You are on page 1of 16

+ Μέγεθος Γραμμάτων -

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL)

9/2012 ΠΠΡ ΘΕΣΠΡΩΤΙΑΣ ( 580896)

(Α΄ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)


Αγροτικός κλήρος. Ποιος λογίζεται ως νομέας του κλήρου. Κτήση κυριότητας σε ακίνητο που κείται σε
παραμεθόριο περιοχή, όπως η περιοχή της Θεσπρωτίας. Κοινωνία δικαιώματος. Η γνωστοποίηση
άσκησης της νομής ολόκληρου του κοινού, εκ μέρους του ενός εκ των κοινωνών, ως προϋπόθεση για να
αντιτάξει κατά των λοιπών έκτακτη χρησικτησία αυτού. Πότε η γνωστοποίηση δεν είναι απαραίτητη.
Αγωγή διανομής ακινήτων εκ κληρονομίας. Αρμόδιο κατά τόπον δικαστήριο για την υπαγωγή της
αγωγή διανομής στην δωσιδικία της κληρονομίας. Προϋποθέσεις. Διανομή ακινήτων που αποτελούν
αγροτικό κλήρο που παραχωρήθηκε από το Δημόσιο στον κληρονομούμενο. Επωφελείς δαπάνες που
τείνουν στην αύξηση της αξίας του ακινήτου. Πώς μπορούν να ζητηθούν. Αξίωση συνεισφοράς έναντι
των συγκληρονόμων. Προϋποθέσεις για την νόμιμη έγερσή της. Απορριπτέα η ένσταση ιδίας κυριότητας
τμήματος αγροτικού κλήρου κι όχι ολόκληρου, εφόσον η κατάτμηση αγροτικών κλήρων απαγορεύεται.
Στην δίκη διανομής δεν επιτρέπεται να προβληθεί ένσταση επίσχεσης απαίτησης για το λόγο ότι το κοινό
πράγμα έχει αγοραστεί με δαπάνες του ενιστάμενου, ούτε οι δαπάνες για την ανέγερση κτίσματος επί
ακινήτου που στη συνέχεια κατέστη επίκοινο. Μεταβίβαση επίκοινου εν επιδικία. Στην περίπτωση αυτή
καλείται ο νέος δικαιούχος κοινωνός. Ελλείψει αποδείξεως κατάρτισης σχετικής συμφωνίας διανομής της
κοινής περιουσίας μεταξύ των συγκληρονόμων, καθώς και γνωστοποιήσεως εκ μέρους μερικών από
αυτών περί της πρόθεσής τους να νέμονται το όλο κοινό, απορρίπτεται η ένσταση ιδίας κυριότητας
αυτών του επιδίκου. Μόνη η εκμίσθωση του κοινού δεν αποτελεί γνωστοποίηση της εν λόγω προθέσεως.
Ενόψει όμως της άτυπης δωρεάς του κληρονομούμενο προς έναν συγκληρονόμο επί συγκεκριμένου
ακινήτου, το οποίο νέμεται χωρίς αντιρρήσεις από τους λοιπούς για πενήντα και πλέον έτη, θεωρείται ότι
ασκείται καταχρηστικά εκ μέρους των λοιπών το δικαίωμα έγερσης αγωγής διανομής. Πλειστηριασμός
των ακινήτων, ενόψει του ανέφικτου της αυτούσιας διανομής τους.

ΑΠΟΦΑΣΗ 9/2012
Αριθμός κατάθεσης αγωγής: 313/20-12-2007
Αριθμός κατάθεσης κλήσης: 115/06-09-2010

ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΠΡΩΤΙΑΣ


ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους δικαστές Παναγιώτα Γκόγκου, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Ιωάννη Τζαφέστα,
Πρωτοδίκη, Αθανάσιο Τερζούδη, Πρωτοδίκη - εισηγητή και από τη γραμματέα Φρειδερίκη Τσώλη.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στις 17-11-2011, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: ............, κατοίκου Φασκομηλιάς Συβότων Θεσπρωτίας, που εκπροσωπήθηκε από την
πληρεξούσια δικηγόρο της Κλειώ Γιαννούλη (Δ.Σ. Θεσπρωτίας), η οποία κατέθεσε έγγραφες προτάσεις
και

ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) ..........., κατοίκου Γέρακα Αττικής, 2) ............., κατοίκου Νεοχωρίου


Παραμυθιάς Θεσπρωτίας, 3) ............., κατοίκου Φιλιατών Θεσπρωτίας, 4) .............., κατοίκου
Ζερβοχωρίου Παραμυθιάς Θεσπρωτίας, 5) ..............., κατοίκου Ζερβοχωρίου Παραμυθιάς
Θεσπρωτίας, 6) .................., κατοίκου Μουλκίου Κορινθίας, 7) ................, κατοίκου Αθηνών Αττικής,
8) ................, κατοίκου Καμαρίου Κορινθίας, 9) ...................., κατοίκου Καρυωτίου Παραμυθιάς
Θεσπρωτίας και 10) .............., κατοίκου Καρυωτίου Παραμυθιάς Θεσπρωτίας, εκ των οποίων η πρώτη
εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Αναστάσιο Τσιρώνη (Δ.Σ. Θεσπρωτίας), οι δεύτερη,
τρίτη, τέταρτος, πέμπτος, έκτη, έβδομη και όγδοη δεν παραστάθηκαν, ο ένατος εκπροσωπήθηκε από τον
πληρεξούσιο δικηγόρο του Κωνσταντίνο Σιντόρη (Δ.Σ. Θεσπρωτίας) και η δέκατη παρέστη με τον
πληρεξούσιο δικηγόρο της Νικόλαο Μπέζα (Δ. Σ. Θεσπρωτίας), των δε ως άνω δικηγόρων καταθεσάντων
έγγραφες προτάσεις.

Η ενάγουσα με την από 10-12-2007 και με αριθμό πράξης κατάθεσης .../20-12-2007 αγωγή της, την
οποία στρέφει κατά των εναγομένων και απηύθυνε καταρχάς στο ενταύθα Μονομελές Πρωτοδικείο, ζητεί
τα ειδικότερα αναφερόμενα σ` αυτήν. Για τη συζήτηση της αγωγής αρχικά ορίστηκε δικάσιμος η 08-05-
2008 και μετά νόμιμη αναβολή η 26-11-2009. Επί της αγωγής εκδόθηκε η υπ` αριθμόν 133/2010
οριστική απόφαση του εν λόγω δικαστηρίου, με την οποία έκρινε εαυτό καθ` ύλην αναρμόδιο και
παρέπεμψε την υπόθεση στο παρόν δικαστήριο. Στη συνέχεια, με την από 16-06-2010 και με αριθμό
πράξης κατάθεσης .../06-09-2010 κλήση της ενάγουσας ζητήθηκε ο εκ νέου προσδιορισμός δικασίμου
για τη συζήτηση της αγωγής, ορίστηκε δε δικάσιμος η 17-02-2011 και μετά νόμιμη αναβολή αυτή που
αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΗΜΕΡΙΝΗ δημόσια συζήτηση της υποθέσεως παραστάθηκαν οι διάδικοι όπως σημειώνεται
παραπάνω και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά δημοσίας συνεδριάσεως του
δικαστηρίου τούτου και τις έγγραφες προτάσεις τους.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ


ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Οπως αποδεικνύεται από τις υπό στοιχεία 1007/Β`/31-01-2008, 976/Β`/25-01-2008, 974/Β`/25-


01-2008, 975/Β`/25-01-2008, 977/Β`/25-01-2008, 978/Β`/25-01-2008 και 979/Β`/25-01- 2008
εκθέσεις επίδοσης της διορισμένης στο ενταύθα Πρωτοδικείο δικαστικής επιμελήτριας Αφροδίτης Τσόγκα
τις οποίες προσεκόμισε μετ` επικλήσεως η ενάγουσα, κεκυρωμένο αντίγραφο της κρινομένης αγωγής, η
οποία απευθύνεται προς το ενταύθα Μονομελές Πρωτοδικείο, με την κάτω από αυτήν πράξη για τον
προσδιορισμό δικασίμου και την κλήση για συζήτηση στην αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο της 20-12-2007,
επιδόθηκε νόμιμα κι εμπρόθεσμα με την επιμέλεια της ενάγουσας στους δεύτερη, τρίτη, τέταρτο,
πέμπτο, έκτη, έβδομη και όγδοη των εναγομένων (άρθρα 122 § 1, 123, 124, 126 § 1 στοιχ. α`, 127 § 1
και 128 §§ 1-3 ΚΠολΔ). Κατά τη δικάσιμο εκείνη η συζήτηση αναβλήθηκε για τις 26-11-2009,
μεταφερθείσης της υπόθεσης στη σειρά των υποθέσεων που έπρεπε να συζητηθούν στη νέα δικάσιμο,
οπότε και εκ μόνης της αναγραφής της υποθέσεως στο πινάκιο δεν απαιτούνταν νέα κλήση των
εναγομένων (άρθρο 226 § 4 εδ. δ` ΚΠολΔ). Συζητηθείσης της υποθέσεως στις 26-11-2009, εξεδόθη η
υπ` αριθμόν 133/2010 οριστική απόφαση του ενταύθα Μονομελούς Πρωτοδικείου, με την οποία κρίναν
εαυτό καθ` ύλην αναρμόδιο, παρέπεμψε την υπόθεση στο δικαστήριο τούτο. Στη συνέχεια με την από
16-06-2010 και με αριθμό πράξης κατάθεσης .../06-09-2010 κλήση της, η ενάγουσα ζήτησε νόμιμα τον
εκ νέου προσδιορισμό τόπου και χρόνου για τη συζήτηση της υπόθεσης, η οποία ορίσθηκε να συζητηθεί
ενώπιον πλέον του δικαστηρίου τούτου στις 17-02-2011. Κεκυρωμένο δε αντίγραφο της εν λόγω κλήσης
με την κάτω από αυτήν πράξη για τον προσδιορισμό δικασίμου και την κλήση για συζήτηση στην
τελευταία αυτή δικάσιμο (17-02-2011), επιδόθηκε νόμιμα κι εμπρόθεσμα με την επιμέλεια της
ενάγουσας στους δεύτερη, τρίτη, τέταρτο, πέμπτο, έκτη, έβδομη και όγδοη των εναγομένων, όπως
αποδεικνύεται από τις υπό στοιχεία 7128/Β`/22-10-2010, 7012/Β`/07-10-2010, 7015/Β`/07-10- 2010,
7016/Β`/07-10-2010, 7019/Β`/07-10-2010, 7017/Β`/07-10-2010 και 7018/Β`/07-10-2010 αντίστοιχα
εκθέσεις επίδοσης της ίδιας ως άνω δικαστικής επιμελήτριας (άρθρα 122 § 1, 123, 124, 126 § 1 στοιχ.
α`, 127 § 1, 128 §§ 1 - 3 και 130 § 1 ΚΠολΔ). Κατά τη δικάσιμο εκείνη η συζήτηση αναβλήθηκε για την
αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, μεταφερθείσης της υπόθεσης εκ νέου στη σειρά των
υποθέσεων που έπρεπε να συζητηθούν σ` αυτή (άρθρο 226 § 4 εδ. δ` ΚΠολΔ). Ομως οι εν λόγω
εναγόμενοι δεν εμφανίστηκαν κατά την εκφώνηση της υποθέσεως από τη σειρά του οικείου πινακίου
στην τελευταία αυτή δικάσιμο ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο κι έτσι δεν έλαβαν
μέρος στη συζήτησή της. Επομένως, πρέπει να συζητηθεί η υπόθεση ερήμην τους (άρθρο 271 §§ 1 και 2
εδ. β` ΚΠολΔ). Ωστόσο, λόγω του δεσμού της αναγκαίας ομοδικίας που τους συνδέει με τους ομοδίκους
τους (με τη μορφή της υποχρεωτικής κοινής νομιμοποίησης), θεωρούνται ότι αντιπροσωπεύονται από
τους παριστάμενους διαδίκους (άρθρο 76 § 1 εδ. β` ΚΠολΔ), οπότε δικάζονται κατ` αντιμωλίαν (ΕφΙωαν
75/2005 ΕλλΔ/νη 2006.859).

ΙΙ. Α. Από τις διατάξεις των άρθρων 26, 74, 79, 180, 188, 193, 203, 207 και 208 του Αγροτικού Κώδικα
(β.δ. της 29-10/06-12-1949), ενόψει και του άρθρου 1 § 1 του α.ν. 431/1968 (δεν επηρεάζει εν
προκειμένω η κατάργησή του με το άρθρο 37 § 2 στοιχ. β` του ν. 4061/2012 / ΦΕΚ Α`/66/22-03-
2012), κατά το οποίο από την έναρξη της ισχύος του επιτρέπεται στους κατά την εποικιστική εν γένει
νομοθεσία κληρούχους η διά δικαιοπραξιών εν ζωή εκποίηση ή οπωσδήποτε διάθεση των κάθε φύσεως
κλήρων τους υπό μόνο τον περιορισμό της μη κατάτμησης των τεμαχίων της οριστικής διανομής,
προκύπτει ότι από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της απόφασης του Υπουργού
Γεωργίας, που αφορά την κύρωση της οριστικής διανομής, η κυριότητα των κλήρων περιέρχεται
αυτοδίκαια στους αναφερόμενους στο κτηματολόγιο κληρούχους, στο όνομα των οποίων εκδίδονται οι
τίτλοι κυριότητας (παραχωρητήρια) και ότι η εγκατάσταση στον κλήρο θεωρείται γενόμενη από την
παραχώρηση του, αφότου ο κληρούχος θεωρείται ως μόνος καλής πίστεως νομέας αυτού και συνεπώς ο
παραχωρηθείς κλήρος είναι ανεπίδεκτος χρησικτησίας, αφού προς τούτο απαιτείται νομή, την οποία δεν
μπορεί να έχει άλλος εκτός του κληρούχου, την ίδια δε πλασματική επί του κλήρου νομή του κληρούχου
έχουν κατ` επέκταση και οι κληρονόμοι του και έτσι ούτε μπορεί άλλος κληρονόμος να χρησιδεσπόσει
σ` αυτόν, εκτός αν μετά την κτήση από τον κληρούχο της κυριότητας του επί του κλήρου μεριδίου του,
έγινε νόμιμη μεταβίβαση αυτού προς άλλο συγκληρονόμο, κατ` άρθρο 228 του Αγρ. Κώδικα, στην
έννοια της οποίας περιλαμβάνεται και η, με παράδοση κατά το προϊσχύσαν ΒΡΔ και υπό τον ΑΚ (976) με
τη βούληση του κληρονόμου, κτήση της νομής του μεριδίου του από άλλον συγκληρονόμο και βάσει
αυτής κτήση της κυριότητας τούτου με χρησικτησία, εφόσον συντρέξουν και οι λοιπές κατά νόμο
προϋποθέσεις αυτής. Μετά όμως την έναρξη ισχύος του άνω α.ν. 431/1968 (23-05-1968) ο κληρούχος
ή ο κληρονόμος του δεν λογίζεται κατά πλάσμα δικαίου νομέας του κλήρου αν δεν κατέχει πράγματι
αυτόν, με συνέπεια να είναι δυνατή η χωρίς τη θέληση του κτήση από τρίτο της νομής του
κληροτεμαχίου που μπορεί, αν συντρέξουν και οι λοιπές προϋποθέσεις, να οδηγήσει στην κτήση της
κυριότητας τούτου με τακτική ή με έκτακτη χρησικτησία, εφόσον συμπληρωθεί ο αναγκαίος για καθεμιά
χρόνος από την ισχύ του ως άνω α.v.. Περαιτέρω, με το άρθρο 189 §§ 1 και 2 του Αγροτικού Κώδικα
τίθεται γενική διάταξη ως προς την περιέλευση των ατομικών κλήρων στους κληρούχους, συνιστάμενη
στο ότι αυτοί αποκτούν την κυριότητα εκείνων των κλήρων από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της
Κυβέρνησης της απόφασης του Υπουργού Γεωργίας ή του αρμόδιου Γενικού Διοικητή περί κύρωσης της
οριστικής διανομής καθενός αγροκτήματος. Ομως ειδικότερα η κυριότητα σε ακίνητο που κείται σε
περιοχή χαρακτηριζόμενη από το νόμο (α.ν. 1366/1938 και ήδη ν. 1892/1990) ως παραμεθόρια
αποκτάται όχι από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης της απόφασης του Υπουργού
Γεωργίας ή του αρμόδιου Γενικού Διοικητή για την κύρωση της οριστικής διανομής του αγροκτήματος,
όπως ορίζει η παραπάνω γενική διάταξη (άρθρο 189 §§ 1 και 2 του Αγροτικού Κώδικα), αλλά, σύμφωνα
με τα οριζόμενα από τα άρθρα 193 και 196 αυτού, 77 του ν.δ. 2185/1952, 1 και 16 του ν.δ. 1189/1972,
από και δια της μεταγραφής του εκδοθέντος από την αρμόδια αρχή οριστικού τίτλου (παραχωρητηρίου).
Πριν από τη συντέλεση της μεταγραφής αυτής ο δικαιούχος - κληρούχος αδυνατεί να ασκήσει έναντι
τρίτου δικαίωμα κυριότητας ή συγκυριότητας (ΟλΑΠ 8/2001 ΕλλΔ/νη 2001.382, ΑΠ 1607/2010 ΤΝΠ
«ΝΟΜΟΣ», ΑΠ 812/2010 ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΑΠ 149/2009 ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Επιπλέον, με το άρθρο 24 § 1
του ν. 1892/1990, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 114 § 1 ν. 3978/2011 και ισχύει, καθορίστηκε
ως παραμεθόρια περιοχή, μεταξύ άλλων και ο τέως νομός Θεσπρωτίας.

