο  της  τήρησης  των 

εντολών, τον οποίον δίδαξε έμπρακτα ο Ιησούς Χριστός στον κόσμο. Βεβαίως, στην 

Εκκλησία  δεν  παύει  να  λειτουργεί  η  σταδιακή  ωρίμανση  των  πιστών.  Γι᾿  αυτό 

άλλωστε  έχουμε  και  τη  διάκριση  των  πιστών  σε  δούλους,  μισθωτούς,  και 

ελευθέρους.  Αυτό  όμως  δεν  επιτρέπεται  να  επισκιάζει  τη  βάση  και  το  σκοπό  της 

χριστιανικής  ηθικής  που  είναι  η  καλλιέργεια  της  εν  Χριστώ  ζωής·  και 

πραγματοποιείται  με  τη  διαρκή  στήριξη  και  αναφορά  της  ηθικής  ζωής  στο 

οντολογικό  της  επίπεδο,  στην  κοινωνία  του  Αγίου  Πνεύματος6.  Η  κοινωνία  αυτή 

εκφράζεται και διατηρείται ακριβώς με τη τήρηση των εντολών, καθόσον η τήρηση 

των εντολών και η βίωση των αρετών ταυτίζεται με τη διατήρηση της κοινωνίας με 

το Χριστό και τη γνώση της αλήθειάς Του. Και αντιθέτως η παράβαση της εντολής 

του Θεού συνεπάγεται τη διακοπή της κοινωνίας μαζί Του7. 

5 Ό. π., σ. 19‐20. 
6 Βλ. Γεωργίου Ι. Μαντζαρίδη, Εισαγωγή στην Ηθική, έκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 31995, σ. 62. 
7 «Μὲ τὴν παράβαση τῆς ἐντολῆς διαλύει ὁ ἄνθρωπος τὴν κοινωνία μὲ τὸν Θεὸ καὶ ὑποτάσσεται στὴ 

φθορὰ καὶ τὸ θάνατο». Έτσι, ο άνθρωπος χάνει τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, που είναι η πηγή της 
ελευθερίας, και υποδουλώνεται σε αντικειμενικές αξίες, βλ. ό. π., σ. 68, 85. 
71
Πρέπει επίσης να επισημανθεί, ότι η υπέρβαση του νόμου και του λόγου, της 

σύμβασης και της συνήθειας, του φόβου και της ανάγκης, για την οποία μιλάει πιο 

πάνω  ο  διακεκριμένος  επιστήμονας,  δεν  αφορά  μόνο  τους  δια  Χριστόν  σαλούς,  ή 

κάποια  συγκεκριμένη  κατηγορία  των  χριστιανών,  αλλά  ολόκληρο  πλήρωμα  της 

Εκκλησίας.  Ο  καθηγητής  Χ.  Σταμούλης  σχετικά  με  αυτό  το  θέμα  λέει:  «Σαλοί  [με 

την ευρύτερη σημασία του όρου] είναι οι άγιοι, σαλοί είναι οι μοναχοί, σαλοί είναι 

οι ιερείς, σαλοί είναι τα απλά μέλη του εκκλησιαστικού σώματος. Όλη η εν Χριστώ 

ζωή είναι μια πορεία σαλότητας, δηλαδή άρνηση της συμβατικότητας, άρνηση του 

κανονιστικού  τρόπου  υπάρξεως,  δικαίωμα  στη  διαφορετικότητα  που  φανερώνει  η 

σταυρωμένη αγάπη»8. Και αυτή η υπέρβαση του «κατά γράμμα» και η είσοδος στο 

«κατά  πνεύμα»,  δεν  συνεπιφέρει  τη  συγκρότηση  ενός  ειδικού  παρανόμου  ήθους, 

επειδή  το  χριστιανικό  ήθος  είναι  ένα  και  μοναδικό,  είναι  το  ήθος  της  ταπείνωσης 

και της αγάπης όπου βεβαίως “ἕνα καί ἕνα δέν κάνουν δύο”. Αυτό συμβαίνει, γιατί 

με  την  ένταξη  του  πιστού  στο  σώμα  του  Χριστού  δημιουργείται  η  νέα  οντολογική 

σχέση που υπαγορεύει αυτό το νέο ήθος. Τότε η τήρηση των εντολών του Θεού δεν 

θεμελιώνεται πλέον στο φόβο της τιμωρίας ή την ελπίδα της ανταμοιβής, αλλά στη 

νέα  οντολογική  πραγματικότητα,  στην  κοινωνία  του  Αγίου  Πνεύματος9.  Αυτό 

εκφράζεται  περισσότερα  μέσα  στη  θεία  Ευχαριστία  χωρίς  την  οποία  δεν  υπάρχει 

ούτε  χριστιανική  πίστη  ούτε  χριστιανική  ζωή,  και  στην  οποία  συμμετέχουν 

ανεξαιρέτως  όλοι  οι  πιστοί.  Ο  καθηγητής  Γ.  Μαντζαρίδης  λέει  ότι  η  τέλεση  της 

θείας  Ευχαριστίας  αποτελεί  τήρηση  εντολής.  Και  η  τήρηση  όλων  των  εντολών 

γίνεται  δυνατή  με  τη  θεία  Ευχαριστία.  Αυτό  γίνεται,  γιατί  όλη  η  ορθόδοξη 

Παράδοση  και  τα  βασικά  στοιχεία  της  έχουν  ουσιαστικά  ευχαριστιακή  βάση  και 

αναφορά10. 

Με  άλλα  λόγια,  μπορεί  κανείς  να  πει  ότι  η  ηθική  ζωή  δεν  ανακαινίζει  τον 

άνθρωπο,  αλλά  φανερώνει  και  εμπεδώνει  την  ανακαίνισή  του  που 

8  Χρυσοστόμου  Α.  Σταμούλη,  «Αγιότητα»,  Πρακτικά  ιζ΄  Επιστημονικού  Συμποσίου  «Χριστιανική 


Θεσσαλονίκη»: Άγιοι της Θεσσαλονίκης (Β), Θεσσαλονίκη 2003 (υπό έκδοση), σ. 4. 
9 Βέβαια, μέσα στην ηθική της Εκκλησίας βρίσκει την παιδαγωγική λειτουργικότητα και ο φόβος της 

τιμωρίας  και  η  ελπίδα  της  ανταμοιβής.  Η  βάση  της  όμως  δεν  είναι  ψυχολογική  ή  κοινωνική  αλλά 
οντολογική, βλ. Γεωργίου Ι. Μαντζαρίδη, Εισαγωγή στην Ηθική, σ. 62. 
10 Βλ. ό. π., σ. 66‐67. 
72
πραγματοποιείται με τη χάρη του Θεού. Αν και η χριστιανική ηθική δεν είναι ηθική 

κανόνων, ωστόσο οι εντολές του Χριστού αποτελούν δείκτες πορείας στην οδό της 

θεώσεως. Η τήρηση των εντολών μεταμορφώνει τη ζωή του ανθρώπου και δίνει νέο 

περιεχόμενο και προσανατολισμό στις προσωπικές και τις κοινωνικές σχέσεις του11. 

Την  ίδια  οδό  της  τήρησης  των  εντολών  βαδίζουν  και  οι  σαλοί,  γι᾿  αυτό  οι 

ασκητές  αυτοί  δεν  δημιουργούν  ένα  καινούριο  και  παράνομο  ήθος  στη  ζωή  της 

Εκκλησίας.  Αυτοί,  όπως  και  άλλοι  αληθινοί  χριστιανοί,  βιώνουν  το  μόνο  αληθινό 

ήθος  της  ταπεινώσεως  και  της  αγάπης.  Οι  δια  Χριστόν  σαλοί  δεν  διαφέρουν  από 

τους  άλλους  χριστιανούς  στο  τρόπο  της  πορείας  τους  προς  το  Θεό,  όπως 

υποστηρίζει  ο  συγγραφέας  της  εισαγωγής  του  βίου  της  Μαρίας  Σκομπτσόβα.  Η 

μεγάλη  διαφορά  μεταξύ  των  σαλών  και  των  άλλων  μελών  της  Εκκλησίας  είναι 

απλά ο βαθμός της βιώσεως των ευαγγελικών αληθειών, ο οποίος στην περίπτωση 

των  «τρελών  υπηρετών  του  Θεού»  είναι  πολύ  μεγαλύτερος  σε  σύγκριση  με  τους 

άλλους χριστιανούς. 

Στην  εν  λόγω  Εισαγωγή  ειπώθηκε  επίσης  ότι  στην  κατηγορία  των 

αντισυμβατικών  χριστιανών  μαζί με τους δια Χριστόν σαλούς ανήκει  ακόμα και ο 

Λούθηρος.  Η  παραπάνω  άποψη  δύσκολα  μπορεί  να  γίνει  αποδεκτή.  Πρέπει  να 

υπενθυμίσουμε ότι στη Δύση, από όπου προέρχεται και όπου ανήκει ο ιδρυτής του 

Προτεσταντισμού,  παρουσιάστηκε  από  νωρίς  κάποια  ενδημική  δυσκολία  για  την 

αποδοχή  της  αλήθειας  του  προσώπου.  Τελικά  το  πρόσωπο  υποτάχθηκε  στην 

απρόσωπη  ουσία12.  Γι᾿  αυτό,  «ὁ  δυτικὸς  πολιτισμός,  …  παλεύει  μὲ  τὴ  διαλεκτικὴ 

ἀντιπαράθεση  προσώπου  καὶ  κοινωνίας,  ἀτομισμοῦ  καὶ  κολλεκτιβισμοῦ.  Στὶς 

ἰδεολογίες  ποὺ  ἐπικρατοῦν  στὴ  Δύση  κυριαρχεῖ  ὁ  ἀτομισμός,  ἐνῶ  στὶς  ἰδεολογίες 

ποὺ ἐπικρατοῦν στὴν Ἀνατολὴ ὁ κολλεκτιβισμός. Μὲ τὸν παραδοσιακὸ χαρακτήρα 

καὶ  τὴν  πλουραλιστικὴ  μορφὴ  τῆς  Ὀρθόδοξης  Ἐκκλησίας  ἀποφεύγονται  δύο 

βασικὲς ἀποκλίσεις, ποὺ ἐλλοχεύουν στὶς χριστιανικὲς ὁμολογίες τῆς Δύσεως: α) Ἡ 

μεταβολὴ  τῆς  Χριστιανικῆς  ἠθικῆς  σὲ  νόμο  καὶ  β)  ἡ  καθιέρωση  τῆς  κοινωνικῆς 

συμβατικότητας  ὡς  ἠθικοῦ  ἰδεώδους.  Ἡ  πρώτη  εἶναι  ἐμφανέστερη  στὸν 

11 Βλ. ό. π., σ. 104. 
12 Περισσότερα βλ. ό. π., σ. 112. 
73
Ρωμαιοκαθολικισμό, ἐνῶ ἡ δεύτερη στὸν Προτεσταντισμό»13. Έχοντας υπ᾿ όψιν τα 

παραπάνω,  φαίνεται  ξεκάθαρα  ότι  ο  Λούθηρος  –  μία  από  τις  κυριότερες 

πνευματικές φυσιογνωμίες του δυτικού κόσμου – ούτε μπορεί να είναι εκπρόσωπος 

της  κατηγορίας  των  αντισυμβατικών  χριστιανών  ούτε  μπορεί  να  είχε  πνευματική 

ζωή όμοια με αυτή που βιώνουν οι δια Χριστόν σαλοί. 

Στην  Εισαγωγή  του  βίου  της  Μαρίας  Σκομπτσόβα,  ειπώθηκε  ότι  ο 

αντισυμβατικός άνθρωπος αντί για το φόβο, διακατέχεται από την αγάπη η οποία 

τον  εμπνέει  στη  ζωή  του.  Όμως,  ούτε  και  αυτή  η  άποψη  του  διακεκριμένου 

επιστήμονα  ευσταθεί  απόλυτα.  Τόσο  η  αγάπη  όσο  και  ο  φόβος,  ως  πνευματικές 

καταστάσεις,  είναι  ωφέλιμες  για  τον  αγωνιζόμενο  πιστό.  Τα  δύο  αυτά  αισθήματα 

πάντα συνυπάρχουν παράλληλα και βρίσκονται σε αλληλεξάρτηση. Αυτή είναι και 

η αντίληψη των θείων Πατέρων της Εκκλησίας περί του θέματος. Με άψογο τρόπο 

διαπραγματεύονται αυτό το θέμα ο όσιος Ισαάκ ο Σύρος, ο αββάς Δωρόθεος14 και ο 

άγιος  Μάξιμος  ο  Ομολογητής.  Ο  πρώτος  τονίζει  ότι,  όσο  πολύ  και  αν  ανυψωθεί  ο 

άνθρωπος  και  εισέλθει  στην  πνευματική  σφαίρα,  κατά  το  παράδειγμα  του 

αποστόλου  Παύλου,  ακόμη  και  τότε  χρειάζεται  φόβο  και  περιφρούρηση,  για  να 

αποκομίζει μόνο ωφέλεια από τη συνάντηση των πειρασμών, οι οποίοι συνοδεύουν 

πάντα  την  πνευματική  προκοπή  του  χριστιανού15.  Η  παραπάνω  παρατήρηση  του 

οσίου  Ισαάκ  του  Σύρου  είναι  πολύ  εύστοχη  και  αξιόλογη.  Δείχνει  άμεσα  ότι  ο 

απόστολος  Παύλος  και  οι  δια  Χριστόν  σαλοί  δεν  μπορούν  να  ανήκουν  σε  κάποια 

ειδική κατηγορία χριστιανών, οι οποίοι αγαπάνε τον Θεό, αλλά δεν τον φοβούνται, 

όπως υποστηρίζει ο συγγραφέας της Εισαγωγής του βίου της Μαρίας Σκομπτσόβα. 

Με  το  παρόμοιο  πνεύμα  εξετάζει  τη  σχέση  φόβου  και  αγάπης  ο  άγιος 

Μάξιμος  ο  Ομολογητής.  Υποστηρίζει  ότι  οι  δύο  αυτές  πνευματικές  καταστάσεις 

είναι  αλληλένδετες  –  και  μάλιστα  συνδέονται  μέχρι  τις  ανώτερες  βαθμίδες  της 

κατά Χριστόν τελείωσης. Σημειώνει όμως, ότι υπάρχει ποιοτική διαφοροποίηση της 

έννοιας  του  φόβου  σε  κάθε  βαθμίδα.  Ο  φόβος  της  κολάσεως  έχει  διαφορετικό 

περιεχόμενο  και  ποιότητα  από  τον  τελειοποιό  ή  τον  τέλειο  και  αγνό  φόβο.  Ο 

13 Ό. π., σ. 112‐113. 
14 Βλ. Διδασκαλία 4, 1‐3, PG 88, 1657C‐1661B.
15 Βλ. Λόγος 50, ό. π., σ. 207. 
74
εισαγωγικός  φόβος,  που  τίκτει  την  εγκράτεια,  την  υπομονή,  την  ελπίδα  και  την 

απάθεια  υποχωρεί  με  την  εμφάνιση  της  τέλειας  αγάπης.  Ο  δεύτερος  όμως  φόβος 

που  προκαλεί  ευλάβεια  και  δέος  συνυπάρχει  με  την  ανιδιοτελή  αγάπη. 

Προφυλάσσει το χριστιανό από την οίηση και την έκπτωση16. 

Πρέπει  να  επισημανθεί  γενικά  ότι  οι  θεολόγοι  οι  οποίοι  προσπάθησαν  στα 

κείμενά τους να χαρακτηρίσουν τους δια Χριστόν σαλούς μπορούν να χωριστούν σε 

δυο κατηγορίες: στην πρώτη ανήκουν αυτοί οι συγγραφείς, οι οποίοι αναπτύσσουν 

συγκεκριμένες  δικές  τους  θέσεις  περί  αυτού  του  θέματος,  και  στη  δεύτερη  εκείνοι 

που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο χρησιμοποιούν άλλες εργασίες στην παρουσίαση 

του  φαινομένου  της  σαλότητας.  Σε  αυτό  το  σημείο  θα  γίνει  σύντομη  παράθεση 

απόψεων  ορισμένων  θεολόγων‐επιστημόνων,  οι  οποίες  είναι  ως  επί  το  πλείστον 

γνωστές και στους οποίους συχνά παραπέμπουν όσοι ασχολούνται με την μελέτη 

του εν λόγω θέματος. 

Ο επίσκοπος Διοκλείας Κάλλιστος Ware μετά από την ιστορική παρουσίαση 

της  άσκησης  της  δια  Χριστόν  σαλότητας,  ερμηνεύει  το  φαινόμενο  αυτό  κυρίως  με 

βάση  το  βίο  του  Συμεών  του  δια  Χριστόν  σαλού,  τον  οποίο  θεωρεί  ως  τον  πιο 

κατάλληλο για την ανάλυση του ζητήματος. Αντί του χαρακτηρισμού των σαλών, 

εκθέτει  τους  παράγοντες,  τους  οποίους  ακολούθως  ερμηνεύει,  οι  οποίοι  κατά  τη 

γνώμη  του,  οδήγησαν  τον  Συμεών  στην  οδό  της  σαλότητας.  Αυτοί  οι  παράγοντες 

είναι  οι  εξής:  α’)  ο  εμπαιγμός  του  κόσμου,  β’)  η  αναζήτηση  της  οδού  της 

ταπεινοφροσύνης  και  του  εξευτελισμού,  γ’)  η  επιθυμία  της  σωτηρίας  των  άλλων 

δια  της  δικής  του  συμπάθειας17.  Αυτά  τα  τρία  σημεία,  τα  οποία  υπογραμμίζει  ο 

επίσκοπος Κάλλιστος ‐ αυτό τουλάχιστον φαίνεται από τη σκέψη του ‐ ταυτίζονται 

με  τα  χαρακτηριστικά  των  σαλών  και  μπορεί  να  τα  αποδώσει  κάποιος  σε  όλους 

αυτούς τους εκλεκτούς ασκητές του Θεού. 

16  Βλ.  Κεφάλαια  περί  αγάπης  1,  81‐82,  PG  90,  977CD.  Το  θέμα  έχει  αναπτύξει  περισσότερο 
συστηματικά  και  διεξοδικά  ο  καθ.  π.  Β.  Ι.  Καλλιακμάνης  στο  έργο  του  Από  το  φόβο  στην  αγάπη. 
Σπουδή στα κείμενα της Φιλοκαλίας, έκδ. Αδελφών Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1993, σ. 127‐134. 
17  Βλ.  Bishop  Kallistos  Ware,  The  Inner  Kingdom,  έκδ.  St  Vladimir᾿s  Seminary  Press,  New  York  2000,  σ. 

167. 
75
Το πρόσωπο το οποίο επικαλούνται πολλοί, γράφοντας περί της σαλότητας, 

είναι  ο  γνωστός  δυτικός  αγιολόγος  Lennart  Rydén.  Ο  επιστήμονας  αυτός  σε  ένα 

άρθρο του που αφορά μόνο τους βυζαντινούς σαλούς, εισάγοντας τον αναγνώστη 

σε αυτό το θέμα, λέει: «Ο σαλός είναι ο άνθρωπος ο οποίος υπηρετεί το Θεό με τη 

μάσκα  της  ανοησίας.  Συνήθως  το  προσωπείο  δεν  αποκαλύπτεται  έως  το  θάνατο 

του  σαλού,  οπότε  αυτός  γίνεται  άγιος.  Εάν  συμβεί  και  αναγνωριστεί  ο  σαλός 

νωρίτερα, τότε φεύγει από τον τόπο όπου βρίσκεται ή διαπράττει πράξεις ανόητες, 

ώστε  να  μπορέσει  να  επισκευάσει  έτσι  το  ρήγμα  που  προκλήθηκε  στο  προσωπείο 

του»18.  Ο  Rydén στο άρθρο του παρουσιάζει όλους τους βυζαντινούς σαλούς με τη 

σειρά  της  εμφανίσεώς  τους,  χαρακτηρίζοντας  κάθε  ένα  με  βάση  τα  επικρατούντα 

στοιχεία  των  βίων  τους.  Με  αυτό  το  τρόπο,  για  την  οσία  Ισιδώρα  γράφει  τα  εξής: 

«Σε  αυτό  το  σύντομο  θρύλο  ήδη  συναντάμε  μερικά  γνωρίσματα  των  βυζαντινών 

σαλών,  όπως  είναι  η  ανωνυμία,  η  αυτοταπείνωση,  η  κακή  μεταχείριση,  το  ηθικό 

μάθημα»19. Άλλος επιστήμονας, ο John Saward, στο δικό του βιβλίο απαριθμεί εννιά 

στοιχεία τα οποία κατά τη γνώμη του, είναι κοινά σε όλους τους σαλούς. Αυτά τα 

γνωρίσματα  είναι  τα  ακόλουθα:  α’)  η  Χριστοκεντρικότητα  των  σαλών,  β’)  η 

χαρισματική τους κατάσταση, γ’) η προσποίηση, δ’) η εσχατολογική προοπτική, ε’) 

το προσκύνημα – η αναζήτηση της χαμένης πατρίδας, σ’) η πολιτική τους ιδιότητα, 

ζ’)  η  διάκριση  των  πνευμάτων,  η’)  το  ασκητικό  στοιχείο,  και  θ’)  η  παιδική 

αθωότητα20.  

Όμως, το σημαντικότερο κείμενο το οποίο πρέπει να υπολογίζει κανείς στην 

εξέταση του φαινομένου της δια Χριστόν σαλότητας, είναι το άρθρο του π. Thomas 

Špidlík.  Στην  αρχή  αυτού  του  άρθρου  ο  συγγραφέας  του,  ορίζει  το  είδος  της  ζωής 

των «δια Χριστόν σαλών» με βάση τη ρωσική Εγκυκλοπαίδεια των Brochaus ‐ Efron 

του  έτους  1904  (στην  πραγματικότητα  του  έτους  1890)21.  Γεγονός  ιδιαίτερα 

σημαντικό, γιατί δείχνεί ότι ο π. Špidlík αναπαράγει χωρίς επιφυλάξεις τη γνώμη η 

οποία  έχει  γραφτεί  75  χρόνια  περίπου  νωρίτερα.  Αυτός  ο  Τσέχος  θεολόγος, 

18 «The Holy Fool», The Byzantine Saint, σ. 106. 
19 Ό. π. 
20 Βλ. John Saward, Perfect Fools, έκδ. Oxford University Press, Oxford 1980, σ. 25‐30. 

21 Βλ. F. A. Brochaus – I. A. Efron, Enciklopedičeskij slovaŕ, τόμ 41, S.‐Peterbourg 1904, σ. 421‐422. 
76
αναφέροντας  τη  ρωσική  εγκυκλοπαίδεια  λέει  ότι  η  σαλότητα  είναι  «η  στάση 

εκείνων  οι  οποίοι  ωθούμενοι  από  την  αγάπη  προς  το  Θεό  και  τον  πλησίον, 

υιοθέτησαν  μια  ασκητική  μορφή  της  χριστιανικής  ευσεβείας  η  οποία  ονομάζεται 

σαλότητα για την αγάπη προς το Χριστό. Εκείνοι παραιτούνται εκουσίως όχι μόνο 

από  τις  ανέσεις  και  τα  αγαθά  της  γήινης  ζωής,  από  τα  πλεονεκτήματα  της 

κοινωνικής  ζωής  και  από  τα  αγαθά  της  οικογένειας,  επίσης  δέχονται  να 

λαμβάνουν  την  εξωτερική  εμφάνιση  ενός  τρελλού  ο  οποίος  αγνοεί  τους  κανόνες 

της  ευπρέπειας  και  της  σωφροσύνης  και  συχνά  επιτρέπουν  στον  εαυτό  τους  να 

διαπράξουν  σκανδαλώδεις  πράξεις.  Αυτοί  οι  ασκητές  δεν  φοβούνται  να  πουν  την 

αλήθεια  στους  ισχυρούς  του  κόσμου,  κατηγορώντας  τους  ότι,  είχαν  ξεχάσει  τη 

δικαιοσύνη του Θεού και παρηγορούν εκείνους οι οποίοι φοβούνται τον Θεό δια της 

ευλάβειάς τους»22. Στη συνέχεια του άρθρου του ο π. Špidlík απαριθμεί και εξετάζει 

τα  κύρια  χαρακτηριστικά  γνωρίσματα  των  σαλών,  τα  οποία  κατά  τη  γνώμη  του 

είναι τα εξής: α’) η ελευθερία των παιδιών του Θεού, β’) η απάθεια και η αγάπη για 

τον πόνο, γ’) η απλότητα του πνεύματος – που σημαίνει για αυτόν η απόρριψη της 

κοσμικής  σοφίας,  δ’)  η  προφητεία  –  εννοεί  εδώ  τη  διάκριση  των  πνευμάτων,  ε’)  η 

αποστολικότητα – η οποία για αυτόν συνδέεται με τα προφητικά χαρίσματα, στ’) η 

μόνωση23. 

Τόσο  από  τον  ορισμό  της  σαλότητας  όσο  και  από  τα  χαρακτηριστικά  τα 

οποία αναφέρει ο π. Špidlík, φαίνεται καθαρά ότι η άσκηση της σαλότητας, η οποία 

είναι  κατ᾿  εξοχήν  πνευματικό  φαινόμενο,  ορίζεται  σχεδόν  αποκλειστικά  με  βάση 

τα  εξωτερικά  χαρακτηριστικά,  που  είναι  όντως  στους  σαλούς  έντονα,  αλλά  αυτά 

δεν  αποτελούν  την  ουσία  της  άσκησης,  παρά  μόνο  τα  επακόλουθά  της.  Παρά 

ταύτα, αυτές οι εξωτερικές ιδιότητες που αναφέρονται, δεν διαζωγραφίζουν όλους 

τους  σαλούς,  και  μερικές  από  αυτές  πάλι  λείπουν  εντελώς  από  τη  ζωή  κάποιων 

άλλων. Σε αυτό το σημείο φαίνεται καθαρά η εξάρτηση της σκέψης του π. Špidlík 

από  την  Εγκυκλοπαίδεια  του  Brochaus,  καθώς  χρησιμοποιεί  ορισμούς  που 

ταιριάζουν  περισσότερο  στους  Ρώσους  σαλούς  μεταξύ  του  15ου  ‐  17ου  αιώνα,  παρά 

22 Thomas Špidlík, «Fous pour le Christ. En Orient», Dictionnaire de Spiritualité, Ascétique et Mystique, τόμ. 
5, Paris 1964, στ. 752. 
23 Βλ. ό. π., στ. 753‐757. 
77
γενικά  σε  όλους  τους  «δια  Χριστόν  σαλούς».  Όσον  αφορά  τα  έξι  χαρακτηριστικά 

για τα οποία μιλάει αυτός ο θεολόγος, δεν είναι μοναδικά γνωρίσματα των σαλών, 

αλλά  συναντιούνται  και  σε  άλλους  ασκητές.  Παραδείγματος  χάρη,  ο  άγιος 

Σεραφείμ  του  Σάρωφ  κατέχει  πλήρως  όλα  αυτά  τα  γνωρίσματα,  ωστόσο  η 

Εκκλησία  δεν  τον  απεκάλεσε  σαλό.  Από  την  άλλη  πλευρά,  κάποιος  μπορεί  να  μη 

έχει  όλα  αυτά  τα  γνωρίσματα  και  να  είναι  σαλός  στη  συνείδηση  ολόκληρης  της 

Εκκλησίας. Καλό τέτοιο παράδειγμα είναι η οσία Ισιδώρα η δια Χριστόν σαλή που 

έζησε τον 4ο αιώνα στην Αίγυπτο. Διαβάζοντας το βίο της, δεν μπορεί κάποιος να 

διακρίνει  τα  χαρακτηριστικά  τα  οποία  αναφέρει  ο  π.  Špidlík  και  τα  οποία 

περιγράφονται  στην  Εγκυκλοπαίδεια  του  Brochaus.  Η  Ισιδώρα  δεν  αγνοεί  τους 

κανόνες της ευπρέπειας, δεν διαπράττει σκανδαλώδεις πράξεις, δεν κατηγορεί τους 

ισχυρούς  αυτού  του  κόσμου,  ούτε  φαίνονται  από  το  βίο  της  κάποια  ειδικά 

χαρίσματα.  Γιατί  τότε  η  Εκκλησία  την  απεκάλεσε  δια  Χριστόν  σαλή;  Μήπως 

υπάρχει  και  κάποιο  άλλο  στοιχείο,  λόγω  του  οποίου  η  οσία  Ισιδώρα  κατατάχτηκε 

στη χορεία των «δια Χριστόν σαλών»; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι απλή 

και  έχει  ήδη  δοθεί24·  το  ζητούμενο  στοιχείο  είναι  η  άκρα  ταπείνωσή  της.  Αυτό  το 

γνώρισμα  κυριαρχεί  ξεκάθαρα  στη  ζωή  αυτών  των  ασκητών.  Η  Εγκυκλοπαίδεια 

του  Brochaus  όμως  παραλείπει  εντελώς  αυτό  το  στοιχείο,  ενώ  ο  π.  Špidlík  σε 

ολόκληρο το άρθρο του, αναφέρεται μόνο σε τρία σύντομα σημεία στην ταπείνωση 

όταν  μιλάει  για  άλλα  θέματα.  Ο  Τσέχος  θεολόγος  εστιάζει  μάλλον  σε  άλλες 

προτεραιότητες,  αφού  λέει  ότι  «η  ελευθερία  των  παιδιών  του  Θεού  είναι  ίσως  η 

έκφραση  η  οποία  με  τον  καλύτερο  τρόπο  χαρακτηρίζει  αυτόν  τον  τύπο  της 

αγιότητας»25. 

Όπως  φαίνεται  από  τη  σύντομη  παρουσίαση  των  απόψεων  διακεκριμένων 

επιστημόνων,  οι  οποίοι  έχουν  ασχοληθεί  συστηματικά  με  το  φαινόμενο  της 

σαλότητας, δεν υπάρχει μεταξύ τους συμφωνία, όσον αφορά το χαρακτηρισμό των 

δια Χριστόν σαλών. Μάλλον θα μπορούσε να πει κάποιος ότι ερμηνεύουν το θέμα 

κάθε  ένας με το δικό του τρόπο. Αναρωτιέται λοιπόν κανείς, γιατί την ίδια μορφή 

24 Βλ. σ. 33‐34 αυτής της εργασίας. 
25 «Fous pour le Christ. En Orient», ό. π., στ. 753. 
78
άσκησης την χαρακτηρίζει ο καθένας με διαφορετικό τρόπο; Γιατί κάθε ερευνητής 

δίνει  προσοχή  και  τονίζει  σε  αυτό  τον  τύπο  της  άθλησης  διαφορετικά  στοιχεία, 

όσον  αφορά  το  είδος  αλλά  και  τον  αριθμό  τους;  Κατά  τη  γνώμη  μας,  αυτό 

προκύπτει  όχι  τόσο  από  τις  πηγές  και  τις  θεολογικές  θεωρίες  τις  οποίες 

χρησιμοποιούν  οι  εν  λόγω  επιστήμονες,  όσο  από  τον  τρόπο  με  τον  οποίο  τις 

μεταχειρίζονται και τις προσαρμόζουν στα ιδιόρρυθμα δεδομένα της ζωής των δια 

Χριστόν σαλών. 

Έχοντας  υπόψη  τα  συγκεκριμένα  έργα‐άρθρα  των  επιστημόνων  οι  οποίοι 

έχουν  γράψει  περί  της  σαλότητας,  χρειάζεται  να  επισημάνουμε  ορισμένες 

«τακτικές» τις οποίες συνήθως ακολουθούν οι περισσότεροι από αυτούς. Πρώτ᾿ απ᾿ 

όλα, συγχέουν τα χαρακτηριστικά με τους σκοπούς στη ζωή των σαλών. Η άποψη 

αυτή  μπορεί  να  κατανοηθεί  καλύτερα  με  ένα  αντίστοιχο  παράδειγμα  από  το 

μοναχικό  βίο.  Είναι  γνωστό  ότι  τα  τρία  μεγάλα  γνωρίσματα  του  μοναχού  είναι  η 

υπακοή,  η  ακτημοσύνη  και  η  παρθενία.  Αυτά  τα  στοιχεία  συνιστούν  ταυτόχρονα 

και  τις  θεμελιώδεις  υποσχέσεις  κάθε  εισερχόμενου  στη  ζωή  του  μοναχού  και  τον 

ξεχωρίζουν  από  τους  άλλους  χριστιανούς.  Όμως  για  κάθε  μοναχό,  εξαιτίας 

διαφόρων  παραγόντων:  του  μοναστηριού  (ή  γενικά  του  περιβάλλοντος)  στο  οποίο 

διαμένει, της εποχής στην οποία ζει, κτλ., ακόμα και λόγω της προηγηθείσας στον 

κόσμο  διαφορετικής  ζωής  του,  ο  εξωτερικός  τρόπος  διαβίωσης  στη  μοναχική  ζωή 

διακρίνεται από διαφορετικά χαρακτηριστικά. Παραδείγματος χάρη, με άλλο τρόπο 

ζει  ο  αναχωρητής  μοναχός  και  με  άλλο  ο  μοναχός  που  ζει  στο  κοινόβιο.  Ο 

οικονόμος,  ο  αγιογράφος,  ο  ιεροψάλτης  του  μοναστηριού,  ανάλογα  με  το 

διακόνημά  του  φροντίζει  ξεχωριστά  για  τη  συγκεκριμένη  εξυπηρέτηση  των 

αναγκών  του  μοναστηριού.  Με  το  ίδιο  τρόπο  και  στο  φαινόμενο  της  δια  Χριστόν 

σαλότητας  πρέπει  να  διακρίνουμε  τα  κοινά  χαρακτηριστικά  όλων  των 

εκπροσώπων  του  από  τους  διάφορους  επιμέρους  σκοπούς  στους  οποίους 

απέβλεπαν οι συγκεκριμένοι ασκητές (λ.χ. τη μετάνοια, τον εμπαιγμό του κόσμου, 

κ.λπ. ‐ βλ. υποκεφάλαιο σχετικά με το σκοπό της σαλότητας). Και αυτοί οι σκοποί 

δεν  θα  μπορούσαν  να  εκπληρωθούν  εάν  οι  μεγάλες  φιλοδοξίες  των  ασκητών 

αυτών δεν βασίζονταν στο κοινό γνώρισμά τους, που είναι η άκρα ταπείνωση. 
79
Αυτή η διάκριση μεταξύ του κυρίου γνωρίσματος και των διαφόρων σκοπών 

στην  άσκηση  της  δια  Χριστόν  σαλότητας,  αν  και  δεν  υπογραμμίζεται  ειδικά, 

ωστόσο φαίνεται σε κάποια επιστημονικά κείμενα. Λόγου χάρη, ο αείμνηστος καθ. 

Δ. Τσάμης γράφει: «Οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας, πού εἶναι γνωστοί ὡς οἱ  “διά Χριστόν 

σαλοί”,  ὑποκρίνονταν  ὅτι  εἶναι  “μωροί”,  γιά  νά  ἐμπαίξουν  τόν  κόσμο  καί  τόν 

διάβολο καί μέ τόν τρόπο αὐτόν μέ τήν ἄκρα ταπείνωση νά ἐπιτύχουν τήν τελείωσή 

τους»26.  Ο  G.  Fedotov  διακρίνει  τρία  κοινά  στοιχεία  στην  άσκηση  της  σαλότητας 

στην  αρχαία  Ρωσία:  α’)  η  δια  της  άσκησης  εξουδετέρωση  της  κενοδοξίας,  β’)  η 

φανέρωση  της  αντίφασης  μεταξύ  της  βαθιάς  χριστιανικής  αλήθειας  και  της 

επιπόλαιης λογικής και του ηθικηστικού νόμου με σκοπό τον εμπαιγμό του κόσμου, 

γ’) η διακονία του κόσμου δια του βιωματικού κηρύγματος. Ο Fedotov επισημαίνει 

ότι το δεύτερο στοιχείο αποτελεί την άμεση έκφραση των θρησκευτικών αναγκών 

συγκεκριμένης  εποχής.  Ενώ  ανάμεσα  στο  πρώτο  και  στο  τρίτο  στοιχείο  υπάρχει 

βιωματική  αντίφαση·  η  ασκητική  πάταξη  της  προσωπικής  κενοδοξίας  αποκτιέται 

με το τίμημα του σκανδαλισμού και της κατάκρισης εκ μέρους του  πλησίον27. Από 

τα  παραπάνω  σημεία  του  Fedotov  το  πρώτο  αποτελεί  γνώρισμα  της  εσωτερικής 

προσωπικής  άσκησης  της  σαλότητας,  ενώ  τα  δύο  τελευταία  αποτελούν  έκφραση 

αυτής  προς  τον  κόσμο  με  σκοπό  την  επίτευξη  κατά  το  δυνατόν  μιας  αναγκαίας 

αναγέννησης  της  πνευματικής  ζωής  στην  ευρύτερη  χριστιανική  κοινωνία  η  οποία 

έρχεται σε επαφή με τέτοιου είδους ασκητές. 

Δεύτερον,  οι  επιστήμονες  οι οποίοι  έχουν  γράψει  περί  της  σαλότητας,  πάρα 

πολύ  μεγάλη  σημασία  δίνουν  στα  εξωτερικά  γνωρίσματα  αυτής  της  μορφής  της 

άσκησης, αγνοώντας συνήθως από πού προέρχονται αυτά και γιατί. Όταν δίνουμε 

μεγάλη  σημασία  στα  εξωτερικά  γνωρίσματα  των  δια  Χριστόν  σαλών  αγνοώντας 

την  πηγή  τους,  δίνουμε  τη  λανθασμένη  εντύπωση,  ότι  πραγματικά  οι  ασκητές 

αυτοί  δεν  χρειάζονται  κανένα  νόμο,  είναι  ελεύθεροι  να  κάνουν  ό,τι  τους  έρχεται 

απλά στο νου (με την κοσμική σημασία της λέξεως) και δεν υπάγονται στις κοινώς 

αποδεχόμενες  απ᾿  όλους  αρχές.  Όμως  στην  πραγματικότητα  τα  πράγματα  δεν 

26 Αγιολογία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, σ. 286. 
27 Περισσότερα βλ. Sviatiye Drevniey Rusi, σ. 193‐194. 
80
είναι  τόσο  απλά.  Πρέπει  να  υπογραμμιστεί  ότι  η  εξωτερική  συμπεριφορά  των  δια 

Χριστόν σαλών δεν μπορεί να αυτονομηθεί από το βαθύ πνευματικό υπόβαθρό της. 

Δεν  μπορούμε  να  την  ανεξαρτητοποιήσουμε  και  να  την  απομονώσουμε  από  το 

χαρισματικό  πλαίσιο  λειτουργίας  στο  οποίο  κινούνται  οι  σαλοί.  Η  εξωτερική 

πλευρά  της  σαλότητας  επιπλέον  δεν  αποτελεί  και  την  πεμπτουσία  αυτού  του 

άθλου, γιατί αυτή φαίνεται περισσότερα μόνο τότε, όταν έχουμε να κάνουμε με την 

ποιμαντική  δράση  των  σαλών.  Αυτή  είναι  μόνο  η  μια  πλευρά  του  νομίσματος. 

Τονίζονται  κάποιες  εξωτερικές  πράξεις  τους,  και  ξεχνιούνται  παράλληλα  άλλες, 

όπως λόγου χάρη η υπέρμετρες σωματικές ασκήσεις τους, η υπομονή και η ανοχή 

τους στους χλευασμούς των άλλων ανθρώπων κ.λπ., οι ποίες αποτελούν εκφράσεις 

της άκρας ταπείνωσής τους. 

2. Η ταπείνωση ως το κύριο γνώρισμα του σαλού 

Στην  αρχή  αυτού  του  μέρους  της  εργασίας  είναι  πολύ  χρήσιμο  να  κοιτάξει 

κάποιος  το  όνομα  του  σαλού καθ᾿ εαυτό και την ονομασία την οποία δίνουν  στον 

εαυτό τους αυτοί οι άγιοι άνθρωποι. Ο όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης παρατηρεί, ότι 

«κανένα πρᾶγμα δὲν λαμβάνει τὸ εἶναι ἀπὸ τὸ ὄνομα ὅπου ἔχει, ἀλλὰ ἡ φύσις τοῦ 

πράγματος  ὁποία  καὶ  ἂν  εἶναι, αὐτὴ εἶναι ὅπου φανερώνεται διὰ τοῦ ὀνόματος»28. 

Πολλά  τέτοια  παραδείγματα  υπάρχουν  στην  Αγία  Γραφή,  όπου  πολλές  φορές  με 

βάση τις πράξεις και τις ενέργειες των ανθρώπων, θέτονται και τα ονόματά τους. Ο 

Άβραμ  ονομάστηκε  Αβραάμ,  διότι  έπρεπε  να  γίνει  πατέρας  πολλών  εθνών.  Ο 

Κύριος ονόμασε τον απόστολο Σίμωνα Πέτρο δια τη στερεά πίστη του. Ο Ιάκωβος 

και ο Ιωάννης ονομάστηκαν υιοί βροντής, διότι βρόντησαν στον κόσμο το κήρυγμα 

του Ευαγγελίου και την υψηλή θεολογία περί της αγίας Τριάδος29. Με το ίδιο τρόπο 

και  οι  «δια  Χριστόν  σαλοί»  πήραν  το  όνομά  τους  από  τη  διαγωγή  και  τον  τρόπο 

ζωής  τους.  Αυτοί  οι  άνθρωποι  είχαν  τόση  αγάπη  και  αφοσίωση  στον  Κύριο,  ώστε 

28  Νικοδήμου  Αγιορείτου,  Χρηστοήθεια  των  Χριστιανών,  έκδ.  Β.  Ρηγόπουλου,  Θεσσαλονίκη  41991,  σ. 
329. 
29 Βλ. ό. π. 
81
πολλές  φορές  τους  παρεξηγούσαν  και  γνωστά  τους  πρόσωπα  που  ανήκαν  σε 

εκκλησιαστικό  περιβάλλον.  Με  βάση  την  εξωτερική  συμπεριφορά  και  τον  τρόπο 

της ζωής τους, τους θεωρούσαν συχνά ανόητους και ηλίθιους. Αυτές οι ονομασίες 

αποδίδονταν  στους  σαλούς,  γιατί  αυτοί  στα  μάτια  των  άλλων  χριστιανών 

φαίνονταν  μωροί  και  ανόητοι.  Στην  πραγματικότητα  όμως  η  σαλότητα  τους  δεν 

είχε κοσμικό και αρνητικό χαρακτήρα, όπως την αντιλαμβάνονταν οι πολλοί, αλλά 

αποδιδόταν  στο  μεγάλο  πόθο  τους  να  βαδίσουν  τέλεια,  χωρίς  συμβιβασμούς,  το 

δρόμο τον οποίο έδειξε ο Χριστός. Η σαλότητά τους είχε δύο πόλους, αφ᾿ ενός την 

τέλεια  αφιέρωση  τους  στον  Θεό,  και  αφ᾿  ετέρου  την  απόλυτη  άρνηση  του 

πνεύματος  του  κόσμου  τούτου.  Και  το  ένα  και  το  άλλο  προξενούσε  κατάπληξη 

στους ανθρώπους και συνάμα συνέβαλλε ώστε τον αληθινό μιμητή του Χριστού, να 

τον θεωρεί ο κόσμος ανόητο και σαλό. 

Στο  βίο  της  Μαρίας    της  δια  Χριστόν  σαλής  του  Ντιβέγιεβο  υπάρχει  μια 

μικρή,  αλλά  πολύ  χαρακτηριστική  διήγηση  η  οποία  μπορεί  να  βοηθήσει  στην 

κατανόηση της γενικής πνευματικής ατμόσφαιρας μέσα στην οποία κινούνται και 

ενεργούν οι σαλοί. Η Μαρία, όπως κάθε άνθρωπος, είχε και το δεύτερο όνομα από 

την  οικογένειά  της,  δεν  το  χρησιμοποιούσε  όμως.  Αντί  αυτού  του  ονόματος, 

επίσημα η ίδια αποκαλούσε τον εαυτό της Ιβάνοβνα, δηλαδή η Μαρία του Ιωάννη. 

Όταν  την  ρώτησαν  γιατί  το  κάνει  αυτό,  αυτή  απάντησε:  «όλοι  εμείς  οι  σαλοί, 

είμαστε  του  Ιωάννη,  κατά  το  υπόδειγμα  του  Ιωάννη  του  Προδρόμου»30.  Αυτό 

σημαίνει,  ότι  οι  σαλοί  έχουν  κάποια  ομοιότητα  ή  κάποιο  κοινό  χαρακτηριστικό  με 

τον  Ιωάννη  τον  Πρόδρομο.  Εκ  πρώτης  όψεως  μπορεί  κάποιος  να  σκεφτεί,  και  θα 

έχει δίκαιο, ότι η ομοιότητά τους εκφράζεται στην εξωτερική εμφάνισή τους. Όμως 

αυτό το στοιχείο τους συνδέει μόνο εξωτερικά‐επιφανειακά και όχι πνευματικά. Το 

πράγμα  το  οποίο  κάνει  τους  σαλούς,  να  είναι  αληθινοί  μαθητές  του  Ιωάννη  του 

Βαπτιστή,  είναι  το  ασυμβίβαστο  πνεύμα  με  το  οποίο  εξ  όλης  της  ψυχής  τους 

ανταποκρίνονται  στο  κάλεσμα  του  Κυρίου.  Όπως  ο  Ιωάννης  ο  Πρόδρομος  ήρθε 

 Ieromonach Damaskin (Orlovskiy), Moučeniki, ispovedniki i podvižniki blagočestiya Rossiyskoy Pravoslavnoy 
30

Cerkvi XX stoletiya, τόμ. 1, έκδ. «Βoulat», Tveŕ 1992, σ. 124. 
82
στον  κόσμο  με  τη  δύναμη  και  το  πνεύμα  του  προφήτη  Ηλία31,  έτσι  και  οι  «δια 

Χριστόν σαλοί» φανερώνουν ακράδαντα στον κόσμο, το ριζοσπαστικό πνεύμα του 

Ιωάννη.  Οι  σαλοί  όπως  και  ο  Ιωάννης  ο  Πρόδρομος,  διακρίνουν  ξεκάθαρα  το 

πνεύμα  του  κόσμου  τούτου  από  το  πνεύμα  της  βασιλείας  του  Θεού,  το  οποίο  και 

συνεχώς κηρύττουν με το δικό τους τρόπο. Ζούνε μόνο και μόνο για να μαρτυρούν 

το  Χριστό  και  να  μεταδίδουν  το  λόγο  του  στον  κόσμο,  όπως  το  έκανε  ο  Ιωάννης. 

Βεβαίως  και οι άλλοι προφήτες οι οποίοι αφιέρωσαν  όλη τη  ζωή τους στο Θεό,  θα 

μπορούσαν  να  είναι  τα  πρότυπα  για  τους  σαλούς,  θα  έλεγε  κάποιος.  Όμως  εδώ 

υπάρχει μια μικρή, αλλά πολύ σημαντική διαφορά. Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής ήταν ο 

πρώτος  διδάσκαλος  ο  οποίος  κήρυττε  και  μιλούσε  στον  κόσμο  περί  του  Χριστού, 

πράγμα  το  οποίο  δεν  μπορούν  να  το  πουν  για  τον  εαυτό  τους  οι  άλλοι  προφήτες. 

Αυτός όλα τα έργα του τα έκανε δια του Χριστού, για αυτό και οι σαλοί τον έχουν 

ως πρότυπο, επειδή και αυτοί οι ίδιοι, δια του Χριστού έγιναν σαλοί. 

Μετά  από  το  παραπάνω  μικρό  προοίμιο,  το  οποίο  θα  είναι  βοηθητικό  στην 

κατανόηση του γενικού κλίματος της δράσης των σαλών, ήρθε η σειρά να στραφεί 

ο  λόγος  στην  πιο  μεγάλη  ιδιότητα  των  «δια  Χριστόν  σαλών».  Όπως  έχει  λεχθεί 

προηγουμένως,  ό,τι  συμβαίνει  μέσα  στους  κόλπους  της  Εκκλησίας,  αυτό  πρέπει 

πάντα  να  συνδέεται  και  να  εξετάζεται  σύμφωνα  με  διδασκαλία  Της.  Γι᾿  αυτό  το 

λόγο  είναι  εύστοχο  να  ξεκινήσει  ο  χαρακτηρισμός  της  σαλότητας  από  την 

υπενθύμιση των θεμελιωδών παραγγελιών του χριστιανισμού. 

Ο  Χριστός  λέει,  ότι  η  πρώτη  και  σπουδαιότερη  εντολή  είναι:  «ἀγαπήσεις 

κύριον τὸν θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης 

τῆς  διανοίας  σου  καὶ  ἐξ  ὅλης  τῆς  ἰσχύος  σου»32.  Ο  ίδιος  φανερώνει  και  τη  δεύτερη 

εντολή, το ίδιο σπουδαία με την πρώτη, «ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν»33, 

και λέει, ότι δεν υπάρχει άλλη εντολή μεγαλύτερη από αυτές τις δύο. Για να φτάσει 

όμως ο άνθρωπος σε τέτοιο βαθμό αφοσιώσεως στο Θεό, ώστε με όλη την ύπαρξή 

του  να  αγαπήσει  το  δημιουργό  του,  πρέπει  αυτός  να  έχει  κάποιο  μέσο  για  την 

απόκτηση  του  σκοπού  αυτού.  Ο  Κύριος,  ως  καλός  ποιμένας  εξηγεί  ο  ίδιος  πως 

31 Βλ. Λκ. 1, 17. 
32 Μκ. 12, 30. 
33 Μκ. 12, 31. 
83
μπορεί  κάποιος  αυτό  το  πράγμα  να  το  εφαρμόσει  στην  πράξη:  «ἐὰν  τὰς  ἐντολάς 

μου  τηρήσητε,  μενεῖτε  ἐν  τῇ  ἀγάπῃ  μου,  καθὼς  ἐγὼ  τὰς  ἐντολὰς  τοῦ  πατρός  μου 

τετήρηκα  καὶ  μένω  αὐτοῦ  ἐν  τῇ  ἀγάπῃ»34.  Το  ίδιο  πράγμα  λέει  και  ο  όσιος 

Νικόδημος ο Αγιορείτης: «Ἀγαπᾷς ἀδελφὲ νὰ ἀποκτήσῃς τὴν εἰς Θεὸν ἀγάπην, ἥτις 

εἶναι  ἡ  τελειότης  ὅλων  τῶν  ἀρετῶν  …  ;  ἐργάζου  μὲ  κάθε  προθυμίαν  καὶ  ἀγάπην 

τὰς ἐντολὰς τοῦ Κυρίου»35. Όταν ο Χριστός παραγγέλλει σ᾿ όσους Τον ακολουθούν 

να τηρήσουν τις εντολές του, εννοεί όλη τη διδασκαλία Του, την οποία απεκάλυψε ο 

Ίδιος  με  την  επί  γης  παρουσία  Του.  Το  πιο  ουσιώδες  όμως  και  το  πιο  αναγκαίο 

πράγμα το οποίο υπενθυμίζει πολλές φορές στους μαθητές του και  σε όλους τους 

πιστούς ο Κύριος, είναι η ταπείνωση η οποία πρέπει να χαρακτηρίζει τον αληθινό 

χριστιανό36. Στην επί του όρους ομιλία, όπως ειπώθηκε νωρίτερα, ο Ιησούς διδάσκει: 

«Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν»37, σε 

άλλο σημείο λέει: «ἐὰν μὴ στραφῆτε καὶ γένησθε ὡς τὰ παιδία, οὐ μὴ εἰσέλθητε εἰς 

τὴν  βασιλείαν  τῶν  οὐρανῶν»38.  Όμως  το  πιο  ωραίο  και  το  πιο  πειστικό  κείμενο  το 

οποίο αφορά την ταπείνωση, βρίσκεται στην ωδή της Θεοτόκου. «Καὶ εἶπεν Μαριάμ· 

Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τὸν κύριον, καὶ ἠγαλλίασεν τὸ πνεῦμά μου ἐπὶ τῷ θεῷ τῷ 

σωτῆρί  μου,  ὅτι  ἐπέβλεψεν  ἐπὶ  τὴν  ταπείνωσιν  τῆς  δούλης  αὐτοῦ»39.  Αυτή  η 

τελευταία  περικοπή  αποδεικνύει  πόσο  μεγάλη  αρετή  είναι  η  ταπείνωση  και  πόση 

χάρη  και  έλεος  του  Θεού  μπορεί  να  προσελκύσει.  Η  ταπείνωση  της  Μαρίας,  της 

μητέρας  του  Ιησού  Χριστού  έγινε  η  αφορμή  του  μεγαλυτέρου  γεγονότος  και  της 

μεγαλύτερης χαράς στην ιστορία του κόσμου, δι᾿ αυτής της σεμνής ψυχής «ὁ λόγος 

σὰρξ ἐγένετο». 

Η  αγάπη  και  η  ταπείνωση,  όπως  φαίνεται  από  την  παραπάνω  παράγραφο, 

είναι  τα  θεμέλια  στα  οποία  οικοδομείται  όλη  η  πνευματική  ζωή  των  χριστιανών. 

Ποια όμως είναι η αμοιβαία σχέση η οποία υπάρχει μεταξύ αυτών των δύο αρετών, 

ποια αρετή είναι ανώτερη από αυτές τις δύο; Η πολύ ωραία και ορθή απάντηση σε 

34 Ιω. 15, 10. 
35 Χρηστοήθεια των Χριστιανών, σ. 345. 
36 Βλ. επίσης σ. 28 κ. ε. αυτής της εργασίας. 

37 Μτ. 5, 3. 

38 Μτ. 18, 3. 

39 Λκ. 1, 46‐48. 
84
αυτά  τα  ερωτήματα  βρίσκεται  στο  βίο  του  αγίου  Ευθυμίου.  Πριν  να  αποχωρήσει 

από  αυτό  τον  κόσμο,  ο  άγιος  αυτός  πατέρας  μίλησε  για  το  εν  λόγω  θέμα  στους 

μαθητές  του.  Από  όλες  τις  εντολές  η  μεγαλύτερη  είναι  η  εντολή  της  αγάπης,  η 

οποία  αποτελεί  ταυτόχρονα  και  το  σύνδεσμο  της  τελειότητας  των  άλλων  αρετών. 

Χωρίς την αγάπη δεν επιτελούνται όπως πρέπει οι άλλες αρετές, γιατί η απόδειξη 

κάθε  γνήσιας  αρετής  είναι  η  αγάπη  και  η  ταπεινοφροσύνη.  Αφ᾿  ενός  η 

ταπεινοφροσύνη  ανεβάζει  τον  αγωνιστή  προς  το  ύψος  των  κατορθωμάτων,  αφ᾿ 

ετέρου η αγάπη τον κρατάει με ασφάλεια σε αυτό το ύψος, ώστε να μη πέσει από 

εκεί40.  Από  τα  λόγια  του  αγίου  Ευθυμίου  φαίνεται  καθαρά,  ότι  η  κάθε  μια  από 

αυτές τις δύο αρετές κατορθώνει κάτι διαφορετικό, ωστόσο όμως, τόσο η αγάπη όσο 

και  η  ταπεινοφροσύνη  αλληλοεξαρτιούνται  και  είναι  το  ίδιο  σπουδαίες  και 

αναγκαίες στην πνευματική πρόοδο του αγωνιζομένου πιστού. Η ταπεινοφροσύνη 

προηγείται  της  αγάπης  χρονικώς  στον  πνευματικό  αγώνα.  Γι᾿  αυτό  το  λόγο  ο 

Χριστός,  διδάσκοντας  περί  της  αγάπης,  πρώτον  ομιλεί  περί  της  ταπεινοφροσύνης 

γιατί η δεύτερη στηρίζει την πρώτη· και μάλιστα τόσο μεγάλη σημασία δίνει στην 

ταπείνωση,  ώστε  να  τη  θεωρεί  ως  το  κλειδί  με  το  οποίο  οι  πιστοί  ανοίγουν  την 

πόρτα προς τη «βασιλεία της αγάπης». 

Περί  της  ταπεινώσεως,  μέσα  στην  μακραίωνη  Εκκλησιαστική‐Πατερική 

Γραμματεία  έχουν  πολλά  διατυπωθεί.  Εδώ  θα  δοθεί  ο  λόγος  στον  επίσημα 

αναγνωρισμένο  άγιο  του  20ου  αιώνα  τον  Όσιο  Σιλουανό  τον  Αθωνίτη.  Αυτός  ο 

αγιορείτης  μοναχός  πάρα  πολύ  καθαρά  και  συνάμα  εκφραστικά  δείχνει,  τί  ρόλο 

παίζει στην ορθόδοξη πίστη και ζωή η ταπείνωση. Ο άγιος Σιλουανός όταν γράφει 

για τον πατέρα Στρατόνικο, λέει τα εξής: 

«Ὁ  πατὴρ  Κασσιανὸς  ἔλεγεν  ὅτι  πάντες  οἱ  αἱρετικοὶ  θὰ  ἀπολεσθοῦν.  Ἐγὼ 

δὲν  γνωρίζω  τοῦτο,  ἀλλὰ  πιστεύω  μόνον  εἰς  τὴν  Ὀρθόδοξον  Ἐκκλησίαν.  Ἐν  αὐτῇ 

εὑρίσκεται ἡ χαρὰ τῆς σωτηρίας διὰ τῆς Χριστομιμήτου ταπεινώσεως. 

Εὐχαριστῶ  Σε,  τὸν  Ποιητήν  μου  καὶ  Κύριον,  διότι  ἐταπείνωσας  ἐν  ἐλέει  τὴν 

ψυχήν  μου  καὶ  ἀπεκάλυψας  εἰς  ἐμὲ  τὴν  ὁδόν,  τὴν  ὁποίαν  ἐπορεύθησαν  οἱ  Ἅγιοί 

Σου. 

40 Βλ. Παύλου μοναχού, Ευεργετινός, έκδ. Ματθαίου Λαγγή, τόμ. 3, Αθήναι 61992, σ. 468. 
85
Σὺ ἀγαπᾷς τοὺς κλαίοντας, καὶ διὰ τῆς ὁδοῦ τοῦ κλαυθμοῦ ἐπορεύοντο πρὸς 

Σε πάντες οἱ Ἅγιοι. 

Σὺ  ἀγαπᾷς  τοὺς  ταπεινούς,  καὶ  διὰ  τῆς  χάριτός  Σου  διδάσκεις  αὐτοὺς  τὴν 

ἀγάπην  καὶ  τὴν  θείαν  Σου  ταπείνωσιν,  ἀπὸ  προσώπου  τῆς  ὁποίας  φεύγουν  οἱ 

ἐχθροὶ ἡμῶν δαίμονες. Σὺ χαίρεις, Κύριε, ἐπὶ τῇ ταπεινῇ ψυχῇ. 

Δός μοι,  Ἐλεῆμον, νὰ ὁδεύω πρὸς Σὲ διὰ τῆς ὁδοῦ τῶν Ἁγίων Σου, τῆς ὁδοῦ 

τοῦ ταπεινοῦ κλαυθμοῦ, τῆν ὁποίαν Σὺ ἀπεκάλυψας εἰς ἐμέ.»41.  

Όλα τα προαναφερόμενα κείμενα δείχνουν, ότι η ταπείνωση είναι η αρετή η 

οποία  υπερβαίνει  όλες  τις  άλλες,  και  για  αυτό  το  λόγο  είναι  αναγκαία  στη  ζωή 

όλων των χριστιανών. Αυτή την αρετή ακριβώς αρέσκονται και δεν τη χορταίνουν 

οι  «δια  Χριστόν  σαλοί».  Βεβαίως,  υπάρχουν  άγιοι  και  γενικώς  ασκητές,  οι  οποίοι 

κατά  τη  διάρκεια  της  ζωής  τους  ανέβηκαν  επίσης  στα  ύψη  της  ταπεινώσεως  και 

όμως  δεν  έγιναν  σαλοί.  Όποιος  λοιπόν  βαδίσει  το  δρόμο  της  ταπεινώσεως,  δεν 

σημαίνει  αυτό,  ότι  αυτόματα  γίνεται  και  σαλός.  Όλα  εξαρτώνται  από  το  Θεό,  ο 

Οποίος αν θελήσει, μπορεί να καλέσει κάποιον σε αυτό το δρόμο της άσκησης, αν 

κρίνει, ότι αυτό είναι ωφέλιμο για τον ίδιο και γενικότερα για τον περίγυρό του. Τα 

δύο επομένως βασικά στοιχεία τα οποία σχηματίζουν την εικόνα του «δια Χριστόν 

σαλού»  είναι  η  ταπείνωση  ως  το  κατεξοχήν  χαρακτηριστικό  του  και  η  κλήση  σε 

αυτό το τύπο της άσκησης η οποία ευρίσκεται πάντοτε στα χέρια του Θεού. 

Το  πιο  μεγάλο  παράδειγμα  της  ταπεινώσεως  για  τους  χριστιανούς  είναι  ο  

Χριστός.  Ο  σαλός  θέλει  να  γίνει  ο  αληθινός  μαθητής  Του  και  για  αυτό  το  λόγο 

απλώς ακολουθεί τον Υιό του Θεού. Η σαλότητα επομένως είναι η άκρα ταπείνωση 

κατά μίμηση του Χριστού. Αυτό άλλωστε συμπεραίνεται και από τους βίους των δια 

Χριστόν σαλών. Όταν ο όσιος Ανδρέας ο δια Χριστόν σαλός, αρπάχτηκε έως τρίτου 

ουρανού, τον πλησίασε ένας αστραφτερός άνδρας. Επρόκειτο για άγγελο του Θεού, 

ο  οποίος  μεταξύ  των  άλλων  τον  χαρακτήρισε  και  ως  «αὐτὸς,  ὁ  τοῦ  κέρατος  τῆς 

ἄκρας ταπεινοφροσύνης δραξάμενος»42. Ο ίδιος άγγελος λέει επίσης, ότι ο Ανδρέας 

αξιώθηκε  να  φθάσει  τόσο  κοντά  στον  Κύριο,  δηλαδή  στο  τρίτο  ουρανό,  «διὰ  τὴν 

 Αρχιμ. Σωφρονίου (Σαχάρωφ), Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, σ. 597‐598. 
41

 Νικηφόρου πρεσβυτέρου, Βίος και πολιτεία του οσίου πατρός ημών Ανδρέου του δια Χριστόν σαλού 
42

40, PG 111, 676C. 
86
ἄπειρον  πτωχίαν,  διὰ  τὸ,  Αἶρε  ἐντεῦθεν,  κύων,  διὰ  τὴν  ταπείνωσιν»43.  Με  αυτό  το 

τρόπο,  ο  σαλός  προσπαθεί  να  βαδίζει  δια  της  στενής  πύλης,  πράγμα  το  οποίο 

προστάζει  ο  Ιησούς  στη  διδασκαλία  Του:  «Εἰσέλθατε  διὰ  τῆς  στενῆς  πύλης·  ὅτι 

πλατεῖα  ἡ  πύλη  καὶ  εὐρύχωρος  ἡ  ὁδὸς  ἡ  ἀπάγουσα  εἰς  τὴν  ἀπώλειαν  καὶ  πολλοί 

εἰσιν οἱ εἰσερχόμενοι δι᾿ αὐτῆς»44. Ο Ιωάννης της Κλίμακος εξηγώντας τι σημαίνει η 

στενή  πύλη,  λέει:  «Στενὴν  ὁδὸν  ἐμφανίσει  σοι  θλίψις  κοιλίας,  στάσις  παννύχιος, 

μέτρον ὕδατος, ἄρτου ἔνδεια, ἀτιμίας πόμα καθάρσιον· μυκτηρισμοὶ, καταγέλωτες, 

ἐμπαισμοὶ,  ἐκκοπὴ  θελημάτων  οἰκείων,  προσκρούσεων  ὑπομονὴ,  περιφρονήσεως 

ἀγογγυσία,  ὕβρεων  βία,  ἀδικούμενον  ὑπομένειν  ἰσχυρῶς,  καταλαλούμενον  μὴ 

ἀγανακτεῖν,  ἐξουθενούμενον  μὴ  ὀργίζεσθαι,  κατακρινόμενον  ταπεινῶσαι· 

Μακάριοι  οἱ  τὴν  ὁδὸν  τῶν  προειρημένων  ὁδῶν  πορευόμενοι,  ὅτι  αὐτῶν  ἐστι  ἡ 

βασιλεία  τῶν  οὐρανῶν»45.  Αυτά  τα  λόγια  του  αγίου  πατέρα  δεν  μιλάνε  για  τη 

σαλότητα,  εξηγούν  απλά  τι  σημαίνει  η  στενή  πύλη,  η  οποία  αφορά  όλους  τους 

αγωνιστές  του  Χριστού.  Για  τους  περισσότερους  χριστιανούς  αυτή  η  ταπεινότατη 

συμπεριφορά είναι ξένη, όμως αυτά τα πράγματα τα τηρεί ο δια Χριστόν σαλός. Σε 

άλλο  κείμενο  ο  ίδιος  συγγραφέας  λέει:  «Μακάριος  ὃς  διὰ  Θεὸν  καθ᾿  ἡμέρας 

λοιδορούμενος,  καὶ  ἐξουδενούμενος  ἑαυτὸν  ἐβιάσατο.  Μετὰ  μαρτύρων  χορεύσει 

οὗτος, καὶ μετὰ ἀγγέλων παῤῥησιάσεται. Μακάριος μοναχὸς, ὃς πάσης ἀτιμίας καὶ 

ἐξουδενώσεως  ἑαυτὸν  ἄξιον  καθ᾿  ὥραν  λογίζεται»46.  Την  μεγάλη  σημασία  της 

περιφρονήσεως  στην  πνευματική  προκοπή  του  χριστιανού  την  επιβεβαιώνουν  και 

πολλοί  βίοι  των  αγίων.  Η  αγία  Συγκλητική  σε  κάποιες  που  την  επισκέφτηκαν 

έλεγε: «εἰ γὰρ ἡ θερμότης ἔλυσε τὸν κηρὸν, ἡ ψύξις ἄρα τὴν πῆξιν αὐτοῦ ποιήσεται· 

καὶ  εἰ  ἔπαινος  ἀφαιρεῖται  τοῦ  τόνου  τὴν  ψυχὴν,  πάντως  ὀνειδισμὸς  καὶ  ὕβρις  εἰς 

μέγεθος  αὐτὴν  τῆς  ἀρετῆς  ἄγει»47.  Ο  ίδιος  βίος  αναφέρει  και  το  εξής:  «Ἡ  οὖν 

ταπεινοφροσύνη κατορθοῦται δι᾿ ὀνειδισμῶν, δι᾿ ὕβρεων, διὰ πληγῶν· ἵνα ἀκούσῃς 

43 Ό. π., 676D. 
44 Μτ. 7, 13. 
45 Κλίμαξ 2, PG 88, 656D‐657A. 

46 Ό. π., 4, PG 88, 704D. 

47  Μ.  Αθανασίου,  Βίος  και  πολιτεία  της  αγίας  και  μακαρίας  και  διδασκάλου  Συγκλητικής  39,  PG  28, 

1509D‐1512A. 
87
ἄφρων  καὶ  μωρὸς,  πένης  καὶ  πτωχὸς,  ἀσθενὴς  καὶ  εὐτελὴς,  ἀπρόκοπος  ἐν  ἔργοις, 

ἄλογος ἐν προφορᾷ, ἄτιμος ἐν εἴδει, ἀσθενὴς ἐν δυνάμει»48. 

Τα  τέσσερα  παραπάνω  αναφερόμενα  κείμενα  δείχνουν  πόσο  μεγάλη 

ωφέλεια  μπορεί  να  έχει  κάποιος  όταν  υποφέρει  τους  εξευτελισμούς.  Όμως  κάθε 

άνθρωπος,  εξαρτώμενος  από  την  πνευματική  κατάσταση  στην  οποία  βρίσκεται, 

δέχεται την περιφρόνηση προς το πρόσωπό του με άλλο τρόπο. Ο όσιος Ιωάννης ο 

Σιναΐτης  γι᾿  αυτό  το θέμα  γράφει: «Ἀρχὴ  τῆς μακαρίας  ἀνεξικακίας ἐν  πικρίᾳ καὶ 

ὀδύνῃ ψυχῆς τὰς ἀτιμίας καταδέχεσθαι. Μεσότης δὲ ἀλύπως ἐν ταύταις διακεῖσθαι· 

τελείωσις δέ, εἴπερ καὶ ἔστιν, ὡς εὐφημίας ταύτας λογίζεσθαι. Χαίροις ὁ πρότερος, 

ἔῤῥωσο ὁ δεύτερος, μακάριος ἐν Κυρίῳ καὶ ἀγαλλιῶ ὁ τρίτος»49. Το Γεροντικό για το 

ίδιο  θέμα  μιλάει  ακόμα  πιο  ξεκάθαρα:  «οὐχ  ὁ  ἑαυτὸν  εὐτελίζων  οὕτως  ἐστὶ 

ταπεινόφρων,  ἀλλ᾿  ὁ  μετὰ  χαρᾶς  τὰς  παρὰ  τοῦ  πλησίον  ὕβρεις  καὶ  ἀτιμίας 

καταδεχόμενος»50.  Ενώ  ο  όσιος  Ισαάκ  ο  Σύρος  γράφει  τα  ακόλουθα:  «Ὑπόμεινον 

τὴν  ἐξουδένωσιν  καὶ  τὴν  ταπείνωσιν  χρηστῷ  θελήματι,  ἵνα  σχῇς  παῤῥησίαν  πρὸς 

τὸν  Θεόν.  Πάντα  λόγον  σκληρὸν  ὑπομένων  ἄνθρωπος  ἐν  γνώσει,  ἄνευ 

προηγησαμένης  ἀνομίας  ὑπ᾿  αὐτοῦ  εἰς  τὸν  λαλήσαντα,  στέφανον  μὲν  ἀκάνθινον 

ἐπιτίθησι  τότε  τῇ  ἑαυτοῦ  κεφαλῇ,  μακάριος  δέ  ἐστιν,  ὅτι  ἐν  καιρῷ,  ὧ  οὐκ  οἶδεν, 

ἀφθάρτως  στεφανοῦται»51,  και  «Ὁ  ταπεινόφρων  ἐν  ἀληθείᾳ,  ἀδικούμενος  οὐ 

ταράσσεται, οὐδὲ ἀπολογίαν ποιεῖ ὑπὲρ τοῦ πράγματος, οὗ ἠδικήθη· ἀλλὰ δέχεται 

τὰς  συκοφαντίας,  ὡς  ἀλήθειαν,  καὶ  οὐ  μεριμνᾷ  πεῖσαι  τοὺς  ἀνθρώπους,  ὅτι 

ἐσυκοφαντήθη, ἀλλὰ συγχώρησιν αἰτεῖται»52. 

Στο παρελθόν αλλά και στην εποχή μας, δεν υπάρχουν πολλοί χριστιανοί οι 

οποίοι θα μπορούσαν να θεωρήσουν τις ατιμίες προς το πρόσωπό τους ως ευθυμίες. 

Ακόμα  και  μεγάλοι  άγιοι  όταν  συκοφαντούνταν,  έκαναν  αγώνες  και 

απολογούνταν.  Βεβαίως,  όλοι  οι  άγιοι  της  Εκκλησίας  ασκούσαν  την 

ταπεινοφροσύνη, όμως οι σαλοί με την ειδική κλήση του Θεού, επικεντρώνονται σε 

48  Ό.  π.,  58,  PG  28,  1521C.  Βλ.  επίσης  Παύλου  μοναχού,  Ευεργετινός,  έκδ.  Ματθαίου  Λαγγή,  τόμ.  2, 
Αθήναι 61978, σ. 46. 
49 Κλίμαξ 8, PG 88, 832D‐833A. 

50 Παύλου μοναχού, Ευεργετινός, τόμ. 2, σ. 57. 

51 Λόγος 23, ό. π., σ. 91. 

52 Λόγος 56, ό. π., σ. 224.
88
αυτή τη αρετή και την καλλιεργούν περισσότερο από όλες τις άλλες αρετές. Αυτό 

το  πράγμα  είναι  ακριβώς  το  πιο  χαρακτηριστικό  γνώρισμα  των  «δια  Χριστόν 

σαλών».  Τα  προαναφερόμενα  πατερικά  κείμενα  ο  σαλός  ίσως  δεν  τα  ξέρει 

θεωρητικά,  αλλά  τα  γνωρίζει  απολύτως  εμπειρικά.  Για  το  σαλό  ασκητή  δεν  είναι 

ευπρόσδεκτες μόνο οι τυχαίες και απρόβλεπτες προσβολές, αλλά ο ίδιος κάνει και 

ακόμα ένα βήμα περισσότερο: μόνος του δημιουργεί τις καταστάσεις στις οποίες θα 

έχει την ευκαιρία να συκοφαντηθεί. Την τακτική αυτή επιβεβαιώνει και ο βίος της 

οσίας  Πελαγίας  Ιβάνοβνα  της  δια  Χριστόν  σαλής.  Η  ασκήτρια  αυτή  μένοντας 

ακόμα στον κόσμο, προσπαθούσε με κάθε τρόπο να περιφρονεί τον εαυτό της στα 

μάτια  των  άλλων  ανθρώπων.  «Φοροῦσε  γιά  παράδειγμα  ἓνα  πανάκριβο  φόρεμα, 

πέταγε  στούς  ὢμους  της  ἓνα  σάλι  καί  μετά  τύλιγε  στό  κεφάλι  της  ἓνα  λερωμένο 

κουρέλι.  Ἒτσι  ντυμένη  πήγαινε  στήν  ἐκκλησία  ἢ  σέ  ἂλλα  πολυσύχναστα  μέρη, 

κυρίως ἐκεῖ πού σύχναζαν οἱ πιό μοντέρνοι, ὣστε νά τήν δοῦν πολλοί ἂνθρωποι, νά 

τήν κριτικάρουν καί νά τήν κοροϊδέψουν. Ὃσο περισσότερο τήν περιγελοῦσαν, τόσο 

περισσότερο  χαιρόταν  ἐσωτερικά»53.  Κατά  παρόμοιο  τρόπο  συμπεριφερόταν  η 

Πελαγία Ιβάνοβνα και στο μοναστήρι του Ντιβέγεβο. Όταν πρωτοήρθε σε αυτό, η 

ηγουμένη  όρισε  να  την  φροντίζει  μια  σκληρή  και  αυθάδης  κοπέλα  με  το  όνομα 

Ματρόνα.  Η  Ματρόνα  την  χτυπούσε  τόσο  σκληρά,  που  δεν  άντεχε  να  την  βλέπει 

κανείς  και  να  μη  την  λυπάται.  Η  Πελαγία  Ιβάνοβνα  όμως  όχι  μόνο  δεν 

παραπονιόταν,  αλλά  έδειχνε  πως  την  ευχαριστούσε  αυτή  η  ζωή.  Ήταν  σα  να 

προκαλούσε  με  τη  τρελή  συμπεριφορά  της  όλους  στο  μοναστήρι,  να  την 

στενοχωρούν και να τη δέρνουν54. 

Η  συμπεριφορά  που  έδειξε  η  οσία  Πελαγία,  μέσα  στους  κόλπους  της 

Εκκλησίας δεν θεωρείται ούτε καινοτομία ούτε επινόηση. Γι᾿ αυτή την οδό προς την 

πνευματική τελείωση μιλάνε αρκετά συχνά τα εκκλησιαστικά κείμενα. Ο Ιωάννης 

της  Κλίμακος  λέει:  «Ἀρχὴ  ἀκενοδοξίας  φυλακὴ  στόματος,  καὶ  ἀτιμίας  ἀγάπη· 

μεσότης δὲ ἀνακοπὴ πάντων τῶν νοουμένων τῆς κενοδοξίας ἐπιτηδευμάτων· τέλος 

δὲ  (εἴπερ  ἄρα  καὶ  ἔστι  τῇ  ἀβύσσῳ  τέλος)  τὸ  τὰ  πρὸς  ἀτιμίαν  συντελοῦντα  ἐπὶ 

53 Οσία Πελαγία Ιβάνοβνα η δια Χριστόν σαλή, σ. 27. 
54 Βλ. ό. π., σ. 40. 
89
πλήθους ἐπιτηδεύειν ἀνεπαισθήτως»55. Τα παραδείγματα του προσποιητού τρόπου 

συμπεριφοράς  βρίσκονται  και  στα  κείμενα  του  οσίου  Ισαάκ  του  Σύρου.  Αυτός  ο 

συγγραφέας  αναφέρει:  «Τινὲς  γὰρ  τὸ  ὄνομα  τῆς  ἀκολασίας  ἑαυτοῖς  ἐπεσπάσαντο 

ἑκουσίως, μὴ ὄντες οὕτως· ἕτεροι δὲ τὸ τῆς μοιχείας, πόῤῥω τούτου ὄντες, ὑπέμενον, 

καὶ  ἐπικαρπίαν  ἁμαρτίας,  ἣν  οὐκ  εἰργάσαντο,  διὰ  τῶν  δακρύων  ἑαυτοῖς 

έθριάμβευον,  καὶ  συγχώρησιν  ἀνομίας  ἣν  οὐκ  εἰργάσαντο,  μετὰ  κλαυθμοῦ  παρὰ 

τῶν ἠδικηκότων ἐξῃτοῦντο, πάσῃ καθαρότητι καὶ ἁγνείᾳ ὄντες ἐστεφανωμένοι τὴν 

ψυχήν»56. 

Κάποιος  εύλογα  θα  μπορούσε  να  αναρωτηθεί  γιατί  οι  «δια  Χριστόν  σαλοί» 

θέλουν να υποφέρουν τέτοια βάσανα. Όχι μόνο θέλουν να τα υποφέρουν αλλά και 

δημιουργούν μόνοι τους τις περιστάσεις για την περιφρόνησή τους. Η απάντηση σ᾿ 

αυτό  τον  συλλογισμό  βρίσκεται  ήδη  στο  τελευταίο  αναφερόμενο  εδώ  κείμενο  του 

οσίου Ιωάννου του Σιναΐτου, όπου λέγεται πως το να κάνει κανείς μπροστά στους 

ανθρώπους τελείως ασυναίσθητα όλα εκείνα που συντελούν στο να περιφρονείται 

είναι  το  τέλος  της  απουσίας  κενοδοξίας57.  Οι  σαλοί  τόσο  πολύ  παραδίδονται  στην 

καταφρόνηση, για να αποφύγουν ακριβώς όσο είναι δυνατό αυτό το φοβερό πάθος 

της  κενοδοξίας.  Για  να  ξέρει  κανείς  πόσο  καταστρεπτική  είναι  για  τον  άνθρωπο 

αυτή  η  πνευματική  αρρώστια,  ας  ακούσει  τους  Πατέρες  τι  φρονούν  γι᾿  αυτό  το 

θέμα.  Ο  άγιος  Ισαάκ  ο  Σύρος  λέει:  «Ἐῤῥέθη  περὶ  αὐτῆς  τοῖς  πατράσιν,  ὅτι  ἐν  τῇ 

κενοδόξῳ  ψυχῇ  στρέφονται  πάλιν  τὰ  πάθη  τὰ  ἅπαξ  ἡττηθέντα,  καὶ  ἐξελθόντα  ἐξ 

αὐτῆς»58.  Ο  αββάς  Κασσιανός  γι᾿  αυτό  το  πάθος  της  κενοδοξίας  μιλάει  ακόμα  πιο 

λεπτομερώς  και  ξεκάθαρα.  «Τὸ  τῆς  κενοδοξίας  πάθος  πολύμορφόν  ἐστι  καὶ 

λεπτότατον,  καὶ  οὐδὲ  ταχέως  οὐδὲ  ὑπ᾿  αὐτοῦ  τοῦ  πειραζομένου 

καταλαμβανόμενον·  καὶ  γὰρ  τῶν  ἄλλων  παθῶν  αἱ  προσβολαὶ  φανερώτεραι 

τυγχάνουσι,  καὶ  εὐκολωτέραν  τὴν  πρὸς  αὐτὰς  μάχην  ἔχουσι,  τῆς  ψυχῆς 

ἐπιγινωσκούσης  τὸν  πόλεμον,  καὶ  διὰ  τῆς  ἀντιῤῥήσεως  καὶ  προσευχῆς  τοῦτον 

εὐθέως  ἀποτρεπούσης. Ἡ  δὲ τῆς κακίας κενοδοξία, πολύμορφος οὖσα, ὡς εἴρηται, 

55 Κλίμαξ 22, PG 88, 956B. 
56 Λόγος 56, ό. π., σ. 224. 
57 Βλ. πιο πάνω, σ. 88‐89 αυτής της εργασίας. 

58 Λόγος 73, ό. π. σ. 288. 
90
δυσκαταγώνιστός  ἐστι·  καὶ  γὰρ  ἐν  παντὶ  ἐπιτηδεύματι  παρυφίσταται,  ἐν  σχήματι, 

ἐν φωνῇ, ἐν λόγῳ, ἐν ἔργῳ, ἐν ἀγρυπνίαις, ἐν νηστείαις, ἐν εὐχῇ, ἐν ἀναγνώσει, ἐν 

ἡσυχίᾳ,  ἐν  μακροθυμίᾳ·  διὰ  πάντων  γὰρ  τούτων  ἐπιχειρεῖ  τὸν  στρατιώτην  τοῦ 

Χριστοῦ κατατοξεύειν»59. 

Όπως  φαίνεται,  η  φθοροποιός  δύναμη  της  κενοδοξίας  είναι  πάρα  πολύ 

μεγάλη  και  μπορεί  να  συνυπάρχει  αυτή  σε  όλες  τις  εκδηλώσεις  της  ζωής  του 

ανθρώπου. Γι᾿ αυτό το λόγο δεν είναι καθόλου εύκολο πράγμα να απελευθερωθεί 

κανείς από αυτό το πάθος. Αυτό επιβεβαιώνει και ο άγιος Μάξιμος ομολογώντας, 

ότι:  «Οὐ  μικρὸς  ἀγὼν  κενοδοξίας  ἀπαλλαγῆναι·  ἀπαλλάττεται  δέ  τις  διὰ  κρυπτῆς 

τῶν  ἔργων  ἐργασίας,  καὶ  συχνοτέρας  προσευχῆς·  σημεῖον  δὲ  τῆς  ἀπαλλαγῆς,  τὸ 

μηκέτι  μνησικακεῖν  τῷ  κακολογήσαντι  ἢ  τῷ  κακολογοῦντι.»60.  Αυτός  ο  πατέρας, 

στο  ίδιο  κείμενό  του  λέει  επίσης  ότι,  αν  κάποιος  κατανικήσει  το  πάθος  της 

κενοδοξίας,  τότε  πολύ  εύκολα  δέχεται  ο  ίδιος  το  λογισμό  της  υπερηφάνειας,  η 

οποία διαδέχεται την κενοδοξία61. Η υπερηφάνεια είναι το τελευταίο, το πιο μεγάλο 

και αποτελεσματικό όπλο του εχθρού του ανθρώπινου γένους. Αυτή και μόνη της 

αρκεί  και  μπορεί  να  καταστρέψει  τον  χριστιανό.  Όποιος  φουσκώνει  από  την 

υπερηφάνεια,  αυτός  εγκαταλείπεται  από  τη  θεία  Χάρη  και  πέφτει  ολέθρια.  Ο 

αββάς  Κασσιανός  παρομοιάζει  την  υπερηφάνεια  με  τη  μολυσματική  και 

καταστρεπτική  ασθένεια  η  οποία  δεν  καταστρέφει  μόνο  ένα  μέρος  του  σώματος, 

αλλά  το  αχρηστεύει  ολόκληρο. Αυτή  διαφθείρει  ολόκληρη  τη  ψυχή και  την  οδηγεί 

στο θάνατο. Γιατί αν και κάθε άλλο πάθος ενοχλεί τη ψυχή, αυτό όμως διαταράζει 

και πολεμάει μόνο την αντίθετη του αρετή, όπως π. χ. η γαστριμαργία μονομαχεί 

με  την  εγκράτεια  και  επιδιώκει  να  την  καταστρέψει,  ενώ  ο  θυμός  μάχεται  με  την 

πραότητα. Η υπερηφάνεια όμως, όταν καταλάβει την άθλια ψυχή, την καταστρέφει 

ολόκληρη.  Μάρτυς  που  επικυρώνει  αυτή  την  αλήθεια,  είναι  ο  άγγελος  εκείνος,  ο 

οποίος  από  την  υπερηφάνεια  έπεσε  από  τον  ουρανό.  Αυτός  ήταν  όλος  φως, 

59 Παύλου μοναχού, Ευεργετινός, τόμ. 3, σ. 303. 
60 Ό. π., σ. 306. 
61 Ο άγιος Μάξιμος κάνει σωστά τη διάκριση ανάμεσα στην κενοδοξία και την υπερηφάνεια, γιατί 

πρώτα  ο  άνθρωπος  αναζητάει  τη  δόξα  από  τους  ανθρώπους  (κενοδοξία)  και  ύστερα  θεωρεί  τον 
εαυτό του πιο ανώτερο από τους άλλους (υπερηφάνεια). 
91
μεταβλήθηκε  όμως  από  την  υπερηφάνεια  του  σε  σκότος62.  Η  υπερηφάνεια  μπορεί 

να  ταλαιπωρεί  κάθε  χριστιανό  ανεξάρτητα  από  την  πνευματική  κατάσταση  στην 

οποία  βρίσκεται.  Μόνος  ο  άνθρωπος,  χωρίς  τη  βοήθεια  του  Θεού,  δεν  μπορεί  να 

νικήσει  αυτό  το  πάθος.  Κάτι  που  φαίνεται  καθαρά  και  στη  ζωή  των  εκλεκτών 

μελών  της  Εκκλησίας.  Ακόμα  και  ο  απόστολος  Παύλος,  ο  μεγαλύτερος  των 

αποστόλων, ομολογεί ο ίδιος, ότι ο Θεός του έδωσε ένα αγκάθι στο σώμα του, έναν 

υπηρέτη  του  σατανά  να  τον  ταλαιπωρεί,  ώστε  να  μην  υπερηφανεύεται63.  Τον  ίδιο 

δρόμο  ακολουθούν  και  οι  δια  Χριστόν  σαλοί.  Ο  Συμεών  ο  σαλός  πριν  να  γυρίσει 

στον  κόσμο  από  την  έρημο,  πήγε  στους  Αγίους  Τόπους  του  Χριστού,  για  να  τους 

προσκυνήσει  και  να  προσευχηθεί  εκεί.  Ο  συντάκτης  του  βίου  του  λέει,  ότι  «Ἡ  δὲ 

εὐχὴ  αὐτοῦ  πᾶσα  ὑπῆρχε  τοῦ  σκεπασθῆναι  αὐτοῦ  τὴν  ἐργασίαν  μέχρι  τῆς  αὐτοῦ 

μεταστάσεως  ἐκ  τοῦ  βίου,  ἵνα  διαφύγῃ  τὴν  τῶν  ἀνθρώπων  δόξαν,  δι᾿  ἧς 

παραγίνεται  τῷ  ἀνθρώπῳ  ὑπερηφάνεια  καὶ  οἴησις»64.  Αυτή  η  παράκληση  του 

Συμεών  εκπληρώθηκε,  γιατί  ενώ  έκανε  τόσα  πολλά  θαύματα  και  τόσα  παράδοξα 

πράγματα, δεν φανερώθηκε η πνευματική του εργασία στους ανθρώπους65. 

Όπως κάθε πάθος πολεμάει την αντίθετή του αρετή, κατά το ίδιο τρόπο και 

τα διάφορα πάθη γιατρεύονται με τις αντίθετες προς αυτά αρετές. Το μεγαλύτερο 

πάθος  του  ανθρώπου  ‐  η  υπερηφάνεια,  γιατρεύεται  δια  της  ταπεινοφροσύνης,  η 

οποία  είναι  η  μεγαλύτερη  από  όλες  τις  αρετές.  Αυτή  η  αρετή,  λέει  ο  αββάς 

Λογγίνος, είναι τόσο μεγάλη ώστε μπορεί ακόμη από την άβυσσο να ανεβάσει τον 

άνθρωπο,  έστω  και  αν  είναι  αυτός  αμαρτωλός  σαν  δαίμονας66.  Με  λίγο 

διαφορετικό,  αλλά  πολύ  εκφραστικό  τρόπο  για  την  ίδια  αρετή  μιλάει  ένας  απλός 

γέροντας:  «θέλω  ἥττημα  μετὰ  ταπεινοφροσύνης,  ἢ  νίκην  μετὰ  ὑπερηφανίας»67.  Ο 

άγιος  Μάξιμος  μιλώντας  για  την  κενοδοξία  και  την  υπερηφάνεια,  σημειώνει: 

«Κενοδοξίαν ἀναιρεῖ ἡ κρυπτὴ ἐργασία, ὑπερηφανίαν δὲ τὸ τῷ Θεῷ ἐπιγράφειν τὰ 

62 Βλ. ό. π., σ. 357. 
63 Βλ. Β’ Κορ. 12, 7. 
64 Λεοντίου Νεαπόλεως, Βίος του αγίου Συμεών του δια Χριστόν Σαλού 30, PG 93, 1705D‐1708A. 

65 Βλ. ό. π., 1708A. 

66 Βλ. Παύλου μοναχού, Ευεργετινός, έκδ. Ματθαίου Λαγγή, τόμ. 1, Αθήναι  61996, σ. 644. Βλ. επίσης 

Το Μέγα Γεροντικόν. Θεματική συλλογή, έκδ. Ι. Ησυχαστηρίου «Το Γενέσιον της Θεοτόκου», τόμ. Δ’, 
Πανόραμα Θεσσαλονίκης 1999, σ. 70. 
67 Παύλου μοναχού, Ευεργετινός, τόμ. 1, σ. 644. 
92
κατορθώματα»68.  Τη  μεγάλη  αξία  της  ταπεινώσεως  στη  ζωή  του  χριστιανού  τη 

συνειδητοποίησαν πολύ νωρίς τα μέλη της Εκκλησίας του Χριστού. Ο αββάς Σισώης 

έλεγε: «ὁ κατέχων τὸ ἀψήφιστον ἐν γνώσει, ἐπιτελεῖ πᾶσαν τὴν Γραφήν»69. Γι᾿ αυτό 

το  λόγο  πολλοί  άνθρωποι,  ξέροντας  ότι  η  ταπεινοφροσύνη  όπως  και  κάθε  άλλη 

αρετή είναι δώρο από το Θεό, επίμονα ικέτευαν γι᾿ αυτή τον Κύριο. Ο αββάς Πέτρος 

διηγείται ότι, καθώς ο αββάς Μακάριος φερόταν με ακακία και με ταπεινό πνεύμα 

σε  όλους  τους  αδελφούς,  μερικοί  τον  ρωτούσαν,  γιατί  συμπεριφέρεται  με  τέτοιο 

τρόπο;  Εκείνος  απαντούσε:  «δώδεκα  ἔτη  ἐδούλευσα  τῷ  Χριστῷ  μου,  ἵνα  μοι 

χαρίσηται τοῦτο καὶ ἄρτι βουλεύετέ μοι ἀποθέσθαι αὐτό;»70. 

Πρωτοφανές  περιστατικό  όμως  έγινε  με  τον  όσιο  Νήφωνα,  επίσκοπο 

Κωνσταντιανής.  Αυτός  ο  άνθρωπος  ήξερε  ότι  ο  Κύριος  αγαπάει  πολύ  τους 

ταπεινούς και γι᾿ αυτό το λόγο επί πολλά χρόνια ζητούσε συνεχώς από το Θεό να 

του δοθεί ταπείνωση. Ο πανάγαθος Θεός εισάκουσε τις προσευχές του οσίου. Μια 

μέρα το Πνεύμα του Θεού τον έφερε σε έκσταση. Κατά τη διάρκεια της έκστασης ο 

όσιος  Νήφων  είδε  τον  άγγελο  του  Κυρίου,  ο  οποίος  με  μια  γρήγορη  κίνηση  σα  να 

του  έσκισε  το  στήθος,  έβγαλε  την  καρδιά  του  και  στη  θέση  της  έβαλε  μια  άλλη, 

διαφορετική.  Με  αυτό  τον  τρόπο  ο  Θεός  ήθελε  να  φανερώσει  στο  όσιο  Νήφων  ότι 

του έχει δωρίσει  «καρδίαν συντετριμμένην καὶ τεταπεινωμένην»71. Η διήγηση περί 

του οσίου Νήφωνος επιβεβαιώνει ακόμα μια φορά ότι η ταπείνωση όπως και όλες 

οι  άλλες  αρετές  είναι  δώρο  του  Θεού,  το  οποίο  δίνεται  στους  ανθρώπους  που  το 

αναζητούν. 

Πολλοί  χριστιανοί  γνωρίζοντας  τη  μεγάλη  αξία  της  ταπεινώσεως  στην 

πνευματική  ζωή  του  αγωνιζομένου,  χρησιμοποιούσαν  διάφορους  τρόπους  για  την 

απόκτηση  αυτής  της  αρετής.  Το  καλύτερο  όμως  μέσο  το  οποίο  οδηγεί  στην 

ταπείνωση  είναι,  όπως  έχει  λεχθεί  και  προηγουμένως,  η  καταφρόνηση.  Αυτή  έχει 

την ιδιότητα να προξενεί την ταπείνωση, γι᾿ αυτό και οι ταπεινόφρονες χαίρονται, 

68 Ό. π., τόμ. 3, σ. 306. 
69 Ό. π., τόμ. 1, σ. 653. 
70 Ό. π., τόμ. 2, σ. 25. 

71 Ψλ. 50, 19. Αναλυτικότερα για αυτό το περιστατικό στη ζωή του οσίου Νήφωνα βλ. Ένας ασκητής 

επίσκοπος, έκδ. Ι. Μ. Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 52002, σ. 48‐51. 
93
όταν  τους  καταφρονούν,  και  λυπούνται,  όταν  τους  τιμούν.  Αυτό  το  πράγμα 

φαίνεται  ξεκάθαρα  από  τη  ζωή  των  δια  Χριστόν  σαλών.  Ο  βίος  της  Πελαγίας  της 

δια Χριστόν σαλής λέει, ότι εάν κάποιος την επαινούσε ή της έδινε πρέπουσα τιμή 

για το προορατικό της χάρισμα ή την αποκαλούσε αγία και δίκαιη, αυτή άρχιζε να 

τρέμει  ολόκληρη.  Οι  προσβολές,  αντίθετα  της  άρεσαν  περισσότερο  απ᾿  οτιδήποτε 

άλλο72. 

Εξηγώντας  το  φαινόμενο  της  καταφρονήσεως  ο  αββάς  Ησαΐας  έλεγε:  «Τῷ 

ἔχοντι  ταπείνωσιν  οὐ  μέλει  περὶ  ὀνειδισμοῦ  ἀνθρώπων·  αἱ  γὰρ  ἴδιαι  ἁμαρτίαι 

μνημονευόμεναι  πανοπλία  αὐτῷ  γίνονται  καὶ  φυλάττουσιν  αὐτὸν  ἀπὸ  ὀργῆς  καὶ 

ἀνταποδόσεως, καὶ ὑποφέρει τὰ ἐπερχόμενα. Ποῖον γάρ τις ὄνειδος ἔχει προσάψαι 

αὐτῷ,  οἷον  ἔχει  ἐνώπιον  τοῦ  Θεοῦ,  πρὸ  προσώπου  αὐτοῦ  τῶν  ἰδίων 

ἁμαρτημάτων;»73.  Αυτή  η  ερμηνεία  του  αββά  Ησαΐα  αφορά  τους  χριστιανούς  οι 

οποίοι  οφείλουν  να  δέχονται  εξευτελισμούς  για  τις  αμαρτίες  τους.  Γιατί  και 

κανένας να μη τους εξευτελίσει, αυτοί είναι εξευτελισμένοι και καταραμένοι, όπως 

λέει  η  Γραφή:  «ἐπικατάρατοι  οἱ  ἐκκλίνοντες  ἀπὸ  τῶν  ἐντολῶν  σου»74.  Οι 

πνευματικά  καθαροί  όμως  κακοποιούνται  για  χάρη  του  Χριστού,  όπως  π.  χ.  οι 

απόστολοι,  οι  οποίοι  έφυγαν  από  το  συνέδριο  χαρούμενοι  γιατί  αξιώθηκαν  να 

βασανιστούν  για  χάρη  του  Κυρίου75.  Αλλά  το  να  υποστεί  κανείς  εξευτελισμό  για 

χάρη  του  Χριστού  δεν  είναι  για  όλους,  αλλά  μόνο  για  τους  αγίους  και  τους 

καθαρούς76. 

Σε  αυτή  τη  δεύτερη  κατηγορία  των  χριστιανών  οι  οποίοι  ταπεινώνουν  τον 

εαυτό τους για χάρη του Κυρίου, ανήκουν και οι «δια Χριστόν σαλοί». Αυτό το πιο 

χαρακτηριστικό  τους  γνώρισμα  φαίνεται  πολύ  ξεκάθαρα  στο  βίο  της  πρώτης 

χρονικώς σαλής, της όσιας Ισιδώρας της Αιγύπτου. Ο Παλλάδιος γράφοντας για το 

γυναικείο μοναστήρι, μέσα στο οποίο ασκήτευε αυτή η μοναχή λέει: «Ἐν τούτῳ τῷ 

μοναστηρίῷ  παρθένος  τις  ἦν  μία  Ἰσιδώρα  καλουμένη,  διὰ  τὸν  Χριστὸν 

72 Βλ. Οσία Πελαγία Ιβάνοβνα η δια Χριστόν σαλή, σ. 83. 
73 Παύλου μοναχού, Ευεργετινός, τόμ. 2, σ. 61. 
74 Ψλ. 118, 21. 

75 Βλ. Πραξ. 5, 41. 

76 Βλ. Παύλου μοναχού, Ευεργετινός, τόμ. 2, σ. 68. 
94
ὑποκρινομένη μωρίαν καὶ δαιμονᾷν, προθεμένη δι᾿ αὐτῶν κατορθῶσαι τὴν ἀρετὴν, 

εἰς  ἄκρον  ἑαυτὴν  ταπεινοῦσα  καὶ  κατευτελίζουσα.  Ταύτην  ἐπὶ  τοσοῦτον 

ἐβδελύξαντο αἱ λοιπαὶ, ὥστε μηδὲ συνεσθίειν αὐτῇ, καὶ τοῦτο ἐκείνης μετὰ χαρᾶς 

καταδεξαμένης.  Ἀλωμένη  οὖν  περὶ  τὸ  μαγειρεῖον  ἐκείνη  πᾶσαν  ἐποίει  ὑπηρεσίαν 

πάσαις  αὐταῖς,  ὡς  δούλη  ὑπακούουσα  εἰς  πᾶσαν  ὑπακοήν.  …  ,  μὴ  ὑβρίσασά  τινα, 

μὴ  γογγύσασα  μικρὸν  ἢ  μέγα  ῥῆμα,  καίπερ  ὑβριζομένη,  καὶ  καταρωμένη»77.  Αυτό 

το δουλοπρεπές ήθος το οποίο είχε η ταπεινή ασκήτρια από την Αίγυπτο, διακρίνει 

όλους τους δια Χριστόν σαλούς. 

3. Η ταπείνωση και η σύνδεσή της με άλλες αρετές 

Η ταπεινοφροσύνη, το κατεξοχήν χαρακτηριστικό των «δια Χριστόν σαλών», 

δεν είναι μόνο μεγάλη αρετή καθ᾿ εαυτή, αλλά επιπλέον συναρμόζει και δένει όλες 

τις  άλλες  αρετές.  Γι᾿  αυτό  ο  απόστολος  Πέτρος78,  ξέροντας  ότι  η  ταπεινοφροσύνη 

δεν  σφάλλει  ούτε  πέφτει,  προστάζει  όλους  τους  χριστιανούς  να  την  έχουν 

αναπόσπαστη  και  με  αυτή  να  συγκρατούν  όλες  τις  υπόλοιπες  αρετές79.  Αυτό 

επιβεβαιώνουν και οι Πατέρες της Εκκλησίας. Ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς λέει, ότι 

η ταπείνωση αποτελεί το συνεκτικό δεσμό όλων των αρετών, τις οποίες αυτή με την 

ενέργειά  της,  τελειοποιεί80.  Ενώ  ο  όσιος  Ισαάκ  Σύρος  αναφέρει  ότι,  αν  επιτελέσει 

κάποιος  αξιόλογη  αρετή,  χωρίς  να  αισθανθεί  τη  γεύση  της  ωφέλειάς  της,  να  μην 

απορεί.  Διότι,  ως  που  να  ταπεινωθεί  ο  άνθρωπος,  δεν  παίρνει  το  μισθό  για  την 

εργασία του. Η αμοιβή δεν δίδεται για τη εργασία, αλλά για την ταπείνωση. Όποιος 

καταφρονεί τη δεύτερη, χάνει την πρώτη. Η αρετή είναι μητέρα της λύπης, από τη 

λύπη  γεννάται  η  ταπείνωση,  για  την  οποία  δίδεται  η  χάρη.  Επομένως  η 

ανταπόδοση δεν ανήκει στην αρετή ούτε στον κόπο γι᾿ αυτή, αλλά στην ταπείνωση 

77 Λαυσαϊκή ιστορία 41, PG 34, 1106AB, βλ. επίσης Παύλου μοναχού, Ευεργετινός, τόμ. 2, σ. 9. 
78 Βλ. Α’ Πε. 5, 5. 
79 Βλ. Μ. Αθανασίου, Βίος και πολιτεία της αγίας και μακαρίας και διδασκάλου Συγκλητικής 56, PG 28, 

1521ΑΒ, βλ. επίσης Παύλου μοναχού, Ευεργετινός, τόμ. 1, σ. 642. 
80 Βλ. Προς Ξένην, PG 150, 1080Α.
95
που  γεννάται  απ᾿  αυτή.  Αν  αυτή  λείψει,  τα  προηγούμενα  γίνονται  ματαίως81.  Γι᾿ 

αυτό το λόγο ο ίδιος πατέρας λέει επίσης ότι: «καθάπερ ἅλας πάσῃ τροφῇ, οὕτως ἡ 

ταπείνωσις  πάσῃ  ἀρετῇ»82.  Το  ίδιο  ακριβώς  υπογραμμίζει  και  ο  άγιος  Παΐσιος 

Βελιτσκόφσκι.  Αυτός  ο  αναγεννητής  της  πατερικής  παράδοσης  στη  Ρωσία,  για  το 

ίδιο  θέμα  αναφέρει:  «ὁ  μισθός  μᾶς  δίδεται  ὄχι  τόσο  γιά  τούς  κόπους  μας,  ὅσο  γιά 

τήν ταπείνωσή μας. Καλύτερα ὁ ἄνθρωπος νά ἁμαρτάνει καί νά μετανοεῖ, παρά νά 

ἐνεργεῖ σωστά καί νά ἐπαίρεται»83. 

Οι  αρετές  στον  άνθρωπο  δεν  λειτουργούν  επίσης  με  χαώδη  τρόπο,  αλλά 

έχουν ορισμένη τάξη και συνάφεια. Αυτό δηλώνει ο όσιος Ισαάκ ο Σύρος, όταν λέει, 

ότι  οι  αρετές  διαδέχονται  η  μια  την  άλλη,  για  να  μη  γίνεται  επαχθής  και  βαριά  η 

οδός  της  αρετής  και  για  να  επιτυγχάνεται  με  τάξη.  Με  αυτό  το  τρόπο  οι 

ταλαιπωρίες για χάρη του αγαθού θα είναι προσφιλείς, όπως τα ίδια τα αγαθά84. Ο 

ίδιος  θεοφόρος  πατέρας  σε  άλλο  λόγο  του,  λέει  επίσης,  ότι  η  ηθική  διαγωγή  του 

χριστιανού,  είναι  μια  αλληλουχία αρετών και ηθικών καταστάσεων. Και εάν  ένας 

κρίκος σε αυτή την πνευματική αλυσίδα καταστρέφεται, αυτόματα διαλύεται και η 

αλυσίδα85. Ο αββάς Ησαΐας εξηγώντας πως μπορεί κάποιος να φθάσει στη διάκριση 

η οποία εξουδετερώνει όλα τα πάθη, δείχνει ακριβώς αυτή την αλληλεξάρτηση και 

τη  σειρά  γενέσεως  των  αρετών  στον  άνθρωπο.  Πρώτα,  λέει,  πρέπει  να  ησυχάσει 

κάποιος από όσα είναι ξένα για το χριστιανό, πράγμα το οποίο γεννά την άσκηση. 

Η άσκηση γεννά το πένθος, το πένθος γεννά το φόβο του Θεού, ο φόβος γεννά την 

ταπείνωση,  η  ταπείνωση  γεννά  τη  διάκριση.  Αυτή  γεννά  την  προόραση,  και  η 

προόραση την αγάπη, ενώ η αγάπη θεραπεύει τη ψυχή από νόσους και πάθη86. 

Η παραπάνω διαδοχική απαρίθμηση των αρετών από τον αββά Ησαΐα είναι 

βεβαίως  γενική  και  όχι  απόλυτη.  Σε  αυτή  την  πνευματική  αλυσίδα  μπορούν  να 

υπάρχουν  οπωσδήποτε  παραλλαγές.  Επιπλέον,  κάθε  κρίκος  αυτής  της  αλυσίδας 

81 Βλ. Λόγος 37, ό. π., σ. 160. 
82 Λόγος 49, ό. π., σ. 203.
83 Τα Κρίνα του Αγρού, σ. 55. 

84 Βλ. Λόγος 46, ό. π., σ. 190. 

85  «Ἑκάστη  πολιτεία  ἐν  τῇ  πρὸ  αὐτῆς  δεδεμένη  ἐστί,  καὶ  ἐξ  αὐτῆς  λαμβάνει  προσθήκην,  καὶ 

μεταβαίνει εἰς ἄλλην ὑψηλοτέραν αὐτῆς. Καὶ ἐὰν μία ἐξ αὐτῆς ὑπολείπηται, οὐ δύναται στῆναι τὸ 
ὀπίσω αὐτῆς, καὶ ὁρᾶσθαι. Ὅτι πάντα λύονται καὶ ἀπόλλυνται», Λόγος 35, ό. π., σ. 156. 
86 Βλ. Παύλου μοναχού, Ευεργετινός, τόμ. 1, σ. 680. 
96
ενδέχεται  να  εκφραστεί  με  ποικίλους  τρόπους.  Πώς  όμως  μπορεί  να  φθάσει 

κάποιος  στην  ταπείνωση,  η  οποία  είναι  το  πιο  μεγάλο  γνώρισμα  των  δια  Χριστόν 

σαλών;  Ποιοι  ασκητικοί  αγώνες  προηγούνται  και  συμβάλλουν  στην  απόκτηση 

αυτής της αρετής; Αρίστη απάντηση στο παραπάνω ερώτημα δίνει ο όσιος Ιωάννης 

ο  Σιναΐτης.  Ο  συγγραφέας  της  Κλίμακος  λοιπόν  αναφέρει,  ότι  οι  αείμνηστοι 

πατέρες  καθόρισαν  για  την  απόκτηση  της  ταπεινοφροσύνης  τους  σωματικούς 

κόπους. Αυτός όμως προτείνει την υπακοή και την ευθύτητα της καρδιάς, οι οποίες 

και  από  την  ίδια  τη  φύση  τους  είναι  αντίθετες  προς  την  έπαρση 87.  Ο  ίδιος  επίσης 

πατέρας  λέει,  ότι  αν  από  την  υπακοή  γεννιέται  η  ταπείνωση,  και  από  την 

ταπείνωση η απάθεια, τότε μπορεί κάποιος να πει, ότι από την υπακοή γεννιέται η 

απάθεια,  με την οποία ολοκληρώνεται η ταπείνωση88. Πόσο μεγάλη είναι η αρετή 

της υπακοής, μπορεί να το διαπιστώσει κανείς, διαβάζοντας το ακόλουθο πατερικό 

κείμενο:  «ὅστις  καθ᾿  ἡσυχίαν  καθήμενος,  ἐπέγνω  τὴν  ἑαυτοῦ  ἀσθένειαν,  καὶ 

μετελθὼν πέπρακεν ὑπακοῇ, οὗτος τυφλὸς ὤν, ἀκόπως πρὸς Χριστὸν ἀνέβλεψε»89. 

Οι  δια Χριστόν σαλοί, οι οποίοι με διάφορους τρόπους κυνηγούσαν στη ζωή 

τους  την  ταπεινοφροσύνη,  δεν  θα  μπορούσαν  να  παραμελήσουν  στους  αγώνες 

τους  το  μεγάλο  πνευματικό  όπλο  που  λέγεται  υπακοή.  Πράγμα  που  φαίνεται 

ξεκάθαρα στους βίους τους. Το θέμα της υπακοής στη ζωή των σαλών θα εξεταστεί 

αναλυτικά σε επόμενα τμήματα της εργασίας αυτής. Σε αυτό το σημείο ωστόσο θα 

παρουσιαστεί  ένα  αντιπροσωπευτικό  παράδειγμα,  το  οποίο  δείχνει  την  απόλυτα 

θετική  στάση  των  σαλών  απέναντι  στην  υπακοή.  Ο  βίος  του  αγίου  Σάββα  του 

Βατοπαιδινού  του  δια  Χριστόν  σαλού  αναφέρει,  ότι  αυτός  ο  ασκητής  αρχίζοντας 

τους αγώνες του στον Άθωνα, διέκρινε άριστα πως η ανυποταξία είναι απαιδευσία 

και  έπαρση  που  δεν  συμβάλλει  στην  πνευματική  οικοδομή.  Αντιθέτως,  η  υπακοή 

και η ταπείνωση είναι η ασφαλής οδός, σύμφωνη και κατάλληλη για οποιαδήποτε 

εν  Χριστώ  παιδεία.  Μ᾿  αυτές  τις  αρετές  ξεριζώνονται  οι  χρόνιες  συνήθειες,  οι 

προλήψεις,  η  αντίληψη  πως  τάχα  κάτι  γνωρίζουμε90.  Γι᾿  αυτό  το  λόγο  ο  Σάββας 

87 Βλ. Κλίμαξ 25, PG 88, 1001Β. 
88 Βλ. ό. π., 4, PG 88, 709D. 
89 Ό. π. 

90 Βλ. Φιλοθέου Κοκκίνου, Βίος αγίου Σάβα του νέου 7, ΕΕΘΣΠΘ 27 (1982), σ. 48.
97
υποτάσσεται  στον  πιο  γενναίο  απ᾿  όλους,  ανένδοτο  στους  ασκητικούς  αγώνες 

γέροντα91.  Τα  αποτελέσματα  της  τέλειας  υποταγής  του  εν  λόγω  αθλητού  δεν 

άργησαν, ο βιογράφος του βίου του λέει, ότι «μόνος γὰρ ἐν ὑπακοῇ καὶ ταπεινώσει 

τῷ  ὄντι  Σάβας  ὁ  θαυμάσιος  ξένον  τι  καὶ  θεσπέσιον  ἔλαμψε,  τοσοῦτον  τοὺς  περὶ 

ταῦτα  λαμπροὺς  ὑπερ(ε)σχών,  ὅσον  τοὺς  ἐν  νυκτὶ  φαινομένους  ἀστέρας  ὁ  τῆς 

ἡμέρας οὗτος ἐργάτης, ὁ μέγας ἥλιος»92. 

Οι  αρετές  μεταξύ  τους  διαφέρουν  και  κατά  τη  σπουδαιότητά  τους·  ο  αββάς 

Ιωάννης  ο  Κολοβός έλεγε,  ότι  «ἡ  ταπεινοφροσύνη καὶ  ὁ  φόβος  τοῦ Θεοῦ  ὑπεράνω 

εἰσὶ  πασῶν  τῶν  ἀρετῶν»93.  Πολλές  φορές  όμως  η  σωστή  ιεράρχηση  των  αρετών 

λησμονείται  και  νοθεύεται.  Συχνά  κάποιο  χάρισμα  το  οποίο  κατ᾿  ουσία  δεν  είναι 

αναγκαίο  για  τη  σωτηρία  του  ανθρώπου,  π.  χ.  το  προορατικό,  το  θεωρούν  πολλοί 

ως  το  πιο  μεγάλο  σε  κάποιον  ασκητή94.  Τέτοιες  αντιλήψεις  δεν  αποτελούν  όμως 

μόνο  σύγχρονο  φαινόμενο,  μπορεί  να  τις  δει  κανείς  μέσα  σ᾿  όλο  το  φάσμα  της 

εκκλησιαστικής ιστορίας. Ο όσιος Ιωάννης Σιναΐτης, λόγου χάρη, που έζησε τον 6ο 

αιώνα, λέει ότι μερικοί μακαρίζουν περισσότερο από όλα τα πνευματικά χαρίσματα 

εκείνο  που  μπορεί  να  θαυματουργεί  και  να  φαίνεται  εξωτερικά.  Αγνοούν  όμως 

αυτοί, ότι υπάρχουν πολλά άλλα, ανώτερα από τα προαναφερθέντα, τα οποία είναι 

απόκρυφα, και γι᾿ αυτό παραμένουν αιώνια95. Αυτό το φαινόμενο της υπερβολικής 

αναδείξεως  κάποιων  στοιχείων,  τα  οποία  παίζουν  δευτερεύοντα  ρόλο  στην 

πνευματική  ζωή  των  χριστιανών,    συναντιέται  και  στην  άσκηση  της  «δια  Χριστόν 

σαλότητας». 

91 Βλ. ό. π., σ. 49. 
92 Ό. π., 8, ΕΕΘΣΠΘ 27 (1982), σ. 50. 
93 Παύλου μοναχού, Ευεργετινός, τόμ. 1, σ. 650. 

94  Αυτή  η  άποψη  επιβεβαιώνεται  από  δύο  μικρά  κείμενα  του  αββά  Ισαάκ  του  Σύρου·  αναφέρει 

λοιπόν τα εξής: «ἰδοὺ γάρ τις τῶν πατέρων τῶν ἁγίων, ἐκ τῆς καθαρότητος ἑαυτοῦ, ἔλαβε πρὸ τῆς 
χάριτος χάρισμα τοῦ προγινώσκειν τοὺς ἐρχομένους πρὸς αὐτόν, καὶ ᾐτήσατο τὸν Θεόν, εὐχομένων 
καὶ ἄλλων ἁγίων, δεηθέντων πρὸς τοῦτο παρὰ τοῦ γέροντος, ὅπως ληφθείη τὸ χάρισμα ἀπ᾿ αὐτοῦ», 
Λόγος  36,  ό.  π.,  σ.  158.  Σε  άλλο  κείμενό  του  ο  όσιος  Ισαάκ  Σύρος  γράφει:  «Ἐὰν  ἐργάζῃ  ἀγαθὸν 
ἐνώπιον  τοῦ  Θεοῦ,  καὶ  δῷ  σοι  χάρισμα,  πεῖσον  αὐτὸν  δοῦναί  σοι  ἐπίγνωσιν,  πῶς  ἁρμόζει  σοι 
ταπεινωθῆναι,  ἢ  στῆσαί  σοι  φρουρὸν  ὑπὲρ  αὐτοῦ,  ἢ  λαβεῖν  αὐτὸ  ἀπὸ  σοῦ,  ἵνα  μὴ  πρόξενον 
ἀπωλείας σοι γένηται. Οὐ πάντων γάρ ἐστι τὸ φυλάξαι τὸν πλοῦτον ἐκτὸς βλάβης», Λόγος 37, ό. π., 
σ. 161. Τα δύο αυτά κείμενα δείχνουν, πως όλα τα χαρίσματα, δεν είναι όμοια αναγκαία και όμοια 
επωφελή  σε  όλους  τους  εν  Χριστώ  αγωνιζόμενους.  Κάποιες  φορές,  μπορούν  να  τους  προξενήσουν 
και πνευματική βλάβη. 
95 Βλ. Κλίμαξ 26, PG 88, 1033Β.
98
Τη σαλότητα, την εκλαμβάνουν πολλοί σαν ένα χάρισμα, είτε διορατικό, είτε 

θαυματουργικό,  είτε  κάποιο  άλλο.  Όσοι  υποστηρίζουν  τέτοιες  απόψεις  νομίζουν, 

ότι  οι  σαλοί  ταλαιπωρούν  τα  σώματα  τους,  τα  εξαντλούν  από  τη  νηστεία,  την 

αγρυπνία,  και  κάθε  άλλη  μορφή  άσκησης,  για  να  επιτύχουν  ακριβώς  αυτά  τα 

χαρίσματα. Όμως αγνοούν, ότι υπάρχουν χαρίσματα πολύ μεγαλύτερα από αυτά. 

Μεγαλύτερα  από  τα  προαναφερθέντα  χαρίσματα,  κατά  τον  όσιο  Ιωάννη  της 

Κλίμακος είναι η μετάνοια, το πένθος και η ταπείνωση. Οι πατέρες της Εκκλησίας 

για  την  πρώτη  από  αυτές  τις  τρεις  αρετές  λένε  ότι:  «ἐν  ταύταις  ταῖς 

εἰκοσιτέσσαρσιν  ὥραις  τῆς  νυκτὸς  καὶ  τῆς  ἡμέρας  τῆς  μετανοίας  χρῄζομεν»96  και 

«καιρὸς μετανοίας ὁ τῆς ζωῆς ἐστι καιρός»97. Για το πένθος, άλλος πατέρας γράφει: 

«Οὐκ  ἐγκληθησόμεθα,  ὦ  οὗτοι,  οὐκ  ἐγκληθησόμεθα  ἐν  ἐξόδῳ  ψυχῆς,  διότι  οὐ 

τεθαυματουργήκαμεν·  οὐδ᾿  ὅτι  οὐ  τεθεολογήκαμεν,  οὐδ᾿  ὅτι  θεωρητικοὶ  οὐ 

γεγόναμεν,  ἀλλὰ  λόγον  πάντως  δώσομεν  τῷ  Θεῷ  διότι  ἀδιαλείπτως  οὐ 

πεπενθήκαμεν»98. 

Οι βίοι των δια Χριστόν σαλών πεντακάθαρα δείχνουν, πως αυτοί οι ασκητές 

ζούσαν έντονα τις παραπάνω πνευματικές καταστάσεις. Ο βιογράφος της ζωής του 

Θεοφίλου του ασκητή της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου αναφέρει, ότι: «Κανείς 

δέν  τόν  εἶδε  νά  γελάη  ποτέ,  ἀντίθετα,  ἔκλαιγε  συχνά  κ᾿  αὐτά  τ᾿  ἀκατάπαυστα 

δάκρυα,  σάν  πολύτιμα  πετράδια  προσφέρονταν  στόν  Κύριο,  γιά  ἐξιλέωση  τοῦ 

πλήθους  τῶν  ἁμαρτιῶν  μας»99.  Το  ίδιο  πράγμα  συμβαίνει  και  στην  περίπτωση 

άλλων δια Χριστόν σαλών. Λόγου χάρη, με πολύ ενδιαφέροντα τρόπο για αυτό το 

θέμα, γράφει η Άννα Γερασίμοβνα – η μοναχή που φρόντιζε την σαλή Πελαγία του 

Ντιβέγεβο. «Τό χάρισμα τῶν δακρύων τῆς Πελαγίας Ἰβάνοβνα ἦταν ἐντυπωσιακό. 

Πάντα  ὃμως  συνήθιζε  νά  κλαίει  κρυφά  πρῶτα,  γιά  νά  μήν  τήν  βλέπει  κανένας. 

96 Ισαάκ Σύρου, Λόγος 50, ό. π., σ. 205. Στο ίδιο κείμενο ο όσιος Ισαάκ Σύρος εξηγεί και την έννοια της 
“μετάνοιας”·  λέει  ότι  η  μετάνοια  είναι  «δέησις  ἐκτενὴς  ἐν  πάσῃ  ὥρᾳ  ἐν  εὐχῇ  πεπληρωμένῃ 
κατανύξεως  προσεγγίζουσα  τῷ  Θεῷ  ὑπὲρ  ἀφέσεως  τῶν  παρελθόντων,  καὶ  λύπη  ὑπὲρ  τῆς  τῶν 
μελλόντων φυλακῆς». 
97 Γρηγορίου Παλαμά, Προς Ξένην, PG 150, 1053Α. 

98 Ιωάννου Σιναΐτου, Κλίμαξ 7, PG 88, 816D. Περισσότερα για τη μετάνοια και το πένθος στη ζωή του 

χριστιανού, βλ. Ανέστη Γ. Κεσελοπούλου, Πάθη και αρετές στη διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου του 
Παλαμά, έκδ. Δόμος, Αθήνα 1982, σ. 79‐103. 
99 Ο στάρετς Θεόφιλος. Ο δια Χριστόν σαλός ασκητής της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου, σ. 326. 
99
Θυμᾶμαι πῶς τήν ἀνακάλυψα μιά φορά. … Ἒκλαιγε τόσο πικρά, πού τά δάκρυά της 

κυριολεκτικά  ἒτρεχαν  ποτάμι.  Ἡ  καρδιά  μου  ἒγινε  κομμάτια,  καθώς  τήν  ἒβλεπα 

ἒτσι.  “Ἂχ,  σκέφτηκα,  γιατί  νά  κλαίει  ἒτσι;  Ἲσως  κάποιος  νά  τήν  χτύπησε”.  Ἒτσι 

σκεφτόμουν  μέ  τό  φτωχό  μου  μυαλό,  ἐγώ  ἡ  ἀνόητη.  Ἐκείνη  ὃμως,  αὐτό  τό  μικρό 

περιστεράκι, μοῦ εἶπε: ‐ Ὂχι, μπάτιουσκα100, ἒτσι εἶμ᾿ ἐγώ. Πρέπει νά θρηνῶ ἒτσι, μ᾿ 

αὐτόν  τόν  τρόπο.  …  Τέσσερα  χρόνια  προτοῦ  πεθάνει,  τότε  πού  ἀκούγαμε  ὃσα 

συμβαίνουν  ἐδῶ,  στή  Ρωσία,  τίς  προστυχιές  καί  τίς  ἀνομίες,  ἒκλαιγε  γοερά.  Δέν 

μποροῦσε  πιά  νά  κρυφτεῖ,  σπάνια  σταματοῦσε  τό  κλάμα.  Ἀπό  τά  δάκρυά  της  τά 

μάτια  της  βαθούλωσαν,  ἒχασαν  τή  ζωηράδα  τους»101.  Τα  παραπάνω  κείμενα 

δείχνουν, ότι οι σαλοί δεν περιορίζονταν απλά να θρηνούν μόνο για τις δικές τους 

αμαρτίες.  Αυτά  τα  δοχεία  του  Πνεύματος  έκλαιγαν  και  για τα  παραπτώματα  των 

άλλων  ανθρώπων,  με  τους  οποίους  συνδέονταν  με  την  αληθινή  «ἐν  Χριστῷ» 

αγάπη. 

Για  τη  σχέση  που  υπάρχει  μεταξύ  των  τριών  δώρων  του  Θεού,  δηλαδή  της 

μετάνοιας, του πένθους και της ταπεινώσεως, μιλάει ο όσιος Ιωάννης ο Σιναΐτης. Ο 

συγγραφέας  της  Κλίμακος  λέει,  ότι  η  ψυχή  συντρίβεται  και  λεπτύνεται  με  την 

αληθινή  και  ειλικρινή  μετάνοια  και  στη  συνέχεια  αναμιγνύεται  με  το  Θεό  με  το 

νερό του αληθινού πένθους. Και με αυτό το τρόπο, αφού ανάψει με τη φλόγα του 

Κυρίου, στερεοποιείται και γίνεται άρτος η μακάρια ταπείνωση, απαλλαγμένη από 

τη  ζύμη  της  κακίας  και  την  υπερηφάνεια102.  Σε  άλλο  σημείο  ο  ίδιος  συγγραφέας 

λέει:  «Ἡ  μὲν  μετάνοια  ἀνιστᾷ·  τὸ  δὲ  πένθος  εἰς  οὐρανοὺς  κρούει·  ἡ  δὲ  ὁσία 

ταπείνωσις  ἀνοίγει»103.  Τη  σχέση  που  υπάρχει  μεταξύ  των  τριών  αυτών  αρετών 

εξηγεί  επίσης  ο  άγιος  Γρηγόριος  Παλαμάς,  όταν  λέει,  ότι  το  πένθος  πάντοτε 

συνυπάρχει με την πτωχεία. Η ένθεος λύπη από την κατά Θεόν πτωχεία, παρέχει 

την  μετάνοια,  η  οποία  είναι  καθοριστική  για  τη  σωτηρία  της  ψυχής.  Αυτή  την 

εκούσια  κατά  Θεόν  λύπη,  ακολουθεί  και  το  εκούσιο  κατά  Θεόν  πένθος.  Το 

μακαριζόμενο  πένθος  ωστόσο,  γεννάται  κατ᾿  αρχήν  και  εξολοκλήρου  εξαρτάται 

100 Μπάτιουσκα=πατερούλης. 
101 Οσία Πελαγία Ιβάνοβνα η δια Χριστόν σαλή, σ. 79‐80. 
102 Βλ. Κλίμαξ 25, PG 88, 989D. 

103 Ό. π., 992D‐993A. 
100
από  την  κατά  Θεό  πτωχεία104.  Κατά  τον  όσιο  Ιωάννη  της  Κλίμακος  η  «πανόσιος 

αὕτη  τρίσειρος  ἅλυσις»  των  αρετών,  έχει  κοινές  τις  ιδιότητες  της,  και  έτσι,  όποιο 

θεωρήσει  κάποιος  ως  διακριτικό  γνώρισμα  της  μίας,  θα  είναι  ταυτόχρονα  και 

γνώρισμα της άλλης105. 

Μπορεί  κάποιος  να  πει,  ότι  αν  η  ταπείνωση  η  οποία  είναι  η  πιο  μεγάλη 

ιδιότητα του σαλού είναι αναπόσπαστη από τη μετάνοια και το πένθος, τότε αυτές 

οι  τρεις  αρετές  γίνονται  αυτόματα  και  τα  χαρακτηριστικά  της  σαλότητας.  Και  αν 

κανείς  κατέχει  σε  βάθος  και  κατ᾿  ουσίαν  αυτά  τα  τρία  ιδιώματα,  τότε 

συμπεριφέρεται  πνευματικά  και  ευάρεστα  στον  Θεό.  Κάτι  που  πολύ  ευδιάκριτα 

εξηγούν  και  οι  θείοι  Πατέρες.  Το  πρώτο  γνώρισμα  αυτής  της  τριάδας  των  αρετών 

είναι  η  με  πολλή  χαρά  υποδοχή  της  περιφρονήσεως,  την  οποία  δέχεται  ο 

αγωνιζόμενος  με  ανοιχτά  τα  χέρια  της  ψυχής  και  την  αγκαλιάζει,  επειδή  αυτή 

καταπαύει και κατακαίγει τις ψυχικές ασθένειες και τις μεγάλες αμαρτίες. Δεύτερο 

γνώρισμά  της  είναι  η  εξαφάνιση  κάθε  μορφής  θυμού  και  η  μετριοφροσύνη,  ενώ 

τρίτο  και  μεγαλύτερο  είναι  η  αδιαμφισβήτητη  αμφιβολία  που  υπάρχει  για  τη 

δύναμη των καλών έργων και ο συνεχής πόθος για τη μάθηση106. Αυτή η εξήγηση 

βοηθάει  ακόμα  περισσότερο  να  καταλάβει  κανείς  γιατί  τόσο  επίμονα  και  με 

μεγάλη  χαρά  οι  σαλοί  ποθούσαν  την  περιφρόνηση  του  εαυτού  τους.  Αυτοί  οι 

«γίγαντες  του  πνεύματος»,  ξέροντας  πόση  ωφέλεια  έχει  ο  άνθρωπος  από  τον 

εξευτελισμό,  δεν  αρκέστηκαν  σε  αυτά  που  λέει  ο  αββάς  Μάρκος:  «ὁ  ὀρθῶς 

μετανοῶν  ὑπὸ  ἀνόμων  χλευάζεται»107.  Προχώρησαν  ακόμα  ένα  βήμα  παραπέρα 

ξέροντας  ότι  «σημεῖον  μεμεριμνημένης  μετανοίας  πασῶν  τῶν  συμβαινουσῶν 

ὁρατῶν καὶ ἀοράτων θλίψεων ἀξίους ἑαυτοὺς λογίζεσθαι· καὶ τούτων πλείω»108. Γι᾿ 

αυτό  το  λόγο  οι  «δια  Χριστόν  σαλοί»  μόνοι  τους  προκαλούσαν  την  περιφρόνησή 

τους από τον περίγυρό τους, αποδεικνύοντας κατ᾿ αυτό το τρόπο, ότι είναι αληθινοί 

μαθητές του Χριστού. 

104 Βλ. Προς Ξένην, PG 150, 1073D‐1076A. 
105 Βλ. Κλίμαξ 25, PG 88, 989D‐992A. 
106 Βλ. ό. π., 992A. 

107 Παύλου μοναχού, Ευεργετινός, τόμ. 3, σ. 293. 

108 Ιωάννου Σιναΐτου, Κλίμαξ 5, PG 88, 780B. 
101
Στο «Γεροντικό» υπάρχει μία διήγηση η οποία αναφέρει, ότι κάποιος αδελφός 

παρακάλεσε ένα γέροντα να του πει κάτι, για να το τηρήσει και να σωθεί με αυτό. 

Ο  γέροντας  του  αποκρίθηκε:  «ἐὰν  δυνηθῇς  ὑβρισθῆναι  καὶ  βαστάσαι,  μέγα  ἐστὶ 

τοῦτο ὑπὲρ πάσας τὰς ἀρετάς»109. Η απάντηση αυτή του γέροντα μια ακόμα φορά 

επιβεβαιώνει τη μεγάλη σημασία της ταπεινοφροσύνης στη ζωή του αγωνιζομένου 

χριστιανού.  Ερμηνεύοντας  τα παραπάνω λόγια του ασκητή,  μπορεί κανείς να πει, 

ότι  όποιος  απέκτησε  την  ταπείνωση  στο  έπακρο,  αυτός  μπορεί  να  κατορθώσει 

εύκολα  και  όλες  τις  άλλές  αρετές.  Κατ᾿  αυτόν  τον  τρόπο  ο  σαλός  ο  οποίος  έχει 

φθάσει  στην  άκρα  ταπείνωση,  μπορεί  ταυτόχρονα  ο  ίδιος  να  κατέχει  και  όλα  τ᾿ 

άλλα κατά Θεόν χαρίσματα και αρετές. Όμως και σε αυτό το σημείο οι «δια Χριστόν 

σαλοί»  διατηρούν  μια  ιδιαιτερότητα  που  συνίσταται  στο  ότι  και  όλες  τις  άλλες 

αρετές  τις  επιθυμούν  αχόρταγα  και  με  πολύ  μεγάλο  ζήλο.  Ο  όσιος  Ιωάννης 

Σιναΐτης  λέει:  «Ἀοργησία  τοίνυν  ἐστὶν  ἔφεσις  ἀτιμίας  ἀκόρεστος»110.  Αν  και  τα 

παραπάνω  λόγια  δεν  αφορούν  άμεσα  τους  σαλούς,  όμως  άριστα  τους 

χαρακτηρίζουν.  Όπως  αυτοί  ακόρεστα  λαχταρούν  την  περιφρόνηση,  με  το  ίδιο 

τρόπο  άπληστα  διψούν  και  διακρίνονται  για  κάθε  άλλη  αρετή  στην  ακραία  της 

μορφή.  Αυτή η άποψη φαίνεται και επιβεβαιώνεται από τα κείμενα των βίων των 

μωρών  εργατών  του  Κυρίου.  Το  πιο  ωραίο  κείμενο  το  οποίο  με  άριστο  τρόπο 

υποστηρίζει  την  παραπάνω  γνώμη,  αφορά  τον  όσιο  Νικόδημο  τον  Νέο.  Ο 

συγγραφέας  του  βίου  του  λέει,  ότι  αν  κάποιος  ήθελε  να  παραβάλει  την  ασκητική 

βιοτή του και τους κόπους και μόχθους του για την αρετή με τη σφαγή του Άβελ, τη 

φιλοξενία ή μάλλον φιλοθεΐα του Αβραάμ, την κακουχία του Μωυσή για χάρη των 

ομογενών του, τη στρατηγία του Ιησού του Ναυή κατά των εχθρών, τη θέρμη του 

Ηλία  στους  κόπους,  νομίζω  ότι  δεν  θα  έπεφτε  έξω.  Γιατί  ο  Νικόδημος  μιμήθηκε 

τελείως του ενός την αντοχή στους κόπους και την ακαμψία στους πειρασμούς, του 

άλλου τη φιλοξενία ή μάλλον φιλοθεΐα, του άλλου τη σωφροσύνη και τη σοφία στα 

έργα·  του  ενός  τη  θυσία,  του  άλλου  την  ταπείνωση  και  φιλαδελφία,  του  άλλου  τη 

στρατηγία και την τιμημένη νίκη. Ο Νικόδημος μιμήθηκε του ενός τα περισσότερα, 

109 Παύλου μοναχού, Ευεργετινός, τόμ. 2, σ. 57. 
110 Κλίμαξ 8, PG 88, 828C. 
102
του άλλου τα πάντα· ή μάλλον μάζεψε σαν τη μέλισσα τα άνθη των  αρετών τους 

και τα έβαλε μέσα στις κυψέλες της καρδιάς του, τα οποία έφερναν καρπό τριάντα 

και εξήντα, ακόμη και εκατό φορές περισσότερο111. 

Ο συγγραφέας της Κλίμακος γράφοντας περί της ταπεινοφροσύνης, λέει ότι, 

δεν  μπορεί  να  μιλήσει  αυτός  ούτε  για  την  ποιότητα,  αλλά  ούτε  και  για  την 

ποσότητα  αυτής  της  αρετής,  γιατί  αυτό  είναι  αδύνατο  πράγμα.  Γι᾿  αυτό  το  λόγο 

επιχείρησε αυτός απλά να μιλήσει για τις ιδιότητες της ταπεινοφροσύνης112. Με τον 

ίδιο  τρόπο  και  σ᾿  αυτό  το  σημείο  της  εργασίας,  θα  πρωτοστατήσει  ο  λόγος  των  

Πατέρων της Εκκλησίας, οι οποίοι καλύτερα από όλους μιλούν με επιδεξιότητα για 

τα γνωρίσματα της ταπεινοφροσύνης και τις αρετές οι οποίες απορρέουν από αυτή. 

Ο  άγιος  Συμεών  ο  Νέος  Θεολόγος  λέει  τα  ακόλουθα:  «Τί  γὰρ  ἕτερον  οὕτω  Θεῷ 

φίλον καὶ εὐαπόδεκτον, ὡς καρδία συντετριμμένη καὶ τεταπεινωμένη καὶ φρόνημα 

καταβεβλημένον  ἐν  πνεύματι  ταπεινώσεως;  Ἐν  γὰρ  τοιαύτῃ  καταστάσει  ψυχῆς 

οἰκεῖ μὲν αὐτὸς ὁ Θεὸς καὶ ἐπαναπαύεται, … καὶ βρίθει μόνος ἐν αὐτῇ ὁ καρπὸς τοῦ 

ἁγίου Πνεύματος, ὅς ἐστιν ἡ ἀγάπη, ἡ χαρά, ἡ εἰρήνη, ἡ ἀγαθωσύνη, ἡ χρηστότης, ἡ 

πίστις,  ἡ  πρᾳότης,  ἡ  ταπεινοφροσύνη  καὶ  ἡ  περιεκτικὴ  ἐγκράτεια»113.  Κατά 

παρόμοιο  τρόπο  και  ο  όσιος  Ιωάννης  ο  Σιναΐτης  υμνεί  τη  μεγάλη  αυτή  αρετή  της 

ταπεινοφροσύνης.  Όποιος  νυμφεύτηκε  αυτή,  αναφέρει  ο  όσιος,  είναι  ήπιος, 

καταδεκτικός, γεμάτος κατάνυξη και συμπάθεια όσο κανείς άλλος, είναι γαλήνιος, 

χαρωπός, εύκολος στην καθοδήγηση, χωρίς λύπη, άγρυπνος και ακούραστος στους 

αγώνες της αρετής. 

Οι  παραπάνω  χαρακτηρισμοί  των  Πατέρων  της  Εκκλησίας,  άριστα 

προσιδιάζουν  στην  πραγματική  ζωή  και  συμπεριφορά  των  δια  Χριστόν  σαλών.  Ο 

βιογράφος  της  ζωής  του  στάρετς  Θεοφίλου  του  σαλού,  θαυμάζοντας  αυτόν  τον 

ασκητή  αναφέρει:  «Τί  ἀνεξάντλητο  πέλαγος  εὐσπλαγχνικῆς  ἀγάπης!  Τί 

ὑπεράνθρωπη  ἄσκηση  ταπείνωσης  καί  ὑπομονῆς!  …  Στό  φωτεινό  του  πρόσωπο, 

ἀντανακλοῦσε ἡ ἐσωτερική καθαρότητα, ἡ πραότητα, ἡ ταπείνωση καί ἡ ἁπλότητα 

111  Βλ.  Φιλοθέου  Κοκκίνου,  Όσιος  Νικόδημος  ο  Νέος.  Ο  δια  Χριστόν  Σαλός,  έκδ.  Το  Περιβόλι  της 
Παναγίας, Θεσσαλονίκη 1994, σ. 28. 
112 Βλ. Ιωάννου Σιναΐτου, Κλίμαξ 25, PG 88, 989C. 

113 Ηθικά 8, 195‐204, έκδ. J. Darrouzès, SC 129, Paris 1967, σ. 216. 
103
τῆς ψυχῆς του, ἔτσι ὅπως διδάσκει τό Εὐαγγέλιο. Τό χαμηλωμένο του βλέμμα καί τό 

αὐλακωμένο  ἀπό  τήν  βαθιά  περισυλλογή  μέτωπό  του,  μαρτυροῦσαν  ὁλοφάνερα, 

ὅτι  ἡ  διάνοιά  του  ἦταν  ὁλοκληρωτικά  δοσμένη  στά  ὑπερκόσμια.  Ἀκόμη  κι  ἄν 

βρισκόταν ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους ὁ Στάρετς, νοερά ἦταν στόν οὐρανό μέ  τόν 

Θεό»114. Παρομοίως για τη Ταρσώ τη δια Χριστόν σαλή γράφει ο συντάκτης του βίου 

της.  «Εἶναι  γεγονός  ὅτι  ἄν  προσπαθοῦσες  νά  ᾿δῆς  τί  κρύβεται  πίσω  ἀπό  τήν 

παράδοξη  συμπεριφορά  της,  θά  διέβλεπες  ὅτι  μέσα  της  ἐπικρατοῦσε  μία  σύνεση 

πού  χαρακτηρίζει  ὅσους  ἔχουν  “νοῦν  Χριστοῦ”115,  καθώς  καί  ἡ  εἰρήνη  “ἡ  πάντα 

νοῦν  ὑπερέχουσα”116,  πού  προϋποθέτει  τήν  εἰρήνευση  μεταξύ  τῶν  δυνάμεων  τῆς 

ψυχῆς, τήν συνύπαρξη ὅλων τῶν ἀρετῶν»117. Τα δύο παραπάνω αποσπάσματα από 

τους βίους των αγίων σαλών ακόμα μια φορά δείχνουν ότι αυτοί οι άνθρωποι του 

Θεού  ήταν  περικοσμημένοι  τόσο  με  την  ταπείνωση  όσο  και  με  όλες  τις  άλλες 

αρετές, όσο λίγοι από τους αγωνιζομένους πιστούς. 

Ο  όσιος  Ιωάννης  ο  Σιναΐτης  λέει,  ότι  ο  αληθινά  ταπεινόφρων  είναι  και 

απαθής,  αφού  ο  Κύριος  τον  ελευθέρωσε  από  τα  πάθη  και  τις  ατιμίες 118.  Τα 

παραπάνω  λόγια  του  συγγραφέα  της  Κλίμακος,  μπορεί  κάποιος  να  αποδώσει  και 

στους  δια  Χριστόν  σαλούς.  Το  κατεξοχήν  γνώρισμα  τους  –  η  χριστομίμητη 

ταπείνωση  –  τόσο  ψηλά  τους  ανύψωσε  στην  πνευματική  κλίμακα,  ώστε  αυτοί 

ξεπερνούν  τις  βαθμίδες  των  δούλων  και  των  εργατών  και  κατατάσσονται  στην 

τάξη των απαθών υιών του Κυρίου. Η απάθεια των σαλών η οποία επιστεγάζει όλο 

το πνευματικό οικοδόμημα αυτών των ασκητών, έχει και αυτή την άκρα μορφή. Οι 

114 Ο στάρετς Θεόφιλος. Ο δια Χριστόν σαλός ασκητής της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου, σ. 290‐
291.
115 Βλ. Α’ Κορ. 2. 16. 

116 Βλ. Φιλ. 4. 7. 

117 Ιωάννου Κ. Κορναράκη, Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, σ 55.

118  Βλ.  Κλίμαξ  25,  PG  88,  992ΒC.  Τον  πληρέστερο  και  συνάμα  σύντομο  χαρακτηρισμό  της 

ταπεινοφροσύνης  δίνει  και  ο  όσιος  Ισαάκ  ο  Σύρος.  Αυτός  ο  πατέρας  λέει:  «Άκολουθεῖ  δὲ  τῇ 
ταπεινοφροσύνῃ ἡ ἐπιείκεια, καὶ τὸ συνάξαι ἑαυτόν· ὅπερ ἐστὶν ἡ σωφροσύνη τῶν αἰσθήσεων, φωνὴ 
σύμμετρος,  σμικρολογία,  ἑαυτοῦ  καταφρόνησις,  ἐσθὴς  εὐτελής,  βάδισμα  οὐ  σεσοβημένον,  τὸ 
προσέχειν  κάτω,  τὸ  ὑπερέχειν  ἐν  ἐλεημοσύνῃ,  ταχυτὴς  δακρύων,  μεμονωμένη  ψυχή,  καρδία 
συντετριμμένη, ἀκινησία θυμοῦ, αἰσθήσεις ἀσκόρπιστοι, σμικρότης πραγμάτων, σμικρότης ἐν πάσῃ 
χρείᾳ, τὸ βαστάξαι, ἡ ὑπομονή, τὸ μὴ πτοεῖσθαι, ἡ ἰσχυρότης τῆς καρδίας ἡ τικτομένη ἐκ τοῦ μίσους 
τῆς χρονικῆς ζωῆς, ἡ ὑπομονὴ τῶν πειρασμῶν, ἔννοιαι βαρεῖαι, καὶ οὐκ ἐλαφραί, σβέσις λογισμῶν, 
φυλακὴ τῶν μυστηρίων τῆς σωφροσύνης, ἡ αἰδώς, ἡ εὐλάβεια· καὶ ὑπὲρ πάντα ταῦτα, τὸ ἡσυχάσαι 
πάντοτε, τὸ τὴν ἀγνωσίαν ᾀεὶ προσκαλεῖσθαι», Λόγος 81, ό. π., σ. 312. 
104
Πατέρες  λένε  ότι  «Ἔστιν  ἀπαθὴς,  καὶ  ἔστιν  ἀπαθοῦς  ἀπαθέστερος.  Ὁ  μὲν  γὰρ 

ἰσχυρῶς μισεῖ τὰ πονηρά, ὁ δὲ ἀπλήστως πλουτεῖ ἐν ἀρεταῖς»119. Οι σαλοί ανήκουν 

αναμφίβολα σε αυτή τη δεύτερη ομάδα, τα μέλη της οποίας προκόβουν αχόρταγα 

στις  αρετές  με  αποτέλεσμα  να  φτάσουν  στα  ύψη  της  πνευματικής  τελειότητας.  Η 

κύρια  όμως  αρετή  την  οποία  καλλιεργούν  για  να φθάσουν  στην  απάθεια  αυτοί  οι 

εκλεκτοί  του  Θεού  είναι  η  ταπείνωση.  Γι᾿  αυτό  «ἡ  τελεία  τῶν  τελείων  ἀτέλεστος 

τελειότης»120, όπως  ονομάζει την απάθεια ο όσιος Ιωάννης ο Σιναΐτης, είναι στους 

«δια Χριστόν σαλούς» κυρίως καρπός της ταπεινώσεώς τους. 

Ωστόσο  πρέπει  να  ειπωθεί,  ότι  «Ἀγάπη,  καὶ  ἀπάθεια,  καὶ  υἱοθεσία,  τοῖς 

ὀνόμασι,  καὶ  μόνοις  διακέκριται»121,  για  αυτό  όποιος  έχει  νικήσει  τα  πάθη,  αυτός 

απέκτησε  την  αγάπη,  η  οποία  είναι  η  πιο  μεγάλη  εντολή  του  Κυρίου122  και  ο 

ποθούμενος  σκοπός  όλων  των  χριστιανών.  Όμως  και  η  αγάπη  την  οποία 

απέκτησαν οι τέλειοι, δεν είναι η πλήρωση του πόθου τους, αλλά μάλλον αρχή και 

αιτία  σφοδρότερου  και  μεγαλυτέρου  πόθου.  Γιατί  τη  στιγμή  που  την  αποκτάει 

κάποιος,  αυτή  η  αρετή  δεν  τον  αφήνει  να  ηρεμεί,  αλλά  τον  παρακινεί,  σαν  να 

καίεται  πάντοτε  από  φωτιά  και  να  πυρώνεται,  προς  τη  φλόγα  θειοτέρου  πόθου. 

