Professional Documents
Culture Documents
6. Σημειώσεις Θ022 - Τέχνη Της Αναγέννησης Και Του Μπαρόκ 19-20 ΝΕΟ
6. Σημειώσεις Θ022 - Τέχνη Της Αναγέννησης Και Του Μπαρόκ 19-20 ΝΕΟ
6ο Εξάμηνο
Φλώρινα
Πρόλογος
Εισαγωγή
Οι Νεότεροι Χρόνοι
Ήδη από τον 13ο αιώνα διαφαίνονται οι αλλαγές στην κοινωνία της Δύσης που
οδηγούν στο πέρασμα από τον Μεσαίωνα στους Νεότερους Xρόνους: υποχώρηση
της φεουδαρχίας, δημιουργία ισχυρών εθνικών μοναρχιών, ανάπτυξη των πόλεων,
σταδιακή εμφάνιση και ενδυνάμωση της αστικής τάξης, ενίσχυση των συντεχνιών. Η
φεουδαρχία παρακμάζει αργά και η Εκκλησία εξακολουθεί να αποτελεί ισχυρό
ρυθμιστικό παράγοντα μέχρι τον 16ο αιώνα, επιβάλλοντας τη χριστιανική
κοσμοθεώρηση και την ερμηνεία του κόσμου με βάση το χριστιανικό δόγμα,
ελέγχοντας την παιδεία και την παραγωγή γνώσης και προσπαθώντας να επεκτείνει
το έλεγχό της και στα Πανεπιστήμια που δημιουργούνται αυτή την εποχή. Αν και η
παράδοση της κλασικής Αρχαιότητας -παρόλο που λειτουργούσε ανταγωνιστικά σε
σχέση με τη χριστιανική κοσμοθεώρηση- παρέμεινε ζωντανή, επηρεάζοντας τις
φιλοσοφικές, επιστημονικές και καλλιτεχνικές αντιλήψεις τόσο στη βυζαντινή
αυτοκρατορία όσο και στα κράτη της Δύσης, η επίδρασή της θα γίνει ισχυρότερη την
εποχή της Αναγέννησης και κυρίως από τον 14ο αιώνα και έπειτα.
Ο όρος Αναγέννηση
Ο όρος Αναγέννηση (rinascita) χρησιμοποιήθηκε τον 16ο αιώνα από τον ιστορικό
Τζόρτζιο Βαζάρι (1511-1574) για να χαρακτηρίσει την εποχή. Ο όρος σημαίνει το
ξαναζωντάνεμα των γραμμάτων και των τεχνών μετά από την περίοδο στασιμότητας
του Μεσαίωνα. Το 19ο αιώνα επανέρχεται ο όρος στο σύγγραμμα του γάλλου
συγγραφέα Jules Michelet, La Rennaissance (1855), και καθιερώνεται στο έργο του
γερμανού Jacob Burckhardt για τον πολιτισμό της Αναγέννησης (Die Kultur der
Renaissance in Italien, Stuttgart 1860). Αν και τα χρονολογικά όρια για τις
εκδηλώσεις του πολιτισμού είναι συμβατικά και σπάνια αντιπροσωπεύουν
πραγματικές τομές είναι αποδεκτός ο εξής διαχωρισμός περιόδων για την εποχή της
Αναγέννησης:
Πρωτοαναγέννηση: 14ος αιώνα, προδρομική φάση. (Καινοτομίες του Giotto (1266-
1337).
Πρώιμη Αναγέννηση: 15ος αιώνα (Quattrocento). (Διαγωνισμός για τη δεύτερη πύλη
του Βαπτιστηρίου της Φλωρεντίας (1401).
Ώριμη, κλασική Αναγέννηση: 1500-1527. Τελικό όριο το έτος λεηλασίας της Ρώμης
από τα στρατεύματα του Καρόλου του Ε΄.
Όψιμη Αναγέννηση ή Μανιερισμός: 1527-1600. Τελική φάση κατά την οποία
υποχωρεί το κλασικό ιδεώδες στην τέχνη.1
Η ακμή των τεχνών την εποχή της Αναγέννησης εκδηλώνεται σε μια περίοδο
παρατεταμένων πολεμικών συγκρούσεων. Τον 13ο και 14ο αιώνα είναι συχνοί οι
πόλεμοι επικράτησης βασιλέων και τοπικών ηγεμόνων. Η σύγκρουση ανάμεσα στον
Γάλλο βασιλιά Φίλιππο τον Ωραίο (1285-1314) και τον πάπα Βονιφάτιο τον Η΄(1294-
1303) οδηγεί στη μεταφορά της παπικής έδρας στην Αβινιόν 1305-1378 και στην
ταυτόχρονη ύπαρξη δύο παπικών εδρών την περίοδο1378-1417. Στη Γαλλία η κρίση
του φεουδαρχικού συστήματος κορυφώνεται με τη μακρόχρονη σύγκρουση Γαλλίας –
Αγγλίας, τον «Εκατονταετή Πόλεμο» (1337-1453). 2
Σημαντικά γεγονότα του 15ου και του 16ου αιώνα σηματοδοτούν μια σειρά από
αλλαγές που δίνουν την εντύπωση στους ανθρώπους της Αναγέννησης ότι ζουν σε
μια νέα εποχή, που χαρακτηρίζεται από την αίσθηση της ανανέωσης σε όλες τις
πτυχές της ζωής. Η άλωση της Κωνσταντινούπολης και η επικράτηση των
5
Οθωμανών στην Εγγύς και τη Μέση Ανατολή αποκόπτουν τους εμπορικούς δρόμους
για την Ασία. Η αναζήτηση νέων δρόμων οδηγεί στα μεγάλα ταξίδια και τις
ανακαλύψεις των Νέων Χωρών, που επιφέρουν σημαντικές οικονομικές και
κοινωνικές αλλαγές στις ευρωπαϊκές χώρες και παράλληλα σχετίζονται με
τεχνολογικά και επιστημονικά επιτεύγματα.
Τον 15ο αιώνα οι συγκρούσεις ανάμεσα στις ιταλικές πόλεις οφείλονται στη
γενικότερη τάση για τη δημιουργία συγκεντρωτικών δομών. Οι ισχυρότεροι
επικρατούν και κράτη όπως του Μιλάνο, της Φλωρεντίας, της Βενετίας, της
Νεάπολης και το παπικό κράτος κατορθώνουν να συνυπάρξουν μέσα από συνεχείς
διπλωματικές διαβουλεύσεις. Η ισορροπία θα διασαλευθεί, όταν το 1494 εισβάλλει
στην ιταλική χερσόνησο ο βασιλιάς της Γαλλίας Κάρολος Η΄. Το 1538 παύουν οι
επεμβάσεις των ξένων και οι λεγόμενοι «ιταλικοί πόλεμοι» και ο έλεγχος των
περισσότερων ιταλικών πόλεων περιέρχεται στον Κάρολο Ε΄ βασιλιά της Γερμανίας.
Η γεωγραφική θέση των ιταλικών πόλεων μεταξύ Ανατολής και Δύσης καθώς και
οι κτήσεις στην Ανατολή μετά τις εκστρατείες των σταυροφόρων ευνοούν τη ναυτιλία
και το εμπόριο για πόλεις όπως η Γένοβα και η Βενετία. Το χαλαρό φεουδαρχικό
σύστημα, η ανάπτυξη της αστικής τάξης και των συντεχνιών δημιουργούν πρόσφορο
έδαφος για την ανάπτυξη των εικαστικών τεχνών στις ιταλικές πόλεις.
Παρά τις συγκρούσεις ανάμεσα σε ομάδες που διεκδικούν την εξουσία –αστούς,
ευγενείς και φιλόδοξους στρατιωτικούς- καθώς και ανάμεσα στις πόλεις που
ανταγωνίζονται η μία την άλλη, η οικονομική ανάπτυξη των ιταλικών πόλεων τον 14ο
αιώνα βασίζεται στο εμπόριο και τη διακίνηση του χρήματος. Η ίδρυση τραπεζών και
το σύστημα δανεισμού ακόμα και σε ισχυρούς ηγεμόνες της Ευρώπης αποτελεί την
αρχή του κεφαλαιοκρατικού συστήματος. Με την υποχώρηση της φεουδαρχικής
αγροτικής οικονομίας η ύπαιθρος υποβαθμίζεται, και ο αστικός χώρος με τη μορφή
της «πόλης- κράτους» αποκτά ιδιαίτερη σπουδαιότητα.
Τη θέση της στατικής μεσαιωνικής κοινωνίας με τις αυστηρές ιεραρχίες σε
κοσμικό και εκκλησιαστικό επίπεδο διαδέχεται ο ταχύς ρυθμός της πόλης. Ο
αργόσυρτος χρόνος του Μεσαίωνα, που βασιζόταν στη θεολογική περιοδικότητα με
σημείο τέλους τη συντέλεια του κόσμου, δίνει τη θέση του στον χρόνο που
οριοθετείται από την ανθρώπινη δράση. Δεν είναι τυχαίο ότι από τον 14ο αιώνα
υψώνονται πύργοι ρολογιών στις ιταλικές πόλεις. Σύμφωνα με τον André Chastel:
«Η Αναγέννηση είναι η εποχής της ανυπομονησίας. Η ύπαρξη νοείται ως ένταση».3
Η Φλωρεντία
Κόζιμο των Μεδίκων, τον γιο του Πιέρο και τον εγγονό του Λορέντζο τον
μεγαλοπρεπή. Οι πολιτικές έριδες δεν λείπουν στη διάρκεια της διακυβέρνησης των
Μεδίκων. Ισχυρότατη είναι η αντίδραση, όταν το 1492 στην εξουσία έρχεται ο Πιέρο,
γιος του Λορέντζο, από ένα δομηνικανό μοναχό, τον Ιερώνυμο Σαβοναρόλα, που θα
υποκινήσει εξέγερση, φιλοδοξώντας να ιδρύσει μια χριστιανική λαϊκή δημοκρατία,
βασισμένη στους παλιούς κοινοτικούς θεσμούς. Ο Σαβοναρόλα επιδίδεται σε
κηρύγματα κατά της ακολασίας και του παγανισμού και στην πυρπόληση έργων
τέχνης, πολυτελών κοσμημάτων και ενδυμάτων και εκτοξεύει απειλές κατά των
πλουσίων και του μάταιου βίου τους. Νέες εσωτερικές έριδες και η αντίδραση του
πάπα οδηγούν στον απαγχονισμό του Σαβοναρόλα το 1498. Οι Μέδικοι επιστρέφουν
στην εξουσία το 1530 με την υποστήριξη του Καρόλου του Ε΄ (αυτοκράτορα που
ενοποιεί τα βασίλεια Γερμανίας και Ισπανίας) και το κράτος παίρνει νέα μορφή ως
Μεγάλο Δουκάτο της Φλωρεντίας.5
Υπό αυτές τις πολιτικές εξελίξεις στο δεύτερο μισό του 15ου και στις αρχές του
ου
16 αιώνα (1469-1527) ο Νικολό Μακιαβέλι σκιαγράφησε τα ιδεώδη της πολιτικής
διακυβέρνησης που στηρίζονταν στην επικράτηση του ηγεμόνα με κάθε τρόπο.6
Στη Φλωρεντία που αναπτύχθηκε ως μία τυπική πόλη της Αναγέννησης,
παρατηρούμε την εξέλιξη της κεφαλαιοκρατικής αστικής τάξης. Στην αρχή τα μέλη
της αριστοκρατικής τάξης και οι έμποροι βρίσκονται σε διαμάχη. Με την οικονομική
επικράτησή τους οι αστοί υιοθετούν έναν αυστηρό βίο που βασίζεται στην αξιοπιστία,
την ευυποληψία, τη φιλοπονία, τη λιτότητα και την απέριττη καλαισθησία που
εκφράζεται μέσα από τα έργο του Τζιότο. Καθώς σταδιακά μετατρέπονται σε
εισοδηματίες, η οικονομική ασφάλεια και αυτοπεποίθηση χαλαρώνει την
αυτοπειθαρχία τους. Επιζητούν την άνεση, την πολυτέλεια τις λεπτές απολαύσεις,
την επίδειξη. Η φιλοσοφική ενατένιση, η καλλιέργεια του πνεύματος, ο ποιητικός
ρεμβασμός γίνονται τα ιδανικά τους. Πρότυπο πλαίσιο ζωής δεν είναι η πολυθόρυβη
πόλη αλλά η εξοχή, όπου χτίζονται πολυτελείς βίλες. Παράλληλα οι παλιοί
αριστοκράτες εκσυγχρονίζονται, αποκτούν επιχειρηματικές δραστηριότητες και
γίνονται επίσης μαικήνες καλλιτεχνών και ανθρώπων του πνεύματος. Έτσι οι παλιοί
εκπρόσωποι της φεουδαρχίας και οι εκλεπτυσμένοι αστοί του 15ου αιώνα
συναντιούνται έχοντας ίδιες επιδιώξεις, ήθη και ιδανικά.7
Οι δομικές αλλαγές που συμβαίνουν στην κοινωνία την εποχή της Αναγέννησης
επιβάλλουν την επιλογή προτύπων από το παρελθόν και από μια συγκεκριμένη
ιστορική περίοδο. Τα πρότυπα αυτά δεν επιβάλλονται από την παράδοση των
συγκεκριμένων κοινωνιών, αλλά επιλέγονται συνειδητά, ώστε να οδηγήσουν στην
ανανέωση. Η Αναγέννηση ανατρέχει στην ελληνορωμαϊκή Αρχαιότητα, επειδή
υπάρχει κοσμοθεωρητική συνάφεια του αρχαίου κόσμου με τη νέα εποχή. Η
παρουσία των αρχαίων μνημείων στην Ιταλία λειτουργεί συμπληρωματικά. Αν και
αυτά υπήρχαν και σε προηγούμενες περιόδους, τώρα οι άνθρωποι τα
αντιμετωπίζουν διαφορετικά. Τα ερείπια των αρχαίων μνημείων διεγείρουν τη
φαντασία των Ιταλών, που παρά τη διαίρεσή τους έχουν συνείδηση της κοινής
καταγωγής από τους Ρωμαίους.
Ο Δάντης και ο Πετράρχης κάνουν αναφορές στα αρχαία ερείπια τον 14ο αιώνα
Ο Λορέντζο Γκιμπέρτι, γλύπτης από τη Φλωρεντία, τον 15ο αιώνα συνδέει την
παρακμή των τεχνών τον Μεσαίωνα με τη δίωξη της ειδωλολατρείας και την
καταστροφή των αρχαίων αγαλμάτων. Το πρώτο μισό του 15ου αιώνα πολλοί
καλλιτέχνες επισκέπτονταν τη Ρώμη για να διδαχθούν από τα μνημεία της
(Μπρουνελέσκι, Γκιμπέρτι, Ντονατέλο). Ο Γκιμπέρτι από την αρχαιομανία του είχε
υιοθετήσει το χρονολογικό σύστημα των Ολυμπιάδων στο έργο του
«Υπομνηματισμοί», ενώ είχε γίνει και συλλέκτης έργων τέχνης. Ονομαστή ήταν η
συλλογή του Λορέντζο του μεγαλοπρεπούς των Μεδίκων -άλλωστε και ο ίδιος ήταν
ποιητής, φιλόσοφος και ουμανιστής- με έργα τέχνης, γλυπτά, έργα μικροτεχνίας.9
Η στροφή στη μελέτη των αρχαίων ελληνικών συγγραμμάτων, που είχε ήδη αρχίσει
από τον 14ο αιώνα, ενισχύεται με την παρουσία και των ελλήνων λογίων στη Δύση
μετά την πτώση της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Ήδη από το 1439, όταν γίνεται στη
Φλωρεντία η σύνοδος και αποφασίζεται η ένωση των εκκλησιών, η παρουσία του
επισκόπου Νικαίας Βησσαρίωνα, μετέπειτα καρδιναλίου (1389/95-1472), και του
φιλοσόφου του Μυστρά Γεώργιου Γεμιστού ή Πλήθωνα (τέλη 14ου-μέσα 15ου αιώνα)
επιδρά στο πνευματικό κλίμα της πόλης και δίνει την αφορμή για τη δημιουργία της
νεοπλατωνικής Ακαδημίας, την οποία εμπνεύστηκε ο Κόζιμο των Μεδίκων,
επηρεασμένος από τη διδασκαλία του Πλήθωνα. Η σύνοδος αποτέλεσε ένα
σημαντικό πολιτικό γεγονός και η παρουσία του βυζαντινού αυτοκράτορα και της
συνοδείας του άσκησε επίδραση στους πολιτικούς και καλλιτεχνικούς κύκλους με
αποτέλεσμα η εικόνα του βυζαντινού αυτοκράτορα Ιωάννη Η΄ Παλαιολόγου να
απεικονιστεί σε μετάλλιο του Πιζανέλο και σε έργα τέχνης της εποχής, όπως στην
τοιχογραφία του Πιέρο ντε λα Φραντσέσκα (1420 περ. – 1492 περ.) στον Άγιο
Φραγκίσκο του Αρέτσο με θέμα την Ιστορία του Τιμίου Σταυρού, στην οποία η μορφή
του αυτοκράτορα επιλέχθηκε για να αποδοθεί η μορφή του Μ. Κωνσταντίνου.10
Στη διάρκεια του 15ου αιώνα βυζαντινοί λόγιοι διδάσκουν ελληνικά και παίζουν
σημαντικό ρόλο στις ηγεμονικές αυλές των ιταλικών πόλεων. Ο Δημήτριος
Χαλκοκονδύλης δίδαξε ελληνικά στην αυλή του Λουδοβίκου Σφόρτσα στο Μιλάνο,
που είχε επίσης δεχθεί δημιουργούς όπως ο Λεονάρντο ντα Βίντσι και ο
Μπραμάντε.11 Η αυλή του βασιλιά της Νεάπολης Αλφόνσο Α΄ της Αραγώνας (1442-
1458) φιλοξένησε πολλούς βυζαντινούς λογίους, όπως τον Ιωάννη Χρυσολωρά, τον
Θεόδωρο Γαζή, τον Γεώργιο Τραπεζούντιο, και για ένα διάστημα τον έλληνα
καρδινάλιο Βησσαρίωνα. Στο Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας ο Ιωάννης
Αργυρόπουλος δίδαξε δεκαπέντε χρόνια (1456-1471) στην έδρα της Φιλοσοφίας,
8
Το αρχαιογνωστικό ενδιαφέρον
Την εποχή αυτή με τη συλλογή χειρογράφων και επιγραφών κατά κάποιο τρόπο
θεμελιώνεται η επιστήμη της Αρχαιολογίας. Ο Κυριακός της Αγκόνας (1391-1452),
εμπορικός αντιπρόσωπος, ταξιδεύει 40 χρόνια στην Ανατολική Μεσόγειο (Δαλματία,
Αίγυπτο, Ελλάδα, Μ. Ασία, Κύπρο) και γνωρίζοντας ελληνικά, λατινικά και τουρκικά,
μελετά τα λείψανα αρχαίων πολιτισμών. Οι γνώσεις του προέρχονται από την
ταξιδιωτική εμπειρία και όχι από συστηματική μελέτη. Ωστόσο καταγράφει τις
εντυπώσεις του, σχεδιάζει μνημεία, όπως τον Παρθενώνα, τους στύλους του
Ολυμπίου Διός, την Πύλη του Αδριανού, την Αγία Σοφία στην Κωνσταντινούπολη. Οι
εντυπώσεις του συγκεντρώθηκαν στο πολύτομο έργο «Comentaria»
(Υπομνηματισμοί) που κάηκε στην πυρκαγιά που κατέστρεψε τη βιβλιοθήκη των
Σφόρτσα στο Πέζαρο. Σπαράγματα του έργου έχουν σωθεί σε επιστολές και στη
βιογραφία του, που έγραψε ο φίλος του Σκαλαμόντι. Ο Κυριακός άσκησε επίδραση
στους κύκλους των ηγεμόνων και λογίων της εποχής: αναλάμβανε διπλωματικές
αποστολές είχε γνωριμίες με τον Κόζιμο των Μεδίκων, τον Λιονέλο Ντ’ Έστε, τον
Βησσαρίωνα, τον Πλήθωνα. Με τον αρχαιογνωστικό του ζήλο ήθελε «να αναστήσει
τους νεκρούς …να ξαναζωντανέψει τα ένδοξα πράγματα που ήταν ζωντανά για
όσους ζούσαν στην Αρχαιότητα, αλλά θάφτηκαν και έμειναν νεκρά για αιώνες, μόνιμη
14
ύβρις στα χέρια ημιθανών ανθρώπων», όπως σημειώνεται σε επιστολή του.
Το αρχαιογνωστικό ενδιαφέρον αντικατοπτρίζεται και στο μυθιστόρημα
«Υπνερωτομαχία του Πολύφιλου» («Hypnerotomachia Polifili»), που αποδίδεται στον
δομηνικανό μοναχό Φραντσέσκο Κολόνα από το Τρεβίζο (1433-1527), γραμμένο
στον τύπο των ιπποτικών μυθιστοριών. Ο ερωτευμένος Πολύφιλος στην
περιπλάνησή του για την αναζήτηση της αγαπημένης του κάνει ένα παράλληλο ταξίδι
στο χρόνο, ανακαλύπτοντας αρχαίους τάφους, διαβάζοντας επιγραφές και
επιγράμματα, σύμφωνα με τις συνήθειες των λογίων της εποχής του.15
Η Πάδοβα γίνεται επίσης κέντρο αρχαιογνωστικής έρευνας. Κυρίαρχη μορφή ο
Μαντένια (1431-1506) κληρονομεί το ενδιαφέρον για την αρχαιότητα από το δάσκαλό
του Σκουαρτσιόνε (1394-1468) που ήταν συλλέκτης, αρχαιοπώλης και καλλιτέχνης.
