Professional Documents
Culture Documents
ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
ΘΕΜΑ : Η ΣΧΕΣΗ ΜΕΤΑΞΥ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΝΤΕΣ:
ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ
ΧΡΙΣΤΙΑΝΑ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΛΙΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
1
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ
ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΑ
ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ
ΕΠΙΛΟΓΟΣ 19
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ 20
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 20
2
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΡΟΜΗ
Αρχικά στόχο της τότε ευρωπαϊκής οικονομικής κοινότητας αποτελούσε η δημιουργία
κοινής αγοράς στα κράτη μέλη, ως μέσο για την προσέγγιση των εθνικών οικονομικών
πολιτισμών των κρατών.
Για την επίτευξη του εν λόγω στόχου δημιουργήθηκε με την συνθήκη του Μάαστριχτ η
οικονομική και νομισματική ένωση (ΟΝΕ)
Σήμερα, η εσωτερική αγορά της Ε.Ε. αποτελεί σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ.2 της ΣΛΕΕ
χώρο χωρίς εσωτερικά σύνορα μέσα στον οποίο εξασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των
εμπορευμάτων, των προσώπων, των υπηρεσιών και των κεφαλαίων.
Μέσω λοιπόν της ελεύθερης κυκλοφορίας μπορούν να επιτευχθούν και οι σκοποί της
ευρωπαϊκής ένωσης δηλαδή η ασφάλεια, η ειρήνη και η ευημερία.
Εξάλλου, βασική αρχή της ένωσης είναι η ίση μεταχείριση και η κατάργηση των διακρίσεων
λόγω ιθαγένειας . Η αρχή της ίσης μεταχείρισης ενισχύει την αρχή της οικονομικής
ελευθερίας διαγράφοντας και το οικονομικό δίκαιο της ένωσης –ανοιχτή αγορά με
ελεύθερο ανταγωνισμό.1
Σύμφωνα με την νομολογία του ΔΕΚ στην έννοια του εμπορεύματος περιλαμβάνονται όλα
τα αγαθά που μπορούν να αποτιμηθούν σε χρήμα και κατ΄ επέκταση μπορούν να
αποτελέσουν αντικείμενο συναλλαγής. Σφάλμα! Το αρχείο προέλευσης της αναφοράς δεν βρέθηκε.
Στην έννοια δηλαδή του εμπορεύματος περιλαμβάνονται όλα τα κινητά, ενσώματα ή μη, τα
οποία μπορούν να μεταφερθούν υλικώς πέραν των συνόρων, ώστε να πραγματοποιηθούν
νόμιμες εμπορικές συναλλαγές, ανεξαρτήτως από την φύση των συναλλαγών αυτών.
Περιλαμβάνονται δε κάθε είδους προϊόντα αδιάφορα από την σημασία αυτών στην
οικονομία ενός κράτους.
Σχετική νομολογία του ΔΕΚ στην υπόθεση campus oil 72/83 στην σκέψη 17 αναφέρει ότι η
σημασία του λαδιού για το κράτος της Ιρλανδίας.
Παράλληλα το ΔΕΚ μέσα από την νομολογία του έχει κρίνει ότι εμπίπτουν στην έννοια του
εμπορεύματος :
3
το ηλεκτρικό ρεύμα στην έννοια του εμπορεύματος με την απόφαση 6/64
costa/enel.
4. Τόσο τα ανακυκλώσιμα όσο και τα μη ανακυκλώσιμα απόβλητα ανεξαρτήτως της
εμπορικής τους αξίας στην υπόθεση C-2/90 επιτροπή/βελγίου. Στην εν λόγω
απόφαση δεν υπήρξε αμφισβήτηση ως προς την εμπορικότητα των μεν
ανακυκλώσιμων και επαναχρησιμοποιήσιμων απόβλητων που ενδεχομένως μετά
από επεξεργασία να έχουν κάποια εμπορική αξία αλλά για τα μη ανακυκλώσιμα και
μη χρησιμοποιήσιμα απόβλητα. Η βέλγική κυβέρνηση είχε προτείνει τότε το
επιχείρημα ότι εφόσον δεν έχουν κάποια εμπορική αξία και δεν μπορούν να
αποτελέσουν αντικείμενο πωλήσεως δεν μπορούν να υπαχθούν στην έννοια του
εμπορεύματος. Η απάντηση του ΔΕΚ ήταν ότι τα διακινούμενα πέραν των συνόρων
αντικείμενα με σκοπό την πραγματοποίηση εμπορικής συναλλαγής εμπίπτουν στο
πεδίο εφαρμογής της έννοιας του εμπορεύματος ανεξάρτητα από την φύση της
συναλλαγής.
