You are on page 1of 9

1

ΡΟ΢Τ΢ΕΤΟΜΙΑΣΜΑΝΤΟΝΑΣ(Portrait of a Madonna)Μετ: Ερρίκοσ Μπελιζσ


ΤΑ Ρ΢ΟΣΩΡΑ: Δεςποινίσ Κόλλινσ - Ο Θυρωρόσ - Το Ραιδί του Αςανςζρ
Ο Γιατρόσ - Η Νοςοκόμα - Κφριοσ Άμπραμσ
(Το λίβινγκ-ρουµ ενόσ μζτριου διαμερίςματοσ. Τα ζπιπλα είναι παλιομοδίτικα και γενικά όλα είναι
παραμελθμζνα και ακατάςτατα. Στον πίςω τοίχο υπάρχει µία πόρτα που οδθγεί ςτθν
κρεβατοκάμαρα. Δεξιά θ εξώπορτα που βγάηει ςτο διάδρομο του κτιρίου)

ΚΟΛΛΙΝΣ: ΢ίτςαρντ! (Η πόρτα ανοίγει απότομα και πετάγεται ζξαλλθ θ δεςποινίσ Κόλλινσ. Είναι
µία µεςιλικθ γεροντοκόρθ, πολφ αδφνατθ, λίγο κυρτι, και µε πρόςωπο κόκκινο από τθν ταραχι. Τα
μαλλιά τθσ μποφκλεσ που κα ταίριαηαν ςε κορίτςι, και φοράει μια διάφανθ ρόμπα που αρκετά
χρόνια πριν κα εκεωρείτο προκλθτικι) Πχι, όχι, όχι, όχι! Δεν µε νοιάηει να το μάκουνε ςτθν
εκκλθςία. (Αρπάηει μανιαςμζνθ το τθλζφωνο) Το διαχειριςτι! Θζλω το διαχειριςτι! Ελάτε
πάνω αμζςωσ, ςασ παρακαλϊ, ζνασ άντρασ είναι -- (Οπιςκοχωρεί τρομαγμζνθ ςαν να
βλζπει κάποιον) Χάκθκεκάκε ςεβαςμόσ! ... Κφριε Άμπραμσ! (Με ζντονο φφοσ) Δεν κζλω
να το μάκουν οι δθμοςιογράφοι, αλλά κάτι φοβερό γίνεται εδϊ απάνω. Ναι, θ
δεςποινίσ Κόλλινσ είμαι, ςτο ρετιρζ! Απζφυγα να κάνω παράπονα, λόγω των ςτενϊν
δεςμϊν µου µε τθν εκκλθςία. Και τϊρα γίνεται αυτό, για το οποίο δεν είμαι
κακόλου υπεφκυνθ εγϊ, αλλά κάκε βράδυ ζνασ άντρασ μπαίνειςτο διαμζριςμά µου
και -- δθλαδι, ικανοποιεί τισ αιςκιςεισ του! Ζγινα κατανοθτι; Πχι µία φορά, αλλά
κατ’ εξακολοφκθςθ, κφριε Άμπραμσ! Δεν γνωρίηω εάν ειςβάλλει από τθν πόρτα ι
από το παράκυρο ι εάν υπάρχει κανζνα μυςτικό πζραςμα προσ το διαμζριςμά µου
-- κάτι που, ενδεχομζνωσ, γνωρίηει θ εκκλθςία. Το βζβαιο είναι ότι τϊρα βρίςκεται
ςτθν κρεβατοκάμαρά µου, και δεν μπορϊ να τον αναγκάςω να φφγει, γι’ αυτό
χρειάηομαι βοικεια. Πχι, δεν είναι κλζφτθσ, κφριε Άμπραμσ, προζρχεται από
εξαιρετικι οικογζνεια του Μιςιςιπι, όμωσ αυτι θ γυναίκα, του ζχει καταςτρζψει το
χαρακτιρα και του ζχει εξαφανίςει κάκε ςεβαςμό για τισ κυρίεσ! Κφριε Άμπραμσ;
Κφριε Άμπραμσ; Ω Θεζ µου! (Βροντάει το ακουςτικό και κοιτάηει τρομαγμζνθ γφρω τθσ μερικζσ
ςτιγμζσ. Ύςτερα ορμάει πίςω ςτθνκρεβατοκάμαρα)΢ίτςαρντ!
(H πόρτα κλείνει µε δφναμθ. Λίγεσ ςτιγμζσ αργότερα εμφανίηεται ζνασ γζροσ Θυρωρόσ µε φκαρμζνθ
γκρίηα ςτολι. Κοιτάηει γφρω µε λφπθςθ, περιζργεια και χλευαςτικι διάκεςθ. Μετά φωνάηει)

