You are on page 1of 17

1

«Η γελοιογραφία στην εποχή του


Όθωνα»

ΑΘΗΝΑ

2014-10-03
2

Περιεχόμενα.........................................................................................σελ. 2

Εισαγωγή.............................................................................................σελ. 3-4

1ο Κεφάλαιο: Το ιστορικό, πολιτικό, κοινωνικό πλαίσιο στην Ελλάδα της εποχής


του Όθωνα............................................................................................σελ. 4-7

2ο Κεφάλαιο: Γελοιογράφοι και σατυρικά περιοδικά στην εποχή του


Όθωνα....................................................................................................σελ. 7-13

Συμπεράσματα......................................................................................σελ. 13-14

Βιβλιογραφία.........................................................................................σελ. 15

Παράρτημα Εικόνων.............................................................................σελ. 16-17


3

Εισαγωγή

Η πολιτική γελοιογραφία που αποτελεί σημαντικό κομμάτι των όσων


επισημαίνουμε και αναλύουμε στην παρούσα εργασία, είχε κάνει την εμφάνισή της
στον ευρωπαϊκό χώρο το 1830. Μάλιστα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, είχε
καταφέρει να διαμορφώσει τη θέση και το χαρακτήρα της στο καλλιτεχνικό
στερέωμα. Εν τω μεταξύ, όπως παρατηρεί ο Αρίσταρχος Παπαδανιήλ «η
γελοιογραφία πραγματοποιούσε την πολιτικο-κοινωνική επανάστασή της με άξιους
εκφραστές, όπως τον Daumier, στη συνέχεια τον Philipon, και ακολούθως τους
Forain, Willete και Caran d’ Ache με αποτέλεσμα το Παρίσι να χαρακτηριστεί
«ομφαλός της παγκόσμιας γελοιογραφίας» ανδρώνοντας γενιές γελοιογράφων και
δημιουργώντας Σχολή στο είδος».1

Πολύ σύντομα, η γελοιογραφία ως είδος γενικότερα έκφρασης, επρόκειτο να


μεταλαμπαδευθεί και στην πρόσφατα απελευθερωμένη Ελλάδα. Επρόκειτο άλλωστε
για μια μορφή έκφρασης και κριτικής έναντι των πολιτικών, οικονομικών,
κοινωνικών, πολιτισμικών πραγματικοτήτων της εποχής που θα λέγαμε ότι ταίριαζε
με το στυλ και την ψυχοσύνθεση των Ελλήνων, οι οποίοι ανέκαθεν αρέσκονταν στη
σάτιρα και το σκώμμα. Ταυτόχρονα είχε καταστεί από νωρίς κατανοητό πως η
γελοιογραφία δεν έπαυε να συνιστά και ένα είδος ελέγχου των κακώς κειμένων. Εδώ
άλλωστε δεν μπορεί κάποιος να αγνοήσει πως το «γέλιο είναι μια λειτουργία
άσκησης κοινωνικής κριτικής που σκοπεύει να εκφοβίσει ταπεινώνοντας. Στην
«προκλητικότητα» του ατόμου ή κάποιου επιμέρους συνόλου, που δεν
«συμμορφώνεται προς τας υποδείξεις» και παρουσιάζει ελαττώματα, απαντά με
προκλητικότητα».2 Όπως πολύ εύστοχα σημειώνει ο Henri Bergson, «Το γέλιο
τιμωρεί ορισμένα ελαττώματα, όπως περίπου η αρρώστια τιμωρεί ορισμένες
υπερβολές».3

Στην παρούσα εργασία, ασχολούμαστε με το θέμα της γελοιογραφίας στην


Ελλάδα, κατά την εποχή του Όθωνα. Όπως καθίσταται φανερό εκ των παραπάνω, η
εργασία δίνει μια κάπως μεγαλύτερη βαρύτητα στη συνιστώσα «πολιτική
γελοιογραφία». Στο εν λόγω δοκίμιο, έχουμε ένα πρώτο κεφάλαιο, όπου

1
Παπαδανιήλ, Α., Ελληνική Πολιτική Γελοιογραφία – Η σοβαρή πλευρά μιας «αστείας» τέχνης,
πρόλογος Δημήτρης Ζαννίδης, [χ.ο.], Αθήνα, 2003, σελ. 33
2
Ο.π.σ. 43
3
Bergson, H., Το Γέλιο, μτφ. Τομανάς Β., εκδόσεις Εξάντας, Αθήνα, 1998, σελ. 55
4

παρουσιάζεται το πολιτικό, κοινωνικό, πολιτισμικό σκηνικό της εποχής εκείνης και


ακολουθεί ένα δεύτερο κεφάλαιο, όπου επιχειρούμε την «ανίχνευση», όλων εκείνων
των στοιχείων που σχετίζονται με την έκφραση, το είδος και το όλο στυλ της
γελοιογραφίας στην εποχή του Όθωνα. Εδώ επί παραδείγματι γίνεται λόγος σε
περιπτώσεις ποικίλων πολιτικών γεγονότων, τα οποία είχαν αποτελέσει εκείνη την
ιστορική περίοδο αντικείμενο της πένας των γελοιογράφων. Ας σημειωθεί
επιπρόσθετα πως εδώ γίνονται αναφορές σε συγκεκριμένους γελοιογράφους, σε
συγκεκριμένα σατυρικά περιοδικά που κυκλοφορούσαν τότε. Παράλληλα, κατέστη
προσπάθεια να αντλήσουμε (όσο αυτό ήταν εφικτό) και σχετικό εικονογραφικό
υλικό, το οποίο παρατίθεται σε Παράστημα, στο τέλος του κειμένου μας.