Διότι  ο  νους123,  μη  μπορώντας  να  βρει  όρια  και  τέλος  του  ποθούμενου,  δεν  μπορεί 

να  δώσει  μέτρα  στον  πόθο  και  στην  αγάπη  του.  Εντούτοις,  εξαναγκάζοντας  τον 

εαυτό  του,  να  φθάσει  στο  ατέλειωτο  τέλος  και  να  το  κατακτήσει,  περιφέρει  μέσα 

του παντοτινά, τον ατέλειωτο πόθο και την απλήρωτη αγάπη124. Γι᾿ αυτό το λόγο, ο 

όσιος Ιωάννης ο Σιναΐτης λέει ότι: «Ἀγάπη κατὰ μὲν ποιότητα ὁμοίωσις Θεοῦ, καθ᾿ 

119 Κλίμαξ 29, PG 88, 1148D. Τον τρόπο με τον οποίο αυξάνεται η απάθεια στον άνθρωπο, ο οποίος 
διακατέχεται ήδη από αυτή, εξηγεί ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος. Αυτός ο πατέρας περί αυτού 
του  θέματος  λέει:  «Ὅσοι  τοιγαροῦν  ἀπάθειαν  ἔχουσι,  δηλονότι  φιλοῦσιν  αὐτὴν  καὶ  φιλοῦνται 
σφοδρῶς  ὑπ᾿  αὐτῆς·  καὶ  τὰ  περὶ  αὐτῆς  ἀκορέστως  διαλεγόμενοι,  ἀπαθέστεροι  ἔτι  παρ᾿  αὐτῆς 
γίνονται, τῷ περὶ αὐτὴν ἐκκαιόμενοι πόθῳ», Ηθικά 4, 18‐21, SC 129, σ. 8‐10. 
120 Κλίμαξ 29, PG 88, 1148C. 

121 Ό. π., 30, PG 88, 1156B. 

122 Βλ. Μτ. 22, 36‐38. 

123 Εδώ εννοείται ο καθαρός νους. Και «ἡ καθαρότης τοῦ νοῦ», κατά τον όσιο Ισαάκ τον Σύρο, είναι 

«διαλογισμὸς ἐν θείοις γενόμενος, μετὰ τὴν πρᾶξιν τῶν ἀρετῶν», Λόγος 83, ό. π., σ. 319. 
124  Βλ.  Συμεών  Ν.  Θεολόγου,  Κεφάλαια  θεολογικά  και  πρακτικά  1,  7,  έκδ.  J.  Darrouzès,  SC  51,  Paris 

1957, σ. 42. 
105
ὅσον  βροτοῖς  ἐφικτόν.  Κατὰ  δὲ  ἐνέργειαν  μέθη  ψυχῆς·  κατὰ  δὲ  τὴν  ἰδιότητα  πηγὴ 

πίστεως, ἄβυσσος μακροθυμίας, θάλασσα ταπεινώσεως»125. 

Η  παραπάνω  περιγραφή  της  αγάπης  πάρα  πολύ  πετυχημένα  αποδίδει  το 

πνεύμα  του  φαινομένου  της  σαλότητας·  επιδεικνύει  επίσης  με  τέλειο  τρόπο, 

συμπυκνωμένα και συνάμα αδρά, τα κύρια γνωρίσματα αυτής της ειδικής κλήσης 

του Θεού, για τα οποία έχει γίνει λόγος σε όλο αυτό το μέρος τούτης της εργασίας. 

Τις αποδείξεις και τα παραδείγματα των προαναφερομένων υψηλών πνευματικών 

καταστάσεών,  μπορεί  κάποιος  πολύ  εύκολα  να  βρει  στους  βίους  των  δια  Χριστόν 

σαλών. Σε τούτο το σημείο, παραδειγματικώς, θα παρουσιαστεί το απόσπασμα από 

το  βίο  του  αγίου  Σάββα  του  σαλού  του  Βατοπαιδινού.  Ο  βιογράφος  του 

αναρωτιέται:  τι  να  πρωτοεπαινέσουμε  σε  σένα;  Ή  «τὸ  τῆς  ταπεινοφροσύνης 

ὑψηλὸν  καὶ  μηδεμίαν  ἐλλεῖπον  ὑπερβολήν»;  Ή  την  ανδρεία  και  γενναιότητα  της 

ψυχής σου που παρατάσσεται μεγαλόψυχα σε κάθε μορφή αγώνος; Ή τη θέρμη και 

τη φλόγα της αγάπης που κυρίευσε υπερφυώς το νου σου, και σε διέγειρε όχι μόνο 

να  υπομένεις  τα  πάντα,  αλλά  και  να  προσπαθείς  όλο  και  περισσότερο  να  την 

κατέχεις, δηλαδή να αποκτήσεις «τὸν ἀκρότατον τῆς ἀγάπης ὅρον κατὰ τοὺς θείους 

χρησμούς».  Ή  ποιες  άριστες  και  δίκαιες  αποφάσεις  δεν  θα  αποδώσουμε  σε  σένα 

που  «περὶ  μὲν  τὰ  προαύλια  τῆς  ὑψηλοτάτης  ταυτησὶ  φιλοσοφίας  ἔτι  δοκοῦντος 

στρέφεσθαι,  τῶν  δὲ  ταύτης  ἀδύτων  ἤδη  καθαρῶς  ἐπιβεβηκότος  καὶ  τελείου  τινὸς 

ἀναφανέντος,  πρὸ  τῆς  νομιζομένης,  εἰ  οὕτω  χρὴ  φάναι,  κατὰ  Χριστὸν 

τελειότητος»126.  Το  παραπάνω  απόσπασμα  ακόμα  μια  φορά  επιβεβαιώνει  το 

γεγονός,  ότι  οι  σαλοί  ασκούσαν  οποιαδήποτε  αρετή  στην  κατά  το  δυνατό  τελεία 

μορφή της. 

Σε  αυτό  το  σημείο  τελειώνει  όλη  η  πνευματική  οδοιπορία  των  εκλεκτών 

στρατιωτών  του  Θεού  οι  οποίοι  ονομάζονται  «δια  Χριστόν  σαλοί».  Το  κίνητρο  που 

τους διέγειρε σε αυτό το δρόμο ήταν η εντολή της αγάπης, της τέλειας αγάπης κατά 

μίμηση  του  Χριστού.  Το  κύριο  όπλο  το  οποίο  χρησιμοποίησαν  στον  πόλεμο  που 

διεξήγαγαν,  ήταν  η  ταπείνωσή  τους.  Ενώ  το  βραβείο  που  κατέκτησαν  είναι  οι 

125 Κλίμαξ 30, PG 88, 1156Β. 
126 Βλ. Φιλοθέου Κοκκίνου, Βίος αγίου Σάβα του νέου 12, ΕΕΘΣΠΘ 27 (1982), σ. 58‐59. 
106
αρετές  της  απάθειας  και  της  αγάπης.  Όμως  ο  χαρακτηρισμός  των  «δια  Χριστόν 

σαλών» δεν ολοκληρώνεται με αυτό το τμήμα της εργασίας. Αυτοί οι αθλητές του 

Θεού  διακρίνονται  και  ξεχωρίζουν  από  τους  άλλους  χριστιανούς  και  ως  προς  την 

εξωτερική  τους  εμφάνιση  και  συμπεριφορά.  Αυτά  τα  στοιχεία  στη  σαλότητα  είναι 

πολύ έντονα και παίζουν σημαντικό ρόλο στην άσκηση των σαλών. 

4. Η εξωτερική διαγωγή των σαλών 

Είναι ευαγγελική επιταγή γνωστή σε όλους, ότι όποιος θέλει να γίνει όντως 

μαθητής  του  Χριστού, «ὅστις  θέλει τέλειος εἶναι», αυτός πρέπει να προσφέρει  όλη 

τη ζωή του στον Κύριο, «ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοι»127. Γι᾿ αυτό 

κάθε μιμητής του Χριστού, όπου και αν βρίσκεται, και καθ᾿ όλο το χρόνο της ζωής 

του κοπιάζει και αγωνίζεται να τηρεί τις άγιες ευαγγελικές εντολές του Κυρίου του· 

και  συνεπώς  με  τη  συμπεριφορά  του,  αποδεικνύει  ότι  είναι  χριστιανός.  Ο 

ευαγγελικός  άνθρωπος,  μέρα  και  νύχτα  εργάζεται  μέσα  στην  Εκκλησία  για  το 

αγαθό  της  Εκκλησίας  του  Χριστού  και  έτσι  πορευόμενος  γίνεται  φωτεινός  λύχνος 

για  τους  άλλους.  Ο  δια  Χριστόν  σαλός  ο  οποίος  είναι  κανονικό  μέλος  της 

Εκκλησίας, εκ πρώτης όψεως φαίνεται, ότι σε πολλά σημεία ξεφεύγει  μακριά από 

αυτό  τον  άγιο  κανόνα.  Γι᾿  αυτό  το  λόγο,  παρακάτω  θα  γίνει  προσπάθεια 

αποσαφηνίσεως  αυτής  της  συμπεριφοράς  του  σαλού  και  των  αιτίων  που  τον 

προτρέπουν να ακολουθήσει αυτό το συγκεκριμένο τρόπο ζωής. 

Την  οδό  της  σωτηρίας  επιλέγουν  να  ακολουθήσουν  δύο  κατηγορίες 

ανθρώπων:  αυτοί  που  ζουν  με  σεμνότητα  στο  γάμο,  έχοντας  ως  σκοπό  τους  την 

παιδοποιία  και  εκείνοι  που  ζουν  καθαρό  και  αγνό  βίο,  οπότε  για  αυτό  το  λόγο 

θεωρούνται ισάγγελοι. Για την πρώτη τάξη δόθηκαν οι νόμοι και οι διάφορες ηθικές 

διδασκαλίες,  ενώ  την  υπεράσπιση  και  όλες  τις  φροντίδες  της  δεύτερης  τάξεως  τα 

ανέλαβε  ο  ίδιος  Θεός:  «ἐμοὶ  ἐκδίκησις,  ἐγὼ  ἀνταποδώσω»128.  Στους  κοσμικούς  που 

127 Μτ. 16, 24. 
128 Ρωμ. 12, 19. 
107
αποτελούν  την  πρώτη  τάξη  ο  Θεός  παραγγέλλει:  «ἐργάζεσθαι  τὴν  γῆν»129,  και 

στους μοναχούς που αποτελούν τη δεύτερη τάξη προστάζει: «μὴ οὖν μεριμνήσητε 

εἰς  τὴν  αὔριον»130.  Ο  Κύριος  τους  πρώτους  τους  τοποθέτησε  στην  περιοχή  του 

κόσμου,  ενώ  τους  δεύτερους  εγκατέστησε  πλησίον  Του,  για  να  Τον  υμνούν  και 

υπηρετούν131.  Οι  δια  Χριστόν  σαλοί  ανήκουν  σίγουρα  στη  δεύτερη  από  τις  δύο 

αναφερόμενες παραπάνω ομάδες. Το στοιχείο που τους κατατάσσει εκεί δεν είναι 

αναγκαστικά  το  μοναχικό  σχήμα  το  οποίο  αρκετά  μεγάλος  αριθμός  από  αυτούς 

έχει,  αλλά  το  υψηλό  επίπεδο  της  πνευματικής  τους  ζωής.  Αυτό  επιβεβαιώνει  ο 

άγιος Εφραίμ ο οποίος λέει, ότι «Μοναχόν οὐχ ἡ κουρὰ καὶ ἡ περιβολὴ συνίστησιν, 

ἀλλ᾿  ὁ  οὐράνιος  πόθος  καὶ  ἡ  ἔνθεος  πολιτεία·  ἐν  τούτοις  γὰρ  ὁ  Μοναχὸς 

γνωρίζεται»132. 

Σε  αυτό  το  σημείο  πρέπει  όμως  να  γίνουν  ορισμένες  σημαντικές 

διευκρινίσεις. Πρώτο είναι πως οι σαλοί, όπως όλοι οι χριστιανοί, διακρίνονται για 

τις εσωτερικές και τις εξωτερικές τους αρετές. Για τα εσωτερικά χαρίσματα στη ζωή 

των δια Χριστόν σαλών έγινε συνοπτικός λόγος στα δύο προηγούμενα τμήματα της 

μελέτης αυτής133. Αυτά τα χαρίσματα είναι αναπόσπαστο μέρος όλης της ζωής των 

σαλών,  ανεξαρτήτως  αν  αυτοί  βρίσκονται  ανάμεσα  στους  ανθρώπους  ή  περνούν 

τον  καιρό  τους  απομονωμένοι  από  τον  κόσμο.  Δεύτερο  πράγμα  που  πρέπει  να 

διευκρινιστεί είναι η ανομοιομορφία στην εξωτερική συμπεριφορά  του σαλού κατ᾿ 

όλο  το  διάστημα  της  δράσης  του.  Ο  σαλός  με  διαφορετικό  τρόπο  συμπεριφέρεται 

όταν  φοράει  το  προσωπείο  της  προσποιητής  μωρίας  μπροστά  στους  ανθρώπους, 

και ριζικά με άλλο τρόπο, όταν είναι μόνος με το Θεό ή με τους εκλεκτούς φίλους 

του.  Αυτός  ο  δεύτερος  τρόπος  της  διαγωγής  του  σαλού  δεν  εκτιμάται  όσο  πρέπει, 

129 Γεν. 3, 23. 
130 Μτ. 6, 34. 
131  Βλ.  Μ.  Αθανασίου,  Βίος  και  πολιτεία  της  αγίας  και  μακαρίας  και  διδασκάλου  Συγκλητικής  75‐77, 

PG 28, 1532Β‐1532D. Βλ. επίσης Παύλου μοναχού, Ευεργετινός, τόμ. 3, σ. 612‐613. 
132 Παύλου μοναχού, Ευεργετινός, τόμ. 1, σ. 454. Σε αυτό το σημείο είναι χρήσιμο να αναφερθεί και 

ένα άλλο κείμενο που παρουσιάζει αυτό το θέμα ακριβώς από την αντίστροφη πλευρά: «Μοναχὸς 
ὑπὸ  πατέρα  ὢν  πνευματικὸν  καὶ  μὴ  ἔχων  ὑπακοὴν  καὶ  ταπείνωσιν,  ἀλλ᾿  ἀφ᾿  ἑαυτοῦ  νηστεύων  ἢ 
ἄλλο  τι  ποιῶν  τῷ  δοκεῖν  ἀγαθόν,  ὁ  τοιοῦτος  οὐδεμίαν  ἀρετὴν  οὐ  μὴ  κτήσηται  οὐδὲ  οἶδε  τί  ἐστι 
μοναχός», Βίος και διδαχαί οσίου Κυρίλλου του Φιλεώτου 402, έκδ. Ματθαίου Λαγγή, Αθήναι 1993, σ. 
100. 
133  Η  εκτενέστερη  αναφορά  σε  αυτό  το  θέμα  θα  γίνει  στο  πέμπτο  κεφάλαιο  της  εργασίας  αυτής, 

όπου θα μελετηθεί λεπτομερώς το ήθος των δια Χριστόν σαλών. 
108
λόγω  της  υπερβολικής  συγκέντρωσης  της  προσοχής  που  δίνεται  συνήθως  στην 

υποκρινόμενη  συμπεριφορά  του.  Ο  σαλός  όταν  δεν  εμπαίζει  και  δεν  εμπαίζεται 

από ετέρους δεν ξεχωρίζει καθόλου στο φέρσιμό του, από τους άλλους χριστιανούς, 

και ειδικώς από τους μοναχούς. 

Το  γεγονός  της  «διπλής»  συμπεριφοράς  των  δια  Χριστόν  σαλών,  ξεκάθαρα 

τονίζουν  και  οι  συντάκτες  των  βίων  τους.  Ο  Συμεών  σαλός  της  Έμεσας,  μπροστά 

στο  φίλο  του  διάκονο  Ιωάννη, όταν  ήταν  μόνοι  τους,  δεν  προσποιούταν  τον  σαλό, 

αλλά  του  μιλούσε  με  ωραίο  τρόπο  και  κατάνυξη.  Όπως  διαβεβαίωνε  ο  ίδιος 

Ιωάννης,  πολλές  φορές  «εὐωδίαν  ἐξέρχεσθαι  ἐκ  τοῦ  στόματος  αὐτοῦ,  …  ὥστε 

μικροῦ δεῖν, ἀπιστεῖν με, αὐτὸν εἶναι τὸν πρὸ ὥρας σαλόν. Πρὸς δὲ ἅπαντας ἑτέρως 

διέκειτο»134. Μερικές φορές, συνεχίζει ο βιογράφος, την Κυριακή έπαιρνε μια σειρά 

λουκάνικα, τα φορούσε για ωράριο και κρατώντας στο αριστερό του χέρι σινάπι τα 

βουτούσε και τα έτρωγε από το πρωί135. Το ίδιο αναφέρει και ο βιογράφος της ζωής 

του οσίου Ανδρέου του σαλού της Κωνσταντινουπόλεως. Αυτός ο λόγιος άνθρωπος 

ομολογεί:  «ἐμοὶ  γὰρ  μόνῳ,  ἀδελφοί  μου  καὶ  φίλοι  πιστώτατοι,  ὡμίλει  ὀρθῶς  καὶ 

ἀδόλως, τοῖς δὲ λοιποῖς φρενήρει διαθέσει, ἢ οὐδ᾿ ὅλως προσωμίλει τινί»136. Ο βίος 

του Ανδρέα αναφέρει επίσης, ότι αυτός ο ασκητής κατά τις μέρες του καλοκαιριού, 

όταν ο ήλιος έκαιγε αφόρητα τη γη, «σχηματιζόμενος ἐποίει αὐτὸν ὡς μεθύοντα». 

Σε  αυτή  την κατάσταση,  ο  μακάριος έβρισκε καυσώδη τόπο και ξαπλωνόταν  εκεί, 

στη  μέση  του  δρόμου,  νηστικός  και  διψασμένος.  Όταν  όμως  βράδιαζε  «ἤρχετο  ἐν 

τοῖς  προθύροις  τῶν  ἐκκλησιῶν,  καὶ  δι᾿  ὅλης  νυκτὸς  ὑπῆρχεν  ἀσχολούμενος  ἐν 

προσευχαῖς  καὶ  δεήσεσιν»137.  Με  το  ίδιο  τρόπο  συμπεριφερόταν  και  η  Πελαγία 

Ιβάνοβνα η δια Χριστόν σαλή του Ντιβέγεβο. Όταν αυτή η ασκήτρια ελευθερώθηκε 

από  τους  οικογενειακούς  δεσμούς  άρχισε  να  περνάει  σχεδόν  όλες  τις  νύχτες  της 

στο  προαύλιο  του  ναού  στον  Αρζαμά  –  της  γενέτειράς  της.  Την  είχαν  δει  εκεί  να 

προσεύχεται όλη νύχτα με τα χέρια ψηλά, να βγάζει αναστεναγμούς και τα μάτια 

134 Βλ. Λεοντίου Νεαπόλεως, Βίος του αγίου Συμεών του δια Χριστόν Σαλού 51, PG 93, 1733A.
135 Βλ. ό. π., 52, PG 93, 1733B. 
136 Νικηφόρου πρεσβυτέρου, Βίος και πολιτεία του οσίου πατρός ημών Ανδρέου του δια Χριστόν σαλού 

15, PG 111, 648Β.
137 Βλ. ό. π., 70, PG 111, 712ΑΒ. 
109
της να τρέχουν δάκρια. Την ημέρα όμως η Πελαγία έκανε την τρελλή. Ντυνόταν με 

κουρέλια  και  γύριζε  στους  δρόμους,  φώναζε  και  παρέμενε  νηστική  και  παγωμένη 

από το κρύο138. 

Το  θέμα  της  διπροσωπίας,  το  οποίο  φαίνεται  ξεκάθαρα  στη  ζωή  των  δια 

Χριστόν σαλών είναι ιδιαιτέρως σημαντικό, γιατί αυτό εξηγεί και δικαιολογεί κατά 

κάποιο  τρόπο  την  ιδιότροπη  κατά  καιρούς  διαγωγή  αυτών  των  ασκητών.  Ο  σαλός 

με  την  προσποιητή  του  συμπεριφορά  προσπαθεί  συνήθως  να  αποστρέψει  την 

προσοχή  των  άλλων  ανθρώπων  από  την  εμφανή  εν  Χριστώ  ζωή  του.  Με  άριστο 

τρόπο αυτή τη συμπεριφορά των σαλών εξηγεί ο βιογράφος του αγίου Συμεών του 

σαλού. «Ἐπετήδευσαν δὲ καὶ τοῦτο ὁ ὅσιος, ὅτι καθότι ἐποίει τί ποτε παράδοξον139, 

εὐθέως ἤλλασσε τὴν γειτονίαν ἐκείνην, ἕως τοῦ λησμονηθῇ τὸ πρᾶγμα, ὅ ἐποίησεν. 

Ἔσπευδεν  δὲ  καὶ  παραυτὰ  σχηματίσασθαι  ἄκαιρόν  τί  ποτε,  ἵνα  δι᾿  ἐκείνου 

ἐπικαλύψῃ  τὸ  κατόρθωμα»140.  Πολύ  ωραίο  παράδειγμα  παρόμοιας  συμπεριφοράς, 

αναφέρει  ο  γέροντας  Παΐσιος  αγιορείτης.  Σε  ένα  από  τα  κείμενά  του  εξιστορεί  τη 

ζωή του ιερομονάχου Ανθίμου του δια Χριστόν σαλού, ο οποίος ασκήτευε στο Άθω 

στα  μέσα  του  19ου  αιώνα.  Αυτός  ο  ασκητής,  Βούλγαρος  στην  καταγωγή,  μετά  από 

την  πρώτη  του  μετάνοια  στην  Ι.  Μ.  της  Σίμωνος  Πέτρας,  άρχισε  να  κρύβει  τον 

εσωτερικό  του  πλούτο  κάνοντας  τον  σαλό  δια  τον  Κύριο.  Γι᾿  αυτό  το  λόγο 

εγκαταλείπει  το  Μοναστήρι  και  γυρίζει  στην  έρημο.  Κατά  καιρούς  όμως 

εμφανίζεται  στην  Ι.  Μ.  του  Αγίου  Παντελεήμονος,  γιατί  εκεί  καταλάβαινε  τις 

ακολουθίες  που  γίνονταν  στα  σλαβονικά.  Συνήθως  κρυβόταν  στο  Νάρθηκα  του 

Ναού  και  από  εκεί  παρακολουθούσε.  Όταν  έβλεπε  όμως  κανέναν  Πατέρα  να  τον 

παρακολουθεί  και  να  τον  προσέχει  με  ευλάβεια,  άρχιζε  να  κάνει  ανοησίες  ή  να 

παραμιλάει μόνος του και πολλές φορές να κάνει και αστεία και έτσι τους χαλούσε 

τον  λογισμό.  Στο  Μοναστήρι  παρέμενε  συνήθως  για  κάποιες  μέρες  και  μετά 

εξαφανιζόταν  πάλι  στον  Άθωνα  για  δύο  ή  τρεις  μήνες,  και  ξανά  εμφανιζόταν141. 

138 Βλ. Οσία Πελαγία Ιβάνοβνα η δια Χριστόν σαλή, σ. 36. 
139 Η λέξη «παράδοξον» σε αυτό το σημείο σημαίνει θαυμαστό. 
140 Λεοντίου Νεαπόλεως, Βίος του αγίου Συμεών του δια Χριστόν Σαλού 33, PG 93, 1709C‐1712A.

141  Βλ.  Γέροντος  Παΐσίου,  Αγιορείται  Πατέρες  και  Αγιορείτικα,  έκδ.  Ιερού  Ησυχαστηρίου 

Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος, Σουρωτή Θεσσαλονίκης 41995, σ. 48. 
110
Έναν  καιρό όμως ο γέροντας Άνθιμος για πέντε μήνες δεν είχε έρθει στο Ρωσικό. 

Κανείς  δεν  γνώριζε  την  αιτία.  Όταν  ένας  ησυχαστής,  στον  οποίο  ο  πατέρας 

Άνθιμος είχε εμπιστοσύνη τον ρώτησε για αυτή τη συμπεριφορά του, ο τελευταίος 

απάντησε: 

‐  «Ὅσο  θά  μέ  ἐπαινοῦν  ἐκεῖ  καί  θά  μέ  τιμοῦν  σάν  Ἅγιο,  δέν  θά  πηγαίνω… 

Τήν  τελευταία  φορά,  ὅταν  ἤμουν  ἐκεῖ,  ἕνας  ἀπό  τούς  Ἱερομονάχους  ἔπεσε  στά 

πόδια  μου καί εἶπε: “Προσεύχεσθε, Ἅγιε Πάτερ,  γιά μένα  τόν ἁμαρτωλό  νά σωθῶ 

δι᾿  εὐχῶν  σας…  ”  Βλέπεις;  Πῶς  μπορῶ  τώρα  νά  πάω  ἐκεῖ,  ἀφοῦ  μέ  τιμοῦν  σάν 

Ἅγιο;»142. Η παραπάνω συμπεριφορά του γέροντος Ανθίμου αποκαλύπτει τη βαθιά 

ταπείνωσή  του.  Τέτοια  ταπεινή  αντίληψη  για  τον  εαυτό  τους,  είχαν  όλοι  οι  δια 

Χριστόν σαλοί. 

Σε  αυτό  το  σημείο  είναι  πολύ  σημαντικό  να  δει  κάποιος,  αν,  και  με  ποιο 

τρόπο,  η  εξωτερική  ιδιοτροπία  των  δια  Χριστόν  σαλών  δικαιώνεται  από  την 

αγιοπατερική  διδασκαλία.  Γι᾿  αυτό  το  λόγο  είναι  πολύ  ωφέλιμο  να  συγκριθεί  η 

συμπεριφορά  τους  με  το  πρόσωπο  του  ευαγγελικού  ανθρώπου  της  Εκκλησίας  του 

Χριστού. Ο όσιος Ισαάκ ο Σύρος σε ένα από τα συγγράμματά του με πολύ ωραίο και 

άψογο  τρόπο  περιγράφεί  τον  αληθινό  μοναχό.  «Δεῖ  οὖν  τὸν  μοναχὸν  ἔχειν 

σχήματα  ὡραῖα  ἐκ  πάντων  τῶν  μερῶν  αὐτοῦ,  ἤγουν  ὑπεροψίαν  τῶν  ὁρωμένων, 

ἀκριβῆ  ἀκτημοσύνην,  καταφρόνησιν  τελείαν  τῆς  σαρκός,  νηστείαν  ὑψηλήν, 

διαμονὴν  ἐν  τῇ  ἡσυχίᾳ,  εὐταξίαν  τῶν  αἰσθήσεων,  ὁράσεως  παραφυλακήν,  πάσης 

ἔριδος περὶ πράγματος τοῦ αἰῶνος τούτου ἐκκοπήν, τὴν ἐν λόγοις βραχύτητα, τὴν 

ἐκ  μνησικακίας  καθαρότητα,  τὴν  μετὰ  διακρίσεως  ἁπλότητα,  ἀκεραιότητα  καὶ 

ἀφελότητα  καρδίας  μετὰ  συνέσεως,  καὶ  ἐντρεχείας,  καὶ  ἀγχινοίας.  Τὸ  γινώσκειν, 

ὅτι  περιττὴ  ἡ  παροῦσα  ζωή,  καὶ  εὐπετής,  καὶ  ὅτι  ἐγγύς  ἐστιν  ἡ  ζωὴ  ἐκείνη  ἡ 

ἀληθινή,  καὶ  πνευματική.  Τὸ  μὴ  γινώσκεσθαι  ὑπὸ  τῶν  ἀνθρώπων,  ἢ 

καταγινώσκεσθαι.  Τὸ  μὴ  δεσμεύειν  ἑαυτὸν  ἑν  ἑτερίᾳ,  καὶ  ἑνώσει  τινὸς  τῶν 

ἀνθρώπων.  Τὸ  ἔχειν  τὸν  τόπον  τῆς  οἰκήσεως  ἥσυχον.  Τὸ  φεύγειν  ᾀεὶ  τοὺς 

ἀνθρώπους,  καὶ  ἀδιαλείπτως  ἐγκαρτερεῖν  ταῖς  προσευχαῖς,  καὶ  ταῖς  ἀναγνώσεσι. 

Τὸ  μὴ  ἀγαπᾷν  τὴν  τιμήν,  μηδὲ  χαίρειν  ξενίοις.  Τὸ  μὴ  δεσμεύειν  ἑαυτὸν  τῇ  ζωῇ 

142 Βλ. ό. π., σ. 54‐55. 
111
ταύτῃ.  Τὸ  ὑπομένειν  γενναίως  τοὺς  πειρασμούς.  Τὸ  ἀπαλλαγῆναι  τῶν  κοσμικῶν 

ἐφέσεων,  καὶ  τῆς  ἐξερευνήσεως,  καὶ  μνήνης  τῶν  πραγμάτων  αὐτῶν.  Τὸ  διηνεκῶς 

φροντίζειν  καὶ  μελετᾷν  εἰς  τὴν  χώραν  τὴν  ἀληθινήν.  Τὸ  ἔχειν  τὸ  πρόσωπον 

στυγνόν, καὶ ἐῤῥικνωμένον. Τὸ δακρύειν διηνεκῶς νυκτὸς καὶ ἡμέρας»143. 

Το  παραπάνω  κείμενο  που  με  συντομία  απαριθμεί  τις  αρετές  τις  οποίες 

πρέπει  να  κατέχει  ο  γνήσιος  μοναχός,  με  τέλειο  τρόπο  χαρακτηρίζει  και  τον  δια 

Χριστόν  σαλό,  όταν  αυτός  αφαιρεί  από  το  πρόσωπο  του  το  προσωπείο  της 

προσποιητής  μωρίας.  Ο  αββάς Ισαάκ  στο  ίδιο  κείμενο  εκθέτει σύντομα  και  πολλά 

απ᾿ τα γνωρίσματα των σαλών, που τους χαρακτηρίζουν και όταν αυτοί εκτελούν 

τις ειδικές  αποστολές, για τις οποίες ο Κύριος τους έχει καλέσει. Όταν αυτός λέει, 

ότι  ο  μοναχός  πρέπει  να  μη  λογαριάζει  τα  ορατά,  να  έχει  πλήρη  ακτημοσύνη, 

τέλεια  καταφρόνηση  του  σώματος,  να  είναι  ολιγόλογος,  να  περιφρονεί  αυτή  τη 

ζωή,  να  μη  αγαπά  τις  τιμές,  ούτε  να  χαίρεται  να  παίρνει  δώρα,  όλες  αυτές  τις 

εντολές  ο  σαλός  τις  εκπληρώνει  στο  μεγαλύτερο  βαθμό,  περισσότερο  από  κάθε 

μοναχό. Γι᾿ αυτό ακόμα μια φορά αποδεικνύεται, ότι αυτοί οι ασκητές του Θεού, δεν 

πρέπει να αποκαλούνται παράξενοι και ιδιότροποι, εφόσον σε πάρα πολλά σημεία 

ξεπερνούν  στις  αρετές  ακόμα  και  τους  πλέον  ευλαβείς  και  εναρέτους  μοναχούς. 

Άλλο θέμα είναι, αν σε μερικές περιστάσεις (κάποιοι περισσότερο, άλλοι λιγότερο) 

δείχνουν  κάποια  παραδοξότητα  στο  τρόπο  της  συμπεριφοράς  τους,  άλλωστε  γι᾿ 

αυτήν  τους  την  διαγωγή  έχουν  ειδική  ευλογία  από  το  Θεό.  Παρά  ταύτα,  τις 

ιδιάζουσες διαγωγές τις συναντάει κανείς μέσα στην Παράδοση της Εκκλησίας και 

στις  άλλες  μορφές  της  άσκησης,  για  τις  οποίες  θα  γίνει  λόγος  παρακάτω144,  αλλά 

αυτό το γεγονός δεν γίνεται αιτία να τις αποκαλεί κάποιος παράξενες. Γι᾿ αυτό το 

λόγο οι δια Χριστόν σαλοί δεν αξίζουν να ονομάζονται ιδιότροποι και εκκεντρικοί. 

Ο  αββάς  Ισαάκ  στη  συνέχεια  του  παραπάνω  αναφερομένου  κειμένου  του, 

συμπληρώνει  μόνος αυτά  που είχε πει νωρίτερα. «Ὅταν δὲ κτήσηται τὰ ὡρισμένα 

ἅπαντα  ἐν  ἑαυτῷ,  τότε  καὶ  ἡ  γνῶσις  τῶν  λοιπῶν,  ὧν  οὐκ  ἐμνήσθην,  δοθήσεται 

αὑτῷ.  Καὶ  ἔσται  τοῖς  ἀνθρώποις  τοῖς  ἁγίοις  αἴτιος  δοξολογίας,  τῆς  εἰς  Θεόν. 

143 Λόγος 10, ό. π., σ. 44. Βλ. επίσης Παύλου μοναχου, Ευεργετινός, τόμ. 1, σ. 466. 
144 Βλ. το επόμενο υποκεφάλαιο της εργασίας αυτής. 
112
Κᾀντεῦθεν ἑτοιμάσει τῇ ψυχῇ αὐτοῦ τόπον ἀνέσεως πρὸ τοῦ ἐξελθεῖν αὐτὸν ἐκ τοῦ 

δε τοῦ βίου»145. Αυτή η «γνῶσις τῶν ὑπολοίπων» για την οποία μιλάει ο όσιος Ισαάκ 

ο Σύρος, δια της οποίας κάποιος μπορεί να μείνει στο «τόπο ἀνέσεως» πριν ακόμη 

φύγει  από  αυτή  τη  ζωή,  είναι  η  κατάσταση  της  απάθειας  στον  άνθρωπο.  Αυτό 

επιβεβαιώνει  και  ο  όσιος  Ιωάννης  της  Κλίμακος  λέγοντας,  ότι  «Τινὲς  δὲ  πάλιν 

ἀπάθειαν  εἶναι  ὁρίζονται  ἀνάστασιν  ψυχῆς  πρὸ  τοῦ  σώματος»146.  Για  να  φθάσει 

όμως κανείς σε τέτοια τελειότητα, πρέπει αυτός να αποκτήσει όλες της αρετές, μαζί 

με το αποκορύφωμα αυτών, την ταπεινοφροσύνη. Δεν μπορεί να λείπει από απαθή 

άνθρωπο  ούτε  μια  αρετή,  γιατί  «οὐ  τελειοῦται  ἀπάθεια,  ἂν  μιᾶς  ἀρετῆς  καὶ  τῆς 

τυχούσης ἀμελήσωμεν»147. 

Τέτοιος  χριστιανός,  ο  οποίος  σ᾿  όλα  συμμορφώνεται  με  το  νόμο  του  Θεού, 

λέγεται  ενάρετος,  ή  με  άλλα  λόγια  δίκαιος.  Έχοντας  υπόψη  ακριβώς  τέτοιους 

ανθρώπους,  ο  απόστολος  Παύλος  είπε,  ότι  «δικαίῳ  νόμος  οὐ  κεῖται»148.  Αυτά  τα 

λόγια του αποστόλου Παύλου, με πολύ ωραίο τρόπο ερμηνεύει ο όσιος Νικόδημος 

Αγιορείτης ως εξής: «εἰς τόν δίκαιον ἄνθρωπον, …, δέν εἶναι νόμος, διότι ὁ δίκαιος 

δέν  προσμένει  νά  μάθῃ  ἀπό  τόν  νόμον  ἐκεῖνο  τό  καλόν,  ὁποῦ  πρέπει  νά  κάμνῃ, 

ἀλλά  ἠξεύρει  αὐτό  ἀπό  τήν  ἔνδοθεν  ἀγαθήν  του  συνείδησιν149  καί  ἀπό  τήν 

ἐνοικοῦσαν  τῇ  καρδίᾳ  του  χάριν  τοῦ  Πνεύματος  καί  διά  τοῦτο  οὐδέ  παιδείαν 

φοβεῖται νά λάβῃ. Δίκαιον δέ νά νοῇς … ἐκεῖνον τόν ἄνθρωπον, ὁποῦ ἐκατώρθωσε 

τήν ἀρετήν, ὁ ὁποῖος μισεῖ τήν κακίαν καί ἀγαπᾷ τήν ἀρετήν, ὄχι διά τόν φόβον καί 

τήν  παιδείαν  τοῦ νόμου, ἀλλά δι᾿ αὐτό τό καλόν καί τήν ἀρετήν· καί ὅστις κάμνει 

μεγαλιτέρας  ἀρετάς,  ἀπό  τάς  ὑπό  τοῦ  νόμου  διδασκομένας·  ἐπειδή  καί  αὐτός  δέν 

καταδέχεται  νά  ἔχῃ  τόν  παλαιόν  νόμον  παιδευτήν  καί  διδάσκαλόν  του,  ὅστις 

145 Λόγος 10, ό. π., σ. 44. Πρβλ. Παύλου μοναχού, Ευεργετινός, τόμ. 1, σ. 467. 
146 Κλίμαξ 29, PG 88, 1148Β. 
147 Ό. π., 1149D. 

148 Α’ Τιμ. 1, 9. 

149  Αυτή  τη  σκέψη  του  οσίου  Νικόδημου,  επιβεβαιώνουν  και  βαθύτερα  εξηγούν  τα  λόγια  του  αββά 

Δωροθέου.  Λέει  χαρακτηριστικά  ότι  όταν  ο  Θεός  έπλασε  τον  άνθρωπο,  έσπειρε  μέσα  του  κάτι  το 
θείο, το φωτεινό λογισμό, ο οποίος φώτιζε το νου και του έδειχνε να διακρίνει το καλό από το κακό. 
Αυτό  είναι  ο  φυσικός  νόμος  και  λέγεται  συνείδηση.  Όταν  αυτή  καταπατήθηκε  σταδιακά  από  το 
ανθρώπινο  γένος  δια  της  αμαρτίας,  χρειάστηκαν  οι  άνθρωποι  το  γραπτό  νόμο,  τους  αγίους 
προφήτες,  ακόμα  και  τον  ερχομό  του  Ιησού  Χριστού,  για  να  αναζωογονήσει  τη  συνείδηση,  δια  της 
φυλάξεως των αγίων εντολών του, βλ. Διδασκαλία 3, 1, PG 88, 1652Δ‐1653Α. 
113
φοβερίζει  νά  δίδῃ  τιμωρίας  εἰς  τούς  αὐτόν  παραβαίνοντας,  ὄχι·  ἀλλά  ἔχει  ἕνα 

ἀνδρεῖον  καί  μεγαλόψυχον  φρόνημα  εἰς  τόν  ἑαυτόν  του,  μέ  τό  ὁποῖον  ὑπερβαίνει 

τόν  παιδικόν νόμον, ἤγουν τόν εἰς τά παιδία καί τούς ἀρχαρίους ἁρμόδιον· καθώς 

χάριν παραδείγματος καί ὁ ἰατρός δέν ἔγινε διά νά ἰατρεύσῃ τόν ὑγιῆ, ἀλλά διά νά 

ἰατρεύσῃ τόν ἀσθενῆ καί πληγωμένον· … τοιουτοτρόπως καί ὁ νόμος δέν ἔγινε διά 

τούς  ὑγιεῖς  καί  εὐτάκτους  δικαίους,  ἀλλά  διά  τούς  ἀσθενεῖς  καί  ἀτάκτους 

ἁμαρτωλούς»150.  Ο  απόστολος  Παύλος  περί  του  ίδιου  θέματος  λέει  και  άλλα 

πράγματα: «οἱ δὲ τοῦ Χριστοῦ τὴν σάρκα ἐσταύρωσαν σὺν τοῖς παθήμασιν καὶ ταῖς 

ἐπιθυμίαις.  Εἰ  ζῶμεν  πνεύματι,  πνεύματι  καὶ  στοιχῶμεν»151,  και  «εἰ  δὲ  πνεύματι 

ἄγεσθε,  οὐκ  ἐστὲ  ὑπὸ  νόμον»152.  Ο  όσιος  Νικόδημος  Αγιορείτης  ερμηνεύει  την 

τελευταία  περικοπή  κατά  τον  εξής τρόπο: «Ὅποιος  ἔχει τό πνεῦμα τοῦ  Θεοῦ,  ἤτοι 

τήν  χάριν  τοῦ  ἁγίου  Πνεύματος  εἰς  τήν  ψυχήν  του,  αὐτός  σβήνει  τάς  πονηράς 

ἐπιθυμίας.  Ὅποιος  δέ  ἐλευθερωθῇ  ἀπό  τάς  πονηράς  ἐπιθυμίας,  αὐτός  δέν 

χρειάζεται  πλέον  τάς  συμβουλάς  καί  διδασκαλίας  τοῦ  παλαιοῦ  νόμου  οὔτε  εἶναι 

πλέον  ὑποκείμενος  εἰς  αὐτόν.  …  Πῶς  λοιπόν,  λέγει  [ο  Παύλος],  τώρα  ἐσεῖς  οἱ 

Γαλάται ὑποτάσσεσθε πάλιν εἰς τόν παιδαγωγόν νόμον καί ἀφίνετε τό πνεῦμα τῆς 

χάριτος,  τό  ὁποῖον  κατασταίνει  τελείους  εἰς  τήν  πνευματικήν  ἡλικίαν;  Τοῦτο  γάρ 

εἶναι ὅμοιον, ὡσάν ἀνίσως τινας ὄντας φιλόσοφος, πηγαίνῃ ζητῶντας παιδαγωγόν 

καί γραμματιστήν, διά νά τοῦ παραδώσῃ τά πρῶτα στοιχεῖα τοῦ ἀλφαβήτου»153. 

Με  το  ίδιο  πνεύμα  τις  παραπάνω  περικοπές  του  αποστόλου  Παύλου 

ερμηνεύει  και  ο  άγιος  Συμεών  ο  Νέος  Θεολόγος.  Λέει  λοιπόν  ότι  ο  νόμος  δεν 

προορίζεται για τον δίκαιο, επειδή ο δίκαιος ζει πάνω από το νόμο. Όπου υπάρχει 

Πνεύμα  Κυρίου,  εκεί  υπάρχει  ελευθερία,  ελευθερία  οπωσδήποτε  από  τη  δουλεία 

του  νόμου154.  Ο  νόμος  είναι  οδηγός,  παιδαγωγός,  χειραγωγός  και  διδάσκαλος 

δικαιοσύνης,  η  χάρη  όμως  και  η  αλήθεια  λειτουργούν  με  άλλο  τρόπο.  Όποιος 

150  Νικοδήμου  Αγιορείτου,  Ερμηνεία  εις  τας  ΙΔ’  επιστολάς  του  αποστόλου  Παύλου,  έκδ.  Ορθόδοξος 
Κυψέλη, τόμ Γ’, Θεσσαλονίκη 1990, σ. 153‐154.
151 Γαλ. 5, 24‐25. 

152 Γαλ. 5, 18. 

153  Νικοδήμου  Αγιορείτου,  Ερμηνεία  εις  τας  ΙΔ’  επιστολάς  του  αποστόλου  Παύλου,  έκδ.  Ορθόδοξος 

Κυψέλη, τόμ Β’, Θεσσαλονίκη 1990, σ. 334. 
154 Βλ. Β’ Κορ. 3, 17. 
114
διακατέχεται από τη χάρη, μπορεί να κάνει τα πάντα και να μιλήσει σύμφωνα με 

τη χάρη που του δόθηκε και ομιλεί μέσα του. Με αυτόν τον τρόπο όλοι μπορούν να 

γίνουν διδακτοί του Θεού, μαθαίνοντας το καλό όχι με γράμματα και χαράγματα, 

αλλά διδασκόμενοι από το άγιο Πνεύμα, μυούμενοι μυστικώς τα θεία, όχι μόνο με 

λόγο,  αλλά  με  το  φως  του  λόγου  και  με  το  λόγο  του  φωτός.  Οι  χριστιανοί  που 

αξιώθηκαν  τέτοια  χαρίσματα  μπορούν  να  γίνουν  διδάσκαλοι  για  τους  εαυτούς 

τους, όπως και για τους πλησίον155. Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος συνεχίζοντας 

το  λόγο  του  λέει  ότι,  εκείνοι  που  ζουν  τώρα  στη  χάρη,  ανέβηκαν  επάνω  από  το 

νόμο,  με  κάποιο  είδος    κλίμακας,  και  αφού  υψώθηκαν  και  έζησαν  μαζί  με  τον 

νομοθέτη,  έγιναν  αυτοί  μάλλον  νομοθέτες  της  ευαγγελικής  πολιτείας,  παρά 

νομοφύλακες156. 

Αυτό  γίνεται,  γιατί  στην  Εκκλησία,  που  είναι  ο  χώρος  της  χάριτος  και  της 

ελευθερίας, ο νόμος χάνει το συνηθισμένο νόημά του. Και αυτό συμβαίνει, γιατί η 

χάρη υπερβάλλει το νόμο. Βέβαια, και στην Εκκλησία υπάρχουν κανόνες και νόμοι, 

αλλά  αυτοί  εξυπηρετούν  και  χρησιμοποιούνται  αποκλειστικά  για  παιδαγωγικούς 

σκοπούς.  Και  οι  εντολές  του  Χριστού,  που  μπορούν  μερικές  φορές  να  θεωρηθούν 

λανθασμένα  ως  νέος  νόμος,  αποτελούν  απλά  δείκτες  ελευθερίας.  Αποτελούν 

σηματοδότες της ηθικής ζωής, που στην πραγματικότητα είναι καρπός μετοχής στη 

χάρη  του  Αγίου  Πνεύματος157.  Γι᾿  αυτό,  ο  γέροντας  Παΐσιος  λέει  ότι,  στην 

πνευματική ζωή χρειάζεται η θεία δικαιοσύνη και όχι η ξερή εφαρμογή του νόμου. 

Διότι  η  άκαμπτη  και  χωρίς  διάκριση  τήρηση  των  εντολών  και  του  νόμου  του 

Ευαγγελίου,  δεν  βοηθάει  μόνο  να  έχουμε  την  αίσθηση  του  Θεού,  αλλά  μπορεί  να 

προκαλέσει και σφαλερές συνέπειες158. 

155 Βλ. Κατηχήσεις 28, 69‐83, έκδ. Β. Κrivochéine, SC 113, Paris 1965, σ. 134. 
156 Βλ. ό. π., 28, 86‐91, σ. 134. 
157 Βλ. Γεωργίου Ι. Μαντζαρίδη, Χριστιανική ηθική, σ. 282. 

158  Βλ.  Γέροντος  Παΐσίου,  Πνευματικός  αγώνας,  Λόγοι  Γ’,  έκδ.  Ιερού  Ησυχαστηρίου  «Ευαγγελιστής 

Ιωάννης  ο  Θεολόγος»,  Σουρωτή  Θεσσαλονίκης  42004,  σ.  276.  Και  οι  Πατέρες  της  Εκκλησίας  με 
μεγάλη  διάκριση  προσέγγιζαν  και  εφάρμοζαν  τους  ιερούς  κανόνες.  Ο  Μέγας  Βασίλειος,  αυστηρός 
πατέρας της Εκκλησίας ο ίδιος, που έχει γράψει τους πιο αυστηρούς κανόνες, αναφέρει τον κανόνα 
που ισχύει για μια αμαρτία, αλλά μετά προσθέτει: «Οὐ γὰρ πάντως τῷ χρόνῳ κρίνομεν τὰ τοιαῦτα, 
ἀλλὰ τῷ τρόπῳ τῆς μετανοίας προσέχομεν», Επιστολή 217, 84, PG 32, 808Β. 
115
Με άλλα  λόγια μπορεί κάποιος να πει ότι, αυτοί που ζουν φυλάσσοντας  το 

νόμο,  καταλήγουν  στην  ανθρώπινη  δικαιοσύνη  η  οποία  δεν  είναι  τέλεια  και 

προσιδιάζει  μονάχα  στους  δούλους  και  μισθωτούς.  Οι  δίκαιοι  όμως  κινούνται  ήδη 

στο  χώρο  της  αληθινής  και  θείας  δικαιοσύνης  η  οποία  αρμόζει  στους  γιους  του 

Θεού. Ο Μέγας Βασίλειος σχετικά με αυτό το θέμα λέει ότι, υπάρχει δικαιοσύνη η 

οποία  αφορά  όλους  και  συνδέεται  με  την  ικανότητα  να  διανέμει  κανείς  σύμφωνα 

προς  την  αξία  του  καθενός,  αλλά  και  αυτό  είναι  κάτι  το  οποίο  δύσκολα 

αποκτάται159.  Υπάρχει  όμως  και  η  άλλη  δικαιοσύνη,  η  θεία,  που  είναι  διορθωτική 

και  ανταποδοτική,  η  οποία  απονέμεται  αποκλειστικά  από  τον  ουρανό,  από  τον 

δίκαιο  κριτή.  Είναι  όμως  ταυτόχρονα  και  δυσθεώρητη,  λόγω  του  μεγέθους  των 

θείων  αληθειών  που  ενυπάρχουν  σε  αυτήν.  Γι᾿  αυτό  είπε  και  ο  ψαλμωδός:  «ἡ 

δικαιοσύνη  σου ὡσεὶ  ὄρη  θεοῦ»160. Το να μπορέσει να κατανοήσει κανείς αυτήν τη 

δικαιοσύνη  είναι  έργο  μεγάλης  διανοίας  και  τελειοτάτου  νου,  γιατί  η  αληθινή 

δικαιοσύνη είναι ο ίδιος ο Χριστός, «ὃς ἐγενήθη σοφία ἡμῖν ἀπὸ θεοῦ, δικαιοσύνη τε 

καὶ  ἁγιασμὸς  καὶ  ἀπολύτρωσις»161.  Η  γνώση  δε  της  αληθινής  δικαιοσύνης  έχει 

συνδεθεί  με την ευθύτητα της κρίσεως. Δηλαδή είναι αδύνατο αυτός ο οποίος δεν 

έχει  προπαιδευτεί  στο  δίκαιο,  να  μπορεί  σωστά  να  διακρίνει  τα  αμφίβολα 

πράγματα. Και αντιθέτως, αυτός που γνωρίζει καλά την αληθινή δικαιοσύνη, ήτοι 

τον Χριστό, και διδάχθηκε δια μέσου αυτής να απονέμει στον καθένα το άξιόν του, 

αυτός μπορεί να απονέμει τη δικαιοσύνη162. 

Από τα παραπάνω φαίνεται, ότι η αληθινή δικαιοσύνη είναι καθολική αρετή, 

αφού ταυτίζεται  με  τον  ίδιο  τον  Χριστό.  Αν  και γενικά  η  δικαιοσύνη  αποτελεί  ένα 

από τα συστατικά της αρετής, η αγία Γραφή συνηθίζει στην αναφορά ενός μέρους 

να  περιλαμβάνει  το  όλο.  Ο  θεόπνευστος  λόγος  γνωρίζει  με  ένα  όνομα  να 

περιλαμβάνει πολλά. Όταν ο Λόγος  είπε  ότι  προτάσσεται  η  δικαιοσύνη για  όσους 

159 Διότι άλλοι μεν λόγω ελλείψεως της συνέσεως δεν μπορούν να απονείμουν αυτό που αξίζει στον 
καθένα, άλλοι δε λόγω του ότι κυριαρχούνται από ανθρώπινα πάθη εξαφανίζουν το δίκαιο. Άλλοι 
πάλι, με το να κυνηγούν τον έπαινο από τους πολλούς, ενώ προτιμούν στην πράξη την αδικία και 
βλέπουν την πλεονεξία σαν ωφέλεια, εξωτερικά όμως και μέσω του λόγου εκθειάζουν την ισότητα 
και τη δικαιοσύνη, βλ. Εις την αρχήν των Παροιμιών 8, PG 31, 401ΒC. 
160 Ψλ. 35, 7. 

161 Α’ Κορ. 1. 30. 

162 Περισσότερα βλ. Μ. Βασιλείου, Εις την αρχήν των Παροιμιών 8‐9, PG 31, 404Α‐405Α.  
116
έχουν  τη  μακαρία  πείνα163,  υπαινίσσεται  με  αυτή  κάθε  είδος  αρετής,  επειδή  είναι 

άξιος  μακαρισμού  και  αυτός  που  πεινά  και  για  φρόνηση  και  για  ανδρεία  και  για 

σωφροσύνη και για ό,τι άλλο εννοούμε ως αρετή. Αν ο λόγος της δικαιοσύνης είναι 

καθαρός  από  κάθε  κακό,  περιλαμβάνει  οπωσδήποτε  μέσα  του  όλο  το  αγαθό.  Και 

αγαθό  είναι  ό,τι  θεωρούμε  σύμφωνο  με  την  αρετή.  Επομένως  με  το  όνομα  της 

δικαιοσύνης  σημαίνεται  κάθε  αρετή  που  ο  Λόγος  μακαρίζει  όποιους  πεινούν  και 

διψούν γι᾿ αυτήν. Και η αληθινή αρετή είναι το αγαθό που τελεί ανόθευτο από το 

κακό· είναι το αγαθό με το οποίο γίνεται αντιληπτό κάθε νόημα που κατευθύνεται 

προς τα ακόμη καλύτερα πράγματα – είναι ο ίδιος ο Θεός Λόγος164. 

Οι  παραπάνω  ερμηνείες  επαληθεύουν  τα  λεχθέντα  νωρίτερα,  περί  του 

ευαγγελικού  ανθρώπου.  Τέτοιος  άνθρωπος,  που  συμμορφώνεται  με  τον  νόμο  του 

Θεού,  υπερβαίνει  αυτό  το  νόμο  προς  χάρη  της  εν  Αγίω  Πνεύματι  αληθούς  ζωής. 

Επομένως,  ο  χριστιανός  που  έχει  άμεσο  πνευματικό  του  οδηγό  τον  εν  Τριάδι  Θεό, 

δεν  υπόκειται  στους  κοινούς  νόμους  όλων  των  χριστιανών.  Το  ίδιο  πράγμα  ισχύει 

και για τον άνθρωπο, ο οποίος είναι νεκρός για το θέλημά του και το εγώ του, δια 

της υπακοής στον πνευματικό του δάσκαλο. Αυτό μαρτυρείται και από το κείμενο 

το  οποίο  αναφέρει  ότι  «ἐὰν  ἔχῃ  τις  πίστιν  εἴς  τινα  καὶ  δώσῃ  ἑαυτὸν  ὑποταγῆναι 

αὐτῷ,  οὐ  χρείαν  ἔχει  προσέχειν  ἐντολαῖς  Θεοῦ»165.  Γεγονός  που  δεν  αφορά  μόνο 

τους  σαλούς,  αλλά  αναφέρεται  σε  όλες  τις  μορφές  ασκήσεως.  Ο  χριστιανός  ο 

οποίος δια της ταπεινώσεως και των άλλων αρετών απελευθερώθηκε από τα πάθη 

και τα θελήματά του, είναι πλέον Θεοφόρος. Οι Πατέρες λένε ότι «Ταπείνωσίς ἐστι 

διδαχὴ Χριστοῦ νοερὰ»166. Γι᾿ αυτό το λόγο, όποιος διακατέχει αυτή την αρετή, δεν 

163 Βλ. Μτ. 5, 6. 
164  Περισσότερο  γι᾿  αυτό  το  θέμα  βλ.  Γρηγορίου  Νύσσης,  Εις  τους  Μακαρισμούς  4,  PG  44,  1241B‐
1248Α.
165  Παύλου  μοναχού,  Ευεργετινός,  τόμ.  1,  σ.  488.  Την  παραπάνω  τοποθέτηση  συμπληρώνει  και 

διασαφηνίζει ο Μέγας Βασίλειος, ο οποίος λέει, ότι η διαφορά αυτών που δίνουν εντολές, δεν πρέπει 
να  παραβλάπτει  την  υπακοή  των  δεχόμενων  τις  εντολές.  Γιατί  και  ο  Μωυσής  δεν  παράκουσε  τον 
Ιοθόρ  που  έδωσε  τις  αγαθές  συμβουλές.  Όμως  υπάρχει  μεγάλη  διαφορά  μεταξύ  των  εντολών  που 
δίδονται, γιατί άλλες από αυτές είναι αντίθετες προς την εντολή του Κυρίου, και άλλες συμφωνούν 
με αυτή. Υπάρχουν ωστόσο περιπτώσεις στις οποίες τα παραγγέλματα, αν και φαίνονται ότι είναι 
αντίθετα  προς  το  ευαγγελικό  πνεύμα,  στην  πραγματικότητα,  συντελούν  και  βοηθούν  στη  τήρηση 
της εντολής του Κυρίου, βλ. Όροι κατ᾿ επιτομήν 114, PG 31, 1160ΑΒ. 
166 Ιωάννου Σιναΐτου, Κλίμαξ 25, PG 88, 997B. 
117
χρειάζεται ούτε νόμο, ούτε εντολές, αφού ο ίδιος ο Χριστός τον καθοδηγεί πλέον167. 

Για τέτοιο άνθρωπο που βρίσκεται στην κατάσταση της απάθειας ο  όσιος Ιωάννης 

ο  Σιναΐτης  γράφει:  «Ὁ  τοιαύτης  καταστάσεως  ἠξιωμένος,  ἔτι  ὢν  ἐν  σαρκὶ,  αὐτὸν 

τὸν ἐνοικοῦντα ἀεὶ ἐν ἅπασι λόγοις, καὶ ἔργοις, καὶ διανοήμασιν ἔχει κυβερνῶντα. 

Ὅθεν  λοιπὸν  καὶ  ὡς  φωνῆς  τινος,  τῆς  τοῦ  Κυρίου  βουλήσεως  ἔνδον  διὰ  φωτισμοῦ 

ἀντιλαμβάνεται,  πάσης  διδασκαλίας  ἀνθρωπίνης  ὑψηλότερος  γενόμενος»168. 

Τέτοιος  άνθρωπος  έχει  εκουσίως  παραδοθεί  στον  Κύριο,  και  από  αυτή  την 

πνευματική  κατάσταση  ο  Θεός αν  θελήσει  μπορεί  να  τον  οδηγήσει  στο δρόμο  της 

«δια Χριστόν σαλότητας». 

Ο  σαλός,  πριν  να  τον  καλέσει  ο  Κύριος  στην  οδό  της  σαλότητας, 

διακατέχεται ακριβώς από την αναφερόμενη παραπάνω πνευματική κατάσταση169. 

Είναι άριστος αθλητής του Χριστού που αδιάκοπα υπηρετεί τον Κύριο με διάφορους 

τρόπους. Όμως κατά την κλήση του  στη  σαλότητα  αυτός  ο  ασκητής  αναλαμβάνει 

μια ειδική αποστολή την οποία του αναθέτει ο Θεός. Το πιο μεγάλο γνώρισμα του 

σαλού  είναι  η  απέραντη  ταπείνωσή του, η οποία μετά από την κλήση του, μπορεί 

να του επιτρέψει να συμπεριφέρεται προς τους άλλους ανθρώπους με ασυνήθιστο 

για το μέσο χριστιανό τρόπο. Αυτό γίνεται, γιατί η μόνη τέλεια ταπείνωση έχει τη 

δυνατότητα να απαλλάσσει τον άνθρωπο από την τυπική συμπεριφορά, κοινή για 

όλους  τους  χριστιανούς.  Ο  όσιος  Ιωάννης  της  Κλίμακος  γράφοντας  περί  της 

ταπεινώσεως λέει: «Οὐκ ἔτι πλήξει, οὐ δικάσει, οὐκ ἄρξει, οὐ σοφισθήσεται ὁ ἐμὸς 

ἐραστής,  ἡ  ὁσία  ἔφησεν,  ἄχρις  ἂν  ἐμοὶ  συναφθῇ.  Μετὰ  γὰρ  τὴν  ἐμὴν  συνάφειαν 

τούτῳ λοιπὸν νόμος οὐ κεῖται»170. Γι᾿ αυτό και οι σαλοί επιτρέπουν στον εαυτό τους 

να  διαπράττουν  κάποιες  πράξεις  οι  οποίες  στους  ατελείς  ανθρώπους,  φαίνονται 

πολύ παράξενες και προκαλούν πολλές φορές σκανδαλισμό. 

Γιατί όμως αυτοί οι αθλητές του Κυρίου, προικισμένοι με τα θεία χαρίσματα, 

δεν  φεύγουν  μακριά  από  τους  ανθρώπους  όπως  πολλοί  άλλοι  ασκητές,  αλλά 

167 Βλ. Γαλ. 2, 20. 
168 Κλίμαξ 29, PG 88, 1149C. 
169 Η αναλυτική παρουσίαση της ζωής των σαλών πριν από την κλήση τους από το Θεό, γίνεται στο 

τέταρτο κεφάλαιο της εργασίας αυτής. 
170 Κλίμαξ 25, PG 88, 993Β. 
118
επίτηδες  περιφέρονται  εδώ  και  εκεί  στο  επίκεντρο  της  ζωής  των  χριστιανών;  Σε 

αυτό το ερώτημα απαντάει ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος. Αυτός ο μυστικός της 

Εκκλησίας  πατήρ  λέει,  ότι  «Διὰ  τοῦτο  μόνον  παραβάλλειν  καὶ  βλέπειν  τοῖς  ἐν  τῷ 

κόσμῳ  θέλουσιν  οἱ  χάριτος  πεπληρωμένοι  καὶ  τετελειωμένοι  τῇ  γνώσει καὶ  σοφίᾳ 

τῇ ἄνωθεν, ἵνα μισθόν τινα προξενήσωσιν αὐτοῖς δι᾿ ὑπομνήσεως τῶν ἐντολῶν τοῦ 

Θεοῦ  καὶ  δι᾿  ἀγαθοεργίας,  εἰ  ἄρα  γε  ἀκούσωσιν,  εἰ  ἄρα  γε  συνήσουσιν  καὶ 

πεισθήσονται»171.  Τον  άγιο  Συμεών  τον  Νέο  Θεολόγο,  άριστα  συμπληρώνουν  ο 

Μέγας  Βασίλειος  και  ο  άγιος  Παΐσιος  Βελιτσκόφσκι.  Ο  Καππαδόκης  πατέρας  λέει 

ότι, η έξοδος δεν μπορεί να βλάψει τον μοναχό, ο οποίος αποβλέπει στη τελειότητα. 

Εάν  ο  ασκητής  λέει,  ότι  βλάπτεται  με  τις  εξόδους  ή  με  τις  οδοιπορίες  που 

αναλαμβάνονται για τη θεραπεία των αναγκών του κοινού, και για αυτό αρνείται 

να  εξέλθει,  αυτός  δεν  κατανόησε  ακόμη  την  ακρίβεια  της  υπακοής.  Τέτοιος 

μοναχός δεν έχει συνειδητοποιήσει, ότι με αυτή τη συμπεριφορά του, δεν μπορεί να 

επιτύχει  με  τέλειο  τρόπο  τους  πνευματικούς  του  στόχους172.  Ενώ  ο  άγιος  Παΐσιος 

Βελιτσκόφσκι  λέει,  ότι  «Ἐκεῖνος  πού  δέχθηκε  νά  βαστάσει  ἐπάνω  του  τήν  κάθε 

θλίψη  γιά  χάρη  τοῦ  Θεοῦ,  ὅπου  καί  νά  εἶναι,  θά  εὑρίσκει  τήν  σωτηρία  του»173.  Τις 

παραπάνω  τοποθετήσεις  με  πολύ  ωραίο  τρόπο    διασαφηνίζει  ο  άγιος  Σιλουανός 

του  Άθω.  Ο  πνευματικός  δάσκαλος  του  γέροντος  Σωφρονίου  λέει  ότι  η  ουσία  της 

«ιερής  ησυχίας»  δεν  συνίσταται  ούτε  στον  εγκλεισμό  ούτε  στη  σωματική 

αναχώρηση  στην  έρημο,  αλλά  στη  συνεχή  παραμονή  κοντά  στο  Θεό.  Ο  άγιος 

Σιλουανός  έλεγε  πως  και  η  έγκλειστη  ζωή  και  η  απομάκρυνση  στην  έρημο 

καθαυτές  δεν  είναι  παρά  βοηθητικά  μέσα  και  καθόλου  σκοπός.  Μπορούν  να 

συντελέσουν  στη  μείωση  των  εξωτερικών  εντυπώσεων  και  επιδράσεων  και  στην 

απομάκρυνση  από  τη  βιοτική  ταραχή,  και  έτσι  να  ευνοήσουν  την  καθαρή 

προσευχή. Αυτό όμως μόνο με μία προϋπόθεση: αν αυτή η απομάκρυνση έγινε με 

ευδοκία Θεού και όχι από τον «ίδιον θέλημα», σ᾿ αναζήτηση μίας ανώτερης δήθεν 

ζωής.  Στην  τελευταία  περίπτωση  και  ο  εγκλεισμός  και  η  έρημος  και  οποιαδήποτε 

171 Κεφάλαια θεολογικά και πρακτικά 86, 22‐27, SC 51, σ. 107. 
172 Bλ. Ασκητικαί Διατάξεις 26, 1, PG 31, 1416Α. 
173 Τα Κρίνα του Αγρού, σ. 184. 
119
άλλη  άσκηση  μένουν  άκαρπες,  γιατί  η  ουσία  της  ζωής  μας  δεν  βρίσκεται  στην 

αυτόβουλη άσκηση, αλλά στην υπακοή στο θέλημα του Θεού174. 

Η  ασυνήθιστη  για  το  μέσο  χριστιανό  συμπεριφορά  των  δια  Χριστόν  σαλών, 

όπως  ειπώθηκε  νωρίτερα,  έχει  πρωτίστως  ως  σκοπό  την  απόκρυψη  των  αρετών 

τους.  Πρέπει  όμως  να  επισημανθεί,  ότι  υπάρχει  και  άλλος  στόχος  τον  οποίο 

επιδιώκουν με τις παράδοξες ενέργειές τους, αυτοί οι εκλεκτοί μαθητές του Κυρίου. 

Γι᾿ αυτόν μίλησε παραπάνω ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος. Αυτός ο σκοπός δεν 

είναι  τίποτα  άλλο,  παρά  η  πνευματική  οικοδομή  και  η  βοήθεια  την  οποία 

προσφέρουν  οι  σαλοί  στους  άλλους  χριστιανούς.  Γιατί  όμως  ο  σαλός  χρειάζεται 

τέτοια  ασυνήθιστα  μέσα  για  να  βοηθάει  τους  άλλους  ανθρώπους;  Αυτό 

υπαγορεύουν  οι  πνευματικές  ασθένειες  οι  οποίες  θεραπεύονται  με  το  καλύτερο 

τρόπο δια των «ειδικών φαρμάκων». Οι Πατέρες γι᾿ αυτό το θέμα λένε τα εξής: «Μὴ 

κρύπτε  σὴν  αἰσχύνην  διὰ  τὸ  δοκεῖν  μὴ  διδόναι  πρόσκομμα·  λοιπὸν  δὲ  καὶ  πρὸς  τὸ 

εἶδος τοῦ σφάλματος, οὐ τῇ αὐτῇ ἐμπλάστρῳ ἴσως χρήσασθαι χρή»175. Άλλες φορές 

«ανήθικες»  ενέργειες  του  σαλού  προκαλούν  σκανδαλισμό,  άλλες  φορές 

δημιουργούν  προβληματισμούς,  και  άλλες  βοηθούν  να  σωθούν  οι  άνθρωποι  από 

τις συμφορές. Αυτή η ποικιλία των αντιδράσεων είναι κάτι το φυσικό και οφείλεται 

σε  δύο  παράγοντες.  Πρώτον,  στην  πρόθεση  του  σαλού  να  επιφέρει  κάτι  που 

επιθυμεί,  και  δεύτερον  στο  πνευματικό  επίπεδο  των  ανθρώπων  οι  οποίοι  είναι 

μάρτυρες των πράξεών του. 

Όταν γίνεται λόγος για τα εξωτερικά γνωρίσματα των σαλών, δεν εννοείται 

μόνο η συμπεριφορά τους, αλλά γενικώς όλες οι εξωτερικές εκδηλώσεις τους, όπως 

π.  χ.  η  ενδυμασία,  ο  τρόπος  της  ομιλίας,  και  άλλα.  Και  σε  αυτά  τα  δευτερεύοντα, 

174 Βλ. Αρχιμ. Σωφρονίου (Σαχάρωφ), Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, σ. 180‐181. Μια φορά ρώτησαν 
τον γέροντα Σιλουανό μήπως το πολυμέριμνο διακόνημα του οικονόμου, που αναγκαστικά οδηγεί 
σ᾿ επικοινωνία με πλήθος ανθρώπων, του τάραζε την εσωτερική νήψη. Και ο γέροντας απάντησε: Τι 
είναι  η  ασκητική  νήψη;  Είναι  αδιάλειπτη  προσευχή  και  διαμονή  του  νου  κοντά  στο  Θεό.  Ο  πάτερ 
Ιωάννης της Κρονστάνδης ήταν πάντα με το λαό, βρισκόταν όμως περισσότερο κοντά στο Θεό από 
πολλούς  ερημίτες.  Όταν  έγινα  οικονόμος  για  την  υπακοή  με  την  ευλογία  του  Ηγουμένου,  η 
προσευχή  μου  ήταν  θερμότερη  παρά  στο  Παλαιό  Ρωσικό,  που  ζήτησα  εγώ  να  πάω  χάριν  ησυχίας, 
κάνοντας  το  θέλημά  μου...  Αν  η  ψυχή  αγαπά  το  λαό  και  τον  σπλαχνίζεται,  τότε  δεν  μπορεί  να 
σταματήσει η προσευχή, βλ. ό. π., σ. 78. 
175 Ιωάννου Σιναΐτου, Κλίμαξ 22, PG 88, 956B. 
120
κάποιος θα έλεγε, πράγματα, αυτοί οι ασκητές δεν ξεφεύγουν από τα παραδοσιακά 

πρότυπα, αλλά απλά ακολουθούν τις προτροπές των παλαιοτέρων πατέρων. 

Το  πρώτο  στοιχείο  που  συνήθως  ξεχωρίζει  τους  σαλούς  από  τους  άλλους 

είναι  η  ενδυμασία  τους.  Οι  σαλοί  συνήθως  δεν  φροντίζουν  απλά  για  το  ένδυμά 

τους, αλλά απεναντίας κάνουν πολλά να φανούν αποκρουστικοί στους άλλους. Το 

ίδιο προστάζουν και πολλοί Πατέρες της Εκκλησίας. Ο άγιος Γρηγόριος ο Διάλογος 

λέει, ότι: «ἐν ποίᾳ δόξῃ ὑπάρχουσιν οἱ ἑαυτοὺς ἐν τῷ παρόντι βίῳ βδελυκτοὺς εἶναι 

ἑλόμενοι· μετὰ γὰρ τῶν τῆς ἐπουρανίου πατρίδος πολιτῶν ἀριθμοῦνται»176. Ο άγιος 

Εφραίμ για το ίδιο θέμα αναφέρει: «Ὁ καλλωπίζων ἱμάτια ἑαυτοῦ, βλάπτει ψυχὴν 

ἑαυτοῦ·  πολυτέλεια  γὰρ  ἱματίων,  μωμοῖ  ψυχὴν  Μοναχοῦ,  ὑπερηφανίαν  αὐτῇ 

ἐμποιοῦσα·  εὐτέλεια  δὲ  ἱματίων,  ὠφέλεια  καὶ  ἔπαινος  Μοναχοῦ»177.  Και  ο  όσιος 

Ισαάκ  ο  Σύρος  συμβουλεύει:  «Ἀγάπησον  τὰ  πενιχρὰ  ἱμάτια  ἐν  ἐνδύμασί  σου,  ἵνα 

ἐξουδενώσῃς  τὰς  ἐπιφυούσας  σοι  ἐνθυμήσεις,  λέγω  δὴ  τὴν  τῆς  καρδίας 

ὑψηλοφροσύνην. Ὁ γὰρ τὴν στιλπνότητα ἀγαπῶν, οὐ δύναται κτήσασθαι ταπεινὰς 

ἐνθυμήσεις.  Διότι  ἡ  καρδία  ἔσωθεν  ὁμοίως  τοῖς  ἐξωτέροις  σχήμασιν 

ἐνδιατυποῦται»178.  Και  τα  τρία  παραπάνω  αναφερόμενα  κείμενα  με  ωραίο  τρόπο 

εξηγούν  τη  μεγάλη  σημασία  των  ενδυμάτων  στη  ζωή  του  χριστιανού,  όμως  μόνο 

στο  τελευταίο  κείμενο  ειπώθηκε  ευδιάκριτα  η  εξής  αλήθεια:  η  εσωτερική  ζωή  του 

ανθρώπου εξομοιώνεται με την εξωτερική εμφάνισή του. Το ίδιο τονίζουν και άλλοι 

πατέρες στα κείμενά τους. 

Ο  όσιος  Ιωάννης  Σιναΐτης  επιχειρεί  να  το  εξηγήσει  με  την  υποδειγματική 

συμπεριφορά του Χριστού. Αυτός ο συγγραφέας λέει ότι: «Γινώσκων ὁ Δεσπότης τῇ 

ἔξωθεν διαγωγῇ συσχηματίζεσθαι τὴν τῆς ψυχῆς ἀρετὴν, λαβὼν λεντίον ὑπέδειξεν 

ἡμῖν μέθοδον ὁδοῦ ταπεινώσεως· τοῖς γὰρ τοῦ σώματος ἐπιτηδεύμασιν ἐξομοιοῦται 

ἡ  ψυχὴ,  καὶ  πρὸς  ἃ  πράττει,  τυποῦται,  καὶ  πρὸς  αὐτὰ  σχηματίζεται»179.  Σε  άλλο 

σημείο  ο  ίδιος  πατέρας  παίρνοντας  την  αφορμή  από  τη  ζωή  του  Ιώβ  της  Παλαιάς 

Διαθήκης,  λέει,  ότι  αλλιώς  αισθάνεται  εκείνος  που  κάθεται  επάνω  στο θρόνο,  και 

176 Παύλου μοναχού, Ευεργετινός, τόμ. 2, σ. 14. 
177 Ό. π., τόμ. 1, σ. 702. 
178 Λόγος 23, ό. π., σ. 93. Βλ. επίσης Παύλου μοναχού, Ευεργετινός, τόμ 1, σ. 701. 

179 Κλίμαξ 25, PG 88, 1000D‐1001A. 
121
αλλιώς  εκείνος  που  κάθεται  επάνω  στην  κοπριά.  Γι᾿  αυτό  ίσως  ο  μέγας  εκείνος 

δίκαιος  καθόταν  πάνω  στην  κοπριά  έξω  από  την  πόλη,  με  το  επακόλουθο  την 

απόκτηση  της  τέλειας  ταπεινοφροσύνης180.  Και  τότε  με  πλήρη  συναίσθηση  της 

ψυχής  μπορούσε  να  πει:  «ἐφαύλισα  ἐμαυτὸν  καὶ  ἐτάκην,  ἥγημαι  δὲ  ἐμαυτὸν  γῆν 

καὶ σποδόν»181. Την ίδια γνώμη περί αυτού του θέματος, έχει και ο αββάς Δωρόθεος. 

Αυτός ο πατέρας λέει ότι «ἄλλως γὰρ διατίθεται ἡ ψυχὴ τοῦ ὑγιαίνοντος, καὶ ἄλλως 

τοῦ ἀῤῥωστοῦντος, καὶ ἄλλως τοῦ πεινῶντος, καὶ ἄλλως τοῦ κεκορεσμένου· ὁμοίως 

πάλιν,  ἄλλως  διατίθεται  ἡ  ψυχὴ  τοῦ  καθημένου  ἵππῳ,  καὶ  ἄλλως  τοῦ  καθημένου 

εἰς  θρόνον,  καὶ  ἄλλως  τοῦ  καθημένου  χαμαὶ,  ἄλλως  τοῦ  φοροῦντος  καλὰ  ἱμάτια, 

καὶ ἄλλως τοῦ φοροῦντος σαπρὰ ἱμάτια»182. 

Στους  βίους  των  δια  Χριστόν  σαλών  υπάρχουν  πλείστα  παραδείγματα,  από 

τα οποία φαίνεται, ότι αυτοί οι ασκητές το ζήτημα της ενδυμασίας αντιμετώπιζαν 

με πατερικό πνεύμα. Το πιο ωραίο κείμενο που παρουσιάζει με άριστο τρόπο αυτό 

το  θέμα,  βρίσκεται  στο  βίο  του  στάρετς  Θεοφίλου,  ασκητή  της  Λαύρας  των 

Σπηλαίων του Κιέβου. «Ὁ Θεόφιλος, ἐπειδή ἦταν ὁλοκληρωτικά ἀφοσιωμένος στήν 

μνήμη  τοῦ  Θεοῦ  καί  στήν  ἀδιάλειπτη  προσευχή,  δέν  ἔδινε  καμμιά  σημασία  στήν 

ἐξωτερική  του  ἐμφάνιση.  Ἐνδιαφερόταν  ἀποκλειστικά  καί  μόνον  γιά  τήν  ὀμορφιά 

τῆς  ψυχῆς.  Τά  ροῦχα  του  ἦταν  τρύπια  μέ  πολλά  μπαλώματα,  ραμμένα  μέ  ἄσπρη 

κλωστή  καί  λερωμένα  μέ  λαδιές  καί  ζυμάρια.  Ἀκόμα  κι  ὅταν  πήγαινε  στήν 

ἐκκλησία ὁ μακάριος, ἔριχνε τόν μανδύα του πάνω ἀπό τό πουκάμισό του καί μέ τό 

κουκούλι διάπλατα ἀνοιχτό, περπατοῦσε στόν δρόμο μέ γυμνωμένο τό στῆθος. Στά 

πόδια  του  φοροῦσε  παντόφλες  ἤ  μιά  ψηλή  τριμμένη  μπότα  στό  ἕνα  πόδι  καί  μιά 

τσόχινη ἤ ἕνα παπούτσι ἀπό φλούδα δέντρου στό ἄλλο. Τό κεφάλι του συχνά ἦταν 

δεμένο  μ᾿  ἕνα  παλιό  βρώμικο  πανί»183.  «Ὡστόσο  αὐτή  ἡ  ἀκαταστασία  στό  ντύσιμό 

του,  πού  ἐντυπωσίαζε  καί  ἀποδοκιμαζόταν  ἀπ᾿  ὅλους,  ἦταν  μιά  ἀδιάψευστη 

ἔνδειξη  –  μαρτυρία,  γιά  τήν  ἐσωτερική  κατάσταση  τοῦ  Θεόφιλου.  Δηλαδή  ἦταν 

πλέον  ὁλοφάνερο  ὅτι,  ὅσο  πιό  πολύ  ἐκεῖνος  ἐμφανιζόταν  ἀφρόντιστος  ἐξωτερικά, 

180 Βλ. ό. π., 1001A. 
181 Ιώβ. 42, 6. 
182 Διδασκαλία 2, 9, PG 88, 1652B. 

183 Ο στάρετς Θεόφιλος. Ο δια Χριστόν σαλός ασκητής της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου, σ. 78‐81. 
122
τόσο  περισσότερο  δυνάμωνε  τό  πνεῦμα  του·  οἱ  προσευχές  του  γίνονταν  φλογερές 

καί  ὁ  νοῦς  του  γέμιζε  Θεία  σοφία»184.  Κατά  παρόμοιο  τρόπο  όπως  ο  Θεόφιλος, 

αντιμετώπιζαν το θέμα της ενδυμασίας και όλοι οι άλλοι δια Χριστόν σαλοί. 

Επιπλέον  πρέπει  να  επισημανθεί,  ότι  οι  μωροί  εργάτες  του  Κυρίου,  σε 

αρκετές  περιπτώσεις  εμφανίζονταν  μισόγυμνοι.  Οι  σαλοί  μπορούσαν  να  κάνουν 

αυτό  το  πράγμα,  γιατί  τους  προστάτευε  η  απάθεια  την  οποία  αποκτούσαν  μετά 

από τους πολλούς ασκητικούς αγώνες τους. Ο βίος του οσίου Ανδρέα αναφέρει, ότι 

αυτός  μια  μέρα  πράττοντας  τα  νόθα  του  έργα,  ήταν  «γυμνὸς,  ἄπορος,  εὐτελεῖ 

ῥακίσκῳ  τὴν  ὀσφὺν  αὐτοῦ  κεκαλυμμένος»185.  Ο  Κώστας  ο  δια  Χριστόν  σαλός  που 

ζούσε  στο  Άγιον  Όρος,  όπου  και  κοιμήθηκε  το  1951,  επί  μια  δεκαετία  περίπου 

ασκήτευε «τελείως  γυμνός, περιζώνοντας μόνον  – καὶ τοῦτο ὄχι πάντοτε  – μερικὰ 

χόρτα ἢ κλαδιὰ δένδρων ἢ κανένα κομμάτι ἀχρήστου τσουβαλιοῦ»186. 

Το  άλλο  πράγμα  στο  οποίο  διαφέρουν  εξωτερικά  οι  σαλοί  από  τους  άλλους 

χριστιανούς  είναι  ο  τρόπος  της  ομιλίας  και  της  επικοινωνίας  τους  με  άλλα 

πρόσωπα. Αυτοί οι αθλητές του Κυρίου, τις στιγμές που βρίσκονται ανάμεσα στους 

ανθρώπους,  συνήθως  ή  ασκούν  τη  σιωπή,  ή  μιλάνε  με  κάποιο  αινιγματικό  και 

ακατανόητο  τρόπο.  Αυτό  το  γνώρισμα  φαίνεται  ξεκάθαρα  στη  ζωή  όλων  των  δια 

Χριστόν σαλών. Κάθε σαλός όμως χρησιμοποίησε αυτά τα πνευματικά εργαλεία με 

το  δικό  του  τρόπο.  Το  πιο  χαρακτηριστικό  παράδειγμα  της  ασκήσεως  της  σιωπής, 

μπορεί  κάποιος  να  βρει  στη  ζωή  του  αγίου  Σάββα  του  Βατοπαιδινού.  Αυτός  ο 

ασκητής  ήταν  πάρα  πολύ  προσεκτικός  σε  αυτό  το  θέμα.  Γι᾿  αυτό  αρχίζοντας  τον 

αγώνα της σαλότητας, έβαλε χαλινάρι στη γλώσσα του187. Ο Σάββας θεωρούσε τη 

σιωπή ως ένα απαραίτητο στοιχείο σε αυτή τη μορφή της άσκησης. Έλεγε ότι χωρίς 

αυτή δεν αξίζει τίποτε η υπόκριση της μωρίας. Και αν κάποιος σαλός καλλιεργήσει 

κάθε αρετή στο έπακρο, και ταυτοχρόνως θα στερείτε τη σιωπή, οι πράξεις του θα 

184 Ό. π., σ. 82. 
185  Βλ.  Νικηφόρου  πρεσβυτέρου,  Βίος  και  πολιτεία  του  οσίου  πατρός  ημών  Ανδρέου  του  δια  Χριστόν 
σαλού 55, PG 111, 693D. 
186  Βλ.  Ιερομονάχου  Μαξίμου  Καυσοκαλυβίτου,  Ασκητικές  μορφές  και  διηγήσεις  από  τον  Άθω,  έκδ. 

Ιερά Καλύβη Αγίου Παντελεήμονος, Καυσοκαλύβια, Άγιον Όρος 22001, σ. 257. 
187 Ο βιογράφος του, άγιος Φιλόθεος Κόκκινος, χαρακτηριστικά αναφέρει, ότι ο Σάββας «οἱονεί τινα 

χαλινὸν ἐπιθεὶς τῇ γλώττῃ καὶ οὕτω τὴν σιωπήν», Βίος αγίου Σάβα του νέου 19, ΕΕΘΣΠΘ 27 (1982), σ. 
72. 
123
καταντήσουν  παιχνίδι  και  σίγουρη  μωρία  [με  την  κοσμική  και  αρνητική  της 

σημασία]188. Ο Σάββας έλεγε, ότι ο άνθρωπος που βαδίζει το δρόμο της σαλότητας 

πρέπει  να  διακατέχεται  από  την  αρετή  της  σιωπής,  αλλιώς  δεν  θα  έρθει  ποτέ  σε 

αυτόν η ακριβής νήψη. Γι᾿ αυτό το λόγο ο ίδιος δεν εγκατέλειψε καθόλου επί είκοσι 

και παραπάνω χρόνια την αλαλία του, ωσότου επέστρεψε στον Άθωνα189. 

Η σιωπή μέσα στην ορθόδοξη Παράδοση εθεωρείτο πάντοτε ως δυνατό όπλο 

στον  πνευματικό  αγώνα,  αυτή  την  αλήθεια  επικυρώνουν  και  οι  διάδοχοι  των 

αποστόλων του Χριστού και οι μεγάλοι γέροντες της ερήμου. Ο αββάς Ποιμήν είπε: 

«πᾶς κόπος ὃς ἐὰν ἐπέλθῃ σοι, ἡ νίκη αὐτοῦ ἐστὶ τὸ σιωπᾷν»190. Ο άγιος Εφραίμ λέει 

ότι:  «ἐν  τῷ  κοσμικῷ  βίῳ  ὁ  εὔλαλος  ἐπαινεῖται,  ἐν  δὲ  τῷ  μοναδικῷ  ὁ  ἀγαπῶν  τὴν 

ἡσυχίαν  καὶ  τὴν  σιωπὴν  μέγας  ἐστὶ  παρὰ  τῷ  Θεῷ»191.  Τη  μεγάλη  σημασία  της 

σιωπής  στον  πνευματικό  αγώνα,  με  πολύ  περιεκτικό  τρόπο,  περιγράφει  ο  όσιος 

Ιωάννης της Κλίμακος. Αυτός ο πατέρας λέει: «σιωπὴ ἐν γνώσει· μήτηρ προσευχῆς, 

αἰχμαλωσίας  ἀνάκλησις,  πυρὸς  φυλακὴ,  λογισμῶν  ἐπίσκοπος,  σκοπὸς  πολεμίων, 

πένθους  δεσμωτήριον,  δακρύων  φίλη,  θανάτου  μνήμης  ἐργάτης,  κολάσεως 

ζωγράφος, κρίσεως φιλοπράγμων, ἀδημονίας ὑπουργὸς, παῤῥησίας ἔχθρα, ἡσυχίας 

σύζυγος,  φιλοδιδασκαλίας  ἀντίπαλος,  γνώσεως  προσθήκη,  θεωρημάτων 

δημιουργὸς,  ἀφανὴς  προκοπὴ,  λεληθυῖα  ἀνάβασις»192.  Πάρα  πολλά  ωραία 

πράγματα για τη σιωπή και την ησυχία επίσης συναντά κανείς στο Επίγραμμα των 

μεταφραστών των έργων του οσίου Ισαάκ του Σύρου193, το οποίο είναι αφιερωμένο 

σε  αυτές  τις  δύο  πνευματικές  καταστάσεις.  Ένα  απόσπασμα  του  παραπάνω 

κειμένου  αναφέρει  τα  ακόλουθα:  «Σὺ  λοιπὸν  σίγησον,  καὶ  ἡσύχασον.  Ὅτι  ὁ 

γλωσσώδης οὐδέ ποτε κατευθύνεται, οὔτε ὁ μεγαλοῤῥήμων, καὶ πολυῤῥήμων, κᾂν 

πάνυ  λέγῃ  καλῶς.  Καὶ  ἀντὶ  τῆς  πολυλογίας,  χρῶ  τῇ  βραχυλογίᾳ,  ᾗ  κεκρυμμένη 

188 Βλ. ό. π., 25, ΕΕΘΣΠΘ 27 (1982), σ. 85. 
189 Βλ. ό. π., σ. 86. 
190 Παύλου μοναχού, Ευεργετινός, τόμ. 2, σ. 58. 

191 Ό. π., τόμ. 1, σ. 692. 

192 Κλίμαξ 11, PG 88, 852B. 

193  Τα  ασκητικά  του  οσίου  Ισαάκ  του  Σύρου  ήταν  γραμμένα  πρώτα  στη  συριακή  γλώσσα  και 

μετέπειτα μεταφράστηκαν στα ελληνικά από δύο θαυμαστές του. 
124
σοφία ἀκολουθεῖ, ὥσπερ καὶ τῇ μακρολογίᾳ, ἡ μωρία καὶ ἀμαθία»194. Αυτή η μικρή 

περικοπή  δείχνει,  ότι  η  ολιγολογία  ως  τρόπος  της  ομιλίας  δεν  είναι  κάτι  το 

καινούριο στο χριστιανικό περιβάλλον και συναντιέται πια στους  πρώτους αιώνες 

της υπάρξεως της Εκκλησίας. 

Οι  σαλοί,  τις  παραπάνω  πατερικές  παραγγελίες  προσπαθούσαν  να 

εφαρμόζουν στη ζωή τους, όσο κανείς άλλος. Με πολύ ωραίο τρόπο αυτό το θέμα 

παρουσιάζει  ο  βίος  του  Γέρο  –  Κωνσταντίνου  του  δια  Χριστόν  σαλού.  Αυτός  ο 

αγιορείτης  μοναχός  του  περασμένου  αιώνα,  σπάνια  μιλούσε  με  τους  άλλους 

ανθρώπους.  Πολλές  φορές  ο  νους  του  αρπαζόταν  στην  προσευχή,  και,  όταν 

συνερχόταν,  έκανε  παράξενες  κινήσεις  με  το  χέρι  του,  «γιά  νά  θολώση  τά  νερά», 

χωρίς να πει τίποτε και έφευγε. Όταν καμιά φορά μιλούσαν γύρω του, και ο Γέρο – 

Κωνσταντίνος δεν τους παρακολουθούσε, γιατί προσευχόταν, πάλι για αφηρημένο 

τον  νόμιζαν.  Έπρεπε  να  τον  ρωτάει  κανείς  πολλές  φορές  και  να  επιμένει  για  να 

απαντήσει, και πάλι θ᾿ άκουγε δύο – τρία λόγια μουρμουριστά, αλλά προφητικά195. 

Η  οσία  Πελαγία  Ιβάνοβνα  άλλοτε  μιλούσε  πολύ  σιγανά,  άλλοτε  αλληγορικά, 

κάποτε  όμως  καθαρά  και  ξάστερα.  Όλα  ορίζονταν  από  τις  πνευματικές  ανάγκες 

των  ακροατών  της196.  Ενώ  ο  βίος  της  Ταρσώς  της  δια  Χριστόν  σαλής  αναφέρει: 

«Ὅταν  παρευρίσκοντο  πολλά  πρόσωπα  μιλοῦσε  [η  Ταρσώ]  μέ  τόν  ἰδιαίτερο  καί 

γνωστό  τρόπο,  ὥστε  πολλοί  νά  τήν  θεωροῦν  σαλή.  Εἶχε  ὅμως  ἰδιαίτερο  κώδικα: 

Φοῦρνο ἔλεγε τήν ἐκκλησία, Ἀφεντικό ἤ Ἡγεμόνα ἔλεγε τόν Χριστό· τό Μοναστήρι, 

ὅπου ἔμενε, τό ἔλεγε φοῦρνο ἐπίσης»197. 

Πρέπει  να  γίνει  όμως  σαφές,  ότι  η  σιωπή  και  η  βραχυλογία  δεν  είναι  ο 

αυτοσκοπός  του  ασκητή,  αυτά  τα  αθλήματα  οδηγούν  και  αποβλέπουν  σε 

ανώτερους  σκοπούς.  Κατά  τον  Μέγα  Βασίλειο  η  τέλεια  σιωπή  επιβάλλεται  και 

συμβουλεύεται  έως  ότου  δι᾿  αυτής  θεραπευθεί  το  πάθος  της  αυθάδειας.  Όταν 

κατορθωθεί αυτό το πράγμα κατά το χρόνο της αναπαύσεως, τότε μπορεί κάποιος 

194 Επίγραμμα περί σιωπής και ησυχίας, έκδ. Ι. Σπετσιέρη, Του οσίου πατρός ημών Ισαάκ του Σύρου τα 
ευρεθέντα ασκητικά, Αθήναι 1895, σ. κζ’. 
195 Βλ. Γέροντος Παΐσίου, Αγιορείται Πατέρες και Αγιορείτικα, σ. 92.

196 Βλ Οσία Πελαγία Ιβάνοβνα η δια Χριστόν σαλή, σ. 124. 

197 Iωάννου Κ. Κορναράκη, Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, σ. 118.
125
να  μάθει,  πότε  και  τί  και  πώς  πρέπει  να  μιλήσει,  για  να  δώσει,  τη  χάρη  στους 

ακούοντας198. Αυτό λέει και η Γραφή: «πᾶς λόγος σαπρὸς ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν μὴ 

ἐκπορευέσθω,  ἀλλ᾿  εἴ  τις  ἀγαθὸς  πρὸς  οἰκοδομὴν  τῆς  χρείας,  ἵνα  δῷ  χάριν  τοῖς 

ἀκούουσιν»199. 

5. Το «ιδιότροπο» εκκλησιαστικό ήθος 

Έχει  ειπωθεί  παραπάνω,  ότι  οι  δια  Χριστόν  σαλοί  δεν  αξίζουν  να 

ονομάζονται  παράξενοι  και  εκκεντρικοί.  Πρώτον,  γιατί  η  εσωτερική  τους  ζωή  δεν 

διαφέρει σε τίποτε από την εσωτερική ζωή όλων των άλλων αγωνιζομένων μελών 

της  Εκκλησίας  του  Χριστού.  Δεύτερον,  γιατί  τα  περισσότερα  στοιχεία  της 

εξωτερικής  συμπεριφοράς  τους,  όπως  π.  χ.  η  σιωπή,  η  ενδυμασία,  απορρέουν  από 

την ευαγγελική διδασκαλία και για αυτό το λόγο δεν μπορούν να γίνουν αφορμές 

του ιδιαίτερου χαρακτηρισμού των σαλών. Έχει λεχθεί επίσης, ότι αν και ορισμένες 

εξωτερικές  εκδηλώσεις  των  σαλών  δεν  είναι  για  όλους  τους  χριστιανούς 

εποικοδομητικές,  ωστόσο  αυτές  επιτρέπονται  για  μερικούς,  οι  οποίοι  έφθασαν  σε 

υψηλό  βαθμό  πνευματικής  ζωής.  Την  παραπάνω  γνώμη  ενισχύουν  και  πολλά 

παραδείγματα  των  θεαρέστων  ασκητών,  οι  οποίοι  αν  και  δεν  ήταν  σαλοί,  ωστόσο 

πολλές φορές συμπεριφέρονταν με το ίδιο ή όμοιο τρόπο όπως αυτοί. Στην ιστορία 

της  ορθόδοξης  Εκκλησίας  συναντιούνται  αρκετά  τέτοια  πρόσωπα,  τα  οποία 

μάλιστα  θα  μπορούσαν  να  είναι  και  άριστα  πρότυπα  της  συμπεριφοράς  για  τους 

δια  Χριστόν  σαλούς.  Στα  κείμενα  των  Πατέρων  και  των  εκκλησιαστικών 

συγγραφέων βρίσκονται και αρκετές συμβουλές προς τους ασκητές, οι οποίες τους 

προτρέπουν να ακολουθούν τον προσποιούμενο τρόπο ζωής. 

Η  πρώτη  περίπτωση  που  θα  παρουσιαστεί  σε  αυτό  το  σημείο  είναι  του 

υποτακτικού  Ακακίου.  Ο  Ακάκιος  ήταν  ένας  νεαρός  που  διακρινόταν  για  την 

απλότητα της ψυχής και φρόνηση των λογισμών. Ο γέροντάς του όμως ήταν «πάνυ 

198 Βλ. Όροι κατ᾿ επιτομήν 208, PG 31, 1221ΒC. 
199 Εφ. 4, 29. 
126
ἀμελὴς  καὶ  ἀκόλαστος»,  ο  οποίος  «οὐ  μόνον  γὰρ  ὕβρεσι  καὶ  ἀτιμίαις  αὐτόν,  ἀλλὰ 

καὶ  πληγαῖς  καθ᾿  ἡμέραν  ἀνεβασάνιζεν.  Ἦν  ἡ  ὑπομονὴ  αὐτοῦ  [του  Ακακίου]  οὐκ 

ἄλογος»200.  Από  τα  παραπάνω  λόγια  φαίνεται,  ότι  ο  γέροντας  του  νεαρού 

υποτακτικού  ούτε  τον  παραδειγμάτιζε  ούτε  τον  νουθετούσε  εν  Κυρίω  ούτε 

προσευχόταν  γι᾿  αυτόν.  Τόσο  από  τη  συμπεριφορά  του  γέροντα  όσο  και  του 

Ακακίου, φαίνεται ξεκάθαρα η μαρτυρική υπομονή του τελευταίου, υπερβαίνουσα 

τη  συνήθη  υπακοή  των  μοναχών.  Τέτοιου  είδους  υπομονή  μοιάζει  πάρα  πολύ  με 

την υπομονή των δια Χριστόν σαλών. 

Η  άλλη  περίπτωση  αφορά  τον  Ιωάννη  Σαββαΐτη.  Ο  Ιωάννης  ήταν  μαθητής 

ενός  πράου,  επιεικούς  και  ήσυχου  μοναχού  σε  ένα  μοναστήρι  της  Ασίας.  Ο 

υποτακτικός βλέποντας, ότι ο γέροντάς του τον τιμούσε και τον ανάπαυε, πήρε μια 

απόφαση,  «ὅπερ  πολλοῖς  σφαλερόν»,  και  παρακάλεσε  τον  γέροντα  να  τον 

απολύσει. Ο Ιωάννης αναχωρεί από το δικό του μοναστήρι και πάει να διαμένει σε 

ένα από τα κοινόβια του Πόντου. Την πρώτη νύχτα, κατά την οποία ήρθε αυτός στο 

κοινόβιο,  βλέπει  στον  ύπνο  του  τον  εαυτό  του  να  λογοδοτεί  σε  κάποιους  για  ένα 

οφειλόμενο χρέος του, με αποτέλεσμα να του μένει υπόλοιπο του χρέους του εκατό 

λίτρες  χρυσού,  εννοείται  της  πνευματικής  του  ακόμη  ατέλειας.  Ύστερα  από  τρία 

χρόνια αδιάκριτης υπακοής και εξευτελισμών από όλους, αυτός ο ασκητής βλέπει 

ξανά στον ύπνο του κάποιον που του δίνει απόδειξη εξοφλήσεως δέκα λίτρων του 

χρέους του. Μετά από το ξύπνημα, ξαφνιασμένος ο ασκητής βλέποντας πόσο λίγο 

χρέος  ξεπλήρωσε  κατά  τη  διάρκεια  των  τριών  ετών,  είπε  στον  εαυτό  του,  ότι  έχει 

ανάγκη  από  περισσότερο  κόπο  και  εξευτελισμούς.  «Ἐκ  τότε  οὖν  ἠρξάμην  τὸν 

ἔξηχον  ὑποκρίνεσθαι  μὴ  μέντοι  ἀργῶν  τῆς  διακονίας  τὸ  σύνολον»201,  ομολογεί  ο 

ίδιος ασκητής. Κατόπιν αυτού του γεγονότος, οι πατέρες του κοινοβίου βλέποντας 

την καινούρια κατάσταση και την προθυμία του ασκητή αυτού, του πρόσταζαν να 

κάνει  τις  πιο  βαρειές  δουλειές  του  μοναστηριού.  Όταν  πέρασαν  τα  επόμενα 

δεκατρία χρόνια, είδε ο Ιωάννης Σαββαΐτης στο ύπνο του, να έρχονται πάλι εκείνοι 

200 Βλ. Iωάννου Σιναΐτου, Κλίμαξ 4, PG 88, 720Β. Για όλη την ιστορία περί του υποτακτικού Ακακίου, 
βλ. ό. π., 720Β‐721Α.
201 Βλ. ό. π., 721C.  
127
που  του  φανερώθηκαν  στην  αρχή,  και  του  έγραψαν  πλήρη  εξόφληση  του  χρέους 

του202. 

Η  διήγηση  περί  του  οσίου  Ιωάννη  Σαββαΐτη  έχει  και  πολύ  ενδιαφέρουσα 

συνέχεια. Ο ασκητής αυτός «ἐκ τῆς ἄκρας αὐτοῦ ὑπακοῆς», απέκτησε το διακριτικό 

χάρισμα.  Μια  φορά  πήγαν  σε  αυτόν  τρεις  νεαροί  μοναχοί,  οι  οποίοι  ήθελαν  να 

γίνουν  υποτακτικοί  του.  Μετά  από  τρεις  μέρες  ο  Ιωάννης  είπε  στους  επισκέπτες 

του:  «Φύσει,  ἀδελφοί,  ἄνθρωπος  πόρνος  εἰμί,  καὶ  οὐ  δύναμαι  δέξασθαί  τινα  ἐξ 

ὑμῶν».  Οι  μοναχοί  βέβαια  δεν  σκανδαλίστηκαν,  διότι  γνώρισαν  την  εργασία  της 

αρετής του γέροντα. Όμως βλέποντας πως ο έμπειρος δάσκαλος δεν μπορεί να τους 

πάρει ως μαθητές, τον παρακάλεσαν, να τους πει τουλάχιστον, πώς και πού πρέπει 

να  μονάσουν.  Ο  Ιωάννης  τελικά  υποχώρησε,  γιατί  διαπίστωσε,  ότι  με  ταπείνωση 

και  υπακοή  πρόκειται  να  δεχθούν  τα  λεγόμενά  του.  Στον  ένα  από  τους  νεαρούς 

μοναχούς ο γέροντας είπε: να έχεις συνεχώς αχώριστο μαζί με την αναπνοή σου το 

ρητό που λέγει: «ὁ ὑπομείνας εἰς τέλος, οὗτος σωθήσεται»203. Πήγαινε να βρεις ένα 

γέροντα που να είναι ο πιο επιπληκτικός και ο πιο σκληρός μεταξύ των ανθρώπων. 

Κάνε σ᾿ αυτόν υπομονή και πίνε καθημερινά τις περιφρονήσεις και τις ύβρεις σαν 

μέλι  και  γάλα.  Τότε  ο  αδελφός  ρώτησε  τον  Ιωάννη:  εάν  όμως  πάτερ  αυτός  ζει  με 

αμέλεια, τι να κάνω σε αυτή την περίπτωση; Η απάντηση του Ιωάννου Σαββαΐτου 

ήταν  η  εξής:  και  αν  ακόμη  τον  δεις  να  πορνεύει,  και  τότε  μη  φύγεις,  αλλά  λέγε 

μέσα  σου:  φίλε  μου,  γιατί  ήρθες  εδώ204;  για  να  εξετάζεις  τις  αμαρτίες  των  άλλων; 

Κάνοντας  έτσι  θα  δεις  να  σβήνει  μέσα  σου  η  υπερηφάνεια  και  να  μαραίνεται  η 

σαρκική πύρωση205. 

202  Για  ολόκληρη  την  παραπάνω  ιστορία  βλ.  ό.  π.,  721AC.  Ο  Ιωάννης  Σαββαΐτης  ο  ίδιος  διηγήθηκε 
αυτή την ιστορία για τον εαυτό του στον όσιο Ιωάννη τον Σιναΐτη, και για αυτό το λόγο μη θέλοντας 
να γίνουν γνωστά τα κατορθώματά του σε άλλους, τον εαυτό του, τον ονομάζει Αντίοχο. 
203 Μτ. 10, 22. 

204 Βλ. Μτ. 26, 50. 

205  Για  ολόκληρη  την  ιστορία  του  Ιωάννου  Σαββαΐτου  με  τους  τρεις  νέους  μοναχούς,  βλ.  Ιωάννου 

Σιναΐτου, Κλίμαξ 4, PG 88, 721D‐724B. Μία διαφορετική διήγηση δείχνει ένα άλλο καλό παράδειγμα 
της  τέλειας  υπακοής  του  υποτακτικού  στον  πνευματικό  του  πατέρα.  Ο  αββάς  Μούη  θέλοντας  να 
πειράξει  το  πνευματικό  του  τέκνο,  τον  αββά  Σαϊώ,  πάντα  διέταζε  αυτόν  να  διαρπάζει  διάφορα 
πράγματα  από  τους  άλλους  αδελφούς.  Ο  Σαϊώ  χάριν  υπακοής,  εκτελούσε  όλες  αυτές  τις  διαταγές 
του  γέροντά  του,  ευχαριστώντας  για  όλα  το  Θεό.  Ο  δε  γέροντας  Μούη  έπαιρνε  τα  κλεμμένα 
πράγματα  και  τα  επέστρεφε  κρυφά  πίσω,  βλ.  Παλλαδίου  Ελενουπόλεως,  Αποφθέγματα  αγίων 
Γερόντων, PG 65, 420ΑB. 
128
Στην  περίπτωση  του  οσίου  Ιωάννου  Σαββαΐτου  φαίνεται  σαφώς  η  διαφορά 

της  απαιτουμένης  από  όλους  τους  μοναχούς  υπακοής  και  της  πολύμοχθης, 

παντελής  υπομονής  στις  θλίψεις  και  προσβολές  των  ανθρώπων  («ὅπερ  πολλοῖς 

σφαλερόν»),  η  οποία  χαρακτηρίζει  τους  δια  Χριστόν  σαλούς.  Οι  πατέρες  του 

κοινοβίου  του  Πόντου  ήταν  ανελεήμονες,  αντί  να  τον  βοηθούν  σαν  αδελφό,  τον 

ταλαιπωρούσαν σκληρότατα. Αλλά και ο ίδιος ο Ιωάννης Σαββαΐτης, όταν νουθετεί 

τους  τρεις  νεαρούς  μοναχούς,  σε  ένα  από  αυτούς  δίδει  συμβουλές  και  όπλα 

πνευματικά,  αρμόζοντα  στους  δια  Χριστόν  σαλούς.  Ο  Ιωάννης  δεν  λέει  βεβαίως 

άμεσα:  γίνε  σαλός  δια  Χριστόν.  Όμως  σύμφωνα  με  τις  οδηγίες  που  έδωσε  σε  ένα 

μοναχό,  εκείνος  θα  έπρεπε  να  παραδειγματίζεται  από  τη  ζωή  των  δια  Χριστόν 

σαλών αγίων. 

Με  βάση  αυτά  που  ειπώθηκαν  παραπάνω,  φαίνεται  ότι  ο  όσιος  Ιωάννης 

Σαββαΐτης και ο όσιος Ακάκιος, ένα διάστημα του βίου τους έζησαν ως δια Χριστόν 

σαλοί δια της άκρας υπακοής και της υπομονής τους. Δεν συγκαταριθμούνται όμως 

στο  χορό  των  δια  Χριστόν  σαλών,  αλλά  στο  χορό  των  οσίων  μοναχών  και 

υποτακτικών.  Ωστόσο  πρέπει  να  επισημανθεί,  ότι  σε  αυτούς  τους  ασκητές 

φανερώνεται  το  πώς  οι  μωροί  εργάτες  του  Κυρίου,  βιώνουν  το  μυστήριο  της 

Χριστομιμήτου υπακοής. Έχοντας υπόψη τέτοια ζωντανά παραδείγματα εντός της 

Εκκλησίας  του  Χριστού,  μπορεί  κάποιος  χωρίς  φόβο  να  εκτιμήσει  και  να 

χαρακτηρίσει  απλανώς  την  αγία  ζωή  των  δια  Χριστόν  σαλών.  Τέτοια 

παραδείγματα  επιπλέον  θα  βοηθήσουν  να  αποφευχθούν  πλάνες,  συγχύσεις  και 

παρεξηγήσεις, οι οποίες γίνονται συχνά εξαιτίας της λανθασμένης θεωρήσεως του 

βίου  των  σαλών.  Η  προβολή  της  ζωής  των  ασκητών  που  δεν  ήταν  σαλοί,  αλλά 

διακρίθηκαν  στη  ζωή  τους  για  την  άκρα  υπακοή  και  υπομονή,  μπορεί  επίσης  να 

βοηθήσει  και  να  αποτρέψει  από  κάθε  επιπόλαιη  και  προπετή  πρόθεση  όσων 

επιχειρούν  να  απομιμηθούν  τα  κατορθώματα  των  δια  Χριστόν  σαλών.  Τέτοιες 

καταστάσεις μπορούν να δημιουργηθούν, είτε όταν κάποιος προσπαθεί να μιμείται 

μόνο  την  εξωτερική  συμπεριφορά  των  σαλών  είτε  όταν  η  υπακοή  δεν  αποβλέπει 
129
στην ταπεινοφροσύνη και στην σωτηρία του ανθρώπου, και γι᾿ αυτό το λόγο είναι 

αυτή νόθος και επίπλαστη206. 

Η  διήγηση  περί  του  Ιωάννη  Σαββαΐτη  είναι  πολύ  σημαντική,  γιατί  δείχνει 

εκτός  των  άλλων,  την  πνευματική  αξία  της  προσποιητής  μωρίας  σε  σύγκριση  με 

άλλους τρόπους ασκήσεως. Στο παραπάνω κείμενο φαίνεται καθαρά, ότι πριν την 

υποκρινόμενη  συμπεριφορά  του  Ιωάννη  προηγήθηκε  η  υπακοή  του  και  οι 

εξευτελισμοί  προς  το  πρόσωπό  του  από  άλλους.  Σε  αυτή  τη  διήγηση  επομένως, 

επαναλαμβάνεται η αλήθεια η οποία έχει ειπωθεί στα προηγούμενα  τμήματα της 

εργασίας  αυτής,  ότι  ο  δρόμος  προς  την  προσποιητή  μωρία  περνάει  διαμέσου  της 

ταπεινώσεως η οποία αποκτιέται κατά τον καλύτερο τρόπο με την υπακοή και τους 

εξευτελισμούς.  Η  περίπτωση  του  Ιωάννη  Σαββαΐτη  δείχνει,  ότι  η    προσποιούμενη  

συμπεριφορά μπορεί να είναι ένα από τα μέσα της εξαλείψεως των αμαρτιών στον 

άνθρωπο. 

Κάτι  ανάλογο,  όπως  με  τον  Ιωάννη  Σαββαΐτη,  στη  Ρωσία  έγινε  με  τον  όσιο 

Ισαάκιο του Κιέβου. Ο όσιος Ισαάκιος, μετά από την ανάνηψή του εκ της δαιμονικής 

πλάνης  που  υπέστη207,  ταπεινούμενος  και  υπακούων  πάντοτε,  άρχισε  να 

υποκρίνεται και τον σαλό. Ο βίος του σχετικά με αυτό το θέμα λέει: «Φόρεσε, ὅπως 

ὅλοι,  τό  τρίχινο  ἔνδυμα  καί  μέ  ζῆλο  ἐπιδόθηκε  στά  κοινοβιακά  ἔργα.  Ἐργαζόταν 

ὑπάκουα  κάτω  ἀπό  τίς  ἐντολές  ὅλων  τῶν  ἀδελφῶν  διακονητῶν.  …  Μετά  τήν 

πρωινή  ἀκολουθία  πήγαινε  στό  μαγειρεῖο,  ἄναβε  τή  φωτιά,  ἔφερνε  νερό  κι  ἔκανε 

ὅλες τίς ἀναγκαῖες προετοιμασίες γιά τό μαγείρεμα. Ὅταν ἔρχονταν οἱ μάγειροι, τά 

εὕρισκαν  ὅλα  ἕτοιμα.  Μιά  φορά  ἕνας  ἀπό  τούς  μαγείρους,  Ἰσαάκ  στό  ὄνομα, 

θέλησε νά πειράξη τό μακάριο καί τοῦ εἶπε: ‐ Πάτερ Ἰσαάκιε! Νά, ἐκεῖ στό δέντρο 

κάθησε ἕνας κόρακας. Πήγαινε, πιάσ᾿ τον καί φέρ᾿ τον ἐδῶ! Ἐκεῖνος ἔβαλε βαθειά 

μετάνοια,  βγῆκε  ἔξω,  σκαρφάλωσε  στό  δέντρο  κι  ἔπιασε  τόν  κόρακα  χωρίς 

206  Λ.  χ.,  ο  όσιος  Ιωάννης  ο  Σιναΐτης  λέει,  ότι  ορισμένοι  από  τους  υποτακτικούς  αυτοαπατούνται, 
βλέποντας  τον  ηγούμενό  τους  να  είναι  υπάκουος  και  γεμάτος  από  συγκατάβαση,  και  ζητούν  τα 
προστάγματά  του  να  είναι  σύμφωνα  με  τα  θελήματά  τους.  Πετυχαίνοντας  όμως  αυτό,  πρέπει  να 
γνωρίσουν ότι έχουν στερηθεί τελείως το στεφάνι της ομολογίας, γιατί υπακοή σημαίνει απόρριψη 
της υποκρισίας και των προσωπικών επιθυμιών, βλ. Κλίμαξ 4, PG 88, 717CD. 
207 Για τα πρώτα χρόνια της παραμονής του οσίου Ισαακίου στο μοναστήρι, για το εμπαιγμό του από 

τους δαίμονες, και για την ανάρρωσή του, βλ. Πατερικόν των Σπηλαίων του Κιέβου, απόδοση από τα 
ρωσικά Αρχιμ. Τιμοθέου, έκδ. Ι. Μ. Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 1990, σ. 132‐136. 
130
δυσκολία. … Ἔμειναν σάν ἀποσβολωμένοι οἱ μάγειροι σάν εἶδαν τ᾿ ἀποτελέσματα 

τῆς  ἁπλότητος  καί  τῆς  ὑπακοῆς  τοῦ  ἁγίου.  Ἐνημέρωσαν  τόν  ἡγούμενο  καί  τούς 

ἀδελφούς,  πού  ἀπό  τότε  ἄρχισαν  νά  τόν  τιμοῦν  σάν  χαρισματοῦχο.  Ὁ  θεῖος 

Ἰσαάκιος ὅμως, γιά ν᾿ ἀποφύγη τή δόξα τῶν ἀνθρώπων καί μιά δεύτερη πτώση σέ 

δαιμονική  παγίδα,  ἄρχισε  νά  παριστάνη  τό  σαλό.  Ἔλεγε  λόγια  παράξενα,  ἔκανε 

τρέλλες  καί  προξενοῦσε  ζημιές  ἄλλοτε  στούς  ἀδελφούς  καί  ἄλλοτε  στούς 

περαστικούς  κοσμικούς,  μέ  ἀποτέλεσμα  νά  δέχεται  ὀνειδισμούς,  πειράγματα  καί 

ραπίσματα»208. 

Οι παραπάνω περιπτώσεις των ασκητών που κατά καιρούς έδειξαν στη ζωή 

τους προσποιητή συμπεριφορά, όπως ειπώθηκε και νωρίτερα, διαφέρουν στο είδος, 

από  τους  παραδοσιακούς  δια  Χριστόν  σαλούς.  Αυτή  την  άποψη  συμμερίζεται  και 

εξηγεί  με  ωραίο  τρόπο  ο  G.  P.  Fedotov209.  Αυτός  ο  ρώσος  ιστορικός  και  θεολόγος 

λέει, ότι στη Ρωσία της κιεβικής περιόδου δεν συναντάμε τους δια Χριστόν σαλούς 

με  την  κυριολεκτική  τους  σημασία.  Βλέπουμε  όμως  σε  κάποιους  βίους  οσίων,  πως 

αυτοί  κάνουν  τον  σαλό  κατά  καιρούς.  Σε  αυτούς  ανήκουν  ο  όσιος  Ισαάκιος  ο 

έγκλειστος της Κίεβο‐Πετσέρσκαγια Λαύρας και ο όσιος Αβραάμιος του Σμολένσκ. 

Όμως, σχετικά με τον Αβραάμιο, είναι πιθανόν, πως ο βιογράφος του εννοεί με τη 

σαλότητά του, την πάμπτωχη και περιπλανώμενη ζωή αυτού του αγίου ανδρός. Ο 

κοινωνικός  εξευτελισμός  και  τα  «τρύπια  άμφια»  του  οσίου  Θεοδοσίου210,  ομοίως 

αγγίζουν  τα  όρια  της  ταπεινής  σαλότητας.  Κατά  καιρούς  προσποιούταν  τον  σαλό 

και  ο  όσιος  Κύριλλος  Μπελοζέρσκι.  Όπως  και  για  τον  όσιο  Ισαάκιο,  η  δική  του 

σαλότητα  αιτιολογείται  με  την  επιθυμία  του  να  αποφύγει  την  δόξα.  Η  μωρία  του 

οσίου  Κυρίλλου  είχε  χαρακτήρα  ηθικό  (ανήθικο)  –  σε  χειρότερη  περίπτωση, 

βασιζόταν  στην  παράβαση  της  πειθαρχίας  –  αυτό  φαίνεται  από  τις  ποινές  τις 

οποίες  του  επέβαλε  ο  ηγούμενός  του.  Πάντως,  πρέπει  να  υπογραμμιστεί,  ότι  στις 

παραπάνω  περιπτώσεις  των  οσίων  ανδρών,  δεν  πρέπει  να  αναζητούμε  τα  έντονα 

χαρακτηριστικά  της  κλασσικής  σαλότητας.  Στη  ζωή  αυτών  των  προσώπων 

208 Ό. π., σ. 136‐137. 
209 Σε αυτό το σημείο πρέπει να επισημανθεί, ότι αυτός ο επιστήμονας, τις παρατηρήσεις του κάνει 
μόνο με βάση τα σλαβικά‐ρωσικά κείμενα. 
210 Ο Fedotov έχει υπόψη εδώ τον πρώτο καθηγούμενο της Λαύρας των Σπηλαίων στο Κίεβο. 
131
μπορούμε μονάχα να δούμε ίχνη προσέγγισης της αληθινής σαλότητας. Και αυτό, 

γιατί  ο  συγκεκριμένος  τρόπος  της  ζωής  τους,  δεν  αποτελεί  την  ειδική  μορφή  της 

άσκησης  της  σαλότητας,  αλλά  η  σαλότης  γίνεται  συμπληρωματικό  στοιχείο  της 

ασκήσεώς τους211. 

Οι παραπάνω παρατηρήσεις του Fedotov, αν και αφορούν μόνο τους Ρώσους 

ασκητές,  μπορούν  άριστα  να  χαρακτηρίζουν  όλα  τα  μέλη  της  ορθόδοξης 

Εκκλησίας, τα οποία κατά καιρούς με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο μιμούνταν τους 

παραδοσιακούς  δια  Χριστόν  σαλούς.  Σε  αυτούς  συγκαταλέγεται  και  ο  όσιος 

Κύριλλος ο Φιλεώτης, στη ζωή του οποίου υπάρχουν στοιχεία προσποιητής μωρίας. 

Ο  βίος  του  περί  αυτού  του  θέματος  λέει:  «Καὶ  τοῦτο  ἔθος  ἦν  τῷ  ὁσίῳ  ἔστιν  ὅτε 

μωροποιεῖν  κατὰ  Θεόν»212.  Ένα  περιστατικό  από  τη  ζωή  αυτού  του  αγίου  ανδρός 

επιβεβαιώνει  τα  παραπάνω.  Μια  φορά  ο  όσιος  έφθασε  σε  ένα  χωριό,  όπου  ο 

Επίτροπος  της  Εξουσίας  τον  ρώτησε  ποιος  είναι  και  από  πού  έρχεται.  Ο  Κύριλλος 

όμως «ἵστατο σιωπῶν καὶ τὸν ἄλαλον ὑποκρινόμενος». Μετά από άλλες ερωτήσεις, 

στις  οποίες  επίσης  δεν  υπήρχαν  απαντήσεις,  ο  Επίτροπος  χτύπησε  τον  όσιο, 

ρωτώντας τον ξανά: «Εἰπὲ τίς εἶ». Ο Κύριλλος αντί της απαντήσεως, του έδειχνε τον 

ουρανό,  άλλοτε  με  το  κεφάλι  του  και  άλλοτε  με  το  χέρι  του.  Ο  Επίτροπος  τότε 

θύμωσε,  τον  χτύπησε  πάλι  και  τον  έβαλε  στη  φυλακή,  νομίζοντας  ότι  ήταν 

κατάσκοπος.  Μετά  από  τον  ξυλοδαρμό,  ο  όσιος  έλεγε  στον  εαυτό  του:  «Μὴ 

παραιτοῦ  τοὺς  κναφεῖς·  εἰ  γὰρ  καὶ  τύπτουσι  πατοῦντες  καὶ  τείνοντες  ξαίνουσιν, 

ἀλλά γε διὰ τούτων λαμπρὰ ἡ ἐσθής σου γίνεται. Τυπτόμενος σιώπα καὶ καταδέχου 

ψυχῆς  καυτῆρας,  μᾶλλον  δὲ  ἁγνείας  φωστῆρας»213.  Το  περιστατικό  με  τον  όσιο 

Κύριλλο  Φιλεώτη  μπορεί  να  συμπληρώσει  μια  διήγηση  από  το  Γεροντικό.  Αυτό  το 

ψυχωφελές βιβλίο αναφέρει, ότι ο αββάς Αρσένιος και ο αββάς Θεόδωρος μισούσαν 

211 Βλ. G. P. Fedotov, Sviatiye Drevniey Rusi, σ. 194.
212 Βίος και διδαχαί οσίου Κυρίλλου του Φιλεώτου 119, σ. 35. 
213 Βλ. ό. π., 120, σ. 35. Από ένα άλλο περιστατικό της ζωής του Κυρίλλου Φιλεώτου μαθαίνουμε, ότι 

κοντά στο κελλί του, ήταν μια πηγή, που δεν έβγαζε πολύ καλό νερό. Αν και το νερό ήταν χλιαρό 
και μύριζε ελαφρά, ο όσιος άνοιξε ένα μικρό λάκκο και έπινε από αυτό μαζί με το σκύλο της Μονής. 
«Ἐξ αὐτοῦ τοίνουν τοῦ ὕδατος λαμβάνων ὁ ὅσιος ἀνὴρ καὶ σταυρὸν ποιῶν μετ᾿ εὐχῆς πολλοὺς τῶν 
μετὰ πίστεως αὐτὸ δεχομένων ἐκ μεγάλων ἀσθενειῶν ἐθεράπευε», βλ. ό. π., 268, σ. 70. Η παραπάνω 
συμπεριφορά του Κυρίλλου Φιλεώτου, αν και αποτελεί ένα μεμονωμένο περιστατικό της ζωής του, 
επιβεβαιώνει  το  γνωμικό:  «τὰ  ἐλαττώματα  ἔν  τισι  τοῖς  φυλάττουσιν  ἑαυτοὺς  φύλακές  εἰσι  τῆς 
δικαιοσύνης», ό. π., 119, σ. 35. 
132
περισσότερο  από  όλους  τη  δόξα  των  ανθρώπων.  Γι᾿  αυτό  το  λόγο,  ο  πρώτος  από 

αυτούς τους δύο απέφευγε να μιλήσει στους ανθρώπους, ενώ ο δεύτερος συζητούσε 

με  αυτούς,  αλλά  «ὡς  ρομφαία  δὲ  ἦν  ὁ  λόγος  αὐτοῦ»214.  Ο  αββάς  Θεόδωρος 

επομένως,  αν  και  συνομιλούσε  με  τους  άλλους,  η  απότομη  ομιλία  του  ως  η 

ρομφαία,  δεν  προκαλούσε  τη  συμπάθεια  των  άλλων.  Αυτή  η  μικρή  διήγηση  με 

άριστο και σύντομο τρόπο δείχνει, ότι η σιωπή και η βραχυλογία, όπως αυτό γίνεται 

και  στην  περίπτωση  των  δια  Χριστόν  σαλών,  έχουν  ως  σκοπό  την  αποφυγή  της 

δόξας των ανθρώπων. 

Πρέπει  να  επισημανθεί,  ότι  στην  ιστορία  της  Εκκλησίας  υπήρχαν  αρκετοί 

ασκητές οι οποίοι έκαναν τον μωρό εκ προθέσεως, για να αποφύγουν τη δόξα των 

ανθρώπων215. Για τέτοιους ανθρώπους ο όσιος Ισαάκ ο Σύρος λέει: «Ἄλλοι δέ, ἵνα μὴ 

δοξασθῶσιν  ἐν  τῇ  ἐναρέτῳ  αὐτῶν  καταστάσει,  τῇ  οὔσῃ  ἐν  αὐτοῖς  κεκρυμμένῃ,  ἐν 

σχήματι  παραπλήγων  ἑαυτοὺς  ἐδείκνυον,  τῷ  θείῳ  ἅλατι  ἠρτυμένοι  ὄντες,  καὶ  τῇ 

γαλήνῃ πάγιοι, ὥστε ἐκ τῆς ἄκρας αὐτῶν τελειότητος, τοὺς ἁγίους Ἀγγέλους ἔχειν 

κήρυκας τῶν ἰδίων ἀνδραγαθημάτων»216. Στο Γεροντικό υπάρχει μια μικρή ιστορία 

για  ένα  αναχωρητή  ο  οποίος  δέχτηκε  την  παράκληση  ενός  κοσμικού  που  τον 

υπηρετούσε, και πήγε στο σπίτι του να προσευχηθεί για το παιδί του, το οποίο ήταν 

άρρωστο.  Πριν  να  φθάσει  ο  γέροντας  στον  προορισμό  του,  από  μακριά  κατάλαβε 

ότι  πολλοί  άνθρωποι  θέλουν  να  τον  υποδεχτούν  με  λαμπάδες  και  τιμές.  Για  να 

αποφύγει  τέτοια  συνάντηση  την  οποία  δεν  επιθυμούσε  ο  ίδιος,  έβγαλε  τα  ρούχα 

του, τα έριξε στο κοντινό ποτάμι και γυμνός άρχισε να τα πλένει. Οι άνθρωποι που 

τον περίμεναν γύρισαν πίσω, γιατί πίστεψαν ότι ο ασκητής αυτός έχει δαιμόνιο. Ο 

γέροντας  όμως  ήταν  ευχαριστημένος,  γιατί  αυτό  ακριβώς  ήθελε  να  ακούσει  από 

τους κοσμικούς217. Με αυτό το τρόπο η σκανδαλιστική πράξη του ασκητή, τον έσωσε 

από  τις  τιμές  των  ανθρώπων,  οι  οποίες  συνήθως  προξενούν  ζημιές  στην 

πνευματική  ζωή  του  μοναχού.  Αυτός  ο  ασκητής  διέπραξε  ακριβώς  κατά  τη 

214 Βλ. Παύλου μοναχού, Ευεργετινός, τόμ. 3, σ. 309. Πρβλ. Παλλαδίου Ελενουπόλεως, Αποφθέγματα 
αγίων Γερόντων, PG 65, 97CD. 
215  Συμπληρωματικά  για  αυτό  το  θέμα  βλ.  επίσης  σ.  51‐52  του  προηγουμένου  κεφαλαίου  της 

εργασίας αυτής 
216 Λόγος 56, ό. π., σ. 224. 

217 Για όλη αυτή την ιστορία βλ. Παύλου μοναχού, Ευεργετινός, τόμ. 2, σ. 70‐71. 
133
συμβουλή  ενός  γέροντα  ο  οποίος  είχε  πει:  «Ἢ  φεύγων  φεῦγε  τοὺς  ἀνθρώπους,  ἢ 

ἔμπαιξον τὸν κόσμον καὶ τοὺς ἀνθρώπους, μωρὸν σεαυτὸν εἰς τὰ πολλὰ ποιῶν»218. 

Πρόσφατα  παραδείγματα  της  παρόμοιας  προσποιητής  συμπεριφοράς, 

μπορεί  κάποιος  να  βρει  στα  γραπτά  του  γέροντος  Παΐσίου  Αγιορείτου.  Αυτός  ο 

αγαπημένος  από  όλους  σύγχρονος  Γέροντας  σχετικά  με  αυτό  το  θέμα  λέει: 

«μερικοὶ  Πατέρες,  ὅταν  ὑπῆρχαν  ἀκόμη  ἰδιόρρυθμα  μοναστήρια  στὸ  Ἅγιον  Ὄρος, 

ἔβρισκαν ἄλλον τρόπο νὰ ζήσουν τὴν ἄσκηση. Π. χ. ἔλεγαν: “δὲν μὲ ἀναπαύει ἐδῶ, 

θὰ πάω σὲ κανένα ἰδιόρρυθμο νὰ δουλέψω, γιὰ νὰ μαζέψω χρήματα”, καὶ οἱ ἄλλοι 

τὸ  πίστευαν.  Πήγαιναν  σὲ  ἰδιόρρυθμο,  δούλευαν  ἐκεῖ  τρεῖς‐τέσσερις  μῆνες  καὶ 

ὕστερα  ζητοῦσαν  μεγάλη  αὔξηση.  Ἐπειδὴ  δὲν  τοὺς  τὴν  ἔδιναν,  ἔλεγαν:  “Δὲν  μὲ 

συμφέρει· θὰ φύγω”. Ἔπαιρναν λίγο παξιμάδι καὶ πήγαιναν, κρύβονταν σὲ καμμιὰ 

σπηλιὰ  καὶ  ἀσκήτευαν.  Οἱ  ἄλλοι  εἶχαν  τὴν  ἐντύπωση  ὅτι  πῆγαν  καὶ  δουλεύουν 

ἀλλοῦ.  Καὶ  ἂν  ρωτοῦσαν  στὸ  μοναστήρι:  “τί  γίνεται,  πέρασε  ἐκεῖνος  ὁ  Πατέρας;”, 

ἔλεγαν:  “Ναί,  πέρασε,  ἀλλὰ  τί  ἰδιότροπος  ποὺ  ἦταν!  Ἤθελε  νὰ  μαζέψη  ἀπὸ  ᾿δῶ 

χρήματα.  Ζητοῦσε  αὔξηση.  Καλόγερος,  καὶ  νὰ  ζητάη  αὔξηση!  Τί  καλόγερος  εἶναι 

αὐτός;”. Ὁπότε, ὠφελεῖτο ὁ ἀναχωρητὴς καὶ ἀπὸ τὴν ἄσκηση ποὺ ἔκανε καὶ ἀπὸ τὶς 

κατηγορίες τῶν ἄλλων, ὠφελεῖτο καὶ ἀπὸ τοὺς κλέφτες. Γιατὶ μάθαιναν οἱ κλέφτες 

ὅτι  ὁ  τάδε  ἔχει  χρήματα  καὶ  πήγαιναν  στὴν  σπηλιά,  τὸν  ταλαιπωροῦσαν,  ἀλλὰ 

τελικὰ δὲν ἔβρισκαν τίποτε»219. 

Ο όσιος Ιωάννης ο Σιναΐτης για την παραπάνω συμπεριφορά των χριστιανών 

λέει: «Εἰ τοῦτο ὄρος, καὶ λόγος, καὶ τρόπος ἐσχάτης ὑπερηφανίας καθέστηκε, τὸ τὰς 

μὴ  προσούσας  ἀρετὰς,  δόξης  χάριν,  ὑποκρίνεσθαι,  οὐκ  οὖν  τοῦτο  τεκμήριον 

βαθυτάτης  ταπεινοφροσύνης  καθέστηκε  τὸ  τὰς  μὴ  προσούσας  ἡμῖν  αἰτίας  ἐπί 

τινων  εὐτελείας  χάριν  σχηματίζεσθαι»220. Συνεχίζοντας το λόγο του, αναφέρει  και 

δύο  συγκεκριμένα  παραδείγματα  τέτοιας  συμπεριφοράς.  «Οὕτως  ὁ  τὸν  ἄρτον  καὶ 

τὸν  τυρὸν  μετὰ  χεῖρας  εἰληφὼς  πεποίηκεν·  οὕτως  ὁ  τὴν  ἑαυτοῦ  ἐσθῆτα 

ἐκδυσάμενος,  καὶ  ἀπαθῶς  ὁ  τῆς  ἁγνείας  ἐργάτης  τὴν  πόλιν  περιπολήσας»221.  Το 

218 Παλλαδίου Ελενουπόλεως, Αποφθέγματα αγίων Γερόντων, PG 65, 440C. 
219 Πνευματικός αγώνας, Λόγοι Γ’, σ. 81‐82. 
220 Κλίμαξ 25, PG 88, 997ΒC. 

221 Ό. π., 997C. 
134
πρώτο  περιστατικό  το  οποίο  αναφέρει  ο  όσιος  Ιωάννης  ο  Σιναΐτης  βρίσκεται  στα 

γραπτά  του  Ησαΐου  Αναχωρητού.  Ένας  άρχοντας  ερχόταν  στην  έρημο  για  να 

γνωρίσει τον αββά Σίμωνα και να πάρει την ευλογία του. Εν τω μεταξύ οι γνωστοί 

κληρικοί  αυτού  του  γέροντα,  τον  προειδοποίησαν  για  την  ερχόμενη  επίσκεψη.  Ο 

ασκητής  τότε  φόρεσε  τον  παλαιόν  μανδύα,  πήρε  στο  χέρι  του  ψωμί  και  τυρί,  και 

άρχισε να τα τρώει καθήμενος στην εξώπορτα της καλύβης που διέμενε. Όταν ήρθε 

ο άρχοντας και είδε τον γέροντα σε τέτοια αργή κατάσταση, απογοητεύτηκε ο ίδιος 

και έφυγε χωρίς να μιλήσει στον ασκητή222. 

Η δεύτερη αναφερόμενη από τον όσιο Ιωάννη τον Σιναΐτη περίπτωση αφορά 

μάλλον  τον  Σεραπίωνα  αποκαλούμενο  Σινδονίτη.  Αυτός  ο  ασκητής  λεγόταν  έτσι, 

γιατί  εκτός  από  σεντόνι  δεν  φόρεσε  ποτέ  τίποτα  άλλο.  Ο  Σεραπίων  από  την 

υπερβολική  ακτημοσύνη  και  τη  μελέτη  των  θείων  λόγων  του  Πνεύματος  δεν 

μπόρεσε  να  ηρεμήσει  σε  κελλί,  για  να  μη  περισπάται  σε  υλικά  πράγματα,  αλλά 

ζούσε  με  ευχαρίστηση  αποστολική  ζωή.  Τριγυρίζοντας  τον  κόσμο,  κατόρθωσε  την 

αρετή  της  άκρας  ακτημοσύνης,  δια  της  οποίας  απόκτησε  και  την  τέλεια  απάθεια. 

Μια από τις πολλές αποστολές τις οποίες ανέθεσε ο Θεός στον Σεραπίωνα κατά τη 

διάρκεια όλης της ζωής του, είχε προορισμό τη Ρώμη. Εκεί τον έστειλε ο Κύριος, να 

συναντήσει  κάποια  ησυχάστρια  παρθένο  που  ήταν  κλεισμένη  επί  είκοσι  πέντε 

χρόνια  σε  ένα  κελλί,  στο  οποίο  δεν  συνάντησε  ποτέ  κανένα.  Ο  Σεραπίων  όταν 

έφθασε στο σπίτι της παρθένου, παρακάλεσε να την δει, όμως μόνο μετά από τρεις 

μέρες επίμονης προσπάθειας κατόρθωσε να τη συναντήσει. Γιατί κάθεσαι εδώ, την 

ρώτησε ο ασκητής. Αυτή του αποκρίθηκε, ότι δεν κάθεται απλά στο κελλί της, αλλά 

βαδίζει προς το Θεό, γιατί πέθανε πια για αυτό τον κόσμο. Τότε ο ενάρετος εκείνος 

μοναχός  έχοντας  την  πνευματική  διάκριση,  ήθελε  να  δοκιμάσει  την  παρθένο  και 

να  μάθει  αν  αυτά  που  λέει  είναι  στην  πραγματικότητα  η  αλήθεια.  Την  πρόσταξε 

λοιπόν να βγει από το κελλί της και να περπατήσει στην πόλη, αφού όπως έλεγε η 

ίδια, είναι νεκρή για τον κόσμο, και ως εκ τούτου δεν έπρεπε να αισθάνεται τίποτα. 

Ακούγοντας  τα  λόγια  του  Σεραπίωνα  η  παρθένος  βγήκε  έξω  και  πήγε  μέχρι  την 

  Βλ  Παλλαδίου  Ελενουπόλεως,  Αποφθέγματα  αγίων  Γερόντων,  PG  65,  412D‐413A.  Βλ.  επίσης 
222

Παύλου μοναχού, Ευεργετινός, τόμ. 3, σ. 324. 
135
Εκκλησία.  Αν  πράγματι  θέλεις  να  με  πείσεις  ότι  πέθανες  και  δεν  ζεις  πια  για  να 

αρέσεις στους ανθρώπους, της είπε ο ασκητής, βγάλε τα ρούχα σου όπως εγώ, βάλε 

αυτά  στο  ώμο  σου  και  γύρισε  μέσα  στην  πόλη.  Η  παρθένος  του  απάντησε  με 

δυσχέρεια, ότι με αυτή την πράξη θα σκανδαλίσει πολλούς, με αποτέλεσμα να την 

ονομάσουν  τρελλή  και  δαιμονισμένη,  πράγμα  το  οποίο  αυτή  δεν  επιθυμεί. 

Αποκρινόμενος ο μακάριος Σεραπίων είπε στην ησυχάστρια, ότι τον νεκρό ποτέ δεν 

τον  ενδιαφέρει  αν  κάποιος  τον  κακολογεί  ή  τον  περιγελά,  γιατί  είναι  αναίσθητος 

απέναντι  σε  όλους  και  για  αυτό  το  λόγο  δεν  πρέπει  να  ενδιαφέρεται  για  το 

σκανδαλισμό των άλλων. Τότε τελικά η παρθένος ομολόγησε πως δεν έχει φθάσει 

ακόμα  σε  αυτό  το  μέτρο  της  απάθειας.  Ο  απαθής  δούλος  του  Χριστού  Σεραπίων 

καταλαβαίνοντας ότι πέτυχε το σκοπό του, άρχισε να συμβουλεύει την ησυχάστρια 

με πατρικό τρόπο. Να μη μεγαλοφρονείς πια για τον εαυτό σου, της είπε, ότι είσαι η 

πιο  αγία  από  όλους  και  να  καυχιέσαι,  ότι  έχεις  πεθάνει  για  τον  κόσμο,  γιατί 

διαπίστωσες τώρα, ότι ζεις και ότι θέλεις ακόμα να είσαι αρεστή στους ανθρώπους. 

Εγώ έμπρακτα μπορώ να δείξω πως έχω πεθάνει για τον κόσμο, γιατί αυτό που σε 

διέταξα  μπορώ  να  το  κάνω  χωρίς  ντροπή  και  ασκανδάλιστα.  Με  αυτά  τα  λόγια  ο 

Σεραπίων συνέτριψε το φούσκωμα της υπερηφάνειας της παρθένου και την δίδαξε 

να ζει με ταπεινοφροσύνη223. 

Η  διήγηση  για  τον  Σεραπίωνα  Σινδονίτη,  εκτός  από  το  περιστατικό  με  την 

παρθένο  στη Ρώμη, περιέχει  και άλλα αξιοσπούδαστα σημεία. Ο συγγραφέας  του 

βίου  του  Παλλάδιος,  επίσκοπος  Ελενοπόλεως,  γράφει  περί  αυτού,  ότι 

«Περιερχόμενος τὴν οἰκουμένην, τὴν τῆς ἄκρας ἀκτημοσύνης κατώρθωσεν ἀρετήν· 

ὡς  παντελῆ  ἀπάθειαν  τοῦτον  κεκτῆσθαι»224.  Αυτά  τα  λόγια  του  Παλλαδίου 

δείχνουν, πως ο Σεραπίων είναι ένα καλό παράδειγμα ασκητή ο οποίος απόκτησε 

την απάθεια πρωτίστως με την άκρα ακτημοσύνη και όχι με την ταπείνωση, όπως 

κάνουν  οι  δια  Χριστόν  σαλοί.  Αυτό  δεν  σημαίνει  βεβαίως  ότι  ο  Σινδονίτης  δεν 

ασκούσε  την  αρετή  της  ταπεινοφροσύνης.  Όταν  αυτός  ο  ασκητής  σε  άλλο 

περιστατικό  του  βίου  του,  έφευγε  από  τους  ειδωλολάτρες  ηθοποιούς  τους  οποίους 

223 Για ολόκληρη την παραπάνω ιστορία βλ. Παλλαδίου Ελενουπόλεως, Λαυσαϊκή ιστορία 85, PG 34, 
1187Α‐1188Β. Για όλη τη διήγηση περί του Σεραπίωνος βλ. ό. π., 83‐85, PG 34, 1180D‐1188Β. 
224 Ό. π., 83, PG 34, 1180D. 
136
έκανε  χριστιανούς,  τους  είπε:  «Ἐπειδὴ  δὲ  τοῦτο  πεποίηκεν  ὁ  Θεὸς  διὰ  τῆς  ἐμῆς 

ταπεινώσεως,  χαίρω»225.  Σε  αυτό  το  σημείο  επιβεβαιώνεται  η  αλήθεια  που  έχει 

λεχθεί  προηγουμένως,  ότι  για  να  αποκτήσει  κάποιος  την  απάθεια,  δεν  μπορεί  να 

στηρίζεται  σε  μια  μόνο  αρετή,  γιατί  ο  απαθής  άνθρωπος  είναι  γυμνασμένος  σε 

όλες  τις  αρετές  οι  οποίες  αποτελούν  μια  ενότητα.  Άλλο  σημείο  αξιοπρόσεκτο, 

συγκρίνοντας το βίο του Σεραπίωνα με τους βίους των δια Χριστόν σαλών, είναι η 

ποικιλία  των  εξωτερικών  εκδηλώσεων  των  διαφόρων  τύπων  των  ασκητών, 

συμπορευόμενη  παράλληλα  με  την  εσωτερική  τους  ομοιότητα.  Αυτή  η  ποικιλία 

είναι η έκφραση της απουσίας των επιβαλλομένων και τυποποιημένων προτύπων 

της  εξωτερικής  συμπεριφοράς  μέσα  στη  ζωή  της  Εκκλησίας,  πράγμα  το  οποίο 

δείχνει,  ότι  παρά  την  εσωτερική  ομοιότητα226  της  ζωής  των  χριστιανών,  υπάρχουν 

διαφορετικές  κλήσεις  από  το  Θεό  προς  κάθε  πιστό  μέλος  της  Εκκλησίας  ώστε  και 

διαφοροτρόπως να συμπεριφέρονται. 

Οι δύο επόμενες διηγήσεις δείχνουν, πως μια συμπεριφορά η οποία ξεφεύγει 

από  τα  γενικώς  αποδεκτά  πρότυπα  της  χριστιανικής  ηθικής,  μπορεί  να  φέρει 

ωφέλιμα  αποτελέσματα.  Κάποτε  δύο  άνθρωποι  είχαν  συνάψει  μεταξύ  τους 

πορνική  σχέση.  Κάποιος  όμως  άνδρας,  με  μεγάλη  προκοπή  στην  αρετή,  έγινε 

υπηρέτης του μίσους και προς τους δύο. Στον ένα κατηγορούσε τον άλλο, ότι τάχα 

τον κακολογούσε, και στον άλλο πάλι εκείνον κατ᾿ όμοιο τρόπο. Και μπόρεσε έτσι ο 

πάνσοφος  αυτός  να  αποκρούσει  την  κακία  των  δαιμόνων  με  την  ανθρώπινη 

πανουργία  και  να  δημιουργήσει  μίσος,  διαλύοντας  με  αυτό,  το  δεσμό  της 

πορνείας227. Αυτό το παράδειγμα έμπρακτα δείχνει, ότι μερικές φορές, ακόμα και οι 

σαφώς  καταδικασμένες  από  τη  χριστιανική  διδασκαλία  πράξεις,  μπορούν  να 

συμβάλλουν στην έγερση του ανθρώπου από την αμαρτία, στην οποία βρισκόταν. 

Με  αυτό  το  τρόπο  μακάριοι  μπορούν  να  είναι  όχι  μόνο  οι  ειρηνοποιοί228,  αλλά  και 

«εχθροποιοί»,  οι  οποίοι  καταλαμβανόμενοι  από  το  πνεύμα  της  διακρίσεως, 

βοηθούν  τους  αδελφούς  τους  στο  δρόμο  προς  τη  σωτηρία  τους.  Στην  παραπάνω 

225 Ό. π., 1185Β. 
226 Ομοιότητα όχι ως προς το βαθμό της τελειότητας, αλλά ως προς την ουσία της. 
227 Βλ. Ιωάννου Σιναΐτου, Κλίμαξ 26, PG 88, 1065CD.

228 Βλ. Μτ. 5, 9. 
137
περίπτωση  και  σε  παρόμοιες  άλλες  ισχύουν  τα  λόγια  του  οσίου  Ισαάκ  του  Σύρου 

που  λέει  ότι:  «Ὁ  Χριστὸς  δέ,  οὐ  τὴν  ἐργασίαν  τῶν  ἐντολῶν,  ἀλλὰ  τὴν  διόρθωσιν 

ἀπαιτεῖ τῆς ψυχῆς. Δι᾿ ἣν τὰς ἐντολὰς τοῖς νομικοῖς ἐνομοθέτησε»229. 

