You are on page 1of 13

ΕΙΝΑΙ

ΓΙΓΝΕΣΘΑΙ
ΛΟΓΙΚΗ
ΣΧΕΔΙΑΣΜΑ ΔΕΥΤΕΡΟ

1
Η ΛΟΓΙΚΗ ΤΟΥ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΤΟΥ ΓΙΓΝΕΣΘΑΙ
ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΧΕΔΙΑΣΜΑ – 1997
ΤΟ ESˉ, ΤΟ ΜΗΔΕΝ, ΤΟ Εἶναι

Γράφαμε στα προηγούμενα για τρεις ποιότητες της Ολότητας του

Εἶναι: Το ES -, το Μηδέν και το Εἶναι - Σ΄ αυτές προσθέταμε μία και


μοναδική τέταρτη, το αυτομηδενοποιούμενο Εμμί. Αλλά είναι αναγκαία η θέση
αυτού του Σαπφικού ’Εμμί ;
1. Τούτο το Εμμί μηδενοποιούμενο δίνει το Μηδέν. Τούτο όμως το Μηδέν
είναι το ’Α - Εμμί κι όχι το ’Α – Εἶναι ή το ’Α – Εἶναι και πολύ περισσότερο το
’Α – ESˉ ή ’Α – ESˉ - προοντικά. Δεν είναι δηλαδή καθολική άρνηση, καθολική
μηδενοποίηση Απόλυτο Μηδέν, αλλά επί μέρους, αφού το 'Εμμί υστερεί
έναντι του ES. Αλλά αν το Μηδέν σαν ’Α – ESˉ ήταν και ’Α – Εἶναι πώς θα

ετίθετο σαν διαλεκτικό αντίθετο του Εἶναι; Και τούτο καθόσον το 'Εμμί είναι
προγενέστερος τύπος στην γλώσσα του Ε ἶναι. Αλλά και τότε, αν συνέβαινε
αυτό θα σήμαινε ότι το ’Α - Εμμί θα ήταν υπέρτερο του ’Α - Εἶναι.
Πρέπει λοιπόν και τα δύο να προέρχονται από μια και την αυτή ποιότητα, το
ESˉ. Τόσον το Μηδέν όσο και το Ε ἶναι. Γράφαμε επίσης πως το Μηδέν είναι
και ’Α – Γίγνεσθαι, δηλαδή δεν έχει Λόγο, δεν έχει εξέλιξη. Ρηγματώνει την

2
Ολότητα. Δημιουργεί ένα κενό μη εξέλιξης. Τίποτε δεν προκύπτει απ΄ αυτό.
Θα παρατηρήσουμε ακόμη ότι το 'Εμμί μηδενοποιείται για να δώσει το Μηδέν,
ενώ το Εἶναι το ορίζει ως διαλεκτικό αντίθετό του.
Έχουμε επομένως και Άρνηση και Μηδενοποίηση. Το ’Α - Εἶναι είναι 'Αρνηση
και το ’Α – Εμμί μαζί με το ’Α – Γίγνεσθαι είναι Μηδενοποίηση. Ποια η σχέση
που διέπει τους δύο αυτούς ορισμούς του Μηδενός;
Άρνηση σημαίνει την καθολική άρνηση της πληρότητας και θετικότητας του
Εἶναι. Σημαίνει ακόμα Άρνηση του Γίγνεσθαι. Άρα ρηγμάτωση της Ολότητας.
Μηδενοποίηση σημαίνει απαλείφω κάθε έννοια ποιότητας ή «οντότητας» του
Εἶναι, κάθε Γίγνεσθαι, Εἶναι δηλαδή ’Α- Εμμί και ’Α – Γίγνεσθαι. Το ’Α – που
χρησιμοποιείται είναι στερητικό. Η Άρνηση όμως τούτη η καθολική μοιάζει να
είναι και Μηδενοποίηση. Αρνούμενη την ποιότητα του Ε ἶναι καθολικά αρνείται
και κάθε «οντότητα» από το Εἶναι κι η δεύτερη από το Έμμί. Μόνον όταν
προέλθει από το ESˉ το Μηδέν σαν ’Α – ES θάχουμε Μηδενοποίηση και
'Αρνηση ταυτισμένα, αφού αποτελεί το πρωταρχικό Αρχέτυπο το οποίο

περιλαμβάνει το Εἶναι και το Γίγνεσθαι και όλα τα Μορφώματά τους.