1ο Κεφάλαιο: Το ιστορικό, πολιτικό, κοινωνικό πλαίσιο στην Ελλάδα της εποχής


του Όθωνα

Η Βαυαροκρατία, η οποία ιστορικά συνδέεται άμεσα με την περίοδο


διακυβέρνησης από το βασιλιά Όθωνα, στον ελληνικό χώρο ξεκίνησε το 1832, όταν
καταρχήν στην Ελλάδα βρέθηκαν οι εκπρόσωποι της Αντιβασιλείας, η οποία θα
ασκούσε την εξουσία έως την χρονιά ενηλικίωσης του Όθωνα. Η ιστορία της
Αντιβασιλείας μεταξύ άλλων, σημαδεύτηκε και από την μεταφορά της πρωτεύουσας
του νέου ελληνικού βασιλείου από το Ναύπλιο στην Αθήνα, το 1834. Πρόκειται δε για
μια περίοδο, όπου από νωρίς μια σημαντική μερίδα του πληθυσμού είχε αναπτύξει
έντονη εχθρότητα έναντι της εξουσίας. Αυτό είχε προκύψει μέσα από εξελίξεις, όπως
ο παραγκωνισμός στην πορεία χιλιάδων αγωνιστών της Επανάστασης στους οποίους
δεν είχαν παραχωρηθεί εκτάσεις γης, όπως οι ίδιοι είχαν ελπίσει από παλιά, με
αποτέλεσμα να καταλήξουν άποροι. Αυτή η εχθρότητα ήταν συνδεδεμένη και με
γεγονότα, όπως η έντονη αυταρχικότητα που είχε επιδείξει στην πορεία ο ουσιαστικός
κυβερνήτης του μικρού κράτους, κατά την σύντομη περίοδο της Αντιβασιλείας,
Άρμανσμπεργκ. Το στοιχείο της αυταρχικότητα εν γένει πάντως στην πορεία είχε
προωθήσει αιτήματα περί δημιουργίας ενός πλαισίου φιλελεύθερης
συνταγματικότητας, αιτήματα που είχαν αποκρυσταλλωθεί κατά την περίοδο της
οθωνικής μοναρχίας.
Κάτι τέτοιο γίνεται σαφές μέσα από την περίπτωση γεγονότων σαν την
επανάσταση του 1843 με την οποία παραδόθηκε από τον Όθωνα το πρώτο Σύνταγμα
στη νεώτερη ιστορία του τόπου και την έξωση του βασιλιά το 1862. Κατά την
Επανάσταση του 1843, με την οποία προέκυψε η εγκαθίδρυση στον τόπο του πρώτου
5

Συντάγματος στην πολιτειακή ιστορία της νεώτερης και σύγχρονης Ελλάδος, η Αθήνα
και ιδιαίτερα η περιοχή γύρω από τα Ανάκτορα (σημερινή Βουλή των Ελλήνων)
αποτέλεσε το επίκεντρο μεγάλων λαϊκών συναθροίσεων και διαδηλώσεων, στις οποίες
είχαν πρωταγωνιστήσει τότε και μορφές της εποχής του Αγώνα για την Ανεξαρτησία,
όπως ο Μακρυγιάννης.
Είναι ενδεικτικό πως "Οι αντιδράσεις στο εξωτερικό από την επιτυχία της
Επανάστασης του 1843 υπήρξαν θετικές, σχεδόν στο σύνολό τους. Μόνη από τις
μεγάλες δυνάμεις, η Αυστρία αποδοκίμασε στην αρχή τα γεγονότα, αναγνώρισε όμως
τελικά τη νέα κατάσταση".4 Το Σύνταγμα, που προήλθε από τις διεργασίες, που
προέκυψαν μετά την Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου του 1843, τέθηκε σε ισχύ
βασικά τον επόμενο χρόνο, δηλαδή το 1844 και ήταν κατά βάση συντηρητικό. Με
βάση το Σύνταγμα αυτό, τη νομοθετική εξουσία ασκούσε ο βασιλιάς, η Βουλή και η
Γερουσία, που τα μέλη της ήταν ισόβια, ενώ την εκτελεστική, που ανήκε στο βασιλιά,
ασκούσαν οι διορισμένοι από τον ίδιο υπουργοί.
Την ίδια περίοδο υπήρξαν ανωμαλίες στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό του
μικρού βασιλείου, με τη συχνή εναλλαγή κυβερνήσεων, που βασίζονταν μάλιστα σε
κομματικούς μηχανισμούς, οι οποίοι ήταν εξαρτημένοι από τις ξένες δυνάμεις,
δηλαδή τους Άγγλους, τους Γάλλους και τους Ρώσους (εξ' ου και η ονομασία του
αγγλικού, γαλλικού και ρωσικού κόμματος αντίστοιχα). Ένα σημαντικό ιστορικό
γεγονός πως είχε επηρεάσει και το εσωτερικό πολιτικό σκηνικό στην Ελλάδα της
εποχής εκείνης εν τω μεταξύ, ήταν ο Κριμαϊκός Πόλεμος (1853-1856). Στο πλαίσιο
της σύγκρουσης μεταξύ Δύσης (Αγγλογάλλων) και Ρωσίας, με γνώμονα την
διατήρηση μιας ετοιμόρροπης πλέον Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ή το μελλοντικό
μοίρασμά της (σε οικονομικό επίπεδο και ως προς τους πόρους της κατά κύριο λόγο),
η ελληνική κοινή γνώμη της εποχής συντάχθηκε με την ρωσική πλευρά, στοιχείο
άλλωστε που εκφράστηκε και με την αποστολή ελληνικού, εκστρατευτικού σώματος
στη Σεβαστούπολη. Αυτό το κλίμα στην Ελλάδα, συνδεόταν με το ότι από νωρίς είχε
διαμορφωθεί, ιδιαίτερα στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα του τόπου, μια έντονη
τάση φιλορωσισμού που άλλωστε συνδυαζόταν και με τις κοινές θρησκευτικές
παραδόσεις της Ορθοδοξίας.
Εν τω μεταξύ μια πολύ σημαντική εξέλιξη που συνδέθηκε με τα γεγονότα του
Κριμαϊκού πολέμου, ήταν και το ότι ο ίδιος ο Όθων με τη βοήθεια ομογενών του

4
Σφυρόερας, Β., "Η βασιλεία του Όθωνα (1833-1862)", στο Ελληνική Ιστορία, εκδόσεις Εκδοτική
Αθηνών, Αθήνα, 1992, σελ. 314
6