Άλλη διήγηση λέει, ότι κάποτε ο αββάς Σεραπίων περνώντας από ένα χωριό, 

είδε  μία  πόρνη  την  οποία  παρακάλεσε να τον περιμένει το βράδυ,  για  να  περάσει 

μαζί του τη νύχτα. Όταν νύχτωσε, ο γέροντας ήρθε στη γυναίκα. Μαθαίνοντας, ότι 

η  κλίνη  είναι έτοιμη, ο αββάς  ζήτησε από την πόρνη να τον περιμένει  λίγο, μέχρι 

αυτός  να  εκτελέσει  τον  πνευματικό  του  κανόνα.  Ο  γέροντας  αρχίζοντας  την 

ακολουθία  του  από  το  Ψαλτήριο,  σε  κάθε  ψαλμό  έκανε  ευχή,  παρακαλώντας  το 

Θεό για τη μετάνοια και σωτηρία της πλανωμένης ψυχής. Ο Θεός τον εισάκουσε. Η 

στεκούμενη  κοντά  στο  γέροντα  γυναίκα,  άρχισε  η  ίδια  να  τρέμει  και  να 

προσεύχεται.  Μετά  το  τέλος  της  ακολουθίας,  η  συγκινημένη  γυνή, 

αντιλαμβανόμενη, ότι ο αββάς δεν ήρθε σ᾿ αυτή γι᾿ αμαρτία, αλλά για να σώσει τη 

ψυχή  της,  έπεσε  στα  γόνατα  του  Σεραπίωνα,  παρακαλώντας  αυτόν,  να  την 

οδηγήσει εκεί, όπου μπορεί να σωθεί230. Η εξωτερική συμπεριφορά του γέροντα σε 

αυτή  τη  διήγηση,  δεν  απορρέει  βεβαίως  από  κάποιους  μοναχικούς  κανόνες,  και 

γενικώς  δεν  προσφέρεται  για  όλους  προς  μίμηση.  Αυτός  ο  τρόπος  δράσης,  είναι 

απλά η έκφραση της αληθινής ελευθερίας, η οποία χαρακτηρίζει τον γνήσιο φορέα 

του Αγίου Πνεύματος. 

Μια άλλη αναφορά τρόπου ζωής που προσιδιάζει στη συμπεριφορά των δια 

Χριστόν  σαλών,  βρίσκεται  στο  λόγο  «Περί  μετανοίας»  του  οσίου  Ιωάννη  του 

Σιναΐτου. Σε αυτό το κείμενο περιγράφεται η ζωή σε μια απομονωμένη μονή, που 

ονομαζόταν  Φυλακή,  στην  οποία  διέμεναν  όσοι  διατελούσαν  σε  μετάνοια.  Ο 

υψηλός  πνευματικά  τρόπος  της  ζωής  και  η  ταπείνωση  των  ασκητών  εκείνων, 

μοιάζει πάρα πολύ με τη συμπεριφορά των μωρών εργατών του Κυρίου. «Εἶδον ἐγὼ 

ἐκεῖ  τινας  ὥσπερ  ἑαυτῶν  ἐξεστηκότας  τῷ  ἤθει  καὶ  τῇ  συννοίᾳ  ἐννεούς  τινας  τῇ 

πολλῇ  ἀδημονίᾳ  γεγονότας  ὅλους  ἐσκοτισμένους,  καὶ  ὥσπερ  ἀναισθήτους  πρὸς 

πάντα  τὰ  τοῦ  βίου  τυγχάνοντας,  τῷ  νοΐ  λοιπὸν  ἐν  τῇ  ἀβύσσῳ  τῆς  ταπεινώσεως 

229 Λόγος 37, ό. π., σ. 160. 
230 Βλ. Παλλαδίου Ελενουπόλεως, Αποφθέγματα αγίων Γερόντων, PG 65, 413D‐416B.
138
καταδύσαντας,  καὶ  τῷ  πυρὶ  τῆς  ἀθυμίας  τὰ  τῶν  ὀφθαλμῶν  δάκρυα 

ἀποτηγανίσαντας»231. 

Το  άλλο  κίνητρο  το  οποίο  υποκινούσε  στην  υποκρινόμενη  συμπεριφορά  ‐ 

αυτή η περίπτωση αφορά μόνο τους απαθείς μαθητές του Κυρίου ‐ ήταν η επιθυμία 

τους να πληγούν οι δαίμονες. Οι πατέρες λένε, ότι «Ὁ νικήσας τὰ πάθη τιτρώσκει 

δαίμονας·  τὰ  πάθη  μὲν  ὑποκρινόμενος  ἔχειν,  διὰ  τούτου  δὲ  ἀπατῶν  τοὺς  ἐχθροὺς 

αὐτοῦ, καὶ μένων ἀπολέμητος ἐξ αὐτῶν»232. Ο όσιος Ιωάννης της Κλίμακος λέει, ότι 

κάποτε ατιμάσθηκε κάποιος από τους αδελφούς, και χωρίς να ταραχθεί καθόλου η 

καρδιά του, προσευχήθηκε με το νου του. Στη συνέχεια όμως άρχισε να θρηνεί για 

τις προσβολές που δέχθηκε και με το προσποιητό πάθος του, έκρυψε την απάθειά 

του.  Άλλος  πάλι  αδελφός,  ενώ  δεν  είχε  καμιά  απολύτως  όρεξη  για  την 

πρωτοκαθεδρία, υποκρινόταν ότι υπέφερε πολύ γι᾿ αυτή. Σε κάποιον πάλι από τους 

ησυχαστές πήγε κάποιος πολύ πρωί ένα τσαμπί σταφύλια. Εκείνος τότε, μετά την 

αναχώρηση  εκείνου  που  του  το  έφερε,  το  καταβρόχθισε  αμέσως  με  υπερβολικό 

πόθο, αν και δεν είχε καθόλου όρεξη, παρουσιάζοντας τον εαυτό του γαστρίμαργο 

στους δαίμονες. Άλλος πάλι, επειδή  έχασε λίγους βλαστούς φοινίκων, πέρασε όλη 

τη μέρα του παρουσιάζοντας καταλυπημένο τον εαυτό του233. 

Σε αυτό το σημείο πρέπει όμως να υπογραμμιστεί, ότι όλα τα αναφερόμενα 

παραπάνω παραδείγματα της ιδιάζουσας συμπεριφοράς των εκλεκτών  μελών της 

Εκκλησίας  του  Χριστού,  δεν  προσφέρονται  για  μίμηση  απ᾿  όλους,  και  σε  όλες  τις 

περιπτώσεις.  Αυτό  σαφώς  το  διευκρινίζει  ο  όσιος  Ιωάννης  Σιναΐτης  όταν  λέει,  ότι 

μερικές  φορές  εκείνο  που  είναι  φάρμακο  για  κάποιον,  είναι  δηλητήριο  για  έναν 

άλλο.  Μερικές  φορές  πάλι  το  ίδιο  φαρμακευτικό  παρασκεύασμα,  προσφερόμενο 

στον ίδιο άνθρωπο, όταν αυτό γίνεται στον καιρό του, είναι φάρμακο, αν όμως όχι, 

τότε είναι δηλητήριο234. Γι᾿ αυτό το λόγο, για να μπορέσει κάποιος να χρησιμοποιεί 

τους ιδιάζοντας τρόπους για την πνευματική ωφέλεια των άλλων ή του εαυτού του, 

πρέπει  αυτός  πρώτα  να  βαδίζει  το  δρόμο  της  ταπεινώσεως.  Γιατί  η  ταπείνωση  θα 

231 Κλίμαξ 5, PG 88, 765C. 
232 Ό. π., 26, PG 88, 1064BC. 
233 Βλ. ό. π., 1064CD. 

234 Βλ. ό. π., 1020Β. 
139
τον οδηγήσει στη διάκριση235, η οποία είναι κατά τους πατέρες η αλάνθαστη γνώση 

και αντίληψη του θείου θελήματος σε κάθε καιρό και τόπο και περίπτωση. Αυτή η 

πνευματική κατάσταση υπάρχει συνήθως μόνο σε εκείνους που είναι καθαροί στην 

καρδιά, στο σώμα και στο στόμα236. 

235 «Διακρίσεως δὲ πηγὴ ταπείνωσις», βλ. ό. π., 25, PG 88, 1004Β. 
236 Βλ. ό. π., 26, PG 88, 1013A. 
 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ 
 

Ο ΣΑΛΟΣ ΩΣ ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ 

1. Ο σαλός ως σκάνδαλο για τους άλλους 

Όπως  ειπώθηκε  ήδη,  ο  δια  Χριστόν  σαλός  ο  οποίος  ενώνεται  και 

εγκολπώνεται  την  ταπείνωση,  υπερβαίνει  πλέον  το  νόμο1.  Αυτό  συμβαίνει,  γιατί 

φυσική  συνέπεια  της  εσωτερικής  εν  Χριστώ  ελευθερίας  αυτών  των  ασκητών  είναι 

και  η  εξωτερική  ελευθερία  τους  από  κάθε  κανόνα,  περιορισμό  και  δεοντολογία. 

Αυτό  το  στοιχείο  στη  ζωή  των  περισσοτέρων  δια  Χριστόν  σαλών  φανερώνεται  με 

ιδιαίτερα  έντονο  τρόπο.  Οι  ασκητές  αυτοί  επιτρέπουν  στον  εαυτό  τους  να 

διαπράττουν  κάποιες  πράξεις  οι  οποίες  στους  ατελείς  ανθρώπους,  αλλά  και  όχι 

μόνο  αυτούς,  φαίνονται  πολύ  παράξενες  και  προκαλούν  πολλές  φορές 

σκανδαλισμό. 

Η στάση όμως της Αγίας Γραφής και των Πατέρων της Εκκλησίας στο θέμα 

του  σκανδάλου  είναι  σαφής.  Ο  Ιησούς  Χριστός  λέει:  «Οὐαὶ  τῷ  κόσμῳ  ἀπὸ  τῶν 

σκανδάλων·  ἀνάγκη  γὰρ  ἐλθεῖν  τὰ  σκάνδαλα,  πλὴν  οὐαὶ  τῷ  ἀνθρώπῳ  δι᾿  οὗ  τὸ 

σκάνδαλον ἔρχεται.  Εἰ δὲ  ἡ  χείρ  σου  ἢ  ὁ πούς  σου  σκανδαλίζει  σε, ἔκκοψον  αὐτὸν 

καὶ βάλε ἀπὸ σοῦ … Ὁρᾶτε μὴ καταφρονήσητε ἑνὸς τῶν μικρῶν τούτων· λέγω γὰρ 

ὑμῖν  ὅτι  οἱ  ἄγγελοι  αὐτῶν  ἐν  οὐρανοῖς  διὰ  παντὸς  βλέπουσι  τὸ  πρόσωπον  τοῦ 

1  Βλ.  ειδικά  την  εξής  ενότητα  του  προηγουμένου  κεφαλαίου  της  εργασίας  αυτής:  Η  εξωτερική 
διαγωγή των σαλών. 
141
πατρός  μου  τοῦ  ἐν  οὐρανοῖς»2.  Ο  άγιος  Νικόδημος  Αγιορείτης  λέει  επιπλέον  ότι 

όποιος θα προξενήσει σκάνδαλο στον αδελφό του, και εξαιτίας του σκανδάλου θα 

τον  κάνει  να  αμαρτήσει,  αυτός  όχι  μόνο  θανατώνει  την  ψυχή  του  αδελφού  του, 

αλλά  και  γίνεται  αίτιος  να  μείνουν  ασυγχώρητες  οι  δικές  του  αμαρτίες3.  Γι᾿  αυτό 

και  ο  μέγας  Βασίλειος  εκείνους  που  προξενούν  σκάνδαλο  στον  αδελφό  τους,  τούς 

ονομάζει  φονιάδες  και  ανθρωποκτόνους4.  Ενώ  ο  ιερός  Χρυσόστομος  λέει  ότι 

εκείνους  που  ατιμάζουν  και  σκανδαλίζουν  τους  παραμικρούς  αδελφούς  τους, 

περιμένει η μεγαλύτερη κόλαση5. 

Ο  όσιος  Νικόδημος  Αγιορείτης  λέει  επιπλέον  ότι  εάν  και  ζούμε  ορθά  και 

ενάρετα,  όταν  συναναστρεφόμαστε  με  τους  κακούς  και  φαύλους  ανθρώπους, 

σκανδαλίζουμε τους άλλους, και με αυτό τον τρόπο χάνουμε και όλα τα καλά μας 

έργα. Αυτό γίνεται, επειδή οι άνθρωποι που μας βλέπουν να κάνουμε φιλία με τους 

κλέπτες,  με  τις  πόρνες  γυναίκες,  με  τους  φονιάδες  και  με  τους  άλλους  πονηρούς 

ανθρώπους,  σκανδαλίζονται  και  λένε  πως  και  εμείς  είμαστε  κλέπτες,  φονιάδες, 

κτλ6.  Το  ίδιο  λέει  και  ο  άγιος  Ιωάννης  Χρυσόστομος:  «πάντα  τοίνυν  πράττωμεν, 

ὥστε  μὴ  σκανδαλισθῆναι  τὸν  πλησίον.  Βίος  γὰρ  κἂν  σφόδρα  ὀρθὸς  ᾖ,  σκάνδαλον 

ἑτέροις παρέχων, τὸ πᾶν ἀπώλεσε. Καὶ πῶς ἔνι τὸν ὀρθὸν βίον σκανδαλίσαι; Ὅταν 

ἡ συνουσία τῶν οὐκ ὀρθῶν πονηρὰν αὐτῷ περιθῇ δόξαν. Ἐπειδὰν γὰρ θαῤῥοῦντες 

ἑαυτοῖς  συνῶμεν  τοῖς  πονηροῖς,  κἂν  αὐτοὶ  μὴ  βλαβῶμεν,  ἑτέρους 

ἐσκανδαλίσαμεν»7. 

Αν  και  αυτό  θα  φανεί  κάπως  παράξενο,  οι  δια  Χριστόν  σαλοί,  αν  και 

μπορούσαν  να  περιπλανούνται  εντός  του  κοσμικού  περιβάλλοντος,  ωστόσο  στον 

περισσότερο  χρόνο  τους  συναναστρέφονταν  κυρίως  με  τους  απλούς  και 

καλόκαρδους  ανθρώπους.  Οι  βίοι  των  ασκητών  αυτών  το  δείχνουν  ξεκάθαρα. 

Λόγου  χάρη,  ο  όσιος  Νικόλαος  του  Μεγάλου  Νόβγκοροντ,  όντας  ακτήμων,  ζούσε 

2 Μτ. 18, 7‐10. Πρβλ. Μτ. 18, 6· Μκ. 9, 42‐43· Λκ. 17, 1‐2. 
3 Βλ. Χρηστοήθεια των Χριστιανών, σ 233. 
4 Βλ. Περί βαπτίσματος 2, 10, 2, PG 31, 1620BC. 

5 Βλ. Ομιλία εις Ματθαίον 58, 3, PG 58, 569. 

6 Βλ. Χρηστοήθεια των Χριστιανών, σ 249‐250. 

7 Υπόμνημα εις Ιωάννην 57, 3, PG 59, 314. 
142
μόνο από αυτά που του έδιναν οι ευσεβείς άνθρωποι8. Ο Προκόπιος ο δια Χριστόν 

σαλός του Ουστιούγκ δεχόταν τροφή μόνο από τους θεοσεβούμενους  φτωχούς και 

δεν έπαιρνε τίποτα από τους πλούσιους9. Ο στάρετς Θεόφιλος, ο δια Χριστόν σαλός 

ασκητής της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου, η οσία Πελαγία Ιβάνοβνα, και όλοι 

οι  σαλοί  που  έζησαν  εντός  ή  κοντά  της  μοναστικής  κοινότητας,  είχαν  ούτως  ή 

άλλως  το  περιβάλλον  τους  διαποτισμένο  με  τις  χριστιανικές  αξίες.  Όλα  τα 

παραπάνω δείχνουν ότι οι σαλοί όταν είχαν μπροστά τους απλούς, απονήρευτους, 

ακόμα  και  ενάρετους  ανθρώπους,  δεν  δίσταζαν  να  κάνουν  μαζί  τους  παρέα  ή 

ακόμα και να τους αποκαλύψουν τα μυστικά της ζωής τους10. Επομένως, πρέπει να 

πούμε  ότι  οι  σαλοί  ενδιαφέρονταν  και  προσπαθούσαν,  όσο  αυτό  ήταν  δυνατό,  να 

μη σκανδαλίσουν με κακές παρέες και συναναστροφές τους άλλους χριστιανούς11. 

Η παραπάνω διαπίστωση είναι φανερή και από άλλα παραδείγματα από τη 

ζωή  των  σαλών  εργατών  του  Κυρίου,  όπου  φαίνεται  η  μεγάλη,  ακόμα  και 

σχολαστική,  φροντίδα  και  προσοχή  των  ασκητών  αυτών  στο  θέμα  του 

σκανδαλισμού  των  άλλων  ανθρώπων.  Ο  βίος  της  Σοφίας  της  σαλής  της  Ι.  Μ.  της 

Θεοτόκου  της  Κλεισούρας  αναφέρει ότι η ασκήτρια αυτή  «στό μοναστήρι ἀνέβηκε 

ὅταν  ἦταν  σαραντατεσσάρων  ἐτῶν.  Γιά  νά  μήν  σκανδαλίζει  μέ  τήν  ὀμορφιά  της, 

μαύριζε  καί  μουτζούρωνε  τό  ὡραῖο  της  πρόσωπο  μέ  γάνες  καί  κάπνες  ἀπό  τά 

καζάνια. Ἔπιανε  τά  ἀναμμένα  κάρβουνα  μέ  τά  χέρια,  χωρίς  μασιά,  γιαυτό  καί  τά 

ροζιασμένα  της  δάκτυλα,  τά  γεμάτα  κόμπους  σκληρούς  ἀπό  τίς  ἀμέτρητες 

μετάνοιες,  ἦταν,  ἰδίως  τόν  χειμώνα,  πάντα  καμμένα»12.  Κάτι  παρόμοιο  βλέπουμε 

και στην περίπτωση της Ταρσώς της δια Χριστόν σαλής, όπου η ασκήτρια φρόντιζε 

8 Βλ. Ημείς μωροί δια Χριστόν. Βίος και πολιτεία οσίων σαλών, έκδ. Ιεράς Καλύβης Αγίου Ιωάννου του 
Θεολόγου Νέα Σκήτη, Άγιον Όρος 2005, σ. 18. 
9 Βλ. ό. π., σ. 11. 

10 Λ.χ. ο γέροντας Παΐσιος ο αγιορείτης είχε κερδίσει την εμπιστοσύνη δύο δια Χριστόν σαλών, ενός 

Φιλοθεΐτη,  του  γέρο‐Δομετίου,  και  ενός  καλυβίτη,  του  γέρο‐Ε.  Ο  δεύτερος  του  έλεγε  εμπιστευτικά 
για  τις  σαλότητες  και  τις  ασκήσεις  που  έκανε,  βλ.  Ιερομονάχου  Ισαάκ,  Βίος  γέροντος  Παΐσίου  του 
αγιορείτου, έκδ. Ιερόν Ησυχαστήριον Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος Μεταμόρφωσις Χαλκιδικής, Άγιον 
Όρος 2004, σ. 113‐114. 
11  Για  τη  συναναστροφή  των  δια  Χριστόν  σαλών  με  εκείνα  τα  μέλη  της  κοινωνίας  που  δεν 

ακολουθούν  το  θείο  νόμο,  βλ.  το  αυτό  υποκεφάλαιο  παρακάτω,  όπου  και  η  ερμηνεία  αυτού  του 
επιμέρους ζητήματος. 
12 Σοφία η ασκήτισσα της Παναγίας, έκδ. Ι. Μ. Γενεθλίου της Θεοτόκου Κλεισούρας Καστοριάς 2002, σ. 

69. 
143
ιδιαίτερα  να  κρύβει  το  ωραίο  πρόσωπό  της.  Για  να  μη  βλέπουν  οι  άλλοι  τα  μάτια 

της,  που  αν  τα  πρόσεχε  κάποιος  ήταν  «σάν  ἕνα  κομμάτι  διαμαντένιου  οὐρανοῦ», 

φορούσε  γυαλιά  με  χοντρούς  φακούς,  τα  οποία  στήριζε  γύρω  στο  κεφάλι  της  με 

σύρμα, με αποτέλεσμα να χαλάσει και την όρασή της. Η Ταρσώ επίσης κάλυπτε το 

πρόσωπό της με μια μαύρη κορδέλα, γιατί κάποιος της είχε πει ότι έχει ωραία μύτη. 

Την κορδέλα αυτή έβγαλε από το πρόσωπό της μόνο όταν άρχισε να γερνά13. Το ότι 

οι μωροί εργάτες του Κυρίου θεωρούσαν σημαντικό το ζήτημα των σκανδάλων για 

τη σωστή πνευματική ζωή φαίνεται και από τα λόγια του στάρετς Θεοφίλου τού δια 

Χριστόν σαλού: «νά ζῆτε χωρίς σκάνδαλα καί μέ καρδιές ἐλεύθερες ἀπό τά γήϊνα, 

γιατί  ὅλα  θά  τ᾿  ἀφήσουμε  πίσω  μας  καί  μόνον  τά  καλά  ἔργα  θά  μᾶς  συνοδέψουν 

στόν ἄλλο κόσμο»14. 

Ο  ιερός  Χρυσόστομος  ερμηνεύοντας  τα  προαναφερθέντα  ευαγγελικά  λόγια 

περί  των  σκανδάλων15,  λέει  ότι  τα  σκάνδαλα  αναγκαστικά  θα  έρθουν,  αλλά 

οπωσδήποτε όμως δεν είναι ανάγκη να οδηγηθεί κανείς από αυτά στην απώλεια16. 

Γιατί  ο  Χριστός  δείχνει  και  την  οδό,  δια  της  οποίας  είναι  δυνατό  να  τα  αποφύγει 

κανείς. Ποια είναι αυτή; είναι η αποφυγή της κακής συναναστροφής. Αυτό συνιστά 

ο Χριστός όταν μας συμβουλεύει να κόψουμε και να ρίξουμε μακριά το χέρι και το 

πόδι  μας  που  μπορεί  να  μας  σκανδαλίζει.  Ο  ιερός  Χρυσόστομος  λέει  ότι  ο  Κύριος 

δεν  μιλάει  σε  αυτήν  την  περίπτωση  κυριολεκτικά,  αλλά  υπονοεί  τους  φίλους  και 

τους  συγγενείς,  τους  οποίους  χρειαζόμαστε  όπως  ακριβώς  χρειαζόμαστε  και  τα 

μέλη  του  σώματός  μας.  Γιατί  δεν  είναι  τίποτε  τόσο  βλαβερό  όσο  η  κακή 

συναναστροφή. Γι᾿ αυτό ο Χριστός μας προτρέπει με πολλή δύναμη να αποκόψουμε 

αυτούς  που  μας  βλάπτουν,  υπονοώντας  αυτούς  που  μας  δημιουργούν  σκάνδαλα: 

«τοὺς πονηροὺς, φησὶ, κἂν σφόδρα σοι φίλοι ὦσιν, ἀπότεμνε τῆς φιλίας»17. 

13 Βλ Ιωάννου Κ. Κορναράκη, Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, σ. 46‐47. 
14 Ο στάρετς Θεόφιλος. Ο δια Χριστόν σαλός ασκητής της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου, σ. 296. Τα 
παραπάνω  λόγια  ο  γέροντας  Θεόφιλος  τα  είχε  πει  το  τελευταίο  διάστημα  της  ζωής  του,  όταν 
επικοινωνούσε με τους ανθρώπους πολύ πιο πρόθυμα και ήταν πιο ξεκάθαρες οι συμβουλές και οι 
οδηγίες του. 
15 Βλ. Μτ. 18, 7‐9. 

16 «Ὅτι ἐλθεῖν μὲν τὰ σκάνδαλα ἀνάγκη· ἀπολέσθαι δὲ οὐ πάντως ἀνάγκη», Ομιλία εις Ματθαίον 59, 

1, PG 58, 574. 
17 Βλ. ό. π., 59, 4, PG 58, 578. 
144
Ο  Κύριος  υπογραμμίζει  επίσης  να  προσέχουμε  να  μην  περιφρονήσουμε 

κανέναν  από  τους  μικρούς18.  Ο  Χριστός  όμως  δεν  ονομάζει  μικρούς  αυτούς  που 

πράγματι  είναι  μικροί,  αλλά  αυτούς  που  θεωρούνται  μικροί  σύμφωνα  με  την 

αντίληψη  των  πολλών,  δηλαδή  τους  ταπεινούς,  τους  πτωχούς,  τους 

περιφρονημένους και τους αφανείς. Διότι πώς θα μπορούσε να είναι μικρός αυτός 

που αξίζει όσο όλος ο κόσμος; πώς θα ήταν δυνατό να είναι μικρός αυτός που είναι 

φίλος  του  Θεού;  Αξιοσημείωτο  είναι  επίσης  ότι  ο  Κύριος  δεν  κάνει  λόγο  μόνο  για 

τους  πολλούς,  αλλά  και  για  τον  ένα,  προφυλάσσοντας  έτσι  από  τη  βλάβη  που 

προέρχεται από τα πολλά σκάνδαλα. Και με αυτόν τον τρόπο, όποιος εφαρμόζει τα 

παραπάνω λόγια του Κυρίου δύναται να έχει διπλή ασφάλεια και ωφέλεια, από τη 

μια την αποφυγή των κακών ανθρώπων που σκανδαλίζουν, και από την άλλη από 

τη  βοήθεια,  σεβασμό  και  τιμή  που  θα  δείξει  προς  τους  φτωχούς,  καλούς  και 

ταπεινούς χριστιανούς19. 

Οι  δια  Χριστόν  σαλοί  τις  παραπάνω  ευαγγελικές  προτροπές  όχι  μόνο  είχαν 

πάντα  στην  καρδιά  τους,  αλλά  και  τις  εφάρμοζαν  όπως  κανείς  άλλος.  Το  ότι  οι 

μωροί  εργάτες  του  Κυρίου  απέφευγαν  τις  κακές  συναναστροφές  φαίνεται 

πρωτίστως  από  τη  ζωή  τους  πριν  να  τους  καλέσει  ο  Θεός  στην  άσκηση  της 

σαλότητας20.  Πρέπει  να  ειπωθεί  επιπλέον  ότι  οι  ασκητές  αυτοί  δεν  περιορίστηκαν 

μόνο στην αποφυγή των βλαβερών ανθρώπων αλλά, αρκετές φορές, μέχρι και των 

συγγενικών  τους  προσώπων  που  διακρίνονταν  ακόμα  και  για  το  καλό  τους 

φρόνημα.  Όλα  αυτά  τα  έκαναν  για  να  αφοσιωθούν  και  να  μείνουν  αποκλειστικά 

μαζί  με  το  Χριστό.  Η  κατάσταση  όμως  αλλάζει  μετά  από  την  κλήση  τους  στην 

άσκηση  της  σαλότητας.  Μετά  από  τη  σκληρή  ασκητική  προετοιμασία  και  την 

απόκτηση  της  απάθειας21,  οι  σαλοί  δεν  επηρεάζονται  πλέον  από  το  κοσμικό 

περιβάλλον.  Βεβαίως,  κρατάνε  και  τότε  απόσταση  από  κακούς  ανθρώπους,  αλλά 

όχι ήδη δια της αποφυγής αυτών τοπικώς, αλλά δια των παράλογων και ανόητων 

18 Βλ. Μτ. 18, 10. 
19 Βλ. Ιωάννου Χρυσοστόμου, Ομιλία εις Ματθαίον 59, 4, PG 58, 578‐579.
20  Βλ.  τα  ακόλουθα  υποκεφάλαια  αυτής  της  εργασίας:  α´)  Η  ζωή  των  σαλών  πριν  από  την  κλήση 

τους και β´) Η αποταγή του κόσμου. 
21 Βλ. ειδικά το εξής υποκεφάλαιο αυτής της εργασίας: Ο ασκητικός αγώνας των σαλών. 
145
ενεργειών  τους  τροπικώς.  Αυτή  η  «τακτική»  τούς  επιτρέπει  επιπλέον  να 

πραγματοποιήσουν τους συγκεκριμένους εποικοδομητικούς και ποιμαντικούς τους 

σκοπούς. 

Οι δια Χριστόν σαλοί επίσης, όχι μόνο δεν περιφρονούσαν τους μικρούς, των 

οποίων οι άγγελοί βλέπουν συνεχώς το πρόσωπο του ουρανίου Πατέρα22, όχι μόνο 

τους σέβονταν, άλλα αρκετές φορές ακόμα και αφαιρούσαν το ψεύτικο προσωπείο 

τους  για  να  τους  καθοδηγήσουν  πνευματικά.  Λόγου  χάρη  ο  όσιος  Νικόλαος  ο  δια 

Χριστόν σαλός του Μεγάλου Νόβγκοροντ είχε συνήθεια να επισκέπτεται τα σπίτια 

των απλών ανθρώπων, να μιλά μαζί τους για το Θεό, να τους βάζει στο δρόμο της 

σωτηρίας  και  να  διορθώνει  έτσι  πολλούς  που  είχαν  παραστρατήσει23.  Παρόμοια 

συμπεριφορά  είχε  και  ο  μακάριος  Βασίλειος,  ο  πολιούχος  της  Μόσχας.  Ο  όσιος 

πήγαινε πολύ συχνά στις «φυλακές των μεθυσμένων» για να προσευχηθεί για τους 

ταλαιπωρημένους και δυστυχείς ανθρώπους που βρίσκονταν εκεί 24. 

Ο  όσιος  Νικόδημος  ο  Αγιορείτης  δείχνει  και  άλλο  τρόπο  με  τον  οποίο 

μπορούμε  να  μην  προξενήσουμε  σκάνδαλο  στον  αδελφό  μας  και  να  τον 

βοηθήσουμε  έτσι  να  μην  αμαρτάνει.  Λέει,  ότι  όλοι  οι  χριστιανοί,  άνδρες  και 

γυναίκες,  νέοι  και  γέροντες,  ιερωμένοι  και  λαϊκοί,  όσοι  ανήκουν  στην  ανώτερη 

τάξη,  μπορούν  να  μη  σκανδαλίσουν  κανένα,  εάν  φυλάσσουν  όλα  εκείνα  που 

απαιτεί  το  επάγγελμα,  η  τάξη  και  η  θέση  του  κάθε  ενός.  Και  εάν  σπεύσουν  να 

γίνουν στους κατώτερους τύπος και παράδειγμα κάθε αρετής και καλού δια λόγων 

και  δια  έργων,  όπως  διδάσκει  ο  απόστολος  Παύλος.  Συγκεκριμένα,  γράφει  στον 

Τιμόθεο: «μηδείς σου τῆς νεότητος καταφρονείτω, ἀλλὰ τύπος γίνου τῶν πιστῶν ἐν 

λόγῳ, ἐν ἀναστροφῇ, ἐν ἀγάπῃ, ἐν πίστει, ἐν ἁγνείᾳ.»25. Προς δε τον Τίτο λέει: «περὶ 

πάντα,  σεαυτὸν  παρεχόμενος  τύπον  καλῶν  ἔργων,  ἐν  τῇ  διδασκαλίᾳ  ἀφθορίαν, 

σεμνότητα, λόγον ὑγιῆ ἀκατάγνωστον»26. 

22 Βλ. Μτ. 18, 10. 
23 Βλ. Ημείς μωροί δια Χριστόν. Βίος και πολιτεία οσίων σαλών, σ. 18. 
24 Βλ. ό. π., σ. 55. 

25 Α’ Τιμ. 4, 12. 

26 Τιτ. 2, 7‐8. Βλ. Χρηστοήθεια των Χριστιανών, σ 238‐239. 
146
Πρέπει  επίσης  να  υπογραμμιστεί  ότι  οι  σπουδαίοι  και  αναγνωρισμένοι 

άνθρωποι χρεωστούν περισσότερο από τους κοινούς και απλούς να μην προξενούν 

σε όσους υπόκεινται σ᾿ αυτούς ούτε το παραμικρό σκάνδαλο. Αυτό γίνεται, επειδή 

όλοι οι μικρότεροι έχουν τη συνήθεια να μιμούνται τους μεγαλύτερους σάν εικόνα 

και πρωτότυπο27. Και όταν οι μεγάλοι αμαρτήσουν, σκανδαλίζουν σε πολύ μεγάλο 

βαθμό  όλους  τους  μικρούς,  ενώ  οι  μικροί  κάνοντας  το  ίδιο,  σκανδαλίζουν  τους 

άλλους λίγο ή καθόλου28. 

Διαβάζοντας  τους  βίους  των  δια  Χριστόν  σαλών  εύκολα  μπορεί  κανείς  να 

προσέξει,  ότι  οι  ασκητές  αυτοί  συνήθως  είναι  απλοί  και  φτωχοί  λαϊκοί  ή  μοναχοί. 

Θα μπορούσε κανείς να πει, χρησιμοποιώντας τη γλώσσα του οσίου Νικοδήμου, ότι 

περισσότεροι  σαλοί  είναι  «κοινολαΐτες»  και  ιδιώτες.  Και  αντιθέτως,  λίγοι  είναι 

αυτοί  που  εξυπηρετούσαν  την  Εκκλησία  ως  διάκονοι  ή  ιερείς.  Μοναδικός  δε 

εκπρόσωπος  των  επισκόπων  είναι  ο  σεβασμιότατος  Βαρνάβας  ο  δια  Χριστόν 

σαλός29. Αυτές οι αναλογίες δεν είναι τυχαίες, αλλά δείχνουν πως οι σαλοί ασκητές 

αποτελούσαν  τις  περισσότερες  φορές  την  κατώτερη  τάξη  της  κοινωνίας  ή  της 

εκκλησιαστικής  ιεραρχίας.  Και  εάν  είχαν  κάποια  θεσμική  θέση  στην  κοινωνική  ή 

την  εκκλησιαστική  ζωή,  με  την  αρνητική,  προσποιητή  συμπεριφορά  τους 

κατέτασσαν  τον  εαυτό  τους  στις  κατώτερες  τάξεις  της  κοινωνίας.  Αυτό  τους 

εξασφάλιζε  τη  σχετική  ανωνυμία,  άγνοια,  αδιαφορία,  αλλά  ακόμα  και  την 

εχθρότητα εκ μέρους της ευρύτερης κοινωνίας 30. Αυτό δεν τους καθιστούσε επίσης 

αναγκαστικά πρότυπα συμπεριφοράς για τους άλλους ανθρώπους31. 

27 Βλ. Νικοδήμου Αγιορείτου, Χρηστοήθεια των Χριστιανών, σ 239. 
28 Περισσότερα για αυτό το θέμα βλ. ό. π., σ. 239‐241. 
29 Πρέπει να σημειωθεί ότι ο επίσκοπος Βαρνάβας έκανε τον δια Χριστόν σαλό για την εξάλειψη των 

προσωπικών του σφαλμάτων και αμαρτιών. Άξιο παρατηρήσεως είναι επίσης, ότι ο σεβασμιότατος 
με αυτόν τον τρόπο της ζωής του δεν αντιμετώπιζε τα πιστά μέλη  της Εκκλησίας ούτε τις μόνιμες 
εκκλησιαστικές  αρχές  (οι  οποίες  ήταν  σε  εκείνα  τα  χρόνια  υπό  διωγμό),  αλλά  την  καχύποπτη  και 
άπιστη κομμουνιστική εξουσία της πρώην Σοβιετικής Ενώσεως. 
30
Λ. χ. ο βίος του μακαρίου Ισιδώρου του Ροστώφ αναφέρει ότι ο όσιος σπάνια έμπαινε στα σπίτια 
των ανθρώπων και όταν το έκανε, συνήθως τον πετούσαν έξω, βλ. Ημείς μωροί δια Χριστόν. Βίος και 
πολιτεία οσίων σαλών, σ. 44.
31  Βεβαίως,  η  άσκηση  της  δια  Χριστόν  σαλότητας  αυτή  καθ᾿  εαυτή  δεν  προτείνεται  για  μίμηση  σε 

όλους,  επειδή  αποτελεί  ειδική  κλήση  του  Θεού.  Όμως  οι  επιμέρους  συμπεριφορές  και  αρετές  που 
κατέχουν οι σαλοί, όπως λ. χ. η υπομονή ή η ταπείνωσή τους, με άριστο τρόπο εκφράζουν την ηθική 
διδασκαλία της  ορθόδοξης  Εκκλησίας,  γι᾿  αυτό αποτελούν  τα  καλύτερα  πρότυπα  της χριστιανικής 
διαγωγής. 
147
Για τις παραπάνω εξαρτήσεις μιλάνε και οι Πατέρες της Εκκλησίας. Ο όσιος 

Νικόδημος  ο  Αγιορείτης  λέει  ότι  «πολλὲς  φορὲς  τυχαίνει  νὰ  σφάλλουν  οἱ 

παραμικροὶ  ἄνθρωποι,  καὶ  σφάλματα  μεγάλα  καὶ  φανερά,  καὶ  μ᾿  ὅλον  τοῦτο  οἱ 

ἄλλοι,  ὄχι  μόνον  δὲν  σκανδαλίζονται,  ἀλλ᾿  οὐδὲ  ὅλως  θέλουν  νὰ  ἠξεύρουν  ἄν  οἱ 

τοιοῦτοι σφάλλουν»32. Ο ίδιος πατέρας συνεχίζοντας το λόγο του λέει ότι οι κοινοί 

άνθρωποι, αν και συχνά αμαρτάνουν, κρυπτόμενοι όμως μέσα «εἰς τὴν ἰδικήν τους 

εὐτέλειαν  καὶ  μικρότητα»,  δεν  δίνουν  την  αίσθηση  των  αμαρτιών  τους  στους 

άλλους,  ούτε  τους  σκανδαλίζουν33.  Το  ίδιο  λέει  και  ο  ιερός  Χρυσόστομος:  «τὰ  μὲν 

γὰρ  τῶν  τυχόντων  ἁμαρτήματα,  ὥσπερ  ἔν  τινι  σκότῳ  πραττόμενα,  τοὺς 

ἐργαζομένους  ἀπώλεσε  μόνους  …  κἂν  εἰς  τὸ  μέσον  ἔλθῃ,  οὐδένα  ἔπληξεν 

ἀξιόλογον πληγήν»34. Ο ίδιος πατέρας λέει επίσης: «οἱ μὲν τὸν ἰδιωτικὸν τοῦτον καὶ 

ἀπράγμονα  βιοῦντες  βίον,  ἔχουσι  παραπέτασμα  τῶν  ἰδίων  ἁμαρτημάτων  τὴν 

μόνωσιν»35. 

Γι᾿  αυτό  ακριβώς,  παρατηρεί  ο  όσιος  Νικόδημος  ο  Αγιορείτης,  τα  ίδια 

αμαρτήματα  αυτά  καθ᾿  εαυτά  δεν  έχουν  διαφορά  το  ένα  από  το  άλλο·  εάν  όμως 

θεωρηθούν κατά τα πρόσωπα από τα οποία πράττονται, διαφέρουν μεταξύ τους36. 

Ένα  σκάνδαλο  που  θα  προξενήσει  ένας  απλός  άνθρωπος  μοιάζει  με  μια  μικρή 

πέτρα  η  οποία  βρίσκεται  στη  μέση  του  δρόμου  και  πολλοί  λίγοι  σκοντάφτουν  σ᾿ 

αυτή. Το δε ίδιο σκάνδαλο το οποίο θα προξενήσει ο μοναχός, παρομοιάζει με μια 

μεγάλη πέτρα στην οποία προσκρούουν πολλοί37. Το ότι οι δια Χριστόν σαλοί με την 

προσποιητή  εξωτερική  συμπεριφορά  τους  προσπάθησαν  εκουσίως  να  ενταχθούν 

στην  πρώτη  από  τις  δύο  παραπάνω  ομάδες,  φαίνεται  ευδιάκριτα  από  τα  κείμενα 

των  βίων  τους.  Ο  όσιος  Νικόλαος  ο  ειρηνοποιός  και  το  καλοκαίρι  και  το  χειμώνα 

περπατούσε  στους  δρόμους  του  Μεγάλου  Νόβγκοροντ  ξυπόλυτος  και  ντυμένος 

μόνο  με  παλιά  κουρέλια.  Γι᾿  αυτό,  όπως  αναφέρει  ο  βίος  του,  «παρουσίαζε  τὸν 

32 Χρηστοήθεια των Χριστιανών, σ 240. 
33 Βλ. ό. π., σ. 241. 
34 Περί Ιερωσύνης 3, 14, PG 48Β, 650. 

35 Ό. π. 

36 Βλ. Χρηστοήθεια των Χριστιανών, σ. 243. 

37 Βεβαίως, στην ίδια περίπτωση το σκάνδαλο το οποίο θα προξενήσει ένας διάκονος, ένας ιερέας, θα 

μοιάζει  με  ακόμα  μεγαλύτερη  πέτρα,  ενώ  το  σκάνδαλο  το  οποίο  θα  προξενήσει  ένας  αρχιερέας, 
μοιάζει με ένα λίθο παμμέγιστο στον οποίο θα σκοντάψουν όλοι, βλ. ό. π. 
148
ἑαυτό  του  στοὺς  ἄλλους  σὰν  ἕναν  ἀξιογέλαστο  τρελό»38.  Ο  Προκόπιος  του 

Ούστιουγκ κατά τη διάρκεια της ημέρας περπατούσε στην πόλη «σὰν νὰ ἦταν ἕνας 

διανοητικὰ  καθυστεριμένος»39.  Το  ίδιο  συμβαίνει  και  με  τον  όσιο  Ιωάννη  του 

Ούστιουγκ που είχε εμφάνιση ενός διανοητικά καθυστερημένου40. 

Κάποιοι  σαλοί, όπως λ. χ. ο άγιος Συμεών ο δια Χριστόν σαλός, έκαναν πιο 

τολμηρά  βήματα.  Ο  συντάκτης  του  βίου  του,  ο  Λεόντιος  Νεαπόλεως,  λέει  πως  ο 

άγιος  κάλυπτε  όλα  τα  καλά  που  προσέφερε  στην  κοινωνία  με  την  τρελή  και 

παράξενη  συμπεριφορά  του.  Πότε  έκανε  τον  κουτσό,  πότε  χοροπηδούσε,  πότε 

σερνόταν σαν ανάπηρος και πότε έβαζε τρικλοποδιά σε κάποιον που έτρεχε και τον 

έριχνε κάτω. Όταν έβγαινε το καινούριο φεγγάρι έκανε πως κοιτούσε στον ουρανό 

και  έπεφτε  κάτω  και  κλωτσούσε.  Μερικές  φορές  κραύγαζε  σαν  δαιμονισμένος, 

γιατί  υποστήριζε  ότι  από  όλα  τα  φερσίματα  αυτό  ήταν  το  πιο  κατάλληλο  και 

ταιριαστό για εκείνους που προσποιούνται μωρία για το Χριστό 41. 

Μπορεί  εύλογα  κανείς  να  ρωτήσει:  τι  κερδίζει  ο  σαλός  παριστάνοντας  τον 

δαιμονισμένο;  Η  απάντηση  σε  αυτό  το  ερώτημα  έχει  δοθεί  παραπάνω.  Οι  δια 

Χριστόν σαλοί ήξεραν ότι οι αμαρτίες του πτωχού, του περιφρονημένου κοινωνικά, 

του ανόητου, όπως υποστηρίζουν οι Πατέρες, σκανδαλίζουν τους άλλους λίγο ή και 

καθόλου.  Έχοντας  υπ᾿  όψιν  αυτό,  μπορούμε  να  πούμε,  ότι  τα  σφάλματα  και 

αδικήματα του δαιμονισμένου, ο οποίος δεν αυτοελέγχεται, στερείται της λογικής, 

και  είναι  τελείως  κατακυριευμένος  από  τα  κακά  πνεύματα,  δεν  θεωρούνταν  ως 

αμαρτήματα και παραμερίζονταν σαν απαρατήρητα από τους συνανθρώπους του. 

Αυτό  το  πνευματικό  άσυλο  που  πρόσφερε  στον  δια  Χριστόν  σαλό  η  ποικιλότροπη 

προσποιητή  συμπεριφορά  του,  και  ειδικά  οι  δαιμονιώδεις  καταστάσεις  του, 

προστάτευαν  και  αυτόν  τον  ίδιο,  αλλά  και  τους  άλλους  χριστιανούς  στο 

περιβάλλον του από τον κίνδυνο του σκανδάλου, που θα μπορούσε να υπάρχει, αν 

το προξενούσαν γνωστά και τιμώμενα στην κοινωνία πρόσωπα. 

38 Βλ. Ημείς μωροί δια Χριστόν. Βίος και πολιτεία οσίων σαλών, σ. 18. 
39 Βλ. ό. π., σ. 10. 
40 Βλ. ό. π., σ. 38. 

41 Βλ. Βίος του αγίου Συμεών του δια Χριστόν Σαλού 44‐45, PG 93, 1725ΑB. 
149
Γι᾿ αυτό, ο δια Χριστόν σαλός, όσο βρίσκεται στις παραπάνω καταστάσεις, θα 

μπορεί  ανεμπόδιστα  να  τελέσει  και  το  ποιμαντικό  του  έργο,  το  οποίο  θα  ήταν 

δύσκολο να πραγματοποιηθεί από αυτόν με συνηθισμένο τρόπο. Ο άγιος Συμεών, 

λόγου χάρη, προσποιούμενος τον δαιμονισμένο, πολλές φορές έλεγχε, σταματούσε 

αμαρτίες,  έστελνε  δοκιμασίες  σε  ορισμένους  για  να  τους  διορθώσει,  προέλεγε 

γεγονότα και έκανε όσα έκρινε ως απαραίτητα, μόνο με την αλλαγή της φωνής και 

των κινήσεών του42. Ένας από τους αγαπημένους τρόπους του μακαρίου Τερεντίου 

του θαυματουργού, του δια Χριστόν σαλού, να τιμωρήσει τους αμαρτωλούς ήταν να 

σπάζει  ένα  παράθυρο  στο  σπίτι  τους  ή  να  ρίχνει  χούφτες  από  ακαθαρσίες  πάνω 

τους.  Ο  όσιος  όμως  τα  έκανε  όλα  προκειμένου  να  αγγίξει  τη  συνείδηση  των 

αμαρτωλών ανθρώπων, ώστε αυτοί να μετανοήσουν και να σωθούν43. 

Σε κάποιες περιπτώσεις (όχι όμως πολλές), οι σαλοί ανοιχτά σύναπταν φιλία 

ακόμα και με τους ανθρώπους του κοινωνικού περιθωρίου για να τους βοηθήσουν 

πνευματικά.  Με  αυτόν  τον  τρόπο,  οι  ασκητές  ενεργούσαν  σαν  απεσταλμένοι  του 

Κυρίου, δια μέσου των οποίων μιλούσε ο ίδιος ο Θεός στα μέλη της κοινωνίας που 

δεν είχαν ίσως την ευκαιρία να ακούσουν το λόγο του. Αυτούς που «δεν γνώριζαν 

αμαρτία», τους φόρτωσε ο Θεός με όλη την αμαρτία για χάρη των δυστυχισμένων 

ανθρώπων, για να μπορέσουν οι τελευταίοι να βρουν τη σωτηρία κοντά στο Θεό44. 

Οι  δια  Χριστόν  σαλοί  για  να  επιτελέσουν  το  έργο  τους  αυτό  μπαίνουν  στις 

ταβέρνες, στα πορνεία, στις κακόφημες συντροφιές. Ζουν ένα είδος αλητείας μέσα 

στους  δρόμους  μαζί  με  τους  ανυπόληπτους,  τις  πόρνες  και  τα  χαμίνια. 

Συμμορφώνονται  εξωτερικά  με  τη  δική  τους  ζωή,  φανερώνοντας  με  παράδοξα 

καμώματα,  αστεϊσμούς  και  παραλογισμούς,  την  αλήθεια  της  σωτηρίας  με  τρόπο 

προσιτό  στο  δικό  τους  πνευματικό  επίπεδο.  Αυτές  οι  φαινομενικά  ανόητες  και 

παράλογες  πράξεις  τους  έχουν  όμως  πάντοτε  ένα  βαθύτερο  πνευματικό 

περιεχόμενο  και  αποβλέπουν  στην  αποκάλυψη  της  αλήθειας  που  κρύβεται  πίσω 

από τα σχήματα του κόσμου τούτου. Έχοντας συνήθως διορατικό χάρισμα, οι σαλοί 

επιτιμούν  τους  αμαρτωλούς  και  δημόσια  χλευάζουν  και  ελέγχουν  τα  κρυφά  τους 

42 Βλ. ό. π., 45, PG 93, 1725BC. 
43 Βλ. Ημείς μωροί δια Χριστόν. Βίος και πολιτεία οσίων σαλών, σ. 86. 
44 Πρβλ. Β’ Κορ. 5, 20‐21. 
150
παραπτώματα,  με  τρόπο  όμως  που  μόνο  ο  ένοχος  να  τα  καταλαβαίνει45.  Με  όλη 

αυτή την προσποιητή συμπεριφορά τους οι δια Χριστόν σαλοί είτε αποτρέπουν τους 

ανθρώπους από μια χειρότερη πτώση είτε ακόμα και τους κάνουν συνειδητά μέλη 

της Εκκλησίας του Χριστού. 

Τέτοιες  και  παρόμοιες  συμπεριφορές,  αν  και  αποτελούν  ακραία  και  σπάνια 

περιστατικά,  επιδοκιμάζονται  στη  ζωή  και  την  ιστορία  της  Εκκλησίας,  αλλά  είναι 

επιτρεπτές μόνο στους χριστιανούς που νίκησαν τον κόσμο, τον σατανά και τα δικά 

τους  πάθη,  όπως  γίνεται  στην  περίπτωση  των  δια  Χριστόν  σαλών.  Αυτά  τα  μέλη 

της Εκκλησίας, κυριευόμενα από την αγάπη για όλο τον κόσμο γενικά και για κάθε 

άνθρωπο χωριστά, δεν υπολογίζουν πλέον τους τρόπους της δράσης τους, αρκεί να 

έχουν  την  εσωτερική  πληροφορία  από  το  Θεό,  ότι  ενεργούν  κατά  το  θέλημά  του. 

Σχετικά  με  αυτό  το  θέμα,  ο  βίος  του  μακαρίου  Βασιλείου,  του  πολιούχου  της 

Μόσχας  αναφέρει,  ότι  ο  όσιος  περνούσε  τις  μέρες  του  όπως  οι  επαίτες  και  οι 

ακρωτηριασμένοι, εκτός και αν είχε κάποια ειδική πληροφορία από το Θεό για να 

κάνει κάτι46. Το ότι οι σαλοί προχωρούσαν στις παράξενες πράξεις τους κατόπιν της 

εσωτερικής πληροφορίας από το Θεό, φαίνεται και από τα καρποφόρα πνευματικά 

αποτελέσματα που προέκυπταν από τους επαφές τους με αμαρτωλούς ανθρώπους, 

δηλαδή,  λέγοντας  γενικά,  από  την  επαναφορά  των  τελευταίων  στο  δρόμο  του 

Κυρίου47. Ο Ιησούς Χριστός μιλώντας για την αποστολή του στον κόσμο έλεγε: «τὰ 

ἔργα ἃ ποιῶ μαρτυρεῖ περὶ ἐμοῦ ὅτι ὁ πατήρ με ἀπέσταλκεν»48. Με το ίδιο τρόπο θα 

μπορούσαμε  και  σε  αυτήν  την  περίπτωση  να  πούμε  ότι  τα  έργα  των  δια  Χριστόν 

σαλών μαρτυρούν ότι αυτοί οι ασκητές ήταν σταλμένοι από το Θεό, για να κάνουν 

αυτό  το  τόσο  σπάνιο  και  ειδικό  ποιμαντικό  έργο  στα  «απομακρυσμένα»  μέλη  της 

κοινωνίας. 

Οι  ιδιάζουσες  ποιμαντικές  μέθοδοι  επιτρέπονται  βεβαίως  τις  περισσότερες 

φορές  στις  περιπτώσεις  κατά  τις  οποίες  δεν  μπορεί  κανείς  να  ενεργήσει  αλλιώς. 

45 Βλ. Χρήστου Γιανναρά, Η ελευθερία του ήθους, σ. 86. 
46 Βλ. Ημείς μωροί δια Χριστόν. Βίος και πολιτεία οσίων σαλών, σ. 54‐55. 
47 Βλ ειδικά τα εξής υποκεφάλαια αυτής της εργασίας: α’) Η μίμηση της κενώσεως και του σταυρού 

του Χριστού και β’) Η αγάπη – το αποκορύφωμα της αληθινής σαλότητας. 
48 Ιω. 5, 36. 13. 
151
Σχετικά ο όσιος Νικόδημος Αγιορείτης λέει στους χριστιανούς: «Ἐσεῖς ἔχετε χρέος 

νὰ διορθώνετε καὶ νὰ σηκώνετε ἀπὸ τὴν πτῶσιν τῆς ἁμαρτίας τοὺς  ἀδελφούς σας 

καὶ  μὲ  κάθε  τρόπον  νὰ  βοηθῆτε  εἰς  τὴν  σωτηρίαν  τους»49.  Ο  ιερός  Χρυσόστομος 

είναι  κατηγορηματικός  σε  αυτό  το  θέμα.  Σχολιάζοντας  τα  λόγια  του  ευαγγελιστή 

Ματθαίου:  «ἡ  βασιλεία  τῶν  οὐρανῶν  βιάζεται  καὶ  βιασταὶ  ἁρπάζουσιν  αὐτήν»50, 

λέει  ότι  είναι  καλό  να  αρπάζει  κανείς  τη  βασιλεία  των  ουρανών,  διότι  δεν  είναι 

δυνατό  να  την  επιτύχουμε  με  ραθυμία,  αλλά  με  επιμέλεια.  Εκείνοι  που  σπεύδουν 

θέλουν  να  προλάβουν  και  γι᾿  αυτό  χρειάζονται  πολλή  ορμή,  νεανική  και  γενναία 

ψυχή,  διότι  η  οδός  είναι  στενή.  Γι᾿  αυτό  δεν  λαμβάνουν  υπ᾿  όψιν  τίποτε,  ούτε 

καταδίκη  ούτε  κατηγορία  ούτε  τιμωρία,  αλλά  για  ένα  μόνο  ενδιαφέρονται,  να 

πάρουν αυτό που πραγματικά αξίζει, με κάθε τίμημα. Και σε αυτή την περίπτωση η 

αρπαγή δεν είναι έγκλημα, αλλ᾿ έπαινος. Έγκλημα είναι η μη αρπαγή51. 

Γι᾿  αυτό,  στη  ζωή  της  Εκκλησίας  μπορούμε  να  συναντήσουμε  και 

περιπτώσεις  κατά  τις  οποίες  όχι  μόνο  τα  ασήμαντα  για  την  κοινωνία  μέλη  της, 

όπως  οι  δια  Χριστόν  σαλοί,  αλλά  και  γνωστοί  χριστιανοί,  ακόμα  και  πνευματικοί 

πατέρες,  ενεργούσαν  σαν  «βιαστές»  που  δεν  ανησυχούσαν  για  τη  συμπεριφορά 

τους,  η  οποία  θα  μπορούσε  να  προκαλέσει  σκάνδαλο.  Κάποτε,  ενώ  ο  αββάς 

Θεόδωρος  της  Φέρμης  φορούσε  κομμένο  λεβίτωνα  και  το  στήθος  του  ήταν  γυμνό 

και το κουκούλιο ήταν εμπρός του, ήρθε ένας κόμης να τον δει. Και μόλις έκρουσε, 

βγήκε  ο  γέροντας  να  του  ανοίξει  και  αφού  τον  υποδέχθηκε,  κάθισε  στη  θύρα  να 

μιλήσει μαζί του. Τότε ένας πατέρας πήρε τεμάχιο πέπλου και σκέπασε τους ώμους 

του. Ο γέροντας όμως άπλωσε το χέρι και το έριξε. Όταν έφυγε ο κόμης, εκείνος ο 

πατέρας  τον  ρώτησε:  αββά,  γιατί  το  έκανες  αυτό;  Ο  άνθρωπος  (ο  κόμης)  ήλθε  να 

ωφεληθεί, όχι να σκανδαλιστεί. Τότε του λέει ο γέροντας: τι μου λες αββά; Ακόμη 

δουλεύουμε  στους  ανθρώπους;  Κάναμε  τη  χρεία,  πέρασε  λοιπόν.  Όποιος  θέλει  να 

49 Χρηστοήθεια των Χριστιανών, σ. 247. 
50 Μτ. 11, 12. 
51 Βλ. Υπόμνημα εις Ιωάννην 54, 4, PG 59, 301. 
152
ωφεληθεί,  ας  ωφεληθεί·  όποιος  θέλει  να  σκανδαλιστεί,  ας  σκανδαλιστεί·  εγώ 

πάντως συναντώ τους ανθρώπους, όπως τους βρίσκω52. 

Η  παραπάνω  συμπεριφορά  δείχνει  ότι  το  σκάνδαλο  (με  τη  συνηθισμένη 

σημασία του όρου) μπορεί να προξενήσει όχι μόνο ο δια Χριστόν σαλός ασκητής με 

την ιδιότροπη συμπεριφορά του, αλλά και το φημισμένο για τις αρετές και τη ζωή 

του πιστό μέλος της Εκκλησίας. Αυτό οφείλεται, όπως ειπώθηκε και νωρίτερα, όχι 

μόνο  στις  συγκεκριμένες  πράξεις  και  συμπεριφορά  των  χριστιανών  που 

«σκανδαλίζουν», αλλά και στο πνευματικό επίπεδο των ανθρώπων οι οποίοι είναι 

μάρτυρες των εν λόγω συμπεριφορών. 

Έχοντας  υπόψη  την  παραπάνω  ποιμαντική  προσέγγιση  των  σκανδάλων, 

μπορεί  πιο  εύκολα  να  απαντήσει  κανείς  στο  ερώτημα:  τι  είναι  κατ᾿  ουσία  το 

σκάνδαλο; Στην Παράδοση της Εκκλησίας το σκάνδαλο ονομάζεται κάθε εμπόδιο, 

που  αποτρέπει  τους  ανθρώπους  από  την  ορθή  και  ενάρετη  ζωή.  Ο  ιερός 

Χρυσόστομος  ορίζοντας  τι  είναι  σκάνδαλο,  λέει:  «Τί  δέ  ἐστι,  τὰ  σκάνδαλα;  Τὰ 

κωλύματα τῆς ὀρθῆς ὁδοῦ»53. Ο δε μέγας Βασίλειος λέει πώς κάθε πράγμα το οποίο 

είναι  ενάντιο  στο  θέλημα  του  Θεού,  λέγεται  σκάνδαλο54.  Ο  μέγας  Βασίλειος  λέει 

επίσης  ότι  το  σκάνδαλο  είναι  κάθε  τι  που  χωρίζει  τον  άνθρωπο  από  την  ευσέβεια 

και την αλήθεια και τον ρίχνει στην πλάνη και την ασέβεια, και γενικά οτιδήποτε 

μας  εμποδίζει  να  υπακούμε  μέχρι  θανάτου  στην  εντολή  του  Θεού55.  Με  βάση  τα 

παραπάνω πατερικά κείμενα μπορεί κάποιος να πει ότι το σκάνδαλο στη ζωή της 

Εκκλησίας ταυτίζεται με ό,τι οδηγεί στην αμαρτία και κατά συνέπεια στην απώλεια 

της εν Χριστώ ζωής. 

Όμως,  πρέπει  να  υπογραμμιστεί  ότι  στην  προκειμένη  περίπτωση  οι 

σκανδαλώδεις  πράξεις  των  δια  Χριστόν  σαλών  ούτε  υποκινούν  τους  ανθρώπους 

στην  αμαρτία  ούτε  τους  απομακρύνουν  από  την  ενάρετη  εν  Χριστώ  ζωή. 

52 Τότε ο αββάς Θεόδωρος παράγγειλε στο μαθητή του: αν έρθει κανείς που θέλει να με δει, μη του 
πεις  τίποτε  ανθρώπινο,  αλλ᾿  αν  τρώω,  πες  τρώει,  εάν  κοιμάμαι,  πες  κοιμάται,  βλ.  Παλλαδίου 
Ελενουπόλεως,  Αποφθέγματα  αγίων Γερόντων,  PG  65,  193D‐196Α.  Για  παρόμοια  παραδείγματα  στη 
ζωή της Εκκλησίας και την ερμηνεία τους βλ. την τελευταία ενότητα του προηγουμένου κεφαλαίου 
της εργασίας αυτής. 
53 Ομιλία εις Ματθαίον 59, 1, PG 58, 574. 

54 «Πᾶν τὸ ἀντικείμενον τῷ τοῦ Κυρίου θελήματι σκάνδαλόν ἐστιν», Ηθικά 33, 1, PG 31, 752Α. 

55 Βλ. Περί βαπτίσματος 2, 10, 1, PG 31, 1617C. 
153
Αντιθέτως,  φέρνουν  αγαθά  αποτελέσματα·  συμβάλλουν  στην  πνευματική 

μεταμόρφωση  και  αναγέννηση  του  κοινωνικού  περιβάλλοντος  και  οδηγούν  τις 

πονεμένες  και  άρρωστες  ψυχές  στο  δρόμο  του  Κυρίου 56.  Αυτό  σημαίνει  ότι 

παράξενες ενέργειες των σαλών δεν πρέπει να θεωρούνται ως σκάνδαλα, αλλά ως 

ειδικά ευεργετικά φάρμακα, που γιατρεύουν τους πνευματικά αδύνατους57. 

Επιπλέον,  πρέπει  να  ειπωθεί  ότι  ο  σκοπός  των τρελών  εργατών  του  Κυρίου 

δεν  ήταν  ούτε  η  σκανδαλοθηρία  ούτε  η  επίκριση  του  κόσμου  αυτή  καθ᾿  εαυτή.  Οι 

σαλοί  με  τις  ιδιότροπες  ενέργειές  τους  αποσκοπούσαν  αποκλειστικά  στην 

αποκατάσταση  της  άρρωστης  κοινωνίας  ή  των  συγκεκριμένων  μελών  της.  Πολύ 

σωστά ο μητροπολίτης Ιερόθεος λέει περί αυτού ότι, όταν μελετά κανείς τη ζωή των 

δια  Χριστόν  σαλών,  βρίσκεται  μπροστά  στον  κίνδυνο  της  αυτονόμησης  και 

απολυτοποίησης  μερικών  εξωτερικών  περιστατικών  από  τη  ζωή  τους  σε  βάρος 

όλου  του  πνεύματος  και  όλης  της  ατμόσφαιρας  που  την  περιέβαλε.  Είναι 

ενδεχόμενο  να  επιμείνει  κανείς  περισσότερο  στο  ότι  «ἐνέπαιζαν  τόν  κόσμο  καί 

κονιορτοποιοῦσαν τήν ἐξωτερική διαγωγή τῶν ἀνθρώπων» και να αγνοήσει ότι οι 

σαλοί  «ἀπέβλεπαν  στήν  σωτηρία  τῶν  ἀνθρώπων  καί  τήν  ἐπικάλυψη  τῶν  ἀρετῶν 

τους»58. 

Βεβαίως, οι δια Χριστόν σαλοί έδιναν αφορμή στους ανθρώπους ώστε να τους 

ταλαιπωρούν, όμως δεν ευθύνονταν οι ίδιοι (οι σαλοί) για αυτά τα αμαρτήματα των 

ανθρώπων, τα οποία άλλωστε μπορούσαν να γίνουν και υπό άλλες συνθήκες59· αν 

δηλαδή  οι  σαλοί  όπως  όλοι  οι  άγιοι  και  ο  Κύριός  μας,  ευεργετούσαν  τους 

ανθρώπους  και  τους  δίδασκαν  την  αρετή.  Γιατί  η  χλιαρότητα  της  πίστεως  και  της 

ζωής, ο φθόνος, ο εγωισμός και η φιληδονία, είναι πάντοτε οι αιτίες που αμαρτάνει 

56  Βλ.  ειδικά  το  ακόλουθο  υποκεφάλαιο  αυτής  της  εργασίας:  Η  αγάπη  –  το  αποκορύφωμα  της 
αληθινής σαλότητας. 
57  Συμπληρωματικά  για  αυτό  το  επιμέρους  θέμα  βλ.  το  εξής  υποκεφάλαιο  αυτής  της  εργασίας:  Το 

«ιδιότροπο» εκκλησιαστικό ήθος. 
58 Βλ. Το πρόσωπο στην Ορθόδοξη Παράδοση, σ. 353. 

59 Λ. χ. ο άγιος Εφραίμ ο Σύρος λέει ότι εάν κάποιος (μοναχός) πολεμείται από λογισμό με αφορμή 

τα  σκάνδαλα  και  την  κατάκριση,  ας  πει  στον  εαυτό  του:  κλείσε  καλά  το  στόμα  σου  για  χάρη  του 
Κυρίου και γύρισε αλλού τα μάτια σου, για να μη δεις αυτό που δεν ωφελεί (βλ. Ψλ. 118, 37), και με 
τον  τρόπο  αυτό  θα  νικήσεις  και  τα  δύο:  την  κατάκριση  με  τη  σιωπή,  και  τα  σκάνδαλα  με  τη 
φρούρηση  των  ματιών.  Γιατί  αυτά  αν  δεν  τα  νικήσουμε,  όπου  και  να  πάμε  θα  κουβαλούμε  επάνω 
μας αυτούς που μας πολεμούν, βλ. Παύλου μοναχού, Ευεργετινός, τόμ. 1, σ 579‐580. 
154
ο  άνθρωπος και όχι οι ενέργειες  του πλησίον60. Ο ιερός Χρυσόστομος λέει σχετικά 

ότι αυτοί που βλάπτονται από τα σκάνδαλα δεν οδηγούνται στην απώλεια εξαιτίας 

των σκανδάλων, αλλά λόγω του δικού τους πνευματικού ύπνου και της αδιαφορίας 

τους.  Και  εάν  δεν  ήταν  έτσι  τα  πράγματα,  αλλά  η  απώλεια  προερχόταν  από  τα 

σκάνδαλα,  τότε  έπρεπε  όλοι  να  χαθούν61.  Η  παραπάνω  αλήθεια  φαίνεται  ότι 

αποδεικνύεται  σε  όλη  την  Αγία  Γραφή,  από  την  πτώση  των  πρωτοπλάστων  που 

έρριπταν  την  ευθύνη  ο  ένας  στον  άλλο,  μέχρι  την  Αποκάλυψη  του  Ιωάννου  όπου 

φαίνεται ότι οι άνθρωποι ακολούθησαν τα δύο θηρία και το δράκοντα, ενώ είχαν τη 

γνώση  των  Ευαγγελίων,  της  διδαχής  του  Κυρίου  και  των  αγίων  του.  Το  ίδιο 

φαίνεται και στα κείμενα των βίων των αγίων της Εκκλησίας. Άλλοι άνθρωποι τους 

άκουγαν,  τους  τιμούσαν,  τους  μιμούνταν,  τους  ακολουθούσαν  πιστά,  ενώ  άλλοι 

μην  ανεχόμενοι  το  μεγαλείο  της  αρετής  και  της  σοφίας  τους,  τους  μηχανεύονταν 

παντός είδους κακά. 

2. Η αυτοταπείνωση των δια Χριστόν σαλών 

Το ζήτημα του σκανδάλου στη ζωή των δια Χριστόν σαλών συνδέεται στενά 

με  την  αυτοταπείνωση  αυτών  των  ασκητών.  Το  θέμα  αυτό  με  άριστο  τρόπο 

εξηγούν  οι  Πατέρες  της  Εκκλησίας.  Ο  όσιος  Ιωάννης  της  Κλίμακος  λέει  ότι  όταν 

κάποιοι  παρουσιάζονται  σε  άλλους  ως  ένοχοι  δήθεν  διαφόρων  αμαρτημάτων  και 

ατιμωτικών  πραγμάτων,  ώστε  να  εξευτελιστούν,  συμπεριφορά  που  αποτελεί  την 

ένδειξη  της  βαθιάς  ταπεινοφροσύνης,  δεν  θα  λάβουν  υπ᾿  όψιν  τους  αυτοί  οι 

αγωνιστές  της  αρετής  το  σκανδαλισμό  των  ανθρώπων.  Ο  λόγος  είναι  ότι  έχουν 

αποκτήσει  τη  δύναμη  να  πληροφορούν  μυστικά  με  την  προσευχή  όλους  τους 

υπόλοιπους  για  την  αληθινή  τους  κατάσταση62.  Όποιος  φροντίζει  για  το  πρώτο, 

60 Χαρακτηριστικά ο όσιος  Ιωάννης ο Σιναΐτης γράφει: «Γε[ν]νήτρια πάντων τῶν κακῶν, ἡδονὴ καὶ 
πονηρία,  ἃ[ς]  ὁ  κατέχων  οὐκ  ὄψεται  τὸν  Κύριον·  οὐδὲν  δὲ  ἡμᾶς  ἐκ  τῆς  προτέρας  ἀποχὴ  ἐκτὸς  τῆς 
δευτέρας ὀνήσειε», Κλίμαξ 26, PG 88, 1024Β. 
61 Βλ. Ομιλία εις Ματθαίον 59, 1, PG 58, 575. 

62 «Οὐ μεριμνῶσιν οἱ τοιοῦτοι ἀνθρωπίνου προσκόμματος, λοιπὸν εἰληφότες δύναμιν διὰ προσευχῆς 

ἀοράτως  πάντας  πληροφορήσαι»,  Κλίμαξ  25,  PG  88,  997C.  Οι  δια  Χριστόν  σαλοί  βεβαίως  δεν 
155
δηλαδή για την αποφυγή του σκανδαλισμού, αυτός δείχνει ότι στερείται το δεύτερο, 

δηλαδή  τη  δύναμη  της  πληροφορίας.  Διότι  όταν  έχουμε  το  Θεό  έτοιμο  να  μας 

βοηθήσει,  όλα  μπορούμε  να  τα  κατορθώσουμε.  Πρέπει  να  προτιμάμε  να 

λυπήσουμε τους ανθρώπους μάλλον παρά το Θεό, γιατί ο Θεός χαίρεται όταν μας 

βλέπει  να  επιδιώκουμε,  να  κτυπήσουμε  και  να  εξοντώσουμε  τη  ματαιότητα  της 

οιήσεως, έστω και με την ατιμία63. 

Αυτό  τον  κίνδυνο  της  οιήσεως  προσπαθούν  ακριβώς  να  προλάβουν  και  να 

αποφύγουν με τις «τρελές» πράξεις τους οι μωροί εργάτες του Κυρίου. Ο Νικόλαος 

ο  δια  Χριστόν  σαλός  του  Μεγάλου  Νόβγκοροντ,  αν  και  ήταν  νεαρός,  εξαιτίας  της 

εξαιρετικής  ευσέβειας  και  των  αξιοπρόσεκτων  αγώνων  του,  έγινε  από  νωρίς  το 

αντικείμενο  μεγάλου  σεβασμού  των  συμπολιτών  του.  Όμως  οι  τιμές  που  του 

απένειμαν συνεχώς οι συμπατριώτες του, συσσωρεύτηκαν πάνω του σαν ασήκωτο 

βάρος. Ο Νικόλαος άρχισε να φοβάται μήπως χάσει το μισθό του στον ουρανό και 

πέσει  σε  υπερηφάνεια  επειδή  δεχόταν  συνέχεια  επαίνους.  Γι᾿  αυτό  το  λόγο,  με  τη 

χάρη  του  Θεού,  του  επετράπη  να  ακολουθήσει  το  πολύπαθο  μονοπάτι  της 

σαλότητας64.  Το  ίδιο  βλέπουμε  και  στη  ζωή  του  οσίου  Μιχαήλ  του  δια  Χριστόν 

σαλού,  του  μοναχού.  Όταν  η  αδελφότητα  του  Μοναστηριού  στον  οποίο  διαβίωνε, 

άρχισε  να  τον  τιμά  ως  μεγάλο  άγιο,  λόγω  των  πολύμορφων  ασκητικών  αγώνων 

του, ο όσιος προκειμένου να προστατέψει τον εαυτό του από την υπερηφάνεια και 

τη δόξα του κόσμου, άρχισε να συμπεριφέρεται «σάν σαλός»65. Όταν μετά από ένα 

περιστατικό  αποκαλύφθηκε  πως  ο  Μιχαήλ  είναι  συγγενής  ενός  πρίγκιπα,  ο  όσιος 

«διπλασίασε τὴν προσπάθειά του γιὰ σαλότητα», για να ξαναποφύγει τη δόξα και 

την τιμή των ανθρώπων που τον απωθούσαν τόσο πολύ66. 

Πρέπει επίσης να επισημανθεί σε αυτό το σημείο, πως η τήρηση των εντολών 

του  Κυρίου  και  ιδίως  της  αγάπης,  της  ελεημοσύνης  και  της  ευεργετικότητας  προς 

χρειάζονταν  και  πρωτίστως  δεν  ήθελαν  να  αποκαλύψουν  σε  όλους  την  εν  Χριστώ  ζωή  τους,  γιατί 
αυτό δεν εξυπηρετούσε τις πνευματικές τους επιδιώξεις. Το έκαναν όμως σε κάποιες συγκεκριμένες 
περιπτώσεις  για  να  ωφεληθούν  οι  άλλοι,  κυρίως  οι  πνευματικά  ασθενείς,  όταν  έκριναν  ότι  αυτό 
ήταν αναγκαίο· αλλά και τότε η αποκάλυψη παρέμενε συνήθως αφανέρωτη στο ευρύ κοινό. 
63 Βλ. ό. π., 997CD. 

64 Βλ. Ημείς μωροί δια Χριστόν. Βίος και πολιτεία οσίων σαλών, σ. 17. 

65 Βλ. ό. π., σ. 28. 

66 Βλ. ό. π., σ. 29. 
156
τους  ανθρώπους  δεν  γίνεται  αναγκαστικά  αιτία  εμφάνισης  της  υπερηφάνειας. 

Αυτός ο ισχυρισμός δεν μπορεί εύκολα να γίνει αποδεκτός. Και αυτό γιατί στη ζωή 

των σαλών εργατών του Κυρίου, αποδεικνύεται εκτός της άκρας ταπεινώσεώς τους 

και της αποκρύψεώς των αρετών τους, ότι κάθε αγαθή πράξη έχει σκοπό μόνο την 

υπακοή  και  την  ευαρέσκεια  του  Θεού  και  όχι  το  «θεαθῆναι  τοῖς  ἀνθρώποις»  που 

ακολουθούσαν οι Φαρισαίοι67, η αυταρέσκεια δηλαδή, που δημιουργείται στην ψυχή 

από τους δαίμονες για τα καλά μας έργα68. 

Την  παραπάνω  στάση  των  δια  Χριστόν  σαλών  μπορούμε  καλύτερα  να  την 

καταλάβουμε  αναλογιζόμενοι  ότι  υπάρχουν  σκάνδαλα  τα  οποία  οι  χριστιανοί 

πρέπει  να  καταφρονούν.  Ποια  είναι  όμως  αυτά;  Όταν  κάποιος  φυλάσσει  τις 

εντολές  του  Θεού,  τις  παραδόσεις  της  Εκκλησίας  και  γενικώς  όταν  προσπαθεί  να 

κάνει  το  θέλημα  του  Θεού,  και  κάποιος  άλλος  σκανδαλίζεται  για  αυτό,  τότε  ο 

χριστιανός πρέπει να καταφρονεί αυτό το σκάνδαλο. Και στους σκανδαλιζόμενους 

πρέπει  να  πει  αυτά  που  είπαν  οι  απόστολοι  προς  τους  Ιουδαίους:  «πειθαρχεῖν  δεῖ 

θεῷ  μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις»69 και  «εἰ  δίκαιόν  ἐστιν  ἐνώπιον  τοῦ  θεοῦ  ὑμῶν  ἀκούειν 

μᾶλλον ἢ τοῦ θεοῦ, κρίνατε»70. Διότι εάν κάποιος για το σκάνδαλο και για το φόβο 

και για την εύνοια των ανθρώπων καταφρονεί την εντολή και το θέλημα του Θεού, 

και  προτιμάει την αγάπη των ανθρώπων από την αγάπη του Θεού, αυτός γίνεται 

περισσότερο  ανθρωπάρεσκος  παρά  θεάρεστος.  Τέτοιος  άνθρωπος  προτιμά  να 

αμαρτάνει  και  να  λυπήσει  το  Θεό  και  τους  αγίους  παρά  να  λυπήσει  τους 

ανθρώπους, επειδή φοβάται περισσότερο τους ανθρώπους παρά το Θεό71. 

Την  παραπάνω  τοποθέτηση  του  αγίου  Νικοδήμου  επιβεβαιώνουν  τα  λόγια 

του οσίου Ισαάκ. Ο Σύρος πατέρας λέει: άν ο άνθρωπος πράξει κάτι καλό για την 

67  Βλ.  Μτ.  23,  5  και  6,  1‐4.  Βλ  επίσης  το  ακόλουθο  υποκεφάλαιο  αυτής  της  εργασίας:  Η  μίμηση  της 
κενώσεως και του σταυρού του Χριστού. 
68 Ο όσιος Ιωάννης ο Σιναΐτης λέει ότι σε όλες τις κατά Θεόν προσπάθειές μας, τρεις λάκκους μάς 

σκάπτουν ύπουλα οι δαίμονες. Κατ᾿ αρχήν αγωνίζονται για να μην κατορθωθεί το αγαθό. Έπειτα, 
αφού νικηθούν στο πρώτο σημείο, αγωνίζονται ώστε το αγαθό που κατορθώθηκε να μην είναι καθ᾿ 
όλα θεάρεστο. Όταν δε και σ᾿ αυτόν το στόχο αποτύχουν, τότε πλησιάζουν αθόρυβα στην ψυχή μας 
και  μας  μακαρίζουν  ότι  σε  όλα  πολιτευόμαστε  όπως  θέλει  ο  Θεός.  Αντίπαλος  του  πρώτου 
πνευματικού  πολέμου  είναι  η  συστηματική  μέριμνα  του  θανάτου,  του  δευτέρου  η  υποταγή  και  η 
εξουθένωση, και του τρίτου η έντονη και συνεχής αυτομεμψία, βλ. Κλίμαξ 26, PG 88, 1013BC. 
69 Πραξ. 5, 29. 

70 Πραξ. 4, 19. 

71 Βλ. Νικοδήμου Αγιορείτου, Χρηστοήθεια των Χριστιανών, σ 251‐252. 
157
καθαρότητα  της  ψυχής  του,  ενώ  οι  άλλοι,  μη  γνωρίζοντας  την  πνευματική  του 

πολιτεία, σκανδαλίζονται, δεν πρέπει αυτός να αφήσει τη θεϊκή διαγωγή λόγω του 

σκανδάλου,  αλλά  να  πράξει  ό,τι  είναι  ωφέλιμο  για  το  σκοπό  του,  έστω  και  αν  σ᾿ 

εκείνους  που  το  βλέπουν  φαίνεται  επιζήμιο.  Γιατί,  αν  το  κάθε  τι  που  πράττει 

νομίμως  ο  χριστιανός,  σύμφωνα  με  όσα  δέχτηκε  και  παρέλαβε  από  τους 

παλαιότερους πατέρες, έχει ως σκοπό την καθαρότητα του νου, και άλλοι που δεν 

το γνωρίζουν σκανδαλίζονται από το σκοπό του, δεν είναι αυτός υπεύθυνος, αλλ᾿ 

εκείνοι72. 

Για  τέτοιους  ανθρώπους  έγραψε  ο  απόστολος  Παύλος  λέγοντας:  «ὁ  λόγος 

γὰρ ὁ τοῦ σταυροῦ τοῖς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστίν»73. Επειδή, λοιπόν, ο λόγος 

περί  του  σταυρού  θεωρούταν  από  εκείνους  που  δεν  αισθάνονταν  τη  δύναμη  του 

μωρία, θα έπρεπε να παύσει ο Παύλος να κηρύττει; Επίσης, μέχρι σήμερα ακόμη η 

υπόθεση  του  σταυρού  είναι  πρόσκομμα  και  σκάνδαλο  στους  Ιουδαίους  και  τους 

Έλληνες. Θα αποσιωπήσουμε λοιπόν την αλήθεια, για να μη σκανδαλισθούν αυτοί; 

Ο Παύλος όμως, όχι μόνο δεν σιώπησε, αλλά και κραύγασε λέγοντας: «ἐμοὶ δὲ μὴ 

γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ»74. Αυτή η 

καύχηση για το σταυρό δεν αναφέρθηκε από τον άγιο για να σκανδαλίσει άλλους, 

αλλά για να διακηρυχθεί η μεγάλη δύναμη του σταυρού75. 

Τα  παραπάνω επιβεβαιώνει και ο μέγας Βασίλειος όταν λέει ότι δεν πρέπει 

κανείς να εμποδίζει εκείνον που κάνει το θέλημα του Θεού, είτε το κάνει κατά την 

εντολή του Θεού είτε κατά άλλο σκοπό, σύμφωνο με την εντολή. Και εκείνος που το 

κάνει, δεν πρέπει να πείθεται σ᾿ εκείνους που τον εμποδίζουν, αλλά να μένει στην 

κρίση  και  την  απόφαση  που  πήρε76.  Άριστο  παράδειγμα  τέτοιας  συμπεριφοράς 

βλέπουμε στη ζωή του Ιησού Χριστού. Όταν ο απόστολος Πέτρος συμβουλεύει τον 

Κύριο  να  αποφύγει  το  θάνατό  του:  «ἵλεώς  σοι,  κύριε·  οὐ  μὴ  ἔσται  σοι  τοῦτο»77,  ο 

Χριστός τον επιτίμησε και τον ονόμασε σκάνδαλο και σατανά: «ὕπαγε ὀπίσω μου, 

72 Βλ. Λόγος 86, ό. π., σ. 353. 
73 Α’ Κορ. 1, 18. 
74 Γαλ. 6, 14. 

75 Βλ. Ισαάκ Σύρου, Λόγος 86, ό. π., σ 353. 

76 Βλ. Ηθικά 19, 1, PG 31, 733Α. 

77 Μτ. 16, 22. 
158
σατανᾶ· σκάνδαλον εἶ ἐμοῦ, ὅτι οὐ φρονεῖς τὰ τοῦ θεοῦ ἀλλὰ τὰ τῶν ἀνθρώπων»78. 

Ο όσιος Νικόδημος Αγιορείτης σχολιάζοντας την παραπάνω στάση του Ιησού λέει: 

«στοχασθῆτε πὼς ὁ Κύριος ἐκεῖνον τὸν λόγον ὅπου εἶπεν εἰς τὸν διάβολον ἐπάνω 

εἰς  τὸ  ὄρος  καθὼς  λέγει  ὁ  ἱερὸς  Λουκᾶς·  “ὕπαγε  ὀπίσω  μου  σατανᾶ”79,  αὐτὸν  τὸν 

ἵδιον  εἶπε  καὶ  εἰς  τὸν  Πέτρον·  διὰ  νὰ  μᾶς  διδάξῃ,  ὅτι  ὅποιος  ἐναντιόνεται  εἰς  τὸ 

θέλημα  τοῦ  Θεοῦ  εἶναι  ἄλλος  δεύτερος  διάβολος  καὶ  σατανᾶς,  θέλει  νὰ  εἰπῇ 

ἀντικείμενος καὶ αὐτὸς εἶναι ὅπου κάμνει τὸ σκάνδαλον καὶ ὁ σκανδαλοποιὸς καὶ 

ὄχι ἐκεῖνος ὅπου φυλάττει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ»80. 

Ο μέγας Βασίλειος λέει επίσης ότι όταν κάποιος θα πει κάποιο καλό λόγο ή 

θα  πράξει  κάποιο  αγαθό  έργο  προς  πνευματική  οικοδομή,  ενώ  άλλος  δεν  το 

αντιληφθεί καλώς και θα σκανδαλιστεί απ᾿ αυτό, ο πρώτος θα είναι καθαρός από 

τη  βλάβη  του  αλόγως  σκανδαλισθέντος81.  Όμως  μόνο  τότε,  λέει  ο  ιερός 

Χρυσόστομος,  πρέπει  να  καταφρονούμε  το  σκάνδαλο,  όταν  το  κέρδος  που 

προκύπτει από την καταφρόνηση του σκανδάλου, είναι μεγαλύτερο από τη βλάβη 

που γίνεται εξαιτίας του82. Η παραπάνω τοποθέτηση μπορεί να αποτελέσει άριστο 

κριτήριο  της  αντιμετωπίσεως  του  σκανδάλου  στην  πνευματική  ζωή  των 

χριστιανών.  Όμως  αυτός  ο  κανόνας  θα  λειτουργήσει  σωστά  αν  εφαρμοστεί  κάθε 

φορά  με  πνεύμα  διακρίσεως,  έχοντας  υπ᾿  όψιν  τις  μεταβαλλόμενες  συνεχώς 

περιστάσεις  και  τα  διάφορα  ανεπανάληπτα  πρόσωπα.  Πολύ  βοηθητικές  στην 

κατανόηση  του  εν  λόγω  ζητήματος  θα  είναι  δύο  μικρές  διηγήσεις  από  τα 

«Αποφθέγματα  γερόντων».  Ένας  αδελφός  ρώτησε  τον  αββά  Σισώη:  εάν  γίνει 

συνάντηση  Σάββατο  ή  Κυριακή  και  πιει  ο  αδελφός  τρία  ποτήρια,  μήπως  είναι 

78 Μτ. 16, 23. 
79 Λκ. 4, 8. Πρέπει να σημειωθεί ότι η Καινή Διαθήκη της έκδοσης του Nestle‐Aland δεν περιλαμβάνει 
το συγκεκριμένο απόσπασμα στο κύριο κείμενό του αλλά στις υποσημειώσεις. 
80 Χρηστοήθεια των Χριστιανών, σ. 253. 

81 Βλ. Περί Βαπτίσματος 2, 10, 1, PG 31, 1617C. 

82  Βλ.  Προς  τους  έχοντας  παρθένους  συνεισάκτους  3,  PG  47,  498.  Με  αυτόν  τον  τρόπο  και  ο  ίδιος  ο 

Χριστός,  όταν  οι  Φαρισαίοι  σκανδαλίστηκαν  διότι  είπε  ότι  δεν  κάνουν  τον  άνθρωπο  ακάθαρτο  τα 
φαγητά που μπαίνουν στο στόμα, αλλά τα πονηρά λόγια που βγαίνουν από αυτό, κατεφρόνησε το 
σκανδαλισμό  τους  λέγοντας:  «πᾶσα  φυτεία  ἣν  οὐκ  ἐφύτευσεν  ὁ  πατήρ  μου  ὁ  οὐράνιος 
ἐκριζωθήσεται.  ἄφετε  αὐτούς·  τυφλοί  εἰσιν  ὁδηγοὶ  τυφλῶν»  (Μτ.  15,  13‐14).  Και  το  είπε  ο  Χριστός 
αυτό, γιατί θα ακολουθούσε μεγαλύτερη βλάβη, αν δεν καταφρονούσε το σκάνδαλο των Φαρισαίων, 
βλ. Νικοδήμου Αγιορείτου, Χρηστοήθεια των Χριστιανών, σ. 254. 
159
πολλά; Ο γέροντας απάντησε: «Ἐὰν οὐκ ἔστι Σατανᾶς, πολλὰ οὐκ ἔστιν»83. Σε μια 

παρόμοια περίπτωση, όταν έγινε λειτουργία στο όρος του αββά Αντωνίου, κάποιος 

γέροντας  έφερε  στον  αββά  Σισώη  ένα  ποτήρι  κρασιού  και  εκείνος  το  ήπιε.  Το  ίδιο 

έγινε  και  με  δεύτερο.  Όταν  του  έδωσε  και  τρίτο  ο  αββάς  απάντησε:  «Παῦσαι, 

ἀδελφὲ, ἢ οὐκ οἶδας ὅτι ἔστι Σατανᾶς;»84. Οι απαντήσεις του γέροντα δείχνουν ότι 

στην πνευματική ζωή όλα εξαρτώνται από τη συγκεκριμένη περίπτωση στην οποία 

βρίσκεται  ο  χριστιανός.  Για  να  πράττουμε  όμως  ορθώς  και  κατά  Θεόν,  πρέπει  να 

αφήσουμε να ενεργεί ελεύθερα η συνείδησή μας. Διότι, όπως λένε οι Πατέρες, μετά 

το  Θεό  ας  έχουμε  σε  κάθε  ενέργειά  μας  ως  άγρυπνο  φρουρό  και  ως  γνώμονα 

ασφαλή  τη  συνείδησή  μας.  Έτσι  αντιλαμβανόμενοι  από  που  φυσά  ο  άνεμος  θα 

ανοίγουμε προς τα εκεί τα ιστία του πλοίου μας85. 

Οι  Πατέρες  της  Εκκλησίας  προτρέπουν  επίσης  τους  χριστιανούς  να  μη 

σκανδαλίζονται  εύκολα,  επειδή  οι  περισσότεροι  άνθρωποι  δεν  σκανδαλίζονται  με 

δίκαιο  και  εύλογο  τρόπο,  αλλά  εμπαθώς  και  αλόγως.  «Ἄλλοι  μὲν  σκανδαλίζονται 

ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνειαν καὶ τὸν φθόνον τους, … ἄλλοι δὲ σκανδαλίζονται ἀπὸ τὴν 

κακὴν συνήθειαν καὶ ἕξιν καὶ ἄλογον πρόληψιν, … ἄλλοι τινὲς διὰ τὴν κακίαν τους. 

Ἄλλοι  ἀπὸ  τὴν  ὑπόκρισιν  καὶ  ἔχθραν  τους  …  ἄλλοι  ἀπὸ  τὴν  ἀγνωσίαν  καὶ 

τυφλότητά τους καὶ ἀνομίαν τους … καὶ ἄλλοι ἀπὸ ἄλλο πάθος καὶ ἄλλην ἄλογον 

ἀφορμὴν παρακινούμενοι, σκανδαλίζονται κατὰ τῶν ἀδελφῶν τους»86. 

Γι᾿  αυτό,  ο  όσιος  Νικόδημος  Αγιορείτης  λέει:  «ἀδελφοί  μου  Χριστιανοί,  μὴ 

σκανδαλίζεσθε παρευθὺς ὅπου ἀκούσετε κανένα λόγον ὅπου δὲν σᾶς  ἀρέσει μήτε 

ταράττεσθε  ὅταν  ἰδῆτε  κἀνένα  πρᾶγμα  ὅπου  φαίνεται  ὅσον  εἰς  τὰ  ἔξω  πὼς  εἶναι 

ἄτοπον».  Να  κάνετε  μάλλον  υπομονή  και  να  στοχάζεστε  καλά,  μήπως  ο  λόγος 

εκείνος  είναι  ωφέλιμος  και  καλός  και  εκείνος  που  τον  λέει  έχει  σκοπό  να  σας 

ωφελήσει  και  να  σας  διορθώσει.  Εσείς  από  το  πάθος  που  έχετε  σκανδαλίζεστε, 

83 Βλ. Παλλαδίου Ελενουπόλεως, Αποφθέγματα αγίων Γερόντων, PG 65, 392C. 
84 Βλ. ό. π., 393B. 
85 Βλ. Ιωάννου Σιναΐτου, Κλίμαξ 26, PG 88, 1013Β. 

86 Νικοδήμου Αγιορείτου, Χρηστοήθεια των Χριστιανών, σ. 256. Λ. χ. από την υπερηφάνεια και φθόνο 

σκανδαλίστηκαν  κάποιοι  συμπατριώτες  του  Κυρίου  όταν  τον  έβλεπαν  να  διδάσκει  με  σοφία,  να 
κάνει  θαύματα  και  να  δοξάζεται  από  το  Θεό  και  από  το  λαό.  Σχετικά  με  αυτό  το  θέμα  ο 
ευαγγελιστής Ματθαίος γράφει: «πόθεν τούτῳ ἡ σοφία αὕτη καὶ αἱ δυνάμεις; οὐχ οὗτός ἐστιν ὁ τοῦ 
τέκτονος υἱός; … πόθεν οὖν τούτῳ ταῦτα πάντα; καὶ ἐσκανδαλίζοντο ἐν αὐτῷ», Μτ. 13, 54‐57. 
160
πιστεύοντας  στις  υπόνοιές  σας,  νομίζοντας  σκληρό  εκείνο  το  λόγο  και  ονομάζετε 

αυτόν  που  τα  λέει  σκανδαλοποιό  και  φιλοτάραχο.  Ομοίως  και  όταν  δείτε  και 

μάθετε πως ένας αδελφός σας έκανε ένα κακό, μη σκανδαλίζεστε και ταράσσεστε 

και αρχίζετε αμέσως τις κατηγορίες87. Γι᾿ αυτό και ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής 

παραγγέλλει να μην ανεχόμαστε τις υπόνοιές μας, ή και των άλλων ανθρώπων για 

σκάνδαλα  σε  βάρος  ορισμένων  άλλων. Διότι  εκείνοι  που  παραδέχονται  σκάνδαλα 

που  συμβαίνουν  με  οποιοδήποτε  τρόπο,  είτε  με  τη  διάθεση  της  ψυχής  είτε  χωρίς 

αυτή,  δεν  γνωρίζουν  την  οδό  της  ειρήνης  που  οδηγεί  με  αγάπη  τους  εραστές  της 

στη γνώση του Θεού88. 

Και  ο  ιερός  Χρυσόστομος  λέει  ότι  δεν  πρέπει  να  είμαστε  σκληροί  δικαστές 

των άλλων. Και αν ακόμη είμαστε απαλλαγμένοι από κάθε αμαρτία, ούτε και τότε 

μας επιτρέπει ο νόμος του Θεού να γίνουμε εξεταστές ξένων πραγμάτων. Διότι, αν 

ο  Φαρισαίος  οδηγήθηκε  σε  απώλεια  ακριβώς  γι᾿  αυτό  και  μόνο  το  λόγο,  ποια 

δικαιολογία  θα  έχουμε  εμείς;89.  Με  άριστο  τρόπο  τον  ιερό  Χρυσόστομο 

συμπληρώνει  ο  άγιος  Γρηγόριος  Παλαμάς.  Στην  ομιλία  του  «Περί  του  Ασώτου» 

λέει,  ότι  ο  Χριστός  δεν  ήλθε  να  καλέσει  δικαίους  αλλά  αμαρτωλούς  σε  μετάνοια, 

και κυρίως υπέρ αυτών σταυρώνεται αυτός που απαλείφει την αμαρτία του κόσμου· 

διότι  υπερεπερίσσευσε η χάρη, εκεί  όπου  πλεόνασε  η  αμαρτία.90 Το ότι ο Θεός  δεν 

87  Βλ.  Χρηστοήθεια  των  Χριστιανών,  σ.  256‐257.  Ένας  αδελφός  ρώτησε  κάποιον  γέροντα:  αν  δω 
μερικούς  που  ζουν  μαζί  μου  να  επιστρέφουν  στον  κόσμο,  πώς  μπορώ  να  μη  σκανδαλιστώ;  Ο 
γέροντας  του  απάντησε:  εκείνος  που  ζητά  τον  Κύριο  Ιησού  και  τρέχει  να  τον  φτάσει,  προσέχει 
αδιάκοπα  στο  σταυρό  και  όλα  τα  παραβλέπει  και  ξεπερνά  τα  εμπόδια  που  συναντά,  ώσπου  να 
φτάσει τον Εσταυρομένο και να τον κρατήσει μέσα του ζωντανό και μόνιμο, βλ. Παύλου μοναχού, 
Ευεργετινός, τόμ. 1, σ. 359‐360. 
88 Βλ. Κεφάλαια περί αγάπης 1, 69, PG 90, 976A. 

89  Στη  συνέχεια  ο  ιερός  Χρυσόστομος  λέει  επίσης  ότι,  αν  αυτούς  που  έχουν  να  επιδείξουν  αγαθά 

έργα  δεν  τους  επιτρέπει  ο  Θεός  να  εξετάζουν  με  σκληρότητα  τα  πράγματα  των  άλλων,  πολύ 
περισσότερο  δεν  επιτρέπεται  αυτό  σε  εκείνους  που  έχουν  υποπέσει  σε  βαρύτερα  και  περισσότερα 
πταίσματα, Βλ. Ομιλία εις Ματθαίον 35, 5, PG 57, 411. 
90 Βλ. Ρωμ. 5, 20. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα που επιβεβαιώνει τα παραπάνω, λέει ότι σε ένα 

κοινόβιο  της  Αιγύπτου  κάποιος  ονομαστός  διάκονος  με  ενέργεια  του  διαβόλου  έπεσε  με  μια 
γυναίκα.  Όταν  το  πράγμα  φανερώθηκε,  όλοι  σκανταλίστηκαν.  Ο  διάκονος  καταλαβαίνοντας  το 
πέσιμό  του,  έδειξε  στο  Θεό  αληθινή  μετάνοια·  κρύφτηκε  από  τον  κόσμο  πενθώντας  αδιάκοπα  για 
την αμαρτία του, μη τρώγοντας τίποτε άλλο, παρά μόνο ψωμί και νερό. Πέρασε αρκετός καιρός και 
ήρθε φοβερή ξηρασία σε όλη εκείνη την περιοχή. Σε κάποιο άγιο άνθρωπο ο Θεός φανέρωσε ότι αν 
δεν  έρθει  να  προσευχηθεί  ο  τάδε  διάκονος  που  κρύβεται  στο  τάδε  μέρος,  η  ξηρασία  δεν  θα 
σταματήσει.  Οι  άνθρωποι  βρήκαν  λοιπόν  τον  μετανοούντα  διάκονο  και  μόλις  εκείνος 
προσευχήθηκε, αμέσως ανέβηκαν τα νερά του Νείλου. Και όσοι είχαν προηγουμένως σκανδαλιστεί 
161
δίνει  κανένα  δικαίωμα  στους  δικαίους  να  κατακρίνουν  ούτε  έναν  αμαρτωλό, 

συνεχίζει  ο  ίδιος  πατέρας,  φαίνεται  και  από  πολλά  άλλα  και  ιδιαίτερα  από  την 

οπτασία του ιερού και μακαρίου Κάρπου91. Διότι αυτός όχι μόνο δεν εισακούστηκε 

όταν καταράστηκε μερικούς πονηρούς ανθρώπους και έλεγε ότι δεν είναι δίκαιο να 

ζουν  άνδρες  άθεοι  που  διαστρέφουν  τους  ευθείς  δρόμους  του  Κυρίου,  αλλά 

δοκίμασε  και  τη  θεία  αγανάκτηση  και  άκουσε  φρικώδεις  λόγους  που  οδηγούσαν 

στην επίγνωση της αρρήτου και υπέρ νουν θείας ανοχής και τον έπεισαν όχι μόνο 

να μη καταράται, αλλά και να εύχεται υπέρ αυτών που ζουν στην πονηρία, διότι ο 

Θεός  παρέχει  σ᾿  εκείνους  ακόμη  προθεσμία  μετανοίας.92  Με  το  ίδιο  πνεύμα  τα  εν 

λόγω  ζητήματα  βλέπουν  και  άλλοι  εκπρόσωποι  της  ορθόδοξης  Εκκλησίας.  Ο 

γέροντας  Παΐσιος  ο  Αγιορείτης,  ο  διακριτικός  και  χαρισματούχος  ασκητής  του 

περασμένου αιώνα, λέει ότι δεν πρέπει να βγάζει κανείς συμπεράσματα για έναν 

άνθρωπο από αυτό που φαίνεται, αν δεν μπορεί να διακρίνει αυτό που κρύβεται93. 

Και  ο  μέγας  Βασίλειος  αντιμετωπίζοντας  ένα  ποιμαντικό  πρόβλημα  συμπεραίνει: 

«Οὐ γὰρ τὰ σχήματα κρίνεται, ἀλλ᾿ ἡ προαίρεσις»94. 

Γι᾿  αυτό  ο  όσιος  Νικόδημος  Αγιορείτης  λέει  ότι  και  αν  ακόμα  βεβαιωθούμε, 

πως το κακό και η αμαρτία που έκανε ο αδελφός είναι αληθινή, τότε οφείλουμε να 

ενθυμηθούμε  την  εντολή  του  Κυρίου  που  λέει:  «μὴ  κρίνετε,  ἵνα  μὴ  κριθῆτε»95. 

Δηλαδή,  θα  πρέπει  να  μη  κατακρίνουμε  τον  αδελφό  εκείνον  ως  αμαρτωλό  και 

φταίχτη, αλλά να ενεργήσουμε με εκείνο το λόγο που είπε ένας αββάς: «ὁ ἀδελφὸς 

ἐκεῖνος  σήμερον  ἔσφαλε  καὶ  ἐγὼ  αὔριον σφάλλω·  ἐκεῖνος  ἔσφαλε  σφάλμα  μικρὸν 

καὶ ἐγὼ σφάλλω σφάλματα μεγάλα»96. Σχετικά με το ίδιο θέμα ο γέροντας Παΐσιος 

Αγιορείτης  λέει:  «Πάντα  νά  ἔχης  ὅλο  καλούς  λογισμούς  γιά  ὅλους,  διότι,  καί  νά 

κατακρίνουν  οἱ  ἄλλοι  κ.λ.π.,  ἴσως  νά  μήν  ἔχουν  ἄλλες  ἁμαρτίες  παρά  αὐτές,  καί 

εξαιτίας του, πολύ περισσότερο ωφελήθηκαν από τη μετάνοιά του και δόξασαν το Θεό, βλ. Παύλου 
μοναχού, Ευεργετινός, τόμ. 1, σ. 54. 
91 Ο επίσκοπος Κάρπος μαρτύρησε το 2ο αιώνα επί Μάρκου Αυρηλίου μαζί με τον Παπλίλο και την 

Αγαθονίκη. 
92 Βλ. Ομιλία 3, PG 151, 45AB. 

93 Βλ. Πνευματικός αγώνας, Λόγοι Γ’, σ. 84. 

94 Επιστολή 217, 53, PG 32, 796B. 

95 Μτ. 7, 1. 

96 Βλ. Χρηστοήθεια των Χριστιανών, σ. 257. 
162
ἔτσι  θά  γίνουν  αἰτία  αὐτές  οἱ  καταλαλιές  τους  νά  ταπεινωθοῦν  καί  νά  κλάψουν 

στόν  Θεό  καί  νά  ἑνωθοῦν  μαζί  Του·  ἐνῶ  ἐμεῖς,  ἀδελφέ  μου,  ἔχουμε  πολλές 

ἁμαρτίες,  καί  μᾶς  φτάνει  αὐτό  τό  ὑλικό  γιά  νά  κλάψουμε»97.  Ο  όσιος  Νικόδημος 

Αγιορείτης,  μιλώντας  για  τους  μεγάλους  και  διάσημους  ανθρώπους98  επιπλέον 

συνιστά:  «διατί  νὰ  σκανδαλισθῶ  ἐγώ,  νὰ  ταραχθῶ;  διατί  νὰ  παρακινηθῶ  καὶ  ἐγὼ 

νὰ  ἁμαρτήσω,  διότι  ἥμαρτεν  ἐκεῖνος;  ἢ  διατί  νὰ  παρακινηθῶ  νὰ  τὸν  κατηγορήσω; 

μάλιστα πρέπει νὰ τὸν σκεπάσω ὅσον δύναμαι καὶ νὰ καλύψω τὴν ἁμαρτίαν του»99. 

Και  αυτός  που  σκεπάζει  τα  σφάλματα  των  πνευματικών  του  πατέρων,  λαμβάνει 

ευλογία απ᾿ αυτούς και από τον ίδιο το Θεό100. Γι᾿ αυτό οι χριστιανοί δεν πρέπει να 

σκανδαλίζονται και να ταράσσονται από τους άλλους, και ειδικώς από αυτούς που 

ζουν  κατά  τις  εντολές,  το  ευαγγέλιο  και  τη  διδασκαλία  του  Κυρίου.  Αντιθέτως, 

πρέπει  να  τους  μιμούνται,  επαινώντας  τους  ως  φύλακες  των  εκκλησιαστικών 

παραδόσεων. 

Οι  Πατέρες  της  Εκκλησίας  λένε  επίσης  ότι  οι  άνθρωποι  δεν  πρέπει  να 

βλάπτονται  από  τα  σκάνδαλα  που  γίνονται  στον  κόσμο  και  δεν  έχουν  να  κάνουν 

με  την  πίστη,  αλλά  με  την  καθημερινή  ζωή.  Τα  σκάνδαλα  αυτά  καθ᾿  εαυτά  δεν 

είναι αιτία να βλάπτονται οι άνθρωποι, διότι αν ήταν έτσι, ο Θεός δεν θα τα άφηνε 

να  συμβαίνουν.  Αλλά  οι  άνθρωποι  βλάπτονται  από  τη  δική  τους  αμέλεια  και 

αγνωσία  και  τα  πάθη  τους.  Και  αυτό  φαίνεται  από  τη  ζωή  των  δικαίων  και 

ενάρετων  ανθρώπων,  οι  οποίοι  δεν  υφίστανται  καμία  βλάβη  από  τα  συμβαίνοντα 

σκάνδαλα101.  Και  θα  μπορούσαμε  να  προσθέσουμε  ότι  όχι  μόνο  δεν  ζημιώνονται 

97  Γέροντος  Παΐσίου,  Επιστολές,  έκδ.  Ι.  Ησυχαστηρίου  «Ευαγγ.  Ιωάννης  ο  Θεολόγος»,  Σουρωτή 
Θεσσαλονίκης 1994, σ. 56‐57. 
98  Ο  αγιορείτης  πατέρας  εννοεί  εδώ  τους  ανθρώπους  οι  οποίοι  κατέχουν  κάποιο  αξίωμα,  τόσο 

κληρικούς όσο και λαϊκούς. 
99 Χρηστοήθεια των Χριστιανών, σ. 257. Παρακάτω στο ίδιο κείμενο, ο άγιος Νικόδημος αναφέρει και 

τέσσερις αιτίες δια τις οποίες οφείλει κανείς όσο γίνεται να σκεπάσει και να καλύψει την αμαρτία 
των πνευματικών του πατέρων, ό. π., σ. 257‐258. 
100  Βλ.  ό.  π.,  σ.  258.  Και  αντιθέτως,  όποιος  φανερώνει  και  διαπομπεύει  στους  άλλους  τα  σφάλματα 

των πνευματικών του πατέρων, είναι παρόμοιος με τον Χάμ, τον διεστραμμένο εκείνο υιό του Νώε. 
Αυτός  όχι  μόνο  είδε  μόνος  τη  γύμνωση  του  πατέρα  του,  αλλά  και  τη  φανέρωσε  στους  άλλους 
αδελφούς  του.  Γι᾿  αυτό  έλαβε  και  την  κατάρα  από  τον  πατέρα  του  να  είναι  δούλος  σ᾿  εκείνους. 
Αυτήν  την  κατάρα  κληρονομεί  πνευματικά  και  εκείνος  που  δημοσιοποιεί  το  σφάλμα  των 
πνευματικών του πατέρων, βλ. ό. π. 
101 Βλ. Ιωάννου Χρυσοστόμου, Ομιλία εις Ματθαίον 59, 1, PG 58, 575. 
163
από  αυτά,  αλλά  και  ότι  αντιμετωπίζουν  με  αισιοδοξία  και  πίστη  τις  παραμικρές 

καλές  διαθέσεις  (δηλαδή  τον  καλά  κρυμμένο  σπόρο)  των  «κακών»  ανθρώπων. 

Χαρακτηριστική είναι η διήγηση περί του αββά Τιμοθέου του πρεσβυτέρου, ο οποίος 

ανέφερε στον αββά Ποιμένα ότι υπάρχει μια γυναίκα στην Αίγυπτο, που πορνεύει 

και δίνει τα έσοδά της σ᾿ ελεημοσύνη. Ο αββάς Ποιμήν αποκρίθηκε: «οὐ μενεῖ ἐν τῇ 

πορνείᾳ· φαίνεται γὰρ ἐν αὐτῇ καρπὸς πίστεως». Όταν ήρθε στον αββά Τιμόθεο η 

μητέρα του, τη ρώτησε: εκείνη η γυναίκα εξακολουθεί να πορνεύει; Ναι, απάντησε, 

και αύξησε τους εραστές της, επίσης όμως και την ελεημοσύνη. Ο αββάς Τιμόθεος 

το  γνωστοποίησε  στον  αββά  Ποιμένα.  Αυτός  δε  είπε:  «οὐ  μενεῖ  ἐν  τῇ  πορνείᾳ». 

Όταν  ήρθε  πάλι  η  μητέρα  τού  αββά  Τιμοθέου,  του  είπε:  γνωρίζεις  ότι  η  πόρνη 

εκείνη  ήθελε  να  έρθει  μαζί  μου,  για  να  ευχηθείς  υπέρ  αυτής;  Αυτός  το  ανέφερε 

στον  αββά  Ποιμένα,  ο  οποίος  του  απάντησε:  μάλλον  εσύ  πήγαινε  και  συνάντησέ 

την. Έτσι τελικά και έγινε. Αυτή μόλις είδε τον αββά Τιμόθεο και άκουσε από αυτόν 

το  λόγο  του  Θεού,  συγκινήθηκε  και  έκλαψε  και  του  είπε:  «Ἐγὼ  ἀπὸ  τῆς  σήμερον 

προσκολλῶμαι τῷ Θεῷ, καὶ οὐ προσθήσω ἔτι τοῦ πορνεύειν». Και αμέσως μπήκε σε 

μοναστήρι και ευαρέστησε το Θεό102. 

Το ίδιο φαινόμενο βλέπουμε και στη ζωή των δια Χριστόν σαλών. Ο βίος του 

Θεοφίλου  του  ασκητή  της  Λαύρας  των  Σπηλαίων  του  Κιέβου  αναφέρει  ότι  ο 

στάρετς  όταν  άρχισε  να  δέχεται  συγκελλιώτες103,  δεν  έδινε  καμία  σημασία  στην 

συμπεριφορά  του  ανθρώπου  που  διάλεγε.  Δεν  ενδιαφερόταν  δηλαδή,  «ἄν  ἦταν 

ἰδιότροπος  ἤ  ὄχι,  ἀρκεῖ  νά  εἶχε  μιά  ζεστή  καρδιά  καί  μιά  ψυχή  ἀνοιχτή  καί  εἶχε 

ἐλπίδα ὅτι θά διορθωθῆ». Κάποτε, ένας περιπλανώμενος κουρελιάρης, ο Ιβάν, ήρθε 

στο  ερμητήριο  που  ζούσε  ο  Θεόφιλος.  Ήταν  λιποτάκτης  από  τη  στρατιωτική  του 

υποχρέωση, πριν αρκετά χρόνια, και από τότε είχε διαπράξει ένα σωρό εγκλήματα. 

Ο  στάρετς  όταν  τον  συνάντησε  για  πρώτη  φορά,  του  αποκάλυψε  τις  κρυφές 

αμαρτίες του, και με αυτόν τον τρόπο «ἔφερε τήν καρδιά τοῦ φυγάδα σέ μετάνοια». 

 Βλ. Παλλαδίου Ελενουπόλεως, Αποφθέγματα αγίων Γερόντων, PG 65, 429ΑΒ. 
102

  Αυτοί,  στην  περίπτωση  του  στάρετς  Θεοφίλου,  δεν  προέρχονταν  από  τους  μοναχούς,  αλλά 
103

κατευθείαν από τους λαϊκούς. 
164
Ο  Ιβάν  βλέποντας  μπροστά  του  τον  παράδοξο  μοναχό  έμεινε  κατάπληκτος  και 

πλέον δεν έφευγε από τον στάρετς.104. 

Οι Πατέρες της Εκκλησίας λένε επιπλέον ότι οι πειρασμοί και τα  σκάνδαλα 

όχι μόνο βλάπτουν αλλά και ωφελούν τους χριστιανούς. Λόγου χάρη ο όσιος Ισαάκ 

ο Σύρος επισημαίνει χαρακτηριστικά ότι ο πειρασμός ωφελεί κάθε άνθρωπο, αλλά 

αυτό εξαρτάται και από την πνευματική του κατάσταση. Οι αγωνιστές πειράζονται 

για  να  αυξήσουν  το  ηθικό  τους  πλούτο·  οι  χαύνοι,  για  να  προφυλαχθούν  από  τα 

επιβλαβή·  οι  κοιμισμένοι,  για  να  ετοιμασθούν  προς  αφύπνιση·  όσοι  βρίσκονται 

μακριά, για να πλησιάσουν τον Θεό· και οι οικείοι του Θεού, για να εισέλθουν στον 

οίκο  του  με  παρρησία105.  Παρόμοια  γνώμη  έχει  και  ο  άγιος  Ιωάννης  Χρυσόστομος, 

όταν  λέει  ότι  τα  σκάνδαλα  όχι  μόνο  δεν  βλάπτουν  τους  προσεκτικούς  και 

φρόνιμους,  αλλά  ακόμη  και  τους  ωφελούν.  Και  όχι  μόνο  αυτούς  που  πειράζονται, 

τους  παροτρύνουν  και  τους  κάνουν  περισσότερο  ενεργητικούς,  αλλά  και  εκείνον 

τον  ίδιον  που  τα  προξενεί  τον  επανορθώνουν  πολύ  γρήγορα,  διότι  τον  κάνουν  να 

προσέχει,  να  φοβάται,  να  αγρυπνεί  και  να  προφυλάσσεται  στο  εξής,  για  να  μη 

πέσει στα ίδια. Και αυτό γίνεται φανερό από τους εναρέτους, οι οποίοι όχι μόνο δεν 

ζημιώνονται  από  τα  σκάνδαλα,  αλλά  αντιθέτως  έχουν  από  αυτά  και  μεγάλη 

ωφέλεια·  διότι  τέτοιοι  ήταν  ο  Ιώβ,  ο  Ιωσήφ  και  όλοι  οι  δίκαιοι  και  οι  απόστολοι106. 

Βεβαίως,  ο  Κύριος  λέει:  «οὐαὶ  τῷ  κόσμῳ  ἀπὸ  τῶν  σκανδάλων»107.  Όμως,  όπως 

παρατηρεί άγιος Νικόδημος Αγιορείτης, «ἐὰν … ἡμεῖς προσέχωμεν εἰς τὸν ἑαυτόν 

μας  καὶ  δὲν  φρονοῦμεν  τὰ  τοῦ  κόσμου,  ἀλλὰ  φυλάττομεν  ὁ  καθεὶς  τὸ  ἐπάγγελμά 

του  μὲ  τὰς  ἐντολὰς  τοῦ  Κυρίου,  καὶ  μὲ  τὰ  ἀνήκοντα  εἰς  αὐτὸ  ἔργα,  βέβαια  δὲν 

βλαπτόμεθα  ἀπὸ  τὰ  σκάνδαλα,  ἀλλὰ  καὶ  μεγάλον  κέρδος  ἐκ  τούτων 

λαμβάνομεν»108. 

104 Βλ. Ο στάρετς Θεόφιλος. Ο δια Χριστόν σαλός ασκητής της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου, σ. 89‐
90. Περισσότερα για τη σχέση του γέροντα Θεοφίλου και του υποτακτικού του Ιβάν βλ. ό. π., σ. 90‐95. 
105 Βλ. Λόγος 86, ό. π., σ. 198‐199. 

106 Βλ. Ομιλία εις Ματθαίον 59, 1, PG 58, 575. 

107 Μτ. 18, 7. 

108 Χρηστοήθεια των Χριστιανών, σ. 260. Βλ επίσης Ιωάννου Χρυσοστόμου, Ομιλία εις Ματθαίον 59, 1, 

PG 58, 575. 
165
 

3. Ο εμπαιγμός του κόσμου 

Πώς  όμως,  θα  μπορούσε  να  ρωτήσει  κανείς,  δικαιολογούνται  οι  «ανήθικες» 

ενέργειες  των  δια  Χριστόν  σαλών  μπροστά  στις  σαφείς  παραινέσεις  της  Αγίας 

Γραφής,  οι  οποίες  δεν  αφορούν  τα  θέματα  της  πίστεως,  αλλά  ασφαλώς  αυτά  της 

ζωής;  Ο  απόστολος  Παύλος,  λ.  χ.  γράφει:  «διόπερ  εἰ  βρῶμα  σκανδαλίζει  τὸν 

ἀδελφόν  μου,  οὐ  μὴ  φάγω  κρέα  εἰς  τὸν  αἰῶνα,  ἵνα  μὴ  τὸν  ἀδελφόν  μου 

σκανδαλίσω»109.  Μήπως  οι  δια  Χριστόν  σαλοί,  όπως  αναρωτιέται  με  βάση  την 

παραπάνω  περικοπή  ο  καθηγητής  Χρήστος  Γιανναράς,  αρνούνται  την  προτροπή 

του  απ.  Παύλου  για  την  «ἀποδοχὴ  κάθε  προσωπικῆς  στέρησης  καὶ  θυσίας 

προκειμένου νὰ ἀποφευχθεῖ ὁ σκανδαλισμὸς τῶν πιστῶν»110; Βεβαίως όχι, και αυτό 

φαίνεται  ξεκάθαρα  από  τα  άλλα  μέρη  της  εργασίας  αυτής111.  Όμως  πρέπει  να 

σημειωθεί  ότι  η  παραπάνω  προτροπή  του  αποστόλου  των  εθνών  δεν  πρέπει  να 

εφαρμόζεται  αδιάκριτα  από  όλους  τους  χριστιανούς  και  σε  όλες  τις  περιπτώσεις. 

Στην  προκειμένη  περίπτωση  τα  λόγια  του  απ.  Παύλου,  πρώτον,  έχουν 

συγκεκριμένους  αποδέκτες,  και  δεύτερον,  ο  σκανδαλισμός  για  τον  οποίο  μιλάει  ο 

απ. Παύλος αφορά μόνο τους αδύνατους πνευματικά πιστούς. Με αυτό το πνεύμα 

ερμηνεύει  την  παραπάνω  περικοπή  ο  άγιος  Νικόδημος  Αγιορείτης:  «ἐπειδή  ὁ 

διδάσκαλος χρεωστεῖ νά φυλάττῃ πρῶτος αὐτός ἐκεῖνα, ὁποῦ παραγγέλλει εἰς τούς 

ἄλλους νά φυλάττουν, διά τοῦτο καί ὁ ἀπόστολος ὡς διδάσκαλος ἄριστος συνιστᾷ 

ἐδῶ  μέ  τό  παράδειγμά  του  ἐκεῖνα  ὁποῦ  διδάσκει,  καί  λέγει  ὅτι  ἄν  φαγητόν 

σκανδαλίζῃ τόν ἀδελφόν μου, ἐγώ δέν θέλω φάγω κρέατα εἰς ὅλην μου τήν ζωήν, 

μόνον διά νά μή σκανδαλίσω τόν ἀδελφόν μου. Δέν εἶπε δέ ἄν σκανδαλίζῃ δικαίως, 

ἀλλά μέ ὅποιον τρόπον καί ἄν σκανδαλίζῃ, εἶτε δικαίως εἶτε ἀδίκως. Καί δέν εἶπεν 

ὅτι  δέν  θέλω  φάγω  εἰδώλων  θυσίας,  ἀλλά  δέν  θέλω  φάγω  κρέατα  ἁπλῶς  καί 

109 Α’ Κορ. 8, 13. 
110 Βλ. Η ελευθερία του ήθους, σ. 96. 
111 Βλ. ειδικά δύο προηγούμενα υποκεφάλαια της παρούσης εργασίας. 
166
καθολικῶς κἄν καί συγκεχωρημένα εἶναι ταῦτα νά τρώγωνται. … Καί δέν εἶπεν ὅτι 

διά νά μήν ἀπολέσω τόν ἀδελφόν μου, ἀλλά διά νά μή τόν σκανδαλίσω ἁπλῶς»112. 

Η  ερμηνεία  του  οσίου  Νικοδήμου  δείχνει  ξεκάθαρα  δύο  βασικά  στοιχεία. 

Πρώτον,  δείχνει  τη  μεγάλη  ποιμαντική  μέριμνα  που  θα  έπρεπε  να  διακρίνει  κάθε 

άριστο  διδάσκαλο  της  πίστεως.  Ο  αληθινός  ποιμένας  πρέπει  να  είναι  έτοιμος  ‐ 

βεβαίως, αν χρειαστεί αυτό ‐ όλα να τα κάνει και να τα θυσιάζει προκειμένου να μη 

σκανδαλίσει  τον  αδελφό  του,  αλλιώς  το  διδασκαλικό  του  έργο  δεν  θα  δώσει 

καρπούς.  Δεύτερον,  ο  αγιορείτης  πατέρας  θέλει  να  πει  ότι  όλα  αυτά  θα  τα  κάνει 

μόνο  για  ποιμαντικούς  λόγους,  έχοντας  υπ᾿  όψη  τις  πνευματικά  ασθενείς  ψυχές, 

και  αν  ακόμα  ο  σκανδαλισμός  αυτών  δεν  δικαιολογείται.  Η  παραπάνω  θέση  του 

αγίου Νικοδήμου φαίνεται καλύτερα από την ερμηνεία μιας άλλης προτροπής του 

απ. Παύλου: «καλὸν τὸ μὴ φαγεῖν κρέα μηδὲ πιεῖν οἶνον μηδὲ ἐν ᾧ ὁ ἀδελφός σου 

προσκόπτει»113. Λέει ότι ο τελειότερος στην πίστη χριστιανός πρέπει να απέχει από 

κάθε  φαγητό  και  ποτό  που  σκανδαλίζει  τον  ατελή  αδελφό  του,  όχι  επειδή  είναι 

κακό  το  να  τρώει  κανείς  κάποιο  φαγητό,  γιατί  όλα  είναι  καθαρά  στο  Θεό,  αλλά 

γιατί το να τα τρώει όλα σκανδαλίζει τον αδελφό του. Στη συνέχεια ο ίδιος πατέρας 

προσθέτει: «λέγοντας δέ ὁ Παῦλος ὅτι σκανδαλίζεται ὁ ἀτελής ἀδελφός ἔδειξεν ὅτι 

αὐτός εἶναι ἀνόητος καί κοῦφος εἰς τόν λογισμόν, διατί οἱ κοῦφοι εἰς τόν λογισμόν 

εὐκόλως  σκανδαλίζονται.  Λέγοντας  δέ  ὅτι  προσκόπτει  ἔδειξεν  ὅτι  αὐτός  εἶναι 

τυφλός, διατί οἱ τυφλοί προσκόπτουν καί σκοντάβουν. Λέγοντας δέ καί ὅτι ἀσθενεῖ 

ἔδειξεν  ὅτι  εἶναι  καί  ὀλιγόπιστος.  Διά  τούτων  οὖν  πάντων  τραβίζει  καί  παρακινεῖ 

τόν  δυνατώτερον  χριστιανόν  εἰς  τήν  βοήθειαν  τοῦ  ἀδελφοῦ  του,  ὁποῦ  εἶναι  κατά 

πάντα ἀσθενής»114. 

112 Ερμηνεία εις τας ΙΔ’ επιστολάς του αποστόλου Παύλου, τόμ. Α’, σ. 497. Πρέπει να σημειωθεί ότι ο 
Χρηστός Γιανναράς ερμηνεύοντας την ίδια περικοπή του απ. Παύλου (Α’ Κορ. 8, 13), περιορίζει την 
έννοια  του  σκανδαλισμού  αποκλειστικά  στην  «πρόκληση  συγχύσεως  στὸ  χῶρο  τῆς  ἀλήθειας  ποὺ 
μπορεῖ  νὰ  στερήσει  τοὺς  ἄλλους  ἀπὸ  τὴ  δυνατότητα  μετοχῆς  στὴν  ἀλήθεια,  δηλαδὴ  τὴ  σωτηρία». 
Αυτή  η  πρόκληση  κατά  τον  σεβαστό  καθηγητή  συνδέεται  με  το  βρώσιμο  των  ειδωλοθύτων. 
Χαρακτιριστικά  γράφει:  «Ἂν  τρώγοντας  τὰ  εἰδωλόθυτα  δώσεις  ἀφορμὴ  στὴν  “ἀσθενοῦσα 
συνείδηση”  τοῦ  ἀδελφοῦ  σου  νὰ  ὑποθέσει  ὅτι  ὑπάρχει  κάποια  σχέση  ἀνάμεσα  στὴ  λατρεία  τῶν 
εἰδώλων καὶ στὴν ἀλήθεια καὶ τὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, τότε ἡ εὐθύνη γιὰ τὴ σύγχυση ποὺ προκαλεῖς 
εἶναι πραγματικά μεγάλη», βλ. Η ελευθερία του ήθους, σ. 96. 
113 Ρωμ. 14, 21. 

114 Βλ. Ερμηνεία εις τας ΙΔ’ επιστολάς του αποστόλου Παύλου, τόμ. Α’, σ. 324. 
167
Συμπερασματικά,  πρέπει  να  τονιστεί  ότι  τους  μωρούς  εργάτες  του  Κυρίου 

δεν είναι σε θέση να βαρύνουν οι νουθεσίες του απ. Παύλου περί των σκανδάλων 

τουλάχιστον  για  δύο  λόγους.  Πρώτον,  επειδή  οι  σαλοί,  όπως  υποστηρίχθηκε 

προηγουμένως,  είχαν  μεγάλη  μέριμνα  και  ενδιαφέρον  για  τους  μικρούς,  ατελείς 

και  ασθενείς  εν  Χριστώ  αδελφούς  τους.  Και  δεύτερον,  επειδή  ο  Παύλος 

απευθύνεται  πρωτίστως  στους  τέλειους  και  ώριμους  πνευματικά  πιστούς  και 

χριστιανούς  διδασκάλους.  Οι  σαλοί  όμως,  όπως  προειπώθηκε,  εξωτερικά  δεν 

εκπροσωπούσαν αυτή την κατηγορία των χριστιανών, αλλά ανήκαν στη τάξη των 

περιφρονημένων και ευτελών, οι οποίοι κατά τον απ. Παύλο χρειάζονταν βοήθεια 

από τους δυνατότερους χριστιανούς  αδελφούς  τους. Και ως  περισσότερο αδύνατοι 

πνευματικά,  τα  σφάλματά  τους  αδυνατούσαν  να  προξενήσουν  το  σκανδαλισμό 

των υπολοίπων χριστιανών. 

Αυτός  ο  «σκανδαλισμός»  όμως  φαίνεται  ιδιαίτερα  στη  συμπεριφορά  και  τη 

στάση  των  δια  Χριστόν  σαλών  απέναντι  στους  χριστιανούς  του  «κατεστημένου», 

τόσο του εκκλησιαστικού όσο και του εξωεκκλησιαστικού, τους οποίους οι ασκητές 

αυτοί  αντιμετώπιζαν  με  πολύ  ιδιαίτερο  τρόπο.  Στη  συναναστροφή  μαζί  τους 

επίτηδες  δεν  απέφευγαν  τις  παράδοξες  και  ηθικά  καταδικασμένες  πράξεις,  αλλά 

τις  χρησιμοποιούσαν  ως  μέσο  για  να  επισημάνουν  και  να  δείξουν  τους 

πνευματικούς  κινδύνους  και  τα  κοινωνικά  προβλήματα  του  περιβάλλοντος  όπου 

ζούσαν. Αυτός άλλωστε ήταν και ένας από τους σκοπούς της αποστολής τους στον 

κόσμο για τον οποίο κλήθηκαν στην άσκηση της σαλότητας. 

Με  αυτόν  τον  τρόπο,  οι  δια  Χριστόν  σαλοί  ενέπαιζαν  την  κοινωνία,  μια 

κοινωνία  η  οποία  «εἶχε  σταθῆ  μόνον  στήν  ἐπιφάνεια  καί  ἀγνοοῦσε  τό  βάθος». 

Ενέπαιζαν  μια  κοινωνία  που  διαποτιζόταν  από  την  επιδερμική  ηθική,  την 

επίπλαστη  ευγένεια  και  τον  φαρισαϊσμό  και  δεν  ενδιαφερόταν  για  το  νου  και  την 

καρδιά  που  αποτελούν  την  ουσία  και  το  βάθος  της  πνευματικής  ζωής115.  Οι  σαλοί 

 Βλ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και αγ. Βλασίου Ιεροθέου, Το πρόσωπο στην Ορθόδοξη Παράδοση, σ. 
115

343.  Ο  ίδιος  ιεράρχης  διασαφηνίζοντας  το  εν  λόγω  ζήτημα  παρατηρεί:  «Δέν  εἴμαστε,  βέβαια, 
ἐναντίον  τῆς  ἠθικῆς,  ἀλλά  ἐναντίον  τῆς  ἠθικολογίας,  ὅταν  στεκόμαστε  στήν  ἐπιφάνεια  καί  δέν 
ἐνδιαφερόμαστε γιά τόν νοῦ καί τήν καρδιά. Ἡ θρησκειοποίηση τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἡ μεταβολή τοῦ 
Χριστιανισμοῦ  ἀπό  Ἐκκλησία  σέ  θρησκεία  ἤ  σέ  ἰδεολογία  ἀποτελεῖ  τό  μεγαλύτερο  πρόβλημα,  τό 
μεγαλύτερο “ἔγκλημα” ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας», ό. π. 
168
προέβαιναν  σε  τέτοιου  είδους  ενέργειες  επειδή,  «ὅταν  μιά  κοινωνία  στηρίζεται 

μόνον σέ μιά συμβατική ἠθική, καί μάλιστα ὅταν τήν ἀπολυτοποιῆ καί αἰσθάνεται 

αὐτάρκεια,  τότε  πρέπει  νά  κτυπηθῆ116.  Αυτό  το  έργο  είχαν  ακριβώς  αυτοί  οι 

ασκητές. Οι μωροί εργάτες του Κυρίου κορόιδευαν την υποκριτική χριστιανική ζωή 

που  επικεντρωνόταν  μόνο  στην  εξωτερική  και  κατά  γράμμα  τήρηση  των  εντολών 

και  του  νόμου  και  περιφρονούσε  ή  ξεχνούσε  την  ουσία  του.  Αυτό  συνήθως 

συμβαίνει, παρατηρεί ο καθηγητής π. Βασίλειος Καλλιακμάνης, όταν η τήρηση των 

εντολών και του θείου νόμου γίνεται χωρίς προσοχή και διάκριση. Τότε ελλοχεύει ο 

κίνδυνος  δημιουργίας  δικανικής  και  νομικίστικης  αντίληψης,  ενυπάρχει  «ὁ 

κίνδυνος ὑποχώρησης τοῦ χαρισματικοῦ πνεύματος τῆς Ἐκκλησίας καί κυριαρχίας 

τοῦ νόμου»117. 

Μια  καλή  περιγραφή  και  παρουσίαση  των  αιτιών  αυτής  της  πνευματικής 

καταστάσεως,  που  πάντοτε  μπορεί  να  απειλήσει  την  αληθινή  εν  Χριστώ  ζωή,  θα 

βρούμε  στην  ερμηνεία  του  οσίου  Νικοδήμου  Αγιορείτη  της  ακόλουθης  περικοπής 

της  προς  Ρωμαίους  επιστολής  του  απ.  Παύλου:  «προσέκοψαν  τῷ  λίθῳ  τοῦ 

προσκόμματος,  καθὼς  γέγραπται·  ἰδοὺ  τίθημι  ἐν  Σιὼν  λίθον  προσκόμματος  καὶ 

πέτραν  σκανδάλου,  καὶ  ὁ  πιστεύων  ἐπ᾿  αὐτῷ  οὐ  καταισχυνθήσεται»118.  Ο  άγιος 

Νικόδημος  εξηγώντας  τα  παραπάνω  λόγια  λέει  ότι  «Ἐκεῖνος  ὁποῦ  σκοντάβει  εἰς 

πέτραν,  αὐτός  σκοντάβει  διατί  χάσκει  καί  βλέπει  εἰς  ἄλλα  πράγματα  καί  δέν 

προσέχει  ἔμπροσθέν  του.  Καί  οἱ  Ἰουδαῖοι  τό  αὐτό  ἔπαθον,  ἐπειδή  γάρ  αὐτοί 

χάσκουν  καί  ἀποβλέπουν  εἰς  τόν  νόμον,  διά  τοῦτο  ἐσκόνταψαν  εἰς  τόν  Χριστόν, 

ἤγουν ἀπίστησαν καί δέν ἐπίστευσαν εἰς τόν Χριστόν. Λίθος δέ προσκόμματος καί 

πέτρα  σκανδάλου  ὀνομάζεται  ὁ  Χριστός  ὄχι  ἀπό  λόγου  του,  ἀπό  τό  τέλος  καί  τήν 

ἔκβασιν  ἐκείνων  ὁποῦ  ἀπίστησαν  εἰς  αὐτόν.  Διατί  αὐτός  καθ᾿  ἑαυτόν  ὁ  Χριστός 

ἐβάλθη θεμέλιος καί στερέωμα εἰς ὅλην τήν ἐκκλησίαν τῶν πιστῶν. Καί κάθε ἕνας 

ὁποῦ  πιστεύει  ἐπάνω  εἰς  αὐτόν,  δέν  θέλει  καταισχυνθῇ,  κἄν  ἐθνικός  εἶναι  κἄν 

116 Ό. π., σ. 345. 
117  Βλ.  Πρωτ.  Βασιλείου  Ι.  Καλλιακμάνη,  Ο  εκκλησιολογικός  χαρακτήρας  της  ποιμαντικής,  Λεντίω 
ζωννύμενοι ΙΙ, έκδ. Μυγδονία, Θεσσαλονίκη 2005, σ. 177. 
118 Ρωμ. 9, 32‐33. 
169
Ἰουδαῖος. Ὥστε ἡ πίστις εἶναι ὁποῦ ἐνεργεῖ τό πᾶν καί δικαιώνει τόν ἄνθρωπον καί 

οὐχί τά ἔργα τοῦ νόμου»119. 

Οι δια Χριστόν σαλοί φωτιζόμενοι από το Άγιο Πνεύμα και τη χάρη που τους 

δόθηκε και μιλούσε μέσα τους, δεν τηρούσαν και δεν έβλεπαν τις εντολές, το θείο 

νόμο και γενικά την πνευματική ζωή, με νομικίστικο πνεύμα120. Γνωρίζοντας οι ίδιοι 

τους  πνευματικούς  κινδύνους  που  μπορούσε  να  δημιουργήσει  η  κατά  γράμμα 

εφαρμογή των παραγγελμάτων του Κυρίου, προσπάθησαν να βοηθήσουν και τους 

άλλους  ανθρώπους  να  μην  παρασύρονται  και  περιορίζονται  στη  χριστιανική  ζωή 

μόνο στη νομική πλευρά της αλλά να αποβλέπουν στη χαρισματική της διάσταση. 

Και  αυτή  την  αποστολή  τους  οι  μωροί  ασκητές  την  πραγματοποιούσαν  με 

αδιάλλακτο τρόπο και με μια ανυποχώρητη στάση απέναντι στο περιβάλλον τους. 

Έτσι,  η  ασυμβίβαστη  συμπεριφορά  τους  γινόταν  αντιληπτή,  όχι  μόνο  από  τους 

αληθινούς  αγωνιστές  του  Κυρίου,  όχι  μόνο  από  τους  χαύνους  και  κοιμισμένους 

πνευματικά, αλλά ακόμα και από τα ράθυμα και αδιάφορα μέλη της χριστιανικής 

κοινωνίας  που  βρίσκονταν  μακριά  από  το  Θεό.  Σχετικά  με  αυτό  το  ζήτημα  ο 

μοναχός  Μωυσής  παρατηρεί:  «Ἄν  ἡ  ἁγιότητα  γενικῶς  προκαλεῖ  τούς  ἄγευστους 

πνευματικῶν βιωμάτων καί τούς ἐλέγχει σιωπηλά τόν βίο, ἡ μορφή αὐτή ἁγιότητος 

[της  δια  Χριστόν  σαλότητας]  τούς  εἶναι  παράδοξη,  ἀκατανόητη  κι  ἀπαράδεκτη, 

ἀκόμη,  μερικές  φορές,  καί  στό  Ἅγιον  Ὄρος  καί  στούς  θεολογικούς  κύκλους»121. 

Πρέπει ωστόσο να επισημανθεί ότι η αδιάλλακτη και συνήθως γεμάτη παραξενιές 

και «ανήθικες» ενέργειες διαγωγή τους, όπως αυτό ειπώθηκε και στο προηγούμενο 

υποκεφάλαιο  της  εργασίας  αυτής,  δεν  προξενούσε  τις  ίδιες  αντιδράσεις  σε  όλους· 

άλλες  φορές  προκαλούσε  σκανδαλισμό,  άλλες  φορές  δημιουργούσε 

προβληματισμούς,  και  άλλοτε  βοηθούσε  να  σωθούν  οι  άνθρωποι  από  συμφορές. 

Αυτή  η  ποικιλία  των  αντιδράσεων  οφειλόταν  πρωτίστως  στο  διαφορετικό 

119 Ερμηνεία εις τας ΙΔ’ επιστολάς του αποστόλου Παύλου, τόμ. Α’, σ. 234‐235. 
120  Συμπληρωματικά  για  αυτό  το  θέμα  βλ.  το  εξής  υποκεφάλαιο  αυτής  της  εργασίας:  Η  εξωτερική 
διαγωγή των σαλών. 
121  Μοναχού  Μωυσέως  Αγιορείτου,  Η  θλίψη  του  άγχους  κι  η  χαρά  της  ελπίδος,  έκδ.  Τήνος,  Αθήνα 

41994, σ. 75‐76. 
170
πνευματικό  επίπεδο  και  την  ιδιαίτερη  κατάρτιση  των  ανθρώπων,  οι  οποίοι  ήταν 

μάρτυρες των εν λόγω πράξεων των μωρών ασκητών. 

Με  αυτόν  τον  τρόπο,  οι  δια  Χριστόν  σαλοί  αναμφίβολα  αναδείχθηκαν  ως 

απόστολοι  της  ευαγγελικής  «μωρίας»  των  ημερών  τους.  Αλλά  αυτή  τη  μωρία  δεν 

την  αντιλαμβάνονταν,  όσοι  την  έβλεπαν  και  την  έκριναν  «ὑπό  τό  πρῖσμα  τῆς 

κατεστημένης  κοινωνικῆς  ἀξιοπρέπειας»,  γι᾿  αυτό  και  σκανδαλίζονταν122.  Πολύ 

πετυχημένα εξηγεί αυτήν τη στάση ο καθηγητής Ιωάννης Κορναράκης. Λέει ότι «ὁ 

καλός,  πλήν  κοινωνικός,  κατά  κόσμο  χριστιανός  ἔχει  τήν  εὐαισθησία  μιᾶς 

κατεστημένης ἠθικιστικῆς ἀντιλήψεως, πού νομίζει ὅτι αὐτή ἐκφράζει ὅλο τό βάθος 

καί  τό  πλάτος  τῆς  ποιότητος  τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ἡ ἀντίληψη αὐτή ἔχει ἄμεση 

σχέση μέ τήν “ἰδεατή” (πλασματική), “καλή” εἰκόνα τοῦ ἑαυτοῦ μας, πού ἐννοεῖ νά 

ἀνδιδρᾶ  σέ  ὅ,τι  δέν  ἐναρμονίζεται  μέ  τό  κοινωνικό  ἦθος  αὐτό  καθ᾿  ἑαυτό,  ὡς  τό 

κύριο μέτρο τῆς ποιότητος τῆς ἀνθρώπινης γενικά ζωῆς. Κατά βάθος, θέλουμε νά 

πηγαίνουμε  μέ  τήν  κοινωνική  μόδα,  σ᾿  ὅλες  τίς  προοπτικές  τῆς  ὑπάρξεώς  μας. 

Ἀκόμη  καί  στή  στόχευση  τῆς  σωτηρίας  μας  ἐν  Χριστῷ  Ἰησοῦ»123.  Όμως  αυτή  η 

ηθικιστική  αντίληψη  της  πνευματικής  ζωής  του  χριστιανού  ούτε  συναντάται  στα 

κείμενα  της  Καινής  Διαθήκης,  ούτε  στα  πατερικά  συγγράμματα,  ούτε  και  στους 

βίους των αγίων124. Αυτό ακριβώς επιβεβαιώνουν με το καλύτερο τρόπο οι βίοι των 

δια Χριστόν σαλών. 

Ο  άγιος  Συμεών  της  Εμέσης,  λ.  χ.,  την  πρώτη  Κυριακή  μετά  την  είσοδό  του 

στην  Έμεσα  πήγε  στην  εκκλησία  και  στην  αρχή  της  θείας  Λειτουργίας  άρχισε  να 

πετάει  καρύδια  και  να  σβήνει  τα  καντήλια.  Όταν  τον  κυνήγησαν  για  να  τον 

βγάλουν  έξω,  αυτός  ανέβηκε  στον  άμβωνα  και  από  εκεί  πετούσε  στις  γυναίκες 

122  Πρβλ  Ιωάννου  Κ.  Κορναράκη,  Ταρσώ  η  δια  Χριστόν  σαλή,  σ.  180.  Ο  βίος  της  Ταρσώς  της  δια 
Χριστόν  σαλής  αναφέρει  ότι  ένας  αναγνωρισμένος  κοινωνικά  πνευματικός  απαγόρευσε  την 
επίσκεψη των πνευματικών του τέκνων στην ασκήτρια. Και αυτό γιατί σκανδαλίστηκε από κάποια 
«άπρεπα» για το κοινωνικό ήθος λόγια της Ταρσώς. Όμως τα λόγια αυτά δεν ήταν ήταν άπρεπα για 
το Ευαγγέλιο, αφού «ὡς λόγια τοῦ Χριστοῦ, ὁ εὐαγγελιστής τά ἀπέδωσε, ὅπως ἡ κυριακή γλῶσσα τά 
ἐλάλησε», βλ. ό. π. 
123 Ό. π. 

124  Λ.  χ.  ο  απόστολος  Παύλος,  ο  μεγαλύτερος  των  αποστόλων  δεν  ντρεπόταν  να  διακηρύσσει  ότι 

εμείς οι απόστολοι γίναμε σαν σκουπίδια του κόσμου έως την στιγμήν αυτήν. «Ὡς περικαθάρματα 
τοῦ κόσμου ἐγενήθημεν, πάντων περίψημα ἕως ἄρτι», Α’ Κορ. 4, 13. 
171
καρύδια125. Ο όσιος με αυτήν την πραγματικά παράξενη συμπεριφορά του ήθελε να 

στείλει  ένα  μήνυμα  στους  πιστούς  το  οποίο  θα  μπορούσε  να  ξυπνήσει  την 

υπνώττουσα  συνείδησή  τους  και  να  διορθώσει  την  τυπική,  λανθασμένη  και 

υποκριτική θεώρηση της λατρείας των χριστιανών. Τις εν λόγω ενέργειες του οσίου 

Συμεών ο μητροπολίτης Ιερόθεος ερμηνεύει με τον ακόλουθο τρόπο: «Οἱ σύγχρονοι 

ἄνθρωποι  [του  αγίου  Συμεών]  ἄφηναν  τήν  ἐσωτερική  νοερά  λατρεία,  δέν 

καλλιεργοῦσαν  τόν  ἐσωτερικό  τους  κόσμο,  μᾶλλον  δέ  καλλιεργοῦσαν  τά  πάθη 

στήν  καρδιά  καί  ἠσχολοῦντο  μόνον  μέ  ἐπιφανειακές  λειτουργικές  πράξεις.  Ἡ 

ἀσκητική  τῆς  Ἐκκλησίας  ἐγκαταλείφθηκε  πρός  χάριν  μιᾶς  τυπικῆς  θρησκευτικῆς 

λατρείας. Αὐτό συνιστοῦσε ἀληθινή ὑποκρισία»126. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η 

παραπάνω  προκλητική  συμπεριφορά  του  οσίου  Συμεών  παραστατικά  υπενθύμιζε 

τα  λόγια  του  Χριστού:  «ὁ  λαὸς  οὗτος  τοῖς  χείλεσίν  με  τιμᾷ,  ἡ  δὲ  καρδία  αὐτῶν 

πόρρω ἀπέχει ἀπ᾿ ἐμοῦ»127. 

Ένα  καλό  και  αρκετά  πρόσφατο  παράδειγμα  της  ευαγγελικής  «μωρίας» 

υπήρξε και η μητέρα Μαρία Σκομπτσόβα, μια δια Χριστόν σαλή του πρώτου μισού 

του  περασμένου  αιώνα,  η  οποία  ζούσε  τη  ζωή  της  διακόνισσας  μέσα  στο  πλαίσιο 

της μοναχικής ζωής. Ο τρόπος της συμπεριφοράς της ήταν αγκάθι στα μάτια των 

«ευσεβών και αξιοπρεπών» ενοριτών της ρωσικής διασποράς στο Παρίσι128 Πολλοί 

ήταν εκείνοι που ενοχλήθηκαν από το γεγονός ότι η Μητέρα Μαρία  απέρριπτε τις 

συμβάσεις που εκείνοι ταύτιζαν με την εκκλησιαστική παράδοση. Δεν μπορούσαν 

να  εξηγήσουν  επίσης,  λόγω  της  απουσίας  της  από  καθιερωμένες  ακολουθίες,  τη 

λειτουργική  της  ζωή,  την  οικειότητά  της  με  τον  υπόκοσμο,  την  κατάσταση  του 

ράσου της, τον αυθαίρετο τρόπο με τον οποίο αντιμετώπιζε τις νηστείες 129, κτλ. Όλα 

αυτά  γινόταν  επειδή  η  μητέρα  Μαρία  «ὄχι  μόνο  ἀδιαφοροῦσε  ἐντελῶς  γιά  τούς 

125 Βλ. Βίος του αγίου Συμεών του δια Χριστόν Σαλού 31, PG 93, 1708D. 
126 Το πρόσωπο στην Ορθόδοξη Παράδοση, σ. 345. 
127 Μτ. 15, 8. 

128 Ως μοναχή, η μητέρα Μαρία περισσότερο χρόνο της πέρασε στο Παρίσι. 

