You are on page 1of 4

Blade Runner (1982)

Ελληνικός Τίτλος: Μπλέηντ Ράνερς: Ομάδες Εξόντωσης


Κατηγορία: Δράμα, Επιστημονικής Φαντασίας, Θρίλερ
Σκηνοθεσία: Ridley Scott
Σενάριο: Philip K. Dick (Μυθιστόρημα), Hampton Fancher, David Webb Peoples (Σενάριο)
Πρωταγωνιστούν: Harrison Ford, Rutger Hauer, Sean Young, Edward James Olmos, Daryl Hannah
Μουσική: Vangelis
Φωτογραφία: Jordan Cronenweth
Μοντάζ: Marsha Nakashima, Terry Rawlings
Χώρα Παραγωγής: ΗΠΑ
Χρώμα: Έγχρωμη
Διάρκεια: 117 min

Αν θέλαμε να αναφερθούμε στα κορυφαία φιλμ επιστημονικής φαντασίας, αβίαστα θα επιλέγαμε το


«Metropolis»(1927) του Fritz Lang, το «2001, Η Οδύσσεια του διαστήματος» (1968) του Kubrick, το
«Solaris»(1972) του Tarkovsky και φυσικά το «Blade Runner» (1982) του Ridley Scott. Το βασικό κριτήριο
είναι όλα συνδυάζουν σε ιδανική αναλογία το στοιχείο του φανταστικού με μια φιλοσοφική – στοχαστική θεώρηση
της ανθρώπινης φύσης. Βέβαια η υπόλοιπη καριέρα του Scott απέδειξε ότι δεν είναι ούτε Lang ούτε Kubrick,
ωστόσο το «Blade Runner» του εξακολουθεί να συναρπάζει.

Ο Scott χρησιμοποιεί ως πρώτη ύλη το μυθιστόρημα "Do androids dream of electric sheep?" του Philip Κ.
Dick, που πέθανε τον Μάρτιο του 1982, λίγο πριν την ολοκλήρωση των γυρισμάτων της ταινίας. Στο βιβλίο του
ο Dick, θίγει το πρόβλημα της σχέσης δημιουργού - δημιουργήματος, θεού - ανθρώπου, με βαθιά φιλοσοφικό
τρόπο. Η ταινία παραμένει αρκετά πιστή στο πνεύμα του συγγραφέα, στην ατμόσφαιρα και την αυθεντικότητα
των χαρακτήρων.
Από το 1982 που κυκλοφόρησε για πρώτη φορά, το ‘’Blade Runner’’ έχει υποστεί αρκετές αναθεωρήσεις.Το
2007 ο Scott κατάφερε να ολοκληρώσει την οριστική σκηνοθεσία του, στο αποκαλούμενο ‘’Final Cut’’, με την
προσθήκη μιας ονειρικής σκηνής με μονόκερο και ενός πιο απαισιόδοξου φινάλε. Ωστόσο αρκετοί θεωρούν ότι η
αρχική εκδοχή παραμένει η καλύτερη, η πιο συνοπτική και αινιγματική καθώς η μεταγενέστερη αφαίρεση της
‘’voice over’’ αφήγησης ακρωτηριάζει την ‘’coté noir’’ που είναι κρίσιμη για την αμφιβολία, το πεπρωμένο και την
παράνοια που απαιτεί το θέμα.

