You are on page 1of 17

«Η Διδασκαλία της Ελληνικής Γλώσσας

ως Δεύτερης/Ξένης: Θεωρία και πράξη»

ΒΑΣΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΜΕΛΕΤΗΣ

ΕΝΟΤΗΤΑ: 2Η

Διδακτική της Ελληνικής Γλώσσας

Συνεδρία 1η

Ελληνική Γλώσσα και Γλωσσολογία


ΔΙΔΑΣΚΟΥΣΑ ΚΑΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΤΟΥ ΥΛΙΚΟΥ:

ΟΙΚΟΝΟΜΑΚΟΥ ΜΑΡΙΑΝΘΗ
Επίκουρη Καθηγήτρια
Γλωσσολογίας και Διδακτικής της Γλώσσας
Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης
Πανεπιστήμιο Αιγαίου

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ - ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ © 2019-2020


Οικονομάκου Μαριάνθη oikonomakou@aegean.gr

Περιεχόμενα

ΔΗΛΩΣΗ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΥΛΙΚΟΥ ....................................................................................... 1

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ........................................................................................................................................ 3

1.Η ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ .............................................................................................. 4

2. Η ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ................................................................................................. 9

3. Η ΓΛΩΣΣΑ ΩΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ......................................................................................... 11

4. ΠΗΓΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ................................................................................................... 13

ΣΥΝΟΨΗ/ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗ .............................................................................................................. 14

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ................................................................................................................................ 15

1
Οικονομάκου Μαριάνθη oikonomakou@aegean.gr

Δήλωση Πνευματικών Δικαιωμάτων Εκπαιδευτικού Υλικού

Το υλικό αυτό αναπτύχθηκε για τις ανάγκες του Προγράμματος “Διδασκαλία της Ελληνικής
ως δεύτερης/ξένης γλώσσας: Θεωρία και πράξη” και διανέμεται ηλεκτρονικά από την
πλατφόρμα ηλεκτρονικής μάθησης του Πανεπιστημίου Αιγαίου, στο οποίο και ανήκουν τα
διακαιώματα χρήσης και αξιοποίησης του παρόντος κειμένου.

Δικαίωμα χρήσης του παρόντος υλικού έχουν οι επιμορφούμενοι/ες, ενώ δεν επιτρέπεται η
αναπαραγωγή ή περαιτέρω διανομή του χωρίς την έγγραφη άδεια του/της συγγραφέα/ως,
ο/η οποίος/α και κατέχει τα πνευματικά δικαιώματα του υλικού.

Κάθε αναφορά στο περιεχόμενο του κειμένου αυτού πρέπει να συνοδεύεται με το σχετικό
παράθεμα μέσα στο κείμενο και στο τέλος να αναφέρεται η βιβλιογραφική αναφορά.

2
Οικονομάκου Μαριάνθη oikonomakou@aegean.gr

Εισαγωγή
Είναι σαφές πως η Γλωσσολογία έθεσε τις βάσεις για την επιστημονική μελέτη της γλώσσας
επιτρέποντας την ουσιαστικότερη κατανόηση του γλωσσικού φαινομένου, στην κοινωνική του
μάλιστα διάσταση. Έτσι, στην περίπτωση της Ελληνικής, δεν είμαστε μόνο σε θέση να
περιγράφουμε και να ερμηνεύουμε με συστηματικό τρόπο τη γλώσσα στα διαφορετικά της
επίπεδα, αλλά και να αποτιμάμε τη σημασία των γλωσσολογικών πορισμάτων στη
διαμόρφωση, με σύγχρονους όρους, των προσεγγίσεων και των μεθόδων διδασκαλίας της.

Σκοπός:

Σκοπός της εισαγωγικής συνεδρίας είναι η αποτίμηση της συνεισφοράς της επιστήμης της
Γλωσσολογίας στην ουσιαστικότερη κατανόηση του γλωσσικού φαινομένου -με έμφαση στην
ελληνική γλώσσα- και στην αναθεώρηση κυρίαρχων αντιεπιστημονικών θέσεων που
κυριάρχησαν παραδοσιακά και συνεχίζουν να απασχολούν την επιστημονική κοινότητα.

Προσδοκώμενα μαθησιακά αποτελέσματα:

Αφού μελετήσετε το βασικό εγχειρίδιο μελέτης της συνεδρίας και συμβουλευτείτε τις
προτεινόμενες πηγές, θα είστε σε θέση:

✓ να προσδιορίζετε βασικές αρχές της γλωσσολογικής επιστήμης και να διακρίνετε


επιστημονικές από αντιεπιστημονικές θέσεις σε σχέση με τη γλώσσα
✓ να επιχειρηματολογείτε για τη συνεισφορά της στη διαμόρφωση σύγχρονων αντιλήψεων
για τη διδασκαλία της γλώσσας
✓ να εντοπίζετε και να επεξεργάζεστε βασικά ζητήματα που σχετίζονται με την ελληνική
γλώσσα ως αντικείμενο μελέτης και διδασκαλίας

Έννοιες-κλειδιά: ελληνική γλώσσα, βασικές αρχές και έννοιες της Γλωσσολογίας, γλώσσα και
διδασκαλία

Υπεύθυνη Συγγραφής Βασικού Κειμένου Μελέτης

Οικονομάκου Μαριάνθη
Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης
Πανεπιστήμιο Αιγαίου
oikonomakou@aegean.gr

3
Οικονομάκου Μαριάνθη oikonomakou@aegean.gr

1. Η επιστημονική μελέτη της γλώσσας

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΤΙ ΜΕΛΕΤΑ Η ΓΛΩΣΣΟΛΟΓΙΑ;


• Αντικείμενο της Γλωσσολογίας είναι το φυσικό σύστημα επικοινωνίας που
χρησιμοποιείται από τον άνθρωπο και έχει ως βάση τον έναρθρο λόγο.
• Η γλωσσολογία "δεν μελετά όλα τα συστήματα που χρησιμοποιούνται για
επικοινωνία, εφόσον περιορίζει το αντικείμενό της σε εκείνο που στοιχειοθετεί μιαν
φυσική γλώσσα: στο σύστημα επικοινωνίας που υπάρχει και μαθαίνεται φυσικά (δεν
κατασκευάζεται από τα μέλη της κοινωνίας)".
(Φιλιππάκη-Warburton, 1992, 14)

Η επιστημονική ανάλυση της γλώσσας, συνεπώς, εστιάζει στη φυσική επικοινωνία και, ως εκ
τούτου, επιβάλλει τη διάκριση δυο βασικών πτυχών της: της γλώσσας ως εσωτερικού
συστήματος (λόγου) και της γλώσσας ως εφαρμογής αυτού του συστήματος από τα άτομα
(ομιλίας). Γλώσσα στην ουσία είναι οι σημασίες, το περιεχόμενο που κάθε φορά δηλώνουμε,
καθώς και οι φθόγγοι, που απαρτίζουν τη μορφή ή την ύλη της.