Η Μηδενοποίηση ’Α – ESˉ και η 'Αρνηση Μη - Εἶναι ή Μη - Εἶναι και ’Α - Εἶναι
ταυτίζονται μόνον όταν προέρχονται από το ES – κι όχι βέβαια από το Εμμί.
Θα λέγαμε μάλιστα πως η Μηδενοποίηση συμπεριλαμβάνει την 'Αρνηση, είναι

δηλαδή ’Α – Μη - Εἶναι ή ’Α – Μη – ES -. Και μόνον όταν τεθεί το Εἶναι μοιάζει


να ξεχωρίζει η Άρνηση από την Μηδενοποίηση με την μορφή η πρώτη του
διαλεκτικού Αντιθέτου.
2. Για να έχουμε ωστόσο τρεις και μόνον ποιότητες το Ε ἶναι – το Μηδέν – το
ES – και εφόσον θέλουμε να ξεκινήσουμε απαγωγικά, από ένα αρχέτυπο,
πρέπει το ESˉ να θέσει το Ά – ES – και το Εἶναι. Και στην συνέχεια το Ε ἶναι
να θέσει την καθολική και Απόλυτη Άρνηση σαν την σχέση του με το Μηδέν.
Αν ακολουθήσουμε μια γραμμική διαλεκτική, την διαλεκτική του Hegel, τα
πράγματα θα εξελιχθούν ως εξής:
Apriori τίθεται το Αρχέτυπο ES -. Τούτο το Αρχέτυπο στην πρωταρχική μορφή
του ταυτίζεται με τον εαυτό του, είναι η Απόλυτη Ταυτότητα, η Απόλυτη
πύκνωση όπου περιλαμβάνονται όλα δυνάμει και εν ταυτώ. Από την στιγμή
που αποφασίζει να βγει έξω από τον εαυτό του να διαρρήξει την ταυτότητά

3
του, κινείται προς τα έξω και πέραν. Κινούμενο λοιπόν θέτει το Γίγνεσθαι, το
πρώτο – Γίγνεσθαι. Μέσω αυτού του Γίγνεσθαι – κι εφόσον η εξέλιξη είναι
γραμμικά διαλεκτική θέτει την αυτομηδενοποίηση του έτσι που το Μηδέν να
είναι η καθολική και Απόλυτη Απαλοιφή του. Δηλαδή το ’Α – ES – και τούτο
καθόσον το Μηδέν είναι αυτό που έχει – ετερο – μηδενοποιηθεί ήδη.
Επομένως πρώτα τίθεται η αυτό – μηδενοποίηση.
Η σχέση μεταξύ Εἶναι και Μηδενός είναι σχέση άρνησης, διαλεκτικού
αντιθέτου, της μορφής Μη – ’Α – ES ως Μη - Εἶναι. Άρα το Εἶναι αποτελεί
'Αρνηση της Μηδενοποίησης, άρα ένα Απόλυτα προσδιορισμένο θετικό. Έτσι

και τα τρία, Εἶναι, Μηδέν, ES – αποτελούν ποιότητες σε μια γραμμική σχέση


που επιβάλλει η διαλεκτική. Παρατηρεί κανείς ότι αποτελεί ένα σαφή
διαχωρισμό μεταξύ Άρνησης και Μηδενοποίησης, όπου παίρνει την Μορφή ’Α
– ES.- και την Μορφή Μη – ’Α – ES. Από την άποψη αυτή κι εφόσον το ’Α –
ES σαν μηδενοποίηση είναι ευρύτερο του Μη – σαν Άρνηση - το
συμπεριλαμβάνει.
Αλλά το ESˉ πώς αυτό-μηδενοποιείται; Γιατί δεν θέτει πρώτα το Είναι
και κατόπιν το Μηδέν; Το Μηδέν πώς εξελίσσεται;
Σε τούτα τα ερωτήματα θα απαντήσουμε πιο κάτω.
Και κατά πρώτον: πώς αυτό-μηδενοποιείται το ES - αυτοκαθορίζοντας
και θέτοντας το Μηδέν. Το ES -, κινούμενο έξω από τον Εαυτό του πρέπει να
θέσει τον αντίποδά του, την πλήρη και καθολική άρνησή του, μέχρι την
Καταστροφή του, την Απάλειψη κάθε θετικότητας, κάθε οντότητας, την από-
πύκνωσή του μέχρι την επικράτηση του Κενού, έως το Τίποτε, έως την
απαλειφή κάθε έννοιας της ύπαρξης του Κάτι. Τούτο είναι το Μηδέν, το
καινούργιο που απαλείφει το ES-. Τούτο το ’Α – ES- δεν έχει υπόσταση, δεν
σχηματοποιεί μια οντότητα, είναι απλά και μόνον παρουσία. Αυτή η παρουσία
σηματοδοτείται από τον περιορισμό του ετερο-μηδενοποιημένου-ήδη. Θα
έλεγε κανείς πως τούτη η πορεία του ES- παίρνει την μορφή της κίνησης
πρώτα στο Μη- ES-, που έχει Υπόσταση και μετά στο ’Α – ES- που απαλείφει
κάθε υπόσταση. Αλλά και το Μη - ’Α – ES- έχει υπόσταση. Όμως πώς
τίθεται; Για να έχει το Μη -’Α – ES- υπόσταση σημαίνει ότι τούτο εξελίχθηκε
μέσω κάποιου Γίγνεσθαι από το Α- ES ή Μηδέν και κινείται προς το Εἶναι. Το

