You are on page 1of 164

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ

ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ


ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

Πτυχιακή εργασία με θέμα:

ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΕΣ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΣΤΗ ΛΕΣΒΟ

Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

Επιβλέπων Καθηγητής:

Δρ. Παπαγεωργίου Δημήτρης

Μυτιλήνη 2006
ΣΥΝΤΟΜΑ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑ

Η Πασκώνη Χριστίνα του Ιωάννη και της Πηνελόπης γεννήθηκε στα Τρίκαλα το
1983. Εισήχθη το έτος 2001 στο τμήμα Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας
του Πανεπιστημίου Αιγαίου.

Η Συκά Μαρία του Ιωάννη και της Σμαράγδας γεννήθηκε στην Αθήνα τον Φεβρουάριο
του 1982. Εισήχθη το έτος 2000 στο τμήμα Εμπορίας και Διαφήμισης του Τ.Ε.Ι.
Αθηνών ενώ το έτος 2001 εισήχθη στο τμήμα Πολιτισμικής Τεχνολογίας και
Επικοινωνίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου.

2
ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΕΣ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΣΤΗ ΛΕΣΒΟ

Σεπτέμβριος 2006

Η εργασία αυτή έχει ως στόχο την δημιουργία ενός δικτυακού τόπου με θεματικό
περιεχόμενο τους Μικρασιάτες πρόσφυγες στο νησί της Λέσβου. Για αυτό το λόγο
πραγματοποιήθηκε πολυ-επίπεδη ανάλυση του ζητήματος λαμβάνοντας υπόψη
κοινωνικά, οικονομικά και πολιτιστικά χαρακτηριστικά. Η μεθοδολογία
περιλαμβάνει τη συλλογή πρωτογενών στοιχείων και άλλων πληροφοριών τα οποία
χρησιμοποιήθηκαν για το σχεδιασμό και την υλοποίηση της ιστοσελίδας. Αυτό
πραγματοποιείται μέσω της διερευνητικής μεθόδου, στο πρώτο στάδιο, ενώ το
δεύτερο στάδιο βασίζεται στη μεθοδολογία ανάπτυξης δικτυακών πολιτιστικών
εφαρμογών. Η δομή της πτυχιακής έχει ως εξής: Πρώτα γίνεται μια αναφορά στους
λόγους για τους οποίους επιλέχθηκε το συγκεκριμένο θέμα αλλά και στα στάδια
υλοποίησης του. Ακολουθεί μια περιγραφή σε κοινωνικό, οικονομικό και πολιτιστικό
επίπεδο σε Μικρά Ασία και σε Λέσβο, πριν και μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή.
Έπειτα, γίνεται περιγραφή της μεθοδολογίας που χρησιμοποιήθηκε για την
υλοποίηση της ιστοσελίδας. Τέλος, ακολουθούν ο επίλογος και οι ευχαριστίες.

3
ABSTRACT

Paskoni Christina
Syka Maria

MINOR ASIA REFUGEES IN LESVOS

September 2006

The present thesis aims in the creation of a web site that focuses on the refugees
from Minor Asia currently living on the island of Lesvos. For this, a multi-level
analysis was performed taking into consideration social, economic and cultural
elements. The methodology includes the collection of primary data as well as other
information used for the design and the realization of the web site. This was attained
through the exploratory method, on the first stage, while the second stage is based on
the methodology of development of web cultural applications. The structure of the
thesis is as follows: Firstly, there is a reference to the reasons why this topic was
chosen. Then, the multi-level analysis is described, before and after the distraction of
Minor Asia. Moving on, the methodology for the preparation of the web site is
introduced. Finally, conclusions and thankings follow.

4
Πίνακας Περιεχομένων

ΣΥΝΤΟΜΑ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑ..........................................................2

ΠΕΡΙΛΗΨΗ..................................................................................................................3

ABSTRACT..................................................................................................................4

ΠΊΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΈΝΩΝ.................................................................................5

ΠΊΝΑΚΑΣ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΏΝ........................................................................... 7

1. ΠΡΌΛΟΓΟΣ.............................................................................................................8

1.2 ΕΙΣΑΓΩΓΉ................................................................................................................8

2. ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΊΑ.................................................................................................. 10

2.1 ΣΥΛΛΟΓΉ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΏΝ.....................................................................................10


2.1.1 ΈΡΕΥΝΑ ΣΕ ΙΔΙΩΤΙΚΆ ΈΓΓΡΑΦΑ, ΑΡΧΕΊΑ ΚΑΙ ΣΕ ΕΠΊΣΗΜΑ ΈΓΓΡΑΦΑ
ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΏΝ.................................................................................................................10
2.1.2 ΣΥΝΕΝΤΕΎΞΕΙΣ..................................................................................................11
2.1.3 ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΊΑ ΔΕΔΟΜΈΝΩΝ..............................................................................11
2.1.4 ΑΝΆΛΥΣΗ ΔΕΔΟΜΈΝΩΝ.....................................................................................11
2.2 ΣΧΕΔΙΑΣΜΌΣ ΚΑΙ ΥΛΟΠΟΊΗΣΗ ΙΣΤΟΣΕΛΊΔΑΣ........................................................13
ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΊΑ ΑΝΆΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΙΣΤΟΣΕΛΊΔΑΣ.........................................................13
2.2.1 ΑΝΆΛΥΣΗ............................................................................................................14
2.2.2 ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΉ.................................................................................................20
2.2.3 ΣΧΕΔΙΑΣΜΌΣ.......................................................................................................21
2.2.4 ΥΛΟΠΟΊΗΣΗ........................................................................................................30
2.2.5 ΈΛΕΓΧΟΣ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΌΓΗΣΗ................................................................................32
2.2.6 ΣΥΝΤΉΡΗΣΗ-ΕΞΈΛΙΞΗ.......................................................................................33

3. ΙΣΤΟΡΙΚΉ ΑΝΑΔΡΟΜΉ..................................................................................34

3.1. ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΊ ΠΛΗΘΥΣΜΟΊ ΣΤΗ ΜΙΚΡΆ ΑΣΊΑ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΉ


ΚΑΤΑΣΡΟΦΉ.................................................................................................................34
3.1.1 ΜΕΤΑΚΙΝΉΣΕΙΣ ΠΛΗΘΥΣΜΏΝ ΠΡΟΣ ΜΙΚΡΆ ΑΣΊΑ..............................................34
3.1.2 ΜΕΤΑΚΙΝΉΣΕΙΣ ΠΛΗΘΥΣΜΏΝ ΑΠΌ ΔΙΆΦΟΡΕΣ ΠΕΡΙΟΧΈΣ ΤΗΣ ΛΈΣΒΟΥ ΠΡΟΣ ΤΗ
ΜΙΚΡΆ ΑΣΊΑ..................................................................................................................35
3.1.3 ΜΕΤΑΚΙΝΉΣΕΙΣ ΠΛΗΘΥΣΜΏΝ ΑΠΌ ΔΙΆΦΟΡΕΣ ΠΕΡΙΟΧΈΣ ΤΗΣ ΜΙΚΡΆΣ ΑΣΊΑΣ
ΠΡΟΣ ΤΗ ΛΈΣΒΟ..........................................................................................................36
3.1.4. ΕΜΠΟΡΙΚΈΣ ΣΧΈΣΕΙΣ ΜΕΤΑΞΎ ΜΙΚΡΆΣ ΑΣΊΑΣ-ΛΈΣΒΟΥ.................................37

5
3.1.5 ΚΟΙΝΆ ΣΤΟΙΧΕΊΑ ΛΈΣΒΟΥ ΜΕ ΜΙΚΡΆ ΑΣΊΑ.......................................................38

4. ΕΠΑΓΓΈΛΜΑΤΑ ΠΡΙΝ ΤΗ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΉ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΉ..................... 39

4.1. ΑΓΡΟΤΙΚΆ ΕΠΑΓΓΈΛΜΑΤΑ...................................................................................40


4.2. ΕΜΠΌΡΙΟ..............................................................................................................41
4.3. ΤΕΧΝΙΚΆ ΕΠΑΓΓΈΛΜΑΤΑ.....................................................................................41
4.4 ΕΛΕΎΘΕΡΟΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΊΕΣ...............................................................................42
4.5 ΕΠΑΓΓΈΛΜΑΤΑ ΤΗΣ ΘΆΛΑΣΣΑΣ............................................................................42
4.6 ΟΔΗΓΌΣ ΤΟΥ 1920 ΓΙΑ ΤΑ ΕΠΑΓΓΈΛΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΉΣΕΙΣ ΤΗΣ ΣΜΎΡΝΗΣ
......................................................................................................................................43
4.7 ΕΠΑΓΓΈΛΜΑΤΑ ΣΤΟ ΦΟΥΛΑΤΖΊΚΙ........................................................................44

5. ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΉ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΉ...................................................................... 44

6. ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΊ ΠΛΗΘΥΣΜΟΊ ΩΣ ΠΡΌΣΦΥΓΕΣ ΜΕΤΆ ΤΟ 1922.............45

6.1 ΣΤΈΓΑΣΗ ΠΡΟΣΦΎΓΩΝ ΣΤΗΝ ΠΌΛΗ ΤΗΣ ΜΥΤΙΛΉΝΗΣ.........................................45


6.2 ΕΓΚΑΤΆΣΤΑΣΗ ΠΡΟΣΦΎΓΩΝ ΣΕ ΆΛΛΕΣ ΠΕΡΙΟΧΈΣ ΤΗΣ ΛΈΣΒΟΥ........................49

7. ΣΧΈΣΕΙΣ ΤΩΝ ΠΡΟΣΦΎΓΩΝ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΛΙΆ ΚΑΙ ΤΗ ΝΈΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΉ


ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΌΤΗΤΑ................................................................................................ 51

7.1 ΣΧΈΣΕΙΣ ΜΕΤΑΞΎ ΠΡΟΣΦΎΓΩΝ............................................................................54

7.3 ΣΧΈΣΕΙΣ ΜΕΤΑΞΎ ΠΡΟΣΦΎΓΩΝ ΚΑΙ ΝΤΌΠΙΩΝ..................................58

8. ΜΈΡΙΜΝΑ............................................................................................................. 61

8.1 ΤΟΠΙΚΉ ΒΟΉΘΕΙΑ.................................................................................................61


8.2 ΚΡΑΤΙΚΉ ΒΟΉΘΕΙΑ...............................................................................................63

9. ΕΠΑΓΓΈΛΜΑΤΑ ΜΕΤΆ ΤΗ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΉ ΚΑΤΑΣΤΡΌΦΗ....................66

10. ΕΠΊΛΟΓΟΣ..........................................................................................................71

ΕΥΧΑΡΙΣΤΊΕΣ........................................................................................................... 72

ΠΑΡΑΡΤΉΜΑΤΑ..................................................................................................... 77

ΠΑΡΆΡΤΗΜΑ Ι..............................................................................................................77
ΠΑΡΆΡΤΗΜΑ ΙΙ..........................................................................................................158
Παράρτημα ΙΙI............................................................................................................34

6
Πίνακας Συντομογραφιών

Αγ. Άγιος/Αγία
επιμ. επιμέλεια
εποπ. εποπτεία
έκδ. έκδοση
κ. κύριος/κυρία
κ.α. και άλλα
κ.λ.π και τα λοιπά
κωδ. κωδικός
παρ. παράρτημα
πρβλ. παράβλεπε
π.χ. παραδείγματος χάρη
σελ. σελίδα
σχ. σχήμα
χ.σ. χωρίς συγγραφέα
χ.χ. χωρίς χρονολογία (έκδοσης)
Ε.Α.Π. Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων
Η.Π.Α. Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής
Π.Ι.Κ.Π.Α Πατριωτικόν Ίδρυμα Κοινωνικής Προστασίας και Αντιλήψεως

7
1. Πρόλογος

Η επιλογή του θέματος της συγκεκριμένης πτυχιακής εργασίας με τίτλο


«Μικρασιάτες πρόσφυγες στη Λέσβο» έγινε ύστερα από συνάντηση που
πραγματοποιήθηκε με τον κ. Παπαγεωργίου Δημήτριο, υπεύθυνο καθηγητή της
συγκεκριμένης πτυχιακής και τα μέλη της ομάδας εκπόνησης Πασκώνη Χριστίνα και
Συκά Μαρία. Ύστερα από συζήτηση και προτάσεις και για άλλα πιθανά για την
πτυχιακή θέματα επιλέχθηκε το συγκεκριμένο με σκοπό τη δημιουργία ιστοσελίδας
ως τελικό προϊόν.
Οι λόγοι για τους οποίους έγινε η επιλογή του συγκεκριμένου θέματος εστιάζονται
κυρίως στο γεγονός ότι δεν υπήρχαν πολλές πληροφορίες σχετικά με την ένταξη των
προσφύγων του 1922 στην κοινωνία της Λέσβου, οπότε η δική μας έρευνα συνέβαλε
στην ανάδειξη μιας ενδιαφέρουσας ερευνητικής θεματικής. Μέχρι σήμερα, δεν έχουν
υπάρξει ιδιαίτερα δημοσιευμένα ντοκουμέντα σχετικά με τη Μικρασιατική
Καταστροφή και τους πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν στη Λέσβο, οπότε υπήρχε ένα
ιδιαίτερο ερευνητικό «κίνητρο» για την υλοποίηση της συγκεκριμένης πτυχιακής.
Από αυτή τη σκοπιά, μια πρόσθετη «πρόκληση» που αντιμετωπίσαμε ήταν η έλλειψη
συγκεκριμένου υλικού και δομής πάνω στην οποία θα έπρεπε να κινηθεί η εργασία.
Πρόκληση αποτέλεσε επίσης η διαδικασία συλλογής του υλικού, η επεξεργασία του
καθώς επίσης και ο σχεδιασμός και η υλοποίηση της ιστοσελίδας.

1.2 Εισαγωγή

Ο σκοπός της έρευνας και κατά επέκταση το ερευνητικό υλικό δε


συγκεκριμενοποιήθηκαν από την αρχή, αλλά οριοθετήθηκε ένα γενικότερο πλαίσιο
με ορισμένους τομείς πάνω στο οποίο κινήθηκαν τα μέλη της ομάδας εκπόνησης. Ο
μη αρχικός καθορισμός του θέματος έγινε σκόπιμα για την αποφυγή πιθανού λάθους
και του κινδύνου αποπροσανατολισμού της έρευνας1.
Το πλαίσιο της έρευνας εστιάζει σε δύο άξονες προσέγγισης, ένα γενικότερο και
ένα ειδικότερο. Ο γενικότερος αφορά στη διάσταση του χρόνου με κομβικό σημείο
αναφοράς τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922. Ο ειδικότερος αφορά στα
κοινωνικά, οικονομικά και πολιτιστικά συμφραζόμενα που καθόριζαν τη ζωή και τις
καθημερινές πρακτικές των χριστιανικών πληθυσμών στη Λέσβο και στη Μ. Ασία, σε
συνάρτηση με το κομβικό χρονικό ορόσημο του 1922.
Κατά την διάρκεια των επόμενων φάσεων της ερευνητικής διαδικασίας, ο σκοπός
καθώς και οι τομείς της έρευνας συγκεκριμενοποιήθηκαν και πήραν την τελική τους
μορφή, σύμφωνα με τα στοιχεία που προέκυπταν λόγω συστηματικότερης
ενασχόλησης με το θέμα. Κάτι τέτοιο κατέστη δυνατό με την βοήθεια ενός
διαγράμματος ανάλυσης των στοιχείων που προέκυπταν. Ορισμένοι ερευνητικοί
τομείς παρέμειναν ίδιοι, κάποιοι τροποποιήθηκαν και άλλοι αφαιρέθηκαν.
Οι ειδικότεροι τομείς που καθορίστηκαν στη βάση των δύο παραπάνω
διαχωρισμών, είναι:

 Οι χριστιανικοί πληθυσμοί στη Μ. Ασία πριν τη Μικρασιατική Καταστροφή

o Γενικές μετακινήσεις πληθυσμών προς Μικρά Ασία

1
Φίλιας Β., 2001: 25.

8
o Μετακινήσεις πληθυσμών από διάφορες περιοχές της Λέσβου προς
την Μικρά Ασία
o Μετακινήσεις πληθυσμών από διάφορες περιοχές της Μικράς Ασίας
προς τη Λέσβο
o Εμπορικές Σχέσεις μεταξύ Μικράς Ασίας-Λέσβου
o Κοινά στοιχεία Λέσβου με Μικρά Ασία

 Επαγγελματικές πρακτικές και επαγγέλματα των χριστιανικών πληθυσμών


στη Μ. Ασία πριν την Μικρασιατική Καταστροφή

o Αγροτικά Επαγγέλματα
o Εμπόριο
o Τεχνικά Επαγγέλματα
o Επαγγέλματα της θάλασσας
o Οδηγός του 1920 για τα επαγγέλματα και τις επιχειρήσεις της
Σμύρνης.
o Μια ενδεικτική περίπτωση: Επαγγέλματα στο Φουλατζίκι της Μ.
Ασίας

 Οι χριστιανικοί πληθυσμοί ως πρόσφυγες μετά το 1922

o Στέγαση προσφύγων στην πόλη της Μυτιλήνης


o Εγκατάσταση προσφύγων σε άλλες περιοχές της Λέσβου

 Η σχέση των προσφύγων με την παλιά και τη νέα κοινωνική πραγματικότητα

 Σχέσεις μεταξύ προσφύγων και ντόπιων

 Μέριμνα
o Τοπική βοήθεια
o Κρατική Βοήθεια

Τα δεδομένα από τους παραπάνω ερευνητικούς τομείς παρουσιάζονται στα


κεφάλαια 3, 4, 5, 6, 7, 8 και 9. Παρόλα αυτά, αρχικά, πραγματοποιήθηκε απόπειρα να
γίνει παρουσίαση περαιτέρω τομέων (π.χ. παραδοσιακή κουζίνα, μουσική κ.α.). Η μη
παρουσίασή τους οφείλεται σε έλλειψη στοιχείων και πηγών καθώς και
περιορισμένου χρόνου.

9
2. Μεθοδολογία

Η συγκεκριμένη παρουσίαση αναλύει δύο στάδια υλοποίησης. Το πρώτο μέρος


σχετίζεται με τη συλλογή και την επεξεργασία των πληροφοριών και το δεύτερο με
το σχεδιασμό και την υλοποίηση της ιστοσελίδας.

2.1 Συλλογή Πληροφοριών


Πριν ξεκινήσει η συλλογή των πληροφοριών τα μέλη της ομάδας θεώρησαν αναγκαίο
τη μελέτη των ιστορικών γεγονότων εκείνης της περιόδου. Αρχικά δόθηκε στα μέλη
εκπόνησης από τον επιβλέποντα καθηγητή ένας κατάλογος με βιβλία και εργασίες
(πτυχιακές και ερευνητικές). Η αναζήτηση αυτών έγινε στη βιβλιοθήκη του
Πανεπιστημίου, στην κεντρική δημόσια βιβλιοθήκη Μυτιλήνης καθώς και στο
ερευνητικό εργαστήριο του τμήματος Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του
Πανεπιστημίου Αιγαίου. Ταυτόχρονα πραγματοποιήθηκαν συναντήσεις με άτομα τα
οποία γνώριζαν αρκετές πληροφορίες για το ζήτημα των Μικρασιατών προσφύγων,
λόγω ιδίας ενασχόλησης με το θέμα και τα οποία είχαν μεσάζοντα ρόλο ως προς την
εύρεση πιθανών επιζώντων ή απογόνων Μικρασιατών προσφύγων. Στην συνέχεια
πραγματοποιήθηκε συνάντηση με τον πρόεδρο του συλλόγου «Επάνω Σκάλας»
κ. Βενέτα. Η έλλειψη στοιχείων από την συγκεκριμένη πλευρά κατεύθυνε την έρευνά
της ομάδας σε Μικρασιατικούς συλλόγους εκτός Μυτιλήνης. Βασιζόμενοι στις
ενέργειες που πραγματοποιήθηκαν κατά την διάρκεια της ερευνητικής διαδικασίας
εύκολα γίνεται αντιληπτό ότι ακολουθήθηκε η μορφή χιονοστιβάδας-αλυσίδας 2. Η
συλλογή του υλικού της συγκεκριμένης πτυχιακής προήλθε από:

 Βιβλιογραφική έρευνα σε βιβλιοθήκες


 Υλικό ερευνητικών προγραμμάτων
 Μη δημοσιευμένες εργασίες φοιτητών
 Έρευνα στο internet
 Έρευνα σε ιδιωτικά έγγραφα και πιο συγκεκριμένα σε αρχεία οργανώσεων και
οργανισμών
 Συναντήσεις με άτομα που ασχολούνται με το θέμα των προσφύγων της
Λέσβου (π.χ. οι κ. Ε. Μπαλάσκας, δημοσιογράφος και Δ. Παπαχρυσός,
πρόεδρος του συλλόγου Σκάλας Λουτρών, το «Δελφίνι», οι οποίοι παρείχαν
ιστορικό, γραπτό και φωτογραφικό υλικό)
 Συνεντεύξεις Μικρασιατών προσφύγων 1ης και 2ης γενιάς και
 Έρευνα σε επίσημα έγγραφα στατιστικών και αρχείων

2.1.1 Έρευνα σε ιδιωτικά έγγραφα, αρχεία και σε επίσημα έγγραφα


στατιστικών

Από τις βασικότερες πηγές για την ανάλυση των ζητημάτων της παρούσης εργασίας
αποτέλεσε η επιτόπια έρευνα σε χειρόγραφα έγγραφα, προσωπικά αρχεία και βάσεις
στατιστικών δεδομένων. Κομμάτια από το υλικό που συλλέχθηκε χρησιμοποιήθηκαν
αυτούσια στην ανάλυση και παρουσιάζονται παρακάτω, ενώ άλλα, όπως οι
στατιστικές βάσεις, χρησιμοποιήθηκαν για τον έλεγχο της εγκυρότητας των
υπολοίπων πηγών. Η έρευνα εστιάστηκε στα παρακάτω:
2
Φινκ Α., 1995.

10
 Έρευνα και συγκέντρωση υλικού στα προσωπικά αρχεία του κ. Κουρτζή, τα
οποία βρίσκονται στο Ιστορικό Αρχείο Αιγαίου «Εργάνη»
 Μελέτη γραπτών τεκμηρίων (χειρόγραφων ντοκουμέντων) από το Κέντρο
Μικρασιατικών Σπουδών στην Αθήνα
 Έρευνα και μελέτη πινάκων στατιστικών στοιχείων απογραφών του 1920 και
1928.
 Έρευνα στις Λεσβιακές εφημερίδες «Σάλπιγξ» του 1922-1923, «Ελεύθερος
Λόγος» του 1920-1921 και «Ταχυδρόμος» του 1925.

2.1.2 Συνεντεύξεις

Πραγματοποιήθηκαν συνεντεύξεις με Μικρασιάτες πρόσφυγες 1ης και 2ης γενιάς


κάποιοι εκ των οποίων αποτελούσαν ταυτόχρονα και μέλη Μικρασιατικών συλλόγων
(που έχουν την έδρα τους εκτός Μυτιλήνης). Στις παραπάνω περιπτώσεις
ακολουθήθηκε η μέθοδος του ατομικού ιστορικού με αποτέλεσμα την συγκέντρωση
στοιχείων από υποκειμενικές εμπειρίες.
Η πραγματοποίηση των συνεντεύξεων έγινε με χρήση του «οδηγού συνέντευξης»
(βλ. παράρτημα ΙΙ) ο οποίος αποτέλεσε προϊόν προσεκτικής και συλλογικής
προσπάθειας. Ο οδηγός συνέντευξης περιείχε κυρίως ανοιχτού τύπου ερωτήσεις και
υπήρξε προσαρμογή αυτού ανάλογα με τα ερωτόμενα άτομα. Για παράδειγμα στην
περίπτωση της κ. Καλογνωμά Καλλιόπης δόθηκε μεγαλύτερη βαρύτητα στο θέμα των
προσφυγικών σπιτιών. Στις περισσότερες περιπτώσεις των συνεντεύξεων, πριν από
την ημέρα πραγματοποίησης αυτών, είχαν υπάρξει προπαρασκευαστικές συναντήσεις
των ερωτώμενων με τους συνεντευκτές.

2.1.3 Επεξεργασία Δεδομένων

Το συλλεχθέν υλικό ψηφιοποιήθηκε με διάφορες τεχνικές. Τα γραπτά κείμενα


μετατράπηκαν σε ηλεκτρονική μορφή είτε μέσω σκάνερ είτε με πληκτρολόγηση από
τους ίδιους τους ερευνητές στις περιπτώσεις που η πρώτη τεχνική δεν ήταν εφικτή.
Το αρχικό υλικό των συνεντεύξεων το οποίο ήταν σε ηχητική μορφή
απομαγνητοφωνήθηκε και μετατράπηκε σε κείμενο. Τέλος οι φωτογραφίες οι οποίες
τραβήχτηκαν με τη χρήση ψηφιακής φωτογραφικής μηχανής εισήχθηκαν σε
ηλεκτρονικό υπολογιστή, ενώ αυτές που ήταν σε αναλογική μορφή με τη χρήση
σκάνερ μετατράπηκαν σε ψηφιακή μορφή.

2.1.4 Ανάλυση Δεδομένων

Σε αυτό το στάδιο επικεντρώθηκε η προσοχή των ερευνητών σε δύο σημεία, στη


μορφή του υλικού και στο περιερχόμενό του. Αρχικά έγινε διαχωρισμός του υλικού
σε τέσσερις κατηγορίες (συνεντεύξεις, βίντεο, φωτογραφίες και κείμενο) .
Στη συνέχεια, πραγματοποιήθηκε η ομαδοποίηση των διαθέσιμων στοιχείων
ανάλογα με το θεματικό τους περιεχόμενο για κάθε μια κατηγορία ξεχωριστά.
Αποτέλεσμα των παραπάνω ενεργειών ήταν η δημιουργία ενός δισδιάστατου πίνακα
στον κάθετο άξονα του οποίου παρουσιάζεται ο διαχωρισμός του υλικού σε
βιβλιογραφικό κείμενο, κείμενο συνεντεύξεων και φωτογραφίες ενώ, στον οριζόντιο
οι κατηγορίες του θεματικού περιεχομένου του υλικού.

11
Με αυτό τον τρόπο υπήρχε μια ολιστική εκτίμηση των δεδομένων που συγκροτούν
το γενικό πλαίσιο της ανάλυσης. Στις περιοχές του τμήματος του πίνακα στις οποίες
το υλικό προέρχονταν από περισσότερες από μία πηγές, δινόταν η δυνατότητα στους
σύγκρισης των στοιχείων. Αποτέλεσμα αυτής της σύγκρισης ήταν η επαλήθευση της
εγκυρότητάς τους είτε η απόδειξη ασυνέπειας μεταξύ των πληροφοριών.

Ο πίνακας είχε την ακόλουθη γενική μορφή:

Τομέας με συγκεκριμένο θεματικό περιεχόμενο

1η κατηγορία  «Τίτλος Βιβλίου»,σελ.(αριθμός σελίδας),(περίληψη


υλικού, περιεχομένου)
διαχωρισμένο  «Τίτλος Βιβλίου»,σελ.,(περίληψη περιεχομένου)
ανάλογα με το  «Τίτλος Βιβλίου»,σελ.,(περίληψη περιεχομένου)
περιεχόμενο  «Τίτλος Βιβλίου»,σελ.,(περίληψη περιεχομένου)
του

2η κατηγορία  Όνομα ερωτώμενου, σελ.(αριθμός σελίδας


υλικού, απομαγνητοφώνησης), «φράση με την οποία ξεκινάει
διαχωρισμένο το κομμάτι που μας ενδιαφέρει-φράση με την οποία
ανάλογα με το τελειώνει το κομμάτι που μας ενδιαφέρει»
περιεχόμενο
του

3η κατηγορία  Αριθμός φωτογραφίας, (περιεχόμενο εικόνας)


υλικού,
διαχωρισμένο
ανάλογα με το
περιεχόμενο
του
4η κατηγορία  Τίτλος βίντεο, (χρονικο “point” από το οποίο ξεκινάει
υλικού, το σημείο του βιντεο που μας ενδιαφέρει-
διαχωρισμένο χρονικο “point” που τελειώνει), (περιεχόμενο
ανάλογα με το βίντεο)
περιεχόμενο
του

Ενδεικτικά δίνεται το παράδειγμα της θεματικής που αφορά στην «Τοπική Βοήθεια»:

12
Τοπική Βοήθεια

Κείμενο  «Βιβλίο»,σελ.15-28, (Ε.Α.Π. δράσεις της)


Βιβλίων  «Βιβλίο»,σελ.15-28
 «Βιβλίο»,σελ.15-28
 «Βιβλίο»,σελ.15-28

Συνεντεύξεις  Καλογνωμά, σελ15, «πήγαν στα παράλια-έκαναν οικογένειες»


 Καλογνωμά, σελ15, «πήγαν στα παράλια-έκαναν οικογένειες»

Φωτογραφιες  Αριθμός 59, (περιεχόμενο εικόνας)

Βίντεο  Συνένετευξη Αναγνωστοπούλου, (5:08-12:58), (οι Μυτηλινιοί


κλείστηκαν στα σπίτια τους)

2.2 Σχεδιασμός και Υλοποίηση Ιστοσελίδας

Μεθοδολογία ανάπτυξης της ιστοσελίδας

Η ιδιαιτερότητα και οι στόχοι κάθε πολιτιστικής εφαρμογής προσδιορίζουν το


χαρακτήρα και το περιεχόμενο ενός κόμβου, τις υπηρεσίες που μπορεί να προσφέρει
και τα μέσα που μπορεί να χρησιμοποιηθούν για την παροχή προϊόντων και
υπηρεσιών υψηλής ποιότητας.
Η μεθοδολογία ανάπτυξης3 μιας πολιτιστικής δικτυακής εφαρμογής και
συγκεκριμένα της ιστοσελίδας ‘Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο’, περιλαμβάνει
έξι στάδια τα οποία είναι τα εξής:

1) Φάση Ανάλυσης
2) Φάση Αρχιτεκτονικής

3
Μεθοδολογία ανάπτυξης είναι ένα δομημένο σύνολο δραστηριοτήτων και σχετιζόμενων αποτελεσμάτων που οδηγούν στην
παραγωγή λογισμικού.

13
3) Φάση Σχεδίασης
4) Φάση Υλοποίησης
5) Φάση Αξιολόγησης-Ελέγχου
6) Φάση Συντήρησης-Εξέλιξης

Σχ. 1: Διαδικασία Ανάπτυξης Διαδικτυακών Κόμβων

2.2.1 Ανάλυση

Η διαδικασία της ανάλυσης στοχεύει στην κατανόηση και καταγραφή των


απαιτήσεων του διαδικτυακού κόμβου ώστε να ικανοποιεί τις προσδοκίες των
δυνητικών χρηστών. Πρόκειται ουσιαστικά για μια διαδικασία που περιλαμβάνει:

Α) Ανάλυση των αναγκών


Β) Σύνθεση ομάδας ανάπτυξης
Γ) Ανάλυση ανταγωνιστικής αγοράς
Δ) Δημιουργία εγγράφου προδιαγραφών του διαδικτυακού κόμβου

Α) Ανάλυση των αναγκών

Ο σκοπός της ανάλυσης των αναγκών του διαδικτυακού κόμβου είναι ο καθορισμός
του σκοπού και των στόχων του διαδικτυακού κόμβου, ο καθορισμός των δυνητικών
χρηστών και ο προσδιορισμός των αναγκών του προσδοκώμενου κοινού.

i) Καθορισμός σκοπού και στόχων της εφαρμογής

Σημαντικό βήμα στην υλοποίηση μιας αποδοτικής και αποτελεσματικής εφαρμογής


είναι ο καθορισμός του σκοπού και των στόχων της. Ο καθορισμός των στόχων θα
οδηγήσει στη διαδικασία προσδιορισμού του κοινού, στην ανάπτυξη της στρατηγικής
και στη δημιουργία του περιεχομένου της εφαρμογής.
Σκοπός της ιστοσελίδας ‘Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο’ είναι η διάσωση και
η προβολή σημαντικών στοιχείων που αφορούν κυρίως, την εγκατάσταση των

14
προσφύγων της Μικρασιατικής Καταστροφής στο νησί της Λέσβου. Υπήρχαν πολλές
σημαντικές πληροφορίες και γι’ αυτό το λόγο θεωρήθηκε σκόπιμο να προβληθούν
και να δοθεί η δυνατότητα και σ’ άλλα άτομα να μάθουν πως οι πρόσφυγες
συνέχισαν τη ζωή τους στη Λέσβο αλλά και τις συνθήκες ζωής τους στη Μ. Ασία
πριν από τη Μικρασιατική Καταστροφή. Με το προϊόν αυτό θα μπορεί οποιοσδήποτε
από οπουδήποτε να ανακτήσει τις πληροφορίες που χρειάζεται για το συγκεκριμένο
θέμα.
Ο στόχος, λοιπόν, της συγκεκριμένης ιστοσελίδας, είναι η ενημέρωση και η
πληροφόρηση των χρηστών γύρω απ’ το θέμα της εγκατάστασης των προσφύγων στη
Λέσβο, τη Μικρασιατική Καταστροφή αλλά και τις συνθήκες που κυριαρχούσαν πρίν
απ’ αυτή.

ii) Προσδοκώμενο κοινό του διαδικτυακού κόμβου

Το επόμενο βήμα είναι ο προσδιορισμός των πιθανών χρηστών της εφαρμογής ώστε
ο σχεδιασμός να ικανοποιεί τις ανάγκες και τις προσδοκίες αυτών. Η γνώση, το
υπόβαθρο, τα ενδιαφέροντα και οι ανάγκες των χρηστών μπορεί να ποικίλουν από
τους αρχάριους χρήστες μέχρι τους "έμπειρους χρήστες" και επομένως ένα καλά
σχεδιασμένο σύστημα πρέπει να είναι σε θέση να προσαρμόζει μια σειρά δεξιοτήτων
και ενδιαφερόντων των χρηστών.
Πιθανοί χρήστες της συγκεκριμένης ιστοσελίδας, είναι όλοι όσοι ενδιαφέρονται για
το θέμα ανεξαρτήτως ηλικίας, μορφωτικού επιπέδου ή εμπειρίας χρήσης του
διαδικτύου.

iii) Στόχοι και ανάγκες των χρηστών του διαδικτυακού κόμβου

Σ’ αυτό το στάδιο γίνεται η συλλογή δεδομένων σχετικά με τις προσδοκίες και τις
ανάγκες των χρηστών σε σχέση με την εφαρμογή. Γενικά γίνεται διάκριση μεταξύ
δύο κατηγοριών στόχων των χρηστών:
• Στόχοι σε πληροφορία: πρόσβαση και πλοήγηση στο περιεχόμενο του
διαδικτυακού κόμβου
• Στόχοι σε υπηρεσίες: εκτέλεση μιας εργασίας του χρήστη μέσω
αλληλεπίδρασης με το δικτυακό τόπο
Η είσοδος δεδομένων από τους χρήστες σχετικά με το περιεχόμενο και τις
προσφερόμενες υπηρεσίες του διαδικτυακού κόμβου (ποιο είδος σελίδων και
πληροφοριών προσελκύει τους χρήστες και ικανοποιεί τις ανάγκες τους; π.χ.
ιεραρχικά δομημένες πληροφορίες, μια βάση δεδομένων, κίνητρα χρήσης του
διαδικτυακού κόμβου), βοηθάει στη δημιουργία μιας ιστοσελίδας που είναι σχετική
με τις προσδοκώμενες απαιτήσεις. Για τη συλλογή χρήσιμων πληροφοριών από τους
χρήστες έχουν αναπτυχθεί διάφορες τεχνικές, όπως το ερωτηματολόγιο και η
συνέντευξη σε δυνητικούς χρήστες.
Το στάδιο αυτό δεν υλοποιήθηκε για τη συγκεκριμένη ιστοσελίδα.

iv) Επιλογή περιεχομένου

Επίσης ένα σημαντικό βήμα στο στάδιο της ανάλυσης ενός διαδικτυακού κόμβου
είναι η επιλογή του περιεχομένου. Αφού έγινε, δηλαδή, η απογραφή των διαθέσιμων

15
πληροφοριών ακολούθησε η περιγραφή του περιεχομένου που απαιτείται για να
δημιουργηθεί και γενικά να προσδιοριστεί η πληροφορία που το κοινό θεωρεί
περισσότερο ενδιαφέρουσα και η οποία ανταποκρίνεται καλύτερα στο σκοπό της
ιστοσελίδας.

Β) Σύνθεση της ομάδας ανάπτυξης:

Η ανάπτυξη ενός διαδικτυακού κόμβου είναι μια διαδικασία που εμπλέκει πολλές
ομάδες ατόμων με διαφορετικές αρμοδιότητες και δεξιότητες. Στη φάση της
ανάλυσης είναι σημαντικό να γίνει η σύνθεση της ομάδας εργασίας, δεδομένου ότι η
κατάλληλη συγκρότηση της ομάδας αυτής είναι κρίσιμος παράγοντας για την επιτυχή
υλοποίηση του διαδικτυακού κόμβου. Γενικά, η ομάδα εργασίας για την ανάπτυξη
ενός διαδικτυακού κόμβου ενός πολιτιστικού οργανισμού συνήθως απαρτίζεται από
τα ακόλουθα μέλη:
 Υπεύθυνος έργου:
Ο άνθρωπος που έχει τη συνολική ευθύνη της διαχείρισης του έργου καθώς
οργανώνει τις φάσεις και καθορίζει τον ρυθμό εξέλιξης του έργου. Οι
αρμοδιότητές του περιλαμβάνουν τον προσδιορισμό των απαιτήσεων, την
ανάλυση των αναγκών, την ανάθεση των εργασιών, την οργάνωση του
περιεχομένου, τη δομή του διαδικτυακού κόμβου και την επιλογή της
στρατηγικής για την ανάπτυξη. Για την συγκεκριμένη ιστοσελίδα, υπεύθυνοι
έργου ήταν η Συκά Μαρία και η Πασκώνη Χριστίνα.
 Ειδικοί περιεχομένου:
Οι ειδικοί περιεχομένου συμβουλεύουν και καθοδηγούν την ομάδα σε όλη την
πορεία ανάπτυξης γύρω από θέματα ορθότητας και αξιοπιστίας του περιεχομένου
και των χρησιμοποιούμενων πηγών. Πρόκειται για τα άτομα που έχουν την
κατάλληλη εμπειρία και γνώση στο πεδίο του πολιτισμού, όπως:
o Ειδικοί σε θέματα πολιτιστικού περιεχομένου
o Πάροχοι περιεχομένου και υπηρεσιών
o Ειδικοί σε νομικά, κοινωνικά και ηθικά ζητήματα στο πεδίο του
πολιτισμού
Συγκεκριμένα, ειδικός περιεχομένου ήταν ο κ. Παπαγεωργίου Δημήτρης,
Επίκουρος καθηγητής του τμήματος Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας
του Πανεπιστημίου Αιγαίου.

 Ομάδα ανάπτυξης περιεχομένου:


Περιλαμβάνει άτομα με εμπειρία και γνώσεις στην οργάνωση, σχεδιασμό και
υλοποίηση περιεχομένου, όπως:
o Ειδικοί σε θέματα σχεδιασμού και ανάπτυξης βάσεων δεδομένων,
πολυμέσων κ.λ.π.
o Ειδικοί σε θέματα σχεδιασμού και ανάπτυξης υπερμεσικού περιεχομένου
(ειδικά όσον αφορά στην πλοήγηση).
Ομάδα ανάπτυξης περιεχομένου ήταν η Πασκώνη Χριστίνα και η Συκά Μαρία.
 Ομάδα ανάπτυξης λογισμικού:
Περιλαμβάνει άτομα με εμπειρία και γνώσεις στην ανάλυση, το σχεδιασμό και
την υλοποίηση λογισμικού και δικτυακών εφαρμογών. Υπεύθυνη σ’ αυτόν τον
τομέα ήταν η Συκά Μαρία.

16
Γ) Ανάλυση ανταγωνιστικής αγοράς:

Η ανάλυση των ανταγωνιστικών δράσεων ή προϊόντων περιλαμβάνει την


αναθεώρηση και την αξιολόγηση των δικτυακών τόπων προκειμένου να εντοπιστούν
κοινά χαρακτηριστικά γνωρίσματα και να καθοριστούν πτυχές που χρήζουν
βελτίωσης και διαφοροποίησης.
Για το θέμα της εγκατάστασης των προσφύγων στη Λέσβο δεν υπήρχε κάποια άλλη
ιστοσελίδα με αποτέλεσμα να μην υπάρχει κάτι προς σύγκριση. Υπήρχαν, βέβαια,
ιστοσελίδες σχετικά με την εγκατάσταση προσφύγων γενικότερα στην Ελλάδα ή σε
κάποιες περιοχές της Αθήνας με τις οποίες η συγκεκριμένη ιστοσελίδα δεν είχε
κάποια κοινά χαρακτηριστικά. Απ’ την ανάλυση των παραπάνω ιστοσελίδων
προέκυψε η ανάγκη μιας ιστοσελίδας με ξεκάθαρη δομή και πλοήγηση.

Δ) Δημιουργία εγγράφου προδιαγραφών

Η ανάπτυξη των προδιαγραφών της εφαρμογής είναι ένα ισχυρό εργαλείο για την
αποτελεσματικότητα μιας προσπάθειας ανάπτυξης, δεδομένου ότι ο σχεδιασμός μιας
ουσιαστικά βιώσιμης εφαρμογής αποτελεί μια χρονοβόρα διαδικασία. Ένα έγγραφο
προδιαγραφών καθορίζει και περιγράφει με τρόπο συνοπτικό και κατανοητό τα εξής :

 Στόχοι της ιστοσελίδας:

Στόχος της συγκεκριμένης ιστοσελίδας είναι η διάσωση και η προβολή


σημαντικών στοιχείων που αφορούν κυρίως την εγκατάσταση των προσφύγων
της Μικρασιατικής Καταστροφής στο νησί της Λέσβου αλλά και η
ενημέρωση και η πληροφόρηση των χρηστών γι’ αυτό το θέμα.

 Απαιτήσεις της ιστοσελίδας:

Λειτουργικές:

Στο στάδιο αυτό γίνεται ιεραρχική οργάνωση του περιεχομένου με τρόπο που
είναι «οικονομικός» γι΄ αυτόν που αναπτύσσει και συντηρεί την ιστοσελίδα.
Αυτή η οργάνωση ονομάζεται δομή πλοήγησης και υπάρχουν η γραμμική, η
ιεραρχική και ο ιστός. Στη συγκεκριμένη ιστοσελίδα ακολουθήθηκε
συνδυασμός της ιεραρχικής πλοήγησης και του ιστού πλοήγησης.
Η ιεραρχική δομή ξεκινάει από έναν αρχικό κόμβο (αρχική σελίδα) και
εκτείνεται σε διάφορα επίπεδα βάθους, μέχρι να φτάσει σε κάποιο τελικό
κόμβο. Η δομή ιστού ξεκινάει από έναν αρχικό κόμβο αλλά υπάρχουν
συνδέσεις προς πολλούς κόμβους. Ο συνδυασμός αυτών των δύο προσφέρει
μια ισορροπία στην πλοήγηση του χρήστη και παράλληλα τη δυνατότητα να
μεταβαίνει απ΄ τη μία ενότητα στην άλλη.

17
ΑΡΧΙΚΗ

Σχ.2: Δομή πλοήγησης ιεραρχικής και ιστού.

Τεχνικές:

Στο στάδιο αυτό αναφέρονται στοιχεία όπως ποιά εργαλεία και ποιές τεχνικές
ανάπτυξης πρόκειται να χρησιμοποιηθούν και για ποίο λόγο. Συγκεκριμένα,
χρησιμοποιείται η γλώσσα HTML αφού είναι μια γλώσσα καθολική4 και επεκτάσιμη5
σε συνδυασμό με το πρόγραμμα Microsoft FrontPage το οποίο δίνει τη δυνατότητα
της άμεσης παρουσίασης της ιστοσελίδας. Η HTML μας επιτρέπει να καθορίσουμε τη
δομή μιας σελίδας και όχι την πραγματική παρουσίαση της 6. Επιπλέον,
χρησιμοποιείται η γλώσσα προγραμματισμού Java Script αφού μπορεί να βοηθήσει
την ιστοσελίδα να γίνει πιο ‘διαλογική’, δίνοντας της τη δυνατότητα να αντιδρά και
να ανταποκρίνεται στις ενέργειες που κάνουν οι χρήστες ή να ενσωματώνονται ειδικά
εφέ στην ιστοσελίδα.7. Τέλος, χρησιμοποιήθηκε και το πρόγραμμα Macromedia Flash
MX το οποίο είναι μια προχωρημένη πλατφόρμα για τη δημιουργία εξειδικευμένων,
αλληλεπιδραστικών εφαρμογών για το διαδίκτυο8.

Απαιτήσεις σε περιεχόμενο:

Στο σημείο αυτό προσδιορίζεται το είδος και ο όγκος του περιεχομένου που
απαιτείται για την ιστοσελίδα. Στην ιστοσελίδα ‘Μικρασιάτες πρόσφυγες στη Λέσβο’
το περιεχόμενο είναι κείμενο και εικόνες τα οποία έχουν προέλθει απ’ την έρευνα που
έχει γίνει απ’ την ομάδα εργασίας. Το εύρος των πληροφοριών είναι μεγάλο παρ’ όλα
αυτά στην ιστοσελίδα παρουσιάζεται ένα μέρος αυτών.

4
Με τον όρο «καθολική» νοείται ότι δεν συνδέεται με κάποιο ειδικό λογισμικό υπερκειμένου.
5
Με τον όρο «επεκτάσιμη» νοείται ότι οι νέες εκδόσεις δεν αναιρούν τις παλιές.
6
ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΤΗΣ HTML 4-Τέταρτη έκδοση, Desktop Puplishing, Αθήνα 1998. ISBN 960-512-128-X.
7
Οδηγός της JAVASCRIPT, Desktop Puplishing, Αθήνα 2001. ISBN 960-512-291-Χ.
8
ΠΛΗΡΗΣ ΟΔΗΓΟΣ ΤΟΥ MACROMEDIA FLASH MX,, Desktop Puplishing, Αθήνα 2003. ISBN 960-512-361-4.

18
Περιορισμοί υλοποίησης:

Δεν υπάρχουν κάποιοι ιδιαίτεροι περιορισμοί για την υλοποίηση της ιστοσελίδας,
που έχει σχεδιαστεί για οθόνες με ανάλυση 800*600 που είναι και η πλειοψηφία.
Είναι συμβατή με δυο τύπους φυλλομετρητών, τον Internet Explorer και το Netscape
Navigator.

Μη τεχνικά θέματα:

Γενικότερα, στο σημείο αυτό γίνεται παράθεση μη τεχνικών θεμάτων όπως νομικά,
κοινωνικά και ηθικά ζητήματα σε ότι αφορά στο περιεχόμενο που θα διατεθεί μέσω
της δικτυακής εφαρμογής. Στη συγκεκριμένη δικτυακή εφαρμογή έγινε η προσπάθεια
να είναι όσο το δυνατό περισσότερο αντικειμενική. Να μην υπάρχει συναισθηματική
εμπλοκή και τα δεδομένα να παρουσιάζονται από ποικίλες οπτικές γωνίες.
Όσον αφορά τα νομικά θέματα, οι πηγές απ’ τις οποίες προήλθαν οι πληροφορίες
αναφέρονται και είναι εμφανείς. Οποιαδήποτε παρέμβαση ή αντιγραφή της
ιστοσελίδας χωρίς την άδεια της ομάδας υλοποίησης θεωρείται κλοπή πνευματικής
ιδιοκτησίας.

Προϋπολογισμός:

Σ’ αυτό το στάδιο, αναλύονται οι πόροι που απαιτούνται για την ολοκλήρωση της
διαδικασίας με βάση τρεις παραμέτρους:
Προσωπικό
Λογισμικό
Υλικό
Η ανάλυση αυτή, στην συγκεκριμένη ιστοσελίδα δεν υλοποιήθηκε.

Χρονοδιάγραμμα:

15-31 Μαΐου 2006: Καταγραφή διαθέσιμου υλικού


01-10 Ιουνίου 2006: Επιλογή περιεχομένου
12-18 Ιουνίου 2006: Σχεδιασμός ιστοσελίδας
19 Ιουνίου-7 Ιουλίου 2006: Υλοποίηση της ιστοσελίδας

Κριτήρια αποδοχής:

Σ’ αυτό το σημείο, προσδιορίζονται τα κριτήρια αποδοχής τα οποία θα


χρησιμοποιηθούν αργότερα στο στάδιο του ελέγχου προκειμένου να διασφαλιστεί ότι
η υλοποιημένη εφαρμογή συμφωνεί με τους στόχους και τις προδιαγραφές που έχουν
τεθεί. Τα κριτήρια αυτά είναι τα εξής:

Συνέπεια: Να λειτουργούν σωστά όλες οι συνδέσεις μεταξύ των σελίδων.

19
Ανάδραση: Να υπάρχει κάποια ανταπόκριση εκ μέρους της εφαρμογής στις ενέργειες
του χρήστη. Για παράδειγμα, να αλλάζει χρώμα το κουμπί του μενού όταν πηγαίνει
πάνω ο χρήστης.
Πληροφόρηση: Πρέπει να υπάρχει η κατάλληλη πληροφόρηση για κάθε ενότητα της
ιστοσελίδας.
Οργάνωση: Να υπάρχει σωστή και ευδιάκριτη οργάνωση της δομής της ιστοσελίδας.
Να φαίνονται οι ενότητες, οι υποενότητες και τα links.
Ομαδοποίηση: Να υπάρχει το ίδιο φόντο σε όλες τις σελίδας, στις ίδιες θέσεις όλα τα
όμοια αντικείμενα (κείμενο, φωτογραφίες) κ.λ.π.
Έυκολη πλοήγηση: Να υπάρχει εύκολη και γρήγορη πλοήγηση σε όλες τις σελίδες
του δικτυακού κόμβου.

2.2.2 Αρχιτεκτονική

Το δεύτερο στάδιο στην ανάπτυξη ενός πολιτιστικού διαδικτυακού κόμβου είναι η


αρχιτεκτονική του διαδικτυακού κόμβου. Κατά τη διάρκεια αυτού του βήματος,
δημιουργούνται και διερευνώνται πολλές εναλλακτικές λύσεις για την ικανοποίηση
των ίδιων απαιτήσεων. Αυτοί οι αρχικοί σχεδιασμοί δεν απεικονίζουν ιδέες για το
χρώμα ή την οπτική απεικόνιση στοιχείων του διαδικτυακού κόμβου αλλά αντιθέτως
αντιπροσωπεύουν τις ιδέες σχετικά με τη δομή και την πλοήγηση στο πλαίσιο του
διαδικτυακού κόμβου. Κατά τη διάρκεια του σταδίου αυτού πραγματοποιείται ο
σχεδιασμός της πληροφορίας και ο σχεδιασμός της πλοήγησης.

Ο σχεδιασμός της πληροφορίας αφορά στον προσδιορισμό των ομάδων σχετικού


περιεχομένου και στη δόμηση της πληροφορίας σε ένα συνεπές σχήμα.
Ο σχεδιασμός της πλοήγησης σημαίνει το σχεδιασμό μεθόδων για την εύρεση τρόπων
αλλαγής στη δομή της πληροφορίας.

Κατά τη διάρκεια αυτού του σταδίου αναπτύσσονται δύο είδη αντικειμένων:

Α) Διάγραμμα ροής του διαδικτυακού κόμβου (flowchart)


Β) Σενάρια χρήσης (storyboards)

Α) Διάγραμμα ροής

Διάγραμμα ροής (flowchart) είναι ένα διάγραμμα υψηλού επιπέδου που παρουσιάζει
τη συνολική δομή και οργάνωση ενός διαδικτυακού κόμβου. Χρησιμοποιείται
πρώτιστα για να απεικονίσει τη δομή της πληροφορίας του διαδικτυακού κόμβου. Τα
διαγράμματα ροής συνήθως αποτελούνται από τετράγωνα και γραμμές. Τα
τετράγωνα αναπαριστούν τις μεμονωμένες σελίδες και περιέχουν σύντομες
περιγραφές του περιεχομένου κάθε σελίδας. Οι γραμμές και τα βέλη αναπαριστούν τα
μονοπάτια πλοήγησης μεταξύ των σελίδων. Το διάγραμμα ροής της συγκεκριμένης
ιστοσελίδας (Σχ. 3) παρατίθεται στο παράρτημα.

20
Β) Σενάρια χρήσης

Σενάριο χρήσης είναι μια ακολουθία σελίδων του διαδικτυακού κόμβου που
απεικονίζει πώς ένα άτομο θα ολοκληρώσει ένα συγκεκριμένο στόχο – εργασία.
Ουσιαστικά, τα σενάρια χρήσης δείχνουν βήμα-βήμα πώς ο χρήστης αλληλεπιδρά με
το δικτυακό τόπο και τι θέλει να επιτύχει. Συνήθως ένα σενάριο χρήσης συνοδεύεται
από μια αφήγηση σχετικά με την εργασία που προσπαθεί να ολοκληρώσει ο χρήστης.
Τα σενάρια χρήσης ενδείκνυνται για την περίπτωση περιγραφής των υπηρεσιών που
προσφέρει ένας δικτυακός τόπος. Στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν υλοποιήθηκε το
σενάριο χρήσης.

2.2.3 Σχεδιασμός

Το τρίτο στάδιο της διαδικασίας ανάπτυξης ενός πολιτιστικού διαδικτυακού κόμβου


είναι ο σχεδιασμός του. Κατά τη διάρκεια αυτής της φάσης ο σχεδιασμός
εκλεπτύνεται, γίνεται πιο λεπτομερής και εξετάζεται επαναληπτικά. Το στάδιο του
σχεδιασμού μπορεί να διακριθεί σε τρία μέρη:

Α) Σχεδιασμός δεδομένων για κάθε υπο-εφαρμογή του διαδικτυακού κόμβου


Β) Σχεδιασμός πλοήγησης για κάθε υπο-εφαρμογή του διαδικτυακού κόμβου
Γ) Σχεδιασμός διεπαφής για κάθε υπο-εφαρμογή του διαδικτυακού κόμβου

Α) Σχεδιασμός δεδομένων

Ο σχεδιασμός των δεδομένων αφορά στα παρακάτω:

Σχεδιασμός της βάσης δεδομένων ή του αποθέματος που θα περιλαμβάνει τα


δεδομένα που θα παρουσιάζει ο δικτυακός τόπος. Ουσιαστικά στο βήμα αυτό
αποφασίζονται και σχεδιάζονται οι πίνακες των βασικών οντοτήτων του
περιεχομένου και προσδιορίζονται τα πεδία που θα περιγράφουν τις βασικές
οντότητες.

Σχεδιασμός των μεταδεδομένων που θα υποστηρίζουν την παρουσιαζόμενη


πληροφορία.

Σχεδιασμός των πολυμεσικών στοιχείων (π.χ. εικόνες, βίντεο, έγγραφα κ.λ.π). Ο


σχεδιασμός των δεδομένων αναπαρίσταται με τον πίνακα δομής:

 ΕΝΟΤΗΤΑ 1
Κείμενο
Animation
 ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 1.1
Κείμενο
Εικόνες
Animation

21
 ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 1.1.1
Κείμενο
Animation
 ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 1.1.2
Κείμενο
Animation
 ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 1.1.3
Κείμενο
Animation
 ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 1.1.4
Κείμενο
Animation
 ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 1.2
Κείμενο
Animation
 ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 1.3
Κείμενο
Εικόνες
Animation
 ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 1.4
Κείμενο
Εικόνες
Animation

 ΕΝΟΤΗΤΑ 2
Κείμενο
Animation

 ΕΝΟΤΗΤΑ 2.1
Κείμενο
Εικόνες
Animation
 ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 2.1.1
Κείμενο
Animation

 ΕΝΟΤΗΤΑ 2.2
Κείμενο
Εικόνες
Animation

 ΕΝΟΤΗΤΑ 2.3
Κείμενο
Εικόνες
Animation
 ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 2.3.1
Κείμενο
Animation

 ΕΝΟΤΗΤΑ 2.4

22
Κείμενο
Εικόνες
Animation
 ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 2.4.1
Κείμενο
Animation
 ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 2.4.2
Κείμενο
Animation

 ΕΝΟΤΗΤΑ 2.5
 ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 2.5.1
Κείμενο
Εικόνες
Animation
 ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 2.5.1.1
Κείμενο
Animation
 ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 2.5.1.2
Κείμενο
Animation
 ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 2.5.1.3
Κείμενο
Animation
 ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 2.5.1.4
Κείμενο
Animation
 ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 2.5.2
Κείμενο
Εικόνες
Animation
 ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 2.5.2.1
Κείμενο
Animation
 ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 2.5.2.2
Κείμενο
Animation
 ΥΠΟΕΝΟΤΗΤΑ 2.5.2.3
Κείμενο
Animation

Επεξήγηση ενοτήτων:

1. Χριστιανικοί πληθυσμοί στη Μικρά Ασία πριν το 1922:

Αυτή η σελίδα αναφέρεται στις σχέσεις Μικράς Ασίας-Λέσβου πριν τη


Μικρασιατική Καταστροφή. Περιέχει μόνο κείμενο και δύο animation. Το
πρώτο animation περιέχει φωτογραφίες από τη Μικρασιατική Καταστροφή
ενώ το δεύτερο φωτογραφίες από προσωπικά αντικείμενα προσφύγων. Να

23
σημειωθεί ότι το πρώτο animation είναι σταθερό σε όλες τις ενότητες και τις
υποενότητες.

1.1. Επαγγέλματα:

Η σελίδα αυτή αναφέρεται στα επαγγέλματα που κυριαρχούσαν στη Μικρά


Ασία πριν το 1922. Δίπλα στο κείμενο προβάλλονται φωτογραφίες κυρίως
από επαγγελματικά κτίρια όπως καφενεία και εργοστάσια. Επίσης, υπάρχουν
και τα δύο animation που αναφέρθηκαν παραπάνω, στο πάνω και κάτω μέρος
της σελίδας. Βέβαια, αυτή η ενότητα έχει τέσσερα links (συνδέσεις) τα οποία
αναλύονται παρακάτω.

1.1.1. Καπνός, Λάδι, Σύκα, Σταφίδες:

Η υποενότητα αυτή, αναλύει λίγο περισσότερο την παραγωγή καπνού, λαδιού,


σύκων και σταφίδων στην περιοχή της Αιολίδας.

1.1.2. Επαγγέλματα στο Φουλατζίκι:

Η υποενότητα αυτή των επαγγελμάτων αναλύει τα επαγγέλματα που υπήρχαν


στη κωμόπολη Φουλατζίκι της Μικρά Ασίας.

1.1.3. Καραβομαραγκοί:

Το σημείο αυτό αναφέρεται στους Μοσχονησιώτες καραβομαραγκούς.

1.1.4. Οδηγός του 1920:

Εδώ παρατίθεται ένας οδηγός του 1920 που περιγράφει τα επαγγέλματα των
Ελλήνων στη Σμύρνη.
Πρέπει να σημειωθεί ότι σ’ αυτές τις υποενότητες (1.1.1-1.1.4) υπάρχει μόνο
το πρώτο animation.

1.2. Μετακινήσεις πληθυσμών:

Στην ενότητα αυτή περιγράφονται οι μετακινήσεις πληθυσμών από διάφορες


περιοχές της Λέσβου προς διάφορες περιοχές της Μικρά Ασίας.

1.3. Εισαγωγές-Εξαγωγές προϊόντων:

Όπως δηλώνει και ο τίτλος, εδώ γίνεται αναφορά στις εισαγωγές και εξαγωγές
προϊόντων προς και από τη Λέσβο.

2. Χριστιανικοί πληθυσμοί ως πρόσφυγες μετά το 1922:

Η δεύτερη βασική ενότητα, πληροφορεί τον χρήστη για τις σχέσεις Μικράς
Ασίας-Λέσβου μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή.

24
2.1. Επαγγέλματα:

Η σελίδα αυτή αναφέρεται στα επαγγέλματα που άσκησαν οι πρόσφυγες όταν


ήρθαν στη Λέσβο και περιέχει και φωτογραφίες κυρίως αποσπάσματα απ’ τον
Λεσβιακό τύπο της εποχής. Εννοούνται και τα δύο animation που
προαναφέρθηκαν.

2.1.1. Καπνός-Λάδι:

Στο σημείο αυτό περιγράφεται η ενασχόληση των προσφύγων στη Λέσβο με


τον καπνό και την ελαιουργία. Σ’ αυτή τη σελίδα υπάρχει μόνο το πρώτο
animation.

2.2. Σχέσεις με ντόπιους:

Η σελίδα αυτή περιγράφει τις σχέσεις των προσφύγων με την τοπική κοινωνία
της Λέσβου. Περιέχει και δύο φωτογραφίες από αποσπάσματα τοπικού τύπου
της εποχής.

2.3. Σχέσεις μεταξύ τους:

Η ενότητα αυτή αναφέρεται στις σχέσεις που είχαν οι πρόσφυγες μεταξύ τους
αφού εγκαταστάθηκαν στη Λέσβο καθώς και στις προσφυγικές οργανώσεις
που ιδρύσαν. Οι φωτογραφίες που προβάλλονται στη σελίδα είναι
αποσπάσματα τοπικού τύπου και ο ισολογισμός της προσφυγικής οργάνωσης
‘Κοινότης Περγάμου’.

2.3.1. Έθιμα:

Στην υποενότητα αυτή αναφέρονται ορισμένα έθιμα που έφεραν οι


Μικρασιάτες πρόσφυγες στη Λέσβο.

2.4. Εγκατάσταση:

Η ενότητα αυτή, αναφέρεται στα πρώτα στάδια εγκατάστασης και στέγασης


των προσφύγων στο νησί της Λέσβου γενικότερα. Οι φωτογραφίες που
υπάρχουν στην ενότητα αυτή, είναι ενδεικτικές απ’ τον προσφυγικό
συνοικισμό Μυτιλήνης, από προσφυγικό σπίτι στη Σκάλα Λουτρών, απ’ τις
πρώτες παράγκες αλλά και αποσπάσματα από τοπικό τύπο της εποχής.

2.4.1. Μορφολογία κτιρίων:

Η υποενότητα αυτή περιγράφει τη δομή των προσφυγικών συνοικισμών και


οικημάτων που υπήρχαν σ’ αυτούς.

2.4.2. Περιοχές Λέσβου:

25
Στην υποενότητα αυτή αναλύεται η εγκατάσταση προσφύγων σε διάφορα
μέρη της Λέσβου, όπως Καλλονή, Μανταμάδος κ.λ.π.

2.5. Περίθαλψη:

Εδώ δεν υπάρχει ούτε κείμενο ούτε πληροφορία σε άλλη μορφή, αφού αυτή η
ενότητα είναι βοηθητική για τις δύο επόμενες.

2.5.1. Κρατική βοήθεια:

Στο κείμενο αυτό περιγράφεται η βοήθεια που πρόσφερε το κράτος στους


πρόσφυγες - όχι μόνο της Λέσβου. Οι φωτογραφίες που υπάρχουν είναι από
αποσπάσματα Λεσβιακού τύπου της εποχής.

2.5.1.1. Έκτακτοι φόροι υπέρ προσφύγων:

Στην υποενότητα αυτή επεξηγούνται οι φόροι που επιβάλλονταν σε


εμπορεύματα υπέρ των προσφύγων.

2.5.1.2. Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων:

Εδώ αναλύονται ο ρόλος και οι αρμοδιότητες του συγκεκριμένου οργανισμού.

2.5.1.3. Ταμείο Περιθάλψεως Προσφύγων:

Ομοίως και σ’ αυτό το σημείο.

2.5.1.4. Νόμος “Περί Επιτάξεως Ακινήτων Δι’ Εγκατάστασιν


Προσφύγων” :

Στο σημείο αυτό, περιγράφεται συνοπτικά ο συγκεκριμένος νόμος που είχε


ψηφιστεί προς βοήθεια των προσφύγων.

2.5.2. Τοπική βοήθεια:

Η ενότητα αυτή περιγράφει τις οργανώσεις που είχαν ιδρυθεί στη Λέσβο για
παροχή βοήθειας στους πρόσφυγες. Οι φωτογραφίες, και εδώ, είναι από
αποσπάσματα εφημερίδας.

2.5.2.1. Καταστατικό Κοινότητας Περγάμου:

Εδώ παρατίθεται το καταστατικό του προσφυγικού σωματείου ‘Κοινότης


Περγάμου’.

2.5.2.2. Βοήθεια πολιτών:

26
Στο κομμάτι αυτό, αναφέρονται ορισμένα πρόσωπα της Μυτιλήνης τα οποία
προσέφεραν τη βοήθεια τους αφιλοκερδώς.

2.5.2.3. Προσφυγικές Οργανώσεις Λέσβου:

Τέλος, αναφέρονται οι προσφυγικές οργανώσεις που είχαν ιδρυθεί στη Λέσβο


και ο πρόεδρος της κάθε μιας.

Β) Σχεδιασμός πλοήγησης

Επίσης στη φάση του σχεδιασμού γίνεται ο σχεδιασμός της πλοήγησης για κάθε
υπο-εφαρμογή του διαδικτυακού κόμβου. Ουσιαστικά στο βήμα αυτό
δημιουργούνται τα διαγράμματα των σελίδων. Ένα διάγραμμα σελίδας
(schematic) είναι μια αναπαράσταση του περιεχομένου που θα εμφανίζεται σε
κάθε σελίδα του διαδικτυακού κόμβου. Συνήθως, το διάγραμμα δεν περιέχει
εικόνες αλλά κάνει χρήση ετικετών που επιδεικνύουν τη θέση της κάθε εικόνας.
Ουσιαστικά ένα διάγραμμα σελίδας αναπαριστά την οργάνωση της πληροφορίας
σε κάθε μεμονωμένη σελίδα και τα στοιχεία που υποστηρίζουν την πλοήγηση σε
κάθε σελίδα (π.χ. συνδέσμους σε άλλες σελίδες, μπάρες πλοήγησης, τοπικούς
συνδέσμους, μενού κ.λ.π.). Συγκεκριμένα:

ANIMATION TITLE

SUBTITLE

HOME MENU1 MENU2

FOTO1 FOTO 2
TEXT1

FOTO 3 FOTO 4

ANIMATION TEXT2

Σχ. 4: Σχέδιο ενοτήτων και υποενοτήτων ιστοσελίδας

27
ANIMATION TITLE

HOME MENU1 MENU2

ΤΕΧΤ 1

TOP / BACK
TEXT 2

TOP / BACK
TEXT 3
Σχ. 5 Σχέδιο links ιστοσελίδας
TOP / BACK

Σχ. 5 Σχέδιο links ιστοσελίδας

Γ) Σχεδιασμός διεπαφής

Σε αυτό το βήμα, ο δικτυακός τόπος αποκτά «αίσθηση και όψη», καθώς


πραγματοποιείται ο σχεδιασμός εμφάνισης των ιστοσελίδων, ο σχεδιασμός των
γραφικών ιστοσελίδων, ο σχεδιασμός παρουσίασης των πολυμέσων (π.χ. βίντεο,
εικόνα, ήχος, κίνηση) και ο σχεδιασμός των φορμών. Συγκεκριμένα, αναπτύσσονται
τα οπτικά χαρακτηριστικά του διαδικτυακού κόμβου και καθορίζονται σε μεγαλύτερη
λεπτομέρεια πτυχές όπως το είδος και το μέγεθος της γραμματοσειράς των κειμένων,
η εμφάνιση των εικόνων, τα σχήματα και οι παλέτες χρωμάτων.

28
Σχ. 6: Πρότυπο σελίδας κύριων ενοτήτων

Σχ. 7: Πρότυπο σελίδας με τα links

Το πρώτο animation (carousel) που υπάρχει σε κάθε ενότητα και υποενότητα


παρουσιάζει φωτογραφίες απ’ τη Μικρασιατική Καταστροφή σε διαστάσεις 100*90
px. Οι φωτογραφίες αυτές είναι οι πλευρές ενός εξάγωνου πολύγωνου το οποίο
κινείται προς τα δεξιά και όταν ο χρήστης πατάει σε μια φωτογραφία αυτή
μεγεθύνεται.
Ο τίτλος της σελίδας είναι σχεδιασμένος με διαστάσεις 834*53 px και με χρώμα
χακί σκούρο (κωδ. #324400). Η γραμματοσειρά που επιλέχθηκε είναι Times New
Roman, κεφαλαία, 14pt εκτός απ’ το πρώτο γράμμα της κάθε λέξης όπου είναι
Monotype Corsiva, κεφαλαία, 24pt.
Ο υπότιτλος της σελίδας είναι σχεδιασμένος με διαστάσεις 834*32 px και με χρώμα
χακί ανοιχτό (κωδ. #808000). Η γραμματοσειρά που επιλέχθηκε Times New Roman,
μικρά, 14pt εκτός απ’ το πρώτο γράμμα της κάθε λέξης όπου είναι Monotype
Corsiva, μικρά, 18pt.

29
Η επιλογή των συγκεκριμένων γραμματοσειρών τόσο για τον τίτλο όσο και για τον
υπότιτλο έγινε διότι η Times New Roman διαβάζεται πιο γρήγορα από άλλες
γραμματοσειρές, ενώ η Monotype Corsiva είναι πιο καλλιγραφική. Και στις δύο
περιπτώσεις το χρώμα της γραμματοσειράς είναι κίτρινο ανοιχτό, ίδιο με το χρώμα
του φόντου της σελίδας. (κωδ. 234,235,162)
Το φόντο των σελίδων είναι μια φωτογραφία προσφύγων επεξεργασμένη σε
κιτρινωπό χρώμα.
Το μενού αποτελείται από τρία κουμπιά μεγέθους 125*30px το καθένα και
χρώματος χακί σκούρο, όπως ο τίτλος (#324400) για να υπάρχει μια ομοιομορφία
στη σελίδα. Το περίγραμμα του μενού είναι χρώματος χακί ανοιχτό (#808000) ενώ τα
γράμματα είναι Symbol μιας και αυτή εμφανίζει ελληνικούς χαρακτήρες.
Το κείμενο είναι με scroll (κυλιόμενο) μεγέθους 142*50px και με γραμματοσειρά
Times New Roman 12pt και αυτό για να διαβάζεται το κείμενο πιο εύκολα. Το scroll
κείμενο είναι στο κέντρο της σελίδας όταν δεν υπάρχουν φωτογραφίες, ενώ όταν
υπάρχουν βρίσκεται στο αριστερό μέρος της σελίδας.
Οι φωτογραφίες είναι τοποθετημένες στο δεξί μέρος της σελίδας και έχουν μέγεθος
202*49 px. Εμφανίζονται ανά δυάδες σε δύο σειρές. Εάν υπάρχουν πάνω από
τέσσερις φωτογραφίες, υπάρχει δεύτερη ενότητα την οποία επιλέγοντας την ο
χρήστης βλέπει και τις υπόλοιπες φωτογραφίες. Επιπλέον όταν ο χρήστης κάνει κλικ
πάνω σε μια φωτογραφία αυτή μεγεθύνεται.
Το δεύτερο animation είναι μια σειρά από φωτογραφίες με αντικείμενα προσφύγων
όπου όταν ο χρήστης περνάει πάνω με το ποντίκι κινούνται προς τα αριστερά. Το
μέγεθος του πλαισίου μέσα στο οποίο είναι οι φωτογραφίες είναι 829*121 px ενώ το
χρώμα του είναι ίδιο με αυτό του τίτλου (#324400). Οι φωτογραφίες, έχουν μέγεθος
95*82px και όταν ο χρήστης επιλέγει μια φωτογραφία αυτή μεγεθύνεται και το φόντο
όλης της σελίδας γίνεται γκρι σκούρο χωρίς να χάνεται η σελίδα.
Τέλος, τα links που αφορούν τις πηγές, τον σχεδιασμό αλλά και τη μετάβαση του
χρήστη ένα επίπεδο πίσω είναι σχεδιασμένα σε μαύρο χρώμα και με γραμματοσειρά
Times New Roman 12pt εκτός απ’ το πρώτο γράμμα κάθε λέξης το οποίο είναι
Monotype Corsiva 14pt.
Με τον παραπάνω τρόπο, είναι σχεδιασμένες όλες οι σελίδες με τις κύριες ενότητες
(πρώτο επίπεδο πληροφοριών). Οι υπόλοιπες σελίδες με τα links (δεύτερο ή τρίτο
επίπεδο πληροφοριών) είναι πιο απλά σχεδιασμένες. Αρχικά βρίσκεται ο τίτλος και
το πρώτο animation, το μενού και ακολουθεί το κείμενο κάθε αναπτυσσόμενου link.
Ο τίτλος του κειμένου είναι Times New Roman 14pt εκτός, βέβαια απ’ το πρώτο
γράμμα κάθε λέξης το οποίο είναι Monotype Corsiva 16pt, σε χρώμα χακί
ανοιχτό(#808000). Το κείμενο που ακολουθεί είναι Times New Roman 12pt σε
μαύρο χρώμα.

2.2.4 Υλοποίηση

Το επόμενο στάδιο στη διαδικασία ανάπτυξης ενός διαδικτυακού κόμβου είναι η


υλοποίησή του. Σε αυτό το στάδιο, πραγματοποιείται η επιλογή των τεχνολογιών
υλοποίησης, γίνεται η συγγραφή των κειμένων, η δημιουργία των εικόνων και των
υπολοίπων πολυμεσικών στοιχείων για κάθε υπο-εφαρμογή του διαδικτυακού
κόμβου και η ανάπτυξη του κώδικα των υπο- εφαρμογών και πραγματοποιείται η
ολοκλήρωσή τους. Ο στόχος του σταδίου είναι η δημιουργία ενός εκλεπτυσμένου και

30
πλήρως λειτουργικού διαδικτυακού κόμβου που θα χρησιμοποιηθεί από τους
δυνητικούς χρήστες.

Α) Επιλογή τεχνολογιών υλοποίησης

Κατά τη διάρκεια αυτού του βήματος γίνεται η επιλογή των τεχνολογιών που θα
υποστηρίξουν τη διαδικασία υλοποίησης του διαδικτυακού κόμβου με βάση τις
παρακάτω παραμέτρους:

α) Γλώσσα παρουσίασης

Γλώσσα παρουσίασης είναι η γλώσσα ή το πρόγραμμα το οποίο επιλέγεται για την


υλοποίηση της ιστοσελίδας.
Η συγκεκριμένη ιστοσελίδα υλοποιήθηκε μέσω του προγράμματος Microsoft
FrontPage και της γλώσσας HTML αλλά και του Macromedia Flash MX για την
υλοποίηση της κεντρικής σελίδας. Έγινε ένας συνδυασμός αφού η HTML είναι μια
καθολική γλώσσα και μπορεί να διαβαστεί σχεδόν από κάθε πρόγραμμα πλοήγησης.
Απ’ την άλλη μεριά, το FrontPage είναι ένα πρόγραμμα το οποίο επιτρέπει, μεταξύ
άλλων, στον κατασκευαστή να βλέπει κατ’ ευθείαν το αποτέλεσμα των ενεργειών του
στην HTML. Όσον αφορά τη κεντρική σελίδα επιλέχθηκε τοFlash MX καθώς είναι
ένα πρόγραμμα το οποίο προσφέρει πολλές δυνατότητες στον σχεδιαστή για
αλληλεπίδραση με τον χρήστη.

β) Γλώσσα προγραμματισμού

Αναφέρεται στη γλώσσα προγραμματισμού που θα χρησιμοποιηθεί για τα scripts


και τα προγράμματα. Το μενού, τα δύο animation και ο τρόπος αλλαγής των
φωτογραφιών, που υπάρχουν στη συγκεκριμένη ιστοσελίδα, υλοποιήθηκαν με java
script. Η java script επιτρέπει επιπλέον λειτουργίες και δυνατότητες τις οποίες δεν
μπορεί να παρέχει μια στατική, δημιουργημένη μόνο με την HTML σελίδα.9.

Β) Υλοποίηση υπο-εφαρμογών

Αυτό το βήμα περιλαμβάνει εγκατάσταση και διαμόρφωση περιβαλλόντων


εκτέλεσης, προγραμματισμό, παραγωγή πολυμέσων και συγγραφή του περιεχομένου.
Πιο συγκεκριμένα, στο βήμα αυτό πραγματοποιείται:

α) Ανάπτυξη περιεχομένου:

Σε αυτό το βήμα επιλέγεται και δημιουργείται το υλικό που θα παρουσιάζεται στο


δικτυακό τόπο:

 Συγγραφή κειμένων
 Παραγωγή γραφικών – εικόνων
o σύνθεση ή συλλογή εικόνων
9
Οδηγός της JAVASCRIPT, Desktop Puplishing, Αθήνα 2001. ISBN 960-512-291-Χ.

31
o ψηφιοποίηση των εικόνων
o επεξεργασία των διαθέσιμων εικόνων
o μετατροπή του ψηφιοποιημένου υλικού σε αρχεία κατάλληλης μορφής

β) Ανάπτυξη κώδικα:

Σε αυτό το βήμα, κατασκευάζεται και συμπληρώνεται με περιεχόμενο (κείμενο,


γραφικά, εικόνες, πολυμεσικό περιεχόμενο) το σύνολο των σελίδων κάθε υπο-
εφαρμογής του διαδικτυακού κόμβου. Επίσης γίνεται η ανάπτυξη του κώδικα της
σελίδας.

Γ) Ολοκλήρωση των υπο-εφαρμογών

Στο βήμα αυτό πραγματοποιείται η ολοκλήρωση όλων των υλοποιημένων τμημάτων


(υπο-εφαρμογών) στο δικτυακό τόπο.

2.2.5 Έλεγχος και αξιολόγηση

Μόλις ολοκληρωθεί η υλοποίηση του διαδικτυακού κόμβου, το επόμενο στάδιο


είναι ο έλεγχος αυτού. Ο έλεγχος πρέπει να γίνεται αρχικά από αναγνώστες που δεν
είναι μέλη της ομάδας ανάπτυξης και που είναι πρόθυμοι να παρέχουν κριτική και να
εκθέσουν προγραμματιστικά λάθη, τυπογραφικά σφάλματα και γενικά να εκφέρουν
κριτική σχετικά με το σχεδιασμό και την αποδοτικότητα του διαδικτυακού κόμβου.
Αφού γίνει η λεπτομερής εξέταση του διαδικτυακού κόμβου, μόνο τότε μπορεί να
αρχίσει η κοινοποίηση της ηλεκτρονικής του διεύθυνσης (URL) στο ευρύ κοινό.
Η διαδικασία του ελέγχου στοχεύει στη διασφάλιση ότι η εφαρμογή λειτουργεί
σωστά και σύμφωνα με τις προδιαγραφές που τέθηκαν στη φάση της ανάλυσης. Κατά
τη διαδικασία ελέγχου ενός διαδικτυακού κόμβου, διεξάγονται οι ακόλουθοι έλεγχοι:

• Έλεγχος λειτουργικότητας,
π.χ. επαλήθευση ότι όλοι οι σύνδεσμοι λειτουργούν σωστά και οδηγούν στη σωστή
πληροφορία.
• Έλεγχος απόδοσης,
π.χ. μέτρηση του χρόνου απόκρισης του διαδικτυακού κόμβου σε διαφορετικές
πλατφόρμες.
• Έλεγχος συμβατότητας,
π.χ. διασφάλιση ότι ο δικτυακός τόπος λειτουργεί ικανοποιητικά σε διαφορετικές
πλατφόρμες.
• Έλεγχος αξιοπιστίας,
π.χ. επαλήθευση ότι η ίδια ακολουθία βημάτων οδηγεί πάντα στο ίδιο αποτέλεσμα.
• Έλεγχος Περιεχομένου
π.χ. διασφάλιση ότι το σύνολο του περιεχομένου είναι σωστό ως προς την
ορθογραφία, τη γραμματική και τη σύνταξη.
• Έλεγχος ευχρηστίας,

32
π.χ. προβλήματα που αντιμετωπίζει ο χρήστης όταν προσπαθεί να χρησιμοποιήσει το
δικτυακό τόπο.
Στη συγκεκριμένη ιστοσελίδα, αρχικά έγινε έλεγχος λειτουργικότητας, ευχρηστίας,
απόδοσης, αξιοπιστίας αλλά και περιεχομένου από τους υπεύθυνους του έργου. Αφού
διαπιστώθηκε ένα θετικό αποτέλεσμα ως προς τα παραπάνω, υπήρχαν άτομα τα οποία
λειτούργησαν ως χρήστες του διαδικτυακού κόμβου. Οι παρατηρήσεις που έκαναν
ήταν πολύ θετικές για την ιστοσελίδα ως προς το περιεχόμενο, τη δομή αλλά και τον
γραφικό σχεδιασμό της.

2.2.6 Συντήρηση-Εξέλιξη

Με τον όρο συντήρηση - εξέλιξη, εννοούνται όλες οι δραστηριότητες που


απαιτούνται για τη συνεχή υποστήριξη του διαδικτυακού κόμβου. Το στάδιο της
συντήρησης διασφαλίζει ότι οι διαδικασίες ανάπτυξης συνεχίζονται και βελτιώνονται.
Στη φάση αυτή διορθώνονται λάθη και προβλήματα που εντοπίζονται από τους
χρήστες του τελικού προϊόντος. Χαρακτηριστικά κατά τη διάρκεια της φάσης αυτής
συμβαίνουν τα ακόλουθα:

• Ενημέρωση και προσθήκη του περιεχομένου:


Η ενημέρωση και η προσθήκη του περιεχομένου αποτελούν σημαντικό λόγο
επιστροφής των χρηστών στο δικτυακό τόπο. Μελέτες έχουν δείξει ότι οι χρήστες του
Διαδικτύου δεν επισκέπτονται συνήθως έναν δικτυακό τόπο περισσότερο από δύο
φορές εάν δεν ενημερώνεται σε τακτική βάση.
• Ενημέρωση συνδέσμων:
Καθώς στο Διαδίκτυο οι πηγές πληροφορίας αλλάζουν συνεχώς, η ενημέρωση των
συνδέσμων αποτελεί ένα σταθερό και συνεχή στόχο.
• Διόρθωση:
Διόρθωση των λαθών (απλών προβλημάτων) που ανακαλύπτονται από τους χρήστες
αφού η εφαρμογή τεθεί σε λειτουργία.
Το στάδιο αυτό, στη συγκεκριμένη ιστοσελίδα δεν υλοποιήθηκε.

33
3. Ιστορική αναδρομή

Στο σημείο αυτό κρίνεται σκόπιμο να σκιαγραφήσουμε το ιστορικό υπόβαθρο


πριν τη Μικρασιατική Καταστροφή και τη μετακίνηση των προσφύγων στο νησί
της Λέσβου, καθώς και τις εξελίξεις στα πλαίσια ανάπτυξης των προσφυγικών
κοινοτήτων, όπως επίσης και την επίδραση της δράσης των τελευταίων στο
κοινωνικό γίγνεσθαι της Λέσβου κατά τις δεκαετίες που ακολούθησαν.
Σύμφωνα με τη διεθνή συνθήκη της Γενεύης (1951) και το Πρωτόκολλο της
Νέας Υόρκης (1967): Πρόσφυγας είναι κάθε πρόσωπο, που λόγω
δικαιολογημένου φόβου, δίωξης, για λόγους φυλής, θρησκείας και εθνικότητας, ή
συμμετοχής σε μία ορισμένη κοινωνική ομάδα, βρίσκεται έξω από τη χώρα της
υπηκοότητός του και δε μπορεί, ή εξαιτίας αυτού του φόβου δε θέλει, να
προσφύγει στην προστασία της χώρας αυτής.
Κατά την ιστορική μας αναδρομή, θα γίνει εκτενής αναφορά στην οικονομική,
κοινωνική και πολιτιστική δραστηριότητα των προσφύγων πριν και μετά το
κομβικό γεγονός της Μικρασιατικής Καταστροφής.