εξωτερικού, υπέθαλψε και στήριξε επαναστατικά κινήματα στη Μακεδονία και τη


Θεσσαλία, εναντίον των Οθωμανών, παρά τις προειδοποιήσεις των Άγγλων και των
Γάλλων, να μην προβεί σε μια τέτοια ενέργεια. Οι πρέσβεις των τεσσάρων μεγάλων
δυνάμεων επέδωσαν τελεσίγραφο με τις αξιώσεις τους στον Όθωνα, επιβάλλοντας του
να κηρύξει ουδετερότητα έναντι των εμπολέμων και να δώσει εντολή σχηματισμού
κυβέρνησης στον Μαυροκορδάτο (το περίφημο "υπουργείο κατοχής"), πρόσωπο που
εμπιστεύονταν και ο οποίος θα αναλάμβανε να εκπληρώσει όλες τις Ελληνικές
υποσχέσεις.
Σε αυτό το πλαίσιο άλλωστε μπορούν να ενταχθούν και ενέργειες των
δυτικών, όπως η στρατιωτική κατοχή της Αθήνας από γαλλικά στρατεύματα εκείνη
την εποχή. Τα τελευταία μάλιστα, είχαν μεταδώσει και μια επιδημία χολέρας στην
πόλη, στοιχείο που είχε συμβάλει ακόμα περισσότερο στο έκρυθμο κλίμα εναντίον
των δυτικών.
Πάντως, είναι χαρακτηριστικό, ότι επί Όθωνος, υπήρξαν ισχυρές
προσωπικότητες που είχαν συνταχθεί κατά των Ρώσων και μάλιστα με ιδιαίτερο
φανατισμό. Τέτοια είναι η περίπτωση του Θεόκλητου Φαρμακίδη, ανθρώπου μάλιστα
που προερχόταν από τους κόλπους της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ο ρόλος του από νωρίς
ήταν άρρηκτα συνυφασμένος με την ανακήρυξη του Αυτοκέφαλου της Ελληνικής
Ορθόδοξης Εκκλησίας (το 1850) και με την προσπάθειά του να αποσυνδέσει την
τοπική Εκκλησία και τον κλήρο της από την επιρροή του Οικουμενικού
Πατριαρχείου. Ταυτόχρονα, είχε κρίνει πως η Ελλάδα όφειλε να κρατήσει απόσταση
έναντι των Ρώσων, υπό το πρίσμα του ότι ήδη πλέον εκείνοι τότε είχαν υιοθετήσει μια
διπλωματία, προσανατολισμένη προς τον λεγόμενο «πανσλαβισμό». Δεν είναι επίσης
τυχαίο, ότι ο ίδιος και οι συν αυτώ, είχαν υιοθετήσει την εποχή του Κριμαϊκού
Πολέμου, μια στάση ουδετερότητας για την Ελλάδα. «Διότι εκ των τριών
προστατριών της Ελλάδος δυνάμεων, δύο κατά μιας μαχομένων, δεν ήρμοζεν, έλεγεν,
η Ελλάς, ούτε τα αισθήματα της καρδίας αυτής εξυπηρετούσα, να ταχθεί υπέρ της
μιας κατά των δύο».5
Από την άλλη μεριά, ενώ το οθωνικό καθεστώς έπαιζε μεν το χαρτί του
εθνικισμού και του αλυτρωτισμού που αποτελεί τη βασική και κυριαρχούσα ιδεολογία
στην ελληνική κοινωνία της εποχής, εντούτοις δεν έπαυε να συγκεντρώνει την
αυξανόμενη δυσφορία των πολιτών. Αυτό συνέβαινε καθώς, οι συνταγματικές

5
Γούδας, Ν., Α., Βίοι Παράλληλοι των επί της Αναγεννήσεως της Ελλάδος διαπρεψάντων ανδρών,
Τόμος Α΄ - Κλήρος, εκ του Εθνικού Τυπογραφείου, εν Αθήναις, 1869, σελ. 239
7

ρυθμίσεις που είχαν προκύψει μετά από την Επανάσταση του 1843, εν πολλοίς είχαν
μείνει κενό γράμμα. Ο ίδιος ο Όθων φαίνεται πως είχε φτάσει να εγκαθιδρύσει πάλι
ένα καθαρά απολυταρχικό πολίτευμα. Και τώρα πλέον, ήταν ενδεικτικό πως είχε
προκύψει μια νέα γενιά ανθρώπων στο μικρό βασίλειο της Ελλάδος που δεν είχαν
σχέση με την προηγούμενη των αγωνιστών της Επανάστασης του 1821 και που
απαιτούσαν την τήρηση του Συντάγματος. Αυτή η αδιαφορία και άγνοια εκ μέρους
του ήταν που θα στοίχιζε το θρόνο εν τέλει στον Όθωνα. Επίσης, «την κατά του
βασιλικού ζεύγους δυσαρέσκεια επαύξησαν δύο ακόμα γεγονότα. Η έλλειψη διαδόχου
συνδυαζόμενη πάντοτε με το θέμα της θρησκείας και οι αντιρρήσεις του Όθωνα κατά
της ιδρύσεως εθνοφυλακής, αφού φοβόταν την ένοπλη συγκρότηση των πολιτών σε
μια εποχή μόνιμης έξαψης των πνευμάτων στη χώρα».6
Εν τέλει, το 1862 μετά από συνδυασμένες αντιδράσεις τόσο στο εσωτερικό
όσο και στο εξωτερικό, προωθήθηκε η έξωση του βασιλιά Όθωνα. ήδη από χρόνια
πριν προωθούνταν με δυναμικό τρόπο μια αντιπολιτευτική διαδικασία κατά του
βασιλιά. Και τελικά, όπως σημειώνει η Λίνα Λούβη: " Ο Ζαϊμης, ο Βούλγαρης, ο
Δεληγιώργης, ο Κουμουνδούρος κ.α., στις 11 Οκτωβρίου, με ψήφισμα, ανήγγειλαν
στον ελληνικό λαό την κατάργηση της βασιλείας. Κατέλαβαν τα Ανάκτορα, την
Αστυνομία και το Πανεπιστήμιο, ενώ σχηματίστηκε προσωρινή κυβέρνηση από τους
Βούλγαρη, Κανάρη και Ρούφο, Όταν ο Όθων και η Αμαλία έφτασαν έξω από το
λιμάνι του Πειραιά, διαπίστωσαν την τελική επικράτηση των επαναστατών.
Αναχώρησαν, χωρίς να αποβιβαστούν, για την Κέρκυρα και από εκεί έφυγαν για το
Μόναχο".7