4
Μη – ’Α - Εἶναι το θέτει το ίδιο το Εἶναι και για τούτο έχει υπόσταση. Αλλά το
Μη - ’Α – ES- ;
Τούτο το ’Α – ES- είναι το Κενό το Τίποτε. Μπορεί να εξελιχθεί κάτι
από το Κενό, αν δεν μεσολαβήσει κάτι το οντοποιημένο, το
υποστασιοποιημένο, το στέρεο και σαφές, που να εξελιχθεί. Το Μηδέν είναι
μόνον Παρουσία, όχι υπόσταση ή ύπαρξη. Άρα πώς να εξελιχθεί; Πώς να
θέσει το Μη - ’Α – Εἶναι και κατόπιν το Εἶναι; Και πρωτο - Γίγνεσθαι να
υπάρχει μοιάζει τούτο αδύνατον.
Αλλά υπάρχει και ένας άλλος λόγος. Το ES - αυτό - μηδενοποιούμενο
δεν μηδενοποιεί ταυτόχρονα και τούτο το πρωτο-Γίγνεσθαι; Γράφαμε στα
προηγούμενα πως τούτο το Μηδέν δεν έχει Λόγον, Νομοτέλεια εξέλιξης και
Κίνησης. Το Τίποτε πώς να κινηθεί; Προς τα πού να εξελιχθεί; Αν το Γίγνεσθαι
έχει μείνει εκτός μηδενοποίησης θα πρέπει να αποδιδόταν στο Μηδέν ή ’Α –
ES -. Τότε όμως θα κατέπιπτε στο κενό της ανυπόστασης κι ανυπαρξίας. Πώς
να εξαιρεθεί το Γίγνεσθαι της μηδενοποίησης όταν το ESˉ τα περιέχει όλα σαν
αυτό καθ’ εαυτό, δυνάμει;
Επομένως δεν υπάρχει πρωτο-Γίγνεσθαι που να αποδίδεται στο Α-
ES, ούτε πάλιν το Μηδέν είναι δυνατόν να εξελιχθεί.
Καταλήγουμε σ’ αυτά τα δύο άτοπα. Και εδώ υπάρχει πρόβλημα. Άρα
το Μηδέν δεν μπορεί να θέσει το Είναι, στην Άρνηση του Εαυτού του. Η
γραμμική διαλεκτική οδηγεί σε άτοπα. Πρέπει κάτι άλλο να συμβαίνει.
3. Ας μείνουμε ακόμη στην γραμμική διαλεκτική για να εξετάσουμε μία
δεύτερη περίπτωσή της. Αυτή η περίπτωση που αναφέραμε πιο πάνω είναι:
Το ES- να θέσει το Εἶναι και γραμμικά το Εἶναι να αυτομηδενοποιηθεί
θέτοντας το ’Α - Εἶναι ή Μηδέν, ή ’Α - Εἶναι και Μηδέν
Και κατ’ αρχήν θα έπρεπε το ES- να αρνηθεί τον Εαυτό του, να
διαρρήξει την ταυτότητα. Να την αρνηθεί όμως καθ’ ολοκληρίαν ποιοτικά ή
να την αρνηθεί μόνον κατά μίαν υπαρκτική αντίθεση (<―>), κατά μίαν
στοιχειώδη αντίθεση.
Ας εξετάσουμε τις δύο περιπτώσεις:
α. Να αρνηθεί το ES- τον Εαυτό του καθολικά. Να θέσει δηλαδή το Μη- ES-.
Αυτή όμως η άρνηση είναι άρνηση αρχετύπου. Είναι Απόλυτη Άρνηση. Και το
Εἶναι είναι Απόλυτη Θετικότητα. Πώς θα περάσουμε από την Απόλυτη