3.1. Χριστιανικοί πληθυσμοί στη Μικρά Ασία πριν την


Μικρασιατική κατασροφή

3.1.1 Μετακινήσεις πληθυσμών προς Μικρά Ασία

Οι σχέσεις που δημιουργήθηκαν ανάμεσα στη Μικρά Ασία και στη Λέσβο πριν
τη Μικρασιατική καταστροφή, αποτελούν απόρροια τόσο κοινωνικοοικονομικών,
πολιτιστικών, πολιτικών και ιστορικών συγκυριών που επηρέασαν τις δύο
περιοχές αντίστοιχα.
Ο γηγενής χριστιανικός πληθυσμός της Μικράς Ασίας, που μετά τη διάλυση του
βυζαντινού κράτους είχε συρρικνωθεί, τονώθηκε αριθμητικά μετά το 18 ο - 19ο
αιώνα, από μετακινήσεις Ελλήνων που έρχονταν από την απέναντι πλευρά του
Αιγαίου10.
Πρόκειται για μια σταδιακή μετανάστευση κατοίκων γειτονικών νησιών όπως η
Μυτιλήνη ή κυκλαδίτικων νησιών, όπως η Νάξος και η Τήνος, που έρχονταν να
ζητήσουν καλύτερη τύχη στις ακτές της Μικράς Ασίας. Οι λόγοι ήταν
οικονομικοί. Ο κύριος όγκος των μεταναστών που προέρχονταν από την
Πελοπόννησο και τα νησιά του Αιγαίου (Κυκλάδες και Σποράδες) ασχολούνταν
με τις τέχνες και την βιοτεχνία και ήταν οργανωμένος σε σινάφια (συντεχνίες) 11.
Η μετανάστευση αυτή των ελληνικών πληθυσμών, από τα τέλη του 18ου αιώνα,
εξυπηρετούσε τους Τούρκους μεγαλογαιοκτήμονες, που ευνοούσαν την
εγκατάσταση των χριστιανών στη Μικρά Ασία αφού πρόσφεραν άφθονα εργατικά
χέρια για την καλλιέργεια της γης.
Με το πέρασμα του καιρού δημιουργούνται έτσι οι Κυδωνίες (το Αϊβαλί), πόλη
με αμιγή ελληνικό πληθυσμό, ενώ ενισχύεται σημαντικά το ελληνικό στοιχείο σε
πόλεις όπως η Σμύρνη, όπου μεταναστεύουν τεχνίτες και έμποροι12.

10
Μιχελή Λ., 1992: 34.
11
Σιφναίου Ε., 1996: 55.
12
όπως παραπάνω Μιχελή Λ.1992:35, 36.
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

Στην περίοδο της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 το ρεύμα ανακόπτεται,


αλλά η εγκατάσταση Ελλήνων (που προστίθενται τότε περισσότερο στις τάξεις
του αστικού και, λιγότερο, του αγροτικού πληθυσμού) συνεχίζεται με εντονότερο
ρυθμό μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους, το 1830. Η μετανάστευση
ευνοείται αργότερα και από τη Συμφωνία της Κάνλιτζα (προαστίου του
Βοσπόρου), το 1855 - οπότε παρατηρείται βελτίωση σχέσεων μεταξύ Ελλάδας και
Τουρκίας. Με τον τρόπο αυτό αυξάνονται και τα ποσοστά του ελληνικού
πληθυσμού σε αστικά κέντρα της Τουρκίας, όπως στη Μαγνησία, στην Πέργαμο,
στην Έφεσο, στη Νικομήδεια, στα Μουδανιά, στο Μπαϊντίρι κι άλλες πόλεις και
χωριά της «Ελάσσονος Ασίας».
Ένα από τα χαρακτηριστικά του τέλους του 19ου αιώνα είναι και η εσωτερική
μετανάστευση. Πoλλoί Έλληνες, κάτοικοι μικρότερων πόλεων της Μικράς Ασίας,
μετακινούνται σε μεγαλύτερες: από την Καισάρεια, τις Φώκιες, το Ικόνιο, το
Αϊβαλί, μεταναστεύουν στη Σμύρνη πολλοί Έλληνες, με αποτέλεσμα το 1920 το
58,6% του πληθυσμού της να είναι ελληνικό13.
Η Ε. Σιφναίου μας ενημερώνει συγκεκριμένα για το μεταναστευτικό ρεύμα της
Λέσβου (κατά την διάρκεια του 19 ου αιώνα μέχρι το 1912), το οποίο πήρε μεγάλες
διαστάσεις μετά το μεγάλο κύμα ψύχους στα μέσα του 19 ου αιώνα, που
κατέστρεψε την καλλιέργεια της ελιάς (γνωστό και ως η «μεγάλη καμάδα» στη
Λέσβο)14. Ένας από τους κύριους προορισμούς του ρεύματος αυτού ήταν και τα
παράλια της Μικράς Ασίας15.
Πολλές μνείες για την μετανάστευση προς τη Μ. Ασία έχουμε το 19 ο αιώνα, και
κυρίως με την πανώλη του 1832, όταν οι κάτοικοι του ανατολικού μέρους του
νησιού μετανάστευσαν για να αποφύγουν την επιδημία. Η έξοδος προς τις
μικρασιατικές ακτές ήταν διπλής φύσεως. Υπήρχε ένα ρεύμα εποχικό κατά το
τέλος των γεωργικών εργασιών (Μάιο-Οκτώβριο) και ένα ρεύμα μόνιμο. Ο
κόλπος του Αδραμυττίου και η περιοχή που εκτείνεται μέχρι το Δικελί
υποδέχθηκαν αποίκους από το βόρειο και ανατολικό μέρος του νησιού, η περιοχή
της Σμύρνης και της Μαγνησίας από το ανατολικό μέρος, ενώ η περιοχή της
Μαινεμένης από το κεντρικό (Καλλονή και Αγία Παρασκευή).

3.1.2 Μετακινήσεις πληθυσμών από διάφορες περιοχές της Λέσβου


προς τη Μικρά Ασία.

Σύμφωνα με διάφορες πηγές, πολλοί άνθρωποι από διάφορες περιοχές της


Λέσβου, από την Αγία Παρασκευή, το Μεσότοπο, την Ανεμότια, τα Πάμφιλα, τη
Θερμή, τη Γέρα, το Υψηλομέτωπο, το Πλωμάρι και από αλλού, μετανάστευαν για
συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα σε διάφορες περιοχές της Μικράς Ασίας με
σκοπό την εργασία.
Συγκεκριμένα από τις περιοχές της Ανεμότιας, του Σκαλοχωρίου, της Αγίας
Παρασκευής και του Μεσότοπου έλκουν την καταγωγή τους πολλοί γνωστοί
χτίστες («καλφάδες»). Η Λέσβος ήταν ξακουστή για τους «καλφάδες» της, που
εργάζονταν εποχιακά και έξω από το νησί, κυρίως στη Μικρά Ασία. Οι
«καλφάδες» των παραπάνω περιοχών έχτισαν πολυάριθμα σπίτια και εκκλησίες
εκτός από την Λέσβο, στη Σμύρνη και στο Αϊβαλί16.
13
Μιχελή Λ., 1992: 35, 36.
14
Συνοπτική Ιστορία της Νήσου Λέσβου, Κωνσταντινούπολη, 1874: 31, 42.
15
Σιφναίου Ε., 1996: 253, 256.
16
www.aegean.gr/culturelab

35
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

Επίσης όπως μας ενημερώνει η Σιφναίου, από την περιοχή των Παμφίλων και
της Θερμής, πολλά μέλη οικογενειών οι οποίοι ήταν κάτοικοι αυτών των
περιοχών, μετανάστευαν προσωρινά ή παντρεύονταν στη Μ. Ασία.
Σύμφωνα με την ίδια πηγή, τα χωριά Γέρα, Αγ. Παρασκευή και άλλες περιοχές
του νοτιανατολικού μέρους του νησιού αποτελούσαν αφετηρία αποίκων με
προορισμό τα παράλια της Μικράς Ασίας, όπως επίσης και εποχιακού εργατικού
δυναμικού που μετανάστευε το καλοκαίρι (από τον Μάιο ως τον Οκτώβριο) και
σε ορισμένες περιπτώσεις εγκαθίστατο και μόνιμα: «Πήγαν δυο-τρεις εκεί
δούλεψαν, σιγά-σιγά μείναν’ παντρεύτηκαν…δημιούργησαν μια παροικία ας το
πούμε της Μαινεμένης….οι Μεσοτοπίτες είχαν τη Σμύρνη, οι άλλοι είχαν το
Αϊβαλί, το Δικελί, οι πιο πολλοί είχαν ρίζες Λεσβιακές» (πρβλ.
Αναγνωστοπούλου Μ. Μυτιλήνη, 15/7/2005).
Για παράδειγμα, από το χωριό Υψηλομέτωπο, μεταξύ 1867 και 1912, υπήρξε
μετανάστευση 200 από τις 250 οικογένειες του χωριού με προορισμό τις
κοινότητες Αδραμυττίου, Ζεϊντελί, Κεμέρι και Γιαλοχώρια της Μικράς Ασίας17.
Επίσης, σύμφωνα με μαρτυρίες, πολλές κοπέλες από το Πλωμάρι εργάζονταν
για ορισμένο χρονικό διάστημα ως υπηρέτριες σε ελληνικά σπίτια της Μικράς
Ασίας. «Το Πλωμάρι είχε καλή συγκοινωνία με τα Μικρασιατικά παράλια και
αρκετοί (μόνιμοι ή περιοδικοί) μετανάστες που κατάγονταν από εκεί ήταν
εγκατεστημένοι σε περιοχές όπως Σμύρνη, Αϊβαλί, Έφεσο και αλλού, καθώς
επίσης υπήρχαν και πολλά καταστήματα Πλωμαρίτικα.» (συν. του Φρυδά Γ. και
Αρμενάκη Σ., 26/1/1996, βασισμένη στο ερευνητικό πρόγραμμα «Μουσικός και
Υλικός Πολιτισμός στο Βόρειο Αιγαίο-Κιβωτός του Αιγαίου» του εργαστηρίου
Κοινωνικής&Πολιτισμικής-Ψηφιακής Τεκμηρίωσης του Πανεπιστημίου Αιγαίου,
επιστημονικός υπεύθυνος Χτούρης Σωτήρης).

3.1.3 Μετακινήσεις πληθυσμών από διάφορες περιοχές της Μικράς


Ασίας προς τη Λέσβο.

Υπάρχουν διάφορες μαρτυρίες για μετακινήσεις πληθυσμών που ζούσαν σε


διάφορες περιοχές των μικρασιατικών παραλίων όπως Αϊβαλί, Μοσχονήσια και
αλλού, που είχαν επαφές με τη Λέσβο και έρχονταν στο νησί για διαφορετικούς
σε κάθε περίπτωση λόγους. Για παράδειγμα καταγράφεται ο ερχομός ψαράδων
στον κόλπο της Καλλονής.
«Πλούσιος ο κόλπος Καλλονής και ξακουστός για τα ψάρια του κάθε
λογής...είχε αποκτήσει μεγάλη φήμη έξω από το νησί που έφτασε στους
ψαρότοπους των άλλων γειτονικών νησιών και παραλίων, όπως Πέργαμο,
Αϊβαλί, Ντικελί, Μοσχονήσια, Σμύρνη και άλλα. Έτσι έγινε από τα τέλη του
περασμένου αιώνα πόλος έλξης πολλών ψαράδων από τις Μικρασιατικές ακτές.
Εκτός από τον Μπαρμπαστελλάκη (Στέλιος Χριστοφύλλης) στις αρχές του αιώνα
μας ερχόντουσαν για ψάρεμα κι άλλοι Αϊβαλιώτες, ανάμεσα στους οποίους και ο
Καμπούνταλης (Κατανάκης) και ο Μυκονιάτης Στρατής (Κοβγιός). Αυτοί οι
πρώτοι Αϊβαλιώτες ψαράδες χτενιών, σαρδέλλας και κεφαλόπουλου έστησαν
στα 1907 στην Αχλαδερή μια πλάκα στην οποία έγραψαν: “Κυδωνιάτες αλιείς,
ίδρυσαν ναό Αγίου Δημητρίου, 1907”»18.
Επιπλέον σύμφωνα με μαρτυρίες, στο Μανταμάδο ως το 1922 στη γιορτή του
Ταξιάρχη (8 Νοεμβρίου) καθώς και την Κυριακή των Μυροφόρων, στη δεύτερη

17
Σιφναίου Ε., 1996: 99, 245.
18
Παπαστυλιανός Α., 1985: 7.

36
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

μεγάλη γιορτή του Ναού, πλήθος ήταν οι Αϊβαλιώτες και Μοσχονησιώτες που
έρχονταν στον Παληό οικογενειακά με καΐκια και βάρκες για να προσκυνήσουν
και να πάρουν μέρος στο μεγάλο πανηγύρι του Μανταμάδου, μένοντας μερικές
μέρες στα κελλιά του Μοναστηριού19.

3.1.4. Εμπορικές Σχέσεις μεταξύ Μικράς Ασίας-Λέσβου.

Μετά την απελευθέρωση του εμπορίου και τη μετατροπή του λιμανιού της
Μυτιλήνης, μετά το 1858, σε διαμετακομιστικό κέντρο εμπορευμάτων με
προορισμό την εξαγωγή τους στα μικρασιατικά παράλια 20, οι εμπορικές σχέσεις
ανάμεσα στη Μικρά Ασία και τη Λέσβο ενδυναμώθηκαν.
Πληροφορούμαστε για τη σύνδεση της Λέσβου μέσω τοπικών μικρών
ταχυδρομικών ατμόπλοιων με πόλεις του Αδραμυτινού Κόλπου, όπως Άδραμύττι,
Κυδωνιές, Δικελί και με τη Σμυρνη21. Επίσης σύμφωνα με αναφορά απο το
«Πανελλήνιο Ημερολόγιο Λέσβου» του 1914, το λιμάνι της Μυτιλήνης
συνδέονταν με πλοία της (αιγυπτιακής) Χεδιβικής Ατμοπλοϊκής Εταιρείας με την
Σμύρνη και άλλα εμπορικά κέντρα της εποχής22.
Σύμφωνα με πηγές γίνονταν εισαγωγές και εξαγωγές προϊόντων από τη Λέσβο
με προορισμό την Μικρά Ασία και το αντίστροφο.
Υπάρχουν αναφορές για εξαγωγές ψαριών αλλά και θαλασσινών (χτένια,
κυδώνια κ.ά.), από την Λέσβο με προορισμό τη Σμύρνη και την
Κωνσταντινούπολη μέχρι το 1922. Τα προϊόντα αυτά προέρχονταν από τους δύο
μεγάλους κόλπους του νησιού, τον κόλπο της Γέρας και τον κόλπο της Καλλονής,
οι οποίοι ήταν πασίγνωστοι για την αφθονία αυτών των προϊόντων.
Πληροφορούμαστε επίσης για την εξαγωγή σαπουνιού, βάση του οποίου ήταν
το ελαιόλαδο, εκτός των άλλων περιοχών και στην Μικρά Ασία23.

Σύμφωνα με πηγές, υλικά όπως ξύλο, πέτρα, ασβέστης, τούβλα και κεραμίδια
τα οποία χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή οικοδομημάτων (αρχοντικών
κατοικιών, βιομηχανικών κτιρίων, αποθηκών, εκκλησιών, τζαμιών κ.α..) είτε τα
εισήγαγαν από την Μικρά Ασία είτε τα προμηθεύονταν από ντόπιες πηγές του
νησιού.
Συγκεκριμένα γινόταν εισαγωγή του φημισμένου πορρώδη τόφφου, με ρόδινο
χρώμα και αντοχή στη θαλασσινή υγρασία, το οποίο έβγαινε στα λατομεία του
Σαρμουσάκ, στον κόλπο του Αϊβαλιού, το οποίο μεταφέρονταν με πλοία στη
Μυτιλήνη24.
Επίσης πληροφορούμαστε για την χρησιμοποίηση τούβλου προερχόμενο από το
Γενιτσαροχώρι της Μικράς Ασίας, με σκοπό την οικοδόμηση μεγάλων
οικοδομών25.
Όπως αναφέρουν διάφοροι περιηγητές, γινόταν επίσης εισαγωγή οικοδομικής
ξυλείας (ξύλο πεύκου, καστανιάς, λεύκας και κυπαρισσιού) από δάση της
Μικρασίας αντίστοιχα των οποίων υπήρχαν και στην Λέσβο.

19
Παρασκευαϊδης Γ., 1987: 85.
20
Σιφναίου Ε., 1996: 256.
21
Κοντή Ι., 55.
22
Ελευθεριάδης Μ., 1993: 85, 87.
23
Λεοντής Δ.Π., 1996.
24
Αρχείο Εργαστηρίου Κοινωνικής&Πολιτισμικής-Ψηφιακής Τεκμηρίωσης Πανεπιστημίο Αιγαίου, επιστημονικός
υπεύθυνος Χτούρης Σωτήρης.
25
www.aegean.gr/culturelab

37
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

Επίσης, γινόταν εισαγωγή κοσμημάτων από τη Σμύρνη. Τα κοσμήματα αυτά


συνόδευαν την παραδοσιακή γυναικεία φορεσιά ( «καφάσια», εγκόλπια, φλουριά,
μαργαριτάρια, σκουλαρίκια), ενώ τα φορούσαν παραδοσιακά στις εθιμικές
τελετές του αρραβώνα και της προικοδοσίας της νύφης.
Τέλος, για τον εξοπλισμό διάφορων βιομηχανικών κτιρίων όπως ελαιοτριβείων
και σαπωνοποιείων γινόταν εισαγωγή μηχανημάτων και από την περιοχή της
Σμύρνης. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε το εργοστάσιο βιομηχανικό συγκρότημα
του Άτκινσον στα Πάμφιλα. Η μονάδα περιλάμβανε τριών ειδών βιομηχανικά
κτίρια. Ένα για την παρασκευή πυρηνελαίου, ένα για διθειάνθρακα, ένα
σαπωνοποιείο και πολύ αργότερα ένα εργοστάσιο γαλβανισμού πιστονιών. Τα
μηχανήματα όλων των μονάδων κόστισαν 260.000 γρόσια και η απόσβεση
έφθανε το 10% ετησίως. Ήταν αγγλικού τύπου και προμηθευτής ήταν το
εργοστάσιο-μηχανουργείο του Ισηγόνη στη Σμύρνη. Ο συγκεκριμένος
προμηθευτής εφοδίαζε, με εξοπλιστικά μηχανήματα, τα περισσότερα βιομηχανικά
κτίρια στη Λέσβο26.

3.1.5 Κοινά στοιχεία Λέσβου με Μικρά Ασία

Οι στενές σχέσεις που αναπτύχθηκαν ανάμεσα στη Λέσβο και στα μικρασιατικά
παράλια είχαν ως αποτέλεσμα άμεσες και έμμεσες επιρροές σε περιοχές της
Λέσβου.
Η επιρροές αυτες αντικατοπτρίζονται σε διάφορους τομείς όπως στην
αρχιτεκτονική. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε την ομοιότητα κατασκευών
«λαϊκών» σπιτιών στις γειτονιές της Σμύρνης και του Αϊβαλιού με αντίστοιχες
στις γειτονιές της Μυτιλήνης, και ιδιαίτερα την περίπτωση των «δίδυμων»
(όμοιων) σπιτιών, που έχτιζαν για την προικοδότηση των κοριτσιών κάθε
οικογένειας27.
Στις ανατολικές περιοχές του νησιού (Πύργοι Θερμής, Πάμφιλα, Μόρια,
Παναγιούδα και Βαρειά), όπου η επαφή με τα εμπορικά και βιομηχανικά κέντρα
της Μικρασίας ήταν έντονη -από το 19ο αιώνα και έπειτα- οι κατοικίες αυτές
έχουν διαφορετική μορφή. Εισάγονται νέα στοιχεία τόσο ως προς την
τεχνοτροπία όσο και ως προς τον αρχιτεκτονικό ρυθμό (κυρίως νεοκλασικό).
Επίσης η αρχιτεκτονική μορφή και ο τρόπος κατασκευής των βιομηχανικών
κτιρίων του 19ου αιώνα και των πρώτων δεκαετιών του 20 ου, δείχνουν ότι
αντλούσαν πρότυπα από τις αντίστοιχες κατασκευές της Ευρώπης και της Μικράς
Ασίας. Πρόκειται κυρίως για ελαιοτριβεία, σαπωνοποιεία και βυρσοδεψεία,
καθώς και για μεγάλες αποθήκες, που χτίστηκαν με δομικά υλικά ξυλεία, πέτρες,
ασβέστη, τούβλα και κεραμίδια, που προέρχονταν από τη Λέσβο και τη Μικρά
Ασία, ενώ εξοπλίστηκαν με μηχανήματα από την Αγγλία, τη Σμύρνη και τον
Πειραιά. Στην πόλη της Μυτιλήνης τα περισσότερα βιομηχανικά κτίρια
συγκεντρώνονταν στο Βόρειο και στο Νότιο λιμάνι. Ορισμένα διατηρούνται μέχρι
σήμερα, με διαφορετική όμως λειτουργία28.
Επίσης κοινά στοιχεία παρατηρούνται και στον τρόπο ζωής ανθρώπων οι οποίοι
διέμεναν τόσο στην περιοχή της Λέσβου όσο και στα απέναντι παράλια. Σύμφωνα
με αναφορά του Παρασκευαϊδη oι Κυδωνίες (Αϊβαλί Μικράς Ασίας) ήταν κατά
κάποιο τρόπο λεσβιακή αποικία και μάλιστα του χωριού Μανταμάδος Λέσβου,
26
www.aegean.gr/culturelab
27
όπως παραπάνω www.aegean.gr/culturelab
28
Αρχείο Εργαστηρίου Κοινωνικής&Πολιτισμικής-Ψηφιακής Τεκμηρίωσης Πανεπιστημίο Αιγαίου, επιστημονικός υπεύθυνος
Χτούρης Σωτήρης.

38
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

που βρίσκοταν ακριβώς απέναντί τους. Τα δύο χωριά είχαν γλωσσική διάλεκτο,
ίδια ενδυμασία, πολλά κοινά επώνυμα, ίδια έθιμα και συχνή μεταξύ τους
επικοινωνία29. «Κι έπειτα τι Πέργαμος τι Μυτιλήνη, όλα τα ίδια. Και οι συνήθειες
και το ντύσιμο, το νοικοκυριό, τα φαγητά, τα γλυκίσματα σχεδόν ίδια με τη
Λέσβο, όπως τα έβλεπα και τα άκουγα από τη μητέρα μου και τη θεία μου.
Ελλάδα ή Πέργαμος.»30.

Επιπλέον ομοιότητες παρατηρούνται και στον τομέα της μουσικής επιτέλεσης.


Σύμφωνα με μαρτυρίες πολλοί ήταν εκείνοι που πήγαιναν στα απέναντι παράλια
για να μάθουν κάποιο όργανο ή για να πάρουν κομμάτια τα οποία στην συνέχεια
τα έφερναν και τα έπαιζαν στην Λέσβο: «Ο προπαππούς μ’ ήνταν μυλωνάς…Και
λέγονταν Νικόλαος Κυριάκογλου….Ύστιρα πως τ’ κάπνισι να μάθ’ όργανου…
και πήγε στη Μικρά Ασία. Να μάθ’ όργανου, κορνέτα... Νομίζω πρώτα είχι πάει
στη Πάλια [στη Μ. Ασία]. Πήγι κι δούλευι στην Πάλια, στου μεταλείου, και
έκανε μαθήματα κάπου στη Σμύρνη. Έμαθι λίγου κουρνέτα, ήρθι εδώ, είχε κάτι
δικούς του ανθρώπους μουσικούς.... Αλλά για να μάθ’ του ρεπερτόριο, έπρεπε
κάποιος να πάει στη Σμύρνη. Δεν είχι εδώ ούτι χαρτιά ούτι τίπουτα. Ούτι
ραδιόφωνα, είχι κάτι γραμμόφωνα που σπανίζαν. Μάλλον θα έπρεπε λοιπόν να
πάει κάποιος στη Σμύρνη να μάθ’ κάποια τραγούδια να τα μιταδώσ’ εδώ. Λοιπόν
πήγι στη Σμύρνη έμαθε 4-5 τραγούδια, όταν ερχόταν, ερχόταν με βάρκα τότι,
όταν λοιπόν ήρθι ξέχασι τα μισά! Γιατί ήταν με τ’ αυτί. Πήγι λοιπόν ένα διάστημα
κάπου έξι μήνις, ξαναδούλιψι στου μιταλείου, έμαθι κι νότις, και πήγινι τα
έπαιρνε τα κομμάτια γραμμένα, και ερχόταν εδώ και τα έπαιζε. Λοιπόν, εκείνος,
έπαιζε με κάτι μουσικούς εδώ, ή κάτι Αγιάπαρασκευώτες, μαζί. Ήταν μια καλή
κουμπανία, και πολλές φορές μάλιστα πηγαίναν και κάναν και δουλειές απέναντι.
Στη Μικρά Ασία. Πολλές φορές γινόταν αυτό. Από δω ήταν μια ώρα για να πας
απέναντι. Η εποχή, εκεί, (1900) ’9, ’10, ’12. Αυτές ήταν οι χρονολογίες. Ο
πατέρας μ’ ήταν μικρός.» (συν. του Κυριακόγλου Μιχάλη, 23/5/1997 βασισμένη
στο ερευνητικό πρόγραμμα «Μουσικός και Υλικός Πολιτισμός στο Βόρειο
Αιγαίο-Κιβωτός του Αιγαίου» του εργαστηρίου Κοινωνικής&Πολιτισμικής-
Ψηφιακής Τεκμηρίωσης του Πανεπιστημίου Αιγαίου, επιστημονικός υπεύθυνος
Χτούρης Σωτήρης).

4. Επαγγέλματα πριν τη Μικρασιατική Καταστροφή

Οι Έλληνες της Μικρασίας ενισχυμένοι σημαντικά από το μεγάλο ποσοστό των


Ελλήνων μεταναστών που είχαν προορισμό τα παράλια της Μικρασίας και
κυρίως την περιοχή της Σμύρνης κατά την διάρκεια του 18ου και 19ου αιώνα,
ασχολήθηκαν με διάφορα είδη εργασιών. Οι συνθήκες που άρχισαν να
δημιουργούνται σε αυτή την περιοχή ευνοούσαν την ανάπτυξη και την
καλλιέργεια της γεωργικής παραγωγής, του εμπορίου αλλά και των ελεύθερων
επαγγελμάτων31.

29
Παρασκευαϊδη Π, 1989: 13.
30
Κλήμης Α., 1986: 68.
31
Μιχελή Λ.,1992: 35.

39
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

4.1. Αγροτικά Επαγγέλματα

Οι Έλληνες της Μικρασίας ασχολήθηκαν κυρίως με τα επαγγέλματα της γης και


τα προϊόντα της. Όσοι δεν κατευθύνθηκαν στην Σμύρνη αλλά σε άλλα σημεία της
Μικράς Ασίας, ήταν αρχικά τουλάχιστον, αγρότες κατά κύριο λόγο. Αλλά και
στην περιοχή της Σμύρνης, σύμφωνα με την έρευνα της Σιφναίου, πολλοί εργάτες
γης της Λέσβου προς το τέλος του 19ου αιώνα απασχολήθηκαν σε μεγάλες
γεωργικές ιδιοκτησίες καπιταλιστικού τύπου («τσιφλίκια»), που είχαν
δημιουργηθεί από Έλληνες32.
Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να συμπεριλάβουμε και το ποσοστό των ατόμων οι
οποίοι, όπως μας ενημερώνει η Σιφναίου, ανήκαν σε εποχικό μεταναστευτικό
ρεύμα, κατά το τέλος των γεωργικών εργασιών (Μάιο-Οκτώβριο). Υπολογίζονται
30.000-35.000 εργάτες και εργάτριες, οι οποίοι μετανάστευαν προς τις ακτές της
Μικράς Ασίας ανά τακτά χρονικά διαστήματα. από τον Απρίλιο μέχρι τον
Οκτώβριο, και συχνά πολλοί από αυτούς παρέμεναν εκεί, παντρεύονταν, ή
επέστρεφαν συνοδευόμενοι από τις ή τους συζύγους τους 33. Οι άνθρωποι οι οποίοι
ανήκαν σε αυτό το μεταναστευτικό ρεύμα ασχολήθηκαν ιδιαίτερα με τα γεωργικά
επαγγέλματα: «Επίσης πολλοί πήγαιναν στον πλούσιο και εύφορο κάμπο της
Μαινεμένης, στη Μικρά Ασία, όπου κατόρθωναν να δημιουργούν σημαντική
ακίνητη περιουσία, η οποία συνίστατο κυρίως σε κτήματα, τα λεγόμενα
τσιφλίκια. Αλλά και πολλοί εργάτες μετέβαιναν κάθε καλοκαίρι στη Μαινεμένη,
για τον θερισμό και αλωνισμό των σιτηρών, από την οποίαν επέστρεφαν, με
σημαντική ποσότητα σιτηρών, που αποτελούσε την αμοιβήν της εργασίας των.
Άλλη χώρα που δεχόταν τότε προς εργασίαν κατοίκους της κοινότητος (Αγίας
Παρασκευής) ήταν η Αίγυπτος»34.
Σταδιακά με επιμονή και ζήλο οι Έλληνες έπαιρναν στην κυριότητά τους
κτήματα: «Με τη σκληρή δουλειά τους πρόκοβαν οι χριστιανοί, αγόραζαν
χωράφια από τους τεμπέληδες και μοιρολάτρες Τούρκους των γειτονικών χωριών.
Κοντά στις γεωργικές δουλειές και εμπόριο και καΐκια, ταξίδια, χρήμα,
πολιτισμός. Το μικρό χωριό μεγάλωνε, έρχονταν να κατοικήσουν σ΄ αυτό κι απ΄
αλλού. Κι από την κοντινή Λέσβο, μα και από μακρινά μέρη….»35.
Οι Έλληνες της Μικρασίας ασχολήθηκαν με την καλλιέργεια και την παραγωγή
καπνού, λαδιού, σύκων και σταφίδων: «Εκεί πέρα είχανε καπνά. Το ίδιο και η
οικογένεια της μαμάς μου. Είχανε αμπέλια …αλλά η περιοχή του Αξαριού και της
Μαγνησίας καλλιεργούσανε καπνά, και αμπέλια πολλά. Γιατί έβγαζαν πάρα πολύ
ωραία κρασιά.» (πρβλ. Ατσικμπάση Μ. Καλλονή Λέσβου, 22/7/2005).
Μια σημαντική καλλιέργεια, που αναπτύχθηκε σχετικά όψιμα στη Δυτική
Μικρά Ασία, ήταν εκείνη του καπνού. Τα κοντινότερα στη Σμύρνη
καπνοπαραγωγά χωριά, ήταν ο Μπουτζάς, ο Μπουρνόβας, το Σεβντίκιοϊ. Η καλ-
λιέργεια του καπνού μεταφέρθηκε και στην Έφεσο (το Αγιασολούκ), από το
εσωτερικό της Μικράς Ασίας, το 1874. Πολλοί Έλληνες της περιοχής ήταν
καπνοπαραγωγοί36.
Το λάδι αποτελούσε το κατεξοχήν προϊόν της παραλίας της Αιολίδας: των
Κυδωνιών, του Αδραμυττίου, των Μοσχονησίων. Στο Αϊβαλί, πριν από το 1922,
32
Σιφναίου Ε., 1996: 55, 256.
33
Αρχείο Εργαστηρίου Κοινωνικής&Πολιτισμικής-Ψηφιακής Τεκμηρίωσης Πανεπιστημίο Αιγαίου, επιστημονικός
υπεύθυνος Χτούρης Σωτήρης.
34
Στρατής Κ., 1963: 238.
35
Κλήμης Α., 1986: 64.
36
Μιχελή Λ., 82-84.

40
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

80.000 στρέμματα ελαιώνων ανήκαν στους 35.000 Έλληνες κατοίκους του. Οι


ελαιώνες απλώνονταν σε μήκος 30 χιλιομέτρων και βάθος 5, και το προϊόν τους
εξαγόταν επεξεργασμένο στη Δύση. Το 1920 υπήρχαν 22 ελαιοτριβεία και 45
σαπωνοποιεία στο κέντρο και στις παρυφές της πόλης37.
Όσον αφορά στα σύκα, η παραγωγή τους ήταν συνυφασμένη με τη Σμύρνη. Τα
σύκα (που προέρχονταν κυρίως από την πεδιάδα της Εφέσου), τα άφηναν να
ξεραθούν πάνω στο δέντρο από τις 20 Αυγούστου και ύστερα, και τότε το
κουνούσαν και τα φρούτα έπεφταν πάνω σε ξερό χόρτο όπου έμεναν 3 με 4 μέρες,
μέχρι να ξεραθούν τελείως. Τότε τα έβαζαν μέσα σε τσουβάλια και τα
προωθούσαν στα χάνια των εμπόρων, όπου χωρίζονταν σε τρεις κατηγορίες. Εκεί
τα συσκεύαζαν βάζοντας δαφνόφυλλα πάνω στα κουτιά, για άρωμα αλλά και για
συντήρηση του προϊόντος.
Σχετικά με το προϊόν της σταφίδας, η μεγαλύτερη παραγωγή προερχόταν από
τις περιοχές της Φώκαιας, της Ερυθραίας και της Νέας Εφέσου. Από τον Τσεσμέ
έφευγε ροζακιά σταφίδα για τη Γερμανία, την Αυστρουγγαρία, την Ολλανδία,
όπως κι από τη Σκάλα Βουρλών, όπου υπήρχε μεγάλο συσκευαστήριο σταφίδων
στην παραλία, καθώς και 25 αποθήκες. Στα Θείρα, στο Μπαϊντίρι, στη Σμύρνη,
στο Νυμφαίο, στη Μαγνησία, στο Κουσάντασι, στον Τσεσμέ, στη Φώκαια και
στο Καραμπουρνού, συνέλεγαν μαύρη σταφίδα με κουκούτσι, που ξεραινόταν
μόνη της. Το προϊόν μεταφερόταν με καμήλες και αραμπάδες, και φορτωνόταν σε
ειδικά κοφίνια από λυγαριά τους «μπουρματζέδες»38.

4.2. Εμπόριο

Οι Έλληνες που μετανάστευαν στη Σμύρνη, είτε ομαδικά είτε μεμονωμένα,


είχαν σαν αντικειμενικό σκοπό να ασκήσουν εμπόριο, την τέχνη τους ή κάποιο
αστικό επάγγελμα39.
Στον «οδηγό του 1920» στον οποίο περιλαμβάνονται επαγγέλματα και
επιχειρήσεις της Σμύρνης, αναφέρεται το εμπόριο διαφόρων ειδών όπως
ταπήτων, έτοιμων ενδυμάτων, καπνού, λαδιού, ναυτικών ειδών, κατεργασμένων
και ακατέργαστων δερμάτων και άλλων προϊόντων.

4.3. Τεχνικά Επαγγέλματα

Στο σύνολο των επαγγελμάτων που ασκούσαν οι μετανάστες των


μικρασιατικών παραλίων και της περιοχής της Σμύρνης προστέθηκαν επιπλέον
αγγειοπλάστες, επιπλοποιοί, ξυλουργοί, υποδηματοποιοί, χαλβαδοποιοί, χτίστες,
μαρμαράδες, και υφάντρες, κ.α. (βλ. «οδηγό του 1920» στην περιοχή Σμύρνης):
Όπως λέει ο Ζαφειριάδης: «Μια μεγάλη και χωρίς κεφάλαια πηγή πλούτου για το
χωριό μας (Μεσότοπο) ήταν οι ξενιτεμένοι μαστόροι μας οι πασίγνωστοι
‘Μυτιληνιοί’ οικοδόμοι που δεν υπήρχε οικοδομή στη Σμύρνη που να μην έχουν
βάλει το χέρι τους…εκκλησία ή μεγάλο αρχοντικό, που να μην έχουν βάλει τα
καλλιτεχνικά τους γύψινα αριστουργήματα φτιαγμένα επί τόπου»40.
37
Μιχελή Λ., 1992: 14-16, 82-86.
38
Μιχελή Λ.,: 82, 84.
39
Αρχείο Εργαστηρίου Κοινωνικής& Πολιτισμικής-Ψηφιακής Τεκμηρίωσης Πανεπιστημίο Αιγαίου, επιστημονικός
υπεύθυνος Χτούρης Σωτήρης.
40
Κοντέλλης Π., 1985:187.

41
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

Χαρακτηριστική είναι η μαρτυρία του Μικρασιάτη πρόσφυγα κ. Κακλαμάνου,


του οποίου ο πατέρας εξασκούσε στο Αϊβαλί το επάγγελμα του κατασκευαστή
καρεκλών: «Η οικογένειά μ’, ο πατέρας μου έκανε καρέκλες. Είχε, με τον αδερφό
τ’, ένα μεγάλο μαγαζί. Και κάναν’ καρέκλες, αλλά η μόδα τότες, δεν ήταν όπως
είναι τούτες οι καρέκλες. Ήταν ίσια.….τα πόδια. Φέρναν’ οι Τούρκοι απ’ έξω,
ξύλα ειδικά κομμένα, ίσια. Να μην είναι στραβά. Και, τα έβαζε στο ντόρνο ο
πατέρας μου με το θείο.…Και τα συναρμολογούσαν, τα μπλέκαν’, με ψάθα. Και,
απ’ αυτά είχαν μεγάλη κίνηση στα χωριά. Δεν είχε καρέκλες, όπως τώρα που
έχουμε αυτές τσ’ καρέκλες. Ήτανε μόδα αυτή τότες» (πρβλ. Καπλαμάνος T.
Μυτιλήνη, 20/6/2005).

4.4 Ελεύθεροι επαγγελματίες

Σύμφωνα με τον «οδηγό του 1920» στην Σμύρνη υπήρχαν Έλληνες οι οποίοι
εξασκούσαν ελεύθερα επαγγέλματα όπως ιατροί, δικηγόροι, αρχιτέκτονες και
άλλα.
Το επάγγελμα του αντιπρόσωπου κινηματογραφικών ταινιών στο Αϊβαλί
μαρτυρείται από τον Μικρασιάτη πρόσφυγα κ. Καπλαμάνο. «…ο πατέρας της
(της γυναίκας του) ήταν καλός, οικονομικά ήταν πολύ καλός. Στη παραλία, (του
Αιβαλιού) μετά το μεγάλο καφενείο που έχ’ (του Κανέλλου). Είχε ένα, λίγο πιο
μικρό και είχε υπαίθριο κινηματογράφο, είχε κινηματογράφο χειμερινό. Έπαιρνε
ταινίες απ’ εδώ…κ’ έπαιζε, ήταν καφενείο και κινηματογράφος. Τιμπαλίδης,
λεγόταν.» (συν. Καπλαμάνου Τ. Μυτιλήνη, 10/12/2001 βασισμένη σε
αδημοσίευτη εργασία φοιτητών του Τμήματος Πολιτισμικής Τεχνολογίας και
Επικοινωνίας Πανεπιστημίου Αιγαίου, Διδάσκων Παπαγεωργίου Δημήτρης).

4.5 Επαγγέλματα της θάλασσας

Πολλοί από τους Έλληνες οι οποίοι βρίσκονταν στα μικρασιάτικα παράλια


ασχολήθηκαν με την ναυτιλία και τα επαγγέλματα της θάλασσας.
Σύμφωνα με τον Κόντογλου οι Μοσχονησιώτες ήταν φημισμένοι θαλασσινοί οι
οποίοι ταξίδευαν και στη Ρουμανία. Στα Μοσχονήσια υπήρχαν άτομα τα οποία
«σκάρωναν» καΐκια και καράβια και ήταν τόσο φημισμένοι καραβομαραγκοί, που
τους έπαιρναν και δούλευαν σε ξένους ταρσανάδες, στη Μυτιλήνη: «Φημισμένοι
σταθήκανε οι Αϊβαλιώτες για άντρες με γερή καρδιά, φιλότιμοι, κουβαρντάδες κ’
έξυπνοι. Πολλοί από δαύτους ήτανε θαλασσινοί κ’ είχανε πολλά καΐκια.
Παλιότερα συνηθίζανε τις μπομπάρδες, υστερώτερα σκαρώνανε τσερνίκια,
σακολέβες, αχταρμάδες, πένες, περάματα και τέτοια» 41.

41
Κόντογλου Φ., Τα Μοσχονήσια, οι άνθρωποι στο Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Λέσβου, Ημερολόγιο 2005 Αϊβαλί Η
πατρίδα της ψυχής μας,[χ.τ]

42
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

Ακολουθεί απόσπασμα του «οδηγού του 1920»:

4.6 Οδηγός του 1920 για τα επαγγέλματα και τις επιχειρήσεις της
Σμύρνης42

Σύμφωνα με τον «οδηγό του 1920», στην Σμύρνη ορισμένες από τις
επιχειρήσεις που υπήρχαν και τα επαγγέλματα με τα οποία ασχολούνταν οι
Έλληνες της πόλης ήταν τα εξής:
έμποροι: σύκων, κενών σάκων, τσεμπεριών, ταπήτων, τουμπεκιών, σταφίδων,
προβάτων, σιδήρων, νεωτερισμών, καπνού, λαδιού, ναυτικών ειδών,
κατεργασμένων και ακατέργαστων δερμάτων, αποικιακών, άλατος, αλεύρων,
αλιπάστων, έτοιμων ενδυμάτων, ξυλέμποροι.
πωλητές: υαλοπινάκων, ποδηλάτων, κλειδοκυμβάλων, αρχαιοτήτων,
γραμματοσήμων, καπνοσυριγγών, γραφομηχανών.
εισαγωγείς: υφασμάτων Συρίας, οινοπνεύματος, νημάτων, αμπαδών, βαλανιδιών,
γαιανθράκων, δερμάτων, οπίου.
εξαγωγείς: οπίου, σύκων, νωπών οπωρών, σταφίδων, ελαίου, βαλανιδιών,
βάμβακος, βαρελοποιεία, κλινοστρομνών, δερμάτων.
μεσίτες: αποικιακών, βαλανιδιών, βάμβακος και γεννημάτων, ελαίου,
φαρμακευτικών ειδών, οπίου, σταφυλών, σύκων, αλεύρων, συναλλάγματος.
εργοστάσια: ποτάσσης, ομπρελών, οινοπνευματωδών ποτών, χαλβάδων και
ταχινιών, φανελών, μωσαϊκών πλακών, κονσερβών, ζαχαροπλαστείων,
κονιακοποιείας, αεριούχων ποτών, αρωμάτων, ξύλινων κιβωτίων, ασπρορούχων.
καταστήματα: μπαχαρικών, γουναρικών.

Επιπλέον στον «οδηγό του 1920» αναφέρονται και τα ακόλουθα επαγγέλματα:


ακονιστές, αντιπρόσωποι κινηματογραφικών ταινιών, αργυραμοιβοί, αγοραστές
γραμματοσήμων, αρχιτέκτονες, αδαμοντοποδέτες, βυζιταδόροι, γλύπτες,
δικηγόροι, εμποροπαντοπώλεις, εκτελωνιστές, μαστιχοπώλεις, μεταξοπώλεις
(έμποροι μεταξοσπόρων), νεκροσκόποι, παραγγελιοδόχοι, κατασκευαστές
τσιγαρόχαρτων, κατασκευαστές χάρτινων κυτίων, κατασκευαστές σφραγίδων,
χαρακτές λιθογραφίας, ζωγράφοι, παραγωγείς ηλεκτρικού φωτός, ιατροί,
αντιπροσωπείες αυτοκινήτων, αρτοποιεία (ατμοκίνητα και απλά), αγγειοπλαστεία,
αγγειοπωλεία, ασφαλιστικές εταιρείες, ατμοπλοϊκά βαφεία και καθαριστήρια
φορεμάτων, βερνικοποιεία, βιβλιοδετεία, βιβλιοπωλεία, βιομηχανικά είδη,
γεωργικά εργαλεία, εδωδιμοπωλεία, επιγραφοποιοί, επιπλοποιεία, εργόχειρα,
μεταλλεία, μακαρανοποιεία, μαρμαρογλυφεία, μεταξουργεία, μηχανουργεία,
μουσικά όργανα, νηματοπωλεία, ξενοδοχεία ύπνου, ξενοδοχεία φαγητού,
ξυλουργεία, οδοντίατροι, υλικά οικοδομών, οινοπνευματοπωλεία, πρακτορεία
εφημερίδων, οπλοπωλεία, οπτικά είδη, οπωροπωλεία, παγοποιεία, πιλοπωλεία και
πιλοποιεία, ραφεία - εμποροραφεία ανδρικών ενδυμάτων, σαπωνοποιεία
(ατμοκίνητα), κιβωτοπωλεία, καφενεία, κηροπλαστεία, κορνιζοποιεία,
42
Μικρασιατική κατασροφή 70 χρόνια, Η Σμύρνη πριν την κατατροφή. Ενάς οδηγός για τα πάντα Ιστορία,
πληθυσμός, εμπόριο, δρόμοι, σινεμά, εκκλησίες, σύλλογοι, μνημεία, εφημερίδες, φυλακές. Εκδόσεις το ποντίκι,
Αθήνα, [χ.χ.]

43
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

σιδηρωτήρια, στοιχειοχυτήρια, κοσμηματοπωλεία-χρυσοχόοι, κουρεία,


σχοινοπωλεία, τορνευτήρια (ξύλων), έμποροι-πωλητές τραπεζιτικοί οίκοι,
υδραυλικά είδη, υαλοπωλεία, υποδηματοποιεία, υφασματοπωλεία, φαρμακεία,
φαρμακεμπορεία, φωτογραφεία, χαλβαδοποιεία, χαλκουργεία, χαρτοπωλεία,
χρωματοποιεία, χρωματοπωλεία, είδη ψαρικής, ψιλικά είδη, ωρολογοποιεία,
αίθουσες πωλήσεων, ζαχαροπλαστεία, ζυθοποιεία, ηλεκτρικά είδη.

4.7 Επαγγέλματα στο Φουλατζίκι

Η περιγραφή του Τσαϊλακόπουλου για την κωμόπολη Φουλατζίκι


Νικομήδειας της Μικρά Ασίας, προσφέρει ένα εξαιρετικό παράδειγμα μελέτης
περίπτωσης (case study) για τις επαγγελματικές ενασχολήσεις των Ελλήνων της
Μ. Ασίας πέρα από τους κατοίκους των μεγάλων αστικών περιοχών, όπως η
Σμύρνη. Σ’ αυτή φαίνεται το πλήθος και η ποικιλία των επαγγελμάτων με τα
οποία ασχολούνταν οι Έλληνες στις αγροτικές/ημι-αστικές περιοχές της Μ.
Ασίας.
Σύμφωνα με τον Τσαϊλακόπουλο, στην κωμόπολη Φουλατζίκι της Μικράς
Ασίας, οι περισσότεροι ασχολούνταν με την κτηνοτροφία. Από τους πιο
ονομαστούς τυροκόμους του χωριού ήταν ο Τεκέ Ηλίας, ο οποίος έφερνε από την
Κωνσταντινούπολη ειδικούς μαστόρους και ειδικά μηχανήματα και εκτός των
άλλων τυριών, κατασκεύαζε και παρήγαγε “κασέρι” που το εξήγαγε στην Καρα-
μoυρσέλ, στην Νίκαια και στην Κωνσταντινούπολη. Άλλοι πάλι, ασχολούνταν με
την κτηνοτροφία και το κυνήγι φιδιών. Ο μεγαλύτερος παντοπώλης στο χωριό,
ήταν ο Κελτζελέρ Αναστάς Εφένδης που ήταν ο μόνος που φορούσε φράγκικο
κοστούμι και γραβάτα. Στο μαγαζί του εκτός από είδη μπακαλικής, πουλούσε και
ύφασμα για αντρικά και γυναικεία ρούχα. Το επάγγελμα του τσαγκάρη ασκούσαν
στο Φουλατζίκι, οι λεγόμενοι «κουντουρατζήδες», «γεμενετζήδες» και
«εσκιτζήδες», δηλαδή οι μπαλωματήδες. Συστηματικοί, λοιπόν, παπουτσήδες-
κουντουρτζήδες ήταν τ' αδέλφια Εσκιτζή Γεώργης και Αρσλάνης και ο Θωμάς
Χατζηκαλοκίδης. Στο χωριό, επίσης υπήρχαν δύο κεραμοποιεία. Έβγαζαν
κεραμίδια για τις στέγες των σπιτιών, τούβλα ψητά στο φούρνο και τούβλα
φτιαγμένα με ειδική λάσπη που την ζύμωναν με άχυρο τα λεγόμενα «κερπίτσια»,
τα οποία κρατούσαν πολύ ζεστά τα σπίτια. Συγκεκριμένα δύο κεραμοποιεία
υπήρχαν στο Φουλατζίκι τα οποία λειτουργούσαν συστηματικά. Ένα του Ζεϊμπέκ
Νικόλα που δούλευε με τους γιους του Λευτέρη και Κωνσταντή και δεύτερο του
Βάσου Ούστα. Τέλος, υπήρχαν και γανωτάδες, πεταλωτές, ραφτάδες αλλά και
οργανοπαίκτες.

5. Μικρασιατική Καταστροφή

Μετά την Μικρασιατική καταστροφή 1.500.000 περίπου πρόσφυγες


μεταφέρθηκαν σε διάφορα μέρη της Ελλάδας. Στο νησί της Λέσβου από τους
130.000 περίπου πρόσφυγες που μεταφέρθηκαν, παρέμειναν τελικά 30.593
πρόσφυγες, σύμφωνα με την απογραφή του 1928 43.

43
Μεγάλη Ελληνική εγκυκλοπαίδεια,Τόμος ΙΖ, Φοινιξ, Αθήνα, [χ.χ.] (2η ‘Εκδ.)

44
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

6. Χριστιανικοί πληθυσμοί ως πρόσφυγες μετά το 1922


6.1 Στέγαση προσφύγων στην πόλη της Μυτιλήνης

Οι πρόσφυγες με τον ερχομό τους στην Μυτιλήνη, σύμφωνα με μαρτυρίες, τις


πρώτες μέρες τουλάχιστον στοιβάζονταν πρόχειρα σε ανοιχτούς δημόσιους
χώρους, αυλές σπιτιών, σχολείων, εκκλησιών, νεκροταφείων αλλά και δημόσιων
κτιρίων: «Ναι, σε διάφορα σημεία, βρεθήκαμε. Μέσα στα ψαράδικα βρεθήκαμε.
Τότες πού ’ταν εκεί στην περιφέρεια αυτή, τα ψαράδικα. Και στους πάγκους
απάνω, άμα τελειώναν’ τα ψάρια το βράδυ, βάζαμε την αυτή που σ’ είπα, τη
κουβέρτα…το χαλί αυτό, και κοιμόμαστε και το πρωί όξω» (πρβλ. Καπλαμάνος
T. Μυτιλήνη, 20/6/2005). Από τα διάφορα δημόσια κτήρια στα οποία βρέθηκαν οι
πρόσφυγες περιλαμβάνεται και το «εν Λέσβω Άσυλο Παιδός», το οποίο
κατακλύστηκε εκτός από πρόσφυγες και από εκατοντάδες ορφανά παιδιά, που
κατέλαβαν όλους τους στεγασμένους και ελεύθερους χώρους του44.
Επίσης πολλοί ήταν εκείνοι οι οποίοι προέβησαν στην κατασκευή αυτοσχέδιων
παραγκών: «Και, τότε ήταν τα λεγόμενα δοχεία, γκαζοτενεκέδες τα λέγαμε εμείς
τότε. Και ανοίγανε τους τενεκέδες, βάζανε κάποια ξύλα και κολλάγανε απάν’ στα
ξύλα, και φτιάχνανε κανένα παράρτημα να το πούμε… για να κάνουνε δηλαδή το
σπιτάκι τους, ας πούμε, για να βάλουν τον εαυτό τους ή τα παιδιά τους» (πρβλ.
Τοσουνίδης Γ. Μυτιλήνη, 15/6/2005).
Ο νόμος που δημοσιεύτηκε "Περί επιτάξεως ακινήτων δι' εγκατάστασιν
προσφύγων» τον Νοέμβριο του 1922 και οδήγησε στην επίταξη πολλών σπιτιών,
βοήθησε στην στέγαση προσφύγων45: «…Έπειτα από κει πήγαμε σε ένα άλλο
σπίτι εδώ το οποίο έκαναν επίταξη και πήραμε ένα καλό δωμάτιο»46 (συν. του
Καπλαμάνου Κ. Μυτιλήνη, 10/12/2001 βασισμένη σε αδημοσίευτη εργασία
φοιτητών του Τμήματος Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας
Πανεπιστημίου Αιγαίου, Διδάσκων Παπαγεωργίου Δημήτρης).
Στην περιοχή της Μυτιλήνης στο σύνολο των κατοικιών τα οποία επιτάχθηκαν
ανήκε και η βίλα Midhat που βρισκόταν στην Επάνω Σκάλα. Η βίλα, η οποία
ήταν θερινή κατοικία του Τούρκου στρατιωτικού διοικητή, η οποία αγοράστηκε
στην συνέχεια από τον Πάνο Μ. Κουρτζή, επιτάχθηκε από το νομάρχη Λέσβου
για να εγκατασταθούν οι πρόσφυγες του 1922. Η κατοικία αυτή καταστράφηκε σε
πυρκαγιά το 192547. Επίσης το αρχοντόσπιτο του Μεγάλου Ναζίρη Μουσταφά
Αγά Κουλαξίζη, στο οικόπεδο του οποίου σήμερα βρίσκεται χτισμένο το 8 ο
Δημοτικό Σχολείο Μυτιλήνης, φιλοξένησε προσφυγικές οικογένειες από το 1922
ως και την κατεδάφιση του το 1930 και την ανέγερση του σχολείου 48. Σε αυτό το
σημείο θα πρέπει να σημειώσουμε ότι δεν υπάρχει συγκεκριμένη διευκρίνιση για
το αν η φιλοξενία των προσφύγων αποτέλεσε αποτέλεσμα επίταξης του ακινήτου.

44
Μπαλάσκας Σ., 2002: 25, 26.
45
Μιχελή Λ., 1992: 98.
46
Νταρής Δ., Παπαδοπούλου Ι., Σταυρακάκη Α., Στρατηγάκη Ζ., Οι Πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία στην πόλη της
Μυτιλήνης, αδημοσίευτη εργασία φοιτητών Τμήματος Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας Πανεπιστημίου
Αιγαίου,Διδάσκων Παπαγεωργίου Δημήτρης, Μυτιλήνη, 2001. σελ.39.
47
Ιστορικό Αρχείο Αιγαίου ‘ΕΡΓΑΝΗ’, υπεύθυνοι Κοννάρης Κρ., Σιφναίου Ευ.
48
Μπαλάσκας Σ.,Το πέρασμα από τη Μυτιλήνη στο Αϊβαλί με τη ματιά του Σουφί Κουλαξίζογλου Μπέη τον Οκτώβριο του
1923 (αδημοσίευτο κείμενο).

45
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

Οι συνοικίες της μουσουλμανικής κοινότητας της Μυτιλήνης ήταν αυτές που


υποδέχτηκαν κυρίως τους πρόσφυγες. Οι συγκεκριμένες συνοικίες βρίσκονταν
διάσπαρτες στην Κουλμπάρα και στην Επάνω Σκάλα. Μορφολογικά είχαν
επηρεαστεί από νεοκλασικά πρότυπα με κύριο χαρακτηριστικό τους την ύπαρξη
ανατολίτικων στοιχείων (το αραβικό τόξο είναι το σήμα κατατεθέν). Ενδεικτική
εξάλλου είναι και η τοποθέτησή τους στο ανεμολόγιο, καθώς οι περισσότερες από
αυτές για λόγους υγιεινής κατασκευάζονταν στον άξονα Βορά – Νότου για να
είναι ευάερες. Στην Κουλμπάρα υπήρχε μια υψομετρική κατανομή του χώρου και
γίνονταν διάκριση ανάμεσα στους αξιωματούχους και τους απλούς υπηκόους που
καταλάμβαναν τις πιο χαμηλές περιοχές και προς τα δυτικά. Τα σπίτια ήταν
διώροφα ή και τριώροφα και κάποια από αυτά ανάλογα και με το ρυθμό τους
διέθεταν και σοφίτα. Ο εσωτερικός τους χώρος αποτελούνταν από το γυναικωνίτη
και από τον ανδρωνίτη, που τοποθετούνταν στις δυο πλευρές του σπιτιού
εκατέρωθεν του χώρου υποδοχής που βρισκόταν στο υπερυψωμένο ισόγειο. Τα
δωμάτια ήταν μικρά για λόγους προστασίας από το κρύο. Το υλικό κατασκευής
ήταν το μπαγδατί και χρησιμοποιούνταν πολύ το άχυρο, το χαλίκι και το ξύλο.
Γενικότερα αυτά τα σπίτια δεν υστερούσαν σε τίποτα από τις ελληνικές κατοικίες
και σε ορισμένα σημεία η πρόνοια και η διορατικότητα για την αποφυγή εμποδίων
ήταν χαρακτηριστικά στοιχεία της μορφολογίας και της λειτουργικότητάς τους.
Στους εξωτερικούς χώρους υπήρχαν η τουαλέτα και άλλα βοηθητικά κτίσματα.
Μετά το 1922 με την ανταλλαγή πληθυσμών οι κατοικίες αυτές παραχωρήθηκαν
στους πρόσφυγες, οι οποίοι προχώρησαν σε αλλαγές βασιζόμενοι στους δικούς
τους τρόπους ζωής και διαχείρισης του νοικοκυριού. Πολλά από αυτά
κατεδαφίστηκαν εντελώς για να χτιστούν στη θέση τους καταλύματα στηριζόμενα
σε οργανωμένα αρχιτεκτονικά και πολεοδομικά σχέδια49.
Η Μυτιλήνη δεν μπορούσε παρά να ακολουθήσει τη γενικότερη κρατική
πολιτική που αφορούσε στη στέγαση και στην αποκατάσταση των προσφύγων.
Καθιερώθηκε και εδώ η αρχή της ανταλλάξιμης περιουσίας, η οποία
περιελάμβανε: τα αστικά κτήματα, τα βακούφια, τα νεκροταφεία, τα αγροτικά
κτήματα, τις εκδιδόμενες ομολογίες και τις σε χρήμα καταβαλλόμενες αξίες των
απαλλοτριωμένων αγροτικών ακινήτων. Τη διαχείριση των περιουσιών αυτών
ανέλαβε μετά την διάλυση της πρωταρχικής Επιτροπής Αποκατάστασης
Προσφύγων το 1927, η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας. Το σχέδιο που
ακολουθήθηκε είχε τις εξής παραμέτρους:
Α) Κατασκευή νέων συνοικισμών, μονώροφων και διώροφων κατοικιών: «Βέβαια
και η πολιτεία τότε, έφτιαξε τα σπιτάκια τα προσφυγικά, και αν δεν κάνω λάθος,
το 1930 περίπου. Όταν εγώ ήμουνα εφτά χρονώ παιδί. Και πολλές οικογένειες
μπήκανε σ’ αυτά τα σπιτάκια...» (πρβλ. Τοσουνίδης Γ. Μυτιλήνη, 15/6/2005).

Β) Χορήγηση οικοπέδου με ή χωρίς δάνειο για την ανέγερση κατοικίας από τους
ίδιους τους πρόσφυγες: «Περιβόλια, τα οποία ήταν Τούρκικα και τα πήραν
Έλληνες και χτίσαν τούτα τα προσφυγικά σπίτια. Τα οποία ήταν ένα δωμάτιο
κύριο…» (πρβλ. Καλλογνωμά Κ. Μυτιλήνη, 30/8/2005).

Γ) Σύσταση συνεταιρισμών (300 περίπου) οι οποίοι θα παρείχαν οικόπεδα και


οικοδομικά δάνεια σε προσφυγικές οικογένειες.

49
www.aegean.gr\culturelab

46
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

«Ημείς είχαμε έναν αυτόν… τον ‘Αιολικό’ …. ‘Αιολικός αγώνας’ λεγόταν,


‘Κυδωνικός Αστέρας’ τι λεγόταν, ένα σωματείο… κι είχα πάρει και γω ένα
οικόπεδο εκεί. Με δόσεις πληρώναμε στο σύλλογο…Πήρα και γω, και πλήρωνα
κάθε τόσο… Εγώ μέχρι τέλος τα έδωσα, τις συνδρομές. Και μάλιστα με βγήκε
σε καλό. Διότι, άλλοι βαρεθήκαν’ και δεν πληρώσαν’ ξανά, και όσα ήταν τα
(πούλησαν)» (πρβλ. Καπλαμάνος T. Μυτιλήνη, 20/6/2005).

Δ) Ενοικιάσεις και δωρεάν παραχωρήσεις στις περιπτώσεις που το κράτος


αδυνατεί να αντιμετωπίσει τις ανάγκες.

Το 1927 η Πρόνοια ανέλαβε να λύσει το πρόβλημα εξεύρεσης χώρου που


παρουσιάστηκε κατά την διάρκεια της πρώτης τετραετίας της υποδοχής
προσφύγων. Ο χώρος που επιλέχθηκε ήταν συνολικής έκτασης 173 στρεμμάτων
στην βόρεια πλευρά της πόλης και ήταν ακατοίκητος ως τότε 50. Σε αυτό το σημείο
έγινε ο Συνοικισμός "Σαρβαρλί" ο οποίος θεμελιώθηκε τον Μάρτιο του 1929.
Σύμφωνα με προφορικές μαρτυρίες αλλά και με γραπτή μαρτυρία του
Τσαλίκογλου του 1958 (από το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών) το όνομα του
συνοικισμού Σαρβαρλή προήλθε απ’ το όνομα του εργολάβου ο οποίος ανέλαβε
την ανέγερση των σπιτιών του συνοικισμού.
«… οι κλήροι πέσαν δέκα Φεβρουαρίου το τριάντα δύο…Είκοσι Φεβρουαρίου
μπήκε η μάνα μου μέσα στο σπίτι.» (πρβλ. Καλογνωμά Κ. Μυτιλήνη, 30/8/2005).
Το έργο αποπερατώθηκε το 1934. Η παραχώρηση των κατοικιών έγινε μέσω της
Πρόνοιας έναντι συμβολικού -περισσότερο- αντιτίμου 200 δραχμών: «Ε, ναι μας
τα μέρασε το κράτος. Τα οποία τα πληρώσαμε, βέβαια.(τα σπίτια) κάναν’ εκατό
ας υποθέσουμε δραχμές, και ‘μεις δώσαμε εξήντα, εβδομήντα δραχμές. Δεν τα
πήραμε τζάμπα. Τα πληρώσαμε.» (πρβλ. Καπλαμάνος T. Μυτιλήνη, 20/6/2005).
Παρ’ όλα αυτά πολλοί πρόσφυγες αποφάσισαν να αυτοστεγαστούν με
αποτέλεσμα αρκετές κατοικίες να μείνουν ανεκμετάλλευτες στη δικαιοδοσία του
φορέα που επιμελήθηκε την ανέγερσή τους.
Η μορφολογία των κτιρίων μαρτυρούσε την προχειρότητα κατασκευής. Τα
κύρια υλικά πέτρα και ξύλο, είχαν τοποθετηθεί στο σύνολό τους με λανθασμένο
τρόπο, γεγονός που προκάλεσε με τον καιρό φθορές (σαπισμένα ξύλα), ενώ τα
κεραμίδια των στεγών λόγων της πρόχειρης τοποθέτησης αποκολλούνταν με τις
άσχημες καιρικές συνθήκες: «…μπορώ να σε πω τα άλλα δεν ήταν καλοχτισμένα
και αρκετά πέσαν’. Αρκετά πέσαν τα παράθυρα, οι σκάλες αλλά του Σαρβαρλή
(τα σπίτια) ήταν τα καλύτερα….» (συν. του Χριστοδούλου Χ. Μυτιλήνη,
17/12/2001 βασισμένη σε αδημοσίευτη εργασία φοιτητών του Τμήματος
Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας Πανεπιστημίου Αιγαίου, Διδάσκων
Παπαγεωργίου Δημήτρης).
Η χωροταξία του σπιτιού το οποίο δεν ξεπερνούσε σε έκταση τα 50 τ.μ. περιείχε
δυο δωμάτια, έναν κοινό χώρο και μια κουζίνα. Ανάλογα με τον τύπο κατοικίας
καθορίζονταν και ο αριθμός των νοικοκυριών που διέμεναν. Για παράδειγμα σε
μια διώροφη κατοικία διέμεναν τέσσερα νοικοκυριά, το καθένα από τα οποία
διατηρούσε την δική του είσοδο: «… ο οικισμός ήτανε ένα δωμάτιο, να πούμε το
σαλόνι, να το πούμε, τι να το πούμε. Μία κρεβατοκάμαρα και μία κουζινίτσα.….»
(συν. του Χριστοδούλου Χ. Μυτιλήνη, 17/12/2001 βασισμένη σε αδημοσίευτη
εργασία φοιτητών του Τμήματος Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας
Πανεπιστημίου Αιγαίου, Διδάσκων Παπαγεωργίου Δημήτρης).
50
Αρχείο Εργαστηρίου Κοινωνικής&Πολιτισμικής-Ψηφιακής Τεκμηρίωσης Πανεπιστημίο Αιγαίου, επιστημονικός
υπεύθυνος Χτούρης Σωτήρης.

47
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

Δημιουργούνται ανάγκες για εξεύρεση επιπλέον χώρων και το υπόγειο


μετατρέπεται σε καθιστικό ενώ παράλληλα γίνονται και προσθήκες στους κύριους
όγκους για την προικοδότηση των θυγατέρων51.
Πάντως από ένα σημείο και μετά οι παρεμβάσεις έχουν να κάνουν και με την
οικονομική κατάσταση της κάθε οικογένειας. Βασικό λειτουργικό μειονέκτημα
αποτελούσε η έλλειψη συνολικότερου πολεοδομικού σχεδιασμού και συστήματος
αποχέτευσης: « Και βέβαια οι συνθήκες δεν ήταν ιδανικές. Δεν υπήρχε
αποχέτευση, δεν υπήρχε ύδρευση σωστή, δεν υπήρχαν δρόμοι, κάτι κατσάβραχα
ήταν. Και ήταν ένα δωμάτιο … Ένα δωμάτιο, μια κουζίνα. Αυτοί ήταν οι χώροι»
(πρβλ. Αναγνωστοπούλου Μ. Μυτιλήνη, 15/7/2005).
Η τουαλέτα των σπιτιών αυτών βρίσκονταν στην αυλή, πολύ σύντομα όμως
μετά την αρχική εγκατάσταση και τις παρεμβάσεις που ακολούθησαν
δυσλειτουργίες αυτού του είδους εξαλείφθηκαν52.
Με την πάροδο του χρόνου και τη σταδιακή ενσωμάτωση, μαρτυρείται η
εγκατάσταση προσφύγων και σε άλλες περιοχές της Μυτιλήνης όπως
Χρυσομαλλούσα, Καλλιθέα και άλλες: «..αλλά όσοι τακτοποιούντο οικονομικά,
τακτοποιούντο και κοινωνικά .. έφευγαν απ’ αυτό τον χώρο ή αγόραζαν σπίτια ή
νοίκιαζαν σπίτια ή έφευγαν…» (πρβλ. Αναγνωστοπούλου Μ. Μυτιλήνη,
15/7/2005).
Σύμφωνα με χειρόγραφες μαρτυρίες του Τσαλίκογλου (οι οποίες βρίσκονται
στο Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών) κατά τις χρονικές περιόδους 1958, 1960,
1964 και 1965, πληροφορούμαστε για την εγκατάσταση προσφύγων σε διάφορες
περιοχές της πόλης της Μυτιλήνης. Συγκεκριμένα δίδονται εξής πληροφορίες για
τις παρακάτω περιοχές:

α) ύπαρξη προσφύγων στον συνοικισμό της Αγίας Κυριακής οι οποίοι


προέρχονταν από το Αϊβαλί και τα Μοσχονήσια.

β) ύπαρξη προσφύγων στον συνοικισμό Καλλιθέας οι οποίοι προέρχονταν από το


Αϊβαλί, το Δικελί, την Πέργαμο, τα Βιθύνια, τον Κατάτοπο, την Ιωνία, την
Παντέρμη, τα Βουρλά, την Σμύρνη, τις Νέες Φώκιες και τις Παλιές Φώκιες.

γ) ύπαρξη προσφύγων στον συνοικισμό Λαγκάδας οι οποίοι προέρχονταν από το


Αιβαλί, την Πέργαμο, την περιφέρεια Σμύρνης, τις Φώκιες, τον Τσεσμέ, το
Κιρκαγάτς και το Αδραμμύτι.

δ) ύπαρξη προσφύγων στον συνοικισμό Χρυσομαλλούσας οι οποίοι προέρχονταν


από τη Φώκαια, τη Προύσα, το Αϊβαλί, το Δικελί, τα Μοσχονήσια και την
Πέργαμο.

ε) ύπαρξη προσφύγων στον συνοικισμό Σαρβαρλή οι οποίοι προέρχονταν από τη


Σμύρνη, το Δικελί, την Πέργαμο και το Τσεσμέ.

ζ) ύπαρξη προσφύγων στον συνοικισμό του Αγ. Γεωργίου οι οποίοι προέρχονταν


από το Δικελί, την Πέργαμο και το Τσεσμέ.

51
Αρχείο Εργαστηρίου Κοινωνικής&Πολιτισμικής-Ψηφιακής Τεκμηρίωσης Πανεπιστημίο Αιγαίου, επιστημονικός
υπεύθυνος Χτούρης Σωτήρης.
52
www.aegean.gr\culturelab

48
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

6.2 Εγκατάσταση προσφύγων σε άλλες περιοχές της Λέσβου

Αρκετοί πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν εκτός από την πόλη της Μυτιλήνης και σε
άλλες περιοχές της Λέσβου. Είτε σε άγνωστους ως τότε, γι αυτούς προορισμούς,
είτε σε γνώριμους λόγω παλαιότερων επαφών: «…Όταν ήρθαν λοιπόν,
σταμάτησαν στον κήπο της Μυτιλήνης. …από κει διοχετεύτηκαν σε διάφορα
χωριά…. από την πλευρά της Θερμής, από την μεριά της Παναγιούδας, από το
Μεσαργό, το Μανταμάδο και από το Σίγρι. Στην Καλλονή, στην Σκάλα μέσα σε
αποθήκες…άλλους πήγαν στην Γέρα … Μόλυβο…» (πρβλ. Ατσικμπάση Μ.
Καλλονή Λέσβου, 22/7/2005).

Στη συνέχεια παραθέτονται κάποιοι από τους προορισμούς στους οποίους


κατευθύνθηκαν:

Σύμφωνα με πληροφορίες κάποιοι από τους πρόσφυγες κατευθύνθηκαν προς τη


Καλλονή: «… Την εποχή εκείνη, όσοι γλίτωναν από την Μ. Ασία, πρώτος
σταθμός τους ήταν η Μυτιλήνη. Και από κει το κράτος είχε επιτάξει πλοία και
έφευγε ο κόσμος στα πέρατα της Ελλάδας. Εμείς πήραμε την απόφαση να
μείνουμε στο νησί. Ξεκινήσαμε λοιπόν ένα πρωί θεονήστικοι και πήραμε τον
δρόμο προς την Καλλονή...Ξαφνικά (στην Καλλονή νύχτα) είδαμε έναν
βρακοφόρο. Μας ρώτησε από ποιο μέρος είμαστε και του είπαμε από το
Αϊβαλί. ....και μετά μας πήρε και μας πήγε στο σχολείο…»53 .
Επίσης κάποιοι άλλοι πρόσφυγες πήγαν στη Σκάλα Καλλονής: «Όταν έγινε η
Μικρασιατική καταστροφή το 1922 πολλοί πρόσφυγες, ακολουθώντας τον
Μπαρμπαστελλάκη, Καμπούνταλη και Μυκονιάτη ήρθαν κι εγκαταστάθηκαν στη
Σκάλα Καλλονής (που μέχρι τότε τα μοναδικά της κτίρια ήταν 3-4 αποθήκες για
το διακομιστικό εμπόριο) και ίδρυσαν συνοικισμό, που ονομάστηκε Αγία Άννα,
απ' την εκκλησία του τόπου»54.
Μαρτυρείται η ύπαρξη πρόσφύγων και στην περιοχή του Μανταμάδου: «...Στ'
γειτονιά μας εκεί είναι δυο εργοστάσια, 'λαιοτριβεία. (στην είσοδο του
Μανταμάδου ερχόμενοι από τη Μυτιλήνη). ...και κείνο το Συνεταιριστικό ... που
'ναι στον Ταξιάρχη. Λοιπόν, αυτά τώρα, οι μηχανές, τα λιοτρίβια είχαν τόσα δα,
κάτι αποθηκούλες. Και αυτά τα σπιτάκια, τα αμπάρια που λέμε, ήταν ούλα από
μια οικογένεια μέσα, να μη πω και δυο. Κλαυθμός και οδυρμός. Εμένα στ'
γειτονιά μ’ εκεί 'ν' το μαγαζί εκεί 'ν' και το σπίτι μας, τ΄ς μητέρας μ' το σπίτ'
παράνω ήταν ένα σχολάρ', εκεί 'νταν σχολείο κι ήταν μέσα γυναίκες, Σμυρνιές,
όλο Σμυρνιές καμιά εικοσαριά, καμιά εισ' πενταριά. Ήρθαν επί ξύλου
κρεμάμενοι» (συν. του Βέη Δημήτρη 2/6/1997 βασισμένη στο ερευνητικό
πρόγραμμα «Μουσικός και Υλικός Πολιτισμός στο Βόρειο Αιγαίο-Κιβωτός του
Αιγαίου» του εργαστηρίου Κοινωνικής&Πολιτισμικής-Ψηφιακής Τεκμηρίωσης
του Πανεπιστημίου Αιγαίου, επιστημονικός υπεύθυνος Χτούρης Σωτήρης).
Σύμφωνα με άλλη μαρτυρία πρόσφυγες κατευθύνθηκαν στην περιοχή της
Αγιάσου: «…Απ’ τον προπαππού μου είναι Σμυρνέϊκια η καταγωγή μας, κατά
κάποιο τρόπο... Αυτοί ζούσαν στη Σμύρνη και με το κάψιμο της Σμύρνης ήρθαν
εδώ. Αυτοί πηγαινοερχόνταν, αλλά ο παππούς μας και ο προπαππούς μας είχε
μαγαζιά. Αφού για αποζημίωση τον είχαν βγάλει 3.000 λίρες τότε, μου το ‘λεγε ο

53
Καραμήτρος Σ., 1979-80: 15.
54
Παπαστυλιανός Α., 1985: 7.

49
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

παππούς μου…» (συν. του Σουσαμλή ή «Κατσαρού» Παναγιώτη, 21/6/1996


βασισμένη στο ερευνητικό πρόγραμμα «Μουσικός και Υλικός Πολιτισμός στο
Βόρειο Αιγαίο-Κιβωτός του Αιγαίου» του εργαστηρίου
Κοινωνικής&Πολιτισμικής-Ψηφιακής Τεκμηρίωσης του Πανεπιστημίου
Αιγαίου, επιστημονικός υπεύθυνος Χτούρης Σωτήρης).
Εγκατάσταση προσφύγων υπήρχε και στο χωριό Κεραμειά: «Το χωριό ήταν
αμιγές τουρκικό. Το 1923 έφυγαν οι Τούρκοι και εδώ εγκαταστάθηκαν οι
σημερινοί του κάτοικοι που ήλθαν από τα χωριά Ατζανόζ, Σαντζίδες,
Αδραμύττι, και Ντικελί της Μικράς Ασίας»55.
Πληροφορούμαστε για την εγκατάσταση προσφύγων στο Μεσότοπο. Ο
Βουρνάζος Χ. χαρακτηριστικά αναφέρει: «..Όσοι από τους πρόσφυγες έμειναν
στο χωριό κι αυτοί ήταν όσοι είχαν ένα αποκούμπι, τακτοποιήθηκαν μετά τις
συνθήκες ανταλλαγής των πληθυσμών. Οι τούρκικες περιουσίες μοιράστηκαν
στους πρόσφυγες της Μικρασίας ανάλογα με τις περιουσίες που άφησαν
εκεί...Όσο γι’ αυτούς που φύγαν’ στην Αθήνα άλλοι πήραν από το κράτος
οικόπεδα και έχτισαν, άλλοι πήραν σπιτάκια σε συνοικισμούς, κι άλλοι, οι πιο
δυνατοί, έκαναν με τη δουλειά τους σπίτι» 56. Όπως φαίνεται, αφετηρία τους ήταν
οι Φώκιες και η Νικομήδεια: «Στο χωριό μας ήρθαν Μικρασιάτες πρόσφυγες και
το 1914 με τον πρώτο διωγμό και το 1922 με την καταστροφή. Ήταν κυρίως
Φωκιανοί (1914) και από τον Πόντο Νικομηδειώτες (1922)»57.
Σύμφωνα με πληροφορίες πρόσφυγες υπήρξαν και στα Πάμφιλα: «Ε, πώς δεν
τους θυμάμαι (τους Μικρασιάτες πρόσφυγες). Θυμάμαι που είχε ένα καϊκι ο
Λυκούργος, ο Πανανής, ο Λυκούργος, λέγονταν «Ρηνέλι» (το καϊκι), θυμούμαι
που ’κανε τέσσερα ταξίδια αμ’ τη Μικρά Ασία εδώ και τσ’ έβγαζε ... Αμ’ τη
Μικρά Ασία, κουβαλούσε. Όλου στα παράλια τσοι κουβάλησε ….Τόσος κόσμος
(πρόσφυγες), έπιασε, δεν ήξερε πού να πάει και πήγαν μεσ’ σ’ Εγγλέζοι (εννοεί
στο εργοστάσιο του Εγγλέζου Άτκινσον), είχε αμπάρια, αμπάρια που βάζαν τις
ελιές, …… έτσι μικρά κι εύτου μέσα χώθηκε ο κόσμος» (συν. του Μανώλακα
Χαράλαμπου, 20/1/1997 βασισμένη στο ερευνητικό πρόγραμμα «Μουσικός και
Υλικός Πολιτισμός στο Βόρειο Αιγαίο-Κιβωτός του Αιγαίου» του εργαστηρίου
Κοινωνικής&Πολιτισμικής-Ψηφιακής Τεκμηρίωσης του Πανεπιστημίου Αιγαίου,
επιστημονικός υπεύθυνος Χτούρης Σωτήρης).
Ορισμένοι πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν και στην Κάπη: «Όλα τα κτήματα ιδώ,
που έχ’ η Κάπ’, τα 90%, ήταν Τουρκικά…. Ήρταν οι Μικρασιάτες, και τα πήραν
όλο Μικρασιάτες.…Παίρναν μουνάχα αυτοί που είχαν κτήματα ικεί. Τι περιουσία
είχις εκεί, κι παίρναν [...] Το ανάλογο μερίδιο» (συν. του Κουτζουμάνη Γιάννη
28/4/1997, βασισμένη στο ερευνητικό πρόγραμμα «Μουσικός και Υλικός
Πολιτισμός στο Βόρειο Αιγαίο-Κιβωτός του Αιγαίου» του εργαστηρίου
Κοινωνικής&Πολιτισμικής-Ψηφιακής Τεκμηρίωσης του Πανεπιστημίου Αιγαίου,
επιστημονικός υπεύθυνος Χτούρης Σωτήρης).
Επίσης, σύμφωνα με μαρτυρίες, η πρώτη εγκατάσταση στην Σκάλα Λουτρών
έγινε σ’ ένα παλιό εργοστάσιο στο οποίο έμειναν οι πρόσφυγες για μία εβδομάδα.
Αργότερα, και για τα επόμενα οχτώ χρόνια νοίκιασαν διάφορα σπίτια πάνω στο
χωριό, στα Λουτρά. Το 1931, το κράτος παρέδωσε είκοσι πέντε προσφυγικές
κατοικίες στη Σκάλα Λουτρών όπου έγινε και η τελική εγκατάσταση τους. Έτσι, η

55
Αξιώτης Μ., 1987: 116.
56
πρόγραμμα «Μουσικός και Υλικός Πολιτισμός στο Βόρειο Αιγαίο-Κιβωτός του Αιγαίου» του
εργαστηρίου Κοινωνικής&Πολιτισμικής-Ψηφιακής Τεκμηρίωσης του Πανεπιστημίου Αιγαίου,
επιστημονικός υπεύθυνος Χτούρης Σωτήρης.
57
Κοντέλλης Π., 1985:296.

50
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

Σκάλα Λουτρών είναι ένα απ’ τα καθαρώς προσφυγικά χωριά: «Υπήρχε ένα παλιό
εργοστάσιο το οποίο τους, βόλεψε και κάποιες αποθήκες… Τους φιλοξένησε εν
πάση περιπτώσει για μια βδομάδα. Από ‘κει κ’ ύστερα πήγανε σε διάφορα σπίτια
πάνω στο χωριό, ε, όπου τα νοίκιασαν… Ε, έμειναν στα σπίτια τα νοικιασμένα
του χωριού, έμειναν γύρω στα οχτώ χρόνια. Διότι, το κράτος τους παρέδωσε
είκοσι πέντε προσφυγικές κατοικίες όπου, ήτανε για τους ανθρώπους που ήταν
πρόσφυγες, οι πρώτοι πρόσφυγες εδώ. Και αυτό έγινε το ’31. Ε, έκατσαν αρκετά
χρόνια, ε πάνω στο χωριό που τους έδωσαν τα σπίτια. Αλλά, αυτά που είναι,
πραγματικά δηλαδή προσφυγοχωριά είναι, τούτο το δικό μας η Σκάλα Λουτρών,
η Σκάλα Συκαμιάς και το Μπαλτζίκι που είναι…»(πρβλ. Σταψατέλλη Γ., Τουρλή
Ε., Σκάλα Λουτρών Λέσβου, 30/8/2005).
Σύμφωνα με μαρτυρία του Ανδρεάδη Ερμόλαου του 1965 από το Κέντρο
Μικρασιατικών Σπουδών υπήρχαν πρόσφυγες στα χωριά Θερμή και Παναγιούδα
από το Αϊβαλί και τα Μοσχονήσια της Μικρασίας58.
Επίσης πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν και στον οικισμό του Παληού: «Ο
σημερινός οικισμός του Παληού, βρίσκεται στη βορειοανατολική περιοχή της
Λέσβου και φιλοξενεί λίγες προσφυγικές οικογένειες από το Μοσχονήσι και το
Αϊβαλί.»59.

7. Σχέσεις των προσφύγων με την παλιά και τη νέα


κοινωνική πραγματικότητα

Σύμφωνα με τις διαθέσιμες πηγές (βλέπε παρ.Ι), μετά το 1922 οι σχέσεις


μεταξύ Λέσβου και Μικρά Ασίας ατόνησαν. Όσον αφορά στις εμπορικές σχέσεις,
υπάρχει η άποψη ότι η Μικρασιατική Καταστροφή επέφερε τον εμπορικό
αποκλεισμό του νησιού με την απέναντι ακτή που ήταν για χιλιάδες χρόνια η
βασική ενδοχώρα του νησιού60.
Παρ’ όλα αυτά, το Εμπορικό Επιμελητήριο Λέσβου, κατά το έτος 1924-1925,
μας πληροφορεί για σταδιακή επανεμφάνιση εμπορικών σχέσεων με μέρη της
Ανατολής. Σύμφωνα με το Επιμελητήριο, το εμπόριο της Μυτιλήνης άρχισε να
κινείται προς τα απέναντι μέρη της Λέσβου Ανατολής (Τουρκία), από την οποία
γινόταν εισαγωγή προϊόντων όπως καυσόξυλα, άχυρα, πίτυρα, σανό, αρνιά,
άλογα, φοράδες, ελαιοπυρήνα, τυριού και άλλων. Επιπλέον από το λιμάνι της
Μυτιλήνης εξήχθησαν προϊόντα συμπεριλαμβανομένων και ντόπιων προϊόντων.
Συγκεκριμένα για την εξαγωγή προϊόντων, πληροφορούμαστε για τα προϊόντα
της Μανταμαδιώτικης αγγειοπλαστικής και ιδιαίτερα τα φημισμένα "κουμάρια"
(αγγεία), τα οποία εξάγονταν μέχρι τη δεκαετία του 1950, εκτός από διάφορες
περιοχές της Ελλάδας και στη Μικρά Ασία61.