Η γλώσσα συνιστά παράλληλα μια ατομική και κοινωνική διαδικασία, γιατί δεν μπορεί να
αποσυνδεθεί από πραγματικές συνθήκες επικοινωνίας (ποιος μιλά, σε ποιον, για ποιον λόγο
κτλ.).

Βασικές έννοιες της γλωσσικής επιστήμης

Κάθε σύγχρονη προσέγγιση της γλώσσας εδράζεται στις θεμελιώδεις έννοιες και αρχές (Yule
2016, Fromkin et al. 2008, Lyons 2002, Φιλιππάκη-Warburton 1992, Μπαμπινιώτης 1985) της
γλωσσολογικής επιστήμης. Από το σύνολό τους παρουσιάζονται εδώ αυτές που κρίνονται
καθοριστικές για τη διαμόρφωση των προσεγγίσεων που διαμορφώνουν τον τρόπο
διδασκαλίας της τόσο σε επίπεδο Προγραμμάτων Σπουδών όσο και σε επίπεδο διδακτικών
στρατηγικών και μεθόδων.

✓ Το γλωσσικό σημείο

Η γνώση που έχει ο ομιλητής για το ποιοι ήχοι συνδυάζονται για να αποδώσουν μια
συγκεκριμένη σημασία ονομάστηκε από τον θεμελιωτή της Γλωσσολογίας F. de Saussure
σημαίνον, ενώ η γνώση των σημασιών και των διασυνδέσεών τους με τα πράγματα που
ορίζουν ονομάστηκε σημαινόμενο. Η συνένωση της μορφής με το περιεχόμενο δημιουργεί
αυτό που είναι ευρέως γνωστό ως γλωσσικό σημείο.

Κάθε γλωσσικό σημείο είναι μοναδικό, γιατί δεν υπάρχουν στη γλώσσα δυο λέξεις που να
συμπίπτουν απολύτως. Αν υπήρχε ταύτιση δυο σημείων, θα καταλυόταν μια βασική αρχή
του: η διαφοροποιητική του αξία. Μια άλλη βασική αρχή του γλωσσικού σημείου είναι η
συμβατικότητά του: δεν υπάρχει κανείς αιτιώδης εσωτερικός σύνδεσμος, για παράδειγμα,
μεταξύ της σημασίας δέντρο και της ακουστικής του εικόνας. Αν υπήρχε αιτιώδης σχέση, τότε
δε θα υπήρχαν πολλές γλώσσες, αλλά μία και μόνη γλώσσα. Η ακουστική μορφή του

4
Οικονομάκου Μαριάνθη oikonomakou@aegean.gr

γλωσσικού σημείου σχηματίζεται, τέλος, γραμμικά με παράθεση φωνημάτων, ενώ η ροή του
χρόνου μπορεί να επιφέρει μεταβολές στις σχέσεις του γλωσσικού σημείου.

✓ Τα επίπεδα της γλωσσολογικής ανάλυσης

Φωνητική: Γλώσσα είπαμε πως είναι η μορφή που παίρνει η φωνητική ύλη, ώστε μέσα από
αυτήν να εκφραστούν οι έννοιες. Έργο του γλωσσολόγου είναι, λοιπόν, να αναλύσει πώς
προφέρονται οι λέξεις μιας γλώσσας, να αναλύσει, με άλλα λόγια, το φθογγικό της σύστημα.

Φωνολογία: Η Φωνολογία επικεντρώνεται στη μελέτη της λειτουργίας των φθόγγων μέσα σ’
ένα συγκεκριμένο γλωσσικό σύστημα. Στην περίπτωση αυτή, δεν έχουμε να κάνουμε με
φθόγγους αλλά με πιο αφαιρετικό σύστημα που συγκροτείται από φωνήματα, με φθόγγους,
δηλαδή, που έχουν διαφοροποιητική αξία.

Μορφολογία: Η Μορφολογία μελετά τα μορφήματα της γλώσσας, τις ελάχιστες -υπό την
έννοια ότι δεν μπορούν να αναλυθούν σε άλλες μικρότερες- σημασιολογικές μονάδες που
αποκαλύπτει η μορφολογική ανάλυση της γλώσσας.

Σημασιολογία και Πραγματολογία: Η Σημασιολογία μελετά την εννοιολογική πλευρά της


γλώσσας. Καθώς, όμως, οι έννοιες λειτουργούν μέσα σε ένα ευρύτερο γλωσσικό και
εξωγλωσσικό περιβάλλον, είμαστε σε θέση να ανιχνεύσουμε τα στοιχεία που συγκροτούν
αυτό που ονομάζουμε πραγματολογική χρήση της γλώσσας (Φιλιππάκη-Warburton, 1992,
266).

Σύνταξη: Η έννοια της Σύνταξης αναφέρεται στην περιγραφή συνδυασμών λέξεων μέσα σε
μεγαλύτερες ενότητες, φράσεις και προτάσεις.

5
Οικονομάκου Μαριάνθη oikonomakou@aegean.gr

✓ Συγχρονία και διαχρονία

Σύμφωνα με τη διάκριση του F. de Saussure, κάθε γλωσσικό στοιχείο μπορούμε να το


μελετήσουμε: (α) ως προς τις σχέσεις του με τα άλλα που συνυπάρχουν στο ίδιο σύστημα
κατά το ίδιο διάστημα (συγχρονία) ή (β) να το δούμε ως προς τα στάδια που πέρασε για να
πάρει την τελική του μορφή (διαχρονία). Στην πρώτη περίπτωση αντιμετωπίζουμε τα
φαινόμενα περισσότερο στατικά, ενώ στη δεύτερη εξελικτικά, μας ενδιαφέρει, με άλλα λόγια,
η χρονική τους διαδοχή. Δεν πρέπει να συγχέεται η συγχρονική ανάλυση με τον χρόνο, γιατί
αυτή μπορεί να περιορίζεται σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο που ίσως ανήκει στο
παρελθόν (μπορεί έτσι να έχουμε συγχρονική ανάλυση της αρχαίας αττικής διαλέκτου). Η
σύγχυση μεταξύ των δυο επιπέδων ανάλυσης πρέπει να αποφεύγεται εν γένει κατά τη
διδασκαλία της γλώσσας.