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: Δεςποινίσ Κόλλινσ;


(H πόρτα του αςανςζρ ανοίγει δυνατά ςτο διάδρομο και το Παιδί του αςανςζρ μπαίνει ςτο δωμάτιο)

ΡΑΙΔΙ ΑΣΑΝΣΕ΢: Ροφ είναι;

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: Στθν κρεβατοκάμαρά τθσ.


(Ἠ φωνι τθσ δεςποινίδασ Κόλλινσ ακοφγεται αχνά να διαμαρτφρεται για το μυςτθριώδθ ειςβολζα)

ΡΑΙΔΙ ΑΣΑΝΣΕ΢:Ο Άμπραμσ, τι ςου είπε να κάνεισ;


2

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: Να μείνω εδϊ και να τθν προςζχω μζχρι να ζρκουν.

ΡΑΙΔΙ ΑΣΑΝΣΕ΢: Σαν ςκατά είναι εδϊ μζςα.

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: Θα ‘χει πάνω από είκοςι χρόνια να κακαριςτεί.

ΡΑΙΔΙ ΑΣΑΝΣΕ΢: Γιατί;

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: Δεν αφινει κανζνα να µπει εδϊ μζςα.

ΡΑΙΔΙ ΑΣΑΝΣΕ΢: Χριςτοφλθ µου! Λεσ να ‘χει τίποτα κρυμμζνα λεφτά;

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: Τίποτα δεν ζχει. Ζνα επίδομα ζπαιρνε, αλλά τϊρα τελευταία τθσ το
κόψαν κι αυτό. Π Άμπραμσ λζει ότι δίνει κάτι θ εκκλθςία για να μζνει εδϊ -- αλλά θ
τρελι δεν το ξζρει.

ΡΑΙΔΙ ΑΣΑΝΣΕ΢: Άκου τι κάνει εκεί μζςα!

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: Τι λζει;

ΡΑΙΔΙ ΑΣΑΝΣΕ΢: Του ηθτάει ςυγνϊμθ, που φϊναξε τθν αςτυνομία!

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: (Από τθν κρεβατοκάμαρα) Σταμάτα! Σταμάτα, είπα!

ΡΑΙΔΙ ΑΣΑΝΣΕΕ΢: Χαμόσ γίνεται εδϊ πζρα, να γιατί παραπονιοφνται οι γείτονεσ!

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: (Ανάβει τθν πίπα του) Τελευταία φορά -- δεν κα ξαναγίνει.

ΡΑΙΔΙ ΑΣΑΝΣΕΕ΢: Θα τθν πάρουν, ε;

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: (Σβινοντασ το ςπίρτο) Απόψε.Θα τθν πάνε ςτο κρατικό ψυχιατρείο.

ΡΑΙΔΙ ΑΣΑΝΣΕ΢: Θεοφλθ µου!Ρόςα χρόνια ηει εδϊ θ γριά;

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: Ο Άμπραμσ λζει πάνω από τριάντα, προτοφ γίνει αυτόσ διαχειριςτισ.

ΡΑΙΔΙ ΑΣΑΝΣΕ΢: Μόνθ τθσ πάντα;

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: Είχε μια μάνα, που πζκανε πριν από καμιά δεκαπενταριά χρόνια. Από
τότε δεν βγαίνει από το ςπίτι παρά µόνο για να πάει ςτθν εκκλθςία τθν Κυριακι.
3

ΡΑΙΔΙ ΑΣΑΝΣΕ΢: Δθλαδι, είναι πολλά χρόνια τρελι!