2ο Κεφάλαιο: Γελοιογράφοι και σατυρικά περιοδικά στην εποχή του Όθωνα


Όταν κάνουμε λόγο για γελοιογραφίες και σατυρικά σκίτσα στην εποχή του
Όθωνα, μπορούμε καταρχάς να αναφερθούμε στην περίπτωση των λαϊκών ζωγράφων
Παναγιώτη και Δημήτριου Ζωγράφου και του αγωνιστή της Επανάστασης, στρατηγού
Μακρυγιάννη. Η αναπαράσταση «Είκοσι τεσσάρων μαχών και μίας Αλήθειας» από
τους δύο ζωγράφους, μετά από παραγγελία του αγωνιστή Μακρυγιάννη,
περιελάμβανε και ένα σχέδιο, όπου μέσω της αλληγορίας, αποκαλυπτόταν ο αληθινός
ρόλος των Μεγάλων Δυνάμεων για την Ελλάδα. Σε αυτό το σκίτσο, η Ελλάδα
6
Όθων Α΄ λήμμα στο Γενική Παγκόσμιος Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς, Τόμος Δέκατος, Αθήναι,
1964, σελ. 687
7
Λούβη, Λ., "Το ελληνικό κράτος 1833-1871" στο Ιστορία του Νέου Ελληνισμού 1770-2000, εκδόσεις
ελληνικά γράμματα, Αθήνα, 2003, σελ. 23
8

παρουσιάζεται ως παρθένος που δέχεται την επίθεση του αντιβασιλέα – δικτάτορα


Άρμανσμπεργκ, ο οποίος ξεριζώνει από το στήθος της την καρδιά της. Είναι
χαρακτηριστικό πως «η τραγική αυτή εικόνα, η οποία αποτελεί δημιούργημα της
φαντασίας του στρατηγού και των δύο καλλιτεχνών, εμπνευσμένων από το πολιτικό
γίγνεσθαι της εποχής, καυτηριάζει την υποκρισία της εξουσίας στο πρόσωπο του
Βαυαρού δικτάτορα».8
Μέσα από το σκίτσο υπήρχε ο συμβολισμός πως η αγνότητα, το φιλότιμο και
τα ιδανικά των Ελλήνων αγωνιστών που είχαν παλέψει και θυσιαστεί για τη
δημιουργία του νεοσύστατου, ανεξάρτητου ελληνικού κράτους καθρεφτίζονταν στο
πρόσωπο της άσπιλης κόρης. Όμως, αυτό το όραμα των αγωνιστών της Ελλάδας, για
δημοκρατία ξεριζωνόταν τώρα αντίστοιχα όμως, από τους ξένους που μόλις είχαν
αφιχθεί στη χώρα. Το θέμα είναι τραγικό μεν, αλλά η αλληγορία αυτή δεν παύει να
σατιρίζει την εξουσία εκείνης της εποχής. Καθώς ο Άρμανσμπεργκ παρουσιαζόταν με
αυτόν τον τρόπο, μεγαλοποιούνταν με αδίστακτο και ξεκάθαρο τρόπο, ένα στοιχείο
που καθεαυτό δεν ήταν φυσικά κωμικό. Ταυτόχρονα, με αυτό το σχέδιο (το οποίο
λογοκρίθηκε και καταστράφηκε από τους ίδιους τους δημιουργούς του) εγκαινίασε
την πορεία της εγχώριας πολιτικής γελοιογραφίας.
Η καταστροφή δε του σχεδίου, όπως είπαμε, από τους ίδιους τους δημιουργούς
του ήταν ένα σαφές σημάδι παράλληλα πως η γελοιογραφία και το σατυρικό σκίτσο
μπορούν να ευδοκιμήσουν αναμφίβολα εκεί που όπου υφίσταται πολιτική ελευθερία.
Εντούτοις όμως, οι Έλληνες όντας άλλωστε αμετανόητοι θιασώτες και υπερασπιστές
της ελεύθερης έκφρασης, σε οποιαδήποτε μορφή και έκφανσή της, δεν ήταν δυνατόν
να παραμείνουν αμέτοχοι στην καλλιτεχνική της έκφραση του σατυρικού σκίτσου και
της γελοιογραφίας (συμπεριλαμβανομένης και της πολιτικής γελοιογραφίας) που ήδη,
όπως είδαμε, είχε κάνει την εμφάνιση και επανάστασή της στην Ευρώπη και που
εκφράζει διαχρονικά το ελεύθερο πνεύμα που ασκεί με το πιο καυστικό χιούμορ,
κριτική στην εξουσία.
Όλα αυτά λοιπόν είχαν συντελέσει στο να εισαχθεί σύντομα από τα πρώτα έτη
ζωής του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους, ένα φυτώριο δημιουργών, οι οποίοι έκανε
τότε αισθητή την παρουσία τους, στο χώρο της γελοιογραφίας και του σατυρικού
σκίτσου. Ένας μεταξύ αυτών των δημιουργών υπήρξε ο Αθανάσιος Ιατρίδης (1799-

8
Παπαδανιήλ, Α., Ελληνική Πολιτική Γελοιογραφία – Η σοβαρή πλευρά μιας «αστείας» τέχνης,
πρόλογος Δημήτρης Ζαννίδης, [χ.ο.], Αθήνα, 2003, σελ. 37
9