Σε ένα μαγευτικό εναρκτήριο γενικό πλάνο, το Λος Άντζελες του 2019 απεικονίζεται ως μια τεράστια
βιομηχανική ζώνη με τεράστιες φλόγες και βολίδες από αέρια απόβλητα να εκτοξεύονται, αντανακλώντας σε
ένα ακραία κοντινό πλάνο ενός ματιού. Αυτή η οπτική αντιπαράθεση δημιουργεί το πλαίσιο αναφοράς που διέπει
τα πολλαπλά θέματα της ταινίας : πραγματικότητα και αβεβαιότητα, φυσικό και τεχνητό , άνθρωπος και
ρομπότ , ζωή και θάνατος. Η δυστοπική μητρόπολη είναι ένα ετερογενές περιβάλλον από ανακυκλωμένα
αντικείμενα, μπερδεμένα αρχιτεκτονικά στυλ και ασυνεχείς χώρους, γεμάτους φθορά και εγκατάλειψη ,ενώ
στους δρόμους στριμώχνεται μια πολύγλωσση κοινότητα κάτω από μια ασταμάτητη όξινη βροχή. Η ιστορία
λέγεται σε κυριολεκτικό και συμβολικό επίπεδο, δημιουργώντας έναν κόσμο όπου η μυθοπλασία καθιερώνεται
ως πραγματικότητα και όπου η πραγματικότητα παρουσιάζεται ως μια σειρά βίαιων και εφιαλτικών πράξεων. Η
τεχνολογία Android έχει γίνει πλέον τόσο εξελιγμένη που οι ρομποτικοί άνθρωποι δεν διακρίνονται από τους
πραγματικούς. Πράγματι, ο μόνος τρόπος να τους ξεχωρίσουμε είναι ένα τεστ που μετράει τις συναισθηματικές
τους αντιδράσεις σε μια σειρά ερωτήσεων. Αυτά τα ανθρωποειδή κατασκευάστηκαν από την ‘’Tyrell
Corporation’’ ως σκλάβοι για να βοηθήσουν τους ανθρώπους να αποικίσουν στο διάστημα αλλά τέσσερα από
αυτά έχουν δραπετεύσει στη γη για να πείσουν τους κατασκευαστές τους να παρατείνουν την τετραετή διάρκεια
ζωής τους – που τελειώνει. Ένας αλλοτριωμένος πρώην αστυνομικός, ο Rick Deckard (Harrison Ford),
καλείται να επιστρέψει στην υπηρεσία για να εντοπίσει και να εξοντώσει τους αποστάτες. Αν και αρχικά
αρνείται ,οι απειλές του πρώην αφεντικού του, Gaff (Edward James Olmos)- ενός αυταρχικού αστυνομικού
που αρέσκεται στη δημιουργία φιγούρων origami- τον αναγκάζουν να αναλάβει την αποστολή. Ο Deckard ξεκινά
με μια επίσκεψη στην ‘’Tyrell Corporation’’ και με έκπληξη ανακαλύπτει ότι η βοηθός του αφεντικού, η
ερωτεύσιμη Rachael (Sean Young), αν και το αγνοεί, είναι ένα εξαιρετικά προηγμένο ‘’Nexus 6 Replicant’’,
«περισσότερο ανθρώπινο και από άνθρωπο ». Στο μεταξή ο επικεφαλής των αποστατών Roy Batty (Rutger
Hauer) έρχεται σε αντιπαράθεση με τον ‘’Δημιουργό’’ του, τον Dr. Eldon Tyrell (Joe Turkel), αλλά το αίτημά
του για ‘’περισσότερη ζωή’’ επιπλήττεται έντονα ως γενετική αδυναμία . «Το φως που καίει δύο φορές
περισσότερο ,καίει στη μισή διάρκεια» εξηγεί κυνικά ο Tyrell . Η αναπόφευκτη τελική σύγκρουση του ανθρώπου
(;) Decart με το επιβλητικό ανθρωποειδές Batty χορογραφείται με μνημειώδη τρόπο από τον Scott, με τη
συνεπικουρία της υγρής και αποπνιχτικής φωτογραφίας του Jordan Cronenweth.