5. Τα μηχανήματα τυχερών παιχνιδιών, παρά το ότι προορίζονται να τεθούν στην
διάθεση του κοινού έναντι αμοιβής στην υπόθεση juhani C-124/97. Εν αντιθέσει με
την υπόθεση schindler που η διανομή διαφημιστικών δεν αποτελεί διακίνηση
εμπορευμάτων αλλά πρέπει να θεωρηθεί ως δραστηριότητα υπηρεσιών εφόσον
είναι παρεπόμενη της τελευταίας, τα μηχανήματα τυχερών παιγνίων αποτελούν
αγαθά δυνάμενα να εμπίπτουν στην έννοια του εμπορεύματος. Βέβαια, τα
μηχανήματα αυτά προορίζονται να τεθούν στην διάθεση του κοινού με σκοπό την
χρησιμοποίηση τους έναντι αμοιβής. Όμως, όπως τόνισε ο γενικός εισαγγελέας, το
γεγονός ότι ένα εισαχθέν εμπόρευμα προορίζεται για την παροχή υπηρεσίας δεν
μπορεί για αυτό τον λόγο να το εξαιρέσει από το πεδίο εφαρμογής των κανόνων
που διέπουν την ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων.
4
ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ ΤΟΥ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ
ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ
Στην υπόθεση sacchi 155/73 το δικαστήριο ανάφερε μεταξύ άλλων ότι οι τηλεοπτικές
εκπομπές συνιστούν παροχή υπηρεσιών, ενώ τα μηχανήματα με τα οποία αυτές
πραγματοποιούνται αποτελούν εμπόρευμα. Παρόμοια ήταν και η σκέψη του στην υπόθεση
c-65/2005 που θα αναφερθεί εκτενέστερα στην συνέχεια.
Στην υπόθεση van schail 55/93 το ΔΕΚ απεφάνθη ότι η προμήθεια ανταλλακτικών, στα
πλαίσια της παροχής υπηρεσιών επισκευής αυτοκινήτων, αποτελεί παρεπόμενη
δραστηριότητα που έπεται της κύριας και επομένως ρυθμίζεται από τις διατάξεις που
διέπουν τις υπηρεσίες.
Αντίστοιχα στην υπόθεση schindler C-275/92 το σκεπτικό ήταν παρόμοια αφού κρίθηκε ότι
η διανομή διαφημιστικού υλικού για την λαχειοφόρο αγορά δεν μπορεί να θεωρηθεί
ανεξάρτητη από την ίδια την οργάνωση της λαχειοφόρους αγοράς και ως εκ τούτου
διέπεται από τις διατάξεις που ρυθμίζουν την τελευταία δηλαδή της διατάξεις περί
ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.
Η εν λόγω διάταξη υιοθετεί ένα άκρως διασταλτικό ορισμό της έννοιας της υπηρεσίας στην
οποία περιλαμβάνονται σχεδόν όλες οι οικονομικές δραστηριότητες
συμπεριλαμβανομένων και των παραγωγικών δραστηριοτήτων, όπως των βιομηχανικών
και των βιοτεχνικών. Η προσέγγιση λοιπόν αυτή που επιδιώκει να εντάξει στην έννοια της
εσωτερικής αγοράς κάθε οικονομική δραστηριότητα οδήγησε να διατυπωθεί ρητή
επιφύλαξη υπέρ των υπολοίπων τριών οικονομικών ελευθεριών που φύσει και θέσει
ρυθμίζουν καλύτερα μια δραστηριότητα.
5
ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ ΤΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Μόνη η διασυνοριακή παροχή μια υπηρεσίας δεν οδηγεί αμέσως στην εφαρμογή των
διατάξεων περί ελεύθερης παροχής υπηρεσιών. Το ΣΛΕΕ57 προϋποθέτει ότι δεν
εφαρμόζονται οι υπόλοιπες τρεις θεμελιώδεις ελευθερίες, δηλαδή η ελεύθερη κυκλοφορία
εμπορευμάτων , προσώπων ή κεφαλαίων.
ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΩΝ
Οι περιορισμοί της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών στο εσωτερικό της ένωσης
απαγορεύονται όσον αφορά τους υπηκόους των κρατών μελών που είναι εγκατεστημένοι
σε κράτος μέλος άλλο από εκείνο του αποδέκτη της παροχής.
6
Η επιτροπή υπέβαλε μεν προτάσεις για οριζόντια νομοθετική προσέγγιση που διαπερνά
όλες τις οικονομικές δραστηριότητες, με στόχο να παρέχονται υπηρεσίες στην εσωτερική
αγορά τόσο εύκολα όσο και στην εθνική αγορά, οι αντιδράσεις όμως που προκλήθηκαν
από την πρόταση οδηγίας της επιτροπής υπήρξαν τεράστιες.
