You are on page 1of 6

1

Θέμα: «Η Τύχη της Μαρούλας στο πλαίσιο


της ηθογραφίας, το ελληνικό κωμειδύλλιο
και η Τύχη της Μαρούλας»

ΑΘΗΝΑ

2013-05-14
2

Εισαγωγή

Στην ιστορία του νεοελληνικού θεάτρου ο όρος «κωμειδύλλιο» συνδέθηκε με


εκείνο το θεατρικό είδος που είναι άρρηκτα συνυφασμένο με τη μουσική κωμωδία
ηθογραφικών τάσεων, που άκμασε ιδίως κατά τις αρχές της δεκαετίας του 1890.
Είναι ενδεικτικό ότι, όπως σημειώνει και ο Θόδωρος Χατζηπανταζής: «Ο όρος
χρησιμοποιούνταν παλαιότερα για την απόδοση του γαλλικού vaudeville, θεατρικού
είδους γνωστού από τις επισκέψεις στην Ελλάδα των ευρωπαϊκών λυρικών θιάσων». 1
Υπό το πρίσμα τέτοιων επιρροών προς τα τέλη του 19ου αιώνα, στον ελληνικό χώρο
και ιδιαίτερα στην Αθήνα, τα διάφορα ευρωπαϊκά μουσικά είδη, που συνδέονται με
τη θεατρική διαδικασία, φαίνεται να καθίστανται ολοένα και πιο δημοφιλή στο ευρύ
κοινό, ενώ ταυτόχρονα φαίνεται πως είναι όλο και περισσότερο ενταγμένα στην
καθημερινή ζωή και τα ήθη της ελληνικής κοινωνίας της εποχής.

Σε ένα τέτοιο πλαίσιο φαίνεται ότι εντάσσεται και η περίπτωση των


κωμειδυλλίων, που έγραψε ο Δημήτριος Κορομηλάς, σημαίνουσα προσωπικότητα
της θεατρικής ζωής του τελευταίου τετάρτου του 19ου αιώνα. έργα του δε, όπως η
Τύχη της Μαρούλας, με το οποίο ασχολείται η παρούσα εργασία. Συγκεκριμένα σε
μια πρώτη ενότητα στο παρόν δοκίμιο, ασχολούμαστε με το ότι το κωμειδύλλιο είναι
το θεατρικό αντίστοιχο της ηθογραφίας. Η τελευταία είναι ενδεικτικό πως αποκτά (εν
μέρει και με την επιρροή της λαογραφίας, που κατά το 19ο αιώνα, υπό το πρίσμα της
δόμησης των εθνικών ιδεολογιών των νέων εθνικών κρατών, όπως η Ελλάδα, είναι
ιδιαίτερα σημαντική) ιδιαίτερο νόημα και αναπτύσσεται μέσα από τομείς, όπως η
λογοτεχνία.

Σε μια δεύτερη ενότητα ασχολούμαστε με το ελληνικό κωμειδύλλιο και με τα


ιδιαίτερα στοιχεία, τα οποία συνιστούν αναπόσπαστα κομμάτια του, ενώ σε μια τρίτη
ενότητα γίνεται ανάλυση του έργου του Δημήτριου Κορομηλά Η Τύχη της
Μαρούλας. Εδώ ειδικότερα αναφερόμαστε σε στοιχεία, όπως η υπόθεση του έργου,
αλλά και η σύνδεσή του με το χώρο γενικότερα της ηθογραφίας.

1
Χατζηπανταζής, Θ., «Β. Η καταγωγή του είδους» στο Το Κωμειδύλλιο, Τόμος Πρώτος – Το
κωμειδύλλιο και η εποχή του, εκδόσεις Ερμής, Αθήνα, 1981, σελ. 33
3

1ο Κεφάλαιο: Το κωμειδύλλιο ως το θεατρικό αντίστοιχο της ηθογραφίας στην


Ελλάδα

Το κωμειδύλλιο, όπως ήδη έχει επισημανθεί παραπάνω, είναι συνδεδεμένο με


την ηθογραφία. Αυτό συμβαίνει καθώς το συγκεκριμένο θεατρικό είδος «αντλεί τα
θέματά του από τη ζωή των απλών ανθρώπων, τους εργάτες, τους αγρότες, τεχνίτες
και γενικά τους χειρώνακτες, ενώ έως την εμφάνισή του, κυριαρχούσαν έργα με
θέματα από την ιστορία και τη ζωή της «καλής τάξεως» των Αθηνών, της
αριστοκρατίας και από την μυθολογία και την ιστορία μας». 2 Βλέπουμε πια ότι μέσα
από το κωμειδύλλιο, τα κατώτερα λαϊκά στρώματα, με τα διάφορα λαογραφικά και
εθνογραφικά τους στοιχεία, βρίσκουν μια θέση και αυτά στο χώρο του θεάτρου,
ασχέτως αν αυτή η θέση είναι φολκλορική.

