You are on page 1of 169

[…] Νιώθω να έχω ιδρώσει πιο πολύ.

Κάπου έχω ένα μικρό ανεμιστήρα αλλά


βαριέμαι να ψάχνω. Γενικά βαριέμαι το κάθε τι τούτη την στιγμή.
Το σχολείο από κάτω μου έχει διάλειμμα κι οι τιτιβιστές φωνές των παιδιών μ’
ενοχλούν. Ίσως και να με διεγείρουν. Που βρέθηκε τόση ζωή. Ερήμην μας.
Άλλωστε ερήμην μας έγινε το κάθε τι.
Κι οι γυναίκες είναι πάντα ένα φετίχ. Ακόμα πιο τρομερό είναι να το ξέρουμε και
να μην μπορούμε να απαλλαγούμε απ’ αυτό. Πρόκειται τελικά για το
μετασχηματισμό του πνευματικού συνουσιαστικού πάθους σε σαρκικό.
Ά, χτύπησε το κουδούνι. Εγώ όμως δε θα μπω για μάθημα. Θα εξακολουθήσω
να σου γράφω. Έκανα σκασιαρχείο από τη ζωή Δεν θα ξαναπάω σχολείο. Το
μισώ κι είμαι αγράμματος. Ό, τι έμαθα το έμαθα μόνος μου. Άλλωστε δε
διαβάζω. Ζω στα σκοτεινά. Έτσι μπορώ να βλέπω το φως όπως οι τουρίστες
άλλωστε εδώ. Και μισώ τα ταξίδια. Δεν έχω να πάω πουθενά.
Είδα πολύ σινεμά. Υπήρχε σκοτάδι μα στην οθόνη πολύχρωμα ή πολύ παλιά
ασπρόμαυρο φως. Θα ’θελα να μου ’παιζαν μια ταινία όπως κάθομαι εδώ.
Δεν θέλω να πάω ΕΚΕΙ γιατί είμαι ΕΔΩ.
Έχω συνηθίσει να μην αλλάζω καιρό.’’

https://www.scribd.com/document/484996831/34-Alexis-Trajanos-Poesia-
seleccion
Uploaded by
Daniel Felipe Arenas Ceballos
Date uploaded
on Nov 19, 2020
TO ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΑΤΙ ΤΟΥ ΚΥΚΛΩΠΑ
Ηλεκτρική καρέκλα, Η Βίκυ της αιμομιξίας, Σπίτι του κάρβουνου, En face et
profile
CANCERPOEMS
Βράδια που ήρθα και έφυγα, Το πουλημένο παιχνίδι της ποίησης που δεν έχει
τελειώσει ακόμη

https://xartokoptis.blogspot.com/2023/05/blog-post_12.html

Το τέλος του «τρελού λαγού» της


Θεσσαλονίκης

Albrecht Dürer (1502)

Ένα πρωτόγνωρο περιστατικό συνέβη σε πτήση στο Ηράκλειο της Κρήτης. Συγκεκριμένα ο
πιλότος του αεροπλάνου ξανασήκωσε το αεροσκάφος την ώρα της προσγείωσης προκειμένου
«να μη σκοτώσουν ένα λαγό». [διαβάστε ΕΔΩ]

Αφήνοντας κατά μέρος την λυπηρή κατάληξη του θέματος στο


Ηράκλειο (άτιμη ειμαρμένη...), θυμήθηκα τον Αλέξη Τραϊανό, ελεγκτή
εναέριας κυκλοφορίας της Υ.Π.Α και αυτόχειρα ποιητή… Ο έρωτας του με
την, επίσης ποιήτρια αλλά και μεταφράστρια, ζωγράφο, συγγραφέα,
δοκιμιογράφο Νανά Ησαΐα, μέγας, ατελέσφορος και μοιραίος... Της
γράφει λοιπόν σε μια του επιστολή*:
Αεροδρόμιο Θεσσαλονίκης
Νύχτα της 9.2.78

Σέ ψάχνω στήν ψυχή μου καί δέ σέ βρίσκω – Σέ ψάχνω στό τηλέφωνο καί πάλι δέ σέ
βρίσκω. […] Πρίν ἀπό λίγο μπῆκα στό διάδρομο προσγείωσης καί περιμάζεψα ἕνα νεκρό λαγό πού
τόν χτύπησε στήν προσγείωση τό τελευταῖο ἀποψινό ἀεροπλάνο τῶν Ἀθηνῶν. Τό κεφάλι του ἦταν
μιά ἄμορφη μάζα γεμάτη αἵματα. Τό κορμί του ὅμως ἀπόλυτα ἐντάξει. Τόν τύλιξα σέ μιά ἐφημερίδα
πού βρῆκα μές τό αὐτοκίνητο καί τόν ἔφερα στό γραφεῖο μου. Εἶμαι μόνος τώρα ἐδῶ. Τό ἀεροπλάνο
ἔχει βάλει μπροστά γιά νά φύγει. Τά αἵματα ἔχουν περάσει τήν ἐφημερίδα. Ἡ ὥρα, τά μεσάνυχτα.
Εἶμαι πολύ λυπημένος μ’ αὐτό τό τέλος τοῦ «τρελοῦ λαγοῦ» τῆς Θεσσαλονίκης. Ἴσως νά τόν κάνω
ποίημα κάποτε. Κι ἴσως νά τά ξαναποῦμε κάποτε στό μέλλον τό πολύ κοντινό ἤ τό πολύ μακρινό.

Δυο χρόνια μετά ο Αλέξης Τραϊανός δεν είχε πλέον καμιά ελπίδα. Δεν
θα προέκυπτε κανείς από μηχανής Θεός, από γης ή από αέρος, για να
τον σώσει όταν θα αποφάσιζε να διοχετεύσει τα καυσαέρια από την
εξάτμιση του αυτοκίνητου του μέσα στην καμπίνα, κάπου ανάμεσα
Καπανδρίτι και Κάλαμο, στην Αττική, στις 7 Μαΐου 1980.

*Αλέξης Τραϊανός, Φύλακας Ερειπίων – Τα Ποιήματα, εκδ. ΠΛΕΘΡΟΝ, Αθήνα 1991.


ο Αλέξης Τραϊανός προς τη Νανά Ησαΐα

...[Ο] κόσμος ήταν και είναι κάτι άλλο από εμάς. Η ύπαρξή μας, και ό,τι είναι
έξω από την ύπαρξή μας, είναι δύο στοιχεία που τελούν αναμεταξύ τους σε
ένταση, παρόλο που όταν λέμε πως υπάρχουμε εννοούμε πως υπάρχουμε μέσα
στα πράγματα του κόσμου. Εδώ στεριώνεται αυτός ο διχασμός υποκειμένου και
αντικειμένου μαζί μ' όλη του την ένταση, που δεν έπαψε να υπάρχει, κι όλον
τον μηδενισμό που προέρχεται απ' το σφάλμα του πεπερασμένου. Εδώ όμως
βρίσκεται η δυσκολία και το αδιέξοδο ύστερα απ' την έλευση και
συνειδητοποίηση του μηδενός. Πώς να μιλήσεις για το μηδέν, το κενό, το
τίποτα;
... ... ...
Από το βιβλίο του Πέτρου Χαρτοκόλλη Ιδανικοί αυτόχειρες (*)
Εκδόσεις: Χρήστος Ε. Δαρδανός, 2000
[(*) Βλ. Α. Τραϊανός, Φύλακας Ερειπίων - εκδ. Πλέθρον, 1991}
http://allilografia.blogspot.com/search/label/%CE%95%CE%A0%CE%99%CE%A
3%CE%A4%CE%9F%CE%9B%CE%95%CE%A3%205

https://www.translatum.gr/forum/index.php?topic=8476.0
54 ποιήματά του ανθολογημένα από την Βίκυ Παπαπροδρόμου!
https://www.youtube.com/watch?v=Jkrv9laXdAo&t=50s
ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΜΝΗΜΗΣ ΠΟΙΗΤΗ ΑΛΕΞΗ ΤΡΑΪΑΝΟΥ (1944-1980)
-ΠΟΛΥΧΩΡΟΣ ΤΕΧΝΗΣ ΡΕΜΕΖΖΟ ΚΑΛΑΜΑΡΙΑ 30-3-2014/ 1-2-3-4-5-6

ΑΠΟ ΤΟ 1 ΤΑ ΕΠΟΜΕΝΑ ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ ΣΑΝ ΛΙΝΚ


https://www.youtube.com/watch?v=5Sd7ps0jbyA
Ο σκηνοθέτης Τάσος Ψαρράς μιλά για τον νεκρό ποιητή Αλέξη Τραϊανό στη
σειρά 'ΕΠΟΧΕΣ ΚΑΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ'

ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ ΤΑ ΛΙΝΚ ΤΩΝ ΤΕΣΣΑΡΩΝ ΑΠΑΓΓΕΛΙΩΝ


Αλέξης Τραϊανός

Σύνδρομο του Ελπήνορα ή έτοιμος

Κι εγώ μέσα στα χειρουργεία της ποίησης


Σπαραγμένος
Κι εγώ μέσα στα χειρουργεία της ποίησης
Ξαγρυπνώντας
Για ποιόν γράφω
Ποιά είναι η χώρα μου
Θηρία και λοβοτομημένα ζώα
Από τα ωραιότερα και πιο σπαραχτικά πού έχω διαβάσει ...Αυτόν τον
αναφέρεις συχνά αλλά δεν έχω κανένα βιβλίο του, δεν ξέρω καν αν υπάρχουν
πια .

Θεόδωρος Μπασιάκος, Η βόλτα του νεκρού ποιητή


Posted by Το κόσκινο on April 15, 2023

https://tokoskino.me/2023/04/15/%ce%b8%ce%b5%cf%8c%ce%b4%cf%89%cf%
81%ce%bf%cf%82-
Το ημιυπογειάκι του Μπασιάκ

Κυριακή 16 Σεπτεμβρίου 2018

Ο ΝΕΚΡΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ

- μνήμη Αλέξη Τραϊανού –

Ο ποιητής που κάνει τη βόλτα του στην οδό Πατησίων


Ο ποιητής με τα χέρια σταυρωμένα πίσω
ή στις τσέπες
Ο ποιητής σκεπτικός
ή που σφυρίζει μια μελωδία ελαφρά
και πάει –
είναι ένας ν ε κ ρ ό ς ποιητής.
Κανείς φυσικά δεν τον είδε
(ποιος καταλαβαίνει έναν νεκρό ποιητή που κάνει ήσυχα
τη βόλτα του).
Μόνον ίσως ο περιπτεράς στο περίπτερο
που σταμάτησε
(αγόρασε σπίρτα και μια σοκολάτα «ΙΟΝ» αμυγδάλου)
Αλλά κι’ αυτός – λέτε κατάλαβε άραγε τίποτα;

Βίντεο: Η μικρή βόλτα του νεκρού Ποιητή, αμοντάριστη α/μ ταινία 8 mm του Μίλτου Αρβανιτάκη
https://www.politeianet.gr/books/9789607599636-traianos-alexis-plethron-
fulakas-ereipion-fulakas-ereipion-
Ο ΑΛΕΞΗΣ ΤΡΑΪΑΝΟΣ ΑΠΑΓΓΕΛΕΙ ΚΑΒΑΦΗ: ''ΑΠΟΛΕΙΠΕΙΝ Ο
/www.dailymotion.com/video/x53zcs0

https://www.dailymotion.com/video/x53zcs0
https://lnkd.in/dXM4RQ4u

Ο ΑΛΕΞΗΣ ΤΡΑΪΑΝΟΣ ΑΠΑΓΓΕΛΕΙ ΚΑΒΑΦΗ: ''ΤΑ ΚΕΡΙΑ''


https://www.dailymotion.com/video/x8jkk6x
https://lnkd.in/dydRdBgk
To Koskino

For a revolutionary poetry of our time

Αλέξης Τραϊανός, Ελληνικό καλοκαίρι 1967 μ.Χ.


Posted by Το κόσκινο on May 4, 2015

https://tokoskino.me/2015/05/04/%CE%B1%CE%BB%CE%AD%CE%BE%CE%B7%CF%82-
%CF%84%CF%81%CE%B1%CF%8A%CE%B1%CE%BD%CF%8C%CF%82-
%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CF%8C-
%CE%BA%CE%B1%CE%BB%CE%BF%CE%BA%CE%B1%CE%AF%CF%81%CE%B9-1967/

Η μικρή βόλτα του νεκρού ποιητή


''Η μικρή βόλτα του νεκρού ποιητή (Αλέξης Τραϊανος)'', χωρίς ήχο μαυρόασπρη ερασιτεχνική ταινία
8mm του στενού του φίλου Μίλτου Αρβανιτάκη, όπου παίζει ο ίδιος και γυρίστηκε το 1967 στην
Θεσσαλονίκη
https://www.youtube.com/watch?v=CX_AycUhntY
ΕΠΟΧΕΣ ΚΑΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ - ΑΛΕΞΗΣ ΤΡΑΪΑΝΟΣ

https://www.youtube.com/watch?v=Ys2lxpCgqAY&t=97s 1

https://www.youtube.com/watch?v=Xx5DoBUwFUY&t=33s 2

https://www.youtube.com/watch?v=U3l3Ufhqd74&t=9s 3

13':23'' - 13΄:32''
ΦΩΝΗ ΟΦ ΤΟΥ ΜΙΛΤΟΥ ΑΡΒΑΝΙΤΑΚΗ:

''H ΖΩΗ ΤΟΥ ΑΦΙΕΡΩΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ Η ΠΟΙΗΣΗ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΟΥ.
ΔΥΣΚΟΛΑ ΝΑ ΒΡΕΙΣ ΕΝΑΝ ΤΟΣΟ ΕΙΛΙΚΡΙΝΗ ΚΑΙ ΒΑΘΥ ΠΟΙΗΤΗ''
Αλέξης Τραϊανος
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CE%BB%CE%AD%CE%BE%CE%B7%CF%82_%CE%A4%CF%81%CE%B
1%CF%8A%CE%B1%CE%BD%CF%8C%CF%82#%CE%A0%CE%B7%CE%B3%CE%AD%CF%82\
Πέμπτη 11 Δεκεμβρίου 2008

18 ~ Aλέξης Τραϊανός: Κλείνουν οι δρόμοι ένας-


ένας
Υιοθετήσαμε τις απεγνωσμένες
Χειρονομίες των πουλιών
Το ζεστό γλίστρημα των ψαριών

Κι όλ' αυτά για να μην πεθάνουμε


Τώρα που ο θάνατος
Έγινε μια υπόθεση τόσο εύκολη
Και λογική τόσο...