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: Τι πάει να πει τρελόσ και λογικόσ; Τόςοι μανιακοί ςτθν Ευρϊπθ δίνουνε
διαταγζσ και ςκοτϊνονται εκατομμφρια, και κανζνασ δεν τουσ πειράηει!

ΡΑΙΔΙ ΑΣΑΝΣΕ΢: Θα πάρω κάνα δυο δίςκουσ απ’ αυτοφσ.

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: Δεν κα πάρεισ τίποτα.


(Του κάνει χειρονομία να ςωπάςει, κακώσ θ δεςποινίσ Κόλλινσ βγαίνει από τθν κρεβατοκάμαρά τθσ.
Η εμφάνιςι τθσ δείχνει μια γυναίκα ερείπιο. Ακουμπάει ςτο κοφφωμα τθσ πόρτασ εξουκενωμζνθ, µε
τα χζρια ςφιγμζνα ςτο επίπεδο, παρκενικό ςτζρνο τθσ)

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: (Λαχανιαςμζνα) Αχ. ΢ίτςαρντ, ΢ίτςαρντ!

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: (Ξεροβιχει) Δεςποινίσ Κόλλινσ...

ΡΑΙΔΙ ΑΣΑΝΣΕ΢: Καλθςπζρα, δεςποινίσ Κόλλινσ.

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: (Τώρα μόλισ τουσ προςζχει) Θεζ µου! Ήρκατε κιόλασ; Η μθτζρα δεν
µου είπε ότι ιρκατε. (Πιάνει µε ςκζρτςο τισ μποφκλεσ τθσ, που είναι δεμζνεσ µε ξεκωριαςμζνα
ροη κορδελάκια. Ὁ τρόποσ τθσ κυμίηει ναηιάρικο κοριτςάκι του Νότου) Θα παρακαλοφςα τουσ
κυρίουσ να µε ςυγχωριςουν για τθ φοβερι ακαταςταςία.

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: Μθν ανθςυχείτε, δεςποινίσ Κόλλινσ.

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: Η υπθρζτρια ζχει ρεπό ςιμερα. (Γελάει κοριτςίςτικα. Προχωρεί µε


χάρθ ςτον καναπζ) Σε λίγο θ μθτζρα κα φζρει κάτι να δροςιςτοφμε... Ϊ., Θεζ
µου!(Πιάνει το μζτωπό τθσ)

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: (Καλοςυνάτα) Τι πάκατε, δεςποινίσ Κόλλινσ;

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: Ω, όχι, τίποτα. Το κεφάλι µου είναι λίγο βαρφ. -- Κάκε χρόνο
αυτι τθν εποχι...(Ταλαντεφεται ηαλιςμζνθ και μετά βουλιάηει ςτον καναπζ)

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: (Τθ βοθκάει να κακίςει) Μαλακά, δεςποινίσ Κόλλινσ.

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: (Αόριςτα) Ναι, ςωςτά, δεν το είχα προςζξει. (Μιςοκλείνει μυωπικά
τα μάτια τθσ και τουσ κοιτάηει μ’ ζνα διςτακτικό χαμόγελο).Η εκκλθςία ςασ ζςτειλε;

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: Πχι, δεςποινίσ. Εγϊ είμαι ο Νικ, ο κυρωρόσ. Κι αυτόσ είναι ο Φρανκ, το
παιδί του αςανςζρ.
4

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: (Δυςτροπεί ελάχιςτα) Ω! Μα, δεν καταλαβαίνω.

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: (Ευγενικά) Ὁ κφριοσ Άμπραμσ µου είπε να ζρκω να δω αν είςαςτε καλά.

ΔΕΣΡΟΡΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: Α! Επομζνωσ, ςασ ενθμζρωςε για όςα ςυμβαίνουν εδϊ.

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: Κάτι είπε -- ότι κάποιοσ ςασ ενοχλεί...

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: Ακριβϊσ! Φοβερό, ε; Αλλά αυτό δεν πρζπει να διαρρεφςει,


όπωσ καταλαβαίνετε. Δεν πρζπει να το πείτε ςε κανζναν.

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: Πχι, δεν κα πω τίποτα.

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: Οφτε λζξθ, ςασ παρακαλϊ!