Τελικά οι ρυθμίσεις της οδηγίας έρχονται να θέσουν σε εφαρμογή ένα γενικό νομικό
πλαίσιο εφαρμόσιμο, εκτός εξαιρέσεων, σε όλες τις οικονομικές δραστηριότητες παροχής
υπηρεσιών.
Ως προς το σεβασμό των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, κατά την
επιτροπή η επίτευξη του στόχου της υλοποίησης μιας πραγματικής εσωτερικής αγοράς
υπηρεσιών έχει ως αποτέλεσμα η εναρμόνιση να προτείνεται μόνο ως τελευταία λύση στο
βαθμό που η προστασία των καταναλωτών δεν μπορεί να εξασφαλιστεί ούτε μέσω της
διοικητικής συνεργασίας, ούτε με την παραπομπή σε έκδοση κωδίκων δεοντολογίας σε
επίπεδο ένωσης.
7
Υπόθεση C-65/05 Επιτροπή κατά Ελλάδος
Η επιτροπή των ευρωπαϊκών κοινοτήτων ασκεί προσφυγή και ζητά από το Δικαστήριο να
αναγνωρίσει ότι η ελληνική δημοκρατία εισάγοντας με τον νόμο 3037/2002 (και
συγκεκριμένα άρθρα 2,3,4,5) την απαγόρευση εγκαταστάσεως και λειτουργίας όλων των
ηλεκτρικών, ηλεκτρομηχανικών και ηλεκτρονικών παιγνίων, συμπεριλαμβανομένων των
τεχνικών παιγνίων ψυχαγωγίας και όλων των παιγνίων για ηλεκτρονικούς υπολογιστές, σε
κάθε δημόσιο ή ιδιωτικό χώρο, εκτός των καζίνων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει
από τα άρθρα 28 ΕΚ, 43 ΕΚ και 49 ΕΚ, και νυν 34,49 ,56 ΣΛΕΕ δηλαδή την ελευθερία
εμπορευμάτων, ελευθερία εγκατάστασης και την ελευθερία παροχής υπηρεσιών.
Επίσης υποστηρίζει ότι ο εν λόγω νόμος παραβιάζει και την υποχρέωση που πηγάζει από το
άρθρο 8 της οδηγίας 98/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Παρουσίαση του ν.3037/2002 περί την απαγόρευση παιγνίων και για τον οποίο εκ των
υστέρων η Ελληνική δημοκρατία καταδικάστηκε.
Μηχανικά διεξαγόμενο παίγνιο είναι: εκείνο, για τη λειτουργία του οποίου είναι αναγκαία
και η συμβολή της μυϊκής δύναμης του παίκτη.
Ηλεκτρικά διεξαγόμενο παίγνιο είναι εκείνο για τη λειτουργία του οποίου απαιτείται η
παρουσία ηλεκτρικών υποστηρικτικών μηχανισμών.
Ηλεκτρονικά διεξαγόμενο παίγνιο είναι εκείνο για τη λειτουργία του οποίου, εκτός των
υποστηρικτικών ηλεκτρικών, ηλεκτρονικών και άλλων μηχανισμών, απαιτείται η ύπαρξη
και εκτέλεση λογισμικού (προγράμματος).
Απαγορεύεται η διεξαγωγή των υπό στοιχεία β, γ και δ' του άρθρου 1 παιγνίων
περιλαμβανομένων και των υπολογιστών σε δημοσία γενικά κέντρα όπως ξενοδοχεία,
καφενεία, αίθουσες αναγνωρισμένων σωματείων κάθε φύσης, και σε κάθε άλλο δημόσιο η
ιδιωτικό χώρο. Επίσης απαγορεύεται η εγκατάσταση των παιγνίων αυτών.
8
Στα μηχανικά διεξαγόμενα παίγνια επιτρέπεται μόνο η διενέργεια ψυχαγωγικών τεχνικών
παιγνίων όπως ορίζονται στο προηγούμενο άρθρο. Στα παίγνια αυτά δεν επιτρέπεται να
συνομολογηθεί στοίχημα μεταξύ οποιωνδήποτε προσώπων ή να αποδοθεί οποιασδήποτε
μορφής οικονομικό όφελος στον παίκτη. Η συνομολόγηση στοιχήματος ή η απόδοση
οικονομικού οφέλους στον παίκτη επιφέρει τις συνέπειες των άρθρων 4 και 5.
Δεν εμπίπτει στην απαγόρευση που ορίζεται στο άρθρο 2 η εγκατάσταση και λειτουργία
ηλεκτρονικών υπολογιστών σε καταστήματα που λειτουργούν ως επιχειρήσεις προσφοράς
υπηρεσιών διαδικτύου. Η διενέργεια, όμως, παιγνίου με τους υπολογιστές αυτούς,
ανεξάρτητα από τον τρόπο διενέργειάς του, απαγορεύεται.