58
Αρχείο Κεντρου Μικρασιατικών Σπουδών.
59
Ψαρρού Δ., 1983: 81.
60
ΛΕΣΒΟΣ, Πρόσωπα και Πολιτισμός, Επτά Ημέρες-Καθημερινή, Κυριακή 30 Οκτωβρίου 1994 περιοδική έκδοση του
φιλοτεχνικού ομίλου ο Θεόφιλος, Μυτιλήνη τόμος Δ’, 1991.
61
www.aegean.gr\culturelab

51
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

Όσον αφορά το κοινωνικό επίπεδο και τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων,
σύμφωνα με μαρτυρίες, φιλικές σχέσεις που είχαν δημιουργηθεί μεταξύ Τούρκων
και Ελλήνων οι οποίοι διέμεναν στα ίδια μέρη, Ελλάδα και Τουρκία αντίστοιχα,
συνέχισαν να υφίστανται και μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Σύμφωνα με
μαρτυρίες έγιναν συναντήσεις “παλιών φίλων” με την πραγματοποίηση
επισκέψεων, στην Ελλάδα ή στην Τουρκία αντίστοιχα: «Εγώ ’χα έναν Ρεφάντ
Μπέη τον λέγαν’. Ένας άνθρωπος, ο αραλής. Ειχι πεντ’, τρία λεωφορεία. Είχε
κτήματα είχε, ξέρω γω. Πήγαμε εκδρομή. Πήρε τ’ κόρη τ’, τ’ γυναίκα τ’, πήγαμε
εκδρομή στο Αδραμμύτι. Πήγαμε στη Πέργαμο. Πήγαμε στη Σμύρνη…. Κάναμε
παρέα…Εξαιρετικός κύριος… Ήρθε μια φορά εδώ, τον πήρα στο σπίτ’, τον έκανα
τραπέζ’, φχαριστήθηκε πάρα πολύ. Και λέει…Τρύφων, του λέω Ρεφάντ. Για πολύ
καλοί ανθρώποι είσαστε λέει, για πολύ παλιάνθρωποι είσαστε. Έχι, πραγματικός
ήταν. Γιατί άλλοι κάνανε τον φίλο, και από πίσω την κοπανούσαν» (πρβλ.
Καπλαμάνος T. Μυτιλήνη, 20/6/2005).

Όσον αφορά το συναισθηματικό τομέα., κατά τα πρώτα χρόνια εγκατάστασης


των προσφύγων στη Λέσβο, οι πρόσφυγες είχαν τον πόθο της επιστροφής και την
ελπίδα του γυρισμού: «…στα πρώτα δέκα χρόνια που ήρθαν εδώ αν από επίσημα
χείλη τους έλεγε κάποιος ότι φεύγετε αύριο, παρόλο που είχαν ξεκινήσει να
κάνουν σπίτια, να χτίζουν, θα έφευγαν νύχτα χωρίς να κλειδώσουν εδώ. Οι μισοί
θα έφευγαν, οι άλλοι μισοί πιστεύω όχι, γιατί ξεκινούσαν εδώ πια. Αλλά οι άλλοι
θα έφευγαν, σας το λέω ειλικρινά. Κάθε μέρα λέγαν’ το εξής, θυμάμαι που λέγαν’
μας γέλασαν. Μας έταξαν ότι θα φύγουμε και μας γέλασαν, δηλαδή αυτό
αναφερότανε στην, στην πολιτεία.» (πρβλ. Ατσικμπάση Μ. Καλλονή Λέσβου,
22/7/2005).
Επίσης, μαρτυρείται ο νόστος των προσφύγων για την παλιά τους πατρίδα:
«Ίσως τα πρώτα χρόνια, να είχαν έτσι από μέσα τους, μια ελπίδα ότι ίσως… να
ξανά …Φεύγαν’ και γύριζαν πίσω…Αλλά αυτό όμως για τα πολύ πρώτα χρόνια.
Από ένα σημείο όμως και μετά…Ο μπαμπάς μας πολλές φορές…Έτσι τα μάτια
του γεμίζαν’, βουρκώναν’ όταν τραγουδούσε….Νοσταλγούσε, νοσταλγούσαν
όλοι» (πρβλ. Σταψατέλλη Γ., Τουρλή Ε. Σκάλα Λουτρών Λέσβου, 30/8/2005).
Επίσης σε μαρτυρία της η Ατσικμπάση αναφέρει το παρακάτω περιστατικό:
«Όταν άκουγαν καμιά φορά, γιατί ραδιόφωνα υπήρχαν πάρα πολύ λίγα. Να
υπήρχανε τέσσερα πέντε ραδιόφωνα, υπήρχανε μέσα στα καφενεία και δυο τρία
σπίτια, τα πολύ πλούσια που ήτανε. Όταν λοιπόν καμιά φορά άνοιγαν τον σταθμό
κι έπιανε Τουρκία, γιατί έπιανε πάρα πολύ συχνά, Τουρκία, έβλεπες λοιπόν να
λάμπουν τα μάτια τους. Δεν το έλεγαν, δεν το συζητούσαν, ντρεπόνταν να πουν
ότι, άστο να ακούσουμε. Και, συγκεκριμένα μια φορά εδώ στο καφενείο
απέναντι, ε, Σανταλή τον έλεγαν τον άνθρωπο λοιπόν αυτόν, και βάζει λοιπόν
αυτή πού ’χε το καφενείο η γυναίκα το ραδιόφωνο, δεν μπορούσε να πιάσει
ελληνικό σταθμό, έπιανε συνέχεια Τουρκία. Και εκείνη την στιγμή λοιπόν, είχε
έναν αμανέ. Πήγε να το γυρίσει λέει λοιπόν ο άνθρωπος “Άστο ρε κουμπάρα!
Άστο ρε κουμπάρα να ακούσω τον αμανέ! Άστο ρε κουμπάρα!”. Και τις είδες
λοιπόν ότι έλαμψε η ματιά τους. Ντρεπόνταν να πουν ότι θέλουν ν’ ακούσουν
Τούρκικα, το κατάλαβες αυτό;» (πρβλ. Ατσικμπάση Μ. Καλλονή Λέσβου,
22/7/2005).
Από τους πρόσφυγες της πρώτης γενιάς μαρτυρείται η ύπαρξη ενός ποσοστού
το οποίο επισκέφτηκε την παλιά του πατρίδα και τα σπίτια που αφήσανε: «Εγώ
πήγα, ίσα με δέκα φορές. Και όχι (μόνο στο) Αϊβαλί αλλά σε διάφορα μέρη… Την

52
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

πρώτη φορά που πήγα, είχε το σπίτι μας είναι σε μια ανηφόρα ένα δρόμο έτσ’…
που βγαίνει στην εκκλησία τον Άγιο Δημήτρη. Πήγα λοιπόν από τούτο το μέρος,
εγώ παρόλο πό ’φ’γα μικρός το γνώρισα αμέσως. Βγήκε μια γριούλα, λέει “τι
θέλετε κύριε;”. Ελληνικά ε;. Να λέω, εδώ είχα γεννηθεί, και αυτό ήταν το σπίτι
που μέναμε…» (πρβλ. Καπλαμάνος T. Μυτιλήνη, 20/6/2005).
Μαρτυρείται επίσης και η ύπαρξη προσφύγων οι οποίοι αρνούνταν να πάνε
έστω και για επίσκεψη στα παλιά τους μέρη: «Η γιαγιά έμενε με την θεία μου
μαζί, την αδερφή του μπαμπά μου. Αλλά δεν το πιστεύω ότι θέλανε, (να πάνε
απέναντι) γιατί … ήταν πολύ πληγωμένοι, ναι. Πάρα πολύ πληγωμένοι.» (πρβλ.
Σταψατέλλη Γ., Τουρλή Ε. Σκάλα Λουτρών Λέσβου, 30/8/2005).

Σύμφωνα με μαρτυρίες, στα νεότερα χρόνια, από τα άτομα της δεύτερης και
τρίτης γενιάς Μικρασιατών ένα ποσοστό παρουσιάζει επιφυλακτικότητα απέναντι
στο Τούρκικο στοιχείο και αρνείται να επισκεφθεί. τα Μικρασιάτικα παράλια.
Χαρακτηριστικά αναφέρουμε την χρήση της έκφρασης “Τον Τούρκο κάνεις φίλο,
μα να’ χεις κι ένα ξύλο!”: «…Ε, εντάξει, είμαστε η τρίτη και τέταρτη γενιά…ας
πούμε, και πάλι δεν έχω αυτή την επιθυμία του να πάω να δω…Ακόμα υπάρχει
αυτή η διστακτικότητα και η επιφύλαξη. Σε όλους. Δεν μπορούμε ακόμα να
ξεφύγουμε… ενώ έχουν ανοίξει οι αγορές, ενώ έχουν ανοίξει όλα…. (ενώ) είναι
πάρα πολύ κοντά από την Μυτιλήνη, δεν έχουμε πάει. Καταρχάς δεν θέλω να πάω
ν’ αφήσω λεφτά. Μου φαίνεται ότι θα γίνουν όπλα να χρησιμοποιηθούν κάποια
στιγμή ενάντια, δεν ξέρω αν θα είναι σε μένα, μπορεί να είναι σ’ ένα άλλο λαό.
Πάντως, θεωρώ τον Τούρκο, ας κάνει τώρα το πολιτισμένο….ότι είναι ένας
επεκτατικός λαός. Ο οποίος δεν θέλω να του δώσω εγώ εφόδια.» (πρβλ.
Σταψατέλλη Γ., Τουρλή Ε. Σκάλα Λουτρών Λέσβου, 30/8/2005).

Βέβαια, σύμφωνα με πηγές, υπάρχουν και άτομα δεύτερης και τρίτης γενιάς
Μικρασιατών τα οποία δεν διακατέχονται από τέτοιου είδους αισθήματα,
δημιουργούν επαφές με άτομα οθωμανικής υπηκοότητας και πραγματοποιούν
επισκέψεις στα απέναντι παράλια. «Υπάρχει βέβαια και η άλλη άποψη. Αυτός ο
ξάδερφός μας, πηγαίνει πολύ τακτικά ας πούμε…Σε διάφορα, σχεδόν έχει γυρίσει
όλα τα παράλια απ’ ότι μας έλεγε. Και έχει την άποψη ότι ο Τούρκικος λαός είναι
ένας πολύ φιλόξενος λαός. Η συμπεριφορά τους είναι άψογη … Ε, σε κάνουν να
νιώθεις πάρα πολύ άνετα. Δηλαδή είναι τόσο ευχαριστημένος που έχει ξεχάσει…
όλη αυτή την κατάσταση που έχουν περάσει ας πούμε… Απ’ ότι είδε εκείνος με
τα μάτια του, ας πούμε. Για την παρούσα κατάσταση μιλάμε το τώρα…Αυτό
όμως, έχει να κάνει με τον απλό λαό» (πρβλ. Σταψατέλλη Γ., Τουρλή Ε. Σκάλα
Λουτρών Λέσβου, 30/8/2005).

Τα τελευταία χρόνια, εξαιτίας των σχέσεων που έχουν αναπτυχθεί ανάμεσα σε


Ελλάδα και Τουρκία, πραγματοποιούνται ανά διαστήματα πολιτιστικές
εκδηλώσεις τόσο στην περιοχή της Λέσβου όσο στα Μικρασιάτικα παράλια
αντίστοιχα: «Μπορώ να πω ότι τα τελευταία χρόνια που έχουν γίνει προσπάθειες
έτσι. Και από κυβερνήσεις και από τοπική αυτοδιοίκηση. Να, να σας πω ένα
παράδειγμα, δηλαδή για προσέγγιση και για την ελληνοτουρκική φιλία….Εμάς ο
σύλλογος είναι δεκαπέντε ετών. Είχαμε ένα χορευτικό …Μουσικά και χορευτικά
τμήματα…με παραδοσιακούς χορούς. Μάθαιναν κάποιους χορούς. Κάλεσαν το
χορευτικό μας, να πάει στο Αϊβαλί νομίζω όπου θα κάναμε μία ε, αυτή μία

53
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

εκδήλωση για να χορέψουμε…» (πρβλ. Σταψατέλλη Γ., Τουρλή Ε. Σκάλα


Λουτρών Λέσβου, 30/8/2005).

7.1 Σχέσεις μεταξύ προσφύγων

Σύμφωνα με αναφορά της Κοινωνίας Των Εθνών για το έτος 1928 για τον
ευρύτερο ελλαδικό χώρο συμπεριλαμβανομένης και της Λέσβου, οι πρόσφυγες
χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες. Στην πρώτη ανήκουν οι πρόσφυγες που σύντομα
εγκαταστάθηκαν με άνεση, διεισδύοντας με επιτυχία στον κόσμο του εμπορίου,
της βιομηχανίας, των τραπεζών-οι οποίοι αποτελούσαν μια μειοψηφία. Στην
δεύτερη ανήκουν αυτοί που προσαρμόστηκαν γρήγορα και μπόρεσαν να
επιβιώσουν επαγγελματικά σε κάθε είδους τομείς. Και στην τρίτη αυτοί που
ζούσαν κάτω από άθλιες συνθήκες.
Η κατηγοριοποίηση αυτή μπορεί να φαίνεται κάπως σχηματική, αφήνοντας
σίγουρα περιθώρια σε υποδιαιρέσεις και αποχρώσεις, απηχεί όμως την τότε
πραγματικότητα που ίσχυσε για πολλά χρόνια.
Φυσικά, οι κοινωνικές διαστρωματώσεις προϋπήρχαν και στους τόπους
καταγωγής των προσφύγων, η τρίτη όμως ομάδα ήταν εδώ πολυπληθέστερη, γιατί
μέσα στο γενικό χάος πολλοί ήταν εκείνοι που έχασαν ό,τι είχαν στον τόπο τους
και που, παρόλες τις προσπάθειές τους, δεν κατόρθωσαν ποτέ να ορθοποδήσουν 62.
Μετά την εγκατάστασή των προσφύγων στη Λέσβο, όπως μας ενημερώνει η
Κουρβανιού, οι πρόσφυγες ξεκίνησαν να δραστηριοποιούνται και να
αυτοοργανώνονται. Από τις πρώτες μέρες του Σεπτέμβρη καταχωρούνται στον
Τύπο Προσκλήσεις για συγκέντρωση των Περγαμηνών, των Αίβαλιωτών ή των
Σμυρναίων με σκοπό την εκλογή Επιτροπών που θα αντιμετώπιζαν τα πιο
επείγοντα προβλήματα των συμπατριωτών τους. Τα γραφεία της εφημερίδας
"Μαρτυρική Σμύρνη" (η οποία εξέδωσε το πρώτο της φύλλο στις 22/9/1923)
γίνονται τόπος συνέλευσης των προσφύγων οι οποίοι αποφασίζουν: "Άπασαι αι
μεγάλαι κοινότητες εκλέξουν ανά ένα αντιπρόσωπον μιας Παμμικρασιατικής
Επιτροπής ήτις; θα φροντίζει την υποστήριξη των προσφυγικών συμφερόντων".
Οι πιο δραστήριοι και ανήσυχοι Μικρασιάτες δεν αδρανούν ούτε λεπτό, ούτε
αφήνουν την αντιμετώπιση των προβλημάτων τους σε άλλους, παρά επιλέγουν
τον δρόμο της ενότητας και της οργάνωσης63. Έτσι δημιουργούνται προσφυγικές
οργανώσεις με σκοπό εκτός των άλλων, την διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους
καθώς και την παροχή βοήθεια στο πρόσωπο των προσφύγων και όχι μόνο64.
Οι προσφυγικές οργανώσεις, με τον αντίστοιχο πρόεδρο της καθεμιάς, που
υπήρχαν στην περιοχή της Λέσβου μετά το 1922, και η ύπαρξη των οποίων
επιβεβαιώνεται από το καταστατικό της προσφυγικής οργάνωσης “Κοινότης
Περγάμου” είναι οι εξής:
Ένωσις Προσφυγικών Οργανώσεων Λέσβου, Δ. Κοντής.
Κοινότης Κυδωνιών και Μοσχονησίων, Ι. Παπουτσιδάκης.
Ένωσις Κοινοτήτων Αδραμμυτινού Κόλπου, Αλ. Σαλατέλης.

62
Μιχελή Λ., 1992: 217.
63
Κουρβανιού Β. 1993: 456, 457.
64
Κοινότης Περγάμου, Τα Πεππραγμένα (Μάιος 1927-Δεκέμβριος 1929), Μυτιλήνη [χ.χ.]

54
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

Σύνδεσμος Έλληνικών Κοινοτήτων Σμύρνης, Δημος. Τζόρτζογλους.


Κοινότης Κινικίου, Ηλ. Αμπατζιδέλης.
Κοινότης Δικελί, Αλ. Κατσούλης.
Παμβουρλιωτική Ένωσις, Σταμ. Λαγουδάκης.
Κοινότης Φωκών, Εμμ. Μπέλος.
Κοινότης Περγάμου, Γεωργ. Κ. Χονδρονίκης
Σύμφωνα με την Μιχελή, 14.000 περίπου οικογένειες που είχαν δικαίωμα
αποζημίωσης ως Έλληνες υπήκοοι, ίδρυσαν την «Ένωση των εκ Τουρκίας
Ελλήνων Υπηκόων», με πρόεδρο το Σμυρνιό δικηγόρο Α. Αθηνογένη. Ο
Αθηνογένης είχε συγκεντρώσει στοιχεία για τις εγκαταλειφθείσες περιουσίες του
Ελληνισμού της Τουρκίας, που το 1919 έφθαναν (σε Αστικά και Αγροτικά
Κτήματα, σε Βιομηχανική περιουσία και σε Εθνική περιουσία) το ύψος των
98.000.000 αγγλικών λιρών στερλινών65.

Η κοινωνία των προσφύγων, σύμφωνα με μαρτυρίες, τον πρώτο καιρό


τουλάχιστον χαρακτηριζόταν ως κλειστή και αποκομμένη από την τοπική
κοινωνία.
Το γεγονός αυτό αντικατοπτριζόταν και στον τρόπο διασκέδασης. Οι μοναδικές
εξαιρέσεις κατά τις οποίες πρόσφυγες και ντόπιοι συνευρίσκονταν ήταν σε
κεντρικά καφενεία, στις περιπτώσεις μεγάλων γιορτών, καθώς επίσης και στους
κινηματογράφους που λειτουργούσαν τότε στη Μυτιλήνη (τέσσερις στον αριθμό)
αλλά και τα χοροδιδασκαλεία66. Η πιο συχνή και καθημερινή μορφή διασκέδασης,
ήταν το «γειτονιό», δηλαδή, η συνάθροιση στα πεζούλια, τις αυλές της γειτονιάς
του συνοικισμού. Οι άντρες, πολλές φορές συνοδευόμενοι και από την οικογένειά
τους, συναντιόντουσαν σε καφενεία στους συνοικισμούς, αλλά και σε άλλα πιο
κεντρικά. Εκεί έπαιζαν τάβλι, χαρτιά, τραγουδούσαν και κουβεντιάζανε. Οι
γυναίκες συντηρούσαν το σπίτι με θρησκευτική ευλάβεια που χαρακτήριζε
άλλωστε και την κοινωνική τους ζωή67. Τα κορίτσια, είτε πήγαιναν σχολείο, είτε
παρέμεναν στο σπίτι χωρίς να εργάζονται: «Και η γυναίκα της Ανατολής ξέρει
και το κάνει το σπίτι το κακομούτσουνο και το κρύο, το κάνει ζεστό και
εμφανίσιμο. Με τα κουρτινάκια του, με τα κεντήματα στους τοίχους, με τα
καδράκια. Με τους βασιλικούς και τις γαριφαλιές και τα γεράνια στους
ασβεστωμένους τενεκέδες και με γλάστρες στα μικρά παράθυρα. Με τη μουριά
και το κλήμα στην πόρτα. Όχι πως δεν ήταν και οι ντόπιες νοικοκυρές και
χρυσοχέρες εδώ στο νησί. Μα να, πώς να το πούμε, άλλα τα μεζεδάκια της
Σμυρνιάς, άλλο το σκέρτσο της, ο λόγος της. Και όχι μόνο της Σμυρνιάς, για να
λέμε την αλήθεια. Και η Φωκιανή και η Περγαμηνιά, κι' από τον Τσεσμέ, κι' από
τα Μοσχονήσια, όλες οι πρόσφυγες προκομένες και νοικοκυρές και με τον τρόπο
τους η καθεμιά»68.

Επίσης η εσωστρέφεια της κοινωνίας των προσφύγων για ορισμένα θέματα π.χ.
του γάμου, θα μπορούσαμε να πούμε ότι ως ένα βαθμό υποβοηθούνταν και από
65
Μιχελή Λ., 1992: 139.
66
Νταρής Δ., Παπαδοπούλου Ι., Σταυρακάκη Α., Στρατηγάκη Ζ., Οι Πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία στην πόλη της
Μυτιλήνης, αδημοσίευτη εργασία φοιτητών Τμήματος Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας Πανεπιστημίου
Αιγαίου,Διδάσκων Παπαγεωργίου Δημήτρης, Μυτιλήνη, 2001.
67
www.aegean.gr\culturelab
68
Κλήμης Α., 1992: 47.

55
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

τους ίδιους τους πρόσφυγες: «Είναι όμως γεγονός. Και πρέπει να το αναφέρουμε.
Είχαν ένα φόβο γενικότερα. Είχαν ένα φόβο μην και τυχόν ξεφύγουν τα παιδιά
από δίπλα τους…όλοι οι γάμοι που ’κάναν έπρεπε να είναι μεταξύ τους. Να μην
εισχωρήσει ξένο στοιχείο. Όπως ας πούμε από τα Λουτρά. Να μην πάρουν
γαμπρούς ή νύφες Λουτραγώτισσες και Λουτραγώτες. Θελαν να είναι ε,
πρόσφυγας αυτός που θα πάρουν. Γιατί λέει τον ήξεραν καλύτερα. Βλέπεις
δηλαδή όσοι γάμοι έγιναν δεν έγιναν, και από την προηγούμενη γενιά και από
την επόμενη, η δική μας η γενιά ξέφυγε, λίγο όμως όχι πολύ. Ε, οι προηγούμενες
γενιές ’παίρναν μέσα από τον χώρο τους. Οι γάμοι είχαν προκύψει μεταξύ τους»
(πρβλ. Σταψατέλλη Γ., Τουρλή Ε. Σκάλα Λουτρών Λέσβου, 30/8/2005).
Οι πρόσφυγες συνδέονταν μεταξύ τους με στενούς συναισθηματικούς δεσμούς.
Σύμφωνα με μαρτυρίες υπήρχε έντονο το στοιχείο της αγάπης, της συμφιλίωσης,
της αλληλεγγύης, του σεβασμού και της κατανόησης μεταξύ των: «Απλά ξέρετε
υπήρχε μια αλληλεγγύη και μια αγάπη γιατί όλοι αυτοί είχαν ζήσει τα ίδια
πράγματα, και ήτανε όλοι φορτωμένοι με το ίδιο φορτίο της προσφυγιάς. Πράγμα
που συνεπάγεται με κοινή πορεία πια. Ε εμείς αυτό που μάθαμε μεταγενέστερα
ήτανε ότι ήταν αλληλέγγυοι, ήταν αγαπημένοι» (πρβλ. Σταψατέλλη Γ., Τουρλή Ε.
Σκάλα Λουτρών Λέσβου, 30/8/2005). Οι δεσμοί αυτοί ενισχύονταν συνεχώς με
την πραγματοποίηση συχνών κοινωνικών συνευρέσεων αλλά και με την
εκμετάλλευση γιορτών, εκδηλώσεων, αλλά και την τήρηση ηθών και εθίμων,
κάποια από τα οποία οι πρόσφυγες μετέφεραν από την απέναντι Μικρασιατική
ακτή στην περιοχή της Λέσβου. Αυτά τα στοιχεία μεταλαμπαδεύτηκαν από γενιά
σε γενιά και όπως μαρτυρείται, η συμμετοχή ήταν ομαδική: «ό,τι γεγονός
συνέβαινε στο χωριό μέσα, είτε ήτανε ευχάριστο όπως ήταν αρραβώνας, γάμος ή
και σε πιο δυσάρεστα ας πούμε. Το αντιμετώπιζαν όλοι …Συνολικά, συνολικά…
σαν να ήταν δικό τους το…η χαρά και η λύπη βέβαια…Υπήρχε αυτή η
συμμετοχή.…Αυτό το στοιχείο ήταν πολύ δυνατό, πριν από κάποια χρόνια»
(πρβλ. Σταψατέλλη Γ., Τουρλή Ε. Σκάλα Λουτρών Λέσβου, 30/8/2005).
Συγκεκριμένα όσον αφορά έθιμα του «κύκλου του χρόνου» 69, τα οποία οι
πρόσφυγες συνέχισαν να τηρούν και μετά την μικρασιατική καταστροφή και τον
ερχομό τους στην περιοχή της Λέσβου είναι τα ακόλουθα:
Σύμφωνα με αναφορές κατά την διάρκεια των γιορτών των Χριστουγέννων
και της Πρωτοχρονιάς οι γυναίκες επιδίδονταν στην προετοιμασία των
αντίστοιχων εδεσμάτων: «Ζύμωνε τα φοινίκια με το σταχτόνερο. Με την άσπρη
τη ζύμη έκανε τ’ αετουδάκια: πάταγε πάνω την ξύλινη σφραγίδα με το δικέφαλο,
έκοβε το γύρω γύρω που περίσσευε. Ματάκια τους έφτιαχνε με γαρίφαλα. Και
στη βασιλόπιτα πατούσε τη σφραγίδα με τ’ αετουδάκια, όσα χωράγανε. Την
άλειβε με αυγό, σαπούνιζε και μια δραχμή και την έμπηγε μέσω». Επίσης σχετικά
με την βασιλόπιτα: «Τρεις φορές τη σταύρωνε ο πατέρας την πίτα, τη χάραζε, και
την πέρναγε πρώτα πάνω απ' το κεφάλι της μάνας, ύστερα των παιδιών. Και την
έσπαγε μετά πάνω στο δικό του κεφάλι για γούρι» 70.
Την Πρωτοχρονιά, τα παιδιά λέγανε τα μικρασιάτικα κάλαντα: «Πιο πολύ
την Πρωτοχρονιά και τα Φώτα θυμάμαι. Δίχως τριγωνάκι λέγαμε τα κάλαντα,
πόρτα πόρτα, σαν σουρούπωνε η παραμονή των Φώτων. Τα κάλαντα τα

69
Στα έθιμα του «κύκλου του χρόνου» ανήκουν οι εκδηλώσεις που σχετίζονται με τα κομβικά κοινωνικά και θρησκευτικά
δρώμενα ενός ημερολογιακού έτους, όπως τα Χριστούγεννα, η Πρωτοχρονιά και τα Φώτα, οι Απόκριες, το Πάσχα, ο
Κλήδονας, ο Δεκαπενταύγουστος και τα Εννιάμερα της Θεοτόκου, ή οι εορτές προστατών-Αγίων, με υπερτοπική ή τοπική
αναγνώριση. Μπαλάσκας Σ., «ΟΙ ΜΟΥΣΙΚΕΣ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΤΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ:ΑΠΟ ΤΑ ΛΑΪΚΑ ΤΗΣ ΣΜΥΡΝΗΣ ΣΤΑ
ΡΕΜΠΕΤΙΚΑ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ» (αδημοσίευτο κείμενο).
70
Αρχείο Μικρασιατικού Συλλόγου Σκάλα Λουτρών Μυτιλήνης, «Το δελφίνι», πρόεδρος: Παπαχρυσός Δ.

56
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

μικρασιάτικα "...για να ρίξει δρόσον να δροσιστεί"....71. Επίσης σύμφωνα με


μαρτυρίες υπήρχε το έθιμο του ποδαρικού, του σπάσιμου του ροδιού και μια
σειρά άλλων: «Έπρεπε να ξεκινήσουν από σπίτι σε σπίτι, να χαιρετήσουνε…Με
τραγούδι…Να τραγουδήσουν, να χορέψουν, να γλεντήσουν … με παραδοσιακό
έτσι …με τα ρόδια …. με τον τρόπο τους οι άνθρωποι, και με λιγοστά απ’ αυτά
που είχανε…. Ναι. …. το έθιμο της Πρωτοχρονιάς του ποδαρικού… το ποδαρικό
τους. Οι γυναίκες βέβαια το πρωί το κάνανε αυτό. Απέναντι μας εδώ πέρα ήτανε
μια βρύση. Ήταν η πλατεία του χωριού …Ο Τσεσμές. …Ο Τσεσμές, έτσι τον
λέγανε. Υπήρχε ένα πολύ μεγάλο δέντρο, και κάποια στιγμή γέρασε το δέντρο
και κόπηκε, ήτανε η βρύση. Εκεί θέλανε το πρωί να πάνε ν’ αφήσουνε το γλυκό
τους , ν’ αφήσουνε …σ’ ένα πιατάκι.… Ναι, σ’ ένα πιατάκι …Δένανε τα γλυκά
για τον Άγιο Βασίλη …και για τον περαστικό… Ναι, να περάσει ο οποιοσδήποτε.
Να πάρουν το αμίλητο νερό να το φέρουνε στα σπίτια τους. Αυτά όλα τα
τηρούσανε … Να σπάσουν το ρόδι… Να πάρουν την πέτρα την βαριά για να είναι
ε, το βιός .. τόσο βαρύ ..“ όσο βαράει η πέτρα, να βαραίνει και η κεσέ” που
λέγανε …» (πρβλ. Σταψατέλλη Γ., Τουρλή Ε. Σκάλα Λουτρών Λέσβου,
30/8/2005).
Την Καθαρά Δευτέρα, Σύμφωνα με πληροφορίες, στην περιοχή της Σκάλας
Λουτρών οι ψαράδες πήγαιναν και έβγαζαν θαλασσινά (χάβαρα) τα οποία τα
μοίραζαν σ’ όλα τα σπίτια: «Την Καθαρά Δευτέρα έπρεπε να φύγουν τα καΐκια,
να πάνε να βγάλουν τα χάβαρα όπως τα λέγανε, εννοούν … όλα τα θαλασσινά. …
Και να τα μοιράσουν σε όλα τα σπίτια ανεξαιρέτως, διότι δεν είχαν όλοι καΐκια….
αλλά δεν έπρεπε κανείς να μην, να έχει έλλειψη… Αυτά έπρεπε να υπάρχουν σε
όλους, βέβαια… Και μετά και να πάρουν τον κόσμο και να τον παν εκδρομή…
Όποιοι θέλανε να πάνε….» (πρβλ. Σταψατέλλη Γ., Τουρλή Ε. Σκάλα Λουτρών
Λέσβου, 30/8/2005).
Το Πάσχα, σύμφωνα με μαρτυρία της Φραγκουλάκη, όλη η οικογένεια
έμπαινε σε μια τελετουργική διαδικασία, της νηστείας της εκκλησίας και της
προσευχής. Επίσης μαρτυρείται η προετοιμασία των παραδοσιακών αυγών:
«έφτιαχνα παραδοσιακά αυγά με την κάλτσα και με το ανθάκι από τον αγρό»
(πρβλ. Σταψατέλλη Γ., Τουρλή Ε. Σκάλα Λουτρών Λέσβου, 30/8/2005).
Όπως επίσης και η προετοιμασία αντίστοιχων γλυκών και φαγητών: «…βέβαια
αυτοί (οι πρόσφυγες) μέσα στην μεγάλη Πέμπτη έπρεπε να έχουν φτιάξει τα
τσουρέκια ..τα παραδοσιακά. Πιάναν’ μαγιά από βραδύς … Και τα κουλουράκια,
τα Σμυρναίικα … Ε φτιάχνανε το Πάσχα ένα ιδιαίτερό τους φαγητό ήτανε το
‘λουκούμ πιλάφι’…κάτι σαν μακαρόνια με τον κιμά ήτανε». Επίσης κατά την
διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας, σύμφωνα με μαρτυρίες στην περιοχή της
Σκάλας Λουτρών έκαναν το έθιμο του «ρορού»: « Από ’κει ’θελαν να βγουν να
κάνουν το ‘ρορό’. Αυτό το ’λέγαν την Μεγάλη Βδομάδα. Έβγαινε ένας κ’ έλεγε
με κάτι κουρελάκια, η ρόκα ‘Ρορό το μωρό, κάθεται στον αγωγό κα γυρεύει ένα
αυγό. Αυγό σαρακοσ’νό, να μην το δείρει η μάνα του κ’ έχουμε το κρίμα του και
την αμαρτία του. Βγείτε ψύλλοι, ποντικοί, μέσα από τα ρουμάνια’. Ναι. κάπως
έτσι. Ένα παπαδοπαίδι, έπρεπε να είναι με τα κοινά. Και ότι κουρελάκι έπαιρνες
από πάνω από κεί, ήτανε τυχερό για το σπίτι και για την υγεία των ανθρώπων. …
σαν φυλαχτό ας πούμε. Σαν φυλαχτό, κάπως έτσι» (πρβλ. Σταψατέλλη Γ., Τουρλή
Ε. Σκάλα Λουτρών Λέσβου, 30/8/2005).
Έκτοτε, η δραστηριοποίηση των προσφύγων συνεχίζεται αδιάλειπτα.
Μαρτυρείται η ύπαρξη προσφυγικών συλλόγων σε όλο το νησί, σε διάφορες
71
Μιχελή Λ.,: 232.

57
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

περιοχές της Λέσβου, οι οποίοι πραγματοποιούν περιοδικά εκδηλώσεις με


αναβιώσεις εθίμων, μουσικοχορευτικών παραστάσεων και Μικρασιατικών
βραδιών.

7.3 Σχέσεις μεταξύ προσφύγων και ντόπιων

Τον πρώτο καιρό, σύμφωνα με μαρτυρίες, η στάση των περισσότερων


«ντόπιων» απέναντι στους πρόσφυγες δεν ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκή: « …όταν
ήρθαν τα πρώτα κύματα των προσφύγων η αντίδραση ήταν φοβερή, δηλαδή.. δεν
έτρεξαν να τους βοηθήσουν καθόλου, ίσα-ίσα.. έκλεισαν τα σπίτια τους… πόσο
σκληροί ήταν, αδιάφοροι. Κλείστηκαν κυριολεκτικά στα σπίτια τους για να μη
βλέπουν, να μην ακούν. Φοβήθηκαν» (πρβλ. Αναγνωστοπούλου Μ. Μυτιλήνη,
15/7/2005), «…τους είδαν δηλαδή (οι ντόπιοι) ότι θα ’ρθούν να πάρουν τα
κτήματα, τα σπίτια, τις δουλειές...» (πρβλ. Ατσικμπάση Μ. Καλλονή Λέσβου,
22/7/2005). Σύμφωνα με μαρτυρίες υπήρχε μια “διαχωριστική γραμμή” ανάμεσα
στο ντόπιο και στο προσφυγικό στοιχείο.
Κάποιοι από τους πρόσφυγες, τη στάση αυτή των ντόπιων απέναντι τους, εν
μέρει την θεωρούσαν δικαιολογημένη: «Δεν τους κακολογώ. Ξερ’ς γιατί; Γιατί
και αυτοί φουκαράδες ήταν. Δεν ήταν πλούσιοι δηλαδή να…ήταν σε καλή
κατάσταση και…να βοηθήσουν. Και αυτοί φτωχοί ανθρώποι ήτανε τι να
βοηθήσουν. Συ ένας φτωχός αμα, τι απ΄ τον άλλον τον φτωχό τι να τον κάνει;»
(πρβλ. Καπλαμάνος T. Μυτιλήνη, 20/6/2005).
Σύμφωνα με την Μιχελή, η δημιουργία αυτού του αρνητικού κλίματος
οφείλεται σε ορισμένους παράγοντες όπως η ομαδική άφιξη των προσφύγων, η
οποία είχε βραχυπρόθεσμα κλονίσει τις κοινωνικές ισορροπίες, είχε επηρεάσει
την καθημερινή ζωή, και επιπλέον είχε αμφισβητήσει την επαγγελματική
σιγουριά των ντόπιων σε πολλούς κλάδους, στους οποίους άρχισαν να
διακρίνονται οι πρόσφυγες72.
Μαρτυρείται όμως και η ύπαρξη ντόπιων οι οποίοι έδειξαν πιο ευνοϊκή στάση
και οι οποίοι προσέφεραν βοήθεια στους πρόσφυγες: «…είχε όμως ανθρώπους
και στο χωριό (Λουτρά) πολύ καλούς…εμάς ο πατέρας μου μας έλεγε ότι τους
δέχτηκαν, γιατί τα πρώτα χρόνια τα πέρασαν στο χωριό, ότι οι ντόπιοι τους
δέχτηκαν οι περισσότεροι με πολύ καλό τρόπο. Ένιωθαν όμως ότι ήταν ξένο
στοιχείο…Ξένοι, ξένοι!...Και οι ίδιοι το ένιωθαν και οι άλλοι άνθρωποι, ότι δεν
ήταν από τους δικούς τους ας πούμε» (πρβλ. Σταψατέλλη Γ., Τουρλή Ε. Σκάλα
Λουτρών Λέσβου, 30/8/2005). Σε πιο πλεονεκτική θέση ήταν οι πρόσφυγες οι
οποίοι πριν την μικρασιατική καταστροφή, είχαν αναπτύξει σχέσεις, συγγενικές,
φιλικές ή και επαγγελματικές με ντόπιους ανθρώπους: «Όλος ο κόσμος ήθελε να
βοηθήσει τους πρόσφυγες. Τους ένοιωθαν σαν αδέρφια. Εκείνοι ερχόταν εδώ τα
καλοκαίρια για παραθερισμό, οι δικοί μας πήγαιναν εκεί στη Μικρά Ασία για
εμπόριο ή για να βρουν δουλειά, δημιουργούντο συμπεθεριά και η συχνή και
συνεχής επικοινωνία αλληλοεπίδρασε στα ήθη και στα έθιμα τους» 73. Όπως
αναφέρουν άλλοι, οι ντόπιοι προσέφεραν διάφορα είδη βοήθειας: «δεν θα πρέπει
να γενικεύουμε καταστάσεις και πράγματα. Οι άνθρωποι είναι παντού άνθρωποι,
οι απάνθρωποι είναι παντού απάνθρωποι…Έτυχε λοιπόν και δω στην Καλλονή να
έχουν ν’, οι γυναίκες πάλι λεχώνες με νεογέννητα παιδιά. Μπορώ να σας πω ότι
72
Μιχελή Λ., 1992:.217.
73
Κοντού-Λιτίνα Α., 1986: 9.

58
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

απ’ ότι γνωρίζω, ε, επειδή απ’ την στεναχώρια κόπηκε το γάλα των γυναικών των
Μικρασιατών. Τα παιδιά τα βύζαξαν Καλλονιάτισσες, μάνες. Τα παιδιά της
πρόσφυγας μάνας τα βύζαξε μάνα Καλλονιάτισσα, ντόπια» (πρβλ. Ατσικμπάση
Μ. Καλλονή Λέσβου, 22/7/2005).
Η αντιμετώπιση των προσφύγων από τους ντόπιους, γινόταν εμφανής σε
εκδηλώσεις της καθημερινής ζωής καθώς επίσης και σε διαπροσωπικές σχέσεις
μεταξύ τους.
Η κ. Καλογνωμά αναφέρει χαρακτηριστικά: «Μάλιστα στη Γέρα μια φορά
χτυπούσε η καμπάνα, και λέει “Τι είναι;”. Ήταν μια λεχούσα και πέθανε το μωρό
της και χτύπαγε η καμπάνα. Το μωρό το νεογέννητο. Και για να μην της το πούν
“Άντε, άντε πρόσφυγας ήταν”. Πέθανε ένας πρόσφυγας. Δεν ήταν άνθρωπος»
(πρβλ. Καλογνωμά Κ. Μυτιλήνη, 30/8/2005).
Σύμφωνα με μαρτυρίες, υπήρχε μια αρνητική στάση απέναντι στους γάμους
μεταξύ ντόπιων και προσφύγων. Χαρακτηριστικά, μια δημοφιλής παραλλαγή
παλιού δημοτικού τραγουδιού, που έχει για θέμα του την αντιζηλία πεθεράς και
νύφης αναφέρει: «Αρχοντογιός παντρεύεται και παίρνει προσφυγούλα κι η πεθερά
σαν τ' άκουσε, τα δέντρα ξεριζώνει...»74. Επίσης μαρτυρούνται οι περιπτώσεις
ζήλιας ντόπιων γυναικών απέναντι σε πρόσφυγες: «Αμ, για Σμυρνιά θα μου πεις
εμένα και Περγαμηνιά ή για τις Φωκιανές, συμπλήρωνε άλλη κακόγλωσσα... Όσο
για τις Α.ίβαλιώτισσες είναι πιο κοντά και τις ξέρουμε... Ακούς εκεί και ο τάδε
και ο δείνας να τα έχει για παντρειά με πρόσφυγια. Χάθηκαν τα κορίτσια του
τόπου; Ακούς εκεί πάρε δώσε με τις πρόσφυγιες...θα μας πάρουν τους
άντρες...»75.
Χαρακτηριστικές είναι οι εκφράσεις που χρησιμοποιούσαν απέναντι στους
πρόσφυγες: «..οι Μυτιληνιοί μας λέγαν’ εμάς πρόσφυγες, πρόσφιγκες.
Κατάλαβες; ..Και άμα κάναν’ φασαρία τα μωρά, τα μωρά τους. Μην, κάνετε
φασαρία λέει θα σας δώσουμε στους πρόσφιγκες να σας φάν’» (πρβλ.
Καπλαμάνος T. Μυτιλήνη, 20/6/2005). Συγκεκριμένα για τις γυναίκες πρόσφυγες
είχαν βγει οι εκφράσεις “πρόστυχες” και “παστρικιές”: «Γι’ αυτό είχε βγει ο
λόγος “πρόσφυγες πρόστυχες”. Έτσι τους έλεγαν, κατάλαβες;…επειδή ήταν
μαθημένες σε μια άλλη κοινωνία πιο ελεύθερη, έβγαιναν, έκαναν βόλτες…
Υπήρχε αυτή, μια περίεργη. Δηλαδή, κανονικά έπρεπε να τ’ συμπονούν και να τσ’
θέλουν, να προστατεύσουν τον κόσμο αυτό τον ανυπεράσπιστο που αδικήθηκε
τόσο πολύ χωρίς να φταίει» (πρβλ. Αναγνωστοπούλου Μ. Μυτιλήνη, 15/7/2005).
Επίσης σύμφωνα με μαρτυρίες, τους πρόσφυγες τους χαρακτήριζαν και ως
“τουρκόσπορους”: «Αλλά ένα μεγάλο ποσοστό από αυτούς τους Μυτιληνιούς,
τους έβλεπαν σαν τουρκόσπορους τους ονόμαζαν, τουρκόσπορους.
Τουρκομερίτες και κάτι τέτοια» (πρβλ. Τοσουνίδης Γ. Μυτιλήνη, 15/6/2005).
Όπως μας ενημερώνει η Καλογνωμά, οι πρόσφυγες ήταν ανεπιθύμητοι στο να
μένουν κοντά με τους ντόπιους: «Πρώτα πρώτα δεν τις θέλαν’ να παν να κάτσουν
δίπλα τους. Όχι εδώ μονάχα Μυτιλήνη και σ’ ολόκληρη την Ελλάδα. Βλέπσ’ ότι
έχ’ν’, όπου υπάρχει συνοικισμοί δεν τις θέλαν’…Το θεωρούσαν υποτιμητικό να
έχ’ς’ πρόσφυγα δίπλα σ’» (πρβλ. Καλογνωμά Κ. Μυτιλήνη, 30/8/2005).
Επίσης, σύμφωνα με πηγές, ο διαχωρισμός απέναντι στο προσφυγικό στοιχείο,
είχε περάσει σε ορισμένες περιπτώσεις και στις μικρότερες ηλικίες και γινόταν
εμφανής ακόμα και στις σχέσεις μεταξύ παιδιών: «Αλλά και τα παιδιά είχαμε μια
… Καταρχάς όταν πηγαίναμε στο σχολείο σαν παιδιά εμείς, εκκλησία δεν είχαμε,
έπρεπε να εκκλησιαστούμε πάνω. Όπως και το κατηχητικό γινόταν μαζί με τα
74
Μιχελή Λ., 1992:.217.
75
Κλήμης Α., 1992: 45.

59
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

παιδιά. Σας πληροφορώ…ότι μόλις ανεβαίναμε στο κατηχητικό μας περίμεναν


στην είσοδο του χωριού… με ότι πιο κοροϊδευτικό μπορείς να φανταστείς» (πρβλ.
Σταψατέλλη Γ., Τουρλή Ε. Σκάλα Λουτρών Λέσβου, 30/8/2005). Στην συνέχεια
όμως σύμφωνα με αναφορές, τα πράγματα τροποποιήθηκαν: «Εκεί που υπήρχε
διαφορά ήταν στα παιδιά, στα νέα παιδιά. Στα πρώτα χρόνια, στα πρώτα χρόνια
μες στο σχολείο γινόταν, αλλά πολύ γρήγορα, ξέρεις, τα παιδιά πιο εύκολα…
ανοίγουν τις καρδούλες τους και προσαρμόζονται σε καταστάσεις» (πρβλ.
Αναγνωστοπούλου Μ. Μυτιλήνη, 15/7/2005).
Πολλοί ήταν οι πρόσφυγες οι οποίοι εργάζονταν σε δουλειές ντόπιων. Οι
πρόσφυγες αποτελούσαν φτηνό εργατικό δυναμικό και σε ορισμένες περιπτώσεις
γίνονταν αντικείμενο εκμετάλλευσης από τους ντόπιους εργοδότες: «…άλλοι τους
εκμεταλλεύτηκαν με φρικτό τρόπο. Δηλαδή, τους είχαν να δουλεύουν από το
πρωί μέχρι το βράδυ για ένα μπουκαλάκι λάδι, για μια γωνιά ψωμί» (πρβλ.
Ατσικμπάση Μ. Καλλονή Λέσβου, 22/7/2005). Η αντιμετώπιση των προσφύγων
γυναικών από τις ντόπιες, εξαιτίας ευνοϊκότερης μεταχείρισης των πρώτων σε
θέματα δουλειάς, εκδηλωνόταν σε ορισμένες περιπτώσεις με σκηνές ζήλιας:
«Φωτιά να σας κάψει, θύμωνε καμιά φορά και το πέταγε η ζηλιάρα γριά, σαν
έβλεπε ιδιαίτερη συμπάθεια στις προσφυγοπούλες, από ραβδιστή ή αφεντικό.
Καλά το λένε πως ήταν τιμωρία του Θεού τούτος ο διωγμός. Για τις αμαρτίες τους
έγινε. Τι καμώματα μωρέ είναι τούτα; Δεν θυμόσαστε τους πεθαμένους σας και
τους άντρες σας που μείνανε μέσα και σεις γελάτε;...» 76, Στη συνέχεια η
επαγγελματική άνοδος των προσφύγων δημιούργησε ένα αίσθημα ανασφάλειας
στους ντόπιους και ζήλιας απέναντι τους: «Από εργάτες που ήταν, και από παρίες
κι από, τσ’ κ’ μέσα απ’ την καταστροφή, άρχισαν λοιπόν να γίνονται αφεντικά.
Και να γίνονται αφεντικά λέγοντας με την καλή έννοια, να έχουν ντόπιους στην
δούλεψή τους» (πρβλ. Ατσικμπάση Μ. Καλλονή Λέσβου, 22/7/2005).
Με το πέρασμα του χρόνου οι διαχωρισμοί ανάμεσα σε ντόπιους και πρόσφυγες
εξαλείφθηκαν. Σύμφωνα με μαρτυρία του Τσαλίκογλου το 1958, από το Κέντρο
Μικρασιατικών Σπουδών, από εκείνη την περίοδο ήδη τα πράγματα είχαν
τροποποιηθεί: «Ο Κάβουρας λέγει ότι είναι πολλά τα κοινά επώνυμα. Η
αφομοίωση δεν άργησε. Δεν υπάρχουν σήμερον εδώ πρόσφυγες αλλά Λέσβιοι.
Μόνον οι γέροι καλούν τους εαυτούς των πρόσφυγας. Εκείνοι οι οποίοι
εγεννήθησαν εδώ αφομοιώθησαν τελείως» (μαρτυρία του Τσαλικόγλου Εμ.
14/6/1958 από το Αρχείο Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών). Έτσι σταδιακά η
διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στις δύο αυτές κοινωνικές ομάδες έπαψε να
υφίσταται και υπήρξε αφομοίωση των προσφύγων από την τοπική κοινωνία. Σε
αυτό το σημείο θα πρέπει να αναφέρουμε την άποψη ότι σε αυτή την
ενσωμάτωση των προσφύγων, σημαντικό ρόλο έπαιξε και η συνεργατική και
παραγωγική νοοτροπία των ίδιων των προσφύγων, που στο σύνολό τους ήταν
άνθρωποι με πολλαπλές επαγγελματικές ικανότητες και επιχειρηματικό πνεύμα 77:
«…σιγά σιγά αυτή η διαχωριστική γραμμή που υπήρχε… δεν την αμφισβητεί
κανείς. Υπήρχε κάποτε η διαχωριστική γραμμή. Ντόπιοι και πρόσφυγες σε
κατώτερη μοίρα. Κατάφεραν (οι πρόσφυγες) με τον δικό τους τρόπο χωρίς να
θίξουν κάποιους, χωρίς να φέρουν σε δύσκολη θέση κάποιους άλλους ανθρώπους,
κατάφεραν λοιπόν, με τον δικό τους τρόπο ζωής, να καταξιωθούν στα μάτια των
ντόπιων ανθρώπων. Ο τρόπος ζωής τους συνυφάστηκε με τον τρόπο ζωής των
ντόπιων ανθρώπων Και σιγά σιγά ξεκίνησαν να παντρεύονται τα στοιχεία αυτά.
Το μικρασιάτικο στοιχείο και το ντόπιο στοιχείο. Δηλαδή άντρες και γυναίκες να
76
Κλήμης Α., 1992: 25.
77
www.aegean.gr/culturelab

60
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

παντρεύονται και να κάνουν οικογένεια. Ενώ στην αρχή ήταν αυτό φύση
αδύνατο. Σιγά σιγά, εξελίχθηκαν τα πράγματα, προς τα θετική πλευρά που
βλέπουμε….» (πρβλ. Ατσικμπάση Μ. Καλλονή Λέσβου, 22/7/2005).

8. Μέριμνα
8.1 Τοπική βοήθεια

Και στην περιοχή της Λέσβου, εκτός των άλλων περιοχών της Ελλάδας
πραγματοποιήθηκε η δημιουργία επιτροπών οι οποίες ασχολούνταν με θέματα
που αφορούσαν τους πρόσφυγες: «…ε, να σας πω παντού είχαν ιδρυθεί κάποιες,
…κάποια σωματεία για περίθαλψη, για τους πρόσφυγες… βέβαια. δεν τα
γνωρίζουμε αυτά όλα…» (πρβλ. Ατσικμπάση Μ. Καλλονή Λέσβου, 22/7/2005).
Από δημοσιεύματα της εποχής επιβεβαιώνεται η ύπαρξη της «Παλλεσβιακής
Επιτροπής Προσφύγων», της «Κεντρικής Επιτροπής Προσφύγων» καθώς επίσης
και της «Παλλεσβιακής Κεντρικής Επιτροπής Εράνων», στις ενέργειες της οποίας
περιλαμβάνεται και ο έρανος-συλλογή λαδιού από ελαιοτριβεία του νησιού,
ανακοίνωση του οποίου έγινε στην τοπική πολιτική εφημερίδα της Μυτιλήνης
“Σάλπιγξ” στις 4 Μαρτίου 1923.
Επίσης, σύμφωνα με μαρτυρίες αλλά όπως επιβεβαιώνεται και από
δημοσιεύματα εφημερίδων της εποχής, σύλλογοι, σωματεία αλλά και διάφορες
οργανώσεις οι οποίες είτε προϋπήρχαν είτε δημιουργήθηκαν μετά το 1922,
προσέφεραν βοήθεια στους πρόσφυγες με διαφόρου είδους ενέργειες.
Συγκεκριμένα δημοσίευμα της τοπικής πολιτικής εφημερίδας ‘ΣΑΛΠΙΓΞ’
αναφέρει συναυλία που έδωσε ο όμιλος των νέων υπέρ των προσφύγων στο
θέατρο Σαπφώ. Το καθαρό ποσό των εσόδων το οποίο ανήλθε στις 2.392,50 δρχ.
παραδόθηκε στον νομάρχη (2352 ‘ΣΑΛΠΙΓΞ’ - 10/2/23). Επίσης δημοσίευμα
της ίδιας εφημερίδας ενημερώνει για τη διανομή συσσιτίου από τον Ορθόδοξο
Χριστιανικό Σύνδεσμο «Μυροφόρος Μαρία Μαγδαληνή» σε 980 πρόσφυγες
(2352 ‘ΣΑΛΠΙΓΞ’ - 10/2/23). Τέλος η «Επιτροπή Κυριών προς παροχήν
εργασίας», σύμφωνα με μαρτυρίες αλλά και με δημοσίευμα της ίδιας εφημερίδας,
στα πλαίσια προσπάθειάς εύρεσης εργασίας στους πρόσφυγες, πραγματοποίησε
εκθέσεις αντικείμένων (εργόχειρων και χειροτεχνημάτων κ.α), με σκοπό την
πώληση αυτών: «Τότε έγινε εδώ και ένα σωματείο για να δώσει εργασία σε
πρόσφυγες, ο σύλλογος παροχής εργασίας, γύρω στο ’23 έγινε και πήγαν
προσφυγοπούλες και άλλη κεντούσε, άλλη είχαν και κρεβατές (αργαλειούς) και
ύφαιναν και αυτό βάσταξε και στα χρόνια μετά την Κατοχή την γερμανική σιγά-
σιγά ξέφτισε» (πρβλ. Αναγνωστοπούλου Μ. Μυτιλήνη, 15/7/2005).
Επίσης προσφυγικές οργανώσεις που υπήρχαν στην Λέσβο μετά το 1922,
σύμφωνα με πηγές προσέφεραν βοήθεια.
Χαρακτηριστικά αναφέρουμε την προσφυγική οργάνωση «Κοινότης
Περγάμου»,78 σύμφωνα με το καταστατικό της οποίας σκοπός της οργάνωσης,
εκτός και άλλων ενεργειών ήταν:
α) η παροχή ηθικής και υλικής συνδρομής, (αναλόγως των πόρων του ταμείου)
στους αναξιοπαθούντες και άπορους Περγαμηνούς.

78
Κοινότης Περγάμου, Τα Πεππραγμένα (Μάιος 1927-Δεκέμβριος 1929), Μυτιλήνη [χ.χ.]

61
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

β) η νόμιμη επιδίωξη της εκπληρώσεως των διεθνών ανειλημμένων υποχρεώσεων


της εγκαταστάσεως και της αποζημιώσεως των προσφύγων.
γ) η διατήρηση της συνειδήσεως της καταγωγής στα μέλη της Κοινότητος και η
ιερά μνήμη των αγρίως σφαγιασθέντων Περγαμηνών κατά το 1922.

Σύμφωνα με το καταστατικό της οργάνωσης στα “βοηθήματα” που δόθηκαν


περιλαμβάνονται τα εξής:
Σε άπορους και αναξιοπαθούντες Περγαμηνούς δόθηκαν βοηθήματα όταν ήταν
αναγκαίο. Σε ασθενείς χωρίς χρήματα χορηγήθηκε ιατρική περίθαλψη και
φάρμακα. Την ιατρική περίθαλψη την χορήγησε ο ιατρός κ. Γεώργ. Τζιτζίτης
άλλοτε δωρεάν και άλλοτε με ελάχιστη αμοιβή. Ενώ τα φάρμακα τα χορήγησε ο
φαρμακοποιός κ. Π. Μωϋσόγλου σε κατώτερες τιμές.
Το ποσό το οποίον διατέθηκε για τα βοηθήματα που δόθηκαν σε άπορες
οικογένειες ήταν 5,907δρχ. για ασθενείς και φάρμακα 3,031 δρχ. και για μαθητές.
8,037 δρχ.

Εκτός των παραπάνω βοηθημάτων η οργάνωση χορήγησε και άλλα βοηθήματα


τα οποία παρουσιάζονται στο καταστατικό ως εξής:

1. Εις μικροεπισκευάς του προσφυγικού Μικτού σχολείου


Επάνω Σκάλας Δραχ. 425
2. Εις τον έρανον της εφημ. Ταχυδρόμος
υπέρ των αναπήρων πολέμου Δραχ. 200
3. Εις τον έρανον υπέρ των σεισμόπληκτων
Κορίνθου Δραχ. 500
4. Εις την νεοσυσταθείσαν προσφυγικήν
Εκκλησίαν του Αγ. Νικολάου Μυτιλήνης Δραχ. 2500
5. Εις το Προσφυγικόν Νοσοκομείον
Μυτιλήνης Δραχ. 300
6. Εις τον πρεσβυγενή Μικρασιατικόν
Σύλλογον “Ανατολή” Αθηνών Δραχ. 300

Το χορηγηθέν τούτο ποσόν εις τα ως ’άνω βοηθήματα ανέρχομεν εις 23900


δραχ. Δεν προέρχεται από τακτικούς πόρους της κοινότητος, οι οποίοι ως
είπωμεν και ανωτέρω, δεν καλύπτουσι ούτε τον αυτοτελεί μισθόν του
Γραμματέως, αλλά από την εκ δραχ. 94990 γενναιάν δωρεάν των εκ Αμερικής
Περγαμηνών.

Επιπλέον σύμφωνα με το καταστατικό, την Κοινότητα απασχόλησαν “διάφορα


ζητήματα” για την ρύθμιση των οποίων συνεργάστηκαν και με άλλες
προσφυγικές οργανώσεις. Τα ζητήματα με τα οποία ασχολήθηκε ήταν: η στέγαση
των προσφύγων, η εξακρίβωση των βακουφικών κτημάτων και η έρευνα των
παρανόμως κατεχόμενων από τρίτους, μουσουλμανικών κτημάτων, ο
καταρτισμός των συμπληρωματικών Μητρώων και η ταχεία πληρωμή των αυτών
δικαιούχων, η μείωση του τόκου της δεύτερης σειράς των προσφυγικών
ομολόγων, η καθυστέρηση της πληρωμής του συμπληρωματικού Μητρώου και
των Α΄ φύλλων αυτού, η καθυστέρηση της διανομής των ομολογιών.
Από την πρώτη στιγμή, οι προσφυγικές οργανώσεις της Μυτιλήνης κατέβαλαν
ιδιαίτερη προσπάθεια για την ανεύρεση αγνοουμένων ή αιχμαλώτων στην

62
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

Τουρκία79. Έτσι, στις 22 Ιουλίου 1926 έσειλαν το παρακάτω τηλεγράφημα στον


αθηναϊκό τύπο, προς απάντηση στην Τούρκικη πρεσβεία στην Αθήνα ότι δεν
υπάρχουν αιχμάλωτοι.
«Η Κυβέρνησις της Άγκυρας διαψεύσασα την ύπαρξιν αιχμαλώτων εν Τουρκία
αποδίδει την δημιουργίαν των τοιούτων διαδόσεων εις τους προσφυγικούς κύκλους.
Η Τουρκική Πρεσβεία των Αθηνών ας γνωρίση εις το Ελληνικόν δημόσιον τι
απέγειναν 800 οικογένειαι Μοσχονησίων, 1800 Κυδωνιών, 1091 Περγάμου και
περιφέρειας, 3500 Κοινοτήτων Αδραμυτινού Κόλπου, εν όλω 7191 οικογένειαι. Αι
πληροφορίαι ημών είνε ότι αναμφισβητήτως υπάρχουσιν εισέτι γυναικόπαιδα».
Πρόεδροι Προσφυγικών Κοινοτήτων: Μοσχονησίων Δούκας. Περγάμου
Χονδονίκης. Κυδωνιών Δαμδούδης. Αδραμ. Κόλπου Καλλίπολης80.
Τέλος, σύμφωνα με πηγές έχουμε τη δραστηριοποίηση επώνυμων και
ανώνυμων πολιτών, οι οποίοι προσέφεραν την προσωπική τους βοήθεια: «Πάντως
οι καλοί που πρωτοήρθαν, έξαφνα, θυμάμαι ένα γιατρό Μπεκιάρη, που τον
γνωρίσαμε ύστερα, μπεκιάρης, που ήταν ένας γιατρός πρόσφυγας και μάλιστα
ήταν πολύ εξαιρετικά καλός άνθρωπος και καλός γιατρός και όπου υπήρχε
ανάγκη έτρεχε χωρίς να πληρώνεται» (πρβλ. Αναγνωστοπούλου Μ. Μυτιλήνη,
15/7/2005).
Για παράδειγμα μπορούν να αναφέρθούν ορισμένα πρόσωπα όπως ο Ιωάννης
Θειακάκης και ο γιατρός Βασιλειάδης. Ο Βασιλειάδης, ο οποίος βρισκόταν στο
μέτωπο της Μικράς Ασίας όπου τραυματίστηκε στο πόδι, έμενε στη Βαρειά και
δύο φορές την εβδομάδα πήγαινε στη Μυτιλήνη, διανύοντας έξι χιλιόμετρα, για
να επισκεπτεί το ορφανοτροφείο. Ο Ιωάννης Θειακάκης, ήταν νομάρχης
Μυτιλήνης, τα πρώτα χρόνια της προσφυγιάς, και βοήθησε στο γρήγορο χτίσιμο
των προσφυγικών συνοικισμών, με οποιοδήποτε τρόπο μπορούσε, επιβλέποντας
πολλές φορές ο ίδιος τα έργα81.

8.2 Κρατική βοήθεια

Μετά την Μικρασιατική Καταστροφή και τον ερχομό των προσφύγων στην
Ελλάδα το κράτος ξεκίνησε την πραγματοποίηση ενεργειών με σκοπό την
περίθαλψη των προσφύγων.
Την 1η Νοεμβρίου 1922 δημοσιεύεται νόμος "Περί επιτάξεως ακινήτων δι'
εγκατάστασιν προσφύγων". Συνολικά επιτάσσονται 8.000 ακίνητα.
Το μέτρο το οποίο αποτελούσε μέρος της κρατικής κοινωνικής πολιτικής που
εφαρμόστηκε εξαιτίας των έκτακτων περιστάσεων, άγγιζε και τις μεσαίες τάξεις
των ντόπιων κατοίκων. Ο νόμος περιλάμβανε και επιτάξεις σπιτιών μέσα στις
πόλεις.
Οι ιδιοκτήτες πολλών κατοικιών υποχρεώθηκαν έτσι να φιλοξενήσουν από μια
οικογένεια προσφύγων για ένα αρκετά σημαντικό χρονικό διάστημα: «Ήταν δυο
κοπέλες, και το είχαν το σπίτι όλο αυτές. Και είχα ένα θείο ο οποίος ήταν στο
λιμεναρχείο, και δέθηκε ορισμένα μέσα. Και πήγαμε και μας βάλαν’ και μας
δώσαν’ ένα δωμάτιο. Είχε, πεντ’, έξι δωμάτια μέσα το σπίτ΄, ένα ωραίο σπίτ΄…»
(πρβλ. Καπλαμάνος T. Μυτιλήνη, 20/6/2005).

79
Χονδρονίκη Κ., Θηβαιόπουλου Α. (Επιμ.), Πέργαμος 1300π.Χρ.-1922 Κοινότις Περγάμου, Μυτιλήνη 1929.
80
Κοινότης Περγάμου, Τα Πεππραγμένα (Μάιος 1927-Δεκέμβριος 1929), Μυτιλήνη [χ.χ.]
81
Νταρής Δ., Παπαδοπούλου Ι., Σταυρακάκη Α., Στρατηγάκη Ζ., Οι Πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία στην πόλη της
Μυτιλήνης, αδημοσίευτη εργασία φοιτητών Τμήματος Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας Πανεπιστημίου
Αιγαίου,Διδάσκων Παπαγεωργίου Δημήτρης, Μυτιλήνη, 2001.

63
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

Οι αποζημιώσεις, όμως, που δόθηκαν δεν θεωρήθηκαν αρκετές κι αυτό


δημιούργησε έντονο κλίμα δυσαρέσκειας, όχι μόνο ενάντια στο κράτος, αλλά και
ενάντια στους ίδιους τους πρόσφυγες 82.
Επίσης όπως μας ενημερώνει η Μιχελή στις 3 Νοεμβρίου του 1922 ιδρύθηκε
στην Αθήνα ο Οργανισμός Περιθάλψεως Προσφύγων ο οποίος ασχολήθηκε
αποκλειστικά με το πρόβλημα των προσφύγων. Ταυτόχρονα, σύμφωνα με την
ίδια πηγή δημιουργήθηκαν 22 υποεπιτροπές σε διάφορα μέρη της Ελλάδας, στον
Πειραιά, στο Βόλο, στη Θεσσαλονίκη, στη Λάρισα, στην Πάτρα, στην Έδεσσα
και αλλού: «…ε, να σας πω παντού είχαν ιδρυθεί κάποιες …κάποια σωματεία για
περίθαλψη, για τους πρόσφυγες… Σε πολλά μέρη της Ελλάδος» (πρβλ.
Ατσικμπάση Μ. Καλλονή Λέσβου, 22/7/2005). Σε αυτό το στάδιο, οι
γραφειοκρατικές διαδικασίες είχαν ελαχιστοποιηθεί και οι μηχανισμοί λειτουρ-
γούσαν με ταχύτητα.
Στις 3 Νοεμβρίου του 1922 όπως μας πληροφορεί η Μιχελή, ξεκίνησε και η
λειτουργία του Ταμείου Περιθάλψεως Προσφύγων, το οποίο ασχολήθηκε με τη
στέγαση των προσφύγων υπό τη μορφή φιλανθρωπικού οργανισμού: «….υπήρχε
μια κοινωνική πρόνοια όχι πως δεν υπήρχε, και το κράτος, το ίδιο το κράτος
άρχισε πια να…να βοηθάει» (πρβλ. Αναγνωστοπούλου Μ. Μυτιλήνη, 15/7/2005).
Πρώτος πρόεδρος του Ταμείου Περιθάλψεως Προσφύγων ήταν ο Επαμεινώνδας
Χαρίλαος.
Σύμφωνα με το πρώτο άρθρο του νομοθετικού διατάγματος που το αφορά:
«Το Ταμείον έχει σκοπόν την διαχείρισιν και διάθεσιν των εξ εράνων,
κληρονομιών, δωρεών και κληροδοτημάτων, προς περίθαλψιν εν γένει και
εγκατάστασιν των προσφύγων, διατεθειμένων χρημάτων και ειδών».
Τέλος συνεργάστηκε από το 1923 ώς το 1925 με την Επιτροπή
Αποκαταστάσεως Προσφύγων, εξακολουθώντας να ασχολείται με τη στέγασή
των προσφύγων στο μέτρο των δυνατοτήτων του.
Τον Σεπτέμβριο του 1923 σύμφωνα με την Μιχελή ιδρύθηκε η Επιτροπή
Αποκαταστάσεως Προσφύγων (Ε.Α.Π.) δημιουργημένη σύμφωνα με το
πρωτόκολλο της Γενεύης. Η Ε.Α.Π. είχε σκοπό να κλείσει το θέμα των προ-
σφύγων με την παροχή δανείων για ενοίκιο και την οικοδόμηση κατοικιών και
απέβλεπε στην οριστική αποκατάσταση των προσφύγων με σκοπό την
αφομοίωση τους από το κοινωνικό σύνολο.
Στην Ε.Α.Π. συμμετείχαν 2 ξένα μέλη: ο πρόεδρος Αμερικανός, κι ένα ακόμη
μέλος που εκπροσωπούσε την Κοινωνία των Εθνών αλλά και δύο Έλληνες: ο Π.
Αργυρόπουλος κι ο Στ. Δέλτας. Πρώτος πρόεδρος της Ε.Α.Π. ήταν ο Η.
Morgenthau, η θητεία του οποίου ξεκίνησε τον Οκτώβριο του '23. Δεύτερος ήταν
ο G. How1and και τρίτος ο Ch. Β. Eddy.
Μέσω του εξωτερικού προσφυγικού δανείου, η Ε.Α.Π. μπόρεσε να υλοποιήσει
ώς το 1930 ένα σημαντικό μέρος του προγράμματος της αποκατάστασης των
προσφύγων79.
Η δραστηριότητα της Ε.Α.Π., της οποίας έδρα αρχικά είχε ορισθεί η
Θεσσαλονίκη, δεν περιοριζόταν μόνο στην περιοχή των δύο μεγάλων πόλεων
αλλά επεκτεινόταν και στη Λάρισα, στην Καρδίτσα, στη Λαμία, στο Μεσολόγγι,
στην Κόρινθο, στην Πάτρα, στον Πύργο, στην Κρήτη, στη Μυτιλήνη, στη Χίο και
πολλές πόλεις της Μακεδονίας και της Θράκης. Έτσι ήταν σε θέση να ελέγχει και
τους κατά τόπους αριθμούς των προσφύγων χειραγωγώντας κατάλληλα την
πυκνότητα των οικισμών τους.
Από πλευράς αρμοδιοτήτων η Ε.Α.Π. λειτουργούσε, μετά την εγκατάσταση των
82
Μιχελή Λ., 1992: 98, 99, 103-106, 130.

64
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

προσφύγων στα σπίτια, σαν ιδιοκτήτης που ενδιαφερόταν για την τακτική
πληρωμή των οφειλών εκ μέρους τους και για τις απαραίτητες επισκευές, όταν
χρειαζόταν.
Με τη βοήθεια της Αστυνομίας, επέβλεπε για την τάξη και φρόντιζε για την
καθαριότητα των δρόμων, το άδειασμα των βόθρων, την απαγόρευση του
χτισίματος σπιτιών απάνω σε δημόσιους δρόμους ή πάρκα και την προμήθεια
νερού. Το Μάιο του 1925 ιδρύθηκε η Υγειονομική Υπηρεσία της Ε.Α.Π.
Συνολικά χτίστηκαν 59 υγειονομικοί σταθμοί που στελεχώθηκαν με την φροντίδα
του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού83.
Για την προσφυγική αποκατάσταση και την πληρωμή των αποζημιώσεων των
περιουσιών τις οποίες οι Έλληνες εγκατέλειψαν στην Τουρκία συνάφθηκαν μια
σειρά δανείων.
Προσφυγικό δάνειο 1924 (7%). Η ελληνική κυβέρνηση, με την ίδρυση της
Επιτροπής Αποκαταστάσεως Προσφύγων (Ε.Α.Π) αποφάσισε να εκδώσει
ομολογιακό δάνειο, που ονομάστηκε «προσφυγικόν». Το δάνειο αυτό ήταν ύψους
10.000.000 λιρών Αγγλίας και 11.000.000 δολαρίων Η.Π.Α. με επιτόκιο 7%. Για
την σύναψη του δανείου αυτού υπογράφτηκαν δύο συμβάσεις. Μία στις 4
Δεκεμβρίου 1924 στο Λονδίνο, ανάμεσα στην ελληνική κυβέρνηση με
εκπρόσωπο τον πληρεξούσιο υπουργό Δημ. Κακλαμάνο και τις τράπεζες
HAMBRO BANK LTD και της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος και η άλλη στη
Νέα Υόρκη, ανάμεσα στην ελληνική κυβέρνηση και την τράπεζα SPEYER AMS
COMPANY84.

Επίσης έχουμε τα δάνεια ανταλλάξιμων 1926 και 1928. Τα δάνεια αυτά έγιναν
ανάμεσα στην ελληνική κυβέρνηση και στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος για να
πληρωθεί ένα μέρος των αποζημιώσεων των περιουσιών που εγκατέλειψαν οι
Έλληνες στην Τουρκία. Αρχικά το δάνειο ήταν 3.000.000.000 δραχμών. Επειδή
όμως δεν έφτασε αυτό το ποσό, εκδόθηκε άλλη σειρά ομολογιών 500.000.000
δρχ. Και έτσι το δάνειο που ονομάστηκε «Α’ Δάνειον Ανταλλαξίμων 8% 1926»
ανήλθε στο ποσό των 3,5 δισεκατομ. δρχ.
Αργότερα, επειδή και το ποσό αυτό δεν έφτασε να πληρωθούν εκείνοι που
γράφτηκαν στα «Συμπηρωματικά Φύλλα», εκδόθηκε νέο δάνειο συνολικού
ονομαστικού κεφαλαίου 2,5 δισεκατομμυρίων δρχ, με επιτόκιο 8%, που
ονομάσθηκε «Δεύτερον Δάνειον Ανταλλαξίμων 8% του 1928».
Έτσι το συνολικό ποσό που δόθηκε στους ανταλλάξιμους σαν αποζημίωση σε
ομολογίες ανήλθε σε 6.121.921.000 δρχ. Εκτός από αυτό το ποσό δόθηκαν
μετρητά από την Εθνική Τράπεζα για λογαριασμό του Δημοσίου ύψους
870.958.114 δρχ. για να καταβληθούν στους πρόσφυγες το 20% της περιουσίας
σε μετρητά από την περιουσία που ενέκριναν οι εκτιμητικές επιτροπές, όπως
προαναφέραμε, και 80% σε ομολογίες, που ενώ η ονομαστική τους αξία ήταν
1.000 δρχ. αγοράζονταν από τους επιτήδειους των περιστάσεων προς 600-750
δρχ. καθεμιά: «Και πήραν, … απ΄ τα απ΄ τα λεφτά που δώσαν’ αυτοί οι Τούρκοι
και μας τα δώσαν’ εμάς. Δηλαδή είχε ένα σπίτι στο Αϊβαλί ο ένας, ένα κτήμα,
ελαιόκτημα, ένα σπίτι ένα μαγαζί. Και ας υποθέσουμε ότι κάναν’ εκατό χιλιάδες
δραχμές, το δίναν’, είκοσ’. Δεκαπέντε, είκοσ΄ και αυτά δεν τα ’παιρνε όλα. Το
δίναν’ σε ομολογίες, οι οποίες όλες ήταν άχρηστες ύστερα. Έδινε ομολογία εκατό
δραχμές αξία. Και, τσ’ έβγαινες στην αγορά να τις πουλήσεις, για να πάρεις τα
λεφτά να κάνεις την δουλειά σ’. Ιπότε εξήντα τις πλερ’ναν, τις πέρναν’, πότε
83
Μιχελή Λ., 1992: 131.
84
Λαμψίδης Γ., 94-95-96.

65
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

πενήντα» (πρβλ. Καπλαμάνος T. Μυτιλήνη, 20/6/2005).


Επιπλέον, έχουμε το Δάνειο Ελλήνων Υπηκόων 1927. Το δάνειο αυτό
εκδόθηκε για να αποζημιωθούν οι Έλληνες υπήκοοι, που έχοντας περιουσία στην
Τουρκία την εγκατέλειψαν και δεν υπολογίσθηκαν ως ανταλλάξιμοι Έλληνες
τουρκικής υπηκοότητας. Το ύψος του δανείου αυτού ανήλθε σε 800.000.000 δρχ.
με το οποίο αποζημιώθηκαν οι δικαιούχοι, κατά ποσοστό 20% (η περιουσία που
εγκατέλειψαν, σύμφωνα με τις αυστηρές εκτιμήσεις των επιτροπών ανερχόταν σε
4 δισεκατομμύρια. δρχ. περίπου)85.
Στην κρατική μέριμνα υπέρ των προσφύγων όπως διαπιστώνεται άλλωστε και
από δημοσιεύματα του τύπου της εποχής περιλαμβάνονται ενέργειες όπως η
διανομή χρηματικών επιδομάτων στους πρόσφυγες με την προσκόμιση των
προσφυγικών βιβλιαρίων που ήδη οι πρόσφυγες είχαν προμηθευτεί: «Τώρα στο
δεύτερο διωγμό, πάλι, άρχισαν πρώτα πρώτα οι αποζημιώσεις, αποζημιώσεις των
προσφύγων, κάποια επιδόματα στην αρχή, εε, έγιναν…συσσίτια, συσσίτια
γίνανε…τα συσσίτια όπως έλεγε και ο Κακλαμάνος ήταν φασολάδα με μπόλικο
ζουμί και ελάχιστες φασόλες, μακαρόνια τέτοια πράγματα» (πρβλ.
Αναγνωστοπούλου Μ., Μυτιλήνη, 15/7/2005).
Επίσης πραγματοποιήθηκε η θέσπιση έκτακτων φόρων υπέρ των προσφύγων
στους οποίους συμπεριλαμβάνονταν και οι φόροι που επιβάλλονταν σε όλα τα
εμπορεύματα που ξεφορτώνονταν στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης, στον «καπνόν
εις φύλλα» καθώς επίσης και στα εμπορεύματα που εξάγονταν από τη Λέσβο 86.
Συγκεκριμένα στην Λέσβο σύμφωνα με το εμπορικό επιμελητήριο Λέσβου
κατά τη διάρκεια του Σεπτεμρίου 1924 και Αυγούστου 1925, πραγματοποιήθηκαν
ενέργειες για την κατάργηση του πρόσθετου προσφυγικού φόρου.

9. Επαγγέλματα μετά τη Μικρασιατική Καταστρόφη

Οι Μικρασιάτες πρόσφυγες σύμφωνα με μαρτυρίες, εφοδιασμένοι με πείρα,


ευφυΐα, ανταγωνιστικό και επιχειρηματικό πνεύμα αρχικά ασχολήθηκαν με
διαφόρων ειδών εργασίες για να βγάλουν τα ως προς το ζειν. Ο αριθμός των
προσφύγων που παραμένουν μόνιμα στο νησί 37.804 μετά την ανταλλαγή των
πληθυσμών ανέρχεται στους 37.80487. Μαρτυρείται ότι προτεραιότητα είχαν τα
επαγγέλματα που ήδη γνώριζαν.
Σύμφωνα με μαρτυρία της Αναγνωστοπούλου εκείνη την περίοδο
δημιουργήθηκε και ο σύλλογος παροχής εργασίας: «Τότε έγινε εδώ και ένα
σωματείο για, να δώσει εργασία σε πρόσφυγες, ο σύλλογος παροχής εργασίας,
γύρω στο ’23 έγινε και πήγαν προσφυγοπούλες και άλλη κεντούσε, άλλη είχαν
και κρεβατές (αργαλειούς) και ύφαιναν και αυτό βάσταξε και στα χρόνια μετά την
κατοχή την γερμανική σιγά- σιγά ξέφτισε» (πρβλ. Αναγνωστοπούλου Μ.
Μυτιλήνη, 15/7/2005).
Οι εφημερίδες της εποχής επιβεβεβαιώνουν τη δημοσίευση αγγελιών με σκοπό
της εύρεση εργασίας από την μεριά των προσφύγων: «Νέος πρόσφυξ
προυπηρετήσας εις φαρμακείον και γνώσης της καταστηχογραφίας …. Ζητεί
θέσιν..»88.

85
Λαμψίδης Γ., 94-95-96.
86
Μιχελή Λ.,1992:106.
87
Ελευθεριάδη Μ., 1972.
88
“ΣΑΛΠΙΓΞ”, Καθημερινή πολιτική Εφημερίδα, εκδότης: Νικόλαος Παρίτσης, ΕΤΟΣ ΙΔ’ 03/04/23, (φύλλο 2429).

66
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

Οι πρόσφυγες, σύμφωνα με πηγές, ασχολήθηκαν με τα επαγγέλματα της γης


και τα προϊόντα της: «Ο πατέρας μου ήτανε αγρότης, γεωργός. Βάζανε καπνά.
Μετά βάζανε, ε καλλιεργούσαν πατάτες, φασόλια και μπουστάνια…Και σιτηρά,
σπε΄, σπέρναν’ σιτάρια, πολλά σιτάρια και κριθάρια. Αυτό έκανε όταν ήρθε εδώ.
Από κει ήρθε νεαρό παιδί» (πρβλ. Ατσικμπάση Μ. Καλλονή Λέσβου, 22/7/2005).
Πιο συγκεκριμένα ασχολήθηκαν με την καλλιέργεια του καπνού, η οποία και
πήρε νέα ώθηση με την έλευση των προσφύγων. Σύμφωνα με το Επιμελητήριο
Λέσβου, μετά την εγκατάσταση των προσφύγων εντατικοποιήθηκε η καλλιέργεια
του καπνού και από 180.000 οκάδες μέσο όρο που ήταν η παραγωγή κατά έτος
στο παρελθόν, έφτασε κατά το 1923-1924, στις 1.100.000 οκάδες και κατά το
έτος 1924-1925 η παραγωγή παρουσίασε αύξηση και ανήλθε σε 1.558.250
οκάδες. Επίσης παρατηρείται βελτίωση και στην ποιότητα του καπνού σε σχέση
με τα προηγούμενα 3-4 χρόνια89. O Καρτέρης Φ. λέει: «…στρώθηκαν όλοι μικροί
μεγάλοι στη δουλειά. Άρχισαν οι πολυμελείς οικογένειες την καλλιέργεια του
καπνού. Ήταν η πιο δύσκολη η πιο πολυέξοδη δουλειά. Ερχόταν ο έμπορος με
τους ντόπιους μεσάζοντες και έδιναν 18-20 δρχ. την οκά, έβγαζαν το μισό σκάρτο
για να το αγοράσουν προς 5 δρχ., το αποτέλεσμα μηδέν. Κι είχε δουλέψει όλη η
οικογένεια επί 7 μήνες»90.
Επίσης, οι πρόσφυγες ασχολήθηκαν με επαγγέλματα που σχετίζονται με την
ελιά και τα παράγωγά της σε δραστηριότητες (θέσεις) όπως συλλογή καρπών,
ράβδισμα και κλάδεμα δέντρων: «Λοιπόν, αναγκαστικά πήγαν στις ελιές, πού να
πάν'. (Στο σχολείο μέναν μέσα; Κοιμόνταν στο σχολείο;) Ναι, στο σχολείο.
Λοιπόν, πηγαίναν αυτοί που ερχόταν το βράδ', να βρέχ'. Η συγκομιδή τ'ς ελιάς
είναι χειμώνας, βρέχ', χιονίζ', κρύα και τα λοιπά. Ήταν ζόρ'σα σοδιά και φωνάζαν
οι καϋμένες. Οι Σμυρνιοί μιλούν γλώσσα πολύ γλυκιά και λέγαν τ'ς μητέρα μ', τ'
λέγαν Βασιλική..., ‘αχ κυρά Βασιλική το δικό σας το μαξούλ' είναι χειμωνιάτικο,
το δικό μας είναι καλοκαιρινό, σύκα, σταφύλια’ ....» (συν. του Βέη Δημήτρη
2/6/1997 βασισμένη στο ερευνητικό πρόγραμμα «Μουσικός και Υλικός
Πολιτισμός στο Βόρειο Αιγαίο-Κιβωτός του Αιγαίου» του εργαστηρίου
Κοινωνικής&Πολιτισμικής-Ψηφιακής Τεκμηρίωσης του Πανεπιστημίου Αιγαίου,
επιστημονικός υπεύθυνος Χτούρης Σωτήρης).
Κατά την περίοδο 1924-1925 χρησιμοποιήθηκαν στη συλλογή και στο ράβδισμα
της ελιάς περίπου 4.000 γυναίκες επι το πλείστον πρόσφυγες. Η αμοιβή των
γυναικών κυμαίνονταν από 12 μέχρι 18 δρχ.91.
Σύμφωνα με το Επιμελητήριο Λέσβου για το έτος 1923-1924, απασχολούνταν
ως εργάτες σε ατμοκίνητα και χειροκίνητα ελαιοτριβεία πρόσφυγες και ντόπιοι
(μόνο άντρες). Επίσης σύμφωνα με την ίδια πηγή, υπήρχε απασχόληση
προσφύγων και ντόπιων (κυρίως αντρών) σε πυρηνελαιουργία Οι αμοιβές των
εργατών εξαρτιόταν από την θέση και το πόστο του καθενός και κυμαινόταν από
15 δρχ. που έπαιρνε ένα απλός εργάτης εώς και 50 που έπαιρναν οι μάστορες.
Επιπλέον κατά την περίοδο 1924-1925 χρησιμοποιήθηκαν στον τομέα της
πρωτελαιουργίας 800 περίπου άτομα (ντόπιοι και πρόσφυγες) σε θέσεις:
Διευθυντών, Γραμματέων, Μηχανικών, Θερμαστών, Πετράδων, Επιστατών,
Βοηθών και Φυλάκων, οι αμοιβές των οποίων ήταν από 25 δρχ. στον βοηθό
εργατών έως 80 δρχ. για τον ανώτερο υπάλληλο92.

