You are on page 1of 52

ΟΙ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ

Τό Ἅγιον Ὄρος μέ τήν ὑπερχιλιετῆ ὕπαρξή του εἶναι ἕνα ζωντανό μουσεῖο
Βυζαντινῆς καί μεταβυζαντινῆς ἱστορίας ἀπό ἄποψη ἀρχιτεκτονικῆς, ζωγραφικῆς,
ἁγιογραφίας καί ὑμνογραφίας, μοναδικό στό εἶδος του.Θεωρεῖται προστατευόμενο
μνημεῖο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιᾶς, προσελκύοντας ἑκατοντάδες
χιλιάδων επισκεπτών ἀπό ὅλο τον κόσμο κάθε χρόνο.
Ίδιαίτερα σημαντική εἶναι ἡ ζωγραφική τοῦ Ὄρους.
Μέ τόν ὅρο «ζωγραφική» ἐννοοῦμε τήν τέχνη πού ἀπεικονίζει μορφές, ἀντικείμενα,
τοπία καί στό Ὄρος ή τέχνη αὐτή δέν περιορίζεται μόνο σέ τοιχογραφίες (πού
καλύπτουν πολλές δεκάδες χιλιάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα) στό ἐσωτερικό τῶν
μονῶν ἀλλά ἐπεκτείνεται σέ κάθε ἐπιφάνεια πού συμμετέχει στήν λατρευτική ζωἠ ,
ξύλο, χαρτί, περγαμηνή.
Εἶναι προφανές ὄτι σημαντική θέση στήν κληρονομιά τοῦ Ὄρους κατέχουν οἱ
φορητές είκόνες.
Θά γίνει ἐδῶ προσπάθεια νά παρουσιαστοῦν μερικές ἀπό τίς πιό διάσημες είκόνες
πού ἡ παράδοση τίς διεφύλαξε ὡς θαυματουργές.
Άκολουθεῖται ἡ σειρά τῶν Ι. Μονῶν σύμφωνα μέ τήν άγιορείτικη τάξη ἀλλά πρῶτα
άναφέρεται ὁ ναός τοῦ Πρωτάτου πού άνήκει ταυτόχρονα σέ ὅλες τίς μονές,

Ι.Ν. Πρωτάτου
Βρίσκεται στις Καρυές,
ἦταν ἡ ἕδρα τοῦ
«Πρώτου», τοῦ
ἡγουμένου τῆς Λαύρας
τῶν Καρυῶν, πού εἶχε
ἀπό τόν 9ο αἰῶνα τήν
πρωτοκαθεδρία
ἀνάμεσα στούς
ἡγουμένους ὄλων τῶν
ἄλλων μονῶν. Εἶναι ὁ
μητροπολιτικός ναός
τῆς πρωτεύουσας τοῦ
ἁγίου Ὄρους,
ἀντιπροσωπευτικό
δεῖγμα τῆς ἐποχῆς τῶν
Παλαιολόγων καί
τοιχογραφήθηκε ἀπό τόν πιό διάσημο ἐκπρόσωπο τῆς Μακεδονικῆς Σχολής τόν 14 ο
αἰῶνα, τόν Μανουήλ Πανσέληνο.

1
Ὁ ναός εἶναι τρίκλιτη βασιλική μέ ὑπερυψωμένο κεντρικό κλίτος καί ἔχει στοά κατά
μῆκος τῆς βόρειας πλευρᾶς ἐξωτερικά. Τό κωδωνοστάσιο εἶναι ψηλό καί
ὀρθογωνίου σχήματος. Πρόσφατα ὁ ναός ἀναμορφώθηκε καί άντικαταστάθηκε ἡ
στέγη του.
Στό ἱερό βήμα βρίσκεται ἡ περίφημη θαυματουργή εἰκόνα τῆς Παναγίας, έφέστια τοῦ
Ἁγίου Ὄρους, τό

ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ

Ἀρχικά ἡ εἰκόνα αὐτή βρισκόταν σέ ἕνα παντοκρατορινό κελλί στήν τοποθεσία πού
άργότερα όνομάστηκε κοιλάδα τοῦ «Ἄδειν», κοντά καί κάτω ἀπό τή σκήτη τοῦ
Ἁγίου Ἀνδρέα.
Τήν 11 Ἰουνίου 980 μ.Χ. (κατά άλλους τό 982 μ.Χ.) ὁ
γέροντας ἔλειπε ἀπό τό κελλί, καθώς εἶχε πάει σέ μιά
ἀγρυπνία στις Καρυές, ἀφήνοντας μόνο τόν
ὑποτακτικό του. Ὁ ὑποτακτικός τή νύχτα ἔκανε
κανονικά τόν κανόνα του. Ἁκούει σέ μιά στιγμή νά
τοῦ χτυπᾶνε τήν πόρτα, ἀνοίγει καί βλέπει ἕναν
περαστικό νά τοῦ ζητάει νά τόν φιλοξενήσει, πράγμα
πού γίνεται.
Ὁ μοναχός συνέχισε τόν κανόνα του μέχρι πού
φτάνει στήν θ' ὠδή στόν άρχαῖο ὕμνο «Τὴν
Τιμιωτέραν τῶν
Χερουβίμ καί
ένδοξοτέραν
ἀσυγκρίτως τῶν
Σεραφίμ, τήν
άδιαφθόρως Θεόν Λόγον τεκοῦσαν, τήν ὄντως
Θεοτόκον Σέ μεγαλύνομεν». Τότε τόν διακόπτει ὁ
φιλοξενούμενος καί τοῦ λέει: «Ὄχι, πρῶτα θά
πεῖς:
Ἄξιον ἐστιν ὡς ἀληθῶς μακαρίζειν Σέ, τήν
Θεοτόκον, τήν ἀειμακάριστον καί παναμώμητον
καί μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν..» ὡς συμπλήρωμα
τοῦ ὑπό τοῦ Κοσμᾶ Μαϊουμᾶ Μεγαλυνάριου τῆς
Θεοτόκου.
Ὁ μοναχός ἐνθουσιασμένος ζητάει νά τοῦ γράψει
ὁ ξένος τόν ὕμνο γιά νά μπορεῖ νά τό ψάλλει καί
αὐτός. Ἐπειδή ὅμως δέν βρέθηκε μελάνι καί χαρτί
μέσα στό κελλί, ὁ μυστηριώδης ξένος μοναχός
χάραξε τόν ὕμνο μέ τό δάκτυλό του σέ μιά πέτρινη
2
πλάκα καί προσθέτοντας ὅτι ἔτσι πρέπει νά ψάλλεται στό ἑξῆς ὁ ὔμνος αὐτός ἀπό
ὅλους τούς Ὀρθόδοξους, ἔγινε ἄφαντος.
Οἱ Ἁγιορείτες ἔστειλαν τήν πλάκα στόν βασιλιᾱ καί στόν Πατριάρχη Νικόλαο
Χρυσοβέργη ὁ ὁποῖος ἐνέκρινε τήν εἰσαγωγή τοῦ ἀγγελικοῦ αὐτοῦ ὔμνου στό
λειτουργικό βίο τῆς Ἐκκλησίας. Τήν δέ εἰκόνα, μπροστά στήν ὁποία ψάλθηκε γιά
πρώτη φορά ὁ ἀγγελικός ὕμνος, τή μετέφεραν στό Πρωτάτο, στό ὁποῖο
καθιερώθηκε νά γίνεται καί ἡ ετήσια πανήγυρη σέ ἀνάμνηση τοῦ θαύματος καί πρός
τιμή τῆς Θεοτόκου. 
Σύμφωνα μέ τό ἀρχαίο συναξάριο, ἡ γιορτή αὐτή ἀρχικά τελοῦνταν στό κελλί, ὅπου
εἶχε γίνει τό θαύμα, καί μάλιστα πρός τιμή τοῦ ἀρχάγγελου Γαβριήλ, πού χωρίς ἄλλο
ἦταν ὁ θαυμαστός ἐκεῖνος ξένος μοναχός.
Έτσι, τό Μεγαλυνάριο αὐτό τῆς Θεοτόκου πού
συνέθεσε ὁ Ἄγιος Κοσμᾶς ὁ Ποιητής (ὁ
ἐπίσκοπος Μαϊουμᾶ) σήμερα ὀνομάζεται «Ἄξιον
‘Εστί», ἐκ τῶν δύο πρώτων λέξεων τοῦ
Θεομητορικοῦ αὐτοῦ Ὕμνου πού ἔχει ὡς ἑξῆς:
«Ἄξιον ἐστιν ὡς ἀληθῶς, μακαρίζειν σὲ τὴν
Θεοτόκον, τὴν ἀειμακάριστον καὶ παναμώμητον,
καὶ μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. Τὴν τιμιωτέραν τῶν
Χερουβείμ καὶ ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν
Σεραφείμ τὴν ἀδιαφθόρως Θεὸν Λόγον τεκοῦσαν,
τὴν ὄντως Θεοτόκον, σὲ μεγαλύνομεν».
Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἀναφέρει ὅτι τό
γεγονός αὐτό εἶναι πολύ παλαιό καί τοῦτο
μαρτυρεῖται ἀπό τά Μηναῖα τῆς Ἐκκλησίας, ὅπου
στίς 11 Ἰουνίου ἀναγράφεται: «Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ
Σύναξις τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριὴλ ἐν τῷ Ἄδειν».
Ἡ εἰκόνα «Ἄξιον Ἐστί» ἔχει διαστάσεις 70,5x44 εκ. χωρίς τήν ἀργυρή θήκη πού την
περιβάλλει. Λόγω τοῦ χρόνου πού πέρασε, ἡ μορφή τῆς Θεοτόκου ἦταν πολύ
σβησμένη, ἀλλά μετά ἀνακαίνιση διατηρεῖται σέ ἱκανοποιητική κατάσταση καί
διαβάζεται ἡ ἐπιγραφή «Μήτηρ Θεοῦ Καρυώτισσα». Κατασκευάστηκε στήν
Κωνσταντινούπολη κατά τό πρότυπο τῆς Παναγίας Ἐλεοῦσας τοῦ Κύκκου τῆς
Κύπρου, ἔργο τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ καί ἀπεικονίζει τήν Θεοτόκο μέ τή μορφή
πού εἶχε λίγο πρίν τήν κοίμησή της.
Ἡ λιτανεία τῆς είκόνας γίνεται τήν Δευτέρα τῆς Διακαινησίμου πρός τήν Μονή
Κουτλουμουσίου, στό Κελλί τῶν Ἀποστόλων, ένῷ τήν ἑπομένη ἡ είκόνα «Φοβερά
Προστασία» τῆς έν λόγῳ Μονῆς άνταποδίδει τήν ἐπίσκεψη στό Πρωτᾶτο.

3
1) Ι.Μ. Μεγίστης Λαύρας

Εἶναι ἡ πρώτη μονή κατά τήν


ἁγιορείτικη τάξη, άνάμεσα στίς 20
μονές τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Στήν οὐσία
εἶναι ἡ μήτρα τοῦ κοινοβιακοῦ
μοναχισμοῦ τοῦ Ὄρους καθώς
ὑπῆρξε πρότυπο γιά ὅλες τίς μονές
ὄχι μόνο γιά τόν τρόπο ὀργάνωσης
καί λειτουργίας της ἀλλά καί γιά τή
δομή τῶν κτιριακῶν της
έγκαταστάσεων. Ἱδρύθηκε τό 963 μ.Χ.
ἀπό τόν Ὅσιο Ἀθανάσιο τόν Ἀθωνίτη.
Ἀπό τούς πολλούς καί ἀνεκτίμητους θησαυρούς τῆς Μονῆς ξεχωρίζει ἡ είκόνα τῆς

ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΗΣ ΚΟΥΚΟΥΖΕΛΙΣΣΑΣ

Ἡ Παναγία ἡ Κουκουζέλισσα εἶναι θαυματουργή εἰκόνα πού βρίσκεται στήν Ἱερά


Μονή Μεγίστης Λαύρας, στό Ἅγιον Ὄρος. Μπροστά σέ αὐτήν τήν εικόνα, γινόταν,
ἀπό πολύ παλιά στή Λαύρα ἡ ἀγρυπνία τοῦ Σαββάτου τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου.
Μετά τό τέλος, λοιπόν, αὐτῆς τῆς ἀγρυπνίας καί ἀπέναντι ἀπ’ αὐτήν τήν εικόνα
συνέβη μιά φορά νά ἔχει ἀποκοιμηθεί ἐλαφρά στό
στασίδι του ὁ κουρασμένος πρωτοψάλτης τῆς
μονῆς καί τέως ἀρχιμουσικός τοῦ παλατιοῡ ἅγιος
Ἰωάννης ὁ
Κουκουζέλης, ὅταν
εἶδε μπροστά του τήν
Παναγία νά τοῦ
ἀνταποδίδει τό
«Χαῖρε» καί νά τοῦ
λέει: «Χαῖρε Ἰωάννη!
Ψάλλε μου καί ἐγώ
δέν θά σέ
ἐγκαταλείψω», ἐνῷ
συγχρόνως ἔβαζε στό
χέρι του καί ἔνα χρυσό νόμισμα πού ξυπνώντας βρέθηκε πράγματι νά τό κρατάει ὁ
ἅγιος.
Ὅταν ἀργότερα ἀπό τήν πολύωρη ἀγρυπνία καί ὀρθοστασία, στίς ὁποῖες ἐπιδόθηκε
μέ ζῆλο, προσβλήθηκαν τά πόδια του, ἡ Θεοτόκος πάλι τοῦ ἐμφανίστηκε σέ όνειρο
καί τόν θεράπευσε. Ἡ θαυματουργή αὐτή εἰκόνα σήμερα βρίσκεται τοποθετημένη σέ
ξύλινο θρόνο μέσα στό ὁμώνυμο παρεκκλήσι τῆς μονῆς.
4
2) Ι.Μ.Βατοπαιδίου

Κατέχει τήν 2η θέση ἀνάμεσα στίς


ἁγιορείτικες μονές ἀπό τό 1045
μέχρι σήμερα. Ἱδρύθηκε μεταξύ 972
και 985 . Εἶναι τό μεγαλύτερο
κτιριακό συγκρότημα τοῦ Ἁγίου
Ὄρους μέ στεγασμένη επιφάνεια
πάνω ἀπό 50.000 τ.μ. Θεωρεῖται ἡ
πλουσιότερη μονή με πλῆθος
άνεκτίμητων κειμηλίων , τήν πρώτη
θέση μεταξύ τῶν ὁποίων κατέχει ἡ
Ζώνη τῆς Θεοτόκου. Άνάμεσα στίς
θαυματουργές εἰκόνες της εἶναι ἡ
Παναγία ἡ Παραμυθία, ἠ
Κτητόρισσα, ἡ Ἀντιφωνήτρια καί ἡ Ἐσφαγμένη

ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ

 Ἀνεβαίνοντας τή σκάλα πού βρίσκεται στά ἀριστερά τῆς κεντρικῆς πύλης τοῦ
καθολικοῦ τῆς Ἱερᾶς Μεγίστης Μονῆς Βατοπαιδίου
ὑπάρχει  παρεκκλήσιο ἀφιερωμένο στήν Παναγία τήν
Παραμυθία. Μέσα σ’ αὐτό μεταφέρθηκε μετά τήν
τέλεση τοῦ θαύματος, πού θά περιγράψουμε, ἡ
θαυματουργή εἰκόνα τῆς Παναγίας, τοιχογραφία τοῦ
14ου αἰ. πού βρισκόταν ἄλλοτε στή  δεξιά ἄκρη τοῦ
ἐξωνάρθηκα.
Παλαιά ὑπῆρχε ἡ συνήθεια, βγαίνοντας οἱ πατέρες
ἀπό τό Καθολικό, μετά τό τέλος τῆς ἀκολουθίας τοῦ
Ὄρθρου, νά ἁσπάζονται τήν εἰκόνα τῆς Παναγίας πού
ὑπῆρχε στόν ἐξωνάρθηκα. Ἐκεῖ ὁ Ἡγούμενος ἔδινε τά
κλειδιά τῆς κλεισμένης γιά τις βραδινές ώρες πύλης
τῆς Μονῆς στόν θυρωρό γιά νά ἀνοίξει.
  Κάποια χρονιά, ἀρχές τοῦ 14ου αἰ., στίς 21
Ιανουαρίου, τελείωσε ὁ Ὄρθρος. Οἱ πατέρες
ἀποσύρθηκαν στά κελλιά τους γιά νά ἀναπαυθοῦν,
μέχρι νά ἀρχίσουν τα καθημερινά τους διακονήματα.
Τότε θά ἀνοιγόταν καί ἡ πύλη τῆς Μονῆς. Δέν γνώριζαν ὅτι ἔξω ἀπό αὐτήν
παραμόνευαν πειρατές, πού τήν εἶχαν περικυκλώσει, ἕτοιμοι νά εἰσβάλλουν γιά νά
καταστρέψουν τά πάντα.
Στό ναό βρισκόταν μόνος ὁ Ἡγούμενος, ἀφοσιωμένος στήν προσευχή του.
Πετάχτηκε ξαφνικά ἀκούγοντας μιά φωνή, πού δέν ἔμοιαζε μέ φωνή ἀνθρώπου.
Έντρομος κοίταξε γύρω του. Δέν εἶδε κανέναν. Ἐξάλλου κανένας δέν ἦταν μέσα στό
5
ναό. Καί ὅμως κάποιος μίλησε. Συγκέντρωσε τήν
προσοχή του καί γεμᾶτος φόβο κατάλαβε ὅτι ἡ
φωνή προερχόταν ἀπό τήν εἰκόνα τῆς
Θεομήτορος. Μέ εὐλάβεια τέντωσε τό αὐτί του γιά
να ἀκούσει. Ἄκουσε τότε τή φωνή τῆς Παναγίας να
λέει: «Μήν ἀνοίξετε σήμερα τήν πύλη τῆς Μονῆς,
ἀλλά ἀφοῦ ἀνεβεῖτε στά τείχη, νά διώξετε τούς
πειρατές». Κατάπληκτος ὁ Ηγούμενος προσήλωσε
τά μάτια του στήν εικόνα τῆς Θεοτόκου. Ἀντίκρυσε
τότε ἕνα ἐκπληκτικό θαῦμα. Ἡ μορφή τῆς
Παναγίας ἦταν ζωντανή. Τό βρέφος Ἰησοῦς πού
κρατοῦσε στά χέρια της πῆρε καί αὐτό ζωή.
Κίνησε τό δεξί του χέρι καί έκλεισε τό στόμα τῆς
ἁγίας Μητέρας του, στρέφοντας πρός αὐτήν τό
φωτεινό πρόσωπό του.
Μιά γλυκιά παιδική φωνή ἀκούστηκε νά λέει: «Μή, 
Μητέρα μου, μήν τούς τὀ λές. Ἄφησε τους νά τιμωρηθοῦν, ὅπως τούς ἀξίζει, γιατί
ἀμελοῦν τά μοναχικά τους καθήκοντα». Τότε ἡ Κυρία Θεοτόκος μέ μεγάλη μητρική
παρρησία  πρός τόν μονογενῆ Υἱό της, σήκωσε ἐλαφρά τό χέρι, συγκράτησε τό
χεράκι του, ἔκλινε λίγο πρός τά δεξιά τό θεῖο της πρόσωπο καί ἐπανέλαβε πιό
ἔντονα: «Μήν ἀνοίξετε σήμερα τήν πύλη τῆς Μονῆς, ἀλλά ἀφοῦ ἀνεβεῖτε στα τείχη,
νά διώξετε τούς πειρατές. Καί κοιτάξτε νά μετανοήσετε, γιατί ὁ Υἱός μου εἶναι
ὀργισμένος μαζί σας». Ἐπανέλαβε δέ καί γιά τρίτη φορά τήν προειδοποίηση:
«Σήμερα, μήν ἀνοίξετε τήν πύλη τῆς Μονῆς…». Μετά τό διάλογο ἡ Κυρία Θεοτόκος
καί τό Πανάγιο Βρέφος της ἀποκαταστάθηκαν πάλι σάν εἰκόνα.
    Ὁ Ἡγούμενος γεμᾶτος θαυμασμό συγκάλεσε ὅλους τούς Πατέρες, διηγήθηκε σ’
αὐτούς τά ὑπερφυσικά γεγονότα πού συνέβησαν καί τούς ἐπανέλαβε τά λόγια πού
εἶχε ἀκούσει ἀπό τά χείλη τῆς Παναγίας καί τοῦ Θείου Βρέφους πρός τήν Μητέρα
του. Ὅλοι μέ κατάπληξη στράφηκαν πρός τό μέρος τῆς θαυματουργοῦ εἰκόνας. Καί
ἡ κατάπληξη τους αὐξήθηκε. Ἡ παράσταση τῆς εἰκόνας εἶχε μεταμορφωθεῖ. Ἡ
σύνθεση μεταβλήθηκε ὁλοκληρωτικά καί δέν ἔμοιαζε καθόλου μέ τήν παλαιά εἰκόνα.
Διατηρήθηκε ἡ μορφή ὅπως φαίνεται σήμερα. Ἡ Παναγία νά κρατᾷ τό χέρι τοῦ
Χριστοῦ κάτω ἀπό τό στόμα της καί νά κλίνει τό κεφάλι της δεξιά γιά νά τό ἀποφύγει.
Ἡ ἔκφραση τοῦ προσώπου της εἶναι γεμάτη ἀπέραντη ἐπιείκεια, ἀγάπη, συμπάθεια
καί μητρική στοργή. Ὁ Χριστός παρόλο πού παριστάνεται ὡς βρέφος ἔχει αὐστηρό
πρόσωπο ὡς Κριτής.
    Ἡ εἰκόνα αύτή εἶναι πράγματι ἀχειροποίητος, διότι κατασκευάστηκε στή μορφή
πού εἶναι σήμερα, ὄχι ἀπό ἀνθρώπινο χέρι, ἀλλά ἀπό τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, μετά τή
θαυματουργική ἐπέμβαση τῆς Παναγίας μας γιά τή διάσωση τῆς Μονῆς.
Ὀνομάστηκε «Παναγία Παραμυθία», δηλαδή Παρηγορήτρια. Καί δικαίως· διότι ὅπως
λένε οἱ προσκυνητές τῆς Μονῆς, πού δέν χορταίνουν νά τήν βλέπουν, ἡ θέα τῆς
γλυκιᾶς έκφρασης του προσώπου τῆς Παναγίας ξεκουράζει, ἀναπαύει, γαληνεύει καί
παρηγορεῖ τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου.
Μέ τό θαῦμα αύτό φανερώνεται γιά ἄλλη μιά φορά ἡ μητρική παρρησία τῆς
Θεοτόκου στό νά μεσιτεύει γιά τίς ἁμαρτίες τῶν ἀνθρώπων «πρός τόν Υἱόν καί Θεόν
6
της» καί οἱ σωτήριες πρεσβεῖες της, μέ τίς ὀποῖες ἀπαλλάσσονται ἀπό τά δεινά πού
δίκαια τούς ἀξίζουν γιά τό πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν τους. Ἡ είκόνα μεταφέρθηκε στό
ίδιαίτερο παρεκκλήσιο τῆς Παραμυθίας. Μπροστά σ’ αύτήν οἱ μοναχοί διατηροῦν
ἀκοίμητο κανδήλι, ψάλλουν καθημερινά Παράκληση καί τελεῖται κάθε Παρασκευή
Θεία Λειτουργία. Παλαιότερα, ὑπῆρχε ἡ συνήθεια οἱ κουρές τῶν μοναχῶν νά
γίνονται σ’ αὐτό τό παρεκκλήσιο.
Μέ αύτή τήν είκόνα συνδέεται καί ὁ βίος τοῦ Ὁσίου Νεοφύτου, ό ὁποῖος διετέλεσε
«προσμονάριος», δηλαδή φύλακας καί διακονητής τοῦ παρεκκλησίου τῆς 
Παραμυθίας.
 Ὁ ὅσιος βρισκόταν σέ ἀποστολή καί ὑπηρεσία ἐκ μέρους τῆς Μονῆς γιά ἕνα
χρονικό διάστημα σέ κάποιο μετόχι της, στήν Εὔβοια. Ἐκεῖ ἀρρώστησε βαριά.
Παρακάλεσε τότε τήν Παναγία νά τόν ἀξιώσει να πεθάνει στή μονή τῆς μετανοίας
του. Ἄκουσε ἀμέσως τή φωνή τῆς Παναγίας νά τοῦ λέει: «Νεόφυτε, πήγαινε στή
μονή σου καί μετά ἀπό ἕνα χρόνο νά ἑτοιμασθεῖς γιά τήν ἔξοδο σου ἀπό τή ζωή».
Εὐχαριστῶντας θερμά τήν Παναγία ὁ Όσιος γιά τήν παράταση τῆς ζωῆς πού τοῦ
δόθηκε, εἶπε στόν ὑποτακτικό του νά ἑτοιμασθοῦν γιά τήν ἐπιστροφή στη μονή.
Πράγματι, μετά τήν παρέλευση ἑνός ἔτους, μιά μέρα ἀφοῦ κοινώνησε τά ἄχραντα
μυστήρια, ἀνεβαίνοντας τή σκάλα μπροστά ἀπό τό παρεκκλήσιο τῆς Παραμυθίας,
ἄκουσε πάλι τή φωνή τῆς Παναγίας: «Νεόφυτε, ὁ καιρός τῆς ἐξόδου σου ἔφθασε».
Ὅταν πῆγε στό κελλί του ἀδιαθέτησε καί ἀφοῦ ἔλαβε συγχώρηση ἀπό ὅλους τοὐς
πατέρες τῆς ἀδελφότητας, παρέδωσε το πνεῦμα του στόν Κύριο.

