You are on page 1of 71

Θεατρικό έργο

Η θηλιά
του Βασίλη Ρ. Φλώρου
(Φιλοσοφική σάτιρα σε τέσσερις σκηνές)
Ενας συγγραφέας απογοητευμένος από την ζωή του και από την μη
αναγνώριση του έργου του ζεί απομονωμένος στο σπίτι του. Εχει κρεμάσει
μια θηλιά από το ταβάνι και όταν πέφτει σε κατάσταση θλίψης πηγαίνει και
βάζει το κεφάλι του μέσα. Ετσι ένα βήμα πριν ΄το θάνατο εκτιμάει πάλι τη
Ζωή.
Η διχαστική κατάσταση που βιώνει τον οδηγεί στο να βλέπει τον εαυτό του
και να συνομιλεί μαζί του.
Μια όμορφη καθαρίστρια που έρχεται για να τακτοποιήσει το σπίτι του,
γοητεύεται από την «καλλιτεχνική» τρέλα του και τον ερωτεύεται..,
Μια φιλοσοφική αλληγορία για το προσωπικό διχασμό και για τη σχέση του
ανθρώπου με τον εαυτό του, την ζωή και το θάνατο…
Η «πραγματική» ζωή έναντι της φιλοσοφίας….
Ο λογοτεχνικός κόσμος και ο καθημερινός κόσμος,
ο πόλεμος και η ειρηνική συμβίωση των ιδεών και των πράξεων…

Πρόσωπα: ∙ Συγγραφέας: Άντρας (γύρω στα 45-55)


∙ Εαυτός του: Άντρας ή και Γυναίκα (γύρω στα 35)
(Είναι πρόσωπο που το βλέπει μόνο ο Συγγραφέας)
Kαθαρίστρια: ∙ Γυναίκα όμορφη, αέρινη έως 40

Σημείωση: Υπάρχει η δυνατότητα οι ρόλοι του εκδότη, του


μέντιουμ και του ψυχολόγου να τους υποδυθούν διαφορετικά
πρόσωπα.

1
ΣΚΗΝΗ ΠΡΩΤΗ

(Μουσική – Ανοίγουν τα φώτα)

Το σκηνικό είναι ένα δωμάτιο με μια μεγάλη βιβλιοθήκη,


γεμάτη βιβλία. Δεξιά μια αναπαυτική πολυθρόνα και ένας παλιός
καναπές. Σκόρπιες σελίδες στο πάτωμα, χειρόγραφα και βιβλία
πεταμένα δεξιά και αριστερά. Αριστερά του δωματίου ένα μικρό
γραφείο, με μια καρέκλα. Πάνω του υπάρχουν στοίβες από βιβλία και
η συσκευή του τηλεφώνου. Ο συγγραφέας ανεβασμένος πάνω στην
καρέκλα έχει περάσει το λαιμό του μέσα σε μια θηλιά που κρέμεται
από το ταβάνι. Κοιτάζει το κοινό περιπαιχτικά.
(Τέλος μουσικής)
- Συγγραφέας: Ο πρώτος άνθρωπος που μπόρεσε και συνέλαβε
στο μυαλό του την ιδέα της γραφής, που έγραψε το πρώτο γράμμα -
σύμβολο ήταν ταυτόχρονα και το πρώτο θύμα της σημαντικότερης
ανακάλυψης. Εκείνο το γράμμα έμοιαζε σαν θηλιά, σαν δόκανο, σαν
ένα λάκκο που μέσα έπεφτε το θήραμα και παγιδευόταν.
Εκείνος ο πρωτόγονος, το βράδυ δεν κοιμήθηκε… Έτρεχε σαν
τρελός μέσα στο άγριο δάσος αλαλάζοντας και ουρλιάζοντας από
ένα περίεργο σφίξιμο που άρχισε να έχει στο στήθος του από ένα
φοβερό πόνο που του σούβλιζε το μυαλό… Γιατί τότε παγιδεύτηκε…
στις λειτουργικές αναπαραστάσεις των γραμμάτων, παγιδεύτηκε στο
χρόνο των λέξεων, στο φόβο των Εννοιών. Εκείνη τη νύχτα μέχρι και
τα προϊστορικά αγρίμια τον φοβήθηκαν και λούφαξαν στις φωλιές
τους. Αου! Ου! (Αλυκτάει σαν λύκος)
Ήταν τότε που διώχτηκε από τον παράδεισο της σοφής
άγνοιάς του, τότε που δημιούργησε λέξεις, έννοιες και νοήματα που
διαχώρισε την ζωή του σε ευτυχία και δυστυχία, σε θλίψη και χαρά,
σε γέλιο και κλάμα… Εκείνος ο πρωτόγονος ήταν ο Αρχικός
συγγραφέας. Συγγραφέας ενός μόνο γράμματος… Από τότε η εξέλιξη
του πλανήτη πήρε το στραβό το δρόμο… Ξαφνικά ξεπετάχτηκαν

2
χιλιάδες μανιακοί που άρχιζαν να χαράζουν γράμματα και σύμβολα,
σε πέτρες, σε σπηλιές, σε κορμούς δέντρων, σε δέρματα, στους
πισινούς των αιχμαλώτων. Από τότε λένε άρχισε ο πολιτισμός. Δυο
τρεις χαρακιές στην σειρά έκαναν τον άνθρωπο πολιτισμένο.
Μυστήριο πράγμα. Αου! Ου!
(Μπαίνει  η  καθαρίστρια.  Τραγουδάει   ένα  καψουροτράγουδο  της
εποχής   που   έχει   βάλει   στο   κινητό   της.   Κοιτάζει   τους   τοίχους   του
σπιτιού και το πάτωμα... Δεν έχει αντιληφθεί τον συγγραφέα).
­ Καθαρίστρια (μονολογεί): Αυτό δεν είναι σπίτι... είναι σπηλιά.
­ Συγγραφέας: Αου! Αου!
­ Καθαρίστρια (τον βλέπει και σταυροκοπιέται): Παναγία μου!
­ Συγγραφέας: Εσείς ποια είστε;
­ Καθαρίστρια:  Η  καθαρίστρια... Δεν  μπορούσε  να  έρθει  η κυρία
Κούλα   που   ερχότανε   εδώ   συνέχεια,   είχε   μια   δουλειά   και   έστειλε
εμένα...   Είμαστε   συναδέλφισσες.   Εσείς...   εσείς   είστε   ο   κύριος
συγγραφέας;
- Συγγραφέας: Είμαι λοιπόν ο συγγραφέας, ένας «πολιτισμένος
άνθρωπος» και γω, καταδικασμένος συνειδητά σε νοηματικές
λειτουργίες. Που είμαι παγιδευμένος σε μια λέξη. Είμαι ένας
απόγονος εκείνων των μανιακών. Βέβαια χαρακιές σε πισινούς δεν
κάνω…
- Καθαρίστρια: Παναγία μου… Ευτυχώς!
- Συγγραφέας: Τουλάχιστον όχι ακόμα. Όμως κάνω χαρακιές με
λέξεις. Είμαι ένας συγγραφέας. Ένας συγγραφέας που ταλαιπωρείται
από αυτό το αιώνιο θηλυκό που ονομάζεται «λέξη»! Η «λέξη» είναι η
πατρίδα των λογοτεχνών, των ποιητών, των συγγραφέων, των
καλλιτεχνών, των ελαφροΐσκιωτων. Όπου και να πάνε επιστρέφουν σ’
αυτήν. Σε μία λέξη όλη τους η ύπαρξη. Όλη τους η ζωή. Αυτήν
αγαπούν. Αυτή μισούν. Σ’ αυτήν πεθαίνουν. Και ο θάνατος τους
βρίσκει ξαπλωμένους πάνω σε μια λέξη. Πέφτουν του θανατά για να
κερδίσουν μια λέξη! - Μια λέξη εκπροσωπεί σχεδόν όλη την ζωή τους.

3
- Καθαρίστρια (έχει βγάλει το κινητό και τηλεφωνεί): Έλα
μωρή... που μ' έστειλες; (χαμηλόφωνα) Μωρή έχει κρεμαστεί από το
νταβάνι με μια θηλιά... όχι... ζει... ζει… Να μην ανησυχώ… καλά. Τι
ιδιόρρυθμος μωρή...; Αυτός μου φαίνεται τρελάρας... Καλά! Καλά!
(κλείνει το κινητό).
- Συγγραφέας: Πολλοί άνθρωποι έχουν πατρίδα μια λέξη.
- Καθαρίστρια: Και μια λέξη και δύο….Ό,τι πείτε εσείς... εγώ
πάω στα δωμάτια να καθαρίσω (φεύγει από την σκηνή, κοιτάζοντάς
τον με φόβο).
- Συγγραφέας:  Για πολλούς, πατρίδα   μπορεί   να   είναι   η   λέξη
«Γνώση», «Καριέρα», «Θλίψη», «Έρωτας», «Θεός», «Περιουσία», «Ηδονή»,
«Αγάπη», «Μίσος»…  κ.τ.λ.  Η   δική  μου   πατρίδα   είναι   η   λέξη  «Γιατί».  Η
Ιθάκη  μου   τελικά   ένα  «γιατί»  θαλασσοδερμένο. Ένα  σαπιοκάραβο  που
αρμενίζει στην θάλασσα του κόσμου! Δεν έχω την στεριά ως πατρίδα.
Ιθάκη  μου   είναι   η   θάλασσα   των   αποριών  μου.  Πατρίδα  μου   είναι   το
ταξίδι μου σ’ αυτό το «Γιατί».
- Φωνή Εαυτού: Γιατί είπες ή γατί;
- Συγγραφέας (ξαφνιασμένος): Τι ρώτησες δεν κατάλαβα.
- Φωνή Εαυτού: Λέω είπες «γιατί» ή «γατί»;
- Συγγραφέας: Γιατί είπα και όχι γατί.
Γιατί; Πολλά «γιατί» που ποτέ δεν μας εξηγήθηκαν, που ποτέ
δεν μας έδωσαν μια χορταστική απάντηση για να κατευνάσουμε,
έστω για λίγο, την πείνα της απορίας μας. Πολλά «γιατί» που
μεταμορφώνονται σε καρφιά και στο τέλος σε καρφώνουν στο
σταυρό της ύπαρξής σου. Γιατί είμαι έτσι, γιατί είμαι αλλιώς, γιατί
έγινε αυτό, γιατί το άλλο, γιατί μ’ άφησε, γιατί φοβάμαι, γιατί το
έκανα, γιατί ζω… γιατί… γιατί… Πολλά «γιατί» που στο τέλος
γίνονται θηλιά γύρω από το λαιμό σου.
Αυτή την θηλιά που έχουν όλοι. Άλλοι την ξέρουν, άλλοι δεν
την ξέρουν, άλλοι κάνουν ότι δεν την βλέπουν, άλλοι την έχουν
φτιάξει με καραβόσκοινο, άλλοι με αλυσίδες, άλλοι με σπάγκο…

4
Κάποιοι βέβαια περισσότερο ρομαντικοί έχουν χρωματίσει τη θηλιά
τους με διάφορα χρωματάκια όπως το χρωματάκι της δόξας, του
χρήματος, του πάθους, του χρέους, της εξουσίας και είναι μια χαρά
με τη θηλιά τους να τους σφίγγει το λαιμό… Αισθάνονται έτσι ότι
κάποιοι είναι… Για να μπορούν να αντέχουν τον εαυτό τους… Βέβαια
άλλοι βάφουν τη θηλιά τους με πουά βούλες, με ροζ βαθύ ενώ μερικοί
πιο προχωρημένοι στην βλακεία γράφουν πάνω της και διαγγέλματα.
«Κούλα θα σ’ αγαπώ για πάντα» ή τσιτάτα όπως: «τόλμα το
ανέφικτο», «η ζωή είναι ένα αγγούρι» ή συνθήματα του είδους: «Λαέ,
μην σκύβεις το κεφάλι, αγωνίσου πάλι» ή το άλλο… «Κουφάλες άμα
γίνω υπουργός θα σας πηδήξω»… «Μήτσος».
(Μπαίνει στη σκηνή ο Εαυτός Τον κοιτάζει υποτιμητικά
κουνώντας το κεφάλι του και πιάνοντας φοβισμένος το λαιμό του.)
- Εαυτός: Πώς μπορείς να ζήσει κάποιος ειρηνικά με τον εαυτό
του; - Συγγραφέας: Κάτι μας είπες τώρα... Αυτό είναι ένα ζήτημα που
με απασχολεί χρόνια…αλλιώς δεν θα είμουνα διχασμένος…Ποιος
φυσιολογικός άνθρωπος μιλάει με τον εαυτό του;
-Εαυτός: Όλοι μιλάνε με τον Εαυτό τους…
-Συγγραφέας: Ναι αλλά εγώ σε βλέπω κιόλας…
-Εαυτός: Και γω σε βλέπω..
-Συγγραφέας: Ναι αλλά εσύ δεν είσαι πραγματικός.
-Εαυτός: Μπα; Εσύ είσαι ο πραγματικός;
-Συγγραφέας: Ούτε καν μοιάζουμε..
-Εαυτός: Και τι έγινε άμα δεν μοιάζουμε; Θα μπορούσε να είμαστε
στην μορφή σαν δίδυμοι, αλλά πάλι θα διαφέραμε πολύ. Σε
πληροφορώ ότι ο πραγματικός εαυτός σου δεν σου μοιάζει… Είναι
πάντα κάτι άλλο… Αλίμονο αν σου έμοιαζα… Θα είχαμε δύο θηλιές
στο ταβάνι και διπλάσια γκρίνια!
-Συγγραφέας: Σκέφτομαι πολύ σοβαρά να σε χωρίσω..
-Εαυτός: Και βέβαια σκέφτηκα να σε χωρίσω. Μια φορά μόνο!!!…
Κάθε μέρα!

5
-Συγγραφέας: Ομως διαζύγια του ανθρώπου με τον εαυτό του
απαγορεύονται…
-Εαυτός: Δυστυχώς για την ώρα…
-Συγγραφέας: Άρα είμαστε καταδικασμένοι να ζούμε μαζί… Να σε
ανέχομαι!
-Εαυτός: Τόσα χρόνια μαζί βαρέθηκα τη μουρμούρα σου και τη
γκρίνια σου. Συνέχεια αναρωτιέσαι. Κάθε μέρα ανακαλύπτεις και ένα
καινούργιο «Γιατί». Γιατί το ένα, γιατί το άλλο; Γιατί έτσι γιατί
αλλιώς;
( Ο συγγραφέας βγάζει το κεφάλι του από την θηλιά χωρίς να
κατέβει από την καρέκλα. Ο Εαυτός ανακουφισμένος μαζεύει τις
σκόρπιες σελίδες στο πάτωμα).
- Συγγραφέας: Δώσε μου λοιπόν μια χορταστική απάντηση για
όλα τα «γιατί»... Από καμία ερώτηση δεν παίρνεις ποτέ μια απόλυτα
αληθινή απάντηση, επειδή καμία απάντηση δεν μπορεί να δώσει την
ουσία της Αλήθειας... Καμία απάντηση δεν είναι απόλυτη. Το μόνο
που μπορεί να σου δώσει είναι μια καινούργια ερώτηση.
- Εαυτός: Σου έχω λύση…μη ρωτάς μην απαντάς…
- Συγγραφέας: Ο άνθρωπος προσπαθεί να επουλώσει την
τραγικότητά του μέσα από το σωρό απείρων ερωτοαπαντήσεων. Οι
ερωτήσεις και οι απαντήσεις αποτελούν το πιο αγαπημένο και
χαζοχαρούμενο παιχνίδι της ανθρώπινης νόησης.
Έτσι χτίζεται η ανθρώπινη γνώση… Έτσι χτίζεται η ζωή… Ετσι
πιανόμαστε στη θηλιά. Γιατί είναι μια κινούμενη θηλιά η ζωή που μας
αρέσει να είμαστε δεμένοι μαζί της… Από το λαιμό!
- Εαυτός: (χειροκροτεί) Μπράβο! Συγχαρητήρια! Ωραία τα
είπες. Εις ανώτερα και πρόεδρος της Δημοκρατίας.
- Συγγραφέας: Τότε είπα να φτιάξω και μια πραγματική θηλιά,
να την κρεμάσω από το ταβάνι και που και που να χώνω το κεφάλι
μου μέσα και να παρατηρώ τον κόσμο (τρέχει, ανεβαίνει στην
καρέκλα και βάζει το κεφάλι του στη θηλιά). Ο κόσμος φαίνεται
τελείως διαφορετικός όταν έχεις το κεφάλι σου μέσα σε μια

6
πραγματική θηλιά. Τότε σκέφτεσαι αλλιώς τα πράγματα… Σκέφτεσαι
πόσο πολύτιμη είναι η ζωή και πώς με ένα τσακ μπορείς εύκολα να
την χάσεις… Τη θηλιά λοιπόν την έφτιαξα για να εκτιμώ τη ζωή. Να
καταλαβαίνω την σημασία της. Να την αγαπήσω με το ζόρι!
- Εαυτός: Και έπρεπε να φτιάξεις θηλιά; Γιατί δεν έφτιαχνες μία
κούνια να σε κουνάω κιόλας…
- Συγγραφέας: Κούνια; Θεός φυλάξοι…
- Εαυτός: Ο Θεός να φυλάει εμένα και τον υπόλοιπο κόσμο από
τις ιδέες σου και από τις πράξεις σου… Πρόσεχε… μόνο αυτό σου
λέω… πρόσεχε! (Ο Εαυτός βγαίνει από την σκηνή ).
- Συγγραφέας: Όταν έχω το κεφάλι μου μέσα εδώ όλα είναι
εντάξει. Σταματάω να έχω προβλήματα ψυχολογικά, ερωτικά κ.τ.λ.
Με το κεφάλι μέσα στη θηλιά μου περνάνε ξαφνικά όλα… Τα πάντα…
Όταν είσαι ένα βήμα πριν από τον θάνατο… κάθε πρόβλημα όσο και
μεγάλο να είναι… σου φαίνεται παιχνιδάκι… Όσο έχω το κεφαλάκι
μου μέσα στη θηλιά, καρφάκι δε μου καίγεται. Νο πρόμπλεμ. Οκέϊ.
Βέρι-γκουντ. Μέγα βάλσαμο αυτή η θηλιά. Εξαιτίας της άρχισα σιγά-
σιγά να συνειδητοποιώ σταθερά την ψευδαίσθησή μου. (Μπαίνει ο
Εαυτός ως σερβιτόρος. Κρατάει ένα δισκάκι με τον καφέ και το
νερό).
- Εαυτός: Κινδυνεύω ανά πάσα στιγμή… Ο μεγαλύτερος
κίνδυνος για έναν άνθρωπο είναι… Ο άνθρωπός του… Τίποτα δεν
μπορεί να καταστρέψει τον άνθρωπο… Είναι ον αντοχής. Μπορεί να
φέρει τον κόσμο άνω-κάτω… Μόνο όταν αρχίσει να συγκρούεται με
τον εαυτό του τότε… γίνεται, ένας άλλος.
- Συγγραφέας: Παπαγάλος, είπες;
- Εαυτός: Οι θηλιές κουφαίνουν κιόλας.
- Συγγραφέας: Όχι, είπες παπαγάλος… Εγώ αυτό άκουσα.
- Εαυτός: Εντάξει, παπαγάλος.
- Συγγραφέας: Παπαγάλος, ναι… κατάλαβα πως είμαι
παπαγάλος… Είμαι ένας παπαγάλος που κλέβει… Αυτό είμαι… Είμαι
ένας κλέφτης που παπαγαλίζει. Το βρήκα… (Ο Εαυτός με φόβο)

7
- Εαυτός: Εντάξει, ηρέμησε σε παρακαλώ… Θα σου πω και ένα
ανέκδοτο. Οι συγγραφείς είναι σαν τα δελφίνια. Σχεδόν όλος ο
κόσμος πιστεύει ότι είναι έξυπνοι, όμως αυτοί δεν μπορούν να το
αποδείξουν… Καλό;
- Συγγραφέας: Είμαι ένας κλέφτης, είπα! Έκλεψα φράσεις,
λέξεις, ιδέες παραποίησα νοήματα, κατακρεούργησα ερμηνείες και με
διανοουμενίστικες τακτικές υπέβαλα την πορεία μου πάνω στην
γραφή με φασιστικό πολλές φορές τρόπο και ακόμα φυλακή δεν πήγα.
- Εαυτός: Άμα γλιτώσεις από την θηλιά, προς τα κει σε βλέπω
να πηγαίνεις σίγουρα!
- Συγγραφέας: Ίσως θα ‘πρεπε να πηγαίναν αυτοί που γράφουν
και φυλακή όταν παραμορφώνουν και βιάζουν την γραφή. Ίσως όμως
η φυλακή αυτού που γράφει να είναι η ίδια η γραφή.
- Εαυτός: Ποιος ξέρει… Μυστήριες οι βουλές του συγγραφέα.
Μπορείς να βγάλεις το κεφάλι σου από κει και να κατέβεις κάτω… να
τα πεις σαν άνθρωπος; Και από κάτω σε ακούμε.
(Βγάζει το κεφάλι του από την θηλιά και κατεβαίνει από την
καρέκλα. Ο Εαυτός ησυχάζει… Ο Συγγραφέας πίνει τον καφέ του και
ξαπλώνει αναπαυτικά στον καναπέ ενώ ο Εαυτός φεύγει από την
σκηνή ανακουφισμένος).
- Συγγραφέας: Αυτός που γράφει πόσο αληθινός είναι; Ποιος
άραγε είναι ο πραγματικός… συγγραφέας; Αυτός που γράφει (όσο
καλά και αν γράφει) λέξεις ή αυτός που ζει το νόημα των λέξεων που
ζει ουσιαστικά το νόημά τους, που ζει ουσιαστικά με νόημα.
- Φωνή Εαυτού: Δεν μας ενδιαφέρουν αυτά, πες και εσύ ένα
ανέκδοτο. Εκείνο με τον τραβεστί και τον παππά.
(πίνει καφέ χωρίς να τον απολαμβάνει εκνευρισμένος με τον
εαυτό)
- Συγγραφέας: Όποιος όμως και αν είναι αυτός που γράφει,
γιατί γράφει; Για ποιο λόγο; Από ματαιοδοξία, από ανάγκη, από φόβο,
από χρέος, από αγωνία υπαρξιακή, από αναζήτηση σκοπού, από
όραμα, από έλλειψη διεξόδων, από δικαιολογία, από αγάπη; Όλα

8
τούτα που γράφω τι αξία μπορεί να έχουν; Οι σελίδες ενός βιβλίου
γεμάτες από λόγια σε τι τελικά μεταφράζονται; Σε τέχνη; Σε
ελευθερία; Σε αφύπνιση; Σε δόξα; Σε αγωνία; Σε επάγγελμα; Σε χρήμα;
- Φωνή Εαυτού: Για όλα αυτά γράφεις;
- Συγγραφέας: Δεν ξέρω καθένας γράφει για διαφορετικούς
λόγους.
- Φωνή Εαυτού: Κάποιοι από χρέος να δώσουνε τις γνώσεις
τους στην Ανθρωπότητα, άλλοι για να νιώσουν σπουδαίοι ή για να
βρούνε καμία γκόμενα.
- Συγγραφέας: Κάποιοι γράφουν γιατί δεν μπορούν αλλιώς να
κάνουν. Δεν τους νοιάζει ούτε η αναγνώριση ούτε το χρήμα.
- Φωνή εαυτού: Στην ψάθα θα πεθάνεις, να μου το θυμηθείς.
Φτωχός, μόνος και γκρινιάρης.
- Συγγραφέας: Κάποτε πήγα να πιάσω δουλειά σ’ ένα γνωστό
περιοδικό λίγο λογοτεχνικό, λίγο πολιτικό, λίγο κοινωνικό… Λίγο
κουλτουριάρικο, λίγο μοντέρνο, λίγο παράξενο… Λίγο… πάντως…
Έπρεπε να δουλέψω, χρήματα δεν είχα καθόλου, τα βιβλία μου
πηγαίναν κατά διαόλου, δεν τα διάβαζε ούτε η μάνα μου! Βρίσκω τον
εκδότη και ιδιοκτήτη. Ένας περίεργος τύπος μ’ ένα μυτερό γένι,
μαλλιά αφάνα, σαν αγριόγιδο μετά από ηλεκτροπληξία.
(Ο Συγγραφέας χτυπάει παλαμάκια… σα να δίνει κάποιο
σύνθημα. Τότε ο εαυτός βγαίνει γρήγορα, τρέχει, παίρνει και κολλάει
ένα γένι, βάζει ένα ζευγάρι γυαλιά, φοράει μια περούκα και κάνει τον
εκδότη. Κάθονται στο γραφείο και συζητούν. Παίζουν και οι δύο
ρόλους. Παντομίμα. Διαφορετική χροιά φωνής, στυλ κλπ.)
- Εαυτός-Εκδότης: Γράφεις καλά;
- Συγγραφέας: Νομίζω, δεν έχετε διαβάσει κάποιο βιβλίο μου;
- Εκδότης: Ξέρεις είμαι σοβαρός άνθρωπος. Δεν διαβάζω ποτέ
βιβλία. Είσαι παντρεμένος;
- Συγγραφέας: Δεν έτυχε.
- Εκδότης: Γιατί;
- Συγγραφέας: Εσείς είστε;

9
- Εκδότης: Ναι.
- Συγγραφέας: Γιατί;
- Εκδότης: (Χαμογελάει) Ερωμένη έχεις;
- Συγγραφέας: Που και που.
- Εκδότης: Μήπως είσαι ομοφυλόφιλος;
- Συγγραφέας: Όχι.
- Εκδότης: Δεν πειράζει. Κανένας δεν είναι τέλειος.
- Συγγραφέας: Συγγνώμη δεν ήξερα ότι έπρεπε.
- Εκδότης: Δεν είναι απαραίτητο, αλλά ένας ομοφυλόφιλος
συγγραφέας έχει άλλο ίματζ σ’ ένα γνωστό περιοδικό.
- Συγγραφέας: Να προσπαθήσω τότε.
- Εκδότης: Για προσπάθησε, με την προσπάθεια πηγαίνεις
πάντα μπροστά. Παραξενιές έχεις;
- Συγγραφέας: Δεν ξέρω, μπορεί!
- Εκδότης: Ρίχνεις πιπέρι στο αυγό;
- Συγγραφέας: Ορίστε;
- Εκδότης: Πρόσεξε αυτή την ερώτηση! Είναι πάρα πολύ
κρίσιμη για την συνεργασία μας… Ρίχνεις πι-πέ-ρι στο αυγό;
- Συγγραφέας: Μερικές φορές.
- Εκδότης: Νάτοοο!!
- Συγγραφέας: Ποιο;
-Εκδότης: Πρώτη παραξενιά… Από ‘κει ξεκινάνε και οι
υπόλοιπες!!!
- Συγγραφέας: Από το πιπέρι;
- Εκδότης: Το πιπέρι δεν είναι τόσο αθώο όσο φαίνεται,
σηματοδοτεί χαρακτήρα κυνικό, πικρόχολο.
- Συγγραφέας: Το πιπέρι;
- Εκδότης: Το πιπέρι. Πώς το τρί… πώς το τρίβουν το πιπέρι…
χίλιοι μύ…. χίλιοι μύριοι καλογέροι… το ξέρεις αυτό, ε;
- Συγγραφέας: Τι σχέση έχουν τώρα αυτά με την συνεργασία
μας στο περιοδικό; Δεν καταλαβαίνω.

