Professional Documents
Culture Documents
Πτυχιακη FINAL
Πτυχιακη FINAL
Μουσικούς.
Το δοκίμιο αυτό αποτελεί πτυχιακή εργασία που συντάχθηκε για το Τμήμα Ψυχολογίας του
Πανεπιστημίου Αθηνών και υποβλήθηκε τον Ιούνιο του 2018. Ο συγγραφέας βεβαιώνει ότι το
περιεχόμενο του παρόντος έργου είναι αποτέλεσμα προσωπικής εργασίας και ότι έχει γίνει η
κατάλληλη αναφορά στην εργασία τρίτων, όπου κάτι τέτοιο ήταν απαραίτητο, σύμφωνα με τους
Περίληψη
Η παρούσα έρευνα εξετάζει την επίδραση που ασκούν τα οπτικά ερεθίσματα, τα οποία
παράγει ένας πιανίστας κατά την εκτέλεση, στην αντίληψη της διάρκειας, της έντασης και του
tempo του ήχου. Γίνεται μία ανασκόπηση των σχετικών ευρημάτων και του θεωρητικού
υποβάθρου και στη συνέχεια παρουσιάζεται η πειραματική διαδικασία. Σκοπός της έρευνας
ήταν να διαπιστωθεί εάν η ίδια ηχητική πληροφορία μπορεί να γίνει αντιληπτή με διαφορετικό
βιβλιογραφίας ήταν αμφιλεγόμενες και τα ευρήματα δύσκολο να επεξηγηθούν πλήρως. Για την
ανάλυση των αποτελεσμάτων έδειξε σημαντική επιρροή των οπτικών ερεθισμάτων στον τρόπο
που οι συμμετέχοντες αντιλαμβανόταν την ένταση, τη διάρκεια και το tempo των μουσικών
τον βαθμό της αντιληπτής έντασης μεταξύ διαφορετικών βίντεο, παρόλο που ηχητικώς τα βίντεο
ήταν πανομοιότυπα, ενώ οι διαφορές στην αντίληψη μουσικών και μη μουσικών βρέθηκαν μη
ενσωμάτωση.
3
Περιεχόμενα
Περίληψη …..………………………………………………………………................2
Πρόλογος …..………………………………………………………………................5
Ει σ α γω γ ή ………… …………… ………… …………… ………… ……….. .... .... .... ..6
Προγενέστερα Ευρήματα.........................………....……………………………7
Ακουστική Αντίληψη…………………………………………………….......10
Πολυαισθητηριακή Ενσωμάτωση…………………………………………….....11
Ερευνητικά Ερωτήματα………………………………………………...17
Ερευνητικές Υποθέσεις…………………………………………………………...18
Μέθοδος ………………………………………………………………………….....21
Συμμετέχοντες ………………………………………………………….....21
Αποτελέσματα ..…………………………………………………………………...26
Συζήτηση……………………………………………………………………….35
Μελλοντική Έρευνα………..…………………………………………39
Παράρτημα ………………………………………………………………………...44
5
Ευχαριστίες
Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον επόπτη μου, Πέτρο Ρούσσο, για την εξαιρετικά ευγενική και
πρόθυμη στάση του, τον δάσκαλο μου στο πιάνο, Δημήτρη Φίννι, για όλα τα χρόνια που
περάσαμε μαζί, τους φίλους και την οικογένεια μου για τη στήριξη τους.
Πρόλογος
Η μουσική ανέκαθεν ήταν στενά συνδεδεμένη με πλείστες οπτικές πτυχές που την
συνοδεύουν. Είτε πρόκειται για τη συντονισμένη κίνηση τριάντα δοξαριών μιας συμφωνικής
ορχήστρας, τον χορό που συνοδεύει μια ιεροτελεστία αφρικανικών φυλών ή μεσογειακού
γλεντιού, τις διάφορες εκφράσεις προσώπου που κάνει ένας τζαζ σολίστας, τις θεατρικές
κινήσεις των χεριών που μπορεί να αξιοποιήσει ένας ερμηνευτής του Liszt ή τις τυφλές auditions
που λαμβάνουν χώρα σε μουσικούς διαγωνισμούς, αυτά που βλέπουμε σχετίζονται βαθιά με τον
μουσική. Ο Martyn V. De Hoek, στο βιβλίο του «H Τέχνη της μουσικής ακρόασης» κάνει μια
ανεκδοτική αναφορά σε μία πολύ ενδιαφέρουσα ιδέα που πραγματοποιήθηκε προ δεκαετιών στη
Γερμανία. Βιντεοσκοπήθηκαν κάποιοι μαθητές πιάνου να παίζουν την πρώτη μπαλάντα του
Chopin και αφαιρέθηκε ο ήχος από τις εκτελέσεις τους. Κατόπιν τα βίντεο όλων των μαθητών
επενδύθηκαν ηχητικά με την εκτέλεση ενός άλλου ερμηνευτή και παρουσιάστηκαν σε μία ομάδα
καθηγητών, οι οποίοι κλήθηκαν να σχολιάσουν διάφορες πτυχές των εκτελέσεων. Αν και ο ήχος
σε όλα τα βίντεο ήταν πανομοιότυπος, η γλώσσα του σώματος των μαθητών επηρέασε την κρίση
των καθηγητών, οι οποίοι έκαναν διαφορετικά σχόλια για κάθε μαθητή. Το παραπάνω
περιστατικό θέτει με αρκετά παραστατικό τρόπο το γενικό πλαίσιο της εργασίας που θα
Μουσικούς.
επιδράσεις ενός αισθητηριακού συστήματος (οπτικό) σε ένα άλλο (ακουστικό), είναι τα είδη των
ερεθισμάτων που αξιολογούνται, οι συνθήκες υπό τις οποίες γίνεται η αξιολόγηση, τα είδη των
επιδράσεων που μας ενδιαφέρουν και το κατά πόσο τα πειράματα που διεξάγονται αποτελούν
συναφούς βιβλιογραφίας έχει ασχοληθεί με τις οπτικές επιδράσεις στη μουσική συναισθηματική
φόρτιση και εκφραστικότητα, στην ευαισθησία του έργου που ερμηνεύεται και στην
καλλιτεχνική ποιότητα της εκτέλεσης ή του εκτελεστή (βλ. Behne & Wollner, 2011. Ebendorf,
2007. Field, 2007. Siu-Lan Tan, Cohen, Lipscomb & Kendall, 2013). Η παρούσα εργασία
οπτικά ερεθίσματα τα οποία μεταδίδει ένας μουσικός μέσω του σώματός του κατά την εκτέλεση,
Εξ αυτών των τριών, η ένταση και η διάρκεια αναφέρονται από τον Schutz (2008) ως
«ιδιότητες χαμηλού επιπέδου», μία κατηγοριοποίηση που θα υιοθετηθεί και εδώ. Πιο
συγκεκριμένα, ο Schutz κατατάσσει τις ιδιότητες του ήχου ως «υψηλού επιπέδου», όταν για την
αναγνώριση και ερμηνεία τους είναι αναγκαίος ο συνδυασμός διαφόρων ακουστικών ή οπτικών
πληροφοριών, καθώς και μία top-down συλλογιστική διαδικασία. Τέτοιες ιδιότητες είναι π.χ. η
«χαμηλού επιπέδου» κατατάσσει τις ιδιότητες που γίνονται αντιληπτές μέσω ενός κύριου
7
ηχητικού χαρακτηριστικού τους, όπως η ένταση μίας νότας, η διάρκεια της και το τονικό της
ύψος. Το κριτήριο για την χαμηλού επιπέδου κατηγοριοποίηση πληροί και η ταχύτητα (tempo)
ενός μουσικού αποσπάσματος, επομένως θα καταταχθεί και αυτή μαζί με την ένταση και τη
Προγενέστερα Ευρήματα
επηρεάζουν την αντίληψη και βίωση οπτικών ερεθισμάτων είναι σχετικά εκτενής (π.χ. Boltz,
2001. Cohen, 2009. Jolij & Meurs, 2011. Marshall & Cohen, 1988), το σώμα των ερευνών για
την αντίθετη κατεύθυνση επιδράσεων, i.e πώς επηρεάζουν τα οπτικά ερεθίσματα την ακουστική
αντίληψη, είναι αισθητά μικρότερο, όπως επισημαίνουν οι Field (2007) και Schutz (2008). Το
γεγονός αυτό είναι ολίγον τι ειρωνικό, εάν αναλογιστούμε τις εφαρμογές που θα είχε σε
επιστημονικά και καλλιτεχνικά πεδία μία βαθύτερη κατανόηση των παραπάνω μηχανισμών.
στον χώρο είναι αδιαμφισβήτητα αυτή των Thomson, Graham & Russo (2005), οι οποίοι
διενήργησαν πέντε πειραματικές δοκιμασίες, διερευνώντας τις οπτικές επιρροές στην αντίληψη
της μουσικής. Στην πρώτη δοκιμασία εντόπισαν στατιστικώς σημαντική επίδραση των
εκφράσεων προσώπου του εκτελεστή στην αντιληφθείσα διαφωνία (dissonance) του μουσικού
αποσπάσματος που ακούστηκε, στην τρίτη δοκιμασία εντόπισαν σημαντική επιρροή των
τραγουδούσε, ενώ στην τέταρτη και πέμπτη δοκιμασία εντόπισαν σημαντική επίδραση των
μουσικών αποσπασμάτων.