Β. Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 785 - 787, 974, 980, 981, 982, 994, 1113 και 1884 ΑΚ,
συνάγεται ότι ο συγκοινωνός, όπως είναι και ο εξ αδιαθέτου συγκληρονόμος, αν κατέχει ολόκληρο το
κοινό πράγμα, θεωρείται ότι κατέχει αυτό και στο όνομα των λοιπών κοινωνών και δεν μπορεί να
αντιτάξει κατ` αυτών κτητική παραγραφή (έκτακτη χρησικτησία), προτού καταστήσει γνωστό σ` αυτούς
ότι αποφάσισε να νέμεται το κοινό πράγμα αποκλειστικώς στο όνομα του ως κύριος και από τη
γνωστοποίηση αυτήν παρέλθει η απαιτούμενη για την (έκτακτη) χρησικτησία εικοσαετία. Ομως, η
παραπάνω γνωστοποίηση δεν απαιτείται όταν οι λοιποί συγκύριοι - συγκοινωνοί έχουν λάβει γνώση, με
οποιοδήποτε τρόπο, της αποφάσεως που εκδήλωσε ο κοινωνός ότι κατέχει ολόκληρο το κοινό και ότι
εφεξής νέμεται αυτό ως αποκλειστικός κύριος και περάσει από τη γνώση αυτή η προθεσμία της
αποσβεστικής ή κτητικής παραγραφής (ΑΠ 106/2011 ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΑΠ 718/2010 ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΑΠ
1346/2010 ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Έτσι, τέτοια γνωστοποίηση δεν απαιτείται και στην περίπτωση που οι
συγκύριοι προβαίνουν σε άτυπη διανομή του κοινού (κληρονομιαίου) ακινήτου, αφού έκτοτε καθένας
από αυτούς με γνώση των λοιπών νέμεται αποκλειστικώς για τον εαυτό του το περιελθόν σ` αυτόν με
την άτυπη διανομή μέρος του ακινήτου (ΑΠ 211/2010 ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΑΠ 1431/2010 ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»,
ΑΠ 1609/2010 ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»).

III.Στην προκειμένη περίπτωση με την κρινομένη αγωγή, μετά τη νόμιμη παραίτηση της ενάγουσας από
το δικόγραφό της κατά ένα μέρος (βλ. σελ. 2 των υπ` αριθμόν 133/2010 πρακτικών συνεδρίασης του
ενταύθα Μονομελούς Πρωτοδικείου), εκτίθεται ότι αυτή (ενάγουσα), δυνάμει κληρονομικής διαδοχής,
κατέστη νομίμως συγκυρία σε ποσοστό 21/140 εξ αδιαιρέτου των περιγραφομένων στην αγωγή
τεσσάρων (4) ακινήτων που αποτελούν αυτοτελή τμήματα αγροτικού κλήρου του δικαιοπαρόχου της και
βρίσκονται στο Καρυώτι Παραμυθιάς Θεσπρωτίας, ενώ συγκύριοι των ιδίων ακινήτων με νόμιμη
κληρονομική διαδοχή κατέστησαν σε εξ αδιαιρέτου ποσοστά 21/140 έκαστος των πρώτης και δέκατης
των εναγομένων, 3/140 έκαστος των δεύτερης, τρίτης, τέταρτου, πέμπτου, έκτης, έβδομης και όγδοης
εξ αυτών και τέλος 56/140 ο ένατος των εναγομένων. Οτι οι εναγόμενοι δεν συναινούν στην εξώδικη
διανομή των ως άνω ακινήτων, η συνολική αξία των οποίων ανέρχεται σε ποσό ανώτερο των €
110.235,00, όπως το ύψος της καθορίστηκε με την ως άνω υπ` αριθμόν 133/2010 απόφαση του
ενταύθα Μονομελούς Πρωτοδικείου και δεν αμφισβητείται. Με βάση τα περιστατικά αυτά, ζητείται η λύση
της μεταξύ τους κοινωνίας με την αυτούσια διανομή τους κατά το λόγο της μερίδας κάθε κοινωνού,
επικουρικά να διαταχθεί η διά πλειστηριασμού πώληση αυτών και στη συνέχεια η είσπραξη του
εκπλειστηριάσματος από τους κοινωνούς ανάλογα με τη μερίδα ενός εκάστου, να οριστεί πολιτικός
μηχανικός ως πραγματογνώμονας για ν` αποφανθεί για το εφικτό ή μη της αυτούσιας διανομής και να
καταδικαστούν οι εναγόμενοι στα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας. Με το περιεχόμενο αυτό η αγωγή
παραδεκτά ασκείται ενώπιον του δικαστηρίου τούτου που είναι καθ` ύλην και κατά τόπον αρμόδιο να τη
δικάσει (άρθρα 62 εδ. α`, 63 § 1 εδ. α`, 68, 71, 73, 7, 8, 9 εδ. α` και β`, 10, 11 αρ. 5, 12, 14 §§ 1
στοιχ. α` και 2, όπως ίσχυε προ της αντικατάστασης του με το άρθρο 2 ν. 3994/2011, σε συνδ. με 18
και 29 ΚΠολΔ) κατά την προκειμένη τακτική διαδικασία (άρθρα 208 - 465 ΚΠολΔ) με τις ειδικότερες
ρυθμίσεις των άρθρων 478-494 ΚΠολΔ και είναι ορισμένη (άρθρο 216 ΚΠολΔ), απορριπτόμενης της περί
του αντιθέτου ένστασης της πρώτης εναγομένης ως αβάσιμης κατά τα παρακάτω αναφερόμενα.
Περαιτέρω, το αίτημα περί ορισμού πολιτικού μηχανικού ως πραγματογνώμονος για ν` αποφανθεί για το
εφικτό ή μη της αυτούσιας διανομής είναι μη νόμιμο και απορριπτέο, αφού προεχόντως αίτημα της
αγωγής διανομής κοινού πράγματος αποτελεί η λύση της κοινωνίας που υπάρχει σε αυτό, ο δε τρόπος
λύσεως της κοινωνίας, δηλαδή το αν η λύση αυτή θα γίνει με αυτούσια διανομή ή με πώληση διά
πλειστηριασμού δεν περιλαμβάνεται στο αίτημα της αγωγής, αλλά ανήκει στις εξουσίες του αρμοδίου
δικαστηρίου (ΑΠ 913/2011, ΑΠ 1309/2005, ΑΠ 981/2002, ΑΠ 763/2002 σε ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Επιπλέον,
και το αγωγικό αίτημα περί καταδίκης των εναγομένων στα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας, όπως επίσης
και το αντίστοιχο αίτημα των ενάτου και δεκάτης των εναγομένων (βλ. την αγωγή και τις έγγραφες
προτάσεις αυτών), είναι μη νόμιμο και απορριπτέο, αφού τα έξοδα της δίκης διανομής βαρύνουν τη
διανεμητέα περιουσία, όπως κάθε δαπάνη για το κοινό πράγμα (άρθρο 794 ΑΚ), με την έννοια του
καταλογισμού τους σε βάρος όλων των διαδίκων ανάλογα με το ποσοστό συγκυριότητας τους στο
διανεμητέο επίκοινο, ανεξάρτητα από το αν είναι ενάγοντες ή εναγόμενοι (ΕφΔωδ 139/2006 ΤΝΠ
«ΝΟΜΟΣ», ΕφΔωδ 115/2006 ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΕφΑθ 2237/2003 ΕΔΠ 2003.241, ΕφΔυτΜακ 251/2002
ΑρχΝ 2004.401). Περαιτέρω, η αγωγή είναι νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1710, 1846,
1195 εδ. α`, 1194, 1198, 1113, 785 εδ. α`, 795 § 1, 798, 799 ΑΚ και 176 ΚΠολΔ. Επιπλέον 1) για το
παραδεκτό της αγωγής, έχει εγγραφεί αυτή νόμιμα κι εμπρόθεσμα (άρθρο 220 § 1 ΚΠολΔ) στα βιβλία
διεκδικήσεων του υποθηκοφυλακείου της περιφέρειας των εν λόγω (διανεμητέων) ακινήτων (βλ. το υπ`
αριθμόν 1802/31-12-2007 πιστοποιητικό της υποθηκοφύλακα Παραμυθιάς), 2) για το αντικείμενο της
καταβλήθηκε το ανάλογο τέλος δικαστικού ενσήμου με τις νόμιμες προσαυξήσεις (βλ. τα υπ` αριθμούς
9508/30-11-2009 και 11104/24-11-2011 διπλότυπα είσπραξης της Δ.Ο.Υ. Ηγουμενίτσας) και 3) δεν
απαιτείται προσκομιδή πιστοποιητικού υποβολής δήλωσης άρθρου 5 §§ 1 και 2 ν. 2308/1995, όπως αυτό
αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 § 15 ν. 3127/2003 και ισχύει, δεδομένου ότι η Παραμυθιά Θεσπρωτίας
όπου βρίσκονται τα διανεμητέα ακίνητα, δεν συγκαταλέγεται μεταξύ των περιοχών που έχουν κηρυχθεί
υπό κτηματογράφηση. Περαιτέρω, μετά την αντικατάσταση του άρθρου 214 Α` του ΚΠολΔ από το
άρθρο 19 του ν. 3994/2011 (ΦΕΚ Α`/165/25-07-2011), το οποίο, κατ` άρθρο 72 § 3 αυτού,
εφαρμόζεται και στις αγωγές που ασκήθηκαν πριν από την έναρξη ισχύος του και δεν έχουν ακόμη
συζητηθεί, η απόπειρα εξώδικης επίλυσης της διαφοράς δεν ανάγεται πλέον σε όρο παραδεκτού της
συζητήσεως της αγωγής και οι διάδικοι απλά δικαιούνται και δεν υποχρεούνται να εφαρμόσουν την εν
λόγω διάταξη (Χ. Απαλαγάκη «Η διαγνωστική δίκη και η αναγκαστική εκτέλεση κατά τον ΚΠολΔ» [2011]
σελ. 32). Για το λόγο αυτό, ανεξάρτητα από την απόπειρα εξώδικης επίλυσης της ένδικης διαφοράς στην
οποία προέβη η ενάγουσα διά της πληρεξούσιας δικηγόρου της (βλ. την από 28-11-2010 σχετική
δήλωση της), ερευνητέα αποβαίνει η αγωγή περαιτέρω κατ` ουσίαν.

IV. Οι παραστάντες στη δίκη πρώτη, ένατος και δέκατη εναγόμενοι αρνήθηκαν την αγωγή (άρθρο 261
ΚΠολΔ) ζητώντας την απόρριψη της και προέβαλαν παραδεκτά διά των εγγράφων προτάσεών τους
(άρθρο 269 § 1 ΚΠολΔ) τις παρακάτω ενστάσεις: Α. Η πρώτη εναγομένη (..........): 1. Αοριστίας της
αγωγής, λόγω μη αναγραφής σ` αυτήν του χρόνου και τόπου θανάτου του κληρονομουμένου -
κληρούχου των διανεμητέων ακινήτων και απώτατου δικαιοπαρόχων απάντων των διαδίκων, όπως
επίσης και του τόπου της τελευταίας εν ζωή κατοικίας ή διαμονής αυτού, στοιχεία απαραίτητα, κατά τους
ισχυρισμούς της, για τη θεμελίωση της κατά τόπον αρμοδιότητας του δικαστηρίου που θα δικάσει την
κρινομένη αγωγή. Και πράγματι αρμόδιο κατά τόπο για την αγωγή διανομής δικαστήριο είναι, αν
πρόκειται για ακίνητο, το της τοποθεσίας του ακινήτου (άρθρο 29 ΚΠολΔ), ενώ προκειμένου για διανομή
κληρονομιάς, το της κληρονομιάς, δηλαδή το της τελευταίας κατοικίας του κληρονομουμένου και αν δεν
είχε κατοικία, το της τελευταίας διαμονής του (άρθρο 30 § 1 ΚΠολΔ). Ομως κατά την άποψη που
υιοθετεί το δικαστήριο τούτο, για την υπαγωγή της αγωγής διανομής στην αποκλειστική δωσιδικία της
κληρονομιάς απαιτείται η σ` αυτή αναφορά ολόκληρης της κληρονομιάς και όχι ορισμένου κοινού
ακινήτου και αν ακόμη αποκτήθηκε με κληρονομικό τίτλο (βλ. Β. Βαθρακοκοίλη «Κώδικας πολιτικής
δικονομίας / ερμηνευτική - νομολογιακή ανάλυση κατ` άρθρο» συμπληρωματικός τόμος Η` [2006] υπό
το άρθρο 479 αρ. 4 σελ. 508). Διότι στην τελευταία περίπτωση βάση της αγωγής διανομής του
μεμονωμένου αυτού κληρονομιαίου ακινήτου δεν είναι το κληρονομικό δικαίωμα των κοινωνών, εκτός
αν το υπό διανομή ακίνητο μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί την όλη κληρονομιαία περιουσία. Ακόμη,
δεν εφαρμόζεται η ΚΠολΔ 30 § 1 αν ζητείται η διανομή ακινήτων, η στα οποία κοινωνία δημιουργήθηκε
εν μέρει από κληρονομική επαγωγή και κατά το υπόλοιπο μέρος από δικαιοπραξία εν ζωή (ΕφΑθ
2472/1969 Αρμ 1970.244, ΠολΠρΠειρ 983/1979 Αρμ 1981.42, ΠολΠρΑθ 3941/1977 ΝοΒ 1977.571,
πρβλ. Γ. Μπαλή «Κληρονομικόν δίκαιον / κατά τον κώδικα» [1965] § 226 σελ. 362, Κ. Παπαδόπουλου
«Αγωγές εμπραγμάτου δικαίου» τόμος Α` [1989] § 219 αρ. 3 σελ. 473, Β. Βαθρακοκοίλη «Κώδικας
πολιτικής δικονομίας / ερμηνευτική - νομολογιακή ανάλυση κατ` άρθρο» τόμος Γ [1995] υπό το άρθρο
478 αρ. 16 σελ. 22, Γ. Ορφανίδη σε Κεραμέα / Κονδύλη / Νίκα «Ερμηνεία ΚΠολΔ» τόμος Ι υπό το άρθρο
478 αρ. 9 σελ. 848, Χ. Τριανταφυλλίδη σε Χ. Απαλαγάκη «Κώδικας πολιτικής δικονομίας / ερμηνεία
κατ` άρθρο» [2010] υπό το άρθρο 478 αρ. 1 σελ. 835, βλ. όμως και Κ. Μπέη «Πολιτική δικονομία /
γενικές αρχές και ερμηνεία των άρθρων» τόμος «ΙΙβ`» [1975] εισαγωγικές παρατηρήσεις στις ειδικές
διατάξεις περί διανομής υπό στοιχ. «IV» αρ. 3 και 4 σελ. 1779/1780, όπου υποστηρίζει την άποψη ότι αν
η κοινωνία είχε δημιουργηθεί με κληρονομική διαδοχή, τότε η αγωγή διανομής υπάγεται, σε κάθε
περίπτωση και χωρίς να κάνει περαιτέρω διακρίσεις, στη δωσιδικία της κληρονομιάς). Στην κρινομένη
αγωγή εκτίθεται ότι τα τέσσερα (4) διανεμητέα ακίνητα αποτελούν αγροτικό κλήρο που παραχωρήθηκε
από το Δημόσιο στον ............., πατέρα της ενάγουσας, των ένατου και δέκατης των εναγομένων,
παππού εκ πατρικής γραμμής της πρώτης εναγομένης και παππού εκ μητρικής γραμμής των δεύτερης,
τρίτης, τέταρτου, πέμπτου, έκτης, έβδομης και όγδοης εναγομένων, ο οποίος κληρονομήθηκε από
αυτούς, πλην πουθενά δεν αναφέρεται (στην αγωγή) ότι τα εν λόγω ακίνητα (διανεμητέα) αποτελούν
την όλη κληρονομιαία περιουσία που αυτός κατέλιπε. Απεναντίας μάλιστα, αρχικά στην αγωγή
περιλαμβανόταν ως διανεμητέο και ένα ακόμα (πέμπτο) ακίνητο και δη το υπ` αριθμόν ... αγροτεμάχιο
του αγροκτήματος Καρυωτίου Παραμυθιάς, ως μέρος του ιδίου κλήρου που κατέλιπε ο ως άνω
................, το οποίο μετά την ως άνω παραίτηση της ενάγουσας από το δικόγραφο της αγωγής δεν
αποτελεί αντικείμενο αυτής της δίκης (βλ. σελ. 2 των υπ` αριθμόν 133/2010 πρακτικών συνεδρίασης
του ενταύθα Μονομελούς Πρωτοδικείου).