5
Άρνηση του Μη- ESˉ στην Απόλυτη Θετικότητα του Εἶναι; Θα μπορούσε να
ισχυριστεί κανείς πως πρώτα θα τεθεί το Μη - Εἶναι και κατόπιν το Εἶναι. Αλλά
τότε ποιά η σχέση μεταξύ Μη- ES- και Εἶναι ποιοτική και ποσοτική - ποιοτική;
Το Μη- ES- είναι προγενέστερο και ευρύτερο του Μη - Εἶναι. Το δε Μη - Εἶναι
υστερεί έναντι του Μη – ES-. Άρα μεταξύ τους υπάρχει μία στοιχειώδης
έλλειψη, μία στοιχειώδης αντίθεση τουλάχιστον. Επομένως η σχέση είναι
καθαρά ποσοτική.
Το ES- θέτει ποιοτικά το Μη – ES- και τούτο ποσοτικά το Μη - Εἶναι. Το
Μη - Εἶναι αρνούμενο τον Εαυτό του θέτει ποιοτικά το Εἶναι. Αλλά η σχέση με
το ES- είναι καθαρά ποσοτική.
Επομένως η διαφορά Εἶναι και ES- είναι μια στοιχειώδης διαφορά, μία
στοιχειώδης αντίθεση τουλάχιστον. Καταλήγουμε λοιπόν στην δεύτερη
περίπτωση.
β. Το ES- να θέσει ποσοτικά το Εἶναι και το Εἶναι αυτομηδενοποιούμενο να
θέσει το Α - Είναι ή Μηδέν.
α) Αμέσως παρατηρούμε πως δεν υπάρχει το Α - ES. Το δε Α - Είναι
υπολείπεται του ES. Άρα δεν είναι Απόλυτο Μηδέν.
β) Η σχέση για να θέσει κατά μίαν υπαρκτική αντίθεση τουλάχιστον, το ES-, το
Εἶναι είναι:
Ούτε πλέον το ES- στον Εαυτό του <―> ούτε ακόμη στο Εἶναι - (1).
Κατά τον ίδιο όμως τρόπο το ES- μπορεί να θέσει με διάφορες υπαρκτικές
αντιθέσεις το Εμμί, το Εντί, το Εόν και τόσα άλλα Εἶναι της γλώσσας και της
Ιστορίας. Αν σκεφτούμε δε πως οι υπαρκτικές αντιθέσεις είναι Άπειρες τον
αριθμό, θέτουμε και μια απειρία ποιοτικών μορφωμάτων του ES-. Κι όπως
τίθεται το ’Α - Εἶναι, να τεθεί το ’Α - Εμμί, το ’Α - Εντί, το ’Α - Εόν. Κι
επομένως αν το Μηδέν είναι τόσες οντότητες που η μεταξύ τους σχέση είναι
ποσοτική τότε δημιουργείται το ερώτημα: από τι συνίσταται;
Ενώ δηλαδή στα προηγούμενα είχαμε το Σαπφικό Εμμί, μία και μόνο
ποσότητα, τώρα καταλήγουμε σε απειρία, αυτό-μηδενοποιημένων Εἶναι
πέραν της πρώτης Απειρίας, της Απειρίας των οντοτήτων αυτών. Μέσα σ’
αυτή την απειρία αυτό-μηδενοποιήσεων, το Μηδέν διαλύεται από Παρουσία
σε μία απειρία επί μέρους παρουσιών που δεν μπορούν να συνάψουν

6
ποιότητα. Η δε Ολότητα του Είναι γίνεται συν Ολότητα του ES- ένα απειροστό
σύνολο.
Έτσι εκεί που θέλαμε να καταργήσουμε το Εμμί σαν Ποιότητα
καταλήγουμε σε μια απειρία Ποσοτικών αυτή τη φορά, Μορφωμάτων του ES-.
Καταλήγουμε σε αδιέξοδο.
Πρέπει να εγκαταλείψουμε λοιπόν την γραμμική διαλεκτική του Hegel
και να αναζητήσουμε μιαν άλλη μορφή της Διαλεκτικής.

4. Στις περιπτώσεις που αναφέραμε πιο πάνω, είχαμε δεχτεί μια


Γραμμική διαλεκτική εμπνευσμένη από τον Hegel. Τούτο όμως εν πολλοίς
αντιβαίνει προς τα λεγόμενά μας στη «Λογική» του Γίγνεσθαι, όπου το
χαρακτηριστικό αυτής ήταν αμφίδρομοι λογικοί δείκτες:

υπαρκτικός ποσοτικός ποιοτικός


<―> , <═> , <≡> .
Η στοιχειώδης Το ποσοτικό Το διαλεκτικό
αντίθεση αντίθετο αντίθετο

Τούτο, λέγαμε αλλού ότι προδιαθέτει σε μια αμφίδρομη κίνηση αφού οι ’Α -


ισότητες ή ανισώσεις οδηγούν από το μικρότερο στο μεγαλύτερο και από το
μεγαλύτερο στο μικρότερο, εν ταυτώ. Αλλά η απλή ταυτόχρονη κίνηση του
Γίγνεσθαι, αν την ξεχωρίσουμε σε δύο στοιχειώδεις μπορεί να είναι:
≡ >, και <≡, => και <=
Δηλαδή μία προς τα δεξιά κίνηση του δείκτη, θετική, μέλλον και μία προς τα
αριστερά αναστροφή του δείκτη, αρνητική, παρελθόν. Η κίνηση αυτή θυμίζει
την αναστροφή του βέλους του Χρόνου που χρησιμοποιούν οι Φυσικοί. Και
εκεί και εδώ η αναστροφή σημαίνει παρελθόν. Ο Χρόνος όμως του Γίγνεσθαι
δεν είναι ένας μετρήσιμος συνεχής χρόνος που διαστέλλεται και συστέλλεται.
Είναι ένας Ποιοτικός Χρόνος που κάνει Άλματα Ποιοτικά, ασυνεχής,
κινούμενος από Ποιότητα σε Ποιότητα. Μόνον στο μες – την – Ιστορία -
Γίγνεσθαι τούτος ο χρόνος γίνεται μετρήσιμος. Τούτο όμως προϋποθέτει την
εμφάνιση της Συνείδησης και την δημιουργία της Ιστορίας με το Φαίνεσθαι του
Είναι και του Μηδενός.
Αλλά ας επιχειρήσουμε να θέσουμε την διπλή αυτή κίνηση του ES-.

