You are on page 1of 27

!

Αρχική σελίδα
Sitemap
"υλικό Μήδειας" το κείμενο του έργου του Χάϊνερ Μύλλερ
μανία θεάτρου
nobody, not even the rain, has such small hands κανένας, ούτε ακόμη η
βρόχη, δεν έχει τόσο μικρά χέρια E. E. Cummings

Χάϊνερ Μύλλερ

υλικό Μήδειας

μετάφραση Γιάννη Φαρμακίδη

Η μετάφραση έγινε από το γερμανικό πρωτότυπο όπως υπάρχει στην έκδοση Heiner
Müller Werke 5 Die Stücke 3 του οίκου Suhrkamp Φραγκφούρτη επί του Μάϊν
2002.

Πρωτότυπος τίτλος: Verkommenes Ufer Medeamaterial Landschaft mit


Argonauten

Στην μετάφραση έχουν διατηρηθεί η έλλειψη στίξεως και η σελιδοποίηση του


πρωτοτύπου
ΡΗΜΑΓΜΕΝΗ ΑΚΤΗ ΥΛΙΚΟ ΜΗΔΕΙΑΣ

ΤΟΠΙΟ ΜΕ ΑΡΓΟΝΑΥΤΕΣ

Πισίνα γεμάτη λάσπη Ρημαγμένη ακτή Ίχνος

Από πλατυμέτωπους Αργοναύτες

Καλάμια Ξεραμένα κλαδιά

ΑΥΤΟ ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ ΔΕΝ ΘΑ ΜΕ ΣΚΕΠΑΣΕΙ

Νεκρά ψάρια

Λάμψεις στην βρωμιά Κουτιά από μπισκότα Σωροί από σκατά ΤΟ

ΚΑΖΙΝΟ ACT ΤΟΥ ΕΥΣΕΒΙΟΥ

Οι χρησιμοποιημένες σερβιέτες Το αίμα

Των γυναικών της Κολχίδας

ΑΛΛΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΡΟΣΕΧΕΙΣ ΝΑΙ

ΝΑΙ ΝΑΙ ΝΑΙ ΝΑΙ


ΑΠΛΥΤΟ ΜΟΥΝΙ ΤΗΣ ΕΙΠΑ ΑΥΤΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΝΤΡΑΣ ΜΟΥ

ΧΩΣ’ ΤΟΝ ΜΟΥ ΕΛΑ ΓΛΥΚΕ ΜΟΥ

Μέχρι που η Αργώ του έσπασε το κεφάλι

Το άχρηστο πιά

Πλοίο

Που κρέμεται στο δέντρο Καταφύγιο και χέστρα για τους γύπες

Που παραμονεύουν

Κουρνιάζουν όλοι μαζί Πρόσωπα από εφημερίδες και σάλιο

Κυττάζει καθένας στο παντελόνι ένα γυμνό μέλος από λουστραρισμένη

Σάρκα Νεροχύτης που κοστίζει τρία βδομαδιάτικα μέχρι που ο λούστρος

Σκάει Οι γυναίκες τους σερβίρουν το φαγητό ζεστό κρεμάνε τα

Σεντόνια από τα παράθυρα βουρτσίζουν

Τον εμετό από το κυριακάτικο κοστούμι Οχετοί


Παιδιά τους βουλώνουν να σταματήσουν την εισβολή των

Σκουληκιών

Τα ποτά είναι φτηνά

Τα παιδιά κατουρούν στα άδεια μπουκάλια

Όνειρο από ένα τρομερό

Γαμήσι στο Σικάγο

Γυναίκες λερωμένες με αίμα

Στα νεκροτομεία

Οι νεκροί δεν κυττάζουν στα παράθυρα

Οι νεκροί δεν χτυπούν τύμπανα στην τουαλέτα

Αυτοί είναι χώμα των χεσμένων που επέζησαν

ΜΕΡΙΚΟΙ ΚΡΕΜΟΝΤΑΝ ΑΠΟ ΣΤΥΛΟΥΣ ΜΕ ΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ ΕΞΩ