8
Σημαντικά είναι επίσης τα ευρήματα του Field (2007), ο οποίος προσέθεσε ηχητική
φορτίσεων (valence) και διεγερσιμότητας και βρήκε ότι αναλόγως του οπτικού ερεθίσματος που
μουσικής εκτέλεσης είναι των Behne & Wollner (2011), οι οποίοι το 2009 αναπαρήγαγαν ένα
πείραμα που διεξάγαγε ο Behne το 1990, ώστε να διαπιστώσουν τυχόν διαφορές που μπορεί να
έχει επιφέρει στον τρόπο πρόσληψης των μουσικών ερεθισμάτων η έλευση των τεχνολογικών
ανεκδοτικού πειράματος που ανέφερε ο Van Hoek. Οι ερευνητές στο αρχικό πείραμα (τα
ευρήματα του οποίου επιβεβαιώθηκαν και στη μελέτη του 2009) επένδυσαν ηχητικά τις
δημιουργώντας έτσι τέσσερεις εκτελέσεις με πανομοιότυπο ήχο, αλλά διαφορετική εικόνα. Στη
συνέχεια δόθηκαν στους συμμετέχοντες τα βίντεο ανά ζεύγη και τους ζητήθηκε να
η σύσταση του δείγματος που χρησιμοποιήθηκε, καθώς αυτό αποτελούνταν από μη μουσικούς,
από μαθητές μουσικής και από καθηγητές μουσικής. Τα ευρήματα έδειξαν σημαντικές
διαφοροποιήσεις στις βαθμολογίες που έδωσαν οι συμμετέχοντες, ενώ δεν εντοπίστηκε κάποια
Περίπου την ίδια χρονική περίοδο, οι Saldana & Rosenblum (1993) εξέδωσαν μία μελέτη
με την οποία εντόπισαν μία ανάλογη του McGurk Effect μη λεκτική επίδραση. Συγκεκριμένα,
συνεχές ήχων. Στη μία άκρη του βρισκόταν ένα αμιγής ήχος δοξαριάς, ενώ στην άλλη άκρη ένας
αμιγής ήχος pizzicato. Στο ενδιάμεσο βρίσκονταν ήχοι οι οποίοι είχαν λιγότερο ή περισσότερο
τα ηχητικά χαρακτηριστικά του pizzicato ή της δοξαριάς. Αυτοί οι ήχοι επενδύθηκαν πάνω σε
ένα βίντεο που απεικόνιζε έναν μουσικό να παίζει μια δοξαριά και σε ένα βίντεο όπου ο
με σαφή οδηγία να επικεντρωθούν μόνο στον ήχο, την ηχητική διάσταση τους, ανάλογα με το αν
τους εξελάμβαναν περισσότερο σαν δοξαριά ή pizzicato και βρέθηκε στατιστικώς σημαντική
επιρροή των οπτικών ερεθισμάτων στην ακουστική αντίληψη. Επιπρόσθετα, έναν χρόνο πριν, οι
Rosenblum & Fowler (1992) βρήκαν ότι το εύρος και η ένταση της κίνησης η οποία παράγει ένα
ενδιαφέρουσα εργασία, με την οποία μελέτησαν την επίδραση των χειρονομιών ενός μουσικού
στην προσλαμβανόμενη διάρκεια μίας νότας στη marimba. Πιο συγκεκριμένα, ζητήθηκε από τον
μουσικό να παίξει κάποιες νότες χρησιμοποιώντας μεγάλες κινήσεις του βραχίονα, πήχη και
καρπού και κάποιες νότες με μικρές κινήσεις, τις οποίες βιντεοσκόπησαν και ηχογράφησαν.
των νοτών και παρήχθησαν συνδυασμοί βίντεο και ηχογραφήσεων, οι ερευνητές ζήτησαν από
στηριζόμενοι μόνον στις ηχητικές διαστάσεις. Εντούτοις, οι Schutz & Lipscomb εντόπισαν
10
σημαντική επιρροή της προβαλλόμενης κίνησης στην προσλαμβανόμενη διάρκεια του ήχου. Οι
συμμετέχοντες ήταν στο σύνολό τους μουσικοί, ενώ η τα αποτελέσματα της έρευνας
Κλείνοντας την παράγραφο, αξίζει να σημειωθεί ότι το 2008 ο Schutz δημοσίευσε μία
ανασκόπηση της βιβλιογραφίας γύρω από το θέμα των οπτικών επιδράσεων στη μουσική
αντίληψη και αναφέρθηκε, εκτός των άλλων, συγκεκριμένα σε μελέτες που έχουν γίνει
σύνολο των μελετών αυτών παρουσιάστηκε στις παραπάνω γραμμές, γεγονός που υπογραμμίζει
τον ιδιαίτερα μικρό όγκο ερευνών που εστιάζουν στο συγκεκριμένο ζήτημα.
Ακουστική Αντίληψη
διαδρομών και στο πώς ενδέχεται να αλληλεπιδρούν, ώστε να παράγουν τις επιρροές που
παρατηρούνται, θα ήταν σκόπιμο να παρουσιαστούν κάποια πολύ βασικά στοιχεία, όσον αφορά
Watson (2005), αφετηρία θεωρούνται οι δονήσεις που μεταδίδονται μέσω των μορίων του αέρα,
προκαλώντας ακουστικά κύματα που φτάνουν στο εξωτερικό μέρος του αυτιού, μεταφέρονται
μέσω του ακουστικού πόρου στην τυμπανική μεμβράνη και μέσω των τριών οσταρίων δονούν
την ωοειδή θυρίδα και τον κοχλία, φτάνοντας τελικά στο όργανο του Corti. Οι επακόλουθες
παραμορφώσεις που υφίσταται το όργανο του Corti προκαλούν δυναμικά ενεργείας, τα οποία
πυροδοτούν τα τριχοφόρα κύτταρα που ακουμπάνε τη μεμβράνη του και μεταφέρονται στο
ακουστικό νεύρο, όπου σταδιακά διαιρούνται και προβάλλουν στον κοχλιακό πυρήνα και στους
11
Οι πυρήνες της άνω ελαίας δέχονται τα σήματα και των δύο ώτων, ενώ παράλληλες διαδρομές
των ακουστικών ώσεων κατευθύνονται προς το οπίσθιο διδύμιο, τα άνω διδύμια, τον έσω
γονατώδη πυρήνα και τον ακουστικό φλοιό, εγκεφαλικά κέντρα στα οποία υφίστανται
επεξεργασία.
Οπτική Αντίληψη
Σύμφωνα με τους Rosenzweig, Breedlove & Watson (2005), αφετηρία της οπτικής
κύτταρα και αυτά με τη σειρά τους είναι συνημμένα με τα γαγγλιακά κύτταρα, οι νευράξονες
των οποίων σχηματίζουν το οπτικό νεύρο, μέσω του οποίου μεταφέρονται οι πληροφορίες στον
εγκέφαλο. Τα οπτικά νεύρα των δύο οφθαλμών χιάζονται και τα σήματα μεταφέρονται σε
διάφορα εγκεφαλικά κέντρα, όπως τα άνω διδύμια, τον έξω γονατώδη πυρήνα και τον ινιακό
λοβό. Στις διάφορες περιοχές (V1,V2,V3,V4,V5) του ινιακού λοβού λαμβάνουν χώρα διάφορες
αντιλημμάτων.
Πολυαισθητηριακή Ενσωμάτωση
σύμφωνα με τους Stein, Stanford & Rowland (2009) τις διαδικασίες μέσω των οποίων οι
αποφάσεις. Μολονότι υπάρχει αρκετή ερευνητική παραγωγή γύρω από αυτό το θέμα, τα πλαίσια
που έχουν άμεση σχέση με τους συγκεκριμένους σκοπούς της παρούσας εργασίας είναι ιδιαίτερα
στοιχείων, τα οποία μπορούν να συμβάλουν στη καλύτερη κατανόηση των μηχανισμών και
Στοιχεία νευρολογίας. Καθώς μία εις βάθος αναφορά στο νευρολογικό υπόβαθρο της
μία σύντομη αναφορά σε κάποια ευρήματα που τονίζουν την ιδιαίτερα περίπλοκη φύση της.
Μία ενδιαφέρουσα αναφορά είναι αυτή των Proverbio, Massetti, Rizzi & Zani (2016), οι οποίοι
εντόπισαν «ανοσία» των ικανών μουσικών στην επίδραση του McGurk και εικάζουν ότι μπορεί
ακουστική εξάρτηση κατά την αναγνώριση. Εξίσου ενδιαφέρουσα είναι η αναφορά των Gillman,
Cohen & Groh (2005), οι οποίοι εντόπισαν στον οπίσθιο βρεγματικό λοβό πιθήκων νευρώνες,
κάποιοι εκ των οποίων διέθεταν οπτικά υποδεκτικά πεδία, κάποιοι ακουστικά υποδεκτικά πεδία
και κάποιοι διέθεταν και τα δύο είδη πεδίων. Εκτός αυτών, είναι γνωστή η ύπαρξη πλείστων
συνδυάζουν και μεταβιβάζουν πληροφορίες από και σε διάφορα άλλα κέντρα. Όπως σημειώνουν
οι Purves et al. (2001), πάνω στους συνειρμικούς φλοιούς προβάλλουν οι πρωτοταγείς και
δευτεροταγείς αισθητηριακοί και κινητικοί φλοιοί, ο θάλαμος και το στέλεχος, ενώ εξαγωγές
από τις συνειρμικές περιοχές κατευθύνονται προς τον ιππόκαμπο, τα βασικά γάγγλια, την
13
παρεγκεφαλίδα και άλλες συνειρμικές περιοχές, δομώντας ένα αχανές νευρωνικό δίκτυο, εντός
Σχέση αιτιότητας. Οι Schutz και Lipscomb (2007) έδειξαν ότι οι μεγαλύτερες κινήσεις
2009, οι Schutz & Kubovy επανέλαβαν, μεταξύ άλλων, το εν λόγω πείραμα, αντικαθιστώντας
στα προβληθέντα βίντεο των ήχο της marimba με τον ήχο φωνής και κλαρινέτου, ήχοι οι οποίοι
δεν φθίνουν απαραίτητα μετά από την παραγωγή τους (όπως συμβαίνει με τον ήχο των
κρουστών) και βρήκαν ότι η αντιληπτική πλάνη δεν εμφανιζόταν. Αυτό αποδόθηκε ως επί το
πλείστον στην έλλειψη αιτιότητας μεταξύ του οπτικού ερεθίσματος (=κρούση της marimba) και
του ακουστικού ερεθίσματος (=ήχος φωνής/κλαρίνου). Περαιτέρω επίρρωση της θέσης αυτής
προκύπτει από την εργασία των Walker & Scott (1981) οι οποίοι αναφέρουν ότι φωτεινές
ενδείξεις που αναβοσβήνουν στην οθόνη δεν επηρέασαν την προσλαμβανόμενη διάρκεια των
ήχων οι οποίοι παρουσιάστηκαν μαζί με αυτές, γεγονός που ο Schutz (2008) αποδίδει και πάλι
στην έλλειψη αιτιότητας μεταξύ των μεταβλητών. Συνεπώς, η διαισθητηριακή επιρροή που θα
προκύψει εξαρτάται και από την αιτιώδη σχέση μεταξύ των ερεθισμάτων.