Κοντά του εκτός από τον Μαντένια μαθήτευσαν και ο Κάρλο Κριβέλι (1435-1495) και
ο Σκιαβόνε (1436-1506). Ο Σκουαρτσιόνε σύμφωνα με πληροφορίες είχε ταξιδέψει
και είχε μείνει για πολύ καιρό στην Ελλάδα. Ο Βαζάρι στους βίους του γράφοντας για
τον Μαντένια αναφέρει ότι «διέθετε πλήθος από αγάλματα και πίνακες που του
χρησίμευαν για να διδάσκει την τέχνη στον Ανδρέα και τους συμμαθητές του, αντί να
9
τους δίνει δουλεμένα πρότυπα και νέα υποδείγματα». Μέσα στο κλίμα της
αρχαιολογικής καλλιτεχνικής διδασκαλίας του Σκουαρτσιόνε τοποθετείται το έργο του
Μαντένια που είχε μετατρέψει το εργαστήριό του (1466-73) σε μουσείο. Στο
υπέρθυρο είχε γράψει την επιγραφή «Ab Olympo», που είναι από τότε έμβλημα των
αρχαιολογικών μουσείων.16
Και η Μάντοβα, που βρίσκεται υπό την ηγεσία της οικογένειας των μαρκησίων
Γκονζάγκα, γίνεται αξιόλογο κέντρο των γραμμάτων και των τεχνών. Στην ηγεμονική
αυλή ο ουμανιστής Βιτορίνο ντα Φέλτρε αναπτύσσει τη διδασκαλία του. Ο Αντρέα
Μαντένια, αυλικός ζωγράφος των Γκονζάγκα, στο δουκικό ανάκτορο της Μάντοβας
παρουσιάζει τα έργα και ημέρες του ηγεμόνα στις τοιχογραφίες του «θαλάμου των
συζύγων» με τη ζωγραφισμένη ψευδαισθητική ανοικτή οροφή με τους ερωτιδείς.
Άλλωστε η σύζυγος του Φραγκίσκου Β΄ Γκονζάγκα (1484-1519), Ισαβέλλα Ντ’ Έστε
(1474-1539), είχε σχηματίσει στο σπουδαστήριό της (studiolo) συλλογή από αξιόλογα
έργα τέχνης, διατηρώντας επαφές με σημαντικές πνευματικές προσωπικότητες.17
Μέσα στο πνευματικό κλίμα που διαμορφώθηκε για την επαναφορά σε αξίες και
τύπους της Αρχαιότητας οι ουμανιστές στηλίτευσαν την καταστροφή των έργων της
Αρχαιότητας από τους χριστιανούς. Το αναστηλωτικό έργο των παπών που είχαν
ουμανιστικά ενδιαφέροντα αποτελεί την επανόρθωση μιας ιστορικής αδικίας, που
διέπραξαν οι χριστιανοί κατά των αρχαίων. Οι πάπες του 15ου αιώνα (Νικόλαος ο Ε΄
1447-1455, Πίος ο Β΄ 1458-1464) φροντίζουν για την ανακάλυψη αρχαίων έργων, τη
συντήρησή τους και την αναστήλωση αρχαίων μνημείων. Ο πάπας Σίξτος ο Δ΄
(1471-1484) συμπλήρωσε τη Λύκαινα του Καπιτωλίου και η μυθική τροφός του
Ρώμου και του Ρωμύλου έγινε πάλι σύμβολο της Ρώμης. Επί των ημερών του Πάπα
Ιούλιου του Β΄ (1501-1513) ανακαλύπτεται ο Απόλλων του Μπελβεντέρε και ο
Λαοκόων, που η ταύτισή του γίνεται από τον αρχιτέκτονα Τζουλιάνο ντα Σανγκάλο
(1445-1516) και τον Μιχαήλ Άγγελο. Η μελέτη των αρχαίων ερειπίων διαμορφώνεται
πιο συστηματικά από τον πάπα Λέοντα τον Ι΄ (1513-1521), γιο του Λορέντζο του
Μεγαλοπρεπούς, που αναθέτει στο Ραφαήλ τη θέση του εφόρου των Αρχαιοτήτων
της Ρώμης.18
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον εκδηλώνεται για την υιοθέτηση τύπων από την
αρχιτεκτονική της Αρχαιότητας. Μέσα στο κλίμα αυτό ο Αλμπέρτι χτίζει στη Μάντοβα
τους ναούς του αγίου Σεβαστιανού (1460) και του αγίου Ανδρέα (1470 περ.).
Σταδιακά υποχωρεί ο τύπος της τρίκλιτης βασιλικής και καθιερώνεται ο μονόχωρος
ναός με τάσεις περικεντρικές. Ο μικρός ναός (Tempieto) του αγίου Πέτρου στο
Μοντόριο (Ρώμη, 1502), έργο του Μπραμάντε, συνοψίζει αυτές τις ιδέες, που επίσης
παρουσιάζονται και στον περίκεντρο ναό στο κέντρο της εικόνας της ιδανικής πόλης
που αποδίδεται και στον Πιέρο ντελα Φραντσέσκα (τρίτο τέταρτο 15ου αιώνα, Δουκικό
Ανάκτορο, Ουρμπίνο). Ανάλογου τύπου αρχιτεκτονήματα παρουσιάζονται και σε
εικαστικά έργα άλλων καλλιτεχνών.19
Οι ναοί της ρωμαϊκής περιόδου, οι βίλες των αυτοκρατόρων, οι θριαμβικές αψίδες
και άλλα ρωμαϊκά κτίσματα δίνουν πρότυπα για τις αρχιτεκτονικές μορφές:
αψιδώματα, περιθυρώματα, παραστάδες, κίονες και ημικίονες. Το θεωρητικό
υπόβαθρο όμως παρέχεται από το σύγγραμμα για την αρχιτεκτονική του Βιτρούβιου.
Στο σύγγραμμα αυτό οι ανθρώπινες αναλογίες βρίσκονται στη βάση κάθε
συστήματος αναλογιών, ενώ το τετράγωνο και ο κύκλος είναι τα ιδανικά σχήματα για
την ανάπτυξη των κτηρίων. Βασισμένοι στον «Άνθρωπο του Βιτρούβιου» πολλοί
καλλιτέχνες χρησιμοποιούν σε κάθε σχεδιασμό που αφορά την αρχιτεκτονική ή τη
μαθηματική απόδοση του ζωγραφικού χώρου τις ανθρώπινες αναλογίες. Παράλληλα,
η αναφορά στους αρχιτεκτονικούς ρυθμούς της αρχαιότητας αποτελεί πηγή
προτύπων για τους αρχιτέκτονες της Αναγέννησης.20
10
Η ιδιαίτερη άνθιση των ουμανιστικών σπουδών μετά τα μέσα του 15ου αιώνα
χαρακτηρίζεται και από την έμφαση στη μελέτη του έργου του Πλάτωνα, καθώς ο
ανθρωποκεντρισμός και οι ηθικές και πολιτικές αρχές του συνάδουν με τις αντιλήψεις
και τις ανησυχίες των ανθρώπων της Αναγέννησης. Στη Φλωρεντία θα λειτουργήσει
η νεοπλατωνική Ακαδημία με την υποστήριξη του Κόζιμο των Μεδίκων, που το 1459
αναθέτει στον Μαρσίλιο Φιτσίνο τη μετάφραση έργων του Πλάτωνα. Η Ακαδημία
εγκατεστημένη στο Καρέτζι, εξοχική περιοχή κοντά στη Φλωρεντία, γνωρίζει ιδιαίτερη
αίγλη την εποχή του Λορέντζο του μεγαλοπορεπούς και σε αυτήν συμμετέχουν λόγιοι
και μέλη εύπορων οικογενειών, ενώ οι γυναίκες αποκλείονται, από σεβασμό στην
ιδέα του έρωτα, όπως διατυπώθηκε από τον Πλάτωνα. Οι νεοπλατωνικές αντιλήψεις
της Αναγέννησης αποτελούσαν ένα κράμα από την ιδεαλιστική πλατωνική
διδασκαλία, το χριστιανικό δόγμα και ανατολικές δοξασίες που βασίζονταν σε
ερμητικά κείμενα, όπως αυτά του Ζωροαστρισμού.21
Μια νεοπλατωνική αισθητική διαμορφώνεται, όπως δείχνουν τα κείμενα της
ωριμότητας του Μαρσίλιο Φιτσίνο (Συμπόσιο 1475, μελέτες για τον Πλωτίνο 1490).
Βασική αρχή αποτελεί ο πνευματικός χαρακτήρας του ωραίου που αντιδιαστέλλεται
με την ασχήμια της ύλης. Ο Φιτσίνο δέχεται τη μεταφυσική πραγματικότητα των
ιδεών, υιοθετώντας παράλληλα τις αρχές του Πλωτίνου και της πατερικής φιλολογίας
για την προέλευση των ιδεών από τον θείο νου. Η μακρινή ανάμνηση του κόσμου
των ιδεών είναι ενδιάθετη στην ανθρώπινη ψυχή. Η επίγεια ομορφιά την ενεργοποιεί
με αποτέλεσμα τα συναισθήματα που προκαλούνται από αυτήν να προέρχονται από
την ενθύμηση του υπέρτατου κάλλους. Η ύλη μεταστοιχειώνεται στην καλλιτεχνική
δημιουργία με τη συμβολή τριών στοιχείων: του αριθμού, της αναλογίας και του
φωτός, που οδηγούν στην αποκατάσταση της τάξης, στην αρμονία και την
αποπνευμάτωση. Οι απόψεις αυτές για το ωραίο επηρεάζουν όχι μόνο το ύφος των
ζωγράφων αλλά και διαμορφώνουν τη θεματογραφία πολλών αναγεννησιακών
έργων. Τα έργα του Σάντρο Μποτιτσέλι Άνοιξη και Γέννηση της Αφροδίτης, όπως και
το πνεύμα των έργων του Μιχαήλ Αγγέλου φανερώνουν την επίδραση των ιδεών του
νεοπλατωνισμού. 22
Η ουμανιστική κίνηση διαμορφώνει το πνευματικό κλίμα μέσα στο οποίο άνθισε η
τέχνη της Αναγέννησης. Συχνά ουμανιστές και καλλιτέχνες συνεργάζονται στην
εκπόνηση εικονογραφικών προγραμμάτων με σύνθετες αλληγορίες, σύμβολα και
προσωπικά εμβλήματα που είναι δύσκολο να αποκρυπτογραφηθούν, όπως οι
τοιχογραφίες της «Αίθουσας των Μηνών» στο Ανάκτορο Σκιφανόια της Φεράρας και
τα εικονογραφικά προγράμματα στις αίθουσες (stanze) του Βατικανού και στην
οροφή της Καπέλα Σιξτίνα, όπου ο θεολογικός στοχασμός συνδυάζεται με την
ουμανιστική παιδεία. Παράλληλα, η στροφή στη μελέτη της Αρχαιότητας φορτίζει με
νέο νόημα παλιά μυθολογικά θέματα: Ο Ηρακλής συμβολίζει τον μόχθο και τους
άθλους της ενεργητικής ζωής, ο Προμηθέας προβάλλεται ως πρότυπο
παντοδυναμίας και επινοητικότητας, καθώς η τέχνη παρουσιάζεται ως το πεδίο όπου
ο άνθρωπος μπορεί με τη δημιουργική του ικανότητα να οικοδομήσει έναν κόσμο στα
μέτρα του.23
Η νέα αντίληψη για τον κόσμο και τον άνθρωπο αντικατοπτρίζεται και στο
εικαστικό σύστημα. Η αναπαράσταση του κόσμου βασίζεται στην εμπειρία και τη
γνώση μέσα από μια καινούρια πλαστική γλώσσα με κύριο στόχο τη μελέτη της
προοπτικής, καθώς οι ζωγράφοι δεν αρκούνται στα σχήματα της παράδοσης.24
Η ανανέωση των τεχνών –αρχιτεκτονικής, γλυπτικής και ζωγραφικής-
καθορίστηκε από δύο βασικές παραμέτρους: τη «μίμηση της φύσης» και την
υιοθέτηση προτύπων από την τέχνη της Αρχαιότητας. Η τάση για φυσιοκρατική
απόδοση στο έργο του Τζιότο τον 14ο αιώνα επαινέθηκε από τον Πετράρχη, το
Δάντη, το Βοκκάκιο και πολλούς μεταγενέστερους. Η καταφυγή στις μορφές της
τέχνης της αρχαιότητας είναι συχνότερη από τον 15ο αιώνα. Αν και η πλατωνική
διδασκαλία είχε καταδικάσει τις τέχνες που βασιζόταν στη μίμηση των φυσικών
11
πραγμάτων, γιατί έτσι απείχαν ακόμα περισσότερο από την αλήθεια του κόσμου των
ιδεών, άλλοι αρχαίοι συγγραφείς αποδέχονται τον μιμητικό ρόλο της τέχνης. Η
άποψη ότι οι μορφές της τέχνης δεν υστερούν από αυτές της φύσης, αντίθετα
μπορούν να τις υπερβούν, γιατί διορθώνουν τις φυσικές ατέλειες με τη μελέτη των
μαθηματικών αναλογιών, όπως συνέβη με το έργο του Πολύκλειτου, καθώς και οι
απόψεις για το συνδυασμό χαρακτηριστικών από διαφορετικούς ανθρώπους στην
απόδοση μιας τέλειας καλλιτεχνικής μορφής απηχούν τις αντιλήψεις για το ιδεατό
κάλλος που απαντά και στην αναγεννησιακή τέχνη.25
Ο Λεόν Μπατίστα Αλμπέρτι, αρχιτέκτονας και θεωρητικός της τέχνης της
Αναγέννησης, ανάγει τη ζωγραφική στη λειτουργία του καθρέφτη. Αυτή η μιμητική
λειτουργία της τέχνης πραγματώνεται με τρεις τρόπους: α) Κατανόηση των
διαδικασιών και των νόμων της φύσης, ώστε να είναι δυνατή η σωστή ανάπλαση των
μορφών της. β) Επιλογή των τελειότερων μορφών του φυσικού κόσμου. γ)
Υπέρβαση των ατελειών της φύσης με την εφαρμογή νόμων, όπως της συμμετρίας,
της αναλογίας, της αρμονίας κ.α., πολλούς από τους οποίους είχαν ανακαλύψει οι
καλλιτέχνες της αρχαιότητας.26
γραμμών και δίνουν έμφαση στην απόδοση της κίνησης. Συχνά περιφρονούν τους
κανόνες της προοπτικής, αποδιαρθρώνοντας το χώρο και αγνοώντας τη δομική του
ομοιογένεια. Οι μορφές χαρακτηρίζονται από σκληρά τονισμένα περιγράμματα,
τραχιά χρώματα, και έντονες αντιθέσεις φωτεινών και σκοτεινών περιοχών.27
βιβλικά θέματα είναι λίγα, ενώ συνηθέστερες είναι οι ηθογραφικές σκηνές, νεκρές
φύσεις, τα τοπία, οι προσωπογραφίες.
Γενικεύοντας μπορούμε να πούμε ότι τα χαρακτηριστικά της ζωγραφικής του
μπαρόκ συνοψίζονται ως εξής: Αίσθηση της κίνησης, της θεατρικότητας και της
υπερβολής στην προσπάθεια για πρόκληση συγκίνησης και συμμετοχής του θεατή
στα εικονιζόμενα. Ασάφεια περιγραμμάτων, έντονες αντιθέσεις σκιάς – φωτός,
προτίμηση για την καμπύλη αντί της ευθείας γραμμής, τις έκκεντρες δυναμικές
συνθέσεις και το παράδοξο.28
Τα μυθολογικά θέματα
Α. Ιστορική παράδοση
Κατά τον Μεσαίωνα τα πρόσωπα της μυθολογίας συνέχισαν να υφίστανται ως
ιστορικά πρόσωπα μέσα από την ορθολογική ερμηνεία των μύθων. Άλλωστε στον
Μεσαίωνα δεν υπήρχε η αντίληψη της ιστορίας ως διαδοχή περιόδων και οι
άνθρωποι είχαν την αίσθηση της συνέχειας. Η διάκριση ιστορικών περιόδων με
διαφορετικά πολιτισμικά χαρακτηριστικά αρχίζει να διαφαίνεται στην Αναγέννηση και
παγιώνεται την εποχή του Διαφωτισμού.
Στην εποχή του Μεσαίωνα οι μύθοι επιβιώνουν μέσα από την επίδραση των
απόψεων του Ευήμερου (330-260π.Χ.) ο οποίος υποστηρίζει ότι οι αρχαίοι θεοί ήταν
θνητοί που ζούσαν σε ένα εξωτικό νησί και κατόπιν θεοποιήθηκαν. Αυτοί οι
εξαιρετικοί θνητοί θεωρήθηκαν ευεργέτες της ανθρωπότητας και, έχοντας χάσει το
θεϊκό χαρακτήρα τους, μαζί με άλλους σοφούς και φιλοσόφους, όπως ο Πλάτων και ο
Σωκράτης πήραν τη θέση τους δίπλα στους Πατριάρχες, τους Προφήτες και τους
Κριτές σε βυζαντινές και μεταβυζαντινές τοιχογραφίες και στις πύλες των καθεδρικών
ναών της Δύσης.
Β. Φυσική παράδοση
Κατά τον Seznec στο πεδίο της φυσικής παράδοσης οι μύθοι επιβιώνουν μέσα από
τη φυσική φιλοσοφία που στον Μεσαίωνα είναι η αστρολογία, που γνωρίζει ιδιαίτερη
άνθηση κατά την ύστερη Αρχαιότητα, εποχή μεγάλων αλλαγών και μετάβασης που
προκαλεί αβεβαιότητα στους ανθρώπους. Η αστρολογία κυριαρχεί ως σύστημα
κοσμοθεώρησης που σχετίζεται με τον καθορισμό της ανθρώπινης μοίρας μέχρι την
εποχή του Διαφωτισμού. Σύμφωνα με τις αρχές της αστρολογίας στον κόσμο των
πλανητών, το βασίλειο του καλού σε αντίθεση με τον επίγειο κόσμο όπου βασιλεύει
το κακό, είναι γραμμένη η ανθρώπινη μοίρα. Οι πολύπλοκες σχέσεις ανάμεσα στον
αστρικό κόσμο και τα γήινα βασίζονται σε ένα σύστημα αντιστοιχιών που
περιλαμβάνει όλα τα φαινόμενα, τα φυσικά στοιχεία, τις εποχές, τα ορυκτά, τις ηθικές
αξίες και τις ανθρώπινες κράσεις.
16
Οι πλανήτες και τα ζώδια είχαν πάρει τις ονομασίες τους από τους αρχαίους
θεούς και έτσι αυτοί επιβιώνουν μέσα από την αστρολογία, βασικό στοιχείο του
ελληνορωμαϊκού πολιτισμού που περνάει και στον Μεσαίωνα, παρά τις αρχικές
αντιρρήσεις της εκκλησίας. Η επαφή με τους Άραβες στις σταυροφορίες ενδυναμώνει
τον ρόλο της αστρολογίας και του αποκρυφισμού, κυρίως από τον 11ο αιώνα Λέγεται
ότι ακόμα και πατριάρχες ασχολούνταν με την αστρολογία, τη μαντική και τη μαγεία.
Στην Αναγέννηση οι αντιλήψεις αυτές συνεχίζουν να είναι διαδεδομένες. Ο Ιούλιος ο
Β΄ όρισε την ημέρα της ενθρόνισής του σύμφωνα με τις συμβουλές των αστρολόγων,
ενώ ο Λέων ο Ι΄ ίδρυσε έδρα αστρολογίας στη Sapienza. Ο ιδιαίτερος ρόλος της
αστρολογίας διαφαίνεται στη διαμόρφωση της εικονογραφίας σε κοσμικά και
θρησκευτικά έργα (Φεράρα, τοιχογραφίες στο Παλάτσο Σκιφανόια, Αίθουσα των
Μηνών).
Γ. Η Ηθική παράδοση
Στην ηθική παράδοση η αλληγορική ερμηνεία των μύθων χρησιμοποιείται με
ψυχωφελή σκοπό ως ηθική διδαχή. Μέσα από ένα πολύπλοκο σύστημα
συσχετισμών οι αρχαίοι θεοί ταυτίζονται με τις αρετές, τις καταστάσεις της ψυχής και
με πλήθος αφηρημένες έννοιες.
Για παράδειγμα ο Κρόνος ταυτίζεται με τη σύνεση και εφόσον η σύνεση
συνίσταται στη μνήμη, την ευφυΐα, και την προνοητικότητα και αυτές ταυτίζονται με τα
παιδιά του Κρόνου που είναι η Ήρα (μνήμη), ο Ποσειδώνας (ευφυΐα), ο Πλούτωνας
(προνοητικότητα) και ο Δίας (καλοσύνη), όπου και συμποσούνται η σύνεση, η σοφία
και η ευφυΐα. Στο πλαίσιο αυτής της αλληγορικής ανάλυσης αποδίδονται μια σειρά
από σύνθετα σύμβολα στις μορφές της μυθολογίας. Έτσι η Ήρα που ταυτίζεται με τη
μνήμη φοράει πέπλο, για να κρύψει τη ντροπή της εφόσον η μνήμη θυμίζει τις
αμαρτίες. Έχει ως διάδημα το ουράνιο τόξο, σημάδι συμφιλίωσης με το θεό μετά τη
μετάνοια. Είναι αρωματισμένη, δήλωση της χαράς για τη συμφιλίωση με τον θεό.