Ο ρόλος των κωμειδυλλίων μέσα από αυτή τη σύνδεση με τη λαογραφία και


την ηθογραφία, είναι το να ψυχαγωγήσει τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα,
επιδεικνύοντας τους άγαρμπους τρόπους και τι ιδιαιτερότητες της καθημερινής ζωής
διαφόρων χαρακτηριστικών τύπων, που προέρχονται μέσα από τις τάξεις του απλού
λαού. Ταυτόχρονα όμως και ο απλός λαός συγκινείται από τα όσα βλέπει στο
κωμειδύλλιο, καθώς θεωρεί ότι έχει ενώπιον στοιχεία από την καθημερινή του ζωή.

Το κωμειδύλλιο μπορεί να θεωρηθεί ένας συνδυασμός διαφόρων συνιστωσών.


Από τη μια δηλαδή είναι αναμφίβολα ηθογραφική αλήθεια και από την άλλη
παράλληλα είναι εντός του σε κάποιο βαθμό το λογοπαίγνιο, την ευθυμολογία, η
οποία είναι ήδη γνωστή στο κοινό, τη σάτιρα πάνω σε θέματα περί πολιτικής, την
άψογη ηθική ευσχημία και φυσικά και τους διάφορους λαϊκούς τύπους, όπως
αναφέρθηκε ήδη.

Κάνοντας την ίδια στιγμή λόγο για τη σύνδεση ανάμεσα στο κωμειδύλλιο και
την ηθογραφία, μπορούμε επίσης να σημειώσουμε ότι αυτό το στοιχείο είναι
συνυφασμένο επίσης και με την επικράτηση του νατουραλισμού στο γαλλικό θέατρο
και από εκεί την εξάπλωσή του και στην Ελλάδα. Με το νατουραλισμό σημειώνεται
μια αντίδραση έναντι του ρομαντισμού καθώς και απέναντι στις καθαρευουσιάνικες
ιαμβικές τραγωδίες, που μέχρι τότε κυριαρχούσαν στο ελληνικό θέατρο. Ας
σημειωθεί ότι αυτή είναι μια περίοδος κατά την οποία στην πολιτική σκηνή κυριαρχεί

2
Μάκης, Β. Χ., «Εισαγωγή» στο Η Τύχη της Μαρούλας, του Δημητρίου Κορομηλά, εκδόσεις Δωδώνη,
Αθήνα – Γιάννινα, 1984, σελ. 12
4

ο Σπυρίδων Τρικούπης, ο οποίος μέσα από την εκσυγχρονιστική του πολιτική,


επιχειρούσε μεταξύ άλλων, να καλυτερεύσει τη θέση των κατώτερων κοινωνικών
τάξεων.

Εντός αυτού του κλίματος, η λαογραφία την ίδια εποχή υπογράμμισε την αξία
της λαϊκής παράδοσης και η ηθογραφία, που αποτέλεσε βασικό κομμάτι της πρώτης,
έπαιξε κυρίαρχο ρόλο στο να στραφεί και το ελληνικό θέατρο (καθώς παράλληλα
έχουμε και άλλες μορφές τέχνης, που κυριαρχούν σε αυτή τη διαδικασία, όπως η
λογοτεχνία) να εγκαταλείψει τα ιστορικά ή μυθολογικά θέματα και να στραφεί
αντιστοίχως προς ζωή των κατώτερων λαϊκών στρωμάτων. Παρατηρούμε
χαρακτηριστικά πως έργα, όπως ο Αγαπητικός της Βοσκοπούλας (έργο που δεν είναι
μεν κωμειδύλλιο, αλλά δραματικό ειδύλλιο, που όμως εμπεριέχει αρκετά στοιχεία
από το πρώτο είδος) ή Η Τύχη της Μαρούλας ή αντίστοιχα Οι Μυλωνάδες (ιταλική
κωμωδία, η οποία είχε μεταφερθεί στο ελληνικό θέατρο), όπου έχουμε τη σαφή
αντίθεση απέναντι στην αρχαιοπρεπή και σαιξπηρικού τύπου κωμωδία. Τώρα
σημειώνεται η στροφή προς τις λαϊκές ρίζες και προς την κωμωδία των λαϊκών
χαρακτήρων. Αυτή η στροφή συνοδεύεται από τον έντονο και σημαντικό ρόλο που
έχουν στο κωμειδύλλιο και τα διάφορα τραγούδια. Αυτό το τελευταίο στοιχείο
μάλιστα, καθιστά το κωμειδύλλιο πρόδρομο της οπερέτας.