89
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΚΑΜΝΟΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΤΟΥ ΚΑΠΝΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥ ΚΑΠΝΟΥ ΕΙΣ ΦΥΛΛA, Αρχείο
Εμπορικού Επιμελητηρίου Λέσβου, Σεπτέμβριος ‘23-Άγουστος ’24..
90
Κοντέλλης Π., 1985:297.
91
Αρχείο Εμπορικού Επιμελητηρίου Λέσβου.
92
Αρχείο Εμπορικού Επιμελητηρίου Λέσβου, Σεπτέμβριος ‘24-Άγουστος ‘25.

67
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

Με τον ερχομό των προσφύγων παρουσιάστηκε γενικότερα βελτίωση στην


μέθοδο παρασκευής και στην ποιότητα του λαδιού93.
Μαρτυρείται επίσης η ασχολία προσφύγων με την δεντροφύτευση οπωροφόρων
δέντρων, αλλά και με τα αμπέλια: «αυτοί που ξέραν’ την τέχνη του κρασιού
έπιασαν να βάζουν αμπέλια ..να φυτεύουν αμπέλια γιατί ήξεραν την τέχνη του
κρασιού. Κάναν’ πολύ ωραία κρασιά και καπνά. Τα οποία καπνά καλλιεργούσαν
στον τόπο τους. Γέμισε λοιπόν όλη εδώ πέρα η περιοχή, ε, καπνοχώραφα κι
’αμπέλια.» (πρβλ. Ατσικμπάση Μ. Καλλονή Λέσβου, 22/7/2005).
Σύμφωνα με αναφορές, οι πρόσφυγες ασχολήθηκαν και με τεχνικά
επαγγέλματα.. Κάποια από τα οποία παρατίθονται παρακάτω:
Μαρτυρείται η ύπαρξη οικοδόμων και ηλεκτρολόγων: «(Στο Συνοικισμό τότε
που ήσουν το θυμάσαι ο κόσμος τι δουλειές έκανε;) Ήταν ραφτάδες, δυο αδερφές
ήταν δίπλα μας φραγκαράφτισσες, οικοδόμοι ήταν διάφοροι. (Που δουλεύανε
αυτοί μέσα στη Μυτιλήνη ή και βγαίνανε απ’ έξω;). Κάποιοι θα βγαίνανε κιόλας.
Δεν είχε αγροτικό στοιχείο πολύ, συνήθως ήτανε άνθρωποι που κάνανε δουλειές
σε πόλεις. Χαμάληδες στο λιμάνι, ο πατέρας μου ήτανε ηλεκτρολόγος... Στο
Συνοικισμό είχε Νικομηδιώτισσες, είχε απ’ τ’ Αϊβαλί...»(συν. της Σκούφογλου
Στέλα, 5/4/1997 βασισμένη στο ερευνητικό πρόγραμμα «Μουσικός και Υλικός
Πολιτισμός στο Βόρειο Αιγαίο-Κιβωτός του Αιγαίου» του εργαστηρίου
Κοινωνικής&Πολιτισμικής-Ψηφιακής Τεκμηρίωσης του Πανεπιστημίου Αιγαίου,
επιστημονικός υπεύθυνος Χτούρης Σωτήρης).
Σε μαρτυρία της κ. Σταψατέλλη επιβεβαιώνεται η ύπαρξη ραφτών και
κατασκευαστών κοσμημάτων: «…Δηλαδή εμάς η θεία μου, έφτιαχνε πατρόν, και,
αυτοσχέδια έτσι στολίδια, πάνω στα ρούχα. Τα οποία δεν υπήρχαν εδώ, δεν
κυκλοφορούσαν δηλαδή μέσα στην Μυτιλήνη. Και πατρόν δεν ήξερε να βγάλει
κανείς. Αυτή το, η θεία μας με το θείο όπου ζούσαν και την οικογένειά τους
βέβαια.… αυτοί ήτανε ράφτες… το όνομα Χατζηαργύρη. Ήτανε αντρόγυνο και
ράβανε και οι δύο, και μέσα στην Μυτιλήνη είχαν μια μεγάλη πελατεία. Έδωσαν
όμως και τα φώτα τους. Κεντήτρες πάλι, ε, δηλαδή πράγματα πολύ σπάνια…»
(πρβλ. Σταψατέλλη Γ., Τουρλή Ε. Σκάλα Λουτρών Λέσβου, 30/8/2005).
Επίσης οι πρόσφυγες άσκησαν το επάγγελμα των πεταλωτή και του καροποιού.
«Σας είπα ότι ο πατέρας μου κατέφυγε στην Κωνσταντινούπολη. Και από την
Κωνσταντινούπολη, βρέθηκε να είναι σε αυτό το χωριό που λέγεται Μόρια. Και
έκανε το επάγγελμα του πεταλωτή και του ψωμά. Αλλά μέχρις ότου εδραίωσε το
επάγγελμα του πεταλωτή, παράτησε το αρτοποιείο, παράτησε το, τα ψωμιά και
πετάλωνε μονάχα. Το οποίο το μαγαζί ήταν από δω από πάνω μεριά, εδώ κοντά .
Δίπλα στο Π.Ι.Κ.Π.Α….Πρώτα πρώτα δεν υπήρχε εδώ ντόπιος που να φτιάχνει
κάρα. Τα κάρα τα φτιάχνανε όταν ήρθανε απ’ το Αδραμύττι, απ’ το Αιβαλί και
απ’ το Δικελί, και απ’ τη Σμύρνη. Όλοι αυτοί οι τεχνίτες ήταν Αιβαλιώτες,
Δικελιώτες και Σμυρνιοί. Τώρα περισσότερα, το τι υπήρχε πριν έρθουν αυτοί , δεν
ξέρω. Δεν ξέρω. Αλλά είναι γεγονός ότι το, το πνεύμα το εμπορικό και το
επιχειρηματικό το φέρανε αυτοί οι άνθρωποι. Κωνσταντινοπολίτες,
Κωνσταντινοπολίτες ε, και Μικρασιάτες, ως επι των πλείστον» (πρβλ.
Τοσουνίδης Γ. Μυτιλήνη, 15/6/2005).
Ένα άλλο σύνολο επαγγελμάτων με τα οποία ασχολήθηκαν πρόσφυγες ήταν τα
επαγγέλματα της θάλασσας.
Συγκεκριμένα ασχολήθηκαν με την αλιεία η οποία και αναπτύχθηκε ακόμα
περισσότερο με την έλευση των προσφύγων από τη Μικρά Ασία. Μετά το 1923

93
Αρχείο Εμπορικού Επιμελητηρίου Λέσβου.

68
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

πολλοί εγκαταστάθηκαν στα επίνεια (Σκάλες) της Λέσβου και συνέχισαν να


ασκούν την τέχνη του ψαρέματος, που γνώριζαν από τις Μικρασιατικές ακτές 94.
Επίσης μαρτυρείται η ύπαρξη καραβομαραγκών: «Ε, εμείς αυτό που μάθαμε
μεταγενέστερα ήτανε ότι ήταν αλληλέγγυοι, ήταν αγαπημένοι. Ασχολούνταν οι
περισσότεροι με το ψάρεμα…σχεδόν όλοι με το ψάρεμα. Ο ένας ας πούμε που
είχε την επιχείρηση …ήτανε καραβομαραγκός…και έφτιαξε εδώ πέρα (Σκάλα
Λουτρών) το Καρνάγιο, γιατί είναι από τότε…το Καρνάγιο αυτό, είναι από τον
παππού τους. Οι υπόλοιποι με τα καΐκια ας πούμε ασχολούνταν… με το ψάρεμα.»
(πρβλ. Σταψατέλλη Γ., Τουρλή Ε., Σκάλα Λουτρών Λέσβου, 30/8/2005).
Πιο συγκεκριμένα, στην πόλη της Μυτιλήνης, σύμφωνα με πηγές, με την
έλευση των προσφύγων διαμορφώθηκε μια νέα εμπορική κατάσταση: «Πολλά
άλλαξαν, όπως έλεγε η γιαγιά όταν ερχόταν από απέναντι στο Αϊβαλί στα χρόνια
πριν το διωγμό και τα συνέκρινε με τα μετά που είχαν πάει, ήρθαν πια οι
πρόσφυγες και πρόκοψαν είδε ότι ήταν μεγάλη διαφορά» (πρβλ.
Αναγνωστοπούλου Μ. Μυτιλήνη, 15/7/2005). Οι πρόσφυγες με τις
επαγγελματικές τους ικανότητες και το επιχειρηματικό τους πνεύμα προώθησαν
το εμπόριο και έδωσαν νέα ώθηση στην αγορά. Μαρτυρείται ότι οι πρόσφυγες,
ενώ αρχικά δημιούργησαν «παραγκακία» και μικρομάγαζα στην συνέχεια
πέρασαν στην δημιουργία επιχειρήσεων και καταστημάτων τα οποία ήταν
διαφόρων ειδών: «Σιγά σιγά όμως, δυνάμωσε ο κόσμος. Η αγορά της Μυτιλήνης
από την Απάνω Σκάλα…μέχρι το Γυμνάσιο κάτω ήταν όλοι έμποροι Μυτιληνιοί.
Κι όλοι αυτοί χρεοκοπήσαν’ και τα πήραν τα μαγαζιά όλα οι πρόσφυγες. Γιατί
ήταν άνθρωποι οι οποίοι ήταν του εμπορίου. Σμυρνιοί, απ’ τη Πέργαμο, απ’ τ’
Αιβαλί, απ’ τ’ Αδραμμύτι. Ήταν έμποροι γεροί» (πρβλ. Καπλαμάνος T.
Μυτιλήνη, 20/6/2005).
Επίσης στον χώρο της Μυτιλήνης και όχι μόνο, μαρτυρείται η ύπαρξη
προσφύγων που εργάζονταν ως ελεύθεροι επαγγελματίες σε ειδικότητες όπως
γιατροί, δικηγόροι μουσικοί, ζωγράφοι κ. α.
Χαρακτηριστικά αναφέρουμε την ύπαρξη γιατρών: «Κατά την Μικρασιατική
καταστροφή ήλθανε αρκετοί πρόσφυγες γιατροί. Στην Καλλονή ήταν ο
Κυπριανός, πρώην βουλευτής, παππούς της κ. Γιάννη Δελή»95.
Μαρτυρείται επίσης η ύπαρξη μουσικών: «… Ο μπαμπάς μου έπαιζε
καταπληκτικό μπουζούκι και τραγουδούσε καλά. Ο άνθρωπος όμως, όταν ήρθανε
και άνοιγε η Κληματαριά, ένα από τα καλύτερα μαγαζιά της Μυτιλήνης, ήρθανε
και τον κάνανε εδώ πέρα τεμενάδες. Έλα κύριε Φραγκουλάκη και σε θέλω και
σαν πρώτο μπουζούκι και λοιπά, ο μπαμπάς μου όμως παρότι ήμασταν πάρα πολύ
φτωχοί δεν πήγε. Και ο λόγος ήταν δεν ήθελε τα παιδιά του να τον δούν σ’ έναν
χώρο όπως ήταν αυτός. Προτιμούσε και πήγαινε στα πανηγύρια και στους γάμους
αλλά όχι μέσα σε αυτά τα μαγαζιά….» (πρβλ. Σταψατέλλη Γ., Τουρλή Ε. Σκάλα
Λουτρών Λέσβου, 30/8/2005).
Ο Ανδρεάδης, μαρτυρία του οποίου βρίσκεται στο κέντρο μικρασιατικών
σπουδών, καταγράφει το 1958 και 1960 για τον χώρο της Μυτιλήνης κάποια
ονόματα προσφύγων με την αντίστοιχη επαγγελματική τους απασχόληση.

Γεώργιος Χονδρονίκης συνταξιούχος δικηγόρος.


Αριστόβουλος Χρηστίδης, δημοσιογράφος.
Καλογερίδης, παιδίατρος Ι.Κ.Α.
Κράνης, ωτορινολαρυγγολόγος Ι.Κ.Α.
94
www.aegean.gr/culturelab
95
Καλλιπολίτης Κ.Γ, 1993:481.

69
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

Μερόπη Μωύσογλου φαρμακοποιός


Βας. Παπαδόπουλος φαρμακοποιός
Βασ. Παπαδόπουλος, φαρμακοποιός
Ν. Ευσταθιάδης συνταξιούχος δημόσιος υπάλληλος.
Αδελφοί Χιωτέλλη καπνοβιομήχανοι Μυτιλήνη
Στέφανος Στεφανίδης υφασματέμπορος
Θεόδωρος Μακρόπουλος γαλακτοπώλης το επάγγελμα. (το 1950)
Θεόφιλος Βραχόπουλος έμπορος
Αλέκος Κουζίνογλου έμπορος
Σίμος Ταχυδρομύδης, παντοπώλης.
4.Στέλιος Ταχυδρομίδης, παντοπώλης.
Σοφοκλή Τσιβόγλου. πρατήριον φλόκα.
Θρασύβουλος Βακαλίδης, έμπορος καλλυντικών, απόφοιτος Μ. Τ. Σχολή
Σαράφογλου Χαράλ., δερματέμπορος
Σαράφογλου Κων/νος, αργυραμοιβός
Σαράφογλου Βασίλειος, αργυραμοιβός
Ιωάννης Λανταρίδης αργυραμοιβός στην Κεντρική αγορά.

70
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

10. Επίλογος

«…Ξέρεις η έρευνα, δεν υπάρχει πιο γλυκό πράγμα από την έρευνα. Μπορεί να
ξεκινήσεις από ένα τόσο πράμα και να σου βγουν πράγματα...» (πρβλ.
Αναγνωστοπούλου Μ. Καλλονή, 18/05/2005). Τα λόγια της κ. Αναγνωστοπούλου
βρίσκουν ισχύ και στην ολοκλήρωση της συγκεκριμένης ερευνητικής
διαδικασίας. Όντως δεν υπάρχει τίποτα πιο γλυκό από την έρευνα
συμπεριλαμβανομένων και όλων των προβλημάτων που αυτή κρύβει. Ξεκινώντας
ουσιαστικά από το τίποτα ψάχνεις να βρεις έστω ένα στοιχείο για να πιαστείς και
να κάνεις την αρχή. Η ικανοποίηση είναι ακόμα μεγαλύτερη όταν οι καρποί και
τα στοιχεία της ερευνητικής σου προσπάθειας είναι άμεσα προσπελάσιμα από
κάθε άτομο που τα χρειάζεται, στη συγκεκριμένη περίπτωση μέσω ιστοσελίδας.
Η εκπόνηση της συγκεκριμένης εργασίας πραγματοποιήθηκε κάτω από ένα
πλαίσιο περιορισμών οι οποίοι επηρέασαν καθοριστικά την τελική μορφή και το
περιεχόμενο της εργασίας. Οι περιορισμοί αυτοί, μερικοί εκ των οποίων ήταν
εμφανείς τόσο πριν όσο και κατά την διάρκεια της ερευνητικής διαδικασίας,
δημιούργησαν την ανάγκη ακολούθησης εναλλακτικών σεναρίων δράσης από την
μεριά των μελών εκπόνησης. Όσον αφορά τις πηγές, κατά τη διάρκεια της
έρευνας προέκυψε το πρόβλημα της έλλειψης πηγών καθώς και ο περιορισμένος
όγκος πληροφοριών. Οι πληροφορίες αφορούσαν διαφορετικές θεματικές
ενότητες στη κάθε περίπτωση. Σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να συμπεριληφθεί
και η περίπτωση εύρεσης πηγών αλλά αδυναμίας συλλογής πληροφοριών.
Χαρακτηριστικά αναφέρεται το γεγονός της εύρεσης Μικρασιατών προσφύγων
1ης γενιάς αλλά αδυναμίας συλλογής πληροφοριών μέσω συνέντευξης ή κάποιου
είδους συζήτησης. Επίσης προέκυψε το θέμα του περιορισμού χώρου. Οι
δραστηριότητες συλλογής υλικού περιορίστηκαν κατά κύριο λόγο στο νησί της
Λέσβου. Εξαίρεση αποτελεί η πραγματοποιήση επισκέψεων στην περιοχή της
Αθήνας. Δεν πραγματοποιήθηκε επίσκεψη στην περιοχή των απέναντι
Μικρασιατικών παραλίων, παρόλο που μέρος του συλλεχθέντος υλικού αφορούσε
αυτή την περιοχή. Επιπλέον τέθηκε το θέμα του χρονικού περιορισμού. Ο χρόνος
ο οποίος διατέθηκε για την εύρεση και συλλογή πληροφοριών για την κάθε
θεματική ενότητα ήταν περιορισμένος και σχετικά προκαθορισμένος.
Τέλος, η συγκεκριμένη πτυχιακή εργασία δίνει την δυνατότητα να γίνει
περαιτέρω έρευνα και εμβάθυνση στους ήδη υπάρχοντες θεματικούς τομείς.
Επίσης μπορεί ακόμα να εμπλουτιστεί με έρευνα σε θεματικές που δεν υπάρχουν
αλλά που μπορούν να περιληφθούν στο γενικότερο θεματικό πλαίσιο των
Μικρασιατών προσφύγων του 1922 που ήρθαν στο νησί της Λέσβου.

71
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

Ευχαριστίες

Σε αυτό το σημείο θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε εκείνους που συνέβαλαν στην


υλοποίηση της συγκεκριμένης πτυχιακής εργασίας.

Συγκεκριμένα, τους καθηγητές Παπαγεωργίου Δημήτριο, Μπουμπάρη Νικόλαο,


Μυριβήλη Λενιώ, Μαυροφίδη Θωμά, Σπάθη Αλέξανδρο.
Τους συνεντευξιαζόμενους Καπλαμάνο Τρύφωνα, Τοσουνίδη Γεώργιο,
Αναγνωστοπούλου Μαρία, Αλανζά Πελαγία, Ατσικμπάση Μένη, Τουρλή
Ευθαλία, Σταψατέλλη Γραμματική, Καλλογνωμά Καλλιόπη.
Ακόμα τους Βενέτα Μάκη (αντιδήμαρχο και πρόεδρο του Μικρασιατικού
Συλλόγου Μυτιλήνης «Επάνω Σκάλα»), Μπαλάσκα Στρατή (εκδότη τοπικής
εφημερίδας), Βουκλαρή Βιργινία (γραφίστρια), Μακροπούλου Στέλλα
(μεταφράστια-διερμηνέας), Δεμερτζή Δημήτρη (παλαιοπώλη), Παπαχρυσό
Δημήτρη (πρόεδρος Μικρασιατικού Συλλόγου Σκάλας Λουτρών «Το δελφίνι»),
Βερβενιώτη Νικόλαο (αρχιτέτονα), Πάλλη Στρατή (φαρμακοποιό), Τσώνη
Χρήστο (μεταπτυχιακό φοιτητή), Λαγουδάκης Μάνος (μεταπτυχιακό φοιτητή),
προσωπικό ΚΑΠΗ Μυτιλήνης .
Τέλος ευχαριστούμε τους Γιώργο, Ονούφριο, Ντώγο και Χριστίνα.

72
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

Πηγές

Βιβλία
Αξιώτης Μ., Στα χνάρια τα παλιά: Οδοιπορικό γύρω από τον Κόλπο της Γέρας,
Αθήνα, Παγγεραγωτικός Πολιτιστικός Σύλλογος Αθήνας, 1987.

ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΤΗΣ HTML 4-Τέταρτη έκδοση, Desktop Puplishing, Αθήνα 1998.


ISBN 960-512-128-X.

Ελευθεριάδης Μ., Λέσβος Ιστορία - Τουρισμός, 1972.

Κοντής Γ., Η Λέσβος και η Μικρασιατική της περιοχή, Αθηναϊκός Τεχνολογικός


Όμιλος - Αθηναϊκό Κέντρο Οικιστικής (Σειρά: Αρχαίες Ελληνικές πόλεις 24),
Αθήνα 1978.

Κλήμης Α., 77 χιλιάδες χρόνια θύτες και θύματα οι άνθρωποι. (Ιστορικά διηγήματα
- Προσφυγικά - λεσβιακά -Και άλλα). Μνήμες στα 70 χρόνια από το 1922, Αθήνα
1992.

Κοινότης Περγάμου, Τα Πεππραγμένα (Μάιος 1927-Δεκέμβριος 1929), Μυτιλήνη


[χ.χ.]

Κόντογλου Φ., Τα Μοσχονήσια στο Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Λέσβου,


Ημερολόγιο 2005 Αϊβαλί Η πατρίδα της ψυχής μας,[χ.τ]

Κοντέλλης Πάνος, ...ο κόσμος ο μικρός... Μεσότοπος Λέσβου. Ιστορικά -


Λαογραφικά, 2 Τόμοι, Σύλλογος Μεσοτοπιτών Λέσβου «Η Αναγέννηση», Αθήνα
1985

Κράλης Στρατής, Η Αγία Παρασκευή Λέσβου. Ιστορική ανασκόπησις - Λαογραφία


- Σύγχρονος δραστηριότης, Φοίνιξ, Μυτιλήνη 1963.

Λαμψίδης Γ., Οι Πρόσφυγες του 1922.


Λεοντής Δ.Π., Η παλιά αγορά της Μυτιλήνης, Μυτιλήνη, Τόμος Δ ,1996.

Μεγάλη Ελληνική εγκυκλοπαίδεια,Τόμος ΙΖ, Φοινιξ, Αθήνα [χ.χ.] (2η ‘Εκδ.)

Μικρασιατική κατασροφή 70 χρόνια, Η Σμύρνη πριν την κατατροφή. Ενάς οδηγός


για τα πάντα Ιστορία, πληυθσμός, εμπόριο, δρόμοι, σινεμά, εκκλησίες, σύλλογοι,
μνημεία, εφημερίδες, φυλακές, Εκδόσεις το ποντίκι, Αθήνα.

Μιχελή Λ., Αστυγραφία της Ελάσσονος Ασίας. Σμύρνη, Ερυθραία, Μενεμένη,


Αϊβαλί, Μαγνησία, Φώκαια, Πέργαμος, Νύμφαιο, Νέα Έφεσος, Ελλήνων Άστεα 3,
Δρώμενα, 1992, ISBN 960-85241-0-5.

Μιχελή Λ., Προσφύγων βίος και πολιτισμός. Από τις πόλεις της Ελάσσονος Ασίας
στα τοπία της παράγκας και του πισσόχαρτου, Ελλήνων Άστεα 2, Δρώμενα, 1992.

73
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

Μουσικά Σταυροδρόμια στο Αιγαίο Λέσβος (19ος-20ος αιώνας),Υπουργείο


Αγαίου-Πανεπιστήμιο Αιγαίου, επιμέλεια επιστημονικός υπεύθυνος Σωτήρης
Χτούρης, Εξαντας 2000.

Μπαλάσκας Σ., «...κορύφαν πόληος», Υπουργείο Αιγαίου, Αθήνα 2002

Οδηγός της JAVASCRIPT, Desktop Puplishing, Αθήνα 2001. ISBN 960-512-291-


Χ.

Παρασκευαϊδης Γιώργιος Λ.., Μανταμάδος Λέσβου. Ιστορικά - Λαογραφικά - Κείμενα &


Φωτογραφίες, Θεσσαλονίκη, 1987.

ΠΛΗΡΗΣ ΟΔΗΓΟΣ ΤΟΥ MACROMEDIA FLASH MX, Desktop Puplishing,


Αθήνα 2003. ISBN 960-512-361-4.

Σιφναίου Ε., Λέσβος. Οικονομική και κοινωνική ιστορία (1840-1912), Μυτιλήνη:


Δήμος Μυτιλήνης, 1996: 55, 99, 245, 253.

Τσαϊλακόπουλος Ν., Η Νοσταλγική γενέτειρά μου Το Φουλατζίκι Νικομήδειας Μ.


Ασίας, Μορφωτικός Σύλλογος Ευρώπου, Έυρωπος 1987.
Φίλιας, Β. (Γενική Εποπτ.), Εισαγωγή στη μεθοδολογία και τις τεχνικές των
κοινωνικών ερευνών, Σπουδαστήριο Κοινωνιολογίας ΠΑΣΠΕ-Εθνικό Κέντρο
Κοινωνικών Ερευνών. Αθήνα: Gutenberg, 2001.

Φινκ Α., How to sample in syrveys, Sage, Thousands Οaks, 1995 (Αγγλόφωνο).

Χονδρονίκη Κ., Θηβαιόπουλου Α. (Επιμ.), Πέργαμος 1300π.Χρ.-1922, Κοινότις


Περγάμου, Μυτιλήνη 1929.

Αδημοσίευτες φοιτητικές εργασίες


Γραμματικού Ε.. Καμπιτάκη Α., Μηλιάδης Δ., Φραγκιαδουλάλης Ε., Συνοικισμός
και Επάνω Σκάλα Μυτιλήνης: Μεταβολή του χώρου και της κατοικίας σε σχέση με
την ταυτότητα και την ενσωμάτωση προσφύγων, αδημοσίευτη εργασία φοιτητών
Τμήματος Κοινωνικής. Ανθρωπολογίας Πανεπιστημίου Αιγαίου, Διδάσκων
Σωτήρης Χτούρης Μυτιλήνη, 1993.

Νταρής Δ., Παπαδοπούλου Ι., Σταυρακάκη Α., Στρατηγάκη Ζ., Οι Πρόσφυγες


από τη Μικρά Ασία στην πόλη της Μυτιλήνης, αδημοσίευτη εργασία φοιτητών
Τμήματος Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας Πανεπιστημίου Αιγαίου,
Διδάσκων Παπαγεωργίου Δημήτρης, Μυτιλήνη, 2001.

Άρθρα-Περιοδικά-Εφημερίδες
Ελευθεριάδης Μ., «Οπτική από ένα Ημερολόγιο» στο Λεσβιακά, τομ. ΙΔ’, 1993.

Καραμήτρος Σ., «Ένας παληός πρόσφυγας θυμάται» στο περιοδικό Τα


Καλλονιάτικα, 2, 1979-80.

74
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

Καλλιπολίτης Κ.Γ, «Μνήμες», Αιολικά Φύλλα, 31, Οκτώβριος 1993.

Κοντού-Λιτίνα Α., «Αναμνήσεις από το προσφυγικό δράμα του ‘22» στο


περιοδικό Τα Καλλονιάτικα, 36, 1986.

Κουρβανιού Β., «Πως είδε ο Λεσβιακός τύπος την Μικρασιατική Καταστροφή


και τον ερχομό των προσφύγων στη Λέσβο», Αιολικά Φύλλα 7, 28, Εταιρία
Αιολικών Μελετών, Μυτιλήνη1993.

ΛΕΣΒΟΣ, ‘Πρόσωπα και Πολιτισμός’, Επτά Ημέρες-Καθημερινή, Κυριακή 30


Οκτωβρίου 1994 περιοδική έκδοση του φιλοτεχνικού ομίλου ο Θεόφιλος,
Μυτιλήνη τόμος Δ’, 1991.

Παπαστυλιανός Α., «Πηγή ζωής και αγαθών ο Κόλπος Καλλονής» στο περιοδικό
Τα Καλλονιάτικα, 32, 1985.
Παρασκευαϊδης Π., «Το Μπουρλότο της Ερεσού» στο περιοδικό Αιγαιοπελαγίτικα
Θέματα, 15, 1989.

Πλάτων Α., Η ιστορία της Λεσβιακής Δημοσιογραφίας,(φωτοτυπίες άρθρων από


εφημερίδες), [χ.ε.], [χ.τ.], Αρχείο Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Μυτιλήνης

“ΣΑΛΠΙΓΞ”, Καθημερινή πολιτική Εφημερίδα, εκδότης: Νικόλαος Παρίτσης,


ΕΤΟΣ ΙΔ’ 03/04/23, (φύλλο 2429)

Ψαρρός Δ., «Ο Παληός και η σημασία του στον Αιολικό χώρο» στο περιοδικό
ΜΥΤΙΛΗΝΗ, τομ. Β’, 1983.

Αδημοσίευτα Κείμενα
Μπαλάσκας Σ., ΟΙ ΜΟΥΣΙΚΕΣ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΤΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ: ΑΠΟ ΤΑ
ΛΑΪΚΑ ΤΗΣ ΣΜΥΡΝΗΣ ΣΤΑ ΡΕΜΠΕΤΙΚΑ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ (αδημοσίευτο
κείμενο).

Μπαλάσκας Σ., Το πέρασμα από τη Μυτιλήνη στο Αϊβαλί με τη ματιά του Σουφί
Κουλαξίζογλου Μπέη τον Οκτώβριο του 1923 (αδημοσίευτο κείμενο).

Διάφορες
Εμπορικό Επιμελητήριο Λέσβου.

Εργαστήριο Κοινωνικής&Πολιτισμικής-Ψηφιακής Τεκμηρίωσης, πρόγγραμμα


Μουσικός και Υλικός Πολιτισμός στο Βόρειο Αιγαίο-Κιβωτός του Αιγαίου,
επιστημονικός υπεύθυνος Χτούρης Σωτήρης.

Ιστορικό Αρχείο Αιγαίου ‘ΕΡΓΑΝΗ’, υπεύθυνοι Κοννάρης Κρ., Σιφναίου Ευ.

Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών.

75
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

Ηλεκτρονικές διευθύνσεις
www.aegean.gr/culturelab
http://quality.lrf.gr/Basic_Quality_Issues/cultural_web_applications_development.pdf

76
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

Παραρτήματα

Παράρτημα Ι

Συνεντέυξεις

1η Συνέντευξη

Αναγνωστοπούλου Μαρία- [Μικρασιάτης Πρόσφυγας 2ης γενιάς].


Ένα αρχείο ήχου
Διάρκεια αρχείου ήχου: 50:41
Συνέντευξη με την κυρία Αναγνωστοπούλου Μαρία [Ημερομηνία
συνέντευξης:15.07.05]
Συνέντευξη: Συκά Μαρία
Απομαγνητοφώνηση και πληκτρολόγηση σε Η/Υ: Συκά Μαρία.

Το Ερ. πριν από τα λόγια και τις ερωτήσεις του (ή των) συνεντευκτών. Το Α.Μ.
πριν από τα λόγια της Αναγνωστοπούλου Μαρίας. Το Α.Ο. πριν από τα λόγια
κάποιου άλλου ομιλητή. Με [.......] οι παύσεις στο λόγο των ομιλητών ή όταν
αλλάζει το νόημα των λόγων τους. Μέσα σε [ ] οι επεξηγήσεις κατά την
απομαγνητοφώνηση. Με (;) οι απορίες κατά την απομαγνητοφώνηση.

ΑΡΧΕΙΟ ΗΧΟΥ

Α.Μ: Οι γονείς μου ζούσαν στην Κωνσταντινούπολη […]


Α.Ο: Αα! [θαυμασμός]
Α.Μ: […] Και δεν πέρασαν τον διωγμό. Εκεί στον διωγμό παντρεύτηκε η μαμά
μου.
ΕΡ: Μμ. [κατανόηση]
Α.Μ: και ήρθαν μετά. Πολύ μετά. Σ’ αυτό το σπίτι, κι αυτό ήταν τούρκικο το
σπίτι. Κι ήταν τούρκικο, ήταν τεράστιο σπίτι. Ως εκεί πήγαινε και πίσω.
Αλλά όταν πια το πήρανε οι δικοί μου είχαν περάσει πρόσφυγες, είχαν
περάσει και τσιγγάνοι ακόμα και το κατέστρεψαν. Και αναγκάστηκαν να
το ρίξουν και κάναν αυτό ας πούμε που κάνανε.
ΕΡ: Σας πειράζει να σας βάλουμε αυτό εδώ; Στη μπλούζα σας;
Α.Μ: Α έχετε πολύ βλέπω…
ΕΡ: Ναι, είμαστε οργανωμένοι.
Α.Μ: γιατί εγώ έχω ένα μκροφωνάκι το οποίο χάλασε και έγινε.. Α! Είναι αυτό
που βάζουνε και βλέπουμε καμία φορά στην τηλεόραση!
ΕΡ: Ναι, ναι.
Α.Μ: Λοιπόν καλύτερα να με ρωτάτε για να, να έχει και μια συνέχεια έτσι και
μια ροή ο λόγος.
ΕΡ: Ε, σας πειράζει να σας πάρουμε και σε κάμερα;
Α.Μ: Άσε τις κάμερες, δεν είμαι για κάμερες. Όχι, όχι. Έχω μια αντιπάθεια στη
φωτογραφία.
ΕΡ: Καλά εντάξει.
Α.Μ: Δηλαδή όλα τα έχετε εσείς!

77
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

ΕΡ: Ναι.
Α.Μ: Τι ωραία! Μπράβο!
ΕΡ: Μα έχουμε πάρει συνεντεύξεις και από άλλους, από πρόσφυγες.
Α.Μ: Πήγατε εκεί στο ΚΑΠΗ που σας είπα;
ΕΡ: Στο ΚΑΠΗ, στο ΚΑΠΗ δεν πήγαμε ακόμα, θα πάμε την Δευτέρα.
Α.Μ: Γιατί είχα πάει εγώ και ήταν ένας κάπου ενενήντα πέντε χρονώ’ ο οποίος
θυμόταν ορισμένα πράματα.
ΕΡ: Ναι.
Α.Μ: Βέβαια με τα χρόνια μη νομίζετε, μπαίνουν κι άλλα μέσα […]
ΕΡ: Ναι.
Α.Μ: […] και, και αλλοιώνεται η [..] αλλά πάντως είναι μια μαρτυρία. Μια
μαρτυρία που έχει βασικά σημεία μέσα.
ΕΡ: Απλά έχουμε σκοπό το Σαββάτο να πάμε στο Σύλλογο Μικρασιατών στη,
στη […]
Α.Μ: Καλλονή;
ΕΡ: Στη Καλλονή.
Α.Μ: Α!
ΕΡ: Επειδή μας είπανε ότι έχουν κρατήσει διάφορα αντικείμενα, διάφορα […]
Α.Μ: Ναι, ναι και αυτό το έχω ακούσει. Έχουν και. Είναι και εργαστήρι, κάνουν
κάποιες εκδηλώσεις.
ΕΡ: Ναι. Πήγαμε και στη Σκάλα Λουτρών, στο Σύλλογο Μικρασιατών
Α.Μ: Έχει και κει;
ΕΡ: Εκεί έχουνε κρατήσει πολλά αντικείμενα.
Α.Μ: Δηλαδή τι είδους αντικείμενα;
ΕΡ: Αυτοί, λέει, μας είπε ο κύριος που είναι ο πρόεδρος τέλος πάντων, του
Συλλόγου […]
Α.Μ: Ναι.
ΕΡ: […] ότι είχαν πάει εικοσιπέντε οικογένειες […]
Α.Μ: Ναι.
ΕΡ: […] και έτσι δημιουργήθηκε το χωριό. Και τα εικοσιπέντε σπίτια που
βρίσκονται εκεί στη Σκάλα Λουτρών […]
Α.Μ: Ναι.
ΕΡ: […] είναι προσφυγικά.
Α.Μ: Ναι.
ΕΡ: και ένα καταφέρανε να το διατηρήσουνε σαν, και να το αναπαλαιώσουνε
κ.λ.π. […]
Α.Μ: Ναι.
ΕΡ: […] και τώρα θα το κάνουνε σα μουσείο […]
Α.Μ: Ναι. Μπράβο.
[ήχος βηξίματος]
ΕΡ: […] και διάφορα αντικείμενα που είχαν οι πρόσφυγες τα έχουνε δωρίσει
[…]
Α.Μ: Ναι.
ΕΡ: […] και θα τα βάλουνε μέσα εκεί στο στο σπίτι.
Α.Μ: Ναι. Πολύ ωραία. Κάτι που έπρεπε να γίνει εδώ. Εδώ είχε προσφυ’, το
προσφυγικό, τον πολύ κόσμο. Εεε, φωτογραφικό υλικό έχει;
ΕΡ: Έχει, ναι.
Α.Μ: Δηλαδή από τότε από την αρχή;
ΕΡ: Έχει, μας είπε ότι έχει.
Α.Μ: Αυτοί πού είναι; Ο πρόεδρος. Να πάω και εγώ […]

78
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

ΕΡ: Ναι,
Α.Μ: Γιατί μ’ ενδιαφέρει το φωτογραφικό υλικό
ΕΡ: Να σας δώσω το τηλέφωνό του.
Α.Μ: Ναι, ναι, πολύ σε παρακαλώ.
ΕΡ: Ε, είναι στη Σκάλα Λουτρών.
Α.Μ: Ναι.
ΕΡ: Λέγεται Σύλλογος Μικρασιατών Προσφύγων “Το Δελφίνι” […]
Α.Μ: Ναι. Να τα γράψουμε.
ΕΡ: […] και διοργανώνει και κάθε χρόνο διάφορες εκδηλώσεις. Είχανε κάνει
αναπαράσταση του μικρασιάτικου […]
Α.Μ: Γάμου;
ΕΡ: […] γάμου.
Α.Μ: Μπράβο.
ΕΡ: Είχανε κάνει γεύματα με μπουφέ
Α.Μ: Μικρασιάτικα εδέσματα.
ΕΡ: Ναι.
Α.Μ: Μπράβο, μπράβο! [θαυμασμός] Εντύπωση με κάνει.
ΕΡ: όπου αυτά, και μένα μου ‘κανε μεγάλη εντύπωση, όπου αυτά τα φαγητά
τα είχανε φτιάξει οι κάτοικοι του χωριού […]
Α.Μ: Ναι
ΕΡ: […] δωρεάν κ.λ.π..
Α.Μ: Αλήθεια;
ΕΡ: Ναι.
Α.Μ: Μα οι πρόσφυγες είναι και πολύ φιλόξενοι, και πολύ ανοιχτοί και πολύ
πολιτισμένοι άνθρωποι εδώ που τα λέμε.[…]
ΕΡ: Πάρα πολύ.
Α.Μ: […] Διαφέρουν. Εγώ θυμάμαι είχα πάει στην Αγία Παρασκευή και ήμουν
μέσα. Όχι πως δεν είναι σπουδαίος ο κόσμος της Αγίας Παρασκευής,
είναι, και ωραίος κόσμος. Και ξαφνικά μπαίνει μια γριούλα μέσα,
ασήμαντη, αλλά όταν άρχισε να μιλάει, λέω εγώ «Εσύ έχεις καταβολές
μικρασιάτικες». Λέει «Είμαι μικρασιάτισσα.» Άστραφτε! Κάτι άλλο.
ΕΡ: Ναι, κάνουνε πάρα πολλά πράγματα. Πάρα πολλά. Και τώρα φτιάχνουνε
και το σχολείο […]
Α.Μ: Μπράβο.
ΕΡ: […] και θα το κάνουνε και αυτό μουσείο.
Α.Μ: Μπράβο.
ΕΡ: Και ναι.
Α.Μ: Εδώ υπάρχει τίποτα; Εγώ δεν έχω ακούσει τίποτα.
ΕΡ: Όχι! Έχουνε υφαντά, έχουνε κεντήματα, πάρα πολλά πράγματα!
Α.Μ: Φέτος έγινε μια εκδήλωση στη, στο Δήμο Πετρουπόλεως στην Αθήνα απ’
το σύλλογο Μικρασιατών. Εκεί να δείτε δράση! Και μάλιστα με είχαν
φωνάξει να μιλήσω για το τελευταίο μου βιβλίο και είχαν, το είχαν
συνδυάσει με μια έκθεση εργοχείρων γιατί το τελευταίο είναι Ιστορία […]
ΕΡ: Νομίζω το είχα δει στην τηλεόραση, ότι το συζητάγανε.
Α.Μ: Μπορεί, ναι, ναι. Η Ιστορία της Κεντητικής στη Λέσβο, απ’ τον 18ο
αιώνα. Και το συνεδίασαν [συνδύασαν] με μια έκθεση. Μαζεύτηκε όλος ο
προσφυγικό. Τέτοιο πράμα δεν θα το ξεχάσω. Γέμισε μια μεγάλη αίθουσα
ως κάτω, έξω απ’ την αίθουσα είχε κόσμο. Και ενθουσιασμό. Και, και τι,
τι να σας πω. Μόνο που δεν..
ΕΡ: Εδώ δεν έχει. Πήγαμε στο σύλλογο Απάνω Σκάλα και δεν έχει..

79
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

Α.Μ: Α! Τίποτα, τίποτα. Τίποτα, τίποτα δεν υπάρχει. Μόνο στα χαρτιά ο
σύλλογος. Από’ κει και πέρα δεν, δεν υπάρχει καμιά δραστηριότητα.
ΕΡ: Εεε, βασικά.[…] εμείς αυτό που κάνουμε, ξέρω ‘γω έχουμε ετοιμάσει
κάποιο σαν ερωτηματολόγιο, σαν οδηγό, οδηγός είναι.
Α.Μ: Οδηγός, ναι βέβαια, και καλά κάνετε.
ΕΡ: Όπου, ξέρω ‘γω αφορά ουσιαστικά τη ζωή, κάποιου συγκεκριμένου, ξέρω
‘γω πρόσφυγα.
Α.Μ: Μμμ.
ΕΡ: Για παράδειγμα εμείς που’ χαμε πάρει εδώ απ’ τον κύριο Καπλαμάνο.
Α.Μ: Κακλαμάνος, ναι. Και’ γω τον είχα μιλήσει και έχω και αρκετά. Ναι. Και
έχει και πολλά πράματα να πει.
ΕΡ: Ναι, πάρα πολλά.
Α.Μ: Ναι. Και για τον εαυτό του, ναι.
ΕΡ: Και αυτό. Τώρα δεν ξέρω, δεν ξέρω εσείς πως, σαν τι προτιμάτε να μας
μιλήσετε; Ξέρω’ γω, για κάποιους […]
Α.Μ: Εγώ αα, το μόνο που θυμάμαι είναι πια ορισμένες οικογένειες απ’ το ’35
και ύστερα. Που υπήρχαν ακόμα, δηλαδή μες του Χαλίμ Μπέη
συγκεκριμένα. Υπήρχαν ακόμη πρόσφυγες το ’35. Πιο μπροστά
προσπαθώ να θυμηθώ. Πάντως ορισμένα, να αυτό το απέναντι σπιτάκι
ήταν δύο προσφύγων, είχαν όμως πάρει πια την αποζημίωση και είχαν
χτίσει. Εδώ δίπλα, πάλι ενώ ήταν τούρκικο είχαν, εγώ έφτασα μέσα
Μυτιληνιούς από χωριό που’ χαν κατεβεί. Ποιοι άλλοι. Εδώ πάλι κι αυτό
τούρκικο ήταν, με την αποζημίωση είχαν κάνει καινούργια σπίτια, όπως
και’ μεις τούτο το σπίτι απ’ το ’34, ’35 εκεί γύρω, γύρω χτίστηκε. Δηλαδή
αυτή την εποχή. Έτσι, αλλά του Χαλίμ Μπέη θυμάμαι, θυμάμαι γινόταν
χαμός μέσα. Ήταν ακόμα του Χαλίμ Μπέη ως απάνω ένα σωρό. Είχαν
μείνει πια τα απομεινάρια γιατί οι καλοί καλοί, όπως άκουγα κ’ έλεγε κ’ η
μαμά και ηη, αν και δεν λέγαν’ πολλά πράγματα οι δικοί μου, είναι
περίεργο. Ας πούμε, απέφευγαν να μιλήσουν για το τι ήταν, τι είχαν τι
κάναν’, τι πάθαν’. Λέγαν’ «Βλέπουμε τώρα μπροστά. Αυτά ας τα
αφήσουμε πίσω». Και καμιά φορά ερχόταν εδώ πρόσφυγες και λέγαν’
αυτά που πέρασαν. Και η γιαγιά έλεγε πάντα «Τσουτσούκ βαρ», δηλαδή
«τα παιδιά είναι μπροστά, μη μιλάτε.» Δε θα το ξεχάσω. Και γενικά είχαν
μια περηφάνια, μια αξιοπρέπεια. Βέβαια δεν την είχαν όλοι. Εξαρτάται και
σε ποια τάξη βρισκόταν και τι. Είναι και θέματα και μόρφωσης και
αγωγής και και οικογένειας και χίλια δύο.
ΕΡ: Εε, σχετικά με την εγκατάσταση των προσφύγων σε σχέση με το πως
τους δέχτηκαν εδώ.
Α.Μ: Α! Αυτό να με πείς! Αυτό, βέβαια σε άλλα μέρη γίναν’ χειρότερα αλλά
εδώ τουλάχιστον οι πρώτες μέρες ήταν πάρα πολύ δύσκολες γιατί πρώτα
πρώτα ήρθε ο στρατός. Αυτοί όλοι οι άτακτοι που φεύγαν’ από κει
περάσαν’ από δω και φαντάζεστε τι γινόταν. Οπότε οι Μυτιληνιοί πολύ
φυσικό ήταν να κλειστούν στα σπίτια τους, οπότε όταν ήρθαν τα πρώτα
κύματα των προσφύγων η αντίδραση ήταν φοβερή, δηλαδή δεν έτρεξαν
να τους βοηθήσουν καθόλου, ίσα-ίσα. Έκλεισαν τα σπίτια τους και πολλοί
απογοητεύτηκαν. Μάλιστα είχα διαβάσει και για μια Αρμένισσα, την
Άντζελι Κουρτιάν που’ χε γράψει ένα βιβλίο με τα πάθια των Αρμενίων
και την οικογένειας της “Tα τετράδια της Άντζελι Κουρτιάν” και έχει
πολύ ενδιαφέρον και λέει ακριβώς τις πρώτες αυτές μέρες, πόσο σκληροί
ήταν, αδιάφοροι. Κλείστηκαν κυριολεκτικά στα σπίτια τους για να μη

80
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

βλέπουν, να μην ακούν. Φοβήθηκαν. Σιγά- σιγά όμως τα πράγματα


άλλαξαν και οι ίδιοι οι πρόσφυγες ξεσηκώθηκαν, έκαναν, μαζεύτηκαν ας
πούμε και προσπάθησαν και οι ίδιοι να διοργανώσουν τη ζωή τους, βέβαια
με τη βοήθεια και του κράτους και των, της φιλανθρωπίας. Τότε έγινε εδώ
και ένα σωματείο για, να δώσει εργασία σε πρόσφυγες, ο σύλλογος
παροχής εργασίας, γύρω στο ’23 έγινε και πήγαν προσφυγοπούλες και
άλλη κεντούσε, άλλη είχαν και κρεβατές και ύφαιναν και αυτό βάσταξε
και στα χρόνια μετά την κατοχή την γερμανική σιγά- σιγά ξέφτισε. Αυτά
θυμάμαι. Πάντως οι καλοί που πρωτοήρθαν, έξαφνα, θυμάμαι ένα γιατρό
Mπεκιάρη, που τον γνωρίσαμε ύστερα, Mπεκιάρης, που ήταν ένας γιατρός
πρόσφυγας και μάλιστα ήταν πολύ εξαιρετικά καλός άνθρωπος και καλός
γιατρός και όπου υπήρχε ανάγκη έτρεχε χωρίς να πληρώνεται. Αυτός
γρήγορα αγόρασε ένα οικόπεδο στην Απάνω Σκάλα, έχτισε το σπίτι του.
Δηλαδή οι καλοί γρήγορα τακτοποιηθήκαν και φύγαν’. Έμειναν πια οι, οι,
πες τεμπέληδες, πες κακομοίρηδες, πες άτυχοι όπως θες πες το. Αυτοί. Και
έμειναν στου Χαλίμ Μπέη.
Α.Ο. Θα χρειαστείτε κάτι άλλο;
ΕΡ Όχι πήγαινε. Σ’ έυχαριστώ.
Α.Μ: Τι άλλο;
ΕΡ: Τώρα, εεε. Η οικονομική εδώ κατάσταση της περιοχής και πόσο
συμβάλανε οι πρόσφυγες στο να βελτιωθούν κάποια πράγματα, ξέρω’ γω
η αγορά, διάφορα επαγγέλματα που ίσως φέρανε, τεχνοτροπίες.
Α.Μ: Πάντως ξέρω ότι δημιουργήθηκαν πολύ καλά καταστήματα στην αγορά,
και εμπορικοί οίκοι και, που που πρόκοψαν και αναδείχθηκαν στην, στον
εμπορικό κόσμο στην αγορά της Μυτιλήνης. Πρόσφυγες. Πολλά άλλαξαν,
όπως έλεγε η γιαγιά όταν ερχόταν από απέναντι στο Αϊβαλί στα χρόνια
πριν το διωγμό και τα συνέκρινε με τα μετά που είχαν πάει, ήρθαν πια οι
πρόσφυγες και πρόκοψαν, είδε ότι ήταν μεγάλη διαφορά.
ΕΡ: Εσείς έχετε έτσι εμπειρία από, ξέρω γω να σας έχει πει κάποιος την
προσωπική του ιστορία. Ξέρω γω πώς ήρθε, πού έμεινε.
Α.Μ: [σκέψη] Σα να θυ’. Τον Μπεκιάρη θυμάμαι, επίσης τώρα πως ήρθε και
πως έμεινε, βέβαια είναι, εξαρτάται ο καθένας, οι πιο πολλοί όμως ήρθαν
με τις πιο χειρότερες συνθήκες και πολλοί χάθηκαν, αυτά είναι γνωστά,
ότι περίμεναν, εδώ ήταν τα καΐκια και τα καράβια μέσα στο λιμάνι και δεν
τα στέλναν’ να πάρουν πρόσφυγες και εν τω μεταξύ κατέβηκαν οι
Τούρκοι και σκότωσαν ένα σωρό γιατί ήταν η γραμμή που είχε δωθεί απ’
την κυβέρνηση, όχι άλλη, άλλο προσφυγικό στοιχείο επειδή προηγήθηκε
το ’14 και δεν ήταν μόνο αυτό. Ήταν τότε η πολιτική κατάσταση της
Ελλάδας φοβερή. Υπήρχαν πρώτα- πρώτα οι δύο, τα δύο μεγάλα κόμματα,
το βενιζελικό και το βασιλικό, που ήταν σε μεγάλη, σε φανατισμό δηλαδή,
είχαν δημιουργήσει έναν φοβερό φανατισμό. Οι πρόσφυγες ήταν, πιο,
ήταν πιο προοδευτικοί ήταν βενιζελικοί, με τον Βενιζέλο και ήταν και
αυτό ένα στοιχείο. Σου λέει πως θα τους φέρουμε αυτούς για να
αλλοιώσουν την. Κατά [..] Υπήρχε δηλαδή [...] Το ότι υπήρχαν εδώ τα
καΐκια και τα καράβια και δεν τα επέτρεψαν να πάν’ να πάρουν πρόσφυγες
και σκοτώθηκαν ένα σωρό άδικα περιμένοντας στις αυλέ, στις παραλίες,
αυτό είναι εξακριβωμένο ιστορικά .
ΕΡ: Εεε, να σας ρωτήσω, ξέρετε για πριν, πριν γίνει η μικρασιατική
καταστροφή […]
Α.Μ: Ναι.

81
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

ΕΡ: […] για τις σχέσεις που είχε εδώ η Ελλάδα με απέναντι με τα παράλια, ότι,
ξέρουμε ότι υπήρχε μια μεγάλη οικονομική επαφή, επαγγελματικά […]
Α.Μ: Ναι, ναι. Εδώ. Κυρίως με τα νησιά υπήρχε πάρα πολύ μεγάλη. Τώρα, οι
νησιώτες ήταν πιο πολύ δεμένοι με τη Μικρά Ασία παρά με την Ελλάδα.
Να σου πω δυο παραδείγματα. Της συννυφάδας μου ο πατέρας ο οποίος
ήταν ένας, είχε χρήματα, όταν παντρεύτηκε, ε έκανε τέσσερις κόρες και σε
μια φάση είχανε πάει στην Αθήνα, αυτό θα πρέπει να ‘ταν γύρω στο ’20.
Και πουλιόταν ένα μεγάλο ξενοδοχείο στην Ομόνοια και είπαν να το
αγοράσουν, ύστερα λέει ‘τι χρειαζο’, τι γυρεύουμε εμείς στην Αθήνα. Πιο
καλά να πάμε στη Μυτιλήνη να πάρουμε τέσσερα σπίτια για τις κόρες
μας. Και δεν το πήραν. Δηλαδή, δεν απέβλεπαν για τοποθέτηση χρημάτων
και μέλλον, για μελλοντική τοποθέτηση στην Ελλάδα. Ήταν όλοι
στραμμένοι προς τα εδώ, στην Ανατολή και απάνω, Οδησσό, ξέρω ‘γω,
Αλεξάνδρεια σ’ αυτά τα μέρη. Με την Ελλάδα δεν είχαν. Επίσης, μ’ έλεγε
και η κυρία Μουζάλα ότι ο πεθερός της, και αυτός το 1900 μου φαίνεται,
βρέθηκε στη Αθήνα και πουλιόταν, που’ ναι το Μέγαρο των Απομάχων
μου φαίνεται, ένα τεράστιο κτίριο ανάμεσα στην Πανεπιστημίου και στη
Σταδίου. Ένα τεράστιο. Αυτό ήταν του Φλόκα, ήταν του Πετρίδη το παπ’,
το υποδηματοποιείο, ααα, μεγάλη έκταση οικοδομική. Και ήταν τότε οι
στάβλοι του Όθωνα και πουλιόταν και είπαν να το πάρουν και ύστερα «τι
γυρεύουμε εμείς στην Αθήνα;» Κατάλαβες; Πόσο δεμένοι ήταν με τον
απέναντι χώρο, με την, και με την Αλεξάνδρεια, μ’ αυτούς τους χώρους
είχαν εμπορικές σχέσεις και’ κει έκαναν τα λεφτά τους. Οδηκό, Οδησσό,
Ρωσία σ’ αυτά τα μέρη. Ακόμα και Μασσαλία, να οι πρόγονοι του ανδρός
μου είναι Μασσαλία, απ’ τη Μασσαλία απ’ το 1800 τόσα. Με την Αθήνα
δεν ξέρω. Άλλωστε δεν αγόρασαν και οικόπεδα, αν ήταν θα υπήρχαν από
τότε. Αν αγόρασαν τα αγόρασαν ύστερα τα σπίτια κι απ’ το, οι Μυτιληνιοί
στην Αθήνα.
ΕΡ: Ε, ξέρετε μήπως διάφορα ήθη, έθιμα που έφεραν εδώ οι μικρασιάτες
πρόσφυγες που αργότερα ενσωματώθηκαν και στην […]
Α.Μ: Ε, τώρα ύστερα πια, απ’ το ‘40 κι ύστερα ή μάλλον πριν απ’ το ‘40, προ’,
πρώτα οι πρόσφυγες ήταν οι παρίες ως το ’30, ’35 μέχρι να
τακτοποιηθούν. Πρώτα πρώτα ήταν απομονωμένοι, δεν είχαν καμία σχέση
με τον υπόλοιπο, εε, πληθυσμό. Και ήταν οι πρόσφυγες, ήταν τα
συμμαζώματα, ήταν οι, ακόμα και πρόστυχες, τις λέγανε, γιατί επειδή
ήταν μαθημένες σε μια άλλη κοινωνία πιο ελεύθερη. Έβγαιναν, έκαναν
βόλτες, τα πρώτα γραμμόφωνα, τα τέτοια, τα, οι πρόσφυγες. Τα
μαντολίνα, τα τέτοια. Εδώ, βέβαια, είχαν πιάνα αλλά είχαν ορισμένα
αρχοντόσπιτα. Εκεί δεν χρειαζόταν να’ σαι πολύ πλούσιος για να’ χεις ένα
μαντολίνο να παίζεις, ή ξέρω ‘γω ένα γραμμόφωνο ν’ ακούς μουσική. Και
γινόταν. Ήταν τα χοροδιδασκαλεία πηγαίναν’ χόρευαν και όλα αυτά
επειδή ήταν και φτωχιές και φοβόταν μη ξεμυαλίσουν τα, κατάλαβες
τώρα. Και υπήρχε ένας διαχωρισμός του, του προσφυγικού στοιχείου από
το υπόλοιπο, αυτό. Όσοι, βέβαια ανέβαιναν κοινωνικά και οικονομικά
μπορούσαν να, να, να, ενσωματωθούν με την, με τον άλλον χώρο. Και
αυτό βάσταξε κάμποσα χρόνια. Αλλά βέβαια στον ιταλικό πόλεμο δεν
υπήρχε πια τίποτα. Όλοι μαζί πολέμησαν, ξεχαστήκαν’ και οι πρόσφυγες.
Εκεί που υπήρχε διαφορά ήταν στους, στα παιδιά, στα νέα παιδιά. Στα
πρώτα χρόνια, στα πρώτα χρόνια μες στο σχολειό γινόταν, αλλά πολύ

82
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

γρήγορα, ξέρεις, τα παιδιά πιο εύκολα, ναι ναι, ανοίγουν τις καρδούλες
τους και προσαρμόζονται σε καταστάσεις.
ΕΡ: Ε, το ’30 έγινε ο Συνοικισμός.
Α.Μ: Το ’30, τριάντα. Ξέρ’ ξέρ’. Μπορεί να, να ξεκίνησε το ’29. Ξεκίνησε δε, ο
μηχανικός ήταν πρόσφυγας. Ο Σαρβαρλής. Αυτός ο συνοικισμός λέγεται
συνοικισμός Σαρβαρλή. Και ο Σαρβαρλής ήταν πρόσφυγας, μου φαίνεται
Περγαμηνός. Ναι. Στο, απ’ το ’33 άρχισαν να δίνονται οι κατοικίες.
ΕΡ: Και μέχρι τότε μένανε […]
Α.Μ: Και βέβαια οι συνθήκες δεν ήταν ιδανικές. Δεν υπήρχε αποχέτευση, δεν
υπήρχε ύδρευση σωστή, δεν υπήρχαν δρόμοι, κάτι κατσάβραχα ήταν. Και
ήταν ένα δωμάτιο. Να αυτά τα περιγράφει το παιδί αυτό. Ένα δωμάτιο,
μια κουζίνα. Αυτοί ήταν οι χώροι.
[μικρή διακοπή λόγω χτυπήματος τηλεφώνου]
Α.Μ: Ωραία.
ΕΡ: Ε.
Α.Μ: Και στο, ιταλικό πόλεμο ακόμα υπήρχαν πρόσφυγες μες του Χαλίμ
Μπέη.[σκέψη] Θυμάμαι! [σκέψη] Γιατί εδώ δίπλα ήταν ένας φούρνος και
ερχόταν και έπαιρνε ψωμιά. Δηλαδή άργησαν να τακτοποιηθούν
ορισμένοι. Φυσικό είναι. Όλοι οι άνθρωποι δεν είναι το ίδιο. Φτωχοί
πολλά μωρά.
ΕΡ: Εσείς πότε ήρθατε εδώ;
Α.Μ: Εδώ το ’36.’35 κάπου εκεί γύρω. Δηλαδή ήρθαν πιο μπροστά αλλά στο
σπίτι αυτό.
ΕΡ: Ναι.
Α.Μ: Είχαν νοικιάσει σπίτι οι γονείς μου και μετά είπαν να κάνουν ένα δικό
τους.
ΕΡ: Ο άντρας σας είναι πρόσφυγας;
Α.Μ: Όχι.
ΕΡ: Αα.
Α.Μ: Όχι, όχι.
ΕΡ: Γιατί δεν ξέρω, αυτή, αυτή την αντίληψη είχα […]
Α.Μ: Όχι, όχι, δεν ειν’. Μυτιληνιός βέρος, βέβαια ζούσαν έξω αλλά. Έξω εννοώ
στη Ρουμανία […]
ΕΡ: Ναι.
Α.Μ: […] Πριν το διωγμό. Ναι. Στον πρώτο διωγμό οι συνθήκες δεν ήταν ,
δηλαδή επειδή ήταν, ας πούμε τους δέχτηκαν διαφορετικά εδώ πέρα. Ήταν
πιο οργανωμένα τα πράγματα. Στον δεύτερο ήταν που είχαν αγριέψει.
Φυσικό είναι. Όταν έρχονται εδώ εκατό χιλιάδες και δεν μπορούν, η
Μυτιλήνη είχε πόσο πληθυσμό, και έρχονται μέσα στην πόλη διπλάσιος
πληθυσμός πώς να, δεν ήταν και ’κανα πλούσιο μέρος. Ναι.
ΕΡ: Σωστά. Εε, υπήρχαν διάφορες εκδηλώσεις που ίσως να κάναν’ οι
πρόσφυγες, ξέρω ‘γω, μαζευόντουσαν έτσι όλοι μαζί ή άλλ’, κάποια
μορφή αλληλοβοήθειας που είχανε.
Α.Μ: Ε, ναι το είχανε αυτό. Το είχαν, βέβαια. Είχαν αυτό, να βοηθούν το φτωχό
σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό απ’ ότι. Ήταν διαφορετική νοοτροπία. Να σου
πω κάτι. Η γιαγιά έλεγε “Τον δουλευτή σου πλήρωνε και ψυχικό μην
κάνεις”. Βέβαια αυτά δεν είναι σωστά να τα λέγω γιατί, αλλά θέλω να σου
πω τη νοοτροπία. Οι Μυτιληνιοί πάλι ήταν διαφορετικοί, ας πούμε, τον
εργάτη και την υπηρέτρια, την παρακόρη τη, της έβγαζαν το λάδι,
κοίταζαν να την εκμεταλλευτούν. Κάτι που δεν γινόταν εκεί. Ίσως και,

83
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

επειδή ήταν πιο εύφορα τα μέρη γιατί έλεγε η γιαγιά στο Αδραμμύτι που
ζούσε στα νιάτα της δεν υπήρχαν φτωχοί, ήταν πολύ εύφορα τα μέρη.
Ύστερα οι Tούρκοι, ήταν τεμπέληδες απ’ τη φύση τους και σιγά-σιγά τα
πάντα πήγαν στα χέρια των χριστιανών και που τους χρησιμοποιούσαν
σαν εργάτες σαν τέτοια. Και ικανοί όπως ήταν κατάφεραν να
δημιουργήσουν και περιουσίες και να, να έχουν διαφορετική κοινωνική
θέση
ΕΡ: Υπήρχε, ξέρω, έχω διαβάσει ότι υπήρχε κάποιος οργανισμός, ε, [σκέψη]
περιθάλψεως […]
Α.Μ: Α! Εδώ, ναι! […]
ΕΡ: […] Προσφύγων.
Α.Μ: […] Ναι, ναι, ναι. Στον πρώτο διωγμό. Στον πρώτο διωγμό υπήρχε αυτός
ο.. ναι. Υπουργείο Περιθάλψεως. Είχε γίνει γύρω στο ’15, ’16, ’17 θαρρώ.
’17 δημιουργήθηκε, ναι. Και έδιναν επιδόματα, έδιναν στους πρώτους
πρόσφυγες. Τώρα στο δεύτερο διωγμό, πάλι, άρχισαν πρώτα- πρώτα οι
αποζημιώσεις, αποζημιώσεις των προσφύγων, κάποια επιδόματα στην
αρχή, εε, έγιναν μια κιν, συσσίτια, συσσίτια γίνανε.[…]
ΕΡ: Α! Έγινε κάποια […]
Α.Μ: […] Ναι, ναι. Βέβαια τα συσσίτια όπως έλεγε και ο Κακλαμάνος ήταν
φασολάδα με μπόλικο ζουμί και ελάχιστες φασόλες, μακαρόνια τέτοια
πράγματα. Ενώ στον πρώτο διωγμό ήταν πιο οργανωμένα τα πράγματα.
Ήταν [σκέψη] διαφορετικά τους δέχτηκαν και τα συναισθήματα
διαφορετικά, άλλωστε και εκείνοι πότε είχαν απολ’, απελευθερωθεί και
τους έβλεπαν σαν δυστυχισμένους αδελφούς. Ήταν και αδερφοί εδώ που
τα λέμε, οι πιο πολλοί πρόσφυγες ήταν λε, λε είχαν λεσβιακή καταγωγή
[…]
ΕΡ: Είχαν και επαφές με τη Μυτιλήνη πάρα πολλές […]
Α.Μ: Ε βέβαια. Οι πιο πολλοί. Όλα τα δυτικά τούτα τα, τα παράλια, τα, όχι τα
δυτικά τα ανατολικά παράλια, Μανταμάδος, Κάπη, Κλειού, Ψηλομέτωπο,
Στίψη όλα αυτά, ααα, όλοι οι πρόσφυγες από απέναντι είχαν καταγωγή
απ’ αυτά τα μέρη. Κάπη!
ΕΡ: Ναι.
Α.Μ: Και πήγαιναν κ’ ερχόταν .
ΕΡ: Εε, ξέρω αυτό, στο δεύτερο διωγμό, στη μεγάλη […]
Α.Μ: Ναι, ναι.
ΕΡ: […] καταστροφή είχε δημιουργηθεί η επιτροπή περιθάλψεως προσφύγων
όπου βοηθούσε, ξέρω ‘γω έτσι […]
Α.Μ: Ναι.
ΕΡ: […] και βοηθούσε πολύ και ο Αμερικάνικος Ερυθρός Σταυρός […]
Α.Μ: Ναι, ο Αμερικάνικος. Υπήρχε, ναι, ο Ερυθρός Σταυρός, βεβαίως
βοηθούσε. Γίναν’ διάφορες επιτροπές, φιλανθρωπικά σωματεία
δημιουργήθηκαν, έρανοι γινόταν, ααα, υπήρχε μια κοινωνική πρόνοια όχι
πως δεν υπήρχε, και το κράτος το ίδιο το κράτος άρχισε πια να, να, να
βοηθάει.
ΕΡ: Οι πρόσφυγες όταν ήλθαν εδώ πέρα μετά είχαν έτσι τη νοσταλγία να
ξαναγυρίσουν πίσω […]
Α.Μ: Α, βέβαια!
ΕΡ: Να […]
Α.Μ: Η ανταλλαγή αυτή ήταν θάνατος! Θάνατος για τους πρόσφυγες γιατί ήταν
δεμένοι με τα χώματα τους, ήταν η ζωή τους διαφορετική, είχαν άνεση,

84
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

είχαν τα σπίτια τους, είχαν τις γειτονιές τους, τις παρέες τους, τους φίλους
τους, δεν είν’ εύκολο να σε ξεριζώνουν απ’ τον τόπο σου που ζούσες τόσα
χρόνια.
ΕΡ: Μμ.
Α.Μ: Και να’ ρθεις εδώ σ’ ένα, μες τη φτώχια και μες τη δυστυχία. Φτώχια και
δυστυχία. Μέσα σε. Αν διαβάσεις τις συνθήκες, ε θα τρελαθείς, μέσα σε
παράγκες και μέσα σε σκηνές και κάτω μες το χώμα το λασπωμένο, να
περνούν χειμώνες. Βεβαίως! Ήταν πολύ δύσκολες […]
ΕΡ: Νοσταλγία να επιστρέψουν.
Α.Μ: […] Πώς δεν είχε. Αλλά τους το ‘κοψε η ανταλλαγή. Και μάλιστα τώρα
γίνονται κάτι κινήσεις και κάτι συνέδρια και τέτοια που αρχίζουν να
αμφισβητούν την ορθότητα αυτής της απόφασης, το δίκαιο ας πούμε της
απόφασης. Ότι, έγινε ότι έγινε έπρεπε να ξεριζωθεί και ο κόσμος; Και
από’ δω οι Τούρκοι που έφυγαν και από’ κει γιατί και οι Τούρκοι, ας
πούμε οι κρη, οι Τουρκοκρήτες έξαφνα ως τα τώρα ακούγονται ότι μιλούν
ελληνικά, ότι θυμούνται τη Κρήτη κι από ‘δω άμα πας απέναντι υπάρχουν
πολλοί που’ ναι δεύτερη και τρίτη γενιά και θυμούνται πολλά! Α! σήμερα
ήταν μια, ένα γκρούπ και μου ‘κανε εντύπωση, το πρώτο γκρούπ των, ααα,
ας πούμε των Τούρκων που ήρθαν στη Μυτιλήνη σαν τουρίστες και
κατεβαίνοντας την Απάνω Σκάλα τους βλέπω μ’ ένα γνωστό μου απ’ τη
δημαρχεία, λέω «τι γίνεται εδώ;» Και με σύστησε το δήμαρχο και ήταν
μια ή μάλλον εγώ κατεβαίνοντας ακούγω μια κυρία και λέει «παππού,
παππούς μου εδώ» και δεν ξέρω τι ελληνικά. Και πάω κοντά και λέω τι,
και λέει «Ο παππούς μου ο Χασάν, είχε εδώ μανιφατουριέρικο.» Εδώ στην
Απάνω Σκάλα.
ΕΡ: Ε, με τα επαγγέλματα κυρίως μετά οι πρόσφυγες όταν ήρθαν με τι
ασχολήθηκαν; Ξέρω με […]
Α.Μ: Επαγγέλματα που’ χαν σχέση εδώ τουλάχιστον, τον πρώτο καιρό, βέβαια
αυτοί που’ χαν γιατί ήρθαν και ορισμένοι από πιο μπροστά που’ χαν και
χρήματα το προέβλεψαν, είχαν βγάλει ορισμένοι χρήματα αλλά αυτοί πια
ήταν μετριούνται στα δάχτυλα. Αυτοί αμέσως μπήκαν μέσα στις,
ξεκίνησαν τις επιχειρήσεις τους. Αλλά ο πολύς ο κόσμος είχε ένα
μαγαζάκι μπακάλικο, ψωμαδιό, ποιες είναι οι πρώτες ανάγκες;
Παπουτσίδικα. Αυτά δεν είναι τα επαγγέλματα που είναι […]
ΕΡ: Ναι.
Α.Μ: […] ας πούμε της πρώτης ανάγκης;
ΕΡ: Πολλοί κυρίως ασχολήθηκαν, ξέρω ‘γω με το μάζεμα της ελιάς […]
Α.Μ: Α, ναι! Πολλοί βέβαια. Στα χωριά ιδίως πήγαν πάρα πολλοί. Με την
αλιεία, το ψάρεμα, στου Καλαμάρη το εργοστάσιο πήγαν γυναίκες και
δούλεψαν. Άλλες κεντούσαν κ’ έραβαν μες τα σπίτια τους, άλλες τι να πω.
Μπήγαν παρακόρες ένα σωρό!
ΕΡ: Τις γυναίκες αλήθεια πως τις έβλεπαν ξέρω’ γω τις γυναίκες που είχαν
έρθει έτσι από απέναντι; Έχω διαβάσει ότι, επειδή ξέρω ‘γω εδώ ήταν πιο
καθαρές και περιποιόντουσαν πάρα πολύ τα σπίτια τους […]
Α.Μ: Ναι, ναι, ναι.
ΕΡ: […] οι γυναίκες εδώ τις ζήλευαν […]
Α.Μ: Ναι.
ΕΡ: […] και φοβόντουσαν μη τους πάρουν τους άντρες.
Α.Μ: Ε, ναι βέβαια! Γι’ αυτό είχε βγει ο λόγος «πρόσφυγες πρόστυχες». Έτσι
τους έλεγαν, κατάλαβες; Υπήρχε αυτή, μια περίεργη. Δηλαδή, α, κανονικά

85
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

έπρεπε να τσ’ συμπονούν και να τσ’ θέλουν να προστατεύσουν τον κόσμο


αυτό τον ανυπεράσπιστο που αδικήθηκε τόσο πολύ χωρίς να φταίει.
Βέβαια, πιο πολλά ήταν τα λάθη της Ελλάδας που δημιούργησαν το
προσφυγικό παρά των, των προσφύγων. Οι πρόσφυγες τι φταίνε. Από’ δω
γίναν’ ότι έγινε. Και βέβαια οι άλλοι αφορμή γύρευαν να τους διώξουν.
ΕΡ: Και φαγητά λέει ότι φέρανε. Ξέρω ‘γω ότι εδώ η ντόπια κουζίνα […]
Α.Μ: Ναι, ναι.
ΕΡ: […] η λεσβιακή κουζίνα […]
Α.Μ: Ναι.
ΕΡ: […] στηρίζεται πάρα πολύ στα φαγητά […]
Α.Μ: Καλά, ναι. Αυτά, ας πούμε υπήρχε μια επαφή. Να σκεφτείς ότι απ’ τα
χωρία, την Αγία Παρασκευή που ξέρω ‘γω, όταν δεν υπήρχε μαξούλι, […]
ΕΡ: Μμμ.
Α.Μ: […] γιατί η ελιά είναι κάθε δυο χρόνια ανάλογα και με τις συνθήκες
μπορεί και να μην έχει καθόλου, όταν δεν υπήρχε πήγαιναν απέναντι και
μάζευαν ελιές. Ύστερα, στο θέρος πήγαιναν απέναντι και αφού
βοηθούσαν μετά έκαναν και το μπασάκι, το μπασάκι είναι αυτά που
περίσσευαν κάτω που δεν άξιζε τον κόπο να τα μαζέψουν τα ‘παιρναν
αυτές και τα ‘φερναν εδώ και όχι μόνο αυτές κ’ αυτοί κ’ έφευγε πάρα
πολύς κόσμος όταν δεν είχε δουλειά εδώ απέναντι και και εργαζόταν στα
κτήματα, πολλοί δε έμεναν και δημιουργήθηκαν ορισμένοι. Να, ας πούμε,
οι Αγιοπαρασκευότες είχαν τη Μενεμένη. […]
ΕΡ: Ναι.
Α.Μ: […] Πήγαν δυο-τρεις εκεί δούλεψαν, σιγά σιγά ‘μειναν παντρεύτηκαν,
δημιούργησαν μια παροικία ας το πούμε της Μετεμένης. Οι Μεσοτοπίτες
είχαν τη Σμύρνη, οι άλλοι είχαν το Αϊβαλί, το Δικελί οι πιο πολλοί είχαν
ρίζες λεσβιακές. Ξεκίνησαν σαν εποχιακοί εργάτες και έμειναν ή έφυγαν
ξέρω ‘γω, γιατί σε μια εποχή που έγινε τα παράλια τα μικρασιατικά δεν
είχαν, τον, τον παλιό το γηγενή πληθυσμό το ας το πούμε απομεινάρια του
βυζαντινού, όχι. Εε, ήταν απ’ την Ελλάδα απ’ τα νησιά, απ’ την
Πελοπόννησο, απ’ την Ήπειρο και η δική μου η γιαγιά με έλεγε ότι ήταν
απ’ την Ήπειρο ο προπαππούς της και μένα μου φαινόταν παράξενο τι
γύρευε απ’ την Ήπειρο στη Μικρά Ασία και κοίταξα μέσα στου
Αραβαντινού την χρονογραφία Ηπείρου κ’ έλεγε επί Αλί Πασά έγινε ένας
μεγάλος διωγμός και τότε έφυγαν πολλοί Ηπειρώτες. Ναι.
ΕΡ: Μάλιστα. [σκέψη] Δεν ξέρω τι, τι άλλο να ρωτήσω. Α! Εε, τότε, υπήρχε
το γεγονός ότι ξέρω ‘γω λέγανε το ότι όταν ήταν πρόσφυγας και είχε
κάποια μειονεκτική αξία τέλος πάντων […]
Α.Μ: Ναι, ναι.[…]
ΕΡ: […] μια μειονεκτική.
Α.Μ: […] διότι τον φτωχό δεν τον καταδεχόταν. Πρώτα πρώτα η Μυτιλήνη
ήταν και τσιγκούνηδες εδώ που τα λέμε, φοβερά τσιγκούνηδες. Λοιπόν,
δεν χαρίζανε του άγιου τους θυμιάμα που λέει ο λαός. Δεν μπορούσαν
ποτέ να σκεφτούν ότι θα ‘πρεπε να..
ΕΡ: Ναι.
Α.Μ: Τέλος πάντων. Ναι.
ΕΡ: Απλά τώρα έχει αλλάξει αυτό.
Α.Μ: Α, ναι! Δεν υπάρχει τώρα τίποτα. Δεν υπάρχει πρόσφυγας. Ίσα ίσα τώρα
είναι η, η, η εκρ’, τώρα βγαίνει η […]
ΕΡ: Η αξία.

86
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

Α.Μ: […] η αξία των προσφύγων και, και το τι ρόλο έπαιξαν στην
αναδιοργάνωση της Ελλάδας. Από ποίο, πολιτιστικά, αα, πνευματική ας
πούμε συνεισφορά με όλους αυτούς τους πρόσφυγες τους συγγραφείς, ένα
σωρό. Μυρ’, ο, καλά και ο Μυριβήλης μπορεί να μην ήταν αλλά κι αυτός
είχε πάρε δώσε. Ο Βενέζης, ο άλλος ο Σεφέρης, οο, και ποίοι; Ο
Κόντογλου, οο, Αθανασιάδης κ’ ένα σωρό άλλοι ήταν [σκέψη] που, ας
πούμε έπαιξαν μεγάλο ρόλο μέσα στα γράμματα τα, τα ελληνικά της
εποχής εκείνης. Και, και έμποροι! Και, ο Ωνάσης! Ο Ωνάσης ήτανε
Σμυρνιός!
ΕΡ: Ναι, ναι αυτό!
Α.Μ: Βέβαια, και πολλοί άλλοι. Πολλοί άλλοι, πάρα πολλοί. Και δω τα
μεγαλύτερα, ας πούμε οι, εμπορικά μεγάλα της εποχής εκείνης ήταν από
πρόσφυγες. Οι Μυτιληνοί ήτανε λαδάδες, ήτανε προσκολλημένοι στα
κτήματα τους από’ κει περίμεναν τα έσοδα. Βέβαια, τώρα αλλάξαν τα
πράματα τα κτήματα δεν έχουν καμία αξία αλλά τότε ήταν, όπως ο
Μυτιληνιός ήταν προσκολλημένος στη γη του, ήταν ο αγρότης από παλιά.
[γέλιο]
ΕΡ: Και κάτι άλλο. Σχετικά με τον ρουχισμό […]
Α.Μ: Ναι.
ΕΡ: […] Ξέρω ‘γω, εντάξει φαντάζομαι ότι όταν θα ήρθαν δεν θα φέρανε μαζί
τους ρούχα […]
Α.Μ: Τι να φέραν’ ρούχα! Αυτά που φορούσαν. Να, αυτός τα είπε, ο Τρύφωνας
ο Κακλαμάνος ότι αυτά που φορούσαν μ’ αυτά ήρθαν. Διότι και να είχαν
μαζί τους ορισμένα όταν πια φτάναν’ στο σημείο να περάσουν τους
ξεγυμνώναν’. Εδώ, μιας θείας κόψαν’ το δάχτυλο για να της βγάλουν το
δαχτυλίδι της.
ΕΡ: Μετά εδώ πέρα τους δίναν’ οι ντόπιοι, ξέρω ‘γω κάποια ρούχα.
Α.Μ: Ε, ήτανε, έγινε, έγιναν έρανοι. Έγιναν. Τα μοίραζε η εκκλησία μάλιστα,
αλλά η ίδια η εκκλησία, όπως διάβασα κάπου, δεν άνοιξε το, το βαλάντιο
της να βοηθήσει. Που το διάβασα, δε θυμάμαι! Αλλά γίναν’ τέτοιοι
έρανοι. Ε, άρχισαν και. Ο Ερυθρός Σταυρός! Ο ελληνικός συνήθως. Ο, και
η αμερικάνικη βοήθεια. Άρχισαν σιγά-σιγά να τακτοποιούνται τα
πράγματα.
ΕΡ: Και μετά μείνανε στο Συνοικισμό και μετά, ξέρω ‘γω το ’60 αρχίσαν’ να
φεύγουν ή πιο νωρίς;
Α.Μ: Α! Πολύ πιο νωρίς, πιο νωρίς […]
ΕΡ: Σε άλλες περιοχές.
Α.Μ: […] πιο νωρίς. Ναι, οοο. Πιο νωρίς. Εξαρτάται. Ακόμη και τώρα στο
Συνοικισμό έχει πρόσφυγες αλλά όσοι τακτοποιούντο οικονομικά,
τακτοποιούντο και κοινωνικά διότι όταν, εδώ κακά τα ψέματα, όταν ζεις
στο συνοικισμό σε τέτοιες συνηθ’, συνθήκες νιώθεις σαν παριές και και οι
άλλοι έτσι σε βλέπουν. Λοιπόν, θέλεις να φύγεις απ’ αυτό το χώρο, να
αλλάξεις τρόπο ζωής για να έχεις κ’ άλλο κοινωνικό πρόσωπο. Πολύ
φυσικό είναι. Λοιπόν, όποιοι έκαναν μια κατάντια έφευγαν ή αγόραζαν
σπίτια ή νοίκιαζαν σπίτια ή έφευγαν απ’ αυτό τον χώρο. Καφενεία, λέσχες
όλα αυτά ήταν χωριστά, αλλού οι πρόσφυγες αλλού. Μιλώ για τα πρώτα
χρόνια ως το ’30 ας πούμε. Ύστερα σιγά, σιγά, σιγά, σιγά όσο ανέβαιναν
κοινωνικά τόσο ενσωματωνόταν με την […]
ΕΡ: Με τον υπόλοιπο κόσμο.

87
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

Α.Μ: Ναι, ναι. Με τη μυτιληναική κοινωνία. Βέβαια αυτές οι συνθήκες δεν


επικρατούσαν στην Κρήτη, άξαφνα. Στην Κρήτη απ’ ότι διάβασα κ’ απ’
ότι λέει κ’ αυτή η Αρμένισσα επειδή δεν πήγε πολύς κόσμος και οι
Κρητικοί είναι και από τη φύση τους φιλόξενοι, τους υποδέχτηκαν λέει με
αρνιά να σφάζουν και να κάνουν και να δείχνουν. Αλλά πήγαν, πόσοι θα
πήγαν; εδώ ήρθαν […]
ΕΡ: Εδώ ήρθαν πάρα πολλοί.
Α.Μ: […] χιλίαδες!
ΕΡ: Εκατό χιλιάδες .
Α.Μ: Βεβαίως! Χιλιάδες! Στη Μυτιλήνη καταντούσε ο μισός ο πληθυσμός να
είναι πρόσφυγες. Δεν υπήρχαν οι πόροι για να μπορέσουν να, να
στηρίξουν αυτό τον κόσμο. Βέβαια και πολλοί έφευγαν, αυτοί που
καταλάβαιναν ότι δεν μπορού’, και εδώ πιο πολύ έμεναν αυτοί που’ χαν
ρίζες από απέναντι, που’ ταν δεμένοι με το […]
ΕΡ: Ναι. Εε, είχα πάει μια φορά εδώ στο Συνοικισμό, ξέρω ‘γω […]
Α.Μ: Ναι.
ΕΡ: […] για να δω τη περιοχή […]
Α.Μ: Ναι.
ΕΡ: […] και έβλεπα ότι τα σπίτια ήταν χτισμένα με τέτοιο τρόπο και
σκεφτόμουνα ότι κάποιος που είχε έρθει από κει απέναντι πως μπορούσε
και ζούσε και έβλεπε ακριβώς με το που άνοιγε το παράθυρο του, έβλεπε
το μέρος που τόσα χρόνια […]
Α.Μ: Ναι, ναι.
ΕΡ: […] έμενε εκεί! […]
Α.Μ: Ε, βέβαια. Είναι φοβερές εμπειρίες. Φοβερές.
ΕΡ: […] Αυτό έκανε μεγάλη αντίθεση!
Α.Μ: Αλλά είχαν και μια δύναμη. Δηλαδή εγώ αν κρίνω απ’ τη γιαγιά , βέβαια η
γιαγιά δεν. Χάσαν’ πολλά πράγματα, πρώτα πρώτα και αυτά που φέραν’,
γιατί η μαμά με το να παντρευτεί στην Πόλη δημιούργησε άλλη
κατάσταση. Αυτά μες το καράβι, πήρε φωτιά το καράβι και καήκαν’ όλα
και χάθηκαν τα πάντα αλλά δεν διωχτήκαν’, δεν νιώσαν’ αυτή τη, τη βία
και την, την, πώς να πω τώρα. Είναι φοβερό άμα το σκεφτείς είναι
φοβερό! Να πέφτεις μες τη θάλασσα για να γλιτώσεις και και να σε
χτυπούν από πάνω να σε πνίγουν. Οι άλλοι. Οι ξένοι που καθόταν απ’ έξω
με τα καράβια γιατί κ’ αυτοί δεν βοηθήσαν’ καθόλου. Γάλλοι, Αμερικάνοι
κ.λ.π. Αλλά είχαν μια λεβεντιά, μια αξιοπρέπεια, εγώ τουλάχιστο όσους
πρόσφυγες γνώρισα, πολλοί λίγοι ήταν αυτοί που καθόταν να κλαίνε τη
μοίρα τους, λέγαν’ «Τώρα να κοιτάξουμε από ‘δω και μπρος τι θα
κάνουμε. Ότι είχαμε, είχαμε». Σιγά σιγά το πήραν απόφαση. Βέβαια δεν
είναι εύκολο απ’ την αρχή να γίνει αυτό το πράμα αλλά σιγά σιγά […]
ΕΡ: Ναι.
Α.Μ: […] Είναι πολύ φυσικό.
ΕΡ: Ωραία! Εγώ αυτά ήθελα, με καλύψατε πάρα πολύ.
Α.Μ: Και ότι άλλο θέλεις.
ΕΡ: Δεν ξέρω, έχετε κάτι, ξέρω ‘γω κάτι σε κείμενα ή φωτογραφίες.
Α.Μ: Δεν έχω και ‘γω τώρα αυτό τώρα ψάχνω. Θα πάω σ΄ αυτό το κέντρο, θα
πάω. Να μου δώσεις το […]
ΕΡ: Ναι, βεβαίως.
Α.Μ: Ναι για να πάω και κει.

