Professional Documents
Culture Documents
Η εσωτερική αγορά είναι ένας χώρος ευημερίας και ελευθερίας που παρέχει σε 500
εκατομμύρια Ευρωπαίους πρόσβαση σε αγαθά, υπηρεσίες, θέσεις εργασίας, επιχειρηματικές
ευκαιρίες και στον πολιτιστικό πλούτο των 28 κρατών μελών. Η μελέτη της Επιτροπής
Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (IMCO) του Κοινοβουλίου, με τίτλο
«Contribution of the Internal Market and Consumer Protection to Growth», καταδεικνύει ότι
οι πολιτικές για την προώθηση της ελεύθερης κυκλοφορίας των αγαθών, των υπηρεσιών, των
προσώπων και των κεφαλαίων έχουν σημαντικές δυνατότητες να οδηγήσουν σε ενίσχυση του
ΑΕγχΠ (ακαθάριστο εγχώριο προϊόν) της ΕΕ των 28[1]. Παρότι η δημιουργία μιας εσωτερικής
αγοράς απαιτεί συνεχείς προσπάθειες, η περαιτέρω εμβάθυνση της ενιαίας αγοράς θα
μπορούσε να αποφέρει σημαντικά οφέλη για τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις στην
ΕΕ, αυξάνοντας το ΑΕγχΠ της ΕΕ των 28 κατά 235 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως,
εφόσον εξαλειφθούν τα εμπόδια που εξακολουθούν να υπάρχουν. Η συζήτηση σχετικά
με την εσωτερική αγορά αναζωογονήθηκε από τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα με την
ανακοίνωση για τη στρατηγική «Ευρώπη 2020», την έκθεση της Επιτροπής με τίτλο «Μια
νέα στρατηγική για την ενιαία αγορά — στην υπηρεσία της οικονομίας και της κοινωνίας
της Ευρώπης», την ανακοίνωση με τίτλο «Πράξη για την Ενιαία Αγορά — Δώδεκα δράσεις
για την τόνωση της ανάπτυξης και την ενίσχυση της εμπιστοσύνης», την ανακοίνωση
με τίτλο «Ενιαία αγορά — Πράξη II — Μαζί για μια νέα ανάπτυξη», την ανακοίνωση
σχετικά με τη στρατηγική για την ψηφιακή ενιαία αγορά[2] και πολλά ψηφίσματα του
Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (μεταξύ άλλων «Ολοκλήρωση της ενιαίας ψηφιακής αγοράς»[3],
«Μια ανταγωνιστική ενιαία ψηφιακή αγορά — η ηλεκτρονική διακυβέρνηση ως αιχμή του
δόρατος»[4] και «Πορεία προς μια νομοθετική πράξη για την ψηφιακή ενιαία αγορά»[5]).
Ένας από τους πιο ελπιδοφόρους και απαιτητικούς τομείς στον οποίο μπορεί να σημειωθεί
πρόοδος είναι η ψηφιακή ενιαία αγορά. Στο πλαίσιο αυτού του τομέα παρουσιάζονται
νέες δυνατότητες για την τόνωση της οικονομίας (π.χ. μέσω του ηλεκτρονικού εμπορίου)
με παράλληλο περιορισμό της γραφειοκρατίας (μέσω της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης
και της ψηφιοποίησης των δημόσιων υπηρεσιών). Επιπλέον, επισημαίνονται κλάδοι στους
οποίους οι υφιστάμενοι κανονισμοί και επιχειρηματικές πρακτικές δεν ανταποκρίνονται στις
ευκαιρίες που δημιουργούν οι τεχνολογίες της πληροφορίας και της επικοινωνίας.
[1]Μελέτη με τίτλο «Contribution of the Internal Market and Consumer Protection to Growth», που εκπονήθηκε
για την Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών του Κοινοβουλίου, Τμήμα Πολιτικής Α,
2014 http://www.europarl.europa.eu/RegData/etudes/STUD/2014/518762/IPOL_STU(2014)518762_EN.pdf
[2]Ανακοίνωση της Επιτροπής «Στρατηγική για την ψηφιακή ενιαία αγορά της Ευρώπης», COM(2015)0192.
