You are on page 1of 2

Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΑΥΤΟΝΟΜΙΑΣ ΣΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ

(σχηματική παρουσίαση)

Η αρχή της αυτονομίας της ιδιωτικής βούλησης έχει, μέσα στην πάροδο του χρόνου, αποτελέσει βασικό συστατικό
στοιχείο της εξέλιξης του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου. Αποτελεί λοιπόν βασική παραδοχή του ιδιωτικού διεθνούς
δικαίου, ότι η αρχή της ιδιωτικής αυτονομίας έχει σήμερα εξελιχθεί σημαντικά, σε σημείο που αποτελεί μία από τις
βασικές εκφάνσεις του.

Πάρα τις διαφορές στην εννοιολογική προσέγγιση του όρου ανάλογα με τον κλάδο του δικαίου που συναντάται,
συστατικό στοιχείο της ιδιωτικής αυτονομίας παραμένει η δυνατότητα των μερών να αυτοδεσμευτούν, μέσα στην
σχέση που συνάπτουν, μέσω της δικής τους βούλησης (σημέιωση – να μιλήσω για την ισοδυναμία των μερών –
κάτι που αναφέρω και παρακάτω) . Απόρροια αυτού, και βασική έννοια της ιδιωτικής αυτονομίας στο πεδίου του
ιδιωτικού διεθνούς δικαίου είναι και η δυνατότητα των μερών να επιλέξουν τα ίδια, τους κανόνες που θα διέπουν
την μεταξύ τους έννομη σχέση (lex voluntatis). Πριν όμως προχωρήσουμε στην θέση της ιδιωτικής αυτονομίας στο
σύγχρονο ιδιωτικό διεθνές δίκαιο, ας προβούμε σε μία σύντομη ιστορική αναδρομή.

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ

 Ως πρωτοπόρος της έννοιας της ιδιωτικής αυτονομίας θεωρείται ο Γάλλος νομικός Dumoulin (16ος αι.), ο
οποίος διατύπωσε με σαφήνεια για πρώτη φορά, την θεωρία της αυτονομίας της βούλησης στους κανόνες
σύνδεσης του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου. – κατ αρχήν σχέσεις οικογενειακου χαρακτήρα

 Εν συνεχεία, ο Γερμανός νομικός Savigny (19ος αι.) με την θεωρία της έδρας της έννομης σχέσης αναμόρφωσε
την θεωρία της αυτονομίας της βούλησης καταλήγοντας στο ότι το εφαρμοστέο δίκαιο επηρεάζεται από την
βούληση των μερών εμμέσως, μέσω της σιωπηρής ή ρητής συμφωνίας των μερών σχετικά με τον τόπο
εκτέλεσης της δικαιοπραξίας.

 Στην θεωρία του Savigny αντιτάχθηκε ως ένα βαθμό, ο Ιταλός καθηγητής Mancini (τέλη 19ου αι.). Σύμφωνα
με την θεωρία του περί διαχωρισμού του ιδιωτικού δικαίου σε αναγκαίο (αναγκαστικό) και εκούσιο, δέχεται
την αρχή της αυτονομίας της βούλησης στις σχέσεις ενοχικού χαρακτήρα. Παρόλα αυτά, η αυτονομία των
μερών επηρεάζει την δικαιοπραξία και πάλι μόνο εμμέσως, με την επιλογή του εφαρμοστέου δικαίου. –
τελική κρίση από τον δικαστή ο οποίος κρίνει την εγκυρότητα της σύμβασης

Η ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣΗΣ ΤΩΝ ΜΕΡΩΝ ΣΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ
Στο σύγχρονο ιδιωτικό διεθνές δίκαιο, η ιδιωτική αυτονομία μεταφράζεται στην δυνατότητα των μερών να
επιλέξουν τους κανόνες που θα διέπουν την μεταξύ τους σχέση (lex voluntatis).

Συνεπώς, η βούληση των μερών αποτελεί τον σύνδεσμο ο οποίος επιδρά άμεσα – αναφορά και στον θεσμό
του depecage Τα μέρη δύνανται επίσης να προχωρήσουν στο διαμελισμό του εφαρμοστέου δικαίου (dépeçage),
επιλέγοντας τους κανόνες δικαίου που θα εφαρμοστούν για το σύνολο ή για μέρος μόνο της σύμβασης ή επιλέγοντας
διαφορετικά (εθνικά ή μη) δίκαια για κάθε επιμέρους ζήτημα της έννομης σχέσης τους (όπως τη σύναψη, εκπλήρωση ή
λύση της συμβατικής σχέσης)292. Η τεχνική dépeçage αναπτύχθηκε αρχικά από τον Savigny, ο οποίος πρώτος είχε
υποστηρίξει τη διάσπαση της αμφοτεροβαρούς σύμβασης και υπαγωγής της σε διαφορετικά δίκαια 293. Η εν λόγω αρχή, ενώ
χρησιμοποιούνταν ευρέως στο αμερικάνικο ιδιωτικό διεθνές δίκαιο 294, στο χώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κάνει την
εμφάνισή της με τη Σύμβαση της Ρώμης κ διατηρείται και κρ1, - στην έννομη σχέση μεταξύ των μερών. Την ίδια στιγμή,
αποτελεί το συνδετικό στοιχείο με το οποίο ο δικαστής στον οποίο θα εισαχθεί η διαφορά, θα εντοπίσει το δίκαιο που
εφαρμόζεται στην προκειμένη περίπτωση.