Επιπλέον, στην αγωγή φέρεται ότι (εκτός των διά κληρονομικής διαδοχής κτηθέντων και) ένα εξ
αδιαιρέτου ποσοστό επί των διανεμητέων ακινήτων (4/80) απέκτησε η πρώτη εναγομένη από τη μητέρα
της δυνάμει σύμβασης γονικής παροχής, ήτοι από δικαιοπραξία εν ζωή (βλ. σελ. 3 της αγωγής). Για τους
λόγους αυτούς και σύμφωνα με τα παραπάνω, εφόσον τα διανεμητέα ακίνητα δεν φέρονται ως
αποτελούντα ολόκληρη την κληρονομιά του ως άνω κληρούχου, αλλά μόνο ως ένα μέρος αυτής και
επιπλέον η στα ίδια ακίνητα κοινωνία φέρεται ως δημιουργηθείσα εν μέρει από κληρονομική επαγωγή
και κατά το υπόλοιπο μέρος από δικαιοπραξία εν ζωή, η κρινομένη αγωγή διανομής δεν μπορεί να
υπαχθεί στην αποκλειστική δωσιδικία της κληρονομιάς (άρθρο 30 § 1 ΚΠολΔ), όπως αβασίμως
υπολαμβάνει η πρώτη εναγομένη με την παραπάνω ένσταση της αοριστίας, αλλά μόνο στη δωσιδικία της
τοποθεσίας των διανεμητέων ακινήτων (άρθρο 29 ΚΠολΔ), τα οποία βρίσκονται στο Καρυώτι
Παραμυθιάς Θεσπρωτίας, όπως επαρκώς εκτίθεται στην αγωγή κατά τα ανωτέρω (βλ. σελ. 2 αυτής) και
ως εκ τούτου κατά τόπον αρμόδιο για την εκδίκαση της δικαστήριο είναι το (Πολυμελές) Πρωτοδικείο
Θεσπρωτίας, απορριπτόμενης της ως άνω ένστασης ως ερειδομένης σε εσφαλμένη προϋπόθεση. 2.
Περαιτέρω, η πρώτη εναγομένη προέβαλε, κατ` εκτίμηση του ισχυρισμού της, ένσταση παραγραφής της
περί κλήρου αγωγής της ενάγουσας και ως εκ τούτου απόσβεσης της μεταξύ των διαδίκων κοινωνίας
κατά ένα μέρος (Γ. Μπαλή ο.π. §§ 222 αρ. 5 και 225 σελ. 354 και 361 αντίστοιχα, Κ. Παπαδόπουλου
ο.π. § 216 αρ. 4 σελ. 467/468, βλ. Κ. Καυκά «Ενοχικόν δίκαιον/ερμηνεία κατ` άρθρον» τόμος Β`
[1975] υπό τα άρθρα 803-805 § 4 σελ. 284/285, Θ. Σκούρα σε Γεωργιάδη - Σταθόπουλου «Αστικός
κώδιξ - κατ` άρθρον ερμηνεία» τόμος IV [© 2006, 2002, 2001, 1998, 1997] υπό το άρθρο 805 §§ 2-4
σελ. 219, Β. Βαθρακοκοίλη «ΕΡΝΟΜΑΚ» τόμος Γ ημίτομος Γ [2006] υπό το άρθρο 805 αρ. 2 σελ. 343).
Ειδικότερα, ισχυρίζεται ότι το εκ των διανεμητέων ακινήτων υπ` αριθμόν ... αγροτεμάχιο (το πρώτο με
τη σειρά που αναφέρονται στην αγωγή), το οποίο, όπως προαναφέρθηκε, συνιστά αυτοτελές τμήμα του
ενδίκου αγροτικού κλήρου του παραπάνω κληρούχου Δ.Π., μετά από άτυπη διανομή της κληρονομιαίας
περιουσίας του τελευταίου μεταξύ των εξ αδιαθέτου κληρονόμων του, ήτοι μεταξύ της συζύγου του
............... και των τέκνων του ................... (πατέρα της πρώτης εναγομένης), ................. (μητέρας
των δεύτερης, τρίτης, τέταρτου, πέμπτου, έκτης, έβδομης και όγδοης των εναγομένων), ................
(ένατου η εναγομένου) και ............... (δέκατης εναγομένης) που έλαβε χώρα κατά το έτος 1966,
περιήλθε στον εξ αυτών ............... (πατέρα της πρώτης εναγομένης). Οτι ο τελευταίος έκτοτε νεμόταν
αυτό μόνος μέχρι το θάνατο του, που επήλθε το έτος 1991, στη συνέχεια οι κληρονόμοι του και από 11-
03-2003 μέχρι σήμερα μόνη η πρώτη εναγομένη, χωρίς ποτέ να ενοχληθούν από τους ως άνω
συγκληρονόμους του κληρούχου ή από την ενάγουσα. Οτι ως εκ τούτου παρεγράφη η περί κλήρου
αγωγή της ενάγουσας κατά της πρώτης εναγομένης και συνεπώς δεν υφίσταται ως προς αυτό το ακίνητο
(υπ` αριθμόν ... αγροτεμάχιο) κοινωνία, οπότε πρέπει κατά το μέρος αυτό ν` απορριφθεί η αγωγή ως
αβάσιμη.

Με αυτό το περιεχόμενο αυτό η εν λόγω ένσταση είναι νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων
1871 και 249 του ΑΚ, οπότε ερευνητέα αποβαίνει περαιτέρω κατ` ουσίαν. 3. Εξάλλου, η πρώτη
εναγομένη προέβαλε ένσταση ιδίας κυριότητας επί του ως άνω υπ` αριθμόν ... αγροτεμαχίου,
επικαλούμενη ότι εφόσον, μετά την ως άνω άτυπη διανομή της κληρονομιαίας περιουσίας του
............... από τους κληρονόμους του κατά το έτος 1966, ενέμετο αυτό μόνος ο δικαιοπάροχος και
πατέρας της .............. κατά τα ανωτέρω, το 1986 παρεγράφη η αγωγή περί κλήρου της ενάγουσας γι`
αυτό, οπότε και εφόσον συνέχισε να χρησιδεσπόζει στο ίδιο ακίνητο (... αγροτεμάχιο) ο τελευταίος και
στη συνέχεια οι κληρονόμοι του με τελευταία χρονικά την πρώτη εναγομένη, συνυπολογίζοντας το δικό
της χρόνο χρησικτησίας στο χρόνο χρησικτησίας των δικαιοπαρόχων της (άρθρο 1051 ΑΚ), κατέστη
κυρία αυτού με έκτακτη χρησικτησία, εφόσον το έτος 2006 είχε συμπληρώσει υπέρ εικοσαετή νομή. Με
το περιεχόμενο αυτό η παραπάνω ένσταση είναι νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1871,
249, 1879 και 1045 ΑΚ και πρέπει να ερευνηθεί κατ` ουσίαν. 4. Επιπλέον, η πρώτη εναγομένη προέβαλε
ένσταση καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος της ενάγουσας, επικαλούμενη ότι η πάροδος από την
προρρηθείσα άτυπη διανομή (1966) μέχρι την άσκηση της αγωγής (2008) χρονικού διαστήματος άνω
των σαράντα ενός (41) ετών, κατά τη διάρκεια των οποίων η ίδια (πρώτη εναγομένη) ενέμετο για ίδιο
λογαριασμό (όπως προγενέστερα ο πατέρας της και οι λοιποί κληρονόμοι του) το ως άνω υπ` αριθμόν ...
αγροτεμάχιο, προβαίνοντας σε διάφορες προσθήκες και βελτιώσεις σε αυτό με ιδιαίτερα υψηλό κόστος
που κατέβαλλαν εξ ιδίων υπό τα όμματα απάντων των κληρονόμων του ............ χωρίς καμμία
αντίδραση ή διαμαρτυρία από αυτούς, καθιστά την μετά ταύτα άσκηση του δικαιώματος της ενάγουσας
ως προς αυτό το ακίνητο καταχρηστική και ως εκ τούτου απαγορευμένη, δεδομένου επιπλέον ότι τυχόν
αποδοχή της αγωγής θα είχε δυσμενέστατες συνέπειες για την πρώτη εναγομένη. Με το περιεχόμενο
αυτό η συγκεκριμένη ένσταση είναι νόμιμη (ΑΠ 499/2009 ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ») και στηρίζεται στη διάταξη
του άρθρου 281 ΑΚ, οπότε πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ` ουσίαν. 5. Τέλος, η πρώτη εναγομένη
προέβαλε τον παρακάτω ισχυρισμό: Οτι μετά την προρρηθείσα άτυπη διανομή των διανεμητέων
ακινήτων μεταξύ των κληρονόμων του ως άνω ............ το έτος 1966, στη μερίδα του δικαιοπαρόχου
και πατέρα της ............. έλαχε το υπ` αριθμόν ... αγροτεμάχιο. Οτι έκτοτε ο τελευταίος και μετά το
θάνατο του οι κληρονόμοι του, μεταξύ των οποίων (και χρονικά τελευταία) η πρώτη εναγομένη,
νεμόμενοι αυτό, πραγματοποίησαν εξ ιδίων επωφελείς δαπάνες στο εν λόγω ακίνητο, με αποτέλεσμα να
αυξηθεί η αξία του κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στις προτάσεις της (βλ. σελ. 7/8 αυτών). Οτι για το
λόγο αυτό, σε περίπτωση που γίνει δεκτή η αγωγή και διαταχθεί η διανομή των ενδίκων ακινήτων
(μεταξύ των οποίων και το ως άνω αγροτεμάχιο), όπως το περιεχόμενο του ισχυρισμού εκτιμάται, πρέπει
να συνυπολογιστεί η επαύξηση της αξίας του ως ανάλογη επαύξηση του ποσοστού συμμετοχής της
(πρώτης εναγομένης) στην κοινωνία μεταξύ των διαδίκων.

Ο ισχυρισμός αυτός επιχειρείται να στηριχθεί στις διατάξεις των άρθρων 802, 1103 ΑΚ και 479 ΚΠολΔ.
Ομως παρατηρείται ότι για την πληρωμή των παραπάνω δαπανών δεν μπορεί να λάβει η πρώτη
εναγομένη (δανείστρια-κοινωνός) αυξημένο μέρος από τα διανεμητέα ακίνητα ανάλογο με την απαίτηση
της όπως ζητεί (Γ. Ορφανίδη σε Κεραμέα / Κονδύλη / Νίκα «Ερμηνεία του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας»
τόμος Ι [2000] υπό το άρθρο 479 § 4 σελ. 853 στο τέλος), αλλά μόνο να καταδικαστούν οι λοιποί
διάδικοι (οφειλέτες - κοινωνοί) να καταβάλουν σ` αυτήν το χρέος που αναλογεί στον καθένα από το
μέρος που θα λάβουν από τα διανεμητέα ακίνητα μετά την κλήρωση κατά τις περί κοινωνίας διατάξεις
(άρθρο 794 ΑΚ/ Κ. Παπαδόπουλου ο.π. § 201 σελ. 445, Κ. Καυκά ο.π. υπό το άρθρο 802 σελ. 281/282),
τούτο δε είναι δυνατόν και όταν οι δαπάνες αυτές έγιναν κατά τους όρους της διοικήσεως αλλότριων
(άρθρα 736, 722 ΑΚ) ή του αδικαιολόγητου πλουτισμού (άρθρα 737, 739, 904, 908 ΑΚ / ΕφΑθ
1520/1987 ΕλλΔ/νη 1988.533, ΕφΘεσ 1486/1984 Αρμ 1986.621), ειδικότερη εφαρμογή του οποίου
αποτελεί η διάταξη του άρθρου 1103 του ΑΚ (ΑΠ 331/1980 ΝοΒ 1980.1732, ΕφΛαρ 865/2004 ΝοΒ
2005.912, ΕφΘεσ 1962/1999 Αρμ 1999.1199, ΕφΑθ 5803/1981 Αρμ 1982.191, ΠολΠρΛαρ 563/1993
ΑρχΝ 1998.690, ΠολΠρΚαρδ 124/1992 Αρμ 1993.29 = ΑρχΝ 1993.678, ΜονΠρΒερ 288/1999 Αρμ
2000.1383, Β. Βαθρακοκοίλη «ΕΡΝΟΜΑΚ» τόμος Δ` ημίτομος Α` [2007] υπό το άρθρο 1103 αρ. 2 σελ.
685, βλ. όμως Απ. Γεωργιάδη «Εμπράγματο δίκαιο» τόμος Ι [1991] § 61 αρ. 65-70 σελ. 619/620, όπου
φαίνεται να διαχωρίζει την αξίωση της ΑΚ 1103 από αυτή του αδικαιολόγητου πλουτισμού). Αυτό, κατά
την άποψη που υιοθετεί το δικαστήριο, μπορεί να ζητηθεί από την πρώτη εναγομένη (δανείστρια -
κοινωνό) με ένσταση (προβάλλοντας και το δικαίωμα [ένσταση] επισχέσεως του κοινού πράγματος,
εφόσον το κατέχει / ΕφΠατρ 104/2007 ΑχαΝομ 2008.332, ΠολΠρΘεσ 2713/1983 Αρμ 1983.1081, Β.
Βαθρακοκοίλη «Κώδικας πολιτικής δικονομίας / ερμηνευτική -νομολογιακή ανάλυση κατ` άρθρο» τόμος
Γ [1995] υπό το άρθρο 479 αρ. 10 και 15 σελ. 36 και 37 αντίστοιχα, με περαιτέρω παραπομπές σε
νομολογία κι επιστήμη, contra Κ. Μπέη ο.π. υπό το άρθρο 479 αρ. 7 σελ. 1785, όπου υποστηρίζει ότι το
δικαίωμα προς λύση της κοινωνίας, ως διαπλαστικό, δεν είναι δεκτικό προσβολής με ένσταση
επισχέσεως), ανταγωγή ή παρεμπίπτουσα αγωγή (ΕφΠατρ 758/2004 ΑχαΝομ 2005.94, βλ. ΕφΠατρ
1013/2002 ΑχαΝομ 2003.373, ΕφΠατρ 293/2001 ΑχαΝομ 2002.91, ΕφΑθ 7407/1999 ΕλλΔ/νη
1999.1610, ΠολΠρΟεσ 17938/2001 Αρμ 2002.691, ΠολΠρΣπαρτ 151/1980 Αρμ 1981.210, βλ. Χ.
Τριανταφυλλίδη σε Χ. Απαλαγάκη «Κώδικας πολιτικής δικονομίας / ερμηνεία κατ` άρθρο» [2010] υπό το
άρθρο 479 § 5 σελ. 837 προς το τέλος), σε περίπτωση δε που ζητηθεί μόνο με ένσταση στη δίκη
διανομής, το δικαστήριο περιορίζεται να προσδιορίσει τις αξιώσεις αυτές με δύναμη δεδικασμένου από
της τελεσιδικίας της αποφάσεως, χωρίς όμως να προχωρεί σε καταψήφιση (Θ. Σκούρα σε Γεωργιάδη -
Σταθόπουλου ο.π. υπό το άρθρο 802 § 9 σελ. 213, όπου περαιτέρω παραπομπές, Κ. Μπέη ο.π. υπό το
άρθρο 479 αρ. 5 στοιχ. γ` σελ. 1784, Β. Βαθρακοκοίλη «Κώδικας πολιτικής δικονομίας / ερμηνευτική -
νομολογιακή ανάλυση κατ` άρθρο» τόμος Γ` [1995] υπό το άρθρο 479 αρ. 7 σελ. 35/36).

Στην προκειμένη περίπτωση όμως δεν υποβλήθηκε ανταγωγή, παρεμπίπτουσα αγωγή ή ένσταση με
τέτοιο περιεχόμενο από την πρώτη εναγομένη και μάλιστα με τρόπο ορισμένο (ΕφΠατρ 104/2007 ο.π.,
ΕφΛαρ 865/2004 ο.π., ΕφΛαρ 169/2001 ΕλλΔ/νη 2002.837 = ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ 2001.247) και ως εκ
τούτου, ο υπόψη ισχυρισμός της είναι σε κάθε περίπτωση μη νόμιμος και απορριπτέος. Β. Περαιτέρω, ο
ένατος εναγόμενος (...............) προέβαλε τις παρακάτω ενστάσεις: 1. Συνεισφοράς της παροχής ποσού
3.000 γερμανικών μάρκων που κατέβαλε στην ενάγουσα (ως «προίκα») το έτος 1965 κατ` απαίτηση του
θανόντος στις 30-12-1961 πατρός και δικαιοπαρόχου τους Δ.Π., που όρισε η παροχή αυτή να
συνυπολογιστεί στην κληρονομική της μερίδα από τον τελευταίο (άρθρο 1895 ΑΚ). Καταρχήν
σημειώνεται ότι ο κατιών που έχει αξίωση συνεισφοράς έναντι άλλου συγκληρονόμου, μπορεί να την
προβάλει, όχι μόνο με αγωγή, αλλά και με ένσταση στη δίκη διανομής της κληρονομιάς, προς μερική ή
ολική απόκρουση του δικαιώματος του αντιδίκου του για συμμετοχή και εκείνου στη διανομή των
περιουσιακών στοιχείων της κληρονομιάς (ΕφΑθ 1597/2011 ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», όπου διεξοδική ανάλυση
της λειτουργίας της εν λόγω ένστασης με παραπομπές στη νομολογία και την επιστήμη). Ομως εν
προκειμένω, και αληθή υποτιθέμενα τα εκτιθέμενα με την εν λόγω ένσταση πραγματικά περιστατικά, δεν
οδηγούν σε εφαρμογή της ΑΚ 1895 όπως ζητεί ο ενιστάμενος (ένατος εναγόμενος), αφού η εν λόγω
παροχή δεν φέρεται ως γενομένη από τον ίδιο τον κληρονομούμενο (.............) όσο ζούσε ούτε από την
περιουσία αυτού, αλλά (έγινε) μετά το θάνατο του από τον κληρονόμο αυτού .............. (ένατο
εναγόμενο) και με δαπάνες του τελευταίου, χωρίς να μεταβάλλει τα πράγματα το γεγονός ότι με τον
τρόπο αυτό ικανοποιήθηκε επιθυμία του διαθέτη, όπως εκθέτει ο ίδιος ο ένατος εναγόμενος (βλ. σελ. 4/5
των προτάσεων του, όπου αναφέρει επί λέξει «...κατ` απαίτηση του πατρός μας...εγώ ως οικονομικά πιο
εύρωστος από την οικογένεια ανέλαβα την υποχρέωση να δώσω στην ενάγουσα ένα ποσό ως προίκα...»
/ Μ. Αυγουστιανάκη σε Γεωργιάδη - Σταθόπουλου ο.π. τόμος Χ [© 1998] υπό το άρθρο 1895 § 9 και
27/28 σελ. 179/180 και 185/186 αντίστοιχα, Γ. Μπαλή ο.π. § 236 σελ. 384 επ. και ιδίως σελ. 386 στο
μέσο αυτής, όπου υποστηρίζεται ότι για να είναι η παροχή «συνεισενεκτέα» με την παραπάνω έννοια,
«δέον να προήρχετο ου μόνον εκ του προσώπου του κληρονομουμένου ανιόντος, αλλά και εκ της
περιουσίας αυτού»). Με τα δεδομένα αυτά, απορριπτέα τυγχάνει η εν λόγω ένσταση ως μη νόμιμη. 2.
Επιπλέον, ο ένατος εναγόμενος προέβαλε ένσταση παραγραφής της περί κλήρου αγωγής της ενάγουσας
και ως εκ τούτου απόσβεσης της μεταξύ των διαδίκων κοινωνίας σε άπαντα τα φερόμενα ως διανεμητέα
ακίνητα.