επιδράσεις στα ακουστικά ερεθίσματα, στην οποία προβαίνει ο Schutz (2008), αφορά το επίπεδο
στο οποίο αυτές ενεργούν. Πιο συγκεκριμένα, εάν μία οπτική επίδραση συμβαίνει σε επίπεδο
αντίληψης (βασικότερο επίπεδο επεξεργασίας), αυτό σημαίνει ότι το αποτέλεσμά της είναι
αναπόφευκτο και επηρεάζει την εσωτερική εμπειρία του ήχου. Αν όμως συμβαίνει σε γνωστικό
νοητική αξιολόγηση του ερεθίσματος και την τοποθέτησή του εντός ενός πλαισίου αναφοράς.
14
Υπόθεση της τροπικής καταλληλόλητaς. Η πρόταση αυτή των Welch and Warren
(1980), όπως αναφέρεται στους Schutz & Lipscomb (2007), λαμβάνει υπόψιν την κατ’
επανάληψη παρατηρηθείσα αντιληπτική υπεροχή της όρασης, όσον αφορά χωρικά ερεθίσματα
και την υπεροχή της ακοής σε δοκιμασίες με χρονικά ερεθίσματα. Αν δηλαδή το έργο
αναγνώρισης που ζητείται από τους συμμετέχοντες είναι χωρικής φύσης, τότε εκείνοι θα
που συνεμφανίζονται. Το ίδιο ισχύει για τα ακουστικά ερεθίσματα, όταν δίνονται δοκιμασίες με
χρονικά ζητούμενα, π.χ. Walker & Scott (1981). Εντούτοις, βρέθηκαν εξαιρέσεις σε αυτή την
κατά τομείς υπεροχή, είναι τα ερεθίσματα να είναι ξεκάθαρα και όχι αμφιλεγόμενα ή κακής
ποιότητας, ειδάλλως η σχέση μπορεί να ανατραπεί, γεγονός το οποίο έδειξαν έρευνες, όπως η
δοκιμασία οπτικοακουστικού εντοπισμού ήχων των Alais & Burr (2004). Αν για παράδειγμα τα
Ευρήματα όπως των Alais & Burr είναι σύμφωνα με την υπόθεση της βέλτιστης ενσωμάτωσης
των Ernst & Banks (2002), η οποία προτείνει ότι η αντιληπτική διαδικασία θα εξαρτηθεί κυρίως
από τα αισθητηριακά δεδομένα ανώτερης ποιότητας και όχι από την τροπικότητά (modality)
τους.
15
Συμπέρασμα κατά Bayes. Το 2012 οι Vilares & Kording εξέδωσαν μία εκτενή
ανασκόπηση γύρω από την εφαρμογή του θεωρήματος του Bayes στην εξήγηση των νοητικών
διεργασίες που προηγούνται της αντίληψης και λήψης αποφάσεων «υπακούν» στο θεώρημα του
Bayes για τον υπολογισμό της πιθανότητας: p(x∣o) = p(o∣x)p(x)/p(o). Με βάση αυτό, ο
ξεχωριστά καθώς και την πιθανότητα συνδυασμών τους, συναρτήσει της αξιοπιστίας τους,
προτού φτάσει στην τελική απόφαση-αντίλημμα. Για παράδειγμα, κατά τη δοκιμασία του
McGurk, ο εγκέφαλος δέχεται ένα οπτικό δεδομένο και ένα αναντίστοιχο ακουστικό δεδομένο.
όρο» των δύο ερεθισμάτων, ο οποίος ταυτίζεται με την αντιληπτική πλάνη. Το θεώρημα του
Bayes αξιοποιεί την πρωτύτερη γνώση στον υπολογισμό της τελικής πιθανότητας. Κατ’
αντίστοιχο τρόπο, ο εγκέφαλος αξιοποιεί την προϋπάρχουσα γνώση όχι μόνο στη λήψη
αποφάσεων, αλλά και στην εξαγωγή αντιλημμάτων. Για παράδειγμα, η πλάνη checker shadow
του Adelson μπορεί να προκαλείται από την ήδη υπάρχουσα γνώση η ότι το φως έρχεται άνωθεν
και αλλάζει τον χρωματισμό των επιφανειών. Είναι μάλιστα δυνατόν με την εναλλάξ απόκρυψη
και φανέρωση μέρους της εικόνας που παρουσιάζει την πλάνη, να αλλάζει ακαριαία η αντίληψη
των χρωμάτων. Η αναλογία μεταξύ της νευρικής δραστηριότητας και του θεωρήματος του
Bayes δεν είναι μετέωρη, καθώς οι Vilares & Kording αναφέρουν ενδείξεις για το πώς
θεωρήματος.
Το μοντέλο της θολής λογικής (FLMP). Το μοντέλο διατυπώθηκε από τον Massaro το
1987 και αναφέρεται στους Saldana & Rosenblum (1993). Αν και πρωτίστως επιχειρεί μία
16
εξήγηση της λεκτικής αντίληψης, δεν περιορίζεται μονάχα σε αυτή και μπορεί να εφαρμοστεί
του κάθε ατόμου εξαρτάται από τις αποθηκευμένες πρότυπες αναπαραστάσεις και την
Αντιληπτικές ευρετικές. Το 2012 οι Marlow, Kim & Anderson δημοσίευσαν μία έρευνα
στην οποία μελέτησαν την αντίληψη της γυαλάδας μίας επιφάνειας. Τα ευρήματά τους και η
θεωρητική τους πρόταση σχετικά με την πρόσληψη ερεθισμάτων δεν αφορά μονάχα την όραση,
αλλά όλα τα αντιληπτικά συστήματα εν γένει. Πιο συγκεκριμένα, εντόπισαν διαφορές στη
φωτογραφίες μήλων. Εντούτοις, από άποψη οπτικών ιδιοτήτων, η ανάκλαση του φωτός στις
στον εκάστοτε σχηματισμό φωτεινών σημείων (highlights), όπως προέκυπταν από την οπτική
γωνία πρόσκρουσης του φωτός και την υφή της επιφάνειας. Οι ερευνητές προτείνουν ότι ο
εγκέφαλος δεν υπολογίζει αυτόν καθ’εαυτόν τον πραγματικό βαθμό γυαλάδας, αλλά συλλέγει
και συνδυάζει στοιχεία τα οποία σχετίζονται με και προσδιορίζουν τη γυαλάδα και αξιοποιώντας
αυτά φτάνει, μέσω ευρετικών, στο τελικό συμπέρασμα. Οι ευρετικές εν προκειμένω συνίστανται
στο ότι αναλόγως του αριθμού και των χαρακτηριστικών των φωτεινών σημείων (η επιρροή των
πραγματική γυαλάδα είναι ίδια σε όλες τις συνθήκες. Η επέκταση της ιδέας των Marlow et al.
17
στην οπτικοακουστική αντίληψη μουσικών ερεθισμάτων είναι ευνόητη (π.χ. η θέαση γρήγορων
κινήσεων των χεριών κατά την εκτέλεση κιθάρας μπορεί να επηρεάσει την αντίληψη του tempo,
ασχέτως της πραγματικής τιμής του) και θα αναφερθούν συγκεκριμένες υποθέσεις για αυτήν στη
Συζήτηση.
Στόχος της παρούσας εργασίας είναι να διερευνήσει το αν και πώς τα οπτικά ερεθίσματα
που παρουσιάζει ένας μουσικός κατά την εκτέλεση στο πιάνο επηρεάζουν την ακουστική
ένα δείγμα που δεν διαθέτει. Πιο συγκεκριμένα, ερευνήθηκε το αν η αντίληψη της ίδιας
ηχητικής πληροφορίας μπορεί να αλλάξει αναλόγως των οπτικών ερεθισμάτων, δηλαδή των
κινήσεων του εκτελεστή, που τη συνοδεύουν. Οι τρεις ιδιότητες των ακουστικών ερεθισμάτων
που αποτέλεσαν το επίκεντρο της έρευνας είναι η ένταση, η διάρκεια και η ταχύτητα.
Ερευνητικά Ερωτήματα
ερωτήματα:
παίζεται με έντονες/μεγάλες κινήσεις και σε βίντεο, στο οποίο φαινομενικά παίζεται με μικρές
και ήπιες κινήσεις, θα διαφέρει η αντίληψη της έντασης του ήχου μεταξύ των βίντεο; Επιπλέον,
χέρια του εκτελεστή απομακρύνονται πιο γρήγορα/απότομα από τα πλήκτρα και σε βίντεο, στο
οποίο φαινομενικά τα χέρια του απομακρύνονται πιο αργά, θα διαφέρει η αντίληψη της
18
διάρκειας του ήχου μεταξύ των βίντεο; Επιπλέον, θα υπάρξουν διαφορές στην αντίληψη μεταξύ
έντονες/μεγάλες κινήσεις και σε βίντεο, στο οποίο παίζεται με μικρές και ήπιες κινήσεις, θα
διαφέρει η αντίληψη της ταχύτητας (tempo) του ήχου μεταξύ των βίντεο; Επιπλέον, θα
Ερευνητικές Υποθέσεις
Με βάση τα ευρήματα των Rosenblum & Fowler (1992), Schutz & Lipscomb (2007) και
Behne & Wollner (2011), οι οποίοι αφενός εντόπισαν παρόμοιες επιδράσεις με αυτές που
πραγματεύεται η παρούσα έρευνα και αφετέρου δεν εντόπισαν ανοσία των μουσικών
υποθέσεις:
όταν οι κινήσεις που τον παράγουν φαίνεται ότι παύουν νωρίτερα και πιο απότομα. Δεν
Όσον αφορά τους λόγους που οδήγησαν στην επιλογή του σχεδιασμού που περιγράφεται
παρακάτω, ο κυριότερος ήταν η αποφυγή σύγκρισης μεταξύ των ερεθισμάτων. Κρίθηκε δηλαδή
αλλά να μεσολαβήσει χρόνος και διαφορετικά ερεθίσματα μεταξύ τους, ώστε να μειωθεί το
αυτών. Για τον ίδιο λόγο, οι οδηγίες προς τους συμμετέχοντες δεν περιλαμβάνουν υπόνοιες ή
αναφορά σε σύγκριση, αλλά ζητούν απλή βαθμολόγηση των ερεθισμάτων, ώστε να αποφευχθεί
η πιθανότητα επηρεασμού από τον ερευνητή (βλ. Rosenthal, Kermit & Fode, 1963).