✓ Λόγος (Langue) και Ομιλία (Parole)

Με βάση τη θεμελιώδη διάκριση του F. De Saussure, η ομιλία είναι μια σειρά παραλλαγών,
διαφορετικών κατά άτομο, ενός κοινού γλωσσικού συστήματος που είναι ο λόγος. O λόγος
είναι η υπερατομική γλώσσα των μελών μιας γλωσσικής κοινότητας. Συνιστά κοινωνικό
παράγωγο της ικανότητας του ανθρώπου να εκφράζεται γλωσσικά με βάση το σύνολο των
απαραίτητων συμβάσεων που έχουν υιοθετηθεί από ένα κοινωνικό σώμα. Η ομιλία, από την
άλλη, είναι η ατομική πλευρά της γλώσσας, που προϋποθέτει πάντοτε έναν συγκεκριμένο
εκτελεστή, είναι η ιδιόλεκτος, η συγκεκριμένη πραγμάτωση του λόγου από τον εκάστοτε
ομιλητή/τρια της κοινότητας.

✓ Γλωσσική ποικιλότητα

Η άποψη πως η γλώσσα είναι ενιαία και ομοιογενής οδήγησε στην εσφαλμένη αντίληψη πως
υπάρχει μια κοινή γλώσσα για όλους/ες μας. Στην πραγματικότητα, όμως, η γλώσσα είναι ένα
σύνολο από γλωσσικές ποικιλίες που διαφέρουν λιγότερο ή περισσότερο μεταξύ τους
(Αρχάκης & Κονδύλη, 2011). Αυτές τις γλωσσικές ποικιλίες που χρησιμοποιούν οι
ομιλητές/τριες σε διαφορετικά περικείμενα μελετάει η Κοινωνιογλωσσολογία.

Οι ομιλητές/τριες που κατοικούν ή κατάγονται από μια γεωγραφική περιοχή


διαφοροποιούνται γλωσσικά, γιατί μιλούν τη δική τους διάλεκτο. Κάθε ομιλητής/τρια ανήκει,
συγχρόνως, σε διαφορετικές κοινωνικές ομάδες οι οποίες ορίζονται με βάση κοινωνικά του
χαρακτηριστικά (ηλικία, φύλο, κοινωνική τάξη, επαγγελματική ομάδα, ενδιαφέροντα, κλπ.).
Στις κοινωνικές ποικιλίες ή κοινωνιολέκτους εντάσσονται, μεταξύ άλλων:

• η γλώσσα των νέων


• οι φυλόλεκτοι των ανδρών, των γυναικών και των ομοφυλοφίλων (η τελευταία
στον ελληνικό χώρο ονομάζεται καλιαρντά)
• οι ποικιλίες των ανώτερων, μεσαίων ή κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων
• οι ποικιλίες που χρησιμοποιούν οι γιατροί, οι δικηγόροι, οι πολιτικοί, οι
εκπαιδευτικοί, οι γλωσσολόγοι κοκ., όταν συμμετέχουν σε δραστηριότητες
σχετικές με τους επαγγελματικούς τους ρόλους.

Στην περίπτωση εκμάθησης μιας δεύτερης ή ξένης γλώσσας, κάνουμε λόγο αντίστοιχα για
διαγλωσσικές ποικιλίες που διαφοροποιούνται εύλογα, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό,
από τις ποικιλίες των φυσικών ομιλητών/τριών της ίδιας γλώσσας.

6
Οικονομάκου Μαριάνθη oikonomakou@aegean.gr

Οι γλωσσικές ποικιλίες συνδέονται και με συγκεκριμένες επικοινωνιακές περιστάσεις, καθώς


διαμορφώνονται τελικά ανάλογα με το περικείμενο στο οποίο εμφανίζονται. Κάθε
ομιλητής/τρια χρησιμοποιεί διαφορετικά επίπεδα ύφους, καθένα από τα οποία συνήθως
συνδέεται με ένα συγκεκριμένο κειμενικό είδος.

Αξίζει να σημειωθεί πως, πέρα από την ένταξη των ομιλητών/τριών σε διαφορετικές ομάδες,
καθένας εξ αυτών διαθέτει, βάσει του συνόλου των επιλογών του, ένα ξεχωριστό, προσωπικό
ύφος, που ονομάζεται ιδιόλεκτος. Πρόκειται ουσιαστικά για μια ατομική, ανεπανάληπτη
γλωσσική ποικιλία.

✓ Γλωσσική αλλαγή

Όλες οι ζωντανές γλώσσες αλλάζουν συνεχώς. Συχνά οι αλλαγές αυτές εκλαμβάνονται ως


φθορά. Ωστόσο, δεν υπάρχουν γλωσσικά κριτήρια βελτίωσης ή φθοράς των γλωσσών,
γεγονός που αποδεικνύει πως η αρνητική αξιολόγηση συγκεκριμένων γλωσσών, γλωσσικών
ποικιλιών ή επιπέδων ύφους σχετίζεται με ζητήματα γλωσσικής ιδεολογίας στη βάση
στερεοτύπων και κυρίαρχων αντιλήψεων.

Με βάση τη σύγχρονη βιβλιογραφία (Νικηφορίδου, 2001, 41), η γλωσσική αλλαγή


χαρακτηρίζεται από δυο αξιωματικές αρχές:

1. Τίποτα δεν δημιουργείται από το τίποτα. Όλοι οι νεωτερισμοί (στην προφορά, στη
γραμματική, στη σύνταξη, στη σημασία) αποτελούν είτε επανανάλυση δομών που
ήδη υπάρχουν στην εκάστοτε γλώσσα είτε δάνεια από άλλες γλώσσες.
2. Οι γλωσσικές αλλαγές είναι «μονόδρομος» και κινούνται κατά κανόνα προς
προβλέψιμες, ή τουλάχιστον δικαιολογημένες, κατευθύνσεις.