Ειδικότερα, ισχυρίζεται ότι μετά από άτυπη διανομή του συνόλου των ακινήτων του ως άνω κλήρου του
κληρούχου ................. μεταξύ των εξ αδιαθέτου κληρονόμων του, δηλαδή μεταξύ της συζύγου του
............... και των τέκνων του .................. (ενάγουσας), ................. (πατέρα της πρώτης
εναγομένης), ............... (μητέρας των δεύτερης, τρίτης, τέταρτου, πέμπτου, έκτης, έβδομης και όγδοης
των εναγομένων), ........................ (ένατου εναγομένου) και ......... (δέκατης εναγομένης) που έλαβε
χώρα κατά το έτος 1966, περιήλθαν στον καθένα τα ειδικότερα αναφερόμενα στις προτάσεις του
ακίνητα, ενώ με την ίδια διανομή περιήλθε στην ενάγουσα όχι κάποιο ακίνητο ή μέρος αυτού, αλλά μόνο
χρηματικό ποσό, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην εν λόγω ένσταση του (βλ. σελ. 5 και 8 των
προτάσεών του). Ότι έκτοτε (1966) κάθε συγκληρονόμος παρέλαβε το ακίνητο που συμφωνήθηκε να
λάβει και ενέμετο αυτό μόνος και αποκλειστικά για τον εαυτό του, υπό τα όμματα των συγκληρονόμων
του και χωρίς ποτέ να ενοχληθεί από αυτούς, με αποτέλεσμα το έτος 1986 να παραγραφεί η περί κλήρου
αγωγή του καθένα. Οτι ως εκ τούτου δεν υφίσταται ως προς τα φερόμενα ως διανεμητέα ακίνητα
κοινωνία, οπότε πρέπει ν` απορριφθεί η αγωγή ως αβάσιμη. Με αυτό το περιεχόμενο αυτό η εν λόγω
ένσταση είναι νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1871 και 249 του ΑΚ, οπότε ερευνητέα
αποβαίνει περαιτέρω κατ` ουσίαν. 3. Εξάλλου, ο ένατος εναγόμενος προέβαλε ένσταση καταχρηστικής
άσκησης του δικαιώματος της ενάγουσας, επικαλούμενος ότι η πάροδος από την προρρηθείσα άτυπη
διανομή (1966) μέχρι την άσκηση της αγωγής (2008) χρονικού διαστήματος άνω των σαράντα (40)
ετών, κατά τη διάρκεια των οποίων κάθε κληρονόμος του ............... και διάδικος αυτής της δίκης
ενέμετο για ίδιο λογαριασμό το λαχόν σε αυτόν από την άτυπη διανομή ακίνητο, εκμεταλλευόμενος αυτό
για ίδιο αποκλειστικά λογαριασμό ή / και πραγματοποιώντας σ` αυτό προσθήκες και βελτιώσεις με
δαπάνες που κατέβαλε εξ ιδίων υπό τα όμματα της ενάγουσας χωρίς αυτή να αντιδράσει ή να
διαμαρτυρηθεί καθόλου γι` αυτό κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στις προτάσεις του (βλ. σελ. 8-10
αυτών), καθιστά την μετά ταύτα άσκηση του ενδίκου δικαιώματος της διανομής καταχρηστική και
απαγορευμένη, δεδομένου επιπλέον ότι τυχόν αποδοχή της αγωγής θα είχε δυσμενέστατες συνέπειες για
τους εναγομένους και ώς εκ τούτου την κρινομένη αγωγή απορριπτέα ως αβάσιμη. Με το περιεχόμενο
αυτό η συγκεκριμένη ένσταση είναι νόμιμη (ΑΠ 499/2009 ο.π.), ερειδόμενη στη διάταξη του άρθρου
281 ΑΚ, οπότε πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ` ουσίαν. 4. Επιπλέον, ο ένατος εναγόμενος προέβαλε
ένσταση ιδίας κυριότητας επί διαιρετού τμήματος του υπ` αριθμόν ... αγροτεμαχίου έκτασης (του
τμήματος) 17.000,00 m2, καθώς επίσης και εφ` όλου του υπ` αριθμόν ... αγροτεμαχίου του
αγροκτήματος Καρυωτίου Παραμυθιάς (τα με αριθμούς ... και ... ακίνητα με τη σειρά που αναφέρονται
στην αγωγή ως διανεμητέα), επικαλούμενος ότι, εφόσον από το έτος 1965 μέχρι σήμερα, με τη
συναίνεση της ενάγουσας, νέμεται αυτά για ίδιο αποκλειστικά λογαριασμό αδιαλείπτως και οποθενδήποτε
αδιακώλυτα και αδιαμφισβήτητα, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στις προτάσεις του (βλ. σελ. 10/11
αυτών), παρεγράφη η αγωγή περί κλήρου της ενάγουσας γι` αυτά (το έτος 1985), οπότε και εφόσον
συνέχισε να χρησιδεσπόζει στα ίδια ακίνητα (εν μέρει στο ... και εν όλω στο ... αγροτεμάχιο) ο ίδιος
(ένατος εναγόμενος) μέχρι σήμερα, κατέστη κύριος αυτών με έκτακτη χρησικτησία, εφόσον από το έτος
2005 είχε συμπληρώσει υπέρ εικοσαετή νομή και ως εκ τούτου απορριπτέα τυγχάνει η αγωγή, κατά το
μέρος που τα αφορά, ως αβάσιμη. Με το περιεχόμενο αυτό η παραπάνω ένσταση για μεν το ως άνω
διαιρετό, όπως αναφέρεται, τμήμα του υπ` αριθμόν ... αγροτεμαχίου (κληροτεμαχίου) είναι απορριπτέα
ως μη νόμιμη, αφού τυχόν αποδοχή της θα οδηγούσε σε κατάτμηση του κατά παράβαση του άρθρου 1 §
1 του α.ν. 431/1968, που απαγορεύει την κατάτμηση αγροτικών κλήρων. Η ίδια ένσταση όμως, κατά το
μέρος που αφορά το υπ` αριθμόν ... αγροτεμάχιο είναι νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων
1871, 249, 1879 και 1045 ΑΚ και πρέπει να ερευνηθεί κατ` ουσίαν. 5. Περαιτέρω, ο κοινωνός που έχει
απαιτήσεις οι οποίες προέρχονται από τη σχέση της κοινωνίας, έχει δικαίωμα (και όχι υποχρέωση) να
ζητήσει κατά τη δίκη διανομής του κοινού πράγματος να πληρωθεί από τη μερίδα του κοινού που
περιέρχεται στον οφειλέτη κοινωνό. Η αξίωσή του αυτή μπορεί να ασκηθεί με ανταγωγή ή με ένσταση ή
με παρεμπίπτουσα αγωγή (ΕφΘεσ 2583/2006 Αρμ 2007.1150). Μπορεί ακόμη ο κοινωνός να ασκήσει και
το δικαίωμα επισχέσεως, σύμφωνα με τα άρθρα 325, 794, 802 και 1116 ΑΚ (ΑΠ 331/1980 ΝοΒ
1980.1732, ΕφΑθ 3834/2008 ΕφΑΔ 2009.801, βλ. ΕφΛαρ 865/2004 ο.π., βλ. ΕφΛαρ 169/2001 ο.π.). Ο
εναγόμενος όμως δεν μπορεί να προτείνει κατά του ενάγοντος, με τη μορφή της ενστάσεως επισχέσεως
τις απαιτήσεις του από την ενέργεια δαπανών στο κοινό, αν οι δαπάνες αυτές έγιναν πριν από τη
δημιουργία της σχέσεως κοινωνίας (ΕφΑθ 6132/2002 ΕλλΔ/νη 2003.1401, Κ. Παπαδόπουλου ο.π. § 201
σελ. 444, όπου και παραπομπές σε νομολογία κι επιστήμη).

Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 802 εδ. α` του ΑΚ, κατά τη δικαστική διανομή κάθε
κοινωνός έχει δικαίωμα να απαιτήσει να του πληρωθούν οι αξιώσεις που έχει από την κοινωνία κατά των
άλλων κοινωνών από το μέρος που περιέρχεται με τη διανομή στον οφειλέτη. Από τη διάταξη αυτή
προκύπτει ότι τέτοιες αξιώσεις που πηγάζουν από τη σχέση της κοινωνίας που μπορούν να ασκηθούν στη
δίκη διανομής είναι η αξίωση για έξοδα συντήρησης, διοίκησης και χρησιμοποίησης του προς διανομή
κοινού πράγματος, η αξίωση για ζημία που προκλήθηκε από ένα κοινωνό στο διανεμητέο κοινό πράγμα
και η αξίωση των λοιπών κοινωνών για την απόδοση της αναλογίας της μερίδας τους από είσπραξη
ολοκλήρου του τιμήματος των καρπών του προς διανομή ακινήτου ή αποκλειστικής χρήσης αυτού από
έναν κοινωνό. Δεν μπορεί όμως να προβληθεί στη δίκη διανομής με ένσταση επισχέσεως απαίτηση του
εναγομένου κατά του ενάγοντος από το λόγο ότι το κοινό πράγμα έχει αγορασθεί με δαπάνες
αποκλειστικά ή κατά το μεγαλύτερο μέρος υπό του ενισταμένου - εναγομένου, γιατί πρόκειται περί
δαπάνης που δεν πηγάζει από τη σχέση της κοινωνίας, αφού στην εν λόγω δαπάνη ο ενιστάμενος
υποβλήθηκε πριν τη δημιουργία της σχέσεως κοινωνίας (ΑΠ 220/1978 ΝοΒ 1979.50, ΕφΑθ 3865/2002
ΕλλΔ/νη 2002.1705, ΕφΑθ 7407/1999 ΕλλΔ/νη 1999.1610, ΕφΑθ 4805/1995 ΕλλΔ/νη 1996.1620,
ΕφΘεσ 2190/1990 Αρμ 1990.629, Θ. Σκούρα σε Γεωργιάδη - Σταθόπουλου ο.π. υπό το άρθρο 802 §§ 6,
7, 9 και 10 σελ. 212 / 213, όπου περαιτέρω παραπομπές). Ούτε οι δαπάνες για την ανέγερση κτίσματος
επί του ακινήτου που στη συνέχεια κατέστη επίκοινο (επωφελείς δαπάνες) μπορούν να ζητηθούν για τον
ίδιο λόγο. Στην προκειμένη περίπτωση, ο ένατος εναγόμενος προέβαλε ένσταση j επίσχεσης των ως άνω
ακινήτων (εν μέρει του ... και εν όλω του ... αγροτεμαχίου), τα οποία υποστηρίζει ότι κατέχει, ζητώντας
να του καταβληθεί η δαπάνη στην οποία υποβλήθηκε για να αποπληρώσει δάνειο που είχε λάβει ο
πατέρας του και δικαιοπάροχος απάντων των διαδίκων ως άνω ............ προκειμένου να ανεγείρει επί
του ... αγροτεμαχίου κατοικία. Ομως η δαπάνη στην οποία υποστηρίζει ότι υπεβλήθη ο ενιστάμενος
ένατος εναγόμενος δεν ανέκυψε στα πλαίσια της επικαλούμενης σχέσεως κοινωνίας, αφού φέρεται ως
πραγματοποιηθείσα επί τη βάσει προϋφιστάμενης οφειλής του κληρονομουμένου (...........) και σε
εκτέλεση ενοχικής υποχρέωσης του τελευταίου (από σύμβαση δανείου), χρέος που διαιρέθηκε
αυτοδικαίως μετά το θάνατο του μεταξύ των συγκληρονόμων του ανάλογα με την κληρονομική μερίδα
του καθενός (άρθρο 1885 ΑΚ). Επιπλέον, πρόκειται για δαπάνες που αναλήφθηκαν για την ανέγερση
κτίσματος επί ακινήτου που στη συνέχεια κατέστη επίκοινο (...), οι οποίες δεν μπορούν να ζητηθούν με
την εν λόγω ένσταση, κατά τα προεκτιθέμενα, η οποία ως εκ τούτου σε κάθε περίπτωση απορριπτέα
τυγχάνει ως μη νόμιμη. 6. Τέλος, ο ισχυρισμός του ένατου εναγομένου περί μη προσεπίκλησης των
εχόντων δικαίωμα υποθήκης επί των διανεμητέων ακινήτων προσώπων (άρθρο 491 ΚΠολΔ/βλ. σελ. 12
των προτάσεών του), αβάσιμος τυγχάνει, όπως συνάγεται από τα υπό στοιχεία 779 και 779α - 779ζ
πιστοποιητικά της υποθηκοφύλακα Παραμυθιάς που νομίμως προσεκόμισε μετ` επικλήσεως η ενάγουσα.

Γ. Εξάλλου, η δέκατη εναγομένη (Ε.Π.-Π.) προέβαλε τις παρακάτω ενστάσεις, στο βαθμό που χρήζουν
εξετάσεως μετά την ως άνω παραίτηση της ενάγουσας από το δικόγραφο της αγωγής κατά ένα μέρος
(ως προς το υπ` αριθμόν ... αγροτεμάχιο του αγροκτήματος Καρυωτίου Παραμυθιάς / βλ. σελ. 2 των
υπ` αριθμόν 133/2010 πρακτικών συνεδρίασης του ενταύθα Μονομελούς Πρωτοδικείου): 1. Ιδίας
κυριότητας επί διαιρετού τμήματος του υπ` αριθμόν ... αγροτεμαχίου έκτασης (του τμήματος) 3.000,00
m2, επικαλούμενη ότι από το έτος 1959 μέχρι σήμερα, έχοντας τη συναίνεση της ενάγουσας, καθώς
επίσης και όλων των λοιπών διαδίκων, νέμεται αυτό για ίδιο αποκλειστικά λογαριασμό κατά τα ειδικότερα
εκτιθέμενα στις προτάσεις της (βλ. σελ. 1/2 αυτών). Οτι έτσι παρεγράφη η αγωγή περί κλήρου της
ενάγουσας γι` αυτό το ακίνητο (το έτος 1979), οπότε και εφόσον συνεχίζει μέχρι σήμερα να
χρησιδεσπόζει η ίδια (δέκατη εναγομένη) επ` αυτού (επί του συγκεκριμένου διαιρετού τμήματος του ...
αγροτεμαχίου), κατέστη κυρία αυτού με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας, εφόσον από το έτος
1999 είχε συμπληρώσει υπέρ εικοσαετή νομή και ως εκ τούτου απορριπτέα τυγχάνει η αγωγή κατά το
μέρος που το αφορά ως αβάσιμη, δεδομένου επιπλέον ότι το συγκεκριμένο διαιρετό τμήμα έχει ήδη
καταστεί οικόπεδο, αφού έχει ενταχθεί στο σχέδιο πόλης του δήμου Παραμυθιάς (και ήδη δήμου Σουλίου
/ άρθρο 1 § 2 αρ. 18 στοιχ. Α` του ν. 3852/2010). Με το περιεχόμενο αυτό η παραπάνω ένσταση είναι
νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1871, 249, 1879 και 1045 ΑΚ και πρέπει να ερευνηθεί
κατ` ουσίαν. 2. Επίσης, η δέκατη εναγομένη προέβαλε ένσταση καταχρηστικής άσκησης του
δικαιώματος της ενάγουσας, επικαλούμενη ότι από το έτος 1959 μέχρι σήμερα νέμεται για ίδιο
λογαριασμό το ως άνω διαιρετό τμήμα έκτασης 3.000,00 m2 του υπ` αριθμόν ... αγροτεμαχίου, έχοντας
ανεγείρει σ` αυτό την οικογενειακή της εστία στην οποία κατοικεί και έχοντας διαμορφώσει κατάλληλα
τον γύρωθεν αυτής αύλειο χώρο με δικές της αποκλειστικά δαπάνες σημαντικού ύψους και αυτά υπό τα
όμματα της ενάγουσας και γενικότερα απάντων των διαδίκων, οι οποίοι ουδέποτε αντέδρασαν ή
διαμαρτυρήθηκαν καθ` οιονδήποτε τρόπο, έχοντας έτσι διαμορφώσει αυτή (δέκατη ενάγουσα) την
εύλογη πεποίθηση ότι το εν λόγω διαιρετό τμήμα ανήκει αποκλειστικά σ` αυτήν και ότι αυτό δεν
αμφισβητείται από κανένα των λοιπών διαδίκων (βλ. σελ. 2/3 των προτάσεών της). Ότι τυχόν αποδοχή
της παρά ταύτα ασκηθείσης αγωγής θα είχε δυσμενέστατες συνέπειες για την ίδια και ως εκ τούτου η
άσκηση του ενδίκου δικαιώματος της ενάγουσας διανομής παρίσταται ως καταχρηστική και
απαγορευμένη και η κρινομένη αγωγή απορριπτέα ως αβάσιμη. Με το περιεχόμενο αυτό η εν λόγω
ένσταση είναι νόμιμη (ΑΠ 499/2009 ο.π.), ερειδόμενη στη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ, οπότε πρέπει να
ερευνηθεί περαιτέρω κατ` ουσίαν. Στο σημείο αυτό επισημαίνεται ότι εφόσον άπαντα τα ένδικα
διανεμητέα ακίνητα αποτελούν τεμάχια αγροτικού κλήρου, για το χρόνο προ της 23-05-1968 (έναρξη
ισχύος του α.ν. 431/1968), σε καμμία περίπτωση δεν μπορεί να νοηθεί χρησιδεσποτεία επ` αυτών, κατά
τα εκτιθέμενα στην υπό στοιχεία «Π.Α» ως άνω μείζονα πρόταση.

V. Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων (ενός από κάθε παρασταθέντα διάδικο) που εξετάστηκαν
νομίμως στο ακροατήριο του ενταύθα Μονομελούς Πρωτοδικείου και περιέχονται στα υπ` αριθμόν
133/2010 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης αυτού και απ` όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που νομίμως
προσεκόμισαν μετ` επικλήσεως αμφότερες οι διάδικες πλευρές, κάποια από τα οποία μνημονεύονται
ειδικότερα παρακάτω, χωρίς ωστόσο να παραλείπεται κανένα για την ουσιαστική εκτίμηση της διαφοράς,
αποδείχθηκαν τα παρακάτω πραγματικά περιστατικά: Με τον υπ` αριθμόν .../24-07-1956 τίτλο
κυριότητας της Διεύθυνσης εποικισμού του υπουργείου γεωργίας, νομίμως μεταγραμμένο από 07-06-
1957 στον τόμο Ζ` με αύξοντα αριθμό ... των βιβλίων μεταγραφών του υποθηκοφυλακείου Παραμυθιάς,
παραχωρήθηκαν κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή στο Δ.Π., για αγροτική του αποκατάσταση ως
γεωργικός κλήρος τα παρακάτω αγροτεμάχια, που ενδιαφέρουν εδώ και βρίσκονται στο αγρόκτημα
Καρυωτίου του τέως δήμου Παραμυθιάς Θεσπρωτίας: α) Το υπ` αριθμόν ..., έκτασης 4.500,00 m2, που
βρίσκεται στη θέση «ΠΑΛΙΟΥΡΙΑ» και συνορεύει ολόγυρα με τεμάχιο ιδιοκτησίας κληρονόμων
..............., με λάκκο και με επαρχιακή οδό Παραμυθιάς-Παγκρατίου, β) το υπ` αριθμόν ..., έκτασης
3.860,00 m2, που βρίσκεται στη θέση «ΜΠΕΤΣΙΟΥ» και συνορεύει ολόγυρα με τεμάχια ιδιοκτησίας
................. και ..................., γ) το υπ` αριθμόν 283, έκτασης 20.000,00 m2, που βρίσκεται στη θέση
«ΑΜΥΓΔΑΛΙΑ» και συνορεύει ολόγυρα με τεμάχια ιδιοκτησίας .................. και ................... και δ) το
υπ` αριθμόν ..., έκτασης 3.750,00 m2, που βρίσκεται στη θέση «ΒΟΪΔΟΜΑΝΤΡΙΑ» και συνορεύει
ολόγυρα με τεμάχια ιδιοκτησίας ................. και ................. (βλ. τον παραπάνω τίτλο κυριότητας με
την επ` αυτού σημείωση του υποθηκοφύλακα Παραμυθιάς). Εφόσον δε άπαντα τα ως άνω ακίνητα
βρίσκονται στο αγρόκτημα Καρυωτίου του τέως δήμου Παραμυθιάς, ήτοι στον τέως νομό Θεσπρωτίας
που έχει καθοριστεί από το νόμο ως παραμεθόριος περιοχή, απέκτησε ο κληρούχος κυριότητα επ` αυτών
από και διά της μεταγραφής του ως άνω οριστικού τίτλου (παραχωρητηρίου), κατά τα εκτιθέμενα στην
υπό στοιχεία «ΙΙ.Α» ως άνω μείζονα πρόταση, δηλαδή από 07-06-1957. Ο κληρούχος (Δ.Π.) απεβίωσε
στις 30-12-1961 (βλ. την υπ` αριθμόν 2/30-12-1961 ληξιαρχική πράξη θανάτου του τότε ληξιάρχου
Καρυωτίου Παραμυθιάς Σουλίου) και κληρονομήθηκε εξ αδιαθέτου από 1) τη σύζυγο του .............. σε
ποσοστό 1/4 ή 5/20 (= 35/140) εξ αδιαιρέτου και τα τέκνα του 2) ................. (ενάγουσα), 3)
................. (πατέρα της πρώτης εναγομένης), 4) .................. (μητέρα των δεύτερης, τρίτης,
τετάρτου, πέμπτου, έκτης, έβδομης και όγδοης των εναγομένων), 5) .................. (ένατο εναγόμενο)
και 6) ............... (δέκατη εναγόμενη) σε ποσοστό 3/20 (= 21/140) εξ αδιαιρέτου από το καθένα (άρθρα
1813 §§ 1 και 3 και 1820 ΑΚ). Η δε ενάγουσα αποδέχθηκε το ως άνω εξ αδιαιρέτου ποσοστό της από
την κληρονομία που της κατέλιπε ο κληρούχος πατέρας της (21/140 εξ αδιαιρέτου), μεταγράψασα
νομίμως τη σχετική δήλωση (βλ. την υπ` αριθμόν 1609/07-09-2001 δήλωση αποδοχής κληρονομίας της
συμβολαιογράφου Παραμυθιάς Αικατερίνης Μπακόλια και το συνημμένο σ` αυτήν υπ` αριθμόν
593/2001 πιστοποιητικό της υποθηκοφύλακα Παραμυθιάς, όπως επίσης και την υπ` αριθμόν 1654/10-
10-2001 όμοια [διορθωτική] δήλωση αποδοχής κληρονομίας και το συνημμένο υπ` αριθμόν 686/2001
αντίστοιχο πιστοποιητικό).

Στη συνέχεια, στις 21-09-1991 απεβίωσε ο ως άνω ............. και κληρονομήθηκε εξ αδιαθέτου από 1)
τη σύζυγο του Α., το γένος ............. και τα τέκνα του 2) .................... (πρώτη εναγομένη), 3)
.................. και 4) ................. σε ποσοστό 1/4 εξ αδιαιρέτου από τον καθένα. Ακολούθως, στις 08-
03-1998 απεβίωσε ο ως άνω ................, και κληρονομήθηκε εξ αδιαθέτου από 1) τη μητέρα του
..............., 2) την αδελφή του .................. (πρώτη εναγομένη) και 3) τον αδελφό του .................. σε
ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου από τον καθένα (άρθρο 1814 εδ. α` και β` ΑΚ). Ο δε ................., (πατέρας
της πρώτης εναγομένης) αποδέχθηκε το ως άνω εξ αδιαιρέτου ποσοστό του από την κληρονομία που του
κατέλιπε ο κληρούχος πατέρας του (21/140 εξ αδιαιρέτου), μεταγράψας νομίμως τη σχετική δήλωση,
ενώ το αντίστοιχο έπραξαν τόσο οι κληρονόμοι του ................, όσο και οι κληρονόμοι του ................
για την κληρονομία που κατέλιπαν οι δύο τελευταίοι (βλ. την υπ` αριθμόν 11793/03-10-2002 δήλωση
αποδοχής κληρονομίας της συμβολαιογράφου Αθηνών Αλεξάνδρας Μεργιανού και το συνημμένο σ`
αυτήν υπ` αριθμόν 1722/2002 πιστοποιητικό της υποθηκοφύλακα Παραμυθιάς). Ετσι, μετά τα
παραπάνω, οι μερίδες των ............., ................ και ............... επί των ως άνω ακινήτων
διαμορφώθηκαν σε εξ αδιαιρέτου ποσοστό (3/80 από τον .............. + 1/80 από το .............. =) 4/80
για τον καθένα. Στη συνέχεια, στις 11-03-2003 η ως άνω ................ μεταβίβασε νόμιμα λόγω γονικής
παροχής το ποσοστό της (από 4/80) στη θυγατέρα της ................ (πρώτη εναγομένη), ενώ την ίδια
μέρα μεταβίβασε στην τελευταία το όμοιο εξ αδιαιρέτου ποσοστό του επί των ιδίων ακινήτων (4/80)
λόγω δωρεάς και ο ως άνω .................... (βλ. το υπ` αριθμόν 12093/11-03-2003 συμβόλαιο γονικής
παροχής της συμβολαιογράφου Αθηνών Αλεξάνδρας Μεργιανού, που μεταγράφηκε νόμιμα στα οικεία
βιβλία του υποθηκοφυλακείου Παραμυθιάς από 19-03-2004, στον τόμο ... με αύξοντα αριθμό ... και το
υπ` αριθμόν 12094/11-03-
2003 συμβόλαιο δωρεάς της ίδιας συμβολαιογράφου, που μεταγράφηκε από 19-03-2004 στον τόμο ...
με αριθμό ..., όπως συνάγεται από τις σχετικές επισημειώσεις της εν λόγω υποθηκοφύλακα στο τέλος
των σωμάτων των συμβολαίων). Συνεπώς, μετά τις παραπάνω μεταβιβάσεις, το εξ αδιαιρέτου ποσοστό
της πρώτης εναγομένης (..............) επί των διανεμητέων ακινήτων ανέρχεται σε (3/80 από τον
.............. + 1/80 από το ..............., + 4/80 από την ..................... + 4/80 από τον .............. =)
12/80 (= 3/20 = 21/140). Περαιτέρω, στις 23-10-2001 η ως άνω ................ χα ..............., το γένος
................ και ..............., (μητέρα των δεύτερης, τρίτης, τετάρτου, πέμπτου, έκτης, έβδομης και
όγδοης των εναγομένων), αποδέχθηκε το ως άνω εξ αδιαιρέτου ποσοστό της από την κληρονομιά που
της κατέλιπε ο κληρούχος πατέρας της (21/140 εξ αδιαιρέτου), μεταγράψασα νομίμως τη σχετική
δήλωση (βλ. την υπ` αριθμόν 1674/23-10-2001 δήλωση αποδοχής κληρονομιάς της συμβολαιογράφου
Παραμυθιάς Αικατερίνης Μπακόλια και το συνημμένο σ` αυτήν υπ` αριθμόν 724/2001 πιστοποιητικό της
υποθηκοφύλακα Παραμυθιάς).

Περαιτέρω, στις 20-07-2003 απεβίωσε η ανωτέρω (...............), κληρονομηθείσα εξ αδιαθέτου από τα


επτά (7) τέκνα της Ι) .............., ΙΙ) ................., ΙΙΙ) .................., IV) ..............., V) ..............., VI)
............. και VII) ............... ήτοι τους δεύτερη, τρίτη, τέταρτο, πέμπτο, έκτη, έβδομη και όγδοη των
εναγομένων αντίστοιχα, που την κληρονόμησαν σε εξ αδιαιρέτου ποσοστό 1/7 έκαστος επί της
κληρονομιάς που κατέλιπε (βλ. άρθρο 1813 §§ 1 και 3 ΑΚ), καταστάντες έτσι συγκύριοι των ως άνω
(διανεμητέων) ακινήτων σε εξ αδιαιρέτου ποσοστό (1/7 Χ 3/20 =) 3/140 έκαστος, ενώ στις 21-05-2004
οι εν λόγω κληρονόμοι αποδέχθηκαν έκαστος το ποσοστό που του καταλείφθηκε, μεταγράψαντες
νομίμως τη σχετική δήλωση (βλ. την υπ` αριθμόν 2509/21-05-2004 δήλωση αποδοχής κληρονομιάς της
συμβολαιογράφου Παραμυθιάς Αικατερίνης Μπακόλια, που μεταγράφηκε νόμιμα στα οικεία βιβλία του
υποθηκοφυλακείου Παραμυθιάς στον τόμο ... με αύξοντα αριθμό ..., όπως συνάγεται από τη σχετική
επισημείωση της εν λόγω υποθηκοφύλακα στο τέλος του σώματός της). Επιπλέον, ο ένατος εναγόμενος
(...............) αποδέχθηκε σιωπηρά (δεν αποποιήθηκε εντός της προς τούτο νόμιμης προθεσμίας / άρθρο
1847 ΑΚ) το μερίδιο που του επήχθη από την κληρονομιά που κατέλιπε ο πατέρας του και κληρούχος ως
άνω ........... (ποσοστό 21/140 εξ αδιαιρέτου επί των ως άνω ακινήτων), μεταγραφέντος νόμιμα του
σχετικού πιστοποιητικού μη αποποίησης (βλ. το υπ` αριθμόν 26/05-04-2005 πιστοποιητικό μη
αποποίησης της γραμματέα του ενταύθα Πρωτοδικείου, τη συνημμένη σ` αυτό από 05-04-2005
περίληψη της πληρεξούσιας δικηγόρου της ενάγουσας Κλειούς Γιαννούλη και το υπ` αριθμόν 1149/2005
πιστοποιητικό της υποθηκοφύλακα Παραμυθιάς). Περαιτέρω, στις 26-07-1978 η ως άνω ................. χα
............, το γένος .............., μεταβίβασε λόγω πώλησης το εξ αδιαιρέτου μερίδιο επί των παραπάνω
αγροτεμαχίων που κληρονόμησε από τον κληρούχο σύζυγό της ............ από 1/4 ή 5/20 (= 35/140)
στον υιό της ............ (ένατο εναγόμενο), όπως συνάγεται από το υπ` αριθμόν 30339/26-07-1978
συμβόλαιο πώλησης του άλλοτε συμβολαιογράφου Παραμυθιάς Αλεξάνδρου Βαλασκάκη, που
μεταγράφηκε από 26-07-1979 στα βιβλία μεταγραφών του υποθηκοφυλακείου Παραμυθιάς (βλ. τη
σχετική επισημείωση της υποθηκοφύλακα αυτού στο τέλος του σώματος του). Μετά τη μεταβίβαση αυτή
το εξ αδιαιρέτου ποσοστό του ............. στα διανεμητέα ακίνητα ανήλθε σε (21/140 από το ....... +
35/140 από τη ............. =) 56/140. Περαιτέρω, η δεκάτη εναγομένη (............) αποδέχθηκε το ως άνω
εξ αδιαιρέτου ποσοστό της από την κληρονομιά που της κατέλιπε ο κληρούχος πατέρας της (21/140 εξ
αδιαιρέτου), μεταγράψασα νομίμως τη σχετική δήλωση (βλ. την υπ` αριθμόν 1655/10-10-2001 δήλωση
αποδοχής κληρονομιάς της συμβολαιογράφου Παραμυθιάς Αικατερίνης Μπακόλια και το συνημμένο σ`
αυτήν υπ` αριθμόν 687/2001 πιστοποιητικό της υποθηκοφύλακα Παραμυθιάς), καταστάσα έτσι συγκυρία
των ως άνω ακινήτων κατ` αυτό το ποσοστό (21/140).

Κατ` ακολουθίαν των ανωτέρω, δημιουργήθηκε κοινωνία των διαδίκων επί των προρρηθέντων
διανεμητέων ακινήτων (υπ` αριθμούς ..., ..., ... και ... αγροτεμαχίων του αγροκτήματος Καρυωτίου
Παραμυθιάς), αφού μετά τις παραπάνω μεταβιβάσεις με πράξεις εν ζωή ή κληρονομικές διαδοχές,
κατέστησαν συγκύριοι αυτών σε εξ αδιαιρέτου ποσοστά 21/140 η ενάγουσα, 21/140 η πρώτη
εναγομένη, 3/140 έκαστος των δεύτερης, τρίτης, τετάρτου, πέμπτου, έκτης, έβδομης και όγδοης των
εναγομένων, 56/140 ο ένατος εναγόμενος και 21/140 η δέκατη εναγόμενη. Εξάλλου, η επέλευση της
εκκρεμοδικίας, που άρχεται με την κατάθεση της αγωγής με την προϋπόθεση ν` ακολουθήσει επίδοση
της στον εναγόμενο (άρθρο 221 § 1 στοιχ. α` ΚΠολΔ), δεν στερεί τους διαδίκους από την εξουσία να
μεταβιβάσουν το επίδικο πράγμα, τυχόν δε μεταβίβαση του δεν επιφέρει καμμία μεταβολή στη δίκη, ενώ
ο όποιος ειδικός διάδοχος έχει δικαίωμα να ασκήσει παρέμβαση (άρθρο 225 §§ 1 και 2 ΚΠολΔ). Ομως
ειδικά στη δίκη διανομής, ναι μεν η μεταβίβαση ιδανικού μεριδίου ομοδίκου κοινωνού επί του
διανεμητέου ουδεμία επιφέρει μεταβολή στη δίκη από πλευράς υποκειμένων και ως εκ τούτου ο
μεταβιβάσας το ιδανικό του μερίδιο διάδικος εξακολουθεί και μετά τη μεταβίβαση να έχει την ιδιότητα
του διαδίκου στη δίκη μέχρι την τελεσίδικη περάτωση της (ΕφΠατρ 49/2007 ΑχαΝομ 2008.320, βλ.
ΕφΠατρ 752/2003, όπου παράθεση και διαφορετικής γνώμης, ΕφΛαρ 240/2002 ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
2002.297), πλην αν η τοιαύτη μεταβίβαση έγινε προς τρίτο πρόσωπο (μη διάδικο), τότε, ενόψει της
υποχρεωτικής απεύθυνσης της αγωγής διανομής εναντίον όλων των κοινωνών, παρίσταται αναγκαία η
συμμετοχή στη δίκη και παρουσία και του νέου δικαιούχου κοινωνού, ο οποίος πρέπει να κλητευθεί προς
τούτο (ΕφΙωαν 353/2006 Δ 2007.177, Β. Βαθρακοκοίλη «Κώδικας πολιτικής δικονομίας / ερμηνευτική -
νομολογιακή ανάλυση κατ` άρθρο» τόμος Β` [1994] υπό το άρθρο 225 αρ. 5 σελ. 78/79). Στην
προκειμένη περίπτωση, η κρινομένη αγωγή κατατέθηκε στη γραμματεία του δικαστηρίου τούτου στις 20-
12-2007 (βλ. τη συνημμένη στο σώμα της σχετική πράξη της αρμοδίας γραμματέα), ενώ στις 08-07-
2008 μεταβιβάστηκαν νόμιμα λόγω δωρεάς αφενός τα εξ αδιαιρέτου ποσοστά των δεύτερης, τρίτης,
τετάρτου, πέμπτου, έκτης, έβδομης και όγδοης των εναγομένων, συμποσούμενα σε 21/140 επί του ως
άνω υπ` αριθμόν ... αγροτεμαχίου προς την πρώτη εναγομένη και αφετέρου το ποσοστό της πρώτης
εναγομένης από 21/140 επί του ως άνω υπ` αριθμόν ... αγροτεμαχίου προς τον πέμπτο εναγόμενο (βλ.
τα υπ` αριθμούς 3955/30-06- 2008 και 3956/30-06-2008 συμβόλαια δωρεάς της συμβολαιογράφου
Παραμυθιάς Αικατερίνης Μπακόλια και τα συνημμένα σ` αυτά υπ` αριθμούς 2261/2008 και 2262/2008
πιστοποιητικά της υποθηκοφύλακα Παραμυθιάς αντίστοιχα). Συνεπώς, με βάση τα παραπάνω εκτιθέμενα,
μετά από τις δύο τελευταίες μεταβιβάσεις ουδεμία μεταβολή επέρχεται στη δίκη, δεδομένου ότι δεν
τίθεται ζήτημα εισδοχής τρίτου προσώπου στη μεταξύ των διαδίκων κοινωνία. Περαιτέρω, αποδείχθηκε
ότι με το από 10-01-1966 ιδιωτικό συμφωνητικό που επιγράφεται «προσύμφωνον διανομής ακινήτου
περιουσίας ............., αποβιώσαντος το έτος 1961», οι ως άνω Α) ............, Β) ............., (ένατος
εναγόμενος), Γ) .............., (μητέρα των δεύτερης, τρίτης, τέταρτου, πέμπτου, έκτης, έβδομης και
όγδοης των εναγομένων) και Δ) ............... (δέκατη εναγομένη), συμφώνησαν να διανείμουν άτυπα τα
ως άνω ακίνητα που τους κατέλιπε ως κληρονομιαία ο παραπάνω κληρούχος ............, σύζυγος της
πρώτης και πατέρας των λοιπών, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα σ` αυτό.