ΠΑΝΩ ΣΤΟ ΣΤΟΜΑΧΙ Η ΤΑΜΠΕΛΑ ΕΙΜΑΙ ΕΝΑΣ

ΔΕΙΛΟΣ
Στο έδαφος όμως η Μήδεια με τον διαμελισμένο

Αδερφό στα χέρια Η σοφή

Στα δηλητήρια

ΥΛΙΚΟ ΜΗΔΕΙΑΣ ΤΟΠΙΟ ΜΕ ΑΡΓΟΝΑΥΤΕΣ

ΜΗΔΕΙΑ Ο Ιάσωνας Ο πρώτος μου και ο τελευταίος μου Παραμάνα

Που είναι ο άντρας μου

ΠΑΡΑΜΑΝΑ Στην κόρη του Κρέοντα γυναίκα

ΜΗΔΕΙΑ Στου Κρέοντα είπες

ΠΑΡΑΜΑΝΑ Στην κόρη του Κρέοντα


ΜΗΔΕΙΑ Είπες στην κόρη του Κρέοντα Ναι

Η κόρη του Κρέοντα έχει επιρροή

Πάνω στον πατέρα της ο οποίος

Μπορεί να μας δώσει άσυλο στην Κόρινθο

Ή να μας απελάσει σε ξένη χώρα

Ίσως αυτή τη στιγμή ο Ιάσωνας να της αγκαλιάζει

Με παρακάλια τα αρυτίδωτα γόνατά της

Για μένα και τους γιούς του που τους αγαπάει

Κλαις ή γελάς Παραμάνα

ΠΑΡΑΜΑΝΑ Κυρά μου εγώ

Είμαι πιό γερασμένη από τα κλάματά μου ή τα γέλια

ΜΗΔΕΙΑ Πως ζεις στα ερείπια του σώματός σου

Με τα φαντάσματα της νιότης σου Παραμάνα

Φέρε έναν καθρέφτη Αυτή δεν είναι η Μήδεια


Ιάσωνα

ΙΑΣΩΝΑΣ Γυναίκα τι φωνάζεις

ΜΗΔΕΙΑ Εγώ

Δεν είμαι επιθυμητή εδώ καλύτερα να με έπαιρνε ο θάνατος

Τρεις πεντάδες νύχτες Ιάσωνα δεν με

Αναζήτησες Ούτε με τη φωνή σου

Κι ούτε καν με την φωνή ενός σκλάβου

Με χέρια ή με βλέμμα

ΙΑΣΩΝΑΣ Τι θες

ΜΗΔΕΙΑ Να πεθάνω

ΙΑΣΩΝΑΣ Το ακούω συχνά αυτό

ΜΗΔΕΙΑ Δεν σημαίνει αυτό το σώμα

Τίποτα πλέον για σένα Θέλεις να πιείς το αίμα μου Ιάσωνα

ΙΑΣΩΝΑΣ Πότε θα σταματήσεις αυτό

ΜΗΔΕΙΑ Πότε το άρχισες αυτό Ιάσωνα


ΙΑΣΩΝΑΣ Τι ήσουνα πριν από μένα γυναίκα

ΜΗΔΕΙΑ Η Μήδεια

Μου χρωστάς έναν αδερφό Ιάσωνα

ΙΑΣΩΝΑΣ

Δυό γιούς σου έδωσα για έναν αδερφό

ΜΗΔΕΙΑ Εσύ Εμένα Αγαπάς τους γιούς σου Ιάσωνα

Θέλεις να τους έχεις ξανά τους γιούς σου

Δικοί σου είναι Τι μπορώ να έχω δικό μου εγώ η σκλάβα σου

Είμαι ολόκληρη το υποχείριό σου

Για σένα έχω σκοτώσει και γεννήσει

Είμαι η σκύλα σου η πουτάνα σου είμαι

Είμαι σκαλοπάτι στην σκάλα της φήμης σου

Αλειμμένη με τα σκατά σου με το αίμα των εχθρών σου

Κι αν σε ανάμνηση της νίκης σου


Πάνω στην χώρα μου και το λαό που τον πρόδωσα

Από τα έντερά τους ένα στεφάνι

Γύρω στο μέτωπό σου θέλεις να πλέξεις δικοί σου είναι

Εμένα περιουσία μου οι εικόνες των σφαγμένων

Οι κραυγές των βασανιζόμενων η ιδιοκτησία μου

Από τότε που εγκατέλειψα την πατρίδα μου την Κολχίδα

Στα ματωμένα ίχνη σου από το αίμα των δικών μου