✓ Το γλωσσικό λάθος

«Ως γλωσσικό λάθος θα μπορούσε να οριστεί κάθε απόκλιση από τη γλωσσική νόρμα, την
οποία μια κοινότητα θέτει ως πρότυπο και την περιβάλλει με το κύρος του κανόνα»
(Θεοδωροπούλου & Παπαναστασίου, 2001, 199). Υπό αυτήν την έννοια, τείνουμε να
αξιολογούμε αρνητικά οτιδήποτε αποκλίνει την τυποποιημένη γλωσσική μορφή που έχει
κωδικοποιηθεί σε λεξικά και γραμματικές.

Η πρότυπη γλώσσα, η νόρμα, καθώς επενδύεται με το κύρος του κανόνα και την ισχύ του
προτύπου, εμφανίζεται ως η μόνη ορθή γλωσσική μορφή. Γι' αυτό και είναι κοινή η αίσθηση
ότι τα λεξικά και οι γραμματικές καταγράφουν τη σωστή χρήση της γλώσσας. Ωστόσο, πλέον
είναι επιστημονικά αποδεκτό ότι «ένας μεγάλος αριθμός γλωσσικών λαθών κινητοποιούνται
από μηχανισμούς του ίδιου του γλωσσικού συστήματος, διαπίστωση που μπορεί και να
οδηγήσει σε ένα εναλλακτικό τρόπο διδακτικής προσέγγισης των λαθών, αλλά και να
μετριάσει τις απόλυτες αξιολογικές στάσεις απέναντι σε αυτό» (Θεοδωροπούλου &
Παπαναστασίου, 2001, 200).

✓ Γλώσσα και ορθογραφία

7
Οικονομάκου Μαριάνθη oikonomakou@aegean.gr

• «Ορθογραφία ονομάζεται η σχέση που υπάρχει ανάμεσα στην προφορική μορφή μιας
γλώσσας και στη γραπτή της απόδοση, όπως αυτή έχει καθιερωθεί ιστορικά».
• «Στην πλειοψηφία των γλωσσών η σχέση ανάμεσα στα φωνήματα και τα γραφήματα
δεν είναι αμφιμονοσήμαντη, δηλαδή δεν αντιστοιχεί ένα γράφημα σε κάθε φώνημα
της γλώσσας, ούτε και κάθε φώνημα παριστάνεται με ένα μόνο γράφημα. Το γεγονός
αυτό οφείλεται στη συντηρητικότητα της γραφικής απόδοσης των λέξεων, που δεν
παρακολουθεί τη γλωσσική εξέλιξη μέσα στον χρόνο. Το φαινόμενο κατά το οποίο η
ορθογραφία μιας γλώσσας αντικατοπτρίζει μια παλαιότερη γλωσσική κατάσταση και
όχι τη σύγχρονη, ονομάζεται ιστορική ορθογραφία».
(Παπαναστασίου, 2001, 194)

Από τους ορισμούς προκύπτει πως γλώσσα και ορθογραφία δεν πρέπει να συγχέονται. Η
εισαγωγή ορθογραφικών ρυθμίσεων ή τροποποιήσεων δεν συνιστούν φθορά ή καταστροφή
της γλώσσας, όπως συχνά διαδίδεται, καθώς αφορά μόνο τη γραπτή της αναπαράσταση
(Παπαναστασίου, 2001, 197).

ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΑΝΑΣΤΟΧΑΣΜΟΥ/ ΤΡΟΦΗ ΓΙΑ ΣΚΕΨΗ


Κατά πόσο η ανάγνωση του παράλληλου κειμένου που σας δίδεται (απόσπασμα από το
άρθρο του Παπαναστασίου, 2001, 195) σας βοηθά να επεξεργαστείτε κριτικά το ζήτημα της
ιστορικής ορθογραφίας και των γλωσσικών λαθών των μαθητών/τριών σας; Πού αποδίδετε
το γεγονός ότι η απλοποίηση της ιστορικής ορθογραφίας έχει συνδεθεί με την αλλοίωση της
ελληνικής γλώσσας;
*****
Οι αρχές της απλοποιημένης ιστορικής ορθογραφίας που ισχύουν σήμερα είναι οι εξής:

α) λέξεις αρχαίες (ή ελληνιστικές) ορθογραφούνται όπως στην αρχαία ελληνική, π.χ. παίζω
(<αρχ. παίζω), φυλή (<αρχ. φυλή), χώρα (<αρχ. χώρα). Όταν στα αρχαία ελληνικά
εμφανίζονται δύο ή περισσότερες γραφές, προτιμάται η απλούστερη γραφή, π.χ. φάκελος
(<αρχ. φάκελος, αλλά και φάκελλος). Δεν σημειώνεται η υπογεγραμμένη.

β) νεότερες λέξεις που σχηματίστηκαν με αρχαία ελληνικά (ή ελληνιστικά) στοιχεία διατηρούν


την ιστορική τους ορθογραφία, π.χ. παιδάκι (<παιδ(ί)-άκι).

γ) λέξεις που η ετυμολογική τους σχέση με τα αρχαία ελληνικά δεν είναι φανερή,
ορθογραφούνται με τον απλούστερο τρόπο, π.χ. τραβώ (<μσν. τραβώ, τραβίζω <ταυρίζω
<ταύρ(ος) -ίζω).

δ) δάνειες λέξεις από την ελληνιστική εποχή και μετά ορθογραφούνται απλοποιημένες. O
κανόνας αυτός ισχύει και για τα ελληνιστικά δάνεια από τα λατινικά ή από άλλες γλώσσες,
π.χ. καβαλάρης (<ελνστ. καβαλλάριος <λατ. caballarius), ροδάκινο (<μσν. ροδάκινον <ελνστ.
δωράκινον <λατ. duracinum)· καβγάς (<τουρκ. kavga)· νέφτι (<τουρκ. neft). Eξαίρεση
αποτελούν ελληνιστικά δάνεια από τα εβραϊκά, καθώς η ελληνιστική γραφή τους παγιώθηκε
λόγω της ευρείας χρήσης τους στην εκκλησιαστική γλώσσα, π.χ. Σάββατο (<ελνστ. Σάββατον
<εβρ. shabbãth).