Αρθρο 34 ΣΛΕΕ
Οι ποσοτικοί περιορισμοί επί των εισαγωγών, καθώς και όλα τα μέτρα ισοδυνάμου
αποτελέσματος, απα γορεύονται μεταξύ των κρατών μελών.
Αρθρο 49 ΣΛΕΕ
Στο πλαίσιο των κατωτέρω διατάξεων, οι περιορισμοί της ελευθερίας εγκαταστάσεως των
υπηκόων ενός κράτους μέλους στην επικράτεια ενός άλλου κράτους μέλους
απαγορεύονται. Η απαγόρευση αυτή εκτεί νεται επίσης στους περιορισμούς για την ίδρυση
πρακτορείων, υποκαταστημάτων ή θυγατρικών εταιρειών από τους υπηκόους ενός
κράτους μέλους που είναι εγκατεστημένοι στην επικράτεια άλλου κράτους μέλους.
9
Αρθρο 56 ΣΛΕΕ
Στο πλαίσιο των κατωτέρω διατάξεων, οι περιορισμοί της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών
στο εσωτερικό της Ένωσης απαγορεύονται όσον αφορά τους υπηκόους των κρατών μελών
που είναι εγκατεστημένοι σε κράτος μέλος άλλο από εκείνο του αποδέκτου της παροχής.
τα κράτη μέλη γνωστοποιούν πάραυτα στην Επιτροπή κάθε σχέδιο τεχνικού κανόνα, εκτός
εάν πρόκειται απλώς για αυτούσια μεταφορά ενός διεθνούς ή ευρωπαϊκού προτύπου,
οπότε αρκεί μια απλή πληροφόρηση ως προς το συγκεκριμένο πρότυπο. Eπίσης,
απευθύνουν στην Επιτροπή κοινοποίηση σχετικά με τους λόγους για τους οποίους είναι
αναγκαία η θέσπιση ενός τέτοιου τεχνικού κανόνα, εκτός εάν οι λόγοι αυτοί συνάγονται
ήδη από το ίδιο το σχέδιο.»
Η επιτροπή κάλεσε την Ελληνική δημοκρατία να υποβάλει τις παρατηρήσεις της, όμως δεν
έκρινε ικανοποιητική την απάντηση της Ελληνικής δημοκρατίας και επειδή θεώρησε ότι η
παράβαση συνεχιζόταν αποφάσισε να ασκήσει την υπό κρίση προσφυγή.
10
2. Ισχυρίζεται ότι ο εν λόγω νόμος είναι ασύμβατος προς τις υποχρεώσεις που υπέχει η
Ελληνική Δημοκρατία από τα άρθρα 49,56
3. Η επιτροπή προσάπτει στο Ελληνικό κράτος ότι δεν τήρησε τη διαδικασία ενημέρωσης
που προβλέπει το άρθρο 8 της οδηγίας 98/34
Επιτροπή: Η απαγόρευση των παιγνίων είναι αντίθετη προς το άρθρο 34 ΣΛΕΕ και δεν
εμπίπτει ούτε στις εξαιρέσεις του άρθρου 36 όπως για παράδειγμα είναι η ανάγκη γενικού
συμφέροντος, επειδή αναφέρει ότι είναι δυνατόν να εφαρμοστούν εναλλακτικές μορφές
ελέγχου όπως είναι η εισαγωγή ειδικών συστημάτων προστασίας στις μηχανές έτσι ώστε
να είναι αδύνατον να μετατραπούν σε τυχερά. Επιπλέον η Επιτροπή υποστηρίζει ότι οι
ελληνικές αρχές δεν ανέφεραν σαφώς τη σχέση μεταξύ της εν λόγω απαγορεύσεως και του
προβλήματος που προσπαθούν να αντιμετωπίσουν.
Ελληνική δημοκρατία: ο νόμος 3037/2002 κρίθηκε αναγκαίος για την προστασία της
δημόσιας ηθικής και τάξης που προβλέπονται στο άρθρο 36 και για την προστασία των
καταναλωτών η οποία αποτελεί ανάγκη γενικού συμφέροντος. Η Ελληνική δημοκρατία
υποστηρίζει ειδικότερα ότι τα παίγνια του αρθ.2 του 30/37 μπορούν εύκολα να
μετατραπούν σε τυχερά και να προκαλέσουν εθισμό και κατασπατάληση οικονομικών
πόρων.
Η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων αποτελεί μια από από τις θεμελιώδεις αρχές
της ΣΛΕΕ. Ελλείψει εναρμονισμένων κανόνων σε κοινοτικό επίπεδο στον τομέα των
παιγνίων, η ελεύθερη κυκλοφορία των παιγνίων διασφαλίζεται από τα άρθρα 34,36. (Βλ.