Βλ. επίσης επιπρόσθετα έγγραφα που δημοσιεύτηκαν με το δελτίο Τύπου στην ηλεκτρονική διεύθυνση: http://
europa.eu/rapid/press-release_IP-15-4919_el.htm. Πληροφορίες για τις σχετικές δημόσιες διαβουλεύσεις (ανοικτές,
προγραμματισμένες και κλειστές) διατίθενται στην ηλεκτρονική διεύθυνση https://ec.europa.eu/digital-agenda/en/
consultations
[3]Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Δεκεμβρίου 2012, Κείμενα που εγκρίθηκαν,
P7_TA(2012)0468.
[4]Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 20ής Απριλίου 2012, Κείμενα που εγκρίθηκαν,
P7_TA(2012)0140.
[5]Κείμενα που εγκρίθηκαν, P8_TA(2016)0009.
Θεματολογικά δελτία για την Ευρωπαϊκή Ένωση - 2017 1
Νομική βάση
Τα άρθρα 4 παράγραφος 2 στοιχείο α, 26, 27, 114 και 115 της Συνθήκης για τη λειτουργία της
Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ).
Στόχοι
Η κοινή αγορά που δημιουργήθηκε με τη Συνθήκη της Ρώμης το 1958 είχε ως στόχο την
εξάλειψη των εμπορικών φραγμών μεταξύ των κρατών μελών με σκοπό την αύξηση της
οικονομικής ευημερίας και τη συμβολή σε μια «ολοένα στενότερη ένωση των λαών της
Ευρώπης». Η Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη του 1986 συμπεριέλαβε στη Συνθήκη ΕΟΚ τον
στόχο της εσωτερικής αγοράς ορίζοντάς την ως «έναν χώρο χωρίς εσωτερικά σύνορα μέσα
στον οποίο εξασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, των προσώπων, των
υπηρεσιών και των κεφαλαίων». Δεδομένου ότι έχει πλέον θεσπιστεί το νομικό πλαίσιο της
εσωτερικής αγοράς, η συζήτηση επικεντρώνεται στην αποτελεσματικότητα και τον αντίκτυπο
των κανονιστικών ρυθμίσεων της ΕΕ. Απαιτείται μια προσέγγιση με επίκεντρο την πλήρη
μεταφορά, εφαρμογή και εκτέλεση των κανόνων της εσωτερικής αγοράς, προς την κατεύθυνση
ενός είδους «διαχείρισης» της εσωτερικής αγοράς και «εταιρικής σχέσης» μεταξύ των θεσμικών
οργάνων της ΕΕ και των εθνικών αρχών.
Επιτεύγματα
Α. Η κοινή αγορά του 1958
Η κοινή αγορά, ο κύριος στόχος της Συνθήκης της Ρώμης, επιτεύχθηκε μέσω της τελωνειακής
ένωσης του 1968, της κατάργησης των ποσοστώσεων, της ελεύθερης κυκλοφορίας των πολιτών
και των εργαζομένων και μιας ορισμένης φορολογικής εναρμόνισης με τη γενική θέσπιση
του ΦΠΑ το 1970. Ωστόσο, η ελευθερία εμπορίας αγαθών και υπηρεσιών και η ελευθερία
εγκατάστασης εξακολουθούσαν να παραμένουν περιορισμένες λόγω συνεχιζόμενων πρακτικών
κατά του ανταγωνισμού τις οποίες επέβαλαν οι δημόσιες αρχές.