129  Η  μητέρα  Μαρία  λ.  χ.  υποστήριζε  ότι  η  φιλοξενία  είναι  πιο  σημαντική  από  τη  νηστεία.  Και  οι 

άστεγοι τρόφιμοι της καντίνας όπου διακονούσε, θα έπρεπε, όπως έλεγε η ίδια, να αισθάνονται «ὅτι 
μοιράζονται  τό  φαγητό  μέ  μᾶς  τίς  καλόγριες  σάν  φιλοξενούμενοι»,  παρά  να  θεωρούν  ότι  τους 
δίνεται  ελεημοσύνη,  βλ.  Σεργκέι  Χάκελ,  Μαρία  Σκομπτσόβα.  Μία  “διά  Χριστόν  σαλή”  στούς 
μοντέρνους καιρούς, σ. 89. 
172
κανόνες ἀλλά δέν κρατοῦσε οὔτε κάν τα προσχήματα»130. Για τους ανθρώπους του 

περιβάλλοντός  της,  ακόμα  και  για  τους  κοντινούς  συνεργάτες  της131,  ήταν  πάρα 

πολύ δύσκολο, όπως το λέει ο βίος της, «νά δεχτοῦν τήν ἀποστροφή της ἀπέναντι 

σέ  κάθε  μορφή  πλαισίου,  ρητορικῆς  ἤ  ἐθίμου  πού  θά  μποροῦσε  νά  συγκαλύψει 

πικρές  ἀλήθειες»132.  Αντίστοιχες  προκλήσεις,  συμπεριφορές  και  διαδικασίες,  όπως 

αυτές παραπάνω, είχαν καθιερώσει και πολλοί άλλοι σαλοί. Βεβαίως, κάθε μωρός 

εργάτης  του  Κυρίου  διακρινόταν  για  τις  δικές  του  «τρελλές»  ιδιαιτερότητες, 

ανάλογα  με  τις  συνθήκες  και  τις  ανάγκες  της  εποχής  και  του  περιβάλλοντος  στο 

οποίο ζούσε αυτός. 

Πρέπει  να  επισημανθεί  ωστόσο,  ότι  οι  δια  Χριστόν  σαλοί  εμφανίζονται 

προπάντων  σε  περιόδους  εκκοσμίκευσης  των  χριστιανών,  «ὅταν  ἡ  χριστιανικὴ 

ἰδιότητα  μοιάζει  νὰ  ἐξαρτᾶται  ἀπὸ  τὰ  συμβατικὰ  κριτήρια  καὶ  τὶς  ἀντιλήψεις  τοῦ 

κόσμου ποὺ μετράει τὴν ἀληθινὴ ζωὴ καὶ τὴν ἀρετὴ τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὰ μέτρα τῆς 

κοινωνικῆς εὐπρέπειας καὶ δεοντολογίας»133. Και πρωτίστως, τη συμπεριφορά, τους 

τρόπους της απόκρυψης των αρετών και του εμπαιγμού των ανθρώπων, υπαγόρευε 

και επέβαλλε ο βαθμός της εκκοσμίκευσης του περιβάλλοντος στο οποίο ζούσαν οι 

σαλοί.  Σχετικά  με  αυτό  το  θέμα  ο  μητροπολίτης  Ιερόθεος  λέει,  ότι  στον  κόσμο 

υπάρχουν  συνήθως  άνθρωποι  που  θέλουν  να  δουν  την  αγιότητα  ορατή  και  απτή 

ενώπιόν  τους,  για  να  την  τιμήσουν134.  Γενικά  όμως  στον  κόσμο  οι  περισσότεροι 

άνθρωποι  είναι  άπειροι  και  δεν  αντιλαμβάνονται  τον  πνευματικό  άνθρωπο.  Απ᾿ 

αυτούς, είναι εύκολο να κρύβεται κανείς. Πολύ δυσκολότερο είναι να κρύβεται από 

τους  μοναχούς, γιατί αυτοί, «ἀγωνιζόμενοι  διαρκῶς, μαθαίνουν ἀπό πολλά, μόλις 

ἀντιληπτά  σημεῖα,  νά  μαντεύουν  τί  αἰσθάνεται  ὁ  ἀδελφός»135.  Γι᾿  αυτό  το  λόγο, 

βλέπουμε  ότι  η  σαλότητα  και  ο  εμπαιγμός  των  ανθρώπων  στη  ζωή  των  μωρών 

130 Ό. π., σ. 129. 
131  Όπως  λ.  χ.  ο  γνωστός  λειτουργιολόγος  π.  Κυπριανός  Κέρν  (μετέπειτα  μητροπολίτης)  και  ο 
φιλόσοφος και θεολόγος Ν. Α. Μπερντιάεφ. 
132 Βλ. ό. π., σ. 130. 

133 Χρήστου Γιανναρά, Η ελευθερία του ήθους, σ. 87. 

134  Βεβαίως,  στον  κόσμο  υπάρχουν  και  άνθρωποι  που  κατέχονται  από  κακό  πνεύμα,  για  τους 

οποίους η θέα της αγιότητας είναι ανυπόφορη. 
135  Γι᾿  αυτό  λ.  χ.  στο  Άγιον  Όρος  δημιουργείται  ιδιαίτερη  ανάγκη  εκμάθησης  τέτοιας  εξωτερικής 

συμπεριφοράς,  που  να  μην  αφήνει  να  εκδηλωθεί  με  κανένα  τρόπο  το  εσωτερικό,  βλ.  Το  πρόσωπο 
στην Ορθόδοξη Παράδοση, σ. 350‐351. 
173
εργατών  του  Κυρίου  που  ασκήτευαν  εντός  του  μοναστικού  περιβάλλοντος, 

ανεξαρτήτως  της  εποχής  και  της  χώρας  όπου  έζησαν,  είχε  πιο  έντονα 

χαρακτηριστικά. 

Ο βίος της οσίας Πελαγίας Ιβάνοβνα της δια Χριστόν σαλής, λ. χ., αναφέρει 

ότι αυτή η ασκήτρια «τριγύριζε στό μοναστήρι, πετοῦσε πέτρες κι ἒσπαζε τά τζάμια 

τῶν κελλιῶν. Χτυποῦσε τό κεφάλι καί τά χέρια της στούς τοίχους τοῦ μοναστηριοῦ. 

Σπάνια ἒμενε στό κελλί της. Τό περισσότερο διάστημα τῆς μέρας τό περνοῦσε στήν 

αὐλή  τοῦ  μοναστηριοῦ.  Καθόταν  σ᾿  ἓνα  μικρό  λάκκο  πού  ἒσκαβε  ἡ  ἲδια  καί  τόν 

γέμιζε  μέ  κοπριά,  πού  τήν  κουβαλοῦσε  πάνω  στό  φόρεμά  της,  ἢ  στή  γωνιά  τοῦ 

κτιρίου τοῦ ρολογιοῦ κι ἀσχολιόταν μέ τήν προσευχή τοῦ Ἰησοῦ»136. Η ιδιορρυθμία 

των  δια  Χριστόν  σαλών  που  ζούσαν  εντός  του  μοναστικού  περιβάλλοντος,  εκτός 

από την πενιχρή και παράξενη ενδυμασία τους, εκδηλωνόταν συνήθως και με την 

έντονη αταξία του κελιού τους. Ο βίος του Θεοφίλου, του ασκητή της Λαύρας των 

Σπηλαίων  του  Κιέβου  αναφέρει  ότι  το  κελί  του  «ἦταν  πάντοτε  ἀκατάστατο, 

ἀσφυκτικά  γεμᾶτο  καί  μέ  μιά  μόνιμη  ἐπίστρωση  ἀπό  σκουπίδια  στό  δάπεδο  (ἕνα 

δεύτερο  πάτωμα).  Ὅταν  τόν  ρωτοῦσαν  γιατί  ἄφηνε  τό  κελλί  του  σέ  τέτοιο  χάλι, 

ἀπαντούσε:  “Ἔτσι  ὅπως  ὅλα  εἶναι  γύρω  μου  σκόρπια,  θά  μοῦ  θυμίζουν  συνεχῶς 

τήν  ἀκαταστασία  τῆς  ψυχῆς  μου”.  Μερικοί  ἀπό  τούς  ἀρχαιότερους  στήν  Λαύρα, 

εἶχαν ἐπισκεφθῆ τό κελλί αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου τοῦ Θεοῦ καί διηγήθηκαν ἀργότερα 

πώς  ἦταν  γεμᾶτο  μ᾿  ὁλόκληρες  σειρές  ἀπό  τσουκάλια  καί  στάμνες,  μέ  φαγώσιμα 

εἴδη γιά τούς ἐπισκέπτες, ὅπως πληγούρι, τσάϊ, λάδι,… γλυκίσματα, μέλι, χαβιάρι, 

φροῦτα, ψάρια, σταφύλια καί διάφορα ἄλλα»137. 

Αυτή  η  «άτακτη»  συμπεριφορά  των  δια  Χριστόν  σαλών  ασφαλώς 

δημιουργούσε  απορίες  και  σκεπτικισμό  ακόμα  και  στους  αληθινούς  εργάτες  του 

Κυρίου.  Αυτό  φαίνεται  λ.  χ.  από  ένα  διάλογο  που  έγινε  ανάμεσά  στον  στάρετς 

Θεόφιλο  και  τον  μητροπολίτη  του  Κιέβου  Φιλάρετο138.  Ο  επίσκοπος  μια  φορά 

136  Οσία  Πελαγία  Ιβάνοβνα  η  δια  Χριστόν  σαλή,  σ.  40.  Πρέπει  να  διευκρινιστεί  πάντως,  ότι  την 
παραπάνω  συμπεριφορά  της  Πελαγίας  Ιβάνοβνα  την  βλέπουμε  ειδικά  στο  πρώτο  στάδιο  των 
ασκητικών αγώνων της. 
137 Ο στάρετς Θεόφιλος. Ο δια Χριστόν σαλός ασκητής της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου, σ. 83‐84. 

138 Σήμερα επίσημα αναγνωρισμένο άγιο της ορθόδοξης Εκκλησίας. 
174
κάλεσε ιδιαιτέρως τον σαλό ασκητή  και  έχοντας  φιλειρηνική διάθεση, του είπε  με 

πράο  τρόπο:  «Θεόφιλε!  …  παράπονα  πάλι  μοῦ  ἔκαναν  γιά  σένα»139.  «Ἀλλότριοι 

ἐπανέστησαν  ἐπ᾿  ἐμέ  καί  κραταιοί  ἐζήτησαν  τήν  ψυχήν  μου»,  απάντησε  ήσυχα  ο 

μακάριος χαμηλώνοντας τα μάτια του στο έδαφος. «Πές μου, τί μέ συμβουλεύεις νά 

κάνω  μαζί  σου;».  «Θαυμαστά  τά  ἔργα  Σου  Κύριε!»,  απάντησε  ο  Θεόφιλος.  «Μοῦ 

γράφουν  ὅτι  διαδίδεις  δεισιδαιμονίες  καί  προκαλεῖς  πολλά  σκάνδαλα  καί 

πειρασμούς  στήν  Ἀδελφότητα  καί  στόν  κόσμο».  «Λύτρωσέ  με  ἀπό  συκοφαντίας 

ἀνθρώπων».  «Ἄσε  τήν  λύτρωση  καί  κοίταξε  τό  σωστό  ἀδελφέ.  Ὁ  ἡγούμενος  μέ 

πιέζει  ἀσφυκτικά  ζητῶντας  τήν  τιμωρία  σου».  «Κύριος  φωτισμός  μου  καί  Σωτήρ 

μου,  ἀπό  τίνα  φοβηθήσομαι;».  «Θά  συνεχίζης  νά  μέ  πειράζης;»  αγανάκτησε  ο 

Μητροπολίτης Φιλάρετος. «Σέ ἀπολύω ταραχοποιέ», κατέληξε. «Ἐν Κυρίῳ ὁ μισθός 

μου  καί  ἡ  φροντίς  μου  παρά  Ὑψίστῳ».  Έτσι  η  συνομιλία  διακόπηκε,  ο  Θεόφιλος 

έβαλε  μετάνοια  στον  μητροπολίτη  και  βγήκε  γρήγορα  έξω,  αφήνοντας  τον 

αξιοσέβαστο  αρχιερέα,  όπως  λέει  ο  βίος  του  μακαρίου,  «στήν  ἴδια  σύγχυση,  ὅπως 

ἦταν καί πρίν, νά σκέφτεται μέ ἀνησυχία γιά τήν ἀθωότητά του»140. 

Από  τον  παραπάνω  διάλογο,  και  ειδικά  από  τις  απαντήσεις  του  στάρετς 

μπορεί  κάποιος  να  συμπεράνει,  ότι  οι  κατηγορίες  εναντίον  του  Θεοφίλου  δεν 

αφορούσαν  την  ουσία  της  πνευματικής  ζωής,  αλλά  αναφέρονταν  στις  εξωτερικές 

εκφάνσεις  της.  Επομένως,  οι  δια  Χριστόν  σαλοί  δεν  ευθύνονταν  πάντοτε  για  τις 

κατηγορίες των άλλων σε βάρος τους, και αν χρειάζονταν (και αυτό γινόταν πολύ 

σπάνια),  όπως  το  έκανε  ο  γέροντας  Θεόφιλος,  τις  αντέκρουαν  ‐  με  το  δικό  τους 

τρόπο  βεβαίως  141.  Αρνούνταν  επιπλέον  και  τον  σκανδαλισμό  που  προκαλούσαν 

στους  άλλους  «ευσεβείς»  χριστιανούς.  Όμως  πρέπει  να  επισημανθεί  ότι  οι 

παράξενες  ενέργειες  των  μωρών  εργατών  του  Κυρίου  δεν  προξενούσαν  μόνο 

139  Τα  παράπονα  αφορούσαν  την  εκκλησιαστική  τάξη  και  τους  κανονισμούς  του  μοναστηριού  και 
προέρχονταν  από  τον  ηγούμενο  του  ερημητηρίου  Ιώβ,  όπου  ασκήτευε  ο  Θεόφιλος.  Ωστόσο  πρέπει 
να επισημανθεί ότι τα παράπονα του π. Ιώβ ήταν διαποτισμένα από την προσωπική εχθρότητά του 
προς τον μακάριο Θεόφιλο, και αυτό το ήξερε ο μητροπολίτης Φιλάρετος. Για την εν λόγω αναφορά 
του ηγουμένου Ιώβ προς τον σεβασμιότατο βλ. σ. 294‐295 αυτής της εργασίας. 
140  Βλ.  Ο  στάρετς  Θεόφιλος.  Ο  δια  Χριστόν  σαλός  ασκητής  της  Λαύρας  των  Σπηλαίων  του  Κιέβου,  σ. 

194‐195. 
141 Ο γέροντας Θεόφιλος το έκανε επειδή η απολογία του απευθυνόταν στον επίσκοπο, και όχι μόνο 

σε οποιονδήποτε επίσκοπο, αλλά στον προϊστάμενό του και πριν από όλα έναν ενάρετο άνθρωπο. 
175
κατακρίσεις  σε  αυτήν  την  κατηγορία  ανθρώπων,  αλλά  όπως  προειπώθηκε, 

προκαλούσαν  την  εσωτερική  σύγχυση  και  στους  αληθινούς  αγωνιστές  του 

Κυρίου142, και ακόμα και στους έμπιστους φίλους τους, που γνώριζαν την κρυμμένη 

εν Χριστώ ζωή τους143. 

Τα παραπάνω δείχνουν ότι οι δια Χριστόν σαλοί  «ἔχουν τὸ χάρισμα καὶ τὴν 

τόλμη νὰ φανερώσουν ἀπροκάλυπτα τὴν ἀνθρώπινη πτώση καὶ ἁμαρτία ποὺ εἶναι 

κοινὴ σὲ ὅλους μας, εἶναι ἡ πραγματικότητα τῆς φύσης μας καὶ δὲν ἀναιρεῖται ἀπὸ 

τὴν ὕπαρξη “βελτιωμένων” ἀτομικῶν περιπτώσεων, οὔτε καὶ μὲ τὴ συγκάλυψή της 

ἀπὸ  τὶς  κοινωνικὲς  ἐπιφάσεις»144.  Για  να  προβάλλουν  αυτήν  την  αλήθεια  με  τον 

καλύτερο  τρόπο,  πολύ  συχνά  λαμβάνουν  επάνω  τους  την  ενοχή  των  άλλων  σαν 

δική  τους  ενοχή,  δεν  προσπαθούν  να  δικαιολογήσουν  τις  πράξεις  τους  ούτε  να 

αποκρούσουν  τις  κατηγορίες  εναντίον  τους.  Αλλά  αντιθέτως,  δέχονται  τις 

συκοφαντίες των άλλων και συμπεριφέρονται σαν οι μεγαλύτεροι αμαρτωλοί. Και 

αυτό,  όπως  παρατηρεί  ο  μητροπολίτης  Ιερόθεος,  «ἦταν  ἕνα  φοβερό  μαστίγιο 

ἐναντίον  μιᾶς  κοινωνίας  πού  στηριζόταν  πάνω  στήν  ἀξιοπρέπεια  καί  τήν 

ἐξωτερική  καθαρότητα,  μιᾶς  κοινωνίας  πού  ἤθελε  συνεχῶς  νά  δικαιολογῆ  τίς 

πράξεις καί νά ἀποδίδη σέ ἄλλους παράγοντες τήν πτώση καί τήν ἁμαρτία»145. Γι᾿ 

αυτό  και  ο  μοναχός  Μωυσής  παρατηρεί:  «ἡ  ἀνατροπή  τοῦ  καθωσπρεπισμοῦ,  ἡ 

ἄρνηση  τῆς  τυποποιημένης  συμπεριφορᾶς,  ἡ  καταρριπτόμενη  αὐτάρκεια  τῆς 

αὐταρέσκειας καί πληρωμῆς κάποιων  καλῶν πράξεων, δημιουργοῦσαν ἀντίδραση 

καί  μή  παραδοχή  ἀπό  τούς  πολλούς»146.  Επειδή  «στήν  κατανόηση  καί  κυρίως  στή 

βίωση  τῆς  ἐν  Χριστῷ  μωρίας  δέν  μπορεῖ  νά  εἰσέλθει  κάποιος  μέ  τό  κοστούμι  τῆς 

κατά  κόσμο  κοινωνικῆς  ἀξιοπρέπειας,  πού  συνήθως  ἀποτελεῖ  ἐπίφαση  μιᾶς 

142 Σε αυτούς άνηκε και ο μητροπολίτης του Κιέβου Φιλάρετος. Ο συντάκτης του βίου του Θεοφίλου 
του  σαλού  τον  Σεβασμιότατο  τον  χαρακτηρίζει  με  τα  εξής  καλά  λόγια:  «ἦταν  ὄχι  τόσο  ἕνας 
Μητροπολίτης καί προϊστάμενος στήν Ἀδελφότητα, ὅσο ἕνας πατέρας ἤ μεγαλύτερος ἀδελφός. Μέ 
μιά λέξη ἦταν ἕνας Ἀββᾶς, ὅπως ὀνομάζονταν οἱ πατέρες τοῦ ἀρχαίου Μοναχικοῦ Ἀσκητισμοῦ», βλ. 
ό. π., σ. 193. 
143  Βλ  λ.  χ.  το  περιστατικό  από  το  βίο  του  αγίου  Συμεών  του  δια  Χριστόν  σαλού,  όπου  ο  φίλος  και 

μαθητής του οσίου, ο διάκονος Ιωάννης, προσπαθεί να τον αποτρέψει από το περπάτημά του (έστω 
και προς τα λουτρά) χωρίς κανένα ένδυμα, βλ. Βίος του αγίου Συμεών του δια Χριστόν Σαλού 35, PG 
93, 1713Β. 
144 Χρήστου Γιανναρά, Η ελευθερία του ήθους, σ. 96‐97. 

145 Το πρόσωπο στην Ορθόδοξη Παράδοση, σ. 349. 

146 Η θλίψη του άγχους κι η χαρά της ελπίδος, σ. 76. 
176
δουλείας  τοῦ  ἀνθρώπου  στίς  φανερές  ἤ  λανθάνουσες  ἐγωϊστικές  μας 

καταβολές»147. 

Αυτή η πραγματικότητα πολύ πετυχημένα παρουσιάζεται στη διήγηση περί 

του  αββά  Ορέντη  του  όρους  Σινά.  Μια  Κυριακή  ο  γέροντας  μπήκε  στην  Εκκλησία 

φορώντας  ανάποδα  το  ρούχο  του,  ώστε  η  μάλλινη  πλευρά  ήταν  απ᾿  έξω.  Ενώ 

λοιπόν  στεκόταν  στο  χορό,  οι  υπηρετούντες  το  ναό  του  είπαν:  καλόγερε,  γιατί 

μπήκες  έτσι  και  μας  ντροπιάζεις  μπροστά  στους  άλλους;  Και  ο  γέροντας  τους 

απάντησε:  εσείς  αναποδογυρίσατε  το  Σινά  και  κανένας  δεν  σας  είπε  τίποτα,  και 

εγώ  επειδή  γύρισα  ανάποδα  το  ρούχο  μου  με  κατηγορείτε;  Πηγαίνετε  και  εγώ  θα 

διορθώσω  αυτό  που  γύρισα  ανάποδα148.  Η  παραπάνω  διήγηση  με  πολύ  καθαρό 

τρόπο  παρουσιάζει  τις  δύο  αντίθετες  νοοτροπίες  και  στάσεις  των  χριστιανών  οι 

οποίες  συνυπάρχουν  σε  όλη  την  ιστορία  της  Εκκλησίας.  Από  τη  μια  πλευρά 

εκδηλώνεται  η  επίμονη  προσκόλληση  στους  εξωτερικούς  τύπους  και  η 

συστηματική υπεράσπιση του «εκκλησιαστικού καθωσπρεπισμού» από κάθε είδους 

ιδιομορφίας,  και  από  την  άλλη,  η  άρνηση  της  συμβατικής  και  τυποποιημένης 

συμπεριφοράς, ως συνέπειας της εν Χριστώ εσωτερικής ελευθερίας. Όταν το πρώτο 

από  τα  δύο  παραπάνω  στοιχεία  κυριαρχεί  υπερβολικά  στη  χριστιανική  ζωή,  ή 

λέγοντας  διαφορετικά,  όταν  χάνεται  η  ισορροπία  μεταξύ  του  νομικού  και  του 

χαρισματικού  πνεύματος  στο  χριστιανικό  περιβάλλον,  τότε  αυτό  το  περιβάλλον 

αρχίζει  να  ασθενεί.  Και  τότε  αυτή  η  κοινωνία  χρειάζεται  διόρθωση,  χρειάζεται 

«γιατρούς»  που  θα  μπορούν  να  την  επαναφέρουν  στην  κανονική  της  κατάσταση, 

δηλαδή στην αληθινή εν Χριστώ ζωή της. Και αυτό μπορούν να το κάνουν μόνο οι 

αληθινά  ελεύθεροι  άνθρωποι,  όπως  είναι  οι  δια  Χριστόν  σαλοί.  Επειδή  οι  ασκητές 

αυτοί, όπως παρατηρεί ο καθ. Χρήστος Γιανναράς, μιμούμενοι τον Χριστό ο οποίος 

δεν καταλύει το Νόμο, αλλά φανερώνει την υπέρβασή Του στα όρια της Βασιλείας, 

ενσαρκώνουν στο πρόσωπό τους την υπέρβαση που είναι σκάνδαλο μόνο για όσους 

147 Ιωάννου Κ. Κορναράκη, Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, σ. 181. 
148 Βλ. Ιωάννου Μόσχου, Λειμών 126, PG 87Γ’, 2988BC. 
177
ζουν ακόμα με την ανάγκη του νόμου και της υποταγής, γιατί δεν έχουν φτάσει ή 

αγνοούν το «τέλος» του νόμου που είναι η ελευθερία των αγίων149. 

Έχοντας  υπ᾿  όψη  τα  παραπάνω,  θα  μπορούσαμε  να  πούμε  ότι  σε  τελική 

ανάλυση «η πρόκληση των σαλών δεν δημιουργεί σύγχυση στην πίστη των πιστών, 

ούτε συσκοτίζει την αλήθεια της Εκκλησίας. Μόνο ξενίζει όσους έχουν ταυτίσει την 

πίστη και την αλήθεια με την εκκοσμικευμένη αντίληψη της ηθικής συνέπειας και 

της συμβατικής ευπρέπειας»150. Αυτή τη γνώμη άριστα επιβεβαιώνουν τα ακόλουθα 

λόγια του γέροντος Σωφρονίου: «ὄντως, ἐὰν συγκεντρώσωμεν τὴν προσοχὴν ἡμῶν 

εἰς  τὰς  ἐκδηλώσεις  τῆς  ἐξωτερικῆς  μόνον  πλευρᾶς  τῆς  ἐκκλησιαστικῆς 

καθημερινότητος,  τότε  εὐκόλως  δυνάμεθα  νὰ  καταβληθῶμεν  τῷ  πνεύματι,  ἔτι  δὲ 

καὶ νὰ “σκανδαλισθῶμεν”. Ὅταν ὅμως φέρωμεν ἐν ἑαυτοῖς τὴν βαθεῖαν συνείδησιν 

περὶ τῆς οὐσίας τῆς Ἐκκλησίας καὶ περὶ τῆς ἐν Αὐτῇ δοθείσης εἰς ἡμᾶς Θείας ζωῆς, 

τότε  οἱαδήποτε  ἐξωτερικὴ  κατάστασις,  ὁσονδήποτε  καὶ  ἐὰν  εἶναι  ἐνίοτε  δύσκολος 

καὶ  ἀποκρουστική,  οὐδόλως  θὰ  δυνηθῇ  νὰ  μεταθέσῃ  ἡμᾶς  ἀπὸ  τῆς  πέτρας  τῆς 

ἀγάπης  τοῦ  Χριστοῦ,  κατὰ  τὸν  λόγον  τοῦ  Προφήτου  Δαβίδ:  “Εἰρήνη  πολλὴ  τοῖς 

ἀγαπῶσι τὸν νόμον Σου, Κύριε, καὶ οὐκ ἔστιν αὐτοῖς σκάνδαλον” (Ψλ. 118, 165)»151. 

149 Βλ. Η ελευθερία του ήθους, σ. 94 
150  Χρυσοστόμου  Α.  Σταμούλη,  «Αγιότητα»,  Πρακτικά  ιζ΄  Επιστημονικού  Συμποσίου  «Χριστιανική 
Θεσσαλονίκη»: Άγιοι της Θεσσαλονίκης (Β), σ. 8. 
151 Άσκησις και θεωρία, σ. 25. 
 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ 
 

Η ΘΕΙΑ ΚΛΗΣΗ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ ΤΗΣ ΣΑΛΟΤΗΤΑΣ 

1. Η ζωή των σαλών πριν από την κλήση τους 

Ο άνθρωπος δημιουργήθηκε κατ᾿ εικόνα Θεού και ομοίωση1. Η αμαρτία όμως 

στην  οποία  έπεσε  αυτός,  έσυρε  τη  ψυχή  του  στις  εμπαθείς  επιθυμίες  και 

κατέστρεψε το κάλλος της εικόνας του. Γι᾿ αυτό το λόγο ο άνθρωπος απώλεσε την 

ομοιότητα προς το Θεό και την οικειότητα προς την αληθινή ζωή που είναι ο Θεός. 

Όμως  η  Έλευση  του  Χριστού  στον  κόσμο  έδωσε  τη  δυνατότητα  στον  άνθρωπο  να 

επανέλθει στην κατάσταση της χάρης, την οποία έχασε εξαιτίας της αμαρτίας του. 

Ο  χριστιανός  μπορεί  να  γίνει  όμοιος  προς  το  δημιουργό  του  δια  της  απάθειας  εν 

Χριστώ Ιησού. Γιατί όποιος μιμείται στη ζωή του, όσο είναι δυνατό, την απάθεια της 

θείας  φύσεως,  αυτός  αποκατέστησε  στη  ψυχή  του  την  εικόνα  του  Θεού.  Τέτοιος 

άνθρωπος, όμοιος προς το Θεό, απέκτησε και την ομοιότητα της θείας ζωής2. 

Για να φθάσει όμως κανείς στην αρετή της απάθειας η οποία ταυτίζεται με 

την αγάπη3, και να ζει την αληθινή ζωή που είναι ο Χριστός4, αυτός πρώτα πρέπει 

να  τηρήσει  τις  εντολές  του  Κυρίου.  Ο  Ιησούς  είπε:  «ὁ  ἔχων  τὰς  ἐντολάς  μου  καὶ 

1 Βλ. Γεν. 1, 26. 
2 Βλ. Μ. Βασιλείου, Λόγος ασκητικός 1, PG 31, 869D‐872A. 
3  Για  την  απάθεια  και  τη  σχέση  της  με  την  αγάπη,  βλ.  σ.  104  του  δευτέρου  κεφαλαίου  αυτής  της 

εργασίας. 
4 Βλ. Ιω. 14, 6. 
179
τηρῶν  αὐτὰς  ἐκεῖνός  ἐστιν  ὁ  ἀγαπῶν  με·  ὁ  δὲ  ἀγαπῶν  με  ἀγαπηθήσεται  ὑπὸ  τοῦ 

πατρός μου, κἀγὼ ἀγαπήσω αὐτὸν καὶ ἐμφανίσω αὐτῷ ἐμαυτόν»5. Με πολύ ωραίο 

τρόπο  αυτή  την  περικοπή  του  Ευαγγελίου  ερμηνεύει  ο  άγιος  Συμεών  ο  Νέος 

Θεολόγος.  «Ὅπου  γὰρ  ἡ  ἀκριβὴς  τῶν  ἐντολῶν  φυλακή,  ἐκεῖ  ἔσται  καὶ  ἡ  τοῦ 

Σωτῆρος ἐμφάνεια, μετὰ δὲ τὴν ἐμφάνειαν ἡ τελεία ἐν ἡμῖν ἀγάπη προσγίνεται»6. 

Ενώ ο όσιος Νικόδημος Αγιορείτης λέει, ότι «διὰ τῆς τηρήσεως τῶν ἐντολῶν φθάνει 

ὁ  ἄνθρωπος  εἰς  τὴν  τελείαν  ἀπάθειαν  καὶ  θείαν  γνῶσιν»7.  Ο  Χριστός  έχει  πει 

επίσης,  ότι  όποιος  τηρήσει  τις  εντολές  του,  αυτός  θα  λάβει  άλλο  Παράκλητο,  το 

Πνεύμα  της  Αλήθειας  το  οποίο  θα  μείνει  για  πάντα  μαζί  του8.  Το  ίδιο  πράγμα 

ομολογεί και ο άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ, όταν μετά από πολλά χρόνια ασκητικής 

ζωής  είχε  πει,  ότι  ο  αληθινός  σκοπός  της  εν  Χριστώ  ζωής  συνίσταται  στην 

απόκτηση του Αγίου Πνεύματος9. 

Πολλοί  πατέρες  της  Εκκλησίας  υπογραμμίζουν  την  αναπόσπαστη  σχέση 

μεταξύ των εντολών και των αρετών στην πνευματική ζωή του χριστιανού. Ο όσιος 

Ισαάκ  Σύρος  λέει:  «Ἡ  ἐργασία  τῆς  ἀρετῆς,  ἡ  φυλακὴ  τῶν  ἐντολῶν  ἐστὶ  τοῦ 

Κυρίου»10. Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος για το ίδιο θέμα αναφέρει: «Ἀπὸ γὰρ 

τῶν  ἐντολῶν  αἱ  ἀρεταί,  ἐκ  δὲ  τούτων  ἡ  ἀποκάλυψις  τῶν  μυστηρίων,  τῶν  ἐν  τῷ 

γράμματι ἀποκεκρυμμένων καὶ κεκαλυμμένων»11. Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης 

για  την  αμοιβαία  σχέση  των  εντολών  και  των  αρετών  λέει  τα  εξής:  «Θέλεις  καὶ 

ἀγαπᾷς  Χριστιανὲ  νὰ  ἀποκτήσῃς  ταπείνωσιν,  ὑπομονήν,  πρᾳότητα,  εἰρήνην, 

χαράν,  μακροθυμίαν,  ἀνεξικακίαν,  ἀγάπην  καὶ  ὅλον  τὸν  ἐπίλοιπον  χορὀν  τῶν 

ἀρετῶν,  …  ;  ἐργάζου  τὰς  ἐντολὰς  τοῦ  Κυρίου  καὶ  θέλεις  τὸ  ἀπολαύσει.  Διότι  διὰ 

μέσου τῶν ἐντολῶν ἀποκτῶνται ὅλαι αἱ ἄνω εἰρημέναι ἀρεταί»12. 

5 Ιω. 14, 21. 
6 Ηθικά 5, 129‐131, SC 129, σ. 88. 
7 Χρηστοήθεια των Χριστιανών, σ. 344. 

8 Βλ. Ιω. 14, 15‐16. 

9 Βλ. Αρχιμ. Τιμοθέου, Όσιος Σεραφείμ του Σάρωφ, έκδ. Ι. Μ. Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 1988, σ. 

360.  
10 Λόγος 37, ό. π., σ. 160. 

11 Κατηχήσεις 24, 54‐56, SC 113, σ. 38. 

12 Χρηστοήθεια των Χριστιανών, σ. 344. Περισσότερα για τη σχέση εντολών και αρετών στη ζωή του 

χριστιανού, βλ. Ανέστη Γ. Κεσελοπούλου, Πάθη και αρετές στη διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου του 
Παλαμά, σ. 133‐146. 
180
Την  οδό  της  τηρήσεως  των  εντολών  του  Κυρίου  έπρεπε  να  βαδίσουν  και  οι 

δια Χριστόν σαλοί, πριν να τους καλέσει ο Κύριος στο δρόμο της σαλότητας. Γιατί 

κατά τα λόγια του αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου, οι εντολές του Χριστού είναι 

ένας  κοινός  δρόμος  για  όλους,  που  επαναφέρει  προς  τον  ουρανό  και  τον  Θεό.  Αν 

και ο Λόγος διαγράφει διαφόρους δρόμους, όμως ο λόγος που λέγεται ότι σχίζεται 

σε πολλούς, δεν σχίζεται κατά τη φύση εκείνου αλλά κατά τη δύναμη και πρόθεση 

του καθενός13. Αυτή την άποψη με πολύ ωραίο τρόπο διευρύνει και εξηγεί ο άγιος 

Νικόδημος  ο  Αγιορείτης,  όταν  χαρακτηριστικά  λέει,  πως  η  χάρη  του  Αγίου 

Πνεύματος  η  οποία  χαρίστηκε  μυστικά  στον  κάθε  χριστιανό  όταν  αυτός 

βαπτίστηκε,  ενεργεί  και  φαίνεται  κατά  το  μέτρο  της  εργασίας  των  εντολών  του 

Κυρίου.  Όσο  κανείς  πράττει  τις  εντολές  του  Χριστού,  τόσο  καθαρίζεται  από  τα 

πάθη  και  τόσο  ανάπτει  στην  καρδιά  του  η  φλόγα  της  θείας  χάριτος  με  την  οποία 

αυτός  φωτίζεται14.  Ο  όσιος  Ισαάκ  ο  Σύρος  την  εργασία  των  θείων  εντολών  την 

εξετάζει και την παρουσιάζει με πιο συστηματικό τρόπο. «Τρεῖς τρόποι εἰσί, δι᾿ ὧν 

πᾶσα ψυχὴ λογικὴ τῷ Θεῷ προσεγγίσαι δύναται. Ἢ διὰ θερμότητος πίστεως, ἢ διὰ 

φόβου, ἢ διὰ παιδείας Κυρίου. Οὐδεὶς δὲ δύναται προσεγγίσαι τῇ τοῦ Θεοῦ ἀγάπῃ, 

εἰ  μὴ  προηγήσηται  εἷς  τῶν  τριῶν  τρόπων  τούτων»15.  Αυτό  σημαίνει  ότι,  αν  και  η 

τήρηση  των  εντολών  του  Κυρίου  είναι  μοναδικός  δρόμος  που  οδηγεί  προς  το  Θεό, 

όμως υπάρχει διαφορά στον τρόπο της διαβάσεως αυτού του δρόμου. 

Οι δια Χριστόν σαλοί στην αρχή της πορείας τους προς το Θεό, δεν ξεχώριζαν 

καθόλου  από  τους  άλλους  χριστιανούς  στον  τρόπο  της  συμπεριφοράς  τους.  Αυτοί 

ζούσαν  κανονικά  ανάμεσα  στους  άλλους  ανθρώπους  και  υποτάσσονταν  στους 

κοινούς  για  όλους  νόμους.  Όμως  αυτοί  οι  μελλοντικοί  γίγαντες  του  Πνεύματος 

διακρίνονταν  στη  θερμότητα  της  πίστεως  προς  τον  Κύριο,  για  την  οποία  μιλάει  ο 

όσιος Ισαάκ ο Σύρος. Ο ίδιος αυτός πατέρας σε άλλο σημείο λέει, ότι η πίστη και η 

ελεημοσύνη  επιτρέπουν  στον  άνθρωπο  να  πλησιάζει  γρήγορα  προς  την 

καθαρότητα. Είναι αδύνατο να είναι μαζί σε μια ψυχή η θέρμη και η συντριβή της 

καρδιάς, διότι όταν δοθεί στη ψυχή αυτή η θέρμη, απομακρύνεται η συντριβή από 

13 Βλ. Κατηχήσεις 1, 39‐43, έκδ. B. Krivochéine, SC 96, Paris 1963, σ. 226. 
14 Βλ. Χρηστοήθεια των Χριστιανών, σ. 343. 
15 Λόγος 56, ό. π., σ. 221. 
181
το  πένθος.  Η  θέρμη  δόθηκε  για  την  ευφροσύνη  της  ψυχής,  οι  πυρπολούμενοι  από 

αυτή  αρπάζονται  από  την  μελέτη  της  ελπίδας  και  κατευθύνουν  τη  διάνοιά  τους 

προς  τον  μέλλοντα  αιώνα.  Τέτοιοι  άνθρωποι  θερμασμένοι  με  την  ελπίδα,  ούτε 

θλίψη  ούτε  τίποτε    κοσμικό  γνωρίζουν.  Αυτά,  λέει  ο  όσιος  Ισαάκ  ο  Σύρος, 

συμβαίνουν  σ᾿  αυτούς  που  είναι  απλούστεροι  στη  διάνοια  και  θερμότεροι  στην 

ελπίδα, και πραγματοποιούνται στην αρχή της οδού με μόνη την πίστη της ψυχής16. 

Οι  δια  Χριστόν  σαλοί  διακρίνονταν  ακριβώς  για  τη  θερμότητα  και  την 

απλότητα  της  καρδιάς  τους  και  το  μεγάλο  πόθο  και  δίψα  να  γνωρίσουν  τα 

μυστήρια  του  Κυρίου.  Αυτά  τα  χαρακτηριστικά  των  δια  Χριστόν  σαλών  φαίνονται 

ευδιάκριτα  σε  πολλούς  βίους  τους.  Ο  Συμεών  Σαλός  μαζί  με  τον φίλο  του  Ιωάννη 

αποφάσισαν πολύ ξαφνικά να αφήσουν τους συγγενείς τους και την κοσμική τους 

ζωή.  Αυτό  έγινε  στο  δρόμο  της  επιστροφής  τους  από  τους  Αγίους  Τόπους.  Ο 

Λεόντιος  Νεαπόλεως  αυτή  τη  χρονική  φάση  της  ζωής  τους  περιγράφει  με  τον 

ακόλουθο  τρόπο:  «Κατερχομένων  οὖν  αὐτῶν,  φημὶ,  τὴν  ὁδὸν  τὴν  ἀληθῶς  εἰς  τὴν 

ζωὴν  αὐτοὺς  ὁδηγήσασαν,  ἦν  ἰδεῖν  αὐτοὺς  ἀγαλλιωμένους  καὶ  τρέχοντας,  ὡς 

Πέτρον  καὶ  Ἰωάννην  ἐπὶ  τὸν  ζωοποιὸν  τοῦ  Κυρίου  τάφον,  καὶ  ἀλλήλους  τῇ 

προθυμίᾳ  διεγείροντας,  καὶ  προθυμοποιοῦντας»17.  Μετά  από  αυτό  το  γεγονός,  ο 

Θεός οδήγησε τον Συμεών και τον Ιωάννη σε ένα μοναστήρι, όπου αυτοί γνώρισαν 

ένα θαυμάσιο γέροντα που λεγόταν Νίκων. Ο Νίκων τους δίδασκε την αληθινή οδό 

που  οδηγεί  στον  Κύριο.  «Καλὴ  ἡ  πρόθεσις  ὑμῶν,  ἀλλὰ  μὴ  νυστάξητε,  ἵνα  μὴ 

χλιανθῇ  τὸ  περικαῖον  ὑμῶν  τὰς  καρδίας  σήμερον  πῦρ»18,  τους  έλεγε  ο  γέροντας. 

«Τούτοις καὶ τοῖς τοιούτοις νουθετῶν αὐτοὺς ὁ ὅσιος, παύσασθαι τῆς νουθεσίας οὐκ 

ἐβούλετο, θεωρῶν ἐκ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν πηγὰς δακρύων ἐκχεομένας· ὡς μήπω 

γὰρ ἀκούσαντες λόγου θείου, ὄντως τοῖς λεγομένοις προσεῖχον»19. Ο Λεόντιος για 

αυτούς τους δύο μελλοντικούς ασκητές λέει ακόμα ότι  «ἄκακος γὰρ καὶ ἀπόνηρος 

ὑπῆρχεν [ο Συμεών]· ὁ δὲ Ἰωάννης σοφώτερος, καὶ γνῶσιν πλείονα κεκτημένος»20. 

16 Βλ. ό. π., σ. 229‐230. 
17 Λεοντίου Νεαπόλεως, Βίος του αγίου Συμεών του δια Χριστόν Σαλού 7, PG 93, 1677Α. 
18 Ό. π., 8, PG 93, 1680A. 

19 Ό. π., 9, PG 93, 1680C. 

20 Ό. π., 11, PG 93, 1684AB. 
182
Ο Νίκων βλέποντας ότι αυτοί οι νέοι άνθρωποι «ὁλοψύχως καὶ ἀδιστάκτως» θέλουν 

να αφιερώσουν τον εαυτό τους στον Κύριο, έκανε την κουρά τους21. Ο Συμεών και ο 

Ιωάννης  διακρίνονταν  επίσης  για  την  απλότητά  τους.  Αυτό  το  γεγονός  φαίνεται 

από ένα περιστατικό το οποίο έγινε, πριν να τους δοθεί το άγιο σχήμα. Κάποιοι από 

τους αδελφούς του μοναστηριού, γνωρίζοντας για το ερχόμενο γεγονός, τους είπαν 

ότι  αυτοί  παίρνοντας  το  άγιο  σχήμα,  θα  καθαριστούν  από  κάθε  αμαρτία,  και  θα 

γίνουν  σαν  νεοφώτιστοι.  Τότε  ο  Συμεών  και  ο  Ιωάννης  παραξενεύτηκαν  και 

έτρεξαν  και  οι  δύο  στο  θείο  Νίκωνα.  Έπεσαν  στα  πόδια  του  και  του  είπαν: 

«Δεόμεθά  σου,  Πάτερ,  μὴ  βαπτίσῃς  ἡμᾶς·  Χριστιανοὶ  γάρ  ἐσμεν  καὶ  Χριστιανῶν 

γονέων»22. Μετά το άγιο σχήμα το οποίο τους έδωσε ο Νίκων, ο Συμεών προτρέπει 

τον  Ιωάννη  να  απομακρυνθούν  αυτοί  όχι  μόνο  από  τα  κοσμικά,  αλλά  και  από 

οποιαδήποτε  άλλη  ύπαρξη.  Ο  Συμεών  την  απόφασή  του  αυτή  εξηγεί  με  τα  εξής 

λόγια:  «Ἄλλον  γὰρ  βίον  καὶ  ξένα  πράγματα  θεωρῶ  ἐν  τῷ  σχήματι  τούτῳ.  Ἀφ᾿  ἧς 

γὰρ  αὐτὸ  ὁ  δοῦλος  τοῦ  Θεοῦ  ἐνέδυσεν  ἡμᾶς,  καίονται  τὰ  ἔσωθέν  μου,  οὐκ  οἶδα 

πόθεν, καὶ ζητεῖ ἡ ψυχή μου μὴ θεωρῆσαί τινα, μήτε λαλῆσαι, ἢ ἀκοῦσαί τινος»23. Οι 

νέοι  μοναχοί  ευχαριστώντας  τον  ηγούμενο  Νίκωνα    για  όσα  τους  έχει  κάνει,  του 

είπαν  μεταξύ  άλλων:  «Διὰ  σοῦ  τὸν  πολυτίμητον  μαργαρίτην  ἐκτησάμεθα, 

ἐμάθομεν  ἀληθῶς  τὴν  δύναμιν  τοῦ  βαπτίσματος,  οὗπερ  ἡμῖν  οἱ  ὅσιοι  Πατέρες 

προέλεγον.  Ἔγνωμεν  ὄντως  τὴν  τῶν  ἡμετέρων  ἁμαρτιῶν  κατάκαυσιν  ἐκ  τοῦ 

περικαίοντος ἡμῶν τὰς καρδίας πυρός, ὅπερ καὶ μὴ φέροντες, οὕτως τὰ ἡμῶν ἐντὸς 

περιφλέγον»24.  Ο  Νίκων  ακούγοντας  αυτά  τα  λόγια  απορούσε  και  θαύμαζε  τον 

Συμεών και τον Ιωάννη οι οποίοι πριν δύο μέρες ήταν ακόμα κοσμικοί, και ξαφνικά 

απόκτησαν τόση σοφία, μετά από το άγιο σχήμα25. 

Ο όσιος Ανδρέας ο δια Χριστόν Σαλός, πριν να τον καλέσει ο Κύριος στην οδό 

της  σαλότητας,  υπηρετούσε  ως  δούλος  στο  σπίτι  ενός  αυτοκρατορικού 

21 Βλ. ό. π., 12, PG 93, 1684D. 
22  Ό.  π.,  1685B.  Προφανώς,  οι  δύο  απλοί  στην  καρδιά  πατέρες  αγνοούσαν  την  ισοδυναμία  της 
μοναχικής κουράς με ένα δεύτερο βάπτισμα. 
23  Ό.  π.,  14,  PG  93,  1688C.  Αυτά  τα  λόγια  του  Συμεών,  συμφωνούν  με  την  προτροπή  του  οσίου 

Ιωάννου Σιναΐτου που λέει: «Δεξάμενος φλόγα τρέχε. Οὐ γὰρ γινώσκεις, τὸ, πότε σβέννυται, καὶ ἐν 
σκοτίᾳ σε καταλήψει», Κλίμαξ 3, PG 88, 664C. 
24 Λεοντίου Νεαπόλεως, Βίος του αγίου Συμεών του δια Χριστόν Σαλού 16, PG 93, 1692A. 

25 Βλ. ό. π., 17, PG 93, 1692B. 
183
αξιωματούχου.  Ο  Ανδρέας  ήταν  απλός,  αγαθός  και  συνάμα  έξυπνος  άνθρωπος. 

Μολονότι ήταν Σκύθης, ο κύριός του τού ανέθεσε τις πιο εμπιστευτικές υποθέσεις 

της  δουλειάς  του.  Όλοι  οι  άνθρωποι  του  σπιτιού  και  οι  σύνδουλοί  του,  τον 

εκτιμούσαν  υπερβολικά.  Ο  αφέντης  του  τον  έστειλε  και  στο  διδασκαλείο,  για  να 

σπουδάσει  τα  ιερά  γράμματα.  Στο  σχολείο  ο  Ανδρέας  σύντομα  έμαθε  απ᾿  έξω  το 

ψαλτήρι  και  τους  αριθμούς26.  Όμως  το  πιο  μεγάλο  ενδιαφέρον  έδειχνε  προς  στα 

κείμενα  των    βίων  των  αγίων.  Ο  βιογράφος  του  περί  αυτού  του  θέματος  λέει: 

«ἠγάπα  τοῦ  ἀναγινώσκειν  τὰ  τῶν  ἁγίων  μαρτύρια·  μᾶλλον  δὲ  καὶ  τοὺς  βίους  τῶν 

θεοφόρων  ἀνδρῶν  τοσοῦτον,  ὥστε  καίεσθαι  τὴν  καρδίαν  αὐτοῦ  εἰς  τὴν  τούτων 

φαιδρὰν  ἀγάπην  τε  καὶ  επιπόθησιν,  ἐξ  ἀνάγκης  καὶ  εἰς  μίμησιν  αὐτῶν 

διεγείρεσθαι»27. Ο Ανδρέας υπηρετώντας στο οίκο του κυρίου του, φαίνεται ότι δεν 

ήταν ιδιαιτέρως έμπειρος πνευματικά. Μία νύχτα, όταν σηκώθηκε για προσευχή, ο 

διάβολος  τον  φθόνησε  και  άρχισε  να  χτυπά  με  μεγάλο  θόρυβο  τις  πόρτες  του 

σπιτιού  του.  Εκείνος  τότε  τρομαγμένος  σταμάτησε  την  προσευχή,  έπεσε  γρήγορα 

στο  κρεβάτι  και  κρύφθηκε  στα  καλύμματά  του28.  Το  περιστατικό  αυτό, η  συνέχεια 

του οποίου διαλαμβάνεται παρακάτω, δείχνει μεταξύ άλλων και την απλότητα της 

συμπεριφοράς του Ανδρέα, η οποία θα τον συνοδέψει σε όλη τη ζωή του. 

Τα  παραπάνω  αποσπάσματα  από  τους  βίους  του  Συμεών  και  του  Ανδρέα 

δείχνουν,  ότι  αυτοί  οι  σαλοί  όσιοι,  στην  αρχή  των  πνευματικών  αγώνων  τους 

στηρίχθηκαν στην δυνατή πίστη και το ζήλο τους προς το Θεό. Έπραξαν σύμφωνα 

με τα λόγια του οσίου Ισαάκ του Σύρου, ο οποίος λέει ότι αν κάποιος θέλει να βρει 

την αληθινή ζωή, πρέπει να κρατήσει μέσα του την πίστη και την ταπείνωση. Γιατί 

με αυτές τις αρετές μπορεί κάποιος να βρει το έλεος και τη βοήθεια και τους λόγους 

που λαλούνται από τον Θεό στην καρδιά του ανθρώπου. Για να τα αποκτήσει αυτά 

ο  πιστός  πρέπει  να  βαδίζει  με  απλότητα  ενώπιον  του  Θεού,  γιατί  «τῇ  ἁπλότητι  ἡ 

πίστις  ἀκολουθεῖ»29.  Την  πίστη  ως  την  πρώτη  βαθμίδα  για  την  απόκτηση  της 

26  Βλ.  Νικηφόρου  πρεσβυτέρου,  Βίος  και  πολιτεία  του  οσίου  πατρός  ημών  Ανδρέου  του  δια  Χριστόν 
σαλού 2, PG 111, 629D‐632B. 
27 Ό. π., 3, PG 111, 632C. 

28 Βλ ό. π., 632C‐633Α. 

29 Βλ. Λόγος 19, ό. π., σ. 67.
184
τέλειας αγάπης ορίζει και ο απόστολος Πέτρος30. Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης 

ερμηνεύοντας τα λόγια του αποστόλου Πέτρου λέει: «Καί πρῶτον μέν βαθμόν καί 

σκαλοπάτι  τῆς  οὐρανίου  κλίμακος  ταύτης  βάλλει  τήν  πίστιν,  διατί  αὐτή  εἶναι  τό 

θεμέλιον  ὅλων  τῶν  ἀρετῶν.  Δεύτερον  δέ  σκαλοπάτι  βάλλει  τήν  ἀρετήν,  ἤτοι  τά 

καλά ἔργα καί κάθε πρᾶξιν ἐνάρετον, ἐπειδή χωρίς τῶν καλῶν ἔργων ἡ πίστις εἶναι 

νεκρά, κατά τόν Ἀδελφόθεον Ἰάκωβον· “ἡ πίστις χωρίς τῶν ἔργων νεκρά ἐστιν»31. 

Η  θερμότητα  της  πίστεως  και  η  μεγάλη  επιθυμία  της  εμπειρίας  των 

μυστηρίων  του  Θεού  είναι  γνώρισμα  και  άλλων  χριστιανών,  τους  οποίους 

μετέπειτα  κάλεσε  ο  Θεός  στο  δρόμο  της  σαλότητας.  Σε  αυτούς  ανήκει  και  ο 

Θεόφιλος  δια  Χριστόν  Σαλός,  ασκητής  της  Λαύρας  των  Σπηλαίων  του  Κιέβου.  Ο 

βίος  του  λέει  ότι:  «Ἀπό  τήν  παιδική  του  ἡλικία  …  ἦταν  προικισμένος  μέ 

ταπεινοφροσύνη καί πνευματική καθαρότητα. Εἶχε μιά δυνατή πίστη στήν βοήθεια 

τοῦ  Θεοῦ,  ὁ  Ὁποῖος τόν  τράβηξε  ἀπό  τήν  γῆ  καί  τήν  λάσπη  καί  “ἔστησε  τά  πόδια 

του  σέ  στερεά  πέτρα  καί  κατεύθυνε  τά  διαβήματα  του”»32.  Όταν  γράφτηκε  στο 

τμήμα  αρχαρίων  της  Εκκλησιαστικής  Ακαδημίας,  ανακάλυψε  τη  σοφία  των 

βιβλίων,  τα  οποία  άρχισε  να  μελετάει  με  μεγάλη  αφοσίωση.  «Κατανοοῦσε  τούς 

ψαλμούς καί γέμιζε χαρά καί εἰρήνη καθώς τούς ἀποστήθιζε»33. Τελικά ο Θεόφιλος 

βρίσκεται  στο  Μπράτσκυ  Μοναστήρι  του  Κιέβου  ως  δόκιμος,  γεμάτος  από 

ανέκφραστη χαρά εξαιτίας αυτού του γεγονότος34. Όταν τιμήθηκε αργότερα αυτός 

με το αξίωμα του Ιεροδιακόνου, «Μέ ὅλες του τίς δυνάμεις προσπαθοῦσε νά μιμηθῆ 

τήν  ἀγγελική  ζωή  ἐκείνων  πού  εὐαρέστησαν  τόν  Θεό»35.  Ο  μελλοντικός  σαλός 

«Ἔδειχνε  μιά  ἁγία  ἀγάπη  στούς  ἀδελφούς  καί  πρόθυμα  ἐξυπηρετοῦσε  τούς 

30  «Καὶ  αὐτὸ  τοῦτο  δὲ  σπουδὴν  πᾶσαν  παρεισενέγκαντες  ἐπιχορηγήσατε  ἐν  τῇ  πίστει  ὑμῶν  τὴν 
ἀρετήν,  ἐν  δὲ  τῇ  ἀρετῇ  τὴν  γνῶσιν,  ἐν  δὲ  τῇ  γνώσει  τὴν  ἐγκράτειαν,  ἐν  δὲ  τῇ  ἐγκρατείᾳ  τὴν 
ὑπομονήν, ἐν δὲ τῇ ὑπομονῇ τὴν εὐσέβειαν, ἐν δὲ τῇ εὐσεβείᾳ τὴν φιλαδελφίαν, ἐν δὲ τῇ φιλαδελφίᾳ 
τὴν ἀγάπην», Β’ Πε. 1, 5‐7. 
31  Νικοδήμου  Αγιορείτου,  Ερμηνεία  εις  τας  επτά  Καθολικάς  Επιστολάς  των  Αγίων  Αποστόλων,  έκδ. 

Ορθόδοξος  Κυψέλη,  Θεσσαλονίκη  1986,  σ.  348.  Πρβλ.  Ιακ.  2,  26.  Σχετικά  με  αυτό  το  θέμα  ο  άγιος 
Αναστάσιος Συναΐτης επίσκοπος Αντιοχείας λέει ότι: «διὰ τῆς ὀρθῆς πίστεως καὶ τῶν καλῶν ἔργων 
οἰκοδομεῖται ὀ οἶκος τῆς ψυχῆς, καὶ οὕτως οἰκεῖ ὁ Θεὸς ἐν ἡμῖν», Ερωτήσεις και αποκρίσεις 1, PG 89, 
329B. 
32 Ο στάρετς Θεόφιλος. Ο δια Χριστόν σαλός ασκητής της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου, σ. 44. 

33 Ό. π., σ. 33. 

34 Βλ. ό. π., σ. 41. 

35 Ό. π., σ. 42. 
185
κατωτέρους του. Συχνά ἀναλάμβανε ὁ ἴδιος τά διακονήματα τῶν ἄλλων σάν ἕνας 

πουλημένος δοῦλος»36. 

Στη ζωή των παραπάνω τριών αναφερόμενων δια Χριστόν σαλών τονίζεται 

ιδιαίτερα η μεγάλη τους επιθυμία προς τη μελέτη των θείων Γραφών και των βίων 

των αγίων. Αυτή η δίψα του θείου λόγου η οποία χαρακτηρίζει και πολλούς άλλους 

σαλούς δεν είναι τυχαία. Ο όσιος Ισαάκ Σύρος μιλώντας για αυτό το θέμα, λέει ότι: 

«Ὁ  σωματικὸς  κόπος,  καὶ  ἡ  μελέτη  τῶν  θείων  γραφῶν  φυλάσσει  τὴν 

καθαρότητα»37.  Ο  ίδιος  πατέρας  δείχνει  επίσης  τον  τρόπο  με  τον  οποίο  ο  θείος 

λόγος βοηθάει τον χριστιανό στην πνευματική του τελείωση. Ο άνθρωπος, πριν να 

δεχτεί τον Παράκλητο, χρειάζεται τις θείες Γραφές, για να εντυπωθεί στη διάνοια 

του η μνήμη των αγαθών. Και η αδιάκοπη ανάγνωση των θεόπνευστων κειμένων 

βοηθάει  τον  χριστιανό  να  ανανεωθεί  μέσα  του  η  κίνηση  προς  το  αγαθό,  και  να 

φυλαχτεί  η  ψυχή  του  από  τη  λεπτότητα  των  οδών  της  αμαρτίας38.  Αυτή  η  αγάπη 

των  σαλών  για  τη  μελέτη  των  θείων  Γραφών,  αναμφίβολα  τους  βοήθησε  να 

ανέλθουν  και  την  τρίτη  κατά  τον  απόστολο  Πέτρο  βαθμίδα  προς  την  τελειότητα, 

που  είναι  η  γνώση39.  Ο  όσιος  Νικόδημος  ο  Αγιορείτης  συνεχίζοντας  την  ερμηνεία 

των  λόγων  του  αποστόλου  λέει:  «Τρίτον  σκαλοπάτι  βάλλει  τήν  γνῶσιν,  ἥτις  εἶναι 

τῶν τοῦ Θεοῦ ἀποκρύφων μυστηρίων εἴδησις καί δέν χωρεῖ εἰς τόν καθένα, ἀλλ᾿ εἰς 

ἐκεῖνον ὁποῦ εἶναι προγυμνασμένος κατά τήν ἕξιν τῆς ψυχῆς μέ τά καλά ἔργα καί 

μέ  τήν  πρᾶξιν  τῆς  ἀρετῆς.  Καί  ἁπλῶς  γνῶσιν  ἐννοεῖ  ὁ  κορυφαῖος  τήν  θεωρίαν,  … 

καί ταύτην ἑνώνει μέ τήν πρᾶξιν τῆς ἀρετῆς, ἐπειδή ἡ μέν πρᾶξις εἶναι τροφός καί 

συνεργός τῆς θεωρίας, ἡ δέ θεωρία εἶναι φύλαξ καί ὁδηγός τῆς πράξεως»40. 

Η  ιδιαίτερη  περίπτωση  της  δια  Χριστόν  σαλότητας  σε  ολόκληρο  τον 

ορθόδοξο  κόσμο,  είναι  ο  επίσκοπος  Βαρνάβας  Μπελιάγιεφ.  Αυτός  ο  ρώσος 

αρχιερέας που κοιμήθηκε το 1963, είναι το μοναδικό πρόσωπο στο αξίωμά του, που 

βάδισε  στη  ζωή  του  το  δρόμο  της  προσποιητής  μωρίας.  Για  τη  θρησκευτική 

36 Ό. π., σ. 43. 
37 Λόγος 56, ό. π., σ. 227. 
38 Βλ. ό. π. 

39 Βλ. Β’ Πε. 1, 5‐7. 

40 Ερμηνεία εις τας επτά Καθολικάς Επιστολάς των Αγίων Αποστόλων, σ. 348.
186
ανατροφή του, ο βίος του λέει ότι: «Ἡ μητέρα τοῦ μετέδωσε τή θερμή πίστη καί τήν 

εὐαγγελική  θεώρηση  τῆς  ζωῆς»41.  Ο  ίδιος  ο  Βαρνάβας  ομολογεί:  «εγώ  από  τη 

μητέρα  πήρα  την  κλίση  προς  το  μυστικισμό,  ακόμα  και  τα  δικά  μου  παιδικά 

παιχνίδια έπαιρναν εξαιτίας αυτής της αποκλίσεώς μου θρησκευτικό χαρακτήρα»42. 

Πόσο  θερμή  πίστη  και  ενδιαφέρον  προς  την  πνευματική  ζωή  είχε  ο  νεαρός 

Νικόλαος43, αυτό μπορεί κάποιος να δει παρακολουθώντας τη συζήτησή του με τον 

πνευματικό  του  πατέρα.  Ο  νέος  πια  δόκιμος  ήθελε  να  ξέρει  λεπτομερώς  όλα  τα 

πράγματα:  ποιες  υποκλίσεις  πρέπει  να  κάνει  μπαίνοντας  στο  ναό,  αν  πρέπει  να 

βουρτσίζει  τα  δόντια  του,  αν  επιτρέπετε  να  διαβάζει  τους  ξένους  συγγραφείς,  αν 

πρέπει  να  κοιτάζει  στα  μάτια  του  άλλου  όταν  μιλάει  μαζί  του,  πως  πρέπει  να 

συμπεριφερθεί  όταν  τον  χαιρετάει  κάποιος  στο  ναό,  αν  μπορεί  να  κάνει  βόλτες 

έξω,  αν  μπορεί  να  διαβάζει  την  κοσμική  λογοτεχνία,  αν  επιτρέπεται  να  μιλάει 

κανείς  για  τους  αιρετικούς  με  υβριστικά  λόγια,  και  πολλά  άλλα  ρωτούσε  ο 

Νικόλαος44. 

Το άλλο πρόσωπο για το οποίο θα γίνει λόγος σε αυτό το σημείο, προέρχεται 

από  τον  ελληνικό  χώρο  και  αγγίζει  χρονικά  τη  σημερινή  γενιά  των  χριστιανών. 

Πρόκειται  για  την  Ταρσώ  τη  δια  Χριστόν  σαλή  που  ασκήτευε  στην  Κερατέα  της 

Αττικής.  Αυτή  η  ασκήτρια  κοιμήθηκε  εν  Κυρίω  μόλις  το  1989.  Η  Ταρσώ  όπως  και 

όλοι  οι  άλλοι  εν  Χριστώ  αθλητές  που  ακολούθησαν  το  δρόμο  της  σαλότητας  στη 

ζωή τους, ως νεαρή γυναίκα ήταν «πυρωμένη ἀπό θεῖο ἔρωτα»45. Ο συγγραφέας του 

βίου  της  λέει, πως τα στοιχεία που υπάρχουν για τη ζωή της μακαρίας  ασκήτριας 

αρκούν να αποδείξουν, ότι «ἡ καρδιά της εἶχε πυρποληθεῖ ἀπό τήν φλόγα τῆς θείας 

ἀγάπης»46. 

Οι  δια  Χριστόν  σαλοί  δεν  έκρυψαν  κάτω  από  τη  γη  τον  πλούτο  της  θερμής 

πίστεώς τους. Κάθε ένας από αυτούς τους ασκητές τον αξιοποίησε με διαφορετικό 

41 Μανώλη Μελινού, Άνθη αγίας Ρωσίας, έκδ. Μανώλης Μελινός, χ. τ., χ. χ., σ. 88. 
42 Ieromonach Damaskin (Orlovskiy), Moučeniki, ispovedniki i podvižniki blagočestiya Rossiyskoy Pravoslavnoy 
Cerkvi XX stoletiya, τόμ. 1, σ. 49. 
43 Νικόλαος ήταν το κοσμικό όνομα του επισκόπου Βαρνάβα. 

44 Βλ. ό. π., σ. 50. 

45 Βλ. Ιωάννου Κ. Κορναράκη, Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, σ. 21. 

46 Ό. π., σ. 60. 
187
τρόπο, πάντα όμως κατά το θέλημα του Κυρίου. Ο Ανδρέας δια Χριστόν σαλός της 

Κωνσταντινούπολης,  πριν  να  τον  καλέσει  ο  Κύριος  στο  δύσκολο  δρόμο  της 

σαλότητας,  όπως  ειπώθηκε  νωρίτερα,  υπηρετούσε  ως  δούλος  στο  σπίτι  του 

οικοδεσπότη  του.  Ο  όσιος  Ανδρέας  που  αγαπούσε  να  μελετάει  τις  θείες  Γραφές, 

σαφώς  ήξερε  τις  ακόλουθες  προτροπές  του  αποστόλου  Παύλου:  «Οἱ  δοῦλοι, 

ὑπακούετε  τοῖς  κατὰ  σάρκα  κυρίοις  μετὰ  φόβου  καὶ  τρόμου  ἐν  ἁπλότητι  τῆς 

καρδίας ὑμῶν ὡς τῷ Χριστῷ»47. Ο Ανδρέας επομένως ως καλός χριστιανός, όλη την 

επιθυμία και την αγάπη του προς τον Κύριο, την πρόσφερε στο αφεντικό του48. Αν 

και  επιθυμούσε  αυτός  να  μιμηθεί  τους  μεγάλους  αγίους  στην  αρετή  τους,  τα 

καθήκοντά του προς τον κύριό του δεν του το επέτρεπαν. Ο Θεός όμως, στον οποίο 

δεν υπάρχει τίποτα αδύνατο, βοήθησε τον Ανδρέα να ξεφύγει από τις συνθήκες της 

ζωής  του  δια  του  ονείρου,  στη  διάρκεια  του  βαθύ  ύπνου  του.  Κατά  το  όραμα49  ο 

ταπεινός  δούλος  του  Θεού  βρέθηκε  στο  θέατρο,  όπου  γίνονταν  αγωνίσματα  του 

δρόμου  και  της  πάλης  μεταξύ  λευκοντυμένων  ανδρών  και  των  μαύρων  αιθιόπων. 

Μεταξύ  των  μαύρων  υπήρχε  ένας  σωματώδης  που  ήταν  ο  χιλίαρχος  του  σατανά, 

τον οποίο αιώνες δεν είχε νικήσει κανείς. Εντωμεταξύ παρουσιάστηκε στον Ανδρέα 

ένας πολύ ωραίος νέος, ο οποίος κατέβηκε από τον ουρανό, κρατώντας στο χέρι του 

τρία  στεφάνια  με  ασυνήθιστη  ευωδία.  Αυτός  ο  νέος  υποσχέθηκε  στον Ανδρέα,  ότι 

θα  του  δώσει  αυτά  τα  στεφάνια,  αν  αυτός  παλέψει  και  νικήσει  τον  κατάμαυρο 

αιθίοπα,  τον  οποίο  όλοι  φοβούνταν.  Ο  όσιος  Ανδρέας  ακούγοντας  αυτά  τα  λόγια 

πήρε  θάρρος  και  είπε  στον  συνομιλητή  του:  «Πίστευσόν  μοι,  ποιῶ  τὰ  λεγόμενα· 

47 Εφ. 6, 5. 
48 Βλ. Εφ. 6, 7. 
49 Στη ζωή των χριστιανών, αρκετά συχνά το όραμα γίνεται το μέσο της μεταδόσεως των διαφόρων 

μηνυμάτων  του  Θεού  προς  τους  ανθρώπους.  Στους  βίους  των  δια  Χριστόν  σαλών  συναντιούνται 
επίσης  τέτοια  περιστατικά.  Εκτός  από  το  αναφερόμενο  εδώ  όραμα  του  Ανδρέα  του  σαλού,  στην 
εργασία αυτή θα αναφέρονται και πολλές άλλες παρόμοιες περιπτώσεις των οραμάτων. Γι᾿ αυτό το 
λόγο  είναι  εύλογο  σε  αυτό  το  σημείο  να  αναφέρουμε  εν  συντομία  σχετικά  με  τον  τρόπο 
αντιμετωπίσεως  αυτού  του  φαινομένου  από  την  ορθόδοξη  Παράδοση.  Ο  άγιος  Συμεών  ο  Νέος 
Θεολόγος  για  αυτό  το  θέμα  λέει  τα  εξής:  «Μόνων  ἐκείνων  εἰσὶν  ἀληθῆ  τὰ  ὁράματα,  ἃ  οὐδὲ  χρὴ 
καλεῖν ἐνύπνια ἀλλ᾿ ὁράσεις καὶ ὀπτασίας, ὧν ὁ νοῦς ἁπλοῦς ἐγένετο ἐξ ἐπιδημίας τοῦ Πνεύματος 
καὶ ἐλεύθερος ἀπὸ πάσης ὀχλήσεως καὶ δουλείας τῶν παθῶν, ὧν ἡ σχολὴ περὶ τὰ θεῖα πᾶσα καὶ ἡ 
μελέτη  περὶ  μελλόντων  ἀμοιβῶν  καὶ  ἀνταποδόσεων,  ὧν  ἡ  ζωὴ  ὑπὲρ  τὴν  τῶν  ζώντων  ζωὴν 
ἀμέριμνος,  ἀπερίσπαστος,  ἥσυχος,  καθαρά,  μεστὴ  ἐλέους,  σοφίας,  γνώσεως  οὐρανίου  καὶ  καρπῶν 
ἀγαθῶν  τῶν  γεωργουμένων  ὑπὸ  τοῦ  Πνεύματος·  τῶν  δ᾿  ἄλλως  καὶ  οὐχ  οὕτως  ἐχόντων,  ψευδῆ  καὶ 
συγκεχυμένα καὶ τὸ ὅλον ἀπάτη σαφής», Κεφάλαια 3, 64, SC 51 bis, σ. 158‐160. 
188
μόνον δίδαξόν με τὰ μηχανήματα αὐτοῦ»50. Η απάντηση που έδωσε ο μελλοντικός 

σαλός  δείχνει  το  ήθος  της  ταπεινώσεως  και  της  μεγάλης  πίστης  η  οποία  τον 

κατείχε.  Δεν  ήθελε  αυτός  να  παλέψει  κατά  του  αιθίοπα,  βασιζόμενος  μόνο  στις 

δικές του ατελείς και ασθενικές ανθρώπινες δυνάμεις που μπορούν οπωσδήποτε να 

απογοητεύσουν και να εξαπατήσουν. Ωστόσο είχε μεγάλη εμπιστοσύνη και ελπίδα 

στον Θεό, για αυτό το λόγο ζήτησε από τον νέο με τα στεφάνια να τον βοηθήσει. Ο 

Ανδρέας  διδασκόμενος  στην  πάλη,  νίκησε  τελικά  τον  χιλίαρχο  του  σατανά,  προς 

μεγάλη  χαρά  των  λευκοφόρων.  Τότε  ο  ένδοξος  νέος  πλησίασε  τον  μακάριο,  του 

έδωσε τα πολύτιμα στεφάνια και του είπε, ότι από τώρα θα είναι φίλος του51. 

Το  παραπάνω  όραμα,  που  είχε  συμβεί  στον  όσιο  Ανδρέα  κατά  την  Πρόνοια 

του Θεού, αποτέλεσε την αρχή της καινούριας κατά Θεόν ζωής του. Ο Κύριος τους 

ανθρώπους που τον αγαπούν με απλότητα και ζήλο ποτέ δεν αφήνει στις δύσκολες 

καταστάσεις.  Ο  όσιος  Ισαάκ  Σύρος  σχετικά  με  αυτό  το  θέμα  λέει,  ότι  κάποια 

δύναμη περιβάλλει αυτούς που έχουν θερμό ζήλο προς το Θεό, καθώς και εκείνους 

που  ξεκινούν  με  νηπιώδη  απλότητα  και  αποτάσσονται  τον  κόσμο  χωρίς 

υπολογισμούς,  που  ελπίζουν  στο  Θεό  και  πιστεύουν,  αν  και  αγνοούν  προς  ποιον 

έχουν  να  παλεύσουν.  Γι᾿  αυτό  ο  Θεός  απομακρύνει  απ᾿  αυτούς  την  δεινότητα  της 

πονηρίας των, για να μη τους εγγίσει. Διότι ο εχθρός χαλιναγωγείται, όταν βλέπει 

τον  φύλακα  άγγελο  που  τους  φυλάσσει  παντοτινά.  Αν  λοιπόν  οι  αγωνιστές  δεν 

απορρίψουν  από  επάνω  τους  τα  μέσα  της  βοήθειας  των,  που  είναι  οι  δεήσεις,  οι 

κόποι  και  η  ταπεινοφροσύνη,  ο  ενισχυτής  και  βοηθός  δεν  αναχωρεί  απ᾿  αυτούς 

ποτέ52. Ένα τέτοιο αόρατο βοηθό, για τον οποίο κάνει λόγο ο όσιος Ισαάκ ο Σύρος, 

αξιώθηκε  να  έχει  και  να  στηρίζεται  σε  αυτόν  στις  δύσκολες  στιγμές  ο  όσιος 

Ανδρέας της Κωνσταντινούπολης. 

Ο  Συμεών  Σαλός  μαζί  με  τον  συνασκητή  του  Ιωάννη,  φεύγοντας  από  τον 

ηγούμενο  Νίκωνα  πήγαν  στην  έρημο  να  ζουν  τελείως  άστεγη  και  αναχωρητική 

50 Νικηφόρου πρεσβυτέρου, Βίος και πολιτεία του οσίου πατρός ημών Ανδρέου του δια Χριστόν σαλού 
5, PG 111, 636A. 
51  Για  ολόκληρο  αυτό  το  περιστατικό  βλ.  ό.  π.,  4‐6,  PG  111,  633A‐636D.  Αμέσως  μετά  από  αυτή  τη 

σκηνή ακολουθεί η κλήση του Ανδρέα στη σαλότητα. Όμως η εξέταση αυτού του θέματος θα γίνει 
στο επόμενο μέρος της εργασίας αυτής. 
52 Βλ. Λόγος 52, ό. π., σ. 211‐212. 
189
ζωή.  Ο  εχθρός  του  ανθρώπινου  γένους  βλέποντας  την  αρετή  των  δούλων  του 

Χριστού, άρχισε να τους πολεμάει. Μερικές φορές ο διάβολος τους πύρωνε, σαν να 

έτρωγαν  κρέας  και  να  έπιναν  κρασί.  Άλλοτε  πάλι  τους  προκαλούσε  δειλία  και 

ακηδία  για  την  άσκηση,  ώστε  τους  έρχονταν  σκέψεις  να  επιστρέψουν  από  την 

έρημο στο μοναστήρι. Άλλες φορές τους έκανε ο διάβολος να βλέπουν στον ύπνο, ή 

στη  φαντασία  τους  δικούς  τους  να  κλαίνε  ή  να  έχουν  τρελαθεί 53.  Ο  Συμεών  και  ο 

Ιωάννης  δεν  παραπλανούνταν  όμως  από  τα  τεχνάσματα  του  διαβόλου  και 

συνέχιζαν  νύχτα  και  μέρα  το  δρόμο  της  άσκησης.  Το  μεγάλο  όπλο  τους  κατά  του 

εχθρού τους ήταν η προσευχή του Ιησού. Ο συγγραφέας του βίου τους για αυτό το 

θέμα  γράφει:  «Ἀλλ᾿  ἀπόνως  καὶ  ἀόκνως  τὸν τῆς  ἀσκήσεως  καὶ  ἡσυχίας  διετέλουν 

δρόμον διὰ παντὸς, ἡμέρας καὶ νυκτὸς, εἰ μὴ τὸν ἀπερίσπαστον πειρασμὸν, καὶ τὴν 

ἀμέριμνον μέριμναν, λέγω δὴ τῆς ἀδιαλείπτου προσευχῆς, δι᾿ ἧς καὶ διὰ συντομίας 

προέκοψαν  οἱ  ἄοκνοι  ἐργάται,  ὥστε  [δι᾿]  ἐν  ὀλίγοις  χρόνοις  ἀξιωθῆναι  αὐτοὺς 

θείων  ὁράσεων,  καὶ  πληροφοριῶν  καὶ  θαυμάτων»54.  Συνολικά  ο  Συμεών  και  ο 

Ιωάννης  έμειναν  στην  έρημο  τριάντα  ολόκληρα  χρόνια.  Σε  αυτό  το  χρονικό 

διάστημα  υπέμειναν  αυτοί  πάρα  πολλούς  πειρασμούς  από  το  διάβολο,  τον  οποίο 

και  νίκησαν.  Αυτοί  οι  δύο  ασκητές  έφθασαν  σε  μεγάλη  πνευματική  ωριμότητα, 

ιδιαίτερα δε ο Συμεών. Αυτός  «Ἠσθάνετο  γὰρ  ἑαυτὸν  διὰ  τῆς  ἐνοικούσης  ἐν  αὐτῷ 

τοῦ ἁγίου Πνεύματος δυνάμεως, μήτε πάθος φοβούμενον, μήτε ψύχος, ἢ πεῖναν, ἢ 

καύσωνα, ἀλλὰ σχεδὸν ὑπὲρ τὰ μέτρα τῆς φύσεως τῆς ἀνθρωπίνης γενόμενον»55. 

Σε  αντίθεση με τους άλλους σαλούς, για το Θεόφιλο τον δια Χριστόν Σαλό, 

ασκητή της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου, υπάρχουν πάρα πολλά στοιχεία της 

ζωής του, πριν να αρχίσει αυτός την άσκηση της σαλότητας. Ο Θεόφιλος έδειξε τον 

ασκητικό  χαρακτήρα  της  ζωής  του  ακόμα  από  τη  βρεφική  του  ηλικία.  Λόγω  του 

γεγονότος,  ότι  δεν  ήθελε  να  θηλάσει  μετά  από  τη  γέννησή  του,  η  μητέρα  του 

έπρεπε  να  τον  ταΐζει  με  χυλό  από  βρασμένες  πατάτες,  καρότα  και  παντζάρια.  Οι 

παράξενες  συνήθειες  του  μικρού  μωρού,  που  ήταν  ακατανόητες  για  την  απλοϊκή 

μητέρα  του,  και  η  μεγάλη  επιρροή  των  κακών  ανθρώπων,  οδήγησε  αυτή  στην 

53 Βλ. Λεοντίου Νεαπόλεως, Βίος του αγίου Συμεών του δια Χριστόν Σαλού 21, PG 93, 1697Α. 
54 Ό. π., 23, PG 93, 1697D‐1700Α. 
55 Ό. π., 26, PG 93, 1704A. 
190
απόφαση να απαλλαγεί για πάντα από το μικρό παιδί. Τρεις φορές όμως ο Θεός με 

θαυματουργικό  τρόπο  το  έσωσε  από  βέβαιο  θάνατο.  Παρά  ταύτα,  η  στάση  της 

μητέρας  του  Θεοφίλου  δεν  άλλαξε.  Το  μικρό  παιδί  από  την  ηλικία  των  έξι  μηνών 

μέχρι τα εφτά του χρόνια, αναγκάστηκε να ζει υπό τη στέγη πολλών και διαφόρων 

ανθρώπων. Μπορεί κάποιος να πει, ότι ο Θεόφιλος στα πρώτα χρόνια της ζωής του, 

γνώρισε το πνεύμα της περιπλανώμενης ζωής. Γι᾿ αυτό το λόγο ο συγγραφέας του 

βίου του, γράφει περί αυτού τα ακόλουθα: «Ἐνῶ ἦταν ἀκόμα ἕνας νεοφερμένος σ᾿ 

αὐτόν  τόν  κόσμο  ὁ  Θωμᾶς56,  εἶχε  ἤδη  σηκώσει  τόν  Σταυρό  Ἐκείνου  ὁ  ὁποῖος  κατά 

τήν  διάρκεια  τῆς  ἐπίγειας  ζωῆς  Του,  δέν  εἶχε  ποῦ  νά  κλίνη  τήν  κεφαλή»57.  Ο 

Θεόφιλος  πριν  να  κλείσει  ακόμα  επτά  έτη,  γεύτηκε  στο  βάθος  της  ψυχής  του  τη 

γλυκύτητα  των  πρώτων  παιδικών  προσευχών.  Το  μικρό  αγόρι  έτρεχε  με  μεγάλη 

χαρά σε όλες τις εκκλησιαστικές ακολουθίες, όπου η ψυχή του έβρισκε γαλήνη και 

ασφάλεια.  Στην  παιδική  ηλικία  του  ο  Θεόφιλος  διακρινόταν  πια  για  την  λιτότητα 

και  τη  μεγάλη  νηστεία  του58.  Όταν  έγινε  δόκιμος  στο  Μοναστήρι  Μπράτσκυ  του 

Κιέβου, «Ἦταν πλέον νεκρός γιά τόν κόσμο κι ὁ κόσμος εἶχε πεθάνει γι᾿ αὐτόν γιά 

πάντα»59.  Στο  μοναστήρι,  του  είχαν  αναθέσει  διάφορα  διακονήματα  τα  οποία 

εκτελούσε  αυτός  κατά  τη  διάρκεια  αρκετών  χρόνων.  Σε  αυτή  την  περίοδο  ο 

Θεόφιλος  «διπλασιάζοντας  τις  προσευχές  καί  τίς  πνευματικές  ἀσκήσεις,  ἔγινε 

πρότυπο  πραότητας,  ὑπακοῆς,  ταπείνωσης  και  καθαρότητας»60.  Ο  ηγούμενος  του 

μοναστηριού,  βλέποντας  το θερμό ζήλο  για  την  πνευματική  ζωή  και  άσκηση,  πού 

διέκρινε  τον  ευσεβή  δόκιμο,  τον  τίμησε  με  πολλά  μοναχικά  και  εκκλησιαστικά 

αξιώματα.  Πρώτα  ο  Θεόφιλος  αξιώθηκε  της  μοναχικής  κουράς  και  διορίστηκε 

σκευοφύλακας του μοναστηριού. Μετά από ένα χρόνο τιμήθηκε με το αξίωμα του 

ιεροδιακόνου,  για  την  «ἀκρίβεια  καί  τήν  ὑποδειγματική  του  ζωή».  Ο  Θεόφιλος,  αν 

και  έπαιρνε  κάποιο  μικρό  επίδομα  λόγω  της  θέσης  που  κάτεχε  στο  μοναστήρι, 

πάντα  παρέμενε  ένας  αυστηρός  νηστευτής  και  δεν  κρατούσε  τίποτα  προσωπικό 

56 Θωμάς ήταν το κοσμικό όνομα του Θεοφίλου. 
57 Για τα πρώτα χρόνια της ζωής του μελλοντικού γέροντα Θεοφίλου, βλ. Ο στάρετς Θεόφιλος. Ο δια 
Χριστόν σαλός ασκητής της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου, σ. 21‐29. 
58 Βλ. ό. π., σ. 29‐30. 

59 Ό. π., σ. 41. 

60 Βλ. ό. π., σ. 41‐42. 
191
στο κελί του. Μπορούσε να μένει νηστικός για δύο ή τρεις συνεχόμενες μέρες, και 

κάποια  φαγητά  ή  χρήματα  που  είχε,  τα  μοίραζε  στους  προσκυνητές,  φτωχούς  και 

ζητιάνους.  Μετά  από  άλλα  τεσσεράμισι  χρόνια  τέτοιας  ζωής,  αυτός  ο 

υποδειγματικός  μοναχός  χειροτονήθηκε  ιερομόναχος  και  ταυτόχρονα  διορίστηκε 

οικονόμος του μοναστηριού61. 

Στα αναφερόμενα παραπάνω κείμενα από τους βίους των οσίων Συμεών και 

Θεοφίλου  φαίνεται  ξεκάθαρα  η  τέταρτη  βαθμίδα  της  κλίμακος  τελειότητος  την 

οποία αναφέρει ο απ. Πέτρος στην επιστολή του, που είναι η εγκράτεια62. Ο άγιος 

Νικόδημος ο Αγιορείτης ερμηνεύοντας το σχετικό χωρίο γράφει: «χρειάζεται νά ἔχῃ 

ἐγκράτειαν  σώματος  καί  ψυχῆς  ἐκεῖνος  ὁποῦ  φθάσῃ  εἰς  θεωρίαν  διά  νά  μήν 

ὑπερηφανεύεται ἀπό τό μέγεθος τῆς θεωρίας, ἀλλά νά ἔχῃ χαλινόν»63. Στη ζωή των 

παραπάνω ασκητών μπορεί κάποιος να προσέξει και την μεγάλη υπομονή τους, η 

οποία αποτελεί την πέμπτη βαθμίδα της ουρανίου κλίμακος. Γιατί «ὅποιος ἀγαπᾷ 

νά ἔχῃ σύντροφόν του τήν ἐγκράτειαν, χρειάζεται ἐν ταυτῷ νά ἔχῃ καί ἀχώριστον 

τήν  ὑπομονήν,  ὑπομένοντας  ἀνδρείως  καί  μεγαλοψύχως  τά  ἐκ  τῆς  ἐγκρατείας 

λυπηρά»64. Σε αυτό το σημείο πρέπει να επισημανθεί, ότι η υπομονή στη ζωή των 

δια  Χριστόν  σαλών  πριν  από  την  κλήση  τους,  δεν  αποτελεί  ένα  απλό  κρίκο  της 

χρυσής  αλυσίδας  των  αρετών,  αλλά  όπως  και  μετά  την  κλήση  τους  είναι  ο 

ακρογωνιαίος  λίθος,  επάνω  στον  οποίο  άλλωστε  μπορούσε  μόνο  να  σταθεί  η 

δύσκολη άσκηση της σαλότητας. Γιατί η υπομονή, συμπορεύεται με την ταπείνωση, 

με  την  οποία  μπορεί  και  να  ταυτιστεί65.  Και  η  ταπείνωση  που  αποτελεί  το 

μεγαλύτερο γνώρισμα των δια Χριστόν σαλών, δεν θα μπορούσε βεβαίως να λείπει 

και από το εισαγωγικό στάδιο των αγώνων των μωρών εργατών του Κυρίου. 

Η οσία Πελαγία Ιβάνοβνα, η δια Χριστόν σαλή, είναι ένα ακόμα παράδειγμα 

της  σαλότητας  στο  χώρο  της  ορθόδοξης  Εκκλησίας  στη  Ρωσία.  Το  βίο  της  έχει 

γράψει  η  μοναχή  Άννα  Γερασίμοβνα,  που  την  φρόντιζε  και  την  περιποιόταν  στο 

61 Βλ. ό. π., σ. 42‐43. 
62 Βλ. Β’ Πε. 1, 5‐7. 
63 Ερμηνεία εις τας επτά Καθολικάς Επιστολάς των Αγίων Αποστόλων, σ. 349.

64 Ό. π. 

65 Βλ. Αγίου Παϊσίου Βελιτσκόφσκι, Τα Κρίνα του Αγρού, σ. 129.
192
Μοναστήρι  του  Ντιβέγεβο  κατά  τη  μεγάλη  διάρκεια  της  ζωής  της.  Ο  βίος  της 

Πελαγίας τονίζει με ιδιαίτερο τρόπο την αρετή της υπομονής αυτής της ασκήτριας. 

Η Άννα δεν περιγράφει τόσο πολύ τα πνευματικά γνωρίσματα της Πελαγίας πριν 

από την κλήση της, αλλά υπογραμμίζει σαφώς, ότι αυτή «ἒδειξε μεγάλη ὑπομονή 

καί σταθερή θέληση ἀπό τήν παιδική της ἀκόμα ἡλικία»66. Αυτή η θέληση της ήταν 

στραμμένη προς τον Κύριο, και για αυτό το λόγο υπέφερε πάρα πολύ στο σπίτι της, 

το οποίο επιθυμούσε να εγκαταλείψει πολύ νωρίς. Η Άννα λέει ότι «ἡ ἐπιθυμία της 

αὐτή φαίνεται πώς ἦταν ταυτόσημη μέ τό σχέδιο πού ᾿χε γι᾿ αὐτήν ἡ σοφή Πρόνοια 

τοῦ  Θεοῦ»67.  Η  ζωή  της  Πελαγίας,  πριν  να  αρχίσει  αυτή  επίσημα  την  άσκηση  της 

σαλότητας,  περνούσε  δια  των  δύσκολων  συνθήκων  του  οικογενειακού 

περιβάλλοντος, όπως αυτό συνέβηκε και στην περίπτωση του γέροντος Θεοφίλου. 

Η νεαρή Πελαγία δεν πέρασε καθόλου ευχάριστα τα παιδικά της χρόνια, γιατί στο 

σπίτι  του  πατριού  της,  τα  άλλα  παιδιά  δεν  την  αγαπούσαν.  Στην  ηλικία  των 

δεκαεννιά χρονών έπρεπε να παντρευτεί κατά το θέλημα της μητέρας της, αν και η 

ίδια προσπάθησε πολύ να αποφύγει το γάμο, αλλά δεν τα κατάφερε68. Όπως είναι 

φυσικό,  μετά  από  τέτοια  πίεση  και  παραβίαση  της  θέλησης  και  της  αξιοπρέπειάς 

της,  η  Πελαγία  παρέμεινε  αποστασιοποιημένη  από  τον  έγγαμο  βίο69.  Αντίθετα, 

προσπάθησε  με  όλες  τις  δυνάμεις  της  να  ευαρεστεί  στον  Κύριο.  Γι᾿  αυτό  το  λόγο 

έπιασε φιλία με μία γυναίκα, την Παρασκευή Ιβάνοβνα70, η οποία της είχε διδάξει 

τα μυστικά της αδιάλειπτης προσευχής του Ιησού. Η οσία Πελαγία αγάπησε αυτή 

την  προσευχή  τόσο  πολύ,  ώστε  αυτή  έγινε  αναπόσπαστη  απασχόληση  της  στη 

διάρκεια  όλης  της  ζωής  της.  Από  τότε  η  εκλεκτή  αυτή  δούλη  του  Θεού,  άρχισε  να 

περνάει  ολόκληρες  νύχτες  γονατιστή  με  το  πρόσωπο  στραμμένο  προς  ανατολή, 

κάνοντας προσευχή στον Κύριο71. 

66 Οσία Πελαγία Ιβάνοβνα η δια Χριστόν σαλή, σ. 21. 
67 Ό. π. 
68 Βλ. ό. π., σ. 20‐23. 

69  Για  τη  στάση  των  δια  Χριστόν  σαλών  απέναντι  στους  οικογενειακούς  θεσμούς  βλ.  το 

υποκεφάλαιο: Η αποταγή του κόσμου. 
70 Η Παρασκευή Ιβάνοβνα είχε αναλάβει επίσης τον αγώνα της δια Χριστόν σαλότητας. 

71 Βλ. Οσία Πελαγία Ιβάνοβνα η δια Χριστόν σαλή, σ. 26‐27. 
193
Στη  ζωή  της  οσίας  Πελαγίας  Ιβάνοβνα,  όπως  και  των  άλλων 

προαναφερόμενων  σαλών,  μπορεί  εύκολα  κανείς  να  προσέξει  και  την  έκτη 

βαθμίδα  που  οδηγεί  προς  την  αγάπη,  δηλαδή  την  ευσέβεια72.  Αυτή  η  αρετή  που 

ακολουθεί  την  υπομονή  στον  πνευματικό  αναβαθμό,  ορίζεται  ως  «ἡ  διά  γνώσεως 

καί  θεωρίας  ὑψηλοτέρας  ἐξαπλουμένη  καί  πλατυνομένη  τῶν  θείων  πραγμάτων 

κατάληψις,  ἥν  ὁ  Σολομών  ὁριζόμενος  εἶπεν·  “εὐσέβεια  δέ  εἰς  Θεόν  ἀρχή 

αἰσθήσεως”73.  Καί  ὁ  Ἡσαΐας  μέ  τήν  θείαν  σοφίαν  καί  ἐπιστήμην  συναριθμεῖ  τήν 

εὐσέβειαν λέγων·  “ἐκεῖ σοφία καί ἐπιστήμη καί εὐσέβεια πρός τόν Κύριον”74. Ὁ δέ 

θεολόγος Γρηγόριος οὕτως ὁρίζει αὐτήν·  “Ἡ δ᾿ εὐσέβεια προσκύνησις Τριάδος”. … 

Ὁ  δέ  Θεοφύλακτος  λέγει  ὅτι  ὁ  κορυφαῖος  [των  αποστόλων  Πέτρος]  ἐννοεῖ  ἐδῶ 

εὐσέβειαν, τήν τελειοτέραν εἰς Θεόν ἐλπίδα, ἥτις προξενεῖται διά τῆς ὑπομονῆς»75. 

Τα πνευματικά κατορθώματα του επισκόπου Βαρνάβα Μπελιάγιεφ, πριν να 

πάρει  αυτός  την  ευλογία  για την άσκηση της σαλότητας, φαίνονται πολύ καθαρά 

από  την  αφοσίωση  του  να  διακονήσει  με  διάφορους  τρόπους  την  Εκκλησία  του 

Χριστού. Η διακονία του έχει ακόμα μεγαλύτερη αξία, όταν λάβει κανείς υπόψη, ότι 

στα  χρόνια  εκείνα  το  σοβιετικό  καθεστώς  άρχισε  επίσημα  και  ανοιχτά  τους 

διωγμούς κατά των πιστών και γενικά κατά της Εκκλησίας. Ο επίσκοπος Βαρνάβας 

πέρασε όλη την πορεία του από  δόκιμος μοναχός μέχρι αρχιερέας, ακολουθώντας 

πάντα  τις  συμβουλές  του  πνευματικού  πατέρα  του.  Μετά  από  την  περάτωση  των 

σπουδών  του  στη  Θεολογική  Ακαδημία,  ο  ιερομόναχος  πια  Βαρνάβας,  δίδαξε  στο 

θεολογικό σεμινάριο της πόλης Νίζνι Νόβγκοροντ. Όταν έκλεισαν το σεμινάριο, ο 

πατήρ  Βαρνάβας  μαζί  με  άλλους  κληρικούς  φυλακίστηκε  άνευ  λόγου.  Το  1920, 

έχοντας  ηλικία  μόλις  τριάντα  τριών  χρόνων,  εκλέχτηκε  βικάριος  επίσκοπος  της 

επαρχίας  Νίζνι  Νόβγκοροντ.  Με  τη  «βοήθεια»  του  αρχιεπισκόπου,  ο  οποίος  έγινε 

πράκτορας  της  ΚΑ  ΓΚΕ  ΜΠΕ  ο  επίσκοπος  Βαρνάβας  βρέθηκε  εξόριστος  στην 

έρημο, στη Μονή Ζωσίμοβα. Οι γέροντες αυτού του μοναστηριού κατάλαβαν ότι ο 

Θεός  έδωσε  στο  νέο  επίσκοπο  πολλά  χαρίσματα  και  επέτρεπαν  να  δέχεται  τον 

72 Βλ. Β’ Πε. 1, 5‐7.
73 Βλ. Πρμ. 1, 7. 
74 Βλ. Ησ. 33, 6. 

75 Νικοδήμου Αγιορείτου, Ερμηνεία εις τας επτά Καθολικάς Επιστολάς των Αγίων Αποστόλων, σ. 350.
194
κόσμο. Όταν γύρισε ο Βαρνάβας από την εξορία στο Νίζνι Νόβγκοροντ, εκεί άρχισε 

να εξομολογεί, να λειτουργεί και να θεραπεύει τις άρρωστες και πονεμένες ψυχές76. 

Η  Ταρσώ,  η  δια  Χριστόν  σαλή,  από  την  αρχή  της  πνευματικής  της  ζωής 

κατάλαβε, ότι για να σωθεί ο άνθρωπος εν Χριστώ, πρέπει πρώτα αυτός να αρνηθεί 

τον εαυτόν του και να τον ενταφιάσει στην εν Χριστώ νέκρωση 77. Ο συντάκτης του 

βίου  της  υπογραμμίζει,  πως  δεν  είναι  δυνατό  να  γνωρίζει  κανείς  όλα  τα  βιωμένα 

στο  ψυχικό  κόσμο  της  μακαρίας  ασκήτριας,  πριν  να  αρχίσει  αυτή  επίσημα  την 

άσκηση τη σαλότητας. Όμως ο ίδιος αναφέρει ότι, όσο είναι γνωστή η περίοδος της 

νεότητας  της  Ταρσώ,  αυτή  δείχνει  το  ακατανίκητο  θάρρος  της  να  αναμετρηθεί 

ακόμα  και  με  το  θάνατο,  το  “θάνατο”  του  εαυτού  της78.  Μια  φορά  η  μεγάλη  αυτή 

ασκήτρια  συζητούσε  με  ένα  αγιορείτη  μοναχό.  Ο  σεμνός  επισκέπτης  της  ρώτησε 

ποιό δρόμο ακολούθησε αυτή πριν να φθάσει σε αυτή την κατάσταση, δηλαδή στο 

χώρο  της  σαλότητας.  Η  απάντηση  της  Ταρσώς  ήταν  απλή  και  ευαγγελική.  «Τί 

δρόμο καλέ; Δουλειά. Ἤμουνα στόν κόσμο καί πέθανα. Καί μετά δουλειά, δουλειά. 

Καί πῶς νομίζεις, παιδί μου, ὅτι ἔφθασα ἐδῶ; Ἀκολουθώντας τήν πρακτική ὁδό πού 

ὁρίζουν οἱ θεῖοι πατέρες. Ἀπέθανα γιά τόν κόσμο, ἔδωσα τή ζωή μου στόν Χριστό 

καί ἀπό τότε δουλειά … δουλειά»79. 

76  Για  τις  περισσότερες  δραστηριότητες  του  επισκόπου  Βαρνάβα  πριν  από  την  κλήση  του  στη 
σαλότητα,  βλ.  Μανώλη  Μελινού,  Άνθη  αγίας  Ρωσίας  σ.  89‐90.  Σε  αυτό  το  σημείο  πρέπει  να 
επισημανθεί, ότι ο δεσπότης Βαρνάβας εκπροσωπεί την κατηγορία των ασκητών, οι οποίοι σήκωσαν 
το  σταυρό  της  σαλότητας,  για  την  άφεση  των  αμαρτιών  τους.  Η  ζωή  των  σαλών  της  κατηγορίας 
αυτής  πριν  από  την  κλήση  τους  μπορεί  να  είναι  ποικιλόμορφη  και  να  μη  μοιάζει  καθόλου  με  το 
παρουσιαζόμενο  παραπάνω  τρόπο  της  συμπεριφοράς  υπολοίπων  δια  Χριστόν  σαλών.  Αυτοί  οι 
ασκητές  μπορούν  να  διακρίνονται  σε  ολόκληρο  αυτό  το  στάδιο  της  ζωής  τους  για  τα  διάφορα 
πνευματικά  χαρίσματα,  όπως  αυτό  γίνεται  στην  περίπτωση  του  επισκόπου  Βαρνάβα.  Μπορούν 
όμως  και  για  μεγάλο  χρονικό  διάστημα  να  εγκαταλείψουν  την  οδό  του  Κυρίου,  όπως  αυτό  λόγου 
χάρη συμβαίνει στην περίπτωση του σαλού Μάρκου του Ίππου, βλ. Το Μέγα Γεροντικόν. Θεματική 
συλλογή, τόμ. Β’, σ. 420‐426 και Ο αββάς Δανιήλ της Σκήτεως, σ. 22‐26. Όμως το κοινό σημείο το οποίο 
ενώνει όλους τους ασκητές που βάδισαν στη ζωή τους το δρόμο της σαλότητας με σκοπό την άφεση 
των  αμαρτιών  τους,  είναι  η  βαθιά  μετάνοια  την  οποία  έδειξαν  για  τα  μεγάλα  ή  μικρά  λάθη  τους 
ενώπιον του Κυρίου. 
77 Βλ Ιωάννου Κ. Κορναράκη, Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, σ. 127. 

78 Βλ. ό. π., σ. 107. Ο συντάκτης του βίου της Ταρσώς στηρίζεται σε αυτό το σημείο σε ένα αληθινό 

περιστατικό  το  οποίο  συνέβη  στα  νεανικά  χρόνια  της  Ταρσώς.  Μια  φορά  αυτή  η  γυναίκα  ντυμένη 
στα λευκά περπατούσε ξένοιαστη και χωρίς φόβο στο επικίνδυνο χώρο, όπου οι αδέσποτες σφαίρες 
των Δεκεμβριανών δημιουργούσαν μια ομπρέλα θανάτου. Γι᾿ αυτό το περιστατικό, βλ. ό. π., σ. 106‐
107. 
79 Ό. π., σ. 129. 
195
Οι  δια  Χριστόν  σαλοί,  όπως  απέδειξαν  παραπάνω  αποσπάσματα  από 

μερικούς  βίους  τους,  πριν  να  τους  καλέσει  ο  Κύριος  στην  οδό  της  σαλότητας, 

έζησαν  σύμφωνα  με  τη  χριστιανική  διδασκαλία.  Με  αυτόν  τον  τρόπο  αυτοί  οι 

εκλεκτοί  ασκητές  προετοίμασαν  των  εαυτό  τους  να  δεχθούν  τα  πιο  μεγάλα 

πνευματικά δώρα ‐ την φιλαδελφίαν και την αγάπη, οι οποίες κατά τον απόστολο 

Πέτρο  ολοκληρώνουν  την  χρυσή  σειρά  των  αρετών80.  Ο  άγιος  Νικόδημος 

Αγιορείτης  σχετικά  με  αυτό  το  θέμα  γράφει:  «Συνάπτει  δέ  [ο  απόστολος  Πέτρος] 

τήν  εὐσέβειαν  μέ  τήν  φιλαδελφίαν,  ὡς  ἕβδομον  σκαλοπάτι,  καθ᾿  ὅτι  ὁ  πρός  τόν 

Θεόν  εὐσεβῶν  πρέπει  νά  φαίνεται  τοιοῦτος  καί  πρός  τούς  ἀδελφούς.  Τήν  δέ 

φιλαδελφίαν ἑνώνει μέ τήν ἀγάπην, ἥτις εἶναι τό τελευταῖον καί ὄγδοον σκαλοπάτι 

τῆς  οὐρανοδρόμου  ταύτης  κλίμακος  καί  πάντων  τῶν  ἐντολῶν  καί  τοῦ  νόμου  τό 

πλήρωμα, καθώς εἶπεν ὁ Παῦλος»81. Όλο αυτό το μέρος της εργασίας έδειξε, ότι η 

φιλαδελφία  και  η  αγάπη  δεν  ήταν  ξένα  για  τους  δια  Χριστόν  σαλούς,  στο 

εισαγωγικό  στάδιο  των  ασκητικών  τους  αγώνων.  Γι᾿  αυτό  και  ο  Κύριος  τους 

θεώρησε άξιους να βαδίζουν αυτοί στην υπόλοιπη ζωή τους το δύσκολο δρόμο της 

δια Χριστόν σαλότητας. 

Για  τη  ζωή  των  δια  Χριστόν  σαλών  πριν  από  την  κλήση  τους  προς  την 

άσκηση  της  σαλότητας,  μπορεί  βεβαίως  κάποιος  να  πει  πάρα  πολλά  πράγματα. 

Όμως η μελέτη αυτού του επιμέρους θέματος θα περιοριστεί σε αυτό το σημείο. Κι᾿ 

αυτό  γιατί  αυτή  η  περίοδος  της  ζωής  των  σαλών  αποτελεί  μόνο  το 

προπαρασκευαστικό  στάδιο  για  την  μετέπειτα  δραστηριότητά  τους.  Για  λόγους 

πρακτικούς,  σε  αυτό  το  μέρος  της  εργασίας  αναφέρθηκαν  μόνο  έξι  σαλοί.  Η 

επιλογή  αυτή  δεν  ήταν  τυχαία.  Αυτοί  οι  έξι  συγκεκριμένοι  ασκητές  εκπροσωπούν 

κατά  το  δυνατό  και  καλύτερο  τρόπο,  όλους  τους  δια  Χριστόν  σαλούς  όλων  των 

εποχών. Ο Συμεών και ο Ανδρέας είναι οι πιο γνωστοί βυζαντινοί σαλοί, οι οποίοι 

επί πλέον αποτέλεσαν σε μεγάλο βαθμό και το πρότυπο για τους μεταγενέστερους 

μιμητές τους. Ο Θεόφιλος και η Πελαγία εκπροσωπούν τη σαλότητα του 19ου  αιώνα 

στη Ρωσία, ενώ ο επίσκοπος Βαρνάβας και η Ταρσώ, μπορεί κάποιος να πει, είναι οι 

80 Βλ. Β’ Πε. 1, 5‐7. 
81 Ερμηνεία εις τας επτά Καθολικάς Επιστολάς των Αγίων Αποστόλων, σ. 350.
196
σαλοί  των  σημερινών  καιρών.  Σε  αυτές  τις  έξι  εκλεκτές  φυσιογνωμίες 

συγκαταλέγονται δυο λαϊκοί, δύο μοναχοί, ένας ιερέας και ένας επίσκοπος. Οι τρεις 

από  αυτούς  άσκησαν  τη  σαλότητά  τους  μέσα  στον  κόσμο,  και  οι  τρεις  άλλοι  στο 

μοναστήρι  ή  κοντά  του.  Άξιο  παρατηρήσεως  είναι  επίσης  το  γεγονός,  ότι  όλα  τα 

παραπάνω αναφερόμενα έξι πρόσωπα, έχουν έμπιστους βιογράφους των εκτενών 

βίων τους. 

2. Η κλήση των δια Χριστόν σαλών 

Ο σκοπός της ζωής του χριστιανού είναι η σωτηρία του, η εν Χριστώ τελείωσή 

του·  και  αυτό  επιτυγχάνεται  μόνο μέσα στην Εκκλησία, δια των αγίων μυστηρίων 

και των αγίων αρετών. Κάθε χριστιανός όμως εργάζεται τις εντολές του Κυρίου με 

διαφορετικό πόθο. Γι᾿ αυτό το λόγο μέσα στο Σώμα του Χριστού τα πιστά μέλη Του 

έχουν  διαφορετικό  βαθμό  πνευματικής  τελειότητας.  Ο  Μέγας  Βασίλειος 

λαμβάνοντας  υπ᾿  όψη  αυτή  τη  αλήθεια  λέει,  ότι  αυτοί  που  μόλις  τώρα 

αφοσιώθηκαν στη ζωή της ευσέβειας, είναι ασφαλέστερο να ζουν με τη συμβουλή 

του  σοφότατου  Σολόμωντα:  «Ἀρχὴ  σοφίας  φόβος  θεοῦ»82.  Οι  άλλοι  όμως  που 

πέρασαν την εν Χριστώ νηπιακή ηλικία και δεν έχουν πια ανάγκη γάλακτος, αλλά 

μπορούν  να  τελειοποιηθούν  με  την  στερεά  τροφή  της  διδαχής,  έχουν  ανάγκη  των 

σπουδαιότερων εντολών. Γιατί δι᾿ αυτών των εντολών εκφράζεται τέλεια η όλη εν 

Χριστώ  αγάπη83.  Αυτά  τα  πιστά  μέλη  της  Εκκλησίας  με  πολύ  ωραίο  τρόπο 

χαρακτηρίζει ο αββάς Ισαάκ ο Σύρος, όταν λέει ότι: «Τῶν ὑγιαινόντων γάρ ἐστιν ἡ 

στερεὰ  τροφή,  τῶν  τὰ  αἰσθητήρια  γεγυμνασμένα  ἐχόντων,  καὶ  δυναμένων 

δέξασθαι  πᾶσαν  τροφήν·  λέγω  δή,  τὰς  προσβολὰς  πασῶν  τῶν  αἰσθήσεων,  καὶ  μὴ 

βλαβῆναι  τὴν  καρδίαν  ἐκ  πάντων  τῶν  συναντημάτων,  διὰ  τὴν  γυμνασίαν  τῆς 

τελειώσεως»84. Σε τέτοιους χριστιανούς που έχουν προχωρήσει πνευματικά, ο Θεός 

82 Πρμ. 1, 7. 
83 Βλ. Όροι κατά πλάτος 4, PG 31, 920A. 
84 Λόγος 56, ό. π., σ. 226. 
197
δίνει  διάφορα  χαρίσματα85.  Ο  σκοπός  αυτών  των  δωρεών  είναι  η  πολύπλευρη 

διακονία‐εξυπηρέτηση  της  Εκκλησίας  του  Χριστού. Οι  Πατέρες  γι᾿  αυτό  το  θέμα 

λένε τα εξής: «καλὸν οὖν ἐστὶ τὸ διδάξαι τοὺς ἀνθρώπους τὸ ἀγαθὸν τοῦ Θεοῦ, καὶ 

ἐπισπάσασθαι αὐτοὺς ἐν τῇ διαμονῇ τῆς προνοίας τοῦ Θεοῦ, καὶ ἐκ τῆς πλάνης εἰς 

τὴν  ἐπίγνωσιν  τῆς  ἀληθείας  μετενεγκεῖν.  Οὗτος  γὰρ  ἦν  ὁ  τοῦ  Χριστοῦ,  καὶ  τῶν 

Ἀποστόλων τρόπος, καὶ ἔστιν ὑψηλὸς πάνυ»86. 

Ο  Θεός,  τους  προικισμένους  με  διάφορα  χαρίσματα  χριστιανούς,  όλως 

ιδιαιτέρως  τους  προτρέπει  να  αναλάβουν  κάποια  συγκεκριμένη  μορφή 

δραστηριότητας ή άσκησης μέσα στην Εκκλησία. Αυτό το φαινόμενο δεν είναι κάτι 

παράδοξο,  αλλά  αντίθετα  είναι  κάτι  συνηθισμένο  στην  ορθόδοξη  Παράδοση 87.  Ο 

πιστός  άνθρωπος  οφείλει  να  δεχτεί  αυτή  την  πανάγαθη  και  φιλεύσπλαγχνη 

απόφαση  του  Θεού  περί  του  εαυτού  του,  πρώτα  γιατί  αυτός  που  πορεύεται 

σύμφωνα  με  το  θέλημά  Του,  προστατεύεται  από  τους  νοητούς  εχθρούς,  οι  οποίοι 

85 Για να είναι πλήρως κατανοητή η έννοια του χαρίσματος και η σχέση του με την αρετή εντός της 
ορθοδόξου Παραδόσεως, είναι πολύ χρήσιμο να ακουστεί σε αυτό το σημείο ο πατερικός λόγος. Με 
άψογο  τρόπο  το  εν  λόγω  ζήτημα  ερμηνεύει  και  διευκρινίζει  ο  άγιος  Συμεών  ο  Νέος  Θεολόγος 
λέγοντας  τα  ακόλουθα:  «Αἱ  μὲν  γὰρ  ἀρεταὶ  ἐξ  ἡμετέρας  κατορθοῦνται  σπουδῆς  καὶ  ἐξ  οἰκείων 
πόνων συνάγονται, τὰ δὲ πνευματικὰ χαρίσματα δῶρά εἰσιν ἐκ Θεοῦ τοῖς ἀγωνιζομένοις διδόμενα. 
Οἷόν  τι  λέγω;  Ἡ  νηστεία  καὶ  ἡ  ἐγκράτεια  ἀρετή  ἐστι·  μαραίνει  γὰρ  τὰς  ἡδονὰς  καὶ  τὰς  πυρώσεις 
συστέλλει τοῦ σώματος. Ταῦτα δὲ τῆς ἡμετέρας εἰσὶ προαιρέσεως ἔργον· τὸ δὲ ἀθλίπτως καὶ ἀπόνως 
ταύτας μετέρχεσθαι καὶ εἰς ἁγνείαν φθάσαι καὶ τελείαν ἀπάθειαν, τοῦτο δῶρον Θεοῦ καὶ χάρισμα 
ὑψηλότατον. Πάλιν, τὸ κρατεῖν ὀργῆς καὶ θυμοῦ ἀγῶνός ἐστι θαυμαστοῦ καὶ πόνου σφοδροῦ, τὸ δὲ 
εἰς  ἀκινησίαν  τούτων  ἐλθεῖν  καὶ  γαλήνην  κτήσασθαι  καρδίας  καὶ  τελείαν  πραότητα,  Θεοῦ  μόνου 
ἐστὶν ἐνέργεια καὶ τῆς ἐκείνου χειρὸς μεταποίησις. … Οὕτω πᾶσα πρᾶξις καλή τε καὶ ἀγαθὴ κατὰ 
τὴν  τοῦ  Κυρίου  ἐντολὴν  γινομένη  ἀρετὴ  γίνεται·  ἀλλὰ  καθάπερ  ὁ  γεωργὸς  κοπιᾷ  μόνον  ἀροτριῶν 
καὶ σκάπτων καὶ καταβάλλων εἰς γῆν τὰ σπέρματα, Θεοῦ δὲ δῶρον τὸ καὶ φυῆναι ταῦτα καὶ δοῦναι 
καρπὸν  ὄψιμόν  τε  καὶ  πρώϊμον,  οὕτω  καὶ  ἐπὶ  τῶν  πνευματικῶν  εὑρήσεις  ἐν  ἀληθείᾳ  γινόμενον.
Ἡμέτερον  μὲν  γάρ  ἐστι  τὸ  πᾶσαν  πρᾶξιν  μετελθεῖν  καὶ  μετὰ  πόνου  καὶ  κόπου  σφοδροῦ  τὰ 
σπέρματα τῶν ἀρετῶν καταβαλεῖν, Θεοῦ δὲ μόνου δῶρον καὶ ἔλεος τὸ καὶ βρέξαι ὑετὸν τῆς αὐτοῦ 
φιλανθρωπίας καὶ χάριτος καὶ καρποφόρον ἀποτελέσαι τὴν ἄκαρπον τῶν καρδιῶν ἡμῶν γῆν, ὡς ἂν 
ὁ καταπεσὼν τοῦ λόγου κόκκος ἐν ταῖς ἡμετέραις ψυχαῖς νοτίδα θείας μεταλάβοι χρηστότητος καὶ 
φυεὶς αὐξηθῇ καὶ εἰς δένδρον μέγα φθάσῃ, γενέσθαι εἰς ἀνδρικὴν δηλαδὴ τελειότητα τοῦ μέτρου τῆς 
ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ», Κατηχήσεις 18, 366‐399, έκδ. B. Krivochéine, SC 104, Paris 1964, 
σ. 294‐296. 
86 Ισαάκ Σύρου, Λόγος 56, ό. π., σ. 225. 

87  Καλό  τέτοιο  παράδειγμα,  λ.  χ.,  είναι  ένα  περιστατικό  από  τη  ζωή  του  αγίου  Ιωάννου  του 

Θεολόγου.  Στον  απόστολο  Ιωάννη,  μετά  την  Ανάληψη,  έπεσε  ο  κλήρος  να  κηρύξει  το  Ευαγγέλιο 
στην Ασία, αυτός όμως αντέδρασε. Τότε ο Θεός επέτρεψε να πέσει, αυτός και όλοι οι συνταξιδιώτες 
του  στο  πλοίο,  σε  ναυάγιο.  Αν  και  όλοι  οι  ναυαγοί  σώθηκαν  με  την  πρόνοια  του  Θεού,  ο  Ιωάννης 
έκανε σαράντα μέρες στη θάλασσα, για να μάθει να υπακούει στον Θεό και όχι στους ανθρώπινους 
λογισμούς, βλ. Παύλου μοναχού, Ευεργετινός, τόμ. 3, σ. 144‐146. 
198
δεν μπορούν να σταθούν ενώπιον εκείνων, που σέβονται τον Κύριο88. Από την άλλη 

πλευρά,  κάθε  μέλος  της  Εκκλησίας  είναι  υπεύθυνο  και  θα  δώσει  λόγο,  για  τα 

χαρίσματα  τα  οποία  του  έδωσε  ο  Θεός.  Αν  δεν  τα  αξιοποιήσει  με  σωστό  και 

ευάρεστο  στο  Θεό  τρόπο,  δεν  θα  έχει  καμιά  ωφέλεια  από  αυτά.  Αντίθετα,  θα 

προσκαλέσει  την  αγανάκτηση  του  Ευεργέτη  του.  Γι᾿  αυτή  τη  οφειλόμενη 

ανταπόκριση του προικισμένου με τις δωρεές χριστιανού προς τον Θεό, μιλάνε και 

οι  Πατέρες  της  Εκκλησίας.  Ο  Μέγας  Βασίλειος  προστάζει  τέτοιους  ανθρώπους  να 

προσέχουν,  «μήποτε  ἡ  περιουσία  τῶν  δωρεῶν  τοῦ  Θεοῦ  βαρυτέρας  αἰτία  ὑμῖν 

κατακρίσεως  γένηται,  ἀχαρίστως  πρὸς  τὸν  εὐεργέτην  διατεθεῖσιν.| /W  γὰρ 

παρέθεντο,  φησὶ,  πολὺ,  περισσότερον  ἀπαιτήσουσιν  αὐτόν»89.  Ο  Αββάς  Μάρκος 

εξετάζοντας  το  θέμα  της  ελεημοσύνης,  λέει  τα  εξής:  «Δύναται  οὖν  τις  καὶ  ἐκτὸς 

χρημάτων  πλουτεῖν,  συνέχων  ἐν  πλεονεξίᾳ,  ἤτοι  λόγον,  ἢ  γνῶσιν,  ἢ  οἱανδήποτε 

συμπάθειαν  τὰ  κοινῇ  πᾶσιν  ἀνθρώποις  κεχαρισμένα·  λαμβάνει  γάρ,  ἵνα  μεταδῷ 

ἑτέρῳ  τῷ  μὴ  ἔχοντι·  εἰ  δὲ  ἀνελεημόνως  πρὸς  τὸν  πλησίον  διάκειται,  τὸ  οὐαὶ 

προσλαμβάνει,  ὅτι  ἀπέχει  τὴν  παράκλησιν  αὐτοῦ»90.  Ο  Αββάς  Μάρκος  μιλώντας 

για εκείνους που κρατάνε τα θεία χαρίσματα για τον εαυτό τους, στηρίζεται κυρίως 

στην  ερμηνεία  του,  στα  λόγια  του  Ιησού  που  είχε  πει:  «Πλὴν  οὐαὶ  ὑμῖν  τοῖς 

πλουσίοις, ὅτι ἀπέχετε τὴν παράκλησιν ὑμῶν»91. Η πιο ωραία όμως παρουσίαση της 

συνεργασίας  του  ανθρώπου  με  το  Θεό,  η  οποία  έπρεπε  να  χαρακτηρίζει  κάθε 

γνήσιο  χριστιανό,  παρέχει  ο  άγιος  Συμεών  ο  Νέος  Θεολόγος.  Αυτός  ο  μυστικός 

πατέρας  του  11ου  αιώνα  γράφει  σχετικά:  «Μετὰ  τὸ  ἐγχειρισθῆναι  διακονίαν  ἡμᾶς 

θείων πραγμάτων καὶ ἐν αὐτῇ διαπρέψαι, εἰ ἐπιτραπῶμεν ὑπὸ τοῦ Πνεύματος πρὸς 

ἑτέραν  μεταβῆναι  διακονίαν  ἢ  ἐργασίαν  ἢ  πρᾶξιν,  μὴ  ἀντιτείνωμεν.  Ὁ  γὰρ  Θεὸς 

οὔτε  ἀργοὺς  ἡμᾶς  εἶναι  οὔτε  ἐν  μιᾷ  καὶ  τῇ  αὐτῇ  ἐργασίᾳ  ἐν  ᾗ  ἠρξάμεθα  μέχρι 

τέλους  ἐμμένειν  βούλεται,  ἀλλὰ  προκόπτειν  καὶ  ἀεικινήτους  εἶναι  πρὸς  τὴν  τῶν 

κρειττόνων ἐπιτυχίαν, τῷ θείῳ δηλαδὴ καὶ μὴ τῷ οἰκείῳ στοιχοῦντας θελήματι»92. 

88 Βλ. ό. π., σ. 329. 
89 Όροι κατά πλάτος 4, PG 31, 920AΒ. Πρβλ. Λκ. 12, 48. 
90 Παύλου μοναχού, Ευεργετινός, τόμ. 3, σ. 618. 

91 Λκ. 6, 24. 

92 Κεφάλαια 3, 73, SC 51 bis, σ. 166. 
199
Επομένως,  οι  χριστιανοί  που  λαμβάνουν  από  το  Θεό  πλούσια  πνευματικά 

χαρίσματα, οφείλουν να είναι έτοιμοι να αναλάβουν και τις ειδικές αποστολές, για 

τις οποίες τους επέλεξε ο Κύριος. Ο Θεός ως παντογνώστης ο οποίος ξέρει καλά την 

πνευματική  κατάσταση  και  τις  ικανότητες  κάθε  ανθρώπου,  δεν  επιφορτίζει 

βεβαίως κανένα υπεράνω των δυνάμεών του. Ο Δημιουργός του κόσμου καλεί κάθε 

εκλεκτό  του  και  του  αναθέτει  κάποιο  πνευματικό  έργο,  το  οποίο  αυτός  είναι  σε 

θέση  να  επιτελέσει.  Αυτό  γίνεται,  διότι  κάθε  χριστιανός  δεν  έχει  όλα  τα 

απαραίτητα  προσόντα  (εσωτερικά,  αλλά  και  εξωτερικά),  για  να  αναλάβει 

οποιοδήποτε  είδος  άσκησης  ή  αποστολής  μέσα  στην  Εκκλησία.  Αυτή  την  άποψη 

συμμερίζεται  και  ο  άγιος  Σεραφείμ  του  Σάρωφ.  Αυτός  ο  μεγάλος  γνώστης  των 

πνευματικών  θεμάτων,  έδινε  ειδική  βαρύτητα  και  σημασία  στις  τρεις  μορφές 

άσκησης  και  διακονίας,  που  βιώνονται  εντός  της  ορθόδοξης  Παράδοσης. 

«Ὑπάρχουν  τρεῖς  δρόμοι  πού  δέν  πρέπει  νά  ἀκολουθήσει  κάποιος  χωρίς  μιά 

ἰδιαίτερη  κλήση  τοῦ  Ἁγίου  Πνεύματος,  ἔλεγε·  αὐτός  τῆς  διοικήσεως  ἑνός 

μοναστηριοῦ,  αὐτός  τοῦ  ἐρημιτικοῦ  βίου,  κι  αὐτός  τῆς  διά  Χριστόν  σαλότητας»93. 

Από  τα  παραπάνω  λόγια  του  αγίου  Σεραφείμ  του  Σάρωφ  φαίνεται  ξεκάθαρα,  ότι 

την  άσκηση  της  δια  Χριστόν  σαλότητας  μπορεί  να  αναλάβει  κάποιος,  μόνο  όταν 

τον  καλεί  σε  αυτό  το  δρόμο  ο  ίδιος  ο  Κύριος.  Τέτοιος  άνθρωπος  όμως  πρέπει  να 

είναι  πολύ  δυνατός  πνευματικά  και  σωματικά.  Aυτή  την  αλήθεια  επισημαίνει  ο 

άγιος  Σεραφείμ,  μιλώντας  στη  μητέρα  της  Πελαγίας  Ιβάνοβνα  της  δια  Χριστόν 

σαλής.  «Μητερούλα,  ὁ  Κύριος  δέν  καλεῖ  τίς  ἀδύναμες  σέ  τόσο  δύσκολο  δρόμο.  Σέ 

τέτοιους  ἀγῶνες  καλεῖ  μόνο  ἐκείνους  πού  εἶναι  δυνατοί  σωματικά  καί  ψυχικά»94. 

Εάν  κάποιος  δεν  πληρεί  τους  παραπάνω  αναφερθέντες  όρους  δεν  μπορεί  να 

ακολουθήσει στη ζωή του το δρόμο της σαλότητας. 

Στην  ιστορία  της  Εκκλησίας  υπήρχαν  και  περιπτώσεις,  κατά  τις  οποίες 

συγκεκριμένοι χριστιανοί στηριζόμενοι μόνο στην επιθυμία τους, ήθελαν χωρίς την 

ευλογία  του  Θεού  να  επιδοθούν  στη  δια  Χριστόν  σαλότητα95.  Τα  αίτια  αυτής  της 

93 Ειρήνη Γκοραΐνωφ, Οι δια Χριστόν σαλοί, σ. 218. 
94 Οσία Πελαγία Ιβάνοβνα η δια Χριστόν σαλή, σ. 36. 
95 Δεν εννοούνται σε αυτό το σημείο οι ψευδοσαλοί, η ζωή των οποίων αποτελεί ένα άλλο ξεχωριστό 

φαινόμενο. 
200
συμπεριφοράς  ήταν  διάφορα,  το  αποτέλεσμα  όμως  πάντοτε  ήταν  το  ίδιο.  Ο  Θεός 

δια  των  ενάρετων  υπηρετών  του,  δεν  επέτρεψε  σε  αυτούς  τους  ανθρώπους  να 

πραγματοποιήσουν το θέλημά τους. Στο βίο του ρουμάνου ιερομόναχου Ηλία που 

ασκήτευε στο Άγιον Όρος κατά το 19ο ‐ 20ο αιώνα, υπάρχει η ακόλουθη διήγηση: 

«Κάποτε ἦλθε σ᾿ αὐτόν ἕνας μοναχός γιά ἐξομολόγησι καί τοῦ εἶπε: 

‐Πάτερ, δός μου τήν εὐλογία νά γίνω σαλός γιά τόν Χριστό. 

Καί ὁ γέροντας τοῦ ἀπάντησε, χαμογελῶντας: 

‐Δέν φθάνει πού εἶσαι τρελλός, θέλεις νά γίνης κιόλας; 

Μετά, ἀπό τήν ντροπή του ὁ μοναχός τοῦ ἔβαλε μετάνοια μέχρι τοῦ ἐδάφους 

καί τοῦ εἶπε: 

‐Συγχώρεσέ με, τίμιε πάτερ, διότι ἔσφαλα! 

Καί αὐτός, ἀφοῦ τόν ἀσπάσθηκε, τόν ἀπέλυσε ἐν εἰρήνῃ»96. 

Άλλη  παρόμοια  περίπτωση  όπως  αυτή  παραπάνω,  βρίσκεται  στα  κείμενα 

του  αββά  Ισαάκ  του  Σύρου,  όταν  αναφέρει,  ότι  μια  φορά  του  ήρθε  ο  λογισμός  να 

συμπεριφερθεί σαν δια Χριστόν σαλός. Συγκεκριμένα, αυτός ήθελε την Κυριακή το 

πρωί, να καθίσει στη στοά της εκκλησίας και να φάει στα μάτια των όλων, για να 

τον δουν και να τον καταφρονήσουν για αυτή την πράξη του. Ο όσιος Ισαάκ αυτό 

το λογισμό του, το ομολόγησε σε ένα ενάρετο γέροντα, ο οποίος του αποκρίθηκε ως 

εξής:  «πᾶς  ὁ  ποιῶν  κοσμικοῖς  σκάνδαλον,  οὐκ  ὄψεται  φῶς»97.  Ο  γέροντας 

διασαφηνίζοντας  την  απάντησή  του,  είπε  ότι  αυτή  η  πράξη  που  ήθελε  να  κάνει  ο 

Ισαάκ,  δεν  θα  βοηθούσε  καθόλου  πνευματικά  τους  άλλους  ανθρώπους  για  δύο 

λόγους. Πρώτα, αυτή η συμπεριφορά θα ήταν δυσφήμηση για τους μοναχούς, διότι 

σε εκείνο το τόπο δεν ήξερε κανείς το βίο και τις αρετές του. Δεύτερον, πολλοί από 

τους  αρχάριους  αδελφούς  που  είναι  ασθενείς  στους  λογισμούς  τους,  ενώ  τώρα 

έχουν  εμπιστοσύνη  και  ωφελούνται  από  αυτόν,  όταν  τον  δουν  να  τρώει,  θα 

ζημιωθούν πνευματικά98. 

96 Ιερομονάχου Ιωαννίκου Μπαλάν, Ρουμάνικο Γεροντικό, μετάφρ. – επιμέλ. υπό αδελφών Ι. Μ. Οσίου 
Γρηγορίου Αγίου Όρους, έκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1985, σ. 336. 
97 Πρβλ. Α’ Κορ. 8, 13. 

98 Βλ. Λόγος 76, ό. π., σ. 296. 
201
Το  τρίτο  και  εξίσου  ενδιαφέρον  περιστατικό,  όπου  κάποιος  ζητάει  μόνος  να 

γίνει  μωρός  δια  τον  Χριστόν,  βρίσκεται  στο  βίο  του  οσίου  Ανδρέα  του  δια  Χριστόν 

σαλού. Ένας δούλος του Επιφανίου ‐ του στενού φίλου του Ανδρέα, κατάλαβε την 

εργασία  του  οσίου  και  τον  ικέτευσε  με  δάκρυα,  να  παρακαλέσει  τον  Θεό  να  δοθεί 

και σε αυτόν η ίδια πνευματική εργασία. «Ἐὰν οὐκ ἠδυνόμην, οὐκ ἂν παρεκάλουν 

σοι  τοιοῦτος  γενέσθαι  ὁποῖος  εἶς  καὶ  αὐτός»,  έλεγε  ο  δούλος.  Ο  όσιος  τότε  του 

απάντησε:  «Οὐ  δύνασαι  ὑποφέρειν  τοὺς  ἱδρῶτας  καὶ  τὰ  σκάμματα  τῆς  ἀρετῆς 

ταύτης,  ἐπειδὴ  βιαστή  ἐστιν  ἡ  ὁδὸς».  Ο  Ανδρέας  για  την  επιβεβαίωση  αυτής  της 

γνώμης του, έκανε προσευχή στον Κύριο, ο οποίος του φανέρωσε, ότι δεν έπρεπε να 

ικανοποιηθεί το αίτημα του δούλου, γιατί δεν είναι αυτό προς το συμφέρον του. Ο 

Κύριος όμως πρόσταξε στον όσιο να του δώσει απλά για λίγη διάρκεια το χάρισμα 

της  σαλότητας,  ώστε  να  μη  νομίζει  ο  δούλος,  ότι  είναι  πράγμα  αδύνατο  στον 

Ανδρέα. Με αυτό το τρόπο ο δούλος του Επιφανίου, έστω και για λίγο, θα μπορούσε 

με τη βοήθεια του οσίου Ανδρέα να κάνει τον δια Χριστόν σαλό99. 

Οι  παραπάνω  αναφερόμενες  διηγήσεις  παρουσιάζουν  τους  ανθρώπους  που 

ήθελαν  να  κάνουν  τον  δια  Χριστόν  σαλό  από  την  αγαθή  τους  προαίρεση.  Οι 

προθέσεις  τους  όμως  απορρίφθηκαν,  γιατί  δεν  συμπίπτανε  με  το  θέλημα  του 

Κυρίου.  Αυτές  οι  περιπτώσεις  επιβεβαιώνουν  ακόμα  μια  φορά  την  προαιώνια 

αλήθεια  κατά  την  οποία  στη  ζωή  της  Εκκλησίας  όλα  εξαρτούνται  και 

κατευθύνονται  από  τον  Παντογνώστη  και  Πανάγαθο  Θεό.  Μόνο  ο  ίδιος  ο  Θεός 

μπορεί να γνωρίζει τις πνευματικές ικανότητες οποιουδήποτε ανθρώπου, και να τις 

αξιοποιήσει με το καλύτερο τρόπο για την Εκκλησία Του. Αυτή η πραγματικότητα 

επαληθεύετε  κατ᾿  εξοχήν  στη  ζωή  των  δια  Χριστόν  σαλών,  και  ειδικά  στο  στάδιο 

της κλήσης τους από τον Κύριο. 

Όπως  έχει  ειπωθεί  νωρίτερα,  ο  Θεός  στο  δύσκολο  δρόμο  της  δια  Χριστόν 

σαλότητας καλεί μόνο τους έμπειρους πνευματικά ανθρώπους. Με άλλα λόγια, οι 

υποψήφιοι  σαλοί  πρέπει  να  ανήκουν  στην  κατηγορία  των  χριστιανών,  οι  οποίοι 

τρέφονται πια με τη στερεά τροφή. Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα από το προηγούμενο 

  Αναλυτικότερα  για  όλο  αυτό  το  περιστατικό,  βλ.  Νικηφόρου  πρεσβυτέρου,  Βίος  και  πολιτεία  του 
99

οσίου πατρός ημών Ανδρέου του δια Χριστόν σαλού 60‐62, PG 111, 700D‐704A. 
202
μέρος  της  προκειμένης  εργασίας,  όπου  παρουσιάζεται  η  ζωή  των  δια  Χριστόν 

σαλών πριν από την κλήση τους. Οι σαλοί στην αρχή της πορείας τους προς το Θεό, 

με  τη  μεγάλη  πίστη  και  την  αφοσίωσή  τους  προς  τον  Κύριο,  απέδειξαν  ότι  είναι 

άξιοι μαθητές Του. Αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο ο Κύριος τους κάλεσε στο 

δύσκολο δρόμο της σαλότητας. 

Από αρκετά μεγάλο αριθμό βίων των δια Χριστόν σαλών που είναι γνωστά 

σήμερα, κάποια κείμενα παρουσιάζουν ιδιαίτερα μεγάλο ενδιαφέρον στο θέμα της 

θείας  κλήσης  προς  τη  σαλότητα.  Ανάμεσα  σε  αυτά  βρίσκεται  και  η  διήγηση  περί 

της  ζωής  της  οσίας  Πελαγίας  Ιβάνοβνα  της  δια  Χριστόν  σαλής.  Ο  Θεός  άρχισε  να 

καλεί  την  Πελαγία  στο  δρόμο  της  σαλότητας  ήδη  από  τα  παιδικά  της  χρόνια.  Η 

μητέρα  της  αφηγείται:  «Κάτι  ἒτυχε  στήν  Πελαγία  σέ  μικρή  ἡλικλία.  Τό  κορίτσι 

ἀρρώστησε,  ἒμεινε  μέρες  στό  κρεββάτι.  Ὃταν  σηκώθηκε,  δέν  ἒμοιαζε  καθόλου  μέ 

τόν  ἑαυτό  της.  Ἐκεῖ  πού  ἦταν  ἓνα  ἐξαιρετικά  ἒξυπνο  παιδί,  ἂρχιζε  νά  δείχνει 

κάποια  δείγματα  ἀνοησίας.  Ἒβγαινε  στόν  κῆπο,  σήκωνε  τή  φούστα  της  και 

στροβιλιζόταν  πατώντας  στό  ἓνα  της  πόδι  σά  νά  χόρευε.  Προσπαθήσαμε  νά  τήν 

πείσουμε  νά  σταματήσει.  Τήν  μαλώσαμε,  τήν  δείραμε·  τοῦ  κάκου.  Ἒτσι  τήν 

ἐγκαταλείψαμε»100.  Η  συγγραφέας  του  βίου  της  Πελαγίας,    ερμηνεύοντας  αυτή τη 

συμπεριφορά  της, λέει ότι  «Ἦταν φανερό πώς ὁ Κύριος καλοῦσε τήν ἐκλεκτή  Του 

σέ  μιά  ἀσυνήθιστη, ἐρημική  ζωή.  Ἡ  Πελαγία  τό  ἒνιωθε  αὐτό.  Ἡ  μητέρα  της  ὃμως 

δέν τό ἢθελε καθόλου»101. Την αποφασιστική όμως επιρροή στη μετέπειτα ζωή της 

Πελαγίας,  είχε  η  επίσκεψή  της  στο  γνωστό  σε  όλους  εκείνη  την  εποχή,  όσιο 

Σεραφείμ του Σάρωφ. Ο μεγάλος αυτός προορατικός γέροντας είχε αρκετά μακρά, 

και  συνάμα  μυστική  συνομιλία  (κράτησε  έξι  ώρες)  μαζί  της.  Στο  τέλος  της 

συνάντησης  αυτής,  ο  όσιος  Σεραφείμ  έκανε  εδαφιαία  μετάνοια  προς  την  Πελαγία 

και της είπε: «Πήγαινε στό μοναστήρι μου, μάτιουσκα102. Πήγαινε, μή χρονοτριβεῖς. 

Νά φροντίζεις τά ὀρφανά μου103. Πολλοί θά σωθοῦν ἀπό σένα, θά γίνεις ἓνα ἀστέρι 

100 Οσία Πελαγία Ιβάνοβνα η δια Χριστόν σαλή, σ. 21. 
101 Ό. π., σ. 22. 
102 Μάτιουσκα=μητερούλα. 

103  Ο  γέροντας  Σεραφείμ  εννοούσε  τις  μοναχές  της  Μονής  Ντιβέγεβο,  της  οποίας  ο  ίδιος  έγινε 

ιδρυτής και πρώτος πνευματικός. 
203
στόν  κόσμο»104.  Η  Άννα  Γερασίμοβνα  –  η  βιογράφος  της  ζωής  της  Πελαγίας, 

αναφέρει  ότι  μετά  από  αυτή  τη  συνάντηση,  η  εκλεκτή  αυτή  δούλη  του  Θεού 

«Ἀκολούθησε  ἓναν  περίεργο  κι  ἀσυνήθιστο  δρόμο,  πού  δέν  μποροῦσαν  νά 

καταλάβουν ἂνθρωποι πού δέν κατανοοῦσαν τά μυστήρια, ὃπως τά κατανοοῦσε ὁ 

γέροντας  Σεραφείμ»105.  Η  Άννα  εξηγώντας  την  προηγούμενη  φράση  της, 

προσθέτει:  «Στόν  ἀγώνα  της  στίς  ὁλονύχτιες  προσευχές  ἡ  Πελαγία  Ἰβάνοβνα 

πρόσθεσε  κι  ἂλλον,  ἐκεῖνον  τῆς  διά  Χριστόν  σαλῆς.  Κάθε  μέρα  πού  περνοῦσε, 

ἒδειχνε  πώς  ἒχανε  ὃλο  καί  περισσότερο τή λογική της»106. Όταν ο άνδρας της,  την 

έδερνε και ταλαιπωρούσε με διάφορους τρόπους, εξαιτίας αυτής της συμπεριφοράς 

της, αυτή απαντούσε: «Παράτα με. Ὁ Σεραφείμ μ᾿ ἒκανε ἒτσι»107. Η Πελαγία όμως 

δεν μπορούσε να βαδίζει ελεύθερα το δρόμο που της έδειξε ο πατήρ Σεραφείμ, την 

εμπόδισε σε αυτό η οικογένειά της. «Ὁ πατριός κι ἡ μητέρα της τήν βασάνιζαν τόσο 

πολύ,  πού  δέν  ἐμπιστευόταν  κανένα  πιά,  ἐκτός  ἀπό  τό  Θεό  καί  τούς  ἁγίους»108.  Η 

μητέρα  της, νομίζοντας ότι η Πελαγία είναι απλά άρρωστη, την έστειλε μια φορά 

μαζί  με  κάποιες  προσκυνήτριες  στο  γνωστό  γέροντα  Μητροφάνη  στο  Βορονέζ, 

πιστεύοντας  πως  αυτός  μπορεί  να  την  θεραπεύσει.  Στο  Βορονέζ  όμως  η  Πελαγία 

συναντήθηκε με τον αρχιεπίσκοπο Αντώνιο, πασίγνωστο για την αγία ζωή του και 

για  το  διορατικό  του  χάρισμα.  Ο  δεσπότης  συνομίλησε  μαζί  της  τρεις  ώρες.  Στο 

τέλος της συζήτησης ο αρχιεπίσκοπος της είπε: «Δέν μπορῶ νά πῶ κάτι παραπάνω 

σέ  σένα.  Ἂν  ὁ  Σεραφείμ  ξεκίνησε  τήν  πορεία  σου,  ἐκεῖνος  καί  θά  τήν 

ὁλοκληρώσει»109.  Η  μητέρα  της  Πελαγίας  μαθαίνοντας  ότι  ο  δεσπότης  Αντώνιος 

αναφέρθηκε  στο  γέροντα  Σεραφείμ,  αποφάσισε  να  ξαναπάει  στο  ερημητήριο  του 

Σάρωφ.  Εκεί  ο  άγιος γέροντας της είπε, να μη αλυσοδένει την Πελαγία και να  μη 

την εμποδίζει να κάνει αυτό που θέλει. Διαφορετικά θα έχει να κάνει με το Θεό, ο 

οποίος μπορεί να την τιμωρήσει σκληρά. Η Πελαγία τελικά απελευθερώθηκε από 

τους  περιορισμούς  της  μητέρας  της  και  μπόρεσε  ανεμπόδιστα  να  κάνει  τη  δια 

104 Βλ. ό. π., σ. 24. 
105 Ό. π., σ. 26. 
106 Ό. π., σ. 27. 

107 Βλ. ό. π., σ. 29. 

108 Ό. π., σ. 33. 

109 Βλ. ό. π., σ. 34. 
204
Χριστόν σαλή. Έτσι πέρασαν τέσσερα χρόνια, στη διάρκεια  των  οποίων η εκλεκτή 

του  Θεού  επιδόθηκε  στην  άσκηση  της  στο  Αρζαμά,  στην  πόλη  της  οικογένειάς 

της110.  Η  Άννα  Γερασίμοβνα  γράφει,  ότι:  «Ὅλα  ὃσα  τῆς  ἒτυχαν  ὣς  ἐδῶ, 

προετοίμαζαν  τήν  Πελαγία  Ἰβάνοβνα  νά  ζήσει  τή  ζωή  πού  τῆς  εἶχε  προορίσει  ὁ 

διορατικός  γέροντας  Σεραφείμ  στήν  πρώτη  συνάντηση  πού  ᾿χε  μαζί  της»111.  Για 

αυτό το λόγο η μεγάλη ασκήτρια πριν να πάει στο Ντιβέγεβο ‐ το τελικό προορισμό 

της, έπρεπε να ξεπεράσει πολλά εμπόδια και να υποφέρει πολλά βάσανα. 

Η  μητέρα  της  Πελαγίας  Ιβάνοβνα  απογοητεύτηκε  από  την  κόρη  της  και 

προσπάθησε να την βάλει σε διάφορα μοναστήρια, μάταια όμως. Η σαλή ασκήτρια 

έλεγε  συνέχεια:  «Ἐγώ ἀνήκω στό  Ντιβέγεβο· εἶμαι  τοῦ  Σεραφείμ καί δέν  πηγαίνω 

πουθενά  ἀλλοῦ»112.  Αυτή  η  κατάσταση  συνεχιζόταν  μέχρι  την  ημέρα,  που  ήρθε 

στον Αρζαμά μια γερόντισσα του μοναστηριού Ντιβέγεβο, η Ιουλιανή Γρηγορίεβνα, 

μαθήτρια  του  οσίου  Σεραφείμ113.  Η  Πελαγία  πλησίασε  το  αμάξι  της  και  την 

προσκάλεσε στο σπίτι της για ένα τσάι. Η γερόντισσα η οποία διακρινόταν για το 

προορατικό της χάρισμα, δέχτηκε την πρόσκληση πολύ πρόθυμα. Όταν ήρθαν στο 

σπίτι, η Ιουλιανή είπε στη μητέρα της Πελαγίας: «Γιατί δέν τή δίνεις σέ μᾶς; Γιατί 

θά  ᾿πρεπε  νά  δείχνει  τήν  ἀνοησία  της  ἐδῶ;».  Κατόπιν  η  γερόντισσα  έστρεψε  το 

πρόσωπό  της  προς  την  Πελαγία  και  της  είπε:  «Ἒδειξες  ἀρκετά  τή  σαλότητά  σου 

ἐδῶ.  Ἂς  πᾶμε  στό  Ντιβέγεβο  τώρα,  ἒτσι  εἶναι  εὐάρεστο  στό  Θεό».  Η  εκλεκτή  του 

Θεού  όταν  άκουσε  αυτά  τα  λόγια,  πετάχτηκε  πάνω  από  τη  χαρά,  έκανε  εδαφιαία 

μετάνοια  μπροστά  στην  Ιουλιανή  και  της  είπε:  «Πάρε  με  μαζί  σου,  μάτιουσκα, 

προστάτεψέ με»114. Με αυτό το τρόπο, η ασκήτρια άφησε το σπίτι της μητέρας της 

και  έφυγε  στο  μοναστήρι  Ντιβέγεβο.  Αυτή  η  στιγμή  ήταν  ένας  πολύ  σημαντικός 

σταθμός  στη  ζωή  της  Πελαγίας  Ιβάνοβνα.  Από  μια  πλευρά,  με  την  άφιξη  της 

γερόντισσας  Ιουλιανής,  ολοκληρώνεται  η  προπαρασκευαστική  περίοδος  προς  την 

τέλεια άσκηση της σαλότητας. Από την άλλη μεριά, είχε φτάσει η ώρα για να μπει 

110 Βλ. ό. π., σ. 35‐36. 
111 Ό. π., σ. 36. 
112 Βλ. ό. π., σ. 37. 

113 Αυτό έγινε το έτος 1837, όταν ο γέροντας Σεραφείμ είχε ήδη κοιμηθεί. 

114 Για ολόκληρο το περιστατικό, βλ. ό. π., σ. 37‐38. 
205
η Πελαγία στο μοναστήρι, για το οποίο της είχε μιλήσει ο γέροντας Σεραφείμ, για 

να επιτελέσει σε αυτό, το συγκεκριμένο θέλημα του Θεού. 