ΡΑΙΔΙ ΑΣΑΝΣΕ΢: Αυτόσ είναι εδϊ ακόμα;

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: Ω, όχι! Πχι, ζφυγε.

ΡΑΙΔΙ ΑΣΑΝΣΕΕ΢: Από ποφ ζφυγε; Απ’ το παράκυρο τθσ κρεβατοκάμαρασ;

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: (Αόριςτα) Ναι...

ΡΑΙΔΙ ΑΣΑΝΣΕ΢: Α, μάλιςτα! Ήταν ο« Άνκρωποσ-Αράχνθ»!

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: (Τον επαναφζρει ςτθν τάξθ) Άντε ςτο αςανςζρ ςου, κα ςε ψάχνουνε!

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ
Δεν πιςτεφω να το ’δωςε ςτισ εφθμερίδεσ ο κφριοσ Άμπραμσ!

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: Πχι, δεςποινίσ.

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: (Πιάνοντασ τισ μποφκλεσ τθσ) Θζλουνε και φωτογραφίεσ; Υπάρχει
μια δικιά του πάνω ςτο τηάκι.

ΡΑΙΔΙ ΑΣΑΝΣΕ΢: (Πθγαίνει ςτο τηάκι) Αυτι εδϊ, δεςποινίσ Κόλλινσ;

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: Ναι, είναι από τθν εκδρομι µε το Κατθχθτικό. Ριγαμε µε το


τρζνο από το Γουζμπ ςτο ΚρίςταλΣπρινγκσ. (Κλείνει µε τισ παλάμεσ τ’ αφτιά τθσ,κουνάει τισ
μποφκλεσ τθσ, και ςτο πρόςωπό τθσ μια κοριτςίςτικθ γκριμάτςα) Ρϊσ ςφφριηε θ ατμομθχανι!
Μποφοφ-Μποφοφ! (Γελάκι)Κάποια ςτιγμιτρόμαξα πολφ, κι εκείνοσ μ’ αγκάλιαςε απ’
5

τουσ ϊμουσ. Αλλά ιτανε κι θ άλλθ εκεί. Του άρπαξε το καπζλοκαι... αρχίςανε τα
παιχνιδάκιαμεταξφ τουσ, παιχνιδάκια μπροςτά ς᾿ όλο τον κόςμο. Πλοι είπανε,
«Ντροπι τουσ»! Και ιτανε ντροπι τουσ. Συμφωνείτε;

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: Φυςικά, δεςποινίσ Κόλλινσ.

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: Εκείνθ κρφφτθκε κάπου, κι εκείνοσ ζκανε πολλι ϊρα να τθ


βρει. Είχε αρχίςει να ςκοτεινιάηει.Στο τζλοσ τθ βρικε και γυρίςανε μαηί. Κι
εκείνθκρεμιότανε ςτο μπράτςο του ςαν μικρι πόρνθ, κι θ Νταίηθ Μπελ Χιοφςτον
φϊναξε, «Κοιτάξτε το πίςω μζροσ τθσ φοφςτασ τθσ!» Ναι, θ φοφςτα τθσ Ζβελυν είχε
λεκζδεσ από χορτάρι! Το πιο χυδαίο πράγμα που ζχω δει! Αλλά, εκείνθ τίποτα!
Καμιά ντροπι, γζλαγε ςαν να ιταν κάτι αςτείο!

ΡΑΙΔΙ ΑΣΑΝΣΕ΢: Ροιοσ απ’ όλουσ είναι, δεςποινίσ;

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: O ψθλόσ µε το μπλε πουκάμιςο.

ΡΑΙΔΙ ΑΣΑΝΣΕ΢: Τι φόραγε απόψε που ςκαρφάλωςε ςτο μπαλκόνι ςασ;

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: Ραρακαλϊ;

ΡΑΙΔΙ ΑΣΑΝΣΕ΢: Φόραγε αυτό το μπλε πουκάμιςο µε τισ ρίγεσ;

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: Δεν ζχει αλλάξει - ίδιοσείναι.

ΡΑΙΔΙ ΑΣΑΝΣΕ΢: Και το παντελόνι τι χρϊμα ιτανε;

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: (Στον κόςμο τθσ) Δεν κυμάμαι.

