Professional Documents
Culture Documents
ΑΘΗΝΑ
2014-11-03
2
Περιεχόμενα
Εισαγωγή..................................................................................................σελ. 3
3ο Κεφάλαιο: Σύγκριση της πρόσοψης της εκκλησίας του Αγίου Ανδρέα του
Αλμπέρτι με την πρόσοψη της παλιάς καγκελαρίας στη Μπρυζ.........σελ. 7
Συμπεράσματα............................................................................................σελ. 9-10
Βιβλιογραφία...............................................................................................σελ. 11
Εισαγωγή
Πέρα από τις όποιες διαφοροποιήσεις, εδώ καταρχάς μπορεί να σημειωθεί πως
ήδη στον ευρωπαϊκό χώρο μετά από τον 14ο αιώνα και πιο έντονα από τον 15ο αιώνα
και έπειτα, έχουμε την ανάδυση μεγάλων αστικών κέντρων. Αυτό ισχύει τόσο για την
περίπτωση της Ιταλίας, όπου τέτοια κέντρα ήταν επί παραδείγματι, η Φλωρεντία, η
Πάδοβα, η Γένουα και το Μιλάνο, όσο και για πόλεις του ευρωπαϊκού βορρά, όπως η
4
Βρύγη (Μπρυζ) στο Βέλγιο. Μέσα δε από μια τέτοια διαδικασία είχε προκύψει ένα
σύνολο πλούσιων οικογενειών, οι οποίες είχαν καταστεί πάτρωνες και προστάτες των
τεχνών και των γραμμάτων. Εντούτοις, μια σημαντική διαφοροποίηση της βόρειας
Ευρώπης σε σύγκριση με την Ιταλία, έγκειται στο ότι εδώ δεν έχουμε (επισήμως
τουλάχιστον) κάποια υποστήριξη εκ μέρους των εκκλησιαστικών αρχών ως προς την
προστασία των τεχνών. Είναι χαρακτηριστικό πως στον ιταλικό κόσμο, κατά την
εποχή της ώριμης Αναγέννησης, τα μεγάλα καλλιτεχνικά προγράμματα
υποστηρίχθηκαν από την παπική εκκλησία. Μετά το 1450 οι πάπες άρχισαν να
υποστηρίζουν τα γράμματα και τις τέχνες προκειμένου να ενισχύσουν τη φήμη της
Ρώμης και των παπικών κρατών.1
Ένα άλλο πολύ σημαντικό στοιχείο διαφοροποίησης μεταξύ βορρά και νότου
ήταν το ότι στον πρώτο υπήρξαν αναταραχές για θρησκευτικούς λόγους. Στη βόρεια
Ευρώπη διαμορφώθηκε μια κριτική στάση απέναντι στην Καθολική Εκκλησία. Η
λαίκή αυτή αντίδραση, η οποία υποστηρίχθηκε ιδιαίτερα από το πνευματικό κίνημα
του ουμανισμού στον Βορρά, έγινε ιδιαίτερα έντονη κατά τις αρχές του 16ου αιώνα.3
Μέσα από μια τέτοια αντίδραση και μέσα από τα αιτήματα για αλλαγές και
μεταρρυθμίσεις εκ μέρους ατόμων, όπως ο Έρασμος και αργότερα κυρίως ο
1
Burns, E., "Ο πολιτισμός της Αναγέννησης" στο Ιστορία. Εισαγωγή στην Ιστορία και τον Πολιτισμό
της νεώτερης Ευρώπης, μτφρ. Δαρβέρης, Τ., εκδόσεις Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη, 2006, σελ. 101
2
Ο.π.σ. 126
3
Αλμπάνη, Τζ., "Εικαστικές Τέχνες στην Ευρώπη: Αναγέννηση (1400-1525)" στο Η Ιστορία των
Τεχνών, Τόμος Α΄, εκδόσεις Ε.Α.Π., Πάτρα, 2008, σελ. 114
5
4
Ο.π.σ. 115
5
Ο.π.σ. 115
6
της. Στα αριστερά της Παναγίας και του μικρού Χριστού, ο άγιος Φραγκίσκος δείχνει
τα διάφορα μέλη της οικογένειας Πέζαρο που γονατίζουν στις γωνίες του πίνακα. 6 Το
επαναστατικό στοιχείο εδώ είναι πως οι δύο άγιοι δεν στέκονται συμμετρικά της
Παναγίας δεξιά και αριστερά της. Παράλληλα, η σκηνή φαίνεται να διαδραματίζεται
σε ένα αίθριο ενώ θυμίζει περισσότερο ένα είδος εορταστικής σύναξης. Η
απροσδόκητη αυτή σύνθεση κάνει την εικόνα χαρούμενη και ζωντανή, χωρίς να
επηρεάζει καθόλου την όλη αρμονία. Κύρια αιτία ήταν το ότι ο Τισιανός κατόρθωσε
να δώσει ενότητα στην εικόνα με τον κατάλληλο χειρισμό του φωτός, της
ατμόσφαιρας και του χρώματος.7 Η εικόνα ας σημειωθεί πως αποτελούσε
ευχαριστήριο ανάθημα για τη νίκη του Βενετού ευπατρίδη Τζιάκοπο Πέζαρο εναντίον
των Τούρκων και γι' αυτό άλλωστε απεικονίζεται και ο ίδιος στην άλλη άκρη της
παράστασης γονατισμένος, ενώ ένας ακόλουθός του με κόκκινο λάβαρο μεταφέρει
έναν Τούρκο αιχμάλωτο.