7
Η αρνητική του κίνηση θά’ ναι μία κίνηση προς το πριν, προς το
παρελθόν που θέτει το Μηδέν. Αντίθετα η προς τα δεξιά του κίνηση θά’ ναι
μία κίνηση που θέτει στο μέλλον το Εἶναι, και το Εἶναι.
Αυτό σημαίνει ότι το ES – σε ένα παρελθόν έχει θέσει το Μηδέν, έχει
ήδη αυτόμηδενοποιηθεί και σ΄ ένα μέλλον θέτει την θετικότητα Απόλυτα το
Εἶναι. Η Ολότητα έχει Μηδενοποιηθεί και Ρηγματωθεί ήδη. Ισχύει :
Εἶναι < ≡ > Μηδέν και Εἶναι ≡ > Μηδέν ή Μηδέν < ≡ Ε ἶναι. Το Μηδέν
τίθεται έτερο – μηδενοποιημένο - ήδη από το ES-, το ’Α – ES- σε κάποιο
παρελθόν. Τίθεται δευτερευόντως στο παρελθόν του ES-. Σε τούτο το
παρελθόν το ES - έχει ήδη αυτό μηδενοποιηθεί. Τη σημαίνει αυτό;
Σημαίνει πως τιθεμένου apriori ότι του πρωταρχικού Αρχέτυπου ES – στο
παρόν θα έρθει κάποια στιγμή που σημαίνει κίνηση προς το παρελθόν και
κάποια στιγμή κίνηση στο μέλλον. Άρα το ’Α – ES- τίθεται ήδη σ΄ ένα
παρελθόν και το Εἶναι τίθεται μελλοντικά σ΄ ένα Μέλλον – και το μεν σκέλος
του Μηδενός δεν εξελίσσεται, το δε σκέλος του Ε ἶναι εξελίσσεται. Ποια η
σχέση όμως μεταξύ Εἶναι και Μηδενός; Αυτά τα δύο μοιάζει σαν να μην
έρχονται σε επαφή. Πως θα μπορούσε όμως να συμβεί;
Ας θέσουμε Εἶναι ≡ > Μηδέν ή ’Α - Εἶναι. Θα πρέπει να πούμε Μηδέν < ≡
Εἶναι, δηλαδή και μια κίνηση του Ε ἶναι προς τον Μηδενικό παρελθόν για να
θέσει πέραν της μηδενοποίησης του ’Α – ES – την Απόλυτη άρνηση του ’Α –
ES –, την Απόλυτη άρνηση του Μη – ’Α – ES ≡ Α - Εἶναι καθότι στο ES –
ταυτίζεται η Μηδενοποίηση με την ’Αρνηση. Άρα σε σχέση με το Μηδέν η ’Α –
ES -, ή ’Α - Εἶναι έχουμε μια κίνηση στο παρελθόν. Το Μηδέν ανήκει στο
παρελθόν τίθεται πριν το Εἶναι. Άρα για να σχετισθεί μαζί του το Εἶναι, απαιτεί
ένα ταξίδι στο παρελθόν. Αυτό δεν θα ήταν δυνατόν, αν δεν αντιστρέφαμε το
βέλος του Γίγνεσθαι.
Το ES – επομένως τίθεται με τον οντολογικό προσδιορισμό έχει – αυτό –
μηδενοποιηθεί – ήδη – περιέχει δηλαδή την αυτό – αναίρεση του, την
αυτοκαταστροφή του. Σε ένα παρελθόν και βγαίνοντας από τον εαυτό του θα
μηδενοποιηθεί. Επομένως κουβαλά την ρηγμάτωση του, την αυτό –
ρηγμάτωσή του. Αντίθετα το Εἶναι κουβαλά την αυτό άρνηση του, την αυτό –
αναίρεσή του, την Άρνηση κάθε θετικότητας κάθε πληρότητας. Και τα δύο

8
είναι ρηγματωμένα με μια εσώτερη ρωγμή που κουβαλούν από την φύση
τους. Είναι ρηγματωμένα τόσον θέση, όσον και φύση. Την ρωγμή την
κουβαλούν μέσα τους. Αλλά ρηγματώνεται και η Ολότητά του ES – η συνολική
ποιότητα των κατηγοριών, των ειδών, των ποιοτήτων, των μορφωμάτων του
Εἶναι. Από όσα αναφέραμε πιο πάνω δεν μπορεί να τεθεί Ολότητα μόνον με
το ES – και μόνον με το Εἶναι. Στις δυο αυτες ποιότητες πρέπει να προστεθεί
και το Μηδέν. Το Μηδέν όμως είτε σαν ετερο – μηδενοποίηση, είτε Α – ES,
είτε σαν ετερο – αναίρεση (Α - Ε ἶναι ≡ Μη – Α – ES) δεν έχει λόγο η
νομοτέλεια εξέλιξης, είναι το Απόλυτο Μηδέν (’Α - Εἶναι) ή το Αρχέτυπο
Μηδέν (’Α – ES-). Επομένως το Μηδέν όπως ρηγματώνει το ES – και το Εἶναι
κατά τον ίδιο τρόπο ρηγματώνει και την Ολότητα. Δηλαδή, τόσον από το ES –
όσον και από το Εἶναι καταλήγουμε σε μια ποιότητα ήδη – περασμένη σ΄ ένα
παρελθόν, απ΄ όπου δεν μπορούμε να κινηθούμε και πάλι προς το μέλλον ή
να οδηγηθούμε σε μια Αρχή πάλι. Ή, τελικά να ανιχνεύσουμε τα βάθη ενός
παρελθόντος. Η Ρωγμή του Μηδενός δεν επιτρέπει την πιο πέρα εξέλιξη, την
πιο προς τις προ – Μηδενικές ποιότητες κίνηση του Αρνητικού Γίγνεσθαι. Δεν
έχουμε επομένως την δυνατότητα είτε να κινηθούμε αενάως προς το
παρελθόν, είτε να κινηθούμε από την μια ποιότητα στην άλλη σε μια κυκλική
κίνηση.
Άρα η Δομή της Ολότητας είναι:
ΜΗΔΕΝ ΕΙΝΑΙ