10
- Εκδότης: Η φαντασία ενός εκδότη πρέπει να έχει μεγάλο
εύρος. Ένας καλός εκδότης πρέπει να μπορεί να σκεφτεί και την πιο
απίθανη εκδοχή στις συνεργασίες του με τους συγγραφείς. Έχεις
νεύρα;
- Συγγραφέας: Σ’ όλο το σώμα.
- Εκδότης: Έξυπνο! Τσακώνεσαι;
- Συγγραφέας: Σπάνια.
- Εκδότης: Κάτι προσωπικό τώρα.
- Συγγραφέας: Παρακαλώ.
- Εκδότης: Αυνανίζεσαι;
- Συγγραφέας: Ορίστε; Σας παρακαλώ… Όλα έχουν τα όριά
τους. Τι ερώτηση είναι αυτή;
- Εκδότης: Συντηρίκλα, ε; Ψιλοσυντηρητικός… Φοβήθηκες από
μια ερώτηση. Το περιοδικό απευθύνεται περισσότερο στους νέους…
Πρέπει να γνωρίζεις από αυνανισμούς, για να είσαι κοντά στην
ψυχολογία τους. Εξάλλου σας κάνω αυτή την ερώτηση γιατί υπάρχει
κάποιος σημαντικός λόγος… Πρέπει να μάθω κάποια προσωπικά
πράγματα για σένα πριν σε προσλάβω. Πόσες φορές αρρωσταίνεις το
χρόνο;
- Συγγραφέας: Στα δίσεκτα έτη 3 φορές, στα υπόλοιπα
καθόλου.
- Εκδότης: Καλό αυτό. Ξέρεις εδώ δεν έχουμε ώρες.
- Συγγραφέας: Καταργήσατε το χρόνο;
- Εκδότης: Όχι εννοώ ότι δουλεύουμε όσο χρειαστεί.
- Συγγραφέας: Πόσο χρειάζεται;
- Εκδότης: Συχνά πολύ.
- Συγγραφέας: Από χρήματα;
- Εκδότης: Από χρήματα θα πάρεις για ό,τι ακριβώς γράφεις.
- Συγγραφέας: Και εγώ θα γράφω για ό,τι ακριβώς παίρνω.
- Εκδότης: Κοίταξε εγώ είμαι δίκαιος . τον πρώτο καιρό θα είσαι
δοκιμαστικά, δεν θα πληρώνεσαι.
- Συγγραφέας: Για πόσο καιρό δηλαδή;

11
- Εκδότης: Για έξι μήνες.
- Συγγραφέας: Και πως θα ζω εγώ ως τότε;
- Εκδότης: Είδες γιατί ρωτάω για τα προσωπικά σου; Γιατί έχω
τους λόγους μου. Έχεις λίγους φίλους θα σε βοηθήσουν, παντρεμένος
δεν είσαι, ομοφυλόφιλος για να τα δίνεις στα τεκνά δεν είσαι ακόμα.
Γυναίκα τώρα δεν υπάρχει άρα έξοδα δεν έχεις, γιατί αυνανίζεσαι και
την βρίσκεις μόνος σου. Αυγά βραστά με πιπέρι τρως. Νευρικός δεν
είσαι αλλά είσαι πικρόχολος και κυνικός άρα παρέες πολλές δεν
κάνεις, δεν βγαίνεις πολύ έξω. Επομένως δεν χαλάς χρήματα για
διασκέδαση και τέτοια. Άρα έξι μήνες θα στριμωχτείς λίγο… (Ο
Συγγραφέας σηκώνεται και δέρνει και χτυπάει τον εαυτό-εκδότη…).
­ Συγγραφέας:  Τον   στρίμωξα   στον  τοίχο,  του  έπιασα   τα  μαλλιά
από   τα   νεύρα   μου,   του   δάγκωσα   το   αυτί…   μου   έκανε   μήνυση…
περιμένω   το   δικαστήριο  (φωνάζει). Έξω... οσφιοκάμτες... Έξω
βρωμόσκυλα!
(Τον πετάει έξω από την σκηνή).
­ Συγγραφέας:  Θα  μας  μετράνε  και   τον  αέρα  που  αναπνέουμε…
θα   σου   λένε   σήμερα   ανάπνευσες  1000  φορές   χίλιες  x  τόσα  =  τόσα.
Αυτή   την   εβδομάδα   πήδηξες  τόσες  φορές   τόσα  x  τόσα  =  τόσα.  Αυτό
το  μήνα   γέλασες   τόσες   φορές   τόσα  x  τόσα  =  τόσα. Δεν   θ’  αφήσουν
τίποτα οι κερατάδες που δεν θα το χρεώνουν…Βρωμόσκυλα.. (Βγαίνει
από το δωμάτιο η καθαρίστρια).
- Καθαρίστρια: Καλέ, τι έγινε;... Γιατί φωνάζετε;
­Συγγραφέας: Όλα για το χρήμα…  Δεν πληρώνω τίποτα
παραπάνω από όσα πρέπει…
­ Καθαρίστρια:  Αν   είναι   για   τα   χρήματα,  το   ίδιο   παίρνω   όπως
και η Κούλα. Δεν θέλω παραπάνω...
- Συγγραφέας: (Αρχίζει τώρα να συνέρχεται) Απογοήτευση…
έπασχα τότε από μια μεγάλη απογοήτευση. Με απογοήτευαν συχνά
όλα όσα έκανα και δεν αγαπούσα πραγματικά τίποτα. Ζούσα μέσα σ’
έναν κόσμο και σε μια πραγματικότητα που συνεχώς ξέφτιζε. Μια

12
πραγματικότητα που σε κάθε στιγμή της είχε άπειρες πράξεις από
ψευδαισθήσεις. Δεν ζούσα στο παρόν. Δεν απολάμβανα τις στιγμές
μου. Ζούσα στο παρελθόν και στο μέλλον. Έδινα πάντα στον εαυτό
μου την υπόσχεση μιας μελλοντικής ευτυχίας, μιας επιθυμίας για
αλλαγή που ποτέ δεν γινόταν στο παρόν αλλά πάντα θα γινόταν στο
μέλλον! Μ’ αυτόν τον τρόπο έχανα τις στιγμές του παρόντα χρόνου
γιατί στόχευα σε μια άδεια και αβέβαιη μελλοντική ονειροπόληση. (Η
καθαρίστρια βγάζει το τηλ. και τηλεφωνεί). Αυτό είχε ως συνέπεια να
γυρίζω και στο παρελθόν. Τις περισσότερες φορές ενοχοποιούσα και
σικτίριζα το παρελθόν μου ότι τάχα το παρελθόν έφταιγε που δεν
μπορούσα να βιώσω το παρόν που μου αντιστοιχούσε.
- Καθαρίστρια (ψιθυριστά): Μωρή Κούλα... Σίγουρα δεν
κινδυνεύω; Ξέρω εγώ…Στην αρχή κάτι είπε για χρήματα, τώρα τα
έχει βάλει με τον παρελθόν του... Έχει πρόβλημα μωρή ο άνθρωπος.
Μιλάει μόνος του. Να μην ανησυχώ. Α! Το κάνει συχνά... Καλά...
Καλά... Α..οι καλλιτέχνες έχουν παραξενιές ...καλά.. Ναι, γεια.
(κλείνει το τηλέφωνο). Κύριε, εγώ πάω να συνεχίσω. Ό,τι θέλετε μου
λέτε..όλα καλά είναι μην ανησυχείται..όλα θα πάνε μια χαρά..…
(φεύγει από την σκηνή).
- Συγγραφέας: (διαβάζει από το βιβλίο) «Ζούσα μια ζωή που
την είχα διαχωρίσει μόνο σε παρελθόν και μέλλον. Που την είχα
αποκόψει από το παρόν. Ένιωθα εγκλωβισμένος μέσα σε μια
ξεπερασμένη ιστορία που έμοιαζε πια σαν όνειρο που μου επιβλήθηκε
αλλά και που το δημιούργησα: την ιστορία της μέχρι τώρα ζωής
μου». (Σταματάει να διαβάζει και μονολογεί). Έφταιγα δεν έφταιγα,
διάλεξα τη μοίρα μου ή εκείνη με διάλεξε, δεν ξέρω. Ίσως κανένας
δεν είναι ικανός να ξέρει σίγουρα σε ποιο βαθμό είναι δημιουργός
της μοίρας του ή σε ποιο βαθμό η μοίρα του κινεί τα νήματα της
ζωής του. Μα ούτε και συγκρίσεις μπορώ να κάνω. Στους ανθρώπους
δε μπορείς να κάνεις συγκρίσεις γιατί καθένας είναι μια διαφορετική
περίπτωση ξεχωριστή και διαμορφωμένη από χιλιάδες αστάθμητους

13
παράγοντες και αιτίες. Άρα αν είσαι πιο τυχερός ή πιο άτυχος από
κάποιον άλλον έχει να κάνει με πολλά πράγματα».
(Αφήνει το βιβλίο - Βγαίνει ο Εαυτός χωρίς μεταμφίεση)
- Εαυτός: Επομένως τη σύγκριση πρέπει να την κάνεις με τον
εαυτό σου. Τότε δεν έχει καμία σημασία αν είσαι πιο τυχερός ή πιο
άτυχος. Σημασία έχει αν γίνεται καλύτερος ή όχι, και αυτό το ξέρει
μόνο ο εαυτός σου.
Η μονάδα μέτρησης για την αληθινή αξία που έχει ο καθένας
στη ζωή δεν είναι εξωτερική, πόσα έχεις αποκτήσει, αν έχεις
οικόπεδα, σπίτια, αυτοκίνητα, εξουσία, δόξα και απολαύσεις. Αυτά
είναι οι ψευδαισθήσεις. Αυτά κάνουν τους ανθρώπους να νομίζουνε
ότι δήθεν κάποιοι είναι...».
- Συγγραφέας: Δεν μπορείς όμως να ζήσεις δίχως τις
ψευδαισθήσεις, δίχως σπίτια, αυτοκίνητα, εξουσία και απολαύσεις.
- Εαυτός: Αν βγάλεις όμως όλα τούτα αυτό που μένει είναι ο
άνθρωπος… Γυμνός… χωρίς τίποτα… Αυτή είναι η πραγματική
περιουσία μας: η γυμνότητά μας. Άρα η μονάδα μέτρησης για την
αξία μας στη ζωή είναι εσωτερική και έχει να κάνει με το ποιος
πραγματικά είσαι… Τι άνθρωπος είσαι και όχι τι έχεις. Εσύ τι
άνθρωπος τελικά είσαι; Γνωρίζεις;
- Συγγραφέας: Εγώ, είπαμε, είμαι ένας άνθρωπος που
ασχολείται με τις λέξεις… Βέβαια άλλοι ασχολούνται με το ψάρεμα,
άλλοι κάνουν σπορ, άλλοι με τα παιδιά τους, με την καριέρα τους,
άλλοι είναι συλλέκτες διαφόρων αντικειμένων… Τα περισσότερα
ανώφελα. Μάλιστα κάποτε ήξερα έναν που έκανε συλλογή από
κέρατα. Είχε γίνει ο χειρότερος εχθρός των τράγων. Όποτε έβλεπε
τράγο με κέρατα ήθελε να του τα κόψει ο κερατάς. «Γιατί, κύριε
Γιώργο μου;» του είπα… Θα ήθελες ο τράγος να γίνει συλλέκτης
ανθρώπινων όρχεων και να σε κυνηγάει να σου τα κόψει;».
- Εαυτός: Τι βρήκε ένας τράγος μέσα σ’ ένα πηγάδι…
(κοιτάζονται) Τραγικό θάνατο.

14
- Συγγραφέας: Άλλοι πάλι ασχολούνται αποκλειστικά και μόνο
με το σεξουαλικό τους όργανο κυνηγώντας με λύσσα την ηδονή…
- Εαυτός: Την ηδονή;
- Συγγραφέας: Ναι, την ηδονή!
(Ξαφνικά σκοτάδι. Ακούγονται οι φωνές τους στο σκοτάδι).
- Συγγραφέας: Τι έγινε;
- Εαυτός: Σκοτάδι.
- Συγγραφέας: Έγινε η ηδονή σκοτάδι;
- Εαυτός: Το σκοτάδι κάποτε για κάποιους γίνεται ηδονή, γι’
αυτό πρόσεχε.
- Φωνή Καθαρίστριας: Κόπηκε το φως. Μ' ακούτε;
- Συγγραφέας: Γιατί έσβησε;
- Εαυτός: Γιατί δεν αντέχει με αυτά που λες.
- Συγγραφέας: Νομίζω ότι το πλήρωσα.
- Εαυτός: Το φως δεν πληρώνεται ούτε αγοράζεται. Είναι
πολύτιμο.
- Συγγραφέας: Δεν βλέπω…τίποτα…
- Εαυτός: Είσαι σίγουρος ότι με το φως έβλεπες;
(Ανάβουν ξαφνικά τα φώτα).
- Συγγραφέας: Ήρθε το φως.
- Εαυτός: Για σένα όχι ακόμα.
(Βγαίνει η καθαρίστρια)
- Καθαρίστρια: Καλέ, τι έγινε;
- Συγγραφέας: Διακοπή ρεύματος.
- Καθαρίστρια: Να σας φτιάξω έναν καφέ;
- Συγγραφέας: Ευχαριστώ! Μου έφτιαξε ο εαυτός μου.
- Καθαρίστρια (κουνάει το κεφάλι της): Α! Καλά! Περαστικά!
Μέσα θα είμαι (φεύγει).
- Συγγραφέας: Τι έλεγα;
- Εαυτός: Για κείνο που δεν είσαι ικανός.
- Συγγραφέας: Για ποιο πράγμα μιλούσα, ρωτάω;
- Εαυτός: Για την ηδονή.

15
- Συγγραφέας: Α! Ναι… για την ηδονή. Και τι δεν κάνουν οι
άνθρωποι κυνηγώντας την ηδονή… Τα μεγαλύτερα λάθη και τα
μεγαλύτερα εγκλήματα πάνω στην επιθυμία για την ηδονή
βασίζονται… Δέσμιοι οι άνθρωποι του ηδονικού πάθους τους. Οι
περισσότεροι πάσχουν από μια σεξουαλική λύσσα. Σεξ και λύσσα.
- Εαυτός: Και που βρίσκεις το κακό; Στο σεξ ή στην λύσσα;
- Συγγραφέας: Σεξ και λύσσα πάνε μαζί.
- Εαυτός: Ε, όχι! Άλλο το ένα και άλλο το άλλο. Η λύσσα είναι
μια αρρώστια… Το σεξ πέρα από μία αναγκαία πράξη αναπαραγωγής
είναι και ένας τρόπος αγάπης.
- Συγγραφέας: Το σεξ είναι τρόπος αγάπης;
- Εαυτός: Ε, βέβαια, αυτό είναι το αληθινό σεξ, αγάπη. Λύσσα
γίνεται όταν δεν υπάρχει η αγάπη.
- Συγγραφέας: Η λύσσα όμως υπάρχει παντού. Στους δρόμους,
στα γραφεία, στα σπίτια. Σε όλη την γη υπάρχουν λυσσασμένα... Μας
έχουν ρημάξει. Οι περισσότεροι βγάζουν την λύσσα τους σε
ματαιοδοξίες, εξουσίες και κατακτήσεις. Άλλοι πάλι βγάζουν βόλτα
οκτώ φορές την ημέρα τα λυσσασμένα σκυλάκια τους, μια για να
κατουρήσουν, μια για να γαβγίσουν, μια για να καπνίσουν, κάτι κανίς
που μοιάζουν με σφουγγαρόπανα λες και είναι διασταύρωση
αρουραίου με μαλλιαρή νυφίτσα! Οι συγγραφείς βγάζουν βόλτα στην
πιάτσα αντί για σκυλιά λέξεις και νοήματα… Συνήθως θλιβερά,
κακιασμένα να γαυγίζουν γκρίνια. Οπωσδήποτε δυσκολονόητα.
- Εαυτος: Επίτηδες… Έτσι για να φαίνονται σπουδαίοι. Αυτή
είναι η λύσσα τους. Οι περισσότεροι νομίζουν ότι οι σπουδαίες
φιλοσοφίες τους και τα νοήματά τους θα σώσουν τον κόσμο. (Βγαίνει
στην σκηνή). Αν ένα πρωινό ρωτήσεις έναν συγγραφέα που νομίζει
ότι έχει βαθιά φιλοσοφική σκέψη «τι ώρα είναι» πρώτα θα σου
αναλύσει τον Αμερικάνικο εμφύλιο πόλεμο, μετά θα σου πει για τις
επιπτώσεις της επανάστασης στην Ρωσία και την άλλη μέρα το
μεσημέρι αν σταματήσει τις αναλύσεις του θα σου πει η ώρα είναι
δέκα… Αλλά η ώρα θα είναι περασμένη. Η ώρα θα είναι… χθεσινή! Η

16
ώρα θα είναι… πάντα αργά. Πάλι πίσω έμεινε. Η ώρα, η ζωή τον
προσπέρασε. Τον άφησε στην φλυαρία του… Πάπαλα, μεγάλε! Τέλος,
κάηκες… Η ζωή έφυγε!!! Άνθρωπε, η ζωή σ' αφήνει! Τρέξε! (Φεύγει
από την σκηνή).
- Συγγραφέας: Όλους μας, μας αφήνει η ζωή και εμείς τρέχουμε
πίσω της με απορίες και φιλοσοφίες της δεκάρας. Όλοι οι άνθρωποι
έχουμε στερηθεί από πραγματική ελευθερία. Έχουμε χορτάσει από
σαστισμένες σκέψεις. Έχουμε χορτάσει από θλίψη και πια
προσπαθούμε αυτή τη θλίψη να τη μεταλλάξουμε σε μέθοδο
θεραπευτικής αγωγής. Οι άνθρωποι κρατάνε στο ένα τους χέρι τη
μοναξιά και τον φόβο και στο άλλο χέρι μια τρελή ελπίδα για
αρμονία. Οι άνθρωποι δεν είναι σίγουροι για τίποτα. Όμως δεν
σταματούν να καλλιεργούν και να ενισχύουν την πίστη τους ότι θα
ανακαλύψουν την Αλήθεια που τους ταιριάζει, έτσι ώστε σαν
αυθεντικοί πολεμιστές να φτάσουν στο προσωπικό τους σκοπό. Να
φτάσουν ακόμα και την Ευτυχία.
(Χτυπάει το τηλέφωνο. Πάει και το σηκώνει).
- Συγγραφέας: Εμπρός… (σιωπή). Κάνετε λάθος, κύριε…
Μάλιστα, λάθος. Τι είναι εδώ; Οίκος ανοχής… Δεν καταλάβατε;
Μπουρδέλο!!! Μάλιστα, μπουρδέλο γραφής… Εδώ εκδίδονται λέξεις,
νοήματα, φράσεις και ιδέες... Ποιος είμαι εγώ; Η τσατσά… Τσάο...
(Κλείνει το τηλέφωνο). Τι έλεγα;
- Φωνή Εαυτού: Για το πιο άπιαστο και απωθημένο όνειρο του
κάθε ανθρώπου.
- Συγγραφέας: Και ποιο είναι αυτό;
- Φωνή Εαυτού: Η Ευτυχία.
- Συγγραφέας: Α! Ναι. Η ευτυχία… (φωνάζει) Ευτυχία!!!
(Βγαίνει η καθαρίστρια)
- Καθαρίστρια: Με φωνάξατε κύριε;
- Συγγραφέας: Ευτυχία σε λένε.
- Καθαρίστρια: Ναι. Που το ξέρατε;
- Συγγραφέας: Δεν το ήξερα.

