You are on page 1of 12

ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΑΝΑ ΕΝΟΤΗΤΑ

ΜΑΘΗΜΑ 16
•gladius: πρβλ. γλαδιόλα (από το σχήμα) < υποκορ. gladiolus
•equitatus ·equestris, eques, equus ≃ ίππος (τέθριππο, ιππότης)
•cerno ≃ δια-κρίνω (ανακρίνω, απόκριση, έγκριτος, έκκριση, επικριτικός, πρόκριτος,
υποκριτής)
•fugio ≃ φεύγω (φευγαλέος, αποφεύγω, προσφυγή, αναπόφευκτος)
•eques < equus ≃ ίππος (τέθριππο, ιππότης)
•princeps > πρίγκιπας > πριγκιπάτο
•fuga ≃ φυγή (φευγαλέος, αποφεύγω, προσφυγή, αναπόφευκτος)
•signum: πρβλ.σινιάλο
•militaris < miles: πρβλ. μιλιταρισμός
•numerus: πρβλ. νούμερο
•arma > άρματα > αρματολός
•produco ·dux: πρβλ. δούκας > δουκάτο
•consido (cum + sido = καθίζω)· πρβλ. sedeo (= είμαι καθισμένος): ἕδρα ,
ἕζομαι ·(καθέδρα, καθεδρικός)
•mitto (σουπίνο missum): πρβλ. κομισάριος, μισιονάριος (ιεραπόστολος καθολικής
εκκλησίας)
•verto: πρβλ. βερσιόν, βέρτιγκο (ίλιγγος, αίσθημα περιστροφής)
•curro: πρβλ. κούρσα, κούριερ

ΜΑΘΗΜΑ 17
•vox: ὄπα < Foπα = φωνή· ἔπος < Fεπoς (επικός, επύλλιο)
•virtus < vir: πρβλ. βιρτουόζος (δεξιοτέχνης)
•alius ≃ άλ-λος (από πολλούς)
•fingo, ef-figies· figura (= σχήμα): πρβλ. φιγούρα
•tabernaculum: υποκορ.του taberna > ταβέρνα
•communis: πρβλ.κομουνισμός
•miseror· miseria: πρβλ. μιζέρια,μίζερος, μιζεριάζω
•obsigno· signum: πρβλ. σινιάλο
•paulatim: πρβλ.paucus, parvus, παῦρος (παιδί, παιδικότητα, παιδότοπος, ομορφόπαιδο,
μοναχοπαίδι, αθλοπαιδιά, παίζω, παίκτης, παιχνιδιάρης, παίγνιο, εκπαίδευση)
•peritus: πείρα, periculum (πείραμα, πειρατής, πειραχτήρι, πειράζω, πειρασμός,
πειραματισμός)
•mercator: πρβλ. μερκαντιλισμός (εμποροκρατία, οικονομικό σύστημα)

ΜΑΘΗΜΑ 18
•bos ≃ βόδι
•dormio: δαρ-θάνω (= κοιμάμαι)
•pastor > πάστορας (= προτεστάντης ιερέας)
•spelunca < αρχ. σπήλυγγα, αιτ. του σπήλυγξ
•traho (ex-traho): πρβλ. τρακτέρ
•grex: ἀ-γείρω (= συγκεντρώνω), συναγερμός, αγορά, πανηγύρι, αγύρτης
•foras: θύρα
•mugitus ≃ μουγκρητό
•confundo (σουπίνο: confusum): πρβλ. κομφούζιο

ΜΑΘΗΜΑ 19
•genus ≃ γένος (γέννηση, απόγονος, γενναιότητα, γνήσιος, νεογνό)
•pravus: πρβλ.μπράβος
•consequor ·socius, secundus:πρβλ. σοσιαλισμός, σεκόντο (έπομαι, επόμενος, οπαδός,
επομένως, συνεπής)
•strangulo ≤ στραγγαλάω = στραγγαλίζω
•alter: ἕ-τερος
•cruentus < cruor (= αίμα): πρβλ. κρέας
•vulnero < vulnus: ουλή
•pugna > pugno: πυγμή· πρβλ. μπουνιά (πύξ, πυγμαίος, Πυγμαλίων)

ΜΑΘΗΜΑ 20
•casus < cado: πρβλ. κάζο, καζούρα
•insidiator < insidiae: ἕδρα , ἕζομαι (= κάθομαι) (καθέδρα, καθεδρικός)
•diaeta < αρχ. δίαιτα
•rumor: κυρ. «θόρυβος»· πρβλ. ὠ-ρύ-ομαι (= ουρλιάζω), ορυμαγδός (= δυνατός θόρυβος)
•exterreo ·terror ≃ τρόμος: τρέω, τρέμω, τρομερός
•prorepo (pro + repo) ≃ έρπω προς (κάποιο σημείο), έρπης, ερπετό
•solarium < sol ≃ ἥλιος: πρβλ. σολάριουμ (ηλιακός, υφήλιος, ανήλιαγος)
•velum: πρβλ. βέλο
•foris (foras): θύρα (θυρίδα, θυρεός, αθυρόστομος, θυρωρός)
•lateo: λα-ν-θάνω, λάθος (λήθη, λησμονιά, αλήθεια, λανθασμένος, λαθραίος)
•commilito < cum + miles: πρβλ. μιλιταρισμός
•turba· turbo: τύρβη (ταραχή), τυρβάζω
•morior ·mors: βροτός, ἄ-μβροτος, αμβροσία, μόρτης
•discurro (dis + curro):πρβλ. κούρσα, κούριερ

