You are on page 1of 6

Παιδαγωγικές Πρακτικές γραμματισμού στην πρώιμη ηλικία

Περιεχόμενα
Περιεχόμενα...................................................................................................................1

Εισαγωγή........................................................................................................................1

1. Γραμματισμός στην προσχολική ηλικία....................................................................2

2. Εκπαιδευτικό Πλαίσιο................................................................................................4

3. Βασικές επιδιώξεις δραστηριότητας..........................................................................4

3.α.Επιδιώξεις σε σχέση με το συγκεκριμένο εκπαιδευτικό πλαίσιο............................4

4. Περιγραφή Δραστηριότητας......................................................................................5

5. Βιβλιογραφικές αναφορές..........................................................................................5

1
Εισαγωγή
Κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής, τα παιδιά είναι απασχολημένα προσπαθώντας να
κατανοήσουν το περιβάλλον τους και να κατανοήσουν τι συμβαίνει. Το κάνουν αυτό
παίζοντας, ζωγραφίζοντας και μιλώντας με κοντινά τους άτομα. Αν και η γραφή τους
μπορεί να μην μοιάζει με την παραδοσιακή γραφή, τα παιδιά στην πραγματικότητα
μαθαίνουν να διαβάζουν και να γράφουν από νωρίς. Η ανάγνωση και η γραφή είναι
δύο διαφορετικοί τρόποι επικοινωνίας ιδεών. Όταν διαβάζουμε, μαθαίνουμε τα
ονόματα των γραμμάτων, τους ήχους τους και τις έντυπές τους συμβάσεις. Όμως,
όταν γράφουμε, χρησιμοποιούμε σύμβολα για να αναπαραστήσουμε λέξεις και ιδέες.
Αυτό σημαίνει ότι η ανάγνωση και η γραφή είναι κάτι περισσότερο από απλή
εκμάθηση πληροφοριών.

Σύμφωνα με τους Curto et al., (1998) τα παιδία ήδη από την προσχολική ηλικία,
κάνουν υποθέσεις σε σχέση με τον γραπτό λόγο, διαμορφώνοντας ιδέες και
φτάνοντας στην δική τους κατανόηση σε σχέση την παραγωγή του γραπτού λόγου. Η
παραγωγή του γραπτού λόγου έχει άμεση σχέση με την ενεργοποίηση της σκέψης
καθώς είναι ένα σύνθετο φαινόμενο.

Ο γραμματισμός είναι μια διαδικασία μάθησης αλλά και παραγωγής νοήματος, μέσα
από το οποίο το άτομο τοποθετείται στο επίκεντρο και αναλαμβάνει πρωτοβουλίες.
Στην παρούσα εργασία επιχειρείται μια βιβλιογραφική ανασκόπηση του
γραμματισμού των παιδιών της προσχολικής ηλικίας. Επιπλέον, στην παρούσα
εργασία γίνεται μια σύντομη περιγραφή των βασικών χαρακτηριστικών του
παιδαγωγικού πλαισίου της Πρακτικής Άσκησης αλλά και περιγράφεται μια
δραστηριότητα γραμματισμού στα πλαίσια της προσχολικής ηλικίας.

1. Γραμματισμός στην προσχολική ηλικία


Υπάρχουν διάφοροι τύποι προσεγγίσεων γραμματισμού που εστιάζουν σε κείμενα
που αντικατοπτρίζουν τα ενδιαφέροντα και τις εμπειρίες των ίδιων των μαθητών.
Αυτά τα κείμενα μπορούν να καλύπτουν ζητήματα όπως οι κοινωνικές διακρίσεις και
τα κοινωνικά μειονεκτήματα. Η προσέγγιση στοχεύει επίσης στη δημιουργία
αυθεντικών κειμένων από παιδιά που πραγματεύονται θέματα που απασχολούν τους
μαθητές και τις τοπικές τους κοινωνίες. Αυτό βοηθά στην καλλιέργεια δημοκρατικών
αξιών στους μαθητές, οι οποίοι πιστεύουν ότι έχουν την ικανότητα να δημιουργούν
δυνατότητες επίλυσης και προβλήματα που τους απασχολούν.

