You are on page 1of 50

Περιεχόμενα

.................................................................................................................................................3
1.Πρόλογος...............................................................................................................................4
2. Εισαγωγή..........................................................................................................................6
3. Κοινωνικό συμβόλαιο: Μια ιστορικο-φιλοσοφική αναδρομή........................................14
4. Ο ρόλος της πολιτικής φιλοσοφίας στον John Rawls..........................................................22
4.1Αρχική κατάσταση και πέπλο της άγνοιας: η ρωλσιανή οδός της δικαιοσύνης............28
4.2.Οι Δύο Αρχές της Δικαιοσύνης: Ο Μηχανισμός της Εύτακτης Κοινωνίας.........................30
4.3. Το Κοινωνικό Συμβόλαιο του John Rawls....................................................................36
4.4 To Κοινωνικό Συμβόλαιο του John Rawls Προ των Πυλών της Κριτικής...........................39
5.Επίλογος..............................................................................................................................43
6. Βιβλιογραφία......................................................................................................................45
1.Πρόλογος.
Η παρούσα εργασία αποτελεί απόπειρα βαθύτερης κατανόησης της έννοιας του
κοινωνικού συμβολαίου στο έργο του πολιτικού φιλοσόφου, John Rawls. O John Rawls
υποστηρίζει ότι μπορεί να θεμελιωθεί ένα κοινωνικό συμβόλαιο μέσα στο κοινωνικό
σώμα, το οποίο με την σειρά του μπορεί να θεμελιώνεται στις αρχές της ελευθερίας και
της ισότητας, υπό το πρίσμα της ακριβοδίκαιης δικαιοσύνης. Πιο συγκεκριμένα, ο
φιλόσοφος προσπαθεί να θεμελιώσει «μια αντίληψη δικαιοσύνης που γενικεύει και
μεταφέρει σε ένα υψηλότερο επίπεδο αφαιρέσεως την οικεία θεωρία του κοινωνικού
συμβολαίου, όπως αυτή συναντάται, για παράδειγμα στον Locke, τον Rousseau και τον
Kant».1 Πρόκειται για ένα εγχείρημα που θέτει τις προαναφερθείσες αρχές σε όλο το
φάσμα της ζωής των κοινωνικών δρώντων, τοποθετώντας ως βασική προϋπόθεση του
την πρωταρχική ανθρώπινη κατάσταση, δηλαδή «μία αμιγώς υποθετική κατάσταση, στην
οποία αποδίδονται χαρακτηριστικά ικανά να οδηγήσουν σε ορισμένη αντίληψη της
δικαιοσύνης».2

Ο John Rawls υποστηρίζει ότι η φυσική κατάσταση του ανθρώπινου είδους δεν
αποτελεί μια κατάσταση δικαιοσύνης, τουναντίον διέπεται από ανισότητες και την
δικαιοσύνη του ισχυρού.3 Για αυτόν τον λόγο ο φιλόσοφος προσθέτει στην πρωταρχική
θέση «ένα επινόημα που θα τον βοηθήσει να άρει κάθε ανισότητα: το πέπλο της
άγνοιας».4 Αυτό σημαίνει ότι ο άνθρωπος δεν γνωρίζει «την θέση του στην κοινωνία, την
ταξική του ένταξη ή το κοινωνικό του status, ούτε και την τύχη του στην διανομή
φυσικών χαρισμάτων και ικανοτήτων, την εξυπνάδα του, την ρώμη του και τα συναφή.

1
Τζων Ρωλς, Η Θεωρία της δικαιοσύνης, μτφρ. Φ. Βασιλογιάννης (Αθήνα: Πόλις, 2001),
36
2
Ibid, 37.
3
Will Kymlicka, Η πολιτική φιλοσοφία της εποχής μας, μτφρ. Γ. Μολύβας (Αθήνα: Πόλις,
2005), 154.
4
Δήμητρα Θ. Βαγενά, «Τα Κοινωνικά Συμβόλαια των John Locke και John Rawls: από
τη φυσική κατάσταση στην πρωταρχική θέση» στο Ηθική. Περιοδικό φιλοσοφίας, 15(2022), 24.
Θα φθάσω ακόμα στο σημείο να υποθέσω ότι τα μέρη δεν γνωρίζουν καν τις αντιλήψεις
τους περί του αγαθού ή τις ιδιαίτερες ψυχολογικές τους προδιαθέσεις».5

Βάσει αυτού του επινοήματος οι άνθρωποι μπορούν να διαμορφώσουν ένα


κοινωνικό σώμα, στο οποίο θα υπάρχει ««μία ακριβοδίκαιη διαδικασία, που θα
διασφαλίζει ότι οι αρχές οι οποίες θα συμφωνηθούν θα είναι δίκαιες». 6 Σε αυτήν την
πολιτική κατάσταση, τα ορθολογικά ανθρώπινα όντα μπορούν να καθιερώσουν
καθολικούς κανόνες στο κοινωνικό σώμα «υπό την προϋπόθεση ότι καθένας θα
συμμορφώνεται με αυτές».7

Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η κατανόηση της ιδιαίτερης φύσεως του
κοινωνικού συμβολαίου που συνάπτουν στην πρωταρχική θέση οι κοινωνικοί δρώντες
στο έργο του John Rawls. Συγκεκριμένα, η προσεκτική μελέτη του βιβλίου του John
Rawls, Θεωρία της Δικαιοσύνης, και η σύγκριση της έννοιας του κοινωνικού συμβολαίου
του με εκείνη των Τhomas Hobbes, John Locke, Jean Jacques Rousseau και Immanuel
Kant, θα δώσει την καλύτερη δυνατή παρουσίαση της έννοιας του John Rawls και θα
επιτρέψει την άσκηση κριτικής σε αυτήν υπό το πρίσμα της σύγχρονης Δυτικής
πολιτικής πραγματικότητος, όπως θα δούμε αναλυτικότερα στα επόμενα κεφάλαια της
παρούσας εργασίας.

5
Ρωλς, Η Θεωρία της δικαιοσύνης, 37.
6
Στο ίδιο, 173.
7
Ibid, 175.
2. Εισαγωγή.
Κατά την διάρκεια της δύσκολης και μακράς δεκαετίας του 1970 ο
αμερικανόςΑμερικανός πανεπιστημιακός και πολιτικός φιλόσοφος John Rawls, εισήγαγε
την διάσημη Θεωρία της Δικαιοσύνης, στο ομώνυμο έργο του. Πρόκειται για ένα έργο
στο οποίο ο συγγραφέας εισάγει καινοφανείς θέσεις για την σύσταση του κοινωνικού
γίγνεσθαι με όρους κοινωνικού συμβολαίου, οι οποίες προκάλεσαν εντάσεις και πολλές
συζητήσεις, όπως θα δούμε και στην παρούσα εργασία.8

Η Θεωρία της Δικαιοσύνης βρέθηκε ακριβώς μετά την δημοσίευσή της στο
επίκεντρο κριτικών και δημόσιων συζητήσεων, διότι αποτελούσε ένα βαρυσήμαντο έργο
και αυτό οφείλεται είτε λόγω της πρωτοτυπίας των θέσεων του έργου, είτε της άμεσης
και γενικευμένης αποδοχής που είχαν, είτε λόγω των δεδομένων κοινωνικών και
πολιτικών συνθηκών της εποχής που εκφράστηκαν αυτές οι θέσεις ή όλα αυτά μαζί. 9
Είναι μια από τις σημαντικότερες φιλοσοφικές πραγματείες στην ηθική και την πολιτική
φιλοσοφία, διότι αφενός εμπεριέχει μια ολοκληρωμένη και συμπαγή θεωρία και
αφετέρου, διότι επέτρεψε την ανάδυση νέων πολιτικών θεωριών στην σύγχρονη πολιτική
φιλοσοφία, όπως ο κοινοτισμός (communitarianism), 10ο μοντέρνος φιλελευθερισμός και
ο ελευθεριακός στοχασμός,11 καθώς και ο ηθικός κονστρουκτιβισμός. 12H ιδιαίτερη και
πρωτότυπη φιλοσοφική σκέψη του τον καθιστά ως έναν από τους μεγαλύτερους και

8
Bλ. Catherine Audard, John Rawls (Montreal: McGill-Queen’s University Press, 1997),
Sebastiano Maffettone, , Rawls: An Introduction (London: Polity, 2011), Leif Wenar, «The
Unity of Rawls’s Work» στο Journal of Moral Philosophy, Vol. 1(2004), 265-275, Thomas
Νagget, «Rawls on Justice» στο The Philosophy Review, 82(1973), 220-234 και Thomas W.
Pogge, «Rawls on international Justice» στο The Philosophical Quarterly, Vol.51 (2001) , 246-
253.
9
Λία Μελά, J. Rawls. Το πρόβλημα της Δικαιολόγησης των αρχών της Δικαιοσύνης
Συναίνεση και Δεσμευτικότητα (Iωάννινα: Διδακτορική Διατριβή, 2003), 42-44.
10
Στο ίδιο, 40
11
Βλ. Robert Nozick, Anarchy, State and Utopia (NY: Basic Books, 1974).
12
George Klosko, «Political Constructivism in Rawls Political Liberalism» στο The
American Political Science Review , Vol. 91(1997), 635-646.
σημαντικότερους φιλελεύθερους πολιτικούς στοχαστές και φιλοσόφους του 20ου
αιώνα,13διότι η Θεωρία της Δικαιοσύνης συνιστά ένα από τα σημαντικότερα έργα
πολιτικής φιλοσοφίας χάρη στην επιρροή που άσκησε στην σύγχρονη φιλελεύθερη και
σοσιαλδημοκρατική σκέψη.14 Στο εν λόγω έργο του, ο συγγραφέας προσπαθεί μέσω του
κοινωνικού συμβολαίου να θέσει εκ νέου μια θεωρία περί της οργανώσεως των
θεμελιωδών κοινωνικών και πολιτικών θεσμών μιας κοινωνίας, ώστε να καταπολεμήσει
την φιλοσοφία του ωφελιμισμού, η οποία έχει κυριαρχήσει μαζί με την ενορασοκρατία
στο πολιτικό και φιλοσοφικό πεδίο.15 Το κατόρθωμα της θεωρίας του Rawls ήταν «να
συγκεράσει με εύλογα επιχειρήματα και απλή μεθοδολογία ένα φιλελεύθερο κράτος, το
οποίο αποδίδει απόλυτο σεβασμό στις ελευθερίες και στα δικαιώματα των πολιτών του
με ένα εξισωτικό (egalitarian) αναδιανεμητικό σύστημα».16

Για να γίνει κατανοητή η Θεωρία της Δικαιοσύνης θα πρέπει να αναφερθούμε στο


αντίπαλο δέος που απαντά στο εξής όνομα: ωφελιμισμός. Ο ωφελιμισμός ήταν το
φιλοσοφικό ρεύμα που λειτούργησε ως άμεση και ρηξικέλευθη κριτική στις φιλοσοφίες
της παραδόσεως και των θρησκευτικών κινημάτων του 18ου αιώνα και θα μπορούσε να
θεωρηθεί ως μια «παραπληρωματική πηγή του φιλελευθερισμού». 17 Πρωτοεμφανίστηκε
στις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα, με κύριους εκπροσώπους τους Jeremy Bentham
και James Stuart Mill, και υποστήριζαν την πίστη στον ορθό λόγο και ότι κατέχουν τα

13
«[…]ο αμερικανός φιλόσοφος J. Rawls, που πέθανε σχετικά πρόσφατα, με την Θεωρία
της Δικαιοσύνης, υπήρξε ο μοναδικός ίσως διανοητής που διατύπωσε ένα πειστικό επιχείρημα
υπέρ της άποψης, ότι η αναδιανομή εισοδημάτων υπέρ των λιγότερων ευνοουμένων μελών της
κοινωνίας δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη παραβίαση της ελευθερίας των πιο ευνοουμένων
στρωμάτων, από τα οποία αφαιρούνται οι προς αναδιανομή πόροι». Μάρθα Νουσμπάουμ, «Η
Θεωρία της Δικαιοσύνης του J. Rawls», Ελευθεροτυπία, 17-12-2005.
14
Andrew Heywood, Πολίτικες Ιδεολογίες . Μια εισαγωγή, μτφρ. Χ. Κούτρης (Αθήνα:
Επίκεντρο 2007), 54 και William Edmundson, John Rawls: Reticent Socialist (Cambridge:
Cambridge University Press, 2017).
15
Ρωλς, Θεωρία της Δικαιοσύνης, 18.
16
Λευτέρης Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του
Κοινωνικού Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης»
του John Rawls (Ιωάννινα :Μεταπτυχιακή Διπλωματική Εργασία, 2010), 14.
17
Στο ίδιο.
κατάλληλα εφόδια που απαιτούνται για να εξηγήσουν επαρκώς τον ανθρώπινο
ψυχισμό.18 Ως εκ τούτου δημιούργησαν την έννοια «ευδαιμονικός λογισμός», 19 ο οποίος
είχε ο σκοπό να υπολογίζει με ακρίβεια «πόση απόλαυση ή και πόσο πόνο προκαλούσε η
εκάστοτε ανθρώπινη πράξη και να αναζητήσει τρόπους μεγιστοποιήσεως της πρώτης και
ελαχιστοποιήσεως του δεύτερου».20

Με άλλα λόγια, τα άτομα επιβιώνουν και ζουν με απώτερο σκοπό να αυξήσουν


την ωφελιμότητά τους, δηλαδή λειτουργούν με βάση την «αρχή της ωφελιμότητος», 21 η
οποία αποτελεί αφενός ηθική αξία και αφετέρου μια πολιτική επιλογή αναφορικά με την
παραγωγή και την προαγωγή της ευτυχίας και του ευδαιμονισμού. 22 Επομένως υπέρτατος
σκοπός του ωφελιμισμού ήταν η αναμόρφωση των κοινωνικών θεσμών με γνώμονα «την
μεγαλύτερη δυνατή ευτυχία όσο το δυνατό περισσότερων ανθρώπων». 23 Ας επανέλθουμε
στο έργο του John Rawls και στην Θεωρία της Δικαιοσύνης. Σκοπός του έργου είναι
ακριβώς η διερεύνηση και διεύρυνση των αρχών της ηθικής και πολιτικής δικαιοσύνης
και αυτό επιτυγχάνεται μέσω της εκ νέου συνδέσεως της σύγχρονης πολιτικής
φιλοσοφίας με την αρχαία κλασική ελληνική παράδοση, δηλαδή εκείνη του Πλάτωνος

18
Gerald F. Gaus, «The Convergence o f Rights and Utility. The Case o f Rawls and Mill»
στο Ethic, Vol.92(1981), 57-72 και John Rawls, «Kantian Constructivism in Moral Theory» στο
Journal of Philosophy, Vol.77(1980), 515-572.
19
Heywood, Πολίτικες Ιδεολογίες . Μια εισαγωγή, 70.
20
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls, 14.
21
Kymlicka, Η Πολιτική Φιλοσοφία στην Εποχή μας, 166.
22
John Harsanyi, «Can the Maximin Principle Serve as a Basis for Morality? A Critique o
f John Rawls’s Theory» στο Chandran.Kukathas (ed), John Rawls. Critical Assessments of
Leading Political Philosophers (London, Routledge, 2003). 216-238
23
Στο ίδιο, 92. «Η αγγλοσαξονική φιλοσοφική άποψη που υποστηρίζει, περί θετικού
ισοζυγίου κερδών και απωλειών για το συλλογικό καλό τον βρίσκει αντίθετο. Ο Rawls, δεν
δέχεται την επιδείνωιυση της θέσης έστω και ελάχιστων ν κοινω νικοί ομάδωνκοινωνικών
ομάδων για χάρη της συλλογικής προόδου. Δηλαδή ο Rawls, απέναντι στον ωφελιμισμό
προτάσσει την δικαιοσύνη». Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική
Χρήση του Κοινωνικού Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της
Δικαιοσύνης» του John Rawls, 16, υποσημείωση 28.
και του Αριστοτέλους, εκεί που ο στοχασμός «περιστρέφεται γύρω από το παλαιότερο
πρόβλημα της πολιτικής φιλοσοφίας»,24 δηλαδή την έννοια της δικαιοσύνης.25 Με τον
ίδιο τρόπο που ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης συνδέουν τις έννοιες της ελευθερίας, της
ισότητος και της δημοκρατίας με την έννοια της δικαιοσύνης, έτσι και ο John Rawls
προβαίνει στον εμπλουτισμό αυτής της σχέσεως μέσω της αξιοποιήσεως της
νεώτερηςνεότερης και σύγχρονης ιστορικής, πολιτικής και φιλοσοφικής σκέψεως, καθώς
βέβαια και από τις σύγχρονες αντιλήψεις περί ελευθερίας, ισότητος και δημοκρατίας.26

Όμωςόμως, η ίδια η έννοια της δικαιοσύνης είναι αμφιλεγόμενη και


πολυσήμαντη, αν λάβει κανείς τις πολλαπλές θεωρίες που έχουν υπάρξει στο παρελθόν
και τις συναφείς κριτικές μέσα στον ρου της ιστορίας.27Όπως σημειώνει εύστοχα ο
Πρέντζας μέχρι «τα χρόνια του Διαφωτισμού, δηλαδή ως τον 19° αιώνα επικρατούσε, ως
γνωστόν, το λεγόμενο φυσικό δίκαιο, η θεωρία η οποία πρέσβευε ότι ο Θεός, ή κατά
άλλους η φύση, είχε προικοδοτήσει όλους ανεξαιρέτως τους ανθρώπους με φυσικά και
αναπαλλοτρίωτα δικαιώματα. Μέσα σε μια τέτοια περιρρέουσα ατμόσφαιρα, η οποία
επικρατούσε κυρίως στον ευρωπαϊκό χώρο, η δικαιοσύνη, ήταν φυσικό να γίνεται
αντιληπτή υπό το πρίσμα της θρησκευτικής πίστεως. Με άλλα λόγια, δικαιοσύνη αυτή
την εποχή σήμαινε ότι ο Θεός μοίραζε με τρόπο δίκαιο σε όλους τους ανθρώπους τις
τιμωρίες και τις αμοιβές, τόσο στην επίγεια όσο και στη μεταθανάτια ζωή».28

