You are on page 1of 14

ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ

ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ‒ΤΟΜΕΑΣ ΚΛΑΣΙΚΟΥ

Ονοματεπώνυμο:
Λάμπρου Κωνσταντίνα

Α.Μ.: 1560201500414

Ε’ Εξάμηνο κατεύθυνσης

Τίτλος Εργασίας:

Οι μορφές βίας στις Βάκχες του Ευριπίδη

Εργασία για το μάθημα Ευριπίδης (ΚΦΑ-ΜΦΑ-ΓΦΑ09)

Εποπτεύουσα: Μ. Θωμά

Ευριπίδης (485 π.Χ. – 406 π.Χ.)

ΑΘΗΝΑ 2020

1
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΠΡΟΛΟΓΟΣ…....……………………………………………………………………………………3

ΕΙΣΑΓΩΓΗ…………………………………………………………………………………………..4

ΟΙ ΜΟΡΦΕΣ ΒΙΑΣ ΣΤΙΣ ΒΑΚΧΕΣ ΤΟΥ ΕΥΡΙΠΙΔΗ……………………………………………...5

Α) ΛΕΚΤΙΚΗ ΒΙΑ…………………………………………………………………………………...5

Β) ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΗ/ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΗ ΒΙΑ…………………………………………………….8

Γ) ΣΩΜΑΤΙΚΗ ΒΙΑ………………………………………………………………………………...10

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ…………………………………………………………………………………12

ΕΠΙΛΟΓΟΣ…………………………………………………………………………………………13

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ…………………………………………………………………...14

2
ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Οι Βάκχες του Ευριπίδη είναι γενικότερα ένα γνωστό και πολύ σημαντικό έργο. Έχει την ικανότητα
να συνδυάζει στοιχεία τραγικότητας και δραματικότητας, κάνοντας το μοναδικό και σπουδαίο. Με
την μελέτη του έργου, αντιλαμβανόμαστε, ότι υπάρχουν πολλά στοιχεία για περαιτέρω σχολιασμό
και ανάλυση. Στο σημείο αυτό όμως, ανάμεσα σε πληθώρα επιλογής θεμάτων, μου κέντρισε το
ενδιαφέρον, να επιλέξω το θέμα της βίας στις Βάκχες. Η επιλογή αυτή έγινε, διότι η βία επικρατεί
σε αρκετά σημεία του συνολικού έργου και η ανάλυσή της είναι άξια, για να αναφερθεί. Η συνεχής
ενασχόληση, λοιπόν, με το έργο, μας δημιουργεί μία ερευνητική διάθεση, που μας βοηθά να δούμε
σε βάθος το θέμα αυτό. Επιπλέον, καλλιεργείται η σκέψη μας, με αυτόν τον τρόπο και
οδηγούμαστε με σαφήνεια στη πλήρη κατανόηση του θέματος.

Με αφορμή την επίτευξη της εργασίας, θα ήθελα να ευχαριστήσω πολύ την επόπτρια καθηγήτρια
κα. Μ. Θωμά, για την πολύτιμη βοήθειά της, την άριστη συνεργασία και επικοινωνία που είχα μαζί
της. Με την καθοδήγηση και τις συμβουλές της, ολοκληρώθηκε σταδιακά βήμα-βήμα η εργασία
αυτή με επιτυχία.

3
ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Το θέμα της παρούσας εργασίας είναι η εξέταση της βιαιότητας στο έργο του Ευριπίδη «Βάκχες».
Η βία αναλύεται σε επιμέρους ενότητες και έχει τα είδη της, που είναι η λεκτική, η
ψυχολογική/συναισθηματική και η σωματική βία. Αρχικά, θα γίνει μια γενικότερη αναφορά στη βία
και έπειτα στα είδη της, που θα αναλυθούν διεξοδικά στο κυρίως μέρος της εργασίας, με αναφορές
από το ίδιο το κείμενο. Η τραγωδία του Ευριπίδη θα σχολιαστεί, με σκοπό να εντοπισθούν και να
φανερωθούν οι συμπεριφορές των ηρώων. Ο κάθε ήρωας, δηλαδή, ανάλογα με τον τρόπο που
χρησιμοποιεί τη βία, φανερώνει έτσι τη προσωπικότητά του και κατανοούμε τις συνέπειες.

Η εργασία αυτή βασίστηκε στη χρήση αξιόπιστου βιβλιογραφικού και διαδικτυακού υλικού, για να
ερμηνευτεί καλύτερα το θέμα της βίας και των μορφών της. Ο συνδυασμός των γνώσεων, της
σκέψης και της βιβλιογραφίας ήταν αρκετός, για να υλοποιηθεί αυτό το ζητούμενο. Ένα σημαντικό
και ενισχυτικό εγχειρίδιο, ήταν το βιβλίο του κ. Αμφιλόχιου Παπαθωμά «Ευριπίδου Βάκχαι», που
πραγματεύεται το θέμα που μας αφορά, δηλαδή, το ζήτημα της βίας.