ΠΑΝΑΓΙΑ ΒΗΜΑΤΑΡΙΣΣΑ ἥ ΚΤΗΤΟΡΙΣΣΑ

7
Ἡ είκόνα τῆς Παναγίας τῆς Βηματάρισσας βρίσκεται στή θέση τοῦ συνθρόνου τοῦ
ἱεροῦ βήματος καί σχετίζεται μέ τήν ἑξῆς
παράδοση:

Τόν 10ο αἰῶνα, κατά τή διάρκεια ἐπιδρομῆς


τῶν Ἀράβων στή Μονή, ὁ ἱεροδιάκονος
Σάββας, βηματάρης τότε, πρόλαβε καί
ἔκρυψε μέσα στό πηγάδι τοῦ ἱεροῦ βήματος
τήν είκόνα καί τό σταυρό τοῦ Μ.
Κωνσταντίνου, τοποθετώντας μπροστά
τους καί μία ἀναμμένη λαμπάδα. Οἱ Ἄραβες
λεηλάτησαν τή Μονή καί ὁ ἱεροδιάκονος
Σάββας μεταφέρθηκε αἰχμάλωτος στήν Κρήτη, ἀπ’ ὅπου ἐλευθερώθηκε μετά ἀπό
ἑβδομῆντα χρόνια καί ἐπέστρεψε σ’ αύτήν.
Οἱ νέοι μοναχοί, πού δέν γνώριζαν τίποτε γιά τά κρυμμένα κειμήλια, ἄνοιξαν, μέ
ὑπόδειξή του, τό πηγάδι καί βρῆκαν τήν εἰκόνα καί τό σταυρό ὄρθια πάνω στό νερό
καί τή λαμπάδα ἀκόμη ἀναμμένη.
Ἡ εἰκόνα αὐτή λέγεται καί «Κτητόρισσα», γιατί ἡ ἀνεύρεσή της ἔγινε τήν ἐποχή τῶν
τριῶν κτητόρων τῆς Μονῆς, Ἀθανασίου, Νικολάου καί Ἀντωνίου. Σέ ἀνάμνηση
μάλιστα τοῦ θαύματος ἐκείνου ψάλλεται παρακλητικός κανόνας στήν Ὑπεραγία
Θεοτόκο κάθε Δευτέρα ἑσπέρας, καί κάθε Τρίτη τελεῖται στό καθολικό θεία
λειτουργία. Καί ἕνα ἄλλο περιστατικό συνδέεται μέ τήν εἰκόνα αὐτή:
Κάποτε ἕνας μοναχός δυσκολευόταν νά κατανοήσει τό νόημα τοῦ χωρίου: «χίλια ἔτη
ἐν ὀφθαλμοῖς σου, Κύριε, ὡς ἡμέρα ἡ ἐχθές» καί λυπόταν πού δέν ἔβρισκε
ἄνθρωπο νά τοῦ λύσει τήν ἀπορία του αὐτή.
Συμπτωματικά τότε διέμεναν στή Μονή οἱ πρώην πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως
Κύριλλος καί Κυπριανός, καί εἶχαν μαζευτεῖ πολλοί μοναχοί απ’ ὅλο τό Ἅγιον Ὄρος
γιά να λάβουν τήν εὐλογία τους.

8
Κατά τήν ἑορτή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου, πού πανηγυρίζει ἡ Μονή, καί ἐνῷ
ὁ πατριάρχης
Κύριλλος
πήγαινε νά
προσκυνήσει τά
ἅγια λείψανα
μετά τόν
καθιερωμένο
ἁγιασμό, ὁ
παραπάνω
μοναχός ἄκουσε
μία φωνή ἀπό
τήν εἰκόνα τῆς

Βηματάρισσας
πού τοῦ
ἑρμήνευε ἀκριβῶς τό νόημα τοῦ χωρίου.
Τότε αὐτός ἱκανοποιημένος γιά τή λύση τῆς ἀπορίας του μέ θαυματουργικό τρόπο,
εὐχαρίστησε μέ δάκρυα τήν Κυρία Θεοτόκο.

ΠΑΝΑΓΙΑ ΑΝΤΙΦΩΝΗΤΡΙΑ

Ἡ Παναγία Ἀντιφωνήτρια ὀνομάστηκε ἔτσι ὅταν ἡ


κόρη τοῦ αὐτοκράτορα Θεοδοσίου Πλακιδία,
φεύγοντας ἀπό τήν Ρώμη ὅπου ἦταν
παντρεμένη, θέλησε νά ἐπισκεφτεί τόν ἀδελφό
της Ἀρκάδιο στήν Κωνσταντινούπολη. Ζήτησε καί
τήν ἄδεια, περνῶντας ἀπό τό Ἅγιο Ὄρος, νά
ἔρθει καί να προσκυνήσει στήν Ἱερά Μονή
Βατοπεδίου. Ἔγινε μέ λαμπρότητα δεκτή καί, εἴτε
ἀπό ταπεινοφροσύνη εἴτε κατά θεία οἰκονομία,
εἰσῆλθε στόν Καθολικό Ναό ὄχι ἀπό τίς Βασιλικές
πῦλες, μέ εὐλάβεια καί κατάνυξη. Μόλις μπῆκε
ἀπό τή βόρεια μικρή πόρτα στόν νάρθηκα,
ξαφνικά ἀκούει δυνατή φωνή πού ἔλεγε:
«τί θέλεις ἐσύ ἐδῶ; ἐδώ εἶναι Μοναχοί καί σύ
εἶσαι γυναίκα. γιατί δίνεις αφορμή στόν ἐχθρό νά
τούς πολεμᾷ μέ πονηρούς λογισμούς; στάσου καί μή
προχωρήσεις μήτε ἕνα βῆμα, ἄν θέλεις τό καλό σου». Ἔντρομη ἡ Πλακίδια τά
ἔχασε ἀπό τό φόβο, γονάτισε καί ζήτησε ἔλεος.
Σέ ἀνάμνηση αὐτοῦ τοῦ θαύματος ἔκτισε τό παρεκκλήσι τοῦ ἁγίου Δημητρίου, καί
ἐκεῖ πού ἀκούστηκε ἡ φωνή διέταξε νά ἁγιογραφηθεῖ στόν τοῖχο εἰκόνα τῆς
Θεομήτορος, πρό τῆς ὁποίας ὡς σήμερα καίει ἀκοίμητη καντήλα.
Ἡ Εἰκόνα αὐτή ὀνομάζεται «Ἀντιφωνήτρια».

9
Ἡ βασίλισσα ἀνέφερε τό γεγονός στόν Ἀρκάδιο, ὁ ὁποίος ἀφιέρωσε Μετόχιο στή
Μονή, ἔδινε κατ’ ἔτος χρήματα καί θέσπισε νά μήν εἰσέρχονται γυναῖκες στό Ἅγιο
Ὄρος.
Οἱ Μοναχοί κράτησαν αὐτήν τήν ἀρχαία παράδοση καί δέν ἐπιτρέπουν τήν εἴσοδο
οὔτε σέ θηλυκά ζῶα. Αὐτόν τόν κανόνα τόν σεβάστηκαν ἀκόμη καί οἱ Τοῦρκοι
κατακτητές ἐπί 450 χρόνια.
Παλαιοί Πατέρες ἀναφέρουν μάλιστα ὅτι ὅταν κάποτε Τοῦρκοι ἀστυνομικοί θέλησαν
νά φέρουν τίς γυναῖκες τους καί ἔκαμαν τίς ἀπαιτούμενες ἐνέργειες (ἔγγραφο μέ
ὑπογραφές), προτοῦ νά ξεκινήσει ὁ ἀνώτερος τους ἀπό τή Δάφνη, πίνοντας τόν
καφέ του ἔπεσε κάτω καί πέθανε.
Οἱ άλλοι τά ἔχασαν καί ἔλεγαν στούς μοναχούς:
« Ἡ γυναίκα πού ἔχετε ἐδῶ δέν ἀφήνει νά φέρουμε τίς γυναῖκες μας».
Τόν νεκρό τόν ἔθαψαν καί ἀκολούθησε νεροποντή κατακλυσμιαία, ὥστε
παρασύρθηκε τό πτῶμα καί ξεβράστηκε στήν ἀπέναντι χερσόνησο.
Μέ αὐτόν τόν τρόπο ἔδειξε ἡ Παναγία ὅτι οὔτε καί νεκρό ἀκόμη δέχεται αὐτόν πού
τόλμησε νά παραβιάσει τό ἄβατο τοῦ Ἁγίου Ὄρους.

ΠΑΝΑΓΙΑ ΕΣΦΑΓΜΕΝΗ
Γιά τήν είκόνα αὐτή διηγοῦνται ὅτι πληγώθηκε ἀπό τό μαχαίρι ἑνός δύστροπου
ἱεροδιάκονου καί ἐκκλησιάρχη (ἐπιμελητή τῆς
ἐκκλησίας, νεωκόρου), ὁ ὁποῖος ἐξ αἰτίας δῆθεν
τοῦ διακονήματος του ἔφθανε πάντοτε
καθυστερημένος στήν Τράπεζα.
Σέ μιά παρόμοια περίπτωση ὁ τραπεζάρης
(ὑπεύθυνος τῆς τραπεζαρίας), ἀγανακτισμένος,
ἀρνήθηκε νά τοῦ δώσει φαγητό. Οἱ ταραγμένοι καί
ὀργισμένοι λογισμοί τοῦ ἐκκλησιάρχη στράφηκαν
ἐναντίον τῆς Θεοτόκου, πού ἐνῷ αὐτός τήν
ὑπηρετοῦσε, αὐτή δέν μεριμνοῦσε οὔτε γιά τήν
τροφή του. Κτύπησε λοιπόν τήν είκόνα τῆς
Παναγίας μέ τό μαχαίρι πού κρατοῦσε στό
πρόσωπο. Ἀπό τήν πληγή αὐτή ξεπετάχθηκε αἷμα, τό
πρόσωπο τῆς Παναγίας χλώμιασε,  ἐνῷ ὁ
ἱεροδιάκονος τυφλώθηκε καί ἔπεσε κάτω
φρενόληπτος ἀπό τόν ἔλεγχο τῆς συνείδησης, μένοντας στήν κατάσταση αὐτή τρία
χρόνια. Τότε χάρη στίς προσευχές τοῦ ἡγουμένου καί τῆς ἀδελφότητας, ἡ Παναγία
ἐμφανίστηκε στόν ἡγούμενο καί ἀνάγγειλε τήν θεραπεία του.
    Ὁ ἐκκλησιάρχης πέρασε τήν ὑπόλοιπη ζωή του σ´ ἕνα στασίδι ἀπέναντι ἀπό τήν
εἰκόνα θρηνώντας τό φοβερό ἁμάρτημά του καί πριν πεθάνει πῆρε τήν συγχώρηση
ἀπό τήν ἴδια τήν Παναγία, πού τοῦ ἀνάγγειλε ὅμως, όπως προηγουμένως καί στόν
ἡγούμενο, ὄτι τό βλάσφημο χέρι του θά ὑφίστατο παραδειγματική τιμωρία μετά
θάνατον. Πράγματι μέχρι σήμερα φυλάσσεται ἀναλλοίωτο καί κατάμαυρο κοντά στήν
εἰκόνα πού εἶναι τοποθετημένη στόν νάρθηκα τοῦ παρεκκλησίου τοῦ ἁγίου
10
Δημητρίου, το οποίο εἶναι ἐνσωματωμένο στό Καθολικό τῆς Ἱερᾶς Μεγίστης Μονῆς
Βατοπαιδίου.
    Ἡ θαυματουργή αὐτή εἰκόνα εἶναι τοιχογραφία τοῦ 14ου αἰῶνα. Γιά τό ἱστορικό
τῆς εἰκόνας αύτῆς γράφονται σέ χειρόγραφο τοῦ 17ου αἰῶνα, πού ἐπιγράφεται
«Προσκυνητάριον του Βατοπαιδίου» είς τό κεφάλαιον «Περί τῆς ἱερᾶς Εἰκόνος τῆς τό
ἔργον τῆς ὑπηρεσίας του, πῆγεν είς τόν τραπεζάρην τοῦ καιροῦ ἐκείνου ζητῶντας
του ὀλίγον ψωμί καί κρασί διά νά θεραπεύσει τήν πεῖναν ὁποῦ βιαίως τόν
ἐνοχλοῦσεν. Ἀλλ’ ὁ τραπεζάρης θυμωθείς διά τό παράκαιρον ζήτημα ἀπεδίωξεν
αὐτόν ἄδιδον ὀνειδίζωντάς τον ὡς ἀδιάκριτον καί κοιλιόδουλον, ὁπού τόν
ἐνοχλοῦσεν παράκαιρα. Τότε ὁ διάκονος ὀργισθείς κατά τοῦ τραπεζάρη καί μήν
ἠμπορώντας τί νά τοῦ κάμη εἰς ἐκδίκησην, ἐγύρισεν εἰς τήν ἐκκλησίαν θυμωμένος
καί κρατώντας τό μαχαίριον εἰς τό χέρι του ἔλεγεν, «ματαίως καί εὔκαιρα κοπιάζω
ὑπηρετώντας και κοπιάζωντας κάθε ἡμέραν φιλοκαλώντας και διακονῶν τήν
ἐκκλησίαν ταύτην, ἡμέραν καί νύκτα καί οὔτε κάν ψωμί καί ὀλίγον κρασί δέν μοῦ
δίνουσι νά θεραπεύσω τήν πείνα μου».
Καί ταῦτα λέγοντας, κινούμενος δέ καί ἐξ
ἐνεργείας τοῦ διαβόλου καί ἐρχόμενος ἕως
ἔμπροσθεν αὐτῆς τῆς εἰκόνος ἐσήκωσε τό
μαχαίρι, καί μέ χέρι τολμηρόν καί ἀνόσιον,
ἐκτύπησε τήν ἁγίαν ταύτην εἰκόνα εἰς τό
δεξιόν μάγουλον πλησίον τοῦ ὀφθαλμοῦ,
καί εὐθύς – ὧ τῶν θαυμασίων σου
Πανύμνητε Δέσποινα – ἤνοιξε πληγή καί
ἀνέβλυσεν ὡσάν ἀπό ζωντανόν σῶμα αἷμα
πολύ καί ἀπό τότε τήν ὠνόμασαν
Ἐσφαγμένην. Καί κτυπώντας του τό αἷμα
εἰς τούς ὀφθαλμούς ἐτυφλώθη τελείως ὁ δύστηνος καί βλέποντας ὁ ταλαίπωρος
τοιοῦτον παράδοξον τέρας ἔμεινε κλαίων τοιαύτην παρανομίαν καί ὀδυνώμενος
ἔπεσεν ἐκεῖ εἰς το ἔδαφος, ἐνώπιον τῆς ἁγίας εἰκόνος καί ἐθρήνει ἀπαρηγόρητα,
κτυπώντας τήν κεφαλήν είς τά μάρμαρα καί ἤλεγχεν τόν ἑαυτόν του ὡς φονέα καί
παράνομον καί ἄξιον μυρίων θανάτων.
    Καί μέτ’ ὀλίγην ὥραν ἔγινε φανερόν είς ὅλους τούς πατέρας τῆς Μονῆς τοῦτο τό
παράδοξον τερατούργημα καί ἔδραμον ὅλοι τους καί εἶδαν ὀφθαλμοφανῶς καί τήν
πληγήν τοῦ μαχαιρίου καί τό αἷμα ὁπού ἐχύθη ἀπό τήν Ἀγίαν εἰκόνα ἀκόμη ὑγρόν
καί τό μαχαίρι αἱματωμένον καί τόν εἰκονοκτόνον διάκονον κατά γῆς κείμενον καί
κατηγοροῦντα τόν ἑαυτόν του ὠς ἔνοχον θανάτου καί τρέμοντα ὡς σεληνιαζόμενον
καί παραλαλοῦντα ὡς δαιμονιζόμενον καί τήν μορφήν τῆς ἱερᾶς ἐκείνης είκόνος
μεταμορφωμένην καί ἀχνήν ὁμοίαν ἀνθρώπου φονευμένου καί ἐξεπλάγησαν καί
ἀπό τόν φόβο τους ἔμειναν ἅπαντες ἐκστατικοί. Τότε ὁ ἡγούμενος μέ ὅλην τήν
ἀδελφότητα ἔψαλλαν ὁλονυκτίους ἀγρυπνίας, δεήσεις τε καί παρακλήσεις πρός τήν
Ὑπεραγίαν Θεοτόκον ἵνα ἐξιλεώσει τόν δίκαιόν Της θυμόν καί νά θεραπεύσει ἡ
εὐσπλαχνία Της τό τοιοῦτον τολμηρόν παρανόμημα ὁπού ὁ δυστυχής ἐκεῖνος
διάκονος ἔπραξε.
Καί οὕτω μετά πολλάς ἡμέρας ὕστερον εἰσηκούσθη ἡ δέησις αὐτῶν καί ἐφάνη ἡ
Παντάνασσα Θεοτόκος εἰς ὀπτασίαν τῷ ἡγουμένῳ λέγουσα ὅτι ἀφέθη ἡ ἁμαρτία τῷ
11
διακόνῳ καί ἐθεραπεύθη ἀπό τόν σεληνιασμόν ὁπού τόν ἐσπάραττεν. Ἐκεῖνος δέ ὁ
ἄθλιος ποιήσας στασίδιον ἐνώπιον τῆς ἱερᾶς ἐκείνης εἰκόνος ἐστήκετον ἐκεῖ
ἀεννάως, χρόνους τρεῖς ὁλοκλήρους, κλαίων καί ὀδυρόμενος τήν μεγάλην του
ἀνομίαν, ἕως ὁπού καί αὐτός ἤκουσε παρά τῆς αὐτῆς ἐλεούσης εἰκόνος (ἥτις
ἐχάρισεν αὐτῷ καί τό φῶς τῶν ὀφθαλμῶν) τό «ἀφέθη ἡ ἁμαρτία σου» ὅμως τό
τολμηρόν σου χέρι νά μείνει ξηρόν ἐπί ζωῆς σου καί μετά θάνατον ἄλυτον». Τό
ὁποῖον καί ἐσυνέβη καί μετά τήν αὐτοῦ κοίμησιν, τό μέν σῶμα αὐτοῦ διελύθη ὅλον, ἡ
δέ πάντολμος χείρ αύτοῦ ἔμεινεν ἄσηπτος καί κατάξηρος. Καί φαίνεται ἕως τῆς
σήμερον εἰς ἕνα κουβούκλιον, ἤτοι συρτάριον, ὑποκάτωθεν τῆς ἁγίας ταύτης
εἰκόνος, μαρτυροῦσα προφανῶς τό τότε θαυμάσιον τό δέ ἐκχυθέν αἷμα φαίνεται εἰς
τό πρόσωπον ἐπάνω εἰς τήν πληγήν ἕως τῆς σήμερον. Ἡ Εἰκών αὐτή πηγάζει ἰάσεις
καί θεραπείας καθ’ ἑκάστην εἰς τούς προστρέχοντας μέτ’ εὐλαβείας πρός αὐτήν,
δεικνύουσα ὅτι ἡ τιμή τῆς εἰκόνος διαβαίνει είς τό πρωτότυπον, παρά τοῦ ὁποίου
ἔρχεται ἡ ἁγιαστική χάρις είς τούς εὐλαβεῖς καί οὕτω ἐξεναντίας ἡ θεία δίκη παιδεύει
τούς ἀτάκτους καί ἀνευλαβεῖς τῶν ἱερῶν είκόνων, εἰς παράδειγμα καί σωφρονισμόν
τῶν μεταγενεστέρων καί δόξαν τῆς Θεομήτορος. Ἀνάπτει δέ ἔμπροσθεν αὐτῆς
ἀεννάως κανδήλιον ἀργυροῦν ἕν, καί λαμπάς ἀκοίμητος».