24
Στέφανος Δημητρίου, Θεμελίωση και Ανασκευή (Αθήνα: Εστία, 2003), 75.
25
Moλύβας, Δικαιώματα και Θεωρίες Δικαιοσύνης, 19. Βλ. David L. Norton, «Rawls’s
Theory of Justice. A [«Perfectionist»] Rejoinder» στο Ethics, Vol.1(1974), 50-57
26
Kωνσταντίνος Εμ.Σταμάτης, Αστική Κοινωνία. Δικαιοσύνη και Κοινωνική Κριτική
(Αθήνα :Ίδρυμα Σ. Καράγιωργα 1995), 11. Στην Θεωρία της Δικαιοσύνης προσπαθεί «να
θεμελιώσει την έννοια της δικαιοσύνης ως πρώτο και βασικότατο ζήτημα της ηθικής, να
συγκεράσει την κοινωνική δικαιοσύνη με τις ατομικές ελευθερίες και την οικονομική
αποτελεσματικότητα[…]». Μανώλης Πιμπλής, «Η Δικαιοσύνης εχασε τον φιλόσοφο της», ΤΑ
ΝΕΑ, 27-11-2002.
27
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls, 15.
28
Στο ίδιο. Βλ. Eric Gregory «Before the OriginalPosition: The Neo-OrthodoxTheology of
the Young John Rawls» στο Journal of Religious Ethics,Vol. 35(2007), 179–206.
Αυτή η «θεία», θεϊκή δικαιοσύνη δεν κατόρθωσε να επιβληθεί μετά τον 19 ο
αιώνα, δηλαδή μετά την κορύφωση του Διαφωτισμού, ο οποίος έθεσε τις δικές του αξίες
και πεποιθήσεις, οι οποίες με την σειρά τους συνοψίζονται στην ακόλουθη ιδεολογία: τον
φιλελευθερισμό.29 Ο φιλελευθερισμός συνόψιζε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα
βασικά αιτήματα του Διαφωτισμού, καθώς ταυτόχρονα εξυπηρετούσε την βιομηχανική
ανάπτυξη στο πιο κομβικό σημείο της. Αυτό γίνεται ιδιαίτερα φανερό αν λάβουμε υπ’
όψιν την κατηγοριοποίηση του Andrew Hceywood αναφορικά με τις αξίες του
φιλελευθερισμού, οι οποίες είναι η πρωτοκαθεδρία του ατόμου, η ελευθερία, ο ορθός
λόγος, η ανεκτικότητα και η δικαιοσύνη σε ιδιωτικά και δημόσια ζητήματα. 30 Ακριβώς
εντός αυτών των πλαισίων συντελέστηκε η εκκοσμίκευση της δικαιοσύνης και
εδράστηκε στην «τυπική ισότητα» δικαιωμάτων και το σεβασμό όλων των ανθρώπων
καθώς και στην περιβόητη «ισότητα ευκαιριών. 31 Κατά τον τρόπο αυτό, έχουμε μια
επέκταση της θεωρίας του φυσικού δικαίου που είδαμε σε γενικές γραμμές ανωτέρω, υπό
την έννοια ότι τώρα, στο νέο ιδεολογικό πλαίσιο βασική παραδοχή αποτελεί η άποψη ότι
ο νόμος αναγνωρίζοντας τα φυσικά και απαράγραπτα δικαιώματα των ανθρώπων,
παρείχε ίσα δικαιώματα σε όλους […]».32

Tώρα η δικαιοσύνη είναι ιδωμένη υπό το πρίσμα της φιλελεύθερης


παραδόσεως.33 Τώρα ο σκοπός της είναι «ισότητα των ευκαιριών», το οποίο σημαίνει ότι
όλοι οι άνθρωποι πρέπει να έχουν την δυνατότητα να λάβουν ίσες ευκαιρίες στην ζωή
τους, ούτως ώστε να έχουν τις ίδιες δυνατότητες ελεύθερης και ανεμπόδιστης

29
Διονύσης Δρόσος, Αγορά και κράτος στον Adam Smith. Κριτική στην αναδρομική ή
Θεμελίωση του νέο –φιλελευθερισμού (Αθήνα: Ίδρυμα Σ. Καράγιωργα, 1994).
30
Αndrew Heywood, Eισαγωγή στην Πολιτική, 74-76.
31
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls, 16.
32
Στο ίδιο. Επίσης βλ. Larry Krasnoff, «Consensus, Stability and Normative in Rawls
Political Liberalism» στο The Journal of Philosophy, 95(1998), 262-292 και Paul Voice, Rawls
Explained: From Fairness to Utopia (Chicago: Open Court, 2011).
33
Βλ. John Rawls, «Justice as Fairness. Political not Metaphysical» στο Philosophy and
Public Affairs, Vol.14.3( 1985), 223-251
αναπτύξεως των ικανοτήτων και των δεξιοτήτων τους.34 Κατά τον Rawls, τα μέλη μιας
κοινότητος πρέπει να έχουν ισότητα αναφορικά με τις βασικές ελευθερίες και το
επιχείρημά του συνοψίζεται άψογα από τον Πρέντζα με τον ακόλουθο τρόπο: «ο μόνος
τρόπος να σεβαστούμε την ελευθερία όλων των μελών μιας ευνομούμενης κοινότητας με
αλληλεγγύη είναι να εκχωρήσουμε σε όλους το δικαίωμα να απολαμβάνουν ισομερώς τα
οφέλη της οικονομικής αναπτύξεως, άρα κατά συνέπεια πρέπει να δίνουμε στους
λιγότερο προνομιούχους το μέγιστο που μπορούμε στα πλαίσια του κοινωνικού
συστήματος. Επομένως για έναν φιλελεύθερο δεν είναι επιθυμητή η απόλυτη ισότητα,
αλλά η ύπαρξη ανισοτήτων που αντικατοπτρίζουν μόνο την άνιση κατανομή αυτών των
δεξιοτήτων».35

Ένα τέτοιο μικρό μέτρο ανισοτήτων δέχεται και ο John Rawls. Ωστόσο
υποστηρίζει ότι η ανισότητα νομιμοποιείται αν και μόνο αν λειτουργεί προς όφελος των
ασθενέστερων μελών της κοινωνίας.36Επομένως βασική προϋπόθεση της δικαιοσύνης
είναι η «αρχή της επιείκιας» 37 ή μάλλον η «αρχή της ακριβοδικίας», 38 δηλαδή το ότι η
δικαιοσύνη λειτουργεί πάντοτε προς υπεράσπιση των αδυνάτων. Στην Θεωρία της
Δικαιοσύνης ο John Rawls χαράζει τις αρχές της δικαιοσύνης και την θεσμική δομή
τους, ωστόσο ανακύπτει εύλογα το ερώτημα κατά πόσον μπορεί μια κοινωνία μπορεί να
πετύχει τον ρωλσιανό στόχο.39

34
Σταμάτης, Αστική Κοινωνία. Δικαιοσύνη και Κοινωνική Κριτική, 20. Βλ. Τοmmie
Shelby, «Race and Social Justice: Rawlsian Considerations» στο Fordham Law Review 72(2004),
1697-1714 και του ιδίου, «Racial Realities and Corrective Justice: A Reply to Charles Mills» στο
Critical Philosophy of Race, Vol.1(2013), 145-162.
35
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls, 17.
36
John Rawls, Political Liberalism (New York: Columbia University Press, 2005), 41.
37
Στο ίδιο.
38
Heywood, Πολίτικες Ιδεολογίες . Μια εισαγωγή, 34 και 43.
39
Ρωλς, Θεωρία της Δικαιοσύνης, 92. Βλ. Βarry Clark, «Rawlsian Justice and Economic
Systems» στο Philosophy and Affairs, Vol.7(1978), 302-325.
Θα πρέπει πρώτα να μιλήσουμε συνοπτικά για την φύση των κοινωνικών θεσμών
για τον John Rawls, διότι εντός τους παράγονται και εφαρμόζονται οι αρχές του περί
δικαιοσύνης. Η πρώτη αρχή αφορά το «πως θέλει το μέγιστο βαθμό ελευθερίας για
κάθε πολίτη μιας οργανωμένης αλλά και πολιτικοποιημένης κοινωνίας, με την διαφορά
ότι αυτή η ελευθερία θα συμβιβάζεται με ίση ελευθερία για όλα τα μέλη της και όχι μόνο
για μερικά άτομα της, με άλλα λόγια ίση και δυνατή ελευθερία για όλους». 40 Η δεύτερη
αρχή αφορά το πώς «οι κοινωνικές ανισότητες είναι και γίνονται ανεκτές μόνο σε
εξαιρέσεις και με όρους, δηλαδή πρέπει να αποβαίνουν προς όφελος των λιγότερων
προνομιούχων κοινωνικών ομάδων. Όμως η υπεροχή αυτή μερικών προνομιούχων
συνδέεται με θέσεις και αξιώματα που είναι πάντα ανοιχτά σε όλους».41

Η δικαιοσύνη για τον John Rawls δεν είναι μια μονοσήμαντη έννοια, αλλά
τουναντίον μια ευρεία έννοια, η οποία δεν περιορίζεται μόνο στην ιδέα δικαιωμάτων και
υποχρεώσεων, αλλά θέτει την αναγκαιότητα της εφαρμογής της στην σύγχρονη
κοινωνία.42 Με άλλα λόγια, ενδιαφέρεται διακαώς να αναζητήσει και να βρει εκείνους
τους κανόνες, τους γνώμονες, τους κοινωνικούς οδοδείκτες, οι οποίοι προσδιορίζουν
επαρκώς αφενός τα αμφότερα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των πολιτών, και
αφετέρου τον τρόπο διανομής και κατανομής των προνομίων, των ευεργεσιών και των
υποχρεώσεων που εκπορεύονται εκ της κοινωνικής ζωής.43 Ο Rawls εικάζει μια
κατάσταση καθολικής ισότητος και ελευθερίας εντός της ανθρώπινης συνομάδωσης κατά
την διάρκεια της διαβούλευσης και της αποφάσεως πάνω στους θεσμούς και στις αρχές,
οι οποίες θα συγκροτήσουν την κοινωνία τους. Η συνομάδωση συμβαίνει κάτω από το
«πέπλο άγνοιας» (veil o f ignorance), 44 το οποίο καλύπτει τις φυσικές ικανότητες, τα

40
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls, 17.
41
Στο ίδιο και Ρωλς, Θεωρία της Δικαιοσύνης, 37 και 173.
42
Θοδωρής Π. Λιανός, Κοινωνική Δικαιοσύνη, Θεωρία, Ιδέες, Εμπειρίες, Προτάσεις
(Αθήνα: Καστανιώτη, 2000) 101. Βλ. John Rawls, «Constitutional Liberty and the Concept o f
Justice», Nomos, Vol.7(1963), 98-125.
43
Στο ίδιο.
44
Ρωλς, Θεωρία της Δικαιοσύνης, 153.
ταλέντα, αλλά και την κοινωνική θέση του κάθε ανθρώπου μέσα στην κοινωνία εντός της
«αρχικής θέσεως»,45 για την οποία θα αναφερθούμε διεξοδικότερα στην συνέχεια της
παρούσας εργασίας.

Για τον John Rawls η μέγιστη και δυνατή ελευθερία για όλους «σημαίνει
σύμμετρη ικανοποίηση αυτής της ελευθερίας και της ισότητος. «Σύμμετρη ικανοποίηση
της ελευθερίας και της ισότητος υπάρχει όταν το κράτος είναι και γίνεται ουδέτερο
απέναντι σε κάθε λογής ηθικές και θρησκευτικές αντιλήψεις. Διαφορετικά, η προώθηση
και η υπεράσπιση ορισμένων από αυτόν με κρατικό εξαναγκασμό, επιφέρει όχι μόνο
περιορισμό της ελευθερίας της συνειδήσεως αλλά και της ανισότητος μεταξύ των
πολιτών».46

Το κράτος προωθεί και υποστηρίζει πεποιθήσεις και ιδέες μιας ορισμένης


«κυρίαρχης» κοινωνικής ομάδας, με αποτέλεσμα να αποβαίνουν μοιραίες για τα
υπόλοιπα μέλη του.47 Ο John Rawls θεωρεί την δικαιοσύνη πάντα ως συνάρτηση με την
καθολική ελευθερία και την ισότητα εντός του κοινωνικού σώματος και την συναφή
εφαρμογή της. Για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο ο φιλόσοφος χρησιμοποιεί την έννοια του
«κοινωνικού συμβολαίου», δηλαδή εκείνη την πολιτική θεωρία δημιουργίας κανόνων
δράσεως και συμπεριφοράς, τους οποίους οι μελλοντικοί κοινωνικοί δρώντες οφείλουν
να ακολουθούν στην κοινωνική τους ζωή, αν θέλουν να έχουν μια τέτοια ζωή. Τι είναι
όμως ένα κοινωνικό συμβόλαιο;

45
Στο ίδιο, 55.
46
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls, 18.
47
Σταμάτης, Αστική Κοινωνία. Δικαιοσύνη και Κοινωνική Κριτική, 67.
3. Κοινωνικό συμβόλαιο: Μια ιστορικο-φιλοσοφική αναδρομή.
Μια θεωρία του κοινωνικού συμβολαίου είναι άποψη, θεμελιώδης θέση
αναφορικά με την διαμόρφωση και την εδραίωση του κοινωνικού σώματος. 48Οι
βασικότεροι εκφραστές της εννοιολογικής συλλήψεως του κοινωνικού συμβολαίου για
τον John Rawls, όπως αναφέραμε και στην εισαγωγή μας, είναι ο Τ. Hobbes, J. Locke, ο
J.J. Rousseau και ο I. Kant.49 Μια φιλοσοφική-πολιτική θεωρία κοινωνικού συμβολαίου
υποστηρίζει την σύναψη ενός κοινωνικού συμβολαίου μεταξύ των κοινωνικών δρώντων
ενός κοινωνικού σώματος, δηλαδή την αποδοχή δικαιωμάτων, ελευθερίων και
περιορισμών στις καθημερινές κοινωνικές πρακτικές, ώστε να εξασφαλίσουν την
ευδαιμονία της ανθρώπινης συνομάδωσης. Η θεωρία του συμβολαίου, όπως αναφέραμε
και προηγουμένως, δεν είναι μόνο μία, αλλά υπάρχει μια τεράστια ποικιλία τέτοιων
θεωριών.

Το πρώτο χαρακτηριστικό των κοινωνικών συμβολαίων: το άτομο κατέχει


κεντρική θέση στο συμβόλαιο, διότι οι πρακτικές του συνιστούν την κύρια διάσταση
για την κατανόηση της φύσεως του κοινωνικού σώματος. 50 Ένα δεύτερο βασικό
χαρακτηριστικό γνώρισμα του κοινωνικού συμβολαίου είναι ότι «διέπεται από ένα
εσωτερικό λογικό μηχανισμό με την βοήθεια του οποίου διαπλέκονται δύο πολύ σοβαρά
ζητήματα, το ένα αφορά την πολιτική ενώ το άλλο είναι εκείνο της κοινωνικής
αναπαραγωγής»,51το οποίο εγγίζει με την σειρά του «την ισότητα και την ελευθερία ως
βασικές προϋποθέσεις συγκρότησης της κοινωνίας, ως δομής ελεύθερου ανταγωνισμού
μεταξύ των επιμέρους δρώντων».52 Τρίτο χαρακτηριστικό αποτελεί η αντίληψη της
48
Λιανός, Κοινωνική Δικαιοσύνη, Θεωρία, Ιδέες, Εμπειρίες, Προτάσεις, 43.
49
Βλ. Άρης Στυλιανού, Θεωρίες του Κοινωνικού Συμβολαίου (Αθήνα: Πόλις, 2006).
«Παραλλήλως όμως το όλο εγχείρημα προϋποθέτει ορισμένη ορισμένη πρόσληψη τοιν ιδεών του
Kant, η οποία συνιστά την («καντιανή ερμηνεία») της θεωρίας του Rawls». Μελά, J. Rawls. Το
πρόβλημα της Δικαιολόγησης των αρχών της Δικαιοσύνης Συναίνεση και Δεσμευτικότητα 46-47.
50
Μανόλης Αγγελίδης, Φιλελευθερισμός κλασικός και νέος. Ζητήματα συνέχειας και
ασυνέχειας στο νεοφιλελεύθερο επιχείρημα (Αθήνα: Ίδρυμα Σ. Καράγιωργα, 1993), 15
51
Γρηγόρης Μολύβας, Δικαιώματα και Θεωρίες (Aθήνα: Πόλις, 2004), 317
52
Αγγελίδης, Φιλελευθερισμός κλασικός και νέος. Ζητήματα συνέχειας και ασυνέχειας στο
νεοφιλελεύθερο επιχείρημα, 17-18.
δημόσιας δικαιοσύνης, η οποία αφορά τις αρχές δικαιοσύνης και τον τρόπο που
συμβαλλόμενα μέρα του κοινωνικό συμβολαίου επιλέγουν ή απορρίπτουν ορισμένες
αρχές, ώστε να διεκδικήσουν την ευδαιμονία τους.53

Το κοινωνικό συμβόλαιο είναι η ρητή ή άρρητη συμφωνία «που διέπει είτε τις
σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους (Χομπς), είτε τις σχέσεις μεταξύ του ανώτερου
άρχοντα και των υπηκόων του (Λοκ), είτε τις σχέσεις του μεμονωμένου ατόμου με την
κοινωνία (Ρουσσώ) και η οποία συνιστά το θεμέλιο της κοινωνίας». 54 Το θεμέλιο της
κοινωνίας είναι το ενοποιητικό στοιχείο όλων των ανωτέρω θεωριών. Υπάρχουν όμως,
και σαφείς διαφορές μεταξύ των προαναφερθέντων θεωρήσεων του κοινωνικού
συμβολαίου, όπως θα δούμε και στη συνέχεια του κεφαλαίου. Ας εξετάσουμε πρώτα την
έννοια του Hobbes.