Στην καινούρια μου πατρίδα συνέχιζα την προδοσία

Τυφλή στις εικόνες στις κραυγές κουφή

Ήμουνα μέχρι που το δίχτυ έσκισες

Πλεγμένο από τη δική μου και τη δική σου καύλα

Που ήταν το σπίτι μας τώρα η ξενιτιά μου

Μέσα στα σκοινιά του βρίσκομαι στραμπουλιγμένη

Η στάχτη των φιλιών σου πάνω στα χείλη

Ανάμεσα στα δόντια η άμμος των ετών μας


Πάνω στο δέρμα μου μόνον ο δικός μου ιδρώτας

Η ανάσα σου μπόχα από ξένο κρεβάτι

Ένας άντρας δίνει στην γυναίκα του τον θάνατο ως αποχαιρετισμό

Ο θάνατός μου δεν έχει άλλο σώμα εχτός απ’ το δικό σου

Είσαι ο άντρας μου είμαι ακόμη η γυναίκα σου

Με τα δόντια θα μπορούσα να την ξεριζώσω από ’σένα την πουτάνα σου

Για την οποία μ’ έχεις προδώσει εμένα

Που πρόδωσα γιατί έτσι γούσταρες να κάνω

Η προδοσία σου μάτια μου ξαναδίνει

Να δω ό,τι είδα τις εικόνες Ιάσωνα

Που με τις μπότες των ναυτών σου

Είχες ζωγραφίσει πάνω στην Κολχίδα μου Αυτιά μου ξαναδίνει

Ν’ ακούσω την μουσική που είχες παίξει

Με τα χέρια των ναυτών σου και με τα δικά μου


Που ήμουνα η σκύλα σου και η πουτάνα σου

Πάνω σε σώματα οστά τάφους του λαού μου

Και τον αδερφό μου τον αδερφό μου Ιάσωνα

Που τον πέταξα στους διώκτες σου

Κομματιασμένον απ’ αυτά τα χέρια της αδερφής του

Για την φυγή σου από τον λεηλατημένο πατέρα

Για την φυγή σου τότε από ’κείνον τώρα από μένα

Αγαπάς τους γιούς σου

Θέλεις να τους έχεις ξανά τους γιούς σου

Μου χρωστάς έναν αδερφό Ιάσωνα

Ποιόν αγαπάτε περισσότερο Τον σκύλο ή την σκύλα

Όταν κυττάτε με συμπάθεια τον πατέρα

Και την καινούρια σκύλα του και τον Βασιλιά

Των σκύλων εδώ στην Κόρινθο τον πατέρα της

Ίσως η θέση σας θα φτάσει να είναι στο στάβλο του


Πάρε Ιάσωνα ό,τι μου έχεις δώσει

Τα γεννήματα της προδοσίας από το ψωλόχυμά σου

Και χώσ’ τα στο μουνί της πουτάνας σου

Το γαμήλιο δώρο μου για τον δικό σου και τον δικό της γάμο

Πάει με τον πατέρα που σας αγαπάει τόσο

Που διώχνει την μάνα την βάρβαρη

Επειδή αυτή τον δρόμο προς τα πάνω σας εμποδίζει

Δεν θέλετε να καθίσετε στο βασιλικό τραπέζι

Ήμουνα η αγελάδα τώρα το σκαμνάκι σας

Το θέλετε Δεν βλέπω τα μάτια σας να λάμπουν

Στο θέαμα της ευτυχίας των χορτασμένων στομαχιών

Τι κολλάτε πάνω στην βάρβαρη

Που είναι η μάνα σας και η ντροπή σας

