You are on page 1of 8

Διήγημα: «Λέξεις»

Της Ευγενίας Μακαριάδη // *

Με κοιτάς για να πω κάτι;. Δεν θα πω τίποτα, έχω χάσει τον ειρμό μου. Δεν έχω
λέξεις. Είμαι κουρασμένη. Θέλω σιωπή. Βγήκα μαζί σου για δείπνο. Αυτό είναι
όλο και μη σου κάνει εντύπωση∙ έχω ανάγκη να δειπνήσω όχι να κουβεντιάσω.

Χόρτασα, τόσα χρόνια, λόγια, λόγια κενά. Χιλιάδες λέξεις εκφρασμένες


καθημερινά να αποκρύβουν υποτίμηση. Και οι σιωπές σου; Χειρότερες. Με
σουφρωμένα χείλη σέρνεις τα ποδάρια σου πέρα δώθε στο σπίτι και το
σούρσιμο να σκίζει τη δική μου ηρεμία.

Κολλημένος στο γυαλί, λάμπεις ολόκληρος παρακολουθώντας ποδόσφαιρο και


σίγουρα φτάνεις σε οργασμό με το γκολ της ομάδας σου.

Απόλαυση να τρως. Να τρως. Πριν προλάβει να απομακρυνθεί ο σερβιτόρος,


άδειασες το πιάτο σου. Πάλι καλά που ήμαστε εκτός σπιτιού, γιατί θα είχες
σηκωθεί από το τραπέζι και ντουγρού ξάπλα στον καναπέ, καθηλωμένος
μπροστά στην τηλεόραση.

Καπνίζεις, παρ’ όλο που η απαγορευτική πινακίδα για το κάπνισμα είναι σε


περίοπτη θέση του μαγαζιού. Παρατηρείς αφηρημένα τα φαγητά των διπλανών
τραπεζιών και αμέσως δίνεις παραγγελία για ακόμα μια τηγανιά πατάτες και
κάτι σαγανάκια με ψημένο τυρί κι αυγά. Περιμένεις να σου κάνω παρατήρηση
για το 400 της χοληστερίνης σου, αλλά δε σφάξανε.

Γουρλώσανε τα μάτια σου και τέντωσες τ’ αυτιά σου, όταν μια ανδροπαρέα
μπήκε στο μαγαζί και μιλούσε για ποδόσφαιρο.

Έσπρωξες την καρέκλα λίγο πίσω γιατί φούσκωσε πιότερο η κοιλιά σου και
στέναζε το τραπέζι. Σηκώθηκα πρώτη, με ακολούθησες ανάβοντας το τελευταίο
του πακέτου τσιγάρο. «Ωραίο ρεστοράν» ψιθύρισες στον ρεσεψιονίστ.

1
Λέξη μου δεν άκουσες. Λέξη σου δεν άκουσα.

Αποτοξινώθηκα από λέξεις βαρετές και χιλιοειπωμένες. Χιλιοειπωμένες.

Ζήτησες να βγούμε έξω για δείπνο και δέχτηκα, παρ’ όλο που ήθελα να δω το
ματς Ελλάδα- Ρουμανία, σημαντικό παιχνίδι για πρόκριση στο παγκόσμιο
κύπελλο. Ξέρεις πολλούς μαντάμ που θα αφήνανε τέτοιο παιχνίδι για να
συνοδέψουν τη σύζυγο έξω για φαγητό; Κι αν πεις τις προάλλες που είχε
σούπερλιγκ Ολυμπιακός-Παναθηναϊκός απ’ τη μύτη μού το ‘βγαλες
παρλάροντας ώρες με την κολλητή σου στο τηλέφωνο∙ άσε το πήγαινε-έλα, σαν
καρτούν, μεταξύ κουζίνας και σαλονιού μπροστά από την τηλεόραση. Ευτυχώς
ήσουνα στην κουζίνα τη στιγμή που μπήκε το γκολ του Μήτρογλου και
νικήσαμε, αλλιώς θα άκουγες της χρονιάς σου.