Επιτροπή κατά Γαλλίας)
Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, κάθε εμπορική ρύθμιση των κρατών μελών
που μπορεί να εμποδίσει άμεσα ή έμμεσα, πραγματικά ή δυνητικά, το ενδοκοινοτικό
εμπόριο πρέπει να θεωρείται μέτρο ισοδυνάμου αποτελέσματος προς ποσοτικούς
περιορισμούς (Βλ. Επιτροπή κατά Κάτω Χωρών)
11
Εν προκειμένω, η εθνική νομοθεσία όπως ο νόμος 3037/2002 συνιστά μέτρο ισοδυνάμου
αποτελέσματος προς ποσοτικό περιορισμό κατά την έννοια του άρθρου 34 αφού μπορεί να
προκαλέσει μείωση του μεγέθους των εισαγωγών τέτοιων παιγνίων στην Ελλάδα από άλλα
κράτη μέλη.
Το δικαστήριο έχει επίσης κρίνει ότι οι ως άνω λόγοι –δημόσια ηθική και τάξη- μπορούν να
δικαιολογηθούν από την άποψη του άρθρου 36, περιορισμούς που μπορούν να φθάσουν
μόνο μέχρι την απαγόρευση των λαχειοφόρων αγορών. Επιπροσθέτως οι Ελληνικές αρχές
θα μπορούσαν όχι μόνο να χρησιμοποιήσουν άλλα καταλληλότερα και λιγότερο
περιοριστικά για την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων μέτρα, αλλά και να
βεβαιωθούν για την αποτελεσματική εφαρμογή τους προς επίτευξη του επιδιωκόμενου
σκοπού.
Και επειδή η εθνική αυτή διάταξη δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένη όσον αφορά την
ανάγκη της και την αναλογικότητα της, είναι αντίθετη προς τα άρθρα 49,56 ΣΛΕΕ. Επίσης η
επιτροπή ισχυρίζεται ότι οι Ελληνικές αρχές θα έπρεπε να δώσουν προτεραιότητα σε
ακριβέστερα μέτρα που θα αποσκοπούσαν στην αποφυγή της μετατροπής των
ψυχαγωγικών παιγνίων σε τυχερά .πχ: αυστηρότεροι ελέγχοι και αυστηρότερες κωρώσεις.
12
Κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου, τα άρθρα 49 ΕΚ και 56 ΕΚ επιβάλλουν την κατάργηση
των περιορισμών στην ελευθερία εγκαταστάσεως και στην ελευθερία παροχής υπηρεσιών
και πρέπει να θεωρούνται ότι συνιστούν τέτοιους περιορισμούς όλα τα μέτρα που
απαγορεύουν, παρεμποδίζουν ή καθιστούν λιγότερο ελκυστική την άσκηση των
ελευθεριών αυτών.
Το Δικαστήριο έχει επίσης κρίνει ότι τα εθνικά μέτρα που περιορίζουν την άσκηση των
θεμελιωδών ελευθεριών τις οποίες εγγυάται η Συνθήκη δεν μπορούν να δικαιολογηθούν
παρά μόνον αν πληρούν τέσσερις προϋποθέσεις:
-αν είναι ικανά να εγγυηθούν την υλοποίηση του σκοπού που επιδιώκουν και να μην
βαίνουν πέραν αυτού που είναι αναγκαίο για την επίτευξη του σκοπού αυτού.
Συνεπώς από το άρθρο 2 του ν.3037/2002 και από τα άρθρα 4,5 που επιβάλλουν ποινικές
και διοικητικές κυρώσεις προκύπτει ότι η εθνική νομοθεσία καθιστά δυσχερέστερη την εκ
μέρους των επιχειρηματιών που προέρχονται από άλλα κράτη μέλη , άσκηση του
δικαιώματος τους να εγκατασταθούν στην Ελλάδα με σκοπό την παροχή των εν λόγω
υπηρεσιών.
Επιπλέον, η εθνική νομοθεσία η οποία δεν επιτρέπει την εκμετάλλευση και τη διενέργεια
των παιγνίων παρά μόνο στα καζίνο, συνιστά εμπόδιο στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών.
Επιτροπή: Η Επιτροπή προσάπτει στην Ελληνική δημοκρατία ότι δεν της γνωστοποίησε
κατά το στάδιο καταρτίσεως του, τον νόμο 3037, ο οποίος περιέχει στο άρθρο 2 τεχνικούς
κανόνες σχετικά με προϊόντα του άρθρου 1 σημ.11. Αυτό έγινε κατά παρέκκλιση της
επιταγής του άρθρου 8 της οδηγίας 98/34
Ελληνική δημοκρατία: Παραδέχεται ότι δεν τήρησε τη διαδικασία ενημέρωσης κατά την
προετοιμασία του σχεδίου νόμου 3037 και τονίζει ότι η παράλειψη έγινε από αμέλεια και
όχι εκ προθέσεως και ότι η παράβαση οφείλεται στην επείγουσα ανάγκη ταχείας και
άμεσης αντιμετώπισης του κοινωνικού προβλήματος και διαφύλαξης της δημόσιας τάξης.