Για τον φιλόσοφο το ανθρώπινο ον είναι ένα είδους αυτόματου όντος, μια
μηχανή, η οποία ορίζεται από την κίνησή της: όταν σταματήσει, τότε πεθαίνει. Βάσει
αυτού το μόνο που μπορεί να κάνει ο άνθρωπος για να επιβιώσει είναι να αναγνωρίζει
τι του κάνει καλό αναφορικά με την ύπαρξη και την συντήρησή του. Επομένως, οι
άνθρωποι είναι «εκ φύσεως εγωιστικά όντα αφού προσανατολίζονται μόνο σε ό,τι τους
συμφέρει και ρέπουν προς τον ηδονισμό. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, πιεζόμενοι από
ανάγκες να συγκρούονται μεταξύ τους και να αντιπαλεύουν ο ένας τον άλλον
προκειμένου να εξασφαλίσουν την επιβίωσή τους και να γίνουν κάτοχοι υλικών
αγαθών».55 Η φυσική κατάσταση είναι κατάσταση ελευθερίας και ισότητος, στην οποία
δεν υπάρχει δέσμευση μεταξύ των ανθρώπων στις διαπροσωπικές τους σχέσεις. Το
άτομο αναγκάζεται να συσσωρεύει δύναμη, «διότι αν δεν το κάνει αυτός θα το κάνει
κάποιος άλλος από τους συνανθρώπους του πρώτος και θα τον καταστρέφει». 56 Για
53
Στο ίδιο.
54
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls, 101.
55
Στο ίδιο, 89 και Μολύβας, Δικαιώματα και Θεωρίες 69-112,
56
Στο ίδιο. Επίσης βλ. Thomas Hobbes, Λεβιάθαν, ή Ύλη, Μορφή και Εξουσία μιας
Εκκλησιαστικής και Λαϊκής Πολιτικής Κοινότητας, τ.,Β’ , μτφρ., Α. Μεταξόπουλος - Γ.
Πασχαλίδης (Αθήνα: Γνώση, 1989), 9-61.
αυτόν τον λόγο προβαίνουν στην σύναψη ενός συμβολαίου σύμφωνα με το οποίο
παραχωρούν τα φυσικά τους δικαιώματα σε ένα τρίτο πρόσωπο, στον Λεβιάθαν, ο
οποίος με την σειρά του σκοπεύει στην διατήρηση της ειρήνης, «την προστασία των
υπηκόων του, αλλά και τον εξαναγκασμό παράλληλα των υπηκόων του στην τήρηση των
όρων του συμβολαίου. Όταν οι όροι του συμβολαίου δεν τηρηθούν, η κοινωνία
αποσυντίθεται και δημιουργείται νέο συμβόλαιο».57

Ο άνθρωπος ως οντότητα είναι από την φύση του εγωιστής και ηδονιστής. Βάσει
αυτού οι άνθρωποι καθοδηγούνται από αυτές τις αρχές και η πιθανότητα να
αλληλοκαταστραφούν ως είδος είναι ισχυρή, επομένως ο Λεβιάθαν, δηλαδή το Κράτος,
είτε ως απόλυτος μονάρχης, είτε ως αριστοκράτης ή ακόμα και ως κοινοβουλευτικός
δημοκράτης, έρχεται στο προσκήνιο για να διαφυλάξει την κοινωνική ειρήνη, 58
κατέχοντας στην διάθεσή του το μονοπώλιο της βίας και της απόλυτης εξουσίας. 59
Βέβαια ο Hobbes καταργεί με αυτόν τον τρόπο το δικαίωμα της επαναστάσεως εναντίον
του κοινωνικού συμβολαίου, διότι στην περίπτωση που Λεβιάθαν δεν μεριμνά πλέον
για την ειρήνη και την άμυνα των πολιτών, τότε το συμβόλαιο ακυρώνεται και ανοίγει
ένας εκ νέου διάλογος– όχι– άμεσα μέσα στην φυσική κατάσταση για κοινωνικό
συμβόλαιο. Για τον φιλόσοφο η ευδαιμονία εντός της πολιτικής σφαίρας επέρχεται μέσω
της αποκτήσεως δύναμης και εξουσίας: « Η ευδαιμονία είναι η διαρκής πορεία από το
ένα αντικείμενο στο άλλο, όπου η απόκτηση του πρώτου δεν είναι παρά ο δρόμος για το
επόμενο. Αυτό οφείλεται στο ότι ο σκοπός της ανθρώπινης επιθυμίας δεν είναι μια
μοναδική και στιγμιαία απόλαυση, είναι αντίθετα η εξασφάλιση της ικανοποιήσεως και
των μελλοντικών επιθυμιών διαπαντός. Συνεπώς, οι θεληματικές πράξεις και οι διαθέσεις

57
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls 91. Hobbes, Λεβιάθαν, 89.
58
Hobbes, Λεβιάθαν, 77.
59
Στο ίδιο, 240-241. «Ιδού, λοιπόν, η γένεση εκείνου του μεγάλου Λεβιάθαν, ή μάλλον
(για να μιλήσουμε με περισσότερο σεβασμό) εκείνου του θνητού θεού, στον οποίο οφείλουμε,
ύστερα από τον αθάνατο θεό, την ειρήνη και την διαφέντεψή μας», 241.
όλων των ανθρώπων τείνουν όχι μόνο στην κατάκτηση, αλλά και στην εξασφάλιση μιας
ευτυχισμένης ζωής».60

Οι πρωταρχικές αιτίες της διαμάχης μεταξύ των ανθρώπων βρίσκεται σε τρεις


ουσιώδεις υπαρκτικές καταστάσεις: στον ανταγωνισμό, στην δυσπιστία και στην
ματαιοδοξία. Όμως υπάρχουν και πάθη που τους οδηγούν στην ειρηνική συνύπαρξη: «Τα
πάθη που ωθούν τους ανθρώπους προς την ειρήνη είναι ο φόβος του θανάτου. Η
επιθυμία των πραγμάτων που απαιτούνται για μια άνετη διαβίωση και η ελπίδα ότι αυτά
θα αποκτηθούν με την εργατικότητα. Ο ορθός λόγος προβάλλει τους κατάλληλους όρους
για ειρήνη, έτσι ώστε οι άνθρωποι να οδηγηθούν σε συμφωνία. Αυτοί οι όροι
αποκαλούνται Νόμοι της Φύσης».61

Εν ολίγοις, η σύναψη ενός κοινωνικού συμβολαίου έχει νόημα μονάχα μέσω


μιας καταναγκαστικής εξουσίας, η οποία «επιβάλλει σε όλους εξίσου την τήρηση των
συμβάσεων και που θα απειλεί με τιμωρία μεγαλύτερη από το όφελος που θα
προσδοκούσαν κάποιοι από την αθέτηση αυτής της συμφωνίας».62

Δεύτερη είναι η θεωρία κοινωνικού συμβολαίου του J. Locke Η φυσική


κατάσταση για τον φιλόσοφο αποτελεί την κατάσταση, στην οποία «τοποθετείται ο
άνθρωπος από το Θεό και στα πλαίσιά της έχει δικαιώματα και υποχρεώσεις». 63 Πιο
συγκεκριμένα ο John Locke, αντιλαμβάνεται την φυσική κατάσταση ως απόλυτη

60
Στο ίδιο, 169. Πράγματι η σωφροσύνη δεν είναι παρά εμπειρία που σε ίσο χρόνο
κατανέμεται εξίσου σε όσους ανθρώπους ασχολήθηκαν με το ίδια πράγματα. Εκείνο που ίσως
κάνει μια τέτοια ισότητα να φαίνεται απίστευτη, δεν είναι παρά η έπαρση κάποιων για την σοφία
τους [...] αν δύο άνθρωποι επιθυμούν το ίδιο πράγμα, χωρίς εντούτοις να μπορούν αμφότεροι να
το αποκτήσουν, γίνονται εχθροί. Και στην πορεία προς το σκοπό τους (που είναι κυρίως η
αυτοσυντήρηση, αλλά και ορισμένες φορές η ευχαρίστησή τους μόνο) προσπαθούν να
καταστρέψουν ή να υποτάξουν ο ένας τον άλλον». Στο ίδιο, 193-194.
61
Στο ίδιο, 198.
62
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls 91. Hobbes, Λεβιάθαν, 212.
63
Στο ίδιο. Βλ. J. Locke, Δεύτερη Πραγματεία περί Κυβερνήσεως , εισαγ., μτφρ., Π.
Κιτρομηλίδης, (Αθήνα: Γνώση, 1990), 17-70 και Leo Strauss, Φυσικό Δίκαιο και Ιστορία, μτφρ.,
Σ. Ροζάνη και Γ. Λυκιαρδόπουλος (Αθήνα: Γνώση, 1990), 201-300.
ελευθερία που επικρατεί στη φυσική κατάσταση που θέτει ηθικά και ορθολογικά
κριτήρια στις ανθρώπινες πρακτικές. Ωστόσο, οι συνθήκες αβεβαιότητος της φυσικής
καταστάσεως οδηγούν τους ανθρώπους να δημιουργήσουν μια συνομάδωση, η οποία
«μπορεί να εγγυηθεί και να διασφαλίσει τα δικαιώματα τους στη ζωή, στην ελευθερία
και στην ιδιοκτησία».64 Για να κατανοήσουμε, όμως, πώς γίνεται η ιδιοκτησία να
αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα που απορρέει από τον νόμο της φύσεως, θα πρέπει να
εξετάσουμε πώς εκλαμβάνει ο Locke την έννοια της ιδιοκτησίας: «Με τον όρο
ιδιοκτησία πρέπει να εννοείται και εδώ, όπως και σε άλλα σημεία του κειμένου μου, η
ιδιοκτησία που έχουν οι άνθρωποι τόσο στα πρόσωπα όσο και στα υπάρχοντά τους». 65 Η
ιδιοκτησία για τον Locke, σημαίνει αφενός την ατομική ιδιοκτησία υλικών αγαθών, και
αφετέρου την ιδιοκτησία, την κατοχή του προσώπου, δηλαδή κατοχή βιολογικής
υποστάσεως του ανθρώπου, όπως για παράδειγμα το σώμα του και την νομική
προέκτασή του. Τοιουτοτρόπως, αν κάποιος βλάψει σωματικά έναν άνθρωπο,
προσβάλλει την ιδιοκτησία του στην υλική του υπόσταση. Συνεπώς, η ιδιοκτησία αφορά
και την ιδιοκτησία της προσωπικότητος, δηλαδή την κατοχή της ελεύθερης βουλήσεως
ενός ανθρώπου, η οποία δεν πρέπει να παραβιάζεται με οποιοδήποτε τρόπο. Αυτή η
πράξη συνομάδωσης είναι το κοινωνικό συμβόλαιο και κατορθώνει να εξασφαλίζει την
ευδαιμονία του κοινωνικού σώματος.

«Ο John Locke, αντιλαμβάνεται την φυσική κατάσταση με διαφορετικούς όρους


από τον Hobbes. Η απόλυτη ελευθερία που επικρατεί σε αυτήν δεν οδηγεί αναγκαστικά
στην βία και την ασυδοσία, υποστηρίζει ο Λοκ, γιατί ο «φυσικός νόμος» θέτει «ηθικά»
και έλλογα κριτήρια και όρια στην ανθρώπινη δράση. Ωστόσο, οι συνθήκες ανασφάλειας
και αβεβαιότητος οδηγούν τους ανθρώπους να δημιουργήσουν μια συνένωση, η οποία θα
μπορεί να εγγυηθεί και να διασφαλίζει τα δικαιώματα τους στην ζωή, στην ελευθερία και
στην ιδιοκτησία. Η πράξη της συνενώσεως είναι το συμβόλαιο το οποίο θεμελιώνει την
πολιτική κοινωνία. Βέβαια το συμβόλαιο, δεν νοείται ως μια ιστορική πράξη αλλά ως μία

64
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls, 92.
65
Στο ίδιο.
λογική - υποθετική σύλληψη. Ο Locke υπερασπίζεται την φιλελεύθερη δημοκρατία των
ιδιοκτητών». 66

Τρίτη είναι η θεωρία κοινωνικού συμβολαίου του J.J. Rousseau. Για τον
φιλόσοφο ο άνθρωπος είναι εκ φύσεως αγαθός, βρισκόμενος ήδη από τη γέννησή του σε
μια φυσική κατάσταση –οριακά πρωτόγονη– ωστόσο, αφελή, αθώα και αυθεντική. 67 Από
την στιγμή που λαμβάνεται η απόφαση ζήσουν σε οργανωμένες κοινωνίες, «οφείλουν
για χάρη του γενικού καλού και συμφέροντος να συνάψουν ένα κοινωνικό συμβόλαιο
που θα διέπει τη ζωή τους και θα τους εξασφαλίζει από αυθαιρεσίες και προς το οποίο
όλοι θα συμμορφώνονται οικειοθελώς. Με την πάροδο του χρόνου και την πρόοδο του
ανθρώπου έρχεται η εξέλιξη και ο πολιτισμός που διαφθείρουν τον άνθρωπο και τον
κάνουν απάνθρωπο».68 Για να γίνει αυτό εφικτό ο Rousseau επινοεί την έννοια της
γενικής βούλησης, η οποία σηματοδοτεί την εκχώρηση από κάθε κοινωνικό δρώντα της
κοινότητας της αυτοδιάθεσής του στο πρόταγμα του συλλογικού κοινωνικού σώματος
για αυτονομία, ούτως ώστε η συλλογική βούληση να είναι αμερόληπτη και να φροντίζει
για το κοινό καλό, το οποίο ταυτίζεται με εκείνο της Φύσης. 69 Ο Jean Jacques Rousseau
προσπαθεί να θέσει τη Φύση ως κριτήριο της κοινωνικής συνομάδωσης της εποχής του. 70
Για τον Rousseau, η πολιτική ανισότητα δεν εκπορεύεται από την πρωταρχική
κατάσταση, διότι αυτή ανισότητα η διάκριση μεταξύ πλουσίων υφίσταται μόνο σε
οργανωμένο κοινωνικό περιβάλλον: «Οι δεσμοί της δουλείας δύνανται να
δημιουργηθούν μόνο σε αμοιβαία εξάρτηση των ανθρώπων και στις σχέσεις
συναλλαγών. Για τούτο είναι αδύνατο να υποδουλώνουμε έναν άνθρωπο, χωρίς

66
Στο ίδιο, 91-92. Eλαφρώς τροποποιημένο. Σ.τ.Σ.
67
Στο ίδιο.
68
Στο ίδιο 93. Επίσης βλ. Strauss, Φυσικό Δίκαιο και Ιστορία 301-349.
69
Zαν Ζακ Ρουσσώ, Το Κοινωνικό Συμβόλαιο, μτφρ., Β. Γρηγοροπούλου και Α.
Σταϊνχάουερ, 20 (Αθήνα: Πόλις 2004), 71.
70
«Η διαλεύκανση του τι είναι στην σύγχρονη φύση του ανθρώπου πρωταρχικό ή τεχνικό
δεν είναι εύκολο εγχείρημα, όπως επίσης και η ορθή διάγνωση μιας κατάστασης, η οποία δεν
υπάρχει πλέον, ίσως να μην υπήρξε ποτέ και ίσως να μην υπάρξει ποτέ, για την οποία όμως
χρειαζόμαστε ορθές έννοιες, προκειμένου να μπορέσουμε να κρίνουμε την παρούσα
κατάσταση». Στο ίδιο, 67.
προηγουμένως να του έχουμε δώσει την ευκαιρία να αποφασίσει, αν μπορεί να ζήσει
μόνος του. Η σχέση αυτή δεν υπάρχει στη φυσική κατάσταση, η οποία αγνοεί την
υποδούλωση και καθιστά το νόμο των ισχυρών ατελέσφορο». 71 Το δίκαιο του ισχυρού
ισχύει μόνο στην κοινωνία: «Η δύναμη είναι φυσική ικανότητα, δεν κατανοώ, ποιες
ηθικές υποχρεώσεις μπορούν να προκύψουν από τις δραστηριότητες της. Η υποχώρηση
από την δύναμη είναι πράξη αναγκαιότητας και όχι της βούλησης».72