Μου ρίχνεις υποτιμητικές ματιές. Ξέρω ότι αηδιάζεις που καπνίζω, μην ξεχνάς
ότι καπνιστή με γνώρισες και με παντρεύτηκες∙ τώρα σου ξίνισε;

Μουτρώνεις γιατί θέλεις να πηγαίνουμε στην όπερα. Όχι δε γουστάρω να


τσιρίζουν τραγουδώντας κι εγώ να ‘μαι ευτυχής όπως οι φανατικοί του είδους.
Σε ρωτώ εσύ ακούς τα ρεμπέτικα, που εγώ γουστάρω;

Τέλος πάντων, όλα αυτά σ’ τα λέω γιατί θέλω να μου πεις πότε έκανες το
παραμικρό για να πάμε κάπου που να αρέσει και σε μένα. Ξέρω θα μου
ξαναπείς ότι τα γούστα μου είναι χαμηλού επιπέδου. Έ λοιπόν μαντάμ δεν
ιδρώνει τ’ αυτί μου.

Μαγειρεύεις νόστιμα, δε λεω, όμως ρίχνεις βλέμματα υποτιμητικά επειδή τα


τρωω όλα και ζητώ περίσσευμα.

Ήθελες σιωπή και καλύτερα∙ μήπως θα ‘λεγες κάτι καινούργιο; Μια ζωή τα ίδια
και τα ίδια, βαρετές λέξεις και λόγια.

Ευχαριστήθηκα το δείπνο σ’ αυτό το ρεστοράν, όσο τίποτα άλλο μέχρι σήμερα.

2
Το βιβλίο της Ευγενίας Μακαριάδη με τίτλο «Μύριαμ και Χάννα» (μυθιστορία),
βραβεύτηκε από την Π.Ε.Λ. και έχει εκδοθεί από τον Οίκο Λιβάνη. Στον
πανελλήνιο διαγωνισμό διηγήματος “Hotel XXX – Άσεμνες Ιστορίες, διακρίθηκε
(μεταξύ των 10 πρώτων) το διήγημά της με τίτλο «Γυμνή από τη μέση και κάτω»
και έχει συμπεριληφθεί στον τόμο διηγημάτων με τίτλο Hotel XXX- Άσεμνες
Ιστορίες εκδόσεων ΠΑΤΑΚΗ. Παρακολούθησε σεμινάρια λογοτεχνίας με τους
συγγραφείς Βαγγέλη Ραπτόπουλου (ΕΚΕΒΙ), Αμάντα Μιχαλοπούλου, Στρατή
Χαβιαρά, Mισέλ Φάις. Έχουν δημοσιευτεί διηγήματά της σε λογοτεχνικές σελίδες
περιοδικών, τοπικών εφημερίδων, στο περιοδικό λόγου και τέχνης «Κουάριος,
καθώς και στις ιστοσελίδες:, Planodion –ιστορίες μπονζάι, Fractalart.gr ,
Vivliolatria, κ.α..

Διήγημα: “Λέξεις ή Τίποτα”


Γράφει η Χριστίνα Σδούκου // *

3
Λέξεις ή Τίποτα

Βαθιά μεσάνυχτα, στην ησυχία της αϋπνίας που γεννά σκέψεις και μια γλυκιά
προσωπική τυραννία να στριφογυρίζει κορμί και μυαλό στη δίνη άλυτων γρίφων
για όλα αυτά που δεν πρόλαβες να σκεφτείς βαθύτερα μέσα στη μέρα.
Ανάμεσα σε σκόρπια βιβλία και τσαλακωμένα σεντόνια τσακίζω τη σελίδα που
μου τραβά την ψυχή πρώτα και μετά τα μάτια. Ο ποιητής Χρίστος Λάσκαρης με
τίτλο οι δυο λέξεις γράφει τα εξής: Θα αρχίσω με τη λέξη έρωτας και θα
τελειώσω με τη λέξη χώμα. Τις ενδιάμεσες θαρρώ πως τις μαντεύετε.

Μαντεύουμε άραγε καμία λέξη σκέφτομαι σήμερα, ή μας έχει κατακλύσει η


εικόνα, οι φωτεινές, φιλτραρισμένες ιστοριούλες και οι ατσαλάκωτες
ινσταγκραμικές φωτογραφίες και μείναμε βουβοί να κοιτάμε σαν χαμένοι τα
απανωτά πίξελ και αντί για λέξεις να ξεπετάμε την επικοινωνία με σύμβολα
καρδιάς, φωτιάς και 100 κόκκινων αριθμών μπας και ψαρέψουμε κάτι από την
ιερή βαθιά επικοινωνία σε αυτό το αχανές ψηφιακό μπαρ που λέγεται διαδίκτυο
και είναι ανοιχτό πλέον 24 ώρες το εικοσιτετράωρο;