Β. Η έναρξη της εσωτερικής αγοράς τη δεκαετία του '80 και η Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη
Η έλλειψη προόδου ως προς την επίτευξη της κοινής αγοράς οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό
στην επιλογή υπερβολικά λεπτομερούς μεθόδου νομοθετικής εναρμόνισης και στον κανόνα
που απαιτούσε ομοφωνία για τη λήψη αποφάσεων στο Συμβούλιο. Σύμφωνα με την έκθεση
Cecchini («Το κόστος της μη Ευρώπης»), η οποία υποβλήθηκε τον Μάρτιο του 1988, αυτό
είχε εξαιρετικά υψηλό κόστος για την οικονομία, το οποίο ανερχόταν στο 4,25% με 6,5%
του ΑΕγχΠ. Στα μέσα της δεκαετίας του '80, η πολιτική συζήτηση σχετικά με το ζήτημα
αυτό οδήγησε την ΕΟΚ να εξετάσει μια πιο ενδελεχή προσέγγιση του στόχου της άρσης των
εμπορικών φραγμών: την εσωτερική αγορά.
Η Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιουλίου 1987, ορίζοντας την 31η Δεκεμβρίου
1992 ως ακριβή προθεσμία για την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς. Ισχυροποίησε επίσης
τον μηχανισμό λήψης αποφάσεων για την εσωτερική αγορά, καθιερώνοντας την ψηφοφορία με
ειδική πλειοψηφία για το κοινό δασμολόγιο, την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, την ελεύθερη
κυκλοφορία κεφαλαίων και τη σύγκλιση των εθνικών νομοθεσιών. Μέχρι την ημερομηνία της
προθεσμίας, πάνω από το 90% των νομοθετικών πράξεων που απαριθμούνταν στη Λευκή Βίβλο
του 1985 είχαν εγκριθεί, κυρίως με τον κανόνα της ειδικής πλειοψηφίας.
[6]Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Πίνακας αποτελεσμάτων της εσωτερικής αγοράς αρ. 23, Σεπτέμβριος 2011.
[7]COM(2012)0259.
Θεματολογικά δελτία για την Ευρωπαϊκή Ένωση - 2017 3
εξακολουθούν να υπάρχουν. Η εν λόγω έκθεση προετοίμασε το έδαφος για την ανακοίνωση
της Επιτροπής με τίτλο «Προς μια Πράξη για την Ενιαία Αγορά»[8], στην οποία η Επιτροπή
παρουσίασε σειρά μέτρων που αποσκοπούν στην τόνωση της ευρωπαϊκής οικονομίας και τη
δημιουργία θέσεων εργασίας, υιοθετώντας έτσι πιο φιλόδοξη πολιτική για την ενιαία αγορά.
Σε συνέχεια της ανακοίνωσης της 11ης Ιανουαρίου 2012 με τίτλο «Ένα συνεκτικό πλαίσιο
για την ενίσχυση της εμπιστοσύνης στην ενιαία ψηφιακή αγορά ηλεκτρονικού εμπορίου
και διαδικτυακών υπηρεσιών»[9], η Επιτροπή δημοσίευσε τον Ιούνιο του 2012 ανακοίνωση
με τίτλο «Καλύτερη διακυβέρνηση για την ενιαία αγορά»[10]. Πρότεινε να δοθεί έμφαση
κατά την περίοδο 2012-2013 στους τομείς με το μεγαλύτερο δυναμικό ανάπτυξης, δηλαδή
στις επιχειρήσεις δικτύων κοινής ωφελείας (π.χ. ενέργεια και τηλεπικοινωνίες) και στους
κύριους τομείς υπηρεσιών (εμπόριο, υπηρεσίες σε επιχειρήσεις, υπηρεσίες χρηματοπιστωτικής
διαμεσολάβησης και μεταφορές).
