You are on page 1of 2

 

ΣΚΗΝΗ  Γ
Τελάλης :Ο ελληνικός στρατός  έφτασε  ως το  Σαγγάριο.Μα  οι χαρές της
νίκης έμελλε να γίνουν θηλειά, βρόχος ,στο λαιμό της Ελλάδας.  Για τους  συνετούς
τα σήματα κινδύνου είχαν φανεί πολύ νωρίτερα . Ο διχασμός των Ελλήνων,  οι
ανίκανες κυβερνήσεις, ο αμέτροεπής  μεγαλοϊδεατισμός,  το διπλό  παιχνίδι των 
Αγγλογάλλων  – των  συμμαχών  μας τρομά ρα  μας – η  προέλαση  του στρατού μα ς
ως τα  βάθη της  Ασίας  και η απομάκρυνση  του άπο τους τόπους ανεφοδιασμού  
ηταν  τα δείγματα  της καταστροφής που ερχόνταν.Οι Τούρκοι  υποχωρούσαν
στήνοντας  μα ς παγίδες  . Ο Κεμάλ και ο Νουρεντίν πασάς  με χιλιάδες 
αποφασισμένους Τούρκους  ακονιζουν τα μαχαιρια  τους…Ο στρατός μας
εξουθενωμένος από τους  συνεχείς πολέμους, χωρίς  ηθικόσθένος. υποχωρεί ατάκτως 
και η μπόρα έρχεται, η καταστροφή φτάνει… Και τι καταστροφή , μπρε! Τέτοιο
γιαγκίνι δε ματάγινε! Αλίμονο  στους  Ρωμιούς!
 