8
Οικονομάκου Μαριάνθη oikonomakou@aegean.gr

ε) όλα τα νεότερα δάνεια από την ελληνιστική εποχή και μετά ορθογραφούνται κατά τον
απλούστερο τρόπο, π.χ. ακουμπώ (<μσν. ακουμπώ, ακουμπίζω <λατ. accumbo)· καπέλο
(<ιταλ. cappello)· σοφέρ (<γαλλ. chauffeur).

στ) τα αντιδάνεια (οι λέξεις, δηλαδή, που δέχτηκε η ελληνική από κάποια γλώσσα, οι οποίες
όμως ήταν δάνεια στη γλώσσα αυτή από παλαιότερη μορφή της ελληνικής) ορθογραφούνται
με βάση τους κανόνες που ισχύουν και για τα υπόλοιπα δάνεια, π.χ. γρέγος (<βεν. grego
<ιταλ. greco <λατ. Graecus <αρχ. Γραικός)· τσιρότο (<ιταλ. cerotto <λατ. cerotum <ελνστ.
*κηρωτόν, αρχ. κηρωτή).

ζ) λόγια δάνεια από ξένες γλώσσες που ανάγονται σε αρχαία ελληνικά στοιχεία
ορθογραφούνται με βάση την αρχαία ελληνική ορθογραφία. Έτσι ορθογραφούμε γλυκερίνη
(λόγ. <γαλλ. glycerine <αρχ. γλυκερ(ός) -ine = -ίνη)· φυτολογία (λόγ. <γαλλ. phytologie < phyto-
< αρχ. φυτό(ν) + -logie< αρχ. -λογία).

η) λέξεις που έχουν δεχθεί παρετυμολογική επίδραση άλλων λέξεων ακολουθούν συνήθως
την ορθογραφία των τελευταίων, π.χ. εφτάζυμος <αυτόζυμος παρετυμ. εφτά·κλεισούρα
<ύστερο λατ. clausura παρετυμ. κλεισ- (κλείνω)· πολυθρόνα < ιταλ. poltrona παρετυμ. πολύς +
θρόνος.

2. Η μελέτη της ελληνικής γλώσσας

2.1. Η ιστορία της ελληνικής γλώσσας

Είναι δύσκολο να αποτυπωθεί συνοπτικά η ιστορία της ελληνικής γλώσσας. Ωστόσο, μέσω
κάποιων σταθμών της, όπως αποτυπώνονται από τον γλωσσολόγο Α. Φ. Χριστίδη (2001),
μπορούμε ν' αναδείξουμε κάποια από τα χαρακτηριστικά της που επηρέασαν την
εκπαιδευτική πραγματικότητα μέσω της επικράτησης του πνεύματος της γραμματικής
παράδοσης που διαμορφώθηκε κυρίως στους Αλεξανδρινούς χρόνους.

✓ Η ελληνική γλώσσα ανήκει, όπως και οι περισσότερες γλώσσες (πλην της ουγγρικής, της
βασκικής, της φινλανδικής) στην Ινδοευρωπαϊκή οικογένεια γλωσσών.
✓ Τα πρώτα γραπτά τεκμήρια ανάγονται στον 13ο αιώνα π.Χ. κατά την περίοδο του
Μυκηναϊκού πολιτισμού. Η κατάρρευσή του μας οδηγεί στον 8 π.Χ. όπου συναντούμε
γραπτά μνημεία σε αλφαβητική μορφή.
✓ Μέχρι τον 3ο π.Χ., παρόλο που η γλώσσα δεν αποτελεί κοινό πανελλήνιο γλωσσικό μέσο
έκφρασης και επικοινωνίας, διαμορφώνεται μέσα σε πλήθος διαλέκτων η συνείδηση της
γλωσσικής ενότητας.
✓ Τον 5ο αιώνα π.Χ. κυριαρχεί η επικράτηση της αττικής διαλέκτου, λόγω της κυριαρχίας
της πόλης-κράτους των Αθηνών.
✓ Η μακεδονική κυριαρχία επέφερε πολύ σημαντικότερες γλωσσικές επιπτώσεις, με
κυριότερη τη γέννηση της ελληνιστικής κοινής. Προκύπτει έτσι το φαινόμενο της
διγλωσσίας ή του γλωσσικού εξελληνισμού.
✓ Από τον 1 αιώνα αναδύεται ένα κίνημα καθαρισμού της γλώσσας, γνωστό με το όνομα
Αττικισμός. Ο Αττικισμός θέτει τις βάσεις της ελληνικής διγλωσσίας με αποτέλεσμα να μη
συναντάμε, μέχρι τον 11ο αιώνα, γραπτά κείμενα ομιλούμενης γλώσσας.

9
Οικονομάκου Μαριάνθη oikonomakou@aegean.gr

✓ Η επανάσταση του 1821 επαναφέρει το ζήτημα καθιέρωσης μιας εθνικής γλώσσας. Από
το 1825 μέχρι το 1840 τίθενται τα θεμέλια καθιέρωσης της νέας ομιλούμενης κοινής που
βασιζόταν στην πελοποννησιακή διάλεκτο με αξιοποίηση ποικίλων γλωσσικών δανείων.
✓ Η προσπάθεια αναβίωσης του αττικισμού έληξε το 1976, έτος που επισφράγισε αυτή τη
μακρόχρονη γλωσσική περιπέτεια με την καθιέρωση της δημοτικής ως επίσημης
γλώσσας του κράτους.

2.2. Η γραμματική περιγραφή της Ελληνικής

✓ Μια μικρή αναδρομή στον χρόνο

Η παράδοση ήδη από τον Πλάτωνα συνέδεε την έννοια της Γραμματικής με την Τέχνη
αποδίδοντας ιδιαίτερη έμφαση στη φιλολογία και στον γραπτό λόγο. Η Τέχνη του Διονυσίου
Θρακός (100 π.Χ), που επηρέασε αργότερα και τους Λατίνους Γραμματικούς (Varro, Donatus,
Priscianus), "επιβεβαιώνει την υπόθεση ότι η γραμματική ανάλυση δεν προήλθε από την
ανάγκη να μάθει κανείς να μιλά οποιαδήποτε γλώσσα, αλλά από την ανάγκη να κατανοήσει
κείμενα που είχαν συνταχθεί σε μια γλώσσα «νεκρή»" (Καραντζόλα, 2001). Η γραμματική
ορίζεται εδώ, άλλωστε, ως «εμπειρία των παρά ποιηταίς τε και συγγραφεύσιν ως επί το πολύ
λεγομένων» (Lallot, 1989, 18) και έχει άξονα τη γραπτή λέξη και τη γλώσσα ποιητών και
συγγραφέων.