Εκτίμηση δικαστηρίου: Η Ελληνική δημοκρατία δεν μπορεί να επικαλεστεί την εξαίρεση του
άρθρου 9 παρ.7 της οδηγίας 98/34 γιατί κατά το χρόνο θεσπίσεως του νόμου δεν
13
υφίσταντο στην Ελλάδα κατάσταση όπως αυτή του άρθρου 9. Άρα η θέσπιση του ν.3037
έγινε κατά παράβαση της επιταγής του άρθρου 8 της οδηγίας.
ΙΣΤΟΡΙΚΟ
Με Διάταξη της 3ης Απριλίου 1992, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 18 Ιουνίου του
ιδίου έτους, το High Court of Justice of England and Wales (Queen's Bench Division)
υπέβαλε στο Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, έξι
προδικαστικά ερωτήματα σχετικά με την ερμηνεία των άρθρων 30,36,56 και 59 της
Συνθήκης ΕΟΚ, προκειμένου να κρίνει αν συμβιβάζεται με τις διατάξεις αυτές εθνική
νομοθεσία απαγορεύουσα την πραγματοποίηση ορισμένων λαχειοφόρων αγορών στο
έδαφος κράτους μέλους.
Η δραστηριότητα αυτή συνίσταται στην επέκταση των λαχειοφόρων αγορών της SKL και,
χωρίς αμφιβολία, στην πώληση των λαχνών των λαχειοφόρων αυτών αγορών. Υπ' αυτές τις
περιστάσεις, οι Schindler, ομόδικοι διάδικοι, απέστειλαν από τις Κάτω Χώρες φακέλους
προοριζόμενους για Βρετανούς υπηκόους. Κάθε φάκελος περιείχε μια επιστολή που
καλούσε τον αποδέκτη να μετάσχει στην 87η σειρά της SKL, έντυπα παραγγελίας για τη
συμμετοχή του στη λαχειοφόρο αυτή αγορά, καθώς κι έναν ταχυδρομικό φάκελο
τυπωμένο εκ των προτέρων για την απάντηση.
14
όπως Ίσχυαν πριν από τον National Lottery etc. Act 1993 (νόμο του 1993 περί της εθνικής
λαχειοφόρου αγοράς κ. λπ.).
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Εθνική νομοθεσία η οποία, όπως η βρετανική νομοθεσία περί των λαχειοφόρων αγορών,
απαγορεύει, πλην προβλεπομένων από αυτήν εξαιρέσεων, τη διοργάνωση λαχειοφόρων
αγορών στο έδαφος κράτους μέλους μπορεί να συνιστά εμπόδιο στην ελεύθερη παροχή
υπηρεσιών.
15
ΥΠΟΘΣΕΣΗ sacchi 155/73
Τα δύο πρώτα ερωτήματα αφορούν κατ' ουσίαν το ζήτημα, αν η αρχή της ελεύθερης
κυκλοφορίας των εμπορευμάτων στην Κοινή Αγορά εφαρμόζεται στα τηλεοπτικά μηνύματα
και κυρίως από την εμπορική τους άποψη, και αν το αποκλειστικό δικαίωμα, που
παραχωρεί ένα Κράτος μέλος σε μια ανώνυμη εταιρία να προβαίνει σε κάθε είδους
τηλεοπτικές εκπομπές, ακόμα και για σκοπούς εμπορικής διαφήμισης, συνιστά παραβίαση
της αρχής αυτής.
Ελλείψει ρητής αντίθετης διατάξεως της Συνθήκης, ένα τηλεοπτικό μήνυμα πρέπει να
θεωρηθεί, λόγω της φύσεώς του, ως παροχή υπηρεσιών. Αν και δεν αποκλείεται,
υπηρεσίες, που κατά κανόνα παρέχονται έναντι αμοιβής, να μπορούν να υπαχθούν στις
διατάξεις για την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, εν τούτοις, όπως προκύπτει
από το άρθρο 60, δεν συντρέχει τέτοια περίπτωση, παρά μόνον κατά το μέτρο που οι
υπηρεσίες αυτές διέπονται από τέτοιου είδους διατάξεις. Επομένως, η εκπομπή
τηλεοπτικών μηνυμάτων, συμπεριλαμβανομένων όσων έχουν χαρακτήρα διαφημιστικό,
υπάγεται, ως τοιαύτη, στους κανόνες της Συν θήκης που αναφέρονται στην παροχή
υπηρεσιών.
