Professional Documents
Culture Documents
Α. Μελετήστε το ποίημα του Κώστα Βάρναλη «Λεφτεριά» (σ. 392-94 του Ανθολογίου) και
το τελευταίο μέρος του αποσπάσματος από το έργο του Νίκου Καζαντζάκη Αναφορά στον
Γκρέκο (σ. 415: «Κι εκεί που περίμενα…» ώς το τέλος της σ. 417). Αφού εντάξετε τα δύο
κείμενα στα γραμματολογικά τους συμφραζόμενα, συγκρίνετέ τα ως προς τους τρόπους με
τους οποίους τίθεται σε καθένα από αυτά το ζήτημα της λύτρωσης, συσχετίζοντας τις
διαφορές που θα εντοπίσετε με τους ιδεολογικούς προβληματισμούς των δύο λογοτεχνών.
Προκειμένου να απαντήσετε το ερώτημα, θα πρέπει να μελετήσετε τις σελίδες από το
Εγχειρίδιο Μελέτης και τη γραμματολογία του Roderick Beaton που αφορούν το έργο του
Βάρναλη και του Καζαντζάκη. Μπορείτε επίσης να μελετήσετε τα αποσπάσματα από τις
μελέτες του Γιάννη Δάλλα για τον Κώστα Βάρναλη και του Πήτερ Μπήαν για τον Νίκο
Καζαντζάκη (Ανθολόγιο Κριτικών Κειμένων, σ. 275-306).
Καλή επιτυχία!
ΟΔΗΓΙΕΣ
1. Όσον αφορά τη βιβλιογραφική τεκμηρίωση τηρήστε πιστά τις σχετικές οδηγίες που θα βρείτε στον
σύνδεσμο https://study.eap.gr/mod/folder/view.php?id=2491. (Θα συνδεθείτε με όνομα χρήστη και
κωδικό πρόσβασης και θα επισκεφτείτε την ενότητα «Συμπληρωματικό υλικό»/«Βιβλιογραφική
τεκμηρίωση στις γραπτές εργασίες.doc»).
2. Μη χρησιμοποιείτε πρόλογο και επίλογο, αλλά απαντήστε κατευθείαν στα ερωτήματα.
3. Αποφύγετε την παράφραση (=αναλυτική παράθεση του «νοήματος») των λογοτεχνικών κειμένων
και επικεντρωθείτε στα ζητούμενα της εργασίας.
4. Αποφύγετε την παρουσίαση της ζωής και του έργου των λογοτεχνών και επικεντρωθείτε στα
συγκεκριμένα κείμενα.
5. Ο σχολιασμός σας θα πρέπει πάντα να τεκμηριώνεται με αναφορές σε συγκεκριμένα αποσπάσματα
ή στοιχεία των κειμένων.
6. Η υπέρβαση του ορίου των λέξεων αξιολογείται αρνητικά.
Κ. Γ. Καρυωτάκης, «Υποθήκαι» Ο ποιητής Κώστας Καρυωτάκης
γεννήθηκε στις 30 Οκτωβρίου 1896 στην
Όταν οι άνθρωποι θέλουν να πονείς Τρίπολη, πατρίδα της μητέρας του, και
μπορούνε με χίλιους τρόπους. έζησε στα παιδικά και εφηβικά του χρόνια
Ρίξε το όπλο και σωριάσου πρηνής, τις πολλές μετακινήσεις του
όταν ακούσεις ανθρώπους.
νομομηχανικού πατέρα του σε διάφορα
Όταν ακούσεις ποδοβολητά
μέρη της Ελλάδας (Λευκάδα, Αργοστόλι,
λύκων, ο Θεός μαζί σου! Λάρισα, Καλαμάτα, Αθήνα, Χανιά όπου
Ξαπλώσου χάμου με μάτια κλειστά αποφοίτησε από το γυμνάσιο). Το 1913
και κράτησε την πνοή σου. γράφτηκε στη Νομική Σχολή του
Πανεπιστημίου Αθηνών και το 1919, αφού
Κράτησε κάποιον τόπο μυστικό, πήρε την άδεια εξάσκησης του
στον πλατύ κόσμο μια θέση. δικηγορικού επαγγέλματος, διορίστηκε
Όταν οι άνθρωποι θέλουν το κακό, υπουργικός γραμματεύς στη
του δίνουν όψη ν’ αρέσει. Θεσσαλονίκη. Στρατεύτηκε το 1920, αλλά
απαλλάχτηκε για λόγους υγείας. Η
Του δίνουν λόγια χρυσά, που νικούν
καριέρα του ως δημόσιου υπάλληλου
με την πειθώ, με το ψέμα,
όταν οι άνθρωποι διαφιλονικούν συνεχίστηκε στην Άρτα, τη Σύρο, την
τη σάρκα σου και το αίμα. Αθήνα. Ασχολήθηκε με τον συνδικαλισμό
και εξελέγη Γενικός Γραμματέας του Δ.Σ.