Η ελευθερία είναι ανεξαρτησία, είναι «κοινή ελευθερία είναι συνέπεια της


φύσεως του ανθρώπου. Ο πρώτος νόμος του είναι η επαγρύπνηση για τη συντήρησή του,
ενώ οι κύριες μέριμνές του είναι εκείνες, τις οποίες οφείλει στον εαυτό του, εφόσον με
την ανάπτυξη της ηλικίας φτάνει στον λόγο, γίνεται ο ίδιος κριτής των κατάλληλων για
την συντήρησή του μέσων και έτσι και του εαυτού του». 73 Επομένως το κοινωνικό
συμβόλαιο είναι η καλύτερη δυνατότητα «εφαρμογής των αρχών της ισότητος και της
ελευθερίας. Αυτό γιατί ο άνθρωπος απομακρύνθηκε από την ισότητα και την ελευθερία
της φυσικής καταστάσεως, άρα το μόνο που του απομένει είναι η κατασκευή του
συμβολαίου αυτού όπου θα του ρυθμίζει αυτό που έχασε με την απομάκρυνση από την
πρωταρχική και φυσική κατάσταση. Η κοινωνία είναι καταστροφή για τον άνθρωπο,
σύμφωνα με τον Rousseau, γιατί τον εξαναγκάζει να υποταχθεί στο νόμο, η ίδια η
δημιουργία των κοινωνιών είναι απόρροια απομακρύνσεως από την φύση με αποτέλεσμα
την κατάργηση της φυσικής ελευθερίας». 74 Ο Rousseau θέτει το πρόβλημα της
νομιμότητος του κράτους και ως εκ τούτου του κοινωνικού συμβολαίου, δηλαδή ένα
ερώτημα αναφορικά με την σχέση μεταξύ των κοινωνικών δρώντων και της πολιτείας.75

Σε αυτό το σημείο θα περάσουμε από τον Rousseau στον Kant αναφορικά με το


«κοινωνικό συμβόλαιο». Για τον Immanuel Kant ο άνθρωπος μπορεί να θέτει ηθικούς
71
Στο ίδιο, 189.
72
Στο ίδιο.
73
Στο ίδιο, κεφ.2.
74
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls, 95-96.
75
Το Κοινωνικό Συμβόλαιο, 24
κανόνες οι οποίοι έχουν οικουμενική ισχύ, δεσμευτικούς για όλους τους κοινωνικούς
δρώντες. Πιο συγκεκριμένα ο Kant υποστηρίζει ότι υπάρχουν τέτοιοι νόμοι και είναι
απαραίτητοι ούτως ώστε οι άνθρωποι να μην προβαίνουν σε επιβλαβείς ενέργειες για
τους άλλους ωσάν αυτοί οι νόμοι να είναι «φυσικοί», αυτονόητοι. 76 Βάσει των παραπάνω
ο Kant αναπτύσσει την έννοια του «κοινωνικού συμβολαίου», το οποίο μελετά τις
συνθήκες ελευθερίας του κοινωνικού σώματος, καθώς και τις εσωτερικές και εξωτερικές
συγκρούσεις σε αυτήν την «ελεύθερη» κατάσταση. «Για παράδειγμα», σημειώνει ο
Πρέντζας: «ένας δικαστής στην ιδιωτική του ζωή έχει την υποχρέωση να ασκήσει το
λειτούργημα που του έχει ανατεθεί, όμως επειδή είναι και δημόσιο πρόσωπο, μπορεί
παράλληλα με την λειτουργία που εφαρμόζει να ασκεί και κριτική για αυτό που
εφαρμόζει».77Το κοινωνικό συμβόλαιο του Kant προϋποθέτει την συναίνεση σε όλο το
κοινωνικό σώμα με την μορφή του κράτους και της κοινότητος, διότι το κράτος ως
μηχανισμός παρέχει το δικαίωμα να νομοθετεί και να εκφράζει τα προτάγματα του
κοινωνικού σώματος. Μόνο με αυτόν τον τρόπο κάθε νόμος και θεσμός μπορεί να
εκφράσει τις επιθυμίες του κοινωνικού σώματος, καθώς το κράτος ενσαρκώνει τον ρόλο
του έλλογου κηδεμόνος και συνεπώς προστάτη των δικαιωμάτων του κοινωνικού
σώματος, εφόσον υπακούει στον λόγο του, ο οποίος είναι ο υπερβατολογικός Λόγος της
ορθής σκέψεως και πρακτικής.78

Εφόσον έχουμε αναλύσει τις προηγούμενες θεωρίες μπορούμε να περάσουμε


στην έννοια τoυ κοινωνικού συμβολαίου του John Rawls. Ωστόσο κρίνεται πρώτα
σκόπιμο να μελετήσουμε τον ρόλο της φιλοσοφίας του John Rawls στο πολιτικό πεδίο,
ώστε να γίνει πλήρως κατανοητό το εγχείρημα του φιλόσοφου.

76
«[…]το δίκαιο είναι το σύνολο των όρων, υπό τους οποίους μπορεί η αυθαιρεσία του
ενός να συνδεθεί με την αυθαιρεσία του άλλου, για έναν καθολικό νόμο της ελευθερίας». Βλ.
Ιμμάνουελ Καντ, Τα Θεμέλια της Μεταφυσικής των Ηθών, μτφρ.Γ. Τζαβάρας (Αθήνα: Δωδώνη,
1984), 230.
77
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls ,98.
78
Στο ίδιο, 100.
4. Ο ρόλος της πολιτικής φιλοσοφίας στον John Rawls.
Κρίνεται βέβαια ορθό να αναλύσουμε συνοπτικά τον ρόλο της πολιτικής
φιλοσοφίας στο έργο του John Rawls, διότι τότε θα φανεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο
η έννοια του κοινωνικού συμβολαίου που προτείνει ο φιλόσοφος, καθώς βέβαια και οι
καινοτομίες του.

H πολιτική φιλοσοφία για τον John Rawls είναι αναγκαίο όπλο που πρέπει να το
εντάξει ο φιλόσοφος και ο πολιτικός στον εννοιολογικό οπλοστάσιο του, διότι χάρη στις
έννοιες της μπορεί να δώσει τέσσερις συγκεκριμένες συνιστώσες στην δημόσια σφαίρα:
α) συζήτηση στην δημόσια σφαίρα για ζητήματα της κοινωνίας με εύλογα επιχειρήματα,
β) προσανατολισμός των κοινωνικών δρώντων σε μια συγκεκριμένη κοινωνία προς μια
σαφή και εφικτή πολιτική κατάσταση, γ) δοκιμάζει τα όρια της πολιτικής
πραγματικότητος, αφού μελετά τις πιθανές λύσεις των πολιτικών ζητημάτων και τις νέες
πορείες που μπορεί να πάρει η υπάρχουσα πολιτική κατάσταση, και δ) η συμφιλίωση των
κοινωνικών δρώντων με την ιστορική και κοινωνική πραγματικότητα τους και ότι οι
θεσμοί εξελίσσονται ορθολογικά και προσδιορίζεται η ορθολογικότητά τους κάθε φορά
από ιστορικά κριτήρια, κάτι που σημαίνει ότι μέσα από τα εύλογα επιχειρήματα των
κοινωνικών δρώντων μπορούν να θεσπιστούν καλύτεροι θεσμοί, νόμοι, αρκεί να
γνωρίζουν αυτή την δύναμη μέσα από την συμφιλίωση τους με την κοινωνική
πραγματικότητα.79

Αυτοί οι ρόλο μπορούν να γίνουν εφικτοί, αν εκδιωχθούν από την φιλοσοφική


και πολιτική σκέψης ορισμένες εμμονές αναφορικά με τις ιδεώδεις πολιτικές θεωρίες,
καθώς και τις συνθήκες υλοποίησης τους.80 Για παράδειγμα, όταν εκφέρεται μια θεωρία
ενυπάρχει σε αυτήν μια ιδέα πώς πρέπει να γίνει η πραγματικότητα, αδιαφορώντας για
79
Bλ. John Rawls, Justice as Fairness: A Restatement (Cambridge, MA: Harvard
University Press, 2001), 1-3, Andrius Gališanka John Rawls: The Path to A Theory of Justice
(Cambridge, MA: Harvard University Press, 2019), Sebastiano Maffetone, «Political liberalism:
Reasonableness and democratic practice» στο Philosophy & Social Criticism, Vol. 30(2004),
541–577 και του ιδίου, Rawls: An Introduction ( London: Polity, 2001).
80
Βλ. Priscila Mackenzie Βok, «The Latest Invasion from Britain’: Young Rawls and His
Community of American Ethical Theorists» στο Journal of the History of Ideas, Vol. 78, 275–
285.
τις υλικοτεχνικές συνθήκες της κοινωνίας, θεωρώντας τους κοινωνικούς δρώντες ως
εύπιστους και αγαθούς πολίτες, οι οποίοι θα δεχθούν αυτήν την πολιτική, ανεξαρτήτως
αν αυτή είναι αντίθετη στις προσωπικές και ηθικές πεποιθήσεις, διότι αυτή η θεωρία θα
ευεργετήσει και το κοινό καλό και βασίζεται σε καθολικές αξίες. 81 Αυτό για τον John
Rawls δεν μπορεί να ισχύσει, διότι η πολιτική φιλοσοφία χρειάζεται να αφουγκράζεται
τις πραγματικές συνθήκες της κοινωνία που ριζώνει και να διαμορφώνει νέες πολιτικές
αξίες και πραγματικότητες χωρίς να βασίζεται σε κάποια καθολική μεταφυσική ή
επιστημολογική αρχή, αλλά στο ίδιο το πολιτικό θεωρείν, το οποίο αποτελεί μια
αυτοτελή και ουσιώδη πρακτική για την βελτίωση της δημόσιας σφαίρας.82

Αυτό που επιτρέπει η πραγματική φιλοσοφία είναι η δημιουργία μιας κουλτούρας


του δημόσιου λόγου (public reason culture), στην οποία παραμερίζονται οι ιδεολογίες,
οι θρησκευτικές-πολιτισμικές αντιλήψεις, κτλ. και συζητώνταισυζητούνται θέματα
αμιγώς για τους θεσμούς και τους νόμους της κοινωνίας ως ζητήματα που απασχολούν
όλες τους κοινωνικούς δρώντες μέσω ορθολογικών επιχειρημάτων υπό το πρίσμα της
δικαιοσύνης.83 Όμως τι είναι δικαιοσύνη; Αυτή η έννοια θα γίνει εφικτή, εφόσον
αναλυθεί πρώτα η έννοια του κοινωνικού συμβολαίου, το οποίο εξασφαλίζει την
δικαιοσύνη μέσα στο κοινωνικό σώμα.

Σύμφωνα με τον φιλόσοφο η έννοια της δικαιοσύνης, αλλά και η αντίληψη περί
αυτής, βασίζονται σε έναν κοινό τόπο, σε έναν κοινό τόπο συναίνεση, σύμφωνα με τον
οποίο οι θεσμοί μιας κοινωνίας είναι δίκαιοι, δηλαδή «μόνο εφόσον δεν παραβιάζουν
βασικές αρχές δικαιωμάτων και υποχρεώσεων και εφόσον επικρατεί ένα είδος

81
Rawls, Political Liberalism,130-136, Tommie Shelby, «Race and Ethnicity, Race and
Social Justice: Rawlsian Considerations» στο Fordham Law Review, vol.72(2004), 1697–714 και
του ιδίου, «Racial Realities and Corrective Justice» στο Critical Philosophy of Race, Vol.
1(2013), 145–62.
82
Rawls, Political Liberalism, 57, του ιδίου, The Law of Peoples (Cambridge, MA:
Harvard University Press, 1999), 128, Τhomas W. Pogge, John Rawls: His Life and Theory of
Justice (Oxford: Oxford University Press, 2007) και Samuel Freeman, Rawls (London:
Routledge, 2007).
83
Onora O'Neill, «Political Liberalism and Public Reason. A Critical Notice John Rawls,
Political Liberalism», The Philosophical Review, Vol.106(1997), 411-428.
ισορροπίας ανάμεσα στον ανταγωνισμό και στα οφέλη». 84 Η έννοια της δικαιοσύνης
χαρακτηρίζεται ως μια ιδέα συμφωνίας μέσα στο κοινωνικό σώμα, ενώ από την άλλη η
αντίληψη της δικαιοσύνης είναι μια πεποίθηση για αυτήν, μια προσωπική δέσμευση. 85Για
τον Rawls το πρόβλημα της έννοιας και της αντίληψης της δικαιοσύνης είναι η
συμφιλίωση της έννοιας της δικαιοσύνης με την αντίληψη της δικαιοσύνης, διότι ο
γενικότερος αυτός κανόνας, αυτό το ιδεώδες, πρέπει να τεθεί σε διάλογο και με την
εκάστοτε πεποίθηση περί δικαιοσύνης, η οποία είναι ευμετάβλητη και διαθέτει μεγάλη
ποικιλία νοηματικών αποχρώσεων. Με άλλα λόγια το ζήτημα βρίσκεται στο εάν «μπορεί
με άλλα λόγια ή έννοια ως γένος αποτελεί συμπίλημα των επιμέρους αντιλήψεων,
δηλαδή του είδους».86 Ωστόσο δεν είναι το μόνο πρόβλημα που θίγει αυτή η σύζευξη:
«το άλλο επίσης ερώτημα που θέτει εδώ σχετικά ο Rawls, είναι αν τελικά η συμφωνία
των αντιλήψεων είναι το μόνο βασικό προαπαιτούμενο για βιώσιμη κοινωνία ή τελικά
υπάρχουν και άλλα κοινωνικά προβλήματα όπως, ο συντονισμός, η αποτελεσματικότητα
και η σταθερότητα».87

Όσον αφορά το πρώτο ερώτημα δεν έχει δοθεί μία ακόμη οριστική απάντηση
λόγω της ίδιας της φύσεως του προβλήματος, ενώ «στο δεύτερο ερώτημα μας λέει πως
πρέπει πρώτα από όλα τα ίδια τα σχέδια των υποκειμένων να είναι συμβατά μεταξύ τους,
καθώς και η επίτευξη των στόχων θα πρέπει να είναι συμβατοί με το γενικό πλαίσιο της
δικαιοσύνης, όπως και το σχήμα της κοινωνικής συνεργασίας να είναι σταθερό». 88 Bάσει
όλων αυτών γίνεται ακόμα πιο φανερή η ανάγκη αναγνωρίσεως του ρόλου των
θεμελιακών αρχών της κοινωνικής δικαιοσύνης και πρωτίστως του κοινωνικού

84
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls, 20.
85
Τζων Ρωλς, Η Θεωρία της δικαιοσύνης, 34.
86
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls, 20.
87
Στο ίδιο.
88
Στο ίδιο και βλ. Σταμάτης, Αστική Κοινωνία , Δικαιοσύνη και Κοινωνική Κριτική, 172-
173.
συμβολαίου.89 Ο John Rawls υποστηρίζει ότι η κατανόηση της φύσεως της κοινωνίας
και των πολιτικών θεσμών που υπάρχουν και λειτουργούν εντός της απαιτούν την
ύπαρξη μιας συμφωνίας, ενός consensus, το οποίο συνάπτεται έμμεσα, σιωπηρά,
μεταξύ των κοινωνικών δρώντων, με απώτερο σκοπό την οριστική παύση της αμιγώς
φυσικής ιστορίας της ανθρώπινης ζωής και την ένταξη της στον κοινωνικό-ιστορικό
χρόνο, στον οποίο η ανθρώπινη ύπαρξη αποκτά ατομική και συλλογική συνείδηση,
συνεπώς ταυτότητα.90

Για τον John Rawls η δικαιοσύνη αποτελεί την ύψιστη και πρώτιστη αρετή που
θα πρέπει να διέπει κάθε κοινωνικό θεσμός, δηλαδή κάθε θεσμός πρέπει να «είναι
δίκαιος και μετά αποτελεσματικός ή λειτουργικός. Διότι αν δεν υφίσταται το πρώτο
χαρακτηριστικό, όλα τα άλλα θετικά του σημεία είναι περιττά και, ας μας επιτραπεί η
έκφραση, αδιάφορα. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η δικαιοσύνη έχει πάντα
προτεραιότητα έναντι άλλων χαρακτηριστικών και ιδιοτήτων ενός αγαθού». 91 Επομένως
βασική προτεραιότητα της δικαιοσύνης, ως υπερδομή και βάση κάθε κοινωνικής
πρακτική, τίθεται ως απροϋπόθετη αξία κάθε κοινωνικής συνομάδωσης για την βίωση
της ευδαιμονίας της,92μια άποψη που βασίζεται στον φιλελευθερισμό, 93 σύμφωνα με τον
οποίο κάθε κοινωνικός δρώντας κυνηγάει την ατομική και συλλογική ευδαιμονία, η
οποία γίνεται εφικτή μόνο υπό το πρίσμα δικαιοσύνης. 94 Η δικαιοσύνη είναι μια
καθολική έννοια: όλοι οι άνθρωποι σε κάθε ιστορικό κοινωνικό σώμα κατέχουν μια
συγκεκριμένη αντίληψη περί δικαίου,95 περί του τι είναι δίκαιο και τι άδικο. Ωστόσο
διαφέρουν οι αντιλήψεις μεταξύ τους και αυτό οφείλεται στις εξής αιτίες:
89
Αγγελίδης, Η Γένεση του Φιλελευθερισμού, 13-37
90
Μολύβας, Δικαιώματα και Θεωρίες, 231
91
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls, 22.
92
Ρωλς, Η Θεωρία της Δικαιοσύνης , 28.
93
Heywood, Εισαγωγή στην Πολιτική, μτφρ., Γ. Καράμπελιας, (Αθήνα: Πόλις, 2002), 76
94
Brian Barry, «John Rawls and Priority o f Liberty», Philosophy and Affairs, Vol.
3(1973), 274-276.
95
Ρωλς, Θεωρία της Δικαιοσύνης, 30.
«Α) Διαφορές αντιλήψεως και ψυχολογίας των ατόμων που βρίσκονται όχι μόνο
σε διαφορετικά πνευματικά και κοινωνικά περιβάλλοντα, αλλά και εντός του ίδιου
περιβάλλοντος.

