Professional Documents
Culture Documents
http://www.Word-to-PDF-Converter.net
NIETZSCHE
χρησμικού λόγου (και της αληθινής γνώσης), το κάλλος του ονείρου12 και
(την ψευδαίσθηση και) το κάλλος του φαινομένου καθαυτό (την τέχνη). Η
ψευδαίσθηση του Απόλλωνα13 : “η αιωνιότητα της ωραίας μορφής” γράφει
τη ζωή”. 15
Το “Απολλώνιο” αντιπροσωπεύει τον τρόπο εμφάνισης του όντος στο
επίπεδο του φαινομενικού, ενώ το διονυσιακό μας οδηγεί στο βάθος του
κόσμου και αποτελεί τη δύναμη που εξυπηρετεί τις μύχιες απαιτήσεις του
ίδιου του “όντος”.16 Ενώ το “απολλώνιο” ενέχει, όπως προανεφέρθη, την
αρχή της εξατομίκευσης, η αρνητική δύναμη του διονυσιακού έρχεται να
καταλύσει αυτή την αρχή και να νοηματοδοτήσει μια συνθήκη συνάντησης και
μία τάση συνένωσης με το παγκόσμιο Εν. Με τη διονυσιακή ‘μέθη’, η οποία
διαχέεται από περίσσεια δύναμη, χάνεται το αίσθημα της ατομικότητας και
επιτυγχάνεται μια εκστατική κατάσταση ενότητας. Τα όρια γκρεμίζονται και το
άτομο ταυτίζεται με το “παν”. Η ακατάσχετη δύναμη της μέθης τείνει να
“απονευρώσει” κάθε μορφή και περιορισμό και οδηγεί τον άνθρωπο σε μία
άνευ προηγουμένου αυτοεγκατάλειψη, στην οποία πολλές φορές αντιδρά με
τη μουσική. Η μέθη έτσι αποκτά μεταφυσικές διαστάσεις, σύμφωνα με την
οποία ο άνθρωπος λειτουργεί μέσα στην καρδιά του όντος, όχι πλέον εφόσον
έχει απωλέσει την “ατομικότητά του” ως καλλιτέχνης, αλλά ως καλλιτέχνημα.
Το ζήτημα που τίθεται είναι, αν το διονυσιακό και το απολλώνιο είναι
δύο βασικές δυνάμεις του όντος ή αν αντιστοιχούν το πρώτο στο ον και το
δεύτερο στο φαινόμενο.
Ο Νietzsche κατατείνει: “Αυτές οι δύο διαφορετικές τάσεις κινούνται
παράλληλα, τις περισσότερες φορές σε ανοιχτή σύγκρουση και
παρακινούνται αμοιβαία για καινούριες και πιο ισχυρές γέννες, οι οποίες
διαιωνίζουν έναν ανταγωνισμό που μόνο φαινομενικά υφίσταται υπό τον
συνήθη όρο «Τέχνη», ώσπου στο τέλος παρουσιάζονται ζευγαρωμένες και
έτσι γεννούν μία εξίσου διονυσιακή και απολλώνια μορφή τέχνης, την αττική
τραγωδία.
Ζωή και Θάνατος, μέσα από μία αιματοχυμένη και αβυσσαλέα
ανάμεσά τους αναμέτρηση, οδύνες και δίνες χαράς, θα ανταλλάξουν πυρά
αλλά και θα εναγκαλιστούν, γεννώντας την αρχαία τραγωδία.
Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε πως το εναρκτήριο λάκτισμα για την
σύλληψη της σχέσης “απολλώνιο - διονυσιακό” για το Νietzsche απετέλεσε η
διάκριση του κόσμου από τον Schopenhauer σε παράσταση και βούληση,
χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει, ότι ο Nietzsche υιοθετεί απόλυτα αυτή την
εκδοχή.
Κατά τον Shopenhauer, ο κόσμος μας δίδεται με δύο διαφορετικούς
(ως προς την υφή του τρόπους): ως παράσταση και ως βούληση. Η
βούληση είναι για το φιλόσοφο η “μεταφυσική αρχή” του κόσμου, το αιώνιο
και το αμετάβλητο, το απόλυτο, η βασική προϋπόθεση για οτιδήποτε
λαμβάνει χώρα στο σύμπαν.
Η παράσταση του κόσμου εδράζεται πάνω στο φαινόμενο, το οποίο
από μόνο του δεν θα ήταν τίποτε δίχως τη βούληση, η οποία αποτελεί την
ουσία του. Η γνώση του κόσμου, επομένως, που πηγάζει από τις
“παραστάσεις”, δεν σχετίζεται παρά μόνο με μία τυπική εξωγενή αλήθεια, η
οποία δεν μας πληροφορεί σχετικά με την φύση και την ουσία των δυνάμεων
που υφέρπουν μέσα στα πράγματα.