Όταν έχεις μια παιδική καρδιά της Ενώσεως Δημοσίων Υπαλλήλων
και δεν έχεις ένα φίλο, Αθηνών. Μετά από κάποια εναντίον του
πήγαινε βάλε βέρα στα κλαδιά, συκοφάντηση, αποσπάστηκε στην Πάτρα
στη μπουτονιέρα σου φύλλο. και κατόπιν μετατέθηκε στη Νομαρχία
Πρεβέζης, όπου και πέθανε, αυτόχειρας,
Άσε τα γύναια και το μαστροπό στις 21 Ιουλίου 1928.
Λαό σου, Ρώμε Φιλύρα.
Σε βάραθρο πέφτοντας αγριωπό,
κράτησε σκήπτρο και λύρα. Η ενασχόλησή του με την ποίηση άρχισε
νωρίς, όταν δεκαεξάχρονος δημοσίευσε
στίχους σε λαϊκά περιοδικά της εποχής,
και συνεχίστηκε με ποιήματά του στην
εφημερίδα Ακρόπολις (1915), στο
περιοδικό Νουμάς κ.λπ. Το 1919 εκδόθηκε
η συλλογή του Ο πόνος του Ανθρώπου και
των Πραγμάτων. Τον ίδιο χρόνο εξέδωσε
το σατιρικό περιοδικό Η Γάμπα, που
κατασχέθηκε, το 1921 τη συλλογή
Νηπενθή και το 1927 τη συλλογή Ελεγεία
και Σάτιρες. Ασχολήθηκε επίσης με τον
πεζό λόγο, με το θέατρο και με μετάφραση
ποίησης. Το έργο του, επηρεασμένο από
τον Συμβολισμό, με χαρακτηριστικά τη
μελαγχολική θεώρηση της ζωής, τον
σαρκασμό και μια διάθεση φυγής από την
πραγματικότητα, αποτέλεσε αντικείμενο
ώστας Καρυωτάκης θαυμασμού και μίμησης από τους
μεταγενέστερους ποιητές, ούτως ώστε να
δημιουργηθεί ο όρος «καρυωτακισμός»,
συχνά με μάλλον αρνητική χροιά. Σε κάθε
Εργοβιογραφικά στοιχεία περίπτωση πάντως επηρέασε, άμεσα ή
έμμεσα, θετικά ή αρνητικά την ελληνική
ποίηση μετά το 1930.