Την ίδια στιγμή ωστόσο, είναι φανερό πως η στάση των σωμάτων εδώ είναι
κάπως πιο άκαμπτη σε σύγκριση με την περίπτωση του πίνακα του Τισιανού, ενώ τα
χρώματα είναι πιο σκούρα σε σύγκριση με εκείνα που είδαμε στον προηγούμενο
πίνακα. Μάλιστα, η αντίθεση μεταξύ των δύο πινάκων ως προς τον τόνο των
χρωμάτων, αναδεικνύεται κατά κύριο λόγο μέσα από την ύπαρξη του λαβάρου με το
έντονο κόκκινο χρώμα στον πίνακα του Τισιανού. Εξάλλου, είναι ενδεικτικό και το
ότι, παρόλο που και στους δύο πίνακες δίνεται βαρύτητα στη απεικόνιση
λεπτομερειών, εκφράζει κάποιο είδος αδιαφορίας έναντι της συμβατικής ομορφιάς,
σε αντίθεση με τον Τισιανό στην παράσταση του οποίου φαίνεται να υφίσταται μια
6
Gombrich, E.H., Το Χρονικό της Τέχνης, μτφρ. Κασδαγλή, Τ., εκδόσεις ΜΙΕΤ, Αθήνα, 1994, σελ. 332
7
Ο.π.σ. 332
8
Ο.π.σ. 376
7
τάση για εξιδανίκευση και ωραιοποίηση των μορφών. Ταυτόχρονα και ως προς την
απεικόνιση του χώρου, γίνεται εμφανής η προσπάθεια του Τισιανού να απεικονίσει
ένα πιο μεγαλόπρεπο περιβάλλον στο οποίο επίσης εκφράζεται εν μέρει και το
στοιχείο της προοπτικής, τη στιγμή που στο έργο του Χανς Χολμπάιν του Νεότερου η
προοπτική αφενός λείπει, ενώ το περιβάλλον δεν είναι κάποιο αίθριο, αλλά το
εσωτερικό ενός σπιτιού. Γενικότερα, μπορεί να λεχθεί ότι ο πίνακας του Χανς
Χολμπάιν αποπνέει μια μεγαλύτερη αυστηρότητα, καθώς τόσο οι μορφές όσο και ο
χώρος αποκτούν μεγαλύτερη στιβαρότητα.
3ο Κεφάλαιο: Σύγκριση της πρόσοψης της εκκλησίας του Αγίου Ανδρέα του
Αλμπέρτι με την πρόσοψη της παλιάς καγκελαρίας στη Μπρυζ
Κοιτάζοντας καταρχάς την πρόσοψη της εκκλησίας του Αγίου Ανδρέα στη
Μάντοβα της Ιταλίας (Εικόνα 3), έργο που κατασκευάστηκε από τον Leon Battista
Alberti (1404-1472) βλέπουμε πως το κτίσμα που βρίθει αρχαίων, κλασικών
αρχιτεκτονικών στοιχείων, θυμίζει εν πολλοίς γιγαντιαία αψίδα ρωμαϊκού θριάμβου.