Η παραπάνω εκτενής παρουσίαση της κλήσης της οσίας Πελαγίας Ιβάνοβνα 

προς  τη  σαλότητα,  δεν  είναι  τυχαία.  Πρώτα,  γιατί  η  διήγηση  αυτή  είναι 

πλουσιότερη  σε  λεπτομέρειες,  σε  σύγκριση  με  παρόμοιες  άλλες.  Δεύτερον,  ο  βίος 

της  Πελαγίας  Ιβάνοβνα  περιλαμβάνει  σχεδόν  όλες  τις  πτυχές  της  κλήσης  στην 

άσκηση  της  σαλότητας.  Το  ίδιο  συναντιέται  πολύ  σπάνια  στις  βιογραφίες  των 

σαλών.  Συνήθως  ο  συντάκτης  της  βιογραφίας  κάποιου  δια  Χριστόν  σαλού,  μη 

έχοντας στη διάθεσή του πάρα πολλά στοιχεία για αυτό το θέμα, επισημάνει μόνο 

ένα ή δύο πράγματα για το επίμαχο αυτό θέμα. Υπάρχουν βεβαίως και κείμενα τα 

οποία  τελείως  παραλείπουν  αυτή  την  υπόθεση115.  Αυτό  όμως  δεν  σημαίνει,  ότι 

κάποιος  χριστιανός  χωρίς  την  κλήση  του  Θεού  ανέλαβε  μόνος  την  άσκηση  της 

σαλότητας.  Σε  αυτή  την  περίπτωση,  ή  υπάρχει  έλλειψη  των  στοιχείων  περί  αυτού 

του θέματος, ή ο συγγραφέας του βίου σκόπιμα δεν ανέπτυξε αυτό το ζήτημα, μη 

δίνοντας σε αυτό μεγάλη σημασία. 

Το  πρώτο  πράγμα  που  συναντάει  κανείς  διαβάζοντας  το  βίο  της  Πελαγίας 

Ιβάνοβνα της δια Χριστόν σαλής, είναι η μυστηριώδης φανέρωση του Θεού σε αυτή, 

κατά  τη  διάρκεια  της  αρρώστιάς  της116.  Φαίνεται  καθαρά,  ότι  ο  Κύριος  δια  μέσου 

κάποιας εμφανίσεώς Του, είτε σε όραμα, είτε σε οπτασία, της αποκάλυψε πλήρως ή 

σε  κάποιο  βαθμό,  το  μελλοντικό  τρόπο  της  ζωής  της.  Τέτοιες  περιπτώσεις,  στις 

οποίες ο Θεός με παρόμοιο τρόπο καλεί στην άσκηση της σαλότητας μπορούμε να 

επισημάνουμε  και  σε  άλλους  βίους  σαλών  δια  Χριστόν.  Έχει  ειπωθεί  νωρίτερα117, 

ότι  ο  όσιος  Ανδρέας  της  Κωνσταντινουπόλεως,  είδε  επίσης  ένα  όνειρο,  στο  οποίο 

τον  επισκέφθηκε  ο  Κύριος,  υπό  τη  μορφή  πολύ  ωραίου  νέου.  Μετά  από  την 

νικηφόρα πάλη του Ανδρέα με τον μαύρο αιθίοπα, εκείνος ο «νέος» πλησίασε τον 

μακάριο  και  του  είπε:  «Τρέχε  οὖν  τὸν  καλὸν  ἀγῶνα  γυμνὸς,  καὶ  γενοῦ  σαλὸς  δι᾿ 

115 Βλ. λ. χ. το βίο της Ισιδώρας της δια Χριστόν σαλής της Αιγύπτου στο: Παλλαδίου Ελενουπόλεως, 
Λαυσαϊκή ιστορία 41‐42, PG 34, 1106A‐1107C.
116 Βλ. Οσία Πελαγία Ιβάνοβνα η δια Χριστόν σαλή, σ. 20‐21. 

117 Βλ. σ. 187‐188 αυτής της εργασίας. 
206
ἐμὲ,  καὶ  πολλῶν  ἀγαθῶν  δεσπότης  καθίσεις  ἐν  τῇ  ἡμέρᾳ  τῆς  βασιλείας  μου»118. 

Αυτός ήταν και ο μοναδικός τρόπος να αποδράσει ο Ανδρέας από τον αφέντη του. 

Με τον ίδιο τρόπο κλήθηκε από το Θεό η Ταρσώ, η σύγχρονη δια Χριστόν σαλή. Η 

ίδια  για  αυτό  το  γεγονός  λέει  τα  εξής:  «Ἐγώ  ἔφυγα  ἀπό  τό  σπίτι  μου  14  χρονῶν. 

Τόσα παιδιά παίζαμε ἔξω ἀπό τό φοῦρνο ἀλλά ἦρθε ὁ ἀξιωματικός (ὁ ἄγγελος) καί 

ἐμένα  διάλεξε.  Μέ  πῆρε  στήν  ἀγκαλιά  του  καί  ποῦ  μέ  πῆγε  δέν  ξέρω.  Ἔπαθα 

ἀλλοίωση»119.  Ο  συγγραφέας  του  βίου  της  Ταρσώς,  αυτό  το  συγκεκριμένο 

περιστατικό σχολιάζει κατά τον ακόλουθο τρόπο: «Πράγματι, φαίνεται ὅτι ἀπό τήν 

ἀποκαλυπτική  αὐτή  χρονική  στιγμή  ἄρχισε  ἡ  ἐμφάνιση  κάποιων  τρόπων 

συμπεριφορᾶς της, πού προοιώνιζαν τή μετέπειτα παράδοξη πνευματική της ζωή, 

ὅπως  τελικά  καταστάλαξε  στήν  ἰδιότυπη  διά  Χριστόν  σαλότητά  της»120.  Η  οσία 

Ταρσώ, περί της θείας κλήσης της στην άσκηση της σαλότητας, έμμεσα μιλάει και 

μία  μέρα  πριν  να  αναχωρήσει  από  αυτό  το  κόσμο.  Όταν  τότε  την  είχε  επισκεφτεί 

μια γερόντισσα, της είπε: «θά φύγω. Θά μέ πάρει στό σπίτι της ἡ Μαριάμ121 πού μ᾿ 

ἔβαλε  σ᾿  αὐτό  τόν  πόλεμο»122.  Ένα  είναι  βέβαιο  και  σαφές  σε  αυτές  τις  τρεις 

παραπάνω  περιπτώσεις.  Μετά  από  τη  μυστηριώδη  φανέρωση  του  Θεού  ή  του 

απεσταλμένου Του, ασφαλώς ακολούθησε ένας χαρισματικός φωτισμός του Κυρίου 

προς αυτά τα εκλεκτά πρόσωπα. Τέτοιος τρόπος μεταδόσεως των μηνυμάτων από 

το Θεό στους ανθρώπους Του δεν είναι κάτι σπάνιο στην ορθόδοξη  Παράδοση. Το 

πιο γνωστό ίσως παράδειγμα είναι η περίπτωση του αποστόλου Παύλου, ο οποίος 

εκπαιδεύτηκε από τον Κύριο δια του θείου οράματος, στην οδό προς τη Δαμασκό123. 

Άλλο  στοιχείο  που  παρουσιάζεται  έντονα  στο  βίο  της  οσίας  Πελαγίας 

Ιβάνοβνα,  είναι  η  πνευματική  καθοδήγηση  της  μέσω  του  γέροντα  Σεραφείμ  του 

Σάρωφ.  Φαίνεται,  ότι  ο  μεγάλος  αυτός  γέροντας,  ο  οποίος  κατανοούσε  καλύτερα 

118 Νικηφόρου πρεσβυτέρου, Βίος και πολιτεία του οσίου πατρός ημών Ανδρέου του δια Χριστόν σαλού 
6, PG 111, 636D‐637A. 
119 Ιωάννου Κ. Κορναράκη, Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, σ. 36. 

120 Ό. π. 

121 Εννοούσε την Παναγία. 

122 Ό. π., σ. 68. 

123  Βλ.  Πραξ.  9,  3‐9.  Η  περίπτωση  αυτή  με  τον  απόστολο  Παύλο  είναι  ειδική,  γιατί  ο  τότε  ακόμα 

Σαύλος,  όχι  μόνο  δεν  ήταν  βαπτισμένος,  αλλά  και  εδίωκε  την  Εκκλησία  του  Χριστού.  Αυτό  το 
γεγονός  πείθει  περισσότερο,  πόσο  πιο  εύκολα  ο  Θεός  μπορεί  να  εμφανιστεί  στα  πιστά  μέλη  της 
Εκκλησίας Του, όπως είναι π.χ. στη προκειμένη περίπτωση, οι μελλοντικοί δια Χριστόν σαλοί. 
207
από  κάθε  άλλο  άνθρωπο  τα  μυστήρια  του  Θεού,  πληροφορήθηκε  μυστικά  για  τη 

μελλοντική  ζωή  της  Πελαγίας  και  της  έδωσε  πολλές  συμβουλές,  σχετικά  με  την 

άσκηση της σαλότητας. Παράλληλα ο όσιος Σεραφείμ την στήριξε και ενδυνάμωσε 

πνευματικά,  και  την  ευλόγησε  επίσημα  να  βαδίσει  στη  ζωή  της,  αυτό  το 

ασυνήθιστο  και  συνάμα  δύσκολο  δρόμο  της  άσκησης.  Η  παρουσία  στη  ζωή  των 

σαλών κάποιου συγκεκριμένου πνευματικού οδηγού δεν είναι βεβαίως αναγκαία124, 

ωστόσο εμφανίζεται σε κάποιους βίους σαλών. Ο όσιος Συμεών πριν να πάει στην 

έρημο για τους ασκητικούς αγώνες του, ωφελήθηκε πάρα πολύ πνευματικά από το 

θαυμαστό γέροντα Νίκωνα. Δια του στόματος αυτού του αββά, ο Θεός προείπε και 

τη μελλοντική του άσκηση. Όταν ο Συμεών και ο φίλος του Ιωάννης πρωτοήρθαν 

στο  μοναστήρι  που  διέμενε  ο  Νίκων,  ο  τελευταίος  τους  είπε:  «Καλῶς  ἦλθον  τὰ 

πρόβατα  τοῦ  Χριστοῦ.  Λέγει  οὖν  εὐθέως  τῷ  Συμεών·  Καλῶς  ἦλθες,  Σαλὲ,  …»125. 

Αυτά τα λόγια του Νίκωνα, ο Συμεών έπρεπε να τα κρατήσει στην καρδιά του, καθ᾿ 

όλη  τη  διάρκεια  των  αγώνων  του  στην  έρημο.  Η  πρόρρηση  του  γέροντα,  σίγουρα 

τον βοήθησε να δεχθεί και την εσωτερική πληροφόρηση από το Θεό, για την οποία 

μιλάει αυτός στο φίλο του Ιωάννη. Όταν ο Ιωάννης προέτρεπε τον Συμεών να μην 

αφήσει  την  έρημο,  εκείνος  του  απάντησε:  «Μὴ  φοβηθῇς,  ἀδελφὲ  Ἰωάννη·  οὐ  γὰρ 

ἀπ᾿ ἐμαυτοῦ τοῦτο βούλομαι πρᾶξαι, ἀλλὰ τοῦ Θεοῦ κελεύοντός μοι»126. 

Τον  επίσκοπο  Βαρνάβα  Μπελιάγιεφ,  ο  Θεός  κάλεσε  στην  άσκηση  της 

σαλότητας με ένα ιδιόρρυθμο τρόπο. Όπως έχει ειπωθεί νωρίτερα127, το Μάρτιο του 

1922 γύρισε ο επίσκοπος στην έδρα του, στο Νίζνι Νόβγκοροντ, όπου ξανάρχισε να 

εκτελεί τα ποιμαντικά του καθήκοντα. Ο βίος του αναφέρει, ότι στο διάστημα αυτό 

ο Βαρνάβας γνωρίστηκε από πολύ κοντά με την οσία Μαρία Ιβάνοβνα, μία από τις 

πολλές  σαλές  της  Μονής  Ντιβέγεβο.  Για  τον  δεσπότη  Μπελιάγιεφ  η  οσία  Μαρία 

124  Σε  αυτό  το  σημείο  πρέπει  να  επισημανθεί,  ότι  από  τους  βίους  των  περισσοτέρων  δια  Χριστόν 
σαλών δεν φαίνεται να υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο πρόσωπο το οποίο θα τους βοηθούσε και τους 
κατεύθυνε στην εν Χριστώ ζωή τους. «Οι γέροντες» των δια Χριστόν σαλών κατά τρόπο παράδοξο, 
υπήρχαν όλοι οι άνθρωποι στους οποίους αυτοί οι ασκητές έκαναν  υπακοή, ανεξαιρέτως, αν αυτοί 
ήταν  ηγούμενοι  των  μοναστηριών,  κάποιοι  μοναχοί  ή  απλοί  άνθρωποι.  Περισσότερα  για  αυτό  το 
θέμα βλ. στο υποκεφάλαιο: Η αποταγή του κόσμου. 
125 Βλ. Λεοντίου Νεαπόλεως, Βίος του αγίου Συμεών του δια Χριστόν Σαλού 8, PG 93, 1677D‐1680Α. 

126 Ό. π., 29, PG 93, 1705C. 

127 Βλ. σ. 193‐194 αυτής της εργασίας. 
208
είχε  πει:  «Ὁ  ὅσιος  αὐτός  εἶναι  “τρελός”!  Δέν  εἶναι  καλά  τό  κεφάλι  του.  Θυμᾶμαι, 

εἴχαμε  κι  ἐμεῖς  τέτοιον  στό  χωριό,  τόν  Παῦλο.  Ὅμως  αὐτός  ἐδῶ,  εἶναι  ὅσιος. 

Περπατάει καί στό στῆθος του βλέπω πολλούς σταυρούς μοναχικούς!»128. Τα λόγια 

της  Μαρίας  Ιβάνοβνα,  τα  οποία  γνώριζε  και  ο  επίσκοπος  Βαρνάβας 

επαληθεύτηκαν.  Αυτό  οφείλεται  σε  μια  ενέργεια  του  δεσπότη,  την  οποία  και 

πλήρωσε  ακριβά.  Ο  Βαρνάβας  γνωρίζοντας  νωρίτερα  την  πλάνη  των  σχισματικό‐

ανανεωτικών  μελών  της  oρθόδοξης  Εκκλησίας,  οι  οποίοι  εμφανίστηκαν  τότε  στη 

Ρωσία,  υπέγραψε  κάποια  σημεία  της  διακήρυξης  αυτών129.  Αυτή  η  ενέργειά  του, 

ταυτίστηκε  με  την  εισχώρηση  του  στους  κόλπους  των  ανανεωτικών.  Ο  δεσπότης 

μόνος  κατάλαβε  γρήγορα,  ότι  από  απροσεξία  ασυνείδητα  έκανε  λάθος.  Αυτή  η 

πράξη  του  επισκόπου  Βαρνάβα,  στο  βίο  του  σχολιάζεται  με  το  ακόλουθο  τρόπο: 

«Αλλά και προειδοποίηση, και η πιο ακριβή πρόβλεψη μακαρίων130 ανθρώπων του 

Θεού, δεν μας σώζει πάντα από το λαθεμένο διάβημα. ’’Και δεν γινόταν να ξεφύγει 

κανείς  από  τη  προορατικότητά  τους,  ‐  έγραψε  αργότερα  ο  δεσπότης,  ‐  όσο  και  αν 

προσέχεις,  εξάπαντος  θα  γλιστρήσεις,  και  το  ειπωμένο  θα  πραγματοποιηθεί  … 

Πόσες  φορές  με  σφιγμένα  τα  δόντια  μου  περίμενα  ακριβώς  προλεγόμενο  μου 

γεγονός (λέγοντας με μοναχική γλώσσα «την υπακοή»), για να μη με νικήσει αυτό. 

Αλλά  αυτό  με  κατανικούσε.  Όχι  γιατί  δεν  είχα  δυνάμεις  να  το  υπερνικήσω,  αλλά 

γιατί  οι  δαίμονες  πάντα  με  αιφνιδίαζαν  (είναι  τόσο  πονηροί  και  καταφερτζήδες), 

και εκτός από αυτό εγώ δεν είχα την ταπείνωση, και όχι δυνάμεις»131. Ο επίσκοπος 

Βαρνάβας  Μπελιάγιεφ,  καταλαβαίνοντας  ότι  βρέθηκε  σε  αδιέξοδο,  αμέσως 

προσπάθησε  να  βρει  τη  λύση  της  δύσκολης  πνευματικής  του  κατάστασης.  Στη 

Μόσχα  οι  εκκλησιαστικές  αρχές  δεν  τον  δέχτηκαν  πια,  τότε  ο  δεσπότης  πήγε  στη 

Μονή  Ζωσίμοβα,  όπου  και  ήταν  ο  πνευματικός  πατέρας  του,  ο  γέροντας  Αλέξιος. 

128 Μανώλη Μελινού, Άνθη αγίας Ρωσίας, σ. 90. 
129 Ο επίσκοπος Βαρνάβας, περίπου ένα μήνα πριν από το αναφερόμενο εδώ περιστατικό, δια μέσω 
της δόκιμης Βαλεντίνας Δολγκάνοβα, ζήτησε τη γνώμη της Μαρίας Ιβάνοβνα, περί της ανανεωτικής 
κινήσεως που εμφανίστηκε τότε μέσα στην ορθόδοξη Εκκλησία στη Ρωσία. Όλες οι απαντήσεις της 
οσίας Μαρίας ήταν κατηγορητικά αρνητικές, καμία επαφή με τους σχισματικούς. Περισσότερα για 
αυτό  το  θέμα,  βλ.  Ieromonach  Damaskin  (Orlovskiy),  Moučeniki,  ispovedniki  i  podvižniki  blagočestiya 
Rossiyskoy Pravoslavnoy Cerkvi XX stoletiya, τόμ. 1, σ. 54‐55. 
130  Στο  πρωτότυπο  κείμενο  στα  ρώσικα,  σε  αυτό  το  σημείο  χρησιμοποιείται  η  λέξη  «blazennyy»,  η 

οποία μπορεί να ερμηνευθεί μακάριος αλλά και σαλός. 
131 Ό. π., σ. 55. 
209
Το  βράδυ  της  29ης  Σεπτεμβρίου  1922  τα  προβλήματά  του  λύθηκαν.  Ο  ίδιος 

επίσκοπος για αυτή την υπόθεση γράφει τα εξής: «Οι γέροντες132 με ευλόγησαν για 

την άσκηση της σαλότητας εύκολα και ελεύθερα, ως “μοναδική διέξοδο από τη δική 

μου  σημερινή  κατάσταση,  η  οποία  με  τοποθετούσε  μπροστά  στο  μεγάλο  κίνδυνο, 

με τις καταστρεπτικές συνέπειες για τη πνευματική μου ζωή”»133. 

Κάτι ακόμα όμως χρειάζεται να επισημάνει κανείς σε αυτό το σημείο. Είναι 

το σημείωμα το οποίο άφησε ο δεσπότης για τους γνωστούς του, πριν να αλλάξει ο 

ίδιος το τρόπο της ζωής του. Το γραμματάκι αυτό γράφτηκε ακριβώς την ημέρα του 

μακαρίου Ανδρέα του δια Χριστόν Σαλού – στις 2 Οκτωβρίου 1922 – μια ημερομηνία 

που δεν πρέπει να είναι τυχαία. Το σημείωμα έλεγε: «Προσέχετε, μη τρομάζετε, μη 

παραξενεύεστε από τίποτε, ό,τι γίνει, θα περάσει, και καθένας θα βρει ύστερα από 

τους κόπους του αυτό, που θησαύρισε. Οι δρόμοι του Κυρίου είναι για τον άνθρωπο 

ασύλληπτοι,  καθένας  έχει  το  δικό  του  δρόμο.  Δεν  χρειάζεται  να  απελπίζεστε,  και 

ό,τι  δεν  καταλαβαίνουμε,  ας  υπομένουμε,  και  αν  ο  Θεός  θελήσει,  θα  το  μάθουμε 

αργότερα.  Και  για  εμένα,  τον  χαζούλη,  τον  Κύριο  και  την  Παναγία  Μητέρα  Του 

ικετεύετε.  Αμήν»134.  Το  σημείωμα  που  άφησε  ο  «σαλός  δεσπότης»  είναι  μοναδικό. 

Κανείς από τους προγενέστερους ή τους μεταγενέστερους του, δια Χριστόν σαλούς, 

δεν  το  είχε  κάνει.  Τα  λόγια  του  έχουν  μεγάλη  σημασία,  γιατί  βοηθάνε  πολύ  να 

κατανοήσουμε την εσωτερική κατάσταση οποιουδήποτε υποψήφιου σαλού, πριν να 

ξεκινήσει την άσκηση της σαλότητας. Το σημείωμα ίσως είναι μοναδικό, γιατί και η 

περίπτωση  του  σαλού  επισκόπου  Βαρνάβα  είναι  μοναδική.  Ο  Βαρνάβας  ως 

αρχιερέας,  περισσότερο  από  κάθε  άλλο  δια  Χριστόν  σαλό,  ανησυχούσε  για  τον 

απλό πιστό λαό, για το ποίμνιό του, το οποίο ο ίδιος άφησε με ένα ασυνήθιστο και 

ακατανόητο  για  τους  περισσότερους  τρόπο.  Από  αυτά  τα  λίγα  λόγια  του  ποιμένα 

ανθρώπινων  ψυχών,  φαίνεται  η  μέχρι  τελευταία  στιγμή  μέριμνά  του  για  την 

πνευματική  καθοδήγηση  των  πιστών  μελών  της  Εκκλησίας.  Στο  τελευταίο  λόγο 

132  Ο  δεσπότης  Βαρνάβας  εννοεί  εδώ  τον  γέροντα  Αλέξιο,  τον  πνευματικό  του  πατέρα,  και  τον 
γέροντα Μητροφάνη. 
133  Ό.  π.,  σ.  56.  Περισσότερα  για  τη  συνομιλία  που  έγινε  μεταξύ  του  δεσπότη  Βαρνάβα  και  των 

γερόντων της Μονής Ζωσίμοβα, και για την προσευχή που την ακολούθησε, βλ. ό. π., σ. 56‐57. 
134 Ό. π., σ. 57. 
210
του  επισκόπου  φαίνεται  επίσης  η  αμοιβαία  προσευχητική  ενότητα  και  συμπόνια 

μεταξύ  αυτού  και  των  άλλων  πιστών.  Αυτός  ο  πόνος  για  τις  άλλες  ψυχές 

χαρακτήριζε  και  όλους  τους  υπόλοιπους  δια  Χριστόν  σαλούς,  πριν  από  την 

αποχώρησή  τους  από  τον  «παλαιό»  τους  κόσμο.  Κάθε  ένας  από  αυτούς  το 

εκδήλωνε  βεβαίως  με  άλλο  τρόπο.  Η  Πελαγία  Ιβάνοβνα  πριν  να  φύγει  οριστικά 

από  το  σπίτι  της  για  το  Ντιβέγεβο,  δέχτηκε  σκληρά  λόγια  από  το  γαμπρό  της,  ο 

οποίος δεν πίστευε πως αυτή μπορεί να εγκαταλείψει τόσο εύκολα το οικογενειακό 

τους  περιβάλλον.  Η  Πελαγία  όμως  κατάπληξε  όλους  με  τον  εξής  τρόπο:  «Μόλις 

ἂκουσε τά μοχθηρά αὐτά λόγια ἒκανε ἐδαφιαία μετάνοια στό γαμπρό της καί τοῦ 

εἶπε μέ ταπείνωση καί σύνεση: 

‐  Συγχώρεσέ  με,  γιά  τή  χάρη  τοῦ  Χριστοῦ.  Δέ  θά  ξαναγυρίσω  κοντά  σας 

ὣσπου  νά  πεθάνω»135.  Η  Πελαγία  η  οποία  σχεδόν  σ᾿  όλη  τη  μέχρι  τώρα  ζωή  της 

ήταν  φαινομενικά  αδιάφορη  ή  και  εχθρική  προς  τους  συγγενείς  της,  φεύγοντας, 

όταν  χρειάστηκε,  έδειξε  και  το  αληθινό  της  πρόσωπο,  γεμάτο  από  αγάπη  και 

ταπείνωση. 

Ο  πνευματικός  δεσμός  μεταξύ  των  σαλών  και  των  ανθρώπων  του 

περιβάλλοντός  τους,  συνεχίστηκε  όπως  φαίνεται  και  μετά  από  την  αποχώρησή 

τους, από το προηγούμενο τρόπο της ζωής τους. Οι σαλοί διατήρησαν καθ᾿ όλη τη 

ζωή τους, τον πνευματικό δεσμό τους με ανθρώπους που τους περιστοίχιζαν. Όμως 

η σχέση αυτή μετά από την κλήση τους, δεν φαινόταν τόσο έντονα εξωτερικά, όσο 

νωρίτερα. Οι δια Χριστόν σαλοί, αν και φαινομενικά αδιάφοροι προς τους άλλους, 

στην πραγματικότητα βοηθούσαν πάρα πολύ τους εν Χριστώ αδελφούς τους· κάτι 

που επιβεβαιώνουν και τα λόγια του αγίου Σεραφείμ του Σάρωφ προς την Πελαγία 

Ιβάνοβνα, ο οποίος της είχε πει, ότι πολλοί θα σωθούν δι᾿ αυτής136. 

Από  την  παρουσίαση  της  κλήσης  της  Πελαγίας  Ιβάνοβνα  στην  άσκηση  της 

σαλότητας137,  φαίνεται  ξεκάθαρα  ένα  ακόμα  στοιχείο,  το  οποίο  συναντιέται  στους 

βίους και κάποιων άλλων σαλών. Είναι η σταδιακή πληροφόρηση της από το Θεό, 

για  τη  μετέπειτα  άσκησή  της.  Ο  Θεός  την  καλούσε  από  την  παιδική  ηλικία  στο 

135 Βλ. Οσία Πελαγία Ιβάνοβνα η δια Χριστόν σαλή, σ. 38. 
136 Βλ. ό. π., σ. 24. 
137 Βλ. σ. 202‐205 αυτής της εργασίας. 
211
δρόμο  της  σαλότητας,  όμως  οριστικά  την ευλόγησε  να  πάει  στο  τελικό  προορισμό 

της, στο Ντιβέγεβο, μετά από πολλές δοκιμασίες και εμπόδια. Αυτό είχε ως σκοπό 

την  καλή  τους  προετοιμασία  για  το  δύσκολο  έργο  που  τους  περίμενε.  Γενικότερα, 

για να ασκήσει ο χριστιανός οποιοδήποτε πνευματικό έργο, πρέπει να είναι έτοιμος 

να το αναλάβει. Πόσο περισσότερο επομένως, θα έπρεπε να ήταν έτοιμος κάποιος 

για  να  σηκώσει  τη  δυσκολότατη  άσκηση  της  σαλότητας.  Η  σταδιακή  αποκάλυψη 

του  θελήματος  του  Θεού  προς  τους  εκλεκτούς  του,  ήταν  συνεπώς  ο  καλύτερος 

τρόπος της προκατάρτισης τους, για τη μελλοντική αποστολή τους. 

Υπάρχει  και  μια  ειδική  περίπτωση,  στην  οποία  ο  Θεός  από  μέρα  σε  μέρα, 

μπορεί  να  παρακινεί  κάποιον  να  αναλάβει  τη  δύσκολη  άσκηση  της  σαλότητας.  Τι 

γίνεται  τότε,  και  πώς  δικαιολογείται  αυτό;  Πώς  μπορεί  να  αντέξει  κάποιος 

πνευματικά, τόσο απότομη αλλαγή στη ζωή του; Τέτοια ακριβώς ιστορία συνέβηκε 

με τον όσιο Ανδρέα τον δια Χριστόν σαλό της Κωνσταντινούπολης. Από το βίο του, 

δύναται  να  πάρει  κανείς  και  την  απάντηση  στα  παραπάνω  ερωτηματικά.  Ο  όσιος 

Ανδρέας, ύστερα από το όραμα που του συνέβηκε138, έτρεξε γεμάτος αμηχανία στο 

φίλο  και  πνευματικό  του  πατέρα,  τον  πρεσβύτερα  Νικηφόρο139,  για  να  τον 

συμβουλευτεί  για  όλα,  όσα  του  συνέβησαν.  Ο  Νικηφόρος  ακούγοντας  όλη  την 

ιστορία,  οσφράνθηκε  παράλληλα  και  την  ευωδία  από  την  παρουσία  του  Ανδρέα, 

που  επιβεβαίωνε  ότι  κάτι  ασυνήθιστο  συνέβηκε  μαζί  του.  Τελικά  οι  δύο  φίλοι 

αποφάσισαν,  ότι  είναι  το  θέλημα  του  Θεού  να  υποκριθεί  ο  όσιος  Ανδρέας  τον 

τρελλό  και  τον  δαιμονισμένο140.  Ο  μακάριος  ξεκίνησε  κανονικά  την  άσκηση  της 

σαλότητας, όμως εσωτερικά είχε τις αμφιβολίες, αν αυτό που κάνει είναι ευάρεστο 

στο Θεό. Ο βίος του σχετικά με αυτό το θέμα αναφέρει: «Δι᾿ ὅλης οὖν τῆς ἡμέρας ὁ 

μακάριος  τὰ  νόθα  αὐτοῦ,  ὡς  δῆθεν  παραφρονῶν,  ῥήματα  ὁμίλει·  τῇ  δὲ  νυκτὶ 

138 Βλ. σ. 187‐188, 205‐206 αυτής της εργασίας. 
139  Αυτός  ο  πρεσβύτερος  Νικηφόρος,  έγινε  και  ο  συγγραφέας  του  βίου  του  οσίου  Ανδρέα  του  δια 
Χριστόν σαλού. 
140  Βλ.  Νικηφόρου  πρεσβυτέρου,  Βίος  και  πολιτεία  του  οσίου  πατρός  ημών  Ανδρέου  του  δια  Χριστόν 

σαλού 7, PG 111, 637A. 
212
ἐθρήνει καὶ προσηύχετο παρακαλῶν  τῇ μάρτυρι  τοῦ  Χριστοῦ141 ὀφθῆναι αὐτῷ,  καὶ 

παραμυθήσασθαι αὐτὸν, εἰ ἀρεστόν ἐστι Θεῷ τὸ ἐγχείρημα, ὃ ἤρξατο»142. Ξαφνικά 

ο  μακάριος  είδε  στα  μάτια  του  ένα  γέροντα  και  μαζί  του  πέντε  γυναίκες.  Αυτοί 

ήταν  οι  άγιοι  απεσταλμένοι  από  το  Θεό  στο  ναό  που  βρισκόταν  τότε  ο  όσιος 

Ανδρέας,  για  να  θεραπεύσουν  τους  διάφορους  ασθενείς,  ανάμεσα  των  οποίων 

βρέθηκε άβουλα και ο όσιος. Κατόπιν επακολούθησε η συζήτηση, μεταξύ αυτού του 

γέροντα  και  μίας  από  τις  πέντε  γυναίκες,  την  οποία  άκουσε  προσεκτικά  ο 

μακάριος.  Ο  γέροντας  ρώτησε  χαμογελώντας  τη  γυνή:  «Κυρία  Ἀναστασία,  οὐκ 

ἰατρεύεις τί ποτε; Λέγει ἐκείνη αὐτῷ, Κύριε, ὁ Μαγίστωρ ἄλλος ἤρτυσεν, καὶ οὐκέτι 

δέεταί  τινος·  ὁ  γὰρ  εἰπὼν  ταῦτα,  Ὅτι  γενοῦ  σαλὸς  δι᾿  ἐμέ,  καὶ  πολλῶν  ἀγαθῶν 

δεσπότης καθίσεις ἐν τῇ βασιλείᾳ μου, ἐκεῖνος αὐτὸν ἰάτρευσεν, καὶ λοιπὸν ἰατροῦ 

χρείας  οὐ  δέεται.  Εἴδει  γὰρ  τὴν  τέχνην,  ἢν  ἔμαθεν,  οὐκ  ἐάσει  αὐτὴν  μέχρι  τῆς 

ἐσχάτης  αὐτοῦ  ἀναπνοῆς,  ἀλλὰ  γενήσεται  τῷ  Θεῷ  ἡμῶν  σκεῦος  ἐκλεκτὸν,  ἅγιον, 

καὶ  ἠγαπημένον ἐν Πνεύματι.  Ἔφη  ὁ  γέρων· Εἴδειν  κἀγὼ, κυρία μου, ταῦτα, ἀλλὰ 

μετριοπαθὼν  πρὸς  τοῦτο  τὸν  λόγον  λελάληκα»143.  Ο  μακάριος  Ανδρέας  μετά  από 

την  αποχώρηση  των  επισκεπτών  του,  θαύμασε  και  δόξασε  το  Θεό,  ο  οποίος  τόσο 

γρήγορα τον πληροφόρησε για τις αμφιβολίες του144.Την άλλη νύχτα, στον δεμένο 

στο  ναό  όσιο  επιτέθηκαν  οι  δαίμονες,  οι  οποίοι  ήθελαν  να  τον  σκοτώσουν.  Οι 

εχθροί του ανθρώπινου γένους δεν μπορούσαν να ανεχτούν τον εκλεκτό δίκαιο του 

Θεού.  Ο  όσιος  Ανδρέας  μη  έχοντας  άλλη  ελπίδα,  φώναξε  με  δάκρυα  στον  Κύριο: 

«μὴ  παραδῷς  τοῖς  θηρίοις  ψυχὴν  ἐξομολογουμένην  σοι»145.  Και  αμέσως 

συμπλήρωσε:  «Ἅγιε  Ἰωάννη  Θεολόγε,  βοήθει  μου».  Την  ίδια  ακριβώς  στιγμή 

παρουσιάστηκε  ένας  γέροντας  με  το  πρόσωπο  σαν  τον  ήλιο,  μαζί  με  τους 

ακολούθους του, οι οποίοι σκληρά τιμώρησαν και έδιωξαν τους δαίμονες146. Ο τίμιος 

141 Ο όσιος Ανδρέας παρακαλούσε να τον βοηθήσει  η αγία μάρτυς Αναστασία, στο ναό της οποίας 
ήταν δεμένος μέχρι εκείνη τη στιγμή. Ο κύριός του τον έστειλε εκεί για να θεραπευθεί, νομίζοντας 
ότι ο Ανδρέας πραγματικά τρελλάθηκε και έχασε τα λογικά του. 
142 Ό. π., 9, PG 111, 640AB. 

143 Ό. π., 640BC. 

144 Βλ. ό. π., 10, PG 111, 641A. 

145 Ψλ. 73, 19. 

146 Γι᾿ ολόκληρο αυτό το περιστατικό βλ. Νικηφόρου πρεσβυτέρου, Βίος και πολιτεία του οσίου πατρός 

ημών Ανδρέου του δια Χριστόν σαλού 10‐11, PG 111, 641B‐644A. 
213
εκείνος  γέροντας  πλησίασε  τότε  τον  μακάριο  Ανδρέα  και  του  είπε:  «Βλέπεις  πῶς 

ἐτάχυνα εἰς τὸ βοηθῆσαί σοι; ἵνα γὰρ εἰδέναι ἔχῃς ὅτι καὶ πάνυ μοι μέλει περί σου· 

ἐμοὶ  γὰρ  ὥρισεν  κελεύσας  ὁ  Δεσπότης,  ἵνα  σου  τῆς  σωτηρίας  πρὸς  τὰ  ὄντα 

πρόσφορα  καὶ  εὐθειώτατα  μεριμνῶν  ἑκάστοτε,  ἐπιβραβεύσω  σοι.  Ὑπόμεινον  οὖν, 

ἵνα  δόκιμος  εἰς  πάντα  γενήσῃ·  οὐ  μακρὰν  γὰρ  καὶ  ἀπολυθήσῃ  τοῦ  Κυρίου  σου  τῷ 

ἰδίῳ  θελήματι,  πορεύεσθαι  ὅπου  δ᾿  ἄν  τοῖς  ὀφθαλμοῖς  σού  ἐστιν  εὐάρεστον»147.  Ο 

μακάριος Ανδρέας ύστερα από αυτή τη παραίνεση, ρώτησε τον γέροντα ποιος είναι 

αυτός. Εκείνος του απάντησε: «Ἐγώ εἰμι ὁ ἀναπεσὼν ἐν τῷ ἀχράντῳ καὶ ζωοποιῷ 

στήθει τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ»148. 

Η  κλήση  του  μακαρίου  Ανδρέα  στην  άσκηση  της  σαλότητας  ήταν  πολύ 

απρόοπτη.  Ακόμα  και  ο  ίδιος  Ανδρέας  έμεινε  έκπληκτος  από  αυτή  την  τροπή  των 

πραγμάτων.  Όμως,  αν  ο  Θεός  καλεί  κάποιον  να  αναλάβει  κάποια  αποστολή, 

ανεξαρτήτως  αν  το  κάνει  σταδιακώς  ή  ξαφνικά,  ο  Ίδιος  τον  βοηθάει  και  τον 

προστατεύει  στην  καινούρια  ζωή  του.  Αυτό  φαίνεται  σε  όλα  τα  παραπάνω 

αναφερόμενα  αποσπάσματα  από  τους  βίους  των  δια  Χριστόν  σαλών.  Βεβαίως  τα 

επιμέρους  στοιχεία  από  πρόσωπο  σε  πρόσωπο  διαφέρουν.  Γιατί  κάθε  δια  Χριστόν 

σαλός, ζούσε υπό διαφορετικές συνθήκες και προοριζόταν να ασκήσει τη σαλότητά 

του σε διαφορετικό περιβάλλον και για διάφορους σκοπούς. Το πιο σημαντικό όμως 

είναι  το  γεγονός,  ότι  ο  Θεός  καλώντας  τους  εκλεκτούς  μαθητές  του,  σε  κάθε  ένα 

από  αυτούς  χορηγούσε  την  πλούσια  Χάρη  Του,  η  οποία  και  τους  βοηθούσε  να 

ανταποκριθούν στο κάλεσμά Του. 

Σε  αυτό  το  σημείο  πρέπει  επίσης  να  επισημανθεί,  ότι  υπάρχει  κάποια 

διαφοροποίηση  και  χρονική  απόσταση  μεταξύ  των  περιόδων  και  εποχών  στις 

οποίες έζησαν οι δια Χριστόν σαλοί. Θα μπορούσε κάποιος να πει, και εν μέρει θα 

είχε  δίκιο,  ότι  αυτή  η  διαφοροποίηση  επηρεάζει  και  διαμορφώνει  την  πνευματική 

φυσιογνωμία και τον τρόπο ζωής τους. Στην πραγματικότητα όμως, η επίδραση του 

εξωτερικού  περιβάλλοντος  στην  εν  Χριστώ  ζωή  των  μωρών  εργατών  του  Κυρίου 

δεν  είναι  τόσο  μεγάλη  όσο  θα  περίμενε  κανείς.  Οι  διαφορετικές  κατά  περιόδους 

147 Ό. π., 12, PG 111, 644AB. 
148 Ό. π., 644B. 
214
κοινωνικές συνθήκες στις οποίες έζησαν οι σαλοί, τους επηρέαζαν μόνο σε κάποιο 

μικρό  βαθμό.  Και  αυτή  η  επίδραση  περιορίστηκε  μόνο  στις  εξωτερικές  μεθόδους 

που  ακολούθησαν  και  στις  εκδηλώσεις  με  τις  οποίες  απευθύνονταν  στους 

ανθρώπους  του  περιγύρου  τους.  Αυτό  είχε  μάλλον  περισσότερο  να  κάνει  με  τους 

σκοπούς  τους  οποίους  επεδίωκαν  αυτοί  οι  ασκητές,  παρά  με  τη  γνήσια  εν  Χριστώ 

πολιτεία τους. Το κυρίαρχο εξωτερικό στοιχείο που φαίνεται στη διαγωγή όλων των 

δια  Χριστόν  σαλών,  δεν  είναι  επίσης  οι  ποικίλοι  τρόποι  τους  οποίους 

χρησιμοποίησαν  αυτοί  σε  διαφορετικές  εποχές  και  περιβάλλοντα  απέναντι  στους 

«εχθρούς» και τους «διώκτες» τους, αλλά η υπομονή, η υπακοή και οι άλλες αρετές 

τις  οποίες  οι  ίδιοι  επέδειξαν.  Όλα  τους  αυτά  τα  πνευματικά  επιτεύγματα,  με 

κυριότερο  οπωσδήποτε  την  άκρα  τους  ταπείνωση,  αποτελούν  και  τα  εξωτερικά 

γνωρίσματα  τα  οποία  θα  μπορούσαν  να  διασφαλίσουν  τη  γνήσια  σαλότητα. 

Βεβαίως, την τελευταία την εξασφαλίζει πρωτίστως, όπως ειπώθηκε και νωρίτερα, 

η  θεία  κλήση  με  την  οποία  οι  δια  Χριστόν  σαλοί  λαμβάνουν  από  τον  Θεό  αόρατη 

δύναμη  και  προστασία  για  την  επίτευξη  της  αποστολής  τους.  Αυτά  τα  δύο 

παραπάνω στοιχεία αποτελούν και τις προϋποθέσεις της δια Χριστόν σαλότητας149. 

3. Ο σκοπός της σαλότητας

Το νόημα και ο σκοπός της ζωής του κάθε μέλους της Εκκλησίας του Χριστού 

βρίσκεται  στο  Θεό.  Όμως  δια  της  αμαρτίας  και  των  παθών  του,  ο  άνθρωπος 

απομακρύνεται  από  το  Θεό  και  από  την  εν  Χριστώ  ζωή.  Εφ᾿  όσον  ο  σκοπός  της 

υπάρξεως του ανθρώπου δεν πραγματοποιείται με τα έργα της αμαρτίας, τα οποία 

μαρτυρούν την ατέλειά του, αναπόφευκτα ο άνθρωπος πρέπει να τα καταπολεμεί. 

 Η δια Χριστόν σαλότητα ή απλά η σαλότητα, όπως εξελίχθηκε εντός της ορθόδοξης χριστιανικής 
149

Παραδόσεως,  πρέπει  να  νοείται  αυτή  καθ᾿  εαυτή,  αποκλειστικά  ως  θετικό  φαινόμενο  και  υψηλή 
χαρισματική κατάσταση. Όπως λ. χ. οι όροι «αγιότητα» και «μωρία του κηρύγματος» (βλ. Α’ Κορ. 1, 
21), έτσι και η λέξη «σαλότητα», μπορεί και πρέπει να έχει μόνο ιερό περιεχόμενο. Επειδή, αν κάτι 
γίνεται  για  τον  Χριστό,  όπως  στις  προκείμενες  περιπτώσεις,  αυτό  καθ᾿  εαυτό  είναι  γνήσιο  και 
αληθινό.  Και  όπως  δεν  μπορεί  να  υπάρχει  επίπλαστη  αγιότητα,  γιατί  αυτή  δεν  θα  είναι  πλέον 
αγιότητα  αλλά  ψευδοαγιότητα,  με  τον  ίδιο  τρόπο  δεν  μπορεί  να  υπάρχει  και  ψεύτικη  σαλότητα, 
αλλά μόνο αληθινή εν Χριστώ. 
215
Ο χριστιανός μπορεί να καθυποτάξει και να νικήσει τα πάθη του δια του ελευθέρου 

αγώνος του, δια της ασκήσεώς του150. Γιατί «τὸ πᾶν εἰς τὴν ἄσκησιν ἡμῶν ἔγκειται 

εἰς τὴν ἐπίτευξιν συμφωνίας τῆς θελήσεως καὶ τῆς ζωῆς ἡμῶν μετὰ τῆς θελήσεως 

καὶ  τῆς  ζωῆς  τοῦ  Ἰδίου  τοῦ  Θεοῦ.  Ἡ  συμφωνία  αὕτη  ἐκφράζεται  καὶ 

πραγματοποιεῖται  κυρίως  ἐν  τῇ  προσευχῇ,  καὶ  ὡς  ἐκ  τούτου  ἡ  προσευχὴ  ἀποτελεῖ 

τὴν κορυφὴν πασῶν τῶν ἀσκητικῶν ἐργασιῶν καὶ τὸ κέντρον ἀπὸ τοῦ ὁποίου πᾶσα 

ἄλλη ἐνέργεια ἀντλεῖ τὴν δύναμιν καὶ εὑρίσκει τὴν ἐπικύρωσιν αὐτῆς»151. 

Η  παραπάνω  θεώρηση  της  ασκήσεως  ως  μέσου  για  την  επίτευξη  της 

προσευχής  αφορά  όλους  τους  χριστιανούς  άνευ  εξαιρέσεως.  Τόσο  λαϊκοί  όσο  και 

κληρικοί και μοναχοί επιβάλλεται να βαδίζουν στη ζωή τους σ᾿ αυτό το δρόμο της 

χριστιανικής τελειώσεως, που οδηγεί στην αληθινή εν Χριστώ ζωή. Όμως πρέπει να 

ειπωθεί,  ότι  τα  διάφορα  μέλη  της  Εκκλησίας  του  Χριστού  ζουν  αυτές  τις 

πνευματικές  καταστάσεις  κατά  διαφορετικό  βαθμό.  Γι᾿  αυτό  το  λόγο  και  η 

προσευχή ενός χριστιανού μπορεί να διαφέρει από την προσευχή άλλου χριστιανού 

τόσο  κατά  τη  μορφή  της  όσο  και  κατά  την  ποιότητά  της.  Ο  γέροντας  Σωφρόνιος 

λέει, ότι η τελειότερη μορφή της προσευχής είναι η καλούμενη καθαρά  προσευχή. 

Για  να  αποκτήσει  όμως  ο  χριστιανός  ασκητής  αυτού  του  είδους  την  προσευχή, 

πρέπει  να  εγκαταλείψει  όλα  τα  κοσμικά  πράγματα.  Σε  αυτήν  την  εγκατάλειψη 

συνίσταται  ακριβώς  εκείνο  το  οποίο  είναι  γνωστό  ως  μοναχική  αποταγή  του 

κόσμου152. 

Η  αποταγή  του  κόσμου,  η  οποία  αποτελεί  ιδιαίτερα  το  χαρακτηριστικό 

γνώρισμα  του  μοναχισμού,  έχει  και  αυτή  τις  βαθμίδες  της153.  Τρίτη  και  τελευταία 

βαθμίδα αυτής της εγκαταλείψεως του κόσμου κατά τον όσιο Ιωάννη της Κλίμακος 

είναι  η  αποταγή  της  κενοδοξίας154.  Γιατί  όμως  η  ορθόδοξη  Εκκλησία  δίνει  τόσο 

μεγάλη σημασία στην καταπολέμηση του πάθους της κενοδοξίας, ώστε η νίκη επ᾿ 

150 Περισσότερα βλ. Γεωργίου Ι. Μαντζαρίδη, Χριστιανική ηθική, σ. 222. Βλ. επίσης Αρχιμ. Σωφρονίου 
(Σαχάρωφ), Άσκησις και θεωρία, σ. 16. 
151 Αρχιμ. Σωφρονίου, ό. π., σ. 20. 

152 Βλ. ό. π. 

153 Λεπτομερώς το θέμα της αποταγής του κόσμου θα μελετηθεί στο πέμπτο κεφάλαιο της εργασίας 

αυτής. 
154 Βλ. Κλίμαξ 2, PG 88, 657Α.
216
αυτής  τής  πνευματικής  νόσου  τοποθετείται  στην  κορυφή  των  ασκητικών 

κατορθωμάτων;  Αυτό  γίνεται,  διότι  η  κενοδοξία,  όπως  έχει  ειπωθεί  και  σε  άλλο 

μέρος  της  εργασίας  αυτής155,  έχει  τη  δύναμη  να  καταστρέψει  τελείως  την 

πνευματική  ζωή  του  κάθε  μέλους  της  Εκκλησίας  του  Χριστού.  Γι᾿  αυτό  ο  όσιος 

Ιωάννης  της  Κλίμακος  λέει,  ότι  αυτή  είναι  ως  προς  τη  μορφή,  μεταβολή  της 

φύσεως, διαστροφή των ηθών, και διαπίστωση μιας αξιοκατάκριτης καταστάσεως. 

Ενώ  ως  προς  την  ποιότητα  είναι  σκόρπισμα  των  κόπων,  απώλεια  των  ιδρώτων, 

δόλια  κλοπή  του  θησαυρού,  γέννημα  της  απιστίας  και  πρόδρομος  της 

υπερηφάνειας156. 

Η  αποταγή  της  κενοδοξίας  δεν  είναι  τίποτα  άλλο,  παρά  η  οδός  προς  τη 

μετάθεση  του  πνεύματος  στο  κόσμο  του  αιωνίου.  Σε  αυτή  την  αποταγή 

περικλείεται  ακριβώς  και  η  υπερνίκηση  της  εξουσίας  του  κόσμου 157.  Μόνο  τέτοιος 

άνθρωπος  που  έχει  υποτάξει  το  πάθος  της  κενοδοξίας    μπορεί  με  απόλυτο  τρόπο 

να  είναι  ξένος  προς  τον  κόσμο  και  τα  πράγματά  του.  Βεβαίως  είναι  πάρα  πολύ 

δύσκολο  να  φθάσει  κανείς  σε  τέτοιο  ύψος  της  πνευματικής  τελειότητας,  για  να 

είναι  απόλυτα  ξένος  προς  τούτο  το  κόσμο.  Όμως  αυτό  που  δεν  μπορεί  να 

κατορθώσει μόνος του ο άνθρωπος με τις δυνάμεις του, αυτό μπορεί να το επιτύχει 

ο  ίδιος  με  τη  βοήθεια  του  Θεού.  Αυτό  το  πνευματικό  κατόρθωμα  έχουν  ακριβώς 

επιτύχει  οι  δια  Χριστόν  σαλοί  δια  της  άκρας  ταπεινώσεώς  τους.  Ο  γέροντας 

Σωφρόνιος  γράφει  σχετικά  με  αυτό  το  θέμα:  «Γνωρίζομεν  ἐν  τῇ  Ἐκκλησίᾳ  σειρὰν 

ἁγίων  ἰδιάζοντος  τύπου,  ‐  τοὺς  “διὰ  Χριστὸν  σαλούς”.  Ἐν  αὐτῇ  ἀκριβῶς  τῇ  μορφῇ 

τῆς  χριστιανικῆς  ἀσκήσεως  ἐμφανίζεται  ἰδιαιτέρως  σαφῶς  ὁ  τρίτος  βαθμὸς  τῆς 

ἀποταγῆς»158, δηλαδή της αποταγής της κενοδοξίας και της απόλυτης νίκης επί του 

κόσμου. 

Σε τι όμως συνίσταται αυτή η νίκη επί του κόσμου, την οποία μπορεί κάποιος 

να δει στη ζωή των δια Χριστόν σαλών; Ο γέροντας Σωφρόνιος λέει ότι «Ὁ σκοπὸς 

τοῦ  “διὰ  Χριστὸν  σαλοῦ”  εἶναι  νὰ  καταφρονῆται  ὑπὸ  τοῦ  κόσμου  καὶ  τῶν 

155 Βλ. σ. 89‐90 αυτής της εργασίας. 
156 Βλ. Κλίμαξ 22, PG 88, 949ΑΒ.
157 Βλ. Αρχιμ. Σωφρονίου, Άσκησις και θεωρία, σ. 33. 

158 Ό. π. 
217
ἀνθρώπων. Πολλοὶ δὲν δύνανται νὰ ἐννοήσουν τὴν ἄσκησιν ταύτην καὶ διακρίνουν 

ἐν αὐτῇ διαστροφήν, ἐνῷ κατ᾿ οὐσίαν εἶναι ὁ ὕψιστος βαθμὸς ἀποφυγῆς τῆς δόξης 

παρὰ  τῶν  ἀνθρώπων,  καὶ  ἐν  τούτῳ  ἀκριβῶς  ἔγκειται  ἡ  νίκη  ἐπὶ  τοῦ  κόσμου»159.  Η 

καταφρόνηση  του  χριστιανού  υπό  του  κόσμου  και  των  συνανθρώπων  του, 

αποκτιέται πρωτίστως με την εξουδένωση του «εγώ»· πράγμα που μπορεί κανείς να 

το παρατηρήσει με έντονο τρόπο, στη ζωή των σαλών. Αυτοί οι ασκητές επιδιώκουν 

την  εξουδένωση  του  εαυτού  τους  στα  μάτια  όλου  του  κόσμου  με  τις  προσποιητές 

τρέλλες  και  ιδιότροπες  ενέργειες.  Αυτοί  οι  εκλεκτοί  εργάτες  του  Θεού  θέλουν  να 

κρύβονται από τον κόσμο, να κρύβουν την αρετή και την αγιότητά τους. Και αυτό 

το σκοπό τους οι σαλοί το πραγματοποιούν με το επίπλαστο μανδύα της σαλότητας 

και  της  τρέλλας  τους160.  Την  παραπάνω  τολμηρή  τοποθέτηση  επιβεβαιώνει  και 

συνάμα  συμπληρώνει  ο  όσιος  Ιωάννης  ο  Σιναΐτης.  Ο  συγγραφέας  της  Κλίμακος 

γράφει:  «Ἀρχὴ  ἀκενοδοξίας  φυλακὴ  στόματος,  καὶ  ἀτιμίας  ἀγάπη·  μεσότης  δὲ 

ἀνακοπὴ  πάντων  τῶν  νοουμένων  τῆς  κενοδοξίας  ἐπιτηδευμάτων·  τέλος  δὲ  (εἴπερ 

ἄρα  καὶ  ἔστι  τῇ  ἀβύσσῳ  τέλος)  τὸ  τὰ  πρὸς  ἀτιμίαν  συντελοῦντα  ἐπὶ  πλήθους 

ἐπιτηδεύειν  ἀνεπαισθήτως»161.  Όπως  φαίνεται  από  τα  παραπάνω,  ο  πρωταρχικός 

σκοπός  στον  οποίο  αποβλέπουν  οι  δια  Χριστόν  σαλοί,  είναι  η  αποφυγή  της 

ανθρώπινης δόξας δια της καταφρονήσεώς τους από τους συνανθρώπους τους και 

τον  κόσμο.  Αυτό  αποτελεί  και  το  κύριο  στοιχείο  το  οποίο  ενώνει  και  χαρακτηρίζει 

ανεξαιρέτως όλους αυτούς τους ασκητές. 

Πρέπει όμως να επισημανθεί, ότι αρκετά μεγάλος αριθμός των δια Χριστόν 

σαλών  δεν  περιορίζει  την  άσκησή  τους  μονάχα  στην  αποφυγή  της  ανθρώπινης 

δόξας. Αυτοί οι μωροί εργάτες του Κυρίου, προικισμένοι με τα θεία χαρίσματα και 

άνωθεν φωτισμένοι, αναλαμβάνουν και ορισμένες δραστηριότητες τις οποίες τους 

είχε αναθέσει ο Θεός. Μπορεί κανείς να πει, ότι αυτοί είναι οι δευτερεύοντες στόχοι 

τους  οποίους  επιδιώκουν  στη  ζωή  τους  οι  σαλοί.  Σε  αυτούς  ανήκει  η  σωτηρία  των 

άλλων ανθρώπων, ο εμπαιγμός του κόσμου και του σατανά, η μετάνοια, άλλα και 

159 Ό. π. 
160  Βλ.  Αρχιμ.  Ιγνατίου,  Εισαγωγή,  στο: Όσιος  Ανδρέας  ο  δια  Χριστόν  σαλός,  έκδ.  Ι.  Μ. Παρακλήτου, 
Ωρωπός Αττικής 141999, σ. 16‐17. 
161 Κλίμαξ 22, PG 88, 956Β.
218
άλλα πνευματικά φαινόμενα. Αυτοί οι επιμέρους στόχοι, τους οποίους προσπαθούν 

να  επιτελέσουν  στη  ζωή  τους  οι  δια  Χριστόν  σαλοί,  είναι  πάντα  συνδεδεμένοι  με 

την κλήση στην άσκηση της σαλότητας. Όπως έχει λεχθεί στο προηγούμενο μέρος 

της  εργασίας  αυτής,  ο  Θεός  είναι  αυτός  που  προστάζει  κάποιον  να  ακολουθήσει 

την οδό της σαλότητας. Ο Θεός είναι επίσης αυτός που φωτίζει τέτοιο άνθρωπο και 

του  δείχνει  τους  συγκεκριμένους  σκοπούς  της  αποστολής  του.  Αυτές  οι  επιμέρους 

επιδιώξεις  όμως  δεν  αφορούν  κατά  τον  ίδιο  τρόπο  όλους  αυτούς  τους  ασκητές. 

Κάποιες  απ᾿  αυτές  φαίνονται  έντονα  στους  βίους  περισσοτέρων  σαλών,  άλλες 

μπορεί να τις συναντήσει κανείς μόλις σε λίγους δια Χριστόν σαλούς. Σε κάποιους, 

όπως  π.  χ.  στην  οσία  Πελαγία  Ιβάνοβνα,  στον  άγιο  Συμεών  τον  σαλό,  ο  Θεός 

ανέθεσε πολλές πνευματικές υποχρεώσεις και καθήκοντα. Τους άλλους τους καλεί 

στη σαλότητα, ζητώντας απ᾿ αυτούς μονάχα την τήρηση του κύριου σκοπού αυτού 

του  τύπου  της  ασκήσεως,  δηλαδή  της  καταφρόνησης  υπό  του  κόσμου  και  των 

ανθρώπων. Σε αυτή την τελευταία ομάδα των σαλών ανήκει και η πρώτη χρονικώς 

δια Χριστόν σαλή, η οσία Ισιδώρα, αλλά και πολλοί άλλοι μιμητές της. Σε αυτό το 

σημείο  χρειάζεται  επίσης  να  επισημανθεί,  ότι  αυτοί  οι  δευτερεύοντες  στόχοι 

μπορούν  να  πραγματοποιηθούν  στη  ζωή  των  σαλών,  μόνο  όταν  δεν  απειλείται  ο 

κύριος  στόχος  της  δράσεώς  τους, δηλαδή η αποφυγή της ανθρώπινης δόξας. Αυτό 

φαίνεται πολύ ξεκάθαρα σε αρκετούς βίους των δια Χριστόν σαλών. 

Ένα  πρώτο  παράδειγμα  που  επιβεβαιώνει  την  παραπάνω  άποψη,  είναι 

παρμένο  από  το  βίο  του  οσίου  Ανδρέα  του  δια  Χριστόν  σαλού  της 

Κωνσταντινουπόλεως. Ο όσιος μαζί με τον έμπιστο φίλο του Επιφάνιο συνάντησαν 

κάποτε  ένα  νεαρό  ευνούχο,  φίλο  του  Επιφανίου.  Ο  ευνούχος,  δούλος  του  κυρίου 

του, είχε διαπράξει πολλά σαρκικά αμαρτήματα. Ο μακάριος Ανδρέας, ο οποίος με 

τους νοερούς οφθαλμούς του, έβλεπε την κατάσταση της ψυχής του ευνούχου, τον 

έλεγξε  πολύ  δυνατά  για  τα  αμαρτήματά  του.  Όταν  ο  Επιφάνιος  ρώτησε  τον  όσιο 

γιατί  μίλησε τόσο σκληρά στον φίλο του, αυτός του απάντησε μεταξύ άλλων:  «οὐ 

γὰρ ἐμοὶ σκοπὸς ὥστε ἐλέγχειν καὶ ἐπιτιμᾷν τοῖς ἁμαρτωλοῖς, ἀλλὰ τρέχειν με τὴν 
219
εὐθεῖαν  ὁδὸν  τὴν  ἐπὶ  τὰ  ἀμείνω  ἀπάγουσαν»162.  Πολύ  ξεκάθαρα  περί  του  σκοπού 

της  σαλότητας  μιλάει  ο  βιογράφος  της  ζωής  του  οσίου  Θεοφίλου  του  σαλού,  του 

ασκητή  της  Λαύρας  των  σπηλαίων  του  Κιέβου,  αναφέροντας  τα  εξής:  «Κι  ὅσοι 

ἔρχονταν  στό  Κίεβο  νά  προσκυνήσουν  στά  ἱερά  μέρη  του,  ἔφταναν  καί  στό 

ἐρημητήριο Γκολοσεγιέφσκαγια μέ σκοπό νά δοῦν τόν Στάρετς  [γέροντα Θεόφιλο] 

καί  νά  μιλήσουν  μαζί  του.  Ὁ  μακάριος  ὅμως,  αὔξανε  τίς  σαλότητές  του  γιά  ν᾿ 

ἀποφύγη  τήν  ἐπίγεια  δόξα  καί  τίς  σχέσεις  του  μέ  τόν  κόσμο»163.  Ένα  άλλο 

απόσπασμα,  από  το βίο  της  Ταρσώς  της  σαλής  αναφέρει:  «Τήν  πιό  μεγάλη  ἄνεση 

τήν  αἰσθανόταν  [η  Ταρσώ]  ὅταν  ὅλοι  τήν  περιέπαιζαν.  Παρ᾿  ὅλα  ταῦτα  κάποτε 

ρώτησε τήν ἀδ. Μαρίνα: “Γιατί οἱ ἀδελφές μέ λένε τρελλή;” Κι ἐκείνη, πολύ φυσικά: 

“Ἐπειδή  κάνεις  τρέλλες,  δέν  μιλᾶς  ὄμορφα,  δέν  σέ  καταλαβαίνουν”.  –  “Τί  φταίω 

ἐγώ, τί νά κάνω;” – “Νά μιλᾶς ὡραῖα, λογικά”. Καί ἡ ἀπάντηση γεμάτη νόημα: “Μμ 

…  δέν  μέ  συμφέρει”  …»164.  Τα  παραπάνω  σύντομα  αποσπάσματα  από  τους  βίους 

των  σαλών  εργατών  του  Κυρίου,  επιβεβαιώνουν,  ότι  το  πρώτο  και  μεγαλύτερο 

μέλημα  αυτών  των  ασκητών  ήταν  η  απόκρυψη  της  εν  Χριστώ  ζωής  τους  από  το 

ευρύτερο περίγυρό τους. 

Τι  γίνεται  όμως  στην  περίπτωση,  όταν  ο  δια  Χριστόν  σαλός,  κατά 

παραχώρηση  του  Θεού,  αναγνωρίζεται  από  το  περίγυρό  του  ως  άγιος  άνθρωπος; 

Με  ποιο  τρόπο  μπορεί  αυτός  να  διαφυλάξει  την  ιδιότητα  του  τρελλού  εργάτη  του 

Κυρίου; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα βρίσκεται στο βίο της οσίας Ισιδώρας της 

Αιγύπτου165.  Το  πρώτο  και  το  μοναδικό  σκοπό  στον  οποίο  απέβλεπε  αυτή  η 

ασκήτρια, ήταν η απόκρυψη των αρετών της. Στο βίο της οσίας Ισιδώρας δεν μπορεί 

να διακρίνει κανείς άλλες επιδιώξεις της, εκτός από την αποφυγή της δόξας και της 

τιμής, που προφανώς της αποδιδόταν από τους άλλους χριστιανούς. Κύριο μέλημά 

της  ήταν  η  ανωνυμία  και  η  αθόρυβη  πορεία  προς  τον  Κύριο,  αποφεύγοντας  το 

εμπόδιο  που η γνωστοποίηση των αρετών της θα μπορούσε να της αποτελέσει.  Η 

162 Νικηφόρου πρεσβυτέρου, Βίος και πολιτεία του οσίου πατρός ημών Ανδρέου του δια Χριστόν σαλού 
59, PG 111, 700Β, για ολόκληρο το περιστατικό βλ. ό. π., 57‐59, PG 111, 696D‐700C. 
163 Ο στάρετς Θεόφιλος. Ο δια Χριστόν σαλός ασκητής της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου, σ. 72. 

164 Ιωάννου Κ. Κορναράκη, Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, σ. 115‐116.

165 Βλ. Παλλαδίου Ελενουπόλεως, Λαυσαϊκή ιστορία 41‐42, PG 34, 1106A‐1107C.
220
οσία Ισιδώρα ήταν πάρα πολύ συνηθισμένη και προσκολλημένη σε αυτό το τρόπο 

της ζωής της. Όταν ο άγιος Πιτηρούμ αποκάλυψε σε όλες τις μοναχές το αληθινό 

πρόσωπό  της,  αυτή  δεν  μπόρεσε  να  το  αντέξει  και  γι᾿  αυτό  το  λόγο  έφυγε  κρυφά 

από το μοναστήρι. Ο βίος της οσίας Ισιδώρας αναφέρει περί αυτού του γεγονότος: 

«Μετὰ  δὲ  ὀλίγας  ἡμέρας  ὑπὸ  πασῶν  τιμωμένη  μεγάλως,  καὶ  παρὰ  πασῶν 

θεραπευομένη, μὴ ἐνεγκοῦσα ἐκείνη ἡ μακαρῖτις τὴν δόξαν καὶ τὴν τιμὴν τὴν παρὰ 

πάσης  τῆς  ἀδελφότητος,  καὶ  τὰς  ἀπολογίας,  ἄχθος  τοῦτο  ἡγησαμένη,  λάθρα 

ἐξῆλθεν  τοῦ  μοναστηρίου·  καὶ  ὅπου  ἀπῆλθεν,  ἢ  ποῦ  κατέδυ,  ἢ  ποῦ  ἐτελεύτησεν, 

ἔγνω  οὐδεὶς  ἄχρι  τῆς  δεῦρο»166.  Η  παραπάνω  συμπεριφορά  της  οσίας  Ισιδώρας, 

ενισχύει την άποψη, ότι το πρώτο και μεγαλύτερο μέλημα των δια Χριστόν σαλών 

ήταν  ή  αποφυγή  της  ανθρώπινης  δόξας,  πράγμα  το  οποίο  αποκτάται  με  το 

καλύτερο  τρόπο,  δια  της  περιφρονήσεως  και  του  εξευτελισμού.  Όταν  αυτά  τα 

τελευταία  στοιχεία  έλειψαν  από  τη  ζωή  της  αγίας  ασκήτριας,  αυτή  είχε  δύο  μόνο 

επιλογές.  Είτε  να  συνεχίσει  την  εντός  μοναστηριού  κανονική  μοναχική  ζωή, 

παρατώντας  την  άσκηση  της  σαλότητας.  Είτε  να  φύγει  από  τη  μονή  σε  κάποιο 

μέρος  όπου  δεν  ήταν  γνωστή,  και  όπου  θα  μπορούσε  να  συνεχίσει  την  «πτωχή  εν 

πνεύματι»  κρυμμένη  και  αγαπημένη  ζωή  της. Η  οσία  Ισιδώρα  διάλεξε  το  δεύτερο, 

το  οποίο  ήταν  πιο  ασφαλές  και  πιο  ωφέλιμο  για  τη  διαφύλαξη  της  πνευματικής 

ζωής της, και το οποίο ταίριαζε περισσότερο με την κλήση της. 

Οι  δια  Χριστόν  σαλοί  κατά  τη  διάρκεια  της  διαβιώσεώς  τους  εντός  της 

ανθρώπινης  κοινωνίας,  επιδιώκουν  επίσης  τον  εμπαιγμό  του  κόσμου  και  του 

σατανά. Ενδείξεις περί αυτού συναντάμε στους βίους των δια Χριστόν σαλών. Όταν 

ο  Ιωάννης,  ο  συνασκητής  του  Συμεών  του  σαλού,  προσπάθησε  να  πείσει  τον 

μοναδικό του φίλο να μείνει μαζί του για πάντα στην έρημο, αυτός διαφωνώντας, 

του  απάντησε:  «Πίστευσον,  ἐγὼ  οὐ  μένω,  ἀλλ᾿  ἐν  τῇ  δυνάμει  τοῦ  Χριστοῦ  ὑπάγω, 

ἐμπαίζω τῷ κόσμῳ»167. Ο συγγραφέας του βίου της αγίας Ξένης της Πετρουπόλεως, 

περί του ίδιου θέματος αναφέρει: «Κρύβοντας ἡ ὁσία Ξένη τὸν θησαυρὸ τῶν ἁγίων 

ἀρετῶν  της  ἀπὸ  τὸν  κόσμο  καὶ  περιφρονώντας  τὴν  μάταιη  δόξα  καὶ  τὶς  τιμὲς  τῶν 

166 Ό. π., 42, PG 34, 1107BC. 
167 Λεοντίου Νεαπόλεως, Βίος του αγίου Συμεών του δια Χριστόν Σαλού 27, PG 93, 1704Β. 
221
ἀνθρώπων ἢ μᾶλλον ἐμπαίζοντας τοὺς τρεῖς μεγάλους ἐχθροὺς τῆς σωτηρίας μας, 

τὸν  κόσμο,  τὸν  διάβολο  καὶ  τὴν  σάρκα,  προχωροῦσε  διὰ  τῆς  πτωχείας  καὶ  τῆς 

κακοπαθείας  τὴν  στενὴ  καὶ  τεθλιμμένη  ὁδὸ  πρὸς  τὸν  Παράδεισο»168.  Ο  εμπαιγμός 

του κόσμου και του σατανά μπορεί να φέρνει κάποιες πνευματικές ωφέλειες, όταν 

αυτός  ακολουθεί  ή  συνυπάρχει  με  την  ενάρετη  ζωή  σε  υψηλότατο  βαθμό.  Όταν 

όμως  κάποιος  δεν  τηρεί  αυτό  τον  κανόνα,  αναπόφευκτος  θα  βλάψει  πνευματικά 

τόσο τον εαυτό του όσο και τους συνανθρώπους του. 

Από  τα  παραδείγματα  τέτοιων  συμπεριφορών,  που  παρουσιάστηκαν  στο 

προηγούμενο υποκεφάλαιο αυτής της εργασίας169, επανερχόμαστε στο περιστατικό 

που αφορά τον γνωστό πατέρα της Εκκλησίας τον όσιο Ισαάκ τον Σύρο, ο οποίος με 

σκοπό να κοροϊδέψει τους άλλους χριστιανούς, ήθελε να φάει το πρωί της Κυριακής 

στην στοά της Εκκλησίας. Κάποιος έμπειρος γέροντας, στον οποίο απευθύνθηκε με 

αυτή  τη  σκέψη  ο  όσιος  Ισαάκ,  του  απαγόρεψε  όμως  να  προχωρήσει  σε  αυτή  την 

πράξη,  αποκαλύπτοντάς  του  επίσης  τον  σκοπό  τέτοιων  ενεργειών,  τις  οποίες 

επιτρέπει  ο  Θεός  μόνο  σε  μεγάλους  ασκητές  και  φορείς  του  Αγίου  Πνεύματος.  Ο 

συνομιλητής του οσίου Ισαάκ του Σύρου σχετικά με αυτό το θέμα λέει: «Οἱ ἀρχαῖοι 

πατέρες  τοιαῦτα  ἐποίουν,  διὰ  τὰς  πολλὰς  θαυματουργίας,  ἃς  ἐπετέλουν,  καὶ  διὰ 

τὴν  τιμήν,  ἣν  εἶχον,  καὶ  τὸ  μέγα  ὄνομα.  Ἐποίουν  δὲ  ταῦτα,  ἵνα  ἀτιμασθῶσι,  καὶ 

ἀποκρύψωσι τὴν δόξαν τῆς πολιτείας αὐτῶν, καὶ μακρὰν ποιήσωσιν ἀπ᾿ αὐτῶν τὰς 

αἰτίας τῆς ὑπερηφανίας»170. 

Με  πολύ  πετυχημένο  και  συνάμα  σύντομο  τρόπο,  αυτή  η  πτυχή  του 

φαινομένου  της  σαλότητας  παρουσιάζεται  στην  εισαγωγή  ενός  μεταφρασμένου 

στα  νεοελληνικά  βίου  του  οσίου  Ανδρέα  του  δια  Χριστόν  σαλού171.  Ο  συγγραφέας 

αυτής της εισαγωγής γράφει σχετικά με αυτό το θέμα: «Οἱ ἅγιοι διά Χριστόν σαλοί 

παίζουν  ἕνα  ἱερό  παιγνίδι.  Ἐμπαίζουν  τόν  κόσμο  καί  τά  τοῦ  κόσμου  τούτου,  τοῦ 

168  Μητροπολίτου  Ωρωπού  και  Φυλής  Κυπριανού  (Προέδρου  Ιεράς  Συνόδου  Ενισταμένων),  Η  Οσία 
Ξένη η Ρωσίδα η δια Χριστόν Σαλή, έκδ. Ιεράς Επισκοπικής Μονής Αγίων Μαρτύρων Κυπριανού και 
Ιουστίνης, Φυλή Αττικής 41993, σ. 27. 
169 Βλ. σ. 200‐201 αυτής της εργασίας. 

170 Λόγος 76, ό. π., σ. 296. 

171  Ο  αναφερόμενος  εδώ  βίος  του  μακαρίου  Ανδρέα  του  σαλού  αποτελεί  ένα  από  τα  πολλά 

υπάρχοντα σήμερα κείμενα, μεταφρασμένα στη σύγχρονη γλώσσα. 
222
ματαίου  καί  φιλοδόξου.  Ἐμπαίζουν  τά  κοσμικά  σχήματα,  τήν  δῆθεν  ἀξιοπρέπεια 

καί  κοσμική  εὐγένεια,  τήν  διπλωματία  καί  τήν  ὑποκρισία,  τήν  πολιτική  καί  τήν 

ἐπιτήδευσι,  τήν  ἐπίδειξι  καί  τόν  φαρισαϊσμό.  Ἐμπαίζουν  αὐτό  τό  γελοῖο  κοσμικό 

δόγμα ὡρισμένων, πού ἐκφράζεται μέ τό “τί θά πῆ ὁ κόσμος”, μέ τό “πῶς θά φανῶ 

στόν  κόσμο”.  Τελικά  ἐμπαίζουν  τούς  ἴδιους  τούς  δαίμονες,  οἱ  ὁποῖοι  στό  πρόσωπο 

τῶν ἁγίων σαλῶν βρῆκαν τούς ἰσχυρότερους ἀντιπάλους»172. 

Μόνο  σε  ορισμένους  εκλεκτούς  μαθητές  του  Κυρίου  δίδεται  η  χάρη  να 

εμπαίζουν τον κόσμο και τον κοσμοκράτορα του αιώνος τούτου με σκοπό όχι μόνο 

την καταφρόνηση αυτών των ασκητών από τον κόσμο, αλλά και για να βοηθήσουν 

τους άλλους χριστιανούς να ενδυναμωθούν και να στερεωθούν πνευματικά. Για να 

επιτευχθεί ο σκοπός αυτός, έπρεπε να επιστρέψουν οι ίδιοι μέσα στον κόσμο, κάτι 

που  επιδοκιμάζεται  σε  ειδικές  περιπτώσεις  και  από  την  ορθόδοξη  Παράδοση.  Οι 

Πατέρες  της  Εκκλησίας  λένε  πως  είναι  δυνατόν,  για  εκείνους  οι  οποίοι 

εγκατέλειψαν αρχικά τον κόσμο και πέτυχαν την τέλεια κάθαρση, να επιστρέψουν 

ξανά  μέσα  στην  κοινωνία  των  ανθρώπων  με  σκοπό  την  ωφέλεια  και  τη  σωτήρια 

καθοδήγηση των άλλων173. Δεν είναι μια αποστολή που απευθύνεται σε όλους τους 

χριστιανούς,  γιατί  «Ἄλλους  μὲν  σῶσαι  οὐ  πάντες  ἀπαιτούμεθα»174,  αλλά  μόνο  σε 

εκλεκτούς  μαθητές  του  Κυρίου  οι  οποίοι  για  κάποιο  διάστημα  της  ζωής  τους 

επιφορτίζονται  από  το  Θεό  με  αυτό  το  διακόνημα.  Σε  αυτή  την  κατηγορία  των 

μελών  της  Εκκλησίας  κατατάσσονται  και  οι  περισσότεροι  δια  Χριστόν  σαλοί175. 

Στην προσπάθειά τους να σώσουν τους ανθρώπους από τις πνευματικές συμφορές 

172 Αρχιμ. Ιγνατίου, Εισαγωγή, στο: Όσιος Ανδρέας ο δια Χριστόν σαλός, σ. 17. 
173 Βλ. Ιωάννου Σιναΐτου, Κλίμαξ 3, PG 88, 665ΒC. 
174 Ό. π., 664CD. Με άριστο τρόπο αναπτύσσει αυτό το θέμα ο άγιος Παΐσιος Βελιτσκόφσκι. Αυτός ο 

μεγάλος  δάσκαλος  της  Ορθοδοξίας  γράφει:  «Σῶσε  τόν  ἑαυτό  σου.  Φρόντισε  νά  σωθῆς.  Κανείς, 
[“ἐκτός ἀπό ἐκείνους στούς ὁποίους ἐδόθη” (Λουκ. 8, 10)], δέν θά χρειασθῆ νά δώσει λόγο, γιατί δέν 
ἐδίδαξε ἄλλους. Ἐκεῖνοι, ὀφείλουν ἀκόμη καί νά πεθάνουν· καί νά θυσιάσουν τήν ζωή τους, γιά τά 
ποίμνιά τους. Γιά τόν ἑαυτό μας ὅμως θά δώσουμε ὅλοι μας λόγο! Ἀκόμη καί μεγάλοι μοναχοί, ὅταν 
τοποθετήθηκαν  σέ  θέσεις  μέ  δόξα  καί  τιμές,  καί  μέ  τήν  ὑποχρέωση  νά  διδάσκουν  ἄλλους  καί  νά 
ἔχουν εὐθύνη γι᾿ αὐτούς, σηκώθηκαν καί, … , τά ἄφησαν ὅλα καί ἐκράτησαν τήν φροντίδα μόνο γιά 
τόν ἑαυτό τους! Πόσο πιό πολύ ἔχομε χρέος ἐμεῖς, οἱ ἁμαρτωλοί καί ἀδύνατοι, νά τά ἀφήσωμε στήν 
ἄκρη  ὅλα  ἐκεῖνα  τά  ζητήματα,  πού  μόνο  νά  μᾶς  βλάψουν  μποροῦν·  καί  ἐμᾶς·  καί  ἄλλους!  Ἀντί 
λοιπόν γιά πολλούς, ἄς φροντίζωμε γιά τόν ἑαυτό μας», Τα Κρίνα του Αγρού, σ. 131. 
175 Δεν το είχαν κάνει όλοι οι δια Χριστόν σαλοί, γιατί κάποιοι από αυτούς φρόντισαν πρώτ᾿ απ᾿ όλα 

για τη σωτηρία του εαυτού τους. 
223
χρησιμοποιούν  συνήθως  ιδιότροπα  και  συνάμα  παράξενα  για  την  κοινή  λογική 

μέσα. Ο ιδιαίτερος αυτός τρόπος με τον οποίο αυτοί πολεμούσαν τις δυνάμεις του 

κακού, που μπορεί να θεωρηθεί κάτι το ασυνήθιστο για την χριστιανική Παράδοση, 

αποδεικνύεται  αποτελεσματικός  και  οικοδομητικός,  όταν  μεταχειρίζεται  από 

αυτούς  τους  χριστιανούς  οι  οποίοι  με  τη  ζωή  τους  είχαν  νικήσει  πλέον  τον  κόσμο 

και ζούσαν ολοκληρωτικά αφοσιωμένοι στον Κύριό τους. 

Για τέτοιους ανθρώπους μιλάει σε ένα από τα κείμενά του ο άγιος Συμεών ο 

Νέος Θεολόγος, ο οποίος λέει ότι αυτός που με το πρόσχημα της κακίας προφέρει 

φαινομενικά  πονηρούς  λόγους,  με  σκοπό  να  μάθει  καλά  τα  τελούμενα  από  το 

διάβολο,  ώστε να  οδηγήσει τους  δράστες  των  κακών  σε μετάνοια  και  σωτηρία  και 

εξομολόγηση,  αυτός  γίνεται  πράγματι  χρηστομίμητος  και  συνεργός  του  Θεού  και 

σωτήρας  των  ανθρώπων.  Αυτό  όμως  είναι  έργο  εκείνων  μόνο,  των  οποίων  η 

αίσθηση  είναι  αναίσθητη  για  τον  αέρα  τούτο  και  τον  κόσμο  και  τα  αισθητά 

πράγματα. Η διάνοια αυτών των ανθρώπων δεν πάσχει μαζί με τα ορώμενα, αλλά 

έφυγε έξω από το σώμα της ταπεινώσεως. Τέτοιος βίος είναι έργο των ισαγγέλων, 

δηλαδή  εκείνων  που  ενώθηκαν  τελείως  με  το  Θεό  και  απέκτησαν  μέσα  τους 

τελείως όλον τον Χριστό με έργο και εμπειρία, με αίσθηση και γνώση και θεωρία176. 

Η  παραπάνω  περιγραφή  του  αγίου  Συμεών  του  Νέου  Θεολόγου, 

χαρακτηρίζει  ακριβώς  τους  δια Χριστόν  σαλούς.  Αυτοί  οι  γίγαντες  του  Πνεύματος 

ευρισκόμενοι  σε  μια  τέτοια  χαριτωμένη  και  ένθεη  κατάσταση,  καλούνται  από  το 

Θεό  να  σηκώσουν  ένα  ιδιαίτερα  βαρύ  σταυρό.  Αυτοί  οι  ασκητές  υπακούοντας  στη 

φωνή του Κυρίου, επιστρέφουν μέσα στην ανθρώπινη κοινωνία και ζουν ανάμεσα 

στους  ανθρώπους  προσποιούμενοι  τον  σαλό,  τον  τρελλό,  και  τον  ανισόρροπο. 

Κρύβοντας  με  την  προσποιητή  σαλότητά  τους  τον  πλούτο  των  αρετών  τους, 

αγωνίζονται  με  διάφορους  και  παράδοξους  τρόπους  για  την  πνευματική  ωφέλεια 

των  άλλων.  Περιφρονούμενοι,  ενεργούν  πράγματα  θαυμαστά,  τα  οποία  γίνονται 

αιτία  μετανοίας  και  σωτηρίας  πολλών  άλλων  ανθρώπων.  Φροντίζοντας 

ταυτόχρονα  η  πρόθεσή  τους  να  μη  γίνει  αντιληπτή.  Οι  δια  Χριστόν  σαλοί  δια  του 

εμπαιγμού του κόσμου και των δήθεν αξιών του, καθοδηγούν της καλοπροαίρετες 

176 Βλ. Κατηχήσεις 8, 16‐29, SC 104, σ. 86‐88. 
224
ανθρώπινες ψυχές στη μοναδική αξία, η οποία δεν είναι τίποτα άλλο, παρά ο ίδιος 

ο Χριστός 177. 

Η  παραπάνω  άποψη  στηρίζεται  σε  πάρα  πολλά  κείμενα  των  βίων  των 

σαλών.  Ο  Λεόντιος  Νεαπέλεως,  στο  προοίμιο  του  βίου  του  αγίου  Συμεών  του  δια 

Χριστόν  Σαλού, γράφει:  «οὐ δίκαιον γὰρ ᾤετο τὸν οὕτω παρὰ  Θεοῦ τιμηθέντα  καὶ 

ὑψωθέντα, τῆς τῶν ὁμοφύλων καταφρονῆσαι σωτηρίας»178. Ο Λεόντιος έχει γράψει 

αυτά τα λόγια εννοώντας τα μεγάλα κατορθώματα στα οποία είχε φθάσει ο όσιος 

Συμεών ο Σαλός. Και ο ίδιος ο Συμεών ομολογεί την επιθυμία του να βοηθήσει τους 

άλλους χριστιανούς, απευθυνόμενος στο συνασκητή του Ιωάννη. «Τί ὠφελούμεθα 

λοιπὸν,  ἀδελφὲ,  ἐν  τῇ  ἐρήμῳ  ταύτῃ  διατρίβοντες;  Ἀλλ᾿  ἐὰν  ἀκούσῃς  μου,  ἀνάστα, 

ἀπέλθωμεν,  σώσωμεν  καὶ  ἄλλους»179.  Ο  πόθος  του  αγίου  Συμεών  τελικά 

πραγματοποιήθηκε, σύμφωνα με όσα λέει ο Λεόντιος: «ἐπὶ τὸν κόσμον ὑπέστρεψεν 

ὁ  γενναῖος,  συμπαθῆσαι  καὶ  σῶσαι  τοὺς  πολεμουμένους  βουλόμενος»180.  Την 

εντολή να γυρίσουν και να δράσουν στον κόσμο ή γενικώς σε κάποια  χριστιανική 

κοινωνία, έλαβαν από το Θεό οι περισσότεροι δια Χριστόν σαλοί ως ο μόνος τρόπος 

με τον οποίο αυτοί θα μπορούσαν να βοηθήσουν τον κόσμο στα προβλήματά του. 

Στον μακάριο Ανδρέα τον σαλό της Κωνσταντινουπόλεως, ο Θεός έδωσε την 

εντολή  να  επιστρέψει  στον  κόσμο,  τη  στιγμή  της  αρπαγής  του  έως  του  τρίτου 

ουρανού.  Όταν  ο  αστραφτερός  άνδρας  [ο  άγγελος  του  Κυρίου]  πλησίασε  τον  όσιο 

και  του  έδειξε  τον  τόπο  που  ο  Θεός  τον  είχε  κατατάξει,  του  είπε  επιπλέον:  «ἀλλ᾿ 

ὕπαγε  τέως  εἰς  τὰ  τοῦ  κόσμου  πειρατήρια,  καὶ  εἰς  τὰ  κέντρα  ὅπου  οἱ  τρίβολοι  καὶ 

ἔχιδναι,  καὶ  οἱ  ὄφεις,  καὶ  οἱ  δράκοντες»181.  Κατά  πόσο  ο  όσιος  Ανδρέας  ήταν 

χρήσιμος  για  την  ανθρώπινη  κοινωνία,  φαίνεται  από  ένα  διάλογο,  μεταξύ  αυτού 

και του διαβόλου. Ο διάβολος αγανακτισμένος για τον δούλο που του πήρε ο όσιος 

και  για  τους  κλέφτες  που  διόρθωσε182,  του  είπε  μεταξύ  άλλων:  ‐  Ανδρέα,  είσαι 

177 Βλ. Μητροπολίτου Ωρωπού και Φυλής Κυπριανού, Η Οσία Ξένη η Ρωσίδα η δια Χριστόν Σαλή, σ. 23.
178 Βίος του αγίου Συμεών του δια Χριστόν Σαλού 4, PG 93, 1673ΑΒ. 
179 Ό. π., 27, PG 93, 1704Α. 

180 Ό. π., 44, PG 93, 1725Α. 

181 Νικηφόρου πρεσβυτέρου, Βίος και πολιτεία του οσίου πατρός ημών Ανδρέου του δια Χριστόν σαλού 

40, PG 111, 676C.
182 Για αναφερόμενα εδώ περιστατικά βλ. ό. π., 71‐77, 111, 712Β‐717C. 
225
μεγάλος τύραννος. Τί πας και φανερώνεις σε τόσους ανθρώπους τις αμαρτίες που 

έχουν  κάνει, και τους φέρνεις  σε κατάνυξη και μετανοούν; Γιατί μπερδεύεσαι  στα 

πόδια  μου;  Τί  ανακατεύεσαι  με  τους  αμαρτωλούς,  που  βρίσκονται  στην  εξουσία 

μου,  και  τους  συμβουλεύεις  ν᾿  αφήνουν  την  αγαπημένη  μου  ανομία;  Έχουν  τον 

Μωϋσή και τους άλλους προφήτες, έχουν τα Ευαγγέλια, τον Παύλο και τους βίους 

των αγίων· ας συμμορφωθούν μ᾿ αυτούς! Δεν τους αρκούν τόσοι για νουθεσία; Γιατί 

μπαίνεις  κι  εσύ  στη  μέση;  Τί  δουλειά  έχεις  μ᾿  εμένα  δαιμονισμένε, 

κοσμοεμπαίχτη183; 

Σε  αυτό  το  σημείο  πρέπει  να  επισημανθεί,  ότι  οι  δια  Χριστόν  σαλοί 

ενέπαιζαν  τον  κόσμο,  δηλαδή  τους  ανθρώπους,  όχι  αυτόν  καθ᾿  εαυτόν.  Αυτοί  οι 

εργάτες του Θεού, με αυτόν τον τρόπο κορόιδευαν τις αμαρτίες τους, τα αμαρτωλά 

τους  πάθη,  τις  κακές  επιθυμίες,  επινοήσεις  και  διανοήσεις  τους.  Γενικώς  μπορεί 

κανείς  να  πει,  ότι  οι  σαλοί  ενέπαιζαν  την  κακία  του  κόσμου  αποσκοπώντας  στη 

διόρθωση,  στην  απαλλαγή  και  στην  απελευθέρωση  των  ανθρώπων  από  την 

κυριαρχία του σατανά. Επειδή κάθε αμαρτία είναι λίγο ή πολύ παραφροσύνη κατά 

το είδος και το τρόπο της, γι᾿ αυτό ενδέχεται κάποιος να πει, ότι αυτή είναι γέννημα  

και  προϊόν του παράφρονος εφευρέτη της ‐ του Εωσφόρου και των λεγεώνων του. 

Οι δια Χριστόν σαλοί αντέταξαν σε αυτή την κοσμική και δαιμονική παραφροσύνη, 

τη  δια  Χριστόν  μωρία,  ευτέλεια  και  σαλότητα.  Δι᾿  αυτού  του  τρόπου,  θεόθεν 

κινούμενοι,  πρώτον  προφύλαξαν  τον  εαυτό  τους  από  τον  κόσμο  και  τον  πονηρό, 

ύστερα  δε  βοήθησαν  τους  καλοπροαίρετους  ανθρώπους  να  μετανοήσουν,  ενώ 

αυτούς που ενέμειναν στο κακό, κατέστησαν αναπολόγητους. Το δε διάβολο και τις 

λεγεώνες  του,  οι  δια  Χριστόν  σαλοί  ενέπαιζαν  μιμούμενοι  τον  Χριστό,  ο  οποίος 

εξαπάτησε  τους  δαίμονες  με  το  εξωτερικό  σχήμα  του  ασθενούς  ανθρώπινου 

σώματος,  και  τους  έκανε  να  του  επιτεθούν  σαν  να  ήταν  κάποιος  συνήθης 

άνθρωπος.  Όμως  η  επίθεση  των  δαιμόνων  προσέκρουσε  στην  Παντοδύναμη  ισχύ 

του  Θεού  Λόγου,  και  ενώ  έβαλαν  τους  Ιουδαίους  να  τον  βασανίσουν  και  να  τον 

σταυρώσουν,  απέτυχαν  οικτρώς  να  βλάψουν  τον  Κύριο  και  να  ματαιώσουν  τη 

σωτηρία  των  ανθρώπων.  Σε  αυτή  τη  μάχη  με  το  Χριστό,  οι  ίδιοι  οι  δαίμονες 

183 Βλ. ό. π., 78, PG 111, 717D‐720A. Γι᾿ ολόκληρο το περιστατικό βλ. ό. π., 78‐79, PG 111, 717C‐720C. 
226
εξευτελίστηκαν  ως  ανίκανοι,  αδαείς,  και  ασθενείς,  διαπομπεύτηκαν, 

παραδειγματίσθηκαν,  αποκαλύφθηκαν  και  αναγκάστηκαν  να  αφήσουν 

ελεύθερους  τους  απ᾿  αιώνος  κεκρατημένους  στον  άδη  ανθρώπους.  Με  παρόμοιο 

τρόπο  και  οι  δια  Χριστόν  σαλοί,  βοηθούμενοι  από  τον  παντοδύναμο  και  πάνσοφο 

Θεό, ενέπαιζαν τους δαίμονες, παρουσιαζόμενοι σε αυτούς, ως τρελλοί, αμαρτωλοί 

και  δυστυχείς.  Και  ενώ  είχαν  κατέλθει  στα  βάθη  της  ταπεινοφροσύνης,  χωρίς 

πλέον  να  κινδυνεύουν  από  την  πανουργία  τους,  τους  άρπαζαν  πολλές  ψυχές 

σοφώς και εντέχνως, και τις οδηγούσαν στη Βασιλεία των Ουρανών184. 

Πρέπει  να  επισημανθεί  επίσης,  ότι οι  δια  Χριστόν σαλοί, δεν περιορίστηκαν 

στη  ζωή  τους  στις  παραπάνω  αναφερόμενες  δραστηριότητές  τους.  Υπάρχουν 

ανάμεσα  στους  σαλούς  κάποιοι,  οι  οποίοι  σήκωσαν  το  σταυρό  της  σαλότητας,  για 

την  άφεση  των  αμαρτιών,  είτε  των  δικών  τους  είτε  κάποιων  συγκεκριμένων 

πλησίον  τους  ανθρώπων.  Σε  αυτή  την  ομάδα  ασκητών,  ανήκει  μεταξύ  άλλων  ο 

επίσκοπος  Βαρνάβα  Μπελιάγιεφ,  ο  Μάρκος  του  Ιπποδρομίου,  και  η  οσία  Ξένη  η 

Ρωσίδα η δια Χριστόν σαλή. 

Τα  δύο  πρώτα  πρόσωπα,  άσκησαν  τη  σαλότητα,  για  να  τους  συγχωρέσει  ο 

Θεός  πρωτίστως  τις  δικές  τους  αμαρτίες.  Ο  επίσκοπος  Βαρνάβας,  παρά  τις 

προειδοποιήσεις  της  Μαρίας  Ιβάνοβνα  της  σαλής,  διέπραξε  μεγάλο  αμάρτημα 

υπογράφοντας  κάποια  σημεία  της  διακήρυξης  των  σχισματικό‐ανανεωτικών 

ορθοδόξων185.  Ο  επίσκοπος  μετά  από  αυτή  την  ενέργεια,  καταλαβαίνοντας  πως  ο 

σατανάς  τον  κορόιδεψε,  κατέφυγε  στην  έρημο  Ζωσίμοβα,  όπου  έκλαψε  πικρά  και 

προσευχήθηκε  θερμά,  για  να  βρει  την  έξοδο  από  τη  δύσκολη  πνευματική  του 

κατάσταση.  Ο  δρόμος  στον  οποίο  τώρα  τον  καλούσε  ο  Θεός,  ήταν  η  δια  Χριστόν 

σαλότητα. Ο βίος του επισκόπου Βαρνάβα Μπελιάγιεφ σχετικά με αυτό το γεγονός 

αναφέρει  τα  εξής:  «οἱ  στάρετς  τῆς  Μονῆς  τόν  εὐλόγησαν  μετανοοῦντα,  ν᾿ 

ἀκολουθήσει  τόν  τραχύ  δρόμο  τοῦ  διά  Χριστόν  σαλοῦ.  Πῆρε  αὐτή  τήν  ἀπόφαση, 

ἐλπίζοντας ὅτι – μέ τά παθήματα καί τίς ποικίλες δυσκολίες – θά συγχωρηθοῦν οἱ 

δικές  του  ἁμαρτίες,  ἀλλά  καί  τῆς  Ρωσίας,  πού  ἀποστάτησε  ἀπό  τό  Θεό.  Αὐτός  ὁ 

184 Πρβλ. Ιωάννου Σιναΐτου, Κλίμαξ 26, PG 88, 1064CD. 
185 Βλ. σ. 207‐209 αυτής της εργασίας. 
227
ἄθλος  ἦταν  πραγματικό  μαρτύριο,  διότι  ἡ  μάζα  θεωροῦσε  ὅτι  ὁ  κάθε  πιστός  δέν 

εἶναι  κανονικός  ἄνθρωπος.  Ἡ  πίστη  ταυτιζόταν  μέ  τήν  τρέλα.  Πολλοί  ὀρθόδοξοι 

προσπαθοῦσαν  νά  κρύψουν  τήν  πίστη  τους  στά  βάθη  τῆς  καρδιᾶς  τους  κι 

ἐξωτερικά  νά  μή  δείχνουν  τίποτα.  Ὁ  ἐπίσκοπος  Βαρνάβας  ὁμολόγησε  τόν  Χριστό 

ἀνοικτά μέ ὅλη τή δύναμη καί τό περιεχόμενο τῆς καρδιᾶς του»186. 

Και  ο  Μάρκος  του  Ιπποδρομίου  ανάλαβε  τη  δια  Χριστόν  σαλότητα,  για  να 

του συγχωρέσει ο Θεός τις αμαρτίες του. Αυτός ο ασκητής αναγκάστηκε στο τέλος 

της  ζωής  του  να  αποκαλύψει  το  κρυπτό  έργο  του,  όταν  του  το  ζήτησε  ο 

αρχιεπίσκοπος  της  Αλεξάνδρειας,  κατόπιν  μυστικής  πληροφορίας  από  το  Θεό.  Ο 

ίδιος ο Μάρκος ομολογεί: «Μοναχὸς ἤμην καὶ κατεκυριεύθην ὑπὸ τοῦ δαίμονος τῆς 

πορνείας  ἔτη  δεκαπέντε  καὶ  ἐλθὼν  εἰς  ἑαυτόν,  λέγω·  Μᾶρκε,  δεκαπέντε  ἔτη 

ἐδούλευσας  τῷ  ἐχθρῷ,  δεῦρο  τὰ  ὅμοια  δούλευσον  τῷ  Χριστῷ.  Καὶ  ἀπῆλθον  εἰς  τὸ 

Πέμπτον  καὶ  ἐκεῖ  ἔμεινα  ὀκτὼ  ἔτη  καὶ  μετὰ  τὰ  ὀκτὼ  ἔτη  λέγω  ἐν  ἑαυτῷ·  δεῦρο 

εἴσελθε εἰς τὴν πόλιν καὶ ποίησον σεαυτὸν σαλὸν ἄλλα ὀκτὼ ἔτη· καὶ ἰδοὺ σήμερον 

πληροῦνταί μου τὰ ὀκτὼ ἔτη τοῦ σαλοῦ»187. 

Η  άλλη,  ειδική  περίπτωση,  αφορά  τη  δια  Χριστόν  σαλή  Ξένη  της  Αγίας 

Πετρουπόλεως.  Αυτή  η  ασκήτρια  έγινε  μωρή  για  τούτο  τον  κόσμο,  για  να 

συγχωρεθούν οι αμαρτίες του πεθαμένου άνδρα της, όπως διαβάζουμε στο βίο της: 

«ἡ  σαλότητα  τῆς  Ξένης  εἶχε  κάτι  τὸ  ἐντελῶς  ἰδιαίτερο  καὶ  βαθύτερο  ἀπὸ  τὶς 

γνωστές  μας  περιπτώσεις.  Ἡ  ὅλη  της  προσπάθεια  διαποτιζόταν  ἀπὸ  τὴν  βαθειὰ 

πνευματική ἀγάπη πρὸς τὸν σύζυγό της. Εἶχε τὴν ἐλπίδα, κατὰ κάποιο τρόπο,  ὅτι 

σηκώνει ἐπάνω της τὸ βάρος τῶν ἀμετανοήτων ἁμαρτημάτων τοῦ νεαροῦ Ἀνδρέα, 

ὁ ὁποῖος ἀπέθανε χωρὶς νὰ ἔχη μεταλάβει τὰ Ἄχραντα Μυστήρια»188. 

Η  αναζήτηση  και  η  διερεύνηση  του  σκοπού  τον  οποίο  είχαν  οι  δια  Χριστόν 

σαλοί  κατά  τη  διάρκεια  της  εντός  της  ανθρώπινης  κοινωνίας  ζωής  τους,  είναι 

ιδιαίτερα  σημαντικό.  Ο  όσιος  Ιωάννης  της  Κλίμακος  λέει,  ότι  «ὁ  σκοπὸς  ἐν  πᾶσι 

ζητεῖται  παρὰ  Κυρίου,  καὶ  ἐν  τοῖς  κατεπείγουσι,  καὶ  ἐν  τοῖς  ἀναβάλλεσθαι 

186 Μανώλη Μελινού, Άνθη αγίας Ρωσίας, σ. 91‐92. 
187 Το Μέγα Γεροντικόν. Θεματική συλλογή, τόμ. Β’, σ. 424, πρβλ. Ο αββάς Δανιήλ της Σκήτεως, σ. 24‐
25. 
188 Μητροπολίτου Ωρωπού και Φυλής Κυπριανού, Η Οσία Ξένη η Ρωσίδα η δια Χριστόν Σαλή, σ. 24. 
228
ὀφείλουσι»189. Αυτό τον κανόνα ακολουθούσαν και οι σαλοί. Αυτοί οι ασκητές, όπως 

στην περίπτωση της κλήσεώς τους, έτσι και στην περίπτωση της πραγματοποίησης 

της  αποστολής  τους,  πάντα  αποδεχόταν  τις  προθέσεις  του  Θεού.  Ο  Θεός  ως 

παντογνώστης και εκείνος που πάντα μελετά τις καρδιές των ανθρώπων190 ευλογεί 

και παραγγέλλει στον καθένα να κάνει αυτό το οποίο είναι χρήσιμο τόσο για αυτόν 

τον  ίδιο,  όσο  και  για  τους  άλλους.  Ο  Κύριος  καλώντας  τους  πνευματικά  ώριμους 

χριστιανούς  στην  οδό  της  σαλότητας  και  στέλνοντάς  τους  μέσα  στην  κοινωνία, 

απέβλεπε στην επανόρθωση και μεταμόρφωση του πνευματικού κόσμου. Αυτά τα 

καθήκοντά  τους  οι  δια  Χριστόν  σαλοί  εκτέλεσαν  με  άριστο  τρόπο,  μη 

παραμελώντας ταυτοχρόνως να αποφεύγουν διαρκώς τη δόξα των ανθρώπων και 

να επιδιώκουν την υπό του κόσμου καταφρόνησή τους. Δια της άκρας ταπεινώσεως 

στην  οποία  αποσκοπούσαν,  οι  σαλοί  μπορούσαν  να  νικήσουν  τον  διάβολο  και  να 

βοηθήσουν  τους  άλλους  χριστιανούς  οι  οποίοι  ήταν  υποδουλωμένοι  σε  αυτόν  και 

στα πάθη τους. Η σαλότητα επομένως αποτελεί ένα προσωπείο πίσω από το οποίο 

οι  δια  Χριστόν  σαλοί  βοηθούν  τους  χριστιανούς  στην  οδό  προς  τη  βασιλεία  των 

ουρανών. 

4. Σαλότητα και άλλες μορφές άσκησης 

Η σωστή κατανόηση της δια Χριστόν σαλότητας, ως ξεχωριστού τρόπου του 

χριστιανικού  ασκητισμού,  αποσκοπεί  στον  ακριβή  προσδιορισμό  της  θέσης,  της 

αξίας  και  της  χρησιμότητας  αυτού  του  πνευματικού  φαινομένου  στη  ζωή 

ολόκληρης  της  Εκκλησίας  του  Χριστού.  Η  απλανή  και  ορθή  θεώρηση  του 

αθλήματος  της  δια  Χριστόν  σαλότητας  θα  συμβάλλει  επίσης  στην  ευκολότερη 

αποδοχή  και  κατανόησή  του  από  τα  μέλη  της  συγκεκριμένης  εκκλησιαστικής 

κοινότητας μέσα στην οποία εκδηλώνεται. 

189 Κλίμαξ 26, PG 88, 1060Α. 
190 Βλ. Λκ. 16, 15· Α’ Ιω. 3, 20. 
229
Ο  Συμεών  ο  Νέος  Θεολόγος  λέει,  ότι  πολλοί  μακάρισαν  τον  ερημικό  βίο, 

άλλοι  τον  κοινοβιακό,  άλλοι  δε  το  να  κυβερνούν  το  λαό,  να  νουθετούν,  να 

διδάσκουν  και  να  διοικούν  εκκλησίες.  Αυτός  όμως  ο  ίδιος  δεν  προτιμάει  ιδιαίτερα 

κανένα από αυτά τα λειτουργήματα. Κατά αυτόν τον πατέρα, το πιο σημαντικό και 

παμμακάριστο είναι, το να ζει κάθε χριστιανός για το Θεό και κατά το Θεό σε όλες 

τις  πράξεις  και  τα  έργα  του191.  Ο  Μάξιμος  ο  Ομολογητής  συμπληρώνει  λέγοντας, 

ότι υπάρχουν πολλοί δρόμοι που οδηγούν στις αιώνιες κατοικίες εφόσον υπάρχει η 

ποικιλία και η διαφορετικότητα των πνευματικών καταστάσεων και διαθέσεων των 

ανθρώπων.  Έτσι  ο  καθένας  που  έχει  τον  ένθεο  ζήλο,  μπορεί  να  διαλέξει  τον 

καταλληλότερο  γι᾿  αυτόν  δρόμο  της  ζωής  του,  ο  οποίος  θα  μπορέσει  να  τον 

οδηγήσει  στη  Βασιλεία  του  Θεού192.  Ο  άγιος  Μάξιμος,  σύμφωνα  μ᾿  ένα  σύγχρονο 

θεολόγο  εννοεί  με  αυτό,  ότι  «κάθε  ἄνθρωπος  ἔχει  λάβει  ἀπό  τόν  Θεό  τό  δικό  του 

τάλαντο σωτηρίας, δηλ. τά δικά του μέτρα ἀγωνιστικῆς προσπάθειας, δυνάμει τῆς 

ὁποίας ἀκολουθεῖ τόν δικό του δρόμο πρός τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Καί ἐφόσον αὐτό 

συμβεῖ,  ἔχει  φθάσει  στά  δικά  του  μέτρα  τελειότητος  ἐν  Χριστῷ  Ἰησοῦ»193.  Ο  όσιος 

Νικόδημος  ο  Αγιορείτης,  στην  ερμηνεία  της  προς  Εφεσίους  επιστολής194, 

σχολιάζοντας την έννοια της τελειότητας μέτρο της οποίας είναι ο Χριστός λέει, ότι 

«Ἄνδρα  τέλειον,  καί  μέτρον  ἡλικίας  λέγει  ὁ  Παῦλος  τήν  τελειοτέραν  γνῶσιν  τῶν 

δογμάτων  τῆς  πίστεως,  καθώς  καί  πλήρωμα  Χριστοῦ  ὀνομάζει  τήν  παντελῆ  καί 

ὁλόκληρον  αὐτοῦ  γνῶσιν  καί  πίστιν»195.  Και  στη  συνέχεια  συμπληρώνει:  «Ἐδῶ  δέ 

ὠνόμασε τήν γνῶσιν τελείαν διά τό στερεόν καί ἀμετάπτωτον, διότι ὅταν ἡμεῖς δέν 

μεταπίπτωμεν,  ἀλλά  ἐκεῖνο  τό  ὀλίγον  ὁποῦ  ἐλάβομεν  τό  κρατῶμεν  μέ  κάθε 

σπουδήν καί βεβαιότητα, τότε τέλειοι λεγόμεθα»196. 

191 Βλ. Κεφάλαια 3, 65, SC 51 bis, σ. 160. 
192  Βλ.  Επιστολή  12,  PG  91,  504D.  Η  σωστή  επιλογή  του  τρόπου  χριστιανικής  ζωής,  έχει  μεγάλη 
σημασία για την περαιτέρω πνευματική πρόοδο του κάθε μέλους της Εκκλησίας του Χριστού. Αυτό 
το πράγμα υπογραμμίζουν και οι Πατέρες της Εκκλησίας, όπως ο Ιωάννης ο Σιναΐτης ο οποίος λέει: 
«Πρὸ πάντων τοῦτο καὶ ζητήσουσι, καὶ ποιήσουσιν οἱ ἐν Χριστῷ γνησίως δουλεῦσαι βουλόμενοι, ἵνα 
καὶ  τοὺς  τόπους,  καὶ  τοὺς  τρόπους,  καὶ  τὰ  καθίσματα,  καὶ  τὰ  ἐπιτηδεύματα  διὰ  πνευματικῶν 
Πατέρων, καὶ οἰκείας ἐπιγνώσεως ἁρμόζοντα ἑαυτοῖς ἐπιλέξωνται», Κλίμαξ 1, PG 88, 641C. 
193 Ιωάννου Κ. Κορναράκη, Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, σ. 28.

194 Βλ. Εφ. 4, 13. 

195 Ερμηνεία εις τας ΙΔ’ επιστολάς του αποστόλου Παύλου, τόμ Β’, σ. 434. 

196 Ό. π., σ. 435. 
230
Ο κάθε αγωνιζόμενος χριστιανός φθάνοντας στο δικό του μέτρο τελειότητας, 

διαφέρει  από  τον  άλλο  ως  προς  την  πνευματική  ηλικία  του,  δηλαδή,  ως  προς  το 

αποτέλεσμα  του  πνευματικού  του  αγώνα197.  Αυτή  την  άποψη  υποστηρίζει  και  ο 

Μεγάλος  Βασίλειος  ο  οποίος  λέει,  ότι  οι  ενάρετες  πράξεις  που  εκτελούνται  κατ᾿ 

εντολή  του  Κυρίου,  δεν  εκτιμούνται  με  το  ίδιο  τρόπο  σε  όλους  τους  ανθρώπους. 

Αυτό  συμβαίνει,  διότι  κάθε  χριστιανός  εκπληρώνει  τις  υποχρεώσεις  του  προς  το 

Θεό  με  διαφορετική  δύναμη,  ένας  περισσότερο  και  άλλος  λιγότερο198.  Όσο  πιο 

μεγάλη  προσπάθεια  καταβάλλει  ο  άνθρωπος,  τόσο  πιο  πολλούς  καρπούς  του 

Πνεύματος  θα  συγκεντρώσει,  γιατί  «Τὸ  πνεῦμα  τὸ  ἅγιον  κατὰ  τὸ  μέτρον  ἑκάστου 

κινεῖται ἐν αὐτῷ. Καὶ ἐξ ὧν τις προσεύχεται ὕλην λαβών, κινεῖται ἐν αὐτῷ»199. Αυτή 

η  διαφορετική  ανταπόκριση  των  χριστιανών  στο  κάλεσμα  του  Κυρίου,  έχει  τις 

διαφορετικές  συνέπειες  της.  Τους  εργάτες  του,  οι  οποίοι  εκπλήρωσαν  με  το 

διαφορετικό  τους  τρόπο  τις  εντολές  του,  ο  Θεός  τους  επιβραβεύει  επίσης 

διαφορετικά. Ο Ισαάκ ο Σύρος το εννοεί αυτό όταν λέει ότι όχι μόνο στην αυλή του 

επιγείου βασιλέα, μπορεί κανείς να δει διάφορες τάξεις υπηρετών. Δηλαδή, αυτούς 

που είναι ενδοξότεροι και στέκονται κοντά στον βασιλέα μετέχοντας στις μυστικές 

υποθέσεις του, και εκείνους που εκτελούν τις εξωτερικές υποθέσεις. Την ίδια εικόνα 

μπορεί να δει κανείς και στην αυλή του επουρανίου βασιλέα, στην οποία υπάρχουν 

ψυχές,  που  έχουν  πολύ  μεγάλη  παρρησία  μπροστά  στο  Θεό  και  οι  οποίες 

κοινωνούν μυστικώς δια προσευχής με το Θεό, αποκτώντας μεγάλο επουράνιο και 

επίγειο  πνευματικό  πλούτο.  Αυτοί  οι  χριστιανοί  έχουν  μεγαλύτερη  πνευματική 

επιρροή  μέσα  στο  κτιστό  κόσμο  από  εκείνους  που  υπηρετούν  το  Θεό  δια  κτιστών 

πραγμάτων  και  τον  ευαρεστούν  με  την  αγαθοεργία  τους,  πράγμα  εξίσου 

αξιέπαινο200. 

Η  αντίληψη  περί  των  διαφόρων  βαθμών  της  τελειότητας  των  ανθρώπων, 

ανιχνεύεται και στο βίο του οσίου Ανδρέα του δια Χριστόν σαλού, ο οποίος λέει, ότι 

στην  αρχή  οι  ψυχές  όλων  των  ανθρώπων  αστράφτουν  από  τον  ήλιο.  Όσο  όμως 

197 Βλ. Μαξίμου Ομολογητού, Προς Θαλάσσιον 10, PG 90, 289A. 
198 Βλ. Όροι κατ᾿ επιτομήν 203, PG 31, 1217Α. 
199 Iσαάκ Σύρου, Λόγος 32, ό. π., σ. 139. 

200 Βλ. Λόγος 79, ό. π., σ. 301‐302. Πρβλ. Ιωάννου Σιναΐτου, Κλίμαξ 1, PG 88, 632ΑΒ. 
231
προχωρεί  η  ηλικία,  παίρνουν  μορφή  ανάλογη  με  τις  πράξεις  τους.  Οι  ψυχές  όλων 

των ενάρετων χριστιανών δεν έχουν ωστόσο την ίδια λαμπρότητα. Η λαμπρότητα 

εξαρτάται από την ένταση της προσπάθειας του καθενός να καθαριστεί μέσω του 

αγώνα της αρετής. Ανάλογα με τον αγώνα λαμπρύνεται και η ψυχή. Όσο κάποιος 

υπομένει  κόπους  και  θλίψεις  για  τον  Κύριο,  τόσο  ανυψώνεται  και  τον  πλησιάζει, 

και όσο τον πλησιάζει, τόσο φωτίζεται και γίνεται θεός κατά χάρη με την κοινωνία 

του αγίου Πνεύματος. Όσο επιμένουμε στην νηστεία και αγρυπνία, στην προσευχή 

και  στην  εγκράτεια,  όπως  μας  τα  έχει  νομοθετήσει  το  άγιο  Πνεύμα,  τόσο 

περισσότερο λάμπει το πρόσωπο μας από την καθαρότητα και το φωτισμό201. 

Αυτές  οι  τοποθετήσεις  των  εκπροσώπων  της  Εκκλησίας  είναι  βασισμένες 

στα λόγια του Ιησού. Ο ίδιος ο Χριστός διδάσκοντας τον κόσμο είχε πει, ότι «ὁ δὲ ἐπὶ 

τὴν  καλὴν  γῆν  σπαρείς,  οὗτός  ἐστιν  ὁ  τὸν  λόγον  ἀκούων  καὶ  συνιείς,  ὃς  δὴ 

καρποφορεῖ  καὶ  ποιεῖ  ὃ  μὲν  ἑκατόν,  ὃ  δὲ  ἑξήκοντα,  ὃ  δὲ  τριάκοντα»202.  Όπως  και 

στην περίπτωση εκείνων που έλαβαν τα τάλαντα: «ᾧ μὲν ἔδωκεν πέντε τάλαντα, ᾧ 

δὲ δύο, ᾧ δὲ ἕν, ἑκάστῳ κατὰ τὴν ἰδίαν δύναμιν»203. Τα τάλαντα είναι προφανώς τα 

χαρίσματα, τα οποία δωρίζει ο Θεός κατά την κρίση του, σε όλους τους χριστιανούς, 

δωρεές,  οι  οποίες  ο  κάθε  χριστιανός  οφείλει  να  τις  πολλαπλασιάσει,  για  να  τις 

χρησιμοποιήσει  προς  το  καλό  και  το  συμφέρον  των  άλλων204.  Αλλο  ευαγγελικό 

κείμενο,  που  επικαλούνται  οι  Πατέρες  για  να  αποδείξουν  την  ύπαρξη  των 

διαφόρων  πνευματικών  χαρισμάτων  μεταξύ  των  μελών  της  Εκκλησίας,  είναι  τα 

λόγια  του  Κυρίου,  ο  οποίος  είπε  ότι  «ἐν  τῇ  οἰκίᾳ  τοῦ  πατρός  μου  μοναὶ  πολλαί 

201  Βλ.  Νικηφόρου  πρεσβυτέρου,  Βίος  και  πολιτεία  του  οσίου  πατρός  ημών  Ανδρέου  του  δια  Χριστόν 
σαλού  155‐156,  PG  111,  801C‐804A.  Στη  συνέχεια  του  ίδιου  κειμένου  περιγράφεται  και  το  παρόμοιο 
φαινόμενο  που  υπάρχει  στους  κόλπους  των  αμαρτωλών.  Ο  όσιος  Ανδρέας  λέει,  ότι  όταν  ψυχές 
δίδονται στα βρέφη, διατηρούνται αμόλυντες καθ᾿ όλη τη διάρκεια της κυοφορίας. Μετά τη γέννησή 
τους  όμως,  αν  αρχίζουν  να  αμαρτάνουν,  σκοτίζονται.  Και  όσο  βυθίζονται  και  κυλιούνται  στην 
αμαρτία, τόσο μαυρίζουν και γίνονται σαν την καπνιά, βλ. ό. π., 156, PG 111, 804A. Πρβλ. Ιωάννου 
Σιναΐτου, Κλίμαξ 1, PG 88, 633ΑC. 
202 Μτ. 13, 23. Για τη μεταφορική έννοια της λέξης «καρποφορώ», πρβλ. Ρωμ. 7, 4 και Κολ. 1, 6· 10. Ο 

όσιος  Νικόδημος  ο  Αγιορείτης,  ερμηνεύοντας  συγκεκριμένα  το  στίχο  1,  6  της  προς  Κολοσσαείς 
Επιστολής  λέει,  ότι  «Καρποφορεῖται  μέν,  λέγει,  τό  εὐαγγέλιον  διά  τά  καλά  ἔργα  τῶν  πιστευόντων 
εἰς αὐτό χριστιανῶν», Ερμηνεία εις τας ΙΔ’ επιστολάς του αποστόλου Παύλου, τόμ Β’, σ. 625.
203 Μτ. 25, 15. 

204 Βλ. Μ. Βασιλείου, Όροι κατ᾿ επιτομήν 253, PG 31, 1252C.
232
εἰσιν»205. Ο Ισαάκ ο Σύρος ερμηνεύοντας αυτή την περικοπή λέει, ότι πολλές μονές 

του  Πατρός  ονομάζει  ο  Σωτήρ  τις  πνευματικές  βαθμίδες  των  κατοικούντων  σ᾿ 

εκείνη  τη  χώρα.  Ο  Ιησούς  χρησιμοποιώντας  αυτή  τη  φράση,  δεν  εννοούσε  τη 

διαφορά  των  τόπων,  αλλά  τις  διακρίσεις  και  ποικιλίες  των  πνευματικών 

χαρισμάτων, τα οποία απολαύουν κατά διάνοια οι άνθρωποι206. 

Οι  δια  Χριστόν  σαλοί,  όπως  φαίνεται  από  τους  βίους  τους,  αξιώθηκαν  να 

κατοικήσουν  στις  λαμπρές  μονές,  τις  κτισμένες  πλησίον  των  ανακτόρων  του 

Υψίστου.  Όταν  ο  όσιος  Ανδρέας  ο  δια  Χριστόν  σαλός  έπεσε  σε  έκσταση  και 

αρπάχθηκε  στο  τρίτο  ουρανό,  τον  πλησίασε  ένας  αστραφτερός  άνδρας.  Αυτός  ο 

απεσταλμένος  του  Θεού  του  είχε  πει  τα  εξής:  «Ἡ  σταύρωσις  τοῦ  Κυρίου  ἡμῶν 

Ἰησοῦ Χριστοῦ μετὰ σοῦ, πλὴν μακάριοι οἱ σαλοὶ, ὅτι πολλοί εἰσιν ἐν φρονήσει·  … 

Πλὴν καὶ τοῦτό σοι λέγω ξένον θαῦμα· οὐδεὶς γὰρ παρὼν ἐνταῦθα ἐπεδήμησεν, εἰ 

μὴ ὁ πλεῖον πάντων κοπιάσας ἐν τῷ Εὐαγγελίῳ207, καὶ σὺ αυτὸς, ὁ τοῦ κέρατος τῆς 

ἄκρας  ταπεινοφροσύνης  δραξάμενος»208.  Εξάγουμε  απ᾿  εδώ  δυο  σημαντικά 

στοιχεία.  Το  πρώτο  είναι  το  επίθετο  με  το  οποίο  χαρακτηρίζονται  εδώ  οι  σαλοί.  Ο 

άνδρας  που  συνάντησε  τον  όσιο  Ανδρέα  τους  αποκάλεσε  μακάριους, 

χαρακτηρισμός  που  υποδεικνύει  τους  σαλούς  ως  εκείνους  οι  οποίοι  εφάρμοζαν 

έμπρακτα με άριστο τρόπο τις χριστιανικές τους υποχρεώσεις, γίνοντας έτσι άξιοι 

να τιμούνται και να επαινούνται ως μακάριοι. Το δεύτερο είναι ότι αυτή η τιμή, της 

οποίας  αξιώθηκε  ο  Ανδρέας  ο  σαλός,  σπάνια  αποδίδεται  σε  άνθρωπο.  Αυτός  ο 

Σκύθης  κατά  το  γένος,  τόσο  προχωρημένος  πνευματικά,  έχει  φθάσει  στο  τρίτο 

ουρανό,  όπου  αξιώθηκε  να  προσκυνήσει  τον  Κύριο  Ιησού  Χριστό,  σπανιότατη 

περίπτωση στην ιστορία του χριστιανικού ασκητισμού. 

Τα  γνωρίσματα  της  εξαιρετικής  αυτής  θέσης  στην  ιεράρχια  της  αγιοσύνης 

που  κατέχουν  οι  σαλοί  απασχολούν  τους  ερευνητές  των  βίων  τους,  οι  οποίοι 

προσπαθούν  να  προσδιορίσουν  επίσης  τις  εσχατολογικές  προεκτάσεις  αυτού  του 

205 Ιω. 14, 2. 
206 Βλ. Λόγος 56, ό. π., σ. 224. 
207 Δηλαδή ο απόστολος Παύλος. 

208 Νικηφόρου πρεσβυτέρου, Βίος και πολιτεία του οσίου πατρός ημών Ανδρέου του δια Χριστόν σαλού 

40, PG 111, 676CD. 
233
τρόπου  άσκησης.  Ο  συγγραφέας  του  βίου  της  Ταρσώς  της  δια  Χριστόν  σαλής 

παρουσιάζει ως εξής τον εσχατολογικό ρόλο τέτοιων αγίων: «Οἱ ἅγιοι κρίνουν μέ τή 

θαυμαστή βιοτή τους τόν κόσμο πρίν ὁ Θεός κάνει τή δική του τελεσίδικη κρίση209! 

Ἀλλά  φαίνεται  ὅτι  οἱ  διά  Χριστόν  σαλοί,  οἱ  ἀναλαβόντες  διά  βίου  τόν  ἀγώνα  τῆς 

εὐαγγελικῆς μωρίας, θά ἔχουν, κατά τήν κρίση αὐτή, μιά ἀπό τίς πρῶτες θέσεις στό 

βάθρο τῆς κρίσεως τοῦ Θεοῦ, στό ὁποῖο θά ἀναδειχθοῦν ὡς παραδείγματα τελείας 

εὐαγγελικῆς  ζωῆς,  σωτηρίας  ἐν  Χριστῷ  Ἰησοῦ,  ὡς  “οἱ  καλῶς  ἀθλήσαντες  καί 

στεφανωθέντες” μωροί διά Χριστόν»210. 

Γιατί όμως ο Θεός δεν μοιράζει με ίσιο τρόπο τα τάλαντά του, τις δωρεές του; 

Σε αυτό το ερώτημα απαντάει ο Μεγάλος Βασίλειος όταν λέει, ότι «μὴ πάντα πᾶσιν 

ἐπιτετράφθαι, ἕκαστον δὲ ἰδίᾳ κλήσει μένειν, καὶ κατορθοῦν ἐπιμελέστερον τὸ ὑπὸ 

τοῦ  Κυρίου  πιστευθέν»211.  Η  διαφοροποίηση  των  χριστιανών  όσον  αφορά  την 

αφοσίωση  στην  εκπλήρωση  της  αποστολής  τους  μέσα  στην  κοινωνία  της 

Εκκλησίας αντιστοιχεί στη διαφοροποίηση των θέσεων και της αξίας τους μέσα στη 

βασιλεία  των  εσχάτων212.  Πρόκειται  για  μια  διαφοροποίηση  ρόλων  κατά  το 

πρότυπο  των  μελών  ενός  σώματος  –  όπως  και  ο  απόστολος  Παύλος  λέει  «ὁ  θεὸς 

ἔθετο  τὰ  μέλη,  ἓν  ἕκαστον  αὐτῶν  ἐν  τῷ  σώματι  καθὼς  ἠθέλησεν»213  –  μέσα  στο 

οποίο  όλα  τα  επιμέρους  συμβάλλουν  στην  οργανική  λειτουργία  του  συνόλου.  Η 

αντιστοιχία  του  εκκλησιαστικού  και  του  ανθρώπινου  σώματος,  την  οποία 

συναντάμε συχνά στα πατερικά συγγράμματα, υποδεικνύει τόσο την ενότητα όσο 

και την διαφορετικότητα μέσα σ᾿ αυτό το σύνολο. Παραθέτουμε ενδεικτικά γι᾿ αυτό 

μια  ερμηνεία  του  οσίου  Νικοδήμου  του  Αγιορείτη:  «ὁ  Θεός  ἠθέλησε  καί  ἐδιώρισεν 

εἰς  κάθε  μέλος  τοῦ  σώματος  τόν  ἐδικόν  του  φυσικόν  τόπον,  …  Τοιουτοτρόπως 

λοιπόν καί εἰς τήν ἐκκλησίαν ἐδιώρισεν ὁ Θεός ὁ ἕνας μέν νά εἶναι κάτω, διατί ἔτσι 

συμφέρει εἰς αὐτόν, ὁ ἄλλος δέ νά εἶναι ἄνω διατί ἔτσι τῷ συμφέρει. Καί πρέπει καί 

ἐκεῖνος μέν νά στέργῃ τόν κάτω τόπον, καί ἐτοῦτος δέ νά μήν ὑπερηφανεύεται διά 

209 Βλ. Α’ Κορ. 6, 2.
210 Ιωάννου Κ. Κορναράκη, Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, σ. 175.
211 Όροι κατ᾿ επιτομήν 303, PG 31, 1297Α.

212 Βλ. Συμεών Ν. Θεολόγου, Ηθικά 1, 102‐106, SC 122, σ. 230. 

213 Α’ Κορ. 12, 18. 
234
τόν  ἄνω  τόπον»214.  Ο  απόστολος  Παύλος  κατονομάζει  τα  διάφορα  χαρίσματα 

(εξωτερικά χαρίσματα) κατά τη σπουδαιότητα τους και τη θέση που κατέχουν μέσα 

στο  σώμα  της  Εκκλησίας.  Πρώτα  έρχονται  οι  απόστολοι,  σε  δεύτερη  θέση  οι 

προφήτες,  μετά  ακολουθούν  οι  διδάσκαλοι,  οι  θεραπευτές,  αυτοί  που 

παραστέκονται στις ανάγκες, οι διαχειριστές των κοινών ζητημάτων, και στο τέλος 

αυτοί που μπορούν να μιλούν πολλές γλώσσες215. Ο απόστολος διευκρινίζει, ότι δεν 

μπορεί  ο  κάθε επιμέρους χριστιανός να  κατέχει όλα  τα χαρίσματα 216. Η προτροπή 

του αποστόλου προς τους χριστιανούς είναι: «ζηλοῦτε δὲ τὰ χαρίσματα τὰ μείζονα. 

Καὶ  ἔτι  καθ᾿  ὑπερβολὴν  ὁδὸν  ὑμῖν  δείκνυμι»217,  λόγια  τα  οποία  ο  Νικόδημος  ο 

Αγιορείτης  τα  ερμηνεύει  λέγοντας:  «Mέ  τόν  λόγον  τοῦτον  αἰνιγματωδῶς 

φανερώνει ὁ ἀπόστολος ὅτι αὐτοί  [οι χριστιανοί] εἶναι οἱ αἴτιοι τοῦ νά λαμβάνουν 

μικρότερα  χαρίσματα  καί  ὄχι  μεγαλύτερα,  διότι  εἰπών  “ζηλοῦτε”  ζητεῖ  τήν  ἐδικήν 

τους σπουδήν καί τήν περισσοτέραν προθυμίαν εἰς τά πνευματικά. Βλέπε δέ ὅτι δέν 

εἰπε ζηλοῦτε τά μεγαλύτερα χαρίσματα, ἀλλά τά κρείττονα, ἤγουν τά χρησιμώτερα 

καί ὠφελιμώτερα εἰς ἐσᾶς καί εἰς τούς ἀδελφούς σας»218. 

Ποιο  είναι  όμως  το  ωφελιμότερο  από  όλα  τα  χαρίσματα,  το  οποίο 

υπαινίσσεται ο απόστολος Παύλος και πως αποκτιέται αυτό; Αυτό το χάρισμα είναι 

η αγάπη, για την οποία ο απόστολος των εθνών έχει γράψει το περίφημο «ύμνο της 

αγάπης»219.  Γι᾿  αυτό  το  λόγο  ο  Συμεών  ο  Νέος  Θεολόγος  λέει,  ότι  αρχίζοντας  από 

πολλά και διάφορα έργα και πράξεις, σαν να ξεκινούμε από διαφορετικούς τόπους 

και  από  πολλές  πόλεις,  καθένας  μπορεί  να  φθάσει  στο  κοινό  κατάλυμα,  τη 

βασιλεία  των  ουρανών.  Η  βασιλεία  των  ουρανών, μπορεί  να  παρομοιαστεί  με  μια 

μοναδική  και  κοινή  για  όλους  πόλη.  Ως  πόλη  πρέπει  να  εννοήσει  κανείς  εδώ  την 

αγία  και  αχώριστη  τριάδα  αρετών220  και  ιδιαίτερα  την  πρώτη  από  τις  τρεις,  την 

οποία λέγουν και τελευταία, διότι είναι τέλος των καλών και υπερβάλλει όλες τις 

214 Ερμηνεία εις τας ΙΔ’ επιστολάς του αποστόλου Παύλου, τόμ Α’, σ. 585‐586.
215 Το χάρισμα των γλωσσών ο απόστολος Παύλος το τοποθέτησε στο τέλος των χαρισμάτων, για να 
ταπεινώσει εκείνους που υπερηφανεύονταν για αυτό, βλ. ό. π., σ. 594. 
216 Βλ. Α’ Κορ. 12, 29‐30. 

217 Α’ Κορ. 12, 31.

218 Ερμηνεία εις τας ΙΔ’ επιστολάς του αποστόλου Παύλου, τόμ Α’, σ. 595. 

219 Βλ. Α’ Κορ. 13, 1‐13. 

220 Βλ. Α’ Κορ. 13, 13. 
235
άλλες,  δηλαδή  την  αγάπη.  Συνεχίζοντας  το  λογισμό  του  ο  Συμεών  ο  Νέος 

Θεολόγος λέει, ότι η αγάπη είναι ακατάληπτη κατά το λόγο της, απρόσιτη κατά τη 

δόξα,  ανεξιχνίαστη  κατά  τα  βουλεύματα,  αιώνια,  αφού  είναι  έξω  από  το  χρόνο, 

αθεώρητη,  διότι  νοείται  βέβαια  αλλά  δεν  καταλαμβάνεται221.  Ο  ίδιος  πατέρας  σε 

άλλο κείμενό του εξηγεί επίσης με σύντομο τρόπο, πώς κάποιος μπορεί να φθάσει 

στην αγάπη, η οποία κυριαρχεί στην ουράνια βασιλεία. Ο Συμεών ο Νέος Θεολόγος 

λέει: «Τοῦ Κυρίου λέγοντος· πολλαὶ μοναὶ παρὰ τῷ Πατρί μού εἰσιν, εὔδηλον ὅτι καὶ 

πολλαὶ  σωτηρίας  ὁδοί·  πᾶσαι  δὲ  ἐν  μιᾷ  τῇ  τῆς  μετανοίας  ὁδῷ  τελειοῦνται  διὰ  τῆς 

τοῦ  κακοῦ  ἀποχῇς,  εἴτε  τὴν  τῆς  ἐλεημοσύνης  εἴποις  εἴτε  τὴν  τῆς  ξενιτείας  εἴτε 

πάσης  ἑτέρας  τοῦ  ἀγαθοῦ  πράξεως  ἐκπλήρωσιν,  πρὸς  τὴν  τῶν  κρειττόνων 

ἐπιτυχίαν»222. Και εφόσον η μετάνοια πάντα συμπορεύεται με το πένθος και με την 

ταπείνωση,  όπως  αποδείχθηκε  νωρίτερα223,  τότε  όλοι  οι  δρόμοι  που  οδηγούν  στην 

«ουράνια  πόλη»,  πρέπει  να  περάσουν  αναγκαία  μέσα  απ᾿  αυτή  την  αχώριστη 

τριάδα των αρετών. Τέτοιο άνθρωπο, που διακατέχεται από αυτή τη τριάδα αρετών, 

ο  αββάς  Ισαάκ  ο  Σύρος  τον  ανυψώνει  πολύ  υψηλά  στην  πνευματική  κλίμακα. 

Αυτός ο πατέρας λέει, ότι όποιος αισθάνθηκε τις αμαρτίες του, είναι ανώτερος από 

εκείνον που εγείρει νεκρούς με την προσευχή του μέσα στην κοινωνία των πολλών. 

Όποιος στενάζει μια ώρα για την ψυχή του, είναι ανώτερος από εκείνο που ωφελεί 

όλο  τον  κόσμο  με  την  εμφάνισή  του224.  Όποιος  αξιώθηκε  να  δει  τον  εαυτό  του, 

αυτός  είναι  ανώτερος  από  εκείνον  που  αξιώθηκε  να  δει  τους  αγγέλους.  Γιατί  ο 

τελευταίος  επικοινωνεί  με  τους  σωματικούς  οφθαλμούς,  ενώ  εκείνος  βλέπει  με 

τους οφθαλμούς της ψυχής. Όποιος ακολουθεί το Χριστό με πένθιμη διάθεση στην 

αναχώρηση,  αυτός  είναι  ανώτερος  από  εκείνον  που  τον  επαινεί  στις 

συναθροίσεις225. 

221 Βλ. Κατηχήσεις 1, 44‐67, SC 96, σ. 226‐228. 
222 Διάλογος σχολαστικού προς Συμεών τον Νέον Θεολόγον, EΠΕ 19Α, Θεσσαλονίκη  1983, σ. 608. Βλ. 
επίσης Scholastici cujusdam dialogus de Deo, ad Symeonem Theologum, PG 120, 712ΒC. 
223 Βλ. σ. 99‐100 αυτής της εργασίας. 

224 Στα Αποφθέγματα υπάρχει η διήγηση περί μιας νεαρής πόρνης, η οποία μετανόησε και σύντομα 

κοιμήθηκε  εν  Κυρίω.  Μια  ώρα  της  μετάνοιας  ήταν  αρκετή  γι᾿  αυτή,  ώστε  η  ψυχή  της  να  οδηγηθεί 
αμέσως  στους  ουρανούς  με  μια  φωτεινή  κλίμακα,  βλ.  Παλλαδίου  Ελενουπόλεως,  Αποφθέγματα 
αγίων Γερόντων, PG 65, 217Α‐220Α. 
225 Βλ. Λόγος 34, ό. π., σ. 153. 
236
Αυτή  η  πένθιμη  διάθεση,  η  οποία  μπορεί  να  ανυψώσει  υψηλά  τον  κάθε 

χριστιανό  στην  πνευματική  κλίμακα,  διακρίνει  και  τους  σαλούς  εργάτες  του 

Κυρίου. Γι᾿ αυτά τα στοιχεία της ζωής αυτών των ασκητών, με άριστο τρόπο μιλάει 

ένας σύγχρονος γνωστός πνευματικός πατέρας, ο οποίος αξιώθηκε προσωπικά να 

γνωρίσει  τους σαλούς του Κυρίου.  «Τό ἀγώνισμα τῆς διά Χριστόν σαλότητος εἶναι 

ἐπάνω  ἀπό  τήν  τελειότητα,  …  Εἶναι  δέ,  ὡς  ἄθλημα,  τό  πλέον  δύσκολον  ἔχον 

ἰσόβιον σύντροφον τήν θλῖψιν, τήν προερχομένην τόσον ἀπό τόν σωματικόν κόπον 

τῆς  ἀσκήσεως  καί  τόν  πόλεμον  τῆς  ψυχῆς  ὑπό  τῶν  δαιμόνων,  ὅσο  καί  ἀπό  τούς 

συνανθρώπους,  οἱ  ὁποῖοι  θλίβουν  καί  ἀπορρίπτουν  τόν  ἀθλητήν  ὡς  ἄρρωστον, 

δαιμονισμένον  καί  τρελλόν.  Αὐτό  ὅμως  τούς  ἐξασφαλίζει  τήν  ταπείνωσι,  τήν 

ὁποίαν ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σῦρος ὀνομάζει “στολήν τῆς θεότητος”»226. 

Σε αυτό το σημείο πρέπει να υπογραμμιστεί ακόμα ένα στοιχείο, στο οποίο οι 

δια  Χριστόν  σαλοί  διαφέρουν  και  υπερέχουν  των  περισσοτέρων  άλλων  ασκητών. 

Αυτό  το  πράγμα  αφορά  τον  τόπο  της  δράσης  των  σαλών.  Στο  πεδίο  μάχης  αυτών 

των  ασκητών,  δεν  θα  άντεχαν  πολλοί  στρατιώτες  του  Χριστού,  γιατί  αυτό 

εντοπίζεται  μέσα  στα  ανθρώπινα  πλήθη,  και  πολύ  συχνά  εντός  του  κοσμικού 

περιβάλλοντος.  Όταν  ο  όσιος  Ανδρέας  ο  δια  Χριστόν  σαλός  ήρθε  σε  έκσταση  και 

βρέθηκε  κοντά  στο  δούλο  του  Θεού  Δανιήλ,  λεγόμενο  Στυλίτη,  ο  τελευταίος  τον 

χαιρέτησε με τα ακόλουθα λόγια: «Δεῦρο ὁ καλὸς δρομεὺς, καὶ· σεμνὸς σταδιάρχης, 

ὁ  ἐν  μέσῳ  θορύβου  ἀστράπτων  ὑπὲρ  τὸν  ἥλιον»227.  Οι  σαλοί  όχι  μόνο  έχουν  τις 

πνευματικές δυνάμεις να νικήσουν τους κοσμικούς πειρασμούς, αλλά προάγοντας 

το  έργο  τους  στις  δύσκολες  συνθήκες,  αναδεικνύονται  ως  μεγάλα  παραδείγματα 

της χριστιανικής ζωής. Το να μένει κάποιος για μεγάλο χρονικό διάστημα εντός του 

κοσμικού  περιβάλλοντος,  χωρίς  να  υποστεί  πνευματική  βλάβη,  δεν  είναι  εύκολο 

πράγμα.  Αυτό  το  κατόρθωμα  και  αυτή  η  συμπεριφορά,  δεν  είναι  καθόλου 

επιθυμητή στους περισσότερους ασκητές, γιατί αυτή συνήθως επηρεάζει αρνητικά 

226 Ιερομονάχου Αρσενίου, Πρόλογος, στο: Ιωάννου Κ. Κορναράκη, Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, σ. 11· 
Ισαάκ Σύρου, Λόγος 20, ό. π., σ. 76. 
227 Νικηφόρου πρεσβυτέρου, Βίος και πολιτεία του οσίου πατρός ημών Ανδρέου του δια Χριστόν σαλού 

99, PG 111, 744Β. 
237
την  πνευματική  ζωή  κάθε  χριστιανού.  Η  έγγραφη  μοναχική  παράδοση 

υπογραμμίζει συχνά τις βλαπτικές συνέπειες της συναναστροφής με τον κόσμο. 

Ο  αββάς  Αντώνιος,  λόγου  χάρη,  λέει,  ότι  όπως  τα  ψάρια,  αν  μείνουν  πολύ 

στη  ξηρά,  αποθνήσκουν,  έτσι  και  οι  μοναχοί,  αν  αργήσουν  έξω  από  το  κελλί  ή 

μείνουν  πολύ  με  κοσμικούς,  χαλαρώνουν  τον  τόνο  της  ησυχίας  τους.  Γι᾿  αυτό  το 

λόγο  οι  μοναχοί  πρέπει  να  τρέχουν  στο  κελλί  τους,  για  να  μη  λησμονήσουν  την 

εσωτερική  τους  φυλακή228.  Πιο  κατηγορηματικός  και  ξεκάθαρος  σε  αυτό  το  θέμα 

είναι ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. Αυτός ο πατέρας λέει, ότι σ᾿ εκείνους που είναι 

αποφασισμένοι  να  ζουν  πράγματι  μοναστικά,  είναι  δυσάρεστη  η  συναναστροφή 

όχι μόνο με τους πολλούς, αλλά και με τους ομότροπους. Γιατί αυτή η συμπεριφορά 

διακόπτει τη συνέχεια της προς το Θεό ευάρεστης συνομιλίας και  το μοναδικό του 

νου,  που  συνιστά  τον  εσώτερο  και  πραγματικό  μοναχό,  ο  οποίος  γίνεται  δυαδικός 

και μερικές φορές πολυσχιδή. Γι᾿ αυτό κάποιος από τους πατέρες, ερωτώμενος, για 

ποιο  λόγο  αποφεύγει  τους  ανθρώπους,  αποκρίθηκε:  γιατί  δεν  μπορώ 

συναναστρεφόμενος με τους ανθρώπους να είμαι μαζί με το Θεό 229. Κάποιος άλλος, 

εξηγώντας το ίδιο από την πείρα του, κατηγορεί όχι μόνο τη συναναστροφή, αλλά 

κι  αυτή  τη  θέα  των  ανθρώπων  ακόμη230,  γιατί  αυτή  μπορεί  να  καταστρέψει  τη 

σταθερότητα της διανοητικής ηρεμίας των ησυχαστών231. Ο ίδιος πατέρας σε άλλο 

κείμενό του λέει, ότι αν επιθυμεί κανείς να αποκτήσει τον αγιασμό, χωρίς τον οποίο 

κανείς  δεν  θα  δει  τον  Κύριο232,  ας  παραμένει  στο  κελλί  του,  κακοπαθώντας  και 

προσευχόμενος  με  ταπείνωση.  Γιατί  το  κελλί  του  καλού  μοναχού  είναι  λιμάνι 

σωφροσύνης,  ενώ  όλα  τα  εξωτερικά,  και  μάλιστα  τα  όσα  συμβαίνουν  στις  αγορές 

και  τα  πανηγύρια,  είναι  γεμάτα  από  πορνική  αναταραχή,  που  διεγείρεται  από 

άκοσμα ακούσματα και θεάματα και καταπνίγει την άθλια ψυχή του μοναχού που 

τα πλησιάζει233. 

228 Βλ. Παλλαδίου Ελενουπόλεως, Αποφθέγματα αγίων Γερόντων, PG 65, 77ΒC. 
229 Τα παραπάνω λόγια είχε πει ο αββάς Αρσένιος, βλ. ό. π., 92Α. 
230 Βλ. ό. π., 77C. 

231 Βλ. Προς Ξένην, PG 150, 1044A. 

232 Βλ. Εβρ. 12, 14. 

233 Βλ. Προς Ξένην, PG 150, 1072A. 
238
Τα  παραπάνω  πατερικά  κείμενα  που  τονίζουν  πόσο  βλαπτικό  είναι  το 

κοσμικό  περιβάλλον  για  τη  ψυχή  του  μοναχού,  αλλά  και  κάθε  χριστιανού  δεν 

συμβαδίζουν με τις διηγήσεις των βίων των δια Χριστόν σαλών που επισημαίνουν, 

ότι η κοσμική κοινωνία δεν γίνεται εμπόδιο για τους σαλούς στην πραγματοποίηση 

των  εποικοδομητικών  τους  σκοπών.  Ο  βιογράφος  της  ζωής  του  αγίου  Συμεών  του 

δια  Χριστόν  σαλού  λέει,  ότι  «ὁ  πάνσοφος  Συμεὼν  καθέστηκεν,  καὶ  πολύ  γε  τῶν 

πολλῶν  αἰδεσιμώτερος,  διότι  εἰς  τοσοῦτον  καθαρότητος,  καὶ  ἀπαθείας  ὕψος 

ἀνέδραμεν,  ὥστε  διὰ  τῶν  δοκούντων  τοῖς  ἐμπαθεστέροις  καὶ  σαρκωδεστέροις 

μολυσμὸν  καὶ  βλάβην  καὶ  ἐμπόδιον  τοῦ  πρὸς  ἀρετὴν  βίου  αὐτοῖς  ἐμποιεῖν,  διὰ 

τούτων  οὗτος  ὁ  καθαρώτατος,  ὥσπερ  μαργαρίτης  διὰ  βορβόρου  ἀμολύντως 

διώδευσε. Λέγω διὰ τῆς ἐν πόλει διατριβῆς, καὶ τῆς τῶν γυναικῶν ἀναστροφῆς, καὶ 

τῆς λοιπῆς βίου ἀπάτης»234. 

Το  άλλο  διακριτικό  γνώρισμα  των  δια  Χριστόν  σαλών,  είναι  οι  υπέρμετρες 

ασκήσεις  και  σωματικοί  κόποι  τους.  Ο  Συμεών  ο  σαλός,  πριν  να  πάει  στην  πόλη, 

πέρασε  στην  έρημο  τριάντα  ολόκληρα  χρόνια,  ζώντας  σε  μεγάλη  άσκηση  και 

κακοπάθεια, σε κρύο και ζέστη. Αυτός ο ασκητής, νικώντας όλους τους πειρασμούς, 

έφτασε στα υψηλά της πνευματικής τελειότητας. Με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος 

που υπήρχε σ᾿ αυτόν, αισθανόταν να μη φοβάται ούτε πάθος ούτε πείνα ή κρύο ή 

ζέστη, αλλά σχεδόν είχε φτάσει «ὑπὲρ τὰ μέτρα τῆς φύσεως τῆς ἀνθρωπίνης»235. 