Με τον όρο «γραμματισμός» αναφερόμαστε στην ανάγνωση αλλά και την γραφή.
Σύμφωνα με τους Δαφέρμου και άλλους (2006:19) ο γραμματισμός ορίζεται ως «το
επίπεδο της πρόσβασης στη γραπτή πληροφορία που απαιτείται για την αποτελεσματική
λειτουργία του ατόμου μέσα στην κοινωνία στην οποία ζει». Στον περιεκτικό αυτόν
ορισμό περιλαμβάνεται όχι μόνο η κατανόηση αλλά και η παραγωγή κειμένων, όχι
μόνο οι γνώσεις αλλά και η εφαρμογή τους»

Ο αναδυόμενος γραμματισμός αναφέρεται στην ικανότητα των μικρών παιδιών να


διαβάζουν και να γράφουν με τρόπο που συνδέεται τόσο με την κωδικοποίηση και

2
την αποκωδικοποίηση του γραπτού λόγου όσο και με την κατανόησή τους. Αυτό
φαίνεται στην προσχολική ηλικία, πριν τα παιδιά μπουν στο δημοτικό σχολείο. Αυτές
οι πρώιμες στάσεις, οι γνώσεις και οι δεξιότητες που σχετίζονται με τις γραπτές
λέξεις είναι σημαντικές γιατί βοηθούν τα παιδιά να αναπτύξουν μια ισχυρή
κατανόηση του πώς λειτουργούν οι γραπτές λέξεις και πώς μπορούν να
χρησιμοποιηθούν για την επικοινωνία ιδεών. (Παπούλια-Τζελέπη, 2001).

Η αναπτυξιακή πορεία προς τη μάθηση ξεκινά με τις εμπειρίες της πρώιμης παιδικής
ηλικίας στο σπίτι και συνεχίζεται με το σχολείο. Αυτή η διαδικασία περιλαμβάνει την
ανάπτυξη δεξιοτήτων γραμματισμού σε παιδιά προσχολικής ηλικίας. Η κατανόηση
των συμβόλων και του γραπτού λόγου από τα παιδιά εξελίσσεται με την πάροδο του
χρόνου, αποκτώντας μεγαλύτερη σημασία και νόημα.

Η θεωρία του γραμματισμού προτείνει ότι, από μικρή ηλικία, τα παιδιά που ζουν σε
μια κοινωνία εγγράμματων περιβάλλονται από γραπτές λέξεις, σύμβολα και άλλες
μορφές επικοινωνίας. Αυτή η πρώιμη έκθεση διαμορφώνει την κατανόησή τους για
τη γραφή και την επικοινωνία, και μπορεί να φανεί ακόμη και στις πρώτες σχολικές
εμπειρίες τους. (Ferreiro, 1998). Τα παιδιά μαθαίνουν να διαβάζουν και να γράφουν
χρησιμοποιώντας το για να μάθουν να εξερευνούν και να κατανοούν τον κόσμο γύρω
τους. Αποκτούν και δομούν τις γνώσεις τους για τον γραπτό λόγο, καθώς και για τον
εαυτό τους, επεξεργάζοντας και αφομοιώνοντας πληροφορίες που παίρνουν από το
περιβάλλον (Ferreiro, 1998). Ο γραμματισμός είναι μια διαδικασία που παίρνει
πολλές διαφορετικές μορφές, αλλά γενικά αναπτύσσεται σε στάδια, με τα παιδιά
σταδιακά να γίνονται καλύτερα στην κατανόηση του περιεχομένου ενός κειμένου,
αντί να αναπαράγουν απλώς τις λέξεις. Αυτή είναι μια δεξιότητα που συχνά
αναπτύσσεται πολύ νωρίτερα από ό,τι πιστεύουν οι περισσότεροι, πολύ πριν τα
παιδιά προλάβουν να διαβάσουν δυνατά ή να κατανοήσουν απλές εργασίες οπτικής
διάκρισης.