Η κριτική για το έργο του του ιδανικού κι έπειτα η αποτυχία· ο
πόθος κι έπειτα η απάτη· η πλάνη κι
έπειτα η απογοήτευση. Ε, λοιπόν, κι ο
αναγνώστης του, διαβάζοντας τους
Καβάφης - Καρυωτάκης: Μια σύγκριση στίχους του —την έκφραση της ζωής του
— ξαναγίνεται, πώς να το πω, κι αυτός με
τη σειρά του, Καρυωτάκης, “παίζει τον
Καρυωτάκη”. Μέσα του αναπαράγεται,
«Αντίθετα από τα Ελεγεία, οι Σάτιρες κάθε στιγμή, η ψυχική περιπέτεια του
φέρνουν τον Καρυωτάκη πλησιέστερα όχι ποιητού: το κυνήγημα του ιδανικού κι η
στον Παλαμά αλλά στον Καβάφη, όσον αποτυχία· ο πόθος, κι η απάτη. η πλάνη κι
αφορά τη σκεπτικιστική του στάση η απογοήτευση. Τούτο, επειδή μέσα στη
απέναντι στις καθιερωμένες αξίες και μορφολογία του έργου του ο Καρυωτάκης
γνώμες. Αλλά, αν η ειρωνική αναπαρήγαγε κι αναπαράστησε την
αποστασιοποίηση από τους πάντες γύρω ψυχική του περιπέτεια. Ό,τι υπήρξε η
του, καθώς και μια αυτοκοροϊδευτική- Μοίρα γι’ αυτόν, τέτοια Μοίρα υπήρξε κι
σαρκαστική στάση ως προς τις αυτός για το έργο του. Ποιο είναι για την
προσωπικές τους αξίες και βλέψεις, τέχνη το κλασικό ιδανικό; Είναι η
αποτελούν το κοινό στοιχείο του Καβάφη ενάργεια, η πλαστική, το ζωντάνεμα
και του Καρυωτάκη, υπάρχει, παρόλα προσώπων και πραγμάτων. Αλλ’ όπως κι η
αυτά, και μια σημαντική διαφορά μεταξύ ευδαιμονία, έτσι κι η ποιητική ενάργεια
τους. Ενώ ο Καβάφης είναι είναι, για τον Καρυωτάκη, περισσότερο
χαρακτηριστικά ειρωνικός, με μια βαθειά φάσμα. Κάτω από τις εικόνες του, έχει
κατανόηση για την ανθρώπινη αδυναμία, βγάλει, από πριν, κάθε υλικό βάρος, κι οι
η ειρωνεία του Καρυωτάκη έχει έναν εικόνες του απομένουν κούφια σχήματα·
τέτοιο δριμύ σαρκασμό, που προδίδει αέρας,καπνός. [...]
περιφρόνηση για τον εαυτό του και για
τους συνανθρώπους του. [...] Ο Πού είναι, μες στα ποιήματά του, το υλικό,
Καρυωτάκης αυτοπυροβολήθηκε στην το χειροπιαστό; Σχεδόν πουθενά.
Πρέβεζα στις 21 Ιουλίου 1928. Η πράξη Διαβάζοντάς τα, έχομε την εντύπωση ενός
αυτή όχι μόνο επιστέγασε με θεαματικό λακωνισμού — άλλου είδους. Είναι κάτι
τρόπο την ταύτιση του καλλιτέχνη με την σα δίχτυ, ριγμένο επάνω στο κενόν, και
τέχνη του, που ήταν και ο σκοπός των που μάταια προσπαθεί να το σκεπάσει
περισσότερων από τους μεγαλύτερους σε αυτό το κενόν, να το κρύψει, γιατί το
ηλικία συγχρόνους του, αλλά κατά έναν κενόν προβάλλει από παντού. Ναι, το
πιο σχηματικό τρόπο αντιπροσωπεύει μιαν πρώτο κιόλας χαρακτηριστικό τους είναι
ακραία εκδήλωση του ποιητικού ακριβώς πως τα πράγματα δεν παίρνουν
αδιεξόδου, στο οποίο οδήγησε η μέρος στους στίχους του με τον όγκο και
κληρονομιά του Παλαμά τους διαδόχους με το χρώμα, αλλά με τους ήχους. Δηλαδή
του, στα τέλη της δεκαετίας του 1920». μ’ ό,τι πιο άυλο έχουν. [...] Έτσι πάντα. οι
προσφιλέστερές του εποπτείες είναι οι
ακουστικές: οι ξεχαρβαλωμένες κιθάρες,
οι αντένες που δονούνται από τον άνεμο
(“Είμαστε κάτι...”). Αλλ’ ιδού αμέσως, που
(Roderick Beaton (1996), Εισαγωγή στη
κι από τον ίδιο τον ήχο, πιότερο εντρυφά
νεότερη ελληνική λογοτεχνία, Αθήνα:
στο φάσμα
Νεφέλη, σελ. 172-173)
του ήχου —στην απήχηση, στον αντίλαλο,
στη συγχυσμένη συνέχεια που ο ήχος
στέλνει πίσωθέ του: “Είμαστε κάτι
Η «ταραγμένη φαντασία» και η απίστευτες αντένες [...] στην κορυφή τους
πρωτοτυπία της μετρικής του Καρυωτάκη το άπειρο αντηχάει”. [...]