3) Ι.Μ. Ιβήρων
Ἡ τρίτη στήν τάξη τῶν 20 ἁγιορείτικων μονῶν, κτίστηκε στήν θέση ὅπου κατά τήν
παράδοση ἀποβιβάστηκε ἡ
Παναγία λόγω θαλασσοταραχῆς,
ὄταν πήγαινε μέ τόν εὐαγγελιστή
Ἰωάννη στήν Κύπρο. Στήν εἴσοδο
τῆς Μονῆς ὑπάρχει είκόνα πού
ἀπεικονίζει τήν ἀποβίβαση τῆς
Παναγίας. Ἐκείνη βλέποντας την
ὡραιότητα τοῦ τοπίου ζήτησε
ἀπό τόν Υίό Της νά τῆς χαρίσει
ένα μέρος ἀπό αυτό. Τότε
ἀκούστηκε ἡ φωνή τοῦ Χριστοῦ:
«Τοῦτος ὁ τόπος ἔσται
περιβόλαιον τό σόν καί λιμήν τῶν
θελόντων σωθῆναι». Ἔτσι τό Ὄρος πήρε τό ὄνομα «Τό περιβόλι τῆς Παναγίας».
Ἡ Μονή κτίστηκε τέλος τοῦ 10ου αἰῶνα , λίγο μετά τήν ἵδρυση τῆς Λαύρας καί τοῦ
Βατοπαιδίου. ἀπό τόν ἄγιο Ἰωάννη τόν Ἴβηρα. Μοιάζει πολύ μέ μεσαιωνικό κάστρο,
περιβαλλόμενη ἀπό πυκνό δάσος. Ἔχει ἴσως τούς περισσότερους θησαυρούς άπό
κάθε ἄλλη μονή. Μεταξύ αὐτῶν εἶναι και ἡ είκόνα τῆς
ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΠΟΡΤΑΪΤΙΣΣΑΣ

12
Θεωρεῖται μία ἀπό τίς πιό θαυματουργές εἰκόνες. Τά
τάματα πού γίνονται γιά τήν χάρη της σέ καθημερινή
βάση ἀπό τήν Ἑλλάδα, ἀλλά καί ὅλο τόν κόσμο εἶναι
πάρα πολλά.
Κατά τήν παράδοση εἶναι έργο τοῦ Εὐαγγελιστῆ
Λουκᾶ. Ἔχει διαστάσεις 137 ἑκατοστά ὕψος καί 94
πλάτος, τό δέ βάρος 96 κιλά, μαζί μέ τά ἀναθήματα
καί τά λοιπά. Ἡ αὐστηρή ἔκφραση τοῦ ἱεροῦ
προσώπου Της, τονιζόμενη ἀπό τήν ἐπιβλητική,
καθηλωτική ματιά Της, προξενεί τό δέος.
Δόθηκε τό προσωνύμιο τοῦτο στήν Παναγία, ἐπειδή
εἶναι τοποθετημένη ἡ ἱερά εἰκόνα στό ὁμώνυμο
παρεκκλήσιο, δίπλα στην πόρτα τῆς μονῆς.
Αὐτή ἡ εικόνα ἦταν κτῆμα μιᾶς εὐλαβοῦς χήρας στή
Νίκαια, ὅταν εἰκονομάχοι στρατιῶτες τήν ἀνακάλυψαν
στό σπίτι της,
μπροστά ἀπ’ τήν ὁποία ἔκαιγε ἀκοίμητη καντήλα.
Μέ τήν ὑπόσχεση χρημάτων ἡ σώφρων χήρα πῆρε
μιά μέρα παράταση καί τή νύχτα έριξε, μέ τό γιό
της μαζί, τήν Εἰκόνα στή θάλασσα, ἡ οποία ξαφνικά
στάθηκε ὄρθια καί ἔπλεε πρός τήν Ἑλλάδα.
Ἐκεῖνος ὁ γιός, γιά νά μή τόν συλλάβουν, ἦρθε στή
Θεσσαλονίκη καί μετά στό Ἅγιο Ὄρος. Κανείς δέν
ξέρει ποῦ βρισκόταν 170 χρόνια ἡ Εἰκόνα, ἀπ’ τό
829 πού ἔπεσε στή θάλασσα ὡς τό 1004 πού
βγῆκε στήν Ἱβήρων.
Κάθονταν οἱ παλαιοί ἅγιοι Γέροντες τῆς Ἰβήρων καί
μιλοῦσαν περί σωτηρίας ψυχῆς, ὅταν ξαφνικά
βλέπουν μέσα στή θάλασσα μιά λάμψη.
Μαζεύτηκαν ὅλοι οἱ Μοναχοί τοῦ Ὄρους, καί μέ
βάρκες θέλησαν νά πᾶνε στό περίεργο καί
θαυμαστό σημεῖο. Μπόρεσαν μόνο νά διακρίνουν
ὅτι ἦταν μία εἰκόνα τῆς Θεοτόκου, διότι όσο
πλησίαζαν τόσο η εικόνα ἀπομακρυνόταν. Ὁπότε
οἱ Πατέρες συγκεντρώθηκαν στήν Ἐκκλησία καί
ἱκέτευαν θερμῶς τόν Πανάγαθο νά τούς ἐπιτρέψει νά πάρουν τήν ἁγία Εἰκόνα.
Πράγματι ὁ Θεός ἄκουσε τή δέηση τους καί ἀπάντησε ὡς ἑξῆς:
Ἔξω ἀπ’ τό Μοναστήρι ἀσκήτευε κάποιος μοναχός Γαβριήλ ἀπό τήν Ἱβηρία. Ἦταν
ἁπλός, ἀναχωρητής, ἀδιαλείπτως ἔλεγε «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με τόν
ἁμαρτωλό καί ὁ Θεός ἰλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ». Ἡ τροφή του ἦταν τά βότανα τοῦ
βουνοῦ καί ποτό του τό νερό καί μέρα-νύχτα προσευχόταν στον Θεό. Ἐνῷ
προσευχόταν, νύσταξε λίγο, έκλεισε τά μάτια του καί βλέπει τήν ἁγία Θεοτόκο μέ
ἰδιαίτερη λαμπρότητα καί τοῦ λέει «πήγαινε στό Μοναστήρι σου καί πές στόν
ἡγούμενο ὅτι ἦρθα γιά νά τούς δώσω τήν εἰκόνα μου, μετά βάδισε στή θάλασσα, γιά

13
νά γνωρίσουν ὅλοι τήν ἀγάπη καί πρόνοια πού ἔχω στό Μοναστήρι σας». Μόλις
εἶπε αὐτά ἡ Παναγία, χάθηκε ἀπ’ τά μάτια τοῦ Γαβριήλ.
Αύτός πῆγε στό Μοναστήρι, εἶπε τό νέο καί οἱ Πατέρες μέ πομπή καί Θεομητορικούς
ὕμνους πῆγαν πρός τήν παραλία. Ὁ Γέρων Γαβριήλ περπάτησε λίγο στή θάλασσα
καί ἀμέσως ἡ εἰκόνα ἦρθε στήν ἀγκαλιά του. Οἱ Πατέρες μέ πολλή εὐλάβεια καί χαρά
τήν ὑποδέχτηκαν καί ἔκαμαν ὁλονύκτιες ἀγρυπνίες καί δεήσεις καί Λειτουργίες ἐπί
τρία μερόνυχτα, γιά νά εὐχαριστήσουν τόν Θεό καί τήν Παναγία. Τήν ἔβαλαν στό
ναό τῆς Μονῆς, ἀλλά ἐκείνη ἔφευγε καί στεκόταν πάνω ἀπό τήν πύλη τοῦ
Μοναστηριοῦ. Αὐτό ἐπαναλήφθηκε πολλές φορές, ὥσπου ξαναπαρουσιάστηκε ἡ
Παναγία στόν Γέροντα Γαβριήλ καί τοῦ λέει:
«Πές στόν ἡγούμενο νά παύσετε νά μέ πειράζετε, διότι δέν ἦρθα στό Μοναστήρι γιά
νά μέ φυλᾶτε σεῖς, ἀλλά ἦρθα γιά νά γίνω ἐγώ φύλακας καί φρουρός σας καί σ’
αὐτήν καί στήν μέλλουσα ζωή .Ὡς ἐπιβεβαίωση τῶν λόγων μου σᾶς δίνω αὐτό τό
σημεῖο, ὅσο βλέπετε τήν εἰκόνα μου στό Μοναστήρι σας, δέν θά λείψει ἀπ’ τό Ὄρος
τοῦτο ἡ χάρις καί τό ἔλεος τοῦ Υἱοῦ μου καί Θεοῦ».
Ὁ θεοφόρος πατήρ Γαβριήλ ἔρχεται βιαστικά στο Μοναστήρι καί τά ἀναφέρει στόν
ἡγούμενο ὁ ὁποῖος συνάθροισε τήν ἀδελφότητα καί διατάζει νά κτισθεί στήν εἴσοδο
τῆς Μονῆς εἰδικό παρεκκλήσιο γιά τήν φύλακα τῆς Μονῆς θαυματουργή Εἰκόνα. Ἡ
ἁγία αυτή εἰκόνα φέρει στό κάτω μέρος τῆς σιαγόνος τῆς Θεοτόκου μία οὐλή ἀπό τό
μαχαίρι ἑνός πειρατῆ. Ἀπό τήν οὐλή αύτή ἔρευσε αἷμα, τό ὁποῖο πηγμένο διακρίνεται
καί σήμερα ἐπάνω στήν εἰκόνα.
4) Ι.Μ. Χιλανδαρίου ἤ Χελανδαρίου ( Σερβική)
Ἡ 4η στην ἰεραρχία τῶν
μοναστηριῶν,ἱδρύθηκε τον 10ο
αἰῶνα ἀπό τόν Χελανδάριο ένῷ
ἄλλοι δέχονται την ἐτυμολογία τῆς
λέξης ἀπό το βυζαντινό πλοῖο
«χελάνδιο». Ἀνῆκε αρχικά στη
Μονή Βατοπαιδίου ἀλλά μετά την
ἐρήμωσή της παραχωρήθηκε ἀπό
τον αὐτοκράτορα Ἀλέξιο Γ΄ στούς
Σέρβους ἡγεμόνες Στέφανο
Νεμάνια καί το γιό του Ράστκο που
ἔγιναν μοναχοί με ὄνομα Συμεών
και Σάββας ἀντίστοιχα ( οἱ
δημοφιλέστεροι ἄγιοι τῆς Σερβίας). Τό μοναστήρι πού κάηκε πολλές φορές, εἶναι
από τίς μεγαλύτερες σέ ἔκταση και πλουσιότερες σε κειμήλια μονές και ἀποτελεῖ το
κύριο πνευματικό κέντρο τῶν Σέρβων από τον 12ο αἰῶνα μέχρι σήμερα. Στίς είκόνες
του ξεχωρίζει ή είκόνα τῆς

ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΡΙΧΕΡΟΥΣΑΣ

14
Ἡ θαυματουργός εἰκόνα τῆς Παναγίας
Τριχερούσας ἀποτελοῦσε οἰκογενειακό
κειμήλιο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Δαμασκηνοῦ, ὁ
ὁποῖος μέ
ευλάβεια τήν
φύλαγε στό
παρεκκλήσιο
τοῦ σπιτιοῦ
του. Ὁ Ἄγιος
Ἰωάννης ὁ
Δαμασκηνός
ἦταν ὁ πρῶτος
σύμβουλος τοῦ
Οὐάλιδ τά ἔτη
705-715,
χαλίφη τῆς
Συρίας, γιά ὅλα
τά ἀναγκαῖα θέματα, πού ἀφοροῦσαν τόν Χριστιανικό
πληθυσμό τῆς περιοχῆς αὐτῆς.
Ἀκριβῶς ἐκείνη τήν ἐποχή, ὅταν Αὐτοκράτορας τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἦταν ὁ
Λέων Γ΄ ὁ Ἵσαυρος, ξέσπασε ἡ Εἰκονομαχία. Ἡ προσκύνηση τῶν Ἱερῶν Εἰκόνων
ἐθεωρεῖτο εἰδωλολατρία. . Ὁ Ἄγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ἀναδείχθηκε θερμός
ὑποστηρικτής τῶν ἁγίων εἰκόνων καί μέ τά συγγράμματά του κατατρόπωσε τήν
αἵρεση τῆς εἰκονομαχίας. Ὁ Αὐτοκράτορας ὁ Λέων ὁ Γ’ προκειμένου νά ἀπαλλαγεί
ἀπό τήν παρουσία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Δαμασκηνοῦ, τόν συκοφάντησε στό
χαλίφη Οὐάλιδ μέ τήν κατηγορία, ὅτι σκέπτεται νά τοῦ γράψει νά καταλάβει κρυφά
τήν Δαμασκό.
Ὁ χαλίφης διέταξε νά συλληφθεί ἀμέσως ὁ Ἄγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός καί νά
τοῦ κοπεῖ τό δεξί χέρι μέσα στήν πλατεία τῆς Δαμασκοῦ. Ἡ διαταγή ἐκτελέστηκε
ἀμέσως. Ὁ Ἅγιος ἔλαβε τό κομμένο χέρι του καί ὅλη τή νύχτα ἱκέτευε την Παναγία
γονατισμένος νά τόν θεραπεύσει προκειμένου νά συνεχίσει τόν σκληρό ἀγῶνα του
ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας. Κατάκοπος, ὅπως ἦταν, ἀποκοιμήθηκε γιά λίγο καί τότε εἶδε
σέ ὅραμα τήν Παναγία μέσα ἀπό τήν ἁγία Εἰκόνα της νά τοῦ λέει, ὅτι ἀπό τώρα καί
στό ἑξῆς τό χέρι του θά εἶναι θεραπευμένο.
   Ὁ Ἅγιος ξύπνησε καί εἶδε πραγματικά, ὅτι τό χέρι του εἶχε ἀποκατασταθεῖ καί ἦταν
ὑγιές. Ἀπό τή χαρά του φρόντισε καί ἔβαλε ἀργυρό ὁμοίωμα τοῦ χεριοῦ του κάτω
από τό ἀριστερό μέρος τῆς Είκόνας τῆς Παναγίας. Ἕνεκα τούτου τοῦ περιστατικοῦ, 
ὀνομάστηκε ἡ Εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Τριχερούσας. Μετά ἀπό τό θαυμάσιο -
θαυματουργικό αὐτό γεγονός ὁ Ἄγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ἀποφασίζει νά
ἐγκαταλείψει τίς θέσεις αύτές καί νά γίνει μοναχός στή Λαύρα τοῦ Ἁγίου Σάββα τοῦ
Ἡγιασμένου στήν Παλαιστίνη. Μαζί του εἶχε καί τήν Ἁγία Εἰκόνα τῆς Τριχερούσας.
    Τό ἔτος 1217 ὁ Ἅγιος Σάββας ὁ Χιλανδαρηνός, υἱός τοῦ Βασιλέως τῆς Σερβίας
Στεφάνου Νεμάνια, τοῦ μετέπειτα ὀνομασθέντος Συμεών, περνώντας ἀπό τήν Ἱερά
Μονή τοῦ Ἀγίου Σάββα τοῦ ¨Ηγιασμένου, πῆρε μαζί του τήν Εἰκόνα τῆς Παναγίας

15
τῆς Γαλακτοτροφούσης, καί τήν Εἰκόνα τῆς Παναγίας Τριχερούσας καί τά μετέφερε
στήν Ἱερά Μονή Χιλανδαρίου τοῦ ἁγίου Όρους, ὅπου ἡ εἰκόνα παρέμεινε μέχρι τό
ἔτος 1347. Τότε πῆγε στό ἅγιον Όρος ὁ Σέρβος Κράλης Δρούσαν, ὁ ὁποῖος ὅταν
ἀναχώρησε γιά τήν πατρίδα του, πῆρε τήν εἰκόνα τῆς Τριχερούσας ὡς εὐλογία. Ἡ
εἰκόνα φιλοξενήθηκε στήν Ιερά Μονή Στουντενίτσης τῆς Σερβίας.
Ὅταν στίς ἀρχές τοῦ 15ου αἰῶνα οἱ Σέρβοι πληροφορήθηκαν ὅτι κινδυνεύουν νά
ὑποδουλωθοῦν στούς Τούρκους, ἀμέσως παίρνουν τήν Εἰκόνα τῆς Παναγίας
Τριχερούσας ἀπό τό Σερβικό Μοναστήρι καί τήν τοποθετοῦν στή ράχη ἑνός
γαϊδάρου καί ἀφήνουν τό ζῶο ἐλεύθερο νά τό ὁδηγήσει, ὅπου ἡ Παναγία θελήσει.
Και πράγματι, κατά θαυματουργικό τρόπο, τό ἥσυχο αυτό ζῶο διέσχισε ὅλη τή
Σερβία, τήν Ἑλληνική περιοχή τῆς Μακεδονίας καί ἦρθε στό Ἅγιον Ὄρος, στήν ἱερά
Μονή Χιλανδαρίου, όπου οἱ μοναχοί τήν ὑποδέχθηκαν μέ τιμές καί λιτανεῖες. Τό
ευλογημένο αὐτό γαϊδουράκι, σύμφωνα μέ τήν ἱερή παράδοση, μόλις τοποθετήθηκε
ἡ Εἰκόνα στό Ἱερό τοῦ Μοναστηριοῦ, ἔπεσε νεκρό.
    Μέχρι σήμερα ἠ ἁγία αὐτή εἰκόνα τῆς Παναγίας Τριχερούσας θεωρεῖται ὡς ἡ
Ἡγουμένη – Πολιοῦχος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Χιλανδαρίου καί Προστάτης τοῦ Σέρβικου
Ὀρθόδοξου λαοῦ. Αὐτή καθαυτή ἠ ἁγία Εἰκόνα εἶναι ἡ πλέον ἄριστα διατηρημένη
παλαιά Βυζαντινή εἰκόνα τῆς Θεοτόκου. Τό πρόσωπο τῆς Μητέρας τοῦ Θεοῦ εἶναι
τόσο παραστατικό καί τό βλέμμα Της τόσο γλυκύ, ὥστε προκαλεῖ μεγάλο δέος καί
συγκίνηση σέ ὅσους τήν προσκυνοῦν. Ἡ εἰκόνα γιά λόγους προστασίας καί
μεγαλοπρέπειας φέρει ἕνα χρυσό ἐπικάλυμμα - πουκάμισο πάνω στό ὁποῖο εἶναι
ἐπικολλημένοι πέντε χιλιάδες πολύτιμοι λίθοι.
5) Ι,Μ.Διονυσίου

Πρόκειται γιά ἕνα από τά πιό τολμηρά ἀρχιτεκτονικά σύνολα, στηριγμένο σέ στενό
καί ἀπόκρημνο βράχο, πού υψώνεται 80 μέτρα κατακόρυφα ἀπό τη θάλασσα. Εἶναι
γνωστή ὡς Νέα Πέτρα. Ὁ χῶρος στό έσωτερικό εἶναι ἰδιαίτερα περιορισμένος, Ἔχει
ὅμως ἐκτός ἀπό τόν κεντρικό ναό καί πλῆθος παρεκκλήσια καί τόν ἀμυντικό πύργο
πού κατά καιρούς χρησίμευε γιά τή φύλαξη τῆς πολύτιμης βιβλιοθήκης τῆς μονῆς.

16
Άνάμεσα στις πολλές είκόνες της εἶναι καί ἡ θαυματουργή είκόνα τῆς Παναγίας τοῦ
Άκαθίστου Ὕμνου.

ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΩΝ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΩΝ ή του ΑΚΑΘΙΣΤΟΥ


Ἀπό τίς πολυτιμότερες εἰκόνες τῆς Παναγίας εἶναι τῶν «Χαιρετισμῶν» ἤ τοῦ
«Ἀκαθίστου» πού βρίσκεται στήν Ἱερά Μονή Διονυσίου Ἁγίου ὄρους.
Εἶναι ἀπό τίς πιό παλαιές εἰκόνες χρονολογικά ἐνῷ στό  Ἄγιον Ὄρος εἶναι ἡ
ἀρχαιότερη εἰκόνα. Εἶναι κατασκευασμένη ἀπό
κηρομαστίχα καί μέ μύρο περιρρεομένη καί στό πίσω
μέρος σέ ἀργυρή πλάκα, εἰκονίζονται ὁ Αὐτοκράτορας
Ἀλέξιος ὁ Γ΄ ὁ Κομνηνός καί ὁ ὅσιος Διονύσιος ὁ
κτήτορας τῆς Μονῆς καί εἶναι γραμμένο τό ἑξῆς:
«Αὕτη ἡ εἰκών ἡ Θαυματουργός ἐστί τήν ὀποίαν βάσταξε
Σέργιος ό Πατριάρχης περιερχόμενος τά τείχη τῆς
Κωνσταντινουπόλεως έδἰωξε τούς πολεμίους καί τήν
ὁποίαν ό Αυτοκράτωρ Ἀλέξιος ἰδιοχείρως ἐδώρησε τῷ
Ἁγίῳ Διονυσίῳ».
Εἶναι λοιπόν ἐκείνη τήν ὁποίαν ὁ Σέργιος κατά την
ἱστορική ἐκείνη βραδιά τοῦ 626 κρατῶντας την
περιήρχετο μαζί μέ κλῆρο καί λαό τά τείχη τῆς
Κωνσταντινουπόλεως καί ἐμψύχωνε τό λαό καί τόν
ὀλιγάριθμο στρατό πού υπεράσπιζε την Πόλη. Εἶναι
ἱστορικά παραδεκτό ὅτι ὑπερφυσική δύναμη κατατρόπωσε τούς πολυάριθμους
Σκύθες καί Αβάρους.
Δέν μπορεῖ διαφορετικά νά ἐξηγηθεῖ ἀφοῦ ὁ στρατός μέ τόν Ἡράκλειο εἶχε
ἐκστρατεύσει πρός τήν Περσία. Οἱ πολέμιοι μέ ἀρχηγό τόν Χαγάνο ἔφθασαν
ἐπιθετικοί καί μέ στρατό καί στόλο πολιόρκησαν τά στενά καί τήν ξηρά καί
ἀπειλοῦσαν. 
Ὁ Χαγάνος παρασπόνδησε σέ μιά συνθηκολόγηση μέ τήν Πόλη γιά νά λύσει τήν
πολιορκία καί μέ αὐθάδεια καί σαρκασμό εἰρωνεύτηκε τούς πιστεύοντες στὀ Θεό
Βυζαντινούς: «Μή σᾶς γελάει ὁ θεός σας, ἐγώ αὔριο θά εἶμαι κύριος τῆς πόλεὠς
σας». Ἡ ἀπάντηση ἐπηρέασε τό ἠθικό καί ἔφερε ταραχή, φόβο καί ἀπελπισία στίς
καρδιές τῶν πολιορκημένων.Τή χαλύβδωση τοῦ ἠθικοῦ ἦλθε νά ἐπιφέρει ή
θαρραλέα παρουσία τοῦ γενναίου Πατριάρχου Σεργίου.
«Στην Παναγία όλοι μας με θέρμη ψυχής ἄς
προσευχηθοῦμε».
Πραγματικός συναγερμός καί ἐνθουσιασμός
συνέβηκε τότε: 
Ο Πατριάρχης, ὁ Κλῆρος καί ὁ Λαός, μιά φωνή, μιά
ψυχή, ξεχύθηκε στούς δρόμους καί στά τείχη μέ τά
ἱερά κειμήλια στά χέρια. O Πατριάρχης, ζωντανός
και άκαμπτος, κρατοῦσε ὑπερυψωμένη τούτη τήν
Εἰκόνα καί ἔδινε δύναμη καί θάρρος.

