Professional Documents
Culture Documents
ΑΘΗΝΑ
2010
2
Περιεχόμενα
Περιεχόμενα.......................................................................σελ. 2
Εισαγωγή...........................................................................σελ. 3-4
Συμπεράσματα.................................................................σελ. 10
Βιβλιογραφία...................................................................σελ. 11
3
Εισαγωγή
Η Μήδεια του Ευριπίδη είχε διδαχθεί για πρώτη φορά την άνοιξη του 431
π.Χ., δηλαδή λίγο καιρό πριν από την έναρξη του καταστροφικού τελικά για την
αθηναϊκή πολιτεία, Πελοποννησιακού Πολέμου. Οι σκιές βέβαια της ένοπλης
αναμέτρησης ακόμα ήταν μακριά για μια πολιτεία που για περίπου μισό αιώνα, μετά
από το θρίαμβο των Περσικών Πολέμων, είχε φτάσει σε πρωτοφανή επίπεδα
πολιτικής, οικονομικής και πολιτιστικής ανάπτυξης και ακμής.
Εδώ έχουμε λοιπόν, τα αισθήματα μιας γυναίκας της οποίας η αγάπη και η
αφοσίωση έχουν μετατραπεί σε απύθμενο και θανατηφόρο, ως προς την τελική
έκβαση μίσος (παιδοκτονία) και αυτό μαζί με τα αισθήματα ενός άνδρα που πλεόν
1
Ευριπίδους, Μήδεια, μτφ. Γιατρομανωλάκης, Γ., εισαγωγή Page, D.J., εκδόσεις Καρδαμίτσα, Αθήνα,
1990, σελ. 20
2
Ο.π.σ. 25
4
Η ίδια η Μήδεια από την αρχή του έργου ακόμα, εμφανίζεται ως το μεγάλο
θύμα σε όλη αυτή την ιστορία. Και αυτό δεδομένου ότι από την αρχή, όπως τονίζει,
είχε δείξει πλήρη αφοσίωση και απεριόριστη αγάπη στον Ιάσονα, τον οποίο
ακολούθησε στην Ελλάδα, εγκαταλείποντας την πατρίδα της στη Μαύρη Θάλασσα.
Είναι δε χαρακτηριστικό ότι κάποτε, και μάλιστα το υπενθυμίζει αυτό, είχε φτάσει να
δολοφονήσει τον ίδιο της τον αδερφό προκειμένου να βοηθήσει τον μέλλοντα σύζυγό
της, κατά την φυγή τους στην Ελλάδα. Πράγματι λέει χαρακτηστικά κάπου ότι: "Ω
πατέρα! Ω πόλη! Πώς εξορίσθηκα τόσο μακριά σας αισχρός φονιάς του δικού μου
αδελφού" (στ. 168-170).
Φυσικά την ίδια στιγμή, και αυτό φαίνεται από τα πρώτα της ακόμα λόγια, η
ψυχική της συντριβή είναι συνδιασμένη με έναν απεριόριστο θυμό που προκαλεί το
φόβο στους τριγύρω της και που τελικά θα εξελιχθεί σε μια εκδικητική, θανατηφόρα
μανία, συνδιασμένη με το στοιχείο της μαγείας και ενός αρχέγονου παγανισμού. Λέει
ενδεικτικά κάπου ότι: " Ω δυστυχία! Έπαθα! Επαθα η δύστυχη πολλά. Μεγάλα κι
άξια να θρηνώ. Παιδιά κατάρας, μάνας μισητής. Στον Άδη να χαθείτε κι ο πατέρας
σας μαζί κι όλο το σπίτι τούτο να βουλιάζει" (στ. 111-115). Και αλλού λίγο πιο κάτω
3
Ο.π.σ. 25
5
αναφέρει: "Κι όμως είχα με όρκους μεγάλους δεμένο τον κατάρατο τον άνδρα μου
ετούτον. Αχ ας γινόταν! Ας ήταν να τον δω και τη νύφη μαζί του στα παλάτια μέσα
συντρίμμια αυτούς που τολμούν αναίτια και με αδικούν" (στ. 162-167).
Για την ίδια τη Μήδεια, ένα βασικό πρόβλημα είναι το ότι πρώτον είναι μια
ξένη σε ξένω χώρα και οι άνθρωποι έχουν εκ των προτέρων την τάση να την βλέπουν
με δυσπιστία και προκατάληψη και το δεύτερο στοιχείο που κρίνει ότι λειτουργεί
επιβαρυντικά εις βάρος της είναι η γυναικεία φύση της γενικότερα. Έτσι επισημαίνει
πως: " δικαιοσύνη δεν υπάρχει στα μάτια του κόσμου. Προτού βαθιά ερευνήσουν τί
κρύβεις στα σπλάχνα σου με μίσος σε βλέπουν δίχως σε τίποτε να έχουν αδικηθεί.