ΡΑΙΔΙ ΑΣΑΝΣΕ΢: Μπορεί και να µθ φόραγε κακόλου παντελόνι.

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: (Τον αρπάηει απ’ το μπράτςο)Κόφ’ το! Αλλιϊσ,ςτο αςανςζρ ςου! Ακοφσ;

ΡΑΙΔΙ ΑΣΑΝΣΕΕ΢: (Του ξεγλιςτράει) Μθν κάνεισ ζτςι. Δεν καταλαβαίνει τι λζμε.

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: Μάηεψε τθ γλϊςςα ςου ι δίνε του!

ΡΑΙΔΙ ΑΣΑΝΣΕ΢: Καλά, δεν είπαμε και τίποτα.(Περιεργάηεται τουσ δίςκουσ)

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: Δεν είχα ςκοπό να προκαλζςω όλθ αυτι τθν αναςτάτωςθ.
Αλλά, καταλαβαίνετε πϊσ ζνιωςα -- ζτςι δεν είναι;
6

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ : Φυςικά.

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: Πλα αυτά προκαλοφν δυςάρεςτεσ ςυηθτιςεισ. Ειδικά ςτουσ


κφκλουσ τθσ εκκλθςίασ. Εςείσ οι δφο είςαςτε Επιςκοπικοί;

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: Πχι, Κακολικοί.

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: A! Ο πατζρασ µου υπιρξε εφθμζριοσ ςτο Γκλόριουσ Χιλ του
Μιςιςιπι... Δθλαδι εγϊ ζχω μεγαλϊςει ςτθν καρδιά τθσ Επιςκοπικισ
Εκκλθςίασ!(Ταράηεται όλο και πιο πολφ, κακώσ το μυαλό τθσ βυκίηεται ςτθν παραίςκθςθ) Δεν κα
ζπρεπε να το αναφζρω αυτό, αλλά οι κακόβουλοι ςτθν εκκλθςία τθσ Αγίασ Σκζπθσ
τα απολαμβάνουν όλα αυτά που ςυμβαίνουν τισ νφχτεσ ςτο διαμζριςμά µου.
Μάλιςτα! Τα απολαμβάνουν!(Κονταναςαίνει και κοιτάηει γφρω)

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: Ψάχνετε κάτι, δεςποινίσ;

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: Το μαντίλι µου...(Ανοιγοκλείνει τα µάτια για να µθ φφγουνε δάκρυα)

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: (Βγάηει ζνα πανί από τθν τςζπθ του)Ορίςτε, πάρτε αυτό, δεςποινίσ.

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: Ευχαριςτϊ. Σε λίγο θ μθτζρα κα φζρει κάτι να


δροςιςτοφμε...Είναι καλόσ ο καιρόσ ζξω;

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: Μια χαρά, δεςποινίσ.

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: (Σαν να ονειρεφεται) Αρκετά ηεςτόσ για τζτοια εποχι.(Τα μάτια τθσ
κλείνουν) Τα πεηοδρόμια μου φαίνονται ατελείωτα το καλοκαίρι...

ΡΑΙΔΙ ΑΣΑΝΣΕΕ΢: Δεν είναιακόμα καλοκαίρι, δεςποινίσ...

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: (Σαν να ονειρεφεται) Νόμιηα πωσ δεν κα φτάςω ποτζ. Σκεφτείτε
πωσ ς’ αυτό το τετράγωνο ξεριηϊκθκαν όλα τα δζντρα τότε που πζραςε ο μεγάλοσ
τυφϊνασ. Αδφνατο να προςτατζψεισ το πρόςωπό ςου µε καπζλο ι οτιδιποτε.
(Αγγίηει ελαφρά το μζτωπό τθσ µε το πανί) Ρουκενά ςκιά, οφτε ζνα κλαδί να ςου χαρίςει
λίγθ προςταςία! Το µόνο που κάνεισ είναι να γυρίηεισ αλλοφ το απαίςιο,
κοκκινιςμζνο πρόςωπό ςου, και να περπατάσ όςο πιο γριγορα ςου επιτρζπει θ
αξιοπρζπειά ςου, ωςότου προςπεράςεισ όλα τα ςπίτια. Το ςπίτι του είναι ακριβϊσ
ςτθ μζςθ αυτοφ του απαίςιου τετραγϊνου, που δεν ζχει οφτε ζνα δζντρο... Το ςπίτι
τουσ, αυτό που μζνει εκείνοσ κι εκείνθ - και κάκονται ςτθ βεράντα και µε κοιτάνε
κακϊσ περνάω, µε κακόβουλθ ικανοποίθςθ!(Αποςτρζφει το πρόςωπό τθσ ςτθν ανάμνθςθ
αυτοφ του μαρτυρίου) Κι εκείνθ ζχει µάτια τόςο διαπεραςτικά, που βλζπει τα πάντα
7