πανομοιότυπα ακουστικά ερεθίσματα που τους παρουσιάζονταν και αφετέρου για να μειωθεί
διάρκεια και γρήγορο-αργό tempo) παρουσιάστηκαν συνολικά τέσσερις φορές η καθεμία, ώστε
αυξομειώνει συνεχώς και αλλεπάλληλα το εύρος, την ποιότητα και τη σφοδρότητα των
κινήσεών του και οι ακροατές παρακολουθούν συνεχώς αυτές τις αντιθέσεις οπτικών
Μέθοδος
Συμμετέχοντες
Για τους σκοπούς της έρευνας, συγκεντρώθηκε δείγμα 60 ατόμων (30 για κάθε ομάδα),
με Μ.Ο ηλικίας τα 22,8 έτη (SD=7,6). Οι παραπάνω τιμές είναι κατά προσέγγιση, καθώς οι
συμμετέχοντες δήλωσαν ηλικιακές κατηγορίες και όχι την ακριβή τους ηλικία, ενώ δεν
εντοπίστηκε στη βιβλιογραφία ηλικιακή επίδραση στις συναφείς με την παρούσα εργασία
άνδρες και 21 γυναίκες, ενώ στην ομάδα με μουσική εκπαίδευση 12 άνδρες και 18 γυναίκες. Η
Μουσικής Ακουστικής Τεχνολογίας του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του ΕΚΠΑ, ενώ η
βιντεοσκόπηση τον οπτικών ερεθισμάτων έγινε στον ίδιο χώρο κατά την ηχογράφηση, με χρήση
εσωτερικής αξιοπιστίας 0,71, όπως προέκυψε από τον υπολογισμό του Cronbach a. Δεν υπάρχει
συγκεκριμένος λόγος για την επιλογή των επτά διαβαθμίσεων της κλίμακας, καθώς στη
βιβλιογραφία δεν εντοπίστηκε κάποια προτεινόμενη ειδική κλίμακα. Εντούτοις, υπάρχει λόγος
22
που δεν επιλέχθηκε κάποιος τύπος απάντησης forced-choice, καθώς έπρεπε να μειωθεί ο
των συμμετεχόντων, ιδίως όσον αφορά τις ερωτήσεις στις οποίες αμφιταλαντεύονταν. Με την
επτάβαθμη κλίμακα Likert, είχαν σημαντική ελευθερία να επιλέξουν την απάντηση που ταίριαζε
βρίσκεται στο Παράρτημα, περιέχει έξι διαφορετικές ερωτήσεις (τρεις διαφορετικές εκφωνήσεις
στον βαθμό της έντασης, της διάρκειας και της ταχύτητας (tempo) του ήχου αντίστοιχα. Αυτές οι
ερωτήσεις προηγούνταν των βίντεο που είναι ενσωματωμένα στο ερωτηματολόγιο. Παράδειγμα
«Θα παρακολουθήσετε μία γρήγορη κλιμάκωση και αμέσως μετά κάποιες συγχορδίες,
παιγμένες και από τα δύο χέρια. Καλείστε να βαθμολογήσετε τη χρονική διάρκεια για την οποία
ήχησαν αυτές οι συγχορδίες, από το 1 (πάρα πολύ σύντομες, περισσότερο «κοφτές») έως το 7
Κάθε ερώτηση, μαζί με το αντίστοιχο βίντεο, εμφανίζεται δύο φορές, φτάνοντας το σύνολο των
ερωτήσεων στις 12, συν τρεις ερωτήσεις απόσπασης. Στο τέλος του ερωτηματολογίου υπάρχει
φορούσε ένα ακουστικό, στο οποίο χτυπούσε ηλεκτρονικός μετρονόμος, ώστε αργότερα να είναι
ακριβές το μοντάζ της ηχογράφησης πάνω στα δύο βίντεο. Έπρεπε δηλαδή να διασφαλιστεί ότι
Για τον έλεγχο της οπτικής επίδρασης στην αντίληψη της έντασης του ήχου
Πρώτα ηχογραφήθηκε ένα απόσπασμα από μία σονάτα του Mozart. Στη συνέχεια, ο εκτελεστής
βιντεοσκοπήθηκε δύο φορές να παίζει το ίδιο απόσπασμα. Την πρώτη φορά το έπαιξε με
μεγάλες και έντονες κινήσεις χεριών, κορμού και κεφαλιού. Τη δεύτερη φορά το έπαιξε με
μικρές και ήπιες κινήσεις. Κατόπιν αφαιρέθηκε ο ήχος από τις δύο αυτές βιντεοσκοπήσεις και
επενδύθηκαν ηχητικά με την πρώτη ηχογράφηση. Προέκυψαν έτσι δύο βίντεο τα οποία διέθεταν
πανομοιότυπο ήχο, αλλά διαφορετικές κινήσεις οι οποίες φαίνεται ότι παράγουν αυτόν τον ήχο.
Το βίντεο που απεικόνιζε έντονη κίνηση, μαζί με τη συνοδό ερώτηση, ονομάστηκε Ε1 (ένταση
Για τον έλεγχο της οπτικής επίδρασης στην αντίληψη της διάρκειας του ήχου
Πρώτα ηχογραφήθηκε ένα απόσπασμα από μία σονάτα του Beethoven. Στη συνέχεια, ο
εκτελεστής βιντεοσκοπήθηκε δύο φορές να παίζει το ίδιο απόσπασμα. Την πρώτη φορά το
έπαιξε τραβώντας πολύ απότομα τα χέρια του από τα πλήκτρα κάθε φορά που έπαιζε μία
συγχορδία, ενώ τη δεύτερη φορά τραβούσε πιο αργά και ήπια τα χέρια του. Στη συνέχεια η
πρώτη ηχογράφηση αντικατέστησε τον ήχο και των δύο βίντεο, με αποτέλεσμα δύο βίντεο που
διέθεταν ταυτόσημο ήχο, αλλά διαφορετικές ηχογόνες κινήσεις. Το βίντεο που απεικόνιζε
απότομη κίνηση, μαζί με τη συνοδό ερώτηση, ονομάστηκε Δ1 (διάρκεια 1) και το βίντεο που
Για τον έλεγχο της οπτικής επίδρασης στην αντίληψη της ταχύτητας του ήχου
Ηχογραφήθηκε και βιντεοσκοπήθηκε δύο φορές ένα απόσπασμα από Impromptu του Schubert.
Η πρώτη εκτέλεση παίχθηκε με μικρή ένταση ήχου και λιγοστή κίνηση, ενώ η δεύτερη με
μεγάλη ένταση και έντονη κίνηση. Κατά την καταγραφή των εκτελέσεων, ο εκτελεστής φορούσε
δυνατόν ίδια μέση ταχύτητα (beats per second) των εκτελέσεων. Η επεξεργασία που έγινε με το
λογισμικό εξασφάλισε ίδια συνολική διάρκεια της εικόνας και του ήχου μεταξύ των δύο
εκτελέσεων σε επίπεδο εκατοστού του δευτερολέπτου. Στην προκειμένη περίπτωση, δεν διέφερε
μόνο η εικόνα μεταξύ των βίντεο, αλλά και ο ήχος τους. Μολονότι μοιάζει αντίθετη με τους
σκοπούς της έρευνας, η επιλογή αυτή έγινε με το εξής σκεπτικό: πρώτον, ελήφθησαν βήματα,
όπως αναφέρθηκε, για να διασφαλιστεί ότι η υπό μελέτη διάσταση του ήχου (το tempo) θα
διαφέρει κατά το δυνατόν ελάχιστα μεταξύ των βίντεο. Δεύτερον, η αυξημένη ένταση είναι
άρρηκτα συνδεδεμένη με τις μεγαλύτερες και εντονότερες κινήσεις στον κόσμο της μουσικής
εκτέλεσης. Όταν ένας μουσικός θέλει να εξαγάγει μεγαλύτερη ένταση από το όργανό του,
σχεδόν απαρέγκλιτα θα προσαρμόσει ανάλογα και την κίνησή του. Επομένως, έγινε επιλογή
Το βίντεο με αυξημένη ένταση και κίνηση, μαζί με τη συνοδό ερώτηση, ονομάστηκε Τ1 (tempo
1) και το βίντεο που διέθετε ήπια κίνηση και ένταση ονομάστηκε Τ2.
To ερωτηματολόγιο ήταν ηλεκτρονικό, τύπου Google Forms και τους απεστάλη μέσω
λεπτά. Στην αρχή περιείχε οδηγίες για τη βέλτιστη διεξαγωγή του πειράματος. Η κύρια οδηγία
25
ηχοσύστημα και ρυθμίζοντας την ένταση του υπολογιστή/ηχείων στο 90%. Οι πλήρεις οδηγίες
βρίσκονται στο βρίσκονται στο Παράρτημα. Στη συνέχεια υπήρχαν σύντομες ερωτήσεις για τα
δημογραφικά στοιχεία και την ύπαρξη ή όχι μουσικής εκπαίδευσης (σε περίπτωση που ένας
περνούσαν στο στάδιο χορήγησης των ερεθισμάτων. Στο πάνω μέρος της οθόνης εμφανιζόταν
μία ερώτηση κάθε φορά, η οποία περιέγραφε τι επρόκειτο να παρακολουθήσουν στο βίντεο (που
υπήρχε κάτω από την ερώτηση) και ποια ηχητική διάσταση του καλούνταν να βαθμολογήσουν.
Το βίντεο ξεκινούσε όταν οι συμμετέχοντες πατούσαν την ένδειξη «PLAY». Για παράδειγμα:
«Θα παρακολουθήσετε ένα απόσπασμα και καλείστε να βαθμολογήσετε την ταχύτητα του
ΒΙΝΤΕΟ Τ1»
ερώτηση, αν και υπήρχε η δυνατότητα επαναληπτικής θέασης του βίντεο (κάτι που αναφερόταν
ερωτήσεις τους ήταν η ακόλουθη: Ε1, Τ1, Δ1, άσχετο ακουστικό έργο, Ε2, Τ2, Δ2, άσχετο
ακουστικό έργο, Τ2, Δ2, Ε2, άσχετο ακουστικό έργο, Δ1, Ε1, Τ1.
26
Αποτελέσματα
Η στατιστική ανάλυση των δεδομένων έγινε με τη χρήση του SPSS και είχε σκοπό να
καταδείξει αφενός εάν τα οπτικά ερεθίσματα επηρέασαν την ακουστική αντίληψη, ασχέτως
Στον πίνακα 1 φαίνονται οι απαντήσεις που έδωσαν οι δύο ομάδες του δείγματος, όταν
τους ζητήθηκε να βαθμολογήσουν την ένταση των βίντεο που προβάλλονταν στην οθόνη τους.