Κρατάει σκήπτρο, σημάδι της ανάκτησης της κυριαρχίας του εαυτού μετά την
απώλειά της εξαιτίας της αμαρτίας.
Στην Αναγέννηση οι μύθοι γίνονται πιο γνωστοί όχι από τα πρωτότυπα έργα
αλλά από τους σχολιασμούς των νεοπλατωνικών κυρίως συγγραφέων. Έτσι στις
ερμηνείες που είχαν συσσωρευθεί από άλλες εποχές προσθέτει και η Αναγέννηση τις
δικές της. Στο Βυζάντιο ο Μιχαήλ Ψελλός τον 11ο αιώνα επανερμηνεύει τους μύθους
επί το χριστιανικότερο βασισμένος στα ομηρικά έπη, ενώ στη Δύση η αλληγορική
χρήση των μύθων εντείνεται από τον 12ο – 13ο αιώνα βασισμένη και στις
«Μεταμορφώσεις» του Οβίδιου και στο διδακτικό χαρακτήρα που απορρέει από
αυτές.34
Τον 15ο αιώνα το έργο του νεοπλατωνικού φιλοσόφου Γεώργιου Γεμιστού ή
Πλήθωνα, που έζησε κυρίως στο Μυστρά στην αυλή του Θεόδωρου Β΄ Παλαιολόγου,
άσκησε μεγάλη επίδραση. Ο Πλήθων θεωρούσε το χριστιανισμό παρακμή της
σκέψης. Δημιούργησε ένα σύστημα παγκόσμιας θρησκείας που το ονόμασε «Νόμων
Συγγραφή» και το οποίο σώζεται αποσπασματικά. Σ΄ αυτό πηγή του Σύμπαντος είναι
ο Δίας, μεγάλος θεός της πρώτης εποχής. Κάτω από το Δία τοποθετημένοι οι άλλοι
θεοί ταυτίζονται με αφηρημένες έννοιες και στοιχεία της φύσης. Το σύστημα του
Πλήθωνα σχετίζεται και με τις αστρολογικές αντιλήψεις. Στη Δύση τον 14ο αιώνα και
15ο αιώνα με τη διάδοση του Νεοπλατωνισμού δημιουργείται ένα σύστημα
πολύπλοκων αλληγοριών, συνδυάζοντας τη θρησκευτική με τη «θύραθεν παιδεία».
Διαμορφώνεται έτσι η λεγόμενη επιστήμη των συμβόλων, η Εμβληματική. Έμβλημα
είναι μια εικόνα που περιέχει μια διδαχή. Για να μπορέσει να αναγνωρίσει κανείς το
έμβλημα χρειάζεται μια εξήγηση. Αρχίζουν να γράφονται εγχειρίδια εμβληματικής,
όπως το «Emblematum Liber» (1531) του Andrea Alciati. Τα εμβλήματα των αρχαίων
θεών ερμηνεύονται ως εξής: Η Αφροδίτη που πατάει σε χελώνα: «Σιγή γυναικί
κόσμον φέρει».
Την εποχή της Αναγέννησης τα μυθολογικά θέματα έχουν απήχηση και στους
κύκλους της εκκλησίας, γιατί είναι μέρος της παιδείας των ανώτερων κληρικών. Η
17
κλασική μόρφωση είχε κύριο συστατικό την αρχαία μυθολογία. Για να αποφύγουν τη
λογοκρισία της εκκλησίας επικαλούνται την αλληγορική ερμηνεία των μύθων, όταν
δίνουν παραγγελίες για έργα με ανάλογα θέματα που κοσμούν εκκλησιαστικούς
χώρους.
Δ. Η εγκυκλοπαιδική παράδοση
Κατά τον Seznec η εγκυκλοπαιδική παράδοση συνιστά την προσπάθεια του
Μεσαίωνα να ερμηνεύσει τον κόσμο με τη λεγόμενη Scientia Universalis. Πρόκειται
για την επιστήμη που σκοπό έχει να συναιρέσει όλη την ποικιλία του κόσμου σε ένα
μεγαλειώδες σύνολο, όπου όλα εξηγούνται σύμφωνα με τις αντιστοιχίες τους
(Concordanciae). Με βάση το σχήμα αυτό όλη η γνώση μπορεί να παρασταθεί
διαγραμματικά. Η θεωρία αυτή βασίστηκε στην επιστήμη των αριθμών και στο
αριστοτελικό σύστημα των σφαιρών. Στο σύστημα αυτό όλα έχουν τη θέση τους, οι
αρχαίοι θεοί και τα μυθολογικά πρόσωπα. Γι’ αυτό και στις εκκλησίες εικονίζονται
πρόσωπα από διαφορετικές εποχές της κοσμικής και θρησκευτικής ιστορίας:
Σίβυλλες μαζί με Προφήτες, η Αθηνά μαζί με αγίους, ο Έκτορας με τον Καίσαρα κλπ.
Οι αντιστοιχίες αυτές δεν γίνονται τυχαία, αλλά περιγράφονται στα μυθολογικά
εγχειρίδια που η κυκλοφορία τους είναι διαδεδομένη ιδιαίτερα το 16ο αιώνα
Η επιβίωση των αρχαίων μύθων έγινε δυνατή μέσα από την αλληγορία,
παράλληλα με ποικίλες μεταμορφώσεις και εικονογραφικές αλλαγές των
μυθολογικών μορφών. Στον Μεσαίωνα και την πρώιμη φάση της Αναγέννησης τα
πρόσωπα της μυθολογίας προσαρμόζονται στις ενδυματολογικές συνήθειες της
εποχής. Στην ώριμη Αναγέννηση με την επικράτηση του αρχαιογνωστικού
ενδιαφέροντος αποκαθίστανται ως ένα βαθμό οι αρχαίοι τύποι.35
18
Η εικονολογική μέθοδος
Σχολιασμός έργων
22
23
Giotto di Bondone (Τζιότο ντι Μποντόνε) 1267-1337. Λέγεται ότι ήταν βοσκός και
καθώς σχεδίαζε πάνω σε πέτρες τον πρόσεξε ο Cimabue. Ο Giotto μνημονεύεται
από τον Δάντη, τον Πετράρχη και τον Βοκάκιο, όπως και από τους Αλμπέρτι,
Γκιμπέρτι και Βαζάρι. Είχε επεκτείνει τη δράση του σε διαφορετικές πόλεις της
Ιταλίας: Φλωρεντία, Ρώμη, Ασίζη, Πάδοβα, Ρίμινι, Νάπολη, Μιλάνο. Σε αυτόν
αποδίδεται η διαμόρφωση του καμπαναριού του καθεδρικού ναού της Φλωρεντίας,
Σάντα Μαρία ντελ Φιόρε39. Στο καμπαναριό δουλεύει αρχικά ο Arnolfo de Cambio
(1296) και οι εργασίες συνεχίζονται με τον Giotto (1332) που παίρνει και τον τίτλο του
Capomaestro. O Giotto είναι τεχνίτης που συγκεντρώνει πολλές ιδιότητες και
δεξιότητες, χαρακτηριστικό των ανθρώπων στο μεσαίωνα που συνεχίζεται και στην
Αναγέννηση.
δεξιά με την μορφή του γυμνού από φύλλα δένδρου. Το σώμα το Ιησού εκτείνεται
στον κατά μήκος άξονα της παράστασης, διακόπτεται όμως η ορατότητά του από μία
καθισμένη μορφή σε πρώτο επίπεδο με την πλάτη στον θεατή. Το ίδιο μοτίβο κλείνει
στο επίπεδο αυτό την παράσταση από αριστερά. Ο Τζιότο δηλώνει έντονα τη θλίψη
και τον πόνο για τον θάνατο του Ιησού, καθώς δείχνει τη μητέρα να αγκαλιάζει τον γιο
της, ένας από τους μαθητές να αγγίζει τα πόδια του Ιησού και άλλους παριστάμενους
να εκφράζουν τα συναισθήματά τους χειρονομώντας έντονα. Η διευθέτηση των
μορφών, οι στάσεις των σωμάτων και οι εκφράσεις στα πρόσωπα δείχνουν τη
διάθεση του ζωγράφου να απεικονίσει το θείο δράμα σαν μία σκηνή από την
πραγματικότητα, ώστε ο θεατής να συμμετάσχει συναισθηματικά στη θέαση της
παράστασης. Απομακρύνεται από την επανάληψη των εικονογραφικών τύπων,
χωρίς όμως να ενδίδει σε έναν απόλυτο νατουραλισμό. Οι μορφές γίνονται ογκηρές
και κατακτούν τον χώρο, υποχωρούν τα διακοσμητικά στοιχεία του γοτθικού ύφους,
αλλά τα πρόσωπα εξακολουθούν να έχουν τυποποιημένα χαρακτηριστικά. Στον
ουρανό οι άγγελοι σε ποικίλες στάσεις μορφάζουν από φρίκη μπροστά στο μυστήριο
του θανάτου του υιού του Θεού. Η ιερατικότητα της σκηνής δεν υποβαθμίζεται από τη
διάθεση του ζωγράφου να πλησιάσει την αναπαράσταση της ανθρώπινης εμπειρίας.
Με το έργο του όμως ανοίγει τον δρόμο για τη μετάβαση από τον Μεσαίωνα στην
Αναγέννηση.40
25
Francesco del Cossa (Φραντσέσκο ντελ Κόσα ) 1436 Φεράρα - 1478 Μπολόνια.
Μαζί με τον Cosmè Tura (1430-1495;) και τον Ercole di Roberti (1451/56-1496)
αποτελούν τους σημαντικούς ζωγράφους της Σχολής της Φεράρας του 15ου αιώνα
Τοιχογραφίες των τριών ζωγράφων υπάρχουν στην Αίθουσα των Μηνών (1469-
1471), στο Palazzo Schifanoia, θερινό ενδιαίτημα του δούκα Borso d’ Este στη
Φεράρα. Σώζονται οι παραστάσεις που αποδίδουν τους μήνες από τον Μάρτιο ως
τον Σεπτέμβριο. Ο Κοσμέ Τούρα, επίσημος αυλικός ζωγράφος, προμήθευσε
πιθανώς το εικονογραφικό πρόγραμμα σε συνεργασία με τον αστρολόγο της αυλής,
που βασίστηκε στο διδακτικό ποίημα Αστρονομικόν του λατίνου ποιητή Μάρκου
Μανίλιου. Αστρονομικά σύμβολα, προσωποποιήσεις των πλανητών και σημεία του
ζωδιακού κύκλου υπάρχουν και σε άλλες τοιχογραφίες, όπως στα Διαμερίσματα του
Βοργία στο Βατικανό. Το 1470 ο Francesco del Cossa εγκαθίσταται οριστικά στη
Μπολόνια δυσαρεστημένος από την αμοιβή που του κατέβαλε ο δούκας για την
εικονογράφηση της Αίθουσας των Μηνών.
Η αίθουσα ήταν χωρισμένη σε δώδεκα τμήματα. Η εικονογράφηση κάθε μήνα είχε
τριμερή διάταξη.
Επάνω: O θρίαμβος του θεού, που συνδέεται με το αντίστοιχο ζώδιο (Αθηνά -
Μάρτιος - Κριός, Απόλλωνας - Μάιος - Δίδυμοι).
Μέση: ζωδιακά σύμβολα και δεκανοί. Η λέξη δεκανός απαντάται στους παπύρους
από το 2ο αιώνα π.Χ. Πλάστηκε πιθανώς ως αντίστοιχη προς κάποιον όρο της
αιγυπτιακής αστρολογίας.
Κάτω: «Έργα και Ημέραι» του ηγεμόνα της αυλής.
Κατά το σύστημα αυτό ο άνθρωπος συνδέεται με τη θεότητα και το ζώδιο κάτω από
το οποίο έχει γεννηθεί. Ο συνολικός εικονογραφικός κύκλος κάνει ορατή την
αστρολογική θεωρία κατά την οποία οι αρχαίοι θεοί είναι οι κοσμοκράτορες.41
γονιμότητας. Δεξιά σε ύψωμα οι Τρεις Χάριτες, κρατώντας μήλα στα χέρια τους· στα
πόδια τους οι εραστές έχουν αποθέσει προσφορές.
Ο ζωγράφος αποδίδει το θέμα σύμφωνα με τη μεσαιωνική μυθογραφική και
εικονογραφική παράδοση. Στο θρίαμβο της Αφροδίτης και στις άλλες τοιχογραφίες οι
αρχαίοι θεοί αποδίδονται σαν άρχοντες της εποχής. Το στοιχείο αυτό, όπως και τα
ζευγάρια που χαριεντίζονται με ευπρέπεια, μετατρέπουν τον αρχαίο μύθο σε
ιπποτική μυθιστορία.
Μεσαία ζώνη: Το ζώδιο του ταύρου - οι δεκανοί: Το ζώδιο του ταύρου, ο ήλιος και
οι δεκανοί. Οι τελευταίοι ήταν αστρολογικές προσωποποιήσεις των τριών
δεκαημέρων του μήνα με ινδική και περσική προέλευση. Γυναίκα με αγοράκι/
καθισμένος γυμνός άνδρας με κλειδί/ γυμνός άνδρας που κρατάει δράκοντα και
βέλος, συνοδευόμενος από άλογο και σκυλί.
Κάτω ζώνη: Έργα και ημέρες του Δούκα Μπόρσο ντ’ Έστε και της αυλής του.
Σκηνή γυρισμού από το κυνήγι. Ο χώρος επεκτείνεται με το τοπίο που φαίνεται από
το άνοιγμα της πύλης. Ερωδιός που μετεωρίζεται σε παράδοξη στάση. Πάνω από τη
σκηνή εικόνα με τις διασκεδάσεις της αυλής. Αγώνας δρόμου, ανθρώπων, αλόγων
και όνων. Γραμμική ανάπτυξη σε τρεις ζώνες. Κάτω δεξιά σκηνή γενναιοδωρίας: ο
ηγεμόνας προσφέρει φιλοδώρημα στο γελωτοποιό της αυλής.42
Οι τρεις Χάριτες: σύμφωνα με τον αρχαίο τύπο, ενώ ο Άρης και η Αφροδίτη με
μεσαιωνική περιβολή. Ο τύπος των τριών Χαρίτων διαμορφώθηκε στην αρχαία
Ελλάδα στο πλαίσιο ενός ιδανικού Πανθέου: κόρες της Ευρυνόμης και του Δία:
Αγλαΐα, Ευφροσύνη, Θαλία. Θεότητες της βλάστησης, πηγή εύνοιας για τους
ανθρώπους, συνήθως σύζυγοι των θεών και ακόλουθοι της Αφροδίτης.43
Οι θεές απεικονίζονται γυμνές να χορεύουν κρατώντας τα χέρια. Παράλληλα
υπάρχει και ντυμένος τύπος. Οι δύο είναι στραμμένες προς το θεατή, ενώ η τρίτη έχει
γυρισμένη την πλάτη. Σε μικρογραφία από μεσαιωνικό χειρόγραφο του 12ου αιώνα
(Βρετανικό Μουσείο) οι Χάριτες παρουσιάζονται κρυμμένες πίσω από ένα ύφασμα.
Στις αρχές του 15ου αιώνα φαίνεται ότι αποκαθίσταται στη ζωγραφική της
Αναγέννησης το αρχαίο εικονογραφικό πρότυπο των Τριών Χαρίτων. Την εποχή
αυτή ένα μαρμάρινο σύμπλεγμα των Τριών Χαρίτων ανακαλύπτεται στη Ρώμη. Το
ίδιο θέμα εικονίζεται και σε τοιχογραφία της Πομπηίας που βρίσκεται στο Εθνικό
Μουσείο της Νεάπολης. Ο γλύπτης Antonio Federighi το σχεδιάζει γύρω στα 1470-
80, αποδίδοντας και τις δύο όψεις του γλυπτού. Το 1502 ο καρδινάλιος Piccolomini
το στέλνει στον καθεδρικό της Σιέννας, όπου βρίσκεται ακόμα. Το σύμπλεγμα
επηρέασε τον Francesco del Cossa, όπως και άλλους καλλιτέχνες της εποχής.
Πίνακας του Ραφαήλ στο Μουσείο Condée, στο Σαντιγύ της Γαλλίας, αντιγράφει το
ίδιο σύμπλεγμα. 44
27
28
Η Άνοιξη, 1477/78 περ., τέμπερα σε ξύλο, 203X314 εκ., Gallerie degli Uffizi,
Φλωρεντία.
Παραγγελία μέλους της οικογένειας των Μεδίκων για μια αίθουσα της Villa di
Castello. Ο πίνακας αποτελούσε δίπτυχο με τη Γέννησης της Αφροδίτης. Ο νεαρός
κάτοχος, Lorenzo di Pierfrancesco 15 ετών, είχε να αντλήσει από αυτά ένα
εποικοδομητικό δίδαγμα, σύμφωνα με τις αντιλήψεις των ουμανιστών για την
παιδαγωγική λειτουργία της Αφροδίτης. Οι παραστάσεις είναι σύνθετες και οι
εικονολόγοι δυσκολεύονται να αποκρυπτογραφήσουν τους πίνακες.
Η σκηνή διαδραματίζεται σε έναν πορτοκαλεώνα. Ο Ερμής με κηρύκειο αγγίζει
τους χρυσούς καρπούς. Στο κέντρο του ιερού άλσους η Αφροδίτη, σεμνή και ιερατική
σαν Παναγία παρά σαν θεά (βλ. μαντόνες του γοτθικού στυλ). Ο τυφλός Έρωτας
σημαδεύει μία από τις Τρεις Χάριτες. Δεξιά της Αφροδίτης βρίσκεται η Ώρα της
Άνοιξης. Πιο πίσω η νύμφη Χλωρίς κυνηγημένη από τον Ζέφυρο. Το έδαφος
διάσπαρτο από λουλούδια που αποδίδονται με ακρίβεια. (Σύμφωνα με τη μυθολογία
οι Ώρες σχετίζονταν με τον κύκλο του χρόνου, με τις εποχές. Ήταν κόρες του Δία και
της Θέμιδος: Ευνομία, Δίκη, Ειρήνη.)46
Ο πίνακας έχει νοηθεί ως τοιχοτάπητας, καθώς ο ζωγραφικός χώρος
συμπτύσσεται σε δύο κύρια επίπεδα και αθετείται ο κανόνας της γεωμετρικής
προοπτικής που επικρατούσε στη φλωρεντινή ζωγραφική. Στον πίνακα
παριστάνονται ακίνητες οι μορφές της Αφροδίτης και του Ερμή, ενώ με τις υπόλοιπες
αποδίδονται οι τρεις όψεις της κίνησης: χορός, βάδισμα, πέταγμα. Με την κατά
παράθεση ανάπτυξη του θέματος, την ποικιλία των κινήσεων και τη ρυθμική
29
Η Ώρα που καλύπτει τη γυμνότητα της θεάς προέρχεται από στίχους του Οβίδιου.
Το έργο αποτελεί προσπάθεια ανάπλασης της Αναδυομένης του Απελλή, για την
οποία περιέχονται μαρτυρίες στο έργο του Πλίνιου του Πρεσβύτερου: 48
«Την Αφροδίτη που βγαίνει από τη θάλασσα, που την ονομάζουν «αναδυομένη», την αφιέρωσε
ο θεϊκός Αύγουστος στο ιερό του πατέρα του, του Καίσαρα. Οι ελληνικοί στίχοι που εξυμνούν
αυτό το έργο το ξεπέρασαν, αλλά συγχρόνως το έκαναν διάσημο.»
«Δες την Κύπρη που μόλις αναδύθηκε από την αγκαλιά της μάνας θάλασσας, έργο της τέχνης
του Απελλή, πώς πιάνει με τα χέρια της τα μουσκεμένα μαλλιά της και τα στύβει για να φύγει ο
νοτερός αφρός από τις μπούκλες της. Τώρα η ίδια η Αθηνά, η ίδια η Ήρα θα πουν: «Ποτέ πια
δε θα παραβγούμε με σένα σε αγώνα ομορφιάς».
Και στο έργο αυτό κυριαρχεί η γραμμή, όπως φαίνεται στα περιγράμματα των
αντικειμένων, στη συμβατική απόδοση των κυμάτων και στην ακριβή απόδοση των
φυλλωμάτων. Ο ζωγράφος δεν επιμένει στην προοπτική απόδοση του χώρου, ενώ
31
μεσαιωνικό κατάλοιπο μπορεί να θεωρηθεί το χρυσό στους βοστρύχους της θεάς και
στους κορμούς των δέντρων. Στοιχείο που συνδέει το έργο με τη γοτθική παράδοση
είναι το μελωδικό περίγραμμα του σώματος της Αφροδίτης για το οποίο ο ζωγράφος
θυσιάζει τη φυσιοκρατική απόδοση. Ο λαιμός είναι υπερβολικά μακρύς, οι ώμοι πολύ
χαμηλοί, ενώ το αριστερό χέρι δεν συνδέεται οργανικά με τον κορμό.
