Professional Documents
Culture Documents
Τό Ἅγιον Ὄρος μέ τήν ὑπερχιλιετῆ ὕπαρξή του εἶναι ἕνα ζωντανό μουσεῖο
Βυζαντινῆς καί μεταβυζαντινῆς ἱστορίας ἀπό ἄποψη ἀρχιτεκτονικῆς, ζωγραφικῆς,
ἁγιογραφίας καί ὑμνογραφίας, μοναδικό στό εἶδος του.Θεωρεῖται προστατευόμενο
μνημεῖο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιᾶς, προσελκύοντας ἑκατοντάδες
χιλιάδων επισκεπτών ἀπό ὅλο τον κόσμο κάθε χρόνο.
Ίδιαίτερα σημαντική εἶναι ἡ ζωγραφική τοῦ Ὄρους.
Μέ τόν ὅρο «ζωγραφική» ἐννοοῦμε τήν τέχνη πού ἀπεικονίζει μορφές, ἀντικείμενα,
τοπία καί στό Ὄρος ή τέχνη αὐτή δέν περιορίζεται μόνο σέ τοιχογραφίες (πού
καλύπτουν πολλές δεκάδες χιλιάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα) στό ἐσωτερικό τῶν
μονῶν ἀλλά ἐπεκτείνεται σέ κάθε ἐπιφάνεια πού συμμετέχει στήν λατρευτική ζωἠ ,
ξύλο, χαρτί, περγαμηνή.
Εἶναι προφανές ὄτι σημαντική θέση στήν κληρονομιά τοῦ Ὄρους κατέχουν οἱ
φορητές είκόνες.
Θά γίνει ἐδῶ προσπάθεια νά παρουσιαστοῦν μερικές ἀπό τίς πιό διάσημες είκόνες
πού ἡ παράδοση τίς διεφύλαξε ὡς θαυματουργές.
Άκολουθεῖται ἡ σειρά τῶν Ι. Μονῶν σύμφωνα μέ τήν άγιορείτικη τάξη ἀλλά πρῶτα
άναφέρεται ὁ ναός τοῦ Πρωτάτου πού άνήκει ταυτόχρονα σέ ὅλες τίς μονές,
Ι.Ν. Πρωτάτου
Βρίσκεται στις Καρυές,
ἦταν ἡ ἕδρα τοῦ
«Πρώτου», τοῦ
ἡγουμένου τῆς Λαύρας
τῶν Καρυῶν, πού εἶχε
ἀπό τόν 9ο αἰῶνα τήν
πρωτοκαθεδρία
ἀνάμεσα στούς
ἡγουμένους ὄλων τῶν
ἄλλων μονῶν. Εἶναι ὁ
μητροπολιτικός ναός
τῆς πρωτεύουσας τοῦ
ἁγίου Ὄρους,
ἀντιπροσωπευτικό
δεῖγμα τῆς ἐποχῆς τῶν
Παλαιολόγων καί
τοιχογραφήθηκε ἀπό τόν πιό διάσημο ἐκπρόσωπο τῆς Μακεδονικῆς Σχολής τόν 14 ο
αἰῶνα, τόν Μανουήλ Πανσέληνο.
1
Ὁ ναός εἶναι τρίκλιτη βασιλική μέ ὑπερυψωμένο κεντρικό κλίτος καί ἔχει στοά κατά
μῆκος τῆς βόρειας πλευρᾶς ἐξωτερικά. Τό κωδωνοστάσιο εἶναι ψηλό καί
ὀρθογωνίου σχήματος. Πρόσφατα ὁ ναός ἀναμορφώθηκε καί άντικαταστάθηκε ἡ
στέγη του.
Στό ἱερό βήμα βρίσκεται ἡ περίφημη θαυματουργή εἰκόνα τῆς Παναγίας, έφέστια τοῦ
Ἁγίου Ὄρους, τό
ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ
Ἀρχικά ἡ εἰκόνα αὐτή βρισκόταν σέ ἕνα παντοκρατορινό κελλί στήν τοποθεσία πού
άργότερα όνομάστηκε κοιλάδα τοῦ «Ἄδειν», κοντά καί κάτω ἀπό τή σκήτη τοῦ
Ἁγίου Ἀνδρέα.
Τήν 11 Ἰουνίου 980 μ.Χ. (κατά άλλους τό 982 μ.Χ.) ὁ
γέροντας ἔλειπε ἀπό τό κελλί, καθώς εἶχε πάει σέ μιά
ἀγρυπνία στις Καρυές, ἀφήνοντας μόνο τόν
ὑποτακτικό του. Ὁ ὑποτακτικός τή νύχτα ἔκανε
κανονικά τόν κανόνα του. Ἁκούει σέ μιά στιγμή νά
τοῦ χτυπᾶνε τήν πόρτα, ἀνοίγει καί βλέπει ἕναν
περαστικό νά τοῦ ζητάει νά τόν φιλοξενήσει, πράγμα
πού γίνεται.
Ὁ μοναχός συνέχισε τόν κανόνα του μέχρι πού
φτάνει στήν θ' ὠδή στόν άρχαῖο ὕμνο «Τὴν
Τιμιωτέραν τῶν
Χερουβίμ καί
ένδοξοτέραν
ἀσυγκρίτως τῶν
Σεραφίμ, τήν
άδιαφθόρως Θεόν Λόγον τεκοῦσαν, τήν ὄντως
Θεοτόκον Σέ μεγαλύνομεν». Τότε τόν διακόπτει ὁ
φιλοξενούμενος καί τοῦ λέει: «Ὄχι, πρῶτα θά
πεῖς:
Ἄξιον ἐστιν ὡς ἀληθῶς μακαρίζειν Σέ, τήν
Θεοτόκον, τήν ἀειμακάριστον καί παναμώμητον
καί μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν..» ὡς συμπλήρωμα
τοῦ ὑπό τοῦ Κοσμᾶ Μαϊουμᾶ Μεγαλυνάριου τῆς
Θεοτόκου.
Ὁ μοναχός ἐνθουσιασμένος ζητάει νά τοῦ γράψει
ὁ ξένος τόν ὕμνο γιά νά μπορεῖ νά τό ψάλλει καί
αὐτός. Ἐπειδή ὅμως δέν βρέθηκε μελάνι καί χαρτί
μέσα στό κελλί, ὁ μυστηριώδης ξένος μοναχός
χάραξε τόν ὕμνο μέ τό δάκτυλό του σέ μιά πέτρινη
2
πλάκα καί προσθέτοντας ὅτι ἔτσι πρέπει νά ψάλλεται στό ἑξῆς ὁ ὔμνος αὐτός ἀπό
ὅλους τούς Ὀρθόδοξους, ἔγινε ἄφαντος.
Οἱ Ἁγιορείτες ἔστειλαν τήν πλάκα στόν βασιλιᾱ καί στόν Πατριάρχη Νικόλαο
Χρυσοβέργη ὁ ὁποῖος ἐνέκρινε τήν εἰσαγωγή τοῦ ἀγγελικοῦ αὐτοῦ ὔμνου στό
λειτουργικό βίο τῆς Ἐκκλησίας. Τήν δέ εἰκόνα, μπροστά στήν ὁποία ψάλθηκε γιά
πρώτη φορά ὁ ἀγγελικός ὕμνος, τή μετέφεραν στό Πρωτάτο, στό ὁποῖο
καθιερώθηκε νά γίνεται καί ἡ ετήσια πανήγυρη σέ ἀνάμνηση τοῦ θαύματος καί πρός
τιμή τῆς Θεοτόκου.
Σύμφωνα μέ τό ἀρχαίο συναξάριο, ἡ γιορτή αὐτή ἀρχικά τελοῦνταν στό κελλί, ὅπου
εἶχε γίνει τό θαύμα, καί μάλιστα πρός τιμή τοῦ ἀρχάγγελου Γαβριήλ, πού χωρίς ἄλλο
ἦταν ὁ θαυμαστός ἐκεῖνος ξένος μοναχός.
Έτσι, τό Μεγαλυνάριο αὐτό τῆς Θεοτόκου πού
συνέθεσε ὁ Ἄγιος Κοσμᾶς ὁ Ποιητής (ὁ
ἐπίσκοπος Μαϊουμᾶ) σήμερα ὀνομάζεται «Ἄξιον
‘Εστί», ἐκ τῶν δύο πρώτων λέξεων τοῦ
Θεομητορικοῦ αὐτοῦ Ὕμνου πού ἔχει ὡς ἑξῆς:
«Ἄξιον ἐστιν ὡς ἀληθῶς, μακαρίζειν σὲ τὴν
Θεοτόκον, τὴν ἀειμακάριστον καὶ παναμώμητον,
καὶ μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. Τὴν τιμιωτέραν τῶν
Χερουβείμ καὶ ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν
Σεραφείμ τὴν ἀδιαφθόρως Θεὸν Λόγον τεκοῦσαν,
τὴν ὄντως Θεοτόκον, σὲ μεγαλύνομεν».
Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἀναφέρει ὅτι τό
γεγονός αὐτό εἶναι πολύ παλαιό καί τοῦτο
μαρτυρεῖται ἀπό τά Μηναῖα τῆς Ἐκκλησίας, ὅπου
στίς 11 Ἰουνίου ἀναγράφεται: «Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ
Σύναξις τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριὴλ ἐν τῷ Ἄδειν».
Ἡ εἰκόνα «Ἄξιον Ἐστί» ἔχει διαστάσεις 70,5x44 εκ. χωρίς τήν ἀργυρή θήκη πού την
περιβάλλει. Λόγω τοῦ χρόνου πού πέρασε, ἡ μορφή τῆς Θεοτόκου ἦταν πολύ
σβησμένη, ἀλλά μετά ἀνακαίνιση διατηρεῖται σέ ἱκανοποιητική κατάσταση καί
διαβάζεται ἡ ἐπιγραφή «Μήτηρ Θεοῦ Καρυώτισσα». Κατασκευάστηκε στήν
Κωνσταντινούπολη κατά τό πρότυπο τῆς Παναγίας Ἐλεοῦσας τοῦ Κύκκου τῆς
Κύπρου, ἔργο τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ καί ἀπεικονίζει τήν Θεοτόκο μέ τή μορφή
πού εἶχε λίγο πρίν τήν κοίμησή της.
Ἡ λιτανεία τῆς είκόνας γίνεται τήν Δευτέρα τῆς Διακαινησίμου πρός τήν Μονή
Κουτλουμουσίου, στό Κελλί τῶν Ἀποστόλων, ένῷ τήν ἑπομένη ἡ είκόνα «Φοβερά
Προστασία» τῆς έν λόγῳ Μονῆς άνταποδίδει τήν ἐπίσκεψη στό Πρωτᾶτο.
3
1) Ι.Μ. Μεγίστης Λαύρας
ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ
Ἀνεβαίνοντας τή σκάλα πού βρίσκεται στά ἀριστερά τῆς κεντρικῆς πύλης τοῦ
καθολικοῦ τῆς Ἱερᾶς Μεγίστης Μονῆς Βατοπαιδίου
ὑπάρχει παρεκκλήσιο ἀφιερωμένο στήν Παναγία τήν
Παραμυθία. Μέσα σ’ αὐτό μεταφέρθηκε μετά τήν
τέλεση τοῦ θαύματος, πού θά περιγράψουμε, ἡ
θαυματουργή εἰκόνα τῆς Παναγίας, τοιχογραφία τοῦ
14ου αἰ. πού βρισκόταν ἄλλοτε στή δεξιά ἄκρη τοῦ
ἐξωνάρθηκα.
Παλαιά ὑπῆρχε ἡ συνήθεια, βγαίνοντας οἱ πατέρες
ἀπό τό Καθολικό, μετά τό τέλος τῆς ἀκολουθίας τοῦ
Ὄρθρου, νά ἁσπάζονται τήν εἰκόνα τῆς Παναγίας πού
ὑπῆρχε στόν ἐξωνάρθηκα. Ἐκεῖ ὁ Ἡγούμενος ἔδινε τά
κλειδιά τῆς κλεισμένης γιά τις βραδινές ώρες πύλης
τῆς Μονῆς στόν θυρωρό γιά νά ἀνοίξει.
Κάποια χρονιά, ἀρχές τοῦ 14ου αἰ., στίς 21
Ιανουαρίου, τελείωσε ὁ Ὄρθρος. Οἱ πατέρες
ἀποσύρθηκαν στά κελλιά τους γιά νά ἀναπαυθοῦν,
μέχρι νά ἀρχίσουν τα καθημερινά τους διακονήματα.
Τότε θά ἀνοιγόταν καί ἡ πύλη τῆς Μονῆς. Δέν γνώριζαν ὅτι ἔξω ἀπό αὐτήν
παραμόνευαν πειρατές, πού τήν εἶχαν περικυκλώσει, ἕτοιμοι νά εἰσβάλλουν γιά νά
καταστρέψουν τά πάντα.
Στό ναό βρισκόταν μόνος ὁ Ἡγούμενος, ἀφοσιωμένος στήν προσευχή του.
Πετάχτηκε ξαφνικά ἀκούγοντας μιά φωνή, πού δέν ἔμοιαζε μέ φωνή ἀνθρώπου.
Έντρομος κοίταξε γύρω του. Δέν εἶδε κανέναν. Ἐξάλλου κανένας δέν ἦταν μέσα στό
5
ναό. Καί ὅμως κάποιος μίλησε. Συγκέντρωσε τήν
προσοχή του καί γεμᾶτος φόβο κατάλαβε ὅτι ἡ
φωνή προερχόταν ἀπό τήν εἰκόνα τῆς
Θεομήτορος. Μέ εὐλάβεια τέντωσε τό αὐτί του γιά
να ἀκούσει. Ἄκουσε τότε τή φωνή τῆς Παναγίας να
λέει: «Μήν ἀνοίξετε σήμερα τήν πύλη τῆς Μονῆς,
ἀλλά ἀφοῦ ἀνεβεῖτε στά τείχη, νά διώξετε τούς
πειρατές». Κατάπληκτος ὁ Ηγούμενος προσήλωσε
τά μάτια του στήν εικόνα τῆς Θεοτόκου. Ἀντίκρυσε
τότε ἕνα ἐκπληκτικό θαῦμα. Ἡ μορφή τῆς
Παναγίας ἦταν ζωντανή. Τό βρέφος Ἰησοῦς πού
κρατοῦσε στά χέρια της πῆρε καί αὐτό ζωή.
Κίνησε τό δεξί του χέρι καί έκλεισε τό στόμα τῆς
ἁγίας Μητέρας του, στρέφοντας πρός αὐτήν τό
φωτεινό πρόσωπό του.