Πιο συγκεκριμένα, η ερώτηση Ε1 (έντονη κίνηση) τέθηκε δύο φορές στους συμμετέχοντες και ο
πίνακας παρουσιάζει τον μέσο όρο των δύο απαντήσεων που έδωσαν μουσικοί και μη μουσικοί.
Αντίστοιχα, παρουσιάζεται και ο μέσος όρος των απαντήσεων που δόθηκαν τις δύο φορές που
Πίνακας 1
Όπως βλέπουμε στον πίνακα, ο Μ.Ο των απαντήσεων όλων των συμμετεχόντων για τις
ερωτήσεις Ε1 ήταν 4,21, ενώ για τις ερωτήσεις Ε2 ήταν 3,78. Φαίνεται λοιπόν ότι μεταξύ των
27
δύο διαφορετικών οπτικά συνθηκών υπάρχει μία διαφορά στη βαθμολογία της έντασης,
μεγέθους 0,43 μονάδων (οι συμμετέχοντες αξιολόγησαν ως απαλότερο κατά 0,43 μονάδες τον
ήχο στο βίντεο με την ήπια κίνηση). Προκειμένου να διαπιστωθεί εάν αυτή η διαφορά είναι
στατιστικώς σημαντική και εάν οι μουσικοί επηρεάστηκαν με διαφορετικό τρόπο από την
Χ 2 (ήπια κίνηση, έντονη κίνηση). Ως εντός των ομάδων παράγοντας τέθηκε η «Οπτική
Επίδραση» με δύο επίπεδα. Το πρώτο επίπεδο (1) ήταν ο μέσος όρος των απαντήσεων στις
ερωτήσεις Ε1 και το δεύτερο επίπεδο (2) ο μέσος όρος των απαντήσεων στις Ε2. Ως παράγοντας
μεταξύ των ομάδων τέθηκε η «Μουσική Εκπαίδευση». Στο παρακάτω σχήμα αντιτίθενται οι
Μ.Ο των απαντήσεων αναλόγως της οπτικής συνθήκης (έντονη κίνηση – ήπια κίνηση).
Σχήμα 1. Μέσοι όροι των απαντήσεων σχετικά με την ένταση ως προς τις οπτικές συνθήκες και
τη μουσική εκπαίδευση.
28
Όσον αφορά τη στατιστική σημαντικότητα της οπτικής επίδρασης και τις διομαδικές
Για το σύνολο των συμμετεχόντων, η οπτική συνθήκη διαφοροποίησε την αντίληψη της
έντασης του ήχου σε στατιστικώς σημαντικό επίπεδο, [Fοπτική επίδραση (1, 58) = 21,37, p < 0,001,
η2p =0,26]. Συνεπώς, η ένταση του ίδιου ηχητικού αποσπάσματος γίνεται αντιληπτή ως
μικρότερη, εάν αυτό συνοδεύεται από ήπιες ηχογόνες κινήσεις του εκτελεστή και ως
μεγαλύτερη, εάν συνοδεύεται από έντονες ηχογόνες κινήσεις, με την αντιληπτική αυτή διαφορά
να είναι συστηματική.
επίδραση στον τρόπο που απαντούσαν οι συμμετέχοντες, [Fεκπαίδευση (1, 58) = 6,3, p = 0,015, η2p
= 0,098]. Αυτή όμως η επίδραση αφορά στο σύνολο των απαντήσεων που έδωσαν οι δύο ομάδες
και δεν μας πληροφορεί για το αν διαφέρουν στην ευαλωτότητα της πλάνης. Για παράδειγμα,
όπως φαίνεται και στο Σχήμα 1, οι μουσικοί βαθμολόγησαν τα βίντεο Ε1 με περίπου 4 στην
κλίμακα έντασης, ενώ οι μη μουσικοί με περίπου 4,5. Προκειμένου όμως να φανεί εάν υπάρχει
επίδραση της μουσικής εκπαίδευσης στην ευαλωτότητα της πλάνης, πρέπει να γίνει μία άλλη
σύγκριση.
μέσου όρου Ε1 και μέσου όρου Ε2 (έστω D1) με την αντίστοιχη διαφορά των μη μουσικών
(έστω D2), καθώς η διαφορά μεταξύ Μ.Ο Ε1 και Μ.Ο Ε2 δείχνει το μέγεθος της οπτικής
αποκαλύπτεται από την αλληλεπίδραση «οπτική επίδραση επί μουσική εκπαίδευση», η οποία,
όπως φάνηκε από την ανάλυση διακύμανσης, δεν είναι στατιστικώς σημαντική, [Fαλληλεπίδραση
(1, 58) = 0,00, p = 0,928, η2p = 0,00]. Επομένως, φαίνεται ότι αν και στο σύνολο τους οι
29
απαντήσεις των δύο ομάδων διέφεραν μεταξύ τους, η επιρροή της οπτικής πλάνης ήταν
ισοδύναμη τόσο στους μουσικούς, όσο και στους συμμετέχοντες δίχως μουσική εκπαίδευση.
Στον πίνακα 2 φαίνονται οι απαντήσεις που έδωσαν οι δύο ομάδες του δείγματος, όταν
τους ζητήθηκε να βαθμολογήσουν τη διάρκεια των βίντεο που προβάλλονταν στην οθόνη τους.
Πιο συγκεκριμένα, η ερώτηση Δ1 (απότομη κίνηση) τέθηκε δύο φορές στους συμμετέχοντες και
ο πίνακας παρουσιάζει τον μέσο όρο των δύο απαντήσεων που έδωσαν μουσικοί και μη
μουσικοί. Αντίστοιχα, παρουσιάζεται και ο μέσος όρος των απαντήσεων που δόθηκαν τις δύο
Πίνακας 2
Περιγραφικοί δείκτες των ερωτήσεων περί διάρκειας
Όπως βλέπουμε στον πίνακα, ο Μ.Ο των απαντήσεων και των δύο ομάδων για τις ερωτήσεις Δ1
ήταν 2,64, ενώ για τις ερωτήσεις Δ2 ήταν 3,15. Φαίνεται λοιπόν ότι μεταξύ των δύο
διαφορετικών οπτικά συνθηκών υπάρχει μία διαφορά στη βαθμολογία της διάρκειας μεγέθους
0,51 μονάδων (οι συμμετέχοντες αξιολόγησαν ως συντομότερη τη διάρκεια του ήχου κατά 0,51
μονάδες στο βίντεο με την απότομη κίνηση). Προκειμένου να διαπιστωθεί εάν αυτή η διαφορά
είναι στατιστικώς σημαντική και εάν οι μουσικοί επηρεάστηκαν με διαφορετικό τρόπο από την
30
Χ 2 (απότομη κίνηση, ήπια κίνηση). Ως εντός των ομάδων παράγοντας τέθηκε η «Οπτική
Επίδραση» με δύο επίπεδα. Το πρώτο επίπεδο (1) ήταν ο μέσος όρος των απαντήσεων στις
ερωτήσεις Δ2 και το δεύτερο επίπεδο (2) ο μέσος όρος των απαντήσεων στις Δ1. Ως παράγοντας
μεταξύ των ομάδων τέθηκε η «Μουσική Εκπαίδευση». Στο παρακάτω σχήμα αντιτίθενται οι
Μ.Ο των απαντήσεων αναλόγως της οπτικής συνθήκης (απότομη κίνηση – ήπια κίνηση).
Σχήμα 2. Μέσοι όροι των απαντήσεων σχετικά με την διάρκεια ως προς τις οπτικές
Όσον αφορά τη στατιστική σημαντικότητα της οπτικής επίδρασης και τις διομαδικές
Για το σύνολο των συμμετεχόντων, η οπτική συνθήκη διαφοροποίησε την αντίληψη της
διάρκειας του ήχου σε στατιστικώς σημαντικό επίπεδο, [Fοπτική επίδραση (1, 58) = 10,13, p = 0,002,
31
η2p =0,14]. Συνεπώς, η διάρκεια του ίδιου ηχητικού αποσπάσματος γίνεται αντιληπτή ως
συντομότερη, εάν αυτό συνοδεύεται από απότομες κινήσεις απομάκρυνσης από τα πλήκτρα και
ως μεγαλύτερη, εάν συνοδεύεται από ήπιες κινήσεις, με την αντιληπτική αυτή διαφορά να είναι
συστηματική.
Σχετικά με τη μουσική εκπαίδευση, αυτή φάνηκε ότι είχε οριακά στατιστικώς σημαντική
επίδραση στον τρόπο που απαντούσαν οι συμμετέχοντες, [Fεκπαίδευση (1, 58) = 4,07, p = 0,048, η2p
= 0,06]. Αυτή όμως η επίδραση αφορά στο σύνολο των απαντήσεων που έδωσαν οι δύο ομάδες
και δεν μας πληροφορεί για το αν διαφέρουν στην ευαλωτότητα της πλάνης. Για παράδειγμα,
όπως φαίνεται και στο Σχήμα 2, οι μουσικοί βαθμολόγησαν τα βίντεο Δ1 με περίπου 2,25 στην
εκπαίδευση», η οποία, όπως φάνηκε από την ανάλυση διακύμανσης, δεν είναι στατιστικώς
σημαντική, [Fαλληλεπίδραση (1, 58) = 2,96, p = 0,090, η2p = 0,04]. Φαίνεται λοιπόν ότι αν και στο
σύνολο τους οι απαντήσεις των δύο ομάδων διέφεραν μεταξύ τους, η επιρροή της οπτικής
πλάνης ήταν ισοδύναμη τόσο στους μουσικούς, όσο και στους συμμετέχοντες δίχως μουσική
εκπαίδευση. Αξίζει εντούτοις να σημειωθεί ότι οι δύο ομάδες επηρεάστηκαν με αισθητά πιο
ανομοιόμορφο τρόπο στην αξιολόγηση της διάρκειας σε σχέση με την αξιολόγηση της έντασης
Στον πίνακα 3 φαίνονται οι απαντήσεις που έδωσαν οι δύο ομάδες του δείγματος, όταν
τους ζητήθηκε να βαθμολογήσουν την ταχύτητα των βίντεο που προβάλλονταν στην οθόνη τους.
Οι ερωτήσεις Τ1 (έντονη κίνηση) και Τ2 (ήπια κίνηση) τέθηκαν δύο φορές η καθεμία στους
32
συμμετέχοντες και ο πίνακας παρουσιάζει τον μέσο όρο των απαντήσεων που έδωσαν μουσικοί
και μη μουσικοί. Υπενθυμίζεται ότι το 1 αντιπροσώπευε το πιο αργό tempo και το 7 το πιο
γρήγορο.