4
ΟΙ ΜΟΡΦΕΣ ΒΙΑΣ ΣΤΙΣ ΒΑΚΧΕΣ ΤΟΥ ΕΥΡΙΠΙΔΗ

Αν προσέξουμε καλά, θα δούμε ότι οι Βάκχες είναι ένα έργο σκληρό και επίπονο. Προσφέρει στον
θεατή την ωμή πραγματικότητα και τη βιαιότητα αφήνοντας του περίεργα συναισθήματα.
Ολόκληρο το έργο βρίθει από σκηνές βίας, οι οποίες δεν συμβαίνουν εκείνη την ώρα στη σκηνή,
αλλά γίνονται εύκολα αντιληπτές από το κοινό. Ούτως ή άλλως, «στην αρχαιοελληνική τραγωδία
της κλασικής περιόδου οι βιαιότητες επί σκηνής αποφεύγονται» 1. Με λίγα λόγια, δηλαδή, η βία έχει
διαπραχθεί (όχι στη σκηνή) και παρουσιάζεται στον αναγνώστη το αποτέλεσμα της, αλλά και το
τραγικό στοιχείο. Παρακάτω, θα αναφερθώ πιο συγκεκριμένα στις μορφές βίας, που είναι η
λεκτική, η ψυχολογική/συναισθηματική και η σωματική βία.

Α) ΛΕΚΤΙΚΗ ΒΙΑ

Αρχικά, η λεκτική βία είναι μια μορφή βιαιότητας, η οποία εμπεριέχει υβριστικό, απειλητικό ακόμη
και προσβλητικό λεξιλόγιο. Ουσιαστικά είναι η επίθεση σε κάποιον άλλο με τον λόγο του. Στις
Βάκχες έχουμε τέτοιες σκηνές λεκτικής βίας από τους δύο πρωταγωνιστές, τον θεό Διόνυσο και τον
Πενθέα, οι οποίοι έρχονται σε σύγκρουση μεταξύ τους αρκετές φορές. Συγκεκριμένα, ήδη από τον
πρόλογο του έργου στους στίχους 43-46 γίνεται ύβριν «ὃς θεομαχεῖ τὰ κατ᾽ ἐμὲ», μέσω του οποίου
ο Διόνυσος αφενός αποκαλύπτει τη θεϊκή του φύση κι αφετέρου κάνει λόγο για την εναντίωση του
βασιλιά προς το πρόσωπό του2. Στους στίχους 45-49, ο θεός Διόνυσος, ως άνθρωπος, μας
προετοιμάζει για αυτά που θα γίνουν εν συνεχεία. Αναφέρει, δηλαδή, την αντιπάθεια που έχει ο
Πενθέας στην Διονυσιακή λατρεία, καθώς και τη μη αποδοχή του. Εδώ, θα μπορούσαμε να πούμε,
ότι είναι ξεκάθαρη απειλή. Ο Διόνυσος προοικονομεί, ότι με τις πράξεις του θα δείξει σε όλους
ποιος πραγματικά είναι και τι μπορεί να κάνει στον Θηβαϊκό λαό, αν δεν τον ακολουθήσουν πιστά
«ὧν οὕνεκ ̓ αὐτῷ θεὸς γεγὼς ἐνδείξομαι πᾶσίν τε Θηβαίοισιν».

Έπειτα, στο πρώτο επεισόδιο, έχουμε την πρώτη εμφάνιση του βασιλιά Πενθέα, στον στίχο 215 να
εισέρχεται σύμφωνα με τον Τειρεσία, αναστατωμένος και γεμάτος θυμό. Ξεκινά, λοιπόν, να μιλά ο
βασιλιάς για τη συμφορά που βρήκε τη πόλη, τις γυναίκες που μετατράπηκαν σε πιστές μαινάδες
του θεού Διόνυσου, αλλά και τη δυσπιστία του όσον αφορά τη θεϊκή καταγωγή. Ήδη, είναι
πεπεισμένος για αυτά που λέει και η αμφισβήτηση της θεϊκής ύπαρξης αποτελεί ύβριν. Αρχίζει
δειλά-δειλά να ξεσπά επίθεση προς τον Διόνυσο λέγοντας, πως θα επαναφέρει τις γυναίκες στην
φυσιολογική τους κατάσταση και θα συντρίψει τον ψευτό-θεό. Ο φόβος του Πενθέα είναι, ότι αυτή
1
Βλ. Παπαθωμάς Αμφιλόχιος (2018), Ευριπίδου Βάκχαι, Αθήνα, εκδ. Transversa Charta, σ231.
2
Βλ. Γυπαράκη Μαρία (2014), «Ύβρις, βία και τιμωρία στις Βάκχες του Ευριπίδη», Ρέθυμνο, σ5.