Μιά γλυκιά παιδική φωνή ἀκούστηκε νά λέει: «Μή,
Μητέρα μου, μήν τούς τὀ λές. Ἄφησε τους νά τιμωρηθοῦν, ὅπως τούς ἀξίζει, γιατί
ἀμελοῦν τά μοναχικά τους καθήκοντα». Τότε ἡ Κυρία Θεοτόκος μέ μεγάλη μητρική
παρρησία πρός τόν μονογενῆ Υἱό της, σήκωσε ἐλαφρά τό χέρι, συγκράτησε τό
χεράκι του, ἔκλινε λίγο πρός τά δεξιά τό θεῖο της πρόσωπο καί ἐπανέλαβε πιό
ἔντονα: «Μήν ἀνοίξετε σήμερα τήν πύλη τῆς Μονῆς, ἀλλά ἀφοῦ ἀνεβεῖτε στα τείχη,
νά διώξετε τούς πειρατές. Καί κοιτάξτε νά μετανοήσετε, γιατί ὁ Υἱός μου εἶναι
ὀργισμένος μαζί σας». Ἐπανέλαβε δέ καί γιά τρίτη φορά τήν προειδοποίηση:
«Σήμερα, μήν ἀνοίξετε τήν πύλη τῆς Μονῆς…». Μετά τό διάλογο ἡ Κυρία Θεοτόκος
καί τό Πανάγιο Βρέφος της ἀποκαταστάθηκαν πάλι σάν εἰκόνα.
Ὁ Ἡγούμενος γεμᾶτος θαυμασμό συγκάλεσε ὅλους τούς Πατέρες, διηγήθηκε σ’
αὐτούς τά ὑπερφυσικά γεγονότα πού συνέβησαν καί τούς ἐπανέλαβε τά λόγια πού
εἶχε ἀκούσει ἀπό τά χείλη τῆς Παναγίας καί τοῦ Θείου Βρέφους πρός τήν Μητέρα
του. Ὅλοι μέ κατάπληξη στράφηκαν πρός τό μέρος τῆς θαυματουργοῦ εἰκόνας. Καί
ἡ κατάπληξη τους αὐξήθηκε. Ἡ παράσταση τῆς εἰκόνας εἶχε μεταμορφωθεῖ. Ἡ
σύνθεση μεταβλήθηκε ὁλοκληρωτικά καί δέν ἔμοιαζε καθόλου μέ τήν παλαιά εἰκόνα.
Διατηρήθηκε ἡ μορφή ὅπως φαίνεται σήμερα. Ἡ Παναγία νά κρατᾷ τό χέρι τοῦ
Χριστοῦ κάτω ἀπό τό στόμα της καί νά κλίνει τό κεφάλι της δεξιά γιά νά τό ἀποφύγει.
Ἡ ἔκφραση τοῦ προσώπου της εἶναι γεμάτη ἀπέραντη ἐπιείκεια, ἀγάπη, συμπάθεια
καί μητρική στοργή. Ὁ Χριστός παρόλο πού παριστάνεται ὡς βρέφος ἔχει αὐστηρό
πρόσωπο ὡς Κριτής.
Ἡ εἰκόνα αύτή εἶναι πράγματι ἀχειροποίητος, διότι κατασκευάστηκε στή μορφή
πού εἶναι σήμερα, ὄχι ἀπό ἀνθρώπινο χέρι, ἀλλά ἀπό τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, μετά τή
θαυματουργική ἐπέμβαση τῆς Παναγίας μας γιά τή διάσωση τῆς Μονῆς.
Ὀνομάστηκε «Παναγία Παραμυθία», δηλαδή Παρηγορήτρια. Καί δικαίως· διότι ὅπως
λένε οἱ προσκυνητές τῆς Μονῆς, πού δέν χορταίνουν νά τήν βλέπουν, ἡ θέα τῆς
γλυκιᾶς έκφρασης του προσώπου τῆς Παναγίας ξεκουράζει, ἀναπαύει, γαληνεύει καί
παρηγορεῖ τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου.
Μέ τό θαῦμα αύτό φανερώνεται γιά ἄλλη μιά φορά ἡ μητρική παρρησία τῆς
Θεοτόκου στό νά μεσιτεύει γιά τίς ἁμαρτίες τῶν ἀνθρώπων «πρός τόν Υἱόν καί Θεόν
6
της» καί οἱ σωτήριες πρεσβεῖες της, μέ τίς ὀποῖες ἀπαλλάσσονται ἀπό τά δεινά πού
δίκαια τούς ἀξίζουν γιά τό πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν τους. Ἡ είκόνα μεταφέρθηκε στό
ίδιαίτερο παρεκκλήσιο τῆς Παραμυθίας. Μπροστά σ’ αύτήν οἱ μοναχοί διατηροῦν
ἀκοίμητο κανδήλι, ψάλλουν καθημερινά Παράκληση καί τελεῖται κάθε Παρασκευή
Θεία Λειτουργία. Παλαιότερα, ὑπῆρχε ἡ συνήθεια οἱ κουρές τῶν μοναχῶν νά
γίνονται σ’ αὐτό τό παρεκκλήσιο.
Μέ αύτή τήν είκόνα συνδέεται καί ὁ βίος τοῦ Ὁσίου Νεοφύτου, ό ὁποῖος διετέλεσε
«προσμονάριος», δηλαδή φύλακας καί διακονητής τοῦ παρεκκλησίου τῆς
Παραμυθίας.
Ὁ ὅσιος βρισκόταν σέ ἀποστολή καί ὑπηρεσία ἐκ μέρους τῆς Μονῆς γιά ἕνα
χρονικό διάστημα σέ κάποιο μετόχι της, στήν Εὔβοια. Ἐκεῖ ἀρρώστησε βαριά.
Παρακάλεσε τότε τήν Παναγία νά τόν ἀξιώσει να πεθάνει στή μονή τῆς μετανοίας
του. Ἄκουσε ἀμέσως τή φωνή τῆς Παναγίας νά τοῦ λέει: «Νεόφυτε, πήγαινε στή
μονή σου καί μετά ἀπό ἕνα χρόνο νά ἑτοιμασθεῖς γιά τήν ἔξοδο σου ἀπό τή ζωή».
Εὐχαριστῶντας θερμά τήν Παναγία ὁ Όσιος γιά τήν παράταση τῆς ζωῆς πού τοῦ
δόθηκε, εἶπε στόν ὑποτακτικό του νά ἑτοιμασθοῦν γιά τήν ἐπιστροφή στη μονή.
Πράγματι, μετά τήν παρέλευση ἑνός ἔτους, μιά μέρα ἀφοῦ κοινώνησε τά ἄχραντα
μυστήρια, ἀνεβαίνοντας τή σκάλα μπροστά ἀπό τό παρεκκλήσιο τῆς Παραμυθίας,
ἄκουσε πάλι τή φωνή τῆς Παναγίας: «Νεόφυτε, ὁ καιρός τῆς ἐξόδου σου ἔφθασε».
Ὅταν πῆγε στό κελλί του ἀδιαθέτησε καί ἀφοῦ ἔλαβε συγχώρηση ἀπό ὅλους τοὐς
πατέρες τῆς ἀδελφότητας, παρέδωσε το πνεῦμα του στόν Κύριο.
7
Ἡ είκόνα τῆς Παναγίας τῆς Βηματάρισσας βρίσκεται στή θέση τοῦ συνθρόνου τοῦ
ἱεροῦ βήματος καί σχετίζεται μέ τήν ἑξῆς
παράδοση:
8
Κατά τήν ἑορτή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου, πού πανηγυρίζει ἡ Μονή, καί ἐνῷ
ὁ πατριάρχης
Κύριλλος
πήγαινε νά
προσκυνήσει τά
ἅγια λείψανα
μετά τόν
καθιερωμένο
ἁγιασμό, ὁ
παραπάνω
μοναχός ἄκουσε
μία φωνή ἀπό
τήν εἰκόνα τῆς
Βηματάρισσας
πού τοῦ
ἑρμήνευε ἀκριβῶς τό νόημα τοῦ χωρίου.
Τότε αὐτός ἱκανοποιημένος γιά τή λύση τῆς ἀπορίας του μέ θαυματουργικό τρόπο,
εὐχαρίστησε μέ δάκρυα τήν Κυρία Θεοτόκο.
ΠΑΝΑΓΙΑ ΑΝΤΙΦΩΝΗΤΡΙΑ
9
Ἡ βασίλισσα ἀνέφερε τό γεγονός στόν Ἀρκάδιο, ὁ ὁποίος ἀφιέρωσε Μετόχιο στή
Μονή, ἔδινε κατ’ ἔτος χρήματα καί θέσπισε νά μήν εἰσέρχονται γυναῖκες στό Ἅγιο
Ὄρος.
Οἱ Μοναχοί κράτησαν αὐτήν τήν ἀρχαία παράδοση καί δέν ἐπιτρέπουν τήν εἴσοδο
οὔτε σέ θηλυκά ζῶα. Αὐτόν τόν κανόνα τόν σεβάστηκαν ἀκόμη καί οἱ Τοῦρκοι
κατακτητές ἐπί 450 χρόνια.
Παλαιοί Πατέρες ἀναφέρουν μάλιστα ὅτι ὅταν κάποτε Τοῦρκοι ἀστυνομικοί θέλησαν
νά φέρουν τίς γυναῖκες τους καί ἔκαμαν τίς ἀπαιτούμενες ἐνέργειες (ἔγγραφο μέ
ὑπογραφές), προτοῦ νά ξεκινήσει ὁ ἀνώτερος τους ἀπό τή Δάφνη, πίνοντας τόν
καφέ του ἔπεσε κάτω καί πέθανε.
Οἱ άλλοι τά ἔχασαν καί ἔλεγαν στούς μοναχούς:
« Ἡ γυναίκα πού ἔχετε ἐδῶ δέν ἀφήνει νά φέρουμε τίς γυναῖκες μας».
Τόν νεκρό τόν ἔθαψαν καί ἀκολούθησε νεροποντή κατακλυσμιαία, ὥστε
παρασύρθηκε τό πτῶμα καί ξεβράστηκε στήν ἀπέναντι χερσόνησο.
Μέ αὐτόν τόν τρόπο ἔδειξε ἡ Παναγία ὅτι οὔτε καί νεκρό ἀκόμη δέχεται αὐτόν πού
τόλμησε νά παραβιάσει τό ἄβατο τοῦ Ἁγίου Ὄρους.
ΠΑΝΑΓΙΑ ΕΣΦΑΓΜΕΝΗ
Γιά τήν είκόνα αὐτή διηγοῦνται ὅτι πληγώθηκε ἀπό τό μαχαίρι ἑνός δύστροπου
ἱεροδιάκονου καί ἐκκλησιάρχη (ἐπιμελητή τῆς
ἐκκλησίας, νεωκόρου), ὁ ὁποῖος ἐξ αἰτίας δῆθεν
τοῦ διακονήματος του ἔφθανε πάντοτε
καθυστερημένος στήν Τράπεζα.
Σέ μιά παρόμοια περίπτωση ὁ τραπεζάρης
(ὑπεύθυνος τῆς τραπεζαρίας), ἀγανακτισμένος,
ἀρνήθηκε νά τοῦ δώσει φαγητό. Οἱ ταραγμένοι καί
ὀργισμένοι λογισμοί τοῦ ἐκκλησιάρχη στράφηκαν
ἐναντίον τῆς Θεοτόκου, πού ἐνῷ αὐτός τήν
ὑπηρετοῦσε, αὐτή δέν μεριμνοῦσε οὔτε γιά τήν
τροφή του. Κτύπησε λοιπόν τήν είκόνα τῆς
Παναγίας μέ τό μαχαίρι πού κρατοῦσε στό
πρόσωπο. Ἀπό τήν πληγή αὐτή ξεπετάχθηκε αἷμα, τό
πρόσωπο τῆς Παναγίας χλώμιασε, ἐνῷ ὁ
ἱεροδιάκονος τυφλώθηκε καί ἔπεσε κάτω
φρενόληπτος ἀπό τόν ἔλεγχο τῆς συνείδησης, μένοντας στήν κατάσταση αὐτή τρία
χρόνια. Τότε χάρη στίς προσευχές τοῦ ἡγουμένου καί τῆς ἀδελφότητας, ἡ Παναγία
ἐμφανίστηκε στόν ἡγούμενο καί ἀνάγγειλε τήν θεραπεία του.
Ὁ ἐκκλησιάρχης πέρασε τήν ὑπόλοιπη ζωή του σ´ ἕνα στασίδι ἀπέναντι ἀπό τήν
εἰκόνα θρηνώντας τό φοβερό ἁμάρτημά του καί πριν πεθάνει πῆρε τήν συγχώρηση
ἀπό τήν ἴδια τήν Παναγία, πού τοῦ ἀνάγγειλε ὅμως, όπως προηγουμένως καί στόν
ἡγούμενο, ὄτι τό βλάσφημο χέρι του θά ὑφίστατο παραδειγματική τιμωρία μετά
θάνατον. Πράγματι μέχρι σήμερα φυλάσσεται ἀναλλοίωτο καί κατάμαυρο κοντά στήν
εἰκόνα πού εἶναι τοποθετημένη στόν νάρθηκα τοῦ παρεκκλησίου τοῦ ἁγίου
10
Δημητρίου, το οποίο εἶναι ἐνσωματωμένο στό Καθολικό τῆς Ἱερᾶς Μεγίστης Μονῆς
Βατοπαιδίου.