Β) Διαφορές αναφορικά με το κοινωνικό και οικονομικό status των ατόμων, που


έχει ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη διαφορετικών αντιλήψεων, απόψεων και θέσεων,
ανάλογες της ταξικής τους προελεύσεως.

Γ) Η ανάπτυξη των σχετικών με τη δικαιοσύνη θέσεων γίνεται σε διάφορες


ιστορικές περιόδους, οπότε και εκφράζουν όπως είναι αναμενόμενο, διαφορετικές
καταστάσεις και συνθήκες - οικονομικές, κοινωνικές, πολιτικές, πολιτιστικές και πολλές
άλλες, φυσικά σε ορισμένο στάδιο αναπτύξεως της ανθρώπινης ιστορίας».96

Ο John Rawls θεωρεί ότι η κοινωνία είναι ένα «συνεργατικό εγχείρημα» και έχει
ως βασικό σκοπό το «αμοιβαίο όφελος» των κοινωνικών δρώντων. 97 Οι κοινωνίες
«χαρακτηρίζονται τόσο από την σύγκρουση όσο και από την ταυτότητα των
συμφερόντων. Σύγκρουση συμφερόντων έχουμε όταν το κάθε μέλος της κοινωνίας
επιθυμεί μεγαλύτερο και όχι μικρότερο από τα αυξημένα οφέλη, που όμως έχουν
παραχθεί από κοινού μαζί. Στην ταυτότητα των συμφερόντων η συνεργασία των μελών
μιας κοινωνίας οδηγεί σε μια διαβίωση καλύτερη από εκείνη που θα είχε ο καθένας αν
λειτουργούσε ατομικά και μεμονωμένα».98Οι αρχές της κοινωνικής δικαιοσύνης είναι
αρχές διαρρυθμισμένες να παρέχουν «ένα τρόπο απονομής δικαιωμάτων και
υποχρεώσεων στο πλαίσιο των βασικών θεσμών της κοινωνίας και να ορίζουν την
προσήκουσα διανομή των οφελών και των βαρών της κοινωνικής συνεργασίας». 99 Με
άλλα λόγια οι αρχές της κοινωνικής δικαιοσύνης είναι αρχές που υιοθετούν έλλογα

96
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls, 23 και Barry Clark, «Justice and Economic systems», Philosophy and Public Affairs, Vol.
7(1978), 302-305.
97
Ρωλς, Θεωρία της Δικαιοσύνης, 10.
98
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls, 30.
99
Ρωλς, Θεωρία της Δικαιοσύνης, 30.
πρόσωπα, σε μια πρωταρχική κατάσταση ισότητος, ώστε να καθορίσουν τους
θεμελιώδεις όρους της συνεργασίας τους και επομένως της διαβίωσής τους. Επομένως
είναι οι ικανοί οι κοινωνικοί δρώντες να θεμελιώσουν και να ορίζουν συνεχώς
κοινωνικής συνεργασίας, και επομένως συγκεκριμένους τύπους διακυβερνήσεως. 100
Όμως οι αρχές της δικαιοσύνης που θα επιλεγούν στην πρωταρχική κατάσταση θα πρέπει
να ικανοποιούν τις ακόλουθες συνθήκες:

« Α) Της γενικότητος: όλες οι αρχές πρέπει να είναι γενικές, δηλαδή θα πρέπει να


διατυπωθούν χωρίς τη χρήση ονομάτων ή συγκεκριμένων περιγραφών.

Β) Της καθολικότητος: όλες οι αρχές πρέπει να διακρίνονται για τη δυνατότητά


τους να εφαρμοστούν καθολικά, δηλαδή να ισχύουν για κάθε πρόσωπο λόγω της
ιδιότητός του ως ηθικού όντος.

Γ) Της δημοσιότητος: δηλαδή ότι όλοι γνωρίζουν ότι υπάρχουν και τι απαιτούν
από τον καθένα να πράξει.

Δ) Της τελικότητος: το σχήμα αρχών που προέκυψε από κάποια συγκεκριμένη


συλλογιστική είναι τελικό, δηλαδή από την στιγμή που παγιώθηκε δεν μπορεί να το
εκτιμήσουμε από την αρχή, επειδή ίσως δεν μένουμε ικανοποιημένοι από το
αποτέλεσμα».101

Η Θεωρία της Δικαιοσύνης συνιστά ένα από τα βασικά έργα του Rawls και στο
σύγγραμμα αυτό θέτει τις βάσεις για τις αρχές του περί δικαιοσύνης, με τις οποίες
αποπειράται να επιλύσει το ζήτημα της διανεμητικής δικαιοσύνης, χάρις την καταλυτική
λειτουργία του κοινωνικού συμβολαίου, το οποίο θα αναλύσουμε διεξοδικώς στα
επόμενα κεφάλαια της εργασίας. Για να καταλάβουμε καλύτερα την φιλοσοφική
θεώρηση του Rawls για την δικαιοσύνη, θα πρέπει πρώτα να καταλάβουμε την
πολιτική και φιλοσοφική παράδοση της εποχής του. Το κύριο πολιτικό και φιλοσοφικό

100
Στο ίδιο, 37.
101
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls, 31. «[Τ]α μέρη καλούνται να αξιολογήσουν το σύστημα των αρχών ως το ανώτατο
δικαστήριο του πρακτικού λόγου». Ρωλς, Θεωρία της Δικαιοσύνης, 171.
ρεύμα που επικρατούσε ήταν ο ωφελιμισμός, ωστόσο παρατηρείται μια παράλληλη
σύμπλευση του με την ενορασιοκρατία, όπως αναφέραμε και στην εισαγωγή. 102 Κυρίως
ο ωφελιμισμός γινόταν αποδεκτός από ένα μεγάλο πλήθος σπουδαίων διανοητών και
ιδιαίτερα στον αγγλοσαξωνικόαγγλοσαξονικό χώρο. Ωστόσο, εξίσου πολλοί ήταν οι
επικριτές του ωφελιμισμού, παραμένοντας δυστυχώς στην κριτική του χωρίς την παροχή
μιας καλύτερης εναλλακτικής λύσεως.

Αυτό προσπαθεί να κάνει ο Rawls, όταν υιοθετεί και τροποποιεί το μοντέλο


κοινωνικού συμβολαίου του Kant και του Locke γιατί «φαίνεται ικανό να παρέχει μια
εναλλακτική, συστηματική απόδοση του περιεχομένου της δικαιοσύνης, ανώτερης από
αυτήν του ωφελιμισμού».103 Σκοπός του είναι εξεύρεση ορισμένων κανόνων δικαιοσύνης
οι οποίοι θα εφαρμόζονται στην εντός των πρακτικών του κοινωνικού σώματος και θα
ρυθμίζουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα δικαιώματα, τα προνόμια, τις υποχρεώσεις
και τα καθήκοντα των πολιτών.104 Τα μέλη του κοινωνικού σώματος ενδέχεται να έχουν
αντικρουόμενα συμφέροντα λόγω της διαφορετικής θέσεως εντός του, «αλλά και των
διαφορετικών ρόλων που καλούνται να επιτελέσουν». 105. Για να αποφύγει αυτήν την
κατάσταση ο Rawls, προσφεύγει σε δύο βασικά «επινοήματα», το επινόημα της
«αρχικής καταστάσεως» και το επινόημα του «πέπλου της άγνοιας».106

102
Βλ. John Rawls «Some Reasons for the Maximin Criterion», American Economic
Review, Vol.64(1974), 141-146, του ιδίου, «The Basic Structure as Subject» στο American
Philosophical Quarterly, Vol.14(1977), 159-165. του ιδίου,«Kantian Constructivism in Moral
Theory» στο Journal o f Philosophy, Vol.77(1980), 515-572 και Frank Suare, «John Rawls and
the Methods o f Ethics», Philosophy and Phenomenological Research, Vol. 36( 1975), 100-112.
103
Ρωλς, Θεωρία της Δικαιοσύνης, 18.
104
Λιανός, Κοινωνική Δικαιοσύνη, Θεωρία, Ιδέες, Εμπειρίες, Προτάσεις,101.
105
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls, 57.
106
Ρωλς, Θεωρία της Δικαιοσύνης, 37 και 173.
4.1Αρχική κατάσταση και πέπλο της άγνοιας: η ρωλσιανή οδός της δικαιοσύνης.
Εν αρχή, τα άτομα βρίσκονται σε κατάσταση «εκκινήσεως», στα πλαίσια της
οποίας γνωρίζουν γενικές πληροφορίες για το κοινωνικό σώμα, καθώς παράλληλα έχουν
άγνοια για κάθε ειδική και συγκεκριμένη πληροφορία που ενδέχεται να εμπόδιζε την
διαδικασία αντικειμενικής και ορθολογικής επιλογής κανόνων δικαιοσύνης. 107 Ο
Πρέντζας θέτει ένα παράδειγμα που καθιστά με σαφήνεια αυτήν την θέση: «Για
παράδειγμα, γνωρίζουν όλα τα γεγονότα που αφορούν την ανθρώπινη κοινωνία τους,
αλλά δεν γνωρίζουν την κοινωνική τους θέση που τελικά θα λάβουν μέσα στην κοινωνία
οι φυσικές τους ικανότητες και ταλέντα τους». 108 Βεβαίως, εδώ παρατηρούμε την σαφή
επιρροή του John Locke αναφορικά με την κατάσταση της tabula rasa.109 Σε αυτήν την
κατάσταση τα άτομα δεν θα δείξουν κανενός είδους μεροληψία στην διαδικασία
επιλογής των αρχών δικαιοσύνης, διότι «ο καθένας έχει τις ίδιες πιθανότητες να βρεθεί
σε καλή και σε κακή θέση».110 Επομένως, τα «κοινωνικά πρωταρχικά αγαθά, δηλαδή
ελευθερία, ευκαιρίες, εισόδημα και πλούτος, θα διανέμονταν ίσα, εκτός αν μια άνιση
διανομή αυτών των αγαθών είναι προς όφελος των λιγότερο ευνοημένων». 111. Βάσει
των παραπάνω η θεωρία της δικαιοσύνης του Rawls αποτελείται από δύο βασικές αρχές
: την πρωταρχική θέση, «η οποία αφορά στην δημιουργία των προϋποθέσεων εκείνων
που απαιτεί η ηθική σκοπιά», και την «αφελή», αντικειμενική επιλογή των αρχών από
την πρωταρχική θέση. Με άλλα λόγια, η δικαιοσύνη κατασκευάζεται.112

107
Βλ. John Rawls, «Reply to Lyons and Teitelman» στο Journal o f Philosophy, 69 (1972),
555-559.
108
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls, 57.
109
Ρωλς, Θεωρία της Δικαιοσύνης, 43.
110
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls, 58.
111
Στο ίδιο, 68 και Kymlicka, H Πολιτική Φιλοσοφία της Εποχής Μας, 144.
Με αυτόν τον τρόπο, ο Rawls το πρόβλημα της δικαιοσύνης με όρους
ορθολογικής επιλογής και συμβολαϊκής κατοχυρώσεως τους λύνεται ενσωματώνοντας
παράλληλα την ιστορική εμπειρία. Αυτό μπορεί να γίνει πλήρως κατανοητό, εφόσον
αναλύσουμε πρώτα τις «περιστάσεις της δικαιοσύνης». Ως περιστάσεις της δικαιοσύνης
εννοούμε «εκείνες τις κανονικές συνθήκες υπό τις οποίες η ανθρώπινη συνεργασία είναι
ταυτόχρονα δυνατή και αναγκαία». Ο Rawls διακρίνει δύο είδη περιστάσεων της
δικαιοσύνης: τις αντικειμενικές και τις υποκειμενικές περιστάσεις δικαιοσύνης. 113 Οι
πρώτες είναι γενικές συνθήκες συνεργασίας «που κάνουν δυνατή και απαραίτητη την
ανθρώπινη συνεργασία. Είναι δηλαδή, το γεγονός ότι ένας μεγάλος αριθμός ατόμων με
παρόμοιες φυσικές ικανότητες υπάρχουν ταυτόχρονα σε ένα χώρο που είναι γεωγραφικά
οριοθετημένος. Το αντικειμενικό αυτό γεγονός καταδεικνύει αμέσως και από μόνο του
την ανάγκη συνεργασίας μεταξύ των ατόμων, αν αυτά θέλουν να πετύχουν μια καλή
ζωή».114 Η θεμελιώδης συνθήκη των αντικειμενικών περιστάσεων δικαιοσύνης είναι αυτή
της «μέτριας σπάνεως», η οποία σημαίνει την ανεπάρκεια πόρων που με την σειρά της
καθιστούν την συνεργασία μεταξύ των μελών μιας κοινωνίας αναγκαία. 115 Οι δεύτερες, οι
υποκειμενικές περιστάσεις της δικαιοσύνης, έχουν να κάνουν με κρίσιμες στιγμές των
κοινωνικών δρώντων αναφορικά με τις διαπροσωπικές σχέσεις του και την βελτίωση του
επιπέδου ζωής. Με άλλα λόγια «εννοούμε ότι τα άτομα που απαρτίζουν την κοινωνία να
έχουν όπως είπαμε παρόμοιες ικανότητες και ως εκ τούτου και παρόμοιες ανάγκες. Δεν
θα πρέπει να ξεχνάμε ότι το καθένα από τα άτομα έχει την προσωπική του ζωή, το δικό
του προσωπικό του σχέδιο ζωής που διαφέρει σαφώς από το αντίστοιχο σχέδιο του
διπλανού του και το οποίο πρέπει να πραγματώσει αν θέλει να είναι ικανοποιημένος από
την ζωή του».116 Επομένως, το άτομο θέτει στόχους και προτεραιότητες που το σύνολό

112
Bλ. John Rawls «Constitutional Liberty and the Concept o f Justice», Nomos,
Vol.7(1963), 98-125
113
Ρωλς, Θεωρία της Δικαιοσύνης, 162.
114
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls, 57.
115
Rοbert Amdur, «Rawls Theory o f Justice» στο World Politics , Vol.29(1977) 438-461.
116
Στο ίδιο.
τους συνιστούν τις υποκειμενικές περιστάσεις δικαιοσύνης και ως εκ τούτου η
σύγκρουση εντός του κοινωνικού πεδίου είναι αναπόφευκτη. Αυτή ακριβώς η
σύγκρουση συμφερόντων αποτελεί την κύρια συνθήκη των υποκειμενικών
περιστάσεων της δικαιοσύνης.117

Βάσει των παραπάνω, τα κοινωνικά οφέλη δεν ωφελούν όλους. Για αυτόν τον
λόγο παρεμβαίνει η δικαιοσύνη για να καθορίσει ποιος θα πάρει τι, άρα ελλείψει των
περιστάσεων δικαιοσύνης, η δικαιοσύνη είναι άχρηστη και περιττή. 118Αξίζει σε αυτό το
σημείο να αναφέρουμε ότι έννοια της «σπάνεως» των αγαθών παραπέμπει σε ανάλογες
θεωρίες του Hume και του Hart.119 Εν κατακλείδι οι περιστάσεις της δικαιοσύνης
συνιστούν χαρακτηριστικό κάθε ανθρώπινης κοινωνίας και αντικατοπτρίζουν τις
διαπροσωπικές σχέσεις που επικρατούν εντός του κοινωνικού πεδίου, ωθώντας την
ενσωμάτωση και την αποκάλυψη του μηχανισμού της δικαιοσύνης. Όμως πώς λειτουργεί
αυτός ο μηχανισμός;

4.2.Οι Δύο Αρχές της Δικαιοσύνης: Ο Μηχανισμός της Εύτακτης Κοινωνίας.