Χρέος του ξένου είναι βεβαίως με την πόλη εντελώς να συντάσσεται. Ούτε επαινώ
τον αυθάδη εκείνο αστό που πικραίνει τους συμπολίτες του με αλαζονεία"( στ. 219-
226). Και πιο κάτω τονίζει: " Από όλα τα έμψυχα όντα τα νοήμονα εμείς οι γυναίκες
είμαστε το αθλιότερο φύτρο" (στ. 230-231), για να συμπληρώσει ότι: " Εγώ είμαι
έρημη. Χωρίς πατρίδα από τον άνδρα μου ταπεινωμένη, λάφυρο από γη
βαρβαρική"(στ. 255-257).
Πιο κάτω όμως βλέπουμε πως μέσα από τα ίδια της τα λόγια η
πρωταγωνίστρια αποκαλύπτει έναν σκοτεινό ψυχισμό που φλέγεται από την εκδίκηση
της αιματοχυσίας και της εκδικητικότητας. Από νωρίς δηλώνει πως σκοπεύει να
εκδικηθεί τον νέο πεθερό του Ιάσονα, τον Κρέοντα βασιλιά της Κορίνθου και την
κόρη του, που θέλει να παντρευτεί ο άπιστος σύζυγος, δολοφονώντας τους με
δηλητήριο. Το φοβερότερο όμως, στα πλαίσια αυτών των σκοτεινών σχεδίων, είναι
το ότι σκοπεύει να δολοφονήσει τα ίδια της τα παιδιά, για να εκδικηθεί έτσι ακόμα
πιο σκληρά τον Ιάσονα.
Ωστόσο, προκύπτει από τη στάση και τα λεγόμενά της μια αντινομία, που
καθιστά την υπόθεση ακόμα τραγικότερη και που δημιουργεί ανάμεικτα
συναισθήματα για την ηρωϊδα. Όσο δηλαδή τρομερό και καταδικαστέο, μπρος στα
μάτια του θεατή είναι το στοιχείο της προοπτικής δολοφονίας δύο αθώων παιδιών,
άλλο τόσο μεγαλύτερα συναισθήματα λύπησης και ίσως και κατανόησης για αυτήν
την απονενοημένη πράξη, δημιουργείται από τα λεγόμενα και την δικαιολογία που
δίνει η Μήδεια για όσα πρόκειται να κάνει. Τί λέει συγκεκριμένα; Ότι τα παιδιά της
σε αυτό το νέο βασιλικό και οικογενειακό περιβάλλον, όταν μεγαλώσουν θα
αντιμετωπίσουν τη χλεύη και την εχθρότητα της νέας γυναίκας του Ιάσονα και των
6
συγγενών της και δεν έχει και άδικο, αφού βλέπουμε για παράδειγμα σε κάποιο
σημείο πως: "Αμέσως όμως τα μάτια της κάλυψε και έστρεψε πίσω το λευκό
πρόσωπό της ξινισμένη από την είσοδο των παιδιών. Ο άντρας σου προσπαθούσε να
μαλακώσει την οργή και τον χόλο του κοριτσιού. "Σταμάτα", της λέει, "να
εχθρεύεσαι τους δικούς μου. Δείξε πάλι το πρόσωπό σου. Αγάπα κι εσύ όσους κι ο
άντρας σου αγαπά" (1148-1152).
Και προς το τέλος πια, όταν θα έχει συντελεστεί και η σφαγή των δύο αθώων
παιδιών, η Μήδεια θα ανακράξει, απευθυνόμενη και προς τον επίορκο και προδότη
Ιάσονα: " όχι! Όχι! Ποτέ! Με το χέρι μου θα τα θάψω εγώ. Στης Ακραίας της Ήρας
το ναό θα τα φέρω, στο ιερό της θεάς. Εκεί κανένας εχθρός τα παιδιά δεν θα υβρίσει
χαλώντας τον τάφο τους. Στη χώρα αυτή του Σίσιφου, στην Κόρινθο από τώρα και
εμπρός θα ορίσω σεμνές εορτές και μυστήρια καθαρμούς τούτου του ανόσιου φόνου.
Και ιδού! Φεύγω εγώ-πηγαίνω στου Ερεχθέως τη γη με τον Αιγέα τον υιό του
Πανδίονος θα συνοικήσω. Εσύ, όπως πρέπει, κακήν κακώς θα πεθάνεις κατακέφαλα
χτυπημένος από τα λείψανα της Αργώς. Των γαμών πικρότατο τέλος θα ιδείς" (1378-
1388).