Ἡ θαυματουργή αὐτή εἰκόνα εἶναι τοιχογραφία τοῦ 14ου αἰῶνα. Γιά τό ἱστορικό
τῆς εἰκόνας αύτῆς γράφονται σέ χειρόγραφο τοῦ 17ου αἰῶνα, πού ἐπιγράφεται
«Προσκυνητάριον του Βατοπαιδίου» είς τό κεφάλαιον «Περί τῆς ἱερᾶς Εἰκόνος τῆς τό
ἔργον τῆς ὑπηρεσίας του, πῆγεν είς τόν τραπεζάρην τοῦ καιροῦ ἐκείνου ζητῶντας
του ὀλίγον ψωμί καί κρασί διά νά θεραπεύσει τήν πεῖναν ὁποῦ βιαίως τόν
ἐνοχλοῦσεν. Ἀλλ’ ὁ τραπεζάρης θυμωθείς διά τό παράκαιρον ζήτημα ἀπεδίωξεν
αὐτόν ἄδιδον ὀνειδίζωντάς τον ὡς ἀδιάκριτον καί κοιλιόδουλον, ὁπού τόν
ἐνοχλοῦσεν παράκαιρα. Τότε ὁ διάκονος ὀργισθείς κατά τοῦ τραπεζάρη καί μήν
ἠμπορώντας τί νά τοῦ κάμη εἰς ἐκδίκησην, ἐγύρισεν εἰς τήν ἐκκλησίαν θυμωμένος
καί κρατώντας τό μαχαίριον εἰς τό χέρι του ἔλεγεν, «ματαίως καί εὔκαιρα κοπιάζω
ὑπηρετώντας και κοπιάζωντας κάθε ἡμέραν φιλοκαλώντας και διακονῶν τήν
ἐκκλησίαν ταύτην, ἡμέραν καί νύκτα καί οὔτε κάν ψωμί καί ὀλίγον κρασί δέν μοῦ
δίνουσι νά θεραπεύσω τήν πείνα μου».
Καί ταῦτα λέγοντας, κινούμενος δέ καί ἐξ
ἐνεργείας τοῦ διαβόλου καί ἐρχόμενος ἕως
ἔμπροσθεν αὐτῆς τῆς εἰκόνος ἐσήκωσε τό
μαχαίρι, καί μέ χέρι τολμηρόν καί ἀνόσιον,
ἐκτύπησε τήν ἁγίαν ταύτην εἰκόνα εἰς τό
δεξιόν μάγουλον πλησίον τοῦ ὀφθαλμοῦ,
καί εὐθύς – ὧ τῶν θαυμασίων σου
Πανύμνητε Δέσποινα – ἤνοιξε πληγή καί
ἀνέβλυσεν ὡσάν ἀπό ζωντανόν σῶμα αἷμα
πολύ καί ἀπό τότε τήν ὠνόμασαν
Ἐσφαγμένην. Καί κτυπώντας του τό αἷμα
εἰς τούς ὀφθαλμούς ἐτυφλώθη τελείως ὁ δύστηνος καί βλέποντας ὁ ταλαίπωρος
τοιοῦτον παράδοξον τέρας ἔμεινε κλαίων τοιαύτην παρανομίαν καί ὀδυνώμενος
ἔπεσεν ἐκεῖ εἰς το ἔδαφος, ἐνώπιον τῆς ἁγίας εἰκόνος καί ἐθρήνει ἀπαρηγόρητα,
κτυπώντας τήν κεφαλήν είς τά μάρμαρα καί ἤλεγχεν τόν ἑαυτόν του ὡς φονέα καί
παράνομον καί ἄξιον μυρίων θανάτων.
Καί μέτ’ ὀλίγην ὥραν ἔγινε φανερόν είς ὅλους τούς πατέρας τῆς Μονῆς τοῦτο τό
παράδοξον τερατούργημα καί ἔδραμον ὅλοι τους καί εἶδαν ὀφθαλμοφανῶς καί τήν
πληγήν τοῦ μαχαιρίου καί τό αἷμα ὁπού ἐχύθη ἀπό τήν Ἀγίαν εἰκόνα ἀκόμη ὑγρόν
καί τό μαχαίρι αἱματωμένον καί τόν εἰκονοκτόνον διάκονον κατά γῆς κείμενον καί
κατηγοροῦντα τόν ἑαυτόν του ὠς ἔνοχον θανάτου καί τρέμοντα ὡς σεληνιαζόμενον
καί παραλαλοῦντα ὡς δαιμονιζόμενον καί τήν μορφήν τῆς ἱερᾶς ἐκείνης είκόνος
μεταμορφωμένην καί ἀχνήν ὁμοίαν ἀνθρώπου φονευμένου καί ἐξεπλάγησαν καί
ἀπό τόν φόβο τους ἔμειναν ἅπαντες ἐκστατικοί. Τότε ὁ ἡγούμενος μέ ὅλην τήν
ἀδελφότητα ἔψαλλαν ὁλονυκτίους ἀγρυπνίας, δεήσεις τε καί παρακλήσεις πρός τήν
Ὑπεραγίαν Θεοτόκον ἵνα ἐξιλεώσει τόν δίκαιόν Της θυμόν καί νά θεραπεύσει ἡ
εὐσπλαχνία Της τό τοιοῦτον τολμηρόν παρανόμημα ὁπού ὁ δυστυχής ἐκεῖνος
διάκονος ἔπραξε.
Καί οὕτω μετά πολλάς ἡμέρας ὕστερον εἰσηκούσθη ἡ δέησις αὐτῶν καί ἐφάνη ἡ
Παντάνασσα Θεοτόκος εἰς ὀπτασίαν τῷ ἡγουμένῳ λέγουσα ὅτι ἀφέθη ἡ ἁμαρτία τῷ
11
διακόνῳ καί ἐθεραπεύθη ἀπό τόν σεληνιασμόν ὁπού τόν ἐσπάραττεν. Ἐκεῖνος δέ ὁ
ἄθλιος ποιήσας στασίδιον ἐνώπιον τῆς ἱερᾶς ἐκείνης εἰκόνος ἐστήκετον ἐκεῖ
ἀεννάως, χρόνους τρεῖς ὁλοκλήρους, κλαίων καί ὀδυρόμενος τήν μεγάλην του
ἀνομίαν, ἕως ὁπού καί αὐτός ἤκουσε παρά τῆς αὐτῆς ἐλεούσης εἰκόνος (ἥτις
ἐχάρισεν αὐτῷ καί τό φῶς τῶν ὀφθαλμῶν) τό «ἀφέθη ἡ ἁμαρτία σου» ὅμως τό
τολμηρόν σου χέρι νά μείνει ξηρόν ἐπί ζωῆς σου καί μετά θάνατον ἄλυτον». Τό
ὁποῖον καί ἐσυνέβη καί μετά τήν αὐτοῦ κοίμησιν, τό μέν σῶμα αὐτοῦ διελύθη ὅλον, ἡ
δέ πάντολμος χείρ αύτοῦ ἔμεινεν ἄσηπτος καί κατάξηρος. Καί φαίνεται ἕως τῆς
σήμερον εἰς ἕνα κουβούκλιον, ἤτοι συρτάριον, ὑποκάτωθεν τῆς ἁγίας ταύτης
εἰκόνος, μαρτυροῦσα προφανῶς τό τότε θαυμάσιον τό δέ ἐκχυθέν αἷμα φαίνεται εἰς
τό πρόσωπον ἐπάνω εἰς τήν πληγήν ἕως τῆς σήμερον. Ἡ Εἰκών αὐτή πηγάζει ἰάσεις
καί θεραπείας καθ’ ἑκάστην εἰς τούς προστρέχοντας μέτ’ εὐλαβείας πρός αὐτήν,
δεικνύουσα ὅτι ἡ τιμή τῆς εἰκόνος διαβαίνει είς τό πρωτότυπον, παρά τοῦ ὁποίου
ἔρχεται ἡ ἁγιαστική χάρις είς τούς εὐλαβεῖς καί οὕτω ἐξεναντίας ἡ θεία δίκη παιδεύει
τούς ἀτάκτους καί ἀνευλαβεῖς τῶν ἱερῶν είκόνων, εἰς παράδειγμα καί σωφρονισμόν
τῶν μεταγενεστέρων καί δόξαν τῆς Θεομήτορος. Ἀνάπτει δέ ἔμπροσθεν αὐτῆς
ἀεννάως κανδήλιον ἀργυροῦν ἕν, καί λαμπάς ἀκοίμητος».
3) Ι.Μ. Ιβήρων
Ἡ τρίτη στήν τάξη τῶν 20 ἁγιορείτικων μονῶν, κτίστηκε στήν θέση ὅπου κατά τήν
παράδοση ἀποβιβάστηκε ἡ
Παναγία λόγω θαλασσοταραχῆς,
ὄταν πήγαινε μέ τόν εὐαγγελιστή
Ἰωάννη στήν Κύπρο. Στήν εἴσοδο
τῆς Μονῆς ὑπάρχει είκόνα πού
ἀπεικονίζει τήν ἀποβίβαση τῆς
Παναγίας. Ἐκείνη βλέποντας την
ὡραιότητα τοῦ τοπίου ζήτησε
ἀπό τόν Υίό Της νά τῆς χαρίσει
ένα μέρος ἀπό αυτό. Τότε
ἀκούστηκε ἡ φωνή τοῦ Χριστοῦ:
«Τοῦτος ὁ τόπος ἔσται
περιβόλαιον τό σόν καί λιμήν τῶν
θελόντων σωθῆναι». Ἔτσι τό Ὄρος πήρε τό ὄνομα «Τό περιβόλι τῆς Παναγίας».
Ἡ Μονή κτίστηκε τέλος τοῦ 10ου αἰῶνα , λίγο μετά τήν ἵδρυση τῆς Λαύρας καί τοῦ
Βατοπαιδίου. ἀπό τόν ἄγιο Ἰωάννη τόν Ἴβηρα. Μοιάζει πολύ μέ μεσαιωνικό κάστρο,
περιβαλλόμενη ἀπό πυκνό δάσος. Ἔχει ἴσως τούς περισσότερους θησαυρούς άπό
κάθε ἄλλη μονή. Μεταξύ αὐτῶν εἶναι και ἡ είκόνα τῆς
ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΠΟΡΤΑΪΤΙΣΣΑΣ
12
Θεωρεῖται μία ἀπό τίς πιό θαυματουργές εἰκόνες. Τά
τάματα πού γίνονται γιά τήν χάρη της σέ καθημερινή
βάση ἀπό τήν Ἑλλάδα, ἀλλά καί ὅλο τόν κόσμο εἶναι
πάρα πολλά.
Κατά τήν παράδοση εἶναι έργο τοῦ Εὐαγγελιστῆ
Λουκᾶ. Ἔχει διαστάσεις 137 ἑκατοστά ὕψος καί 94
πλάτος, τό δέ βάρος 96 κιλά, μαζί μέ τά ἀναθήματα
καί τά λοιπά. Ἡ αὐστηρή ἔκφραση τοῦ ἱεροῦ
προσώπου Της, τονιζόμενη ἀπό τήν ἐπιβλητική,
καθηλωτική ματιά Της, προξενεί τό δέος.
Δόθηκε τό προσωνύμιο τοῦτο στήν Παναγία, ἐπειδή
εἶναι τοποθετημένη ἡ ἱερά εἰκόνα στό ὁμώνυμο
παρεκκλήσιο, δίπλα στην πόρτα τῆς μονῆς.
Αὐτή ἡ εικόνα ἦταν κτῆμα μιᾶς εὐλαβοῦς χήρας στή
Νίκαια, ὅταν εἰκονομάχοι στρατιῶτες τήν ἀνακάλυψαν
στό σπίτι της,
μπροστά ἀπ’ τήν ὁποία ἔκαιγε ἀκοίμητη καντήλα.
Μέ τήν ὑπόσχεση χρημάτων ἡ σώφρων χήρα πῆρε
μιά μέρα παράταση καί τή νύχτα έριξε, μέ τό γιό
της μαζί, τήν Εἰκόνα στή θάλασσα, ἡ οποία ξαφνικά
στάθηκε ὄρθια καί ἔπλεε πρός τήν Ἑλλάδα.
Ἐκεῖνος ὁ γιός, γιά νά μή τόν συλλάβουν, ἦρθε στή
Θεσσαλονίκη καί μετά στό Ἅγιο Ὄρος. Κανείς δέν
ξέρει ποῦ βρισκόταν 170 χρόνια ἡ Εἰκόνα, ἀπ’ τό
829 πού ἔπεσε στή θάλασσα ὡς τό 1004 πού
βγῆκε στήν Ἱβήρων.
Κάθονταν οἱ παλαιοί ἅγιοι Γέροντες τῆς Ἰβήρων καί
μιλοῦσαν περί σωτηρίας ψυχῆς, ὅταν ξαφνικά
βλέπουν μέσα στή θάλασσα μιά λάμψη.
Μαζεύτηκαν ὅλοι οἱ Μοναχοί τοῦ Ὄρους, καί μέ
βάρκες θέλησαν νά πᾶνε στό περίεργο καί
θαυμαστό σημεῖο. Μπόρεσαν μόνο νά διακρίνουν
ὅτι ἦταν μία εἰκόνα τῆς Θεοτόκου, διότι όσο
πλησίαζαν τόσο η εικόνα ἀπομακρυνόταν. Ὁπότε
οἱ Πατέρες συγκεντρώθηκαν στήν Ἐκκλησία καί
ἱκέτευαν θερμῶς τόν Πανάγαθο νά τούς ἐπιτρέψει νά πάρουν τήν ἁγία Εἰκόνα.
Πράγματι ὁ Θεός ἄκουσε τή δέηση τους καί ἀπάντησε ὡς ἑξῆς:
Ἔξω ἀπ’ τό Μοναστήρι ἀσκήτευε κάποιος μοναχός Γαβριήλ ἀπό τήν Ἱβηρία. Ἦταν
ἁπλός, ἀναχωρητής, ἀδιαλείπτως ἔλεγε «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με τόν
ἁμαρτωλό καί ὁ Θεός ἰλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ». Ἡ τροφή του ἦταν τά βότανα τοῦ
βουνοῦ καί ποτό του τό νερό καί μέρα-νύχτα προσευχόταν στον Θεό. Ἐνῷ
προσευχόταν, νύσταξε λίγο, έκλεισε τά μάτια του καί βλέπει τήν ἁγία Θεοτόκο μέ
ἰδιαίτερη λαμπρότητα καί τοῦ λέει «πήγαινε στό Μοναστήρι σου καί πές στόν
ἡγούμενο ὅτι ἦρθα γιά νά τούς δώσω τήν εἰκόνα μου, μετά βάδισε στή θάλασσα, γιά
13
νά γνωρίσουν ὅλοι τήν ἀγάπη καί πρόνοια πού ἔχω στό Μοναστήρι σας». Μόλις
εἶπε αὐτά ἡ Παναγία, χάθηκε ἀπ’ τά μάτια τοῦ Γαβριήλ.