ES

ΜΗΔΕΝ < ES > ΕΙΝΑΙ

Ο δε Λογικός τύπος της ολότητας είναι:


ES ≡ > Α – ES <≡ ΕΙΝΑΙ ≡ ES ή
ES ≡> A – ES <– Μη – Α – ES ≡ Α – ΕΙΝΑΙ < ≡ ΕΙΝΑΙ < ≡ ES
ES ≡ > Α ES ή και Α – ES < ≡ ES

9
ES ≡ > A - ES < ≡ ES ≡ > EINAI KAI
A – ES <–> Μη Α – ES ≡ A – EINAI ← Mh – EINAI < ≡ EINAI

Το ’Α – ES -, Το Μη – ES -, To ’A – EINAI, To Μη – ΕΙΝΑΙ
1. Το ES – κινούμενο προς την αυτό – μηδενοποίησή του θέτει πρώτον το
Μη – ES -. Θέτει πρώτον το την Αρχετυπική – πρωτό – Άρνηση.
Μπαίνοντας σε κίνηση το ES -, διαρρηγνύοντας την Αρχετυπική Ταυτότητα

θέτει το πρώτο το πρωτο – Γίγνεσθαι, το Γεγ ᾷμμεν, σύμφωνα με έναν


πρωτο-Ελληνιικό τύπο της γλώσσας. Το Μη – ES- όμως έχει υπόσταση.
Αυτή είναι η μοναδική σχέση στοιχειώδους, υπαρκτικής ομοιότητας μεταξύ
ESˉ και Μη-ES. Μπορούμε γενικά να πούμε:
ES → Μη - ESˉ επειδή έχει Υπόσταση
και ESˉ < = > Mη - ESˉ.

Άρα το ESˉ το Μη - ESˉ δεν το θέτει σε ένα παρελθόν (όπως λέγαμε για

το Α - ESˉ ή Μηδέν), αλλά σ’ ένα παρόν, αφού παρόν σημαίνει κάθε


σχέση που αποτελεί περίπτωση της ταυτότητας, δηλαδή της Λογικής του

Εἶναι. Και όχι του διαλεκτικού αντιθέτου, τη ς Λογικής του Γίγνεσθαι, που
οδηγεί σ’ ένα Παρελθόν ή σ’ ένα Μέλλον. Έτσι, ο διπλής κατεύθυνσης

λογικός δείκτης, δείχνει μια κίνηση του πρωτο - Γίγνεσθαι, του Γεγ ᾷμμεν
τόσον προς το Παρελθόν όσον και προς το Μέλλον. Αλλά γράφαμε στα
προηγούμενα πως η κίνηση προς τα αριστερά είναι κίνηση προς το Α-ESˉ
και προς τα δεξιά προς το Εἶναι. Μπορούμε, γενικά, να γράψουμε:

Α - ESˉ < ≡ Mη - ESˉ < = ESˉ

και
ES = > Μη- ES ≡ > ΕΙΝΑΙ.
Στην πρώτη σχέση: Η κίνηση προς τα αριστερά του διαλεκτικού
αντιθέτου περικλείει κα μια μαρτυρία. Την Μαρτυρία ότι το Α-ESˉ είναι και Α-
Μη-ESˉ εφ’ όσον το Μη-ESˉ → ΕS-, βρίσκεται σ’ ένα παρόν. Επομένως το Α-
ESˉ ή Μηδέν μηδενοποιεί το ESˉ που έχει υπόσταση στο Παρόν κα το Μη-ES
που έχει Υπόσταση στο Παρόν. Επομένως

10
Α-ESˉ και Α-Μη-ESˉ < ≡ Μη-ES < = ESˉ, ή
Μηδέν
Α- ES < = Α-Μη-ESˉ < ≡ Μη-ESˉ < = ES.
Από αυτήν την τελευταία σχέση φαίνεται πως το «ταξείδι στο παρελθόν»
περνά από την Άρνηση και από την μηδενοποίηση αυτής της Άρνησης.
Παρατηρούμε ακόμη ότι η σχέση Μη-ESˉ και ESˉ είναι ποσοτική Αντίθεση,
ενώ η σχέση Α-Μη-ESˉ και Μη-ESˉ είναι Ποιοτική, του ταυτού Αντιθέτου, του
διαλεκτικού Αντιθέτου.
Αυτήν την Ποσοτική σχέση θα μπορούσαμε να την εξαντλήσουμε μέχρι
υπόστασης; Αυτό είναι δύνατον αν προσθέσουμε το Μη-Α-ESˉ. Η Ποιότητα
αυτή έχει μοναδικό χαρακτηριστικό την Υπόσταση και μόνον. Θα λέγαμε ότι
αποτελεί ένα βήμα από το Μηδέν προς το ES -. Την σχέση της με το Μη – ES
μπορούμε να την αποδώσουμε ως ακολούθως:

Μη – Α – ESˉ → Μη-ESˉ → ESˉ και Α – Μη - ES <≡ Μη – Α – ES


ή Μη (Α – Μη – ES )
Από τα πιο πάνω γίνεται φανερό πως απαλείφοντας στερητικά την μοναδική
υποστασιακή σχέση του Μη – Α – ES μεταπίπτουμε στο κενό του Μηδενός,
λες και η υποστασιακή υπαρκτική ομοιότητα ήταν το μοναδικό στήριγμα του
Μη – Α – ES, απ΄ όπου κρατούμενο μετεωριζόταν πάνω απ΄ το κενό, πάνω
από τίποτε του Μηδενός. Αλλά από την στιγμή της απαλεφής, της

καταστροφής της σχέσης υπόστασης μεταπίπτουμε σε σχέση του Γεγ ᾷμμεν.


Και τούτο αναμενόταν, καθόσον υπήρχε στο Ε ἶναι μία και μόνον μία σχέση
υπαρκτικής ομοιότητας. Σ΄ αυτήν είχε καταλήξει η προγενέστερη ποσοτική
σχέση του Γίγνεσθαι. Όπως και η υπαρκτική υποστασιακή ομοιότητα του Μη
– ESˉ και ES -, την ποιοτική Αντίθεση την μετατρέπει σε ποσοτική. Έτσι, αφού
υπήρχε μια και μόνο μία υποστασιακή ομοιότητα του Ε ἶναι μετά την αναίρεση
δεν υπάρχει πλέον, τίποτε που να μετατρέπει το Ποιοτικό σε Ποσοτικό και
επικρατεί η Ποιότητα του Γίγνεσθαι.
Επομένως καταλήγουμε στην πιο κάτω σχέση:
Μηδέν ≡ Α – ES και Α – Μη – ES < ≡ Μη – Α – ES και
Μη – (A – Μη – ES) → Μη - ES < = ES

11
Όλα αυτά με την σημείωση ότι η ποσοτικές σχέσεις του Ε ἶναι ή του Γίγνεσθαι
δεν αποκλείουν ποσοτικές ή υπαρκτικές σχέσεις του Γίγνεσθαι ή του Ε ἶναι.
Ακόμα μια παρατήρηση, πριν περάσουμε στο Εἶναι : Το Μη – ES περιέχεται
στο ESˉ ή Μη – ESˉ < = ESˉ
Πολύ περισσότερο δε το Μη – Α – ES. Όμοια και το Μη – (Α – Μη – ES)
περιλαμβάνεται στο Μη – ESˉ . Μπορούμε όμως να πούμε και το ίδιο για το Α
– ES και το Α – Μη – ESˉ , δηλαδή για το Μηδέν. Το Α – ESˉ περιλαμβάνει το
Α – Μη – ESˉ ΜΗΔΕΝ ≡ Α – ESˉ → A – MΗ – ES < ≡ Μη (A – MH - ES)
Μη – Α - ES < = ES => Μη - ES → Μη (Α - ΜΗ - ΕΙΝΑΙ) → Μη – Α - ΕΙΝΑΙ
Μη - ΕΙΝΑΙ <= ΕΙΝΑΙ ≡ > Μηδέν ≡ Α ES ≡ Α - ΕΙΝΑΙ ≡ Α – Μη - ΕΙΝΑΙ < ≡ Μη -
(A – Mη - ΕΙΝΑΙ) → Μη – A - ΕΙΝΑΙ → Μη ΕΙΝΑΙ <= ΕΙΝΑΙ.