Το ερώτημα με τον οποίο ξεκινά ο Rawls αφορά τις αρχές της δικαιοσύνης,
δηλαδή τι αρχές δικαιοσύνης που θα επέλεγαν οι κοινωνικοί δρώντες για την διανομή
των πρωταρχικών αγαθών.120Θα πρέπει πρώτα να βρεθεί ο γνώμονας κατασκευής ενός
κανόνα, όπου μέσα του θα λειτουργούν αυτές οι αρχές. Αυτός ο κανόνας είναι μια
μορφή συμφωνίας με την οποία όλα τα πρωταρχικά αγαθά θα πρέπει να διανέμονται
ισότιμα. Επομένως δεν γνωρίζω «αν θα ευνοηθώ ή αν θα αδικηθώ, άρα μου απομένει να
αποδεχθώ τον γενικό κανόνα ο οποίος μου εξασφαλίζει στοιχειώδη ισότητα, εκτός αν και
μόνο αν, συμφωνήσω σε μια μορφή ανισότητος γιατί θα υπάρξει όφελος για περισσότερα
άτομα. Ο κανόνας διατυπώνεται με δύο αρχές: α) κάθε άτομο έχει ίσα δικαιώματα για τις

117
John W. Chapman, «Review Rawls's Theory o f Justice» στο The American Political
Science Review, Vol. 69(1975), 588-593.
118
Μichael Gorr, «Rawls on Natural Inequality» στο The Philosophical Quarterly,
Vol.33(1983), 12-16.
119
Moλύβας, Δικαιώματα και Θεωρίες, 250.
120
Στο ίδιο.
μη εκτεταμένες βασικές ελευθερίες, χωρίς να περιορίζεται κανένα δικαίωμα των άλλων
ατόμων για τις ίδιες ελευθερίες, β) οι κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες που
υπάρχουν είναι τέτοιες που ικανοποιούν δύο κριτήρια, δηλαδή να φέρουν το μεγαλύτερο
δυνατό όφελος σε όσους βρίσκονται σε άσχημη θέση και να προέρχονται από αξιώματα
που είναι ανοιχτά σε όλους με την ισότητα των ευκαιριών».121

Οι αρχές δικαιοσύνης του Rawls, μπορούν να κατανοηθούν ως το σύμπλεγμα


που αποτελείται ατομικές και πολιτικές ελευθερίες των κοινωνικών δρώντων, οι οποίες
ενεργοποιούνται ή καταργούνται ανάλογα με τις πρακτικές τους. 122Για παράδειγμα σε
μια δημοκρατική κοινωνία κάθε κοινωνικός δρώντας έχει το δικαίωμα του «εκλέγειν»
και του «εκλέγεσθαι», αλλά μόνο όταν το ίδιο δικαίωμα υπάρχει και για όλα τα
υπόλοιπα μέλη της κοινωνίας. Ο γενικός κανόνας αφορά τις ελευθερίες ενός ατόμου, οι
οποίες πρέπει να ταυτίζονται με τις ελευθερίες των υπόλοιπων κοινωνικών δρώντων.
Αναφορικά όμως με τις μορφές κοινωνικής ανισότητας o John Rawls παροτρύνει τους
ερευνητές να δώσουν περισσότερη προσοχή σε αυτές, διότι πρόκειται για μορφές αδικίας
που εκπορεύονται από το κοινωνικό σώμα, όταν και μόνο όλα τα μέλη της κοινωνίας
δεν έχουν τις ίδιες ευκαιρίες να αναρριχηθούν σε ανώτερα αξιώματα ή ακόμα πιο
σημαντικό να μη μετέχουν στα πρωταρχικά αγαθά μιας κοινωνίας εν γένει. 123

Οι κοινωνικοί θεσμοί είναι η ραχοκοκαλιά της δικαιοσύνης, διότι κατορθώνουν


την μέγιστη βελτίωση της θέσεως των αδυνάμων στην κοινωνία. Για να καταλάβουμε
καλύτερα το επιχείρημα που διατυπώνει ο Rawls, «μας δίνει το παράδειγμα όπου σε μια
κοινωνία το ακαθάριστο εισόδημα διανέμεται εντελώς ισότιμα. Τι γίνεται όμως στην
περίπτωση που ένα μέλος με την προσωπική του εργασία κερδίζει έστω και ελάχιστο
εισόδημα περισσότερο από τα άλλα μέλη; Διαταράσσεται τελικά η ισότητα; αυτό που
προκύπτει είναι δίκαιο ή άδικο; Η απάντηση είναι πως αυτό δεν είναι άδικο γιατί το
θεσμικό πλαίσιο της δικαιοσύνης θα μετατρέψει αυτήν την ανισότητα σε όφελος των

121
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls, 51 και Ρωλς, Θεωρία της Δικαιοσύνης, 355.
122
John Rawls, «Concepts of Rules» στο Philosophical Review, Vol. 64(1955), 17.
123
Ρωλς, Θεωρία της Δικαιοσύνης, 94.
περισσοτέρων, ο τρόπος θα είναι η φορολόγηση του επιπλέον εισοδήματος, από την
φορολόγηση θα ωφεληθούν τα άτομα που έχουν μικρό εισόδημα, άρα η διαταραχή της
ανισότητας τελικά λειτουργεί για όφελος περισσοτέρων, άρα εδώ υπάρχει και φαίνεται
καθαρά η δεύτερη αρχή της δικαιοσύνης».124

Η εργασία, ο φυσικός πλούτος και οι φυσικές ικανότητες των ανθρώπων στην


αρχική κατάσταση και κάτω το «πέπλο της άγνοιας», 125 θεωρούνται ως «κοινωνικό
κεφάλαιο επί του οποίου όλοι έχουν δικαίωμα». 126 Το πρόβλημα που θέτει ο Rawls
αφορά την δυνατότητα διαμόρφωσης μιας δίκαιης ρύθμισης της κοινωνικής
συμβίωσης,127 δηλαδή να διαμορφώσουμε κοινωνικές συνθήκες που περιορίζουν την
κοινωνική ανισότητα και αδικία– ασχέτως της μορφής της. Όμως ποιες είναι εν τέλει οι
αρχές της δικαιοσύνης που θεωρεί αναγκαίες ο John Rawls;

Οι δύο αρχές της δικαιοσύνης του Rawls –τις οποίες θα τις δούμε αναλυτικά
στην συνέχεια της εργασίας– δομούνται σταδιακά και παίρνουν την οριστική μορφή τπθ
μέσα από μια διαδικασία διαρκώς προσδιορισμού και επαναθεώρησης. Πιο
συγκεκριμένα, ακολουθείται μια συγκεκριμένη πορεία για την κατάληξη στις αρχές
αυτές, βάσει συγκεκριμένων συμβολαιϊκών συλλογισμών. Αυτό σημαίνει ότι τα άτομα
στην αρχική κατάσταση κατανοούν ότι «δεν υπάρχει κανένας τρόπος που να τους
επιτρέψει να εξασφαλίσουν ο καθένας για τον εαυτό του κάποια ειδικά προνόμια και
φυσικά δεν έχουν κανένα λόγο να αποδεχθούν ειδικά μειονεκτήματα. Με βάση αυτή την
οπτική γωνία, δεν μένει τίποτε άλλο από το να αναμένουν ένα ίσο μερίδιο κατά τη
διανομή των κοινωνικών ωφελημάτων, κάτι που είναι σύμφωνο με τις ενοράσεις

124
Σταμάτης, Αστική Κοινωνία - Δικαιοσύνη Και Κοινωνική Κριτική, 205-206. Αξίζει να
σημειωθεί και η ακόλουθη άποψη του: αυτό που κατά τον Rawls, είναι θεμιτό από τη σκοπιά της
κοινωνίας είναι η συνδυασμένη χρήση των φυσικών προσόντων των κοινωνικώς
συνεργαζόμενων ανθρώπων[…]». Στο ίδιο, 209-210.
125
Ρωλς, Θεωρία της Δικαιοσύνης, 174-177.
126
Στο ίδιο.
127
Βλ. S. Jeanne Zaino, «Self - Respect and Rawlsian Justice» στο The Journal of Politics,
Vol.60 (1998), 737-753.
τους».128 Επομένως δέχονται ένα γενικό κανόνα δικαιοσύνης, ο οποίος επιτρέπει μια
ισομερή διευθέτηση της κατανομής των πρωταρχικών αγαθών.129

Το πρόβλημα με τον κανόνα αυτό είναι ότι δεν είναι πανάκεια για όλα τα
κοινωνικά προβλήματα, «όπως είναι για παράδειγμα, τι γίνεται όταν σε περίπτωση που
έχουμε να κάνουμε με δύο αλληλοσυγκρουόμενα αγαθά το εισόδημα και την
ελευθερία».130 Επομένως, αναδύεται η ανάγκη της «ιεράρχησης των προτεραιοτήτων». 131
Για τον λόγω αυτό ο Rawls εξειδικεύει τον παραπάνω κανόνα σε δύο διαφορετικές αρχές
και προχωρά σε μια προσωρινή διατύπωση των δύο αρχών δικαιοσύνης: αρχή πρώτη:
«κάθε πρόσωπο έχει ίσο δικαίωμα στο πλέον εκτεταμένο σχήμα ίσων βασικών
ελευθεριών που να είναι συμβατό με ένα παρόμοιο σχήμα βασικών ελευθεριών για του
άλλους»∙132 Αρχή δεύτερη: « οι κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες διευθετούνται
έτσι ώστε α) να αναμένεται εύλογα ότι θα αποβούν προς όφελος όλων και ταυτόχρονα β)
να τελούν σε συνάρτηση με θέσεις και αξιώματα που είναι ανοιχτά σε όλους».133

Η πρώτη αρχή αφορά τις βασικές ελευθερίες και υποστηρίζει ότι αυτές πρέπει να
είναι ίσες για όλους. Η δεύτερη αρχή αφορά την ίση και ανάλογη διανομή του
εισοδήματος και του πλούτου από την μια πλευρά, των θέσεων ευθύνης και εξουσίας από
την άλλη πλευρά. Ο Πρέντζας εύλογα παρατηρεί ότι «στην δεύτερη αρχή μπορούμε να
ανιχνεύσουμε μια αντίφαση: μια δικαιοσύνη για να είναι σωστή, αποτελεσματική και
πραγματική δικαιοσύνη θα πρέπει να βασίζεται στην ισότητα. Αυτό ιδιαίτερα ισχύει για
τον Rawls, αν λάβουμε υπόψη τις φιλελεύθερες πεποιθήσεις του. Με βάση την λογική
128
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls, 67.
129
Βλ.Τhomas Naget, «Rawls on Justice» στο The Philosophical Review, Vol. 82(1973),
220-234.
130
Στο ίδιο.
131
Ρωλς, Θεωρία της Δικαιοσύνης, 40.
132
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls, 67
133
Στο ίδιο.
αυτή η διανομή του πλούτου και του εισοδήματος θα πρέπει να είναι ίση και τα
ερωτήματα που ανακύπτουν σταδιακά είναι: είναι δυνατή η ίση διανομή του πλούτου;
Επιπλέον, είναι δυνατή η εξίσωση πλούτου και εισοδημάτων σε όλους τους ανθρώπους
σε μια κοινωνία; Η απάντηση είναι αρνητική [σε κάτι τέτοιο], ο Rawls το γνωρίζει αυτό
και δεν είναι καθόλου «ουτοπιστής» στα ανωτέρω ερωτήματα. Εφόσον η ίση διανομή
του πλούτου και του εισοδήματος σε μια κοινωνία είναι ανέφικτη, εφόσον οι ανισότητες
κοινωνικοοικονομικού χαρακτήρα θα υπάρχουν πάντα, ας αποβαίνουν τουλάχιστον προς
όφελος όλων και ιδιαίτερα των μελών των λιγότερο ευνοημένων ομάδων. Φυσικά δεν
προσδιορίζει κανένα είδος ανισοτήτων που να επιτρέπονται, εκείνο που τον ενδιαφέρει
είναι να βελτιώνουν οι ανισότητες τη θέση όλων».134

Ο John Rawls uποστηρίζει ότι τα άτομα στην πρωταρχική κατάσταση θα έθεταν


ίσα τα αγαθά που προκύπτουν από άνισες ικανότητες, όπως ο πλούτος, οι ευκαιρίες και
η εξουσία. Η άποψη του Rawls αναφορικά με την καθολική ευεργεσία της κοινωνίας
προς τους κοινωνικού δρώντες αγκιστρώνεται στην δεύτερη αρχή και προσπαθεί να την
ερμηνεύσει ώστε να καταλήξει σε μια οριστική επιλογή. Πιο συγκεκριμένα προσπαθεί
«να ερμηνεύσει περαιτέρω τα δύο σκέλη της δεύτερης αρχής δικαιοσύνης. Οι φράσεις
που είναι κλειδιά στην ερμηνεία αυτή είναι δύο: α) «προς όφελος του καθενός» και β)
«εξίσου ανοικτές σε όλους». Αν λάβουμε υπόψη μας την αμφισημία τους από τη μια
μεριά και το γεγονός ότι η κάθε μια από τις δύο σημασίες τους είναι ανεξάρτητες η μια
από την άλλη, καταλήγουμε να έχουμε τέσσερις ερμηνείες της δεύτερης αρχής. Από τις
τέσσερις εναλλακτικές ερμηνείες ο Rawls, προτιμά την τελευταία της δημοκρατικής
ισότητας, για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι διότι οι άλλες τρεις είναι ασταθείς, καθώς
επιτρέπουν σε παράγοντες αυθαίρετους από ηθική σκοπιά να επηρεάζουν ακατάλληλα
τις διαδικασίες διανομής. Ο δεύτερος είναι, ότι τη θεωρεί την πλέον κατάλληλη ώστε τα
κριτήρια να μην φαίνονται πολύ ακραία σε κάθε μελετητή της θεωρίας του». 135

Η δεύτερη αρχή μπορεί να γίνει κατανοητή ως ένας συνδυασμός της ισότητας


των ευκαιριών και της διαφοράς.. «Όταν εφαρμόζεται η αρχή της διαφοράς μπορούμε να
διακρίνουμε δύο περιπτώσεις. Α) Οι βιοτικές προσδοκίες των λιγότερων ευνοημένων

134
Στο ίδιο, 68.
135
Στο ίδιο, 69
μελών μεγιστοποιούνται. Αυτό σημαίνει ότι οι προσδοκίες των ατόμων αυτών δεν
πρόκειται να αλλάξουν, ακόμη και αν υπάρξει αλλαγή στις προσδοκίες των μελών της
αντίπερα πλευράς, δηλαδή των περισσότερο ευνοημένων, άρα έχει επιτευχθεί το τέλειο
σύστημα δικαιοσύνης. Β) Οι προσδοκίες των περισσότερο ευνοημένων ατόμων
επηρεάζουν με τρόπο ανάλογο τις προσδοκίες των λιγότερο ευνοημένων ατόμων.
Μειώνονται οι πρώτες, μειώνονται και οι δεύτερες, αυξάνουν οι πρώτες, αυξάνουν και οι
δεύτερες».136

Όλο μπορούν να ωφελούνται γιατί εκείνος που πλεονεκτεί «ωφελείται από τα


πλεονεκτήματα που του προσφέρονται, ενώ εκείνος που μειονεκτεί κερδίζει από τις
συνεισφορές που προκαλούνται από αυτές τις ανισότητες». 137 Εν τέλει οι δύο αρχές που
διέπουν την δικαιοσύνη του Rawls, είναι η αρχή της ελευθερίας και η αρχή της διαφοράς
και διατυπώνονται ως εξής: αρχή της ελευθερίας: «Κάθε πρόσωπο έχει ίσο δικαίωμα στο
πλέον εκτεταμένο συνολικό σύστημα ίσων βασικών ελευθεριών που να είναι συμβατό με
ένα παρόμοιο σχήμα ελευθεριών για τους άλλους»∙138 Αρχή της διαφοράς: «Οι
κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες πρέπει να διευθετούνται έτσι ώστε ταυτόχρονα α)
να αποβαίνουν προς το μεγαλύτερο όφελος των λιγότερων ευνοημένων και β) να
συναρτώνται με αξιώματα και θέσεις ανοικτές σε όλους υπό συνθήκες ακριβοδίκαιης
ισότητος ευκαιριών».139

Σε μεταγενέστερα έργα του, όπως το Justice asof Fairness, παραθέτει αρκετά


αναθεωρημένες τις δύο αρχές της δικαιοσύνης: Α) «Κάθε πρόσωπο έχει την ίδια
αμετάκλητη αξίωση σε ένα απόλυτα επαρκές σχήμα ίσων βασικών ελευθεριών, το οποίο
είναι συμβατό με το ίδιο σχήμα ελευθεριών που ισχύει για όλους». Β) «Οι
κοινωνικοοικονομικές ανισότητες πρέπει να ικανοποιούν δύο προϋποθέσεις: α) να
συναρτώνται με αξιώματα και θέσεις που είναι ανοιχτά σε όλους υπό συνθήκες

136
Στο ίδιο.
137
Στο ίδιο, 70.
138
Στο ίδιο.
139
Στο ίδιο.
ακριβοδίκαιης ισότητος ευκαιριών και β) να αποβαίνουν προς το μέγιστο όφελος των
λιγότερο ευνοημένων μελών της κοινωνίας (η αρχή της διαφοράς)».140

Εφόσον έχουν καθοριστεί με σαφήνεια οι αρχές της δικαιοσύνης, θα πρέπει τώρα


να μελετήσουμε και αναλύσουμε την διαδικασία κατασκευής του κοινωνικού
συμβολαίου, καθώς και τον τρόπο που συγκροτεί τον κοινωνικό βίο.

140
Στο ίδιο.
4.3. Το Κοινωνικό Συμβόλαιο του John Rawls.
Το συμβόλαιο για τον φιλόσοφο είναι μια πρωταρχική συμφωνία, η οποία
υπόσχεται την «κοινωνική ένωση των κοινωνικών ενώσεων» που υπάρχουν. 141 Η
προβληματική που θέλει να θέσει ο φιλόσοφος βρίσκεται στον τρόπο που το ύψιστο
αγαθό μιας ευνομούμενης κοινωνίας, η ελευθερία, «υπονομεύεται από την ίδια την
ανομοιογένεια των σύγχρονων κοινωνιών». 142 Συμπεραίνουμε λοιπόν από τα παραπάνω,
την μεγάλη σημασία που κατέχει η έννοια της δικαιοσύνης στην δόμηση της
συμβολαϊκής θεωρίας του John Rawls: τα συμβαλλόμενα μέρη της πρωταρχικής θέσης
καταλήγουν στις ως άνω ορισμένες αρχές της δικαιοσύνης, οι οποίες οφείλουν να
αποτελούν τον γνώμονα θεσπίσεως και δράσεως της κοινωνικής οργανώσεως και των
διακυβερνητικών θεσμών κατά την θέσπιση του κοινωνικού συμβολαίου, δηλαδή δεν
μπορούν παρά να επιλέξουν την ελευθερία και την ισότητα, τις δύο αρχές της
δικαιοσύνης που δημιουργούν ένα ακριβοδίκαιο συμβόλαιο. Δεν γίνεται πλέον συζήτηση
για εκχώρηση δικαιωμάτων από τους κυβερνώμενους στους κυβερνώντες, αλλά για
εκκίνηση των διαπραγματεύσεων μεταξύ των συμβαλλομένων επί ίσοις όροις και για
θέσπιση κανόνων βάσει των οποίων υποχρεούνται οι θεσμοί να πράττουν σε κάθε
περίπτωση και υπό οποιεσδήποτε συνθήκες. Με τον τρόπο αυτό, ο Rawls επιχειρεί να
δώσει στο κοινωνικό του συμβόλαιο μεγαλύτερη αντικειμενικότητα και ευρύτητα
εφαρμογής, ενώ οδηγεί τον πολιτικό φιλελευθερισμό σε μία εντελώς διαφορετική και
δικαιότερη έκφανσή του.143

Για τον Rawls το συμβόλαιο είναι έχει τον χαρακτήρα και τη φύση ενός
θεωρήματος που αποδεικνύεται με έναν ορισμένο λογικό τρόπο βάσει των συνθηκών και
των υποθέσεων του. Το συμβόλαιο συγκροτείται με αυτόν τον τρόπο: «όταν τα

141
Λία Μελά, J. Rawls. Το πρόβλημα της Δικαιολόγησης των αρχών της Δικαιοσύνης
Συναίνεση και Δεσμευτικότητα, 87-103 και της ιδίας Η Προβληματική του Συμβολαίου ( Αθήνα:
Ίδρυμα Σ. Καράγιωργα, 2007), 54-57.
142
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls, 100.
143
Βλ. John Rawls, «Justice as Fairness. Political not Metaphysical» στο Philosophy and
Public Affairs, Vol.14( 1985), 223-251.
συμβαλλόμενα μέρη διακρίνονται από τα χαρακτηριστικά που τους έχει δώσει ο Rawls,
βρεθούν στις περιστάσεις δικαιοσύνης που έχει επίσης ορίσει και υπαχθούν στους
ηθικούς περιορισμούς που βάσει μιας συγκεκριμένης συλλογιστικής έχει θέση ο Rawls,
τότε είναι αδύνατο να μην επιλέξουν τις αρχές δικαιοσύνης που προτείνει». 144 Το
συμβόλαιο μπορεί να οδηγήσει στην επιλογή ορισμένων αρχών και είναι το μέσο που
μπορεί να τις φέρει στο κοινωνικό προσκήνιο.