Μικροί και μεγάλοι σε έναν αχαλίνωτο εικονικό χορό με πρωταγωνιστές τα κάθε


λογής εικονίδια, σχέδια και αυτοκόλλητα να έχουν πάρει τη θέση των
πολυπόθητων λέξεων στην προσπάθεια τους να περάσουν βαθύτερα
μηνύματα στον παραλήπτη όπως ο έρωτας, η σύνδεση, ο θαυμασμός, η
απογοήτευση, ο θυμός, η στεναχώρια, η αγαλλίαση, η σύγχυση και πόσα άλλα
κλεισμένα, ανομολόγητα συναισθήματα στον πάτο, να κρύβονται στο λυχνάρι
του Αλλαντίν και ίσως να μην εμφανιστούν και ποτέ αφήνοντας άνυδρο και
βαρετό τον ρουν μιας δυνητικής φλεγόμενης επικοινωνίας που θα ζωντανέψει
λέξεις, θα σχηματίσει γιομάτες προτάσεις, θα δώσει και άλλες λύσεις, θα
δυναμιτίσει τις σκέψεις των ανθρώπων, θα φτιάξει τις αληθινές ιστορίες

4
τελοσπάντων που είχαν πάντα για πρωταγωνιστές εμάς τους ανθρώπους με τη
δυναμική του διαλόγου και την φυσική υπεροχή των λέξεων.

Η λέξη προέρχεται από το ρήμα λέγω, ο λόγος, η ομιλία και παρατηρούμε στην
εξέλιξη της σταδιακή στένωση της σημασίας από τον λόγο συνολικά σε
ορισμένο τεμάχιο του λόγου με συγκεκριμένη σημασία. Αυτή την ποθητή
συγκεκριμένη σημασία έχουν τη μαγική ικανότητα να χαρίζουν οι λέξεις, να
ζωγραφίζουν την εσωτερική φωνή σε έναν αδειανό καμβά και να τον γεμίζουν
με χιλιάδες νοήματα που σε οδηγούν από το έσω εγώ στο έξω εμείς. Εμείς που
ήρθε η ώρα να επικοινωνήσουμε με τη γλώσσα των λέξεων έχοντας στη
φαρέτρα μας με διαλέκτους και ιδιώματα πάνω από μισό εκατομμύριο λέξεις,
εμείς που κρυφτήκαμε τα τελευταία χρόνια πίσω από τις καρδιές, τα αστέρια,
και όλα τα φωτεινά emoji για να το παίξουμε cool και να προσαρμοστούμε στα
πιο μοντέρνα επικοινωνιακά δεδομένα, εμείς που φλεγόμαστε από σκέψεις και
βαριόμαστε να δώσουμε στις λέξεις φτερά να μας πετάξουν ακόμα πιο ψηλά και
ας πάρουμε μια λαβωμένη απάντηση που όμως θα μας προσγειώσει σε μια
αυθεντική αλήθεια και όχι σε ξύλινα ημίμετρα από ευκολοχώνευτες αποκρίσεις.

Νοσταλγία από εκείνα τα ημερολόγια που γεμίζαμε με πιθανούς


γλωσσολογικούς συνδυασμούς για αγάπες και έρωτες, κάτι τσακισμένα
χαρτάκια με στιχάκια σε κασετίνες και τσάντες, γράμματα σε εκείνη και εκείνον,
τετράδια με λέξεις.

Οι λέξεις είναι αυτές που πάντα θα χαρίζουν τη γλύκα, τη θέρμη, την ουσία, το
ζεστό αποκούμπι, μια αγκαλιά, ένα σ’ αγαπώ, έναν ήλιο που θέλω να δούμε
μαζί, ένα ξέχασα να σου πω πως αισθάνθηκα, όλα αυτά με λέξεις αφού όσο και
να γεμίζουν οι συσκευές μας με τα καλύτερα εικονικά χρώματα και σχέδια
τίποτα δεν θα κλέψει την μυσταγωγία που χαρίζουν οι υπέροχες λέξεις σε έναν
ζωντανό διάλογο με πρωταγωνιστές εμάς τους ανθρώπους. Ξανά και ξανά,
λέξεις ή τίποτα για να βιώνουμε την πραγματική και όχι μια πλασματική
επικοινωνία.

Υ.Γ : Στις λέξεις που πάντα θα αγαπώ.