5
η νέα «απειλή» που έρχεται με την πίστη και τη λατρεία προς στο Διόνυσο, θα αμαυρώσει την
εξουσία που έχει αναλάβει ο βασιλιάς. Αυτό συμβαίνει, γιατί ο λαός θα στρέψει τη προσοχή του
στη νέα θρησκεία, χωρίς να υπακούει τον εξουσιαστή της, δηλαδή, τον Πενθέα. Ειδικότερα, ο
στίχος 240 «τράχηλον σώματος χωρὶς τεμών» είναι τόσο έντονος, που ανήκει στο είδος της
λεκτικής βίας, αφού η φράση είναι μία από τις πολλές απειλές του Πενθέα. Αξιοσημείωτη είναι η
στιγμή, που ο Πενθέας αντιλαμβάνεται τη παρουσία των γερόντων, του Κάδμου και του μάντη
Τειρεσία. Στους στίχους 248-263 ο βασιλιάς τολμά και ειρωνεύεται τους δύο γέροντες, με την
άποψη, ότι ο Τειρεσίας παρέσυρε τον παππού του Κάδμο στην πίστη και τη λατρεία προς το
Διόνυσο. Μην ξεχνάμε, ότι ο Τειρεσίας είναι ένας τυφλός γέροντας και ο Πενθέας με την αλαζονεία
του, δεν παύει να επιτίθεται σε αυτόν λεκτικά, χωρίς σεβασμό. Η φράση «πολὺν γέλων» στον στίχο
250, μας παρουσιάζει την ασέβεια και την ειρωνεία του Πενθέα προς τον παππού του. Όπως
καταλαβαίνουμε, οι δύο γέροντες στο έργο φανερώνονται ως αδύναμοι χαρακτήρες κάτω υπό την
συνεχή επίθεση του βασιλιά. Αυτό το γεγονός και η συμπεριφορά, προφανώς αποτελεί ύβριν και
ασέβεια στους μεγαλύτερους και σοφούς γέροντες. Παρόλα ταύτα, ως ανταπόδοση, ο μάντης στους
στίχους 266-269 δεν διστάζει να μιλήσει στον Πενθέα επιθετικά με σκληρά λόγια, αφού βλέπει, ότι
ο βασιλιάς προσβάλλει το θείο και απειλεί ακόμα και τον ίδιο 3 ( «ὅταν λάβῃ τις τῶν λόγων ἀνὴρ
σοφὸς καλὰς ἀφορμάς, οὐ μέγ ̓ ἔργον εὖ λέγειν· σὺ δ ̓ εὔτροχον μὲν γλῶσσαν ὡς φρονῶν ἔχεις, ἐν
τοῖς λόγοισι δ ̓ οὐκ ἔνεισί σοι φρένες» ). Ο Κάδμος, που είναι σύμφωνος με τον Τειρεσία, αν και
προσπαθεί να λογικέψει τον εγγονό του, να τον κάνει και αυτόν έναν από τους πιστούς του θεού
Διόνυσου, δεν τα καταφέρνει. Ο Πενθέας, από τον στίχο 343 και εξής συνεχίζει να έχει απειλητική
και λεκτική διάθεση προς τον Κάδμο. Πλέον, ο Τειρεσίας φτάνοντας στο αποκορύφωμα, με αυτά
που ακούει, ξεσπά στο τέλος του πρώτου επεισοδίου στους στίχους 357-369 με τα πιο άσχημα
λόγια για τον Πενθέα, καθώς τον θεωρεί τρελό ( «ὦ σχέτλι ̓ , ὡς οὐκ οἶσθα ποῦ ποτ ̓ εἶ
λόγων...μαντικῇ μὲν οὐ λέγω, τοῖς πράγμασιν δέ...· μῶρα γὰρ μῶρος λέγει» ).

Το δεύτερο επεισόδιο είναι η αφετηρία των συγκρούσεων μεταξύ των δύο πρωταγωνιστών και το
παρατηρούμε στους στίχους 461-518. Ο ξένος-Διόνυσος έρχεται αντιμέτωπος με τον Πενθέα, και ο
διάλογος διακατέχεται από φοβερή ζωντάνια, επιθετικότητα και παρόρμηση. Από την μία πλευρά, ο
Διόνυσος αντιμετωπίζει τη κατάσταση με ηρεμία και ψυχραιμία, ενώ ο Πενθέας ως νέος και
οξύθυμος άνδρας βωμολοχεί και απειλεί τον θεό. Θα μπορούσαμε να πούμε, ότι ο Διόνυσος, αφού
είναι θεός και το ξέρουμε, δεν παρασύρεται από την προκλητική συμπεριφορά του νευρικού
Πενθέα. Αποπνέει σιγουριά για αυτά που λέει και τηρεί μια συγκεκριμένη στρατηγική, για να
φτάσει στο επιθυμητό αποτέλεσμα4. Στην αντίπερα όχθη, βρίσκεται ο Πενθέας, σε μια κατάσταση
3
Βλ. Παπαθωμάς Αμφιλόχιος (2018), Ευριπίδου Βάκχαι, Αθήνα, εκδ. Transversa Charta, σ232.
4
Βλ. ο.π., σ203.