Οι δύο πίνακες αποτελούν ενσαρκώσεις της Ουρανίας και Γενέτειρας Αφροδίτης
που κατάγονται από την Αρχαιότητα. Η πρώτη αντιστοιχεί στον ουράνιο έρωτα, η
δεύτερη στον ανθρώπινο: amor divinus – amor humanus. Κατά τους
Νεοπλατωνικούς ο πρώτος ήταν ανώτερος από τον δεύτερο αλλά και οι δύο
υπέρτεροι του ζωώδους έρωτα: amor ferinus.
Η «Γέννηση της Αφροδίτης» αποτελεί «επιφάνεια» της Ουρανίας Αφροδίτης που
γεννιέται από τον Ωκεανό. Η Άνοιξη εικονίζει τη βασιλεία επί της γης της Γενέτειρας
Αφροδίτης, της Venus Genetrix του Λουκρητίου. Η Αναδυόμενη συμβόλιζε επίσης για
τους συγχρόνους του Μποτιτσέλι τον πόθο για μια «Αναγέννηση».49
Η διάκριση ανάμεσα στην Πάνδημο Αφροδίτη και την Ουρανία γίνεται στο
πλατωνικό Συμπόσιο στον λόγο του Παυσανία, όπου ακολουθεί και η διάκριση
ανάμεσα στον πάνδημο και ουράνιο έρωτα.50
Σύμφωνα με τον αρχαίο μύθο η Αφροδίτη γεννήθηκε από τον αφρό που
δημιουργήθηκε στη θάλασσα, όταν ο Κρόνος έκοψε και πέταξε εκεί τα γεννητικά
όργανα του Ουρανού. Η Αφροδίτη παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στις ακτές της
Κύπρου και γι αυτό ονομαζόταν Κύπρις ή Κυπρογένεια. Το όνομα Αφροδίτη αποτελεί
προελληνική ονομασία που στη συνέχεια ερμηνεύτηκε με βάση τη λαϊκή ετυμολογία
(αυτή που αναδύθηκε από τους αφρούς).51
τον ίδιο τον Πλάτωνα να χειρίζονται με παιχνιδιάρικο τρόπο τα ιερά θέματα (Πολιτεία
545-47). Ο Απουλήιος και ο Λουκιανός τους είχαν διδάξει την τέχνη του serio ludere.
Μια ευτράπελη νότα είναι φανερή στο συμπόσιο των θεών του Giovanni Bellini.
Ακόμα και ο βλοσυρός Μαντένια χειρίστηκε τον Παρνασσό του με λιγότερο ηρωικό
παρά σκωπτικό πνεύμα.»
Οι Μούσες ήταν κόρες του Δία και της Μνημοσύνης: Κλειώ, Ευτέρπη, Θάλεια,
Μελπομένη, Τερψιχόρη, Ερατώ, Πολύμνια, Ουρανία, Καλλιόπη. Έργο τους ήταν να
ψάλλουν το μεγαλείο του Δία και των θεών. Είναι συνοδοί του Απόλλωνα. Αποτελούν
την πηγή της έμνευσης στον Όμηρο και τον Ησίοδο και δίνουν εγκυρότητα σε όσα
λέει ο ποιητής. Οι μούσες εκπροσωπούν την ομορφιά της τέχνης. Ο αριθμός τους
ποικίλει στην αρχαιότητα, στην τελευταία ραψωδία της Οδύσσειας αναφέρεται ότι
είναι εννιά. Συνήθως στους ομαδικούς θεούς δεν υπάρχει ατομική ταυτότητα και ο
ενικός αριθμός εναλλάσσεται με τον πληθυντικό. Ο ποιητής επικαλείται την
προσωπική του Μούσα. Τα ονόματα των Μουσών τα παραδίδει ή τα επινοεί ο
Ησίοδος. Η συσχέτισή τους με συγκεκριμένο λογοτεχνικό η καλλιτεχνικό είδος γίνεται
από τη ρωμαϊκή εποχή: Καλλιόπη - ηρωικό έπος, Κλειώ - Ιστορία, Ευτέρπη -αυλητική
τέχνη, Τερψιχόρη - λυρική ποίηση, Ερατώ - ερωτική ποίηση, Μελπομένη -τραγωδία,
Θάλεια - κωμική ποίηση, Πολύμνια - μιμική, Ουρανία - Αστρονομία. Η σύνδεση της
Ουρανίας με την αστρονομία οφείλεται σε παρανόηση. Μύθοι για τις μούσες: όταν ο
θράκας τραγουδιστής Θάμυρις καυχήθηκε ότι τραγουδάει καλύτερα από αυτές, τον
τύφλωσαν και τον στέρησαν από αυτή την ικανότητα. Ονομάζονται «Ολυμπιάδες»,
«Πιερίδες» και Ελικωνιάδες», μόνο μεταγενέστερα συνδέθηκαν με τον Παρνασσό. Οι
μούσες μεταμόρφωσαν τις κόρες του Πίερου, τις Πιερίδες σε κίσσες, όταν αυτές
τόλμησαν να τις ανταγωνιστούν. Πολλοί αοιδοί από το θρακικό χώρο έχουν μητέρες
μούσες: Ορφέας, Λίνος, Ρήσος.54
Όταν ο Μαντένια όταν τάχθηκε στην υπηρεσία της Ισαβέλλας Ντ’ Έστε ήταν
αναγνωρισμένος για την ικανότητά του στο σχέδιο -θεωρούνταν από τους
σημαντικούς ζωγράφους-μαθηματικούς, όπως ο Πιέρο ντελα Φραντσέσκα, ο
Μποτιτσέλι, ο Περουτζίνο, ο Μπελλίνι-, αλλά και για την αρχαιογνωσία του, αν και οι
πηγές του παραπέμπουν στη ρωμαϊκή ιστορία. Ερμήνευσε ελάχιστα ελληνικά
θέματα. Τα στοιχεία από την ελληνική αρχαιότητα κατέχουν δευτερεύοντα ρόλο στα
έργα του. Παράδειγμα αποτελεί ο Άγιος Σεβαστιανός, (1460 περ., Βιέννη, Μουσείο
Ιστορίας της Τέχνης) στον οποίο υπάρχει η ελληνική επιγραφή «ΤΟ ΕΡΓΟΝ ΤΟΥ
ΑΝΔΡΕΟΥ». Τα αρχιτεκτονικά μέλη παραπέμπουν σε μνημεία της ρωμαϊκής εποχής,
ενώ ο κορμός του αγίου θυμίζει αρχαίο άγαλμα (βλ. Διαδούμενο και Δορυφόρο του
Πολυκλείτου).55
34
που αρπάζει την αγριόχηνα αποτελεί μοτίβο που προοιωνίζει την έκβαση του αγώνα.
Η άτροπος η δελεαστική (μπελλαντόνα) που φυτρώνει μπροστά στα πόδια του
Μαρσύα συμβολίζει επίσης το θάνατο.
Ο ζωγράφος αναπτύσσει έναν ευρύ και χαλαρό χώρο, όχι υποταγμένο στην
αυστηρή προοπτική σχεδίαση. Η ρυθμική εναλλαγή φωτεινών και σκοτεινών ζωνών
δημιουργεί κλίμα ηρεμίας που δεν προμηνύει την άγρια τιμωρία του Μαρσύα που
τόλμησε να ανταγωνιστεί το θεό. Οι μορφές πλάθονται απαλά, χωρίς
σχηματοποίηση. Οι αναλογίες τους συγγενεύουν με τη γοτθική παρά με την αρχαία
ελληνική παράδοση.
Piero di Cosimo (Πιέρο ντι Κόζιμο) 1462 - 1521 Φλωρεντία. Μαθητής του Cosimo
Roselli, από αυτόν παίρνει και το όνομά του. Εργάστηκε με τον Ροσέλι στις
τοιχογραφίες της Καπέλλα Σιξτίνα (1481/82). Είναι περισσότερο κολορίστας παρά
σχεδιαστής σε αντίθεση με τους άλλους Φλωρεντινούς ζωγράφους. Ασχολήθηκε
εκτεταμένα με μυθολογικά θέματα.
Ο θάνατος της Πρόκριδας, 1500 περ., τέμπερα σε ξύλο, 65Χ183 εκ., National
Gallery, Λονδίνο.
Απεικονίζεται ο θάνατος της Πρόκριδας από μοιραίο λάθος του συζύγου της
Κέφαλου. Η ιστορία γνωστή από τους αρχαίους μυθογράφους (Απολλόδωρος
Βιβλιοθήκη Γ΄15,1) και τις Μεταμορφώσεις του Οβίδιου. Ο Κέφαλος, γιος του Ερμή
και της Έρσης, ζούσε αρμονικά με την Πρόκριδα. Τον ερωτεύτηκε όμως η Ηώς και
τον απήγαγε στη Συρία. Αυτός κατόρθωσε να γυρίσει στην Αθήνα. Τότε η Ηώς για
να τον εκδικηθεί τον εξαπάτησε, ώστε να σκοτώσει την Πρόκριδα με το κοντάρι που
του χάρισε ή ίδια, περνώντας την για θήραμα.60
Την εποχή του Πιέρο ντι Κόζιμο δόθηκε θεατρική παράσταση με το ίδιο θέμα, που
πρόσφερε ο Δούκας Ερκολε ντ’ Έστε στο λαό της Φεράρας με την ευκαιρία του
γάμου ενός μέλους της οικογένειας. Στοιχεία του έργου δείχνουν ότι ο Πιέρο είχε
υπόψη του την υπόθεση του μύθου, όπως παρουσιάστηκε στην παράσταση: η
παρουσία του σκύλου και του σατύρου δίπλα στο νεκρό σώμα της Πρόκριδας. Ο
σκύλος ήταν δώρο της Αρτέμιδας στην Πρόκριδα, όταν αυτή κατά την απουσία του
Κέφαλου κυνηγούσε μαζί με τη θεά στα βουνά. Ο σάτυρος είχε ερωτευθεί την
Πρόκριδα χωρίς ανταπόκριση και διέβαλε τον Κέφαλο σ’ αυτήν. Από αυτήν την
παρεξήγηση προήλθε και ο θανάσιμος τραυματισμός της Πρόκριδας. Το θεατρικό
έργο είχε αίσιο τέλος με τη επαναφορά της Πρόκριδας στη ζωή και την ανανέωση
των όρκων πίστης και αγάπης ανάμεσα στους δύο συζύγους. Ο πίνακας κοσμούσε
μια νυφιάτικη κασέλα, γιατί το επιμύθιο της ιστορίας ταιριάζει σε νεόνυμφους.
Ο ζωγράφος με την ευκαιρία του μύθου αποδίδει με ιδιαίτερη ευαισθησία το
παρόχθιο τοπίο, ώστε να επιτείνει το κλίμα της θλίψης και της τρυφερότητας. Η
ατμοσφαιρική ποιότητα δείχνει την επίδραση από το Λεονάρντο (σφουμάτο, απαλά
περιγράμματα). Το έργο αποτελεί δείγμα της μετάβασης από το ύφος του 15ου αιώνα
στο ύφος του 16ου αιώνα61
36
πολλές φορές καταλάμβαναν την έκταση ενός οικοδομικού τετραγώνου, ενώ από το
1472 λειτουργούσαν στην πόλη 52 εργαστήρια λιθοξόων. Στη Φλωρεντία, επίσης,
υπήρχαν ειδικοί νόμοι που όριζαν τα χαρακτηριστικά και τις διαστάσεις των κτηρίων.
Το παλάτσο Ρουτσελάι ανήκε στον Giovanni Rucellai, έμπορο κόκκινης βαφής,
ανταγωνιστή και αργότερα συγγενή εξ αγχιστείας των Μεδίκων. Στην πρόσοψη του
κτηρίου με το ισόγειο και τους δύο ορόφους, δηλώνεται έντονα η τριπλή διαίρεση με
τα οριζόντια γείσα. Το ισόγειο λειτουργεί ως βάθρο του κτηρίου. Οι όροφοι έχουν
διαφορετικό ύψος που μειώνεται προς τα πάνω. Η τοιχοποιία του αποτελείται από
πελεκημένες πέτρες σε ψευδοϊσοδομικό σύστημα. Η πρόσοψη παρουσιάζεται
ενοποιημένη με την εφαρμογή του ίδιου υλικού σε όλη την επιφάνεια του κτηρίου. Τα
παράθυρα πλαισιώνονται από ημικυκλικό τόξο στο οποίο εγγράφονται δύο μικρότερα
τοξωτά διακοσμητικά μοτίβα. Στα επίκρανα των ψευδοπεσσών εφαρμόζονται
διαφορετικοί τύποι κιονόκρανων που παραπέμπουν στους διαφορετικούς ρυθμούς
της αρχαιότητας. Η στέγη προεξέχει πάνω από τους κάθετους τοίχους, ιδιαιτερότητα
των palazzi της Φλωρεντίας.66
Άγιος Γεώργιος, 1417/20, μάρμαρο, ύψος 209 εκ., Museo Nazionale del
Bargello, Φλωρεντία.
Οι διαστάσεις του γλυπτού ξεπερνούν κατά λίγο το φυσικό μέγεθος. Ο άγιος
Γεώργιος αποδίδεται σε νεαρή ηλικία σε στάση ελαφρού contraposto. Στο ένα χέρι
κρατούσε πιθανώς μεταλλικό ξίφος. Η ασπίδα καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος του
40
σώματός του. Ο κορμός στρέφεται προς τα δεξιά, ενώ το κεφάλι έχει στροφή προς
την αντίθεση διεύθυνση. Η μορφή αποπνέει νεότητα, δύναμη και αποφασιστικότητα
σαν την μορφή ενός αθλητή ή πολεμιστή της αρχαιότητας. Στην πρεντέλα (χώρος
που δημιουργείται στο βάθρο του γλυπτού) υπάρχει η σκηνή του αγίου Γεωργίου
που σκοτώνει τον δράκοντα σε χαμηλό ανάγλυφο, η επινόηση του οποίου αποδίδεται
στον Ντονατέλο. Το γλυπτό ήταν τοποθετημένο σε μία από τις κόγχες του κτηρίου
του Orsanmichele. Σήμερα στη θέση του τοποθετήθηκε μπρούντζινο αντίγραφο και
το πρωτότυπο βρίσκεται στο Μουσείο Bargello.68
Leonardo da Vinci (Λεονάρντο ντα Βίντσι) 1452 -1519. Γιος, εκτός γάμου, του
συμβολαιογράφου Piero da Vinci και μιας χωρικής, της Κατερίνας γεννήθηκε στο
χωριό της Τοσκάνης Vinci. Το 1465 εγκαταστάθηκε στη Φλωρεντία στο πατρικό του
σπίτι. Ήταν μαθητής του Βερόκιο. Από την ηλικία των είκοσι χρόνων γίνεται μέλος
της αδελφότητας των ζωγράφων του Αγίου Λουκά, γεγονός που του δίνει δικαίωμα
να εργάζεται ως ανεξάρτητος ζωγράφος. Μένει στο εργαστήρι του Βερόκιο μέχρι την
ηλικία των είκοσι πέντε χρόνων. Γίνεται δεκτός στην αυλή των Μεδίκων και
προστατευόμενος του Λορέντζο. Δούλεψε στο Μιλάνο, στη Μάντοβα και στη Βενετία.
Πέρασε από το Βατικανό την εποχή του πάπα Λέοντα Ι΄, αλλά απογοητεύτηκε από
τις ίντριγκες της παπικής αυλής και εγκαταστάθηκε τα δύο τελευταία χρόνια της ζωής
του στην Αυλή του Γάλλου βασιλιά Φραγκίσκου του Α΄, στο βασιλικό πύργο του Κλου
72
(Manoir de Cloux) κοντά στο Αμπουάζ.
Ο Λεονάρντο ήταν αριστερόχειρας και έγραφε από αριστερά προς τα δεξιά. Οι
σημειώσεις του (15.000 σελίδες) περιλαμβάνουν ανατομικές μελέτες (σχέδια
εμβρύου, συνουσίας κ.α.), σχέδια μηχανών, οχυρώσεων και άλλων αντικειμένων και
διαβάζονται μόνο μέσα σε καθρέφτη. Στα χειρόγραφά του βρίσκουμε τη φράση: «Ο
ήλιος δεν κινείται». Ίσως είχε προβλέψει τις θεωρίες του Κοπέρνικου (1473-1543)
που αργότερα θα οδηγήσουν στη δίωξη του Γαλιλαίου. Επιστήμονας, μηχανικός και
καλλιτέχνης δεν αρκείται σε πρότυπα ή σε γνώσεις που προέρχονται από παλιότερα
κείμενα, αλλά στοχεύει στην έρευνα και στην εμπειρική γνώση. Στο συγγραφικό του
έργο εντάσσεται και μία μελέτη για τη ζωγραφική.73 Επινόησε δρεπανηφόρα άρματα,
όπλα, πτητική μηχανή, οχυρώσεις κ.α. Το 1483 πήγε στο Μιλάνο με συστατική
επιστολή του Λορέντζο των Μεδίκων και υπηρέτησε τον Δούκα του Μιλάνο Ludovico
Sforza τον επονομαζόμενο Il Moro, ποιητή και λόγιο ηγεμόνα. Σε επιστολή του ο
Λεονάρντο συστήθηκε στον δούκα ως μηχανικός ικανός να σχεδιάσει ανάμεσα στα
άλλα γέφυρες, σήραγγες, όπλα, βλήματα και τέλος ως γλύπτης και ζωγράφος. Το
μεγάλο έργο που είχε αναλάβει στο Μιλάνο ήταν ένας μπρούντζινος έφιππος
ανδριάντας προς τιμήν του Francesco Sforza πατέρα του Λουντοβίκο, που τελικά δεν
ολοκληρώθηκε. Ο Λεονάρντο έκανε ένα τεράστιο πήλινο πρόπλασμα, το οποίο
καταστράφηκε το 1494 με την έλευση των γάλλων μισθοφόρων. Ο μπρούντζος για το
άγαλμα χρησιμοποιήθηκε για να κατασκευαστούν κανόνια.74
42
λογίους και τους νεοπλατωνικούς Φιλοσόφους της αυλής του. Προς αντίθετη
κατεύθυνση οδηγήθηκε από το κήρυγμα του μοναχού Σαβοναρόλα, ο οποίος την
περίοδο 1494-1498 προκάλεσε εξέγερση και εγκαθίδρυσε ένα είδος θρησκευτικής
λαϊκής δημοκρατίας στη Φλωρεντία. Εργάστηκε στη Βενετία, τη Μπολόνια και τη
Ρώμη. Θεωρούσε τον εαυτό του περισσότερο γλύπτη παρά ζωγράφο. Ανάμεσα στα
σημαντικά έργα γλυπτικής που υλοποίησε είναι η Pieta, (1498/9) στο ναό του Αγίου
Πέτρου στη Ρώμη, το κολοσιαίο γλυπτό του Δαυΐδ (1501-1504) μπροστά από την
είσοδο του Palazzo Vecchio στη Φλωρεντία (σήμερα το πρωτότυπο στη Galleria dell’
Accademia, Φλωρεντία), το ταφικό παρεκκλήσι των Μεδίκων (1520-1534) στο νέο
σκευοφυλάκιο του ναού του San Lorenzo στη Φλωρεντία, το ταφικό μνημείο του
πάπα Ιουλίου Β', (1513-1545) στο ναό του San Pietro in Vincoli στη Ρώμη.77
ενσαρκώνουν το αρχαίο κάλλος. Η γενική ιδέα που συνέχει το σύνολο είναι ο πόθος
του ανθρώπου για λύτρωση.
Η Δελφική Σίβυλλα: απεικονίζεται ως νέα γυναίκα καθισμένη σε μαρμαρένιο
θρόνο, που περιβάλλεται από μικρό κτίσμα. Γύρω της νεαρά αγόρια στον τύπο των
ερωτιδέων (putti) στα ανάγλυφα και στο εσωτερικό της κόγχης. Η Σίβυλλα είναι
ντυμένη με αρχαϊκό ένδυμα κάτω από το οποίο προβάλλει ένα ρωμαλέο σώμα.
Συμπαγής σύνθεση που εγγράφεται σε ωοειδές σχήμα και παραπέμπει στην άποψη
του Μιχαήλ Αγγέλου για τη στέρεη και συμπαγή δομή ενός γλυπτού. Το ιμάτιο της
γυναικείας μορφής κολπώνεται από τον αέρα, δημιουργώντας ένα ημικυκλικό σχήμα
ως συμπαγές περίγραμμα στα δεξιά της μορφής (ως προς τον θεατή). Στο αριστερό
χέρι κρατάει ειλητάριο, το σχήμα του οποίου δημιουργεί μια αντίστοιχη φόρμα στο
περίγραμμα στα αριστερά που είναι όμως πιο διασπασμένο.