ΜΑΘΗΜΑ 21
•pecunia: κυρ. «ιδιοκτησία σε ζώα»· pecus -oris = ζώα, κοπάδι
•consequor ·socius, secundus: πρβλ. σεκόντο, σοσιαλισμός (έπομαι, επόμενος, οπαδός,
επομένως, συνεπής)
•factum < facio: ντεφάκτο
•dux > δούκας > δουκάτο
•dictator > δικτάτορας

ΜΑΘΗΜΑ 22
•innumerabilis ·numerus:πρβλ. νούμερο
•immortalis (in + mortalis = θνητός)· mors, morior: βροτός, ἄ-μβροτος, αμβροσία
•coetus (cum + eo <*ei- ≃ εἶ-μι) [αμαξ-ιτός, προσ-ιτός, απρόσιτος, ιταμός (= αυτός που
δείχνει μια προκλητική αναίδεια και περιφρόνηση5), ισθμός, εισ-ιτήριο, εξιτήριο, αν-ιόν,
ανεξ-ίτηλος, ιονιστής]
•fructus: πρβλ. φρούτο (φρουτιέρα, φρουτόκρεμα)
•volo ≃ βούλομαι (βούληση, βουλητικός)
•res publica: πρβλ. ρεπουμπλικάνοι (πολιτικό κόμμα των ΗΠΑ)
•servio ·πρβλ. servo: ὁρῶ < Foρῶ: πρβλ. σερβιτόρος, σερβίρω
•motus: μοτίβο, μοτέρ, μοτοποδήλατο, η μοτοσικλέτα

ΜΑΘΗΜΑ 23
•intro (ρ.) intra (πρ.) intus (επίρρ.): ἐvτός, εντόσθια
•vivo (ρ.) vivus (επ.): βίος, συμβίωση, αναβιώνω
•simulο (simul, dissimulo, similis ≃ όμοιος simulacrum ≃ ομοίωμα )
•ago: ἄγω (διάγω, εισάγω, αγέλη, αγώνας, αγωγός, αγωγή, άξονας, άμαξα, άξιος,
αρχηγός, ξεναγός, στρατηγός)
•bene (επίρρ.) ·bonus (επ.), bene-ficium (ουσ.): πρβλ. μπουνάτσα (= καλοκαιρία),
μπόνους, μπο(υ)ναμάς
•diu (επίρρ.): κυρ. «στη διάρκεια της μέρας» ·dies: Δίας, deus : κυρ. «θεός του φωτός»
•siccus: πρβλ. σέκος
•oc-ulus ≃ μάτι: ὄπ-ωπα, ὄμ-μα · πρβλ. τα κιάλια (οφθαλμός, όψη, ύποπτος, προσόψιο,
πρόσωπο, μύωπας, σκυθρωπός)
•ascendo: πρβλ. ασανσέρ
•navis: ναῦς (navigo·nauta ≤ ναύτης· navicula: υποκορ. του navis)
•piscatorius (< piscis = ψάρι): πρβλ. πισίνα: κυρ. «ιχθυοτροφείο»
•arma > άρματα > αρματολός
•vinco: πρβλ. Βίκτωρ, Βικτωρία
•bene: πρβλ. μπόνους, μπουνάτσα, μπουναμάς
•pars: πρβλ. η πάρτη (ο εαυτός μου, τα προσωπικά μου συμφέροντα), το πάρτι, παρτίδα
•morior: βροτός, ἄ-μβροτος, αμβροσία, μόρτης

ΜΑΘΗΜΑ 24
•ostium < os (= στόμα)
•intus (επίρρ.) intro (ρ.) intra (πρ.): ἐvτός, εντόσθια
•nunc (επίρρ.): vῦv
•ianua < Ianus = Ιανός, ο θεός με τα δύο πρόσωπα ( > Ιανουάριος)
•cognosco: πρβλ. γι-γνώσκω (γνώση, γνώμη, ευγνώμων, γνωστός, γνώρισμα, απόγνωση,
αναγνωστικό)

ΜΑΘΗΜΑ 25
•decerpo (de + carpo): καρπ-ός (καρπερός, καρπώνομαι, άκαρπος, πολυκαρπία)
•arbor: πρβλ. άλμπουρο
•tertius ≃ τρίτος
•murus (συνήθ. muri)· (moenia, munio): πρβλ. μουράγιο· (ά-μυνα)
•opes: copia < * co-opia = πλήθος· πρβλ. (φωτο)κόπια· in-opia
•memini: μέμνημαι (μνήμη, ανάμνηση, μνημονιακός, μνημείο, μνημόσυνο, μνήμα,
μνησίκακος)
•extremus: πρβλ. εξτρεμισμός