6
πανικού λέγοντας πάνω στα νεύρα και στο θυμό του, φοβερά λόγια για τον θεό Διόνυσο,
πιστεύοντας, ότι θα προκαλέσει τρόμο. Ως τρόπο διαφυγής και άμυνας ο βασιλιάς χρησιμοποιεί τη
λεκτική βία, δείχνοντας αποφασιστικός στις απόψεις και τις σκέψεις του. Σημαντικοί είναι και οι
στίχοι 489, 493, 497, 505, 510-514, που ο Πενθέας συνεχίζει ακάθεκτος, να μιλά με σκληρά λόγια
για τον ξένο-Διόνυσο. Παρόλο που ο θεός (με ανθρώπινη υπόσταση εδώ) είναι ήρεμος και πράος,
στο τέλος του δεύτερου επεισοδίου στους στίχους 515-518 τονίζει, ότι ο βασιλιάς θα έχει άσχημο
τέλος, αφού προσβάλλει χωρίς ντροπή τον Διόνυσο.

Στο τρίτο επεισόδιο, μετά την σκηνική παρουσία ανάμεσα στο χορό και το θεό Διόνυσο εισέρχεται
πάλι ο Πενθέας με νευρικότητα και θυμό, όπως αναφέρει ο ξένος. Ο Πενθέας, θα μπορούσαμε να
πούμε, ότι υποτιμά τη νοημοσύνη του ξένου, αν παρατηρήσουμε ειδικότερα τον στίχο 655 («σοφὸς
σοφὸς σύ, πλὴν ἃ δεῖ σ ̓ εἶναι σοφόν»). Επιπροσθέτως, η προσθήκη του αγγελιαφόρου μας
προσφέρει αρκετές πληροφορίες για τον οξύθυμο χαρακτήρα του βασιλιά, καθώς και εκεί ο
Πενθέας προσπαθεί να φοβερίσει και να σπείρει τον τρόμο, όπως συμβαίνει στους στίχους 670-675.
Μετά τα λόγια του Άγγελου, ο Πενθέας είναι έτοιμος να σταματήσει αυτή τη κατάσταση με τις
μαινάδες και ο διάλογος με τον Διόνυσο συνεχίζει να είναι προκλητική και ερειστική. Ο θεός
προσπαθεί να λογικέψει τον βασιλιά, να μην ενεργεί αρνητικά προς το θείο, αλλά ο ίδιος έχει πάρει
τις αποφάσεις του. Εν τέλει, ο Διόνυσος πείθει τον Πενθέα να μεταβεί στον Κιθαιρώνα με
γυναικεία στολή, προετοιμάζοντας μας, για την αντίστροφη μέτρηση του βασιλιά. Οι στίχοι 787-
861, μας δείχνουν κάτι το οξύμωρο. Ενώ, ο Πενθέας δεν σταματά να χρησιμοποιεί λεκτική βία και
υβριστικό λεξιλόγιο τόσο για τον ξένο, όσο και για τον θεό Διόνυσο, τελικά όσο και αν τα
περιφρονεί όλα, υπακούει στις συμβουλές του ξένου, αποτελώντας στοιχείο τραγικότητας. Με
βάση αυτό, αντιλαμβανόμαστε, ότι ο Πενθέας ουσιαστικά είναι ένας αδύναμος χαρακτήρας και οι
απειλές του, αποτελούν αερολογίες για να φοβίσει. Χαρακτηριστικός είναι ο στίχος 956 του
τέταρτου επεισοδίου, που επιβεβαιώνει τα παραπάνω λέγοντας ο βασιλιάς την εξής φράση: «καλῶς
ἔλεξας· οὐ σθένει νικητέον γυναῖκας», ότι δηλαδή, δεν θα φερθεί με βιαιότητα στις γυναίκες-
μαινάδες.

Μία τελευταία σκηνή λεκτικής βίας, η οποία όμως αποτελεί την τελεσίδικη απόφαση, του από
μηχανής θεού Διόνυσου είναι οι στίχοι 1330-1340. Εδώ, ο θεός Διόνυσος με την θεϊκή του μορφή
αναλαμβάνει να πει, ότι όσα διαπράχθηκαν, έγιναν, διότι δεν τον ακολούθησαν πιστά. Ουσιαστικά,
ο λόγος του θεού δεν περιλαμβάνει υβριστικό λεξιλόγιο εδώ, αλλά ανήκει στην λεκτική βία, διότι
μιλά απόλυτα και με σκληρά λόγια περιγράφοντας την ωμή πραγματικότητα, όπως έχει. Επομένως,
αν πίστευαν στην θεϊκή παρουσία, δεν θα συνέβαιναν όλα αυτά τα γεγονότα και επιπλέον θα είχαν
την εύνοια του θεού.