Επομένως το συμβόλαιο «απλώς δραματοποιεί το σκηνικό της επιλογής των αρχών». 145
Η ειδοποιός διαφορά της πρωταρχικής θέσεως του με την συμβολαϊκή φυσική
κατάσταση είναι «ότι στη δεύτερη τα άτομα συμμετέχουν με όλες τις κοινωνικές και
πολιτισμικές καταβολές τους, ενώ στην πρώτη απεκδύονται με την βοήθεια του
επινοήματος του πέπλου της άγνοιας όλων των ηθικά αυθαίρετων χαρακτηριστικών τους,
την κοινωνική θέση, φυσικά χαρακτηριστικά και ψυχολογικές προδιαθέσεις».146

Τα συμβαλλόμενα μέρη του συμβολαίου είναι συνερχόμενα πρόσωπα, « δηλαδή


αρχηγοί οικογενειών ή ολόκληρες γενετικές σειρές. Για το λόγο αυτό ο Rawls απέδιδε
ιδιαίτερη σημασία στο γεγονός ότι τα συμβαλλόμενα μέρη στην πρωταρχική θέση πρέπει
να είναι ιδιαίτερα προσεκτικά κατά την επιλογή των αρχών δικαιοσύνης, γιατί θα
λογοδοτήσουν για αυτές στους απογόνους τους». 147 Επίσης τα συμβαλλόμενα μέρη
μπορούν να συνάψουν ή να προσχωρήσουν στο συμβόλαιο οποιαδήποτε στιγμή της
ζωής τους, αρκεί πρωτίστως να ακολουθήσουν την διαδικασία του συμβολαίου. Όμως οι
προσωπικές γνώσεις και οι πεποιθήσεις των συμβαλλομένων προσώπων δεν επηρεάζουν
το κοινωνικό σώμα, εφόσον υφίσταται το πέπλο άγνοιας. Ο λόγος που οι κοινωνικοί
δρώντες συνάπτουν το συμβόλαιο «συνίστανται σε μια αμοιβαία έλλειψη ενδιαφέροντος,

144
Kymlicka, H Πολιτική Φιλοσοφία στην Εποχή μας.
145
Μολύβας, Δικαιώματα και Θεωρίες 233.
146
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls, 110. Bλ. Susan Οkin, «Political Liberalism, Justice and Gender» στο Ethics,
Vol.105(1994), 23-43.
147
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls, 111
υπό την έννοια ότι το κάθε πρόσωπο προσπαθεί να επιτύχει τους καλύτερους όρους
συμφωνίας για το ίδιο χωρίς να ενδιαφέρεται να κερδίσει σε βάρος των άλλων». 148 Η
συμμόρφωση των συμβαλλόμενων προσώπων προς τους όρους του συμβολαίου είναι
απόλυτη και δεν επιτρέπεται καμία παρέκκλιση από αυτούς, διότι θα είχε ως
αποτέλεσμα την κατάργηση της υποθετικής συμφωνίας μεταξύ των συμβαλλομένων
προσώπων αναφορικά με τις επιλεγμένες αρχές δικαιοσύνης. Ο Πρέντζας σημειώνει
ότι αυτές οι αρχές υπόκεινται σε πέντε περιορισμούς: « της γενικότητος, της
καθολικότητος, της δημοσιότητος, της κατατάξεως και της τελικότητος». 149

Το κοινωνικό συμβόλαιο του John Rawls αποτελεί μια σπουδαία στιγμή στην
ιστορία της πολιτικής φιλοσοφικής σκέψης, όμως έχει δεχθεί ταυτόχρονα και αρκετή
αρνητική κριτική, η οποία βέβαια, όπως θα δούμε στην συνέχεια της εργασία, είναι πολύ
γόνιμη για μελλοντικό στοχασμό επί της φύσης του κοινωνικού συμβολαίου στον Rawls
και της έννοια του κοινωνικού συμβολαίου εν γένει.

148
Στο ίδιο.
149
Στο ίδιο, 112. Βλ. Κωνσταντίνος Παπαγεωργίου, Η Πολιτική δυνατότητα της
Δικαιοσύνης. Συμβόλαιο και συναίνεση στον John Rawls (Αθήνα: Νήσος, 1994).
4.4 To Κοινωνικό Συμβόλαιο του John Rawls Προ των Πυλών της Κριτικής.
Η ιδιαίτερη εννοιολογική χρήση της έννοια του κοινωνικού συμβολαίου από τον
John Rawls έδωσε την αφορμή για σοβαρή και ενδελεχή κριτική στο έργο του. Η ιδέα
του κοινωνικού συμβολαίου είναι υπερβατολογική: «κάνει χρήση μιας υποθετικής
φυσικής καταστάσεως η οποία προϋπάρχει της όποιας πολιτικής αυθεντίας και δεν
φαίνεται να αποδίδεται σε αυτή την αυθεντία καμία χρησιμότητα, αφού κάθε
συμβαλλόμενο μέλος αποφασίζει για τον εαυτό του χωρίς να την χρειάζεται για την
προστασία των συμφερόντων του». 150 Με αυτόν τον τρόπο παραμερίζεται η ιστορική και
πραγματιστική προοπτική του κοινωνικού συμβολαίου και για αυτόν τον λόγο το
επιχείρημα του συμβολαίου είναι άνευ σημασίας υπό το πρίσμα της κοινωνικής
ηθικής.151. Η επιμονή του Rawls να βασίζει την θεωρία της δικαιοσύνης στο κοινωνικό
συμβόλαιο μπορεί να θεωρηθεί ως «αντινομία» στο φιλοσοφικό σύστημα του Rawls.
Όμως ο ρόλος του συμβολαίου εξαρτάται άμεσα τις προθέσεις των χρηστών.152

Επιπλέον το ρωλσιανό συμβόλαιο δέχεται επίσης κριτική εκ των εκπροσώπων


του «κοινοτισμού» με κεντρικό εκπρόσωπο τους τον Sandel, ο οποίος περιγράφει το
κοινωνικό συμβόλαιο ως «το αποκορύφωμα της φιλοσοφικής φαντασιώσεως σε σχέση
με οποιαδήποτε προγενέστερη χρήση της έννοιας του συμβολαίου». 153 O Sandel ασκεί
κριτική έντονα στον Rawls, διότι «δέχεται ως συμβαλλόμενα μέρη άτομα τα οποία δεν

150
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls, 113 και Kymlicka, Η πολιτική φιλοσοφία στην εποχή μας 151.
151

152
Rawls, Justice as Fairness, 59
υπάρχει καμία πιθανότητα να υπήρξαν πραγματικά ή να υπάρξουν ποτέ πραγματικά.
[…]Άρα εκείνο που ενοχλεί ακόμη μια φορά είναι ο τρόπος χρήσεως του συμβολαίου και
όχι η χρήση του αυτή καθ’ αυτή».154

Βέβαια, το πέπλο της άγνοιας δεν επιτρέπει στα συμβαλλόμενα μέρη να


επιδιώκουν συμφέροντα, τα οποία ενδέχεται να είναι και αντικρουόμενα, επομένως με
αυτόν τον τρόπο παραμερίζεται η κινητήρια έννοια της διαπραγματεύσεως από την
δημόσια σφαίρα και συνεπώς η ίδια η στιγμή της τελικής αποφάσεως. Ως εκ τούτου
μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι έτσι φτάνουμε στο σημείο να υποθέσουμε ότι τα άτομα
στην θεωρία του Rawls δεν κατέχουν ελεύθερη βούληση και με αυτόν τον τρόπο αυτό
καταργείται η έννοια του κοινωνικού συμβολαίου. 155
Βέβαια, ο «Sandel διαβάζει τον
Rawls με τον μόνο προφανώς τρόπο που δεν θα ήθελε ο Rawls να αναγνωσθεί, δηλαδή
προσπαθώντας να του χρεώσει μεταφυσικές προϋποθέσεις από τις οποίες ο Rawls έχει
πασχίσει να αποστασιοποιηθεί».156 Ο Rawls απαντά στον Sandel με τον εξής τρόπο:
«[…]η λέξη συμβόλαιο υπονοεί και υποδηλώνει την έννοια της πολλαπλότητος και άρα
της διακριτότητος των υποκειμένων».157

Ο John Rawls υποστηρίζει ότι το συμβόλαιο με τον τρόπο που το χρησιμοποιεί


παρέχει ορισμένα, κρίσιμα επιχειρήματα. 158 Πρώτα από όλα, «παρέχει μια οπτική γωνία
μέσα από την οποία μπορεί ο καθένας να ελέγχει τις αντιθετικές ενοράσεις του. Για
παράδειγμα, αν ένας άνθρωπος ο οποίος είναι κοινωνικά ή φυσικά προικισμένος, άρα
153
Michael J. Sandel, Ο Φιλελευθερισμός και τα όρια της Δικαιοσύνης, μτφρ., Κ.
Γεωργοπούλου(Αθήνα:Πόλις, 2003),30.
154
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls, 113.
155
Βλ. Sandel, Ο Φιλελευθερισμός και τα όρια της Δικαιοσύνης, 40-45.
156
Γιώργος Μολύβας, «Ο Sandel και τα θεμέλια της κοινοτιστικής αμφισβήτησης του
ρωλσιανού στο ίδιο, 12.
157
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls ,114 και Ρωλς, Θεωρία της Δικαιοσύνης, 42.
158
Kymlicka, H Πολιτική Φιλοσοφία της Εποχής Μας, 161.
«ανώτερος» κοινωνικά ή φυσικά από τους συνανθρώπους του και εν τούτοις μπορεί με
ειλικρίνεια να είναι αντίθετος στον αυθαίρετο χαρακτήρα αυτών των φυσικών ή
κοινωνικών χαρισμάτων, τότε στην περίπτωση αυτή έχουμε σύγκρουση ενοράσεων. Αν
όμως, ο συγκεκριμένος αυτός άνθρωπος βρισκόμενος σε μια κατάσταση στην οποία δεν
θα γνώριζε ποια θα ήταν η τελική θέση του στην κοινωνία (πέπλο άγνοιας) σταματούσε
να ήταν αντίθετος στην παραπάνω άποψη, τότε αυτό σημαίνει ότι είχαμε μια σωστή
ενόραση και η δική του ήταν η λανθασμένη». 159 Το πέπλο άγνοιας δεν ισχύει εφ’ όρου
ζωής, αλλά τελειώνει όταν η διαδικασία επιλογής των αρχών δικαιοσύνης έρχεται εις
πέρας. Ακριβώς σε αυτό το στάδιο θα ενημερωθούν, θα γνωρίσουν, θα μάθουν όλες
εκείνες τις συγκεκριμένες πληροφορίες, οι οποίες κρατούνται μυστικές από αυτούς.
Ωστόσο, αυτή έννοια του πέπλου της άγνοιας εγείρει ορισμένα προβλήματα, τα οποία
αναγνωρίζει και ο ίδιος ο John Rawls.160Καταρχάς «η έλλειψη τόσων συγκεκριμένων
πληροφοριών, όπως οι ως άνω αναφερόμενες, είναι δυνατό να προκαλέσει δυσκολίες
στην κατανόηση της πρωταρχικής θέσεως».161 Θεωρεί βέβαια ότι αυτό επιλύεται λόγω
του υποθετικού χαρακτήρα αυτής της θέσης: τα άτομα ενταγμένοι στην πρωταρχική
θέση δεν πραγματώνουν την διαβούλευση τους όπως θα γινόταν επί τω πρακτέω στο
κοινωνικό σώμα, αλλά αποτελεί μια προσομοίωση αυτής της καταστάσεως, τηρουμένων
των αναλογιών και τους συνεπακόλουθους περιορισμούς της. Το πέπλο της άγνοιας
είναι το βασικότερο εννοιολογικό όπλο στο φιλοσοφικό οπλοστάσιο του John Rawls,
διότι επιτρέπει στον φιλόσοφο να θέσει μια «απροϋπόθετη» συνθήκη πολιτικού
στοχασμού, η οποία δεν θα μολύνεται από προσωπικές απόψεις για τον κόσμο, το δίκαιο,
την ηθική, κτλ., αλλά θα αφορά κυρίως την επιλογή συλλογικών κανόνων, αρχών για την
συγκρότηση και την ευμάρεια του κοινωνικού σώματος βάσει της βασικότερης αρχής:
της αρμονικής συνύπαρξης των κοινωνικών δρώντων μεταξύ τους. 162 Επί της ουσίας η
159
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls,115.
160
Ρωλς, Θεωρία της Δικαιοσύνης,175-176.
161
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls, 42
162
Kymlicka, H Πολιτική Φιλοσοφία της Εποχής Μας, 46.
καταφυγή του John Rawls στην πρωταρχική κατάσταση και στο πέπλο της άγνοιας
συμβαίνει ώστε να εξασφαλιστεί η αμερόληπτη κρίση των κοινωνικών δρώντων στην
επιλογή αρχών και κανόνων στο κοινωνικό συμβόλαιο τους. Εν ολίγοις, ο υποθετικός
μηχανισμός του «πέπλου της άγνοιας» οδηγεί στην «απέκδυση του υποκειμένου»,
δηλαδή στην κατάργηση κάθε φυσικής και κοινωνικής ροπής για μεροληπτική κρίση
αναφορικά με το τα κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα. Ο Πρέντζας θέτει το εξής
διαφωτιστικό παράδειγμα για αυτό: «αν γνωρίζω ότι στην κοινωνία που ζω έχω μια θέση
πλούσιου, τότε πολύ δύσκολα θα δεχθώ να προσφέρω μέρος από τον προσωπικό μου
πλούτο για τους σκοπούς κάποιου που τα έχει περισσότερο ανάγκη. Αν δεν το γνωρίζω
όμως και υπάρχει η πιθανότητα να βρεθώ στην θέση ενός φτωχού προλετάριου, όταν θα
αρθεί το «πέπλο της άγνοιας», τότε θα είμαι περισσότερο διατεθειμένος διαθετιμένος να
συνεργαστώ, να κάνω συμβιβασμούς με τους συνανθρώπους μου στο κοινό σχέδιο που
είναι η ευνομούμενη κοινωνία».163

Εν κατακλείδι, ο John Rawls επισημαίνει ότι η ελευθερία είναι το ύψιστο


πρωταρχικό αγαθό, ενώ η στέρησή της είναι η μέγιστη πηγή δυστυχίας και για αυτόν τον
λόγο μια «ρωλσιανή» κοινωνία έχει δύο καθήκοντα: πρώτον την νομοθετική προστασία
των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου, όπως η ελευθερία, η ακεραιότητα και αξία
του ανθρώπου, η θρησκευτική ελευθερία, ελευθερία της συνείδησης, κ.ά, και δεύτερον
οφείλει ταυτόχρονα να κατοχυρώνει και την απόλαυση αυτών των δικαιωμάτων και των
πρωταρχικών αγαθών τους. Η στέρηση της ελευθερίας ταυτίζεται άμεσα με την στέρηση
τω πρωταρχικών αγαθών του αρχικού συμβολαίου, επομένως και για τον πολιτισμό των
μελών μιας κοινωνίας με όρους κοινωνικού συμβολαίου.164