ΜΑΘΗΜΑ 26
•scribo ·scriptito: πρβλ. σκαρίφημα < σκάριφος = όργανο γραφής
•minor ·minimus: πρβλ. μινόρε, μίνι
•festivior (συγκρ. του festivus): πρβλ. φεστιβάλ
•longior (συγκρ. του longus): δολιχ-ός (= μακρύς), ενδελεχής (αυτός που γίνεται με διαρκή
και άοκνη φροντίδα, επιμέλεια)6
•impleo ≃ συμ-πληρώνω ·com-pleo, plenus: πλήρης, πλήθος, πλησμονή, πληθώρα,
άπληστος, άπλετος, πολύς, πολύπαθος, πολλαπλασιασμός, πλείστος, πλούτος,
πλεονασμός, πλειοδοσία ·πρβλ. κομπλέ
•prudentia < pro-videntia < pro + video / video: ἰδεῖν < Fιδεῖν· ιδέα· πρβλ. βίντεο (είδος,
ειδύλλιο, είδωλο, ιδεολογία)
•matronalis < matrona < mater: μητέρα, μητρικός, μήτρα, μητριαρχία
•gravitas < gravis ≃ βαρύς ·graviter (βαρύτητα, βαραίνω, επιβαρύνω, βαριόμοιρος,
βαρυχειμωνιά)
•suavitas < suavis = γλυκός: ἁδύς (ἡδύς) < σFαδύς: ηδονή, ηδυπάθεια, ηδύποτο, δυόσμος
•cervices, cer-vix: κάρα, καρατομώ, κέρατο, κρανίο, κράνος, κριός, κορυφή
•paternus ≃ πατρικός < pater ≃ πατήρ: πατριαρχία
•modeste < modestus < modus = μέτρο, τρόπος: πρβλ. μόδα, μοντέλο, μοντελισμός
•paedagοgus ≤ παιδαγωγός
•studiose (επίρρ.) < studiosus· studium: πρβλ. στούντιο
•intellegenter (επίρρ.) < intellegens < intellego (inter + lego = καταλαβαίνω, κατανοώ):
πρβλ. ιντελιγκέντσια (επιλέγω, συλλογή, λογισμός)
•patientia (υπομονή)· patiens < patior (πάσχω) : πρβλ. πασιέντσα (πάθος, πάσχω,
πένθος)
•constantia (< constans -antis): πρβλ. Κωνσταντίνος
•vita: πρβλ. βιταμίνη

ΜΑΘΗΜΑ 27
•tragoedia ≤ τραγωδία
•sonorus < sonus (= ήχος): πρβλ. σονάτα, σονέτο
•durus: πρβλ. ντούρος
•pomum: πρβλ. πόμολο (από το σχήμα)
•aio: ἠμί, ἦv (= λέγω, είπα)
•nascor ≃ γεννιέμαι < * gnascor· natus -i· γί-γvο-μαι, gi-gno (γένος, γέννηση, απόγονος,
γενναιότητα, γνήσιος, νεογνό)
•mollis ≃ μαλακός > re-mollesco: μαλάκυνση
•minor: πρβλ. μίνι, μινόρε

ΜΑΘΗΜΑ 28
•notus ≃ γνωστός· (μτχ. του nosco < (g)nosco): πρβλ. νότα (γνώση, γνώμη, ευγνώμων,
γνωστός, γνώρισμα, απόγνωση, αναγνωστικό)
•mensis ≃ μήνας: ημερομήνια, μηνιάτικο
•fugitivus = φυγάς < fugio ≃ φεύγω (φυγή, φευγαλέος, αποφεύγω, προσφυγή,
αναπόφευκτος)
•custodia > κουστωδία (επίσημη συνοδεία αστυνομικών ή στρατιωτικών)
•pretium: πι-πρά-σκω (δημοπρασία, πρατήριο, μεταπράτης, πόρνη)
•homo: πρβλ. ουμανισμός
•servus ·πρβλ. servo: ὁρῶ < Foρῶ: πρβλ. σερβιτόρος, σερβίρω.
•summus: πρβλ. η σούμα

ΜΑΘΗΜΑ 29
•corvus ≃ κόρακας
•instituo (in + statuo = ἐγκαθίστημι): πρβλ. ινστιτούτο < institutum (προΐσταμαι, στάση,
απόστημα, ιστίο, σταθμός, στάθμη, κατάστημα, στύλος)
•viginti ≃ είκοσι
•mille άκλ.·πληθ. milia > μίλι
•sutor < suo = ράβω: πρβλ. κο-στούμι
•doceo: δοκέω, δόγμα· πρβλ. ντοκουμέντο (δόκιμος, δοκιμάζω, δόξα, κενόδοξος,
ομόδοξος, προσδοκία)
•opera: πρβλ. όπερα, οπερέτα
•oleum: ἔλαιον (ελαιώνας, λιοτρίβι, ελαιογραφία, πετρέλαιο)
•disco: δι-δάσκομαι (διδαχή, δίδαγμα, δίδακτρα, δάσκαλος)
•satis (επίρρ.): ἅδηv< *σαδ-ηv (αδρός, αδρομερής)
•avis: αετός, αἰετός < αFι-ετός
•homo: πρβλ. ουμανισμός