Στην πραγματικότητα, πολλά παιδιά είναι σε θέση να κάνουν υποθέσεις για το


περιεχόμενο ενός κειμένου πολύ πριν μπορέσουν να το διαβάσουν σωστά.
Χρησιμοποιούν τόσο εξωκειμενικά όσο και κειμενικά μέσα για να επικοινωνήσουν.
Υπάρχουν διάφορες ενδείξεις που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την ερμηνεία της
γραφής και τη διαμόρφωση γνώμης για διάφορες πτυχές της ανάγνωσης. Ο γραπτός
λόγος δεν πιστεύεται πλέον ότι είναι μια απλή μεταφορά του προφορικού λόγου, μια
γραπτή αναπαραγωγή αυτού που ακούμε ή σκεφτόμαστε. Επιπλέον, η γραφή δεν
γίνεται πλέον αντιληπτή ως ψυχοκινητική δραστηριότητα ή ως αναπαραγωγή –
αντιγραφή γραμμάτων χωρίς καμία γνωστική πλευρά, καμία συμμετοχή της σκέψης.
Η γραφή ξεκινά όχι με τα πραγματικά γράμματα αλλά με την πρόθεση των νηπίων να
γράψουν(Teberosky, 1997).

Η ιδέα ότι πρέπει να διδάξετε στα παιδιά δεξιότητες προτού μπορέσουν να διαβάσουν
και να γράψουν αλλάζει. Σήμερα, πιστεύουμε ότι οι φυσικές δεξιότητες ανάγνωσης
και γραφής των παιδιών είναι ήδη παρούσες και εστιάζουμε στην παροχή ενός
υποστηρικτικού περιβάλλοντος μάθησης για την ανάδυσή τους και την κατάκτηση

3
του γραμματισμού. Αν και το να έχει πολλά βιβλία είναι σημαντικό για ένα παιδί να
μάθει να γράφει και να διαβάζει, δεν αρκεί από μόνο του. Το περιβάλλον στο
νηπιαγωγείο τους θα πρέπει να είναι αναπτυξιακά κατάλληλο, με δραστηριότητες που
τους βοηθούν να μάθουν για την ανάγνωση και τη γραφή ως μια ενεργή διαδικασία.
(Κουτσουβάνου, 2000).

Τα νηπια αρχίζουν να μαθαίνουν για διαφορετικά πράγματα, όπως το γράψιμο και το


διάβασμα, καθώς και να έχουν τις δικές τους απόψεις. Για παράδειγμα, μπορεί να
γνωρίζουν τι σημαίνει «διαβάζω» και «γράφω», γνωρίζουν ότι οι εικόνες και τα
γράμματα είναι διαφορετικοί τρόποι αναπαράστασης πληροφοριών και να κατανοούν
τις έννοιες της γραμμικότητας και της κατεύθυνσης ανάγνωσης. Τα νηπια κατανοούν
επίσης ότι οι λέξεις αποτελούνται από γράμματα που τοποθετούνται σε
συγκεκριμένες θέσεις και ότι μερικές φορές οι λέξεις μπορούν να αλλάξουν για να
ακούγονται διαφορετικά. (Curto, Morillo & Teixido, 1998)

Σύμφωνα με τον κοινωνικό κονστρουκτιβισμό, οι άνθρωποι δημιουργούν τη δική


τους γνώση αλληλεπιδρώντας με το περιβάλλον τους και τροποποιώντας αυτά που
μαθαίνουν με βάση αυτά που βιώνουν. Αυτή η θεωρία βασίζεται στην ιδέα ότι η
γνώση δημιουργείται μέσω της αλληλεπίδρασης των εμπειριών και της ανάπτυξης
νοητικών δομών (Piaget & Inheider, 1985). Το κονστρουκτιβιστικό πλαίσιο μάθησης
καλεί τον δάσκαλο να δημιουργήσει ένα μαθησιακό περιβάλλον που ενθαρρύνει τη
σκέψη, την εξερεύνηση και την ενεργό συμμετοχή των παιδιών στην επιλογή και τον
καθορισμό των δραστηριοτήτων. Ταυτόχρονα, καλείται να προωθήσει την ανάπτυξη
των αλληλεπιδράσεων μεταξύ αυτών και των παιδιών, μεταξύ των παιδιών μεταξύ
τους και να τους δώσει τη δυνατότητα να εργαστούν στο όριο της ανάπτυξής τους.
Σύμφωνα με την κονστρουκτιβιστική θεωρία, ο τρόπος που μαθαίνουμε να
διαβάζουμε και να γράφουμε βασίζεται στον τρόπο που μαθαίνουμε να
αλληλεπιδρούμε με το κοινωνικό μας περιβάλλον. Δεν μαθαίνουμε να διαβάζουμε
και να γράφουμε μαθαίνοντας το αλφάβητο γράμμα προς γράμμα, αλλά
δημιουργώντας τα δικά μας πρωτότυπα κείμενα και διερευνώντας πώς αυτά τα
κείμενα σχετίζονται μεταξύ τους. (Bredekamp & Copple, 1998).