Αν και η καθισμένη μορφή είναι στατική, ωστόσο, υποβάλλεται η κίνηση με τη
στάση του σώματος και τη στροφή των μελών προς διαφορετικές διευθύνσεις: η
στάση του σώματος δεν είναι μετωπική, το πάνω μέρος του κορμού στρέφεται
αντίστροφα σε σχέση με τα πόδια, το κεφάλι στρέφεται σε αντίθετη κατεύθυνση σε
σχέση με τον κορμό. Το αριστερό χέρι της μορφής περνάει μπροστά από το σώμα με
φορά προς την αντίθετη κατεύθυνση, βρίσκεται σε ένταση, ενώ το δεξί χαλαρό κλείνει
το περίγραμμα της μορφής σε αυτό το σημείο. Οι κινήσεις αυτές δεν μειώνουν μόνο
τη στατικότητα, αλλά εδραιώνουν την κατοχή του χώρου από τη μορφή και τονίζουν
την απόδοση της τρίτης διάστασης. Η στροφή του κεφαλιού δείχνει ξάφνιασμα,
εγρήγορση, ένταση. Το μισό πρόσωπο της μορφής είναι στη σκιά, ενώ το βλέμμα
στρέφεται προς τα δεξιά και τα μαλλιά ανεμίζουν προς την ίδια κατεύθυνση. Το
μισάνοιχτο στόμα της μορφής υποδηλώνει τη στιγμή της προφητείας.78
θαυματουργική ενσάρκωση του θεού. Η συμπαγής δομή του γλυπτού θυμίζει την
άποψη του Μιχαήλ Αγγέλου: «Είναι καλά τα έργα που αν τα αφήσει κάποιος να
κυλήσουν από την κορυφή ενός βουνού θα φτάσουν κάτω χωρίς να σπάσουν».79
Raffaello Sanzio ή Santi (Ραφαήλ) 1483 Ουρμπίνο - 1520 Ρώμη. Από τους
σημαντικότερους ζωγράφους της ακμής της Αναγέννησης. Ήταν 8 χρόνια μικρότερος
από τον Μιχαήλ Άγγελο και 33 χρόνια μικρότερος από τον Λεονάρντο. Ο πατέρας
του ήταν ζωγράφος και ο πρώτος του δάσκαλος, αν και η κύρια μαθητεία του έγινε
κοντά στον Περουτζίνο. Το 1504 επισκέφθηκε τη Φλωρεντία και μελέτησε το έργο του
Λεονάρντο και του Μιχαήλ Αγγέλου. Αφομοίωσε στοιχεία τους αλλά στο έργο του
υπερισχύει η έμφυτη κλίση του στην ηρεμία και τη χάρη. Ήταν πράος χαρακτήρας και
συνεργάστηκε αρμονικά με τον πάπα Ιούλιο τον Β΄. Ο Μπραμάντε, που ήταν
συμπατριώτης του, εισηγήθηκε στον παπα να καλέσει το Ραφαήλ για τη διακόσμηση
αιθουσών του Βατικανού. Ήρθε στη Ρώμη από τη Φλωρεντία στα τέλη του 1508, την
εποχή που ο Μιχαήλ Άγγελος άρχισε τις εργασίες στην Καπέλα Σιξτίνα. Ο πάπας
μετά τις πρώτες δοκιμές του αναθέτει τη διεύθυνση όλου του έργου της διακόσμησης
των αιθουσών.
Stanze di Raffaello: τέσσερα συνεχόμενα δωμάτια στη Βόρεια πτέρυγα του
ανακτόρου του πάπα Νικολάου του Γ΄. Η Αίθουσα της Υπογραφής (Stanza della
Segnatura): Συνέχισε τη διακόσμηση της οροφής και διακόσμησε τους τέσσερις
τοίχους. Συνολική διάρκεια: 2 έτη (1509/11). Συνέχισε με την Αίθουσα της Πυρκαγιάς,
την Αίθουσα του Ηλιοδώρου και την Αίθουσα του Κωνσταντίνου. Εξετάζεται κατά
πόσον όλες οι τοιχογραφίες είναι αυτόγραφες. Στην οροφή της Αίθουσας της
Υπογραφής εικονίζονται η Φιλοσοφία, η Δικαιοσύνη, η Θεολογία και η Ποίηση. Στις
άκρες θέματα συγγενή προς τις αλληγορίες. Στους τοίχους επίσης σκηνές σχετικές με
τις αλληγορίες της οροφής. 80
Δεύτερο επίπεδο: πάνω από την ομάδα του Πυθαγόρα ο Σωκράτης με πράσινο
ένδυμα, μετράει επιχειρήματα στα δάχτυλα.
Στο κέντρο ο Πλάτων δείχνοντας με το δάχτυλο προς τον ουρανό, κρατάει τον
Τίμαιο. Δίπλα του ο Αριστοτέλης δείχνει τη γη, κρατάει τα Ηθικά.
Δεξιότερα ο Ζήνων, εκπρόσωπος της στωικής φιλοσοφίας, συνοφρυωμένος
γέροντας με βαθυκόκκινο μανδύα.
Ορισμένες μορφές φιλοσόφων ταυτίστηκαν με συγχρόνους του Ραφαήλ. Η μορφή
του Πλάτωνα με τον Λεονάρντο. Η μορφή του Αριστοτέλη με τον Μπραμάντε και ο
Ηράκλειτος με τον Μιχαήλ Άγγελο. Κατά μία άλλη άποψη η μορφή του Ευκλείδη
αποδίδεται στον Μπραμάντε.
Ο Ραφαήλ δομεί την εικόνα με ιδιαίτερη δεξιότητα. Ο χώρος οργανώνεται με την
εφαρμογή της προοπτικής. Έτσι, ο χώρος ανάγεται σε άμεσο σύμβολο του
πνευματικού κόσμου και η προοπτική αποτελεί μία αρχή νοητής ιεραρχίας. Το σημείο
φυγής τοποθετείται σε ένα νοητό σημείο ανάμεσα στις κεφαλές των κύριων μορφών
στο κέντρο, του Πλάτωνα και Αριστοτέλη.
Το πλήθος των ανθρώπινων μορφών δε συνωστίζεται στο χώρο. Οι μορφές
κατανέμονται σε τρεις βασικές ομάδες: γύρω από τον Πυθαγόρα, τον Ευκλείδη, τον
Πλάτωνα και Αριστοτέλη. Οι υπόλοιποι διασπαρμένοι για να χαλαρώσει η αυστηρή
γεωμετρία στη σύνθεση. Η τοποθέτησή τους είναι μελετημένη, καθώς μοιράζονται σε
δύο επίπεδα. Στο χώρο που ανοίγεται προς το βάθος, ενώ η σειρά από τα τόξα της
οροφής που από το βάθος προχωρούν σε πρώτο επίπεδο και τονίζουν τις κεντρικές
μορφές. Οι ανθρώπινες μορφές οργανώνονται σε ομίλους, τα μέλη των οποίων
παρουσιάζονται σε ποικίλες στάσεις: στον όμιλο με τους γεωμέτρες οι μορφές
συγκλίνουν σε ένα σημείο, ενώ στον όμιλο του Πυθαγόρα παρά την ποικιλία των
στάσεων δίνεται έμφαση στον κάθετο άξονα με τη μορφή του λευκοφορεμένου νέου.
Η παράσταση χαρακτηρίζεται από άρτιο σχέδιο χωρίς να επαναλαμβάνει
πρότυπα. Η γραμμή, ρέουσα και χωρίς απότομες εντάσεις, εναρμονίζεται με το
πνεύμα της νωπογραφίας και της μνημειακής ζωγραφικής. Τα χρώματα δεν
ταράζουν την αρμονία και την ευκρίνεια του ζωγραφικού χώρου, δένονται ομαλά με
τη γραμμή. Επικρατεί το λευκό που, κατά την άποψη του ζωγράφου, κάνει την
ομορφιά των χρωμάτων πιο φωτεινή και χαριτωμένη. Η τονική κλίμακα παίρνει από
το λευκό την αφετηρία της. Το φως είναι ομοιογενές και διάχυτο και ο σκιοφωτισμός
μετριασμένος σε σχέση με το προσχέδιο που βρίσκεται στην Αμβροσιανή Βιβλιοθήκη
στο Μιλάνο. Ο έντονος σκιοφωτισμός του προσχεδίου μαρτυρεί την επίδραση από το
Λεονάρντο. Από το χαμένο έργο του με τη Λήδα και τον κύκνο -που είχε μελετήσει ο
Ραφαήλ και του οποίου σώζεται ένα σχέδιο- υιοθετεί και την όρθια φιγούρα με το
ανοιχτό βιβλίο, που αποδίδει τον Αναξαγόρα ανάμεσα στον Πυθαγόρα και τον
Ηράκλειτο (τύπος της figura serpentinata). Η εκτίμηση του Ραφαήλ στο πρόσωπο του
Λεονάρντο εκφράζεται με την απεικόνισή του ως Πλάτωνα, θεωρώντας ότι ο μεγάλος
ζωγράφος μπορεί να εκφράσει το ιερατικό και μυσταγωγικό ύφος του αρχαίου
φιλοσόφου.
Ο Ραφαήλ διδάχθηκε πολλά και από το έργο του Μιχαήλ Αγγέλου, μελετώντας
σχέδια γλυπτών του, όπως του Δαυίδ και του απόστολου Ματθαίου. Κατά μαρτυρία
του Βαζάρι, ο Μπραμάντε που είχε τα κλειδιά της Καπέλα Σιξτίνα έβαλε μέσα κρυφά
τον Ραφαήλ την εποχή που ο ζωγράφος έλειπε στη Φλωρεντία. Η τοιχογραφία της
Σχολής των Αθηνών όμως είχε ολοκληρωθεί, όταν αποκαλύφθηκε μερικώς ο θόλος
της Σιξτίνα από τον Μιχαήλ Άγγελο το 1511. Οι σχέσεις ανάμεσα στους δύο
ζωγράφους ήταν ανταγωνιστικές. Ο Μιχαήλ Άγγελος συνήθιζε να λέει για τον
Ραφαήλ: «ό,τι έκανε το πήρε από μένα». Ο Ραφαήλ, πιθανώς, για να τιμήσει τον
μεγάλο ανταγωνιστή του, τον ζωγράφισε στα σκαλιά της Σχολής των Αθηνών με τη
μορφή του Ηράκλειτου, που ξεχωρίζει για τη μεγαλύτερη ογκηρότητά της σε σχέση με
τις άλλες, αν και αυτή η μορφή δεν προβλεπόταν στο σχέδιο της Αμβροσιανής
Βιβλιοθήκης.
Ο Ραφαήλ ασχολήθηκε με μυθολογικά θέματα σε άλλα έργα του. Είχε την ευκαιρία
να εμβαθύνει σε θέματα μελέτης της Αρχαιότητας όταν ο Πάπας Λέων Ι΄, διάδοχος
50
του Ιουλίου του Β΄, τον διόρισε «έφορο μαρμάρων και λίθων απάντων». Υιοθετεί
στοιχεία από την αρχαιότητα και στο αρχιτεκτόνημα που παραπέμπει σε ρωμαϊκά
κτήρια και κυρίως στις Θέρμες της Ρώμης.
Η μορφή του Σωκράτη βασίζεται σε ανδριάντα του 4ου αιώνα π.Χ., αντίγραφα του
οποίου είχαν σωθεί σε διάφορες Συλλογές. Η μορφή του Πλάτωνα δεν προέρχεται
από αρχαίο πρότυπο αμιγώς, αν και ο Λορέντζο ο Μεγαλοπρεπής είχε στην κατοχή
του μια προτομή του φιλοσόφου. Οι λόγιοι της Αναγέννησης είχαν σχηματίσει για τον
Πλάτωνα την εντύπωση από τους αρχαίους βιογράφους του. Είχε παράστημα
μεγαλόπρεπο και ρωμαλέο, φαρδιούς ώμους και φαρδύ μέτωπο. Οι ουμαντιστές
είχαν πλάσει μια μορφή του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη που αντιστοιχούσε στη
μορφή του τέλειου σοφού. Η τελική σύνθεση των φιλολογικών και εικαστικών
δεδομένων έγινε το 16ο αιώνα με το έργο του Ραφαήλ που προτείνει μία
εικονογραφία για τους αρχαίους σοφούς, συνδυάζοντας τη φυσιογνωμία με το ήθος
και το πνεύμα τους. Πρόθεσή του ήταν να δώσει σε μια ιστορικά βεβαιωμένη
εικονογραφία την κατάλληλη καλλιτεχνική μορφή.
Ποιο είναι το πνευματικό νόημα της παράστασης; Η Σχολή των Αθηνών αποτελεί
τη σύνοψη της απόδοσης των φιλοσοφικών σχολών της αρχαιότητας και τη σχέση
τους με τη διδασκαλία των δύο κορυφαίων φιλοσόφων. Η εικονογραφία αυτή
προαναγγέλλεται από την αλληγορία της Φιλοσοφίας στην οροφή. Στο κλειδί της
αψίδας ζωγραφισμένος ερωτιδέας που κρατάει σφαίρα με νερό, σύμβολο της
Φιλοσοφίας. Υπάρχουν συχνές αναφορές στην πνευματικότητα: Ο Απόλλων και η
Αθηνά είναι θεοί πνευματικών ενασχολήσεων, ενώ το κτήριο αποτελεί επίτευγμα της
Αρχιτεκτονικής, απαιτεί επιστήμη και τέχνη.
Η χειρονομία του Αριστοτέλη συμβολίζει την οργάνωση του κόσμου με την Ηθική.
Η χειρονομία του Πλάτωνα την κίνηση της κοσμολογικής σκέψης που υψώνεται από
τον αισθητό κόσμο προς την ιδανική του αρχή. Στο φιλοσοφικό κύκλο που ανήκε ο
Ραφαήλ πίστευαν ότι κάθε πρόταση του Πλάτωνα μπορεί να μεταφραστεί σε μια
πρόταση από τον Αριστοτέλη. Οι δύο μορφές αντιπροσωπεύουν τον ποιητικό
ενθουσιασμό αφ’ ενός και τη λογική ανάλυση αφ’ ετέρου. Στην παράσταση
συνοψίζεται η απεικόνιση των φιλοσοφικών σχολών της αρχαιότητας. Οι όμιλοι των
φιλοσόφων εκπροσωπούν τις ελευθέριες τέχνες: αριστερά στο πρώτο επίπεδο: η
Γραμματική, η Αριθμητική και η Μουσική. Δεξιά: η Γεωμετρία και η Αστρονομία.
Επάνω: η Ρητορική και η Διαλεκτική. Το υψωμένο δάκτυλο του Πλάτωνα εκφράζει
τον τελικό προσανατολισμό από την επιστήμη των αριθμών στη μουσική, από τη
μουσική στην κοσμική αρμονία από την κοσμική αρμονία στη θεία τάξη των ιδεών.81
51
Giovanni Bellini (Τζιοβάνι Μπελίνι) 1430/36-1516. Γιος του Jacopo Bellini (1400-
1470) και αδελφός του Gentile Bellini (1430-1507). Τα μέλη αυτής της οικογένειας
των ζωγράφων παρουσίασαν σημαντική δράση στη Βενετία και σε άλλες περιοχές,
ενώ είχαν εξ αγχιστείας συγγένεια με τον Μαντένια που είχε παντρευτεί την κόρη του
Jacopo Bellini και αδελφή των δύο προηγούμενων. Οι τρεις ζωγράφοι της οικογένειας
Bellini είχαν στενές σχέσεις με το δουκικό περιβάλλον της Βενετίας, ενώ ο Τζεντίλε
Μπελλίνι, στο πλαίσιο των διπλωματικών σχέσεων της Βενετίας με τους Οθωμανούς,
επισκέφθηκε την Κωνσταντινούπολη, έμεινε εκεί δεκαοκτώ μήνες (1479-81) και
φιλοτέχνησε την προσωπογραφία του σουλτάνου του Μωάμεθ Β’.85
Παναγία με αγίους, 1505, λάδι σε ξύλο, 500X235 εκ., εικόνα για την αγία
τράπεζα, Ναός Αγίου Ζαχαρία, Βενετία.
Το έργο ανήκει στην κατηγορία της "Sacra Conversazione" (Ιερής συνομιλίας) στο
οποίο παρουσιάζεται η Παναγία ένθρονη ανάμεσα σε αγίους και μερικές φορές τους
αφιερωτές του έργου. Στη βάση του θρόνου της συχνά εικονίζεται ένας ή
περισσότεροι άγγελοι να παίζουν μουσικά όργανα, στον τύπο της αγγελικής
συναυλίας. Ο ζωγράφος τοποθετεί τις μορφές μέσα σε ένα εντυπωσιακό θολωτό
οικοδόμημα, διακοσμημένο με ανάγλυφα και ψηφιδωτά. Στην κορυφή του θόλου το
αναρτημένο αυγό πάνω το καντήλι αποτελεί στοιχείο της δημιουργίας και της
θαυματουργικής γέννησης. Η Παναγία πλαισιώνεται από τον άγιο Πέτρο και την αγία
Αικατερίνη από αριστερά και τον άγιο Ιερώνυμο με την αγία Λουκία από δεξιά. Οι
άγιοι φέρουν τα σύμβολα των ιδιοτήτων ή του μαρτυρίου τους. Η τοποθέτηση τους
είναι συμμετρική, καθώς οι γυναικείες μορφές στο δεύτερο επίπεδο απεικονίζονται σε
προφίλ, ενώ οι ανδρικές σε πρώτο επίπεδο είναι μετωπικές. Όλα τα πρόσωπα έχουν
το βλέμμα χαμηλωμένο σε μια στάση εσωτερικής ενατένισης. Μόνο ο άγγελος με το
βιολί απευθύνει το βλέμμα που προς τον θεατή. Το χρώμα στο έργο είναι ιδιαίτερα
πλούσιο, τάση που χαρακτηρίζει τη ζωγραφική στη Βενετία.
Ο Giovanni Bellini ενσωματώνει στο έργο στοιχεία από διαφορετικές εικαστικές
παραδόσεις που ασκούνταν στη Βενετία, σημείο συνάντησης ανάμεσα στην Ανατολή,
τη Δύση τον Βορρά και τον Νότο. Η παράδοση της βυζαντινής ζωγραφικής ήταν
παρούσα λόγω των στενών σχέσεων τη Βενετίας με το βυζαντινό κράτος και των
κτήσεων που αυτή είχε στην ανατολική Μεσόγειο μετά τις σταυροφορίες (Κρήτη,
Επτάνησα, παραλιακές περιοχές στον ηπειρωτικό και νησιωτικό χώρο του Αιγαίου).
Ο πλούτος των ψηφιδωτών του Ναού του Αγίου Μάρκου με το χρυσό βάθος που
είχαν γίνει από βυζαντινούς τεχνίτες τον 11ο αιώνα αποτελεί ένα στοιχείο πολυτέλειας
και λαμπρότητας που συναντάται στο έργο των βενετών ζωγράφων. Η τάση αυτή
54
ενισχύεται και με την παρουσία ζωγράφων του διεθνούς γοτθικού στυλ τον 14ο αιώνα
(Τζεντίλε ντα Φαμπριάνο, Πιζανέλο, κ.α.). Η γειτνίαση με την Πάδοβα και η στενή
σχέση με τον Μαντένια δίνει τη βάση για ένα ακριβές και σκληρό μερικές φορές
σχέδιο. Η παρουσία στη Βενετία του Αντονέλο ντα Μεσίνα έφερε στην πόλη στοιχεία
από τη ζωγραφική των χωρών του Βορρά (Κάτω Χώρες, γερμανικές περιοχές) με τον
ακραίο νατουραλισμό. Τα στοιχεία αυτά ενσωματώνει ο Giovanni Bellini στη
ζωγραφική του, διαμορφώνοντας ένα πολυσυλλεκτικό και διαφοροποιημένο κατά
περίπτωση ύφος.86
Ο ιερός έρωτας και ο βέβηλος έρωτας, 1515 περ., λάδι σε μουσαμά, 118Χ279
εκ., Galleria Borghese, Ρώμη.
Σε ένα λυρικό τοπίο την ώρα του δειλινού δύο γυναικείες μορφές είναι καθισμένες
στα άκρα μιας σαρκοφάγου που έχει μετατραπεί σε στέρνα. Οι δύο γυναίκες
μοιάζουν σαν δίδυμες αδελφές. Η μία ντυμένη σύμφωνα με το βενετικό συρμό της
εποχής, η άλλη γυμνή, με κόκκινο ιμάτιο περασμένο στο αριστερό της χέρι και ένα
λευκό ύφασμα που κρύβει την περιοχή του αιδοίου. Η γυμνή γυναίκα -που είναι
πιθανώς θεά, γιατί υπερτερεί σε ανάστημα και διάπλαση- σκύβει προς τη ντυμένη
σαν να της απευθύνει παραίνεση. Στο υψωμένο χέρι της κρατάει αρύβαλλο με μικρή
φωτιά. Η ντυμένη γυναίκα έχει στα μαλλιά στεφάνι από μυρτιά, κρατάει ένα
κλωναράκι τριανταφυλλιάς και λίγα λουλούδια. Το ύφος της είναι συλλογισμένο. Ο
Έρωτας ανάμεσά τους μας βοηθάει να ταυτίσουμε τη γυμνή γυναίκα με την
Αφροδίτη. Στο πρόσθιο χείλος της σαρκοφάγου βρίσκεται ένα χρυσό ημισφαιρικό
δοχείο σκεπασμένο που το περιβάλλει η ντυμένη γυναίκα με το αριστερό της χέρι,
ένα κόκκινο τριαντάφυλλο και ένα σφυρήλατο ασημένιο τάσι. Ανάμεσα στις
παραστάσεις του αρχαιότροπου ανάγλυφου της σαρκοφάγου διακρίνεται το οικόσημο
τoυ Nicolo Aurelio, καγκελάριου της Βενετικής Δημοκρατίας, προφανώς
παραγγελιοδότη του πίνακα.
Το φόντο της παράστασης είναι φραγμένο από φυλλώματα δένδρων και ανοικτό
στα άκρα όπου αριστερά διακρίνονται στο λιβάδι κουνέλια -σύμβολο γονιμότητας-
ένα κάστρο και ένας καβαλάρης. Στα δεξιά διακρίνονται μια λιμνούλα, καβαλάρηδες
με σκυλιά που κυνηγούν λαγό, ένας βοσκός που φυλάει το κοπάδι του και ζευγάρι
χωρικών.