88
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

ΕΡ: Δεν νομίζω να το έχω μαζί μου. Αλλιώς άμα θέλετε να σας πάρω αύριο
τηλέφωνο το πρωί ή σε λιγάκι να σας πάρω τηλέφωνο […]
Α.Μ: Ναι, ναι. Να μου τα πεις σε παρακαλώ γιατί μ’ ενδιαφέρει. […]
ΕΡ: Ναι, να σας το δώσω.
Α.Μ: […] Για φωτογραφία πιο πολύ ενδιαφέρομαι.
ΕΡ: Γιατί δε νομίζω να το’ χω μαζί μου στο κινητό.
Α.Μ: Εδώ έχει ορισμένα χωριά που ‘ταν τούρκικα, ας πούμε το Μπαλτζίκι και
κει πρέπει να υπάρχουν πρόσφυγες. Το Μπαλτζίκι ήταν τούρκικο καθαρά
τούρκικο χωριό και μετά έγινε, πήγαν πρόσφυγες. Φύγαν’ οι πρόσφυγε, οι
Τούρκοι, πήγαν οι πρόσφυγες κ’ έγιναν οι Νέες Κυδωνίες. Και στην
Καλλονή ίσως επειδή ήταν το Τζουμαϊρλί τούρκικο και μετά φύγαν’ και
πήγαν πρόσφυγες πολλοί σ’ αυτό το χωριό γι’ αυτό ίσως υπάρχει κ’ αυτή
η κίνηση.
ΕΡ: Ναι.
Α.Μ: Αλλά τι σημασία έχει. Εδώ πέρα υπάρχουν χιλιάδες πρόσφυγες και δεν
κάνανε […]
ΕΡ: Μα, ναι! Μα εμένα μου ‘κανε πάρα πολύ μεγάλη εντύπωση ειδικά […]
Α.Μ: Ε, βέβαια!
ΕΡ: […] εκεί που σας είπα στη Σκάλα Λουτρών, μέχρι και , ξέρω ‘γω ,
κάνουνε εκδηλώσεις, κρατάνε αρχείο, όλοι οι πρόσφυγες ξέρω ‘γω.
Εντάξει κάποια σπίτια τα’ χουνε διατηρήσει, τα’ χουνε ξαναφτιάξει […]
Α.Μ: Ναι.
ΕΡ: […] κ’ αυτά αλλά ένα συγκεκριμένο το κρατήσανε και σκοπεύουν να
βάλουν μέσα διάφορα αντικείμενα, κατσαρόλες, σεντόνια οτιδήποτε έχει
σχέση με το σπίτι που τα φέρνουν και τα’ χουνε δωρίσει […]
Α.Μ: Αλήθεια;
ΕΡ: […] και χαίρονται, είναι πάρα πολλοί. Γιατί του λέω «τα δωρίζουν ή
εντάξει ξέρω’ γω τα δίνουν για κάποιο διάστημα και μετά τα
ξαναπαίρνουν πίσω;» «όχι» λέει, «χαίρονται πάρα πολύ να τα προσφέρουν
και να τα δώσουν» […]
Α.Μ: Ναι, ναι. Όχι, εδώ δεν είδα τίποτα.
ΕΡ: Ούτε εγώ.
Α.Μ: Τίποτα. Τι να πω, δεν ξέρω.
ΕΡ: Και αυτός ο κύριος, κύριο Γιώργο τον λένε, εε, ήτανε κ’ αυτός έτσι
πρόσφυγας ο μπαμπάς του […]
Α.Μ: Ναι.
ΕΡ: […] και θυμάμαι μου’ πε την ιστορία πως πήρε τ’ όνομά του. Παπαχρίσος
λέγεται.[…]
Α.Μ: Ναι.
ΕΡ: […] και επειδή ο μπαμπάς του ήτανε παπάς […]
Α.Μ: Ναι.
ΕΡ: […] αλλά τον λέγανε Χρισός. Το επίθετό του ήτανε Χρισός […]
Α.Μ: Μμ [κατάφαση]
ΕΡ: […] και μετά είχε εννιά αδέλφια. Κ’ επειδή χαθήκανε οι πιο πολλοί, εε,
όταν πήγε να δηλωθεί […]
Α.Μ: Ναι.
ΕΡ: […] τον γράψανε Παπαχρίσος.
Α.Μ: Ναι, μα γίνονταν. Και, και η ηλικία. Ας πούμε γράφανε εκεί πέρα πολλές
φορές και τη λάθος την ηλικία […]
ΕΡ: Ναι.

89
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

Α.Μ: […] Ναι, ήταν πιο απλά τα πράματα τότε.


ΕΡ: Και μου λέει «Τώρα να, ένας ξαδερφός μου λέγεται Χρισός ενώ εγώ
Παπάχρισός».
Α.Μ: Ναι, βέβαια. Και πολλά τέτοια. Ύστερα πολλοί που’ χαν τούρκικα
ονόματα, απ’ το εσωτερικό της Μικράς Ασίας, αα, κ’ αυτοί τα γύρισαν,
έκαναν την μετάφραση ας πούμε του ονόματος. Γιατί κ’ αυτοί στο
εσωτερικό, Καππαδοκία και κει, εκεί δεν διώχτηκαν. Όλες οι βιαιότητες
έγιναν εκεί που ήταν το θέρετρο του πολέμου, δηλαδή δυτικά παράλια ως
την Άγκυρα που πήγαν. Από κει και πέρα τα άλλα τα πιο μέσα τα μέρη
έφυγαν με την ανταλλαγή πια. Πάλι, όμως κ’ αυτοί βασανίστηκαν κ’
αυτοί, παρακολουθήσαν τι γινόταν και καταλαβαίνεις πως θα ‘ταν η […]
ΕΡ: Εδώ ο κύριος Κακλαμάνος μας είχε πει ότι ουσιαστικά, ξέρω ‘γω, αυτοί
που μέναν’ στο Αϊβαλί και γενικώς εδώ στα παράλια […]
Α.Μ: Ναι.
ΕΡ: […] δεν τους, ούτε τους χτυπήσαν’, ούτε τους βγάλανε με βιαιότητα όπως
βγάλανε αυτούς που ήταν στα πιο ενδότερα.
Α.Μ: Στο πότε αυτό; Στο ’22;
ΕΡ: Ναι.
Α.Μ: Όχι, δα! Αυτούς τους πήρανε μέσα και τους έσφαξαν. Και του
Αδραμμυτιανού του κόλπου όλου του Αδραμμυτίου ο κόσμος ήταν
κατεβασμένος κάτω και περίμενε τα καράβια και δεν πήγαν και τους
έσφαξαν εκεί.
ΕΡ: Απλά ήτανε, λέει, πιο ήρεμα.
Α.Μ: Όχι! Ίσως έλεγε πιο μπροστά ότι οι σχέσεις των Ελλήνων και των
Τούρκων ήταν πολύ ωραίες σ’ αυτά τα μέρη […]
ΕΡ: Ναι.
Α.Μ: […] γιατί επικρατούσαν οι Έλληνες. Σμύρνη, Αϊβαλί, Αδραμμύτι δεν
υπήρχαν Τούρκοι και αν υπήρχαν Τούρκοι στο Αδραμμύτι ήταν τελείως
χωριστά. Μοσχονήσι τα ίδια. Αυτό επικρατούσαν οι Έλληνες. Ίσως αυτό
ήθελε να πει.[…]
ΕΡ: Μπορεί.
Α.Μ: […] Ότι οι προηγούμενες σχέσεις, όχι στο διωγμό, ίσα ίσα αυτά τα μέρη
πολύ, πολύ. Καταστράφηκαν. Πολύς κόσμος χάθηκε!
ΕΡ: Μάλιστα. Ωραία.
Α.Μ: Αυτό, δηλαδή τώρα και φέτος το είδα απ’ τα μικρασιατικά χρονικά που
‘γραφε κάποιος Εμμανουηλίδης και ‘λεγε αυτό ακριβώς, ότι ήρθε εδώ
πέρα εκείνος πιο μπροστά και ήξερε ότι εκεί, ερχόταν τα μηνύματα ότι
κόσμος χιλιάδες ήταν εκεί κάτω στο, στη παραλία του Αδραμμυτιού το
επίνειο του Αδραμμυτιού, το Άκτσαι μου φαίνετε. Και περίμενε τα καΐκια
και ήρθε εδώ στο, στο διοικητή και τον παρακαλούσε να στείλει καΐκια
και δεν έστελνε. Πήγε στον, σ’ ακόμη έναν, στον στρατιωτικό ας πούμε
διοικητή. Κ’ αυτός αρνήθηκε. Και όλοι αυτοί, αυτός το λέει, ότι όλοι οι
άνθρωποι αυτοί χάθηκαν γιατί κατέβαιναν οι Τούρκοι και τους έσφαζαν.
Οι μέσα δεν δοκίμασαν διωγμό. Δηλαδή, τις βιαιότητες και τις σφαγές
γιατί δεν ήταν μέσα στον χώρο που έγιναν όλα αυτά τα γεγονότα που
δημιούργησαν το φανατισμό και αυτά τα, αυτές τις ομάδες των ανταρτών,
ας πούμε. Δεν ξέρω αν έχεις ακούσει για τους Τσέτες.
ΕΡ: Ναι, ναι.
Α.Μ: Ναι. Αυτοί ήταν που κάναν’ τις, πιο πολύ αυτοί παρά ο οργανωμένος ο
τούρκικος στρατός αλλά βέβαια συνενοούντο. Διότι το πρόγραμμα των

90
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

Τούρκων ήταν, των νεοτούρκων από τότε που βγήκε ο Κεμάλ ήταν η
Τουρκία στους Τούρκους. Κ’ αυτό βέβαια τους βοήθησαν και παρά πολύ
οι Γερμανοί και τους στήριξαν. Και οι μέθοδοι εξοντώσεως ήταν ακριβώς,
σε ορισμένες περιπτώσεις, αυτ’, οι ίδιοι που εφάρμοσαν οι Γερμανοί
στους Εβραίους. Δηλαδή ομαδικώς, εε, ομαδική εξόντωση. Κάπου έγραφε
ότι τους έπαιρναν αυτά τα αμελέ ταμπούρ που γράφει και η αυτή, ηη,
[σκέψη] Τώρα δεν θυμάμαι πως λέγεται. Περιγράφει ένα πολύ ωραίο
βιβλίο, τώρα πως το’ χω μέσα. Η Σωτηρίου είναι; Ναι, μάλλον, η Διδώ
Σωτηρίου είναι. Και λέει ότι τους πήραν στα τάγματα […]
ΕΡ: Στα ματωμένα χώματα;
Α.Μ: Α! Ματωμένα χώματα! Ναι, ναι. Και τους εξόντωναν. Τους ξεγύμνωναν
για να δήθεν να πλυθούν, τους άφηναν στο, στα χιόνια και σ’ αυτό και
πεθαίναν’ σαν. Αλλά ήταν το πρόγραμμα να εξοντωθεί όπως εξοντώθηκαν
οι Πόντιοι, όπως εξοντώθηκαν οι Αρμένιοι, το ίδιο να φύγει όλο αυτό το
στοιχείο το προοδευτικό για να μπορέσουν να, να εισχωρήσουν άλλοι,
βέβαια αυτό το ήθελαν και οι ίδιοι οι Τούρκοι. Αυτό ήταν το σύνθημα των
νεοτούρκων, “H Τουρκία στους Τούρκους”. Κ’ από κει ξεκίνησαν. Και
δώσαμε και ‘μεις τις αφορμές και φτάσαμε σ’ αυτό το.
ΕΡ: Ωραία.
Α.Μ: Τι άλλο. Αν πάλι έχεις κάποιες απορίες ευχαρίστως. Στα άλλα θέματα, εγώ
ας πούμε, γενικά για τη γυναίκα στη, της Λέσβου στα χρόνια της
οθωμανοκρατορίας, ότι είχε σχέση με την προσφορά της στην οικογένεια,
στην κοινωνία, στη στήριξη της οικονομίας του σπιτιού, στα ήθη, τα έθιμα
σ’ αυτά επειδή ασχολήθηκα πάρα πολύ και’ χω βγάλει ένα σωρό βιβλία
αυτά τα ξέρω και τα, ας πούμε, μπορώ να τα ντοκουμεντάρω ιστορικά και
τέτοια. Τούτο στηρίζεται πιο πολύ να, σε πληροφορίες από’ δω κι από κει
και προσπαθώ να, όπου γίνεται να το τεκμηριώσω ιστορικά. Δηλαδή, δεν
είναι κάτι που να πω ότι το ξέρω […]
ΕΡ: Ναι.
Α.Μ: […] Είναι απλά δικές μου θύμισες, από ανθρώπους που πρόλαβα να
ρωτήσω ορισμένα πράγματα και όλα αυτά μπόρεσα, όπου μπορούσα να τα
διασταυρώσω με αυτά που έχουν γραφεί.
ΕΡ: Να σας πω κάτι. Εγώ πιστεύω πως αυτό είναι ίσως πιο σημαντικό γιατί
ουσιαστικά, διαφορετικά είναι να διαβάζεις κάτι μέσα από ένα βιβλίο και
να παίρνεις, ξέρω ‘γω […]
Α.Μ: Ναι, ναι, ναι.
ΕΡ: […] πληροφορίες μέσα από βιβλία και διαφορετικά να παίρνεις
πληροφορίες από ανθρώπους […]
Α.Μ: Ναι, ναι.
ΕΡ: […] που έχουνε ζήσει.
Α.Μ: Όλα όμως θέλουν μια. Ξέρεις η έρευνα, δεν υπάρχει πιο γλυκό πράγμα
από έρευνα. Μπορεί να ξεκινήσεις από ένα τόσο πράμα και να σου βγουν
πράγματα που να. Για παράδειγμα θυμάμαι, ένα εργόχειρο, ένα εργόχειρο,
δεν ξέρω. Να το βγάλω τώρα αυτό για να σου δείξω τι ρόλο παίζει.
ΕΡ: Α! μπορείτε να μου πείτε λίγο και τ’ όνομά σας.
Α.Μ: Μαρία Αναγνωστοπούλου.

91
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

2η Συνέντευξη

Ατσικμπάση Μένη - [Μικρασιάτης πρόσφυγας 2ης γενιάς, Πρόεδρος


Συλλόγου Μικρασιατών Καλλονής].
Ένα αρχείο ήχου
Διάρκεια αρχείου ήχου: 42:33
Συνέντευξη με την Ατσικμπάση Μένη [Ημερομηνία συνέντευξης:22.07.05]
Συνέντευξη: Πασκώνη Χριστίνα, Συκά Μαρία
Απομαγνητοφώνηση και πληκτρολόγηση σε Η/Υ: Πασκώνη Χριστίνα.

Το Ερ. πριν από τα λόγια και τις ερωτήσεις του (ή των) συνεντευκτών. Το Α.Μ.
πριν από τα λόγια της Ατσικμπάση Μένης. Με [.......] οι παύσεις στο λόγο των
ομιλητών ή όταν αλλάζει το νόημα των λόγων τους. Μέσα σε [ ] οι
επεξηγήσεις κατά την απομαγνητοφώνηση. Με (;) οι απορίες κατά την
απομαγνητοφώνηση.

ΑΡΧΕΙΟ ΗΧΟΥ

Α.M.: Θες να με κάνετε πρώτα ερωτήσεις; Θες κάτι;


[ήχος φυσήματος στο μικρόφωνο]
Ερ: Εντάξει. Ε, τσ΄, βασικά επειδή δεν θυμάμαι καλά. Ε, οι γονείς σας […]
Α.M.: Ναι.
Ερ: […] ή ο παππούς σας είχε έρθει , σαν πρόσφυγας από την Μικρασία;
Α.M.: Οι γονείς μου.
Ερ: Οι γονείς.
Α.M.: Εγώ είμαι δεύτερη γενιά. Και η γιαγιά μου ήταν, αλλά και οι γονείς μου
που ήταν πιο, πιο νέοι. Η γιαγιά μου ήταν πιο, οι, οι παππούδες και οι
γιαγιάδες ήταν, πιο μεγάλοι άνθρωποι.
Ερ.: Ναι.
Α.M.: Αλλά και αυτοί λέγονται πρώτης γενιάς αλλά και οι γονείς μου.
Ερ: Ε, τώρα […]
Α.M.: Τα γράφετε;
Ερ: Ναι, ναι.
Α.M.: Α.[καταφατικό]
Ερ: Ε, όταν ήτανε, από πού, από ποια περιοχή στην Μικρασία;
Α.M.: Λοιπόν να σου πω, να ξεκινήσουμε […]
Ερ: Ναι, ναι.
Α.M.: Λίγο από την αρχή; Να σας τα βάλω εγώ σε μια σειρά […]
Ερ: Ναι, ναι από την αρχή. Τι δουλειά κάνανε, πως ζούσανε αυτά.
Α.M.: Λοιπόν, θα τα βάλουμε σε μια σειρά. Όταν λοιπόν το 1922 μέσα στην
φωτιά και στην καταστροφή ήρθανε ε, χωρίς τίποτα επάνω τους. Ούτε μια
βαλίτσα ούτε ένα, ούτε ένα μπόγο να πάρουν. Γιατί δεν μπορούσαν. Δεν
ήρθαν σαν τους πρόσφυγες με ανταλλαγές. Όπως πήγαν από την επάνω
μεριά. Από την πλευρά της Καππαδοκίας, από την πλευρά του Πόντου,
που είχαν έρθει σαν ανταλλάξιμοι. Φύγαν’ έλληνες από δω και πη’,
φύγαν’ Τούρκοι από δω στην Τουρκία, όπου ζούσαν στην Ελλάδα και
ήρθαν Έλληνες από την Τουρκία εδώ. Όχι, αυτοί ήρθαν μέσ’ στη φωτιά.
Γυμνοί, ξυπόλυτοι. Ήρθαν από τα παράλια της Μικράς Ασίας. Δηλαδή
από την Σμύρνη, από τον Κασαμπά, από τα Βουρλά, από, από το Αϊβαλί,
από τα Μοσχονήσια, τοις Φώκιες, ε, τον Ναζλί, τον Ναρλί, τα Σώκια και

92
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

από το Αξάρι, την Μαγνησία όλα αυτά τα μέρη είναι μέρη των παραλίων
της Μικράς Ασίας. Ήρθαν με γκαζολίνες με βάρκες, με μικρά καΐκια και
βέβαια ήταν, ο τρόπος που ήρθαν ας πούμε ήταν η Λέσβος, ότι επειδή
ήταν κοντύτερα. Ήρθαν στην Χίο, στην Σάμο και στην Μυτιλήνη πάρα
πολλοί. Ήρθ’, ήρθαν στην Μυτιλήνη πάνω από 40.000 πρόσφυγες τότε.
Βέβαια, σιγά σιγά έφυγαν, πήγαν στην Αθήνα και σε διάφορες άλλες
πόλεις. Όταν ήρθαν λοιπόν, σταμάτησαν στον κήπο της Μυτιλήνης. Σαν
τα καραβάνια, σαν, τους γύφτους που γυρίζουν. Ούτε φαΐ ούτε ψωμί,
απλώς ένα μικρό συσσίτιο εκείνη την μέρα δεν ξέρω πως, έγιναν. Και
πάρα πολλοί που έφυγαν με τα νυχτικά, γιατί δεν μπόρεσαν, έφυγαν νύχτα
από την Μικρά Ασία. Αυτοί λοιπόν οι άνθρωποι, ε είτε είχαν κάποι’,
κάποιες λίρες κρυμμένες στον ποδόγυρο, των γυναικών. Τις φούστες ή
κάποια χρυσαφικά κρυμμένα, πήγαν στα μαγαζιά της Μυτιλήνης πήραν
υφάσματα και τα έραψαν στο χέρι. Μέσα στο στο πάρκο της Μυτιλήνης.
Από κει και πέρα διοχετεύτηκαν σε διάφορα χωριά. Ε, έχουμε να πούμε
όμως ότι πήγανε και από την πλευρά της Θερμής, από την μεριά της
Παναγιούδας, από το Μεσαργό, από, γκ…, το Μανταμάδο και από το
Σίγρι. Από άλλη περιοχή. Αλλά οι περισσότεροι από το λιμάνι της
Μυτιλήνης ήρθανε. Από κει λοιπόν διοχετεύτηκαν και ξεκίνησαν, ε σε
διάφορα χωριά. Μέσα στο, εδώ στο δήμο Καλλονής. Που είμαστε τώρα
δήμος, ήρθε παρά πολύς κόσμος. Γιατί; Γιατί είχανε παλιά, πριν τον
διωγμό βέβαια, αλισφερίση οι Τούρκοι με, ε οι Έλληνες της Μικράς Ασίας
με τους εδώ Καλλονιάτες. Κάναν ένα εμπόριο. Σταφίδα, καπνά, λάδι,
υφάσματα από κει διάφορα εργαλεία. Και αν ξέρετε όλοι, ε όλα τα
ελαιοτριβεία εδώ, τα περισσότερα να πούμε έχουν μηχανήματα που
γράφουν ότι είναι από την Σμύρνη. Γι’ αυτό λοιπόν είχαν διάφορες
διασυνδέσεις και είχαν δεσμούς αίματος. Δηλαδή παντρεύτηκαν, ντόπιοι
από δω με Μικρασιάτες. Και όταν ήρθαν λοιπόν κατά κάποιο τρόπο
υπήρχαν κάποιες γνωριμίες, λιγοστές βέβαια. Εγκαταστάθηκαν στην
Καλλονή, στην Σκάλα μέσα σε αποθήκες. Ε, πήγαν πάνω σ’ ένα χωριό
όπου έμεναν Τούρκοι και είχαν φύγει, Κλαπάδος λέγεται. Πήγαν πάρα
πολλές οικογένειες. Ε, πήγαν στα Δάφια, στα Παράκιλα, στα στο Κεράμι,
Φύλια, Ανεμό και Σκαλοχώρι. Και δω στο χωριό που λέγεται τώρα
Αρίσβι, λεγόταν παλιά Τζουμαϊλί. Το οποίο ήτανε, ε Τουρκοκατοικιμένο
και τότε που το κατέλαβαν την Ελλάδα ας πούμε οι Τούρκοι και τα νησιά.
Το χωριό αυτό το κατέλαβαν ημέρα Παρασκευή, που σημαίνει στα
Τούρκικα Τζουμάλ, Παρασκευή είναι ιερή μέρα. […]
Ερ: Μμ.
Α.M.: […] και το τίμησαν και έδωσαν προς τιμή του το όνομα Τζουμαϊλί. Εδώ
λοιπόν οι άνθρωποι έπιασαν να κάνουν τις δικές τους κοινότητες. Ήθελαν
να’ ναι μόνοι τους να μην είναι ανακατωμένοι με τους ντόπιους γιατί
είχαν, τσ’, ‘άλλο χρ’, άλλο τρόπο ζωής ας πούμε. Και ήθελαν στο κάτω
κάτω να κλάψουν την μοίρα τους μόνοι τους. Ξεκίνησαν τις δουλειές που
ήξεραν. Ξεκίνησαν αυτοί που ήταν ξυλουργοί, αυτοί που ήταν ραφτάδες,
αυτοί που ξέραν την τέχνη του κρασιού έπιασαν να βάζουν αμπέλια. Γιατί
έπιασαν σιγά σιγά πια, μετά από τρία τέσσερα χρόνια να τους δίνουνε τους
κλήρους. Να ξεκινούν να χτίζουν τα πλίθινα σπίτια, σε όλες τις περιοχές.
Να φυτεύουν αμπέλια γιατί ήξεραν, ήξεραν την τέχνη του κρασιού. Κάναν
πολύ ωραία κρασιά, και καπνά. Τα οποία καπνά καλλιεργούσαν στον τόπο
τους. Γέμισε λοιπόν όλη εδώ πέρα η περιοχή, ε, καπνοχώραφα κι

93
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

’αμπέλια.. Σιγά σιγά λοιπόν γίνεται μια ανατροπή. Από εργάτες που ήταν ,
και από, παρίες κι από, τσ’ κ’ μέσα απ’ την καταστροφή, άρχισαν λοιπόν
να γίνονται αφεντικά. Και να γίνονται αφεντικά λέγοντας με την καλή
έννοια, να έχουν ντόπιους στην δούλεψή τους. Να έχουν ταϊφάδες, να
βάζουν πολλά στρέμματα καπνά, να ξεκινήσουν την καλλιέργεια της
πατάτας, του μποστανιού. Δηλαδή δεν έκαναν πίσω σε τίποτα. Άνθρωποι
δημιουργικοί, άνθρωποι που έβλεπαν μπροστά, δεν ήταν μίζεροι να
σταματήσουν και να κλαίνε εκεί την μοίρα τους. Είπαν ότι θα σταθούμε
στα πόδια μας και θα προχωρήσουμε. Δυο κάντια γινόταν οι γονείς, για να
μπορέσουν να αναθρέψουν και να, α’, δώσουν στα παιδιά τους κάποια
μόρφωση που γι’ αυτούς ήτανε μεγάλη υπόθεση. Ε, στερήθηκαν τα πάντα.
Αυτοί που μπόρεσαν να φύγουν σε μεγάλες πόλεις έφυγαν. Και σιγά σιγά
βέβαια άρχισαν να ξενιτεύονται κιόλα, προς τη’, στο εξωτερικό. Α, αυτό
που, βλέπουμε τώρα, είναι ότι όπου και να γυρίσεις να δεις, φαίνεται το
στοιχείο του πολιτισμού χωρίς να θέλουμε να θίξουμε το ντόπιο στοιχείο.
Ο τρόπος ζωής τους συνυφάστηκε με τον τρόπο ζωής των ντόπιων
ανθρώπων. Ε, και σιγά σιγά αυτή η διαχωριστική γραμμή που υπήρχε, δε’,
δεν την αμφισβητεί κανείς. Υπήρχε κάποτε η διαχωριστική γραμμή
ντόπιοι και πρόσφυγες σε κατώτερη μοίρα. Κατάφεραν με τον δικό τους
τρόπο χωρίς να θίξουν κάποιους, χωρίς τσ’, να φέρουν σε δύσκολη θέση
κάποιους άλλους ανθρώπους, Κατάφεραν λοιπόν, μέσα με την δική τους,
με τον δικό τους τρόπο ζωής, να καταξιωθούν στα μάτια των ντόπιων
ανθρώπων. Και γι’ αυτό, σιγά σιγά ξεκίνησαν να παντρεύονται τα στοιχεία
αυτά. Το μικρασιάτικο στοιχείο και το ντόπιο στοιχείο. Δηλαδή άντρες και
γυναίκες να παντρεύονται και να κάνουν οικογένεια. Ενώ στην αρχή ήταν
αυτό φύση αδύνατο. Πολύ δύσκολη η κατάσταση. Σιγά σιγά, εξελίχθηκαν
τα πράγματα, προς τα θετική πλευρά που βλέπουμε. Και, αυτή τη στιγμή
έχουμε να πούμε ότι μέσα από την καταστροφή ξεπήδησαν προς την
ευημερία. Με θε’, με σιδερένια θέλιση, με πολύ δουλειά, με […] τι να πω
άλλο, ότι με την οικονομία τους. Οικονόμοι. Άρχοντες μπορώ να πω.
Πάντα λέγανε μες στο σπίτι σου θα είσαι γύφτισσα, από την οικονομία.
Έξω θα είσαι βασιλιάς. Δεν θα δίνεις δικαίωμα στον άλλον να σου πει ότι
είσαι μίζερος, ότι είσαι τσιγκούνης, ότι ε, προσκολλείσαι σε κάποιους
άλλους, ότι τρως, περιμένεις δηλαδή να φας, δηλαδή να προσκολληθείς
για να, να φας. […]
Ερ.: Μμ.
Μ.Α.: Κατάλαβες; Όπως παν ορισμένοι και προσκολλούνται. Τώρα, διατήρησαν
όλα τα ήθη, και τα έθιμά τους. Όλες τις θρησκευτικές γιορτές, από την
αρχή του χρόνου. Τις οποίες μετέδωσαν και στις επόμενες γενιές. Ε, τα
στοιχεία του γάμου, απ’, τα οποία παραμένουν μέχρι τώρα αναλλοίωτα. Ε,
τα στοιχεία, τα στοιχεία , της γέννησης, των παιδιών, ε, τα στοιχεία του
θανάτου. Τιμούν τον χάρο και τον θάνατο. Τιμούν τους ανθρώπους, δεν
φεύγουν μέσα από την σκέψη, οι άνθρωποι δηλαδή τους ακολουθούν γιατί
και αυτοί άφησαν τα χνάρια τους. Οι άνθρωποι και μεταλαμπάδευσαν, ε,
τα ήθη τα έθιμα και την , τον τρόπο ζωής τους και τις αξίες της ζωής, στις
επόμενες γενιές. Αυτά λοιπόν όλα τα κρατούμε και ‘μεις αναλλοίωτα, τα
οποία διδαχτήκαμε, και προσπαθούμε με κάθε τρόπο, εγώ είμαι δεύτερης
γενιάς, αυτή τη στιγμή διανύουμε, πάμε στην Πέμπτη πια γενιά, των
Μικρασιατών προσφύγων. Έχει μικρά παιδιά, που είναι η πέμπτη γενιά Ε,
αυτό που θυμάμαι, από τα μικρά μου χρόνια. Γιατί ζω σ’ ένα χωριό που

94
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

είναι καθαρά προσφυγικό. Είναι το Τσουμαϊλί, που λέει μετά,


μετονομάστηκε Αρίσβη. Ήταν αυτή η σύμπνοια, ήταν αυτή η αλληλεγγύη
των ανθρώπων, ήταν ο σεβασμός, ήταν αυτό το δέσιμο που είχνε. Και
αυτό κατάφεραν, και μας το μετέδωσαν και μας, όχι με λόγια αλλά με
πράξεις. Είναι σαν να μπόλιασαν. Δηλαδή, τους ανθρώπους, εγώ αυτή την
στιγμή τους εκτιμώ, γιατί κάποιοι είχαν κάποια φιλία με τους δικούς μου
ανθρώπους. Αυτή η εκτίμηση, υπάρχει μέχρι τώρα στο πρόσωπό τους, και
απ’ το δικό τους προς το δικό μου. Και κείνοι με σέβονται, μ’ αγαπούν και
με ‘κτιμούν. Δηλαδή αυτό, μέχρι να φύγουν και αυτοί και ‘μεις από την
ζωή, δηλαδή υπάρχει, αυτό το πράγμα. Είναι δυσεύρετο στις μέρες μας, να
σε βλέπουν, και να σε χαϊδεύουν και να λέν’, αχ κόρη μου.
Ερ: Ναι.
Μ.Α.: Και ‘γω όταν θα πάω στην εκκλησία τις μεγάλες γυναίκες, φιλώ το χέρι
τους όταν είναι για να κοινωνήσω. Είναι κάτι, είναι ένα σημαντικό
στοιχείο που, βέβαια ήτανε, μέσα από το σπίτι μας το μετέδωσαν και εμείς
ε, τι να σου πω. Ότι μέχρι πριν λίγα χρόνια τους μεγάλους ανθρώπους
τους λέγαμε θεία και θείο; Και διατηρείται και μέχρι τώρα; Θεία και θείο.
Δεν ήταν κύριος και κυρία εδώ, δεν ξέραμε κύριος και κυρία. Θεία και
θείο τον φωνάζαμε. Είναι ορισμένα πράγματα τα οποία είναι σημαντικά. Ε
[…]. Τα πανηγύρια; Τα έθιμα; Πολύ ωραία πανηγύρια. Κάναν το Κεσκέλ
που ο ένας με τον άλλον βοηθούσε. Μαζεύανε όλο το χρόνο, έδινε ο ένας
μια προβατίνα ξέρω ‘γω, ο άλλος το σιτάρι, ο άλλος το κρεμμύδια, ο
άλλος τα ξύλα. Όλοι μαζί βάζαν’ τη δουλειά. Το είχανε τάμα αυτό.
Κάνουν τα ταματά τους. Ε […] καθένας έχει τον Άγιο του, λέει εμένα με
βοηθάει ο τάδε Άγιος, κατάλαβες; Είναι όλα αυτά σημαντικά που, και
συνεχίζονται βέβαια και στις μέρες μας. Τι άλλο να σας πω;
Ερ: Ε, βασικά […]
Μ.Α.: Κάτι που έχετε εσείς στο.
Ερ: Ναι. Ε, ποια ήτανε, πως αντιμετώπιζαν την γυναίκα και πως ήταν η
γυναίκα η, ξέρω ‘γω από τα μέρη της Μικράς Ασίας σε σχέση με τις
ντόπιες και πως την αντιμετώπιζαν ;
Μ.Α.: Λοιπόν, εδώ θα σας πω κάτι, που δεν μπορούμε να γενικεύουμε ότι, γιατί
στην κάθε οικογένεια είναι διαφορετικά τα πράγματα. Υπάρχουν και οι
εξαιρέσεις. Υπάρχουν δηλαδή κάποιες οικογένειες και από κει και από δω.
Και παντού σε όλο τον κόσμο, που είναι διαφορετική γιατί έχουν
διαφορετική αγωγή. Έχει διαφορετικό χαρακτήρα και προσωπικότητα
και ο άντρας και η γυναίκα. Αλλά εγώ βλ’, έβλεπα ότι, παρόλο που λέγαν’
ότι είναι ανατολίτες. Ε, δεν υπήρχαν, με τον τρόπο τους η γυναίκα, γιατί
πρέπει να ξέρουμε ότι η γυναίκα, είναι η αφέντρα του αφέντη άντρα της.
Και αυτό, αυτό ε, το καθιερώνει εκείνη με τον δικό της τρόπο. Δηλαδή
προσπαθεί μέσα από το σπίτι, μέσα απ’ το πλυσταριό μέσα από το
χωράφι, μέσα από τη δουλειά της μέσα από την οικογένεια. Αν μπορεί
καταφέρνει να καταργήσει τα σκαλιά της ιεραρχίας. Αυτό υπέκειται στην
γυναίκα να το ξέρετε πάντοτε. Δεν είναι ότι ο άντρας είναι, χαζός και
αφήνει την γυναίκα του να κάνει κουμάντο ή ο άντρας είναι νταής κι έχει
την γυναίκα από κάτω. Όχι. Είναι ο τρόπος της γυναίκας. Πολλές φορές
καταργεί η γυναίκα, καταφέρνει να καταργήσει τα σκαλιά της ιεραρχίας.
Και, με σεβασμό βέβαια προς τον άντρα και στην οικογένεια, και, κάποια
στιγμή, χωρίς να το καταλάβουν το εγώ γίνεται εμείς. Να το ξέρετε αυτό.
Γίνεται εμείς, και κει καταργούνται όλα, και είναι όλοι ίσοι. Αυτό όμως

95
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

δεν είναι, όπως σου είπα πριν και από το νταιλίκη. Εγώ είμαι ο άντρας,
εγώ κάνω κουμάντο εσύ είσαι η γυναίκα, όχι. Με τον τρόπο σου
καταφέρνεις να κάνεις τα πάν. Το ίδιο το πράμα κάναν και κείνες. Ήτανε,
ε, αφέντρες, όχι ότι υποτάσσοντας τον άντρα αλλά ήτανε, είχανε πώς να το
πούμε τον σεβασμό προς τον άντρα την οικογένεια, τα πεθερικά. Όλα
αυτά τιμούσαν τους ανθρώπους αλλά είχαν και την αξιοπρέπειά τους. Δεν
δεχόταν δηλαδή να τσαλαπατήσεις την προσωπικότητα της γυναίκας. Δεν
το είδα πουθενά αυτό. Στις οικογένειες, γιατί εγώ συναναστράφηκα πάρα
πολύ και ήμουν δεμένοι με όλο το χωριό, γιατί ήταν οι δικοί μου άνθρωποι
δεμένοι. Είχαν μεγάλο ταϊφά στα καπνά τους. Και γκ…, ζούσα ανάμεσα
στους ανθρώπους αυτούς. Και τώρα αν καθήσω και το σκεφτώ, πράγματι
δεν έβλεπα ακρότητες δηλαδή. Αχ η γυναίκα φοβότανε, δηλαδή πολύ
σπάνιες περιπτώσεις. Η γυναίκα φοβόταν να μιλήσει, η γυναίκα καθόταν
μέσα, πίσω από την πόρτα. Να τον περιμένει να τον υποδεχτεί , να πλύνει
τα πόδια του, να κάνει να ράνει. Όχι. Αυτά τα πράματα δεν τα είδαμε.
Ερ: Ε, εσάς ο μπαμπάς σας, από πού ήτανε;
Μ.Α.: Ο πατέρας μου ήταν απ ΄το Αρνλί (;). Η οικογένεια του πατέρα μου, ήταν
από Αρνλί. Ήρθε μόνο με τη μάνα του. Και τις δύο αδερφές του. Η μητέρα
μου ήτανε, ε από το Αξάρι. Η μισή οικογένειά της ήρθε εδώ, και η άλλη
μισή οικογένειά της δηλαδή η μη΄, η μητέρα της με όλη την οικογένεια
ήρθε εδώ, και η αδ΄, η αδερφή της μητέρας της πήγανε στη Θεσσαλονίκη.
Και ύστερα από χρόνια συναντήθηκαν, χωρίς να το ξέρουν. Ότι η άλλη η
οικογένεια, όλη η οικογένεια βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη και μάλιστα
έχτισαν ένα χωριό, που λέγεται Νέα Μαγνησία. Γιατί ήταν Αξάρι και
Μαγνησία, όλα αυτά μαζί
Ερ: Δίπλα.
Μ.Α.: Και είναι, όταν πήγα και το επισκέφτηκα πριν χρόνια που ήμουν
κοριτσάκι, γύρω στο ’63, ’64.Είναι ακριβώς όπως είναι το χωριό Η
Αρίσβη. Υπάρχει ο δρόμος όλο με Μουριές φυτεμένος. Υπάρχει ένα
δασάκι, όπως το δικό μας εδώ, υπάρχει μια πλατεία και είναι η εκκλησία.
Είναι ακριβώς ίσως και, έχουν την ίδια ιδιομορφία τα σπίτια. Διώροφα, με
την σκάλα την εξωτερική, την χωνευτή σκάλα. Από πίσω έχουν μια
κουζίνα, την παλιά κουζίνα ας πούμε. Την παλιά κουζίνα που έχτιζαν.
Δίπλα από την κουζίνα υπήρχε το πλυσταριό, υπήρχε η αποθήκη, υπήρχε
ένας, μια μεγάλη αποθήκη η οποία βάζανε και κατσίκες μέσα Αλλά είχανε
και τα κιούπια τους, που βάζαν’ το λάδι, βάζαν’ το σιτάρι. Παλιά τα
βάζαν’ μεσ’ στο σιτ’, στα κιούπια
Ερ: Κιούπια.
Μ.Α.: Για να τα’ χουν σοδειές. Το καλαμπόκι το κριθάρι. Όλα τα σπίτια εδώ
στην Αρίσβη είναι με τον ίδιο τρόπο χτισμένα. Έτσι λέει ήταν και στην
Μικρά Ασία. Έχουν ένα διαχωριστικά από την μέσα πλευρά, της αυλής
την οποία έχουν σαν περίβολο. Είναι όλα με λουλούδια και γλάστρες και
από την μέσα μεριά έχουν το κοτέτσι και τα ζώα αν υπήρχε αλ’, μεγάλη
αυλή. Ο φούρνος για να ψήνουν ψωμιά απαραίτητος σε κάθε σπίτι, μέσα.
Ε, να ψήνουν τις πίτες τα ψωμιά τις τυ΄, όλα, όλα τα πάντα. Όλα τα σπίτια
σχεδόν ε, είχαν μέσα φούρνο.
Ερ.: Τα σπίτια αυτά τα, έχτισε η πολιτεία ή τα χτίσανε μόνοι τους.
Μ.Α.: Τα έχτισαν μόνοι τους. Η πολιτεία τους έδωσε κλήρο. Δηλαδή όλα αυτά
τα κτήματα εδώ ήτανε τούρκικα Που ήταν οι Τούρκοι που έμειναν, και,
ρίξαν’ κλήρους, ανάλογα πόσα άτομα ήτανε δεν ξέρω πως είχε γίνει τότε.

96
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

Και ήρθε από την πολεοδομία τότε, πρεπ΄ να’ ταν πολεοδομία, για να τους
βγάλει το σχέδιο στο χωριό, τους δρόμους δηλαδή. Και πράγματι λοιπόν
άρχισαν, τα ίδια οικόπεδα είναι όλα κομμένα στα μέτρα, τα ίδια μέτρα
ακριβώς. Και οι ίδιοι άνθρωποι μέσα στα πεύκα, εκεί που υπάρχει χώρος.
Ε γκ…, εκείνοι τα είχαν φυτέψει τα πεύκα βλέπετε τώρα πια ύστερα από
τόσα χρόνια τα ’κοψαν και βάλαν’ καινούρια. Λοιπόν εκεί μέσα, κάναν
τους πλίνθους. Δηλαδή υπήρχε ένα καλούπι όπως οι τσιμεντόπλινθοι ας
πούμε. Αλλά καλούπι ήτανε σα’, ήταν ε, σανιδένιο καλούπι. Ένα ς
μεγάλος πλίνθος και ένας στενόμακρος μικρός. Και, οι πλίθοι βέβαια
ήτανε λάσπη και άχυρο μέσα. έκαναν λάσπη και τα γέμιζαν τα καλούπια
και τα άφηναν να στεγνώσουν να ξεραθούν. Και όταν ξεραινόταν λοιπόν,
ο ένας με τον άλλον βοηθούσε σιγά σιγά και άρχιζαν να χτίζουν τα σπίτια
τους. Το ίδιο χτίστηκε και η εκκλησία. Η εκκλησία χτίστηκε χέρ’ χεριού
που λέμε. Και τα υλικά για ξυλεία και κεραμίδια τα είχαν δώσει τότε από
το μοναστήρι του Αγίου Εγνατίου. Όπου πήγαιναν με τα μουλάρια,
φόρτωναν μικρά παιδιά έτσι, δεκαπέντε δεκάξι χρονώ. Φόρτωναν τα
μουλάρια κο΄, βάζαν’ δύο κοφίνια μεγάλα. Και έβαζαν μέσα κεραμίδια,
τούβλα παλιά ότι είχανε. Και τα κατέβαζαν από το μοναστήρ’ του Αγίου
Εγνατίου για να χτίσουν την εκκλησία. Τους Αγίους Αναργύρους, Άγιο
Κοσμά. Γιατί παλιά το χω΄, πολύ παλιά επί Βυζαντινών χρόνω, λεγόταν
Άγιος Κοσμάς. Και λεγόταν στην καθαρεύουσα την βυζαντινή, Άγκισμον,
Άγκισμον.
Ερ: Μμ. Και τι δουλειά έκανε ο μπαμπάς σας απέναντι στη [….]
Μ.Α.: Ο πατέρας μου ήτανε αγρότης. Γεωργός. Βάζανε καπνά. Μετά βάζανε, ε
καλλιεργούσαν πατάτες, φασόλια και μπουστάνια.
Ερ: Και όταν ήρθε […]
Μ.Α.: Και σιτηρά, σιτηρά, σπε΄, σπέρναν’ σιτάρια, πολλά σιτάρια και κριθάρια.
Και είχαν βέβαια και ζώα. Είχαν αγελάδια. Όχι πολλά, αλλά είχανε
αγελάδες.
Ερ: Όταν ήρθε εδώ το συνέχισε το επάγγελμα;
Μ.Α.: Αυτό, αυτό έκανε όταν ήρθε εδώ. Από κει ήρθε νεαρό παιδί.
Ερ: Α!
Μ.Α.: Αυτό έκανε όταν ήρθε εδώ.
Ερ: Α, μάλιστα.
Μ.Α.: Εκεί πέρα είχανε καπνά. Το ίδιο και η οικογένεια της μαμά μου. Είχανε
αμπέλια, ε δε δεν ξέρω αν είχανε καπνά, αλλά η περιοχή του Αξαριού και
της Μαγνησίας καλλιεργούσανε καπνά, και αμπέλια πολλά. Γιατί έβγαζαν
πάρα πολύ ωραία κρασιά.
Ερ: Το συζητάγανε μετά καθόλου, όταν είχαν έρθει εδώ το συζητάγανε έτσι,
μαζί τους […]
Μ.Α.: Εγώ θα σας πω κάτι το οποίο, σκέφτομαι και να τα γράψω όλα αυτά. Ε,
μεγάλωσα όπως σας είπα μέσα σ’ αυτή την οικογένεια. Κάθε βράδυ
λοιπόν, κάθε βράδυ ήταν απαραίτητο επί χρόνια ολόκληρα να
μαζευόμαστε σε ένα σπίτι. Όλη η οικογένεια .Ε τρεις θείες , η μαμά μου,
εγώ και δυό τρεις γειτόνισσες που ήταν πολύ δεμένες, ήταν κουμπάρες. Ε
κ’, μαζευόμασταν στο σπίτι της μεγαλύτερης αδερφής της μητέρας μου,
που ήταν καθηλωμένη και δεν μπορούσε να κινηθεί. Είχε κάποια πάθηση
στα πόδια της. Κάθε βράδυ λοιπόν, ε, βρισκόταν στο χωριό. Ξεκινούσαν
με κάποιο όνειρο που είδαν αποβραδίς. Άρχισαν λοιπόν να λένε, είδα αυτό
είδα εκείνο, είδα την μάνα, είδα τον πατέρα. Ε και άρχιζαν λοιπόν σιγά

97
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

σιγά, να λένε διάφορα, γκ…, όχι ιστορίες, να λένε ότι αυτά μας κάναν’,
κείνα μας κάναν’ γιατί ποτέ δεν καλλιέργησαν τον σπόρο του μίσους,
μέσα στην δικιά μου την ψυχή. Δηλαδή να έχω μίσος, απέναντι στους
Τούρκους. Ξέρω βέβαια τι έχουν περάσει τι γεγονότα έχουν γίνει. Αλλά
ποτέ δεν προσπάθησαν να περάσ’, να καλλιεργήσουν αυτό το μίσος, ώστε
να έχουμε εμπάθειες αυτή τη στιγμή. Κάθε βράδυ λοιπόν, και γώ μαζί
τους άθελά μου βρισκόμουνα στο σπίτι τους, βρισκόμουν στην αυλή
τους. Με κλειστά μάτια μπορώ να σας πω, πώς ακριβώς ήταν το σπίτι, που
ήταν τα μπαούλα, που ήταν τα χα’, το χαγιάτι, που ήταν α, το μέρος που
έφτιαχναν τα κρασιά, που ήταν η πόρτα που έβγαινε ε, απ’ την αυλή και
έβγαινε μέσα στο αμπέλι, και έβγαινε στα χωράφια. Δηλαδή απ τις
αφηγήσεις τους ήξερα τι ήταν το καθετί, που ήταν η, η κουμπάρα η θεία η
μια η άλλη, σε ποια γειτονιά σε ποια περιοχή. Που γινότανε, το πανηγύρι
του Σωτήρος, που γινότανε ε το πανηγύρι της Αγίος Μαρίνος ή του Αγιου
Γιωργιού. Αυτά όλα από τις αφηγήσεις τους. […] Και, δεν τους είδα να
κλάψουν ποτέ. Ένα πράγμα, παρόλο που είχαν τέτοια πίκρα μέσα τους.
Βέβαια μέσα στα μάτια τους υπήρχε αυτή αυτή η πίκρα, αυτός ο καημός.
Λες κ’ έκλαιγαν από μέσα τους χωρίς να φαίνεται, χωρίς να το δείχνουν.
Και επειδή αυτοί οι άνθρωποι έζησαν εκεί, και μεγάλωσαν μέσα σε μια
εθνότητα, γιατί ήταν σαν μειονότητα τώρα οι Έλληνες, μες στη Μικρά
Ασία. Ε […] η γλώσσα η τούρκικια γι’ αυτούς ήταν σαν μητρική. Όταν
άκουγαν καμιά φορά, γιατί ραδιόφωνα υπήρχαν πάρα πολύ λίγα. Να
υπήρχανε τέσσερα πέντε ραδιόφωνα, υπήρχανε μέσα στα καφενεία και
δυο τρία σπίτια, τα πολύ πλούσια που ήτανε. Όταν λοιπόν καμιά φορά
άνοιγαν τον σταθμό κι έπιανε Τουρκία, γιατί έπιανε πάρα πολύ συχνά,
Τουρκία. Έβλεπες λοιπόν να λάμπουν τα μάτια τους. Δεν το έλεγαν, δεν
το συζητούσαν, ντρεπόνταν να πουν ότι, άστο να το ακούσουμε ν’
ακούσουμε. Εγώ τους έβλεπα, έλαμπε η ματιά τους. Και, συγκεκριμένα
μια φορά εδώ στο καφενείο απέναντι, ε, Σανταλή τον έλεγαν τον άνθρωπο
λοιπόν αυτόν, και βάζει λοιπόν αυτή πού’ χε το καφενείο η γυναίκα το
ραδιόφωνο, δεν μπορούσε να πιάσει ελληνικό σταθμό, έπιανε συνέχεια
Τουρκία. Και εκείνη την στιγμή λοιπόν, είχε έναν αμανέ. Πήγε να το
γυρίσει λέει λοιπόν ο, και καθόταν εκεί πέρα στο καφενείο αρκετές
γυναίκες. Έτσι τα μεσημέρια του καλοκαιριού. Λέει λοιπόν ο άνθρωπος
«Άστο ρε κουμπάρα! Άστο ρε κουμπάρα να ακούσω τον αμανέ! Άστο ρε
κουμπάρα!». Και τις είδες λοιπόν ότι έλαμψε η ματιά τους. Ντρεπόνταν να
πουν ότι θέλουν ν’ ακούσουν Τούρκικα, το κατάλαβες αυτό;
Ερ.: Ναι.
Μ.Α.: Αλλά όμως θα θελαν. Και όταν κάποια, κάποια φορά ήταν έτσι
καταμεσήμερο, ε, ήρθαν λοιπόν ο κόσμος ο πολύς ήταν στα καπνά στα
χωράφια. Ε, λοιπόν κατακαλόκαιρο, ντάλα μεσημέρι ήρθε ένα ταξί, μια
κούρσα. Κούρσα τα λέγαμε τότε, δεν τα λέγαμε ταξί. Ήρθε μια κούρσα,
πούνε το δημοτικό σχολείο έξω από το χωριό, μπαίνοντας; Σταμάτησε
λοιπόν και κατέβηκε μία μεγάλη γυναίκα, μία πιο νέα και δύο κοπέλες νε’,
πιο νέες. Ήταν Τουρκάλες. Σταμάτησε λοιπόν και βγήκε η γυναίκα εκεί
έξω, τσ’, και τους έδειξε ότι αυτά τα χωράφια είναι δικά μας. Τους έδειξε
τα κτήματα, γιατί αυτή ζούσε εδώ κι έφυγε. Και τις έφερε, την κόρη της
και τις εγγονές της να τις δείξει τα […] Και ρώτησε φαίνεται, ποιανού
είναι τώρα αυτά τα κτήματα και την είπανε, κανά δυο τρεις που βρέθηκαν.
Όταν λοιπόν ήρθε ο κόσμος το βράδυ από τα χωράφια, μέσα σε […] λίγα

98
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

λεπτά μαθεύτηκε στο χωριό. Ότι ήρθαν Τουρκάλες. Αυτό που θυμάμαι
λοιπόν ήταν το εξής. Αντί ν’ ακούσω κάποια βρισιά, ότι τι θελαν κ΄ ήρθαν
ή ανάθεμά τους που λεν καμιά φορά ή χίλια δυό. Το μόνο πράμα που
είπαν ήταν «Πως ήτανε; Τους ρωτήσατε από ποια μέρη ήτανε , άραγε; Δεν
ζήτησαν νερό να πιουν;» Άκου! Ήταν, αυτοί οι άνθρωποι λοιπόν
καταλαβ’, να καταλάβαμε ότι, πονιόντανε εκεί στην Τουρκία, κακά τα
ψέματα. Πονιόντανε, αλλά δυστυχώς τα γεγονότα, τα λάθη, οι ξένοι ο
φαγοριασμός ο δικός μας που δεν απολείπει από τίποτα. Ίσως να ήταν
αυτά τα δεινά που φέραν’ στην Ελλάδα. Δεν θα ξεχάσω ότι μαζεύτηκαν
αφήσαν’ όλες τις δουλειές. Και μαζεύτηκαν έτσι, ομάδες ομάδες, η μία με
την άλλη να συζητά πώς ήταν; Τι φορούσαν; Άραγε πήγανε στην δικιά
μας, μήπως πήγαν στο δικό μας το χωριό. Γιατί από δω που έφυγαν πήγαν
στα δικά τους τα χωριά. Άραγε πήγαν, άραγε που μένουν; Πως τις λέγανε;
Ε, να’ μασταν εδώ να τις κεράσουμε. Μέχρι να τις κεράσουνε ζήτησαν.
Αυτό το πράμα το θυμάμαι σαν όνειρο, γιατί έτρεχα και ‘γω από πίσω
τους, που είμαι μικρό κοριτσάκι και άκουγα. Και θα μου μείνει αξέχαστο.
Ερ: Ε, θέλανε να ξαναγυρίσουνε έτσι πίσω στα σπίτια τους, και αυτά ε;
Μ.Α.: Ε, όταν σε κάποια στιγμή, σε κάποια εκδήλωση του συλλόγου που
κάναμε, είχα πει ότι στα πρώτα δέκα χρόνια που ήρθαν εδώ. Αν από
επίσημα χείλη τους έλεγε κάποιος ότι φεύγετε αύριο. Παρόλο που είχαν
ξεκινήσει να κάνουν σπίτια, να χτίζουν. Θα έφευγαν νύχτα χωρίς να
κλειδώσουν εδώ. Θα έφευγαν σας το λέω ειλικρινά. Εάν λοιπόν στα, γύρω
στο πενήντα, περάσαν πια τριάντα χρόνια. Ε, ξέρετε γεννήθηκαν νέα
παιδιά, ξεκίνησαν καινούρια ζωή. Εάν λοιπόν τους έλεγε πάλι κάποιος
ότι, ε θα φύγετε θα πάτε στα σπίτια σας. Οι μισοί θα έφευγαν, οι άλλοι
μισοί πιστεύω όχι γιατί ξεκινούσαν εδώ πια. Αλλά οι άλλοι θα έφευγαν, οι
μισοί θα έφευγαν. Κάθε μέρα λέγαν’ το εξής, θυμάμαι που λέγαν’ μας
γέλασαν. Μας έταξαν ότι θα φύγουμε και μας γέλασαν, δηλαδή αυτό
αναφερότανε στην, στην πολιτεία. Από επίσημα χείλη να ακουστούν ή από
επίσημα χαρτιά. Γιατί τους είχαν τάξει ότι, θα φύγουμε, θα φύγουν.
Δυστυχώς όχι μόνο δεν έφυγαν δυστυχώς. Και αυτή τη στιγμή πια, οι
πρόσφυγες που ξέρουμε, η πρώτη γενιά, είναι πια μετρημένοι στα
δάχτυλα. Εδώ στην Αρίσβη ήρθαν 299 ψυχές. 187 ήρθαν στα Δάφεια, 185
ήρθαν στα Παράκιλα. Δια’, τριακόσιες ενενήντα εννιά όχι 299 στην
Αρίσβη. 330 ήρ’, πήγανε στην Σκάλα με το κεράμι. Φίλια, Ανεμώνη και
Σκαλοχώρη πήγαν λιγότερες. Η Καλλονή κράτησε γύρω στους σαράντα
με πενήντα, γιατί διοχετεύτηκε όπως σας είπα και πήγαν και μοιράστηκαν
[…]
Ερ: Μμ.
Μ.Α.: […] στα άλλα χωριά. Αυτή τη στιγμή έχουμε πιο πολύ λίγους ανθρώπους,
της πρώτης γενιάς.
Ερ.: Τι άλλο;
Ερ: Για τα παιδάκια που ήρθανε. Αν ξέρετε πως ε, αντιμετωπίστηκαν από τα
άλλα;
Μ.Α.: Για τα παιδιά; Τα παιδιά τα μικρά;
Ερ: Ναι. Η και όχι μόνο αυτά […]
Μ.Α.: Όχι για τα παιδιά.
Ερ: όταν ήρθανε […]
Μ.Α.: Τα, οι μεγάλοι;
Ερ: Ναι.

99
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

Μ.Α.: Εδώ πέρα, σας είπα και πρωτύτερα ότι δεν θα πρέπει να γενικεύουμε
καταστάσεις και πράγματα. Οι άνθρωποι είναι παντού άνθρωποι, οι
απάνθρωποι είναι παντού απάνθρωποι. Ε, αυτό να το ξέρετε καλά και θα
το βρείτε παντού μπροστά σας. Να προσέχετε. Εγώ θα σας πω τούτο. Ότι
όταν ήρθαν οι γυναίκες οι οποίες ε, με νεογε’, λεχώνες ήρθαν από την
Μικρά Ασία, με νεογέννητα παιδιά. Έτυχε λοιπόν και δω στην Καλλονή
να έχουν ν’, οι γυναίκες πάλι λεχώνες με νεογέννητα παιδιά. Μπορώ να
σας πω ότι απ’ ότι γνωρίζω, ε, επειδή απ’ την στεναχώρια κόπηκε το γάλα
των γυναικών των Μικρασιατών. Τα παιδιά τα βύζαξαν Καλλονιάτισσες,
μάνες. Τα παιδιά της πρόσφυγας μάνας τα βύζαξε μάνα Καλλονιάτισσα,
ντόπια. […] όμως, υπήρχαν πάρα πολλοί άνθρωποι που τους είδαν με δ΄,
τους είδαν με διαφορετικό μάτι. Τους είδαν δηλαδή ότι θα ‘ρθούν να
πάρουν τα κτήματα, τα σπίτια, τις δουλειές. Όπως και τώρα δε το
συζητάμε πολλές φορές για τους οικονομικούς μετανάστες; Αυτοί δε ήταν
οικονομικοί μετανάστες ήταν Έλληνες. Ήταν Έλληνες με όλη την
σημασία της λέξεως. Δώσαν’ ψυχή και αίμα στην ε, στο πόλεμο του
σαράντα. Μπήκαν στην αντίσταση και ήταν μια σκέτη προσφορά προς την
πατρίδα. Αλλά οι άνθρωποι όπως σας είπα είναι παντού άνθρωποι και
απάνθρωποι, που τους φέρθηκαν ορισμένοι πάρα πολύ καλά. Τους
αγκάλιασαν, τους, βοήθησαν, άλλοι τους εκμεταλλεύτηκαν. Τους
εκμεταλλεύτηκαν με φρικτό τρόπο. Δηλαδή, τους είχαν να δουλεύουν από
το πρωί μέχρι το βράδυ για ένα μπουκαλάκι λάδι, για μια γωνιά ψωμί. Και
[…] γι’ αυτό λοιπόν τότε και οι περισσότεροι, είπαν ότι θέλουμε, δεν
θέλουμε να είμαστε μαζί θέλουμε ξεχωριστές κοινωνίες. Θέλουμε δηλαδή
να είμαστε σε ξεχωριστά χωριά. Η Αρίσβη είναι σε ξεχωριστό χωριό, η
Σκάλα είναι σχεδόν εξολοκλήρου προσφυγικό. Ε, και κει λοιπόν έπιασαν
και έκαναν την δικά τους κατάσταση. Τώρα τα παιδιά στο σχολείο, όσο
υπήρχανε σχολεία που α, ήταν ας πούμε όπως το χωριό εδώ. Υπήρχανε
τρεις τάξεις, υπήρχανε και οι άλλες τρεις τάξεις κατεβαίναμε στην
Καλλονή γιατί δεν είχαμε αίθουσα, είχαμε μόνο μία αίθουσα . Στην αρχή
ξεκινήσαν’, τα πρώτα προσφυγόπουλα μέσα από μια αποθήκη. Μέσα από
μια εκκλησία, μέσα από ένα καφενείο μετά σε αποθήκη και μετά ξεκίνησε
το δημοτικό σχολείο της Αρίσβης ε, όπου είχε τελειώσει η μία αίθουσα.
Τρεις τάξεις οι άλλες τρεις κατεβαίναμε στην Καλλονή. Εγώ έχω να πω
ότι, η αντιμετώπιση των παιδιών τότε. Γιατί πήγα το πενήντα αν θυμάμαι
καλά, πενήντα έξι, πενήντα επτά, πενήντα οχτώ. Τις τρεις τάξεις,
αντιμετωπίστηκα πάρα πολύ καλά δηλαδή δεν είχαμε κάτι ένα
διαχωριστικό πια. Είχαν βέβαια περάσει και αρκετά χρόνια. Τα
προηγούμενα βέβαια δεν ξέρω, δεν γνωρίζω πως αντιμετωπίστηκαν τα
παιδιά. Αλλά […] όχι πολύ καλά. Βέβαια στο Γυμνάσιο δεν ξέρω τι είχε
γίνει, δεν είχα πάει στο Γυμνάσιο, δεν είχαμε την οικονομική δυνατότητα.
Τότε πηγαίναν’, δυο τρία παιδιά από κάθε τάξη στο Γυμνάσιο. Αυτά που
μπορούσαν να πάνε. Τα άλλα, τράβηξαν άλλο δρόμο στη ζωή τους.
[γελάει]
Ερ.: Ε, να ρωτήσω κάτι; Ε, οι πρόσφυγες όταν ήρθαν, φτάσανε στην Μυτιλήνη.
Μετά μείνανε λίγο διάστημα εκεί και μετά ήρθαν εδώ;
Μ.Α.: Όχι, όχι ήρθαν κατευθείαν εδώ. Μείνανε στο, μείνανε κανα δυο μέρες, δυο
μέρες μέσα στο πάρκο.
Ερ: Στο κήπο;

100
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

Μ.Α.: Στο κήπο της Μυτιλήνης. Μετά πήγανε, τους φόρτωσαν μέσα σε
αραμπάδες δεν ξέρω αν υπήρχαν αυτοκίνητα, τότε. Με’, α, α, μέσα σε
αραμπάδες και τους έφεραν εδώ. Άλλους πήγαν στην Γέρα, άλλους
πήγανε ε, στο Μόλυβο έχει και στο Μόλυβο πάρα πολλοί, πρόσφυγες.
Πήγανε από κει πέρα με καΐκια. Α, εδώ ο δήμος Καλλονής ήρθανε,
πήγανε και στη Σκάλα. Απ’ τη Σκάλα, στη Σκάλα, βγήκανε κάποια
καΐκια. Και από τη Σκάλα Καλλονής. Ε, ναι βγήκανε αλλά. Δηλαδή πήγαν
σε πάρα πολλά μέρη. Όπου υπήρχε λιμανάκι, όπου μπ’, μπορούσε να
προσαράξει δηλαδή πήγανε.
Ερ: Και τους φέρνε εδώ δηλαδή με επιλογή. Δηλαδή κάποιους πρόσφυγας
επειδή ήθελε ερχόταν εδώ ή τυχαία ξέρω ‘γω.
Μ.Α.: Μάλλον τυχαία […].
Ερ: Μαζεύανε.
Μ.Α.: […] τους διοχέτευσαν γιατί υπήρχανε τα χωριά αυτά τα προσφυγικά
Υπήρχε το Τζουμαίλικα, υπήρχε ο Κλαπάρος που ήτανε, ε Τούρκικο
χωριό. Και είχαν φύγει λοιπόν και είχαν φύγει πιο νωρίς αυτοί. Και τους
έβαλαν είχαν ας πούμε εδώ δεν είχαν σπίτια είχε πολύ λίγα. Αλλά ίσως
επειδή είχε κάποιες αποθήκες και μες στο σχολειό. Τους έβαλαν και μες
στο σχολειό. Απ’ ότι, από’ τι είχα ακούσει κάτω στα υπόγεια του
Δημοτικού σχολείου της Καλλονής. Από κάτω. Βέβαια τους, είχε πιάσει
μια ελονοσία τότε και πέθαναν πάρα πολλοί άνθρωποι. Μα πάρα πού.
Αρρώστιες, φτώχεια κακοχία. Δεν είχανε ούτε σκεπάσματα, ούτε
στρώματα, ούτε ότι μπορούσαν. Πάντως αν το σκεφτεί κανείς το τι
πέρασαν αυτοί οι άνθρωποι, θα πρέπει να τα βάλει κάτω και να τα βάλει
με το μυαλό του. Γιατί έτσι που τα λέμε με τα λόγια δεν αποτελεί τίποτα.
Η ουσία είναι ότι πέρασαν αυτοί οι άνθρωποι πάρα πολλά και ήταν
μαθεμένοι στην καλοπέραση και στην ευημερία. Δεν ήτανε τυχαίοι, δεν
ήταν οικονομικοί μετανάστες ότι, δεν ζουν καλά στην χώρα τους και
ήρθαν εδώ να φάν’ ένα κομμάτι ψωμί. Είχαν τα πάντα και έχασαν τα
πάντα. Είναι πολύ οδυνηρό όταν το σκεφτεί κανείς και το καλοσκεφτεί.
Εγώ βλέπω ότι γκ…, και οι θεομηνίες μπορούν δηλαδή να ξεπεραστούν.
Μπορεί να ξεπερεστεί και ο πόλεμος. Γιατί ο πόλεμος όταν είναι μέσα στη
χώρα σου, θα πολεμήσεις και θα προσπαθήσεις να διώξεις έστω με κόστος
ζωής. Ε ότι κακό να πιάσουμε, πιστεύω ότι μπορεί να επανέλθει κάπως.
Αυτό, ο ξεριζωμός, να ξεριζώσεις κάτι, δεν επανέρχεται με τίποτα. Όχι
μόνο η προ’, προσφυγήν γιατί προσφυγιά θα πει προσφυγήν, αλλά αυτός
ο ξεριζωμός είναι κάτι το οποίο είναι, δεν ξέρω πώς να το πω δεν
επανέρχεται με τίποτα. Τίποτα δεν μπορεί πια να συμβεί. Μπορεί να λέμε
ότι είναι αξέχαστες οι πατρίδες, ότι δεν είναι χαμένες πατρίδες όσο αυτές
υπάρχουν στην καρδιά μας, ναι. Αλλά δυστυχώς είναι χαμένες. Είναι
ξεριζωμένες, τέλειωσε.
Ερ: Ε, είχαν δημιουργήσει κάποιους συλλόγους έτσι που, ή διάφορες
συντεχνίες;
Μ.Α.: Ο, όταν πήγαν και έφυγαν από δω οι άνθρωποι και πήγαν στην Αθήνα,
στην Θεσσαλονίκη. Γιατί έφυγαν αρκετά νωρίς, έφυγαν γύρω στο
πενήντα, μπορεί και πιο νωρίς. Εκεί, ε, με άλλους ανθρώπους με άλλους
ας πούμε, πρόσφυγες, Ίδρυσαν πάρα πολλά σωματεία, μπορούμε να πούμε
ότι είχε εκατοντάδες σωματεία σε όλη την Ελλάδα. Εδώ απ’ ότι ξέρω
υπήρχε ένα σωματείο, στην Μυτιλήνη στην Απάνω Σκάλα. Το οποίο, αυτή
τη στιγμή δεν, ας πούμε […]

101
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

Ερ: Των περιθάλψεων προθ΄, ε προσφύγων;


Μ.Α.: Ε όχι, όχι. Ένα σωματείο η Επάνω Σκάλα προσφυγικό. Μιλάμε τώρα για
συλλόγους και για τέτοια πράγματα. Εγώ πιστεύω ότι, δεν ξάδιασαν να
σηκώσουν το ανάστημά τους από την δουλειά. Και από την καθημερινή
διαβίωση. Γιατί έτρεχαν να δουλέψουν για να ζήσουν, τις οικογένειες τα.
Δεν δεν μπόρεσαν οι άνθρωποι να ξεκινήσουν κάτι να κάνουν, όπως στην
Αθήνα. Ώστε να μείνουν αξέχαστα, να μείνουν ας πούμε αναλλοίωτα
οτιδήποτε έφεραν από κει. Ήθη, έθιμα και πολλά και διάφορα. Αυτό το,
πως το είπες τό; Σωματείο περιθάλψεως;
Ερ: Επιτρο’, επιτροπή περιθάλψεως
Μ.Α.: Αυτό ιδρύθηκε τότε στην αρχή. Μέσα στην Μυτιλήνη και, ιδρύθηκε.
Μάλιστα έχουμε και κάποιο φωτογραφικό υλικό, που θα σας το δείξουμε.
Το οποίο μας έχει παραχωρήσει, το Υπουργείο Αιγαίου. Είναι από το
ίδρυμα, ε από το ίδρυμα Ελια, είναι από το ίδρυμα του Ελευθερίου
Βενιζέλου, είναι από το, Μουσείο Μπενάκη, έχουμε κάποιο φωτογραφικό
υλικό. Και αυτό που ξέχασα να σας πώ είναι ότι το σημερινό Υπουργείο
Αιγαίου, η πίσω πλευρά ήτανε, νομίζω ότι ήτανε, όχι νοσοκομείο.
Ερ.: Ορφανοτροφείο ήτανε.
Μ.Α.: Ορφανοτροφείο. Εκεί πέρα πήγαν πάρα πολλοί πρόσφυγες στην αρχή.
Εκεί εγκαταστάθηκαν πάρα πολλοί. Γιατί θυμάμαι, που το είχε αναφέρει ο
πρώην υπουργός ο κύριος Σιφουνάκης. Και έδωσαν και το, έξω το όνομα
της Μικράς Ασίας που γράφει.
Ερ: Ναι.
Μ.Α.: Οδός, όλη η περιοχή οδός Μικράς Ασίας. Και η Απάνω Σκάλα βέβαια,
που είναι όλοι πρόσφυγες. Όλα τα σπίτια ήταν προσφυγικά εκεί. Εκεί πέρα
σταματήσαν πρώτα, στην Απάνω Σκάλα. Ε, να σας πω παντού είχαν
ιδρυθεί κάποιες […] κάποια σωματεία για περίθαλψη, για τους πρόσφυγες.
Δεν τα γνωρίζουμε βέβαια αυτά. Σε πολλά μέρη της Ελλάδος.
Ερ: Εδώ πέρα, ξέρουμε ότι στην Μυτιλήνη δίνονταν ξέρω γω …
[Σε αυτό το σημείο σταματάει η ηχητική καταγραφή της συνέντευξης]

3η Συνέντευξη
Καπλαμάνος Τρύφωνας- [Μικρασιάτης Πρόσφυγας].
Δύο αρχεία ήχου
Διάρκεια πρώτου: 49:22 - Διάρκεια δεύτερου: 23:01
Συνέντευξη με τον Καπλαμάνο Τρύφωνα [Ημερομηνία συνέντευξης:20.06.05]
Συνέντευξη: Πασκώνη Χριστίνα, Συκά Μαρία
Απομαγνητοφώνηση και πληκτρολόγηση σε Η/Υ: Πασκώνη Χριστίνα.

Το Ερ. πριν από τα λόγια και τις ερωτήσεις του (ή των) συνεντευκτών. Το K.T.
πριν από τα λόγια του Καπλαμάνου Τρύφωνα. Το Α.Ο. πριν από τα λόγια
κάποιου άλλου ομιλητή. Με [.......] οι παύσεις στο λόγο των ομιλητών ή όταν
αλλάζει το νόημα των λόγων τους. Μέσα σε [ ] οι επεξηγήσεις κατά την
απομαγνητοφώνηση. Με (;) οι απορίες κατά την απομαγνητοφώνηση.

102
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

ΠΡΩΤΟ ΑΡΧΕΙΟ ΗΧΟΥ

Ερ: Εντάξει, ναι. Έτοιμη είμαι εντάξει.


K.T.: Λοιπόν τώρα σείς τι θέλετε να μάθετε;
Ερ. : Εμείς θέλουμε να μάθουμε για την, την ιστορία σας. Ε, ας αρχίσουμε το
πώς ζούσατε εκεί στη Μικρασία, για τους γονείς σας, τι δουλειά κάνανε.
K.T.: Εγώ πήγαινα σχολείο. Πήγαινα στ’, τρ’, ε, θα πήγαινα ντε σ’, οχτώ χρονώ
στη τετάρτ’, έτσ’ δεν είναι; Τετάρτ’ Δημοτικού. Και, μάλιστα είχα και
χαρά, διότί το σχολείο το δικό μας είχε, μια μεγάλη αυλή. Κάτω όλο (;),
και γύρω γύρω είχε, δωμάτια. Ψηλά πήγαιναν, που θ’ ανέβαιναν με τ’
σκάλα, που θα πήγαιναν με τ’ σκάλα απάνω στα δωματι’.
Ερ.: [γέλια]
K.T.: Το μυαλό ήταν τέτοιο. Καλά. Ήταν και καλά σχολεία. Ε, το Αϊβαλί
έβγαλε, καλούς καθηγη’, αυτούς, καθηγητάς. Ο Ολύμπιος ένας καθηγητής
ο οποίος, είναι γνωστός πολύ στη Μυτιλήνη. Αυτός ήταν, δίδαξε εκεί, στο
Αϊβαλί. Είχε καλή αυτή, γιατί πλήρωναν’ οι άνθρωποι και φέρναν’ καλοί.
Τότες δεν ήταν τίποτα σχολεία. όπως τώρα που είναι Δημοτικά και το
κρατικά.
Ερ.: Μμ. [καταφατικό]
K.T.: Πλήρωναν οι άνθρωποι, ο συ’, ο αυτός ο […] το, σωματείο, να του πούμε,
πώς να το πούμε στην αυτή, που είχε, ι, […]
Ερ.: Κηδεμόνων;
K.T.: […] Ο’, όλο, όλο, η δημοτική αρχή ας τη πούμε. Δημοτική αρχή. Πλέρωνε
κ’ έφερν’ τσ’ καλοί καθηγηταί. Πλήρωνε ο κόσμος δηλαδή, λεφτά. [ήχος
από μηχανάκι] (;) χαλάσαν’. Πήγα και τα είδα όλα αυτά τα πράματα. Είδα
τη σκάλα που ήθελα ν’ ανεβώ απάνω [γέλια]
Ερ.: [γέλια]
K.T.: Α, ρε λέω, τι θα γίνουμε λέω, που τα χάσαμε όλα. Αλλά πάλι που η’, που
πήγα ζωντανός.
Ερ.: Τώρα πρόσφατα πήγατε;
K.T.: Ε, έχουμε, πέντε έξι χρόνια που πήγα. Έχω πάει ίσα με, δέκα φορές. Όχ’
μόνο στο Αϊβαλί, και στη Πέργαμο και στο Δικελί, και , στη, Προύσα, και
στη Σμύρνη και στη Κωσταντινούπολη. Κει απάνω που, που κα’, έχ’ τα
μεταξωτά έχ’, τη. Η Προύσα με τα μεταξωτά; Έχ’ ωραία μέρ’, Μικρά
Ασία, πουλύ ωραία μέρη και, πλούσια, πλούσια, έχ΄, μεγάλη αυτή.
Κτήματα ωραία. Εδώ τα Μοσχονήσια εδώ, προτού πας στο Αϊβαλί,
αριστερά είν΄ τα Μοσκονήσια. Αυτού για να μπεις μέσα ένα ταλιάλια
δικτύου, έχ’ τόσα χρόνια. Ούτε που είματε εμείς, ούτε και τώρα που είναι
αυτοί οι Τούρκοι, δεν τ’ κάναν τίποτα τίποτα, τη δίοδο για να περάσεις για
να μπεις στο Αϊβαλί. Όπως έρχεται η Μικρασία έτσ’,[μας δείχνει με το
μπαστουνάκι του στο δάπεδο] κόβ’ ένας δρόμος και πάει αριστερ’, δεξιά,
κεί είν’ το Αϊβαλί. Είν’ το Μοσχονήσ΄, και το Αιβαλι. Αυτό το μέρος, δεν
το φροντίσαν’, να το κάνουν, άνοιγμα να περνάν ελεύθερα τα βαπόρια, κει
ξέρω γω. Τ’ όχουν με περιορισμό. Έχειν’ βαλμένα φανάρια, στάσεις
δηλαδή. Και αφ’, δεν αφήνουν να περάσεις να πάει πολύ κοντά, είναι
στενό το μέρος, πρέπ’ να περάς’ το καράβ’ ανάμεσα για να μπει μες στο
[…]
Ερ.: Μες στο Αϊβαλί.

103
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

K.T.: Μες στο Αϊβαλί, μες στο Δικελί και τα ρέστα.


Ερ.: Εσείς απ’ το Αϊβαλί είστε;
K.T.: Ναι, έχω γεννηθεί εκεί. Η πατέρας μου και η μάνα μου, όλο το σόι μας,
απ’ εκεί είναι.
Ερ.: Πως ζούσατε εκεί πέρα; Οι γονείς σας, τι δουλειά κάνανε για να ζήσουν;
K.T.: Ο πατέρας μου μαζί με τον αδερφό του, σε καλό, σ’ ένα καλό μέρος. Το
οποίο τώρα εχ’ γιν’ δρόμος, ήταν πρώτα ποτάμι. Το, (;) του δέσχιζε ένα
ποτάμ’. Ξηροπόταμος ήταν, κι είχαν αυτές και περνούσαν.
Ερ.: Ναι, ναι.
K.T.: Αλλά καθέβαιναν εκεί μέσα και περνούσαν, σαν δρόμος το είχαν. Ε, απ’
αυτό το μέρος, είχε, […] η συγκοινωνία. Νερό είχε μέσα εκεί. Έβγαινε απ’
του, έπιανε απου το λιμάνι, που’ ναι και το τελωνείο, κ’ έπιανε μέχρι
απάνου, και τ’ μεγάλη Παναγιά εμέσα στην αγορά, ήταν και η αγορά.
Δεξιά και αριστερά ήταν αγορά. Πεζοδρόμια μεγάλα, φαρδιά, δρόμοι.
Κατά μεσή ήταν το άνοιγμα αυτό, γιατί κατέβαινε ένα, ένα ρέμα, απάν’
από ψηλά, και δε μπορούσε να μην. Αν δεν ήταν αυτό το, ρέμα έτ΄
καμωμένο, κάτω, πως θα περνούσαν τα νερά; Θα περνούσαν να βάλουν,
να παν τα σπίτια, γιατί του είχαν κάν΄, σαν ποτάμι το είχαν κάνει αυτό.
Είχε, μια Παναγιά μεγάλη, μια ωραία εικόνα, εκκλησία. Και, τώρα τελευτ’
που είχαμε πάει, το έχουν χαλάσ’ και την έχουν κάνει αγορά. Αυτή, ε,
λαχανικά και τέτοια πράματα. Κατάλαβες;
[ Η συζήτηση διακόπτεται κάποιος φίλος του κ.Καπλαμάνου μπαίνει μέσα
στο μαγαζί]
Ερ.: Μιλήστε δεν υπάρχει, πρόβλημα.
Α.Ο.: Όχι, δεν έχω πρόβλημα.
K.T.: Έλα θες να κάτσεις; [απευθύνεται στον φίλο του]
Α.Ο.: Όχι, όχι.
K.T.: Γι’ αυτή είνι, η πειφέρ’ αυτό το κομμάτι δηλαδή.
Ερ.: Ναι, ναι.
K.T.: Τώρα είχι διάφορες περιφέρειες. Μετά, μετά το, όπως ήταν το ποτάμι,
αυτό που κατέβαινε από πάνω, κ’ έβγαινε στη θάλασσα. Ιδώ δήταν η
εικόνα, η Παναγία. Ιδώ είχι ένα δρόμο, και τραβούσ’ και πήγαινε, στα
Βόρεια
Ερ.: Μμ.
K.T.: Έβγαινε, έξω απ’ τη πόλη. Ικεί μονάχα είχαν ένα τζαμί. Δεν είχε τζαμιά,
μόν’ εκκλησίες. Και ωραίες εκκλησίες. Είχαμε, όσα με, δεπταπέντε
εκκλησίες. Περιποιημένες, πολύ ώρα! Εδώ σχηματιζόταν ένα μεγάλο
άνοιγμα, σα παζάρι. Κει ήταν και Ο Άγιος Γιάννης. Ο Άγιος Γιάννης είχε
και ορολόι. Πιο πέρα είχε τον Ταξιάρχ’. Πιο πάνω απ’ το Ταξιάρχ’ ήταν ο
Άγιος Δημήτριος. Πιο πέρα απ’ τον Άγιο Δημήτριο ειμ΄ είδα, είδα άλλο
μέρος. Πήγαινε για το Μοσχονήσ’. Έχει ένα, μονοπάτι και πήγαινε, αυτό,
ναι. Βάρκα περνούσ’ στο Μοσχονήσ’. Τώρα όμως, έκαναν δρόμο,
άσφαλτο. Έκαναν γεφύρ’ και πάει με άσφαλτο. Έχει (;). Τι θέλτε άλλο να
ρωτήστε δηλαδή;
Ερ.: Ε, αυτό για την οικογένειά σας, τι […]
K.T.: Α, η οικογένειά μ’. ο πατέρας μου έκανε κα’, καρέκλες. Είχε, με τον
αδερφό τ’, ένα μεγάλο ένα μαγαζί. Και κάναν’ καρέκλες, αλλά η μόδα
τότες, δεν ήταν όπως είναι τούτες οι καρέκλες. Ήταν ίσια.
Ερ.: Α!