Όσον αφορά την εκμάθηση της ανάγνωσης, ο εκπαιδευτικός δεν μπορεί να βασίζεται
απλώς στην παροχή της ελάχιστης βοήθειας που χρειάζεται - πρέπει επίσης να
δημιουργήσει ένα κατάλληλο περιβάλλον μάθησης που βοηθά τα παιδιά να μάθουν.
Για παράδειγμα, ο εκπαιδευτικός θα πρέπει να είναι ένας διευκολυντής που λαμβάνει
αποφάσεις σχετικά με το μαθησιακό περιβάλλον, τις πηγές και το πλαίσιο μάθησης,
καθώς και πρότυπο χρήστη του γραπτού λόγου. Και, το σημαντικότερο, ο
εκπαιδευτικός θα πρέπει επίσης να είναι διαχειριστής της μαθησιακής διαδικασίας και
αξιολογητής. Έτσι τα παιδιά θα μπορέσουν να μάθουν να διαβάζουν αποτελεσματικά.
Σύμφωνα με τους Παπούλια-Τζελέπη, (2001) οι μαθητές ήδη από την προσχολική
ηλικία θα πρέπει να είναι σε θέση να γνωρίζουν ότι ο γραμματισμός έχει σχέση με
την δημιουργία νοήματος αλλά και χαρακτηρίζεται από την ανθρώπινη επικοινωνία,
καθώς διευκολύνει τις σχέσεις των ανθρώπων. Η κονστρουκτιβιστική διδασκαλία
βασίζεται στην ιδέα ότι ο αλφαβητισμός είναι ένα κοινωνικό γεγονός, όχι απλώς μια

4
ακολουθία γραμμάτων και συμβόλων. Στην κονστρουκτιβιστική διδασκαλία, ο
δάσκαλος βοηθά τους μαθητές να μάθουν με τη σκέψη, όχι απλώς προσπαθώντας να
τους αναγκάσει να μάθουν.

2. Εκπαιδευτικό Πλαίσιο
Το εκπαιδευτικό πλαίσιο στο οποίο θα πραγματοποιηθεί η παρακάτω δραστηριότητα
είναι το _________________. Ο χώρος του νηπιαγωγείου είναι σύγχρονος και
εξοπλισμένος με όλα τα παιδαγωγικά μέσα.

3. Βασικές επιδιώξεις δραστηριότητας


Οι βασικές επιδιώξεις της παρακάτω δραστηριότητας είναι:

 η γνωριμία των μαθητών μεταξύ τους


 η πρώτη επαφή με τα γράμματα αλλά και η πρώτη επαφή με την ανάγνωση

3.α.Επιδιώξεις σε σχέση με το συγκεκριμένο εκπαιδευτικό πλαίσιο


Μια από τις πρώτες αναγνωστικές δραστηριότητες είναι η καταγραφή των ονομάτων
των μαθητών της τάξης. Σύμφωνα με τα ερευνητικά δεδομένα, χάρη σε αυτό τον τύπο
της δραστηριότητας πολλά παιδία κατάφεραν να κατανοήσουν πτυχές του γραπτού
λόγου όπως λόγου χάρη οι γραφοφωνημικές αντιστοιχίες αλλά και τα γράμμαγτα της
αλβαβήτα μέσα από την παρατήρηση των ονομάτων τους αλλά και των συμμαθητών
τους (Γιαννικοπούλου, 2001)

4. Περιγραφή Δραστηριότητας
Η συγκεκριμένη δραστηριότητα γίνεται στην αρχή της σχολικής χρόνιας με σκοπό
όχι μόνο την γνωριμία των μαθητών αλλά την πρώτη τους επαφή με τα γράμματα
αλλά και την διαδικασία της ανάγνωσης. Αρχικά, η νηπιαγωγός έχει ζητήσει εκ των
προτέρων από τους μαθητές να έχουν μαζί τους μια φωτογραφία.