7
Ανακεφαλαιώνοντας το κομμάτι αυτό, καταλαβαίνουμε, ότι η λεκτική βία υπάρχει σε ένα μεγάλο
ποσοστό του έργου. Αν και οι πιο δυνατές και έντονες σκηνές των Βακχών ανήκουν, κατά τη γνώμη
μου, στη σωματική βία, δεν παύει ο λόγος να είναι και αυτός εξίσου ισχυρός, αφού περιλαμβάνει
την ύβριν, την ασέβεια, την αυθάδεια και την ειρωνεία.

Β) ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΗ/ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΗ ΒΙΑ

Η ψυχολογική βία είναι το αποτέλεσμα και η συνειδητοποίηση των πράξεων. Είναι, δηλαδή, το
τελικό στάδιο της τραγικής μοίρας και της αντίληψης, ότι έχει διαπραχθεί κάτι άσχημο 5. Ο ήρωας,
αφού καταλάβει τι έχει γίνει, κυριεύεται από ενοχές και τύψεις ερχόμενος έτσι σε σύγκρουση και
σε ψυχολογικό πόλεμο με τον ίδιο του τον εαυτό. Στις Βάκχες, δύο είναι οι κυριότερες σκηνές
ψυχολογικής βίας. Η πρώτη σκηνή είναι, όταν η Αγαύη αντικρίζει στα ματωμένα χέρια της το
κεφάλι του νεκρού γιου της, που η ίδια έχει σκοτώσει και η δεύτερη σκηνή είναι ο θρηνητικός
λόγος του Κάδμου για τον εγγονό του, Πενθέα. Μπορεί να μην έχουμε πολλές εικόνες ψυχολογικής
βίας, όπως συνέβαινε με την λεκτική βία, αλλά αυτές οι δύο σκηνές που επικρατούν είναι εξίσου
δυνατές και συγκινητικές. Δεν είναι τυχαίο, που τα δύο αυτά κομμάτια βρίσκονται στην έξοδο του
έργου, αφήνοντάς μας συναισθήματα λύπης και ελεημοσύνης.

Από τον στίχο 1270 και εξής η Αγαύη αρχίζει να θυμάται δειλά-δειλά κάποια πράγματα για τη ζωή
της με τη βοήθεια του πατέρα της. Σταδιακά, της υπενθυμίζει ο Κάδμος τον άντρα που
παντρεύτηκε, το παιδί που απέκτησε μαζί του, για να καταλήξει στον στίχο 1280, που είναι η
κορύφωση της τραγικής και δραματικής κατάστασης. Η Αγαύη βλέπει το κεφάλι του γιου της και
τρελαίνεται. Σαν χαμένη, προσπαθεί στους στίχους 1280-1300 να καταλάβει, πως έγινε αυτός ο
άσχημος φόνος, καθώς εκείνη τη στιγμή άρχισε να συνέρχεται από την «νάρκωση», που της έχει
προκαλέσει ο Διόνυσος, αφού την είχε μετατρέψει σε μια λυσσασμένη, πιστή μαινάδα. Όταν
αντιλήφθηκε μαζί με τον Κάδμο, ότι αυτή υπήρξε ο φονιάς του Πενθέα ξεκινά ο σπαραγμός της. Η
αφετηρία της παρούσας κατάστασης είναι ο θεός Διόνυσος, που επηρέασε και θόλωσε το μυαλό της
τραγικής μητέρας. Αυτός είναι η αιτία για την ψυχολογική βία που υπέστη η μητέρα. Είναι φανερό,
ότι ο Διόνυσος είναι ένας θεός τιμωρός και εκδικείται το γένος αυτό, επειδή δεν δέχτηκαν την νέα
λατρεία και αμφισβήτησαν το θείο. Επίσης, με αυτόν τον τρόπο, φαίνεται η δύναμη της νέας
λατρείας, που ήρθε για να μείνει και να αφήσει το στίγμα του στην ανθρωπότητα.

Η δεύτερη σκηνή ψυχολογικής βίας ανήκει στον σπαρακτικό λόγο του Κάδμου. Ο Κάδμος
βρίσκεται σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση, μετά τη συμφορά που τους βρήκε. Ανοίγει έναν λόγο

5
Βλ. Παπαθωμάς Αμφιλόχιος (2018), Ευριπίδου Βάκχαι, Αθήνα, εκδ. Transversa Charta, σ232.

8
συγκινητικό, μιλώντας για τον εγγονό του με όμορφα λόγια, προκαλώντας μεταστροφή του
χαρακτήρα του Πενθέα στο κοινό. Ο βασιλιάς της Θήβας, δηλαδή, ήταν ένας άνθρωπος, που αν και
δεν ακολούθησε τη λατρεία του Διόνυσου και δεν απέδωσε τις κατάλληλες τιμές σε αυτόν, ήθελε
να προστατεύσει τους δικούς του ανθρώπους και τον οίκο του 6. Αυτό φυσικά, δεν ισχύει για τον
Διόνυσο, αφού η απόρριψη του Πενθέα για τη θεϊκή ύπαρξη προκαλεί την οργή του θεού και
συνεπώς την τιμωρία του, εφόσον πηγαίνει κόντρα στη θεϊκή μοίρα.