ΜΑΘΗΜΑ 30
•luxuria: πρβλ. λούσο
•familia: πρβλ. φαμίλια
•honos (honor) > honoro: πρβλ. ονόρε
•mereo: κυρ. «παίρνω το μερίδιό μου»· μέρ-ος, μείρ-ομαι (μερίδιο, μέριμνα, μάρτυς,
μοίρα, μόριο)
•res: πρβλ. ρεαλισμός

ΜΑΘΗΜΑ 31
•congredior: πρβλ. κογκρέσο (= συνέλευση)· e-gredior
•cerno ≃ κρίνω (ανακρίνω, απόκριση, έγκριτος, έκκριση, επικριτικός, πρόκριτος,
υποκριτής)
•antecello: *-cello πρβλ. collis, κολωνός, Κολωνάκι
•pugno < pugna: πυγμή· πρβλ. μπουνιά (πύξ, πυγμαχία, πυγμαίος, Πυγμαλίων)
•peto: πετ-ώ, πί-πτ-ω < *πι-πετ-ω (πέταγμα, πετεινός, ποταμός, πτηνό, πτήση, πτώση,
πτώμα)
•fugo < fugio· fuga ≃ φυγή (φευγαλέος, αποφεύγω, προσφυγή, αναπόφευκτος)
•castra & castrum > κάστρο
•opera: πρβλ. όπερα, οπερέτα
•permoveo (per + moveo): πρβλ. μοτίβο μοτέρ, μοτοποδήλατο, μοτοσικλέτα
ΜΑΘΗΜΑ 32
•vetustas: vetus-eris = παλιός· πρβλ. veteranus ≥ βετεράνος
•lumen ·luna, il-lustris: πρβλ. λευκός, λύχνος, λούστρο, λυκαυγές, λυκόφως (όσα
προέρχονται από τη *λύκη= πρωινό φως, χαραυγή)
•scriptor < scribo ·scriptito: πρβλ. σκαρίφημα
•administro· minister ·πρβλ. minimus > μίνιμουμ: πρβλ. μινιατούρα, μινόρε
•relinquo: λείπ-ω, ἔ-λιποv (λειψυδρία, ελλειπτικότητα, ελλιπής, λιπόσαρκος, υπόλοιπο,
κατάλοιπα)
•colo ·agri-cultura: πρβλ. κουλτούρα
•excellens· πρβλ. antecello·collis: κολωνός, Κολωνάκι
•conformo (cum + formo)· forma: πρβλ. κονφορμισμός ή κομφορμισμός (συμβατισμός)·
πρβλ. φόρμα, φόρμουλα
•honestas ·honor, honoro: πρβλ. ονόρε
•liber: πρβλ. λιμπρέτο (το κείμενο όπερας ή άλλου μουσικού έργου)
•imitor: πρβλ. ιμιτασιόν
•fortis: πρβλ. φόρτε (το δυνατό σημείο κάποιου)

ΜΑΘΗΜΑ 33
•impetus < peto: πετ-ώ, πί-πτ-ω < *πι-πετ-ω (πέταγμα, πετεινός, ποταμός, πτηνό, πτήση,
πτώση, πτώμα)
•revoco (re + voco) ·vox: ὄπα < Foπα = φωνή· ἔπος < Fεπoς (επικός, επύλλιο)
•propago: προπαγάνδα < de propaganda fide = για τη διάδοση της πίστης
•stabilitas ≃ σταθερότητα < stabilio · stabilitas > stabilis: σταθερός (σταθμός, στάθμη,
στάσιμος, ευσταθής)
•sano: πρβλ. σανατόριο
•medeor: κυρ. «φροντίζω»· πρβλ. μήδ-ομαι
•libido: πρβλ. λίμπιντο

ΜΑΘΗΜΑ 34
•forte ·fortuna: πρβλ. φουρτούνα
•domestici < domus: δέμω, πολεοδόμος, δομή, δώμα, υπνοδωμάτιο, νεόδμητος, δέμας,
δεσπότης (< *δεμ-σ-πότης)
•dextra: dex-ter ≃ δεξιός (δεξιότητα, αδέξιος, δεξιόχειρας, επιδέξιος)
•donum ≃ δώρο < do: δί-δω-μι, δίνω (παραδίδω, επιδίδομαι, δωρεά, δωροθέτης, δόση,
παράδοση, προδοσία, μισθοδοσία, αιμοδότης)
•dux > δούκας > δουκάτο
•templum > τέμπλο

ΜΑΘΗΜΑ 35
•sequester < sequor: πρβλ. σεκόντο (έπομαι, επόμενος, οπαδός, συνέπεια)
•Poeni < Φοίνικες [: η Καρχηδόνα ήταν αποικία των Φοινίκων· πρβλ. Punicus]
•fundo ≃ χύνω· τρέπω σε φυγή
•mercenarius ·mercator: πρβλ. μερκαντιλισμός
•dos ≃ δωτ-ίvη < do: δί-δω-μι, δώρο (δόση παραδίδω, επιδίδομαι, δώρο, δωρεά,
δωροθέτης, παράδοση, προδοσία, μισθοδοσία, αιμοδότης)
•socer: ἑκυρός = πεθερός
•miseror: πρβλ. μιζέρια, μίζερος, μιζεριάζω
•plebs και plebes: πρβλ. πλέμπα, η πλεμπάγια (ο όχλος)
•curo: πρβλ. κούρα, κουράρω