Το  κέρδος  όμως  το  οποίο  αποκτά  ο  χριστιανός  από  την  εργασία  του,  δεν 

εξαρτάται  ούτε  από  τον  κόπο  του  ούτε  από  την  ποσότητα  των  εξωτερικών  έργων 

που διαπράττει αυτός ούτε από την ποιότητά τους. Πολλές φορές μάλιστα, τα πιο 

κοπιαστικά  έργα  δεν  συμφέρουν  τόσο,  όσο  τα  ελαφρότερα.  Είναι  βέβαια  μεγάλος 

εκείνος  που  δεν  παραλείπει  τίποτε  από  αυτά  που  μπορεί  να  κάνει.  Μεγαλύτερος 

234 Λεοντίου Νεαπόλεως, Βίος του αγίου Συμεών του δια Χριστόν Σαλού 2, PG 93, 1672Β. Η επιστροφή 
από την αναχωρητική ζωή στην κοινωνία, όπως έγινε στην περίπτωση του Συμεών του σαλού, είναι 
πάντα επικίνδυνη και απαιτεί τη μεγάλη πνευματική εμπειρία. Ακόμα και ο Ιωάννης, ο μοναδικός 
συνασκητής  του  Συμεών  επί  τριάντα  χρόνια  στην  έρημο,  όταν  έμαθε  για  το  σκοπό  του  μεγάλου 
φίλου του παραξενεύτηκε και του είπε: «Νομίζω, ἀδελφὲ, ὁ Σατανᾶς ἐφθόνησεν τὴν ἡσυχίαν ἡμῶν, 
καὶ ὑπέβαλέν σοι τὸν λογισμὸν τοῦτον. Τουναντίον κάθισον, καὶ τὸν δρόμον ἡμῶν, ὅπου ἐκλήθημεν 
ὑπὸ τοῦ Θεοῦ, εἰς τὴν ἔρημον ταύτην πληρώσωμεν», ό. π., 27, PG 93, 1704Β. 
235 Βλ. ό. π., 26, PG 93, 1701A‐1704D. Η αναλυτική εξέταση των ασκητικών αγώνων των δια Χριστόν 

σαλών γίνεται στο πέμπτο κεφάλαιο της εργασίας αυτής. 
239
όμως είναι εκείνος που με ταπείνωση επιχειρεί να κάνει εκείνα που ξεπερνούν τις 

δυνάμεις  του.  Όλα  αυτά  συμβαίνουν,  γιατί  ο  Θεός  πάντα  κρίνει  με  βάση  την 

πρόθεση  του  ανθρώπου  και  όχι  με  τα  έργα  που  έχει  κάνει  αυτός236.  Γι᾿  αυτό  οι 

Πατέρες λένε, ότι το σωστό είναι να αναζητούμε τη διάθεση στην προαίρεση. Γιατί 

εκείνος που θέλησε το αγαθό μόνο, αλλά εμποδίστηκε να το πράξει από αδυναμία, 

δεν είναι καθόλου κατώτερος στη διάθεση της ψυχής από αυτόν που φανέρωσε τη 

γνώμη του με τα έργα237. Αυτή η γνώμη επιβεβαιώνεται και από τα άλλα ακόλουθα 

κείμενα: «οὐ γὰρ πλήθει δώρων καὶ καμάτων, ἀλλὰ πλήθει προθέσεως ὁ Θεὸς τοὺς 

μισθοὺς  ἀποδίδωσι»238  και  «οὐ  γὰρ  κόποις,  ἀλλ᾿  ἁπλότητι  καὶ  ταπεινώσει  ὁ  Θεὸς 

ἐμφανίζεται»239. 

Ίσως  το  χαρακτηριστικότερο  κείμενο,  που  ενισχύει  τους  παραπάνω 

ισχυρισμούς,  βρίσκεται  στο  λόγο  «Περί  κενοδοξίας»  του  Ιωάννου  του  Σιναΐτου.  Ο 

συγγραφέας  της  Κλίμακος  λέει,  ότι  πολλοί  προκειμένου  να  αποκτήσουν  πλήρη 

απάθεια  και  πλούτο  χαρισμάτων  και  θαυματουργική  ενέργεια  και  δύναμη 

προγνωστική,  καταταλαιπορούν  άσκοπα  τα  σώματά  τους.  Ελησμόνησαν  οι 

ταλαίπωροι ότι όχι οι κόποι, αλλά κυρίως η ταπείνωση είναι η μητέρα όλων αυτών. 

Όποιος  απαιτεί  πνευματικά  δώρα  αντί  των  κόπων  του,  έβαλε  σαθρό  θεμέλιο. 

Όποιος όμως θεωρεί τον εαυτό του χρεώστη δούλο, αυτός ξαφνικά θα λάβει από το 

Θεό ανέλπιστο πλούτο240. 

Τα απροσδόκητα πλούτη, για τα οποία μιλάει ο Ιωάννης ο Σιναΐτης, ο Θεός 

τα  δώρισε  άφθονα  στους  δια  Χριστόν  σαλούς.  Αυτοί  οι  ασκητές  αξιώθηκαν  να 

λάβουν  αυτές  τις  θεϊκές  δωρεές,  πρωτίστως  δια  της  ταπεινώσεώς  τους.  Η 

ταπείνωση  και  τα  διάφορα  χαρίσματα  των  σαλών,  τους  κατέστησαν  μεγάλους 

εργάτες  στον  αμπελώνα  του  Κυρίου.  Ο  Σεραφείμ  του  Σάρωφ,  μιλώντας  στο 

συγκελλιώτη  του,  για  τη  σαλή  Πελαγία  Ιβάνοβνα,  λέει:  «πίστεψέ  το·  ἡ  γυναίκα 

αὐτή  πού εἶδες θά γίνει ἓνα μεγάλο ἀστέρι, πού θά φωτίσει ὃλο τόν κόσμο»241.  Τα 

236 Βλ. Ιωάννου Σιναΐτου, Κλίμαξ 26, PG 88, 1069D‐1072Α. 
237 Βλ. Γρηγορίου Νύσσης, Εις τους Μακαρισμούς 5, PG 44, 1252D. 
238 Ιωάννου Σιναΐτου, Κλίμαξ, Εισαγωγή, PG 88, 628C. 

239 Ό. π., 26, PG 88, 1024C. 

240 Βλ. ό. π., 22, PG 88, 953Β. 

241 Οσία Πελαγία Ιβάνοβνα η δια Χριστόν σαλή, σ. 26. 
240
προφητικά λόγια του αγίου γέροντος επιβεβαιώθηκαν. Στο λόγο που εκφωνήθηκε 

στην κηδεία της Πελαγίας, ακούμε: «Ἡ ἀνυπόκριτη διά Χριστόν σαλότητά της, πού 

συνδυαζόταν  μέ  μέγιστη  αὐταπάρνηση  καί  πού  μᾶς  πάει  πίσω  στήν  ἀρχαιότητα, 

στούς  μεγάλους  ἀσκητές  τῆς  χριστιανοσύνης,  ἂς  μᾶς  δώσει  τήν  ἀπόλυτη 

βεβαιότητα  πώς  στίς  μέρες  μας,  πού  η  πίστη  κι  ἡ  εὐλάβεια  σπανίζουν, ὁ ἐλεήμων 

Κύριος  ἀνέστησε  μεγάλους  ἀσκητές  γιά  νά  μᾶς  οἰκοδομήσουν  καί  νά  μᾶς 

παρηγορήσουν»242. 

Το πτωχό και ταπεινό πνεύμα των δια Χριστόν σαλών, είναι αιτία να γίνουν 

αρκετές  φορές  αυτοί  οι  ασκητές  κυριολεκτικά  μεγαλύτεροι  στα  μάτια  του  Θεού, 

από  τους  καταξιωμένους  σε  όλους,  ασκητές  και  πνευματικούς  πατέρες.  Λόγου 

χάρη,  ο  βίος  της  Ισιδώρας  της  Αιγύπτου  αναφέρει,  ότι  στον  άγιο  Πιτηρούμ  τον 

αναχωρητή,  που  διέμενε  στο  όρος  του  Πορφυρίτη,  άνδρα  πολύ  δοκιμασμένο  στην 

άσκηση της αρετής, παρουσιάστηκε άγγελος και του είπε: «Διὰ τί μέγα φρονεῖς ἐπὶ 

τοῖς σαυτοῦ κατορθώμασιν ὡς εὐλαβὴς, καὶ ἐν τοιούτῳ καθεζόμενος τόπῳ; Θέλεις 

ἰδεῖν  σου  εὐλαβεστέραν  γυναῖκα;  ἄπελθε  εἰς  τὸ  μανασήριον  τῶν  γυναικῶν  τῶν 

Ταβεννησιωτῶν,  καὶ εὑρήσεις  ἐκεῖ μίαν, … ἐκείνη σου ἀμείνων ἐστί. Τοσούτῳ  γὰρ 

ὄχλῳ πυκτεύουσα, καὶ διαφόρως πάσαις δουλεύουσα, τὴν ἑαυτῆς καρδίαν οὐδέποτε 

ἀπέστησε τοῦ Θεοῦ, καίπερ παρὰ πασῶν καταφρονουμένη. Σὺ δὲ καθεζόμενος ὧδε 

ἀνὰ τὰς πόλεις πλανᾶσαι τῇ διανοίᾳ, ὁ μηδέποτε οἰκουμένην πατήσας»243. 

Όλο αυτό το κεφάλαιο της εργασίας αυτής, όπως και τα άλλα τμήματά της, 

απέδειξαν,  ότι  οι  δια  Χριστόν  σαλοί  κατέχουν  εξέχουσα  και  μοναδική  θέση  εντός 

της Εκκλησίας του Χριστού. Αυτοί οι ασκητές ευαρέστησαν τόσο στον Κύριο, ώστε 

αυτός  ο  Παντογνώστης  ανθρωπίνων  καρδιών,  τους  κάλεσε  στον  ασυνήθιστο  και 

ανυπόφορο  για  περισσότερους  άθλο  της  σαλότητας.  Ο  Θεός  στους  αγαπημένους 

Του  μαθητές,  πρόσταξε  να  αναλάβουν  διάφορες  και  συνάμα  πολύ  δύσκολες 

αποστολές.  Οι  μωροί  εργάτες  του  Κυρίου  ανταποκρίθηκαν  στα  δύσκολα 

προστάγματα του Κυρίου και εκπλήρωσαν άριστα τα καθήκοντά τους. Οι σαλοί, αν 

και έκρυβαν τις αρετές τους από τον περίγυρό τους, κατά τη διάρκεια ένθεης ζωής 

242 Ό. π., σ. 155. 
243 Παλλαδίου Ελενουπόλεως, Λαυσαϊκή ιστορία 42, PG 34, 1106CD.
241
τους με μεγάλο ζήλο και ταπείνωση προσπάθησαν να βοηθήσουν πνευματικά την 

ανθρώπινη  κοινωνία.  Οι  ασκητές  αυτοί  μπορούσαν  να  κάνουν  αυτό  το  πράγμα, 

γιατί  είχαν  δύναμη  να  πολεμήσουν  και  ακόμα  να  νικήσουν  τον  εχθρό  του 

ανθρώπινου γένους, το διάβολο. Όλα τα παραπάνω κατορθώματα των δια Χριστόν 

σαλών δείχνουν, πως αυτοί οι μαθητές Του, έφτασαν αναμφίβολα σε υψηλό βαθμό 

της  πνευματικής  τελειότητας.  Για  την  ταπεινή  προσφορά  τους  στην  Εκκλησία  και 

την απόλυτη αφοσίωσή τους στον Κύριο, ο Θεός σίγουρα θα τους τοποθετήσει στις 

μονές Του, που είναι πλησίον των ανακτόρων Του. 
 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ 
 

ΤΟ ΗΘΟΣ ΤΩΝ ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΩΝ 

1. Το ήθος της ταπεινοφροσύνης – το θεμέλιο της σαλότητας 

Στο δεύτερο κεφάλαιο της εργασίας αυτής αποπειραθήκαμε να δώσουμε μια 

περιληπτική  μελέτη  των  χαρακτηριστικών  της  δια  Χριστόν  σαλότητας.  Η 

συνοπτική παρουσίαση των γνωρισμάτων αυτής της μορφής ασκήσεως, απέβλεπε 

πρώτ᾿ απ᾿ όλα, στην αγιοπατερική θεμελίωση του εν λόγω θέματος. Γι᾿ αυτό και σε 

εκείνο το μέρος της εργασίας δεν χρησιμοποιήθηκαν και πολλά αποσπάσματα από 

τους βίους των δια Χριστόν σαλών, τα οποία θα συνέθεταν μία πληρέστερη εικόνα 

του φαινομένου της σαλότητας. Αυτόν το στόχο επιδιώκει να εκπληρώσει το παρόν 

κεφάλαιο,  που  θα  ασχοληθεί  λεπτομερώς  με  το  ήθος  των  σαλών  μαθητών  του 

Κυρίου.  Το  πρώτο  επιμέρους  θέμα,  που  θα  αναπτυχθεί  σε  αυτό  το  τμήμα  της 

εργασίας,  έχει  σχέση  με  την  αρετή  της  ταπεινοφροσύνης,  η  οποία  αποτελεί  το 

πλέον ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της δια Χριστόν σαλότητας. 

Όπως  είχε  πει  ο  άγιος  Γρηγόριος  ο  Παλαμάς,  η  πτωχεία  εν  Κυρίω  είναι 

τεσσάρων  ειδών:  η  πτωχεία  στο  φρόνημα,  η  πτωχεία  στο  σώμα,  η  πτωχεία  στην 

ακτημοσύνη, και αυτή που φαίνεται στην υπομονή των πειρασμών1. Με αυτόν τον 

τρόπο,  και  η  ταπείνωση  που  ταυτίζεται  με  την  εν  Κυρίω  πτωχεία,  η  οποία 

εκδηλώνεται  έντονα  στη  ζωή  των  δια  Χριστόν  σαλών,  διακρίνεται  στα  παραπάνω 

1 Βλ. Προς Ξένην, PG 150, 1076Α. 
243
τέσσερα  είδη.  Αν  και  υπάρχει  κατ᾿  ουσίαν  απόλυτη  ενότητα  όλων  αυτών  των 

μορφών  τής  εν  Κυρίω  πτωχείας,  όμως  για  λόγους  μεθοδικούς,  αυτό  το 

υποκεφάλαιο θα ασχοληθεί μόνο με την ταπείνωση στο φρόνημα και με αυτή που 

φαίνεται στην υπομονή των πειρασμών. Τα άλλα είδη της εν Κυρίω πτωχείας στη 

ζωή των σαλών θα μελετηθούν στα επόμενα τμήματα της εργασίας αυτής. 

Η  ταπείνωση  στο  φρόνημα,  κατά  τον  άγιο  Γρηγόριο  τον  Παλαμά,  είναι  η 

επίγνωση  της  αληθινής  πνευματικής  καταστάσεως  του  ανθρώπου2.  Πώς  όμως 

μπορεί κανείς να γνωρίσει ορθώς την ιδία του την ύπαρξη; Ο γέροντας Ιωσήφ λέει 

ότι  τα  πάντα  δημιουργήθηκαν  εκ  του  μηδενός,  γι᾿  αυτό  ο  χριστιανός  πρέπει  να 

γνωρίζει  ότι  και  αυτός  είναι  μηδέν.  «Εἶπε  καὶ  ἐγένετο  γῆ.  Καὶ  λαβὼν  πηλὸν 

ἔπλασεν  ἄνθρωπον.  Ἄψυχον,  ἄνουν·  ἕνα  πήλινον  ἄνθρωπον.  Αὕτη  ἡ  ἰδία  σου 

ὕπαρξις.  Αὐτὸ  εἴμεθα  ὅλοι  μας.  Χῶμα  καὶ  λάσπη.  Τοῦτο  εἶναι  τὸ  πρῶτον  μάθημα 

εἰς ἐκεῖνον ὅπου θέλει νὰ λάβῃ, ἀλλὰ καὶ νὰ μένῃ διαπαντὸς ἡ χάρις πλησίον του. 

Ἐκ τούτου ἀποκτᾷ τὴν ἐπίγνωσιν καὶ ἐξ αὐτοῦ γεννᾶται ταπείνωσις. Ὄχι μὲ λόγια 

ἀργά, νὰ ταπεινολογῇ3, ἀλλὰ ἐπὶ βάσεως στερεᾶς ὁμιλεῖ τὴν ἀλήθειαν: Εἶμαι χῶμα, 

εἶμαι  πηλὸς,  εἶμαι  λάσπη.  Αὐτή  μας  εἶναι  ἡ  πρώτη  μητέρα.  Λοιπὸν  τὸ  χῶμα 

πατᾶται, καὶ σὺ ὡς χῶμα ὀφείλεις νὰ πατηθῇς»4. 

Η  ταπείνωση  των  δια  Χριστόν  σαλών  στο  φρόνημά  τους  ήταν 

χαρακτηριστική.  Αυτό  φαίνεται  από  τα  λόγια  ενός  ιερομόναχου  ο  οποίος  είχε 

γνωρίσει  προσωπικώς  την  Ταρσώ  τη  δια  Χριστόν  σαλή.  «Ἐπίστευε  [η  Ταρσώ]  ὅτι 

ἦταν  ὄνειδος  τῶν  ἀνθρώπων.  Γι᾿  αὐτό,  ὅταν  ἀντιλαμβάνετο  τιμήν  καί  εὐλάβεια 

πρός τό πρόσωπόν της, ἡ ἐνόχλησίς της ἦταν ἔκδηλη, ὁπότε ἀπευθύνετο πρός τόν 

συνομιλητή  της  μέ  διάφορα  “καλολογικά  στοιχεῖα”  καί  ἀλληγορικά  ἐπίθετα, 

2 Βλ. Ιερομονάχου Αρσενίου, Πρόλογος, στο: Ιωάννου Κ. Κορναράκη, Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, σ. 9. 
3 Ο όσιος Ιωάννης ο Σιναΐτης περί αυτού του θέματος λέει: «Εἶδον εὐχαριστοῦντας τῷ Θεῷ στόματι, 
καὶ  μαγαλαυχοῦντας  τῷ  φρονήματι·  καὶ  μαρτυρεῖ  τοῦτο  σοφῶς  ὁ  Φαρισαῖος  ἐκεῖνος  εἰρηκώς·  Ὁ 
Θεὸς, εὐχαριστῶ σοι», Κλίμαξ 23, PG 88, 965C. Βλ. επίσης Λκ. 18, 11. 
4 Βλ. Γέροντος Ιωσήφ, Έκφρασις μοναχικής εμπειρίας, έκδ. Ιεράς Μονής Φιλοθέου, Άγιον Όρος  62003, 

σ.  76,  πρβλ.  ό.  π.,  σ.  87‐88.  Ο  γέροντας  Ιωσήφ  συνεχίζοντας  το  λόγο  του  αναφέρει:  «Καὶ  λοιπὸν  σὲ 
ἐνεφύσησεν  ὁ  Δημιουργὸς  καὶ  σοῦ  ἔδωκεν  πνεῦμα  ζωῆς.  Καὶ  ἰδοὺ  εὐθὺς  ἔγινες  ἕνας  ἄνθρωπος 
λογικός.  Ὁμιλεῖς,  ἐργάζεσαι,  γράφεις,  διδάσκεις·  ἔγινες  ἕνα  μηχάνημα  τοῦ  Θεοῦ.  Ὅμως  μὴ 
λησμονῇς ὅτι ἡ ρίζα σου εἶναι τὸ χῶμα. Καὶ ἂν λάβῃ τὸ πνεῦμα αὐτὸς ὅπου σοὶ ἔδωκε, ἐσὺ πάλιν θὰ 
κτίζεσαι στὰ ντουβάρια», ό. π., σ. 77.
244
προσπαθώντας  νά  τόν  ἀναγκάση  νά  φύγη,  νά  τήν  ἀφήση  μόνην,  μόνῳ  τῷ  Θεῷ»5. 

Αυτό φαίνεται και από τα ίδια λόγια της Ταρσώς. Ο συγγραφέας του βίου της λέει, 

ότι ήταν συχνή στο στόμα της η ασκητική της επωδός: «Δέν εἶμαι τίποτα. Δέν ἔχω 

τίποτα.  Ἐδῶ  δέν  ὑπάρχει  τίποτα»6!  Η  ταπείνωση  της  Ταρσώς  φαίνεται  ξεκάθαρα 

και  από  μια  διήγηση  από  το  βίο  της.  Όταν  ήρθαν  σε  αυτήν  κάποιοι  επισκέπτες, 

εκείνη  τους  είπε:  «Ἔρχεστε  σεῖς  καί  ζημιώνομαι  ἐγώ.  Γιατί  ἔρχεστε  ἐδῶ;  Δεσπότη 

ἔχετε,  γερόντισσα  ἔχετε,  Μοναστήρι  ἔχετε,  τί  ἔρχεστε»;  Σε  κάποια  επισκέπτρια 

όμως  ξέφυγε  ως  απάντηση  στα  λόγια  της  Ταρσώς:  «Ἐσεῖς  εἶσθε  περισσότερο  ἀπό 

γερόντισσα».  Η  αντίδραση  της  Ταρσώς  σε  αυτά  τα  λόγια  ήταν  άμεση.  Τινάχθηκε 

πέρα με ταραχή και άρχισε να σταυροκοπιέται, λέγοντας την ευχή τρεις φορές7. 

Όπως  ειπώθηκε  και  νωρίτερα,  ο  άγιος  Συμεών  ο  δια  Χριστόν  σαλός  κάθε 

φορά που έκανε κάτι το θαυμαστό, έφευγε από το μέρος εκείνο μέχρι να ξεχαστεί η 

πράξη του. Πολύ συχνά μάλιστα βιαζόταν να κάνει καμιά τρέλλα για να καλύψει 

το  κατόρθωμά  του8.  Μια  μέρα  ο  ταβερνιάρης  στον  οποίο  δούλευε  ο  Συμεών, 

αντιλήφθηκε ότι αυτός τον έσωσε από το δηλητήριο το οποίο έμεσε σε μια στάμνα 

κρασιού  ένα  φίδι,  και  για  αυτό  το  λόγο  τον  θεώρησε  άγιο  άνθρωπο.  Θέλοντας  ο 

όσιος να μη φανερωθεί η θαυμαστή πράξη του, προσπάθησε να αλλάξει τη γνώμη 

του αφεντικού του προς το δικό του πρόσωπο. Μια μέρα όταν ο ταβερνιάρης έδινε 

κρασί  και  η  γυναίκα  του  κοιμόταν  μόνη  της,  ο  Συμεών  πήγε  κοντά  της  και 

προσποιήθηκε πως βγάζει τα ρούχα του. Όταν η γυναίκα άρχισε να φωνάζει, ήρθε 

ο  άντρας  της  και  πέταξε  τον  Συμεών  έξω  στην  παγωνιά.  Με  αυτόν  τον  τρόπο  ο 

όσιος πέτυχε το σκοπό του. Από εκείνη τη μέρα ο ταβερνιάρης όχι μόνο θεωρούσε 

τον  όσιο  τρελλό,  αλλά  και  αν  έβλεπε  κανένα  να  προβληματίζεται  σχετικά  με  τον 

άγιο,  έλεγε  αμέσως  τα  εξής:  «Ὄντως  δαιμονιάρις  ἐστὶν  καθαρός,  οὐ  πλανᾷ  με 

ἄνθρωπος,  ὅτι  τὴν  γυναῖκά  μου  ἠθέλησεν  μοιχεῦσαι,  εἰ  ἐπέτυχεν»9.  Ο  όσιος 

Ανδρέας ο δια Χριστόν σαλός, όταν έμαθε εν πνεύματι ότι ένας δούλος τον είχε δει 

5 Ιερομονάχου Αρσενίου, Πρόλογος, στο: Ιωάννου Κ. Κορναράκη, Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, σ. 13.
6 Ό. π., σ. 177.
7 Βλ. ό. π., σ. 111.

8 Βλ. Λεοντίου Νεαπόλεως, Βίος του αγίου Συμεών του δια Χριστόν Σαλού 33, PG 93, 1709C‐1712Α. 

9 Για ολόκληρο το περιστατικό βλ. ό. π., 33‐34, PG 93, 1712ΑD. 
245
στην  εκκλησία  να  προσεύχεται  μετέωρο,  του  είπε:  «Φύλαξον,  τέκνον,  τοῦ 

ἀναγγεῖλαί τινι τὰ ὁραθέντα σοι ἐν τῷδε τῷ τόπῳ, καὶ ἔσται σοι ἔλεος παρὰ Κυρίου 

τοῦ  Θεοῦ·  εἰ  δὲ  καὶ  ῥῆμα  ἓν  δοκιμάσεις  ἀπὸ  τῶν  θεαθέντων  σοι  ἀπαγγεῖλαί  τινι, 

ἐντελοῦμαι πνεύματι ἀκαθάρτῳ, καὶ αὐθωρὸν θρίαμβόν σε τῇ πόλει καταστήσει»10. 

Την  παραπάνω  στάση  των  δια  Χριστόν  σαλών  εξηγεί  με  άριστο  τρόπο  ο 

όσιος Ιωάννης ο Σιναΐτης λέγοντας ότι η απόδειξη της σωτηρίου ταπεινώσεως είναι 

το  να  έχει  κανείς  ταπεινό  φρόνημα  για  τα  υψηλά  επιτεύγματα  και  για  τα 

κατορθώματά του11. Τον συγγραφέα της Κλίμακος συμπληρώνει ο άγιος Μάξιμος ο 

Ομολογητής,  τονίζοντας  ότι  εκείνος  που  δεν  απέκτησε  ακόμη  τη  γνώση  που 

ενεργείται με την αγάπη, μεγαλοφρονεί για εκείνα που κάνει αυτός με τη βοήθεια 

του  Θεού.  Ενώ  εκείνος  που  αξιώθηκε  να  την  αποκτήσει  με  όλη  τη  διάθεση  της 

ψυχής του, λέγει τα λόγια του πατριάρχη Αβραάμ, τα οποία είπε όταν αξιώθηκε να 

δει το Θεό· «ἐγὼ δέ εἰμι γῆ καὶ σποδός»12. 

Η άλλη απόδειξη του ταπεινού φρονήματος των δια Χριστόν σαλών, είναι η 

συμπεριφορά  τους  λίγο  πριν  από  το  θάνατό  τους.  Όταν  ο  Συμεών  ο  Σαλός  έμαθε 

ότι τον καλεί ο Κύριος κοντά του, μπήκε κάτω από τις κληματσίδες στο πτωχό του 

καλύβι  και  εκεί  κοιμήθηκε.  Με  αυτόν  τον  τρόπο  δεν  ήθελε  να  τιμηθεί  από  τους 

ανθρώπους  ούτε  μετά  το  θάνατό  του.  Οι  γνωστοί  του,  όταν  τον  βρήκαν  νεκρό  σε 

αυτή την κατάσταση, έλεγαν: άραγε δεν θα πιστέψουν τώρα όλοι, ότι ήταν τρελλός; 

Να,  ακόμη  και  ο  θάνατός  του  το  δείχνει.  Τον  πήραν  τότε  δύο  και  χωρίς  να  τον 

πλύνουν,  χωρίς  ψαλμωδίες,  χωρίς  κεριά  και  θυμιάματα,  πήγαν  και  τον  έθαψαν 

στον τόπο που έθαβαν τους ξένους13. 

Μπορεί  κάποιος  εύλογα  να  ρωτήσει,  γιατί  οι  δια  Χριστόν  σαλοί 

συμπεριφέρονταν με τέτοιο τρόπο; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα  βρίσκεται στο 

βίο  της  Ταρσώς.  «Γιά  τήν  Ταρσώ  ἦταν  ἀπερισκεψία  κάθε  ἀναγνώριση  τῆς 

ἀσκητικῆς  της  ἀρετῆς!  Καί  ὄχι  μόνο  ἀπερισκεψία  ἀλλά  καί  πειρασμός 

10 Νικηφόρου πρεσβυτέρου, Βίος και πολιτεία του οσίου πατρός ημών Ανδρέου του δια Χριστόν σαλού 
72, PG 111, 713ΑΒ. 
11 Βλ. Κλίμαξ 29, PG 88, 1149Β. 

12 Βλ. Κεφάλαια περί αγάπης 1, 47, PG 90, 969Β· Γεν. 18, 27.

13 Βλ. Λεοντίου Νεαπόλεως, Βίος του αγίου Συμεών του δια Χριστόν Σαλού 61, PG 93, 1744CD. 
246
ἀπαράδεκτος,  γιατί  τήν  πτώχαινε  πνευματικά,  τῆς  ἔκλεβε  τούς  θησαυρούς  τῆς 

ταπεινώσεως,  πού  ἀποθησαύριζε  στίς  οὐράνιες  καταθέσεις  της  μέ  τόσο  ἀσκητικό 

μόχθο, μέ τόσο αἷμα ψυχῆς! Συχνά διαμαρτυρόμενη ἔλεγε: “Εἶχα τρεῖς βαλίτσες μέ 

πολλά ἑκατομμύρια. Καί ἔρχεσθε τώρα καί μοῦ τά παίρνετε! Τί μοῦ τά παίρνετε; Τί 

μοῦ τά κλέβετε; Μαζί τά βγάλαμε;”»14. «Ἤξερε [η Ταρσώ] νά πίνει τήν ταπείνωση 

καί  τόν  εὐτελισμό  τῆς  ζωῆς  της  ὡς  “ὕδωρ  καθάρσιον”  μιαρῶν  λογισμῶν 

αὐτοεκτιμήσεως,  μπροστά  μάλιστα  στά  μάτια  τοῦ  ἐπισκέπτη,  πού  ἦλθε  νά 

θαυμάσει το μεγαλεῖο τῆς ἀσκητικῆς της ἀρετῆς»15. Ο τρόπος ζωής της Ταρσώς μας 

θυμίζει  το  λόγο  του  οσίου  Ιωάννου  του  Σιναΐτου:  «Ὥσπερ  πένητες,  θησαυροὺς 

βασιλικοὺς ὁρῶντες, ἐπὶ πλεῖον τὴν ἑαυτῶν πτωχείαν γινώσκουσιν, οὕτω καὶ ψυχὴ 

τὰς μεγάλας τῶν πατέρων ἀρετὰς ἀναγινώσκουσα, ταπεινότερον πάντως ποιεῖται 

τὸ ἑαυτῆς φρόνημα»16. 

Η υποδειγματική συμπεριφορά της Ταρσώς έχει να κάνει με όλους τους δια 

Χριστόν  σαλούς.  Όλοι  αυτοί  οι  ασκητές  επιδίωκαν  την  ταπείνωση  για  τον  ίδιο 

σκοπό, όπως η Ταρσώ. Όλοι οι σαλοί ξέροντας ότι η ανθρώπινη τιμή ζημιώνει τον 

αληθινό  αθλητή  του  Κυρίου,  προσπάθησαν  σε  όλη  τη  ζωή  τους,  με  διάφορους 

τρόπους,  να  νεκρώσουν  την  επίγνωση  των  αρετών  τους,  οι  οποίες  άφθονα  τους 

χαρίστηκαν  από  το  Θεό.  Αυτήν  τη  συμπεριφορά  των  δια  Χριστόν  σαλών  με  πολύ 

ωραίο  τρόπο  ερμηνεύει  ένας  σύγχρονος  θεολόγος,  όταν  λέει:  «εἶναι  βεβαιωμένο 

πληθωρικῶς στή ζωή τῆς ἁγιότητος, ὅτι ὁ Θεός συχνά, ὅταν θέλει νά κάνει κάποιον 

μεγάλο στή Βασιλεία του, τόν κάνει πρῶτα μηδέν, τίποτα»17. Και σε άλλο σημείο ο 

ίδιος  θεολόγος  λέει,  ότι  «Ὁ  Θεός  ἐν  τούτοις  “ἐξελέξατο  τά  μή  ὄντα,  ἵνα  τά  ὄντα 

καταργήσει”18!  Καί  ἄν  στήν  περίπτωση  τοῦ  ἀποστόλου  Παύλου,  ἡ  τέλεια 

ἐξουθένωσή του, μετά τήν ἐν θείῳ ὁράματι συνάντησή του μέ τόν Κύριο, ἀποτελεῖ 

ἕνα  ἀρχέτυπο,  θεοδίδακτο  παράδειγμα  αὐθεντικῆς  ἀφετηρίας  ἀλλά  καί  πορείας 

πνευματικῆς  ζωῆς,  τότε  βεβαιώνεται  καί  πάλι  ἡ  μεγάλη  ἀλήθεια  τῆς  ἐν  Χριστῷ 

14 Ιωάννου Κ. Κορναράκη, Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, σ. 121. 
15 Ό. π., σ. 112. 
16 Κλίμαξ 26, PG 88, 1085D. 

17 Ιωάννου Κ. Κορναράκη, Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, σ. 39.

18 Βλ. Α’ Κορ. 1, 28. 
247
ζωῆς ὅτι γιά νά γίνεις κάτι ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, πρέπει πρῶτα νά γίνεις (ἀλλά καί νά 

μείνεις) “μή ὄν”»19. 

Η  οσία  Πελαγία  Ιβάνοβνα  η  δια  Χριστόν  σαλή  έλεγε  για  τον  εαυτό  της  τα 

εξής:  «Στό  κάτω  κάτω  δέν  ἒχω  μυαλό,  εἶμαι  τρελλή»20.  Ο  όσιος  Ανδρέας  ο  δια 

Χριστόν σαλός, το πρωί, όταν σηκωνόταν από τον ύπνο (όπου ξαπλωνόταν μαζι με 

τα  σκυλιά),  έλεγε  στον  εαυτό  του:  «Ἰδοὺ,  ταπεινὲ  ἔξηχε  Ἀνδρέα,  ὡσεὶ  κύων  μετὰ 

κυνῶν  διετέλεσας  ὔπνον»21.  Αν  θέλει  να  μάθει  κάποιος,  πώς  γεννιούνται  αυτές  οι 

ταπεινές  αυτοεκτιμήσεις των εκλεκτών ανθρώπων του Κυρίου, πρέπει να ακούσει 

τα  αποκαλυπτικά  λόγια  της  Μαρίας  Σκομπτσόβα  της  δια  Χριστόν  σαλής.  Αυτή  η 

ασκήτρια των «μοντέρνων καιρών», είχε αφήσει στα γραπτά της μια εκμυστήρευση 

για  αυτό  το  θέμα.  «Κάποια  ἐπιθυμία,  ἄγνωστη  σέ  μένα,  καθόρισε  πώς  ἔπρεπε  νά 

ξανακατέβω  στίς  πεδιάδες.  …  Τό  μυστήριο  πού  μέ  κατέβασε  ἀπό  τά  ὕψη 

ἀποκαλύφθηκε μπροστά στά μάτια μου: “ὁ σπόρος ἄν δέν πέσει στή γῆ κι ἄν  δέν 

πεθάνει  δέν  ἀποφέρει  καρπό,  καί  μένει  μόνος.  Ἄν  ὅμως  πεθάνει  τότε  δίνει  καρπό 

πολύ”»22. 

Εκτός  από  την  ταπείνωση  του  φρονήματος,  οι  δια  Χριστόν  σαλοί 

διακατέχονται  σε  πολύ  μεγάλο  βαθμό  και  από  την  ταπείνωση  στην  υπομονή  των 

πειρασμών.  Αυτό  διακρίνεται  έντονα  σε  όλους  τους  βίους  των  σαλών  ασκητών.  Η 

οσία  Πελαγία  Ιβάνοβνα  τα  πρώτα  της  μεγάλα  βάσανα  τα  πέρασε  μετά  από  την 

πρώτη  της  επίσκεψη  στον  άγιο  Σεραφείμ  του  Σάρωφ.  Η  ασκήτρια  κατόπιν  της 

μακράς  και  καρποφόρας  συζήτησης  με  το  μεγάλο  γέροντα,  άλλαξε  ριζικά  τη 

συμπεριφορά  της.  Γι᾿  αυτό  το  λόγο,  ο  άνδρας  της  την  «ἒδερνε  ἀλύπητα  μέ 

μαγκούρα  ἢ  μέ  ρόπαλα,  τήν  ἂφηνε  νηστική,  τήν  κλείδωνε  μέσα  στό  κρύο».  Όταν 

δεν  είδε  την  αλλαγή  στη  συμπεριφορά  της,  την  έσυρε  στην  αστυνομία  και  ζήτησε 

από  τον  διοικητή  να  μαστιγωθεί  η  σύζυγός  του.  Το  αίτημα  έγινε  δεκτό.  Η  μητέρα 

της οσίας Πελαγίας αναφέρει ότι μετά από αυτά τα σκληρά βάσανα «Τό σῶμα της 

19 Ιωάννου Κ. Κορναράκη, Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, σ. 176.
20 Οσία Πελαγία Ιβάνοβνα η δια Χριστόν σαλή, σ. 83. 
21 Νικηφόρου πρεσβυτέρου, Βίος και πολιτεία του οσίου πατρός ημών Ανδρέου του δια Χριστόν σαλού 

18, PG 111, 652Α. 
22 Σεργκέι Χάκελ, Μαρία Σκομπτσόβα. Μία “διά Χριστόν σαλή” στούς μοντέρνους καιρούς, σ. 151‐152. 

Πρβλ. Ιω. 12, 24.
248
εἶχε χαρακωθεῖ καί ὃλο τό δωμάτιο εἶχε γεμίσει αἳματα», η ασκήτρια όμως ούτε καν 

παραπονέθηκε23.  Η  Πελαγία  Ιβάνοβνα,  όπως  λέει  και  σε  άλλο  σημείο  ο  βίος  της, 

ήταν  «ταπεινή  καί  εἶχε  ὑπομονή.  Θαύμαζε  κανείς  τή  συμπεριφορά  της.  Μερικές 

φορές  δέν  ἦταν  ἱκανή  νά  βλάψει  οὒτε  κατσαρίδα,  οὒτε  ἂφηνε  ἂλλον  νά  τήν 

πειράξει.  Δέν  πρόσβαλε  κανέναν.  Πατοῦσαν  πάνω  στά  πόδια  της,  τά 

τσαλαπατοῦσαν,  σχεδόν  στέκονταν  πάνω  της,  καί  κείνη  δέν  ἒβγαζε  μιλιά.  Μόνο 

σούφρωνε τά φρύδια της. Κάποτε πῆραν φωτιά τά μαλλιά της, ἐπειδή κάποια πού 

ἦταν  κοντά  της  δέν πρόσεξε.  Τσιμουδιά  ἐκείνη.  Τήν  ταπείνωναν,  τήν  ἒβριζαν,  τήν 

καταριόντουσαν κατά πρόσωπο καί κείνη ἒδειχνε χαρούμενη, χαμογελοῦσε»24. 

Παρόμοια  περιστατικά,  όπως  αυτά  που  αναφέρθηκαν  από  το  βίο  της 

Πελαγίας  Ιβάνοβνα,  μπορεί  κάποιος  να  δει  και  στη  ζωή  των  άλλων  δια  Χριστόν 

σαλών.  Ο  βίος  του  στάρετς  Θεοφίλου  του  δια  Χριστόν  σαλού  αναφέρει  ότι  για  να 

αποφύγει αυτός ο ασκητής το ενδιαφέρον του κόσμου για το πρόσωπό του, πολλές 

φορές  κρυβόταν  σε  μια  βαθιά  τρύπα  στο  περιβόλι  του  Μοναστηριού,  την  οποία  ο 

ίδιος  είχε  σκάψει.  Αυτή  η  συμπεριφορά  του  Θεοφίλου  δεν  άρεσε  καθόλου  στον 

κηπουρό  της  Λαύρας,  τον  δόκιμο  Ιωακείμ,  γιατί  οι  θαυμαστές  του  Θεοφίλου, 

προσπαθώντας να τον ανακαλύψουν, ποδοπατούσαν τον κήπο. Γι᾿ αυτό το λόγο ο 

Ιωακείμ  αρκετές  φορές  επέπληξε  τον  σαλό  και  στο  τέλος,  οργισμένος  από  την 

σταθερά ευγενική συμπεριφορά του, τον χτύπησε στο πρόσωπο. Ο Θεόφιλος όμως, 

ατάραχος απάντησε στον φταίχτη με μια εδαφιαία μετάνοια ευχαριστίας25. Ο βίος 

του  οσίου  Ανδρέα  του  σαλού  της  Κωνσταντινουπόλεως  λέει  ότι  αυτός  ο  ασκητής 

λόγω  των  αγώνων  του  ήταν  μισητός  σε  όλους  τους  ανθρώπους.  Ακόμα  και  τα 

παιδιά  τον  χτυπούσαν,  τον  έσερναν  και  τον  ράβδιζαν  δυνατά.  Του  έδεναν  ένα 

σχοινί  στο  λαιμό  και  τον  τραβούσαν  μέσα  στους  δρόμους.  Έφτιαχναν  μελάνι  από 

23 Βλ. Οσία Πελαγία Ιβάνοβνα η δια Χριστόν σαλή, σ. 29. 
24 Ό. π., σ. 82. Προς επισφράγιση του γεγονότος, ότι η Πελαγία στην πραγματικότητα είχε υποφέρει 
τόσο μεγάλες ταπεινώσεις εκ μέρους των άλλων ανθρώπων, είναι τα λόγια χαραγμένα στο μνημείο 
του τάφου της, το οποίο κατασκευάστηκε λίγο μετά από την κοίμησή της. Πάνω σε αυτό το μνημείο 
γράφονται  μεταξύ  άλλων  τα  ακόλουθα:  «Πελαγία  Ἰβάνοβνα  …,  στό  ὂνομα  τῆς  ἁγίας  ὑπακοῆς, 
ἐγκατέλειψε κάθε χαρά τῆς ἐπίγειας ζωῆς, σύζυγο καί παιδιά, ἀνέλαβε τόν ἀγώνα τῆς διά Χριστόν 
σαλῆς καί δέχτηκε διωγμούς, χτυπήματα καί ἁλυσίδες γιά τή χάρη τοῦ Χριστοῦ», ό. π., σ. 162‐163. 
25 Βλ. Ο στάρετς Θεόφιλος. Ο δια Χριστόν σαλός ασκητής της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου, σ. 140. 
249
κάρβουνα και του μαύριζαν το πρόσωπο26. Ο ίδιος βίος λέει, ότι ο μακάριος Ανδρέας 

συνέχιζε  το  πνευματικό  του  αγώνα  «προκόπτων  τε  καὶ  ὑπεραιρόμενος  [τῶν  τοῦ 

πονηροῦ  τεχνασμάτων]  νηστεύων,  ἀγρυπνῶν,  κοπούμενος  ἀπὸ  τοῦ  καθ᾿  ἡμέραν 

πόνου  καὶ  δρόμου  καὶ  ἱδρῶτος,  ὑβριζόμενος,  τυπτόμενος,  ἐμπτυόμενος,  ἐν  τοῖς 

τοιούτοις ἀγῶσι διημερεύων»27. 

Μελετώντας  το  θέμα  της  ταπεινώσεως  των  δια  Χριστόν  σαλών,  η  οποία 

εκφράζεται στην υπομονή των πειρασμών, πρέπει να επισημανθεί ότι σε αυτή την 

περίπτωση  δεν  πρόκειται  για  τους  συνηθισμένους  κοσμικούς  πειρασμούς.  Οι 

κοσμικοί  πειρασμοί  συμβαίνουν  στους  ανθρώπους  για  τη  χαλιναγώγηση  της 

κακίας  και  των  φανερών  ερεθισμών,  ή  συνδέονται  με  τις  σωματικές  ταραχές.  Τα 

άλλα  είδη  των  πειρασμών  αρμόζουν  στους  χριστιανούς  οι  οποίοι  ανήκουν  σε 

υψηλότερη  πνευματική  κατηγορία,  όπως  λόγου  χάρη  οι  μοναχοί  ησυχαστές.  Σε 

αυτή  την  κατηγορία  αδιαμφισβήτητα  ανήκουν  και  οι  δια  Χριστόν  σαλοί,  που 

αξιώθηκαν  να  ονομαστούν  «υιοί  του  Θεού»28.  Ο  ίδιος  ο  Θεός  εισάγει  την  ψυχή 

τέτοιων χριστιανών στη θλίψη των πειρασμών κατά το μέτρο της χάριτος που τους 

έχει  δώσει.  Αυτό  γίνεται,  διότι  ο  Θεός  δεν  δίνει  μεγάλο  χάρισμα  χωρίς  μεγάλο 

πειρασμό. Επομένως οι πειρασμοί τέτοιου είδους επέρχονται στα εκλεκτά μέλη της 

Εκκλησίας  κατά  την  πρόνοια  του  Θεού,  για  να  καταλάβει  ο  άνθρωπος  πόση  τιμή 

δέχθηκε η ψυχή του από την μεγαλοσύνη του29. 

Σύμφωνα με τον παραπάνω κανόνα, οι δια Χριστόν σαλοί, αφού αξιώθηκαν 

να δεχθούν από το Θεό τόσα μεγάλα χαρίσματα, όπως εξηγήθηκε νωρίτερα, είναι 

φυσικό  να  δεχθούν  και  μεγάλους  πειρασμούς.  Την  παραπάνω  αλήθεια  περί  των 

πειρασμών,  όχι  μόνο  τη  γνώριζαν  οι  σαλοί  εργάτες  του  Θεού  θεωρητικά,  αλλά  τη 

ζούσαν  και  εμπειρικά.  Από  τους  βίους  τους  φαίνεται,  ότι  οι  ασκητές  αυτοί, 

26  Βλ.  Νικηφόρου  πρεσβυτέρου,  Βίος  και  πολιτεία  του  οσίου  πατρός  ημών  Ανδρέου  του  δια  Χριστόν 
σαλού 67, PG 111, 708ΑΒ. 
27 Ό. π., 79, PG 111, 720CD. 

28 Σε αντίθεση με τους δούλους και μισθωτούς, οι οποίοι είναι καθ᾿ οδόν προς το υψηλότερο στάδιο 

της πνευματικής τελειότητας. 
29 Βλ. Ισαάκ Σύρου, Λόγος 46, ό. π., σ. 192. Στο ίδιο κείμενο εξηγείται και το αντίθετο φαινόμενο. Ο 

όσιος Ισαάκ ο Σύρος λέει, ότι αν η ψυχή, επειδή είναι ασθενής και ανίκανη ν᾿ αντεπεξέλθει στους 
μεγάλους πειρασμούς, ζητεί να μη εισέλθει σ᾿ αυτούς και ο Θεός την εισακούσει, πρέπει να γνωρίζει 
με  βεβαιότητα  ότι,  όσο  αδυνατεί  προς  τους  μεγάλους  πειρασμούς,  τόσο  αδυνατεί  και  προς  τα 
μεγάλα χαρίσματα. 
250
αντιμετώπιζαν τους διάφορους πειρασμούς τους με ειρήνη και χαρά. Γεγονός  που 

αποδεικνύει ότι οι σαλοί, πριν να δεχτούν χάριν της αλήθειας τους πειρασμούς από 

το  Θεό,  λάμβαναν  νωρίτερα  άνωθεν  δύναμη,  η  οποία  τους  ενίσχυε  πνευματικά. 

Όταν, λ. χ., ο υποτακτικός του Θεοφίλου του δια Χριστόν σαλού Ιβάν, συμπονώντας 

τον  γέροντά  του,  ρωτούσε  πώς  μπορούσε  να  αντιμετωπίζει  τέτοια  θλίψη 

παραμένοντας  ήρεμος,  ο  μακάριος  απάντησε:  «Ἄχ,  Ἰβάν,  Ἰβάν.  Εἶναι  καλύτερα  ν᾿ 

ἀδικῆσαι  παρά  ν᾿  ἀδικῆς».  Και  ποιος  είναι  ο  λόγος  να  υποφέρει  κανείς  τόσα  για 

τίποτα;  ξαναρώτησε  ο  Ιβάν.  «Αὐτό  ρωτᾶς;  Δέν  μπορεῖς  ν᾿  ἀποφύγης  ἕναν  κακό 

ἄνθρωπο. Εἶναι  ὅμως  ἁμαρτία  νά  μᾶς  παρασύρη  ἡ  λύπη.  Εἴμαστε  ἐξόριστοι  πάνω 

στήν  γῆ.  Οἱ  ἐξόριστοι  δέν  ἐκπλήσσονται  γιά  τίς  προσβολές  καί  τούς  πόνους. 

Βρισκόμαστε κάτω ἀπό Θεῖο ἐπιτίμιο. Καί ἐπιτίμιο σημαίνει στερήσεις καί θλίψεις. 

Εἴμαστε ἄρρωστοι στήν ψυχή καί  στό  σῶμα  καί  τά  πικρά  φάρμακα  εἶναι ὠφέλιμα 

στήν ἀρρώστια μας»30. 

Από  τα  παραπάνω  αποσπάσματα  από  τους  βίους  των  σαλών  φαίνεται 

ξεκάθαρα  πως  αυτοί  οι  ασκητές  υπομένουν  γενναία  τις  προσβολές  και  επιθέσεις 

εναντίον τους, ευχαριστώντας για όσα τους συμβαίνουν τον Κύριο. Κατ᾿ αυτόν τον 

τρόπο,  επαληθεύεται  και  ο  λόγος  του  αγίου  Παϊσίου  Βελιτσκόφσκι  για  τους  δια 

Χριστόν  σαλούς:  «Ἡ  ὑπομονή  δέν  εἶναι  μικρό  πρᾶγμα.  Ἴσως  εἶναι  ἡ  πιό  μεγάλη 

ἀρετή.  Ὅποιος  γιά  χάρη  τοῦ  Θεοῦ  ὑπομένει  τίς  προσβολές  καί  ἐπιθέσεις  ἐναντίον 

του  εὐχαριστώντας  τόν  Κύριο,  αὐτό  πού  κάνει  δέν  εἶναι  μικρό  πρᾶγμα.  Εἶναι 

ταπείνωση.  Εἶναι  ἀγάπη.  Εἶναι  πολύ  μεγάλο  πρᾶγμα  νά  ὑπομένεις  λύπες  ἀπό 

ἀδελφό. Μόνο μέ αὐτό ἐσώθηκαν πολλοί. Τήν ὁδό αὐτή ἀκολούθησαν ἰδίως οἱ διά 

Χριστόν  σαλοί. Αὐτοί ὑπέφεραν πολλά»31. Για να είναι όμως πλήρως κατανοητή  η 

συμπεριφορά  των  σαλών  όσον αφορά το συγκεκριμένο θέμα, πρέπει να δοθεί  μια 

συμπληρωματική  διευκρίνηση.  Στην  πνευματική  ζωή  η  υπομονή  συνήθως 

συμβαδίζει ή ακόμα και ταυτίζεται με μια άλλη μεγάλη αρετή, την υπακοή. Όπως 

ειπώθηκε  νωρίτερα,  ο  όσιος  Ιωάννης  Σιναΐτης  υποστηρίζει,  ότι  η  υπακοή  είναι  ο 

30 Βλ. Ο στάρετς Θεόφιλος. Ο δια Χριστόν σαλός ασκητής της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου, σ. 187. 
31 Τα Κρίνα του Αγρού, σ. 129. Βλ. επίσης σ. 35 αυτής της εργασίας. 
251
καλύτερος τρόπος για την απόκτηση της ταπεινοφροσύνης 32. Οι δια Χριστόν σαλοί, 

οι  οποίοι  αρέσκονται  στην  ταπείνωση,  δεν  θα  μπορούσαν  να  την  κατορθώσουν 

χωρίς να χρησιμοποιήσουν την υπακοή ως πνευματικό μέσο για τους ασυνήθιστους 

αγώνες τους· πράγμα που παρατηρείται σε αρκετούς βίους σαλών. 

Το πιο ωραίο κείμενο το οποίο δείχνει με ξεκάθαρο τρόπο τον υψηλό βαθμό 

της  υποταγής  του  σαλού  στους  προϊστάμενούς  του,  βρίσκεται  στο  βίο  της  οσίας 

Πελαγίας  Ιβάνοβνα.  Η  Άννα  Γερασίμοβνα  που  φρόντιζε  επί  πολλά  χρόνια  την 

Πελαγία  αναφέρει  για  αυτήν  τα  εξής:  «Εἶχε  πολύ  ἀναπτυγμένη  τήν  ἀρετή  τῆς 

ὑποταγῆς καί τῆς ὑπακοῆς. Δέ βρίσκεις τέτοιους ὑποτακτικούς στά χρόνια μας, ἂν 

μάλιστα λάβεις ὑπόψη πώς ἦταν σαλή. Ὃταν μᾶς τήν ἒφεραν, συνήθιζε νά τρέχει 

ἐδῶ  κι  ἐκεῖ,  πάντα  ὃμως  ἒπαιρνε  τήν  ἂδειά  μας»33.  «Πόση  ὑπακοή  μοῦ  ἒκανε  τό 

περιστεράκι  μου  τά  πρῶτα  δέκα  χρόνια!  Ἒπρεπε  νά  τήν  βλέπατε»34.  Και  ομοίως  ο 

βίος  της  Ταρσώς  της  σαλής  αναφέρει,  ότι  αυτή  η  ασκήτρια  «ἦταν  τόσο  προσηνής 

καί ὑπάκουη, ὥστε δεχόταν ἀδιαμαρτύρητα κάθε κίνηση πού γινόταν “γιά τό καλό 

της”, ἐκ μέρους τῶν ἄλλων»35. 

Στην  παραπάνω  τελευταία  πρόταση  διατυπώθηκε  εύστοχα  η  αλήθεια,  η 

οποία  αποκτά  μεγάλη  σημασία,  ειδικά  στη  ζωή  των  δια  Χριστόν  σαλών.  Ο 

συγγραφέας  του  βίου  της  Ταρσώς  λέει,  ότι  η  συγκεκριμένη  ασκήτρια  δεχόταν 

αδιαμαρτύρητα  όλες  τις  ενέργειες  των  άλλων  ανθρώπων,  εφόσον  την  βοηθούσαν 

στην  πνευματική  προκοπή  της.  Αυτό  σημαίνει  ότι  κάποιες  πράξεις  εκ  μέρους  των 

άλλων  δεν  ήταν  ευπρόσδεκτες  από τους σαλούς. Γι᾿ αυτόν το λόγο, πολλές φορές 

όχι  μόνο  διαμαρτύρονταν,  αλλά  και  αντιστέκονταν  και  πάλευαν  με  διάφορους 

τρόπους (συνήθως παράξενους για τον μέσο χριστιανό) για την εν Χριστώ αλήθεια 

που παραμεριζόταν36. Αυτή την αντίδραση των σαλών θα μπορούσε κάποιος να την 

χαρακτηρίσει  ως  ανυπακοή,  όμως  περισσότερο  ταιριαστός  όρος  για  αυτόν  τον 

32 Βλ. σ. 96 αυτής της εργασίας. 
33 Οσία Πελαγία Ιβάνοβνα η δια Χριστόν σαλή, σ. 80. 
34 Ό. π., σ. 81. 

35 Ιωάννου Κ. Κορναράκη, Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, σ. 40. 

36 Οι δια Χριστόν σαλοί δεν αντιδρούσαν μόνο σε περιπτώσεις, στις οποίες αυτοί οι ίδιοι κινδύνευαν 

να  χάσουν  το  πνευματικό  τους  πλούτο.  Αλλά  και  ως  συνειδητά  μέλη  της  Εκκλησίας  του  Χριστού, 
πολεμούσαν για όλα τα πιστά μέλη της. 
252
τρόπο  της  αντιμετώπισής  τους,  είναι  «αγία  ανυπακοή».  «Αγία»,  γιατί 

υπερασπίζεται  και  προστατεύει  τις  άγιες  αλήθειες  από  τις  φθοροποιούς 

παρεκκλίσεις της37. Σε αυτό το σημείο ξεκάθαρα φαίνεται και ένα άλλο χάρισμα, με 

το  οποίο  καλλωπίστηκαν  οι  δια  Χριστόν  σαλοί,  που  είναι  η  διάκριση.  Μόνο  οι 

χριστιανοί  που  διακατέχονταν  από  αυτό  το  δώρο  του  Θεού  σε  μεγάλο  βαθμό, 

μπορούσαν με άνεση να κάνουν παρόμοιες πράξεις. 

Όπως  ειπώθηκε  νωρίτερα,  η  Ταρσώ  η  δια  Χριστόν  σαλή  αποδεχόταν 

υπομονετικά  όλες  τις  πράξεις  από  τους  άλλους,  οι  οποίες  δεν  τη  ζημίωναν 

πνευματικά.  Αυτή  η  συμπεριφορά  της  είναι  πολύ  εμφανής  ειδικά  στην  περίοδο 

κατά  την  οποία  ζούσε  ακόμα  με  τους  γονείς  της.  Το  1939  (όταν  η  Ταρσώ  ήταν  29 

ετών) της έκαναν συνοικέσιο, το οποίο απέτυχε λόγω ενός μικρού πειρασμού, που 

επέτρεψε ο Θεός. Από αυτό το προξενιό, η ασκήτρια «ἔφυγε μέ τήν ἴδια ἀπάθεια μέ 

τήν  ὁποία  εἶχε  πάει,  χωρίς  νά  ἐκδηλώσει  ἀντίδραση,  οὔτε  δυσαρέσκεια».  Η 

σαλότητα της Ταρσώς άρχισε τόσο να ανησυχεί τους οικείους της, ώστε το 1942, για 

να  προλάβουν  χειροτέρευση  της  καταστάσεώς  της,  «τήν  πῆγαν  μέ  τό  ζόρι»  στους 

ψυχιάτρους.  Οι  γιατροί  διέγνωσαν  «σχιζοφρένεια»38  και  την  υπέβαλαν  σε  μια 

χειρουργική επέμβαση. Της έκαναν δύο τρύπες στο κρανίο της, αλλά χωρίς κανένα 

«θεραπευτικό»  αποτέλεσμα.  Πάντως  μετά  από  αυτό  το  περιστατικό,  η  Ταρσώ 

χαρακτηρίστηκε  «ἐπίσημα»  ως  τρελλή39.  Με  πολύ  ωραίο  τρόπο  εκείνη  την 

κατάστασή της σχολιάζει ο συγγραφέας του βίου της. «Ἦταν δύο φορές “τρελλή”. 

Μιά φορά κατά κόσμο! Σύμφωνα μέ τήν ψυχιατρική διάγνωση! Καί μιά φορά κατά 

Χριστόν!  Ἦταν  ἔτσι  περιχαρακωμένη  στήν  ἔσχατη  ταπείνωση.  Σ᾿  αὐτή  τήν 

κατάσταση, “δέν ἦταν τίποτε, δέν εἶχε τίποτε!»40. 

37  Το  θέμα  της  «ανυπακοής»  των  δια  Χριστόν  σαλών  θεμελιώνεται  αγιοπατερικά  πρωτίστως  στο 
υποκεφάλαιο  περί  της  εξωτερικής  διαγωγής  των  σαλών  του  δευτέρου  κεφαλαίου  αυτής  της 
εργασίας. 
38  Όπως  αναφέρει  ο  βίος  της  ασκήτριας,  «γιά  τούς  ψυχιάτρους,  ἡ  Ταρσώ  εἶχε  κάποια  πειστικά 

“εὑρήματα”  μιᾶς  τέτοιας  ψυχοπαθολογίας.  Ἰσχυρίζετο  ὅτι  ἄκουγε  φωνές  κεκοιμημένων,  εἶχε  τό 
στοιχεῖο  τῆς  ἐπίμονης  καί  ἄλογης  φυγῆς  ἀπό  τίς κοινωνικές  σχέσεις,  ζητοῦσε  τή  μόνωση.  Ἀλλά  οἱ 
ψυχίατροι  δέν  μποροῦσαν  φυσικά  να  ἀντιληφθοῦν  τίς  πνευματικές  ἀφετηρίες  τῆς,  κατ᾿  αὐτούς, 
“παθολογικῆς” συμπεριφορᾶς», Ιωάννου Κ. Κορναράκη, Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, σ. 38. 
39 Για περισσότερα στοιχεία για αυτό το θέμα, βλ. ό. π., σ. 37‐38. 

40 Ό. π., σ. 39.
253
Όπως φαίνεται από τις παραπάνω διηγήσεις, η Ταρσώ είχε απόλυτη υπακοή 

στην οικογένειά της. Δεν την τρόμαξε το γεγονός, ότι ήθελαν να την παντρέψουν 

με  κάποιον  ξένο  γι᾿  αυτήν  άνδρα,  την  στιγμή  που  η  ίδια  είχε  ήδη  διαλέξει  τον 

Χριστό ως το μοναδικό σύντροφο της ζωής της. Δεν την πείραξε να της κάνουν δύο 

τρύπες  στο  κρανίο  της.  Τέτοια  συμπεριφορά  για  τους  περισσότερους  χριστιανούς, 

ακόμα και τους ενάρετους, είναι ξένη. Γι᾿ αυτόν το λόγο είναι εύλογο να πει κανείς, 

ότι στη ζωή των δια Χριστόν σαλών μπορεί κάποιος να παρατηρήσει όχι μόνο την 

«αγία  ανυπακοή»,  αλλά  και  την  «παράξενη  ή  ιδιότροπη  υπακοή»  τους.  Ένα  άλλο 

παράδειγμα  παρόμοιας  συμπεριφοράς,  όμως  σε  ριζικά  διαφορετικές  συνθήκες, 

βρίσκεται  στο  βίο  του  οσίου  Ανδρέα  του  δια  Χριστόν  σαλού.  Μια  μέρα  ο  Ανδρέας 

βρέθηκε  κοντά  σε  ένα  οπωροπωλείο  του  οποίου  ο  πωλητής  αποκοιμήθηκε.  Το 

πρόσεξαν μερικοί που τους άρεσε να κάνουν αστεία. Οι άνθρωποι αυτοί έφεραν τον 

όσιο  κοντά  στα  φρούτα  και  δείχνοντας  του  τα  σύκα  του  είπαν:  «Φάγε,  ἔξηχε,  καὶ 

ἔμπλησον ψυχήν σου, μή πως εἰς τὸν ἐπιόντα χρόνον οὐ γενήσωνται». Ο Ανδρέας 

υπάκουσε,  κάθισε  κοντά  στη  γυάλα  και  άρχισε  να  καταβροχθίζει  το  περιεχόμενό 

της.  Όταν  είχε  μισοαδειάσει  η  γυάλα,  ξύπνησε  ξαφνικά  ο  πωλητής.  Την  στιγμή 

αυτή  «οι  φίλοι»  του  Ανδρέα  εξαφανίστηκαν,  ο  μακάριος  όμως  συνέχιζε  να  τρώει. 

Βλέποντας τη σκηνή αυτή ο πωλητής, πετάχτηκε στον Ανδρέα και τον έδειρε με ένα 

ραβδί μέχρι που κουράστηκε, και στο τέλος τον έδιωξε μακριά41. 

Οι  σαλοί,  όπως  ειπώθηκε  νωρίτερα,  δεν  υπομένουν  αδιαμαρτύρητα  μόνο 

τους  πειρασμούς  με  τους  οποίους  κάθε  χριστιανός  πρέπει  να  παλεύει  γενναία 

μέχρι  τέλους  της  επίγειας  ζωής  του.  Αυτοί  οι  αγωνιστές  του  Κυρίου  δημιουργούν 

επιπλέον  οι  ίδιοι  εκείνες  τις  καταστάσεις,  οι  οποίες  τους  εγγυούνται  τον 

εξευτελισμό  και  την  περιφρόνηση.  Σ᾿  αυτήν  ακριβώς  τη  βιωματική 

  Βλ.  Νικηφόρου  πρεσβυτέρου,  Βίος  και  πολιτεία  του  οσίου  πατρός  ημών  Ανδρέου  του  δια  Χριστόν 
41

σαλού  74,  PG  111, 713D‐716Α. Μετά από  το  παραπάνω  περιστατικό  με  τον  πωλητή,  συνάντησε  τον 
μακάριο  Ανδρέα  ένας  γνωστός  του  δούλος,  ο  οποίος  βλέποντας  τον  όσιο  τόσο  μελανιασμένο,  τον 
ρώτησε  ποιος  τον  έκανε  έτσι.  Ο  Ανδρέας  του  απάντησε:  «Ταῦτά  μοι  προσεξένησεν,  ὦ  τέκνον,  ὁ 
πανλαίμαργος  ἀγωγὸς  οὗτος,  ἡδονῇ  σύκων  δελεασθεὶ[ς],  ὁ  ταλαίπωρος·  εἰ  τοίνυν  ἐμὲ  δι᾿  εὐτελῶν 
σύκων  ἡδονὴν  τηλικαύτοις  ῥάβδοις  ἐχρήσαντο,  τίνα  ἐνδείξηται  ὁ  Θεὸς  τοῖς  ἐν  ταῖς  ἐσχάταις 
πράξεσιν ἡδυνομένοις, καὶ μὴ ἐπιδεικνυμένοις μετάνοιαν;», ό. π., 75, PG 111, 716Β. Αυτή η εξήγηση 
του μακαρίου Ανδρέα δείχνει παραδειγματικά ότι όλες οι «τρελλές πράξεις» των δια Χριστόν σαλών, 
όχι  μόνο  περιέχουν  κάποια  βαθιά  πνευματική  σημασία,  αλλά  μπορούν  να  χρησιμεύσουν  και  σαν 
διδακτικά μέσα, εφόσον κατανοούνται σωστά από τους αποδέκτες τους.
254
πραγματικότητα εντοπίζεται καταφανώς και η σύνδεση του ταπεινού φρονήματος 

των δια Χριστόν σαλών με την υπομονή τους στους πειρασμούς. Αισθάνονται την 

έλλειψη  της  πνευματικής  ασφάλειας,  δηλαδή  της  ταπεινοφροσύνης,  που  τους 

εξασφαλίζουν  μόνο  οι  οποιεσδήποτε  περιφρονήσεις  και  εξευτελισμοί·  γι᾿  αυτό  σε 

κάθε ευκαιρία αναζητούν τη χλεύη του περιβάλλοντός τους, ξέροντας ότι «Ὁ πρὸς 

τὴν  ἀπάθειαν  καὶ  τὸν  Θεὸν  τρέχων,  πᾶσαν  ἡμέραν,  ἐν  ᾗ  οὐ  λοιδορεῖται,  πολλὴν 

ζημίαν λογίζεται»42. Άλλωστε, αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο επιλέγουν και 

κάποιες συμπεριφορές που συμβάλλουν στη εξουθένωση του εαυτού τους. 

Ο  όσιος  Ανδρέας  ο  δια  Χριστόν  σαλός,  για  να  υποστεί  περισσότερους 

εξευτελισμούς από τους άλλους,  «δι᾿ ὅλης δὲ τῆς ἡμέρας ἦν ἐν μέσῳ τοῦ θορύβου 

ἀσχολούμενος».  Σε  αυτό  το  καμίνι  του  κόσμου  έκανε  τον  μεθυσμένο,  έσπρωχνε, 

και  γενικώς  ήταν  εμπόδιο  για  τους περαστικούς. Έτσι,  μερικοί τον χτυπούσαν και 

τον  κλωτσούσαν,  άλλοι  τον  ράβδιζαν  στο  κεφάλι  προκλητικά,  ενώ  άλλοι  τον 

τραβούσαν από τα μαλλιά και τον χτυπούσαν στο τράχηλο. Όλα αυτά τα υπέμενε 

ο όσιος με την ελπίδα των αιωνίων αγαθών, που προορίζονται για τους δικαίους43. 

Η  οσία  Πελαγία  Ιβάνοβνα  επίτηδες  καθόταν  και  κοιμόταν  πάντα  στο  δάπεδο  και 

μάλιστα  δίπλα  στην  πόρτα,  ώστε  όποιος  περνούσε,  συχνά  την  πατούσε  ή  έριχνε 

νερό  πάνω  της,  πράγματα  τα  οποία  της  έδιναν  ευχαρίστηση44.  Πρέπει  όμως  να 

ειπωθεί, ότι οι δια Χριστόν σαλοί τραβούσαν την προσοχή και την αγανάκτηση των 

άλλων  ανθρώπων,  όχι  μόνο  δια  των  συγκεκριμένων  πράξεών  τους.  Πολύ  συχνά, 

όλος ο τρόπος της διαγωγής τους ήταν σκάνδαλο για την υπόλοιπη  κοινωνία στην 

οποία  έζησαν.  Τα  στοιχεία  που  προξενούσαν  τη  δυσαρέσκεια  των  άλλων 

χριστιανών  προς  τους  σαλούς,  ήταν  η  λαλιά  τους,  η  ενδυμασία,  ο  τρόπος  της 

προσευχής  τους  και  οι  ελεύθεροι  κανόνες  της  γενικής  συμπεριφοράς  τους. 

Επιπλέον,  όταν  ο  σαλός  διέμενε  σε  κάποια  μοναστική  κοινότητα,  μπορούσαν  να 

42 Ιωάννου Σιναΐτου, Κλίμαξ 4, PG 88, 728Β.
43  Βλ.  Νικηφόρου  πρεσβυτέρου,  Βίος  και  πολιτεία  του  οσίου  πατρός  ημών  Ανδρέου  του  δια  Χριστόν 
σαλού 42, PG 111, 677D‐680Α. 
44 Βλ. Οσία Πελαγία Ιβάνοβνα η δια Χριστόν σαλή, σ. 125. 
255
τον  κατηγορήσουν  για  την  άθλια  κατάσταση  του  κελλιού  του  και  για  τη  σπάνια 

συμμετοχή (είτε και την απουσία) στις κοινές λατρευτικές συνάξεις45. 

Κάποιος  εύλογα  θα  μπορούσε  να  ρωτήσει,  από  πού  παίρνουν  τόσο  μεγάλη 

πνευματική  δύναμη  οι  δια  Χριστόν  σαλοί;  Πώς  δύνανται  αυτοί  οι  ασκητές  να 

αντέξουν τέτοιους εξευτελισμούς; Τα κατορθώματά τους μοιάζουν περισσότερο με 

κάποια υπεράνθρωπα και υπερφυσικά φαινόμενα, παρά με ανθρώπινο άθλο. Αυτό 

είναι αλήθεια, όμως ό,τι είναι αδύνατο στους ανθρώπους, είναι δυνατό στο Θεό46. Ο 

Θεός  είναι  αυτός  που  καλεί  «τα  παιδιά»  του  στους  ασυνήθιστους  αγώνες,  ο  Θεός 

είναι  επίσης  αυτός  που  ενισχύει  τους  εκλεκτούς  του  αθλητές  στις  υπεράνθρωπες 

προσπάθειές τους. Ο συγγραφέας του βίου της οσίας Πελαγίας Ιβάνοβνα, μιλώντας 

για  αυτή  την  ασκήτρια  λέει  ότι  «μόνο  ἡ  χάρη  τοῦ  Θεοῦ  τῆς  ἒδινε  δύναμη.  Μόνο 

αὐτή  τήν  ἐνίσχυε  νά  ὑπομένει  ὃλ᾿  αὐτά  πού  τῆς  ἒκαναν,  γιατί  ἦταν  ἓνα  ἐκλεκτό 

σκεῦος τοῦ Θεοῦ»47. 

2. Ο ασκητικός αγώνας των σαλών 

Στην  πνευματική  ζωή  του  χριστιανού  μπορούμε  να  διακρίνουμε  δύο  είδη 

ασκήσεως,  τα  οποία  φανερώνονται  με  δύο  τρόπους  διαγωγής.  Η  πρώτη  είναι 

«πολιτεία ἡ σωματική, ἡ κατὰ Θεόν». Αυτή η άσκηση εκφράζεται με τα σωματικά 

έργα που γίνονται με τρόπο φανερό και εξωτερικό. Έχει δε ως σκοπό την κάθαρση 

της  σάρκας  με  την  ενέργεια  της  αρετής.  Η  άλλη  άσκηση  είναι  «ἡ  πολιτεία  τῆς 

διανοίας»,  η  οποία  μπορεί  να  ονομαστεί  νοητική  άσκηση.  Αυτή  εκφράζεται  με  το 

έργο της καρδιάς, που ασχολείται ακατάπαυστα με τη φροντίδα για τη δικαιοσύνη 

του  Θεοῦ  και  τις  κρίσεις  του.  Βασίζεται  κυρίως  στην  αδιάλειπτη  προσευχή  της 

καρδιάς,  στην  αντίληψη  της  προνοίας  και  της  επιμέλειας  του  Θεού,  η  οποία 

45  Περί  της  εκκλησιαστικής  ζωής  των  δια  Χριστόν  σαλών  βλ.  υποκεφάλαιο:  Η  σαλότητα  ως  βίωση 
της αληθινής ελευθερίας, σ. 307‐312 αυτής της εργασίας. 
46 Βλ. Λκ. 18, 27. 

47 Οσία Πελαγία Ιβάνοβνα η δια Χριστόν σαλή, σ. 31.
256
εκδηλώνεται  σ᾿  αυτόν  τον  κόσμο  κατά  τρόπο  ειδικό  και  γενικό,  και  αφορά 

ουσιαστικά στην προφύλαξη από τα κρυφά πάθη48. 

Η  άσκηση  του  σώματος,  όταν  γίνεται  με  σωστό  τρόπο,  μπορεί  να  ταυτιστεί 

με  την  πτωχεία  εν  Κυρίω,  όπως  είχε  διαπιστώσει  ο  άγιος  Γρηγόριος  Παλαμάς49. 

Αυτό  σημαίνει  ότι  η  «σωματική  πολιτεία»  των  χριστιανών  εκφράζει  και  την 

ταπείνωσή  τους,  ή  με  άλλα  λόγια  η  ταπείνωση  των  μελών  της  Εκκλησίας 

εκφράζεται  δια  των  σωματικών  κόπων.  Ποια  όμως  μπορεί  να  είναι  η  σχέση  της 

πτωχείας στο σώμα με τη νοητική άσκηση; Την απάντηση σε αυτό το ερώτημα δίνει 

ο αββάς Ισαάκ ο Σύρος, όταν λέει ότι κάθε έργο που εκτελείται εξωτερικά με άνεση, 

χωρίς κόπους και θλίψεις, δεν προσφέρει εσωτερικό καρπό στη ψυχή. Οι χριστιανοί 

ως μιμητές του πάθους του Χριστού πρέπει να αγωνιστούν και μέσα τους, γιατί «οὐ 

συνδοξάζεται  ὁ  νοῦς  μετὰ  τοῦ  Ἰησοῦ,  ἐὰν  μὴ  συμπάσχῃ  τὸ  σῶμα  ὑπὲρ  τοῦ 

Χριστοῦ»50.  Σε  άλλο  σημείο  ο  ίδιος  πατέρας  γράφει:  «Ἡ  ἀρετὴ  ἡ  σωματικὴ  ἐν  τῇ 

ἡσυχίᾳ  τὸ  σῶμα  καθαίρει  ἐκ  τῆς  ὕλης  τῆς  ἐν  αὐτῷ.  Ἡ  δὲ  ἀρετὴ  τῆς  διανοίας 

ταπεινοῖ  τὴν  ψυχὴν,  καὶ  διϋλίζει  αὐτὴν  ἐκ  τῶν  διανοημάτων  τῶν  χονδρῶν,  τῶν 

ἀπολλυμένων· ἵνα μὴ διαλογίζηται ἐν τούτοις ἐμπαθῶς, ἀλλὰ μᾶλλον κινῆται ἐν τῇ 

θεωρίᾳ  αὐτῆς»51. Από τα παραπάνω κείμενα φαίνεται ότι η σωματική και νοητική 

άσκηση  βρίσκονται  σε  στενό  σύνδεσμο  μεταξύ  τους.  Μπορεί  κάποιος  να  πει  ότι  η 

«σωματική πολιτεία» αποτελεί την πρώτη βαθμίδα της πράξεως δια των κόπων και 

των  θλίψεων,  η  οποία  όμως  προϋποθέτει  και  την  δεύτερη  βαθμίδα  της  «πολιτείας 

της διάνοιας», που αποβλέπει στη θεωρία του Θεού. Την παραπάνω αλήθεια με πιο 

απλό τρόπο εκφράζει ο άγιος Παΐσιος Βελιτσκόφσκι, όταν χαρακτηριστικά λέει πως 

48 Βλ. Ισαάκ Σύρου, Λόγος 17, ό. π., σ. 60.  
49 Βλ. σ. 242 αυτής της εργασίας. 
50 Βλ. Λόγος 16, ό. π., σ. 57.

51 Λόγος 17, ό. π., σ. 59. Αυτό το κείμενο του αγίου Ισαάκ του Σύρου δείχνει, ότι η αρετή της διανοίας, 

μπορεί  να  οδηγήσει  στην  ταπείνωση  του  φρονήματος,  για  την  οποία  έγινε  λόγος  στην  αρχή  του 
προηγουμένου  υποκεφαλαίου.  «Ἡ  πολιτεία  τῆς  διανοίας»,  όπως  την  ονομάζει  ο  Σύρος  πατέρας, 
μπορεί  να  ταπεινώνει  την  ψυχή  και  να  την  διυλίζει  από  τα  χοντρά  διανοήματα,  τα  οποία  είναι 
καταστροφικά για τον πιστό. Αυτό ακριβώς, όπως απέδειξε η ζωή των δια Χριστόν σαλών (βλ. σ. 243‐
247  αυτής  της  εργασίας),  επιδιώκει  ο  ταπεινός  στο  φρόνημα  χριστιανός,  ο  οποίος  με  όλους  τους 
τρόπους  προσπαθεί  να  διατηρεί  μετριόφρονα  εικόνα  περί  του  εαυτού  του.  Γιατί  η  διάνοια  του 
ανθρώπου αν δεν ταπεινωθεί, αναπόφευκτα θα καταλήξει σε εμπαθή, καταστροφική για την ψυχή 
κατάσταση.
257
«Οἱ σωματικοί κόποι εἶναι ἡ ἀρχή μόνο τῆς πνευματικῆς πορείας, ἐνῶ τό τέλος της 

εἶναι ἡ ἐσωτερική καί καρδιακή νήψη, ἡ νοερά ἐργασία καί ἡ ψυχική διάθεση»52. 

Πρέπει  όμως  να  επισημανθεί  επίσης,  ότι  η  χριστιανική  άσκηση,  σωματική 

και  νοητική,  αν  και  γίνεται  με  τον  κόπο  και  τις  θλίψεις,  δεν  αποτελεί  αυτοσκοπό. 

Αυτή  η  αλήθεια  είναι  εμφανής  στην  μακραίωνη  ορθόδοξη  ασκητική  παράδοση. 

Όταν ένας αδελφός ρώτησε τον αββά Μωυσή: «Αἱ νηστεῖαι καὶ ἀγρυπνίαι ἃς ποιεῖ 

ἄνθρωπος,  τί  γίνονται;»,  αυτός  του  απάντησε:  «Αὗται  ποιοῦσι  τὴν  ψυχὴν 

ταπεινωθῆναι»53.  Σε  μια  άλλη  περίπτωση  ένας  αδελφός  αποκάλυψε  στον  αββά 

Σισώη,  ότι  βλέπει  πως  η  μνήμη  του  Θεού  παραμένει  μέσα  του.  Ο  γέροντας  του 

απάντησε: «Οὐκ ἔστι μέγα, τὸ εἶναι τὸν λογισμόν σου μετὰ τοῦ Θεοῦ· μέγα δέ ἐστι, 

τὸ  ἑαυτὸν  ὁρᾷν  ὑποκάτω  πάσης  τῆς  κτίσεως.  Τοῦτο  γὰρ  καὶ  ὁ  σωματικὸς  κόπος 

ὁδηγεῖ εἰς τὸν τῆς ταπεινοφροσύνης τρόπον»54. Τα παραπάνω κείμενα δείχνουν, ότι 

τα  ασκητικά  έργα,  τα  σωματικά  και  τα  νοητικά,  χρησιμεύουν  ως  μέσα  για  την 

απόκτηση της ταπεινοφροσύνης, γιατί «οὐκ ἄσκησις, οὔτε ἀγρυπνία, οὔτε παντοῖος 

πόνος σώζει· εἰ μὴ γνησία ταπεινοφροσύνη»55. 

Οι δια Χριστόν σαλοί, όπως σε όλα τα άλλα ζητήματα, έτσι και στο θέμα της 

ασκητικής ζωής τους, δεν απορρίπτουν τα χριστιανικά πρότυπα και τους κανόνες, 

αλλά  πιστά  ακολουθούν  την  Παράδοση  της  Εκκλησίας  του  Χριστού.  Γι᾿  αυτό,  οι 

ασκητικοί  αγώνες  των  σαλών  δεν  διαφέρουν  και  πολύ  στο  χαρακτήρα  τους  από 

τους αγώνες των άλλων χριστιανών. Υπάρχουν όμως τουλάχιστον δύο σημεία στα 

οποία  η  άσκηση  των  μωρών  εργατών  του  Κυρίου  παρουσιάζει  κάποιες 

ιδιαιτερότητες.  Το  πρώτο  είναι  το  περιβάλλον  που  διεξάγουν  τους  αγώνες  τους  οι 

σαλοί, το οποίο είναι συνήθως εχθρικό προς αυτούς, ειδικώς στα πρώτα χρόνια της 

δράσης  τους.  Το  δεύτερο  είναι  η  απόλυτη  απόκρυψη  των  πνευματικών 

κατορθωμάτων  τους. Και τα δύο παραπάνω στοιχεία έφερναν τους σαλούς σε  πιο 

δύσκολες θέσεις, συγκριτικά με αυτές στις οποίες βρίσκονταν οι άλλοι χριστιανοί. 

52 Τα Κρίνα του Αγρού, σ. 71.
53 Βλ. Παλλαδίου Ελενουπόλεως, Αποφθέγματα αγίων Γερόντων, PG 65, 288C.
54 Βλ. ό. π., 396ΑΒ.

55 Ό. π., 204Α.
258
Στην  πνευματική  ζωή  των  δια  Χριστόν  σαλών,  όπως  το  είχε  πει  γενικά  για 

όλους  τους  χριστιανούς  ο  αββάς  Ισαάκ  ο  Σύρος,  διακρίνονται  δύο  είδη  ασκήσεως: 

σωματική  και  νοητική.  Ως  επιβεβαίωση  αυτής  της  καταστάσεως  θα  αναφερθούμε 

σε ένα απόσπασμα από το βίο της μακαρίας Ταρσώς. Αν και ο συντάκτης αυτού του 

βίου  χρησιμοποιεί  κατά  τι  διαφορετικούς  όρους  από  τον  όσιο  Ισαάκ  σχετικά  με  το 

προκείμενο  θέμα,  εντούτοις  περιγράφει  τις  ίδιες  πνευματικές  καταστάσεις.  «Ἡ 

εἰκόνα  τῆς  Ταρσώς  ὡς  σαλῆς  διά  Χριστόν  ἀντανακλᾶται  σέ  δύο  ἐπίπεδα  ἤ  ὄψεις 

πνευματικῆς  ἐν  Χριστῷ  ζωῆς.  Στό  πεδίο  τῆς  ἀσκητικῆς  της  ζωῆς,  μέ  τήν  ὁποία 

ἐβίωνε  τή  νέκρωση  τοῦ  ἑαυτοῦ  της  καί  στό  πεδίο  τῆς  ἀνοικτῆς  χαρισματικῆς 

ἐπικοινωνίας της μέ τή θέα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ὅπου ζοῦσε τήν ἐλευθερία τοῦ 

Ἁγίου Πνεύματος»56. 

Η «πολιτεία ἡ σωματικὴ ἡ κατὰ Θεόν» των δια Χριστόν σαλών ήταν πλούσια 

και ποικιλόμορφη. Ο στάρετς Θεόφιλος, ο ασκητής της Λαύρας των Σπηλαίων του 

Κιέβου, «κάθε ἡμέρα ἔκανε ἀμέτρητες μετάνοιες μπροστά στίς εἰκόνες κι ἔδινε στό 

ταλαιπωρημένο  του  σῶμα  ἐλάχιστη  ἀνάπαυση.  Ξεκουραζόταν  εἴτε  ἀκουμπῶντας 

τήν  πλάτη  στόν  τοῖχο,  ἤ  ξαπλώνοντας  πάνω  στόν  κορμό  ἑνός  δέντρου  πού  εἶχε 

βάλει κατά μῆκος σάν στρῶμα, στό πέτρινο κρεββάτι του, ἤ καθόταν στήν μέση τοῦ 

κελλιοῦ  του  πάνω  σ᾿  ἕνα  κοντό  καί  ὑπερβολικά  στενό  πάγκο,  ἔτσι  ὥστε  ἄν  τόν 

ἔπαιρνε ὁ ὕπνος, ἔπεφτε κάτω, ξυπνοῦσε καί γύριζε πάλι στίς προσευχές του»57. Ο 

βίος  της  Ταρσώς  της  σαλής  αναφέρει,  ότι  «Οἱ  διαστάσεις  τοῦ  κελλιοῦ  της  δέν 

ἐπέτρεπαν  ἕνα  ἀνθρώπινο  κρεβάτι.  Μόνο  σκυφτός  ἤ  καθιστός  χωροῦσες  μέσα. 

Ἄλλωστε σαράντα πέντε χρόνια δέν κοιμήθηκε ξαπλωμένη. Μόνο ὅταν χρειάσθηκε 

νά  νοσηλευθεῖ  σέ  νοσοκομεῖο δύο  φορές,  κοιμήθηκε  σέ  κρεβάτι  μέ  κάποιες  τύψεις 

“γιά τήν πολυτέλεια”»58. 

Ο  αγώνας  για  τη  νέκρωση  της  σάρκας  της  Πελαγίας  Ιβάνοβνα  δεν  ήταν 

μικρότερος.  «Πατοῦσε  ἐπίτηδες  πάνω  σέ  καρφιά,  ἒκανε  ὃ,τι  μποροῦσε  γιά  νά 

βασανίζει  τό  σῶμα  της.  Στήν  τράπεζα  τοῦ  κοινοβίου  δέν  πήγαινε  ποτέ.  Περνοῦσε 

56 Ιωάννου Κ. Κορναράκη, Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, σ. 125.
57 Ο στάρετς Θεόφιλος. Ο δια Χριστόν σαλός ασκητής της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου, σ. 82‐83. 
58 Ιωάννου Κ. Κορναράκη, Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, σ. 47.
259
μέ ψωμί καί νερό καί μερικές φορές δέν ἒβρισκε τίποτα νά φάει»59. Τα πρώτα δέκα 

χρόνια που έμεινε στο μοναστήρι, συνεχώς κουβαλούσε πέτρες από τόπο σε τόπο. 

Γέμιζε και το κελλί της με αυτές. Μερικές φορές χτυπούσε αλύπητα και τον εαυτό 

της,  ώσπου  να  ματώσει60.  Η  Πελαγία  σπάνια  κοιμόταν,  την  έπαιρνε  για  λίγο  ο 

ύπνος  είτε  καθιστή  είτε  ξαπλωμένη.  Αρκετές  φορές  έβγαινε  τις  νύχτες  έξω  και 

έστεκε  σε  κάποιο  σημείο  του  μοναστηριού  για  να  προσευχηθεί,  ακόμα  και  αν 

έβρεχε ή είχε χιονοθύελλα· κατά θαυμαστό τρόπο όμως, δεν αρρώσταινε ποτέ για 

αυτόν  το  λόγο.  Μια  φορά  όμως,  τρία  χρόνια  πριν  κοιμηθεί,  εξαφανίστηκε  για 

ολόκληρη  τη  νύχτα,  ενώ  έξω  είχε  ξεσπάσει  χιονοθύελλα.  Όταν  οι  άλλες  μοναχές 

τελικά  την  βρήκαν  καθισμένη  στον  κήπο,  ήταν  σχεδόν  παγωμένη61.  Η  Άννα 

Γερασίμοβνα  που  την  φρόντιζε,  σχετικά  με  αυτό  το  περιστατικό  λέει:  «Πόσο 

δύσκολο  ἦταν  νά  τήν  κάνεις  καλά.  Σκεφτεῖτε  μόνοι  σας.  Πῶς  μιά  ἡλικιωμένη 

γυναίκα κάθησε μόνο μέ μιά μπλούζα κι ἓνα σαραφάν ἑννιά ὁλόκληρες ὧρες μέσα 

στή  χειρότερη  χιονοθύελλα  καί  σ᾿  ἓναν  ἀπό  τούς  βαρύτερους  χειμῶνες  καί  δέν 

πέθανε; Αὐτό εἶναι πραγματικό θαῦμα»62. 

Διαβάζοντας τις παραπάνω διηγήσεις περί της ζωής των δια Χριστόν σαλών, 

θα  μπορούσε  να  ρωτήσει  κάποιος,  αν  είναι  σωστό  και  αναγκαίο  να  υποφέρουν 

αυτοί  οι  ασκητές  (αλλά  και  κάθε  χριστιανός)  τέτοια  εκούσια  βάσανα  και 

ταλαιπωρίες63.  Την  απάντηση  σε  αυτό  το  ερώτημα  είχε  δώσει  νωρίτερα  ο  αββάς 

59 Οσία Πελαγία Ιβάνοβνα η δια Χριστόν σαλή, σ. 40‐41. 
60 Βλ. ό. π., σ. 50‐51. 
61 Όπως αναφέρει ο βίος της οσίας Πελαγίας, η ασκήτρια «φαίνεται πώς γλίστρησε σιγά σιγά ἒξω, 

ἒγινε  μούσκεμα  ὣς  τό  κόκκαλο  καί  μετά  τήν  χτύπησε  ὁ  ἀέρας  καί  τήν  ἒρριξε  κάτω.  Κι  ἒμειν᾿  ἐκεῖ 
παγωμένη,  τελείως  ἀποδυναμωμένη.  Τό  σαραφάν  (μακριά,  ἀμάνικη  ζακέτα  πού  φοροῦσαν  οἱ 
χωριάτισσες) της ἀκουμποῦσε στό ἒδαφος καί πάγωσε, ἒγινε ἓνα μέ τό χῶμα καί δέν μποροῦσε νά 
τό ξεκολήσει», ό. π., σ. 78. 
62 Ό. π., σ. 79. Για την ολόκληρη παραπάνω ιστορία βλ. ό. π., σ. 76‐79. 

63 Η συνηθισμένη άποψη που θέλει τους βίους των αγίων να περιέχουν πολλές ή μόνο υπερβολές, 

δεν  ευσταθεί  όταν  κανείς  τους  ερευνήσει  βαθύτερα.  Λογού  χάρη,  για  το  θέμα  του  ύπνου  ο  άγιος 
Παΐσιος Βελιτσκόφσκι γράφει: «Τό μέτρο τοῦ ὕπνου τήν νύχτα, γιά ἕνα εἰκοσιτετράωρο, εἶναι: • Γιά 
τόν ἀρχάριο ‐ ἑπτά ὧρες. • Γιά τόν προοδευμένο ‐ τέσσερες ὧρες. • Γιά τόν τέλειο ‐ δύο ὧρες μόνο». 
Ο  ίδιος  πατέρας  στην  συνέχεια  προσθέτει:  «Ὅλες  τίς  ἄλλες  ὧρες  ὄρθιοι  στήν  προσευχή.  Καί 
πάντοτε, νύχτα καί ἡμέρα, τό σωστό εἶναι νά μένωμε ἄγρυπνοι· καί νά κρατᾶμε τόν ἑαυτό μας σέ 
κάποια  ἀπασχόληση»,  Τα  Κρίνα  του  Αγρού,  σ.  118.  Συγκρίνοντας  τώρα  τα  κατορθώματα  των  δια 
Χριστόν σαλών με τις παραινέσεις του αγίου Παϊσίου, εύκολα μπορεί κάποιος να διαπιστώσει, πως 
οι ασκητές αυτοί βάδισαν απλά με ασυμβίβαστο τρόπο την οδό που  έδειξαν δια των έργων τους οι 
άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας. 
260
Σισώης, ο οποίος δήλωσε, πως οι σωματικοί κόποι φέρνουν την ταπεινοφροσύνη64. 

Ο  αββάς  Δωρόθεος  εξηγώντας  τα  λόγια  του  αββά  Σισώη  λέει  ότι  η  ψυχή,  αφού 

εξέπεσε από την τήρηση της εντολής με την παράβαση, παραδόθηκε στη φιληδονία 

και  στην  ελευθεριότητα  της  πλάνης.  Έτσι  αγάπησε  τα  σωματικά,  έγινε  κατά 

κάποιο τρόπο ένα με το σώμα και έγινε όλη σάρκα. Και τότε ο Κύριος είπε ότι «Οὐ 

μὴ  καταμείνῃ  τὸ  πνεῦμά  μου  ἐν  τοῖς  ἀνθρώποις  τούτοις,  διὰ  τὸ  εἶναι  αὐτοὺς 

σάρκας»65.  Σε  αυτήν  την  κατάσταση,  η  ψυχή  του  ανθρώπου  συμπάσχει  και 

επηρεάζεται από τις ενέργειες του σώματος. Επομένως, όταν ο κόπος ταπεινώνει το 

σώμα, συνταπεινώνεται με αυτό και η ψυχή. Επιβεβαιώνεται, συνεπώς, ο γέροντας 

που συμπέραινε πως ο σωματικός κόπος οδηγεί στην ταπείνωση66. 

Τη σκέψη του αββά Δωροθέου συμπληρώνει ο Μέγας Βασίλειος, λέγοντας ότι 

κάθε άνθρωπος πρέπει να κάνει προσπάθειες, να μην ταπεινωθεί το μεγαλείο της 

ψυχής  του  δια  της  επαναστάσεως των ηδονών. Διότι δεν είναι δυνατό η ψυχή  που 

προσηλώθηκε  στην  ηδονή  της  σαρκός  να  αναβλέψει  με  καθαρό  βλέμμα  προς  το 

συγγενές και νοητό φως. Γι᾿ αυτό πρέπει προ πάντων να ασκεί την εγκράτεια, που 

είναι  ασφαλής  φρουρός  της  σωφροσύνης  και  δεν  επιτρέπει  στον  ηγεμόνα  νου  να 

διασπάται  εδώ  και  εκεί67.  Ο  νους  του  ανθρώπου  δεν  είναι  δυνατό  ποτέ  να  σταθεί, 

γιατί ο δημιουργός τον έκανε αεικίνητο στη φύση του. Όταν εμποδίζεται αυτός να 

κινηθεί  στα  μάταια  από  την  εγκράτεια,  είναι  αδύνατο  να  μην  ακολουθήσει  τον 

ευθύ  δρόμο της αλήθειας68.  Γι᾿ αυτό και όλοι οι σαλοί,  ποθώντας  συνεχώς  για  την 

αλήθεια,  ασκούσαν  την  αρετή  της  εγκράτειας  σε  πολύ  μεγάλο  βαθμό.  Ο  βίος  του 

αγίου  Συμεών  του  δια  Χριστόν  σαλού  λέει  ότι  «εἶχε  δὲ  καὶ  τὸ  χάρισμα  τῆς 

ἐγκρατείας  ὑπὲρ  πολλοὺς  τῶν  ἁγίων.  Καθότι  γὰρ  ἔφθανεν  ἡ  ἁγία  Τεσσαρακοστὴ 

64 Βλ. σ. 257 αυτής της εργασίας. 
65 Βλ. Γεν. 6, 3. 
66 Βλ. Διδασκαλία 2, 9, PG 88, 1652ΑΒ. 

67  Ο  Μέγας  Βασίλειος  προσπαθεί  επιπλέον  να  εξηγήσει  με  πολύ  ωραίο  τρόπο  τη  λειτουργία  του 

ανθρώπινου νου,  φέρνοντας  στους  αναγνώστες του  ένα  απλό  φυσικό  φαινόμενο.  Λέει,  λοιπόν,  ότι 
όπως  το  νερό  των  σωλήνων  αναβλύζει  προς  τα  άνω  από  την πίεση,  μη  δυνάμενο  να  χυθεί  αλλού, 
έτσι ακριβώς λειτουργεί και ο νους του ανθρώπου. Όταν η εγκράτεια ως αδιαπέραστος σωλήνας τον 
περισφίγγει από παντού, θα ανεβεί κάπως, λόγω της ανάγκης της κινήσεως, προς την επιθυμία των 
υψηλότερων, διότι δεν έχει που να διαρρεύσει, βλ. Ασκητικαί Διατάξεις 19, PG 31, 1389Α. 
68 Βλ. ό. π., 1388C‐1389B.
261
τῶν ἁγίων νηστειῶν, οὐκ ἐγεύετό τινος ἄχρι τῆς ἁγίας πέμπτης»69. Ο βιογράφος της 

ζωής  του  οσίου  Ανδρέα  του  σαλού  λέει  ότι  «Ἀληθινὸν  τὸ  ῥῆμα,  ἀγαπητοὶ,  καὶ 

πιστόν»,  πως  ο  όσιος  έτρωγε  όλη  την  ημέρα  μισό  παξιμάδι.  Τύχαινε  να  περάσουν 

κάποιες μέρες, ή και ολόκληρη εβδομάδα χωρίς να φάει, γιατί ο σατανάς σκλήραινε 

τους  περισσότερους  ανθρώπους  από  το  περιβάλλον  του  και  δεν  του  πρόσφεραν 

τίποτε. Πολλές φορές ο μακάριος Ανδρέας καιγόταν από τη δίψα, και μην ξέροντας 

τι να κάνει, έψαχνε στη λεωφόρο για καμμία λακκούβα με λασπόνερα της βροχής. 

Έπειτα γονάτιζε, φυσούσε τρεις φορές σε σχήμα σταυρού και έτσι έπινε70. Η τροφή 

της  Ταρσώς  της  σαλής,  επίσης  πάντοτε  ήταν  λιγοστή.  Κάποιο  φαγητό  της  έφερνε 

από τη Μονή71 η αδελφή Μαρίνα. Στην περίπτωση όμως που η Μαρίνα έλειπε για 

δουλειές  εκτός  του  Μοναστηριού,  φαίνεται  ότι  η  Ταρσώ  κάποιες  φορές  έμενε 

νηστική ολόκληρη εβδομάδα, μέχρι να επιστρέψει εκείνη από τις δουλειές της72. Και 

ο στάρετς Θεόφιλος γενικά έτρωγε πολύ λίγο. Την Τετάρτη και την Παρασκευή, το 

φαγητό  του  ήταν  μισό  φλυτζανάκι  μέλι,  ανακατεμένο  με  νερό  και  πάγο.  Αυτή 

επίσης  ήταν η τροφή του το Σάββατο και την Κυριακή της πρώτης εβδομάδας της 

Μεγάλης  Σαρακοστής  και  του  Μεγάλου  Σαββάτου.  Όλες  τις  άλλες  ημέρες  της 

Μεγάλης Εβδομάδας δεν έπινε ούτε νερό73. 

Ο Μέγας Βασίλειος μιλώντας για την εγκράτεια λέει ότι αυτή κατ᾿ ουσία δεν 

εννοείται μόνο στην αποχή από τα φαγητά, γιατί αυτό το πράγμα κατόρθωσαν και 

πολλοί Έλληνες φιλόσοφοι. Το νόημα της εγκράτειας συνίσταται προ πάντων στο 

απερίσπαστο  των  οφθαλμών,  αλλά  και  της  ακοής.  Γιατί  ποιο  όφελος  της  αποχής 

από τροφή υπάρχει, εάν τα μάτια τρώγουν την ακολασία της μοιχείας και ή ακοή 

παραδίδεται  στις  διαβολικές  φωνές;  Ο  μεγάλος  αυτός  πατέρας  σε  αυτό  το  θέμα 

είναι  κατηγορηματικός:  «Οὐδὲν  ὄφελος  βρωμάτων  ἀπέχεσθαι,  τύφον  δὲ 

ὑψηλοφροσύνης  καὶ  κενῆς  δόξης  καὶ  παντὸς  πάθους  μὴ  ἀπέχεσθαι.  …  καὶ  ἀπὸ 

69 Λεοντίου Νεαπόλεως, Βίος του αγίου Συμεών του δια Χριστόν Σαλού 47, PG 93, 1728Α. 
70  Βλ.  Νικηφόρου  πρεσβυτέρου,  Βίος  και  πολιτεία  του  οσίου  πατρός  ημών  Ανδρέου  του  δια  Χριστόν 
σαλού 25, PG 111, 657CD.
71 Το πτωχό κελλί της Ταρσώς της σαλής βρισκόταν στον ελεύθερο χώρο της εξωτερικής αυλής μιας 

μεγάλης Μονής. 
72 Βλ. Ιωάννου Κ. Κορναράκη, Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, σ. 48.

73  Βλ.  Ο  στάρετς  Θεόφιλος.  Ο  δια  Χριστόν  σαλός  ασκητής  της  Λαύρας  των  Σπηλαίων  του  Κιέβου,  σ. 

113‐114. 
262
λογισμῶν  πονηρῶν  καὶ  ματαίων  μὴ  ἀπέχεσθαι»74.  Και  αυτές  τις  παραπάνω 

παρατηρήσεις  του  Μεγάλου  Βασιλείου  οι  δια  Χριστόν  σαλοί  εφάρμοζαν  στο 

έπακρο,  αφού  εξάλλου  για  όλα  έτσι  συνήθιζαν.  Ο  βίος  της  Ταρσώς  της  σαλής 

αναφέρει  ότι  «ὁ  βασικός  προσανατολισμός  τῆς  Ταρσώς  στόν  ἀσκητικό  ἀγώνα  της 

ἦταν  ἡ  ἐξουθένωση  καί  ἐξουδετέρωση  ὅλων  τῶν  ψυχικῶν  κινήσεων  πού 

ἀπαιτοῦσαν ἱκανοποίηση, ὄχι μόνο ἁμαρτωλῶν ἐπιθυμιῶν ἀλλά καί ἀνθρωπίνων, 

στά  αὐτονόητα  ὅρια  τῆς  εὔλογης  ἀνάγκης  τῆς  συντηρήσεως  τοῦ  σώματος.  Γιά  τό 

λόγο  αὐτό  δέν  δίσταζε  νά  ἀρνηθεῖ  κάποια  νόμιμη  ὑλική  ἱκανοποίησή  της,  γιά  τή 

συντήρηση τοῦ ἀσθενικοῦ, ἀπό τήν αὐστηρή ἐγκράτεια, σώματός της, προκειμένου 

νά  ἀποφύγει  ἕναν  ἀπειλούμενο  συνειδησιακό  προβληματισμό  της  ἀπό  μιά 

ζημιογόνο ἀπόλαυση»75. 

Όπως φαίνεται από τη μέχρι τώρα παρουσίαση των ασκητικών αγώνων των 

δια Χριστόν σαλών, υπάρχει στενή σχέση και εξάρτηση μεταξύ των σωματικών και 

των  νοητικών  αγωνισμάτων  στην  πνευματική  ζωή  των  εν  λόγω  ασκητών76.  Όμως 

πρέπει να ειπωθεί, ότι κάθε ένα από τα αναφερόμενα παραπάνω στοιχεία φαίνεται 

να  προβάλλεται  καθ᾿  όλη  τη  διάρκεια  της  ζωής  των  σαλών  κατά  διαφορετικό 

τρόπο.  Αν  και  οι  δύο  αυτοί  τρόποι  πνευματικού  αγώνα  συνυπάρχουν  σε  όλα  τα 

στάδια  της  ασκητικής  ζωής  όλων  των  χριστιανών,  όμως  η  «σωματική  πολιτεία», 

όπως  ειπώθηκε  και  νωρίτερα,  κατά  κάποιο  τρόπο  βοηθάει  και  προετοιμάζει  το 

χώρο για την υψηλότερη  «πολιτεία της διανοίας»77. Αυτήν την πατερική άποψη με 

ωραίο τρόπο μπορούν να συμπληρώσουν ακόμα μια φορά τα λόγια του αββά Ισαάκ 

του  Σύρου:  «Ἡ  σωματικὴ  γὰρ  ἐργασία  προηγεῖται  τῆς  ψυχικῆς,  ὥσπερ  ὁ  χοῦς  τῆς 

ἐμπνευσθείσης  τῷ  Ἀδὰμ  ψυχῆς.  Ὁ  μὴ  κτησάμενος  τὴν  σωματικὴν  ἐργασίαν,  οὐδὲ 

τὴν ψυχικὴν ἔχειν δύναται. Διότι αὕτη ἐξ ἐκείνης γεννᾶται, ὥσπερ ὁ στάχυς ἐκ τοῦ 

γυμνοῦ κόκκου τοῦ σίτου»78. 

74 Βλ. Ασκητικαί Διατάξεις 19, PG 31, 1389Β. 
75 Ιωάννου Κ. Κορναράκη, Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, σ. 111‐112.
76  Όπως  εξάλλου  και  όλων  των  χριστιανών  που  προσπαθούν  να  βαδίζουν  την  οδό  της  εν  Χριστώ 

ζωής. 
77 Βλ. σ. 256‐257 αυτής της εργασίας. 

78 Λόγος 23, ό. π., σ. 90.
263
Η  παραπάνω  αναφερόμενη  εξάρτηση  είναι  κατ᾿  εξοχην  εμφανής  στη  ζωή 

των  σαλών.  Ο  βίος  της  οσίας  Πελαγίας  Ιβάνοβνα  αναφέρει,  ότι  είχε  αγωνιστεί 

ασκητικά  είκοσι  χρόνια  στο  Ντιβέγεβο,  όταν  αποφάσισε  ξαφνικά  ν᾿  αλλάξει 

τελείως τον τρόπο της ζωής της. Μια φορά είπε στην Άννα που την φρόντιζε: «Πρίν 

ἀπό  λίγο  ἦταν  μαζί  μου  ὁ  μπάτιουσκα  Σεραφείμ  [του  Σάρωφ].  Μοῦ  εἶπε  νά 

ἡσυχάσω, νά μένω περισσότερο στό κελλί μου, νά μή βγαίνω ἒξω». Και πράγματι, η 

ασκήτρια  ησύχασε,  από  τότε  καθόταν  περισσότερο  στο  κελλί  της,  σπάνια 

συζητούσε  με  άλλους,  μιλούσε  μόνο  λίγο  και  κοφτά.  Ο  βιογράφος  του  βίου  της 

χαρακτηριστικά  αναφέρει:  «Ὃπως  κι  ὁ  ἃγιος  Ἀρσένιος  ὁ  Μέγας,  ἀπόφευγε  τούς 

ἀνθρώπους καί κλεινόταν στόν ἑαυτό της. Αὐτή τήν ἐποχή οἱ πνευματικοί ἀγῶνες 

της ἒγιναν διαφορετικοί»79. Τι σήμαινε αυτή η διαφορά στο τρόπο της ζωής για την 

Πελαγία;  Φαίνεται  ότι  μετά  από  πολλά  χρόνια  σωματικών  αγώνων,  η  ασκήτρια 

τόσο εξουθένωσε και καθάρισε τη σάρκα από τα πάθη της, ώστε τώρα μπορούσε να 

αφοσιωθεί  σε  πιο  υψηλό  βαθμό  άσκησης,  που  βασιζόταν  περισσότερο  στην 

αδιάλειπτη προσευχή της καρδιάς και στον πόλεμο εναντίον των κρυφών ψυχικών 

παθών. Μπορεί να πει κάποιος, ότι η Πελαγία Ιβάνοβνα σε αυτήν την περίοδο της 

ζωής  της  επικεντρωνόταν  περισσότερο  στην  «πολιτεία  τῆς  διανοίας»,  παρά  στην 

«πολιτεία  τὴν  σωματικὴ  την  κατὰ  Θεόν»,  για  την  οποία  μίλησε  νωρίτερα  ο  όσιος 

Ισαάκ ο Σύρος. 

Όπως  αναφέρθηκε  πιο  μπροστά,  μετά  από  τη  μυστική  συζήτηση  της  οσίας 

Πελαγίας με τον γέροντα Σεραφείμ,  η  ασκήτρια  κλείστηκε περισσότερο στο  κελλί 

της  και  στον  εαυτό  της.  Τις  νύχτες,  όταν  ξάπλωναν  όλοι,  η  Πελαγία  που 

προφασιζόταν  πώς  είχε  κιόλας  κοιμηθεί,  σηκωνόταν  και  προσευχόταν  σχεδόν 

πάντα  ως  το  πρωί.  Αναστέναζε  και  έκλαιγε  ήρεμα  στην  προσευχή,  γεμάτη  από 

πνευματική αγαλλίαση. Μερικές φορές της ξέφευγαν κραυγές τόσο δυνατές, ώστε 

ξυπνούσε  και  την  συγκελλιώτισσά  της.  Τότε  προφασιζόταν  πως  κοιμόταν  και  η 

κραυγή της ξέφευγε στον ύπνο της80. Σε αυτή την περίοδο της ασκητικής της ζωής, 

δεν  άλλαξε  μόνο  η  Πελαγία  την  συμπεριφορά  της.  Αρκετοί  γύρω  της  άνθρωποι, 

79 Βλ. Οσία Πελαγία Ιβάνοβνα η δια Χριστόν σαλή, σ. 124. 
80 Βλ. ό. π., σ. 125. 
264
αναγνωρίζοντας  τα  πνευματικά  χαρίσματά  της,  άρχισαν  να  δείχνουν  το  σεβασμό 

και την εκτίμησή τους προς το πρόσωπό της81. 

Παρόμοιο ασκητικό δρόμο με αυτόν  της οσίας Πελαγίας Ιβάνοβνα πέρασαν 

και  αρκετοί  άλλοι  δια  Χριστόν  σαλοί.  Αν  και  σ᾿  όλη  τη  ζωή  τους  δεν  σταμάτησαν 

τους σωματικούς τους αγώνες, όμως μετά από κάποιο ιδιαίτερο σημείο από το Θεό, 

ήταν  σε  θέση  να  ασχολούνται  περισσότερο  δια  των  καρδιών  τους  με  τη  νοερή 

συνομιλία  με  το  Δημιουργό  των  πάντων,  παρά  με  τους  σωματικούς  αγώνες  τους. 

Για  τον  Ανδρέα  τον  σαλό  τέτοιο  σημείο  αποτέλεσε  η  αρπαγή  του  έως  του  τρίτου 

ουρανού, η οποία έγινε τη στιγμή που το γυμνό του σώμα υπέφερε το φοβερό κρύο 

μέσα  στην  παγωνιά  της  βαρυχειμωνιάς82.  Ο  βίος  του  αναφέρει,  ότι  «Ἔκτοτε  οὖν 

ἄϋπνος  διετέλει  πάσας  τὰς  νύκτας,  τὴν  ἀκατάπαυστον  δοξολογίαν  προσφέρων 

Θεῷ»83. Η στιγμή που επισφράγισε τους αγώνες του γέροντα Θεοφίλου του ασκητή 

της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου, ήταν η μέρα κατά την οποία έλαβε αυτός το 

Αγγελικό  Σχήμα84.  Ο  συντάκτης  του  βίου  του  λέει,  πως  «γιά  τόν  εὐλογημένο 

Θεόφιλο  πού  εἶχε  ἑτοιμασθῆ  νά  ὑπηρετήση  τόν  Κύριο  ἀπό  τίς  πρῶτες  ἡμέρες  τῆς 

ζωῆς του, τό Ἀγγελικό Σχῆμα, ἔγινε ἡ σφραγῖδα τῆς ὁλοκληρωτικῆς ἀποταγῆς του 

ἀπό  τόν  κόσμο  καί  μιά  πολιτογράφηση  στόν  Οὐρανό.  Θάνατος,  Κρίση,  καί 

Βασιλεία,  αὐτά  θά  κυριαρχοῦν  πλέον  στίς  σκέψεις  του  ὅλες  τίς  ὧρες  τῆς 

περισυλλογῆς του»85. 

Από  τις  παραπάνω  αναφορές  στους  βίους  των  δια  Χριστόν  σαλών  φαίνεται 

ήδη  ότι  αυτοί  οι  εργάτες  του  Κυρίου,  στην  αρχή  των  ασκητικών  τους  αγώνων, 

αντλούσαν  τις  πνευματικές  τους  δυνάμεις  από  τους  σωματικούς  τους  κόπους. 

Πρέπει  όμως  να  ειπωθεί  ότι  μετά  το  πέρασμα  του  χρόνου,  και  ειδικώς  στην 

τελευταία  περίοδο  της  ζωής  τους,  αυτή  η  εξάρτηση  λειτουργούσε  με  αντίθετο 

81 Βλ. ό. π., σ. 125‐126. 
82 Για όλη τη διήγηση περί της αρπαγής του Ανδρέα εις τους ουρανούς, βλ. Νικηφόρου πρεσβυτέρου, 
Βίος και πολιτεία του οσίου πατρός ημών Ανδρέου του δια Χριστόν σαλού 30‐41, PG 111, 664Α‐677C.
83 Ό. π., 42, PG 111, 677D.

84 Αυτό έγινε στις 9 Δεκεμβρίου 1834, όταν ο Θεόφιλος ήταν σχεδόν 45 ετών. Πρέπει να επισημανθεί, 

ότι  πριν  να  γίνει  αυτό  το  γεγονός,  προηγήθηκαν  22  χρόνια  σκληρών  ασκητικών  αγώνων  του 
Θεοφίλου, από την ημέρα που μπήκε στο Μοναστήρι Μπράτσκι του Κιέβου και  υπηρέτησε εκεί ως 
δόκιμος μοναχός. 
85 Ο στάρετς Θεόφιλος. Ο δια Χριστόν σαλός ασκητής της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου, σ. 47. 
265
τρόπο. Οι προσευχές και ο πνευματικός πλούτος που είχαν αποκτήσει καθ᾿ όλη τη 

διάρκεια  της  ζωής  τους,  ενδυνάμωναν  και  διατηρούσαν  το  εντελώς  εξαντλημένο 

σώμα  τους.  Ο  βίος  του  στάρετς  Θεοφίλου  για  αυτό  το  θέμα  αναφέρει  τα  εξής: 

«Κατά  τό  τελευταῖο  διάστημα  τῆς  ἐπίγειας  ζωῆς  του,  ὁ  μακάριος  ἐξαντλήθηκε 

ὀργανικά καί ἀδυνάτισε ὑπερβολικά. Ὅμως ἀπέφευγε κάθε  ἀνάπαυση καί ἄνεση, 

μή  ὑποχωρῶντας  στήν  ἀσθένεια  τῆς  φύσης.  Ἀφοσιωμένος  στήν  προσευχή  καί  σέ 

θεῖα  νοήματα,  ἀντλοῦσε  ἀπό  ἐκεῖ  δύναμη  καί  παρηγοριά.  Ὅταν  ἡ  φυσική  φθορά 

τόν βασάνιζε καί μεγάλωναν οἱ ταλαιπωρίες του, στρεφόταν στήν προσευχή κι ἔτσι 

ἀνακτοῦσε σωματικές δυνάμεις κι ἀνανεωνόταν ψυχικά»86. 

Κλείνοντας αυτό το μέρος της παρούσης εργασίας, πρέπει να υπογραμμιστεί 

ακόμα ένα σημαντικό σημείο. Όλους τους σωματικούς κόπους και τις ταλαιπωρίες 

οι δια Χριστόν σαλοί δεν τις υπέφεραν με βία και καταναγκασμό. Επειδή ακριβώς 

γνώριζαν πως «ἀκολουθεῖ χαρὰ τῇ διὰ Θεὸν κακοπαθείᾳ»87, όλα τα σωματικά τους 

κατορθώματα  τα  εκτελούσαν  με  διάθεση  και  ευφροσύνη.  Ο  βιογράφος  της  ζωής 

του στάρετς Θεοφίλου λέει, ότι «Τό ἐξουθενωμένο του σῶμα, ὁ φιλόπονος μόχθος, 

ἡ  ἐλάχιστη  τροφή,  τό  σκληρό  κρεββάτι,  τά  κουρελιασμένα  ροῦχα,  τό  στενόχωρο 

κελλί καί οἱ φυσικές ἀρρώστιες, ἦταν πηγή χαρᾶς γιά τήν ψυχή του»88. 

3. Η αποταγή του κόσμου 

Η  ακτημοσύνη  είναι  το  άλλο  στοιχείο  που  πρέπει  να  χαρακτηρίζει  τους 

τέλειους  αγωνιστές  και  μιμητές  του  Χριστού,  στους  οποίους  συμπεριλαμβάνονται 

και οι δια Χριστόν σαλοί. Ο αββάς Δωρόθεος λέει, ότι η ακτημοσύνη δεν προέρχεται 

από τις εντολές του Χριστού, αλλά είναι δώρο που προσφέρει εκούσια ο άνθρωπος 

στο Θεό. Ο Χριστός δεν έδωσε την εντολή που λέγει «πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα», 

αλλά  είπε  συμβουλεύοντας:  «εἰ  θέλεις  τέλειος  εἶναι,  πώλησόν  σου  τὰ  ὑπάρχοντα, 

86 Ό. π., σ. 290. 
87 Ισαάκ Σύρου, Λόγος 46, ό. π., σ. 91.
88 Ο στάρετς Θεόφιλος. Ο δια Χριστόν σαλός ασκητής της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου, σ. 290.
266
καὶ  δὸς  πτωχοῖς»  και  τα  εξής89.  Αυτή  η  αλήθεια  φαίνεται  ξεκάθαρα  και  από  ένα 

περιστατικό που έγινε με τον όσιο Μακάριο τον Αιγύπτιο. Όταν ο αββάς πήγε στην 

έρημο, συνάντησε εκεί δύο γνήσιους ασκητές οι οποίοι διαβίωσαν σε αυτό το τόπο 

σαράντα  έτη.  Ο  Μακάριος  ενθουσιασμένος  από  τον  τρόπο  της  ζωής  τους,  τους 

ρώτησε:  «Πῶς  δύναμαι  γενέσθαι  μοναχός»;  Και  αυτοί  του  απάντησαν:  «Ἐὰν  μὴ 

ἀποτάξηταί  τις  πᾶσι  τοῖς  τοῦ  κόσμου,  οὐ  δύναται  γενέσθαι  μοναχός»90.  Ενώ  ο 

αββάς  Ισαάκ  ο  Σύρος  λέει,  ότι  ο  μοναχός  που  παρέδωσε  τον  εαυτό  του  στην 

επουράνια καλλιέργεια, πρέπει πάντοτε και διαπαντός να απέχει από κάθε βιοτική 

φροντίδα,  ώστε  όταν  εξετάζει  τον  εαυτό  του,  να  μην  ευρίσκει  μέσα  του  τίποτε 

εντελώς  από  τον  παρόντα  αιώνα.  Γιατί  απέχοντας  από  αυτά  μπορεί  να  μελετά 

απερίσπαστα το νόμο του Κυρίου ημέρα και νύχτα91. Από τα παραπάνω πατερικά 

κείμενα  φαίνεται  ξεκάθαρα,  πως  η  αποταγή  του  κόσμου  είναι  μια  από  τις  κύριες 

προϋποθέσεις  που  επιτρέπει  την  ολοκληρωτική  αφοσίωση  του  άνθρώπου  στην 

υπηρεσία του Θεού. 

Σε τι όμως συνίσταται και με ποιο τρόπο αποκτιέται η ακτημοσύνη; Αυτό το 

πράγμα  εξηγούν  οι  Πατέρες  της  Εκκλησίας  οι  οποίοι  έμπρακτα  γνώρισαν  τη 

σημασία αυτής της αρετής. Ο Μέγας Βασίλειος λέει ότι εκείνος που προτίθεται να 

ακολουθήσει  αληθινά  το  Θεό,  πρέπει  να  απαλλαγεί  από  τα  δεσμά  της  σφοδρής 

συμπάθειας  του  κόσμου.  Και  αυτό  κατορθώνεται  με  την  πλήρη  εγκατάλειψη  του 

κόσμου και με τη λήθη των παλαιών συνηθειών. Εάν κάποιος δεν αποξενωθεί από 

σαρκικούς  συγγενείς  και  από  τις  κοινωνικές  του  σχέσεις,  και  δεν  μεταθέσει  το 

πολίτευμά  του  στους  ουρανούς,  είναι  αδύνατο  να  επιτύχει  την  ευαρέστηση  του 

Θεού.  Γιατι  ο  Κύριος  δήλωσε  κατηγορηματικά:  «Οὕτω  πᾶς  ἐξ  ὑμῶν,  ὃς  οὐκ 

ἀποτάσσεται πᾶσι τοῖς ὑπάρχουσιν ἑαυτοῦ, οὐ δύναται εἶναί μου μαθητής»92. 

Την εφαρμογή των παραπάνω παραινέσεων του Μεγάλου Βασιλείου, μπορεί 

εύκολα κανείς να βρει στη ζωή των δια Χριστόν σαλών. Ο συγγραφέας του βίου της 

οσίας Πελαγίας Ιβάνοβνα, γενικώς για αυτό το θέμα γράφει: «Οἱ ἐκλεκτοί αὐτοί [οι 

89 Βλ. Διδασκαλία 1, 10, PG 88, 1629ΒC. Πρβλ. Μτ. 19, 16‐21· Μκ. 10, 17‐21.
90 Βλ. Παλλαδίου Ελενουπόλεως, Αποφθέγματα αγίων Γερόντων, PG 65, 260D. 
91 Βλ. Λόγος 56, ό. π., σ. 222. 

92 Βλ. Όροι κατά πλάτος 5, 2, PG 31, 921A. Πρβλ. Λκ. 14, 33. 
267
σαλοί]  ἐγκαταλείπουν  γιά  τή  χάρη  τοῦ  Χριστοῦ  θεληματικά  ὂχι  μόνο  τίς  ἀνέσεις 

καί  τά  καλά  αὐτῆς  τῆς  ζωῆς,  ἀλλά  καί  τίς  κοινωνικές  συνθῆκες  καί  ἀπαιτήσεις, 

ἀκόμα καί τούς πιό στενούς συγγενεῖς τους»93. Η οσία Πελαγία προσωπικά επίσης 

περιφρονούσε  τις  επίγειες  ανέσεις  και  την  οικογενειακή  ευτυχία.  Όταν  αυτή 

γέννησε το πρώτο γιο της, δεν ήταν καθόλου ευτυχισμένη για αυτό το γεγονός. Το 

ίδιο είχε συμβεί στην περίπτωση και του δεύτερου παιδιού της. Από τότε ο σύζυγός 

της  δεν  της  έδινε  σημασία.  Ο  βίος  της  Πελαγίας  αναφέρει,  ότι  ο  άνδρας  της  «δέν 

μποροῦσε  νά  κατανοήσει  τό  πνευματικό  ὓψος  τῆς  αὐταπάρνησης  καί  τῆς 

αὐτοπαραίτησης  [της]  ἀπό  κάθε  φυσικό  αἲσθημα,  ἀκόμα  κι  ἀπό  τή  μητρική 

ἀγάπη»94. 

Τις  απαρχές  της  παραπάνω  «ακραίας»  συμπεριφοράς  των  δια  Χριστόν 

σαλών, σχετικά με τη στάση τους απέναντι στους οικογενειακούς θεσμούς μπορεί 

κάποιος να βρει και στην Αγία Γραφή. Ο Ιησούς Χριστός λέει: «Ὁ φιλῶν πατέρα ἢ 

μητέρα  ὑπὲρ  ἐμὲ  οὐκ  ἔστιν  μου  ἄξιος,  καὶ  ὁ  φιλῶν  υἱὸν  ἢ  θυγατέρα  ὑπὲρ  ἐμὲ  οὐκ 

ἔστιν  μου  ἄξιος»95.  Ο  ιερός  Χρυσόστομος  σχολιάζοντας  τα  παραπάνω  λόγια,  λέει 

ότι  ο  Κύριος  με  αυτά  δίνει  στους  χριστιανούς  την  εντολή  να  εγκαταλείψουν  τα 

πάντα και να προτιμήσουν τη δική Του αγάπη για να γίνουν αληθινοί μαθητές Του. 

Ο  ίδιος  πατέρας  όμως  αναρωτιέται  αν  αυτά  τα  λόγια  δεν  είναι  αντίθετα  προς  τις 

εντολές  της  Π.  Διαθήκης.  Και  απαντά  στη  συνέχεια:  κάθε  άλλο·  και  μάλιστα 

συμφωνούν πάρα πολύ μαζί τους, καθώς και εκεί, εκείνους που παρασύρονταν στη 

λατρεία  των  ειδώλων,  δίνει  εντολή  όχι  μόνο  να  τους  μισούν,  αλλά  και  να  τους 

λιθοβολούν.  Στο  Δευτερονόμιο  δε,  θαυμάζοντας  λέει:  «ὁ  λέγων  τῷ  πατρὶ  καὶ  τῇ 

μητρί  Οὐχ  ἑόρακά  σε,  καὶ  τοὺς  ἀδελφοὺς  αὐτοῦ  οὐκ  ἐπέγνω  καὶ  τοὺς  υἱοὺς  αὐτοῦ 

ἀπέγνω· ἐφύλαξεν τὰ λόγιά σου»96. Ο απ. Παύλος μπορεί να δίνει πολλές εντολές 

σχετικά με τους γονείς και να μας προτρέπει να υπακούμε εξ ολοκλήρου σ᾿ αυτούς, 

93 Οσία Πελαγία Ιβάνοβνα η δια Χριστόν σαλή, σ. 19. 
94 Ό. π., σ. 28. Το ίδιο κείμενο παρακάτω προσθέτει ότι και τα δύο παιδιά της Πελαγίας κοιμήθηκαν, 
γιατί  προφανώς  η  ίδια  ασκήτρια  προσευχήθηκε  για  το  καλό  τους.  Ας  μην  ξεχνούμε,  βέβαια,  ότι 
συντάκτρια του βίου της οσίας Πελαγίας ήταν η συγκελλιώτισσά της, η οποία κατά τα φαινόμενα 
(αν κρίνουμε, δηλαδή, από την ερμηνεία που δίδει στο εν λόγω γεγονός του θανάτου των παιδιών 
της οσίας) διαπνέεται στη θεώρησή της από μια έντονη «μοναχοκεντρική» προοπτική. 
95 Μτ. 10, 37. 

96 Δτ. 33, 9. 
268
ωστόσο δεν πρέπει να απορούμε γι᾿ αυτό· διότι σ᾿ εκείνα μόνο μας παραγγέλλει να 

υπακούμε,  που  δεν  ζημιώνουν  τη  γνήσια  κατά  Θεό  ευσέβεια.  Πράγματι,  είναι 

ευάρεστο στο Θεό να αποδίδουμε στους γονείς μας την οφειλομένη τιμή· όταν όμως 

απαιτούν  κάτι  επιπλέον  της  οφειλομένης  τιμής,  τότε  δεν  πρέπει  να  υπακούμε.  Γι᾿ 

αυτό και ο Ευαγγελιστής Λουκάς αναφέρει: «εἴ τις ἔρχεται πρός με καὶ οὐ μισεῖ τὸν 

πατέρα ἑαυτοῦ καὶ τὴν μητέρα καὶ τὴν γυναῖκα καὶ τὰ τέκνα καὶ τοὺς ἀδελφοὺς καὶ 

τὰς  ἀδελφὰς  ἔτι  τε  καὶ  τὴν  ψυχὴν  ἑαυτοῦ,  οὐ  δύναται  εἶναί  μου  μαθητής»97.  Ο 

Χριστός δεν μας προτρέπει βέβαια, παρατηρεί ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, να 

μισούμε τους συγγενείς μας χωρίς λόγο, διότι αυτό θα ήταν παράνομο98, αλλά όταν 

θέλουν  να  τους  αγαπάμε  περισσότερο  από  Αυτόν.  Τότε  μόνο  είναι  επιτρεπτό  να 

τους  μισούμε,  όταν  αυτό  βλάπτει  και  αυτόν  που  αγαπάται,  αλλά  και  αυτόν  που 

αγαπά99.  Η  παραπάνω  διακριτική  στάση  απέναντι  στους  οικογενειακούς  θεσμούς 

δεν αφορά κάποια ειδική κατηγορία των πιστών αλλά απευθύνεται σε όλους τους 

χριστιανούς που υπεύθυνα αγωνίζονται για το Χριστό στον αμπελώνα Του. 

Όμως, όπως και σε άλλα θέματα, έτσι και στο ζήτημα της απαρνήσεως των 

οικείων,  υπάρχει  εντός  της  ορθόδοξης  Παράδοσης  κάποια  διαφοροποίηση.  Αυτή  η 

διαβάθμιση  έχει  σχέση  με  τα  στάδια  τελειότητας  των  χριστιανών.  Ο  άνθρωπος  ο 

οποίος αφήνει όλο τον κόσμο για να γίνει μοναχός, δεν εγκαταλείπει τα συγγενικά 

του  πρόσωπα,  επειδή  κινδυνεύει  η  πνευματική  ζωή  του,  αλλά  πρωτίστως 

απαρνιέται όλους τους οικείους του εκ προαιρέσεως για να συνδεθεί αποκλειστικά 

97 Λκ. 14, 26. 
98 Η εκκλησιαστική Παράδοση ομόφωνα αναγνωρίζει τη μεγάλη αξία της οικογενειακής ζωής. Στην 
Αγία Γραφή λέγονται επιγραμματικά τα εξής: «εἰ δέ τις τῶν ἰδίων καὶ μάλιστα οἰκείων οὐ προνοεῖ, 
τὴν  πίστιν  ἤρνηται  καὶ  ἔστιν  ἀπίστου  χείρων»  (Α’  Τιμ.  5,  8).  Άλλωστε  και  γενικότερα  στην 
χριστιανική διδασκαλία όχι μόνο η αρνητική στάση προς τους άλλους, αλλά και η απλή αδιαφορία 
για την εξυπηρέτηση και την πνευματική ή υλική ενίσχυσή τους, ιδίως μάλιστα όταν πρόκειται για 
πρόσωπα  του  στενότερου  περιβάλλοντος  του  χριστιανού,  κατακρίνεται  ως  αντιχριστιανική  και 
απάνθρωπη.  Η  απάρνηση  των  οικείων,  ή  ακόμα  και  η  αντίθεση  προς  αυτούς,  επιβάλλεται,  όταν 
εμποδίζεται η ανταπόκριση στην αγάπη του Θεού. Μόνο με την προϋπόθεση της απόλυτης και άνευ 
όρων αυτοπροσφοράς στο Θεό μπορεί να υπάρξει και να διατηρηθεί  οποιαδήποτε άλλη αγαπητική 
σχέση,  βλ.  Γεωργίου  Ι.  Μαντζαρίδη,  Χριστιανική  ηθική,  σ.  337.  Από  τα  παραπάνω  φαίνεται  ότι  η 
οικογενειακή ζωή, όταν εντάσσεται στην προοπτική της κοινωνίας με τον Χριστό και την Εκκλησία, 
βρίσκει  την  καταξίωσή  της  και  γίνεται  κοιτίδα  για  την  ολοκλήρωση  και  την  τελείωση  των  μελών 
της. 
99 Βλ. Ομιλία εις Ματθαίον 35, 1, PG 57, 406‐407. 
269
με  το  Χριστό100.  Αυτή  η  στάση,  αν  και  κάποτε  μπορεί  να  προκαλέσει  σφοδρή 

αντίσταση και έχθρα, εγκρίνεται και επιδοκιμάζεται από την ορθόδοξη διδασκαλία. 

Ο  όσιος  Ιωάννης  της  Κλίμακος  λέει ότι ο Κύριος δεν ήλθε να βάλει ειρήνη στη  γη 

ούτε  αγάπη  γονέων  προς  τα  τέκνα  ή  αδελφούς  προς  τους  αδελφούς,  σε  όσους 

αποφάσισαν να τον υπηρετήσουν. Αντιθέτως, ήρθε να φέρει μάχη και μάχαιρα· να 

διχάσει τους φίλους του Θεού από τους φίλους του κόσμου, τους υλικούς από τους 

πνευματικούς,  τους  φιλόδοξους  από  τους  ταπεινόφρονες101.  Ο  Κύριος  ευφραίνεται 

γι᾿ αυτήν τη διαμάχη και το χωρισμό, που γίνεται για την αγάπη του102. Γι᾿ αυτό και 

ο Ιησούς όταν άκουσε από μερικούς την ειδοποίηση: «η μητέρα σου και οι αδελφοί 

σου σε ζητούν», αμέσως υπέδειξε το «ἀπαθὲς μῖσος», απαντώντας: «μητέρα μου και 

αδελφοί  μου  είναι  όσοι  ποιούν  το  θέλημα  του  ουρανίου  Πατρός  μου»103.  Από  τα 

προλεχθέντα  φαίνεται  πλέον  καθαρά  ότι  υπάρχουν  δύο  βασικά  ελατήρια  που 

παρακινούν  τους  ανθρώπους  στην  εγκατάλειψη  των  οικείων  τους.  Αυτά  είναι  η 

ολοκληρωτική  θυσία  υπέρ  του  Χριστού  και  η  δίψα  για  την  εκπλήρωση  του 

συγκεκριμένου θελήματός Του104. 

Όλα τα παραπάνω μπορούν να κατανοηθούν καλύτερα όταν θα έχει κανείς 

υπ᾿  όψει  ότι  ο  άριστος  μαθητής  του  Χριστού  καλείται  να  μισήσει  ακόμα  και  τον 

εαυτό του105. Ο ιερός Χρυσόστομος λέει ότι από τη ζωή την οποία μας έδωσε ο Θεός 

δεν υπάρχει τίποτα πιο σπουδαίο και πιο αγαπητό, αλλά όμως αν δεν τη μισήσουμε 

και αυτή, θα πάθουμε όλα τα αντίθετα που θα απολαύσει εκείνος που αγαπά  τον 

Κύριο.  Ο  Χριστός  θέλει  να  είμαστε  έτοιμοι  ακόμα  και  να  θυσιάσουμε  τη  ζωή  μας 

100 Στο θέμα της εγκαταλείψεως των συγγενών, δεν πρόκειται περί απλής απορρίψεως των πλησίον, 
αλλά  περί  εκλογής  μεταξύ  της  φυσικής  αγάπης  και  της  προς  τον  Χριστό  υποταγής,  βλ.  Π.  Ν. 
Τρεμπέλα, Υπόμνημα εις το κατά Λουκάν ευαγγέλιον, έκδ. Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήναι 
41995, σ. 436. 

101 Βλ. Μτ. 10, 34‐36. 

102 Βλ. Κλίμαξ 3, PG 88, 668Α. 

103 Βλ. ό. π., 666D και Μτ. 12, 47‐50. 

104 Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιας συμπεριφοράς, σε αυτό το σημείο, μπορεί να αναφερθεί 

και  η  θυσία  του  Ισαάκ  από  τον  πατέρα  του  Αβραάμ  (βλ.  Γεν.  22,  1‐19),  ο  οποίος  έπραξε 
παρακινούμενος ακριβώς από τους δύο παραπάνω παράγοντες. Όμως πρέπει να υπογραμμιστεί, ότι 
παρόμοιου είδους αποκρίσεις στις θείες δοκιμασίες εντός του χριστιανικού περιβάλλοντος αρμόζουν 
στους εκλεκτούς δούλους του Θεού. 
105 Βλ. Λκ. 14, 26. Ο Ευαγγελιστής Λουκάς σε αυτό το χωρίο απαριθμεί τις θυσίες στις οποίες πρέπει 

να είναι έτοιμος να υποβληθεί ο αληθινός μαθητής του Χριστού. 
270
στον  πνευματικό  πόλεμο  και  στις  μάχες  του,  μέχρι  να  την  εκθέσουμε  στη  σφαγή 

και  στα  αίματα.  Δεν  είπε  απλά  ότι  πρέπει  να  είμαστε  έτοιμοι  να  παραταχθούμε 

στον  αγώνα  μέχρι  θανάτου,  αλλά  να  είμαστε  έτοιμοι  και  για  σκληρό  θάνατο,  και 

μάλιστα  όχι  μόνο  σκληρό  αλλά  και  ταπεινωτικό106.  Το  απαθές  αυτό  μίσος,  στο 

οποίο προσκαλείται από τον Κύριο της αγάπης ο χριστιανός, είναι στην ουσία του 

«τὸ πλήρωμα τῆς κενωτικῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ». Η αγάπη αυτή εκπορευόμενη από 

τον  Πατέρα  μας  έλκει  στα  ίχνη  του  Χριστού.  Βλέποντας  τους  εαυτούς  μας  στα 

δεσμά  των  παθών  εξ  αιτίας  ενός  εγωισμού  στερημένου  αγάπης  και  ανίκανους  να 

Τον ακολουθήσουμε, μισούμε τους εαυτούς μας – και η συναίσθηση της αδυναμίας 

μιας  πληρέστερης  αγάπης  δημιουργεί  πόνο  στον  άνθρωπο.  Η  δύναμη  του  πόνου 

του «ἁγίου αὐτοῦ μίσους» μας εξάγει από τα όρια του χρόνου και του χώρου. Τότε 

ξεχνάμε και αυτόν τον πόνο και όλα όσα περάσαμε και παραμένει μόνο μαζί μας 

«ἡ  ὁρμὴ  τῆς  ἀγάπης»107.  Πράγματι,  ο  συνδυασμός  του  «αυτομίσους»  αυτού  του 

είδους  με  την  κίνηση  της  κενωτικής  μετάνοιας  είναι  σε  θέση  να  διανοίξει  στον 

άνθρωπο  τους  απέραντους  ορίζοντες  της  χάριτος  της  αγάπης  και  να  βιώσει  την 

αγάπη  προς  τον  πλησίον  «ως  σεαυτόν»108.  Αυτή  η  υψηλή  πνευματική  κατάσταση 

αποτελεί  ειδικό  χάρισμα  που  δίδεται  στους  εκλεκτούς  δούλους  του  Θεού  οι  οποίοι 

τον  ακολούθησαν  εξ  όλης  της  καρδίας  τους.  Σε  αυτή  την  κατηγορία  χριστιανών 

ανήκουν και οι δια Χριστόν σαλοί οι οποίοι με το απαθές τους μίσος ακόμα και προς 

τον εαυτό τους πάντα ήταν έτοιμοι όχι μόνο για τον ταπεινωτικό θάνατο αλλά και 

για  την  ταπεινωτική  ζωή109.  Οι  μωροί  εργάτες  του  Κυρίου  δεν  απαρνήθηκαν  μόνο 

τους  πλησίον  τους,  αλλά  και  τους  ίδιους  τους  εαυτούς  τους  όπως  κανείς  άλλος 

μάλιστα.  Απαρνήθηκαν  φαινομενικά  ακόμα  και  τη  λογική  και  την  ανθρώπινη 

106  Βλ.  Ομιλία  εις  Ματθαίον  35,  2,  PG  57,  407.  Ο  ακολουθών  τον  Κύριο  δεν  θα  είναι  ειλικρινής  και 
σταθερός,  εάν  δεν  αγαπά  το  Χριστό  υπεράνω  όλων  των  πραγμάτων  στον  κόσμο  και  δεν  είναι 
πρόθυμος  να  χωριστεί  από  όλα  και  να  εγκαταλείψει  τα  πάντα·  είτε  ως  θυσία,  όταν  δι᾿  αυτής 
πρόκειται να δοξαστεί ο Χριστός, όπως έκαναν οι μάρτυρες, είτε ως νίκη κατά του πειρασμού, όταν 
δια  του  χωρισμού  και  της  εγκαταλείψεως  γινόμαστε  δυνατότεροι  και  ικανότεροι  στη  διακονία  του 
Χριστού, βλ. Π. Ν. Τρεμπέλα, Υπόμνημα εις το κατά Λουκάν ευαγγέλιον, σ. 436. 
107 Αρχιμ. Σωφρονίου (Σαχάρωφ), Οψόμεθα τον Θεόν καθώς έστι, μετάφρ. Ιερομ. Ζαχαρίου, έκδ. Ιερά 

Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας 31996, σ. 330‐331. 
108 Βλ. ό. π., σ. 228, 407. 

109 Βλ. ειδικότερα. τα υποκεφάλαια: α’) Το ήθος της ταπεινοφροσύνης – το θεμέλιο της σαλότητας, β’) 

Η ταπείνωση ως το κύριο γνώρισμα του σαλού. 
271
εικόνα  τους,  παριστάνοντας  όχι  μόνο  τους  τρελλούς  αλλά  πολλές  φορές  και  τους 

δαιμονισμένους.  Γιατί,  «ὅσοι  …  ἔλαβον  πεῖραν  τῶν  θελγήτρων  τῆς  πνευματικῆς 

ζωῆς καὶ εἶναι ἐστερεωμένοι εἰς τὴν ἐλπίδα τῶν οὐρανίων ἀγαθῶν, δὲν θὰ εὕρουν 

βαρὺ τὸ νὰ ἀρνηθοῦν τὰ πάντα διὰ τὸν Χριστόν»110. 

Την  παραπάνω  υψηλή  πνευματική  κατάσταση  μπορεί  κάποιος  να  βρει  στο 

βίο  της  Ταρσώς  της  δια  Χριστόν  σαλής. Ο  συγγραφέας  αυτού  του  βίου  λέει,  ότι  το 

προδρομικό  γεγονός  της  επιλογής  από  την  Ταρσώ  μιας  καθολικής  ασκήσεως  σε 

όλα  τα  επίπεδα  του  βίου  της,  και  ιδιαίτερα  της  πνευματικής  της  ζωής,  ήταν  ο 

πρώιμος προσανατολισμός της στην έξοδο από τον εαυτό της. Τα περιστατικά της 

ζωής της, τα οποία καθόριζαν αυτή την κυρίαρχη στο πνεύμα της ιδέα της εξόδου 

από  τον  εαυτό  της, δηλαδή  απ᾿  ό,τι  ήταν  δικό  της και ανήκε στον  εαυτό  της αλλά 

λειτουργούσε μέσα της ως ο ανθρώπινος, ο γήινος εαυτός της, δίνουν το στίγμα της 

πορείας,  που  επρόκειτο  να  ακολουθήσει  στην  πνευματική  εν  Χριστώ  ζωή  της.  Η 

έξοδος της Ταρσώς από τον εαυτό της φαινόταν κατ᾿ αρχήν τόσο στη φυγή από το 

οικογενειακό  περιβάλλον  όσο  και  στην  έξοδό  της  στο  χώρο  αλλά  και  στο  χρόνο. 

«”Ἔφευγε”  πρός  τά  ἔξω  χωρίς  νά  ἐνδιαφέρεται  γιά  τόν  χῶρο  καί  τόν  χρόνο  στόν 

ὁποῖο  εὑρίσκετο,  ἀδιαφορώντας  ποῦ  πάει,  ἀλλά  καί  γιά  κάποιες  ἐνδεχόμενες 

ἐπικίνδυνες περιπέτειες πού θά συναντοῦσε ἐκεῖ, στό ἄγνωστο· τήν ἐνδιέφερε μόνο 

αὐτό πού ἀναζητοῦσε»111. 

Η  έξοδος  των  δια  Χριστόν  σαλών  από  τον  εαυτό  τους  δεν  αποτελεί 

αποκλειστικά το γνώρισμα αυτών των ασκητών ούτε είναι κάτι το καινούριο στην 

ορθόδοξη  πνευματική  ζωή,  καθώς  υπάρχουν  πολλά  παραδείγματα  από  την  Αγία 

Γραφή  και  τη  διδασκαλία  των  Πατέρων  της  Εκκλησίας.  Ο  Μέγας  Βασίλειος 

γράφοντας περί της αποταγής, λέει ότι ο Ιησούς Χριστός έλεγε προς όλους: «Eἴ τις 

ἔρχεται  πρὸς  μὲ,  ἀπαρνησάσθω  ἑαυτὸν,  καὶ  ἀράτω  τὸν  σταυρὸν  αὐτοῦ,  καὶ 

 Π. Ν. Τρεμπέλα, Υπόμνημα εις το κατά Λουκάν ευαγγέλιον, σ. 437. 
110

  Βλ.  Ιωάννου  Κ.  Κορναράκη,  Ταρσώ  η  δια  Χριστόν  σαλή,  σ.  106.  Φαίνεται,  ότι  η  ιδέα  της  εξόδου 
111

κάποιου  ασκητή  από  τον  εαυτό  του,  είναι  ένα  από  τα  βασικά  πνευματικά  εφόδια  που  οδηγεί  στη 
θέωση  του  ανθρώπου.  Ο  π.  Ιωάννης  Ρωμανίδης  σχετικά  με  αυτό  το  θέμα  λέει:  «Μόνον  ἐκεῖνος  ὁ 
ὁποῖος ἔχει φθάσει στὴν θέωσι ἔχει ἐμπειρία ἐκείνου τοῦ τρόπου τῆς ὑπάρξεως ποὺ ὑπερβαίνει τὴν 
ὕπαρξι,  ὑπάρξεως  ποὺ  ὑπερβαίνει  τὸν  χρόνο,  ὑπάρξεως  ποὺ  ὑπερβαίνει  τὸν  αἰῶνα,  ὑπάρξεως  ποὺ 
ὑπερβαίνει  τὸν  χῶρο,  ὑπάρξεως  ποὺ  ὑπερβαίνει  τὴν  λογικὴ  κλπ»,  Πατερική  Θεολογία,  έκδ. 
Παρακαταθήκη, Θεσσαλονίκη 2004, σ. 229. 
272
ἀκολουθείτω  μοι»112.  Ο  Κύριος,  είπε  επίσης  [όπως  μνημονεύτηκε  νωρίτερα],  πως 

καθένας που δεν απαρνείται όλα τα υπάρχοντά του, δεν μπορεί να είναι μαθητής 

του113.  Η  εντολή  αυτή  αναφέρεται  σε  περισσότερα  πράγματα  των  οποίων  η 

απομάκρυνση είναι αναγκαία. Ο αληθινός ασκητής πρώτα απαρνείται τον διάβολο 

και τα πάθη της σαρκός, τους φυσικούς συγγενείς και τις φιλίες των ανθρώπων και 

τις συνήθειες της ζωής που αντιτίθενται εις την ακριβή τήρηση του Ευαγγελίου της 

σωτηρίας.  Αλλά  το  αναγκαιότερο  όλων  αυτών  είναι  το  να  απαρνηθεί  κανείς  τον 

ίδιο τον εαυτό του, αφού αποβάλει ως ένδυμα τον παλαιόν άνθρωπο με τις πράξεις 

του114,  ο  οποίος  φθείρεται  από  τις  επιθυμίες  της  απάτης115.  Ο  τέλειος  μαθητής  του 

Χριστού πρέπει ακόμα να απαρνηθεί  κάθε  σφοδρή  προσήλωση  προς  τον κόσμο,  η 

οποία  μπορεί  να  σταθεί  εμπόδιο  εις  το  σκοπό  της  ευσεβούς  ζωής.  Ο  άνθρωπος 

αυτού  του  είδους  θα  θεωρεί  ως  αληθινούς  γονείς  εκείνους  που  τον  γέννησαν  εν 

Χριστώ  Ιησού  δια  του  Ευαγγελίου116,  ως  αδελφούς  αυτούς  που  δέχθηκαν  αυτό  το 

Πνεύμα  της  υιοθεσίας117.  Τέτοιος  χριστιανός  θα  θεωρεί  όλα  τα  αποκτήματα  ως 

ξένα, πράγμα που είναι αληθές118. 