Η βούληση εκδηλώνεται με μεμονωμένες πράξεις και δεν
αποκαλύπτεται ποτέ στο σύνολο της, ούτε στην ενότητα της, ούτε στην ουσία
της. Η παράσταση λοιπόν αντανακλά το φαινομενικό, ενώ η βούληση την
ουσία του όντος, σε μία ανάλογη νοητική διεργασία της νιτσεϊκής δυαδικής
σύλληψης, “απολλώνιο - διονυσιακό”.
Σε μία άλλη ανάγνωση, θα μπορούσαμε να δούμε στον
αντικατοπτρισμό του Shopenhauer τον ίδιο τον Απόλλωνα, ο οποίος εκφράζει
την principium individuationis, νευραλγικής σημασίας στη θεωρία του
Shopenhauer. Ο ίδιος ο Nietzsche με εμφατικό τρόπο τονίζει: «Ναι θα
μπορούσαμε να πούμε για τον Απόλλωνα ότι σ’ αυτόν εκφράζεται με τον
πιο υπέροχο τρόπο η αδιάρρηκτη εμπιστοσύνη σ’ αυτήν την principium
και η ήρεμη ανάπαυση του ανθρώπου του αφοσιωμένου σ’ αυτήν. Και
μπορούμε να χαρακτηρίσουμε και τον ίδιο τον Απόλλωνα λαμπρή, θεία
εικόνα της principium individuationis, που μέσω των χειρονομιών και
των ματιών του, όλη η χαρά και η σοφία της “ψευδαίσθησης”, μαζί με
μέσα.29
Σύμφωνα λοιπόν με την παραπάνω νιτσεϊκή ερμηνεία περί τέχνης,
αναδύεται το δεύτερο χαρακτηρισμό του νιτσεϊκού ανθρώπου, ότι δηλαδή οι
μεγαλοφυείς άνθρωποι όχι μόνο διαθέτουν την ευφυΐα να συνειδητοποιούν
την τραγικότητα του όντος, αλλά μεταμορφώνει περαιτέρω ο καθένας στην
ιδιοσυγκρασιακή του σφαίρα την προβληματική της τραγικότητας σε
παραστάσεις, οι οποίες καταφάσκουν στη ζωή.
Στο σημείο αυτό, ο γερμανός φιλόσοφος ανακαλύπτει ισχυρούς
διανοητικούς δεσμούς με τη συμπεριφορά των αρχαίων Ελλήνων. Και αυτό,
γιατί ενώ συνειδητοποιούν σε όλο το εύρος την τραγικότητα της ύπαρξης και
της ζωής τους, αντιμετωπίζουν ωστόσο κατάματα τον τρόμο και τον πόνο και
προσπαθούν να περισώσουν με κάθε τρόπο την ύπαρξη τους.
Η σπουδαιότητα του εγχειρήματος έγκειται στο γεγονός, ότι με αρωγό
και όχημα την τραγωδία, οι έλληνες ξεπερνούν πεσιμιστικές συμπεριφορές
και σκοτεινές υπαρξιακά σκέψεις και αντιμετωπίζουν τη ζωή καταφατικά,
μέσω μίας στάσης την οποία ο φιλόσοφος αποκαλεί «πεσιμισμό της
δύναμης» και την περιγράφει ως διανοητική προτίμηση για την σκληρή και
προβληματική πλευρά της ζωής η οποία υπαγορεύεται από την «ευζωία και
την πληρότητα της ανθρώπινης ύπαρξης».
Υπό την παραπάνω ανάλυση, ο γερμανός φιλόσοφος τοποθετεί τους
Έλληνες υπεράνω συναισθημάτων φόβου και ελέους, τα οποία θα περιόριζαν
την τραγωδία σε μία «πένθιμη» και επικίνδυνη για τη ζωή τέχνη,
προσδιορίζοντας με τον τρόπο αυτό τη θέληση για τραγικό ως “δείγμα
ύψιστου πνευματικού σθένους”. Πρόκειται για μία απαράμιλλη ποιότητα
πνευματικού σθένους, το οποίο όχι μόνο δεν αποφεύγει οτιδήποτε επικίνδυνο
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Walter Kaufmann, ‘’F.Nietzsche- The Gay Science’’, New York, Vintage Books
1974
Walter Kaufmanns, ‘’ The Will to Power- F.Nietzsche’’, New York Random House
1967
S. Silk and J.P. Stein, ‘’ Nietzsche on Tragedy’’, Cambridge University Press 1990