17
Τότε συνέβηκε ένα από τα μεγαλύτερα θαύματα και ὑπερφυσικά γεγονότα τῆς
πίστεως. Τρομαγμένοι οἱ ἐπιτιθέμενοι ἐχθροί ἄκουγαν θόρυβο σάν χιλιάδες στρατός
νά επιτίθετο ἐναντίον τους πού ἔφερνε ὄλεθρο καί καταστροφή στίς τάξεις τους.
Ξαφνικά καί ἀπροσδόκητα, ἀπό διῶκτες ἔγιναν διωκόμενοι.
Χιλιάδες πτώματα στρώθηκαν στή γῆ, πανικόβλητοι ὄσοι εἶχαν ἀπομείνει τράπηκαν
σέ φυγή γιά νά σωθοῦν μακριά ἀπό τήν Πόλη, φωνάζοντας ἀπεγνωσμένα μεταξύ
τους: 
«Ποῦ βρέθηκε, ποῦ ἦταν κρυμμένος τόσος στρατός;».
Όμως στρατός δέν ὑπῆρχε.Ἡ ἱστορική παράδοση ὁμιλεῖ γιά ἕνα ἀνεξήγητο μέγα
θόρυβο καί ἀνεμοστρόβιλο πού ἔφερε πανικό καί καταστροφή.
Ἐκτός ἀπό τά πτώματα νεκρῶν πού βρίσκονταν σκόρπια ἔξω ἀπό τά τείχη,
συντρίμμια είχαν γίνει τα εχθρικά πλοῖα.Τότε ό Πατριάρχης Σέργιος μέσα σέ
ἀνέκφραστα χαρμόσυνα συναισθήματα βάδισε μέ τόν κλῆρο καί τό λαό πρός τήν
Παναγία τῶν Βλαχερνῶν. 
Ἐκεῖ, ἐντός τοῦ Ναοῦ, ὅπου βρέθηκαν οἱ πιστοί ἀρχῆς γενομένης ἀπό τόν
Πατριάρχη ὁ ὁποῖος ἄρχισε νά ψάλλει γιά πρώτη φορά τό:
«Τῇ Ύπερμάχῳ Στρατηγῷ τά νικητήρια κ.λπ.».
Καί στή συνέχεια, όλοι μαζί τή νύκτα ἐκείνη «όρθοστάδην τόν ὕμνο τῇ τοῦ Θεοῦ
Μητρί γηθοσύνως έμελπαν».
Γιά αὐτό τό Θαυμάσιο πνευματικό ἄσμα τῶν «Χαιρετισμῶν», ὀνομάσθηκε
«Ἀκάθιστος Ὕμνος».

6) Ι.Μ. Κουτλουμουσίου
Βρίσκεται 500 μέτρα ἀπό το κέντρο των
Καρυῶν. Πῆρε τό ὄνομά της ἀπό τόν
δεύτερο ἱδρυτή της , τόν Κουτλουμούς ἀπό
τήν ἐκχριστιανισμένη δυναστεία τῶν
Σελτζουκιδῶν , ἐνῷ ἀναφέρεται ἤδη σέ
ἔγγραφο τοῦ 1169 μέ αὐτό τό ὄνομα. Ἔχει
καεῖ τουλάχιστον τέσσερεις φορές. Εἶναι
τυπικό δεῖγμα τῆς Ἀθωνικῆς ἀρχιτεκτονικῆς
και ἔχει ἑπτά παρεκκλήσια στό έσωτερικό
της μέ πιό ὀνομαστό βέβαια αὐτό τῆς
Φοβερᾶς Προστασίας .
ΦΟΒΕΡΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ
Στή νοτιοδυτική γωνία τοῦ μοναστικοῦ συγκροτήματος
τῆς Ι.Μ. Κουτλουμουσίου βρίσκεται ὁ Πύργος, πού εἶναι
κτίσμα τοῦ 1508, μέ τόν ὁποῖο συνδέεται τό Παρεκκλήσιο
τῆς «Φοβερᾶς Προστασίας», τό ὁποῖο εἶναι
ἐνσωματωμένο στό ἀριστερό μέρος τῆς λιτῆς τοῦ
καθολικοῦ, καί λέγεται «κυριακό παρεκκλήσιο». Κτίσθηκε
τό 1733. Σ’ αυτό φυλάσσεται αὐτή ἡ θαυματουργός

18
εἰκόνα τῆς Παναγίας, δημιούργημα τοῦ 13ου αἰῶνα. Σ’ αὐτήν ἡ Παναγία κρατᾷ τό
Χριστό στό ἀριστερό της χέρι, ένῷ τό βλέμμα της εἶναι στραμμένο καί κοιτάζει τόν
άγγελο, ὁ ὁποῖος κρατεί τά σύμβολα τοῦ Πάθους. Γύρω ἀπό τά πρόσωπα τῆς
Παναγίας καί τοῦ Χριστοῦ εἰκονίζονται διάφορες μορφές προφητῶν .
Ἡ θαυματουργός εἰκόνα τῆς Παναγίας “Φοβερᾶς Προστασίας” ἦταν τό μόνο
ἀντικείμενο πού σώθηκε ἀπό μιά φοβερή πυρκαγιά, ἡ οποία κατέστρεψε
ὁλόκληρο, ἕνα μετόχι τῆς Μονῆς
Κουτλουμουσίου στήν Κρήτη. Μεταφέρθηκε
ἔκτοτε λοιπόν στόν Ἄθωνα, ὅπου
ἐξακολουθεῖ νά ἐπιτελεῖ πολλά θαύματα,
ὅπως λένε οἱ πατέρες τῆς Μονῆς καί ἀρκετοί
προσκυνητές. Γιά τήν ὀνομασία τῆς εἰκόνας
αύτῆς ὑπάρχει τό ἀκόλουθο περιστατικό: σέ
μιά ἐπιδρομή πειρατῶν, οἱ μοναχοί
βρέθηκαν σέ πολύ δύσκολη θέση καί
κατέφυγαν στήν Παναγία. Μπροστά στήν
εἰκόνα αὐτή μέ θέρμη παρακάλεσαν γιά τήν προστασία τους. Ἡ Παναγία τότε
κατέστησε τή Μονή «ἀόρατη» στά μάτια τῶν ἐπιδρομέων, ἐνῷ στή συνέχεια
διασκορπίστηκαν καί ἔφυγαν ἄπρακτοι ὄχι μόνο ἀπό τό χῶρο τοῦ μοναστηριοῦ
ἀλλά καί ἀπό ὅλο τό Περιβόλι τῆς Παναγίας. Ὅλοι μίλησαν τότε γιά παρέμβαση
τῆς Παναγίας. Ἡ εικόνα τῆς Παναγίας ἔκτοτε ὀνομάστηκε Φοβερά Προστασία.
7) Ι.Μ. Παντοκράτορος
Ἀφιερωμένη στή Μεταμόρφωση του Σωτῆρος, ἡ Μονή εἶναι κτισμένη δίπλα στη
θάλασσα και ἱδρυτές της
ἦταν δύο βυζαντινοί
ἀξιωματοῦχοι,ό Ἀλέξιος
( μέγας στρατοπεδάρχης) και
ὀ ἀδελφός του Ἰωάννης
( μέγας πριμηκύριος) γύρω
στό 1350. Άνάμεσα στά
δῶρα πού ἔκαναν τά δυό
ἀδέλφια στή Μονή εἶναι καί ἡ
εἰκόνα τοῦ Παντοκράτορος
πού βρίσκεται στο Μουσεῖο
Ἑρμιτάζ της Πετρούπολης,
στην Ρωσία. Ἡ Μονή κάηκε
πολλές φορές, κατά το
παρελθόν ἀπέκτησε πολλά μετόχια στη Ελλάδα, τη Μ. Άσία και τη Βλαχία ,
σήμερα ὄμως δεν κατέχει κανένα. Ἔχει σαν κύριο ἐξάρτημα τή Σκήτη τοῦ
Προφήτη Ἡλία. Τό τέμπλο τοῦ Καθολικοῦ εἶναι ίσως τό ἀρχαιότερο τοῦ Ἁγίου
Ὄρους, καί ὠς ἐφέστια είκόνα τῆς Μονῆς τιμᾶται ἡ

ΠΑΝΑΓΙΑ ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ

19
Ἡ Παναγία ἡ Γερόντισσα βρίσκεται στόν ἀριστερό κίονα
τοῦ καθολικοῦ τῆς Μονῆς. Στήν εἰκόνα αὐτή ἡ Παναγία
ἀναπαριστᾶται ὄρθια σέ στάση δέησης μέ μεγάλη
γλυκύτητα καί ὡραιότητα στά χαρακτηριστικά της.
Ἡ εἰκόνα αὐτή εἶναι δωρεά τοῦ Αὐτοκράτορα Ἀλεξίου
Κομνηνού τοῦ Α’ καί εἶναι ἀντίγραφο ψηφιδωτῆς εἰκόνας
τῆς Παναγίας τῆς Γοργοεπηκόου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς
Παντοκράτορος Κωνσταντινουπόλεως.
Ἡ εἰκόνα θεωρείται θαυματουργή. Ἀκόμα καί τό ὄνομα
«Γερόντισσα» ὀφείλεται σέ ἕνα θαῦμα: Κάποτε ἕνας
εὐσεβής γέροντας τῆς Ἱερᾶς Μονῆς ἦταν βαριά ἄρρωστος
καί ἡ ὥρα τῆς κοιμήσεώς του πλησίαζε. Ὁ ίδιος
προετοιμαζόταν μέ προσευχή γιά τήν ὥρα αὐτή καί ὁ
Κύριος τοῡ ἀποκάλυψε τήν ἀκριβῆ ὥρα τοῦ θανάτου. Τότε
αυτός κάλεσε τόν ἱερέα τῆς Μονῆς νά τόν κοινωνήσει,
ἀφοῦ ἡ ὥρα του πλησίαζε.
Ὅμως ο ἱερέας ἀργοῦσε καί ὁ ἄρρωστος γέροντας θά
πέθαινε χωρίς νά κοινωνήσει, παρά τήν θαυματουργή
ἀποκάλυψη. Τότε ἀπό τήν εἰκόνα τῆς Παναγίας
ἀκούστηκε μια βροντερή φωνή νά ρωτᾷ τόν ἱερέα γιατί δέν
κάνει ὑπακοή στόν μελλοθάνατο γέροντα. Ὁ ἱερέας
ἀκούγοντας τήν φωνή τῆς Παναγιᾶς ἔντρομος ἔσπευσε νά κοινωνήσει τόν γέροντα,
Ὁ ὁποῖος μετά ἀπό λίγο ἐκοιμήθη. Ἔκτοτε καλοῦν τήν εἰκόνα αὐτή «Γερόντισσα»
ἀφοῦ μεσολάβησε γιά τήν ἐκπλήρωση τῆς τελευταίας ἐπιθυμίας τοῦ εὐσεβοῦς
γέροντα.
Ἡ παράδοση ἀναφέρει καί ἄλλα θαυματουργά γεγονότα πού συνέβησαν:
Ἡ Ι. Μ. Παντοκράτορος εἶχε σχεδιαστεῖ νά γίνει
σέ διαφορετικό σημεῖο ἀπό αὐτό πού βρίσκεται
σήμερα. Ὅμως κατά τήν διάρκεια τῆς
κατασκευῆς της τά ἐργαλεῖα τῶν οἰκοδόμων
ἐξαφανίζονταν μυστηριωδῶς καί ἐμφανίζονταν
σέ ἄλλο σημεῖο μαζί μέ τήν εἰκόνα τῆς Παναγίας!
Τότε ὅλοι κατάλαβαν πώς τό θέλημα τῆς
Παναγίας ἦταν νά χτιστεῖ τό μοναστήρι στό
σημείο αὐτό, ὅπως καί ἔγινε.

Σέ μιά ἐπιδρομή ἀλλόθρησκων Σαρακηνῶν στήν


μονή, ὁ ἀρχηγός τους πῆρε τήν εἰκόνα τῆς
Παναγίας τῆς Γερόντισσας καί προσπάθησε νά
τήν κόψει σέ μικρά κομμάτια για νά τήν κάνει
προσανάμματα γιά τήν πίπα του. Τότε ὅμως
ἔχασε ἀμέσως τήν ὅραση του καί οἱ ἔντρομοι
σύντροφοί του ἔριξαν τήν ἱερή εἰκόνα σέ ἕνα
πηγάδι.
20
Μετά ἀπό πολλά χρόνια ὁ ἄπιστος Σαρακηνός τήν ὤρα τοῦ θανάτου ὑπέφερε τόσο,
πού παρήγγειλε στούς οἰκείους του νά πᾶνε στό Ἅγιον Ὄρος καί νά βγάλουν τήν
εἰκόνα ἀπό τό πηγάδι πράγμα τό ὁποῖο καί ἔγινε.

Στήν σημερινή της μορφή ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Γερόντισσας εἶναι καλυμμένη
μέ ἀργυρό «πουκάμισο» στό ὁποῖο ἀπεικονίζεται κάτω ἀριστερά καί ἕνα πιθάρι, σέ
ἀνάμνηση ἑνός ἀκόμη μεγάλου θαύματος πού ἔγινε τόν 17ο αἰῶνα: Ἦταν μιά
δύσκολη χρονιά γιά τήν Ι. Μ. Παντοκράτορος μέ πολλές ἐλλείψεις σέ ἀγαθά, ἀλλά
κυρίως σέ λάδι. Πολλοί μοναχοί, μήν ἀντέχοντας τήν πεῖνα, ἐγκατέλειπαν τήν μονή.
Ὁ ἡγούμενος, βλέποντας τό μεγάλο πρόβλημα πού εἶχε δημιουργηθεῖ
προσευχήθηκε στήν Παναγία, ζητῶντας της βοήθεια. Μετά τίς θερμές προσευχές
τοῦ ἡγουμένου, ἕνα πρωί εἶδαν ἀπό τήν πόρτα τῆς ἀποθήκης
ὅπου φυλάσσονταν ἄδεια πιθάρια νά ρέει λάδι! Ἄνοιξαν τότε
τήν πόρτα καί εἶδαν ἀπό ἕνα πιθάρι νά ξεχειλίζει τό λάδι μέ τό
ὁποῖο γέμισαν ὅλα τά πιθάρια καί κατάφεραν νά
ἀντιμετωπίσουν τόν λιμό! Τό πιθάρι αὐτό σώζεται ὡς κειμήλιο
μέχρι σήμερα.

Εἰκόνα τῆς Ι.Μ. Παντοκράτορος:


Τίμιος Πρόδρομος και Θεοτόκος Βρφοκρατοῦσα (1363)

8) Ι.Μ. Ξηροποτάμου
Βρίσκεται σέ θέση περίβλεπτη, στό
μέσο τῆς Ἀθωνικῆς χερσονήσου, στό
δρόμο ἀπό τή Δάφνη πρός τίς
Καρυές, 200 μ. πάνω άπό τη
θάλασσα. Εἶναι ἔνα ἀπό τά
ἀρχαιότερα μοναστήρια ἀλλά δεν
εἶναι άκριβῶς γνωστό πότε κτίστηκε.
Κατά μία ἐκδοχή κτίσθηκε ἀπό την
αὐτοκράτειρα Πουλχερία τόν 5ο
αἰῶνα ἤ τόν Κωνσταντῖνο Ζ΄ τόν
Πορφυρογέννητο, άλλά μᾶλλον
κύριος κτίτορας ἦταν ὁ ὅσιος
Παῦλος, άσκητής μοναχός ,
σύγχρονος τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου. Στή
μονή ἀνήκει το λιμάνι της Δάφνης και ἔχει πλούσια συλλογή κειμηλίων, άνάμεσά
τους καί τά δύο μεγαλύτερα τεμάχια τοῦ Τιμίου Ξύλου στον κόσμο, μέ τήν ὀπή ἀπό
τα καρφιά τῆς Σταύρωσης. Τό καθολικό της άνοικοδομήθηκε τό 1783 καί εἶναι
άφιερωμένο στούς

21
ΣΑΡΑΝΤΑ ΜΑΡΤΥΡΕΣ

Οἱ Ἄγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες εἶναι Ἅγιοι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, οἱ


ὁποῖοι μαρτύρησαν στή Σεβάστεια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, καί ἡ μνήμη τους τιμᾶται στίς 9
Μαρτίου.
Ἦταν ἐπίλεκτοι στρατιῶτες τάγματος τοῦ
στρατοῦ τοῦ Λικινίου. Ὅταν αὐτός ἐξαπέλυσε
διωγμό κατά τῶν χριστιανῶν, ἀπαιτήθηκε ἀπό
τούς Τεσσαράκοντα νά θυσιάσουν στά εἴδωλα,
ὅμως αὐτοί ἀρνήθηκαν. Ἄμεση συνέπεια τῆς
ἄρνησής τους ἦταν νά συλληφθοῦν ἀπό τόν
Ἔπαρχο τῆς Σεβάστειας, Ἀγρικόλα, ὁ ὁποῖος,
ἀρχικά, προσπάθησε νά τούς καλοπιάσει μέ
ἐπαίνους, τάζοντάς τους ἀμοιβές καί ἀξιώματα,
σέ περίπτωση πού θυσίαζαν στα εἴδωλα καί
ἀπαρνιόντουσαν την Πίστη τους.
Τότε ὁ Κάνδιδος, ἕνας ἀπό τούς στρατιῶτες, τοῦ
ἀπάντησε: «Εὐχαριστοῦμε γιά τους επαίνους
της ανδρείας μας, ἀλλά ὁ Χριστός, στόν ὁποῖον
πιστεύουμε, διδάσκει ὅτι στόν κάθε ἄρχοντα
πρέπει νά προσφέρουμε ό,τι τοῦ ἀνήκει.
Καί γι' αυτό στόν βασιλέα προσφέρουμε τή
στρατιωτική ὑπακοή. Πάλι, ὅμως, ἐνῷ
ἀκολουθοῦμε τό Εὐαγγέλιο, δέ ζημιώνουμε τό κράτος, παρά μᾶλλον τό ὠφελοῦμε μέ
τήν ὑπηρεσία μας. Γιατί, λοιπόν, μᾶς ἀνακρίνεις γιά μιά πίστη πού διαμορφώνει
τέτοιους χαρακτήρες καί ὁδηγεῖ σέ τέτοια έργα;».
Ὁ Ἀγρικόλας κατάλαβε ὅτι δέν
μποροῦσε νά τούς μεταπείσει. Ἔτσι,
διέταξε νά τούς βασανίσουν. Τούς
γύμνωσαν καί τούς ἔριξαν μέσα σέ
παγωμένη λίμνη, προκειμένου νά
πεθάνουν ἀπό τό κρύο. Ἐπίσης,
διέταξε ἕναν φρουρό νά φυλάει τόν
τόπο τοῦ μαρτυρίου μήπως καί
διαφύγουν οἱ Τεσσαράκοντα. Ἡ
ὥρα περνοῦσε, ἀλλά οἱ μάρτυρες
ὑπέμεναν καρτερικά τό φρικτό
μαρτύριο. Κι ὅταν τά σώματά τους
ἄρχισαν νά μελανιάζουν ἀπό τήν
παγωνιά, ὁ ἕνας ἐνθάρρυνε τόν
ἄλλον λέγοντας: «Δριμύς ὁ χειμών,
ἀλλά γλυκύς ὁ Παράδεισος. Ἄς
ὑπομείνουμε αὐτήν τή νύχτα, καί θά
22
κερδίσουμε ὀλόκληρη τήν αἰωνιότητα.».Κάποια στιγμή, ἕνας ἀπό τούς στρατιῶτες
δέν ἄντεξε καί βγῆκε ἀπό τή λίμνη. Ὅμως, ὁ ειδωλολάτρης φρουρός, ὀνόματι
Ἄγλάιος, ἐντυπωσιασμένος άπό τήν καρτερία τῶν ὑπολοίπων μαρτύρων, καί
βλέποντας τούς φωτεινούς στεφάνους τοῦ μαρτυρίου νά κατεβαίνουν ἀπό τόν
ουρανό, γδύθηκε καί ἀμέσως ἔπεσε ὁ ἴδιος μέσα στά παγωμένα νερά τῆς λίμνης,
μαρτυρῶντας τόν Χριστό, καί λαμβάνοντας αὐτός τόν τεσσαρακοστό στέφανο τοῦ
μαρτυρίου.
Τό πρωί ἔβγαλαν τούς ἁγίους ἀπό τή λίμνη μισοπεθαμένους, καί συνέτριψαν τά
σκέλη τους. Τά λείψανά τους βρέθηκαν ἀπό πιστούς Χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι στή
συνέχεια τά ἐνταφίασαν μέ εὐλάβεια.
Στόν Εὐεργετινό ἀναφέρεται ὅτι ἐνῷ οἱ Ἄγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες βρίσκονταν
στό στάδιο τῆς ἀθλήσεως, ἔχοντας παραμείνει ὅλη τή νύχτα μέσα στήν παγωμένη
λίμνη, καί καθώς τούς ἔσερναν στόν αἰγιαλό για να συντρίψουν τα σκέλη τους, η
μητέρα ἑνός ἐκ τῶν Μαρτύρων παρέμενε ἐκεῖ, πάσχουσα μαζί μέ αὐτούς, καί
ἐνεθάρρυνε τό παιδί της στό μαρτύριό του.
Τά λείψανα τῶν Ἁγίων βρῆκε μέ θεία ὀπτασία, τό έτος 438 μ.Χ., ἡ αὐτοκράτειρα
Πουλχερία κρυμμένα στόν ναό τοῦ ἁγίου Θύρσου, πίσω ἀπό τόν ἄμβωνα, στόν
τάφο τῆς διακόνισσας Εὐσέβειας, μέσα σέ δύο ἀργυρές θῆκες, οἱ ὁποῖες, κατά τή
διαθήκη τῆς Εὐσέβειας, εἶχαν ἐναποτεθεί στόν τάφο της στό μέρος τῆς κεφαλῆς της.
Στή συνέχεια, ἡ Πουλχερία οἰκοδόμησε ναό ἔξω ἀπό τά τείχη τῶν Τρωαδησίων.