Ο χώρος όπου και να κοιτάξεις σου επιστρέφει τον πόνο του


Ζω κλεισμένος σ' ένα φιλί
Κανείς δεν είναι μέσα στο ρίγος της νύχτας
Τα κοιμισμένα όνειρα στις παλάμες μου
Γνώρισαν το σφυγμό ενός ήλιου που μάτωνε
Άλικες πέτρες και σύννεφα
Κι οι βουνοσειρές άλικες
Πώς να 'ναι ωραίες δίχως εσένα
Δίχως τα μάτια σου να 'ναι επάνω τους

Είναι μια μακρινή γιορτή χειλιών


Που τα έβαψε όλα

Άλικα βήματα κι η ζωή ξεγυμνώνοντας τη ζωή σου


Που άρχιζε και τέλειωνε
Μέσα στο κάθε πράγμα
Μέσα στο κάθε σήμερα
Μέσα στο κάθε που έζησα

Έτσι έζησα έτσι ζω έτσι θα ζήσω


Χνούδι από άνεμο
Ίσκιωμα φύλλου
Δάκρυ νερού
Άνθρωπος τελειώνοντας μέσα σου
Χνούδι ίσκιωμα δάκρυ

ΠΑΡΑ ΣΚΕΥΉ , ΔΕΚΕ ΜΒΡΊΟ Υ 19, 2008 7:48:00 Μ .Μ.

Μίλτος Σ. Αρβανιτάκης said...

ΣΕ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΠΟΥ ΕΔΩΣΕΣ ΤΟ ΛΙΝΚ ΤΟΥ U-TUBE ΓΙΑ ΤΗΝ


ΤΑΙΝΙΟΥΛΑ ΠΟΥ ΓΥΡΙΣΑ. ΕΙΣΑΙ ΚΑΙ Η ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΣΤΟΝ ΧΩΡΟ ΤΩΝ
ΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ΙΣΤΟΛΟΓΙΩΝ!
ΤΡΊΤΗ, ΜΑΡ ΤΊΟΥ 28, 2 017 1:48:00 Π.Μ.

Κατερίνα Στρατηγοπούλου-Μ. said...


Ήταν το ελάχιστο που έκανα για ό,τι αξίζει στη
δουλειά σου - και δεν εννοώ μόνο αυτήν την
ταινιούλα.

Χαίρε
ΔΕΥΤΈΡ Α, ΑΠΡΙΛΊ ΟΥ 03 , 2017 10:12:00 Π.Μ.
https://www.youtube.com/watch?v=jn8f3vs6vRM

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΛΑΚΗΣ-

ΕΝΑ ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΤΗΡΙΟ ΠΡΑΓΜΑ

Μουσική : Λάκης Παπαδόπουλος

Ποίηση : Τσαρλς Μπουκόφσκι

Μετάφραση : Αλέξης Τραϊανός

Μπουκόφσκι. Επιλογή από το έργο του 1980,

Εκδόσεις Η Μικρή Εγνατία, 1980

Από τον δίσκο Άκυρο 1982


Ένα αποχαιρετιστήριο πράγμα καθώς ανάσαινε/

κατέβαινε στο χολ με εσώρουχα/

με μπογιατισμένο πρόσωπο σαν παλιάτσος/

μια βόμβα από την Κολωνία/

Στη δεξιά του τσέπη/

μια εποχή στην Κόλαση, στην αριστερή/

λουρίδες ηλιοβασιλέματος σαν ίνες φλαμουριάς/

εξαντλούσαν τα μπράτσα του./

Και τον βρήκαν το πρωί κρεμασμένο/

στης εξόδου κινδύνου το παράθυρο/

πρόσωπο παγωμένο και σβησμένο/

σαν ηλεκτρική λάμπα/

Και τα σπουργίτια ήταν κάτω στα θάμνα/

και γνώριμα τα σπουργίτια/


δεν τραγουδούν βγάζουν ήχο και βγάζουν ήχο/

και…. οι άνθρωποι/

όχι τα σπουργίτια/

τον κατέβασαν από τη σκάλα/

σαν άχρηστη κουκουβάγια

https://www.youtube.com/watch?v=M5n5SXKsjuQ

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΛΑΚΗΣ-

ΛΙΚΝΙΣΤΕΙΤΕ ΜΑΖΙ ΜΟΥ

Μουσική : Λάκης Παπαδόπουλος

Ποίηση : Τσαρλς Μπουκόφσκι

Μετάφραση : Αλέξης Τραϊανός Μπουκόφσκι.

Επιλογή από το έργο του 1980,

Εκδόσεις Η Μικρή Εγνατία, 1980

Από τον δίσκο Άκυρο 1982


Λικνιστείτε μαζί μου όλα τα θλιμμένα/

τρελοί σε πέτρινα κτίρια χωρίς πόρτες/

λεπροί και αναβλύζετε αγάπη και τραγούδι/

βάτραχοι που προσπαθείτε να σκιαγραφήσετε τον ουρανό/

λικνιστείτε μαζί μου θλιμμένα πράγματα/

δάχτυλα σχισμένα σε κάποιο σιδεράδικο/

γεράματα σα φλούδια προγεύματος/

μεταχειρισμένα βιβλία μεταχειρισμένοι άνθρωποι/

μεταχειρισμένα λουλούδια μεταχειρισμένη αγάπη σας χρειάζομαι/

Αυτό έχει φύγει/

σαν άλογο ή σκυλί/

νεκρό ή χαμένο/ ή αδυσώπητο


https://www.youtube.com/watch?v=jB2M-c64Zzo

https://www.youtube.com/watch?v=EQ_tolt8sZ8

ΟΙ ΣΤΙΧΟΙ ΤΗΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗΣ ΤΟΥ ΑΛΕΞΗ ΤΡΑΪΑΝΟΥ


ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΛΙΝΚ

ΣΣ82_%CE%A4%CF%81
‘’ΝΥΧΤΑ ΤΟΥ SINE’’ TOY SENGHOR ΣΕ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑΛΕΞΗ ΤΡΑΪΑΝΟΥ

ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ

‘’ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΝΕΓΡΩΝ ΠΟΙΗΤΩΝ’’ (1969, Εκδόσεις Εγνατία)


ΣΕ ΜΕΛΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΜΙΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ

ΤΡΑΓΟΥΔΑ Η ΜΑΡΙΑ ΦΑΡΑΝΤΟΥΡΗ ΣΕ ΣΥΝΑΥΛΙΑ ΣΤΟ ΟΛΥΜΠΙΑ ΣΤΟ


ΠΑΡΙΣΙ

ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΔΕΝ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ ΣΕ ΔΙΣΚΟ

Από Άρης Δημοκίδης πριν 4 χρόνια 2.6k Views

Ο Γιώργος Τσούκης έκανε σπουδαία δουλειά.


Έφτιαξε ένα εικονογραφημένο κείμενο για έναν απ’ τους πιο
παραγνωρισμένους ποιητές της γενιάς του ’70 και εκεί, με τρόπο
ιδιοσυγκρασιακό και συναρπαστικό παρουσιάζει τη βιβλιογραφία αλλά
και τη ζωή του ποιητή.

Από εκεί είναι και η παρακάτω οπτικοποιημένη αφήγηση της


Παυλίνας Παμπούδη:
Ο Τσούκης, εμμονικά και αποφασιστικά, κάνει την ανατομία του
έργου του Τραϊανού με εικόνες, σκέψεις και μερικά αποσπάσματα απ’
την ποίηση του, ενώ αποδομεί και ανασυνθέτει γραπτά και μέσω
screenshots, το επεισόδιο ‘Εποχές και Συγγραφείς’ της ΕΡΤ που ήταν
αφιερωμένο σ’ αυτόν.
Επίσης, απ’ τα highlights είναι και η καρέ-καρέ παρουσίαση μιας
βόλτας του τότε 23χρονου ποιητή στη γειτονιά του στη Θεσσαλονίκη,
όπου ο Τσούκης αντιπαραβάλλει στις ασπρόμαυρες εικόνες των
δρόμων του 1967, έγχρωμες, σημερινές φωτογραφίες της περιοχής.

Προλογίζει ο ίδιος το μπλογκ: “Στη σελίδα αυτή ΔΕ ΘΑ ΒΡΕΙΤΕ


ΠΟΙΗΜΑΤΑ του Αλέξη Τραϊανού ούτε βαθυστόχαστες ακαδημαϊκές
αναλύσεις για τον ποιητή και το έργο του, μόνο προσωπικές απόψεις για
τον τόμο «Φύλακας Ερειπίων» και το σχετικό επεισόδιο της σειράς
«Εποχές και Συγγραφείς». Δεδομένου ότι με χωρίζουν τρεις δεκαετίες
από την εποχή του Α.Τ., ενδέχεται οι σημειώσεις μου να είναι ανακριβείς,
υπερβολικές, ή λανθασμένες. Για όσους «ήταν εκεί» και γνωρίζουν
καλύτερα, τα σχόλια είναι ανοιχτά για επισημάνσεις και διορθώσεις.”
Νομίζω πως ο παραπάνω πρόλογος είναι υπερβολικά σεμνός σε σχέση
με το πλούσιο, πρωτότυπο -ακόμα κι όταν είναι δευτερογενές-
περιεχόμενο της σελίδας. Είναι μια σελίδα «κρυμμένο διαμάντι», μιας
και ακόμα και η Βικιπαίδεια έχει ένα μάλλον μικρό λήμμα γι’ αυτόν.
Μεταξύ άλλων διαβάζουμε στη Βικιπαίδεια:
Ο Αλέξης Τραϊανός (φιλολογικό ψευδώνυμο του Αλέξανδρου
Ζαβατάρη) γεννήθηκε στις 20 Οκτωβρίου 1944 στη Θεσσαλονίκη.

To 1963 εισάγεται στο Οικονομικό της Νομικής του ΑΠΘ. Έχει ήδη
ξεκινήσει να ασχολείται με την ποίηση, όταν το 1967, μεταφράζει
νέγρικη ποίηση. Λίγο αργότερα, πραγματοποίησε την πρώτη του
αποτυχημένη απόπειρα αυτοκτονίας.

Παντρεύτηκε το Μάιο του 1969 και εκδόθηκε


‘κοινή υπαιτιότητι’ το διαζύγιο του το Φεβρουάριο του 1975. Το 1972
πήρε το πτυχίο του και προσλήφθηκε στην Υπηρεσία Πολιτικής
Αεροπορίας, από την οποία πήρε μετάθεση για την Αθήνα το 1979.

Αυτοκτόνησε στις 7 Μαΐου του 1980 στο Καπανδρίτι Αττικής (Ο


θάνατός του προήλθε από ασφυξία που προκάλεσε διοχετεύοντας στο
εσωτερικό του αυτοκινήτου του τα καυσαέρια από την
εξάτμιση.) Ανήκει στους ποιητές της γενιάς του ’70.

Μετέφρασε beat ποίηση στα ελληνικά, καθώς και μέρος από το έργο
του Τσέζαρε Παβέζε και του Τσαρλς Μπουκόφσκι.

Η γραφή του είναι ελλειπτική και συνάμα απαγγελτική. Η φόρμα παίζει


καθοριστικό ρόλο, καθώς τα όρια καραδοκούν στον εσωτερικό και στον
εξωτερικό κόσμο του ποιητή. Η γλώσσα είναι ανανεωτική και άμεση.