Αύτός πῆγε στό Μοναστήρι, εἶπε τό νέο καί οἱ Πατέρες μέ πομπή καί Θεομητορικούς
ὕμνους πῆγαν πρός τήν παραλία. Ὁ Γέρων Γαβριήλ περπάτησε λίγο στή θάλασσα
καί ἀμέσως ἡ εἰκόνα ἦρθε στήν ἀγκαλιά του. Οἱ Πατέρες μέ πολλή εὐλάβεια καί χαρά
τήν ὑποδέχτηκαν καί ἔκαμαν ὁλονύκτιες ἀγρυπνίες καί δεήσεις καί Λειτουργίες ἐπί
τρία μερόνυχτα, γιά νά εὐχαριστήσουν τόν Θεό καί τήν Παναγία. Τήν ἔβαλαν στό
ναό τῆς Μονῆς, ἀλλά ἐκείνη ἔφευγε καί στεκόταν πάνω ἀπό τήν πύλη τοῦ
Μοναστηριοῦ. Αὐτό ἐπαναλήφθηκε πολλές φορές, ὥσπου ξαναπαρουσιάστηκε ἡ
Παναγία στόν Γέροντα Γαβριήλ καί τοῦ λέει:
«Πές στόν ἡγούμενο νά παύσετε νά μέ πειράζετε, διότι δέν ἦρθα στό Μοναστήρι γιά
νά μέ φυλᾶτε σεῖς, ἀλλά ἦρθα γιά νά γίνω ἐγώ φύλακας καί φρουρός σας καί σ’
αὐτήν καί στήν μέλλουσα ζωή .Ὡς ἐπιβεβαίωση τῶν λόγων μου σᾶς δίνω αὐτό τό
σημεῖο, ὅσο βλέπετε τήν εἰκόνα μου στό Μοναστήρι σας, δέν θά λείψει ἀπ’ τό Ὄρος
τοῦτο ἡ χάρις καί τό ἔλεος τοῦ Υἱοῦ μου καί Θεοῦ».
Ὁ θεοφόρος πατήρ Γαβριήλ ἔρχεται βιαστικά στο Μοναστήρι καί τά ἀναφέρει στόν
ἡγούμενο ὁ ὁποῖος συνάθροισε τήν ἀδελφότητα καί διατάζει νά κτισθεί στήν εἴσοδο
τῆς Μονῆς εἰδικό παρεκκλήσιο γιά τήν φύλακα τῆς Μονῆς θαυματουργή Εἰκόνα. Ἡ
ἁγία αυτή εἰκόνα φέρει στό κάτω μέρος τῆς σιαγόνος τῆς Θεοτόκου μία οὐλή ἀπό τό
μαχαίρι ἑνός πειρατῆ. Ἀπό τήν οὐλή αύτή ἔρευσε αἷμα, τό ὁποῖο πηγμένο διακρίνεται
καί σήμερα ἐπάνω στήν εἰκόνα.
4) Ι.Μ. Χιλανδαρίου ἤ Χελανδαρίου ( Σερβική)
Ἡ 4η στην ἰεραρχία τῶν
μοναστηριῶν,ἱδρύθηκε τον 10ο
αἰῶνα ἀπό τόν Χελανδάριο ένῷ
ἄλλοι δέχονται την ἐτυμολογία τῆς
λέξης ἀπό το βυζαντινό πλοῖο
«χελάνδιο». Ἀνῆκε αρχικά στη
Μονή Βατοπαιδίου ἀλλά μετά την
ἐρήμωσή της παραχωρήθηκε ἀπό
τον αὐτοκράτορα Ἀλέξιο Γ΄ στούς
Σέρβους ἡγεμόνες Στέφανο
Νεμάνια καί το γιό του Ράστκο που
ἔγιναν μοναχοί με ὄνομα Συμεών
και Σάββας ἀντίστοιχα ( οἱ
δημοφιλέστεροι ἄγιοι τῆς Σερβίας). Τό μοναστήρι πού κάηκε πολλές φορές, εἶναι
από τίς μεγαλύτερες σέ ἔκταση και πλουσιότερες σε κειμήλια μονές και ἀποτελεῖ το
κύριο πνευματικό κέντρο τῶν Σέρβων από τον 12ο αἰῶνα μέχρι σήμερα. Στίς είκόνες
του ξεχωρίζει ή είκόνα τῆς
ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΡΙΧΕΡΟΥΣΑΣ
14
Ἡ θαυματουργός εἰκόνα τῆς Παναγίας
Τριχερούσας ἀποτελοῦσε οἰκογενειακό
κειμήλιο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Δαμασκηνοῦ, ὁ
ὁποῖος μέ
ευλάβεια τήν
φύλαγε στό
παρεκκλήσιο
τοῦ σπιτιοῦ
του. Ὁ Ἄγιος
Ἰωάννης ὁ
Δαμασκηνός
ἦταν ὁ πρῶτος
σύμβουλος τοῦ
Οὐάλιδ τά ἔτη
705-715,
χαλίφη τῆς
Συρίας, γιά ὅλα
τά ἀναγκαῖα θέματα, πού ἀφοροῦσαν τόν Χριστιανικό
πληθυσμό τῆς περιοχῆς αὐτῆς.
Ἀκριβῶς ἐκείνη τήν ἐποχή, ὅταν Αὐτοκράτορας τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἦταν ὁ
Λέων Γ΄ ὁ Ἵσαυρος, ξέσπασε ἡ Εἰκονομαχία. Ἡ προσκύνηση τῶν Ἱερῶν Εἰκόνων
ἐθεωρεῖτο εἰδωλολατρία. . Ὁ Ἄγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ἀναδείχθηκε θερμός
ὑποστηρικτής τῶν ἁγίων εἰκόνων καί μέ τά συγγράμματά του κατατρόπωσε τήν
αἵρεση τῆς εἰκονομαχίας. Ὁ Αὐτοκράτορας ὁ Λέων ὁ Γ’ προκειμένου νά ἀπαλλαγεί
ἀπό τήν παρουσία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Δαμασκηνοῦ, τόν συκοφάντησε στό
χαλίφη Οὐάλιδ μέ τήν κατηγορία, ὅτι σκέπτεται νά τοῦ γράψει νά καταλάβει κρυφά
τήν Δαμασκό.
Ὁ χαλίφης διέταξε νά συλληφθεί ἀμέσως ὁ Ἄγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός καί νά
τοῦ κοπεῖ τό δεξί χέρι μέσα στήν πλατεία τῆς Δαμασκοῦ. Ἡ διαταγή ἐκτελέστηκε
ἀμέσως. Ὁ Ἅγιος ἔλαβε τό κομμένο χέρι του καί ὅλη τή νύχτα ἱκέτευε την Παναγία
γονατισμένος νά τόν θεραπεύσει προκειμένου νά συνεχίσει τόν σκληρό ἀγῶνα του
ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας. Κατάκοπος, ὅπως ἦταν, ἀποκοιμήθηκε γιά λίγο καί τότε εἶδε
σέ ὅραμα τήν Παναγία μέσα ἀπό τήν ἁγία Εἰκόνα της νά τοῦ λέει, ὅτι ἀπό τώρα καί
στό ἑξῆς τό χέρι του θά εἶναι θεραπευμένο.
Ὁ Ἅγιος ξύπνησε καί εἶδε πραγματικά, ὅτι τό χέρι του εἶχε ἀποκατασταθεῖ καί ἦταν
ὑγιές. Ἀπό τή χαρά του φρόντισε καί ἔβαλε ἀργυρό ὁμοίωμα τοῦ χεριοῦ του κάτω
από τό ἀριστερό μέρος τῆς Είκόνας τῆς Παναγίας. Ἕνεκα τούτου τοῦ περιστατικοῦ,
ὀνομάστηκε ἡ Εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Τριχερούσας. Μετά ἀπό τό θαυμάσιο -
θαυματουργικό αὐτό γεγονός ὁ Ἄγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ἀποφασίζει νά
ἐγκαταλείψει τίς θέσεις αύτές καί νά γίνει μοναχός στή Λαύρα τοῦ Ἁγίου Σάββα τοῦ
Ἡγιασμένου στήν Παλαιστίνη. Μαζί του εἶχε καί τήν Ἁγία Εἰκόνα τῆς Τριχερούσας.
Τό ἔτος 1217 ὁ Ἅγιος Σάββας ὁ Χιλανδαρηνός, υἱός τοῦ Βασιλέως τῆς Σερβίας
Στεφάνου Νεμάνια, τοῦ μετέπειτα ὀνομασθέντος Συμεών, περνώντας ἀπό τήν Ἱερά
Μονή τοῦ Ἀγίου Σάββα τοῦ ¨Ηγιασμένου, πῆρε μαζί του τήν Εἰκόνα τῆς Παναγίας
15
τῆς Γαλακτοτροφούσης, καί τήν Εἰκόνα τῆς Παναγίας Τριχερούσας καί τά μετέφερε
στήν Ἱερά Μονή Χιλανδαρίου τοῦ ἁγίου Όρους, ὅπου ἡ εἰκόνα παρέμεινε μέχρι τό
ἔτος 1347. Τότε πῆγε στό ἅγιον Όρος ὁ Σέρβος Κράλης Δρούσαν, ὁ ὁποῖος ὅταν
ἀναχώρησε γιά τήν πατρίδα του, πῆρε τήν εἰκόνα τῆς Τριχερούσας ὡς εὐλογία. Ἡ
εἰκόνα φιλοξενήθηκε στήν Ιερά Μονή Στουντενίτσης τῆς Σερβίας.
Ὅταν στίς ἀρχές τοῦ 15ου αἰῶνα οἱ Σέρβοι πληροφορήθηκαν ὅτι κινδυνεύουν νά
ὑποδουλωθοῦν στούς Τούρκους, ἀμέσως παίρνουν τήν Εἰκόνα τῆς Παναγίας
Τριχερούσας ἀπό τό Σερβικό Μοναστήρι καί τήν τοποθετοῦν στή ράχη ἑνός
γαϊδάρου καί ἀφήνουν τό ζῶο ἐλεύθερο νά τό ὁδηγήσει, ὅπου ἡ Παναγία θελήσει.
Και πράγματι, κατά θαυματουργικό τρόπο, τό ἥσυχο αυτό ζῶο διέσχισε ὅλη τή
Σερβία, τήν Ἑλληνική περιοχή τῆς Μακεδονίας καί ἦρθε στό Ἅγιον Ὄρος, στήν ἱερά
Μονή Χιλανδαρίου, όπου οἱ μοναχοί τήν ὑποδέχθηκαν μέ τιμές καί λιτανεῖες. Τό
ευλογημένο αὐτό γαϊδουράκι, σύμφωνα μέ τήν ἱερή παράδοση, μόλις τοποθετήθηκε
ἡ Εἰκόνα στό Ἱερό τοῦ Μοναστηριοῦ, ἔπεσε νεκρό.
Μέχρι σήμερα ἠ ἁγία αὐτή εἰκόνα τῆς Παναγίας Τριχερούσας θεωρεῖται ὡς ἡ
Ἡγουμένη – Πολιοῦχος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Χιλανδαρίου καί Προστάτης τοῦ Σέρβικου
Ὀρθόδοξου λαοῦ. Αὐτή καθαυτή ἠ ἁγία Εἰκόνα εἶναι ἡ πλέον ἄριστα διατηρημένη
παλαιά Βυζαντινή εἰκόνα τῆς Θεοτόκου. Τό πρόσωπο τῆς Μητέρας τοῦ Θεοῦ εἶναι
τόσο παραστατικό καί τό βλέμμα Της τόσο γλυκύ, ὥστε προκαλεῖ μεγάλο δέος καί
συγκίνηση σέ ὅσους τήν προσκυνοῦν. Ἡ εἰκόνα γιά λόγους προστασίας καί
μεγαλοπρέπειας φέρει ἕνα χρυσό ἐπικάλυμμα - πουκάμισο πάνω στό ὁποῖο εἶναι
ἐπικολλημένοι πέντε χιλιάδες πολύτιμοι λίθοι.
5) Ι,Μ.Διονυσίου
Πρόκειται γιά ἕνα από τά πιό τολμηρά ἀρχιτεκτονικά σύνολα, στηριγμένο σέ στενό
καί ἀπόκρημνο βράχο, πού υψώνεται 80 μέτρα κατακόρυφα ἀπό τη θάλασσα. Εἶναι
γνωστή ὡς Νέα Πέτρα. Ὁ χῶρος στό έσωτερικό εἶναι ἰδιαίτερα περιορισμένος, Ἔχει
ὅμως ἐκτός ἀπό τόν κεντρικό ναό καί πλῆθος παρεκκλήσια καί τόν ἀμυντικό πύργο
πού κατά καιρούς χρησίμευε γιά τή φύλαξη τῆς πολύτιμης βιβλιοθήκης τῆς μονῆς.
16
Άνάμεσα στις πολλές είκόνες της εἶναι καί ἡ θαυματουργή είκόνα τῆς Παναγίας τοῦ
Άκαθίστου Ὕμνου.
17
Τότε συνέβηκε ένα από τα μεγαλύτερα θαύματα και ὑπερφυσικά γεγονότα τῆς
πίστεως. Τρομαγμένοι οἱ ἐπιτιθέμενοι ἐχθροί ἄκουγαν θόρυβο σάν χιλιάδες στρατός
νά επιτίθετο ἐναντίον τους πού ἔφερνε ὄλεθρο καί καταστροφή στίς τάξεις τους.
Ξαφνικά καί ἀπροσδόκητα, ἀπό διῶκτες ἔγιναν διωκόμενοι.
Χιλιάδες πτώματα στρώθηκαν στή γῆ, πανικόβλητοι ὄσοι εἶχαν ἀπομείνει τράπηκαν
σέ φυγή γιά νά σωθοῦν μακριά ἀπό τήν Πόλη, φωνάζοντας ἀπεγνωσμένα μεταξύ
τους:
«Ποῦ βρέθηκε, ποῦ ἦταν κρυμμένος τόσος στρατός;».
Όμως στρατός δέν ὑπῆρχε.Ἡ ἱστορική παράδοση ὁμιλεῖ γιά ἕνα ἀνεξήγητο μέγα
θόρυβο καί ἀνεμοστρόβιλο πού ἔφερε πανικό καί καταστροφή.
Ἐκτός ἀπό τά πτώματα νεκρῶν πού βρίσκονταν σκόρπια ἔξω ἀπό τά τείχη,
συντρίμμια είχαν γίνει τα εχθρικά πλοῖα.Τότε ό Πατριάρχης Σέργιος μέσα σέ
ἀνέκφραστα χαρμόσυνα συναισθήματα βάδισε μέ τόν κλῆρο καί τό λαό πρός τήν
Παναγία τῶν Βλαχερνῶν.
Ἐκεῖ, ἐντός τοῦ Ναοῦ, ὅπου βρέθηκαν οἱ πιστοί ἀρχῆς γενομένης ἀπό τόν
Πατριάρχη ὁ ὁποῖος ἄρχισε νά ψάλλει γιά πρώτη φορά τό:
«Τῇ Ύπερμάχῳ Στρατηγῷ τά νικητήρια κ.λπ.».