Εδώ είναι ενδεικτικό πως ο Alberti είχε χρησιμοποιήσει αντί για κίονες ή ημικίονες,
εντοιχισμένους πεσσούς και θριγκούς, υποβάλλοντας τον κλασικό ρυθμό, χωρίς να
αλλάξει τη δομή του κτιρίου. Είναι εμφανής εδώ φυσικά η εφαρμογή κλασικών
προτύπων όπως το Κολοσσαίο της Ρώμης
Από την άλλη μεριά αντίθετα είναι ενδεικτική η χρήση κιόνων σε όλους τους
ορόφους στην πρόσοψη της παλαιάς καγκελαρίας στη Μπρυζ (Εικόνα 4) που
σχεδιάστηκε από τους Ζαν Βαλλό και Κριστιάν Σιντενιέ την περίοδο 1535-1537.
Ταυτόχρονα έχουμε εδώ ένα πλήθος διακοσμητικών μοτίβων που δεν παρατηρούμε
στην περίπτωση της λιτής πρόσοψης της εκκλησίας του Αγίου Ανδρέα στη Μάντοβα.
Την ίδια στιγμή, εδώ σε αντίθεση με το έργο του Alberti, η εν λόγω πρόσοψη είναι
φορτωμένη με πλήθος παραθύρων και με κλασικές ζωφόρους, ανάμεσα στα επίπεδα
των ορόφων. Η κορυφή της πρόσοψης είναι οξεία με ένα άγαλμα επάνω. Η πρόσοψη
αυτή δηλαδή είναι πιο "βαριά" ως προς τα αρχιτεκτονικά και καλλιτεχνικά στοιχεία
που φέρει, ενώ παράλληλα φαίνεται να υφίσταται εδώ ένα είδος συνδυασμού των
κλασικών αναγεννησιακών προτύπων με στοιχεία του γοτθικού ρυθμού, τα οποία δεν
ξεπεράστηκαν και δεν ξεχάστηκαν ποτέ στον ευρωπαϊκό βορρά.
8
Οι Φλαμανδοί επίσης ήταν εκείνοι, οι οποίοι είχαν συλλάβει την ιδέα περί
θεματικής ανάπτυξης και την οποία προσπάθησαν να τελειοποιήσουν στη συνέχεια,
είτε σε αυστηρά καθορισμένη είτε σε πιο ελεύθερη μορφή. Με άλλα λόγια, οδήγησαν
την τέχνη της αντίστιξης - που είναι ένας συνδυασμός πολλών φωνών ή μάλλον
πολλών μελωδιών - στο απόγειό της. Ο σχηματισμός συγχορδιών και η συνοδεία μιας
μελωδίας με απλές συγχορδίες ήταν μια νέα πρόοδος, η οποία συντελέστηκε μονάχα
προς το τέλος του 16ου αιώνα.9 Το σκεπτικό εδώ ήταν πως κάθε φωνή στην ουσία θα
έπρεπε να αποτελεί μια ξεχωριστή και αυτοτελή μελωδία και αυτό το στοιχείο έπαιξε
σημαντικό ρόλο ως προς την ανάδυση του λεγόμενου "σανσόν".
9
Nef, K., Ιστορία της Μουσικής, μτφρ. Ανωγειανάκης, Φ., εκδόσεις Ν. Βότσης, Αθήνα, 1985, σελ. 156
9
Και όπως συνέβαινε και με τη μουσική της θείας λειτουργίας, έτσι κι εδώ
παρατηρούμε πως υπάρχουν διάφορες φωνές, οι οποίες επεργάζονται τη βασική
μελωδία ή διάφορα μοτίβα της με μεγάλη ποικιλία παραλλαγών. Αυτό είχε ως
αποτέλεσμα, και το κάθε μέρος ξεχωριστά αλλά και όλο μαζί το σύνολο να αποκτούν
ενότητα που έτσι έδινε στο έργο βαθύτητα και εσωτερικότητα. Κι όταν ακόμα ο
ακροατής δεν μπορούσε να παρακολουθήσει την επεξεργασία της κάθε ξεχωριστής
μελωδίας, ένοιωθε τη δύναμη αυτού του έργου, αφού αυτή οφειλόταν σε έναν κοινό,
οργανικό δεσμό, το λεγόμενο "cantus firmus".
Συμπεράσματα
10
Ο.π.σ. 168
10
Βιβλιογραφία
Παράρτημα Εικόνων