Professional Documents
Culture Documents
ΔΙΔΑΚΤΩΡ Α.Π.Θ.
φωνα με την ευαγγελική ρήση: «ὅς γὰρ οὐκ ἔστιν καθ’ ἡμῶν,
ὑπὲρ ἡμῶν ἔστιν»4, ενώ το εξωτερικό περίβλημα δεν είναι πάντο-
τε σημείο αυθεντικότητας: «οὐ πᾶς ὁ λέγων μοι· κύριε κύριε,
εἰσελεύσεται εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, ἀλλ’ ὁ ποιῶν τὸ
θέλημα τοῦ πατρὸς μου τοῦ ἐν τοῖς οὐρανοῖς»5.
Η σχέση της τέχνης του μοντερνισμού με την ορθόδοξη εικο-
νογραφία έχει συχνά μελετηθεί. Η μοντέρνα τέχνη πραγματεύτη-
κε πολλές φορές θρησκευτικά θέματα. Δεν μπορούμε να μην α-
ναφέρουμε τους θρησκευτικούς πίνακες του Dalí, τους αντίστοι-
χους του Rouault, του Malevich, του Kandinsky, του Chagall και
πολλών άλλων δημιουργών του μοντερνισμού.
Συνήθως, όμως, η ομοιότητα ή και η ταυτότητα του θέματος
παρασύρει τον ερευνητή ή το θεατή, με αποτέλεσμα να μην ανι-
χνεύεται η βαθύτερη συγγένεια που εμπεριέχεται σε έργα που με
την πρώτη ματιά μοιάζουν εντελώς άσχετα. Επιχειρώντας, λοι-
πόν, μια παράλληλη ανάγνωση της μοντέρνας τέχνης και της ορ-
θόδοξης ζωγραφικής, μπορούμε να εντοπίσουμε πολυποίκιλες
τεχνοτροπικές ομοιότητες, αλλά και εσωτερικές συγγένειες.
Πιστεύω, λοιπόν, ότι δεν πρόκειται απλά για θέμα κοινής
θεματογραφίας. Τα παράλληλα δεν πρέπει να αναζητηθούν στη
χρήση, από τους μοντέρνους καλλιτέχνες, θρησκευτικών θεμά-
των. Άλλωστε, δεν είναι το θέμα που δημιουργεί την πνευματι-
κότητα. Η τέχνη μπορεί να αποτελεί αναζήτηση της αλήθειας,
ακόμα κι όταν απεικονίζει ευτελή και τιποτένια αντικείμενα και
πρόσωπα, τα μικρά και ταπεινά της Δημιουργίας, το σκουλήκι
του Αρεοπαγίτη6, τους ελάχιστους αδελφούς της παραβολής της
4. Μκ. 9. 40.
5. Μτ. 7, 21.
6. Βλ. Διονυσίου Ἀρεοπαγίτου, Περί οὐρανίου ἱεραρχίας, 2, 5, PG 3,
144C-145A: «Ταῦτα τοὺς μυστικοὺς θεολόγους εὑρήσομεν οὐ μόναις ταῖς
τῶν οὐρανίων διακόσμων ἐκφάνσεσιν ἱερῶς περιπλάττοντας, ἀλλὰ καὶ
αὐταῖς ἔσθ’ ὅτε ταῖς θεαρχικαῖς ἐκφαντορίαις. Καὶ ποτὲ μὲν αὐτὴν ἀπὸ
τῶν φαινομένων τιμίων ὑμνοῦσιν, ὡς ἥλιον δικαιοσύνης, ὡς ἀστέρα τὸν
ἑῷον εἰς νοῦν ἑρῶς ἀνατέλλοντα, καὶ ὡς φῶς ἀπερικαλύπτως καὶ νοητῶς
καταυγάζον· ποτὲ δὲ ἀπὸ τῶν μέσων, ὡς πῦρ ἀβλαβῶς φωτίζον, ὡς ὕδωρ
ζωτικῆς ἀποπληρώσεως χορηγὸν, καὶ συμβολικῶς εἰπεῖν, εἰς γαστέρα δια-
δυόμενον, καὶ ποταμοὺς ἀναβλύζον ἀσχέτως ἀποῤῥέοντας· ποτὲ δὲ ἀπὸ
9. Βλ. H. Read, Art and society, Faber and Faber, Λονδίνο 1967, σ.