Ο Βασίλης Στεριάδης έγραψε στην Καθημερινή το 1978: Η


φιλοσοφική-υπαρξιακή θέση του Α. Τ. είναι ακραία. Η ατμόσφαιρα των
ποιημάτων του είναι σε οριακό σημείο φορτισμένη από τον κίνδυνο της
ακροβασίας του μυαλού και σαν τοξινωμένη, σε μια λειτουργία όπου
κάθε στιγμή το παιχνίδι με τα νεύρα μπορεί να χαθεί…
***
Είτε τον γνωρίζατε ή όχι, αξίζει να αφιερώσετε λίγο χρόνο για να
μάθετε περισσότερα για τη ζωή και το έργο του ανθρώπου που η
ποίηση του λείπει από τις περισσότερες ανθολογίες σύγχρονων
Ελλήνων ποιητών, όπως και από τα βιβλία της δευτεροβάθμιας
εκπαίδευσης και της Ακαδημίας.
Στη σελίδα αυτή ΔΕ ΘΑ ΒΡΕΙΤΕ ΠΟΙΗΜΑΤΑ του
Αλέξη Τραϊανού ούτε βαθυστόχαστες
ακαδημαϊκές αναλύσεις για τον ποιητή και το
έργο του, μόνο προσωπικές απόψεις για τον
τόμο “Φύλακας Ερειπίων” και το σχετικό
επεισόδιο της σειράς “Εποχές και Συγγραφείς”.
Δεδομένου ότι με χωρίζουν τρεις δεκαετίες από
την εποχή του Α.Τ., ενδέχεται οι σημειώσεις μου
να είναι ανακριβείς, υπερβολικές, ή
λανθασμένες.
Αλέξης Τραϊανός

Σύνδρομο του Ελπήνορα ή έτοιμος

Ντυμένος
Περιμένοντας να ξημερώσει
Πολιορκημένος από μέθη
Ξυπνούσα
Κοιτούσα
Γεμάτο σάπια αβγά το κρεβάτι μου
Ξαπλωμένος
Απ’ τη μισάνοιχτη πόρτα
Του δωματίου μου
Βλέπω πάντα το ίδιο τοπίο
Τη μισάνοιχτη πόρτα του αποχωρητηρίου
Μισή άσπρη λεκάνη
Μισό μαύρο καπάκι
Το σφουγγαρόπανο για τα δάκρυα
Καμένα μάτια φαντασμάτων
Στο λεπρό καθρέφτη
Ντυμένος
Ξαπλωμένος
Βλέπω την επανάσταση
Περιμένω το χρόνο
Έτοιμος να πετάξω
Μ’ αυτήν εδώ την πτήση της τρέλας
Για τα ξημερώματα
Μ’ αυτήν εδώ τη βαλίτσα γεμάτη
Σκέψεις παρανοϊκών
Αποφύσεις κτηνών
Μ’ αυτήν εδώ τη βαλίτσα
Γεμάτη τα σάπια αβγά του εδώ κόσμου
Ακουμπισμένη στα πόδια μου
Σ’ αυτήν εδώ τη βαλίτσα
Βρίσκεται το πτώμα μου
Ο νυχτωμένος κόκορας ο δολοφονημένος

Κι εγώ μέσα στα χειρουργεία της ποίησης


Σπαραγμένος
Κι εγώ μέσα στα χειρουργεία της ποίησης
Ξαγρυπνώντας
Για ποιόν γράφω
Ποιά είναι η χώρα μου
Θηρία και λοβοτομημένα ζώα

Από τα ωραιότερα και πιό σπαραχτικά πού έχω διαβάσει ...Αυτόν τον αναφέρεις συχνά αλλά δεν έχω
κανένα βιβλίο του, δεν ξέρω καν αν πάρχουν πιά .
CE%B1%CE%BD%CF%8C%
C
F%82 του
https://thesstoday.gr/%CE%B4%CE%B7%CE%BC%CE%BF%CF%84%CE%B9%C
E%BA%CE%AE-
%CE%B2%CE%B9%CE%B2%CE%BB%CE%B9%CE%BF%CE%B8%CE%AE%
CE%BA%CE%B7-

Δημοτική Βιβλιοθήκη : Υπαρξιακά


Περάσματα – Αφιέρωμα στον Αλέξη
Τραϊανό
On 31 Οκτωβρίου, 2018 2:00 μμ

Η Κεντρική Δημοτική Βιβλιοθήκη Θεσσαλονίκης παρουσιάζει ένα


αφιέρωμα στο σημαντικό ποιητή της πόλης Αλέξη Τραϊανό, με
τίτλο:Υπαρξιακά περάσματα

την Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 2018 και ώρα 19:30, στην αίθουσα


εκδηλώσεων της Κεντρικής Δημοτικής Βιβλιοθήκης Θεσσαλονίκης,
Εθνικής Αμύνης 27.

Θα μιλήσουν (αλφαβητικά):
Μιλτιάδης Αρβανιτάκης, ακτινολόγος, μεταφραστής,
κινηματογραφιστής
Βασιλική Κανάρη, φιλόλογος
Ηλίας Κουτσούκος, συγγραφέας, δημοσιογράφος, πρόεδρος της
Εταιρείας Λογοτεχνών
Ο Μίλτος Σαχτούρης και η γενιά του ΄70 : η περίπτωση του
Αλέξη Τραϊανού /
Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής

Κύριος συγγραφέας: Κανάρη, Βασιλική


Θέματα:
Τραϊανός, Αλέξης, > 1944-1980 > Κριτική και ερμηνεία
Σαχτούρης, Μίλτος, > 1919-2005 > Κριτική και ερμηνεία
Διατριβές, Ακαδημαϊκές > Ελλάδα
https://search.lib.auth.gr/Record/518092
ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΙΜΕΤΡΟ ΤΗΣ ΔΙΠΛΩΝΑΤΙΚΗΣ
ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΚΗΣ ΚΑΝΑΡΗ ΜΙΑ ΣΕΙΡΑ ΠΟΙΗΜΑΤΩΝ ΟΜΟΤΕΧΝΩΝ ΤΟΥ
Αλέξη Τραϊανού
ΠΟΥ ΕΓΡΑΨΑΝ ΣΤΗΝ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ
https://www.didaktorika.gr/eadd/handle/10442/46313
https://www.periou.gr/%CE%BA%CE%BF%CF%83%CE%BC%CE%AC%CF%82-
%CE%BA%CE%BF%CF%88%CE%AC%CF%81%CE%B7%CF%82-%CE%BF-
%CE%B5%CF%81%CE%B5%CE%B2%CF%8E%CE%B4%CE%B7%CF%82-
%CF%80%CE%BF%CE%B9%CE%B7%CF%84%CE%B9%CE%BA%CF%8C%CF%82-%CE%BA/

Κοσμάς Κοψάρης: Ο ερεβώδης


ποιητικός κόσμος του Αλέξη Τραϊανού
Post author:Κοσμάς Κοψάρης
Post published:20 Μαρτίου 2021
Post category:Δοκιμές / ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ
Αντικείμενο προς εξέταση στο συγκεκριμένο άρθρο αποτελεί η ανίχνευση
όψεων από τον σκοτεινό κόσμο της ποίησης του Αλέξη Τραϊανού. Αρχικά,
ως προς το βιογραφικό πλαίσιο επισημαίνεται ότι ο Αλέξης Τραϊανός
γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 20 Οκτωβρίου του 1944. Τα παιδικά του
χρόνια (1944-1959) τα πέρασε στη Θεσσαλονίκη. Από το 1959 έως το 1963 η
οικογένειά του θα εγκατασταθεί στην Ξάνθη ύστερα από μετάθεση του
πατέρα του που εργαζόταν ως διοικητικός υπάλληλος στον Ο.Τ.Ε. Το 1963
επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη καθώς εισάγεται στο Τμήμα Οικονομικών και
Πολιτικών Επιστημών της Νομικής Σχολής εκεί. Κατά την περίοδο 1966-
1968 αποκτά βαθύτερη γνωριμία με την ελληνική και την παγκόσμια ποίηση.
Στις 21 Αυγούστου του 1968 κάνει την πρώτη απόπειρα αυτοκτονίας με
πικραμύγδαλα. Στις 17 Μαΐου του 1969 παντρεύεται κρυφά από τους δικούς
του, ενώ η οικογένειά του πληροφορείται για την τέλεση του γάμου του τον
Ιούνιο του 1970. Το Μάιο του 1973 δημοσιεύεται από τις εκδόσεις «Τραμ» η
πρώτη συλλογή ποιημάτων του με τίτλο: Οι μικρές μέρες, στην οποία
κυριαρχεί το σκιερό κλίμα της έντονης θλίψης για τη βίωση του κενού στη
ζωή του στο μόνιμο φόντο του σκοτεινού, όπου το πουθενά και το τίποτα
ενισχύουν την τάση προς τον υπαρξιακό μηδενισμό και τη συνακόλουθη
βυθοσκόπηση. Στην εστίαση του ποιητικού του φακού η πολιτεία μένει
ολότελα άδεια από ανθρώπους («Δεν έμεινε κανείς»), σε πλήρη αναλογία με
τη Γώγου στους Απόντες.
Αξίζει να αναφερθεί, επίσης, ότι τον Οκτώβριο του 1973 σε επίσκεψή του
στην Αθήνα όπου παρακολουθεί μαθήματα στη Σχολή Πολιτικής Αεροπορίας
(Σ.ΠΟ.Α.), καθώς και με την ευκαιρία ορισμένων μετέπειτα επισκέψεων του
εκεί, γνωρίζεται με σημαντικούς ποιητικούς εκπροσώπους της γενιάς του ’70
(Πούλιο, Κοντό, Μαστοράκη, Μπεκατώρο, Στεριάδη-χαρακτηριστικές
περιπτώσεις της γνωριμίας του), ενώ με την ποιήτρια Νανά Ησαΐα διατηρεί
μια πολύ σημαντική αλληλογραφία στην οποία εκθέτει τις θέσεις του περί της
γενικευμένης τάσης του σε ζωή και ποίηση ως προς τον υπαρξιακό
μηδενισμό. Τον Απρίλιο του 1974 εγκαθίσταται πλέον μόνος του σε
διαμέρισμα στη Θεσσαλονίκη, διότι από καιρό είχε προβλήματα με τη
γυναίκα του.
Τον Αύγουστο του 1975 δημοσιεύεται από τις εκδόσεις «Εγνατία» η δεύτερη
ποιητική συλλογή του με τον τίτλο: Η κλεψύδρα με τις στάχτες. Στην εν λόγω
συλλογή εντείνεται η πεισιθάνατη διάθεση, καθώς πυκνώνουν οι εικόνες
θανάτου στο πλήθος των περιγραφόμενων νεκρών, μαζί με την έντονη
νοσταλγική διάθεση για τα περασμένα στις μνήμες από τη Θεσσαλονίκη κατά
την παιδική ηλικία, ενώ πραγματώνεται εδώ η προφητική, όπως θα
αποδειχθεί στη συνέχεια, συνάντησή του με τους δύο αυτόχειρες ποιητές,
Κώστα Καρυωτάκη και Σύλβια Πλαθ.
Το Δεκέμβριο του 1977 δημοσιεύονται οι δύο ενότητες ποιημάτων του: To
δεύτερο μάτι του Κύκλωπα/Cancerpoems από τις εκδόσεις «Εγνατία», όπου
εκεί πλέον προβάλλεται μια γενική ατμόσφαιρα αποσύνθεσης, διότι
εντείνεται η αίσθηση της ολικής μετατόπισης στο τίποτα. Είναι σαν να
κατακλύζεται η εξωτερική πραγματικότητα από αποσυναρμολογούμενες
εικόνες ενός ταραγμένου εσωτερικού κόσμου, συμπαρασύροντας στην
κατάρρευση το αντικειμενικό περίγραμμα του εξωτερικού περιβάλλοντος.
Συνεπώς, οι τραγικοί τόνοι μεταβιβάζονται αυτούσια στον αναγνώστη δίχως
παρέμβαση του αφηγητή, αφού γίνεται πια εμφανώς αντιληπτή η
αποδιδόμενη αυτοκαταστροφική του τάση.

Τέλη Δεκεμβρίου του 1979 ή στις αρχές του 1980 βρίσκεται προς έκδοση η
τελευταία συλλογή του ποιητή με τίτλο: Το σύνδρομο του Ελπήνορα από την
«Εγνατία», η οποία θα παραμείνει ανέκδοτη για τέσσερα χρόνια. Σε αυτή τη
συλλογή αποκομίζεται η εντύπωση της μόνιμης καθήλωσης στο παρελθόν, με
αποτέλεσμα την αποκοπή από την ομαλή ροή του χρόνου σε παρόν και
μέλλον στην αναμονή συνένωσης με το υπερβατικό τίποτα και με την
παράδοξη ενίοτε οπτική του συντελεσμένου. Ως εκ τούτου, η αποτύπωση της
πραγματικότητας τώρα καθίσταται τραγικότερη σε σχέση με τις
προηγούμενες συλλογές.
Στις 17 και 18 Μαρτίου του 1980 ο ποιητής αποπειράται ξανά να
αυτοκτονήσει με αναθυμιάσεις καμένου φαγητού. Στις 7 Μαΐου του 1980
αυτοκτονεί σε ηλικία 36 μόλις ετών, σε αγροτική τοποθεσία μεταξύ
Καπανδριτίου και Καλάμου της Αττικής, κατά τις πρώτες πρωινές ώρες,
εισπνέοντας τα καυσαέρια από την εξάτμιση του αυτοκινήτου του, τα οποία
διοχέτευσε με σωλήνα μέσα. Θα βρεθεί από την αστυνομία ξαπλωμένος στο
πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου. Το Μάιο του 1984 δημοσιεύεται από τις
εκδόσεις «Ύψιλον» η τελευταία συλλογή ποιημάτων του (Το σύνδρομο του
Ελπήνορα).[1]
Αν προσδιόριζε κανείς την ποιητική πορεία του Τραϊανού ευσύνοπτα, ο πιο
ακριβής χαρακτηρισμός θα ήταν μια κούρσα θανάτου, επιζητώντας την
αιώρηση στην άβυσσο, στην επικίνδυνη ιδιαίτερα επιτάχυνση προς το κενό
στις δύο τελευταίες συλλογές του. Λίγες μέρες ύστερα από την αυτοκτονία
του ποιητή, στις 18 Μαΐου του 1980, αυτοκτονεί επίσης ο τραγουδιστής των
«Joy Division» Ίαν Κέρτις σε ηλικία 24 μόλις ετών. Το τραγούδι του
«Disorder», εστιάζοντας στην απώλεια της γενικότερης αίσθησης με το
περιβάλλον, αποδίδει απόλυτα την ανάλογη εσωτερική αποδιοργάνωση των
δύο αυτών ατόμων, που οδηγήθηκαν στην αυτοκτονία την ίδια εποχή στην
αντίστοιχα ζοφερή, αλλά πολύ ιδιαίτερη διαδρομή τους σε ποίηση και
μουσική, συνιστώντας για εκείνους κατά περίπτωση τον ολότελα σκοτεινό
χώρο αυτοέκφρασης, με κοινή κατάληξη τον απότομο τερματισμό ζωής και
έργου.[2]
Από τη συλλογή Οι μικρές μέρες του Τραϊανού, στην «Αφίσα» προβάλλεται
έντονο το ζήτημα της οντολογικής βυθομέτρησης του υποκειμένου σε διαρκή
εσωτερική αστάθεια στην προοπτική ανίχνευσης και προσδιορισμού της
ύπαρξης.[3] Ως εκ τούτου, από την πρώτη συλλογή του Τραϊανού διαφαίνεται
η βίωση της κενής πραγματικότητας λόγω της μάταιης αναζήτησης
ουσιαστικών κινήτρων ύπαρξης στη θέαση ενός ολότελα αμφίβολου κόσμου
ως προς τη δυνατότητα ανταπόκρισης στις βαθύτερες υπαρξιακές
διερευνήσεις του υποκειμένου:

Μα επι τέλους τί είμαι


Εγώ που έψαυσα ένα χάρτινο πρόσωπο
Στημένο στην αμφιβολία των δρόμων
Στα σταυροδρόμια της σιωπής
(«Αφίσα»)
Από την αρχή της εν λόγω διαδρομής, λοιπόν, εντοπίζονται τραγικοί τόνοι ως
προς την ρεαλιστική αποδόμηση συνολικά απορριπτέας ζωής ως ανάξια
βιωμένης, προς υπέρβαση της απόμακρης από υπαρξιακούς κλυδωνισμούς
νεορομαντικής ενατένισης, με διατήρηση της σταθερότητας στον περιορισμό
σε αυτή την περίπτωση στην ήπια μελαγχολική διάθεση:

Μια ζωή γέμισα μια ζωή γεμάτη ινδάλματα […]


Κλείνουν οι δρόμοι ένας ένας
Κλείνουνε πίσω
Πίσω απ’ τα κουρασμένα πόδια μας
Με τα χλωμά παράθυρα με τα φτωχά ινδάλματα
Λόγχη του χρόνου ικρίωμα του καιρού
Κλείνουν τα πρόσωπα τα μάτια μέσα μου
Βαραίνω
(«Μια ζωή γέμισα»)

Γίναν οι στοχασμοί σβησμένα αποτσίγαρα


Γίναν καφέδες
Γίνεται κάποια αποσύνθεση
Κάτω από μια βυσσινί πιτζάμα
Σε σχήμα οκλαδόν ενίοτε
(«Το σχήμα»)
Για τον έντονα ρεαλιστικό χαρακτήρα στην ποίηση του Τραϊανού ως προς τη
μετάγγιση αυθεντικών βιωμάτων στην ποιητική απόδοση προς επικύρωση της
απόλυτης συνέπειας ζωής και έργου στον συγκεκριμένο ποιητή,
ενδιαφέρουσες οι παρακάτω παρατηρήσεις του Ζήρα:
«Η ποίηση του Αλέξη Τραϊανού είναι εντελώς γειωμένη, με την έννοια ότι
αδιάκοπα σχετίζεται με πραγματικά περιστατικά, με προσωπικές εμπειρίες, ή,
αντίστροφα, το πραγματικό γεγονός (πραγματικό, στο βαθμό που έχει συμβεί
και έχει μετουσιωθεί στον κόσμο του ποιητή) χρησιμοποιείται πάντοτε ως
πυρηνικό σημείο, ως πρώτη ύλη από την οποία ανάγεται στο επίπεδο του
βιώματος και της ποιητικής πράξης.
Σε αντίθεση μάλιστα με άλλους παλαιότερους ή συνομήλικούς του ποιητές,
[…] ο Τραϊανός δεν μεταφέρει το εμπειρικό γεγονός σε ένα άλλο επίπεδο,
δίνοντάς του μια συμβολική σημασία. Κρατάει το γεγονός με μια
απελπισμένη επιμονή στις “συμβατικές” του διαστάσεις, στα πραγματικά του
όρια, στο γνώριμο γι’ αυτόν περίγραμμα. Το μυθοποιεί βέβαια, αλλά δεν το
διογκώνει, δεν το διαστέλλει, παρ’ ό,τι φαίνεται το αντίθετο. Η εφιαλτική
εμπειρία, ο τρόμος, η αίσθηση του μάταιου, του κενού και της ασφυξίας,
είναι δικές του εμπειρίες, συνυφασμένες με τις φαντασιώσεις του».[4]
Αναλυτικότερα, στη συλλογή: Οι μικρές μέρες, αποτυπώνεται ο εγκλωβισμός
του ποιητικού εγώ σε ασφυκτικό ερμητισμό ως επακόλουθο της έλλειψης
εμπιστοσύνης σε μια ανηλεή κοινωνική πραγματικότητα ως προς την κάλυψη
των επιδιώξεών του, όπως αυτή ανακλάται στην παρακάτω χαρακτηριστική
περιγραφή εσωτερικής αποσύνθεσης:[5]

Πέφτουν νερά
Ξυπνά η φρίκη κι αντικατοπτρίζεται
Μ’ ένα ξεχτένιστο κεφάλι
Με ξεσκισμένες πόρτες
Στη μουσική που γέμισε στη θλίψη
Και στων εντόμων τις φωνές
Σ’ αυτό το σώμα π’ αγκαλιάζει τη σποδό του
(«Ερμητικές κάμαρες»)

Επιπλέον, στους παρακάτω στίχους αποτυπώνεται η νέκρωση κάθε


λειτουργίας στην πολιτεία σε συνάρτηση με το ανάλογα αδρανές ως προς
κάθε δραστηριότητα υποκείμενο:

Νεκρώσιμη πολιτεία παροπλισμένα σπίτια


Με ράχες παραθύρων κλειστές σ’ έν’ άγουρο φεγγάρι
Τσαλακωμένα όνειρα σ’ εφημερίδες
(«Η αφαίρεση»)
Αναφορικά με την πρώτη συλλογή του Τραϊανού ορθά επισημαίνεται από το
Γαραντούδη ότι: «Η υποβολή δυσοίωνων ψυχικών καταστάσεων
κατορθώνεται ενίοτε με έναν λόγο άμεσο, ευθέως αναφορικό και
απερίστροφα ρεαλιστικό [….]. Η αποστροφή προς εαυτόν ή προς ένα απόν
πρόσωπο αντηχεί μάλλον ως ρητορικό πρόσχημα, παρά ως προσπάθεια
σύναψης διαλόγου, αφού ο ποιητικός λόγος αρθρώνεται εκ των υστέρων,
όταν πια κάθε ελπίδα και προσδοκία έχουν ματαιωθεί, με σκοπό να
αποτιμήσει προσωπικές και συλλογικές απώλειες. Οι παρελθούσες μέρες
είναι οριστικά χαμένες και οι παρούσες πιεστικά μικρές».[6]
Εύστοχα για την έντονη τάση υπαρξιακού μηδενισμού στην ποίηση του
Τραϊανού ο Γιώργος Βέης παρατηρεί: «Ο Αλέξης Τραϊανός πρότεινε μιαν
ιδιαίτερα ρεαλιστική ποιητική γραφή, όπου τα πράγματα απογυμνώνονται
από οποιαδήποτε μεταφυσική αίγλη. Ο κόσμος εκμηδενίζεται μια και το ίδιο,
το αδηφάγο και αδέκαστο εγώ του ίδιου του ποιητή δεν γνωρίζει καμιά
κάθαρση, παρά τις φιλότιμες προσπάθειές του, δεν απολαμβάνει σχεδόν
τίποτα και τελικά δεν επιζεί».[7]
Στην εκτεταμένη αφήγηση από το ομότιτλο με τη συλλογή ποίημα: «Η
κλεψύδρα με τις στάχτες», συναρθρώνονται παραληρηματικές εικόνες, με το
υποκείμενο στη βυθομέτρηση της ύπαρξης διεκδικώντας την υπερβατική
νύχτα ως διέξοδο στην πλήρη βίωση μιας ανενεργής ζωής.
Αντιπροσωπευτικοί οι παρακάτω στίχοι:

Κάποιο πρωί θα ξυπνήσουμε δίχως πρωί


Τα μάτια μας θα ’χουν γκρεμιστεί μέσα στη νύχτα
Φώτα σβηστά βλέφαρα ασύνταχτα
Γράμματα μπερδεμένα μες στα κουρελιασμένα χείλια μας
Μασώντας την τελευταία μας λέξη σαν ξέφτι [….]

Αυτή η συνέχεια η συνέπεια


Να μην περιμένεις τίποτα
Να ξεφύγεις απ’ ό,τι ήθελες να ξεφύγεις
Να ξεχάσεις αυτό που θα ’θελες να ξεχάσεις
Να μην υπάρχεις σ’ αυτά που υπάρχεις [….]

Μόνον εγώ το ξέρω πώς περνώ τις μέρες μου


Χαρούμενα με τούτο τον πονόδοντο στο στήθος
Μόνον εγώ μες στων χεριών μου τη γωνιά
Μόνος το είδα το φαρμακείο να δηλητηριάζεται

Τα βότανα ανεβαίνουν στα κλωνιά τους


Κι οι λέξεις μαύρισαν σε μελανοδοχεία αόμματα
Θλιβεροί αστοί έρπουν στις λεωφόρους
Ταξιδεύουν μέσα σε κίτρινα χαρτιά κουτιά
Κίτρινα απογεύματα ταξιδεύουν
Δοκιμάζουν νερό με το πόδι τους
Λίγο πριν μπουν στον υπόνομο.
Σε αυτή τη βάση, ενδιαφέρουσες οι παρακάτω παρατηρήσεις του
Στογιαννίδη για τη συλλογή: Η κλεψύδρα με τις στάχτες: «Το κλίμα γίνεται
οδυνηρό. Το μελαγχολικό τοπίο, το γεμάτο υγρασία και σιωπή,
μεταμορφώνεται σε μια φριχτή ερημιά. Η ζωή σχεδόν απουσιάζει ή, αν
υπάρχει, τα χαρακτηριστικά της έχουν αλλοιωθεί. Τα πουλιά βογγούν αντί να
κελαηδούν, το φώς είναι μαύρο, οι τοίχοι βουλιαγμένοι, οι πεταλούδες
βρώμικες, φίδια παραθερίζουν μέσα στο αίμα μας, κλίμα σαν κι εκείνο που
ζήσαμε σε διηγήματα τρόμου και φρίκης.[….].
[….] Άλλοτε είχε το κουράγιο να σκύψει και να μυρίζει το άρωμα των
χαμένων ημερών, πριν αποπειραθεί να εγκατασταθεί στο χάος. Τώρα,
πραγματοποιώντας την απόφαση εκείνη να μην περιμένει τίποτα, να ξεχάσει
αυτό που ήθελε να ξεχάσει, να μην υπάρχει μέσα στο υπαρκτό, δεν θα
παραλείψει μέσα από την ανυπαρξία του να μιλήσει.
[….] Διωγμένος απ’ το παρόν, κυκλοφορεί στο σπαραγμένο του παρελθόν.
Είναι μια μνήμη παλιά που έχει γεράσει μέσα στα παιδικά του χρόνια και
φέρνει στην επιφάνεια σκονισμένα αναμνηστικά που έχουν το χρώμα
ρημαγμένης βιολέτας.
Ο Αλέξης Τραϊανός “ξεκοιλιάζει” συνεχώς μια μνήμη νεκρή για να
ξανανθίσει, πιστεύει πως κάποτε μες απ’ τον ρημαγμένο του παράδεισο θα
ξεπεταχτεί ένα λουλούδι που θα μοσχοβολήσει τον κόσμο του, τον κόσμον
αυτόν που μάχεται ν’ αναστήσει με πολλή πίκρα κι αφόρητη οδύνη.[….]
Ο χώρος του Τραϊανού θυμίζει ερημιά. Όμως ο ποιητής είναι ανίκανος να τη
μεταμορφώσει σε όαση. Μάλλον αφήνεται να υποστεί τη διάβρωσή της.[….]
Επιμένει στο τίποτα, θέλει να ξεχάσει αυτό που κάποτε σκέφτηκε να ξεχάσει,
να μην υπάρχει μέσα στο υπαρκτό».[8]
Για το ιδιάζον ποιητικό σύμπαν του Τραϊανού, η Μάρω Τριανταφύλλου
αναφέρει: «Έχει κανείς την αίσθηση ότι το σύνολο της ποιητικής του
δημιουργίας είναι ένα και μοναδικό ποίημα που αναπλάθεται για να
καταγράψει τον εφιάλτη μιας προσωπικής Οδύσσειας μέσα στο κλειστό και
ασφυκτικό σύμπαν του διαμερίσματος. Η παρηγοριά της Ιθάκης απουσιάζει
παντελώς. [….]
Χωρίς να καταργεί την Ιστορία, η ποίησή του λειτουργεί με τους νόμους ενός
χρόνου συμπαγούς, ακίνητου και απειλητικού. Οι χρονικές διαβαθμίσεις δεν
υπάρχουν, το χτες, το σήμερα, το αύριο χάνουν τη σημασία τους,
μπερδεύονται σ’ ένα παρόν απελπισμένο και ολεθροτόκο. Επιστροφές στην
παιδική ηλικία, εμμονές σε καταστάσεις βιωμένες στην εφηβεία,
ματαιώσεις».[9]
Χαρακτηριστική, επίσης, η αποτύπωση της έντονης αυτοκαταστροφικής
τάσης στην ποίησή του, στη σταθερή βάση ροπής του προς τον υπαρξιακό
μηδενισμό από συνδυασμό ανίας και αγανάκτησης ως άμεσα απότοκα της
κοινωνικής απαρέσκειας:

Το πρόσωπό μου ένα λίγο


Το απειλώ μέσα σε κάθε χρώμα
Ύστερα απ’ τις ναρκωτικές μποτίλιες του φεγγαριού
Νωρίς το πρωί όπως στις εκτελέσεις
(«Πάρκο του φεγγαριού»)

Καταστρέφω το πρόσωπό μου

Η οδύνη μου είναι από σένα


Γλίστρησε μέσα στο αίμα
Ο ήχος των λέξεων ο κίνδυνος
Ένα σωσίβιο με μολύβια
(«Χάρτης διακοπών»)

Γελοίο το πλήθος συνωθείται γύρω μου


Όπως σ’ ένα χυδαίο όνειρο αμερικάνικο περίπου
Με ζαχαρένια σπίτια πουκάμισα περιτυλίγματος
(«Πυροβολώ την τούρτα με κεράκια»)
Ως προς την τελευταία συλλογή του Τραϊανού αξίζει να αναφερθεί ότι η
λεπτομερειακή περιγραφή μιας τόσο ανυπόφερτης πραγματικότητας ως προς
την ολική έλλειψη προοπτικής στο τέλμα δωματίου επικυρώνει την απόφαση
τέλους ως νομοτελειακή αναγκαιότητα απεγκλωβισμού από μια εντελώς
απεχθή ζωή:
Ξαπλωμένος
Απ’ τη μισάνοιχτη πόρτα
Του δωματίου μου
Βλέπω πάντα το ίδιο τοπίο

Τη μισάνοιχτη πόρτα του αποχωρητηρίου


Μισή άσπρη λεκάνη
Μισό μαύρο καπάκι
Το σφουγγαρόπανο για τα δάκρυα
Καμένα μάτια φαντασμάτων
Στο λεπρό καθρέφτη
(«Σύνδρομο του Ελπήνορα ή Έτοιμος»)

Ψάχνοντας τ’ όνομά μου


Ψάχνοντας γι’ αέρα ’δω μέσα
Χώρους όσφρησης για μια φράση
Τώρα που ο κόσμος αναπνέει τη βρώμα του
Αντισηπτικά οράματα
Ανταλλακτικά του κενού
(«20-10-44»)
Συνεπώς, εστιάζοντας στην τελευταία του συλλογή επισημαίνεται ότι «βάση
της ποίησης του Τραϊανού είναι το μηδενιστικό εγώ και κύρια στοιχεία της η
αγωνία που προκαλείται από ακραίες υπαρξιακές καταστάσεις (θάνατος,
φθορά), το βίωμα του άχρονου και η αθώα, προσυνειδητή πρόσληψη των
πραγμάτων».[10] Ως προς την έντονη τάση εσωτερικής σύγχυσης στο: Το
σύνδρομο του Ελπήνορα, με κέντρο αναφοράς την ανάλογη αίσθηση
αποδιοργάνωσης στον κόσμο ως βάση για την ρεαλιστική αναπαράσταση
στην ποίηση, ο Βέης ορθά παρατηρεί: «Στην αποφορά της περιρρέουσας
ατμόσφαιρας και στον γενικότερο εκμαυλισμό που διαβρώνει τους πάντες, ο
Αλέξης Τραϊανός δεν έχει να αντιπαραθέσει σχεδόν τίποτα. Καταρρέει και
μαζί του καταρρέει το όνειρο πολλών που πίστεψαν στην αποκατάσταση των
φθαρμένων αξιών της ανθρωπιάς και του έρωτα, που χάθηκαν μέσα απ’ τα
ίδια τους τα χέρια».[11]
Συνοψίζοντας, πολλά ακόμη μπορούν να ειπωθούν για το κλειστοφοβικό
πλαίσιο της ποίησης του Τραϊανού. Πρόκειται για στίχους που σηματοδοτούν
την ανάγκη για απόδραση σε μια άλλη κοινωνική πραγματικότητα, εκεί όπου
το γήινο- πεπερασμένο μπορεί να αντικατασταθεί από το υπερβατικό,
άρρηκτα συνυφασμένο με την προοπτική ευόδωσης των ανεκπλήρωτων
στόχων της ζωής σε ένα πολλά υποσχόμενο επέκεινα.
[1] Για το χρονολόγιο της ζωής και του έργου του ποιητή, αναλυτικότερα, βλ. Αλέξης
Τραϊανός, Φύλακας Ερειπίων: Τα ποιήματα, επιμ. Αλέξης Ζήρας-Στέφανός
Μπεκατώρος, εκδ. Πλέθρον, Αθήνα 1991, σσ.307-315.
[2] Για τη ζωή του Ίαν Κέρτις και τη σύντομη, αλλά σημαντική μουσική του διαδρομή
ως βάση για τη διαμόρφωση μετέπειτα της ροκ μουσικής σκηνής, βλ. αναλυτικά
Νίκος Κομπολάκης, «Ίαν Κέρτις-Ο πρωτοπόρος αυτόχειρας»,
<http://www.flowmagazine.gr/ian_curtis_protoporos_autoxeiras/>, 11 Δεκεμβρίου
2016.
[3] Για τα ποιήματα του Αλέξη Τραϊανού που παρατίθενται και ερμηνεύονται εδώ
χρησιμοποιείται η συγκεντρωτική έκδοση, Αλέξης Τραϊανός, Φύλακας ερειπίων: Τα
ποιήματα, επιμ. Αλέξης Ζήρας-Στέφανος Μπεκατώρος, εκδ. Πλέθρον, Αθήνα 1991.
[4] Αλέξης Ζήρας, «Η Συνείδηση του Μηδενός: μια ανάγνωση της ποίησης του Αλέξη
Τραϊανού» στο: Αλέξης Τραϊανός, Φύλακας ερειπίων: Τα ποιήματα, επιμ. Αλέξης
Ζήρας-Στέφανος Μπεκατώρος, εκδ. Πλέθρον, Αθήνα 1991, σ.289.
[5] Για το ερμηνευτικό βάθος του πρώιμου ποιήματος «Ερμητικές κάμαρες» ως
βασικό κλειδί κατανόησης των μετέπειτα βασικών συμβόλων στην ποίηση του
Τραϊανού, βλ. Γιώργος Βέης, «Όταν τα γυαλικά της ποίησης σπάνε σε κάμαρες
ερμητικές», Αντί, τχ.240 (2 Σεπτεμβρίου 1983), σσ.40-41.
[6] Αναλυτικότερα, βλ. Ευριπίδης Γαραντούδης, Από τον μοντερνισμό στη σύγχρονη
ποίηση (1930-2006), εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 2007,σ.297-298. Επίσης, βλ. το ίδιο
κείμενο του Γαραντούδη για την ποίηση του Τραϊανού στο Ευριπίδης Γαραντούδης,
«Αναφορά στην ποίηση του Αλέξη Τραϊανού», Εντευκτήριο, τχ. 20 (Οκτώβριος 1992),
σσ.35-40.
[7] Γιώργος Βέης, «Απ’ τη φθορά των αδιεξόδων στην αφθαρσία του
λόγου», Διαβάζω, τχ.119 (22 Μαΐου 1985), σ.59.
[8] Γ.Ξ.Στογιαννίδης, «Αλέξης Τραϊανός: Ένας Θεσσαλονικιώτης ποιητής της
πληγωμένης μνήμης», Πλανόδιον, τχ. 13 (Δεκέμβριος 1990), σσ.458-459,461.
[9] Μάρω Τριανταφύλλου, «Ξαναδιαβάζοντας τα ποιήματα του Αλέξη
Τραϊανού», Πλανόδιον, τχ.17 (Δεκέμβριος 1992), σσ.596-597.
[10] Στέφανος Μπεκατώρος, «Ποίηση ερειπίων», Πρώτη, 19 Απριλίου 1986.
[11] Γιώργος Βέης, «Απ’ τη φθορά των αδιεξόδων στην αφθαρσία του λόγου»,
ό.π.σ.60.
Ο Κοσμάς Κοψάρης είναι Δρ. Φιλολογίας Π.Ι., Υπ. Δρ. Ιταλικής Γλώσσας και Φιλολογίας
Α.Π.Θ., Μεταδιδακτορικός Ερευνητής Ιταλικής Γλώσσας και Φιλολογίας Α.Π.Θ.,
Μεταδιδακτορικός Ερευνητής Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας Ε.Κ.Π.Α., κριτικός
Λογοτεχνίας-Θεάτρου-Κινηματογράφου.
Αλέξης Τραϊανός
Προσθήκη γλωσσών
Λήμμα
Συζήτηση
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Επεξεργασία κώδικα
Προβολή ιστορικού
Εργαλεία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Αλέξης Τραϊανός

Γενικές πληροφορίες

Όνομα στη Αλέξης Τραϊανός (Ελληνικά)


μητρική γλώσσα

Όνομα γεννήσεως Αλέξανδρος Ζαβατάρης

Γέννηση 20 Οκτωβρίου 1944


Θεσσαλονίκη

Θάνατος 7 Μαΐου 1980


Καπανδρίτι Αττικής

Συνθήκες θανάτου αυτοκτονία

Ψευδώνυμο Αλέξης Τραϊανός


Ο Αλέξης Τραϊανός (πραγματικό όνομα Αλέξανδρος Ζαβατάρης, 20 Οκτωβρίου 1944 - 7 Μαΐου 1980) ήταν
Έλληνας ποιητής της γενιάς του '70, μεταφραστής και κριτικός ποίησης.

Βιογραφικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]


Ο Αλέξης Τραϊανός (φιλολογικό ψευδώνυμο του Αλέξανδρου Ζαβατάρη) γεννήθηκε στις 20 Οκτωβρίου 1944
στη Θεσσαλονίκη.
To 1963 εισάγεται στο Οικονομικό της Νομικής του ΑΠΘ. Έχει ήδη ξεκινήσει να ασχολείται με την ποίηση, όταν το
1967, μεταφράζει νέγρικη ποίηση. Λίγο αργότερα, πραγματοποίησε την πρώτη του αποτυχημένη απόπειρα
αυτοκτονίας.
Παντρεύτηκε το Μάιο του 1969 και εκδόθηκε 'κοινή υπαιτιότητι' το διαζύγιο του το Φεβρουάριο του 1975. Το 1972
πήρε το πτυχίο του και προσλήφθηκε στην Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας, από την οποία πήρε μετάθεση για
την Αθήνα το 1979.
Αυτοκτόνησε στις 7 Μαΐου του 1980 στο Καπανδρίτι Αττικής[1]. Ανήκει στους ποιητές της γενιάς του '70[2].

Το έργο του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]


Υπήρξε ο πρώτος που μετέφρασε beat ποίηση στα ελληνικά, καθώς και μέρος από το έργο του Τσέζαρε
Παβέζε και του Τσαρλς Μπουκόφσκι. Η ποίηση του λείπει από τις περισσότερες ανθολογίες σύγχρονων Ελλήνων
ποιητών, όπως και από τα βιβλία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και της Ακαδημίας.
Η γραφή του είναι ελλειπτική και συνάμα καταγγελτική. Η φόρμα παίζει καθοριστικό ρόλο, καθώς τα όρια
καραδοκούν στον εσωτερικό και στον εξωτερικό κόσμο του ποιητή. Η γλώσσα είναι ανανεωτική και άμεση. Ο
Βασίλης Στεριάδης έγραψε στην Καθημερινή το 1978:
Η φιλοσοφική-υπαρξιακή θέση του Α. Τ. είναι ακραία. Η ατμόσφαιρα των ποιημάτων του είναι σε οριακό σημείο
φορτισμένη από τον κίνδυνο της ακροβασίας του μυαλού και σαν τοξινωμένη, σε μια λειτουργία όπου κάθε στιγμή
το παιχνίδι με τα νεύρα μπορεί να χαθεί...

Εργογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]


Ποιητικές συλλογές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
 «Οι μικρές μέρες», εκδόσεις Τραμ, Θεσσαλονίκη, 1973
 «Η κλεψύδρα με τις στάχτες», εκδόσεις Εγνατία, Θεσσαλονίκη 1975
 «Το δεύτερο μάτι του Κύκλωπα / Cancerpoems», εκδόσεις Τραμ, Θεσσαλονίκη, 1977
 «Το σύνδρομο του Ελπήνορα», εκδόσεις Ύψιλον, Αθήνα, 1984
 «Φύλακας Ερειπίων – Τα ποιήματα» (συγκεντρωτική έκδοση, επιμέλεια Σ. Μπεκατώρου-Α. Ζήρα),
 εκδόσεις Πλέθρον, Αθήνα, 1991
Δοκίμια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
«Το απόν και το παρόν πάθος», περιοδικό Καινούργια Εποχή, 1976 Δοκίμια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Διπλωματική Διατριβή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μίλτος Σαχτούρης και η γενιά του ΄70 : η περίπτωση του Αλέξη Τραϊανού

https://search.lib.auth.gr/Record/518092

Συγγραφή απο Οργανισμό/Αρχή:

Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Τομέας Μεσαιωνικών και Νέων Ελληνικών Σπουδών

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής

Κύριος συγγραφέας: Κανάρη, Βασιλική

Θέματα:
Τραϊανός, Αλέξης, > 1944-1980 > Κριτική και ερμηνεία
Σαχτούρης, Μίλτος, > 1919-2005 > Κριτική και ερμηνεία
Διπλωματικές Διατριβές, Ακαδημαϊκές > Ελλάδα

Διδακτορική διατριβή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όψεις της καρυωτακικής επίδρασης στην ποιητική γενιά του '70: οι περιπτώσεις των Κατερίνα Γώγου,
Αλέξη Τραϊανού και Αντώνη Φωστιέρη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Συγγραφέας Κοψάρης, Κοσμάς του Ευάγγελος

Ημερομηνία 2019

Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Σχολή Φιλοσοφική. Τμήμα Φιλολογίας. Τομέας Μεσαιωνικής και


Ίδρυμα
Νεοελληνικής Φιλολογίας

https://www.didaktorika.gr/eadd/handle/10442/46313
Μεταφράσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
 Ανθολογία νέγρων ποιητών (1969, Εκδόσεις Εγνατία)
 Μεταπολεμική αμερικάνικη ποίηση (1979, Αγροτικές Συνεταιριστικές Εκδόσεις)
 Μπουκόφσκι.Επιλογή από το έργο του (1980,Εκδόσεις Η μικρή Εγνατία)
 Τσέζαρε Παβέζε-Ο θάνατος θα 'ρθει και θα χει τα μάτια σου (1988, Μετάφραση του Αλέξη Τραϊανού και
 του Ευριπίδη Γαραντούδη, Εκδόσεις Υπόστεγο)

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]


1. ↑ Ο θάνατός του προήλθε από ασφυξία που προκάλεσε διοχετεύοντας στο εσωτερικό του αυτοκινήτου
του τα καυσαέρια από την εξάτμιση.
2. ↑ Καλαμαρας, Βασίλης Κ. (31-05-11). «Γιάννης Βαρβέρης: Ολες οι τέχνες έκλαψαν γι'
αυτόν». Προσωπική ματιά (Ελευθεροτυπία). Ανακτήθηκε στις 2011-08-14.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]


 Μαρωνίτης, Δ.Ν. "Η γοητεία της Αυτοκτονίας", Το Βήμα της Κυριακής, 2 Νοεμβρίου 1986.
 Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου, "Ταξιδεύοντας στη δροσερή νύχτα" (1991)
 ''Η μικρή βόλτα του νεκρού ποιητή (Αλέξης Τραϊανος)'', χωρίς ήχο μαυρόασπρη ερασιτεχνική ταινία 8mm
 του στενού του φίλου Μίλτου Αρβανιτάκη, όπου παίζει ο ίδιος και γυρίστηκε το 1967 στην Θεσσαλονίκη.
 "Αλέξης Τραϊανός" (Μάιος 2013). Ταινία ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους του Τάσου Ψαρρά, σε
 σκηνοθεσία Απόστολου Κρυωνά, εντεταγμένη στη σειρά της ΕΡΤ "Εποχές και Συγγραφείς". Η ταινία
 προβλήθηκε σε πρώτη προβολή στις 30 Μαρτίου 2014 στον Πολυχώρο Τέχνης του Δήμου Καλαμαριάς
 σε εκδήλωση μνήμης για τον ποιητή και σε δεύτερη προβολή, με παρουσία και του παραγωγού της
 Τάσου Ψαρρά, στις 22 Απριλίου 2014 στο βιβλιοπωλείο "Βιβλιορυθμός" της Θεσσαλονίκης. Η ταινία
 προβλήθηκε από το κανάλι ΕΝΑ (Ν) της ΝΕΡΙΤ την Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου 2014.
 Διπλωματική Διατριβή https://search.lib.auth.gr/Record/518092
 Διδακτορική Διατριβή https://www.didaktorika.gr/eadd/handle/10442/46313
Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
 Δυο ποιήματα του Αλέξη Τραϊανού
 Αλέξης Τραϊανός
 Διπλωματική Διατριβή https://search.lib.auth.gr/Record/518092
 Διδακτορική Διατριβή https://www.didaktorika.gr/eadd/handle/10442/46313

Η μικρή βόλτα του νεκρού ποιητή

''Η μικρή βόλτα του νεκρού ποιητή (Αλέξης Τραϊανος)'', χωρίς ήχο μαυρόασπρη ερασιτεχνική
ταινία 8mm του στενού του φίλου Μίλτου Αρβανιτάκη, όπου παίζει ο ίδιος και γυρίστηκε το 1967
στην Θεσσαλονίκη.

https://www.youtube.com/watch?v=CX_AycUhntY
https://whenpoetryspeaks.gr/2020/10/%CE%B1%CE%BB
%CE%B5%CE%BE%CE%B7%CF%83-

ΑΛΕΞΗΣ ΤΡΑΪΑΝΟΣ
Αφήστε ένα Σχόλιο / ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΠΟΙΗΣΗ / Από Ανδρέας Καρακόκκινος
Ο Αλέξης Τραϊανός (φιλολογικό ψευδώνυμο του Αλέξανδρου Ζαβατάρη) γεννήθηκε στις 20
Οκτωβρίου 1944 στη Θεσσαλονίκη. To 1963 εισάγεται στο Οικονομικό της Νομικής του ΑΠΘ. Έχει
ήδη ξεκινήσει να ασχολείται με την ποίηση, όταν το 1967, μεταφράζει νέγρικη ποίηση. Λίγο
αργότερα, πραγματοποίησε την πρώτη του αποτυχημένη απόπειρα αυτοκτονίας. Το 1972 πήρε το
πτυχίο του και προσλήφθηκε στην Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας, από την οποία πήρε μετάθεση
για την Αθήνα το 1979.
Αυτοκτόνησε στις 7 Μαΐου του 1980 στο Καπανδρίτι Αττικής

ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ
Ποιητικές συλλογές
«Οι μικρές μέρες», εκδόσεις Τραμ, Θεσσαλονίκη, 1973
«Η κλεψύδρα με τις στάχτες», εκδόσεις Εγνατία, Θεσσαλονίκη 1975
«Το δεύτερο μάτι του Κύκλωπα / Cancerpoems», εκδόσεις Τραμ, Θεσσαλονίκη, 1977
«Το σύνδρομο του Ελπήνορα», εκδόσεις Ύψιλον, Αθήνα, 1984
«Φύλακας Ερειπίων – Τα ποιήματα» (συγκεντρωτική έκδοση, επιμέλεια Σ. Μπεκατώρου-Α. Ζήρα),
εκδόσεις Πλέθρον, Αθήνα, 1991

ΔΟΚΙΜΙΑ

«Το απόν και το παρόν πάθος», περιοδικό Kαινούργια Eποχή, 1976


ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ
Ανθολογία νέγρων ποιητών (1969, Εκδόσεις Εγνατία)
Μεταπολεμική αμερικάνικη ποίηση (1979, Αγροτικές Συνεταιριστικές Εκδόσεις)
Μπουκόφσκι.Επιλογή από το έργο του (1980,Εκδόσεις Η μικρή Εγνατία)
Τσέζαρε Παβέζε-Ο θάνατος θα ‘ρθει και θα χει τα μάτια σου (1988, Μετάφραση του Αλέξη
Τραϊανού και του Ευριπίδη Γαραντούδη, Εκδόσεις Υπόστεγο)

.
ΜΙΚΡΕΣ ΜΕΡΕΣ (1973)

[Ενότητα Υδρία]
ΥΔΡΙΑ
Σου έδινα συνέχεια σου έδινα
Και συ έπαιρνες συνέχεια έπαιρνες
Και δεν ήξερες πως παίρνεις
Δεν ήξερες κι ούτε ποτέ θα ξέρεις
Πώς η ψιχάλα γίνεται βροχή
Κατακλυσμός η βροχή κι ύστερα θύελλα
Και μένεις γυμνός δίπλα στο γκρεμισμένο σπίτι
Δίχως φωτιά δίχως βοήθεια
Στην τέλεια εγκατάλειψη στην πλήρη ερημιά
Όπως αδειάζει μια κάμαρα σαν αφαιρέσεις
Έναν πίνακα ή κάποιον καθρέφτη
Κάτι δικό σου τέλος πάντων
Αναπόσπαστο με τον εαυτό σου
Που σ’ όριζε να υπάρχεις δεμένος μαζί του
Και τώρα μόνο να θυμάσαι ξέρεις
Τώρα που λιγοστεύει η βροχή πάνω απ’ την πόλη
Και ξημερώνει πάλι όπως αύριο όπως χτες
Στα προπύλαια τούτης της μέρας παρατημένος
Θα σε θυμάμαι
Όπως το τελευταίο όνειρο τον τελευταίο λυγμό
Με μιαν υδρία ποιήματα κάθε πρωί

ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ
Η απουσία σου μικραίνει τον ουρανό

Έρχεται φεύγει
Πατά στα νύχια
Ξεκλειδώνει τις πόρτες
Στο ψύχος των μοναχικών χεριών

Τι άσχημα είναι σ’ αυτή την πολική τοποθεσία


Τι άσχημα κλεισμένος μες στο αρκτικό μου σπίτι.

[Ενότητα Μικρές μέρες]


ΟΙ ΜΙΚΡΕΣ ΜΕΡΕΣ
Καλοκαίρι στεγνό κίτρινο
Φωλιασμένο στις ρυτίδες των πεύκων
Φωλιασμένο πάλι και πάλι φορώντας το χρόνο
Απουσία και νύχτα
Προσωπείο χλωμό σαν κερί μες στη σκυμμένη αγάπη
Προσωπείο κλεισμένο σε μελανές κάμαρες
Βλέποντας τα δέντρα του λωτού να ψηλώνουν
Σε μελανές κάμαρες τους λωτούς να πληθαίνουν
Ανάστημα από σιωπή
Δάπεδο φυτεμένο την απομόνωση

Έπειτα τόσες φορές πέρασε


Εκείνος ο δυνατός άνεμος
Γκρέμισε αρκετά δέντρα άλλα μαράθηκαν
Ήρθε η μνήμη γυναίκα γυμνή
Ξεσκεπάζοντας ένα χώρο από καθρέφτες
Αρχίζοντας το παιχνίδι
Που προσπαθούμε να συγκολλήσουμε
Μικρά μικρά κομματάκια τις χαμένες μας μέρες
Όλο σκόνη και στάχτη

Παίζουμε πάντα το ίδιο παιχνίδι


Χρώματα φωτεινά χρώματα θαμπωμένα
Κερδίζοντας ολοένα την ήττα μας
Κερδίζοντας ακίνητοι ανέκφραστοι
Το βαρύ νόημα να υπάρχουμε
Μέρες ματωμένες από ράμφη πουλιών
Ριγώνοντας τη ζωή μας

Οι μικρές μέρες χωράν μεγάλες λύπες

ΜΙΑ ΖΩΗ ΓΕΜΙΣΑ


Μια ζωή γέμισα μια ζωή γεμάτη ινδάλματα
Βιαστικό πέρασμα της ορφανής μουσικής
Ανάμεσα στα πιο λευκά οστά
Εκεί που πάγωναν τα κρύσταλλα
Κι αρχίζανε τα μάτια να θυμούνται
Τυχαία πρόσωπα ολότελα τυχαία
Εκεί που κλείστηκαν οι πεθαμένοι
Βαλμένοι σε μια πέτρα σε μια κίνηση
Αποκοιμίζοντας τον έρωτα σε άλλα γόνατα
Σάρκα στυφή κομμένη από σώματα που έγερναν
Σε χρώματα ηλιακά μέρες και δρόμους
ΑΚΡΟΠΟΛΕΩΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ ΡΟΣΤΑΝ
Χρώματα μέρες δρόμοι που έζησα

Κλείνουν οι δρόμοι ένας ένας


Κλείνουνε πίσω
Πίσω απ’ τα σκουριασμένα πόδια μας
Με τα χλωμά παράθυρα με τα φτωχά ινδάλματα
Λόγχη του χρόνου ικρίωμα του καιρού
Κλείνουν τα πρόσωπα τα μάτια μέσα μου
Βαραίνω

Πώς χώρεσαν
Πώς χώρεσαν όλα μέσα μου μ’ αγάπη

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ 1967 μ.Χ.