17
- Καθαρίστρια: Και τότε πώς με φωνάξατε;
- Συγγραφέας: Δεν σας φώναξα.
- Ευτυχία: Καλά... Καλά Χριστούγεννα! (φεύγει)
- Συγγραφέας: Η ευτυχία λοιπόν… Ίσως ο σκοπός τελικά του
κάθε ανθρώπου να είναι η πραγμάτωση της Ευτυχίας. Κακό είναι να
θέλουμε να είμαστε ευτυχισμένοι; Όλοι γι’ αυτό δεν παλεύουμε… για
λίγη ευτυχία… για περισσότερη αγάπη.
- Φωνή Εαυτού: Αυτό είναι το ηθικό χρέος απέναντι στον εαυτό
σου και στην ζωή. Να είσαι καλά, αρμονικός και ευχαριστημένος από
τα δώρα της ζωής..
- Συγγραφέας (ειρωνικά): Και τι είναι η ζωή που μοιράζει δώρα;
Άγιος Βασίλης; Να περιμένω την ζωή να μου φέρει τα δωράκια μου;
Ας περιμένω τότε… Άγιε μου Βασίλη, πες στην Αγία μου Ζωή ότι
θέλω ένα αεροπλανάκι και δύο υποβρύχια να κάνω βόλτες στον βυθό
μου.
- Φωνή Εαυτού: Δεν περιμένεις τα δώρα, κάνεις πράξεις. Έτσι
μόνο θα σου έρθουν.
- Συγγραφέας: Όμως οι πράξεις μας δηλώνουν συχνά ακριβώς
το αντίθετο... Ψάχνουμε την αγάπη και την ευτυχία με σκέψεις και με
πράξεις που είναι άσχημες και δυστυχισμένες. Γιατί ο σκοπός δεν
συμφωνεί με το μέσο.
- Φωνή Εαυτού: Ποτέ δεν θα βρεις την ευτυχία με θλιμμένες
σκέψεις και πράξεις.
- Συγγραφέας: Η ευτυχία που γνώριζα έμοιαζε σαν μια γρήγορη
αναλαμπή ενός μετεωρίτη. Γι’ αυτό και ξαναγύριζα πάλι στην
συνηθισμένη μου μίζερη προσωπικότητα.
(Βγαίνει ο Εαυτός στην σκηνή με δύο μάσκες θεατρικές που
βάζει και βγάζει επί σκηνής)
- Εαυτός: Συνήθως οι άνθρωποι κυβερνιούνται κάθε φορά από
μια προσωπικότητα. Μία από τις χιλιάδες. Ο Αληθινός Εαυτός είναι
ένας. Οι προσωπικότητές του όμως πολλές. Κάθε προσωπικότητα
φοράει την μάσκα ενός ρόλου. Ο κακός, ο καλός, ο ανήθικος, ο

18
τίμιος, ο γκρινιάρης, ο βίαιος, ο έξυπνος… Χιλιάδες προσωπικότητες,
χιλιάδες κοστούμια ενός μόνο Εαυτού. Χιλιάδες μάσκες.
- Συγγραφέας: Η πιο συνηθισμένη μάσκα είναι της θλίψης. Η
σταρ μάσκα που κυκλοφορεί πολύ στην αγορά... Να βλέπεις ολόκληρη
την ζωή με τα μάτια του συγχυσμένου ανθρώπου, του θλιμμένου
ανθρώπου, του θυμωμένου ανθρώπου. (Ο Εαυτός αλλάζει μάσκα)
- Εαυτός; Χιλιάδες χρόνια τώρα εκατομμύρια άνθρωποι αυτό
κάνουν. Ζουν ως υποχείρια μιας και μόνης προσωπικότητάς τους:
εκείνη του φόβου και της θλίψης τους. Ζουν περισσότερο
δυστυχισμένοι παρά ευτυχισμένοι.
- Συγγραφέας: Άρα το πρόβλημα της Γνώσης του εαυτού μας
παραμένει, το πρόβλημα της Γνώσης του κόσμου είναι πάντα εδώ. Το
πρόβλημα της δυστυχίας μας δεν έχει λυθεί. Το πρόβλημα της
ευτυχίας μας είναι παρόν σε κάθε μας δράση, σε κάθε γεγονός.
(Πιάνει πάλι το βιβλίο, το ανοίγει και διαβάζει)
«Για  καιρό  έπειτα   πίστευα   πως   συγκεκριμένα   γεγονότα   όπως
π.χ.   ένας   μεγάλος   αποτυχημένος   έρωτας,   μια   σωματική   ή   ψυχική
αρρώστια,   μια   οικονομική   κατάρρευση,   ένας   άσχημος   γάμος,   ένας
θάνατος,   ένα   ανεκπλήρωτο   όνειρο,   είναι   γεγονότα   ικανά   να   σε
κάνουν άνθρωπο της δυστυχίας. Έψαχνα να βρω μέσα μου ένα τέτοιο
γεγονός   και   να   δικαιολογήσω   τον   εαυτό   μου.   Όμως  αργότερα
κατάλαβα  ότι   αυτό   δεν   είναι   απαραίτητο.   Μπορεί   και   οι
εκπληρωμένοι   έρωτες,  τα   όνειρα   που   πραγματοποιήθηκαν,  τα   καλά
επαγγέλματα,  το   χρήμα,  οι  επιτυχημένοι  γάμοι, οι  μεγάλες  χαρές  να
σε φέρουν  κάποτε  σε  αδιέξοδο. Γιατί  όλα  τούτα  που  τα  θεωρούμε  ως
καλά   είναι   η   άλλη   όψη   της   ζωής.  Η   λαμπερή  όψη».  Αυτό   δε   σημαίνει
όμως ότι δεν της λείπουν τα δικά της αδιέξοδα». 
(Κλείνει το βιβλίο και πιάνει λυπημένα το στήθος  του).
- Συγγραφέας: Ωχ!   Ωχ!  Αρχίζει να με πιάνει θλίψη… Θλίψη…
Στην θηλιά μου… 

19
­ Εαυτός:  Πόσες   φορές   σου   έχω   πει   να  μην  διαβάζεις  τα  βιβλία
σου! Άσε να τα διαβάζουν οι άλλοι... Εσύ κινδυνεύεις...
(Ανεβαίνει   στην   θηλιά   φανερά   ικανοποιημένος. Γλιστράει από
την καρέκλα. Έντρομος πιάνει την θηλιά).
- Εαυτός: Όχι… πρόσεχε! Θα με σκοτώσεις!
(Μουσική) Σβήνουν ξαφνικά τα φώτα.

20
ΣΚΗΝΗ ΔΕΥΤΕΡΗ

(Ο Συγγραφέας ανεβασμένος στην καρέκλα όπως στην πρώτη


σκηνή – Ικανοποιημένος κρατάει στα χέρια του το βιβλίο. Ο Εαυτός
τον κοιτάζει υποτιμητικά).
- Συγγραφέας: Αχ! Ωραία που είναι η ζωή… με το κεφάλι στην
θηλιά και χωρίς ευτυχία. Κάποτε έγραψα ένα δοκίμιο σχετικά με το
θέμα της ευτυχίας. Αυτό εδώ… Λέγεται «Καλοκαίρι στην στέπα».
- Εαυτός: «Και χειμώνα στη στέπα» να το ‘λεγες δεν θ’ άλλαζε
τίποτα.
- Συγγραφέας: Δεν πήγε καθόλου καλά. Βέβαια για μένα ήταν
ένα από τα πιο καλά μου βιβλία. Λίγοι τυχεροί το διαβάσανε.
- Εαυτός: Πολύ τυχεροί… Οι μισοί αυτοκτονήσανε, πέντε-έξι
έβαλαν ζουρλομανδύα και όσοι απόμειναν τα τίναξαν στην στέπα.
- Συγγραφέας: (φωνάζοντας) Ανέλυσα πολύ καλά το θέμα της
ευτυχίας. Πήρα δύο πολύ καλές κριτικές αν θυμάσαι.
- Εαυτός: Το θυμάμαι. Ο ένας κριτικός είναι φίλος σου, έχει
πάθει δύο εγκεφαλικά και πια δεν διαβάζει βιβλία. Ο άλλος δεν ξέρω
τι πρόβλημα είχε.
- Συγγραφέας: (οργισμένα) Ψέματα!
- Εαυτός: Μα πως ένας… δυστυχισμένος συγγραφέας που βάζει
συνέχεια το κεφάλι του μέσα σε θηλιά να γράφει για την ευτυχία. Πού
ακούστηκε;
Σαν να πάρεις ένα τσοπάνο και να τον ρωτήσεις για τη
θάλασσα.
«Τι είναι η τσιπούρα;» ρώτησαν τον τσοπάνο. Η «τσιμπούρα»
είναι η μάνα των τσιμπουριών τους είπε!!! «Τι είναι η ευτυχία»
ρωτάς έναν συγγραφέα. Η μόνη σωστή απάντηση που μπορεί να σου
δώσει ο συγγραφέας είναι η εξής:
«Η ευτυχία είναι η φίλη της Μαρίας της πρώην γκόμενάς του
Σταύρου».

21
Πολύ καλή απάντηση. Αξιοπρεπέστατη. Οποιαδήποτε άλλη
απάντηση πάρεις από συγγραφέα σχετικά με το θέμα της ευτυχίας
εγκυμονεί τον κίνδυνο να σε μπλέξει στα γνωστά, σ’ ένα δηλαδή
κουβάρι από κουλτουρίστικες ανακρίβειες.
- Συγγραφέας: ( κατεβαίνει από την καρέκλα.ψάχνει και βρίσκει
το συγκεκριμένο βιβλίο, ανοίγει το βιβλίο και διαβάζει με θυμό)
«Ευτυχία είναι το υποκειμενικό μέτρο της εσωτερικής ικανοποίησης
σε κάθε προσωπική στιγμή που λαμβάνει χώρα, σε τόπο και χρόνο
συγκεκριμένου πεδίου και το οποίο επηρεάζεται από αλλότριους
εξωγενείς παραμέτρους όπως το χρήμα, η ηδονή, η ασφάλεια, το
αναπαραγωγικό χρέος… και…».
- Εαυτός: «…ΣΤΟΠ!!! Εντάξει φτάνει… ευχαριστούμε, δεν θα
πάρουμε άλλο ανάθεμα την στιγμή που σε ρωτήσαμε!!!».
Ο συγγραφέας μοιάζει λίγο με ψαρά και λίγο με τσοπάνο. Όταν
πάει στο βουνό παίρνει μαζί του τα σύνεργα του ψαρέματος. Τον
συναντάς πάνω σε μια ραχούλα, έχει ρίξει την πετονιά και περιμένει
να ψαρέψει «τι κάνεις εδώ φίλε μου;».
- Συγγραφέας: «Ψαρεύω».
- Εαυτός: «Και ψαρεύεις στο βουνό;»
- Συγγραφέας: «Κοίτα μεγάλε, αντί για δόλωμα σκουλήκι έχω
βάλει δόλωμα καρότο… ήρθα για λαγό».
- Εαυτός: Έξυπνος ο βλάχος… την άλλη μέρα τον βλέπεις μ’
ένα ντουφέκι στην θάλασσα.
- Εαυτός: «Τι κάνεις εδώ φίλε;».
- Συγγραφέας: «Κυνηγάω αφρόψαρα».
- Εαυτός: «Με το ντουφέκι θα πιάσεις ψάρια;».
- Συγγραφέας: «Γιατί και με την πετονιά είσαι σίγουρος ότι θα
πιάσεις».
- Εαυτός: (προς το κοινό) «Κύριε πρόεδρε, κύριοι δικαστές, ο
κατηγορούμενος συγγραφέας προτείνω να απαλλαχθεί από τις
κατηγορίες λόγω φλύαρου διανοητικού βίου και εξυπνίστικων
απαντήσεων.

22
- Συγγραφέας: «Ο μόνος κατηγορούμενος στην Ζωή είναι η
Ευτυχία».
- Εαυτός: «Η ευτυχία που χρόνια την ψάχνει, μια στα βουνά και
μια στην θάλασσα. Η ευτυχία που ποτέ δεν θα την βρει γιατί την
κυνηγάει με λάθος όπλα».
(Βγαίνει η καθαρίστρια με τα ξεσκονόπανα)
- Συγγραφέας: «Δεν φταίω εγώ σας λέω… Φταίει η Ευτυχία που
δεν ήθελε να κατοικήσει στο σπίτι μου!».
- Καθαρίστρια: Καλέ, τι φταίω εγώ; Εγώ έχω άλλο σπίτι. Εγώ
δεν είπα ποτέ στην Κούλα να έρθω να μείνω μαζί σας... Δεν δουλεύω
ως εσωτερική βοηθός.
- Εαυτός: Πείθονται οι δικαστές και βγάζουν την απόφαση:
- Συγγραφέας: Ένοχος για το αδίκημα της θλίψης είναι η
ευτυχία που ποτέ δεν έκανε σωστά το χρέος της… που ποτέ δεν
στάθηκε δίπλα στον συγγραφέα. Η ευτυχία είναι ο ένοχος!
- Ευτυχία: Α! Δεν θα τα πληρώσω τώρα εγώ... Εγώ πρώτη φορά
έρχομαι εδώ γιατί δεν μπορούσε η Κούλα... Εντάξει; Λοιπόν,
καθαρίζω εδώ στο σαλόνι και μετά πάω στο άλλο δωμάτιο… (Αρχίζει
να καθαρίζει ρίχνοντας ματιές στον συγγραφέα).
- Εαυτός: Ο ένοχος για το αδίκημα της θλίψης είναι πάντα
αυτός που θλίβεται. Άρα όλοι οι άνθρωποι είμαστε ένοχοι οι
περισσότεροι όχι γι’ αυτά που έχουμε κάνει, αυτά έγιναν και πάνε,
αλλά γι’ αυτά που δεν τολμήσαμε να κάνουμε.
- Συγγραφέας: Ναι!!! Είμαστε ένοχοι λόγω δειλίας!!! Η δειλία
φέρνει εκείνο το αδιέξοδο…εκείνη την απελπισία. (Αφήνει το βιβλίο).
- Εαυτός: Υπάρχει και η πίστη και η ελπίδα της ψυχής.
- Συγγραφέας: Δεν πιστεύω σε τίποτα… δεν ελπίζω σε τίποτα…
είμαι ελεύθερος. Δεν το έχεις ακούσει;
- Καθαρίστρια: Ναι... ναι... κάτι έχει πάρει τ' αυτί μου. Το είπανε
και στις ειδήσεις (κουνάει υποτιμητικά το κεφάλι της).
- Εαυτός: Αν δεν πιστεύεις σε τίποτα ή αν δεν ελπίζεις σε
τίποτα δε σημαίνει ότι είσαι ελεύθερος. Απλώς είσαι στην αρχή ενός

23
σκοτεινού δρόμου στον οποίο έχεις χαθεί. Γιατί η πίστη και η ελπίδα
από μόνες τους αποτελούν διεξόδους έστω και αν δεν υπάρχει ορατή
πίστη και ορατή ελπίδα. Η ελπίδα και η πίστη είναι το άνοιγμα της
ψυχής, ο απεγκλωβισμός του Νου από την φλυαρία του μυαλού… Η
συνειδητοποίηση πως δεν είσαι μόνος και αβοήθητος σ’ έναν εχθρικό
κόσμο. Πίστη και ελπίδα σημαίνει λύτρωση.
- Συγγραφέας: Λύτρωση; Που είναι η λύτρωση;
- Καθαρίστρια (μονολογεί): Άμα έχεις υγεία και λεφτά
λυτρώνομαι στο πι και φι φίλε μου. Λυτρώνω και σένα άμα
γουστάρεις.
- Συγγραφέας: Απ' την πολύ πίστη και την πολύ ελπίδα δες πώς
έχει καταντήσει ο κόσμος.
- Εαυτός: Όταν η πίστη και η ελπίδα δεν συνοδεύονται από
γνώση τότε γίνονται και κατάντια.
- Συγγραφέας: Και η γνώση το ίδιο μπορεί να γίνει. Κάθε τι που
γνώριζα με πήγαινε πιο μακριά από εκείνο που λαχταρούσε
πραγματικά η ψυχή μου. Με πήγαινε πιο μακριά από την Ευτυχία.
- Καθαρίστρια (μονολογεί): Πάλι με μένα τρώγεται; Α! Δεν θα
τα πάμε καλά μ' αυτόν!
- Εαυτός: Γνώριζες με την διάνοια και όχι με την ψυχή. Ο
άνθρωπος της διάνοιας όσα δει, όσα γευτεί, όσα ζήσει, όσα μάθει,
όσο χορτασμένος ή πεινασμένος να είναι, όσο και να καταλάβει, η
υπόθεσή του στο τέλος θα καταλήξει σε φιάσκο. Η ματαιοδοξία της
διάνοιας.
- Συγγραφέας: Εγώ πήδηξα νωρίς το περίφραγμα της
ματαιοδοξίας μου. Το μόνο που ήθελα πια ήταν απλώς να ζήσω. Να
ζήσω καλά και απλά. Ναι, να ζήσω εκείνη την ζωή που αρνιόμουν.
Ήθελα τότε να συμβιβαστώ με καθετί… να κάνω και εγώ την ζωή
των πολλών! Ήθελα ξαφνικά να τους μοιάσω… Δουλειά, σπίτι,
φαγητό, τηλεόραση, γυναίκα, παιδιά, ερωμένες, καριέρα,
ποδόσφαιρο, τυχερά παιχνίδια! Ναι, ήθελα να ζήσω… Να ζήσω όπως
κάθε βολεμένος, εφησυχασμένος, φυσιολογικός άνθρωπος!

24
- Εαυτός: Τι προσπαθεί να κάνει ένας φυσιολογικός συγγραφέας
σ’ ένα θέατρο; Να κλέψει την παράσταση.
- Συγγραφέας: Θα σταματήσεις μ’ αυτά τ’ ανέκδοτα;
- Εαυτός: Έγινες φυσιολογικός ποτέ;
- Συγγραφέας: Όχι, όσο και αν προσπάθησα... δεν έγινα
εφησυχασμένος.
- Εαυτός: Ποιος σου είπε ότι οι φυσιολογικοί άνθρωποι είναι οι
εφησυχασμένοι; (Η καθαρίστρια τον κοιτάζει).
-Καθαρίστρια: Καλέ κύριε γιατί μιλάτε μόνος σας;
-Συγγραφέας: Και μόνος μου μιλάω, και με το μολύβι μου και
με την βρύση στο μπάνιο…και με τον ευτό μου.. Ενοχλώ κανέναν;΄
-Καθαρίστρια: Εντάξει μη θυμώνετε… και γώ καμιά φορά βρίζω
την σφουγγαρίστρα, τον κουβά, και τον εαυτό μου…
-Συγγραφέας: Πες ότι είμαι ηθοποιός και λέω τα λόγια μου…θα σε
πείραζε τότε;΄
-Καθαρίστρια: Κάνετε πρόβες δηλαδή όπως στο θέατρο.
- Συγγραφέας: ( με νόημα) Δεν κάνω πρόβες για το θέατρο…κάνω
πρόβες για τη ζωή..Μήπως δεν είμαι φυσιολογικός;
-Καθαριστρια: Και ποιος είναι ο φυσιολογικός; Το θέμα είναι να
χαίρεσαι τη ζωή σου και να περνάς καλά…
- Συγγραφέας: Ναι…κάποτε αποφάσισα και γώ πως δεν θέλω
τίποτα άλλο, παρά μόνο να περνάω καλά! Μόνο αυτό ήθελα.. Ήθελα
συνειδητά να κάνω έναν καλό συμβιβασμό. Οι φυσιολογικοί κάνουν
συμβιβασμούς. Κατάλαβες;
-Καθαρίστρια: Σε μένα μου το λές;΄Τα έχουμε ζήσει και τα ξέρουμε..
-Συγγραφέας: Ο πρώτος μου συμβιβασμός ήταν να δουλέψω σε μια
κωλο-εφημερίδα που δεν διάβαζα ποτέ μου και που ιδεολογικά ήμουν
αντίθετος.
-Καθαρίστρια: Γιατί εγώ που με τα ιδεολογικά δεν έχω πρόβλημα,
ήθελα να γίνω καθαρίστρια ; ( Αρχίζει πάλι να ξεσκονίζει τα έπιπλα).
-Συγγραφέας: Εξάλλου, είπα πως πια είναι πεθαμένα όλα! Ιδέες και
ιδεολογίες… ιδεοληψίες και τα ρέστα… Οι ιδεολογίες κατάστρεψαν

25
τον κόσμο, ιδεολογίες πλημμυρισμένες στο αίμα… αγώνες…
δικαιώματα...τα σκέπασε όλα η σκόνη της ιστορίας… Πολυτεχνεία,
μάχες, για έναν καλύτερο κόσμο. Όλα πήγαν στο βρόντο… Όλα
χάθηκαν… Τζάμπα! Χάθηκαν!
- Εαυτός: Το ότι μπορείς τώρα να μιλάς και να γράφεις να λες
αυτά που λες, το χρωστάς σε εκείνα τα χαμένα… Σ’ εκείνες τις
χαμένες ιδεολογίες και μάχες. Στα χαμένα Πολυτεχνεία. Αυτοί οι
χαμένοι είναι παρόντες και ζητούν την ανταμοιβή τους… Χάριν σ’
αυτούς απολαμβάνεις μια έστω περιορισμένη ελευθερία, αρμονία και
ευτυχία. Απολαμβάνεις τους κόπους τους… Τρως τους καρπούς του
ποτισμένου με αίμα δέντρου τους. Τους καρπούς τους χωρίς όμως να
φυτεύεις τα κουκούτσια… Τρως καρπούς χωρίς σπορά…
- Συγγραφέας: Πάψε! Να λείπουν τα κηρύγματα. Μιλάς σαν
μαρξιστής σε πλατεία… (γυρίζει χωρίς να το καταλάβει προς την
καθαρίστρια) Δεν με νοιάζει σου λέω. Καλύτερα να νιαουρίζεις.
- Καθαρίστρια: Να νιαουρίζω; Κύριε, ακούστε. Εγώ να
ξεσκονίζω και μαζί να νιαουρίζω δεν μπορώ... Η Κούλα νιαούριζε; Δεν
ξέρω αν την βάζατε να νιαουρίζει... εγώ πάντως δεν νιαουρίζω…( με
νόημα) εκτός και υπάρχει λόγος.. (φεύγει ναζιάρικα από την σκηνή).
- Εαυτός (εκνευρισμένα – προκλητικά): Νιάου - νιάου – νιάου…
Δεν σε νοιάζει η σπορά απλά σε νοιάζει το φαγοπότι. Τους
περισσότερους ανθρώπους τους νοιάζει μόνο το φαγοπότι… Να
περνάνε μόνο καλά. Που είναι η σπορά σας; Η δράση σας; Η
καθημερινή σας ευθύνη; Που είναι το δέντρο σας;… Δεν υπάρχει
ακόμα καινούργιο δέντρο. Παρά μόνο το παλιό… Εκείνο το γέρικο
που κληρονομήσατε. Τρώτε τους τελευταίους καρπούς του και
στήνετε πάνω του τις θηλιές σας… Περνάτε έπειτα το κεφάλι σας
μέσα μασουλώντας τα τελευταία απομεινάρια των καρπών… Ως
πότε; Και όλο ζητάτε από την ζωή, από τους άλλους… Όμως εσείς τι
δίνουνε στην ζωή, και στους άλλους; Τι δίνεις; (γυρίζει προς τον
συγγραφέα). Όλα αυτά που γράφεις, τι αξία μπορεί να έχουν; Μπορεί
να σώσουν τα πεινασμένα παιδιά, τους αρρώστους, τους

26
αδικημένους, όλους εκείνους τους ταλαίπωρους της ζωής που
καθημερινά στο πετσί τους νιώθουν την βία και τον παραλογισμό
των ισχυρών. Η γραφή σου αυτούς μπορεί να τους σώσει;
­   Συγγραφέας:   Όχι…   Δυστυχώς   όχι…   Μπορεί   όμως   να   τους
αφυπνίσει…   Γι’   αυτό   έφυγα   και   από   εκείνη   την   κωλοφυλλάδα.
Σιχάθηκα  να γράφω  για πράγματα  που  δεν  πίστευα. Έπρεπε όμως και
να ζήσω... να έχω ένα μισθό. Κατάλαβες;
- Εαυτός: Γιατί θέλεις να γράφεις;
- Συγγραφέας: Ίσως για να θυμίζω το  χρέος  μας  ως   ανθρώπινα
όντα. 
- Εαυτός: Χμμμμ! Είναι αρκετό;…. Ή είναι μια δικαιολογία για
να μην παλεύεις έτσι όπως πρέπει;
- Συγγραφέας: Και πώς πρέπει;
- Εαυτός: Σε κάθε στιγμή πρέπει να παλεύεις διαφορετικά. Το
σίγουρο είναι πως δεν φτάνει μόνο η γραφή. Χρειάζεται και άλλη
πάλη σε άλλα επίπεδα…
- Συγγραφέας: Δεν ξέρω.
- Εαυτός: Πάλι δεν ξέρεις… Αυτό είναι το πρόβλημα. Το
καταλαβαίνεις; Δεν δίνεις απαντήσεις παρά μόνο γεννάς συνέχεια
ερωτήσεις…
- Συγγραφέας: Θέλεις απαντήσεις λοιπόν; Γράφω γιατί επιθυμώ
να γίνω ευτυχισμένος. Αυτή είναι μια ολοκληρωμένη απάντηση.
- Εαυτός: Για ποια ευτυχία μιλάς; Μόνο την δική σου; Την
ιδιωτική σου ευτυχία; Και οι άλλοι; Δεν σε νοιάζει η ευτυχία των
άλλων;
­   Συγγραφέας:   Δεν   ξέρω…   δεν   ξέρω.   Πώς   μπορώ   να   κάνω
ευτυχισμένους  τους  άλλους  αν  δεν  είμαι  εγώ  ο  ίδιος; Πιστεύω  ότι  θα
γίνω   ευτυχισμένος   κάποτε.  Νιώθω   ότι   η   γραφή  με  βοηθάει  ν’ αγγίζω
κομμάτια της ευτυχίας… Κάποτε μπορεί να υπάρχω ως ευτυχισμένος!
Έρχονται   στιγμές   όμως   που   αναρωτιέμαι   αν   υπάρχω   και   ως
πραγματικός συγγραφέας… 