125.
τι πολύ περισσότερο από την απλή επιτήδευση στο ύφος που συ-
ναντούμε στα έργα των ζωγράφων της ύστερης Αναγέννησης.
Είναι κάτι πολύ βαθύτερο: πρόκειται για την έκφραση της αγω-
νίας του ζωγράφου, αγωνίας είτε ιστορικής και κοινωνικής, δη-
λαδή έντονα γήινης και παροντικής, είτε πνευματικής και θεολο-
γικής. Την ίδια αγωνία, τον ίδιο φόβο, συναντούμε και στα έργα
των ζωγράφων εκείνων των αρχών του 20ου αιώνα που πήραν το
όνομα «Φωβιστές» στη Γαλλία και «Εξπρεσσιονιστές» στη Γερ-
μανία. Οι ζωγράφοι των τελευταίων χρόνων της Βυζαντινής αυ-
τοκρατορίας ζωγραφίζουν το φόβο τους για το μέλλον του τό-
που τους που είναι και δικό τους μέλλον, ενώ με τον ίδιο τρόπο,
οι ευρωπαίοι δημιουργοί της πρώτης δεκαετίας του 20ου αιώνα
μιλάνε για την αγωνία τους για την κατάληξη του πολιτισμού
τους, αγωνία όχι αδικαιολόγητη, αφού μια δεκαετία μετά ο πο-
λιτισμός αυτός έφερε τον Μεγάλο Πόλεμο, ό,τι πιο φρικτό είχε
δει μέχρι τότε η ανθρωπότητα. Η συγγένεια ανάμεσα στις εικόνες
και στον Φωβισμό-Εξπρεσσιονισμό είναι πιστεύω περισσότερο
εσωτερική παρά εξωτερική. Έχει να κάνει με την ουσία του έρ-
γου, παρά με την τεχνοτροπία.
Αντίθετα, θεωρώ ότι η συγγένεια που υπάρχει με τον κυβι-
σμό είναι κυρίως εξωτερική, τεχνοτροπική. Παρατηρώντας την
απόδοση του τοπίου στις ορθόδοξες εικόνες, δεν μπορούμε παρά
να εντοπίσουμε μία ομοιότητα με τον κυβισμό11, όπως επίσης και
με σχετικά έργα του «πρόδρομου» του κυβισμού, Paul Cezanne
(1839-1906) όπως π.χ. τις περίφημες απεικονίσεις του βουνού
Saint Victoire. Την ίδια ομοιότητα μπορούμε να εντοπίσουμε και
ανάμεσα στα πρόσωπα της ορθόδοξης εικονογραφίας και στις
προσωπογραφίες, λιγότερο του κυβισμού και περισσότερο του
Cezanne, και ίσως και ορισμένων μεταγενέστερων έργων του Pi-
casso. Η σχηματοποίηση, η γεωμετρικότητα στα χαρακτηριστικά,
πιστεύω ότι είναι κοινή. Παραβάλλοντας ένα από τα πορτρέτα
της κυρίας Cezanne με μια βυζαντινή Παναγία, η ομοιότητα στην
απόδοση των χαρακτηριστικών είναι αξιοσημείωτη, ενώ επίσης,
ίσως θα μπορούσε να εντοπιστεί και μία κοινή προσπάθεια από-
δοσης της εσωτερικής αρετής του εικονιζόμενου προσώπου.
15. Πιστεύω ότι η καταγωγή των δύο καλλιτεχνών έχει ιδιαίτερη ση-
μασία, καθώς δείχνει ότι δε χρειάζεται κάποια εξωτερική σφραγίδα χρι-
στιανικής αυθεντικότητας για να γίνει η τέχνη οδός προς την Αλήθεια, και
δεν εννοώ μια Αλήθεια γενική και αόριστη, αλλά τον προσωπικό, Τριαδι-
κό Θεό της ορθόδοξης θεολογίας.