Στην ψυχολογική βία, θα μπορούσαμε να εντάξουμε και τους στίχους 846-861 εκεί που ο Διόνυσος
μιλά για την μεταμφίεση του Πενθέα σε μαινάδα. Έμμεσα, θεωρείται ψυχολογική βία, διότι
προσπαθεί ο θεός-ξένος να πείσει τον βασιλιά να ντυθεί γυναίκα, για του λόγου το αληθές, ότι θα
γίνει περίγελος του κόσμου. Μέσα από αυτήν την αλλαγή, ο Διόνυσος θέλει να πετύχει τον
εξευτελισμό του Πενθέα, καθώς, αν σκεφτούμε εικονικά την αλλαγή από άντρα σε γυναίκα
προκαλεί γέλιο στο κοινό και αποτελεί στοιχείο κωμικότητας. Βέβαια, η ψυχολογική αυτή πίεση
για την μεταμφίεση δεν γίνεται αντιληπτή από τον βασιλιά, επειδή ο Διόνυσος έχει μηχανευτεί τον
τρόπο για να μεταβεί ο βασιλιάς στον Κιθαιρώνα. Όντας θεός και παντοδύναμος ξέρει τη μέθοδο
που θα ακολουθήσει, για να πείσει τον Πενθέα να πάει στις μαινάδες. Έτσι, καταφέρνει να τον
πείσει, χωρίς να καταλάβει ο βασιλιάς, ότι γίνεται αντικείμενο κοροϊδίας και πως αυτή είναι η
τελευταία φορά, που τον βλέπουμε ζωντανό.

Εν κατακλείδι, ένα άλλο στοιχείο ψυχολογικής βίας, κατά τη γνώμη μου, βρίσκεται στους στίχους
263-369, που οι δύο γέροντες ο Κάδμος και ο μάντης Τειρεσίας, προσπαθούν να μεταπείσουν τον
Πενθέα, να αλλάξει στάση και να ακολουθήσει τη νέα λατρεία που λέγεται Διόνυσος. Ξεκάθαρα
εδώ, η πίεση είναι εμφανής και άμεση, καθώς με κάθε τρόπο οι δύο γέροντες θέλουν ευνοϊκά να
τον πείσουν για την εισαγωγή της νέας θρησκείας.

6
Βλ. Γυπαράκη Μαρία (2014), «Ύβρις, βία και τιμωρία στις Βάκχες του Ευριπίδη», Ρέθυμνο, σ15.

9
Γ) ΣΩΜΑΤΙΚΗ ΒΙΑ

Η σωματική βία είναι αυτή, που προκαλεί την μεγαλύτερη ένταση στον θεατή, αν προσέξουμε
καλύτερα κάποιες συγκεκριμένες σκηνές από τη μορφή αυτή. Ήδη, στο δεύτερο επεισόδιο στους
στίχους 434-518 υπάρχει σωματική βία προς τον ξένο-Διόνυσο. Εισέρχεται στη σκηνή ο Θεράπων,
για να αναγγείλει στον βασιλιά Πενθέα, ότι έπιασε τον κυνηγημένο ξένο. Αυτή η σκηνή, μας
φανερώνει με πόση βιαιότητα και σκληράδα έγινε η αναγκαστική αρπαγή του ξένου-Διόνυσου. Ο
λόγος του Θεράποντος εδώ είναι αρκετά περιγραφικός. Ως γνωστόν, οι αγγελικές ρήσεις και ο
Θεράπων στην προκειμένη περίπτωση λειτουργούν, για να περιγράψουν την ωμότητα των σκηνών
της βίας.

Μία επόμενη σκηνή σωματικής βίας είναι η στιγμή του σεισμού στο παλάτι στους στίχους 576-641
στην αρχή του τρίτου επεισοδίου. Η μεγαλοπρεπής εμφάνιση του θεού Διόνυσου με την δημιουργία
του σεισμού στο παλάτι, μας γεννά την ύπαρξη της σωματικής βιαιότητας. Αν αναλογιστούμε, ότι
με τον σεισμό αυτόν, λογικά θα υπήρχαν θύματα καταλαβαίνουμε τη σοβαρότητα της κατάστασης.
Ο θεός Διόνυσος έτσι, επιβάλλει με τρόπο τη δύναμή του και παρουσιάζει με πράξεις, αυτά που
μπορεί να κάνει, εφόσον υπάρχει αρνητική στάση απέναντι στο θείο, αλλά και αμφισβήτηση για
αυτόν. Στο ίδιο επεισόδιο, χαρακτηριστικοί είναι οι στίχοι 677-786, που αναλαμβάνει τον λόγο ο
Άγγελος και λέει για την πυρκαγιά που ξέσπασε στα ανάκτορα, από την εμφάνιση των Μαινάδων-
γυναικών στα κοπάδια των ζώων. Όπως είναι αντιληπτό, αυτές οι δύο περιγραφικές εικόνες από τον
Άγγελο και τον Θεράποντα είναι ικανές, για να σταθούν ως σκηνές σωματικής βίας. Αυτό
συμβαίνει, εφόσον η ανθρώπινη ύπαρξη βρίσκεται σε κρίσιμη και επικίνδυνη κατάσταση για τη
σωματική ακεραιότητα.