27
(Μπαίνει η καθαρίστρια με κουβά και σφουγγαρίστρα)
- Καθαρίστρια (μονολογεί): Τι στο καλό παίρνει, και δεν βάζει
γλώσσα μέσα του; (κάθεται για λίγο ν ακούσει).
- Συγγραφέας: Αν υπάρχω και ως αληθινός άνθρωπος ή αν έχω
χάσει την ανθρωπιά μου μια για πάντα. Υπάρχω; Ποιος μπορεί να μου
απαντήσει αν αληθινά υπάρχω;
- Καθαρίστρια: Ο Καζαντζίδης, ο τραγουδιστής.
(Εκνευρισμένη φεύγει… Μουσική – Ακούγεται ίσως το
«Υπάρχω»)
- Συγγραφέας: Έχω διαρκώς δηλαδή την εντύπωση ότι
βρίσκομαι σε μια αναμονή για να υπάρξω αληθινά κάποτε. Το
καταλαβαίνεις; Η αναμονή να γίνω ευτυχισμένος… Κάποτε… Γι’ αυτό
ίσως γράφω. Με την γραφή ορίζω τον εαυτό μου ως μια νύμφη που
περιμένει να βγει από το κουκούλι της… Εκεί είναι ο συγγραφέας.
Εκεί είναι ο Άνθρωπος! Μέσα σ’ ένα κουκούλι του και περιμένει να
βγει κάποτε στην αληθινή ζωή… Στην ζωή μιας καθαρής ευτυχίας.
- Εαυτός: Αυτή η αναμονή της ευτυχίας είναι μια παγίδα… Ίσως
η μεγαλύτερη παγίδα στον άνθρωπο… Οι άνθρωποι περιμένουμε το
καλύτερο… Κάποτε… Όμως πρέπει να δράσουμε για το καλύτερο
Τώρα!... Δεν υπάρχει «κάποτε». Υπάρχει μόνο το «τώρα»...
- Συγγραφέας: Το «τώρα» είναι πολύ δύσκολο και είναι για τους
λίγους… για τους δυνατούς… οι υπόλοιποι ζούνε σε σχέδια, σε
ονειροπολήσεις… και σε προσωπικούς μύθους.
- Εαυτός: Όλοι οι άνθρωποι ζούμε παρέα με το μύθο που
φτιάχνουν για τον εαυτό τους.
- Συγγραφέας:  Αυτός   ο  μύθος,  έστω   κι   αν   είναι   η   πιο   απατηλή
ψευδαίσθηση,   μάς   κάνει   να   ζούμε   καλύτερα,   μάς   κάνει   εκείνη   την
αναμονή   για   ευτυχία   λιγότερο   βαριά… Δεν   είμαι   καλά,  έχω   ξαφνικά
ένα πλάκωμα!
Θλίψη! Παπαπα! Δεν θέλω άλλη θλίψη και γκρίνιες… Ξαναπάω
λοιπόν στη θηλιά μου, αυτή θα με φέρει στα ίσα μου…

28
(Ανεβαίνει στην καρέκλα, βάζει το κεφάλι του στην θηλιά).
- Εαυτός: Θα σταματήσεις επιτέλους; Πότε θα ωριμάσεις; Πότε
θα σοβαρευτείς; Μ’ αυτόν τον τρόπο θα βρεις την ευτυχία;
- Συγγραφέας: Όλοι ψάχνουν την Ευτυχία με διάφορους
τρόπους, σοβαρούς ή αστείους. Κάθε τι που κάνουμε στην ζωή είναι
ένας κρυφός ή φανερός τρόπος για να γίνουμε αληθινά ευτυχισμένοι.
Για να δώσουμε νόημα στο βίο μας. Για να αντέξουμε. Η θηλιά μου με
κάνει ευτυχισμένο. Ίσως η θηλιά μου να είναι η Ευτυχία μου, ο
έρωτάς μου.
- Εαυτός: Γράψτο «Η θηλιά μου, ο έρωτάς μου». Σκυλάδικο…
θα γίνει μεγάλο σουξέ... να βγάλουμε και κανένα φράγκο.
- Συγγραφέας: Ο Έρωτας! Μήπως οδηγεί στην αληθινή ευτυχία
ο έρωτας;
(Ο συγγραφέας χτυπάει δυνατά παλαμάκια)
- Εαυτός (κοροϊδευτικά): «Μ’ αγαπάς, αγάπη μου;».
- Συγγραφέας: «Σ’ αγαπώ, αγάπη μου».
- Εαυτός: «Πόσο μ’ αγαπάς, αγάπη μου;».
- Συγγραφέας: «Πολύ, αγάπη μου».
- Εαυτός: «Πόσο πολύ, αγάπη μου;»
- Συγγραφέας: «Πάρα πολύ, αγάπη μου».
- Εαυτός: «Πόσο πάρα πολύ αγάπη μου;»
- Συγγραφέας: Πολύ-πολύ-πολύ αγάπη μου.
- Εαυτός: Πόσο πολύ-πολύ-πολύ αγάπη μου;
- Συγγραφέας: Μ’ έπνιξες, αγάπη μου. Μ’ έπνιξε η αγάπη σου
αγάπη μου!
- Εαυτός: Θα σ’ αγαπώ για πάντα αγάπη μου!
(Πετάγεται η καθαρίστρια, τον κοιτάζει)
- Συγγραφέας: Όχι, έτσι αγάπη μου. Αγάπησέ με για «τώρα»…
Μου φτάνει.. Απόδειξέ το με την καθημερινή σου πράξη… Αγάπησέ με
σωστά αγάπη μου… χωρίς να θέλεις να με κατακτήσεις, χωρίς να
κολλήσεις πάνω μου και να μην μπορείς να κάνεις χωρίς εμένα,
αγάπη μου. Αγάπησέ με αφού πρώτα με σέβεσαι, αφού πρώτα σέβεσαι
29
τον εαυτό σου και μην μου πεις ποτέ ότι μ’ αγαπάς. (Η   καθαρίστρια
τον   παρακολουθεί   τώρα  με  ενδιαφέρον) Φτάνει να το δείχνεις με τις
καθημερινές σου πράξεις… Πράξεις που να είναι πέρα από το
συμφέρον σου. Από το συμφέρον της αγάπης σου. Πράξεις που να με
κάνουν να σ’ αγαπώ επειδή μ’ ελευθερώνεις… Πράξεις αληθινές που
μας εξελίσσουν αγάπη μου.
- Καθαρίστρια σχηματίζει έναν αριθμό (μιλάει στο τηλέφωνο -
παίρνει την φίλη της): Έλα... τελικά του λείπει η αγάπη... Ναι, σου
λέω. Τι, πως το κατάλαβα; Ο άνθρωπος μπορεί να είναι τρελάρας,
αλλά λέει ωραία πράγματα... Ναι, πολύ ωραία. Ναι, σου λέω. Αγάπη
θέλει και έγινε καλά... όχι, δεν τελείωσα ακόμα... καλά… καλά… γεια!
(κλείνει το τηλέφωνο - φεύγει από την σκηνή).
- Εαυτός: Βγήκε ποτέ καμιά αλήθεια από ένα μεγάλο ερωτικό
πάθος;
- Συγγραφέας: Ίσως η εμπειρία τού να ενώνεσαι και να
χωρίζεις. Ένα μεγάλο μέρος της Αλήθειας στον Έρωτα είναι ο
χωρισμός. Ίσως οι χωρισμοί να σου στρώνουν το δρόμο προς την
εξέλιξη, προς την Ευτυχία.
- Εαυτός: Χμ! Οι χωρισμοί να σου στρώνουν το μονοπάτι της
Ευτυχίας! Αντιφατικό ακούγεται! Εσύ   το   έγραψες;  Μπράβο...  για   πες
λοιπόν!
- Συγγραφέας: Η ζωή είναι γεμάτη από μικρούς χωρισμούς…
Έτσι προχωράει η ζωή… Κάθε τόσο αποχωριζόμαστε από κάτι… για
να ενωθούμε με κάτι άλλο. Να μάθουμε από κάτι άλλο. Αυτή είναι η
φυσιολογική διαδικασία της ζωής. Ευτυχώς που γίνεται έτσι, αλλιώς
θα ήμασταν ακόμα μέσα στην κοιλιά της μάνας μας μέσα στην
αρχαιολιθική σπηλιά μας… μέσα στα σκοτάδια μας… Μέσα στο ψέμα.
- Εαυτός: Κατέβα επιτέλους! Και αυτό που κάνεις ένα ψέμα
είναι!

30
(Βγάζει το κεφάλι του από την θηλιά. Κατεβαίνει. Ο Εαυτός
ανακουφισμένος πάει να φύγει από την σκηνή, ο Συγγραφέας τον
σταματάει).
- Συγγραφέας: Θυμάσαι που υπήρχε μια περίοδος στην ζωή μου
που άρχιζα να συνειδητοποιώ την παγίδευσή μου στο ψέμα.
- Εαυτός: Λες να μην το θυμάμαι; Εσύ θυμάσαι που κάθε μέρα
ήσουν ντίρλα από το πιώμα;
- Συγγραφέας: Έπινα γιατί τότε ξαφνικά συνειδητοποίησα ότι
οι ίδιες μου οι αισθήσεις είναι τελικά νόθα παιδιά της Σοφίας. Τότε
συνειδητοποίησα ότι (τρέχει, παίρνει το βιβλίο, το ανοίγει) «η
πραγματική ουσία του κόσμου είναι εκείνο που δεν βλέπουμε, που δεν
καταλαβαίνουμε άρα δεν μπορούμε να το ορίσουμε. Αφού δεν γίνεται
παρά να χρησιμοποιώ λέξεις, δηλαδή συμβιβασμούς και όρια, για να
βρω τάχα το νόημα της ζωής και επομένως δεν μπορεί παρά οι
ανακαλύψεις μου να είναι περιορισμένοι προλαλήσαντες συμβατοί
λογισμοί. Αφού τελικά λύτρωση στη σφαίρα του «γίγνεσθαι» του
«σκέφτομαι» και του «λέγειν» δεν υφίσταται, αποφάσισα τότε να
γυρίσω πίσω στο πεδίο της μη φιλοσοφικής σκέψης».
- Εαυτός: Αποφάσισες να μπεκρουλιάζεις σε σημείο που έχασες
κάθε αξιοπρέπεια. Θυμάσαι που πήγες σ’ εκείνο το πολυτελές πορνείο
και αντί να πηδήξεις την μαντάμ, κατουρήθηκες και σε πέταξαν με
τις κλωτσιές έξω; (αφήνει το βιβλίο εκνευρισμένος)
- Συγγραφέας: Θα σκάσεις επιτέλους; Σου μιλάω για το πεδίο
της αναγκαιότητας και της αυστηρής λιτότητας της σκέψης και του
λόγου. Τότε που όρθωσα το τείχος της σιωπής.
- Εαυτός: Τότε δεν μπορούσες να ορθώσεις τίποτα, δεν σου
σηκωνότανε, έπαιρνες και χάπια και αντί να σου σηκωθεί έβγαλες
κάτι σπυριά στον κώλο σαν αυγά μάτια.
- Συγγραφέας: Μιλάω για τότε που προσπάθησα μέσα από την
συνειδητή σιωπή να δώσω μια απάντηση στο «γιατί» της ύπαρξής
μου… Μήπως και ανακάλυπτα την αλήθεια… Σιωπή… Σιωπή…
Αποφάσισα τότε να μην μιλάω πια. Να είμαι μουγκός. Να αρχίσω με
31
μια επιτηδευμένη εξωτερική αφωνία. Μήπως τελικά φτάσω σε μια
φυσική εσωτερική σιωπηρή αρμονία. Δεν μίλαγα σε κανέναν
κερατά!!! Η μούγκα στο μεγαλείο της. Έγινα δηλαδή άλαλος… χωρίς
λαλιά… δηλαδή ένας άλλος…. Και έγινε τότε το αλαλούμ!!!
- Εαυτός: Όταν τελειώσεις το τροπάρι ειδοποίησέ με να βάλω
να φάμε. (Φεύγει από την σκηνή)
- Συγγραφέας: Θα τελειώσω όποτε γουστάρω και θα πω ό,τι
γουστάρω, κατάλαβες;
Οι γονείς μου στην αρχή νόμιζαν ότι είναι ένα από τα περίεργα
καμώματά μου. Μετά όμως από μέρες άρχισαν να ανησυχούν, μου
είπαν να πάμε στο γιατρό. Τους εξήγησα με νοήματα ότι είμαι μια
χαρά. Η μάνα μου τότε πήγε και σ’ ένα μοναστήρι και
σταυροκοπιότανε στα εικονίσματα να δώσουν πάλι τα λογικά μου.
Μια θεία μου έλεγε ότι είμαι νεραϊδοπαρμένος, ότι πέρασα μικρός
από κάποιο ποτάμι και τώρα οι νεράιδες μου έκλεψαν τη φωνή. Με
επισκέφτηκε μάλιστα μια μέρα στο σπίτι, εγώ αμίλητος την δέχτηκα
με νοήματα, αυτή γλώσσα δεν έβαλε μέσα της άρχιζε να μου λέει ότι
δεν μπορεί πια να περπατήσει γιατί υποφέρει από τ’ αρθριτικά της,
μετά για το γαμπρό της που είχε σπιτώσει κάποτε μια γκόμενα.
Έπειτα ότι ένας κουμπάρος της, της χρώσταγε δανεικά και τι
παλιοχαρακτήρας ήτανε. Όμως, όταν άρχισε να μου λέει την ιστορία
για ένα φορτηγατζή, τον Μένη που την ήθελε να την παντρευτεί
κάποτε, αλλά αυτή δεν τον ήθελε γιατί είχε έναν αδερφό τραβεστί,
πάω στο δωμάτιο, ανοίγω την ντουλάπα που είχα κάτι αποκριάτικες
μάσκες βάζω εκείνη του κινγκ-κογκ, αρπάζω μια ξύλινη κουτάλα,
βγαίνω στο σαλόνι και αρχίζω να μουγκρίζω. Αυτή βγάζει μια κραυγή
ααα!!!
Ανοίγει την πόρτα, πετάγεται έξω, έφτασε στο σπίτι της σε
χρόνο που θα ζήλευε και αθλητής 3 λεπτά και 18 δεύτερα… Τα
αρθριτικά από την τρομάρα της τα ξέχασε… «έγινε θαύμα» έλεγε
έπειτα!!! «Ο τρελός (δηλαδή εγώ) με θεράπευσε». Τι να πεις;
(Χτυπάει το τηλέφωνο, το σηκώνει και συνεχίζει να μιλάει)

32
- Συγγραφέας: Μια ερωμένη που είχα εκείνο τον καιρό και που
συχνά στους καυγάδες μας με κατηγορούσε ότι είμαι μόνο ωραία και
παχιά λόγια και από πράξεις τίποτα, δεν άντεξε για πολύ. Στην αρχή
και αυτή το είδε ως παιχνίδι, μάλιστα μου έλεγε ότι η μουγκαμάρα
μου καλό θα κάνει και στη σχέση μας γιατί είχα καταντήσει ακόμα
και στο σεξ να φιλοσοφώ. Όταν όμως περνούσαν οι μέρες, άρχιζε να
μην αντέχει να ακούει μόνο την τσιριχτή φωνούλα της. Με απείλησε
ότι αν συνεχίζω να μην της μιλάω θα με παρατήσει…
(Απευθύνεται σε αυτόν που έκανε το τηλέφωνο)
- Ναι… κύριε… σας είπα ότι κάνετε λάθος… δεν είμαι αυτός
που ζητάτε… Ναι! Εγώ λέω την ιστορία της ζωής μου! Για την
ερωμένη μου. Με παράτησε, κύριε… έκλαψα αλλά δεν μίλησα… ούτε
λέξη… έπειτα ήρθε μετά από λίγο καιρό, μου είπε ότι είχε γνωρίσει
επιτέλους έναν φυσιολογικό άνθρωπο, το Θανάση. Έναν άνθρωπο που
της υποσχέθηκε ότι θα την κάνει βασίλισσα… που της μίλαγε… που
της μίλαγε… Ο άνθρωπος-Θανάσης, στο επάγγελμα κρεατέμπορας
είχε εφτά χασάπικα στο κέντρο της πόλης, κύριε… Έβαλα μόνο τα
γέλια… Γέλαγα μέχρι δακρύων αλλά δεν είπα λέξη… Μόνο γέλαγα.
Χα! Χα! Χα! (Κλείνει το τηλέφωνο..συνεχίζει να γελάει. Το τηλέφωνο
ξαναχτυπάει…χωρίς να το σηκώνει..Βγαινει η καθαρίστρια.
Κοιτάζονται..αναγκάζεται να το σηκώσει).
- Συγγραφέας: Ναι..Τι είπατε κύριε; Ποιος είμαι; Που να ξέρω
κύριε; Εγώ τόσα χρόνια, χιλιάδες φορές έψαξα, για να μάθω ποιος
είμαι και εσείς πήρατε μια φορά και θέλετε να σας απαντήσω; Σας
παρακαλώ κύριε… σοβαρευτείτε…
(Κλείνει το τηλέφωνο)
-Καθαρίστρια: Δεν έχετε κινητό;΄
-Συγγραφέας: Είχα, αλλά το έπλυνα στο πλυντήριο μαζί με το
παντελόνι πριν καιρό, το παντελόνι στέγνωσε, το τηλέφωνο όχι…
-Καθαρίστρια: Και γιατί δεν αγοράσατε άλλο;΄
-Συγγραφέας: Γιατι τότε πέρναγα την περίοδο της μουγκαμάρας…
-Καθαρίστρια: Οτι πείτε…ο καθένας με τα γούστα του.

33
( φεύγει από την σκηνή).
-Συγγραφέας: Οι φίλοι μου τώρα την μουγκαμάρα μου την είδαν ως
σύμπτωμα και ιδιαιτερότητα ενός τρελούτσικου συγγραφέα. Οι
περισσότεροι άρχισαν σιγά-σιγά να απομακρύνονται με ελαφρά
πηδηματάκια. (Αρχίζει και παίζει κουτσό όπως ένα παιδάκι). Λίγοι
ήταν εκείνοι που με δέχτηκαν με την καινούρια μου εικόνα… Δυο-
τρεις. Αυτοί που θα παρέμεναν φίλοι έστω και αν άλλαζα φύλο έστω
και αν έκανα πιάτσα με ζαρτιέρες και ψηλοτάκουνα. Μάλιστα σ’ έναν
από αυτούς άρεσε τόσο πολύ η μουγκαμάρα μου που μου είπε ότι τον
ηρεμούσα τρομερά… Συχνά με έπαιρνε και πηγαίναμε για καφέ,
διαβάζαμε εφημερίδες ώρες πολλές χωρίς να ανταλλάξουμε
κουβέντα… και έπειτα μ’ ευχαριστούσε, που η αυτού υψηλότητά μου
ανεχόταν την παρέα του!
Συνοψίζοντας μπορώ να πω ότι εκείνη η μουγκαμάρα σου
ωφέλησε αρκετούς…
- Φωνή Εαυτού: Εμένα πάντως όχι. Γιατί όταν σε σταμάτησε η
τροχαία και δεν μίλαγες που είχες ξεχάσει το δίπλωμα και μείναμε
δύο μέρες στα κρατητήρια και σε γλυκοκοίταζε ένας Πειραιώτης
κρατούμενος όταν έμαθε ότι είσαι συγγραφέας.
- Συγγραφέας  (φωνάζει):   Θα   σκάσεις   επιτέλους;  (βγαίνει η
καθαρίστρια)
- Καθαρίστρια: Είπατε τίποτα, κύριε;
- Συγγραφέας: Η μάνα μου εκεί στα μοναστήρια που πήγαινε για
να   προσευχηθεί   για   μένα   γνώρισε   μια   ομάδα   από   αργόσχολες
θεούσες   και  αυτές   την   έπεισαν   ότι  η  μουγκαμάρα  μου  δεν  είναι  κάτι
ανησυχητικό… και  ότι  αποτελεί  μια  φάση  προς  την  ωριμότητα. Και  ο
Χριστός   λέει   λίγο   μίλαγε,   υπήρχε   περίπτωση   δηλαδή   ν’   αγιάσω
κιόλας.  Το   έριξε   λοιπόν   στις   εκδρομές   και   στα   ταξίδια   και   πέρναγε
μια   χαρά.  Ο   γερο­πατέρας  μου   ήταν   πιο   κουλ…  Έλεγε   στο   καφενείο
πως ο γιος του έχει πρόβλημα με τα δόντια του, γι’ αυτό δεν μιλάει …

34
- Καθαρίστρια (κουνάει το κεφάλι της λυπημένα): Έχετε
περάσει πολλά και εσείς.
- Συγγραφέας: Η θεία μου με  την  αρθρίτιδα  μετά  από  το  θαύμα
γράφτηκε σε ένα σύλλογο φίλων της φύσης και άρχισε την ορειβασία.
Δεν  άφησε  ραχούλα  για  ραχούλα!!! Λυκόπουλο  η  θεία! Η  ερωμένη  μου
που με παράτησε παντρεύτηκε   τον   χασάπη   της   και  την διόρισε
διευθύντρια στα χασαπομάγαζα.
- Καθαρίστρια: Μη στεναχωριέσαι καλέ κύριε.. Γυναίκες
υπάρχουν παντού... Άστηνε με το χασάπη... να πλαντάξει στη
συκωταριά...(με νόημα) Θα βρεις άλλη.
- Συγγραφέας: Πάντα περίμενα εκείνη την άλλη... Πάντα
περίμενα το μεγάλο έρωτα.
- Καθαρίστρια: Και ποιος δεν τον περιμένει... μόνο που αν τον
περιμένεις πολύ... και δεν έρχεται, μένεις μετά στο ράφι. Γιατί ο
έρωτας δεν είναι πάντα φίλος. Έχω δει εγώ από έρωτα πολλούς να
έχουν βαρέσει μπιέλα... Εκεί που ζούσανε μέσα στην τρέλα του
έρωτα, μετά καταντήσανε δυστυχισμένοι...
(Ο συγγραφέας ανοίγει το βιβλίο του και διαβάζει).
- Συγγραφέας: «Ο έρωτας γίνεται ύβρις όταν
πολυδιαφημίζεται. Λουλούδια, γιορτές, ακριβά δώρα, λαβύρινθοι
συναισθημάτων και εξοικείωση με ηδονικές συνήθειες… Ο έρωτας
γίνεται ύβρις όταν απομονώνεται σαν ευχαρίστηση… όταν δεν
δημιουργεί διεξόδους στη γνώση. Όταν δεν μοιράζει την χαρά του…
Ο έρωτας γίνεται ύβρις… όταν εξελίσσεται σε αυτοσκοπό που
πιθηκίζει… όταν δεν σε πάει πιο πέρα…».
- Καθαρίστρια (ενθουσιασμένη): Αν και δεν κατάλαβα πολλά...
τι ωραία που τα λέτε. Δικό σας είναι το βιβλίο; Εσείς τα έχετε
γράψει;
- Συγγραφέας: Εγώ... (συνέρχεται) Τελειώσατε με το
καθάρισμα;

35
- Καθαρίστρια (σηκώνεται): Όχι ακόμα...... να σας αφήσω...
πάω κι εγώ στην δουλειά μου (φεύγει από την σκηνή).
- Φωνή Εαυτού: Λοιπόν, ποιους άλλους ωφέλησε η μουγκαμάρα
σου;
- Συγγραφέας: Λίγο-πολύ όλους τους ωφέλησα… Όμως
περίμενα να ωφελήσω και μένα. Περίμενα την παραδεισένια εξορία
της σιωπής να κάνει το θαύμα της. Πίστευα πως ίσως τότε να μου
δινόταν η τέλεια απάντηση. Όταν έπαυα πια να σκέφτομαι να μιλώ
και να ρωτάω. Ίσως μόνο τότε θα καταλάβαινα το σκοπό και το
νόημα της ύπαρξής μου. Ίσως μόνο τότε να έβρισκα την Αλήθεια, να
έβρισκα την Αρμονία, να έβρισκα και την ευτυχία. (ξανανοίγει το
βιβλίο)
-Συγγραφέας: (διαβάζει) Βυθισμένος πια στο πεπερασμένο
σκότος της αυτοσυνειδησίας μου και απόλυτα νικημένος, κρατώντας
καλά την λυτρωτική ήττα, διαλαλούσα πια ότι θα ήταν τουλάχιστον
χαζό και ανούσιο να ξαναγράψω έστω και μια λέξη! Είπα τότε στον
εαυτό μου:
«Όχι άλλες ρητορικές κενολογίες και σοφιστικές νεκρολογίες!
Φτάνει ως εδώ: όχι άλλες λέξεις! Σιωπή! Μόνο σιωπή! Με την
συνειδητή πια σιωπή πίστευα ότι δεν θα γινόμουν δέσμιος καμίας
ελπίδας ούτε καμιάς ενοχής. Ένιωθα ως ξένος που πια ήθελε να γίνει
οικείος… Ως εξόριστος που θα γύριζε θριαμβευτής… Ως άρρωστος
που θα θεραπευόταν… Ως ένοχος που θα επέστρεφε αθώος».
(Βγαίνει ο Εαυτός)
- Εαυτός: Όμως η συνειδητή σιωπή σου ήτανε το ίδιο με την
συνειδητή φλύαρη γραφή σου. Όταν σκότωνες το ένα τότε
ταυτόχρονα δημιουργούσες το αντίθετό του… Τίποτα δεν άλλαξε
γιατί η ίδια ενέργεια ήταν πάλι εκεί, μόνο που τώρα είχε βάλει άλλο
φόρεμα, από συνειδητή γραφή και ματαιοδοξία είχε γίνει κούφια
σιωπή και ματαιότητα.
- Συγγραφέας (κλείνει το βιβλίο): Σα να έψαχνα μια χαμένη
βελόνα σ’ έναν αχυρώνα.