Σπουδαία ἀπό ἱστορική ἄποψη θεωρεῖται ἀπό νεότερους ἐρευνητές ἡ Διαθήκη τῶν
ἁγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, ἡ ὁποία ἀποσκοπεῖ στό νά παρεμποδίσει τόν
διασκορπισμό τῶν ἱερῶν λειψάνων τους μεταξύ τῶν Χριστιανῶν, πρᾶγμα
συνηθισμένο στήν Ἀνατολή κατά τούς χρόνους ἐκείνους.
Κατά τούς Παρισινούς Κώδικες, 1575 και 1476, τά ὀνόματά τους ἦταν:
Ἀγγίας, Ἀγλάιος ὁ καπικλάριος, Ἀέτιος,
Ἀθανάσιος, Ἀκάκιος, Ἀλέξανδρος, Βιβιανός,
Γάιος, Γοργόνιος, Δομετιανός (ἤ Δομέτιος),
Δόμνας, Ἐκδίκιος (ἤ Εὐδίκιος), Εὐνοϊκός,
Εὐτύχιος (ἤ Εὐτυχής), Ήλιάδης (ἤ Ἠλίας),
Ἡράκλειος, Ἡσύχιος, Θεόδουλος, Θεόφιλος,
Ἰουλιανός,( ἤ Ἐλιανός ἤ Ἠλιανός), Ἰωάννης,
Κάνδιδος (ἤ Κλαύδιος), Κλαύδιος, Κύριλλος,
Κυρίων, Λεόντιος, Λυσίμαχος, Μελίτων,
Νικόλαος, Ξάνθιος, (ἤ Ξανθιάς), Οὐαλέριος,
Οὐάλης, Πρίσκος, Σακεδών (ἤ Σακερδών),
Σεβηριανός, Σισίνιος, Σμάραγδος,
Φιλοκτήμων, Φλάβιος καί Χουδίων
(ὁρισμένοι Κώδικες ἀναφέρουν καί ἐπιπλέον
τῶν τεσσαράκοντα ὀνόματα, ὅπως αὐτά τῶν
Ἁγίων Ἀειθάλα, ἑτέρου Γοργονίου κ.λπ.).
23
Κατά τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση, ὅπως αύτή ἀποτυπώνεται στό Δοξαστικό τοῦ
Τυπικοῦ τῆς ἡμέρας ἑορτασμοῦ τους, τά ονόματά τους είναι:
"Ἐν ᾠδαῖς ᾀσμάτων εὐφημήσωμεν πιστοί, τοὺς ἀθλοφόρους τεσσαράκοντα
Μάρτυρας, καὶ πρὸς αὐτοὺς μελῳδικῶς ἐκβοήσωμεν λέγοντες·
Χαίρετε ἀθλοφόροι τοῦ Χριστοῦ, Ἡσύχιε, Μελίτων, Ἡράκλειε, Σμάραγδε καὶ Δόμνε,
Εὐνοϊκὲ Οὐάλη καὶ Βιβιανέ, Κλαύδιε καὶ Πρίσκε, Χαίρετε Θεόδουλε Εὐτύχιε καὶ
Ἰωάννη, Ξανθία Ἡλιανὲ Σισίνιε, Κυρίων Ἀγγία, Ἀέτιε καὶ Φλάβιε, Χαίρετε Ἀκάκιε,
Ἐκδίκιε, Λυσίμαχε, Ἀλέξανδρε, Ἠλία καὶ Καύδιδε, Θεόφιλε Δομετιανέ καὶ Θεῖε Γάϊε
Γοργόνιε, Χαίρετε Εὐτυχές καὶ Ἀθανάσιε,
Κύριλλε καὶ Σαρκεδών, Νικόλαε καὶ
Οὐαλέριε, Φιλοκτῆμον, Σεβηριανέ,
Χουδίων καὶ Ἀγλάϊε"

Ἁριστερά :Τίμιος Σταυρός ἀπό τα πιο


γνωστά κειμήλια τῆς Μονῆς

9) Ι.Μ. Ζωγράφου ( Βουλγαρική)

Βρίσκεται πάνω στό βουνό, σέ ἀθέατη δασωμένη πλαγιά, στό ΒΔ μέρος τῆς
χερσονήσου. Ἱδρύθηκε τόν 9ο ἤ 10 αἰῶνα άπό τρεῖς άδελφούς ἀπό τήν Άχρίδα. Κατ’
ἄλλη έκδοχή ὄπως ἀναφέρεται στό Τυπικό τοῦ Τσιμισκῆ τό 972, κτίτορας της μονῆς
ἦταν ὁ Γεώργιος ὁ Ζωγράφος. Ἡ Μονή κατέχει τήν 9η θέση στην ίεραρχία τοῦ
Ὄρους καί κατά καιρούς σέ αυτήν ἔμεναν μόνο Βούλγαροι μοναχοί. Σέ ἐποχές
έθνικιστικῆς ἔξαρσης ὀρισμένοι άπό αύτούς κράτησαν ἀνθελληνική στάση, ποτέ
24
ὄμως δεν ἀπομακρύνθηκαν ἀπό τήν κανονική ἐκκλησιαστική τους άρχή, τό
Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο. Στό καθολικό φυλάσσονται τρεῖς θαυματουργές εἰκόνες
τοῦ
ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ
α) Ἡ εἰκόνα πού μεταφέρθηκε ἀπό τή Μονή Φανουήλ
Κατά τήν διάρκεια τῆς βασιλείας τοῦ Λέοντα τοῦ
Σοφοῦ (886-912) ἦσαν τρεῖς ἀδελφοί, ὁ Μωυσῆς, ὁ
Ααρών καί ὁ Βασίλειος μέ καταγωγή ἀπό τήν
Ἀχρίδα. Αὐτοί λοιπόν ἀποφάσισαν νά
ἐγκαταλείψουν τόν κόσμο, τόν πλοῦτο, τή δόξα καί
νά πάρουν τό ἀγγελικό σχῆμα. Ἔφτασαν στό Άγιο
Όρος καί ἀφοῦ βρῆκαν ἥσυχο τόπο, κατασκεύασαν
σκηνές, ὅπου ἔμεναν γιά αρκετό διάστημα καί
συναντιόνταν μόνο τήν Κυριακή.

Διαδόθηκε, λοιπόν ἡ φήμη της ἀρετῆς τους καί γι’


αυτό πολλοί ἔρχονταν κοντά τους καί δέν ἔφευγαν.
Βρῆκαν ένα χῶρο ὅπου ἔκτισαν μοναστήρι. Ἁφοῦ
ἔκτισαν καί τό ναό σκέπτονταν πῶς νά τόν
ὀνομάσουν. Ἄλλοι έλεγαν νά τόν ἀφιερώσουν στον
Άγιο Νικόλαο, ἄλλοι στόν Άγιο Κλήμεντα, ἀρχιεπίσκοπο Ἀχρίδος πού ἦταν καί
συμπατριώτης τους καί ὁ καθένας γενικά ἤθελε να δώσει στό ναό τό ὄνομα τοῦ
ἁγίου, πού ἔτρεφε μεγαλύτερη εὐλάβεια.

Ἐπειδή , λοιπόν, δέν συμφωνοῦσαν ἀποφάσισαν νά δεηθοῦν ὥστε ὁ Θεός νά


ἀποφασίσει σέ ποιόν ἀπό τούς Ἁγίους Του θά ἀφιερώσουν τό ναό καί ποιάν εἰκόνα
θά ζωγραφίσουν στο ξύλο πού ἑτοίμασαν. Προσευχήθηκαν καί οἱ τρεῖς, ὁ καθένας
στό ἡσυχαστήριο του. Στήν διάρκεια πού προσεύχονταν διαχύθηκε ἀπό τόν
νεόκτιστο ναό ἕνα ἀσυνήθιστο φῶς, λαμπρότερο ἀπό τίς ἀκτίνες τοῦ ἥλιου γύρω
ἀπό τά κελλιά τῶν μοναχῶν, οἱ ὁποῖοι κατελήφθησαν ἀπό φόβο καί απορία καί
ἔμειναν προσευχόμενοι ὅλη νύχτα. Τήν ἑπομένη τό πρωί ὅταν κατέβηκαν οἱ μοναχοί
στήν ἐκκλησία εἶδαν μέ θαυμασμό ὅτι στό ξύλο πού ἑτοίμασαν να ζωγραφίσουν,
ἐζωγραφήθη ἡ εικόνα τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρα καί Τροπαιοφόρου Γεωργίου.

Απ’ αὐτή μάλιστα ἔβγαινε ἡ λάμψη πού φώτιζε τά ταπεινά ἡσυχαστήρια. Ἔτσι
λοιπόν, ἀφιερώθηκε ἡ εκκλησία στόν Ἄγιο Γεώργιο καί ἡ μονή ὀνομάσθηκε
Ζωγράφου.

25
Ἡ θαυματουργή
εἰκόνα ὑπῆρχε
στήν Μονή τοῦ
Φανουήλ πού
βρίσκεται στήν
Συρία.
Σύμφωνα μέ τή
μαρτυρία τοῦ
καθηγουμένου
τῆς Μονῆς
Φανουήλ,
Εὐστρατίου,
ὅταν κάποτε ὁ
Θεός θέλησε να
τήν παραδώσει
στούς
Σαρακηνούς, ἡ ζωγραφιά τῆς εἰκόνας ξαφνικά ἀποχωρίσθηκε ἀπό τό ξύλο καί ἀφοῦ
ὑψώθηκε κρύφτηκε σέ ἄγνωστο μέρος. Οἱ μοναχοί τότε, ἐπειδή φοβήθηκαν ἀπό τό
θαύμα, ἀφοῦ γονάτισαν, προσεύχονταν στό Θεό θερμά καί τόν παρακαλοῦσαν νά
τούς ἀποκαλύψει ποῦ κρυβόταν τό πρόσωπο τοῦ Ἁγίου Γεωργίου. Ὁ πανάγαθος
Θεός ἄκουσε τήν δέηση τῶν μοναχών καί ὁ Άγιος παρουσιάστηκε στόν
καθηγούμενο καί τοῦ εἶπε: “Μή λυπᾶστε γιά μένα. Ἐγώ βρήκα γιά τόν ἑαυτό μου
Μονή τῆς Παναγίας στόν Ἄθωνα. Ἄν θέλετε πηγαίνετε καί ἐσεῖς ἐκεῖ, γιατί ἡ ὀργή
τοῦ Κυρίου εἶναι ἕτοιμη νά πέσει πάνω στήν διεφθαρμένη Παλαιστίνη ”.’Αφοῦ
συγκέντρωσε όλους τους μοναχούς ὁ καθηγούμενος ἀνακοίνωσε τά συμβάντα.
Ἔπειτα κάλεσε καί τούς προύχοντες τῆς περιοχῆς καί τούς ἀνάγγειλε ὅσα
συνέβησαν σχετικά μέ τήν ἁγία εικόνα. Ὕστερα τούς παράγγειλε τά ἑξῆς:

Ἐμεῖς φεύγουμε, γιά τά Ἱεροσόλυμα γιά νά προσκυνήσουμε τόν Ἅγιο Τάφο τοῦ
Κυρίου καί ἄς γίνει τό θέλημα Του. Σεῖς ἐγκατασταθεῖτε στήν Μονή γιά νά τήν
προφυλάξετε”.
Ἔτσι ἔγινε. Ἀφοῦ ἔφτασαν στήν Ἰόππη βρῆκαν πλοίο καί ἀναχώρησαν γιά τό Ὄρος
Άθω. Ὕστερα ἀπό ἀρκετές μέρες ἔφτασαν στήν μονή Ζωγράφου. Ὅταν μπῆκαν στό
ναό, μέ έκπληξη, εἶδαν τήν ζωγραφιά τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, πού εἶχαν στήν μονή
Φανουήλ, να εἶναι προσκολλημένη χωρίς καμιά ἀλλοίωση σ’ ἕνα καινούργιο ξύλο.

26
Τότε με συγκίνηση και δάκρυα γονάτισαν μπροστά στην εικόνα καί ἔλεγαν: “Γιατί
μᾶς προξένησες τόση λύπη, Μεγαλομάρτυρα Γεώργιε;” Οἱ μοναχοί τῆς Ζωγράφου
ἀποροῦσαν μέ ὅλα αὐτά τά παράξενα καί ὅλοι δόξαζαν ὁλόψυχα τόν Κύριο καί τόν
ἅγιο Γεώργιο. Τόν δέ καθηγούμενο Εὐστράτιο
τόν έκαμαν Ἡγούμενο τους. Ἀπό τότε
ἄρχισαν νά γίνονται ἀπό τήν ἁγία εἰκόνα
πολλά θαύματα και κόσμος συνέρρεε στην
μονή Ζωγράφου , νά προσκυνήσει τόν
Τροπαιοφόρο Γεώργιο. Ἡ φήμη τῶν
θαυμάτων ἔφθασε μέχρι καί τόν βασιλέα
Λέοντα τόν Σοφό, πού ἦταν πολύ ευσεβής
καί ἀποφάσισε νά πάει προσωπικά στό ἅγιο
Ὄρος γιά νά προσκυνήσει καί νά γνωρίσει
τούς ἀσκητές Μωυσῆ, Ἀαρών καί Βασίλειο
πού ἔγιναν ξακουστοί γιά τήν ἀρετή τους.
Ὕστερα ἀπό τόν Λέοντα ἐπισκέφτηκε τή
Μονή καί ὁ βασιλιάς τῶν Βουλγάρων
Ἰωάννης, μέ τήν πλούσια βοήθεια τοῦ
ὁποίου άρχισε να κτίζεται ἡ μεγαλοπρεπής Μονή τοῦ Ζωγράφου. Ἀργότερα ἡ Μονή
κατεδαφίστηκε ἀπό τούς βαρβάρους καί τούς πειρατές, ἐνῷ ἡ τωρινή κτίστηκε από
τόν Ἡγεμόνα τῆς Μολδαβίας Στέφανο.

Ἡ Ἁγία εικόνα ἔχει μέχρι σήμερα τό ἄκρο τοῦ δάκτυλου κάποιου ὀλιγόπιστου
Ἐπίσκοπου. Αυτός καταγόταν, σύμφωνα με την παράδοση, απ’ τήν Ἔδεσσα καί
ὅταν άκουσε γιά τά θαύματα τῆς εἰκόνας θέλησε μαζί μέ τήν συνοδεία του νά πάει νά
διαπιστώσει ἄν πραγματικά ἦσαν ἀληθινά αύτά πού διαδίδονταν ἤ ἦσαν ἐφευρέσεις
τῶν μοναχῶν, γιά λόγους φιλοχρηματίας. Οἱ μοναχοί στή Μονή τόν υποδέχτηκαν μέ
τήν πρέπουσα τιμή καί τόν ὁδήγησαν στό ναό γιά νά προσκυνήσει τόν Ἄγιο
Γεώργιο. Ἀλλά ὁ ἐπίσκοπος ἀντί νά φανεῖ ταπεινός καί σεμνός φάνηκε περήφανος
καί ὀλιγόπιστος. Ἀφοῦ μέ ἀδιαφορία εἶδε τό ναό στάθηκε μπροστά στήν εἰκόνα καί
μέ ἀλαζονικό ὕφος εἶπε πρός τούς μοναχούς: « Ὥστε αὐτή εἶναι ἡ θαυματουργός
εἰκόνα τοῦ Ἁγίου». Ἀμέσως ὅμως τό δάκτυλο του κόλλησε στήν εἰκόνα καί μάταια
προσπαθοῦσε νά τό ξεκολλήσει. Ἡ ἀγωνία του καί ὁ φόβος του μεγάλωσαν ὅσο
ἀγωνιζόταν νά τό ξεκολλήσει. Κάθε φορά πού προσπαθοῦσε νά τό ξεκολλήσει
ἔνοιωθε ἀφόρητους πόνους γιατί αὐτό ἦταν κολλημένο πολύ γερά. Στό τέλος ὁ
δυστυχής ἐπίσκοπος δέχτηκε, νά τοῦ κόψουν τό δάκτυλο του.

β) Τό θαλάσσιο ταξίδι τῆς εἰκόνας ἀπό τήν Ἀραβία

Ὑπάρχει κοντά στόν κίονα τοῦ ἀριστερού χοροῦ πού βρίσκεται ἡ εἰκόνα τοῦ ἁγ.
Γεωργίου ἡ πιό κάτω χειρόγραφη διήγηση:

27
Ἡ ἁγία εικόνα ἦρθε ἀπό τήν Ἀραβία καί
βρέθηκε στό λιμάνι τῆς Μονῆς Βατοπεδίου.
Ἡ ἀπροσδόκητη ἄφιξη τῆς εἰκόνας
προκάλεσε ταραχή καί θόρυβο στό Ἅγιον
Ὄρος. Γιατί ἡ φήμη ἐξάπλωθηκε γρήγορα
καί οἱ μοναχοί ἐρχόντουσαν ἀπ’ ὅλα τά
μοναστήρια γιά νά προσκυνήσουν τήν ἅγια
εἰκόνα πού μέ θαῦμα φανερώθηκε στο
λιμάνι. Μάλιστα κάθε μοναστήρι ἐπεδίωκε
νά αποκτήσει τό θησαυρό αὐτό καί οἱ
γέροντες ἀρνοῦνταν νά τήν δώσουν στή
Μονή Βατοπεδίου. Τελικά ἀποφάσισαν νά
βάλουν κλῆρο καί νά δεχτοῦν τήν ἀπόφαση
τῆς ἁγίας εἰκόνας. Πραγματικά πῆραν
ὁμόφωνα ἀπόφαση ὅλοι οἱ γέροντες νά
φορτώσουν τήν εἰκόνα σ’ ἕνα ξένο καί ἄγριο
μουλάρι πού δέν ἤξερε τούς δρόμους καί τά
Μοναστήρια καί ἀφοῦ τό ἀφήσουν ἐλεύθερο
νά τό ἀκολουθήσουν ἀπό μακριά. Ἐκεῖ πού
θά σταματοῦσε θά ἔπρεπε νά μείνει ἡ
εἰκόνα. Ἔτσι καί ἔγινε. Ἀφοῦ ὁδήγησαν τό
μουλάρι στό δρόμο Θεσσαλονίκης – Ἀγ. Ὄρους τό ἄφησαν στή θέληση του. Καί τό
μουλάρι μέ ἀργό καί ἰσόμετρο περπάτημα σάν νά ἔνοιωθε ὅτι μετέφερε ἱερό φορτίο
πέρασε ἀπό δύσβατους τόπους, δάση καί ὑψώματα καί ἔφτασε στήν Μονή
Ζωγράφου καί στάθηκε ἀκίνητο σ’ ἕνα πολύ ὡραῖο λόφο.

Μέ τόν τρόπο αὐτό πληροφορήθηκαν ὅλοι ὅτι ἡ θέληση τοῦ Ἁγίου Γεωργίου ἦταν νά
μείνει ἡ ἰερή εἰκόνα στή Μονή Ζωγράφου. Ὅλοι οἱ μοναχοί δέχτηκαν στή Μονή μέ
χαρά καί μέ πνευματικό πανηγύρι τήν ἱερή εἰκόνα καί τήν τοποθέτησαν στόν κίονα
τοῦ ἀριστεροῦ χοροῦ. Τό μουλάρι πού μετέφερνε τήν εἰκόνα πέθανε καί τό ἔθαψαν
στόν τόπο ἐκεῖνο . Σέ ανάμνηση γιά τόν ἐρχομό τῆς ἱερῆς εἰκόνας Γεωργίου ἔκτισαν
στόν λόφο ἕνα κελί καί μικρή ἐκκλησία στό όνομα τοῦ Ἁγίου.

γ) Ἀφιέρωση τῆς Ἁγίας εἰκόνας ἀπό τόν Ἡγεμόνα τῆς Μολδοβλαχίας Στέφανο.

Στόν βορειοδυτικό κίονα, πού στηρίζεται καί ὁ τροῦλος, εἶναι ἀναρτημένη καί ἄλλη
εἰκόνα τοῦ Ἁγ. Γεωργίου , πού γι’ αὐτήν ὑπάρχει ἡ πιό κάτω χειρόγραφη διήγηση
στήν Μονή Ζωγράφου:
Ὁ Ἡγεμόνας τῆς Μολδοβλαχίας Στέφανος εἶχε, ὅπως εἶναι γνωστό, συνέχεια
πολέμους μέ τούς Τούρκους. Κάποτε συγκεντρώθηκαν ἀναρίθμητα Τούρκικα
ἀσκέρια, γιά νά τόν ἀφανίσουν. Ὅταν εἶδε ὁ Στέφανος τό πλῆθος τοῦ ἐχθροῦ
φοβήθηκε, ἀμέσως ὅμως συνῆλθε καί μέ θερμή προσευχή στό Θεό ζήτησε τή
βοήθεια του . Στόν ὕπνο του ἐμφανίστηκε ὁ Ἅγιος Γεώργιος πού ἦταν λουσμένος
σ’ ἔνα λαμπρό θαυμάσιο φῶς και με μάτια που άστραφταν. Ο Στέφανος ἄν καί
28
κοιμόταν φοβήθηκε πολύ. Τότε ο Άγιος τοῦ εἶπε: “Έχε θάρρος στόν Κύριο σου καί
μή φοβᾶσαι τό πλῆθος αὐτό. Αὔριο συγκέντρωσε ὅλο το στράτευμά σου καί
ὀδήγησε το ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν τοῦ Χριστοῦ μέ φωνές πανηγυρικές καί σάλπιγγες
καί θά δεῖς τήν δύναμη τοῦ Θεοῦ πού πάντα σέ βοηθᾷ. Ἀκόμα και εγώ θά σέ
βοηθήσω στήν μάχη αυτή. Γιά ὄλα αὐτά ἀνακαίνησε τήν Μονή Ζωγράφου πού εἶναι
στό ὄνομα μου, καί πού ἐρημώθηκε. Στείλε μάλιστα καί τήν δική μου εἰκόνα πού
ἔχεις μαζί σου”.

Ο Στέφανος πήρε θάρρος ἀπό τήν ἐμφάνιση τοῦ Ἁγίου καί ἀκόμη ἀπό τήν
ὑπόσχεση πού τοῦ ἔδωσε ὅτι θά τόν βοηθοῦσε μέ τήν βοήθεια τῆς θείας χάρης.
Ἀφοῦ μάλιστα ἔφερε καί τήν ἁγία εἰκόνα μαζί του μέ τήν φωνή τῶν σάλπιγγων
κτύπησε ξαφνικά τόν ὄγκο τῶν Ὀθωμανῶν καί τούς σύντριψε χωρίς δυσκολία.
Ὕστερα ἀπό λίγο καιρό ἔστειλε και τήν ἅγια εἰκόνα
στό Ἅγιον Ὄρος καί ἀνακαίνισε τήν Μονή
Ζωγράφου, ἀφοῦ δώρησε σ’ αὐτή πολλά
ἀφιερώματα.