Καί στή συνέχεια, όλοι μαζί τή νύκτα ἐκείνη «όρθοστάδην τόν ὕμνο τῇ τοῦ Θεοῦ
Μητρί γηθοσύνως έμελπαν».
Γιά αὐτό τό Θαυμάσιο πνευματικό ἄσμα τῶν «Χαιρετισμῶν», ὀνομάσθηκε
«Ἀκάθιστος Ὕμνος».
6) Ι.Μ. Κουτλουμουσίου
Βρίσκεται 500 μέτρα ἀπό το κέντρο των
Καρυῶν. Πῆρε τό ὄνομά της ἀπό τόν
δεύτερο ἱδρυτή της , τόν Κουτλουμούς ἀπό
τήν ἐκχριστιανισμένη δυναστεία τῶν
Σελτζουκιδῶν , ἐνῷ ἀναφέρεται ἤδη σέ
ἔγγραφο τοῦ 1169 μέ αὐτό τό ὄνομα. Ἔχει
καεῖ τουλάχιστον τέσσερεις φορές. Εἶναι
τυπικό δεῖγμα τῆς Ἀθωνικῆς ἀρχιτεκτονικῆς
και ἔχει ἑπτά παρεκκλήσια στό έσωτερικό
της μέ πιό ὀνομαστό βέβαια αὐτό τῆς
Φοβερᾶς Προστασίας .
ΦΟΒΕΡΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ
Στή νοτιοδυτική γωνία τοῦ μοναστικοῦ συγκροτήματος
τῆς Ι.Μ. Κουτλουμουσίου βρίσκεται ὁ Πύργος, πού εἶναι
κτίσμα τοῦ 1508, μέ τόν ὁποῖο συνδέεται τό Παρεκκλήσιο
τῆς «Φοβερᾶς Προστασίας», τό ὁποῖο εἶναι
ἐνσωματωμένο στό ἀριστερό μέρος τῆς λιτῆς τοῦ
καθολικοῦ, καί λέγεται «κυριακό παρεκκλήσιο». Κτίσθηκε
τό 1733. Σ’ αυτό φυλάσσεται αὐτή ἡ θαυματουργός
18
εἰκόνα τῆς Παναγίας, δημιούργημα τοῦ 13ου αἰῶνα. Σ’ αὐτήν ἡ Παναγία κρατᾷ τό
Χριστό στό ἀριστερό της χέρι, ένῷ τό βλέμμα της εἶναι στραμμένο καί κοιτάζει τόν
άγγελο, ὁ ὁποῖος κρατεί τά σύμβολα τοῦ Πάθους. Γύρω ἀπό τά πρόσωπα τῆς
Παναγίας καί τοῦ Χριστοῦ εἰκονίζονται διάφορες μορφές προφητῶν .
Ἡ θαυματουργός εἰκόνα τῆς Παναγίας “Φοβερᾶς Προστασίας” ἦταν τό μόνο
ἀντικείμενο πού σώθηκε ἀπό μιά φοβερή πυρκαγιά, ἡ οποία κατέστρεψε
ὁλόκληρο, ἕνα μετόχι τῆς Μονῆς
Κουτλουμουσίου στήν Κρήτη. Μεταφέρθηκε
ἔκτοτε λοιπόν στόν Ἄθωνα, ὅπου
ἐξακολουθεῖ νά ἐπιτελεῖ πολλά θαύματα,
ὅπως λένε οἱ πατέρες τῆς Μονῆς καί ἀρκετοί
προσκυνητές. Γιά τήν ὀνομασία τῆς εἰκόνας
αύτῆς ὑπάρχει τό ἀκόλουθο περιστατικό: σέ
μιά ἐπιδρομή πειρατῶν, οἱ μοναχοί
βρέθηκαν σέ πολύ δύσκολη θέση καί
κατέφυγαν στήν Παναγία. Μπροστά στήν
εἰκόνα αὐτή μέ θέρμη παρακάλεσαν γιά τήν προστασία τους. Ἡ Παναγία τότε
κατέστησε τή Μονή «ἀόρατη» στά μάτια τῶν ἐπιδρομέων, ἐνῷ στή συνέχεια
διασκορπίστηκαν καί ἔφυγαν ἄπρακτοι ὄχι μόνο ἀπό τό χῶρο τοῦ μοναστηριοῦ
ἀλλά καί ἀπό ὅλο τό Περιβόλι τῆς Παναγίας. Ὅλοι μίλησαν τότε γιά παρέμβαση
τῆς Παναγίας. Ἡ εικόνα τῆς Παναγίας ἔκτοτε ὀνομάστηκε Φοβερά Προστασία.
7) Ι.Μ. Παντοκράτορος
Ἀφιερωμένη στή Μεταμόρφωση του Σωτῆρος, ἡ Μονή εἶναι κτισμένη δίπλα στη
θάλασσα και ἱδρυτές της
ἦταν δύο βυζαντινοί
ἀξιωματοῦχοι,ό Ἀλέξιος
( μέγας στρατοπεδάρχης) και
ὀ ἀδελφός του Ἰωάννης
( μέγας πριμηκύριος) γύρω
στό 1350. Άνάμεσα στά
δῶρα πού ἔκαναν τά δυό
ἀδέλφια στή Μονή εἶναι καί ἡ
εἰκόνα τοῦ Παντοκράτορος
πού βρίσκεται στο Μουσεῖο
Ἑρμιτάζ της Πετρούπολης,
στην Ρωσία. Ἡ Μονή κάηκε
πολλές φορές, κατά το
παρελθόν ἀπέκτησε πολλά μετόχια στη Ελλάδα, τη Μ. Άσία και τη Βλαχία ,
σήμερα ὄμως δεν κατέχει κανένα. Ἔχει σαν κύριο ἐξάρτημα τή Σκήτη τοῦ
Προφήτη Ἡλία. Τό τέμπλο τοῦ Καθολικοῦ εἶναι ίσως τό ἀρχαιότερο τοῦ Ἁγίου
Ὄρους, καί ὠς ἐφέστια είκόνα τῆς Μονῆς τιμᾶται ἡ
ΠΑΝΑΓΙΑ ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
19
Ἡ Παναγία ἡ Γερόντισσα βρίσκεται στόν ἀριστερό κίονα
τοῦ καθολικοῦ τῆς Μονῆς. Στήν εἰκόνα αὐτή ἡ Παναγία
ἀναπαριστᾶται ὄρθια σέ στάση δέησης μέ μεγάλη
γλυκύτητα καί ὡραιότητα στά χαρακτηριστικά της.
Ἡ εἰκόνα αὐτή εἶναι δωρεά τοῦ Αὐτοκράτορα Ἀλεξίου
Κομνηνού τοῦ Α’ καί εἶναι ἀντίγραφο ψηφιδωτῆς εἰκόνας
τῆς Παναγίας τῆς Γοργοεπηκόου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς
Παντοκράτορος Κωνσταντινουπόλεως.
Ἡ εἰκόνα θεωρείται θαυματουργή. Ἀκόμα καί τό ὄνομα
«Γερόντισσα» ὀφείλεται σέ ἕνα θαῦμα: Κάποτε ἕνας
εὐσεβής γέροντας τῆς Ἱερᾶς Μονῆς ἦταν βαριά ἄρρωστος
καί ἡ ὥρα τῆς κοιμήσεώς του πλησίαζε. Ὁ ίδιος
προετοιμαζόταν μέ προσευχή γιά τήν ὥρα αὐτή καί ὁ
Κύριος τοῡ ἀποκάλυψε τήν ἀκριβῆ ὥρα τοῦ θανάτου. Τότε
αυτός κάλεσε τόν ἱερέα τῆς Μονῆς νά τόν κοινωνήσει,
ἀφοῦ ἡ ὥρα του πλησίαζε.
Ὅμως ο ἱερέας ἀργοῦσε καί ὁ ἄρρωστος γέροντας θά
πέθαινε χωρίς νά κοινωνήσει, παρά τήν θαυματουργή
ἀποκάλυψη. Τότε ἀπό τήν εἰκόνα τῆς Παναγίας
ἀκούστηκε μια βροντερή φωνή νά ρωτᾷ τόν ἱερέα γιατί δέν
κάνει ὑπακοή στόν μελλοθάνατο γέροντα. Ὁ ἱερέας
ἀκούγοντας τήν φωνή τῆς Παναγιᾶς ἔντρομος ἔσπευσε νά κοινωνήσει τόν γέροντα,
Ὁ ὁποῖος μετά ἀπό λίγο ἐκοιμήθη. Ἔκτοτε καλοῦν τήν εἰκόνα αὐτή «Γερόντισσα»
ἀφοῦ μεσολάβησε γιά τήν ἐκπλήρωση τῆς τελευταίας ἐπιθυμίας τοῦ εὐσεβοῦς
γέροντα.
Ἡ παράδοση ἀναφέρει καί ἄλλα θαυματουργά γεγονότα πού συνέβησαν:
Ἡ Ι. Μ. Παντοκράτορος εἶχε σχεδιαστεῖ νά γίνει
σέ διαφορετικό σημεῖο ἀπό αὐτό πού βρίσκεται
σήμερα. Ὅμως κατά τήν διάρκεια τῆς
κατασκευῆς της τά ἐργαλεῖα τῶν οἰκοδόμων
ἐξαφανίζονταν μυστηριωδῶς καί ἐμφανίζονταν
σέ ἄλλο σημεῖο μαζί μέ τήν εἰκόνα τῆς Παναγίας!
Τότε ὅλοι κατάλαβαν πώς τό θέλημα τῆς
Παναγίας ἦταν νά χτιστεῖ τό μοναστήρι στό
σημείο αὐτό, ὅπως καί ἔγινε.
Στήν σημερινή της μορφή ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Γερόντισσας εἶναι καλυμμένη
μέ ἀργυρό «πουκάμισο» στό ὁποῖο ἀπεικονίζεται κάτω ἀριστερά καί ἕνα πιθάρι, σέ
ἀνάμνηση ἑνός ἀκόμη μεγάλου θαύματος πού ἔγινε τόν 17ο αἰῶνα: Ἦταν μιά
δύσκολη χρονιά γιά τήν Ι. Μ. Παντοκράτορος μέ πολλές ἐλλείψεις σέ ἀγαθά, ἀλλά
κυρίως σέ λάδι. Πολλοί μοναχοί, μήν ἀντέχοντας τήν πεῖνα, ἐγκατέλειπαν τήν μονή.
Ὁ ἡγούμενος, βλέποντας τό μεγάλο πρόβλημα πού εἶχε δημιουργηθεῖ
προσευχήθηκε στήν Παναγία, ζητῶντας της βοήθεια. Μετά τίς θερμές προσευχές
τοῦ ἡγουμένου, ἕνα πρωί εἶδαν ἀπό τήν πόρτα τῆς ἀποθήκης
ὅπου φυλάσσονταν ἄδεια πιθάρια νά ρέει λάδι! Ἄνοιξαν τότε
τήν πόρτα καί εἶδαν ἀπό ἕνα πιθάρι νά ξεχειλίζει τό λάδι μέ τό
ὁποῖο γέμισαν ὅλα τά πιθάρια καί κατάφεραν νά
ἀντιμετωπίσουν τόν λιμό! Τό πιθάρι αὐτό σώζεται ὡς κειμήλιο
μέχρι σήμερα.
8) Ι.Μ. Ξηροποτάμου
Βρίσκεται σέ θέση περίβλεπτη, στό
μέσο τῆς Ἀθωνικῆς χερσονήσου, στό
δρόμο ἀπό τή Δάφνη πρός τίς
Καρυές, 200 μ. πάνω άπό τη
θάλασσα. Εἶναι ἔνα ἀπό τά
ἀρχαιότερα μοναστήρια ἀλλά δεν
εἶναι άκριβῶς γνωστό πότε κτίστηκε.
Κατά μία ἐκδοχή κτίσθηκε ἀπό την
αὐτοκράτειρα Πουλχερία τόν 5ο
αἰῶνα ἤ τόν Κωνσταντῖνο Ζ΄ τόν
Πορφυρογέννητο, άλλά μᾶλλον
κύριος κτίτορας ἦταν ὁ ὅσιος
Παῦλος, άσκητής μοναχός ,
σύγχρονος τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου. Στή
μονή ἀνήκει το λιμάνι της Δάφνης και ἔχει πλούσια συλλογή κειμηλίων, άνάμεσά
τους καί τά δύο μεγαλύτερα τεμάχια τοῦ Τιμίου Ξύλου στον κόσμο, μέ τήν ὀπή ἀπό
τα καρφιά τῆς Σταύρωσης. Τό καθολικό της άνοικοδομήθηκε τό 1783 καί εἶναι
άφιερωμένο στούς
21
ΣΑΡΑΝΤΑ ΜΑΡΤΥΡΕΣ
Σπουδαία ἀπό ἱστορική ἄποψη θεωρεῖται ἀπό νεότερους ἐρευνητές ἡ Διαθήκη τῶν
ἁγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, ἡ ὁποία ἀποσκοπεῖ στό νά παρεμποδίσει τόν
διασκορπισμό τῶν ἱερῶν λειψάνων τους μεταξύ τῶν Χριστιανῶν, πρᾶγμα
συνηθισμένο στήν Ἀνατολή κατά τούς χρόνους ἐκείνους.
Κατά τούς Παρισινούς Κώδικες, 1575 και 1476, τά ὀνόματά τους ἦταν:
Ἀγγίας, Ἀγλάιος ὁ καπικλάριος, Ἀέτιος,
Ἀθανάσιος, Ἀκάκιος, Ἀλέξανδρος, Βιβιανός,
Γάιος, Γοργόνιος, Δομετιανός (ἤ Δομέτιος),
Δόμνας, Ἐκδίκιος (ἤ Εὐδίκιος), Εὐνοϊκός,
Εὐτύχιος (ἤ Εὐτυχής), Ήλιάδης (ἤ Ἠλίας),
Ἡράκλειος, Ἡσύχιος, Θεόδουλος, Θεόφιλος,
Ἰουλιανός,( ἤ Ἐλιανός ἤ Ἠλιανός), Ἰωάννης,
Κάνδιδος (ἤ Κλαύδιος), Κλαύδιος, Κύριλλος,
Κυρίων, Λεόντιος, Λυσίμαχος, Μελίτων,
Νικόλαος, Ξάνθιος, (ἤ Ξανθιάς), Οὐαλέριος,
Οὐάλης, Πρίσκος, Σακεδών (ἤ Σακερδών),
Σεβηριανός, Σισίνιος, Σμάραγδος,
Φιλοκτήμων, Φλάβιος καί Χουδίων
(ὁρισμένοι Κώδικες ἀναφέρουν καί ἐπιπλέον
τῶν τεσσαράκοντα ὀνόματα, ὅπως αὐτά τῶν
Ἁγίων Ἀειθάλα, ἑτέρου Γοργονίου κ.λπ.).