36
- Εαυτός (τον κοιτάζει περιπαικτικά): Είναι δύο βελόνες που
τρέχουν σε μια ανηφόρα. Τότε περνάει γρήγορα ένας σκαντζόχοιρος
από δίπλα τους και λέει η μία στην άλλη. «Το χάσαμε το λεωφορείο».
- Συγγραφέας (γελάει): Ναι… το έχασα το λεωφορείο…
Είχα κάνει δηλαδή πάλι έναν τεράστιο κύκλο και είχα καταλήξει στο
ίδιο σημείο. Δεν είχα βρει λύτρωση ούτε στην γραφή μα ούτε και
στην σιωπή!!! Όμως τότε για πρώτη φορά βρήκα τελικά το όνομα που
ταιριάζει σ’ έναν άνθρωπο που γράφει.
- Εαυτός: Αλήθεια; Ποιο είναι;
- Συγγραφέας: «Ψευδοκράτορας». Αυτό ήταν τελικά το
πραγματικό μου όνομα.
- Εαυτός: Συγχαρητήρια… Καλύτερο από το Μήτσος. ( φεύγει
από τη σκηνή).
- Συγγραφέας: Ψευδοκράτορας είναι και εκείνος που είναι
φυλακισμένος μέσα στη ψευτιά. Είναι δηλαδή δέσμιος της έλλειψης
μιας αυθεντικής «κατανόησης» που θα μπορούσε αν του δινόταν να
τον οδηγήσει στην ελευθερία. (Παίρνει το βιβλίο του, το ανοίγει.
Μπαίνει στη σκηνή η καθαρίστρια΄να ζητήσει κάτι).
Ψευδοκράτωρας , αυτό τελικά είναι το ονομά μου..
- Καθαρίστρια: Ε όχι και ψευδοκράτορας καλέ κύριε..δεν
μπορεί να σε λένε έτσι. Γιατί ψευδοκράτορας και όχι αυτοκράτορας,
που είναι και ποιο σικ;
- Συγγραφέας (διαβάζει): «Ψευδοκράτορας είναι και αυτός που
οι τριγμοί και τα καμώματα της περίεργης ζωής του τον
κατευθύνουν σε μια συνειδητοποίηση που την κρατάει γερά αλλά
όμως η συνειδητοποίηση αυτή δεν έχει τη μαγευτική ελευθερωτική
και αρμονική πνευματικότητα του συνόλου της ύπαρξης. Είναι απλώς
μια στείρα γνώση που όσο μεγάλη και να θωρεί της λείπει η λύτρωση.
-Καθαριστρια: Για να λυτρωθώ και γώ θα μου πείτε που είναι η
χλωρίνη;

37
Ψευδοκράτορας είναι εκείνος που ακόμα είναι δέσμιος μιας
πορείας ψευδούς και αφώτιστης. Είναι ο άνθρωπος που μια αληθινή
διέξοδο, ακόμα δεν έχει βρει.
-Καθαρίστρια: Τη χλωρίνη που θα βρω…
-Συγγραφέας: Ψευδοκράτορας είναι ο άνθρωπος που ακόμα
φτιάχνει πραγματικότητες ψεύδους».
-Καθαρίστρια: Και γώ στα ψέματα θα σφουγγαρίσω..(Φεύγει
από τη σκηνή, ενώ ο συγγραφέας αφήνει το βιβλίο, κοιτάζει το
κοινό).
Ψευδοκράτορας είμαι εγώ… ο συγγραφέας. Ο ελαττωματικός,
ο φοβισμένος, ο ένοχος, ο αθώος, ο εξόριστος, ο φλύαρος, ο
ματαιόδοξος. (Μπαίνει ο Εαυτός).
- Εαυτός: Είσαι όλοι αυτοί και εκατοντάδες άλλοι
ψευδοκράτορες. Οι εκατοντάδες προσωπικότητες μαζεμένες σ’ ένα
πρόσωπο. Κάθε προσωπικότητα είναι και ένας ρόλος. Ένας
ψευδοκράτορας. Παρατήρησε τις προσωπικότητες - ρόλους. Κοίταξέ
τες. Όλες οι προσωπικότητες – ρόλοι έχουν κάτι να σου δώσουν. Όσο
κακές και αν φαίνονται, όσο άθλιες και δύστροπες και αν είναι…
έχουν και σπουδαίες ικανότητες… Αρκεί να στρέψεις αυτές τις
ικανότητες σε φωτεινές πράξεις. Είναι σαν μικρά παιδιά που παίζουν
παιχνίδια. Θέλουν παρατήρηση, σεβασμό, υπομονή και αγάπη…
προπάντων αγάπη. Αγάπησέ τα. Αγάπησε τους ψευδοκράτορές σου!
- Συγγραφέας (βάζει το κεφάλι του στην θηλιά): Είμαστε όλοι
ψευδοκράτορες! Όλοι!

(Μια ξέφρενη μουσική)


(Σκοτάδι)

38
ΣΚΗΝΗ ΤΡΙΤΗ

(Μουσική. Ανοίγουν τα φώτα. Ο Συγγραφέας γράφει μανιωδώς.


Φωνάζει στον Εαυτό).
- Συγγραφέας: Τι ώρα είναι;
- Φωνή Εαυτού: Δεν ξέρω…
- Συγγραφέας: Τι μέρα έχουμε;
- Φωνή Εαυτού: Δεν ξέρω.
- Συγγραφέας: Πόσο καιρό γράφω αυτό το καινούργιο βιβλίο;
- Φωνή Εαυτού: Δεν ξέρω… σου είπα…
(Σταματάει να γράφει)
- Συγγραφέας: Ξέρεις τι σκέφτηκα;
- Φωνή εαυτού: Σκέφτεσαι κιόλας; Μπράβο εξέλιξη.
- Συγγραφέας: Πώς θα σου φαινότανε να μην υπάρχουν πια
συγγραφείς;… Να καταργηθούν. Γιατί πολλές φορές τα πονήματα των
συγγραφέων δεν είναι τίποτα άλλο παρά καταναλωτικά προϊόντα που
ικανοποιούν τις επιθυμίες και τα συμφέροντα της εξουσίας όσο και
τα δικά τους. Γνωρίζω συγγραφείς που για επτά λεπτά δημοσιότητας
θα πούλαγαν ακόμα και τη μάνα τους ή θα έκοβαν το δεξί τους χέρι.
Θα προτιμούσαν να γίνουν γνωστοί και ας καταντούσαν κουλοί. Αυτοί
οι συγγραφείς κάνουν τον κόσμο καλύτερο; Τι λες και εσύ;
- Φωνή Εαυτού: Συγγραφείς χωρίς χέρια… πλάκα θα είχε! Τι
είναι συγγραφείς χωρίς χέρια; Άνθρωποι εμπιστοσύνης.
- Συγγραφέας: Όχι… αυτοί που είναι έτοιμοι να τα ξεπουλήσουν
όλα ακόμα και τα χέρια τους δεν είναι πραγματικοί συγγραφείς όσο
καλά και να γράφουν… Δεν έχουν την ψυχή του συγγραφέα παρά μόνο
την σάρκα… και η σάρκα φθείρεται… πεθαίνει. Σύντομα τα έργα τους
θα έχουν το τέλος που τους αξίζει. Συμφωνείς;
- Φωνή Εαυτού: Ό,τι πεις εσύ…
­ Συγγραφέας: Όμως πάλι σκέφτομαι τι θα ήταν ο κόσμος χωρίς
τους συγγραφείς; Θα ήταν χειρότερος ή καλύτερος; Ποιος  θα  έγραφε

39
την ιστορία των  ανθρώπων, ποιος  θα  αποτύπωνε  τα  όνειρά  τους, τις
ελπίδες   τους,  την   λαχτάρα   τους   για   έναν   καλύτερο   κόσμο;…  Ποιος
θα   τους   άνοιγε   ένα   παράθυρο   στο   σύμπαν;   Ποιος   θα   τους   στήριζε
στη μοναξιά τους; Θα ήταν καλύτερος  ο κόσμος  χωρίς  τους  ποιητές,
τους   ιστορικούς,  τους   λογοτέχνες,  χωρίς   εφημερίδες,  περιοδικά   και
βιβλία,  χωρίς   γράμματα,  λέξεις   και   φράσεις;  Έχει   πραγματικό   λόγο
ύπαρξης ένας συγγραφέας στον κόσμο; 
- Φωνή Εαυτού: Δεν έχω κάνει σπουδές πάνω σ’ αυτό το
ζήτημα. Ρώτα εκείνη την θεία σου το λυκόπουλο.
- Συγγραφέας: Στ’  αλήθεια   πρέπει   να   υπάρχει   ο   συγγραφέας   ή
απλά   η  γραφή  είναι   ένα   από  τα   πολλά  συμπτώματα  της  μεταφυσικής
αγωνίας   και   της   γήινης   ματαιοδοξίας   ενός   ανθρώπου   που   τον
ονομάζουνε συγγραφέα;
- Φωνή Εαυτού: Δεν ξέρω, σου είπα… Παράτα με…
- Συγγραφέας: Κάποτε είχα πέσει σε μεγάλη κατάθλιψη.  Το
θυμάσαι;
- Φωνή Εαυτού: Δεν θέλω να θυμάμαι τίποτα με σένα… Δεν
βγάζω πια άκρη. Βαρέθηκα…
- Συγγραφέας: Τότε  μια   φίλη  μου   βλέποντάς  με  έτσι, με  έπεισε
να   πάμε   σ’  ένα  μέντιουμ-υπνωτιστή.  Σε  μέντιουμ  ένας   συγγραφέας;
Ένας   μορφωμένος   άνθρωπος,   τι   δουλειά   έχει   με   χαρτορίκτρες;
Έπειτα   από  μυριάδες   εκθειασμούς   και   υποσχέσεις  μου   είπε   ότι   είναι
ένας χαρισματικός  άνθρωπος  που  γνωρίζει,  που  μπορεί  να  μου δώσει
απαντήσεις   πάνω   σε   κάθε   ερώτημα.   Τέλος   πάντων   να   μην   τα
πολυλογώ   πήγα.  Κάθισα   απέναντί   του.  Ένας   τυπάκος   θηλυπρεπής  με
περίεργο   βλέμμα   ντυμένος   με   μια   κόκκινη   ρόμπα   σαν   την   Μαντάμ
Ορτάνς. 
(χτυπάει παλαμάκια)
(Μπαίνει ο Εαυτός και μεταμφιέζεται μπροστά στο κοινό ως
μέντιουμ. Κάθεται απέναντι από τον συγγραφέα).
- Μέντιουμ: Τι θέλεις να μάθεις;

40
- Συγγραφέας: Να μου δώσεις την δυσκολότερη απάντηση. Να
μου πεις ποιος είμαι;
- Μέντιουμ: Θα σου πω ποιος ήσουν κάποτε.
- Συγγραφέας: Εγώ δεν έχω βρει ποιος είμαι τώρα και εσύ θα
μου πεις ποιος ήμουν κάποτε;
- Μέντιουμ: Θα αρχίσουμε από την προηγούμενη ενσάρκωσή
σου. Στην προηγούμενη ζωή σου ήσουνα παπάς.
- Συγγραφέας: Παπάς; Δε θυμάμαι τίποτα.
- Μέντιουμ: Και όμως ήσουνα παπάς και αγαπούσες πολύ την
εκκλησιαστική ζωή… πηγαίνεις και τώρα συχνά εκκλησία;
- Συγγραφέας: Έχω να πάω από την ημέρα που με βαφτίσανε.
- Μέντιουμ: Δεν μπορεί. Εδώ βλέπω ότι είσαι συνέχεια κοντά σε
κεριά.
- Συγγραφέας: Μήπως βλέπεις το νονό μου; Ήταν
καντηλανάφτης.
- Μέντιουμ: Σε παρακαλώ, ας λείπουν τα αστεία.
- Συγγραφέας: Μα αφού δεν πηγαίνω σε εκκλησίες.
- Μέντιουμ: Γιατί, δεν πιστεύεις στο Θεό;
- Συγγραφέας: Στο Θεό πιστεύω αλλά φοβάμαι εκείνους που
υποτίθεται ότι τον εκπροσωπούν.
- Μέντιουμ: Δεν μπορεί, ήσουνα παπάς-εξορκιστής.
- Συγγραφέας: Τροτσκιστής κάποτε ήμουνα όχι όμως
εξορκιστής.
- Μέντιουμ: Και όμως εξόρκιζες το κακό.
- Συγγραφέας: Τον κακό μας τον καιρό. Πότε θα τον
ξορκίσουμε τον κακό μας τον καιρό αυτό έχει σημασία.
- Μέντιουμ: Για να σ’ ελευθερώσω από την κακή ενέργεια
πρέπει να κάνεις ό,τι σου πω. Θα πάρεις ένα φτερό νυχτερίδας, 3
αυγά από οχιά, μισό κιλό λιναρόσπορο, μια χούφτα λιβάνι, λίγο
αλεύρι και αίμα από κόκορα. Θα τα ανακατεύεις όλα αυτά μαζί και θα
τα βάλεις σε μια σουπιέρα.

41
- Συγγραφέας: Περίεργα γούστα στο φαγητό έχεις… Να σε
καλέσω για δείπνο;
- Μέντιουμ: Μωρέ ποιο δείπνο; Για να σου λυθούν τα μάγια θα
πας το μείγμα και θα το ρίξεις μεσάνυχτα μέσα σ’ ένα νεκροταφείο.
- Συγγραφέας: Να σου λυθεί ο αφαλός και σε νεκροταφείο να σε
πάνε μέρα μεσημέρι ξαπλωτό.
- Μέντιουμ: (τσαντίζεται) Πάψε!... Φτου… Φτου… ήδη είσαι
μαγεμένος με αρνητική ενέργεια και θα πάθεις μεγάλο κακό επειδή
παλαιότερα τότε που ήσουν εξορκιστής - παπάς πέθανες αφού σε
κατέλαβε ένα πνεύμα. Σούρνεις το δύστροπο αυτό πνεύμα μέσα σου…
(Σηκώνεται να φύγει ο συγγραφέας ενώ το μέντιουμ τον καθίζει).
- Συγγραφέας: Θα ξυπνήσει το δύστροπο πνεύμα και θα σε
δείρω…
(Το μέντιουμ γυρίζει 3 φορές γύρω από τον συγγραφέα).
- Μέντιουμ: Η κακή ενέργεια σ’ έχει διαποτίσει παντού. Φτου…
Φτου… Φτου…
- Συγγραφέας: Γιατί με φτύνεις... δεν ντρέπεσαι;
- Μέντιουμ: Πάψε να ολοκληρώσω την ιεροτελεστία.
- Συγγραφέας: Θες να σε δείρω τώρα ή να ολοκληρώσεις
πρώτα;
- Μέντιουμ: Μην μιλάς να ολοκληρώσω είπα!!!
- Συγγραφέας: Ολοκλήρωσε και ετοιμάσου για το δείπνο.
- Μέντιουμ: Επειδή η περίπτωσή σου είναι πολύ δύσκολη νομίζω
ότι μόνο με υπνωτισμό θα θυμηθείς λεπτομέρειες για την
προηγούμενη ύπαρξή σου.
- Συγγραφέας: Δεν χρειάζεται έτσι και αλλιώς και τώρα
υπνωτισμένοι είμαστε. Δεν έχεις καταλάβει τον σύγχρονο
μεταμοντέρνο μας ύπνο; Δεν νιώθεις ότι είμαστε ένα μάτσο από
υπνωτισμένα και αποχαυνωμένα όντα που μας οδηγούν σαν πρόβατα
στην σφαγή; Δεν ακούς πως βελάζεις; Μπε! Μπε! Πρόβατο!
- Μέντιουμ: Παρακαλώ εγώ δεν είμαι πρόβατο.
- Συγγραφέας: Δεν είσαι;

42
- Μέντιουμ: Όχι.
- Συγγραφέας: Δεν βλέπεις τίποτα, ε; Ούτε νιώθεις τίποτα; Δεν
βλέπεις, δεν νιώθεις άρα δεν γνωρίζεις ούτε την τύφλα σου!
- Μέντιουμ: Αυτό είναι μεγάλη προσβολή! Πρόσεχε, ε;
- Συγγραφέας: Τι θα μου κάνεις; Μάγια; Θα με μεταμορφώσεις
από πρόβατο σε γουρούνι; Γουρούνια είμαστε όλοι, δεν το
αισθάνεσαι; Γουρούνια στον στάβλο του παγκόσμιου συστήματος της
Κίρκης.
- Μέντιουμ: Παρακαλώ εγώ δεν είμαι γουρούνι. Η μάγισσα
Κίρκη ίσως… γιατί όχι;
(Τον βουτάει από τον γιακά)
- Συγγραφέας: Αν νομίζεις ότι ξέρεις κάτι απόδειξέ το μου. Πες
μου τα νούμερα του λαχείου που θα κερδίσει, τον αριθμό τηλεφώνου
του Θεού και έπειτα πες μου ποιος πραγματικά είμαι. Ποιος είμαι;
(Τον ξανα-βουτάει)
- Μέντιουμ: Είσαι τρελός… Αυτός είσαι! Τρελάρας!!!
- Συγγραφέας: Σου είπα ότι θα σε δείρω.
(Μουσική. Αρχίζει να τον κυνηγάει γύρω-γύρω από το τραπέζι.
Κυνηγάει τον Εαυτό του που έντρομος φεύγει. Τέλος μουσικής).
- Συγγραφέας: Για το χάσιμο του χρόνου μου πληρώθηκα… Ε…
Τι; Έτσι θα έφευγα; Του πήρα από το γραφείο ένα παλιό λαμπατέρ για
να φωτίζω τα σκοτάδια μου και έγραψα μ’ έναν μαρκαδόρο στον
τοίχο του μάγου τα εξής: «Ποιος είμαι; Υπάρχω; Πούστη μάγο θα
ξανάρθω». (Κάθεται στον καναπέ).
Έτσι, σχεδόν δεν είχα καταφέρει τίποτα. Η ευτυχία και η
αλήθεια που ζητούσα δεν την ήξερε κανένας… Δεν υπήρχε ούτε σε
μάγους και σε προφήτες. Δεν υπήρχε ούτε στις λέξεις μα ούτε και
στην σιωπή… Που υπάρχει όμως η Αλήθεια; Που υπάρχει η ευτυχία;
(φωνάζει) Ευτυχία!!!
- Καθαρίστρια: Παρακαλώ, τι θέλετε;
- Συγγραφέας: Ευτυχία σε λένε;

43
- Καθαρίστρια: Έτσι δεν σας είπα;... το ξεχάσατε; Εσάς πως σας
λένε;
-Συγγραφέας: ( θυμωμένα ) Υπνωτισμένο πρόβατο…
-Ευτυχία: Και μαστουρωμένο κατσίκι να σας λένε, δεν έχω
πρόβλημα…

- Συγγραφέας: Είσαι εσύ η Ευτυχία;