Ηθοποιοί είσαστε παιδιά της προδοσίας


Μπήξτε τα δόντια σας στην καρδιά μου και πηγαίνετε

Με τον πατέρα σας που το έχει κάνει μπροστά σας

Άφησέ μου Ιάσωνα τα παιδιά μιά μέρα ακόμη

Μετά θα φύγω στην έρημό μου

Μου χρωστάς έναν αδερφό Ιάσωνα

Δεν μπορώ για πολύ να μισήσω ό,τι εσύ αγαπάς

Η αγάπη έρχεται και φεύγει Δεν ήμουνα τόσο έξυπνη

Να το ξεχάσω Μεταξύ μας καμιά οργή

Το νυφικό μου πάρε ως γαμήλιο δώρο για την

Δύσκολα έρχεται στα χείλη μου η λέξη νύφη

Που θα αγκαλιάσει το σώμα σου που θα κλάψει

Που θα βογκήξει από ευτυχία πάνω στον ώμο σου

Το φόρεμα του έρωτα είναι το άλλο μου δέρας

Κεντημένο από χέρια που άρπαξαν

Το χρυσάφι της Κολχίδας και βαμμένο με αίμα


Από το γαμήλιο γεύμα με πατεράδες αδέρφια γιούς

Να ντύνεται η καινούρια σου αγάπη σαν

Να φορά το δέρμα μου Έτσι θα είμαι κοντά σου

Κοντά στην αγάπη σου εντελώς απόμακρη από μένα

Τώρα πήγαινε στον καινούριο σου γάμο Ιάσωνα

Θα κάνω την νύφη γαμήλιο πυρσό

Δέστε την μητέρα σας να σας παρουσιάζει τώρα ένα θέαμα

Θα την δείτε να καίει την καινούρια νύφη

Το νυφικό της βάρβαρης είναι φτιαγμένο

Θανάσιμα να κολλάει στο ξένο δέρμα

Πληγές και ουλές να ανοίγει δραστικό το δηλητήριο

Και φωτιά ξερνάει η στάχτη που ήταν κάποτε η καρδιά μου

Η νύφη νεαρή σαν τζάμι λείο το δέρμα της

Ούτε από ηλικία ούτε από γέννα βασανισμένη


Πάνω στο σώμα της γράφω τώρα το θέαμά μου

Να σας ακούσω θέλω να γελάτε όταν εκείνη θα ουρλιάζει

Πριν τα μεσάνυχτα θα τυλιχτεί στις φλόγες

Ανατέλλει ο ήλιος μου πάνω από την Κόρινθο

Να σάς δω θέλω να γελάτε καθώς θα ανατέλλει πάνω μου

Με τα παιδιά μου να μοιραστώ την χαρά μου

Τώρα μπαίνει ο γαμπρός στον νυμφώνα

Τώρα ρίχνει την νεαρή νύφη στα πόδια του

Το νυφικό της βάρβαρης το γαμήλιο δώρο

Μουσκεμένο στον ιδρώτα της υποταγής μου

Κορδώνεται η πουτάνα μπροστά στον καθρέφτη

Τώρα κλείνει τους πόρους της το χρυσάφι της Κολχίδας

Φυτεύει ένα δάσος μαχαιριών στη σάρκα της

Το νυφικό της βάρβαρης γιορτάζει τον γάμο

Με την παρθένα σου νύφη Ιάσωνα


Η πρώτη νύχτα είναι δική μου Είναι η τελευταία

Τώρα ουρλιάζει αυτή Ακούστε το ουρλιαχτό της

Έτσι ούρλιαζε η Κολχίδα όταν βρισκόσασταν στη μήτρα μου

Κι ακόμη ουρλιάζει Ακούτε το ουρλιαχτό της