104
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

K.T.: Τα πόδια. Φέρναν’ οι Τούρκοι απ’ έξω, ξύλα ειδικά κομμένα, ίσια. Να μην
είναι στραβιά. Και, τα έβαζε στο ντόρνο ο πατέρας μου με το θειο. Τα
τουρνέραν και κάναν’ κάτι κουρδάκια, κα’ κα’ αυτά, έτσ’ σαν να (;) το
καναν’. Κουτρουνάκια. Και τα, συναρμολογούσαν, τα μπλέκαν’, με
ψάθα. Και, απ’ αυτά είχαν μεγάλη κίνηση στα χωριά. Δεν είχε καρέκλες,
όπως τώρα που έχουμε αυτές τσ’ καρέκλες. Ήτανε μόδα αυτή τότες.
Ερ.: Είχε δουλειά ο μπαμπάς σας;
K.T.: Ορίστε;
Ερ.: Είχε δουλειά;
K.T.: Πολύ δουλειά, πολύ δουλειά, πολύ δουλειά. Την οποία θα τν’ έκανα εγώ
τότες, ε άμα ήμαστε.
Ερ.: Ε, συνεργαζότανε εκεί και με Τούρκους ή μόνο με Έλληνες;
K.T.: Όχι, με όλο τον κόσμο. Δεν είχαμε, δεν είχε ‘χθρότητα τότε όπως είναι
τώρα. Και τώρα δεν έχει εχθρότητα, έχει (;). Αυτές τις μέρες, που έγινε
αυτήν η φασαρία που, φάγαμε τη Μικρά Ασία μας, μας κοπανήσανε τη
Μικρά Ασία με την μεγάλη μας την (;). Και μας διώξαν’ Μικρά Ασία, μας
κυνηγήσαν’. Από τότες και ύστερα σ’ ένα χρονικό διάστημα, είχαν
αγριέψ’ αυτοί πουλύ. Αφού, μέσα στο, μόλις ήρθαν. Το πρώτο που
κάναν’, κήρυξαν ένα στρατιωτικό νόμο. Και, από σαράντα μέχρι σαράντα
χρονώ, μέχρι σαράντα χρονώ τος, τους αφήναν. Από, μέχρι σαράντα
χρονώ τους σ’ σ’ στρατεύαν’. Και τους στρατεύαν’, τους παίρναν’ ως
αιχμαλώτους, ως στρατωτικούς τσ’ πηγαίναν στα ξώκαλδα, και τσ’
καθαρίζαν’. Κανένας δε γύρσε πίσω. Εγώ τρεις μπαρμπάδες είχα, και τσ’
τρεις, τσ’ αυτή τα’ δουλειά τσ’ κάναν’.
Ερ.: Και τα παιδιά;
K.T.: Ορίστε;
Ερ.: Και τα παιδιά;
K.T.: Τι παιδιά;
Ερ.: Τα παιδιά τι τα, κάνανε τότε; Τα, τ’ αφήσαν’ να φύγουν ή τα κρατήσανε;
K.T.: Τα , τα μεγάλα, τα αυτά π’ σας λέω, στρατεύσιμοι;
Ερ.: Ναι, ναι, ναι.
K.T.: Σας είπα για, σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως τσ’ πήγαν. Και, τσ’ πιο πολύ
πεθάναν’ στο δρόμο απσ’ κακουχίες. Δε γύρσε κανείς πίσω. Εγώ τρία α
ξα’ , αυτή τρεις μπαρμπάδες είχα, κανένας δεν γύρισε πίσω. Όλοι πιλέχ’.
Πιλέχ’ και, από κακουχίες από διάφορα.
Ερ.: Τώρα κάτι άλλο σχετικά με το μπαμπά σας. Ε, συνεργαζόταν μ’ εδώ, είχε
σχέσεις μ’ εδώ με τη Μυτιλήνη;
K.T.: Πότε;
Ερ.: Ε, προτού γίνει […]
K.T.: Α, ναι είχαν.
Ερ.: […] η Μικρασιατική καταστροφή.
K.T.: Ο, αυτός ο πεθερός μου. Είχε ένα καφενείο κάτω στη παραλία, το οποίο
είχε και κινηματογράφο. Αυτήν τν εποχή, το ’22. Συνεργαζόταν με
έναν, Φοκαέας ήταν εδώ πέρα ένας Σα’, η Σαπφώ ένα κινηματοθέατρο.
Και, μια ξύλινη παράγκα ανήκε αυτή εδώ η Σαπφώ. Η συνεργαζόταν μαζί,
έπαιρνε τινίες από δω πέρα, και είχαμε να πούμε συναλλαγές. Η, η, ήταν, ε
ζου’, ζούσε ο κόσμος πάρα πουλύ ωραία. Μόλις ήρθαν αυτοί, το μόνο
πράμα που κάναν’ ήταν, στρατιωτικός νόμος, κατευθείαν στρατεύσιμα. Ε
γιατί αυτοί φοβούνταν αυτοί. Να μαζέψ’ τους στρα’, στατεύσιμοι να μην
κάνουν φασαρία. Από, από δεκαοχτώ χρονώ είναι, ή από δεκάξι χρονώ

105
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

μέχρι σαράντα. Όλοι επιστράτευση. Κι ύστερα άρχισε η, η μεταφορά, που


το διώχαν’ τον κόσμο. Έπρεπε να φύγειν, να φύγουμε από κει τώρα.
Δηλαδή ήταν δικά τους τα μέρη πια, εμείς δεν γνωρίζαμε τίποτα. Εφόσον
τα πήραν αυτοί, έπρεπε να φύγουμ’ εμείς. Και άρχισε, να φεύγει ο κόσμος,
είχαν φε’, ερχόταν κάτι καράβια, ιμπορικά μεγάλα καράβια. Λοιπόν,
σταματούσαν έξω απ’ το λι’, απ’ τη παραλία. Μέσα όταν έμπαινε από τη
γραμμή τα φανάρια λεγόταν ένα, μια δίοδος, για να μπεις μέσα στο
Αϊβαλί. Αυτό τα μέρη, ήταν, για μικρά καράβια. Δεν ερχόταν μέσα μεγάλα
γιατί σας είπα ήταν, αυτά ρηχά τα νερά, δεν χωρούσανε να ‘ρθούνε μέσα.
Ε, αυτοί, ερχόταν ένα καράβ’ κάθε, ορισμένες ώρες. Κι όσοι, ήταν ταρα’,
το. Ας υποθέσουμε τούτο το κομμάτ’. Ιδώ ήταν το απάνω μέρος τ’ Αϊβαλί,
εδώ, ήταν η παραλία.
Ερ.: Ναι.
K.T.: Εδώ, πάνω απ’ τη παραλία, είχε ένα δρόμο που έσκιζε όλο το Αϊβαλί.
Από πάνου έπινε μέχρι κάτου. Λοιπόν αυτόν τον δρόμο, […] τον έπαιρνε
ο κόσμος, που έφευγε απ’ τα σπίτια του, μας διώχναν’ για. Δεν
μπορούσαμε να πάρουμε τίποτα. Ε, ίσια, ίσια από μια φορεσιά ρούχα που
φορούσαμε. Δεν μπορούσαμε να πάρουμε, ούτε. Άλλα πράματα μαζί
παραπανίσια. Προπαντός χρήματα, και προπαντός χρυσά. Είχαν στήσει
εδώ πέρα στο τέρμα, της αυτής στο δρόμο αυτουνού. Να, να
φανταστείστε, ότι όλος αυτός ο δρόμος δεξιά και αριστερά. Ήταν
άνθρωποι βδομάδες σταματημέν’. Με, τσ’ κουτσομπόλι τους, που είχαν
ορισμένα χαρα’, ρούχα παρμένα, και περιμέναν’ πότε να τσ’, γιατί κάθε
τόσο φύλαγε και ένας σκοπός Τούρκος. Και αμα, φεύγαν αυτοί από τη
παραλ΄, ε’, εδώ πού’ ταν, ε, η πο’, μια πόρτα μεγάλη, τέλειωνε ο δρόμος.
Και έβγαινε στη παραλία.
Ερ.: Μμ.
K.T.: Για να πας στο καράβι. Λοιπόν, ο Τούρκος ο σκοπός, έσπρωχνε τον κόσμο
να παν πιο εδώ. Να περάσιν. Και περνούσαν από κει. Τι κάναν’ αφού
περνούσαν; Σε ξεγυμνώναν τελείως, δεν σ’ αφήναν’ να παρσ’ ούτε μία
δραχμή. Όλα τα χρυσαφικά, ότι είχε, γιατί ο κόσμος είχε πλλά πράματα.
Γυρνάνε μάλιστα, η μάνα μου που γλίτωσε κάτι, δαχτυλίδια και ξέρω ‘γω,
που το σκέφτκε, και τσ’ έβαλε στο μικρό μας τον αδερφό που ‘ταν, ε δυο
μηνω. Μέσα στις φασκιές. Έχεις υπόψη σου τις φασκιές (;)
Ερ.: Ναι.
K.T.: Που τσ’ τυλίγει.
Ερ.: Με πανιά που […]
K.T.: Με πανιά ναι. Και τα τύλιξε εκεί, και ευτυχώς δεν τσ’ πέρασε απ’ το
μυαλό να κάνουν και αυτή τη δουλειά. Και περάσαμε και ήρθαμε εδώ
πέρα. Ιδώ πού’ ρθαμε είχαμε άλλα τραβήγματα. Που να καθίσουμε. Όταν,
πού’ ναι το τελωνείο τώρα; Ο δρόμος ανηφορίζ’ λίγο και στρίβ’ δεξιά και
βγαίνει στα Πεύκα. Εκεί, σ’ αυτό το πράμα στη γωνία αυτή, ήτανε ένα
καφενεδάκ’. Το Χάφτα. Από κάτ’ απ’ τη παραλία, δεν ήτανε, ε αυτή η
παραλία πού’ ναι τώρα, καμμομέν’. Ένα στενό πράμα ήταν. Και ήταν είχε
μια πετρόσκαλα, και ο κόσμος απ΄ τα βαπόρια, έφευγε τσ’, τσ’ βγάζαν’ με
τη βάρκα, τσ’ βγάζαν’ εκεί. Και σκορπίζαν’ εδώ και κει, που να παν να, να
καθίσειν αυτοί τώρα. Ημείς που βγήκαμε κατευθείαν, είχε ένα, πού’ ναι
το τελωνείο τώρα απέναντι, πού’ ναι ένα ξενοδοχείο; Κει στη γωνία, σ’
κάτω στη, δρόμο μέσα κατασκηνώσαμε. Είχε ο πατέρας μ’, ένα μεγάλο,
τσουπί! Απ’ αυτά που πλέκειν για τα, με α’, με άγρια αυτή τρίχα,

106
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

κατσικίσια τι είναι. Ένα τέτοιο πράμα έχειν, και το στρώναμ’ κάτ’ και το
κάναμε δωμάτιο. Και ξαπλώναμε όλα τα μωρά, τέσσερα μωρά, και ο
πατέρας μου και η μάνα μου. Μες στο δρόμο, φαί πουθενά. Ζητιανέλια.
Είχε ορισμένες οικογένειες, που είχανε α’, αυτές με τη Μικρασία με το
Αϊβαλί, ας υποθέσουμε για. Που ήρθαμε εδώ τώρα, μήπως να τσ’
βοηθήσουμε. Που ορισμένοι φιλότιμοι τους πήραν στο σπίτι τους, αλλά
δεν μπορούσαν να τσ’ κρατήσειν παραπάνω απόνα χρονικό διάστημα,
είχαν μωρά. Τα μωρά μέσα στο σπίτ’, ένα σπίτ μεγάλο περιποιημένο τι θα
το κάναν’; Τσ’ διώχναν’. [γέλια] Παντού διώξιμο. Ημείς ‘πουφέραμε
πολύ, γιατί πήγαμε, κοιμηθήκαμε μέσα σε δρόμο. Πήγαμε, είχαν
ψαράδικα, εκεί πού’ ναι τώρα, το λιμεναρχείο. Όχι το λιμεναρχείο. Πού’
ναι η πλατεία Σαπφούς; Στη γωνία είναι ένα κτήριο.
Ερ.: Πού ήτανε, το παλιό τελωνείο των Τούρκων;
K.T.: Ε, το το τελωνείο. Εκεί. Αυτή, αυτός ο δρόμος ήταν το λιμεναρχείο, τα
ψαράδικα.. Και, το λιμεναρχείο δε’, είχε διάφορα μαγαζιά, γιατί η
θάλασσα ήταν πουλύ κοντά. Αυτό το γωνιακό που συ λέω τώρα.
Ερ.: Μμ.
K.T.: Ε, απ’ το ένα μέρος ήταν θάλασσα. Όχ’ απ’ το ένα μέρος, απ’ το τρίγωνο
όπως είναι έτσ’
Ερ.: Ναι, από μπροστά..
K.T.: Εδώ ‘ταν θάλασσα, και δω π’ αυτό λίγο, ερχόταν, κ’ ύστερα δηλαδή
παραλία. Παραλία τώρα τούτην, πού’ ναι τόσο φαρδιά, ήταν όλ’, όλ’, τρία
μέτρα φάρδος. […] εν πάσ’ παρ’, αυτά δεν μας ενδιαφέρ’ ημει’ εδώ. Αυτά
είνι τσ’ Μικράς Ασίας. Η αλήθεια είναι ότι δεν, δεν ήλθαν μέσα στο
Αιβαλί, όπως πήγαν άλλοι, αλλού και σφάζαν’ και δέρνανε. Τα τ’ κάναν’
σγης μαδιάμ. Ήρθαν ειρηνικά. Κι ύστερα έβαλαν τους, τους νόμους τους
μέσα. Γιατί μέσα στο Αιβαλί φόν’ (;) ήταν. Ζημιές δηλαδή δεν έγιναν. Μία
μονάχα ζημιά μεγάλ, έγινε. Ικει που σε λέω, στην πόρτα αυτή, όπως
έφευγε ο κόσμος, να κατεβεί να περάσ’ απ’ τη, πόρτα αυτή για να κατεβεί
στη παραλία. Ικεί πού’ ταν μαζεμένοι αυτού και κάναν’ τον έλεγχο, και
στους άντρες και στις γυναίκες, όχι στους άντρες. Απέναντι, σ’ αυτή τη
πλευρά είχε ένα άλλο γκρουπ, ήταν όλο γυναίκες Τουρκάλες. Και, ψάζαν
τις γυναίκες, για να πάρουν τα χρυσαφικά και ότι πολύτιμο είχαν μαζί
τους. Νεαροί οι οποίοι είχαν λαχτάρα να περάσουν, […] να μη, να μη τν΄
πιάσουν και τσ’ πάνε στο τουρκικό στρατό και τσ’ καθαρίσειν. Δύο απ’
αυτουνούς λοιπόν είχαν ντυθεί, κορίτσια, είχαν, […] μακιγιαριστεί πάρα
πολύ. Πήγαν να περάσουν απ’ εκεί. Στα κορίτσια τώρα. Στο πέρασμα
φανήκαν’ που ήταν άντρες και βάλαν’ φωνές οι Τουρκάλες. Αυτές που
ήταν εκεί και κάναν’ αυτή τη δουλειά. Πήγαν κατευθείαν οι φύλακες, (;)
κει πέρα τσ’ καθαρίσαν’. Μέσα στο αυτό. Ήτανε πολύ σκληροί, σκληροί
αφού πες, αφού έβεπες εχθροί. Τι να κάνουν;
Ερ.: Εσάς εκεί, προτού γίνει η καταστροφή, δεν σας είχαν ενημερώσει; Δεν
είχατε ακούσει κάτι;
K.T.: Τίποτα! Ότι είχαν πόλεμος, ότι γινόταν ο πόλεμος και γινόταν αυτή η
φασαρία. Ε, είχε, είχαμε ειδοπ’, είχαμε ειδοποιηθεί όλες οι αρχές και ο
κόσμος. Γι’ αυτό και πουλύ άνθρωποι, που είχαν, γιατί είχε πολύ
ψαράδες. Έπαιρναν το, την οικογένειά τους, μέσα στ’ β’ , στο καΐκι και
τσ’ φέρναν’ εδώ. Τσ’ πηγαίναν’ στα Μυστεγνά, στ’ Μπαλτζίκ, είναι πιο
κοντά το Αβαλί κει πέρα. Και σωθήκαν’ πολύ έτσ’. Αυτό το κάναμε ‘μείς
στο πρώτο διωγμό. Γιατί είχε γίν’ και ακόμα ένας διωγμός πιο μπροστά.

107
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

Μ’ αυτό το διωγμό είχα εγώ ένα παππού ψαρά. Μας έβαλε, μες στη βάρκα
και μας, μας πήγε στα Μυστεγνά. [...] Και την γλιτώσαμε την πρώτ’ φορά.
Αλλά τώρ’ την δεύτερη φορά, έγινε μαζομένο το κακό. Γιατί αυτοί
εκμεταλλεύτηκαν, την νίκη αυτή π’, την νίκη που κάνανε. Τζ’ βοηθήσαν’
τότες η Αμερική και η άλλη, δώσαν’ δυνάμεις. Γιατί δεν είχαν, ο Κεμάλ
ήταν, τελειωμένος. Δηλαδή, δεν ήθελε τίποτα μια κλωτσιά ήθελε μονάχα.
Τόσο απελπισμένος ήταν. Κι όμως τον βοηθήσαν ύστερα οι άλλοι και του
δώσαν’ τις δυνάμεις, και μας βάλαν’ κάτω εμάς. Απ’ τα κόμματ ήταν όλα
αυτά.
Ερ.: Μμ.
K.T.: Βασιλόφονοι, βασιλιάδες αυτοί προθυπουργοί. Σκοτώσαν’ και κάμποσοι
απ που κάναν’ αυτή, που ήταν κιτρινόντες τότε. Δεν χειριστήκανε το
ζήτημα καλά.
Ερ.: Και ήρθατε μετά εδώ;
Ερ.: Μαρία συγγνώμη, ν’ αλλάξουμε κασέτα.

ΔΕΥΤΕΡΟ ΑΡΧΕΙΟ ΗΧΟΥ

[Εισαγωγική συζήτηση κατά την διάρκεια εγκατάστασης της κάμερας]

Ερ.: Το έχω και λίγο κενό δεξιά, για να. Ε, είμαστε εντάξει.
K.T.: Εντωμεταξύ και ‘γω στο Νοσοκομείο εδώ.
[συζήτηση για αρρώστια που έχει ο κ.Καπλαμάνος]
Ερ: Και είπατε μείνατε μπροστά εκεί στο λιμάνι.
K.T.: Ναι, σε διάφορα σημεία, βρεθήκαμε. Μέσα στα ψαράδικα βρεθήκαμε.
Τότες πού ‘ταν εκεί στην περιφέρεια αυτή τα ψαράδικα. Και στους
πάγκους απάνω, άμα τελειώναν’ τα ψάρια το βράδυ, βάζαμε, την αυτή
που σ’ είπα τη κουβέρτα, αυτή πως την λεν, τσ’ , το χαλί αυτό , και
κοιμόμαστε και το πρωί, όξω. Κι ύστερα πήγαμε πάνω στο συνοικισμό,
βρήκαμε ένα σπίτι, ε κάτσαμε ένα χρονικό διάστημα, δεν είχε γίνει ακόμα
ο συνοικισμός. Τα σπίτια αυτά απ’ τα οποία που έχουν γίνει όλα Ε, έχεις
υπόψην σου από πού αρχινάει ο συνοικισμός;
Ερ: Νομίζω απ’, από πάνω από κει που λέει
K.T.: Κυ, Κυδωνιών, Κυδωνιών ;
Ερ: Ναι.
K.T.: Δεν ξέρεις τι είναι (;) της Κυδωνιάς;
Ερ: Ναι, ναι.
K.T.: Και από κάτ’ απ’ τη ‘δός Κυδονιών, αλλά παν’ απ΄ τη ‘δος Κυδονιών
μέχρι πάνω απ’ το βουνό. Τότες που η’, που ήρθαμε, τις πρώτες μέρες
ήταν ένα βουνό. Κι ύστερα γίναν’ τα σπίτια αυτά όλα.
Ερ: Και σας έδωσε το κράτος, ουσιαστικά;
K.T.: Ε, ναι μας τα μέρασε το κράτος. Τα οποία τα πληρώσαμε, βέβαια. Δε τα,
κάναν’ εκατό ας υποθέσουμε δραχμές, και μεις δώσαμε εξήντα,
εβδομήντα δραχμές. Δεν τα πήραμε τζάμπα. Τα πληρώσαμε.
Ερ: Μάλιστα.
K.T.: Ας αφήσουμε, ε αποζημι΄, αποζημιώσεις που δώσαμε. Δώσαν’ ,ένα
χρονικό διάστημα ύστερα άρχισαν και δώσαν’ αποζημιώσεις στον κόσμο
γιατί, είχε γίν’. Δεν είχε τίποτα να φάει ο κόσμος, ούτε να ντυθεί, ούτε
τίποτα. Και αναγκάστηκε και δώσαν’, ανταλλαγή έγινε. Όχι ότι τα δώσαν’

108
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

το κράτος. Ανταλλαγή έγινε. Με’, ύστερα μετά τον διωγμό κάναν’


ανταλλαγή.
Ερ.: Των περιουσιών;
K.T.: Ναι του. Και πήραν, πήραν αυτοί αντα’, απ΄ τα απ΄ τα λεφτά που δώσαν’
αυτοί οι Τούρκοι και μας τα δώσαν’ εμάς. Δηλαδή είχε ένα σπίτι στο
Αϊβαλί ο ένας, ένα κτήμα, ελαιόκτημα, ένα σπίτι ένα μαγαζί. Και ας
υποθέσουμε ότι κάναν’ εκατό χιλιάδες δραχμές, το δίναν, είκοσ’.
Δεκαπέντε, είκοσ΄ και αυτά δεν τα’ παιρνε όλα. Το δίναν’ σε ομολογίες, οι
οποίες όλες ήταν άχρηστες ύστερα. Έδινε ομολογία εκατό δραχμές αξία.
Και, τσ’ έβγαινες στην αγορά να τις πουλήσεις, για να πάρεις τα λεφτά να
κάνεις την δουλειάσ’. Ιπότε εξήντα τις πλερ’, τις πέρναν, πότε πενήντα.
Δηλαδή μεσαρά και μεσοκούτελα. Σιγά σιγά όμως, δυνάμωσε ο κόσμος.
Η αγορά της Μυτιλήνης από την Απάνω Σκάλα, απ΄ το Ερμής μέχρι το
Γυμνάσιο κάτω. Ήταν όλοι έμποροι Μυτιληνιοί. Κι όλοι αυτοι χρεοθ΄,
αυτοί ‘νει , χρεοκοπήσαν’ και τα πήραν τα μαγαζιά όλα οι πρόσφυγες. Και
μέχρι τώρα όλοι πρόσφυγες είναι. Αλλα αυτή , μια εποχή δεν είχε η αγορά
κανέναν ντόπιο. Όλοι πρόσφυγες, γιατί ‘ταν άνθρωποι οι οποίοι ήταν του
εμπορίου. Σμυρνιοι, Περ’, απ’ τη Πέργαμο, απ΄ τ΄ Αϊβαλί, απ΄, απ’ τ’
Αδραμίτι. Ήταν άνθρωποι αυτοί, έμποροι γεροί. Και, σταθερ΄, τα
κανονίζαν’ αυτοί όλα, Οι αυτοί μας πρόσφατα, εδώ οι Μυτιληνιοί μας (;)
λέγαν’ (;) μας πρόσφυγες, πρόσφυγκες. [γέλια] Κατάλαβες;
Ερ: (;)
K.T.: Και, αλλά άμα κάναν’ φασαρία τα μωρά, τα ,ωρά τους. Μην, κάνετε
φασαρία λέει θα σας δώσουμε στους πρόσφυγκες να σας φάν’. Είχε ένα
κακό αυτό, ο κόσμος τότε εκεί πέρα. Είχε δειξ’. Αλλά πάλι καλά όμως.
Ερ: Αλήθεια πως ήταν η σχέση σας όταν ήρθατε εδώ πέρα με τους ντόπιους;
Σας βοήθησαν; Σας πρόσφεραν πράγματα;
K.T.: Πολύ ελάχιστα, πολύ ελάχιστα ειχ’. Δεν τους κακολογώ. Ξες γιατί; Γιατί
και αυτοί φουκαράδες ήταν. Δεν ήταν πλούσιοι δηλαδή να, είναι ήταν σε
καλή κατάσταση και μπο’, να βοηθήσουν. Και αυτοί φτωχοί ανθρώποι
ήτανε τι να βοηθήσουν. Συ ένας φτωχός αμα, τι απ΄ τον άλλον τον φτωχό
τι να τον κάνει.; Ε ορισμένοι που είχαν, που έτυχε να είναι, γνωστοί με την
Μικρά Ασία, στην Μικρά Ασία. Ήρθανε εδώ πέρα, τους πήραν τους
περιποιηθήκαν. Τους πήραν στο σπίτι τους μέσα. Καλοί βέβαια (;). Αλλά,
άμα πέρασε ένα χρονικό διάστημα, τα πράματα βαρύναν’. Πήγα εγώ ας
υποθέσουμε, σε έναν γνωστό μου εδώ. Αλλά εγώ, είχα τρία μωρά. Τα
μωρά μέσα στο σπίτι, τι κάνανε; Βρομίζουν το σπίτι και όλα αυτά. Ε άλλοι
δεν το συγχωρναν αυτό. Τσ’ διώξαν’, τσ’ διώχναν’. Γιατί ήταν έτσι τα
πράματα καμωμένα δεν ήταν, όχι δεν (;)
Ερ.: Εσάς, σας βοήθησε κάποιος; Την οικογένεια, δηλαδή τον μπαμπά σας;
K.T.: Εμάς; Όχι, όχι, όχι. Όχι, ευτυχώς ή δυστυχώς, ο πατέρας μου μέχρι τέλους
. Από, το σπίτι στο χωριό τ’ που είχε, μαγαζί έκανε καινούριες
καθ’ καρέκλες ξέρω γω, ύστερα πήγανε εδώ στο σινεμά, τους σινεμάδες.
Είχαμε ένα σινεμ’, ένα κινηματογράφο τ’ Σπαφώ, έμναν άλλον, Ορφέα.
Πήγαινε, είχε εδώ μέσα στο τζαμί, είχε μια παραγκίτσα καμωμένη, και
πήγαινε και έπαιρνε καρέκλες απ’ το κινηματογράφο και τσ’ έφερνε εδώ
πέρα. Και τις διόρθωνε και τις πήγαινε κάτω τόσο δρόμο, για να μπορεί να
πάρει ένα κομμάτι ψωμί για τα μωρά τ’. Είχε ιστορίες η ζωή μας, (;) να
συνέλθουμε. Εγώ πήγαινα και τον βοηθούσα, τον σήκωνα γιατί είχ’ είχα
πάει στο μάζεμα τότες. Είχα ένα μάστορα, του Αγίου όρους ήταν αυτός,

109
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

ήταν αγιογράφος. Και πήγαινα και έκατσα κοντά τ’ εκεί και έμαθα την
δουλειά σιγά σιγά. [….] Και έφυγα από αυτόν, και πήγαινα και τον
βοηθούσα. Έπαιρνα τις καρέκλες και τσ’ πήγαινα εγώ κάτω στο σινεμά.
Να τσ’ πάρεις τώρα, πέντε καρέκλες και να τσ’ πας στο σινεμά και να
παρς’, δυο δραχμές και πέντε δραχμές. Αλλά πήγαινα και τον βοηθούσα,
ξυπόλητος. Γιατί φου’, αφού οι Μυτιληνιοί ήταν Φουκαράδες πόσο
μάλλον εμείς πού ‘μαστε τελείως άποροι. Εδώ παρακάτω σ΄ ένα σχολείο,
πού’ ναι κοντά στη Μητρόπολη, ένα μαγαζί καινούριο έχει γίν’. Εκεί ‘ταν
ένα ραφτάδκο, ήταν μέσα α, σκάλα, κατέβαινες δυο σκαλιά. Έβρεχε και
ήταν βρεμένο κάτω, τούτος ο δρόμος ήταν με πλάκες , δεν είναι όπως
τώρα που βάλαν’ αυτό, με πλάκες τετράγωνες. Όπως ήμουνα ξυπόλυτος
λοιπόν εγώ, με πέντε καρέκλες στο πλάτη μ’, τραβώ μια γλίστρα. Οι
καρέκλες βρεθήκαν’ μέσα στο αυτό, μέσα στο ραφτάδκο […]
Ερ: Μμ.
K.T.: Και γω (;) βρέθηκα απέναντι μές το δρόμο. Και τσ’ πήρα και τσ΄ πήγα
πάλι κάτω, τα κατάφερα.
Ερ: [γελάει]
K.T.: Η δηλαδή, είχε δηλαδή ταλαιπωρία η ζωή. […] Δόξα το Θεό.
Ερ: Γενικότερα έτσι οι πρόσφυγες όταν ήρθανε φ’, τσ’, τι φέρανε εδώ στη
Μυτιλήνη; Από επαγγέλματα, από , τρόπου συμπεριφοράς;
K.T.: Επ, αυτοί, επαγγελματίαι, όλοι ε’, έκαναν εδώ πέρα, φροντίζαμε να
κοιτάξουμε να κάνουμε το επάγγελμά τους. Η οτιδήποτε άλλη δουλειά
μπορούσανε. Δεν μπορούσε ένας, τώρα ο, όπως ήταν ο πατέρας μ’, που
δεν είχε, δεν ήξερε τίποτα άλλη δουλειά να κάνει, να γίνει έμπορος ή να
γίνει καφετζής, αλλά τα κάναν’ όλα αυτά τα επαγγέλματα. Είχε μεγάλη
φτώχεια! [το τονίζει] Δεν είχε όμως κλοπές. [..] Εδώ ε τώρα, πουλου’, ε
βαστιένται καλά και πάν και κλέβεν. Παν και, τώρα πιάσαμε τα φίνα τα,
[…] τα διάφορα αυτά τα, που ‘ξοντώνουν τον κόσμο. Που παν και τα
πίνουν, και παν κάνουν ένα σωρό ζημιές.
Ερ: Ε, ο μπαμπάς σας εδώ μάλλον ασχολήθηκε με τις καρέκλες.
K.T.: Ναι, ναι, μάλλον.
Ερ: Εσείς τι κάνατε; Πήγατε, Πηγαίνατε σχολείο;
K.T.: Εγώ πήγαινα στο σχολείο. Πήγα μέχρι Τετάρτη […] Δημοτικού, σε
σχολείο δηλαδή της ημέρας.
Ερ: Μμ.
K.T.: Δυο χρονιές, πέμπτη και έκτη πήγα νυχτερινή σχολή. Είχαμε και, ήμουνα
και καλός μαθητής και τσ’ δυο χρονιές πήρα δώρο. Την μια χρονιά μας
δώσαν’ απ’ ονα σίδερο που σιδερώνει η μάνα μ’ […]
Ερ.: [γέλια]
K.T.: Την άλλη χρονιά με δώσαν’ μια ομολογία, του εθνικού λαχείου ήταν. Είχε
(;) τότες. Έπιασε σιγά σιγά ο κόσμος και δυνάμωσε.
Ερ: Ήρθανε άλλοι φίλοι σας από, το Αιβαλί; Ήρθανε εδώ πέρα, μαζί σας;
K.T.: Αμέ. Αμέ. Και συγγενείς και φίλοι. Όχι δω. Οι περισ’, ο περσσότερος
κόσμος ήρθε εδώ. Εδώ και στη Χίο, τα πιο κοντινά σημεία. Αλλά εδώ, πιο
κοντά. Που λέει ο λόγος και με μι, μία βάρκα ερχόσουν.
Ερ: Ναι.
K.T.: Αφού, είχαμε ένα, δυο δυο κολυμβηταί καλοί είχαμε, Αιβαλιώτες.
Νακέλης και […] να δεις πως λεγόταν, ο άλλος. Και ήρθ΄, και πήγαν στο
Αιβαλί κολυμπώντας. Πήγαν και γυρίσαν. Ειν’, το μέρος δηλαδή, άμα
είναι ο καιρός καλός […]

110
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

Ερ: Άρα ουσιαστικά εσείς όταν ήρθατε μείνατε στη, κάτω στο τελωνείο, κει
πού’ ναι το τελωνείο, και μετά πήγατε πάνω στο συνοικισμό;
K.T.: Ναι. Ε, ένα χρονικό διάστημα καθίσαμε σ’ αυτά τα μέρη. Ύστερα, ε
ήρθαμε προς τα εδώ. Καθίσαμε σε κάτι αυλές που ήταν (;). Και μετά εδώ
πέρα στο, στο δρόμο απέναντι, όταν προχωρέσεις είναι ένα σπίτι μεγάλο.
Τότες καθόταν ακόμα οι, αυτοί. Του’, Τούρκοι Συρκέζες. Δεν ξέρω οι
Συρκέζες γιατί δεν, δεν λέγεται Συρκέζες και δεν λέγεται Τούρκοι. Ήταν
δυο κοπέλες, και το είχαν το σπίτι όλο αυτές. Και είχα ένα θείο ο οποίος
ήτα’ στο λιμεναρχείο, και δέθηκε ορισμένα μέσα. Και πήγαμε και μας
βάλαν’ και μας δώσαν’ ένα δωμάτιο. Είχε, πεντ’, έξι δωμάτια μέσα το
σπίτ΄, ένα ωραίο σπίτ΄. Και κάνταν δυο μονάχα, εκεί έμενα οι Μεδιολάτες.
Ερ: Μμ.
K.T.: Και μας βάλαν’ μέσα εκεί, και σωθήκαμε. Ύστερα φύγαν’ αυτοί, ύστερα
έγινε η ανταλλαγή. Πρώατ έγινε ο διωγμός, μας καταστρέψαν’ εμάς όλος
διόλου, κι ύστερα κάναν’ ανταλλαγή.
Ερ: Εσάς το δικός σας […]
K.T.: Η ανταλλαγή, όλα ότι είχαν αυτές εδώ, όλος όλοι οι Τούρκοι, τα πήραν
όλα. Δεν χάσαν’ ούτε μία δραχμή. Ημείς, απ’ τη Μικρά Ασία φύγαν’ όλοι
γυμνοί και ρημαγμένοι. Κάνα κάναν’ αυτό το σχέδιο, πρώτα κάναν’ τον
διωγμό κι ύστερα την ανταλλαγή. Έχει μεγάλη διαφορά αυτό.
Ερ: Το δικό σας σπίτι στο Αϊβαλί;
K.T.: Πήγα, πήγα [γελάει κάπως]. Πήγα, την πρώτη φορά που πήγα, είχε, το
σπίτι μας είναι σε μια ανηφόρα ένα δρόμο έτσ’. Έχ’, από ’να μέρος είναι η
φάτσα του, έχει κι απ΄ την άλλο δρόμο, έχει απάνω κάτω έναν άλλον
δρόμο, που βγαίνει στην εκκλησία τον Άγιο Δημήτρη. Ε, έχει και απ’ εκεί
έχει πρόσοψη. Πήγα λοιπόν από τούτο το μέρος, εγώ το, παρόλο πόφγα
μικρός το γνώρισα πολύ, αμέσως. Βγήκε μια γριούλα, λέει «τι θέλετε
κύριοι;». Ελληνικά ε; Να λέω, είπα να πούμε λέω, εδώ είχα γεννηθεί, και
αυτό ήταν το σπίτι που μέναμε. Είχε ένα μπαλκονάκι, μικρό έτσι. Οι
αυτοί τότες, τα κάνανε έτσ’ ημικυκλικά. Και, βάζαν’ τα μωρά εκεί πέρα,
για να μην τσ’ απασχολεί μέσα στο σπίτ’. Τσ’ βάζαν’ και βλέπαν’ τα
μωρά απ’ όξω και σ’, και παίζανε. Και θμήθηκα εγώ, που έμενα απάνω
σ’ αυτό το [γελάει] (;) το παραθυράκι.
«Περάστε μέσα, περάστε». Πήγα μέσα λοιπόν, μόλις έμπαινες τη, αυτή.
Την πόρτα, είχε δεξιά ήταν κουζίνα, και από την κουζίνα και κάτω είχε,
πλυσταριό είχε […]
Ερ.: Ναι.
K.T.: Αυτή, λου’, λουτροκαμπινέ. Και έβγαινε στον άλλον δρόμο. Αλλά σ’
τούτο το κομμάτι εμείς εδώ, που μόλις ήμπινες απο τον κεντρικό δρόμο.
Έμπαινες κατευθείαν την σκάλα, και έμπαινες στο απάνω δωμάτιο. Στο
απάνω δωμάτιο, είχε απάνω τ’, το φεγγίτ’, αυτά που βάζαν’ τότες. Που
ξες στα σπίτια, δεν ξέρω τι έχετε εκεί. Το ταβάνι.
Ερ: Ναι.
K.T.: Το ταβάνωμα.
Ερ: Ναι, ναι.
K.T.: Έχει και, παραθυράκ’ και βάζαν’ διάφορα μέσα.
Ερ: Ναι.
K.T.: Εκεί θυμάμαι, με ανέβαζε ο πατέρας μου, σε, μ’ ένα μέσον, ένα τραπέζ΄
έβαλε τι έβαλε. Και έβαλε μέσα εκεί εικόνες, έβαλα διάφορα, διάφορα
ωραία πράματα. Και τη ρώτσα, [γελώντας] ο βλάκας. Εκεί μικρός λέω,

111
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

όλα αυτά τα πράματα λέω, να υπήρχε ένα, το παραμικρό λέω, να


έπαιρνα, για ενθύμιο; Αγαπητέ λέει, ελληνικά είναι. Αγαπητέ λέει, εδώ,
όταν φύγατε εσείς, ήρθαν λέει οι Τσέτες. Οι Τσέπες είναι, άτακτος σ’
στρατός. Κλέφτες δηλαδή. Και τα ρημάξαν όλα. Δεν αφήσαν’ λέει τίποτα.
Όχι τα ταβάνια λέει, που λες γιατί και συ. Χαλάσαν’ λέει, σπίτια και
μαγαζιά, για να (;) λεφτά. Γιατί, στο πρώτο διωγμό, το δεκατέσσερο ήταν
πότε ήταν έγινε. Ε, τον κόσμο πάλι τον πήραν μέσα. Το πήραν στο
εσωτερικό. Στο εσωτερικό που πήγε ο κόσμος, από την κοκοχία στον
δρόμο πέθανε. Δεν είχε να φάει. Αρρωστούσαν, δεν είχι, δεν μπορούσαν
να περπατήσειν’ και μένανε οι πιο πολύ στο δρόμο και δεν γυράζαν πίσω.
Και πολλοί, είχαν βάλει λεφτά λίρες, στο νταβάν’ τους, ε, σ’ ένα φούρνο
μέσα, σε κάτι ντουβάρια, αυτό στο λέω, αυτά που σι λέω τώρα τα
ντουβάρια και τους φούρνους, αυτοί βρήκαν λεφτά εκεί. Κατάλαβες; Γι’
αυτό στο λέω. Και (;) πεθάνανε στον δρόμο δεν γυρίσαν πίσω. Τα λεφτα
τα κρύψαν’ κάπου όταν γυρίσιν να τα, α, βρούν’, να ζήσιν’. Αλλά αυτά,
σένα φούρνο χαλάσανε αλλά σένα δρόμο εκεί, χαλάσαν’, να κάνουν ένα
άλλο, μαγα’, αυτή νικ’, απ’ την αγορά εκεί μέσα να’ ναι. Και χαλάσαν’ το,
το τοίχο, μάνα (;) φούρνος είχε. Και, μέσα απ’ το τοίχο, γιοργάραν οι
αυτές, οι λίρες. Τσ’ είχε μ΄, θαμμένοι ο άνθρωπος, να γυρίσ’, να τσ’ πάρει.
Απ’ ποιος να γυρίσει. Δηλαδή, εαν φύγαν’ εκατό ανθρώποι ήταν ζήτημα
να γυρέψαν’ τρεις. Απ’ τσ’ κακουχίες που τραβήξανε. Πείνα, κακουχία. Ο
ελληνισμός είχε πάθει μεγάλη ζημιά. […]. Έτσ’, είναι το τυχερό μας.
Ερ: Ο μπαμπάς σας όταν είχε έρθει εδώ έτσι, είχε αναμνήσεις, νοσταλγούσε να
γυρίσει πίσω;
K.T.: Α, πως δεν νοσταλγούσε! Τώρα άμα ήταν θα τον έπαιρν΄, θα τον πήγαινα.
Αλλά αυτά τώρα είναι, αυτή τσ’ εποχή δεν είχε τέτοια πράματα. Κι ούτε η
μάνα μ’ πήγε, ούτε. Εγώ πήγα, ίσα με δέκα φορές. Και όχι (;) Αϊβαλί αλλά
σε διάφορα μέρη.
Ερ: Σας έλεγε κάτι, θυμάστε κάτι, που έτσι λέγατε μεταξύ σας σαν οικογένεια.
Να γυρίσετε πίσω, η, πώς ζούσε ο μπαμπάς σας;
K.T.: Ε μια υπογε’, αυτή είναι. Έλα’, κόσμος ε, λαϊκός ήταν δεν είχε,
πολυτέλειες όπως είναι τώρα. Ο κόσμος ζούσε φτωχικά. Γερά είχαν και
λεφτά. Ήτανε μανία τους να έχουνε λεφτά. Να κάνουν λίρα, να έχει.
Οικονομικά δηλαδή από τους, ε, άμα τους έβλεπες, αν τους ‘ξέταζες είχαν
λεφτά, οι περισσότεροι.[…] Κάναν’, λεφτα. Εμ’, ζούσαν οικονομικά
δηλαδή, δεν είχαν πολυτέλειες, […] όπως έχουν τώρα, μέσα στα σπίτια
τους. Φτωχοί άνθρωποι.
Ερ.: Υπήρχε κάποιος, οργανισμός που ουσιαστικά εκπροσωπούσε εσάς τους
Μικρασιάτες; Που ε, ξέρω γω κάποιος σύλλογος; Που να σας παρείχε
κάποια βρο, βοήθεια;
K.T.: Τώρα;
Ερ: Ε, τότε όταν ήρθατε εδώ πέρα.
K.T.: Υστ’.[…]
Ερ: Μετά αργότερα, αν δημιουργήθηκε.
K.T.: Ύστερα έγιναν διάφοροι σύλλογοι. Έγινε ένας σύλλογος «Ιολικός»,
«Αιολικος» πως λεγόταν; […] «Αιολική γη», λεγο’, να την λεγόταν;.
Αλλά, έγινε στην Αθήνα, αυτός ο σύλλογος. Είχε όμως, σε διάφορα μέρη
πού’ χε, αυτοί Μικρασιάτες, είχε αυτά γραφεία.
Ερ: Γραφεία.

112
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

K.T.: Ημείς είχαμε έναν αυτόν, που σε λέω εγώ τώρα , τον «Αιολικό» [….],
«Αιολικός αγώνας» λεγόταν, τι λεγόταν. Αυτός είχε, ένα, σωματείο. Είχε
αγοράσει οικόπεδο, σ’, τσ’ ένα σημείο καλό, δεν το θυμάμαι καλά. Κι
είχα πάρει και γω ένα οικόπεδο εκεί. Με δόσεις πληρώναμε στο σύλλογο.
Μικρασιατική αυτή, λέν’. Αιολικός ε, Κυδονι’, «Κυδωνικός Αστέρας»
λεγόταν. Λοιπόν, στο, μέρος αυτό που πήραμε, που το οικόπεδο αυτό που
είχαν πάρει αυτοί, ήταν πολύ καλό. Πήρα και γω, και πλήρωσα. Πλήρωνα
κάθε τόσο. Και μάλιστα με βγήκε σε καλό. Διότι, άλλοι βαρεθήκαν’ και
δεν πληρώσαν’ ξανά, και όσα ήταν τα πωλ’, και όσοι τα είχαν πάρ’ τα
πωλήσαν’. Εγώ μέχρι τέλος το, τα, έδωσα τις συνδρομές. Και πήρα. […].
Πόσες χιλιάδες; Πήραμε οικόπεδο. Είχαμε κτα’, πουλούσαν ένα οικόπεδο
στο, Αιολίδα. Αισθ΄, Αιολίδα λέγοταν.
Ερ: Ναι.
K.T.: Έξω απ’ την Αθήνα σένα σημείο. Αλλά πολύ καλό μέρος. Υπήρχε ένα
οικόπεδο (;). Στο, στο λαχείο δηλαδή. Το οποίο οικόπεδο, πολλές φορές μ’
ήρθε να το πουλήσω. Γιατί [γελώντας] είχα μια γνωστή, ερχόνταν όλη την
ώρα εδώ πέρα, συγγενής μάλιστα ήταν. Λέει Τρύφων, να το πουλήσεις το
οικόπεδο, τι θα τα κάνουμε λέει [μιλάει χαμηλόφωνα δεν ακούω καλά τι
λέει] αύτα τα πράματα θα μας σώσουν και τούτα και τ’ άλλα. Βρε λέω,
κράτσ’ το οικόπεδο. Τι έδωσες;, δεν έδωσες. Τα λεφτά που τα’ δωσες τα
ξέχασες λέω τώρα, αλλά κράτσ’ το. Αυτή όχι θα το δώσω, θα το δώσω.
Το δωσε σάλια μπάλια, εγώ το κράτησα, πόσα πήρα; Πήρα εκατό, εκατό
πενήντα […] εκατό πενήντα χιλιάδες; [….] Πήρα πολλά λεφτά. Και το
έδωσα στα, στα παιδιά. Δυο αγο΄, ένα αγόρι είχα και ένα κορίτσ’. Τους τα
μέρασα τα λεφτά. Τι έχασα;
Ερ: Η γυναίκα σας, και αυτή πρόσφυγας είναι;
K.T.: Ναι.
Ερ: Ε, από το Αϊβαλί και αυτή ήρθε;
K.T.: Αυτό, ο πατέρας της ήταν καλός, οικονομικά ήταν πολύ καλός. Στη
παραλία, το, μετά το μεγάλο καφενείο που έχ’. Είχε ένα, λίγο πιο μικρό
και είχε υπαίθριο κινηματογράφο, είχε κινηματογράφο χειμερινό. Έπαιρνε
ταινίες απ’ εδώ, απ τη αυτή κ’ έπαιζε, ήταν καφενείο και
κινηματογράφος. Τιμπαλίδης, (;) λεγόταν.
Ερ.: Τώρα πως αισθάνεστε; Έτσι, το σκέφτεστε με νοσταλγία;
K.T.: Τίποτα, δεν με καίεται καρφί. Ήταν το, ήταν σαν να πα, όπως πας σένα
μέρος, νοστα’, νοσταλγείς να πα να δείς ένα μέρος. Έτσι το ίδιο και γώ.
Πήγα, πόσες φορές έχω πάει, δεν ξέρω πόσες φορές έχω πάει. Μια φορά
πήγαμε με, με ανεμότρατα. Ύστερα, δυο τρεις φορές πήγα με ανεμότρατα,
ένα κατοστάρι εισιτήριο, “Alle re tour”, ψνίζαμε και λίγο ασήμι κιόλας.
Την πρώτη φορά έφερα την μάνα μ’, γιατί δεν είχα παντρευτεί, έφερα την
μάναμ’ και πιάτα, απ’ τα, η έχουν τα μαγαζιά εκεί πέρα διάφορα.[…]
Ύστερα, το συνήθισα. Έχω πάει παντού μέσα στην Μικρά Ασία που δεν
έχω πάει. Στην Σμύρνη, και στην πόλη, και στην Πέργαμο. Πήγαμε στην
Πέργαμο και, είχε ένα μέρος, είχε αρχαία. Εκεί είχε ένα κάμπο πολύ
μεγάλο, και ψ’, ζούσαν αυτά, ζ΄ βοσκούσαν πρόβατα και, απ’ εδώ τα
πρόβατα φεύγαν’, βγαίναν’ εκεί, άλλα έβγαιναν εκεί. Το συζητήσαμε το
ζήτημα αυτό, η ιστορία όμως, οι Τουρκ΄, οι Τούρκοι πια που ήταν. Και
βρήκαν το Ασκληπίο, ένα Ασκληπίο εξαιρετικό. Τι δεν είχε; Και
χαλασμένο το, το στρογγυλό αυτό που είχαν, την αυτή , τα γραφεία τους.
Τα, τα ιαματικά λουτρά, βρυσ’ (;), το νερό. Αυτές, αρχαία, αρχαίες

113
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

κολόνες. Αυτό το Ασκληπίο ήταν, να δεις πιο ήταν (;) πιο ήταν. Κι είχε
και θέατρο δικό του. Με κολόνες, ήτανε, αυτό λέει είναι ήταν, ε οι, οι
ασθενείς, έκαναν τις βόλτες τους. Είχε ένα οικόπεδο μεγάλο, είχε εδώ μια
τρύπα. [...] Και οι ασθενείς λέει που μπαίναν’ μέσα, τους κατέβαζαν εκεί
κάτω, είχε μια στοά μεγάλη, πέρα, πέρα όπως είναι τώρα τούτο το μαγαζί.
Και εδώ, στα πλάγια είχε, ξα καθίσματα, τσ’, παγκάκια, με πέτρες. Και
βγάζαν’ λέει, τους ασθενείς εκεί, να, να γιάνιν. Και από πάν απ το, στ’
θόλους, είχαν κάτι παραθυράκια και πήγαιναν [γέλια] και τσ’ έβλεπαν εκεί
γιατροί ξέρω γω και λέει. Γίνατε καλά ή (;) καλά;
Ερ: Εσείς πως αποφασίσατε να ασχοληθείτε με, την ζωγραφική, με την
Αγιογραφία
K.T.: Ποια;
Ερ: Ε, πως ασχοληθήκατε με την Αγιογραφία και δεν συνεχίσατε να, το
επάγγελμα του μπαμπά σας;
K.T.: Ο, τι ήθελα απ’ τον πατέρα μου λοιπόν. Να διόρθωνε καρέκλες και τσ’
πήγαινα με την πλάτη μ’ κάτω; Είναι δυνατόν; Να κάνω τέτοια πράματα;
Ή έπρεπε να κάνω λεφτά να κάνω μία αυτή, μία βιοτεχνία. Αλλά εγώ
ούτεν, ιδέα δεν είχα απ’ αυτή τη δουλειά. Μένα μάρεζε η ζωγραφική. Για
την μάνα μου την σχορεμέν’ την άρεσε και αυτή, και με λέει, θα πας
οπωσδήποτε να μάθεις ζωγράφος. Ε βέβαια δεν μπόρεσα να πάω
Πολυτεχνείο, δεν είχαμε εμείς τσ’ δυνάμεις να πάμε Πολυτεχνείο. Απ’
αυτή τη δουλειά και ζούσαμε κιόλας.[…] Είμαθε ρημαγ’, είμαστε ρε’
ρημαγμένοι, ήρθαμε ρημαγμένοι. Εύκολα δεν μπορούσαμε ν’
αντισταθούμε. Δεν είμαστε έμποροι. Οι έμποροι σκώσαν κεφάλι, αμέσως,
αλλά εμείς δεν μπορέσαμε να σκώσουμε κεφάλι.
Ερ: Εσείς δουλεύατε στο σπίτι ή είχατε κάποιο, μαγαζάκι εδώ, κάπου.
K.T.: Είχα ανοίξει ένα μαγαζάκι, μέσα στο στενό εδώ. Μετά από φαντάρος που
πήγα, μετά από φαντά, προτού πάω φαντάρος, είχε πεθάνει ο μάστοράς μ’.
Και είχα κρατήσει εγώ το μαγαζί ένα χρονικό διάστημα, κ’ ύστερα, [δεν
καταλαβαίνω τι λέει ακριβώς] συνέχισα ήρθα εδώ ώστε στην οδό έχει ένα
μαγαζάκι. Κ’ ύστερα από κει το σαράντα οχτώ ήρθα εδώ.
Ερ: Όπου εδώ είπαμε είναι, ήτανε τούρκικο καφενείο ε;
K.T.: Ναι.
Ερ: Ωραία. Κάτι άλλο που θα θέλατε να μας πείτε;
Ερ: Έθιμα;
K.T.: Όχι, εσείς ότι θέλετε να ρωτήσετε.
Ερ: Α, έθιμα που φέρατε εδώ πέρα. Έτσι συνήθειες, ήθη έθιμα;
K.T.: Ε, όλα τα, αυτά τα, τ’ Αιβαλιώτκα τα έθιμα, όλες οι οικογένειες αυτά
είχαν. Βέβαια δεν παραγάγαν και πολλοί απ’ αυτούς από δω πέρα πού’
χαμε, απ΄ τσ’ Μυτηλινιούς
Ερ.: Καν’ τη […]
K.T.: Γιατί όλοι οι Μυτιληνιοί σχεδόν όλοι στο Αϊβαλί ήταν, όχι στην Μικρά
Ασία, όχι στο Αϊβαλί μονάχα. Σε Μικρά Ασία. Αυτοί ερχόνταν εκεί,
δουλεύαν’, τα οικονομούσαν και γυρίζαν’ στο σπίτι. Έρχονταν και
βγάζαν’ λεφτά. Κι ύστερα και στις ελιές, και στα χωράφια και παντού.
Γιατί και δω ήτανε άνθρωποι πολύ φτωχοί.
Ερ: Ναι.
K.T.: Εμείς είχαμε έρθει, και άλλο διω, είχαμε και ακόμα ένα διωγμό. Το 1917,
είχαμε έρθει ξανά. Έχουμε έρθ’, δεύτε’, δεύτερο διωγμό με τούτον που
γίνκε. Το 1917 είχαμε πάει στην Λαγκάδα, κατά τσ’ […]

114
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

Ερ: Μμ.
K.T.: Είχε, αυτό το, η Λαγκάδα, αυτός ο δρόμος πως είναι, που λέγεται, μέχρι
απάνω που πάει. Αυτό ήταν ποτάμι πρώτα.
Ερ: Α
K.T.: Ναι, ποτάμι.
Ερ: Εδώ, τι γλώσσα μιλάγατε; Ελληνικά ή Τούρκικα;
K.T.: Ελληνικά, ελληνικά, σαν τσ’ βλάχοι. Βλά’, βλάχικα να την πω [γελάει.]
σαν βλάχικα.
Ερ: [γέλια]
K.T.: “Ρε συ, αίντε ρε, ασ’ το μωρό!”
Ερ: [γέλια]
K.T.: (;)Ε τι, και σπουδεν’ , έχει δεν έχ’ άνθρωποι τώρα πιο μορφωμένοι πιο
αυτό. Αλλά τώρα γινήκαμε όλοι αλήτες, τώρα κάνουμε όλοι τον σπουδαίο.
Ερ.: Κάνατε πάντως παρέα μεταξύ σας έτσι, οι πρόσφυγες, μαζευόσασταν;
K.T.: Αμέ! Αμέ, βέβαια, βέβαια. Και πντ’ ε, και με ντόπιοι, γιατί;
Ερ: Δηλαδή στην αρχή, δεν σας είχαν δεχτεί έτσι καλά, απλά μετά όσο
πέρναγε ο καιρός […]
K.T.: Στρώσαμε σιγά, σιγά, ναι. Είδαμε άμα, κμ’, δεν αργήσαμε και ‘μεις. Και
‘μεις λάβαμε τα μέτρα μας, πως θα ζήσουμε; Πρέπ’ να κάνουμε και μεις
κάτι να ζήσουμε. Ύστερα και οι άλλοι σιγά, σιγά δεν, ήταν και αυτοί, όλος
διόλου, περιττό. Βοηθήσαν.
Ερ: Κρατήσατε φιλίες έτσι με, Τούρκους απέναντι φίλους που είχατε;
K.T.: Εγώ, τουλάχιστον και πολύς κόσμος. Εγώ ‘χα έναν Ρεφάντ Μπέη τον
λέγαν’. Ένας ,άνθρωπος, ο αραλής. Ειχι πεντ’, τρία λεωφορεία. Είχε
κτήματα είχε, ξέρω γω. Πήγαμε εκδρομή. Πήρε τ’ κόρη τ’, τ’ γυναίκα τ’,
πήγαμε εκδρομή στο Αδραμίτη. Πήγαμε στη, Πέργαμο. Πήγαμε στη
Σμύρνη.[…] Κάναμε παρέα. Ήρθε εδώ, τον πέρσα, τον πήγα στο σπίτι
εγώ, τον φίλεψα στο σπίτι. Ρε συ Τρύφων μου λέει, εσείς για πουλύ,
παλιανθρώποι είσαστε λέει, [γελάει] για πολύ καλοί ανθρώποι είσαστε.
Δεν ξέρω λέει τι να πω, δεν ξέρω. Πολύ καλός άνθρωπος. Πήγαμε
εκδρομές, με τριφ’, τρία λεωφορεία έπαιρνε την γυναίκα τ’, τη κόρη τ’, τα
παιδιά τ’, μαζί όλοι, παρέα. Και άμα μια φορά που πήγαμε και δεν ξέρω
πόσα, ολόκληρη μέρα, κάναμε και γυρίσαμε την άλλη μέρα. Είχαμε έναν
φίλο δικηγόρο που, είχανε τον έκανε τον αρχηγό. Και του λέει, «Εριφαντ
Μπέη, τιραντ’», λέει, πόσα χρωστάμε; [γελαέι]. Ξες τι απάντηση τον
έδωσε; «Άντα σάνταμ» Α, […]. Κώστα Μπέη, Κώστα αφέντη μ’, άμαν ο
πατέρας πάρει παιδιά του λέει και τα κάνει βόλτα. Θα πει τα παιδιά τ’, θα
τα πουν στα παιδιά , πιάστε παράδες γιατί κάμναμε έξοδα; Εγώ δεν πήρα,
δεν πήγα λέει μοναχός μ’, πήρα την οικογένεια μ’, και πήγαμε όλοι μαζί
μια οικογένεια. Εξαιρετικός κύριος. Ήρθε μια φορά εδώ, τον πήρα στο
σπίτ’, τον έκανα τραπέζ’, φχαριστήθηκε πάρα πολύ. Και λέει, μι, μι λέει,
Τρύφων, του λέω Αραφάτ. Για πολύ καλοί ανθρώποι είσαστε λέει, για
πολύ παλιανθρώποι είσαστε. Η θρησκεία σας λέει αυτό πάει να πεί. Για
πολύ καλοί ανθρώποι είσαστε, για πολύ παλιανθρώποι. Έχι, πραγματικός
ήταν. Γιατί άλλοι κάνανε τον φίλο, και από πίσω την κοπανούσαν. […] Ε,
εγώ είμαι ευχαριστημένος. Όλοι οι ανθρώποι στην Μικρά Ασία, τώρα
δηλαδή. Τσ’, πιο μπροστά ήταν γιουρούχια, τώρα κάπως είχαν
αμορφωθεί. Είνι, μπορείς να συναλλαγείς μαζί. Είνι τσ’ συναλλαγή. Δεν
θα ξεχάσω, είχε έναν, έχει έναν καταστηματάρχη εκεί, μια ρικλάμα, με
κάτ΄, υφάσματα. Και τσ’ τ’ πήγα δώρο. Λοιπόν ήθελα να αγοράσω κάτι,

115
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

το οποίο δεν το’ χε αυτός και το’ χε ένας φίλος του. Λοιπόν λέει, θα σε
πάρ’ τούτος εδώ, έναν υπάλληλο, και θα σε πάει σε αυτόν που πας τώρα
εσύ, το σημείο. Έχει από αυτό τα πράματα που γυρεύς εσύ, να φροντίσ’,
και αν δεν έχ’, να φροντίσει να σε βρεί. Και τον κάνω λοιπόν χαζ’, που
έγραψε ένα Κατ Μπριζίτ. Πως; Αυτοί γράφτουν ανάποδα ξέρς’ ε;
Ερ: Μμ.
K.T.: Έτσ’, από το πίσω μέρος παν, μπροστά στα γράμματα. Πως, πως το
γράφτουμε , ένας αγράμματος δικός μας, τάκα τάκα που τα γράφ’ έτσ’.
Τάκα τάκα τάκα τάκα τάκα τάκα. [ταυτόχρονα δείχνει τρόπο και πορεία
γραψίματος] Ανάποδα. Και ίσια οι γραμμές [γελάει] και δεν ξέρω.
Ερ: Πο πο!
K.T.: Ύστερα και, είχαν και, είχαμε αποκτήσ’ δηλαδή μια, αυτή, μεταξύ μας.
Σένα κατάστημα, γύρεψα να πάρω ένα πράμα και δεν το είχε αυτός, μια
γυναίκα ήταν. Λέει, σταθείτε κύριε λέει, θα πα’ να σας το φέρω. Πήγε απ’
άλλο μαγαζί και το πήρε. Δεν σκέφτηκε ότι, εγώ που μ’ άφησε μέσα στο
μαγαζί μονάχο, ότι μπορούσα να κλέψω και να φύγω. Κατάλαβες; Δεν το
σκέφτηκε, δεν το, διαβολιά δεν είχε μέσα, δεν είχε διαβολιά.
Ερ: Ναι.
K.T.: Ποιος ξέρει τι, άνθρωπος ήταν.
[…]
Ερ: Μάλιστα.
K.T.: Όταν θέλετε τίποτα και άλλη φορά, να με το πείτε (;) εσάς τ’ δυό.
Ερ: Υπάρχουν τώρα έτσι άλλοι πρόσφυγες ή, έστω και δεύτερης γενιάς, να,
που να είναι ή στον συνοικισμό ή κάπου αλλού εδώ στην Μυτιλήνη;
Ξέρετε;
K.T.: Όχι. Εδώ πέρα που’ μαι τώρα αυτοί. Έχουμε, αλβανοί πολλοί και […]
Ερ: [γελάει]
K.T.: Και Ρώσοι έχουμε.
Ερ: Αλλά Μικρασιάτες Πρόσφυγες όχι;
K.T.: Όχι Μικρασιάτες πρόσφυγες. Μικρασιάτες λειψήσανε. Άλλοι πεθάναν,
άλλοι, πολλοί πεθάναν.
Ερ: Εσείς πως δεν αποφασίσατε, τότε που, πολλοί φεύγανε για την Αθήνα για
[…]
K.T.: Ε, δεν ξέρω αυτό δε. Αφού πρώτα πρώτα το βαπόρ’, το β’, τον πατέρα μου
τον πήρε για να πάει στον Περαιά. Και βάλαμ’ εμείς τσ’ φωνές και
φρόντσε (;) στο Λιμεναρχείο, και πήγε και τον πήρε, δεν είχε φύγει το
βαπόρι ακόμα. Γιατί ήρθε άφσε εδώ πέρα και ύστερα έφυγε για κάτω. Και,
λέω πως δεν φύγαμε και μεις. Ίσως να μαστε καλύτερα, ίσως να’ μαν
καλύτερα ίσως να μην ήμαν καλύτερα. Πάντως δεν, έγινε αυτό. Γιατί στον
Περαιά, απ΄ την αρχή αρχή βέβαια, δυσκολέυονταν κανείς να, να
τακτοποιηθεί αλλά πάντως τακτοποιηθήκανε. Όπως και δω δε
στεναχωρεθήκαμε, έτσ’ στεναχωριομουν’ και κει. Ε δεν είχαμε πατέρα
ενεργητικό, έτσ’.
Ερ: [γελάει]
K.T.: Να το λέει η καρδιά τ’. Είτε ένας άνθρωπος για αν σε βοηθήσ’. Εκτός του
μπαρμπαμ’ αυτόν τον οποίο ήταν, στο λιμεναρχείο καλεστής. Αυτός π’
λίγο μας βοήθησε, σε διάφορα πράματα. Ε αυτός τι να σε βοηθήσ’
Πειραιός ήταν και αυτός κιόλας.
Ερ: Και την γυναίκα σας την γνωρίσατε, έτσι που συζητάγατε;

116
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

K.T.: Εδώ στον συνοικισμό που μένουμε, είχα, έχω μια αδερφή η οποία πέθανε
στην Αθήνα προχτές και ήταν, κάναν’ παρέα μαζί. Γειτόνοι είμαστε,
είχαμε γνωριμία. Και αυτή εμένα μάρεζε, αυτή η κοπέλα, η γυναίκα μου
να πούμε μάρεζε πολύ. Και τη ζήτησα απ ’τσ’ συγγενείς. Ο πατέρας της
είχε πεθάν’, είχε μια γρια μάνα μονάχα και δυο αδέρφια, τ ’αδέρφια
ζούσαν στην Αθήνα. Οι συγγενείς είχαν ένα κατάστημα Κουλαρόι
αδερφών Κουλαροί, ήταν μεγάλο μαγαζί. Αυτοί ήτανε ξαδέρφοι της.
Τώρα αυτοί έχουν κλείσει, έχουν, πεθάνει έχουν, αλλάξει τα ονόματά
τους. Είχα μια αυτή να πούμε. Εγώ τη ζήτησα, μάρεζε να πούμε, ει’,
ειβλα ότι είναι στα μυαλά μ’, μέσα, πήξαμε.
Ερ.: [γέλια] Και η γυναίκα σας όταν ήρθε απ’ την Μικρασία, έεμνε και αυτή
κάπου από δώ ή στο κάστρο;
K.T.: Όχι, όχι απάνω.
Ερ: Α πήγε κατευθείαν στον συνοικισμό;.
K.T.: Είχανε ένα, μια συγγενή εκεί πάν’ και μέναν’, έναν στην αρχή εκεί.
Ερ: Α.
K.T.: Κι ύστερα που έγιναν τα σπίτια του συνοικισμού, πήρε ένα σπίτι.
Ερ: Πήρε σπίτι.
K.T.: Είχε ένα ξάδερφο γιατρό, και φρόντισε και τους βρήκε και πήρε σπίτ’
Ερ: Α, ωραία. Την μαμά σας και τον μπαμπά σας πως την , πως τους λέγανε;
K.T.: Την μάνα μου;
Ερ: Ναι.
K.T.: Μαρία, το πατέρα μου Παρασκευά. […] Παρασκευάς. […] Πήγαμε και
στο, στην Αλβανία.
Ερ: [γελάει]
K.T.: Τι άλλο θέλαμε; Στην Αλβανία ήταν, βέβαια πέρασα καλά. Γιατί ΄ρτυχε να
είμαι, σχεδ’, είχα ένα αυτό, ταγματάρχη φίλο εδώ πέρα Μυτιλήν’. Και είχα
κάνει, είχε μια γυναίκα δασκάλα, και άρεζε τη ζωγραφική. Και λέγει ε, να
την κάνω μια ζωγραφιά. Και έκανε τρία ανθοδοχεία σένα φαναρτζή, τά’
κανε έτσι ωραία τα’ ανθοδοχεία, τα ’βαψε. Και τα ζωγράφισα, τα ‘κανα α,
διάφορα λουλούδια απάνω ζωγράφισ’. Είχα μια γνωριμία. Και όταν έγινε
η επιστράτευσ’, μέσα στα Τσαμάκια. Έχετε πάει προς τα Τσαμάκια εκεί;
Ερ: Ναι.
K.T.: Εκεί πέρα, είχαν οι συγκεντρώσεις και χωρίζαν. Εσύ θα πας εδώ, εσύ ια
πας εκεί. Αυτός λοιπόν ο ταγματάρχσ’ με λέει, κάτσε να κάτσ’ σε θέλω.
Και με βάζει σχεδιαστή, σχεδιαστή τσ’ μεραρχίας. Στη δεκάτη τρίτης
μεραρχίας, γιατί πέρασα πολύ ωραία. Της, τη, την δουλειά που έκανα
εγώ, ήταν, κάθε, τόσο, κάθε βράδυ, ερχόταν τα, τα δελτία ειδήσεων από
τις μονάδες. Και, την αυτή που κάναμε, την γνωρίζαμε. Ειδικά την τρίτ’
ημέρα, την αυτή, του, του, του τάγμα τάδε βρισκόταν στο τάδε ύψωμα
μεταφέρθηκε εδώ, και οπισθοχώρησε οι, οι α, ξένες μονάδες, αυτή η
Ιταλική (;) Παρουσιάστηκε μια μονάδα εκεί. Θέλει να, λάβουν τα μέτρα
δηλαδή, αυτή τη δουλειά εγώ τώρα, την έπαιρνα και την έκανα
σχεδιάγραμμα. Και τσ’ μέραζα σε όλες τις μονάδες. Δεκατέσσερις
μονάδες ήταν, δεκαπέντε ήταν, στρατιωτικές μονάδες
Ερ: [ήχος από φτέρνισμα] Συγγνώμη.
K.T.: Ε, για διάφορες, από διάφορες υπηρεσίες και, ενημερωνόταν. Δηλαδή με
ευχαρίστησε γιατί ‘ναι, είχα όπλο αλλά δεν έριξα ούτε μία τουφεκιά. Γιατί,
ήταν μες στα γραφεία, μες στα ζεστά.
Ερ.: Τα παιδιά σας γνωρίζουν την ιστορία σας;

117
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

K.T.: Ποια;
Ερ: Τα παιδιά σας, τους έχετε μιλήσει έτσι για τη […]
K.T.: Ε, καλά. Πότε πότε ιστορίες, λέγονται μες. Λέγονται.
Ερ: Και πως νιώθουν, σας τι σας έχουνε πει;
K.T.: Ε, έχει ένα πατέρα, ο οποίος δεν είμαι, ούτε, αυτός καβγατζής, ούτε
καπετάν φασαρίας, ούτε κακός άνθρωπος, γιατί εγώ μ’, δεν, έχω κακία
για κανένα. Και τι άλλο (;). Βγήκαν και αυτοί άνθρωποι καλοί, μαλακοί.
Γιατί, ανάλογα τον καθρέφτ’ π’ θα δεις, θα σε παρουσιάσ’. Ε.
Ερ: Μάλιστα. Ωραία. Εμείς αυτά θα θέλαμε να μάθουμε να συζητήσουμε έτσι
και αυτά.
K.T.: Όταν έχετε καμία άλλη διαφορά καμιά φορά θυμηθείτε κάτι και μπορώ να
σας βοηθήσω ευχαρίστως.
Ερ: (;)
K.T.: όχι. Είχαμε, εδώ πού ‘ρθαμε είχαμε κάτ’, φωτογραφίες που βάζαμε στα
βιβλιάρια για να παίρνουμε επιδόματα ξέρω γω. Αλλά φωτογραφίες τσ’
κακιάς ώρας. Μπορεί να μην γνωριζόσαν κιόλας. Της στιγμής αυτές οι
φωτογραφίες.
Ερ: Ναι.
K.T.: Δεν είχε τότες πολυτέλεια. Και εδώ αυτός ο κόσμος φτωχός, εμείς ακόμα
πιο φτωχοί. Εμείς ήρθαμε ψειριάρηδες
Ερ: [γελάει]
K.T.: Αυτοί δεν είχαν ψείρες, όμως. Αλλά, τσ’ κανονίσαμε, με τέτοιο τρόπο, να
έχουν αυτοί ψείρες, και να ‘μεις είμαστε οι ψειριάρηδες.
Ερ.: [γελάει]
K.T.: Γιατί έχετε προοδευτικό κόσμο. Είχε καλοί έμποροι, είχε λογικοί
άνθρωποι. Ητ’, εδώ πέρα, τούτοι εδώ πέρα πήγαιναν να κάνουν τον
έξυπνο, αλλά δεν μπορούσαν. Δεν ήταν άνθρωποι να κρατηθούν πολύ.
Και στην Αθήνα να κατεβείς, όλη η αγορά να είναι όλοι, όλα τα μαγαζιά
καλοί έμποροι. Πρόσφυγες. Άλλος Αιβαλιώτης, άλλος Σμυρναίος, άλλος
Περγαμινός. Πήγα στην Ακρόπολη Περγάμου, ξες τι ωραία. Τι ωραία
πράματα! Και πόσα έχουν κλεμμένα. Είχαν δι’, είχαν ένα δικηγόρο, στην
(;) Κωνσταντινούπολ’, πρέπ’, να’ ναι ακόμα αυτός στην
Κωνσταντινούπολη. Έχει παντρευτεί μια Γερμανίδα, μια στρυφνή
γυναίκα. Ένα κο, ένα αγόρι στριφνό, δεν λέει να. Λοιπόν, έτυχε να’ μαστε,
παρέα στ΄, στην Ακρόπολη Περγάμου. Πως; Ο Χυσείν αυτός ο φίλος μου,
είχε μια αδερφή παντρευτεί, παντρεμένη. Σένα στη Πέργαμο, παρακάτω.
Και θέλαμε να πάμε μεις στην Πέργαμο, αλλά δεν είχε αυτοκίνητο. Και
πήγαμε είχαν αυτοί, είχαν ένα ξενοδοχείο εκει πέρα. Πανδοχείο ξέρω γω.
Πήγαμε εμείς εκεί πέρα. Γνωρίζαμε την αδερφή του Χουσείν ξέρω γω,
μας περιποιήθηκε η κοπέλα, ήταν το ξενοδοχείο το είχαν αυτοί
νοικιασμένο. Και τώρα λέει θα ‘ρθεί ο άντρας μου, είναι στην Πέργαμο,
στην συτή στην Σμύρνη. Ήρθε και έφερε φοιτηταί, Μογγολοί δεν ξέρω
φοιτηταί να τσ’ πάει στη Πέργαμο. Λοιπόν μόλις είπα, του είπα (;) να
πάρτε μια παρέα που έχουμε εδώ πέρα λέει, φχαρίστως. Από πού είναι;
Λέει απ’ τη Μυτιλήν’. Η! [προσφώνηση] και ‘γω λέει Μυτιληνιός είμαι.
Και έφταξε σε σημείο να καθίσουμε σένα, ωραίο μέρος εκεί πέρα, στην
αυτή.
[Η συνέντευξη διακόπτεται. Κάποιος φίλος του κ.Καπλαμάνου μπαίνει
μέσα στο μαγαζί]

118
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

K.T.: Και μας, πήγαμε εκεί και καθίσαμε με αυτόν [θόρυβος από σακούλες] και
άρχισε να λέει διάφορα, και λέει […]
Α.Ο.: Α, γράφετε;
[Η συνέντευξη ξαναδιακόπτεται, μπαίνει μέσα και η κόρη του
κ.Καπλαμάνου]

4η Συνέντευξη

Καλλογνωμά Καλλιόπη - [Μικρασιάτης πρόσφυγας 2ης γενιάς].


Ένα αρχείο ήχου
Διάρκεια αρχείου: 26:03
Συνέντευξη με την Καλλογνωμά Καλλιόπη [Ημερομηνία συνέντευξης:
30.8.05]
Συνέντευξη: Πασκώνη Χριστίνα,
Απομαγνητοφώνηση και πληκτρολόγηση σε Η/Υ: Πασκώνη Χριστίνα.

Το Ερ. πριν από τα λόγια και τις ερωτήσεις του (ή των) συνεντευκτών. Το Κ.
πριν από τα λόγια της Ατσικμπάση Μένη. Με [.......] οι παύσεις στο λόγο των
ομιλητών ή όταν αλλάζει το νόημα των λόγων τους. Μέσα σε [ ] οι
επεξηγήσεις κατά την απομαγνητοφώνηση. Με (;) οι απορίες κατά την
απομαγνητοφώνηση.

ΑΡΧΕΙΟ ΗΧΟΥ
[μικρή συζήτηση πριν από την συνέντευξη]
Ερ.: Να το ελέγχω κιόλας [συσκευή ηχογράφησης] γιατί θα τελειώσει η κασέτα
μέσα.
K.K.: Εδώ, σ’ αυτή τη περιοχή να το πω Μυτιληνιά και Αϊβαλιώτικα, ε,
μπαχτσέδες ξέρσ’ τι πάει να πει μπαχτσέ; Περιβόλια;
Ερ.: Ναι.
K.K.: Περιβόλια, τα οποία ήταν Τούρκικα και τα πήραν Έλληνες και χτίσαν’
τούτα τα προσφυγικά σπίτια. Τα οποία ήταν ένα δωμάτιο κύριο,[…]
Ερ.: Ναι. [καταφατικό]
K.K.: Και αυτό ήταν κουζίνα.
Ερ.: Ναι, κατάλαβα. Αυτό εδώ πέρα δηλαδή, έτσι όπως μπήκαμε, ήταν αυτό το
κομμάτι;
K.K.: Ναι, αυτό.
Ερ.: Αυτό εδώ πίσω είναι καινούργιο;
K.K.: Εγώ, ναι καινούργιο, εγώ […]
Ερ.: Α, προσθήκη!
K.K.: Ναι, προσθήκη
Ερ.: Ήταν δηλαδή ως αυτήν εδώ την πόρτα;
K.K.: Ναι, ναι ναι. Την πόρτα, ναι. Έβγαινες κατευθείαν στην αυλή.
Ερ.: Κατευθείαν.
K.K.: Ναι, κατευθείαν στην αυλή.
Ερ.: Και ήταν το δωμάτιο αυτό;
K.K.: Ναι, ένα δωμάτιο το οποίο, εκεί που ήταν, πού ‘ναι η πόρτα, είναι, ήταν
το παράθυρο. Και για να […] αυτό , το μετέφερα το παράθυρο και πόρτα,

119
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

και έκανα αυτό το διαχωριστικό. Και’ χω ένα δωμάτιο το σαλόνι, ένα εδώ
πέρα το καθιστικό, έκανα τη κρεβατοκάμαρα, κουζίνα.
Ερ.: Ναι.
K.K.: Η πόρτα φαίνεται, απέναντι το μπάνιο, ε.
Ερ.: Ήτανε δηλαδή παλιά ένα δωμάτιο που κοιμόντουσαν και η κουζίνα;
K.K.: Και η κουζίνα, αυτά ήτανε.
Ερ.: Η τουαλέτα ήτανε;
K.K.: Εδώ, ήταν η τουαλέτα. [δείχνει το σημείο]
Ερ.: Ήταν και η τουαλέτα μέσα.
K.K.: Ναι. Η τουαλέτα ήταν, καλή ήταν, σε τούρκικο στιλ.
Ερ.: Σε τούρκικο.
K.K.: Ναι, καθόσουν στα πόδια σου, δεν είχε λεκάνη.
Ερ.: Ναι, ναι κατάλαβα.
K.K.: Ναι, αυτό. Και πάνω ήταν άλλη οικογένεια.
Ερ.: Ακριβώς με τον ίδιο τρόπο ήταν και το πάνω […]
K.K.: […] Ναι, μονάχα που έχει σκάλα εσωτερική, μια πολύ ωραία σκάλα, και
ανεβαίνεις απάνω.
Ερ.: Ναι.
K.K.: Και αυτή απάνω τα σιάσαν’, τα κάναν’, τα φτιάξανε. Ε.., κουράστηκα για
να τα φτιάξω όλα αυτά. Και όταν ήρθει η μαμά μου εδώ ήτανε έγκυος σε
μένα
Ερ.: Η μητέρα σας ήταν απ’ τη Μικρασία;
K.K.: Ναι, απ΄ το Αιβαλί ήτανε. Απ’ το Αιβαλί ήταν η μάνα μου. Ήρθε σε ηλικία
δέκα χρονώ. Αλλά εγώ έζησα με πάρα πολλούς πρόσφυγες. Εδώ ήταν όλο
προσφυγιά, μεγάλοι τους αγάπησα, άκουσα τις ιστορίες του, τις έχω
αφομιώσει, τους είχα αγαπήσει πάρα πολύ και, ζήσαμε πάρα πολύ ωραία
και αρμονικά. Δυστυχώς όλοι έχουν φύγει, για το μεγάλο ταξίδι. Και έχω
μείνει μονάχα εγώ, πια. Και αυτά τα νέα. Το σπίτι του’, τούτο ήταν πάρα
πολύ ωραίο. Βλέπεις και οι σοφάδες, οι σοφάδες ακόμα, είναι γεροί, γεροί.
Ερ.: Ναι.
K.K.: Βλέπεις και ‘γω, και ‘μεις δεν το ταλαιπωρήσαμε το σπίτι. Και κάναμε,
[…] γι’, η γιαγιά μου που ήρθε από το διωγμό έφερε, δυο εικόνες, το μήλο
για ν’ αλέθει το καφέ και το γουδί για να κοπανίζ’ το πεπέρι.
Ερ.: Ναι.
K.K.: Αλλά ο παππούς μου δεν ήθελε την Μυτιλήνη. Και φύγαν’, στο, στη
Κρήτη. Εκεί πέθανε ο παππούς μου το ’27. Και η γιαγιά μ’ ήταν και αυτή
έτοιμη, έπαθε κύρωση του ήπατος ήρθαν πίσω στη Μυτιλήνη, και πέσαν’
στο κλήρο τα σπίτια, ήταν και πολύς ο κόσμος όποιος προλάβαινε. Και,
τούτα δίναν’ και λεφτά για να τα πάριν’, τα σπίτια. Ήταν πέτρα ήταν
καλά, ήταν. Τώρα εγώ το ’χω περιποιηθεί.
Ερ.: Ναι, ναι.
K.K.: Βέβαια, μέσα ήταν ξύλα, ήταν αυτά.
Ερ.: Ήταν ξύλινα τα πατώματα;
K.K.: Τούτο, όχι. Ήταν πλακάκια, αλλά κόκκινα και άσπρα. Αυτού ήταν όλο
ξύλινο το πάτωμα, [δείχνει σε ποιο σημείο] τα πέταξα, έφτιαξα πλακάκια
έτριψα κάτου του αυτό, τι να κάνς’;
Ερ.: Κατάλαβα. Ήταν ακριβώς ίδια όλα τα σπίτια έτσι;
K.K.: Όλα, όλα
Ερ.: Μέσ’ στο υπνοδωμάτιο ήταν ξύλινα τα πατώματα έτσι;
K.K.: Μέσ’ στο υπνοδωμάτιο.

120
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

Ερ.: Πάνω πως ήτανε το ταβάνι;


K.K.: Να έτσι.
Ερ.: Έτσι κανονικό;
K.K.: Κανονικό ναι, γιατί κάθονται άλλοι είναι.
Ερ.: Συνήθως τα δίνουνε σε οικογένειες, άλλη οικογένεια πάνω άλλη
οικογένεια κάτω;
K.K.: Ναι, άλλη.
Ερ.: Οπότε ήτανε, μπορεί να ‘ρχότανε, μπορεί να τύχαινε να ήτανε οικογένεια
Παπαδημητρίου πάνω κάτω μπορεί και δύο διαφορετικές;
K.K.: Όχι, μια οικογένεια το ’παιρνε, πού’ χε παιδιά.
Ερ.: Μία πάνω κάτω;
K.K.: Το απάνω, μία κάνω, και μια δίπλα και μια πάνω.
Ερ.: Α, ναι, ναι.
K.K.: Ναι, απάνω εδώ, ε εγώ δεν τη θυμάμαι, έμενε μια Σμυρνιά. Σμύρνη. Από
κάτω Αιβαλιώτισσα, δίπλα από το Δικελί, και απάνω ήταν Δικελιώτες και
Αϊβαλιώτες. Ε, ήταν, τα’, πάντως ο πόνος ένωνε τον κόσμο.
Ερ.: Ναι.
K.K.: Τώρα δεν υπάρχει πόνος. Τώρα είναι ν’ αρπάξει. Δεν μπορείς να
συμβιώσεις δεν μπορείς. Άλλο λέγε τι θες να σε πω.
Ερ.: Τα ‘χω γράψει κιόλας τα ‘χω σημειώσει.
K.K.: Ναι, ναι μάτια μου.
Ερ.: Αυτό που ήθελα να μου πείτε πως ήταν ένα παραδοσιακό προσφυγικό
σπίτι.
K.K.: Στ’ Αιβαλί;
Ερ.: Και εκεί και εδώ πέρα. Αν ήταν, υπήρχαν κάποιες ομοιότητες ή όχι;
K.K.: Ε όχι.
Ερ.: Απλά τα φτιάξανε ίσα ίσα να βολευτεί ο κόσμος.
K.K.: Εκεί στ’ Αιβαλί, ήταν τα σπίτια διαφορετικά.
Ερ.: Ναι. [καταφατικό]
K.K.: Στ’ Αιβαλί ήταν καθαρή η χριστιανοσύνη και ο ελληνισμός. Υπήρχε
ειδική, ειδικός νόμος, φερμάνη να το πούμε, διαταγή ήταν ότι στ’ Αιβαλί
να μην μπαίνει Τούρκος εάν δεν γύρευε την άδεια της Δημογεροντίας.
έπεσε ναυαγός και βγήκε στ’ Αιβαλί.
Ερ.: Α! Μάλιστα.
K.K.: Δεν έμπαινε μέσα Τούρκος διότι υπήρχε ένας παπάς, ο οποίος φιλοξένησε,
χτύπησε την πόρτα του μια νύχτα χειμωνιάτικη κάποιος. Και λέει αυτός
εγώ είμαι Τούρκος, λέει ότι και να’ σαι άνθρωπος που χτύπησς τν πόρτα
μου ο παπάς. Και τον άνοιξε και ήταν ο ναύαρχος ο Τούρκος, που είχε
καταστραφεί η αυτή η, στα Δαρδανέλια είχε καταστραφεί ο, αυτή και
έπεσε ναυαγός και βγήκε στ’ Αϊβαλί. Και όταν αφού τον περιποιήθηκε ο
παπάς τον έδωσε και τα τρόφιμά τ’ τον είπε ότι γυρέψεις να ‘ρθείς να στο
δώσω. Και όταν έμαθε πως γίνηκε βεζίρης στην Άγκυρα σηκώθηκε ο
παπάς και πήγε και γύρεψε την ανεξαρτησία του Αιβαλιού. Να μην
υπάρχει Τούρκος, μονάχα ο καμπής ήταν και ο έφορος. Δεν υπήρχαν […]
Ερ.: Και όντως έγινε έτσι;
K.K.: Έγινε βεβαίως, βεβαίως. Για να μπει Τούρκος μέσα δεν είχε το δικαίωμα.
Γι’ αυτό προόδευσαν εκεί τα γράμματα, οι τέχνες το εμπόριο, ήτανε
δεύτερη μετά την Σμύρνη αλλά με καθαρή χριστιανοσύνη και άμα πας και
μπεις στο κόλπο και δεις αυτό το το Αϊβαλί λες χριστιανική πόλης.
Ξεπροβαίναν’ οι εκκλησίες, με τους τρούλους και σε τραβάει ας πούμε το

121
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

ενδιαφέρον αυτό. Ε, τα σπίτια. Τα σπίτια είναι όλα πέτρινα εκεί.