Πίνακας 3
Όπως βλέπουμε στον πίνακα 3, ο Μ.Ο των απαντήσεων όλων των συμμετεχόντων για τις
ερωτήσεις Τ1 ήταν 4,90, ενώ για τις ερωτήσεις Τ2 ήταν 4,58. Φαίνεται λοιπόν ότι μεταξύ των
δύο διαφορετικών οπτικά συνθηκών υπάρχει μία διαφορά στη βαθμολογία του tempo, μεγέθους
0,32 μονάδων (οι συμμετέχοντες αξιολόγησαν ως γρηγορότερο το tempo κατά 0,32 μονάδες στο
βίντεο με την έντονη κίνηση). Προκειμένου να διαπιστωθεί εάν αυτή η διαφορά είναι
στατιστικώς σημαντική και εάν οι μουσικοί επηρεάστηκαν με διαφορετικό τρόπο από την
Χ 2 (έντονη κίνηση, ήπια κίνηση). Ως εντός των ομάδων παράγοντας τέθηκε η «Οπτική
Επίδραση» με δύο επίπεδα. Το πρώτο επίπεδο (1) ήταν ο μέσος όρος των απαντήσεων στις
ερωτήσεις Τ1 και το δεύτερο επίπεδο (2) ο μέσος όρος των απαντήσεων στις Τ2. Ως παράγοντας
μεταξύ των ομάδων τέθηκε η «Μουσική Εκπαίδευση». Στο παρακάτω σχήμα αντιτίθενται οι
Μ.Ο των απαντήσεων αναλόγως της οπτικής συνθήκης (έντονη κίνηση – ήπια κίνηση).
33
Σχήμα 2. Μέσοι όροι των απαντήσεων σχετικά με το tempo ως προς τις οπτικές συνθήκες
Όσον αφορά τη στατιστική σημαντικότητα της οπτικής επίδρασης και τις διομαδικές
Για το σύνολο των συμμετεχόντων, η οπτική συνθήκη διαφοροποίησε την αντίληψη της
διάρκειας του ήχου σε στατιστικώς σημαντικό επίπεδο, [Fοπτική επίδραση (1, 58) = 8,65, p = 0,005,
η2p =0,13]. Συνεπώς, το tempo του ίδιου ηχητικού αποσπάσματος γίνεται αντιληπτό ως
γρηγορότερο, εάν αυτό συνοδεύεται από έντονες κινήσεις και ως πιο αργό, εάν συνοδεύεται από
επίδραση στον τρόπο που απαντούσαν οι συμμετέχοντες, [Fεκπαίδευση (1, 58) = 5,36, p = 0,024, η2p
= 0,08]. Αυτή όμως η επίδραση αφορά στο σύνολο των απαντήσεων που έδωσαν οι δύο ομάδες
34
και δεν μας πληροφορεί για το αν διαφέρουν στην ευαλωτότητα της πλάνης. Για παράδειγμα,
όπως φαίνεται και στο Σχήμα 3, οι μουσικοί βαθμολόγησαν τα βίντεο Τ1 με 4,60 στην κλίμακα
εκπαίδευση», η οποία, όπως φάνηκε από την ανάλυση διακύμανσης, δεν είναι στατιστικώς
σημαντική, [Fαλληλεπίδραση (1, 58) = 1,28, p = 0,263, η2p = 0,02]. Φαίνεται λοιπόν ότι αν και στο
σύνολο τους οι απαντήσεις των δύο ομάδων διέφεραν μεταξύ τους, η επιρροή της οπτικής
πλάνης ήταν ισοδύναμη τόσο στους μουσικούς, όσο και στους συμμετέχοντες δίχως μουσική
εκπαίδευση.
35
Συζήτηση
Όπως φάνηκε από την επεξεργασία των δεδομένων στην προηγούμενη ενότητα, οι τρεις
Οι συμμετέχοντες στο σύνολό τους πράγματι αντελήφθησαν την ένταση του ίδιου
από εντονότερες κινήσεις του εκτελεστή, ενώ οι διαφορές μεταξύ μουσικών και μη ήταν
συγκεκριμένα με την αναγνώριση της έντασης και κατά πόσο θα παρουσιαστεί και σε
που το παρήγαγαν φαινόταν ότι έπαυαν πιο νωρίς/απότομα. Εντούτοις, οι διαφορές μεταξύ
σχέση με τη δοκιμασία της έντασης. Ο λόγος για αυτή την ανομοιομορφία δεν δύναται να
ευρεθεί δίχως περαιτέρω έρευνες, οι οποίες θα εξετάσουν διεξοδικά την αντίληψη της ηχητικής
διάρκειας, βάσει εναλλασσόμενων οπτικών συνθηκών. Οι μουσικοί φαίνεται ότι κατά την
αντίληψη της διάρκειας επηρεάστηκαν πιο έντονα από την οπτική πλάνη, σε σχέση με τους μη
μουσικούς. Η μεγαλύτερη ευαλωτότητα των μουσικών στην οπτική πλάνη της διάρκειας του
ήχου είναι ιδιάζουσα της παρούσας έρευνας ή θα παρατηρηθεί κατ’επανάληψη και σε νέα
δείγματα; Αυτό είναι ένα εύλογο ερευνητικό ερώτημα για μελλοντικές πρωτοβουλίες. Μία
Οι μουσικοί κατά την εκτέλεση βιώνουν τη μουσική, μεταξύ άλλων, και σε κινητικό
επίπεδο, καθώς η ερμηνεία τους σχετίζεται με τις κινήσεις τους. Συνεπώς, είναι πιο
εκτέλεση. Ως εκ τούτου, βλέποντας την απότομη κίνηση που κατά κανόνα σχετίζεται με την
απότομη διακοπή της νότας, αντιδρούν πιο έντονα και επηρεάζονται περισσότερο, καθώς
πρόκειται για το είδος της κίνησης που θα χρησιμοποιούσαν οι ίδιοι για να παραγάγουν το
αντίστοιχο αποτέλεσμα. Στον εγκέφαλο των μουσικών, η εν λόγω κίνηση είναι (πιο) στενά
αυτό παραγόταν από εντονότερες κινήσεις του εκτελεστή και με μεγαλύτερη ένταση, ενώ οι
αντιληπτικές διαφορές μεταξύ μουσικών και μη ήταν στατιστικά ασήμαντες. Αν και ελήφθησαν
ανιχνεύσιμη, (βλ. σελ. 24), ενδέχεται να μην επετεύχθει πλήρως αυτός ο στόχος, καθώς δεν
διενεργήθη ειδικός έλεγχος. Όσον αφορά τις διομαδικές διαφορές, αυτές ήταν αρκετά πιο
μεγαλύτερο βαθμό από τους μουσικούς, το tempo του κομματιού ως γρηγορότερο, όταν αυτό
παραγόταν μέσω καταβολής εντονότερης προσπάθειας από τον εκτελεστή. Κατά πόσο η εν λόγω
διομαδική διαφορά είναι ιδιάζουσα της παρούσας εργασίας ή όχι μπορεί να απαντηθεί μόνο
μέσω περαιτέρω ερευνών, οι οποίες θα εξετάσουν την αντίληψη του tempo βάσει μουσικής
εκπαίδευσης και οπτικών ερεθισμάτων. Δύο υποθέσεις που μπορούν να διατυπωθούν εδώ είναι
οι εξής:
37
ενός εκτελεστή που φαίνεται ότι καταβάλλει έντονη προσπάθεια και ως εκ τούτου αξιολογούν το
ακουστικά μέτρα σύγκρισης και αξιολόγησης της ταχύτητας ενός κομματιού και ως εκ τούτου
στηρίζονται περισσότερο στις οπτικές πληροφορίες για την κρίση τους. Κλείνοντας, επιβάλλεται
να υπομνησθεί ότι τα βίντεο Τ1 και Τ2 διέφεραν όχι μόνο οπτικά, αλλά και ηχητικά (βλ.
Όσον αφορά τους μηχανισμούς πίσω από την επίδραση της οπτικής πλάνης στο σύνολο
επίδραση που είχαν οι κινήσεις του εκτελεστή στην αντίληψη της έντασης, θα συμφωνήσουμε
εμφαντικώς με τη θέση των Schutz & Kubovy (2009), σύμφωνα με την οποία κύριο ρόλο
μεγαλύτερη κίνηση του χεριού πριν χτυπήσει ένα πλήκτρο στο πιάνο σχετίζεται τυπικά, λογικά
και αιτιωδώς με την παραγωγή αυξημένης έντασης, ήταν μάλλον εύλογο ότι θα επηρεάσει την
κρίση των συμμετεχόντων. Παρομοίως, ισχυρή σχέση αιτιότητας διέπει τα οπτικά και ακουστικά
ερεθίσματα στη δοκιμασία της διάρκειας, καθώς η βραχύτερη επαφή του χεριού με τα πλήκτρα
αυτή είναι σαφώς μη ανιχνεύσιμη), τότε και πάλι θα είναι μάλλον εύλογη κάποια επίδραση.
περίπτωση η σχέση αιτιότητας μεταξύ κίνησης και παραγόμενου ήχου ήταν σίγουρα
ασθενέστερη σε σχέση με τις προηγούμενες δύο συνθήκες. Μία υπόθεση που μπορεί να γίνει
αφορά τον συνειρμό που πιθανώς έκαναν οι συμμετέχοντες, συνδέοντας την αυξημένη
προσπάθεια που είδαν τον εκτελεστή να καταβάλει με την παραγωγή ταχύτερης μουσικής.
Καθρεπτικοί νευρώνες. Οι Behne & Wollner (2011) κάνουν λόγο για πιθανή
τα βίντεο με τις μουσικές εκτελέσεις. Κατ’ επέκταση, διαφέρει η νευρωνική δραστηριότητα των
συμμετεχόντων, όταν παρακολουθούν μία εκτέλεση με ήπια κίνηση και όταν παρακολουθούν
την (ηχητικώς) ίδια εκτέλεση , αλλά με έντονη κίνηση. Καθώς οι καθρεπτικοί νευρώνες
(εικάζεται ότι) ενεργοποιούνται τόσο κατά την τέλεση μίας δραστηριότητας, όσο και κατά την
παρακολούθηση της ίδιας δραστηριότητας από άλλους (π.χ. Christian, 2009) , ενδέχεται να
Αντιληπτικές ευρετικές. Η εργασία των Marlow, Kim & Anderson (2012), η οποία
αναφέρεται στις αντιληπτικές ευρετικές, είναι ιδιαίτερα χρήσιμη. Εάν η υπόθεση των ερευνητών
ισχύει, έστω και μερικώς, θα εξηγούσε σε μεγάλο βαθμό τα ευρήματα της παρούσας έρευνας.