Κάποιος Ρῶσος συγγραφέας ἀναφερόμενος στήν


ἅγια εἰκόνα τοῦ Ἁγ. Γεωργίου γράφει τά ἑξῆς:

«Μέσα στόν 15ο αἰῶνα ἐφάνη καί ἄλλος εὐεργέτης


τῆς Μονῆς Ζωγράφου, ὁ Στέφανος πού ἦταν
ἐπίσημος Ἡγεμόνας τῆς Μολδοβλαχίας, καί
ἀγωνίστηκε πολλές φορές ἐναντίον τῶν Ὀθωμανῶν
νικηφόρα. Ὅταν τόν περικύκλωσαν κάποτε
ἀμέτρητα πλήθη ἐχθροῦ σκεφτόταν μέ ποιό τρόπο θά μποροῦσε νά σώσει τούς
περίβολους τοῦ φρουρίου. Τότε φάνηκε πάνω στό τεῖχος ἡ μάνα του πού τοῦ εἶπε:
Δέν θά επιτρέψω ποτέ στούς ἐχθρούς σου ν’ ἀνοίξουν τίς πῦλες τοῦ φρουρίου σου.
Ἀν δέν νικήσεις καί δέν μπορέσεις νά ἀντισταθεῖς σ’ αὐτούς στό πεδίο τῆς μάχης
πολύ λίγη ἐλπίδα σοῦ ἀπομένει γιά τούς περιβόλους”.
Ἐκεῖνο, λοιπόν, τό βράδυ φάνηκε ὁ Ἅγιος Γεώργιος στόν συγχυσμένο Στέφανο καί
τοῦ ὑποσχέθηκε ότι θά νικοῦσε. Ἐπίσης τόν διέταξε νά στείλει τήν ἅγια εικόνα πού
εἶχε πάντα μαζί του στήν Μονή Ζωγράφου, καί νά τήν ἀνακαινίσει γιατί ἦταν ἤδη
ἐρημωμένη. Ἡ νίκη ἔστεψε τόν Στέφανο πού ἐκπλήρωσε τήν ἐντολή τοῦ Ἁγ.
Γεωργίου.

10) Ι.Μ. Δοχειαρίου

29
Πρόκειται για ἔνα ἀπό τα κομψότερα καί ὡραιότερα μοναστήρια, κτισμένο τόν 10 ο
αἰῶνα ἀπό τό μοναχό ὅσιο Εύθύμιο, (μαθητή τοῦ Ἀγ. Ἀθανασίου τοῦ Ἀθωνίτη) πού
ἦταν στην
ὑπηρεσία του
Δοχείου της
Λαύρας. Ἀπό έκεῖ
πῆρε τήν ὀνομασία
της ἡ Μονή. Εἶναι
ἴσως ἡ μοναδική
στό Ὄρος πού δεν
γνώρισε ποτέ
πυρκαγιά. Έκτός
ἀπό τον
χαρακτηριστικό
πύργο της, πολύ
ὑψηλό εἶναι το
καθολικό της , με
τη βάση του
τρούλου , 15 μέτρα
πάνω ἀπό το
ἔδαφος, για να
έπιτευχθεῖ
φωτεινότητα τοῦ
χώρου, ἀφοῦ
βρίσκεται ἀνάμεσα σέ ψηλές πτέρυγες
Ἡ Μονή εἶναι ἀφιερωμένη στούς ἀρχαγγέλους
Μιχαήλ καί Γαβριήλ, ( παλιαιότερα ὀνομαζόταν καί
Μονή τῶν Στρατιωτικῶν λόγω ἀκριβῶς τῶν
Ἀρχαγγέλων) Στό λιμάνι τῆς Μονῆς καί ἀκριβῶς
μπροστά ἀπό αύτήν, ὑπάρχουν τά δύο χάλκινα
ἀγάλματα τους.

Άπέναντι δέ ἀπό τήν μία εἴσοδο του καθολικοῦ


εἶναι παρεκκλήσι πού στεγάζει τήν όνομαστή
εἰκόνα τῆς πιό άγαπημένης ἀπό τούς πιστούς και
θαυματουργῆς μετά την Πορταΐτισσα είκόνας τοῦ
Ἁγίου Ὄρους, τήν είκόνα τῆς

30
ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΓΟΡΓΟΫΠΗΚΟΟΥ

Ἕνα ἀπό τά πολλά ὀνόματα πού προσδίδουμε στήν Παναγία μας εἶναι
Γοργοϋπήκοος καί ἡ ὁμώνυμη θαυματουργή εἰκόνα της βρίσκεται στήν Ἱερά Μονή
Δοχειαρίου Ἁγίου Ὄρους ἀπό τό 1646.

Ἐκεῖ, ὅπως ἀναφέρεται στό ἱστορικό τῆς Μονῆς, "λάμπει ὡς πολύφωτος σελήνη,
σάν ἄριστος κυβερνήτης καί σοφός οἰκονόμος τό διακυβερνᾷ", φυλάσσοντας ἀπό
κάθε προσβολή καί ἐπήρεια τούς ἀσκούμενους, ὁσίους πατέρες, ἀλλά καί ὅσους
προστρέχουν σ’ ἐκείνη με πίστη, ζητῶντας τήν
βοήθειά της. Καί γενικά διαφυλάττει γοργῶς καί
προθύμως, ὑπακούει καί ἐλεεῖ ὅλους, ὅσους τήν
εὐλαβούμαστε καί τήν ἐπικαλούμαστε μέ πίστη.
Ὅπως ἀναφέρει στό Συναξάρι ὁ ὅσιος Νικόδημος,
στή Μονή τοῦ Δοχειαρίου, στό δεξί μέρος τῆς
Τραπέζης, βρισκόταν μιά παλαιά είκόνα τῆς
Παναγίας. Οἱ πατέρες τῆς Μονῆς ἀναφέρουν ὅτι
εἶχε
ἁγιογραφηθῇ
ἀπό τήν ἐποχή
τοῦ μετέπειτα
κτήτορος τῆς
Μονής,
Νεοφύτου, τόν
11ο αἰῶνα. Τό 1646, πού ἦταν ἕνα ἔτος πολύ
δύσκολο γιά τήν Μονή, διότι δέν εἶχε τά
ἀπαραίτητα χρήματα γιά νά πληρώσει τούς
καθορισμένους φόρους στούς Τούρκους
κατακτητές, ὁ τραπεζάρης τοῦ Μοναστηριοῦ,
περνοῦσε μπροστά ἀπό αὐτήν τήν εἰκόνα
συνεχῶς, ἀκόμα καί τή νύχτα βαστάζοντας στά
χέρια του ἀναμμένα δαδιά. Μιά βραδιά, ἐκεῖνο
τό ἔτος, λοιπόν, καθώς περνοῦσε καί πάλι
μπροστά ἀπό τήν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου, ἀκούει φωνή νά βγαίνει ἀπό τήν εἰκόνα καί
νά τοῦ λέει: "Μήν περνᾶς ἀπό ἐκεῖ καί μαυρίζεις τόν τόπο μέ καπνό". Ὁ μοναχός
νομίζοντας ὅτι κάποιος ἄνθρωπος φώναξε, καταφρόνησε τή φωνή καί δέν ἔδωσε
σημασία. Μετά ἀπό λίγες ἠμέρες, κι ἐνῷ ἐκεῖνος συνέχιζε νά περνάει μπροστά ἀπό
τήν εἰκόνα μέ ἀναμμένα τά δαδιά, ἀκούει καί πάλι τή φωνή νά τοῦ λέει:
" Ὧ Μοναχέ ἀμόναχε, ἕως πότε θά συνεχίσεις νά καπνίζεις τή μορφή μου καί νά μέ
μαυρίζεις ἀτιμῶντας με;"
    Καί συγχρόνως, ἀκούγοντας αὐτή τή φωνή, ἔχασε ὁ ταλαίπωρος τό φῶς του κι
ἔμεινε τυφλός. Ἔτσι, καταλαβαίνοντας τό σφάλμα του, ὅτι δηλαδή καταφρόνησε τήν
πρώτη φωνή καί δέν ὑπάκουσε, κατασκεύασε ἕνα στασίδι μπροστά στήν εἰκόνα τῆς
Παναγίας καί τήν παρακαλοῦσε συνεχῶς νά τοῦ συγχωρέσει αὐτό τό ἐξ ἀπροσεξίας
ἁμάρτημα καί νά τοῦ χαρίσει τό φῶς του, ὥστε βλέποντας τήν Ἁγία Εἰκόνα της νά
31
τήν δοξάζει καί νά τήν εὐχαριστεῖ πάντοτε. Καί ἡ Παναγία μας, εἰσάκουσε τήν
προσευχή του καί τοῦ εἶπε: "Ἰδού, ἀπό σήμερα σοῦ χαρίζω τό φῶς καί πρόσεξε στό
ἑξῆς νά μήν περάσεις μέ ἀναμμένα δαδιά , γιατί ἐγώ εἶμαι ἡ Κυρία τῆς Μονῆς αὐτῆς
καί γοργά ὑπακούω σ' ἐκείνους πού μέ ἐπικαλοῦνται καί τούς χαρίζω τά πρός
σωτηρία αἰτήματά τους, διότι καλοῦμαι Γοργοϋπήκοος".
Ἀπό τότε ἡ ἁγία αὐτή εἰκόνα ὀνομάζεται Γοργοϋπήκοος, γιατί πραγματικά μέ τά
θαυμαστά έργα της, συνεχῶς ἀποδεικνύει ὄτι γρήγορα ὑπακούει σ' ἐκείνους πού
προστρέχουν σ' αὐτήν μέ εύλάβεια καί πίστη. Και πραγματικά η χάρη της ἐνεργεῖ
πάμπολλα θαύματα ὄχι μόνο στό Ἅγιον Ὄρος, ἀλλά καί ἔξω ἀπό αυτό,
    Ἡ Παναγία ἡ Γοργοϋπήκοος είναι πολύ θαυματουργή, γιατρεύει διάφορες
ασθένειες, χαρίζει παιδιά σε ἄτεκνα ζευγάρια, φανερώνει απολεσθέντα αντικείμενα,
προστατεύει όσους κινδυνεύουν στη θάλασσα, λυτρώνει όσους αἰχμαλωτίζονται,
θεραπεύει από τόν πονοκέφαλο καί τήν κόπωση, ἀνορθεῖ τούς παραλύτους, χαρίζει
τό φῶς στούς τυφλούς, θεραπεύει ἀπό θανατηφόρες ἀσθένειες, διώκει τίς ἀκρίδες
ἀπό τα χωράφια και ἄλλα πολλά θαυμαστά πού βρίσκονται γραμμένα στή Μονή
Δοχειαρίου, ὡς θαυματουργές ἐπεμβάσεις τῆς Παναγίας τῆς Γοργοϋπηκόου.
    Ὅταν λοιπόν θεραπεύθηκε ἀπό τήν τύφλωση του ὁ τραπεζάρης μοναχός, ὀνόματι
Νεῖλος, οἱ πατέρες της Μονής ἔφτιαξαν στο χῶρο αὐτό ἕνα παρεκκλήσι πρὀς τιμήν
τῆς Παναγίας τῆς Γοργοϋπηκόου, ἀφοῦ ἡ ίδια χαρακτήρισε τόν ἑαυτό της μέ τό
ἐπίθετο αυτό. Ἐκεῖ τελεῖται δύο φορές τήν ἑβδομάδα ἡ θεία Λειτουργία, ἐκεῖ γίνονται
οἱ κουρές τῶν μοναχῶν καί καθημερινά, πρωΐ καί βράδυ, ψάλλονται παρακλήσεις
μπροστά στήν ἱερή εικόνα.

    Ἡ πρώτη ἁγιογραφηθείσα εἰκόνα τῆς Παναγίας στή Μονή Δοχειαρίου, πού ἔγινε
το 1563, την αναφέρει ως Βρεφοκρατούσα, Φοβερά Προστασία και Γοργοϋπήκοο.
Πρέπει να ἐπισημάνουμε λοιπόν, ὅτι η
Παναγία ὅταν μίλησε στό μοναχό δέν
χρησιμοποίησε γιά τόν ἑαυτό της
κανένα ἀπό τά ὀνόματα πού ἦταν
γραμμένα στήν τοιχογραφία, δηλαδή
Βρεφοκρατοῦσα καί Φοβερά
Προστασία, ἀλλά κράτησε γιά τόν
ἑαυτό της τό ὄνομα Γοργοϋπήκοος,
δηλώνοντας μέ τόν τρόπο αὐτό ὅτι
ὑπακούει γρήγορα στίς δεήσεις τῶν
πιστῶν καί κατ' ἐπέκταση ὄτι ἡ
ὑπακοή παίζει τό σημαντικότερο ρόλο
στή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Κι
ὅπως μέ τήν ὑπακοή της τότε στά
λόγια τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριήλ
συνέβαλε στη σωτηρία μας, ἔτσι καί τώρα, ὡς ὑπακούουσα στά αἰτήματά μας,
ἐπαναλαμβάνει μέ ταπείνωση: " ἰδού ἡ δούλη Κυρίου".   

32
11) Ι.Μ. Καρακάλλου

Φέρεται νά κτίσθηκε
τόν 3ο αἰῶνα ἀπό τόν
αύτοκράτορα
Καρακάλλα πρός
τιμήν τῶν ἀποστόλων
Πέτρου καί Παύλου
ἀλλά δεύτερη ἐκδοχή
εἶναι ὅτι ὁ ἱδρυτής της
εἶναι ό μοναχός
Καρακάλλας τόν 11ο
αἰῶνα, Διαθέτει τόν
μεγαλύτερο
Ἀγιορείτικο πύργο. ¨Η
Μονή κάηκε πολλές
φορές ἀλλά διατηρεῖ
τά παραδοσιακά
ἐσωτερικά καί
ἐξωτερικά της χαρακτηριστικά
Στη Μονή ὑπάρχει τεράστιο πλῆθος
φορητῶν είκόνων πού καλύπτουν ὅλη
τήν χρονική περίοδο ἀπό τόν 14ο ἔως
18ο αἰῶνα καί ἀπό αύτές ξεχωρίζουν οἱ
μεγάλης φήμης είκόνες τοῦ
ἱερομόναχου Διονυσίου ἐκ Φουρνᾶ
Εύρυτανίας συγγραφέας του
έργου Ἑρμηνεία τῆς ζωγραφικῆς
τέχνης, τό ὁποῖο έγινε βασικό ἐγκόλπιο
τῶν Ἑλλήνων καί τῶν ξένων
ἁγιογράφων γιά τή συνέχιση, τή
διάδοση καί τήν ἀναγέννηση τῆς βυζαντινῆς άγιογραφικῆς τέχνης

 ἀπό τίς ἀρχές τοῦ 18ου αἰῶνα καί ἐξῆς.

33
Ὲπίσης μεγάλο εἶναι καί τό ἔργο τοῦ ἱερομόναχου Δαμασκηνοῦ έξ Ἰωαννίνων,
σύγχρονου τοῦ
Διονυσίου, πού
ἐργάστηκε ἐπίσης στή
Λαύρα καί στό
Βατοπαίδι.

Στήν τεχνοτροπία τοῦ


παραπάνω εἶναι
ἐμφανής ἡ επίδραση τοῦ
Τζώρτζη, τοῦ
Πανσἐληνου και τοῦ
Φράγκου Κατελάνου. Σέ
αύτόν άνήκουν οἱ 12
είκόνες τοῦ τέμπλου τῆς
Μονῆς.

Ἡ τέχνη τοῦ
Δαμασκηνοῦ άκολουθεῖ
τήν ἠπειρώτικη
ἁγιογραφική νοοτροπία
τῆς ἐποχῆς.

Το τέμπλο τῆς Μονῆς ἔχει 12 είκόνες ἀπό τήν ζωή τοῦ Χριστοῦ.

34
12) Ι.Μ. Φιλοθέου

Σέ καστανόφυτο ὀροπέδιο, πάνω ἀπό την Μονή Καρακάλλου βρίσκεται ἡ Ἱερή


Μονή Φιλοθέου , πού κτίστηκε ἀπό τόν Ὅσιο Φιλόθεο, μαθητή τοῦ Ἁγίου
Ἀθανασίου τοῦ
Ἀθωνίτη. Ἐπί τῶν
ἡμερῶν του ,
φαίνεται νά ὑπάρχει
στήν ἀρχή μέ τό
ὄνομα "μικρή μονή
τῆς Φτέρης" στήν
περιοχή - ὅπου
σήμερα ὑπάρχει
παρεκκλήσι τοῦ
Προφήτη Ἡλία.
Ἱστορικά, φαίνεται να
προϋπάρχει τοῦ
1015 σέ ἔγγραφο τοῦ
Πρώτου. Εἶναι ἀφιερωμένη στόν Εὐαγγελισμό τῆς Θεοτόκου και σ΄ αυτή φέρεται
νά ἡγουμένευσε γιά κάποιο διάστημα ὁ Ἄγιος Διονύσιος ὁ ἐν Ὀλύμπῳ. Τον 18ο
αἰῶνα στή Μονή ἀσκήτευσε ὁ ἰσαπόστολος τῆς νεώτερης ἑλληνικῆς ἱστορίας,
Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός. Ξακουστή εἶναι ἡ εἰκόνα τῆς 

ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΓΛΥΚΟΦΙΛΟΥΣΑΣ

 Ὅπως ἡ Πορταΐτισσα, ἔτσι καί ἡ Γλυκοφιλοῦσα εἶναι


ἀπό τίς εἰκόνες ἐκεῖνες πού διασώθηκαν ἀπό τήν
εἰκονομαχία καί μεταφέρθηκαν θαυματουργικά στόν
Άθωνα. Ἦταν κτῆμα τῆς Βικτωρίας, εὐσεβοῦς
συζύγου τοῦ εἰκονομάχου συγκλητικοῦ Συμεών, ἡ
ὁποία, γιά νά μήν τήν παραδώσει, τήν ἔριξε στή
θάλασσα. Ἡ εἰκόνα πλέοντας ὄρθια στά κύματα
ἔφθασε στόν ἀρσανᾶ τῆς Μονῆς Φιλόθεου, ὅπου
παρελήφθη μέ πολλή τιμή καί χαρά ἀπό τόν
ἡγούμενο καί τούς πατέρες τῆς Μονῆς, πού εἶχαν
εἰδοποιηθῇ μέ ἀποκάλυψη τῆς Θεοτόκου. Στό σημεῖο
τῆς ἀκτῆς, ὄπου ἀπέθεσαν τήν εἰκόνα ἀνέβλυσε
ἁγίασμα. Ἐκεῖ κάθε χρόνο τήν Δευτέρα τῆς
Διακαινησίμου γίνεται λιτανεία καί ἁγιασμός.
    Πολλά εἶναι τά θαύματα τῆς Γλυκοφιλούσης. Τό
1713 ἀπάντησε στίς προσευχές τοῦ εὐλαβοῦς
ἐκκλησιάρχη Ἰωαννικίου, πού παραπονεῖτο γιά τήν
ἔνδεια τοῦ μοναστηριοῦ, διαβεβαιώνοντας τον ὄτι αὐτή ἔχει τήν πρόνοια γιά τίς
ὑλικές ἀνάγκες τῆς Μονῆς.

35
Τό 1800 ἔσωσε ἔναν προσκυνητή πού ἔπεσε κάτω ἀπό τόν ξενῶνα, πού βρισκόταν
στόν τρίτο ὄροφο.
Ἡ εἰκόνα εἶναι ἀμφιπρόσωπη μέ τήν Σταύρωση στό πίσω μέρος καί βρίσκεται στόν
κίονα τοῦ ἀριστεροῦ χοροῦ τοῦ καθολικοῦ. Ἡ παράδοση τήν άναφέρει σάν μία ἀπό
τίς 70 είκόνες τοῦ Ἀποστόλου καἰ Εύαγγελιστῆ Λουκᾶ.
Ἡ εἰκόνα που παρατίθεται με το ένα πόδι
τοῦ παιδιοῦ γυμνό καθιερώνεται ἀπό τά
κρητικά ἐργαστήρια τοῦ 15ου αἰῶνα, μέ
παλαιολόγειο πιθανότατα πρότυπο καί
εἶναι ἔργο τοῦ Κρητικοῦ ζωγράφου
Ἀνδρέα Ρίτζου. Ἡ Γλυκοφιλοῦσα εἶναι
πάντα σέ προτομή καί ἀριστεροκρατοῦσα
μέ τό πρόσωπό της πολύ κοντά στό
πρόσωπο τοῦ παιδιοῦ της πού φωλιάζει
φοβισμένο στήν ἀγκαλιά της.

Φορεῖ τό πένθιμο πανωφόρι της, ἐνῷ ὁ


Χριστός εἶναι ντυμένος μέ γκριζογάλανο χειριδωτό χιτῶνα καί λαμπρό ἱμάτιο. Τό
βλέμμα του στρέφει πρός τήν Παναγία ἡ ὁποία βυθίζει τό βλέμμα της πέρα ἀπό τόν
θεατή. Τό γυμνό πόδι τοῦ παιδιοῦ πού σχετίζεται μέ τή σημειολογία τῆς
εἰκονογράφισης τοῦ Χριστοῦ-Ἀμνοῦ στά χέρια τῆς μητέρας του εἶναι ἡ
τοιχογραφημένη παράσταση τῆς Παναγίας Ἀρακιώτισσας στά Λαγουδερά τῆς
Κύπρου, πού χρονολογεῖται στά τέλη τοῦ 12ου αἰῶνος.

Ἡ ἴδια ἔκφραση τοῦ Χριστοῦ-Ἀμνοῦ δηλώνεται καί σέ παραστάσεις τῆς Ὑπαπαντῆς,


ὅπου τό παιδί στά χέρια τῆς μητέρας του ἤ τοῦ Συμεών εἰκονίζεται ἀπό τά βυζαντινά
χρόνια πολύ συχνά μέ τά πόδια γυμνά.

Ἅλλη παραλλαγή τῆς εἰκόνας τῆς Γλυκοφιλούσας εἶναι αὐτή ὅπου ὁ Χριστός εἶναι
μισοξαπλωμένος στήν ἀγκαλιά τῆς μητέρας του καί μέ τό λυγισμένο πρός τά πάνω
μικρό χέρι του θωπεύει τό κάτω μέρος τοῦ προσώπου της.