Επισημαίνεται ωστόσο ότι ενώ στο κείμενο του εν λόγω συμφωνητικού μνημονεύονται και τα στοιχεία
των ετέρων τέκνων του κληρούχου ................., και ................., ενάγουσας και πατέρα της πρώτης
εναγομένης αντίστοιχα, με αντίστοιχο κενό χώρο στο τέλος του κειμένου για τις υπογραφές τους, δεν
υπάρχουν πουθενά υπογραφές αυτών στο κείμενο. Ετσι, δεν αποδείχθηκε σύμπραξή τους στη σύνταξή
του, ούτε προκύπτει δέσμευσή τους από το περιεχόμενό του, εκτός του γεγονότος της ακυρότητας του
εν λόγω συμφωνητικού, προεχόντως λόγω μη τήρησης του επιβαλλόμενου από το νόμο
συμβολαιογραφικού τύπου, δεδομένου ότι αφορά διανομή ακινήτων (άρθρα 1033, 1192 επ., 159 § 1 και
180 ΑΚ). Η μη υπογραφή του εν λόγω συμφωνητικού και από τους ............. και ................. οφείλεται
στο γεγονός των έντονων διαφωνιών που εμφιλοχώρησαν μεταξύ των κληρονόμων του ............. για τη
διανομή της κληρονομιαίας περιουσίας που τους κατέλιπε, ήτοι των προπεριγραφέντων ακινήτων.
Ενδεικτικό στοιχείο αυτού αποτελεί η από 14-02-
2006 και με αριθμό πράξης κατάθεσης 45/17-02-2006 αγωγή των ................. (ενάγουσας),
.................. (πρώτης εναγομένης), ................., ................, ................ και .............. (δεύτερης έως
και όγδοης των εναγομένων) κατά των ................ (ένατου εναγομένου) και ................., (δέκατης
εναγομένης), στο ενταύθα Μονομελές Πρωτοδικείο (ΜονΠρΘεσπρ) απευθυνόμενη. Με την αγωγή αυτή
ζητούνταν η διανομή των ως άνω ακινήτων του κλήρου του Δ.Π., όπως ακριβώς ζητείται με την
κρινομένη, πλην στις 22-11-2007 οι ενάγοντες παραιτήθηκαν του δικογράφου της, όπως ισχυρίζεται η
δέκατη εναγομένη (βλ. σελ. 5 των προτάσεών της) και δεν αμφισβητούν οι λοιποί διάδικοι. Στη
συνέχεια, με την από 22-07-2008 και με αριθμό πράξης κατάθεσης 211/27-08-2008 αγωγή του .........
(ένατου εναγόμενου) κατά της ................. (ενάγουσας), στο ίδιο δικαστήριο απευθυνόμενη
(ΜονΠρΘεσπρ), ζητούνταν χρηματική ικανοποίηση του ενάγοντος λόγω ηθικής βλάβης που, κατά τους
ισχυρισμούς του, του προκάλεσε η εμπλοκή του σε μακροχρόνιους δικαστικούς αγώνες από αυτήν
(εναγομένη) για τη διανομή της εν λόγω κληρονομιαίας περιουσίας. Επίσης, με την από 24-11-1984 και
με αριθμό πράξης κατάθεσης 8/02-05-1985 αγωγή των ............. (ενάγουσας), ................. (πατέρα
της πρώτης εναγομένης) και ............ (δέκατης εναγομένης) κατά του .............. (ένατου εναγομένου),
στο δικαστήριο τούτο απευθυνόμενη (ΠολΠρΘεσπρ), ζητούνταν ν` αναγνωριστεί ότι η ως άνω σύμβαση
πώλησης του εξ ενός τετάρτου (1/4) εξ αδιαιρέτου μεριδίου της ............. χας ............... επί των
παραπάνω αγροτεμαχίων που κληρονόμησε από τον κληρούχο σύζυγό της προς τον εναγόμενο (βλ.
30339/26-07-1978 συμβόλαιο πώλησης του άλλοτε συμβολαιογράφου Παραμυθιάς Αλεξάνδρου
Βαλασκάκη), είναι εικονική καλύπτοντας σχετική δωρεά, η οποία (ζητούνταν) ν` ανατραπεί ως άστοργος
κατά το μέρος που προσέβαλλε τη νόμιμη μοίρα των εναγόντων. Επί της αγωγής αυτής εξεδόθη η υπ`
αριθμόν 22/1991 απόφαση του δικαστηρίου τούτου που απέρριψε αυτήν και μετά από σχετική έφεση
των εναγόντων η υπ` αριθμόν 220/2004 απόφαση του Εφετείου Κέρκυρας που επικύρωσε την
πρωτόδικη απόφαση.

Επιπλέον, μετά από αγωγή του ένατου εναγομένου ............... κατά της ενάγουσας ............. (και του
συζύγου της ...........) στο Μονομελές Πρωτοδικείο Μονάχου Γερμανίας απευθυνόμενη (αριθμός
φακέλου: 90 2774/1987), απαίτησε ο πρώτος να του επιστρέψει η δεύτερη το χρηματικό ποσό των έξι
χιλιάδων (6.000) γερμανικών μάρκων που, σε ικανοποίηση της επιθυμίας του πατρός τους Δ.Π., όπως
επικαλέστηκε ο ενάγων, της είχε καταβάλει. Στη δίκη εκείνη ο μεν ενάγων είχε ισχυριστεί ότι κατέβαλε
τα χρήματα αυτά στην εναγομένη με τη συμφωνία παραίτησης της από κάθε δικαίωμα επί της
κληρονομιάς που κατέλιπε ο πατέρας τους, η δε εναγομένη ότι εκτός των χρημάτων δικαιούνταν ως
κληρονομιαίο και το ως άνω υπ` αριθμόν ... αγροτεμάχιο του αγροκτήματος Καρυωτίου Παραμυθιάς.
Τελικά, μετά τη σχετική ακροαματική διαδικασία, οι διάδικοι συμβιβάστηκαν, η δίκη καταργήθηκε και η
εναγομένη υποχρεώθηκε να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) γερμανικών
μάρκων με τη ρητή μνεία ότι «ανεπηρέαστες... παραμένουν ενδεχόμενες αλλού, ακόμη και στην Ελλάδα,
εκκρεμείς δίκες μεταξύ του ενάγοντα και της δεύτερης των εναγομένων (ενν. του .............. και της
..............), καθώς και των αδελφών αυτών» (βλ. τα πρακτικά εκείνης της δίκης, τις έγγραφες
προτάσεις της εναγομένης στο γερμανικό δικαστήριο, καθώς και το από 31-05-1990 απόγραφο του
σχετικού «πρωτοκόλλου» (πρακτικού) συμβιβασμού). Επίσης, μετά από έγκληση του ............. (ένατου
εναγομένου), καταδικάστηκε (ερήμην) ο .................. (πατέρας της πρώτης εναγομένης) σε ποινή
φυλάκισης είκοσι (20) ημερών για αυτοδικία, ως υπαίτιος του ότι το μήνα Ιούλιο του έτους 1985 προέβη
αυτογνωμόνως σε κατάληψη έκτασης 3.000,00 m2 περίπου εκ του ως άνω υπ` αριθμόν ...
αγροτεμαχίου, που βρίσκεται στη θέση «ΑΜΥΓΔΑΛΙΑ» του αγροκτήματος Καρυωτίου Παραμυθιάς, επί
του οποίου τον καιρό εκείνο διεκδικούσε δικαιώματα ο εγκαλέσας (βλ. το σχετικό απόσπασμα της υπ`
αριθμόν 228/1989 απόφασης του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Παραμυθιάς, καθώς και το συνημμένο
σ` αυτήν από 28-09-1986 κλητήριο θέσπισμα του ενταύθα Εισαγγελέα Πρωτοδικών με αριθμό
1998/1985). Ολες οι παραπάνω αντιδικίες μεταξύ των διαδίκων, καθώς και το γεγονός της μη
υπογραφής απ` όλους του ως άνω ιδιωτικού συμφωνητικού (που επιγράφεται «προσύμφωνον διανομής
ακινήτου περιουσίας Δ.Π., αποβιώσαντος το έτος 1961»), οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ουδέποτε υπήρξε
τυπική ή άτυπη συμφωνία διανομής των ως άνω ακινήτων μεταξύ των κληρονόμων του ............. Το
συμπέρασμα αυτό δεν μεταβάλλεται ούτε αποδυναμώνεται από τους περί του αντιθέτου ισχυρισμούς των
πρώτης, ένατου και δέκατης των εναγομένων περί άτυπης διανομής και παραχώρησης τους από τον
κληρούχο ..............., στη σύζυγό του ............, και τα τέκνα του ............., .............., ..............,
..........., και .......... το 1961 ή άτυπης διανομής μεταξύ των κληρονόμων του τον Ιανουάριο του 1966
(βλ. τις έγγραφες προτάσεις τους).

Ειδικότερα, ο μάρτυρας της ενάγουσας στη δίκη ενώπιον του ενταύθα Μονομελούς Πρωτοδικείου
..............., κατέθεσε με τρόπο πειστικό ότι εκτός από το μερίδιο της ............... (δέκατης εναγομένης,
για το οποίο γίνεται λόγος παρακάτω), καμμία άλλη διανομή των ως άνω ακινήτων μεταξύ των
κληρονόμων του ............. δεν έχει λάβει χώρα μέχρι σήμερα. Το δε σπίτι που ανέφερε ο ίδιος μάρτυρας
ότι βρίσκεται στη θέση «ΠΑΛΙΟΥΡΙΑ» (πρόκειται για το υπ` αριθμόν ... αγροτεμάχιο) και «έχτισε» η
............, (πρώτη εναγομένη) δεν είναι άλλο από την προκατασκευασμένη οικία που, όπως αναφέρει η
ίδια στις προτάσεις της (βλ. σελ. 7 αυτών), είχε προετοιμάσει από τον Οκτώβριο του 2007 με κατασκευή
θεμελίωσης με δάπεδο και ολοκλήρωσε την εγκατάστασή του μόλις τον Ιούλιο του 2010 (βλ. την από
23-09- 2007 απόδειξη είσπραξης του ................ (ΠΡΟΚΑΤ ΣΠΙΤΙΑ / ...° χλμ. Ε.Ο. Ιωαννίνων - Αθηνών,
καθώς και την από 06-07-2009 τεχνική περιγραφή του ιδίου). Η τοποθέτηση αυτού του (πάντως
δυναμένου να μεταφερθεί) κτίσματος από την πρώτη εναγομένη στο ... αγροτεμάχιο που, όπως
διατείνεται, της ανήκει κατ` αποκλειστική κυριότητα, εμφανίζεται ως οψιγενής και κρίνεται ότι έγινε
ενόψει των παραπάνω δικών με αντικείμενο τη διανομή των ως άνω ακινήτων, προκειμένου να
δημιουργήσει τετελεσμένα γεγονότα υπέρ των συμφερόντων της με αναγνώριση της ως μοναδικής
κυρίας του εν λόγω αγροτεμαχίου. Το συμπέρασμα τούτο ενισχύεται από το ότι το έτος 2008, ενόψει
αυτής της δίκης, με το ως άνω υπ` αριθμόν 3955/2008 συμβόλαιο δωρεάς της συμβολαιογράφου
Παραμυθιάς Αικατερίνης Μπακόλια, νομίμως μεταγραφέν (βλ. το υπ` αριθμόν 2261/2008 πιστοποιητικό
της υποθηκοφύλακα Παραμυθιάς), μεταβιβάστηκαν τα εξ αδιαιρέτου ποσοστά των δεύτερης, τρίτης,
τετάρτου, πέμπτου, έκτης, έβδομης και όγδοης των εναγομένων, συμποσούμενα σε 21/140 επί του ως
άνω υπ` αριθμόν ... αγροτεμαχίου προς την πρώτη εναγομένη κατά τα προαναφερόμενα. Επιπλέον,
επισημαίνεται ότι για το χρόνο προ του Οκτωβρίου του 2007 κανένα στοιχείο περί νομής της πρώτης
εναγομένης ή του δικαιοπαρόχου πατέρα της (................) επί του ... αγροτεμαχίου δεν εισφέρθηκε στη
δίκη, χωρίς αυτό να μεταβάλλεται από την υπ` αριθμόν 35/20-01-1989 απόδειξη παροχής υπηρεσιών
του .................. (ηλεκτρικές εγκαταστάσεις / Καρυώτι Παραμυθιάς) που προσεκόμισε μετ` επικλήσεως
η πρώτη εναγομένη, από την οποία φέρεται ότι ο πατέρας της .................. κατέβαλε τα έξοδα της
ηλεκτρικής εγκατάστασης «της οικίας του στο Καρυώτι». Διότι δεν διευκρινίζεται η ακριβής τοποθεσία
της «οικίας» του τελευταίου, ενόψει του ότι σύμφωνα με την κατάθεση του μάρτυρα του ένατου
εναγόμενου στην προηγηθείσα δίκη ενώπιον του ΜονΠρΘεσπρ ................., το υπ` αριθμόν ...
αγροτεμάχιο αντιδιαστέλλεται από το σπίτι που έλαβε ο ................... από τον κληρούχο πατέρα του το
οποίο βρίσκεται στην Παραμυθιά (βλ. σελ. 6 των πρακτικών εκείνης της δίκης), ενώ επιπλέον προ της
τοποθέτησης της ως άνω προκατασκευασμένης οικίας το 2007 -2010, δεν αποδείχθηκε η ανέγερση
«οικίας» στο εν λόγω αγροτεμάχιο (...), ούτε αποδείχθηκε καθ` οιονδήποτε τρόπο ότι ο ............... ή η
θυγατέρα του πρώτη εναγομένη κατέστησαν οποτεδήποτε (προ του 2008) γνωστό στους λοιπούς
κληρονόμους του κληρούχου ............. ότι αποφάσισαν να νέμονται το υπ` αριθμόν ... αγροτεμάχιο
αποκλειστικά στο όνομά τους ως κύριοι χωρίς εκείνοι ν` αντιδράσουν, ώστε να αρχίσει να «τρέχει» υπέρ
αυτών χρόνος χρησικτησίας ή παραγραφής, κατά τα εκτιθέμενα στην υπό στοιχεία «ΙΙ.Β» ως άνω
μείζονα πρόταση. Το συμπέρασμα αυτό ενισχύεται και από την κατάθεση της μάρτυρος της πρώτης
εναγομένης στη δίκη ενώπιον του ΜονΠρΘεσπρ ................., που ανέφερε ότι ο ............. (πατέρας της
πρώτης εναγομένης) «όταν μάζευε τις ελιές (ενν. από το υπ` αριθμόν ... αγροτεμάχιο) τις έπαιρνε αυτός
και τις μοίραζε με τα αδέλφια του», συμπεριφορά που δεν συνάδει με κάποιον που νέμεται για ίδιο
αποκλειστικά λογαριασμό ως αποκλειστικός κύριος το κοινό κληρονομιαίο ακίνητο.