Εάν ο εγκέφαλος δεν αξιολογεί κάθε ερέθισμα μεμονωμένα και καθ’εαυτό, αλλά συνάγει
ηχητικής έντασης σε ένα βίντεο δεν θα εξαρτάται μόνο από τον απόλυτο βαθμό της ίδιας της
έντασης (π.χ. 65 db) , αλλά και από άλλα συνοδά ερεθίσματα(τα οποία συνιστούν τις ευρετικές),
όπως οι κινήσεις του ερμηνευτή. Μεγάλο ερευνητικό ενδιαφέρον ενέχει το ποια είναι τα
ερεθίσματα που οδηγούν στο σχηματισμό των ευρετικών και ποια η ισχύς του καθενός,
Δυσκολία του αντιληπτικού έργου και ερμηνευτική αξία της κίνησης. Μία
παράμετρος που ενδεχομένως να φωτίσει τη συζήτηση είναι η δυσκολία του αντιληπτικού έργου
που ανατίθεται στους συμμετέχοντες. Η εν λόγω δυσκολία αφορά τόσο τους αισθητηριακούς
μηχανισμούς, όσο και τη λειτουργία της μνήμης. Παρατίθεται το εξής παράδειγμα για
συμμετέχοντες να μην παραπλανηθούν από τα οπτικά ερεθίσματα και να δώσουν στα ηχητικά
αποσπάσματα την ίδια βαθμολογία, θα έπρεπε να δουν και ακούσουν τα βίντεο Ε1, να
διατηρήσουν στη μνήμη τους τον ακριβή βαθμό της έντασής τους και στη συνέχεια, ακούγοντας
τα βίντεο Ε2 να συγκρίνουν την ένταση τους με αυτή των Ε1 και να αναγνωρίσουν ότι δεν
υπάρχει καμία διαφορά. Υπενθυμίζεται ότι ο πειραματικός σχεδιασμός της παρούσας έρευνας
δυσχέραινε σημαντικά την παραπάνω πορεία. Ακόμα και χωρίς τις πειραματικές δυσχέρειες
ακρίβεια. Εντούτοις, μία αντίθετη οπτική είναι η εξής: οι συμμετέχοντες δεν χρειαζόταν να
κάθε βίντεο. Εφόσον ο ήχος τους παρέμενε ίδιος, θα αναμενόταν ότι ασχέτως των οπτικών
Σε κάθε περίπτωση, παραμένει το ερώτημα του κατά πόσο τα οπτικά ερεθίσματα είναι
αναγκαία για την κατανόηση και νοηματοδότηση των μουσικών ηχητικών ερεθισμάτων, ιδίως
όταν η φύση αυτών είναι λεπτεπίλεπτη και δύσκολο να αξιολογηθεί πλήρως. Πόσο σημαντικό
είναι να ηχήσει ένα crescendo και πόσο το να φανεί πως ηχεί; Εάν η κίνηση του ερμηνευτή, ανά
τους αιώνες μουσικής παράδοσης, έχει αποκτήσει ερμηνευτική αξία, είναι πλέον απαραίτητο
κριτήριο για τη βέλτιστη αξιολόγηση των ηχητικών διαστάσεων; Όταν ένας μουσικός πρέπει να
εκτελέσει μία μετάβαση από mezzo piano σε mezzo forte μέσα στην έκταση 4-5 μέτρων, πόσο
40
κατανοητή και αντιληπτή θα γίνει αυτή η μετάβαση με και πόσο χωρίς τα οπτικά ερεθίσματα
(δηλαδή τις διάφορες κινήσεις και εκφράσεις του); Κατ’ επέκταση, σε ποιο βαθμό αυτή η
ποια θα είναι η επιρροή τους κατά την εκτέλεση ευκολότερων ακουστικών αντιληπτικών
δοκιμασιών;
Μελλοντική Έρευνα
Οι Schutz & Lipscomb (2007) αναφέρουν για τα ευρήματά τους (= επιρροή της κίνησης
του εκτελεστή στη διάρκεια του ήχου) ότι δεν μπορούν να εξηγηθούν επαρκώς από κάποιο
υπάρχον γνωστικό μοντέλο. Η διαπίστωση αυτή φαίνεται να ισχύει ως κάποιο βαθμό και για τα
ευρήματα της παρούσας εργασίας, καθώς από όσες υποθέσεις αναφέρθηκαν στην Εισαγωγή,
καμία δεν επαρκεί για να τα δικαιολογήσει πλήρως. Για παράδειγμα, το FLMP του Massaro
(σελ.12) θα ερμήνευε τα αποτελέσματα στη δοκιμασία της έντασης ως εξής: το βίντεο που
προβάλλει έντονη κίνηση έχει διαφορετικά (οπτικά) χαρακτηριστικά από εκείνο που προβάλλει
με πρότυπα αποθηκευμένα στη μνήμη. Εν προκειμένω, ένα πρότυπο δυνατής έντασης μπορεί να
είναι ένας πιανίστας που παίζει forte οκτάβες με έντονες και εντυπωσιακές κινήσεις. Εφόσον η
αναπαράσταση των Ε1 ταιριάζει περισσότερο με το πρότυπο από την Ε2, η έντασής της κρίνεται
ως μεγαλύτερη. Το μοντέλο όμως δεν εξηγεί γιατί οι ίδιες ακουστικές πληροφορίες δεν
αναφέρεται στο γεγονός ότι οι διάφοροι συμμετέχοντες έχουν διαφορετικά πρότυπα στη μνήμη
πληροφορίες στα βίντεο ήταν υψηλής ποιότητας και ευκρίνειας) και το Μοντέλο της Τροπικής
Καταλληλόλητας (η αξιολόγηση της διάρκειας και της ταχύτητας είναι χρονικής φύσης έργο,
Παρόλα αυτά, η υπόθεση των Marlow, Kim & Anderson (2012), καθώς και το Μοντέλο
βάση αυτές τις υποθέσεις, προτείνεται περαιτέρω έρευνα πάνω στις τρεις ηχητικές διαστάσεις
που μελετήθηκαν (ένταση, διάρκεια, tempo), ώστε να εντοπιστούν τα συστατικά ερεθίσματα των
επιρροής τους (π.χ. πόσο μεγάλο πρέπει να είναι το εύρος μιας κίνησης για να επηρεάσει την
αντίληψη της έντασης;), το μέγεθος της επίδρασής τους (π.χ. μέχρι ποιο σημείο αυξάνοντας το
εύρος κίνησης θα αυξάνεται και η αντιληφθείσα ένταση;) και τα ανεκτά όρια οπτικοακουστικής
ασυνέπειας (πόσο μπορεί να διαφέρει, ποιοτικά και χρονικά, το οπτικό και το ακουστικό
Ο πρώτος περιορισμός αφορά στο δείγμα, το οποίο δεν λήφθηκε με τυχαίο τρόπο, αλλά
με τη μέθοδο της χιονοστιβάδας. Επίσης, θα ήταν χρήσιμο εάν το πλήθος του ήταν μεγαλύτερο
από το υπάρχον (Ν = 30 + 30). Ένας δεύτερος περιορισμός αφορά την επεξεργασία του
ήχου – εικόνας. Ο τρίτος περιορισμός αφορά μία αβλεψία κατά την ηχογράφηση, η οποία είχε
ως αποτέλεσμα την σχετικά εν γένει μειωμένη ένταση του ήχου, κάτι που πολύ πιθανώς
παρεβλήθη στη δοκιμασία της έντασης. Ο τέταρτος περιορισμός αφορά στον τρόπο χορήγησης
42
εγκυρότητα των ερωτήσεων Τ1 και Τ2, καθώς διέφεραν όχι μόνο οπτικά, αλλά και ακουστικά.
43
Βιβλιογραφία
Alais, D & Burr, D. (2004). The Ventriloquist Effect Results from Near-Optimal Bimodal
https://doi.org/10.1016/j.cub.2004.01.029
Behne, K. & Wollner, C. (2011). Seeing or hearing the pianists? A synopsis of an early
DOI: https://doi.org/10.1177/1029864911410955
10.1525/mp.2001.18.4.427
https://doi.org/10.1016/j.cub.2009.08.026
Ebendorf, B. (2007). The Impact of Visual Stimuli on Music Perception. Ανακτήθηκε από
https://pdfs.semanticscholar.org/c52a/b0534e96a77a8b765c37227fbc1ea6d0816c.pdf
Ernst, B. & Banks, M. (2002). Humans integrate visual and haptic information in a statistically
Field, B. (2007). The Impact of Visual Stimuli on Music Perception. Ανακτήθηκε από
https://pdfs.semanticscholar.org/a462/1d26b8285f1460158f11a2b74feaeb3f9e9d.pdf
44
Gillman, D., Cohen, Y. & Groh, J. (2005). Eye-Centered, Head-Centered, and Complex Coding
94, 2331-2352.
Jolij, J., Meurs, M. (2011). Music Alters Visual Perception. Ανακτήθηκε από
https://doi.org/10.1371/journal.pone.0018861
Marlow, P. Kim, J. & Anderson, B. (2012). The Perception and Misperception of Specular
Marshall, S. & Cohen, A. (1988). Effects of Musical Soundtracks on Attitudes toward Animated
Geometric Figures.
Marshall, S., & Cohen, A. (1988). Effects of Musical Soundtracks on Attitudes toward Animated
doi:10.2307/40285417
Proverbio, A., Massetti, G., Rizzi, Ezia. & Zani. A. (2016). Skilled musicians are not subject to
Purves D., Augustine, G., Fitzpatrick, D., Katz, L., LaMantia, A., McNamara, L., & Williams,
Rosenzweig, M., Breedlove, M. & Watson, N. (2005). Biological Psychology (4η εκδ.).
Saldana, H. & Rosenblum, L. (1993). Visual Influences on Auditory Pluck and Bow Judgments.
Schutz, M. (2008). Seeing Music? What musicians need to know about vision. Empirical
Musicology Review, 3.
Schutz, M. & Lipscomb, S. (2007). Hearing gestures, seeing music: vision influences perceived
Tan, S., Cohen, A., Lipscomb, S. & Kendall, R. (2013). The Psychology of Music in Multimedia.