Το συμβόλαιο προσφέρει έναν αμερόληπτο και αντικειμενικό ελεγκτικό


μηχανισμό ορθότητος ή μη τέτοιων ενοράσεων.165 Για τον λόγο αυτό ο Rawls
υποστηρίζει ότι το συμβόλαιο στη θεωρία δικαιοσύνης λειτουργεί με έναν τρόπο όμοιο
163
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls, 43.
164
Rοberto Alejandro, «What Is Political about Rawls Political Liberalism» στο The
Journal of Politics, Vol.58(1996), 19-21 και Ρωλς, Θεωρίας της Δικαιοσύνης, 308.
165
Ρωλς, Θεωρία της Δικαιοσύνης, 586.
με εκείνον των παλαιότερων θεωρητικών των κλασικών συμβολαϊκών θεωριών, αλλά για
αυτόν τα άτομα μέσω του συμβολαίου δεν παραχωρούν την ελευθερία και την
κυριαρχία τους στο κράτος τους χάριν της συλλογικής ολότητος των ατόμων. Το
συμβόλαιο του Rawls λύνει αυτήν την κατάσταση, διότι υπάρχει μια ατομικιστική
αντίληψη για τη δικαιοσύνη, ως απόρροια «του φιλελεύθερου στοχασμού του, η
διανεμητική ισότητα που υποστηρίζει σημαίνει την αξίωση των ατόμων σε ένα ίσο
μερίδιο στους πόρους, που είναι ατομικιστική αντίληψη και συνδέεται με την
φιλελεύθερη παράδοση».166 Μάλιστα ο John Rawls υποστηρίζει όιτι «το κοινωνικό
συμβόλαιο απηχεί την ιδέα ότι η πολιτεία απαρτίζεται από ελεύθερα άτομα και γι’ αυτό η
γενική βούληση, στην οποία καταλήγει, ανάγεται εν τέλει στην ατομική βούληση των
πολιτών [...] η κλασική συμβολαϊκή σκέψη εκλαμβάνει τα άτομα ως πλήρεις οντότητες
εκτός πολιτείας και την κοινωνία ως άθροισμα ατόμων, στο πλαίσιο της οποίας πρέπει να
ανευρεθεί ένας τρόπος πολιτικής τους συνύπαρξης και διασφαλίσεως των ατομικών τους
συμφερόντων».167

5.Επίλογος.
Αφετηρία για την θεμελίωση της δικαιοσύνης είναι ο άνθρωπος. Απώτερος σκοπό
της θεωρίας της δικαιοσύνης είναι η συνεισφορά σε μια συγκροτημένη αντίληψη για την
φύση της δικαιοσύνης. H θεωρία της δικαιοσύνης του Rawls αποτελείται από δύο
συνισταμένεςσυνιστάμενες: η πρώτη αναφέρεται στην «συγκρότηση εκείνων των
προϋποθέσεων της ηθικής σκοπιάς, δηλαδή της πρωταρχικής θέσεως», 168 ενώ η δεύτερη
αφορά την επιλογή των αρχών δικαιοσύνης. Το κρίσιμο σημείο για την θεωρία της
κατασκευής βρίσκεται στο μέσο επιλογής διατύπωσης των δύο αρχών της θεωρίας του
Rawls. Με άλλα λόγια ο Rawls θεωρεί ότι « τα ορθολογικά συμβαλλόμενα μέρη
βρισκόμενα σε μια πρωταρχική θέση κάνουν διαβουλεύσεις και καταλήγουν υπό ένα
166
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls, 116. Βλ John Rawls, «Distributive Justice. Somme Addenda» στο Natural Law Forum,
Vol.13 (1968)51-71
167
Λία Μελά, J. Rawls. Το πρόβλημα της Δικαιολόγησης των αρχών της Δικαιοσύνης
Συναίνεση και Δεσμευτικότητα, 122.
168
Sandel, Ο Φιλελευθερισμός και τα όρια της Δικαιοσύνης, 114.
καθεστώς άγνοιας επιμέρους προσωπικών πληροφοριών, ελευθερίας και ισότητος να
επιλέξουν τις δύο ρωλσιανές αρχές δικαιοσύνης. Κατά τον τρόπο αυτό, ανασκευάζοντας
την πρακτική του κοινωνικού συμβολαίου, πρεσβεύει ότι οι όροι της κοινωνικής
συνεργασίας συμφωνούνται από τα πρόσωπα που συμμετέχουν σε αυτή». 169 Τα
επιχειρήματα, σύμφωνα με το ρωλσιανό συμβόλαιο Το ρωλσιανό συμβόλαιο όσον
αφορά τα επιχειρήματά «πρέπει [αυτά] να διατυπώνονται από την εξής σκοπιά: σε τι θα
ήταν ορθολογικό να συμφωνήσει κανείς στην πρωταρχική θέση».170

Όπως δείξαμε στα κεφάλαια της εργασίας μας, ο Rawls δεν χρησιμοποιεί το
συμβόλαιο με τον συνηθισμένο τρόπο, αλλά του προσδίδει χαρακτήρα υποθετικό και μη
συμβατικό. Έτσι, το ρωλσιανό συμβόλαιο δεν αποτελεί πραγματικό, ιστορικό
συμβόλαιοδεν χρησιμοποιεί το συμβόλαιο με τον παραδοσιακό τρόπο. To ρωλσιανό
συμβόλαιο είναι ένα υποθετικό και μη ιστορικό συμβόλαιο και δεν αποτελεί τον πυρήνα
της θεωρίας περί δικαιοσύνης, αλλά το μέσο, το εργαλείο προσέγγισής του, δηλαδή της
κατανοήσεως των αρχών που θα επιλέγονταν «στην πρωταρχική θέση με όλους τους
περιορισμούς που έχουν τεθεί, ανεξάρτητα από το αν θα ήταν ακριβοδίκαιες ή όχι. Όπως
συχνά αναφέρει στο έργο του ο Rawls, η θεωρία δικαιοσύνης που εισάγει είναι αυτό που
λέει το όνομά της, μία θεωρία. Εξάλλου δεν πρέπει να λανθάνει της προσοχής μας το
γεγονός ότι η ρωλσιανή θεωρία δικαιοσύνης είναι μια κανονιστική θεωρία, που σημαίνει
ότι εκ των πραγμάτων δεν εξετάζει το πώς είναι στην πραγματικότητα μια κοινωνία,
αλλά το πώς πρέπει να είναι προκειμένου να είναι δίκαιη».171

Πιο συγκεκριμένα ο John Rawls υποστηρίζει το εξής: «Με απασχολούσε η


ύπαρξη μιας σύγκρουσης ανάμεσα σε δύο πολιτικές παραδόσεις εξίσου παλαιές όσο και
αντιτιθέμενες η μία στην άλλη. Η μια παράδοση ήταν αυτή των οπαδών της ελευθερίας
και η άλλη ήταν εκείνη των υπερασπιστών της ισότητος. Οι πρώτοι, επικαλούμενοι τον

169
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls, 117.
170
Ρωλς, Θεωρία της Δικαιοσύνης, 75.
171
Πρέντζας, Κατασκευάζοντας την Δικαιοσύνη. Η Μεθοδολογική Χρήση του Κοινωνικού
Συμβολαϊκού Μοντέλου και η Ιδέα της Κατασκευής στην «Θεωρία της Δικαιοσύνης» του John
Rawls, 119.
Locke, εκτιμούν ότι η καλύτερη κυβέρνηση είναι αυτή που σέβεται περισσότερο τις
ατομικές ελευθερίες. Οι δεύτεροι, μαθητές του Rousseau, θεωρούν ότι ο ρόλος του
κράτους είναι πάνω από όλα να εξασφαλίζει την κοινωνική ισότητα, δηλαδή την
οικονομική ισότητα μεταξύ των πολιτών, ακόμη κι αν αυτό μπορεί να γίνεται σε βάρος
ορισμένων ελευθεριών. Από τη μεριά μου προσπάθησα να δείξω ότι αυτές οι δύο τάσεις,
που είναι συμπληρωματικές μάλλον παρά αντίθετες, είναι εξίσου θεμιτές και να ορίσω
την δικαιοσύνη ικανοποιώντας, ως ένα ορισμένο βαθμό και τις δύο».172

Η παρούσα μελέτη προσπάθησε να δείξει την σημασία του κοινωνικού


συμβολαίου στο έργο John Rawls και αυτή φάνηκε εντός της Θεωρίας της Δικαιοσύνης
του. Ωστόσο δεν αποτελεί οριστική μελέτη της συγκεκριμένης έννοιας, αλλά την αφορμή
για περαιτέρω ανάλυση της υπό το πρίσμα των σύγχρονων κοινωνικών και πολιτικών
προβλημάτων, όπως το ζήτημα του πολέμου στην Ευρώπη και στην Ασία, κ.τλ, διότι,
όπως μας δείχνει η φιλοσοφία του Rawls, η φιλοσοφία οφείλει να ευαισθητοποιείται από
την εποχή της και να την υπερβαίνει μέσω του αφαιρετικού χαρακτήρας της με απώτερο
σκοπό την βελτίωση της ανθρώπινης ζωής.

172
John Rawls, «Un entretien avec John Rawls L'éducation est la clef de tous les problèmes
économiques et sociaux», συνέντευξη από την ομάδα της Le Monde , 30-11-1993.
6. Βιβλιογραφία.
Ξενόγλωσση:

-Alejandro, Roberto, «What is Political about Rawls Political Liberalism», The Journal o
f Politics, Vol 58(1996), 1-24.

- Amdur, Robert, «Rawls Theory o f Justice, Domestic and International Perspectives»


στο World Politics, Vol.29(1977), 438-461

-Audard, Catherine, John Rawls (Montreal: McGill-Queen’s University Press, 1997).

-Barry, Brian, The Liberal Theory o f Justice. A Critical Examination o f the Principal
Doctrines in A Theory o f Justice (Oxford, Clarendon Press, 1973).

- Barry, Clark, «Rawlsian Justice and Economic Systems», Philosophy and Affairs στο
Vol. 7(1978), 302-325.

-Bok, Mackenzie Priscilla, «The Latest Invasion from Britain: Young Rawls and His
Community of American Ethical Theorists» στο Journal of the History of Ideas ,
Vol.78(2), 275–85.

- Chapman, W. John, «Rawls’s Theory o f Justice», The American Political Science


Review, Vol. 69 (1975), 588-593.

-Edmundson, William, John Rawls: Reticent Socialist (Cambridge: Cambridge -


University Press, 2017).

- Freeman, Samuel, Rawls (London: Routledge, 2007).

-Galisanka, Andrius, John Rawls: The Path to A Theory of Justice (Cambridge, MA:
Harvard University Press, 2019).

-Gregory, Eric «Before the OriginalPosition: The Neo-OrthodoxTheology of the Young


John Rawls» στο Journal of Religious Ethics, 35(2007), 179–206.

-Gorr, Michael, «Rawls on Natural Inequality» στο The Philosophical Quarterly, Vol.
33(1983), 1-18

Krasnoff, Larry, «Consensus, Stability, and Normativitye in Rawl’s Political Liberalism» στο
The Journal of Philosophy, 95(1998), 262-292

-Maffettone, Sebastiano, Rawls: An Introduction (London: Polity, 2011).

-Mandle, John, Rawls’s A Theory of Justice: An Introduction (Cambridge: Cambridge


UniversityPress, 2009).
-Pogge, Thomas, Realizing Rawls, Ithaca, NY: Cornell University Press, 1989).

-John Rawls: His Life and Theory of Justice (Oxford: Oxford University Press, 2007)

-Shelby, Tοmmie, «Race and Social Justice: Rawlsian Considerations» στο Fordham Law
Review, Vol. 72(2004), 1697-1714.

-Shelby, Tommie. "Racial realities and corrective justice: a reply to Charles Mills." Critical
Philosophy of Race 1.2 (2013): 145-162-«Racial Realities and Corrective Justice» στο Critical
Philosophy of Race, Vol. 1(2013): 145–162.

-Voice, Paul, Rawls Explained: From Fairness to Utopia. (Chicago: Open Court, 2011)..

- Zaino, S. Jeanne, «Self- Respect and Rawlsian Justice» στο The Journal, Vol. 60(1998),
737-753.

-Michelbach, A. Philip, «Doing Rawls Justice, An Experimental study o f income


Distribution Norms» στο American Journal o f Political Science, Vol. 47(2003), 523-
539.

-Naget, Thomas, «Rawls on Justice» στο The Philosophy Review, Vol. 82(1973), 220-
234.

-Norton, L. David, «Rawls’s Theory o f Justice. A [«Perfectionist»] Rejoinder» στο


Ethics, 1(1974), 50-57.

-O ’ Neill, Onora, «Political Liberalism and Public Reason. A Critical Notice John
Rawls, Political Liberalism» στο The Philosophical Review, 106(1997), 411-428

- Okin, M. Susan, «Political Liberalism, Justice and Gender», Ethics, Vol. 105(1994), 23-
43.

- Pοgg, W. Thomas, «Rawls on international Justice»σ το The Philosophical Quarterly,


Vol. 51(2001),246-253.

-Suare, Frank, «John Rawls and the Methods o f Ethics», Philosophy and
Phenomenological Research, Vol. 36( 1975), 100-112.

-Thunder, David, «Α Rawlsian Argument against the Duty o f Civility» στο American
Journal o f Political Science, Vol.50(2006),676-690.

- Rawls, John., «Two Concepts of Rules» στο Philosophical Review, Vol. 64(1955), 3-
32.

-«Constitutional Liberty and the Concept o f Justice», Nomos, Vol. 7(1963), 98-125.

-«Distributive Justice. Somme Addenda» στο Natural Law Forum, Vol.13(1968),51-71.


-«Reply to Lyons and Teitelman» στο Journal o f Philosophy, Vol.69 (1972), 555-559.

-«Some Reasons for the Maximin Criterion» στο American Economic Review, Vol.64
(1974), 141-146.

-«Α Kantian Conception o f Equality» στο Cambridge Review, Vol.96 (1975),6-20

- «Fairness to Goodness» στο Philosophical Review, Vol.84(1975),536-555.

-«The Basic Structure as Subject» στο American Philosophical Quarterly, Vol. 14(1977),
159-165.

-«Kantian Constructivism in Moral Theory» στο Journal o f Philosophy, Vol.77(1980),


515-572,

-«Justice as Fairness. Political not Metaphysical» στο Philosophy and Public Affairs,
Vol.14.3( 1985), 223-251.

- Political Liberalism (New York, Columbia University Press, 1993).

- Justice on the Fairness. A Restatement (Cambridge Massachusetts, Harvard University


Press, 2001).

.Ελληνόγλωση Βιβλιογραφία:
-Αγγελίδης, Μανόλης, Φιλελευθερισμός κλασικός και νέος. Ζητήματα συνέχειας και
ασυνέχειας στο νεοφιλελεύθερο επιχείρημα (Αθήνα: Ίδρυμα Σ. Καράγιωργα, 1993).

-Βαγενά, Θ. Δήμητρα, «Τα Κοινωνικά Συμβόλαια των John Locke και John Rawls: από
τη φυσική κατάσταση στην πρωταρχική θέση» στο Ηθική. Περιοδικό φιλοσοφίας,
τεύχ.15(2022), 19-28.

-Hobbes, Thomas, Λεβιάθαν, ή Ύλη, Μορφή και Εξουσία μιας Εκκλησιαστικής και Λαϊκής
Πολιτικής Κοινότητας, τ. Β , μτφρ., Α. Μεταξόπουλος και Γ. Πασχαλίδης (Αθήνα:
Γνώση, 1989).

-Kαντ, Ιμμάνουελ, Τα Θεμέλια της Μεταφυσικής των Ηθών, μτφρ.Γ. Τζαβάρας (Αθήνα:
Δωδώνη, 1984).

-Μελά, Λία, J. Rawls, To πρόβλημα της Δικαιολόγησης των αρχών της Δικαιοσύνης
Συναίνεση και Δεσμευτικότητα, (Ιώαννινα: Διδακτορική Διατριβή 2003).

-Μελά, Λία, John Rawls Η Προβληματική του Συμβολαίου ( Αθήνα: Ίδρυμα Σ.


Καράγιωργα, 2007).
-Μολύβας, Γρηγόρης, Δικαιώματα και Θεωρίες (Aθήνα: Πόλις, 2004).

-Locke, John, Δεύτερη Πραγματεία περί κυβέρνηση., Δοκίμιο με Θέμα την αληθινή αρχή,
έκταση και σκοπό της πολιτικής εξουσίας, μτφρ., Π. Μ. Κιτρομηλίδης (Αθήνα: Γνώση,
1990).

-Λιανός, Π. Θεόδωρος, Κοινωνική Δικαιοσύνη, Θεωρία, Ιδέες, Εμπειρίες, Προτάσεις


(Αθήνα: Καστανιώτη, 2000).

-Παπαγεωργίου, A. Κωνσταντίνος, Η Πολιτική δυνατότητα της Δικαιοσύνης. Συμβόλαιο


και συναίνεση στον John Rawls (Αθήνα: Νήσος, 1994).

-Ρωλς, Τζων, Η Θεωρία της Δικαιοσύνης, μτφρ. Φ. Βασιλογιάννης , Β. Βουτσάκης, Φ.


Παιονίδης, Κ. Παπαγεωργίου, Ν. Στυλίανίδης , Α. Τάκης (Αθήνα: Πόλις, 2006).

-Ρουσσώ, Ζαν Ζακ, Το Κοινωνικό Συμβόλαιο, μτφρ., Β. Γρηγοροπούλου - Α.


Σταϊνχάουερ ( Αθήνα: Πόλις, 2004).

-Sandel, J. Michael, Ο Φιλελευθερισμός και τα όρια της Δικαιοσύνης, μτφρ., Κ.


Γεωργοπούλου(Αθήνα:Πόλις, 2003).

-Σταμάτης, Eμ. Κώστας, Αστική Κοινωνία. Δικαιοσύνη και Κοινωνική Κριτική.


(Αθήνα:Ίδρυμα Καράγιωργα, 1995).

-Strauss, Leo, Φυσικό Δίκαιο και Ιστορία, μτφρ., Σ. Ροζάνης και Γ. Λυκιαρδόπουλος
(Αθήνα: Γνώση, 1998).

-Στυλιανού, Άρης, Θεωρίες του Κοινωνικού Συμβολαίου (Αθήνα: Πόλις, 2006).

You might also like