Professional Documents
Culture Documents
ΚΟΛΛΙΝΣ: ίτςαρντ! (Η πόρτα ανοίγει απότομα και πετάγεται ζξαλλθ θ δεςποινίσ Κόλλινσ. Είναι
µία µεςιλικθ γεροντοκόρθ, πολφ αδφνατθ, λίγο κυρτι, και µε πρόςωπο κόκκινο από τθν ταραχι. Τα
μαλλιά τθσ μποφκλεσ που κα ταίριαηαν ςε κορίτςι, και φοράει μια διάφανθ ρόμπα που αρκετά
χρόνια πριν κα εκεωρείτο προκλθτικι) Πχι, όχι, όχι, όχι! Δεν µε νοιάηει να το μάκουνε ςτθν
εκκλθςία. (Αρπάηει μανιαςμζνθ το τθλζφωνο) Το διαχειριςτι! Θζλω το διαχειριςτι! Ελάτε
πάνω αμζςωσ, ςασ παρακαλϊ, ζνασ άντρασ είναι -- (Οπιςκοχωρεί τρομαγμζνθ ςαν να
βλζπει κάποιον) Χάκθκεκάκε ςεβαςμόσ! ... Κφριε Άμπραμσ! (Με ζντονο φφοσ) Δεν κζλω
να το μάκουν οι δθμοςιογράφοι, αλλά κάτι φοβερό γίνεται εδϊ απάνω. Ναι, θ
δεςποινίσ Κόλλινσ είμαι, ςτο ρετιρζ! Απζφυγα να κάνω παράπονα, λόγω των ςτενϊν
δεςμϊν µου µε τθν εκκλθςία. Και τϊρα γίνεται αυτό, για το οποίο δεν είμαι
κακόλου υπεφκυνθ εγϊ, αλλά κάκε βράδυ ζνασ άντρασ μπαίνειςτο διαμζριςμά µου
και -- δθλαδι, ικανοποιεί τισ αιςκιςεισ του! Ζγινα κατανοθτι; Πχι µία φορά, αλλά
κατ’ εξακολοφκθςθ, κφριε Άμπραμσ! Δεν γνωρίηω εάν ειςβάλλει από τθν πόρτα ι
από το παράκυρο ι εάν υπάρχει κανζνα μυςτικό πζραςμα προσ το διαμζριςμά µου
-- κάτι που, ενδεχομζνωσ, γνωρίηει θ εκκλθςία. Το βζβαιο είναι ότι τϊρα βρίςκεται
ςτθν κρεβατοκάμαρά µου, και δεν μπορϊ να τον αναγκάςω να φφγει, γι’ αυτό
χρειάηομαι βοικεια. Πχι, δεν είναι κλζφτθσ, κφριε Άμπραμσ, προζρχεται από
εξαιρετικι οικογζνεια του Μιςιςιπι, όμωσ αυτι θ γυναίκα, του ζχει καταςτρζψει το
χαρακτιρα και του ζχει εξαφανίςει κάκε ςεβαςμό για τισ κυρίεσ! Κφριε Άμπραμσ;
Κφριε Άμπραμσ; Ω Θεζ µου! (Βροντάει το ακουςτικό και κοιτάηει τρομαγμζνθ γφρω τθσ μερικζσ
ςτιγμζσ. Ύςτερα ορμάει πίςω ςτθνκρεβατοκάμαρα)ίτςαρντ!
(H πόρτα κλείνει µε δφναμθ. Λίγεσ ςτιγμζσ αργότερα εμφανίηεται ζνασ γζροσ Θυρωρόσ µε φκαρμζνθ
γκρίηα ςτολι. Κοιτάηει γφρω µε λφπθςθ, περιζργεια και χλευαςτικι διάκεςθ. Μετά φωνάηει)
ΘΥΩΟΣ: Τίποτα δεν ζχει. Ζνα επίδομα ζπαιρνε, αλλά τϊρα τελευταία τθσ το
κόψαν κι αυτό. Π Άμπραμσ λζει ότι δίνει κάτι θ εκκλθςία για να μζνει εδϊ -- αλλά θ
τρελι δεν το ξζρει.
ΘΥΩΟΣ: Τι λζει;
ΘΥΩΟΣ: Ο Άμπραμσ λζει πάνω από τριάντα, προτοφ γίνει αυτόσ διαχειριςτισ.
ΘΥΩΟΣ: Είχε μια μάνα, που πζκανε πριν από καμιά δεκαπενταριά χρόνια. Από
τότε δεν βγαίνει από το ςπίτι παρά µόνο για να πάει ςτθν εκκλθςία τθν Κυριακι.