Τον Οκτώβριο του 2012, η Επιτροπή υπέβαλε δεύτερη δέσμη προτάσεων — Δεύτερη Πράξη για
την Ενιαία Αγορά — για την περαιτέρω ανάπτυξη της ενιαίας αγοράς και την αξιοποίηση του
ανεκμετάλλευτου δυναμικού της ως κινητήριας δύναμης για την ανάπτυξη. Η Δεύτερη Πράξη
για την Ενιαία Αγορά ορίζει 12 βασικές δράσεις προς άμεση υιοθέτηση από τα θεσμικά όργανα
της ΕΕ. Οι δράσεις αυτές εστιάζουν σε τέσσερις κύριες κινητήριες δυνάμεις για την ανάπτυξη,
την απασχόληση και την εμπιστοσύνη: ολοκληρωμένα δίκτυα, διασυνοριακή κινητικότητα των
πολιτών και των επιχειρήσεων, η ψηφιακή οικονομία, και δράσεις που ενισχύουν τη συνοχή και
τα οφέλη για τους καταναλωτές. Η Δεύτερη Πράξη για την Ενιαία Αγορά ακολουθεί τα βήματα
της αρχικής δέσμης μέτρων που είχε παρουσιάσει η Επιτροπή — της Πρώτης Πράξης για την
Ενιαία Αγορά — και περιλαμβάνει τις παρακάτω δράσεις που αποσκοπούν σε μια πληρέστερη
και καλύτερα ολοκληρωμένη ενιαία αγορά:
— κινητικότητα των επιχειρήσεων (π.χ. θέσπιση διατάξεων για την κινητοποίηση
μακροπρόθεσμων επενδύσεων, εκσυγχρονισμός των διαδικασιών περί αφερεγγυότητας,
και συμβολή στη δημιουργία περιβάλλοντος που προσφέρει δεύτερες ευκαιρίες σε
επιχειρηματίες που αποτυγχάνουν)·
— η ψηφιακή οικονομία (ως ένα βήμα προς την ολοκλήρωση της ψηφιακής ενιαίας αγοράς
έως το 2015, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι το ηλεκτρονικό εμπόριο θα πρέπει να προωθηθεί
στην ΕΕ με το να καταστούν οι υπηρεσίες πληρωμών πιο εύχρηστες, αξιόπιστες και
ανταγωνιστικές· επίσης, υπογραμμίζει ότι είναι αναγκαίο να αντιμετωπιστούν οι κύριες
αιτίες για την έλλειψη επενδύσεων σε ευρυζωνικές συνδέσεις υψηλής ταχύτητας και
να καταστεί η ηλεκτρονική τιμολόγηση κοινός τρόπος τιμολόγησης στις διαδικασίες
δημοσίων συμβάσεων)·
— εμπιστοσύνη των καταναλωτών (π.χ. θέσπιση μέτρων για εξασφάλιση εκτεταμένης
πρόσβασης σε τραπεζικούς λογαριασμούς, καθώς και εξασφάλιση διαφανών και
συγκρίσιμων τραπεζικών προμηθειών και εξόδων, και ευκολότερη αλλαγή τραπεζικών
λογαριασμών).
Η Επιτροπή επρόκειτο να υποβάλει όλες τις βασικές νομοθετικές προτάσεις που συνδέονται
με τη Δεύτερη Πράξη για την Ενιαία Αγορά έως την άνοιξη του 2013, καθώς και όλες τις μη
νομοθετικές προτάσεις μέχρι το τέλος του 2013. Το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο κλήθηκαν
να εγκρίνουν νομοθετικές προτάσεις κατά προτεραιότητα[11].
[8]COM(2010)0608.
[9]COM(2012)0942.
[10]COM(2012)0259.