Μνήμη Γιώργου Σεφέρη

Ο ήλιος πάντα ο ήλιος και η καρδιά του


Που σε πυρπόλησε όλο το μεσημέρι
Διαβάζοντας αμετανόητα τα ωροσκόπια εποχών
Που σ’ ανταμώνουνε τις άσπρες νύχτες
Τα φάσματα ετοιμάζει
Στην επιφάνεια του μάρμαρου την πρώτη ορμή ξυπνώντας
Σε κρίνα που πετρώσανε
Από την άλλη κατεύθυνση του ανέμου
Τη διαστολή του νερού
Ή την τελετή στο κάτω κάτω
Που κυκλώνεται μέσα στο χρόνο
Και μένει το κενό που δε γεμίζει πια

Και μένει το κενό κι ένα σωρό σπασμένα πράγματα


Τ’ αγγίζεις στη σιωπή που κύλησε στο αίμα
Και το ξεπέρασε
Χωρίς συνοχή δίχως την πρώτη κίνηση
Και μένει το κενό
Και των σωμάτων η παλιά ακρίβεια
Αναλωμένη σ’ υστερόγραφα εγχρώμων καρτ ποστάλ
Κι αρνητικά φακών
Που ξεψυχάνε στα υπαίθρια αναψυκτήρια
Των θερινών ερώτων
Σιγά σιγά
Όπως οι μέρες μας
Στ’ αναρρωτήρια της ποίησης μετακομίζουν
Σιγά σιγά

Και μένει το κενό


Και μένει άδειος ο ουρανός
Από πουλιά και σύννεφα και σύνθετες εικόνες

[Ενότητα Θανάτοψις]
ΕΠΙΜΗΝΙΟ
Σου έφερα λουλούδια
Δυστυχώς δεν μπόρεσα να σου προσφέρω τίποτα άλλο
Κι έτσι σ’ αυτό το υαλοδοχείο μύρισε τώρα
Ναι σκύψε να μυρίσεις το άρωμα των ημερών
Που ταξίδεψαν πάνω απ’ τα κλειστά σου μάτια
Καθώς έφευγες ένωχρος να εγκατασταθείς
Στα μουσικά κύτταρα του χάους στην αόρατη χλόη
Που δρόσιζε κάποτε τις φλέβες του ύπνου σου

Σκύψε στο άρωμα των ημερών


Που ήρθανε που έρχονται που θά ’ρθουν
Πάντα πρωί
Σκιτσάροντας ένα πολύ κόκκινο τραπέζι
Μια δύσοσμη σοφίτα ανάμεσα στο πεύκο και την ακακία
Πάντα πρωί
Και το βράδυ μια καρικατούρα ανθρώπου πολύ νέου
Ανάμεσα σε τρεις ρυτίδες αμφιβολίας
Ρίχνοντας κομμάτια χρόνια τα νέα χρόνια του
Κομμάτια χρόνια σ’ ό,τι δεν επιστρέφει
Στα δόντια της κλειστής στιγμής

Σκύψε στο άρωμα των ημερών


Που πλύθηκαν γυμνές μες στους λιμναίους κύκλους
Είναι δικές σου με τα φαγωμένα πρόσωπα
Κουρασμένες στην πλάτη τους
Δεν έχουν δύναμη
Και στο στόμα τους πιπιλίζουν πικραμύγδαλα
Όπως τη νύχτα εκείνη της εικοστής πρώτης Αυγούστου

ΕΠΙΣΚΕΨΕΙΣ
Αυτές οι ξεθωριασμένες ομολογίες του χτες
Επισκέπτες που κλωθογύριζαν ολημερίς
Για νάβρουν ένα σπίτι που ’μεινε κλειδωμένο

Υαλοπίνακες αφημένοι στη θαμπή πρόσθεση των ετών


Φωτογραφίες που άρχισαν να πληθαίνουν
Μέσα στα μαύρα περιγράμματά τους

Τι θέλουν

Αυτοί οι απρόσκλητοι επισκέπτες φύγανε


Διωγμένοι
Σαθρές καρέκλες φιλοξενούν την υπομονή τους
Μετρημένη σε βάρος

Πού να τους βάλω όλους να καθίσουν


Τις σαθρές καρέκλες πώς να δικαιολογήσω

Η ΚΛΕΨΥΔΡΑ ΜΕ ΤΙΣ ΣΤΑΧΤΕΣ

(1975)

[Ενότητα Η κλεψύδρα με τις στάχτες]


Η ΚΛΕΨΥΔΡΑ ΜΕ ΤΙΣ ΣΤΑΧΤΕΣ
Ι.

Κάποιο πρωί θα ξυπνήσουμε δίχως πρωί


Τα μάτια μας θα ’χουν γκρεμιστεί μέσα στη νύχτα
Φώτα σβηστά βλέφαρα ασύνταχτα
Γράμματα μπερδεμένα μες στα κουρελιασμένα χείλια μας
Μασώντας την τελευταία μας λέξη σαν ξέφτι

Αυτά τα κόκαλα εσύ παιδεύεις να στεριώσεις


Μέσα στο χιόνι απίθανα θαμμένο καλοκαίρι
Εσύ μες στις ρυτίδες του καπνού σου ταξιδεύεις
Μνήμη του τίποτα και παγωνιά στο μάτι

Ξεχνάς κάποτε και κοιτάς τη βροχή από κάπου που έρχεται


Τον άνεμο από κάπου που έρχεται
Απ’ το κάπου του πουθενά κάτι που έρχεται
Οδυνηρό πουλί
Γαλάζιο ύφασμα ουρανού στη χάρτινή σου στέγη

Ξεχνάς κάποτε και κοιτάς ένα μάτι


Ένα μάτι δίπλα σ’ έν’ άλλο μάτι
Ένα μάτι σ’ έν’ άλλο μέσα μάτι
Ένα μάτι από ’να παράθυρο να πέφτει
Από ‘να δρόμο να φεύγει
Ξεχνάς κάποτε και κοιτάς
Εδώ κι εκεί το νεκρό υλικό σου.

[…]
Φλεβάρης-Ιούνης 1974

[Ενότητα Το νύχι στη σάρκα]


ΟΠΩΣ ΤΑ ΔΕΝΤΡΑ
Στον Γιώργο Κάτο

Όπως τα δέντρα
Όπως τα δέντρα μαζεύοντας τη νύχτα μέσα τους
Όπως τα δέντρα έζησε
Τρέμει και βήχει
Κουράστηκε ο άνεμος να περνά στο πρόσωπό του
Σκουριασμένα φύλλα
Την ερημιά

Πέφτουν όλα σ’ ένα μεγάλο φλιτζάνι καφέ


Το κόκκινο της καρδιάς και το μεγάλο γαλάζιο
Πέφτουν και πίνει την ίδια κόκκινη καρδιά του
Και για κανέναν πια δεν είναι
Υποθετικά υπάρχει
Τρέμει
Και πότε πότε τραντάζεται από ’να σπασμένο βήχα

Ο ΜΑΓΟΣ
Θα προσπαθήσω να ευχαριστήσω τους θεατές
Τους σπάγκους το γυαλιστερό σου πριόνι

Είμαι στο κουτί σου φάλτσε μάγε


Με πονάς μάγε
Θα προσπαθήσω να σ’ ευχαριστήσω σαν κτήνος σφαγμένο

Τώρα δε βλέπω τίποτα πρέπει να φύγω


Η νύχτα στάζει από παντού
Μέσα στη μουσική τα κόκαλα του έρωτα
Τον άδειο σπασμό

Άφησέ με θα φέρω το φτωχό ζώο στην τρύπα του


Σέρνοντας πόνο το αίμα στις σκάλες
Θα κάθομαι μαζί του ακούγοντας τους αέρες
Αυτό το οξύ που με παραμόρφωσε
Ο μόνος που μου μίλησε ένας χαζός οδηγός
Μου ’πε το χαλασμένο του αυτοκίνητο να σπρώξω
Λοιπόν τους γκρέμισα στο βάραθρο
Ο θάνατος είναι εθνικό προϊόν
Γέμισα ποντικοπαγίδες όλο το σπίτι
Κρέμονται σαν κλουβιά στο ταβάνι
Στο νεροχύτη στο σωλήνα αποχετεύσεως
Στο αραχνιασμένο κοστούμι του γάμου μου

Κανένα όνειρο κάτω απ’ την κρύα κουβέρτα


Κι οι τοίχοι τελειώνοντας κάπου απελπισμένα
Αδέξιοι σαν ποιήματα.

[Ενότητα Album]
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΜΝΗΜΗ 1949
Είχε κλειστεί στο πρόσωπό του
Στους ώμους της βροχής σα ριγμένο παλτό περπάτησε
Εκεί που τέλειωναν τα τραμ στην Αποθήκη της καρδιάς
Και βγαίνανε πιάνα ατέλειωτα μαύρα πιάνα
Ανάμεσα από χριστουγεννιάτικες νιφάδες
Ανάμεσα από γάλα σκόνη
Ανάμεσα από βυθισμένες ναφθαλίνες
Στις ράγες του ανέκκλητου κυλώντας

ΟΝΕΙΡΟ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ ΚΩΣΤΑ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗ


Νύχτα της Τετάρτης 29 του Γενάρη 1974
1.

Κι έπειτα ήρθες να που έπρεπε βέβαια να ’ρθεις


Αγάλι σέρνοντας τη φρίκη μιας πληγής παντοτινής
Μέσα στο πιο αποτρόπαιου τέλους τον κρότο
Στο μαύρο αδιέξοδο στην άβυσσο του νου

Να που έπρεπε την καρδιά σου κομμάτια να ’βλεπα


Κάτω από ’να ξεθωριασμένο πράσινο κοστούμι
Τυπικό και άψογο σ’ ένα λευκό τραπεζομάντιλο σκυμμένο

Πέρασαν τόσα χρόνια πέρασε ο καιρός


Πλυμένο κίτρινο παλιό το φως
Έπεφτε πάνω σου σαν τίποτα και σαν ανυπαρξία

2.

Να φανείς έτσι έπρεπε μες στου φωτός την αγκαθένια δάφνη


Σιωπηλός στου εαυτού σου το νεκρόδειπνο
Πετώντας απ’ τ’ άρρωστο κορμί
Σαν πατημένο ρόδο την καρδιά σου χάμου
Κι αφού την ξόδεψες την πιο τελευταία σου πλάνη
Το στρεβλωμένο αίμα σου στα μάτια μου ένιωσα
Να με τραβά και να με παίρνει
Πάμε μ’ είπες πάμε μες στη νεκρή
Την έρημη σταματημένη επαρχία να βαδίσουμε

.
ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΑΤΙ ΤΟΥ ΚΥΚΛΩΠΑ/

CANCERPOEMS (1977)

[Ενότητα Cancerpoems]
ΚΑΤΟΙΚΙΔΙΟΣ ΣΚΟΡΠΙΟΣ
Έγινε βράδυ πάλι

Ποίημα του δωματίου


Κατοικίδιος σκορπιός κατεβαίνει απ’ το ταβάνι
Και πρέπει να μείνουν λίγες ώρες μαζί
Σ’ αυτό το τοπίο μόνο κι επιληπτικό
Απ’ τη λυπημένη σπατάλη μιας σκέψης

Μια Σαχάρα από καθρέφτες


Όπου εγώ και ο θάνατος
Συναντιόμαστε κάθε μέρα σχεδόν
Με τις ίδιες συνηθισμένες κινήσεις
Τις ίδιες νύχτες
Βλέποντας κι απόψε
Αυτό το ζαχαρί ζευγάρι
Με μια σκόρπια διάθεση
Απ’ το καπνισμένο μάτι
Λέξεων μόνον καθώς επιπλέουνε στο ποίημα
Ή με τη σίγουρη σημασία ενός σκορπιού
Να πλέει σ’ αυτό το κουβαριασμένο
Στο πάτωμα ζευγάρι κάλτσες
Για τι πράγμα Τι τέλος
Γιατί μιλώ όχι από μένα
Δε διατείνομαι τίποτα ούτε και διαθέτω
Ελάχιστα πράγματα βλέπω

Κάθε λίγο και κάτι χαλάει


Οι σωλήνες οι φλέβες ο ύπνος οι λάμπες

Γιατί έχω ένα μάτι γεμάτο καπνούς Άδειο

Αυτό να φωτογραφίσεις
Μα δεν μπόρεσες ούτε καν να στραφείς
Προς τα κει που αυτό καταστρέφεται

Γιατί δεν μπόρεσα να καταλάβω


Ούτε τον χρόνο ούτε τον τόπο
Πεταμένος σε τούτο το γήινο τοπίο του ’77
Θυμάμαι πότε πότε διάφορα πράγματα
Απορώ με διάφορα πράγματα

Τι κάνουν τα ρούχα της πεθαμένης


Μετά που φεύγει
Τι κάνουν τις λέξεις του ποιητή
Μετά που μένει

Γιατί τελείωσα σήμερα το προηγούμενο ποίημα


Με μιαν αμνησία γύρω από τις λέξεις
Πού γράψαν τις λέξεις μου
Γιατί τέλειωσα

Αυτή ’ναι η Σαχάρα


Με τους σκορπιούς της επάνω μου
Πάνω στην πλάτη μου
Στην πλάτη της πλάνης
Σ’ όλα τα πλάτη

Η γεωγραφία μ’ άρεζε κάποτε


Όμως τώρα τόσο χαμένες
Οι πρωτεύουσες της οδύνης μου
Σε μια δίνη.