Stein, B., Stanford, T., & Rowland, B. (2009). The Neural Basis of Multisensory Integration in
the Midbrain: Its Organization and Maturation. Hearing Research, 258(1-2), 4–15.
http://doi.org/10.1016/j.heares.2009.03.012
Thompson, W., Graham, P. & Russo, A. (2005). Seeing music performance: Visual influences
Vilares, I. & Kording, K. (2011). Bayesian models: the structure of the world, uncertainty,
behavior, and the brain. Annals of the New York Academy of Sciences, 1224, 22-39.
doi:10.1111/j.1749-6632.2011.05965.x
Walker, J. T., & Scott, K. J. (1981). Auditory–visual conflicts in the perceived duration of lights,
Παράρτημα
Χορηγηθέν Ερωτηματολόγιο
΄΄Η συμπλήρωση των ερωτήσεων θα σας πάρει περίπου 13 λεπτά.
Η παρούσα εργασία αφορά στον τρόπο που εκλαμβάνουμε μια μουσική εκτέλεση βλέποντας και
ακούγοντας έναν μουσικό.
Καθίστε σε ένα μέρος χωρίς φασαρία και αποσπάσεις.
Χρησιμοποιήστε υπολογιστή ή tablet κατά προτίμηση και όχι κινητό.
Χρησιμοποιήστε είτε ακουστικά είτε κάποιο ηχοσύστημα (όχι τα ηχεία του τάμπλετ ή της
οθόνης του υπολογιστή, καθώς δεν θα ακούτε τόσο καλά όσο χρειάζεται). Ρυθμίστε την ένταση
της συσκευής σας ΚΑΙ του YouTube περίπου στο 90% και μην την πειράξετε κατά τη διάρκεια
του πειράματος.
Σχετικά με τις ερωτήσεις που θα ακολουθήσουν, παρακαλώ να απαντάτε χωρίς πολλή σκέψη,
βασιζόμενοι στην ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΑΙΣΘΗΣΗ του ήχου, η οποία θα σας δημιουργείται από
τα αποσπάσματα.
Τα αποτελέσματα είναι ανώνυμα και θα χρησιμοποιηθούν στο πλαίσιο εκπόνησης πτυχιακής
εργασίας.
Συνιστάται ιδιαίτερα η χρήση WiFi ώστε να συμμετάσχετε στο πείραμα, καθώς θα χρειαστεί να
παρακολουθήσετε αρκετά σύντομα βίντεο μέσω ίντερνετ.
Παρακαλώ πολύ να διαβάζετε καλά την κάθε ερώτηση, να βλέπετε το κάθε βίντεο ΜΟΝΟ ΜΙΑ
φορά και ΧΩΡΙΣ διακοπές, παύσεις ή γυρίσματα (rewinds).΄΄
΄΄Θα παρακολουθήσετε μία γρήγορη κλιμάκωση και αμέσως μετά κάποιες συγχορδίες,
παιγμένες και από τα δύο χέρια. Καλείστε να βαθμολογήσετε τη χρονική διάρκεια για
47
την οποία ήχησαν αυτές οι συγχορδίες, από το 1 (πάρα πολύ σύντομες, περισσότερο
‘’κοφτές’’) έως το 7 (μακράς διαρκείας, πιο ‘’δεμένες’’ μεταξύ τους).΄΄
σύντομες, κοφτές 1 2 3 4 5 6 7 μεγάλης διαρκείας, ενωμένες μεταξύ τους
ΒΙΝΤΕΟ Δ1
Προσπαθήστε να μετρήσετε πόσες φορές θα ακουστεί η εξής νότα στο παρακάτω
ηχητικό απόσπασμα.
5 φορές 8 φορές 10 φορές
ΒΙΝΤΕΟ ΑΠΟΣΠΑΣΗΣ
΄΄Θα παρακολουθήσετε ένα απόσπασμα ενός κομματιού και καλείστε να βαθμολογήσετε
την ένταση του ήχου σε αυτό το απόσπασμα, από το 1 (πάρα πολύ απαλό) έως το 7
(πάρα πολύ δυνατό).΄΄
πάρα πολύ απαλό 1 2 3 4 5 6 7 πάρα πολύ δυνατό
ΒΙΝΤΕΟ Ε2
΄΄Θα παρακολουθήσετε ένα απόσπασμα και καλείστε να βαθμολογήσετε την ταχύτητα
του κομματιού, από το 1 (πάρα πολύ αργό) έως το 7 (πάρα πολύ γρήγορο) .΄΄
πάρα πολύ αργό 1 2 3 4 5 6 7 πάρα πολύ γρήγορο
ΒΙΝΤΕΟ Τ2
΄΄Θα παρακολουθήσετε μία γρήγορη κλιμάκωση και αμέσως μετά κάποιες συγχορδίες,
παιγμένες και από τα δύο χέρια. Καλείστε να βαθμολογήσετε τη χρονική διάρκεια για
την οποία ήχησαν αυτές οι συγχορδίες, από το 1 (πάρα πολύ σύντομες, περισσότερο
‘’κοφτές’’) έως το 7 (μακράς διαρκείας, πιο ‘’δεμένες’’ μεταξύ τους).΄΄
σύντομες, κοφτές 1 2 3 4 5 6 7 μεγάλης διαρκείας, ενωμένες μεταξύ τους
ΒΙΝΤΕΟ Δ2
Προσπαθήστε να μετρήσετε πόσες φορές θα ακουστεί η εξής συγχορδία στο παρακάτω
ηχητικό απόσπασμα.
5 φορές 7 φορές 9 φορές
ΒΙΝΤΕΟ ΑΠΟΣΠΑΣΗΣ
΄΄Θα παρακολουθήσετε ένα απόσπασμα και καλείστε να βαθμολογήσετε την ταχύτητα
του κομματιού, από το 1 (πάρα πολύ αργό) έως το 7 (πάρα πολύ γρήγορο) .΄΄
πάρα πολύ αργό 1 2 3 4 5 6 7 πάρα πολύ γρήγορο
ΒΙΝΤΕΟ Τ2
48
΄΄Θα παρακολουθήσετε μία γρήγορη κλιμάκωση και αμέσως μετά κάποιες συγχορδίες,
παιγμένες και από τα δύο χέρια. Καλείστε να βαθμολογήσετε τη χρονική διάρκεια για
την οποία ήχησαν αυτές οι συγχορδίες, από το 1 (πάρα πολύ σύντομες, περισσότερο
‘’κοφτές’’) έως το 7 (μακράς διαρκείας, πιο ‘’δεμένες’’ μεταξύ τους).΄΄
σύντομες, κοφτές 1 2 3 4 5 6 7 μεγάλης διαρκείας, ενωμένες μεταξύ τους
ΒΙΝΤΕΟ Δ2
΄΄Θα παρακολουθήσετε ένα απόσπασμα ενός κομματιού και καλείστε να βαθμολογήσετε
την ένταση του ήχου σε αυτό το απόσπασμα, από το 1 (πάρα πολύ απαλό) έως το 7
(πάρα πολύ δυνατό).΄΄
πάρα πολύ απαλό 1 2 3 4 5 6 7 πάρα πολύ δυνατό
ΒΙΝΤΕΟ Ε2
Προσπαθήστε να μετρήσετε πόσες φορές θα ακουστεί η εξής νότα στο παρακάτω
ηχητικό απόσπασμα.
3 φορές 5 φορές 6 φορές
΄΄Θα παρακολουθήσετε μία γρήγορη κλιμάκωση και αμέσως μετά κάποιες συγχορδίες,
παιγμένες και από τα δύο χέρια. Καλείστε να βαθμολογήσετε τη χρονική διάρκεια για
την οποία ήχησαν αυτές οι συγχορδίες, από το 1 (πάρα πολύ σύντομες, περισσότερο
‘’κοφτές’’) έως το 7 (μακράς διαρκείας, πιο ‘’δεμένες’’ μεταξύ τους).΄΄
σύντομες, κοφτές 1 2 3 4 5 6 7 μεγάλης διαρκείας, ενωμένες μεταξύ τους
ΒΙΝΤΕΟ Δ1
΄΄Θα παρακολουθήσετε ένα απόσπασμα ενός κομματιού και καλείστε να βαθμολογήσετε
την ένταση του ήχου σε αυτό το απόσπασμα, από το 1 (πάρα πολύ απαλό) έως το 7
(πάρα πολύ δυνατό).΄΄
πάρα πολύ απαλό 1 2 3 4 5 6 7 πάρα πολύ δυνατό
ΒΙΝΤΕΟ Ε1
΄΄Θα παρακολουθήσετε ένα απόσπασμα και καλείστε να βαθμολογήσετε την ταχύτητα
του κομματιού, από το 1 (πάρα πολύ αργό) έως το 7 (πάρα πολύ γρήγορο) .΄΄
πάρα πολύ αργό 1 2 3 4 5 6 7 πάρα πολύ γρήγορο
ΒΙΝΤΕΟ Τ1
Αυτό που πραγματικά επιχειρούσε να διαλευκάνει η εν λόγω εργασία είναι το κατά πόσο τα
οπτικά ερεθίσματα (δηλαδή οι εκφράσεις, οι κινήσεις και οι χειρονομίες του εκτελεστή)
επηρεάζουν την αντίληψη και τη νοηματοδότηση των ήχων που ακούμε.
Πιο συγκεκριμένα, ερευνήθηκε η επιρροή των οπτικών ερεθισμάτων στην ένταση του ήχου, στη
διάρκειά του και στην ταχύτητα (tempo).
Για παράδειγμα, σχετικά με την ένταση, βιντεοσκοπήθηκε μία εκτέλεση η οποία περιελάμβανε
μεγάλες και έντονες κινήσεις, μία εκτέλεση που περιελάμβανε όσο το δυνατόν λιγότερη και
ηπιότερη κίνηση και μετά αυτά τα δύο βίντεο επενδύθηκαν με τον ήχο μίας άλλης, τρίτης
εκτέλεσης.
Έτσι, προέκυψαν δύο βίντεο με διαφορετική εικόνα, αλλά πανομοιότυπο ήχο, με σκοπό να
διαπιστωθεί εάν τα διαφορετικά οπτικά ερεθίσματα θα επηρεάσουν τον τρόπο που
εκλαμβάνουμε τον ίδιο ακριβώς ήχο.
Παρόμοια μεθοδολογία ακολουθήθηκε και για την εξέταση των άλλων δύο παραμέτρων.΄΄