Μπαίνοντας μες στο κόλπο υπάρχει του Κόντογλου το νησί.
[…]
K.K.: Και υπήρχε μία ομορφιά, φτώχεια, πάρα πολύ.
Ερ.: Ναι.
K.K.: Αλλά ομορφιά. Κατόρθωσαν οι άνθρωποι αυτοί και άρπαξαν τα, τη ζωή
απ’ τα μαλλιά. Η αγορά όλη είναι από πρόσφυγες, τη δημιούργησαν της
Μυτιλήνης όλο πρόσφυγες ήταν, δεν είχε, ένας δυο να ήταν εκείνοι οι
Μυτιληνιοί οι άλλοι όλοι ήταν πρόσφυγ’. Δεν είχε άλλο στοιχείο. Και,
[…] ε παλέψαν’ ο κόσμος ίδρωσε, (;)
Ερ.: Ε, δηλαδή τα σπίτια τα πήραν με κλήρο;
K.K.: Κλήρο, κλήρο, κλήρο. Επ’, οι κλήροι πέσαν’ δέκα Φεβρουαρίου το
τριάντα δύο.
Ερ.: Κατάλαβα. Το θυμάστε!
K.K.: Όχι το θυμάμαι. Είκοσι Φεβρουαρίου μπήκε η μάνα μου μέσα στο σπίτι.
Ερ.: Α, μπήκατε μάλιστα.
K.K.: Μπήκε η μητέρα μου μέσα στο σπίτ’, κατάβαρη έγκυος. Και είκοσι τρεις
Φεβρουαρίου το τριάντα δύο γεννήθκα εγώ.
Ερ.: Α, μάλιστα! Και γεννηθήκατε εδώ πέρα;
K.K.: Εδώ γεννήθηκα ναι.
Ερ.: Σ’ αυτό το σπίτι και από τότε είστε εδώ πέρα.
K.K.: Ναι, στο, γεννήθηκα μέσα εδώ, ήταν προσφυγικό νοσοκομείο, ε τσ’, πού
’ναι τώρα το Γυμνάσιο, τι το λεν αυτό; Εδώ πιο πάνω.
Ερ.: Πιο πάνω από το ΙΚΑ.
K.K.: Α, μπράβο. Ναι, ναι, ναι. Εκεί μέσα. Ήτανε νοσοκομείο, κει γεννήθηκα.
Ερ.: Α, ναι ναι το ξέρω ήτανε νοσοκομείο
K.K.: Εκεί πέθανε η γιαγιάμ’ εκεί γεννήθηκα και ‘γώ πήρα και τ’ όνομα τσ’ .
Ερ.: Μάλιστα.
K.K.: Με λένε Πόπη σαν τη γιαγιά μου την Καλλιόπη. [γέλια]
Ερ.: [γέλια] Μάλιστα.
K.K.: Θα πούμε και χιούμορ.
Ερ.: Βέβαια, βέβαια.
K.K.: Α, είχε και πολύ παλαβοί είχε το Αιβαλί. Ήταν πάρα πολλοί μορφωμένοι
και ήταν πάρα πολλοί παλαβοί.
Ερ.: Μάλιστα.
K.K.: Ακαδημία είχε το Αιβαλί.
Ερ.: Το γνωρίζω.
K.K.: Το γνωρίζεις;
Ερ.: Ναι.
K.K.: Είχε ακαδημία, που, την οποία ίδρυσε, τώρα και μένα το κεφάλμ’ πια
κλούβιο γίνηκε, Μυτηλιν’, ένας μεγάλος, ναι. Η μάναμ’ πάγαινε σχολειό
στο, στο σχολείο του Αγίου Γεωργίου εκεί που ήτανε η ακαδημία. Γιατί
παγαίναν’ μονάχα τα μωρά που είχαν παράδες. Είχε μεγάλη παιδεία τ’
Αιβαλί, πάρα πολύ μεγάλη παιδεία. και εκεί, ως και από, τσ’, απ’ τα Ιόνια
νησιά πηγαίνανε εκεί στ’ Αιβαλί που τους κυνηγούσαν οι Τούρκ’
πηγαίναν’ εκεί για να προφυλαχθούν. Απ’ όλα τα μέρη πηγαίναν’ Κρήτες,
αυτά πηγαίναν’ εκεί πέρα για να προφυλαχθούν. Τα σπίτια πολύ ωραία τ’
Αϊβαλιού. Σανχασίνια, [σασχίνια] ξέρεις τι θα πει;
Ερ.: Όχι.

122
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

K.K.: Σανχασίνι [σασχίνι] είναι αυτό που έχει μπαλκόνι απ’ έξω κ’ είναι
σκεπαστό.
Ερ.: Α ναι κατάλαβα.
K.K.: Ναι.
Ερ.: Έχω ακούσει για τις αυλές. Ότι είχαν πάρα πολύ ωραίες, και δω πέρα […]
K.K.: Ναι.
Ερ.: Ότι τις περιποιόντουσαν ιδιαίτερα μπορώ να πω.
K.K.: Ναι.
Ερ.: Λουλούδια! [θαυμασμός]
K.K.: Ναι, ναι. Τα λουλούδια και τα αυτά ήρθαν από κει. Απ’ τη Μικρά Ασία
ήρθαν.
Ερ.: Ναι!
K.K.: Εδώ δεν ξέραν’, να και όχι δω μονάχα και σ’ ολόκληρη την Ελλάδα δεν
ξέραν’ ούτε να μπαξεναδέψν’ δεν ξέρανε.
Ερ.: Ναι, κατάλαβα. Όταν περπατούσατε σ’ αυτήν τη γειτονιά πια ήταν τα
χαρακτηριστικά έτσι που, χαρακτηριστικά στοιχεία που κυριαρχούσαν και
ήταν διαφορετικά από τις άλλες γειτονιές της Μυτιλήνης.
K.K.: Η αγάπη.
Ερ.: Ναι.
K.K.:: Η συμφιλίωση. Υπέφερε ο κόσμος πάρα πολύ. Σαράντα οικογένειες
ήμασταν και είχαμε ένα, μία βρύση που ‘ρχόταν δύο ώρες την ημέρα νερό
και παίρναμε. Μ’ αυτό να πλύνς’ μ’ αυτό να.
Ερ.: Αλλά υπήρχε αγάπη.
K.K.: Ναι, υπήρχε και η κατανόηση. Ίσως ήταν ο πόνος αυτός που, που κα’,
κατ’, που τους έδενε δεμένους. (;)
Ερ.: Υπήρχαν ίντριγκες μεταξύ ας πούμε […]
K.K.: Ναι.
Ερ.: Αργότερα πάνω κάτω που […]
K.K.: Όχι, δεν είχαμε όχι.
Ερ.: Όχι ε;
K.K.: Είχαμε εδώ πέρα μια κι η οποία γίνηκε και δασκάλα. και η γιαγιά τσ’
Στρατή ήταν, πάρα πολύ έπαιζε κουτσό.
Ερ.: Ναι.
K.K.: Και νικούσε [γέλια]. Και σήκωνε, ε άμα έχανε αυτή στο κουτσό και
σήκωνε τα χέρια τσ’ και μας τύφλωνε. Και μας απεκαλούσε εδώ
Μυτιληνιά «Κακόχρονο να’ χετε, προσφυγάρες! Να βούλαγε το βαπόρι
που σας ίφερνε»
Ερ.: Ναι.
K.K.: Και ‘γω, τσ’ έτσι ένιωθα, δεν ξέρω ήμαν και υπερευαίσθητο μωρό τώρα
φέρ’ ειπείν τ’ Στρατή η γιαγιά, δεν τα ‘δινε σημασία, εγώ ει’, είχα
ευαισθησίες. Και, με φαινόταν άσχημο αυτό το πράμα, και άμα
παντρεύτηκε πήρε πρόσφυγα και πάω κει και τη λέω «Καλά που δε
βούλιαξε μωρέλι μ’ κείνο το βαπόρ’ και βρέθηκε ένας πρόσφυγας να δεις
κι εσύ χαρά. [γέλια] Της το φύλαγα.
Ερ.: Ναι, ναι. [γέλια]
K.K.: Λοιπόν.
Ερ.: Και τα σπίτια αυτά […]
K.K.: Ναι.
Ερ.: Περάσαν’ στα παιδιά αργότερα, περάσαν’ στα παιδιά αργότερα;
K.K.: Περάσαν’ στα παιδιά.

123
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

Ερ.: Και πώς τα χωρίσανε; Γιατί άμα οικογ’, άμα μία οικογένεια είχε δύο τρία
παιδιά τότε τι γινόταν;
K.K.: Ε, στο συμβολαιογραφείο πηγαίναν’ και κάναν’, εγώ παραιτούμαι από την
αυτή. Άμα είχε μια κόρ’, η οποία, παντρευόταν, και δυο αδερφάδες μέσα
στο ίδιο το σπίτ’ μέσα. Η μια έπαιρνε τη μία την κάμαρη η άλλη έπαιρνε
την άλλη. Της ανωμαλίας γινόταν αλλά όλα καθαρά.
Ερ.: Ναι.
K.K.: Όλα καθαρά ήταν.
Ερ.: Ε, πολλοί έμειναν, θέλησαν να μείνουν σε αυτά δω πέρα τα σπίτια ή
αγοράσαν’ και φύγαν’ σε άλλες περιοχές;
K.K.: Φύγαν’ και πολλά, ε όχι φύγαν’ σε άλλες περιοχές δημιουργήθηκαν οι
πολυκατοικίες, τραβηχτήκαν’ τα δώσαν’ ύστερα, άλλες τα δώσαν’ στα
παιδιά τους. Ε αυτό. Μόνο εγώ έχω μείνει μέσα εδώ.
Ερ.: Γιατί ξέρω ότι πολλά δεν κατοικούνται;
K.K.: Ε όχι, τουλάχιστον εδώ είναι κατοικημένα.
Ερ.: Ναι.
K.K.: Κατοικημένα, είναι εδώ. Άλλα τα πουλήσαν’. Να ο Στρατής τα πλήσαν.
Το είχε κάνει προικό ο, η, ο παππούς του στη γιαγιά του, η, ο προπάππους
του στη γιαγιά του και η γιαγιά τα’, το ‘κανε προικό πάνω στη κόρη. Από
κει και πέρα το πήρε αυτός, το πούλησε.
Ερ.: Ναι, αυτά τα σπίτια […]
K.K.: […] Αλλά δεν έρχονται καλοί άνθρωποι.
Ερ.: Ναι ε; Αφού φύγανε οι […]
K.K.: Οι παλιοί.
Ερ.: […] οι παλιοί ναι. Άλλαξε. Κυρίως τι άτομα έρχονται τώρα; Τα
νοικιάζουν;
K.K.: Ε, αυτ’, όχι ως επι το πλείστον είναι αυτά δικά τους σπίτια.
Ερ.: Ναι.
K.K.: Εγώ έχω μείν’. Μιαν άλλη κοπέλα εδώ πέρα είναι κι αυτή συνομήλικη με
μένα είναι. Και πιο κάτω, κάθεται ακόμα ένας δυο τέσσερις ήμασταν, που
είμαστε οι παλιοί. Που κρατάμε απ’ τις μάνες μας απ’ τα αυτά. Κι έχουμε
κι άλλη συμπεριφορά απέναντί μας. Ο ένας με τον άλλον.
Ερ.: Ναι.
K.K.: Ναι. Περιπ’, αυτ’, ο ένας που έχει παρμένο το σπίτ’ πήρε και το διπλανό
το αγόρασε έκαμε ένα ωραίο πολύ ωραίο σπίτ’. Τσ’
[…]
Ερ.: Καινούργια σπίτια γίνονται στη περιοχή αυτή έτσι;
K.K.: Ε ναι γίνονται, πολυκατοικίες ναι, πολυκατοικίες. Εδώ απαγορεύονται να
γίνιν’ υψηλά τα σπίτια. Μμ.
Ερ.: Μμ. Τα καινούργια εννοείται; Δεν επιτρέπονται να τα, εως ένα ορισμένο
σημείο, ύψος.
K.K.: Ναι, ναι. Ε, διώροφα γίνονται. Ισόγειο και διώροφα.
Ερ.: Α, μόνο διώροφα.
K.K.: Και από πάνω κεραμίδια, είναι παραδοσιακά.
Ερ.: Ούτε να τα χαλάσουν μπορούν;
K.K.: Τούτα; Ε, όχι, όχι.
Ερ.: Και μέσα είναι πέτρα; Το μέσα;
K.K.: Ε όχι, τούβλο είναι.
Ερ.: Τούβλο.
K.K.: Η χώριση είναι τούβλο.

124
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

Ερ.: Ποιο είναι πέτρα που μου είχατε πει;


K.K.: Η το μπροστά [δείχνει τα σημεία] […]
Ερ.: Α!
K.K.: […] είναι, αυτό είναι πέτρα. Γύρω γύρω πέτρα είναι.
Ερ.: Α, γύρω γύρω, απλά τα χωρίσματα μέσα.
K.K.: Ε ναι. Δεν βλέπσ’ ντουβάρια πέτρινα;
Ερ.: Γερά πολύ.
K.K.: Εξήντα πόντους! [εμφατικό]
Ερ.: Τ’, αυτό τ’ όχω ακούσει, εξήντα πόντους.
K.K.: Δες το.[κίνηση για να το δείξει]
Ερ.: Βέβαια. Και μάλιστα και γερά σπίτια αλλά και απ’ ότι ξέρω ότι είναι το
καλοκαίρι δροσερά
K.K.: Δροσερά πάρα πολύ.
Ερ.: Ναι.
K.K.: Ακούς μια βοή;
Ερ.: Ναι. [διστακτικό]
K.K.: Τς θάλασσας η βοή είναι. Άμα κοιμάμαι το χει’, χειμώνα η θάλασσα
ακούγεται δω. Είναι πολύ δροσερά σπίτια.
Ερ.: Και πως, έτυχε τώρα που τα, εδώ πέρα σ’ αυτή τη περιοχή τα κάνανε και
ακριβώς απέναντι φαίνονται.
K.K.: Ναι, τα’, τ’ Αιβαλί φαίνεται. Αλλά είμαστε και ‘μεις οι Έλληνες. Εικοστή
Πέμπτη Μαρτίου πηγαίν’ στ’ Αιβαλί.
Ερ.: Τι να πεις; Τι σας έλεγε η μητέρα σας που ήταν, ήρθε εδώ πέρα δέκα
χρονών
K.K.: Δέκα χρονών ήρθε.
Ερ.: Με τους γονείς της.
K.K.: Ναι, με τους γονείς, τα ήθη και τα έθιμα ήταν πολύ διαφορετικά ε εκεί
πέρα. Που να μην πας στην εκκλησία και που να κατσ’, ε μεγάλες μέρες
τα Χριστούγεννα, το Πάσχα να μη κατσ’ ο πατέρας πρώτος στο τραπέζ’,
να μην πουν τα κάλαντα, να μην πουν το Χριστός γεννάται. Κ’ ύστερα να
πάρει κείνος το πηρόνι και ν’ ακουμπήσει κείνος και να πει Έλα Χριστέ
και Παναγιά για να κληθσ’ ν’ακολουθήσν’ κι άλλοι.
Ερ.: Ξέρετε τι έθιμα έχουν φέρει από απέναντι εδώ πέρα Μικρασιάτικα
καθαρά;
K.K.: Ε, ο καθαρά. Όλα τα ήθη και έθιμα τσ’ Μικράς Ασίας τα φέραν’ εδώ πέρα
Ερ.: Ποια είναι; Τα οποία να μην ήτανε εδώ πέρα;
K.K.: Ε, πρώτα πρώτα δεν ξέραν’ να κάνουν βασιλόπιτα. Εμείς τις δείξαμε οι Ε’,
οι Μικρασιάτες.
Ερ.: Ναι.
K.K.: Ε, εδώ παλιά τα’ Πρωτοχρονιά οι Μικρασιάτες ανοίγαν τα σπίτια να μπει
ο κάθε ένας να κεραστεί και να ‘φχιθεί και του χρόνου. Οι Μυτιληνιοί τα
κλείναν’.
Ερ.: (;)
K.K.: Τα κλείναν’. Ε ναι αυτό. Τα λαζαρέλια. Του Λαζάρου.
Ερ.: Α!
K.K.: Κάναν’ με σταφίδες και με αυτά και βγαίναν’ και τα λέγαν’ τα κάλαντα.
Με τους τα’. Και όποιος ερχόταν στην πόρτα έπρεπε να δώσεις το
λαζαρέλι. Ποιος τα’ κανε αυτά δεν τα κάναν’. Και δεν τα εξακολουθούν
φύγαν’
Ερ.: Ε τώρα άμα δεν […]

125
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

K.K.: […] Δεν τα κάναν’. Ε οι φούρναροι, τα κάναν’ αυτοί που έχειν στην
Απάνω Σκάλα, κάναν’ τα λαζαρέλια.
Ερ.: Τα λαζαρέλια. Τι ήταν ψωμάκια ήτανε αυτά;
K.K.: Ψωμιά με αυτό, δέναν τα χέρια τους, τα πόδια. Μάλιστα αυτή που είδες το
παιδάκι.
Ερ.: Ναι, ναι.
K.K.: Μέσα. Η μάναμ’ που την έκανε λαζαρέλια έλεγε «Άντε, θεία, θεία
Γιωργία, άντε κάνε τον πεθαμένο τον Λάζαρο να τον πάω στο φούρνο»
Ερ.: Α.
K.K.: Πεθαμένο τον Λάζαρο.
Ερ.: Μάλιστα τώρα κατάλαβα.
K.K.: Ναι. όπως ήταν πεθαμένος, βέβαια βάζαν’ ζύμη ήταν όλα, τα πηγαίναν’
στον φούρνο να τα παν, να το αυτό. Είχε μιαν άλλη γλύκα η ζωή τότε
τώρα για έρχεται για δεν έρχεται και άμα δεν πας στην εκκλησία δεν
καταλαβαίνς’ πως.
Ερ.: Ούτε γιορτές.
K.K.: Ούτε γιορτές. Εκείνο το οποίο ήταν όλοι οι πρόσφυγες ξέραν’ τα της
Χριστιανοσύνης, τουλάχιστον οι Aϊβαλιώτες πού ήταν καθαρή
Χριστιανοσύνη, τα ξέραν’ όλα δεν είχε.
Ερ.: Ναι.
K.K.: Πάρα πολύ ήτανε.
Ερ.: Μάλιστα.
[…]
Ερ.: Άλλες συνήθειες γνωρίζεται; Που είχαν οι Μικρασιάτες Πρόσφυγες;
K.K.: Ήταν πάρα πολύ καθαροί!
Ερ.: Αυτό το’ χω ξανακούσει.
K.K.: Εξού και η λέξη παστρικιά.
Ερ.: Α, παστρικιά. Από πού βγαίνει ακριβώς;
K.K.: Πάστρα, καθαριότητα.
Ερ.: Α, μάλιστα.
K.K.: Εξού και αυτήν είναι παστρικιά. Γιατί μερικοί, το τέτοιο τους να το πλίν’
το μάθαν’ απ’ τους πρόσφυγ’ να το πω και έτσι αδιάντροπα. Μου τα πέρν’
τώρα; [γέλια]
Ερ.: [γέλια] Ναι, τα παίρνει.
K.K.: Ε, αυτή είναι και η πραγματικότητα. Ύστερα ήταν και πάρα πολύ ωραίες
γυναίκες, πάρα πολύ ωραίες γυναίκες ήταν και τις κακολογούσαν και
ακούμι παστρικιά παστρικιά.
Ερ.: Ναι.
K.K.: Όταν έχεις χείρα δεκάξι χρονώ και δεν έχεις που την κεφαλή κλίνει;
Κάποιος θα σαι, θα ‘ρθει να σε.
Ερ.: Εδώ πέρα ήθελαν να παντρεύονται προσφυγοπούλες;
K.K.: Όχι, όχι
Ερ.: Όχι, τότε. Κυρίως μεταξύ τους οι πρόσφυγες;
K.K.: Ναι, ναι. Μάλιστα στη Γέρα, στη Γέρα μια φορά χτυπούσε η καμπάνα, και
λέει «Τι είναι;». Ήταν μια λεχούσα και πέθανε το μωρό τσ’ και χτύπαγε η
καμπάνα. Το μωρό το νεογέννητο. Και για να μην της το πούν «Άντε,
άντε πρόσφυγας ήταν». Πέθανε ένας πρόσφυγας. Δεν ήταν άνθρωπος.
Ερ.: Ναι.

126
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

K.K.: Μέσα στις εκκλησίες παγαίναν’, ζτιανεύαν ο κόσμος, κι κοιμούνταν μέσα


στις εκκλησίες και παγαίναν’ οι Γεραγώτες και τις ατιμάζαν και παίρναν’
τα πράματα. Όχι μονάχα. Σε τέτοιο βαθμό ήτανε η εκμετάλλευση.
Ερ.: Κατάλαβα.
K.K.: Δεν έδειξαν καμία αυτή συμπόνια απέναντι στο προσφυγικό στοιχείο. Ε,
ήρθαν δυο εκατομμύρια άνθρωποι ήρθαν.
Ερ.: Όχι, κόσμος μόνο. Πάρα πολύς.
K.K.: Πρώτα πρώτα δεν τις θέλαν’ να παν να κάτσουν δίπλα τους. Όχι εδώ
μονάχα Μυτιλήνη και σ’ ολόκληρη την Ελλάδα. Βλέπς ότι έχν’, όπου
υπάρχει συνοικισμοί δεν τις θέλαν’.
Ερ.: Ναι.
K.K.: Το θεωρούσαν υποτιμητικό να έχς πρόσφυγα δίπλασ’.
Ερ.: Σιγά σιγά όμως, έντάξει […]
K.K.: […] Απεδείχθη ότι ήταν οι πρόσφυγ’ καλύτεροι γινήκαν από αυτούς.
Ερ.: Έτσι.
K.K.: Έτσι είναι.
Ερ.: Και τώρα πλέον έρχονται και μένουν και σ ’αυτή την περιοχή.
K.K.: Ναι. ναι, ναι.
Ερ.: Χτίζουν σπίτια.
K.K.: Ναι χτίζουν σπίτια. Έρχιντιν’, έρχονται ναι. Αυτά τα νέα.

[το αρχείο ήχου σταματάει σε αυτό το σημείο]

5η Συνέντευξη
Τοσουνίδης Γεώργιος- [Μικρασιάτης Πρόσφυγας 2ης γενιάς].
Ένα αρχείο ήχου
Διάρκεια πρώτου: 37:05
Συνέντευξη με τον κύριο Τοσουνίδη Γεώργιο [Ημερομηνία
συνέντευξης:15.06.05]
Συνέντευξη: Πασκώνη Χριστίνα, Συκά Μαρία
Απομαγνητοφώνηση και πληκτρολόγηση σε Η/Υ: Πασκώνη Χριστίνα.

Το Ερ. πριν από τα λόγια και τις ερωτήσεις του (ή των) συνεντευκτών. Το Τ.Γ.
πριν από τα λόγια του Τοσουνίδη Γεώργιου. Με [.......] οι παύσεις στο λόγο των
ομιλητών ή όταν αλλάζει το νόημα των λόγων τους. Μέσα σε [ ] οι
επεξηγήσεις κατά την απομαγνητοφώνηση. Με (;) οι απορίες κατά την
απομαγνητοφώνηση.

ΑΡΧΕΙΟ ΗΧΟΥ

[Γίνεται μια άσχετη συζήτηση αρχικά μέχρι να ετοιμάσουμε τα εργαλεία.]


Ερ.: Πάντως ο φωτισμός είναι καλός.
[ήχοι από το εσωτερικό του μαγαζιού]
[απότομο ξεκίνημα συνέντευξης]
Ερ: […] Θέλετε να μας μιλήσετε για τους γονείς σας, Που ήτανε Μικρασιάτες;
T.Γ.: Ναι, απ’ ότι, γω είμαι σε θέση να σας πω δηλαδή.
Ερ: Ναι, ναι.

127
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

T.Γ.: Απ’ αυτά που τέλος πάντων έχω ζήσει, έχω ακούσει και τίποτα
περισσότερο. Λοιπόν, με βάση τους Μικρασιάτες σε αυτόν τον χώρο που
βρισκόμαστε τώρα, που λέγεται Απάνω Σκάλα. Είμαστε κοντά στο
φρούριο, από πάνω μας είναι το Φρούριο. Λοιπόν σ’ αυτό τον χώρο, όταν
ήρθανε οι Μικρασιάτες, ήτανε παλιά τα τούρκικα “μεζάρια”, τα λέγανε,
νεκροταφεία. Οπότε, όποιος μπορούσε, διότι όπως είναι γνωστό οι
Μικρασιάτες, δεν μπόρεσαν να φέρουν τίποτα μαζί τους, από υποσκευές,
απ’ τα υπάρχοντά τους. Και, τότε ήταν τα λεγόμενα δοχεία δε,
γκαζοτενεκέδες τα λέγαμε εμείς τότε. Και ανοίγανε τους τενεκέδες,
βάζανε κάποια ξύλα και κολλάγανε απάν’ στα ξύλα, και φτιάχνανε κανένα
παράρτημα να το πούμε, και αυτοί που κατά κάποιο τρόπο (;), βρίθηκαν
με κάποια σανίδια, και φτιάχνουνε, για να βάλουνε, για να κάνουνε
δηλαδή το σπιτάκι τους, ας πούμε, για να βάλουν τον εαυτό τους ή τα
παιδιά τους. Τέλος πάντων, και απ’ ότι είχα ακούσει και από παλαιότερα,
σαυτόν τον τόπο είχαν έρθει Αιβαλιώτες, Δικελιώτες, Σμυρνιοί ως επι τον
πλείστον, [διάφοροι ήχοι από το μαγαζί] και εγώ προσωπικά που ο
πατέρας μου και η μητέρα μου ήτανε από την Νικομήδεια. Με την (;)
βρεθήκανε και αυτοί εδώ. Αλλά οι δικοί μου, είχαν έρθει από πολύ πιο
νωρίς. Θυμάμαι που, πέντε χρόνια νωρίτερα είχαν έρθει από τους,
παραλιακούς Μικρασιάτες. Βέβαια μέσα σ’ αυτούς υπήρχαν όπως και
σήμερα υπάρχουν οι λεγόμενοι, εργατικοί άνθρωποι. Και οι άνθρωποι που
τα βολεύανε όπως όπως. Αυτοί που ήταν κάπως ικανότεροι, καταφέρανε
και φτιάξανε με το χρόνο, με τον (;), κάποια κατάσταση. Βέβαια και η
πολιτεία τότε, έφτιαξε τα σπιτάκια τα προσφυγικά, και αν δεν κάνω λάθος,
το 1930 περίπου. Όταν εγώ ήμουνα εφτά χρονώ παιδί. Με. Και πολλές
οικογένειες μπήκανε σ’ αυτά τα σπιτάκια. Ταυτόχρονα, γίνανε και τα
σχολεία επι Γεωργίου Παπανδρέου, υπουργού Παιδείας τότε, επι
Ελευθερίου Βενιζέλου που ήταν τότε κυβέρνηση. Φτιάξανε και τα
σχολειά, τα Δημοτικά σχολεία. [φασαρία από μαγαζί] Εδώ, αυτή η
παραλία, αυτή η παραλία που βρισκόμαστε. Ήτανε όλο μικρά
καφενεδάκια. Καφενεδάκια, ουζερί και τα λοιπά. Υπήρχε και ένα σινεμά,
παραγκοειδές. Δηλαδή με, φτιαγμένο με ξυλεία. Και πηγαίναν’ τότε
παιδιά στο σινεμά. Μ’ αυτό τι σχέσ’ έχει; Είναι και αυτό ένα απ’ όλα τα
φαινόμενα, της εποχής εκείνης. Μετά, α![θυμήθηκε] Ως επι το πλείστον
εδώ πέρα υπάρχουν τα κατασ’, καταστήματα, μπορώ να πω και το εμπόριο
της Μυτιλήνης, της πόλεως Μυτιλήνης, ήτανε από, υπάρχει ένα Γενί τζαμι
λέγεται. Από κει και δω, δηλαδή από την Μητρόπολη και κάτω, (;) από κει
και κάτω, ήταν η κίνηση η εμπορική, της πόλεως της (;). Μετά από
χρόνια, δεν ξέρω πως, τα συμφέροντα κάποιων, δεν ξέρω πώς να το πω.
Άρχισε να φθίνει εδώ ο χώρος αυτός, κατά κάποιο τρόπο μεταφέρανε την
εμπορική κίνηση, στο κάτω λιμάνι, γιατί παλιά δεν υπήρχε λιμάνι. Μετά,
αν δε’, αν δεν κάνω λάθος αυτό φτιάχτηκε, το χίλια […] εννιακόσια,
είκοσι οχτώ, είκοσι εννιά, περίπου. […] Ο βόρειος λιμένας και αυτό εδώ
είναι, το νότιο λιμάνι. Α! [επιφωνηματικά] Εδώ ως επι των πλείστων,
υπήρχαν τα λεγόμενα καροποιία, πεταλωτήρια, τα χάνια. Χάνια λέγαμε,
πανδοχεία που ερχόταν οι εργάτες και αφήναν’ το καρότσι και τα ζώα
τους. Και άντα, είναι για να μείνουν και καμιά βραδιά, είχε πατάρια,
μέσα στα χάνια αυτά, και κοιμόντουσαν. Τα’, τα τα ξενοδοχεία ήταν
ελάχιστα, τότε. Βέβαια. […] Τι άλλο να σας πω, σχετικά. Δηλαδή ήταν
ένας κόσμος, μεν ταλαιπωρημένος, διωγμένος. Άλλα υπήρχε μεταξύ τους

128
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

μια αλληλεγγύη, βοηθούσε ο ένας τον άλλον. Τώρα για σήμερα τι να πω,
τι να πω. Πολύ φοβάμαι ότι αυτό δεν υπάρχει. Είναι σαν να λέμε, ο
καθένας [φωνές από το μαγαζί] τον εαυτούλη του. Τώρα εσείς είστε νέα
κορίτσια, δεν έχετε καμία σχέση με όλα αυτά που αναφέρω εγώ. Βέβαια
δεν μπορώ να μην δεχτώ, σαν άνθρωπος προοδευτικός, ων. Και μ’ αρέσει
να αναγνωρίζω κάποια δικαιώματα, και στους νέους. Αλλά την εποχή μας,
δεν ήμασταν έτσι εμείς τα παιδιά, οι νέοι. Αν υπήρχε κάποιο κρούσμα,
ήτανε λόγω κάποιας οικογενειακής ανωμαλίας. Όταν ήταν, η μάνα και ο
πατέρας καλοί νοικοκυραίοι, τα παιδιά ακολουθούσαν΄ οπωσδήποτε, αν
όχι εκατό τοις εκατό, ένα μεγαλύτερο μέρος, το παράδειγμα τς
συμπεριφοράς των γονιών των. Ε, τώρα τι άλλο να αναφέρω;
Ερ: Να σας ρωτήσω λίγο, λίγε πληροφορίες για τους γονείς σας, από αυτά
που, σας είχα πεί;
T.Γ.: Οι γονείς μου, ακούστε να δείτε. Ο πατέρας μου, εγώ είμαι απ’ τη
δεύτερη σύζυγο του. Τότε, λόγω διωγμού, λόγω […] τότε κυνηγούσανε
τον καθένανε. Όπως και τους Αρμεναίους. Γιατί και οι Αρμεναίοι,
υπήρξαν γενο’, γενοκτονία για τους Αρμεναίους. Εν πάση περιπτώσει. Δεν
κατηγορώ τους Τούρκους. Γιατί και οι Τούρκοι δεν είναι όλοι τους ίδιοι.
Και σε αυτούς υπάρχει ένα ποσοστό που είναι άνθρωποι, καλοί άνθρωποι.
Γιατί αν δεν κάνω λάθος. Απ’ ότι έχω ακούσει από αυτούς τους παλιούς
που μπέθησαν όλα αυτά, υπήρξαν και Τούρκοι που τους βοηθήσανε.
Βοηθήσανε κάπως. Οι Τούρκοι βοηθήσανε τους Έλληνες, Μικρασιάτες.
Αλλά δυστυχώς, εδώ που τα λέμε, κάθε, κάθε ομάδα, κάθε φυλή κάθε
θρήσκευμα έχει την ηγεσία του. Βέβαια η ηγεσία τότε ήταν σουλτανική
κατά κάποιο τρόπο, κατάφερε να φανατίζει κάποιους, Γιατ’ ο φανατισμός,
κατά την άποψή μου είναι κακό πράμα. Πιστεύεις ότι είναι αυτό αλλά όχι
με φανατικό, με φανατισμό. Ε ο φανατισμός πολλές φορές κάνει κακό,
χωρίς να το θέλει, κάνει κάνει κακό. Δηλαδή σαν να λέμε [σε αυτό το
σημείο ρίχνει καταλάθος το μικρόφωνο] Ωχ! Τα κατάφερα;
Ερ: Δεν πειράζει, δεν πειράζει.
T.Γ.: Λοιπόν, εν πάση περιπτώσει, σαν να λέμε ε, να διεκδικείς για τον εαυτό
σου και ν’ αναγνωρίζεις για τους άλλους κάποια πράματα. Ε, ο πατέρας
μου όπως είπαμε είχε άλλη οικογένεια, στη Νικομήδεια. Είχε πέντε παιδιά,
και ήταν και τα πέντε αγόρια, απ’ ότι εδιηγήτο, απ’ ότι διηγήτο εκείνος.
Και ένα βράδυ, που λείπανε οι άντρες από το χωριό, δεν ξέρω για πιο λόγο
λείπανε, δεν ρώτσα τον πατέρα μου να μου πει, για να ξέρω. Πήγανε τότε
οι Τσέτες, τους λέγανε, Τσέτες τους Τούρκους αυτούς αντάρτες , Τσέτες
ξέρω γω. Και κάψαν’ όλο το χωριό, και δεν αφήσνε τίποτα. Όταν γυρίσαν’
οι άντρες, τα βρήκαν όλα κατεστραμμένα, καμένα και ούτε παιδιά ούτε
γυναίκες, ούτε τίποτα. Που τα πήγαν τι έγινε δεν ξέρω. Όταν ήρθε εδώ ο
πατέρας μου, έφυγε από κει δηλαδή και κατέβηκε στη Κωνσταντινούπολη,
και από τη Κα’, Κωνσταντινούπολη βρέθηκε εδώ σένα χωριό που λέγεται
Μόρια. Είναι από δω που μένουμε έξι χιλιόμετρα. Ναι. Και εκείνος
εγνώριζε την τέχνη του πεταλωτή και του αρτοποιείου, εφτιαχ’, ήταν και
ψωμάς. Τώρα πως γίνεται απ’ τα ζώα να πάει, να ζυμώνει ψωμιά, αυτό πια
δεν το ξέρω. Ε, μπάσει περιπτώσει, κατάφερε με αυτό και επιβίωσε, και
γνώρισε τότε τη γυναίκα, τη γυναίκα του, την μάνα μου δηλαδή. Η οποία
ήταν τότες δεκαεπτά ή δεκαοκτώ χρονώ. Και την παντρεύτηκε με,
μεσολάβηση κάποιων πατρ’, συμπατριωτών τους. Και έγινα εγώ το πρώτο
παιδί. Η μάνα μου έκανε πέντε παιδιά. Απ’ όλα αυτά τα παιδιά έμεινα

129
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

μόνον εγώ. Και αντίστοιχα τα πρώτα αδερφάκια το ένα ενάμιση και το


άλλο διόμιση χρονώ, πεθάνα. Μετά τα άλλα δυο παιδιά, τα άλλα μου δυο
αδέρφια, η αδερφή μου και ο αδερφός μου, αντιστοίχως το ένα δεκαοχτώ
χρονώ και το άλλο δεκαεφτά χρονώ, το χίλια εννιακόσια, όταν ήτανε οι
Γερμανοί είχαν έρθει το σαράντα, σαράντα επτά πέθανε ο αδερφός μου
και το σαράντα οχτώ η αδερφή μου. Τώρα να μην μπούμε σε
λεπτομέρειες, πως πέθανε.
Ερ: Ο μπαμπάς σας και η μαμά σας, πως λεγόντουσαν;
T.Γ.: Μισό λεπτό. Η μάνα μου, η μάνα μου είχε πεθάνει πιο μπροστά το χίλια
εννιακόσια σαράντα έξι. Τριάντα εννιά χρονώ, η μάνα μου. Ε μπάσει
περιπτώσει, έμεινε ο πατέρας μου μόνος, από κει και πέρα να μην μπούμε
στις λεπτομέρειες της συμπεριφοράς του πατέρα μου.
[χτυπάει καταλάθος το μικρόφωνο]
T.Γ.: Πάλι το χάλασα;
Ερ.: Όχι, όχι θα το κρατά’ απλά θα το κρατάω εγώ.
T.Γ.: Ναι, λοιπόν. Και, και […] ο πατέρας μου, πέθανε εξήντα τεσσάρων
χρονώ. Εγώ το χίλια εννιακόσια σαράντα πέντε παντρεύτηκα. Και κάναμε
τα δυό παιδιά με την γυναίκα μου. Δόξα το Θεό, τα παιδιά μας υπάρχουν
και εμείς υπάρχουμε. Και μπο, δοξάζω το Θεό που σε σχέση με άλλα που
ακούγονται και λέγονται και φαίνονται, που δεν υπάρχουν μικρότεροι από
μένα. Δόξα το Θεό καλά τα πήγαμε, καλά τα καταφέραμε. Ναι. Άλλο
τίποτα. Ε, όπως είπαμε εδώ οι καροποιοί, οι πεταλωταί, οι σαγματοποιοί.
Σαγματοποιούς λέμε αυτά που φοράνε τα ζώα, για να τραβάνε το κάρο, το
σαμάρι, και όλα αυτά τα. Γιατί τότε δεν υπήρχε δημοσίας χρήσεως
μεταφορικά μέσα. Υπήρχαν τα κάρα. Και όλα αυτά γινόντουσαν με τα
ζώα. Ακόμα και τα βόδια, ήταν τα βοδόκαρα τότε, γιατί εγω σαν
πεταλωτής που ήμουνα, είχα άμεση σχέση με αυτά, γιατί πετάλωνα, τα
πάντα. Άλογα, γαϊδούρια, μουλάρια, βόδια. Όλα αυτά. Οι καροποιοί ήταν
άλλο επάγγελμα. Αλλά ήμασταν στον ίδιο χώρο, εδώ. Ναι. Σ’ τούτο εδώ
το λιμάνι που βλέπετε. Ε, όπως είπαμε ήταν και το εμπορικό […] το
επιβατικό όχι. Το εμπορικό λιμάνι ήταν τούτο εδώ, ερχόνταν εδώ, υπήρχε
μια σκάλα εδώ πέρα ξύλινη και έμπαινε μες στη θάλασσα, και ερχόνταν
και έπρεπε μετά με τα καΐκια τότε, δεν υπήρχαν βαπόρια και (;). Με τα
καΐκια. Και φέρνανε, τα βόδια, και μάλιστα επειδή τα βόδια δεν μπορούν,
έχουν, δεν μπορούσαν ν’ ανεβούν απάνω στη σκάλα. Τα ρίχναν’ μες στη
θάλασσα, και τα τραβούσαν με τις βάρκες έξω. Και τα βγάζανε. Αυτά, τι
άλλο να σας πω δεν ξέρω.
Ερ: Ε.
T.Γ.: Αν έχετε να με ρωτήσετε κάτι ειδικά;
Ερ.: Ναι. Ε, ο μπαμπάς σας τι επάγγελμα έκανε στη […]
T.Γ.: Το ίδιο το, ναι ο πεταλωτής, αλλά το επάγγελμα του ψωμά, του αρτοποιού
το είχε παρατήσει. Και ασχολείται με το, με τα αυτό, με το πετάλωμα.
Ερ: Σας είχε πει έτσι αναμνήσεις που είχε, από κείνη την εποχή που ζούσε
στην, Νικομήδεια, μετά στην Κωνσταντινούπολη;
T.Γ.: Όχι, όχι. Δεν ξέρω για πιο λόγο. Δεν έτυχε, δεν έγινε συζήτηση για να
γνωρίσω κάποια περισσότερα πράματα
Ερ: Ε, μετά για το διωγμό; Σας είχε μιλήσει; Πως ήρθανε, που πρωτο μείνανε,
τον πρώτο καιρό
T.Γ.: Σας είπα ότι ο πατέρας μου κατέφυγε στην Κωνσταντινούπολη. Και από
την Κωνσταντινούπολη, βρέθηκε να είναι σε αυτό το χωριό που λέγεται

130
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

Μόρια. Και έκανε το επάγγελμα του πεταλωτή και του ψωμά. Αλλά μέχρις
ότου εδραίωσε το επάγγελμα του πεταλωτή, παράτησε το αρτοποιείο ,
παράτησε το, τα ψωμιά και πετάλωνε μονάχα. Το οποίο το μαγαζί ήταν
από δω από πάνω μεριά, εδώ κοντά . Δίπλα στο ΠΙΚΠΑ.
Ερ: Εδώ οι υπόλοιποι κάτοικοι, πως, σας έχει μιλήσει ποτέ; Πως δεχτήκανε
τους πρόσφυγες;
T.Γ.: Α. Ως προς αυτό μπορώ να πώ ότι, όχι, πολύ ευχάριστα. Όχι πολύ
ανθρώπινα. Τώρα δεν ήταν όλοι εκατό τα εκατό βέβαια τότε η Μυτιλήνη.
Αλλά ένα μεγάλο ποσοστό από αυτούς τους Μυτιληνιούς, τους έβλεπαν
σαν τουρκόσπορους τους ονόμαζαν, τουρκόσπορους. Τουρκομερίτες και
κάτι τέτοια.
Ερ: Τις γυναίκες ξέρω γω, πως τις έβλεπαν;
T.Γ.: Οι γυναίκες, οι γυναίκες όπως είναι γνωστό. Ο κάθε άνθρωπος έλκει το
συνάνθρωπο του ε με τη συμπεριφορά του. Δηλαδή αυτό φέρνει κοντά
τον έναν με τον άλλο συνάνθρωπο. Όταν βλέπεις έναν άνθρωπο και έχει
κάποια ευφράδεια, ξέρω γω, κάποια συμπάθεια, δείχνει κάποια
συμπάθεια, και αυτό το διαπιστώνουν όταν αυτός λέει κάποια πράμα, ή
κάνει κάποια πράματα. Εξοικειώνεσαι κατά κάποιο τρόπο μαζί του, και
δημιουργείς μια σχέση. Αυτό λέγεται, πώς να το πω αυτό […] οικειότητα.
Ερ: Μμ.
T.Γ.: Κάποια οικειότητα. Ναι. Εμ πάση περιπτώσει, σας έχω αναφέρει ότι εγώ
είμαι τελείως αγράμματος, δεν πήγα σχολειό. Πήγα, τα μικρά μου χρόνια
σε νυχτερινή, έξι χρόνια.. Και από πέντε έξι χρονώ παιδί, μέχρι και
σήμερα ακόμα, μπορώ να σας πω ότι δουλεύω. Τι δουλεύω; Κάνω τις
δουλειές του σπιτιού μας. Βοηθώ την γυναίκα μου στα οικιακά, έχουμε
ένα, μια αυλή εκεί πέρα, και ασχολούμαι μ’ αυτή.
Ερ: Ε, να σας ρωτήσω. Μετά, οι πρόσφυγες ξέρω γω, φέρανε εδώ κάποια
έθιμα, κάποιες νοοτροπίες, κάποια επαγγέλματα που ίσως να μην υπήρχαν
εδώ;
T.Γ.: Ναι, οπωσδήποτε, οπωσδήποτε, οπωσδήποτε, οπωσδήποτε, αυτό ναι. Που
άμα σε πω ακόμα και η μαγειρική, και στην μαγειρική οι ντόπιοι (;) πως
μαγειρεύουνε (;). Και εξάλλου είναι κουκιά, φασόλια, πλιγούρι ταχανά,
αυτά. Οι ανατολίτες φέρανε κατά κάποιο τρόπο την μαγειρική, και κάποια,
πώς να τα ονομάσω φαγητά.
Ερ.: Ε, από επαγγέλματα; Που ίσως δεν υπήρχαν εδώ; Η που αναπτύχθηκαν
πολύ περισσότερο όταν ήρθαν οι πρόσφυγες. Έχουμε ακούσει ότι πήρανε
κάποια, κάποια μαγαζιά εδώ στην Ερμού;
T.Γ.: Ναι, όπως’, ναι οπωσδήποτε. Πρώτα πρώτα δεν υπήρχε εδώ ντόπιος που
να φτιάχνει κάρα. Τα κάρα τα φτιάχνανε όταν ήρθανε απ’ το
Αδραμίτη, απ’ το Αιβαλί και απ’ το Δικελή, και απ’ τη Σμύρνη. Όλοι
αυτοί οι τεχνίτες ήταν Αιβαλιώτες, Δικελιώτες και Σμυρνιοί. Τώρα
περισσότερα, το τι υπήρχε πριν έρθουν αυτοί , δεν ξέρω. Δεν ξέρω. Αλλά
είναι γεγονός ότι το, το πνεύμα το εμπορικό και το επιχειρηματικό το
φέρανε αυτοί οι άνθρωποι. Κωνσταντινοπολίτες, Κωνσταντινοπολίτες
ε, και Μικρασιάτες, ως επι των πλείστον. Εγώ ξέχασα να σας πω,
εγώ πως ονομάζομαι. Ονομάζομαι Γιώργος Τοσουνίδης [γελάει] και όπως
είπα έχω δυο παιδιά, το ένα εξ αυτών είναι εδώ πέρα γιατρός είναι
οφθαλμίατρος. Η κόρη μου είναι φιλόλογος έχει παντρευτεί στην Αθήνα, ε
από οικογένεια και αυτοί τα πήγαν καλά. Κάναν και αυτοί από δυο παιδιά,
η κόρη μου δυο κόρες, ο γιος μου ένα γιο και μια κόρη. Ε, μπορώ να σας

131
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

πω ότι μάθαν’ γράμματα και αυτά. Ν α μην αναφέρουμε τι σπούδασε το


κάθε τέτοιο.
Ερ: Εντάξει. Ε, τι άλλο να ρωτήσουμε; Α, υπήρχανε διάφορες συντεχνίες
γύρω από το επάγγελμά σας; Ξέρω γω, διάφορες μορφές που μπορούσε ο
ένας […]
T.Γ.: Δες.
Ερ: να βοηθήσει τον άλλον.
T.Γ.: Ακούστε να δείτε, όπως και σας είπα και πιο μπροστά. Όταν ο
συνάνθρωπος είναι εκείνος ο οποίος, με τον οποίο μπορείς να κάτσεις να
συζητήσεις. Ασφαλώς, ασφαλώς υπήρξαν κι τέτοιες περιπτώσεις. Διότι,
αυτά τα εντεκα΄, ε τα ‘γγέλματα που αναφέρουμε, καροποιός, (;),
πεταλωτής, ήτανε σαφή επαγγέλματα. Δηλαδή το ένα στήριζε το άλλο. Αν
δεν υπήρχε το ένα, δεν θα υπήρχε το άλλο. Φυσική συνέπεια είναι.
Δηλαδή όσο χρειαζόταν ένα ζώο, ένα ζώο. Περνούσε πρώτα απ΄ τον
πεταλωτή, μετά για να μπει στο κάρο, για να μπει στο κάρο, για να
τραβήξει το κάρο, έπρεπε να πάρει κάποια υποσάγματα τα λέμε.
Ερ: Ναι.
T.Γ.: Αυτά τα, εμείς τα λέμε εδώ, τα λέγαμε εμείς τα κίμια. Τα κίμια. Αλλά το
σωστό είναι τα σάγματα, ή υποσάγματα. Αυτό ειν’ το σωστό. Αλλά εμείς
(;) φέρετε τα κίμια, φέρ’ το χαμούτο, φέρε το σαμάρι, φέρ’ το μπαλντίμι
ξέρω γω. Φέρε το καπίστρι, φέρε το χαλινό! Το χαλινό είναι, το γκέμι, το
γκέμι που μπαίνει μέσα σίδερο για να τιθασεύει, να μπορεί να ελέγχει το
άλογο ή το μουλάρι.
Ερ: Ο μπαμπάς σας είχε μετά, όταν ήρθε εδώ είχε καμία επαφή με, απέναντι
με τις (;) και τα λοιπά.
T.Γ.: Α, όχι καμία, καμία. Διότι ο πατέρας μου είχε άλλα τέσσερα αδέρφια, τα
οποία είχαν διασπαρεί, ο ένας ο αδερφός του ήτανε στην Αλεξάνδρεια, ο
ένας ήτανε στον Βόλο, ο άλλος ήταν στην Θεσσαλονίκη στις Συκιές, ο
άλλος ήταν στην Αικατερίνη. Ήταν διάσπαρτα τ’ αδέρφια του πατέρα μου
Εγώ γνώρισα μόνο τον ένα που ήταν στην Αθήνα και τον έλεγαν Γιάννη.
(;) και τον αδερφό μου τον έλεγαν Γιάννη. Εμ πάση περιπτώσει, ε, αυτά.
Δεν είχαμε, επαφές, δεν είχε ο πατέρας μου επαφές.
Ερ: Είχανε διασκορπιστεί, λόγω του διωγμού;
T.Γ.: Ναι, ναι. Τότε όπως ξέρετε τα μέσα μεταφοράς ήταν τα, τα καΐκια, μικρά
η μεγάλα. Μετά βγήκανε κάποια πλοία. Βαπόρια τα λέγαμε εμείς τότε. Τα
οποία ήταν ατμοκίνητα, με κάρβουνο. Μετά ήρθανε οι βενζινομηχανές, το
πετρέλαιο. Εγώ από’ τι θυμάμαι απ΄ τα παλά καράβια εδώ. Ήταν ένα, το
Σοφία Τόγια, Σοφία Τόγια. Μετά ήρθε η Αρδένα, μετά ήρθε το Αιολίς.
Και μετά ήρθαμε απ’ τις επανορθώσεις από τον πόλεμο ο Κολοκοτρώνης,
ο Καραϊσκάκης και, και κάποιο άλλο. Τρία καράβια. Ένα άλλο
Θεσσαλονίκη το λέγανε. Αυτά. Και γι’ αυτό ήτανε δύσκολη η, η
μετακίνηση, το, καιρό αυτό. Δεν υπήρχε (;). Υπήρχε (;). Διότι τότε, αν δεν
κάνω λάθος, για να πας να δουλέψεις σε ένα ελαιόκτημα κάποιου,
ελαιοκτηματία. Έπαιρνε δεκαπέντε δραχμές μεροκάματο, η γυναίκα
έπαιρνε δέκα με δώδεκα δραχμές, στο μάζεμα της ελιάς. Και απ’ ότι
θυμάμαι, η οκά το λάδι, είχε τριάντα δύο δραχμές. Δηλαδή έπαιρνε, μισή
οκά λάδι, ο άντρας, μεροκάματο. Και σήμερα παίρνει ένα δοχείο και δεν
φτάνει. Αλλάξαν’, τα δεδομένα. Κατάλαβες; Αλλά το κακό εδώ πέρα, από
τους Μυτιληνιούς τότε, παράγοντες, οικονομικούς παράγοντες. Δεν
έγιναν, πώς να στο πω. Δεν έγιναν κάποιες, επενδύσεις, κάποιες δουλειές

132
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

για να πάρει ο τόπος μια κάποια εξέλιξη. Ήταν εδώ ο, Καλαμάρης, ο


Καλαμάρης. Ήτανε ο Μοζάλας, ήτανε οι αδελφοί Βασιλείου […] οι οποίοι
είχανε ραφενηρίες, ραφενηρίες. Και δω ο Καλαμάρης, ε, έβγαζε κλωστές,
υφάσματα, μακαρόνια. Ο δε Μοζάλας, ήταν ελαιοτριβείο, είχε
ελαιοτριβείο. Είχε και αλευρόμυλο, είχε και αλευρόμυλο. Ναι, δεν υπήρξε
δηλαδή κάποια, καινούρια επένδυση να, μπορεί ο κόσμος εδώ να σταθεί
να δουλεύει. Και ασχολήτο μόνο με τις ελιές.
Ερ: Ε, ξέρετε αν ο μπαμπάς σας νοσταλγούσε, το να γυρίσει πίσω;
T.Γ.: Α. Η νοσταλγία είναι σε οποιονδήποτε συνάθρωπο. Η νοσταλγία υπήρχε.
Αλλά δεν ήταν εύκολο. Διότι απ’ ότι έλεγαν, τους έχουν, πώς να το πω,
ήταν σεσημασμένοι αυτοί οι οποίοι, κατά κάποιο τρόπο, είχανε φύγει.
Ειδικά αυτοί απο την Νικομήδεια. Ενώ οι Μικρασιάτες, δεν ήτανε τόσο.
Γιατί οι Μικρασιάτες είχαν καλοί σχέση με τους (;), ενώ οι ενδότεροι δεν
είχαν καλοί σχέση. Δηλαδ’ ο ένας μισούσε ακραία το άλλον.
Ερ.: Μμ. […] Τι άλλο να σας ρωτήσουμε;
T.Γ.: Γιατί θυμάμαι που έλεγε ο πατέρας μου. Εμένα λέει, άμα πάω εκεί λέει,
αμέσως λέει θα με σφάξουν. Έλεγε ο πατέρας μου. Τώρα τι είχε κάνει ο
πατέρας μου, δεν ξέρω. Δεν τον ρώτησα να μου πει, γιατί; Είχε μια έντονη
αντιπαράθεση, μεταξύ εκεί Τούρκων, και των κατοίκων της
Νικομήδειας .Τώρα σήμερα λέγεται Ισμίρ, η Νικομήδεια λέγεται Ισμίρ.
Ερ: Μάλιστα. Εσείς μήπως θέλετε να μας πείτε κάτι, που έχετε ξεχάσει
σχετικά, με την εμπειρία […]
T.Γ.: Παιδί μου άκου να δεις. Τι να έχω να ξεχάσω. Εμείς εδώ ζήσαμε, τότε επί
Γερμανών, που λέγεται επί 1941 μια μεγάλη πείνα. Μια έλλειψη από
απόψεως τροφών. Εγώ προσωπικά, τώρα αυτό όμως είναι περιαυτολογία
δηλαδήζ, άμα θέλω να καυχηθώ για μένα; Ε, όταν το 1941, ’42
επιχειρούσαμε να φύγουμε να ενταχθούμε στο, στρατό της Μέσης
Ανατολής. Τότε στο συμμαχικό στρατό. Πήγαμε να φύγουμε από κει από
τα Μυστεγνά, λέγεται ένα σημείο πεταλίδι. Ήμασταν πέντε παιδιά, από
μόνοι μας είχαμε αποφασίσει, χωρίς να μα’, απο καμία άλλη οργάνωση.
Μεταξύ μας πέντε παιδιά αποφασίσαμε να φύγουμε απέναντι, να πάμε
απέναντι στην Τουρκία, παρά το ότι γνωρίζαμε, πως κάποια παιδιά θα
γυρίζανε πίσω οι Τούρκοι. Και αυτοί ήταν οι φιλοάγγλοι και οι
φιλογερμανοί. Κατάλαβες; Και άμα έπεφτες σε χέρια φιλογερμανών τότε
ήσουν καταδικασμένος. Γιατί άμα τους φέρνανε πίσω, οι φιλογεμανοί
τους τουφεκίζανε. Πάρα αυτά, εφτά νέοι που ήμασταν, εγώ ήμουν τότε
δεκαοχτώ δεκαεννιά χρονώ. Ε, όπως σας είπα (;) δεκαεννιά χρονώ
ήμουνα. Εμείς τι να σκεφτούμε, υπήρχε ενθουσιασμός. Από κει και πέρα
δεν σκεφτόμασταν ούτε κινδύνους ούτε τίποτα. Και μας πιάσαν’ οι
Γερμανοί. Τώρα, να σας πω τις λεπτομέρειες που μας πιάσανε; Δεν
ωφελεί. Μας πιάσαν’ οι Γερμανοί, μας φέραν’ εδώ πέρα. Αλλά δεν θα
ξεχάσω την συμπεριφορά ενός Γερμανού αξιωματικού. Αλλά, άπως είναι
γνωστό μέσα στους Γερμανούς, υπήρχαν και οι Αυστριακοί. Γιατί οι
Αυστριακοί με τι Αρμενοί μιλάνε την ίδια γλώσσα. Λοιπόν όταν μας
πιάσανε, κάποιος της ασφάλειας από δω, για να δείξει καλή συμπεριφορά
απέναντι σ’ αυτούς, σήκωσε το χέρι να χτυπήσει κάποιον από μας. Τον
αρπάει ο Γερμανός ο αξιωματικός, και τον έβρισε και μα φέρανε εδώ πέρα
στην ασφάλεια. Γι’ αυτό (;) εδώ πιο πάνω, τώρα. Και, όταν θέλαν’ να μας
βάλουν μέσα στα κρατητήρια μέχρι νεοτέρας ξέρω γω, μπαίνει αυτός να
ελέγξει τα κρατητήρια, και βλέπει ότι δεν ήταν κατάλληλα, δεν τα βρήκε

133
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

κατάλληλα. Και μα, και και του λέει του, του αστυνομικού, «Νείξις εδώ»,
[που σημαίνει] «Άλλο, άλλο». Να πάμε δηλαδή σε άλλο. Και μας πήγαν
στο δεύτερο αστυνομικό τμήμα, και καθίσαμε δώδεκα μέρες, μας
ανεκρίνανε τρεις φορές. Και επειδή είχαμε την τύχη, μεταθαξύ αυτών. (;)
[δεν ακούω τι λέει, υπερτερούν οι διπλανοί ήχοι] δικαστικού, ο οποίος τα
‘χε καλά (;) ανθρώπου, εφημερίδος (;). Ναι. Με την βοήθεια αυτών, και
μάλιστα και με τη βοήθεια των αστυνομικών του δευτέρου αστυνομικού
τμήματος. Μας βοηθήσανε, μας ενημερώσανε να μην αλλάζουμε τα λόγια
μας. Να λέμε αυτά που λέμε στην πρώτη μας κατάθεση. Να μην
αλλάζουμε τα λόγια μας. Τώρα αυτό δεν ξέρω κατά πόσο βοήθησε, όμως
μετά από δώδεκα μέρες μας αφήσαν’ ελεύθερους. Τους υπόλοιπους που
φέρανε πίσω, τους αφήσαν’ εδώ στα Τσαμάκια, στα Πευκάκια. Πού’ ναι ο
Ε.Ο.Τ;
Ερ: Ναι.
T.Γ.: Εκεί πέρα.
Ερ: Να, ε, να κάνουμε μια ανακεφαλαίωση. Όταν ήρυε ο μπαμπάς σας δηλαδή
από την Κωνσταντινούπολη […]
T.Γ.: Ναι.
Ερ: Ε, έμεινε στην Μόρια.
T.Γ.: Εγκαταστάθηκε στη Μόρια.
Ερ: Μετά ήρθε εδώ στη […]
T.Γ.: Μετά ενάμισ’ χρόνω, μετά ενάμισ’ χρόνω, ήρθε σ’ αυτόν εδώ τον χώρο.
Πού ‘ναι (;) από πάν’
Ερ: Ναι.
T.Γ.: Στο ΠΙΚΠΑ εκεί από πάν’.

Ερ.: Το μαγαζί […]


T.Γ.: Πού’ ναι ο Παπαρίσβας; Εκεί πού’ ναι το Πανεπιστήμιο Αιγαίου τώρα;
Εκεί πέρα, σ’ αυτό το χώρο.
Ερ: Ε, το μαγαζί πως το, άνοιξε ξέρω γώ;
T.Γ.: Ακούστε να δείτε, το μαγαζί όπως είπα ήταν μία παράγκα. Ήταν μια
παράγκα. Το οποίο ήταν καροποίο, το πήρε ο πατέρας μου μετά από
αυτόν. Το αγόρασε, δεν ξέρω (;) . Αλλά πριν πάρει αυτό, ήταν λίγο
πιο κάτω, πιο εδώ. Το οποίο δεν το βόλευε. Και τα’ άφησε αυτό, και πήρε
αυτό εδώ. Έτσι έγινε, η αλλαγή.
Ερ: Ε, ήρθε και έμεινε μετά, κι εδώ μέσα στη Μυτιλήνη […]
T.Γ.: Εδώ, ναι εδώ.
Ερ: Η’ συνέχισε;
T.Γ.: (;)
Ερ: Εδώ στη Μυτιλήνη που έμεινε;
T.Γ.: Μμ;
Ερ: Που έμεινε εδώ στη Μυτιλήνη; Σε προσφυγικό;
T.Γ.: Όχι, όχι. Μέσα σε αυτό το ίδιο, μέσα σε αυτό το ίδιο μαγαζί. Μια
παράγκα, μια παράγκα, δίπλα. Να πω, τέσσερα επι τρία; Τέσσερα επι τρία.
Ε ήταν η οικογένεια ρου πατέρα μου.
Ερ: Μετά πέθανε ο μπαμπάς σας
T.Γ.: Όχι, η μάνα μου πέθανε. Τριάντα εννιά χρονών, ο πατέρας μου πέθανε
εξήντα τέσσερα χρονών.
Ερ.: Και, σας άφησε το μαγαζί; Εσάς, να συνεχίσετε το επάγγελμα.

134
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

T.Γ.: Μετά ακούστε να δείτε, αυτά όπως είπα, η μητέρα μου πέθανε το 1946.
Αλλά αυτά που λέμε τώρα είναι, πριν το 1930.Είανι δε θα’ ναι δεκάξι
χρονώ. Δεκάξι δεκαεφτά χρονώ. Οπότε, όπως είπαμε πεθάναν’ και τα
μικρά μου αδέρφια, και μείναμε τρεις και μετά πεθάναν’ και τα άλλα μου
αδέρφια. Μάλιστα όταν εγώ πια ήμουν στρατιώτης το 1948, πέθανε η
αδερφή μου. Το 1948 που είχα πάει στρατιώτης, δηλαδή (;), γιατί λόγω
κατοχής, έπρεπε να πάω από το 1948 στρατιώτης, και πήγα το σαράντα
έξι. Όχι, το σαράντα οχτώ, πέντε χρόνια αργότερα.
Ερ: Ε, ο μπαμπάς σας είχε επαφή με άλλους πρόσφυγες που είχαν έρθει έτσι
από τη Νικομήδεια;.
T.Γ.: Πώς δεν είχε. (;) σε αυτό το περιβάλλον. Είχε έναν, πατριώτη ο οποίος
ήτανε στην, εθνική τράπεζα. Έναν πατριώτη είχε, κι άλλους πατριώτες
είχε, με τους οποίους για δε, εσυναντούτο, λέγανε τα δικά τους.
Ερ: Και αυτοί μένανε, είχανε μείνει και αυτοί έτσι σε παράγκες ή;
T.Γ.: Για να’ μαι ειλικρινής, όχι, δε ξέρω, δε ξέρω. Κάποιοι δε, μένανε μέσα,
στο κάστρο. Είχανε εγκατασταθεί μέσα στο κάστρο. Τότε αυτά που
εγκατέλειψαν οι Τούρκοι. (;) πολλές μεταβολές έχουν κάνει. Εκεί απάνω
υπήρχε και, μετά, είχε και δεξαμενή. Είχε και δεξαμενή για να, παίρνουμε
νερό. Το κάστρο είναι αυτό που βλέπετε. Μετά από την φυγή των
Τούρκων, εγκαταστάθηκε ο ελληνικός στρατός, το 1912, ’12. Και αν δεν
κάνω λάθος ήτανε, η δικάτε τρίτε μεραρχία αρχιπελάγους και, το εικοστό
δεύτερο σύνταγμα. Και μένανε μέσα στο κάτρο. Η δε έδρα, του εικοστού
δευτέρου συντάγματος είναι τώρα, όπως είναι τώρα το κτίριο, του
Υπουργείου Αιγαίου, κατεβαίνοντας λίγο πιο κάτω, προς το μουσείο, εκεί
δεξιά. Τώρα είναι, μένουν εκεί, το’ χουνε κάνει σπιτάκια και μένουν οι
αξιωματικοί.
Ερ: Ώστε μένανε δηλαδή στην αρχή οι πρόσφυγες μέσα στο κάστρο;
Ορισμένοι πρόσφυγες.
T.Γ.: Ναι, και μέσα στο κάστρο, και μέσα στο κάστρο. Δηλαδή όποιος
προλάβαινε τότε, έβαζε τη κεφαλή του, έχωνε το [γελάει] το, τη μύτη του.
Ερ: Χμ μ. [καταφατικό]. Μάλιστα, ωραία. Ε, δεν μας είπατε το όνομα και, το
όνομα του μπαμπά σας και της μαμάς σας.
T.Γ.: Το όνομα του πατέρα μου Σεραφείμ, το όνομα της μητέρας μου Βικτωρία,
όπως και, η κόρη μου. Τον γιο μου δεν τον έβγαλα Σεραφείμ, τον έβγαλα,
Δημήτριο, τον βγάλαμε Δημήτριο γιατί; Όταν είχαμε, πριν παντρευτούμε
με την γυναίκα μου, πριν παντρευτούμε, το 1945 παντρευτήκαμε. Ο
κουνιάδος μου ήταν δεκα τρία, δεκα τέσσερα χρονώ, και έβγαλε ένα
σπυράκι εδώ κάτω από, το κάτω χείλος. (;) και (;). Πώς έγινε το σπυράκι
αυτό; Πως φαίνεται, ήταν κάποιος κακοήθης άνθρωπος, και το έσξησε το
παιδί, και μάτωσε. Και προκλήθηκε ένας ερεθισμός. Τότε δεν υπήρχανε η
πενικιλίνη, τα αντιβιοτικά, που υπάρχουν σήμερα. Και δυστυχώς, πέθανε.
Και για αν παρηγορήσουμε τον πεθερό, ειδικά τον πεθερό και την πεθερά
μ’, βγάλαμε το όνομα του γιου τους. Που είχε πεθάνει. Και έτσι δεν
έβγαλα Σεραφείμ εγώ, τον γιο μου. Τον λένε Δημήτρη Τοσουνίδη, του
Γεωργίου και της, Παρασκευής.
Ερ: Πάντως τσ’, έτσι απ’ ότι κατάλαβα, ο μπαμπάς ας δεν πολύ μίλαγε για τη
[…]
T.Γ.: Όχι, ακούστε να δείτε. Η ομιλία ήτανε μισό, ελληνοτούρκικο. Ο πατέρας
μου ήξερε γραφή αλλά έγραφε με γράμματα ελληνικά μεν, αλλα το, κατά
την προφορά ήτανε τούρκικη.

135
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

Ερ: Α!
T.Γ.: Κατάλαβες; Ήτανε πολύ ικανός άνθρωπος, πολύ ικανός άνθρωπος αλλά;
Αλλά. Αλλά να μη μπούμε στα πολύ (;)
Ερ.1: Ναι.
Ερ.2: Μαρία; Για τα προσφυγόπαιδα, εδώ πέρα Σε τι σχολεία πήγαιναν, αν
γνώριζαν, πως τα αντιμετώπιζαν;
Ερ1: Α, ναι! Τα παιδιά εδώ πέρα των προσφύγων, εσείς που ήσασταν παιδι.
Επ’, ε, σε τι σχολεία […]
T.Γ.: Με τα τότε παιδιά;
Ερ: Ναι.
T.Γ.: Ακούστε να δείτε.
Ερ.: Τι επαφές […]
T.Γ.: Τότε, τότε, οι πρόσφυγες απ’ αυτή τη πλευρά και οι, ντόπιοι οι Μυτιληνιοί
είχαν (;). Κάνανε πετροπόλεμο, κάναν’ πετροπόλεμο μεταξύ τους.
Δηλαδή, σαν παιχνίδι, σαν δεν ξέρω τι κάνανε πετροπόλεμο. Όταν κάποιο
παιδί πείραζε κάποιο παιδί, απ’ την άλλη πλευρά, τότε κάνανε πόλεμο να
πούμε μετ’, πετροπόλεμο. Ήτανε τα παιδιά, απ΄ τις Καμάρες, απ’ τις
Καμάρες , απ’ τη Λαγκάδα. Γιατί οι πρόσφυγες είναι από δω και
πέρα, από το παιδικό σταθμό και εδώ, ως το Καλαμάρ’. Αυτά όλα τα
σπίτια είναι προσφυγικά. Μάλιστα τότε θυμάμαι αυτοί που παίρνανε σπίτι,
δεν παίρνανε αποζημίωση. Και έλεγαν ότι η αποζημίωσ’ εδίδετο, εδίδετο
σε ομόλογ’, ομολογίες όχι ομόλογα, ομολογίες. Και κάθε τόσο πηγαίναν’
και κόβαν’ κουπόνια και πέρνανε κάποια λεφτά. Αυτοί που πήραν τσ’
ομολογίες, δεν πήραν ε, κλήρους. Σχήματα και (;). Απ’ ότι (;). Εγώ δεν (;)
Ερ: Ο μπαμπάς σας είχε πάρει […]
T.Γ.: Αποζημίωση.
Ερ: Καμιά βοήθεια
T.Γ.: Αποζημίωση. Αλλά αργότερα […] αργότερα δεν ξέρω πως, πήρε τώρα ένα
σπιτάκι. Το αγόρασε μάλλον, ένα σπιτάκι.
Ερ: Μάλιστα. Ωραία εμείς δεν έχουμε […]
T.Γ.: Πολλά,.
Ερ: Μας έχετε […]
T.Γ.: Πολλά γινόντουσαν, κατά καιρούς.
[κενό διάστημα, ήχοι από καφενείο]
Ερ: Μας έχετε, καλύψει πιστεύω.
T.Γ.: Ε α, για οτιδήποτε και είμαι σε θέση να […]
Ερ: Ναι.
T.Γ.: Σας ενημερώσω, ευχαρίστως. Είτε τώρα, είτε στο μέλλον.
Ερ.: [γελάει] Ωραία.
T.Γ.: Το τηλέφωνό μου το έχετε.
Ερ: Ναι, ναι. Εντάξει, ευχαριστούμε πολύ.
T.Γ.: Ναι καλή μου και γω σας ευχαριστώ.
Ερ: Για τις γνώσεις που μας δώσατε, τις αναμνήσεις σας.
T.Γ.: Ε, δεν έκανα κάτι περισσότερο απ’ ότι μπορώ να κάνει κάποιος. Ο
Κακλαμάνος τι έκανε ο Κακλαμάνος;
Ερ: Τη Δευτέρα θα πάμε. Θα πάμε τη Δευτέρα.
T.Γ.: Είναι πολύ καλός άνθρωπος. Αυτός είναι και
[η ηχητική καταγραφή της συνέντευξης σταματάει σε αυτό το σημείο]

136
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

6η Συνέντευξη

Σταψατέλλη Γραμματική, Τουρλή Ευθαλία - [Μικρασιάτισες πρόσφυγες 2 ης


γενιάς, Μέλη Συλλόγου Μικρασιατών Σκάλα Λουτρών]
Δύο αρχεία ήχου
Διάρκεια πρώτου: 26:20 - Διάρκεια δεύτερου: 30:80
Συνέντευξη με την Σταψατέλλη Γραμματική και την Τουρλή Ευθαλία
[Ημερομηνία συνέντευξης:10.07.05]
Συνέντευξη: Πασκώνη Χριστίνα, Συκά Μαρία.
Απομαγνητοφώνηση και πληκτρολόγηση σε Η/Υ: Πασκώνη Χριστίνα.

Το Ερ. πριν από τα λόγια και τις ερωτήσεις του (ή των) συνεντευκτών. Το Τ.Ε.
πριν από τα λόγια της Τουρλή Ευθαλίας και το Σ.Γ. πριν από τα λόγια της
Σταψατέλλη Γραμματικής. Με [.......] οι παύσεις στο λόγο των ομιλητών ή όταν
αλλάζει το νόημα των λόγων τους. Μέσα σε [ ] οι επεξηγήσεις κατά την
απομαγνητοφώνηση. Με (;) οι απορίες κατά την απομαγνητοφώνηση.

ΠΡΩΤΟ ΑΡΧΕΙΟ ΗΧΟΥ

[Ήχους από την προετοιμασία τοποθέτησης του μικροφώνου.]

Ερ.: Λοιπόν.
T.E.: Ναι. Εμάς εδώ οι άνθρωποι ήρθανε το ’22. Ε, είχανε σχέση με τον τόπο,
διότι κάνανε εμπόριο, είχανε καΐκια, ψαροκάικα, ήτανε καπεταναίοι οι
περισσότεροι. Και επειδή γνώριζαν τον τόπο, δεν πήγανε στην Χίο όπως
θα ήτανε, γιατί ο Τσεσμές ήτανε απέναντι από την Χίο […]
Ερ.: Μμ.
Σ.Γ.: Πιο εύκολο.
T.E.: Αλλά λόγω του ότι γνώριζαν τον τόπο, από, αυτές συναλλαγές που είχαν
μαζί τους, ήρθαν κατευθείαν εδώ. Βέβαια εδώ που ήρθανε, ήρθαν’
κατεστραμμένοι. Δεν μπόρεσαν να πάρουνε σχεδόν τίποτα, από την
περιουσία ρους, ήρθαν πληγωμένοι πολύ, ήρθαν […] τρομαγμένοι πολύ
απ’ τα γεγονότα, και έμειναν τις πρώτες μέρες, ήτανε Αύγουστος στα τέλη
του Αυγούστου και έμειναν έξω στην παραλία. Υπήρχε ένα παλιό
εργοστάσιο το οποίο τους, βόλεψε και κάποιες αποθήκες.
Σ.Γ.: Τους φιλοξένησε.
T.E.: Τους φιλοξένησε εν πάση περιπτώσει για μια βδομάδα. Από ‘κει κ’
ύστερα πήγανε σε διάφορα σπίτια πάνω στο χωριό, ε, όπου τα νοίκιασαν.
Σ.Γ.: Αυτό εδώ τώρα που βρισκόμαστε είναι συνοικισμός.
T.E.: Ναι, θα πούμε τώρα με πότε έγινε αυτό. Ε, έμειναν στα σπίτια τα
νοικιασμένα του χωριού, έμειναν γύρω στα οχτώ χρόνια. Διότι, το κράτος
τους παρέδωσε είκοσι πέντε προσφυγικές κατοικίες όπου, ήτανε για τους
ανθρώπους που ήταν πρόσφυγες, οι πρώτοι πρόσφυγες εδώ. Και αυτό

137
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

έγινε το ’31. Ε, έκατσαν αρκετά χρόνια, ε πάνω στο χωριό που τους
έδωσαν τα σπίτια. Έκτοτε οι άνθρωποι η αλήθεια είναι ότι, όπως είπε και
η Γραμματούλα, δεν μιλάγανε πολύ. Απλά ξέρετε υπήρχε μια αλληλεγγύη
και μια αγάπη γιατί όλοι αυτοί είχαν ζήσει τα ίδια πράγματα, και ήτανε
όλοι φορτωμένοι με το ίδιο φορτίο της προσφυγιάς. Πράγμα που
συνεπάγεται με κοινή πορεία πια. Ε εμείς αυτό που μάθαμε μεταγενέστερα
ήτανε ότι ήταν αλληλέγγυοι, ήταν αγαπημένοι. Ασχολούνταν οι
περισσότεροι με το ψάρεμα [...]
Ερ.: […] Μμ.
T.E.: Κάναν [...]
Σ.Γ.: και σχεδόν όλοι με το ψάρεμα.
T.E.: Ναι, ναι ήταν λίγοι
Σ.Γ.: Σχεδόν όλοι. Ότι είχαν να κάνουν ήτανε με το ψάρεμα.
T.E.: Ναι.
Σ.Γ.: Ο, ο ένας ας πούμε που είχε την επιχείρηση [...]
T.E.: […] είχε εκεί.
Σ.Γ.: ήτανε καραβομαραγκός
T.E.: Ναι.
Σ.Γ.: Και έφτιαξε εδώ πέρα το Καρνάγιο, γιατί είναι από τότε [...]
Ερ.: […] Α.
Σ.Γ.: Το Καρνάγιο αυτό, είναι από τον παππού τους οι άνθρωποι. Οι υπόλοιποι
με τα καΐκια ας πούμε ασχολούνταν [...]
T.E.: Ναι.
Σ.Γ.: […] με το ψάρεμα.
T.E.: Ναι. Και αυ’ και τα σπίτια δόθηκαν, στους ψαράδες. Διότι πάνω απ’ το
χωριό, όσοι είχαν ασχοληθεί με αγροτιά και με τέτοια έμειναν. Αλλά οι
ψαράδες ήρθαν εδώ κάτω γιατί, δεν μπορούσαν οι άνθρωποι να
δουλέψουν α’ άλλο
Ερ.: Ναι.
T.E.: Εν πάση περιπτώσει, οι νοικοκυρές εδώ, έδωσαν πάρα πολλά στον τόπο.
Ε, καταρχάς ήτανε πολύ καλές μαγείρισσες. Ήτανε πολύ καλές μοδίστρες.
Κεντίτρες καλές. Ε, κέντημα, πλέξιμο, ράψιμο, ε, έδωσαν τα φώτα τους
στις ντόπιες και αυτό τ’ μέχρι τώρα δηλαδ’, το παραδέχονται , ο ντόπιος
ο […]
Σ.Γ.: […] τ’ όχουν αναγνωρίσει.
T.E.: Τ’ όχουν αναγνωρίσει. Δηλαδή εμάς η θεία μου, έφτιαχνε πατρόν, και,
αυτοσχέδια έτσι στολίδια, πάνω στα ρούχα. Τα οποία δεν υπήρχαν εδώ,
δεν κυκλοφορούσαν δηλαδή μέσα στην Μυτιλήνη. Και πατρόν δεν ήξερε
να βγάλει κανείς. Αυτή το, η θεία μας με το θείο όπου ζούσαν και την
οικογένειά τους βέβαια. Ε [...]
Σ.Γ.: […] αυτοί ήτανε ράφτες.
T.E.: Ήτανε ράφτες και οι δύο.
Ερ.: Το όνομά τους;
T.E.: Ήτανε η Ειρήνη και ο [σκέφτεται, ξεφυσάει] […]
Σ.Γ.: Ήτανε το όνομα Χατζηαργύρη
T.E.: Χατζηαργύρη.
Σ.Γ.: Που είδατε στο […]
Ερ.: [...] Α
T.E.: Λοιπόν, αυτοί ήτανε οι θείοι μας οι οποίοι βέβαια […]
Σ.Γ.: [...] ήτανε αντρόγυνο.

138
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

T.E.: Ήτανε αντρόγυνο και ράβανε και οι δύο, και μέσα στην Μυτιλήνη είχαν
μια μεγάλη πελατεία. Έδωσαν όμως και τα φώτα τους. Κεντήτρες πάλι, ε,
δηλαδή πράγματα πολύ σπάνια, για εδώ ε, κι’ έχουμε και τέτοια κειμήλια
έχουμε κρατήσει. Κι’ αυτά δηλαδή έδωσαν, αλλά τον καιρό που ήρθε,
που ήρθαν εδώ οι άνθρωποι ήταν τόσο κατατρεγμένοι που δυστυχώς τα
πούλησαν. Για ένα κομμάτι ψωμί. Και τώρα υπάρχουν στα χέρια των
ντόπιων ανθρώπων. Ε, και τα λέν’ αυτοί ότι ξέρεις εγώ το πήρα από την
τάδε προ’, ε, αυτή ε, γυναίκα και το είχαν πάρει για ένα κομμάτι ψωμί. Εμ
πάση περιπτώσει υπήρχαν πολύ όμορφα πράγματα και στον αργαλειό και
στο κέντημα. Πο’ πολύ, σπάνια κομμάτια με μετάξια, με […] Σήμερα
δηλαδή ανεκτίμητης αξίας.
Σ.Γ.: Αυτά που έφεραν […]
T.E.: [...] Ναι.
Σ.Γ.: ήταν πολύ ωραία πράγματα. Αυτά που είχαν φέρει από τον τόπο τους.
Αλλά και μετά από εκεί όταν ήρθαν και κατοίκησαν σίγουρα […]
T.E.: [...] Έπρεπε να επιβιώσουν οι άνθρωποι. Τι ‘θέλαν να κάνουν, να βλέπουν
τα μεταξωτά; Τα δώσανε, τα πούλησαν να ζήσουν οι οικογένειές τους. Η
γιαγιά μας, είχε καταφέρει, λόγω του ότι είχαν δικά τους καΐκια, είχαν
καταφέρει και έφεραν […]
Σ.Γ.: Και κάποια έπιπλα.
T.E.: […] κάποια έπιπλα. Τα οποία τα έχω εγώ.
Ερ.: Α! [θαυμασμός]
T.E.: Ήρθαν στα δικά μου τα χέρια. Τώρα, κάποια στιγμή θα ‘ρθείτε να τα
φωτογραφίσετε, αφού σας ενδιαφέρουν αυτά.
Ερ.: Ναι, ναι.
T.E.: Είναι, πρόκειται για ένα μπαούλο και ένα καθρέφτη.
Σ.Γ.: Έχει το όνομα, το μπαούλο έχει το όνομα του παππού μας με μια
χρονολογία πάνω […]
T.E.: Είναι και [...]
Σ.Γ.: […] φαίνεται τον καιρό που φτιάχτηκε.
Ερ.: Και στις εκδηλώσεις νομίζω ότι είχατε […]
T.E.: […] Ναι μπράβο. Λοιπόν είναι ένα, αυτός είναι ο μικρός ο καθρέφτης έχω
άλλον έναν. Ο οποίος είναι ε, ο παππούς μου ήταν ο Φραγκουλάκης ο
Νικόλαος και το αναφέρει πάνω το μπαούλο, είναι του 1907. Ε [...] η
γιαγιά είχε φέρει μαζί, ένα πολύ μεγάλο όγκο κοσμημάτων, τα οποία
όμως όταν α’ ήρθε ο μπαμπάς μου είχε πάθει είχε αρρωστήσει πολύ
βαριά. Η γυναίκα τον είχε πάει στην καλύτερη κλινική, με αποτέλεσμα να
μην έχει να τον πληρώσει.
Σ.Γ.: Έδωσε τα χρυσαφικά ε, για να σωθεί το παιδί.
Ερ.: Ναι, για να βρεθ’, ναι.
Σ.Γ.: Και μείναν’ πάρα πολύ, ελάχιστα κομμάτια ας πούμε.
T.E.: Καθόλου τίποτα. Ένα μόνο […]
Σ.Γ.: έτσι όπως ήτανε […]
T.E.: Έτσι.
Σ.Γ.: Μέσα σε κάποιο σακούλι […]
Ερ.: […] Ε, ναι.
Σ.Γ.: που ήταν της εποχής. Τα [...]
Ερ.: Κανένα πουγκάκι.
Σ.Γ.: Οι μπιζουτιέρες ας πούμε.
Ερ.: Ναι.