Κάτι τέτοιο καθιστά την ιδιωτική αυτονομία έναν αόριστο σύνδεσμο ο οποίος μπορεί να διαμορφωθεί κατά
περίπτωση, ευρισκόμενος σε αντίθεση με τους αντικειμενικούς συνδέσμους του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου (βλ. τον
τόπο κατοικίας των μερών, τον τόπο σύναψης σύμβασης κκσυμφερόντων κ.α.)

Βασικό στοιχείο στην εξέλιξη της αρχής της ιδιωτικής αυτονομίας αποτέλεσε η παγκοσμιοποίηση, η οποία έθεσε σε νέο
επίπεδο τις προεκτάσεις του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου και αναδιαμόρφωσε τις ανάγκες πρόβλεψης και ορισμού των
σχέσεων με στοιχεία αλλοδαπότητας. Παράλληλα, με την εξέλιξη του ενωσιακού δικαίου, και την στοχευμένη
προσπάθεια του ενωσιακού νομοθέτη να δημιουργήσει μια ομοιόμορφη – αν όχι ενοποιημένη – έννομη τάξη στα
πλαίσια της Ε.Ε., η ιδιωτική αυτονομία απέκτησε κεντρικό ρόλο στο πεδίο καθορισμού του εφαρμοστέου δικαίου με
σχέσεις με στοιχεία αλλοδαπότητας.
 Πρώτα στις ενδοσυμβατικές ενοχές, με την Σύμβαση της Ρώμης και στην συνέχεια με τον Κανονισμό Ρώμη Ι
(2008), η αρχή της ιδιωτικής αυτονομίας τίθεται ως κεντρικό κριτήριο επιλογής του εφαρμοστέου δικαίου.
Υιοθετείται μάλιστα, η απόλυτη αρχή της ιδιωτικής αυτονομίας, χωρίς δηλαδή να απαιτείται σύνδεσμος ανάμεσα
στο επιλεγέν δίκαιο και την ίδια την σύμβαση. – περιορισμοί – Δημόσια Τάξη – αποφυγή δικαίου εκτός κράτους
μέλους – Κανόνες της έννομης τάξης που θα εφαρμοζόταν

 Στην συνέχεια, η πρόβλεψη και η εισαγωγή του συνδέσμου της αυτονομίας των μερών που μέχρι τότε ίσχυε μόνο
στις συμβατικές ενοχές, με τον Κανονισμό Ρώμη ΙΙ και στο εφαρμοστέο δίκαιο των εξωσυμβατικών ενοχών –
αδικοπραξία, διοικηση αλλοτρίων, αδικ πλουτ και ευθύνη από διαπραγματεύσεις - αποτέλεσε μια εκ νέου εξέλιξη
της αυτονομίας της βούλησης στο σύγχρονο ιδιωτικό διεθνές δίκαιο, η οποία ως κεντρικό στόχο έθετε την
προστασία του ασθενέστερου μέρους, μέσα από την υπό προυποθέσεις συμφωνία υπαγωγής της εξωσυμβατικής
ενοχής στο δίκαιο που τα μέρη επιλέγουν. – ποιες είναι οι προυποθέσεις 1) συμφωνία μεταγενεστερη, 2) να μην
θίγονται διατάξεις αναγκαστικού δικαίου 3) συμφωνία προγενεστερη σε μέρος που τα μερη ασκουν εμπορική
δραστηριοτητα 3)δημόσια τάξη δικάζοντος δικαστη 4) κ.α.δ 5) ρητός αποκλεισμός

 Βεβαίως, στο παραπάνω τιθέμενο πλαίσιο η αρχή της αυτονομίας της βούλησης των μερών δεν εκδηλώνεται μόνο
στο χώρο των κανόνων σύγκρουσης και την επιλογή του εφαρμοστέου δικαίου, αλλά εντοπίζεται κατεξοχήν και
στον θεσμό της διαιτησίας. Ως εκ τούτου, η ιδιωτική αυτονομία επιτρέπει στα μέρη όχι μόνο να επιλέξουν το
εφαρμοστέο δίκαιο της ουσίας της μεταξύ τους διαφοράς τους, αλλά και να ορίσουν ελεύθερα και με σαφήνεια,
την διαιτητική διαδικασία.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Όπως επομένως διαφαίνεται από τα παραπάνω, αυτονομία των μερών σημαίνει ελευθερία ρύθμισης των εννόμων
σχέσεων βάσει της βούλησης τους, με τον τρόπο που θεωρούν ότι είναι ο καταλληλότερος για αυτούς. Είναι όμως
δεδομένο, ότι μία ελευθερία, ειδικά εφόσον τίθεται σε ένα απόλυτο πλαίσιο – όπως προβλέπεται στην διεθνή εμπορική
διαιτησία και στον Κανονισμό Ρώμη Ι – χρήζει περιορισμών.

Οι περιορισμοί αυτοί επέρχονται πρωτίστως μέσα από τις προβλέψεις των ίδιων διεθνών συμβάσεων οι οποίες
προσδίδουν στην ιδιωτική αυτονομία την μορφή και το εύρος που έχει στο σύγχρονο ιδιωτικό διεθνές. Η οριοθέτηση της
ιδιωτικής αυτονομίας, μέσω των κανόνων αναγκαστικού δικαίου και της δημόσιας τάξης του forum στο οποίο
εντοπίζεται η έννομη σχέση, αποτελούν μια δικλείδα με την οποία διαμορφώνεται η ασφάλεια δικαίου και πλαισιώνεται
η αρχή στον βαθμό που τα κράτη, προστατεύουν την εννομη τάξη τους.

You might also like