3
ΘΥΩΟΣ: Τι πάει να πει τρελόσ και λογικόσ; Τόςοι μανιακοί ςτθν Ευρϊπθ δίνουνε
διαταγζσ και ςκοτϊνονται εκατομμφρια, και κανζνασ δεν τουσ πειράηει!
ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: (Τώρα μόλισ τουσ προςζχει) Θεζ µου! Ήρκατε κιόλασ; Η μθτζρα δεν
µου είπε ότι ιρκατε. (Πιάνει µε ςκζρτςο τισ μποφκλεσ τθσ, που είναι δεμζνεσ µε ξεκωριαςμζνα
ροη κορδελάκια. Ὁ τρόποσ τθσ κυμίηει ναηιάρικο κοριτςάκι του Νότου) Θα παρακαλοφςα τουσ
κυρίουσ να µε ςυγχωριςουν για τθ φοβερι ακαταςταςία.
ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: Ω, όχι, τίποτα. Το κεφάλι µου είναι λίγο βαρφ. -- Κάκε χρόνο
αυτι τθν εποχι...(Ταλαντεφεται ηαλιςμζνθ και μετά βουλιάηει ςτον καναπζ)
ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: (Αόριςτα) Ναι, ςωςτά, δεν το είχα προςζξει. (Μιςοκλείνει μυωπικά
τα μάτια τθσ και τουσ κοιτάηει μ’ ζνα διςτακτικό χαμόγελο).Η εκκλθςία ςασ ζςτειλε;
ΘΥΩΟΣ: Πχι, δεςποινίσ. Εγϊ είμαι ο Νικ, ο κυρωρόσ. Κι αυτόσ είναι ο Φρανκ, το
παιδί του αςανςζρ.
4
ΘΥΩΟΣ: (Τον επαναφζρει ςτθν τάξθ) Άντε ςτο αςανςζρ ςου, κα ςε ψάχνουνε!
ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ
Δεν πιςτεφω να το ’δωςε ςτισ εφθμερίδεσ ο κφριοσ Άμπραμσ!
ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: (Πιάνοντασ τισ μποφκλεσ τθσ) Θζλουνε και φωτογραφίεσ; Υπάρχει
μια δικιά του πάνω ςτο τηάκι.
τουσ ϊμουσ. Αλλά ιτανε κι θ άλλθ εκεί. Του άρπαξε το καπζλοκαι... αρχίςανε τα
παιχνιδάκιαμεταξφ τουσ, παιχνιδάκια μπροςτά ς᾿ όλο τον κόςμο. Πλοι είπανε,
«Ντροπι τουσ»! Και ιτανε ντροπι τουσ. Συμφωνείτε;
ΘΥΩΟΣ: (Τον αρπάηει απ’ το μπράτςο)Κόφ’ το! Αλλιϊσ,ςτο αςανςζρ ςου! Ακοφσ;
ΡΑΙΔΙ ΑΣΑΝΣΕΕ: (Του ξεγλιςτράει) Μθν κάνεισ ζτςι. Δεν καταλαβαίνει τι λζμε.
ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: Δεν είχα ςκοπό να προκαλζςω όλθ αυτι τθν αναςτάτωςθ.
Αλλά, καταλαβαίνετε πϊσ ζνιωςα -- ζτςι δεν είναι;
6
ΘΥΩΟΣ : Φυςικά.
ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: A! Ο πατζρασ µου υπιρξε εφθμζριοσ ςτο Γκλόριουσ Χιλ του
Μιςιςιπι... Δθλαδι εγϊ ζχω μεγαλϊςει ςτθν καρδιά τθσ Επιςκοπικισ
Εκκλθςίασ!(Ταράηεται όλο και πιο πολφ, κακώσ το μυαλό τθσ βυκίηεται ςτθν παραίςκθςθ) Δεν κα
ζπρεπε να το αναφζρω αυτό, αλλά οι κακόβουλοι ςτθν εκκλθςία τθσ Αγίασ Σκζπθσ
τα απολαμβάνουν όλα αυτά που ςυμβαίνουν τισ νφχτεσ ςτο διαμζριςμά µου.
Μάλιςτα! Τα απολαμβάνουν!(Κονταναςαίνει και κοιτάηει γφρω)
ΘΥΩΟΣ: (Βγάηει ζνα πανί από τθν τςζπθ του)Ορίςτε, πάρτε αυτό, δεςποινίσ.
ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: (Σαν να ονειρεφεται) Αρκετά ηεςτόσ για τζτοια εποχι.(Τα μάτια τθσ
κλείνουν) Τα πεηοδρόμια μου φαίνονται ατελείωτα το καλοκαίρι...
ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: (Σαν να ονειρεφεται) Νόμιηα πωσ δεν κα φτάςω ποτζ. Σκεφτείτε
πωσ ς’ αυτό το τετράγωνο ξεριηϊκθκαν όλα τα δζντρα τότε που πζραςε ο μεγάλοσ
τυφϊνασ. Αδφνατο να προςτατζψεισ το πρόςωπό ςου µε καπζλο ι οτιδιποτε.
(Αγγίηει ελαφρά το μζτωπό τθσ µε το πανί) Ρουκενά ςκιά, οφτε ζνα κλαδί να ςου χαρίςει
λίγθ προςταςία! Το µόνο που κάνεισ είναι να γυρίηεισ αλλοφ το απαίςιο,
κοκκινιςμζνο πρόςωπό ςου, και να περπατάσ όςο πιο γριγορα ςου επιτρζπει θ
αξιοπρζπειά ςου, ωςότου προςπεράςεισ όλα τα ςπίτια. Το ςπίτι του είναι ακριβϊσ
ςτθ μζςθ αυτοφ του απαίςιου τετραγϊνου, που δεν ζχει οφτε ζνα δζντρο... Το ςπίτι
τουσ, αυτό που μζνει εκείνοσ κι εκείνθ - και κάκονται ςτθ βεράντα και µε κοιτάνε
κακϊσ περνάω, µε κακόβουλθ ικανοποίθςθ!(Αποςτρζφει το πρόςωπό τθσ ςτθν ανάμνθςθ
αυτοφ του μαρτυρίου) Κι εκείνθ ζχει µάτια τόςο διαπεραςτικά, που βλζπει τα πάντα
7
μζςα µουκαι γελάει, και ψικυρίηει ς’ εκείνον «Ορίςτε, πάλι περνάει αυτι θ καθμζνθ
θ γριοφλα µε τθν κοκκινιςμζνθ, γυαλιςτερι μφτθ τθσ, αυτι θ ανζραςτθ που είν’
ερωτευμζνθ μαηί ςου!»(Πνίγεται από βιχα και κρφβει το πρόςωπό τθσ ςτο πανί)
ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: Εγϊ να τα ξεχάςω; Ροτζ! Ροτζ! Κάποτε ξζχαςα τθν ομπρζλα
μου ςτο βεςτιάριο τθσ εκκλθςίασ και δεν είχα τίποτα να καλφψω το πρόςωπό μου
κακϊσ περνοφςα μπροςτά από το ςπίτι τουσ! Ω Θεζ μου! Ζπρεπε να ςυνεχίςω το
δρόμο μου, να περάςω και τθν τελευταία λεφκα και μετά να εκτεκϊ ςτο αμείλικτο
λιοπφρι. Ρροςπάκθςα να περπατιςω πιο γριγορα, αλλά ιμουν ηαλιςμζνθ, κάπου
ςκόνταψα και παρά λίγο να πζςω, και τότε όλοι ξεςπάςανε ςε γζλια! Και τότε (Το
πρόςωπό τθσ ςυςπάται από τρόμο) το αυτοκίνθτό τουσ ςταμάτθςε μπροςτά ςτθν πόρτα
τουσ κι εκείνθ βγικε ντυμζνθ ςτ’ άςπρα, τόςο δροςερι και άνετθ, με τθν κοιλιά τθσ
να φουςκϊνει από το μωρό – το πρϊτο από τα ζξι που κάνανε! Ω Θεζ μου! Κι
εκείνοσ ςτάκθκε χαμογελαςτόσ πίςω τθσ - και ςτεκόντουςαν κι οι δφο εκεί
περιμζνοντάσ με. Κι εγϊ ζπρεπε να ςυνεχίςω. Και τότε είπα, «Αχ, Θεζ μου, κάνε μου
τθ χάρθ να μου πάρεισ τϊρα τθ ηωι»! Αλλά δεν μου τθν ζκανε τθ χάρθ!Τότε εγϊ
κατζβαςα το κεφάλι, να φανεί πωσ δεν τουσ είδα. Αλλά εκείνθ άπλωςε το χζρι τθσ
να με ςταματιςει! Κι εκείνοσ προχϊρθςε και μου ζκλειςε το δρόμο χαμογελϊντασ,
με το απαίςιο, τεράςτιο κορμί του! «Λουκρθτία», μου είπε, «Λουκρθτία Κόλλινσ!»