Με τα δεδομένα αυτά, εφόσον δεν αποδείχθηκε άτυπη διανομή των διανεμητέων ακινήτων από τους
κληρονόμους του κληρούχου ................ ούτε γνωστοποίηση εκ μέρους της πρώτης εναγομένης ή του
πατέρα της .............., ................ προς τους λοιπούς κληρονόμους του κληρούχου ότι αποφάσισαν να
νέμονται το υπ` αριθμόν ... αγροτεμάχιο αποκλειστικά στο όνομα τους ως κύριοι, απορριπτέες
τυγχάνουν οι δεύτερη, τρίτη και τέταρτη ενστάσεις της πρώτης εναγομένης (παραγραφής της περί
κλήρου αγωγής της ενάγουσας ως προς το υπ` αριθμόν ... αγροτεμάχιο και εντεύθεν απόσβεσης της
κοινωνίας σ` αυτό, ιδίας κυριότητας της πρώτης εναγομένης επ` αυτού και καταχρηστικής άσκησης του
ενδίκου δικαιώματος της ενάγουσας για το συγκεκριμένο ακίνητο αντίστοιχα), ως αβάσιμες κατ` ουσίαν.
Σημειώνεται δε ότι το γεγονός της ένταξης κατά ένα μέρος (έκτασης 2.800,00 m2) του εν λόγω
αγροτεμαχίου (...) σε αναδασμό του αγροκτήματος Παραμυθιάς - Καρυωτίου (βλ. το υπ` αριθμόν
4.21/2008 πρακτικό της επιτροπής αναδασμού και το απόσπασμα του σχετικού κτηματογραφικού
διαγράμματος), ο οποίος διενεργείται και δεν έχει ακόμη περαιωθεί, όπως ισχυρίζεται η πρώτη
εναγομένη (βλ. σελ. 4 των προτάσεων της στην αρχή) και δεν αμφισβητούν οι λοιποί διάδικοι, δεν
επηρεάζει αυτή τη δίκη, αφού με τον αναδασμό δεν μεταβάλλεται το νομικό καθεστώς του
αγροτεμαχίου, που μπορεί να είναι και κληροτεμάχιο, αλλ` απλώς η θέση του (ΕφΛαρ 672/2003
ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ 2004.129, ΕφΘεσ 1999/1997 ΕλλΔ/νη 1998.446). Περαιτέρω, ακόμα κι αν τα κατατεθέντα
από το μάρτυρα του ένατου εναγομένου ................. περί κατοχής έκτασης δεκαεπτά στρεμμάτων
(17.000,00 m2) του ως άνω υπ` αριθμόν ... αγροτεμαχίου αρχικά από τον ένατο εναγόμενο και τη
μητέρα του ............. και στη συνέχεια μόνο από τον ένατο εναγόμενο υποτεθούν αληθή, σε καμμία
περίπτωση δεν αποδείχθηκε ότι αυτός (ή η μητέρα του) κατέστησαν οποτεδήποτε γνωστό στους λοιπούς
κληρονόμους του κληρούχου ........... ότι αποφάσισαν να νέμονται την έκταση αυτή αποκλειστικά στο
όνομά τους ως (συγ)κύριοι χωρίς εκείνοι ν` αντιδράσουν, ώστε να αρχίσει να «τρέχει» υπέρ αυτών
χρόνος χρησικτησίας ή παραγραφής, κατά τα εκτιθέμενα στην υπό στοιχεία «II.Β» ωζ άνω μείζονα
πρόταση. Το συμπέρασμα αυτό δεν μεταβάλλεται ούτε από τα από 03-10-1985, 24-08-
1995 και 14-09-1999 μισθωτήρια ιδιωτικά συμφωνητικά που προσεκόμισε μετ` επικλήσεως ο ένατος
εναγόμενος. Ειδικότερα, με το πρώτο από αυτά (το από 03-10-1985) παρέσχε στον ................... το
δικαίωμα βόσκησης των προβάτων του επί του υπ` αριθμόν ... αγροτεμαχίου για το χρονικό διάστημα
από 14-09-1985 έως 14-09-1986, έναντι υποχρέωσης του δευτέρου συμβαλλομένου να συμπεριλάβει
στη βοσκή και δέκα (10) επιπλέον πρόβατα, ιδιοκτησίας του πρώτου συμβαλλομένου. Με το δεύτερο
συμφωνητικό (το από 24-08-1995) η σύζυγος του ένατου εναγομένου ..............., το γένος
......................, εξεμίσθωσε έκταση δεκαοκτώ (18) περίπου στρεμμάτων (18.000,00 m2) εκ του ως
άνω αγροτεμαχίου (...) στο ίδιο πρόσωπο (..................), κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στη
σύμβαση, ενώ με το τρίτο (το από 14-09- 1999) συμφωνητικό ο ένατος εναγόμενος παρέσχε στην
................ το δικαίωμα να καλλιεργεί για αόριστο χρόνο το ίδιο ακίνητο (18.000,00 m2 εκ του ως άνω
αγροτεμαχίου ...) με καλλιέργειες της αρεσκείας της, συγκομίζοντας η ίδια τον καρπό για λογαριασμό
της, έναντι υποχρέωσής της να συντηρεί, φροντίζει και περιποιείται το όλο ακίνητο και τα εντός αυτού
υπάρχοντα ελαιόδενδρα, με αποκλειστικό δικαίωμα του ενάτου εναγομένου να συγκομίζει για ίδιο
λογαριασμό τον ελαιόκαρπο από αυτά. Επισημαίνεται ωστόσο ότι το κύρος, η ισχύς και η λειτουργία των
παραπάνω συμβάσεων δεν προϋποθέτει την κυριότητα, τη νομή ή την κατοχή των όποιων εκμισθωτών
επί του ως άνω ακινήτου (ΑΠ 866/2011, ΑΠ 1052/2011 σε ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΑΠ 605/2010 ΝοΒ
2010.2009 = ΧρΙΔ 2011.263 = ΕΔΠ 2010.371), ενώ από μόνη την εκμίσθωσή τους δεν συνάγεται και
ότι ο ένατος εναγόμενος ή η μητέρα του κατέστησαν οποτεδήποτε γνωστό στους λοιπούς κληρονόμους
του κληρούχου ............... ότι αποφάσισαν να νέμονται την έκταση αυτή αποκλειστικά στο όνομά τους
ως (συγ)κύριοι χωρίς εκείνοι ν` αντιδράσουν, ώστε να αρχίσει να «τρέχει» υπέρ αυτών χρόνος
χρησικτησίας ή παραγραφής, κατά τα ανωτέρω. Μάλιστα δε, από τις προμνημονευθείσες αντιδικίες
μεταξύ των συγκληρονόμων του εν λόγω κληρούχου συνάγεται το αντίθετο συμπέρασμα, ότι δηλαδή
ουδέποτε έλαβε χώρα τέτοια γνωστοποίηση.

Με τα δεδομένα αυτά, εφόσον δεν αποδείχθηκε άτυπη διανομή των διανεμητέων ακινήτων από τους
κληρονόμους του κληρούχου ................... ούτε γνωστοποίηση οποτεδήποτε εκ μέρους του ένατου
εναγομένου ή της μητέρας του ...................... προς τους λοιπούς κληρονόμους ότι αποφάσισαν να
νέμονται έκταση 17.000,00 m2 (ή 18.000,00 m2) εκ του υπ` αριθμόν ... αγροτεμαχίου αποκλειστικά
στο όνομά τους ως κύριοι, απορριπτέες τυγχάνουν οι δεύτερη, τρίτη και τέταρτη ενστάσεις του ένατου
εναγομένου (παραγραφής της περί κλήρου αγωγής της ενάγουσας ως προς άπαντα τα διανεμητέα
ακίνητα και εντεύθεν απόσβεσης της κοινωνίας σε αυτά, καταχρηστικής άσκησης του ενδίκου
δικαιώματος της ενάγουσας διανομής τους και ιδίας κυριότητας του ένατου εναγόμενου επί του υπ`
αριθμόν ... αγροτεμαχίου και επί διαιρετού τμήματος του υπ` αριθμόν ... τεμαχίου αντίστοιχα), ως
αβάσιμες κατ` ουσίαν, εκτός του γεγονότος ότι, όπως προαναφέρθηκε, η τέταρτη ένσταση του (ιδίας
κυριότητας), κατά το μέρος που αφορά διαιρετό τμήμα του υπ` αριθμόν ... τεμαχίου είναι απορριπτέα
και ως μη νόμιμη (βλ. σελ. 18 της παρούσας απόφασης). Εξάλλου, σύμφωνα με τις μαρτυρικές
καταθέσεις των μαρτύρων της ενάγουσας ................... της πρώτης εναγομένης ......................, του
ένατου εναγομένου ................ και της δέκατης εναγομένης ................. στη δίκη ενώπιον του ενταύθα
Μονομελούς Πρωτοδικείου, από το έτος 1959 / 1960 ο κληρούχος ..................... παραχώρησε άτυπα
τη νομή διαιρετού τμήματος του ως άνω υπ` αριθμόν ... αγροτεμαχίου στη δέκατη εναγομένη, η οποία
έκτοτε ανήγειρε επ` αυτού οικία, στην οποία διαμένει με την οικογένειά της μέχρι σήμερα και
χρησιμοποιεί και τον πέριξ αυτής ακάλυπτο χώρο ως αυλή, όπως ισχυρίζεται στις προτάσεις της (βλ. σελ.
3 αυτών) και δεν αμφισβητείται αυτό από κανέναν άλλο διάδικο (άρθρα 261 και 352 § 1 ΚΠολΔ).
Ειδικότερα, το εν λόγω διαιρετό τμήμα του υπόψη ακινήτου (...) έχει εμβαδά 2.985,84 m2 και συνορεύει
ολόγυρα βόρεια σε πλευρά μήκους 30,58 γραμμικών μέτρων (γρ.μ.) με την υπ` αριθμόν ... κοινόχρηστη
έκταση, βορειοανατολικά σε πλευρά μήκους 29,64 γρ.μ. με το υπ` αριθμόν ... αγροτεμάχιο, ανατολικά
σε πλευρά μήκους 42,61 γρ.μ. και στη συνέχεια νοτιοανατολικά σε πλευρά μήκους 31,28 γρ.μ. με το
υπ` αριθμόν ... αγροτεμάχιο, δυτικά - νοτιοδυτικά σε πλευρά μήκους 33,80 γρ.μ., στη συνέχεια
νοτιοδυτικά σε πλευρά μήκους 44,57 γρ.μ. και στη συνέχεια βόρεια - βορειοδυτικά σε πλευρά μήκους
14,91 γρ.μ. με υπόλοιπο του ίδιου (υπ` αριθμόν ...) αγροτεμαχίου (βλ. το από τον Ιούνιο του 2006
τοπογραφικό διάγραμμα του αγρονόμου - τοπογράφου μηχανικού .................. / Ηγουμενίτσα, που
προσεκόμισε μετ` επικλήσεως ο ένατος εναγόμενος). Σημειώνεται δε ότι η δέκατη εναγομένη ισχυρίζεται
ότι το εν λόγω διαιρετό τμήμα έχει ήδη ενταχθεί στο σχέδιο πόλης και αποτελεί οικόπεδο (δηλαδή
βρίσκεται εντός του οικισμού / βλ. σελ. 3 των προτάσεών της), χωρίς όμως να προσκομίζει τοπογραφικό
διάγραμμα αυτού ή βεβαίωση πολιτικού μηχανικού ή οποιοδήποτε άλλο στοιχείο που να επιβεβαιώνει
αυτό τον ισχυρισμό της. Αντίθετα, στο υπόμνημα του .................... που υπάρχει επί του παραπάνω
τοπογραφικού διαγράμματος, το οποίο είναι το μόνο στοιχείο που υπάρχει στη δικογραφία γι` αυτό το
τμήμα του υπ` αριθμόν ... γεωτεμαχίου, αναφέρεται ότι (το εν λόγω τμήμα) βρίσκεται εκτός του
οικισμού και δεν είναι άρτιο ούτε οικοδομήσιμο. Ως εκ τούτου, αποδεικνύεται ότι το συγκεκριμένο τμήμα
εξακολουθεί να φέρει το χαρακτήρα αγροτικού κλήρου. Έτσι, ναι μεν αποδείχθηκε ότι από το 1959/1960
κατέχει (και από 23-05-1968 που ισχύει ο α.ν. 431/1968 μέχρι σήμερα νέμεται) το παραπάνω εδαφικό
τμήμα του υπ` αριθμόν ... αγροτεμαχίου η δέκατη εναγομένη ως αποκλειστική κυρία αυτού, πλην
εμποδίζεται ν` αποκτήσει επ` αυτού (του τμήματος) κυριότητα με έκτακτη χρησικτησία όπως επικαλείται
με την πρώτη ένσταση της, η οποία, προσκρούοντας στην εκ του νόμου απαγόρευση κατάτμησης του
(βλ. την υπό στοιχεία «Π.Α» ως άνω μείζονα πρόταση), απορριπτέα τυγχάνει ως μη νόμιμη. Απομένει η
εξέταση της δεύτερης και τελευταίας ένστασης της δέκατης εναγομένης περί καταχρηστικής άσκησης του
ενδίκου δικαιώματος της ενάγουσας ως προς το εν λόγω εδαφικό τμήμα του υπ` αριθμόν ...
αγροτεμαχίου.

Κατά τη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ «Η άσκηση του δικαιώματος απαγορεύεται αν υπερβαίνει
προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός
του δικαιώματος». Κατά την έννοια αυτής μόνη η αδράνεια του δικαιούχου για την άσκηση του
δικαιώματος επί χρόνο μικρότερο από τον απαιτούμενο για την παραγραφή, καθώς και η καλόπιστη
πεποίθηση του υπόχρεου ότι δεν υπάρχει το δικαίωμα κατ` αυτού ή ότι δεν πρόκειται τούτο να ασκηθεί
εναντίον του, έστω και αν αυτή δημιουργήθηκε από την αδράνεια του δικαιούχου, δεν αρκεί καταρχήν
να καταστήσει καταχρηστική την άσκηση του δικαιώματος. Αν όμως η αδράνεια συνοδεύεται από ειδικές
περιστάσεις που συνδέονται με προηγούμενη συμπεριφορά του δικαιούχου και ο ίδιος μεταβάλλοντας τη
στάση του, επιχειρεί εκ των υστέρων ανατροπή της κατάστασης που ήδη έχει διαμορφωθεί και παγιωθεί,
δεν είναι απαραίτητο να προκαλούνται αφόρητες ή δυσβάστακτες για τον υπόχρεο συνέπειες αλλ` αρκεί
να επέρχονται δυσμενείς απλώς για τα συμφέροντα του επιπτώσεις. Στην περίπτωση αυτή η άσκηση του
δικαιώματος μπορεί να καταστεί μη ανεκτή κατά την καλή πίστη και τα χρηστά ήθη και συνεπώς
καταχρηστική και απαγορευμένη. Περαιτέρω η ένσταση καταχρηστικής άσκησης μπορεί να αντιταχθεί όχι
μόνο κατά της διεκδικητικής ή αναγνωριστικής αγωγής δικαιώματος κυριότητας επί ακινήτου, το οποίο
αποτελεί τεμάχιο παραχωρηθέντος αγροτικού κλήρου (ΟλΑΠ 8/2001 ΕλλΔ/νη 2001.382), αλλά και επί
δικών διανομής κοινού πράγματος (ΑΠ 13/2004 ΝοΒ 2004.1198). Στην προκειμένη περίπτωση, όπως
προαναφέρθηκε, το υπ` αριθμόν ... αγροτεμάχιο είναι κληρουχικό. Αρα πριν από τις 23-05-1968 η
δέκατη εναγομένη δεν θα μπορούσε να χρησιδεσπόσει σ` αυτό. Διότι, όπως προαναφέρθηκε, από τις
διατάξεις του άρθρου 1 § 1 α.ν. 431/1968 προκύπτει ότι, μετά την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού
(23-05-1968), ο κατά την εποικιστική εν γένει νομοθεσία αποκατασταθείς κληρούχος ή ο κληρονόμος
του δεν λογίζεται κατά πλάσμα του νόμου νομέας του κλήρου αν δεν κατέχει πράγματι αυτόν και
συνεπώς είναι δυνατή η χωρίς τη θέληση του κτήση από τον τρίτο της νομής ολοκλήρου του
κληροτεμαχίου, υπό τον όρο να μη κατατέμνονται τα τεμάχια της οριστικής διανομής. Ο περιορισμός
αυτός της μη κατατμήσεως τίθεται ως γενική αρχή και έχει εφαρμογή σε κάθε μεταβίβαση του κλήρου,
όχι μόνο όταν γίνεται με τη θέληση του κληρούχου, δηλαδή με δικαιοπραξία, αλλά και στην περίπτωση
απόκτησης της κυριότητας χωρίς τη θέληση αυτού, όπως με χρησικτησία (ΑΠ 630/2005 ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»,
ΑΠ 1413/2003 ΧρΙΔ 2004.227). Ωστόσο, αναφορικά με το ακίνητο αυτό (...), η δέκατη εναγόμενη
πρόβαλε νόμιμα την ένσταση καταχρηστικής ασκήσεως του δικαιώματος της ενάγουσας προς διανομή, η
οποία πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη και από ουσιαστική άποψη για τους εξής λόγους: Από το
εισφερθέν στη δίκη αποδεικτικό υλικό αποδείχθηκε ότι από το 1959/1960 ο κληρούχος ...............
παραχώρησε άτυπα τη νομή του παραπάνω εδαφικού τμήματος του υπ` αριθμόν ... αγροτεμαχίου,
εμβαδού (του τμήματος) 2.985,84 m2 στη δέκατη εναγομένη, η οποία έκτοτε το κατέχει καλόπιστα και
από 23-
05-1968 μέχρι σήμερα το νέμεται ως αποκλειστική κυρία αυτού (ήτοι επί 52 συναπτά έτη), ενώ από το
1959/1960 έχει ανεγείρει επ` αυτού οικία με κεραμοσκεπή κατά το ήμισυ και με πλάκα τσιμέντου από
οπλισμένο σκυρόδεμα κατά το υπόλοιπο, αποτελούμενη από πέντε (5) δωμάτια, κουζίνα και W.C.,
σημερινής δε συνολικής αξίας 60.000,00 ευρώ. Στην οικία αυτή διαμένει έκτοτε η δέκατη εναγομένη με
την οικογένεια της μέχρι σήμερα και χρησιμοποιεί και τον πέριξ αυτής ακάλυπτο χώρο ως αυλή, όπως τα
παραπάνω ισχυρίζεται στις προτάσεις της (βλ. σελ. 3 αυτών) και δεν αμφισβητούνται από κανέναν άλλο
διάδικο. Αντιθέτως επιβεβαιώνεται οι ισχυρισμοί της από τις καταθέσεις των μαρτύρων απάντων των
παρισταμένων διαδίκων (βλ. σελ. 36 της απόφασης αυτής, καθώς και τα πρακτικά της δίκης ενώπιον του
ενταύθα Μονομελούς Πρωτοδικείου). Μάλιστα δε τα παραπάνω συμβαίνουν υπό τα όμματα απάντων των
άμεσων ή απώτερων κληρονόμων του κληρούχου ................, χωρίς καμμία αντίδραση ή διαμαρτυρία
εκ μέρους τους. Τουναντίον μάλιστα, οι λοιποί διάδικοι επισκέπτονται κατά καιρούς τη δέκατη εναγομένη
στο σπίτι της επί του ως άνω εδαφικού τμήματος, βλέπονται, επικοινωνούν, συγχρωτίζονται και
αυλίζονται μαζί της στον εξωτερικό ακάλυπτο χώρο της οικίας της, τον οποίο αυτή έχει διαμορφώσει και
συντηρεί μέχρι σήμερα με σημαντικές δαπάνες που καταβάλλει εξ ιδίων, όπως ισχυρίζεται η ίδια (βλ.
σελ. 3 των προτάσεων της) και δεν αμφισβητεί κανένας άλλος διάδικος. Ετσι, η δέκατη εναγομένη καθ`
όλο το παραπάνω χρονικό διάστημα των πενήντα (52) ετών πίστευε ακλόνητα ότι εξαιτίας της άτυπης
παραχώρησης του παραπάνω εδαφικού τμήματος από τον πατέρα της προς αυτήν υπό τα όμματα όλων
των τέκνων του, ουδέποτε θα το διεκδικούσε η ενάγουσα αδελφή της ούτε θα το θεωρούσε κοινό και θα
ζητούσε τη διανομή του.