23
Κατά τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση, ὅπως αύτή ἀποτυπώνεται στό Δοξαστικό τοῦ
Τυπικοῦ τῆς ἡμέρας ἑορτασμοῦ τους, τά ονόματά τους είναι:
"Ἐν ᾠδαῖς ᾀσμάτων εὐφημήσωμεν πιστοί, τοὺς ἀθλοφόρους τεσσαράκοντα
Μάρτυρας, καὶ πρὸς αὐτοὺς μελῳδικῶς ἐκβοήσωμεν λέγοντες·
Χαίρετε ἀθλοφόροι τοῦ Χριστοῦ, Ἡσύχιε, Μελίτων, Ἡράκλειε, Σμάραγδε καὶ Δόμνε,
Εὐνοϊκὲ Οὐάλη καὶ Βιβιανέ, Κλαύδιε καὶ Πρίσκε, Χαίρετε Θεόδουλε Εὐτύχιε καὶ
Ἰωάννη, Ξανθία Ἡλιανὲ Σισίνιε, Κυρίων Ἀγγία, Ἀέτιε καὶ Φλάβιε, Χαίρετε Ἀκάκιε,
Ἐκδίκιε, Λυσίμαχε, Ἀλέξανδρε, Ἠλία καὶ Καύδιδε, Θεόφιλε Δομετιανέ καὶ Θεῖε Γάϊε
Γοργόνιε, Χαίρετε Εὐτυχές καὶ Ἀθανάσιε,
Κύριλλε καὶ Σαρκεδών, Νικόλαε καὶ
Οὐαλέριε, Φιλοκτῆμον, Σεβηριανέ,
Χουδίων καὶ Ἀγλάϊε"
Βρίσκεται πάνω στό βουνό, σέ ἀθέατη δασωμένη πλαγιά, στό ΒΔ μέρος τῆς
χερσονήσου. Ἱδρύθηκε τόν 9ο ἤ 10 αἰῶνα άπό τρεῖς άδελφούς ἀπό τήν Άχρίδα. Κατ’
ἄλλη έκδοχή ὄπως ἀναφέρεται στό Τυπικό τοῦ Τσιμισκῆ τό 972, κτίτορας της μονῆς
ἦταν ὁ Γεώργιος ὁ Ζωγράφος. Ἡ Μονή κατέχει τήν 9η θέση στην ίεραρχία τοῦ
Ὄρους καί κατά καιρούς σέ αυτήν ἔμεναν μόνο Βούλγαροι μοναχοί. Σέ ἐποχές
έθνικιστικῆς ἔξαρσης ὀρισμένοι άπό αύτούς κράτησαν ἀνθελληνική στάση, ποτέ
24
ὄμως δεν ἀπομακρύνθηκαν ἀπό τήν κανονική ἐκκλησιαστική τους άρχή, τό
Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο. Στό καθολικό φυλάσσονται τρεῖς θαυματουργές εἰκόνες
τοῦ
ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ
α) Ἡ εἰκόνα πού μεταφέρθηκε ἀπό τή Μονή Φανουήλ
Κατά τήν διάρκεια τῆς βασιλείας τοῦ Λέοντα τοῦ
Σοφοῦ (886-912) ἦσαν τρεῖς ἀδελφοί, ὁ Μωυσῆς, ὁ
Ααρών καί ὁ Βασίλειος μέ καταγωγή ἀπό τήν
Ἀχρίδα. Αὐτοί λοιπόν ἀποφάσισαν νά
ἐγκαταλείψουν τόν κόσμο, τόν πλοῦτο, τή δόξα καί
νά πάρουν τό ἀγγελικό σχῆμα. Ἔφτασαν στό Άγιο
Όρος καί ἀφοῦ βρῆκαν ἥσυχο τόπο, κατασκεύασαν
σκηνές, ὅπου ἔμεναν γιά αρκετό διάστημα καί
συναντιόνταν μόνο τήν Κυριακή.
Απ’ αὐτή μάλιστα ἔβγαινε ἡ λάμψη πού φώτιζε τά ταπεινά ἡσυχαστήρια. Ἔτσι
λοιπόν, ἀφιερώθηκε ἡ εκκλησία στόν Ἄγιο Γεώργιο καί ἡ μονή ὀνομάσθηκε
Ζωγράφου.
25
Ἡ θαυματουργή
εἰκόνα ὑπῆρχε
στήν Μονή τοῦ
Φανουήλ πού
βρίσκεται στήν
Συρία.
Σύμφωνα μέ τή
μαρτυρία τοῦ
καθηγουμένου
τῆς Μονῆς
Φανουήλ,
Εὐστρατίου,
ὅταν κάποτε ὁ
Θεός θέλησε να
τήν παραδώσει
στούς
Σαρακηνούς, ἡ ζωγραφιά τῆς εἰκόνας ξαφνικά ἀποχωρίσθηκε ἀπό τό ξύλο καί ἀφοῦ
ὑψώθηκε κρύφτηκε σέ ἄγνωστο μέρος. Οἱ μοναχοί τότε, ἐπειδή φοβήθηκαν ἀπό τό
θαύμα, ἀφοῦ γονάτισαν, προσεύχονταν στό Θεό θερμά καί τόν παρακαλοῦσαν νά
τούς ἀποκαλύψει ποῦ κρυβόταν τό πρόσωπο τοῦ Ἁγίου Γεωργίου. Ὁ πανάγαθος
Θεός ἄκουσε τήν δέηση τῶν μοναχών καί ὁ Άγιος παρουσιάστηκε στόν
καθηγούμενο καί τοῦ εἶπε: “Μή λυπᾶστε γιά μένα. Ἐγώ βρήκα γιά τόν ἑαυτό μου
Μονή τῆς Παναγίας στόν Ἄθωνα. Ἄν θέλετε πηγαίνετε καί ἐσεῖς ἐκεῖ, γιατί ἡ ὀργή
τοῦ Κυρίου εἶναι ἕτοιμη νά πέσει πάνω στήν διεφθαρμένη Παλαιστίνη ”.’Αφοῦ
συγκέντρωσε όλους τους μοναχούς ὁ καθηγούμενος ἀνακοίνωσε τά συμβάντα.
Ἔπειτα κάλεσε καί τούς προύχοντες τῆς περιοχῆς καί τούς ἀνάγγειλε ὅσα
συνέβησαν σχετικά μέ τήν ἁγία εικόνα. Ὕστερα τούς παράγγειλε τά ἑξῆς:
Ἐμεῖς φεύγουμε, γιά τά Ἱεροσόλυμα γιά νά προσκυνήσουμε τόν Ἅγιο Τάφο τοῦ
Κυρίου καί ἄς γίνει τό θέλημα Του. Σεῖς ἐγκατασταθεῖτε στήν Μονή γιά νά τήν
προφυλάξετε”.
Ἔτσι ἔγινε. Ἀφοῦ ἔφτασαν στήν Ἰόππη βρῆκαν πλοίο καί ἀναχώρησαν γιά τό Ὄρος
Άθω. Ὕστερα ἀπό ἀρκετές μέρες ἔφτασαν στήν μονή Ζωγράφου. Ὅταν μπῆκαν στό
ναό, μέ έκπληξη, εἶδαν τήν ζωγραφιά τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, πού εἶχαν στήν μονή
Φανουήλ, να εἶναι προσκολλημένη χωρίς καμιά ἀλλοίωση σ’ ἕνα καινούργιο ξύλο.
26
Τότε με συγκίνηση και δάκρυα γονάτισαν μπροστά στην εικόνα καί ἔλεγαν: “Γιατί
μᾶς προξένησες τόση λύπη, Μεγαλομάρτυρα Γεώργιε;” Οἱ μοναχοί τῆς Ζωγράφου
ἀποροῦσαν μέ ὅλα αὐτά τά παράξενα καί ὅλοι δόξαζαν ὁλόψυχα τόν Κύριο καί τόν
ἅγιο Γεώργιο. Τόν δέ καθηγούμενο Εὐστράτιο
τόν έκαμαν Ἡγούμενο τους. Ἀπό τότε
ἄρχισαν νά γίνονται ἀπό τήν ἁγία εἰκόνα
πολλά θαύματα και κόσμος συνέρρεε στην
μονή Ζωγράφου , νά προσκυνήσει τόν
Τροπαιοφόρο Γεώργιο. Ἡ φήμη τῶν
θαυμάτων ἔφθασε μέχρι καί τόν βασιλέα
Λέοντα τόν Σοφό, πού ἦταν πολύ ευσεβής
καί ἀποφάσισε νά πάει προσωπικά στό ἅγιο
Ὄρος γιά νά προσκυνήσει καί νά γνωρίσει
τούς ἀσκητές Μωυσῆ, Ἀαρών καί Βασίλειο
πού ἔγιναν ξακουστοί γιά τήν ἀρετή τους.
Ὕστερα ἀπό τόν Λέοντα ἐπισκέφτηκε τή
Μονή καί ὁ βασιλιάς τῶν Βουλγάρων
Ἰωάννης, μέ τήν πλούσια βοήθεια τοῦ
ὁποίου άρχισε να κτίζεται ἡ μεγαλοπρεπής Μονή τοῦ Ζωγράφου. Ἀργότερα ἡ Μονή
κατεδαφίστηκε ἀπό τούς βαρβάρους καί τούς πειρατές, ἐνῷ ἡ τωρινή κτίστηκε από
τόν Ἡγεμόνα τῆς Μολδαβίας Στέφανο.
Ἡ Ἁγία εικόνα ἔχει μέχρι σήμερα τό ἄκρο τοῦ δάκτυλου κάποιου ὀλιγόπιστου
Ἐπίσκοπου. Αυτός καταγόταν, σύμφωνα με την παράδοση, απ’ τήν Ἔδεσσα καί
ὅταν άκουσε γιά τά θαύματα τῆς εἰκόνας θέλησε μαζί μέ τήν συνοδεία του νά πάει νά
διαπιστώσει ἄν πραγματικά ἦσαν ἀληθινά αύτά πού διαδίδονταν ἤ ἦσαν ἐφευρέσεις
τῶν μοναχῶν, γιά λόγους φιλοχρηματίας. Οἱ μοναχοί στή Μονή τόν υποδέχτηκαν μέ
τήν πρέπουσα τιμή καί τόν ὁδήγησαν στό ναό γιά νά προσκυνήσει τόν Ἄγιο
Γεώργιο. Ἀλλά ὁ ἐπίσκοπος ἀντί νά φανεῖ ταπεινός καί σεμνός φάνηκε περήφανος
καί ὀλιγόπιστος. Ἀφοῦ μέ ἀδιαφορία εἶδε τό ναό στάθηκε μπροστά στήν εἰκόνα καί
μέ ἀλαζονικό ὕφος εἶπε πρός τούς μοναχούς: « Ὥστε αὐτή εἶναι ἡ θαυματουργός
εἰκόνα τοῦ Ἁγίου». Ἀμέσως ὅμως τό δάκτυλο του κόλλησε στήν εἰκόνα καί μάταια
προσπαθοῦσε νά τό ξεκολλήσει. Ἡ ἀγωνία του καί ὁ φόβος του μεγάλωσαν ὅσο
ἀγωνιζόταν νά τό ξεκολλήσει. Κάθε φορά πού προσπαθοῦσε νά τό ξεκολλήσει
ἔνοιωθε ἀφόρητους πόνους γιατί αὐτό ἦταν κολλημένο πολύ γερά. Στό τέλος ὁ
δυστυχής ἐπίσκοπος δέχτηκε, νά τοῦ κόψουν τό δάκτυλο του.
Ὑπάρχει κοντά στόν κίονα τοῦ ἀριστερού χοροῦ πού βρίσκεται ἡ εἰκόνα τοῦ ἁγ.
Γεωργίου ἡ πιό κάτω χειρόγραφη διήγηση:
27
Ἡ ἁγία εικόνα ἦρθε ἀπό τήν Ἀραβία καί
βρέθηκε στό λιμάνι τῆς Μονῆς Βατοπεδίου.
Ἡ ἀπροσδόκητη ἄφιξη τῆς εἰκόνας
προκάλεσε ταραχή καί θόρυβο στό Ἅγιον
Ὄρος. Γιατί ἡ φήμη ἐξάπλωθηκε γρήγορα
καί οἱ μοναχοί ἐρχόντουσαν ἀπ’ ὅλα τά
μοναστήρια γιά νά προσκυνήσουν τήν ἅγια
εἰκόνα πού μέ θαῦμα φανερώθηκε στο
λιμάνι. Μάλιστα κάθε μοναστήρι ἐπεδίωκε
νά αποκτήσει τό θησαυρό αὐτό καί οἱ
γέροντες ἀρνοῦνταν νά τήν δώσουν στή
Μονή Βατοπεδίου. Τελικά ἀποφάσισαν νά
βάλουν κλῆρο καί νά δεχτοῦν τήν ἀπόφαση
τῆς ἁγίας εἰκόνας. Πραγματικά πῆραν
ὁμόφωνα ἀπόφαση ὅλοι οἱ γέροντες νά
φορτώσουν τήν εἰκόνα σ’ ἕνα ξένο καί ἄγριο
μουλάρι πού δέν ἤξερε τούς δρόμους καί τά
Μοναστήρια καί ἀφοῦ τό ἀφήσουν ἐλεύθερο
νά τό ἀκολουθήσουν ἀπό μακριά. Ἐκεῖ πού
θά σταματοῦσε θά ἔπρεπε νά μείνει ἡ
εἰκόνα. Ἔτσι καί ἔγινε. Ἀφοῦ ὁδήγησαν τό
μουλάρι στό δρόμο Θεσσαλονίκης – Ἀγ. Ὄρους τό ἄφησαν στή θέληση του. Καί τό
μουλάρι μέ ἀργό καί ἰσόμετρο περπάτημα σάν νά ἔνοιωθε ὅτι μετέφερε ἱερό φορτίο
πέρασε ἀπό δύσβατους τόπους, δάση καί ὑψώματα καί ἔφτασε στήν Μονή
Ζωγράφου καί στάθηκε ἀκίνητο σ’ ἕνα πολύ ὡραῖο λόφο.