Ίσως, όμως, η σπουδαιότερη, η πιο δυνατή και ανατριχιαστική σκηνή ωμής σωματικής βίας είναι ο
διαμελισμός του βασιλιά Πενθέα. Οι στίχοι 1024-1152 του πέμπτου επεισοδίου είναι οι πιο
σκληροί. Με την εμφάνιση του Αγγελιαφόρου Β’ γίνεται εδώ μια προσέγγιση βήμα προς βήμα για
την κορύφωση του έργου. Ο Αγγελιαφόρος ξεκινά, να περιγράφει με λεπτομέρειες το τοπίο που
υπήρχε γύρω του και τις μαινάδες που κάθονταν αμέριμνες και απασχολημένες στον Κιθαιρώνα. Ο
Πενθέας προσπαθώντας να κρυφτεί, για να επιτεθεί, τελικά γίνεται αντιληπτός από τις γυναίκες, με
τη βοήθεια του επουράνιου θεού Διόνυσου. Ο θεός, λοιπόν, τις κατευθύνει στο θήραμά τους και με
την εξής φράση: «Ὦ νεάνιδες, ἄγω τὸν ὑμᾶς κἀμὲ τἀμά τ ̓ ὄργια γέλων τιθέμενον· ἀλλὰ τιμωρεῖσθέ
νιν» δίνει το σήμα, για να του επιτεθούν χωρίς ελεημοσύνη και όνειδος. Από τον στίχο 1080 και
εξής είναι σαφές, ότι η βιαιότητα εναντίον του βασιλιά Πενθέα είναι σοκαριστική και προκαλεί
έκπληξη στο κοινό. Η τρέλα και η μανία, που έχει κυριεύσει την μητέρα του Αγαύη και τις αδερφές
της περιγραφική και αλόγιστη.

10
Μια τελευταία σκηνή αποτρόπαιης βιαιότητας είναι ο στίχος 1168, που ανήκει στην έξοδο του
έργου. Η Αγαύη λυσσασμένη και επηρεασμένη από τον θεό Διόνυσο κρατά στα χέρια της το κεφάλι
του γιου της, πιστεύοντας, ότι είναι κεφάλι λιονταριού. Ενώ, νομίζει ότι έκανε μια θυσία
αξιοθαύμαστη προς τιμήν του θεού Διόνυσου καταλαβαίνουμε το τραγικό της υπόθεσης, εν τέλει.
Η άσχημη και τρομοκρατική αυτή εικόνα συνδέεται με την εμφάνιση του Κάδμου, που μεταφέρει
το διασκορπισμένο σώμα του εγγονού του. Ενώ η πράξη του φόνου έχει τελεστεί, μπορούμε να
παρατηρήσουμε, ότι η βιαιότητα συνεχίζει να υφίστανται, εφόσον το σώμα του νεκρού βασιλιά
σκορπίζεται εδώ κι εκεί. Η εικόνα της Αγαύης, να κρατά το κομμένο κεφάλι του γιου της ανήκει,
όπως είδαμε παραπάνω, στη μορφή και της ψυχολογικής/συναισθηματικής βίας, όταν βλέπει με την
«ματιά» της μητέρας αυτό, που έχει κάνει. Εν συνεχεία, ο Κάδμος μαζί με τους υπηρέτες δείχνει το
άψυχο σώμα στην Αγαύη. Η εικόνα αυτή προκαλεί μια τραυματική εμπειρία στους θεατές, διότι
τους θυμίζει σκηνές και εικόνες από τον φοβερό Πελοποννησιακό πόλεμο 7. Ο εικοσιπενταετής
αυτός πόλεμος έχει αφήσει ανεξίτηλες μνήμες, πολύ αίμα και θάνατο στο πεδίο της μάχης.

7
Βλ. Παπαθωμάς Αμφιλόχιος (2018), Ευριπίδου Βάκχαι, Αθήνα, εκδ. Transversa Charta, σ231.