Ἡ Παναγία ἡ Ἐλεοῦσα καί ή Γλυκοφιλοῦσα εἶναι


συγγενέστατοι εἰκονογραφικοί τύποι τῆς Παναγίας κατά τούς
ὁποίους ἡ Θεομήτωρ βαστᾷ τόν μικρό Χριστό, σκύβοντας τό
κεφάλι της στό μάγουλό του. Τά δύο πρόσωπα βρίσκονται σέ
ἐπαφή και ὁ μικρός Χριστός ἀγκαλιάζει τή μητέρα του.
Κατατάσσεται στήν παλαιοχριστιανική περίοδο. Ἴχνη τῆς
Ἐλεούσας βρίσκονται σέ κίονα στόν ρωμαϊκό ναό τῆς Santa
Maria Antiqua (μέσα τοῦ 7ου αἰῶνα).
Ἀριστερά, ή εικόνα τῆς Παναγίας τοῦ Βλαντιμίρ 12ου αίῶνα
βρίσκεται σήμερα στό μουσείο Τρετιακόφ της Μόσχας.

36
13) Ι.Μ. Σίμωνος Πέτρας

Τό τολμηρότερο οίκοδόμημα τοῦ Ἁγίου Ὄρους εἶναι ἡ ἑπταόροφη Μονή Σίμωνος


Πέτρας, κτισμένη τόν 13ο αἰῶνα ἀπό τόν ὅσιο Σίμωνα τόν Μυροβλήτη, μετά ἀπό
ὄραμα τοῦ Άγίου.Ἐπί Τουρκοκρατίας ὀνομαζόταν Ἀσημόπετρα.Εἶναι κτισμένη στή
νοτιοδυτική πλευρά τῆς Χερσονήσου, 330 μέτρα πάνω ἀπό τή θάλασσα στήν ἄκρη
βραχώδους ὀροσειρᾶς. Λόγω τῆς θέσης της καί τοῦ τρόπου κατασκευῆς της,
διαφέρει ἀπό ὄλες τις ἄλλες Μονές. Εἶναι άφιερωμένη στή Γέννηση τοῦ Χριστοῦ.

Ἡ Μονή καταστράφηκε σχεδόν ὁλοσχερῶς τρεῖς φορές ἀπό πυρκαγιά.


Είκόνα τῆς Γέννησης

Ὅσιος Σίμων ὁ Μυροβλήτης

37
Ὡστόσο έχει ακόμα περί τις 350

φορητές είκόνες.

Και τὀ πιό γνωστό ϊερό κειμήλιό της εἶναι τό άριστερό χέρι τῆς Μαρίας Μαγδαληνῆς

14) Ι.Μ. Αγ. Παύλου

Ἱδρυτής εἶναι ὁ ὅσιος Παῦλος ὁ Ξηροποταμινός,


ὁ ὁποῖος ἀρχικά ἵδρυσε τή μονή Ξηροποτάμου
κοντά στή Δάφνη. Ὁ ἴδιος λίγο πρίν τό τέλος τῆς
ζωῆς του, ἀνέγειρε νέα μονή - τή σημερινή Ἁγίου
Παύλου - στήν τωρινή της θέση, ἀλλά μέ τό
ὄνομα Ξηροποτάμου. Μετονομάστηκε σέ Μονή
Ἁγίου Παύλου τό 1108.
Ἀρχές τοῦ 14ου αἰώνα καταστράφηκε καί
κατέστη κελλί, δηλαδή ἐξάρτημα, τῆς μονῆς
Ξηροποτάμου. Τό 1365 ὅμως ἡ Μονή Ἁγίου Παύλου ἐπανακατοχυρώνεται σέ
κυρίαρχη μονή ὅπου καί ἐπανδρώθηκε ἀπό Σέρβους. Τήν σημερινή της μορφή πού
εἶναι διπλάσια σέ ἔκταση τῆς ἀρχικῆς τήν ἀπέκτησε στά μέσα τοῦ 18ου αἰῶνα.
Έπειδή καταστράφηκε
πολλές φορές ἀπό
διάφορες αίτίες, τα κτίριά
της ἀνήκουν σε
διαφορετικές χρονικές
περιόδους.

Στό σκευοφυλάκιο φυλάσσονται


τά Δῶρα τῶν Μάγων, δυό
κομμάτια τοῦ Τίμιου Ξύλου
καθώς ἐπίσης ἕνα δίπτυχο ἀπό

38
σμάλτο μέ τήν εἰκόνα τοῦ Παντοκράτορα τό ὁποῖο προέρχεται ἀπό τή σχολή Μαάς
καί κατασκευάστηκε τό 1200. Ἐξαιρετικά πολύτιμος εἶναι ἕνας ποιμενικός σταυρός
με μαργαριτάρια καί 40 μικρογραφίες. Στίς πολύτιμες εἰκόνες ανήκουν αὐτή
τοῦ Ἁγίου Γεωργίου καί τῆς 

ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΜΥΡΟΒΛΗΤΙΣΣΑΣ

Ἡ θαυματουργή αύτή εἰκόνα τῆς Θεοτόκου βρισκόταν σέ κάποιο φημισμένο


μοναστήρι τῆς Κων/πολης πού λεγόταν τοῦ Μυρελαίου. Ἀπό ἐκεῖ τήν ἔφερε στό
Ἅγιον Ὄρος ὁ Ἅγιος Παῦλος ὁ Ξηροποταμηνός καί τήν ἀφιέρωσε στήν δεύτερη
Μονή τήν ὁποία ἵδρυσε καί πού ἔλαβε τό ὄνομά του. Ἡ ἁγία αύτή εἰκόνα ἄρχισε
κάποτε νά αναβλύζει μῦρο καί γι’ αὐτό ἀπό τότε όνομάζεται Μυροβλήτισσα. Πολλά
θαύματα ἔχουν συνδεθεῖ με αύτή την εἰκόνα.
15) Ι.Μ. Σταυρονικήτα

Μιά ἀπό τίς πιό μικρές καί


πιό κομψές σέ κτίρια Μονές,
πού χτίστηκε ἀρχικά είς
μνήμην ἁγίου Ἰωάννου τοῦ
Προδρόμου. Χαρακτηριστικό
δεῖγμα παραδοσιακῆς
ἁγιορείτικης ἀρχιτεκτονικῆς
σέ σχῆμα κάστρου. Βρίσκεται
άνάμεσα στήν Ι.Μ.
Παντοκράτορος καί Ι.Μ.
ἱβήρων.Πρῶτος κτήτορας
φαίνεται τόν 10ο αἰῶνα ὁ
Πατρίκιος Νικήτας ἤ κατ’
ἄλλους ὁ Νικηφόρος
Σταυρονικήτας, ἀξιωματικός
τοῦ Τσιμισκῆ.
Καταστράφηκε σχεδόν ὁλοσχερῶς ἀπό φωτιά πέντε φορές, λεηλατήθηκε καί
ἐρημώθηκε. Μετετράπη διαδοχικά σέ ἐξάρτημα τῆς Μονῆς Φιλοθέου,
Κουτλουμουσίου, Γηρομερίου κ.ἀ. Σήμερα εἶναι πάλι κυρίαρχη μονή. Ἐντυπωσιακό
εἶναι το ὑδραγωγεῖο τῆς Μονῆς.
Ή Τράπεζα καί τό καθολικό
εἶναι ἁγιογραφημένα τό 1536
ἀπό τόν διάσημο ἐκπρόσωπο
τῆς Κρητικῆς Σχολῆς,
Θεοφάνη καί τόν γιό του
Συμεών.
Οἱ τοιχογραφίες αὐτές
θεωροῦνται ἀπό τίς πιό
ὀνομαστές τοῦ Ἁγίου Ὄρους

39
Εἶναι κοινοβιακή ἀπό το 1968 καί ἑορτάζει στίς 6 Δεκεμβρίου τοῦ Ἁγίου Νικολάου.

Κατέχει τή θαυματουργή εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Νικολάου τοῦ Στρειδᾶ.

Ἀριστερά : Χριστός Εύλογῶν.


Φορητή εικόνα τοποθετημένη στό τέμπλο τοῦ καθολικοῦ.
Ἔργο τοῦ Θεοφάνη.

Ἅγιος Νικόλαος ὁ στρειδᾶς.


Στόν καιρό τῆς εἰκονομαχίας οἱ μοναχοί ἔριξαν
πολλές εικόνες στή θάλασσα γιά νά μήν τίς
μολύνουν τά χέρια τῶν εἰκονομάχων. Μιά ἀπό
τίς εἰκόνες ἐκεῖνες, ἦταν τοῦ ἁγίου Νικολάου,
πού βρίσκεται σήμερα στό μοναστήρι τοῦ
Σταυρονικήτα και πού εἶναι μιά ἀπό τίς
θαυματουργές εἰκόνες τοῦ ἁγίου Όρους. Τό
μοναστήρι αὐτό τό ἔκαψαν κάποτε οἱ
κουρσάροι. Ὁ Πατριάρχης Ἱερεμίας ὁ Παλαιός,
θέλησε νά τό ξανακτίσει στό ὄνομα τοῦ ἁγίου
Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Κι ἐνῷ οἱ κτίστες
ἄρχισαν τό κτίσιμο, οἱ μοναχοί ἔριξαν τά δίκτυα
στή θάλασσα γιά νά πιάσουν ψάρια. Ὅταν
ὅμως τράβηξαν τά δίκτυα βρῆκαν μέσα σ’ αὐτά
τό θαυματουργό εἰκόνισμα τοῦ ἁγίου Νικολάου.
Στό μέτωπο του ἦταν κολλημένο ἕνα στρείδι.
Ὅταν το τράβηξαν γιά νά τό ξεκολλήσουν
συνέβη κάτι τό συγκλονιστικό. Ἔτρεξε αἷμα
ἀπό τήν πληγή πού ἄνοιξε το στρείδι! Ἀπ’ αὐτό τό θαῦμα, ὀνομάσθηκε, Ἅγιος
Νικόλαος Στρειδᾶς. Καί ἡ ὀνομασία αυτή παραμένει μέχρι σήμερα. Ἡ εἰκόνα αὐτή
εἶναι πολύ παλαιά.
Εἶναι φτιαγμένη ὄχι μέ ζωγραφική, εἶναι ψηφιδωτή. Τέτοιες εἰκόνες μωσαϊκές, ὅπως
τις λέμε, ἔχουν φιλοτεχνηθῇ σέ τοίχους ἀρκετῶν ναῶν. Φιλοτεχνημένες ὅμως σέ
ξύλινα, μικρά εἰκονίσματα πολύ λίγες Μόλις εἶδε ὁ Πατριάρχης τό θαῦμα αὐτό τοῦ
εἰκονίσματος, ἀποφάσισε νά ἀφιερώσει τό ναό πού κτιζόταν στο ὄνομα τοῦ ἁγίου
Νικολάου . Τό θαῦμα αυτό συνέβη στά 1553.
Κάτω: τοιχογραφίες του Θεοφάνη Στρελίτζα στο Καθολικό

40
Τό ἔργο καί ἡ τεχνοτροπία τοῦ άγιογράφου αὐτοῦ ἄσκησαν σημαντική επιρροή
στους μεταγενέστερους εικονογράφους τοῦ ἁγίου Ὄρους, κάτι πού μαρτυρεῖται καί
ἀπό τό γεγονός ὄτι τό ἐγχειρίδιο ζωγραφικῆς τοῦ 1730 μέ τίτλο Ἑρμηνεία τῆς
ζωγραφικῆς τέχνης καί αἱ κύριαι πηγαί αὐτῆς πού συντάχθηκε ἀπό τόν Διονύσιο τόν
ἐκ Φουρνᾶ, ἀναφέρει τόν Θεοφάνη ὡς τό πρότυπο πρός μίμηση.
16) Ι.Μ. Ξενοφῶντος

Βρίσκεται στό μέσο τῆς δυτικῆς πλευρᾶς, ἀνάμεσα στίς Μονές Δοχειαρίου και Αγ.
Παντελεήμονος.
ἱδρύθηκε ἀπό τον ὅσιο
Ξενοφῶντα τον 10ο
αἰῶνα σέ θέση ὄπου
παλαιότερα ὑπῆρχε
μονύδριο πρός τιμήν
τοῦ ἁγ. Δημητρίου.
Διαθέτει δύο καθολικά
ἀφιερωμένα στόν ἅγιο
Γεώργιο. Τό παλαιό τοῦ
11ου αἰῶνα, ἱστορημένο
με παλαιοχριστιανικά
σύμβολα, ἔχει
τοιχογραφίες πού
ἐπιζωγραφήθηκαν. Τό νεώτερο, εἶναι τό πιό μεγάλο καί ἐπιβλητικό τοῦ Ὄρους,
χρειάστηκε 20 χρόνια γιά να κτισθεῖ καί εἶναι πολύ εύρύχωρο καί φωτεινό. Τό
τέμπλο του καί ἡ Ἅγια Τράπεζα
κατασκευάστηκαν μέ τηνιακά καί
ἀθωνικά μάρμαρα.
Τό μοναστήρι θεωρεῖται ὅτι εἶναι τό
μοναστήρι τοῦ Ἁγ Γεωργίου καί τῆς
Παναγίας τῆς Ὁδηγήτριας.

41
Ἀριστερά : Ο ὅσιος Ξενοφῶν, Ὁ κτίτορας τῆς Μονῆς

Ἡ Είκόνα τοῦ Ἀγίου Γεωργίου


Στό δεξιό κίονα τοῦ νέου καθολικοῦ τῆς Μονῆς πρό τοῦ
τέμπλου υπάρχει μιά μεγάλη εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Γεωργίου ή
ὁποία κατά τήν παράδοση ἔχει τήν ἀκόλουθη ἱστορία:
Στά χρόνια τῆς εἰκονομαχίας, στήν Βασιλεύουσα, ή εἰκόνα αὐτή ρίχτηκε ἀπό
είκονομάχους στή φωτιά. Μετά τή
θαυματουργική διάσωση της ἀπό τή
φωτιά, κάποιος τήν έπληξε μέ μαχαίρι
στό σαγόνι ἀπό ὅπου χύθηκε αἷμα τό
ὁποῖο φαίνεται μέχρι σήμερα. Τελικά ή
θαυματουργός εικόνα διασώθηκε από
εὐλαβεῖς χριστιανούς πού τήν έριξαν στή
θάλασσα, στό ἔλεος τοῦ Θεοΰ. Ή εικόνα
αύτή ἔφθασε πλέοντας στήν παραλία τοῦ
τότε Μονυδρίου τοῦ Ἁγίου Δημητρίου.
Στό σημείο τῆς ἀκτῆς, ὅπου προσάραξε ή
ἁγία εἰκόνα, ἀναβλύζει ἀπό τότε μέχρι σήμερα ἰαματικό ἁγίασμα, «τά ξυνά νερά»,
πού θεραπεύει τήν δυσουρία, γι’ αυτό καί ή εἰκόνα ὀνομάζεται «δυσουρίτου». Οἱ τότε
πατέρες μετέφεραν μέ εὐλάβεια τήν εἰκόνα στή Μονή καί πρός τιμήν τοῦ Ἁγίου
ἔκτισαν τό καθολικό στό ὄνομά του.
Η ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΟΔΗΓΗΤΡΙΑ
Ἡ εἰκόνα αὐτή βρισκόταν ἀπό πολύ παλιά στό καθολικό τῆς Ἱερᾶς Μονῆς
Βατοπαιδίου στόν κίονα τοῦ ἀριστεροῦ χοροῦ. Τό 1730 ὅμως ἐξαφανίστηκε ξαφνικά
ἀπό τή θέση της, ἐνῷ οἱ πύλες
τοῦ ναού ἦταν κλειδωμένες, καί
βρέθηκε στήν Ἱερά Μονή
Ξενοφῶντος. Ὅλοι νόμισαν ὅτι
κάποιος τήν εἶχε κλέψει κρυφά
καί ἔτσι ἡ εἰκόνα μεταφέρθηκε
πίσω στή θέση της, ἐνῷ οἱ
Βατοπαιδινοί πατέρες ἔλαβαν
αὐστηρότατα μέτρα ἀσφαλείας
καί σφράγισαν τό ναό. Σέ λίγη

42
ὅμως ὤρα, ὅταν ἀνοίχτηκε ἡ εκκλησία γιά τήν ακολουθία, ἡ εικόνα ἔλειπε καί πάλι
ἀπό τή θέση της καί πολύ σύντομα ἔφτανε εἴδηση ἀπό τήν Μονή τοῦ Ξενοφῶντος
ὅτι βρέθηκε καί πάλι στήν ἀντίστοιχη θέση τοῦ ἐκεῖ καθολικοῦ.Οἱ Βατοπαιδινοί
πείσθηκαν γιά τό θαῦμα καί ἀποφάσισαν νά μήν ἀντισταθοῦν ἄλλο στή θέληση τῆς
Θεομήτορος. Ἔτρεξαν στή Μονή Ξενοφῶντος γιά νά προσκυνήσουν τήν Ὁδηγήτρια
καί γιά πολύ καιρό τῆς ἔστελναν λάδι καί κερί στήν νέα της κατοικία. Μάλιστα τά 2
μοναστήρια συνεορτάζουν τήν Παναγία στίς 20 Ἰουνίου.
Ἡ Εικόνα τῆς Παναγίας Ὁδηγήτριας, εἶναι ιστορικά ἡ πρώτη εικόνα τῆς Ἐκκλησίας,
ἱστορηθεῖσα ἀπό τόν Ευαγγελιστή Λουκᾶ, σύμφωνα μέ τό σχετικό Μεγαλυνάριο τῆς
Θεοτόκου: «Ἄλαλα τά χείλη τῶν ἀσεβῶν τῶν μή προσκυνούντων τήν Εἰκόνα Σου
τήν σεπτήν, τήν ἱστορηθεῖσαν ὑπό τοῦ Ἀποστόλου Λουκᾶ ἱερωτάτου, τήν
Ὁδηγήτριαν». Ὁ Ιερός Ευαγγελιστής φιλοτέχνησε τήν εἰκόνα ζώσης τῆς Θεοτόκου
πού τήν εύλόγησε : « Ἡ χάρις τοῦ παρ’ έμοῦ τεχθέντος εἴη μεθ’ ὑμῶν ».

17) Ι.Μ. Ὁσίου Γρηγορίου


Ἡ ῾Ι. Μονή Ὁσίου Γρηγορίου
βρίσκεται στή ΝΔ πλευρά τῆς
χερσονήσου τοῦ Ἄθω, μεταξύ τῶν
Μονῶν Σίμωνος Πέτρας καί
Διονυσίου, κτισμένη πάνω σέ βράχο
σέ ὑψόμετρο 30 μ. ἀπό τή θάλασσα
Συγκαταλέγεται στίς 6 Μονές τῶν
βράχων, πού ἀνοικοδομήθηκαν ἤ
ἀνακαινίσθηκαν πάνω σέ βράχους,
οἱ μέν πέντε (Σίμωνος Πέτρας,
Γρηγορίου, Διονυσίου, ῾Αγίου
Παύλου καί Παντοκράτορος) τόν
14ο αἰ., ἡ δέ Σταυρονικήτα τόν 16ο
αἰ. γιά νά ἔχουν φυσική προστασία
ἀπό τούς πειρατές. Κτίστηκε ἀπό
τόν ὅσιο Γρηγόριο τόν Σιναΐτη, τόν
ἡσυχαστή καί σιωπῶντα πρός τιμήν
του ἁγίου Νικολάου. Στίς είκόνες της
ξεχωρίζουν αύτές τοῦ ἁγίου, τῆς
Παναγίας τῆς Γαλακτοτροφούσας,
τῆς Παντάνασσας και τῆς Παναγίας
τῆς Παλαιολογίνας.

Τό ὄνομα τῆς Παλαιολογίνας ἦταν


Ὁδηγήτρια Παντάνασσα. Ἀργότερα
σέ αντιδιαστολή ἀπό ἄλλες
43
ὁμώνυμες, ἐπονομάστηκε Παλαιολογίνα, ἀπό τό ὄνομα τῆς δωρήτριάς της, τῆς
“εὐσεβεστάστάτης Κυρά Μαρίας Ἀσανίνας Παλαιολογίνας, κυρᾶς τῆς
Μολδαβλαχίας”, ὅπως εἶναι χαραγμένο σέ μικρή χρυσή ἐπιγραφή ἐπικολλημένη
ἐπάνω στό ἀργυρό ἐπένδυμα τῆς εἰκόνας. Ἐδῶ ἡ Θεοτόκος χαρακτηρίζεται ἀπό ἕνα
γλυκό καί συνάμα πένθιμο ὕφος, ἐνῷ κρατᾷ τόν Χριστό τριετῆ. Ἡ παράδοση
ἀποδίδει πολλά θαύματα στήν ἐν λόγω εἰκόνα, καθώς ἀναφέρουν παλαιότεροι
πατέρες τῆς μονῆς. Τό σπουδαιότερο εἶναι τό γεγονός ὅτι κατά τήν πυρκαϊά τοῦ
1762, τότε πού ὁλόκληρο τό Καθολικό τῆς μονῆς ἔγινε παρανάλωμα τοῦ πυρός
χωρίς νά διασωθεῖ τίποτε, μόνο ἡ εἰκόνα αὐτή ἔμεινε ἀβλαβής μέσα στη φωτιά καί
βρέθηκε ἐπάνω στή στάχτη στόν τόπο πού εἶναι τοποθετημένη σήμερα, δηλαδή
στόν πρῶτο ἀπό ἀριστερά κίονα τοῦ κυρίως ναοῦ, στραμμένη πρός Νότο.

ΠΑΝΑΓΙΑ ΓΑΛΑΚΤΟΤΡΟΦΟΥΣΑ

Οἱ εἰκόνες τῆς Παναγίας Γαλακτοτροφούσας  παρουσιάζουν τή Θεοτόκο νά κρατάει


στήν ἀγκαλιά της τόν νεογέννητο Χριστό καί νά Τόν τρέφει μέ τό γάλα της (νά Τόν
θηλάζει). Γιά τόν λόγο αὐτό, οἱ εἰκόνες αὐτές εἶναι πολύ ἀγαπητές στίς νέες μητέρες
καί ἰδιαίτερα σέ ὅσες θηλάζουν. 
Στην εἰκόνα αύτή, τό στῆθος τῆς Παναγίας
παρουσιάζεται σάν κολλημένο στόν δεξιό
της ὦμο, ὁ δε Ἰησοῦς δέν ἔχει
χαρακτηριστικά θηλάζοντος βρέφους,
ἀλλά μικροῦ παιδιοῦ! Υπάρχουν
παρόμοιες είκόνες πού δείχνουν τήν
Θεοτόκο νά κρατᾷ τόν Ἰησοῦ, μικρότερο ἤ
μεγαλύτερο, μέ τό δεξί ἤ άριστερό χέρι.