Το  δρόμο  που  πρέπει  να  περάσει  ο  κάθε  ασκητής  για  να  φθάσει  στην 

ακτημοσύνη και μετέπειτα στη μοναξιά, περιγράφει ο αββάς Ισαάκ ο Σύρος. Αυτός 

ο  Πατέρας  λέει,  πως  ο  άνθρωπος  εάν  δεν  αποταχθεί  πρώτα  τον  κόσμο  και  δεν 

εγκαταλείψει  όλα  τα  πράγματά  του,  δεν  μπορεί  να  μονάσει.  Της  αποταγής  του 

κόσμου προηγείται η υπομονή , της υπομονής προηγείται το μίσος του κόσμου, και 

του  μίσους  του  κόσμου  ο  φόβος  και  ο  πόθος.  Αν  δηλαδή  δεν  εκφοβίσει  το  νου  ο 

φόβος  της  γέεννας  και  δεν  τον  κινήσει  ο  πόθος  στην  επιθυμία  των  μακαριστών 

αγαθών,  δεν  θα  κινηθεί  στον  άνθρωπο  το  μίσος  του  κόσμου  τούτου.  Και  αν  δεν 

μισήσει τον κόσμο, δεν θα υπομείνει να ευρίσκεται έξω από την απόλαυσή του. Και 

αν  δεν  προηγηθεί  η  υπομονή  στη  διάνοια,  δεν  μπορεί  να  εκλέξει  τόπο  άγριο  και 

112 Βλ. Μτ. 16, 24 και Λκ. 14, 27. 
113 Βλ. Λκ. 14, 33. 
114 Βλ. Κολ. 3, 9. 

115 Βλ. Εφ. 4, 22. 

116 Βλ. Α’ Κορ. 4, 15. 

117 Πρβλ. Ιωάννου Σιναΐτου, Κλίμαξ 3, PG 88, 665D‐668A. 

118 Βλ. Όροι κατά πλάτος 8, 1, PG 31, 933D‐936B. 
273
έρημο από κατοίκους, και αν δεν εκλέξει για τον εαυτό του την αναχωρητική ζωή, 

δεν  μπορεί  να  επιδοθεί  στην  προσευχή119.  Τον  όσιο  Ισαάκ  τον  Σύρο  στο  ίδιο  θέμα 

συμπληρώνει  ο  αββάς  Ποιμήν,  όταν  λέγει  πως  «Ἐὰν  δύο  πράγματα  νικήσῃ  ὁ 

μοναχὸς,  δύναται  ἐλεύθερος  γενέσθαι  ἀπὸ  τοῦ  κόσμου».  Όταν  ένας  αδελφός  τον 

ρώτησε  ποια  είναι  αυτά,  ο  αββάς  είπε:  «Τὴν  σαρκικὴν  ἀνάπαυσιν,  καὶ  τὴν 

κενοδοξίαν»120. 

Η  παραπάνω  σύντομη  σκιαγράφηση  από  τον  αββά  Ισαάκ  τον  Σύρο  της 

ορθής  πορείας  άσκησης  για  εκείνον  που  έχει  σκοπό  να  μονάσει,  δείχνει  κατά 

κάποιο  τρόπο  και  το  δρόμο  το  οποίο  είχαν  περάσει  οι  δια  Χριστόν  σαλοί,  πριν  να 

γευθούν την τέλεια αγάπη του Κυρίου. Η ζωή των σαλών πριν από την κλήση τους 

απέδειξε  ξεκάθαρα,  πως  αυτοί  οι  χριστιανοί  στην  αρχή  των  πνευματικών  τους 

αγώνων, διακρίθηκαν όπως πολύ λίγοι ασκητές στο φόβο του Θεού και στον πόθο 

για τα ουράνια αγαθά. Στα προηγούμενα μέρη του παρόντος κεφαλαίου, φαίνεται 

επίσης  το μίσος  των σαλών  προς το κοσμικό πνεύμα και η μεγάλη υπομονή τους. 

Σε αυτό το κεφάλαιο αποδείχθηκε επίσης πόσο μεγάλη σημασία απόδιδαν οι σαλοί 

στην  απονέκρωση  της  σαρκός  δια  των  σωματικών  κόπων  και  της  κενοδοξίας  δια 

της ταπεινώσεώς τους. Οι δια Χριστόν σαλοί, οι οποίοι απέκτησαν σε μεγάλο βαθμό 

την  αρετή  της  υπομονής,  τόσο  στα  εξωτερικές  πράξεις  όσο  και  στη  διάνοια, 

σύμφωνα  με  τον  όσιο  Ισαάκ  τον  Σύρο  θα  μπορούσαν  να  προχωρήσουν  στην 

απόλυτη  αποταγή  τούτου  του  κόσμου.  Στην  προσπάθεια  αυτή  θα  τους  βοηθούσε 

αναμφισβήτητα  η  εξουδετέρωση  σε  μεγάλο  βαθμό  της  σαρκικής  αναπαύσεως  και 

της κενοδοξίας. Όντως βιωματικές καταστάσεις που χαρακτηρίζουν την εν Χριστώ 

πορεία όλων ανεξαιρέτως των δια Χριστόν σαλών. 

«Ἡ  οσία Πελαγία Ἰβάνοβνα δέν προσδοκοῦσε τίποτα κι ἀπό κανέναν. Οὒτε 

ζητοῦσε οὒτε ἒπαιρνε τίποτα. Εἶχε ἀκτημοσύνη καί μάλιστα σέ ἀπόλυτο βαθμό. Γι᾿ 

αὐτό  καί  δέν  εἶχε  τίποτα  δικό  της  ἐκτός  ἀπό  δυό  ἀσημένια  κουτάλια·  κι  αὐτά  τά 

᾿δωσε στή μάτιουσκα»121. «Χρήματα δέν ἒπαιρνε ποτέ κι ἀπό κανένα»122. Ο βίος του 

119 Βλ. Λόγος 35, ό. π., σ. 156. 
120 Βλ. Παλλαδίου Ελενουπόλεως, Αποφθέγματα αγίων Γερόντων, PG 65, 337Β. 
121 Οσία Πελαγία Ιβάνοβνα η δια Χριστόν σαλή, σ. 83. 

122 Ό. π., σ. 85. 
274
στάρετς Θεοφίλου του δια Χριστόν σαλού αναφέρει, ότι αυτός όταν πρωτοήρθε στο 

μοναστήρι ως δόκιμος, «ἦταν πλέον νεκρός γιά τόν κόσμο κι ὁ κόσμος εἶχε πεθάνει 

γι᾿ αὐτόν γιά πάντα»123. Ανάλογα με τη θέση που κατείχε στην κοινότητα, έπαιρνε 

ένα μικρό  επίδομα, αλλά παρέμεινε ένας αυστηρός νηστευτής και δεν είχε τίποτα 

προσωπικό  στο  κελλί  του.  Αντίθετα,  περιφρονούσε  και  τα  πιο  στοιχειώδη  για  τη 

συντήρησή  του,  γι᾿  αυτό  και  το  επίδομά  του  το  έδινε  ελεημοσύνες  σ᾿  όσους  είχαν 

ανάγκη124.  Την  ίδια  συμπεριφορά  προς  τα  γήινα  αγαθά  ο  γέροντας  Θεόφιλος 

κράτησε όλη τη ζωή του. «Λέγεται ὅτι ἦταν τόση ἡ ἀπέχθεια  τοῦ μακαρίου γιά τά 

χρήματα, ὥστε νά προκαλῆ τόν θαυμασμό. Δέν ἦταν δεμένος μέ τίποτα. Ποτέ δέν 

ἔπαιρνε χρήματα, ἤ ἄν τά δεχόταν μπροστά στήν μεγάλη ἐπιμονή τῶν ζηλωτῶν, τά 

ἔδινε ὅλα στούς φτωχούς καί τούς δυστυχισμένους. Μιά γενναιόδωρη γαιοκτήμων, 

τοῦ  πρόσφερε  ἕνα  ἀρκετά  μεγάλο  ποσόν  γιά  νά  τό  μοιράση  στούς  φτωχούς.  Μή 

θέλοντας  νά  τήν  πληγώση  μέ  τήν  ἄρνησή  του  ὁ  μακάριος,  δέχτηκε  τό  δῶρο  της, 

ἀλλά μόλις ἐκείνη ἔφυγε, πέταξε τά χρήματα ἔξω ἀπό τήν πόρτα τοῦ κελλιοῦ του 

καί  ἡσύχασε  τό  κεφάλι  του»125.  Και  ο  Ανδρέας  ο  δια  Χριστόν  σαλός  της 

Κωνσταντινουπόλεως δεν ζητούσε ποτέ από τους άλλους ούτε χρήματα ούτε κάτι 

άλλο.  Όταν  όμως  μερικοί  ευλαβείς  χριστιανοί  του  έδιναν  κάποια  κέρματα,  τότε  ο 

μακάριος  τα  έπαιρνε  ευχαρίστως  και  προσευχόταν  για  τους  δωρητές.  Όλη  την 

ημέρα μάζευε ο όσιος Ανδρέας είκοσι με τριάντα κέρματα και ύστερα έβρισκε ένα 

κρυφό  μέρος,  όπου  ήταν  συγκεντρωμένοι  και  άλλοι  φτωχοί.  Πλησίαζε  τότε, 

καθόταν ανάμεσά τους και, για να μη γίνεται αντιληπτή η εργασία του, έκανε πως 

παίζει. Αν κάποιος από τους φτωχούς του άρπαζε κάτι, τον ράπιζε. Τότε οι άλλοι, 

για  να  υπερασπίσουν  τον  σύντροφό  τους,  χτυπούσαν  τον  μακάριο  Ανδρέα  με 

ραβδιά. Εκείνος χρησιμοποιούσε την ευκαιρία αυτή για να φύγει και σκόρπιζε όλα 

τα χρήματα. Τότε καθένας ό,τι άρπαζε το κρατούσε δικό του126. 

123 Ο στάρετς Θεόφιλος. Ο δια Χριστόν σαλός ασκητής της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου, σ. 41. 
124 Βλ. ό. π., σ. 43. 
125 Ό. π., σ. 229‐230. 

126  Βλ.  Νικηφόρου  πρεσβυτέρου,  Βίος  και  πολιτεία  του  οσίου  πατρός  ημών  Ανδρέου  του  δια  Χριστόν 

σαλού 22, PG 111, 656ΑΒ. 
275
Διαβάζοντας  τα  παραπάνω  αποσπάσματα  από  τους  βίους  των  δια  Χριστόν 

σαλών, θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος, ότι αυτή η στάση των σαλών προς τα 

χρήματα και τα υπόλοιπα υλικά πράγματα είναι έως υπερβολική. Όμως και η θέση 

των  Πατέρων  της  Εκκλησίας  σχετικά  με  αυτό  το  ζήτημα  είναι  ανεπιεικής  και 

αυστηρή.  Ο  άγιος  Γρηγόριος  Παλαμάς  λέει,  ότι  η  ψυχή  είναι  τριμερής  και 

διακρίνεται  σε  τρεις  δυνάμεις,  το  λογιστικό,  το  θυμικό  και  το  επιθυμητικό.  Και 

επειδή  ασθενεί  και  στα  τρία  αυτά  μέρη,  ο  Χριστός  θέλοντας  να  την  θεραπεύσει, 

άρχισε  από  το  τελευταίο,  δηλαδή  από  την  επιθυμία.  Γιατί  εκείνο  που  ανάπτει  το 

θυμό είναι η επιθυμία όταν αυτή δεν ικανοποιείται. Και στη συνέχεια, όταν η ψυχή 

νοσεί  κατά  το  επιθυμητικό  και  το  θυμικό,  τότε  και  η  διάνοια  δεν  λειτουργεί 

σωστά127.  Εάν  κανείς  εξετάσει,  θα  βρει,  ότι  η  φιλοκτημοσύνη  είναι  ο  πρώτος 

πονηρός  καρπός  του  επιθυμητικού.  Η  φιλοκτημοσύνη  μπορεί  να  εξελιχθεί  στην 

φιλαργυρία, την οποία ο απόστολος Παύλος ονόμασε «ῥίζα πάντων τῶν κακῶν»128. 

Ο  υπέρμαχος  του  ησυχασμού  λέει  επίσης  πως  τα  πάθη  της  φιλαργυρίας  καθιστά 

δυσκολοαπόβλητα η απιστία στην πρόνοια του Θεού. Γιατί εκείνος που δεν πιστεύει 

στη  θεία  πρόνοια,  στηρίζεται  στα  χρήματα.  Και  ενώ  ακούει  τον  Κύριο  να  λέει 

«εὐκοπώτερόν  ἐστιν  κάμηλον  διὰ  τρυπήματος  ῥαφίδος  διελθεῖν  ἢ  πλούσιον 

εἰσελθεῖν  εἰς  τὴν  βασιλείαν  τοῦ  θεοῦ»129,  αυτός  ποθεί  πλούτο  γήινο  και  ασταθή. 

Αυτός  ο  πλούτος  είναι  τέτοιας  φύσεως,  ώστε  όσοι  τον  ποθούν,  βλάπτονται  στην 

ψυχή  τους,  έστω  και  αν  δεν  τον  έχουν.  Και  όπως  λέει  ο  απόστολος  Παύλος,  όσοι 

θέλουν  να  πλουτίσουν,  πέφτουν  στους  πειρασμούς  και  παγίδες  του  διαβόλου130. 

Τέτοιοι άνθρωποι φοβούνται τη φτώχεια, γιατί προφανώς δεν πιστεύουν στα λόγια 

του  Χριστού  που  είπε:  «ζητεῖτε  δὲ  πρῶτον  τὴν  βασιλείαν  τοῦ  θεοῦ  καὶ  τὴν 

δικαιοσύνην  αὐτοῦ,  καὶ  ταῦτα  πάντα  προστεθήσεται  ὑμῖν»131.  Ο  άγιος  Γρηγόριος 

Παλαμάς  συνεχίζοντας  το  λόγο  του  δηλώνει  ότι  από  το  βρωμερό  και  νεκροποιό 

127  Και  αντιθέτως,  όταν  η  ψυχή  υγιαίνει  κατά  το  επιθυμητικό,  επειδή  όλες  οι  δυνάμεις  της  είναι 
στραμμένες προς το Θεό, υγιαίνει και κατά το θυμικό. Και ως συνέπεια αυτής της πορείας, όταν θα 
ιαθεί το θυμικό, τότε και η διάνοια του ανθρώπου θα λειτουργήσει με σωστό τρόπο. 
128 Βλ. Α’ Τιμ. 6, 10. 

129 Μτ. 19, 24. 

130 Βλ. Α’ Τιμ. 6, 9. 

131 Μτ. 6, 33. 
276
αυτό  πάθος,  ελευθερώνει  τους  ανθρώπους  η  θεληματική  και  χωρίς 

ανθρωπαρέσκεια  ακτημοσύνη.  Δηλαδή  η  «ἐν  πνεύματι  πτωχεία»  που  μακάρισε  ο 

Κύριος132. 

Σε αυτό το σημείο πρέπει να ειπωθεί, ότι κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας, 

η αποταγή του κόσμου έχει τις βαθμίδες της. Κατά τον άγιο Παφνούτιο υπάρχουν 

τρία στάδια της απαρνήσεως. «Πρῶτον, ὅταν σωματικῶς ἐγκαταλείπωμεν πλοῦτον 

καὶ  κτήσεις  τοῦ  κόσμου  τούτου.  Δεύτερον,  ὅταν  ἐγκαταλείπωμεν  τὰς  προτέρας 

συνηθείας  καὶ  τὰ  πάθη,  τόσον  τοῦ  σώματος  ὅσον  καὶ  τῆς  ψυχῆς.  Καὶ  ἐν  τέλει, 

τρίτον,  ὅταν  ἀποχωρίζωμεν  τὸν  νοῦν  ἀπὸ  παντὸς  ὁρατοῦ  καὶ  προσκαίρου,  καὶ 

βυθιζώμεθα  ἐν  πνεύματι  εἰς  τὴν  θεωρίαν  τοῦ  ἀοράτου  καὶ  αἰωνίου»133.  Ο  αββάς 

Παφνούτιος λέγει: «Αἱ τρεῖς αὗται ἀποταγαὶ εἶναι ἀπαραίτητοι διὰ νὰ φθάσῃ τις εἰς 

τὴν  τελειότητα»134.  Περί  των  τριών  σταδίων  της  αποταγής  εντός  του  μοναχισμού 

μιλάει  και  ο  όσιος  Ιωάννης  ο  Σιναΐτης.  Στο  λόγο  του  «Περὶ  ἀπροσπαθείας»  λέει: 

«Οὐδεὶς  ἐν  τῷ  οὐρανίῳ  νυμφῶνι  στεφανηφορῶν  ἐλεύσεται,  μὴ  τὴν  πρώτην,  καὶ 

δευτέραν,  καὶ  τρίτην  ἀποταγὴν  ἀποταξάμενος·  λέγω  δὴ  τὴν  πάντων  πραγμάτων, 

132  Βλ.  Προς  Ξένην,  PG  150,  1061Α‐1064Β.  Ανακεφαλαιώνοντας  το  συλλογισμό  του  αγίου  Γρηγορίου 
Παλαμά  περί  του  τριμερούς  της  ψυχής,  πρέπει  να  ειπωθεί  ότι  εκτός  από  τη  φιλία  προς  την  ύλη 
(φιλοϋλία),  υπάρχουν  και  άλλα  δύο  επιβλαβή  γεννήματα  της  κακής  επιθυμίας.  Το  ένα  είναι  η 
φιλοδοξία, που εμφανίζεται με δύο μορφές. Τη μία μορφή της, που έχει να κάνει με τον καλλωπισμό 
του σώματος και την πολυτέλεια των ενδυμάτων, οι Πατέρες την ονομάζουν κοσμική κενοδοξία. Η 
άλλη  μορφή  της  προσβάλλει  τους  ενάρετους,  με  υποκρισία  και  οίηση  (αλαζονεία),  με  τις  οποίες  ο 
εχθρός  μηχανεύεται  να  κλέψει  και  να  σκορπίσει  τον  πνευματικό  πλούτο.  Το  δεύτερο  γέννημα  της 
κακής  επιθυμίας  είναι  η  γαστριμαργία,  από  την  οποία  προέρχεται  κάθε  σαρκική  ακαθαρσία.  Ο 
άγιος  Γρηγόριος  Παλαμάς  λέει  ότι  τα  πάθη  της  κενοδοξίας  θεραπεύονται  τελείως  με  την  αίσθηση 
της  ψυχής  και  τον  πόθο της  από  Θεού  τιμής,  ενώ  παραλλήλως  ο  χριστιανός  πρέπει  να  θεωρεί  τον 
εαυτό  του  ανάξιο  αυτής  της  τιμής.  Παρόμοια,  να  δέχεται  με  υπομονή  τους  ονειδισμούς  και  να 
θεωρεί  τον  εαυτό  του  ότι  αξίζει  γι᾿  αυτούς.  Στη  θεραπεία  της  κενοδοξίας  επίσης  συντελεί 
αποτελεσματικά η αναχώρηση, η κατ᾿ ιδίαν άσκηση και η παραμονή σε κελλί. Αλλά όλα αυτά υπό 
μία  προϋπόθεση:  να  αισθάνεται  κανείς  την  αδυναμία  της  προαιρέσεώς  του  και  να  σκέπτεται,  ότι 
είναι ανάξιος της συναναστροφής με άλλους ανθρώπους. Και αυτά, λέει ο ίδιος πατέρας, «τί ἄλλο 
ἐστίν, ἢ ἡ ἐν πνεύματι πτωχεία, ἣν ὁ Κύριος ἐμακάρισεν;». Σχετικά με τη γαστριμαργία και τα πάθη 
της  σαρκός,  ο  άγιος  Γρηγόριος  λέει  ότι  δεν  τα  θεραπεύει  τίποτα  άλλο,  παρά  η  κακοπάθεια  του 
σώματος  και  η  νοερά  προσευχή  που  ενεργείται  από  ταπεινωμένη  καρδιά,  που  είναι  επίσης  «ἡ  ἐν 
πνεύματι πτωχεία, ἣν ἐμακάρισεν ὁ Κύριος». Γι᾿ αυτό ο υπέρμαχος του ησυχασμού χαρακτηριστικά 
λέει:  «Ὁρᾷς  ὅσα  δι᾿  ἑνὸς  μακαρισμοῦ  περιέκοψεν  ὁ  Κύριος  πάθη»,  βλ.  ό.  π.,  1064D‐1072Α.  Η 
παραπάνω πατερική τοποθέτηση δείχνει ακόμη μια φορά πόσο μεγάλη αρετή είναι η ταπείνωση και 
γιατί  οι  δια  Χριστόν  σαλοί  την  κινηγούσαν  τόσο  ακόρεστα  στη  ζωή  τους.  Περισσότερα  για  το 
τριμερές  της  ψυχής  και  την  εμφάνιση  των  παθών  στη  ζωή  του  χριστιανού,  βλ.  Ανέστη  Γ. 
Κεσελοπούλου, Πάθη και αρετές στη διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, σ 55‐66. 
133 Αρχιμ. Σωφρονίου, Άσκησις και θεωρία, σ. 30. 

134 Ό. π. 
277
καὶ  ἀνθρώπων,  καὶ  γονέων,  καὶ  τὴν  ἐκκοπὴν  τοῦ  ἰδίου  θελήματος·  καὶ  τρίτην 

ἀποταγὴν τῆς κενοδοξίας, τῆς ἐπακολουθούσης τῇ ὑπακοῇ»135. 

Ο γέροντας Σωφρόνιος συγκρίνοντας τις δύο παραπάνω αντιλήψεις περί των 

τριών  αποταγών  λέει,  ότι  παρά  τις  εξωτερικές  διαφορές  των  διατυπώσεων, 

εντούτοις  είναι  αξιοπαρατήρητη  η  εκπληκτική  ενότητα  του  πνεύματος  και  της 

παραδόσεως.  Η  μόνη  διαφορά  έγκειται  στην  «έκταση»  της  πρώτης  αποταγής.  Ο 

άγιος  Παφνούτιος  θεωρεί  αρκετή  στην  πρώτη  αποταγή  την  εξωτερική  μόνο 

εγκατάλειψη του κόσμου και των υλικών πραγμάτων, ενώ ο άγιος Ιωάννης, απαιτεί 

εξ  αρχής  επιπλέον  και  την  αποταγή  πάντων  των  ανθρώπων,  γιατί  χωρίς  αυτό 

θεωρεί  αβέβαιη  την  έξοδο  από  τον  κόσμο.  Όσον  αφορά  τη  δεύτερη  αποταγή,  ο 

συγγραφέας της Κλίμακος μιλάει περί της πάλης κατά των παθών, δείχνοντας ήδη 

κατ᾿ ακριβέστερο τρόπο το κέντρο της πάλης αυτής. Σε αυτό το σημείο αναμφίβολα 

έγκειται και η ανωτερότητα της διατυπώσεως του αγίου Ιωάννου. Ο ίδιος πατέρας 

υπερέχει  επίσης  στη  διατύπωση  και  της  τρίτης  αποταγής,  αν  και  αυτή  κατά  το 

περιεχόμενό  της  παραμένει  εντελώς  όμοια  προς  εκείνη  του  Αγίου  Παφνουτίου.  Ο 

τελευταίος  στην  τρίτη  αποταγή  μιλάει  περί  της  αποσπάσεως  του  νου  από  όλα  τα 

ορατά  και  καταδύσεως  του  πνεύματος  στη  θεωρία  του  αοράτου  και  αιωνίου.  Ο 

γέροντας  Σωφρόνιος  ωστόσο  παρατηρεί,  ότι  στη  ψυχή  του  ασκητού  που  δεν  είναι 

ακόμα  εξαγνισμένη  από  τα  πάθη,  η  διατύπωση  αυτή  μπορεί  να  διεγείρει  την 

ενέργεια  της  φαντασίας,  διότι  το  «ἀόρατον  καὶ  αἰώνιον»,  μπορεί  κάποιος  να  πει, 

υπάρχει  ακόμα  εκτός  του  ανθρώπου.  Η  διατύπωση  δε  του  αγίου  Ιωάννου  – 

«ἀποταγὴ κενοδοξίας» – εισάγει τον ασκητή στο βάθος της εσωτερικής πάλης, και 

δεν  επιτρέπει  στο  νου  να  περιπλανιέται  εις  τας  «ὑψηλὰς  σφαίρας»,  αναγκάζει 

αυτόν να είναι νηφάλιος έως το τέλος136. 

 Κλίμαξ 2, PG 88, 657Α. 
135

 Περισσότερα για αυτό το πολύ ενδιαφέρον θέμα βλ. Αρχιμ. Σωφρονίου, Άσκησις και θεωρία, σ. 31‐
136

33. Η έκθεση των παραπάνω δύο απόψεων περί των τριών σταδίων της αποταγής τοποθετήθηκε στο 
κύριο κείμενο της εργασίας αυτής, γιατί αυτό είναι χρήσιμο στην περαιτέρω μελέτη του φαινομένου 
της δια Χριστόν σαλότητας. Πρέπει να επισημανθεί, ότι είναι κάτι το συνηθισμένο [όπως είναι στην 
περίπτωση  του  αγίου  Παφνουτίου  και  του  οσίου  Ιωάννου  του  Σιναΐτου]  να  διαφέρουν  σε  κάποιο 
βαθμό  οι  αντιλήψεις  των  δύο  ή  περισσοτέρων  αξιόπιστων  πατέρων  σχετικά  με  οποιοδήποτε 
πρακτικό  θέμα  της  χριστιανικής  ζωής.  Αυτό  δεν  είναι  καθόλου  επιζήμιο,  αλλά  αντιθέτως,  όπως 
παρατηρεί  στο  αναφερόμενο  εδώ  κείμενο  ο  γέροντας  Σωφρόνιος,  μαρτυρεί  απλώς  περί  της 
278
Είναι  αυτονόητο  τώρα  να  ρωτήσει  κανείς  αν  οι  δια  Χριστόν  σαλοί 

ακολουθούν αυτή την καθορισμένη από τους Πατέρες της Εκκλησίας  οδό, σχετικά 

με το θέμα της αποταγής του κόσμου. Η εξέταση αυτού του ζητήματος θα βασιστεί 

στο  κείμενο  του  Όσίου  Ιωάννου  του  Σιναΐτου,  το  οποίο  όπως  ειπώθηκε  νωρίτερα, 

είναι  ακριβές  και  επιτυχές.  Από  τα  αναφερόμενα  στο  παρόν  κεφάλαιο 

αποσπάσματα  από  τους  βίους  των  δια  Χριστόν  σαλών  φαίνεται  ξεκάθαρα,  πως 

εφαρμόζουν  με  τέλειο  τρόπο  την  πρώτη  αποταγή  κατά  τον  άγιο  Ιωάννη.  Έχουν 

απαρνηθεί  ολοκληρωτικά  τα  υλικά  πράγματα,  τους  ανθρώπους,  ακόμα  και  τους 

γονείς  τους.  Τι  όμως  γίνεται  με  την  επακολουθούσα  δεύτερη  αποταγή  που  αφορά 

την εκκοπή του θελήματος αυτών των ασκητών; Σε κάποιο βαθμό η απάντηση σε 

αυτό  το  ερώτημα  είχε  δοθεί  νωρίτερα.  Επιπλέον  στο  πρώτο  μέρος  του  κεφαλαίου 

αυτού  ειπώθηκε  σωστά,  πως  στη  γνήσια  ασκητική  ζωή  η  υπακοή  μαζί  με  την 

υπομονή,  οδηγεί  γρήγορα  στην  ταπείνωση,  την  οποία  οι  σαλοί  αρέσκονται  και 

επιδιώκουν περισσότερο από τις άλλες αρετές. 

Γιατί  όμως  η  υπακοή  είναι  τόσο  σπουδαία  στην  πνευματική  ζωή,  ώστε  ο 

γέροντας Σωφρόνιος τη θεωρεί ως «βάσι τοῦ μοναχισμοῦ»137, σημαντικότερη ακόμα 

και  από  την  παρθενία  και  την  ακτημοσύνη138;  Αυτό  γίνεται,  γιατί  ο  μοναχισμός 

είναι πριν από όλα η καθαρότητα του νου, άγνωστη στις άλλες θεαρέστους οδούς, 

η οποία χωρίς την άσκηση της υπακοής δεν μπορεί να επιτευχθεί. Η παρθενία και η 

ακτημοσύνη εκπληρώνουν τον σκοπό τους, μόνο όταν συνδέονται με την υπακοή. 

Τότε  δημιουργούνται  και  οι  απαραίτητες  προϋποθέσεις  οι  οποίες  ευνοούν  την 

επίτευξη  του  κύριου  σκοπού  του  ασκητή,  δηλαδή  της  απάθειας  και  της  καθαρής 

προσευχής.  Με  άλλα  λόγια  μπορεί  κάποιος  να  πει,  ότι  η  παρθενία  και  η 

ακτημοσύνη αποτελούν απλά τη φυσική συμπλήρωση της μεγαλύτερης υπόσχεσης 

γνησιότητας  και  ανεξαρτησίας  των  προσωπικών  εμπειριών  συγκεκριμένων  μελών  της  Εκκλησίας. 
Αυτό  το  φαινόμενο  μπορεί  κανείς  να  το  προσέξει  και  στις  προηγούμενες  σελίδες  της  εργασίας 
τούτης,  θα  το  προσέξει  και  στο  παρακάτω  μέρος  του  έργου  αυτού.  Η  διαφορά  των  πατέρων  σε 
κάποια  θέματα  (ειδικά  όταν  αυτή  υφίσταται  μόνο  στη  διατύπωση),  δεν  σημαίνει  ότι  αυτοί  οι 
«φρουροί» της χριστιανικής παραδόσεως κατ᾿ ουσία δεν συμφωνούν μεταξύ τους. Γι᾿ αυτό το λόγο, 
όταν  διαβάζει  κανείς  τα  κείμενα  των  πατέρων,  πρέπει  να  τα  βλέπει  υπό  το  πρίσμα  της 
αλληλοσυμπληρώσεως τους και όχι αντιθετικά. 
137 Βλ. ό. π., σ. 45. 

138 Αυτές είναι οι τρεις βασικές μοναχικές υποσχέσεις. 
279
του  μοναχού,  της  υπακοής139.  Αυτό  φαίνεται  πάρα  πολύ  καθαρά  και  στα  κείμενα 

του  Ιωάννου  της  Κλίμακος,  όταν  συγκεκριμένα  αναφέρει:  «μήτηρ  δὲ  ἁγνείας 

ἡσυχία σὺν ὑπακοῇ· ἡ μὲν ἐξ ἡσυχίας κατορθουμένη τοῦ σώματος ἀπάθεια, κόσμῳ 

πολλάκις  πλησιάζουσα  οὐκ  ἀσάλευτος  διέμεινεν·  ἡ  δὲ  ἐξ  ὑπακοῆς  προσγινομένη, 

πανταχοῦ  δόκιμος  καὶ  ἀκράδαντος»140.  Σε  άλλο  σημείο  ο  ίδιος  συγγραφέας 

αναφέρει: «Παντὸς μὲν γὰρ καρποῦ προηγεῖται ἄνθος· πάσης δὲ ὑπακοῆς ξενιτεία, 

ἢ  σώματος,  ἢ  θελήματος.  Ἐν  ταῖς  δυσὶ  γὰρ  ταύταις  ἀρεταῖς,  ὥσπερ  ἐν  χρυσαῖς 

πτέρυξι πρὸς τὸν οὐρανὸν ἀόκνως ἀνέρχεται ἡ ὁσία [η ψυχή]»141. 

Οι  άγιοι  Πατέρες  που  εκπροσωπούν  την  ορθόδοξη  ασκητική  παράδοση, 

έθεσαν  επίσης  την  υπακοή  υπεράνω  της  νηστείας  και  της  προσευχής.  Αυτό  το 

ζήτημα με άριστο τρόπο πραγματεύεται ο άγιος του 20ου αιώνα, ο Όσιος Σιλουανός 

ο  Αθωνίτης,  γράφοντας  ότι:  «Διὰ  τῆς  ὑπακοῆς  φυλάττεται  ὁ  ἄνθρωπος  ἐκ  τῆς 

ὑπερηφανίας. Διὰ τὴν ὑπακοὴν χαρίζεται ἡ προσευχή· διὰ τὴν ὑπακοὴν δίδεται καὶ 

ἡ  χάρις  τοῦ  Ἁγίου  Πνεύματος.  Ἰδοὺ  διὰ  ποῖον  λόγον  ἡ  ὑπακοὴ  εἶναι  ἀνωτέρα  τῆς 

νηστείας καὶ τῆς προσευχῆς»142. 

Η  μεγάλη  αξία  της  υπακοής  στην  πνευματική  προκοπή  του  ανθρώπου 

υπογραμμίζεται  βεβαίως  σε  πάρα  πολλά  κείμενα  των  Πατέρων  της  Εκκλησίας 

όλων των εποχών. Ο Βασίλειος ο Μέγας στις «Ασκητικές διατάξεις» του, λέει ότι η 

σύνοψη  της  ασκητικής  πολιτείας  είναι  η  προσήλωση  στις  εντολές  του  Θεού  και  η 

υπακοή στους καθηγουμένους. Όπως ο Θεός, που είναι και καλείται Πατέρας όλων, 

απαιτεί  την  απόλυτη  υπακοή  από  τους  δούλους  του,  έτσι  και  ο  πνευματικός 

πατέρας  μεταξύ  των  ανθρώπων,  που  προσαρμόζει  τις  εντολές  του  προς  τους 

νόμους  του  Θεού,  απαιτεί  την  αναντίρρητη  υπακοή.  Οι  προσερχόμενοι  «πρὸς  τὴν 

μάθησιν  τῆς  εὐσεβείας  καὶ  τῆς  ἰσότητος»  αφού  πείσουν  τους  εαυτούς  των  ότι  θα 

μπορέσουν να αποκτήσουν από τον καθηγούμενο αυτή τη γνώση, θα προσφέρουν 

σε  αυτόν  «πᾶσαν  εὐπείθειαν  καὶ  τὴν  περὶ  πάντα  ἀκριβεστάτην  ὑπακοὴν». 

139 Βλ. ό. π., σ. 47. 
140 Κλίμαξ 15, PG 88, 888ΒC. 
141 Ό. π., 4, PG 88, 677C. 

142 Αρχιμ. Σωφρονίου, Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, σ. 529. Σε αυτό το σημείο πρέπει να ειπωθεί, ότι 

«Ἡ ὑπακοὴ εἶναι ἀπαραίτητος οὐχὶ μόνον εἰς τοὺς μοναχούς, ἄλλὰ καὶ εἰς πάντα ἄνθρωπον. Καὶ ὁ 
Κύριος εἰσέτι ἐγένετο ὑπήκοος», ό. π., σ. 527. 
280
Επιπλέον  οι  υποτακτικοί  δεν  θα  ζητήσουν  τις  εξηγήσεις  στις  εντολές  που  τους 

δίδονται, αλλά θα εκτελέσουν το έργο που διατάσσονται143. 

Οι  άγιοι  Πατέρες  στα  συγγράμματά  τους  δεν  μιλάνε  απλά  μόνο  περί  της 

υπακοής  αλλά  δείχνουν  και  τον  τρόπο  με  τον  οποίο  αυτή  η  αρετή  μπορεί  να 

αποκτηθεί. Ο αββάς Δωρόθεος στο λόγο του «Περί αποταγής» λέει, ότι άμα κάποιος 

άφησε  τον  κόσμο,  πρέπει  να  αφήσει  και  τις  συμπάθειές  του,  αλλιώς  αυτές  οι 

συμπάθειες  πάλι  θα  τον  συνδέσουν  με  τον  κόσμο.  Εάν  κάποιος  θέλει  να  το 

κατορθώσει αυτό, δηλαδή να αποδεσμευθεί τελείως από τα πράγματα του κόσμου 

και  να  γίνει  ελεύθερος,  πρέπει  διαρκώς  να  κόβει  τα  θελήματά  του.  Με  αυτόν  τον 

τρόπο θα προκόψει σιγά σιγά με τη βοήθεια του Θεού και θα έλθει στην κατάσταση 

της  απροσπάθειας.  Τίποτε  δεν  ωφελεί  τον  άνθρωπο  τόσο,  όσο  η  αποκοπή  του 

θελήματος του· προκόβει κανείς αληθινά με αυτό το μέσο περισσότερο σχεδόν από 

κάθε  αρετή.  Και  όπως  ένας  άνθρωπος  που  βαδίζει  στο  δρόμο  και  βρίσκει  σ᾿  αυτό 

ένα μονοπάτι και το ακολουθεί, με εκείνο το μονοπάτι κερδίζει πολύ μέρος από τον 

δρόμο  εκείνο,  έτσι  είναι  και  αυτός  που  βαδίζει  τούτο  το  δρόμο  της  κοπής  του 

θελήματος144.  Ο  αββάς  Δωρόθεος  συνεχίζοντας  το  λόγο  του  λέει,  πως  καθένας  σε 

μικρό διάστημα μπορεί να κόψει δέκα θελήματα, τα παραδείγματα των οποίων και 

αναφέρει.  Λέει  αυτός  ο  πατέρας  λόγου  χάρη,  ότι  κάποιος  περπατάει  και  βλέπει 

κάτι,  και  του  λέει  ο  λογισμός,  πρόσεχε  εκεί,  και  αυτός  λέγει  στο  λογισμό,  όχι,  δεν 

προσέχω,  και  κόβει  το  θέλημά  του  και  δεν  προσέχει.  Πάλι  βρίσκει  μερικούς 

ανθρώπους  που  μιλούν,  και  του  λέει  ο  λογισμός,  ειπέ  και  εσύ  τον  λόγο  σου,  και 

αυτός κόβει το θέλημά του και δεν λέει. Πάλι του λέει ο λογισμός, πήγαινε, ρώτησε 

το  μάγειρο  τι  ψήνει,  και  δεν  πηγαίνει  αλλά  κόβει  το  θέλημά  του.  Όταν  κάποιος 

αποκτήσει αυτή τη συνήθεια να κόβει τα μικρά πράγματα, στη συνέχεια θα κόβει 

άνετα  και  τα  μεγάλα.  Με  αυτό το  τρόπο,  στο  τέλος  φθάνει  στο  σημείο  να  μη  έχει 

καθόλου θέλημα, και ό,τι συμβαίνει τον αναπαύει, σαν να είναι δικό του. Και ενώ 

αυτός  δεν  θέλει  να  εκτελεί  το  θέλημά  του,  το  εκτελεί  πάντοτε.  Δηλαδή,  αφού  δεν 

έχει  κάτι  δικό  του,  κάθε  τι  που  γίνεται,  δικό  του  είναι.  Τέτοιος  άνθρωπος  που 

143 Βλ. Ασκητικαί Διατάξεις 19, PG 31, 1388ΑC.
144 Βλ. Διδασκαλία 1, 14, PG 88, 1636ΑΒ. 
281
βρίσκεται  στην  κατάσταση  της  απροσπάθειας,  μπορεί  στη  συνέχεια  να  έρθει  και 

στην απάθεια145. 

Ο Συμεών ο Νέος Θεολόγος συμπληρώνοντας τον αββά Δωρόθεο, δείχνει και 

άλλο  τρόπο,  εξωτερικό,  που  οδηγεί  στην  εκκοπή  του  θελήματος.  Αυτός  ο  κατ᾿ 

εξοχήν  θεολόγος  της  ορθόδοξης  Εκκλησίας  λέει,  ότι  εάν  δεν καταδέχεται  κάποιος 

να  ταπεινωθεί  και  να  υποταγεί,  να  δοκιμάσει  θλίψεις  και  να  ατιμασθεί,  να 

περιφρονηθεί  και  να  κοροϊδευτεί,  δεν  γίνεται  να  αποξενωθεί  από  το  δικό  του 

θέλημα.  Γι᾿  αυτό  το  λόγο  κάθε  ασκητής  πρέπει    να  γίνει  σαν  ένας  από  τους 

άσημους  και  άφρονες,  τους  ταπεινούς  και  περιφρονημένους,  σαν  ένας  από  τους 

επιμέμπτους και ζητιάνους των πλατειών και δρόμων της πόλεως. Διότι, εάν αυτά 

που  έρχονται  σε  μας  για  τη  δοκιμασία  και  πείρα,  η  καλύτερα  λέγοντας  για  την 

κάθαρση  των  ψυχών  μας,  δεν  θέλουμε  να  τα  υπομείνουμε  όπως  τα  επέτρεψε  ο 

Θεός,  τότε  σημαίνει  ότι  υπάρχει  μέσα  μας  το  γήινο  φρόνημα  της  σαρκός.  Αυτό  το 

φρόνημα  δείχνει  ότι  με  κανένα  τρόπο  δεν  γίναμε  ακόμα  νεκροί.  Εάν  όμως  δεν 

γίναμε  νεκροί  ως  προς  τον  κόσμο  και  τα  του  κόσμου,  δεν  θα  μπορέσουμε  να 

ζήσουμε τη ζωή που είναι κρυμμένη στον Χριστό146. 

Πρέπει να σημειωθεί, ότι στη ζωή των περισσοτέρων δια Χριστόν σαλών, δεν 

φαίνεται  και  δεν  υπάρχει  ένας  πνευματικός  πατέρας  ο  οποίος  θα  τους 

καθοδηγούσε  με  ακρίβεια  στη  δύσκολη  τους  άσκηση147.  Κατά  τρόπο  παράδοξο 

όμως,  οι  σαλοί  αντί  ένα  πνευματικό  οδηγό,  έχουν  πολλούς  «προϊστάμενους»  στα 

πρόσωπα  όλων  των  ανθρώπων  που  τους  αποστρέφονται.  Βεβαίως,  αυτοί  οι 

άνθρωποι ούτε είναι σοφοί ούτε άγιοι ούτε προς τον Κύριο ευχέτες. Όμως, όπως για 

τους  αγίους  μάρτυρες  οι  τύραννοι,  δικαστές  και  βασανιστές,  τους  έδωσαν  τη 

δυνατότητα να ομολογήσουν και να μαρτυρήσουν για τον Χριστό, με το ίδιο τρόπο 

και  οι  σαλοί  διωκόμενοι  από  τους  εχθρούς  τους,  μιμούνταν  δια  της  υπομονής  τον 

Κύριό τους. 

145 Βλ. ό. π., 1636CD. 
146 Βλ. Κατηχήσεις 6, 282‐297, SC 104, σ. 38‐40. 
147 Ο γέροντας Παΐσιος σχετικά με αυτό το θέμα παρατηρεί: «Ἐκεῖνοι πού δέν ἔτυχε νά ὑποταχθοῦν 

σέ  Γέροντα, ἐνῶ  εἶχαν  τήν  καλή  διάθεση  καί  τό  ὑποταγμένο  ἐσωτερικά  πνεῦμα,  ἔλαβαν  καί  αὐτοί 
ἄφθονη τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ», Επιστολές, σ. 102. 
282
Η  παραπάνω  αναφερόμενη  συμπεριφορά  και  η  στάση  των  δια  Χριστόν 

σαλών  απέναντι  σε  άλλους  ανθρώπους,  βρίσκει  τη  δικαίωσή  της  στα  κείμενα  του 

οσίου  Ιωάννου  του  Σιναΐτου.  Αυτός  ο  πατέρας  λέει,  ότι  δεν  αποδεικνυόμαστε 

υπομονητικοί,  όταν  υποφέρουμε  γενναία  τους  εξευτελισμούς  του  γέροντος,  αλλά 

όταν  μας  καταφρονεί  και  μας  υβρίζει  ο  οιοσδήποτε  άνθρωπος.  Διότι  τον 

πνευματικό μας πατέρα τον υπομένουμε και από σεβασμό και από υποχρέωση148. Ο 

συγγραφέας  της  Κλίμακος  συνεχίζοντας  το  λόγο  του  προτρέπει:  «Πίνε  προθύμως 

μυκτηρισμὸν  ὡς  ὕδωρ  ζωῆς  παρὰ  παντὸς  ἀνθρώπου,  ποτίζειν  σε  τὸ  καθαρτήριον 

τῆς λαγνείας ζητοῦντος· τότε γὰρ ἀνατελεῖ ἁγνεία βαθεῖα ἐν τῇ ψυχῇ σου, καὶ φῶς 

Θεοῦ οὐκ ἐκλείψει ἐκ τῆς καρδίας σου»149. 

Η υπακοή όταν γίνεται  «σκοπῷ μὲν καὶ λόγῳ ταπεινοφροσύνης, καὶ κυρίως 

τὴν  ἡμῶν  σωτηρίαν»150,  είναι  ανόθευτη.  Αυτό  γίνεται,  διότι  όταν  ο  υποτακτικός 

υπακούει τελείως για χάρη του Κυρίου, έστω και αν δεν φαίνεται τέλεια η υπακοή 

του, τότε αυτός έχει απαλλαγεί από κάθε καταδίκη. Αν όμως σε κάποια πράγματα 

ικανοποιεί  το  δικό  του  θέλημα,  και  αν  ακόμα  φαίνεται  εξωτερικά  ότι  υπακούει, 

αυτός κουβαλάει ακόμα το φορτίο της καταδίκης του151. Ο όσιος Ιωάννης ο Σιναΐτης, 

αναφέροντας  τα  λόγια  ενός  ηγουμένου  του  Κοινοβίου  λέει,  ότι  πολλές  φορές  και 

αυτοί που φαίνονται καλοί και υπομονητικοί, όταν παραμεληθούν για πολύ χρόνο, 

και  ως  δήθεν  ενάρετοι  δεν  ελέγχονται  πλέον  ούτε  ονειδίζονται  από  τον  γέροντα, 

υποβαθμίζονται  και  χάνουν  την  πραότητα  και  την  υπομονή  που  είχαν.  Διότι  όσο 

καλό και καρποφόρο και παχύ και αν είναι το έδαφος της ψυχής, όταν του λείψει το 

πότισμα  με  το  νερό  της  ατιμίας,  τότε  θα  χορταριάσει  και  θα  βλαστήσει  αγκάθια 

υπερηφάνειας και πορνείας και αφοβίας. Γνωρίζοντας αυτό ο απ. Παύλος, έγραψε 

προς τον Τιμόθεο: «Ἐπίστηθι· ἐπενέχθητι· ἐπίπληξον αὐτοὺς εὐκαίρως, ἀκαίρως»152. 

Στα  παραπάνω  λόγια  του  σοφού  ποιμένα,  ο  ίδιος  ο  όσιος  Ιωάννης  της  Κλίμακας 

έφερνε αντιρρήσεις, αναρωτούμενος για την αδυναμία των ανθρώπων της εποχής 

148 Βλ. Κλίμαξ 4, PG 88, 713ΑΒ. 
149 Ό. π., 713Β. 
150 Ό. π., 680C. 

151 Βλ. ό. π., 681ΑΒ. 

152 Βλ. Β’ Τιμ. 4, 2. 
283
του, και συνεπώς το φόβο τους, μήπως οι πολλοί με την άδικη ή ακόμα και δικαία 

επίπληξη, φθάσουν στο σημείο να απομακρυνθούν από το κοινόβιο. Τότε εκείνος ο 

ηγούμενος  του  είπε,  ότι  η  ψυχή  που  δέθηκε  για  χάρη  του  Χριστού  με  αγάπη  και 

εμπιστοσύνη με τον ποιμένα της, δεν απομακρύνεται από κοντά του, έστω και αν 

χρειαστεί να χύσει το αίμα της. Και αυτό ισχύει σε μεγαλύτερο βαθμό, εάν αυτή η 

ψυχή  τυχόν  έχει  ευεργετηθεί  από  αυτόν  στη  θεραπεία  ψυχικών  της  τραυμάτων. 

Γιατί τέτοια ψυχή έχει στη μνήμη της εκείνον που λέει: «Οὔτε Ἄγγελοι, οὔτε Ἀρχαὶ, 

οὔτε  Δυνάμεις,  οὔτε  τις  κτίσις  ἑτέρα  χωρίσαι  ἡμᾶς  ἀπὸ  τῆς  ἀγάπης  τοῦ  Χριστοῦ 

δεδύνηται»153. Την ψυχή όμως η οποία δεν δέθηκε και δεν ενώθηκε σφικτά και δεν 

προσκολλήθηκε στον ποιμένα, θα απορώ πολύ, εάν την δω να μη συνεχίζει άσκοπα 

την  παραμονή  της  στο  μοναστήρι,  εφ᾿  όσον  έχει  συνδεθεί  με  επιφανειακή 

υποταγή154. 

Τα  ανωτέρω  χωρία  της  Κλίμακος  χαρακτηρίζουν  γενικώς  την  αληθινή  και 

χριστομίμητη  υπακοή,  αντιδιαστέλλοντάς  την  από  τη  νόθη  και  επίπλαστη.  Από 

αυτά τα κείμενα φαίνεται σαφώς ότι οι δια Χριστόν σαλοί, αν και στερούμενοι κατά 

το  πλείστο,  πνευματικού  οδηγού  και  γέροντος,  ασκούν  ανόθευτα  αυτή  την  αρετή. 

Αυτοί  οι  ασκητές  υπομένουν  τις  ταλαιπωρίες  και  τις  κακομεταχειρίσεις  των 

ανθρώπων για την αγάπη Χριστού, με σκοπό την ταπεινοφροσύνη και κυρίως την 

σωτηρία,  θεωρώντας  τον  εαυτό  τους  ως  «περικαθάρματα  του  κόσμου».  Άλλωστε 

«Ὑποταγὴν ἔτεκεν ἑαυτοῦ κατάγνωσις, καὶ ὑγείας ὄρεξις»155. 

Όπως ειπώθηκε παραπάνω, οι περισσότεροι δια Χριστόν σαλοί, είτε ζούσαν 

στον  κόσμο  είτε  σε  μοναστήρι,  δεν  είχαν  τον  πνευματικό  οδηγό,  ο  οποίος  θα  τους 

καθοδηγούσε προς τη «βασιλεία των ουρανών». Παραδείγματος χάρη, δεν φαίνεται 

από τα αγιολογικά κείμενα, ποιοι ήταν οι γέροντες των αγίων δια Χριστόν σαλών 

Ανδρέου  της  Κωνσταντινουπόλεως,  Συμεών  του  Σύρου,  Σάββα  του  Βατοπεδινού, 

Βασιλείου  της  Μόσχας,  Προκοπίου  Ουστιούγκ,  Νικολάου  Πσκώφ,  και  άλλων.  Εδώ 

αποδεικνύεται  ακόμα  μια  φορά,  ότι  η  ζωή  των  σαλών  ήταν  εξ  ειδικής  θείας 

κλήσεως και ειδικού θείου χαρίσματος. Η άσκηση όμως της αρετής της υπακοής υπ᾿ 

153 Βλ. Ρωμ. 8, 38‐39. 
154 Βλ. Κλίμαξ 4, PG 88, 693ΑΒ.
155 Ό. π., 26, PG 88, 1084C.
284
αυτών  των  ασκητών,  είχε  την  άκρα  μορφή  της  εξουθενωτικής  υπομονής  στις 

κακομεταχειρίσεις και καταφρονήσεις όλων των ανθρώπων. Θα μπορούσε κάποιος 

να  τολμήσει  να  πει,  ότι  οι  δια  Χριστόν  σαλοί,  είχαν  όλους  τους  ανθρώπους  του 

περιβάλλοντός τους «γέροντες οξείς απαραχώρητους και αδιαλλάκτους», αντί ένα 

γέροντα  πράο, φιλάνθρωπο, σοφό, διακριτικό ή ακόμα και άγιο, πράγμα που  όλοι 

οι ευσεβείς χριστιανοί, μοναχοί και λαϊκοί επιθυμούν και ζητούν και βεβαίως ορθώς 

πράττουν156. 

Η  οσία  Ισιδώρα  έπαιρνε  «ευλογίες»  από  όλες  τις  τετρακόσιες  μοναχές 

καθημερινώς, όπως οι άγιοι Απόστολοί από τα πλήθη των αγρίων ανθρώπων που 

δεν  κατανοούσαν  ή  δεν  δέχονταν  το  ευαγγελικό  κήρυγμα.  Ο  απόστολος  Παύλος 

λέει:  «δοκῶ  γάρ,  ὁ  θεὸς  ἡμᾶς  τοὺς  ἀποστόλους  ἐσχάτους  ἀπέδειξεν  ὡς 

ἐπιθανατίους,  ὅτι  θέατρον  ἐγενήθημεν  τῷ  κόσμῳ,  καὶ  ἀγγέλοις  καὶ  ἀνθρώποις. 

ἡμεῖς  μωροὶ  διὰ  Χριστόν,  ὑμεῖς  δὲ  φρόνιμοι  ἐν  Χριστῷ·  ἡμεῖς  ἀσθενεῖς,  ὑμεῖς  δὲ 

ἰσχυροί·  ὑμεῖς  ἔνδοξοι,  ἡμεῖς  δὲ  ἄτιμοι.  ἄχρι  τῆς  ἄρτι  ὥρας  καὶ  πεινῶμεν  καὶ 

διψῶμεν  καὶ  γυμνιτεύομεν  καὶ  κολαφιζόμεθα  καὶ  ἀστατοῦμεν  καὶ  κοπιῶμεν 

ἐργαζόμενοι ταῖς ἰδίαις χερσίν· λοιδορούμενοι εὐλογοῦμεν, διωκόμενοι ἀνεχόμεθα, 

δυσφημούμενοι  παρακαλοῦμεν·  ὡς  περικαθάρματα  τοῦ  κόσμου  ἐγενήθημεν, 

πάντων  περίψημα  ἕως  ἄρτι»157.  Τα  παραπάνω  λόγια  του  αποστόλου  Παύλου  θα 

μπορούσε  να  τα  ομολογήσει  με  απόλυτη  υπευθυνότητα  και  κάθε  δια  Χριστόν 

σαλός. Αυτοί οι τρελλοί εργάτες του Κυρίου έχουν δικαίωμα να παρομοιάσουν τον 

εαυτό τους με τους αποστόλους, αφού ο ίδιος Παύλος στη συνέχεια του λόγου του 

λέει: «Παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς, μιμηταί μου γίνεσθε»158. Σε αυτό το σημείο χρειάζεται 

να  επισημανθεί,  ότι  αίτηση  και  λήψη  «ευλογίας»  σε  όλους  τους  υποτακτικούς 

μοναχούς  γίνεται  για  την  εκκοπή  του  θελήματος,  την  καταστολή  της 

υπερηφάνειας  και  την  απονέκρωση  της  ελπίδας  και  πεποιθήσεως  εφ᾿  εαυτών. 

Αυτός  ο  σκοπός  της  «ευλογίας»,  επιτυγχάνεται  και  εκπληρώνεται  δια  τρόπου 

156  Αναζητώντας  τον  γέροντα  πρέπει  να  έχουμε  υπ᾿  όψει,  ότι  η  αγιότητα  δεν  επενεργεί 
θαυματουργικά,  χωρίς  τον  αγώνα  του  μαθητή,  αλλά  χρειάζεται  βία  ψυχής  και  σώματος  για 
κάθαρση  από  τα  πάθη.  Γι᾿  αυτό,  οι  Πατέρες  συνιστούν  να  μη  ζητάμε  γέροντα  προγνώστη,  αλλά 
προπάντων ταπεινόφρονα και αρμόδιο στα πάθη που έχουμε, βλ. ό. π., 4, PG 88, 725CD. 
157 Α’ Κορ. 4, 9‐13. 

158 Α’ Κορ. 4, 16. 
285
ραγδαίου, σφοδρού και επιπόνου, στους δια Χριστόν σαλούς. Όμως αυτός ο ακραίος 

αυτοεξευτελισμός  είναι  ανέφικτος  και  ανεπίτρεπτος  εις  τους  πολλούς.  Γι᾿  αυτούς 

ισχύει  ο  κοινός  κανόνας  της  «ευλογίας».  Οι  δια  Χριστόν  σαλοί  ως  κεκλημένοι  με 

ειδικό τρόπο από το Θεό, αποτελούν την εξαίρεση, η οποία δεν αναιρεί τον κανόνα, 

αλλά μάλλον τον επισφραγίζει. 

4. Η μίμηση της κενώσεως και του σταυρού του Χριστού 

Το  θέμα  της  μιμήσεως  του  Χριστού  από  τους  χριστιανούς,  που 

πραγματώνεται  εντός  της  Εκκλησίας  Του,  έχει  την  αφετηρία  του  στην  εποχή  της 

Παλαιάς Διαθήκης. Τότε  ο  ίδιος  ο Θεός κάλεσε τον άνθρωπο να τον μιμηθεί στην 

αγιότητά Του λέγοντας: «ἅγιοι ἔσεσθε, ὅτι ἐγὼ ἅγιός εἰμι»159. Μετά την ενσάρκωση 

του  δευτέρου  προσώπου  της  Αγίας  Τριάδος,  η  μίμηση  του  Θεού  πραγματοποιείται 

κυρίως  με  τη  μίμηση  του  Χριστού160.  Ο  σαρκωμένος  Λόγος  έδειξε  εμπράκτως  το 

τέλειο παράδειγμα και τους τρόπους συμπεριφοράς απευθυνόμενος σε όλους τους 

ανθρώπους  όλων  των  εποχών.  Όπως  έχει  επισημανθεί  και  νωρίτερα,  το 

μεγαλύτερο μάθημα που έδωσε ο Υιός του Θεού στους μαθητές Του, εμπεριέχεται 

στα  ακόλουθα  λόγια  Του:  «μάθετε  ἀπ᾿  ἐμοῦ,  ὅτι  πραΰς  εἰμι  καὶ  ταπεινὸς  τῇ 

καρδίᾳ»161.  Αυτή  η  παραδειγματική  συμπεριφορά  του  Ιησού,  η  οποία  αποτελεί  και 

το  ασφαλέστερο μέσο προς την αγιότητα, αποτυπώνεται στη ζωή του Χριστού  δια 

της κενώσεως και του σταυρού Του. 

Την  οδό  της  κενώσεως  και  του  σταυρού  του  Χριστού  ακολούθησαν  όλοι  οι 

άγιοι  της  ορθόδοξης  Εκκλησίας.  Τον  ίδιο  δρόμο  ακολούθησαν  και  όλοι  οι  δια 

Χριστόν σαλοί. Όμως πρέπει να ειπωθεί, ότι αυτή η πορεία του χριστιανισμού, που 

στηρίζεται  στη  μίμηση  του  Χριστού,  εφαρμόζεται  από  κάθε  μέλος  της  Εκκλησίας 

159 Α’ Πε. 1, 16. Πρβλ. Λευ. 11, 44. 
160  Αυτό  γίνεται  «ὄχι  μόνο  γιατὶ  ὁ  Χριστὸς  εἶναι  μιμητὴς  τοῦ  Πατρός,  ἀλλὰ  καὶ  γιατὶ  εἶναι  ὁ  ἴδιος 
“εἰκὼν τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀοράτου” καὶ τέλειος Θεός, ὁμοούσιος μὲ τὸν πατέρα. Μιμούμενος ὁ ἄνθρωπος 
τὶς  ἐπίγειες  ἐνέργειες  τοῦ  Χριστοῦ  ἐξομοιώνεται  πρὸς  αὐτὸν  καὶ  στὸ  θεῖο  ἐπίπεδο»,  Γεωργίου  Ι. 
Μαντζαρίδη, Χριστιανική ηθική, σ. 257. 
161 Μτ. 11, 29. 
286
ανάλογα με την κλήση και τη δυνατότητα του καθενός162. Οι δια Χριστόν σαλοί ως 

άριστοι  αθλητές  του  Κυρίου,  όπως  αποδείχθηκε  και  προηγουμένως,  εξ  ολοκλήρου 

κένωσαν τον εαυτό τους δια της ασκήσεως και της ταπεινώσεώς τους, και σήκωσαν 

το μεγάλο σταυρό για να ακολουθήσουν τον Χριστό. Ο άγιος Φιλόθεος Κόκκινος, ο 

βιογράφος  της  ζωής  του  αγίου  Σάββα  του  Βατοπαιδινού,  εγκωμιάζοντας  τον 

εκλεκτό  δούλο  του  Θεού  αναφέρει:  υπέφερες  τη  σκληρότητα  και  την  αδιαλλαξία 

της  υπερβολικής  εγκράτειας  ομαλά  και  ήπια.  Ταλαιπωρήθηκες  από  την  πείνα,  τη 

δίψα, τις ολονύκτιες αγρυπνίες και ορθοστασίες, χωρίς καθόλου να ταραχθείς από 

την  ασυνήθιστη,  την  υπέρμετρη  άσκηση.  Δέχθηκες  καθημερινούς  εμπαιγμούς, 

απανωτές  ειρωνείες,  υπερβολικούς  χλευασμούς,  συχνότατες  μάστιγες.  Υπέμεινες 

όλα  αυτά  με  ανδρεία  περισσότερο  από  τους  εκάστοτε  γενναίους  αγωνιστές. 

Επιπλέον, δεν ανεχόσουν καθόλου να μην απολαμβάνεις όλα αυτά καθημερινά με 

μεγαλύτερη ένταση. Έχαιρες με τα παθήματά σου, και αναπλήρωνες στο σώμα σου 

τη μίμηση των θλίψεων του Χριστού163. Σε άλλο σημείο του ίδιου βίου διαβάζουμε: ο 

άγιος  Σάββας  πλέον  μιμείται  Εκείνον  που  φιλάνθρωπα  βάσταξε  το  «απολωλός 

πρόβατο»  στους  ώμους  Του,  εφ᾿  όσον  και  τον  σταυρό  όπως  Εκείνος  σήκωσε,  και 

ήταν  πια  νεκρός  για  τον  κόσμο,  ζώντας όντως  μόνο  γι᾿  Αυτόν  που  τον  κάλεσε  να 

τον  μιμηθεί.  Γι᾿  αυτό  περπατούσε  χαρούμενα,  σιγοψάλλοντας  προς  τον  Θεό: 

«κτηνώδης  ἐγενόμην  παρὰ  σοί.  καὶ  ἐγὼ  διὰ  παντὸς  μετὰ  σοῦ»164,  και  ότι  «Λύχνος 

τοῖς ποσίν μου ὁ λόγος σου καὶ φῶς ταῖς τρίβοις μου»165, καθώς και «ἐν τῇ ὁδῷ τῶν 

μαρτυρίων σου ἐτέρφθην ὡς ἐπὶ παντὶ πλούτῳ»166. 

Την  αμοιβαία  σχέση  μεταξύ  της  ασκήσεως  και  του  σταυρού  στη  ζωή  του 

χριστιανού,  όπως  αυτό  φαίνεται  και  στο  βίο  του  αγίου  Σάββα,  με  πολύ  ωραίο  και 

συνάμα  συστηματικό  τρόπο  παρουσιάζει  ο  όσιος  Ισαάκ  ο  Σύρος.  Συγκεκριμένα 

162  «Οὗτος  ὅρος  Χριστιανισμοῦ,  μίμησις  Χριστοῦ  ἐν  τῷ  μέτρῳ  τῆς  ἐνανθρωπήσεως,  κατὰ  τὸ 
ἐπιβάλλον  τῇ  ἑκάστου  κλήσει»,  Μ.  Βασιλείου,  Όροι  κατά  πλάτος  43,  PG  31,  1028ΒC.  Και  ο  όσιος 
Ιωάννης  ο  Σιναΐτης  για  το  ίδιο  θέμα  λέει:  «Χριστιανός  ἐστιν,  μίμημα  Χριστοῦ  κατὰ  τὸ  δυνατὸν 
ἀνθρώπων,  λόγοις,  καὶ  ἔργοις,  καὶ  ἐννοίᾳ  εἰς  τὴν  ἁγίαν  Τριάδα  ὀρθῶς,  καὶ  ἀμέμπτως  πιστεύων», 
Κλίμαξ 1, PG 88, 633Β. 
163 Βλ. Βίος αγίου Σάβα του νέου 9, ΕΕΘΣΠΘ 27 (1982), σ. 51. 

164 Ψλ. 72, 22‐23. 

165 Ψλ. 118, 105. 
166
Ψλ. 118, 14. Βλ. Βίος αγίου Σάβα του νέου 12, ΕΕΘΣΠΘ 27 (1982), σ. 58. 
287
παρατηρεί:  «Δύο  τρόποι  εἰσί,  τοῦ  ἀνελθεῖν  ἐν  τῷ  σταυρῷ·  ὁ  εἷς,  ἡ  σταύρωσις  τοῦ 

σώματος·  καὶ  ὁ  δεύτερος,  τὸ  ἀνελθεῖν  εἰς  θεωρίαν.  Καὶ  ὁ  μὲν  πρῶτος,  ἐκ  τῆς 

ἐλευθερίας  τῶν  παθῶν·  ὁ  δὲ  δεύτερος,  ἐκ  τῆς  ἐνεργείας  τῶν  ἔργων  γίνεται  τοῦ 

πνεύματος.  Οὐχ  ὑποτάσσεται ὁ  νοῦς,  ἐὰν  μὴ τὸ  σῶμα  ὑποταγῇ  αὐτῷ.  Ἡ  βασιλεία 

τοῦ νοῦ, ἡ σταύρωσίς ἐστι τοῦ σώματος. Καὶ οὐχ ὑποτάσσεται ὁ νοῦς τῷ Θεῷ, ἐὰν 

μὴ ὑποταγῇ τὸ αὐτεξούσιον τῷ λογικῷ»167. 

Όπως  προαναφέρθηκε,  κάθε  μέλος  της  Εκκλησίας,  μιμείται  τον  Χριστό 

ανάλογα  με  την  κλήση  και  τη  δυνατότητά  του168.  Γι᾿  αυτό,  ο  άγιος  Θεοφάνης  ο 

Έγκλειστος  μιλάει  περί  τριών  ειδών  σταυρού  στη  ζωή  των  χριστιανών169.  Ο 

γέροντας Σωφρόνιος λέει ότι, η διδασκαλία περί τριών σταυρών, συμπίπτει με τον 

αντίστοιχο  λόγο  περί  των  τριών  αποταγών,  απαραίτητων  για  την  ανάβαση  του 

ανθρώπου  προς  την  τελειότητα.  Η  εκάστη  των  αποταγών  είναι  κατ᾿  ουσία  η 

αποδοχή  ενός  σταυρού170.  Ο  άγιος  Θεοφάνης  ο  Έγκλειστος  δηλώνει,  ότι  η  πρώτη 

μορφή  σταυρού  είναι  ο  εξωτερικός σταυρός,  επιβαλλόμενος από  τις  συμφορές και 

θλίψεις, τις οποίες αντιμετωπίζει ο άνθρωπος κατά τη διάρκεια της επίγειας ζωής 

του. Ο δεύτερος σταυρός είναι η εσωτερική πάλη του ανθρώπου με τα πάθη και τις 

επιθυμίες  του.  Και  ο  τρίτος  σταυρός  εκείνος  της  ολοκληρωτικής  παραδόσεώς  του 

στο  θέλημα  του  Θεού.  Ο  τελευταίος  σταυρός,  κατά  τον  άγιο  Θεοφάνη,  είναι 

αποτέλεσμα  των  δωρεών  της  χάριτος  του  Αγίου  Πνεύματος  και  στην  τελειοτέρα 

αυτού μορφή αρμόζει μόνο στους τελείους171. Αυτό το τρίτο σταυρό, που εκφράζεται 

δια  της  πλήρους  παραδόσεως  του  ανθρώπου  στο  θέλημα  του  Θεού,  ο  γέροντας 

Σωφρόνιος τον ταυτίζει ακριβώς με την τρίτη αποταγή. Την επιβεβαίωση αυτής της 

167  Λόγος  16,  ό.  π.,  σ.  58.  Περί  του  ίδιου  θέματος,  ένας  πανεπιστημιακός  θεολόγος  λέει:  «Ἡ  ἄσκηση 
εἶναι  τὸ  ἀντίδοτο  στὴν  ἀλλοτρίωση  ἀπὸ  τὸν  Θεὸ  καὶ  ἡ  ἔμπρακτη  ἄρνηση  τοῦ  προπατορικοῦ 
ἁμαρτήματος.  Εἶναι  ἡ  κενωτικὴ  κίνηση  τοῦ  πιστοῦ  πρὸς  αὐτοσμίκρυνση  κατὰ  τὸ  πρότυπο  τοῦ 
Χριστοῦ,  ποὺ  κένωσε  τὸν  ἑαυτό  του  μέχρι  σταυροῦ  καὶ  θανάτου»,  Γεωργίου  Ι.  Μαντζαρίδη, 
Χριστιανική ηθική, σ. 469‐470. 
168 Βλ. σ. 285‐286 αυτής της εργασίας. 

169 Βλ. Sviatitela Feofana Zatvornika, Tri slova o nesenii kresta, έκδ. «Pravilo veri», Moskovskii Bogorodice‐

Roždžestvenskii ženskii monastir 1996. 
170 Βλ. Άσκησις και θεωρία, σ. 34. Όλη η ζωή του πιστού μέλους της Εκκλησίας είναι ένας  σταυρός, 

λέει ο όσιος Ισαάκ ο Σύρος: «Ἡ ὁδὸς τοῦ Θεοῦ σταυρὸς καθημερινός ἐστιν. Οὐδεὶς γὰρ ἐν τῷ οὐρανῷ 
ἀνῆλθε  μετὰ  ἀνέσεως.  …  Τὸν  ἐν  ὅλῃ  καρδίᾳ  ἐκδύντα  ἑαυτὸν  τῷ  Θεῷ,  οὐδέποτε  βούλεται  ὁ  Θεὸς 
ἀμέριμνον εἶναι. Τοῦτο δὲ μεριμνᾶν ὑπὲρ τῆς ἀληθείας», Λόγος 4, ό. π., σ. 17. 
171 Βλ. Αρχιμ. Σωφρονίου, Άσκησις και θεωρία, σ. 35. 
288
τοποθέτησης  μπορεί  κάποιος  να  τη  βρει  και  στα  κείμενα  του  αββά  Δωροθέου. 

Συγκεκριμένα  λέει:  «Τί  δέ  ἐστι  σταυρὸς  ἀλλ᾿  ἢ  τελεία  νέκρωσις  ἥτις  κατορθοῦται 

ἡμῖν διὰ τῆς εἰς Χριστὸν πίστεως», δηλαδή, το να νεκρώσει κανείς τον εαυτό του απ᾿ 

όλα  τα  πράγματα  του  κόσμου  τούτου.  Κι  αν  άφησε  γονείς,  ν᾿  αγωνιστεί  και 

εναντίον της επιθυμίας της σχέσεως μ᾿ αυτούς, παρόμοια και με τα χρήματα και τα 

κτήματα.  Και για κάθε πράγμα που αρνήθηκε κανείς, ν᾿ αρνηθεί και την ίδια  την 

επιθυμία του, «καὶ αὕτη ἐστὶν ἡ τελεία ἀποταγή»172. 

Ο  αββάς  Δωρόθεος  στην  ίδια  διδασκαλία  του  εξηγεί  επίσης  τα  λόγια  του 

αποστόλου Παύλου: «ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται κἀγὼ κόσμῳ»173. Ο αββάς Δωρόθεος 

επισημαίνει, ότι από τη μια πλευρά ο κόσμος σταυρώνεται για τον άνθρωπο, όταν ο 

άνθρωπος  αποτάσσεται  τον  κόσμο  και  ζει  μοναχικά  εγκαταλείποντας  γονείς, 

χρήματα,  κτήματα,  απασχολήσεις,  και  άλλα  πράγματα.  Ενώ  από  την  άλλη,  ο 

άνθρωπος  σταυρώνεται  για  τον  κόσμο,  όταν  μετά  την  απαλλαγή  του  από  τα 

εξωτερικά  πράγματα  αγωνίζεται  και  ενάντια  στις  ίδιες  τις  επιθυμίες  των 

πραγμάτων και ενάντια στα θελήματά του. Μόνο όταν κατορθώσει τα παραπάνω, 

μπορεί  ο  ασκητής  να  νεκρώσει  τα  πάθη  του.  Τότε  και  αυτός  σταυρώνεται  για  τον 

κόσμο και αξιώνεται να πει μαζί με τον απόστολο Παύλο: για μένα ο κόσμος έχει 

σταυρωθεί  κι᾿  εγώ  για  τον  κόσμο174.  Μόνο  ο  άνθρωπος  που  φτάνει  στον  ύψιστο 

βαθμό  απαρνήσεως  του  κόσμου  μπορεί  να  πει,  πως  είναι  σταυρωμένος  για  τον 

κόσμο.  Μόνο  τέτοιος  ασκητής  ενδέχεται  να  πει  ότι  μιμείται  την  κένωση  και  το 

σταυρό  του  Χριστού.  Μόνο  τέτοιος  άνθρωπος  του  Θεού  ειλικρινά  μπορεί  να  πει: 

«Χριστῷ  συνεσταύρωμαι·  ζῶ  δὲ  οὐκέτι  ἐγώ,  ζῇ  δὲ  ἐν  ἐμοὶ  Χριστός»175.  Τέτοια 

ακριβώς πνευματική κατάσταση βιώνουν οι ψυχές των σαλών δούλων  του Κυρίου. 

Ο άγιος Σάββας ο Βατοπαιδινός μιλώντας προς τον εχθρό του ανθρώπινου γένους, 

τον  διάβολο,  λέει:  «Ἐμοὶ  μὲν  οὖν,  ὡς  καὶ  αὐτὸς  μαρτυρεῖς,  πάλαι  καὶ  πατρὶς  καὶ 

οἰκεῖοι καὶ πᾶν εἴ τι τοιοῦτον ἐκ πολλοῦ τοῦ περιόντος καταπεφρόνηται, καὶ λόγος 

172 Βλ. Διδασκαλία 1, 13, PG 88, 1633C. 
173 Γαλ. 6, 14. 
174 Βλ. Διδασκαλία 1, 11, PG 88, 1629C‐1632Α.

175 Γαλ. 2, 19‐20. 
289
τῶν  τοιούτων  οὐδείς,  ἀποθανεῖν  ἐγνωκότι  τῷ  κόσμῳ  καὶ  ζῆσαι  τὴν  ἐν  Χριστῷ 

κεκρυμμένην ζωήν, “δι᾿ ὃν ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται … κἀγὼ τῷ κόσμῳ”»176. 

Ο  όσιος  Ιωάννης  ο  Σιναΐτης,  όπως  έχει  ειπωθεί  και  στο  προηγούμενο 

υποκεφάλαιο της εργασίας177, λέει, ότι κανείς δεν θα εισέλθει στεφανωμένος στον 

ουράνιο νυμφώνα, εάν δεν έχει κάνει την πρώτη, τη δευτέρα και την τρίτη αποταγή. 

Την αποταγή δηλαδή αρχικά όλων των πραγμάτων και των ανθρώπων και αυτών 

των  γονέων  του,  στη  συνέχεια  την  εκκοπή  του  ιδίου  θελήματος,  και  τέλος  την 

αποταγή της κενοδοξίας που επακολουθεί την υπακοή178. Σε αυτό το σημείο εύλογα 

μπορεί κάποιος να ρωτήσει: πώς η κενοδοξία ακολουθεί την υπακοή, αφού ο ίδιος 

συγγραφέας  λέει,  ότι  από  την  υπακοή  γεννάται  η  ταπείνωση,  και  από  την 

ταπείνωση η απάθεια; Γιατί «ἐν τῇ ταπεινώσει ἡμῶν ἐμνήσθη ἡμῶν ὁ κύριος, … καὶ 

ἐλυτρώσατο ἡμᾶς ἐκ τῶν ἐχθρῶν ἡμῶν»179. Συνεπώς τίποτε δεν εμποδίζει να πούμε 

ότι  από  την  υπακοή  γεννάται  η  απάθεια,  χάρη  στην  οποία  τελειοποιείται  η 

ταπείνωση180. 

Η  απάντηση  στο  παραπάνω  ερώτημα  δίδεται  από  τον  ίδιο  τον  όσιο  Ιωάννη 

τον  Σιναΐτη  στο  λόγο  του  «Περί  υπερηφανείας».  Πολύ  παραστατικά  αναφέρει,  ότι 

κάποτε ο ίδιος συνέλαβε να πλησιάζει στην καρδιά του η πλάνη της υπερηφάνειας, 

ανεβασμένη επάνω στους ώμους της μητέρας της  [δηλαδή της κενοδοξίας]. Τότε ο 

όσιος τις έδεσε και τις δύο με τα δεσμά της υπακοής, τις μαστίγωσε με το μαστίγιο 

της  ευτέλειας  και  στο  τέλος  τις  εξανάγκασε  να  αποκαλύψουν  τον  τρόπο  με  τον 

οποίο  εισέρχονται  μέσα  του.  Και  αυτές  καθώς  μαστιγώνονταν,  του  απαντούσαν: 

εμείς  δεν  έχουμε  ούτε  αρχή  ούτε  γέννηση,  διότι  είμαστε  αρχηγοί  και  γεννήτορες 

όλων των παθών. Εμάς μας πολεμάει κυρίως η συντριβή της καρδιάς που γεννιέται 

από  την  υποταγή.  Εμείς  δεν  ανεχόμαστε  κανένα  να  μας  εξουσιάζει.  Γι᾿  αυτό  και 

όταν  λάβαμε  στους  ουρανούς  εξουσία,  αποστατήσαμε  από  εκεί.  Εμείς  γεννούμε 

όλα  τα  πάθη  που  αντιστρατεύονται  στην  ταπεινοφροσύνη,  διότι  όλα  όσα  την 

176
Φιλοθέου Κοκκίνου, Βίος αγίου Σάβα του νέου 23, ΕΕΘΣΠΘ 27 (1982), σ. 80.
177 Βλ. σ. 276‐277 αυτής της εργασίας. 
178 Βλ. Κλίμαξ 2, PG 88, 657Α. Πρέπει να επισημανθεί σε αυτό το σημείο, ότι τα παραπάνω λόγια του 

οσίου Ιωάννου του Σιναΐτου απευθύνονται κυρίως στους μοναχικούς κύκλους. 
179 Ψλ. 135, 23‐24. 

180 Βλ. Ιωάννου Σιναΐτου, Κλίμαξ 4, PG 88, 709D.
290
ευνοούν, είναι αντιμέτωπά μας. Αλλά αφού και στον ουρανό σημειώσαμε νίκη, πως 

μπορείς εσύ να μας ξεφύγεις; Εμείς συνηθίζουμε πολλές φορές να εμφανιζόμαστε 

μετά από την υπακοή, από την αοργησία, από την αμνησικακία, από την πρόθυμη 

διακονία. Τέκνα δικά μας είναι οι πτώσεις των πνευματικών ανθρώπων, η οργή, η 

καταλαλιά,  η  πικρία,  ο  θυμός,  η  κραυγή,  η  βλασφημία,  η  υποκρισία,  το  μίσος,  ο 

φθόνος,  η  αντιλογία,  η  ιδιορρυθμία,  η  απείθεια.  Υπάρχει  όμως  κάτι  το  οποίο  δεν 

μπορούμε  να  το  νικήσουμε,  και  σου  το  φανερώνουμε,  επειδή  μας  μαστιγώνεις: 

«Ἐὰν ἑαυτὸν ἐνώπιον Κυρίου εἰλικρινῶς καταμέμψῃ, ἡμᾶς ὡς ἀράχνην λελογίσῃ». 

Ίππος  επάνω  στον  οποίο  είμαι  ανεβασμένη,  εγώ  η  υπερηφάνεια,  είναι,  όπως 

βλέπεις, η κενοδοξία. Η ταπείνωση όμως και η αυτομεμψία θα καταγελάσουν τον 

ίππο  και  τον  αναβάτη  του,  ψάλλοντας  μελωδικά  την  επινίκια  ωδή:  «Ἄσωμεν  τῷ 

κυρίῳ, ἐνδόξως γὰρ δεδόξασται· ἵππον καὶ ἀναβάτην ἔρριψεν εἰς θάλασσαν»181 και 

στην  άβυσσο  της  ταπεινώσεως.  Ο  όσιος  Ιωάννης  ο  Σιναΐτης  ολοκληρώνοντας  με 

αυτόν  τον  τρόπο  τον  λόγο  του  «Περί  υπερηφανείας»,  καταλήγει:  εκείνος  που 

ανέβηκε σε αυτή την πνευματική βαθμίδα, πέτυχε νίκη μεγάλη182. 

Από  τα  παραπάνω  φαίνεται  σαφώς,  ότι  η  κενοδοξία  (αγάπη  των  επαίνων) 

και  η  υπερηφάνεια  (άρνηση  Θεού),  πολλές  φορές  συνηθίζουν  να  εμφανίζονται 

μετά από την υπακοή, την αοργησία, την αμνησικακία και την πρόθυμη διακονία. 

Πώς  όμως  συντελείται  αυτό;  Αυτό  συμβαίνει,  επειδή  δεν  εργαζόμαστε  τις  αρετές 

αυτές  με  απώτερο  σκοπό  να  δοξολογήσουμε  και  να  ευαρεστήσουμε  τον  Θεό.  Εάν 

κάποιος δεν θεωρεί την εργασία της αρετής ως δουλικό του χρέος και θεία εντολή, 

τότε σε τίποτε δεν τον ωφελεί αυτή η αρετή. Με άλλα λόγια, όταν ο σκοπός και το 

τέλος των πνευματικών αγωνισμάτων, που είναι ο ίδιος ο Χριστός, αντικαθίσταται 

από  ένα  σκοπό  ανθρώπινο  και  δαιμονικό,  τότε  όλοι  οι  ασκητικοί  κόποι  όχι  μόνο 

ματαιώνονται,  αλλά  επενεργούν  καταστροφικά  για  τη  σωτηρία  της  ανθρώπινης 

ψυχής. Κατά τον όσιο Ιωάννη τον Σιναΐτη αυτό συμβαίνει επειδή η μιαρή κενοδοξία 

μας  υποκινεί  να  προσποιούμαστε  ότι  έχουμε  αρετές  ενώ  στην  πραγματικότητα 

απουσιάζουν,  παραπλανώντας  μας  με  το  ρητό:  «οὕτως  λαμψάτω  τὸ  φῶς  ὑμῶν 

181 Εξ. 15, 1. 
182 Βλ. Κλίμαξ 23, PG 88, 969C‐972B.
291
ἔμπροσθεν τῶν ἀνθώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα»183. Ο όσιος Νικόδημος 

ο  Αγιορείτης  αναφερόμενος  στον  σκοπό  των  πνευματικών  αγώνων,  τονίζει 

εμφατικά  ότι  αυτός  συνίσταται  «εἰς  τὴν  ἐπίγνωσιν  τῆς  Ἀγαθότητος  καὶ 

μεγαλειότητος  τοῦ  θεοῦ,  καὶ  τῆς  ἐδικῆς  μας  οὐτιδανότητος,  καὶ  κλίσεως  εἰς  κάθε 

κακόν· εἰς τὴν ἀγάπην τοῦ Θεοῦ, καὶ εἰς τὸ μῖσος τοῦ ἑαυτοῦ μας· εἰς τὴν ὑποταγήν, 

ὄχι  μόνον  τοῦ  Θεοῦ,  ἀλλὰ  καὶ  ὅλων  τῶν  κτισμάτων,  δι᾿  ἀγάπην  Θεοῦ  εἰς  τὴν 

ἀποστροφὴν  μὲν  κάθε  ἐδικοῦ  μας  θελήματος,  τελείαν  δὲ  ὑπακοὴν  εἰς  τὸ  θεῖον 

θέλημα·  καὶ  πρὸς  τούτοις,  εἰς  τὸ  νὰ  θέλομεν  ὅλα  αὐτά,  καὶ  νὰ  τὰ  κάνωμεν 

καθαρῶς,  εἰς  δόξαν Θεοῦ καὶ διὰ μόνην τὴν αὐτοῦ ἀρέσκειαν, καὶ διατὶ ἔτσι θέλει 

καὶ αὐτός, καὶ ἔτζι πρέπει νὰ τὸν ἀγαπῶμεν. καὶ νὰ τὸν δουλεύωμεν. Οὗτος εἶναι ὁ 

νόμος τῆς ἀγάπης, ὁ ἐγγεγραμμένος ἀπὸ τὴν χεῖρα τοῦ ἰδίου Θεοῦ»184. 

Στο  σημείο  αυτό  πρέπει  να  αναφερθεί  και  ο  τελευταίος  πειρασμός  των 

δαιμόνων, που δημιουργείται για την αποτροπή του σκοπού της ευαρεστήσεως του 

Θεού. Αριστοτεχνικά θίγει το εν λόγω θέμα ο όσιος Ιωάννης ο Σιναΐτης, τονίζοντας 

πως  όταν  αντιμετωπίζουμε  θλίψεις  και  πειρασμούς,  οι  δαίμονες  μας  παρακινούν 

να  πούμε  ή  να  πράξουμε  κάτι  αμαρτωλό.  Και  αν  δεν  το  καταφέρουν,  τότε 

πλησιάζουν  αθόρυβα  και  μας  προτρέπουν  να  προσφέρουμε  στον  Θεό  ευχαριστία 

υπερήφανη185.  Αυτή  η  υπερήφανη  ευχαριστία  μπορεί  να  οδηγήσει  και  στη  μάταιη 

και επιπόλαιη δόξα186. Η Παράδοση της ορθόδοξης Εκκλησίας διδάσκει σαφώς περί 

της  αληθινής  δόξας  που  προέρχεται  από  τον  Κύριο:  «τοὺς  δοξάζοντάς  με 

δοξάσω»187,  όπως  και  περί  της  δόξας  που  είναι  συνέπεια  διαβολικής  εργασίας  και 

απάτης: «οὐαὶ ὅταν ὑμᾶς καλῶς εἴπωσιν πάντες οἱ ἄνθρωποι»188. 

Ο όσιος Ιωάννης ο Σιναΐτης αναφέρει επίσης τον τρόπο με τον οποίο μπορεί 

ο  χριστιανός  να  αναγνωρίσει  την  εν  Κυρίω  δόξα,  και  συνεπώς  να  αποφύγει  τα 

τεχνάσματα  του  διαβόλου  που  οδηγούν  στην  παραπλανητική  δόξα,  κατεξοχήν 

καταστρεπτική  για  την  πνευματική  ζωή  του  πιστού.  Ο  άγιος  του  Σινά  λέει:  θα 

183 Μτ. 5, 16. Βλ. Κλίμαξ 22, PG 88, 956ΑΒ. 
184 Νικοδήμου Αγιορείτου, Αόρατος Πόλεμος, έκδ. Προμηθέως, Αθήναι 1922, σ. 11. 
185 Βλ. Κλίμαξ 26, PG 88, 1036Β. 

186 Βλ. λ. χ. την παραβολή του Τελώνη και του Φαρισαίου, Λκ. 18, 9‐14. 

187 Α’ Βασ. 2, 30. 

188 Λκ. 6, 26. Βλ. Ιωάννου Σιναΐτου, Κλίμαξ 22, PG 88, 956Α. 
292
κατανοήσεις με σαφήνεια τη δόξα που προέρχεται από τον Κύριο, όταν, θεωρώντας 

την  ως  βλάβη,  την  αποστρέφεσαι  με  κάθε  τρόπο,  και  όπου  κι  αν  παραβρεθείς, 

κρύβεις την ενάρετη ζωή σου. Ενώ τη δεύτερη δόξα αντιθέτως, θα την αντιληφθείς, 

όταν  κάνεις  και  το  παραμικρό  «πρὸς  τὸ  θεαθῆναι  τοῖς  ἀνθρώποις»189.  Ο 

συγγραφέας  της  Κλίμακος  λέει,  ότι  εάν  σπεύδουμε  γρήγορα  να  επιτύχουμε  την 

άνω ευαρέστηση, ας φροντίσουμε πολύ να γευθούμε και την άνω δόξα. Διότι αυτός 

που  γεύθηκε  εκείνη  τη  δόξα,  θα  καταφρονήσει  κάθε  επίγεια  δόξα.  Δεν  είναι 

δυνατόν να καταφρονήσει κάποιος τη δεύτερη, χωρίς να γευθεί την πρώτη190. 

Σε  αυτό  το  σημείο  πρέπει  να  ειπωθεί,  ότι  εκτός  από  γενικές  προτροπές  οι 

οποίες  βοηθούν  στο  να  απαλλαγεί  ο  χριστιανός  από  την  κενοδοξία,  οι  Πατέρες 

μιλάνε  για  συγκεκριμένους  τρόπους  με  τους  οποίους  ο  πιστός  μπορεί  να 

απελευθερωθεί από αυτό το ολέθριο πάθος. Ο όσιος Ιωάννης ο Σιναΐτης αναφέρει, 

ότι  πολλές  φορές  ο  Κύριος  οδήγησε  τους  κενοδόξους  σε  ακενοδοξία  με  κάποιο 

ατιμωτικό  γεγονός  που  επέτρεψε  να  συμβεί191.  Ο  ίδιος  πατέρας  στη  συνέχεια  του 

κειμένου  του  λέει,  ότι  αρχή  της  ακενοδοξίας  είναι  η  προφύλαξη  στόματος  και  η 

αγάπη της ατιμίας. Μέσον, η απόρριψη κάθε έργου που μας προτείνουν οι λογισμοί 

της  κενοδοξίας.  Και  τέλος,  εάν  βεβαίως  υπάρχει  τέλος  στην  άβυσσο,  το  να 

πράττουμε ασυναίσθητα ενώπιον πλήθους κάθε τι που μας εκθέτει192. 

Από  τα  παραπάνω  λόγια  φαίνεται,  ότι  η  τρίτη  αποταγή  της  κενοδοξίας 

πραγματοποιείται  με  διαφόρους  τρόπους  υπό  της  παρεμβάσεως  της  θείας 

Προνοίας.  Οι  άγιοι  χριστιανοί  δέχονται  αυτούς  τους  «τρόπους»  από  τον  Κύριο,  με 

αποτέλεσμα  να  προκόπτουν  στην  ταπεινοφροσύνη.  Αυτό  μπορεί  κανείς  να  το 

διακρίνει  στη  ζωή  του  αποστόλου  Παύλου.  Ο  μεγαλύτερος  των  αποστόλων  περί 

αυτού  του  θέματος  λέει:  «καὶ  τῇ  ὑπερβολῇ  τῶν  ἀποκαλύψεων.  διὸ  ἵνα  μὴ 

ὑπεραίρωμαι, ἐδόθη μοι σκόλοψ τῇ σαρκί, ἄγγελος σατανᾶ, ἵνα με κολαφίζῃ, ἵνα μὴ 

ὑπεραίρωμαι.  ὑπὲρ  τούτου  τρὶς  τὸν  κύριον  παρεκάλεσα  ἵνα  ἀποστῇ  ἀπ᾿  ἐμοῦ·  καὶ 

εἴρηκέν μοι· ἀρκεῖ σοι ἡ χάρις μου, ἡ γὰρ δύναμις ἐν ἀσθενείᾳ τελεῖται. Ἥδιστα οὖν 

189 Μτ. 23, 5. Βλ. Κλίμαξ 22, PG 88, 956Α. 
190 Βλ. Κλίμαξ 22, PG 88, 953A. 
191 Βλ. ό. π., 956B. 

192 Βλ. ό. π. Βλ. επίσης σ. 88‐89 αυτής της εργασίας. 
293
μᾶλλον καυχήσομαι ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου, ἵνα ἐπισκηνώσῃ ἐπ᾿ ἐμὲ ἡ δύναμις τοῦ 

Χριστοῦ.  διὸ  εὐδοκῶ  ἐν  ἀσθενείαις,  ἐν  ὕβρεσιν,  ἐν  ἀνάγκαις,  ἐν  διωγμοῖς,  καὶ 

στενοχωρίαις, ὑπὲρ Χριστοῦ· ὅταν γὰρ ἀσθενῶ, τότε δυνατός εἰμι»193. 

Εξάλλου,  και  ο  βίος  του  πολυπαθούς  Ιώβ  περιγράφει,  πως  ο  καρτερικός 

αυτός  δούλος  του  Θεού  απέκτησε  την  τελεία  ταπεινοφροσύνη,  μετά  από  την 

πολυετή πληγή και ασθένειά του, επάνω στην κοπριά194. «Ἄλλως ὁ ἐπὶ θρόνου, καὶ 

ἄλλως  ὁ  ἐπὶ  κοπρίας  καθήμενος  διάκειται.  Καὶ  ἴσως  διὰ  τοῦτο  ὁ  μέγας  ἐκεῖνος 

δίκαιος  ἐν  τῇ  κοπρίᾳ  ἔξω  τῆς  πόλεως  ἐκαθέζετο.  Τότε  γὰρ  τὴν  τελείαν 

ταπεινοφροσύνην  κτησάμενος,  εἶπεν  ἐν  αἰσθήσει  ψυχῆς·  “’Εφαύλισα  ἐμαυτὸν  καὶ 

ἐτάκην· ἥγημαι δὲ ἐμαυτὸν γῆν καὶ σποδόν”»195. 

Η αποταγή της κενοδοξίας, «οὐδὲν ἄλλο εἶναι, εἰ μὴ ἡ ὁδὸς πρὸς μετάθεσιν 

τοῦ πνεύματος ἡμῶν εἰς τὸν κόσμον τοῦ αἰωνίου. Ἐν αὐτῇ τῇ ἀποταγῇ περικλείεται 

ἡ ὑπέρβασις τῆς ἐφ᾿ ἡμῶν ἐξουσίας τοῦ κόσμου καὶ ἡ νίκη ἐπ᾿ αὐτοῦ»196. Στους δια 

Χριστόν σαλούς, αυτή η νίκη επί του κόσμου και η είσοδος στην άπειρη άβυσσο της 

άκρας  ταπεινώσεως  του  Κυρίου,  γίνεται  δια  του  «ἐπιτηδεύειν  ἀνεπαισθήτως  τὰ 

πρὸς ἀτιμίαν συντελοῦντα ἐπὶ πλήθους»197. Λόγου χάρη, ο μακάριος Ανδρέας ο δια 

Χριστόν  σαλός,  κατά  το  πρωΐ,  έλεγε  προς  τον  εαυτό  του:  «λοιπὸν  οὖν  δράμε  μετὰ 

κόπου, ἐξουθενούμενος παρὰ τῶν ἀνθρώπων τούτων ἐν τῷ κόσμῳ, ἵνα ἔπαινον καὶ 

δόξαν κομισώμεθα παρὰ τοῦ ἐπουρανίου Βασιλέως»198. 

Την παραπάνω γνώμη επιβεβαιώνει ο γέροντας Σωφρόνιος, όταν λέει, ότι ο 

τρίτος  βαθμός  της  αποταγής  της  κενοδοξίας,  είναι  ιδιαιτέρως  εμφανής  στην 

άσκηση  της  «δια Χριστόν σαλότητας». Ο πνευματικός αυτός άθλος εκφράζει αυτό 

το  βαθμό  της  αποταγής  κατά  τον  πλέον  τέλειο  τρόπο199.  «Ὁ  σκοπὸς  τοῦ  “διὰ 

Χριστὸν  σαλοῦ”  εἶναι  νὰ  καταφρονῆται  ὑπὸ  τοῦ  κόσμου  καὶ  τῶν  ἀνθρώπων. 

Πολλοὶ  δὲν  δύνανται  νὰ  ἐννοήσουν  τὴν  ἄσκησιν  ταύτην  καὶ  διακρίνουν  ἐν  αὐτῇ 

193 Β’ Κορ. 12, 7‐10. 
194 Βλ. Ιωβ 2, 8. 
195 Ιωάννου Σιναΐτου, Κλίμαξ 25, PG 88, 1001Α. Βλ επίσης Ιωβ 42, 6. 

196 Αρχιμ. Σωφρονίου, Άσκησις και θεωρία, σ. 89. 

197 Βλ. Ιωάννου Σιναΐτου, Κλίμαξ 22, PG 88, 956Β.

198 Νικηφόρου πρεσβυτέρου, Βίος και πολιτεία του οσίου πατρός ημών Ανδρέου του δια Χριστόν σαλού 

18, PG 111, 652Β.
199 Βλ. Άσκησις και θεωρία, σ. 89. 
294
διαστροφήν,  ἐνῷ  κατ᾿  οὐσίαν  εἶναι  ὁ  ὕψιστος  βαθμὸς  ἀποφυγῆς  τῆς  δόξης  παρὰ 

τῶν ἀνθρώπων, καὶ ἐν τούτῳ ἀκριβῶς ἔγκειται ἡ νίκη ἐπὶ τοῦ κόσμου»200. Ο Κύριος 

λέει:  «οὐ  θέλετε  ἐλθεῖν  πρός  με  ἵνα  ζωὴν  ἔχητε.  Δόξαν  παρὰ  ἀνθρώπων  οὐ 

λαμβάνω, ἀλλὰ ἔγνωκα ὑμᾶς ὅτι τὴν ἀγάπην τοῦ θεοῦ οὐκ ἔχετε ἐν ἑαυτοῖς. … πῶς 

δύνασθε  ὑμεῖς  πιστεῦσαι  δόξαν  παρὰ  ἀλλήλων  λαμβάνοντες,  καὶ  τὴν  δόξαν  τὴν 

παρὰ τοῦ μόνου θεοῦ οὐ ζητεῖτε»201; Από αυτά τα λόγια φαίνεται ότι η αποδοχή της 

«δόξης  παρὰ  ἀνθρώπων»  αποτελεί  πρόσκομμα  ακόμα  και  για  την  πίστη.  Γι᾿  αυτό 

το  λόγο  ο  όσιος  Ιωάννης  της  Κλίμακος  τοποθέτησε  την  αποταγή  της  κενοδοξίας 

στο  τελευταίο  βαθμό  της  αποταγής  του  κόσμου.  Αυτή  η  οδός  της  αποταγής  της 

κενοδοξίας  μπορεί  με  τον  ασφαλέστερο  τρόπο  να  οδηγήσει  τον  χριστιανό  να 

μεταναστεύσει  δια  του  νου  και  του  πνεύματος  αυτού  στο  Θείο  κόσμο,  αφήνοντας 

ταυτόχρονα τον πρόσκαιρο κόσμο202. 

Υπάρχουν πολλά κείμενα που δείχνουν την «τέχνη» των δια Χριστόν σαλών 

να  πράττουν  ασυναίσθητα  ενώπιον  πλήθους  κάθε  τι  που  τους  εκθέτει  και  τους 

εισάγει  στην  άβυσσο  της  ταπεινώσεως.  Σε  αυτό  το  σημείο  θα  αναφερθεί  ένα 

απόσπασμα  από  το  βίο  του  γέροντα  Θεοφίλου,  του  ασκητή  της  Λαύρας  των 

Σπηλαίων του Κιέβου. Είναι μια αναφορά του ηγουμένου του ερημητηρίου Ιώβ προς 

τον  μητροπολίτη  Φιλάρετο,  περί  της  συμπεριφοράς  του  Θεοφίλου.  «”Καθώς 

προετοιμάζεται  γιά  μιά  Ἀκολουθία”,  ἔγραφε  ὁ  Ἰώβ,  “ὁ  Θεόφιλος  καταργεῖ  κάθε 

κανόνα  καί  τάξη.  Πρίν  ἀρχίση  ὁ  μεγάλος  ἑσπερινός  ἤ  τό  ἀπόδειπνο,  ἀγνοεῖ  τίς 

ὑποδείξεις  μου  καί  ποτέ  δέν  στέκεται  μέσα  στό  Ἱερό.  Κανείς  δέν  ξέρει  πού  μπορεῖ 

νά  διαβάζη  τίς  προσευχές  του!  Μόλις  καί  μετά  βίας  παίρνει  μέρος  στήν  Θ. 

Λειτουργία  ἤ  ὡς  τήν  «Τιμιωτέραν».  Κατά  τήν  διάρκεια  τοῦ  Ψαλτηρίου  ἤ  φεύγει  ἤ 

στέκεται  ἔξω  στή  νότια  πόρτα  καί  γενικά,  στήν  Ἀκολουθία  δέν  στέκεται  πρός  τά 

ἐμπρός  ἀλλά  γυρίζει  πρός  τήν  Ἀνατολή.  Ἐνδεικτικά  σᾶς  ἀναφέρω  ὅτι  ὁ  Θεόφιλος 

δέν πλένει τά χέρια ἤ τό πρόσωπό του. Στήν Θ. Λειτουργία στέκεται μπροστά στήν 

Ἁγία  Τράπεζα  ἔκπληκτος  καί  χρειάζεται  συνεχῶς  ὁδηγίες.  Ἀδιάκοπα 

ἀνεβοκατεβάζει  τήν  πλεξούδα  τῶν  μαλλιῶν  του.  Κρατάει  τό  βιβλίο  μπροστά  του 

200 Ό. π., σ. 33. 
201 Ιω. 5, 40‐44. 
202 Βλ. Αρχιμ. Σωφρονίου, Άσκησις και θεωρία, σ. 33‐34. 
295
ἀλλά σπάνια διαβάζει τίς εὐχές πού ἀπαιτοῦνται καί σπάνια κάνει τίς ἀπαραίτητες 

μετάνοιες. Ἀφοῦ σκουπίσει μέ τό χέρι τήν μύτη του, γονατίζει καί σκουπίζει τό χέρι 

στό  κάλυμμα  τῆς  Ἁγίας  Τράπεζας.  …  Ὁ  Θεόφιλος  μεταλαμβάνει  τῶν  Ἀχραντων 

Μυστηρίων  πολύ  γρήγορα  καί  μετά  πάει  στήν  πόρτα  τοῦ  Ἱεροῦ  καί  κοιτάζοντας 

πρός  τόν  κόσμο  διαβάζει  τίς  προσευχές  τῆς  Θείας  Εὐχαριστίας.  Στίς  ἰδιαίτερα 

ἐπίσημες ἡμέρες, παρ᾿ ὅλο πού παίρνει μέρος στήν Θ. Λειτουργία, δέν βγαίνει ἔξω 

νά  διαβάση  καμμιά  εὐχή,  ἀλλά  βγάζει  τ᾿  ἄμφια  κι  ἐγκαταλείπει  τήν  ἐκκλησία.  … 

Κατά  τήν  ὥρα  τῆς  Προσκομιδῆς,  δέν  τοποθετεῖ  τόν  Ἅγιο  Ἄρτο  στό  κέντρο  τοῦ 

Δισκαρίου,  ἀλλά  στήν  ἀριστερή  πλευρά,  μέ  κίνδυνο  νά  χάση  τό  Δισκάριο  τήν 

ἰσορροπία του  καί  ν᾿ ἀναποδογυριστῆ. Δέν ἀκολουθεῖ τήν κανονική  σειρά στό  νά 

τοποθετήση τίς Μερίδες στόν χώρο τοῦ Δισκαρίου. … Τήν στιγμή τοῦ Καθαγιασμοῦ 

τῶν  Τιμίων  Δώρων,  εἶναι  δύσκολο  νά  τόν  κουνήσης  νά  κάνη  τουλάχιστον  τρεῖς 

μετάνοιες καί μ᾿ εὐλάβεια νά εὐλογήση τά προσφερόμενα Τίμια Δῶρα. Μελίζοντας 

τά  προαναφερθέντα  σέ  τεμάχια,  πολύ  ἀργά  σκουπίζει  μέ  τόν  σπόγγο  τούς 

Μαργαρίτες ἀπό τά χέρια του. … Ὅταν ὁ Διάκος ἐκφωνῆ τό  “Πλήρωσον  Δέσποτα 

τό  Ἅγιον  Ποτήριον”,  ἐκεῖνος  οὔτε  κἄν  κοιτάζει  τό  Ἅγιο  Ποτήριο  ἀλλά  ρίχνει  τήν 

ξεχωρισμένη Μερίδα τοῦ Ἁγίου Ἀμνοῦ μέσα τόσο γρήγορα, πού εἶναι ἀδύνατον νά 

τηρήση τήν σωστή σειρά»203. 

Η  παραπάνω  συμπεριφορά  αποτελεί  μόνο  ένα  παράδειγμα  της  αποφυγής 

της δόξης παρά των ανθρώπων στη ζωή των δια Χριστόν σαλών. Όμως, παρόμοια 

περιστατικά  μπορεί  κάποιος  εύκολα  να  βρει  και  σε  άλλους  βίους  των  μωρών 

 Ο στάρετς Θεόφιλος. Ο δια Χριστόν σαλός ασκητής της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου, σ. 188‐
203

190. Ο γέροντας Θεόφιλος την παραπάνω συμπεριφορά του κατά την διάρκεια της Θ. Λειτουργίας, 
εξήγησε σε  ένα αδελφό, στον οποίο  ανοιγόταν περισσότερο από άλλους. «Λειτουργῶ σύμφωνα μέ 
τήν  καθιερωμένη  τάξη,  διαβάζω  ὅλες  τίς  εὐχές  καί  τιμῶ  τόν  συλλειτουργό  μου  σάν  ἀνώτερό  μου· 
ἐμβαθύνω στήν τέλεση τοῦ Μυστηρίου καί ξεχνῶ τόν ἑαυτό μου κι ὅλα ὅσα εἶναι γύρω μου. Κατά 
τήν διάρκεια τῆς Θείας Λειτουργίας, βλέπω μιά ἀκτίνα ἀπό Φῶς σέ σχῆμα Σταυροῦ νά ἔρχεται ἀπό 
ψηλά καί νά σκεπάζη τόν Λειτουργό ἱερέα καί ὅλους ὅσους βρίσκονται ἐκεῖ μαζί του. Μερικές φορές 
τούς  καλύπτει  ὅλους  ἀνεξαιρέτως.  Βλέπω  μιά παράξενη  δροσιά  νά  κατεβαίνη  στά  Τίμια  Δῶρα  καί 
φωτεινοί Ἄγγελοι νά πετοῦν πάνω ἀπ᾿ τήν Ἁγία Τράπεζα ψάλλοντας: “Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος Κύριος 
Σαβαώθ· πλήρης ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ τῆς δόξης Σου!”. Μετά ὁλόκληρη ἡ ὕπαρξή μου, ἁρπάζεται σέ 
μιά  Θεία  θεωρία  ἀνέκφραστη  καί  τότε  μοῦ  εἶναι  ἀδύνατο  ν᾿  ἀπομακρύνω  τόν  ἑαυτό  μου  ἀπ᾿  τήν 
γλυκειά ἐκείνη ὅραση. Ὦ, ἀδελφέ, δέν δικαιώνω τόν ἑαυτό μου· λέω μόνο ὅλη τήν ἀλήθεια. Μόνο, σέ 
ἱκετεύω  νά  μήν  ἀποκαλύψης  ὅσα  σοῦ  εἶπα  σέ  κανέναν,  γιατί  ἀλλοιῶς,  ἕνας  βρωμερός  ἁμαρτωλός 
θά γίνη σκάνδαλο στούς ἄλλους», ό. π., σ. 198‐199.
296
εργατών  του  Κυρίου.  Για  την  καλύτερη  κατανόηση  αυτής  της  προσποιητής 

συμπεριφοράς, θα ήταν χρήσιμη η σύντομη θεολογική ερμηνεία της αποταγής της 

κενοδοξίας, που είχε κάνει ο γέροντας Σωφρόνιος. Ο μαθητής του αγίου Σιλουανού 

του  Αθωνίτη,  χρησιμοποιεί  τα  κείμενα  του  οσίου  Ιωάννου  της  Κλίμακος  και  του 

αγίου  Ιωάννου  Κασσιανού  του  Ρωμαίου,  προκειμένου  να  ερμηνεύσει  την 

παραπάνω  έννοια.  Με  αυτό  το  τρόπο,  άριστα  θεμελιώνει  και  την  άποψή  του, 

σχετικά  με  το  θέμα  των  δια  Χριστόν  σαλών.  «Ἡ  τρίτη  ἀποταγὴ  τοῦ  Ἰωάννου  τῆς 

Κλίμακος,  ἥτις  ἐπιτάσσει  τὴν  πάλην  ἐναντίον  τῆς  κενοδοξίας,  ἀπορρέει  ἐκ  τῆς 

ἰδιαζούσης  εἰς  ὅλην  τὴν  παράδοσιν  τῆς  Ἀνατολικῆς  Ἐκκλησίας  διδασκαλίας  περὶ 

τῆς  φύσεως  τοῦ  προπατορικοῦ  ἁμαρτήματος.  Συμφώνως  πρὸς  τὴν  διδασκαλίαν 

αὐτήν,  ἡ  ὑπερηφανία  εἶναι  “ἡ  ἀρχὴ  πάντων  τῶν  ἁμαρτημάτων  καὶ  πάντων  τῶν 

ἐγκλημάτων”.  Οἱ  δύο  Διδάσκαλοι  [ο  Ιωάννης  της  Κλίμακος  και  ο  Ιωάννης  ο 

Κασσιανός] ἀπὸ συμφώνου λέγουν ὅτι “τὸ κακὸν τῆς ὑπερηφανίας εἶναι ὁ πολέμιος 

τοῦ ἰδίου τοῦ Θεοῦ”»204. Περί του αυτού θέματος ο Ιωάννης ο Κασσιανός επιπλέον 

λέει: «τὰ παραδείγματα καὶ αἱ μαρτυρίαι τῆς Γραφῆς ἀποδεικνύουν ἐμφανῶς ὅτι ἡ 

μάστιξ τῆς οἰήσεως, καίτοι ἐσχάτη εἰς τὴν τάξιν τῆς πάλης, εἶναι ἡ πρώτη κατὰ τὴν 

προέλευσιν, κατὰ τὴν ἀρχήν, ὅλων  τῶν  ἁμαρτημάτων  καὶ  ὅλων  τῶν  ἐγκλημάτων· 

ὅτι μὴ δυναμένη νὰ ἐκμηδενίσῃ, ὡς αἱ λοιπαὶ κακίαι τὴν ἀρετήν, ἥτις εἶναι ἐναντία 

πρὸς  αὐτήν,  ἥτοι  τὴν  ταπείνωσιν,  συντελεῖ  ὥστε  νὰ  ἀπολεσθοῦν  πᾶσαι 

ταυτοχρόνως»205.  Κατόπιν,  ακολουθώντας  τον  Κασσιανό,  ο  Ιωάννης  της  Κλίμακος 

λέει: «Ὑπόθου μοι εἶναι δώδεκα πάθη τῆς ἀτιμίας  … Ἐὰν ἓν τούτων  (λέγω δὴ τὴν 

οἴησιν) ἀγαπήσης θελήματι, ἐκεῖνο ἀναπληρώσει τὸν τόπον τῶν ἕνδεκα»206. 

Από  την  παραπάνω  σύντομη  ερμηνεία  της  αποταγής  της  κενοδοξίας, 

φαίνεται για ακόμη μια φορά πόσο επιζήμιο για την ανθρώπινη ψυχή είναι αυτό το 

πάθος.  Οι  δια  Χριστόν  σαλοί,  δια  της  σκληρής  ασκήσεως,  της  προσποιητής 

συμπεριφοράς και της άκρας ταπεινώσεώς τους, κατόρθωσαν να απελευθερωθούν 

από  αυτή  τη  πνευματική  μάστιγα.  Συνεπώς,  μπορεί  κάποιος  να  πει,  ότι  η  μίμηση 

204 Άσκησις και θεωρία, σ. 90. 
205 Ό. π. Βλ. επίσης Ιωάννου Κασσιανού, Κοινοβιακοί θεσμοί 12, 6, έκδ. Jean‐Claude Guy, SC 109, Paris 
2001, σ. 456. 
206 Κλίμαξ 23, PG 88, 965CD. 
297
της κενώσεως και του σταυρού του Χριστού στη ζωή των σαλών δούλων του Θεού, 

είχε  την  ακραία  μορφή  της.  Τέτοια  σπάνια  συμπεριφορά  των  δια  Χριστόν  σαλών, 

αρμόζει μόνο στους μεγάλους μιμητές του Κυρίου. Πράγμα το οποίο είναι εμφανές 

και στη ζωή αυτών των ασκητών. 

Την  εξαιρετική  περιγραφή  της  παραπάνω  πνευματικής  καταστάσεως, 

μπορεί κάποιος να βρει στο βίο του στάρετς Θεοφίλου του δια Χριστόν σαλού. Λόγω 

του  πλούσιου  περιεχομένου  και  της  σαφήνειας  του,  το  κείμενο  αυτό  θα 

παρουσιαστεί  παρακάτω  αυτούσιο.  «Ἡ  πρώτη  κατάσταση  στήν  πνευματική  ζωή, 

εἶναι  τό  νά  ὑποφέρη  κανείς  πολύ  καί  νά  βαδίζη  τά  στενά  καί  γεμᾶτα  θλίψεις 

μονοπάτια τοῦ Σταυροῦ, παλεύοντας σκληρά ἐνάντια στόν ἑαυτό του, στόν κόσμο 

καί  στόν  διάβολο.  Ὁ  Στάρετς  εἶχε  πλέον  περάσει  ἀπό  αὐτό  τό  στάδιο  καί 

προχωροῦσε  στήν  κατάσταση  τῆς  πνευματικῆς  εἰρήνης  καί  τῆς  ἀνάπαυσης  πού 

ἀπολαμβάνει  ἡ  κουρασμένη  ψυχή,  ἔχοντας  νικήσει  τ᾿  ἀνθρώπινα  πάθη  μέ  τήν 

βοήθεια  τοῦ  Χριστοῦ.  Εἶχε  πλέον  ἐξαγνισθῆ,  εἶχε  φωτισθῆ  καί  βρισκόταν  σέ 

μυστική κοινωνία μέ τόν Θεό»207. 

Ο  βίος  της  Ταρσώς  της  δια  Χριστόν  σαλής  αναφέρει,  ότι  αυτή  δεν  έβλεπε 

μπροστά  της  και  δεν  βίωνε  μόνο  θάνατο  και  νέκρωση.  Γιατί  ο  άνθρωπος  που  ζει 

εμπειρικά  τις  σωτήριες  αλήθειες  της  Εκκλησίας,  εκτός  από  τη  συμμετοχή  του  στο 

σταυρό και στο θάνατο, παράλληλα συμμετέχει στην ανάσταση και στις άφραστες 

πνευματικές  καταστάσεις  της  χαρισματικής  ζωής.  Αυτό  συμβαίνει  γιατί  «τό 

σταυρικό μαρτύριο ἀποτελεῖ τό μοναδικό μονοπάτι πού ὁδηγεῖ στήν ἀνάσταση». Ο 

σταυρός  μόνος  του,  ως  απόλυτος  τρόπος  ζωής,  δεν  σημαίνει  τίποτε208.  Μόνο  όταν 

 Ο στάρετς Θεόφιλος. Ο δια Χριστόν σαλός ασκητής της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου, σ. 291. 
207

 Με άριστο τρόπο αυτό το θέμα πραγματεύεται ο άγιος Ιγνάτιος Μπραντζανίνωφ. Αυτός ο Ρώσος 
208

επίσκοπος  του  19ου  αιώνα  λέει,  ότι  μάταιος  και  ανώφελος  είναι  ο  σταυρός  μας,  έστω  και  αν  είναι 
βαρύς, αν δεν μεταβληθεί σε σταυρό του Χριστού με το να ακολουθούμε τον Χριστό. Γιατί ο σταυρός 
του Χριστού είναι η διδασκαλία του Χριστού. Ο σταυρός του μαθητή του Χριστού, μεταβάλλεται σε 
σταυρό του Χριστού, όταν ο πιστός τον βαστάζει με πραγματική επίγνωση της αμαρτωλότητάς του 
που  της  πρέπει  τιμωρία.  Όταν  τον  βαστάζει  με  ευγνωμοσύνη  προς  τον  Χριστό,  με  δοξολογία  του 
Χριστού. Η δοξολογία και ευχαριστία δίνουν στον πάσχοντα πνευματική παρηγορία. Η ευχαριστία 
και  δοξολογία  γίνονται  η  υπεράφθονη  πηγή  της  απρόσιτης  και  ακήρατης  χαράς,  που 
υπερπλημμυρίζει  την  καρδιά,  ξεχύνεται  στην  ψυχή,  ξεχύνεται  και  στο  σώμα.  Γι᾿  αυτό,  ο  άγιος 
Ιγνάτιος  λέει,  ότι  ο  σταυρός  είναι  βαρύς,  όσο  εξακολουθεί  να  είναι  «ο  σταυρός  μας».  Όταν  όμως 
μεταβληθεί σε «σταυρό του Χριστού» γίνεται ασυνήθιστα ελαφρός: «ὁ γὰρ ζυγός μου χρηστὸς καὶ τὸ 
φορτίον μου ἐλαφρόν ἐστιν», Μτ. 11, 30. Περισσότερα για το θέμα του σταυρού του δικού μας και του 
298
αναγνωρίζεται ως κλειδί του Παραδείσου, τότε γίνεται το παν, δηλαδή, «βιωματική 

διαδικασία ἀναστάσιμης ζωῆς εἰς τούς αἰῶνες τῶν αἰώνων»209. 

Ο  Συμεών  ο  Νέος  Θεολόγος  λέει,  ότι  αυτοί  που  δεν  θα  μιμηθούν  με  τη 

μετάνοια  και  την  υπακοή  τα  πάθη  και  το  θάνατο  του  Χριστού,  ούτε  της 

πνευματικής  Του  αναστάσεως  θα  γίνουν  συμμέτοχοι  ούτε  το  Άγιο  Πνεύμα  θα 

λάβουν.  Και  η  καθημερινή  πνευματική  αναγέννηση  και  ανάσταση  των  ψυχών, 

γίνεται μόνο δια του Αγίου Πνεύματος. Αυτή την αναγέννηση, δίδει Αυτός που αν 

και  πέθανε  μια  φορά  και  αναστήθηκε,  ανασταίνεται  μαζί  με  εκείνους  που  ζουν 

αξίως. Ο Χριστός συνανασταίνει τις ψυχές που πέθαναν μαζί του με τη διάθεση και 

με  την  πίστη,  δωρίζοντας  σ᾿  αυτές  από  τον  παρόντα  ήδη  βίο  τη  βασιλεία  των 

ουρανών210. 

Και  αυτό,  γιατί  η  βασιλεία  των  ουρανών  που  αναμένεται  στο  τέλος  της 

ιστορίας, με την έλευση του Χριστού έγινε πλέον πραγματικότητα211. Όμως αυτή η 

βασιλεία  –  όπως  άλλωστε  και  ο  ίδιος  ο  Χριστός  –  αποκαλύπτεται  στον  κόσμο 

μερικώς,  γιατί  ο  κόσμος  αδυνατεί  να  τη  χωρέσει.  Αν  και  θα  φανερωθεί  αυτή 

πλήρως στο μέλλοντα αιώνα, υπάρχει και ενεργείται ήδη στην ιστορία212. Ο βίος της 

Σοφίας (της δια Χριστόν σαλής) της Κλεισούρας λέει ότι, «ἡ ζωή της ἦταν μισή στήν 

γῆ,  μισή  στόν  οὐρανό»213.  Όταν  οι  προσκυνητές  την  ρώτησαν  πως  μένει  μόνη  της 

στην ερημιά, αυτή απάντησε: «Ὄχι, δέν εἶμαι μόνη μου, … Ἔρχονται οἱ ἄγγελοι καί 

μέ  κάνουν  παρέα.  Ἔρχεται  ἡ  Παναγία,  ἔρχεται  ὁ  Ἀπόστολος  Παῦλος,  ἔρχεται  ἡ 

Ἁγία Παρασκευή καί μέ λένε, Σοφία, νά χαίρεσαι. Δέν καταλαβαίνω πῶς περνᾶνε 

οἱ μέρες»214. Ο βιογράφος της ζωής της Ταρσώς της δια Χριστόν σαλής, σχετικά με 

το  ίδιο  θέμα  αναφέρει  ότι,  η  πνευματική  ζωή  αυτής  της  εκλεκτής  ασκήτριας  του 

Θεού  ήταν  σαφώς  νεκροαναστάσιμη,  ή  διατυπώνοντάς  την  πατερικά, 

σταυρού  του  Χριστού,  βλ.  Episkopa  Stavropolskogo  Ignatia,  Sviatitela,  Askietičeskie  opiti,  τόμ.  1,  έκδ. 
Sretenskii Monastir 1996, σ. 355‐358. 
209 Για περισσότερα βλ. Ιωάννου Κ. Κορναράκη, Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, σ. 143‐144.

210 Βλ. Κατηχήσεις 6, 354‐368, SC 104, σ. 44‐46. 

211 «Εἰ δὲ ἐν δακτύλῳ θεοῦ ἐγὼ ἐκβάλλω τὰ δαιμόνια, ἄρα ἔφθασεν ἐφ᾿ ὑμᾶς ἡ βασιλεία τοῦ θεοῦ», 

Λκ. 11, 20. 
212 Βλ. Γεωργίου Ι. Μαντζαρίδη, Χριστιανική ηθική, σ. 137. 

213 Σοφία η ασκήτισσα της Παναγίας, σ. 79. 

214 Ό. π., σ. 79‐80. 
299
σταυροαναστάσιμη.  Αυτό  σημαίνει  ότι  ο  Θεός  της  έδωσε  το  χάρισμα  να  ανιχνεύει 

με αγιοπνευματική διαφάνεια, όχι μόνο τα κατώτατα βασίλεια του άδου, αλλά και 

τη θέα ουρανίων πραγμάτων και καταστάσεων. Με αυτό το τρόπο η Ταρσώ, με τη 

χαρισματική  της  διόραση,  διαπερνούσε  το  φράγμα  της  υλικότητας  της  υπάρξεως, 

το  παχύ  καταπέτασμα  των  αισθητών  πραγμάτων  και  έφθανε,  με  το  θεοφώτιστο 

νου της «ψηλά στούς κήπους τοῦ Παραδείσου· στόν Πύργο τό μεγάλο»215. 

Την παραπάνω πνευματική κατάσταση την οποία βίωναν στη ζωή τους άξιοι 

μιμητές  του  Κυρίου  –  οι  δια  Χριστόν  σαλοί,  συμπληρώνει  και  εξηγεί  με  άριστο 

τρόπο ο άγιος Ιγνάτιος Μπραντζανίνωφ, λέγοντας, ότι ο Σταυρός του Χριστού, τον 

μαθητή  του  Χριστού  που  σταυρώνεται  επάνω  Του,  τον  ανυψώνει  από  τη  γη.  Ο 

μαθητής του Χριστού, ο σταυρωμένος στον δικό του σταυρό, φρονεί υψηλά, με τον 

νου και την καρδιά του κατοικεί στον ουρανό και αξιώνεται να θεωρεί τα μυστήρια 

του Πνεύματος «ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν»216. 

Η σαλότητα ως βίωση της αληθινής ελευθερίας 

Διαβάζοντας τους βίους των δια Χριστόν σαλών, μπορεί εύκολα κάποιος να 

παρατηρήσει  ότι  η  ζωή  αυτών  των  ασκητών  είναι  σε  πολύ  μεγάλο  βαθμό 

διαποτισμένη με το πνεύμα της ελευθερίας. Εκ πρώτης όψεως φαίνεται ότι αυτή η 

ελευθερία  έχει  κυρίως  εξωτερικές  διαστάσεις.  Όμως  πρέπει  να  επισημανθεί  ότι  η 

εξωτερική  ελευθερία  που  τόσο  έντονα  φαίνεται  στην  άσκηση  της  σαλότητας  θα 

ήταν  απαράδεκτη,  αν  δεν  προερχόταν  από  την  εσωτερική,  αληθινή  ελευθερία  εν 

Κυρίω. Ποια είναι όμως αυτή η αληθινή εν Κυρίω ελευθερία; 

Ο λόγιος της Τουρκοκρατίας  Γεώργιος  Κορέσσιος  υποστηρίζει  ότι  υπάρχουν 

τρία  είδη  ελευθερίας·  ελευθερία  φύσεως,  ελευθερία  χάριτος  και  ελευθερία  δόξης 

και  μακαριότητας.  «Ἡ  ἐλευθερία  τῆς  φύσεως  ποιεῖ  τό  αὐτεξούσιον.  Ἡ  ελευθερία 

τῆς χάριτος ἀντίκειται τῇ ἁμαρτίᾳ καί τοῖς πάθεσι καί ποιεῖ τόν δίκαιον καί ἅγιον. 

215 Βλ. Ιωάννου Κ. Κορναράκη, Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, σ. 144. 
216 Βλ. Askietičeskie opiti, τόμ. 1, σ. 358. 
300
Ἡ δέ ἐλευθερία τῆς δόξης ἀντίκειται τῷ θανάτῳ καί τοῖς πειρασμοῖς τῆς παρούσης 

ζωῆς καί ποιεῖ τόν μακάριον»217. Η ελευθερία της φύσεως είναι αναγκαία συνέπεια 

της  μεγάλης  αποστολής,  της  διαπλάσεως  και  της  εν  κόσμω  παρουσίας  του 

ανθρώπου.  Ο  άνθρωπος  ως  εικόνα  του  Θεού218  που  φέρνει  στον  εαυτό  του  τις 

ιδιότητες  του  δημιουργού  του, είναι ον αυτοσυνείδητο,  ελεύθερο και αυτεξούσιο219. 

Περί  της  ελευθερίας  της  φύσεως  ο  γέροντας  Σωφρόνιος  γράφει:  «Ἡ  δύναμις  τῆς 

ἀγάπης εἶναι μεγάλη καὶ νικηφόρος, ἀλλ᾿ οὐχὶ ἕως τέλους. Ἐν τῷ ἀνθρωπίνῳ εἶναι 

ἐνυπάρχει  ἐξουσία  τις,  ἥτις  θέτει  καὶ  εἰς  τὴν  ἀγάπην  προσέτι  ὅριόν  τι,  ὥστε  καὶ 

αὕτη νὰ μὴ ἔχῃ τὸ ἀπόλυτον. Τί ἆρά γε εἶναι τοῦτο; Τὸ αὐτεξούσιον. Τό αὐτεξούσιον 

τοῦ  ἀνθρώπου  εἶναι  ἀληθῶς  πραγματικὸν  καὶ  τοσοῦτον  μέγα,  ὥστε  οὔτε  ἡ  θυσία 

τοῦ  Ἰδίου  τοῦ  Χριστοῦ,  οὔτε  ἡ  θυσία  πάντων,  ὅσοι  ἠκολούθησαν  τὸν  Χριστόν, 

δύναται νὰ ὁδηγήσῃ ἀναγκαστικῶς εἰς τὴν νίκην»220. 

Με  άλλα  λόγια,  η  σωτηρία  δεν  πραγματοποιείται  μόνο  με  την  απόλυτη 

ενέργεια  της  χάριτος  του  Θεού,  αλλά  και  με  τη  συγκατάβαση  και  τη  σύγχρονη 

ενέργεια  του  ανθρώπου.  Αυτή  την  αλήθεια  επιβεβαιώνουν  και  οι  Πατέρες  της 

Εκκλησίας. Ο ιερός Χρυσόστομος λέγει: «ἡ γὰρ χάρις, κἂν χάρις ᾖ, τοὺς ἐθέλοντας 

σώζει»221, και ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος δηλώνει: «δεῖ γὰρ, καὶ τὸ ἐφ᾿ ἡμῖν εἶναι, 

καὶ τὸ ἐκ Θεοῦ σώζεσθαι»222. Από τα παραπάνω φαίνεται ξεκάθαρα ότι δύο είναι οι 

παράγοντες  της  σωτηρίας  του  ανθρώπου:  α’)  η  ελευθέρα  του  ανθρώπου  θέληση, 

και β’) η χάρη του Θεού223. Πρέπει να ειπωθεί ωστόσο, ότι το θέλημα του ανθρώπου 

217 Νικoδήμου Αγιορείτου, Ερμηνεία εις τας ΙΔ’ επιστολάς του αποστόλου Παύλου, τόμ Α’, σ. 154. 
218 Βλ. Γεν. 1, 27. 
219  Χωρίς  αυτήν  την  ελευθερία  ο  άνθρωπος  δεν  θα  διέφερε  σε  τίποτε  από  τα  ζώα,  αλλά  θα  ήταν 

ισότιμος προς αυτά. Και τότε, ως φυσική συνέπεια, θα του ήταν άγνωστες οι ιδέες του καλού και του 
αγαθού,  βλ.  Αγίου  Νεκταρίου  Πενταπόλεως,  Περί  επιμελείας  ψυχής.  Ένδεκα  ομιλίαι,  έκδ. 
Αποστολική Διακονία, Αθήναι 41999, σ. 7‐8. 
220 Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, σ. 137. 

221 Ομιλία εις την προς Ρωμαίους 18, 5, PG 60, 579. 

222 Λόγος 37, 13, PG 36, 297D. 

223  Βεβαίως,  στο  έργο  της  σωτηρίας  πρωτεύει  η  χάρη  του  Θεού.  Διότι  ο  Κύριος  έφερε  το  φως  της 

χάριτος  στους  ανθρώπους,  που  βρίσκονταν  στο  σκοτάδι,  επιζήτησε  το  πρόβατο  το  απολωλός, 
ανακάλεσε  τον  πλανηθέντα  και  μυστικώς  στην  καρδία  του  μίλησε,  υποδεικνύοντας  με  αυτόν  τον 
τρόπο  την  οδό  της  σωτηρίας.  Η  θεία  χάρη  τελειοποιεί  και  σώζει,  όμως  η  θέληση  του  ανθρώπου 
πρέπει  να  θεωρηθεί  ως  προεξάρχουσα  στο  έργο  της  σωτηρίας,  διότι  αυτή  είναι  ο  κυριότερος 
παρακινητής  της  χάριτος.  Αυτή  κινεί  τα  βήματα  όταν  ο  άνθρωπος  ακολουθεί  τον  Σωτήρα,  αυτή 
301
θα  καρποφορήσει  με  σωστό  τρόπο,  μόνον  όταν  συνταυτιστεί  με  το  θείο  θέλημα, 

δηλαδή με το θείο νόμο224. Και αυτό γίνεται, όταν ο χριστιανός προσφέρει όλον τον 

εαυτό του στο Θεό. Όταν δεν θα ακολουθεί τη νοοτροπία αυτού του κόσμου, αλλά 

θα  μεταμορφώνεται  συνεχώς  προς  το  καλό,  ανακαινίζοντας  και  αποκτώντας  το 

νέο  φρόνημα  και  πνεύμα  του  πιστού225.  Γιατί  εκείνος  που  έχει  το  φρόνημα  και  το 

νου  του  πεπαλαιωμένα  από  την  αμαρτία  και  αγνωσία,  δεν  γνωρίζει  ποιο  είναι  το 

θέλημα του Θεού· ούτε ακόμα μπορεί να καταλάβει πως το θέλημα του Θεού είναι 

να  ζούμε  με  ταπεινοφροσύνη,  με  πτωχεία,  με  πένθος  και  πόνο  καρδίας  και  με  τα 

άλλα  θεοφιλή  έργα  που  αναφέρονται  στο  ευαγγέλιο  και  ιδιαίτερα  εκείνα  που 

περιέχονται στους μακαρισμούς226. Με αυτόν τον τρόπο, όποιος ανακαινισθεί κατά 

το πνεύμα και το νου, όπως το κατάφεραν οι δια Χριστόν σαλοί, αυτός θα μπορεί να 

γνωρίζει  και  να  διακρίνει  ποιο  είναι  το  θέλημα  του  Θεού,  το καλό  και  αρεστό  στο 

Θεό και τέλειο227. Γιατί δεν αρκεί κάποιος μόνο να γνωρίζει το αγαθό, αλλά πρέπει 

να  αναρωτηθεί  και  αν  αυτό  είναι  και  ευάρεστο  στο  Θεό.  Διότι  πολλά  πράγματα 

είναι  αγαθά,  αλλά  δεν  είναι  ευάρεστα,  γιατί  γίνονται  είτε  έξω  από  τον  πρέποντα 

καιρό είτε έξω από την πρέπουσα θέση228. Όταν πάλι είναι κάποιος πεπεισμένος ότι 

το θέλημά του είναι και αγαθό και ευάρεστο στο Θεό, τότε πρέπει να το εκτελεί με 

τέτοιο τρόπο για να γίνεται αυτό και τέλειο και ολοκληρωμένο. Δηλαδή να γίνεται 

με  τελειότητα  και  όχι  ελλιπώς229.  Μόνο  υπό  αυτές  τις  προϋποθέσεις  μπορεί  να 

αναδειχθεί η απόλυτη εσωτερική ελευθερία του ανθρώπου. 

ενισχύει  την  καρδιά  προς  αυταπάρνηση,  αυτή  φέρει  το  σταυρό  επ᾿  ώμου,  βλ.  Αγίου  Νεκταρίου 
Πενταπόλεως, Περί επιμελείας ψυχής. Ένδεκα ομιλίαι, σ. 18. 
224 Η ενδόμυχη θέληση της καρδιάς, αυτή που διαμαρτύρεται όταν ο άνθρωπος παραβαίνει το θείο 

νόμο,  και  ο  ίδιος  ο  χαρακτήρας  της  αληθινής  ελευθερίας  φανερώνουν  ότι  η  απόλυτη  ελευθερία 
υφίσταται στη συνταύτιση του ανθρώπινου με το θείο θέλημα, βλ. ό. π., σ. 14.
225 Βλ. Ρωμ. 12, 1‐2. 

226 Βλ. Νικoδήμου Αγιορείτου, Ερμηνεία εις τας ΙΔ’ επιστολάς του αποστόλου Παύλου, τόμ Α’, σ. 270. 

227 Βλ. Ρωμ. 12, 1‐2. 

228 Λόγου χάρη, αγαθό είναι το να θυμιάζει κάποιος στο Θεό, αλλά ο Βασιλεύς Οζίας, όντας λαϊκός, 

θυμιάζοντας δεν ευαρέστησε στον Θεό, γιατί δεν άρμοζε σ᾿ αυτόν, αλλά μόνο στους ιερείς, βλ. Β’ Χρ. 
26, 18. Επίσης θα ήταν καλό να γνωρίσουν τα μυστήρια της βασιλείας οι μαθητές του Κυρίου, αλλά 
όπως προκύπτει, δεν έπρεπε να μυηθούν σ᾿ αυτά προ του κατάλληλου καιρού. Γι᾿ αυτό ο Κύριος είπε 
σ᾿ αυτούς ότι «πολλὰ ἔχω ὑμῖν λέγειν, ἀλλ᾿ οὐ δύνασθε βαστάζειν ἄρτι», Ιω. 16, 12. 
229 Βλ. Νικoδήμου Aγιορείτου, Ερμηνεία εις τας ΙΔ’ επιστολάς του αποστόλου Παύλου, τόμ Α’, σ. 272. 
302
Από τα παραπάνω φαίνεται ότι η αληθινή εν Κυρίω ελευθερία δεν μπορεί να 

εδράζεται στην ελευθερία της φύσεως, για την οποία μίλησε ο Γεώργιος Κορέσσιος, 

αλλά στην ελευθερία της χάριτος, που αντίκειται στην αμαρτία και στα πάθη230. Γι᾿ 

αυτό,  ο  άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως, λέει ότι κατ᾿ ουσίαν, η αληθινή ελευθερία 

συνίσταται  στο  να  πράττουμε  όχι  το  κατά  βούληση  αγαθό  ή  κακό,  αλλά  μόνο  το 

αγαθό.  Το  να  πράττουμε  κατά  βούληση  το  αγαθό  ή  το  κακό  δεν  είναι  αληθινή 

ελευθερία,  αλλά  μίγμα  ελευθερίας  και  δουλείας.  Διότι  όταν  πράττουμε  το  αγαθό, 

ενεργούμε  σύμφωνα  προς  τις  απαιτήσεις  του  έσω  ανθρώπου,  που  επιζητεί  το 

αγαθό για το αγαθό231. Ενώ όταν κάνουμε το κακό, ενεργούμε πρώτον εναντίον των 

υπαγορεύσεων  της  συνειδήσεως  και  της  φωνής  της  αληθινής  ελευθερίας,  και 

δεύτερον  ενεργούμε  για  κάποιο  λόγο232.  Με  άλλα  λόγια,  μπορούμε  να  πούμε  ότι 

ελεύθερος είναι αυτός που πράττει το αγαθό, και αντιθέτως αυτός που πράττει το 

κακό είναι δούλος. Και η αληθινή ελευθερία είναι η κυριαρχία του φρονήματος του 

πνεύματος  η  εργαζομένη  το  αγαθό,  ψευδής  δε  ελευθερία  είναι  η  επικράτηση  του 

φρονήματος  της  σαρκός,  της  κατεργαζομένης  τα  πονηρά233.  Γι᾿  αυτό  το  λόγο,  ο 

άγιος  Νεκτάριος  επισημαίνει  ότι  είναι  ανάγκη  να  διακρίνουμε  τον  ορισμό  του 

ανθρώπου ως αληθώς ελευθέρου όντος, από τον ορισμό της αληθινής ελευθερίας. 

Διότι  ο  άνθρωπος  είναι  αληθινά  ελεύθερος  να  εκτείνει  τη  χείρα  σε  ζωή  και  σε 

θάνατο·  αλλά  αληθινή  ελευθερία  είναι  το  να  εκτείνει  μόνο  εις  τη  ζωή234.  Από  τα 

παραπάνω προκύπτει ότι όλοι οι άνθρωποι είναι εκ φύσεως ελεύθεροι, όμως στην 

πραγματικότητα λίγοι διακατέχονται από την αληθινή εν Χριστώ ελευθερία. Οι δια 

Χριστόν σαλοί αναμφισβήτητα συγκαταλέγονται στην κατηγορία των πραγματικά 

ελεύθερων  ανθρώπων,  καθόσον  στη  ζωή  τους  ενεργούσαν  και  έπρατταν  πάντα 

κατά τα ρήματα του Κυρίου. 

230 Βλ. πιο πάνω, σ. 299 αυτής της εργασίας. 
231 Ο χαρακτήρας της αληθινής ελευθερίας, δηλαδή της αληθινής ελεύθερης θελήσεώς μας, είναι η 
αγάπη του αγαθού, του καλού, του αληθούς και η εν τη αγάπη αυτή εμμονή. Ο έρως προς το αγαθό 
είναι  η  έκφραση  του  έσω  ανθρώπου,  του  πνευματικού  ανθρώπου,  και  η  εξωτερίκευση  του 
πεπληρωμένου  αυτόν  αισθήματος.  Ο  έρως  αυτός  γεννάται  εκ  της  ταυτότητας  των  υπαγορεύσεων 
της καρδιάς και του θείου νόμου, του εγγραφέντος εν τη καρδία, βλ. Aγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως, 
Περί επιμελείας ψυχής. Ένδεκα ομιλίαι, σ. 27‐28.
232 Βλ. ό. π., σ. 9‐10. 

233 Βλ. ό. π., σ. 25. 

234 Βλ. ό. π., σ. 11. 
303
Ένα  ωραίο  παράδειγμα  ανθρώπου,  ο  οποίος  δια  της  καλής  χρήσης  του 

αυτεξουσίου έφτασε στην ελευθερία της χάριτος, είναι ο Ιωσήφ ο Πάγκαλος. Αυτός, 

αν  και  έγινε  δούλος  κατά  τον  κόσμο,  δεν  υποδουλώθηκε  στις  κακές  ανθρώπινες 

επιθυμίες και τα πάθη, αλλά έγινε ο πλέον ελεύθερος από όλους τους ανθρώπους. 

Δεν  υποχώρησε στην κυρία του σε ό,τι εκείνη ως πραγματική δούλη θέλησε, όταν 

τον κολάκευε και τον παρακαλούσε. Επομένως η κατάσταση στην οποία βρισκόταν 

ο Ιωσήφ, ήταν μια κατάσταση ελευθερίας υψίστου βαθμού. Αντιθέτως, οι αδελφοί 

τού Ιωσήφ ήταν οι αθλιότεροι δούλοι, εφόσον έπρεπε να λένε ψέματα και προς τον 

πατέρα  τους  και  προς  τους  εμπόρους  και  προς  τον  αδελφό  τους.  Ο  ελεύθερος 

άνθρωπος  δεν  είναι  τέτοιος,  αλλά  λέγει  την  αλήθεια  παντού  και  σ᾿  όλες  τις 

περιπτώσεις. Και τίποτε δεν μπορεί να τον υποδουλώσει, ούτε δεσμά ούτε δουλεία 

ούτε  ο  έρωτας  της  κυρίας  του  ούτε  ότι  ζει  σε  ξένο  τόπο,  αλλά  παντού  παραμένει 

ελεύθερος. Αυτή είναι και η πραγματική ελευθερία235. 

Γι᾿ αυτό και ο Χριστός λέει: «ἐὰν ὑμεῖς μείνητε ἐν τῷ λόγῳ τῷ ἐμῷ, ἀληθῶς 

μαθηταί μού ἐστε καὶ γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν, καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς»236. 

«Θα γνωρίσετε την αλήθεια», δηλαδή Εμένα, διότι «εγώ είμαι η αλήθεια»237. Όμως, 

από  τι  ακριβώς  μπορεί  να  ελευθερώσει  τους  ανθρώπους  ο  Κύριος;  ρωτά  ο  ιερός 

Χρυσόστομος. Βεβαίως, από τις αμαρτίες, γιατί «πᾶς ὁ ποιῶν τὴν ἁμαρτίαν δοῦλός 

ἐστιν τῆς ἁμαρτίας»238. Με αυτόν τον τρόπο ο Χριστός ήθελε να αποδείξει ότι, από 

τη  δουλεία  της  αμαρτίας,  που  είναι  και  η  πλέον  βαριά  δουλεία,  μπορεί  να  μας 

απαλλάξει  μόνο  ο  Θεός.  Διότι  η  άφεση  των  αμαρτιών  δεν  είναι  έργο  κανενός 

άλλου239.  Γνωρίζοντας  οι  δια  Χριστόν  σαλοί  αυτήν  τη  λυτρωτική  αλήθεια,  δεν 

στηρίζονταν στις δικές τους δυνάμεις, αλλά άφηναν ολοκληρωτικά τον εαυτό τους 

στα χέρια του Θεού. Ήξεραν ότι, για να γίνει κάποιος κάτι εν Χριστώ Ιησού, πρέπει 

πρώτα  να  γίνει  μηδέν,  αλλά  και  να  μείνει  μηδέν.  Πίστευαν  ειλικρινά  ότι  ήταν  οι 

ίδιοι όνειδος των ανθρώπων240. Γι᾿ αυτό και αναστέναζαν μέρα και νύχτα προς τον 

235 Βλ. Ιωάννου Χρυσοστόμου, Ομιλία εις την Α’ προς Κορινθίους 19, 4, PG 61, 156‐157. 
236 Ιω. 8, 31‐32. 
237 Βλ. Ιω. 14, 6. 

238 Ιω. 8, 34. 

239 Βλ. Υπόμνημα εις Ιωάννην 54, 1, PG 59, 296‐297. 

240 Βλ. σ. 243‐244, 246‐247 αυτής της εργασίας. 
304
Κύριο, ζητώντας τον να ελεήσει και να εξιλεώσει τα πνευματικά τους ελαττώματα, 

τις ατέλειες και τις αμαρτίες αυτών των ιδίων αλλά και των πλησίον τους241. 

Μετά  απ᾿  αυτά,  μπορούμε  να  καταλάβουμε  γιατί  ο  γέροντας  Σωφρόνιος 

γράφει πως η κατάσταση, κατά την οποία ο άνθρωπος μπορεί να λάβει την πείρα 

της  ελευθερίας  «ἐν  τῷ  Πνεύματι  τῆς  Ἀληθείας»,  είναι  προσευχή  της  βαθιάς 

μετάνοιας242. Και η μετάνοια, όπως ειπώθηκε προηγουμένως, στην πνευματική ζωή 

αναπόσπαστα  συνδέεται  με  την  ταπείνωση  και  το  πένθος243.  Από  τα  παραπάνω, 

φαίνεται ότι οι δια Χριστόν σαλοί, ως οι κατεξοχήν πτωχοί εν Πνεύματι χριστιανοί, 

πρέπει  να  διακατέχονται  σε  μεγάλο  βαθμό  από  την  αληθινή  εν  Κυρίω  ελευθερία. 

Το πρώτο γνώρισμα αυτής της ελευθερίας είναι η απροθυμία να εξουσιάζει κανείς 

οτιδήποτε.  Η  επόμενη  βαθμίδα  της  είναι  η  χειραφέτηση  του  άνθρώπου  από  την 

εξουσία των άλλων πάνω του244. Προκύπτει, λοιπόν, πως το πρώτο γνώρισμα της εν 

Κυρίω ελευθερίας  προϋποθέτει  την  πλήρη  αποταγή  του  κόσμου245, ενώ το δεύτερο 

γνώρισμά  της  αντίστοιχα  εκφράζει  την,  τόσο  έντονη  στους  δια  Χριστόν  σαλούς, 

πνευματική  ελευθερία  και  ανεξαρτησία  από  τα  πρόσωπα  και  τους  θεσμούς  της 

κοινωνίας μέσα στην οποία ζούσαν. 

Η  αποταγή  του  κόσμου,  το  πρώτο  γνώρισμα  της  αληθινής  ελευθερίας,  στη 

ζωή  τών  δια  Χριστόν  σαλών  ήταν  πραγματικά  πολύ  έντονη246.  Η  υπέρμετρη 

προσπάθειά  τους  να  αποτάξουν  τον  κόσμο,  τους  οδήγησε  στην  ανεξαρτησία  απ᾿ 

αυτόν.  Η  ελευθερία  των  μωρών  εργατών  του  Κυρίου  από  τον  κόσμο 

συμπληρώνεται  με  την  ελευθερία  από  τον  ίδιο  τον  εαυτό  τους.  Η  ελευθερία  αυτή 

πραγματοποιείται  με  τη  συμμόρφωση  του  ανθρωπίνου  θελήματος  προς  το  θείο 

241 Βλ. σ. 98‐99 αυτής της εργασίας. 
242 Βλ. Οψόμεθα τον Θεόν καθώς έστι, σ. 184. 
243 Για αυτό το θέμα βλ. σ. 99‐100 αυτής της εργασίας. 