ΜΑΘΗΜΑ 36
•divitiae: «αγαθά-προσφορά των θεών»· divus, δῖος, Δίας
•scamnum ≥ σκαμνί: πρβλ. σκίμπους [= σκαμνί (στα αρχαία ελληνικά)]· πρβλ. σκαμπό
•paupertas < pau-per = φτωχός· πρβλ. paucus, παῦ-ρος [= λίγος, μικρό παιδί, σύντομος]
(παιδί, παιδικότητα, παιδότοπος, ομορφόπαιδο, μοναχοπαίδι, αθλοπαιδιά, παίζω,
παίκτης, παιχνιδιάρης, παίγνιο, εκπαίδευση)
•solvo: πρβλ. σβέλτος
•locuples < locu-ples = «πλούσιος σε γη»·plenus: πλήρης, πλήθος, πληρώ, συμ-πληρώνω,
πληθώρα, πλεονασμός, πλειοδοσία, πλησμονή, άπληστος, άπλετος, πολύς, πλείστος,
πλούτος· πρβλ. κομπλέ
•acies: «αιχμή»· πρβλ. άκ-ρη, ακ-μή (ακόντιο, ακίδα, οξύς, οξύνω κτλ.)
•maximus: πρβλ. μάξι, μαξιμαλισμός, Μάξιμος
•mitto: πρβλ. κομισάριος, μισιονάριος (ιεραπόστολος της καθολικής εκκλησίας)
•impero: πρβλ. ιμπεριαλισμός

ΜΑΘΗΜΑ 37
•casus < cado: πρβλ. κάζο [:κάτι απρόβλεπτο, τυχαίο και (κάπως) δυσάρεστο]
•miser ·miseria, miseror: πρβλ. μιζέρια, μίζερος, μιζεριάζω
•impotens (in-potens): πρβλ. δεσ-πότης = «κύριος του σπιτιού»
•natura: naturalis = φυσικός· πρβλ. νατουραλισμός
•exitus < exeo (ex + eo <*ei- ≃ εἶ-μι) [εξιτήριο, ισθμός, εισιτήριο, ανεξίτηλος, ανιόν,
κατιόν, ιονιστής, ιταμός, προσιτός, απρόσιτος]
•servus· πρβλ. servo: ὁρῶ < Foρῶ: πρβλ. σερβιτόρος, σερβίρω
•populus: πρβλ. πόπολο (ο λαός υποτιμητικά), ποπ (κάτι δημοφιλές, για το ευρύ κοινό,
εμπορική μουσική), Ποπ Αρτ
•res: πρβλ. ρεαλισμός
•furor: πρβλ. φουριόζος, φούρια (η πιεστική βιασύνη)
•victor· victoria: πρβλ. Βίκτωρ, Βικτωρία
•pugno: πρβλ. μπουνιά (πυγμή, πύξ, πυγμαίος, Πυγμαλίων)

ΜΑΘΗΜΑ 38
•priscus: «προγενέστερος»· πρβλ. (pri-mus, prin-ceps), πριν (προ-, πρώτος)
•matertera < mater ≃ μήτηρ (μητέρα, μητρικός, μήτρα, μητριαρχία)
•sedes·sed-eo: ἕδ-ρα, ἕζομαι (= κάθομαι)· (καθέδρα, καθεδρικός)
•matrimonium < mater ≃ μήτηρ (μητρικός, μητριαρχία, μήτρα, μητέρα)
•natura: πρβλ. νατουραλισμός (αισθητικό κίνημα)
•mos: πρβλ. αμοραλιστής, αμοραλισμός
•res: πρβλ. ρεαλισμός
•mora: πρβλ. μορατόριουμ (συμφωνία για αναστολή προκλητικών ενεργειών μεταξύ
κρατών)
•morior (σουπίνο mortuum): βροτός, ἄ-μβροτος, αμβροσία· πρβλ. μόρτης (μάγκας,
αλήτης)

ΜΑΘΗΜΑ 39
•imperitus ≃ άπειρος· im-peritus·periculum: πείρα (πείραμα, πειρατής, πειραχτήρι,
πειράζω, πειρασμός, πειραματισμός)
•praeceps < prae-caput = κεφάλι: πρβλ. καπιταλισμός (κεφάλαιο, ανακεφαλαιώνω,
κεφαλαίος, περικεφαλαία, κεφαλάρι)
•premo: κυρ. πιέζω· πρβλ. πρέσα, πρεσάρω
•simulacrum ≃ ομοίωμα ·simul, similis
•marmor ≤ μάρμαρο
•materia: κυρ. «ξύλο»· πρβλ. μαδέρι. materialis = υλικός· πρβλ. ματεριαλισμός (=
υλισμός)
•memorabilis ·memoria < memini: μέμνημαι (μνήμη, μνήμα, μνημόσυνο, μνημείο,
ανάμνηση, μνησίκακος, μνημονιακός)
•miles: πρβλ. μιλιταρισμός
•minus: πρβλ. μίνι, μινόρε
•res: πρβλ. ρεαλισμός
•virtus: πρβλ. βιρτουόζος (δεξιοτέχνης)
•fortuna: πρβλ. φουρτούνα
•ago: πρβλ. ακτιβισμός (έντονες μορφές αγώνα για την επίτευξη στόχων), ακτιβιστής
•imperator: πρβλ. ιμπεριαλισμός, ιμπεριαλιστής
•optimus: πρβλ. οπτιμισμός (στάση ζωής που προσδοκά καλή εξέλιξη των πραγμάτων)