- Καθαρίστρια: Τι να σας πω; Έτσι με βαφτίσανε. Πάντως η
Ευτυχία είμαι σίγουρα.
- Συγγραφέας: Αποκλείεται να είσαι εσύ η Ευτυχία.
- Καθαρίστρια: Αν είναι να σας περάσει η φιλοσοφική καψούρα
και να βρεις την υγεία σου να με φωνάζεις όπως θέλεις.
- Συγγραφέας (φωνάζει): Δεν υπάρχει Ευτυχία!
- Καθαρίστρια (προκλητικά): «Δεν υπάρχει ευτυχία που να
κόβεται στα τρία στην περίπτωσή σου όμως δεν φτάνει ούτε η
λαιμητόμος». (μονολογεί) Εμένα πάντως δεν πρόκειται να με
τρελάνεις. Είμαι πιο τρελή εγώ από σένα κακομοίρη μου… (φεύγει
από την σκηνή).
- Συγγραφέας: Θα ήμουνα ευτυχισμένος αν είχα μία εκδοτική
εταιρία, αν είχα ένα σπίτι 300 τ.μ., ένα εξοχικό άλλα τόσα
τετραγωνικά, αυτοκίνητο ακριβό, ταξίδια στο Παρίσι και δύο
χαζογκόμενες δίμετρες». Και ας πούμε ότι τα έχει όλα αυτά ένας
άνθρωπος. Είναι στ’ αλήθεια ευτυχισμένος; Για πόσο; Για ένα μήνα,
ένα χρόνο;… Μετά θα θέλει κι άλλα… Πες ότι έρχεται και ο καλός
Θεός του λέει:
- Εαυτού Φωνή Of: (ψέλνοντας) «Μεγάλεεεε, επειδή είσαι
λιγότερο ρεμάλι και απατεώνας από τους άλλους σε συμπάθησα βρε
μπαγάσαααα και σου δίνω ως ιδιοκτησία σου τη Γη, το φεγγάρι, τον
ήλιοοο, πέντε-έξι πλανήτες να σουλατσάρεις τα Σαββατοκύριακα και
ένα άλλο ηλιακό σύστημααα που να το χρησιμοποιείς σαν εξοχικό τα
καλοκαίριαααα! Δέχεσαιαιαιαι;
44
- Συγγραφέας: Αμέ…
Και μετά από εφτά μήνες του στέλνεις γράμμα…
«Αγαπητέ Θεέ επειδή πάλι άρχισα να πλήττω και να θλίβομαι
έχω να σας προτείνω κάτι: Έπειτα από ώριμη σκέψη και βαθύ
στοχασμό νομίζω ότι έχω πια τα απαραίτητα προσόντα και την
ανάλογη εμπειρία να διοικήσω το Σύμπαν. Ίσως τότε να γίνω
ευτυχισμένος».
(Βγαίνει ο Εαυτός εκνευρισμένος. Κρατάει μια ποδιά κουζίνας,
ένα μαχαίρι και μια κατσαρόλα στη μασχάλη που μέσα έχει ένα
ολόκληρο κοτόπουλο).
- Εαυτός: Άμα εσύ παραμένεις ανώριμος και ψυχικά ανάπηρος
όλη η Δημιουργία να σου χαριστεί ποτέ δεν θα δεις την Αλήθεια, ποτέ
δεν θα γίνεις ευτυχισμένος. ( φοράει τη ποδιά στο συγγραφέα). Ποτέ!
Γιατί δεν έχεις μάθει να βλέπεις, δεν έχεις μάθει να νιώθεις… Μέσα
στο καβούκι σου.. Και όλο γκρινιάζεις και μεμψιμοιρείς… «Η ζωή
είναι το ένα, η ζωή είναι το άλλο… Η ζωή είναι σκατά… και δεν
μπορώ πια, και τώρα τι θα κάνω!…». Γεμάτος θλίψη και ενοχές. Τόνοι
θλίψεων και ενοχών σε λούζουν καθημερινά…
(Βγάζει το κοτόπουλο).
- Εαυτός: Κράτα δω!
- Συγγραφέας: Τι είναι αυτό;
- Εαυτός: Η κότα που αγόρασες!
- Συγγραφέας: Κότα και τι να την κάνω;
- Εαυτός: Να την κρατήσεις να την κόψουμε!
- Συγγραφέας: Γιατί;
- Εαυτός: Γιατί πρέπει να κόψουμε την κότα;
- Συγγραφέας: Ναι… Γιατί;
- Εαυτός: Μέγα φιλοσοφικό ερώτημα! Γιατί τεμαχίζουμε μια
κότα!
- Συγγραφέας: Ο τεμαχισμός της κότας συμβολίζει τον
τεμαχισμό των εννοιών... τον τεμαχισμό της γλώσσας, το τεμαχισμό
της διάνοιας.
45
- Εαυτός: Δεν χρειάζεται η διάνοια για να φας μια κότα.
- Συγγραφέας: Να την φάω ε;… Σκοτώνουμε ακόμα ζώα και
τρώμε τα κουφάρια τους. Αίσχος. Είμαστε αγροίκοι.
- Εαυτός: Είσαι χορτοφάγος;
- Συγγραφέας: Όχι.
- Εαυτός: Ε, τότε πιάσε και κόψε! Αγροίκε
- Συγγραφέας: Δεν μου απάντησες όμως..Γιατι να τεμαχίσω
την κότα! Αυτό είναι ένα πρόβλημα…
- Εαυτός: Έχεις βουλιάξει και ζεις στον πάτο των «γιατί» και
αυτό που λες εσύ πρόβλημα η ζωή το ακούει και γελάει. Η ζωή γελάει
με αυτό που σε θλίβει ή σου προκαλεί ενοχή. Θλίψεις και ενοχές
ανόητες, χαζές. Είσαι κατώτερος και από μια κότα. Δεν ξέρω καμία
κότα που να νιώθει ενοχές επειδή έφαγε μια σκουληκαντέρα ή επειδή
γέννησε ένα αυγό και όχι δέκα. Δεν υπάρχει καμία αρκούδα που να το
έριξε στα ψυχοφάρμακα ή που να κλείστηκε στην σπηλιά της και να
κλαίει επειδή ο αρκούδος της την απάτησε ή για να τον εκδικηθεί
πάει και το κάνει μ’ όλα τα ζώα του δάσους. Κανένας σκαντζόχοιρος
δεν αυτοκτόνησε ποτέ και για τίποτα.
Η θλίψη και η ενοχή είναι βλακώδη προνόμια των ανθρώπων και όχι
των σκαντζόχοιρων.
- Συγγραφέας: Ε, τότε λοιπόν να γίνουμε σαν τα ζώα… Να
κατασπαράζουμε ο ένας τον άλλον χωρίς ενοχές και θλίψεις… χωρίς
αυτές ο κόσμος θα είχε καταστραφεί μέσα σε τρεις μέρες… Αυτό
εννοείς;
- Εαυτός: Εννοώ ότι ακόμα και οι ενοχές και οι θλίψεις που
έχουν οι άνθρωποι είναι καθαρά κτητικές και συμφεροντολογικές.
Έχουνε να κάνουνε με το εγώ… Με το τομάρι τους.
Μπορεί ένας φιλόζωος να κλαίει επειδή ψόφησε ο παπαγάλος
του αλλά μπορεί να μην χύσει ποτέ κανένα δάκρυ για τα χιλιάδες
παιδιά που πεθαίνουν κάθε μέρα… Για τις χιλιάδες δολοφονίες,
βιασμούς, δυστυχήματα, βασανισμούς που γίνονται δίπλα του, κοντά
του… ποτέ… Το δάκρυ του είναι μόνο για το παπαγαλάκι του… Η
46
ενοχή του είναι ότι δεν το πήγε έγκαιρα στον κτηνίατρο. Ποτέ δεν
έγινε φιλάνθρωπος. Καταλαβαίνεις το ψέμα, το πρόβλημα; Νιώθεις
ενοχές και θλίψεις για τα μικρά και τα κατώτερα και όχι για τα
μεγάλα και τ’ ανώτερα. Πόσες φορές νιώθεις ενοχή και θλίψη για την
κακή δημοκρατία, για την κακή εξουσία, για την κακή δικαιοσύνη, για
την ρύπανση του περιβάλλοντος, για τον ξεπεσμό της Γης;
- Συγγραφέας: Δεν νιώθω ενοχή για αυτά, νιώθω οργή. Τους
κερατάδες, του διαόλου κωλογλύφτες!
- Εαυτός: Συγγραφέας άνθρωπος… Δεν κάνει να βρίζεις.
- Συγγραφέας: Θα τους πάρει ο διάολος σου λέω. Είμαι
οργισμένος με την εξουσία και με όλους τους απατεώνες που
κυβερνούν τον κόσμο.
- Εαυτός: Η οργή δεν αλλάζει τον κόσμο… Οργή να νιώθεις
επειδή δεν κάνεις τίποτα… Αλλά και ενοχές και οι θλίψεις σου είναι
μόνο λίγων πόντων. Όσο είναι το ύψος ενός ανθρώπου ή λίγων
τετραγωνικών, όσο είναι ένα σπίτι. Πέρα από κει δεν σου καίγεται
καρφάκι… Δεν θα κάνεις… καμία πράξη για να γίνεις καλύτερος…
ώστε έτσι να καλυτερέψει και ο κόσμος… Είσαι γεμάτος από
ψευτοενοχές και ψευτοθλίψεις… Έτσι έχεις φτιάξει μια ψεύτικη ζωή...
Δεν ζείτε αληθινά, κύριε ψευδοκράτορα…
- Συγγραφέας: Δεν ζω αληθινά… αυτό είναι. Το ξέρω… Ενώ
θέλω να φάω την κότα γιατί πεινάω… παράλληλα έχω ενοχές που
είμαι κρεατοφάγος.
- Εαυτός: (αυστηρά) Διάλεξε λοιπόν! Την πείνα ή την κότα;
- Συγγραφέας: Την κότα που να με πάρει ο διάολος!
- Εαυτός: Έτσι μπράβο! Σε θέλω αποφασιστικό… αγροίκο!
- Συγγραφέας: Πώς θα την κάνω;
- Εαυτός: Όπως πάντα… Το σπεσιαλιτέ σου! Την βάζεις μέσα
στο νερό και την βράζεις.
- Συγγραφέας: Ωραία πάμε στην κουζίνα. Θα την βράσω
ολόκληρη. (Πηγαίνουν στην κουζίνα).

47
- Φωνή Συγγραφέα: (εκνευρισμένα): Δεν μπορώ άλλο να βράζω
κότες… Αυτά είναι πράγματα ενός κατώτερου βίου. Εγώ πρέπει να
γράψω… για την Ζωή. Μόνο αυτό με νοιάζει.
- Φωνή Εαυτού: Η ζωή σου έχει καταντήσει ένα θλιμμένο
μελάνι πάνω σε χειρόγραφα. Δεν μπορείς να ευχαριστηθείς ούτε ένα
φαγητό… Δεν ζεις τις στιγμές σου. Απλά γράφεις για εκείνα που θα
'πρεπε να ζήσεις… (Βγαίνει στη σκηνή η καθαρίστρια που στήνει
αυτί για να ακούσει).
- Φωνή Συγγραφέα: Γράφω επειδή θέλω να είμαι κάτι άλλο από
αυτό που ζω, που βιώνω, που συνειδητοποιώ, κάτι που επειδή δεν
μπορώ να το κάνω στον καθημερινό κόσμο, βρήκα διέξοδο να το
πραγματοποιήσω στον κόσμο της φαντασίας και των λέξεων.
Θέλω οι «πραγματικότητες» της σκέψης μου να γίνουν
γνωστές διαμέσου των βιβλίων μου σε άλλους ανθρώπους! Θέλω οι
άνθρωποι να είναι μάρτυρες των ιστοριών μου, μάρτυρες της
πτώσης μου ή της γνώσης μου, μάρτυρες του ψεύδους μου ή της
αλήθειας μου!
-Καθαρίστρια:(μονολογεί): Πάλι με τον εαυτό του τα έχει…
- Φωνή Εαυτού: Αυτό λέγεται ματαιοδοξία φίλε μου. Τι σου
φταίει ο κόσμος;
- Συγγραφέας  (βγαίνει στη σκηνή φωνάζοντας):  Όχι,  δεν   είναι
ματαιοδοξία. Είναι μια βαθιά ανάγκη για επικοινωνία. 
(Η καθαρίστρια και τον κοιτάζει κρυφά)
- Συγγραφέας: Θέλω   εγώ   ο   ανθρωπάκος­συγγραφέας   που   ποτέ
δεν   έκανα   κάτι   σημαντικό,  πρακτικό   και   ουσιώδες,  που   δεν   ξέρω   να
βράσω  μια   κότα…  που   χρόνια   κυνήγαγα  μόνο   τον   ίσκιο   των  λέξεων,
που   χρόνια   κυνήγαγα   τον   εαυτό  μου,  να   αφήσω   πίσω  μου   ένα   ίχνος,
όπως   θέλουν   όλοι   να   αφήσουν. Δεν  μπόρεσα   ή   δεν   θέλησα   να   είμαι
ένας   κανονικός   άνθρωπος.   Δεν   υποτάχτηκα   ή   δεν   σεβάστηκα   στο
νόμο   της   φυσικής   κανονικότητας   και   δεν   έκανα   οικογένεια,   δεν
απέκτησα παιδιά. Γιατί και τα παιδιά είναι η μαρτυρία των ανθρώπων

48
ότι   κάποτε   υπήρξαν.  Ότι   διατήρησαν   την  εξέλιξη και την επωνυμία
των γονίδιών τους.
- Καθαρίστρια (μονολογεί): Τι ωραία που τα λέει... και ας είναι
ολίγον τρελάρας...
(Ο Συγγραφέας την αντιλαμβάνεται ξαφνικά) 
- Συγγραφέας: Εδώ είσαι εσύ ακόμα;
- Καθαρίστρια: Εδώ... δεν τελείωσα. Καθαρίζω.
- Συγγραφέας: Τι με κοιτάς έτσι;
- Καθαρίστρια: Να... κύριε.. συγγνώμη δηλαδή αλλά άκουσα
αυτά που λέγατε.
- Συγγραφέας: Τι έλεγα δηλαδή;
- Καθαρίστρια: Μου άρεσαν τα λόγια σας... Καλό είναι που
μιλάτε και ξεθυμαίνετε. Περισσότερο μου άρεσε εκείνο που λέγατε
για τα γονίδια. Για όλα τα γονίδια φταίνε. Αυτό το 'πιασα και
συμφωνώ. Αν δεν έχεις καλά γονίδια σε κλαίνε οι ρέγκες...
(κοιτάζονται) Πάω τώρα να συνεχίσω...
(Φεύγει από την σκηνή. Αυτός πηγαίνει και ανοίγει το βιβλίο –
διαβάζει)
- Συγγραφέας: «Για χρόνια περιπλανήθηκα στις ερήμους και
στις οάσεις των λέξεων και των νοημάτων. Γι’ αυτό θέλησα διαμέσου
της γραφής να αισθανθώ τουλάχιστον ότι δεν πήγε χαράμι η ζωή
μου! Να δηλώσω ότι κάποτε έζησα. Έστω και έτσι. Σαν συγγραφέας
μέσα στο κουκούλι του. Θέλω να φωνάξω ότι κάποτε υπήρξα, θέλω
να κραυγάσω με όλη μου τη δύναμη αυτό που κραυγάζουν σχεδόν
όλες οι ανθρώπινες πράξεις: Υπήρξαμε και ζήσαμε σαν ανθρώπινα
όντα, έστω και αν τούτο μεταφράζεται ως ηλίθια ματαιοδοξία.
Υπήρξαμε και υπάρχουμε!
- Φωνή Εαυτού: Και οι ασβοί υπάρχουν αλλά δεν βγαίνουν να
το φωνάζουν.
- Συγγραφέας: Με τις εξυπνάδες δεν μπορείς να κρύψεις την
αλήθεια...

49
(Βγαίνει ο Εαυτός στην σκηνή. Τον κοιτάζει)
- Εαυτός: Λοιπόν φίλε μου «υπάρχω» εσένα δεν σε σώζει
τίποτα. Δεν πρόκειται ποτέ να βρεις καμιά Αλήθεια. Γιατί η μισή
αλήθεια είναι φανερή. Είναι μπροστά σου! Άνοιξε τα μάτια σου, δες
την! Είναι η καθημερινή σου πράξη, είναι η καθημερινή σου σκέψη, το
καθημερινό σου όνειρο… Αυτή είναι η μισή σου Αλήθεια…
- Συγγραφέας: Η άλλη μισή που είναι;
- Εαυτός: Η άλλη μισή είναι κρυμμένη. Δύσκολα να την βρεις…
Γιατί πρώτα πρέπει να βρεις εσένα… πρέπει να πάψεις να παίζεις
κρυφτούλι. Μετράς μέχρι το 10 και βγαίνεις… ένα, δύο, τρία… έξι,
οκτώ. Μάθε πρώτα να μετράς σωστά. Μάθε πρώτα να βλέπεις. Μάθε
πρώτα ν’ αγαπάς εσένα… και μετά φτου ξελευτερία! Αλλά… μην
αργείς… Δεν έχεις χρόνο! Κάνε το… τώρα!
Αποφάσισε λοιπόν τώρα! Δώσε απαντήσεις τώρα… Προσπάθησε
τώρα… Σήκω και πάλεψε τώρα… Δημιούργησε τώρα! Αγάπησε τώρα!
Κάνε μια πράξη αληθινή τώρα!... Μαγείρεψε τώρα…
- Συγγραφέας: (οργισμένος πετάει το βιβλίο) Δεν μπορώ να
κάνω τίποτα… Ανήκω στους ηττημένους… Σ’ αυτούς που δεν
πρόκειται ν’ αλλάξουν… ούτε τώρα… ούτε ποτέ. Που δεν είναι ικανοί
να φτιάξουν ένα φαγητό της προκοπής, που συνήθως τρώνε
νερόβραστες κότες… Δεν γίνεται ν’ αλλάξω.
- Εαυτός: Το μόνο που μένει σταθερό στην ζωή είναι η
αλλαγή...
- Συγγραφέας: Όχι, τίποτα δεν αλλάζει… Η νερόβραστη κότα
θα είναι πάντα μια νερόβραστη κότα. Κο! Κο! Κο! (κάνει την κότα)
- Εαυτός: Ο άνθρωπος συνεχώς αλλάζει...
- Συγγραφέας: Προς το καλύτερο όμως ή προς το χειρότερο;
- Εαυτός: Αυτό είναι στο χέρι του καθενός.
- Συγγραφέας: Δεν ξέρω αν μπορώ ν’ αλλάξω. Δεν ξέρω πότε
θ’ αλλάξω… όμως για την ώρα πρέπει να το παραδεχτώ. Είμαι μία
κότα που βράζει στο ζουμί της. Κο! Κο! Κο!
(Ξαφνικά σκοτάδι)

50
- Φωνή Συγγραφέα: Τι έγινε πάλι;
- Φωνή Καθαρίστριας: Καλέ κύριε, τι γίνεται μ' αυτά τα φώτα;
- Φωνή Εαυτού: Πάλι σκοτάδι.
- Φωνή Συγγραφέα: Αυτό το σκοτάδι αρχίζει να με τρελαίνει.
Έχω δώσει τόσες απαντήσεις, έχω παράξει τόσες ιδέες και απόψεις.
Και πάλι σκοτάδι;
- Φωνή Εαυτού: Τα πολλά φέρνουν το σκοτάδι. Όμως πρέπει να
το συνηθίσεις. Να το αποδεχτείς.
- Φωνή Συγγραφέα: Ν’ αποδεχτώ το σκοτάδι μου σαν κότα; Ε,
όχι βέβαια. Πρέπει ν’ απαλλαγώ από το σκοτάδι μου, όχι να το
αποδεχτώ!
- Φωνή Εαυτού: Αν προσπαθήσεις ν’ απαλλαγείς έτσι ξαφνικά θ’
αποτύχεις.
- Φωνή Καθαρίστριας: Τι θα γίνει τώρα; Υπάρχει κανένας
φακός πουθενά;
- Φωνή Εαυτού: Πρέπει το σκοτάδι σου να το καταλάβεις, να το
μελετήσεις, να το μεταμορφώσεις, να το εξελίξεις. Έτσι μόνο θα
σωθείς από το σκοτάδι σου. Έτσι μόνο θα βρεις το φως.
- Φωνή Συγγραφέα: Ναι… ένα φως… ένα φως βρε παιδιά! Ένα
φως!!!…
- Φωνή καθαρίστριας: Φωτιά! Βοήθεια!!! Φωτιά!!! Αρπάξαμε
φωτιά!!!

(Η σκηνή γεμίζει με καπνό)

(Μουσική)

51
ΣΚΗΝΗ ΤΕΤΑΡΤΗ

(Σταματάει η μουσική. Ανάβουν τα φώτα. Η σκηνή έχει γεμίσει


με καπνό. Ο Συγγραφέας σκουπίζει τα μαυρισμένα χέρια και το
πρόσωπο. Ο Εαυτός τον παρατηρεί υποτιμητικά).
- Εαυτός: Τι έγινε;
- Συγγραφέας: Τι θες να γίνει; Βραχυκύκλωμα στην κουζίνα.
- Εαυτός: Τι βραχυκύκλωμα; Αφού την ξέχασες  στην   φωτιά!
Πάει η κότα! 
- Συγγραφέας: Την   πέταξα.   Έγινε   κάρβουνο.   Παραλίγο   να
καούμε... 
Και τι θα φάμε τώρα;
- Εαυτός (εκνευρισμένος): Γαϊδουράγκαθα!
-Συγγραφέας: Μου ταιριάζει καλύτερα να είμαι χορτοφάγος…
Από αύριο τρέχω στα λιβάδια να μασουλάω χορτάρι. Στα
λιβάδια σαν τις αγελάδες. Εκεί θα είμαι πιο ακίνδυνος.
Καλύτερα αγελάδα στο λιβάδι παρά συγγραφέας και να καίω
σπίτια. Έτσι, θα είμαι πιο ακίνδυνος.
- Εαυτός: Χα! Χα! Αν ο συγγραφέας γίνει ακίνδυνος τότε
γίνεται αγελάδα. Τότε παύει να είναι πραγματικός συγγραφέας…
Τότε γίνεται αντιγραφέας της εξουσίας της συντήρησης της
ιδιοτέλειας. Ο συγγραφέας πρέπει να σπέρνει φωτιά, να
τσουρουφλίζει τους πάντες, να κάψει το σπίτι του αν χρειαστεί.
- Συγγραφέας: Δεν έχω φτάσει σε τέτοιο επίπεδο να καίω
σπίτια. Καίω μόνο κότες… Τι θα φάω τώρα, μου λες; Το ψυγείο είναι
άδειο…
(Ο Εαυτός ψάχνει στην βιβλιοθήκη)
- Εαυτός: Να μαγειρέψεις ένα βιβλίο! Εσύ μόνο με λόγια
μπορείς να χορτάσεις την πείνα σου. (Πιάνει ένα βιβλίο) Να εδώ! Μία
Ποιητική συλλογή σου: «Το πόδι του Ελέφαντα». Θα μαγειρέψουμε

52
ελεφαντίσια ποδαράκια σούπα και ό,τι άλλο φανταστικό υλικό από το
ανθρώπινο σύμπαν!
(Ο Συγγραφέας γελάει)
- Συγγραφέας: Είναι αλήθεια ότι οι συγγραφείς μερικές φορές
μαγειρεύουν το σύμπαν της καθημερινότητας των ανθρώπων… Το
μεταπλάθουν… Το πασπαλίζουν με το πολύτιμο υλικό της
φαντασίας… Το προχωρούν προς τα σύνορα της πληρότητας.
- Εαυτός: Το σύμπαν όμως το δικό τους συνήθως παραμένει
σχεδόν το ίδιο... Μισο-καμμένο… Στην καλύτερη περίπτωση
νερόβραστο. Γιατί ο συγγραφέας σπάνια βγαίνει από το κουκούλι του.
Σπάνια βγαίνει στην πραγματική ζωή… Ζει και πεθαίνει ως νύμφη που
δεν γίνεται ποτέ πεταλούδα… Ζει και πεθαίνει ως συγγραφέας,
τίποτα παραπάνω. Το φωνάζει με κάθε τρόπο «Είμαι συγγραφέας».
Και λοιπόν; Τι έγινε και να μην είσαι συγγραφέας;
- Συγγραφέας: Δεν μου ανήκει ο τίτλος του συγγραφέα; Έχω
γράψει επτά μυθιστορήματα, πέντε δοκίμια για την γλώσσα, είκοσι
διηγήματα, επτά θεατρικά έργα, δέκα ποιητικές συλλογές και δεν
είμαι συγγραφέας;
- Εαυτός: Γιατί θα πρέπει να προσδιοριστείς από κάτι που στην
ουσία όταν είναι αυθεντικό δεν σου ανήκει; Οι τίτλοι συχνά θέλουν να
μας πείσουν όταν δεν πείθουν οι άνθρωποι..Οι συγγραφείς μοιάζουν
με τα σπερματοζωάρια. Χιλιάδες τρέχουν προς τη μήτρα της γραφής
αλλά μόνο ένα κάνει σωστά την δουλειά που πρέπει.
- Συγγραφέας: Βέβαια από την άλλη αν δεν γράψεις τίποτα, δεν
μπορείς να είσαι συγγραφέας.
- Εαυτός: Εκτός και έχεις ξεπεράσει το γραπτό λόγο. Ακόμη και
τον προφορικό. Αν είσαι πάνω από το λόγο της γραφής, γιατί τότε
ζεις μέσα στον μεγαλύτερο Λόγο. Στο λόγο του Πνεύματος. Τότε
είσαι μεγάλος συγγραφέας χωρίς να χρειάζεται να γράφεις.
- Συγγραφέας: Ποιος όμως είναι τόσο μεγάλος; Όνομα και
διεύθυνση. Να του φιλήσω τα πόδια.