[11]Για τις τελευταίες εξελίξεις, βλ.: http://www.europarl.europa.eu/RegData/etudes/note/join/2014/518769/IPOL-
IMCO_NT(2014)518769_EN.pdf
Θεματολογικά δελτία για την Ευρωπαϊκή Ένωση - 2017 4
Στις 28 Οκτωβρίου 2015, η Επιτροπή δημοσίευσε ανακοίνωση με τίτλο «Αναβάθμιση της
ενιαίας αγοράς: περισσότερες ευκαιρίες για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις»[12], η οποία
περιλαμβάνει διάφορες δράσεις εστιασμένες σε τρεις κύριους τομείς: δημιουργία πρόσθετων
ευκαιριών για τους καταναλωτές, τους επαγγελματίες και τις επιχειρήσεις· ενθάρρυνση του
εκσυγχρονισμού και της καινοτομίας που χρειάζεται η Ευρώπη· και εξασφάλιση απτών
αποτελεσμάτων για την καθημερινή ζωή των πολιτών. Η στρατηγική αυτή επικεντρώνεται στις
αγορές υπηρεσιών και προϊόντων. Συμπληρώνει τις προσπάθειες της Επιτροπής για τόνωση
των επενδύσεων, βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και της πρόσβασης στη χρηματοδότηση,
εξασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς ενέργειας, αξιοποίηση των
δυνατοτήτων της ψηφιακής ενιαίας αγοράς, και προώθηση και διευκόλυνση της κινητικότητας
του εργατικού δυναμικού με παράλληλη αποφυγή της κατάχρησης των κανόνων. Οι δράσεις
που προβλέπονται στο πλαίσιο της εν λόγω στρατηγικής θα δρομολογηθούν το 2016 και το
2017. Έως το τέλος του 2017, η Επιτροπή θα εξετάσει την πρόοδο που έχει σημειωθεί ως προς
την εφαρμογή της στρατηγικής.
Επί του παρόντος, ένα από τα δυσκολότερα ζητήματα που αφορούν την ανάπτυξη της
εσωτερικής αγοράς είναι η υλοποίηση της ψηφιακής συνιστώσας. Τον Μάιο του 2015, η
Επιτροπή ενέκρινε τη στρατηγική για την ψηφιακή ενιαία αγορά, με την οποία ορίζεται το
πρόγραμμα νομοθετικών εργασιών για την οικοδόμηση μιας ευρωπαϊκής ψηφιακής οικονομίας
(βλ. θεματολογικό δελτίο σχετικά με την πανταχού παρούσα ψηφιακή ενιαία αγορά).
[12]http://ec.europa.eu/DocsRoom/documents/14007?locale=el
[13]Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2010)0186.
[14]Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2011)0144.
[15]Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2011)0145.
[16]Κανονισμός (ΕΕ) 2015/2120, της 25ης Νοεμβρίου 2015, για τη θέσπιση μέτρων σχετικά με την πρόσβαση στο
ανοικτό διαδίκτυο και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/22/ΕΚ για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των
χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012 για
την περιαγωγή σε δημόσια δίκτυα κινητών επικοινωνιών εντός της Ένωσης, ΕΕ L 310/1.
Θεματολογικά δελτία για την Ευρωπαϊκή Ένωση - 2017 5
Κοινοβουλίου, της 20ής Απριλίου 2012, για «μια ανταγωνιστική ψηφιακή ενιαία αγορά — η
ηλεκτρονική διακυβέρνηση ως αιχμή του δόρατος»[17] επισημαίνει την ανάγκη για ένα σαφές
και συνεκτικό νομικό πλαίσιο για την αμοιβαία αναγνώριση της ηλεκτρονικής πιστοποίησης,
της ηλεκτρονικής ταυτοποίησης και των ηλεκτρονικών υπογραφών, το οποίο είναι απαραίτητο
για την εξασφάλιση της λειτουργίας διασυνοριακών υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης
σε ολόκληρη την ΕΕ. Ακολούθησε το ψήφισμα της 22ας Μαΐου 2012 σχετικά με τον «πίνακα
αποτελεσμάτων της εσωτερικής αγοράς»[18].