Απόδοση του χώρου: Ο ζωγράφος δημιουργεί έναν πλατύ χώρο όχι με την
αυστηρή εφαρμογή της γεωμετρικής προοπτικής αλλά με καθαρά ζωγραφικά μέσα.
Επιλέγει το μακρόστενο σχήμα, φράζει τη σύνθεση στο κέντρο με πυκνά δένδρα και
αφήνει ανοίγματα στα πλάγια. Στα σημεία αυτά σκοτεινιάζουν οι τόνοι και
θαμπώνουν τα χρώματα με βάση την ατμοσφαιρική προοπτική. Οι σκηνές στο βάθος
απηχούν την κύρια σκηνή, χωρίς να διαταράσσουν την κύρια αφήγηση. Η ερμηνεία
του χώρου είναι αποτέλεσμα της συγκίνησης που αποπνέει το τοπίο και όχι
αποκλειστικά λογική κατασκευή ή αφαίρεση. Η ζωγραφική αυτού του είδους τείνει στη
υποβολή, χαρακτηριστικό της σχολής της Βενετίας που προτιμά την έκφραση με το
56
3) Erwin Panofsky: παράσταση με τις Δίδυμες Αφροδίτες, την Ουρανία και την
Πάνδημο, κατά το νεοπλατωνικό νόημα. Ο Πανόφκσι ανατρέχει σε νεοπλατωνικές
θεωρίες ουμανιστών της Φλωρεντίας και της Βενετίας, που είχαν εκλαϊκευτεί και είχαν
γίνει θέματα συνομιλίας. Σύμφωνα με την ανάλυσή του ο πίνακας του Τισιανού
παριστάνει τις Δίδυμες Αφροδίτες κατά τις απόψεις του Marsilio Ficino. Η γυμνή
57
γυναίκα είναι η Ουρανία Αφροδίτη, «που συμβολίζει την αρχή της οικουμενικής
ομορφιάς, της αμιγώς νοητής ομορφιάς». Η ντυμένη είναι η Πάνδημος Αφροδίτη, που
συμβολίζει τη γενετήρια δύναμη που δημιουργεί τις φθαρτές αλλά ορατές και απτές
εικόνες της ομορφιάς πάνω στη γη: ανθρώπους και ζώα, λουλούδια και δένδρα, το
χρυσάφι και τα πετράδια, και τα πράγματα που παράγει η ανθρώπινη τέχνη και
επιδεξιότητα. Και οι δύο Αφροδίτες είναι κατά τον Ficino «αξιότιμες και αξιέπαινες η
καθεμιά με τον τρόπο της». Ο Ficino διακρίνει και τον ζωώδη έρωτα τον amor ferinus
που για το φιλόσοφο είναι κατώτερος, μια μορφή τρέλας ή αρρώστιας.89
4) Edgar Wind: Αλληγορική μύηση της καλλονής στον έρωτα. Προτείνει τον τίτλο:
Ουράνιος και ανθρώπινος έρωτας.
Ο Edgar Wind εξετάζει το ανάγλυφο της σαρκοφάγου και υποστηρίζει ότι αυτό
παρουσιάζει μια ερωτική τελετουργία, τον καθαρμό από το ζωώδες πάθος. Το άλογο
που το σέρνουν από τη χαίτη -σύμβολο του πάθους-, η γυναίκα που την τραβούν
από τα μαλλιά και το μαστίγωμα του άνδρα θυμίζουν βίαιες σκηνές που συναντούμε
σε παραστάσεις ή περιγραφές ερωτικών μυστηρίων. Φιλολογικές πηγές, όπως ο
Απουλήιος, έχουν τέτοιες αναφορές. Τόσο ο Ficino όσο και ο Pico della Mirandola
δηλώνουν πως γνωρίζουν ότι η αρχαία μυσταγωγική τελετουργία του έρωτα, τα
Εισόδια, ήταν ο καθαρμός δια των βασάνων.
Ο Wind υποστηρίζει ότι αν το ανάγλυφο της στέρνας δείχνει ότι το κακό
ξορκίστηκε, τότε το νερό είναι καθαρό παρόλο που αναταράσσεται απαλά από τον
έρωτα. Επομένως οι δύο γυναίκες εκπροσωπούν τον έρωτα «άνω του βεβήλου» και
ο διάλογός τους ανεβαίνει προς τα «castri misteri amorosi di Platone», κατά τη
διατύπωση του Pico della Mirandola, που οδηγούν στις μορφές του εξαγνισμένου
έρωτα, τον ουράνιο και τον ανθρώπινο. Το θέμα του πίνακα είναι η μύηση της
καλλονής στον έρωτα. Οι δύο γυναίκες απεικονίζουν περισσότερο μια αλληγορία
παρά έναν μύθο. Είναι περιοριστικό να αποκαλέσει κανείς τη μία μορφή Αφροδίτη,
γιατί υπάρχουν στοιχεία που ξεπερνούν το μυθολογικό ιδίωμα: το κόκκινο ιμάτιο, το
σκεπασμένο δοχείο, το αγγείο με τη φλόγα δεν είναι στοιχεία που χαρακτηρίζουν την
Αφροδίτη. Σε απάντηση του τελευταίου ισχυρισμού ο Πανόφσκι δημοσίευσε
φωτογραφία του αγάλματος του Giovanni Dentone (Padua Loggia Cornaro)
φιλοτεχνημένο το 1424/5 στο οποίο η Αφροδίτη κρατάει αγγείο με φλόγα.
Ο πίνακας είναι ένα από τα νεανικά έργα του ζωγράφου και σ΄ αυτό ίσως
οφείλεται ο λυρισμός που αποπνέει. 90
58
Jan van Eyck (Γιαν βαν Άικ) 1390-1441. Εργάστηκε μαζί με τον αδελφό του Hubert
(Ούμπερ) (1370-1426). Φλαμανδοί ζωγράφοι, γεννήθηκαν στο Maaseik, κοντά στο
Μάαστριχτ στα σύνορα Βελγίου, Ολλανδίας, Γερμανίας. Είχαν στενή σχέση με την
αυλή των δουκών της Βουργουνδίας. Ο Γιαν βαν Άικ θεωρείται ο επινοητής της
ελαιογραφίας, αν και φαίνεται ότι η τεχνική αυτή είχε ήδη ευρεία χρήση στις βόρειες
περιοχές τον 15ο αιώνα.91
Ο γάμος των Arnolfini, 1434, λάδι σε ξύλο, 82,2Χ60 εκ., National Gallery,
Λονδίνο.
Ένας άνδρας και μία γυναίκα στέκονται όρθιοι στο εσωτερικό ενός δωματίου. Το
έργο, με στοιχεία ολόσωμου διπλού πορτρέτου και ηθογραφικής σκηνής, ερευνήθηκε
εκτεταμένα ως προς την ταυτότητα των εικονιζόμενων προσώπων, τον ρόλο του
ζωγράφου, τη σκοπιμότητα της φιλοτέχνησης του έργου, τις πληροφορίες που
παρέχει για την καθημερινή ζωή και τους συμβολισμούς που συνδέονται με τα
απεικονιζόμενα αντικείμενα και δίνουν το ιδεολογικό πλαίσιο της κοινωνία της
εποχής.
Έχουν διατυπωθεί διαφορετικές απόψεις για το γεγονός που απεικονίζεται
(παράσταση χειρομαντείας, απεικόνιση του ζωγράφου με τη σύζυγό του, παράσταση
αρραβώνα ή της μεταβίβασης από τον άνδρα του δικαιώματος για τη διαχείριση των
υποθέσεών του στη σύζυγό του).92 Μία από τις απόψεις αυτές υποστηρίζει ότι
πρόκειται για την παρουσίαση της τελετουργίας του γάμου, που τότε γινόταν χωρίς
ιερέα αλλά μπροστά σε μάρτυρες και με την εκφώνηση ενός επίσημου κειμένου.
Θεωρήθηκε ότι ο πίνακας πιστοποιεί το γεγονός και ότι ο ζωγράφος είναι ένας από
τους μάρτυρες που παρευρέθηκαν με βάση την επιγραφή “Johannes de Eyck fuit hic”
(Ο Johannes de Eyck ήταν εκεί). Η επιγραφή βρίσκεται στον τοίχο του δωματίου,
πάνω από τον καθρέφτη που τοποθετείται ανάμεσα στα κεφάλια του ζευγαριού και
δείχνει το πίσω μέρος του σώματός τους αλλά και δύο ακόμη μορφές απέναντί τους
στον χώρο που προεκτείνεται προς την πλευρά του θεατή και που δεν είναι ορατά
στον πίνακα.93
59
Rogier Van der Weyden (Ροχίρ Βαν ντερ Βάιντεν) 1399/1400 Τουρνέ - 1464
Βρυξέλες. Υπάρχουν λίγες πληροφορίες για τη ζωή του. Είναι πιθανό να μαθήτευσε
στο εργαστήριο του Καμπέν. Εγκαταστάθηκε στις Βρυξέλες και έγινε επίσημος
ζωγράφος της πόλης. Το 1450 ταξίδεψε στην Ιταλία (Ρώμη, Φεράρα) και δέχτηκε
επιδράσεις από τον Τζεντίλε ντα Φαμπριάνο. Ο δούκας του Μιλάνο Φραντσέσκο
Σφόρτσα έστειλε να μαθητεύσει δίπλα του ένας ιταλός ζωγράφος. Εργάστηκε για την
αυλή του δούκα της Βουργουνδίας. Δεν υπάρχουν υπογραμμένα έργα του.97
Αποκαθήλωση, 1435 π., λάδι σε ξύλο, 220Χ262 εκ., Museo del Prado, Μαδρίτη.
Τμήμα τριπτύχου που τα άλλα μέρη του έχουν χαθεί. Ο ζωγράφος ακολουθεί τη
σύμβαση του χρυσού βάθους στο επάνω μέρος της παράστασης, ενώ στο κάτω
μέρος αποδίδει ρεαλιστικά το τοπίο του Γολγοθά ως "κρανίου τόπο". Η παράσταση
οργανώνεται με βάση τον κάθετο άξονα του σταυρού, στο επάνω τμήμα που
προεξέχει, και τον οριζόντιο στον κυρίως ορθογώνιο χώρο, όπου αναπτύσσεται το
θέμα. Οι μορφές οργανώνονται κατά ομάδες δεξιά και αριστερά του σταυρού. Στο
κέντρο καμπύλα σχήματα προκύπτουν από την παράλληλη τοποθέτηση των
σωμάτων του Χριστού και της Παναγίας. Ο ζωγράφος τονίζει την έκφραση των
συναισθημάτων των μορφών με τις γυναίκες που θρηνούν και χειρονομούν έντονα,
ενώ οι ανδρικές μορφές εκφράζουν τη θλίψη τους συγκρατημένα. Η συγκινησιακή
φόρτιση κορυφώνεται με την λιποθυμία της Παναγίας στο κέντρο, που
υποβαστάζεται από τον Ιωάννη και από μία από τις γυναίκες που τη συνοδεύουν,
καθώς το χέρι της σχεδόν αγγίζεται με το χέρι του νεκρού Ιησού. Η έντονη
αφηγηματικότητα προκαλεί την συναισθηματική συμμετοχή του θεατή, ενώ στα
ενδύματα των μορφών χρησιμοποιούνται στοιχεία από την εποχή κατά την οποία
δημιουργήθηκε το έργο. Η οργάνωση των μορφών, η έντονη εκφραστικότητα και το
ουδέτερο βάθος παραπέμπουν σε σκηνή θρησκευτικού δράματος ή τη σκηνοθέτηση
ενός ταμπλό βιβάν.98
61
Albrecht Dürer (Άλμπρεχτ Ντύρερ) 1471- 1528. Γεννήθηκε στη Νυρεμβέργη, μια
πόλη με έντονη εμπορική δραστηριότητα στην οποία ιδρύθηκε το πρώτο
ενεχυροδανειστήριο και κατασκευάστηκε η πρώτη υδρόγειος σφαίρα, καθώς στην
πόλη άκμαζαν τα εργαστήρια κάθε είδους. Ο πατέρας του Ντύρερ ήταν χρυσοτέχνης
και κοντά του έμαθε το επάγγελμα, ενώ μαθήτευσε και στο εργαστήρι του
Φόλγκεμουτ, που ήταν χαράκτης και σημαντικός ζωγράφος. Ο Ντύρερ ταξίδεψε σε
περιοχές της Γερμανίας (Κολμάρ), στη Βασιλεία, στο Στρασβούργο, στις Κάτω Χώρες
και δύο φορές στη Ιταλία (1494-1496, Βενετία, γνωριμία με Giovanni και Gentille
Bellini και 1506-1507, Πάδοβα, Μπολόνια, Παβία, Βενετία), συγκεντρώνοντας νέες
γνώσεις για τη ζωγραφική, τη χαρακτική και οτιδήποτε άλλο αφορούσε την τέχνη του.
Το 1496 άνοιξε δικό του εργαστήριο στη Νυρεμβέργη, απέκτησε φήμη και
εξασφάλισε την εύνοια του προστάτη των τεχνών και εκλέκτορα της Σαξονίας,
Φρειδερίκου, καθώς και του αυτοκράτορα Μαξιμιλιανού Α'. Ο Ντύρερ ενσωμάτωσε
στο έργο του στοιχεία από τη βόρεια και την ιταλική εικαστική παράδοση. Έκανε
εκτεταμένες μελέτες για την προοπτική και συνέγραψε πραγματείες με θέμα τη
γεωμετρία, τις αναλογίες του ανθρώπινου σώματος και τις οχυρώσεις.
Ανολοκλήρωτη έμεινε μια πραγματεία που θα συνόψιζε συνολικά τις απόψεις του για
την τέχνη. Ασχολήθηκε με την ξυλογραφία και τη χαλκογραφία και έκανε σειρές
χαρακτικών και άλλα μεμονωμένα θέματα. Ανάμεσα στα έργα του (πορτρέτα,
θρησκευτικά θέματα κ.α.) εντάσσονται οι Αυτοπροσωπογραφίες του και οι Τέσσερις
Απόστολοι, έργο της ωριμότητας που δώρισε στην πόλη της Νυρεμβέργης.102
ανάμεσα στις χώρες της Ευρώπης με αφορμή τις δογματικές διαφορές, καθώς και οι
διώξεις όσων ανήκαν σε διαφορετικό δόγμα ή θεωρούνταν αιρετικοί.
Στην ξυλογραφία ο Ντύρερ, ακολουθώντας το κείμενο της Αποκάλυψης,
διαχωρίζει τον ουράνιο από τον γήινο χώρο για να αποδώσει τη μάχη του
αρχαγγέλου Μιχαήλ και των άλλων αγγελικών δυνάμεων εναντίον των δαιμόνων. Ο
διαχωρισμός της σκηνής αντιστοιχεί στην ηρεμία του γήινου χώρου, του κάμπου με
τον οικισμό που αποδίδεται πανοραμικά και τη βίαιη κίνηση της πάλης που
διεξάγεται στον ουράνιο χώρο. Η παράσταση έχει στοιχεία από την εικονογραφία
που διαμορφώνεται για το θέμα στην ευρωπαϊκή ζωγραφική του Βορρά ήδη από τον
Μεσαίωνα. Αντίστοιχα θέματα υπάρχουν στα έργα του Ιερώνυμου Μπός και του
Πέτερ Μπρέγκελ.103
Αδάμ και Εύα, 1507, λάδι σε ξύλο, 209Χ81 cm (κάθε πίνακας) Museo del Prado,
Μαδρίτη.
Η πολύχρονη έρευνα του Ντύρερ πάνω στην προοπτική και την απόδοση των
αναλογιών με βάση τις μαθηματικές μετρήσεις καταγράφηκε στις μελέτες του και
αποτυπώθηκε στην πράξη στα ζωγραφικά του έργα, ιδιαίτερα μετά τα ταξίδια του
στην Ιταλία. Ο Ντύρερ παραμορφώνει, επιμηκύνει, κάνει βραχύνσεις στις μορφές,
μεταγράφει το ανθρώπινο σώμα με γεωμετρικές φόρμες, προκειμένου να αποδώσει
την ιδανική ομορφιά. Η απεικόνιση των σωμάτων του Αδάμ και της Εύας αποτελούν
αφορμή για τη μελέτη του γυμνού σε φυσικό μέγεθος, καθώς τοποθετούνται σε
ουδέτερο βάθος με μόνο τους καρπούς και το δένδρου με τον Πονηρό
μεταμορφωμένο σε φίδι να θυμίζει τον πειρασμό και την πτώση τους. Του
ζωγραφικού έργου είχε προϋπάρξει το 1504 η χαλκογραφία με τον Αδάμ και την Εύα
περιβαλλόμενους από ζώα και πουλιά τη στιγμή του πειρασμού στον Παράδεισο,
που απεικονίζεται ως ένα πυκνό δάσος. Οι στιβαρές μορφές στην χαλκογραφία
γίνονται πιο ραδινές στο ζωγραφικό έργο, δείχνοντας αφενός τη συνεχή έρευνα και
μελέτη του ζωγράφου για το συγκεκριμένο θέμα και αφετέρου την απομάκρυνσή του
από μεσαιωνικούς τύπους απεικόνισης του ανθρώπινου σώματος.104
65
υπάρχουν ζυγαριές χρυσού και μία σφραγίδα Από Στο ράφι στα δεξιά κρέμεται ένα
ρολό σπάγκου, δαχτυλίδια σφραγίδες, επιστολές εμπορικής αλληλογραφίας και
ταινίες με βουλοκέρι. Πάνω στο τραπέζι βρίσκονται ένα ψαλίδι, θήκες για φτερά-
πένες, βουλοκέρι, θήκη με άμμο για το στέγνωμα της μελάνης, ένα χρυσό ρολόι, μία
σφραγίδα, ένα μεταλλικό δοχείο με νομίσματα. Στο ανθοδοχείο τα γαρύφαλλα και το
δενδρολίβανο συμβόλιζαν την πίστη και την αγάπη. Στο καρτελίνο που είναι
κολλημένο στον τοίχο αναγράφεται το όνομα και η ηλικία του εικονιζόμενου (34
χρόνων) και σχολιάζεται η ζωντάνια του πορτρέτου. Κάτω από το ράφι το μότο του
Gisze "Δεν υπάρχει χαρά χωρίς λύπη".
Το έργο δίνει πολλές πληροφορίες για τον υλικό πολιτισμό και τις συνήθειες της
εποχής και μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ιστορικό τεκμήριο. Αποτελεί δείγμα των
δυνατοτήτων της ελαιογραφίας να αποτυπώσει όσα ο εικονιζόμενος μπορεί να
κατέχει, αποδίδοντας με κάθε λεπτομέρεια τις υφές (υφάσματα, κεντημένο
τραπεζομάντηλο, γυαλί, μεταλλικά αντικείμενα). Φανερώνει, επίσης, τον τρόπο
αυτοπαρουσίασης των ευγενών, αστών και λογίων της εποχής.108
1567 επιδίδεται σε συστηματικές διώξεις και εξόντωση των προτεσταντών και άλλων
αιρετικών.109
δείχνει την επιμέλεια στο σερβίρισμα ενός ταπεινού φαγητού που είναι μάλλον ένα
είδος χυλού, ενώ το ποτό πρέπει να είναι κάποιο είδος μπύρας, γιατί τον 16ο αιώνα η
η παραγωγή κρασιού ήταν περιορισμένη και κυρίως επικεντρωμένη στο νότο. Η
μουσική συμπληρώνει τη γιορτή με τους οργανοπαίχτες της γκάιντας όρθιους στο
κέντρο του χώρου. Οι συνδαιτυμόνες χρησιμοποιούν κουτάλια και μαχαίρια, όχι όμως
πιρούνια που η χρήση τους γενικεύεται αργότερα.
Οι ταινίες στις γκάιντες και στα καπέλα των σερβιτόρων είναι σήμα κάποιας
ομάδας ή συλλόγου που αναλάμβανε την οργάνωση των γιορτών. Το κουτάλι στο
καπέλο του άνδρα με το κόκκινο πανωφόρι που μεταφέρει τον δίσκο με τα πιάτα είναι
δείγμα φτώχειας, καθώς έτσι κυκλοφορούσαν οι περιπλανώμενοι, μισθωτοί αγρότες
που δεν είχαν στέγη, μόνιμη εγκατάσταση και οικογένεια.
Οι χωρικοί απεικονίζονται ευπρεπείς, χωρίς να παρουσιάζουν σημεία μέθης. Είναι
αφοσιωμένοι στο φαγητό, μία κατάσταση με την οποία δεν συνδέονται σε ζωγραφικά
έργα οι άγιοι και τα ιερά πρόσωπα, οι θεοί της μυθολογίας και οι ευγενείς, σε μια
προσπάθεια εξιδανίκευσης των απεικονιζόμενων και άρνησης της φυσικής ανάγκης
και της ταπεινότητας του πεπτικού συστήματος. Ο Μπρέγκελ όμως σε διάφορα έργα
του παρουσιάζει ανθρώπους που τρώνε, ουρούν και αφοδεύουν. Αντιμετωπίζει με
συμπάθειά τους χωρικούς, χωρίς να υποπίπτει σε συναισθηματισμούς. Στις σκηνές
από τη ζωή τους τονίζει την υλικότητα και τη ζωτικότητα της ανθρώπινης φύσης με
αναφορές στη σεξουαλικότητα και την αναπαραγωγή, όπως στον Χορό των χωρικών
(Kunsthistorisches Museum, Βιέννη) και στον Χορό του γάμου (Detroit Institute of
Arts).