Ρροςπάκθςα να μιλιςω, αλλά δεν µου είχε μείνει ανάςα. Σκζπαςα το πρόςωπό
µου κι ζτρεξα! ϋΖτρεξα!(Χτυπάει µε τθν παλάμθ τθσ το μπράτςο του καναπζ) Μζχρι που
ζφταςα ςτο τζρμα του τετραγϊνου, κι αρχίςανε πάλι οι λεφκεσ. Ω
φιλεφςπλαχνεΘεζ, πόςο ευεργετικζσ ιταν εκείνεσ οι λεφκεσ! (Γζρνει πίςω εξοντωμζνθ
και το χζρι τθσ αναπαφεται ςτο μπράτςο του καναπζ. Κάνει μικρι παφςθ, και θ μουςικι ςταματάει)
Και τϊρα μετά από τόςα χρόνια, εκείνοσ με κυμικθκε και γφριςε! Μπικε εδϊ μζςα
και ικανοποίθςε τισ ορζξεισ του μαηί μου! Δεν μπορεί να καταλάβει ότι εγϊ ζχω
αλλάξει και δεν μπορϊ να τον νιϊςω όπωσ πριν, τϊρα που ζχει κάνει ζξι παιδιά μ’
εκείνθ τθν κοπζλα! Το ςκεφτόςαςτε; Ζξι παιδιά! Δεν ξζρω τι κα πει όταν μάκει ότι
ζρχεται κι άλλο μωρό! Ρροφανϊσ κα ρίξει το ςφάλμα ς’ εμζνα, γιατί πάντα ζτςι
κάνουν οι άντρεσ! Ραρά το γεγονόσ ότι εκείνοσ με βίαςε!
ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: Ζνα παιδί ακϊο και αγνό. Ζχω ςκοπό να διακζςω τθ μικρι
περιουςία που μου άφθςε θ ξαδζλφθ µου, θ Ζκελ, για να δϊςω ς᾿ αυτό το παιδί
καλι μόρφωςθ, οφτωσ ϊςτε να µθν επθρεαςτεί από τθν κακι επίδραςθ τθσ
Χριςτιανικισ Εκκλθςίασ! Να µθ βρεκεί κι αυτό μια μζρα να περπατάει τ’ ατζλειωτα
πεηοδρόμια και να βαςανίηεται απ’ το λιοπφρι!
(To κουδοφνι του αςανςζρ ακοφγεται από το διάδρομο)
ΘΥΩΟΣ: Φρανκ! Κάποιοσ κζλει ν᾿ ανζβει. (Το Παιδί του αςανςζρ βγαίνει)
ΓΙΑΤΟΣ: (Στθ Νοςοκόμα) Ριγαινε ςτο δωμάτιό τθσ και μάηεψζ τθσ λίγα πράγματα.
ΓΙΑΤΟΣ: Το ξζνο μζροσ µασ φαίνεται πιο οικείοάμαζχουμε μερικά δικά µασ
πράγματα.
ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: (Αργά και λυπθμζνα) Ω... Μπορϊ ν᾿ αφιςω ζνα ςθμείωμα; Μου
δίνετε, ςασ παρακαλϊ, ζνα μολφβι;
ΚΥΙΟΣ ΑΜΡΑΜΣ: Ορίςτε, δεςποινίσ: (Ἠ δεςποινίσ Κόλλινσ παίρνει το μολφβι και πθγαίνει
ςτο τραπζηι. Μπαίνει θ Νοςοκόμακουβαλώντασ μια βαλίτςα)
ΔΕΣΡΟΙΝΙΣ ΚΟΛΛΙΝΣ: Εάν επανζλκει και δει πωσ ζχω φφγει, κα προτιμοφςα να µθν
του αναφζρετε τίποτα για το μωρό... Νομίηω πωσ είναι καλφτερο να του το
ανακοινϊςω εγϊ. (Χαμογελάει ευγενικά) Τουσ ξζρετε τουσ άντρεσ...
ΚΥΙΟΣ ΑΜΡΑΜΣ: «Αγαπθτζ ίτςαρντ. Φεφγω για λίγο. Αλλά, µθν ανθςυχείσ, κα
γυρίςω. Ζχω ζνα μυςτικό που πρζπει να ςου πω. Με αγάπθ, Λουκρθτία.»
(Μουςικι που παίηει απαλά αρχίηει να δυναμώνει, κακώσ οι άντρεσ βγαίνουν αργά και τα φώτα
ςβινουν).