Επιπλέον, η πραγματοποίηση των ως άνω σημαντικών δαπανών προς αξιοποίηση του εν λόγω τμήματος
από τη δέκατη εναγομένη εξ ιδίων υπό τη συγκατάνευση των αδελφών της, δημιούργησε σ` αυτή την
καθ` όλα εύλογη και καλόπιστη πεποίθηση ότι δεν θα ασκήσουν δικαιώματα κυριότητας επί του ακινήτου
αυτού. Επομένως α) από τη μεγάλη αυτή αδράνεια της ενάγουσας (52 ετών), β) την (εξαιτίας των
ανωτέρω) καλόπιστη πεποίθηση της δέκατης εναγομένης ότι δεν υφίσταται δικαίωμα συγκυριότητας της
ενάγουσας και των συνεναγομένων της επί του εν λόγω τμήματος του υπ` αριθμόν ... αγροτεμαχίου ή
ότι δεν πρόκειται τούτο να ασκηθεί εναντίον της με αγωγή μάλιστα διανομής και γ) τις ειδικές
περιστάσεις που γεννήθηκαν από τις σημαντικές δαπάνες στις οποίες υποβλήθηκε η δέκατη εναγομένη
για την αξιοποίηση και βελτίωση της κατάστασης του εν λόγω ακινήτου και τη διαρκή με τη σιωπή
επιβεβαίωση από την ενάγουσα περί του παγιωμένου της τοιαύτης κατάστασης, η εκ των υστέρων
μεταβολή της στάσεως της συνεπάγεται ανατροπή της κατάστασης που ήδη έχει διαμορφωθεί. Επιπλέον,
προκαλούνται συνέπειες δυσβάστακτες οικονομικά για τη δέκατη εναγομένη και τους διαδόχους της και
σε κάθε περίπτωση δυσμενείς για τα συμφέροντα τους επιπτώσεις, αφού οι δαπάνες βελτιώσεως και
αξιοποιήσεως του ως άνω εδαφικού τμήματος στις οποίες προέβησαν εξ ιδίων αχρηστεύονται,
αναγκάζονται άμεσα να εγκαταλείψουν την επί πενήντα δύο (52) έτη οικογενειακή τους εστία και τέλος
η προσδοκία της κυριότητας του εν λόγω ακινήτου ματαιώνεται. Σύμφωνα λοιπόν με τις
προαναφερόμενες αιτιολογίες, η άσκηση από την ενάγουσα του δικαιώματος προς διανομή για το
συγκεκριμένο ακίνητο καθίσταται μη ανεκτή κατά την καλή πίστη και τα χρηστά ήθη και συνεπώς
καταχρηστική και απαγορευμένη (άρθρο 281 ΑΚ). Γι` αυτό η υπό κρίση αγωγή, κατά το μέρος που
αφορά το προπεριγραφέν εδαφικό τμήμα του υπ` αριθμόν ... αγροτεμαχίου, εμβαδού (του τμήματος)
2.985,84 m2, είναι απορριπτέα ως ουσιαστικά αβάσιμη λόγω παραδοχής της από το άρθρο 281 ΑΚ
(δεύτερης) ενστάσεως της δέκατης εναγομένης (ΑΠ 13/2004 ΝοΒ 2004.1198, ad hoc ΕφΛαρ 146/2006
ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ 2006.312). Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι οι εναγόμενοι δεν συμφωνούν σε εξώδικη διανομή
των παραπάνω ακινήτων. Επιπλέον, η αυτούσια διανομή τους κρίνεται προδήλως ανέφικτη, ενόψει του
αριθμού των διανεμητέων ακινήτων, της ιδιότητας αυτών ως κληροτεμαχίων, του αριθμού των διαδίκων
κοινωνών και του ποσοστού ενός εκάστου επί των διανεμητέων. Συγκεκριμένα, τα διανεμητέα ακίνητα
είναι συνολικά τέσσερα (4 / το υπ` αριθμόν ... βέβαια χωρίς το ως άνω τμήμα του, εμβαδού 2.985,84
m2), έχουν άπαντα μέχρι σήμερα την ιδιότητα των κληροτεμαχίων, δεδομένου ότι και όσα έχουν (εν
όλω ή εν μέρει) υπαχθεί σε αναδασμό, εξ αυτού του λόγου και ανεξάρτητα από το αν εκκρεμεί εισέτι ή
έχει περαιωθεί η σχετική διαδικασία, δεν χάνουν την ιδιότητα τους ως κληροτεμαχίων κατά τα
προεκτεθέντα, οι διάδικοι κοινωνοί είναι συνολικά ένδεκα (11) και τα εξ αδιαιρέτου ποσοστά τους έχουν
ως εξής: Για την ενάγουσα 21/140, για την πρώτη εναγομένη 21/140, για καθένα των δεύτερης, τρίτης,
τετάρτου, πέμπτου, έκτης, εβδόμης και ογδόης των εναγομένων 3/140, για τον ένατο εναγόμενο 56/140
και για τη δέκατη εναγόμενη 21/140. Με τα δεδομένα αυτά, συνάγεται ότι η αυτούσια διανομή των
ενδίκων ακινήτων είναι προδήλως ανέφικτη, διότι καταρχήν δεν μπορούν να κατατμηθούν λόγω της
φύσης τους ως αγροτικών κλήρων (κληροτεμαχίων), αλλά και όσα έχουν τυχόν καταστεί οικόπεδα με
την ένταξή τους στο σχέδιο πόλης, κάτι που πάντως δεν αποδείχθηκε, κατά τις αντιλήψεις που
επικρατούν στις συναλλαγές, δεν μπορούν να διαιρεθούν σε ένδεκα (11) μέρη, όσες και οι μερίδες των
διαδίκων κοινωνών, καθόσον λόγω της ολικής επιφάνειας των ακινήτων, δεν μπορεί να δημιουργηθούν
στο καθένα από αυτά ένδεκα (11) μέρη ανάλογα με τις μερίδες των διαδίκων που να έχουν λειτουργική
αυτοτέλεια χωρίς σοβαρή μείωση της αξίας τους, ενώ επιπλέον δεν μπορούν να κατανεμηθούν ανάλογα
με τις μερίδες των διαδίκων, δεδομένου ότι τα διανεμητέα ακίνητα, όπως και οι μερίδες των διαδίκων
δεν είναι ίσης αξίας και δεν μπορεί να καταβληθεί ορισμένο χρηματικό ποσό προς εξίσωση των άνισων
μερών, αφού αυτό θα αποτελούσε μεγάλη επιβάρυνση για τον υπόχρεο κοινωνό, λαμβανομένου υπόψη
ότι η αξία του υπ` αριθμόν ... αγροτεμαχίου, και μετά την αφαίρεση του ως άνω τμήματος του έκτασης
2.985,84 m2 που δεν θα διανεμηθεί, είναι πολλαπλάσια της αξίας των λοιπών, λόγω αφενός της πολύ
μεγαλύτερης έκτασης του και αφετέρου της μερικής ένταξης του στο σχέδιο πόλης της Παραμυθιάς,
όπως ισχυρίζονται οι ένατος και δέκατη των εναγομένων και δεν αμφισβητούν οι λοιποί διάδικοι (βλ. το
ως άνω από τον Ιούνιο του 2006 τοπογραφικό διάγραμμα του αγρονόμου - τοπογράφου μηχανικού
..................).
Με βάση αυτές τις σκέψεις, πρέπει ν` απορριφθεί ως αβάσιμος ο ισχυρισμός περί αυτούσιας διανομής
των ενδίκων ακινήτων.

VI. Κατ` ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει, απορριπτόμενων των ως απορριπτέων κριθέντων, να γίνει
δεκτή η αγωγή ως βάσιμη και κατ` ουσίαν κατά ένα μέρος, να διαταχθεί η πώληση των τεσσάρων (4)
επίκοινων ακινήτων με πλειστηριασμό, με την παρατήρηση ότι από το υπ` αριθμόν ... αγροτεμάχιο δεν
θα πλείστηριαστεί το προπεριγραφέν τμήμα του έκτασης 2.985,84 m2, ώστε να λάβει καθένας από τους
κοινωνούς διαδίκους το ποσό που του αναλογεί από το πλειστηρίασμα με βάση το ιδανικό του μερίδιο,
δηλαδή 21/140 η ενάγουσα, 21/140 η πρώτη εναγομένη, 3/140 η δεύτερη εναγομένη, 3/140 η τρίτη
εναγομένη, 3/140 ο τέταρτος εναγόμενος, 3/140 ο πέμπτος εναγόμενος, 3/140 η έκτη εναγομένη,
3/140 η έβδομη εναγόμενη, 3/140 η όγδοη εναγόμενη, 56/140 ο ένατος εναγόμενος και 21/140 η
δέκατη εναγόμενη. Τέλος, τα έξοδα της δίκης βαρύνουν τη διανεμητέα περιουσία (άρθρο 794 ΑΚ), υπό
την έννοια του καταλογισμού τους σε βάρος όλων των διαδίκων, ανεξάρτητα από το αν είναι ενάγοντες
ή εναγόμενοι, ανάλογα με το ποσοστό συγκυριότητας του καθενός στα επίκοινα αντικείμενα (ΕφΑθ
2237/2003 ΕΔΠ 2003.241 = ΕΔΠ 2004.35, ΠολΠρAρτας 73/2010 ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Στην προκειμένη
περίπτωση, η αξία των διανεμητέων ακινήτων προσδιορίζεται, κατά την ελεύθερη κρίση του δικαστηρίου
(πάντα κατά το χρόνο της συζήτησης / ΠολΠρΖακύνθου 67/2009 ΕφΑΔ 2009.1093) σε α) € 4.500,00
για το υπ` αριθμόν 29 αγροτεμάχιο, β) € 3.860,00 για το υπ` αριθμόν 232 αγροτεμάχιο, γ) €
100.000,00 για το υπ` αριθμόν ... αγροτεμάχιο (χωρίς το προπεριγραφέν τμήμα αυτού έκτασης
2.985,84 m2 με την επ` αυτού οικία) και δ) € 1.875,00 για το υπ` αριθμόν ... αγροτεμάχιο, όπως η αξία
αυτή προσδιορίστηκε με την απόφαση 133/2010 του ενταύθα Μονομελούς Πρωτοδικείου και δεν
αμφισβητήθηκε και συνολικά σε (4.500,00 + 3.860,00 + 100.000,00 + 1.875,00 =) € 110.235,00.
Ενόψει αυτού και των ποσοστών συγκυριότητας των διαδίκων, τα έξοδα της ενάγουσας, με βάση το
αντικείμενο της δίκης (€ 110.235,00), το δικαστικό ένσημο που κατέβαλε και τις διαδικαστικές πράξεις
που ενήργησε, ενόψει του ότι σύμφωνα με τις διατάξεις του κώδικα περί δικηγόρων ο καθορισμός της
αμοιβής του πληρεξουσίου δικηγόρου γίνεται με βάση την αξία της ιδανικής μερίδας που αξιώνεται με
την αγωγή (άρθρα 100 § 2 και 107 ν.δ. 3026/1954/ ΠολΠρΆρτας 73/2010 ο.π.), ανέρχονται στο ποσό
των € 1.029,66 (αμοιβή δικηγόρου για σύνταξη αγωγής και προτάσεων, έξοδα παράστασης, επιδόσεις,
δικαστικό ένσημο, δακτυλογραφικά, ένσημα, χαρτόσημα κλπ.), τα έξοδα της πρώτης εναγομένης
ανήλθαν στο ποσό των € 551,71, του ένατου εναγομένου στο ποσό των € 1.102,88 και της δέκατης
εναγομένης στο ποσό των € 551,71 (αμοιβές δικηγόρων για σύνταξη προτάσεων, έξοδα παράστασης,
δακτυλογραφικά, ένσημα, χαρτόσημα κ.λπ.), δηλαδή δαπανήθηκαν συνολικά (1.029,66 + 551,71 +
1.102,88 + 551,71 =) € 3.235,96. Επομένως, από τη συνολική δαπάνη βαρύνει την ενάγουσα, με βάση
το ποσοστό συγκυριότητάς της, ποσό 485,39 € (3.235,96 Χ 21/140). Το ίδιο ποσό (485,39 €) βαρύνει
και την πρώτη εναγομένη, που έχει το ίδιο ποσοστό συγκυριότητας, όπως επίσης και τη δέκατη
εναγομένη. Εξ αυτών η ενάγουσα δαπάνησε αναγκαίως, όπως προαναφέρθηκε, το ποσό των € 1.029,66,
η πρώτη εναγομένη το ποσό των € 551,71 και η δέκατη εναγομένη το ποσό των 551,71. Συνεπώς,
δικαιούνται τις προκύπτουσες διαφορές και δη η ενάγουσα το ποσό των (1.029,66 - 485,39 =) €
544,27, η πρώτη y εναγομένη το ποσό των (551,71 - 485,39 =) € 66,32 και η δέκατη εναγομένη το
ποσό των (551,71 - 485,39 =) € 66,32, τις οποίες πρέπει να καταβάλουν οι λοιποί κοινωνοί, καθένας
κατά το λόγο της μερίδας του. Έτσι, ο ένατος εναγόμενος, ο οποίος δαπάνησε αναγκαίως, όπως
προαναφέρθηκε, το ποσό των € 1.102,88, ενώ από τη συνολική δαπάνη βαρύνεται, με βάση το ποσοστό
συγκυριότητας του, με το ποσό των € 1.294,38 (3.235,96 Χ 56/140), ήτοι κατά (1.294,38 - 1.102,88
=) 191,50 € επιπλέον, πρέπει να υποχρεωθεί να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των (544,27 Χ
56/140 =) € 217,71, στην πρώτη εναγομένη το ποσό των (66,32 Χ 56/140 =) € 26,53 και στη δέκατη
εναγομένη το ποσό των (66,32 Χ 56/140 =) € 26,53, όπως στο διατακτικό. Τέλος, σκέψη για δικαστικά
έξοδα ως προς τους δεύτερη, τρίτη, τέταρτο, πέμπτο, έκτη, έβδομη και όγδοη των εναγομένων δεν
πρέπει να γίνει, ελλείψει σχετικού αιτήματος (άρθρα 106 και 191 § 2 ΚΠολΔ / ΕφΙωαν 75/2005 ο.π.).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΟΝΤΑΣ κατ` αντιμωλίαν των διαδίκων.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ όσα κρίθηκαν απορριπτέα.

ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή κατά ένα μέρος.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την πώληση με πλειστηριασμό των τεσσάρων επίκοινων ακινήτων που αναφέρονται στο
σκεπτικό αυτής της αποφάσεως και τη διανομή του πλειστηριάσματος που θα επιτευχθεί μεταξύ των
διαδίκων κατά τη μερίδα συγκυριότητας του καθενός, δηλαδή κατά 21/140 στην ενάγουσα, κατά 21/140
στην πρώτη εναγομένη, κατά 3/140 στη δεύτερη εναγομένη, κατά 3/140 στην τρίτη εναγομένη, κατά
3/140 στον τέταρτο εναγόμενο, κατά 3/140 στον πέμπτο εναγόμενο, κατά 3/140 στην έκτη εναγομένη,
κατά 3/140 στην έβδομη εναγομένη, κατά 3/140 στην όγδοη εναγομένη, κατά 56/140 στον ένατο
εναγόμενο και κατά 21/140 στη δέκατη εναγομένη.

ΚΑΤΑΝΕΜΕΙ τα δικαστικά έξοδα ανάλογα με τη μερίδα που αναλογεί σε κάθε διάδικο επί των ακινήτων.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του ένατου εναγομένου τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας, καθώς και των πρώτης
και δέκατης των εναγομένων, το ύψος της οποίας ορίζει στα χρηματικά ποσά των ευρώ διακοσίων
δεκαεπτά και λεπτών του ευρώ εβδομήντα ενός (€ 217,71), ευρώ είκοσι έξι και λεπτών του ευρώ
πενήντα τριών (€ 26,53) και ευρώ είκοσι έξι και λεπτών του ευρώ πενήντα τριών (€ 26,53) αντίστοιχα.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Ηγουμενίτσα στις 0803-2012 και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του στις
30-03-2012 χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΓΚΟΓΚΟΥ
ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ

Ε.Φ.

You might also like