44
Ὁ εἰκονιστικός τύπος τῆς Παναγίας τῆς Γαλακτοτροφούσας εἶναι αξιόλογος, εὐρέως
γνωστός καί πολύ ἀγαπητός, στην Ἀνατολική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Θεωρεῖται ὅτι
προστατεύει τίς γυναίκες μέ τά νεογέννητα παιδιά, ἐνῷ πολλές φορές άναφέρονται
θαύματα γιά αύτές πού δέν εἶχαν γάλα γιά να θηλάσουν τά παιδιά τους.
Ὁ προικισμένος ἁγιογράφος πού δημιούργησε αύτή την μορφή ,τήν ἐμπνεύστηκε
ἀπό τήν εὐαγγελική διήγηση τῆς Γέννησης τοῦ Χριστοῦ (Ματθ. β΄ 1-15, Λουκ. β΄ 1-
20) καί ἀπό το εὐαγγελικό ἐδάφιο πού διαβάζεται στόν μικρό Παρακλητικό Κανόνα
πρός τήν Παναγία:
«Μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε καί μαστοί οὕς ἐθήλασας» (Λουκ. ια΄ 27).

18) Ι.Μ. Ἐσφιγμένου

Ἡ Ἱερά Πατριαρχική καί Σταυροπηγιακή Μονή Ἐσφιγμένου εἶναι μία ἐκ τῶν εἴκοσι
μονῶν τοῦ Ἁγίου Όρους ,δέκατη ὄγδοη στήν ἱεραρχική τάξη τῶν ἁγιορείτικων
μονῶν. Εἶναι ἡ πρώτη μονή καθώς ἐρχόμαστε ἀπό Ἰερισσό, ἀμέσως μετά τόν
ἀρσανᾶ της Χιλανδαρίου ένῷ τα θεμἐλιά της κυριολεκτικά βρέχονται ἀπό τον
Στρυμωνικό Κόλπο.

Σχετικά μέ τήν ὀνομασία τῆς μονῆς παρατηρεῖται μεγάλη διαφωνία μεταξύ τῶν


ἐρευνητῶν. Σύμφωνα με μία γνώμη, αὐτή ὀφείλεται στή θέση τῆς Μονῆς ἀνάμεσα
στούς τρεῖς λόφους, τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς, Σαμάρειας καί Γριμποβίτσας, ἀπό τούς
ὁποίους κατά κάποιο τρόπο μοιάζει σάν νά περισφίγγεται. Σχετικά μέ αύτό ὁ
Ἰωάννης Κομνηνός στό βιβλίο του Προσκυνητάριον τοῦ Ἁγίου 'Ὄρους τοῦ Ἄθωνος,
μεταξύ ἄλλων γράφει: «Ὀνομάζεται τοῦ Ἐσφιγμένου, διότι εἶναι ἀνάμεσα σέ τρία
βουνάκια περιωρισμένο σιμά εἰς τόν αἰγιαλόν». Ἄλλοι ὑποστηρίζουν τήν ἄποψη ὅτι
τό ὄνομα αὐτό ἔχει σχέση μέ τόν ἱδρυτή ἤ ἀνακαινιστή τῆς Μονῆς, πού ἦταν κάποιος
μοναχός «μονοχίτων σχοινίῳ σφιγκτῷ ἐζωσμένος». Ἡ ἵδρυση τῆς Μονῆς, καθώς και
ἐκείνης τοῦ Ξηροποτάμου, ἀποδίδεται ἀπό τήν ἁγιορειτική παράδοση στόν
αὐτοκράτορα Θεοδόσιο Β΄ τόν Μικρό καί τήν ἀδελφή του Ἁγία Πουλχερία (5ος αἰ.).
45
Ἄλλη παράδοση ἀναφέρει σάν κτίτορα, ἐκτός τῶν δύο προηγουμένων καί τήν
Εὐδοκία, σύζυγο τοῦ Θεοδοσίου. Γνώρισε περιόδους μεγάλης ἀκμῆς καί περιόδους
έρήμωσης ,τρεῖς φορές καταστράφηκε ὁλοσχερῶς ἀπό φωτιά. Σ’ αύτήν έγκαταβίωσε
καί ὁ Ἄγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς τό 1335.
Οἱ κτίτορες τῆς Μονῆς. Είδικά ἡ Πουλχερία θεωρεῖται Ἀγία

Θαυματουργή Εικόνα Παναγίας Ἀρσανιώτισσας

Ἡ Ιερά καί θαυμάσια εἰκόνα τῆς Θεομήτορος εἶναι


παλαιότατης τέχνης παλαιολογείου ἐποχῆς καί προφανῶς
μπορεῖ νά καταταχθεί στή λεγόμενη σχολή τοῦ «Γιαροσλάβ».
Ἦταν τοποθετημένη στόν ἀρσανᾶ τῆς Μονῆς ὁ ὁποῖος
καταστράφηκε τό 1892 κατά μήνα Δεκέμβριο, ἀπό τούς
ἀποσπασθέντες βράχους τῆς Σαμάρειας σέ νυκτερινή ὥρα.
Ὁ λαϊκός Νικόλαος Καραμανιόλας, γρυπάρης τῆς Μονῆς
(ὑπεύθυνος γιά τό ψάρεμα) ἀπό τήν Ἱερισσό πού κοιμόταν
κάτω ἀπό τήν εἰκόνα τῆς Θεομήτορος διασώθηκε θαυμασίως
καί παραδόξως ἀπό τούς βράχους πού ἔπεφταν.
Βρέθηκε τυλιγμένος μέσα στήν κουβέρτα πού κοιμόταν, ἐντελῶς ὑγιής επειδή, μέ
θαῦμα τῆς Κυρίας Θεοτόκου, μεταφέρθηκε μακρυά από τή φοβερή καταστροφή.
Ψηφιδωτή Εἰκόνα Χριστοῡ

Ὑπάρχει στό ἐρμάριο τῶν ἁγίων Λειψάνων πολύτιμη


ψηφιδωτή εἰκόνα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ σέ ὄρθια στάση, ὁ
ὁποῖος μέ τό δεξί εὐλογεῖ, ἐνῷ μέ τό ἀριστερό κρατάει
Εὐαγγέλιο. Ἡ εικόνα αὐτή τοῦ 13ου αἰῶνα εἶναι ἐργασία
λεπτότατη καί πολύτιμη. Οἱ επίχρυσες ψηφίδες της εἶναι
μικρότατες, σχήματος ὀρθογωνίου καί τετραγώνου, ἐνῷ
τοῦ προσώπου εἶναι σχεδόν μικροσκοπικές. Τό μέγεθος
τοῦ ψηφιδωτοῦ τῆς εἰκόνας εἶναι: 0,14μ. χ 0,8, ἐνῷ μαζί μέ
τό ἀσημένιο πλαίσιο 0,22μ. χ 0,14μ.. Ἡ πίσω πλευρά
καλύπτεται μέ ασημένιο σκαλιστό ἐπένδυμα πού φέρει τήν
ἑξῆς ἐπιγραφή : «Μνήσθητι τῶν δούλων σου Γλιγώρη,
Σμαραγδίνας, Γονέων καί τῶν Τέκνων 1792». Τό ἐπένδυμα
αὐτό γυρίζει σάν πλαίσιο πρός τήν ὄψη τῆς εἰκόνας κατά 0,04μ. καί φέρει
σκαλισμένες ἀριστερά τίς εἰκόνες τῶν ἕξι Ἀποστόλων: Ματθαίου, Ἀνδρέα, Σίμωνος,
46
Φιλίππου, Πέτρου, Μάρκου καί δεξιά τούς άλλους ἕξι: Ἰωάννη, Ἰάκωβο,
Βαρθολομαῖο, Θωμᾶ, Παῦλο καί Λουκᾶ· στό πάνω καί κάτω μέρος έχει ἀπό δύο
ὀπές πού περιέχουν ἀταύτιστα ἅγια λείψανα.

Ὑπάρχει ἐπίσης στή Μονή ὁ ἐπιλεγόμενος Σταυρός τῆς


Πουλχερίας, ἐπίχρυσος, χρυσοχοϊκῆς βυζαντινῆς τέχνης ,
άνεκτίμητης πνευματικῆς και πολύ μεγάλης ὑλικῆς αξίας, ὁ ὁποῖος
ἔχει σειρές μαργαριταριῶν ἀπό τίς δύο πλευρές καί τρεῖς εὐμεγέθεις
σμάραγδους στίς τρείς κεραῖες τοῦ Σταυροῦ. Τό μῆκος του εἶναι
0,126 μ. καί τό ἐγκάρσιο τμῆμα 0,13μ.
Θεωρεῖται ὅτι άνήκει στήν πρώτη κτιτόρισσα τῆς Μονῆς τοῦ
Ἐσφιγμένου, γι' αὐτό δικαίως καί πρεπόντως δοξάζεται σέ αὐτήν
αἰωνίως.

19) Ι.Μ. Ἁγίου Παντελεήμονος ( Ρωσική)

Εἶναι κτισμένη άνάμεσα στην Ξενοφῶντος , στόν Σιγγιτικό


κόλπο, λίγο πρίν τό λιμάνι τῆς Δάφνης. Συγκροτεῖται ἀπό
ἐντυπωσιακά κτίρια καί ἀποτελεῖ πνευματικό φάρο καί
ἰδιαίτερης σημασίας προσκύνημα γιά ὅλο τόν ρωσικό κόσμο.
Ἐδῶ μόνασε ὁ Ρῶσος  Ἄγιος τοῦ 20ου αἰῶνα, Ὅσιος
Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης, ἐνῷ σήμερα εἶναι ὁ τόπος διαμονῆς
δεκάδων Ρώσων μοναχῶν. Σέ ὅποιον αντικρίζει τήν Μονή
λόγῳ τοῦ πλήθους τῶν πολυόροφων οἰκοδομῶν καί τῶν
47
ψηλῶν τρούλων τῶν ναῶν της, δίνει τήν ἐντύπωση μιᾶς μικρῆς, ἐντυπωσιακῆς
πολιτείας. Τόν 13ο αἰῶνα τό μοναστήρι κάηκε ὁλοσχερῶς ἀπό μιά τρομερή
πυρκαγιά καί την ανακατασκευή της ανέλαβαν οἰκονομικά ο Ανδρόνικος Β΄
Παλαιολόγος καί Σέρβοι ἡγεμόνες. Ἡ μοναστική δύναμη τῆς μονῆς ἀποτελοῦνταν
ἀπό Ἕλληνες καί Ρώσους μοναχούς οἱ ὁποῖοι μετά τό 1497 ὑπερτεροῦσαν πολύ
ἀριθμητικά.Τόν 18ο αἰῶνα ἡ μονή ἐπανῆλθε σέ ἑλληνικά χέρια μέχρι ὡστόσο νά
ἐπικρατήσουν ξανά οἱ Ρῶσοι τό 1875 .Ἠ μονή επίσης διαθέτει τήν μεγαλύτερη
καμπάνα τῶν Βαλκανίων, ἡ ὀποία βρίσκεται στόν πρῶτο ὄροφο τοῦ
κωδωνοστασίου πάνω ἀπό τήν Τράπεζα. Το βάρος τῆς μεγαλοπρεποῦς καμπάνας
εἶναι 13 τόνοι, ἡ διάμετρος 2,70 μέτρα ἐνῷ ἡ περιφέρεια της 8,71 μέτρα. Γιά τήν
κρούση αὐτῆς τῆς τεράστιας καμπάνας ἀπαιτοῦνται δύο μοναχοί. Λέγεται ὄτι
φτιάχτηκε γιά νά άκούγεται μέχρι τήν Κωνσταντινούπολη.

Σύμφωνα με την παράδοση η


είκόνα προέρχεται ἀπό τό
μικρό μοναστικό οίκισμό τοῦ
Ξυλουργοῦ, πού ἱδρύθηκε τό
1030.
Άγιος Παντελεήμων:
Στα τέλη τοῦ τρίτου αἰῶνα
μ.Χ., γεννήθηκε στή
Νικομήδεια της Μικρᾶς Ἀσίας
ο Άγιος μεγαλομάρτυρας
Παντελεήμων μέ τό ἀρχικό
ὄνομα Παντολέων. Ὁ
πατέρας του λεγόταν
Εὐστόργιος καί ἦταν
εἰδωλολάτρης ἀξιωματοῦχος,
μέλος τῆς συγκλήτου καί
μητέρα του ἦταν ἡ Χριστιανή
Εύβούλη  πού έφυγε ἀπό τήν
ζωή ὅσο ὁ Παντολέων ἦταν
σέ πολύ νεαρή ἡλικία. Ο
Ἄγιος ἀπέκτησε από μικρή
ἡλικία ἐγκύκλια παιδεία καί
ὅταν τήν ὁλοκλήρωσε
σπούδασε τήν ἰατρική, δίπλα
στον Εύφρόσυνο πού ἦταν
προσωπικός ίατρός του
αύτοκράτορα. Οἱ σχέσεις
μάλιστα τῆς οἰκογένειάς του μέ τό παλάτι ἦταν πολύ καλές καί σύντομα θά τόν
έφερναν ὡς γιατρό στήν αὐλή τοῦ Αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ. Ὁ ἴδιος τελικά ὄμως
ἀσπάστηκε τό χριστιανισμό. Ἡ μεταστροφή αυτή συνέβη μετά ἀπό γνωριμία μέ τόν
Άγιο Ἑρμόλαο, τήν ἐποχή ἑνός διωγμοῦ κατά τῶν χριστιανῶν  .Ὅταν πέθανε ὀ
πατέρας του ἐκποίησε τήν περιουσία του γιά νά βοηθήσει τούς φτωχούς καί
48
προσέφερε τίς ἰατρικές ὑπηρεσίες του χωρίς χρέωση σέ ὅποιον δέν εἶχε τήν
οἰκονομική δυνατότητα νά ἀντεπεξέλθει. Ἡ πρακτική του αὐτή ὅμως ὤθησε πολλούς
ἰατρούς νά τόν καταγγείλουν καί νά ὑποδείξουν στά ἀνάκτορα πώς εἶναι Χριστιανός.
Ιδιαίτερο φθόνο μάλιστα έτρεφε, για τόν ἅγιο, ὁ ἴδιος του ὁ δάσκαλος, Ὄταν ὁ ἅγιος
ἀρνήθηκε να θυσιάσει στά εἴδωλα ὁδηγήθηκε στό μαρτύριο. Ἄλλοτε ἔκαιγαν τό
σῶμα του μέ πυρσούς, ἄλλοτε τόν μαστίγωναν καί ἄλλοτε τοῦ ἔριχναν καυτό λάδι,
όμως τά μαρτύρια δέν τοῦ προξενοῦσαν πόνο. Ἔτσι, γιά νά τόν θανατώσουν τόν
έριξαν στά θηρία, οὔτε αὐτά ὅμως δέν τόν έβλαψαν. Τελικά ἀποφασίστηκε νά τόν
ἀποκεφαλίσουν. Όταν ἔγινε αύτό ἀπό τήν πληγή ἔτρεξε γάλα ἀντί γιά αἷμα, ένα
θαῦμα γιά νά δείξει τό πόσο μεγάλος ἅγιος εἶναι ὁ Παντελεήμονας, ἀφοῦ πρίν
μαρτυρήσει φωνή ἀπό τόν οὐρανό τοῦ ἔδωσε αὐτό τό νέο ὄνομα.
20) Ι.Μ. Κασταμονίτου ( Κωνσταμονίτου)

Ἡ είκοστή στην ἱεραρχία


τῶν μονῶν τοῦ Ἀγίου
Ὄρους.
Θεωρείται μοναχική
Μονή μέσα στό ἀπάτητο
δάσος τοῦ
Κρειοβουνίου, περίπου
στό κέντρο τῆς
χερσονήσου. Ἡ μονή
ἀπέχει μιά ὥρα
ἀνηφόρα ἀπό τόν
ἀρσανᾶ της, ἀρχικά
μέσα ἀπό ἐλαιῶνα καί
μετά ἀπό δάσος, κυρίως
καστανιᾶς.
Δέν ἐπικοινωνεῖ εὔκολα
μέ ἄλλα μοναστήρια.
Ὑπάρχουν κάποια δύσβατα καί περίπλοκα μονοπάτια γιά τή Μονή Ζωγράφου καί
τό Βατοπαίδι.
Ἱδρυτής φέρεται ὁ Μέγας Κων/νος τόν
4ο αἰῶνα ἤ κάποιος γιός του ἀλλά κατ’
ἄλλην ἐκδοχή ὁ μοναχός Κασταμονίτης
καταγόμενος ἀπό τήν Κασταμονή τῆς Μ.
Ἁσίας τόν 11ο αί. Πάντως ἡ ἱστορία τοῦ
μοναστηριοῦ φαἰνεται καθαρά ἀπό τόν
14ο αίῶνα, μετά ἀπό σημαντικές
καταστροφές πού ὑπέστη ἀπό
Καταλανούς πειρατές.  
Νεότερος κτήτορας εἶναι ἡ σύζυγος τοῦ
Ἀλῆ Πασᾶ κυρά Βασιλική, μέ
49
χρηματοδότηση τῆς ὁποίας ἀνοικοδομήθηκε μεγάλο μέρος τῆς Μονῆς κατά τά ἔτη
1819―1820. Τό Καθολικό, τιμώμενο στόν πρωτομάρτυρα Στέφανο, κτίσθηκε τό
1867 καί εἶναι τό τέταρτο στή σειρά πού οἰκοδομήθηκε στήν ἴδια θέση. Τά
σημαντικότερα ἀπό τά κειμήλια είναι οἱ τρεῖς θαυματουργές εἰκόνες: τοῦ ἁγίου
Στεφάνου, τῆς Ὁδηγήτριας και της Ἀντιφωνήτριας.

Κάτω :Παλαιόπυργος τῆς Μονῆς .

Ο συγκεκριμένος πύργος,
ὁ «Παλιόπυργος», εἶναι
ὅ,τι ἀπέμεινε ἀπό παλιά
μονή ποὐ ὑπῆρχε ἐκεῖ, τή
μονή «Ξηροκάστρου»,
πού ἡ ἀρχαιότερη
ὀνομασία της ήταν τοῦ
«Ἀρμενίου».
Ἡ ἀκριβής χρονολόγηση
τοῦ πύργου δέν εἶναι
γνωστή, ἀλλά εἶναι
ἐξακριβωμένο ὅτι
ἐπισκευάστηκε τόν 15ο-
16ο αἰῶνα με διπλό τεῖχος
καί ὑπερύψωση μέ
καταχύστρες ἐπάνω ἀπό
τήν εἴσοδό του.
Ἡ πρώτη κατασκευή τοῦ πύργου ἔγινε μᾶλλον τόν 14 αἰῶνα, μετά τήν ἐπιδρομή
ο

τῶν Καταλανῶν. Φαίνεται ὅτι ἀρχικά ἦταν μέρος τῆς ἀμυντικῆς ὀχύρωσης τῆς μονῆς
Ξηροκάστρου καί ἀργότερα ὅταν αὐτό τό μοναστήρι ἐγκαταλείφθηκε,
χρησιμοποιήθηκε γιά τήν ἄμυνα τοῦ ἀρσανᾶ τῆς Κωνσταμονίτου.

Καθολικό καί Κειμήλια τῆς Μονῆς

Ἔχει γραφτεῖ ὅτι το ἅγιον Ὄρος εἶναι ἔνας τόπος μυστηρίου, ὄπου μιλάει πολύ
ἔντονα ἡ σιωπή, δηλ. ἡ γλῶσσα τῆς αἰωνιότητας. Ἄν κάποιος ξέρει νά διδάσκεται
μέ αύτόν τόν τρόπο, ἔχει πολλά να διδαχθεῖ ἀπό τή Μονή Κωνσταμονίτου.

Το παρακάτω Ευαγγέλιο εἶναι προσφορά της


κυρά Βασιλικῆς

50
Ἔργο του Χαλεπᾶ τό τέμπλο τοῦ Καθολικοῦ
Το

καθολικό κοσμοῦν τρεῖς πολύ σημαντικές


προσκυνηματικές εἰκόνες. Στό δεξί
προσκυνητάρι τοῦ ναοῦ βρίσκεται ἡ εἰκόνα
τοῦ τιμωμένου ἁγίου Στεφάνου. Σύμφωνα
μέ τήν παράδοση, πρόκειται γιά προεικονομαχική εἰκόνα, ἡ ὁποία μάλιστα φέρει καί
καταστροφές άπό τήν εἰκονομαχική διαμάχη. Φέρει ἴχνη ἀπό φωτιά καί μιά σχισμή
στο ἀριστερό μάτι. Θεωρεῖται ὄτι ἦλθε μόνη της ἀπό τά Ἱεροσόλυμα στό Ἄγιον Ὄρος
κατά θαυματουργικό τρόπο. Πλέον εἶναι καλυμμένη μέ ἀσημένια ἐπένδυση, δῶρο
τοῦ ἀρχιμανδρίτη Φιλαρέτου στά 1864.
Στό ἀντίστοιχο ἀριστερό προσκυνητάρι, ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας Ὁδηγήτριας, δῶρο
τῆς Άννας Φιλανθρωπινῆς , δεύτερης σύζυγου τοῦ Μανουήλ Γ΄ Μεγάλου Κομνηνού
αὐτοκράτορα τῆς Τραπεζοῦντας,.στά 1360.
Η τρίτη, ἡ εικόνα τῆς Παναγίας Ἀντιφωνήτριας,
πού βρίσκεται ἀναρτημένη σέ κίονα πίσω ἀπό τόν
ἀρχιερατικό θρόνο, φέρεται ὡς ἡ θαυματουργός
εἰκόνα τοῦ μοναστηριοῦ. Ἧταν παραμονή τῆς ἑορτῆς
τῆς ἀνακομιδῆς τοῦ λειψάνου τοῦ ἁγίου Στεφάνου,
πολιούχου τῆς μονῆς και ό ἐκκλησάρης, όνόματι
Ἀγάθων εὑρίσκετο σέ μεγάλη θλίψη γιατί τέτοια
σημαντική μέρα δέν εἶχε καθόλου λάδι. Τότε ἀκούει
μιά φωνή ἀπό τήν εἰκόνα τῆς Ἀντιφωνήτριας πού τοῦ
ἔλεγε ( δηλ, άντιφώνησε) νά μήν λυπᾶται, γιατί αὐτή
φροντίζει γιά κάθε πράγμα στό Ἅγιον
Ὄρος. Πραγματικά πρός διαβεβαίωση τῶν
λεγομένων, τό πιθάρι τῆς εκκλησίας 450 λίτρων,
γέμισε από λάδι καθώς καί τά ὑπόλοιπα δοχεῖα τῆς
μονῆς ἀπό τά ἀναγκαῖα πρός το ζῆν.

51
Οἱ είκονιζόμενοι Νεομάρτυρες Βενέδικτος, Τιμόθεος και Παῦλος ὑπῆρξαν μοναχοί
τῆς Μονῆς. Μαρτύρησαν κατά την Ἑλληνική
Ἐπανάσταση , στήν Θεσσαλονίκη τά ἔτη 1821,
1822,1824 ἀντίστοιχα.

Τέλος καί Τῷ Θεῷ Δόξα.

52

You might also like