Στην προηγούμενη σχέση παρατηρούμε ένα σύνολο Μηδενοποιήσεων,


ένα σύνολο Αρνήσεων κι ένα Σύνολο Θετικών Ποιοτήτων της Ολότητας του
Εἶναι. Τα σύνολα αυτά άνισα σε στοιχεία αποτελούν «περιοχές της
Ολότητας». Το Σύνολο του Μηδενός, το ήδη μηδενοποιημένο κατά τον
οντολογικό του προσδιορισμό απαρτίζεται από περιοχές. Το Α – ES, το Α –
Μη – ES. Και μπορούμε να ισχυρισθούμε πως είναι το Σύνολο που ρυθμίζει
το Σύνολο της Άρνησης, μετά το ρυθμίζον Σύνολο της θετικότητας.
Και για να θυμηθούμε τον Ποιητή τούτη η «Περιοχή» της Ολότητας είναι οι
«γωνιές αραχνασμιένες του ουρανού» και τα «σκέλεθρα αρχαίων άστρων». Ή
για να θυμηθούμε το ημι – ορθολογικό και ημιμυθολογικό κοσμοείδωλο των
Ορφικών, είναι το Χάος, το Έρεβος, η Νύχτα, πριν την Γέννηση του Χρόνου.
Αυτό το Σύνολο του Μηδενός ξεκινά από το σκοτεινό παρελθόν το Χάος από
τις γωνιές του Σύμπαντος, από το έξω και πέραν του Σύμπαντος για να
περάσει στο όριό του, το Έρεβος. Η Νύχτα είναι η πιο κοντινή σε μας περιοχή
του αστρικού χώρου, που μπορούμε να διακρίνουμε σινιάλα του Ε ἶναι. Χάος,
Έρεβος, Νύχτα.
Για να συμπληρώσει ο Ησίοδος «Εν αρχή γένοιτο χάος». Όχι γένεται. Σ΄ ένα
απώτατο παρελθόν είθε να γεννήθηκε το Χάος.
Το Χάος είναι το Μηδέν
Το Έρεβος είναι το Α – ES. Η Νύχτα είναι η πιο κοντινή σε μας μηδενοποίηση
της Άρνησης, το Α – Μη - ESˉ .

12
Το ESˉ θέτει το Μη – ESˉ, θα μεταπηδήσει στο Α – ES κι αυτό σε μια άρνηση
της Μηδενοποίησης, το Μη – Α – ES, σαν Άρνηση της Άρνησης, για να
θυμηθούμε τον Χέγκελ το Μη – ESˉ θα μηδενοποιηθεί σε Α – Μη – ESˉ σαν
Άρνηση και αυτό σε Μη – (Α – Μη – ES), σαν Άρνηση της Άρνησης.
Παρατηρούμε ότι η Άρνηση της Άρνησης περνά από μια Μηδενοποίηση. Και
αυτό εφόσον η Μηδενοποίηση θεωρείται ευρύτερη της Άρνησης. Δηλαδή
ανάμεσα στα τρία Σύνολα δεν ισχύει αυτό που υποστήριζε η κλασσική
διαλεκτική του Χέγκελ, το πέρασμα από την άρνηση, στην Άρνηση της
άρνησης πρέπει να μεσολαβεί μια Μηδενοποίηση.
Για παράδειγμα: Από τον Κλασσικό Μοντερνισμό περνάμε σε μια εποχή
Μπαρόκιου του Μοντερνισμού, σαν μια έναρξη της Άρνησης. Το Post –
Modern ήρθε σαν η Άρνηση. Η Αποδόμηση ήρθε σαν Μηδενοποίηση. Κι όλοι
περιμένουν την Αναδόμηση σαν την έναρξη της νέας ποιότητας.
2. Παρατηρούμε ότι ανάμεσα στο Σύνολο της Άρνησης και το Σύνολο της
Μηδενοποίησης, υπάρχει μια αντιστοιχία κι εναλλαγή Το – Μη – ES θα δώσει
το Α – Μη – ES αυτό με την σειρά του το Μη – (Α – Μη – ES). Θα
μπορούσαμε να θέτουμε Μηδενοποιήσεις και Αρνήσεις επ΄ αόριστον. Να
θεωρήσουμε δηλαδή τα δύο Σύνολα Απειροστά π.χ. να γράψουμε Α – [Μη -
(Α – Μη – ESˉ)] και Μη – [Α - (Α – Μη – ESˉ)].
Αλλά είναι έτσι;
Η συνεχής εναλλαγή απαλειφών και αναιρέσεων δεν σημαίνει ότι
μηδενοποιούμε και απαλείφουμε μια θετικότητα. Το μόνο που μηδενοποιούμε
είναι η στοιχειώδης υπόσταση της Άρνησης, για να μεταπέσουμε σε μια
στοιχειώδη υπόσταση πάλι. Άρα καταλήγουμε σε μια μηχανιστική εναλλαγή.
Εξ΄ άλλου το ρυθμίζον Σύνολο της θετικότητας είναι πεπερασμένο,
περιλαμβάνει μόνο το ESˉ και το Εἶναι. Κάτι τέτοιο θα έμοιαζε σαν το Σύνολο
του Μηδενός, να ήταν ως προς το παρελθόν ένα όριο του Συνόλου των
Αρνήσεων. Σαν η Άρνηση να έτεινε προς το Μηδέν ουδέποτε υπερβαίνοντας
προς αυτό. Καταλήγουμε δηλαδή σ΄ άτοπο. Όσο κι αν μας δείχνει γοητευτική
αυτή η άποψη θα πρέπει να αναφέρουμε πως το μες – την – Ιστορία Ε ἶναι και
το μες – την Ιστορία Μηδέν είναι άπειρα Σύνολα. Αλλά αυτά τα θέτει η
Συνείδηση με τομές – την – Ιστορία φαίνεσθαι, σαν αποτέλεσμα της
θετικοποιημένης μηδενοποίησης της Ελευθερίας της.

13

You might also like