Στις 11 Δεκεμβρίου 2012, το Κοινοβούλιο ενέκρινε επίσης δύο μη νομοθετικά ψηφίσματα
σχετικά με την εσωτερική αγορά, ένα σχετικά με την ολοκλήρωση της ενιαίας ψηφιακής
αγοράς[19] και ένα σχετικά με τη θέσπιση μιας Στρατηγικής Ψηφιακής Ελευθερίας στο πλαίσιο
της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ[20], στο οποίο τονίζει ότι στηρίζει έντονα την αρχή της
ουδετερότητας του διαδικτύου, κυρίως το ότι οι πάροχοι υπηρεσιών διαδικτύου δεν πρέπει
να αποκλείουν, παρεμποδίζουν, εισάγουν διακρίσεις, περιορίζουν ή υποβαθμίζουν, ακόμα
και μέσω των τιμών, την ικανότητα οποιουδήποτε προσώπου να χρησιμοποιεί μια υπηρεσία
προκειμένου να έχει πρόσβαση, να χρησιμοποιεί, να αποστέλλει, να δημοσιεύει, να λαμβάνει ή
να προσφέρει οποιοδήποτε περιεχόμενο, εφαρμογή ή υπηρεσία της επιλογής του, ανεξάρτητα
από πηγή ή προορισμό. Στο ίδιο ψήφισμα, το Κοινοβούλιο καλεί επίσης την Επιτροπή και
το Συμβούλιο να προάγουν και να διατηρούν τα υψηλά πρότυπα ψηφιακής ελευθερίας στην
ΕΕ. Στόχος των ψηφισμάτων ήταν η ανάπτυξη μιας πολιτικής και πρακτικής, στο πλαίσιο της
δημιουργίας μιας πραγματικά ενιαίας ψηφιακής αγοράς στην ΕΕ, ώστε να αντιμετωπιστεί η
ύπαρξη διαφορετικών συνόλων εθνικών κανόνων σε βασικούς τομείς, όπως μεταξύ άλλων του
ΦΠΑ, των ταχυδρομικών υπηρεσιών και των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας. Οι αρχές
της ουδετερότητας του διαδικτύου και του ανοικτού διαδικτύου, καθώς και η κατάργηση των
τελών περιαγωγής, έχουν εισαχθεί στο πλαίσιο νομοθετικής δέσμης για τη θέσπιση μέτρων
σχετικά με την ενιαία ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρονικών επικοινωνιών και την επίτευξη μιας
συνδεδεμένης ηπείρου[21]1.
Στις 7 Φεβρουαρίου 2013, το Κοινοβούλιο ενέκρινε ψήφισμα που περιλαμβάνει συστάσεις
προς την Επιτροπή σχετικά με τη διακυβέρνηση της ενιαίας αγοράς[22], για την καθιέρωση
ενός κύκλου διακυβέρνησης της ενιαίας αγοράς ως συγκεκριμένου πυλώνα του Ευρωπαϊκού
Εξαμήνου. Επιπλέον, στις 25 Φεβρουαρίου 2014, το Κοινοβούλιο ενέκρινε ψήφισμα σχετικά
με τη διακυβέρνηση της ενιαίας αγοράς στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου 2014[23],
το οποίο συνοδεύτηκε από το ψήφισμά του, της 27ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με το
SOLVIT[24]. Τέλος, το Κοινοβούλιο ενέκρινε, στις 12 Απριλίου 2016, ψήφισμα[25] με τίτλο
«Βελτίωση της νομοθεσίας για την ενιαία αγορά», υπογραμμίζοντας την ανάγκη εξάλειψης των
περιττών ρυθμίσεων, της γραφειοκρατίας και των αρνητικών επιπτώσεων με την ταυτόχρονη
επίτευξη των στόχων πολιτικής και ενός ανταγωνιστικού ρυθμιστικού περιβάλλοντος το οποίο
θα υποστηρίζει την απασχόληση και τις επιχειρήσεις εντός της Ευρώπης.
Στις 9 Απριλίου 2015, το Κοινοβούλιο ενέκρινε πρόταση ψηφίσματος με την οποία ζητεί από
την Επιτροπή να δώσει ώθηση στο ηλεκτρονικό εμπόριο[26]. Το Κοινοβούλιο διεξάγει επί του