μζςα µουκαι γελάει, και ψικυρίηει ς’ εκείνον «Ορίςτε, πάλι περνάει αυτι θ καθμζνθ
θ γριοφλα µε τθν κοκκινιςμζνθ, γυαλιςτερι μφτθ τθσ, αυτι θ ανζραςτθ που είν’
ερωτευμζνθ μαηί ςου!»(Πνίγεται από βιχα και κρφβει το πρόςωπό τθσ ςτο πανί)

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: Ξεχάςτε τα τϊρα όλα αυτά, δεςποινίσ Κόλλινσ…

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: Εγϊ να τα ξεχάςω; Ροτζ! Ροτζ! Κάποτε ξζχαςα τθν ομπρζλα
μου ςτο βεςτιάριο τθσ εκκλθςίασ και δεν είχα τίποτα να καλφψω το πρόςωπό μου
κακϊσ περνοφςα μπροςτά από το ςπίτι τουσ! Ω Θεζ μου! Ζπρεπε να ςυνεχίςω το
δρόμο μου, να περάςω και τθν τελευταία λεφκα και μετά να εκτεκϊ ςτο αμείλικτο
λιοπφρι. Ρροςπάκθςα να περπατιςω πιο γριγορα, αλλά ιμουν ηαλιςμζνθ, κάπου
ςκόνταψα και παρά λίγο να πζςω, και τότε όλοι ξεςπάςανε ςε γζλια! Και τότε (Το
πρόςωπό τθσ ςυςπάται από τρόμο) το αυτοκίνθτό τουσ ςταμάτθςε μπροςτά ςτθν πόρτα
τουσ κι εκείνθ βγικε ντυμζνθ ςτ’ άςπρα, τόςο δροςερι και άνετθ, με τθν κοιλιά τθσ
να φουςκϊνει από το μωρό – το πρϊτο από τα ζξι που κάνανε! Ω Θεζ μου! Κι
εκείνοσ ςτάκθκε χαμογελαςτόσ πίςω τθσ - και ςτεκόντουςαν κι οι δφο εκεί
περιμζνοντάσ με. Κι εγϊ ζπρεπε να ςυνεχίςω. Και τότε είπα, «Αχ, Θεζ μου, κάνε μου
τθ χάρθ να μου πάρεισ τϊρα τθ ηωι»! Αλλά δεν μου τθν ζκανε τθ χάρθ!Τότε εγϊ
κατζβαςα το κεφάλι, να φανεί πωσ δεν τουσ είδα. Αλλά εκείνθ άπλωςε το χζρι τθσ
να με ςταματιςει! Κι εκείνοσ προχϊρθςε και μου ζκλειςε το δρόμο χαμογελϊντασ,
με το απαίςιο, τεράςτιο κορμί του! «Λουκρθτία», μου είπε, «Λουκρθτία Κόλλινσ!»
Ρροςπάκθςα να μιλιςω, αλλά δεν µου είχε μείνει ανάςα. Σκζπαςα το πρόςωπό
µου κι ζτρεξα! ϋΖτρεξα!(Χτυπάει µε τθν παλάμθ τθσ το μπράτςο του καναπζ) Μζχρι που
ζφταςα ςτο τζρμα του τετραγϊνου, κι αρχίςανε πάλι οι λεφκεσ. Ω
φιλεφςπλαχνεΘεζ, πόςο ευεργετικζσ ιταν εκείνεσ οι λεφκεσ! (Γζρνει πίςω εξοντωμζνθ
και το χζρι τθσ αναπαφεται ςτο μπράτςο του καναπζ. Κάνει μικρι παφςθ, και θ μουςικι ςταματάει)
Και τϊρα μετά από τόςα χρόνια, εκείνοσ με κυμικθκε και γφριςε! Μπικε εδϊ μζςα
και ικανοποίθςε τισ ορζξεισ του μαηί μου! Δεν μπορεί να καταλάβει ότι εγϊ ζχω
αλλάξει και δεν μπορϊ να τον νιϊςω όπωσ πριν, τϊρα που ζχει κάνει ζξι παιδιά μ’
εκείνθ τθν κοπζλα! Το ςκεφτόςαςτε; Ζξι παιδιά! Δεν ξζρω τι κα πει όταν μάκει ότι
ζρχεται κι άλλο μωρό! Ρροφανϊσ κα ρίξει το ςφάλμα ς’ εμζνα, γιατί πάντα ζτςι
κάνουν οι άντρεσ! Ραρά το γεγονόσ ότι εκείνοσ με βίαςε!