Γενικότερα, η σχέση του κωμειδυλλίου με την ηθογραφία αναδεικνύεται


ανάγλυφα, αν συλλογιστούμε παράλληλα ότι το συγκεκριμένο θεατρικό είδος
αποτέλεσε ένα είδος πραγματικής επανάστασης για τα θεατρικά δρώμενα του
ελληνικού χώρου της εποχής εκείνης. Κι αυτό, δεδομένου ότι έως εκείνη την εποχή,
πολύ απλά, ο Έλληνας θεατής, τόσο στην πρωτεύουσα όσο και στην επαρχία,
ερχόταν αντιμέτωπος στο χώρου του θεάτρου με θεματολογίες, οι οποίες
κυριολεκτικά ήταν ξένες και άσχετες προς τα καθημερινά του βιώματα και προς όλα
εκείνα τα συστατικά στοιχεία, τα οποία συγκροτούσαν το κοινωνικό και πολιτιστικό
σύμπαν του Έλληνα εκείνης της περιόδου. Εδώ για παράδειγμα, δεν μένει, παρά να
αναλογιστεί κάποιος ότι το δραματολόγιο της εποχής και το «εμπορικό θέατρο»
αφηγούνταν «συστηματικά τις απίθανες ρομαντικές περιπέτειες μαρκησίων και
βαρόνων, ενώ το «καλλιτεχνικό» θέατρο περιόριζε τα ενδιαφέροντά του σε
5

πομπώδεις αναπαραστάσεις μελοδραματικών επεισοδίων της κλασσικής και


βυζαντινής ιστορίας».3

Με βάση όλα τα παραπάνω καθίσταται σαφές πως το κωμειδύλλιο είναι μια


πρώτη απόπειρα στο χώρο του ελληνικού θεάτρου να εκφραστεί το στοιχείο του
ρεαλισμού, έστω και σε μια πρώιμη και ισχνή μορφή (από όπου μάλιστα ακόμα δεν
λείπουν εντελώς τα ρομαντικά στοιχεία) και να μπει πια στο περιθώριο ο έντονος
ρομαντισμός, που συχνά εκφραζόταν μέσα από κακόγουστα βερμπαλιστικά
κατασκευάσματα και ρητορικά και στομφώδη δημιουργήματα. Τα τελευταία σαφώς
πόρρω απείχαν από την πολιτιστική καθημερινότητα και πραγματικότητα της
πλειοψηφίας του πληθυσμού. Συγχρόνως, καθίσταται εδώ σαφές ότι με το
κωμειδύλλιο, έχουμε την ανάμειξη της ηθογραφίας της γενιάς του 1880, η οποία είχε
προσανατολιστεί προς τις ελληνικές λαϊκές πηγές, στο ελληνικό θέατρο. Αυτή η
ανάμειξη πλέον μεταφράζεται με τη σταδιακή απομάκρυνση των ξένων μιμήσεων και
θεατρικών τύπων και χαρακτήρων.

Μια πολύ σημαντική συνιστώσα εδώ είναι το ότι το κωμειδύλλιο αρχίζει να


χρησιμοποιεί στοιχεία της λαϊκής και καθημερινής γλώσσας, απομακρυνόμενο
σταδιακά από όλα εκείνα τα στοιχεία, που διακρίνουν τον καθαρευουσιανισμό στο
χώρο της γλώσσας. Αυτό βέβαια την ίδια στιγμή δεν συνεπάγεται την απόλυτη
παραγραφή αυτών των τεχνητών και μη λαϊκών στοιχείων. Ακόμα δηλαδή υφίσταται
ένα είδος συνδυασμού ανάμεσα στην καθαρεύουσα και τα λαϊκά γλωσσικά στοιχεία.
Εντούτοις όμως, για πρώτη φορά ο λαός, με το κωμειδύλλιο, είχε την ευκαιρία να
ακούει το να μιλούν στη σκηνή την ίδια γλώσσα, την οποία μιλούσε και αυτός και όχι
τη γλώσσα των δήθεν μορφωμένων. Με αυτόν τον τρόπο ο λαός «καταλάβαινε αυτά
που ήθελαν να πουν τα θεατρικά πρόσωπα, ένοιωθε τις συγκινήσεις τους και τον πόνο
τους και συμμετείχε λίγο πολύ στην θεατρική μετακένωση της σκηνής». 4

Η άρρηκτη σύνδεση του κωμειδυλλίου με την ηθογραφία του δεύτερου μισού


του 19ου αιώνα, αποτυπώνεται άριστα μέσα από την εμφάνιση και το
αντικαθρέφτισμα των φολκλορικών στοιχείων και των αντιλήψεων της εποχής
εκείνης. Είναι καθρέφτης του τρόπου σκέψης και ζωής των απλών ανθρώπων. Είναι
ένα θεατρικό είδος με χαρακτηριστικό ελληνικό χρώμα.

3
Ο.π.σ. 64
4
Ο.π.σ. 66
6

2ο Κεφάλαιο:

You might also like