Καίγεται Γελάστε Να σας δω θέλω να γελάτε

Το θέαμά μου είναι κωμωδία Γελάστε

Μέχρι να σας έρθουν δάκρυα για την νύφη Αχ μικροί μου

Προδότες Δεν κλάψατε άδικα

Θα σας κόψω φέτες από την καρδιά μου

Μ’ όλη μου την καρδιά θα τεμαχίσω για σας

Την σάρκα της καρδιάς μου Την μνήμη μου Την αγάπη μου

Δώστε μου πίσω το αίμα μου από τις φλέβες σας

Στο σώμα μου πίσω τα έντερά σας

Σήμερα είναι η μέρα της πληρωμής Ιάσωνα


Η Μήδειά σου παίρνει πίσω τα χρεωστούμενα

Να μπορούσατε να γελάσετε τώρα Ο θάνατος είναι δώρο

Από τα χέρια μου πρέπει να το πάρετε

Έχω καταστρέψει πίσω μου

Ό,τι ονομάζεται πατρίδα Τώρα αυτό που είναι πίσω μας

Μακάρι να μην γίνει πατρίδα μου Εσείς που με κοροϊδεύετε

Μ’ αυτά τα ανθρώπινα χέρια μου Αχ

Να είχα παραμείνει το κτήνος που ήμουνα

Πριν ένας άντρας με κάνει γυναίκα του

Η Μήδεια η βάρβαρη η περιφρονημένη τώρα

Μ’ αυτά μου τα χέρια της βάρβαρης

Χέρια ξεπλυμένα ξεθωριασμένα ξεσκισμένα πλήθος φορές

Σε δυό κομμάτια την ανθρωπότητα να σπάσω θέλω

Και στο άδειο διάμεσο να ζήσω Εγώ

Ούτε γυναίκα ούτε άντρας Τι φωνάζετε Φρικτότερα κι απ’ τον θάνατο


Είναι τα γεράματα Θα φιλούσατε το χέρι

Που σας δωρίζει τον θάνατο Τι ξέρετε απ’ τη ζωή

Αυτό ήταν η Κόρινθος Ποιοι είστε εσείς Ποιος σας

Έντυσε με τα σώματα των παιδιών μου

Στα μάτια σας ποιό ζώο κρύβεται

Κάνετε τους πεθαμένους Δεν εξαπατάτε την μητέρα σας

Είστε ηθοποιοί ψεύτες και απατεώνες

Σας κατοικούν σκυλιά ποντίκια φίδια

Γαβγίζουν ροκανίζουν σφυρίζουν τ’ ακούω καλά

Ω είμαι τετραπέρατη είμαι η Μήδεια εγώ

Αίμα δεν σας έχει μείνει πιά Τώρα όλα είναι σιωπηλά

Οι κραυγές της Κολχίδας κι αυτές σώπασαν Και τίποτα πιά

ΙΑΣΩΝΑΣ

Μήδεια
ΜΗΔΕΙΑ

Παραμάνα Γνωρίζεις αυτόν τον άντρα

ΤΟΠΙΟ ΜΕ ΑΡΓΟΝΑΥΤΕΣ

Πρέπει να μιλήσω για μένα Εγώ η οποία

Για ποιά γίνεται λόγος όταν

Για μένα γίνεται λόγος Ποιά είναι αυτή

Μέσα σε βροχή από κουτσουλιές Το δέρμα της σαν ασβέστης

Ή αλλοιώς εγώ μιά σημαία ένα

Ματωμένο κουρέλι κρεμασμένο κυμματίζει

Ανάμεσα στο τίποτα και στον κανέναν Προϋποθέτει άνεμο


Εγώ πεταμένο σκουπίδι ενός άντρα Εγώ πεταμένο σκουπίδι

Μιά γυναίκα δημόσιος χώρος για ελεύθερη χρήση Εγώ ονειρική Κόλαση

Που έχει το τυχαίο μου όνομα Εγώ φόβος

Μπροστά στο τυχαίο μου όνομα

Ο ΠΑΠΠΟΥΣ ΜΟΥ ΗΤΑΝ