1866). Ο εν λόγω ημιλαϊκός και ημιλόγιος αυτός καλλιτέχνης,9 ήταν ο πρώτος που
είχε εκμεταλλευθεί τα δύο λιθογραφικά πιεστήρια, τα οποία υπήρχαν από καιρό στην
Αίγινα και τα οποία ως το 1831 είχαν παραμείνει σε πλήρη αχρηστία. Με τη χρήση
αυτών δε, είχε σχεδιάσει τη λεγόμενη «Συλλογή δημοτικών ασμάτων παλαιών και
νέων μετά διαφόρων εικονογραφιών», το πρώτο εικονογραφημένο βιβλίο της
νεώτερης Ελλάδας που περιείχε 9 λιθογραφίες, 4 μελανογραφίες και 3 εικόνες
πολιτικής σάτιρας. Χάρη σε αυτές μάλιστα, μπορεί να παρατηρήσει κάποιος, ότι
τοποθετείται με τον Ιατρίδη για πρώτη φορά το βάθρο του πρώτου καλλιτέχνη που
έβαλε τη σφραγίδα της έντεχνης γελοιογραφίας στο χώρο της σάτιρας.
Αυτές οι εικόνες βέβαια μπορούμε να παρατηρήσουμε πως κυρίως ήταν
λιθογραφικά σχέδια που απεικονίζουν με έναν νατουραλιστικό τρόπο, τα διάφορα
δρώμενα και δεν συγγενεύουν με τη γνώριμη, αφαιρετικού στυλ γραμμή της
γελοιογραφίας, η οποία άλλωστε αποστέλλει με ιδιαίτερα πομπώδη τρόπο, τα διάφορα
μηνύματα. Μια από τις πλέον χαρακτηριστικές εικόνες που είχε δημιουργήσει ο
Ιατρίδης, ήταν για παράδειγμα αυτή, στην οποία ένας αστυφύλακας και ορισμένοι
φουστανελοφόροι της εποχής, υποβάλλουν στο φρικτό βασανιστήριο της γάτας, έναν
απλό, δυστυχή πολίτη. Η εικόνα (Εικόνα 1) είναι ένα μακάβριο και συγχρόνως
ενδεικτικό, συμβολικό ντοκουμέντο των διαφόρων φρικαλεοτήτων που είχαν
διαπραχθεί τότε λόγω της κατάχρησης της εξουσίας από το οθωνικό καθεστώς.
Ταυτόχρονα όμως, είναι πολύ ενδεικτικό πως αμέσως μετά αλλάζει όλη η ουσία του
σχεδίου αμέσως μετά την παράθεση του σχολίου που συνοδεύει την εικόνα. Εδώ
διαβάζουμε: "Συνταγματική εφαρμογή νόμου, ευδοκία Όθωνος, άθλα εκτελεστικής
εξουσίας".10 Εδώ, όπως καταλαβαίνει κανείς, είναι εμφανές το στοιχείο της σάτιρας
και της έντονης ειρωνείας. Η συγκεκριμένη λεζάντα δε, μετουσιώνει την απλή
οπτικοποίηση σε ένα ιδιαίτερα καυστικό σχόλιο, με αποτέλεσμα την εμφάνιση και
ενός πικρόχολου σαρκασμού.
Είναι ενδεικτικό πάντως την ίδια στιγμή, ότι μέσα από το έργο του Αθανάσιου
Ιατρίδη, η πολιτική γελοιογραφία και εν γένει το σατυρικό σκίτσο, αρχίζει να
απογαλακτίζεται από τη "μητέρα" ζωγραφική, αρχίζοντας ταυτόχρονα εν τω μεταξύ
να συνάπτει ολοένα πιο στενές σχέσεις με τον καυστικό λόγο. Στην πορεία βέβαια,
είναι ενδεικτικό πως η γελοιογραφία επρόκειτο να κρατήσει αποστάσεις από το
9
Στεφανίδης, Μ., Σχεδίασμα για μια ιστορία της ελληνικής γελοιογραφίας, εκδόσεις Γαλαίος, Αθήνα,
1999, σελ. 412-416
10
Παπαδανιήλ, Α., Ελληνική Πολιτική Γελοιογραφία – Η σοβαρή πλευρά μιας «αστείας» τέχνης,
πρόλογος Δημήτρης Ζαννίδης, [χ.ο.], Αθήνα, 2003, σελ. 67
10

σατυρικό λόγο. Αυτό είχε γίνει με το σκεπτικό πως έτσι θα μπορούσαν να


διατηρηθούν ορισμένες ισορροπίες ανάμεσα στην εικόνα και το λόγο, κάνοντας έτσι
επίσης φανερή τη σημασία της βραχυλογίας ως βασικού ζητούμενου και κύριου
χαρακτηριστικού της. Αυτό δεν σημαίνει φυσικά, πως διαχρονικά δεν υπήρξαν
ποικίλες εξαιρέσεις. Τέτοια είναι η περίπτωση της πληθωρικής και επιμελώς και
επίτηδες ανορθόγραφης σάτιρας του Μποστ που σε αρκετές περιπτώσεις μάλιστα
αγκαλιάζει κυριολεκτικά το εικαστικό
Στην περίπτωση του Ιατρίδη πάντως εκείνη την εποχή, αυτού του είδους το
δημιουργικό πάντρεμα, επρόκειτο να του κοστίσει την θέση που είχε ως υπάλληλος
στην Αρχαιολογική Υπηρεσία. Εντούτοις όμως, ο ίδιος θα συνεχίσει απτόητος το έργο
του, γελοιογραφώντας μάλιστα τον ίδιο το βασιλιά Όθωνα με στολή καρδιναλίου να
βρίσκεται στην Κόλαση.11 Γενικότερα, μπορεί να πει κάποιος πως το ιδιαίτερο
ταλέντο που χαρακτήριζε τον Αθανάσιο Ιατρίδη, επρόκειτο να χαράξει και να δείξει
το δρόμο για την έντεχνη ελληνική, πολιτική γελοιογραφία (και μάλιστα σε μια εποχή,
κατά την οποία υφίσταται ένας οχετός από κακότεχνα και πολύ χαμηλού επιπέδου
χαράγματα και άτεχνους στίχους που βρίσκονταν σε λιβελλογραφήματα εκείνου του
καιρού).
Μια άλλη πολύ σπουδαία προσωπικότητα και φυσιογνωμία του πρώτου μισού
του 19ου αιώνα που επίσης θα "σημαδέψει" με την παρουσία και το έργο της το χώρο
της ελληνικής γελοιογραφίας και του σατυρικού σκίτσου, είναι ο Στέφανος Ξένος.12
Είχε γεννηθεί το 1821 στην Κωνσταντινούπολη και ήταν Πάτμιος στην καταγωγή και
ευγενής ως κληρονόμος του οικόσημου του Βενετού δούκα Ξένου.13 Όντας απόφοιτος
της Ευαγγελικής Σχολής Σμύρνης, ο Ξένος εισήχθη το 1835 στη σχετικά πρόσφατα
ιδρυμένη Σχολή Ευελπίδων που τότε έδρευε στον Πειραιά. Το 1844 εξήλθε με το
βαθμό του ανθυπίλαρχου και το 1845 ασχολήθηκε με το εμπόριο, ενώ εγκαταστάθηκε
στο Λονδίνο. Οι μεγάλες του αγάπες όμως, ήταν η λογοτεχνία και το σχέδιο. Μετά
από την κήρυξη χρεωκοπίας όλων των εφοπλιστικών επιχειρήσεων που διέθετε,
άρχισε να εκδίδει την ημερήσια εφημερίδα "Βρετανικός Αστήρ" (κατά την περίοδο
1860 με 1863) και όπου ήταν διάχυτη η εναντίωσή του προς το καθεστώς του βασιλιά
Όθωνα.