ΓΡΑΦΟΝΤΑΣ ΤΙΣ ΣΕΛΙΔΕΣ ΤΗΣ ΣΤΑΧΤΗΣ


Αρχίζω να συνηθίζω αυτήν τη φωτογραφία που με κοιτά
Αρχίζω να συνηθίζω το μονάχο το μαύρο το πράγμα
Το νυχτωμένο που στράβωσε μέσα μου

Μια μέρα βούτηξα τον εαυτό μου μέσα στο αίμα του
Άνοιξ’ η μέρα μαύρη ομπρέλα
Κατέβαινε ως την κόλαση

Ο ανεμιστήρας έπαιξε τα μαλλιά μου


Το πικ απ’ το κομμένο κεφάλι μου

Έπειτα η φωνή μου ένα σκουριασμένο σύρμα


Τότε πέσανε από πάνω μου κάτι παιδικές πανάρχαιες μέρες

Ο λασπωμένος δρόμος δίχως το τέρμα


Το φάντασμα λεωφορείο
Το μουσείο ακορντεόν

Τότε είδα πως πάντοτε ήτανε νύχτα


Όπως όταν κάποτε ήτανε μέρα
Μ’ ένα κορδόνι
Κλείσαν κι οι φωτογραφίες των πάγων
Λίγο λίγο το αίμα μου μουσκεύοντας τον εγκέφαλο του τρελού
Γράφοντας τις σελίδες της στάχτης

[Ενότητα Το δεύτερο μάτι του Κύκλωπα]


ΜΟΥΣΙΚΗ ΑΠΟ ΑΛΚΟΟΛ
Αμαρτία της ποίησης
Νευρική ακτινογραφία ψυχή

Βλέμμα λείψανο μέσα σ’ ένα βόρειο σέλας


Και το παλιό λιμάνι όπου λιμνάζω

Τίποτα να με κοιτάζει τώρα που γράφω


Ζω φανταστικά
Γυρνώντας το κουμπί στα μακρά
Για λίγη Πλαθ
Μουσική από αλκοόλ
Άσπρη σάρκα της σιωπής
Μέρες
Που με γυρίζουνε στο ψέμα
Και σ’ άλλες μέρες
Που δεν έχω τίποτα να κοιτάξω

Ταξιδεύουμε στον σωλήνα αυτό


Κλινική ησυχία
Χιονίζει συνέχεια αίμα

Το πρόσωπό μου σκεπασμένο


Κομμένα χέρια

ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΚΑΡΒΟΥΝΟΥ


Μέρες στενά παπούτσια
Σπίτι του κάρβουνου
καθώς απ’ τ’ ανοιγμένο δέρμα
Έπεσαν όλοι στο κενό

Ελαστικοί και αδιάφοροι


Που θα μπορούσες να ζεις ήσυχα
Μ’ ό,τι δε σ’ αφορά πια
Μες στο κενό του μηδενός

Κομμάτι από συνήθεια

Άσκηση του ζώου μες στο μάτι

Πιο σκοτεινά στο σκοτάδι


Και στο χαρτί
Μελανό μοναχικό χαρακίρι
Το σεληνιακό τοπίο
Να χαρακώνει και να σφίγγει το σαλόνι

ΤΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΤΟΥ ΕΛΠΗΝΟΡΑ

(1984)

ΦΥΛΑΚΑΣ ΕΡΕΙΠΙΩΝ
Μέρες σέρνοντας πίσω τους
Άδεια περίεργα αντικείμενα

Ώστε να ζεις πάλι με πράγματα


Απ’ όπου κάποτε αναχώρησες για πάντα

Βρόμικα παγωμένα νερά


Σκόνη νεκρών αετών βαθιά
Σε τεράστια κοιμισμένα κτίρια
Το απαγχονισμένο τοπίο κι η φρίκη του
Με τους τέσσερις τοίχους του ορίζοντα
Να κλείνει το πρωινό
Γκρίζα κηλίδα μέσα στο μάτι σου
Ν’ ανοίγει το καφενείο πληγή
Για να μοιράσεις ξανά τα χαρτιά σου
Στο τίποτα
Αδόλφε παλιέ αδελφέ του Θανάτου
Σε μαγαζί στη στοά
Στο πάτωμα πριονίδια
Και μια μαύρη γριά
Μ’ έναν αργό μπόγο μοναξιάς
Σε μια δίχως τέλος κι αρχή
Τρίτης Κατηγορίας ιστορία
Όπου εσύ πεθαμένος θαμώνας
Ξύνεις τα μολύβια σου
Ξύνεις τα χρόνια σου
Ξύνεις τον εγκέφαλο
Όλων αυτών των τρελών
Να δεις αν μπορούν να ξεχωρίζουν
Μερικά βασικά χρώματα

Ίσως να γράψεις το αριστούργημά σου


Σ’ ένα κοσμικό ψυχιατρείο
Να κοιτάς συνέχεια το χειμώνα

Βέβαια καθόλου παράξενο


Αφού σε τόσες περιπτώσεις
Μ’ αυτό τ’ αφηνιασμένο
Απ’ την αιμορραγία αίμα σου
Κατορθώνεις την πτώση
Έτσι
Που με τα μάτια σου της νυχτερίδας
Ακουμπάς το σκοτάδι
Και με τα δάχτυλά σου της νυχτερίδας
Περπατάς πετάς
Μέσα στις φέτες του καλοριφέρ
Που τόσα καλοκαίρια έχεις φωλιάσει
Νιώθεις έτσι τον κρότο της νύχτας
Ήσυχη μες στα έπιπλα πλήξη
Εσύ που θα φύγεις
Με τα πρώτα σκουπίδια
Τ’ αποτσίγαρα τ’ άδεια μπουκάλια
Τα ξεραμένα λουλούδια
Φύλακας ερειπίων
Βαλμένος κι εσύ σε μια νάιλον σακούλα
Με μια υποψία πως κλέφτες θα έρθουν
Γι’ αυτά τα λείψανα έστω
Κι αυτό το μακρύ
Κίτρινο χαλασμένο
Δόντι του ήλιου

ΠΙΛΑΤΟΙ
Δεν είμαι παρά απ’ αυτό μόνο που έρχομαι
Κάθε μέρα υπάρχοντας σε κάτι το άλλο

Αυτό που δε θα γίνω ποτέ

Απ’ αυτό είναι που είμαι φτιαγμένος


Απ’ αυτό κι έναν τρόμο

Κι είναι
Σα να ’χεις ταχυδρομηθεί στο διάστημα
Ένα φτωχό ανόητο μήνυμα
Σκουριασμένος ύπνος
Με τον προβολέα των θέλω
Που διαλύει τα μέταλλα
Γαντζώνει την αγωνία στο μυαλό
Μια πληγή δίπλα σου να την αγγίζεις
Ανάμεσα στα χόρτα και τα τροχοφόρα
Στο αλκοολικό δωμάτιο
Και τα φτηνά βγαλμένα εσώρουχα
Και να παίρνεσαι
Από μαγικά χαμένα ονόματα
Μες σ’ έναν ουρανό γεμάτο τζιν
Με τους αγγέλους του
Να μασουλάν αστέρια

Σύμπαν της κίτρινης σκονισμένης λάμπας


Τώρα που μου χορεύουν
Τώρα που μου φεύγουν
Ο κύριος Ίβνινγκ
Η Εσμεράλδα ο Κουασιμόδος

Τώρα π’ ανοίγουν
Οι τελευταίες καταπακτές

Βγάζοντας νάνους
Κι ηλίθιους κι ουδέτερους

Καθένας τους κι ένας Πιλάτος

Όλοι τους μαχαίρια


Σαπούνια κι αποσμητικά
Ενώ εγώ περπατώ και θυμάμαι
Παρακολουθώ πάντα
Απ’ το απέναντι πεζοδρόμιο
Τον εαυτό μου
Δεν κοιμάμαι.
.

ΦΥΛΑΚΑΣ ΕΡΕΙΠΙΩΝ (1991)


Συγκεντρωτική έκδοση

ΔΙΑΣΤΑΣΗ
Τώρα μες απ’ τον ύπνο σου μπορώ να σου δώσω
Τόσες πορείες και τόσες διαφυγές
Πλάθοντας κατά βούληση τα στοιχεία σου
Χαράζοντας γραμμές πλεύσεως που ποτέ σου δε γνώρισες
Γιατί δεν αντιλαμβάνεσαι τίποτα
Τυλιγμένη σε μιαν επιφάνεια
Λαξευμένη στο ύψος σου
Κάτω από ενδύματα που κυματίζουν μεσίστια

Ίσως σου λείπουνε οι καθρέφτες


Ίσως να μην αντίκρισες τα πολλαπλά νοήματα των ματιών
Αλληλένδετα με το είναι σου
Θα κράτησες όμως παιδί σε κάποια περασμένη εκδρομή
Μες στις παλάμες σου μια πεταλούδα
Έπειτα θα την άφησες με μιαν ευτυχία στα μάτια
Και τα δάχτυλα γεμάτα χρυσόσκονη
Θα σφύριζε αργά η αναχώρηση
Και θα ‘χες ψήγματα στις παλάμες τρέχοντας για τη στοίχιση

Ψήγματα χρυσόσκονης που έχεις ακόμα


ΟΙ ΛΑΜΠΕΣ
Κάποιος γυρίζει ανάμεσα στις λάμπες
Αγγίζει τις λάμπες με το χέρι του
Μια πεταλούδα σκύβει το κεφάλι της και φεύγει
Μες απ’ το κίτρινο χιόνι το κίτρινο μάτι
Γυρίζει ανάμεσα στις λάμπες
Δεν έχει τόπο να σταθεί στο τρίξιμο του ξύλου
Καίουν οι λάμπες μ’ έν’ άλλο φως σβησμένο
Πίσω απ’ τα σακατεμένα δέντρα

Μια τραυματισμένη μέρα δένεται άσπρη


Γυρίζει ανάμεσα στις λάμπες ψάχνει
Κάτι που ήτανε και δεν είναι
Κάπου εδώ ήτανε και κάποιος άλλος
Τι έγινε και σβήσανε τα τόσα μας φώτα

Ήτανε εδώ ένα χρώμα σαν βιολέτα


Ριγμένο μες στην κάμαρά μας
Ήτανε εδώ ένα χρώμα σα βιολέτα
Που ζούσε μες στην κάμαρά μας

ΤΥΜΒΩΡΥΧΟΙ
Τα μάτια σου
Πώς σκοτεινιάσαν έτσι τα μάτια σου

Πώς να σε κοιμίσω μέσα μου τούτη τη νύχτα


Που με γυρνά σε μια πλατιά ανάσα
Κάτω απ’ ώρες πιο μαλακές
Κι από γαλάζιες προσδοκίες
Εκεί μες στις ακροβασίες τόσων χελιδονιών
Πώς νύχτα μου να σε κοιμίσω
Σε ποιο κρεβάτι σε ποια χωμάτινη κοίτη
Πού να σας κοιμίσω σκοτεινά μάτια της αγάπης
Σε ποιο κρεβάτι σε ποια χωμάτινη κοίτη
Τώρα που πλησιάζουν οι τυμβωρύχοι

[Από τα Αδημοσίευτα ποιήματα της περιόδου 1968-


1972]
ΠΑΡΟΥΣΙΑ
Υπήρξα ίσως στο παρελθόν ίσως πάλι να μην υπήρξα
Να ’μαι το δημιούργημα μιας ιστορίας φανταστικής
Αφού τίποτα δεν ορίζω δεν ξέρω
Μόνον ορίζομαι περιορίζομαι απ’ ομορφιά και θάνατο
Πέφτοντας απ’ ομορφιά σ’ άλλη ομορφιά
Από θάνατο σε θάνατο
Σηκώνοντας στα χέρια μου το κρανίο του κόσμου
Κύματα της πέτρας χρυσά κάτω απ’ το χειμωνιάτικο ήλιο
Στο στόμα του χρόνου ως την άκρη της ματιάς
Και το ξεψύχισμα μιας εποχής αργό τεφρό
Στο πρόσωπό μου

[27 του Νοέμβρη 1969]

ΑΤΙΤΛΟ
Ένιωθα το χρόνο να φεύγει
Πάνω απ’ τα πράγματα
Ξαφνικά έτσι
Όπως στεγνώνει κάτι το υγρό
Ξαφνικά έτσι ο χρόνος έφευγε
Τα πράγματα μέναν γυμνά πανάρχαια
Στεγνά όρθια και αμίλητα
(Τα κοίταζα τα ένιωθα
Πάντοτε έτσι)

[Οκτώβριος 1970]

ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΕΝΤΕΥΚΤΗΡΙΟ

ΠΑΡΑΔΟΧΗ ΕΠΟΧΗΣ
Εκείνο το καλοκαίρι
Δαγκάνοντας με τους φλοίσβους του
Τα χείλια της άμμου
Ήρθε
Συναυλία κογχυλιών
Χορός οστράκων
Στην πίστα τής παλάμης σου
Ατέρμονη προσδοκία
Του μετώπου μου

Εκείνο το καλοκαίρι
Σταματημένη ηλικία
Ετοίμασε τη βαριά του σφραγίδα

περιοδικό «Εντευκτήριο» (2000)


ΤΟ ΠΕΤΡΙΝΟ ΠΟΥΛΙ
Σαν κομμένες απ’ άλλον καιρό
Αυτές οι πλατείες οι δρόμοι
Άλλαξαν όλα τόσο
Το θυμάσαι
Δεν μπορείς παρά να θυμάσαι
Υπάρχουν πάντα τα λείψανα
Ανθρώπινες μνείες
Από χρόνια χαμόγελα
Σε ηλικίες σπασμένες
Κι αυτό το πανί της ομίχλης
Κι η λάσπη

Μόνο τα παιδιά δεν άλλαξαν


Τα παιδιά με πλαστικά παλτά
Σαν υγραμένη ζάχαρη
Εξασκούν τη νέα φωνή τους στην καθομιλουμένη
Ενώ η παλιά υπάρχει για σένα
Και για το πέτρινο πουλί
Να τη σφυρίζει

περιοδικό «Εντευκτήριο» (2000)

ΜΙΛΟΥΣΕ ΟΛΟ ΓΙΑ ΜΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑ…


Μιλούσε όλο για μια γυναίκα
Χαμένη μέσα σ’ απέραντες πανεπιστημιακές αίθουσες
Με παγωμένους υαλοπίνακες
Για ένα όνομα που δεν ξανάκουσε πια
«Άλλωστε φίλε μου τι σημασία
Να ‘χει ένα τόσο κοινό όνομα
Τι σημασία»
Μετά την πτώση και πριν την άλλη πτώση
Μετά τον ένα θάνατο και πριν τον άλλο
Όταν οι μέρες λυγίζουν μία μία
Χωνεύονται γίνονται μνήμη
Και ίσκιοι μες στη μνήμη
Ανοίγουν κύκλο γύρω τα παράθυρα
Τραβιούνται άξαφνα στις άκρες οι κουρτίνες
«Προσπάθησε να δεις
Προσπάθησε επί τέλους
Κοίταξε όρισε προσδιόρισε»

«Ζωή μας αυτό που ποτέ μας δε ζήσαμε


Αυτό το κενό – η ζωή μας»

περιοδικό «Εντευκτήριο» (2003)

ΠΗΓΗ: http://www.translatum.gr/forum/index.php?topic=8476.0
Πλοήγηση άρθρων

You might also like