Μέ τόν τρόπο αὐτό πληροφορήθηκαν ὅλοι ὅτι ἡ θέληση τοῦ Ἁγίου Γεωργίου ἦταν νά
μείνει ἡ ἰερή εἰκόνα στή Μονή Ζωγράφου. Ὅλοι οἱ μοναχοί δέχτηκαν στή Μονή μέ
χαρά καί μέ πνευματικό πανηγύρι τήν ἱερή εἰκόνα καί τήν τοποθέτησαν στόν κίονα
τοῦ ἀριστεροῦ χοροῦ. Τό μουλάρι πού μετέφερνε τήν εἰκόνα πέθανε καί τό ἔθαψαν
στόν τόπο ἐκεῖνο . Σέ ανάμνηση γιά τόν ἐρχομό τῆς ἱερῆς εἰκόνας Γεωργίου ἔκτισαν
στόν λόφο ἕνα κελί καί μικρή ἐκκλησία στό όνομα τοῦ Ἁγίου.
γ) Ἀφιέρωση τῆς Ἁγίας εἰκόνας ἀπό τόν Ἡγεμόνα τῆς Μολδοβλαχίας Στέφανο.
Στόν βορειοδυτικό κίονα, πού στηρίζεται καί ὁ τροῦλος, εἶναι ἀναρτημένη καί ἄλλη
εἰκόνα τοῦ Ἁγ. Γεωργίου , πού γι’ αὐτήν ὑπάρχει ἡ πιό κάτω χειρόγραφη διήγηση
στήν Μονή Ζωγράφου:
Ὁ Ἡγεμόνας τῆς Μολδοβλαχίας Στέφανος εἶχε, ὅπως εἶναι γνωστό, συνέχεια
πολέμους μέ τούς Τούρκους. Κάποτε συγκεντρώθηκαν ἀναρίθμητα Τούρκικα
ἀσκέρια, γιά νά τόν ἀφανίσουν. Ὅταν εἶδε ὁ Στέφανος τό πλῆθος τοῦ ἐχθροῦ
φοβήθηκε, ἀμέσως ὅμως συνῆλθε καί μέ θερμή προσευχή στό Θεό ζήτησε τή
βοήθεια του . Στόν ὕπνο του ἐμφανίστηκε ὁ Ἅγιος Γεώργιος πού ἦταν λουσμένος
σ’ ἔνα λαμπρό θαυμάσιο φῶς και με μάτια που άστραφταν. Ο Στέφανος ἄν καί
28
κοιμόταν φοβήθηκε πολύ. Τότε ο Άγιος τοῦ εἶπε: “Έχε θάρρος στόν Κύριο σου καί
μή φοβᾶσαι τό πλῆθος αὐτό. Αὔριο συγκέντρωσε ὅλο το στράτευμά σου καί
ὀδήγησε το ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν τοῦ Χριστοῦ μέ φωνές πανηγυρικές καί σάλπιγγες
καί θά δεῖς τήν δύναμη τοῦ Θεοῦ πού πάντα σέ βοηθᾷ. Ἀκόμα και εγώ θά σέ
βοηθήσω στήν μάχη αυτή. Γιά ὄλα αὐτά ἀνακαίνησε τήν Μονή Ζωγράφου πού εἶναι
στό ὄνομα μου, καί πού ἐρημώθηκε. Στείλε μάλιστα καί τήν δική μου εἰκόνα πού
ἔχεις μαζί σου”.
Ο Στέφανος πήρε θάρρος ἀπό τήν ἐμφάνιση τοῦ Ἁγίου καί ἀκόμη ἀπό τήν
ὑπόσχεση πού τοῦ ἔδωσε ὅτι θά τόν βοηθοῦσε μέ τήν βοήθεια τῆς θείας χάρης.
Ἀφοῦ μάλιστα ἔφερε καί τήν ἁγία εἰκόνα μαζί του μέ τήν φωνή τῶν σάλπιγγων
κτύπησε ξαφνικά τόν ὄγκο τῶν Ὀθωμανῶν καί τούς σύντριψε χωρίς δυσκολία.
Ὕστερα ἀπό λίγο καιρό ἔστειλε και τήν ἅγια εἰκόνα
στό Ἅγιον Ὄρος καί ἀνακαίνισε τήν Μονή
Ζωγράφου, ἀφοῦ δώρησε σ’ αὐτή πολλά
ἀφιερώματα.
29
Πρόκειται για ἔνα ἀπό τα κομψότερα καί ὡραιότερα μοναστήρια, κτισμένο τόν 10 ο
αἰῶνα ἀπό τό μοναχό ὅσιο Εύθύμιο, (μαθητή τοῦ Ἀγ. Ἀθανασίου τοῦ Ἀθωνίτη) πού
ἦταν στην
ὑπηρεσία του
Δοχείου της
Λαύρας. Ἀπό έκεῖ
πῆρε τήν ὀνομασία
της ἡ Μονή. Εἶναι
ἴσως ἡ μοναδική
στό Ὄρος πού δεν
γνώρισε ποτέ
πυρκαγιά. Έκτός
ἀπό τον
χαρακτηριστικό
πύργο της, πολύ
ὑψηλό εἶναι το
καθολικό της , με
τη βάση του
τρούλου , 15 μέτρα
πάνω ἀπό το
ἔδαφος, για να
έπιτευχθεῖ
φωτεινότητα τοῦ
χώρου, ἀφοῦ
βρίσκεται ἀνάμεσα σέ ψηλές πτέρυγες
Ἡ Μονή εἶναι ἀφιερωμένη στούς ἀρχαγγέλους
Μιχαήλ καί Γαβριήλ, ( παλιαιότερα ὀνομαζόταν καί
Μονή τῶν Στρατιωτικῶν λόγω ἀκριβῶς τῶν
Ἀρχαγγέλων) Στό λιμάνι τῆς Μονῆς καί ἀκριβῶς
μπροστά ἀπό αύτήν, ὑπάρχουν τά δύο χάλκινα
ἀγάλματα τους.
30
ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΓΟΡΓΟΫΠΗΚΟΟΥ
Ἕνα ἀπό τά πολλά ὀνόματα πού προσδίδουμε στήν Παναγία μας εἶναι
Γοργοϋπήκοος καί ἡ ὁμώνυμη θαυματουργή εἰκόνα της βρίσκεται στήν Ἱερά Μονή
Δοχειαρίου Ἁγίου Ὄρους ἀπό τό 1646.
Ἐκεῖ, ὅπως ἀναφέρεται στό ἱστορικό τῆς Μονῆς, "λάμπει ὡς πολύφωτος σελήνη,
σάν ἄριστος κυβερνήτης καί σοφός οἰκονόμος τό διακυβερνᾷ", φυλάσσοντας ἀπό
κάθε προσβολή καί ἐπήρεια τούς ἀσκούμενους, ὁσίους πατέρες, ἀλλά καί ὅσους
προστρέχουν σ’ ἐκείνη με πίστη, ζητῶντας τήν
βοήθειά της. Καί γενικά διαφυλάττει γοργῶς καί
προθύμως, ὑπακούει καί ἐλεεῖ ὅλους, ὅσους τήν
εὐλαβούμαστε καί τήν ἐπικαλούμαστε μέ πίστη.
Ὅπως ἀναφέρει στό Συναξάρι ὁ ὅσιος Νικόδημος,
στή Μονή τοῦ Δοχειαρίου, στό δεξί μέρος τῆς
Τραπέζης, βρισκόταν μιά παλαιά είκόνα τῆς
Παναγίας. Οἱ πατέρες τῆς Μονῆς ἀναφέρουν ὅτι
εἶχε
ἁγιογραφηθῇ
ἀπό τήν ἐποχή
τοῦ μετέπειτα
κτήτορος τῆς
Μονής,
Νεοφύτου, τόν
11ο αἰῶνα. Τό 1646, πού ἦταν ἕνα ἔτος πολύ
δύσκολο γιά τήν Μονή, διότι δέν εἶχε τά
ἀπαραίτητα χρήματα γιά νά πληρώσει τούς
καθορισμένους φόρους στούς Τούρκους
κατακτητές, ὁ τραπεζάρης τοῦ Μοναστηριοῦ,
περνοῦσε μπροστά ἀπό αὐτήν τήν εἰκόνα
συνεχῶς, ἀκόμα καί τή νύχτα βαστάζοντας στά
χέρια του ἀναμμένα δαδιά. Μιά βραδιά, ἐκεῖνο
τό ἔτος, λοιπόν, καθώς περνοῦσε καί πάλι
μπροστά ἀπό τήν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου, ἀκούει φωνή νά βγαίνει ἀπό τήν εἰκόνα καί
νά τοῦ λέει: "Μήν περνᾶς ἀπό ἐκεῖ καί μαυρίζεις τόν τόπο μέ καπνό". Ὁ μοναχός
νομίζοντας ὅτι κάποιος ἄνθρωπος φώναξε, καταφρόνησε τή φωνή καί δέν ἔδωσε
σημασία. Μετά ἀπό λίγες ἠμέρες, κι ἐνῷ ἐκεῖνος συνέχιζε νά περνάει μπροστά ἀπό
τήν εἰκόνα μέ ἀναμμένα τά δαδιά, ἀκούει καί πάλι τή φωνή νά τοῦ λέει:
" Ὧ Μοναχέ ἀμόναχε, ἕως πότε θά συνεχίσεις νά καπνίζεις τή μορφή μου καί νά μέ
μαυρίζεις ἀτιμῶντας με;"
Καί συγχρόνως, ἀκούγοντας αὐτή τή φωνή, ἔχασε ὁ ταλαίπωρος τό φῶς του κι
ἔμεινε τυφλός. Ἔτσι, καταλαβαίνοντας τό σφάλμα του, ὅτι δηλαδή καταφρόνησε τήν
πρώτη φωνή καί δέν ὑπάκουσε, κατασκεύασε ἕνα στασίδι μπροστά στήν εἰκόνα τῆς
Παναγίας καί τήν παρακαλοῦσε συνεχῶς νά τοῦ συγχωρέσει αὐτό τό ἐξ ἀπροσεξίας
ἁμάρτημα καί νά τοῦ χαρίσει τό φῶς του, ὥστε βλέποντας τήν Ἁγία Εἰκόνα της νά
31
τήν δοξάζει καί νά τήν εὐχαριστεῖ πάντοτε. Καί ἡ Παναγία μας, εἰσάκουσε τήν
προσευχή του καί τοῦ εἶπε: "Ἰδού, ἀπό σήμερα σοῦ χαρίζω τό φῶς καί πρόσεξε στό
ἑξῆς νά μήν περάσεις μέ ἀναμμένα δαδιά , γιατί ἐγώ εἶμαι ἡ Κυρία τῆς Μονῆς αὐτῆς
καί γοργά ὑπακούω σ' ἐκείνους πού μέ ἐπικαλοῦνται καί τούς χαρίζω τά πρός
σωτηρία αἰτήματά τους, διότι καλοῦμαι Γοργοϋπήκοος".
Ἀπό τότε ἡ ἁγία αὐτή εἰκόνα ὀνομάζεται Γοργοϋπήκοος, γιατί πραγματικά μέ τά
θαυμαστά έργα της, συνεχῶς ἀποδεικνύει ὄτι γρήγορα ὑπακούει σ' ἐκείνους πού
προστρέχουν σ' αὐτήν μέ εύλάβεια καί πίστη. Και πραγματικά η χάρη της ἐνεργεῖ
πάμπολλα θαύματα ὄχι μόνο στό Ἅγιον Ὄρος, ἀλλά καί ἔξω ἀπό αυτό,
Ἡ Παναγία ἡ Γοργοϋπήκοος είναι πολύ θαυματουργή, γιατρεύει διάφορες
ασθένειες, χαρίζει παιδιά σε ἄτεκνα ζευγάρια, φανερώνει απολεσθέντα αντικείμενα,
προστατεύει όσους κινδυνεύουν στη θάλασσα, λυτρώνει όσους αἰχμαλωτίζονται,
θεραπεύει από τόν πονοκέφαλο καί τήν κόπωση, ἀνορθεῖ τούς παραλύτους, χαρίζει
τό φῶς στούς τυφλούς, θεραπεύει ἀπό θανατηφόρες ἀσθένειες, διώκει τίς ἀκρίδες
ἀπό τα χωράφια και ἄλλα πολλά θαυμαστά πού βρίσκονται γραμμένα στή Μονή
Δοχειαρίου, ὡς θαυματουργές ἐπεμβάσεις τῆς Παναγίας τῆς Γοργοϋπηκόου.
Ὅταν λοιπόν θεραπεύθηκε ἀπό τήν τύφλωση του ὁ τραπεζάρης μοναχός, ὀνόματι
Νεῖλος, οἱ πατέρες της Μονής ἔφτιαξαν στο χῶρο αὐτό ἕνα παρεκκλήσι πρὀς τιμήν
τῆς Παναγίας τῆς Γοργοϋπηκόου, ἀφοῦ ἡ ίδια χαρακτήρισε τόν ἑαυτό της μέ τό
ἐπίθετο αυτό. Ἐκεῖ τελεῖται δύο φορές τήν ἑβδομάδα ἡ θεία Λειτουργία, ἐκεῖ γίνονται
οἱ κουρές τῶν μοναχῶν καί καθημερινά, πρωΐ καί βράδυ, ψάλλονται παρακλήσεις
μπροστά στήν ἱερή εικόνα.
Ἡ πρώτη ἁγιογραφηθείσα εἰκόνα τῆς Παναγίας στή Μονή Δοχειαρίου, πού ἔγινε
το 1563, την αναφέρει ως Βρεφοκρατούσα, Φοβερά Προστασία και Γοργοϋπήκοο.
Πρέπει να ἐπισημάνουμε λοιπόν, ὅτι η
Παναγία ὅταν μίλησε στό μοναχό δέν
χρησιμοποίησε γιά τόν ἑαυτό της
κανένα ἀπό τά ὀνόματα πού ἦταν
γραμμένα στήν τοιχογραφία, δηλαδή
Βρεφοκρατοῦσα καί Φοβερά
Προστασία, ἀλλά κράτησε γιά τόν
ἑαυτό της τό ὄνομα Γοργοϋπήκοος,
δηλώνοντας μέ τόν τρόπο αὐτό ὅτι
ὑπακούει γρήγορα στίς δεήσεις τῶν
πιστῶν καί κατ' ἐπέκταση ὄτι ἡ
ὑπακοή παίζει τό σημαντικότερο ρόλο
στή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Κι
ὅπως μέ τήν ὑπακοή της τότε στά
λόγια τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριήλ
συνέβαλε στη σωτηρία μας, ἔτσι καί τώρα, ὡς ὑπακούουσα στά αἰτήματά μας,
ἐπαναλαμβάνει μέ ταπείνωση: " ἰδού ἡ δούλη Κυρίου".