Ο προερχόμενος από τον χώρο της διαφήμισης Scott είχε ήδη δείξει στις δύο πρώτες ταινίες το -The
Duelists(1977), Alien(1979)- το ταλέντο του στην ανασύσταση ή τη δημιουργία κόσμων του παρελθόντος ή του
μέλλοντος. Ο Άγγλος σκηνοθέτης αντλώντας πολλά στοιχεία σε επίπεδο αισθητικής, ατμόσφαιρας και αφήγησης
από τα φιλμ νουάρ του παρελθόντος, κατόρθωσε να δημιουργήσει ένα κράμα έγχρωμου νουάρ και
φουτουριστικής περιπέτειας, σε μια ζοφερή ατμόσφαιρα με σκοτεινό φωτισμό, έντονες σκιές, παράδοξες γωνίες
λήψεων και διάχυτη μελαγχολία . Η αρχιτεκτονική της μητρόπολης συντίθεται από παρακμιακά κτίρια με
κολοσσιαίες κατασκευές που θυμίζουν τα ζιγκουράτ της Μεσοποταμίας και τις πυραμίδες των Αζτέκων, με
αχανείς εσωτερικές αίθουσες και τεράστιες κολώνες αιγυπτιακού τύπου. Το εξωτερικό τοπίο θλιβερό, βροχερό
,πνιγμένο στις αναθυμιάσεις , με φωτεινές ιαπωνικές διαφημίσεις νέον που αναβοσβήνουν συνεχώς και με
ιπτάμενα ταξί που διασχίζουν τον σκοτεινό ουρανό . Μια πολυπολιτισμική ανθρώπινη μάζα με εμφανή ανατολική
επικράτηση, συνωστίζεται, στους χαοτικούς δρόμους ,τους γεμάτους ρύπους και ατμούς, με ένα καπνισμένο
ημίφως να τυλίγει τα πάντα. Το μέλλον δεν παρουσιάζεται ως ένα τέλειο ουτοπικό όνειρο, αλλά μάλλον ως ένα
εφιαλτικο όραμα της Κόλασης στο οποίο η υψηλή τεχνολογική πρόοδος βρίσκεται δίπλα στην εξαθλίωση : όσο η
ανθρωπότητα γίνεται εξυπνότερη, τόσο ο κόσμος γίνεται πιο αποκρουστικός. Η πόλη κάτω από τη μονολιθική
κυριαρχία της ‘’Tyrell Corporation’’ είναι ένας χώρος εμπορευματικού φετιχισμού με επίμονες ηχητικές
προτροπές για να ‘’ζεις και να εργάζεσαι στο διάστημα’’. Όλα είναι cult στο «Blade Runner» και σε αυτό
συμβάλλει σε μέγιστο βαθνό η διαγαλαξιακή ηλεκτρονική μουσική του Βαγγέλη Παπαθανασίου.
To “Blade Runner” προσφέρει ένα ανατριχιαστικό όραμα για έναν μελλοντικό κόσμο, που καταδυναστεύεται από
εκτοπισμένη ηθική, απάνθρωπο καπιταλισμό και φασιστικές πολιτικές. Όμως σε ένα δεύτερο επίπεδο
ανάγνωσης η ταινία είναι μια υπαρξιακή ελεγεία για τον θάνατο, με τους χαρακτήρες να ζουν με τον φόβο του ή
στα πρόθυρα του. Κι εμείς νοιώθουμε ενσυναίσθηση για αυτούς τους εκπεσόντες αγγέλους που επαναστατούν
ενάντια σε έναν σκληρό Θεό-δημιουργό αναζητώντας ,όπως και εμείς, μια απάντηση για την παροδικότητα της
ύπαρξης. Παράλληλα ως έργο τέχνης, μας χαρίζει συνταρακτικές σεκάνς «τρομερής ομορφιάς» . Σε μια από
αυτές ο αρχηγός των ρομπότ , ενώ τελειώνει ο χρόνος του, αναπολεί όσα εκπληκτικά είδε στη σύντομη ζωή
του: «Όλες αυτές οι στιγμές θα χαθούν μες στον χρόνο σαν δάκρυα στη βροχή». Μιλά για εκείνον ,μιλά και για
μας !

5/5

You might also like