(Σ το σπίτι του Γρηγόρη Διακάγλου)
Μάνα:(νευρική, ταραγμένη): Ούχουου καταστροφή! Χάθηκαν  όλα! Δεν 
πρόλαβε  να  γελάσει  το  χειλάκι  των  Ρωμιών.  Οι  Τούρκοι  έρχονται…  Πρέπει 
να  φύγουμε… Και πώς  να  φύγουμε;  Μυριάδες περιμένουν  στο λιμάνι…Και ο 
Γρηγόρης  μου; Δε φάνηκε ακόμα …  Να βρήκε  τρόπο να  περάσουμε απέναντι; Να 
μαζέψω  μου ’πε τα απαραίτητα, να’μαστε έτοιμοι για το φευγιό… Τι να πάρεις
μαζίσου, τι να αφήσεις; Χωρούν σε δυο μπόγους μνήμες αιώνων;
( μπαίνει ο πατέρας)
Τι έγινε Γρηγόρη μου ; Θα φύγουμε; Βρήκες τρόπο; θα μας σφάξουν , Γρηγόρη…..
Πατέρας: ( κάθεται αποκαμωμένος στην καρέκλα) Τίποτα Μαιρούλα… Δεν
έκαμα τίποτα… και πώς να κάμω; Όλοι θέλουν να φύγουν να γλιτώσουν απ’ το
μαχαίρι των Τούρκων…. Στο λιμάνι ένας χαμός… Χάνεται η ρωμιοσύνη της Ιωνίας,
ξεριζώνεται… Τα παιδιά που είναι;
Μάνα: Κλεισμένα στο δωμάτιό τους , φοβούνται και κλαίνε.. Τι θα κάνουμε
Γρηγόρη;
Πατέρας: (σηκώνεται και πηγαινοέρχεται νευρικά) θα δούμε … δεν χάθηκαν
οι ελπίδες…… ίσως βρούμε κάτι.. φτου , μας πουλήσαν οι άτιμοι οι Άγγλοι , μας
πουλήσαν τα τομάρια… Σε δυο μέρες οι Τούρκοι θα μπούνε στη Σμύρνη και γράψε
αλίμονο….
Μάνα: καλά τόλεγε ο Αρίστος πως δεν έχουν μπέσα ετούτοι, το συμφέρον
τους και μόνο το συμφέρον τους…
Πατέρας: Ψυχρή διπλωματία , Μαιρούλα, μα τώρα τι κάνουμε; Μάζεψες τα
πράγματα; Και τι να μαζέψεις;
Μάνα: Τούτο δω το μπόγο και το βαλιτσάκι , Γρηγόρη….
( μπαίνει ο Αρίστος)
Αρίστος: (βιαστικός, ταραγμένος κι αυτός) Γεια σας , ακόμα εδώ είστε; Θα
μας σφάξουν… έρχονται οι Τσέτες… Δε στάλεγα Γρηγόρη;
Πατέρας: Πανάθεμα τους κερατάδες, μας πούλησαν … είχες δίκιο Αρίστο,
μα δεν είναι ώρα για απολογισμούς τώρα…
Αρίστος: Όπου περνούν οι Τούρκοι δεν αφήνουν τίποτα όρθιο … φωτιά και
τσεκούρι.
Μάνα:  Πρέπει να φύγουμε Αρίστο , μα πώς ;
Πατέρας: Θα κατέβουμε στο λιμάνι , κάτι θα βρούμε …
Αρίστος: Άστο σε μένα Γρηγόρη … μην ανησυχείτε … έχω κανονίσει …
Γρηγόρης: Μα πώς Αρίστο;
Αρίστος: Έχω  πληρωμένο  καικτσή…Πολλά  μου  πήρε,  μα  δεν 
πειράζει…
Μάνα: Δόξα το Θεό … Θα γλιτώσουμε … Πάω να φέρω τα παιδιά …
Αρίστος: Πρέπει  να  κάνουμε όμως γρήγορα , ο  άνθρωπος  περιμένει …
Πατέρας: Μαιρούλα , μπρος,  πάρε τα παιδιά ,  φεύγουμε … Είναι  σίγουρο ,
Αρίστο , πως θα μας περιμένει ο καϊκτσής;…
Αρίστος: Δικός μου  άνθρωπος  είναι,  Γρηγόρη,  δε  θα  μας   πουλήσει…
Τούρκος,  φίλος  μου  είναι,  έχει  υποχρέωση  σε μένα…
Πατέρας: Ελάτε  Μαιρούλα , φεύγουμε… Ανάθεμα  στους  άτιμους  που
μας  ξεριζώνουν !…
( Παίρνουν  δυο  μπόγους   και  βγαίνουν  βιαστικά. Η  Λενιώ  μένει   στη  σκηνή   και 
απευθύνεται  στο  κοινό)
Λενιώ: Πόλεμος !Δεν  υπάρχει  μεγαλύτερο  άδικο απ’ τον  πόλεμο…Αχ  και  να
ήξεραν  οι μεγάλοι  πόσο  πονούν τα  παιδιά ! Τι κι  αν είναι Τουρκάκια ,  τι κι αν
είναι Ελληνάκια ! Καρδούλα, ψυχούλα  έχουν  όλα  …Γιατί; Γιατί  οι   Τούρκοι 
σκότωσαν τον Ανδρόνικο  και  τη  Φωτεινή; Γιατί  οι  δικοί  μας  σκότωσαν  τα 
παιδιά  του  Αλή  και  του  Μουσταφά; Γιατί  τώρα  πάλι  οι  Τούρκοι  μας 
σκοτώνουν  και μας  ξεριζώνουν; Χρόνια  και χρόνια  ζούσαμε  σε  τούτα  τα 
χώματα  πλάι  πλάι  με  τους  Τούρκους, και  μας   καλημερίζανε  και  τους 
καλημερίζαμε,  και  μας  χαρίζανε  δώρα  και  τους  τα  γυρνούσαμε  δίπλα…  Και
κει  που  ακουγόταν  η  δική  μας  καμπάνα,  ακουγόταν  και  τον  Χότζα  το  ναμάζι  
και  γιορτάζαμε  το  Πάσχα  και  γιόρταζαν  το  μπαϊράμι  και  αλλάζαμε  ευχές.  Τι 
είναι  λοιπόν  αυτό  το  φοβερό  πράγμα  που  λέγεται  πόλεμος  και  που  βγάζει 
τους  ανθρώπους  από  τα  συγκαλά τους  και  τους  μαυροντύνει  και  καίει  τα 
αγαπημένα μας  σπίτια  και  σκοτώνει   και  τους  ζωντανούς  και  σκοτώνει και  τη 
χαρά

You might also like