ΜΑΘΗΜΑ 40
•voluntas < volo ≃ βούλομαι (βούληση, βουλητικός)
•solus: solum·πρβλ. σόλο
•nolo < ne + νοlο· πρβλ. malo < magis + νοlο ≃ βούλομαι (βούληση, βουλητικός)
•agmen ≃ άγημα < ago: ἄγω (διάγω, εισάγω, αγέλη, αγώνας, αγωγός, αγωγή, άξονας,
άμαξα, άξιος, αρχηγός, ξεναγός, στρατηγός)
•circumsedeo (circum + sedeo)·sedes: ἕδρα , ἕζομαι· (καθέδρα, καθεδρικός)
•conservo: πρβλ. κονσέρβα
•armatus: πρβλ. άρματα > αρματολός
•celeriter: πρβλ. κέλητας (= γρήγορο άλογο)
•miles: πρβλ. μιλιταρισμός

ΜΑΘΗΜΑ 41
•antiquitas ·antiquus, -a, -um: πρβλ. αντίκα, αντικέρ
•dilucide < dilucidus,-a,-um < di + lumen, lux: προέλευση από το πρωτοινδ. lewk-
(λευκός, λαμπερός) πρβλ. λυκαυγές, λύχνος, λούστρο λευκός, λυκόφως (όσα
προέρχονται από τη *λύκη = πρωινό φως, χαραυγή)
•intellegenter (επίρρ.) < intellegens < intellego (inter + lego = καταλαβαίνω, κατανοώ):
πρβλ. ιντελιγκέντσια (επιλέγω, συλλογή, λογισμός)
•modeste < modestus < modus = μέτρο: πρβλ. μόδα, μοντέλο, μοντελισμός
•plane < planus, -a, -um = ομαλός, καθαρός, σαφής: πρβλ. πλάνη (= ξυλουργικό
εργαλείο), πλανίζω, πλάνισμα
•primus ≃ πρώτος: πρβλ. πριμοδότηση, πρεμιέρα, πρίγκιπας, πρίμος (αέρας)
•mater ≃ μήτηρ: μητέρα, μητρικός, μήτρα, μητριαρχία
•homo: πρβλ. ουμανισμός, ουμανιστής
•volo ≃ βούλομαι > voluntas = βούληση: πρβλ. βολονταρισμός (= βουλησιαρχία)
•pectus: πρβλ. πέτο
•inauditus (in + auditus)
•bonus > μπόνους· πρβλ. μπουνάτσα, μπο(υ)ναμάς
•verbum: ἐρῶ < Fερέω· ῥῆμα, ρήτορας, απόρρητος· πρβλ. βερμπαλισμός (η χρήση
εντυπωσιακών εκφραστικών σχημάτων), βερμπαλιστής
•colo: πρβλ. κουλτούρα
•placeo: πρβλ. πλασέμπο (εικονικό φάρμακο που παράγει στον ασθενή την αυθυποβολή
της βελτίωσης της κατάστασής του)

ΜΑΘΗΜΑ 42
•dissimulo (dis+simulo) ·simul, simulatio, similis ≃ όμοιος, simulο, simulacrum ≃ ομοίωμα
•video: ἰδεῖν < Fιδεῖν, ιδέα· πρβλ. βίντεο, βιντεοκάμερα (είδος, είδωλο, ιδεολογία)
•alo (= τρέφω, εκτρέφω) < ἀλ-δαίνω: πρβλ. sub-oles, ad-olescens
•augeo ≃ αὐξάνω (αυξητικός, αυξομείωση, επαύξηση)
•auctoritas < augeo ≃ αὐξάνω (αυξητικός, αυξομείωση, επαύξηση)
•crudeliter < crudelis (= σκληρός)· πρβλ. cruentus < cruor = αίμα: πρβλ. κρέας,
κρεάτινος, πάγκρεας
•regie < regius < rex, regina > ρήγας, ρήγισσα
•fateor: φημί, φάσκω, φατός (ἂφατος), φάτις (φήμη, κατάφαση, αντίφαση, αφασία,
φωνή)
•castra & castrum > κάστρο
•intelligo: πρβλ. ιντελιγκέντσια (η ιδιαίτερη ομάδα των διανοουμένων)