11
Φαρμακίδης, Γ., Ο Ζωγράφος Αθανάσιος Ιατρίδης 1799-1866, [χ.ε.], Αθήνα, 1960, σελ. 227-228
12
Ξένος Στέφανος, λήμμα στο Νεώτερο Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό "Ηλίου", Τόμος ΙΔ΄, έκδοση της
Εγκυκλοπαιδικής Επιθεωρήσεως, Αθήνα, σελ. 697
13
Στεφανίδης, Μ., Σχεδίασμα για μια ιστορία της ελληνικής γελοιογραφίας, εκδόσεις Γαλαίος, Αθήνα,
1999, σελ. 412-416
11

Παρατηρώντας τις ποικίλες γελοιογραφίες στο εν λόγω έντυπο, διαπιστώνει


κάποιος γενικότερα τα έντονα αντιοθωνικά αισθήματα, ενώ την ίδια στιγμή, η άρτια
και αρκούντως καυστική εικονοποιία του δέχεται σαφείς επιρροές από την
γελοιογραφική σχολή Punch, όσο και από τον περίφημο γελοιογράφο Rollandson.
Χαρακτηριστικές εδώ, ως προς το αναφερόμενο στυλ, είναι οι δύο γελοιογραφίες,
όπου στο πλαίσιο των αναφορών για το Ανατολικό Ζήτημα, η Ρωσία παρουσιάζεται
ως μια μεγάλη Αρκούδα που είτε από τη μια μεριά απευθύνεται στην Ελλάδα
(προτείνοντας της να καλυφθεί κάτω από την ομπρέλα της) είτε τάζοντάς της την
Κωνσταντινούπολη ως ένα μικρό δωράκι.14 Στην πρώτη περίπτωση είναι ενδεικτικό
πως η Ελλάδα προσωποποιείται με τον κλασικό τρόπο, δηλαδή ως μια αθώα κοπέλα
και στη δεύτερη ως ένα μικρό παιδάκι.
Μάλιστα ο Στέφανος Ξένος είναι αυτός που θεωρείται ως ο επίσημος ιδρυτής
της ελληνικής πολιτικής γελοιογραφίας, με την οποία είχε ασχοληθεί αρκετά. Ο ίδιος
άλλωστε πολλές φορές είχε υπάρξει καινοτόμος τόσο στην οπτική έκφραση, όσο και
ως προς η σάτιρα του γελοιογραφικού είδους. Ας σημειωθεί εδώ πως η ενασχόλησή
του με τη λογοτεχνία, τον καθιέρωσε ως πατέρα της εικαστικής κριτικής και του
ιστορικού μυθιστορήματος. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, ο ίδιος είχε ζήσει στην
Ελλάδα, όπου συνέχισε να εκδίδει το "Βρετανικό Αστέρα" (Εικόνα 2).
Ας σημειωθεί πως μια αρκετά ενδιαφέρουσα και γνωστή γελοιογραφία που
χρονολογείται από το 1840, είναι αυτή που σατιρίζει την πολιτική συνθήκη μεταξύ
Ελλάδας και Τουρκίας εκείνη τη χρονιά, τις διαπραγματεύσεις και την υπογραφή της
οποίας είχε διεκπεραιώσει ο Κ. Ζωγράφος, υπουργός Εξωτερικών το διάστημα 1837-
1840 (Εικόνα 3). Στη γελοιογραφία βλέπουμε ότι Ζωγράφος αναπαρίσταται στο
κέντρο της σκηνής ως Βεελζεβούλ και σατανάς, ενώ κάθεται ανάποδα πάνω σε ένα
τετράποδο και ενώ διαπομπεύεται. Ταυτόχρονα λαμπαδηφόροι σατανάδες τον
δοξάζουν, ενώ οι υπόλοιποι Έλληνες επίσημοι που τον συνοδεύουν παρουσιάζονται
σαν όνοι και γιουσουφάκια. Οι Τούρκοι παρουσιάζονται σαν σκύλοι, τη στιγμή που ο
λαός λιθοβολεί τον Κωνσταντίνο Ζωγράφο. Παράλληλα παρουσιάζονται Τούρκοι
έμποροι, Εβραίοι, Αρμένιοι, Έλληνες της περιοχής του Καυκάσου και της Ρωσίας
κ.λ.π., ενώ σε πρώτο πλάνο παρατηρούμε έναν κρανίου τόπο, με συκή, σκοινί και
σαπούνι (σύνεργα του σατανά).