32
11) Ι.Μ. Καρακάλλου
Φέρεται νά κτίσθηκε
τόν 3ο αἰῶνα ἀπό τόν
αύτοκράτορα
Καρακάλλα πρός
τιμήν τῶν ἀποστόλων
Πέτρου καί Παύλου
ἀλλά δεύτερη ἐκδοχή
εἶναι ὅτι ὁ ἱδρυτής της
εἶναι ό μοναχός
Καρακάλλας τόν 11ο
αἰῶνα, Διαθέτει τόν
μεγαλύτερο
Ἀγιορείτικο πύργο. ¨Η
Μονή κάηκε πολλές
φορές ἀλλά διατηρεῖ
τά παραδοσιακά
ἐσωτερικά καί
ἐξωτερικά της χαρακτηριστικά
Στη Μονή ὑπάρχει τεράστιο πλῆθος
φορητῶν είκόνων πού καλύπτουν ὅλη
τήν χρονική περίοδο ἀπό τόν 14ο ἔως
18ο αἰῶνα καί ἀπό αύτές ξεχωρίζουν οἱ
μεγάλης φήμης είκόνες τοῦ
ἱερομόναχου Διονυσίου ἐκ Φουρνᾶ
Εύρυτανίας συγγραφέας του
έργου Ἑρμηνεία τῆς ζωγραφικῆς
τέχνης, τό ὁποῖο έγινε βασικό ἐγκόλπιο
τῶν Ἑλλήνων καί τῶν ξένων
ἁγιογράφων γιά τή συνέχιση, τή
διάδοση καί τήν ἀναγέννηση τῆς βυζαντινῆς άγιογραφικῆς τέχνης
33
Ὲπίσης μεγάλο εἶναι καί τό ἔργο τοῦ ἱερομόναχου Δαμασκηνοῦ έξ Ἰωαννίνων,
σύγχρονου τοῦ
Διονυσίου, πού
ἐργάστηκε ἐπίσης στή
Λαύρα καί στό
Βατοπαίδι.
Ἡ τέχνη τοῦ
Δαμασκηνοῦ άκολουθεῖ
τήν ἠπειρώτικη
ἁγιογραφική νοοτροπία
τῆς ἐποχῆς.
Το τέμπλο τῆς Μονῆς ἔχει 12 είκόνες ἀπό τήν ζωή τοῦ Χριστοῦ.
34
12) Ι.Μ. Φιλοθέου
ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΓΛΥΚΟΦΙΛΟΥΣΑΣ
35
Τό 1800 ἔσωσε ἔναν προσκυνητή πού ἔπεσε κάτω ἀπό τόν ξενῶνα, πού βρισκόταν
στόν τρίτο ὄροφο.
Ἡ εἰκόνα εἶναι ἀμφιπρόσωπη μέ τήν Σταύρωση στό πίσω μέρος καί βρίσκεται στόν
κίονα τοῦ ἀριστεροῦ χοροῦ τοῦ καθολικοῦ. Ἡ παράδοση τήν άναφέρει σάν μία ἀπό
τίς 70 είκόνες τοῦ Ἀποστόλου καἰ Εύαγγελιστῆ Λουκᾶ.
Ἡ εἰκόνα που παρατίθεται με το ένα πόδι
τοῦ παιδιοῦ γυμνό καθιερώνεται ἀπό τά
κρητικά ἐργαστήρια τοῦ 15ου αἰῶνα, μέ
παλαιολόγειο πιθανότατα πρότυπο καί
εἶναι ἔργο τοῦ Κρητικοῦ ζωγράφου
Ἀνδρέα Ρίτζου. Ἡ Γλυκοφιλοῦσα εἶναι
πάντα σέ προτομή καί ἀριστεροκρατοῦσα
μέ τό πρόσωπό της πολύ κοντά στό
πρόσωπο τοῦ παιδιοῦ της πού φωλιάζει
φοβισμένο στήν ἀγκαλιά της.
Ἅλλη παραλλαγή τῆς εἰκόνας τῆς Γλυκοφιλούσας εἶναι αὐτή ὅπου ὁ Χριστός εἶναι
μισοξαπλωμένος στήν ἀγκαλιά τῆς μητέρας του καί μέ τό λυγισμένο πρός τά πάνω
μικρό χέρι του θωπεύει τό κάτω μέρος τοῦ προσώπου της.
36
13) Ι.Μ. Σίμωνος Πέτρας
37
Ὡστόσο έχει ακόμα περί τις 350
φορητές είκόνες.
Και τὀ πιό γνωστό ϊερό κειμήλιό της εἶναι τό άριστερό χέρι τῆς Μαρίας Μαγδαληνῆς
38
σμάλτο μέ τήν εἰκόνα τοῦ Παντοκράτορα τό ὁποῖο προέρχεται ἀπό τή σχολή Μαάς
καί κατασκευάστηκε τό 1200. Ἐξαιρετικά πολύτιμος εἶναι ἕνας ποιμενικός σταυρός
με μαργαριτάρια καί 40 μικρογραφίες. Στίς πολύτιμες εἰκόνες ανήκουν αὐτή
τοῦ Ἁγίου Γεωργίου καί τῆς
ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΜΥΡΟΒΛΗΤΙΣΣΑΣ
39
Εἶναι κοινοβιακή ἀπό το 1968 καί ἑορτάζει στίς 6 Δεκεμβρίου τοῦ Ἁγίου Νικολάου.
40
Τό ἔργο καί ἡ τεχνοτροπία τοῦ άγιογράφου αὐτοῦ ἄσκησαν σημαντική επιρροή
στους μεταγενέστερους εικονογράφους τοῦ ἁγίου Ὄρους, κάτι πού μαρτυρεῖται καί
ἀπό τό γεγονός ὄτι τό ἐγχειρίδιο ζωγραφικῆς τοῦ 1730 μέ τίτλο Ἑρμηνεία τῆς
ζωγραφικῆς τέχνης καί αἱ κύριαι πηγαί αὐτῆς πού συντάχθηκε ἀπό τόν Διονύσιο τόν
ἐκ Φουρνᾶ, ἀναφέρει τόν Θεοφάνη ὡς τό πρότυπο πρός μίμηση.
16) Ι.Μ. Ξενοφῶντος
Βρίσκεται στό μέσο τῆς δυτικῆς πλευρᾶς, ἀνάμεσα στίς Μονές Δοχειαρίου και Αγ.
Παντελεήμονος.
ἱδρύθηκε ἀπό τον ὅσιο
Ξενοφῶντα τον 10ο
αἰῶνα σέ θέση ὄπου
παλαιότερα ὑπῆρχε
μονύδριο πρός τιμήν
τοῦ ἁγ. Δημητρίου.
Διαθέτει δύο καθολικά
ἀφιερωμένα στόν ἅγιο
Γεώργιο. Τό παλαιό τοῦ
11ου αἰῶνα, ἱστορημένο
με παλαιοχριστιανικά
σύμβολα, ἔχει
τοιχογραφίες πού
ἐπιζωγραφήθηκαν. Τό νεώτερο, εἶναι τό πιό μεγάλο καί ἐπιβλητικό τοῦ Ὄρους,
χρειάστηκε 20 χρόνια γιά να κτισθεῖ καί εἶναι πολύ εύρύχωρο καί φωτεινό. Τό
τέμπλο του καί ἡ Ἅγια Τράπεζα
κατασκευάστηκαν μέ τηνιακά καί
ἀθωνικά μάρμαρα.
Τό μοναστήρι θεωρεῖται ὅτι εἶναι τό
μοναστήρι τοῦ Ἁγ Γεωργίου καί τῆς
Παναγίας τῆς Ὁδηγήτριας.
41
Ἀριστερά : Ο ὅσιος Ξενοφῶν, Ὁ κτίτορας τῆς Μονῆς
42
ὅμως ὤρα, ὅταν ἀνοίχτηκε ἡ εκκλησία γιά τήν ακολουθία, ἡ εικόνα ἔλειπε καί πάλι
ἀπό τή θέση της καί πολύ σύντομα ἔφτανε εἴδηση ἀπό τήν Μονή τοῦ Ξενοφῶντος
ὅτι βρέθηκε καί πάλι στήν ἀντίστοιχη θέση τοῦ ἐκεῖ καθολικοῦ.Οἱ Βατοπαιδινοί
πείσθηκαν γιά τό θαῦμα καί ἀποφάσισαν νά μήν ἀντισταθοῦν ἄλλο στή θέληση τῆς
Θεομήτορος. Ἔτρεξαν στή Μονή Ξενοφῶντος γιά νά προσκυνήσουν τήν Ὁδηγήτρια
καί γιά πολύ καιρό τῆς ἔστελναν λάδι καί κερί στήν νέα της κατοικία. Μάλιστα τά 2
μοναστήρια συνεορτάζουν τήν Παναγία στίς 20 Ἰουνίου.
Ἡ Εικόνα τῆς Παναγίας Ὁδηγήτριας, εἶναι ιστορικά ἡ πρώτη εικόνα τῆς Ἐκκλησίας,
ἱστορηθεῖσα ἀπό τόν Ευαγγελιστή Λουκᾶ, σύμφωνα μέ τό σχετικό Μεγαλυνάριο τῆς
Θεοτόκου: «Ἄλαλα τά χείλη τῶν ἀσεβῶν τῶν μή προσκυνούντων τήν Εἰκόνα Σου
τήν σεπτήν, τήν ἱστορηθεῖσαν ὑπό τοῦ Ἀποστόλου Λουκᾶ ἱερωτάτου, τήν
Ὁδηγήτριαν». Ὁ Ιερός Ευαγγελιστής φιλοτέχνησε τήν εἰκόνα ζώσης τῆς Θεοτόκου
πού τήν εύλόγησε : « Ἡ χάρις τοῦ παρ’ έμοῦ τεχθέντος εἴη μεθ’ ὑμῶν ».
ΠΑΝΑΓΙΑ ΓΑΛΑΚΤΟΤΡΟΦΟΥΣΑ
44
Ὁ εἰκονιστικός τύπος τῆς Παναγίας τῆς Γαλακτοτροφούσας εἶναι αξιόλογος, εὐρέως
γνωστός καί πολύ ἀγαπητός, στην Ἀνατολική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Θεωρεῖται ὅτι
προστατεύει τίς γυναίκες μέ τά νεογέννητα παιδιά, ἐνῷ πολλές φορές άναφέρονται
θαύματα γιά αύτές πού δέν εἶχαν γάλα γιά να θηλάσουν τά παιδιά τους.
Ὁ προικισμένος ἁγιογράφος πού δημιούργησε αύτή την μορφή ,τήν ἐμπνεύστηκε
ἀπό τήν εὐαγγελική διήγηση τῆς Γέννησης τοῦ Χριστοῦ (Ματθ. β΄ 1-15, Λουκ. β΄ 1-
20) καί ἀπό το εὐαγγελικό ἐδάφιο πού διαβάζεται στόν μικρό Παρακλητικό Κανόνα
πρός τήν Παναγία:
«Μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε καί μαστοί οὕς ἐθήλασας» (Λουκ. ια΄ 27).
Ἡ Ἱερά Πατριαρχική καί Σταυροπηγιακή Μονή Ἐσφιγμένου εἶναι μία ἐκ τῶν εἴκοσι
μονῶν τοῦ Ἁγίου Όρους ,δέκατη ὄγδοη στήν ἱεραρχική τάξη τῶν ἁγιορείτικων
μονῶν. Εἶναι ἡ πρώτη μονή καθώς ἐρχόμαστε ἀπό Ἰερισσό, ἀμέσως μετά τόν
ἀρσανᾶ της Χιλανδαρίου ένῷ τα θεμἐλιά της κυριολεκτικά βρέχονται ἀπό τον
Στρυμωνικό Κόλπο.
Ο συγκεκριμένος πύργος,
ὁ «Παλιόπυργος», εἶναι
ὅ,τι ἀπέμεινε ἀπό παλιά
μονή ποὐ ὑπῆρχε ἐκεῖ, τή
μονή «Ξηροκάστρου»,
πού ἡ ἀρχαιότερη
ὀνομασία της ήταν τοῦ
«Ἀρμενίου».
Ἡ ἀκριβής χρονολόγηση
τοῦ πύργου δέν εἶναι
γνωστή, ἀλλά εἶναι
ἐξακριβωμένο ὅτι
ἐπισκευάστηκε τόν 15ο-
16ο αἰῶνα με διπλό τεῖχος
καί ὑπερύψωση μέ
καταχύστρες ἐπάνω ἀπό
τήν εἴσοδό του.
Ἡ πρώτη κατασκευή τοῦ πύργου ἔγινε μᾶλλον τόν 14 αἰῶνα, μετά τήν ἐπιδρομή
ο
τῶν Καταλανῶν. Φαίνεται ὅτι ἀρχικά ἦταν μέρος τῆς ἀμυντικῆς ὀχύρωσης τῆς μονῆς
Ξηροκάστρου καί ἀργότερα ὅταν αὐτό τό μοναστήρι ἐγκαταλείφθηκε,
χρησιμοποιήθηκε γιά τήν ἄμυνα τοῦ ἀρσανᾶ τῆς Κωνσταμονίτου.
Ἔχει γραφτεῖ ὅτι το ἅγιον Ὄρος εἶναι ἔνας τόπος μυστηρίου, ὄπου μιλάει πολύ
ἔντονα ἡ σιωπή, δηλ. ἡ γλῶσσα τῆς αἰωνιότητας. Ἄν κάποιος ξέρει νά διδάσκεται
μέ αύτόν τόν τρόπο, ἔχει πολλά να διδαχθεῖ ἀπό τή Μονή Κωνσταμονίτου.
50
Ἔργο του Χαλεπᾶ τό τέμπλο τοῦ Καθολικοῦ
Το
51
Οἱ είκονιζόμενοι Νεομάρτυρες Βενέδικτος, Τιμόθεος και Παῦλος ὑπῆρξαν μοναχοί
τῆς Μονῆς. Μαρτύρησαν κατά την Ἑλληνική
Ἐπανάσταση , στήν Θεσσαλονίκη τά ἔτη 1821,
1822,1824 ἀντίστοιχα.
52