Πέρα από τον γραμματικό ελληνοκεντρισμό, επικρατεί και μια εννοιοκρατική αντίληψη βάσει
της οποίας η δομή της ανθρώπινης γλώσσας εκφράζει υποχρεωτικά ορισμένες έννοιες οι
οποίες θα πρέπει να αναζητηθούν και να περιγραφούν σε κάθε γλώσσα.

Οι αντιλήψεις αυτές συνοψίζονται σε ρυθμιστικού τύπου εγχειρίδια γραμματικής όπου


κυριαρχεί: (α) η διατύπωση κανόνων για τη "σωστή χρήση" της γλώσσας, (β) η προβολή της
δόκιμης κοινά αποδεκτής γλώσσας, (γ) η μορφολογική διάκριση μεταξύ κλιτών και άκλιτων
μερών του λόγου, (δ) η έλλειψη συστηματικής προσέγγισης της γλώσσας με βάση τα διακριτά
επίπεδα γλωσσολογικής ανάλυσης και (ε) η εστίαση στην ορθογραφία και γενικά στον γραπτό
λόγο εις βάρους βεβαίως του προφορικού, και δη αυτού των λαϊκότερων στρωμάτων.

Η γραμματική περιγραφή της Ελληνικής, έτσι, λόγω και της μακράς ιστορικής πορείας της,
αλλά και άλλων ιδεολογικών και κοινωνικών παραμέτρων, αποτέλεσε τη βάση δημιουργίας
γραμματικοκεντρικών μορφών διδασκαλίας που ως πρότυπο έθεταν, συν τοις άλλοις, τη
νόρμα, την κοινά αποδεκτή πρότυπη γλώσσα. Η Γραμματική του Μ. Τριανταφυλλίδη, η οποία
εκδόθηκε από τον ΟΕΣΒ το 1941 και διατηρήθηκε για πολλές δεκαετίες στην εκπαίδευση,
αποτέλεσε μια τομή, καθώς "από τη γεωγραφική και κοινωνική πολυτυπία επιλέγει ως βάση
της τυποποίησης τη γλώσσα των λαϊκότερων στρωμάτων προκειμένου να διαμορφώσει το
«επίσημο» εθνικό γλωσσικό όργανο" (Καραντζόλα, 2001).

Σημαντικός σταθμός αυτής της αναζήτησης σε σχέση με τη γραμματική περιγραφή και τη


διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας είναι αναμφίβολα η Γλωσσοεκπαιδευτική μεταρρύθμιση
του 1976 που, εκτός από την καθιέρωση της δημοτικής ως επίσημης γλώσσας, έδωσε νέα

10
Οικονομάκου Μαριάνθη oikonomakou@aegean.gr

πνοή στη διδασκαλία και συνέβαλε συνολικά στη μεθοδολογική ανανέωση (Οικονομάκου,
2012).

✓ Σύγχρονες ερευνητικές τάσεις

Η σταδιακή ανάπτυξη της Γλωσσολογίας, με τη δημοσίευση στον ελλαδικό -και όχι μόνο-
χώρο πληθώρας μελετών, συντέλεσε στην πιο σφαιρική και συστηματική μελέτη της
ελληνικής γλώσσας που περικλείει πλέον το σύνολο των γεωγραφικών και κοινωνικών
ποικιλιών της (Δελβερούδη, 2001), όλο το εύρος, δηλαδή, των λειτουργικών της χρήσεων.
Έμφαση δίνεται, μέσω των διαφορετικών πεδίων έρευνας της Εφαρμοσμένης Γλωσσολογίας
(Κοινωνιογλωσσολογία, Ψυχογλωσσολογία, Υπολογιστική Γλωσσολογία, Ανάλυση Λόγου,
Κειμενογλωσσολογία κ.α.), σε ποικίλες εκφάνσεις του γλωσσικού φαινομένου:

✓ Στο επίκεντρο τίθεται ο προφορικός λόγος, που διαχρονικά υποτιμήθηκε ή


περιθωριοποιήθηκε στον σχολικό χώρο, παρότι η γραπτή μορφή της γλώσσας συνιστά
δευτερογενές σύστημα (Παπαναστασίου, 2008, 2001)1, αλλά ποικίλα είδη λόγου που
απαντούν στις σύγχρονες συνθήκες επικοινωνίας και που διαμορφώνονται συχνά σε
πολυδιάστατα ψηφιακά περιβάλλοντα.
✓ Η μετάβαση από τη μελέτη της λέξης στην ανάλυση του κειμένου, που δε νοείται
πλέον ως τυπικό άθροισμα προτάσεων, υπήρχε εξίσου καθοριστική, γιατί έστρεψε το
ενδιαφέρον στη σημασία της κατανόησης και παραγωγής κειμένων που συνιστούν
αναμφίβολα, ως κοινωνικά και πολιτισμικά προϊόντα, φορείς ποικίλων ιδεολογιών και
ταυτοτήτων.
✓ Έργου του γλωσσολόγου δεν είναι η ρύθμιση, ο προσδιορισμός αυστηρών κανόνων
για την "ορθή" γλωσσική χρήση, αλλά η περιγραφή και η ερμηνεία των γλωσσικών
φαινομένων σε περιγραφικές και ερμηνευτικές αντίστοιχα γραμματικές ή
επιστημονικά εγχειρίδια.

Σε διδακτικό επίπεδο, συνεπώς, επιδιώκεται πλέον η εξοικείωση των μαθητών και


μαθητριών: (α) με δομές και συστήματα σχέσεων σ’ όλα τα γλωσσολογικά επίπεδα, (β) με
λειτουργίες του συστήματος που απηχούν τον τρόπο δήλωσης των στάσεων του ομιλητή
απέναντι στο μήνυμά του, (γ) με διακριτές υφολογικές παραμέτρους, (δ) με τη λειτουργία των
κειμενικών δεικτών που προσδίδουν συνοχή στα κείμενα και (ε) με αρχές εν γένει της
κειμενικής γραμματικής (κειμενική οργάνωση, κειμενικά είδη, δείκτες κειμενικότητας, κ.α.).