ΡΑΙΔΙ ΑΣΑΝΣΕ΢: (Μορφάηει) Μωρό είπατε, δεςποινίσ Κόλλινσ;

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ :: (Κατεβάηει το βλζμμα, αλλά μιλάει µε τρυφερότθτα και υπερθφάνεια)


Ναι. Ρεριμζνω παιδί. Ραρ’ όλο που δεν είναινόμιμο, πιςτεφω πωσ ζχει το δικαίωμα
να πάρει τ’ όνομα του πατζρα του -- εςείσ τι λζτε;

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: E, βζβαια. Σίγουρα, δεςποινίσ.


8

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: Ζνα παιδί ακϊο και αγνό. Ζχω ςκοπό να διακζςω τθ μικρι
περιουςία που μου άφθςε θ ξαδζλφθ µου, θ Ζκελ, για να δϊςω ς᾿ αυτό το παιδί
καλι μόρφωςθ, οφτωσ ϊςτε να µθν επθρεαςτεί από τθν κακι επίδραςθ τθσ
Χριςτιανικισ Εκκλθςίασ! Να µθ βρεκεί κι αυτό μια μζρα να περπατάει τ’ ατζλειωτα
πεηοδρόμια και να βαςανίηεται απ’ το λιοπφρι!
(To κουδοφνι του αςανςζρ ακοφγεται από το διάδρομο)

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: Φρανκ! Κάποιοσ κζλει ν᾿ ανζβει. (Το Παιδί του αςανςζρ βγαίνει)

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: (Σθκώνεται τρομαγμζνθ) Ζρχεται κανζνασ εδϊ;Αν είναι οι


αςτυνομικοί για τον ΢ίτςαρντ, πείτε τουσ να φφγουν. Αποφάςιςα να µθν του κάνω
μινυςθ. (Μπαίνει ο κφριοσ Άμπραμσ μαηί µε τον Γιατρό και τθ Νοςοκόμα. Ὁ Γιατρόσ είναι ο
χαρακτθριςτικόσ, υπθρεςιακόσ τφποσ, θ Νοςοκόμα ςκλθρι και αποτελεςματικι. Ο κφριοσ Άμπραμσ
είναι ζνα καλοςυνάτο ανκρωπάκι, που ζχει πραγματικά αναςτατωκεί µε τθν κατάςταςθ. Ἡ δεςποινίσ
Κόλλινσ μιλάει μαηεμζνθ και µε φωνι που τρζμει) Αποφάςιςα να µθν κάνω μινυςθ ςτον
΢ίτςαρντ Μάρτιν...

ΓΙΑΤ΢ΟΣ: (Στθ Νοςοκόμα) Ριγαινε ςτο δωμάτιό τθσ και μάηεψζ τθσ λίγα πράγματα.

ΝΟΣΟΚΟΜΑ: Μάλιςτα.(Πθγαίνει ςτθν κρεβατοκάμαρα)

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: (Τρομαγμζνθ, μαηεφεται) Ρράγματα;

ΓΙΑΤ΢ΟΣ: Το ξζνο μζροσ µασ φαίνεται πιο οικείοάμαζχουμε μερικά δικά µασ
πράγματα.