139
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

T.E.: Και τα πήγε και τα ‘δωσε στο γιατρό. Ο οποίος χειρούργησε το μπαμπά
τον μπαμπά μας.
Σ.Γ.: Και έπαθε πλευρίτη […] που την εποχή ήτανε
T.E.: Ναι.
Σ.Γ.: Για την εποχή ήτανε μια φυσ’ […]
T.E.: Όχι ήτανε για να πεθάνει, αλλά εμ πάση περιπτώσει […]
Σ.Γ.: […] πολύ δύσκολες αρρώστιες
T.E.: η γυναίκα […]
Ερ.: Ε ναι, για να σώσει το παιδί της.
T.E.: Ναι, είπε πάρτα αυτά δεν έχω λεφτά, αλλά αυτά πάρτα και θέλω να σώσεις
το παιδί. Όπως και σώθηκε.
Σ.Γ.: Έγινε και σ΄ όλους, δηλαδή ότι είχαν και δεν είχαν σε δύσκολες στιγμές
T.E.: Ναι.
Σ.Γ.: Ε, στην πείνα τότε ο κόσμος που δεν είχε να φάει.
T.E.: Είχαν σωθεί εφτά κουταλάκια ασημένια, εκ των οποίων τα δύο είχαμε
εμείς και τα υπόλοιπα μοιράστηκαν […]
Σ.Γ.: Μοιράστηκαν στα παιδιά ας πούμε.
T.E.: Μοιράστηκαν δηλαδή στα παιδιά της.
Σ.Γ.: Είχανε, ήτανε κάποια κομμάτια [….]
T.E.: Η για’ η γιαγιά είχε τέσσερα παιδιά. Είχε τρεις κόρες και ο μπαμπάς μας
ένας, τέσσερις. Και τα μοίρασε ακριβώς στα παιδιά.
[οι δύο συνεντευξιαζόμενες μιλάνε ταυτόχρονα]
Σ.Γ.: Τους έδωσε ας πούμε από δύο το καθένα
T.E.: Εμείς αυτά τα έχουμε δώσει τώρα στο Μουσείο, στην Μικρασιατική στέγη
πολιτισμού. Εμένα της μαμάς μου, από της μαμάς μου είχε, την είχαν
βάλει νύφη ένα πολύ μικρό πραγματάκι έτσι χρυσό. Φαίνεται κιόλας ότι
είναι από κει, υπάρχει κάτι ιδιαίτερο, στη τεχνοτροπία. Το έχουμε δώσει
και αυτό. Θα το πάρετε φωτογραφία, θα σας τα δείξει ο […]
Σ.Γ.: κειμήλιο υπήρχε από την δικιά μας οικογένεια […]
T.E.: Ναι, και όπως και ένα σκου’, ένα ζευγάρι σκουλαρίκια πάλι τα οποία […]
Σ.Γ.: Σώθηκαν και δύο γελεκάκια του παππού μας […]
T.E.: Ναι.
Σ.Γ.: τα οποία τα έχουμε και αυτά, δώσει γι’ αυτό το, γι’ αυτό το σκοπό.
T.E.: Ναι.
Σ.Γ.: Ήτανε του ανθρώπου ε. Λίγα πράγματα βέβαια σώθηκαν.
T.E.: Και από κάθε οικογένεια λίγα σώθηκαν
Σ.Γ.: Ε, δυσκολεύτηκε ο κόσμος πολύ στην […]
T.E.: Ήτανε, ήτανε και η κατοχή μετά
Σ.Γ.: Στην κατοχή έβγαλε ο κόσμος και έδωσε ότι είχε και δεν είχε, για να
επιβιώσει. Και εδώ που, έτσι όπως συζητάμε για την ιστορία του χωριού.
Στην κατοχή κατάφερε, αυτοί κατάφεραν οι άνθρωποι αυτοί, ψαρεύοντας,
να δίνουν και να σώζετε (;)
[οι δύο συνεντευξιαζόμενες μιλάνε ταυτόχρονα]
T.E.: Καταρχάς […] το χωριό […]
Σ.Γ.: […] ότι ψάρι μάζευαν το μοίραζαν στον κόσμο, για να φάει ο κόσμος […]
T.E.: επιβι’, επιβίωσε από κει, δηλαδή εδώ υπήρχαν γύρω στα δεκαπέντε
ψαροκάικα, όπου θέλανε να φύγουνε για ψάρεμα να γυρίσουν και να
πέσουν τα ψάρια σε όλο τον κόσμο. Ανεξαρτήτου […] [σε αυτό το σημείο
ακούγεται η κ. Σταψατέλλη Γραμματική που μιλάει στον άλλον
συνεντευκτή] Ναι.

140
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

Ερ.: Κατάστασης.
T.E.: Υπήρχε, υπήρχε και το λάδι [σε αυτό το σημείο ακούγεται η κ.
Σταψατέλλη Γραμματική που μιλάει στον άλλον συνεντευκτή] το οποίο
έσωσε, τ’ τους κατοίκους, από εκεί οι άνθρωποι αυτοί και αυτό που
κατάφεραν κι εμείς το το βρήκαμε ακόμα και στην δική μας εποχή μετά
από τόσα χρόνια είναι, ε, να υπάρχει έτσι ένας μυστικός κώδικας εγώ θα
τον πω. Όπου, να μπορεί να, να βρισκόμαστε δηλαδή. Είναι είναι γεγονός
ότι ανταμώναμε […]
Σ.Γ.: […] Καταφέραμε να μείνει το δέσιμο.
T.E.: καταφέραμε να μείνει το δέσιμο αυτό […]
Ερ.: […] Ναι.
T.E.: να υπάρχει αυτό αυτό το, ο ψυ’ ο ψυχικός α’ από μέσα υπάρχει αυτό δεν
είναι επιφανειακό. Υπάρχει αυτή η αλληλεγγύη το δέσιμο. Ε […] το
πρόβλημα, να προσπαθούμε έτσι συνολικά να το βλέπουμε, δεν έχουμε
καταφέρει πολλά […]
Σ.Γ.: Αυτό πιο παλιά, που ζούσαν οι γιαγιάδες ας πούμε, οι γιαγιάδες μας. Εγω
είμαι κοντεύω πενήντα χρονώ. Απ’ ότι θυμάμαι δηλαδή στα παιδικά μου
τα χρόνια, ότι γεγονός συνέβαινε στο χωριό μέσα, είτε ήτανε ευχάριστο
όπως ήταν αρραβώνας, γάμος ή και σε πιο δυσάρεστα ας πούμε. Το
αντιμετώπιζαν όλοι […]
T.E.: Συνολικά, συνολικά.
Σ.Γ.: […] σαν να ήταν δικό τους το [...] η χαρά και η λύπη βέβαια. Θυμάμαι ότι
σ’ στους γάμους μαζευότανε όλες οι γιαγιάδες, ετοίμαζαν τα φαγητά που
έπρεπε να ετοιμάσουνε για να κάνουν την διασκέδαση, γιατί παντρευόταν
με τον τρόπο τον παραδοσιακό ας πούμε.
T.E.: Και όχι μόνο αυτό αλλά, και στην ετοιμασία […] της προίκας
Σ.Γ.: ου σπιτιού, της προίκας. [μιλάνε ταυτόχρονα] Βεβαίως συμμετείχανε […]
T.E.: Εγώ στην αδερφή μου το θυμάμαι, είχε, επειδή ο γάμος είχε γίνει σε ένα
πολύ μικρό χρονικό διάστημα, ε, ήρθανε όλος μαζί και […]
Σ.Γ.: Ο κάθε ένα προσπαθούσε να βοηθήσει βεβαίως.
T.E.: προσπαθούσε ο καθένας στον τομέα του, είτε για εργόχειρο επρόκειτο είτε
για […] του του σπιτιού ας πούμε, τον καλλωπισμό. Και όλα αυτά, επειδή
τότε ταβέρνες δεν πήγαιναν, ήτανε η αδερφή μου τότε πριν τριάντα χρόνια
είχε παντρευτεί, και […]
Σ.Γ.: (;) οι ταβέρνες (;) […]
T.E.: απλώς ε’ εμείς όμως το κρατάγαμε αυτό, αυτό θέλω να πω. Σίγουρα
υπήρχανε ταβέρνες. Αλλά δεν θέλαμε να γίνονται οι γάμοι απρόσωποι.
Αλλά να γίνονται έτσι όπως είχαν οι […] γιαγιάδες και παππούδες. Και
κάναν’ τα φαγητά όλες μαζί οι γυναίκες […]
Σ.Γ.: Υπήρχε αυτή η συμμετοχή.
T.E.: Και ναι, και τα πρόσφεραν στον κόσμο πάλι ο’ όλες μαζί. Κι η μια με την
άλλη να βοηθηθεί […]
Σ.Γ.: Αυτό το στοιχείο ήταν πολύ δυνατό, πριν από κάποια χρόνια.
T.E.: Ναι και, και τώρα παραμένει.
Ερ.: Περνάς δύσκολες στιγμές.
T.E.: Να σας πω εγώ τώρα τι συμβαίνει. Στο λέω εγώ τώρα γιατί εγώ πριν εφτά
οχτώ χρόνια έχασα τον άντρα μου. Λοιπόν το σπίτι μου ήταν πάνω στα
Λουτρά λόγω του ότι το κτίσαμε εκεί, σας πληροφορώ ότι έφυγα από εκεί
γιατί ένιωθα εδώ […]
Σ.Γ.: […] Ασφάλεια.

141
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

T.E.: ασφάλεια, από τον κόσμο, όχι ότι είχα πρόβλημα πάνω αλλά ένιωθα
αγάπη, την ένιωθα. Και ‘θελαν να ‘ρθουν κάθε μέρα στο σπίτι, τον
πρώτο καιρό, να κάνουν οτιδήποτε φανταστείτε για να με κάνουν να
γελάσω να με κάνουν να το ξεπεράσω. Συν το ότι είχα βέβαια την
οικογένειά μου, η οποία δεν αντικαθιστάτε με τίποτα.
Ερ.: Ωραία.
T.E.: Ναι, αλλά είχα όμως αυτόν τον οικογενειακό, τον ευρύτερα οικογενειακό
κόσμο και μ’ είχε στηρίξει πάρα πολύ, δηλαδή το γεγονός αυτό ήταν τόσο
τραγικό, που όμως εμένα κατάφεραν και με βοήθησαν από αυτή τους την
συμπεριφορά. Εκ’ εγώ για μένα είναι αυτό το οποίο άφησαν οι
Μικρασιάτες. Είχαν καταφέρει την ανθρωπιά τους.
[σε αυτό το σημείο οι δύο συνεντευξιαζόμενες μιλάνε ταυτόχρονα]
Σ.Γ.: Πονιόταν ρε παιδί μου, ο ένας με τον άλλον και υπάρχει κάτι το ιδιαίτερο
στην φιλοξενία.
T.E.: Γιατί αυτό ήταν η λέξη η σωστή, η ανθρωπιά, το ανθρώπινο στοιχείο,
επένδυση στις ανθρώπινες σχέσεις
Ερ.: Ίσως γιατί είχαν περάσει όλοι κάτι πολύ […]
T.E.: Αυτό, είχανε κοινή πορεία.
Ερ.: Κάτι πολύ έντονο κιόλας.
T.E.: Και πέρασαν αγάπη μου, πέρασαν από την φωτιά από μέσα, έχασαν τις
περιουσίες τους, έχασαν την ζωή τους, έχασαν. Φανταστείτε τώρα να είσαι
τακτοποιημένος όπως είμαστε εμείς άλλος λίγο άλλος πολύ. Και να βρεθεί
και να σου πουν φεύγεις με την ψυχή στο στόμα. Γιατί ουσιαστικά έφυγαν
με την ψυχή στο στόμα […]
[σε αυτό το σημείο οι δύο συνεντευξιαζόμενες μιλάνε ταυτόχρονα]
Σ.Γ.: Αυτό, αυτό λέμε ότι είχαν πάντα ανοιχτή αγκαλιά.
T.E.: Τι πήρανε δηλαδή; Την ψυχή τους.
Σ.Γ.: Δίχως να θέλουμε να κατηγορήσουμε και να υποβαθμίσουμε κανένα
αλίμονο. Υπήρχε ε, για το χωριό ας πούμε […]
T.E.: […] Ω [επιφωνηματικά] προς Θεού ίσα ίσα!
Σ.Γ.: Ε, όταν εμάς ο πατέρας μου μας έλεγε ότι τους δέχτηκαν, γιατί τα πρώτα
χρόνια τα πέρασαν στο χωριό, ότι οι ντόπιοι τους δέχτηκαν οι
περισσότεροι με πολύ καλό τρόπο. Ένιωθαν όμως ότι ήταν ξένο στοιχείο
[…]
T.E.: Ξένοι, ξένοι!
Σ.Γ.: Και εκείνοι οι ίδιοι το ένιωθαν και οι άλλοι άνθρωποι ότι δεν ήταν από
τους δικούς τους ας πούμε.
T.E.: Είχε όμως ανθρώπους και στο χωριό πολύ καλούς.
Σ.Γ.: Ε, όταν όμως ήρθαν και εγκαταστάθηκαν εδώ πέρα, το χωριό ήταν πολύ
φτωχό. Μπροστά στο, στους ντόπιους ανθρώπους […]
T.E.: Ε, βέβαια.
Σ.Γ.: που ήτανε στα Λουτρά. […]
T.E.: […] Βέβαια
Σ.Γ.: καμία σχέση με την οικονομική τους κατάσταση
Εφόσον [γελάει ειρωνικά] οι άνθρωποι ήρθαν και βρήκαν μόνο ένα σπίτι
που τους έδωσε το κράτος […]
T.E.: […] Δυο δωμάτια!
Σ.Γ.: ή με δυο δωμάτια και οτιδήποτε. Αλλά ξεχώριζαν πάντα. Γιατί παλιά
υπήρχε η αστυνομία ας πούμε στο χωριό, λέμε για ανθρώπους ουδέτερους,

142
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

που δεν ζούσαν εδώ μόνιμα και ερχόταν κατά καιρούς. Δάσκαλοι,
παπάδες, ε ναι […]
T.E.: […] όπως είπες αστυνομικοί.
Σ.Γ.: η αστυνομία που ήτανε στο χωριό. Και έλεγαν τι συμβαίνει και είναι
διαφορετικός ο κόσμος στην Σκάλα, διαφορετικός στα Λουτρά!
[σε αυτό το σημείο οι δύο συνεντευξιαζόμενες μιλάνε ταυτόχρονα]
T.E.: Δηλαδή τώρα υπήρχε μια, υπήρχε μια ποιότητα, υπήρχε μια ποιότητα.
Σ.Γ.: Είχαν μια άλλη νοοτροπία, ήταν πιο καλόβολοι, πιο φιλόξενοι πιο ναι […]
Ερ.: Ζεστοί.
Σ.Γ.: Πιο ζεστοί ναι, ήτανε πιο ζεστοί σίγουρα πιο ζεστοί.
T.E.: Αγκάλιαζαν τον κόσμο γιατί ήξεραν και εκείνοι […]
Σ.Γ.: Παραμένει βέβαια αυτό το […]
T.E.: […] Μέγεθος της φιλοξενίας […]
Σ.Γ.: Το στοιχείο αυτό υπάρχει ας πούμε και τώρα. Πιστεύω ότι δεν έχει φύγει
από τον, τουλάχιστον από τους αυτούς όλους όσους βρισκόμαστε […]
T.E.: […] Ναι, ναι ναι αυτό είναι αλήθεια.
Σ.Γ.: Έχει παραμείνει αυτό το πράγμα.
T.E.: Υπάρχει αυτό το ανθρώπινο στοιχείο.
Σ.Γ.: Δεν είναι κλειστός ο άλλος να φοβάται να ανοίξει
T.E.: Δηλαδή έρχεται κάποιος τώρα εδώ, μην φανταστείτε ότι και να μην τον
γνωρίζουν […]
Σ.Γ.: […] Ναι.
T.E.: Θα πουν καλός τον! Έλα πέρασε! Μα ένα ποτήρι νερό θα βρεθεί, μα μια
[…]
Ερ.: (;) [γέλια καταφατικά]
T.E.: ζεστή κουβέντα […]
Σ.Γ.: Οτιδήποτε.
T.E.: Αυτό συμβαίνει. Δεν είναι απόμακρος ο κόσμος και τσ’, απρόσιτος έτσι.
Έχουν, έχουν κάτι το ιδιαίτερο. Εμείς γι’ αυτό τους ευγνωμονούμε, ε
εντάξει αγράμματοι άνθρωποι ήταν μην φανταστείτε τώρα ας ας πούμε
κάτι. Αλλά ήταν, μορφωμένοι. Είχαν κοινωνικοί μόρφωση.
Ερ.: Εσάς ο παππούς σας ποια δουλειά έκανε στη […]
T.E.: […] Εμάς είχε καΐκια.
Ερ.: Α ναι.
T.E.: Ναι, είχαν καΐκια τα οποία ε, το ένα το είχαν φέρει. Και το είχαν φέρει σ’
‘όταν το είχαν βγάλει στο Καρνάγιο. Δεν το είχαν τελειοποιήσει γιατί δεν,
που ξέραν’ οι άνθρωποι τι θα τους συμβεί! Και έβαζε νερά. Και μέσα εκεί
γέννησε και μια γυναίκα όταν ήρθαν εδώ η οποία είχε κάνει δίδυμα. Και
τα, και η γυναίκα αυτή τώρα είναι τόσων χρόνων και οι δύο οι αδερφές.
Ερ.: Του […]
T.E.: Ναι, ναι. Είναι η Τριανταφυλλιώ και η Γεωργία η Γκουτζαγιώτου.
Ερ.: Την είδαμε στα χαρτιά.
T.E.: Μπράβο. Εκεί μέσα γέννησε η γυναίκα αυτή, και το καΐκι δεν ήταν και
όταν ήρθαν πια εδώ, προσπάθησαν να το μαζέψουν όσο μπορούσαν για να
ζήσουν οι άνθρωποι. Ε […] στις γιορτές, στις οικογενειακές γιορτές θελαν
να βρεθούν παράδειγμα, ο ένας με τον άλλον έτσι, να μαζευτούν.
[σε αυτό το σημείο οι δύο συνεντευξιαζόμενες μιλάνε ταυτόχρονα]
T.E.: Και μ’ ένα λαδόξιδο […]
Σ.Γ.: όλες τις γιορτές γιο’ τις γιόρταζαν εκείνοι, δεν αφήνανε τίποτα δηλαδή
[…]

143
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

T.E.: κάνανε γλέντια προσπαθούσαν […]


Σ.Γ.: […] τα γλέντια ήταν […]
T.E.: […] δεν ήτανε μίζεροι. Δηλαδή ει’, ει’, είχαν ένα απίστευτο χιούμορ,
διακωμωδούσαν πολλές φορές την κατάστασή τους. Ε, τις πρωτομαγιές
και τις Καθαρές Δευτέρες θελαν τα καΐκια να οργανωθούν. Να πάρουν τον
κόσμο και να τον παν σ’ ένα νησάκι […]
Σ.Γ.: σ’ εξοχή […]
T.E.: […] Σ’ εξοχή
Σ.Γ.: σ’ εξοχή βεβαίως [γελάει] δεν άφηναν κάτι που να μην το κάνουν ας
πούμε.
T.E.: ποτέ. Έπαιζαν μουσική, οι περισσότεροι έπαιζαν μουσική. Ο μπαμπάς μας
ο παππούς μάλλον, έπαιζαν λα’ λαούτο. Ο μπαμπάς μου μόνος του είχε
μάθει μπουζούκι, ήταν το καλύτερο μπουζούκι, αυτό θα το πούμε, και η
καλύτερη φωνή της Μυτιλήνης. Δηλαδή ήταν αηδόνι ο άνθρωπος.
Σ.Γ.: Είχε πολύ όμορφη φωνή.
T.E.: Ναι. Και σαν ερασιτέχνης ε, τραγουδούσε και έπαιζε […] και θα πούμε
κάτι για τις αξίες των ανθρώπων και το ήθος που κουβαλούσαν. Εδώ τα
κέντρα παλιότερα
Ήτανε […]
Σ.Γ.: […] Εδώ για την Μυτιλήνη.
T.E.: Για της Μυτιλήνης τα δεδομένα. Παλαιότερα μιλάμε τώρα πριν σαράντα
πενήντα χρόνια, ήτανε καμπαρέ. Δεν υπήρχανε οικογενειακά μαγαζιά. Ο
μπαμπάς μου έπαιζε καταπληκτικό μπουζούκι και τραγουδούσε που καλά.
Ο άνθρωπος όμως, όταν ήρθανε και άνοιγε η Κληματαριά, ένα από τα
καλύτερα μαγαζιά της Μυτιλήνης, ήρθανε και τον κάνανε εδώ πέρα
τεμενάδες. Έλα κύριε Φραγκουλάκη και σε θέλω και σαν πρώτο
μπουζούκι και λοιπά, ο μπαμπάς μου όμως παρότι ήμασταν πάρα πολύ
φτωχοί δεν πήγε. Και ο λόγος ήταν δεν ήθελε τα παιδιά του να τον ‘δούν
σ’ έναν χώρο όπως ήταν αυτός. Προτιμούσε και πήγαινε στα πανηγύρια
και στους γάμους αλλά όχι μέσα σε αυτά τα μαγαζιά. […] Και και αυτό
που αξίζει ήταν ότι ήμασταν φτωχοί. Δεν είχαμε την πολυτέλεια της
επιλογής αλλά εκείνος το έκανε.
Σ.Γ.: Εμάς, απ’ ότι μας λέγανε, όλες τις γιορτές τις μεγάλες τα Χριστούγεννα,
την Πρωτοχρονιά προπαντός, ο ένας έκανε επισκέψεις στον άλλον.
Βεγκέρες τις λέγανε.
Ερ.: Ναι.
Σ.Γ.: Έπρεπε να ξεκινήσουν από σπίτι σε σπίτι, να κάνουν την να χαιρετήσουνε
[…]
T.E.: […] Με τραγούδι.
Σ.Γ.: Να τραγουδήσουν, να χορέψουν, να γλεντήσουν […]
[σε αυτό το σημείο οι δύο συνεντευξιαζόμενες μιλάνε ταυτόχρονα]
T.E.: Με παραδοσιακό έτσι […] με τα ρόδια
Σ.Γ.: Με τον τρόπο τους οι άνθρωποι, και με λιγοστά απ’ αυτά που είχανε, δεν
ήτανε. Ναι. […]
T.E.: Το έθιμο της Πρωτοχρονιάς του ποδαρικού.
Σ.Γ.: Το ποδαρικό τους. Οι γυναίκες βέβαια το πρωί το κάνανε αυτό. Απέναντι
μας εδώ πέρα ήτανε μια βρύση. Ήταν η πλατεία του χωριού
T.E.: Ο Τσεσμές.

144
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

Σ.Γ.: Ο Τσεσμές, έτσι τον λέγανε. Υπήρχε (;) ένα πολύ μεγάλο δέντρο, και
κάποια στιγμή γέρασε το δέντρο και κόπηκε, ήτανε η βρύση. Εκεί θέλανε
το πρωί να πάνε ν’ αφήσουνε το γλυκό τους , ν’ αφήσουνε […]
T.E.: Σ’ ένα πιατάκι.
Σ.Γ.: Ναι, σ’ ένα πιατάκι
T.E.: Δένανε τα γλυκά για τον Άγιο Βασίλη […]
Ερ.: Α! [θαυμασμός]
Σ.Γ.: Ναι, για τον Άγιο Βασίλη
T.E.: […] και για τον περαστικό.
Σ.Γ.: Ναι, να περάσει ο οποιοσδήποτε. Να πάρουν το αμίλητο νερό να το
φέρουνε
στα σπίτια τους. Αυτά όλα τα τηρούσανε με […]
[οι δύο συνεντευκτές μιλάνε ταυτόχρονα]
Τ.Ε..: Να σπάσουν το ρόδι.
Σ.Γ.: […] Το ρόδι
T.E.: Να πάρουν την πέτρα την βαριά για να είναι ε, το βιός […] τόσο βαρύ
Σ.Γ.: […] να πούνε όσο βαρούμε εμείς, ναι όσο βαράει η πέτρα, να βαραίνει και
η κεσέ που λέγανε […]
T.E.: […] Των ανθρώπων.
Ερ.: Ναι.
Σ.Γ.: τα οικονομικά τους ας πούμε να είναι πολύ καλά. Έκαναν διάφορα. Τις
απόκριες πάλι με τον ίδιο τρόπο εκείνοι, ε, πάλι την χαιρετούρα, είχανε
και κάποια ιδιαίτερα πράγματα που έφτιαχναν […]
T.E.: Είχαμε, είχαμε […]
Σ.Γ.: οι νοικοκυρές στα σπίτια.
T.E.: Γιατί, σ’, για αποκριά είχανε εδώ το ιδιαίτερο να φτιάχνουν κατιμέρια.
Είναι μία ζύμη η οποία, αυ’ θα τα πει όμως η Γραμματούλα αυτά γιατί τα
φτιάχνει καλύτερα. Λοιπόν είναι μία ζύμη […]
Σ.Γ.: […] απλά πράγματα.
T.E.: Ανοίγεται ένα φύλο, παραδοσιακό, ε, με μέσα ρύζι και τυρί.
Σ.Γ.: Αυγό.
T.E.: Αυγό, ρύζι και τυρί. Αν θέλεις τα κάνεις αλμυρά και αν θέλεις προσθέτεις
ζάχαρη και τα κάνεις γλυκά. Και γίνονται σε μεγάλα κομμάτια,
μακρόστενα […]
Σ.Γ.: Τα φτιάχνανε δηλαδή όσο ήτανε το τηγάνι, έφτιαχναν και ένα κομμάτι
από αυτά.
T.E.: Ναι.
[σε αυτό το σημείο οι δύο συνεντευξιαζόμενες μιλάνε ταυτόχρονα]
Σ.Γ.: Ναι, και τα έτρωγαν ας πούμε αυτές τις τις ημέρες, της αποκριάς.
T.E.: Ήτανε το, το ιδιαίτερο.
Ερ.: Ναι.
T.E.: Την Καθαρά Δευτέρα έπρεπε να φύγουν τα καΐκια, να πάνε να βγάλουν τα
χάβαρα όπως τα λέγανε, εννοούν τα […]
Σ.Γ.: Όλα τα θαλασσινά.
T.E.: Θαλασσινά. Και να τα μοιράσουν σε όλα τα σπίτια ανεξαιρέτως, διότι δεν
είχαν όλοι καΐκια.
Σ.Γ.: Ναι.
T.E.: Και γι’, αλλά δεν έπρεπε κανείς να μην, να έχει έλλειψη.
Σ.Γ.: Να έχει το νηστίσιμο το […]
T.E.: Αυτά έπρεπε να υπάρχουν σε όλους.

145
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

Σ.Γ.: Βέβαια.
T.E.: Και μετά και να πάρουν τον κόσμο και να τον παν εκδρομή.
Σ.Γ.: Όποιοι θέλανε να πάνε, βεβαίως.
T.E.: Ε […] το Πάσχα, έπρεπε να μπει σε μια διαδικασία όλη η οικογένεια, έτσι
τελετουργική και [...] όσο το δυνατόν […]
Σ.Γ.: […] της νηστείας
T.E.: Της νηστείας, της εκκλησίας. Ε […] της προσευχής. Εμ πάση περιπτώσει.
Ε, μέσα στην μεγάλη βδομάδα έφτιαχνα παραδοσιακά αυγά με την κάλτσα
και με το ανθάκι από τον αγρό. Από ‘κει ‘θελαν να βγουν να κάνουν το
«ρορό». Έβγαινε ένας κ’ έλεγε με κάτι κουρελάκια, η ρόκα “Ρορό το
μωρό, κάθεται στον αγωγό κα γυρεύει ένα αυγό. Αυγό σαρακοσνό, να μην
το δείρει η μάνα του κ’ έχουμε το κρίμα του και την αμαρτία του. Βγείτε
ψήλη ποντικοί, μέσα από τα ρουμάνια; ”
Σ.Γ.: Μέσα από τα ρουμάνια, ναι.
T.E.: Κάπως έτσι. Λοιπ’ […]
Ερ.: Και αυτό πότε το ‘λεγε;
T.E.: Αυτό το λέγαν’ την μεγάλη Βδομάδα. Έβγαινε ένα, ένα αγόρι. Ένα
παπαδοπαίδι, έπρεπε να είναι με τα κοινά. Και ότι κουρελάκι έπαιρνες από
πάνω από κει, ήτανε τυχερό για το σπίτι και για την υγεία των ανθρώπων.
Σ.Γ.: Ναι, καλό για το σπίτι, σαν φυλαχτό ας πούμε.
T.E.: Σαν φυλαχτό, κάπως έτσι. Ε […] βέβαια αυτοί μέσα στην μεγάλη Πέμπτη
έπρεπε να έχουν φτιάξει τα τσουρέκια και τα, παραδοσιακά. Πιάναν μαγιά
από βραδύς […]
Σ.Γ.: και τα κουλουράκια τους.
T.E.: Και τα κουλουράκια, τα Σμυρναίικα και […]
[διακοπή λόγω χτυπήματος του κινητού.]

ΔΕΥΤΕΡΟ ΑΡΧΕΙΟ ΗΧΟΥ

Σ.Γ.: Γιατί, μ’ τσ’, σχεδόν μας ανάθρεψε η γυναίκα αυτή, όλα τα εγγόνια ήταν
αρκετά εγγόνια. Γιατί όλα τώρα, οι θείες μου ας πούμε κάθονται κει πέρα
[δείχνει το σημείο]
Ερ.: Ναι.
Σ.Γ.: Οπότε και τα ξαδέρφια, σχεδόν μεγαλώναμε όλα μαζί και είχαμε και την
ίδια ηλικία. Πηγαίναμε και την βλέπαμε. Έφτιαχνε πολλά πράγματα στο
χέρι. Ζυμαρικά, έφτιαχνε εκείνη μόνη της, ε […] πολλά πράγματα, έκανε
εκείνη μόνη της, ωραία φαγητά. […] Έκανε, δηλαδή ήτανε, που λένε
χρυσοχέρες οι γυναίκες. Πολύ καθαρές, πάρα πολύ καθαρές. Παρόλο που,
μέσα ήτανε, που, [γελάει] δεν υπήρχαν τα σημερινά
[έρχεται η κ. Τουρλή Ευθαλία]
Σ.Γ.: Κοιμάται;
T.E.: Ναι.
Σ.Γ.: Λέω για την γιαγιά, που την θυμάμαι εγώ, που μας είχε τα εγγόνια γυρω
γύρω. Την θυμάμαι ότι έφτιαχνε πολλά πράγματα στο χέρι.
T.E.: Όπως έφτιαχνε πολύ ωραία μακαρόνια, την μανέστρα και την έφτιαχνε με
τον βρούλο.
Σ.Γ.: Ναι.
T.E.: Η μανέστρα ήτανε, είναι ένα είδος έτσι, τσ’, ε, βγαίνει στις ακτές στον
άμμο. Με μια μυτούλα, και ένα μακρύ σαν καλώδιο κάτι έτσι. […]
Σ.Γ.: […] Ενα πολύ λεπτό.

146
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

T.E.: ένα πολύ λεπτό […]


Σ.Γ.: […] Θάμνος είναι.
T.E.: Θάμνος σα’, σα σύρμα ήτανε, και το έστριβε και έφτιαχνε εκεί πέρα το
μακαρόνι, την μανέστρα. Ε φτιάχνανε το Πάσχα ένα ιδιαίτερό τους
φαγητό ήτανε το λουκούμ πιλάφι. Τσ’, κάτι σαν μακαρόνια με τον κιμά
ήτανε. Αυτά ήτανε, πάλι ζυμάρι, το οποίο το κόβανε. […]
Σ.Γ.: (;)
T.E.: Ναι, ναι, σε κομματάκια. Φτιάχνανε κιμά και […] από πάνω το (;) με
ντομάτα. Εγώ αυτό δεν το έχω κάνει ποτέ, αλλά η θεία μέχρι σήμερα η
οποία έχει έρθει από κει, λέει εγώ θα σας το κάνω κάποια στιγμή να το
δείτε. [γελάει] Να το δείτε πως το φτιάχναμε. Ε, και βέβαια και τα
υπόλοιπα φαγητά τα οποία ήταν ιδιαίτερα και […] ήταν από την
ανατολίτικη κουζίνα. Ε’, έχουν διαφορές.
Σ.Γ.: Είχαν το δικό τους το […]
T.E.: Φτιάχνανε πολύ ωραία, αυτό το φτιάχνουμε και’ μεις, το λεχματζούνι.
Είναι πίτα […]
Σ.Γ.: […] Με κιμά.
T.E.: με κιμά και […] λέγεται λεχματζούνι γιατί έχει πάρα πολλά μπαχαρικά, τα
οποία είναι καυτερά και γλείφεις τα χείλια σου και από εκεί λέει βγαίνει το
μαντζούνι. Ναι. Λεχματζούνι. Και συνοδεύεται με, με γιαούρτι. Για να
παίρνει την κάψα [το λέει ευδιάθετα]
Σ.Γ.: Την καψάδα [γελάει]
T.E.: Ναι, ναι. Εμείς αυτό το φτιάχνουμε πάρα πολύ τακτικά. Ε […] για το
Πάσχα, υπήρχαν, τσ’, δηλαδή τώρα πάμε στης εκκλησίας τα έθιμα.
Υπήρχε, δεν ξέρω τώρα αν και σεις έχετε κάποια πράγματα από τον τόπο
σας, αλλά, αυτό που το θυμάμαι εγώ, ήταν στο περίβολο της εκκλησίας
που […] ην ανάσταση την βγάζανε σε λοταρία. Γιατί όποιος την έπαιρνε,
και την γύριζε με την επάυριο της, ε, την Κυριακή. Ε, στην, γινόταν η
περιφορά. Έπρεπε, λοταρία δηλαδή έπρεπε να βγεί στη […]
Σ.Γ.: (;)
T.E.: Όχι. Τι είναι αυτά που λες; [απευθύνεται στη κ. Σταψατέλλη Γραμματική]
Σ.Γ.: (;)
T.E.: Αυτό είναι από τα, και απ’ τ’ Αλάτσατα. Δεν είναι, είναι είναι αυτό το
έθιμο χαρακτηριστικό, ε, αυτών των ανθρώπων. Και έβγαινε στην λοταρία
και όποιος έδινε τα περισσότερα, έπαιρνε και έκανε την περιφορά της
εικόνας, του, της Αναστάσεως. Ναι και ήταν πολύ καλό για τον όποιον, το
είχε αυτό.
Σ.Γ.: Ε ναι, θεωρούνταν ότι ήτανε ο άνθρωπος αυτός τυχερός ας πούμε
T.E.: Ότι ήτανε ξεχωριστό, ναι. Ε […]
Ερ.: Αυτά τα έθιμα ενσωματώθηκαν εδώ […]
T.E.: Ναι, βεβαίως!
Ερ.: Τα δέχτηκαν δηλαδή […]
T.E.: […] Πολύ, πολύ καλά.
Σ.Γ.: Ε, λόγω της, τώρα θα γυρίσουμε πίσω, των φώτων […]
T.E.: […] Μπράβο.
Σ.Γ.: έχει διασωθεί αυτό το πράγμα εδώ επειδή είναι η θάλασσα […]
T.E.: Ναι, ναι.
Σ.Γ.: Έρχονται πάντα και ρίχνουν τον Σταυρό […]
Ερ.: […] Μμ.

147
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

Σ.Γ.: Την ημέρα των φώτων, και πάντοτε κάποιο παιδί ή κάποια παιδιά βουτάνε
να πιάσουν τον Σταυρό. Δηλαδή γίνεται με τον παραδοσιακό τρόπο.
Πέφτουν μέσα στην θάλασσα […]
T.E.: Καλά αυτό δεν ήταν έθιμο μ’, μόνο των (;)
Σ.Γ.: Λέω ότι κατεβαίνανε εδώ πάντοτε […]
T.E.: Κοίταξε να δεις, μ’, τσ’, ε, είναι αλήθεια ότι […]
Σ.Γ.: Λόγω το ότι δεν έχουμε εκκλησία εμείς δική μας, μέχρι τώρα
T.E.: Ναι. Και οι άνθρωποι πάνω, η αλήθεια του Θεού είναι, ότι οι άνθρωποι
από το χωριό, ε, ενσωματώθηκαν με τους ανθρώπους εδώ. [σε αυτό το
σημείο μιλάει ταυτόχρονα και η κ. Σταψατέλλη Γραμματική] Δηλαδή
υπάρχουν πράγματα […]
Σ.Γ.: όλα τα έθιμα (;)
T.E.: Που δεν ξέρουμε αν [χαιρετάει κάποιον περαστικό] Που δεν ξέρουμε αν
τα έφεραν οι Μικρασιάτες παράδειγμα ή αν τα […]
Ερ.: […] Τα είχανε .
T.E.: τα είχανε οι ντόπιοι και. Είναι σίγουρο όμως ότι οι Μικρασιάτες έφεραν
πολύ παράδοση. Έφεραν πράγματα τα οποία, και εκείνοι οι άνθρωποι τα
παραδέχονται το παραδέχονται, ε, έφεραν πλούτο. Μεγάλο αριθμό έτσι,
και εθίμων αλλά είχαν φέρει μια άλλη ποιότητα.
Σ.Γ.: Είχαν την δική τους κουλτούρα […]
T.E.: […] Είχαν την δική τους κουλτούρα. Καταρχάς διασκέδαζαν πολύ.
Διασκέ’, ήξεραν μουσικά όργανα, ακόμα και τις κηδείες παράδειγμα,
υπήρχαν φορές […]
Σ.Γ.: […] Περιπτώσεις, ναι διακωμωδούσαν.
T.E.: που τις διακωμωδούσαν. Τις αποκριές ξέρανε και ντυνόντουσαν δηλαδή
μία φορά ε, πήρανε […]
Σ.Γ.: Μασκαράδες πάντα.
T.E.: Ναι, μασκαράδες, δεν υπήρχε περίπτωση ν α μην γίνουν απ ’όλα τα σπίτια
[…]
Σ.Γ.: Μουτσούνες, μουτσούνες (;)
T.E.: Μία πήρε, μία θεία μας ένα δίχτυ, κ’ έκανε [γελάει] μια νύφη, ένα λευκό
δίχτυ. Κι είχε γίνει δηλαδή, αλλά ει’, είχανε όμως, την διασκέδαση την
είχανε στην ζωή τους μέσα. Δεν μπορούσαν να ζη’, ίσως επειδή οι
άνθρωποι ήρθαν πονεμένοι αλλά και κει πρέπει να το κάναν’ αυτό. Έτσι
να διασκέδαζαν. Είχαν το […] ας πούμε τα καλά τα κρασιά, το ούζο, το
ρακί. Έπιναν όλοι αυτοί οι άνθρωποι γιατί και κει καλλιεργούσαν και
είχαν ρακί.
Ερ.: Μμ. [καταφατικό]
T.E.: Ε, είχαν όλα τα εδέσματα αυτό που συνόδευαν τον παστρουμά. Εμάς ένας
θείος μας είχε το καλύτερο μαγαζί, που έφτιαχνε παραδοσιακά λουκάνικα
και […]
T.E.: Αλλαντικά.
Ερ.: Προτού ακόμα μιλάμε τα αλλαντικά ‘βγουν στο εμπόριο.
Σ.Γ.: (;) την έφερε ο πεθερός μου.
T.E.: Την έφερε ο Θωμαίδης ο πεθερός του. Όπου ο άνθρωπος έφτιαχνε
παστρουμά και πέρναν’ και στην Αθήνα. Έφτιαχνε λουκάνικα με τα κιλά,
και και ξέρανε είχανε άλλη, άλλη ποιότητα είχαν. Ζούσαν πολύ πιο
όμορφα.
Ερ.: Το συζητάγανε ξέρω γω, είτε με με, π.χ. ο παππούς σας […]
T.E.: Ναι.

148
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

Ερ.: Συζήταγε το είχε περάσει, τον διωγμό και όλα αυτά;


T.E.: Ναι.
[ σε αυτό το σημείο οι δύο συνεντευξιαζόμενες μιλάνε ταυτόχρονα]
Σ.Γ.: Εμείς άκου να δεις, τον παππού δεν τον ζήσαμε […]
T.E.: […] Δεν τον ζήσαμε.
Σ.Γ.: δεν είχαμε γεννηθεί [...]
T.E.: Την γιαγιά.
Ερ.: Α.
T.E.: Ναι, ναι.
Σ.Γ.: Ναι, ήτανε ο μπαμπάς μας ας πούμε δεν είχε παντρευτεί ακόμα, όταν
χάσαμε τον πατέρα τους.
T.E.: Ο’, όχι ήταν μι’, μικρός δεν ήτανε; Πως ζούσε;
Σ.Γ.: Ε, όχι πολύ μικρός αλλά δεν ήταν παντρεμένος.
Ερ.: Η γιαγιά σας είχε έρθει και αυτή από […]
Σ.Γ.: […] Βέβαια, ναι όλοι από το ίδιο μέρος ήτανε.
E.E.: Όλοι εκεί, ναι βέβαια, ναι. Ναι, από κει ήτανε και δημιούργησαν
οικογένεια […]
Σ.Γ.: Παντρεμένοι ήτανε (;) […]
T.E.: Ναι, βέβαια, παντρεμένοι ήτανε με δύο παιδιά. Τον μπαμπά μου και την
θεία μου. Ο ένας ήταν τεσσάρων, ο μπαμπάς, ο οποίος βέβαια, θυμότανε
το οικόσημο της πόρτας, και θυμότανε, εικόνες αμυδρές μεν, αλλά τις
θυμότανε. Ε, η θεία ήταν δύο ετών δεν είχε, μνήμες. Αλλά ο μπαμπάς μου
ε, και έφυγε ο άνθρωπος πολύ γρήγορα, έφυγε εξήντα δύο χρονών. Ε, μια
πίκρα ότι, ναι μεν ήθελε να πάει στα, στην πατρίδα του, αλλά φοβόταν
μην και τυχόν πληγωθεί περισσότερο, και έτσι έλεγε εντάξει, ας μην πάω
κιόλας. Όμως ήταν μία σχέση που δεν μπορούσες να ξεκαθαρίσεις αν
όντως ο άνθρωπος ήθελε να πάει, ην’, το’ χε καημό.
Σ.Γ.: Ε βέβαια, ο καημός καημός […]
T.E.: Ο μπαμπάς μου […]
Σ.Γ.: […] αλλά ακόμα ήταν πολύ διστακτικοί.
T.E.: Ναι.
Σ.Γ.: Μπορώ να πω ότι τα τελευταία χρόνια που έχουν γίνει προσπάθειες έτσι.
Και από κυβερνήσεις και από τοπική αυτοδιοίκηση και. Να, να σας πω
ένα παράδειγμα, δηλαδή για προσέγγιση και για την ελληνοτουρκική
φιλία.
Ερ.: Ναι.
Σ.Γ.: Εμάς ο σύλλογος είναι δεκαπέντε ετών. Τα παιδιά μας από μας εξαρχής.
Δηλαδή όταν ήταν εμένα τα παιδιά μου εφτά οχτώ χρονών, η κόρη μου ας
πούμε γραφτήκαν’, τα παιδάκια κάνανε χορευτικά. Είχαμε ένα χορευτικό
το οποίο […]
T.E.: […] Μουσικά και χορευτικά τμήματα.
Σ.Γ.: Ναι, μουσικά και χορευτικά, με παραδοσιακούς χορούς. Μάθαιναν
κάποιους χορούς. Κάλεσαν το χορευτικό μας, να πάει στην […] σε ποιο
μέρος είχανε πει; Ε[…]
[σε αυτό το σημείο οι δύο συνεντευξιαζόμενες μιλάνε ταυτόχρονα]
T.E.: Μα’, μας είχανε γυρέψει να πάμε στα παράλια
Σ.Γ.: Ναι, παράλια. Νομίζω στο, στο Αϊβαλί. όπου θα κάναμε, ναι στο Αϊβαλί,
Όπου θα κάναμε μία ε, αυτή μία εκδήλωση.
E.E.: Μία εκδήλωση, για να χορέψουμε.

149
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

Σ.Γ.: Για να συμμετέχει το δικό μας το χορευτικό. Όταν το άκουσαν αυτό οι


παππούδες των παιδιών […]
T.E.: [γελάει] Θυμάμαι τον Θείο τον Γιώργο.
Σ.Γ.: Εμείς σαν γονείς, μπο’, μπορεί να το δεχόμασταν
T.E.: Όχι, όλοι.
Σ.Γ.: Όχι, όλοι. Δηλαδή κρατούσαμε αυτή τη […]
T.E.: Υπήρχε (;) έντονη επιφύλαξη. Ε.
Σ.Γ.: Και οι παππούδες βέβαια, απαγόρευσαν στα παιδιά, να τα στείλουμε […]
στο […]
Ερ.: Στο Αϊβαλί.
[σε αυτό το σημείο οι δύο συνεντευξιαζόμενοι μιλάνε ταυτόχρονα]
T.E.: Ιδιαίτερα ο Παπαμακαρίου, ήρθε και μου είπε […]
Σ.Γ.: Ναι, λέει που θα πάνε τα παιδιά
T.E.: Αναλαμβάνεις συ μου λέει, να πάνε τα παιδιά […]
Σ.Γ.: Ναι, βεβαίως!
T.E.: στο μέρος των οχτρών!
Σ.Γ.: Επ’, υπήρχε αυτή η επιφύλαξη […]
T.E.: Έτσι.
Σ.Γ.: Δηλαδή είναι πολύ λίγα τα χρόνια, που έχει εξοικειωθεί […]
T.E.: Ναι ναι, πρόσφατα, πολύ πρόσφατα.
Σ.Γ.: ο κόσμος με την ιδέα, ότι μπορώ να πω την τελευταία πενταετία και αν
είναι.
T.E.: Και πάλι […]
Σ.Γ.: στο να πας ας πούμε.
T.E.: Και πάλι, ποια είναι η […] αυτή τους; Η κουβέντα τους; «Τον Τούρκο
κάνεις φίλο, μα να’ χεις κι ένα ξύλο!»
Σ.Γ.: Ναι, βέβαια. Δεν μπορεί ο κόσμος να ξεφύγει […]
T.E.: Δηλαδή, δεν τους βλέπεις, ογδόντα χρόνια μετά από αυτά τα γεγονότα
[…..]
Ερ.: Ναι.
T.E.: οι άνθρωποι είναι όχι απλώς επιφυλακτικοί […]
Σ.Γ.: Συγκρατημένοι πάρα πολύ.
T.E.: αλλά βρίσκονται σε, έτσι γερές μνήμες. Και όταν, έχουμε μία θεία, η
οποία, θα την είχα εδώ σήμερα αλλά η γυναίκα είναι στη Αθήνα. θα
φροντίσω όμως αν ξανανταμώσουμε κάποια στιγμή, δεν ξέρω […]
Σ.Γ.: (;)
T.E.: Μπράβο. Λοιπόν, θα φροντίσω να σας πει, γιατί αυτή η γυναίκα,
μεγάλωσε με τη η μαμά της. Όπου έ’, έζησε όλες τις εικόνες της φρίκης,
τις έζησε μέσα από την μάνα της. Και η γυναίκα […]
Σ.Γ.: Βεβαίως αυτά τα διηγούνταν […]
T.E.: Ναι, ναι βέβαια. Ιδιαίτερα όταν καθόταν οι μεγάλες, μόνες του.[…]
Σ.Γ.: Σε, ναι στα παιδιά τους, έτσι κάποια στιγμή έτσι που το ένιωθαν, ας πούμε
το βάρος αυτό […]
T.E.: Ναι.
Σ.Γ.: Και θέλαν’ να συζητήσουν, το λέγαν’ στα παιδιά. Για τις συνθήκες που
ήτανε, με τις δυσκολίες, με την τραγικότητα των γεγονότων και όλα αυτά.
Και γι’ αυτό μέχρι τώρα ας πούμε έτσι εμείς, που κατά κάποιο τρόπο
είμαστε […]
T.E.: Ε, εντάξει, είμαστε η Τρίτη γενιά. Τρίτη και τέταρτη γενιά.

150
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

Σ.Γ.: Πιο (;) ας πούμε, και πάλι τσ’, δεν έχω αυτή την επιθυμία του να πάω να
δω Ακόμα υπάρχει αυτή η διστακτικότητα και η επιφύλαξη. Σε όλους
Ερ.: Μμ.
Σ.Γ.: Δεν μπορούμε ακόμα να ξεφύγουμε […]
T.E.: Εμείς προσωπικά, ενώ έχουν ανοίξει οι αγορές, ενώ έχουν ανοίξει όλα
[…]
Σ.Γ.: Είναι πάρα πολύ κοντά […]
T.E.: εγώ και η αδερφή μου […]
Σ.Γ.: από την Μυτιλήνη, δεν έχουμε πάει. Καταρχάς δεν θέλω να πάω ν’ αφήσω
λεφτά. Μου φαίνεται ότι θα γίνουν όπλα να χρησιμοποιηθούν κάποια
στιγμή ενάντια, δεν ξέρω αν θα είναι σε μένα, μπ’, μπορεί να είναι σ’ ένα
άλλο λαό. Πάντως, θεωρώ τον Τούρκο, ας κάνει τώρα το [...] πολιτισμένο
κ τετ’. Το θεωρώ ότι είναι ένας επεκτατικός ε […] λαός. Ο οποίος δεν
θέλω να του δώσω εγώ εφόδια.
T.E.: Υπάρχει βέβαια και η άλλη άποψη. Αυτός ο ξάδερφός μας, πηγαίνει πολύ
τακτικά στο […]
Σ.Γ.: Ναι, αυτός έχει διαφορετική άποψη.
T.E.: γιατί του δίνεται η, ευκαιρία και η δυνατότητα, μέσον του σχολείου […]
Ερ.: Μμ.
Σ.Γ.: γίνονται έτσι κάποιες, πώς να τις πω τώρα , ανταλλαγές εκδηλώσεων και
όλα αυτά. Ε, να πηγαίνει πολύ τακτικά ας πούμε. Τώρα είναι στην Σμύρνη
είχε πάει Κωνσταντινούπολη. Σε διάφορα, σχεδόν έχει γυρίσει ο’, όλα τα
παράλια απ’ ότι μας έλεγε. Και έχει την άποψη ότι είναι ο Τούρκικος λαός
είναι ένας πολύ φιλόξενος λαός. Η συμπεριφορά τους είναι άψογη […]
T.E.: Κ’ έχει δίκιο, γιατί, αλλά […]
Σ.Γ.: απ’ ότι είδε εκείνος με τα μάτια του, ας πούμε. Για την παρούσα
κατάσταση μιλάμε […]
Ερ.: […] Μμ.
Σ.Γ.: το τώρα. Ε, σε κάνουν να νιώθεις πάρα πολύ άνετα. Δηλαδή είναι τόσο
ευχαριστημένος που έχει ξεχάσει […]
T.E.: Όλο αυτό […]
Σ.Γ.: Όλη αυτή την κατάσταση που έχουν περάσει ας πούμε.
T.E.: Αυτό όμως, έχει να κάνει με τον απλό λαό.
Σ.Γ.: Τ’ άλλα είναι, κυβερνητικά
T.E.: Η πολιτική τους […]
Σ.Γ.: Ναι, ναι.
T.E.: Και η, όλη αυτοί, οι κυβερνώντες, δεν έχεις να κάνεις με τον απλό λαό,
έχεις να κάνεις πια με μια κυβέρνηση, την οποία τους δίνεις την δύναμη
[…]
Σ.Γ.: Ε πάντως (;)
T.E.: εγώ δεν λέω ότι έχω πρόβλημα με τον απλό κόσμο. Για όνομα του Θεού,
ίσα ίσα που τους ανθρώπους τους βλέπω πολλές φορές έχουν, και […]
Σ.Γ.: Κατατρεγμένους είναι ο κόσμος.
T.E.: τους, είναι, υπάρχει πάρα πολύς κόσμος. Είχα πάει εγώ στην
Κωνσταντινούπολη […]
Σ.Γ.: […] Φτωχός
T.E.: πριν αρκετά χρόνια, ε […] όχι για επίσκεψη, τέλος πάντων με τον άντρα
μου είχαμε πάει. Αλλά […] εν πάση περιπτώσει δεν φταίει ο λαός, για […]
την πολιτική, […] έτσι τσ’ διαχείριση των πραγμάτων. Εγώ εκεί απάνω
τους φοβάμαι. Μπορεί να είναι, και αυτά όλα που άκουσα. Και να είμαι

151
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

επιρεασμέν’. Καν να μην είναι έτσι τα πράγματα. Αλλά δεν θα ήθελα


όμως πολλά, πολλά. Δεν θα ήθελα.
Ερ.: Η γιαγιά σας με τον παππού σας, θέλανε να ξαναγυρίσουνε πίσω; Να
μείνουνε πάλι […]
T.E.: Εμείς αγάπη μου αυτό, δεν μπορώ, εγώ προσωπικά δεν μπορώ να στο πω
γιατί δεν το είχα συζητήσει μαζί τους.
Ερ.: Μμ.
T.E.: Η γιαγιά έμενε με την θεία μου μαζί, την αδερφή του μπαμπά μου. Αλλά
δεν το πιστεύω ότι θέλανε, γιατί […]
Σ.Γ.: Ήταν πολύ πληγωμένοι
T.E.: Ήταν πολύ πληγωμένοι, ναι. Πάρα πολύ πληγωμένοι.
Σ.Γ.: Ίσως τα πρώτα χρόνια, να είχαν έτσι από μέσα τους, μια ελπίδα ότι ίσως
[…]
T.E.: Ναι.
Ερ.: Να ξανά […]
Σ.Γ.: Φεύγαν’ και γύριζαν πίσω […]
T.E.: Αλλά αυτό όμως για τα πολύ πρώτα χρόνια.
Σ.Γ.: Από ένα σημείο όμως και μετά […]
T.E.: Το’ χανε πάρει […]
Σ.Γ.: είδαν ότι ήταν κάτι που δεν υπήρχε, δυνατότητα να γίνει. Και νομίζω ότι
δεν το συζητούσαν καν. Όμως ένιωθαν ότι ήταν ξένοι εδώ, η πατρίδα τους
ήταν εκεί.
T.E.: Ναι.
Σ.Γ.: Αυτό το ένιωθαν.
T.E.: Ο μπαμπάς μας ιδιαίτερα, έτσι, πολλές φορές [….]
Σ.Γ.: Το καταλάβαινες.
T.E.: Τσ’, τώρα ο’, όταν μεγαλώσαμε και μεις, καταλάβαμε, συνειδητοποιήσαμε
τον πόνο των ανθρώπων. Τώρα, μην νομίζεις γιατί όταν είσαι μικρός, δεν
μπορείς να καταλάβεις τον ψυχικό κόσμο του άλλου. Ο μπαμπάς μας και
πολλές φορές όταν, ήταν και ψαράς ο άνθρωπος. Έτσι τα μάτια του
γεμίζαν’, βουρκώναν’ όταν τραγουδούσε […]
Σ.Γ.: Νοσταλγούσε, νοσταλγούσαν όλοι.
T.E.: τσ’, και νοσταλγούσε ο άνθρωπος, τον βλέπαμε και του λέγαμε κάποια
στιγμή ας πούμε γιατί και πως, αλλά ε […] δεν είχε, δεν ανοιγόταν πολύ.
Έλεγε […] δεν θέλω να πάν, θα πληγωθώ, θα στεναχωρεθώ […]
Σ.Γ.: Ε, ανάμικτα είναι τα συναισθήματα.
T.E.: Ήταν […]
Σ.Γ.: Ακόμα και τώρα που ακούμε ανθρώπους που έχουνε πάει, και έχουν βρει
τον και τα σπίτια τους.
Eρ.: Ναι.
Σ.Γ.: Πολλοί, όχι από μας βέβαια. Από μας δεν έχει γίνει καμία κίνηση.
T.E.: Δεν έχει! Λοιπόν έχεις δίκιο! Δεν έχει πάει μέσα από το χωριό […]
Σ.Γ.: Κανένας δεν έχει πάει.
T.E.: Κανένας μεγάλος άνθρωπος! [το τονίζει] Οποίος βέβαια να’ χε φύγει […]
Ερ.: Και να χε […]
Σ.Γ.: Ακόμα μπορούνε και κυκλοφορούνε, η δεύτερης γενιάς ας πούμε.
T.E.: Βεβαίως, βεβαίως.
Σ.Γ.: Δεν έχει επισκεφτεί κανένας […]
T.E.: Κανένας!

152
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

Σ.Γ.: τον τόπο που […] ήταν οι γονείς του ας πούμε. Δεν το έχει κάνει. Πιστεύω
ότι
δεν το θέλει και δεν το έχει κάνει, δεν είναι γιατί δεν μπορεί […]
T.E.: Ναι, ναι.
Σ.Γ.: Να κάνει μια τέτοια κίνηση και να επισκεφτεί […]
T.E.: Όχι, οχι
Σ.Γ.: τον τόπο της καταγωγής του ας πούμε.
T.E.: Μα καταρχάς είναι πολύ εύκολο. Μέσα σε ένα πολύ μικρό χρονικό
διάστημα μπορεί να πας, α’, ανά πάσα στιγμή θες. Αυθημερόν.
Σ.Γ.: Καθημερινά.
T.E.: Δεν θέλουν όμως να πάν.
Σ.Γ.: Άλλα δεν το επιδιώκουν αυτό το πράγμα. Δηλαδή απ ‘όσους ξέρω,
τουλάχιστον από δω απ’ τους δικούς μας ανθρώπους, δεν έχει πάει κανείς
να επισκεφτεί τον τόπο που ήταν οι γονείς του. Ή το σπίτι του. Ακούω από
άλλους που […] από διάφορα μέρη της Ελλάδας που έχουν εγκατασταθεί
[…]
Eρ.: Ναι.
Σ.Γ.: οι πρόσφυγες και αυτά. Έχουν πάει, επισκέφτηκαν, εμάς όχι όμως, δε δεν
το’ χουν κάνει αυτό. Δηλαδή νιώθω ότι, δεν είναι έτσι έτοιμοι για να πάνε
να βρούνε του, τους τόπους τους.
Eρ.: Εσάς οι δικοί σας, όταν ήρθανε και βγήκανε στην Μυτιλήνη μετά που;
T.E.: Εδώ ήρθανε κατευθείαν.
Eρ.: Α, κατευθείαν εδώ ήρθανε;
T.E.: Βεβαίως. Γιατί είχανε συναλλαγές με τον τόπο […]
Σ.Γ.: Εμπορικές συναλλαγές
Eρ.: Α!!
T.E.: Εμπορικές, και γι’ αυτό σας λέω ότι ο Τσεσμές με την Χίο
Eρ.: Ναι.
T.E.: είναι πολύ κοντύτερα απ’ ότι εδώ. Αλλά οι άνθρωποι επέλεξαν και ήρθαν
εδώ, λόγω το ότι γνώριζαν τον τόπο.
Σ.Γ.: Εδώ υποτίθεται ότι ήταν ένα λιμάνι δηλαδή […]
T.E.: […] Ναι.
Σ.Γ.: μια σκάλα που λέγεται […]
Eρ.: […] Ναι.
Σ.Γ.: Η σκάλα του Αι Γιώργη. Ξεφορτώνανε, και μεγαλύτερα, έτσι καΐκια για
την εποχή […]
T.E.: Βέβαια.
Σ.Γ.: Διάφορα […]
T.E.: Όλα τα μεγάλα καΐκια
Σ.Γ.: […] όλα τα μεγάλα καΐκια ερχότανε, ήτανε ένα λιμάνι. Και είχανε
συναλλαγή από απέναντι. Και ήταν πιο γνώριμο το μέρος.
[σε αυτό το σημείο οι δύο συνεντευξιαζόμενοι μιλάνε ταυτόχρονα]
T.E.: Υπήρχαν κάποια […]
Σ.Γ.: […] Ήρθανε κατευθείαν εδώ.
T.E.: εργοστάσια, εδώ. Τα οποία τώρα το ένα έχει γίνει ξενοδοχείο […]
Σ.Γ.: […] Ναι, αυτό.
T.E.: ελαιοτριβείο. Το άλλο ήτανε, και το άλλο […]
Σ.Γ.: Πυρηνο’, ναι. Πυρηνοργοστάσιο.
T.E.: Ναι. πυρηνοργοστάσιο
Σ.Γ.: Το οποίο δούλευε μέχρι […]

153
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

T.E.: Και δούλευε μέχρι πριν […] τριάντα χρόνια. Δούλευε αυτό. Λοιπόν, το
άλλο βέβαια είχε, το ελαιοτριβείο είχε σταματήσει λίγο πιο μπροστά.
Σ.Γ.: Ε, και αυτό, σχεδόν μαζί έτσι.
T.E.: Εν πάση περιπτώσει. Αλλά είχανε οι άνθρωποι συναλλαγές και ήρθαν εδώ
μετά. Εκτός τους δικούς μας που ήρθαν με καΐκια, τα υπόλοιπα καΐκια που
έφεραν τους πρόσφυγες από[…]
Ερ.: (;)
T.E.: από απέναντι, τους έφεραν εδώ. Στο σημείο της Σκάλας. Η Σκάλα μαζί με
τη […], πως την λένε;. Ε, δηλαδή το δικό μας το χωριό μαζί με του
Μυριβήλη τη […]
Ερ.: Συκαμιάς.
T.E.: Τη Συκαμιά, είναι τ’, τα δυο χωριά […]
Σ.Γ.: και το άλλο το, οι νέες Κυδωνίες. Το Μπαλτζίκι.
Ερ.: Ναι, το Μπαλτζίκι.
T.E.: Και το, το Μπαλτζίκι. Αλλά, αλλά αυτά που είναι, πραγματικά δηλαδή
προσφυγοχωριά είναι, τούτο το δικό μας η Σκάλα Λουτρών, η Σκάλα
Συκαμιάς και το Μπαλτζίκι που είναι εντάξει […]
Σ.Γ.: Και αυτοί είναι […]
T.E.: […] τσ’, πραγματικοί πρόσφυγες δηλαδή.
Ερ.: Ναι.
T.E.: Όλη η προσφυγιά, πήγε και συγκεντρώθηκε εκεί. Συν το ότι στην
Μυτιλήνη μέσα […]
Σ.Γ.: Υπάρχουν πάρα πολλοί.
T.E.: Βέβαια η Απάνω Σκάλα έχει κατοικηθεί από πρόσφυγες.
Σ.Γ.: Υπάρχει πολύ στοιχείο Μικρασιάτικο
T.E.: Ναι.
Ερ.: Ναι.
Σ.Γ.: Η Απάνω Σκάλα, είναι ο Συνοικισμός, είναι πολλές περιοχές.
T.E.: Ναι, και τα, ναι ναι.
Ερ.: Τα παιδιά εδώ πως τα δέχτηκαν; Ξέρω γω τα […]
T.E.: Τα παιδιά; Ε […]
Σ.Γ.: [γελάει] Υπήρχε και υπάρχει πάντα μια κόντρα.
T.E.: Υπήρχε και υπάρχει όχι απλή κόντρα!
Σ.Γ.: [γέλια]
T.E.: Αλλά σε πληροφορώ [γέλια] […]
Σ.Γ.: [γελώντας] Ότι διατηρείται ακόμα το στοιχείο.
T.E.: ότι εδώ είναι μια πονεμένη ιστορία. Υπήρχανε κάμπιες, οι λεγόμενες […]
Σ.Γ.: Υπήρχανε τα καμπιανά τα παιδιά
T.E.: Εμείς. Κάμπιες, κάμπιες!
Γ.Ε.: Ναι.
Ερ.: [γέλια]
T.E.: Δεν ήμασταν καμπιανά, οι κάμπιες! […]
Σ.Γ.: Καμπιανά ήμασταν.
T.E.: Λοιπόν, ήταν τα καμπιανά, αλλά και ‘μεις όχι ότι ήμασταν καλοί απέναντί
τους. Θα τα πούμε τώρα την αλήθεια.
Σ.Γ.: [γέλια]
T.E.: Γιατί άμα λέγαμε «Λουτραγώτη» θεωρούσαμε πως ήτανε πολύ κατώτερος.
Σ.Γ.: [γέλια]
Ερ.: [γέλια]
T.E.: Έπαρση από εμάς […]

154
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

Σ.Γ.: [γέλια]
Ερ.: […] έπαρση και από αυτούς.
T.E.: Απ’ αυτούς υπήρχε έτσι μια έντονη […]
Σ.Γ.: Τους δικούς μας τους χαρακτήριζαν, τους μπαμπάδες μας αυτούς, τους
παππούδες μας […]
T.E.: Ναι.
Σ.Γ.: Σαν κωλοβρέχτες, άμα θέλανε […]
T.E.: Επειδή ήταν ψαράδες.
Σ.Γ.: επειδή ήτανε ψαράδες. Άμα θέλανε να μας βρίσουνε ας πούμε, άντε βρε
κωλοβρέχτη [γελώντας] μας λέγανε.
T.E.: Αλλά εμείς βέβαια, είχαμε τους είχαμε στην απομόνωση. Έλεγαν έτσι, του
τύπου αστειότητος αλλά και σοβαρά, ότι θέλανε να κάνουνε ένα τοίχο
[γελάει] κάτω που χωρίζει την Σκάλα απ’ τα Λουτρά ώστε […]
Σ.Γ.: […] Υπάρχει μια διαχωριστική γραμμή.
T.E.: να υπάρχει [γελάει] αυτή διαχωριστική γραμμή.
Σ.Γ.: Όχι, υπάρχει αυτή η διαχωριστική γραμμή
T.E.: Πάντα υπήρχε
Σ.Γ.: Υπήρχε, υπάρχει ακόμα. Δηλαδή και τώρα
T.E.: Αλλά και τα παιδιά είχαμε μια άλλ’. Καταρχάς όταν πηγαίναμε στο
σχολείο σαν παιδιά εμείς, εκκλησία δεν είχαμε, έπρεπε να
εκκλησιαστούμε πάνω. Όπως και το κατηχητικό γινόταν μαζί με τα παιδιά.
Σας πληροφορώ κορίτσια, ότι μόλις ανεβαίναμε στο κατηχητικό μας
περίμεναν στην είσοδο του χωριού […]
Σ.Γ.: [γέλια]
T.E.: Με ότι πιο κοροϊδευτικό μπορείς να φανταστείς.
Σ.Γ.: [γέλια]
T.E.: Αλλά, εμείς όμως τους αγνοούσαμε και λέγαμε ότι, δεν σας δίνουμε
σημασία. Γιατί είσαστε κακοί μαθητές, που ήτανε.
Σ.Γ.: Δεν ήταν κακοί μαθητές. [γέλια]
T.E.: Κακοί μαθητές ήταν, ύστερα [γέλια] ύστερα εξελίχθηκαν, η επόμενη γενιά
εξελίχθηκε. Και ήταν και πάρα πολύ κακοφερ’ φορεμένοι.
Σ.Γ.: [γέλια]
T.E.: Εμείς οι γονείς μας, όταν πηγαίναμε Δημοτικό τα πρώτα πράγματα που
κάνανε ήτανε, να μας έχουνε τα, τις στολές τις
Σ.Γ.: Βεβαίως, τις καλύτερες μας είχανε.
T.E.: Τις καλύτερες, για τις […]
Σ.Γ.: […] Εκδηλώσεις, τις [...]
T.E.: Ε, όχι, για τις εορταστικές […]
Σ.Γ.: […] Ναι, βέβαια
T.E.: επετείους. Όποτε.
Σ.Γ.: Εικοστή ογδόη Οκτωβρίου που ντυνόμασταν με τα παραδοσιακά.
T.E.: Θέλαμε λοιπόν ν’ ανεβούμε πάνω στο χωριό, από την σημαία μας […]
Σ.Γ.: […] Και εικοστή Πέμπτη.
T.E.: μέχρι τα ρούχα μας θα ήταν […]
Σ.Γ.: […] Βεβαίως!
T.E.: με βελιό, με […]
Σ.Γ.: […] τα έφτιαχναν τα γελεκάκια.
T.E.: […] Τα οποία τ’ άχουμε εμείς ακόμη τώρα.
Σ.Γ.: Ναι, υπάρχουν

155
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

T.E.: Τσ’, με φουστανέλες τ’ αγόρια πια αυτά. Ενώ εκείνοι, δεν ήταν
καλοφορεμένοι. [γέλια]
Σ.Γ.: [γέλια]
T.E.: Το καταλαβαίναν’ αυτό και γινόταν ο χαμός.
Σ.Γ.: Ε, παραδεχ’, αυτό το παραδεχόταν βέβαια. Ε, γιατί ήτανε ας πούμε ένα
σχολείο με, εκατό πενήντα παιδιά;
T.E.: Εκατό πενήντα παιδιά.
Σ.Γ.: Στο, στο χωριό. Και μας περισσότερα από εικοσιπέντε με τριάντα στην,
πολύ ανθηρή του κατάσταση το σχολείο. Αυτά ήτανε εικοσιπέντε, είκοσι
εφτά εκεί.
T.E.: Είκοσι οχτώ ήταν [γελάει] ο μεγαλύτερος αριθμός.
Σ.Γ.: Ναι, ο μεγαλύτερος αριθμός. Κάτω από το τριάντα πάντως πάντα είχαμε.
Ε, αυτά τώρα τα παιδάκια ήμασταν μια φούχτα, μπροστά στον όγκο των
εκατόν πενήντα. Όμως, [….] όταν ξεκινούσαμε και ‘μείς (;)
T.E.: Όταν μπαίναμε στην είσοδο του χωριού κάναμε παρέλαση
Ερ.: [γέλια]
[σε αυτό το σημείο οι δύο συνεντευξιαζόμενες μιλάνε ταυτόχρονα]
T.E.: (;)
Σ.Γ.: Με όλα αυτά, ξεχωριστό [γελάει] σχολείο. Καθότανε […]
E.E.: Παίρναμε τα περισσότερα χειροκροτήματα.
Σ.Γ.: Καθότανε και μας λέγανε, ναι τα καμπιανά είναι πιο όμορφα [γέλια]. Το
παραδεχότανε αυτό.
T.E.: Ήμασταν όμως πιο χοντρά.
Ερ.: [γέλια]
Σ.Γ.: [γέλια]
T.E.: Αυτό θα το παραδεχτούμε άλλωστε. Ε, υπήρχε μια έντονη έτσι.
Ερ.: Στρουμπουλάδα.
Σ.Γ.: Ναι, ναι.
T.E.: Ναι, υπήρχε υπήρχε. Το μάγουλο ήταν […]
Σ.Γ.: […] (;)
T.E.: αι λέγανε, τι όμορφα που είναι ροδαλά ροδαλά. [γελαέι] Αλλά ήτανε και
πιο περιποιημένα.
Σ.Γ.: Αλλά ήμασταν όντως πιο περιποιημένα. Φρόντιζαν οι μαμάδες για το
καλύτερο.
T.E.: Πάντως, το χωριό ανεξάρτητα τώρα από τα αστεία που λέμε […]
Σ.Γ.: […] Ε, ο’, αστείο, αλλά υπήρχε η κόντρα. Όχι αστείο.
T.E.: Γιατί εγώ, ζω στο χωριό. Υπήρχε αυτή η κόντρα. Ε, στο χωριό, έχει και
και είχε και καλούς ανθρώπους και καλά παιδιά Τα οποία έχουν
σπουδάσει τώρα. Εμάς οι γονείς μας είχανε, ένα τώρα μειονέκτημα είναι
τώρα αυτό αλλά θα το πούμε. Φοβούμενοι μην και τυχόν εμείς ξεφύγουμε
από το […]
T.E.: […] Μωρέλι’ μ’ δεν το φάγατε το [σχετικά με τα γλυκά που έφερε]
Ερ.: Δεν το θέλουμε, ευχαριστούμε.
T.E.: από τον δρόμο τον δικό τους, ας πούμε. Δεν, [ήχοι από χτύπημα
πραγμάτων στο τραπέζι] δεν μας άφησαν να σπουδάσουμε. Φοβούμενοι
μην και τυχόν φύγουμε από κοντά τους.
Ερ.: Ναι.
Σ.Γ.: Αυτό στο χωριό, καλά όχι όλοι υπήρχαν ας πούμε συνομήλικοι άνθρωποι
δικοί μας, ε, οι οποίοι είδατε ότι, προωθήθηκαν και ας μην άξιζαν και
πολύ. Μπόρεσαν και, έκαναν αυτό που ήθελαν. Εμάς οι γονείς μας,

156
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

φοβούμενοι μην και τυχόν ξεφύγουμε από κοντά τους από τον δρόμο τους,
δεν μας άφησαν να, σπουδάσουμε να προοδεύσουμε.
T.E.: [Η κ. Τουρλή Ευθαλία παίρνει κάποια πράγματα από το τραπέζι] Το
καφεδάκι σου αυτό;
Ερ.: Σας ευχαριστώ δεν θα πιω άλλο.
T.E.: Είναι όμως γεγονός. Και πρέπει να το αναφέρουμε. Είχαν ένα φόβο
γενικότερα. Είχαν ένα φόβο μην και τυχόν ξεφύγουν τα παιδιά από δίπλα
τους. Είχαν και, ακόμη ένα άλλο το οποίο, όλοι οι γάμοι που ‘κάναν
έπρεπε να είναι μεταξύ τους. Να μην εισχωρήσει ξένο στοιχείο. Όπως ας
πούμε από τα Λουτρά. Να μην πάρουν γαμπρούς ή νύφες.
Λουτραγώτισσες και Λουτραγώτες. Θελαν να είναι ε, πρόσφυγας αυτός
που θα πάρουν. Γιατί λέει τον ήξεραν καλύτερα. Έτσι είναι, μεταξύ τους.
Βλέπεις δηλαδή όσοι γάμοι έγιναν δεν έγιναν, και από την προηγούμενη
γενιά και από την επόμενη, η δική μας η γενιά ξέφυγε, λίγο όμως όχι πολύ.
Ε, οι πο’, προηγούμενες γενιές ‘παίρναν μέσα από τον χώρο τους. Οι
γάμοι είχαν προκύψει μεταξύ τους.
Ερ.: Αυτό συνέβαινε και στη Μυτιλήνη; Βέβαια εδώ πέρα είναι πιο, πιο […]
T.E.: Εγώ, εγώ μιλάω για τα δεδομένα του χωριού μ’.
Ερ.: Ναι.
T.E.: Της Σκάλας
Ερ.: Ναι, ναι. Τώρα.
T.E.: Ε, πάνω στο χωριό, όχι δεν είναι έτσι. Στην Μυτιλήνη όχι δεν είναι έτσι.
Ερ.: όχι, ήταν πιο […]
T.E.: ήταν ο κόσμος εντελώς. Οι πρόσφυγες όμως είχαν αυτή την επιθυμία, και
το [….] μεθόδευαν, αυτό. Να παίρνουνε μεταξύ τους. Βλέπω δηλαδή τα,
ζευγάρια ας πούμε στη γενιά της μαμά μου και του μπαμπά μου, τους
έβλεπα και είχαν αυτό το […] τη συνήθεια. Να παίρνουν άνθρωποι μέσα
από, το δικό τους […]
Ερ.: Μέσα από το δικό τους, κύκλο.
T.E.: Μέσα από το γλ’, κλειστό τους κύκλο κιόλας. Ναι, ε, στ’ εμείς πριν και
στην, για φαγητά αν θέλετε να πούμε. Είχαμε κάνει μέσα στα πλαίσια των
πολιτιστικών εκδηλώσεων στ’, τα καλοκαίρια τα προηγούμενα, στο
σύλλογο. Κάναμε μικρασιατικές βραδιές αφιερωμένες δηλαδή στην
Μικρασία. Η μια κεντρική μας πάντα γινόταν, και φτιάχναμε παραδοσιακά
φαγητά Μικρασιάτικα. Όπου, οτιδήποτε υπήρχε το, Αντζέμ πιλάφι ε, τα
Λεχμαντζούνια, τα Κατιμέρια, τα κεφτεδάκια τα […] Πως τα λένε;. Τα
τυροπιτάκια αλλά αλλιώς τούτα Τα λένε. Γκιουσλεμέδες! Ε […] το, οι
μουσακάδες.[…] Τώρα δεν θυμάμαι και, οι κεφτέδες ας πούμε αυτά. Οι
γελαντζίδες.
Ερ.: Ναι, αυτά τα μικρά, ναι.
T.E.: Τα ντολμαδάκια.
Ερ.: Α! τι μας φέρατε εδώ πέρα! [η κ. Τουρλή Ευθαλία φέρνει κάποια
κεράσματα][…]
T.E.: Λοιπόν αυτά είναι. Ιδιαίτερα φαγητά δεν είχαμε, πολλά εμείς.
Σ.Γ.: [η κ. Σταψατέλλη Γραμματική προσφέρει το νερό]
Ερ.: Α! ευχαριστώ.
T.E.: Αυτά. Έχουμε κάτι άλλο;
Ερ.: Όχι.
Ερ.: Έχουμε καλυφθεί βασικά. Απλά να βρούμε και κάτι άλλο και […]
[Η ηχητική καταγραφή της συνέντευξης σταματάει σε αυτό το σημείο]

157
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

Παράρτημα ΙΙ

ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ-ΟΔΗΓΟΣ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗΣ

Α. ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Α.1. Όνομα, Επώνυμο


Α.2. Ημερομηνία γέννησης
Α.3. Τόπος γέννησης
Α.4. Τόπος παρούσης κατοικίας
Α.5. Ονόματα γονέων
Α.6. Τόπος γεννήσεως γονέων
Α.7. Τόπος κατοικίας γονέων
Α.8. Επάγγελμα πατέρα-μητέρας
Α.9. Που μεγάλωσε;
Α.10. Σπουδές-γνώσεις
Α.11. Άτυπες μορφές μαθητείας
Α.12. Οικογενειακή κατάσταση
Α.13. Ημερομηνία γάμου
Α.14. Αριθμός μελών

Β. ΖΩΗ ΣΤΗ ΜΙΚΡΑΣΙΑ

Β.1. Επάγγελμα γονέων


Β.2. Οικονομική κατάσταση οικογένειας
Β.3. Σχέσεις με τους υπόλοιπους κατοίκους (Έλληνες και Τούρκους)
Β.4. Ασχολούνταν με κάτι; Αν ναι, με τι;
Β.5. Σχέσεις με Μυτιλήνη.

Γ. Ο ΔΙΩΓΜΟΣ ΑΠ’ ΤΗ ΜΙΚΡΑΣΙΑ

Γ.1. Πότε έφυγε απ’ το μέρος του


Γ.2. Με ποίο μέσο
Γ.3. Πήρε κάτι μαζί του;
Γ.4. Αναμνήσεις απ’ αυτή την εμπειρία

Δ. ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗ ΛΕΣΒΟ

Δ.1. Πρώτη υποδοχή προσφύγων


Δ.2. Ποίες ήταν οι συνθήκες εδώ

158
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

Δ.3. Πως υποδέχτηκαν τους πρόσφυγες


Δ.4. Βοήθεια απ’ το κράτος ή από κάποιο οργανισμό
Δ.5. Βοήθεια από τοπική κοινωνία
Δ.6. Συναισθήματα όταν έφτασαν εδώ
Δ.7. Πορεία εγκατάστασης (Οικία)
Δ.8. Τι υλικά χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή των σπιτιών
Δ.9. Γιατί επέλεξαν τη συγκεκριμένη περιοχή
Δ.10. Πως ένιωθαν που έμεναν σε τούρκικα σπίτια
Δ.11. Ρουχισμός
Δ.12. Μετά την κρίση πως ήταν η ζωή τους
Δ.13. Φαγητό. Τρόποι μαγειρέματος

Ε. ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ

Ε.1. Πως ήταν οι σχέσεις με τους ντόπιους όταν έφτασαν εδώ


Ε.2. Υπήρχε αλλαγή στη συμπεριφορά τους
Ε.3. Τωρινές σχέσεις
Ε.4. Υπήρχε η νοσταλγία για απέναντι αμέσως ή κατά το πέρασμα του χρόνου
Ε.5. Επηρεάστηκαν απ’ τον τρόπο ζωής των ντόπιων
Ε.6. Επηρέασαν τη ζωή των ντόπιων
Ε.7. Διατήρησαν επαφές με απέναντι;
Ε.8. Δημιούργησαν νέες φιλίες με άλλους πρόσφυγες ή ντόπιους;
Ε.9. Κάποιος οργανισμός που τους εκπροσωπούσε
Ε.10. Η θέση της γυναίκας;

ΣΤ. ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ

ΣΤ.1. Με τι ασχολήθηκε όταν ήρθε


ΣΤ.2. Αργότερα παρέμεινε σ’ αυτό το επάγγελμα; Αν όχι με τι ασχολήθηκε.
ΣΤ.3. Σταθμοί και σημαντικά γεγονότα στον επαγγελματικό και συμβολικό χώρο
και χρόνο
ΣΤ.4. Υπήρχε κάποιος άλλος συγγενείς μ’ αυτό το επάγγελμα; Σχετίζεται με την
επιλογή του;
ΣΤ.5. Γιατί κατέληξε στο συγκεκριμένο επάγγελμα;
ΣΤ.6. Η σχέση οικονομικού-κοινωνικού χώρου με το επάγγελμα του και η ενταξή
του σ’ αυτά (Πως το αξιολογούσε)
ΣΤ.7. Πελάτες και διάθεση προϊόντων
ΣΤ.8. Πως υπολογιζόταν η αξία της δουλείας του (χρηματικά και συμβολικά)
ΣΤ.9. Μεταβίβαση των γνώσεων και των τεχνικών που αφορούν το σύνολο της
παραγωγικής διαδικασίας.
ΣΤ.10. Τι έφεραν από Μικρά Ασία

Ζ. ΜΟΡΦΕΣ ΟΡΓΑΜΩΣΗΣ

Ζ.1. Υπήρχαν επαγγελματικές συντεχνίες;


Ζ.2. Τυπικές μορφές αλληλοβοήθειας
Ζ.3. Άτυπες μορφές αλληλοβοήθειας
Ζ.4. Εκδηλώσεις κοινωνικής συνοχής

159
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

Ζ.5. Ήθη-Έθιμα που έφεραν.

Η. ΓΕΝΙΚΑ

Η.1. Τα παιδία και τα εγγόνια γνωρίζουν την ιστορία; Πως νιώθουν;


Η.2. Ένιωσαν ποτέ ότι η λέξη πρόσφυγας είχε μειονεκτική σημασία;
Η.3. Υπάρχουσες σχέσεις με την κοινωνία .

160
Αρχική

Παράρτημα ΙΙI

Χριστιανικοί πληθυσμοί
στη Μικρά Ασία πριν το Χριστιανικοί πληθυσμοί
1922 ως πρόσφυγες μετά το
1922

Μετακινήσεις Εισαγωγές- Σχέσεις με Σχέσεις


Επαγγέλματα πληθυσμών Αρχιτεκτονική Εξαγωγές Επαγγέλματα ντόπιους μεταξύ τους Εγκατάσταση
προϊόντων

Μορφολογία
Καπνός, Λάδι Έθιμα κτιρίων
Καπνός, Λάδι, Επαγγέλματα Οδηγός του
Σύκα στο Καραβομαραγκοί 1920
Φουλατζίκι Περιοχές
Λέσβου
Περίθαλψη

Κρατική Τοπική
βοήθεια βοήθεια

Έκτακτοι Επιτροπή Ταμείο Νόμος Καταστατικό


φόροι υπέρ Αποκαταστάσεως Περιθάλψεως Επιτάξεως Κοινότης
προσφύγων Ακινήτων Περγάμου

Βοήθεια Προσφυγικες
πολιτών οργανώσεις
Σχ. 3: Διάγραμμα ροής
Μικρασιάτες Πρόσφυγες στη Λέσβο

35
Πασκώνη Χριστίνα
Συκά Μαρία

36

You might also like