5
* Η Χριστίνα Σδούκου είναι απόφοιτη Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του
Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Τελείωσε το Master στην
Υπολογιστική Γλωσσολογία στο Μετσόβειο Πολυτεχνείο Αθηνών και εργάζεται
ως καθηγήτρια Αγγλικών στο Deree College. Aγαπά τα ταξίδια, τη μουσική, το
γράψιμο αυτά τα απλά δηλαδή που την κάνουν να γίνεται καλύτερος άνθρωπος.

6
Διήγημα: “Οι λέξεις πάντα φταίνε…”

Της Μένης Σεϊρίδου // *

Στριφογυρίζω εδώ και ώρα σαν σβούρα γύρω απ’ το σεντόνι. Μεταξύ ύπνου και
ξύπνιου. Οι λέξεις φταίνε, πάλι αυτές, πάντα αυτές. Ξέρω δεν γλιτώνω, πρέπει
να σηκωθώ, να τις βάλω στη σειρά, αν μπορώ, όσο μπορώ. Το παίρνω
απόφαση και ανοίγω τα μάτια. Σκοτάδι γύρω, μόνο αυτό, άλλος κανείς. Πάλι
μόνη μου κοιμάμαι. Δεν με πειράζει πια, έχω συνηθίσει, μπορεί και να είναι
καλύτερα έτσι, μπορεί για αυτό να έρχονται κοντά μου, όλο και πιο συχνά.

Προχωρώ ως τη κουζίνα παραπατώντας και φτιάχνω καφέ. Γαλλικό με άρωμα


πραλίνα. Κοιτώ το ρολόι στον τοίχο. Τρεις παρά πέντε. Πάλι καλά, προλαβαίνω
ευτυχώς, ως τις έξι που πρέπει να ετοιμαστώ για την δουλειά. Πιάνω στο ένα
χέρι την κούπα μου, αυτή που γράφει «Σ΄ αγαπώ μαμά», στο άλλο τα τσιγάρα
μου, Virginia ροζ, super slim, όπως θα ήθελα να ‘μαι και εγώ, και κλείνομαι στο
γραφείο μου.

Ανοίγω τον υπολογιστή και αφού πρώτα πιω μια γουλιά καφέ και ανάψω ένα
ρημαδοτσίγαρο, μπαίνω στο αρχείο με τις φωτογραφίες μου. Τελικά δεν φταίνε
μόνες τους οι λέξεις, είναι και οι εικόνες, ίσως πρώτα αυτές, δεν ξέρω με
σιγουριά. Τραβώ εκατοντάδες φωτογραφίες, είναι το βίτσιο μου, κάποιες, τις
περισσότερες δηλαδή, τις αφήνω παρατημένεςφ, να ψάχνουν τον δρόμο τους,
στο λαβύρινθο του σκληρού μου δίσκου. Μερικές όμως έρχονται το βράδυ στον
ύπνο μου και μου ψιθυρίζουν λέξεις, προτάσεις, ιστορίες ολόκληρες καμιά
φορά.

Βρίσκω αυτήν που έψαχνα και την παρατηρώ προσεκτικά. Παραλία Κατερίνης,
σούρουπο, καλοκαιράκι. Στην ξεχαρβαλωμένη ξύλινη προκυμαία ένα αγόρι και
ένα κορίτσι κοιτούν το φεγγαράκι που μόλις ξεπρόβαλε στον ορίζοντα. Μόνο τις
πλάτες τους αντικρίζω, μα φαίνονται πολύ ερωτευμένα, έτσι όπως τα σώματα
τους γέρνουν το ένα προς το άλλο. Πρώτος έρωτας, σκέφτομαι, καλοκαιρινός,
εφήμερος ή και παντοτινός, ποιος ξέρει;

7
Τα δάκτυλα μου ακουμπούν το πληκτρολόγιο, το ταξίδι ξεκινά…

* Η Μένη Σεϊρίδου, γεννήθηκε και ζει στην Θεσσαλονίκη, όπου και εργάζεται.
Ασχολείται με την φωτογραφία και τη γραφή μικρών ιστοριών που συνοδεύουν
τις φωτογραφίες της. Έχει πάρει μέρος σε αρκετές ομαδικές εκθέσεις
φωτογραφίας, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, ως μέλος του Φωτογραφικού
Κέντρου Θεσσαλονίκης. Ένα διήγημα της δημοσιεύτηκε σε ιστοσελίδα της
Θεσσαλονίκης (Thessaloniki arts and culture).

You might also like