4
Ευριπίδου, Μήδεια, εισαγωγή-φιλολογική επιμέλεια Mastronade, D., J., μτφ. Γιωτοπουλου, Δ.,
εκδόσεις Πατάκης, Αθήνα, 2006, σελ. 43
7
Αυτό το συναίσθημα φαίνεται να υπάρχει και στην Τροφό των παιδιών εδώ
όμως υφίσταται μια σημαντική διαφοροποίηση. Δηλαδή, η Τροφός από την αρχή
δηλώνει ξεκάθαρα πως ναι μεν συμπάσχει με τη δυστυχία και τη συμφορά της κυρίας
της αλλά συγχρόνως την φοβάται για τον τρόπο που μπορεί να αντιδράσει. Δηλα΄νει
χαρακτηριστικά ότι: "Η Μήδεια η δυστυχής ατιμασμένη θρηνεί τους όρκους,
ανακαλεί τις μεγάλες υποσχέσεις που εβεβαίωσε η δεξιά του παλαιά. Ως μάρτυρες
επικαλείται τους θεούς να δουν πώς την πληρώνει ο Ιάσων. Κείτεται νηστική στους
πόνους έχει παραδώσει το κορμί της. Λιώνει στα δάκρυα ολόκληρος ο χρόνος αφότου
αισθάνθη του ανδρός την αδικία κι ούτε αναβλέπει κι ούτε το πρόσωπο ανασηλώνει
από το χώμα" (στ. 20-27). Όμως λίγο πιο κάτω είναι χαρακτηριστικό πως: " Μισεί
τ'αγόρια της κι ούτε ευφραίνεται καθόλου να τα βλέπει. Φοβούμε μήπως κάτι
αλλόκοτο σκεφθεί. [ Μάυρος ο νους της την αδικία δεν θα ανεχθεί. Καλά τη γνωρίζω
εγώ και τη φοβούμαι!] Τί τρομερή γυναίκα! Όποιος μαζί της συγκρουσθεί όχι εύκολα
της νίκης το στέφανο θα φορέσει" (στ. 36-45).
Από την άλλη μεριά ο Κρέοντας έχει σαφώς αρνητικά αισθήματα απέναντι
στη Μήδεια και ουσιαστικά αυτή η αρνητικότητα τροφοδοτείται από το φόβο. Αυτός
είναι το βασικό και κυρίαρχο συναίσθημά του που τον σπρώχνει στο να αποφασίσει
την εξορία της πρώην συζύγου του νέου γαμπρού του. Ο φόβος στην ουσία κυριαρχεί
στις σκέψεις ολόκληρης της βασιλικής αυλής την οποία εδώ εκπροσωπεί ο Κρέων
που και αυτόν άλλωστε σε λίγο θα εκδικηθεί και μάλιστα με φρικτό τρόπο η Μήδεια.
Την ίδια στιγμή, ο Ιάσονας έχει μια αμφιλεγόμενη στάση απέναντι στη
Μήδεια, στάση με την οποία από τη μια επιχειρεί να την κατευνάσει (αναγνωρίζοντας
το δαιμονικό στοιχείο που η ίδια κρύβει στο βάθος του χαρακτήρα της), αλλά από την
άλλη, την υποτιμά, επισημαίνοντάς της πως ο τρόπος αντίδρασης και η οργή της δεν
είναι τίποτα άλλο παρά ένδειξη γενικότερα της γυναικείας αισθηματικότητας και
αδυναμίας. Προς το τέλος όμως, όταν θα έχει συντελεστεί το διπλό έγκλημα ( ο
θάνατος του Κρέοντα και της κόρης του και η σφαγή των παιδιών), θα κατηγορήσει
τη Μήδεια με τις πιο σκληρές εκφράσεις: " Έργο τέτοιο δεν θα τολμούσε ποτέ καμμιά
Ελληνίδα από εκείνες που άφησα και προτίμησα εσένα να πάρω- ταίρι εχθρικό και
ολέθριο, λέαινα όχι γυναίκα! Σκύλλα Τυρρηνική κι ακόμη στη φύση πιο άγρια. Πώς
οι κατάρες οι μύριες μου θα μπορούσαν να σε δαγκώσουν, αφού μέσα σου θράσσος
πελώριο έχει φυτρώσει; Ω χάσου μακριά! Αισχρό πλάσμα! Φόνισσα μιαρή των
παιδιών σου! Σε μένα απομένει τη μαύρη μου μοίρα να κλαίω"(στ. 1339-1347).