14
Παπαδανιήλ, Α., Ελληνική Πολιτική Γελοιογραφία – Η σοβαρή πλευρά μιας «αστείας» τέχνης,
πρόλογος Δημήτρης Ζαννίδης, [χ.ο.], Αθήνα, 2003, σελ.73
12

Εν τω μεταξύ ορισμένοι εκδότες, οι οποίοι προέρχονταν μέσα από τις τάξεις


του λαού, άρχισαν να δημιουργούν ορισμένα έντυπα σάτιρας, στο πλαίσιο των οποίων
παράλληλα δημοσιεύονταν και πολιτικές γελοιογραφίες. Αυτή γενικότερα είναι η
πρώτη περίοδος της Ελληνικής Γελοιογραφίας που θα λέγαμε όμως πως
χαρακτηρίζεται μάλλον από μια σχετική χοντροκοπιά, ως προς τα σχέδια και τον
τρόπο με τον οποίο εν γένει λαμβάνει χώρα η όλη διαδικασία της σάτιρας εδώ.
Μεταξύ των διαφόρων εντύπων μπορούμε να σημειώσουμε περιπτώσεις, όπως ο
"Μώμος", ο "Σατανάς", η "Ψαλλίδω" και ο "Τραμπούκος".
Από τα σατιρικά έντυπα της εποχής ένα πολύ σημαντικό που μπορούμε να
επισημάνουμε είναι η λεγόμενη "Τρακατρούκα" που ιδρύθηκε από τον Νικόλαο
Μπύλλερ. Ήταν ένας ταλαντούχος θεατρίνος που ανέβαζε παραστάσεις (όπως
Μολιέρο) και μάλιστα σε μια εποχή που η μικρή Αθήνα της εποχής σε μεγάλο βαθμό,
δεν είχε σχέση με την εν λόγω τέχνη. Μια γνωστή γελοιογραφία της Τρακατρούκας
ήταν αυτή που απεικόνιζε ως Περιπλανώμενο, πάνω σε έναν ιπτάμενο γάιδαρο, τον
ποιητή και συγγραφέα Αλέξανδρο Σούτσο, ενώ κρατά στο ένα του χέρι ένα μαστίγιο
και στο άλλο τα φαρμακερά βέλη της σάτιρας. Στα καπούλια του γαιδάρου είναι
γραμμένη η φράση "Ελευθερία - Ισότης - Αδελφότης" και στην ουρά είναι δεμένα
ορισμένα από τα βιβλία του. Η λεζάντα από κάτω γράφει "Ως φυγοπατρίδης
περιφέρομαι, ως περιπλανώμενος περιπλανώμαι, ως κοσμοπολίτης αστατώ". 15 Η
γελοιογραφία αυτή είχε δημοσιευθεί στο φύλλο της πέμπτης Μαΐου του 1849.
Ο Αλέξανδρος Σούτσος που λόγω των λιβέλων και της σάτιράς του προς την
πολιτική ελίτ και εξουσία της εποχής, είχε διωχθεί ουκ ολίγες φορές, παρουσιάζεται
σε γελοιογραφία και σε ένα άλλο σατιρικό έντυπο της εποχής, το περιοδικό
Δημόκριτος. Σε αυτήν εμφανίζεται ως κρατούμενος μεταξύ χωροφυλάκων, ενώ
εκφράζει την έσχατη περιφρόνηση προς τους δεσμοφύλακές του, προσφέροντας στον
κουρέα των φυλακών, το πλέον ευτελές του τριχωτού του. Η λεζάντα από κάτω δε,
γράφει χαρακτηριστικά: "Αφού μου εξύρισες το πρόσωπον, θα μου ξυρίσεις και άλλο
μέρος;" (Δημόκριτος, 5/7/1851).
Η ύλη του περιοδικού Δημόκριτος ήταν ενδεικτικό πως στρεφόταν εναντίον
των πολιτικών και των μεγάλων εκδοτών των καθημερινών εφημερίδων. Σταθερός
στόχος των έμμετρων και πεζών και των γελοιογραφιών στο περιοδικό ήταν ο επί
χρόνια πρωθυπουργός Ανδρέας Ζαϊμης, και ο εκδότης της Ελπίδος Λεβίδης

15
Σαπρανίδης, Δ., Ιστορία της Ελληνικής Γελοιογραφίας, Τόμος Α΄, εκδόσεις Ποταμός, Αθήνα, 2001,
σελ. 54
13

Κωνσταντίνος για το θέμα του Αυτοκέφαλου της ελληνικής Εκκλησίας. Η πολεμική


του κατά του οθωνικού καθεστώτος ήταν μονάχα έμμεση. Το περιοδικό ήταν το
πρώτο στην Ελλάδα που είχε κυκλοφορήσει με μονόχρωμες ολοσέλιδες γελοιογραφίες
επικαιρότητας. Στην πρώτη του μορφή ο Δημόκριτος, χρησιμοποιούσε το ξύλο για την
χάραξη γελοιογραφιών και στη δεύτερη μια υπεραπλουστευμένη τεχνική σχεδίου με
λιθογραφικό μολύβι πάνω σε λίθο.16
Ήδη αυτήν την εποχή άλλωστε, η γελοιογραφία είχε ενσωματωθεί εν πολλοίς
πλέον στον τύπο. Και αυτό καθώς η εικοσαετία ανάμεσα στο 1843 και το 1862 ήταν
γόνιμη λόγω της αφύπνισης, έστω αργής μιας μικρής, αλλά δραστήριας αστικής
τάξης. Σε αυτό το πλαίσιο, ο μισοαστικός ακόμα τύπος, μέσα από θολή και αβέβαιη
ωριμότητα, που όμως είχε χαλυβδωθεί μέσα στα πρώτα δέκα χρόνια της λογοκρισίας
και της τρομοκρατίας (πριν από το 1843 δηλαδή) είχε αρχίσει να συμβιβάζεται με την
ιδέα μιας αποστολικής λειτουργίας. Παράλληλα εγκαταλείπει την τυφλή πολεμική
κατά του οθωνικού κατεστημένου που είχε φορέσει τώρα τον συνταγματικό μανδύα.17
Αυτό το χρονικό διάστημα πλέον, σατιρικοί και λιβελογράφοι, αρθρογράφοι
και ποιητές, σαν τον Αλέξανδρο Σούτσο, τον Οδυσσέα Ιάλεμο, τον Σοφοκλή Καρύδη,
ο οποίος εξέδιδε κατά την οθωνική περίοδο το σατιρικό έντυπο Φως, τον Ιωάννη
Φιλήμονα, τον Κωνσταντίνο Λεβίδη, αλλά και τον προαναφερόμενο Νικόλαο
Μπύλλερ, επιχείρησαν στην εποχή τους σατιρικά γυμνάσματα αλλά και
γελοιογραφικές ασκήσεις. Το χιούμορ, άλλοτε έντεχνα διανοητικό και άλλοτε
λαϊκότροπα θυμοσοφικό, δεν έλειψε από σχεδόν καμία πένα και η γελοιογραφία
πολλές φορές ωε πυροτέχνημα, "χάριν παιδιάς", πέρασε ανυπόγραφα στα περιοδικά
αυτά που είχαν προκαθορίσει το "στυλ" τους ως "σατιρικά".18