ΕΝΑΣ ΑΞΕΣΤΟΣ ΗΛΙΘΙΟΣ

Εγώ το θαλάσσιο ταξίδι μου

Εγώ ο εποικισμός μου Το

Πέρασμά μου μέσ’ απ’ το προάστιο Εγώ ο θάνατός μου

Μέσα σε βροχή από κουτσουλιές Με δέρμα σαν ασβέστης

Η άγκυρα είναι ο τελευταίος ομφάλιος λώρος

Με τον ορίζοντα χάνεται η μνήμη της ακτής

Ένας αποχαιρετισμός είναι τα πουλιά Ένα επανιδείν

Το σφαγμένο δέντρο οργώνει το φίδι Η θάλασσα


Μια μεμβράνη ανάμεσα στο Εγώ μου και στο ΔενΕίμαιΠιάΕγώ

Τα πλευρά του καραβιού

ΝΥΦΗ ΤΟΥ ΝΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΘΑΛΑΣΣΑ

Λένε ότι οι νεκροί στέκονται όρθιοι στο έδαφος

Όρθιοι κολυμβητές μέχρι να αναπαυθούν τα κόκκαλα

Ζευγάρωμα των ψαριών με τα βγαλμένα σπλάχνα

Στρείδια πάνω στα κρανία

Η δίψα είναι φωτιά

Νερό είναι αυτό που καίγεται πάνω στο δέρμα

Η πείνα μασάει τα ούλα Αλάτι τα χείλη

Βρωμόλογα τρυπούν την έρημη σάρκα

Μέχρι που κάποιος αγγίξει κάποιον άλλον

Η ζεστασιά των γυναικών είναι τραγούδι

Τ’ αστέρια είναι ψυχροί οδηγοί

Ο ουρανός επιβλέπει παγωμένος


Ή η άτυχη απόβαση Προς την θάλασσα ακούγεται

Ο κρότος από κουτιά μπύρας

ΑΠΟ ΤΗΝ ΖΩΗ ΕΝΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

Ανάμνηση μιάς μάχης τεθωρακισμένων

Η διάβασή μου μέσα από το προάστιο Εγώ

Ανάμεσα σε ερείπια και χαλάσματα μεγαλώνει

ΤΟ ΚΑΙΝΟΥΡΙΟ Δωμάτια για γαμήσι με κεντρική θέρμανση

Η οθόνη ξερνάει κόσμο μέσα στο σπίτι

Η φθορά είναι προσχεδιασμένη Σαν νεκροταφείο

Χρησιμεύει το κονταίηνερ Μορφές που περισσεύουν

Γεννημένες μέσα απ’ το μπετόν Παρέλαση

Από Ζόμπι με ενδιάμεσες διαφημίσεις

Με στολές της χθεσινής πρωϊνής μόδας

Η νεολαία του σήμερα φαντάσματα


Των νεκρών του πολέμου που θα γίνει αύριο

Ο,ΤΙ ΑΠΟΜΕΝΕΙ ΟΜΩΣ ΤΟ ΦΡΟΝΤΙΖΟΥΝ ΟΙ ΒΟΜΒΕΣ

Στην μεγαλόπρεπη ένωση από ασπράδι αυγών και κουτιά αναψυκτικών

Με σκουπίδια τα παιδιά ζωγραφίζουν τοπία

Μιά γυναίκα είναι η γνώριμη ακτίνα ελπίδας

ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΑ ΣΚΕΛΗ ΕΧΕΙ

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΜΙΑ ΕΛΠΙΔΑ

Ή το γιουγκοσλαβικό όνειρο

Ανάμεσα σε σπασμένα αγάλματα ξεφεύγοντας

Από άγνωστη καταστροφή

Η μάνα με το καραβόσκοινο η γριά με τις πατερίτσες

Με σκουριασμένη πανοπλία τρέχει δίπλα ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ

Ένα κοπάδι ηθοποιών παρελαύνει

ΔΕΝ ΚΑΤΑΛΑΒΑΙΝΕΤΕ ΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΙ

ΕΙΝΑΙ ΗΘΟΠΟΙΟΙ ΣΕ ΚΑΘΕ ΠΟΔΙ ΚΑΡΕΚΛΑΣ ΖΕΙ ΕΝΑ ΣΚΥΛΙ


Λάσπη λέξεων από

Το εγκαταλειμμένο μου άδειο κορμί

Πώς να βρω διέξοδο απ’ την ζούγκλα

Των ονείρων μου που γύρω μου

Αθόρυβα αργά μεγαλώνει

Ένα κουρέλι από Σαίξπηρ

Στον παράδεισο των βακτηριδίων

Ο ουρανός είναι γάντι που κυνηγάει

Μασκαρεμένος με σύννεφα άγνωστης δομής

Ανάπαυση στο νεκρό δέντρο Οι νεκροθάφτισες

Τα δάχτυλά μου ψηλαφίζουν την θήκη του μαχαιριού

Νύχτες στο παράθυρο μεταξύ πόλης και εξοχής

Παρακολουθήσαμε τον αργό θάνατο των μυγών

Έτσι στέκονταν ο Νέρων πάνω από την Ρώμη ευτυχισμένος


Μέχρι που έφτασε η άμαξα Άμμος στα γρανάζια

Ένας λύκος στέκονταν στον δρόμο όταν κομματιάστηκε η Άμαξα

Διαδρομή με λεωφορείο ξημερώματα Δεξιά κι αριστερά

Οι νεκροθάφτισες βράζοντας κάτω από το ρούχο Το μεσημέρι

Λέρωσε η στάχτη τους το δέρμα μου

Στην διαδρομή ακούσαμε την οθόνη να σχίζεται

Κι είδαμε τις εικόνες να χάνονται η μία μέσα στην άλλη

Τα δάση καίγονταν με EASTMAN COLOR

Όμως το ταξίδι ήταν χωρίς άφιξη NO PARKING

Στην μοναδική διασταύρωση με το ένα του μάτι

Κανόνιζε την κυκλοφορία ο Πολύφημος

Λιμάνι μας ήταν ένας εγκαταλειμμένος κινηματογράφος

Στην οθόνη σάπιζαν αστέρες σε ανταγωνισμό

Στο ταμείο στραγγάλιζε ο Φριτς Λανγκ τον Μπόρις Καρλώφ

Ο νοτιάς έπαιζε με τις παλιές αφίσες


Ή Η ΑΤΥΧΗ ΑΠΟΒΑΣΗ Οι νεκροί νέγροι

Σαν πάσσαλοι μπηγμένοι στον βάλτο

Με τις στολές των εχθρών τους

DO YOU REMEMBER DO YOU NO I DON’T

Το ξεραμένο αίμα

Κάπνιζε στον ήλιο

Το θέατρο του θανάτου μου

Εγκαινιάστηκε καθώς στεκόμουνα ανάμεσα στα βουνά

Στον κύκλο των νεκρών συντρόφων πάνω στην πέτρα

Και πάνω μου φανερώθηκε το αεροπλάνο το αναμενόμενο

Χωρίς να σκεφτώ ήξερα

Πως αυτή η μηχανή ήταν

Ο,τι οι γιαγιάδες μου ονόμαζαν Θεό

Τα αέρια της έκρηξης σάρωσαν τα πτώματα από το υψίπεδο


Και πυροβολισμοί τάραξαν την αβέβαιη φυγή μου

Ένοιωσα το αίμα ΜΟΥ να βγαίνει από τις φλέβες ΜΟΥ

Και το σώμα ΜΟΥ να γίνεται το τοπίο

του θανάτου ΜΟΥ

ΠΑΝΩ ΣΤΙΣ ΠΛΑΤΕΣ ΤΟ ΓΟΥΡΟΥΝΙ

Τα υπόλοιπα είναι λυρισμός Ποιος έχει καλύτερα δόντια

Το αίμα ή η πέτρα

You might also like