Οι ευγενείς και οι αστοί της εποχής θεωρούν τους χωρικούς ανόητους, μέθυσους,
λαίμαργους και βίαιους. Σε σατιρικά ποιήματα, παραμυθικές αφηγήσεις και
αποκριάτικα δρώμενα εμφανίζονται ως αρνητικοί ήρωες που προκαλούν γέλιο,
παραδείγματα προς αποφυγή για τις κακές τους συνήθειες και την ανάρμοστη
συμπεριφορά τους. Τα στερεότυπα αυτά επαναλαμβάνονται και σε αυτά τα
ζωγραφικά έργα που προορίζονταν για τις συλλογές των ευγενών που θεωρούσαν τη
ζωή των χωρικών αξιοπερίεργη, αστεία και γραφική. Οι χωρικοί δεν είχαν την
ευκαιρία να δουν τα έργα αυτά, καθώς έρχονταν σε επαφή μόνο με τα θρησκευτικά
έργα στις εκκλησίες.110
70
Η Αφροδίτη και ο Έρωτας ανάμεσα στον Χρόνο και την Αλήθεια ή Η Αλληγορία
του Έρωτα, 1542-45, λάδι σε ξύλο, 155Χ144 εκ., National Gallery, Λονδίνο.
Η Αφροδίτη καθισμένη σε μαξιλάρι κρατάει βέλος και χρυσό μήλο. Ο έρωτας την
αγκαλιάζει και τη φιλάει στο στόμα, αγγίζοντας το στήθος της. Το έμβλημα της θεάς,
ένα ζευγάρι περιστέρια ραμφίζονται στα πόδια του. Δεξιά ένα γυμνό αγοράκι, κρατάει
τριαντάφυλλα, φοράει ένα περισφύριο με κουδουνάκια και αποτελεί προσωποποίηση
της Απόλαυσης. Πίσω από την Απόλαυση η προσωποποίηση της Δολιότητας· μια
κοπέλα με ωραίο πρόσωπο και τερατώδες σώμα που απολήγει σε πόδια με νύχια
λιονταριού και ουρά ερπετού. Τα χέρια της τοποθετούνται αντίστροφα σε σχέση με τα
μπράτσα. Στο ένα κρατάει κερήθρα και στο άλλο ένα φαρμακερό ζώο με διπλό
κεντρί. Ο Πανόφσκι γράφει ότι η μορφή αυτή αποτελεί το πιο σύνθετο σύμβολο της
διεστραμμένης δολιότητας. Τα δύο προσωπεία μπροστά της (ανδρικό σκυθρωπό και
γυναικείο πιο ήπιο) αποτελούν αναφορά στη διπλοπροσωπία. Στο αριστερό μέρος
του πίνακα η Ζήλεια αποδίδεται με τη μορφή της ηλικιωμένης γυναίκας που μορφάζει
απεγνωσμένα, μπήγοντας τα δάχτυλα στα μαλλιά της. Στο επάνω μέρος τη
παράστασης ο Χρόνος, γέροντας με φτερά -σύμβολο της φυγής του- και αμείλικτο
βλέμμα, μαζί με την Αλήθεια –μια μεσόκοπη γυναίκα, που το πίσω μέρος του
κεφαλιού της φαίνεται να είναι κενό- σηκώνουν ένα παραπέτασμα μπροστά από το
οποίο ξετυλίγεται η παράσταση, σαν να πρόκειται να αποκαλύψουν τις χαρές και τα
βάσανα του έρωτα.
71
Βάκχος, 1593/4, λάδι σε μουσαμά, 95Χ85 εκ., Gallerie degli Uffizi, Φλωρεντία.
Από τα πρώιμα έργα του Καραβάτζιο. Μαζί με το κεφάλι της Μέδουσας ήταν δώρο
του καρδιναλίου Φραντσέσκο Μαρία ντελ Μόντε, μαικήνα του Καραβάτζιο στη Ρώμη,
72
γινόταν άλλοτε. Ύστερα από λίγο καιρό πήραν να ζωγραφίζουν πράγματα δίχως
ομορφιά, η δύσμορφα που τα απέδιδαν με λεπτολόγο φροντίδα.»
Η εισβολή της ρωπογραφίας στην ιταλική ζωγραφική ισοδυναμεί με κρίση της
κλασικής θεματογραφίας που θα συνεχισθεί σε όλη την περίοδο του μπαρόκ. Οι
καινοτομίες του Καραβάτζιο υιοθετούνται από νέους ζωγράφους που ονομάστηκαν
«καραβατζέσκι» ή «τενεμπρόζι».114
Guido Reni (Γκουίντο Ρένι) 1575 - 1642. Καταγόταν από τη Μπολόνια, μαθητής του
Λοντοβίκο Καράτσι, μελετητής της αρχαιότητας και του Ραφαήλ ήταν για τρεις αιώνες
σημείο αναφοράς για τους ζωγράφους λόγω της καθαρότητας του ύφους του, που
συνδυάζει το φροντισμένο πλάσιμο των μορφών και την εκφραστική πυκνότητα. 115
Αταλάντη και Ιππομένης, 1612 περ., λάδι σε μουσαμά, 206Χ297 εκ., Museo del
Prado, Μαδρίτη.
Το έργο έχει επαναληφθεί και σε άλλες εκδοχές. Σκοτεινός χώρος και απροσδιόριστο
τοπίο στο οποίο προβάλλονται τα γυμνά χλωμά σώματα. Διασταύρωση των
σωμάτων και επικράτηση των διαγωνίων. Αντίθετη κίνηση της Αταλάντης που σκύβει
και κατευθύνεται προς τα πίσω και του Ιππομένη που σπεύδει μπροστά. Τα πέπλα
που ανεμίζουν δίνουν την αίσθηση της κίνησης.
Η Αταλάντη116 επιθυμούσε να προστατεύσει την παρθενία της και για να απαλλαγεί
από τους υποψήφιους μνηστήρες, τους καλούσε σε αγώνα δρόμου με έπαθλο την
ίδια, αν νικούσαν, και τιμωρία το θάνατό τους, αν έχαναν. Για μεγάλο διάστημα ήταν
ανίκητη, ώσπου ο Ιππομένης (κατά άλλη εκδοχή ο Μελανίωνας) πέταξε στη διάρκεια
του αγώνα τρία χρυσά μήλα, δώρο της Αφροδίτης, σύμφωνα με μία παράδοση από
τον κήπο των Εσπερίδων. Η Αταλάντη έσκυψε να τα μαζέψει και έτσι έχασε τον
αγώνα. Η ιστορία από τον Απολλόδωρο και τις «Μεταμορφώσεις» του Οβίδιου. 117
74
Ο θρίαμβος του Βάκχου, 1628/9, λάδι σε μουσαμά, 165Χ225 εκ., Museo del
Prado, Μαδρίτη.
Ο πίνακας φιλοτεχνήθηκε για τον Ισπανό βασιλιά. Ο θεός εικονίζεται με σάρκα
αφύσικα λευκή. Σε παρωδία στέψης τοποθετεί στεφάνι από κισσό στο κεφάλι ενός
χωρικού. Οι χωρικοί δείχνουν μια σχέση οικειότητας αλλά και ευλάβειας προς τον
θεό. Δεν μοιάζουν με τους άξεστους χωρικούς που συχνά αντιπαραβάλλονταν με
τους κομψούς και εξευγενισμένους ευγενείς σε λογοτεχνικά και ζωγραφικά έργα. Εδώ
είναι οι άνθρωποι που με τη σκληρή δουλειά εξασφαλίζουν την κοινωνική ευημερία,
για αυτό και ο θεός τους ανταμείβει με αυτήν την τελετουργία.
Η παράδοση του bodegon (είδος ρωπογραφίας δημοφιλές στην Ισπανία τον 17ο
αιώνα με σκηνές κουζίνας και ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις νεκρές φύσεις) εμφανίζεται
σε αρκετές από τις λεπτομέρειες του πίνακα. Επιρροή από τον Καραβάτζιο στο θέμα
του Βάκχου και στους ανθρώπινους τύπους που κατάγονται από τον ισπανικής
καταγωγής επίγονο του Καραβάτζιο, Τζουζέπε Ριμπέρα (1590-1652). Στο έργο αυτό
ο Βελάσκεθ ίσως έχει επηρεαστεί και από τον Ρούμπενς που το 1628 επισκέπτεται
για δεύτερη φορά τη Μαδρίτη. Έτσι η πινελιά του Βελάσκεθ γίνεται πιο ελεύθερη και
η παλέτα του διευρύνεται.121
76
Jose de Ribera (Χοσέ ντε Ριμπέρα) 1590 -1652. Ισπανός ζωγράφος και χαράκτης.
Ο Ριμπέρα φτάνει στη Νάπολη το 1616 ύστερα από μια στάση στη Ρώμη.
Επηρεάστηκε από τον Καραβάτζιο. Τα δραματικά γεγονότα της ζωής του
αντανακλώνται στα βίαια θέματα των πινάκων του. Το πρώτο μισό του 17ου αιώνα
ήταν ο σημαντικότερος εν ενεργεία ζωγράφος του βασιλείου της Νάπολης. Από
αυτόν προέρχεται ο νατουραλισμός που χαρακτηρίζει τη ναπολιτάνικη ζωγραφική.122
Απόλλων και Μαρσύας, 1637, λάδι σε μουσαμά, 182Χ232 εκ., Εθνικό Μουσείο
Καποντιμόντε, Νάπολη.
Το έργο είναι χρονολογημένο και ενυπόγραφο. Ο ζωγράφος χειρίζεται το θέμα όπως
το μαρτύριο του Αγίου Βαρθολομαίου. Υπάρχει ένα αντίγραφο του έργου στις
Βρυξέλες (1637) και μία εκδοχή «στο στυλ του Ριμπέρα» του Λούκα Τζιορντάνο. Στη
δεκαετία του 1630 το στυλ του Ριμπέρα γίνεται πιο φωτεινό, πιο μνημειακό και
γραφικό. Αυτό συμβαίνει γιατί η ναπολιτάνικη ζωγραφική επηρεάζεται από το
νεοβενετικό στυλ που έρχεται από τη Ρώμη, καθώς και από την εμφάνιση στην πόλη
του Βελάσκεθ. Το έργο δείχνει εξοικείωση με το έργο του Βαν Ντάυκ και του Τιτσιάνο.
Στη σκηνή δίνεται έμφαση στη μορφή του Απόλλωνα με τον κυματιστό μανδύα. Η
κυριαρχία του διαγώνιου άξονα, οι έντονες αντιθέσεις φωτεινών και σκοτεινών
περιοχών, η δραματικότητα του θέματος, η ασάφεια των αντικειμένων στο φόντο
είναι χαρακτηριστικά της ζωγραφικής του μπαρόκ.
Ο μύθος: Ο Σιληνός Μαρσύας μαζεύει τον αυλό που πέταξε η Αθηνά, εξασκείται
και προκαλεί τον Απόλλωνα να τον συναγωνιστεί στη λύρα. Οι μούσες δίνουν τη νίκη
στον Απόλλωνα και εκείνος για να τον τιμωρήσει τον γδέρνει. 123
77
Περσέας και Ανδρομέδα, 1619/20, λάδι σε ξύλο, 100Χ138,5 εκ., Alte Pinakothek
Βερολίνο.
Η Ανδρομέδα καυχήθηκε ότι ήταν η ωραιότερη από τις Νηρηίδες προκαλώντας την
οργή του Ποσειδώνα που την αλυσόδεσε σε ένα βράχο, όπου θα γινόταν βορά ενός
θαλασσίου τέρατος για να την τιμωρήσει για την αλαζονεία της. Η ιστορία προέρχεται
από τις «Μεταμορφώσεις» του Οβίδιου. Ο Ρούμπενς χειρίζεται το θέμα με
ευρηματικό τρόπο και αφηγηματική τρυφερότητα. Εικονίζεται η στιγμή της
απελευθέρωσής της από τον Περσέα που λύνει τη γυναίκα με τη βοήθεια δύο
ερωτιδέων, ενώ οι άλλοι τον περιμένουν πάνω στο φτερωτό άλογο. Ένας άλλος
πίνακας του ίδιου ζωγράφου αφηγείται την προηγούμενη φάση του επεισοδίου,
παρουσιάζοντας την Ανδρομέδα αλυσοδεμένη στο βράχο.125
78
Αλληγορία για τα αγαθά της ειρήνης, 1630, λάδι σε μουσαμά, 203Χ298 εκ.,
National Gallery, Λονδίνο.
Λέγεται ότι ο πίνακας αποτέλεσε δώρο για τον Κάρολο τον Α΄ της Αγγλίας, όταν
προσπαθούσε να τον πείσει να συνθηκολογήσει με την Ισπανία. Πρόκειται για μια
αλληγορική παράσταση. Η Αθηνά απομακρύνει τον Άρη και την Ερινύα του πολέμου
από το πρώτο επίπεδο, όπου η Ειρήνη θηλάζει βρέφος, περιτριγυρισμένη από
σύμβολα γονιμότητας και αφθονίας: Μαινάδες που χορεύουν και μεταφέρουν
πολύτιμα σκεύη και κοσμήματα, φαύνος που κοιτάζει τα φρούτα στο κέρας της
Αμάλθειας, άκακος πάνθηρας, παιδιά που ξεφεύγουν από τον πόλεμο. Αντιθέσεις,
θερμά χρώματα, ζωντάνια, πληθωρικότητα, αισθησιασμός.
Λόγω του πλήθους των παραγγελιών ο Ρούμπενς διατηρούσε εργαστήριο με
πολλούς βοηθούς. Ο ίδιος φαίνεται ότι έκανε το βασικό σχέδιο και έβαζε τις
τελευταίες πινελιές. Ο Ρούμπενς εισάγει τις μεγάλες διαστάσεις στην Ολλανδική
ζωγραφική. Η ζωγραφική του χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερη δεξιοτεχνία στην
απόδοση του φωτός. Συνδυάζει τις κατακτήσεις της Ιταλικής ζωγραφικής με τη
διάθεση για λεπτομέρεια και αληθοφάνεια που επικρατούσε στην τέχνη των Κάτω
Χωρών. Η τέχνη του ιδανική για να εξάρει τη μεγαλοπρέπεια των παλατιών και να
υμνήσει τους ισχυρούς του κόσμου. Ο Ρούμπνες ζει την εποχή των κοινωνικών και
θρησκευτικών αναστατώσεων που προκάλεσαν τον Τριακονταετή Πόλεμο (1618-
1648) στην Ευρώπη και τον εμφύλιο στην Αγγλία. Από τη μια πλευρά οι «ελέω
Θεού» καθολικοί βασιλείς και από την άλλη οι ανερχόμενες εμπορικές πόλεις που
ήταν προτεσταντικές. Την εποχή αυτή οι Κάτω Χώρες είναι διχασμένες. Η
προτεσταντική Ολλανδία αντιστέκεται στην καθολική Φλάνδρα και στην Ισπανική
κυριαρχία στην περιοχή. Ο Ρούμπενς, αν και ανήκε στο στρατόπεδο των Καθολικών,
έπαιρνε παραγγελίες και από τον Κάρολο Α΄ της Αγγλίας. 126
79
Υποσημειώσεις
1
Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, Ιταλική Αναγέννηση - Τέχνη και Κοινωνία – Τέχνη και Αρχαιότητα, Εκδόσεις
Καστανιώτη, Αθήνα 2004, σ. 16. A. Richard Turner, Η Αναγέννηση στη Φλωρεντία, Η Γένεση μιας Νέας
Τέχνης, Μετάφραση: Μιχάλης Λυχούνας, Επιμέλεια: Γλαύκη Γκότση, Universtiy Studio Press,
Θεσσαλονίκη 2011, σ. 10-21. Άλκης Χαραλαμπίδης, Η ιταλική Αναγέννηση, Αρχιτεκτονική, Γλυπτική,
Ζωγραφική, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2014, σ. 11-21.
2
Λαμπράκη-Πλάκα, Ιταλική Αναγέννηση, ό.π.
3
Λαμπράκη-Πλάκα, Ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 19.
4
Λαμπράκη-Πλάκα, Ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 21-25. Turner, ό.π., σ. 23-30.
5
Λαμπράκη-Πλάκα, Ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 27-29, 31-33. Turner, ό.π., σ. 31-33.
6
Λαμπράκη-Πλάκα, Ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 34.
7
Λαμπράκη-Πλάκα, Ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 35.
8
Λαμπράκη-Πλάκα, Ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 23, 52-58.
9
Λαμπράκη-Πλάκα, Ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 59 – 60. Για την επιβίωση της κλασικής παράδοσης
και τη νέα θεώρησή της την εποχή της Αναγέννησης βλ. Έρβιν Πανόφσκι, Μελέτες Εικονολογίας,
Ουμανιστικά θέματα στην τέχνη της Αναγέννησης, Μετάφραση Ανδρέας Παπάς, Εκδόσεις Νεφέλη,
Αθήνα 1991, σ.40-63.
10
Λαμπράκη-Πλάκα, Ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 29, 127.
11
Λαμπράκη-Πλάκα, Ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 41.
12
Λαμπράκη-Πλάκα, Ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 45,69.
13
Λαμπράκη-Πλάκα, Ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 72, 74.
14
Λαμπράκη-Πλάκα, Ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 61,62.
15
Λαμπράκη-Πλάκα, Ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 62,63.
16
Λαμπράκη-Πλάκα, Ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 63.
17
Λαμπράκη-Πλάκα, Ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 41.
18
Λαμπράκη-Πλάκα, Ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 65. E.H. Gombrich, Το Χρονικό της τέχνης,
Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2004, σ. 287-323.
19
Gombrich, ό.π., σ. 290. Λαμπράκη-Πλάκα Ιταλική Αναγέννηση, ό.π. 132,133. Μαρίνα Λαμπράκη-
Πλάκα, Οι πραγματείες περί ζωγραφικής – Αλμπέρτι και Λεονάρντο, Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη,
ου
Ηράκλειο Κρήτης 1988, εικ. 10, Λουτσιάνο Λαουράνα, Προοπτική άποψη πόλεως, τρίτο τέταρτο 15 αι.,
Πινακοθήκη Walters, Βαλτιμόρη, εικ. 32, Ραφαήλ, Η μνηστεία της Παναγίας, 1504, Πινακοθήκη Μπρέρα,
Μιλάνο.
20
Gombrich, ό.π., σ.288. Βιτρούβιος, Περί αρχιτεκτονικής, Μετάφραση σχόλια Παύλος Λέφας, Εκδόσεις
Πλέθρον, Αθήνα 1997.
21
Λαμπράκη-Πλάκα, Ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 76-79. Πανόφσκι, ό.π.,σ. 231-391.
22
Λαμπράκη-Πλάκα, Ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 80,81. Παντελής Πρεβελάκης, Αρχαία θέματα στην
Ιταλική Ζωγραφική της Αναγέννησης, Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήναι 1975, σ. 73-85.
23
Λαμπράκη-Πλάκα, Ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 81,82. Πρεβελάκης, ό.π. σ. 56-68. Άμπυ
Βάρμπουργκ, Η ιταλική τέχνη και η διεθνής αστρολογία στο μέγαρο Σκιφανόια της Φεράρας, Έννοιες της
ο
τέχνης τον 20 αιώνα, Επιστημονική επιμέλεια – Εισαγωγή: Παναγιώτης Πούλος, ΑΣΚΤ, Αθήνα 2006, σ.
97-139.
24
Λαμπράκη-Πλάκα, Ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 95. Λαμπράκη-Πλάκα, Οι πραγματείες, ό.π.
25
Λαμπράκη-Πλάκα, Ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 100. Gombrich, ό.π., σ. 320.
26
Λαμπράκη-Πλάκα, Ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 102.
27
Για τα ιστορικά στοιχεία της περιόδου 16ος-17ος αι., τους όρους "μανιερισμός" και "μπαρόκ" και τα
χαρακτηριστικά της τέχνης της περιόδου βλ. Arnold Hauser, Κοινωνική Ιστορία της Τέχνης, Εκδόσεις
Κάλβος, Αθήνα χ.χ., τόμ. 2, σ. 123-180. Χέρμπερτ Ρήντ, Λεξικό Εικαστικών Τεχνών, Εκδόσεις Υποδομή,
Αθήνα 1986, σ. 158. Ευθυμία Γεωργιάδου–Κούντουρα, Μανιερισμός, Εκπαιδευτική Ελληνική
Εγκυκλοπαίδεια, Παγκόσμια Τέχνη, τομ. 27, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1998, σ. 207-210. Gombrich,
ό.π., σ. 361-385. Stephen Little, Οι «…ισμοί» στη τέχνη, εκδ. Σαββάλας 2005, σ. 38,39. Άλκης
Χαραλαμπίδης, Μπαρόκ, Αρχιτεκτονική, Γλυπτική, Ζωγραφική, University Studio Press, Θεσσαλονίκη
2017, 9-16.
28
Hauser, ό.π., σ. 215-279. Ρήντ , ό.π., σ. 191. Χρύσανθος Χρήστου, Μπαρόκ, Εκπαιδευτική Ελληνική
Εγκυκλοπαίδεια, Παγκόσμια Τέχνη, τομ. 27, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1998, σ. 234-247. Gombrich,
ό.π., σ. 388-454. Little, ό.π., σ. 42-61. Ζερμαίν Μπαζέν, Μπαρόκ και Ροκοκό, εκδ. Υποδομή 1995.
Χαραλαμπίδης, Μπαρόκ, ό.π.