53
- Εαυτός: Λίγοι-ελάχιστοι. Μπορεί και κανένας. Όλοι οι
υπόλοιποι είσαστε συγγραφείς που ανήκετε στα λόγια και όχι στο
Λόγο. Είσαστε γραφιάδες μιας κατώτερης γραφής, αφού μέσα από
λόγια και φράσεις προσπαθείτε να ορίσετε τον πνευματικό λόγο.
- Συγγραφέας: Νομίζω ότι μιλάς πολύ αυστηρά για τους
συγγραφείς, έστω και αν οι περισσότεροι είναι νερόβραστες κότες!
- Εαυτός: Που είναι η πειθαρχία σας; Πόσο πραγματικά
μπορείτε να μαθαίνετε μέσα από την γραφή σας και μέσα από την
ζωή σας; Μαθαίνετε; Και έπειτα κάνετε τα ίδια! Καλύπτετε τα λάθη
σας με δέκα κουλτουρίστικους διανοητικούς ακροβατισμούς και αυτό
το λέτε φιλοσοφία και ποιητικό λόγο και έπειτα όλο κακαρίζετε!!!
- Συγγραφέας: Και οι κότες όμως έχουν ψυχή!!!
- Εαυτός: Τους περισσότερους δεν σας νοιάζει η ψυχή.
Χρησιμοποιείτε την ψυχή για το ιδιοτελές συμφέρον σας. Μετά
είσαστε ικανοποιημένοι, «εντάξει τους κοροϊδέψαμε όλους», θάψατε
φόβους και συμβιβασμούς για να προστατέψετε την εικόνα σας.
Η πλειοψηφία των πιο σπουδαίων συγγραφέων δεν ήταν παρά
λογοτέχνες με πατερίτσες. Είτε σου αρέσει είτε όχι. Οι πατερίτσες
είναι τα λόγια, οι λέξεις, οι φράσεις. (Φεύγει εκνευρισμένος από την
μια μεριά της σκηνής από την άλλη μπαίνει η καθαρίστρια).
- Συγγραφέας: «Κότες με πατερίτσες». Ωραίος τίτλος
μυθιστορήματος!!!
- Καθαρίστρια: Καλέ αφήστε τα μυθιστορήματα τώρα. Εδώ
παρολίγο να καούμε... Εντάξει, τα καθάρισα... Οι μαυρίλες στο
ταβάνι θέλουνε δουλειά. Πετάξτε και την κουζίνα και πάρτε καμία
καινούργια. Συγγνώμη που σας το λέω αλλά πρέπει να βάλετε μια
τάξη στην ζωή σας.
- Συγγραφέας: Που είναι η τάξη του συγγραφέα; Πηγαίνει και
γράφει λόγω της εσωτερικής του τάξης ή λόγω της αταξίας του;
- Καθαρίστρια: Που να ξέρω καλέ κύριε; Και στην τάξη και στην
αταξία το ζήτημα είναι να μην καείς...

54
- Συγγραφέας (ενθουσιασμένος): Σωστά! Άρα οι συγγραφείς
γράφουν για να μην καούνε.
- Καθαρίστρια: Άμα παραγράψουν όμως ξεχνιούνται και
καίγονται.
- Συγγραφέας (ενθουσιασμένα): Σωστά! Ευτυχία σε λένε είπαμε;
- Καθαρίστρια: Το είπαμε καλέ πολλές φορές... Ακόμα εκεί
μείνατε; (με νάζι) Ας προχωρήσουμε και λίγο πιο πέρα.
- Συγγραφέας: Δεν μου λες Ευτυχία... Τι πιστεύεις; Ένας
συγγραφέας περισσότερο γράφει για να καλύψει τα ελαττώματά του
ή για να βρει την βαθύτερη αλήθεια;
- Καθαρίστρια (γελάει): Γιατί να "ψάχνεις" για την βαθιά
αλήθεια, κύριε; Άσε να ψάχνει η αλήθεια να βρει εσένα... Εσύ κάνε
αυτό που πρέπει (με ερωτική διάθεση) την στιγμή που πρέπει και η
αλήθεια είναι εκεί.
- Συγγραφέας: Θα μπορούσες να ήσουνα επιτυχημένη
συγγραφέας.
- Καθαρίστρια: Α! Σας παρακαλώ! Μη με βρίζετε κύριε! Εγώ
καθαρίστρια είμαι.
(Ο Συγγραφέας την πλησιάζει και παρατηρεί σκεφτικός.
Ξαφνικά χτυπάει το τηλέφωνο. Η καθαρίστρια παίρνει το θάρρος και
το σηκώνει).
- Καθαρίστρια: Ναι... Μάλιστα... Ναι... εδώ είναι... μια στιγμή...
(του δίνει το τηλ. και φεύγει).
- Συγγραφέας: Ναι;… Εγώ, ο ίδιος… Μάλιστα. (Σιωπή) Ν’
αλλάξω; Τι ν’ αλλάξω; (Σιωπή) Ακούστε, κυρία μου! Να του πεις του
εκδότη ότι τα μόνα που αλλάζω είναι τα σώβρακα και τα παντελόνια
μου… Από το βιβλίο δεν αλλάζω τίποτα! Η ιστορία είναι αυτή που
είναι και δεν επιφέρει καμία αλλαγή! Δύο χρόνια παιδεύτηκα για να
βγει έτσι όπως είναι και τώρα μου λέτε να την αλλάξω;… Τι να κάνω;
(Σιωπή) Μάλιστα, θέλετε δηλαδή να στριμώξω το τέλος του… λίγο,
να απλώσω την αρχή του… και… Α! και να… το χώσω… Να το χώσω
είπατε στο τρίτο κεφάλαιο, ε; Στη μέση; Α! Στο πίσω μέρος; Α! Να

55
χώσω το τρίτο στο πίσω μέρος… κατάλαβα. Μάλιστα… κυρία μου.
Βιβλίο έγραψα κυρία μου και όχι οδηγίες πηδήματος.
(Κλείνει εκνευρισμένος το τηλέφωνο). Άκου να το χώσω!
- Φωνή Εαυτού: Μην εκνευρίζεσαι. Σας βολεύει όλους το
χώσιμο. Να χωθείτε, να βολευτείτε, να τ’ αρπάξετε, να δοξαστείτε!
Σας αρέσει το χώσιμο… Παραδέξου το.
- Συγγραφέας: Η αλήθεια είναι ότι αν αποφασίσεις να στον
χώσουν ή να τον χώσεις η επιτυχία είναι σίγουρη.
- Φωνή Εαυτού: Δόξα να ‘χει το χώσιμο! Kαι το χώσιμο φέρνει
την δόξα! Χα! Χα! Χα! (βγαίνει στην σκηνή)
- Εαυτός: Χα! Χα! Χα! Παρατηρείς έναν επίδοξο συγγραφέα.
Έρχεται απογοητευμένος και σεκλετισμένος από την παλιοζωή,
ψάχνει τρόπους να γλιτώσει από τον εαυτό του, τι να κάνω λέει, για
να μην τρελαθώ, πάει και γράφει ένα βιβλίο… Στην αρχή συνήθως
ποιητικό, βαρύγδουπο με λέξεις που έχει κάτσει δύο μέρες τη μια για
να την βρει… Ανακατεύει και διάφορες φιλοσοφικές
μπουρδουκλωμένες αερολογίες και όλα είναι ΟΚ. Μόλις βγαίνει το
βιβλιαράκι το αγοράζει αυτός και πέντε - έξι φίλοι του και δυο –
τρεις περαστικοί υπό την απειλή όπλου, κατσαβιδιού ή σιδερολοστού.
Του λέει τότε ο έξυπνος εκδότης: (Χτυπάει παλαμάκια).
- Συγγραφέας: «Βρε ατιμούλη, αφού γράφεις που γράφεις τι την
θες την κουλτούρα, δεν γράφεις τίποτα της εποχής να βγάλουμε και
κανένα φραγκάκι… Να ψιλοχώσεις κανένα ερωτικό τρίγωνο, καμία
ανωμαλία, κανένα βίτσιο;
- Εαυτός: Τρελαίνεται τότε ο συγγραφεύς, τι πράγματα είναι
αυτά να επεμβαίνουν στο πνευματικό του έργο, τι ντροπή, τι θράσος.
Μεθάει ένα και δυο βράδια από την στεναχώρια του. Το τρίτο βράδυ
πάει στον εκδότη του λέει:
- Συγγραφέας: «ΟΚ θα το κάνω, θα το ψιλοχώσω και εγώ…
Όμως θα το κάνω όχι για τα χρήματα και ούτε υποβιβάζω την τέχνη
μου. Θα το κάνω για να σου αποδείξω ότι μπορώ να γράφω και έτσι».

56
- Εαυτός: Πιάνει λοιπόν και γράφει μια ιστορία που ένας
άντρας την ημέρα του γάμου του το σκάει με τον κουμπάρο του και
παντρεύονται στην Χαβάη.
- Συγγραφέας: Έπειτα η παρατημένη νύφη βάζει έναν πρώην
της εραστή που είναι και ντετέκτιβ για να τον βρει να τον σκοτώσει.
- Εαυτός: Αυτός τον βρίσκει αλλά σκοτώνει τον κουμπάρο και
συνάπτει δεσμό με το γαμπρό.
(Bγαίνει στην σκηνή η καθαρίστρια βάζοντας τα πουκάμισά του
σε μια κρεμάστρα. Σταματάει για ν' ακούσει).
- Συγγραφέας: Η νύφη που εν τω μεταξύ είναι έγκυος από έναν
βιασμό που υπέστη από 16χρονο νταβατζή και που περιμένει να
γεννηθεί το παιδί της, καταλαβαίνει ότι το μόνο πρόσωπο που
αγάπησε στην ζωή της ήταν η Λούσι, η φίλη της που είχε τέσσερα
βυζιά από γεννησιμιού της και που είχε και μια σκύλα ονόματι
Ραμόνα… Η Ραμόνα, αυτό το κοπρόσκυλο βρήκε το νταβατζή της
νύφης έξω από ένα κατάστημα σεξ-σοπ και τον δάγκωσε στο δεξί
κωλομέρι και αυτός πέθανε έπειτα παντέρημος και μόνος σε ένα
σανατόριο στις Άλπεις από σύφιλη…Τελικά η νύφη γέννησε
τρίδυμα.αλλά το ένα ήταν μαύρο. Η νοσοκόμα όμως που την
ξεγέννησε μπορεί να είχε 4 δάκτυλα στο κάθε χέρι και ένα μάτι αλλά
είχε και το κληρονομικό χάρισμα…κατάλαβε πως το μαύρο παιδί
είναι ο τελευταίος απόγονος των Μασάι..
-Καθαρίστρια: (γλυκά) Κάτι πίνει ο συγγραφούλης μου δεν εξηγείται…
(Η καθαρίστρια φεύγει από την σκηνή).
- Εαυτός: Μασάει μεγάλε…το κοινό Εντάξει πουλάει το βιβλίο-
έκτρωμα. Στα πλήθη αρέσουν τ’ ανώμαλα και τα περίεργα, τα ηλίθια,
τα διεστραμμένα. Γίνεται ο συγγραφέας γνωστός, στην πιάτσα
γυρίζει με γκόμενες ή με τεκνά (αναλόγως την προτίμηση) –
μπεκροπίνει για την επιτυχία του, αλλάζει σπίτι… και κάλτσες… τον
καλούν σε δεξιώσεις και σε πάρτι ανωτέρας τάξης και όλο τούτο το
τουρλουμπούκι έπειτα το λένε πνευματικότητα.

57
- Συγγραφέας: Ναι, αυτός ο άνθρωπος που βγαίνει και στις
τηλεοράσεις και έχει γνώμη ακόμα και για την εμμηνόπαυση της
θειας του ή για τις εγχειρητικές επεμβάσεις σχετικά με τις παθήσεις
του μυοκαρδίου ονομάζεται πια μορφωμένος άνθρωπος. Άνθρωπος
του πνεύματος…
(Ο Εαυτός έξαλλος)
- Εαυτός: Αρνούμαι την λέξη… «πνευματικός άνθρωπος». Άλλο
πνευματικότητα και άλλο διανοητικότητα. Δεν στο είπανε ποτέ;
Πνευματικοί άνθρωποι είμαστε όλοι ως ένα βαθμό έτσι κι αλλιώς.
- Συγγραφέας (φωνάζει την Ευτυχία): Ευτυχία! Ευτυχία!!!
(Βγαίνει η καθαρίστρια)
- Καθαρίστρια: Ορίστε! Τι θέλετε;
- Συγγραφέας: Είσαι πνευματικός άνθρωπος.
- Καθαρίστρια: Πνεύμα πουλάτε κύριε; Για να σας ξεβρωμίσω
χρειάζεται και πνεύμα και σκέψη και πράξη.
- Συγγραφέας: Σωστά. Αυτός που είναι πραγματικά πνευματικός
είναι εκείνος που ζει την καθημερινότητά του με τον Νόμο του
πνεύματος που σε κάθε του πράξη είναι πνευματικός... Είναι εκείνος
που έχει περάσει το σύνορο του εαυτού του και η μεγάλη του χαρά
είναι να προσφέρει… Να δίνει, να πλατειάζει, να αγαπά…. Ναι… Να
αγαπά πραγματικά. Τότε μόνο κατανοεί.
(Η καθαρίστρια κατεβάζει από το κινητό της ένα βαλς -
Μουσική)
- Εαυτός: Αυτό λέγεται διδακτισμός φίλε μου!
- Συγγραφέας: Όχι, λέγεται υπενθύμιση για να κατανοήσουμε.
- Καθαρίστρια: Χορεύετε, κύριε;
(Ο Συγγραφέας διστάζει αλλά από την γοητεία της
παρασύρεται και χορεύει μαζί της)
- Συγγραφέας: Λοιπόν, Ευτυχία.. είχα καιρό να χορέψω.
­   Εαυτός:   Χόρεψε   κύριε,   είναι   καλύτερο   από   τις   λέξεις.
Χόρεψε... ελευθερώσου... σαν να μην θέλεις πια τίποτα.

58
- Συγγραφέας: Ναι, να τα πετάξω όλα, να απελευθερωθώ από
τους ορισμούς, από τα «κάτι». Να γίνω ένα «τίποτα».
- Καθαρίστρια: Χόρεψε, σου είπα… είναι καλύτερο από το
τίποτα.
(Χορεύουν και γελάνε ενώ ο Εαυτός τους παρατηρεί)
- Εαυτός: Ποιος άνθρωπος μπορεί να ορίσει τον εαυτό του ως
«τίποτα»; Ποιος πραγματικά μπορεί να είναι «τίποτα»;… Οι άνθρωποι
κάθε μέρα προσπαθούν να είναι «κάτι». Αυτή είναι η μεγάλη τους
δυστυχία. Η δυστυχία τους προέρχεται από την αγωνία τους και από
την προσπάθειά τους να ορίσουν τον εαυτό τους ως «κάτι». (φεύγει
από την σκηνή).
­ Συγγραφέας: Ευτυχία!
­ Καθαρίστρια: Ορίστε, κύριε!
­ Συγγραφέας: Εσύ τι πιστεύεις;
­ Καθαρίστρια:  Για ποιο πράγμα;
­ Συγγραφέας: Πώς γεννηθήκανε οι λέξεις, τα γράμματα;
­ Καθαρίστρια:  Τα  γράμματα και  οι  λέξεις  είναι  σαν  τ' αστέρια,
κύριε!   Υπάρχουν   για   να   μας   κάνουν   να   σκεφτόμαστε και να
ονειρευόμαστε..Ομως κάτι προυπήρχε και τα γέννησε…
­ Συγγραφέας: Τι είναι όμως αυτό το «κάτι» που τα γέννησε;
-Καθαρίστρια: ( με νάζι) Θα σκεφτώ και θα σου πω…(σταματάνε
να χορεύουν). Ανέκδοτο…θυμήθηκα ανέκδοτο…  Ένας συγγραφέας
πάει   γυμνός   σ’   ένα   μπαρ   και   παραγγέλνει   ένα   μπουκάλι   ουίσκυ.   Ο
μπάρμπαν   τον   κοιτά   επίμονα   «Τι   κοιτάς,   ρε;»   του   λέει.   «Δεν   έχεις
ξαναδεί   γυμνό   άνδρα;». «Έχω   δει»  του   λέει   ο  μπάρμπαν  «αλλά   ψάχνω
να δω που στο διάολο έχεις τα λεφτά για να με πληρώσεις». (γελάνε).
- Συγγραφέας: (ανοίγει το βιβλίο του) Ναι….Ο   Συγγραφέας
είναι γυμνός και δυστυχισμένος στο μπαρ της ζωής  και προσπαθεί να
βρει την ερωμένη του. Την Ευτυχία!
(Η καθαρίστρια απομακρύνετε, βγάζει το κινητό της, καλεί έναν
αριθμό)

59
- Καθαρίστρια: Κούλα... Εγώ είμαι... καλά τα πάμε... Ξέρεις, ε;
Τον γουστάρω... Πρώτη φορά μου συμβαίνει αυτό. Δεν ξέρω... μου
αρέσει η τρέλα του.. Αυτός; Θέλει να μείνει γυμνός... Ναι τον έχω
ανάψει... Ναι, ρε παιδάκι μου αλήθεια σου λέω... Όχι, δεν μου την
έπεσε αλλά από αυτά που λέει καταλαβαίνω... ότι τον έχει φάει η
αγαμία... Τι να ντραπώ, μωρή;... Θέλει βοήθεια ο άνθρωπος... Αρχίζω
να τον ερωτεύομαι σου λέω,,.Ετσι είμαι εγώ…το πάω γρήγορα, ή
τώρα ή ποτέ..Καλά... καλά κλείνω...
(Κοιτάζει με πάθος τον συγγραφέα και φεύγει από την σκηνή)
Συγγραφέας (διαβάζει): «Η γραφή είναι μια σκάλα, τα
σκαλοπάτια της είναι οι λέξεις, οι φράσεις, τα νοήματα. Ξέχασε και
τις λέξεις και τα νοήματα. Δεν είναι ο σκοπός. Είναι το μέσο. Μην
κάθεσαι εκεί και να τα καθαρίζεις, να τα γυαλίζεις, να κοιμάσαι και
να ξυπνάς πάνω τους. Σήκω να τα περπατήσεις. Να γράφεις αλλά
ταυτόχρονα να περπατάς. Να μην προσκολλιέσαι. Η σκάλα της
γραφής σου κάποτε θα φθαρεί και θα φθείρει τα λογοτεχνικά σου
νοήματα. Όσο ποιοτικά και καλά να είναι σήμερα, κάποτε θα
θεωρούνται ξεπερασμένα. Η σκάλα υπάρχει περισσότερο για να σε
μάθει να διαβαίνεις τον κόσμο. Να σε μάθει να μην προσκολλιέσαι
στα θνητά «κάτι». Η σκάλα που διάλεξες σε βοηθάει να ελευθερώσεις
την ψυχή σου. (Κλείνει το βιβλίο και το αφήνει).
- Καθαρίστρια: Εγώ να δεις τι σκάλες έχω σφουγγαρίσει... αλλά
για να είμαι εξηγημένη εμένα οι κωλόσκαλες δεν μου ελευθερώνουν
την ψυχή. Μου την σκλαβώνουν! ( φεύγει από τη σκηνή).
- Συγγραφέας: Χα! Χα! Τώρα αυτό που διάβασα μου έφερε στο
μυαλό μου άλλο ένα περιστατικό που είχε συμβεί κάποτε με έναν
ψυχολόγο. Χα! Χα! Είχα αποφασίσει τότε να κάνω ψυχανάλυση.
Θυμάσαι…
- Φωνή Εαυτού: Θυμάμαι.
- Συγγραφέας: Έπρεπε να δοκιμάσω. Δυο φορές πήγα, αυτή
ήταν και η σχέση μου με τους ψυχολόγους. Μου είχαν πει πως αυτός ο
ψυχολόγος ήταν πολύ έμπειρος και κατατοπισμένος με θέματα που

60
αφορούσαν ειδικά προβληματικούς συγγραφείς. Στην πρώτη μας
συνάντηση κάθισα απέναντί του σε μια αναπαυτική πολυθρόνα…
Δίπλα του είχε ένα γάτο… Όταν με είδε ο γάτος, άρχισε να
νανουρίζει, σήκωσε και την ουρά του και άρχισε ανήσυχος να τρέχει
μέσα στο γραφείο. Ο ψυχολόγος μου είπε πως πρώτη φορά το κάνει
αυτό. Πήγε το γατί στο δίπλα δωμάτιο και επέστρεψε ολίγον
ταραγμένος. (χτυπάει παλαμάκια)
(Ο εαυτός βγαίνει ως ψυχολόγος, με περούκα, γυαλιά κλπ.).
- Συγγραφέας: Πως το λένε το γάτο;
- Ψυχολόγος: Κώστα. (εκνευρισμένα)
- Συγγραφέας: Κώστα;
- Ψυχολόγος: Ναι, Κώστα και δεν είναι γάτος… είναι ο γιος
μου.
- Συγγραφέας: Ο γιος σας;
- Ψυχολόγος: Ναι, ο γιος μου, ο Κώστας.
- Συγγραφέας: Έχει και επώνυμο;
- Ψυχολόγος: Έχει… Κώστα… Κώστα.
- Συγγραφέας: Κώστα στο τετράγωνο δηλαδή;
- Ψυχολόγος: Κώστα - Κώστα σκέτο χωρίς γεωμετρικά
σχήματα… Ο Κώστας απεχθάνεται τα τετράγωνα και τα τρίγωνα.
Εσείς;
- Συγγραφέας: Τι εγώ;
- Ψυχολόγος: Επώνυμο έχετε;
- Συγγραφέας: Έχω.
- Ψυχολόγος: Όνομα;
- Συγγραφέας: Επίσης.
- Ψυχολόγος: Άρα είστε ένας ολοκληρωμένος άνθρωπος.
- Συγγραφέας: Λέτε;
- Ψυχολόγος: Γιατί όχι; Όνομα έχετε, επίθετο έχετε. Τι σας
λείπει;
- Συγγραφέας: Είναι κι αυτό μια άποψη.

61
- Ψυχολόγος: Είναι… Οι συγγραφείς όμως δεν πρέπει να έχουν
ούτε όνομα ούτε επίθετο… Γιατί είναι αόριστοι… Δεν ανήκουν
πουθενά… Είναι ακατονόμαστοι… Είναι… Τίποτα… Γάτο έχετε;
- Συγγραφέας: Όχι.
- Ψυχολόγος: Ούτε να πάρετε… Θα του δημιούργησε μεγάλο
ψυχολογικό πρόβλημα… Μακριά από γατιά… Είστε λοιπόν
συγγραφέας χωρίς γάτο και έχετε φτάσει εις τον πάτο;
- Συγγραφέας: Έτσι φαίνεται.
- Ψυχολόγος: Μην ανησυχείτε, θα βρούμε την λύση. Έχω
γιατρέψει αρκετούς συγγραφείς.
- Συγγραφέας: Πώς;
- Ψυχολόγος: Τους έπεισα να μην ξαναγράψουν, να μην είναι
συγγραφείς… Νόμιζαν ότι ήταν. Όταν κατάλαβαν ότι δεν ήταν…
γιατρεύτηκαν. Η μέθοδός μου είναι απλή δηλαδή… Κάνω αποδόμηση
του συγγραφικού επαγγέλματος. Έχω καταλήξει στην θεωρία ότι ο
συγγραφέας δεν είναι ποτέ συγγραφέας.
- Συγγραφέας: Ο ψυχολόγος είναι ποτέ ψυχολόγος;
- Ψυχολόγος: Φυσικά και όχι. Τι ψυχολόγος μπορεί να είμαι εγώ
που έχω για γιο ένα γάτο ονόματι Κώστα-Κώστα;
- Συγγραφέας: Σωστά… Δηλαδή είναι λίγο παράξενο να
πιστεύετε ότι ο Κώστας-Κώστας… ο γάτος είναι γιος σας...
- Ψυχολόγος: Δεν είναι παράξενο αγαπητέ μου. Απλά είναι
ποιητικό, ποιητικότατο! Για σκεφθείτε να γράψετε ένα μυθιστόρημα
για ένα ψυχολόγο που έχει ως γιο ένα γάτο; Την σχέση αυτών των
δύο πλασμάτων… Σας δίνω ιδέες… Σας δίνω ιδέες αγαπητέ μου… Οι
καλές ιδέες σήμερα είναι δύσκολο να βρεθούν. Νομίζετε ότι κάτι δεν
πάει καλά με μένα, ε;
Νομίζετε ότι είμαι… ψυχολογικά ασθενής… πιο ασθενής από
σας… Αλλά αυτό που χρησιμοποιώ αγαπητέ μου είναι μια μέθοδος.
Αποδομώ το συγγραφικό σας ταλέντο αφού πρώτα αποδομώ το
ταλέντο μου ως ψυχολόγου… Έχω καταλήξει αγαπητέ μου ότι όλες οι
ψυχικές ασθένειες προέρχονται επειδή νομίζουμε ότι είμαστε κάτι…
62
Αν καταλάβουμε ότι δεν έχουμε ούτε τίτλους ούτε θέσεις ούτε
πτυχία, διπλώματα και καριέρες. Αν πετάξουμε κάθε τι από πάνω μας
που μας βαραίνει γιατρευόμαστε αμέσως. Εγώ Κύριέ μου με την
μέθοδό μου έχω σώσει την ανθρωπότητα.
- Συγγραφέας: Πώς;
- Ψυχολόγος: Σκέψου πόσους συγγραφείς έχω αποτρέψει να
ξαναγράψουν… Λιγότερο χαρτί… Άρα περισσότερα δέντρα,
λιγότερες αμφιβολίες, παραμύθια, αγωνίες, ερωτικά τρίγωνα και
ιστορίες. Άρα λιγότερη σπατάλη χρόνου… Εξοικονόμηση ενέργειας
για άλλες χρήσεις.
- Συγγραφέας: Δεν το είχα σκεφτεί ποτέ έτσι!
- Ψυχολόγος: Πώς να το σκεφτείτε αγαπητέ μου αφού είστε
συγγραφέας; Οι συγγραφείς ποτέ δεν σκέφτονται πρακτικά και
απλά… Όμως τους συγγραφείς τους θεωρώ συνεργάτες μου.
- Συγγραφέας: Συνεργάτες σας, γιατί;
- Ψυχολόγος: Γιατί; Ρωτάς;… Γιατί γράφουν, γράφουν, γιατί δεν
έχουνε απαντήσεις. Άρα σπέρνουν ερωτήματα και αμφιβολίες… Οι
άνθρωποι τα διαβάζουν για να δώσουν μια απάντηση στα δικά τους
ερωτήματα… Και αντί για απαντήσεις βρίσκουν καινούργια
ερωτήματα… τους πιάνει τότε πανικός, υστερία, δεν ξέρουν τι να
κάνουν… Στο τέλος έρχονται σε μένα… να τους σώσω…
- Συγγραφέας: Τους σώζετε;
- Ψυχολόγος: Όχι, φίλε μου. Κανένας δεν σώζεται αν δεν θέλει
να σωθεί. Αν δεν το έχει αποφασίσει. Το σύστημα φίλε μου, λειτουργεί
υπέρ των συγγραφέων και των ψυχιάτρων. Είναι τσεκαρισμένο σου
λέω… Σ’ αυτό συμφωνεί και ο Κώστας-Κώστας. Είσαι λοιπόν
συνεργάτης μου. Γι’ αυτό όταν φύγεις δεν θα με πληρώσεις. Εγώ θα
σε πληρώσω, φίλε μου. Στο πρώτο ραντεβού με συγγραφέα πάντα τον
πληρώνω… Είναι υποχρέωσή μου. Μου στέλνει τόσους πελάτες. Θα
ήταν άτιμο και ανεπίτρεπτο να του πάρω χρήματα!
(Σηκώνεται και χτυπάει χαρούμενος τα χέρια του).