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: Ξζνο μζροσ;Κατάλαβα. (Αναςτατωμζνθ) Σασ ζςτειλε θ εκκλθςία


τθσ Αγίασ Σκζπθσ για να µε ςυλλάβετε! Για ανθκικότθτεσ!

ΓΙΑΤ΢ΟΣ: (Ανυπόμονα) Θα φφγετε από δω για λίγο καιρό, ωςότου θρεμιςουνε τα


πράγματα.

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: (Αργά και λυπθμζνα) Ω... Μπορϊ ν᾿ αφιςω ζνα ςθμείωμα; Μου
δίνετε, ςασ παρακαλϊ, ζνα μολφβι;

ΚΥ΢ΙΟΣ ΑΜΡ΢ΑΜΣ: Ορίςτε, δεςποινίσ: (Ἠ δεςποινίσ Κόλλινσ παίρνει το μολφβι και πθγαίνει
ςτο τραπζηι. Μπαίνει θ Νοςοκόμακουβαλώντασ μια βαλίτςα)

ΝΟΣΟΚΟΜΑ: (Πλθςιάηει τθ δεςποινίδα Κόλλινσ). Ϊρα να πθγαίνουμε, καλι µου.

ΚΥ΢ΙΟΣ ΑΜΡ΢ΑΜΣ: (Απότομα) Αφιςτε τθ να τελειϊςει το ςθμείωμα!


9

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: (Ορκώνεται μ᾿ ζνα τρομαγμζνο χαμόγελο). Πχι, τελείωςα!

ΝΟΣΟΚΟΜΑ: Ρολφ ωραία. Ράμε.(Τθν οδθγεί µε αυςτθρότθτα προσ τθν πόρτα)

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: (Στρζφοντασ απότομα) Κφριε Άμπραμσ!

ΚΥ΢ΙΟΣ ΑΜΡ΢ΑΜΣ: Ναι, δεςποινίσ;

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: Εάν επανζλκει και δει πωσ ζχω φφγει, κα προτιμοφςα να µθν
του αναφζρετε τίποτα για το μωρό... Νομίηω πωσ είναι καλφτερο να του το
ανακοινϊςω εγϊ. (Χαμογελάει ευγενικά) Τουσ ξζρετε τουσ άντρεσ...

ΚΥ΢ΙΟΣ ΑΜΡ΢ΑΜΣ: Π,τι πείτε, δεςποινίσ.

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: Αντίο, δεςποινίσ Κόλλινσ.


(Ἠ Νοςοκόμα τθν κρατάει ςφιχτά από το μπράτςο. Ἡ δεςποινίσ Κόλλινσ ςτρζφει και χαμογελάει
πάνω από τον ώμο τθσ µε μια ελάχιςτθ απολογθτικι χειρονομία)

ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ : Η μθτζρα κα ςασ φζρει κάτι να δροςιςτείτε...(Βγαίνει ςτο


διάδρομο µε τθ Νοςοκόμα. Ἡ πόρτα του αςανςζρ κλείνει µε το μεταλλικό ιχο κλουβιοφ που
κλειδώνεται. Τα ςφρματα ςφυρίηουνε κακώσ το αςανςζρ κατεβαίνει)

ΚΥ΢ΙΟΣ ΑΜΡ΢ΑΜΣ: Του ζγραψε ςθμείωμα.

ΘΥ΢Ω΢ΟΣ: Τι του ζγραψε, κφριε Άμπραμσ;

ΚΥ΢ΙΟΣ ΑΜΡ΢ΑΜΣ: «Αγαπθτζ ΢ίτςαρντ. Φεφγω για λίγο. Αλλά, µθν ανθςυχείσ, κα
γυρίςω. Ζχω ζνα μυςτικό που πρζπει να ςου πω. Με αγάπθ, Λουκρθτία.»
(Μουςικι που παίηει απαλά αρχίηει να δυναμώνει, κακώσ οι άντρεσ βγαίνουν αργά και τα φώτα
ςβινουν).

You might also like