29
Heinrich Wölfflin, Βασικές έννοιες της Ιστορίας της Τέχνης, Εκδόσεις Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη
1992. Παντελής Πρεβελάκης, ό.π., σ. 15-20. Hauser, ό.π., σ. 217-225. Χαραλαμπίδης, Μπαρόκ, ό.π.
30
Hauser, ό.π., σ. 220-223.
31
Hauser, ό.π., τόμ.3, σ. 10-53. Ρήντ, ό.π., σ.289. Ηλίας Μυκονιάτης, Ροκοκό, Εκπαιδευτική Ελληνική
Εγκυκλοπαίδεια, Παγκόσμια Τέχνη, τομ. 27, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1998, σ. 312-314. Gombrich,
ό.π., σ.454-472. Little, ό.π., σ. 62,63.
32
Hauser, ό.π., σ.10,11,48. Μπαζέν, ό.π. Μυκονιάτης, ό.π. Gombrich, ό.π. Little, ό.π.
80
33
Ι. Θ. Κακριδής (επιμέλεια), Ελληνική Μυθολογία, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1986, τόμ. 1, σ. 12-24,
266-271. Ηλίας Μυκονιάτης, (Ζωγραφική) μυθολογικών θεμάτων, Εκπαιδευτική Ελληνική
Εγκυκλοπαίδεια, Παγκόσμια Τέχνη, τομ. 27, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1998, σ. 248-250.
34
Κακριδής, ό.π., σ. 269
35
Κακριδής, ό.π., σ. 271. Πανόφσκι, ό.π., σ. 40-56.
36
Πανόφσκι, ό.π. Πρεβελάκης ό.π., σ. 29,30.
37
Πρεβελάκης ό.π., σ. 32,33.
38
Πρεβελάκης, ό.π., σ. 33. Πανόφσκι, ό.π., σ. 38,39.
39
Ρηντ, ό.π., σ. 335. Μάνος Στεφανίδης, Μια ιστορία της Ζωγραφικής, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα
1994, σ. 76-97. Χαραλαμπίδης, ό.π., σ. 88-92.
40
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Gombrich, ό.π., σ. 201-205. Στεφανίδης, ό.π., σ. 90. Χαραλαμπίδης,
ό.π., σ. 88-92.
41
Πρεβελάκης, ό.π., σ. 61-68. Βάρμπουργκ, ό.π., σ. 97-139.
42
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Πρεβελάκης, ό.π. Βάρμπουργκ, ό.π.
43
Κακριδής, ό.π., τόμ. 2, σ. 278-281.
44
Για την τοιχογραφία της Πομπηίας και το έργο του Ραφαήλ βλ. John Boardman, Αρχαία Ελληνική
Τέχνη, Εκδόσεις Υποδομή, Αθήνα 1973, σ. 241, 242. Για τη σύνδεση των Τριών Χαρίτων με την
Αφροδίτη βλ. Πανόφσκι, ό.π., σ. 279-281.
45
Πρεβελάκης, ό.π., σ. 73-85. Xαραλαμπίδης, Η ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 126-128.
46
Κακριδής, ό.π., τόμ. 2, σ. 276-278.
47
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Πρεβελάκης, ό.π., σ. 74-81. Xαραλαμπίδης, Η ιταλική Αναγέννηση,
ό.π. Turner, ό.π., σ. 151-154.
48 ο
Πλίνιος ο Πρεσβύτερος, Περί της Αρχαίας ελληνικής ζωγραφικής, 35 βιβλίο της Φυσικής Ιστορίας,
Μετάφραση: Τάσος Ρούσος-Αλέκος Βλ. Λεβίδης, Πρόλογος, σημειώσεις, επιμέλεια ύλης: Αλέκος Βλ.
Λεβίδης, Εκδόσεις Άγρα 1994 (1998), παράγραφος 91, σ. 85,360-363.
49
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Gombrich, ό.π., σ. 263-264. Πρεβελάκης, ό.π., σ. 82-85. Rose-Marie
Hagen, Rainer Hagen (ed.), What great paintings say, Taschen 1999, σ. 146-151. Xαραλαμπίδης, Η
ιταλική Αναγέννηση, ό.π.
50
Πλάτωνος Συμπόσιον, Κείμενο, Μετάφρασις, ερμηνεία υπό Ιωάννου Συκουτρή, Εκδόσεις Εστίας,
Αθήνα 1976, σ.96-98, παρ.180c-185b.
51
Κακριδής, ό.π. σ. 179-190. Erika Simon, Οι θεοί των αρχαίων Ελλήνων, Μετάφραση επιμέλεια Σεμέλη
Πινγιάτογλου, Εκδόσεις University Studio Press, Θεσσαλονίκη 1996, σ. 229-252.
52
Πρεβελάκης, ό.π., σ. 91-96. Xαραλαμπίδης, Η ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 130-137.
53
βλ. Φραντσέσκο ντελ Κόσσα, «Αίθουσα των Μηνών».
54
Κακριδής, ό.π., τόμ. 2, σ. 263-266.
55
Για τον σχολιασμό των έργων βλ. Πρεβελάκης, ό.π., σ. 93-96. Xαραλαμπίδης, Η ιταλική Αναγέννηση,
ό.π., σ. 136.
56
Πρεβελάκης, ό.π., σ. 97-101.
57
Κακριδής, ό.π., τόμ. 2, σ. 313-318.
58
Λαμπράκη-Πλάκα, Ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 140-141.
59
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Πρεβελάκης, ό.π., σ. 99-101.
60
Κακριδής, ό.π., τόμ. 3, σ. 33-36.
61
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Πρεβελάκης, ό.π., σ. 102-107. Hagen & Hagen, ό.π., σ. 152-157.
62
Λαμπράκη-Πλάκα, Οι πραγματείες, ό.π., σ. 241-247. Χαραλαμπίδης, Η ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ.
25-30. Turner, ό.π., σ. 69-78.
63
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Gombirch, ό.π., σ. 223- 224. Χαραλαμπίδης, Η ιταλική Αναγέννηση,
ό.π., σ. 25-26.
http://www.passports.com/lesson_plans/italy/renaissance-florence-brunelleschi-dome-on-the-duomo
64
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Gombirch, ό.π., σ. 223-227. Χαραλαμπίδης, Η ιταλική Αναγέννηση,
ό.π., σ. 28-29.
65
Gombirch, ό.π., σ. 247-250. Λαμπράκη-Πλάκα, Οι πραγματείες, ό.π., σ. 54-127, 239-247.
Χαραλαμπίδης, Η ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 30-37.
66
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Gombirch, ό.π. Turner, ό.π., σ. 82-89. Χαραλαμπίδης, Η ιταλική
Αναγέννηση, ό.π., σ. 31.
67
Gombirch, ό.π. Χαραλαμπίδης, Η ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 56-62. Turner, ό.π., σ. 51-67.
68
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Gombirch, ό.π. Χαραλαμπίδης, Η ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 59.
69
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Gombirch, ό.π. Χαραλαμπίδης, Η ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 62.
70
Χαραλαμπίδης, ό.π., σ. 69-71.
71
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Χαραλαμπίδης, Η ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 65-66, 70-71.
72
Gombirch, ό.π., σ. 291-303. Ρηντ, ό.π., σ. 140-141. Λαμπράκη-Πλάκα, Οι πραγματείες, ό.π., σ. 151-
219. Χαραλαμπίδης, Η ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 157-170.
73
Λαμπράκη-Πλάκα, Οι πραγματείες, ό.π., σ. 151-219.
74
Gombirch, ό.π. Ρηντ, ό.π. Χαραλαμπίδης, Η ιταλική Αναγέννηση, ό.π. Στεφανίδης, ό.π., σ. 171-182.
81
75
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Gombirch, ό.π., σ. 296-300. Χαραλαμπίδης, Η ιταλική Αναγέννηση,
ό.π., σ. 165-166.
76
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Gombrich, ό.π., σ. 300-303. Χαραλαμπίδης, Η ιταλική Αναγέννηση,
ό.π., σ. 164-165.
77
Gombrich, ό.π., σ. 304-315. Χαραλαμπίδης, Η ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 187-203. Στεφανίδης,
ό.π., σ. 188-196.
78
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Gombrich, ό.π., σ. 304-313. Πρεβελάκης, ό.π., σ. 124-129.
Χαραλαμπίδης, ό.π., σ. 190-199.
79
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Χαραλαμπίδης, Η ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 72.
80
Gombrich, ό.π., σ. 315-320. Πρεβελάκης, ό.π., σ. 130-157. Χαραλαμπίδης, Η ιταλική Αναγέννηση,
ό.π., σ. 171-187. Στεφανίδης, ό.π., σ. 182-183.
81
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Πρεβελάκης, ό.π., σ. 135-157. Χαραλαμπίδης, Η ιταλική
Αναγέννηση, ό.π., σ. 175-177.
82
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Gombrich, ό.π., σ. 319-320. Χαραλαμπίδης, Η ιταλική Αναγέννηση,
ό.π., σ. 184.
83
Gombrich, ό.π., σ. 328-331. Χαραλαμπίδης, Η ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 145-148.
84
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Gombrich, ό.π. Χαραλαμπίδης, Η ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 146.
85
Gombrich, ό.π., σ. 326-329. Χαραλαμπίδης, Η ιταλική Αναγέννηση, ό.π., σ. 141-143.
86
Gombrich, ό.π., σ. 326-328.
https://www.khanacademy.org/humanities/renaissance-reformation/renaissance-venice/venice-early-
ren/v/giovanni-bellini-san-zaccaria-altarpiece-1505.
87
Πρεβελάκης, ό.π., σ. 169-188. Πανόφσκι, ό.π., σ. 107-292. Χαραλαμπίδης, Η ιταλική Αναγέννηση,
ό.π., σ. 148-155.
88
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Gombrich, ό.π., σ. 330-332. Χαραλαμπίδης, Η ιταλική Αναγέννηση,
ό.π., σ. 149-150.
89
Πρεβελάκης, ό.π., σ. 180. Πανόφσκι ό.π.
90
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Πρεβελάκης, ό.π., σ. 174-188. Χαραλαμπίδης, Η ιταλική
Αναγέννηση, ό.π., σ. 148.
91
Χρύσανθος Χρήστου, Η ιταλική ζωγραφική του 14ου και 15ου αιώνα, α΄ μέρος, Θεσσαλονίκη 1968,
57-58. Στεφανίδης, ό.π., σ. 152-156. Gombrich, ό.π. 240. Ρηντ, ό.π., 29-30.
92
Gombrich, ό.π., σ. 240-243. Hall, Edwin, The Arnolfini Betrothal: Medieval Marriage and the Enigma
of Van Eyck's Double Portrait, Berkeley: University of California Press, 1994, ISBN 0-520-08251-6.
Διαθέσιμο στο California Digital Library.
https://publishing.cdlib.org/ucpressebooks/view?docId=ft1d5nb0d9&chunk.id=d0e38&toc.depth=1&toc.i
d=&brand=ucpress.
93
Gombrich, ό.π. Στεφανίδης, ό.π., σ. 156. Hagen & Hagen, ό.π., σ. 50-55.
94
Gombrich, ό.π. Στεφανίδης, ό.π. Hagen & Hagen, ό.π.
95
Hagen & Hagen, ό.π.
96
Hall, όπ., σ. 112.
Στεφανίδης, ό.π. Hagen & Hagen, ό.π.
97
Ρήντ, ό.π. 40, 41. Χρήστου, Η ιταλική ζωγραφική, ό.π., σ. 86-88.
98
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Χρήστου, Η ιταλική ζωγραφική, ό.π., σ. 94-97. Gombrich, ό.π., σ.
276-279.
99
Χρήστου, Η ιταλική ζωγραφική, ό.π., σ. 205-232. Walter Gibson, Hieronymus Bosch, Thames and
Hudson, London 1973, σ. 9-12. Ρηντ, ό.π. 208-209.
100
Χρήστου, ό.π. Gibson, ο.π. Ρηντ, ό.π.
101
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Gibson, ό.π., σ. 63-99.
102
Gombrich 341-350. Ρήντ, όπ., σ. 241-242. Στεφανίδης 215-216.
103
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Gombrich 345.
104
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Gombrich 347-350.
105
Gombrich, ό.π., σ. 351-354. Ρήντ ό.π., σ. 66-67.
106
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Gombrich, ό.π.
107
Gombrich, ό.π., σ. 374-379. Stephanie Buck, Hans Holbein 1497/8-1543, Könemann, Cologne 1999.
Hagen & Hagen ό.π., σ. 230-235.
108
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Buck, ό.π., σ. 88-95. Hagen & Hagen, ό.π., σ. 230-235.
109
Gombrich, ό.π., σ. 380-383. Hagen & Hagen, ό.π., σ. 278-283.
110
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Gombrich, ό.π.. Hauser 141,177. Hagen & Hagen, ό.π.
111
Πρεβελάκης, ό.π., σ. 195-200. Πανόφσκι, ό.π., σ. 145-151.
112
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Πρεβελάκης, ό.π. Πανόφσκι, ό.π.,
113
Gombrich, ό.π. σ. 392-393. Πρεβελάκης, ό.π., σ. 216-225. Gilles Lambert, Καραβάτζιο, μετάφραση
Μαρία Μπάστα, Taschen, 2005. Χαραλαμπίδης, Μπαρόκ, ό.π., σ. 93-103.
114
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Πρεβελάκης, ό.π.
82
115
Ρήντ , ό.π., σ.282. Μπαζέν, ό.π., σ. 32. Χαραλαμπίδης, Μπαρόκ, ό.π., σ. 106-107.
116
Κακριδής, ό.π., τόμ. 2, σ. 291.
117
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Daniela Tarabra, Μαδρίτη - Πράδο, Πήγασος Εκδοτική, Αθήνα
2006, σ. 88.
118
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Alessandra Fregolent, Παρίσι –Λούβρο, Πήγασος Εκδοτική, Αθήνα
2006, σ. 84,85.
119
Κακριδής, ό.π., τόμ. 4, σ. 101-106.
120
Ρήντ , ό.π., σ. 36. Μπαζέν, ό.π., σ. 57-60. Χαραλαμπίδης, Μπαρόκ, ό.π., σ. 122-133.
121
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Tarabra, ό.π., σ. 96,97. Χαραλαμπίδης, Μπαρόκ, ό.π., σ. 124.
122
Ρήντ , ό.π., σ. 287. Χαραλαμπίδης, Μπαρόκ, ό.π., σ. 115-117.
123
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Mattia Gaeta, Νάπολη – Εθνικό Μουσείο Καποντιμόντε, Πήγασος
Εκδοτική, Αθήνα 2006, σ. 112. Βλ. το ίδιο θέμα από τον Περουτζίνο. Χαραλαμπίδης, Μπαρόκ, ό.π., σ.
115.
124
Ρήντ , ό.π., σ. 295. Μπαζέν, ό.π., σ. 64-67. Χαραλαμπίδης, Μπαρόκ, ό.π., σ. 151-158.
125
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. William Dello Russo, Βερολίνο – Πινακοθήκη, Πήγασος Εκδοτική,
Αθήνα 2006, σ. 112. Κακριδής, ό.π., τόμ. 3, σ. 184,185.
126
Για τον σχολιασμό του έργου βλ. Gombrich, ό.π., σ. 397-405.
83
Επιλογή Βιβλιογραφίας για το μάθημα Θ. 022 Τέχνη της Αναγέννησης και του Μπαρόκ,
6ο εξάμηνο
Γενικά
Εκπαιδευτική Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, Παγκόσμια Τέχνη, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1998,
τόμ. 27. .
E.H. Gombrich, Το Χρονικό της τέχνης, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2004.
Arnold Hauser, Κοινωνική Ιστορία της Τέχνης, Εκδόσεις Κάλβος, τόμ., 1-4.
Stephen Little, Οι «…ισμοί» στη τέχνη, Εκδόσεις Σαββάλας, Αθήνα 2005.
Οι Μεγάλοι Ζωγράφοι, Εκδόσεις Μέλισσα.
Μάνος Στεφανίδης, Μια ιστορία της Ζωγραφικής, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 1994.
Χέρμπερτ Ρήντ , Λεξικό Εικαστικών Τεχνών, Εκδόσεις Υποδομή, Αθήνα 1986.
Βιτρούβιος, Περί Αρχιτεκτονικής, (Μετάφραση, σχόλια: Παύλος Λέφας), Εκδόσεις Πλέθρον,
Αθήνα 1997.
Αναγέννηση - μπαρόκ
Χιουζ Άντονυ, Μιχαήλ Άγγελος, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα.
Άμπυ Βάρμπουργκ, Η ιταλική τέχνη και η διεθνής αστρολογία στο μέγαρο Σκιφανόια της
ο
Φεράρας, Έννοιες της τέχνης τον 20 αιώνα, (Επιστημονική επιμέλεια – Εισαγωγή:
Παναγιώτης Πούλος), ΑΣΚΤ, Αθήνα 2006, σ. 97-139.
John Berger, Η εικόνα και το βλέμμα, Μεταίχμιο, Αθήνα 2011 [1972].
Stephanie Buck, Hans Holbein, Könneman, 1999.
Umberto Eco, Η ιστορία της ομορφιάς, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 2004.
Mina Gregori (Επιμ.), Το φως του Απόλλωνα, Ιταλική Αναγέννηση και Ελλάδα, Κατάλογος
έκθεσης, 22 Δεκ. 2003 - 31 Μαρτίου 2004, Εθνική Πινακοθήκη Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου,
Πολιτιστική Ολυμπιάδα, Εκδ. Οργανισμός Προβολής Ελληνικού Πολιτισμού, Αθήνα 2003.
Walter Gibson, Hieronymus Bosch, Thames and Hudson, London 1973.
Rose-Marie Hagen, Rainer Hagen (ed.), What great paintings say, Taschen 1999, vol. 1, 2.
Μαρίνα Λαμπράκη – Πλάκα, Οι πραγματείες περί ζωγραφικής – Αλμπέρτι και Λεονάρντο,
Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη, Ηράκλειο Κρήτης 1988.
Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, Ιταλική Αναγέννηση - Τέχνη και Κοινωνία – Τέχνη και Αρχαιότητα,
Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 2004.
Jose Alvarez Lopera (Επιμ.), Ελ Γκρέκο, Ταυτότητα και μεταμόρφωση, Κρήτη, Ιταλία, Ισπανία,
Skira, Μιλάνο 1999.
Ζερμαίν Μπαζέν, Μπαρόκ και Ροκοκό, Εκδόσεις Υποδομή, Αθήνα 1995.
Γιάκομπ Μπούρκχαρτ, Ο πολιτισμός της Αναγέννησης στην Ιταλία, Εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα
1997.
Peter and Linda Murray, The art of the Renaissance, Thames & Hudson 1991.
Erwin Panofsky, Renaissance and Renaissances in Western Art, Almqvist and Wicksels,
Stockholm 1960.
84
Έρβιν Πανόφσκι, Μελέτες Εικονολογίας, Ουμανιστικά θέματα στην τέχνη της Αναγέννησης,
(Μετάφραση: Ανδρέας Παπάς), Εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 1991.
Παντελή Πρεβελάκη, Αρχαία θέματα στην Ιταλική Ζωγραφική της Αναγέννησης, Εμπορική
Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήναι 1975.
J. Shearman, Mannierism, Penguin Books, Victoria, Australia 1967.
Τσιπς Σμιθ Τζέφρι, Η Αναγέννηση στη Βόρεια Ευρώπη, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα.
Rolf Toman (ed.), The Art of the Italian Renaissance, Könemann 1995.
Rolf Toman (ed.), Baroque, Könemann 1998.
A. Richard Turner, Η Αναγέννηση στη Φλωρεντία, Η Γένεση μιας Νέας Τέχνης, (Μετάφραση:
Μιχάλης Λυχούνας, Επιμέλεια: Γλαύκη Γκότση), Universtiy Studio Press, Θεσσαλονίκη 2011.
Giorgio Vasari, Καλλιτέχνες της Αναγέννησης, Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια, Στέλιος
Λυδάκης, Εκδόσεις Κανάκη, Αθήνα 1995.
Ingo Walter (ed.), Masterpieces of Western Art, From the Gothic to Neoclassicism, Taschen
1999.
Heinrich Wölfflin, Βασικές έννοιες της Ιστορίας της Τέχνης, Εκδόσεις Παρατηρητής,
Θεσσαλονίκη 1992.
Νίκος Χατζηνικολάου, Ο μοντερνισμός του Γκρέκο, ΜΙΕΤ, Αθήνα 2019.
Άλκης Χαραλαμπίδης, Η ιταλική Αναγέννηση, Αρχιτεκτονική, Γλυπτική, Ζωγραφική, University
Studio Press, Θεσσαλονίκη 2014.
Άλκης Χαραλαμπίδης, Μπαρόκ, Αρχιτεκτονική, Γλυπτική, Ζωγραφική, University Studio
Press, Θεσσαλονίκη 2017.
ου ου
Χρύσανθος Χρήστου, Η ιταλική ζωγραφική του 14 και 15 αιώνα, α΄μέρος, Θεσσαλονίκη
1968.
ου
Χρύσανθος Χρήστου, Η ευρωπαϊκή ζωγραφική του 17 αιώνα – Το μπαρόκ, Αθήνα 1973.
Rijksmuseum, Άμστερνταμ:
http://hyperresolution.org/view.html?fbclid=IwAR1RCYdkPAJ_TCazafgRlNJmc41u19RaToXK
AdG1t-62lJdGI1Njd03h9cw&pointer=0.214,0.007&i=Rijksmuseum/SK-C-5/SK-C-5_VIS_20-
um_2019-12-21