«Λοιπόν, ιδού: τι είναι, με δυο λόγια, το
αιώνιο θέμα, ο “λυρικός τόπος” του
Καρυωτάκη; Το είπαμε, είναι το κυνήγημα
Τέτοια είναι λοιπόν η ποιητική του το “μετρικό ρολόγι”, κι ο ακανόνιστος
φαντασία. Αναπαράσταση της ψυχολογίας τονισμός των περισσότερων στίχων
του. Ταραγμένη και, τρόπον τινά, χρειάζεται ολοκληρωτικήν ανασκευή, για
διάτρητη. Οι ποιητικές του εικόνες πάνε κι ν’ αρμονιστεί με μιαν οποιαδήποτε
έρχονται, σαλεύουν, μένουν στη μέση, μετρικήν ακολουθία. Ο δάκτυλος πηγαίνει
κάποτε αναποδογυρίζονται. Εκεί που με τον ανάπαιστο, ο ίαμβος με τον τροχαίο
προχωρεί στρωτά, νομίζεις ότι σταματά [...]. Και μόνον αυτό; Εκτός από τα μεικτά
και στοχάζεται: “Να τα ρίξω όλα χάμω; μέτρα, ιδού παρατονισμοί και κενοί χρόνοι
Να τα σπάσω όλα;” Απάνω σ’ ό,τι και χωλά μέτρα, διασκελισμοί, μήτε ένας
συναρμολόγησε κι έδεσε, φυσά ο ίδιος ένα γνωμικός στίχος, μετάθεση της τομής,
πνεύμα ακαταστασίας και διαψεύσεως, συνίζησις κακά τονισμένη, χασμωδίες
ένα πνεύμα μεταμελείας και μηδενισμού, απροειδοποίητες. Την ομοιοκαταληξία,
που κάνει να τρέμουν τα κατασκευάσματά την έχει βέβαια, ανεξαίρετα. Αλλ’ από
του... Τη λογική τους είναι έτοιμος να τη τους τέσσερις όρους της ομοιοκαταληξίας
χαλάσει κάθε στιγμή, με σκληρότητα και —το βάθος, τη φυσικότητα, την
με τη σάτιρα. Κι άλλος αντίκτυπος του πρωτοτυπία και την ποικιλία— ο τρίτος
περιεχομένου του παρουσιάζεται τώρα κι είναι που κυριαρχεί, κι οι άλλοι σχεδόν
επάνω στη στιχουργία του. Σ’ αυτήν, δεν υπάρχουν. Κάθε ομοιοκαταληξία του
όμως, δεν εμιμήθηκε τον Λαφόργκ: εκτός είναι και μια έκπληξη: αλλ’ όμως πάντα
από δυο-τρεις εξαιρέσεις, δεν έφθασεν ως χαριτωμένη και αναντικατάστατη».
τον ελεύθερο στίχο. Τα ποιήματά του είναι
καμωμένα σε στροφές που φαίνονται
τύπου κανονικού: ισόστιχες μεταξύ των,
με ομοιοκαταληξίες. Όμως αν κοιτάξομε (Τέλλος Άγρας, 1972, από τον τόμο Κ.Γ.
ολίγο πιο προσεκτικά, τι ελευθερία, τι Καρυωτάκης, Ποιήματα και πεζά,
ακαταστασία, τι αναρχία! Αν δεν έγραψε επιμέλεια
σε vers libre, έγραψε όμως τον vers libere
ο Καρυωτάκης, μ’ ελευθεριότητες που δεν Γ.Π. Σαββίδης, Αθήνα: Ερμής, σελ. 209-
είχεν αποτολμήσει κανείς στην ελληνική 216 αποσπασματικά, όπως και στο Τέλλος
ποίηση. Εν πρώτοις, η μετρική του είναι Άγρας, 1981, Κριτικά Β΄, επιμ. Κώστας
ποικιλότατη. Απ’ την αρχή του έργου του, Στεργιόπουλος, Αθήνα: Ερμής)
περιμάζευε τους στίχους του από τα μάκρη
και τη μονοτονία των
δεκαπεντασυλλάβων, και τους έφερνε
μέσα σε σχήματα πιο σφιχτά, πιο πλαστικά
Ο «γραφειοκρατικός» ρεαλισμός του Κ.
κι αρμονικά, που είχαν αχρηστευθεί και
Καρυωτάκη
λησμονηθεί από πενήντα χρόνια
τουλάχιστον.[...]