Αντίθετα, υπόκειται στους κανόνες για την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων το
εμπόριο που αφορά κάθε είδους υλικό, υποθέματα ήχου, ταινίες και άλλα προϊόντα που
χρησιμοποιούνται για τη μετάδοση των τηλεοπτικών μηνυμάτων. Κατά συνέπεια, αν και η
ύπαρξη μιας επιχείρησης που μονοπωλεί τα τηλεοπτικά διαφημιστικά μηνύματα δεν είναι
καθ' εαυτή αντίθετη προς την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, μία
16
τέτοια επιχείρηση θα προσέκρουε στην αρχή αυτή, αν έκανε διακρίσεις υπέρ των εγχωρίων
υλικών και προϊόντων.
Συμπερασματικά :
Η εκπομπή τηλεοπτικών μηνυμάτων, συμπεριλαμβανομένων όσων έχουν χαρακτήρα
διαφημιστικό, υπάγεται καθ' εαυτή στους κανόνες της Συνθήκης που αναφέρονται στην
παροχή υπηρεσιών. Ωστόσο το εμπόριο που αφορά κάθε είδους υλικό, υποθέματα ήχου,
ταινίες, μηχανήματα και άλλα προϊόντα που χρησιμοποιούνται για τη μετάδοση των
τηλεοπτικών μηνυμάτων υπάγεται στους κανόνες για την ελεύθερη κυκλοφορία των
εμπορευμάτων.
ΥΠΟΘΕΣΗ C-55/93
Υποβλήθηκε αίτηση του Hoge Raad der Nederlanden προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν
του τότε άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, και νυν ΣΛΕΕ 267 με την οποία ζητείται, στο
πλαίσιο της ποινικής δίκης που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου κατά
Johannes Gerrit Cornelis van Schaik,
η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία των άρθρων 5, 30, 36, 55, 62,
85 και 86 της Συνθήκης ΕΟΚ, καθώς και της οδηγίας 77/143/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 29ης
Δεκεμβρίου 1976, περί προσεγγίσεως της νομοθεσίας των κρατών μελών σχετικά με τον
τεχνικό έλεγχο των οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους .
Άσκησε ο Van Schaik αναίρεση κατά καταδικαστικής σε βάρος του αποφάσεως επειδή
οδηγούσε αυτοκίνητο όχημα χωρίς να κατέχει έγκυρο πιστοποιητικό ελέγχου.
Ο Υπουργός Μεταφορών και Δημοσίων 'Έργων μπορεί να χορηγεί σε φυσικά ή νομικά
πρόσωπα την άδεια να εκδίδουν πιστοποιητικά ελέγχου για αυτοκίνητα οχήματα,
ρυμουλκούμενα και ημιρυμουλκούμενα ταξινομημένα στις Κάτω Χώρες .Η εν λόγω άδεια
μπορεί να χορηγείται σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα που εκμεταλλεύονται είτε
ανεξάρτητους σταθμούς ελέγχου, που δεν εκτελούν εργασίες συντηρήσεως και επισκευής,
είτε συνεργεία που εκτελούν τέτοιες εργασίες. Θεωρητικά δεν επηρεάζεται καθόλου το
τίμημα που καταβάλλεται για τη διενέργεια του ελέγχου από το εάν διενεργείται από
ανεξάρτητο σταθμό ελέγχου ή από έχον σχετική άδεια.
17
χορηγήσεως πιστοποιητικών ελέγχου για αυτοκίνητα ταξινομημένα στο εν λόγω κράτος
από συνεργεία εγκατεστημένα σε άλλο κράτος.
Τέλος, με την οδηγία 77/143εκφράζεται η άποψη ότι κάθε κράτος μέλος μπορεί να ασκεί
άμεση εποπτεία μόνον επί των σταθμών ελέγχου που ευρίσκονται στο δικό του
έδαφος. (Το άρθρο 1 της οδηγίας ορίζει ότι: Σε κάθε κράτος μέλος τα οχήματα που είναι
εγγεγραμμένα [ταξινομημένα] σ' αυτό (...) θα υπόκεινται σε περιοδικό τεχνικό έλεγχο (...) .