11
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Έχοντας υπόψιν όλα τα παραπάνω για τους δύο βασικούς χαρακτήρες του έργου, μπορούμε να
οδηγηθούμε σε διάφορα συμπεράσματα. Με την ανάλυση των μορφών της βίας στις «Βάκχες» του
Ευριπίδη, αντιλαμβανόμαστε την σημαντικότητα του έργου στο σύνολό του. Η βία, είναι ένα
σκληρό μέσο και μια τακτική, που ακολουθεί κάποιος, για να πετύχει αυτό που επιθυμεί. Στην
συγκεκριμένη περίπτωση, ο θεός Διόνυσος χρησιμοποιεί τη σωματική και τη ψυχολογική βία σε
βάρος της γενιάς του Κάδμου, για να τους δώσει ένα «μάθημα», μια τιμωρία. Ο Πενθέας,
χρησιμοποιεί κατά κύριο λόγο τη λεκτική βία και τη σωματική με βωμολοχίες και απειλές με σκοπό
να σπείρει τον τρόμο. Κατά το πέρας αυτής της εργασίας, κατανοήσαμε καλύτερα τα είδη της βίας
και μας είναι φανερό, ότι η θεϊκή αμφισβήτηση έχει και συνέπειες για τον άνθρωπο. Το τραγικό, το
θεατρικό και το δραματικό στοιχείο στο Ευριπίδειο έργο είναι άξιο να σημειωθεί, καθώς οι Βάκχες
τα περιλαμβάνουν όλα αυτά. Ερχόμενη στο τέλος, η παρούσα εργασία, μας περνά ένα ηθικό
δίδαγμα για τη προκλητική και άσχημη συμπεριφορά απέναντι στη θεϊκή ύπαρξη. Αδιαμφισβήτητα,
ο Διόνυσος, ως παντοδύναμος και παντογνώστης θεός, δείχνει την δύναμη του στο λαό
αποδίδοντας το τίμημα, που αρμόζει στον βασιλιά Πενθέα. Εκτός από το θέμα της βίας, αν το
αναζητήσουμε περισσότερο, οι Βάκχες δεν κάνουν αναφορά μόνο σε αυτό, αλλά παρουσιάζουν τα
διλήμματα, που έχουν οι ήρωες, αλλά και την αξιακή σύγκρουση που υπήρχε μεταξύ των ηρώων 8.

8
Βλ. Παπαθωμάς Αμφιλόχιος (2018), Ευριπίδου Βάκχαι, Αθήνα, εκδ. Transversa Charta, σ232.

12
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Με την συνεχή ενασχόληση των Βακχών και την περαιτέρω μελέτη του, μπορούμε να
προσθέσουμε, ότι υπάρχουν πολλά θέματα επ’αυτού για ανάλυση και συζήτηση. Πέρα από το θέμα
της βίας, σημαντική είναι και η ανάλυση της ψυχοσύνθεσης των ηρώων. Κατά τη γνώμη μου, η
μελέτη για τους χαρακτήρες, τις προσωπικότητες και τις ψυχές των πρωταγωνιστών είναι άξιες να
επισημανθούν σε μια άλλη μελέτη. Αυτή η επισήμανση, βοηθά ακόμη περισσότερο και στο θέμα
της βίας. Μέσα από τις πτυχές των χαρακτήρων, «ξεκλειδώνεται», η όποια απορία δημιουργείται
για το Ευριπίδειο έργο. Ένα θέμα αξιοθαύμαστης σημασίας είναι και η Διονυσιακή λατρεία, που
επηρέασε πολύ τον κόσμο και έδειξε τη δύναμή της, μέσα από τα έθιμα, τις θυσίες και τις ιδιαίτερες
τελετές της. Εν κατακλείδι, ο Ευριπίδης ως ένας από τους πιο σημαντικούς και σπουδαίους
τραγικούς ποιητές της εποχής του, κατάφερε να συνδυάσει στην συγγραφή των Βακχών, τους
κοινωνικούς παράγοντες σε μια θορυβώδη εποχή μετά την έλευση και τη λήξη Πελοποννησιακού
πολέμου, αλλά και την εισαγωγή της Διονυσιακής θρησκείας. Τα δύο αυτά θέματα ανήκουν στην
επικαιρότητα της εποχής εκείνης.

13
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 Παπαθωμάς Αμφιλόχιος (2018), Ευριπίδου Βάκχαι, Αθήνα, εκδ. Transversa Charta.

ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
 Για την φωτογραφία εξωφύλλου: https://agnantos.wordpress.com/%CE%B5%CF
%85%CF%81%CE%B9%CF%80%CE%AF%CE%B4%CE%B7%CF%82-
%E1%BF%8E%CE%BF%CE%BB%CE%B2%CE%B9%CE%BF%CF%82-
%E1%BD%85%CF%83%CF%84%CE%B9%CF%82-%CF%84%E1%BF
%86%CF%82-%E1%BC%B1%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%81/

 Γυπαράκη Μαρία (2014), «Ύβρις, βία και τιμωρία στις Βάκχες του Ευριπίδη», Ρέθυμνο.
https://www.academia.edu/8274964/%CE%92%CE%91%CE%9A%CE%A7%CE
%95%CE%A3-_%CE%92%CE%99%CE%91_and_%CE%A4%CE%99%CE%9C
%CE%A9%CE%A1%CE%99%CE%91

14

You might also like