22. Βλ. σχετικά, Γ. Καρουζάκη, «Μας περιμένει μια εποχή Μαντ Μαξ», Ελευ-
θεροτυπία, 13/9/2007, http://archive.enet.gr/online/online_text/c=113,id=54978576
(10/9/2011) και Κ. Δαφέρμου, Στέλιος Φαϊτάκης: «Κάνω θρησκευτική ζω-
γραφική, άρα ασχολούμαι με τα πάντα», Το Βήμα- Πολιτισμός,
http://www.tovima.gr/culture/article/?aid=237106 (10/9/2011).
στις εικόνες και στη μοντέρνα τέχνη (και γενικότερα στη δυτική
τέχνη) βρίσκει στον Τσαρούχη την πρακτική της έκφραση: το ζη-
τούμενο είναι η απεικόνιση της πραγματικότητας, του ορατού
κόσμου, ως ανάμνησης και ως εμπειρίας. Δεν πρόκειται, λοιπόν,
για «άγια» και για «βέβηλη» τέχνη, αλλά για την τέχνη, ως σύνο-
λο, ως ενιαίο ζωντανό οργανισμό που οι εκφράσεις του είναι ά-
πειρες, αλλά όλες αποδεκτές.
Η τέχνη του Τσαρούχη είναι, λοιπόν, παραστατική και στο
μεγαλύτερο μέρος της, ανθρωποκεντρική. Αναπαριστά αυτό που
βλέπει, και όχι αυτό που βρίσκεται πίσω από τα πράγματα: συ-
χνά, όμως, η αναπαράσταση του ορατού είναι ο καλύτερος κα-
θρέφτης για την αντανάκλαση του μη ορατού, με τον ίδιο τρόπο
που η απόκρυψη του ορατού λειτουργεί ως αποκάλυψη του αό-
ρατου.
Οι καλλιτέχνες και τα ρεύματα της μοντέρνας τέχνης που
αναφέρθηκαν σίγουρα δεν είναι οι μόνοι που μπορούν να διαλε-
χθούν με την τέχνη της ορθόδοξης εικόνας, αλλά αποτελούν καί-
ρια παραδείγματα της παράλληλης ανάγνωσης που μπορεί να
γίνει ανάμεσα στη σύγχρονη τέχνη και στην εικόνα. Επίσης, ό-
μως, οι ερμηνείες που δόθηκαν σίγουρα δεν είναι μοναδικές·
μπορούν εύκολα να ανατραπούν με τα ακριβώς αντίθετα επιχει-
ρήματα. Αυτή, άλλωστε, είναι και η μαγεία της τέχνης, όπου τί-
ποτα δεν είναι απόλυτο· αυτή είναι η μαγεία του κόσμου, αφού
τίποτα πουθενά δεν είναι απόλυτο.
Η σύγχρονη τέχνη, με τις γκροτέσκες, παραμορφωμένες, ά-
σχημες μορφές της έρχεται να δώσει μια νέα σημασία στο κάλλος.
Η ομορφιά πλέον απαγκιστρώνεται από τα κλασικά πρότυπα. Η
πιστή απεικόνιση της πραγματικότητας χάνει την τεράστια αξία
την οποία της είχε δώσει η κλασική αρχαιότητα και η οποία α-
ναβίωσε από την Αναγέννηση και εξής. Η ομορφιά επαναπροσ-
διορίζεται. Όμορφο μπορεί να είναι πλέον και το «άσχημο», αλ-
λά το κυριότερο είναι ότι τέχνη μπορεί να γίνει και το άσχημο. Ο
Evdokimov μιλά για τέρατα που έρχονται στην επιφάνεια βγαλ-
μένα απ’ το υποσυνείδητό μας, μιλά για την απεικόνιση της ίδιας
29. H. Hessse, Κλάιν και Βάγκνερ, Λυχνάρι, Αθήνα 1989, σ. 99. Πρβλ.
Μεγάλου Βασιλείου, Περὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος 9, ΒΕΠΕΣ 52, σ. 250:
«Ἐν δὲ τῷ μακαρίῳ τῆς εἰκόνος θεάματι τὸ ἄρρητον ὄψει τοῦ ἀρχετύπου
κάλλος».