Επιπλέον, το άρθρο 4 της οδηγίας ορίζει ότι οι τεχνικοί έλεγχοι, κατά την έννοια της
οδηγίας, πρέπει να διεξάγονται από το κράτος ή από τα όργανα ή τα συνεργεία τα οποία
έχουν καθορισθεί από το κράτος και ελέγχονται απευθείας από αυτό. Κατά συνέπεια, η
οδηγία δέχεται ότι ο περιοδικός έλεγχος έχει περιορισμένο εδαφικώς χαρακτήρα. )
Το δικαστήριο απάντησε στο εθνικό δικαστήριο του κράτους μέλους ότι οι διατάξεις της
Συνθήκης περί ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, περί ελεύθερης παροχής των
υπηρεσιών και περί ανταγωνισμού, καθώς και της οδηγίας 77/143, δεν εμποδίζουν την
εφαρμογή κανονιστικής ρυθμίσεως κράτους μέλους η οποία αποκλείει τη δυνατότητα
χορηγήσεως πιστοποιητικού τεχνικού ελέγχου για τα ταξινομημένα στο κράτος αυτό
οχήματα από συνεργεία εγκατεστημένα σε άλλο κράτος μέλος.
Συμπέρασμα
Δεν μπορεί να συναχθεί ότι υφίσταται παράβαση της Συνθήκης, επειδή ο μονοπωλιακός
χαρακτήρας της χορηγήσεως του πιστοποιητικού τεχνικού ελέγχου αποκλειστικά από τις επιχειρήσεις
τις οποίες- συνεπεία της εγκαταστάσεως τους- οι εθνικές αρχές μπορούν να εποπτεύουν, μπορεί να
δικαιολογείται από την ανάγκη διασφαλίσεως της οδικής ασφάλειας.
18
Εξάλλου, η οδηγία 77/143 προβλέπει το εδαφικώς περιορισμένο χαρακτήρα του περιοδικού
ελέγχου και, εν πάση περιπτώσει, επιφέρει μερική μόνο εναρμόνιση των κριτηρίων ελέγχου.
Περαιτέρω, οι προμήθειες εμπορευμάτων που μπορεί να συνεπάγεται η συντήρηση των
οχημάτων είναι απλώς παρεπόμενες της παροχής υπηρεσιών στις οποίες συνίσταται
η εν λόγω συντήρηση. Τέλος, ως προς τις διατάξεις περί ανταγωνισμού αρκεί η διαπίστωση ότι
σκοπός μιας τέτοιας εθνικής ρυθμίσεως δεν είναι ούτε να επιβάλει ούτε να ενισχύσει μια συμπεριφορά
που απαγορεύεται από τους κανόνες αυτούς.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Το θέμα δεν έχει βεβαίως εισαχθεί στο ΔΕΕ ακόμα αλλά είναι βέβαιο ότι στο μέλλον θα
υπάρξει σχετική νομολογία.
Στην πρώτη περίπτωση, αν δεν είναι δυνατή η διάσπαση των πεδίων εφαρμογής των δύο
ελευθεριών (ΔΕΚ 155/73 sacchi), διερευνητέος είναι ο κυρίαρχος χαρακτήρας της παροχής
(ΔΕΚ c-202/88 Γαλλία/Επιτροπής, c-275/92 schindler)
Συγκεκριμένα το Δεκ υπήγαγε στις διατάξεις για την ελεύθερη κυκλοφορία των
εμπορευμάτων στις περιπτώσεις διάθεσης ταινίας με βιντεοκασέτα (ΔΕΚ cinetheque
19
,συλλογή 1985,2605), μεταφοράς επικίνδυνων αποβλήτων (ΔΕΚ, επιτροπή/Βελγίου) και
εκτύπωσης μιας εφημερίδας (ΔΕΚ,επιτροπή/γαλλίας) σε άλλο κράτος.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
1. Κουσκουνά, Παπαδοπούλου, Κουσκουνά, Περάκης – το δίκαιο της Ε.Ε μέσα από τη
νομολογία.
2. επιτροπή κατά Ιταλίας 7/68
3. Στις περιπτώσεις διάθεσης ταινίας με βιντεοκασέτα (ΔΕΚ cinetheque ,συλλογή
1985,2605), μεταφοράς επικίνδυνων αποβλήτων (ΔΕΚ, επιτροπή/βελγίου) και
εκτύπωσης μιας εφημερίδας (ΔΕΚ, επιτροπή/γαλλίας) σε άλλο κράτος.
4. βλ. την έκθεση της επιτροπής προς το συμβούλιο και το ευρωπαικό κοινοβουλιο με
τίτλο «η κατάσταση της εσωτερικής αγοράς υπηρεσιών»
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Γ.-Ε.Φ. Καλαβρός-Θ.Γ. Γεωργόπουλος ,Το δίκαιο της ευρωπαικής ένωση
2. Πλιάκος Το δίκαιο της Ε.Ε.
3. Σκουρης Ερμηνεία συνθηκών
4. Τσιλιώτης Υποχρέωση προστασίας της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων
5. Κουσκουνά, Παπαδοπούλου, Κουσκουνά, Περάκης – το δίκαιο της Ε.Ε μέσα από τη
νομολογία.
20