244  Βλ.  Αρχιμ.  Σωφρονίου  (Σαχάρωφ),  Οψόμεθα  τον  Θεόν  καθώς  έστι,  σ.  184.  «Καὶ  τοῦτο  οὐχὶ  ἐκ 

καταφρονήσεως  πρὸς  τὰς  τεταγμένας  ὑπὸ  τοῦ  Θεοῦ  ἀρχὰς  καὶ  ἐξουσίας  τῆς  ἐξωτερικῆς  ζωῆς  τῶν 
λαῶν,  ἀλλ᾿  ἕνεκα  τοῦ  Θείου  φόβου,  ὅστις  δὲν  ἐπιτρέπει  νὰ  παραβῶμεν  τὴν  ἐντολὴν  τῆς  πρὸς  τὸν 
πλησίον ἀγάπης», ό. π. 
245  «Οὐδεὶς  ἐν  τῷ  οὐρανίῳ  νυμφῶνι  στεφανηφορῶν  ἐλεύσεται,  μὴ  τὴν  πρώτην,  καὶ  δευτέραν,  καὶ 

τρίτην ἀποταγὴν ἀποταξάμενος· λέγω δὴ τὴν πάντων πραγμάτων, καὶ ἀνθρώπων, καὶ γονέων, καὶ 
τὴν  ἐκκοπὴν  τοῦ  ἰδίου  θελήματος·  καὶ  τρίτην  ἀποταγὴν  τῆς  κενοδοξίας,  τῆς  ἐπακολουθούσης  τῇ 
ὑπακοῇ», Ιωάννου Σιναΐτου, Κλίμαξ 2, PG 88, 657Α. 
246  Βλ.  ειδικά  τα  ακόλουθα  υποκεφάλαια  της  εργασίας  αυτής:  α’)  Η  αποταγή  του  κόσμου,  β’)  Η 

μίμηση της κενώσεως και του σταυρού του Χριστού. 
305
θέλημα, με τη νέκρωση του σώματος και την καταπολέμηση των παθών, καθώς ο 

αγώνας  κατά  των  παθών  είναι  αγώνας  για  την  ελευθερία.  Μόνο  μέσα  από  την 

κατά  Χριστόν  άσκηση  μπορεί  να  γίνει  κανείς  πραγματικά  ελεύθερος.  Νικώντας  ο 

άνθρωπος τα πάθη και αποκαθιστώντας την κυριαρχία του νου στην  ύπαρξή του, 

κάνει δυνατή τη φανέρωση των ενεργειών του Αγίου Πνεύματος και την ένωση του 

θελήματός του με το θείο θέλημα247. 

Την παραπάνω άποψη περί των δια Χριστόν σαλών επιβεβαιώνει ο γνωστός 

ακαδημαϊκός  θεολόγος  Γ.  Μαντζαρίδης, ο οποίος λέει ότι η χριστιανική ελευθερία 

απορρίπτει  κάθε  δουλική  εξάρτηση.  Και  παραδόξως,  αυτό  κατορθώνεται  στην 

καθημερινή ζωή με εκούσιες αυτοδεσμεύσεις. Στο μέτρο που δεσμεύει ο χριστιανός 

τον  εαυτό  του  κερδίζει  την  ελευθερία  του.  Οποιαδήποτε  κοσμική  αρχή  ή  εξουσία 

δεν  αποτελεί  γι᾿  αυτόν  υποκείμενο  τελικής  αναφοράς.  Η  τελική  αναφορά  του 

βρίσκεται στο Θεό, όπου βρίσκεται και η αληθινή ελευθερία. Η εμμονή όμως στην 

πορεία αυτήν απαιτεί μαρτυρική διάθεση. Ακραία παραδείγματα εδώ είναι οι  «δια 

Χριστόν σαλοί», οι κατεξοχήν ελεύθεροι άνθρωποι248. Και πραγματικά, ο άνθρωπος 

όταν  αναγεννηθεί,  όταν  βιώσει  την  άκτιστη  καθαρτική,  φωτιστική  και  θεοποιό 

ενέργεια του Θεού, γίνεται ελεύθερος και τότε αποκτά τη λεγόμενη ελευθερία του 

ήθους,  δηλαδή  αποδεσμεύεται  από  πολιτικές,  κοινωνικές  και  θρησκευτικές 

σκοπιμότητες  μιας  συμβατικής  ανθρώπινης  ηθικής249.  Και  ακριβώς  εδώ  φαίνεται 

και  το  δεύτερο  γνώρισμα  της  αληθινής  εν  Κυρίω  ελευθερίας,  που  είναι  η 

χειραφέτηση του άνθρώπου από την εξουσία των άλλων πάνω του. 

Εκφραστικό  παράδειγμα  αυτής  της  εν  Χριστώ  ελευθερίας  στη  ζωή  των  δια 

Χριστόν  σαλών,  μπορεί  κάποιος  να  συναντήσει  στο  βίο  της  οσίας  Πελαγίας 

Ιβάνοβνα. Πρόκειται για μια περίπτωση, όπου ο επίσκοπος της περιοχής ήθελε να 

αντικαταστήσει την ηγουμένη του μοναστηριού, όπου ασκήτευε η Πελαγία, με μια 

247 Βλ. Γεωργίου Ι. Μαντζαρίδη, Χριστιανική ηθική, σ. 251. 
248  Βλ.  ό.  π.  Θα  μπορούσε  κάποιος  σ᾿  αυτό  το  σημείο  να  παρατηρήσει  πως  οι  δια  Χριστόν  σαλοί 
βιώνουν με ακραίο τρόπο την αληθινή εν Κυρίω ελευθερία σε ειρηνικές περιόδους, ενώ οι μάρτυρες 
τη διακηρύσσουν σε περιόδους διωγμών. 
249 Βλ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και αγ. Βλασίου Ιεροθέου, Το πρόσωπο στην Ορθόδοξη Παράδοση, σ. 

332. Σε αυτό το σημείο πρέπει να προστεθεί ότι οι δια Χριστόν σαλοί αποδεσμεύουν τον εαυτό τους 
όχι μόνο από τη συμβατική ανθρώπινη ηθική, αλλά και από τη συμβατική, καθιερωμένη κατά Θεόν 
ηθική. 
306
άλλη  μοναχή.  Λίγο  πριν  έρθει  ο  αρχιερέας,  η  Πελαγία  άλλαξε  ριζικά  τη 

συμπεριφορά της. Είχε αγωνία, περπατούσε βιαστικά πάνω κάτω, το πρόσωπό της 

είχε  αλλάξει.  Από  τα  νεύρα  της  είχε  κάνει  τα  ρούχα  της  κομμάτια.  Κατά  τη 

διάρκεια  της  επίσκεψης  του  επισκόπου  η  εκλεκτή  δούλη  του  Θεού  ήταν  τόσο 

εξοργισμένη, που άρπαζε ό,τι έφτανε στα χέρια της, το χτυπούσε και το έσπαζε. Το 

βράδυ της ίδιας ημέρας ο επίσκοπος είπε σε έναν ευγενή: «Ἡ Πελαγία Ἰβάνοβνα μέ 

φόβισε.  Τώρα  δέν  ξέρω  τί  νά  κάνω».  Το  άλλο  πρωί  όμως,  ο  επίσκοπος  πήγε 

αντίθετα στη θέληση των μοναχών και έβγαλε από προϊστάμενη την αποδεκτή απ᾿ 

όλους  ηγουμένη.  Η  Πελαγία  συνέχισε  τις  σκανδαλιές  της.  Την  άλλη  μέρα  ο 

αρχιερέας, ενώ προχωρούσε με την άμαξα, συνάντησε απροσδόκητα την ασκήτρια 

να κάθεται στο δρόμο και να κυλάει στο έδαφος αυγά (ήταν πασχαλινή περίοδος). 

Μην  έχοντας  ειρήνη  μέσα  του,  επειδή  δεν  είχε  ενεργήσει  προηγουμένως  κατά  το 

Θεό, βρήκε την ευκαιρία να ηρεμήσει τη συνείδησή του. Πλησίασε την Πελαγία και 

θέλησε να της δώσει ένα πρόσφορο, εκείνη όμως αρνήθηκε, του γύρισε την πλάτη 

και  έφυγε  ήρεμα.  Ο  δεσπότης  ξαναπροσπάθησε.  Τότε  η  δούλη  του  Θεού  στάθηκε 

αποφασισμένη  μπροστά  του  και  τον  χτύπησε  στο  μάγουλο  λέγοντας:  «Ποῦ 

νομίζεις  ὃτι  πηγαίνεις;».  Ο  βίος  της  Πελαγίας  σχετικά  με  αυτό  το  περιστατικό 

αναφέρει:  «Φαίνεται  πώς  ξεσκέπασε  τό  δεσπότη,  γιατί  ἐκεῖνος  ὂχι  μόνο  δέν 

ἀγρίεψε,  ἀλλά  γύρισε  ταπεινά  καί  τό  ἂλλο  του  μάγουλο  καί  εἶπε:  –Ὡραῖα,  χτύπα 

καί  τό  ἂλλο,  γιά  νά  ἐκπληρωθεῖ  τό  εὐαγγελικό.  –Τό  ἓνα  σοῦ  φτάνει,  ἀπάντησε 

ἐκείνη.  Καί  σά  νά  μήν  εἶχε  κάνει  τίποτα  πραγματικά,  σά  νά  μή  τήν  ἀφοροῦσε 

καθόλου, σά νά ᾿ταν ὃλα κανονικά, συνέχισε νά κυλάει τ᾿ αὐγά»250. 

Μετά  από  αυτό  το  περιστατικό,  αν  και  όλοι  περίμεναν  κάποια  τιμωρία  της 

Πελαγίας,  έγινε  το  αντίθετο.  Ο  επίσκοπος  άρχισε  να  την  ευλαβείται  πολύ  και 

ζήτησε να μάθει περισσότερα γι᾿ αυτήν. Της έστειλε την ευλογία του και ζήτησε να 

προσεύχεται γι᾿ αυτόν. Ο συντάκτης του βίου της Πελαγίας Ιβάνοβνα συμπεραίνει: 

«Θά συνειδητοποίησε, φαίνεται, πώς δέν ἒπραξε σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ 

κι  ὂτι  ἡ  εὐλογημένη  δούλη  Του  τόν  εἶχε  ἐπιπλήξει  δίκαια,  ἂν  καί  κάπως 

250 Για ολόκληρο το περιστατικό βλ. Οσία Πελαγία Ιβάνοβνα η δια Χριστόν σαλή, σ. 67‐72. 
307
τολμηρά»251. Βεβαίως, το παραπάνω παράδειγμα είναι κάπως ακραίο, αλλά δείχνει, 

κατά  τη  βιογράφο  της  ζωής  της  Πελαγίας,  όχι  τόσο  μια  απλή  ανθρώπινη  τόλμη 

ενάντια  σ᾿  έναν  ποιμένα,  αλλά  το  ζήλο  για  τη  δικαιοσύνη  και  την  αλήθεια  που 

τόσο βίαια καταπατήθηκε, όταν παραβιάστηκε η θέληση των αδελφών της μονής. 

Αυτό  φαίνεται  και  από  τη  μεγάλη  εσωτερική  αγωνία  που  είχε  η  οσία  πριν  προβεί 

στην εν λόγω ενέργειά της. Ακόμα και λίγο πριν την πράξη της, υπέφερε μέσα της 

και  προσπάθησε  ν᾿  αποφύγει  τον  επίσκοπο,  τελικά  όμως  το  αποφάσισε252.  Και  το 

έκανε όχι γιατί δεν σεβόταν τις θεσπισμένες από την Εκκλησία αρχές, αλλά ένεκα 

του θείου φόβου, ο οποίος δεν επιτρέπει στους υπηρέτες του Θεού να παραβαίνουν  

την εντολή τής προς τον πλησίον αγάπης. Αυτό φαίνεται και από τα ίδια λόγια της 

οσίας Πελαγίας: όταν η συγκάτοικός της στο κελλί της την ρώτησε αν νιώθει ενοχή 

για  όλα  αυτά  που  είχε  κάνει,  εκείνη  απάντησε:  «Ἒτσι  εἶναι,  …  Τί  μπορῶ  νά  κάνω 

ὃμως, ἀφοῦ ἒτσι πρέπει νά γίνουν τά πράγματα;»253. Από την παραπάνω απάντηση 

της εκλεκτής δούλης του Θεού, φαίνεται πως ήταν το θέλημα του Θεού να ελεγχθεί 

ο  επίσκοπος.  Η  συγκεκριμένη  συμπεριφορά  της  οσίας  Πελαγίας  φανερώνει  ότι  η 

ελευθερία  των  δια  Χριστόν  σαλών,  και  γενικώς  κάθε  ανθρώπου  που  εκουσίως 

δεσμεύει τον εαυτό του και υποτάσσεται στο νόμο του Θεού, όπως έχει επισημανθεί 

παραπάνω, δεν περιορίζεται. Διότι ο νόμος αυτός ως θείος, είναι άπειρος, και αυτό 

το  χαρακτηριστικό  του  όχι  μόνο  δεν  περιορίζει  αλλά  εκτείνει  και  αυξάνει  την 

ελευθερία του ανθρώπου που επιλέγει να τον ακολουθήσει254. 

Η εν Χριστώ ελευθερία των δια Χριστόν σαλών φαίνεται και από το ιδιαίτερο 

τρόπο  της  μυστηριακής  τους  ζωής  εντός  του  Σώματος  της  Εκκλησίας.  Οι  ασκητές 

αυτοί  συνήθως  δεν  εκκλησιάζονται  με  το  συνηθισμένο  για  όλους  τρόπο  ή  δεν 

εκκλησιάζονται  καθόλου.  Ο  Ιωάννης  Κορναράκης  επισημαίνει  ότι  είναι  φυσικό, 

251 Βλ. ό. π., σ. 73.
252 Βλ. ό. π., σ. 74. 
253 Βλ. ό. π., σ. 75. 

254  Η  ελευθερία  του  ανθρώπου  περιορίζεται  όταν  οι  πράξεις  του  αποκλίνουν  από  το  θείο  νόμο  και 

αντιστρατεύονται  προς  το  θείο  θέλημα.  Διότι  αφισταμένη  η  ελευθερία  του  θείου  νόμου  και  του 
άπειρου  θείου  θελήματος,  βρίσκεται  στο  στενό  και  πεπερασμένο  κύκλο  του  πεπερασμένου 
θελήματος  της  σαρκός  και  της  δούλης  και  αισθητικής  φύσεως.  Με  αυτόν  τον  τρόπο  η  ανθρώπινη 
ελευθερία αποβάλλει και χάνει τον αληθινό χαρακτήρα της. Γιατί η πνευματική και νοερά φύση και 
το ίδιο θέλημα υποτάσσονται στην αισθητική φύση και στα θελήματα αυτής, βλ. Αγίου Νεκταρίου 
Πενταπόλεως, Περί επιμελείας ψυχής. Ένδεκα ομιλίαι, σ. 13‐14. 
308
ένας  δια  Χριστόν  σαλός  να  μην  έχει  εκκλησιαστική  ζωή,  όπως  τη  ζει  ο  μέσος 

χριστιανός,  με  εκκλησιασμό  και  μυστηριακή  συμμετοχή,  κατά  τις  τακτικές  ιερές 

ακολουθίες.  Κατά  τον  καθηγητή,  «ὁ  σαλός  καί  ἑπομένως  “ἄτακτος”  τρόπος  τῆς 

ζωῆς  του,  δέν  τοῦ  ἐπιτρέπει  τήν  παρακολούθηση  τῆς  ἐκκλησιαστικῆς  ζωῆς,  κατά 

τόν  “κατεστημένο”  τρόπο,  ἐφόσον  ἐξάλλου,  μεταξύ  τῶν  στόχων  τῆς  σαλότητος, 

ὑπάρχει  καί  ἡ  ἀποφυγή  ἀπ᾿  ὁτιδήποτε  συντηρεῖ  “κατεστημένη”  εὐσέβεια, 

“εὐσχημόνως  καί  κατά  τάξιν”255,  ὅπου  ὅμως  ἐλλοχεύει  ὁ  κίνδυνος  τῆς  “ρουτίνας” 

(και θα προσθέταμε: και της συναφούς αποστέωσης) τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς»256! 

Το εν λόγω ζήτημα έχει όμως και την άλλη πλευρά του. Οι ιερές ακολουθίες 

στο ναό, με τα βιβλία, με τον απέραντο πλούτο σε πνευματικό περιεχόμενο, αν και 

καθορίστηκαν  με  το  φωτισμό  του  Αγίου  Πνεύματος,  κατά  τη  μορφή  τους,  όμως, 

αποτελούν  ατελή  προσευχή,  και  δόθηκαν  στους  πιστούς  γιατί  αναλογούν  στις 

δυνάμεις των περισσοτέρων χριστιανών και είναι προσιτές και ωφέλιμες σε αυτούς. 

Ο Κύριος μάς έδωσε τις εκκλησιαστικές ακολουθίες με την ψαλμωδία, γιατί είμαστε 

όντα  ασθενή.  Ακόμη  δεν  ξέρουμε  να  προσευχόμαστε  όπως  πρέπει  και  έτσι  η 

ψαλμωδία  ωφελεί  σε  όλους  εκείνους  που  βεβαίως  ψάλλουν  με  ταπείνωση.  Είναι 

όμως  ασύγκριτα  καλύτερο,  όταν  η  ίδια  η  καρδιά  του  χριστιανού  γίνεται  ναός  του 

Κυρίου και ο νους θρόνος Του. Τέτοιος άνθρωπος προσεύχεται εσωτερικώς και όλος 

ο κόσμος για αυτόν γίνεται ναός του Θεού. Αυτό όμως «δεν είναι για όλους», αλλά 

μόνο για εκείνους που ξέρουν να δοξάζουν τον Θεό εν ταις καρδίαις αυτών, όπως οι 

μοναχοί‐ερημίτες257. Και η καρδιά των σαλών εργατών του Κυρίου γινόταν ναός, ο 

δε νους τους θυσιαστήριο, διότι ο Κύριος κατοικούσε εν τη καρδία αυτών. Η Ταρσώ 

η δια Χριστόν σαλή, λόγου χάρη, «ζοῦσε ἀδιάλειπτα τήν ἐκκλησιαστική ζωή μέ τήν 

ἀδιάλειπτη, εἰκοσιτετράωρη προσευχή της· ἑσπερινός, ἀπόδειπνο, μεσονυκτικό καί 

ὄρθρος  στήν  ἐκκλησιαστική  του  τυπική  μορφή,  ἀποτελοῦσαν  τήν  σπονδυλική 

255  Ο  καθηγητής  προσθέτει  ότι  οι  δια  Χριστόν  σαλοί  με  τον  τρόπο  της  ζωής  τους  δεν  αναιρούν  το 
λόγο  αυτό  του  απ.  Παύλου  (Α’  Κορ.  14,  40).  Ωστόσο,  το  χάρισμά  τους  τούς  κατεύθυνε  στην  «ἔνθεη 
ἀταξία» για να διασώσει τη νηπτική λογική της τάξεως και ευκοσμίας εν Αγίω Πνεύματι, βλ. Ταρσώ 
η δια Χριστόν σαλή, σ. 53. 
256 Ό. π., σ. 52‐53. 

257 Βλ. Αρχιμ. Σωφρονίου, Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, σ. 121, 378. 
309
στήλη τῆς ἀδιάλειπτης αὐτῆς προσευχῆς»258. Και η εσωτερική αυτή τάξη δεν μπορεί 

παρά  να  συνδυάζεται  με  τη  σωστή  τοποθέτηση  των  σαλών  μέσα  στο  Σώμα  της 

Εκκλησίας.  Ο  βίος  της  Ταρσώς  αναφέρει:  «Ἦταν  σαλή  διά  Χριστόν,  ἀκατάστατη 

στήν ἐξωτερική της εἰκόνα, ὡς πρός τήν ἐμφάνιση καί τόν τρόπο τῆς καθημερινῆς 

της ζωῆς, ἀλλά εἶχε  σταθερή καί πηγαία ἐκκλησιαστική συνείδηση!»259. «Ὅσοι τήν 

ἐγνώριζαν,  εἶχαν  τήν  αἴσθηση  ὅτι  εἶχε  γιά  σπίτι  της  ὅλη  τήν  Ἐκκλησία.  …  Ἦταν 

ἀναμφισβήτητα  μέλος  αὐτοῦ  τοῦ  Σώματος,  ὄχι  ἁπλῶς  ζωντανό,  ἀλλά  καί  ἔνδοξο. 

Ἐγνώριζε ὅμως καλύτερα ἀπό κάθε ἄλλον ὅτι τά φαινόμενα ἀπατοῦν  καί γιά τόν 

λόγο  αὐτό  προσπαθοῦσε  καί  εἶχε  κατορθώσει  “νά  θολώση  τά  νερά”  ὅσον  ἀφορᾶ 

τήν  προσωπική,  τήν  λατρευτική,  τήν  μυστηριακή,  τήν  μοναχική  ζωή  της  καί  την 

ἐσωτερική της ἐργασία»260. 

Αυτή  η  προσπάθεια  τών  δια  Χριστόν  σαλών  να  κρύψουν  την  αληθινή, 

εκκλησιαστική ζωή τους από τα μάτια των άλλων ανθρώπων, περιλαμβάνει και το 

ζήτημα της Θείας Κοινωνίας των Αχράντων Μυστηρίων του Κυρίου. Και σ᾿ αυτό το 

θέμα  οι  ασκητές  αυτοί  συμπεριφέρονται  και  κινούνται  διαποτισμένοι  σε  μεγάλο 

βαθμό  με  το  πνεύμα  της  ελευθερίας  που  τους  διακρίνει.  Κάποιοι  σαλοί,  όπως  ο 

στάρετς  Θεόφιλος  ο  ασκητής  της  Λαύρας  των  Σπηλαίων  του  Κιέβου,  ο  μακάριος 

Μάξιμος  ο  ιερεύς  της  Τότμα,  κοινωνούσαν  αρκετά  τακτικά  τα  Άχραντα 

Μυστήρια261. Άλλοι τα κοινωνούσαν πολύ σπάνια. Και άλλοι ή κοινωνούσαν μακριά 

από  τα  ανθρώπινα  βλέμματα,  ή  δεν  κοινωνούσαν  καθόλου,  τουλάχιστον  για 

κάποιο χρονικό διάστημα. Η Πελαγία Ιβάνοβνα εκπροσωπεί τη δεύτερη κατηγορία 

των  σαλών,  αυτή  στην  οποία  κοινωνούσαν  σπάνια.  Μια  φορά  η  συγκελλιώτισσά 

της, ιδιαίτερα ενοχλημένη από τις αδελφές της μονής, έχασε την υπομονή της και 

της  είπε:  «–  Γιατί  δέν  κοινωνεῖς;  Βλέπεις,  πώς  ὃλες  οἱ  ἀδελφές  λένε  ὃτι  εἶσαι 

258  Ιωάννου  Κ.  Κορναράκη,  Ταρσώ  η  δια  Χριστόν  σαλή,  σ.  53.  Άξιο  παρατηρήσεως  είναι  ότι,  αυτή  η 
συγκεκριμένη  πρακτική  χρησιμοποιείται  ευρύτερα  στην  ορθόδοξη  Παράδοση,  τόσο  από  τους 
διάφορους  ασκητές  που  ζουν  μόνοι  τους,  όσο  και  από  τις  οργανωμένες  κοινότητες.  Το  καλύτερο 
παράδειγμα  του  μοναστηριού  που  αντικαθιστά  σε  μεγάλο  βαθμό  τις  συνηθισμένες  καθημερινές 
ακολουθίες με την προσευχή του Ιησού, είναι η Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου στο Έσσεξ Αγγλίας. 
259 Ό. π., σ. 55. 

260 Ό. π., σ. 56. 

261 Η περιγραφή και η ερμηνεία της συμμετοχής του γέροντα Θεοφίλου του δια Χριστόν σαλού στο 

μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, γίνεται στις σελίδες 294‐295 αυτής της εργασίας. 
310
ξεροκέφαλη. – Ἂ, ὂχι μπάτιουσκα, ἀπάντησε. Ὁ γέρο‐μπάτιουσκα Σεραφείμ262 μοῦ 

εἶπε  νά  κοινωνῶ  τῆς  Κοιμήσεως  καί  τά  Χριστούγεννα»263.  Ο  παραπάνω  σύντομος 

διάλογος δείχνει ότι οι σαλοί και στο θέμα της Θείας Κοινωνίας δεν ακολουθούν τις 

δικές  τους  απόψεις  και  πεποιθήσεις  και  δεν  στηρίζονται  σ᾿  αυτές,  αλλά  υπακούν 

στο  Θεό  και  στα  θέληματά  Του264.  Οι  ασκητές  που  ανήκουν  στις  δύο  πρώτες 

κατηγορίες των σαλών, ακόμη και αν προσέρχονταν στη Θεία Κοινωνία, το έκαναν 

με  το  δικό  τους  «θολωμένο»  εξωτερικώς  τρόπο.  Αυτό  είχε  ως  σκοπό  να 

«μπερδέψουν»,  όσο  αυτό  ήταν  δυνατό,  τους  άλλους  πιστούς  σχετικά  με  την 

ενδεχόμενη  ευλάβεια  και  το  σεβασμό  των  τελευταίων  προς  το  πρόσωπό  τους.  Η 

μακαρία Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, λόγου χάρη, το τελευταίο χρόνο της ζωής της, 

που  γηροκομήθηκε  μέσα  στο  Μοναστήρι,  συμμετείχε  και  στο  μυστήριο  της  Θείας 

Ευχαριστίας.  Όταν  μάλιστα  προσερχόταν  να  μεταλάβει  τη  θεία  Κοινωνία,  πριν 

παρουσιαστεί  μπροστά  στον  ιερέα  ακολούθησε  τις  άλλες  αδελφές  που  ήταν  πριν 

από  αυτήν,  και  για  να  φανεί  στα  μάτια  τους  ότι  τα  είχε  χάσει,  κρατούσε  «υπό 

μάλης»  μια  μπλε  ακρυλική  κουβέρτα  διπλωμένη  και  αρκετά  ογκώδη.  Από  μακριά 

αυτή η σκηνή, όπως το λέει η βιογράφος της, είχε μια όψη μάλλον κωμική άλλά και 

τιμητική·  η  Ταρσώ  ήταν  σαν  το  στρατιώτη  που  έχει  παραταχθεί  και  πορεύεται  σε 

τιμητική πομπή. Έτσι, έκρυβε πολύ καλά αυτό που ήθελε να κρύψει265. 

Στην  τρίτη  κατηγορία  των  σαλών  ανήκουν  αυτοί  οι  οποίοι  ή  κοινωνούσαν 

μακριά  από  τα  ανθρώπινα  βλέμματα  ή  δεν  κοινωνούσαν  καθόλου,  τουλάχιστον 

για κάποιο χρονικό διάστημα266. Πώς όμως εξηγείται αυτό από την εκκλησιολογική 

πλευρά;  Ο  άγιος  Νικόλαος  ο  Καβάσιλας  στην  ομιλία  του  «Εις  την  θείαν 

Λειτουργίαν»,  εκθέτει  αρχικά  τις  προϋποθέσεις  και  τα  πνευματικά  προσόντα  που 

απαιτούνται για να κοινωνήσει αξίως κάποιος χριστιανός, και ύστερα θέτει ο ίδιος 

262 Αναφέρεται στον άγιο Σεραφείμ του Σάρωφ. 
263 Βλ. Οσία Πελαγία Ιβάνοβνα η δια Χριστόν σαλή, σ. 98. 
264  Ή  έχουν  εσωτερική  πληροφορία  κατευθείαν  από  το  Θεό,  ή  γνωρίζουν  το  θέλημά  Του  δια  των 

άλλων εκλεκτών δούλων Του, όπως συμβαίνει στην παραπάνω περίπτωση. 
265 Βλ. Iωάννου Κ. Κορναράκη, Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, σ. 61. 

266  Σε  αυτή  την  κατηγορία  μπορούν  να  ανήκουν  και  οι  δια  Χριστόν  σαλοί,  οι  οποίοι  κατά  το 

μεγαλύτερο  χρονικό  διάστημα  δεν  κοινωνούσαν  με  τον  κανονικό  τρόπο.  Όμως,  όπως  γίνεται  αυτό 
στην περίπτωση της μακαρίας Ταρσώς, στά τέλη της ζωής τους μεταλάμβαναν φανερά μαζί με τους 
άλλους  χριστιανούς.  Συμπεριλαμβάνονται  εδώ  επίσης  και  αυτοί  οι  οποίοι  φανερά  μεταλάμβαναν 
πολύ σπάνια, αλλά κατ᾿ οικονομίαν αξιώθηκαν να κοινωνούν αοράτως. 
311
το  ερώτημα:  εάν  κάποιος  από  τούς  ζωντανούς  έχει  στην  ψυχή  του  τα  αγαθά  πού 

αναφέρθηκαν προηγουμένως, δεν προσέρχεται όμως στα μυστήρια, θα λάβει παρ᾿ 

όλα  αυτά  τον  από  αυτά  προερχόμενο  αγιασμό;  Ο  ίδιος  πατέρας  απαντά:  Ναι·  όχι 

όμως ο καθένας, αλλά όσοι δεν μπορούν να προσέλθουν σωματικώς … όπως αυτοί 

που  περιπλανώνται  στις  ερημιές  και  στα  όρη  και  στα  σπήλαια  και  στις  οπές  της 

γης267, που αδυνατούν να δουν θυσιαστήριο και ιερέα. Γι᾿ αυτούς ο Χριστός ετοίμασε 

αυτόν  τον  αγιασμό  αφανώς.  Από  πού  είναι  αυτό  φανερό;  Από  το  ότι  είχαν  ζωή 

μέσα  τους,  ενώ  δεν  θα  μπορούσαν  να  έχουν  παρά  μόνο  αν  μετείχαν  σ᾿  αυτό  το 

μυστήριο.  Ό  ίδιος  ο  Χριστός  είπε:  «ἐὰν  μὴ  φάγητε  τὴν  σάρκα  τοῦ  υἱοῦ  τοῦ 

ἀνθρώπου  καὶ  πίητε  αὐτοῦ  τὸ  αἷμα,  οὐκ  ἔχετε  ζωὴν  ἐν  ἑαυτοῖς»268.  Και  για  να  το 

επιβεβαιώσει και να το τονίσει αυτό, έστειλε αγγέλους του σε πολλούς αγίους για 

να τους φέρουν τα Τίμια Δώρα269. 

Κάτι  παρόμοιο  συμβαίνει  και  στη  ζωή  των  δια  Χριστόν  σαλών.  Οι  ασκητές 

αυτοί  είχαν  ζωή  μέσα  τους,  και  αυτό  το  γεγονός  μαρτυρεί  ότι  μεταλάμβαναν  των 

αχράντων  μυστηρίων  του  Χριστού270!  Είχαν  τις  προϋποθέσεις  για  να  λάβουν  τα 

Τίμια Δώρα δια χειρός αγγέλου και να αγιαστούν αφανώς. Τους χαρακτήρισε, για 

να  χρησιμοποιήσουμε  τα  λόγια  του  αγίου  Νικολάου  Καβάσιλα,  «ψυχῆς  κάθαρσις, 

ἀγάπη πρὸς Θεόν, πίστις, ἐπιθυμία τοῦ μυστηρίου, προθυμία πρὸς τὴν μετάληψιν, 

ὁρμὴ  ζέουσα,  τὸ  διψῶντας  δραμεῖν»271.  Ένα  υποδειγματικό  περιστατικό,  που 

συμφωνεί με αυτά που γράφει ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας, βρίσκουμε στο βίο της 

οσίας  Πελαγίας  της  δια  Χριστόν  σαλής  του  Ντιβέγεβο.  Η  Άννα  Γερασίμοβνα,  η 

συγκελλιώτησσα  της  ασκήτριας,  αναφέρει  ότι  όταν  κοιμήθηκε  το  βράδυ,  είδε  πως 

ήρθαν ένας ιερέας και ένας διάκονος με δισκοπότηρο και κοινώνησαν την Πελαγία. 

Χωρίς  να  κοιμάται  πια,  αλλά  στο  στάδιο  του  ξυπνήματος  που  βρισκόταν,  άκουσε 

την  πόρτα  ν᾿  ανοίγει  και  κάποιον  να  βγαίνει.  Ήταν  αντρικά  βήματα.  –  «Πόλια, 

Πόλια»272, φώναξε και πετάχτηκε η Άννα. «Ποιός εἶναι κεῖ; Ποιός βγῆκε ἒξω μόλις 

267 Βλ. Εβρ. 11, 38. 
268 Ιω. 6, 53. 
269 Βλ. Ερμηνεία της θείας Λειτουργίας 42, PG 150, 457D‐460A. 

270 Βλ. Ιωάννου Κ. Κορναράκη, Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, σ. 63. 

271 Ερμηνεία της θείας Λειτουργίας 42, PG 150, 457CD. 

272 Το υποκοριστικό της Πελαγίας. 
312
τώρα»;  Η  Πελαγία  ξύπνησε  και  είπε:  –  «Κανένας  δέν  ἦταν  ἐδῶ».  Η  Άννα  κατόπιν 

αναφέρει: «Εἶδα τήν Πελαγία Ἰβάνοβνα νά κάθεται στόν ἀγαπημένο της τόπο, στό 

τσόχινο χράμι, δίπλα στό τζάκι. Ἒδειχνε τόσο χαρούμενη, φωτεινή κι ἀστραφτερή! 

Ἒμοιαζε  ἀνανεωμένη.  Ἒτσι  πού  τήν  εἶδα,  ἂρχισα  νά  τῆς  ζητάω  συγγνώμη.  –  Ἂχ, 

μάτιουσκα!  Εἶσαι  πραγματικά  μιά  ἁγία.  Προσευχόσουν  καί  …  Δέν  πρόφτασα  νά 

τελειώσω καί μοῦ εἶπε: – Γιατί μοῦ ζητᾶς συγγνώμη; Στό κάτω κάτω δέν εἶμαι ἒτσι 

πού  μέ  λές.  Εἶμαι  μεγάλη  ἁμαρτωλή»273.  Σχολιάζοντας  το  παραπάνω  περιστατικό 

πρέπει  να  σημειωθεί  ότι  οι  περισσότεροι  δια  Χριστόν  σαλοί  είχαν  βεβαίως 

δυνατότητες να μεταλάβουν το Σώμα και το Αίμα Χριστού με τον κανονικό τρόπο. 

Όμως αυτό θα πρόδιδε και θα αποκάλυπτε σε όλους την αγαπημένη, κρυμμένη και 

πτωχή  εν  πνεύματι  ζωή  τους.  Γι᾿  αυτό,  αυτοί  οι  πραγματικοί  δούλοι  του  Θεού 

αρκετές  φορές  αξιώνονταν  να  κοινωνούν  μυστικώς  τα  Άχραντα  Μυστήρια,  όπως 

αυτοί που περιπλανώνται στις ερημιές και στα όρη της γης274. 

Η πραγματική χριστιανική ελευθερία δεν συνδέεται μόνο με την ελευθέρωση 

του νου από την κυριαρχία της λογικής, των παθών και του περιβάλλοντος, αλλά 

σχετίζεται στενά και με την υπέρβαση του θανάτου275. Ο γέροντας Σωφρόνιος λέει 

ότι  το  πλήρωμα  της  ελευθερίας  έρχεται,  όταν  καταργείται  ο  θάνατος.  Όποιος  δεν 

φοβάται το θάνατο και κατά συνέπεια τον υπερβαίνει, αυτός βαδίζει την οδό προς 

την πλήρη ελευθερία. Αντίθετα, ο άνθρωπος διατηρείται στη δουλεία, εάν σ᾿ αυτόν 

υπερισχύει η «προσπάθεια» στα γήινα276. Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής επιπλέον 

παρατηρεί:  «Ὁ  μὴ  καταφρονῶν  δόξης  καὶ  ἀτιμίας,  πλούτου  καὶ  πενίας,  ἡδονῆς  τε 

καὶ λύπης, τελείαν ἀγάπην οὔπω ἐκτήσατο. Ἡ γὰρ τελεία ἀγάπη οὐ μόνον τούτων 

καταφρονεῖ,  ἀλλὰ  καὶ  αὐτῆς  τῆς  προσκαίρου  ζωῆς  τε  καὶ  τοῦ  θανάτου»277.  Οι  δια 

Χριστόν  σαλοί,  όπως  καταδείχθηκε  προηγουμένως,  ήταν  σε  μοναδικό  βαθμό 

ελεύθεροι  από  τις  παραπάνω  πνευματικές  καταστάσεις.  Αδιαφορούσαν  για  το 

θάνατο,  ο  οποίος  γι᾿  αυτούς,  όπως  και  για  όλους  τους  αγίους,  συνιστούσε  την 

273 Βλ. Οσία Πελαγία Ιβάνοβνα η δια Χριστόν σαλή, σ. 99. 
274 Βλ. Εβρ. 11, 38. 
275 Βλ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και αγ. Βλασίου Ιεροθέου, Το πρόσωπο στην Ορθόδοξη Παράδοση, σ. 

332. 
276 Βλ. Οψόμεθα τον Θεόν καθώς έστι, σ. 187. 

277 Κεφάλαια περί αγάπης 1, 72, PG 90, 976С. 
313
ασφαλή  δίοδο  προς  την  αιώνια  χαρά  και  τη  μακαρία  ζωή  στα  «ανάκτορα»  του 

Κυρίου. 

Ο  βίος  του  Θεοφίλου  τού  δια  Χριστόν  σαλού  αναφέρει  ότι  αυτός  «εἶχε 

κερδίσει  τήν  ἐγγύηση  γιά  τήν  μελλοντική  οὐράνια  μακαριότητα,  ἐνῶ  ἦταν  ἀκόμα 

πάνω στήν γῆ»278. Λίγα λεπτά μετά από την κοίμησή του, «τό πρόσωπο τοῦ δικαίου 

καταυγαζόταν  ἀπό  μιά  ὑπερκόσμια δόξα κι ὁ θάνατος δέν μπόρεσε ν᾿  ἀφήση τήν 

σκοτεινή του σφραγίδα στό Χαριτωμένο πρόσωπο τοῦ μακαρίου Στάρετς. Δέν εἶχε 

καλά‐καλά ἀφήσει τήν τελευταία του πνοή καί μιά ἄρρητη εὐωδία πλημμύρισε τό 

κελλί  του»279.  Ο  βίος  του  αγίου  Σάββα  του  Βατοπαιδινού  λέει  ότι  ο  όσιος  πριν  από 

την  κοίμησή  του  κάλεσε  το  μαθητή  του  και  του  προείπε  την  εκδημία  του.  Τον 

βεβαίωσε,  επίσης,  πως  μετά  τη  τελευτή  του  θα  παραμείνει  ο  ίδιος  φίλος  και 

πρόθυμος  πρεσβευτής  προς  το  Θεό,  για  όσους  τον  αγαπούν  και  διατηρούν  καλή 

ανάμνηση  απ᾿  αυτόν.  Όταν  ήταν  ήδη  ξαπλωμένος  και  ξεψυχούσε,  περίμενε 

χαρούμενος  τους  φίλους  του,  τους  αγγέλους.  Βιαζόταν  γιά  τή  μακαρία  ζωή280.  Το 

μεγάλο  μυστήριο  του  θανάτου  βάζει  σε  κάθε  χριστιανό  τη  σφραγίδα  της  αιώνιας 

δικαιοσύνης  σ᾿  όλη  τη  βιοτική  οδό  που  πέρασε  αυτός  ή  αποκαλύπτει,  αντιθέτως, 

την  αδικία  της.  Συνεπώς,  ο  θάνατος  σαν  αποσύνδεση  της  οργανικής  ζωής  του 

σώματος  είναι  όμοιος  για  όλους  τους  ανθρώπους,  αλλά  σαν  πνευματικό  γεγονός 

αποκτά  ιδιαίτερο  νόημα  και  σημασία  για  κάθε  πρόσωπο281.  Όπως  δείχνουν  τα 

παραπάνω κείμενα, οι δια Χριστόν σαλοί έφευγαν από αυτή τη ζωή με το στεφάνι 

της  αιώνιας  δικαιοσύνης  και  μακαριότητας.  Γι᾿  αυτό,  αυτοί  οι  άνθρωποι  του  Θεού 

διακατέχονται  από  την  ελευθερία  της  δόξης,  η  οποία  κατά  τον  Γεώργιο Κορέσσιο, 

αντίκειται  στο  θάνατο  και  στους  πειρασμούς  της  παρούσας  ζωής  και  ποιεί  τον 

χριστιανό μακάριο282. 

Η ελευθερία της δόξης και μακαριότητας αποτελεί το τρίτο και το τελευταίο 

στάδιο  της  πνευματικής  τελειώσεως.  Γιατί  η  ηθική  τελείωση  συμπίπτει  με  την 

278 Ο στάρετς Θεόφιλος. Ο δια Χριστόν σαλός ασκητής της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου, σ. 291‐
292. 
279 Ό. π., σ. 321. 

280 Βλ. Φιλοθέου Κοκκίνου, Βίος αγίου Σάβα του νέου 83, ΕΕΘΣΠΘ 27 (1982), σ. 197. 

281 Βλ. Αρχιμ. Σωφρονίου, Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, σ. 318. 

282 Βλ. πιο πάνω, σ. 300 αυτής της εργασίας. 
314
τελείωση  στην  ελευθερία·  και  τα  στάδια  της  ηθικής  τελειώσεως  είναι  στάδια 

τελειώσεως στην ελευθερία. Όποιος προσεγγίζει το Θεό ως «δούλος» ή «μισθωτός» 

αγνοεί την αληθινή ελευθερία. Μόνο ο «υιός» γνωρίζει αυτή την ελευθερία, γι αυτό 

ονομάζεται  και  ελεύθερος283.  Οι  μωροί  εργάτες  του  Κυρίου,  όπως  ειπώθηκε  και 

νωρίτερα,  ανήκουν  αναμφισβήτητα  στην  κατηγορία  των  υιών  του  Θεού.  Ο 

βιογράφος  της  ζωής  της  Ταρσώς  της  δια  Χριστόν  σαλής  λέει  ότι  η  ασκήτρια  αυτή 

έδειχνε  να  ζει  και  να  κινείται  στο  χώρο  «τῆς  ἐλευθερίας  τῶν  τέκνων  τοῦ  Θεοῦ»284. 

Στο  χώρο αυτόν υπάρχει ο κόσμος ολόκληρος, ο κόσμος του Θεού. Για την Ταρσώ 

δεν  υπήρχε  ο  κόσμος  τούτος,  ο  επίγειος,  και  ο  άλλος  κόσμος,  ο  ουράνιος.  Όποιος 

είναι  του  Κυρίου,  ανήκει  στον  Κύριο,  αγόμενος  υπό  του  Πνεύματος  του  Θεού.  Με 

αυτόν τον τρόπο διασπά και υπερβαίνει τα κατεστημένα από τον αδόκιμο νου όρια 

της υπάρξεως. Όσο η Ταρσώ, επομένως, ζούσε εν Κυρίω, ζούσε όπου ήταν ο Κύριος. 

Ο δε Κύριος υπάρχει παντού, όπως το λέει ο απόστολος Παύλος: «τὰ πάντα καὶ ἐν 

πᾶσιν Χριστός»285. 

Ο  αληθινά  ελεύθερος  οφείλει  να  αποβεί  άγιος.  Ο  Θεός  και  στην  Παλαιά 

αλλά και στη Νέα Διαθήκη παραγγέλλει: «ἅγιοι ἔσεσθε, ὅτι ἅγιός εἰμι ἐγώ»286, και 

«ἔσεσθε  οὖν  ὑμεῖς  τέλειοι  ὡς  ὁ  πατὴρ  ὑμῶν  ὁ  οὐράνιος  τέλειός  ἐστιν»287.  Ο  άγιος 

Νεκτάριος Πενταπόλεως λέει ότι ο Θεός μας θέλει αγίους και τελείους, διότι μόνο 

οι άγιοι και τέλειοι είναι υιοί του ουρανίου Πατρός. Και μόνο αυτοί δικαιούνται να 

επικαλούνται  τη  χάρη  αυτού,  ως  μόνοι  κληρονόμοι  της  ουράνιας  βασιλείας288. 

Εισαγόμενοι  οι  άγιοι  στο  ρεύμα  του  θελήματος  του  Πατρός,  όπως  εξάλλου  το 

τήρησε  και  ο  Υιός  Του,  τελούν  θαύματα,  και  με  αυτόν  τον  τρόπο  αποβαίνουν 

μέτοχοι289 και συνεργοί290 στην πράξη της δημιουργίας του κόσμου291. «Τὰ θαύματα 

μαρτυροῦν  τὴν  ἐλευθερία  τοῦ  προσώπου  ἀπὸ  τὴ  νομοτέλεια  τῆς  φύσεως  καὶ  τοὺς 

283 Βλ. Γεωργίου Ι. Μαντζαρίδη, Χριστιανική ηθική, σ. 250. 
284 Βλ. Ρωμ. 8, 21. 
285 Κολ. 3, 11. Βλ. Ιωάννου Κ. Κορναράκη, Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, σ. 152‐153. 

286 Λευ. 11, 44· Α’ Πε. 1, 16. 

287 Μτ. 5, 48. 

288 Βλ. Περί επιμελείας ψυχής. Ένδεκα ομιλίαι, σ. 21. 

289 Βλ. Β’ Πε. 1, 4· Α’ Κορ. 9, 23. 

290 Βλ. Α’Κορ. 3, 9. 

291 Πρβλ. Ιω. 5, 19. Βλ. Αρχιμ. Σωφρονίου, Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, σ. 130. 
315
περιορισμοὺς  τῆς  κοσμικής  ἀναγκαιότητας·  ἀποτελοῦν  “σημεῖα”  μετοχῆς  τοῦ 

ἀνθρώπου στὴν ἐλευθερία τοῦ Πνεύματος»292. 

Τα  διάφορα  χαρίσματα,  όπως  λόγου  χάρη  η  επιτέλεση  των  θαυμάτων, 

αποτελούν  το  αναπόσπαστο  στοιχείο  της  ζωής  των  περισσοτέρων  δια  Χριστόν 

σαλών.  Ο  όσιος  Ισίδωρος  του  Ροστώφ  για  τη  μεγάλη  αγάπη  του  προς  τον  Κύριο 

προικίστηκε με το χάρισμα των θαυμάτων και της προόρασης, γι᾿ αυτό ονομάστηκε 

και  θαυματουργός293.  Τον  μακάριο  Προκόπιο  της  Βιάτκα  τον  δια  Χριστόν  σαλό, 

όπως  λέει  ο  βίος  του,  ο  Κύριος  τον  βράβευσε  με  το  δώρο  της  προφητείας,  για  τη 

στέρηση και την καρτερία που έδειξε294. Ο όσιος Ανδρέας της Τότμα, ακόμη κατά τη 

διάρκεια της γήινης παρουσίας του, έλαβε τη χάρη της θεραπείας295. Οι δια Χριστόν 

σαλοί,  ως  υιοί  του  ουρανίου  Πατρός,  χρησιμοποίησαν  τα  παραπάνω  δοθέντα  σε 

αυτούς χαρίσματα με μοναδικό σκοπό τη βοήθεια και την καθοδήγηση ανθρώπων 

προς την αληθινή χριστιανική ζωή. 

Γιατί όμως ο Θεός δίνει στους δια Χριστόν σαλούς τόσο πλούσια και διάφορα 

χαρίσματα; Σ᾿ αυτό το ερώτημα απαντά ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος. Λέει ότι για 

την  απόκτηση  της  τελείας  αγάπης,  των  πλουσίων  χαρισμάτων  και  της 

θαυματουργικής  και  προορατικής  δυνάμεως,  πολλοί  βασανίζουν  και  καταπονούν 

αδίκως  το σώμα  τους. Λησμόνησαν οι ταλαίπωροι ότι όχι οι κόποι, αλλά κυρίως  η 

ταπείνωση είναι η μητέρα όλων αυτών. Όποιος απαιτεί πνευματικά δώρα αντί των 

κόπων  του,  έβαλε  σαθρό  θεμέλιο.  Όποιος  όμως  θεωρεί  τον  εαυτό  του  χρεώστη 

δούλο, αυτός ξαφνικά θα λάβει από το Θεό ανέλπιστο πνευματικό πλούτο296. 

Περί αυτού του πνευματικού πλούτου μιλά ο όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, 

ερμηνεύοντας τα λόγια του αποστόλου Παύλου: «ὁ δὲ κύριος τὸ πνεῦμά ἐστιν· οὗ δὲ 

τὸ  πνεῦμα  κυρίου,  ἐλευθερία»297.  Επισημαίνει  ότι  σύμφωνα  με  ορισμένους,  η 

ελευθερία  του  Πνεύματος  εκδηλώνεται  με  τις  εξής  δέκα  εκφάνσεις:  α’)  με  τη 

δύναμη του Πνεύματος και του ζήλου, β’) με τη δραστική ενέργεια του κηρύγματος, 

292 Γεωργίου Ι. Μαντζαρίδη, Χριστιανική ηθική, σ. 47. 
293 Βλ. Ημείς μωροί δια Χριστόν. Βίος και πολιτεία οσίων σαλών, σ. 41. 
294 Βλ. ό. π., σ. 77. 

295 Βλ. ό. π., σ. 80. 

296 Βλ. Κλίμαξ 22, PG 88, 953Β. 

297 Β’ Κορ. 3, 17. 
316
γ’)  με  τη  σοφία  των  μελλόντων,  δ’)  με  την  αγιότητα,  ε’)  με  τη  δύναμη  των 

θαυμάτων,  ς’)  με  την  αδυναμία  των  τριών  εχθρών:  σαρκός,  κόσμου  και 

κοσμοκράτορα, ζ’) με την ελπίδα της υιοθεσίας, η’) με την προς Θεόν υιική αγάπη, 

θ’)  με  το  πλήθος  των  βοηθούντων  μεσιτών  αγίων,  ι’)  με  τη  βέβαιη  ελπίδα  της 

αποκτήσεως της μακαριότητας298. Τα δέκα παραπάνω στοιχεία με πολύ πετυχημένο 

τρόπο  επιβεβαιώνουν  και  εκφράζουν,  όπως  ήδη  έχει  αναφερθεί,  την  εν  πνεύματι 

ελευθερία των δια Χριστόν σαλών ασκητών299. 

Οι Πατέρες της Εκκλησίας λένε ότι, για να γίνει κάποιος αληθινά ελεύθερος, 

πρέπει σε όλα να πράττει δια τον Θεό, να μην υποκρίνεται, να μην ενεργεί για το 

θεαθήναι, για να μην υποδουλώνεται το πνεύμα του300. Και αντιθέτως, κάποιος που 

είναι  ελεύθερος  κατά  τη  νοοτροπία  του  κόσμου,  γίνεται  δούλος,  όταν  ενεργεί 

πονηρά,  είτε  λόγου  χάρη  εξαιτίας  της  γαστριμαργίας,  είτε  λόγω  φιλαργυρίας  ή 

φιλαρχίας.  Ένας  τέτοιος  άνθρωπος  είναι  ο  αθλιότερος  δούλος,  έστω  και  αν  είναι 

εξωτερικά  ελεύθερος.  Τα  παραπάνω  λόγια  καταδεικνύουν  με  το  δικό  τους  τρόπο 

πως οι δια Χριστόν σαλοί είναι οι κατεξοχήν ελεύθεροι άνθρωποι. Αυτοί οι ασκητές, 

όπως αποδείχθηκε σ᾿ άλλα μέρη της εργασίας αυτής, περισσότερο από τους άλλους 

χριστιανούς  πασχίζουν  να  κρύψουν  τις  καλές  πράξεις  τους.  Όχι  μόνο  να  τις 

αποκρύψουν  από  τα  μάτια  των  ανθρώπων,  αλλά  πολλές  φορές  ακόμα  και  να 

δυσφημίσουν  επί  τούτου  τον  εαυτό  τους301.  Εδώ  φαίνεται  ο  τρίτος  βαθμός  της 

αποταγής της κενοδοξίας, ο οποίος επιτυγχάνεται στη ζωή των σαλών κυρίως μέσω 

της συστηματικής αποφυγής της ανθρώπινης δόξας. 

Αυτή η χαρισματική κατάσταση της ελευθερίας από τα βέλη της κενοδοξίας 

και  της  υπερηφανείας  προετοιμάζει  τον  πιστό  να  εισέλθει,  δια  της  χάριτος  του 

Θεού, στην ακενόδοξη απάθεια302. Εξάλλου, ο ίδιος ο Χριστός είπε ότι θα αγαπήσει, 

298 Βλ. Ερμηνεία εις τας ΙΔ’ επιστολάς του αποστόλου Παύλου, τόμ Β’, σ. 65. 
299  Περισσότερα  από  τα  παραπάνω  σημεία  μελετήθηκαν  και  παρουσιάστηκαν  στα  προηγούμενα 
μέρη αυτής της εργασίας. 
300 «Καὶ πῶς ὁ δοῦλος ὢν, οὐκ ἔστι δοῦλος; Ὅταν διὰ τὸν Θεὸν πάντα ποιῇ, ὅταν μὴ ὑποκρίνεται μηδὲ 

κατ᾿  ὀφθαλμοδουλείαν  ἀνθρώπων  τι  πράττῃ·  τουτέστι,  δουλεύοντα  ἀνθρώποις  ἐλεύθερον  εἶναι», 
Ιωάννου Χρυσοστόμου, Ομιλία εις την Α’ προς Κορινθίους 19, 4, PG 61, 156. 
301 Βλ. ειδικότερα τα ακόλουθα υποκεφάλαια της εργασίας αυτής: α’) Ο σκοπός της σαλότητας, και 

β’) Η μίμηση της κενώσεως και του σταυρού του Χριστού. 
302 Βλ. Ιωάννου Κ. Κορναράκη, Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, σ. 100. 
317
θα φανερώσει τον εαυτό του και θα κατοικήσει μέσα σ᾿ αυτόν που τηρεί τις εντολές 

του303. Και αφού γίνει αυτό, λέει ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος, ο άνθρωπος δεν 

θα ζει πλέον κατά τον εαυτό του, αλλά κατά το Θεό, ενεργούμενος και κινούμενος 

μόνο  από  Αυτόν.  Και  όταν  συνηθίσει  να  ζει  σε  τέτοια  δόξα,  θα  βοήσει  με 

ευφροσύνη  καρδιάς  μαζί  με  τον  θείο  Παύλο,  και  θα  πει:  «εὐχαριστῶ  τῷ  Θεῷ  μου, 

ὅτι  ὁ  νόμος  τοῦ  Πνεύματος  τῆς  ζωῆς  ἠλευθέρωσέ  με  ἀπὸ  τοῦ  νόμου  καὶ  τοῦ 

θανάτου  τῆς  ἁμαρτίας»304.  Και  στο  εξής,  δεν  θα  υφίσταται  τη  διαφορά  ανδρός  και 

γυναικός, ούτε θα υποστεί από αυτήν βλάβη, εφόσον ήδη έλαβε το κατά φύση και 

δεν  βλέπει  παρά  φύση  τα  πλάσματα  του  Θεού.  Αλλά  και  αν  ακόμη 

συναναστρέφεται  και  συνομιλεί  με  άνδρες  και  γυναίκες  και  τους  ασπάζεται,  θα 

παραμείνει  αβλαβής  και  απαθής  από  την  κατά  φύση  κατάστασή  του  και  θα  τους 

δει και θα τους προσέξει ως τίμια μέλη του Χριστού και ναούς του Θεού305. 

Την παραπάνω παραδείσια συμπεριφορά βλέπουμε στη ζωή των δια Χριστόν 

σαλών.  Μια φορά ο άγιος Συμεών μπήκε θεληματικώς στο γυναικείο λουτρό,  και, 

όπως  λέει  ο  βιογράφος  του:  «δραμὼν,  εἰσῆλθεν  ἀναμέσον  τῶν  γυναικῶν,  ὡς  ἐπὶ 

Κυρίου τῆς δόξης». Οι γυναίκες, βεβαίως, όρμησαν αμέσως καταπάνω του και τον 

έβγαλαν έξω χτυπώντας τον. Όταν ο έμπιστος φίλος του αγίου Συμεών τον ρώτησε 

αργότερα:  «Διὰ  τὸν  Κύριον,  Πάτερ,  πῶς  ᾐσθάνου  σεαυτὸν,  ὡς  εἰσῆλθες  εἰς  τὸ 

λουτρὸν τὸ γυναικεῖον;», εκείνος απάντησε: «πίστευσον, τέκνον, ὥσπερ ξύλον μετὰ 

ξύλων,  οὕτως  κἀγὼ  ἤμην  τότε.  Οὔτε  γὰρ  ὅτι  σῶμα  ἐφόρουν,  οὐδὲ  ὅτι  εἰς  σώματα 

εἰσῆλθον, ᾐσθανόμην. Ἀλλ᾿ ὅλος μου ὁ νοῦς εἰς τὸ ἔργον τοῦ Θεοῦ ἦν, καὶ ἐξ αὐτοῦ 

οὐκ ἀπέστην»306. 

Ο  άγιος  Συμεών  ο  Νέος  Θεολόγος  λέει,  επίσης,  ότι  είναι  δυνατό  κάποιος 

αγωνιστής  της  αληθείας,  που  έγινε  δια  παντός  μέτοχος  της  χάριτος  του  Θεού,  να 

φθάσει  σε  τέτοια  ελευθερία  και  να  καταντήσει  σε  τόση  απάθεια  ψυχής  και 

σώματος,  ώστε  όχι  μόνο  όταν  συναναστρέφεται  και  ομιλεί  με  γυναίκες  να 

παραμένει ανενόχλητος και απαθής, αλλά και τριγυρίζοντας μέσα στις πόλεις και 

303 Βλ. Ιω. 14, 21 και 23. 
304 Βλ. Ρωμ. 8, 2. 
305 Βλ. Ηθικά 6, 450‐469, SC 129, σ. 152‐154. 

306 Βλ. Λεοντίου Νεαπόλεως, Βίος του αγίου Συμεών του δια Χριστόν Σαλού 35, PG 93, 1713ΒC. 
318
ακούγοντας  τους  άλλους  να  τραγουδούν  και  να  παίζουν  μουσική  και  βλέποντάς  

τους να γελούν, να χορεύουν και να παίζουν, σε τίποτε να μη βλάπτεται307. Τέτοιες 

και  παρόμοιες  ακραίες  καταστάσεις  ζούσαν  και  οι  δια  Χριστόν  σαλοί.  Ο  βίος  του 

οσίου Βασιλείου, του πολιούχου της Μόσχας, αναφέρει: «ἐνῷ ζοῦσε στὴν ἀγριότητα 

τοῦ κόσμου ποὺ τὸν περιτριγύριζε, ἐντούτοις ἦταν σὰν νὰ ζοῦσε στὴν ἔρημο»308. Ο 

βίος  του  αγίου  Συμεών  σε  ένα  άλλο  σημείο  αναφέρει  ότι  σε  τέτοια  μέτρα 

καθαρότητας  και  απάθειας  έφτασε  ο  μακάριος,  ώστε  πολλές  φορές  χόρευε 

κρατώντας  θεατρίνες  με  τα  δύο  του  χέρια.  Πολλές  φορές  ο  όσιος  βρισκόταν  μέσα 

στο  πλήθος  και  έπαιζε,  μερικές  φορές  ακόμη  και  με  άσεμνες  γυναίκες!  Ο  άγιος 

Συμεών  όμως,  σαν  καθαρός  χρυσός,  καθόλου  δεν  μολυνόταν  από  αυτές  του  τις 

πράξεις309. 

Ο γέροντας Σωφρόνιος λέει ότι η ελευθερία του ανθρώπου, που πιστεύει και 

διαμένει  στη  σφαίρα  της  εν  Χριστώ  ζωής,  ανήκει  στο  επίπεδο  άλλων  διαστάσεων. 

Τέτοιος  χριστιανός  προσεγγίζει  ήδη  το  μέτρο  του  πληρώματος  του  Χριστού310,  γι᾿ 

αυτό  και  η  ελευθερία  του  «ὑπὸ  οὐδενὸς  ἔξωθεν  προσδιορίζεται»311.  Με  αυτό  το 

πνεύμα και οι δια Χριστόν σαλοί είναι σε θέση να επιτρέψουν στον εαυτό τους την 

τέλεση  εξωτερικώς  σκανδαλωδών  («ανήθικων»)  πράξεων.  Κατά  μία  αντίστροφη 

λογική  όμως,  αυτές  οι  πράξεις  στην  πραγματικότητα  φανερώνουν  και 

αποδεικνύουν  το  υψηλό  επίπεδο  της  πνευματικής  ζωής  των  δια  Χριστόν  σαλών, 

απρόσιτο και ακατόρθωτο στους περισσότερους χριστιανούς. Γι᾿ αυτόν ακριβώς το 

λόγο  και  η  δια  Χριστόν  σαλότητα  σε  τελευταία  ανάλυση  αποτελεί  τη  βίωση  της 

αληθινής ελευθερίας, της ελευθερίας εν Αγίω Πνεύματι. 

307 Βλ. Ηθικά 6, 36‐44, SC 129, σ. 122. 
308 Ημείς μωροί δια Χριστόν. Βίος και πολιτεία οσίων σαλών, σ. 54. 
309 Βλ. Λεοντίου Νεαπόλεως, Βίος του αγίου Συμεών του δια Χριστόν Σαλού 43, PG 93, 1724C. 

310 Βλ. Εφ. 4, 13. 

311 Βλ. Οψόμεθα τον Θεόν καθώς έστι, σ. 176. 
319
5. Η αγάπη – το αποκορύφωμα της αληθινής σαλότητας 

Ο Ιησούς Χριστός είπε ότι οι δύο κύριες εντολές στις οποίες συνοψίζεται όλος 

ο  νόμος  και  οι  προφήτες  είναι:  «ἀγαπήσεις  κύριον  τὸν  θεόν  σου  ἐν  ὅλῃ  τῇ  καρδίᾳ 

σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ ψυχῇ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ διανοίᾳ σου» και «ἀγαπήσεις τὸν πλησίον 

σου ὡς σεαυτόν»312. Έτσι, όλοι οι χριστιανοί καλούνται να αγαπήσουν τον Θεό, και 

ταυτόχρονα να καλλιεργήσουν την αγάπη προς τον πλησίον. Οι δια Χριστόν σαλοί, 

οι οποίοι προσπάθησαν να ευαρεστήσουν το Θεό με τόσα άλλα πράγματα, δεν θα 

μπορούσαν να αγνοήσουν τις πιο μεγάλες εντολές του Κυρίου. Η ιδιαίτερη πορεία 

της ζωής τους έδωσε πλήθος αποδείξεων ότι αγάπησαν το Θεό με όλη την καρδιά 

τους, με όλη την πνευματική αίσθησή τους, και με όλη τη διάνοιά τους. Το μέσο το 

οποίο  τους  οδήγησε  σε  αυτή  την  πνευματική  κατάσταση  ήταν  οι  ποικιλότροποι 

αγώνες τους. Όλες οι ασκήσεις αυτών των ασκητών, η εγκατάλειψη του κόσμου και 

η  κένωσή  τους,  έτσι  όπως  έχουν  περιγραφεί  σε  προηγούμενες  ενότητες  της 

εργασίας  αποσκοπούσαν  ακριβώς  στην απόλυτη  τήρηση  των  δυο  κύριων  εντολών 

του  Κυρίου313.  Γιατί  κάθε  φροντίδα  και  άσκηση,  λέει  ο  Συμεών  ο  Νέος  Θεολόγος, 

συνοδευόμενη  από  πολλούς  κόπους,  αν  δεν  οδηγεί  στην  αγάπη  με  συντριμμένο 

πνεύμα,  είναι  μάταιη  και  δεν  επιφέρει  καρπούς  πνευματικούς314.  Ο  ίδιος  πατέρας 

υποστηρίζει  επίσης  ότι  κανείς  δεν  πρέπει  να  επαναπαύεται  μόνο  σε  μερικές 

εργασίες  και  αρετές,  δηλαδή  τις  νηστείες,  αγρυπνίες,  ύπνο  κάτω  στο  χώμα  και 

πολλές άλλες ταλαιπωρίες. Δεν πρέπει να θεωρεί ο χριστιανός, ότι μόνο με εκείνες 

και χωρίς την αγάπη, μπορεί να εξασφαλίσει τη σωτηρία. Την παραπάνω αλήθεια 

επιβεβαιώνει το παράδειγμα των πέντε μωρών παρθένων315 καθώς και εκείνων που 

είχαν  κάνει  στο  όνομα  του  Χριστού  πολλά  σημεία  και  θαύματα316.  Όλοι  αυτοί, 

312 Βλ. Μτ. 22, 37‐40. Πρβλ. Μκ. 12, 28‐31. 
313 Ο γέροντας Σωφρόνιος σχετικά με αυτό θέμα λέει: «Αἱ ἐντολαὶ τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἀντανάκλασις 
τῆς  αἰωνίου  Θείας  ζωῆς  εἰς  τὸν  κόσμον  ἡμῶν  καὶ  συγχρόνως  ἡ  ὁδὸς  πρὸς  αὐτήν.  …  Ὑπὸ  τὴν 
προϋπόθεσιν  ταύτην  ὁρίζομεν  ὡς  νόημα  καὶ  σκοπὸν  τῆς  Ὀρθοδόξου  ἀσκήσεως  τὴν  τήρησιν  τῶν 
ἐντολῶν  τοῦ  Χριστοῦ  μετ᾿  ἀφοσιώσεως  τοσοῦτον  ὁλοκληρωτικῆς,  ὥστε  αὗται  νὰ  καταστοῦν  ὁ 
μοναδικὸς καὶ αἰώνιος νόμος ὁλοκλήρου τοῦ εἶναι ἡμῶν», Άσκησις και θεωρία, σ. 17‐18. 
314 Βλ. Κατηχήσεις 1, 142‐145, SC 96, σ. 236. 

315 Βλ. Μτ. 25, 1‐12. 

316 Βλ. Μτ. 7, 22. 
320
επειδή  δεν  είχαν  μέσα  τους  την  αγάπη  και  τη  χάρη  του  παναγίου  Πνεύματος, 

άκουσαν από τον Κύριο: φύγετε από εμένα οι εργάτες της ανομίας317, διότι δεν σας 

γνωρίζω  από  που  είστε318.  Με  το  ίδιο  πνεύμα  γι᾿  αυτό  το  θέμα  μιλάει  και  ο 

απόστολος Παύλος. Ο μεγαλύτερος των αποστόλων λέει ότι, εάν έχω όλη τη γνώση 

και  γνωρίσω  όλα  τα  μυστήρια,  και  εάν  μοιράσω  όλα  τα  υπάρχοντά  μου,  και  εάν 

μιλήσω τις γλώσσες των ανθρώπων και των αγγέλων, και εάν παραδώσω το σώμα 

μου για να καεί, αλλά δεν έχω αγάπη, τίποτε δεν ωφελούμαι319. 

Βασιζόμενοι  στην  παραπάνω  διδασκαλία  περί  των  ασκητικών  αγώνων, 

εύκολα  μπορεί  κάποιος  να  πει,  ότι  δεν  είναι  δυνατό  να  οικοδομηθεί  η  αυθεντική 

πνευματική  ζωή  στηριζόμενη  μόνο  στην  άρνηση  και  την  αποταγή.  Αυτό  άλλωστε 

το  επιβεβαιώνουν  και  οι  κύριες  εντολές  του  Θεού,  οι  οποίες  έχουν  εξ  ολοκλήρου 

θετικό ‐«ἀγαπήσεις»‐ χαρακτήρα. Αυτό φαίνεται και από τα κείμενα των Πατέρων 

και  διακεκριμένων  μελών  της  ορθόδοξης  Εκκλησίας.  Ο  άγιος  Ιωάννης  ο  Σιναΐτης 

λέει ότι, ο Θεός ούτε έχει ανάγκη ούτε θέλει να πενθεί ο άνθρωπος από την οδύνη 

της καρδιάς του. Ο Θεός περισσότερο θέλει τον πιστό να αγάλλεται και να ευθυμεί 

εσωτερικά  από  την  αγάπη  του  προς  Αυτόν320.  Γι᾿  αυτό  και  ο  γέροντας  Ιωσήφ,  ο 

μεγάλος αυτός ασκητής του 20ου αιώνα τονίζει την καταλυτική δύναμη της αγάπης: 

«Οὐδὲν  ἄλλο  δύναται  τόσον  νὰ  βοηθήσῃ  καὶ  κατευνάσῃ  τὸν  θυμὸν  καὶ  ὅλα  τὰ 

πάθη,  ὅσον  ἡ  ἀγάπη  πρὸς  τὸν  Θεὸν  καὶ  πάντα  συνάνθρωπον.  Μὲ  τὴν  ἀγάπην 

εὐκόλως  νικᾷς,  παρὰ  μὲ  τοὺς  ἄλλους  ἀγῶνας»321.  Με  βάση  τα  παραπάνω,  μπορεί 

κάποιος να πει, ότι όλη η εν Θεώ ζωή οφείλει να είναι πράξη μόνο θετική. Σχετικά 

με αυτό το θέμα ο γέροντας Σωφρόνιος λέει, ότι εκεί που ενεργεί η Θεία αγάπη, δεν 

υπάρχει  αγώνας  με  την  έννοια  της  εκούσιας  αρνητικής  προσπάθειας.  Άνθρωπος 

που  είναι  πλήρης  της  αγάπης  του  Χριστού,  κατέχει  αυτή  την  αγάπη  με  κάποιο 

τρόπο «φυσικῶς». Τέτοιος χριστιανός δεν έχει ανάγκη να αρνηθεί την οποιαδήποτε 

317 Βλ. Μτ. 7, 23· Λκ.13, 27. 
318 Βλ. Λκ. 13, 25· 27 και Μτ. 25, 12· 7, 23. Βλ. Κατηχήσεις 8, 181‐191, SC 104, σ. 100. 
319 Βλ. Α’ Κορ. 13, 1‐3. 

320 Βλ. Κλίμαξ 7, PG 88, 809C. 

321 Έκφρασις μοναχικής εμπειρίας, σ. 71. 
321
σχέση προς τον κόσμο, προκειμένου να αποφύγει τη δουλεία των παθών, διότι είναι 

ήδη ελεύθερος από αυτά322. 

Τι  όμως  είναι  κατ᾿  ουσία  η  αγάπη;  Ο  όσιος  Ιωάννης  ο  Σιναΐτης  λέει,  ότι  η 

αγάπη ως προς την ποιότητά της είναι ομοίωση με τον Θεό, όσο βέβαια αυτό είναι 

εφικτό  στους  ανθρώπους323.  Ως  προς  την  ενέργειά  της,  μέθη  της  ψυχής.  Ενώ  ως 

προς  τις  ιδιότητές  της,  πηγή  πίστεως,  άβυσσος  μακροθυμίας  και  θάλασσα 

ταπεινώσεως324.  Με  ποιο  τρόπο  όμως  μπορεί  ο  άνθρωπος  να  αγαπήσει  τον  Κύριο, 

ώστε  η  ψυχή  του  να  μεθά  από  την  πνευματική  αγαλλίαση  που  απολαμβάνει;  Ο 

άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής λέει ότι «Πᾶσαι μὲν αἱ ἀρεταὶ συνεργοῦσι τῷ νῷ πρὸς 

τὸν  θεῖον ἔρωτα,  πλέον  δὲ  πάντων  ἡ  καθαρὰ  προσευχὴ.  Διὰ  ταύτης  γὰρ  πρὸς  τὸν 

Θεὸν πτερούμενος, ἔξω γίνεται πάντων τῶν ὄντων»325. Σε άλλο κείμενό του ο ίδιος 

πατέρας αναλύει βαθύτερα την παραπάνω σκέψη του. Ο άγιος Μάξιμος τονίζει ότι 

δύο  είναι  οι  τελειότερες  καταστάσεις  της  καθαράς  προσευχής·  η  μία  συμβαίνει 

στους πρακτικούς  , ενώ η άλλη στους θεωρητικούς. Η πρώτη γεννιέται στην ψυχή 

από  το  φόβο  του  Θεού  και  την  αγαθή  ελπίδα,  ενώ  η  άλλη  γεννιέται  από  το  θείο 

έρωτα και από την τέλεια κάθαρση. Γνωρίσματα της πρώτης καταστάσεως είναι ο 

περιορισμός του νου από όλες  τις έννοιες του κόσμου. Έτσι ώστε στη συνέχεια να 

μπορεί  να  απευθύνεται  στο  Θεό  απερίσπαστα  και  ανενόχλητα  αισθανόμενος 

ζωντανή  την  παρουσία  Του.  Ενώ  της  δεύτερης  καταστάσεως  γνώρισμα  είναι  το  ν᾿ 

αρπαγεί ο προσευχόμενος από το θείο και άπειρο φως κατά τη στιγμή ακριβώς που 

είναι  κυριευμένος  από  τον  ορμητικό  πόθο  της  προσευχής,  ώστε  να  μη  αισθάνεται 

322 Βλ. Άσκησις και θεωρία, σ. 21. 
323 Βεβαίως, κανείς δεν μπορεί να μοιάζει κατά απόλυτο τρόπο με το Θεό, γι᾿ αυτό ο συγγραφέας της 
Κλίμακος λέει, ότι εκείνος που θέλει να ομιλεί για την αγάπη, είναι σαν να επιχειρεί να ομιλεί για 
τον ίδιο τον Θεό. Το να μιλάει όμως κανείς για το Θεό είναι σφαλερό και επικίνδυνο για όσους δεν 
προσέχουν, βλ. Κλίμαξ 30, PG 88, 1156Α. 
324 Βλ. ό. π., 1156Β.

325 Κεφάλαια περί αγάπης 1, 11, PG 90, 964Α. Οι Πατέρες της Εκκλησίας λένε, ότι η καθαρά προσευχή 

αποτελεί  το  τρίτο  και  τελευταίο  βαθμό  της  προσευχής:  «Ἀρχὴ  μὲν  προσευχῆς  προσβολαὶ 
μονολογίστως διωκόμεναι ἐκ προοιμίων αὐτῶν· Μεσότης τὸ ἐν τοῖς λεγομένοις ἢ νοουμένοις μόνοις 
εἶναι τὴν διάνοιαν· Τὸ δὲ ταύτης τέλειον ἁρπαγὴ πρὸς Κύριον», Ιωάννου Σιναΐτου, Κλίμαξ 28, PG 88, 
1132D. 
322
ούτε τον εαυτό του, ούτε κανένα γενικά από όλα τα άλλα όντα, παρά μόνο εκείνον 

που από αγάπη ενεργεί σε αυτόν τη έλλαμψη αυτού του είδους 326. 

Συμπερασματικά  καταλήγουμε,  ότι  ο  καλύτερος  δρόμος  που  οδηγεί 

απευθείας στην αγάπη του Θεού είναι η καθαρά προσευχή, η οποία ονομάζεται και 

αδιάλειπτη  προσευχή327.  Οι  μεγάλοι  εργάτες  της  τέλειας  προσευχής,  όπως  ο 

απόστολος  Παύλος,  λέγουν:  «θέλω  πέντε  λόγους  τῷ  νοΐ  μου  λαλῆσαι»328,  πράγμα 

που  είναι  ξένο  για  τους  πνευματικά  νήπιους  και  αρχαρίους.  Γι᾿  αυτό  εμείς,  σαν 

ατελείς,  εκτός  από  την  ποιότητα,  έχουμε  ανάγκη  και  από  την  ποσότητα  της 

προσευχής.  Το  δεύτερο  άλλωστε  είναι  προϋπόθεση  του  πρώτου.  Ο  Θεός  δίνει 

προσευχή  καθαρή  σ᾿  εκείνον  που  προσεύχεται,  έστω  και  ρυπαρά,  αλλά  χωρίς  να 

υπολογίζει κόπο και πόνο329. 

Τη  θεμελιώδη  σημασία  και  ανάγκη  της  αδιάλειπτης  προσευχής  στην 

πνευματική  ζωή  του  ανθρώπου  γνώριζαν  και  οι  δια  Χριστόν  σαλοί.  Οι  μωροί 

εργάτες του Κυρίου ήξεραν επίσης ότι αυτό το ισχυρό όπλο του χριστιανού, μπορεί 

να οδηγήσει στην αγάπη του Θεού. Αυτό είναι και ένα μήνυμα που μπορεί κάποιος 

να εκλάβει μελετώντας επισταμένως τους βίους των σαλών ασκητών. Σε ένα από 

αυτούς  διαβάζουμε:  «Τότε  ἐγώ  τή  ρώτησα:  “Ταρσώ,  πῶς  νά  ἀγαπήσουμε  τον 

Χριστό;”  Αὐτή  ἄρχισε  νά  κάνει  τό  σταυρό  της  συνεχῶς  καί  νά  λέει  πολλές  φορές: 

“Κύριε  Ἰησοῦ  Χριστέ  ἐλέησόν  με,  Κύριε  Ἰησοῦ  Χριστέ  ἐλέησόν  με,  δέν  εἶναι  αὐτό 

ἀγάπη; δέν εἶναι αὐτό ἀγάπη; τί θέλεις, δέν εἶναι αὐτό ἀγάπη;”»330. Αυτή η αγάπη 

που  εκφράζεται  δια  της  προσευχής  του  Ιησού,  οι  δια  Χριστόν  σαλοί  την  έκαναν 

αναπόσπαστο κομμάτι όλης της ζωής τους. 

Η  οσία  Πελαγία  Ιβάνοβνα  διδάχθηκε  την  αδιάλειπτη  προσευχή  του  Ιησού 

από  την  Παρασκευή,  μια  άλλη  σαλή  από  τον  Αρζαμά.  Ο  βίος  της  Πελαγίας 

326 Βλ. Κεφάλαια περί αγάπης 2, 6, PG 90, 985ΑΒ. 
327  «Στὴν  ἀσκητικὴ  παράδοση  ἡ  προσευχὴ  αὐτὴ  συνδέθηκε  μὲ  τὴ  διαρκὴ  ἐπανάληψη  τῆς 
μονολόγιστης  εὐχῆς:  “Κύριε,  Ἰησοῦ  Χριστέ,  ἐλέησόν  με”,  ἢ  “Κύριε,  Ἰησοῦ  Χριστέ,  Υἱὲ  τοῦ  Θεοῦ, 
ἐλέησόν  με  τὸν  ἁμαρτωλόν”.  Ἡ  οὐσία  τῆς  εὐχῆς  αὐτῆς  ἔγκειται  στὴν  ἐπίκληση  τοῦ  ὀνόματος  τοῦ 
Ἰησοῦ.  Γι᾿  αὐτὸ  ὀνομάζεται  καὶ  προσευχὴ  τοῦ  Ἰησοῦ.  Μὲ  τὴ  διαρκὴ  ἐπανάληψή  της  ἡ  εὐχὴ 
μεταφέρεται  ἀπὸ  τὰ  χείλη  στὸ  νοῦ  (νοερὰ  προσευχή),  γιὰ  νὰ  κατεβεῖ  τελικὰ  μαζὶ  μὲ  τὸ  νοῦ  στὴν 
καρδιὰ τοῦ πιστοῦ (καρδιακὴ προσευχή)», Γεωργίου Ι. Μαντζαρίδη, Χριστιανική ηθική, σ. 194‐195. 
328 Α’ Κορ. 14, 19. 

329 Βλ. Ιωάννου Σιναΐτου, Κλῖμαξ 28, PG 88, 1133Α. 

330 Ιωάννου Κ. Κορναράκη, Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, σ. 114. 
323
αναφέρει ότι, η ασκήτρια άρχισε να την εφαρμόζει μ᾿ έναν θεοχαρίτωτο τρόπο. Και 

ήταν τόσο ευεργετική η επίδραση της στον προσωπικό της αγώνα, ώστε αποτέλεσε 

τη διαρκή απασχόλησή της σ᾿ όλη της τη ζωή331. Ο βίος του στάρετς Θεοφίλου του 

σαλού  λέει,  ότι  αυτός  ο  ιερομόναχος  «ἦταν  ὁλοκληρωτικά  ἀφοσιωμένος  στήν 

μνήμη  τοῦ  Θεοῦ  καί  στήν  ἀδιάλειπτη  προσευχή»332.  Γι᾿  αυτό  το  λόγο  ο  στάρετς 

πολλές  φορές  χανόταν  μέσα  στα  δάση,  «γιά  νά  ἐπιδοθῆ  ὁλόκληρος  στήν  μυστική 

του  συνομιλία  μέ  τόν  Θεό»333.  Ο  βίος  του  οσίου  Ανδρέα  της  Κωνσταντινουπόλεως 

αναφέρει  ότι  «εὐχὴν  δὲ  τοσαύτην  ἀνελάβετο  ἐν  τῷ  κρυπτῷ  ταμείῳ  τῆς  ψυχῆς 

αὐτοῦ,  ὥστε  ὁ  ψιθυρισμὸς  τῶν  χειλέων  αὐτοῦ  μακρόθεν  ἀπήχει·  καθάπερ  λέβης 

βρασμῷ  ἀπείρῳ  ἀτμὸν  δασύτερον  προβάλλεται,  οὕτως  ἀπὸ  τῶν  ἔνδον  αὐτοῦ  ὁ 

ἀτμὸς  τοῦ  ἁγίου  Πνεύματος  ἐξεπορεύετο,  ὥστε  οἱ  στοχαζόμενοι  αὐτὸν  ἔλεγον· 

Αγανακτοῦσα  ἠ  καρδία  αὐτοῦ  ὑπὸ  τοῦ  πονηροῦ  πνεύματος,  τὸν  ἀτμὸν  ποιεῖ.  Οὐκ 

ἦν  δὲ  οὕτως  εἰς  αὐτὸν,  ἀλλὰ  εὐχὴ  ἦν  ἀκατάπαυστος  καὶ  θεάρεστος  ἡ  ταῦτα 

δεικνύουσα»334. 

Η  προσευχή  του  Χριστού  έχει  τόσο  μεγάλη  σημασία  στην  πνευματική  ζωή 

του  ορθόδοξου  χριστιανού,  αφού  αυτή,  όπως  ειπώθηκε  προηγουμένως,  έχει  τη 

δύναμη πρωτίστως να καθαρίζει τον νου του ανθρώπου, ώστε αυτός κεκαθαρμένος 

πια  από  ρυπαρά  στοιχεία  να  διεισδύει  στο  χώρο  της  καρδιάς.  Και  «ἡ  χριστιανικὴ 

τελειότης  ἔγκειται  εἰς  τὴν  ἐσωτερικὴν  (καρδιακὴν)  καθαρότητα,  ἕνεκα  τῆς  ὁποίας 

ἐμφανίζεται  ὁ  Θεός,  ἀποκαλύπτων  τὴν  διαμονὴν  Αὐτοῦ  ἐν  τῇ  καρδίᾳ  διὰ  τῶν 

πολλῶν καὶ ποικίλων χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος»335. Ο όσιος Ισαάκ ο Σύρος 

επιπλέον  εξηγεί,  ποιο  είναι  το  σημείο  και  πότε  καταλαβαίνει  ο  άνθρωπος  ότι 

έφθασε  η  καρδιά  του  στην  καθαρότητα.  Για  τον  άγιο,  ο  καθαρός  εν  τη  καρδία 

χριστιανός  είναι  εκείνος  που  θεωρεί  όλους  τους  ανθρώπους  καλούς  και  δεν  του 

φαίνεται κανένας ακάθαρτος και βέβηλος. Διότι πώς αλλιώς εκπληρώνεται ο λόγος 

331 Βλ. Οσία Πελαγία Ιβάνοβνα η δια Χριστόν σαλή, σ. 26‐27. 
332 Ο στάρετς Θεόφιλος. Ο δια Χριστόν σαλός ασκητής της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου, σ. 78. 
333 Βλ. ό. π., σ. 48‐49. 
334
Νικηφόρου πρεσβυτέρου, Βίος και πολιτεία του οσίου πατρός ημών Ανδρέου του δια Χριστόν σαλού 
19, PG 111, 652ΒC.
335 Αρχιμ. Σωφρονίου, Άσκησις και θεωρία, σ. 23. 
324
του αποστόλου που λέγει: «ὑπερέχοντας ἑαυτῶν ἡγεῖσθαι πάντας ἐπίσης»336, αν δεν 

φθάσει κανείς με ειλικρινή καρδιά το λεγόμενο ότι «ὀφθαλμὸς ἀγαθὸς οὐκ ὄψεται 

πονηρά»337. 

Σχετικά  με  το  παραπάνω  ζήτημα,  ο  βίος  της  οσίας  Πελαγίας  Ιβάνοβνα 

αναφέρει,  ότι  μερικές  μοναχές  από  το  μοναστήρι,  αμετάλλακτα  (ακόμα  και  μετά 

από κάποια αναγνώριση της ασκήτριας ως μεγάλης πνευματικής προσωπικότητας) 

εξακολουθούσαν  να  την  εχθρεύονται.  Ποικιλοτρόπως  την  μάλωναν  και  την 

επιτιμούσαν.  Η  Πελαγία  όμως  έδειχνε  ιδιαίτερη  αγάπη  προς  αυτές.  Προσπάθησε 

με  κάθε  τρόπο  ν᾿  ανταποδώσει  καλό  στο  κακό338.  Και  ο  βίος  του  αγίου  Σάββα  του 

Βατοπαιδινού  αναφέρει,  ότι  κάποια  περίοδο  όλοι  οι  άνθρωποι  άρχισαν  να 

συμπεριφέρονται πολύ αναίσχυντα και υβριστικά εναντίον του. Τον λιθοβολούσαν, 

του έριχναν χώματα, του πετούσαν κοπριές και λέρωναν προκλητικά το πρόσωπό 

του. Ο άγιος Σάββας όμως απέδιδε την αιτία των πειρασμών στον κακό υποκινητή, 

δηλαδή στον διάβολο, και όχι στα όργανά του, που ξεσηκώνονταν από αφέλεια. Γι᾿ 

αυτό υποδαύλιζε το θυμικό της ψυχής του με μεγάλη ορμή εναντίον του υποκινητή 

και μόνο. Χτυπούσε κατακέφαλα τον ύπουλο δράκοντα με τα κεραυνώδη βέλη της 

προσευχής.  Όμως  απέναντι  στους  ανθρώπους  συμπεριφερόταν  με  μεγάλη 

επιείκεια. Νικούσε αποστολικώς το κακό με το αγαθό, χωρίς να νικιέται ο ίδιος από 

το κακό. Και κυρίως τους ευσπλαχνιζόταν πατρικά τόσο για τη νηπιότητα, όσο και 

για  την  αφέλειά  τους.  Χριστομιμήτως  ο  συμπαθέστερος  ενδόμυχα  ψιθύριζε  προς 

τον  Θεό  εκείνη  την  αξιέπαινη  φράση:  «κύριε,  μὴ  στήσῃς  αὐτοῖς  ταύτην  τὴν 

ἁμαρτίαν· οὐ γὰρ οἴδασιν τί ποιοῦσιν»339. 

Ο Συμεών ο Νέος Θεολόγος εξυμνώντας την αρετή της αγάπης λέει ότι, είναι 

μακάριος  όποιος  την  ασπάσθηκε,  διότι  στο  εξής  δεν  θα  επιθυμήσει  πλέον  να 

ασπασθεί  περιπαθώς  κάλλος  γήινου  πράγματος.  Μακάριος  είναι  όποιος 

συσφίχθηκε  μαζί  της  από  θείο  έρωτα.  Γιατί  τέτοιος  άνθρωπος  θ᾿  αρνηθεί  όλο  τον 

336 Πρβλ. Φιλ. 2, 3. 
337 Βλ. Αβ. 1, 13. Βλ. Λόγος 85, ό. π., σ. 340‐341. 
338 Βλ. Οσία Πελαγία Ιβάνοβνα η δια Χριστόν σαλή, σ. 125‐126. 

339 Πρβλ. Πραξ. 7, 60 και Λκ. 23, 34. Βλ. Φιλοθέου Κοκκίνου, Βίος αγίου Σάβα του νέου 22, ΕΕΘΣΠΘ 27 

(1982), σ. 77‐78.
325
κόσμο  και  δεν  θα  μολυνθεί  καθόλου  πλησιάζοντας  οποιονδήποτε  άνθρωπο340.  Τα 

παραπάνω λόγια του Συμεών του Νέου Θεολόγου εφαρμόζονται με ακριβή τρόπο 

στη  ζωή  των  δια  Χριστόν  σαλών.  Ο  βίος  του  αγίου  Σάββα  του  Βατοπαιδινού 

αναφέρει,  ότι  ο  ασκητής  αδιαλείπτως  απασχολούσε  το  νοερό  της  ψυχής  με  τα 

υψηλότερα, γι᾿ αυτό στη συχνή συναναστροφή του με το πλήθος μπορούσε να λέει 

με τον Δαβίδ: «κατὰ μόνας εἰμὶ ἐγὼ ἕως οὗ ἂν παρέλθω»341. 

Ο βίος του οσίου Νικοδήμου του Νέου του δια Χριστόν σαλού αναφέρει, ότι ο 

ασκητής  διαρκώς  συνομιλούσε  με  πόρνες  και  πάντοτε  υποκρινόταν  πως 

συμμετέχει  σε  γλέντια342.  Όμως  στην  πραγματικότητα  ο  όσιος  προσπαθούσε  να 

πείσει,  τις  απομακρυσμένες  από  τo  Θεό  γυναίκες,  να  φυλάξουν  το  κρεβάτι  τους 

καθαρό.  Ο  όσιος  Νικόδημος  πρόσφερε  το  υστέρημά  του  σαν  ανταπόδοση  σε  όσες 

αποφάσιζαν  ν᾿  αλλάξουν  τρόπο  ζωής.  Γι᾿  αυτό  ο  συγγραφέας  του  βίου  του  οσίου, 

αναφέρει  ότι  έγινε  τροφοδότης  –  όπως  άλλωστε  και  ο  Ιωσήφ  της  Αιγύπτου  –  των 

υποδουλωμένων  στο  σκοτάδι  και  την  αμαρτία  ακόλαστων  γυναικών.  Όχι  βέβαια 

για  να  κάνουν  εκείνες  πάλι  τα  προηγούμενα  αισχρά,  αλλά  για  να  σωθούν  από 

αυτά με τη βοήθειά του343. Την ίδια συμπεριφορά βλέπουμε και στη ζωή του αγίου 

Συμεών του δια Χριστόν σαλού. Ο βίος του αναφέρει ότι, ο άγιος πολλές φορές με 

διάφορους  τρόπους  προσπαθούσε  να  βοηθήσει  τις  άσεμνες  γυναίκες  ή  πόρνες. 

Άλλες  οδηγούσε  με  παιγνιώδεις  ενέργειες  σε  νόμιμο  γάμο,  άλλες  προσελκύοντάς 

τες  με  χρήματα344  τις  σωφρόνιζε,  και  άλλες,  με  την  καθαρότητα  που  τον  διέκρινε, 

τις έφερνε σε κατάνυξη ώστε να ακολουθήσουν το μοναχικό βίο 345. 

Από τα παραπάνω φαίνεται, ότι μόνο ο χριστιανός που αγάπησε το Θεό και 

καθαρίστηκε  εσωτερικά  από  τα  πάθη,  μπορεί  αληθινά  να  πει  ότι  αγαπάει  τον 

συνάνθρωπό του. Σε αυτό το σημείο φαίνεται ξεκάθαρα και η αμοιβαία εξάρτηση 

μεταξύ των δύο μεγαλυτέρων εντολών του Κυρίου, δηλαδή της αγάπης προς το Θεό 

340 Βλ. Κατηχήσεις 1, 78‐83, SC 96, σ. 230. 
341 Ψλ. 140, 10. Βλ. Φιλοθέου Κοκκίνου, Βίος αγίου Σάβα του νέου 19, ΕΕΘΣΠΘ 27 (1982), σ. 72. 
342 Βλ. του Ίδιου, Όσιος Νικόδημος ο Νέος. Ο δια Χριστόν Σαλός, σ. 22.

343 Βλ. ό. π., σ. 26. 

344 Σχετικά με χρήματα που διάθετε ο άγιος Συμεών, ο βίος του αναφέρει: «εἶχε γὰρ ὅσα ἤθελε, τοῦ 

Θεοῦ  ἀοράτως  αὐτῷ  χορηγοῦντος  διὰ  τὸ  ἔνθεον  αὐτοῦ  σκοπόν»,  Λεοντίου  Νεαπόλεως,  Βίος  του 
αγίου Συμεών του δια Χριστόν Σαλού 44, PG 93, 1725Α. 
345 Βλ. ό. π., 30, PG 93, 1708B. 
326
και  της  αγάπης  προς  τον  πλησίον.  Ο  όσιος  Ιωάννης  ο  Σιναΐτης  επισημαίνει,  ότι  η 

παραπάνω  εξάρτηση  στην  πνευματική  ζωή  του  χριστιανού  λειτουργεί  και 

αντίστροφα.  Συγκεκριμένα,  λέει  ότι  εκείνος  που  αγαπά  τον  Κύριο,  έχει 

προηγουμένως  αγαπήσει  τον  αδελφό  του,  γιατί  το  δεύτερο  οπωσδήποτε  είναι 

απόδειξη  του  πρώτου346.  Το  ίδιο  συμπληρώνει  και  εξηγεί  ο  γέροντας  Ιωσήφ.  Ο 

αγιορείτης  μοναχός  λέει,  ότι  η  αγάπη  ενεργείται  δια  της  φύλαξης  των  εντολών. 

Αυτό επιτυγχάνεται, «ὅταν ἐσὺ ἐγείρεσαι τὴν νύκτα καὶ προσεύχεσαι· ὅταν βλέπῃς 

τὸν  ἀσθενῆ  καὶ  τὸν  συμπαθῇς·  τὴν  χήραν  καὶ  τὰ  ὀρφανά,  τοὺς  γέροντας  καὶ  τοὺς 

ἐλεῇς, τότε σὲ ἀγαπᾷ ὁ Θεός. Καὶ τότε καὶ σὺ τὸν ἀγαπᾷς. Ἐκεῖνος πρῶτον ἀγαπᾷ 

καὶ  ἐκχέει  τὴν  χάριν  Του.  Καὶ  ἡμεῖς  τὰ  ἴδια  ἐκ  τῶν  ἰδίων,  “τὰ  σὰ  ἐκ  τῶν  σῶν” 

ἀποδίδομεν»347. Ο Ιησούς Χριστός είπε: «Ἐντολὴν καινὴν δίδωμι ὑμῖν, ἵνα ἀγαπᾶτε 

ἀλλήλους»348.  Ο  Μέγας  Βασίλειος  εδώ  σχολιάζει,  ότι  ο  Κύριος  θέλοντας  να 

υποκινήσει την ψυχή μας προς εκτέλεση αυτής της εντολής, δεν ζήτησε σημεία και 

θαυμαστά  έργα,  για  να  αποδείξει  ότι  είμαστε  μαθητές  του  (αν  και  χάρισε  και  γι᾿ 

αυτά  τη  δύναμη  με  το  άγιο  Πνεύμα).  Αλλά  είπε:  «ἐν  τούτῳ  γνώσονται  πάντες  ὅτι 

ἐμοὶ  μαθηταί  ἐστε,  ἐὰν  ἀγάπην  ἔχητε  ἐν  ἀλλήλοις»349.  Ο  Κύριος  παντού  συνδέει 

αυτές  τις  εντολές  έτσι,  ώστε  αναφέρει  στον  εαυτό  Του  την  προς  τον  πλησίον  μας 

αγαθοεργία.  Διότι  «ἐπείνασα»,  λέγει,  «καὶ  ἐδώκατέ  μοι  φαγεῖν»  και  τα εξής350,  και 

έπειτα  προσθέτει:  «ἐφ᾿  ὅσον  ἐποιήσατε  ἑνὶ  τούτων  τῶν  ἀδελφῶν  μου  τῶν 

ἐλαχίστων,  ἐμοὶ  ἐποιήσατε»351.  Συνεχίζοντας  το  λόγο  του  ο  Καππαδόκης  πατέρας 

λέει,  ότι  συνεπώς,  με  την  πρώτη  εντολή  είναι  δυνατόν  να  τηρήσει  κανείς  και  την 

δεύτερη, με τη δεύτερη πάλι μπορεί να επανέλθει εις την πρώτη352. 

Ο  Μέγας  Βασίλειος  στα  παραπάνω  λόγια  του,  επισημαίνει  ένα  πολύ 

σημαντικό στοιχείο. Υπογραμμίζει, ότι ο Θεός δεν ζητάει από τους πιστούς σημεία 

και θαυμαστά έργα για να αποδείξουν την αγάπη τους. Με πιο αποφαντικό τρόπο 

346 Βλ. Κλίμαξ 30, PG 88, 1157C. 
347 Έκφρασις μοναχικής εμπειρίας, σ. 37. 
348 Ιω. 13, 34. 

349 Ιω. 13, 35. 

350 Βλ. Μτ. 25, 35‐36. 

351 Μτ. 25, 40. 

352 Βλ. Όροι κατά πλάτος 3, PG 31, 917ΑΒ. 
327
για  το  ίδιο  θέμα  μιλάει  ο  όσιος  Ιωάννης  ο  Σιναΐτης.  Ο  συγγραφέας  της  Κλίμακος 

λέει: «Μὴ θέλε πάντας διὰ λόγον πληροφορεῖν τὴν πρὸς αὐτοὺς ἀγάπην· μᾶλλον δὲ 

Θεὸν αἰτοῦ ταύτην αὐτοῖς ἀῤῥήτως ἐμφανίσαι· εἰ δὲ μὴ, οὐκ ἐξαρκέσει σοι ὁ χρόνος 

πρὸς  σχέσεις  καὶ  κατάνυξιν»353.  Τους  παραπάνω  τρόπους  συμπεριφοράς 

ακολουθούν ακριβώς στη ζωή τους οι δια Χριστόν σαλοί. Αυτοί οι ασκητές κατά τη 

συναναστροφή  τους  με  τους  άλλους  ανθρώπους  εφαρμόζουν  στο  έπακρο  τις 

προαναφερόμενες  προτροπές.  Όχι  μόνο  με  κανένα  τρόπο  δεν  φανερώνουν  την 

αγάπη  τους  προς  άλλους,  αλλά  επιπλέον  προσπαθούν  να  την  κρύψουν  από  τον 

περίγυρό τους354. 

Μια  από  τις  μεθόδους  που  βοηθούσε  τους  σαλούς  ασκητές  στην 

πραγματοποίηση  του  παραπάνω  σκοπού,  ήταν  η  αινιγματική  γλώσσα  και  οι  δια 

των παραβολών διηγήσεις τους. Ο βίος του οσίου Ανδρέα της Κωνσταντινουπόλεως 

αναφέρει ότι, ο μακάριος δια του νοερού οφθαλμού, μπορούσε να δει τα έργα και τα 

ελαττώματα  των  ανθρώπων.  Για  να  τους  βοηθήσει,  συχνά  μιλούσε  δια  των 

παραβολών.  Σε  ένα  ανάλογο  περιστατικό,  όσο  προχωρούσε  η  διήγηση,  τόσο 

κοκκίνιζαν από ντροπή οι ακροατές του. Κάποιοι πάθαιναν ίλιγγο, άλλοι έτρεμαν, 

και άλλοι αναχωρούσαν, επειδή η απλή διήγηση του μακαρίου Ανδρέα έλεγχε όλων 

τα  αμαρτήματα.  Με  αυτόν  τον  τρόπο,  οι  ακροατές  συγκλονισμένοι  και 

τρομοκρατημένοι  από  τα  λεγόμενα  του  οσίου,  έρχονταν  σε  μετάνοια355.  Με 

ανάλογο  τρόπο  επικοινωνούσε  με  τον  κόσμο  και  η  Ταρσώ  η  δια  Χριστόν  σαλή. 

«Ἀντί  γιά  τίς  συνηθισμένες  λέξεις,  ἡ  Ταρσώ  προσπαθοῦσε  νά  κρυφτεῖ  ἀπό  τούς 

πολλούς  χρησιμοποιώντας  ἄλλες  λέξεις  ἤ  εἰκόνες·  π.  χ.  ἔλεγε:  “Κάποτε  τό  ψωμί 

κόστιζε εἴκοσι χιλιάδες. Τώρα κοστίζει πενήντα χιλιάδες!”. Ψωμί ἦταν ἡ Θεία Χάρη, 

ἡ μετάγγιση τῆς ζωῆς τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο, ἡ ὁποία εἶναι τό ψωμί μέ τό ὁποῖο 

αὐτός ζεῖ. … Εἶναι σίγουρο ὅτι αὐτή εἶναι ἡ ἔννοια αὐτῆς τῆς φράσης, διότι κάποιον 

πού  πῆγε  στό  κελλί  της  ἐνῶ  προσηύχετο  στό  δρόμο,  αὐτή  τόν  ὑποδέχθηκε  μέ  τά 

353 Κλίμαξ 6, PG 88, 797C.
354 Περισσότερα για αυτό το θέμα βλ. πιο πάνω, σ. 216‐220 αυτής της εργασίας, όπου γίνεται λόγος 
για τον κύριο σκοπό της ζωής των δια Χριστόν σαλών. 
355  Βλ.  Νικηφόρου  πρεσβυτέρου,  Βίος  και  πολιτεία  του  οσίου  πατρός  ημών  Ανδρέου  του  δια  Χριστόν 

σαλού 63‐64, PG 111, 704BC. 
328
λόγια:  “στό  φοῦρνο  ἤσουν;”»356.  «Στούς  ξένους  πού  ἤρχοντο,  τούς  ρωτοῦσε  ἄν 

ἤξεραν νά κάνουν “μπετόν ἀρμέ”, θέλοντας νά πεῖ μ᾿ αὐτό, ἐάν ἤξεραν νά κτίζουν 

πνευματικά  τό  σπίτι  τῆς  ψυχῆς  τους.  Ὅταν  παρευρίσκοντο  πολλά  πρόσωπα 

μιλοῦσε  μέ  τόν  ἰδιαίτερο  καί  γνωστό  τρόπο,  ὥστε  πολλοί  νά  τήν  θεωροῦν  σαλή. 

Εἶχε  ὅμως  ἰδιαίτερο  κώδικα:  Φοῦρνο  ἔλεγε  τήν  ἐκκλησία,  Ἀφεντικό  ἤ  Ἡγεμόνα 

ἔλεγε τόν Χριστό· τό Μοναστήρι, ὅπου ἔμενε, τό ἔλεγε φοῦρνο ἐπίσης. Ἐννοώντας 

προφανῶς τίς μοναχές πού τήν φρόντιζαν καί τίς ἀγαποῦσε καί προσηύχετο ὑπέρ 

αὐτῶν, ἔλεγε ὅτι ὁ Ἀφεντικός τήν ἔφερε ἐκεῖ καί γέννησε τριακόσια παιδιά»357. 

Και  ο  γέροντας  Θεόφιλος  ο  δια  Χριστόν  σαλός  χρησιμοποιούσε  ιδιαίτερη 

γλώσσα στη συναναστροφή με τους άλλους. «Ὁ Στάρετς δέν μιλοῦσε καθαρά στόν 

καθένα.  Στούς  πολλούς  χρησιμοποιοῦσε  παραβολές  μέ  σημασία.  Εἶχε  ἀκόμα  τήν 

συνήθεια  νά  δίνη  στόν  ἐπισκέπτη  του  κάποιο  ἀντικείμενο  πού  ἀπό  μόνο  του  δέν 

εἶχε κάποιο νόημα, ἀλλά προφητικά φανέρωνε τήν τύχη πού τόν περίμενε π. χ. μιά 

στάμνα, μιά φλούδα δέντρου, ἕνα σάπιο μῆλο, … ἕνα σβωλάκι κερί, ἀκόμα καί μιά 

χούφτα  κοπριά  πού  συνήθως  πάντα  ὑπῆρχε  στό  καλάθι  του.  Ὅλα  αὐτά  γιά  τόν 

Στάρετς εἶχαν μιά συμβολική σημασία γιά τό συγκεκριμένο πρόσωπο»358. 

Όπως  φαίνεται,  οι  δια  Χριστόν  σαλοί  έχοντας  αποκτήσει  τη  χριστιανική 

τελειότητα  δια  της  ταπεινώσεως  και  της  εσωτερικής  καθάρσεώς  τους,  μπορούσαν 

να  βοηθήσουν  τους  άλλους  ανθρώπους  με  ιδιόμορφους,  τις  περισσότερες  φορές, 

τρόπους359. «Ἦταν φανερό πώς μ᾿ ἀγαποῦσε, μέ τό δικό της βέβαια τρόπο»360, έλεγε 

356 Ιωάννου Κ. Κορναράκη, Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, σ. 117.
357 Ό. π., σ. 118. 
358 Ο στάρετς Θεόφιλος. Ο δια Χριστόν σαλός ασκητής της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου, σ. 163. 

Στη συνέχεια του ίδιου κειμένου αναφέρεται και ένα ωραίο παράδειγμα που αποκαλύπτει το βαθύ 
νόημα των συμβολικών ενεργειών του Θεοφίλου και το ποιμαντικό ενδιαφέρον του για τους άλλους. 
«Κάποτε,  ἔστειλε  τόν  ὑποτακτικό  του  στόν  Ἱερομόναχο  Μόδεστο,  τόν  ἐπιστάτη  τῆς  Λαύρας,  μέ 
μερικές βρώμικες κάλτσες. “Δῶστες σ᾿ αὐτόν καί πές του νά τίς πλύνη”, εἶπε ὁ μακάριος. Μετά ἀπό 
λίγο οἱ κάλτσες ἐπιστράφηκαν πλυμένες. “Ἄ, ὄχι ἔτσι!”, φώναξε ὁ Στάρετς. “Πήγαινέ τις του πίσω 
ξανά. Πές του νά τίς πλύνη καλύτερα”. Καί τίς ἔστειλε στόν Μόδεστο γιά δεύτερη φορά. Τί σήμαιναν 
οἱ βρώμικες κάλτσες; Σήμαιναν τούς ἀκάθαρτους λογισμούς πού σύγχυζαν τόν ἐπιστάτη ἐκείνη τήν 
ἐποχή.  Στάλθηκαν  σ᾿  αὐτόν  νά  πλυθοῦν,  φανερώνοντας  ὅτι  καί  ὁ  νοῦς  τοῦ  Μοναχοῦ  ἔπρεπε  νά 
καθαριστῆ καί ν᾿ ἀποκτήση λογισμούς καθαρούς», ό. π., σ. 163‐164.
359  Όταν  αναφερόμαστε  στους  τρόπους  επικοινωνίας,  εννοούμε  την  ποικιλότροπη  ποιμαντική 

εξωτερίκευση  της  αγάπης  προς  άλλους,  η  οποία  στην  πραγματικότητα,  αγκάλιαζε  όλους  τους 
ανθρώπους στον ίδιο βαθμό. 
360 Οσία Πελαγία Ιβάνοβνα η δια Χριστόν σαλή, σ. 86.
329
η  Άννα  Γερασίμοβνα  για  την  οσία  Πελαγία  Ιβάνοβνα.  Η  συμπάθεια  και  η  αγάπη 

της Πελαγίας προς τους άλλους, εκφραζόταν ποικιλότροπα. Στο βίο της ασκήτριας 

σχετικά  με  αυτό  το  θέμα  διαβάζουμε:  «Στόν  καθένα  ἒλεγε,  μέ  τό  δικό  της  τρόπο, 

αὐτά πού τῆς ἀποκάλυπτε ὁ Θεός, ἐκεῖνα πού ἦταν ἀπαραίτητα γιά τή σωτηρία τῆς 

ψυχῆς  του.  Μέ  τόν  ἓναν  ἦταν  ἢπια,  ἂλλον  τόν  ἒψεγε,  σ᾿  ἓνα  τρίτο  χαμογελοῦσε, 

ἀπό  τόν  ἑπόμενο  ἀπέστρεφε  τό  πρόσωπό  της.  Μέ  τόν  ἓνα  ἒκλαιγε,  μέ  τόν  ἂλλον 

ἀναστέναζε, ἀλλοῦ ἒδινε καταφύγιο κι ἂλλους τούς ἒδιωχνε. Σέ μερικούς δέν ἒλεγε 

κουβέντα, ἒστω κι ἂν περίμεναν ὃλη μέρα, οὒτε κἂν τούς ἒβλεπε»361. 

Κατά  κάποιο  τρόπο  αυτή  τη  στάση  και  συμπεριφορά  των  σαλών  προς  τους 

άλλους, εκφράζουν τα λόγια του γέροντα Σωφρονίου όταν λέει: «Ὁ ἀποκτήσας τὴν 

τελειότητα  ταύτην  [δηλαδή  –  την  εσωτερική  καθαρότητα]  καθίσταται  φορεὺς 

φωτός,  ἐκπληρῶν  τὴν  ἐντολὴν  τῆς  ἀγάπης  πρὸς  τὸν  πλησίον  οὐχὶ  διὰ  σωματικῆς 

ὑπηρεσίας,  ἀλλὰ  διὰ  τῆς  διακονίας  τοῦ  Πνεύματος,  καθοδηγῶν  τοὺς  σῳζομένους, 

ἐγείρων αὐτοὺς ἐκ τῆς πτώσεως, θεραπεύων τὰς ψυχικὰς αὐτῶν πληγάς»362. 

Όπως  αποδείχθηκε  προηγουμένως,  οι  σαλοί  ασκητές  αποσκοπούσαν  στη 

θεραπεία  των  ανθρωπίνων  ψυχών  και  στη  μεταμόρφωση  του  πνευματικού 

κόσμου363.  Βέβαια,  κάτι  τέτοιο  προϋποθέτει  την  οικείωση  της  αγάπης  του  Χριστού 

και  των  πλουσίων  χαρισμάτων  του  Θεού.  Ο  βίος  του  αγίου  Θεοφίλου  του  δια 

Χριστόν σαλού, σχετικά με αυτό το θέμα αναφέρει: «Σάν ἀποτέλεσμα τῆς διάπυρης 

καί  ὁλοκληρωτικῆς  ἀγάπης  πρός  τόν  Ἐσταυρωμένο  Κύριο,  Ἐκεῖνος,  προίκισε  τόν 

Θεόφιλο μέ τό φῶς τῆς οὐράνιας σοφίας Του τόσο πολύ, ὥστε κάθε τι μυστικό καί 

ἀκατανόητο  στήν  θνητή  καί  πεπερασμένη  φύση,  ἦταν  ἁπλό,  προσιτό  καί 

κατανοητό γιά τόν Στάρετς. Ὁ εὐλογημένος, προέλεγε μέ ἀκρίβεια ὄχι μόνο ὅλα τά 

φαινόμενα  τοῦ  ὁρατοῦ  κόσμου,  ἀλλά  καί  ὅλα  ὅσα  ἦταν  κρυμμένα  στά  βάθη  τῆς 

ἀνθρώπινης καρδιᾶς»364. Το ίδιο επισημαίνει και ο συγγραφέας του βίου της Ταρσώς 

της  δια  Χριστόν  σαλής.  Λέει  ότι  «τό  διορατικό‐προορατικό  χάρισμα  τῆς  Ταρσώς 

λειτουργοῦσε ὡς ἕνας ἰδιαίτερος τρόπος πνευματικῆς βοήθειας στούς παραλῆπτες 

361 Ό. π., σ. 85‐86. 
362 Άσκησις και θεωρία, σ. 23. 
363 Βλ. το υποκεφάλαιο: Ο σκοπός της σαλότητας. 

364 Ο στάρετς Θεόφιλος. Ο δια Χριστόν σαλός ασκητής της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου, σ. 50‐51. 
330
τῶν  ἐντυπωσιακῶν  ἀποκαλύψεών  της  πρός  αὐτούς.  Καί  αὐτό  εἶναι  τό  πλέον 

σημαντικό  ἀποτέλεσμα  τῆς  λειτουργίας  τοῦ  χαρίσματός  της  αὐτοῦ,  πέραν  βέβαια 

τῆς  ἐκπλήξεως  πού  ἐδοκίμαζαν  οἱ  παραλῆπτες  αὐτοί  γιά  τό  περιεχόμενο  τῶν 

ἀποκαλύψεών της»365. 

Ο  Θεός επέτρεπε ορισμένες  φορές, η ένθεη ζωή των δια Χριστόν σαλών,  να 

ακτινοβολεί ανεμπόδιστα στην ευρύτερη κοινωνία και να γίνεται φωτοδότης στην 

πνευματική  πορεία  των  ανθρώπων.  Στο  βίο  της  οσίας  Πελαγίας  Ιβάνοβνα 

διαβάζουμε: «Ἂνθρωποι ἒρχονταν ἀπ᾿ ὃλα τα μέρη στό Ντιβέγεβο γιά νά τήν δοῦν. 

Ἂνθρωποι ἀπό κάθε τάξη καί κοινωνική θέση. Ὃλοι ἒτρεχαν κοντά της γιά νά τήν 

δοῦν,  ν᾿  ἀκούσουν  ἀπ᾿  αὐτήν  ἓναν  ὠφέλιμο  λόγο,  παρηγορητικό,  μιά  συμβουλή, 

μιά νουθεσία, μιά ἐπίπληξη, ἀνάλογα μέ τήν ἀνάγκη πού ᾿χε ὁ καθένας. Καί κείνη, 

μέ τό προορατικό χάρισμα πού εἶχε, ἒλεγε στόν καθένα αὐτό πού τοῦ ἃρμοζε γιά τή 

σωτηρία  τῆς  ψυχῆς  του.  Σέ  μερικούς  ἦταν  ἢπια  καί  γλυκιά,  σέ  ἂλλους  σκληρή. 

Ἂλλους τούς ἀπόδιωχνε μακριά της καί τούς πετοῦσε πέτρες· κι ἂλλους πάλι τούς 

ἐπιτιμοῦσε  αὐστηρά.  Ἡ  φωνή  της  ἀκουγόταν  δυνατή  σάν  καμπάνα·  ἦταν  ὃμως 

χαριτωμένη,  ὃπως  καί  κείνη  τοῦ  εὐλογημένου  Ἀντρέα,  τοῦ  διά  Χριστόν  σαλοῦ. 

Ὃποιος τήν ἂκουγε, δέν μποροῦσε νά ξεχάσει τήν ἐκπληκτική δύναμη πού ᾿χαν τά 

λόγια της»366. 

Οι  παρόμοιες  περιπτώσεις  συμβαίνουν  στη  ζωή  των  δια  Χριστόν  σαλών  όχι 

σπάνια.  Αυτό  γίνεται,  γιατί  όποιος  έφθασε  στην  αγάπη  του  Θεού,  γίνεται  μωρός 

για  τον  Κύριο.  Τέτοιος  άνθρωπος  δεν  μπορεί  να  φυλάξει  το  μεγάλο  μυστήριο  της 

αγάπης  σε  σιωπή,  αλλά  γίνεται  «άφρων»  για  την  ωφέλεια  των  αδελφών.  Διότι 

αληθινή  αγάπη  είναι  αυτή  που  δεν  μπορεί  να  κρατηθεί  μυστική  από  τους 

αγαπημένους367.  Μόνο  κατανοώντας  κανείς  τα  παραπάνω  λόγια,  μπορεί  να 

αναγνωρίσει τους λόγους που ο Θεός επιτρέπει να διαδοθεί η φήμη των δια Χριστόν 

σαλών. Αυτό βεβαίως γίνεται μετά από πολύμοχθους αγώνες αυτών των ασκητών. 

Ο  βίος  του  αγίου  Θεοφίλου  σχετικά  με  αυτό  το  θέμα  αναφέρει:  «Ὁ  Στάρετς 

Θεόφιλος  εἶχε  τόση  φήμη  σ᾿  ὅλη  τήν  περιοχή  τοῦ  Κιέβου,  ὥστε  σπάνια  ὁ  κάθε 

365 Ιωάννου Κ. Κορναράκη, Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, σ. 169‐170.
366 Οσία Πελαγία Ιβάνοβνα η δια Χριστόν σαλή, σ. 123‐124. 
367 Βλ. Ισαάκ Σύρου, Λόγος 38, ό. π., σ. 163. 
331
ἁπλός καί εὐλαβής ἄνθρωπος πού ἀγαποῦσε τόν Θεό, θά ἐπιχειροῦσε σ᾿ αὐτόν τόν 

τόπο νά κάνη κάτι, χωρίς προηγουμένως νά ζητήση συμβουλή καί καθοδήγηση ἀπό 

τόν  Στάρετς.  Σπάνια  θά  γινόταν  ἕνας  γάμος  χωρίς  τήν  δική  του  εὐλογία.  Ὁ 

καθένας δεχόταν μ᾿ ἐμπιστοσύνη τά λόγια τοῦ Στάρετς, ἀκόμα κι ἄν αὐτά τοῦ ἦταν 

αὐστηρά καί ἐλεγκτικά. Ὅλοι ἄκουγαν καί ἐκτελοῦσαν μέ ἀκρίβεια τίς συμβουλές 

του, σάν νἆταν μιά προφητική φωνή ἀπ᾿ τόν οὐρανό»368. Ο στάρετς Θεόφιλος είχε 

επίσης  πολλά  πνευματικά  παιδιά  στην  πόλη,  τα  οποία  συμπαραστεκόταν 

καθημερινά παρηγορώντας τα και στηρίζοντας τα με την προσευχή 369. 

Και στο βίο της οσίας Πελαγίας Ιβάνοβνα της δια Χριστόν σαλής διαβάζουμε: 

«Ὃς  τό  τέλος  τῆς  ζωῆς  της  ἀγρυπνοῦσε  ἀκατάπαυστα  γιά  τό  μοναστήρι  τοῦ 

Ντιβέγεβο.  “Δές,  πόσα  παιδιά  ἒχω”,  εἶπε  στήν  Πάσσα  τοῦ  Σάρωφ,  μιάν  ἂλλη  διά 

Χριστόν  σαλή.  Ὑποδήλωνε  ἒτσι  τήν  ἀγάπη  της  γιά  τά  “ὀρφανά”  τοῦ  Ντιβέγεβο. 

Ἒδειξε στοργικό ἐνδιαφέρον γιά τήν ἡγουμένη Μαρία, στούς ἀγῶνες πού ἒκανε καί 

στή μέριμνά της να διοικήσει τό μοναστήρι. Φανέρωσε τό ζῆλο της γιά τήν ἀλήθεια, 

πού  ποδοπατήθηκε  καί  βεβηλώθηκε,  κι  ἀποφάσισε  νά  συνεφέρει  τόν  ἐπίσκοπο. 

Ὃλ᾿  αὐτά  δείχνουν  καθαρά  τή  σταθερή  κι  ἀκριβή  ἐκπλήρωση  τοῦ  αἰτήματος  τοῦ 

Γέροντα:  “Πήγαινε,  πήγαινε  στό  Ντιβέγεβο.  Νά  φροντίζεις  τά  ὀρφανά  μου”. 

Πρόσεχε τά “ὀρφανά” καί τά ἐτοίμαζε γιά τήν αἰωνιότητα»370. 

Τα  παραπάνω  αποσπάσματα  από  τους  βίους  των  δια  Χριστόν  σαλών 

δείχνουν ότι, αυτά τα εκλεκτά μέλη της Εκκλησίας, έχοντας ως πρότυπο Αυτόν που 

είπε: «ἀγαπήσεις … τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν»371, δεν δίστασαν να προσφέρουν 

368 Ο στάρετς Θεόφιλος. Ο δια Χριστόν σαλός ασκητής της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου, σ. 234‐
237.
369 Βλ. ό. π., σ. 311.

370 Οσία Πελαγία Ιβάνοβνα η δια Χριστόν σαλή, σ. 160. Άλλο απόσπασμα του βίου της οσίας Πελαγίας 

για  το  ίδιο  θέμα  αναφέρει:  «Ἀγαποῦσε  πολύ  τό  μοναστήρι.  Ὃλες  ὃσες  ζοῦσαν  ἐκεῖ  τίς  ἒλεγε 
κοροῦλες  της.  Καί  γιά  νά  λέμε  τήν  ἀλήθεια,  ἦταν  σάν  μητέρα  στό  μοναστήρι.  Τίποτα  δέ  γινόταν 
χωρίς  τή  γνώμη  της.  Εἲτε  ἦταν  νά  στείλουν  κάποια  σέ  διακόνημα,  εἲτε  νά  δεχτοῦν  μιάν  ἂλλη  στό 
μοναστήρι, εἲτε νά στείλουν μιά μοναχή ἒξω ἀπό τό μοναστήρι, ἡ μάτιουσκα δέν ἒκανε τίποτα χωρίς 
νά ζητήσει τήν εὐλογία της. Ὃ,τι ἒλεγε ἡ Πελαγία Ἰβάνοβνα ἦταν ἱερό γι᾿ αὐτήν. Κι ἒτσι ἦταν. Ὃσα 
πρόλεγε, ὁπωσδήποτε γίνονταν», ό. π., σ. 89.
371 Λκ. 10, 27. 
332
τη  ψυχή  και  το  σώμα  τους  για  τη  σωτηρία  των  άλλων,  μιμούμενοι  τον  Χριστό,  ο 

Οποίος πρώτος έγινε δούλος για την αγάπη και τη σωτηρία του κόσμου372. 

 Πρβλ. Νικηφόρου πρεσβυτέρου, Βίος και πολιτεία του οσίου πατρός ημών Ανδρέου του δια Χριστόν 
372

σαλού 4, PG 111, 1673Β. 
 

ΕΠΙΛΟΓΟΣ 

Οι δια Χριστόν σαλοί επιχειρούν να εφαρμόσουν και να βιώσουν στην κατά 

Θεόν  ζωή  τους  την  πεμπτουσία  της  ορθόδοξης  πνευματικής  κληρονομιάς  και 

παραδόσεως.  Το  κύριο  γνώρισμα  του  βίου  των  ασκητών  αυτών  είναι  η  άκρα 

ταπείνωσή  τους  κατά  μίμηση  του  Χριστού.  Αυτή  η  χριστομίμητη  βιοτή  τους  τούς 

επιτρέπει να βαδίζουν, χωρίς συμβιβασμούς, τη γεμάτη δυσκολίες οδό της «στενής 

πύλης» που οδηγεί στην αληθινή ζωή. Γι᾿ αυτό, οι ασκήσεις των δια Χριστόν σαλών 

θυμίζουν  περισσότερο  κάποια  υπεράνθρωπα  και  υπερφυσικά  φαινόμενα,  παρά 

ανθρώπινο άθλο. Ο Θεός όμως είναι αυτός που καλεί και ενισχύει τους εκλεκτούς 

του  αθλητές  στους  ασυνήθιστους  αγώνες  και  στις  υπεράνθρωπες  προσπάθειές 

τους. 

Έχοντας ως οδηγό και συνάμα ως στόχο τη βίωση της ταπείνωσης σε όλο της 

το  βάθος  και  την  έκταση,  οι  άγιοι  αυτοί  προβαίνουν  στη  διάπραξη  κάποιων 

εξωτερικών  ενεργειών,  οι  οποίες  στους  ατελείς  ανθρώπους  φαίνονται  πολύ 

παράξενες  και  συχνά  τους  προκαλούν  σκανδαλισμό.  Στη  ζωή  των  «μωρών» 

εργατών  του  Κυρίου  μπορεί  κάποιος,  λόγου  χάρη,  να  παρατηρήσει  την  «αγία 

ανυπακοή»,  αλλά  και  την  «παράξενη  ή  ιδιότροπη  υπακοή»  τους.  Αυτό  συμβαίνει, 

γιατί η μόνη τέλεια ταπείνωση έχει τη δυνατότητα να απαλλάσσει τον δια Χριστόν 

σαλό από το γράμμα του νόμου και από την τυπική συμπεριφορά, που είναι κοινή 
334
για  όλους  τους  χριστιανούς.  Ο  σαλός,  ως  ενάρετος  και  δίκαιος  υπέρμαχος  της 

αλήθειας,  καθοδηγείται  πλέον  από τον ίδιο τον Ιησού Χριστό. Γι᾿ αυτό, η ζωή των 

σαλών  με  έναν  ξεχωριστό,  αλλά  αρκούντως  υποδειγματικό,  τρόπο  υποδηλώνει 

τους  απεριόριστους  ορίζοντες  του  χριστιανικού  ήθους,  που  δεν  κωδικοποιείται  σε 

σχήματα  και  κανόνες,  αλλά  φανερώνεται  με  την  ελευθερία  της  ανεπανάληπτης 

προσωπικής  δημιουργίας.  Άλλωστε,  η  αλήθεια  της  χριστιανικής  ζωής,  η  οποία 

βασίζεται  στην  ηθική  της  χάριτος  και  της  εν  Αγίω  Πνεύματι  ελευθερίας,  δε 

βρίσκεται  στην  τήρηση  ηθικών  κανόνων,  αλλά  στην  προσωπική  κοινωνία  με  τον 

Θεό. 

Για  πολλούς,  τα  κατορθώματα  των  δια  Χριστόν  σαλών  είναι  δυσπρόσιτα  ή 

και  απρόσιτα.  Γι᾿  αυτό,  το  ήθος  αυτής  της  κατηγορίας  των  αγίων  φαινομενικά  θα 

μπορούσε  να  χαρακτηριστεί  ως  παράξενο  και  άηθες.  Ένας  φιλόσοφος  ή  ένας 

κοινωνιολόγος  θα  μπορούσε  να  το  θεωρήσει  αντισυμβατικό.  Ο  θεολόγος  θα 

μπορούσε  να  το  χαρακτηρίσει  ως  ήθος  που  σκανδαλίζει  και  δημιουργεί 

σκεπτικισμό.  Στην  πραγματικότητα,  όμως,  αυτό  το  «ιδιότροπο»  ήθος  των  δια 

Χριστόν σαλών είναι αγιοπνευματικό. Είναι το ήθος της ευαγγελικής πολιτείας το 

οποίο ένεκεν του Χριστού κρύπτεται από τους άλλους ανθρώπους. Αυτό προκύπτει, 

καθώς  η  χριστιανική  ζωή  είναι  ζωή  αγιότητας.  Και  οι  άγιοι  οι  οποίοι  αποτελούν 

εικόνες  του  Χριστού  μέσα  στην  ιστορία,  ως  ταπεινοί  δούλοι  του  Θεού  δεν 

προβάλλουν την ατομικότητά τους, αλλά την αφανίζουν για να φανερωθεί η χάρη 

του Θεού. 

Η  σημασία  και  οι  πνευματικές  προεκτάσεις  τής  δια  Χριστόν  σαλότητας  στη 

ζωή όλου του πληρώματος της Εκκλησίας είναι ανεκτίμητες. Το υψηλό επίπεδο της 

εν  Χριστώ  πολιτείας  αυτών  των  ασκητών  τούς  ανέδειξε  ως  πρότυπα  και 

υποδείγματα  για  όλους  τους  άλλους  χριστιανούς.  Το  ευαγγελικό  ήθος  τών  δια 

Χριστόν  σαλών  προτρέπει  και  χειραγωγεί  τους  πιστούς  στην  αρετή.  Η  άκρα 

ταπείνωση  των  σαλών  είναι  μια  εξαιρετική  δωρεά  του  Θεού  που  δίδεται  στην 

Εκκλησία  του,  ώστε  οι  πολλοί  μοναχοί  και  λαϊκοί  που  δυσκολεύονται  και 

δυσανασχετούν  στην  υπακοή,  στην  άρνηση  του  εαυτού  τους  και  στην  υπομονή 

απέναντι στις προσβολές, να παραδειγματίζονται και να ενισχύονται εξ αυτών των 
335
ελαχιστότερων  ανθρώπων  στον  κόσμο.  Οι  πνευματικοί  τους  άθλοι  μας 

υπενθυμίζουν,  πως  τα  διαχρονικά  χριστιανικά  ιδεώδη  σε  μια  εποχή 

εκκοσμικεύσεως αν και συχνά χάνουν το κύρος και την πρέπουσα θέση τους στην 

ιεραρχία  των  πνευματικών  αξιών,  είναι  πάντα  σωτήριες  για  κάθε  αγωνιζόμενο 

μέλος της Εκκλησίας του Χριστού. 

Οι  «υπερφυσικοί»  ασκητικοί  αγώνες  των  σαλών,  η  τέλεια  αποταγή  του 

κόσμου  και  κυρίως  η  άκρα  ταπείνωσή  τους,  συνέβαλαν  στην  απόκτηση  της 

πλήρους απάθειας, της άπειρης αγάπης προς τον Θεό και της αληθινής εν Χριστώ 

ελευθερίας. Το αναστάσιμο ήθος που ανέδειξαν και τα πολλά χαρίσματα του Αγίου 

Πνεύματος  που  απέκτησαν,  τους  επέτρεψαν  να  επιστρέψουν  στην  ανθρώπινη 

κοινωνία και να βοηθήσουν ποικιλοτρόπως τις πονεμένες και απελπισμένες ψυχές. 

Για αυτό, όσοι δια Χριστόν σαλοί αναδείχτηκαν στην ιστορία της Εκκλησίας, πρέπει 

να τιμούνται και τιμούνται από τα πιστά μέλη της. Και η Εκκλησία ορθώς πράττει, 

αποδίδοντας  σε  αυτούς  τους  ασκητές  την  πρέπουσα  θέση  στο  χριστιανικό 

«πάνθεον». 

 
336
 

Εκθεση 2.2 2.4  

1.1 ‐ 1.3 … 

2.4  

4.1 4.2 4.3 4.4 … 
 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ1* 

 
Η Καινή Διαθήκη. Το πρωτότυπο κείμενο με μετάφραση στη δημοτική, μετάφρ. 
Π.  Βασιλειάδης,  Ι.  Γαλάνης,  Γ.  Γαλίτης,  Ι.  Καραβιδόπουλος,  έκδ.  Ελληνική  Βιβλική 
Εταιρία, Αθήνα 1989. 
Novum  Testamentum  Graece,  έκδ.  Nestle‐Aland,  Deutsche  Bibelgesellschaft, 
Stuttgart 261991. 
Septuaginta, Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους Ο’, επιστημονική επιμέλεια Prof. D. 
Dr. Alfred Rahlfs, έκδ. Ελληνική Βιβλική Εταιρία, Αθήνα.  
 
*  *  * 
 
Ο  αββάς Δανιήλ της Σκήτεως, έκδ. Το Περιβόλι της Παναγίας,  Θεσσαλονίκη 
1988. 
Ware  Kallistos,  Bishop,  The  Inner  Kingdom,  έκδ.  St  Vladimir᾿s  Seminary  Press, 
New York 2000. 
Βίος και διδαχαί οσίου Κυρίλλου του Φιλεώτου, έκδ. Ματθαίου Λαγγή, Αθήναι 
1993. 
Brochaus A. F. – Efron A. I., Enciklopedičeskij slovaŕ, τόμ 41, S.‐Peterbourg 1904. 
Γιανναρά Χρήστου, Η ελευθερία του ήθους, έκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 31989. 
Γκοραΐνωφ Ειρήνη, Οι δια Χριστόν σαλοί, μετάφρ. Μ. Λαγουρού‐Κουμπέτσου, 
Α. Σ. Λαγουρός, έκδ. Τήνος, 2Αθήναι, χ. χ. 
Γρηγορίου  Παλαμά,  Συγγράμματα,  έκδ.  Π.  Χρήστου,  τόμ.  Α’,  Θεσσαλονίκη 
1962. 
Damaskin (Orlovskiy), Ieromonach, Moučeniki, ispovedniki i podvižniki blagočestiya 
Rossiyskoy Pravoslavnoy Cerkvi XX stoletiya, τόμ. 1, έκδ. «Βoulat», Tveŕ 1992. 
Ελιάντε  Μιρτσέα,  Κόσμος  και  Ιστορία.  Ο  Μύθος  της  Αιώνιας  Επιστροφής, 
μετάφρ. Σ. Ψάλτου, έκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1999. 
Ένας ασκητής επίσκοπος, έκδ. Ι. Μ. Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 52002. 
Ημείς μωροί δια Χριστόν. Βίος και πολιτεία οσίων σαλών, έκδ. Ιεράς Καλύβης 
Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου Νέα Σκήτη, Άγιον Όρος 2005. 
Ivanov  Α.  S.,  Vizantiyskoye  yourodstvo,  έκδ.  Mezdounarodniye  otnoseniya, 
Moskva 1994. 
Ignatia,  Episkopa  Stavropolskogo,  Sviatitela,  Askietičeskie  opiti,  τόμ.  1,  έκδ. 
Sretenskii Monastir 1996. 

*  Εδώ  δεν  περιλαμβάνονται  τα  έργα  των  Πατέρων  της  Εκκλησίας,  που  χρησιμοποιήθηκαν  για  τη 
σύνταξη της παρούσης μελέτης. Τα έργα αυτά αναφέρονται στις σχετικές παραπομπές. 
337
Ιεροθέου,  Μητροπολίτου  Ναυπάκτου  και  αγ.  Βλασίου,  Το  πρόσωπο  στην 
Ορθόδοξη Παράδοση, έκδ. Ι. Μ. Γενεθλίου της Θεοτόκου (Πελαγίας), Λεβαδεία 31997. 
Ισαάκ,  Ιερομονάχου,  Βίος  γέροντος  Παΐσίου  του  αγιορείτου,  έκδ.  Ιερόν 
Ησυχαστήριον  Άγιος  Ιωάννης  ο  Πρόδρομος  Μεταμόρφωσις  Χαλκιδικής,  Άγιον 
Όρος 2004. 
Ιωσήφ, γέροντος, Έκφρασις μοναχικής εμπειρίας, έκδ. Ιεράς Μονής Φιλοθέου, 
Άγιον Όρος 62003. 
Καλλιακμάνη  Ι.  Βασιλείου,  Πρωτ.,  Από  το  φόβο  στην  αγάπη.  Σπουδή  στα 
κείμενα της Φιλοκαλίας, έκδ. Αδελφών Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1993. 
–, Ο εκκλησιολογικός χαρακτήρας της ποιμαντικής, Λεντίω ζωννύμενοι ΙΙ, έκδ. 
Μυγδονία, Θεσσαλονίκη 2005. 
Καραβιδοπούλου  Δ.  Ιωάν.,  Εισαγωγή  στην  Καινή  Διαθήκη,  έκδ.  Πουρναρά, 
Θεσσαλονίκη 1983. 
Κεσελοπούλου  Γ.  Ανέστη,  Πάθη  και  αρετές  στη  διδασκαλία  του  αγίου 
Γρηγορίου του Παλαμά, έκδ. Δόμος, Αθήνα 1982. 
Κορναράκη Κ. Ιωάννου, Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή, έκδ. Ιερού Κελλίου Αγίου 
Νικολάου Μπουραζέρη, Άγιον Όρος 2003. 
Κυπριανού,  Μητροπολίτου  Ωρωπού  και  Φυλής  (Προέδρου  Ιεράς  Συνόδου 
Ενισταμένων),  Η  Οσία  Ξένη  η  Ρωσίδα  η  δια  Χριστόν  Σαλή,  έκδ.  Ιεράς  Επισκοπικής 
Μονής Αγίων Μαρτύρων Κυπριανού και Ιουστίνης, Φυλή Αττικής 41993. 
Λεοντίου Νεαπόλεως, Ο Άγιος Συμεών ο δια Χριστόν Σαλός, έκδ. Το Περιβόλι 
της Παναγίας, Θεσσαλονίκη 31992. 
Μαντζαρίδη Ι. Γεωργίου, Εισαγωγή στην Ηθική, έκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 
31995. 

–, Χριστιανική ηθική, έκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 41995. 
Μαξίμου Καυσοκαλυβίτου, Ιερομονάχου, Ασκητικές μορφές και διηγήσεις από 
τον  Άθω,  έκδ.  Ιερά  Καλύβη  Αγίου  Παντελεήμονος,  Καυσοκαλύβια,  Άγιον  Όρος 
22001. 

Μαρτίνη  Σ.  Παν.,  Ο  Σαλός  άγιος  Ανδρέας  και  η  σαλότητα  στην  Ορθόδοξο 
εκκλησία, έκδ. Τήνος, Αθήνα 1988. 
Το  Μέγα  Γεροντικόν.  Θεματική  συλλογή,  έκδ.  Ι.  Ησυχαστηρίου  «Το  Γενέσιον 
της Θεοτόκου», τόμ. Α’, Πανόραμα Θεσσαλονίκης 22000, τόμ. Β’, 1995, τόμ. Δ’, 1999. 
Μελινού Μανώλη, Άνθη αγίας Ρωσίας, έκδ Μανώλης Μελινός, χ. τ., χ. χ. 
Μπαλάν  Ιωαννίκου,  Ιερομονάχου,  Ρουμάνικο  Γεροντικό,  μετάφρ.  –  επιμέλ. 
υπό  αδελφών  Ι.  Μ.  Οσίου  Γρηγορίου  Αγίου  Όρους,  έκδ.  Ορθόδοξος  Κυψέλη, 
Θεσσαλονίκη 1985. 
Μωυσέως  Αγιορείτου,  μοναχού,  Η  θλίψη  του  άγχους  κι  η  χαρά  της  ελπίδος, 
έκδ. Τήνος, Αθήνα 41994. 
Νεκταρίου  (Αγίου)  Πενταπόλεως,  Περί  επιμελείας  ψυχής.  Ένδεκα  ομιλίαι, 
έκδ. Αποστολική Διακονία, Αθήναι 41999. 
–, Χριστολογία, έκδ. Νεκτάριος Παναγόπουλος, Αθήναι 1992. 
Νικoδήμου Αγιορείτου, Αόρατος Πόλεμος, έκδ. Προμηθέως, Αθήναι 1922. 
–,  Ερμηνεία  εις  τας  επτά  Καθολικάς  Επιστολάς  των  Αγίων  Αποστόλων,  έκδ. 
Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1986. 
338
–,  Ερμηνεία  εις  τας  ΙΔ’  επιστολάς  του  αποστόλου  Παύλου,  έκδ.  Ορθόδοξος 
Κυψέλη, τόμ Α’, Θεσσαλονίκη 1999, τόμ Β’, 1990, τόμ Γ’, 1990. 
–, Χρηστοήθεια των Χριστιανών, έκδ. Β. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 41991. 
Οσία  Πελαγία  Ιβάνοβνα  η  δια  Χριστόν  σαλή,  μετάφρ.  –  επιμέλ.  Π.  Μπότση, 
Αθήνα 1996. 
Όσιος Ανδρέας ο δια Χριστόν σαλός, έκδ. Ι. Μ. Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 
141999. 

Του  οσίου  πατρός  ημών  Ισαάκ  του  Σύρου  τα  ευρεθέντα  ασκητικά,  έκδ.  Ι. 
Σπετσιέρη, Αθήναι 1895. 
Παϊσίου  (Αγίου)  Βελιτσκόφσκι,  Τα  Κρίνα  του  Αγρού,  μετάφρ.  Μητροπολίτου 
Νικοπόλεως Μελετίου, έκδ. Ιεράς Μητροπόλεως Νικοπόλεως, Πρέβεζα 1996. 
Παΐσίου,  γέροντος,  Επιστολές,  έκδ.  Ι.  Ησυχαστηρίου  «Ευαγγ.  Ιωάννης  ο 
Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλονίκης 1994. 
–,  Αγιορείται  Πατέρες  και  Αγιορείτικα,  έκδ.  Ιερού  Ησυχαστηρίου 
Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος, Σουρωτή Θεσσαλονίκης 41995. 
–,  Πνευματικός  αγώνας,  Λόγοι  Γ’,  έκδ.  Ιερού  Ησυχαστηρίου  «Ευαγγελιστής 
Ιωάννης ο Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλονίκης 42004. 
Πατερικόν  των  Σπηλαίων  του  Κιέβου,  απόδοση  από  τα  ρωσικά  Αρχιμ. 
Τιμοθέου, έκδ. Ι. Μ. Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 1990. 
Παύλου, μοναχού, Ευεργετινός, έκδ. Ματθαίου Λαγγή, τόμ. 1, Αθήναι  61996, 
τόμ. 2, 61978, τόμ. 3, 61992. 
Πόποβιτς  Ιουστίνου,  Αρχιμ.,  Η  Ορθόδοξος  Εκκλησία  και  ο  Οικουμενισμός, 
μετάφρ.  Ιερομ.  Α.  Ράντοβιτς  ‐  Ιερομ.  Α.  Γιέβτιτς,  έκδ.  Ι.  Μ.  Αρχαγγέλων  Τσέλιε, 
Βάλιεβο Σερβίας, χ. χ. 
Rydén Lennart, «The Holy Fool», The Byzantine Saint, έκδ. Sergei Hackel, London 
1981, σ. 106‐113. 
Ρωμανίδου  Σ.  Ιωάννου,  Πρωτ.,  Πατερική  Θεολογία,  έκδ.  Παρακαταθήκη, 
Θεσσαλονίκη 2004. 
Saward John, Perfect Fools, έκδ. Oxford University Press, Oxford 1980. 
Σοφία  η  ασκήτισσα  της  Παναγίας,  έκδ.  Ι.  Μ.  Γενεθλίου  της  Θεοτόκου 
Κλεισούρας Καστοριάς 2002. 
Špidlík  Thomas,  «Fous  pour  le  Christ.  En  Orient»,  Dictionnaire  de  Spiritualité, 
Ascétique et Mystique, τόμ. 5, Paris 1964, στ. 752‐761. 
Σταμούλη  Α.  Χρυσοστόμου,  «Σαλοί  και  ψευδοσαλοί  στην  Ορθόδοξη 
αγιολογία», ΓΠ, τχ. 721, Ιαν.‐Φεβ. 1988, σ. 112‐128. 
–,  «Αγιότητα»,  Πρακτικά  ιζ΄  Επιστημονικού  Συμποσίου  «Χριστιανική 
Θεσσαλονίκη»: Άγιοι της Θεσσαλονίκης (Β), Θεσσαλονίκη 2003 (υπό έκδοση). 
Ο στάρετς Θεόφιλος. Ο δια Χριστόν σαλός ασκητής της Λαύρας των Σπηλαίων 
του Κιέβου, έκδ. Ιεράς Μονής «Παναγία του Έβρου», Αλεξανδρούπολη 32000. 
Σωφρονίου  (Σαχάρωφ),  Αρχιμ.,  Ο  Άγιος  Σιλουανός  ο  Αθωνίτης,  μετάφρ.  του 
ιδίου του συγγραφέως και του Ιερομ. Ζαχαρίου, έκδ. Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου Έσσεξ 
Αγγλίας 61995. 
–,  Άσκησις  και  θεωρία,  μετάφρ.  Ιερομ.  Ζαχαρίου,  έκδ.  Ιερά  Μονή  Τιμίου 
Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας 1996. 
339
–,  Οψόμεθα  τον  Θεόν  καθώς  έστι,  μετάφρ.  Ιερομ.  Ζαχαρίου,  έκδ.  Ιερά 
Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας 31996. 
Τιμοθέου,  Αρχιμ.,  Όσιος  Σεραφείμ  του  Σάρωφ,  έκδ.  Ι.  Μ.  Παρακλήτου, 
Ωρωπός Αττικής 1988. 
Τρεμπέλα Ν. Π., Υπόμνημα εις τας Πράξεις των Αποστόλων, έκδ. Αδελφότης 
Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήναι 31991. 
–,  Υπόμνημα  εις  το  κατά  Λουκάν  ευαγγέλιον,  έκδ.  Αδελφότης  Θεολόγων  «Ο 
Σωτήρ», Αθήναι 41995. 
–, Υπόμνημα εις το κατά Ματθαίον ευαγγέλιον, έκδ. Αδελφότης Θεολόγων «Ο 
Σωτήρ», Αθήναι 52000. 
  Τριώδιον,  έκδ.  Αποστολική  Διακονία  της  Εκκλησίας  της  Ελλάδος,  Αθήναι 
1960. 
Τσάμη  Γ.  Δημητρίου,  Αγιολογία  της  Ορθόδοξης  Εκκλησίας,  έκδ.  Πουρναρά, 
Θεσσαλονίκη 1999. 
–,  Το  Γεροντικόν  του  Σινά,  έκδ.  Ορθόδοξη  Χριστιανική  Αδελφότητα  «Λυδία», 
Θεσσαλονίκη 32000. 
Fedotov P. G., «The Holy Fools», The Russian Religious Mind, τόμ. 2, έκδ. Harvard 
University Press, Cambridge‐Massachusetts 1966, σ. 316‐343. 
–, Sviatiye Drevniey Rusi, έκδ. YMCA‐PRESS, Paris 41989. 
Feofana  Zatvornika,  Sviatitela,  Tri  slova  o  nesenii  kresta,  έκδ.  «Pravilo  veri», 
Moskovskii Bogorodice‐Roždžestvenskii ženskii monastir 1996. 
Φιλοθέου  Κοκκίνου,  Βίος  αγίου  Σάβα  του  νέου,  ΕΕΘΣΠΘ  27  (1982),  έκδ. 
Δημητρίου Γ. Τσάμη, Θεσσαλονίκη 1983. 
–  Όσιος  Νικόδημος  ο  Νέος.  Ο  δια  Χριστόν  Σαλός,  έκδ.  Το  Περιβόλι  της 
Παναγίας, Θεσσαλονίκη 1994. 
Χάκελ  Σεργκέι,  Μαρία  Σκομπτσόβα.  Μία  “δια  Χριστόν  σαλή”  στους 
μοντέρνους καιρούς, μετάφρ. Ν. Ι. Τσιρώνη, έκδ. Ακρίτας, Ν. Σμύρνη 1998. 

You might also like