8
Ωστόσο, παράλληλα προς τον πόνο, κινείται, όπως είδαμε και η συνιστώσα
της εκδίκησης. Η τελευταία εξαρτάται συνήθως από την εξαπάτηση του εχθρού, αλλά
στην περίπτωση του Ευριπίδη διαπιστώνουμε μια αξιοπρόσεκτη παραλλαγή και
περιπλοκή στον τρόπο με τον οποίο ο ποιητής παρουσιάζει την απάτη αυτή της
Μήδειας.5 Όμως, στην περίπτωση του Κρέοντα η εξαπάτηση ακολουθεί τον
αντίστροφο δρόμο, δηλαδή αποκαλύπτεται μετά το θάνατο του τελευταίου από το
δηλητήριο της Μήδειας. Στην αντιπαράθεσή της με το βασιλιά της Κορίνθου η
πρωταγωνίστρια προετοιμαζει το έδαφος ώστε να κάμψει τη σκληρότητά του και την
απόφασή του να την εξορίσει, ενώ ο λόγος που ακολουθεί αποκαλύπτει τις δόλιες
προθέσεις της. Συνεχίζει με μια ικεσία, η οποία δεν είναι απλώς λεκτική αλλά
συνοδεύεται και από πράξη.6
Όλα αυτά μας οδηγούν στη σκέψη πως έχουμε να κάνουμε με μια διττή ΄'οσο
και αντιφατική διάσταση στο χαρακτήρας της. Δηλαδή, μπορούμε αφενός μεν να
θεωρήσουμε πως πρόκειται για τα ειλικρινή συναισθήματα μιας γυναίκας προδομένης
που έχει πληγεί από συμφορές, αφετερου δε πως πρόκειται για μια προσεκτικά
σχεδιασμένη προσπάθεια εξαπάτησης.
Η αντίφαση υπάρχει και μέσα από τα λόγια και τη στάση και του Χορού,
αφού η συγκατάθεσή του στην προηγούμενη σκηνή δημιουγεί μια παρόμοια
αμφισημία και ασάφεια, σχετικά με τη γνώμη που θα σχηματίσει το κοινό για τη
5
Ο.π.σ. 27
6
Ο.π.σ. 27
9
Μήδεια. Επιφανειακά και σε μια πρώτη εκτίμηση, ο λόγος της Μήδειας μπορεί να
θεωρηθεί ως το υπερχείλισμα πραγματικής σύγχυσης και μνησικακίας, που
ενισχύεται από διεισδυτική κοινωνική ανάλυση και από το αίσθημα αλληλεγγύης
προς τις απλές γυναίκες.7 Όμως η μετέπειτα πορεία θα οδηγήσει το θεατή σε μια
άλλη, αρνητική εκτίμηση. Οι επόμενες σκηνές είναι συγκεκριμένα που κάνουν το
κοινό να νοιώθει ότι τελικά, μάλλον εξαπατήθηκε από τις αρχικές ικεσίες της
πρωταγωνίστριας. Η εξαπάτηση του Χορού μάλιστα είναι εμβληματική:
συγκατατίθεται να σιωπήσει, ώστε η Μήδεια να τιμωρήσει τον Ιάσονα γιατί την
προσέβαλε.8
Το βασικό στοιχείο αντίφασης στο έργο είναι πως η Μήδεια, από άτομο
ερωτικά παραμελημένο και αδικημένο, γίνεται στο τέλος θριαμβευτής με τρόπο
σκληρό αλλά και με προσωπικά πολύ μεγάλο τίμημα για την ίδια, αφού το σκεπτικό
είναι πως " αγαπώ τα παιδιά μου, αλλά την ίδια στιγμή πρέπει να θυσιαστούν για να
εκδικηθώ προσωπικά τον Ιάσονα". Εξυψώνεται η ίδια σε θρίαμβο απέναντι στους
εχθρούς της και εμφανίζεται στο τέλος σωματικά και συναισθηματικά δυνατότερη
από τον Ιάσονα, δίνει μάλιστα διαταγές και προβλέπει το μέλλον, όπως συνήθως οι
θεοί για τους οποίους προορίζεται το θεολογείο.9
7
Ο.π.σ. 28
8
Ο.π.σ. 28
9
Ο.π.σ. 29
10
Συμπεράσματα
Μέσα από το ομώνυμο έργο, ο Ευριπίδης αποκαλύπτει μια Μήδεια που κατά
κάποιο τρόπο "ακροβατεί" ανάμεσα σε δύο κόσμους, αυτόν της αγάπης που είναι
συνδιασμένη με τον πόνο και την απόγνωση, και αυτόν του τυφλού, αρχέγονου και
εκδικητικού μίσους. Η απόσταση ανάμεσα σε αυτά τα δύο, φαίνεται αγεφύρωτη και
χαώδης, ταυτόχρονα και στην πραγματικότητα όμως χωρίζεται από λεπτή κόκκινη
γραμμή. Η πρωταγωνίστρια, θα περάσει αυτήν την γραμμή και αυτό θα την
καταστήσει αντιφατική μέχρι τέλους του έργου, ως προς τα συστατικά στοιχεία του
χαρακτήρα της.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