3. Η γλώσσα ως αντικείμενο διδασκαλίας

Η προσπάθεια διδασκαλίας και εκμάθησης της γλώσσας αναδεικνύει ερωτήματα που


αφορούν τόσο την ίδια τη φύση της γλώσσας όσο και τον τρόπο εκμάθησής της από τα πρώτα
στάδια της ζωής του ανθρώπου (Yule 2016, Mac Whinney, 2003, 466-487). Γνωρίζουμε πως

1
Η γραφή συνιστά δευτερογενές σύστημα με συμβατικά χαρακτηριστικά, καθώς έπεται -τόσο ιστορικά
όσο και βιολογικά- του προφορικού λόγου τον οποίο επιχειρεί ν' αποτυπώσει.

11
Οικονομάκου Μαριάνθη oikonomakou@aegean.gr

τα παιδία είναι σε θέση να μιλούν από πολύ νωρίς και μάλιστα σε σύντομο χρονικό διάστημα
χωρίς συστηματική καθοδήγηση ή διδασκαλία.

Η ανάπτυξη της γλώσσας είναι αυθόρμητη, αδίδακτη και χαρακτηρίζεται από


δημιουργικότητα. Παρόλο που προϋποθέτει φυσική αλληλεπίδραση, δεν εδράζεται στην
παθητική μίμηση, στην αναπαραγωγή, με άλλα λόγια, του λόγου των ενηλίκων από τα παιδιά.

Στη βάση αυτών των παρατηρήσεων, ο Καθηγητής στο Τμήμα Γλωσσολογίας και Φιλοσοφίας
του Τεχνολογικού Ινστιτούτου της Μασαχουσέτης Noam Chomsky (1991) διατύπωσε τη
θεωρία του για τους μηχανισμούς απόκτησης της γλώσσας, θεωρία που ανέτρεψε πολλές από
τις κυρίαρχες αντιλήψεις για τη γλωσσική εκμάθηση. Ας επιχειρήσουμε μια σύντομη
επισκόπηση των βασικών θεωρητικών εννοιών που εξέφρασε ο σπουδαίος γλωσσολόγος,
ύστερα από την παρακολούθηση του σχετικού βίντεο:

Πηγή: https://www.youtube.com/watch?v=7Cgpfw4z8cw

Ορισμός γλώσσας: Γλώσσα είναι ο γραμματικός μηχανισμός με τον οποίο ο άνθρωπος


είναι σε θέση να δημιουργεί δυνάμει άπειρο πλήθος προτάσεων, που συνθέτουν τον
λόγο και καθιστούν δυνατή την επικοινωνία πάνω σε οποιοδήποτε θέμα μπορεί να
συλλάβει ο ανθρώπινος νους.

Γλωσσική ικανότητα: Συνιστά την ασυνείδητη γνώση των αρχών και κανόνων που
ρυθμίζουν τον ορθό σχηματισμό και την ερμηνεία των λέξεων.

Γλωσσική κατάκτηση: Η γνώση της γλώσσας που έχει ο άνθρωπος μπορεί να ερμηνευθεί
μόνο ως παράγωγο ενός πεπερασμένου γλωσσικού συστήματος, το οποίο είναι και
ευκόλως κατακτήσιμο.

Καθολική Γραμματική: Ο άνθρωπος γεννιέται με έναν έμφυτο μηχανισμό εξειδικευμένης


γραμματικής γνώσης που ενεργοποιείται από τα δεδομένα της γλωσσικής εμπειρίας,
από το περιβάλλον στο οποίο αυτός ζει. Αυτός ο μηχανισμός οδηγεί το παιδί να

12
Οικονομάκου Μαριάνθη oikonomakou@aegean.gr

κατακτήσει με φυσικό και αυθόρμητο τρόπο το γραμματικό σύστημα της γλώσσας


του σε πολύ μικρή ηλικία.

Καθολικά σχήματα (Universalia): Η μετασχηματιστική θεωρία του N. Chomsky εστιάζει


στην έρευνα των καθολικών σχημάτων της γλώσσας. Βάσει της θεωρίας αυτής,
υφίσταται μια βαθύτερη δομική συγγένεια μεταξύ των γλωσσών, μια κοινή εσωτερική
οργάνωση της γλώσσας. Η ποικιλία των συντακτικών σχημάτων πηγάζει, στην
πραγματικότητα, από γενικά δομικά σχήματα που υπάρχουν σε όλες τις γλώσσες.

4. Πηγές για την ελληνική γλώσσα

1. Διαδικτυακοί Τόποι για την Ελληνική και τη Διδασκαλία της:

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΣ ΚΟΜΒΟΣ για την υποστήριξη των διδασκόντων την ελληνική


γλώσσα: http://www.komvos.edu.gr/
ΚΕΝΤΡΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ: http://www.greek-language.gr/greekLang/index.html
ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ: http://www.pi-schools.gr/
ΨΗΦΙΑΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ: http://digitalschool.minedu.gov.gr/
ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ: http://iep.edu.gr/el/
ΦΩΤΟΔΕΝΤΡΟ: http://photodentro.edu.gr/aggregator/

2. Online Γραμματικές της Ελληνικής:

http://www.greek-language.gr/greekLang/modern_greek/tools/grammars/index.html

3. Online Λεξικά της Ελληνικής:

http://www.greek-language.gr/greekLang/modern_greek/tools/lexica/triantafyllides/

ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΑΝΑΣΤΟΧΑΣΜΟΥ/ ΤΡΟΦΗ ΓΙΑ ΣΚΕΨΗ


Γνωρίζετε αντιεπιστημονικές θέσεις που διατυπώνονται και διαδίδονται με τη μορφή αστικών
μύθων για την ελληνική γλώσσα; Πώς αυτές επηρεάζουν το διδακτικό σας έργο;

Στη μελέτη σας και στη διατύπωση ανάλογων προβληματισμών, θα σας βοηθήσει και το
βιβλίο του: Χάρη, Γ. (Επιμ.). (2001). Δέκα μύθοι για την Ελληνική Γλώσσα, Αθήνα: Πατάκης
που είναι διαθέσιμο και μέσω διαδικτύου (ανακτήθηκε στις 29/09/2019):

13
Οικονομάκου Μαριάνθη oikonomakou@aegean.gr

https://enoriakapareliou.files.wordpress.com/2012/08/10-cebccf8dceb8cebfceb9-
ceb3ceb9ceb1-cf84ceb7cebd-ceb5cebbcebbceb7cebdceb9cebaceae-
ceb3cebbcf8ecf83cf83ceb1.pdf

Καθώς και η συνοπτική παρουσίαση που ακολουθεί:


https://eclass.duth.gr/modules/document/file.php/CLASSIC106/10%20%CE%BC%CF%8D%CE%
B8%CE%BF%CE%B9.pdf

Σύνοψη/Ανακεφαλαίωση Αντικειμένου Μαθήματος

Στην παρούσα εισαγωγική ενότητα επιχειρήθηκε η ανάδειξη της συνεισφοράς της


Γλωσσολογίας στην επιστημονική μελέτη της ελληνικής γλώσσας. Μέσα από μια σύντομη
ανασκόπηση της ιστορίας της ελληνικής γλώσσας, διαφάνηκε πως στη βάση διαμόρφωσης
των διδακτικών προσεγγίσεων βρίσκεται η ουσιαστικότερη προσέγγιση του γλωσσικού
φαινομένου στην ευρύτερη κοινωνική του διάσταση.