ΜΑΘΗΜΑ 43
•castra & castrum > κάστρο: πρβλ. καστροπολιτεία
•senecta < senex · senatus: κυρ. («συνέλευση γερόντων»)
•finis > finalis: πρβλ. φινάλε, φιναλίστ
•traho: πρβλ. τρακτέρ
•cado: πρβλ. κάζο, καζούρα
•coniunx ≃ σύζυγος (cum + jugum, συν + ζυγός): πρβλ. ζυγός
•domus: δέμω, (πολεοδόμος, δομή, δώμα, δομικός, υπνοδωμάτιο, νεόδμητος, δέμας)
•patientia (υπομονή) < patior (πάσχω): πάθος, πάσχω, πένθιμος, νηπενθές, ηδυπάθεια·
πρβλ. πασιέντσα
•gigno (= γεννώ) < genus: γίγνομαι, γεγονός (γενέθλιος, γέννηση, γενναίος, γνήσιος,
νεογνό, γόνιμος)
•servitus < servus (servo: ὁρῶ < Foρῶ· όραση, αδιόρατος): πρβλ. σερβιτόρος, σερβίρω,
σερβίς, σέρβις, σερβίτσιο
•maneo· remaneo = μένω, παραμένω: πρβλ. μένω, επιμένω, μόνος, μονήρης, μονοκράτωρ
•miser: πρβλ. μιζέρια, μίζερος
•succurrit (sub + curro): πρβλ. κούρσα, κούριερ
•futurus (μετοχή μέλλοντα του sum): πρβλ. φουτουριστικός, φουτουρισμός
•vita: πρβλ. βιταμίνη

ΜΑΘΗΜΑ 44
•tyrannus ≤ τύραννος
•caritas < carus (= αγαπητός, ακριβός)
•benevolentia < bene + volo ≃ βούλομαι (βούληση, βουλητικός)
•stabilis > stabilitas· πρβλ. stabilio (ρήμα, προέρχεται από τη ρίζα του ἵστημι: στη-, στα-)
σταθερός, σταθερότητα σταθμός, στάθμη (διάσταση, απόστημα, προϊστάμενος, ιστίο,
απόσταση, κατάστημα, στύλος)
•simulatio < simulo ·dissimulo, similis ≃ όμοιος, simul, simulacrum ≃ ομοίωμα
•inops: πρβλ. inopia, opes, copia < * co-opia = πλήθος: πρβλ. (φωτο)κόπια
•fidus ≠ infidus· fides, fiducia· πρβλ.con-fido (cum+fido):πείθω, πίστις, πιστός, πιθανός,
πεποίθηση.
•refero (re + fero ≃ φέρω)· (διαφέρω, φερνή, φαρέτρα, ισοφαρίζω, φορέας, φορτηγό,
φωριαμός αυτόφωρος)
•cado: πρβλ. κάζο
•forte ·fortuna: πρβλ. φουρτούνα
•colo: πρβλ. κουλτούρα
•tempus: πρβλ. τέμπο (ρυθμός)
•intelligo: πρβλ. ιντελιγκέντσια (η ιδιαίτερη ομάδα των διανοουμένων)
•vita: πρβλ. βιταμίνη

ΜΑΘΗΜΑ 45
•persuadeo (per + suadeo): κυρ. «παρουσιάζω κάτι ως ευχάριστο» · πρβλ. suavis ≃ ἡδύς,
ηδονή, ηδύποτο, δυόσμος
•provideo (pro + video) · providentia > prudentia (video: ἰδεῖν < Fιδεῖν ιδέα· πρβλ. βίντεο,
βιντεοκάμερα) (είδος, είδωλο, ιδεολογία)
•tragula < traho: πρβλ. τρακτέρ
•celeriter < celer (= γρήγορος): πρβλ. κέλητας (= γρήγορο άλογο)
•vereor: κυρ. «βλέπω με φόβο»· πρβλ. ὁράω < Fοράω: σερβιτόρος, σερβίς, σέρβις,
σερβίτσιο (όραση, αδιόρατος)
•turris ≃ τύρρις, τύρσις, Τυρρηνός (= Ετρούσκος)
•castra & castrum > κάστρο
•casus: πρβλ. κάζο
•miles: πρβλ. μιλιταρισμός
•curo: πρβλ. κούρα, κουράρω
•mitto (σουπίνο missum): πρβλ. κομισάριος, μισιονάριος (ιεραπόστολος καθολικής
εκκλησίας)
•res: πρβλ. ρεαλισμός

ΜΑΘΗΜΑ 46
•philosophus· philosophia ≤ φιλόσοφος·φιλοσοφία
•censeo > censor (= τιμητής, αξίωμα στη Ρώμη): πρβλ. κήνσορας
•rego > rex, regina > ρήγας, ρήγισσα
•numen: κυρ. «νεύμα»· πρβλ. νεύ-ω, νεύ-μα
•proditor ≃ προδότης < prodo ≃ προδίδω (δόση παραδίδω, επιδίδομαι, δώρο, δωρεά,
δωροθέτης, παράδοση, προδοσία, μισθοδοσία, αιμοδότης)
•communis: πρβλ. κομουνισμός
•natura: πρβλ. νατουραλισμός (αισθητικό κίνημα)
•res publica: πρβλ. ρεπουμπλικάνοι (πολιτικό κόμμα των ΗΠΑ)
•pars: πρβλ. η πάρτη (ο εαυτός μου, τα προσωπικά μου συμφέροντα), το πάρτι, η παρτίδα
•cado: πρβλ. κάζο
•decet: πρβλ. ντεκόρ
•homo: πρβλ. ουμανισμός
•bonus > μπόνους· πρβλ. η μπουνάτσα, μπο(υ)ναμάς