Επίλογος - Συμπεράσματα
Κλείνοντας την παρούσα εργασία, θα μπορούσαμε να επισημάνουμε, με βάση
και τα όσα άλλωστε τονίστηκαν πιο πάνω, ότι η γελοιογραφία κατά την εποχή του
Όθωνα και ενώ το ελληνικό κράτος διένυε τις πρώτες φάσεις γενικότερα του
ανεξάρτητου βίου, αρχίζει να κάνει και αυτή τα πρώτα της βήματα, παίρνοντας
ορισμένα στοιχεία από ξένα παραδείγματα, όπως αυτό της ξένης γελοιογραφικής
σχολής Punch. Η γελοιογραφία αρχικά είναι στενά συνδεδεμένη με την μητέρα της τη

16
Ο.π.σ. 61
17
Ο.π.σ. 54
18
Ο.π.σ. 56
14

ζωγραφική, όπως φαίνεται από την περίπτωση των αδερφών Ζωγράφων ή την
περίπτωση του Αθανάσιου Ιατρίδη. Σταδιακά όμως, θα αρχίσει και εδώ να αποκτά τα
ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της (βραχυλογία ως προς τα κείμενα, υπερβολικός τρόπος
απόδοσης των στοιχείων που διακωμωδούνται κ.λ.π.). Αυτό γίνεται άλλωστε φανερό
στην πορεία μέσα από περιπτώσεις γελοιογράφων όπως ο Στέφανος Ξένος ή μέσα από
περιπτώσεις περιοδικών και σατιρικών εντύπων, όπως η Τρακατρούκα, το Φως, ο
Δημόκριτος, ο Μώμος κ.λ.π.
Η γελοιογραφία από νωρίς ήδη εντός της ελληνικής κοινωνίας αποτέλεσε ένα
όχημα με το οποίο εκφράστηκε και παράλληλα εκτονώθηκε όλη η οργή, η πίκρα και η
απογοήτευση για την ασυδοσία και την ανεπάρκεια της κεντρικής πολιτικής εξουσίας,
στα χρόνια του Όθωνα (αλλά και της Αντιβασιλείας λίγο πρωτύτερα). Το γέλιο, η
σάτιρα και η διακωμώδηση καταστάσεων που στην πραγματικότητα ήταν τραγικές για
το λαό και την κοινωνία (λογοκρισία, ανελευθερία, έλλειμμα δημοκρατίας και
συνταγματικότητας, τρομοκρατία κ.λ.π.), αποτέλεσε το πλέον αποτελεσματικό μέσο
κριτικής έναντι μιας ανάλγητης εξουσίας και χαρακτηρίζει παράλληλα και τη
διαχρονική τάση του Έλληνα για σάτιρα και διακωμώδηση ακόμα και των
δυσκολότερων καταστάσεων.
15

Βιβλιογραφία

1. Bergson, H., Το Γέλιο, μτφ. Τομανάς Β., εκδόσεις Εξάντας, Αθήνα, 1998
2. Γούδας, Ν., Α., Βίοι Παράλληλοι των επί της Αναγεννήσεως της Ελλάδος
διαπρεψάντων ανδρών, Τόμος Α΄ - Κλήρος, εκ του Εθνικού Τυπογραφείου, εν
Αθήναις, 1869
3. Λούβη, Λ., "Το ελληνικό κράτος 1833-1871" στο Ιστορία του Νέου
Ελληνισμού 1770-2000, εκδόσεις ελληνικά γράμματα, Αθήνα, 2003
4. Όθων Α΄ λήμμα στο Γενική Παγκόσμιος Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς,
Τόμος Δέκατος, Αθήναι, 1964
5. Παπαδανιήλ, Α., Ελληνική Πολιτική Γελοιογραφία – Η σοβαρή πλευρά μιας
«αστείας» τέχνης, πρόλογος Δημήτρης Ζαννίδης, [χ.ο.], Αθήνα, 2003
6. Σαπρανίδης, Δ., Ιστορία της Ελληνικής Γελοιογραφίας, Τόμος Α΄, εκδόσεις
Ποταμός, Αθήνα, 2001
7. Στεφανίδης, Μ., Σχεδίασμα για μια ιστορία της ελληνικής γελοιογραφίας,
εκδόσεις Γαλαίος, Αθήνα, 1999
8. Σφυρόερας, Β., "Η βασιλεία του Όθωνα (1833-1862)", στο Ελληνική Ιστορία,
εκδόσεις Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1992
9. Ξένος Στέφανος, λήμμα στο Νεώτερο Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό "Ηλίου",
Τόμος ΙΔ΄, έκδοση της Εγκυκλοπαιδικής Επιθεωρήσεως, Αθήνα
10. Φαρμακίδης, Γ., Ο Ζωγράφος Αθανάσιος Ιατρίδης 1799-1866, [χ.ε.], Αθήνα,
1960
16

Παράρτημα Εικόνων

Εικόνα 1: Το μαρτύριο της γάτας, Αθανάσιος Ιατρίδης (1799-1866)

Εικόνα 2: Εξώφυλλο της εφημερίδας "Βρετανικός Αστήρ"


17

Εικόνα 3: Γελοιογραφία με τον Κωνσταντίνο Ζωγράφο και τη συνθήκη μεταξύ


Ελλάδας - Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, το 1840

You might also like