63
Και τώρα ακούστε σας παρακαλώ ένα ποίημά μου. Είμαι
ψυχολόγος ειδικός σε θέματα και προβλήματα συγγραφέων και όμως
και εγώ γράφω… αυτό είναι το πρόβλημά μου, Κύριέ μου… Ακούστε
σας παρακαλώ ακούστε:

Στου χρόνου το ποδάρι


ουρεί το σαλιγκάρι
δεν έχει φωνή ούτε τιμή
έχει ένα μαύρο στην ψυχή.

Όρνεα χύμηξαν πολλά


τα ‘βαλα σε ζυγαριά
μέτρησα μόνο μια φορά
και όμως δεν φόραγε βρακιά!

- Ψυχολόγος: Σας άρεσε το ποίημά μου… Μη!!! Μη βιαστείτε να


απαντήσετε. Μπορείτε να δώσετε οποιαδήποτε απάντηση εκτός από
ένα ξερό «Ναι» ή ένα ξερό «Όχι».
- Συγγραφέας: Τι να σας πω…
- Ψυχολόγος: «Τι να σας πω», καταπληκτική απάντηση
(κοιτάζει το ρολόι του). Συγγνώμη, αλλά είναι η ώρα να πάρει το
τσάι του… ο Κώστας-Κώστας.
(Ο Εαυτός - Ψυχολόγος φεύγει με ύφος σπουδαίου επιστήμονα
και ποιητή).
- Συγγραφέας: Ήθελα να φύγω… όμως τι δικαιολογία θα
έβρισκα, ο Κώστας - Κώστας όμως μου έδωσε την δικαιολογία…
Άρχισε να χτυπιέται μέσα στο δωμάτιο, να σκαρφαλώνει στις
κουρτίνες νιαουρίζοντας άγρια, να σπάει ό,τι έβρισκε πηδώντας σαν
αφηνιασμένος ουραγκοτάγκος, δεξιά κι αριστερά. Ο ψυχολόγος με
παρακάλεσε να φύγω και να έρθω την άλλη μέρα γιατί έπρεπε να
ηρεμήσει τον Κώστα-Κώστα, τον γιο του. Έφυγα, όταν έφτασα σπίτι
μου σκέφτηκα πως ο γάτος είχε καταλάβει την απέχθειά μου για το

64
είδος του. Ποτέ δεν συμπαθούσα τα γατιά… Μάλιστα χρόνια τα
μισούσα και όταν ήμουν παιδί τα κυνήγαγα με τις πέτρες, γιατί ποτέ
δεν συγχώρεσα τις γάτες της γειτονιάς όταν έφαγαν το καναρίνι
μου. Το αγαπημένο μου καναρίνι. Τη δεύτερη μέρα ξαναπήγα στο
ψυχολόγο, μόνο και μόνο για να βεβαιωθώ για τη συμπεριφορά του
γάτου. Μόλις μπήκα, ο γάτος ο Κώστας – Κώστας, ο γιος του
πετάχτηκε από το παράθυρο και πανικόβλητος σκαρφάλωσε πάνω σ’
ένα πεύκο, στο ψηλότερο σημείο και άρχισε να νιαουρίζει δυνατά και
φοβισμένα.
- Φωνή εαυτού: Νιαρ! Νιαρ! Νιαρ!
- Συγγραφέας: Ο ψυχολόγος κάλεσε την πυροσβεστική. Ήρθαν
και κατέβασαν το γάτο. Ο ψυχολόγος έπειτα μου είπε να μην
ξαναπατήσω το πόδι μου στο γραφείο του, γιατί ταράζω το γάτο του
και με απείλησε ότι αν ξαναπάω θα μου κάνει μήνυση. Από τότε δεν
ξαναπήγα ποτέ σε ψυχολόγο και ούτε ποτέ κατάλαβα πώς εκείνος ο
γάτος ο Κώστας-Κώστας, που όταν με έβλεπε τρόμαζε τόσο, ήταν
δυνατόν να καταλάβει μια ξεχασμένη αλήθεια που έσουρνα μέσα μου,
να μισώ τα γατιά που μου έφαγαν το καναρίνι μου. Πώς είναι δυνατόν
ένας γάτος, ο Κώστας-Κώστας, χωρίς σπουδές στη ψυχολογία να
καταλάβει εκείνο που ο πατέρας του, ο ψυχολόγος με πολύχρονες
σπουδές δεν μπόρεσε να καταλάβει!
- Φωνή Εαυτού: Μέγας είσαι Κύριε και θαυμαστά τα γατιά σου!
Νιαρ! Νιάου!
- Συγγραφέας: Κατά ένα περίεργο όμως λόγο αυτό το
περιστατικό με τον ψυχολόγο και το γάτο, τον Κώστα-Κώστα, ήταν
ικανό να μου δώσει μια απάντηση στο πρόβλημα της Αλήθειας. Γιατί
τότε κατάλαβα ότι η Αλήθεια μπορεί να σου φανερωθεί με τον πιο
παράξενο τρόπο. Για να βρεις την Αλήθεια δεν είναι απαραίτητο να
πας στην ουσία των γεγονότων. Την αλήθεια μπορεί να στην δώσει
και το περιτύλιγμα ενός ψυχολόγου. Ένας γάτος. Νιαρ! Νιάου! Νιάου!
Νιάου! (μπαίνει η καθαρίστρια)

65
- Καθαρίστρια: Καλέ, τι νιαουρίζετε... έτσι; (τον κοιτάζει
ναζιάρικα) Σας αρέσουν τελικά οι γατούλες;
- Συγγραφέας: Ποιες γατούλες, τι θέλεις να πείς;
- Καθαρίστρια: Α! Καλά! Δύσκολα παίρνεις μπρος! Λέω... βρήκα
ένα βιβλίο μέσα στο ψυγείο.
- Συγγραφέας: Στο ψυγείο; Θα το ξέχασα.
- Καθαρίστρια: Το κρατάτε φρέσκο να μην μαραθούν τα
νοήματα και οι λέξεις;
(Ο Συγγραφέας γελάει. Πιάνει το βιβλίο και διαβάζει τον τίτλο
του)
- Συγγραφέας: "Οι ανθρωποφάγοι".
- Καθαρίστρια: Εσείς το γράψατε;
- Συγγραφέας: Εγώ... πριν πολλά χρόνια.
- Καθαρίστρια: Κάνατε παρέα με ζουλού τότε;
(Ο Συγγραφέας γελάει)΄
-Καθαρίστρια: Τελικά Θρασύμβουλο σας λένε; Ετσι εξηγείται…
-Συγγραφέας: Τι πράγμα;΄
-Καθαρίστρια: Το θράσος σας…με την θηλιά…Η ζωή θέλει
θάρρος κύριε και όχι θράσος…
-Συγγραφέας: ( πειραγμένος ) Έτσι λές;΄
-Καθαρίστρια: Πάντως το ο όνομά σας έχει μέσα και την λέξη
«συμβουλή» κύριε, οπότε όταν θελήσετε δίνετε μια καλή
συμβουλή στον εαυτό σας και αλλάζετε μυαλά…
-Συγγραφέας: Δεν το ήξερα πως είσαι και αναλυτής ονομάτων…
-Καθαρίστρια: Καθαρίστρια είμαι κύριε θρασύμβουλε…όχι
χαζή..
( του παιρνει παιχνιδιάρικα από τα χέρια το βιβλίο ).
- Καθαρίστρια: Οι ανθρωποφάγοι…θα του ρίξω μια ματιά..«Τι
είναι μπαμπάκο το αεροπλάνο;» ρωτάει το ανθρωποφαγάκι τον
ανθρωποφάγο πατέρα του.
- Συγγραφέας: Ανέκδοτο;

66
- Καθαρίστρια: Ανέκδοτο. «Παιδί μου», του λέει, «το
αεροπλάνο είναι κάτι όπως η καρύδα… Πετάς το απ’ έξω και τρως το
από μέσα..
- Συγγραφέας: Καλό….Έτσι είναι και η Αλήθεια… Τρώμε το
από μέσα και πετάμε το απέξω. Τρως το πορτοκάλι αφού πρώτα
πετάξεις την φλοίδα του. Η φλοίδα του είναι το ψέμα, είναι η λύπη,
είναι ο πόνος.
- Καθαρίστρια: Όμως, χωρίς την φλοίδα κύριε συγγραφέα μου
δεν θα υπήρχε πορτοκάλι. Δεν θα υπήρχε ο χυμός, το ζουμί, το νόημα.
- Συγγραφέας: Πολύ σωστά... Δεν θα υπήρχε το ζουμί... το
νόημα... Τελικά το περιτύλιγμα είναι χρήσιμο.
- Καθαρίστρια: Τώρα το κατάλαβες; Χωρίς το περιτύλιγμα δεν
υπάρχει ουσία, καλέ κύριε (με νάζι). Στο περιτύλιγμα βρίσκεται η
χάρη... Λοιπόν, σχεδόν τελείωσα (με νόημα). Ετοιμάζομαι, σε
λίγο Φεύγω...
(Φεύγει από την σκηνή - Μπαίνει ο Εαυτός)
- Εαυτός: Χωρίς τον ανθρωποφάγο που έχουμε όλοι μέσα μας,
δεν θα ξέραμε τι είναι ο άνθρωπος. Τι γεύση έχει! Είναι απαραίτητη
και η Ζούγκλα μας και ο ανθρωποφάγος μας… Το περιτύλιγμα… είναι
χρήσιμο…
- Συγγραφέας: Μπαμπά, δείξε μου την Ζούγκλα μου. Μπαμπά,
θέλω να γνωρίσω όλα τα θηρία της. Θέλω να τα δω! Μπαμπά,
μεγάλωσα και εσύ έγινες πατέρας. Πατέρα, μην φοβάσαι, όσο και να
με δαγκώσουν, όσο και να με φάνε εγώ θ’ αντέχω… Γιατί έτσι
πρέπει… Δεν υπάρχει γεύση χωρίς δαγκωματιά, δεν υπάρχει ζωή
χωρίς μάσημα, δεν υπάρχει Αλήθεια χωρίς πόνο πατέρα. Δεν υπάρχει
ευτυχία χωρίς να γνωρίσεις την θλίψη. Άσε με πατέρα μόνο μου, θα
δεις, θα τα καταφέρω… Θα αφήσω τα θηρία να με κατασπαράξουν…
Και έπειτα θα αναστηθώ… και θα είμαι ο Υιός σου… Και έπειτα
(δείχνει με την στάση του σώματός του τον Εσταυρωμένο) θα έχω
φτιάξει τη δική μου ζωή, πατέρα! Την δική μου σκάλα. Εκεί στα
σκαλοπάτια της ζωής θα γνωρίζω τον Άνθρωπο και τον κόσμο. Η ζωή
67
είναι και αυτή μια σκάλα που πρέπει να οδηγεί κάπου… Που οδηγεί η
σκάλα της Ζωής πατέρα;
- Εαυτός: Σε μια ανώτερη συνείδηση ζωής. Η ζωή οδηγεί σε μια
άλλη Ζωή «χρησιμοποιώντας» ως στάση για ξεκούραση τον θάνατο.
- Συγγραφέας: Είσαι σίγουρος, πατέρα;
- Εαυτός: Η σιγουριά δεν οδηγεί ποτέ στην γνώση.
- Συγγραφέας: Άρα λοιπόν;
- Εαυτός: Μόνο έτσι μπορείς να αντιμετωπίσεις θαρρετά τον
θάνατο. Αν δεις την ζωή σου ως μία λογοτεχνική πράξη, ως ένα
ποιητικό επεισόδιο μιας άλλης ευρύτερης ζωής, μιας μεγάλης και πιο
ολοκληρωμένης ζωής από αυτήν που ζεις τώρα.
­ Συγγραφέας: Επέκταση της ψευδαίσθησης.
- Εαυτός: Επέκταση της Συνείδησης.
­ Συγγραφέας: Δεν γνωρίζεις αληθινά τίποτα από αυτά που λες,
απλά φοβάσαι… πιστεύεις από φόβο πατέρα.
(αλλάζει) Συζητάνε δυο αρνιά μεταξύ τους. Λέει το ένα
«πιστεύεις στην Ζωή μετά το Πάσχα;»
- Εαυτός: Πιστεύω σε μια άλλη ζωή όχι από φόβο ή από γνώση
γι’ αυτήν, αλλά περισσότερο από συγγραφικό χρέος. Από ποιητική
ηθική. Αλλιώς   δεν   θα   είμαι   ηθικός. Οποιος θεωρεί τον εαυτό του
συγγραφέα πρέπει να πιστεύει τουλάχιστον στην επέκταση του
κόσμου. Αλλιώς αναιρεί την ίδια την γραφή του. Δεν είχες ποτέ έστω
την διαίσθηση ενός ευρύτερου πεδίου πέρα από την θνητή ζωή σου;
Ποτέ; Τότε πως έγραφες; Για ποιο λόγο;
-Εαυτός: Έγραφα για ν’ αντέξω… Είναι δύσκολο να αντέξεις
χωρίς πίστη πατέρα. Δεν υπάρχει τίποτα μετά το θάνατο. Αυτό είναι
το τέλος για όλους μας.…. Δεν πιστεύω στη μεταθάνατο ζωή…
- Εαυτός: Δεν είναι απλά μια πίστη για μια μεταθάνατον ζωή.
Είναι μια απαίτηση. Την απαίτηση της επέκτασης της Συνείδησης.
Την απαιτώ την συνέχεια της Ζωής. Την διεκδικώ, την φτιάχνω, την

68
ποιώ.  Μόνος   μου   επεκτείνω   την   Ζωή...   Μόνος   μου   επεκτείνω   την
Ύπαρξη... Υπάρχωωω!!!
­ Συγγραφέας: Πως; Εξήγησέ μου πως;
- Εαυτός: Με την σκέψη και την πράξη. Επεκτείνω τις σκέψεις
και τις πράξεις μου, τους δημιουργώ ένα νόημα υπέρβασης. Με αυτόν
τον τρόπο γίνομαι και εγώ υπερβατός. Πάνω σ’ αυτό το νόημα θα
έρθω κάποτε να κατοικήσω. Να ξαναζήσω στο νόημα του κόσμου μου
ως δημιουργός… καταλαβαίνεις;
- Συγγραφέας: Έτσι νικάς λοιπόν τον θάνατο ως δημιουργός;
- Εαυτος: Κατά κάποιον τρόπο, οι άνθρωποι είμαστε τα
ατίθασα παιδιά του θανάτου. Από αυτόν δραπετεύσαμε και ήρθαμε
στην ζωή για να γευτούμε τη ζωή, να φωτίσουμε την ζωή, να
φέρουμε τη ζωή. Καταλήγουμε στο θάνατο όλοι αλλά ο καθένας μας
ξεχωριστά έχει μαζί του και έναν προσωπικό φακό. Το φακό της
Ευρύτερης Συνείδησης. Έναν φακό που οι μπαταρίες του έχουν
ημερομηνία λήξης την αιωνιότητα.
(Φεύγει από την σκηνη και μπαίνει η υπηρέτρια)
-Συγγραφέας: (μονολογεί) Οι άνθρωποι λοιπόν, τα ατίθασα παιδιά του
θανάτου..
­ Καθαρίστρια: Τι κοινό έχει ο θάνατος με το σεξ, ε; Καινούργιο δεν
το ξέρεις… Να σου πω; Πριν τελειώσεις βογκάς. Όταν τελειώσεις
είσαι πτώμα... Πτώμα. (Τον πιάνει ένα υστερικό γέλιο – γελάει κι
αυτή μαζί του).
- Συγγραφέας: Είχα καιρό να γελάσω έτσι…χα χα..
- Καθαρίστρια: Να γελάς... ένα ανέκδοτο είναι ο κόσμος, κύριε
συγγραφέα μου... γι' αυτό γέλα... Άμα δεν θέλεις να τρελαθείς γέλα...
άκου και μένα!
- Συγγραφέας (γελώντας): Ζούμε λοιπόν μέσα σ' ένα ανέκδοτο;
- Καθαρίστρια: Ανέκδοτο ξεκαρδιστικό (γελάνε)
- Καθαρίστρια (με νόημα τον φλερτάρει): Λοιπόν και τώρα... τι
γίνεται.

69
- Συγγραφέας (με αφέλεια): Τι να γίνει δηλαδή;
- Καθαρίστρια: Φεύγω... (με νόημα) Δεν θα έχεις άλλη ευκαιρία
στο λέω...
- Συγγραφέας: Τι ευκαιρία;
- Καθαρίστρια: Α! Εσύ παιδάκι μου είσαι ανέκδοτο από μόνος
σου. Στόκος... που σε βρήκανε εσένα; Τι πρέπει να κάνει ένας άντρας-
συγγραφέας πέρα από το να γράφει;
- Συγγραφέας: Πρέπει να ελευθερωθεί...
- Καθαρίστρια (υποτιμητικά): Καλή λευτεριά λοιπόν! Πάω να
πάρω την τσάντα μου (Φεύγει από την σκηνή)
(Μπαίνει ο εαυτός στην σκηνή κρατάει ένα  μαχαίρι.  Πλησιάζει
τον   Συγγραφέα. Τον  κοιτάζει  με  συμπόνια… Ο  Εαυτός τον πλησιάζει,
του δίνει το μαχαίρι και φεύγει από τη σκηνή. Ο συγγραφέας
ανεβαίνει στην καρέκλα και κόβει την θηλιά).
-Συγγραφέας: Ο άνθρωπος όταν κατανοήσει το ανέκδοτο της
ζωής του, αρχίζει να κατανοεί και το ανέκδοτο του θανάτου του.
Αυτό είναι η αρχή της Ελευθερίας του. ( Παίρνει την θηλιά, την
αφήνει στην βιβλιοθήκη – συμβολικά. Ο Εαυτός μπαίνει στην σκηνή
με μια σκάφη και μια πετσέτα. Ο Συγγραφέας κάθεται. Ο Εαυτός
γονατίζει και του πλένει τα πόδια – Μουσική. Σκουπίζει τα πόδια του,
έπειτα τον αγκαλιάζει και τον φιλάει στα μάγουλα. Δύο φιλιά
συμφιλίωσης και πραγματικής αγάπης. Κοιτάζονται με κατανόηση. Ο
ένας απέναντι από τον άλλο).
- Συγγραφέας: Η ευτυχία;
- Εαυτός: Η Ευτυχία ξεκινάει μέσα στο σπίτι σου…
-Συγγραφέας: Είναι η δημιουργία ενός Λογο-τεχνικού Σχεδίου
για έναν πιο φωτεινό κόσμο. Όταν γίνεις Συνδημιουργός του φωτός
και γελάσει πραγματικά η ψυχή σου..Τότε ερχεται και η Ευτυχία..
Εαυτός: Ναι τότε έρχεται η Ευτυχία…
(Φεύγει από την σκηνή. Από την άλλη μεριά βγαίνει η Ευτυχία με την
τσάντα της. ετοιμη να φύγει.. κοιτάζει..το χώρο).

70
-Ευτυχία: ( έκπληκτη) Α..την βγάλαμε την κρεμάλα καλέ κύριε;΄
-Συγγραφέας: Την βγάλαμε..ευτυχία..
-Ευτυχία: Δεν θα την ξανακρεμάσουμε έτσι;΄
-Συγγραφέας: Νομίζω πώς θα χρειαστεί πια…΄(την πλησιάζει)
«Τι πρέπει να κάνει ένας άνδρας Ευτυχία πέρα από το να γράφει»;
(Η Ευτυχία γελάει ναζιάρικα…Βγάζει το κινητό της και βάζει ένα βαλς...
Αρχίζει να χορεύει μόνη της. Συμβολίζοντας την Ζωή όλων των ανθρώπων. Αέρινη,
γοητευτική… χορεύει στο ρυθμό του νοήματος της Ύπαρξης. Ο Συγγραφέας την
πλησιάζει χαρούμενος. Τον αγκαλιάζει και χορεύουν).
- Συγγραφέας: Ευτυχία; Ποια είσαι τελικά;
- Καθαρίστρια: Είμαι αυτή που υπάρχει...κύριε συγγραφέα.. Αυτή
που βλέπεις τώρα.
- Συγγραφέας: Άρα η Ευτυχία είναι η συνειδητοποίηση του
υπάρχω σε κάθε παρόντα χρόνο... Είναι η ίδια η Ζωή σε οποιαδήποτε
στιγμή της. Έτσι Ευτυχία;
- Ευτυχία: Σε γουστάρω πολύ με τα τρελά σου! Τρελαίνομαι!
Ναι…ευτυχία είναι αυτό που νιώθεις τώρα..κύριε συγγραφέα
μου..Νιώθει κάτι η καρδούλα σου τώρα;
-Συγγραφέας: Ναι νιώθει… ελευθερία…χαρά
(Η  Ευτυχία  γελάει,   τον   παρασύρει   στον   αιώνιο   χορό   της.
Χορεύουν και γελάνε σαν ευτυχισμένοι του παρόντος).
- Συγγραφέας: Σκέφτηκες τελικά από που γεννηθήκανε οι λέξεις
και τα γράμματα, Ευτυχία;
- Καθαρίστρια: Πάλι τα ίδια; Σκέφτηκα.. Έλα να σου πω από
που! (Τον αρπάζει και τον φιλάει στο στόμα)
- Καθαρίστρια: Από τα φιλιά... Πρώτα γεννηθήκανε τα φιλιά και
μετά οι λέξεις… Κύριε Συγγραφέα μου... Τα φιλιά... (φιλιούνται,
χορεύουν, γελάνε).

Μουσική - Σκοτάδι
ΤΕΛΟΣ

71

You might also like