ΜΑΘΗΜΑ 47
•lego: λέγω (επιλέγω, συλλογή, λεξικό, λογισμός)
•secrete < secretus μτχ. του ρ. se-cerno ≃ κρίνω (ανακρίνω, απόκριση, έγκριτος,
έκκριση, επικριτικός, πρόκριτος, υποκριτής)
•deterreo (de + terreo) ·terror ≃ τρόμος: τρέω, τρέμω, τρομερός
•super (πρόθεση) ≃ ὑπέρ > supero
•vestis ≃ ἐσθής‧ ἔν-νυ-μι < Fεσ-νυ-μι: πρβλ. βεστιάριο < vestiarium (εσθήτα, αμφίεση,
ιμάτιο)
•disimulo (dis + simulo)·similis ≃ όμοιος, simul, simulatio, simulacrum ≃ ομοίωμα
•tempus: πρβλ. τέμπο
•futurus: πρβλ. φουτουριστικός, φουτουρισμός
•extraho (ex + traho): πρβλ. τρακτέρ
•video: ἰδεῖν < Fιδεῖν ιδέα, ιδεατός, ιδεολογία, είδος, είδωλο· πρβλ. βίντεο, βιντεοκάμερα

ΜΑΘΗΜΑ 48
•cerva: κέρας· πρβλ. κέρατο, κερατοειδής (κάρα, καρατομώ, κρανίο, κράνος, κριός,
κορυφή)
•albus > άλμπουμ: πρβλ. αλμπίνος
•pulchritudo < pulcher: πρβλ. Πουλχερία
•donum ≃ δώρο < do : δί-δω-μι (δόση παραδίδω, επιδίδομαι, δώρο, δωρεά, δωροθέτης,
παράδοση, προδοσία, μισθοδοσία, αιμοδότης)
•instinguo: κυρ. κεντρίζω‧ αρχ. στίζω· πρβλ. ένστικτο (instictus) (στίγμα, στιγμή,
δερματοστιξία)
•durus: πρβλ. ντούρος
•orior: ὄρ-νυμι, κονιορτός / κουρνιαχτός, κονιορτοποιώ, ούριος (=ευνοϊκός), ορμή
•impero: πρβλ. ιμπεριαλισμός
•miles: πρβλ. μιλιταρισμός
•doceo: δοκέω, δόγμα· πρβλ. ντοκουμέντο (δόκιμος, δοκιμάζω, δόξα, κενόδοξος,
ομόδοξος, προσδοκία)
•video: ἰδεῖν < Fιδεῖν· ιδέα, ιδεατός, ιδεολογία, είδος, είδωλο· πρβλ. βίντεο, βιντεοκάμερα
•servus ·servo: ὁρῶ < Foρῶ· όραση, αδιόρατος : πρβλ. σερβιτόρος, σερβίρω, σερβίς,
σέρβις, σερβίτσιο

ΜΑΘΗΜΑ 49
•cultellus: υποκοριστικό του culter: πρβλ. σκάλ-λω, σκαλίζω, σκαληνός
•unguis: ὄνυξ, όνυχας, νυχιά, ονυχοπλαστική, νυχοκόπτης
•reseco: πρβλ. σέγα
•vulnero < vulnus: ουλή
•voco < vox· πρβλ. convoco (cum + voco): ὄπα < Foπα = φωνή· ἔπος < Fεπoς (επικός,
επύλλιο)
•secreto < secretus μτχ. τουρ. se-cerno ≃ κρίνω (ανακρίνω, απόκριση, έγκριτος, έκκριση,
επικριτικός, πρόκριτος, υποκριτής)
•experior ·peri-tus, peri-culum: πειρῶμαι, πείρα (πειρατής, πείραμα, πειραχτήρι,
πειράζω, πειρασμός, πειραματισμός)
•forte ·fortuna: πρβλ. φουρτούνα
•ferrum: πρβλ. φεριτίνη (πρωτεΐνη που ρυθμίζει τον σίδηρο του οργανισμού)
•officium: πρβλ. οφίκιο ή οφίτσιο (τίτλος, αξίωμα)
•factum: πρβλ. ντεφάκτο (εκ των πραγμάτων, στην πράξη)

ΜΑΘΗΜΑ 50
•magistra < magister < magnus ≃ μέγας: πρβλ. μάγιστρος (ανώτατο αξίωμα στην ύστερη
ρωμαϊκή και βυζαντινή περίοδο), μαέστρος, μάστορας, μαΐστρος
•graviter < gravis ≃ βαρύς (βαρύτητα, βαραίνω, επιβαρύνω, βαριόμοιρος, βαρυχειμωνιά)
•malevolentia < male-volo ≠ benevolentia < bene-volo: βούλομαι (βούληση, βουλητικός)
•solus: πρβλ. σόλο
•mitto (σουπίνο missum): πρβλ. κομισάριος, μισιονάριος (ιεραπόστολος καθολικής
εκκλησίας)
•placet: πρβλ. πλασέμπο (εικονικό φάρμακο που παράγει στον ασθενή την αυθυποβολή
της βελτίωσης της κατάστασής του)
•imperium: πρβλ. ιμπεριαλισμός

You might also like