Στην συνέχεια, η νηπιαγωγός αφού έχει φτιάξει έναν μεγάλο κατάλογο, ρωτά τους
μαθητές τα γράμματα της αλφάβητα. Οι μαθητές τραγουδούν τα γράμματα. Στην
συνέχεια, η νηπιαγωγός ρωτά ποιος μαθητής θα πρέπει να γράψει πρώτος το όνομα
του με βάση τα γράμματα της αλφαβήτου. Η νηπιαγωγός μαζί με τους μαθητές
προσπαθούν να βρουν τον μαθητή με βάση τα ονόματα της αλφαβήτα. Στην συνέχεια,
ο μαθητής μαζί με την βοήθεια των συμμαθητών του και της νηπιαγωγού αναγράφει
το όνομα του και κολλά την φωτογραφία του. Η συγκεκριμένη διαδικασία
επαναλαβάνεται για όλους τους μαθητές. Τέλος, οι μαθητές διαβάζουν τα ονόματα
τους αλλά και αυτά των συμμαθητών τους δυνατά μέσα στην τάξη.

5
5. Βιβλιογραφικές αναφορές

Γιαννικοπούλου, Α. (2001). Η γραπτή γλώσσα στο νηπιαγωγείο. Καστανιώτης.


Αθήνα

Bredekamp, S. & Copple, C. (1998). Καινοτομίες στην προσχολική εκπαίδευση:


Αναπτυξιακά κατάλληλες πρακτικές στα προσχολικά προγράμματα (επιμ.
Ντολιοπούλου, Ε.). Ελληνικά Γράμματα. Αθήνα.

Curto, L., Morillo, M. & Teixido, M. (1998). Γραφή και Ανάγνωση.Τόμος Ι: Πώς
μαθαίνουν τα παιδιά γραφή και ανάγνωση. ΥΠΕΠΘ

Δαφέρμου, Χ. - Κουλούρη, Π. - Μπασαγιάννη, Ε, (2006). Οδηγός Νηπιαγωγού.


Εκπαιδευτικοί σχεδιασμοί – Δημιουργικά περιβάλλοντα μάθησης. ΟΕΔΒ. Αθήνα.

Ferreiro, E. (1998). Διαδικασίες νοηματοποίησης της γραπτής γλώσσας.


Παραδείγματα από παιδιά σε διαφορετικές χώρες. Στο Βαρνάβα-Σκούρα Τζ. (επιστ.
επιμ.), (μτφ. Κορτέση-Δαφέρμου Χ., & Μαυρακάκη Ε.) Το παιδί και η Γραφή. Μια
σχέση κλειδί για τη δια βίου μάθηση. Η δομητική προσέγγιση της γραπτής γλώσσας.
Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, ΟΕΔΒ. Αθήνα

Κουτσουβάνου, Ε. (2000). Πρώτη ανάγνωση και γραφή. Στρατηγικές διδακτικής.


Οδυσσέας. Αθήνα

Παπούλια-Τζελέπη, Π. (2001). Η νέα προοπτική της ανάδυσης του γραμματισμού.


Στο ΠαπούλιαΤζελέπη, Π. (επιμ.) Ανάδυση του γραμματισμού. Έρευνα και πρακτική.
Καστανιώτης. Αθήνα.

Teberosky, A. (1997). Δομητική μάθηση της γραπτής γλώσσας. Στο Βαρνάβα-


Σκούρα Τζ. (επιστ. επιμ.) (μτφ. Κορτέση-Δαφέρμου Χ. & Μαυρακάκη Ε.) Το παιδί
και η Γραφή. Μια σχέση κλειδί για τη δια βίου μάθηση. Η δομητική προσέγγιση της
γραπτής γλώσσας. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, ΟΕΔΒ. Αθήνα

Piaget, J. & Inheider, B. (1985). La représentation de l'espace chez l'enfant. Presses


Universitaires de France. Paris.

You might also like