Ο τρόπος που κατακτάμε τη γλώσσα, συγχρόνως, καταδεικνύει πως η διδασκαλία της δεν
πρέπει να περιορίζεται σε αποπλαισιωμένα πλαίσια, σε τυπικές γραμματικού τύπου ασκήσεις,
αλλά πρέπει να καλύπτει όλο το φάσμα της γλωσσικής χρήσης, με στόχο την καλλιέργεια της
ικανότητας των μαθητών και μαθητριών να επικοινωνούν με αυτοπεποίθηση σε διαφορετικά
καταστασιακά πλαίσια.

Οι επιδράσεις αυτές που άσκησε η γλωσσολογική μελέτη στη διδακτική θα αποτυπωθούν πιο
αναλυτικά στις επόμενες συνεδρίες όπου και θα εξεταστούν οι κύριες προσεγγίσεις που
υιοθετούνται για τη διδασκαλία της Ελληνικής στην τυπική κατά βάση εκπαίδευση.

14
Οικονομάκου Μαριάνθη oikonomakou@aegean.gr

Βιβλιογραφία

Αρχάκης, Α. & Κονδύλη, Μ. (2011). Εισαγωγή σε ζητήματα κοινωνιογλωσσολογίας. 3η έκδοση.


Αθήνα: Νήσος.

Chomsky, N. (1991). Συντακτικές Δομές. Καβουκόπουλος, Φ. (Επιμ. & Μετάφραση). Αθήνα:


Νεφέλη.

Δελβερούδη, Ρ. (2001). Γλωσσική ποικιλία. Στο Χριστίδης, Α.-Φ. Εγκυκλοπαιδικός οδηγός για
τη γλώσσα (σσ. 54-57). Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.

Fromkin, V., Rodman, R. & Hyams, N. (2008). Εισαγωγή στη μελέτη της γλώσσας (Επιμ. Γ. Ι.
Ξυδόπουλος). Αθήνα: Πατάκης.

Καραντζόλα, Ε. (2001). "Γραμματική, γλωσσικό μάθημα και προγράμματα σπουδών στην


Ελλάδα". Άρθρο σε ηλεκτρονική μορφή, Περιοδικό 2 του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας.
Διαθέσιμο στη σελίδα (ανακτήθηκε στις 03/10/2019):
http://www.komvos.edu.gr/periodiko/periodiko2nd/articles/karantzola/1.htm

Lallot, J. (1989). La Grammaire de Denys le Thrace. Paris: CNRS.

Lyons, J. (2002). Εισαγωγή στη θεωρητική γλωσσολογία (Μετ. Α. Αναστασιάδη-Συμεωνίδη


κ.ά.). Αθήνα: Μεταίχμιο.

Mac Whinney, B. (2003). First language acquisition. In M. Aronoff & J. Rees-Miller (Eds.) The
handbook of linguistics (pp. 466-487). Oxford: Blackwell.

Μπαμπινιώτης, Γ. (1985). Εισαγωγή στη Γλωσσολογία. Αθήνα: Ιδιωτική.

Νικηφορίδου, Κ. Γλωσσική αλλαγή. Στο Χριστίδης. Α. Φ. Εγκυκλοπαιδικός Οδηγός για τη


Γλώσσα (σσ. 40-44). Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.

Οικονομάκου, Μ. (2012). Από την παραδοσιακή γραμματική στην επικοινωνιακή προσέγγιση:


Η περίπτωση των επιρρηματικών της Ελληνικής. Πρακτικά του Επετειακού Συνεδρίου: 35
χρόνια από τη Γλωσσοεκπαιδευτική Μεταρρύθμιση του 1976 (σσ. 1-12), Δίον Πιερίας, 04-
06/11/2011.

Παπαναστασίου, Γ. (2008). Νεοελληνική ορθογραφία. Ιστορία, θεωρία, εφαρμογή (σσ. 25-29,


46-115). Θεσσαλονίκη: Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών.

Παπαναστασίου, Γ. (2001). Γλώσσα και γραφή. Στο Α.-Φ. Χριστίδης, Εγκυκλοπαιδικός οδηγός
για τη γλώσσα. (σσ. 68-72). Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.

Παπαναστασίου, Γ. (2001). Γλώσσα και ορθογραφία. Στο Α.-Φ. Χριστίδης, Εγκυκλοπαιδικός


οδηγός για τη γλώσσα. (σσ. 194-198). Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.

15
Οικονομάκου Μαριάνθη oikonomakou@aegean.gr

Θεοδωροπούλου, Μ. & Παπαναστασίου, Γ. (2001). Το γλωσσικό λάθος. Στο Α.-Φ. Χριστίδης,


Εγκυκλοπαιδικός οδηγός για τη γλώσσα. (σσ. 199-202). Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής
Γλώσσας.

Φιλιππάκη-Warburton, Ε. (1992). Εισαγωγή στη θεωρητική γλωσσολογία. Αθήνα: Νεφέλη.

Χάρης, Γ. (Επιμ.). (2001). Δέκα μύθοι για την Ελληνική Γλώσσα. Αθήνα: Πατάκης.

Χριστίδης, Α. Φ. (2001). Η νέα ελληνική γλώσσα και η ιστορία της. Στο Χριστίδης. Α. Φ.
Εγκυκλοπαιδικός Οδηγός για τη Γλώσσα (σσ. 149-154). Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής
Γλώσσας.

Yule, G. (2016). The study of language (6th edition). Cambridge: Cambridge University Press.

16

You might also like